Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Αριθμ. πρωτ.: ΔΤΔ Α 1019133 ΕΞ 2018 Εφαρμογή της προφορικής διασάφησης στη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία / εξαγωγή σύμφωνα με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (UCC) - Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής

$
0
0
Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΔΤΔ Α 1019133 ΕΞ2018/01-02-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ


 
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ

1. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α', Γ' & Δ'
2. Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α', Β' & Γ'
3. Δ/ΝΣΗ ΕΦΚ & ΦΠΑ
ΤΜΗΜΑ Ε'
4. Δ/ΝΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β'
5. Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Γ'

Ταχ. Δ/νση : Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας : 10184 Αθήνα
Πληροφορίες : ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1
Url : www.aade.gr

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή της προφορικής διασάφησης στη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία / εξαγωγή σύμφωνα με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (UCC) - Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής


ΣΧΕΤ.: α) Η αρ. πρωτ. ΔΤΔ Α 1055689 ΕΞ 2016/7.4.2016 ΕΔΥΟ «Κοινοποίηση της νομοθετικής δέσμης του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (UCC)» (ΑΔΑ: 7Θ8ΗΗ-ΧΒΔ)
β) Η αριθμ. 1121586 ΕΞ 2017/9.8.2017 Διαταγή ΑΑΔΕ «Τελωνειακές Αποφάσεις - Δικαίωμα ακρόασης» (ΑΔΑ: Ψ0ΣΕΗ-4ΛΘ)

Σε συνέχεια της ανωτέρω α) σχετικής με την οποία κοινοποιήθηκε η δέσμη των νομοθετικών πράξεων που πλαισιώνουν τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (UCC) που τέθηκε σε εφαρμογή από την 1η Μαΐου 2016, παρέχονται κατωτέρω οδηγίες αναφορικά με την προφορική διασάφηση στη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία και εξαγωγή εμπορευμάτων καθώς και τη χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής. 

Α. Νομικό πλαίσιο περί προφορικής διασάφησης

Υποβολή προφορικής διασάφησης για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία / εξαγωγή

1) Σύμφωνα με το άρθρο 135 του Κατ' εξουσιοδότηση Καν. 2446/2015, η δυνατότητα υποβολής προφορικής διασάφησης για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία περιορίζεται βασικά στις εξής περιπτώσεις:
α) εμπορεύματα χωρίς κανένα εμπορικό χαρακτήρα
β) εμπορεύματα εμπορικού χαρακτήρα που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνουν σε αξία τα 1.000 ευρώ ή σε καθαρή μάζα τα 1.000 χιλιόγραμμα (kg).

2) Σύμφωνα με το άρθρο 137 του ίδιου Κανονισμού, η δυνατότητα υποβολής προφορικής διασάφησης στην εξαγωγή περιορίζεται βασικά στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) εμπορεύματα χωρίς κανένα εμπορικό χαρακτήρα
β) εμπορεύματα εμπορικού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνουν σε αξία τα 1.000 ευρώ ή σε καθαρή μάζα τα 1.000 χιλιόγραμμα (kg).

Εμπορεύματα χωρίς εμπορικό χαρακτήρα


3) Στο άρθρο 1 σημείο 21) του ίδιου Κανονισμού, παρατίθεται ο εξής ορισμός για τα «εμπορεύματα χωρίς εμπορικό χαρακτήρα»:
α) εμπορεύματα που περιέχονται σε αποστολές και αποστέλλονται από ιδιώτη σε ιδιώτη, εφόσον οι αποστολές αυτές:
i) έχουν ευκαιριακό χαρακτήρα,
ii) περιέχουν αποκλειστικά εμπορεύματα τα οποία προορίζονται για προσωπική χρήση του παραλήπτη ή της οικογενείας του και για τα οποία, λόγω της φύσης ή της ποσότητάς τους, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρόκειται για εμπορεύματα χωρίς εμπορικό χαρακτήρα, και
iii) πραγματοποιούνται από τον αποστολέα προς τον παραλήπτη χωρίς οποιασδήποτε μορφής πληρωμή
β) εμπορεύματα που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές των ταξιδιωτών, εφόσον:
i) έχουν ευκαιριακό χαρακτήρα, και
ii) αφορούν αποκλειστικά εμπορεύματα τα οποία προορίζονται για την προσωπική ή οικογενειακή χρήση των ταξιδιωτών ή προορίζονται για να προσφερθούν ως δώρα· και για τα οποία, από τη φύση τους ή την ποσότητά τους, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η εισαγωγή τους ή η εξαγωγή τους δεν έχει εμπορικό χαρακτήρα.
Καθίσταται επομένως σαφές ότι οι αγορές μέσω διαδικτύου δεν εμπίπτουν σε αυτή τη διάταξη και οι αποστολές που περιέχουν εμπορεύματα αυτής της κατηγορίας είναι «εμπορικές αποστολές», ανεξαρτήτως της χρήσης τους (προσωπικής ή οικογενειακής) και ως εκ τούτου εφαρμόζεται η διαδικασία που αναφέρεται στο σημείο Δ της παρούσας «Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής για Εμπορικές αποστολές-Απλουστευμένη Διαδικασία».

Εξαιρέσεις από την προφορική διασάφηση

4) Στο άρθρο 142 του ως άνω Κανονισμού παρατίθενται οι εξαιρέσεις από την προφορική διασάφηση:
α) εμπορεύματα για τα οποία έχουν ολοκληρωθεί οι διατυπώσεις με σκοπό τη χορήγηση επιστροφών ή άλλων οικονομικών πλεονεκτημάτων κατά την εξαγωγή σύμφωνα με την κοινή γεωργική πολιτική
β) εμπορεύματα για τα οποία έχει κατατεθεί αίτηση επιστροφής δασμών ή άλλων επιβαρύνσεων·
γ) εμπορεύματα που υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς·
δ) εμπορεύματα που υπόκεινται σε οποιαδήποτε άλλη ειδική διατύπωση που προβλέπεται στην ενωσιακή νομοθεσία, την οποία απαιτείται να εφαρμόζουν οι τελωνειακές αρχές.

Β. Εφαρμογή της προφορικής διασάφησης στη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία


Λαμβάνοντας υπόψη το προαναφερόμενο νομικό πλαίσιο, η προφορική διασάφηση εφαρμόζεται εθνικά:

1) Στα εμπορεύματα που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών. Οι δασμοφορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις που προκύπτουν από τον τελωνισμό των εν λόγω εμπορευμάτων εισπράττονται με τη διαδικασία της ειδικής ταμειακής διαχείρισης που προβλέπεται στην αριθμ. πρωτ. Τ2250/167/Α0019/6-5-2003 ΑΥΟ (ΦΕΚ Β'612/19-5-2003) που κοινοποιήθηκε με την αριθμ. πρωτ. Τ4455/367/Α0019/15-10-2003 ΕΔΥΟ «Οδηγίες λειτουργίας της ειδικής ταμειακής υπηρεσίας για είσπραξη των δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων στα συνοριακά Τελωνεία». (Νομική βάση: άρθρο 217 εκτελεστικού Κανονισμού 2447/2015).

2) Στην παράδοση διπλωματικών σάκων σε Πρεσβείες εφόσον, βεβαίως, φέρουν όλα τα απαραίτητα εξωτερικά σήματα που αποδεικνύουν ότι όντως αποτελεί διπλωματικό σάκο. Στην περίπτωση αυτή καταργείται η χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής και αντικαθίσταται από προφορική δήλωση.

Σημειώνεται ότι για την πίστωση των αντίστοιχων στίχων του Δηλωτικού σε αυτές τις περιπτώσεις Κα χρησιμοποιείται η λειτουργία της «ειδικής πίστωσης», μέχρι την υλοποίηση της δυνατότητας συστημικής τακτοποίησης (μέσω χρήσης ειδικής εθνικής μνείας).

Γ. Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής για μη εμπορικές αποστολές


Όσον αφορά στα εμπορεύματα χωρίς εμπορικό χαρακτήρα και μέχρι του στατιστικού ορίου (αξία 1.000 ευρώ) διατηρείται η υποβολή του εθνικού τελωνειακού παραστατικού ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής προς υποστήριξη της προφορικής διασάφησης και για σκοπούς συγκέντρωσης των αναγκαίων πληροφοριών για τη διασφάλιση της τελωνειακής επιτήρησης, την πίστωση των αντίστοιχων δηλωτικών και τη χορήγηση των προβλεπόμενων δασμοφορολογικών απαλλαγών.

Ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθες περιπτώσεις:
• είδη πρώτης ανάγκης από δημόσιες αρχές ή φιλανθρωπικούς οργανισμούς, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις φυσικών ή ανθρωπογενών καταστροφών, στήριξης μειονεκτούντων ατόμων,
• οικοσκευές (προσωπικά αντικείμενα, οικιακός ρουχισμός, είδη επίπλωσης ή εξοπλισμού για προσωπική ή οικογενειακή χρήση),
• διάφορα προσωπικά είδη που αποστέλλονται από ιδιώτη σε ιδιώτη,
• έγγραφα, έντυπα και λοιπά σχετικά είδη που εισάγονται δωρεάν/ διανέμονται δωρεάν,
• προϊόντα ανατομίας, βιολογικό υλικό,
• αίμα & μοσχεύματα,
• μεταφορά ανθρώπινων σορών, οστών και τέφρας.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις και με την προϋπόθεση ότι δεν μεσολαβεί επιτηδευματίας τελωνειακός αντιπρόσωπος, η υποβολή του ΕΔΕ ΑΝΕΥ Στατιστικής δύναται να γίνεται χειρόγραφα με τη χρήση του εντύπου ΕΔΕ ΑΝΕΥ ΣΤΑΤ, το οποίο συμπληρώνεται σύμφωνα με τις οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα 2 της παρούσας (υποχρεωτικές θέσεις) και την καταχώρηση των στοιχείων από το τελωνείο. Διευκρινίσεις ως προς τη συμπλήρωση των θέσεων 33 Κωδικός εμπορευμάτων και 46 Στατιστική αξία παρατίθενται στο Παράρτημα 7 της παρούσας.

Δ. Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής για Εμπορικές αποστολές - Απλουστευμένη Διαδικασία

Με γνώμονα την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση για τους συναλλασσομένους από τις αλλαγές που επήλθαν λόγω του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (UCC) και δεδομένου ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του προβλέπεται για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων εν γένει η χρήση είτε συνήθους είτε απλουστευμένης διασάφησης, καθιερώνεται με την παρούσα η χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής ως απλουστευμένης διασάφησης με απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής συμπληρωματικής διασάφησης για την εισαγωγή είτε από ιδιώτες είτε από οικονομικούς φορείς και ανεξαρτήτως τρόπου μεταφοράς, εμπορευμάτων των οποίων η αξία και η ποσότητα δεν υπερβαίνει το στατιστικό κατώφλι, βάσει του Κανονισμού 113/2010 περί Στατιστικής Εξωτερικού Εμπορίου:
- αξία έως 1.000 ευρώ και
- βάρος έως 1.000 χιλιόγραμμα.
Νομική βάση: άρθρο 167 παράγραφος 3 α) του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα - Καν. 952/2013.

Δ1. Για ιδιώτες (χωρίς άδεια)

Επιτρέπεται η χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής χωρίς άδεια απλουστευμένων διαδικασιών από την αρμόδια τελωνειακή αρχή στις περιπτώσεις ιδιωτών που πραγματοποιούν εισαγωγές περιστασιακά κι όχι σε τακτική βάση, πχ. μέσω εταιρειών ταχυμεταφοράς (courier). Διευκρινίζεται ότι οι ιδιώτες έχουν το δικαίωμα τελωνισμού των αποστολών τους μέσω του ICISnet, χωρίς τη μεσολάβηση τελωνειακού αντιπροσώπου (πχ. επαγγελματία εκτελωνιστή), εφόσον το επιθυμούν, με την ηλεκτρονική υποβολή του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην Ενότητα Ε κατωτέρω, αναλαμβάνοντας την ευθύνη ως προς την ακρίβεια των στοιχείων της διασάφησης και γενικά την τήρηση κάθε υποχρέωσης που αφορά στην υπαγωγή των εμπορευμάτων στο σχετικό καθεστώς, βάσει των ενωσιακών διατάξεων.

Δ2. Για οικονομικούς φορείς με χορήγηση άδειας

Για τους οικονομικούς φορείς / επιτηδευματίες (πχ. εταιρείες ταχυμεταφοράς) που πραγματοποιούν εισαγωγές σε τακτική βάση και όχι περιστασιακά απαιτείται έκδοση άδειας για τη χρήση απλουστευμένης διασάφησης.

Προς το σκοπό αυτό οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να υποβάλλουν αίτηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή (Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής, Αχαΐας και Θεσ/νίκης και τα Τελωνεία Βόλου, Ηρακλείου, Καβάλας, Κέρκυρας, Μυτιλήνης, Ρόδου και Σύρου) στη χωρική αρμοδιότητα των οποίων βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης ή στη χωρική αρμοδιότητα των οποίων τηρούνται οι βασικές λογιστικές καταχωρήσεις του αιτούντος για την αξιολόγησή της, σύμφωνα με τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα και την έκδοση άδειας.

Οι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν ΕΔΕ ΑΝΕΥ ΣΤΑΤ με δυνατότητα αναβολής πληρωμής των δασμοφορολογικών τους επιβαρύνσεων έως την 16η ημέρα του επόμενου της εισαγωγής μήνα, υπό την προϋπόθεση σύστασης εγγύησης. Για την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ:
- υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα που διαθέτουν την κυριότητα των εμπορευμάτων απαιτείται να αποκτούν άδεια για χρήση απλουστευμένης διασάφησης και να υποβάλλουν στο όνομά τους το ΕΔΕ ΑΝΕΥ ΣΤΑΤ.
- εναλλακτικά, η άδεια μπορεί να έχει εκδοθεί στο όνομα του τελωνειακού αντιπροσώπου (π.χ.εταιρεία ταχυμεταφορών) και το οικείο τελωνειακό παραστατικό να υποβάλλεται στο όνομα του υποκείμενου στο φόρο προσώπου.

Κριτήρια και προϋποθέσεις για την αξιολόγηση των αιτήσεων

Τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για την αξιολόγηση της αίτησης και έκδοσης άδειας από την αρμόδια τελωνειακή αρχή είναι σύμφωνα με το άρθρο 145 του Κατ' εξουσιοδότηση Καν. 2446/2015 τα ακόλουθα:
α) το ιστορικό συμμόρφωσης ως προς τις παραβάσεις της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας
β) ανάλογα με την περίπτωση, ο αιτών εφαρμόζει ικανοποιητικές διαδικασίες για τη διαχείριση αδειών και εγκρίσεων που χορηγούνται σύμφωνα με μέτρα εμπορικής πολιτικής ή σε σχέση με τις συναλλαγές γεωργικών προϊόντων
γ) ο αιτών μεριμνά να δοθεί στους ενδιαφερόμενους εργαζομένους η οδηγία να ενημερώνουν τις τελωνειακές αρχές οποτεδήποτε εντοπίζονται δυσκολίες σχετικές με τη συμμόρφωση και θεσπίζει διαδικασίες ενημέρωσης των τελωνειακών αρχών γι' αυτού του είδους τις δυσκολίες
δ) ο αιτών, ανάλογα με την περίπτωση, εφαρμόζει ικανοποιητικές διαδικασίες για τη διαχείριση αδειών εισαγωγών και εξαγωγών σχετικά με απαγορεύσεις και περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων μέτρων διάκρισης μεταξύ των εμπορευμάτων που υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς και των υπόλοιπων εμπορευμάτων, καθώς και για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαγορεύσεις και περιορισμούς.
Οι αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές ελέγχουν και αξιολογούν τα ανωτέρω κριτήρια που απαιτούνται για την έκδοση αδειών απλουστευμένων διαδικασιών και εφόσον διαπιστώνεται ότι πληρούνται τα κριτήρια που τίθενται από τις ισχύουσες ενωσιακές και εθνικές διατάξεις, η αρμόδια τελωνειακή αρχή χορηγεί την άδεια εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ανωτέρω β) σχετική.

Δ3. Για οικονομικούς φορείς χωρίς χορήγηση άδειας

Για τους οικονομικούς φορείς / επιτηδευματίες που πραγματοποιούν εισαγωγές σε περιστασιακή βάση, δεν απαιτείται έκδοση άδειας για τη χρήση απλουστευμένης διασάφησης. Οι εισαγωγές πραγματοποιούνται με την υποβολή ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην Ενότητα Ε κατωτέρω, με την καταβολή ή απαλλαγή από τις σχετικές δασμολογικές ή/και φορολογικές επιβαρύνσεις.

Ε. Συμπλήρωση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής / Επιχειρησιακή λειτουργία στο ICISnet

Το ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εισαγωγής υποβάλλεται υποχρεωτικά ηλεκτρονικά μέσω του ICISnet, πλην της περίπτωσης χρήσης του για μη εμπορικές αποστολές (Ενότητα Γ ανωτέρω), αφορά μόνο τα καθεστώτα 40 και 49 και συμπληρώνεται με τις υποχρεωτικές θέσεις που παρατίθενται στο Παράρτημα 2 της παρούσας.
> Η ηλεκτρονική υποβολή του ΕΔΕ ΑΝΕΥ ΣΤΑΤ στο ICIsnet, η αποδοχή του και απόδοση MRN, η διόρθωση, η ακύρωσή του, η ανάλυση κινδύνου και η γνωστοποίηση των ενδεδειγμένων ενεργειών ελέγχου προς τον διασαφιστή διενεργούνται ηλεκτρονικά με την αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Για διευκόλυνση των συναλλασσομένων, παρατίθενται τα ακόλουθα Παραρτήματα:
- Παράρτημα 3: ενδεικτικός πίνακας κατάταξης για τα είδη που εισάγονται συνηθέστερα μέσω εταιρειών ταχυμεταφοράς.
- Παράρτημα 4: οδηγίες χρήσης για την ηλεκτρονική εφαρμογή (οθόνες)
- Παράρτημα 5: περιγραφή της επιχειρησιακής λειτουργίας (μηνύματα που ανταλλάσσονται) και
- Παράρτημα 8: πίνακας με την τελωνειακή μεταχείριση των εισερχόμενων αντικειμένων (που περιλαμβάνει τα όρια απαλλαγών από ΦΠΑ και δασμό για εισαγωγές αγαθών μικρής αξίας).
> Για τις ταχυδρομικές αποστολές αντικειμένων αξίας κάτω των 22 ευρώ (κατώφλι επιβολής ΦΠΑ) μέσω εταιρειών ταχυμεταφοράς επιτρέπεται η συμπλήρωση ομαδικού ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής με λιγότερες υποχρεωτικές θέσεις και συνημμένη κατάσταση ειδών/παραληπτών, προκειμένου να πιστώνονται αυτόματα οι στίχοι των αντίστοιχων δηλωτικών.

ΣΤ. Εφαρμογή της προφορικής διασάφησης στην εξαγωγή / Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εξαγωγής

❖ Διατηρείται η ηλεκτρονική υποβολή στο ICISnet του εθνικού τελωνειακού παραστατικού ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εξαγωγής προς υποστήριξη της προφορικής διασάφησης και για σκοπούς συγκέντρωσης αναγκαίων πληροφοριών για τη διασφάλιση της τελωνειακής επιτήρησης, τη διενέργεια ελέγχων και ως δικαιολογητικό της απαλλαγής για σκοπούς ΦΠΑ, στις ακόλουθες περιπτώσεις εξαγωγής εμπορευμάτων:

Α) μη εμπορικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται ανωτέρω στις Ενότητες Α' και Γ'

Β) εμπορικές αποστολές των οποίων η αξία και η ποσότητα δεν υπερβαίνει το στατιστικό κατώφλι, βάσει του Κανονισμού 113/2010 περί Στατιστικής Εξωτερικού Εμπορίου:
- αξία έως 1.000 ευρώ και
- βάρος έως 1.000 χιλιόγραμμα.

Ζ. Συμπλήρωση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εξαγωγής / Επιχειρησιακή λειτουργία στο ICISnet

> Το ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής Εξαγωγής (κωδικός παραστατικού SΕ) υποβάλλεται υποχρεωτικά ηλεκτρονικά μέσω του ICISnet, χρησιμοποιείται μόνο στη συνήθη διαδικασία (διασάφηση τύπου Α), είναι αποδεκτό μόνο για τα καθεστώτα 10 και 31 και συμπληρώνεται με τις εξής υποχρεωτικές θέσεις: 1α,β, 2, 3, 5, 8, 17α, 29, 31, 32, 33, 37α, 44 & 46.
> Η θέση 22 "Νόμισμα και συνολικό ποσό τιμολογίου" είναι υποχρεωτική στις περιπτώσεις όπου προβλέπεται έκδοση τιμολογίου και στη θέση 44.1 συμπληρώνεται ο σχετικός κωδικός (Ν935) και ο αριθμός του τιμολογίου.
> Ως Αποδεκτό τελωνείο εξόδου (θέση 29) συμπληρώνεται μόνο ελληνικό τελωνείο.
> Η ηλεκτρονική υποβολή του ΕΔΕ ΑΝΕΥ ΣΤΑΤ στο ICISnet, η απόδοση MRN και η αποδοχή του, η ανάλυση κινδύνου, η διόρθωση, η ακύρωση και η γνωστοποίηση των ενδεδειγμένων ενεργειών ελέγχου προς τον διασαφιστή διενεργούνται ηλεκτρονικά με την αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Στο Παράρτημα 6 παρατίθενται η περιγραφή της επιχειρησιακής λειτουργίας (μηνύματα που ανταλλάσσονται).
> Για σκοπούς απαλλαγής από το φόρο προστιθεμένης αξίας απαιτείται η συμπλήρωση των κάτωθι θέσεων:
■ Θέση 2 - εξαγωγέας : με το ΑΦΜ του πωλητή-εξαγωγέα
■ Θέση 22 - νόμισμα συνολικό ποσό τιμολογίου
■ Θέση 44.1 - συμπληρώνεται ο σχετικός κωδικός του τιμολογίου και ο αριθμός του τιμολογίου
> Ως δικαιολογητικό της απαλλαγής από το φόρο προστιθεμένης αξίας, ο πωλητής-εξαγωγέας λαμβάνει και τηρεί στο αρχείο του εκτυπωμένο και θεωρημένο το μήνυμα ΕΑ99 από το τελωνείο εξαγωγής.

Η. Επισημάνσεις - Διευκρινίσεις

(α) Η διακίνηση στρατιωτικού εξοπλισμού (εισαγωγή/ εξαγωγή/ προσωρινή εξαγωγή-επανεισαγωγή) δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας εγκυκλίου και καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη σε επίπεδο οργάνων της Ε.Ε. σχετική πρόταση για τη ρύθμιση των διασυνοριακών διακινήσεων στρατιωτικού εξοπλισμού, διατηρούνται οι υφιστάμενες πρακτικές και θα ακολουθήσει νεότερη/ειδικότερη εγκύκλιος.

(β) Με την παρούσα καταργείται η αρ. πρωτ. Δ19Α 5041356 ΕΞ 2013/ 28-11-2013 ΕΔΥΟ «ΕΔΕ ΑΝΕΥ ΣΤΑΤ: Θεσμικό πλαίσιο και επιχειρησιακή διαχείριση στο ηλεκτρονικό περιβάλλον του ICISnet».

Τέλος, οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Αρχών παρακαλούνται για την ουσιαστική συμβολή τους στην ορθή ενημέρωση των συναλλασσομένων και την αναφορά ενδεχόμενων δυσχερειών από την εφαρμογή των ανωτέρω στις αρμόδιες Διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας προς επίλυση.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΑΔΕ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ


O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.


Αριθμ. πρωτ.: Γ.Π./Δ2β/οικ. 8809/2018 Απαγόρευση καπνίσματος - εφαρμογή της Αντικαπνιστικής Νομοθεσίας

$
0
0

Αθήνα, 31 / 01 / 2018
Αριθμ. Πρωτ.: Γ.Π. /Δ2β/οικ.8809

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ & ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ
· ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β' - ΛΟΙΠΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ
· ΔΙΕΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ' - ΤΜΗΜΑ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ

Ταχ. Δνση : Αριστοτέλους 19
Τ.Κ.: 104 33, Αθήνα
Πληροφορίες: Ε. Σκοπελίτης, Ι. Λιάκουρας, Μ. Μυρίλλα, Κ. Μωραΐτου, Μ. Χεργκελετζάκη
Τηλέφωνα: 2132161232, 1302, 1418, 1343, 1346
Τηλεομοιοτυπία : 2132131907
Email : exartiseis b@moh.gov.gr,
tyk@moh.gov.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΘΕΜΑ: «Απαγόρευση καπνίσματος - εφαρμογή της Αντικαπνιστικής Νομοθεσίας».


Σχετ: 1. Ο Ν. 3420/2005 (ΦΕΚ 298/ τ. Ά 2005) «Κύρωση της Σύμβασης Πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού».
2. Ο N 3730/2008 (ΦΕΚ 262/ τ. Ά/ 2008) «Προστασία ανηλίκων από τον καπνό & αλκοόλ και άλλες διατάξεις».
3. Ο N. 3868/2010 (Φ.Ε.Κ 129/ τ. Ά/ 2010) «Περί αναβάθμισης του Ε.Σ.Υ., απαγόρευση του καπνίσματος και άλλων διατάξεων».
4. Το άρθρο 35 του Ν. 3896/2010 (ΦΕΚ 207/ τ. Ά/ 2010).
5. Το άρθρο 80 του Ν. 3918/2011 (ΦΕΚ 31 / τ. Ά/ 2011).
6. Το άρθρο 45 του Ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152/ τ. Ά/ 2011).
7. Το άρθρο 1 υποπαράγραφος Ι6 του Ν. 4254/2014 (ΦΕΚ 85/ τ. Ά/ 2014).
8. Ο Ν. 4419/2016 (ΦΕΚ 174/ τ. Ά/ 2016) με τον οποίον έγινε η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 για την προσέγγιση των νομοθετικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ ΕΚ.
9. Το άρθρο 96 του Ν. 4472/2017 (ΦΕΚ 96/ τ. Ά/ 2017).
10. Το ΠΔ 121/2017 (ΦΕΚ 148/ τ. Α'/ 2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας».
11. Η ΥΑ Υ1/Γ.Π./οικ.76017 (ΦΕΚ 1001/τ. 'Β/ 2002) απαγόρευση καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, μεταφορικά μέσα κλπ.
12. Η Κ.Υ.Α. 104720 (ΦΕΚ 1315/τ. 'Β/ 2010) η οποία καθορίζει τα όργανα, τις διαδικασίες ελέγχου πιστοποίησης των παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων, καθώς και των κριτηρίων
προσδιορισμού του ύψους του προστίμου , της διαδικασίας είσπραξης των προστίμων καθώς και άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για τη εφαρμογή του ν. 3868/2010 (Φ.Ε.Κ. 129/τ. 'Β./ 2010).
13. Η Κ.Υ.Α. Υ1/Γ.Π.οικ. 134274 (ΦΕΚ 2931/τ. 'Β/ 2011) Όροι -προϋποθέσεις για τη λειτουργία χώρων καπνιζόντων εντός καζίνο και των κέντρων διασκέδασης.
14. H Υγ. Διάταξη με αρ. Υ1γ/Γ.Π/οικ.47829/2017 «Υγειονομικοί όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας επιχειρήσεων τροφίμων /ποτών και άλλες διατάξεις.
15. Η εγκύκλιος με αρ. πρωτ. Α4γ/Γ.Π./οικ.10790/13.2.2017 (ΑΔΑ: 61Γ0465ΦΥΟ-Ζ7Ε) του Υπουργείου Υγείας.
16. Το προοίμιο του Καταστατικού του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που δηλώνεται ότι η απόλαυση του υψηλότερου δυνατού επιπέδου υγείας είναι ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα κάθε ανθρώπου χωρίς διάκριση λόγω φυλής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων, νομικών ή κοινωνικών συνθηκών.
17. Η συνθήκη της Λισσαβόνας, που υπεγράφη στις 13-12-2007.
18. Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΟΔΔΑ) (1948).
19. Το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Νέα Υόρκη-19 -12-1966 με σύνταξη από την Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα).
20. Το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα (Νέα Υόρκη - 19-12-1966 με σύνταξη από την Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα).
21. Η Συνθήκη για τα Δικαιώματα του Παιδιού (CRC, 1989).

Στο πλαίσιο της επίτευξης του βασικού στόχου της προάσπισης της δημόσιας υγείας, το Υπουργείο Υγείας διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο μέσω της προσπάθειας για την καταπολέμηση, τόσο του φαινομένου της εξάρτησης από το κάπνισμα, όσο και των αρνητικών συνεπειών της χρήσης προϊόντων καπνού στο σύνολο του πληθυσμού. Υπό το πρίσμα αυτό, και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, η χώρα έχει ενεργό συμμετοχή στην αντίστοιχη προσπάθεια που γίνεται σε επίπεδο Ε.Ε. - με το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/40/ΕΕ, μέσω του Νόμου 4419/2016 - αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο - μέσω της κύρωσης της Σύμβασης Πλαίσιο για τον Έλεγχο του Καπνού (FCTC - Framework Convention on Tobacco Control) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Αποτέλεσμα των προσπαθειών που γίνονται προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η σύνθεση ενός απαραίτητου νομοθετικού πλαισίου, που αξιολογείται, εμπλουτίζεται και βελτιώνεται διαρκώς, και αποτελεί το κυριότερο εργαλείο καταπολέμησης των αρνητικών συνεπειών του καπνίσματος και της ευαισθητοποίησης του πληθυσμού, αλλά και όλων των εμπλεκόμενων φορέων, η συμβολή των οποίων είναι καταλυτική, για το σημαντικό αυτό ζήτημα δημόσιας υγείας.

Στόχος της παρούσας είναι η ενημέρωση των εμπλεκομένων στην εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας για το κάπνισμα και τις επιμέρους πτυχές της, προκειμένου να τηρηθούν οι στόχοι της. Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνουμε και εφιστούμε την προσοχή για την ορθή και αυστηρή τήρηση των κατωτέρω:

Α. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ

Με το Ν. 3730/2008, όπως αυτός τροποποιήθηκε με τα άρθρα 17 και 32 του Ν. 3868/2010, το άρθρο 35 του Ν. 3896/2010, το άρθρο 80 του Ν. 3918/2011 και το άρθρο 96 του Ν 4472/2017, απαγορεύεται:

1.α) η πώληση προϊόντων καπνού σε ανηλίκους και από ανηλίκους, β) η τοποθέτηση προϊόντων καπνού σε προθήκες επιχειρήσεων μαζικής εστίασης και επιχειρήσεων αναψυχής, γ) η κατασκευή, προβολή, εμπορία και πώληση αντικειμένων που έχουν την εξωτερική μορφή προϊόντων καπνού, δ) η διαφήμιση και πώληση προϊόντων καπνού σε χώρους Υπηρεσιών Υγείας και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων όλων των βαθμίδων Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου, καθώς και στα κυλικεία των Ιδρυμάτων και των Υπηρεσιών αυτών, ε) η πώληση προϊόντων καπνού και το κάπνισμα σε χώρους παροχής υπηρεσιών διαδικτύου και παιχνιδιών τεχνητής νοημοσύνης και στ) η κατανάλωση προϊόντων καπνού σε κλειστούς χώρους διεξαγωγής αθλοπαιδιών, ομαδικών αθλημάτων και αθλητικών εκδηλώσεων, ζ) η κάθε είδους διαφήμιση και προώθηση προϊόντων καπνού σε όλους τους εξωτερικούς, υπαίθριους και εσωτερικούς χώρους. Εξαιρούνται οι εσωτερικοί χώροι των σημείων πώλησης προϊόντων καπνού. Ως εξωτερικός χώρος νοείται και η πρόσοψη και λοιπές πλευρές του κουβουκλίου, οι τέντες και ο περιβάλλων χώρος του περιπτέρου. Οι υπαίθριοι χώροι λογίζονται κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 2946/2001 (ΦΕΚ 224 Α'). Στους εσωτερικούς χώρους περιλαμβάνονται ενδεικτικά οι κινηματογράφοι, τα θέατρα, οι στρατιωτικές μονάδες, τα Δικαστήρια, όλα τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, τα ξενοδοχεία και πάσης φύσεως τουριστικά καταλύματα, καθώς και τα εμπορικά καταστήματα, η) η προβολή διαφημιστικών μηνυμάτων προϊόντων καπνού στους κινηματογράφους.

2.α) Κάθε συνοδευτική ένδειξη σε συσκευασίες προϊόντων καπνού, καθώς και κάθε μορφή διαφημιστικής προβολής ή καταχώρισης, σύμφωνα με τις οποίες η χρήση των προϊόντων καπνού εμφανίζει μειωμένο κίνδυνο για την υγεία και (β) η κυκλοφορία προϊόντων, που διατίθενται για τη διακοπή του καπνίσματος.

3. Η πώληση προϊόντων καπνού με μηχανήματα αυτόματης πώλησης, καθώς και η πώληση μεμονωμένων σιγαρέτων ή σιγαρέτων σε συσκευασία μικρότερη των είκοσι τεμαχίων.

4. Η δωρεάν διανομή προϊόντων καπνού, με εξαίρεση τη διανομή που γίνεται για σκοπούς έρευνας αγοράς.

Πέρα από τις λοιπές απαγορευτικές ή περιοριστικές διατάξεις, απαγορεύεται πλήρως το κάπνισμα και η κατανάλωση προϊόντων καπνού στους ακόλουθους χώρους: (α) σε όλους τους δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους, κλειστούς ή στεγασμένους, που χρησιμοποιούνται για την παροχή εργασίας, (β) σε όλα τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, ιδίως τα καταστήματα παρασκευής και προσφοράς φαγητών, ποτών, γλυκισμάτων, κάθε είδους παρασκευασμάτων γάλακτος, μικτών καταστημάτων και κέντρων διασκέδασης εξαιρουμένων των εξωτερικών τους χώρων, σε περίπτωση που είναι περιμετρικά ανοικτοί σε δύο πλευρές τουλάχιστον. Ως «εσωτερικός χώρος» νοείται και το αίθριο ή ο χώρος με συρόμενη ή αποσπώμενη οροφή, όπως και κάθε χώρος, με σκέπαστρο και ταυτόχρονα κλεισμένος με οποιονδήποτε τρόπο περιμετρικά (γ) στους παντός είδους κλειστούς χώρους αναμονής, (δ) στα αεροδρόμια, εξαιρουμένων των χώρων που ειδικά θα προσδιοριστούν για τους καπνιστές, (ε) στους σταθμούς μεταφορικών μέσων και επιβατικών σταθμών λιμένων, (στ) στα παντός είδους κυλικεία, (ζ) στα παντός είδους μέσα μαζικής μεταφοράς συμπεριλαμβανομένων των επιβατηγών δημόσιας χρήσης αυτοκινήτων, με μετρητή (ταξί) και αγοραίων, η) στα πάσης φύσεως αυτοκίνητα, ιδιωτικής και δημοσίας χρήσης, όταν επιβαίνουν ανήλικοι κάτω των 12 ετών.

Στους χώρους πώλησης προϊόντων καπνού αναρτάται σε εμφανές σημείο ένδειξη σχετικά με την απαγόρευση πώλησης προϊόντων καπνού σε ανηλίκους.

Η τοποθέτηση προϊόντων καπνού είναι επιτρεπτή σε προθήκες οι οποίες βρίσκονται εντός του καταστήματος μετά το χώρο των ταμείων και στις οποίες παρέχεται πρόσβαση με τη μεσολάβηση προσωπικού του καταστήματος, τηρουμένων των διατάξεων της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας. Εξαιρούνται τα καταστήματα αφορολόγητων ειδών, τα περίπτερα και τα καταστήματα που πωλούν αποκλειστικά προϊόντα καπνού.

Με το Ν. 4254/2014, άρθρο 1 υποπαράγραφος Ι6, που αντικατέστησε την παρ. 2 του άρθρου 45 του Ν. 3986/2011, κατ' εξαίρεση, στα καζίνο και στα κέντρα διασκέδασης με ζωντανή μουσική εμβαδού άνω των 300 τ.μ. και στα καταστήματα όπου νομίμως διεξάγονται τυχερά παίγνια, μπορούν να δημιουργούνται χώροι καπνιζόντων, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ένα δεύτερο (1/2) του συνολικού εμβαδού του καταστήματος. Για τη δημιουργία τέτοιων χώρων καταβάλλεται ετήσιο τέλος ποσού διακοσίων (200) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Για την τήρηση της συγκεκριμένης διάταξης και τις ειδικότερες λεπτομέρειες της διαδικασίας εφαρμόζεται προς το παρόν η υπ. αρ. πρωτ. Υ1/Γ.Π.οικ. 134274 (ΦΕΚ Β'2931) Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας & Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ενώ σχεδιάζεται η παρέμβαση των αρμόδιων διοικητικών αρχών για τη βελτίωση και διόρθωση, όπου απαιτείται, του ρυθμιστικού αυτού πλαισίου. Σύμφωνα με αυτή, επισημαίνουμε ιδιαίτερα ότι: α) ο χώρος καπνιζόντων πρέπει να έχει μέγιστο εμβαδόν έως το 1/2 των τετραγωνικών του ωφέλιμου εμβαδού του καταστήματος (αίθουσα πελατών), β) να διακρίνεται σαφώς από τους χώρους μη καπνιζόντων με κατάλληλη σήμανση και γ) στους λοιπούς χώρους πρέπει να τοποθετηθεί σήμανση ότι απαγορεύεται πλήρως το κάπνισμα.

Επιπρόσθετα, δυνάμει της υπ. αρ. Υ1/Γ.Π./οικ.76017 (ΦΕΚ 1001/τ.Β72002) Απόφασης του Υπουργού Υγείας, ειδικότερα απαγορεύεται το κάπνισμα:
α. Σε όλα τα κτίρια όπου στεγάζονται Γραφεία Δημοσίων Υπηρεσιών, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου που εποπτεύονται και επιχορηγούνται από το Κράτος, Οργανισμοί και άλλα Ιδρύματα (Ο.Τ.Ε., Δ.Ε.Η., ΕΛ.ΤΑ. κ.λπ).
β. Σε όλες τις μονάδες παροχής Υπηρεσιών Υγείας, όπως: 1) Νοσοκομεία, 2) Ιδιωτικές Κλινικές, 3) Κέντρα Υγείας, 4) Περιφερειακά Ιατρεία, 5) Δημοτικά Ιατρεία, 6) Ιατρεία Νομικών Προσώπων Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, 7) Ιδιωτικά Ιατρεία - Οδοντιατρεία, 8) Φαρμακεία, 9) Λοιπές μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Π.Φ.Υ.), 10) Σε κάθε άλλο χώρο που δεν αναφέρεται παραπάνω, όπου παρέχονται υπηρεσίες υγείας.
γ. Σε όλους τους χώρους που παρέχεται εκπαίδευση όπως: 1) Σχολεία Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Δημόσια ή Ιδιωτικά), 2) Σχολεία Δευτεροβάθμιας και Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Δημόσια ή Ιδιωτικά), 3) Πανεπιστήμια, Τεχνολογικά Ιδρύματα και γενικά Ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευση, 4) Φροντιστήρια.
δ. Στα νηπιαγωγεία, παιδικούς σταθμούς, βρεφονηπιακούς σταθμούς, παιδότοπους.
ε. Σε κλειστούς χώρους διεξαγωγής αθλοπαιδιών, ομαδικών αθλημάτων και αθλητικών εκδηλώσεων.
ζ. Στους κλειστούς ή στεγασμένους χώρους των χώρων παροχής υπηρεσιών διαδικτύου.

Υπεύθυνοι για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων είναι για τα Νοσηλευτικά Ιδρύματα και τις Ιδιωτικές Κλινικές, οι Διοικητές και οι Διοικητικοί Διευθυντές. Για τους άλλους χώρους, οι άμεσοι προϊστάμενοι των υπηρεσιών των χώρων στέγασης αυτών. Για τους λοιπούς χώρους των ιδιωτικών επιχειρήσεων, οι υπεύθυνοι εκμετάλλευσης αυτών.

Με το Ν. 4419/2016 ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη τάξη η Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 για την προσέγγιση των νομοθετικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων. Θα πρέπει να καταστεί απολύτως σαφές για την ορθή εφαρμογή του νόμου, τόσο από τους πολίτες και τους υπευθύνους διάθεσης στην αγορά, όσο και από τα ελεγκτικά όργανα, κατά τη διαδικασία διαπίστωσης των αντίστοιχων παραβάσεων, ότι όσον αφορά στα ηλεκτρονικά τσιγάρα, στα νέα προϊόντα καπνού και στα φυτικά προϊόντα για κάπνισμα, όπως αυτά ορίζονται από τον ανωτέρω νόμο, αυτά εξομοιώνονται με τα προϊόντα καπνού, ως προς τη χρήση, πώληση και διαφήμιση τους. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 23 αυτού, για την πώληση και διαφήμιση προϊόντων καπνού, νέων προϊόντων καπνού, ηλεκτρονικού τσιγάρου και φυτικών προϊόντων για κάπνισμα εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 2 του Ν. 3730/2008 και οι διατάξεις του άρθρου 3 της υπ' αριθμ. Γ.Π. οικ. 104720/2010 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Προστασίας του Πολίτη, Πολιτισμού και Τουρισμού. Επίσης, έχουν εφαρμογή στα προϊόντα καπνού, στα νέα προϊόντα καπνού, στο ηλεκτρονικό τσιγάρο και στα φυτικά προϊόντα για κάπνισμα και οι διατάξεις της υπ' αριθμ. Υ1/Γ.Π.οικ. 81348/2005 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Επικρατείας. Αντίστοιχα, δυνάμει του άρθρου 24 για τη χρήση προϊόντων καπνού, νέων προϊόντων καπνού, ηλεκτρονικού τσιγάρου και φυτικών προϊόντων για κάπνισμα εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 3730/2008 και οι διατάξεις του άρθρου 3 της υπ' αριθμόν Γ.Π. οικ. 104720/2010 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Προστασίας του Πολίτη, Πολιτισμού και Τουρισμού. Επίσης, έχουν εφαρμογή στα προϊόντα καπνού, στα νέα προϊόντα καπνού, στο ηλεκτρονικό τσιγάρο και στα φυτικά προϊόντα για κάπνισμα και οι διατάξεις της υπ' αριθμ. Υ1/Γ.Π./οικ.76017/2002 απόφασης του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και οι διατάξεις της υπ' αριθμόν Υ1/Γ.Π./οικ 93828/18-8-2011 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, όπως έχει τροποποιηθεί.

Περαιτέρω, ο Ν. 4419/2016, καθορίζει τις ειδικότερες προϋποθέσεις, προδιαγραφές και διαδικασίες που θα πρέπει να τηρούνται όσον αφορά στα προϊόντα καπνού και τα συναφή προϊόντα, προκειμένου να διατίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, όπως είναι οι μέγιστες επιτρεπόμενες εκπομπές για πίσσα, νικοτίνη, μονοξείδιο του άνθρακα (προϊόντα καπνού), τα επιτρεπόμενα συστατικά και οι επιτρεπόμενες περιεκτικότητες αυτών, οι απαραίτητες πληροφορίες κοινοποίησης των συστατικών και προσθέτων και λοιπών στοιχείων, οι επισημάνσεις και οι συσκευασίες των προϊόντων, οι προειδοποιήσεις (γενικές ή συνδυασμένες), η εμφάνιση το περιεχόμενο και η παρουσίασή τους, η διαδικασία πώλησης και ο τρόπος διάθεσης στην αγορά, κλπ. Καθίσταται σαφές ότι για πρώτη φορά με το νόμο αυτό επιχειρείται να αντιμετωπιστεί δραστικά και συνολικά και με τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, και όχι μόνο κρατών - μελών, ο έλεγχος επί των προϊόντων καπνού και των συναφών προϊόντων για την προστασία της δημόσιας Υγείας, καθώς και επιμέρους πτυχών της κυκλοφορίας τους. Για το λόγο αυτό στο άρθρο 23 ορίζονται σαφώς οι αρμόδιες εθνικές αρχές επιφορτισμένες με το έργο της υλοποίησης των στόχων που θέτει ο Νόμος, καθώς και οι αρχές εποπτείας της αγοράς, όσον αφορά στον έλεγχο της τήρησης των επιμέρους διατάξεων. Πιο συγκεκριμένα, με το άρθρο 23 του νόμου Αρμόδια Εθνική Αρχή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων που απορρέουν από τις διατάξεις του είναι το Υπουργείο Υγείας σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, τη Διεύθυνση Ενεργειακών Βιομηχανικών και Χημικών Προϊόντων και τις περιφερειακές Χημικές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, καθώς και τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (ΕΦΚ) και τα Τελωνεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, οι οποίες μεριμνούν για την εφαρμογή των διατάξεων, συντονίζουν και ελέγχουν τις δράσεις των οικείων εποπτευόμενων υπηρεσιών. Αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς ορίζονται οι Υγειονομικές Υπηρεσίες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Β' βαθμού, οι Υπηρεσίες Εμπορίου των Περιφερειακών Ενοτήτων της Χώρας, τα τελωνεία και οι περιφερειακές Χημικές Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους.

Καθίσταται σαφές ότι τόσο το εύρος της εφαρμογής, όσο και η πολυπλοκότητα της φύσης των επιμέρους ζητημάτων που άπτονται της εφαρμογής του νόμου, επιβάλουν τη διαρκή, στενή ταυτόχρονη και αποτελεσματική πρωτοβουλία και συνεργασία όλων ανεξαιρέτως των εμπλεκόμενων αρχών και υπηρεσιών, στον εντοπισμό τυχόν προβλημάτων και ακολούθως την βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου.

Β. ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΕΠΙΒΟΛΗ ΚΥΡΩΣΕΩΝ

Με το άρθρο 5 του Ν. 3730/2008, όπως ισχύει, καθορίζεται ότι Αρμόδιες αρχές για τον έλεγχο εφαρμογής του Νόμου, τη βεβαίωση των παραβάσεων και την επιβολή κυρώσεων είναι αφενός οι Διευθύνσεις Δημόσιας Υγείας & Κοιν. Μέριμνας- Τμήματα Περ. Υγιεινής & Υγ. Ελέγχου των Περιφερειακών Ενοτήτων της επικρατείας, οι Δ/νσεις Υγ. Ελέγχου & Περ. Υγιεινής του Ν. Αττικής και του Ν. Θεσσαλονίκης, η Δημοτική Αστυνομία, καθώς και οι λιμενικές αρχές στην περιοχή ευθύνης τους, αφετέρου ο Τομέας Ελέγχου Δημόσιας Υγείας και Ψυχικής Υγείας του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ). Κατά τη διενέργεια του κατασταλτικού ελέγχου, οι κατά τόπο αρμόδιες αστυνομικές και λιμενικές αρχές, κατόπιν αιτήσεως του Τομέα Ελέγχου, υποχρεούνται να παρέχουν άμεση συνδρομή.

Με την υπ. αρ. 104720 (ΦΕΚ 1315/τ.Β725-8-10) ΚΥΑ των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Οικονομικών, Εσωτερικών Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Προστασίας του Πολίτη και Πολιτισμού και Τουρισμού καθορίστηκαν τα όργανα, η διαδικασία ελέγχου, πιστοποίησης των παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων, καθώς και των κριτηρίων προσδιορισμού του ύψους του προστίμου, της διαδικασίας είσπραξης των προστίμων αλλά και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή του Νόμου 3868/2010. Σύμφωνα με αυτή, Αρμόδιες Αρχές για τον έλεγχο εφαρμογής του ν.3868/2010, καθώς και για τον έλεγχο εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας, κοινοτικής και εθνικής, τη βεβαίωση των παραβάσεων και την επιβολή κυρώσεων ορίζονται οι Υγειονομικές Υπηρεσίες των Οργανισμών Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' και Β' βαθμού, η δημοτική αστυνομία, καθώς και οι λιμενικές αρχές στην περιοχή ευθύνης τους, ενώ Όργανα Ελέγχου αποτελούν τα αρμόδια υγειονομικά όργανα των Υγειονομικών Υπηρεσιών των Οργανισμών Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' και Β' βαθμού, το ένστολο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας και το ένστολο προσωπικό των λιμενικών αρχών. Ο Τομέας Ελέγχου Δημόσιας Υγείας και Ψυχικής Υγείας του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (Σ.Ε.Υ.Υ.Π.). διερευνά τις σχετικές καταγγελίες παραβάσεων, συνεργάζεται σύμφωνα με τις αρμοδιότητές του με τις άλλες ελεγκτικές Αρχές, βεβαιώνει παραβάσεις και επιβάλλει τα οριζόμενα πρόστιμα για την ορθή εφαρμογή της απαγόρευσης χρήσης προϊόντων καπνού, νέων προϊόντων καπνού, ηλεκτρονικών τσιγάρων και φυτικών προϊόντων για το κάπνισμα. Κάθε ελεγκτικός μηχανισμός αυτοβούλως ή μετά από καταγγελία παρεμβαίνει στους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους και διενεργεί ελέγχους στην περιοχή ευθύνης του. Τα όργανα ελέγχου κατά την εκτέλεση του έργου τους και κατόπιν αιτήματός τους συνεπικουρούνται από τις κατά τόπους αστυνομικές και λοιπές αρχές, ή άλλες ελεγκτικές Υπηρεσίες, οι οποίες υποχρεούνται να ανταποκριθούν. Τα ανωτέρω όργανα ελέγχου διενεργούν τακτικούς ελέγχους, έκτακτους ελέγχους και ελέγχους κατόπιν καταγγελίας και ενημερώνουν εγγράφως την Προϊσταμένη τους Αρχή. Όπου κρίνεται σκόπιμο, με Πράξη του Προϊσταμένου της Αρμόδιας Υγειονομικής Αρχής της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, δημιουργούνται κοινά κλιμάκια από ένα υγειονομικό όργανο, ένα όργανο της δημοτικής αστυνομίας ή του λιμενικού, συνεπικουρούμενα, εφόσον παραστεί ανάγκη, από ένα αστυνομικό όργανο ή ένα στέλεχος άλλων ελεγκτικών υπηρεσιών, όπως ειδικότερα καθορίζονται με την εκάστοτε Πράξη συγκρότησης του κλιμακίου. Τα εντεταλμένα αρμόδια ελεγκτικά όργανα φέρουν και επιδεικνύουν κατά τη διάρκεια των ελέγχων την ταυτότητα της υπηρεσίας τους.

Η διαδικασία ελέγχου, ασκείται όπως προβλέπεται στους Οργανισμούς λειτουργίας των αρμοδίων ελεγκτικών Αρχών, αλλά και σύμφωνα με την ως άνω ΚΥΑ, ενώ η επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις διαπιστωθείσας παράβασης ποικίλει αναλόγως του παραπτώματος και άλλων παραγόντων και γίνεται σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στα Παραρτήματα της εν λόγω ΚΥΑ.

Επισημαίνεται ιδιαίτερα πως βάσει του άρθρου 6 του ν. 3730/2008, όπως ισχύει: 1. Η παράβαση των διατάξεων για την απαγόρευση του καπνίσματος από τους δημόσιους λειτουργούς, τους δημόσιους υπαλλήλους, τους υπαλλήλους των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και τους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα, στους χώρους όπου είναι εγκατεστημένες οι υπηρεσίες τους, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα και τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την πειθαρχική ευθύνη τους. 2. Σε όσους καπνίζουν ή καταναλώνουν προϊόντα καπνού κατά παράβαση του άρθρου 3 επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα (50) έως πεντακόσια (500) ευρώ λαμβανομένης υπόψη τυχόν υποτροπής. 3. Σε κάθε υπεύθυνο διαχείρισης και λειτουργίας των χώρων της πρώτης παραγράφου του άρθρου 3, που ανέχεται την παραβίαση της διατάξεων του άρθρου 3, επιβάλλεται πρόστιμο από πεντακόσια (500) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, λαμβανομένης υπόψη τυχόν υποτροπής. Στην τέταρτη υποτροπή ανακαλείται προσωρινά η άδεια λειτουργίας του καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος με απόφαση της αρχής, η οποία τη χορήγησε, για χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών, ενώ στην πέμπτη υποτροπή ανακαλείται οριστικά η άδεια λειτουργίας με απόφαση της αρχής, η οποία τη χορήγησε. 4. Σε όσους πωλούν προϊόντα καπνού σε ανηλίκους ή ανέχονται παραβίαση της σχετικής διάταξης επιβάλλεται πρόστιμο από πεντακόσια (500) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. Η υποτροπή λαμβάνεται υπόψη για το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου. Στην τέταρτη υποτροπή ανακαλείται προσωρινά η άδεια λειτουργίας, για χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών, ενώ στην πέμπτη ανακαλείται οριστικά η άδεια λειτουργίας με απόφαση της αρχής, η οποία τη χορήγησε. 5. Σε όσους παραβιάζουν τις διατάξεις του παρόντος σχετικά με τη διαφήμιση προϊόντων καπνού επιβάλλεται πρόστιμο από πεντακόσια (500) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ λαμβανομένης υπόψη τυχόν υποτροπής.

Ιδιαίτερα επισημαίνεται πως η επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων για την παράβαση των διατάξεων απαγόρευσης του καπνίσματος στους δημόσιους λειτουργούς, τους δημόσιους υπαλλήλους, τους υπαλλήλους ΟΤΑ, τους υπαλλήλους των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, τους υπαλλήλους των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στους χώρους που είναι εγκατεστημένες οι υπηρεσίες τους, συνίσταται σε επίπληξη ή οποία καταγράφεται επιτόπου στον προσωπικό υπηρεσιακό φάκελο του υπαλλήλου και επιβάλλεται και πρόστιμο ανάλογου ύψους με το διοικητικό που επισύρει η ίδια παράβαση. Κάθε επαναλαμβανόμενη παράβαση του ιδίου υπαλλήλου στον ίδιο ή άλλο χώρο ή αντίστοιχα επαναλαμβανόμενη παράβαση σε χώρο αρμοδιότητας του ιδίου Προϊσταμένου υπαλλήλου επισύρει διπλασιασμό του αμέσως προηγούμενου επιβληθέντος προστίμου έως το ανώτερο εκ του νόμου 3868/2010 προβλεπόμενο ποσό. Σε ειδικές περιπτώσεις υπαλλήλων που, εξαντληθέντων όλων των ηπιότερων πειθαρχικών ποινών, από εξαιρετική δυστροπία αρνούνται να συμμορφωθούν ή Προϊσταμένων που παρά των επαναλαμβανόμενων παραβάσεων αρνούνται επιδεικτικώς να λάβουν μέτρα στην Υπηρεσία τους δεν αποκλείεται επιβολή έτι αυστηρότερων πειθαρχικών ποινών, κατά την κρίση του αρμόδιου Υπηρεσιακού-Πειθαρχικού Συμβουλίου. Τα πειθαρχικά πρόστιμα είναι ανάλογα των διοικητικών που επισύρει η ίδια παράβαση. Για κάθε παράβαση που διαπιστώνεται σε χώρο δημόσιας υπηρεσίας , προβλέπονται συγκεκριμένα πρόστιμα, που αναφέρονται σε ειδικό Πίνακα των παραρτημάτων της εν λόγω ΚΥΑ. Σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης το Πειθαρχικό συμβούλιο οφείλει να διπλασιάσει το επιβαλλόμενο πρόστιμο. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο οφείλει να συγκαλείται ταχύτατα προκειμένου να επιληφθεί των συγκεκριμένων παραβάσεων.

Για το πρόστιμο κριτήριο αποτελούν:

Α. Ο χώρος εντός του οποίου διαπιστώνεται η παράβαση. Για τη εφαρμογή του νόμου ορίζεται η ακόλουθη σειρά προτεραιότητας:
-νοσηλευτικά ιδρύματα όλων των ειδών και των βαθμίδων,
-εκπαιδευτικά ιδρύματα κατά προτεραιότητα: παιδικοί σταθμοί και νηπιαγωγεία, δημοτικά σχολεία, ειδικά σχολεία, δευτεροβάθμια εκπαίδευση όλων των τύπων, Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, Εκπαιδευτικά Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, χώροι παροχής κάθε είδους τεχνικής εκπαίδευσης, χώροι παροχής παντός τύπου ιδιωτικής εκπαίδευσης, -χώροι αθλητικών εγκαταστάσεων , -καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, -κέντρα διασκέδασης, κλπ.,

Β. Η μη λήψη μέτρων για την αποτροπή των παραβάσεων, όπως ενδεικτικά η μη απομάκρυνση των σταχτοδοχείων.

Γ. η μη ανάρτηση σήματος για την απαγόρευση του καπνίσματος

Δ. η μη ανταπόκριση του υπευθύνου λειτουργίας του καταστήματος σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης και η μη κλήση των αρμοδίων οργάνων και η μη πραγματοποίηση συστάσεων στους παραβάτες.

Ε. η μη συνεργασία υπευθύνου της επιχείρησης με τα αρμόδια όργανα κατά τη διεξαγωγή του ελέγχου.

ΣΤ. η υποτροπή, ήτοι η επανάληψη της παράβασης στον ίδιο χώρο (δηλαδή η πλέον της μίας παράβαση των κείμενων διατάξεων, που βεβαιώνεται από τις αρμόδιες αρχές στον ίδιο δημόσιο χώρο ή στο ίδιο κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος).

Διευκρινίζεται ότι πρόστιμο επιβάλλεται τόσο στους υπευθύνους εφαρμογής των διατάξεων όσο και στον παραβάτη καπνιστή ή χρήστη προϊόντων καπνού, νέων προϊόντων καπνού, ηλεκτρονικού τσιγάρου και φυτικών προϊόντων για κάπνισμα.

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 3730/2008, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 35 του Ν. 3896/2010, για την παράβαση της απαγόρευσης καπνίσματος στα πάσης φύσεως αυτοκίνητα, ιδιωτικής και δημοσίας χρήσης, όταν επιβαίνουν ανήλικοι κάτω των 12 ετών, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ποσού 1.500 ευρώ στον επιβαίνοντα που καπνίζει ανεξάρτητα αν είναι οδηγός, ενώ διπλασιάζεται το πρόστιμο στο ποσό των 3.000 ευρώ, αν αυτός που καπνίζει οδηγεί αυτοκίνητο δημοσίας χρήσης. Επιπλέον στους οδηγούς των οχημάτων αυτών επιβάλλεται η αφαίρεση της άδειας ικανότητος οδήγησης για διάστημα ενός (1) μηνός για κάθε παράβαση έστω και αν δεν διέπραξαν οι ίδιοι την παράβαση, αλλά πρόσωπο που επιβαίνει στο αυτοκίνητο. Η διαπίστωση της παράβασης και η επιβολή των προαναφερόμενων διοικητικών ποινών γίνεται από τα αστυνομικά όργανα με τη διαδικασία του ως άνω (11) σχετικού.

Επιπρόσθετα, ο Ν. 4419/2016 καθορίζει τόσο τα όργανα ελέγχου ανά πεδίο αρμοδιότητας (κοινοποίηση συστατικών ή πρόσθετων, εργαστηριακοί φυσικοχημικοί έλεγχοι, τεχνολογικοί - τεχνικοί - ηλεκτρολογικοί έλεγχοι, επιτόπιες δειγματοληψίες, επιθεωρήσεις σε χώρους παραγωγής, διάθεσης, συσκευασίας, αποθήκευσης και διανομής των προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, είσπραξη τελών, κλπ), όσο και τις ακολουθούμενες διαδικασίες, αλλά και τα επιβαλλόμενα πρόστιμα και κυρώσεις, αναφορικά με τις υποχρεώσεις των κατασκευαστών, εισαγωγέων, καταστημάτων λιανικής πώλησης, κλπ. Όπου διαπιστώνονται δυσκολίες εφαρμογής και απαιτούνται περαιτέρω διοικητικά μέτρα οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να συνεργάζονται και να προβαίνουν σε αυτά για την αποτελεσματικότερη επίλυση τους, σε συνάφεια πάντα με τους στόχους της σχετικής νομοθεσίας.

Ειδικότερα, όλα τα όργανα που έχουν επιφορτιστεί με τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων αναφορικά με τις απαγορεύσεις χρήσης, αλλά και την κατασκευή, παρουσίαση, πώληση και προβολή προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων καλούνται να αναλάβουν πρωτοβουλίες για εντατικοποίηση των σχετικών ελέγχων, τακτικών κι έκτακτων, και την επιβολή των αντίστοιχων κυρώσεων, εφόσον διαπιστώνονται οι ανάλογες παραβάσεις. Οι έλεγχοι αυτοί να γίνονται:
· με μεγάλη προσοχή και αυστηρότητα και να αφορούν κυρίως στον έλεγχο τήρησης των προβλεπόμενων από την κείμενη νομοθεσία.
· με πνεύμα καλής συνεργασίας με τους επαγγελματίες, αλλά και με πιστή εφαρμογή της σχετικής ισχύουσας νομοθεσίας. ώστε να υπάρξει ορθή και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανακύπτουν και να προστατευθεί και διασφαλισθεί άμεσα η Δημόσια Υγεία και το Περιβάλλον γενικότερα.

Επιπλέον, πρέπει να μεριμνήσουν για την ενημέρωση του κοινού κατά τρόπο άμεσο και αποτελεσματικό αναφορικά με τα διαθέσιμα μέσα επικοινωνίας και διαδικασίες για την υποβολή καταγγελιών.

Παρακαλούνται οι αρμόδιες ελεγκτικές Αρχές όπως αποστέλλουν τα αποτελέσματα των ελέγχων στο Τμήμα Υγιεινής και Υγειονομικών Ελέγχων της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας της Γεν. Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Ποιότητας Ζωής του Υπουργείου Υγείας .

Επιπλέον όλοι οι εμπλεκόμενοι ελεγκτές υπάλληλοι που υπηρετούν στις Υπηρεσίες σας να λάβουν γνώση, της παρούσας εγκυκλίου.

Οι φορείς και αρμόδιες υπηρεσίες στους οποίους απευθύνεται η παρούσα καλούνται να ενημερώσουν σχετικά όλα τα εμπλεκόμενα μέρη αρμοδιότητας τους και να λάβουν όλα τα απαραίτητα εκείνα μέτρα που κρίνονται αναγκαία για την ευαισθητοποίηση του κοινού και την πιστή εφαρμογή των ανωτέρω.

Το Υπουργείο Υγείας, συνεπές στο ρόλο του στην προάσπιση της δημόσιας υγείας, ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων πληθυσμού, και την ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου από τις συνέπειες του καπνίσματος, αλλά και την καταπολέμηση της εξάρτησης από τη χρήση των προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, προβαίνει και θα εξακολουθεί να προβαίνει σε όλες τις σχετικές ενέργειες (έκδοση εγκυκλίων, αποφάσεων, νομοθετικές παρεμβάσεις), σε συνεργασία με τις λοιπές Αρμόδιες Αρχές. Η εφαρμογή της νομοθεσίας και η επακόλουθη δημιουργία ενός περιβάλλοντος απαλλαγμένου από τις επικίνδυνες συνέπειες της χρήσης των προϊόντων αυτών, όπου όλοι θα απολαμβάνουν το υψηλότερο δυνατό επίπεδο υγείας και ποιότητας ζωής, χωρίς διακρίσεις, αποκλεισμούς και με σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα, αποτελεί συλλογικό στόχο, που απαιτεί, πέραν του ελέγχου, από όλους ανεξαιρέτως, αφοσίωση και επίδειξη αισθήματος ατομικής, κοινωνικής, επαγγελματικής ευθύνης.




Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ
Α. ΞΑΝΘΟΣ

Αριθμ. πρωτ.: Α.Τ.Δ. Α 1019192 ΕΞ 2018 Γνωστοποίηση Εγκυκλίου απαγόρευσης καπνίσματος

$
0
0

Αθήνα, 6.2.2018
Αριθ. Πρωτ.: Α.Τ.Δ. Α 1019192 ΕΞ2018/06-02-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ Α΄.

Ταχ. Δ/νση : Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας : 10184 Αθήνα
Πληροφορίες : Βελ. Ράμμος
Τηλέφωνο : 210 3375545
Fax : 2103375004
E-Mail : v.rammos@aade.gr
Url : www . aade.gr

ΘΕΜΑ: «Γνωστοποίηση Εγκυκλίου απαγόρευσης καπνίσματος».

ΣΧΕΤ.: Η με αριθμ. πρωτ. Γ.Π./Δ2β/οικ. 8809/2018 εγκύκλιος της Γενικής Δ/νσης Δημόσιας Υγείας & Ποιότητας Ζωής του Υπουργείου Υγείας (ΕΙ ΑΑΔΕ 1017004/2018).

Σας γνωστοποιούμε την ανωτέρω σχετική εγκύκλιο (ΑΔΑ:6ΙΓΩ465ΦΥΟ-ΚΔΦ), που αφορά «Απαγόρευση καπνίσματος- εφαρμογή της Αντικαπνιστικής Νομοθεσίας», και σας παρακαλούμε για την πιστή τήρηση και εφαρμογή της από τους συναδέλφους στο χώρο της Υπηρεσίας σας.

Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι η παράβαση των διατάξεων της σχετικής εγκυκλίου για την απαγόρευση του καπνίσματος από τους δημόσιους λειτουργούς εκτός των άλλων κυρώσεων αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα και τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την πειθαρχική ευθύνη τους. Επιπλέον οι υπηρεσίες στους οποίους απευθύνεται η παρούσα, καλούνται να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα που κρίνονται αναγκαία για την ευαισθητοποίηση των υπαλλήλων ευθύνης των και του κοινού για την πιστή εφαρμογή τους.

Με ευθύνη του προϊσταμένου της κάθε Υπηρεσίας καλούνται να λάβουν γνώση ενυπόγραφα όλοι οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας τους.




Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΕΥΘΑΛΙΑ ΧΑΤΖΗΪΩΑΝΝΙΔΟΥ

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1019566 ΕΞ 2018 Φορολογική αντιμετώπιση των αποζημιώσεων που καταβάλλονται στο πλαίσιο της Συμφωνίας Φιλοξενούσας Χώρας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της «TRANS ADRIATIC PIPELINE AG

$
0
0

Αθήνα, 5 Φεβρουαρίου 2018
Αρ. Πρωτ:ΔΕΑΦ 1019566 ΕΞ2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄ – Β΄

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Σ. Κυριακίδου,
Αλ. Μπουραζάνη,
Μ. Χαπίδης
Τηλέφωνο: 210 - 33.75.314-18, 312
Fax: 210 - 33.75.001

Θέμα: Φορολογική αντιμετώπιση των αποζημιώσεων που καταβάλλονται στο πλαίσιο της Συμφωνίας Φιλοξενούσας Χώρας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της «TRANS ADRIATIC PIPELINE AG»

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

Ι. ΓΕΝΙΚΑ

1. Με τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του ν.4217/2013 κυρώθηκε η από 26 Ιουνίου 2013 Συμφωνία Φιλοξενούσας Χώρας (ΣΦΧ) μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της εταιρείας «TRANS ADRIATIC PIPELINE AG (TAP AG)» στην Ελλάδα.

2. Σύμφωνα με τους ορισμούς του μέρους 1 του Παραρτήματος του ν.4217/2013, «Θιγόμενα Πρόσωπα» σημαίνει τα Πρόσωπα (συμπεριλαμβανομένων χρηστών Γης χωρίς δικαίωμα) των οποίων η Γη αποκτάται, βαρύνεται ή ζημιώνεται, ή των οποίων τα δικαιώματα σε αυτή τη Γη αποκτώνται, βαρύνονται ή ζημιώνονται ως αποτέλεσμα της απόκτησης Σχετικών Δικαιωμάτων επί της Απαιτούμενης Γης του Έργου από τον Επενδυτή του Έργου, και συμπεριλαμβάνει αυτά τα Πρόσωπα που είναι ιδιοκτήτες γης, κάτοχοι ή χρήστες χωρίς δικαίωμα Γης που συνορεύει με την Απαιτούμενη Γη του Έργου.

3. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του όρου 2.2 της παραγράφου 2 (Φύση Υποχρεώσεων του παρόντος Παραρτήματος) του μέρους 1 του Παραρτήματος του ως άνω νόμου ορίζεται ότι οι Δραστηριότητες του Έργου διεξάγονται κατ' εφαρμογή της Διακρατικής Συμφωνίας. Συνεπώς, έχουν εφαρμογή τα άρθρα 165-172, 173 παρ. 1, 174 και 175 του Νόμου περί Ενέργειας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 177 και 176 παρ. 1 του Νόμου περί Ενέργειας (ν. 4001/2011), υπό την επιφύλαξη ορισμένων προσαρμογών που είναι απαραίτητες, ώστε να επιτρέψουν στον Επενδυτή του Έργου να συμμορφώνεται με τις ως άνω ευρύτερες απαιτήσεις, που επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις στον Επενδυτή του Έργου πέραν αυτών που προβλέπονται στον Νόμο περί Ενέργειας.

4. Συγκεκριμένα, με βάση τους ορισμούς του μέρους 1 του Παραρτήματος, «Νόμος περί Ενέργειας» σημαίνει τον ελληνικό νόμο 4001/2011 για τη Λειτουργία των Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις που ενσωματώνει στο Ελληνικό Δίκαιο την από 13 Ιουλίου 2009 Ευρωπαϊκή Οδηγία υπ' αριθμ. 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου αναφορικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και η οποία καταργεί την Οδηγία υπ' αριθμ. 2003/55/ΕΚ.

5. Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 166 του ν. 4001/2011 ορίζεται ότι κύριοι ή νομείς ή κάτοχοι από οποιαδήποτε έννομη αιτία αγροτικών ή αστικών ακινήτων ή δασών ή δασικών εκτάσεων υποχρεούνται να επιτρέπουν τη διάνοιξη και κατασκευή υπόγειων σηράγγων στο αναγκαίο βάθος για την εγκατάσταση του αγωγού, καθώς επίσης και οτιδήποτε είναι αναγκαίο για την κατασκευή, χρήση, επισκευή και επιστασία για τη συντήρηση του έργου αυτού. Επίσης, με τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του ίδιου άρθρου και νόμου ορίζονται περαιτέρω απαγορεύσεις, δεσμεύσεις ακόμη και προσωρινές καταλήψεις και χρησιμοποιήσεις των εν λόγω ακινήτων, ενώ με τις διατάξεις του άρθρου 167 του ίδιου νόμου ρυθμίζονται οι περιορισμοί δόμησης αυτών.

6. Επίσης, με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 166 του ν. 4001/2011 ορίζεται ότι με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας - Θράκης καθορίζεται η αγοραία αξία των εκτάσεων των προαναφερομένων παραγράφων 2 και 3 του ίδιου άρθρου και καταβάλλεται στο δικαιούχο ως αποζημίωση το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) αυτής. Αν υφίσταται επικαρπία επ' αυτών, το ήμισυ του προηγούμενου ποσοστού δικαιούται ο ψιλός κύριος και το άλλο ήμισυ ο επικαρπωτής, στους οποίους καταβάλλεται μετά από τη δικαστική αναγνώριση τους ως δικαιούχων.

7. Επιπλέον, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 168 του ίδιου νόμου, αν παραβλάπτεται η συνήθης εκμετάλλευση του ακινήτου ή προκαλούνται ζημιές στα τυχόν επικείμενα κτίσματα, δένδρα, φυτά και καρπούς και κάθε άλλου είδους εγκαταστάσεις επ' αυτού, όπως και για τις απαγορεύσεις και δεσμεύσεις των ακινήτων που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 166 και στην παράγραφο 1 του άρθρου 167, καταβάλλεται στον δικαιούχο, κατά το μέτρο της βλάβης που αυτός υφίσταται, χρηματική αποζημίωση, η οποία συνίσταται στην πλήρη αποκατάσταση οποιασδήποτε ζημίας ή φθοράς. Για την αναγνώριση των δικαιούχων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 27 του ν. 2882/2001, όπως ισχύει. Η χρηματική αποζημίωση ορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας - Θράκης το βραδύτερο μέσα σε έξι μήνες από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για τη διαδρομή και εγκατάσταση του αγωγού ή για την προσωρινή κατάληψη και χρησιμοποίηση για την εγκατάσταση του αγωγού και άλλης εδαφικής ζώνης.

8. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 170 του ν. 4001/2011 ορίζεται ότι η εταιρεία TRANS-BALKAN PIPELINE BV (TRANS ADRIATIC PIPELINE, για την εφαρμογή του ν. 4217/2013) μπορεί να χρησιμοποιεί εκτάσεις που ανήκουν σε ΟΤΑ Α' και Β' βαθμού για το έργο της κατασκευής και εγκατάστασης του αγωγού, για τις οποίες καταβάλλει την αποζημίωση που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 166. Για τις κοινόχρηστες εκτάσεις που χρησιμοποιεί η εταιρεία για τις ανάγκες του έργου υποχρεούται να επαναφέρει αυτές χωρίς αναβολή και με τις δικές της δαπάνες στην προηγούμενη της χρησιμοποίησης τους κατάσταση, αποκαθιστώντας κάθε σχετική βλάβη.

9. Βάσει των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 168 του ν. 4001/2011, τα ποσά των ως άνω αποζημιώσεων βαρύνουν τη διεθνή εταιρεία του έργου TRANS-BALKAN PIPELINE BV (TRANS ADRIATIC PIPELINE, για την εφαρμογή του ν. 4217/2013).

10. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 166 του ν. 4001/2011 ορίζεται ότι τα ποσά που καταβάλλονται ως αποζημίωση στους δικαιούχους, σύμφωνα με την παράγραφο 4, καθώς και η προβλεπόμενη στο άρθρο 168 αποζημίωση του ίδιου νόμου, δεν υπόκεινται σε φόρο, κρατήσεις ή τέλος υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε άλλου.

11. Επίσης, στην αιτιολογική έκθεση «Επί των ρυθμίσεων των άρθρων 165-175 του ν.4001/2011 σχετικά με τη διαδρομή και εγκατάσταση αγωγού πετρελαίου Μπουργκάς- Αλεξανδρούπολη» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι απαιτείται η θέσπιση ειδικού νομικού πλαισίου, όπως έχει γίνει κατά το παρελθόν σε όμοια έργα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διαδρομή και η εγκατάσταση του αγωγού φυσικού αερίου από τη «ΔΕΠΑ Α.Ε.», που προβλέφθηκε με τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του ν. 1929/1991, με τις οποίες θεσπίσθηκε ένα ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο που διευκόλυνε την κατασκευή του αγωγού. Με δεδομένο το πλαίσιο αυτό και με σεβασμό στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας που προστατεύεται από το άρθρο 17 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου των Παρισίων (20.3.1952) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) της Ρώμης (κυρωθείσης με τον ν. 2329/1953 και στη συνέχεια με το ν.δ. 53/1974), θεσπίσθηκαν ορισμένοι περιορισμοί στη χρήση των ακινήτων διέλευσης του αγωγού εις βάρος των ιδιοκτητών και λοιπών δικαιούχων τους, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 18 παρ. 5 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι μπορεί με νόμο να προβλεφθεί και κάθε άλλη στέρηση της ελεύθερης χρήσης και κάρπωσης της ιδιοκτησίας (πέρα από αυτές που προβλέπονται από τις παραγράφους 1 -4 του ίδιου άρθρου), η οποία επιβάλλεται από ιδιαίτερες περιστάσεις επίσης ότι νόμος ορίζει τον υπόχρεο και τη διαδικασία καταβολής στον δικαιούχο του ανταλλάγματος της χρήσης ή της κάρπωσης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στις υφιστάμενες κάθε φορά συνθήκες.

ΙΙ. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

1. Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν.4172/2013 ορίζονται οι κατηγορίες των εισοδημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κ.Φ.Ε.:

α) εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις,
β) εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα,
γ) εισόδημα από κεφάλαιο και
δ) εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου.

2. Στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 7 του ν.4172/2013 διευκρινίστηκε ότι σε φόρο υπόκεινται μόνο τα εισοδήματα που εμπίπτουν σε μια από τις τέσσερις κατηγορίες που αναγνωρίζονται στο άρθρο αυτό και συνεπώς ό,τι δεν εμπίπτει στο εννοιολογικό πεδίο από τα αναφερόμενα εισοδήματα δεν υπόκειται σε φόρο.

3. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 47 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι όλα τα έσοδα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που αναφέρονται στις περιπτώσεις του άρθρου 45 θεωρούνται έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

4. Επίσης, με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 47 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης ή διανομής κερδών για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, το ποσό που διανέμεται ή κεφαλαιοποιείται φορολογείται σε κάθε περίπτωση ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη φορολογικών ζημιών.

5. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω από τις διατάξεις των σχετικών άρθρων του ν.4001/2011 προκύπτει ότι:

α) Η αποζημίωση για τις απαγορεύσεις και δεσμεύσεις των παρ.1, 2 και 3 του άρθρου 166 και της παρ. 1 του άρθρου 167 καταβάλλεται κατά το μέτρο της βλάβης που υφίσταται ο δικαιούχος και προς πλήρη αποκατάσταση οποιασδήποτε ζημίας ή φθοράς, όπως ρητά ορίζεται στην παρ.1 του άρθρου 168. Η αποζημίωση αυτή δεν συγκεντρώνει τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος, όταν δικαιούχος είναι φυσικό πρόσωπο. Συνεπώς, τα εν λόγω χρηματικά ποσά δηλώνονται στους κωδικούς αριθμούς (κ.α.) 781-782 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) του εκάστοτε φορολογικού έτους.

β) Αντιθέτως, η αποζημίωση που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 166 καταβάλλεται ανεξαρτήτως της ύπαρξης βλάβης και, παρά το γεγονός ότι στον νόμο αναφέρεται ως «αποζημίωση», δεν συνδέεται με την αποκατάσταση κάποιας ζημίας. Αυτή η αποζημίωση έχει τα χαρακτηριστικά εισοδήματος από κεφάλαιο του ν.4172/2013 καθώς συνδέεται με τη χρήση του ακινήτου από κάποιον τρίτο και χορηγείται ως αντάλλαγμα της χρήσης αυτής. Το εισόδημα αυτό δεν υπόκειται σε φόρο κατά την καταβολή του, κατά ρητή διατύπωση των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 166 του ν. 4001/2011 και επομένως, το εν λόγω εισόδημα δηλώνεται στους κωδικούς αριθμούς (κ.α.) 659-660 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) του εκάστοτε φορολογικού έτους.

Σημειώνεται ότι αν κάποιο ποσό καταβάλλεται πέραν των ποσών και των διαδικασιών που προβλέπεται στις πιο πάνω διατάξεις, θα έχουν για αυτό εφαρμογή οι γενικές διατάξεις του ν.4172/2013.

γ) Τέλος, όσον αφορά στα ποσά των ως άνω αποζημιώσεων που καταβάλλονται σε νομικά πρόσωπα ή οντότητες στο πλαίσιο της ίδιας Συμφωνίας, αυτά συνιστούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, το οποίο δεν υπόκειται σε φόρο κατά την καταβολή του, με βάση τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 166 του ν. 4001/2011. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση διανομής του ως άνω ποσού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013.


Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Ελληνικός Οργανισμός Αγροτικής Έρευνας, Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης (ΕΛΓΟ)»

$
0
0

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΛΓΟ)»

Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, στοχεύει στη βελτιστοποίηση της λειτουργίας του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ (ΕΛΓΟ) - ΔΗΜΗΤΡΑ, του οποίου ο σκοπός και η κύρια αποστολή αναφέρονται στην ανάπτυξη της ελληνικής αγροτικής παραγωγής και οικονομίας.

Ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ προήλθε από τη συνένωση τεσσάρων φορέων και πιο συγκεκριμένα, από:
(α) Το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) που ιδρύθηκε το 1989 (ν.1845/1989).
(β) Τον Οργανισμό Γεωργικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Απασχόλησης "ΔΗΜΗΤΡΑ" που ιδρύθηκε το 1997 (ν.2520/1997).
(γ) Τον Οργανισμό Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (ΟΠΕΓΕΠ - AGROCERT) που ιδρύθηκε το 1998 (ν.2637/1998) και
(δ) Τον Ελληνικό Οργανισμό Γάλακτος (ΕΛΟΓ) που ιδρύθηκε το 1993 (ν.2127/1993) και από το 2008 μετεξελίχθηκε σε ΕΛΟΓΑΚ (ν.3698/2008).

Τα τέσσερα αυτά ΝΠΙΔ, όλα εποπτείας του ΥΠΑΑΤ, συγχωνεύθηκαν σε έναν ενιαίο φορέα, τον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 14Β του ν.3429/2005 (ΦΕΚ Α'314), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 66 του ν.4002/2011 (ΦΕΚ Α 180/22.08.2011) και με την υπ' αριθμ. 188763/10.10.2011 Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ Β 2284/13.10.2011) με την οποία ολοκληρώθηκε η σύσταση του ανωτέρω Οργανισμού ως «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ - ΔΗΜΗΤΡΑ». Οι αρμοδιότητες όλων των συγχωνευμένων φορέων μεταφέρθηκαν στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, ο οποίος σήμερα μετρά περισσότερα από 6 χρόνια λειτουργίας ως ενιαίος φορέας. Ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ λειτουργεί με τη νομική μορφή του ΝΠΙΔ, ανήκει στον δημόσιο τομέα και εποπτεύεται από το ΥΠΑΑΤ. Σκοπός του Οργανισμού είναι η ουσιαστικότερη συμβολή του στην αγροτική ανάπτυξη της χώρας, μέσω της άσκησης των επιμέρους αρμοδιοτήτων και δράσεών του. Συγκεκριμένα, αποστολή του οργανισμού είναι η στοχευμένη και εφαρμόσιμη στην ελληνική πραγματικότητα και στις ανάγκες της αγροτικής παραγωγής αγροτική έρευνα, η εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση των αγροτών, ο έλεγχος και η διασφάλιση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων και τέλος οι έλεγχοι των ισοζυγίων στο γάλα, το κρέας, τα αβγά και όποιο άλλο προϊόν του αναθέσει το ΥΠΑΑΤ, όλα προς όφελος της ελληνικής αγροτικής οικονομίας.

Στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη σύσταση του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ - που συγκροτήθηκε από τη συγχώνευση των τεσσάρων αυτοτελών νομικών προσώπων υπό την πίεση του πρώτου μεσοπρόθεσμου νόμου για την οικονομία - πολλές και σημαντικές οριζόντιες ρυθμίσεις της γενικότερης νομοθεσίας του κράτους, άλλες άμεσα και άλλες έμμεσα, έθεσαν εκτός ισχύος και εφαρμογής διατάξεις της καταστατικής ΚΥΑ του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και των επιμέρους καταστατικών νομοθεσιών των τεσσάρων φορέων που τον συναποτέλεσαν (αναφερόμαστε, στο ενιαίο βαθμολόγιο και μισθολόγιο για τις κατηγορίες προσωπικού εκτός των ερευνητών και στην αξιολόγησή του, στις διαδικασίες επιλογής στελεχών στις θέσεις ευθύνης, στο ειδικό μισθολόγιο των ερευνητών και την αξιολόγησή τους κ.λπ.). Αν στόχος της πολιτείας, με τα δεδομένα του 2011, ήταν με τη συγχώνευση των τεσσάρων φορέων στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ να καλύψει την ανάγκη παρουσίασης των τεσσάρων δημόσιων νομικών προσώπων που εποπτεύονταν από το ΥΠΑΑΤ σε ένα τυπικά συνεκτικότερο σχήμα, οι σημερινές ανάγκες επιβάλλουν το ίδιο αυτό σχήμα να συμμετάσχει και να προσφέρει πιο οργανωμένα, με το σύνολο των υποδομών που διαθέτει σε στελεχικό δυναμικό, σε εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, εντονότερα και ουσιαστικότερα στην αγροτικό τομέα της οικονομίας.

Είναι αναγκαίο ένα συγκροτημένο σχέδιο νόμου για την αναδιάρθρωση του Οργανισμού, που η καταστατική του ΚΥΑ μετά από τις δύο τροποποιήσεις της, μαζί, (α) με τις αποσπασματικές συμπληρώσεις της με διατάξεις νόμων και (β) τις επιμέρους υπουργικές αποφάσεις, δεν κατάφεραν στα χρόνια λειτουργίας του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ να δώσουν στον Οργανισμό - παρά τις όποιες προσπάθειες - το απαραίτητο πλαίσιο, ώστε η συμβολή του στην ελληνική αγροτική παραγωγή και ανάπτυξη να είναι περισσότερο ουσιαστική, λόγω και της οικονομικής κατάστασης της χώρας.

Ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ έχει ένα μεγάλο εύρος δραστηριοτήτων, διαθέτει σειρά περιφερειακών δομών και έντονη παρουσία σε ζωτικούς τομείς της αγροτικής παραγωγής. Παράλληλα, στα πρώτα του βήματα αντιμετώπισε σειρά προκλήσεων και δυσκολιών.

Φιλοδοξία του συγκεκριμένου σχεδίου νόμου είναι να συμπληρωθούν τα υφιστάμενα κενά της καταστατικής νομοθεσίας του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, να αποτυπωθεί η εμπειρία της συγχώνευσης και να ρυθμιστούν οι ατέλειες που παρατηρηθήκαν στα χρόνια ζωής του.

Στο πλαίσιο αυτό αποσαφηνίζεται ο σκοπός και η αποστολή του ενιαίου φορέα, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις και οι απαραίτητες συνέργειες για την περαιτέρω και πιο ουσιαστική αξιοποίηση των στελεχών του.

Επιδίωξή μας είναι, το μεγαλύτερο μέρος των αποτελεσμάτων της αγροτικής έρευνας και τεχνολογίας, που ενδιαφέρει την ελληνική αγροτική παραγωγή, να βρίσκει τον δρόμο της άμεσης μεταφοράς της στον χρήστη «αγρότη», η διάχυση και αξιοποίηση της τεχνογνωσίας στην αγροτική παραγωγή και οικονομία της χώρας, η ολόπλευρη, εν κατακλείδι, συμβουλευτική υποστήριξη των αγροτών και η επιστημονική υποστήριξη των αναπτυξιακών στόχων του ΥΠΑΑΤ. Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου επιχειρείται αφενός ο κεντρικός συντονισμός της πολιτικής στην αγροτική έρευνα, την αγροτική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση και αφετέρου η σύνδεσή της με τις περιφερειακές, τοπικές ανάγκες.

Παράλληλα, εξασφαλίζεται ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη της Εθνικής Πολιτικής Διασφάλισης Ποιότητας στον αγροτικό τομέα, η οποία διαμορφώνεται με βάση τις εθνικές ανάγκες για την ανάπτυξη της αγροδιατροφικής πολιτικής και της αγροτικής οικονομίας και λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την λειτουργία ενός Εθνικού Πλαισίου Ποιότητας που περιλαμβάνει και τον έλεγχο της ελληνικής αγοράς κρέατος και γάλακτος.

Με το παρόν σχέδιο νόμου ρυθμίζονται επίσης τα θέματα λειτουργίας των περιφερειακών μονάδων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, λαμβάνεται πρόνοια για το καθεστώς του ερευνητικού και μη ερευνητικού προσωπικού του και εξασφαλίζεται ορθολογικότερη λειτουργία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο.

Στόχος είναι να αποκτήσει ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ νέα δυναμική και ορίζοντα προσφοράς, για να συνεχισθεί και να βελτιστοποιηθεί το πολύπλευρο και σημαντικό για την αγροτική ανάπτυξη της χώρας έργο που έχει αναλάβει. Το κείμενο του σχεδίου νόμου προσπαθεί:

1. Να προσαρμόσει τη βασική οργάνωση του Οργανισμού «ως νομικού προσώπου που ανήκει στο κράτος» στα ισχύοντα στη γενικότερη νομοθεσία.

2. Να συγκεντρώσει, επικαιροποιήσει και ενιαιοποιήσει - όσο αυτό είναι εφικτό - την ειδική και διάσπαρτη νομοθεσία που αφορά στις πολύπλευρες αρμοδιότητές του, καλύπτοντας κενά ή ατέλειες της καταστατικής νομοθεσίας του Οργανισμού.

3. Να τονίσει και διακρίνει τον ξεχωριστό χαρακτήρα του τομέα της αγροτικής έρευνας, ώστε να αποφεύγονται οι δυσκολίες που παρουσιάζονται στην ανάληψη ερευνητικών έργων μετά τη συγχώνευση του ΕΘΙΑΓΕ στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ. Για τον σκοπό αυτόν με το σχέδιο νόμου προτείνεται η υιοθέτηση του συνόλου των ρυθμίσεων του νόμου πλαισίου για την έρευνα και τεχνολογία που ισχύει και εφαρμόζεται στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ. Οι όποιες διαφοροποιήσεις, από τα ισχύοντα στη ΓΓΕΤ όπως είναι το Διοικητικό Συμβούλιο των Ερευνητικών Κέντρων αποτελούμενο από τους Διευθυντές των Ινστιτούτων και εκπροσώπους του ερευνητικού και των άλλων κατηγοριών προσωπικού, είναι αναπόδραστες, λόγω της φύσης του Οργανισμού με εκτός και πέραν της αγροτικής έρευνας αναπτυξιακές για τον αγροτοδιατροφικό τομέα αρμοδιότητες, που διοικείται ενιαία από Διοικητικό Συμβούλιο αποτελούμενο κατά πλειοψηφία από μέλη που δεν ανήκουν στο προσωπικό του Οργανισμού. Κατά τα λοιπά ο Γενικός Διευθυντής Αγροτικής Έρευνας όπως και οι Διευθυντές των υπό τη Γενική αυτή Διεύθυνση Ινστιτούτων προτείνεται να επιλέγονται σύμφωνα με όσα ορίζει η νομοθεσία της ΓΓΕΤ για την επιλογή Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου και Διευθυντών στα Ινστιτούτα τους. Ταυτόχρονα, το σχέδιο υιοθετεί όλες εκείνες τις ρυθμίσεις του νομικού πλαισίου της ΓΓΕΤ που διευκολύνουν την εκτέλεση των ερευνητικών και αναπτυξιακών έργων των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων της, αρκετές από τις οποίες θα διευκολύνουν και τον γενικότερο αναπτυξιακό χαρακτήρα του Οργανισμού (μεγαλύτερη ελευθερία στην προώθηση αναπτυξιακών συνεργασιών με τρίτους με στόχο την αξιοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων π.χ. ποικιλίες φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού, ζωικό κεφάλαιο κ.ά.).

4. Να αναδείξει την αγροτική εκπαίδευση και κατάρτιση ως βασικό παράγοντα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας μας. Την κατ' αναλογία υιοθέτηση της ισχύουσας γενικότερης νομοθεσίας του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων που διέπει την Επαγγελματική Εκπαίδευση και τις προοπτικές της στις ΕΠΑΣ για τις οποίες (μέχρι το 2022) αρμόδιος για την λειτουργία τους είναι ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ. Την δημιουργία Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ) σύμφωνα επίσης με το νομοθετικό πλαίσιο του ΥΠΕΘ. Την λειτουργία ταχύρρυθμων σχολών του αγροδιατροφικού τομέα, την διενέργεια προγραμμάτων κατάρτισης και δια βίου μάθησης.

5. Να υπηρετήσει το στόχο της ανάπτυξης ποιοτικών αγροτικών προϊόντων και τροφίμων. Τη συγκέντρωση και ενιαία παρουσίαση της ισχύουσας νομοθεσίας - με ενδεχόμενη διεύρυνσή τους - που αφορά στους τομείς δραστηριότητας του Οργανισμού οι οποίοι συμβάλουν στην αναβάθμιση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της αγροτικής οικονομίας και των τροφίμων, στη διασφάλιση της ποιότητας μέσω της Πιστοποίησης και των Ελέγχων. Στόχος που αφορά στην ανάπτυξη μέσα από την προστιθέμενη αξία στα αγροτικά προϊόντα μας και τον έλεγχο των διακινούμενων ποσοτήτων γάλακτος, κρέατος και αυγών.

6. Να δημιουργήσει έξι (6) Περιφερειακά Συμβούλια με αποκλειστικό σκοπό τον συντονισμό των δομών και δραστηριοτήτων, τη βέλτιστη αξιοποίηση του δυναμικού και των υποδομών και την ανάπτυξη συνεργιών σε περιφερειακό επίπεδο, στη θέση των πέντε (5) Κέντρων Αγροτικής Ανάπτυξης που προβλέφθηκαν με την πρώτη συμπλήρωση της καταστατικής ΚΥΑ του Οργανισμού τον Οκτώβριο του 2014, τα οποία μέχρι σήμερα δεν λειτούργησαν.

Η πρόταση αυτή εξειδικεύει την κύρια αποστολή του Οργανισμού να βρίσκεται ενεργά και άμεσα κοντά στον αγρότη. Στην περιφερειακή διάρθρωση του ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ, που αν και με οργανωτικές ατέλειες και ελλείψεις στον συντονισμό της λειτουργίας της όπως προαναφέρθηκε αλλά και με προοπτική διεύρυνσης (αναφερόμαστε στις υπηρεσίες Γεωργικών Συμβουλών) είχε ήδη περιληφθεί στη διάρθρωση του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ από το 2014. Τα προτεινόμενα να συσταθούν Περιφερειακά Συμβούλια (ΠΕΣΥ), προφανώς και δεν θα υποκαταστήσουν την ιεραρχική διοικητική δομή του Οργανισμού, τις αποφασιστικές αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου και τις εισηγητικές αρμοδιότητες των υφιστάμενων αυτού και του Διευθύνοντος Συμβούλου κατακόρυφων - τεχνικών στο αντικείμενό τους καθώς και των οριζόντιων - υποστηρικτικών κεντρικών υπηρεσιακών μονάδων του Οργανισμού. Εξάλλου, η λειτουργία των ΠΕΣΥ θα συμβάλλει στην απαραίτητη επικοινωνία και συνεργασία των μελών του και των υπηρεσιακών μονάδων που εκπροσωπούν με σκοπό να επιτευχθούν συνέργειες προς όφελος της αποδοτικότερης και αποτελεσματικότερης λειτουργίας του Οργανισμού στην περιφέρεια, αντιμετώπισης προβλημάτων που απασχολούν τον αγρότη και την αγροτική παραγωγή της οικείας περιφέρειας και άπτονται των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού. Τα ζητήματα αυτά και οι επιμέρους προτάσεις θα εξετάζονται από τις κεντρικές υπηρεσιακές μονάδες και τα όργανα διοίκησης του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και είτε θα απαντώνται ή και επιλύονται από τον Οργανισμό, είτε θα διαβιβάζονται στο ΥΠΑΑΤ για περαιτέρω εξέταση και αντιμετώπιση.

Εν κατακλείδι, τα ΠΕΣΥ τα οποία θα συγκροτούνται από τους διευθυντές των υφιστάμενων στην περιφερειακή ενότητα οργανικών μονάδων του Οργανισμού δεν θα υποκαθιστούν την ιεραρχική δομή κάθε Γενικής Διεύθυνσης αλλά θα συμβάλουν τόσο στη σύμπραξη και τη φροντίδα προσωπικού και υποδομών όσο και στη σφαιρικότερη και αμεσότερη αντιμετώπιση των ζητημάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΕΝΝΟΙΑ ΟΡΩΝ - ΝΟΜΙΚΗ ΜΟΡΦΗ -ΑΠΟΣΤΟΛΗ - ΠΟΡΟΙ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 1

Στο πρώτο άρθρο του νομοσχεδίου παρατίθεται ο εννοιολογικός προσδιορισμός των χρησιμοποιούμενων όρων από τις διατάξεις του. Με την παράθεση αυτή θα αποφευχθούν παρερμηνείες και θα επιτευχθεί με τρόπο ενιαίο η εφαρμογή των ρυθμίσεών του, χωρίς καθυστερήσεις. Ιδιαίτερη σημασία έχει η υιοθέτηση της συγκεκριμένης πρότασης στο παρόν σχέδιο νόμου, λόγω των διαφορετικών επιμέρους αντικειμένων και στόχων των τεσσάρων νομικών προσώπων που συγχωνεύθηκαν σε ενιαίο Οργανισμό. Είναι βέβαιο ότι η διευκρίνιση από την αρχή της βασικής ορολογίας που συνδέεται με την αποστολή του Οργανισμού, αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για την αποτελεσματικότητά του και την αύξηση της παραγωγικότητάς του. (Εννοείται, ότι οι όροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 θα χρειαστεί να συμπληρωθούν ή τροποποιηθούν από τυχόν τροποποιήσεις των άλλων διατάξεών του από το ΥΠΑΑΤ).

Άρθρο 2

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού αλλάζει η ονομασία του «ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ - ΔΗΜΗΤΡΑ» (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ) σε «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ», ονομασία, που αποτυπώνει επιστημονικά και ουσιαστικά με μεγαλύτερη εγγύτητα την αποστολή του Οργανισμού, διατηρώντας τον διακριτικό τίτλο (ΕΛΓΟ) για να υπάρξει συνέχεια στην χρησιμοποιούμενη επιγραμματικά ονομασία του, με σκοπό (α) να αρθούν οι περιορισμοί που μέχρι σήμερα αντιμετώπιζαν τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας του Οργανισμού στις ερευνητικές δραστηριότητές τους, επειδή εμφανίζονταν ενταγμένα σε ένα μη κατ' όνομα ερευνητικό οργανισμό και (β) για να τονιστεί η ιδιαίτερα σημαντική αποστολή του Οργανισμού στην Αγροτική Εκπαίδευση και Κατάρτιση. Αποσαφηνίζεται τέλος, η νομική μορφή του Οργανισμού ως ΝΠΙΔ το οποίο ανήκει στο κράτος κατά την έννοια του στοιχείου στ) της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν.4354/2015 (ΦΕΚ Α' 176), διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, έχει κοινωφελή και μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και εποπτεύεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, απομακρυνόμενο από τη χωρία των μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών ΔΕΚΟ. Η απομάκρυνση του Οργανισμού από τον πυρήνα της νομοθεσίας που διέπει τις ΔΕΚΟ, με την ταυτοποίησή του ως «ΝΠΙΔ του κράτους» (που αποτελεί τον πλέον σύγχρονο ορισμό για τα χαρακτηριζόμενα παλαιότερα «ΝΠΙΔ του δημόσιου τομέα ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα»), θα συμβάλλει στην αποφυγή παρερμηνειών ως προς το εννοιολογικό περιεχόμενο του κοινωφελούς χάριν του δημοσίου και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα του, χωρίς η ταυτοποίηση αυτή να σημαίνει και μη συμπερίληψή του, από δημοσιονομική άποψη, στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης.

Άρθρο 3

Παρουσιάζεται συνοπτικά η δημοσίου συμφέροντος και ενδιαφέροντος αποστολή του Οργανισμού η οποία ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα αντικείμενα δραστηριότητας των τεσσάρων νομικών προσώπων που συγχωνεύθηκαν στον μέχρι σήμερα λειτουργούντα ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ. Εξειδίκευση των στόχων γίνεται στη συνέχεια με τη διατύπωση των υπηρεσιακών αντικειμένων - υποχρεώσεων των Γενικών Διευθύνσεων. Στο ίδιο άρθρο περιλαμβάνονται χρήσιμες ρυθμίσεις, που υποδεικνύουν δοκιμασμένους σε άλλους δημόσιους Οργανισμούς τρόπους αξιοποίησης του πλούτου που διαθέτει ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ ή και που δημιουργεί η ερευνητική δραστηριότητά του (παρ.3 και 4).

Άρθρο4

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού, αναφέρονται στο σύνολο των πόρων και στην οικονομική διαχείρισή τους από τον Οργανισμό. Χρήσιμη επίσης θεωρήθηκε η ιδιαίτερη αναφορά και ανάλυση των πηγών από τις οποίες προέρχονται τα ίδια έσοδα του Οργανισμού. Σημαντική είναι τέλος η πρόνοια να μην επιβαρύνεται με ΦΠΑ η αξία του (εισαγόμενου από το εξωτερικό) εξοπλισμού κ.λπ. που είναι απαραίτητος για την εκτέλεση ερευνητικών έργων των Ινστιτούτων του (παρ. 5).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Άρθρο 5


Ορίζονται το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) και ο Διευθύνων Σύμβουλος ως όργανα διοίκησης του Οργανισμού. (Η συμπερίληψη στα όργανα διοίκησης και δεύτερου μονοπρόσωπου οργάνου, ως «εκτελεστικού» των αποφάσεων του ΔΣ, όπου είχε παλαιότερα θεσμοθετηθεί δημιούργησε σύγχυση και διοικητική δυσλειτουργία. Ο ρόλος του Προέδρου του ΔΣ να εποπτεύει την ορθή εκτέλεση των αποφάσεων του ΔΣ του Οργανισμού και να τον εκπροσωπεί, δεν υποβαθμίζει τη θεσμική του θέση. Διαφορετικό είναι το μοντέλο διοικητικής οργάνωσης με «εκτελεστικό» τον Πρόεδρο του ΔΣ, στο περιεχόμενο της θέσης του οποίου συναιρούνται οι αρμοδιότητες του Διευθύνοντος Συμβούλου που απουσιάζει από τη διοικητική πυραμίδα).

Άρθρο 6

• Προβλέπεται η σύσταση του Διοικητικού Συμβουλίου με τετραετή θητεία. Είναι επταμελές αποτελούμενο από τον Πρόεδρο του ΔΣ, το Διευθύνοντα Σύμβουλο, έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ), έναν καθηγητή ή ερευνητή, βαθμίδας Α' ή Β', γεωτεχνικής ή συναφούς ειδικότητας με τα αντικείμενα του Οργανισμού, έναν εκπρόσωπο του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, έναν εκπρόσωπο του ερευνητικού προσωπικού του Οργανισμού και έναν εκπρόσωπο του μη ερευνητικού προσωπικού του Οργανισμού.
• Ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην οργάνωση, σύγκλιση και απαρτία του.
• Περιγράφονται οι αρμοδιότητές του, μεταξύ των οποίων και η προκήρυξη των θέσεων ευθύνης των Προϊσταμένων, εφαρμόζοντας κατ' αναλογία, αφενός τις διατάξεις των ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων της ΓΓΕΤ για τις θέσεις που καλύπτονται από ερευνητές, αφετέρου τις διατάξεις που ισχύουν στο δημόσιο για τις άλλες θέσεις.
• Προβλέπεται επίσης η δυνατότητα του ΔΣ να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του (που δεν αφορούν σε μείζονα ζητήματα διοίκησης, οι οποίες ρητά καθορίζονται ως μη μεταβιβάσιμες) στον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, στα Περιφερειακά Συμβούλια και σε Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων, με σκοπό την επιτάχυνση και αποτελεσματικότητα του διοικητικού έργου του.
• Τέλος, προβλέπεται όπως για την επίτευξη της αποστολής του Οργανισμού, το ΔΣ να καλεί σε συνεδριάσεις του κατά μόνας ή από κοινού τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου, τους Γενικούς Διευθυντές και τους Προέδρους των Περιφερειακών Συμβουλίων (ΠΕΣΥ) του Οργανισμού, εκπροσώπους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων (ΕΦΕΤ, ΜΦΙ, ΙΓΕ, ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΛΓΑ), εκπροσώπους των ΑΕΙ και ΤΕΙ, καθώς και εκπροσώπους των Συνεταιριστικών Οργανώσεων των αγροτών, των αγροτικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων τροφίμων, των Διεπαγγελματικών Οργανώσεων και των φορέων πιστοποίησης (παρ.18).

Άρθρα 7 και 8

Υιοθετούνται υποχρεωτικά οι διατάξεις που ισχύουν στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα για την επιλογή του Προέδρου του ΔΣ και του Διευθύνοντος Συμβούλου, τις υποχρεώσεις και την υπηρεσιακή τους κατάσταση. Προβλέπεται ο τρόπος αμοιβής και ασφάλισής τους και περιγράφονται οι αρμοδιότητές τους. Παρέχεται η ευχέρεια τόσο στον Πρόεδρο όσο και στον Διευθύνοντα Σύμβουλο να μεταβιβάζουν αρμοδιότητές τους σε Προϊσταμένους οργανικών μονάδων του Οργανισμού για να επιταχύνονται διοικητικές ενέργειες. Επίσης προβλέπεται η αναπλήρωση του Προέδρου του ΔΣ (όταν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται) από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και αυτού (όταν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται) από άλλο μέλος του ΔΣ ή Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης που ορίζεται από το ΔΣ στην πρώτη συνεδρίασή του.

Άρθρο 9

Προβλέπεται η σύσταση, με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μετά από πρόταση του ΔΣ του Οργανισμού, Επιστημονικού Συμβουλίου με συμβουλευτική αρμοδιότητα επί όλων των ερευνητικών, εκπαιδευτικών και γενικότερα επιστημονικών θεμάτων ενδιαφέροντος του Οργανισμού και καταγραφή των αρμοδιοτήτων του. Δεν πρόκειται για το «Επιστημονικό Συμβούλιο» όπως το προέβλεπε ο καταστατικός νόμος του ΕΘΙΑΓΕ και στη συνέχεια η νομοθεσία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ μέχρι σήμερα, στο οποίο ανήκαν κατά κύριο λόγο αρμοδιότητες αξιολόγησης ερευνητικών προτάσεων και αποτίμησης των ερευνητικών έργων των Ινστιτούτων, με κορυφαία εκείνη της επιστημονικής αξιολόγησης (για πρόσληψη και προαγωγή) του ερευνητικού προσωπικού. Οι αρμοδιότητες αυτές μεταφέρονται πλέον στα Επιστημονικά Συμβούλια των Ινστιτούτων και στις Επιτροπές κρίσης κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων που διέπουν τα Ερευνητικά Κέντρα και τα Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

(Το Κεφάλαιο Γ' διακρίνεται σε δύο Μέρη. Το Μέρος Α' αναφέρεται στο οργανόγραμμα - διάρθρωση των κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιακών μονάδων του Οργανισμού και το Μέρος Β' στην Περιφερειακή τους ανάπτυξη)

ΜΕΡΟΣ Α'

Άρθρο 10


Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου αυτού προβλέπεται η σύσταση στην Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού οκτώ (8) οργανικών μονάδων, ως ακολούθως :
1. Νομική Υπηρεσία.
2. Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου.
3. Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας.
4. Γενική Διεύθυνση Διασφάλισης Ποιότητας Αγροτικών Προϊόντων.
5. Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης.
6. Γενική Διεύθυνση Διοικητικού- Οικονομικού.
7. Υπηρεσία Διεθνούς Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας.
8. Γραφείο Διοίκησης, Γραμματείας Διοικητικού Συμβουλίου, Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων.
Σημαντική καινοτομία στην ανωτέρω προτεινόμενη διάρθρωση αποτελεί η δημιουργία Υπηρεσίας Διεθνούς Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας. Με την πρόταση αυτή επιδιώκεται το μεν η στενότερη συνεργασία των υπηρεσιακών μονάδων για την μεταφορά τεχνογνωσίας, την αντιμετώπιση θεμάτων που άπτονται δραστηριοτήτων του Οργανισμού και συνδέονται άμεσα με τον αγρότη και την αγροτική παραγωγή, το δε, η διαρκής παρακολούθηση διεθνών και εγχώριων ανακοινώσεων για την προκήρυξη προγραμμάτων και έργων που αφορούν τις δραστηριότητες του Οργανισμού, η ενημέρωση της διοίκησης και των αρμόδιων υπηρεσιακών μονάδων και η επικουρία στη διεκδίκηση για την ανάληψη και διαχείρισή τους.
Η δεύτερη παράγραφος αποτυπώνει με επαρκή ανάλυση τους επιχειρησιακούς στόχους των ανωτέρω οργανικών μονάδων.
Στην τρίτη παράγραφο προβλέπεται η έκδοση του εσωτερικού κανονισμού του Οργανισμού με διυπουργική απόφαση, στον οποίο θα καθορισθούν:
• η εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων τους,
• τα καθήκοντα κάθε θέσης ευθύνης,
• οι κατηγορίες, οι κλάδοι ή οι ειδικότητες από τις οποίες θα προέρχονται οι Προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων, εκτός αν διαφορετικά ορίζεται στον νόμο. Τέλος, ορίζεται ότι με τον ίδιο εσωτερικό κανονισμό ρυθμίζονται θέματα συγχώνευσης, αναδιάρθρωσης οργανικών μονάδων στο κέντρο και στην περιφέρεια, σύστασης νέων και οτιδήποτε άλλο αφορά στην οργάνωση, διάρθρωση και λειτουργία του Οργανισμού ώστε να μην απαιτείται τυπικός νόμος.

ΜΕΡΟΣ Β'

Άρθρο 11


Όπως αναλυτικά παρουσιάζεται και τεκμηριώνεται στην εισαγωγή, καινοτομία του προσχεδίου αποτελεί η περιφερειακή διάρθρωση του Οργανισμού, καθώς όλες οι περιφερειακές οργανικές μονάδες με βάση την έδρα τους εντάσσονται σε έξι (6) ενότητες.
Σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα λειτουργούν:
Τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας με το επιστημονικό τους πεδίο που εδρεύουν στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα, τα οποία εποπτεύονται από τη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας.
Τα Εργαστήρια Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος και οι Εποπτείες Γάλακτος και Κρέατος που εδρεύουν και λειτουργούν στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα, με κατακόρυφη σύνδεση των Εργαστηρίων, στο Τμήμα Εργαστηριακών Ελέγχων της Διεύθυνσης Εποπτείας και Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Διασφάλισης Ποιότητας Αγροτικών Προϊόντων και των Εποπτειών στο Τμήμα Τεκμηρίωσης, Επιθεωρήσεων και Ελέγχων της ίδιας Διεύθυνσης.
Οι Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑΣ), που εδρεύουν και λειτουργούν στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα, σε κατακόρυφη σύνδεση με τη Διεύθυνση Αγροτικής Εκπαίδευσης της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, και τα Τμήματα Αγροτικής Κατάρτισης στα οποία εντάσσονται όλες οι δομές αγροτικής κατάρτισης με παραρτήματα στις έδρες των Κέντρων ΔΗΜΗΤΡΑ και ΚΕΚ που εδρεύουν στην περιοχή δικαιοδοσίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, σε κατακόρυφη σύνδεση με τη Διεύθυνση Αγροτικής Κατάρτισης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης (Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης).
Συστήνεται Περιφερειακό Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, που υπάγεται κατακόρυφα στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικού - Οικονομικού με οριζόντιες αρμοδιότητες για τη διοικητική και οικονομική εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών μονάδων που εδρεύουν στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα.
Στο ίδιο άρθρο αναφέρονται όλες οι οργανικές μονάδες που λειτουργούν στις αντίστοιχες Περιφερειακές Ενότητες.
Με ιδιαίτερες διατάξεις παρέχεται η ευχέρεια στα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας να ενεργούν αυτοτελώς για την ανάληψη ερευνητικών έργων (παρ.7) και να αξιολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν.4310/2014 με βάση τις οποίες αξιολογούνται οι ερευνητικοί φορείς της ΓΓΕΤ (παρ.8).

Άρθρο 12

Με βάση συγκεκριμένες και επί τούτου αποφάσεις του ΔΣ του Οργανισμού, η παρακολούθηση, η εποπτεία και όπου χρειάζεται, ο συντονισμός του έργου των υπηρεσιακών μονάδων σε κάθε περιφερειακή ενότητα ανατίθεται σε πενταμελές ή επταμελές Περιφερειακό Συμβούλιο.
Τα μέλη επιλέγονται από τους υπηρετούντες Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων δικαιοδοσίας της περιφερειακής ενότητας, με τους αναπληρωτές τους, ένας από κάθε τομέα δραστηριότητας του Οργανισμού, Έρευνα, Εκπαίδευση- Κατάρτιση, Πιστοποίηση- Έλεγχοι, Διοικητικό-Οικονομικό.
Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και ο αναπληρωτής του επιλέγονται από το ΔΣ του Οργανισμού με κριτήρια που αυτό καθορίζει.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

Άρθρα 13 και 14


Προβλέπεται η σύσταση και ο αριθμός οργανικών θέσεων των έμμισθων δικηγόρων και του τακτικού προσωπικού ανά κατηγορία, ως εξής:
α) Κατηγορία Ερευνητικού Προσωπικού
αα) Ερευνητές
ββ) Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ)
β) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ)
γ) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ)
δ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ)
ε) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ)
Με τη δημιουργία και την υπαγωγή των ΕΛΕ στην κατηγορία του ερευνητικού προσωπικού υιοθετούνται οι σχετικές ρυθμίσεις που διέπουν τα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ.
Περαιτέρω, προβλέπεται ότι με τον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού καθορίζονται οι κλάδοι ή ειδικότητες του προσωπικού, ο αριθμός και η κατανομή των θέσεων ανά κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα στις οργανικές μονάδες και ρυθμίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στο προσωπικό.

Άρθρο 15

Στο άρθρο αυτό καθορίζονται τα προσόντα και η διαδικασία πρόσληψης του προσωπικού. Ειδικότερα, ως προς το ερευνητικό προσωπικό ακολουθούνται οι ρυθμίσεις που προβλέπονται στο νόμο πλαίσιο για την έρευνα (ν. 4310/2014, όπως κάθε φορά ισχύει) και ως προς τις άλλες κατηγορίες του προσωπικού ακολουθούνται οι σχετικές διατάξεις του δημοσίου. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για τον τρόπο συνεργασίας του επιστημονικού και μη προσωπικού στο πλαίσιο των πάσης φύσεως προγραμμάτων και έργων που υλοποιεί ο Οργανισμός (ερευνητικών, αναπτυξιακών, εκπαιδευτικών), με την υιοθέτηση ευεργετικών διατάξεων που εφαρμόζονται στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ.

Άρθρο 16

Για τις αποδοχές του προσωπικού προβλέπεται η εφαρμογή των γενικών ρυθμίσεων του δημοσίου για κάθε κατηγορία (ειδικό μισθολόγιο για το ερευνητικό προσωπικό
σύμφωνα με το ν.4472/2017 και το προβλεπόμενο από το ν. 4354/2015 για τις άλλες κατηγορίες προσωπικού όπως κάθε φορά ισχύουν).

Άρθρο 17

Όσον αφορά την αξιολόγηση, τη βαθμολογική διάρθρωση θέσεων και τις προαγωγές του προσωπικού, με εξαίρεση την κατηγορία του ερευνητικού προσωπικού, προτείνεται η συμπλήρωση του ν. 4369/2016, ώστε οι γενικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τους υπαλλήλους του δημοσίου να εφαρμόζονται όπως κάθε φορά ισχύουν και για το προσωπικό του Οργανισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Επιστημονικό Συμβούλιο Ινστιτούτων

Άρθρο 18


Η οργάνωση και λειτουργία των Ινστιτούτων του Οργανισμού ενδυναμώνεται με τη σύσταση Επιστημονικών Συμβουλίων (ΕΣΙ). Η συγκρότηση και οι αρμοδιότητες των ΕΣΙ ακολουθούν τις αντίστοιχες διατάξεις του ν. 4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
Διασφάλιση της Ποιότητας και της Προέλευσης Αγροτικών Προϊόντων και Τροφίμων

Άρθρα 19


Στο άρθρο αυτό γίνεται αναφορά σε ειδικότερα θέματα που άπτονται του τομέα διασφάλισης της ποιότητας και της προέλευσης των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Z
ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ

Άρθρα 20


Αναφέρεται και ρυθμίζει θέματα που αφορούν τις ιδιαίτερες αρμοδιότητες της γεωργικής επαγγελματικής εκπαίδευσης μέσω των Επαγγελματικών Σχολών (ΕΠΑΣ) και φορέων μη τυπικής εκπαίδευσης (ΙΕΚ). Στα αντικείμενα αυτά ο Οργανισμός εναρμονίζεται με τις διατάξεις του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (νόμοι 3475/2006 και 4186/2013, όπως κάθε φορά ισχύουν).

Άρθρο 21

Οι ρυθμίσεις του άρθρου αυτού συνδέονται άμεσα με τη γεωργική επαγγελματική κατάρτιση και δια βίου μάθηση των αγροτών, που αποτελεί ένα από τα σημαντικά αντικείμενα του Οργανισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρα 22, 23, 24 και 25


Με τις διατάξεις των άρθρων αυτών επιδιώκεται η συμπλήρωση - τροποποίηση ρυθμίσεων άλλων νόμων, συμπληρώσεις, που θα συμβάλλουν στην καλλίτερη και αποδοτικότερη λειτουργία του Οργανισμού. Με το άρθρο 22 προτείνεται να συμπληρωθεί ο ν.4369/2016, ώστε να μπορούν να εγγράφονται στο Εθνικό Μητρώο Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης και οι ερευνητές του Οργανισμού. Με το άρθρο 23 επιδιώκεται η αξιοποίηση από τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας των ειδικών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται για τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων, προμηθειών και έργων από τους ερευνητικούς φορείς της ΓΓΕΤ και τα ΑΕΙ. Στο επόμενο άρθρο 24 περιλαμβάνονται και ρυθμίσεις για την αποδοτικότερη αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας κυριότητας του δημοσίου της οποίας η χρήση παραχωρείται στον Οργανισμό για την επίτευξη της αποστολής του, σύμφωνα με το ν.4061/2012. Τέλος με το άρθρο 25 ρυθμίζονται θέματα του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (ΚΤΓΚ και Δασών), που αναφέρονται στο φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 26


Με τις διατάξεις αυτές ρυθμίζονται θέματα προσωπικού και οργάνωσης που στοχεύουν στην ομαλή μετάβαση στο νέο νομοθετικό καθεστώς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι'
ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27


Οι διατάξεις οι οποίες θα καταργηθούν με την ψήφιση του παρόντος νόμου.


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΛΓΟ)»


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΕΝΝΟΙΑ ΟΡΩΝ - ΝΟΜΙΚΗ ΜΟΡΦΗ -ΑΠΟΣΤΟΛΗ - ΠΟΡΟΙ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 1
Ορισμοί -Έννοια όρων


Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί, που συμπληρώνονται από όσους αναφέρονται στις σχετικές διατάξεις του ελληνικού και ενωσιακού δικαίου που κάθε φορά ισχύουν:
«Αγροτική έρευνα»: Οι θεωρητικές ή πειραματικές εργασίες που σκοπό έχουν:
-τη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας των αγροτικών προϊόντων,
-την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας,
-την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση της ποιότητας της αγροτικής παραγωγής και του φυτικού και ζωικού κεφαλαίου,
-τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και του εισοδήματος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων οικογενειακής μορφής καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. «Αγροτικά προϊόντα»: Είναι τα προϊόντα της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της θαλάσσιας αλιείας, της σπογγαλιείας, της οστρακοκαλλιέργειας, της αλιείας εσωτερικών υδάτων, της υδατοκαλλιέργειας, της δασοπονίας, της θηραματοπονίας και των κάθε είδους εκτροφών και τα προϊόντα που προέρχονται από το πρώτο στάδιο επεξεργασίας ή μεταποίησης αυτών, καθώς και κάθε άλλο προϊόν που προέρχεται από την αγροτική εν γένει δραστηριότητα.
«Αγροτική επαγγελματική εκπαίδευση»: Η συστηματικά οργανωμένη μαθησιακή διαδικασία, που εντάσσεται στο τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο είναι ιεραρχικά δομημένο και χρονικά διαβαθμισμένο, μέσω της οποίας αποκτώνται γενικές και ειδικές γνώσεις, και οδηγεί στην απόκτηση τίτλου σπουδών (απολυτήριο, πτυχίο, πιστοποιητικό, άδεια άσκησης επαγγέλματος), αναγνωρισμένου σε εθνικό επίπεδο «Αγροτική επαγγελματική κατάρτιση»: Η συστηματικά οργανωμένη μαθησιακή διαδικασία μικρής χρονικής διάρκειας, που εντάσσεται στο μη τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα, με συγκεκριμένο στόχο και ακροατήριο, μέσω της οποίας αποκτώνται εξειδικευμένες γνώσεις και δεξιότητες του καταρτιζόμενου σε θέματα του αγροτικού τομέα.
«Αξιολόγηση»: Η διαδικασία καταγραφής και αποτίμησης του ερευνητικού και εκπαιδευτικού έργου με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, τη βελτιστοποίηση των υποδομών που υπάρχουν και την κοινωνικά επωφελή χρήση των διαθέσιμων πόρων, δημοσίων και μη.
«Αξιολόγηση ερευνητικών προτάσεων»: Η διαδικασία που επιτρέπει να διαπιστωθεί η επιστημονική ποιότητα και αρτιότητα προτάσεων ερευνητικών έργων και η ύπαρξη των απαραίτητων συνθηκών για την επιτυχή εκτέλεσή τους.
«Αποτίμηση»: Η διαδικασία που επιτρέπει να διαπιστωθεί η επιστημονική ποιότητα και πληρότητα των επί μέρους και των τελικών αποτελεσμάτων ερευνητικών προγραμμάτων, ο βαθμός συμβολής των προγραμμάτων αυτών στην πραγματοποίηση των στόχων στους οποίους απέβλεπε, καθώς και η τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων ως προς τη διαχείριση των πόρων συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπινου δυναμικού.
«Αριστεία»: Η δυναμική διαδικασία η οποία αποσκοπεί στη συστηματική επιδίωξη υψηλής επιστημονικής ποιότητας κατά την ανάπτυξη νέων θεωριών ή και ερευνητικών μεθοδολογιών με στόχο την επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος σε κάθε θεματική περιοχή δραστηριοποίησης.
«Αρχική επαγγελματική κατάρτιση»: Η κατάρτιση η οποία προσφέρει βασικές επαγγελματικές γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες σε ειδικότητες και εξειδικεύσεις με στόχο την ένταξη, επανένταξη, επαγγελματική κινητικότητα και ανέλιξη του ανθρώπινου δυναμικού στην αγορά εργασίας, καθώς και την επαγγελματική και προσωπική ανάπτυξη.
«Αυτοχρηματοδοτούμενο έργο»: Δράσεις ερευνητικού, αναπτυξιακού και επιδεικτικού χαρακτήρα, οι οποίες είναι οικονομικά αυτοδύναμες ή χρηματοδοτούνται από ίδιους πόρους του Οργανισμού.
«Αυτοελεγχόμενος μεταποιητής»: Κάθε βιομηχανία/βιοτεχνία παραλαβής ή και επεξεργασίας γάλακτος η οποία διαθέτει δικό της, αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή, εργαστήριο ή συνεργάζεται με αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή, ή/και διαπιστευμένο ιδιωτικό εργαστήριο.
«Βασική έρευνα»: Η θεωρητική ή πειραματική εργασία που έχει ως πρωταρχικό στόχο τη γνώση και κατανόηση του κόσμου και την παραγωγή νέας γνώσης. «Βάση δεδομένων»: Η συλλογή συσχετισμένων πληροφοριών-δεδομένων, διαρθρωμένων με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εύκολη η προσπέλαση και η αναζήτησή τους.
«Δια βίου μάθηση»: Όλες οι μορφές μαθησιακών δραστηριοτήτων στη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου, που αποσκοπούν στην απόκτηση ή την ανάπτυξη γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων, οι οποίες συμβάλλουν στη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας, στην επαγγελματική ένταξη και εξέλιξη του ατόμου, στην κοινωνική συνοχή, στην ανάπτυξη της ικανότητας ενεργού συμμετοχής στα κοινά και στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη. Περιλαμβάνει την τυπική εκπαίδευση, τη μη τυπική εκπαίδευση και την άτυπη μάθηση.
«Διαπιστευμένο εργαστήριο»: Η επίσημα αναγνωρισμένη εργαστηριακή δομή ως προς την τεχνική, διοικητική επάρκεια και αξιοπιστία για τη διεξαγωγή δοκιμών, μετρήσεων και διακριβώσεων με συγκεκριμένες πρότυπες μεθόδους, με συγκεκριμένο εξοπλισμό και προσωπικό και εντός δηλωμένων ορίων ακριβείας. «Έλεγχος»: Είναι η συστηματική αξιολόγηση της συμμόρφωσης, συνοδευόμενη, όπου απαιτείται, από αναλύσεις, μετρήσεις ή/και δοκιμές, προκειμένου να προσδιοριστεί ο βαθμός εκπλήρωσης συγκεκριμένων απαιτήσεων όσον αφορά αγροτικά προϊόντα ή και τρόφιμα που παράγονται από αυτά, μια διεργασία ή υπηρεσία, ένα σύστημα, πρόσωπο ή φορέας.
«Επαγγελματική Σχολή» (ΕΠΑΣ): Είναι σχολές που ανήκουν στη τυπική Δευτεροβάθμια Επαγγελματική Εκπαίδευση (Ν. 3475/06). Στις σχολές αυτές διδάσκονται αποκλειστικά μαθήματα ειδικότητας, η φοίτηση διαρκεί 2 σχολικά έτη κατά τη διάρκεια των οποίων οι μαθητές παρακολουθούν θεωρητικά και εργαστηριακά μαθήματα στην ΕΠΑ.Σ. για 21 ώρες την εβδομάδα και παράλληλα πραγματοποιούν πρακτική άσκηση σε εργασίες συναφείς προς την ειδικότητά τους.
«Επίβλεψη»: Είναι η συστηματική εξέταση ότι εγκεκριμένος φορέας πιστοποίησης, αγροτικό προϊόν ή τρόφιμο, διεργασία, υπηρεσία, σύστημα ή πρόσωπο συμμορφώνεται με προδιαγεγραμμένες απαιτήσεις.
«Επίσημος έλεγχος»: Ορίζεται ως «κάθε μορφή ελέγχου που πραγματοποιεί η αρμόδια αρχή ή ο εξουσιοδοτημένος από την αρμόδια αρχή φορέας ελέγχου, ή η Κοινότητα για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες περί υγείας και καλής διαβίωσης των ζώων. «Επιστημονική και τεχνολογική καινοτομία»: Το αποτέλεσμα ερευνητικών και τεχνολογικών προσπαθειών που οδηγούν ή επιδιώκεται να οδηγήσουν στην υλοποίηση νέων ή τη βελτίωση προϊόντων, υπηρεσιών και διαδικασιών που υπάρχουν ήδη. «Εποπτείες Γάλακτος & Κρέατος»: Υπηρεσιακές μονάδες με αρμοδιότητα τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων της ελληνικής αγοράς γάλακτος - γαλακτοκομικών προϊόντων και κρέατος σε σχέση τόσο με την προέλευση - καταγωγή όσο και με την τήρηση μηνιαίων ισοζυγίων αγορών και πωλήσεων.
«Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος»: Εργαστήριο Φυσικοχημικών και Μικροβιολογικών δοκιμών με σκοπό τον έλεγχο της Ποιότητας του νωπού γάλακτος σύμφωνα με την Εθνική και Ενωσιακή Νομοθεσία.
«Έργο Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΕΤΑΚ)» (εφεξής «έργο ΕΤΑΚ»): Η σχεδιασμένη δραστηριότητα με συγκεκριμένο αντικείμενο, μεθοδολογία, χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμό για:
- την εκτέλεση κάθε είδους έρευνας,
- την προώθηση της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας προϊόντων, υπηρεσιών ή διαδικασιών,
- την προβολή των δραστηριοτήτων και επιτευγμάτων ΕΤΑΚ, καθώς και για την ευαισθητοποίηση του κοινού σε επιστημονικά θέματα,
- την ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού,
- τη δημιουργία, την αναβάθμιση και τη δικτύωση ερευνητικών υποδομών, όπως αυτές ορίζονται στο θεσμικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων που ισχύει κάθε φορά, καθώς και την πρόσβαση σε αυτές.
«Έρευνα»: Οποιαδήποτε συστηματική και δημιουργική εργασία που αναλαμβάνεται με σκοπό την επαύξησης του αποθέματος της γνώσης, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας.
«Έρευνα και Ανάπτυξη (E και A)»: Η δημιουργική εργασία η οποία καλύπτει τις δραστηριότητες της βασικής και της εφαρμοσμένης έρευνας και πραγματοποιείται σε συστηματική βάση με σκοπό την αύξηση του αποθέματος της γνώσης, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας, καθώς και η χρήση του αποθέματος της γνώσης για την ανάπτυξη νέων εφαρμογών. «Ερευνητές»: Οι επιστήμονες που σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 του Ν.4386/2016 (Ρυθμίσεις για την έρευνα και άλλες διατάξεις), δραστηριοποιούνται για τη δημιουργία νέας γνώσης, προϊόντων, διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων και για τη διαχείριση των αντίστοιχων έργων.
«Ερευνητικός φορέας»: Το νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που έχει ως κύριο σκοπό την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα, σε συνδυασμό με την πειραματική ανάπτυξη και επίδειξη, καθώς και τη διάδοση και την εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας, μέσω των επιστημονικών δημοσιεύσεων και της αξιοποίησης των αποτελεσμάτων.
«Ερευνητικό έργο»: Η σχεδιασμένη δραστηριότητα έρευνας με συγκεκριμένο αντικείμενο, μεθοδολογία, χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης και προϋπολογισμό δαπανών. «Ερευνητικό πρόγραμμα»: Το σύνολο των έργων που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένων ερευνητικών αναγκών σε καθορισμένη χρονική περίοδο. «Ευρωπαϊκός χώρος έρευνας»: Πλαίσιο εργασίας που περιγράφει και συστηματοποιεί τις ερευνητικές δραστηριότητες και την πολιτική καινοτομίας σε ολόκληρη την Ευρώπη και περιλαμβάνει: α) την εσωτερική αγορά για την έρευνα, στο πλαίσιο της οποίας ερευνητές, τεχνολογία και γνώση διακινούνται ελεύθερα, β) το συντονισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο των εθνικών και περιφερειακών ερευνητικών δραστηριοτήτων, προγραμμάτων και πολιτικών, γ) την εφαρμογή και τη χρηματοδότηση πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη συγκέντρωση και την εντατικοποίηση των προσπαθειών έρευνας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και το συντονισμό τους με εθνικές και διεθνείς πρωτοβουλίες.
«Εφαρμοσμένη ή βιομηχανική έρευνα»: Η σχεδιασμένη έρευνα ή η κριτική διερεύνηση ενός πεδίου που αποσκοπεί στην απόκτηση νέων γνώσεων και δεξιοτήτων για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, διεργασιών ή υπηρεσιών ή για τη σημαντική βελτίωση προϊόντων, διεργασιών ή υπηρεσιών που υπάρχουν.
«Ιδιωτικό εργαστήριο αυτοελέγχου»: Κάθε αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή, ή/και διαπιστευμένο ιδιωτικό εργαστήριο το οποίο εκτελεί για λογαριασμό αυτοελεγχόμενων μεταποιητών αναλύσεις στο νωπό γάλα, στα πλαίσια του αυτοελέγχου.
Ινστιτούτο Αγροτικής Έρευνας: Βασική επιστημονική, ερευνητική οντότητα με λειτουργική και διοικητική αυτοτέλεια για τη διεξαγωγή επιστημονικής έρευνας και ανάπτυξη τεχνολογίας και καινοτομίας σε συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο. «Ισοζύγιο γάλακτος»: Είναι η καταγραφή σε μηνιαία βάση από τις επιχειρήσεις γάλακτος όλων των ποσοτήτων γάλακτος και γαλακτοκομικής πρώτης ύλης που παρελήφθησαν από παραγωγούς ή από άλλες επιχειρήσεις, ευρωπαϊκών ή τρίτων χωρών με λεπτομερή περιγραφή της πρώτης ύλης και η διαχείριση αυτής, όλων των τελικών παραγόμενων γαλακτοκομικών προϊόντων και η ανάλωση της πρώτης ύλης για την παρασκευή τους καθώς και της τελικής διαχείρισης των ποσοτήτων υποπροϊόντων (τυρογάλακτος).
«Ισοζύγιο κρέατος»: Είναι η καταγραφή σε μηνιαία βάση από τις επιχειρήσεις κρέατος των ποσοτήτων αγορών και πωλήσεων νωπού και κατεψυγμένου κρέατος (βόειου, πρόβειου, αίγειου, χοίρειου, κονίκλων, κοτόπουλου και γαλοπούλας) που επεξεργάσθηκαν ή και εμπορεύθηκαν καθώς και των κρεατοσκευασμάτων που παρασκευάσθηκαν, με σαφή προσδιορισμό της προέλευσης του κρέατος και τον υποχρεωτικό διαχωρισμό της πρώτης αγοράς εγχώριου ή άμεσα εισαγόμενου κρέατος και των μετέπειτα αγορών κρέατος.
«Καινοτομία»: Η αξιοποίηση υφιστάμενης ή νέας γνώσης ή η μετατροπή μιας ιδέας σε προϊόν ή διαδικασία ή υπηρεσία.
«Καθεστώς ενισχύσεων»: Κάθε πράξη με βάση την οποία, χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω μέτρα εκτέλεσης, μπορούν να χορηγούνται μεμονωμένες ενισχύσεις σε επιχειρήσεις οι οποίες ορίζονται στην πράξη αυτή κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, καθώς και κάθε πράξη με βάση την οποία μπορεί να χορηγείται ενίσχυση που δεν συνδέεται με συγκεκριμένο έργο σε μια ή περισσότερες επιχειρήσεις για αόριστο χρονικό διάστημα ή για απροσδιόριστο ποσό.
«Καινοτόμος επιχείρηση»: Η επιχείρηση η οποία αναπτύσσει προϊόντα, υπηρεσίες ή διεργασίες που είναι νέες και ουσιωδώς βελτιωμένες σε σχέση με τη σύγχρονη τεχνολογία στον σχετικό κλάδο.
«Κρατική ενίσχυση»: Κάθε μέτρο το οποίο πληροί το σύνολο των κριτηρίων που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 107 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Κέντρα «Δήμητρα»: ή «Κέντρα Γεωργικής Εκπαίδευσης ΚΕΓΕ- ΔΗΜΗΤΡΑ», είναι Κέντρα αγροτικής κατάρτισης.
«Μελέτη»: Η συλλογή και ταξινόμηση στοιχείων που προορίζονται για χρήση από επιστημονικούς, κοινωνικούς ή κρατικούς φορείς.
«Ομότιμος ερευνητής»: Το φυσικό πρόσωπο που έχει υπηρετήσει ως ερευνητής σε ερευνητικό ίδρυμα τους ημεδαπής ή τους αλλοδαπής, με διεθνώς αναγνωρισμένη προσφορά στην αγροτική έρευνα, ο οποίος έχει ήδη συνταξιοδοτηθεί και αξιολογήθηκε για να συμμετέχει σε ερευνητικά προγράμματα του Οργανισμού σύμφωνα με τους προβλεπόμενους στο Νόμο αυτό όρους και προϋποθέσεις.
«Οργανική μονάδα»: Υπηρεσιακή μονάδα ή υπηρεσιακή δομή προβλεπόμενη από την πρωτογενή ή παράγωγη νομοθεσία του Οργανισμού ανεξαρτήτως του διοικητικού της επιπέδου, του αντικειμένου και του εύρους των αρμοδιοτήτων της και της διοικητικής και λειτουργικής αυτοτέλειας που διαθέτει.
«Οργανισμός» Είναι το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία: ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΛΓΟ).
«Πιστοποίηση»: Είναι η διαδικασία παροχής γραπτής ή ηλεκτρονικής διαβεβαίωσης ότι ένα προϊόν, μία διεργασία, μία υπηρεσία, ένα σύστημα ή πρόσωπο συμμορφώνεται με προδιαγεγραμμένες απαιτήσεις.
«Σύμβαση ορισμένου χρόνου»: Η σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία συνάπτεται απευθείας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, η λήξη της οποίας καθορίζεται από αντικειμενικούς όρους, όπως η παρέλευση συγκεκριμένης ημερομηνίας ή η εκτέλεση συγκεκριμένου έργου ή η πραγματοποίηση συγκεκριμένου γεγονότος.
«Συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση»: Η κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού που συμπληρώνει, εκσυγχρονίζει ή και αναβαθμίζει γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες, οι οποίες αποκτήθηκαν από τα συστήματα επαγγελματικής εκπαίδευσης και αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης ή από επαγγελματική εμπειρία με στόχο την ένταξη ή επανένταξη στην αγορά εργασίας, τη διασφάλιση της εργασίας και την επαγγελματική και προσωπική ανάπτυξη.
«Σύστημα Παροχής Συμβουλών (ΣΠΣ)»: Το σύστημα που σκοπό έχει την υποστήριξη των γεωργών για την τήρηση των υποχρεώσεων πολλαπλής συμμόρφωσης, σε εκτέλεση του Καν. (ΕΚ) 73/2009 του Συμβουλίου. Περιλαμβάνει τους γεωργικούς συμβούλους, τους συνεργάτες των γεωργικών συμβούλων, τους ελεγκτές γεωργικών συμβούλων, το φορέα πιστοποίησης αυτών και την αρμόδια Αρχή για την εποπτεία, τον συντονισμό και τον έλεγχο του συστήματος παροχής γεωργικών συμβουλών σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
«Τεχνολογική ανάπτυξη»: Η ανάπτυξη και μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας στην παραγωγική διαδικασία, που αποσκοπεί στη βελτίωση των τεχνολογικών και των οικονομικών παραμέτρων παραγωγής προϊόντων ή προσφοράς υπηρεσιών, με την εφαρμογή μελετών και ερευνητικών προγραμμάτων και τη λήψη των αναγκαίων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών μέτρων στην κατεύθυνση αυτή. «Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού»: Αποτελεσματική και διαρκής εκτός τόπου (ex situ) διατήρηση συλλογών φυτικών γενετικών πόρων, αλλά και επί τόπου (in situ) διατήρηση των άγριων αυτοφυών συγγενών με τα καλλιεργούμενα είδη και διαχείριση στον Αγρό (on-farm) των καλλιεργούμενων ειδών.
«Τυπική εκπαίδευση»: Η εκπαίδευση που παρέχεται στο πλαίσιο του τυπικού εκπαιδευτικού συστήματος, οδηγεί στην απόκτηση πιστοποιητικών αναγνωρισμένων σε εθνικό επίπεδο από τις δημόσιες αρχές και αποτελεί μέρος της διαβαθμισμένης εκπαιδευτικής κλίμακας. Στην τυπική εκπαίδευση εντάσσεται και η γενική τυπική εκπαίδευση ενηλίκων.
«Τυποποιητικό έγγραφο»: Είναι το έγγραφο που καθορίζει κανόνες, προδιαγραφές, κατευθυντήριες οδηγίες ή άλλες απαιτήσεις και έχει τη μορφή προτύπων, προδιαγραφών, πρωτοκόλλων, οδηγιών και κανονισμών που συντάσσει, εκδίδει ή και αναγνωρίζει ο Οργανισμός στον τομέα των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.

Άρθρο 2
Νομική μορφή - Έδρα


1. Ο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ - ΔΗΜΗΤΡΑ» (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), ο οποίος συστάθηκε με την υπ' αριθμ. 188763/10-10-2011 (Β'2284/13-10-2011) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθμ. 919/131869/20.10.2014 (Β'2889/27.10.2014) και 9657/122441/10.11.2015(Β'2537/25.11.2015) όμοιες, που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 14Β του ν.3429/2005 (Α' 314), όπως ισχύει, είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου του κράτους, κατά την έννοια του στοιχείου στ) της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν.4354/2015 (Α' 176), διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, έχει κοινωφελή, μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και εποπτεύεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

2. Η επωνυμία του Οργανισμού αλλάζει σε « ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ,ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ» με τον διακριτικό τίτλο (ΕΛΓΟ) και στην αγγλική γλώσσα αποδίδεται ως «HELLENIC AGRICULTURAL RESEARCH EDUCATION AND DEVELOPMENT ORGANIZATION». Η συντομογραφία του Οργανισμού στην αγγλική γλώσσα είναι «HELAGRED-ELGO».

3. Έδρα του Οργανισμού ορίζεται η Περιφέρεια Αττικής.

Άρθρο 3
Αποστολή


1. Αποστολή του Οργανισμού, είναι η αγροτική έρευνα και η αγροτική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση που απαιτείται για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα, καθώς και η διασφάλιση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων, ο έλεγχος της παραγωγής και ποιότητας, της προέλευσης και της διακίνησης των αγροτικών προϊόντων. Ειδικότερα, στην αποστολή του περιλαμβάνονται:
α) Η ολοκληρωμένη επιστημονική υποστήριξη των παραγωγών φυσικών ή νομικών
προσώπων του αγροτικού τομέα.
β) Ο σχεδιασμός, η ανάπτυξη - υλοποίηση έργων, προγραμμάτων και δράσεων στον τομέα της αγροτικής έρευνας για την ανάπτυξη της καινοτομίας, την προστασία και τη βελτίωση της αγροτικής παραγωγής, την προστασία της αειφορίας των δασικών οικοσυστημάτων και της αλιείας, την ανάπτυξη της τεχνολογίας δασικών προϊόντων. Η ανάπτυξη νέων σύγχρονων παραγωγικών μεθόδων για την αναβάθμιση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων, τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της αγροτικής παραγωγής, την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφάλεια των καταναλωτών.
γ) Η οργάνωση και λειτουργία της αγροτικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, με σκοπό την προαγωγή των επαγγελματικών γνώσεων, των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού του αγροτικού τομέα καθώς και η αξιοποίηση μέσω της εκπαίδευσης των επιστημονικών και τεχνικών πληροφοριών και δεδομένων για την εφαρμογή σύγχρονων διαδικασιών παραγωγής ανταγωνιστικών αγροτικών προϊόντων.
δ) Η προαγωγή και η διασφάλιση της ποιότητας, της προστασίας προέλευσης και της ταυτότητας των αγροτικών προϊόντων, του σχεδιασμού και της εφαρμογής συστημάτων προστασίας του περιβάλλοντος και διαχείρισης της αειφορίας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, η εφαρμογή σύγχρονων και καινοτόμων μεθόδων παραγωγής, η διαφοροποίηση των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, καθώς και η προώθηση των διαδικασιών πιστοποίησης για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων σε όφελος του συνόλου της παραγωγικής αλυσίδας και των καταναλωτών.
ε) Η προώθηση και διάχυση νέων τεχνολογιών τόσο στην αγροτική παραγωγή όσο και στους αρμόδιους φορείς σχεδιασμού, εφαρμογής και ελέγχου, η δημιουργία και ανάπτυξη βάσεων δεδομένων, προτύπων και άλλων σύγχρονων εργαλείων.
στ) Η διαχείριση μέτρων και δράσεων του Συστήματος Παροχής Συμβουλών σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
ζ) Η διατήρηση των εθνικών φυτικών και ζωικών γενετικών πόρων, ιδιαίτερα όσων απειλούνται από γενετική διάβρωση ή εξαφάνιση, προς όφελος των επόμενων γενεών και με τη λειτουργία των Εθνικών Συλλογών και της Τράπεζας Διατήρησης Γενετικού Υλικού.

2. Ο Οργανισμός παρέχει επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τον σχεδιασμό και εφαρμογή της πολιτικής σε θέματα γεωργίας, κτηνοτροφίας, δασών, αλιείας και περιβάλλοντος.

3. Για την επίτευξη της αποστολής του ο Οργανισμός:
α) Αναλαμβάνει ή συμμετέχει από κοινού με άλλους ευρωπαϊκούς και διεθνείς δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς και φυσικά πρόσωπα, στον σχεδιασμό και στην εκτέλεση ερευνητικών, αναπτυξιακών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων και έργων, καθώς και έργων που προάγουν τη διασφάλιση και προστασία της ποιότητας, της προέλευσης και ταυτότητας αγροτικών προϊόντων και τροφίμων και την προστασία - αποκατάσταση του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων, χρηματοδοτούμενων ή συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς ή εθνικούς οργανισμούς, φορείς, νομικά ή φυσικά πρόσωπα.
β) Αναλαμβάνει ή συμμετέχει από κοινού με άλλους ευρωπαϊκούς και διεθνείς δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς και φυσικά πρόσωπα, στην πραγματοποίηση χρηματοδοτούμενων ή συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς ή εθνικούς οργανισμούς, φορείς, νομικά ή φυσικά πρόσωπα μελετών, εργαστηριακών αναλύσεων, διαγνώσεων, αξιολογήσεων ποικιλιών, προϊόντων φυτικής, δασικής και ζωικής παραγωγής, ζωοτροφών, φυτοπροστατευτικών προϊόντων, νερού, εδάφους, μηχανημάτων και λιπασμάτων.
γ) Επιδιώκει την αξιοποίηση και εκμετάλλευση της κινητής και ακίνητης περιουσίας του και την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών σε τρίτους στα αντικείμενα που άπτονται των αρμοδιοτήτων του αυτοτελώς ή και από κοινού με άλλους ευρωπαϊκούς και διεθνείς δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς και φυσικά πρόσωπα.
ε) Πραγματοποιεί έλεγχο αγοράς των πιστοποιημένων αγροτικών προϊόντων και τροφίμων για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων και προϋποθέσεων της πιστοποίησης και της ορθής σήμανσής τους.

4. Επιδιώκει συνεργασίες κατ' ανάλογη εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 4 του άρθρου 37 του ν.4310/2014 (Α'258) όπως κάθε φορά ισχύει.

5. Ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ αποτελεί τον Εθνικό Οργανισμό Τυποποίησης στον τομέα των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.

6. Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αυτοτελώς ή και από κοινού με συναρμόδιους Υπουργούς μπορεί να αναθέτει στον Οργανισμό την άσκηση κάθε συναφούς με τους σκοπούς του αρμοδιότητας καθώς και την εκτέλεση έργων και εργασιών από τα ερευνητικά Ινστιτούτα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4412/2016 ( Α' 147), όπως κάθε φορά ισχύει.

7. Ο Οργανισμός καταρτίζει και καταθέτει στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κάθε τέσσερα (4) χρόνια επιχειρησιακό σχέδιο για τη διαμόρφωση και υλοποίηση της αγροτικής πολιτικής της χώρας στους τομείς της αποστολής του.

Άρθρο 4
Πόροι - Οικονομική Διαχείριση


1. Πόροι του Οργανισμού είναι:
α) Οι κάθε είδους χρηματοδοτήσεις/επιχορηγήσεις από τον κρατικό Προϋπολογισμό και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
β) Τα έσοδα του Οργανισμού που προέρχονται από την εκμετάλλευση της κινητής και ακίνητης περιουσίας του, καθώς και την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, της οποίας ο Οργανισμός έχει τη νομή και τη χρήση, κατόπιν παραχώρησης, την εκτέλεση προγραμμάτων κατάρτισης, ερευνητικών, αναπτυξιακών και αυτοχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, έργων και μελετών, τη διάθεση τεχνολογικών προϊόντων, τις χρηματοδοτήσεις και κάθε είδους ενισχύσεις ή επιχορηγήσεις από προγράμματα και δράσεις της ΕΕ ή άλλων διεθνών φορέων, την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών στο Δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου και ιδιώτες, τις διαδικασίες επίβλεψης ιδιωτικών φορέων πιστοποίησης, ελέγχου και πιστοποίησης επιχειρήσεων παραγωγής αγροτικών προϊόντων και τροφίμων ή και υπηρεσιών, το τέλος χρήσης του ελληνικού σήματος στα αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα και την ειδική εισφορά στο γάλα και στο κρέας που καταβάλλουν οι υπόχρεοι.
Επίσης, τα έσοδα του Οργανισμού που προέρχονται από την ειδική εισφορά που καταβάλλουν οι Γεωργικοί Σύμβουλοι (Γ.Σ.) και οι Συνεργάτες αυτών για την εγγραφή τους στα σχετικά Μητρώα που τηρεί ο Οργανισμός, καθώς και από την εισφορά που παρακρατείτε από την αμοιβή που αυτοί λαμβάνουν για τις παρεχόμενες προς τους γεωργούς υπηρεσίες και προσδιορίζεται κάθε φορά με Υπουργική Απόφαση.
γ) Τα έσοδα που προέρχονται από ειδικά τέλη ή εισφορές για τα αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα, τα οποία υπόκεινται σε διαδικασίες ελέγχου ή διαδικασίες επίβλεψης ή διαδικασίες ελέγχου και πιστοποίησης, καθώς και για διαδικασίες παροχής υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Το είδος και το ύψος των τελών ή εισφορών, ο τρόπος αντιστοίχισής τους με το κόστος ειδικά παρεχόμενων υπηρεσιών ελέγχου ή επίβλεψης ή ελέγχου και πιστοποίησης, των αγροτικών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και η διαδικασία είσπραξής τους καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ειδικότερα, καταβάλλονται στον Οργανισμό:
(γα) Ειδική εισφορά στο κρέας, που προβλέπεται στο άρθρο 10 της ΚΥΑ 412/8932/2012 (149 Β'/ 03-02-2012) όπως κάθε φορά ισχύει.
(γβ) Ειδική εισφορά στο γάλα, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 94 του ν. 2127/1993 ( Α' 48), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ.2 του άρθρου 3 του ν.2332/1995 (Α'181) και τροποποιήθηκε με την παρ.10 του άρθρου 30 του ν.3147/2003 (Α' 135) και με την παρ. 1 του άρθρου 13 του ν.3698/2008 (Α'198), όπως κάθε φορά ισχύει.
(γγ) Τέλος χρήσης ελληνικού σήματος στο γάλα και στα γαλακτοκομικά προϊόντα, που προβλέπεται στο άρθρο 187 του ν. 4072 /2012 (Α' 86) και στο άρθρο 16, της ΚΥΑ Κ4-7838/2014 (Β'1432/04-07-2014) όπως κάθε φορά ισχύουν.
(γδ) Τέλος υπηρεσιών αναγνώρισης και επίβλεψης ιδιωτικών φορέων πιστοποίησης, σύμφωνα με τα πρότυπα AGRO, όπως προβλέπεται στο άρθρο 14, της ΚΥΑ 267623/28.08.2007 (Β'1723/ 29-08-2007) και με τα εκάστοτε ισχύοντα.
(γε) Τέλος υπηρεσιών για την αξιολόγηση και επίβλεψη των Οργανισμών Ελέγχου και Πιστοποίησης προϊόντων βιολογικής γεωργίας, κατά την παρ. 4 του άρθρου 42 του ν.2637/1998 (Α'200) και το άρθρο 22 της Υπουργικής Απόφασης 2543/103240/2017 (Β'3529/09-10-2017) όπως κάθε φορά ισχύουν.
(γστ) Κόστος υπηρεσιών ελέγχου και πιστοποίησης επιχειρήσεων παραγωγής προϊόντων γεωγραφικών ενδείξεων και ονομασιών προέλευσης γεωργικών προϊόντων και τροφίμων σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 510/2006 του Συμβουλίου, του Κανονισμού (ΕΚ) 1898/2006 της Επιτροπής, του Κανονισμού (ΕΕ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του άρθρου 9 της ΚΥΑ 261611/2007 (Β'406/22-03-2007) όπως κάθε φορά ισχύουν.
(γζ) Κόστος υπηρεσιών ελέγχου και πιστοποίησης επιχειρήσεων παραγωγής προϊόντων Ειδικών Πτηνοτροφικών Εκτροφών (ΕΠΕ), σε εφαρμογή των διατάξεων των Κανονισμών (ΕΟΚ) 1906/1990 και 1907/1990 του Συμβουλίου, της περίπτωσης (η) του άρθρου 35 του ν.2637/1998 και του άρθρου 12 της ΚΥΑ 313875/2004 (Β'1844/13-12-2004), όπως κάθε φορά ισχύουν.
(γη) Η ειδική εισφορά που καταβάλλουν, εφάπαξ, οι Γεωργικοί Σύμβουλοι και οι συνεργάτες αυτών για την εγγραφή τους στα Μητρώα του Οργανισμού, όπως προβλέπεται στην παρ. 5, του άρθρου 12, της ΚΥΑ 1729/37159/2013 (Β'767), καθώς και η εισφορά επί της αμοιβής που λαμβάνουν για τις παρεχόμενες προς τους αγρότες υπηρεσίες, όπως προβλέπεται στην παρ. 1, του άρθρου 55, του ν. 4235/2014 (Α' 32) όπως κάθε φορά ισχύουν.
δ) Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο, όπως πρόστιμα, χορηγίες, κληρονομιές, δωρεές, ενισχύσεις, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές φυσικών ή νομικών προσώπων, του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, της ημεδαπής ή αλλοδαπής.

2. Οι πόροι του Οργανισμού, διατίθενται για:
α) Την κάλυψη κατά προτεραιότητα των δαπανών μισθοδοσίας των εργαζομένων, τις οποίες δαπάνες εγγυάται πλήρως το κράτος.
β) Την κάλυψη των λειτουργικών του εξόδων και κεφαλαίων συντήρησης και ανάπτυξης υποδομών.
γ) Την πληρωμή των κάθε είδους δαπανών που απαιτούνται για την εκπλήρωση της αποστολής του μετά από απόφαση του ΔΣ.
δ) Την αποπληρωμή τυχόν οφειλών του και
ε) Την προβολή και προώθηση της αποστολής του Οργανισμού μέσω χορηγιών/δωρεών σε νομικά πρόσωπα κοινωφελούς χαρακτήρα.

3. Τα έσοδα κατατίθενται σε τραπεζικούς λογαριασμούς, οι οποίοι διακινούνται με εντολές που υπογράφονται γραπτά ή ηλεκτρονικά από τα εξουσιοδοτημένα, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, όργανα.

4. Για την είσπραξη των εσόδων του Οργανισμού εφαρμόζονται οι διατάξεις της αριθμ. ΔΠΕΙΣ Α 1140176 ΕΞ 2012 (Β' 2756/11-10-2012) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως κάθε φορά ισχύουν.

5. Ο Οργανισμός απαλλάσσεται από την καταβολή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) για τα εισαγόμενα ερευνητικά όργανα, εξαρτήματα, πάσης φύσεως υλικά εξοπλισμού και αναλώσιμα που είναι αναγκαία για την υλοποίηση των ερευνητικών του προγραμμάτων. Ο Οργανισμός τηρεί διπλογραφικό σύστημα και συντάσσει υποχρεωτικά κάθε έτος οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Γ.Π.) του ν. 4410/2016, όπως κάθε φορά ισχύει.

6. Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να διατάξει οποτεδήποτε έκτακτο οικονομικό έλεγχο της διαχείρισης του Οργανισμού.

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στην επιβολή ΦΠΑ στις υπηρεσίες και τα προϊόντα που υπάγονται στο καθ' ύλην αντικείμενο του Οργανισμού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Άρθρο 5
Όργανα Διοίκησης


Τα όργανα διοίκησης του Οργανισμού είναι: α) το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) και β) ο Διευθύνων Σύμβουλος

Άρθρο 6
Διοικητικό Συμβούλιο


1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) του Οργανισμού είναι επταμελές και αποτελείται από:
α) Τον Πρόεδρο του ΔΣ.
β) Τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Οργανισμού.
γ) Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι ορίζονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
δ) Έναν καθηγητή ή ερευνητή, βαθμίδας Α' ή Β', γεωτεχνικής ή συναφούς ειδικότητας με τα αντικείμενα του Οργανισμού, που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
ε) Έναν εκπρόσωπο του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ) με τον αναπληρωτή του, που προτείνονται από το ΔΣ του ΓΕΩΤΕΕ.
στ) Έναν εκπρόσωπο του ερευνητικού προσωπικού του Οργανισμού, που εκλέγεται με τον αναπληρωτή του από το σύνολο του προσωπικού αυτού, με ευθύνη του Οργανισμού.
ζ) Έναν εκπρόσωπο του προσωπικού των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ του Οργανισμού, που εκλέγεται με τον αναπληρωτή του από το σύνολο του προσωπικού αυτού, με ευθύνη του Οργανισμού.

2. Τα μέλη του ΔΣ με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Η διάρκεια της θητείας των μελών του ΔΣ είναι τετραετής με δυνατότητα ανανέωσης μία φορά και για ίσο χρονικό διάστημα.

4. Τα μέλη του ΔΣ, των οποίων λήγει η θητεία, εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την αντικατάστασή τους και λαμβάνουν την αντιμισθία ή την αποζημίωση που προβλέπεται για την άσκηση των καθηκόντων τους.

5. Σε περίπτωση αποχώρησης μέλους του ΔΣ για οποιονδήποτε λόγο και ιδίως λόγω θανάτου, παραίτησης, απώλειας της ιδιότητας για την οποία διορίστηκε ως μέλος, το μέλος αντικαθίσταται για το υπόλοιπο της θητείας του, με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

6. Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος Πανεπιστημιακής ή Τεχνολογικής Εκπαίδευσης του Οργανισμού, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του ΔΣ.

7. Εισηγητής των θεμάτων στο ΔΣ είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος. Επίσης εισηγητές μπορεί να είναι τα μέλη του ΔΣ και στελέχη του Οργανισμού εξουσιοδοτημένα από τον Πρόεδρο του ΔΣ ή τον Διευθύνοντα Σύμβουλο.

8. Στις συνεδριάσεις του ΔΣ παρίσταται χωρίς δικαίωμα ψήφου ο Νομικός Σύμβουλος του Οργανισμού. Μπορούν επίσης να παρίστανται οι Προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων, καθώς και κάθε στέλεχος του οργανισμού ή τρίτος που θα προσκληθεί από τον Πρόεδρο του ΔΣ.

9. Το ΔΣ συγκαλείται με έγγραφη πρόσκληση του Προέδρου, τακτικά μία φορά τον μήνα και έκτακτα, όταν το κρίνει απαραίτητο ο Πρόεδρός του ή όταν ζητηθεί εγγράφως από τουλάχιστον τέσσερα (4) μέλη.

10. Το ΔΣ έχει απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον τέσσερα (4) από τα μέλη του, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται υποχρεωτικά ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος ή οι κατά περίπτωση αναπληρωτές τους. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

11. Τον Πρόεδρο ελλείποντα, απόντα ή κωλυόμενο αναπληρώνει στα καθήκοντά του ο Διευθύνων Σύμβουλος του Οργανισμού. Στην περίπτωση που το ΔΣ συνεδριάζει χωρίς την παρουσία του Προέδρου για τη ύπαρξη απαρτίας απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον πέντε (5) μελών του, συμπεριλαμβανομένου του Διευθύνοντος Συμβούλου που αναπληρώνει τον Πρόεδρο.

12. Τα πρακτικά του ΔΣ υπογράφονται από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα του ΔΣ, αφού προηγουμένως επικυρωθούν από το ΔΣ.

13. Ο Πρόεδρος, ο Διευθύνων Σύμβουλος και τα μέλη του ΔΣ δεν έχουν δικαίωμα ψήφου σε αποφάσεις του ΔΣ, που αφορούν θέματα σχετικά με τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων του σε αυτούς ή άπτονται προσωπικών τους θεμάτων.

14. Για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις του ΔΣ, ο Πρόεδρος, ο Διευθύνων Σύμβουλος, τα Μέλη του, ο Νομικός Σύμβουλος και ο Γραμματέας λαμβάνουν αποζημίωση, η οποία καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 όπως κάθε φορά ισχύουν.

15. Για τις μετακινήσεις του Προέδρου του ΔΣ, του Διευθύνοντος Συμβούλου, των μελών του ΔΣ και του Γραμματέα εφαρμόζονται οι διατάξεις της υποπαραγράφου Δ9
της παραγράφου Δ' του ν. 4336/2015 (Α' 94), εξαιρουμένου του περιορισμού του αριθμού των ημερών μετακινήσεων, όπως κάθε φορά ισχύουν.

16. Το ΔΣ καταρτίζει Κανονισμό Λειτουργίας με τον οποίο καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του που εγκρίνεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής ο τρόπος λειτουργίας του ΔΣ ρυθμίζεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του ν.2690/1999 (Α' 45), όπως κάθε φορά ισχύει.

17. Το ΔΣ έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) Χαράσσει την πολιτική του Οργανισμού και συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει με αποφάσεις του το επιτελούμενο από τον Οργανισμό έργο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
β) Καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού και ύστερα από έγκριση των συναρμόδιων Υπουργών, Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
γ) Υποβάλλει στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων γνωμοδοτήσεις, εισηγήσεις και προτάσεις για κάθε θέμα, που αφορά στην επίτευξη της αποστολής του Οργανισμού.
δ) Διαχειρίζεται την περιουσία και τους πόρους του Οργανισμού και αποφασίζει για κάθε είδους δαπάνες, για τη σύναψη δανείων, την αποδοχή των κάθε είδους επιχορηγήσεων, χρηματοδοτήσεων, δωρεών και εισφορών τρίτων, την ανάθεση μελετών και έργων σε τρίτους, την αγορά και πώληση, εκμίσθωση, μίσθωση κινητών και ακινήτων. Η σύναψη δανείων και η αγορά ή πώληση ακινήτου, πραγματοποιείται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ύστερα από εισήγηση του ΔΣ.
ε) Συνάπτει πάσης φύσεως συμφωνίες με διεθνείς και ελληνικούς δημόσιους φορείς καθώς και με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, αξιοποιεί και εκμεταλλεύεται την ακίνητη και κινητή περιουσία του καθώς και την ακίνητη περιουσία του Δημοσίου, της οποίας ο Οργανισμός έχει τη νομή και τη χρήση, κατόπιν παραχώρησης και παρέχει εξειδικευμένες υπηρεσίες σε αντικείμενα που άπτονται των αρμοδιοτήτων του.
στ) Καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για έγκριση τον ετήσιο προϋπολογισμό, καθώς και τις απαραίτητες τροποποιήσεις που γίνονται στον προϋπολογισμό κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρήσης του.
ζ) Προκηρύσσει τη θέση για τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας εφαρμόζοντας τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν.4310/2014 (Α'258), όπως κάθε φορά ισχύουν για τον Διευθυντή Ερευνητικού Κέντρου της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η προβλεπόμενη από το άρθρο 16 του ν.4310/2014 επταμελής ειδική επιτροπή κριτών συγκροτείται με απόφαση του ΔΣ του Οργανισμού. Για την αξιολόγηση των υποψηφίων η ειδική επιτροπή κριτών λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του ερευνητικού προσωπικού που υπηρετεί στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας και τα ερευνητικά Ινστιτούτα, η οποία εκφράζεται ενώπιον της επιτροπής. Η διαδικασία έκφρασης γνώμης καθορίζεται στον εσωτερικό Κανονισμό του Οργανισμού. Πέντε μέλη και πέντε αναπληρωματικά επιλέγονται με κλήρωση από τον κατάλογο επιστημόνων της ημεδαπής καθηγητών ΑΕΙ και ερευνητών Α' βαθμίδας με γνωστικό αντικείμενο συναφές με την αγροτική έρευνα, η κατάρτιση του οποίου αποτελεί φροντίδα της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας. Τα δύο μέλη και δύο αναπληρωματικά της ειδικής επιτροπής κριτών είναι ερευνητές Α' βαθμίδας του Οργανισμού και εκλέγονται από το σύνολο του ερευνητικού προσωπικού του Οργανισμού. Η ευθύνη καθορισμού της διαδικασίας και της εκλογής των δύο αυτών μελών ανήκει στο ΔΣ του Οργανισμού. Το ΔΣ του Οργανισμού ασκεί επίσης κατ' αναλογία όλες τις αρμοδιότητες που οι σχετικές διατάξεις του ν. 4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύει αναθέτουν την άσκησή τους στον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
η) Προκηρύσσει τις θέσεις και προσλαμβάνει τους Διευθυντές των ερευνητικών Ινστιτούτων εφαρμόζοντας κατ' αναλογία τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν.4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύουν για τους Διευθυντές των Ινστιτούτων της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η προβλεπόμενη από το άρθρο 16 του ν.4310/2014 επταμελής ειδική επιτροπή κριτών συγκροτείται με απόφαση του ΔΣ του Οργανισμού. Πέντε μέλη και πέντε αναπληρωματικά επιλέγονται με κλήρωση από τον κατάλογο επιστημόνων της ημεδαπής καθηγητών ΑΕΙ και ερευνητών Α' βαθμίδας με γνωστικό αντικείμενο συναφές με τα γνωστικά αντικείμενα του οικείου Ινστιτούτου, η κατάρτιση του οποίου καταλόγου αποτελεί φροντίδα της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Έρευνας. Τα δύο μέλη και δύο αναπληρωματικά της ειδικής επιτροπής κριτών είναι ερευνητές Α' βαθμίδας του Οργανισμού και εκλέγονται από το σύνολο του ερευνητικού προσωπικού του οικείου Ινστιτούτου και αν δεν επαρκούν ή δεν υπάρχουν, από το σύνολο των ερευνητών του Οργανισμού που θεραπεύουν συναφές γνωστικό αντικείμενο με τα γνωστικά αντικείμενα του Ινστιτούτου που έχει προκηρυχθεί η θέση του Διευθυντή. Η ευθύνη καθορισμού της διαδικασίας και της εκλογής των δύο αυτών μελών ανήκει στο ΔΣ του Οργανισμού. Η επιτροπή για την αξιολόγηση των υποψηφίων λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των ερευνητών και του λοιπού προσωπικού του οικείου Ινστιτούτου, η οποία εκφράζεται ενώπιον της ειδικής επιτροπής κριτών. Η διαδικασία έκφρασης γνώμης καθορίζεται στον εσωτερικό Κανονισμό του Οργανισμού. Το ΔΣ του Οργανισμού ασκεί επίσης κατ' αναλογία όλες τις αρμοδιότητες που οι σχετικές διατάξεις του ν.4310/2014, όπως κάθε φορά ισχύουν, αναθέτουν την άσκησή τους στον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
θ) Προκηρύσσει τις θέσεις ευθύνης των Προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, εξαιρουμένων των αναφερομένων στα στοιχεία ζ' και η' της παρούσης παραγράφου, κατ' αναλογία των διατάξεων του άρθρου 29 του ν. 4369/2016 (Α'33), όπως κάθε φορά ισχύουν και σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό.
ι) Προκηρύσσει τη θέση και επιλέγει τον Νομικό Σύμβουλο του Οργανισμού από τους έμμισθους δικηγόρους που διαθέτουν τα προσόντα με εσωτερική πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σύμφωνα με τις διατάξεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας.
ια) Προκηρύσσει τις κενές οργανικές θέσεις της κατηγορίας του ερευνητικού προσωπικού και προσλαμβάνει το προσωπικό σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου.
ιβ) Προκηρύσσει τις κενές οργανικές θέσεις των Δικηγόρων καθώς των κατηγοριών Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) και Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ) και προσλαμβάνει το προσωπικό και τους Δικηγόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου.
ιγ) Προσλαμβάνει το εποχικό προσωπικό σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994, όπως κάθε φορά ισχύουν και αποφασίζει για την απασχόληση του συνεργαζόμενου ερευνητικού, επιστημονικού, διοικητικού, οικονομικού και λοιπού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή των αναδόχων με συμβάσεις μίσθωσης έργου στο πλαίσιο των πάσης φύσεως προγραμμάτων και έργων του Οργανισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου.
ιδ) Αποφασίζει επί των ενστάσεων κατά των αποφάσεων του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Οργανισμού.
ιε) Αξιοποιεί τα ερευνητικά αποτελέσματα και κάθε άλλο έργο πνευματικής ιδιοκτησίας του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό είτε απευθείας είτε με τη δημιουργία ή συμμετοχή του Οργανισμού στην ίδρυση νεοσύστατων εταιριών Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας, τεχνοβλαστών (spinoff), ή άλλων σχετικών καινοτόμων επιχειρήσεων καθώς και νομικών προσώπων με οποιαδήποτε νομική μορφή και οργανωτική δομή, όπως θεματικά δίκτυα προηγμένης έρευνας, συστάδες επιχειρήσεων, Τράπεζες Διατήρησης Γενετικού Υλικού, εθνικές συλλογές, επιδεικτικά αγροκτήματα με κύριο σκοπό την αγροτική έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία και γενικότερα την προαγωγή της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας στον αγροτικό τομέα.
Για την επίτευξη των στόχων του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να ιδρύει εταιρείες ή να συμμετέχει μαζί με τρίτους, νομικά και φυσικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου σε εταιρείες του εμπορικού ή συνεταιριστικού νόμου. ιστ) Ενθαρρύνει και συντονίζει με αποφάσεις του την επιστημονική και ερευνητική συνεργασία του προσωπικού του Οργανισμού για την ανάληψη κοινών ερευνητικών και αναπτυξιακών δράσεων με τα κοινά Επιστημονικά Συμβούλια των Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας ή με τη σύσταση Ειδικών Επιστημονικών Επιτροπών κατά περίπτωση. ιζ) Συγκροτεί ομάδες έργου, στις οποίες συμμετέχουν, εκτός από υπαλλήλους του Οργανισμού και ειδικοί επιστήμονες που δεν υπηρετούν στον Οργανισμό, με συμβάσεις μίσθωσης έργου για την ανάληψη και υλοποίηση των ερευνητικών, εκπαιδευτικών και αναπτυξιακών έργων και προγραμμάτων, την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών και εκπόνηση μελετών που χρηματοδοτούνται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Διεθνών Οργανισμών, νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και φυσικών προσώπων. Για την κατάρτιση των συμβάσεων αυτών, που αφορούν αποκλειστικά στο κατά περίπτωση οικείο έργο, πρόγραμμα, μελέτη ή παροχή υπηρεσίας του Οργανισμού σε τρίτους, προηγείται δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος που δημοσιεύεται στο διαδίκτυο και στην επίσημη ιστοσελίδα του Οργανισμού και του ΥΠΑΑΤ και ακολουθούνται όσα οι εκάστοτε σχετικοί νόμοι προβλέπουν.
ιη) Εισηγείται προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων το ύψος του τέλους χρήσης των σημάτων ποιότητας ή σημάτων συμμόρφωσης, αγροτικών προϊόντων ή διαδικασιών παραγωγής. Η επιβολή και το ύψος του τέλους καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
ιθ) Αναστέλλει προσωρινά τη λειτουργία οργανικών μονάδων του Οργανισμού και αναθέτει τις αρμοδιότητές τους σε άλλες ομοειδείς.
κ) Καταρτίζει στο πρώτο τρίμηνο κάθε έτους, μετά από εισηγήσεις των Προϊσταμένων των Γενικών Διευθύνσεων, την ετήσια έκθεση πεπραγμένων του Οργανισμού και την υποβάλλει στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης για έγκριση.
κα) Αποφασίζει για θέματα της αρμοδιότητάς του, που παραπέμπονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή εισάγονται από τον Πρόεδρο ή το Διευθύνοντα Σύμβουλο.
κβ) Αποφασίζει για κάθε θέμα του Οργανισμού που δεν αποτελεί αρμοδιότητα άλλου διοικητικού οργάνου.
κγ) Επιτρέπεται να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του στον Πρόεδρο του ΔΣ, στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, στα Περιφερειακά Συμβούλια, στους Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων και σε στελέχη του Οργανισμού, εξαιρουμένων όσων αναφέρονται στα στοιχεία α), β), δ), ε), στ), ζ), η), θ), ι), ια), ιβ), ιγ), ιδ), ιε), ιζ), ιθ), κ), κα) και κβ).

18. Για την επίτευξη των σκοπών του και τη διαμόρφωση της πολιτικής του Οργανισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο καλεί εφόσον κρίνεται απαραίτητο, σε συνεδριάσεις τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου (ΕΣ), τους Γενικούς Διευθυντές και τους Προέδρους των Περιφερειακών Συμβουλίων (ΠΕΣΥ) του Οργανισμού, εκπροσώπους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων (ΕΦΕΤ, ΜΦΙ, ΙΓΕ, ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΛΓΑ), εκπροσώπους των ΑΕΙ και ΤΕΙ, καθώς και εκπροσώπους των Συνεταιριστικών Οργανώσεων των αγροτών, των αγροτικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων τροφίμων, των Διεπαγγελματικών Οργανώσεων και των φορέων πιστοποίησης.

Άρθρο 7
Πρόεδρος


1. Ο Πρόεδρος του ΔΣ επιλέγεται από συναφούς ειδικότητας με τα αντικείμενα του Οργανισμού επιστήμονες εγνωσμένου κύρους του Εθνικού Μητρώου Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, που συστάθηκε με τον ν. 4369/2016, όπως ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του νόμου αυτού, ύστερα από δημοσίευση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και σύμφωνα με τη διαδικασία επιλογής που περιγράφεται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 8 του ιδίου νόμου, όπως κάθε φορά ισχύει. Η θέση του Προέδρου είναι πλήρους απασχόλησης.

2. Η θητεία του Προέδρου του ΔΣ είναι τετραετής, με δικαίωμα ανανέωσης για μία (1) φορά και για ίσο χρονικό διάστημα. Σε περίπτωση κένωσης της θέσης, παύσης των καθηκόντων του εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 7 του ν. 4369/2016, όπως κάθε φορά ισχύουν.

3. Ο Πρόεδρος του ΔΣ αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του άρθρου 9 παρ. 2 του ν. 4369/2016 και για την υπηρεσιακή του κατάσταση ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 11 του ιδίου νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν.

4. Ο Πρόεδρος του ΔΣ:
α) Εκπροσωπεί τον Οργανισμό στις σχέσεις του με τις δημόσιες αρχές καθώς και στις σχέσεις του με τους ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς και οργανισμούς της ημεδαπής και της αλλοδαπής .
β) Εφαρμόζει την πολιτική του Οργανισμού στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των αποφάσεων του ΔΣ.
γ) Υπογράφει πρωτόκολλα συνεργασίας και συμφωνητικά με τρίτους, που αφορούν στην πολιτική, στους στρατηγικούς στόχους, στις αρμοδιότητες και δραστηριότητες του Οργανισμού.
δ) Υπογράφει τους τίτλους σπουδών, τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις, που χορηγεί ο Οργανισμός στους δικαιούχους για την αποφοίτησή τους από τις Επαγγελματικές Σχολές και τις δομές κατάρτισης, καθώς και τα έγγραφα πιστοποίησης των αγροτικών προϊόντων.
ε) Καθορίζει σε συνεργασία με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο τα θέματα της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων του ΔΣ.
στ) Συγκαλεί και διευθύνει τις συνεδριάσεις του ΔΣ.
ζ) Υπογράφει με τον Γραμματέα του ΔΣ τα πρακτικά του ΔΣ, τα αντίγραφα και τα αποσπάσματα αυτών καθώς, και τις αποφάσεις αυτού.
η) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του αναθέτει ο νόμος αυτός, οι Κανονισμοί του Οργανισμού και το ΔΣ.
θ) Μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του ή το δικαίωμα υπογραφής στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, στους Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων καθώς και σε στελέχη του Οργανισμού.

5. Τον Πρόεδρο του ΔΣ ελλείποντα, απόντα ή κωλυόμενο αναπληρώνει στα καθήκοντά του ο Διευθύνων Σύμβουλος.

6. Στον Πρόεδρο του ΔΣ καταβάλλεται αμοιβή που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 4354/2015, όπως κάθε φορά ισχύουν.

7. Ο Πρόεδρος του ΔΣ για το χρόνο της θητείας του ασφαλίζεται στον ασφαλιστικό οργανισμό κύριας και επικουρικής ασφάλισης του προσωπικού του Οργανισμού, εφόσον κατά τον ίδιο χρόνο δεν καλύπτεται αντίστοιχα από άλλη κύρια και επικουρική ασφάλιση.

Άρθρο 8
Διευθύνων Σύμβουλος


1. Ο Διευθύνων Σύμβουλος επιλέγεται από το Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης που συστάθηκε με τον ν. 4369/2016 καθώς και από υποψηφίους που δεν υπηρετούν στο δημόσιο τομέα, όπως ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του νόμου αυτού, ύστερα από δημοσίευση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και σύμφωνα με τη διαδικασία επιλογής που περιγράφεται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 8 του ιδίου νόμου. Η θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.

2. Η θητεία του Διευθύνοντος Συμβούλου είναι τετραετής, με δικαίωμα ανανέωσης για μία (1) φορά και για ίσο χρονικό διάστημα. Σε περίπτωση κένωσης της θέσης, παύσης των καθηκόντων του εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 7 του ν. 4369/2016, όπως κάθε φορά ισχύουν.

3. Ο Διευθύνων Σύμβουλος αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του άρθρου 9 του ν. 4369/2016 και για την υπηρεσιακή του κατάσταση ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 11 του ιδίου νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν.

4. Ο Διευθύνων Σύμβουλος είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο του Οργανισμού και έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) Εισηγείται στο ΔΣ. του Οργανισμού προτάσεις για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων και έργων αγροτικής έρευνας, αγροτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, διασφάλισης της ποιότητας και της προέλευσης αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, που διενεργεί ο Οργανισμός σε συνεργασία με τους επικεφαλείς των κατά περίπτωση οικείων Γενικών Διευθύνσεων, εφόσον δεν προβλέπεται από τον νόμο αυτόν εισήγηση άλλου οργάνου.
β) Εκτελεί δια των οργανικών μονάδων του Οργανισμού τις αποφάσεις του ΔΣ.
γ) Είναι διοικητικός προϊστάμενος των οργανικών μονάδων του Οργανισμού.
δ) Υπογράφει όλα τα έγγραφα του Οργανισμού, τα οποία αφορούν στην εσωτερική διοικητική λειτουργία του.
ε) Φροντίζει για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, ισολογισμού και απολογισμού του Οργανισμού.
στ) Παρακολουθεί, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει το προσωπικό του Οργανισμού.
ζ) Έχει την ευθύνη για το συντονισμό των δραστηριοτήτων του Οργανισμού, σε συνεργασία με τους κατ' αντικείμενο αρμόδιους Γενικούς Διευθυντές.
η) Αποφασίζει για έκτακτα και κατεπείγοντα θέματα και υποβάλλει, εκτός ημερήσιας διάταξης, τις αποφάσεις αυτές για έγκριση στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου. θ) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του αναθέτει ο νόμος αυτός, οι Κανονισμοί και το ΔΣ του Οργανισμού.

5. Ο Διευθύνων Σύμβουλος μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του ή το δικαίωμα υπογραφής προς τους Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων καθώς και σε στελέχη του Οργανισμού.

6. Τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ελλείποντα, απόντα ή κωλυόμενο αναπληρώνει στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του, εκτός εκείνης της αναπλήρωσης του Προέδρου του ΔΣ, από άλλο μέλος του ΔΣ ή από Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης, που ορίζεται από το ΔΣ στην πρώτη συνεδρίασή του.

7. Στον Διευθύνοντα Σύμβουλο καταβάλλεται αμοιβή που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 22 του Ν. 4354/2015, όπως κάθε φορά ισχύουν.

8. Ο Διευθύνων Σύμβουλος για τον χρόνο της θητείας του ασφαλίζεται στον ασφαλιστικό οργανισμό κύριας και επικουρικής ασφάλισης του προσωπικού του Οργανισμού, εφόσον κατά τον ίδιο χρόνο δεν καλύπτεται αντίστοιχα από άλλη κύρια και επικουρική ασφάλιση.

Άρθρο 9
Επιστημονικό Συμβούλιο


1. Στον Οργανισμό λειτουργεί Επιστημονικό Συμβούλιο (ΕΣ), τετραετούς θητείας, με συμβουλευτική αρμοδιότητα επί ερευνητικών, εκπαιδευτικών και γενικότερα επιστημονικών θεμάτων ενδιαφέροντος του Οργανισμού, το οποίο αποτελείται από πέντε (5) έως επτά (7) μέλη με διεθνώς αναγνωρισμένο κύρος και εμπειρία σε ειδικότητες σχετικές με τους σκοπούς του Οργανισμού. Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ορίζει με απόφασή του τα μέλη του Επιστημονικού Συμβουλίου, μετά από πρόταση του ΔΣ, η οποία περιλαμβάνει διπλάσιο αριθμό από τα προβλεπόμενα μέλη του ΕΣ από όλα τα επιστημονικά πεδία που σχετίζονται με την αποστολή του Οργανισμού. Ο Πρόεδρος του ΕΣ εκλέγεται από τα μέλη του ΕΣ.
Η ιδιότητα των μελών του ΕΣ δεν είναι ασυμβίβαστη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου με τον Οργανισμό.

2. Στις συμβουλευτικές αρμοδιότητες του ΕΣ ανήκει:
α) Η υποστήριξη του Διοικητικού Συμβουλίου και των Περιφερειακών Συμβουλίων
του Οργανισμού στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
β) Η παρακολούθηση των ερευνητικών, αναπτυξιακών, εκπαιδευτικών και των προγραμμάτων αγροτικής κατάρτισης του Οργανισμού, η διαμόρφωση προτάσεων για το στρατηγικό σχεδιασμό του οργανισμού και της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού.
γ) Η υποστήριξη του Οργανισμού στην εκτέλεση και αποτίμηση του ερευνητικού και εκπαιδευτικού του έργου, καθώς και στη διαμόρφωση σχετικής έκθεσης προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όποτε αυτή ζητείται.
δ) Η υποστήριξη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού στη σύνταξη γνωμοδοτήσεων σε ειδικά ερωτήματα που υποβάλλονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή από άλλες δημόσιες αρχές.

3. Η λειτουργία του Επιστημονικού Συμβουλίου καθορίζεται με απόφαση του ΔΣ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

ΜΕΡΟΣ Α'

Άρθρο 10
Κεντρικές και Περιφερειακές Οργανικές Μονάδες - Επιχειρησιακοί Στόχοι - Αρμοδιότητες


1. Στον Οργανισμό συνιστώνται οι παρακάτω οργανικές μονάδες:
α) Νομική Υπηρεσία, επιπέδου Διεύθυνσης, υπαγόμενη στον Πρόεδρο του ΔΣ και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, η οποία αποτελείται από
(α.α) Τμήμα Δικαστικών Υποθέσεων, Ελέγχου Συμβάσεων με τρίτους και Γνωμοδοτήσεων και
(α.β) Τμήμα Νομικής Τεκμηρίωσης, Νομοπαρασκευαστικών Εργασιών και Διοικητικής Υποστήριξης, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα,
β) Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου, επιπέδου Τμήματος, υπαγόμενη στο Διοικητικό Συμβούλιο, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα,
γ) Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας, υπαγόμενη στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, η οποία συγκροτείται από:
(γ.α) Την Κεντρική Διεύθυνση που αποτελείται από
(γ.α.α) το Τμήμα Σχεδιασμού και Προγραμματισμού,
(γ.α.β) το Τμήμα Προγραμμάτων και
(γ.α.γ) το Τμήμα Αξιοποίησης Αποτελεσμάτων Έρευνας, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα, και τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας,
(γ.β) Το Ινστιτούτο Ζωικής Παραγωγής, με έδρα στην Παραλίμνη Γιαννιτσών, στο οποίο υπάγεται Τομέας Μελισσοκομίας που εδρεύει στον Άγιο Μάμμα Χαλκιδικής,
(γ.γ) Το Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, με έδρα τη Θεσσαλονίκη,
(γ.δ) Το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, με έδρα τη Θεσσαλονίκη,
(γ.ε) Το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, στο οποίο υπάγεται
(γ.ε.α) Τμήμα Φυλλοβόλων, Οπωροφόρων Δένδρων που εδρεύει στη Νάουσα και
(γ.ε.β) Εργαστήριο Ελέγχου Καπνού που εδρεύει στη Δράμα (πρώην Καπνολογικό Ινστιτούτο),
(γ.στ) Το Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, στο οποίο υπάγεται το Τμήμα Εγγείων Βελτιώσεων που εδρεύει στη Σίνδο Θεσσαλονίκης,
(γ.ζ) Το Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας, με έδρα την Καβάλα,
(γ.η) Το Ινστιτούτο Γάλακτος και Προϊόντων Ζωικής Παραγωγής, με έδρα τα Ιωάννινα,
(γ.θ) Το Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Θεσσαλίας, με έδρα τη Λάρισα, στο οποίο υπάγονται,
(γ.θ.α) το Τμήμα Φυτοπροστασίας που εδρεύει στον Βόλο,
(γ.θ.β) Τμήμα Ακρόδρυων που εδρεύει στις Βαρδάτες Λαμίας και
(γ.θ.γ) Εθνικό Κέντρο Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος, ως Τομέας Βάμβακος με έδρα την Καρδίτσα,
(γ.ι) Το Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, με έδρα την Πάτρα, στο οποίο υπάγονται,
(γ.ι.α) Τμήμα Ελαίας και Οπωροκηπευτικών που εδρεύει στην Καλαμάτα και
(γ.ι.β) Τομέας Οπωροκηπευτικών που εδρεύει στον Κόροιβο Πύργου,
(γ.ια) Το Ινστιτούτο Εδαφολογίας και Γεωργικής Μηχανικής με έδρα την Αθήνα, στο οποίο λειτουργεί Τμήμα Γεωργικής Μηχανικής,
(γ.ιβ) Το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Τροφίμων, Οίνου και Αμπέλου, με έδρα την Αθήνα, στο οποίο υπάγεται το Εργαστήριο Ελαιολάδου που εδρεύει στη Μυτιλήνη της Λέσβου,
(γ.ιγ) Το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, με έδρα την Αθήνα,
(γ.ιδ) Το Ινστιτούτο Αγροτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας, με έδρα την Αθήνα,
(γ.ιε) Το Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου Κρήτης, με έδρα τα Χανιά, στο οποίο λειτουργεί
(γ.ιε.α) Τμήμα Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών και υπάγονται
(γ.ιε.β) το Τμήμα Αμπέλου, Λαχανοκομίας και Ανθοκομίας που εδρεύει στο Ηράκλειο και
(γ.ιε.γ) το Τμήμα Φυτοπροστασίας που εδρεύει στο Ηράκλειο.
δ) Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Διασφάλισης Ποιότητας Αγροτικών Προϊόντων, υπαγόμενη στον Διευθύνοντα, η οποία διαρθρώνεται στις εξής Διευθύνσεις:
(δ.α) Τη Διεύθυνση Ανάπτυξης, Πιστοποίησης και Προδιαγραφών που αποτελείται από
(δ.α.α) το Τμήμα Ανάπτυξης, Εφαρμογών και Συμβουλευτικής,
(δ.α.β) το Τμήμα Επίβλεψης Ιδιωτικών Φορέων και Προδιαγραφών και
(δ.α.γ) το Τμήμα Πιστοποίησης και Ελέγχων Αγροτικών Προϊόντων, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα,
(δ.β) Τη Διεύθυνση Εποπτείας και Ελέγχων που αποτελείται από
(δ.β.α) το Τμήμα Τεκμηρίωσης, Επιθεωρήσεων και Ελέγχων, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, με το οποίο συνδέονται έξι (6) Εποπτείες Γάλακτος και Κρέατος σε διοικητικό επίπεδο Τμήματος που εδρεύουν στη Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, Ιωάννινα, Λάρισα, Πάτρα, Αθήνα και Ηράκλειο Κρήτης και λειτουργούν στις Περιφερειακές Ενότητες (ι) Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, (ii) Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας, (iii) της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, (iv) της Περιφερειακής Ενότητας Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, (v) της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής και Νήσων Αιγαίου και (vi) Κρήτης και
(δ.β.β) το Τμήμα Εργαστηριακών Ελέγχων, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, με το οποίο συνδέονται τα επτά (7) Εργαστήρια Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος, σε διοικητικό επίπεδο Τμήματος,
(δ.β.β.α) το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος (ΕΕΠΓ) Πέλλας που εδρεύει στα Γιαννιτσά και
(δ.β.β.β) το ΕΕΠΓ που εδρεύει Δράμα τα οποία λειτουργούν στην Περιφερειακή Ενότητα Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης,
(δ.β.β.γ) το ΕΕΠΓ που εδρεύει στα Ιωάννινα και λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας,
(δ.β.β.δ) το ΕΕΠΓ που εδρεύει στη Λάρισα και λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας,
(δ.β.β.ε) το ΕΕΠΓ που εδρεύει στην Πάτρα και λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων,
(δ.β.β.στ) το ΕΕΠΓ Λέσβου που εδρεύει στη Μυτιλήνη και λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Αττικής και Νήσων Αιγαίου και
(δ.β.β.ζ) το ΕΕΠΓ που εδρεύει στο Ρέθυμνο της Κρήτης και λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Κρήτης.
ε) Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, υπαγόμενη στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, η οποία διαρθρώνεται στις εξής Διευθύνσεις:
(ε.α) Τη Διεύθυνση Αγροτικής Εκπαίδευσης που αποτελείται από επτά (7) υπηρεσιακές μονάδες σε επίπεδο Τμήματος:
(ε.α.α) το Τμήμα Σπουδών και Υποστήριξης Αγροτικής Εκπαίδευσης, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα, καθώς και
(ε.α.β) την Επαγγελματική Σχολή (ΕΠΑΣ) Ιωαννίνων (Γαλακτοκομική Σχολή), με έδρα τα Ιωάννινα, που λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας,
(ε.α.γ) την Επαγγελματική Σχολή (ΕΠΑΣ) Καλαμπάκας, (Ξυλογλυπτική και Διακοσμητική Επίπλου), με έδρα την Καλαμπάκα Τρικάλων,
(ε.α.δ) την Επαγγελματική Σχολή (ΕΠΑΣ) Αβερώφειο Λάρισας (Αγροτικά Μηχανήματα και Ζωοτεχνία), με έδρα τη Λάρισα, που λειτουργούν στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας,
(ε.α.ε) την Επαγγελματική Σχολή (ΕΠΑΣ) Νεμέας, (Αμπελουργία - Οινοτεχνία), με έδρα τη Νεμέα Κορίνθου, που λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων,
(ε.α.στ) την Επαγγελματική Σχολή (ΕΠΑΣ) Συγγρού Αττικής (Φυτοτεχνικές Επιχειρήσεις και Αρχιτεκτονική Τοπίου), με έδρα το Μαρούσι Αττικής, που λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Αττικής και Νήσων Αιγαίου και
(ε.α.ζ) την Επαγγελματική Σχολή (ΕΠΑΣ) Μεσσαράς (Θερμοκηπιακές Κατασκευές και Καλλιέργειες) με έδρα τη Μεσσαρά Ηρακλείου Κρήτης που λειτουργεί στην Περιφερειακή Ενότητα Κρήτης. (ε.β) Τη Διεύθυνση Αγροτικής Κατάρτισης που αποτελείται από
(ε.β.α) το Τμήμα Προγραμματισμού και Υποστήριξης Αγροτικής Κατάρτισης με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα,
(ε.β.β) το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με έδρα τη Θεσσαλονίκη,
(ε.β.γ) το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας, με έδρα τα Ιωάννινα,
(ε.β.δ) το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, με έδρα τη Λάρισα,
(ε.β.ε) το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, με έδρα την Πάτρα,
(ε.β.στ) το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης Αττικής και Νήσων Αιγαίου, με έδρα την Αθήνα,
(ε.β.ζ) το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης Κρήτης, με έδρα το Ηράκλειο.
στ) Γενική Διεύθυνση Διοικητικού-Οικονομικού, υπαγόμενη στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, η οποία διαρθρώνεται στις εξής Διευθύνσεις και Τμήματα:
(στ.α) Τη Διεύθυνση Ανθρωπίνων Πόρων και Διοικητικής Μέριμνας που αποτελείται από
(στ.α.α) το Τμήμα Ανθρωπίνων Πόρων,
(στ.α.β) το Τμήμα Διοικητικού,
(στ.α.γ) το Τμήμα Πληροφορικής και Μηχανοργάνωσης και
(στ.α.δ) το Τμήμα Τεχνικών Έργων, Κατασκευών και Αξιοποίησης Περιουσίας, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα,
(στ.β) Τη Διεύθυνση Οικονομικού που αποτελείται από
(στ.β.α) το Τμήμα Προϋπολογισμού,
(στ.β.β) το Τμήμα Λογιστικής Διαχείρισης και Πληρωμών,
(στ.β.γ) το Τμήμα Μισθοδοσίας,
(στ.β.δ) το Τμήμα Προμηθειών και Διαχείρισης Υλικού,
(στ.β.ε) το Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης Προγραμμάτων και Έργων, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα, και
(στ.β.στ) το Τμήμα Οικονομικής Υποστήριξης Εποπτείας και Ελέγχων με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
(στ.γ) Έξι (6) Τμήματα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης που εδρεύουν στη Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Λάρισα, Πάτρα, Αθήνα και Ηράκλειο Κρήτης, υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικού - Οικονομικού και λειτουργούν αντίστοιχα στις Περιφερειακές Ενότητες, (ι) Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, (ii) Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας, (iii) της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, (iv) της Περιφερειακής Ενότητας Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, (v) της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής και Νήσων Αιγαίου και (vi) Κρήτης.
ζ) Υπηρεσία Στρατηγικού Σχεδιασμού και Διεθνούς Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας, επιπέδου Τμήματος, υπαγόμενη στον Πρόεδρο και στον Διευθύνοντα Σύμβουλο, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα, η) Γραφείο Διοίκησης, Γραμματείας Διοικητικού Συμβουλίου και Δημοσίων Σχέσεων, υπαγόμενο στον Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, με έδρα την Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού στην Αθήνα.

2. Για την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων οι ανωτέρω οργανικές μονάδες έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Νομική υπηρεσία. Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για την προάσπιση των συμφερόντων του Οργανισμού από νομικής πλευράς και για τη διασφάλιση της νομιμότητας στη λήψη των διοικητικών αποφάσεων.
(ββ) Για τον έλεγχο της νομιμότητας των κάθε είδους πράξεων που εκδίδονται από τα όργανα διοίκησης του Οργανισμού, από τα διαρκή συλλογικά όργανα και τις
οργανικές μονάδες, όταν αυτό ζητηθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο, τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο.
(γγ) Για τη νομική κάλυψη των οργάνων διοίκησης και του προσωπικού του Οργανισμού έναντι τρίτων για θέματα που δημιουργούνται από την άσκηση των καθηκόντων τους.
(δδ) Για την υποβολή γνωμοδοτήσεων σε κάθε ερώτημα νομικής φύσεως, που τίθεται για τις περιπτώσεις συμβιβασμού ή παραίτησης από δικαιώματα, αξιώσεις, αγωγές και ένδικα μέσα του Οργανισμού.
(εε) Για την παροχή νομικών - τεχνικών συμβουλών και γνωμοδοτήσεων στις οργανικές μονάδες σχετικών με την κατάρτιση και διατύπωση διακηρύξεων κατά την προκήρυξη διαγωνισμών ανάθεσης συμβάσεων προμηθειών, έργων και υπηρεσιών, καθώς και κατά τη διαδικασία εξέλιξης των διαγωνισμών.
(στστ) Για την εξέταση από νομικής άποψης των σχεδίων των συμβάσεων που συντάσσονται από τις οργανικές μονάδες.
(ζζ) Για την ενημέρωση και παροχή οδηγιών στα όργανα διοίκησης, στα συλλογικά όργανα και στις οργανικές μονάδες του Οργανισμού για την εφαρμογή νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, κανονισμών και εγκυκλίων, σε συνεργασία με την κατά περίπτωση αρμόδια Γενική Διεύθυνση και προτείνει τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις.
(ηη) Για την επεξεργασία νομοθετικών πρωτοβουλιών που άπτονται θεμάτων του Οργανισμού, σε συνεργασία με την κατά περίπτωση αρμόδια Γενική Διεύθυνση και την παρακολούθηση του κοινοβουλευτικού έργου.
(θθ) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
β) Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου. Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για την παρακολούθηση της εφαρμογής και συνεχούς τήρησης του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του Οργανισμού και της γενικότερης νομοθεσίας που τον διέπει.
(ββ) Για τον έλεγχο της επάρκειας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου του Οργανισμού και την υποβολή εισηγήσεων σχετικών βελτιωτικών προτάσεων.
(γγ) Για τον έλεγχο της ορθής διενέργειας των δαπανών, της ορθής είσπραξης και εμφάνισης των εσόδων καθώς και της διαχείρισης της περιουσίας του Οργανισμού για τον εντοπισμό τυχόν φαινομένων κακοδιοίκησης και κακοδιαχείρισης, κατάχρησης, σπατάλης, απάτης και την αποτροπή τους στο μέλλον.
(δδ) Για τον έλεγχο εφαρμογής των κανόνων δικαίου, της νομιμότητας και κανονικότητας των δαπανών καθώς και του εσωτερικού κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας του Οργανισμού.
(εε). Για τη διενέργεια οικονομικών και διαχειριστικών ελέγχων.
(στστ) Για την υποβολή εισηγήσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο διενέργειας διοικητικής εξέτασης σε περιπτώσεις εντοπισμού φαινομένων κακοδιοίκησης, κακοδιαχείρισης, κατάχρησης και απάτης, καθώς και απώλειας δικαιολογητικών πληρωμής.
(ζζ) Για τη διαρκή ενημέρωση του Διοικητικού Συμβουλίου για τους ελέγχους που διενεργεί.
(ηη) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
γ) Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας. Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για την κατάρτιση του γενικού προγράμματος δραστηριοτήτων της αγροτικής έρευνας και προγραμματισμού για την επίτευξη των ερευνητικών στόχων του Οργανισμού στο πλαίσιο του εθνικού προγραμματισμού για αγροτική ανάπτυξη.
(ββ) Για την εποπτεία, τον συντονισμό και την καθοδήγηση των θεματικών και κλαδικών δραστηριοτήτων των ερευνητικών Ινστιτούτων τα οποία υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 13. α. του ν.4310/2014 (ΦΕΚ Α'258) όπως κάθε φορά ισχύει και αναφέρονται στο άρθρο 11 του παρόντος νόμου.
(γγ) Για τη συλλογή και επεξεργασία προτάσεων αγροτικών φορέων για έρευνα και τη διαμόρφωση σχετικής εισήγησης προς τα αρμόδια όργανα.
(δδ) Για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων και έργων αγροτικής έρευνας με στόχους την ανάπτυξη της καινοτομίας, την ανάδειξη καινοτόμων οργανωτικών δομών της διατροφικής αλυσίδας από την παραγωγή έως και την εμπορία των αγροτικών προϊόντων, καθώς και των τροφίμων και ποτών. Τη βελτίωση της αγροτικής παραγωγής, την ανάδειξη νέων σύγχρονων παραγωγικών μεθόδων αειφόρου γεωργίας, την αναβάθμιση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων και τη βελτίωση της αποδοτικότητας της αγροτικής παραγωγής, την προστασία και αναβάθμιση του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων.
(εε) Για την ανάληψη ερευνητικών, αναπτυξιακών προγραμμάτων και έργων χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς ή εθνικούς οργανισμούς, φορείς, νομικά ή φυσικά πρόσωπα και την πραγματοποίηση για λογαριασμό τους μελετών, εργαστηριακών αναλύσεων, διαγνώσεων, αξιολογήσεων ποικιλιών, προϊόντων φυτικής, δασικής και ζωικής παραγωγής, ζωοτροφών, φυτοπροστατευτικών προϊόντων, νερού, εδάφους, μηχανημάτων και λιπασμάτων.
(στστ) Για τη διατήρηση των εθνικών φυτικών και ζωικών γενετικών πόρων, ιδιαίτερα όσων απειλούνται από γενετική διάβρωση ή εξαφάνιση, προς όφελος των επόμενων γενεών με την ίδρυση και λειτουργία των Εθνικών Συλλογών και της Τράπεζας Γενετικού Υλικού.
(ζζ) Για τη συγκέντρωση, αποτίμηση και αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της αγροτικής έρευνας.
(ηη) Για την κατάρτιση της ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων με βάση τις αντίστοιχες εκθέσεις των ερευνητικών Ινστιτούτων και μέριμνα για την έγκρισή της από το ΔΣ του Οργανισμού προκειμένου να υποβληθεί στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
(θθ) Για τη διασύνδεση της αγροτικής έρευνας και τεχνολογίας με τις καθ' ύλην αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και των άλλων Υπουργείων που ασχολούνται με συναφή θέματα.
(ιι) Για τον συντονισμό, παρακολούθηση και ενίσχυση της δημιουργίας, βελτίωσης, διατήρησης και παραγωγής ποικιλιών φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού σε συνεργασία με τα κατά περίπτωση αρμόδια ερευνητικά Ινστιτούτα και τους παραγωγικούς φορείς της χώρας στο πλαίσιο της εθνικής αγροτικής πολιτικής καθώς και την εγγραφή νέων ποικιλιών στους αντίστοιχους Εθνικούς Καταλόγους.
(ιαια) Για την παρακολούθηση και εποπτεία της υλοποίησης από τα ερευνητικά Ινστιτούτα των ανατιθέμενων σε αυτά ανταγωνιστικών και μη ερευνητικών εθνικών και διεθνών έργων καθώς των αναπτυξιακών έργων σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
(ιβιβ) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
δ) Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης Διασφάλισης Ποιότητας Αγροτικών Προϊόντων. Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για την εκπόνηση και έκδοση τυποποιητικών εγγράφων (πρότυπα, προδιαγραφές, πρωτόκολλα, οδηγίες, κανονισμοί κ.ά.) που αφορούν στη διασφάλιση της ποιότητας, της ταυτότητας και της προέλευσης των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, καθώς και για τη διαδικασία συγκριτικής αξιολόγησης και την αναγνώριση της ισοδυναμίας ιδιωτικών, ευρωπαϊκών ή διεθνών προτύπων και προδιαγραφών με τα πρότυπα που εκπονεί ο Οργανισμός.
(ββ) Για την εκπόνηση, την έκδοση και την κατοχύρωση σημάτων για τη διάκριση αγροτικών προϊόντων, τροφίμων ή και υπηρεσιών που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις προαιρετικών συστημάτων ποιότητας, καθώς και την έκδοση κανονισμών χρήσης αυτών.
(γγ) Για τον έλεγχο και την πιστοποίηση των προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ), Εγγυημένων Παραδοσιακών Ιδιότυπων Προϊόντων (ΕΠΙΠ) και άλλων προαιρετικών ενδείξεων ποιότητας.
(δδ) Για τον έλεγχο και την πιστοποίηση των προϊόντων Ειδικών Πτηνοτροφικών Εκτροφών (ΕΠΕ).
(εε)Για την επίβλεψη της εφαρμογής συστημάτων πιστοποίησης με στόχο την αύξηση της προστιθέμενης αξίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους.
(στστ) Για την προστασία της ελληνικής προέλευσης των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, την ταυτοποίηση της καταγωγής-προέλευσης της πρώτης ύλης και των τελικών προϊόντων του γάλακτος και του κρέατος, με στόχο την προστασία των συμφερόντων των παραγωγών και των καταναλωτών από απομιμήσεις και αθέμιτο ανταγωνισμό και τον έλεγχο της ποιότητας του γάλακτος.
(ζζ) Για τη συμμετοχή στην υλοποίηση δράσεων προβολής και προώθησης των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων που εμπίπτουν στην έκδοση τυποποιητικών εγγράφων, στον έλεγχο, στην πιστοποίηση και στην επίβλεψη του Οργανισμού.
(ηη) Για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων αναπτυξιακών προγραμμάτων και έργων ή τη συμμετοχή σε συγχρηματοδοτούμενα αναπτυξιακά προγράμματα και έργα άλλων φορέων ή με στόχο την προαγωγή και διασφάλιση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων καθώς και την προστασία - αποκατάσταση και διασφάλιση του περιβάλλοντος και των φυσικών του πόρων.
(θθ) Για την απονομή του Ελληνικού Σήματος σε αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα και τη διενέργεια ελέγχων για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων και των προϋποθέσεων απονομής και διατήρησης του.
(ιι) Για τον έλεγχο της ποιότητας του νωπού (αγελαδινού, πρόβειου και αίγειου) γάλακτος στο πλαίσιο των κανόνων της Κοινής Οργάνωσης γεωργικών Αγορών (ΚΟΑ), καθώς και τον επίσημο έλεγχο (επιθεωρήσεις και επίβλεψη) της ποιότητας του νωπού (αγελαδινού, πρόβειου και αίγειου) γάλακτος που διενεργείται από τα εργαστήρια των αυτοελεγχόμενων μεταποιητών και των ιδιωτικών εργαστηρίων αυτοελέγχου, σύμφωνα με την κείμενη εθνική και ενωσιακή νομοθεσία, από τα διαπιστευμένα Εργαστήρια Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος του Οργανισμού.
(ιαια) Για τον έλεγχο των ισοζυγίων αγορών και πωλήσεων γάλακτος όλων των μονάδων μεταποίησης και εμπορίας γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων για την ταυτοποίηση της καταγωγής-προέλευσης της πρώτης ύλης και των τελικών προϊόντων καθώς και τον έλεγχο της ορθής χρήσης της πρώτης ύλης.
(ιβιβ) Για τον έλεγχο των ισοζυγίων αγορών και πωλήσεων κρέατος όλων των μονάδων σφαγής, τεμαχισμού, τυποποίησης, διακίνησης και εμπορίας, για την ταυτοποίηση της καταγωγής-προέλευσης και του είδους του παραγόμενου και διακινούμενου κρέατος.
(ιγιγ) Για τη διαχείριση της ηλεκτρονικής διαδικτυακής σύνδεσης των σφαγείων και των λοιπών επιχειρήσεων με τον Οργανισμό.
(ιδιδ) Για τον έλεγχο αγοράς των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων του παρόντος νόμου για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων και προϋποθέσεων πιστοποίησης και επισήμανσής τους καθώς και τήρησης των μέτρων που αφορούν στη διακίνηση και εμπορία του γάλακτος και του κρέατος.
(ιειε) Για την αξιολόγηση, αναγνώριση και επίβλεψη ιδιωτικών φορέων ελέγχου και πιστοποίησης αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, σύμφωνα με εθνικά πρότυπα/ τυποποιητικά έγγραφα ή ευρωπαϊκούς Κανονισμούς.
(ιστιστ) Για τον έλεγχο και την πιστοποίηση των πολυλειτουργικών αγροκτημάτων.
(ιζιζ) Για τον έλεγχο και την πιστοποίηση της συμμόρφωσης αγροτικών προϊόντων και τροφίμων ή συστημάτων διαχείρισης της ποιότητάς τους ή διαδικασιών παραγωγής τους προς προαιρετικά, κλαδικά, εθνικά, ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα, προδιαγραφές, κανόνες και κώδικες, καθώς και την απονομή βεβαιώσεων, πιστοποιητικών και σημάτων συμμόρφωσης.
(ιθιθ) Για την τήρηση Μητρώων σχετικών με τις αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης.
(κκ) Για την υλοποίηση επιμορφωτικών προγραμμάτων ελεγκτών, επιθεωρητών και εμπειρογνωμόνων και η εκπόνηση σχετικού εκπαιδευτικού υλικού.
(κακα) Για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των παραγωγών και των καταναλωτών για τα αγροτικά προϊόντα και τα τρόφιμα που υπόκεινται στον έλεγχο και στην πιστοποίηση του Οργανισμού.
(κβκβ) Για τη διενέργεια ελεγκτικού έργου για λογαριασμό άλλων φορέων του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
(κγκγ) Για τη διαχείριση μέτρων και δράσεων του Συστήματος Παροχής Συμβουλών (ΣΠΣ) σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις και την τήρηση σχετικών Μητρώων, όπως καθορίζονται κάθε φορά στην απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που διέπει τη λειτουργία του ΣΠΣ.
(κδκδ) Για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση αναπτυξιακών προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς ή εθνικούς οργανισμούς και φορείς ή τη συμμετοχή σε προγράμματα άλλων φορέων που αφορούν θέματα σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας, προέλευσης-καταγωγής των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων.
(κεκε) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
ε) Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης: Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, σύμφωνα με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό του Οργανισμού καθώς και για την επίβλεψη και παρακολούθηση της διεξαγόμενης γεωργικής επαγγελματικής εκπαίδευσης, της αρχικής και συνεχιζόμενης κατάρτισης και της δια βίου μάθησης των αγροτών.
(ββ) Για την οργάνωση, λειτουργία και αναβάθμιση της αγροτικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης με στόχο την προαγωγή των επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού του αγροτικού τομέα καθώς και τη μετάδοση και διάχυση σε αυτό επιστημονικών και τεχνικών πληροφοριών και δεδομένων που αφορούν στην απόκτηση εργασιακής ευελιξίας και στην εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων και διαδικασιών για την παραγωγή ανταγωνιστικών αγροτικών προϊόντων.
(γγ) Για την άδεια λειτουργίας φορέων μη τυπικής εκπαίδευσης, με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
(δδ) Για την άδεια λειτουργίας φορέων τυπικής εκπαίδευσης, με κοινή απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
(εε)Για την υποβολή προτάσεων στο ΔΣ του Οργανισμού ίδρυσης Κέντρων Γεωργικής Κατάρτισης
(στστ) Για την υλοποίηση δράσεων μεταφοράς γνώσεων, κατάρτισης και ενημέρωσης.
(ζζ) Για τη συνεργασία με αρμόδιους φορείς άλλων Υπουργείων, για την υλοποίηση των Τάξεων Μαθητείας στις ειδικότητες της Ομάδας Προσανατολισμού Γεωπονίας, Τεχνολογίας Τροφίμων και Διατροφής.
(ηη) Για τον σχεδιασμό, εκπόνηση και παραγωγή του απαιτούμενου διδακτικού και εποπτικού υλικού.
(θθ) Για τη μελέτη, προσδιορισμό και σχεδιασμό των προγραμμάτων επιμόρφωσης των εκπαιδευτών καθώς και για την οργάνωση ομάδων εργασίας για την ανάπτυξη προγραμμάτων γεωργικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.
(ιι)Για την ανάπτυξη, αναθεώρηση και έγκριση των αναλυτικών και ωρολογίων προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης καθώς και για θέματα επιμόρφωσης και πιστοποίησης των εκπαιδευτών που θα συμμετέχουν στην υλοποίηση δράσεων γεωργικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης σε συνεργασία με αντίστοιχες υπηρεσίες συναρμόδιων υπουργείων σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
(ιαια) Για την υποβολή προγραμμάτων κατάρτισης σε εθνικούς και κοινοτικούς οργανισμούς (Ε.Ε.) για έγκριση και χρηματοδότηση.
(ιβιβ)Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
στ) Γενική Διεύθυνση Διοικητικού Οικονομικού. Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για την έκδοση προκήρυξης πρόσληψης του τακτικού προσωπικού καθώς και των δικηγόρων του Οργανισμού.
(ββ) Για την παρακολούθηση των αλλαγών της οργανωτικής διάρθρωσης του Οργανισμού.
(γγ) Για τη διαρκή μελέτη και υποβολή προτάσεων για την ορθολογική και εκσυγχρονισμένη οργάνωση και λειτουργία των οργανικών μονάδων του Οργανισμού καθώς και για την απλούστευση και τον περιορισμό των γραφειοκρατικών διαδικασιών.
(δδ) Για την οργάνωση, τήρηση και ενημέρωση του μητρώου του προσωπικού που υπηρετεί, έχει απολυθεί ή έχει συνταξιοδοτηθεί.
(εε) Για την παρακολούθηση της νομοθεσίας σχετικά με τα αντικείμενα της Διεύθυνσης και την έκδοση σχετικών οδηγιών προς τις οργανικές μονάδες.
(στστ) Για την τήρηση των φύλλων αξιολόγησης του προσωπικού και την ενημέρωση του υπηρεσιακού τους φακέλου.
(ζζ) Για την καλή λειτουργία, ασφαλή φύλαξη των υπηρεσιακών μονάδων και συντήρηση κτιριακών και ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων καθώς και των υπηρεσιακών αυτοκινήτων του Οργανισμού καθώς και για τη λήψη μέτρων βελτίωσής τους.
(θθ) Για την επίβλεψη, εκτέλεση και παραλαβή των κάθε φύσης τεχνικών έργων του Οργανισμού.
(ηη) Για την εφαρμογή της εγκεκριμένης πολιτικής ασφάλειας, καθώς και των θεσπισμένων μέτρων ασφαλείας των συστημάτων πληροφορικής.
(ιι) Για την κατάρτιση, τροποποίηση, αναμόρφωση του ετήσιου προϋπολογισμού του Οργανισμού και την παρακολούθηση της εκτέλεσης του, την κατάρτιση του Οικονομικού Απολογισμού και τη σύνταξη των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του Οργανισμού.
(ιαια) Για την εκκαθάριση και εντολή της καταβολής των δαπανών μισθοδοσίας του τακτικού προσωπικού, των πάσης φύσης αποζημιώσεων ή αμοιβών του, των ασφαλιστικών εισφορών και των φορολογικών υποχρεώσεων.
(ιβιβ) Για την οικονομικο-διοικητική διαχείριση των πάσης φύσεως προγραμμάτων και έργων.
(ιγιγ) Για τη δημιουργία ενιαίου ετήσιου προγράμματος προμηθειών του Οργανισμού, τον έλεγχο και τήρηση των διαδικασιών ορίων και προϋποθέσεων για τις προμήθειες, σύμφωνα με τους οικείους Κανονισμούς και τη γενικότερη νομοθεσία.
(ιδιδ) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
ζ) Υπηρεσία Διεθνούς Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας. Είναι αρμόδια ιδίως:
(αα) Για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα που άπτονται του σκοπού του Οργανισμού.
(ββ) Για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων χρηματοδότησης ή/και συγχρηματοδότησης των δραστηριοτήτων του Οργανισμού από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
(γγ) Για την εισήγηση ορισμού εκπροσώπων του Οργανισμού σε επιτροπές και ομάδες εμπειρογνωμόνων για την υλοποίηση με άλλα Κράτη - Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης κοινών προγραμμάτων.
(δδ) Για τον συντονισμό και τη συμμετοχή σε Κοινά Προγράμματα, συγχρηματοδοτούμενα από Κοινοτικούς και Εθνικούς πόρους,
(εε) Για τη συμμετοχή στη διαμόρφωση εθνικών θέσεων στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς του Οργανισμού, την εφαρμογή των δραστηριοτήτων και πρωτοβουλιών που απορρέουν από τις αποφάσεις του. (στστ) Για την κατάρτιση διμερών ή πολυμερών διακρατικών συμφωνιών και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτές.
(ζζ) Για την εισήγηση μέτρων για την αξιοποίηση της συμμετοχής της χώρας σε διακρατικές συμφωνίες και διμερείς ή πολυμερείς συνεργασίες,
(ηη) Για την παρακολούθηση της πραγματοποίησης των διακρατικών συμφωνιών των κοινών ερευνητικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και την ενδεχομένη χρηματοδότηση τους από ελληνικούς φορείς,
(θθ) Για τη συγκρότηση μικτών επιτροπών για τη σύναψη πρωτοκόλλων διμερούς - πολυμερούς συνεργασίας με άλλες χώρες, την προκήρυξη προγραμμάτων διακρατικών συνεργασιών.
(ιι) Για τον συντονισμό θεμάτων Διεθνών/Διακρατικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και άλλων δημόσιων φορέων της ημεδαπής και την προώθηση της συνεργασίας με αυτούς.
(ιαια) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά της που της αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.
η) Γραφείο Διοίκησης, Γραμματείας Διοικητικού Συμβουλίου και Δημοσίων Σχέσεων. Είναι αρμόδιο ιδίως:
(αα) Για τη διεξαγωγή της ιδιαίτερης αλληλογραφίας των μελών της Διοίκησης.
(ββ) Για τη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων για την ενημέρωση της Διοίκησης.
(γγ) Για την κατάρτιση της ημερήσιας διάταξης, την προπαρασκευή των Συνεδριάσεων του ΔΣ, την αποστολή στα μέλη του των εγγράφων, προσκλήσεων με τα προς συζήτηση θέματα.
(δδ) Για την τήρηση πρακτικών των Συνεδριάσεων του ΔΣ, την επικύρωση, την υπογραφή και την τήρηση αρχείου καταχώρησής τους και την κοινοποίηση των αποφάσεων του ΔΣ στις Υπηρεσίες του Οργανισμού.
(εε) Μεριμνά για την τακτική σύγκλιση του ΔΣ.
(στστ) Για την ανάπτυξη και τη διεύρυνση σχέσεων συνεργασίας του Οργανισμού με ευρωπαϊκούς και διεθνείς Οργανισμούς, δημόσιες υπηρεσίες, εκπαιδευτικούς φορείς, ερευνητικά ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις, αγροτικούς φορείς και επιχειρήσεις της ημεδαπής και της αλλοδαπής, στους τομείς δραστηριότητας του.
(ζζ) Για την επικοινωνιακή διαχείριση, προώθηση και προβολή πάσης φύσεως προγραμμάτων, τα οποία υλοποιεί ή στα οποία συμμετέχει ο Οργανισμός σε διεθνές, ευρωπαϊκό, εθνικό ή τοπικό επίπεδο.
(ηη) Για τον σχεδιασμό και τη πραγματοποίηση εκδηλώσεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για την προβολή και τη διάδοση του έργου του Οργανισμού, σε συνεργασία με τις κατά περίπτωση οργανικές μονάδες.
(θθ) Για την επιμέλεια έκδοσης ενημερωτικών δελτίων, περιοδικών και γενικά όλων των εντύπων και των εκδόσεων του Οργανισμού, μετά από συνεργασία με τις κατά περίπτωση οργανικές μονάδες με σκοπό την προβολή των δραστηριοτήτων του Οργανισμού.
(ιι) Για κάθε άλλο θέμα συναφές με τα αντικείμενά του που του αναθέτει το ΔΣ του Οργανισμού.

3. Με τον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού καθορίζεται η εξειδίκευση των στόχων αντικειμένων και αρμοδιοτήτων των ανωτέρω κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιακών μονάδων, η σύσταση νέων, η κατάργηση, η συγχώνευση, η αναδιάρθρωση, η περαιτέρω διάρθρωση των υφισταμένων και η ονομασία τους, η αναστολή λειτουργίας υπηρεσιακών μονάδων, καθώς και η μεταφορά αρμοδιοτήτων από υπηρεσιακή μονάδα σε άλλη. Με τον ίδιο κανονισμό καθορίζεται η περιγραφή καθηκόντων κάθε θέσης ευθύνης, οι κατηγορίες, κλάδοι και ειδικότητες από τις οποίες θα προέρχονται οι προϊστάμενοί τους, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στην οργάνωση και λειτουργία τους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο. Με τον ίδιο κανονισμό προβλέπεται η λειτουργία σε εικοσιτετράωρη βάση σταυλικών εγκαταστάσεων και οικοτροφείων, σε περιφερειακές οργανικές μονάδες του Οργανισμού.

ΜΕΡΟΣ Β'
Περιφερειακή Διάρθρωση

Άρθρο 11
Περιφερειακές Ενότητες


1. Όλες οι περιφερειακές οργανικές μονάδες του Οργανισμού με βάση την έδρα τους λειτουργούν στις κατωτέρω Περιφερειακές Ενότητες:
α) Περιφερειακή Ενότητα Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης,
β) Περιφερειακή Ενότητα Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας,
γ) Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας,
δ) Περιφερειακή Ενότητα Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων,
ε) Περιφερειακή Ενότητα Αττικής και Νήσων Αιγαίου,
στ) Περιφερειακή Ενότητα Κρήτης.

2. Σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα λειτουργεί Περιφερειακό Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικού Οικονομικού με οριζόντιες αρμοδιότητες για τη διοικητική και οικονομική εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών μονάδων που εδρεύουν στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα.

3. Τα ερευνητικά Ινστιτούτα, που εδρεύουν στην περιοχή δικαιοδοσίας κάθε Περιφερειακής Ενότητας, διευθύνονται με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 16 του ν.4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύει και υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας.

4. Ειδικότερα:
α) Στην Περιφερειακή Ενότητα Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, λειτουργούν οι κατωτέρω οργανικές μονάδες:
(α.α) Το Ινστιτούτο Ζωικής Παραγωγής, με έδρα στην Παραλίμνη Γιαννιτσών, το οποίο προέρχεται από τα αναδιαρθρούμενα και ενοποιούμενα σε αυτό:
(i) Ινστιτούτο Ζωικής Παραγωγής Γιαννιτσών και
(ii) Τμήμα Μελισσοκομίας Χαλκιδικής και επιστημονικό πεδίο τη διατροφή και φυσιολογία θρέψης, τη γενετική βελτίωση και αναπαραγωγή, την εκτροφή και ηθολογία των παραγωγικών ζώων, την εγγύηση των αυτοχθόνων φυλών. Την αναπαραγωγή και διατήρηση των ντόπιων φυλών μελισσών, τη βιολογία και φυσιολογία της μέλισσας, τις επιδράσεις περιβαλλοντικών παραγόντων στη μέλισσα. Στο Ινστιτούτο λειτουργεί και Τομέας Μελισσοκομίας στον Άγιο Μάμμα Χαλκιδικής.
(α.β) Το Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών, με έδρα τη Θεσσαλονίκη και επιστημονικό πεδίο τη γενετική βελτίωση και την αναπαραγωγή για την αναβάθμιση του ζωικού κεφαλαίου, την ολιστική προσέγγιση της προστασίας της υγείας και της ευζωίας των ζώων, τη διασφάλιση της παραγωγής ασφαλών και ποιοτικών ζωικών τροφίμων, την ανάδειξη των χαρακτηριστικών των παραδοσιακών προϊόντων ζωικής προέλευσης και την προάσπιση της Δημόσιας Υγείας μέσω ανάπτυξης μεθόδων ελέγχου και πρόληψης των ζωοανθρωπονόσων.
(α.γ) Το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, με έδρα τη Θεσσαλονίκη και επιστημονικό πεδίο την αειφορική διαχείριση και αξιοποίηση των φυσικών οικοσυστημάτων (δασών, δασικών εκτάσεων, λιβαδιών, υγροτόπων) και των πόρων τους (έδαφος, βλάστηση, νερό, ζώα) με οικολογικές αρχές, την ποσοτική και ποιοτική αύξηση των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και τη διατήρηση των οικολογικών χαρακτηριστικών του, τη διαχείριση των αστικών και περιαστικών δασών.
(α.δ) Το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, με έδρα τη Θεσσαλονίκη το οποίο προέρχεται από τα αναδιαρθρούμενα και ενοποιούμενα σε αυτό:
(i) Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων Θεσσαλονίκης και
(ii) Τμήμα Φυλλοβόλων, Οπωροφόρων Δένδρων Νάουσας και επιστημονικό πεδίο τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία των αροτραίων και δενδρωδών καλλιεργειών καθώς και των κηπευτικών, αυτοφυών και αρωματικών και φαρμακευτικών ειδών, των φυλλοβόλων δενδρωδών και των βιομηχανικών και ενεργειακών φυτών.
Στο Ινστιτούτο λειτουργεί Τμήμα Φυλλοβόλων, Οπωροφόρων Δένδρων στη Νάουσα και το Εργαστήριο Ελέγχου Καπνού με έδρα τη Δράμα (πρώην Καπνολογικό Ινστιτούτο).
(α.ε) Το Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων με έδρα τη Θεσσαλονίκη το οποίο προέρχεται από το αναδιαρθρούμενο Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων Θεσσαλονίκης, και επιστημονικό πεδίο τη διαχείριση εδαφικών και υδατικών πόρων, υγρών και στερεών αποβλήτων και αρδευόμενων εδαφών, τη λίπανση - θρέψη καλλιεργειών και την αξιοποίηση γεωθερμίας.
Στο Ινστιτούτο λειτουργεί Τμήμα Εγγείων Βελτιώσεων στη Σίνδο Θεσσαλονίκης.
(α.στ) Το Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας, με έδρα την Καβάλα και επιστημονικό πεδίο τη διαχείριση ιχθυοαποθεμάτων, την αλιευτική τεχνολογία και οικονομία, τη θαλάσσια οικολογία - ποιότητα υδάτων, τη μοριακή βιολογία - βιοτεχνολογία υδρόβιων οργανισμών, την αλιευτική διαχείριση λιμνοθαλασσών και άλλων εσωτερικών και παράκτιων οικοσυστημάτων, την τεχνητή εκτροφή υδρόβιων οργανισμών (υδατοκαλλιέργειες) και την αλιευτική μεταποίηση.
(α.ζ) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος (ΕΕΠΓ) Πέλλας με έδρα τα Γιαννιτσά,
(α.η) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Δράμας, με έδρα τη Δράμα,
(α.θ) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος με έδρα τη Θεσσαλονίκη (πρώην Εποπτεία Γάλακτος Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας),
(α.ι) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος με έδρα τη Ξάνθη (πρώην Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης),
(α.ια) Το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης, στο οποίο εντάσσονται τα Κέντρα ΔΗΜΗΤΡΑ Θεσσαλονίκης, Μακροχωρίου, Κιλκίς, Σκύδρας, Κατερίνης, Σερρών, Αγίου Μάμαντος, Σιδηροκάστρου, Αρναίας, Κομοτηνής, Αλεξανδρούπολης, Δράμας, Ορεστιάδας, Ξάνθης και Χρυσούπολης, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 337423/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας (Β' 772/26-07-1998), η οποία αντικαταστάθηκε με την αριθμ. 258654/2003 όμοια (Β' 1324/16-09-2003) και αναδιαρθρώθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων(Β' 2889/27-10-2014),
(α.ιβ) Οι Σταθμοί Γεωργικής Έρευνας με έδρα Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 288611/1990 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας (Β' 530/21-8-1990) στο ΕΘΙΑΓΕ, αναδιαρθρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δομές Συμβουλών, Μεταφοράς Καινοτομίας, επιδεικτικών ή πολυλειτουργικών αγροκτημάτων, (α.ιγ) Το Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικού - Οικονομικού με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
β) Στην Περιφερειακή Ενότητα Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας, λειτουργούν οι κατωτέρω οργανικές μονάδες:
(β.α) Το Ινστιτούτο Γάλακτος και Προϊόντων Ζωικής Παραγωγής με έδρα τα Ιωάννινα, προερχόμενο από το αναδιαρθρούμενο Τμήμα Γάλακτος Ιωαννίνων και επιστημονικό πεδίο τη χημεία, την τεχνολογία και τη μικροβιολογία γάλακτος, γαλακτοκομικών προϊόντων και άλλων προϊόντων ζωικής προέλευσης.
(β.β) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Ιωαννίνων με έδρα τα Ιωάννινα,
(β.γ) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα,
(β.δ) Η ΕΠΑΣ Ιωαννίνων (Γαλακτοκομική Σχολή) με έδρα τα Ιωάννινα,
(β.ε) Το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης στο οποίο εντάσσονται τα Κέντρα ΔΗΜΗΤΡΑ Κωστακίων, Αγνάντων, Άνω Καλεντίνης, Ιωαννίνων, Παραμυθιάς, Γραικοχωρίου, Πρέβεζας, Θεσπρωτικού, Σκεπαστού, Καστοριάς, Πολυκάρπης, Φλώρινας, Αμυνταίου, Πρεσπών, Γρεβενών, Δεσκάτης, Κοζάνης, Νεάπολης και Κέρκυρας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 337423/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής
Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας, η οποία αντικαταστάθηκε με την αριθμ. 258654/2003 όμοια και αναδιαρθρώθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
(β.στ) Οι Σταθμοί Γεωργικής Έρευνας με έδρα Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 288611/1990 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας στο ΕΘΙΑΓΕ, αναδιαρθρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δομές Συμβουλών, Μεταφοράς Καινοτομίας, επιδεικτικών ή πολυλειτουργικών αγροκτημάτων,
(β.ζ) Το Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικού - Οικονομικού με έδρα τα Ιωάννινα.
γ) Στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, λειτουργούν οι κατωτέρω οργανικές μονάδες:
(γ.α) Το Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα, το οποίο προέρχεται από τα αναδιαρθρούμενα και ενοποιούμενα σε αυτό: (i) Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Λάρισας, (ίί)Τμήμα Φυτοπροστασίας Βόλου, (iii) Τμήμα Ακρόδρυων Βαρδατών Λαμίας και (iv) Εθνικό Κέντρο Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος Καρδίτσας και Ορχομενού και επιστημονικό πεδίο τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία των βιομηχανικών φυτών, των κτηνοτροφικών φυτών, των οσπρίων και των ακροδρύων, την εδαφολογία και την προστασία εδαφικών πόρων, καθώς και τον έλεγχο ποιότητας και ταξινόμησης βάμβακος.
Στο Ινστιτούτο λειτουργούν τα εξής ερευνητικά Τμήματα:
(γ.α.α) Τμήμα Φυτοπροστασίας στον Βόλο,
(γ.α.β) Τμήμα Ακρόδρυων στις Βαρδάτες Λαμίας και
(γ.α.γ) Εθνικό Κέντρο Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος, με έδρα την Καρδίτσα.
(γ.β) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Λάρισας, με έδρα τη Λάρισα,
(γ.γ) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα,
(γ.δ) Η ΕΠΑΣ Καλαμπάκας με έδρα την Καλαμπάκα,
(γ.ε) Η ΕΠΑΣ Λάρισας (Αβερώφειος) με έδρα τη Λάρισα,
(γ.στ) Το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης στο οποίο εντάσσονται, στο οποίο εντάσσονται τα Κέντρα ΔΗΜΗΤΡΑ Λάρισας, Στεφανόβουνου, Βόλου, Αλμυρού, Αργαλαστής, Καρδίτσας, Παλαμά, Καλαμπάκας, Θήβας, Νέας Αρτάκης, Βαρδατών, Δομοκού, Καρπενησίου και Ευπαλίου, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 337423/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας, η οποία αντικαταστάθηκε με την αριθμ. 258654/2003 όμοια και αναδιαρθρώθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
(γ.ζ) Οι Σταθμοί Γεωργικής Έρευνας με έδρα Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 288611/1990 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας στο ΕΘΙΑΓΕ, αναδιαρθρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δομές Συμβουλών, Μεταφοράς Καινοτομίας, επιδεικτικών ή πολυλειτουργικών αγροκτημάτων,
(γ.η) Το Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικού - Οικονομικού με έδρα τη Λάρισα.
δ) Στην Περιφερειακή Ενότητα Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, λειτουργούν οι κατωτέρω οργανικές μονάδες:
(δ.α) Το Ινστιτούτο Φυτικής Παραγωγής Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων, με έδρα την Πάτρα, προερχόμενο από το αναδιαρθρούμενα και ενοποιούμενα σε αυτό: (i) Τμήμα Φυτοπροστασίας Πάτρας και (ii) Τμήμα Ελαίας και Οπωροκηπευτικών Καλαμάτας και επιστημονικό πεδίο τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασία των εσπεριδοειδών, της ελιάς, της συκιάς, της αμπέλου και των κηπευτικών φυτών.
Στο Ινστιτούτο λειτουργεί Τμήμα Ελαίας και Οπωροκηπευτικών με έδρα την Καλαμάτα και Τομέας Οπωροκηπευτικών με έδρα τον Κόροιβο Πύργου.
(δ.β) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Πάτρας με έδρα την Πάτρα,
(δ.γ) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος (πρώην) Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, με έδρα την Πάτρα,
(δ.δ) Η ΕΠΑΣ Νεμέας με έδρα τη Νεμέα Κορίνθου,
(δ.ε) Το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης στο οποίο εντάσσονται τα Κέντρα ΔΗΜΗΤΡΑ Ν. Κίου, Κυπαρισσίας, Βέλου (πρώην Πρακτικό Γεωργικό Σχολείο ΑΧΕΠΑΝΣ Βέλου Κορινθίας),Φιλιατρών, Καλαμάτας, Κερασίτσας, Μεγαλόπολης, Τροπαίων, Λεωνιδίου, Γυθείου, Μεσολογγίου, Αγρινίου και Πάτρας (πρώην Πρακτικό Γεωργικό Σχολείο Πατρών), όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 337423/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας, η οποία αντικαταστάθηκε με την αριθμ. 258654/2003 όμοια και αναδιαρθρώθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
(δ.στ) Οι Σταθμοί Γεωργικής Έρευνας με έδρα Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 288611/1990 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας στο ΕΘΙΑΓΕ, αναδιαρθρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δομές Συμβουλών, Μεταφοράς Καινοτομίας, επιδεικτικών ή πολυλειτουργικών αγροκτημάτων,
(δ.ζ) Το Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικού - Οικονομικού με έδρα την Πάτρα.
ε) Στην Περιφερειακή Ενότητα Αττικής και Νήσων Αιγαίου, λειτουργούν οι κατωτέρω οργανικές μονάδες:
(ε.α) Το Ινστιτούτο Εδαφολογίας και Γεωργικής Μηχανικής με έδρα την Αθήνα, το οποίο προέρχεται από τα αναδιαρθρούμενα και ενοποιούμενα σε αυτό (i) Τμήμα Εδαφολογίας Αθηνών και (ii) Τμήμα Γεωργικής Μηχανικής Αθηνών και επιστημονικό πεδίο τη χαρτογράφηση, ταξινόμηση εδαφών, τη χωρική αποτύπωση εδαφολογικών δεδομένων, τη μελέτη και την αξιολόγηση των φυσικοχημικών και βιολογικών ιδιοτήτων, την παρακολούθηση, ορθολογική διαχείριση και αποκατάσταση των εδαφικών και υδατικών συστημάτων, τη διαχείριση υγρών, στερεών αγροτικών αποβλήτων και ιλύος αστικών λυμάτων, τις καλλιεργητικές πρακτικές, τη θρέψη καλλιεργειών. Την ανάπτυξη, βελτίωση και έλεγχο μηχανημάτων και εξοπλισμού, τις τεχνολογίες πληροφορικής στη γεωργική μηχανική.
(ε.β) Το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Τροφίμων, Οίνου και Αμπέλου με έδρα την Αθήνα, το οποίο προέρχεται από τα αναδιαρθρούμενα και ενοποιούμενα σε αυτό (i) Ινστιτούτο Τεχνολογίας Αγροτικών Προϊόντων και (ii) Τμήμα Αμπέλου Αττικής και επιστημονικό πεδίο τη διασφάλιση της ποιότητας και ασφάλειας των τροφίμων, του οίνου και των ποτών, τη μεταποίηση και συντήρηση των τροφίμων με εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών, τη βιοτεχνολογική αξιοποίηση των αγροτικών υποπροϊόντων καθώς και τη διατήρηση, αξιολόγηση και αξιοποίηση ποικιλιών αμπέλου, τη δημιουργία-προώθηση νέων ποικιλιών και ειδών με βελτιωμένη απόδοση, ποιότητα και προσαρμοστικότητα. Στο Ινστιτούτο λειτουργεί Εργαστήριο Ελαιολάδου με έδρα τη Μυτιλήνη της Λέσβου.
(ε.γ) Το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, με έδρα την Αθήνα και επιστημονικό πεδίο την αειφορική διαχείριση και ανάπτυξη φυσικών οικοσυστημάτων με έμφαση στα δασικά της μεσογειακής ζώνης, τη λειτουργία των δασικών οικοσυστημάτων και την παρακολούθηση της δομής, της σύνθεσης και της βιοποικιλότητάς τους, την προστασία τους από πυρκαγιές, ασθένειες και έντομα, την παρακολούθηση της κλιματικής αλλαγής και την αντιμετώπιση των επιπτώσεών της, τα αστικά και περιαστικά δάση και την αποκατάσταση του φυσικού τοπίου και την τεχνολογία αξιοποίησης δασικών προϊόντων και δασικής βιομάζας.
(ε.δ) Το Ινστιτούτο Αγροτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας, με έδρα την Αθήνα και επιστημονικό πεδίο την αγροτική οικονομία και ανάπτυξη, την οικονομική της οργάνωσης, την καινοτομία, επιχειρηματικότητα, συλλογική δράση και εμπορία στις αλυσίδες παραγωγής και εμπορίας τροφίμων και ποτών, την αγροτική πολιτική, τη διαχείριση κοινόχρηστων φυσικών πόρων, τον αγροτικό τουρισμό και την αγροτική κοινωνιολογία.
(ε.ε) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Λέσβου με έδρα τη Μυτιλήνη,
(ε.στ) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος πρώην Ανατολικής Στερεάς και Νήσων με έδρα την Αθήνα,
(ε.ζ) Η ΕΠΑΣ Συγγρού Αττικής με έδρα το Μαρούσι,
(ε.η) Το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης στο οποίο εντάσσονται τα Κέντρα ΔΗΜΗΤΡΑ Νάξου και Ρόδου, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 337423/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας, η οποία αντικαταστάθηκε με την αριθμ. 258654/2003 όμοια και αναδιαρθρώθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
(ε.θ) Οι Σταθμοί Γεωργικής Έρευνας με έδρα Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 288611/1990 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας στο ΕΘΙΑΓΕ, αναδιαρθρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δομές Συμβουλών, Μεταφοράς Καινοτομίας, επιδεικτικών ή πολυλειτουργικών αγροκτημάτων,
(ε.ι) Το Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικού - Οικονομικού με έδρα την Αθήνα.
στ) Στην Περιφερειακή Ενότητα Κρήτης, λειτουργούν οι κατωτέρω οργανικές μονάδες:
(στ.α) Το Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου Κρήτης, με έδρα τα Χανιά, το οποίο προέρχεται από το αναδιαρθρούμενο Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου και επιστημονικό πεδίο τη γενετική βελτίωση, τις τεχνικές καλλιέργειας και τη φυτοπροστασίας της ελιάς, των εσπεριδοειδών, των υποτροπικών φυτών, της αμπέλου και των κηπευτικών φυτών, την τεχνολογία ελαιολάδου. Στο Ινστιτούτο λειτουργούν τα εξής ερευνητικά Τμήματα:
(στ.α.α) Τμήμα Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών με έδρα τα Χανιά,
(στ.α.β) Τμήμα Αμπέλου, Λαχανοκομίας και Ανθοκομίας με έδρα το Ηράκλειο και
(στ.α.γ) Τμήμα Φυτοπροστασίας με έδρα το Ηράκλειο.
(στ.β) Το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Ρεθύμνου με έδρα το Ρέθυμνο Κρήτης,
(στ.γ) Η Εποπτεία Γάλακτος και Κρέατος Κρήτης με έδρα το Ρέθυμνο,
(στ.δ) Η ΕΠΑΣ Μεσσαράς, με έδρα τη Μεσσαρά Ηρακλείου,
(στ.ε) Το Τμήμα Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης στο οποίο εντάσσονται τα Κέντρα ΔΗΜΗΤΡΑ—Χανίων, Σητείας, Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Μεσσαράς (πρώην Πρακτικό Γεωργικό Σχολείο Μεσσαράς Κρήτης), όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 337423/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γεωργίας, η οποία αντικαταστάθηκε με την αριθμ. 258654/2003 όμοια και αναδιαρθρώθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
(στ.στ) Οι Σταθμοί Γεωργικής Έρευνας με έδρα Δήμους της Περιφερειακής Ενότητας, όπως μεταφέρθηκαν με την αριθμ. 288611/1990 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Γεωργίας στο ΕΘΙΑΓΕ, αναδιαρθρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την αριθμ. 919/131869/2014 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως δομές Συμβουλών, Μεταφοράς Καινοτομίας, επιδεικτικών ή πολυλειτουργικών αγροκτημάτων,
(στ.ζ) Το Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικού - Οικονομικού με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης.

5. Τα ανωτέρω αναφερόμενα ερευνητικά Ινστιτούτα αποτελούν αυτοτελείς ερευνητικούς φορείς και χωριστές επιχειρησιακές μονάδες κατά την έννοια του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.4412/2016 (Α'147) ως προς την ερευνητική τους δραστηριότητα και έχουν πρωτογενή ικανότητα δικαιοπραξίας εκπροσωπούμενα από τον Διευθυντή τους να καθίστανται συμβαλλόμενα μέρη υπό την επωνυμία τους και στο όνομα του Οργανισμού, αναλαμβάνοντας αντίστοιχα την αρμοδιότητα του νομίμου εκπροσώπου του Οργανισμού, αποκλειστικά για την υλοποίηση βασικής και εφαρμοσμένης, ελεύθερης ή προσανατολισμένης αγροτικής έρευνας και τεχνολογίας, τη διάδοση και εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας, μέσω επιστημονικών δημοσιεύσεων και της οικονομικής και κοινωνικής αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της και την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών σε τρίτους.

6. Η αξιολόγηση των Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας ακολουθεί τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν.4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύουν. Όπου στις διατάξεις αυτές αναφέρεται η ΓΓΕΤ νοείται το ΔΣ του Οργανισμού και όπου αναφέρεται ο ΓΓΕΤ νοείται ο Πρόεδρος του ΔΣ του Οργανισμού.

Άρθρο 12
Περιφερειακά Συμβούλια (ΠΕΣΥ)


1. Το ΠΕΣΥ εξειδικεύει και εφαρμόζει τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, εποπτεύει, παρακολουθεί και ελέγχει την κινητή και ακίνητη περιουσία και αντιμετωπίζει τα άμεσα προβλήματα που ανακύπτουν στην περιοχή δικαιοδοσίας του. Παρακολουθεί και συντονίζει το έργο των μονάδων που λειτουργούν στην περιοχή του σε θέματα κοινών δράσεων και φροντίζει για τη βέλτιστη αξιοποίηση των υπηρετούντων υπαλλήλων, λαμβάνοντας υπόψη τις αυξημένες ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες στους τομείς έρευνας, εκπαίδευσης, κατάρτισης καθώς και πιστοποίησης και ελέγχου αγροτικών προϊόντων, τροφίμων και υπηρεσιών.

2. Διαπιστώνει τις ανάγκες των αγροτών, των αγροτικών επιχειρήσεων και εν γένει της αγροτικής οικονομίας της περιοχής δικαιοδοσίας του και προτείνει στο Διοικητικό Συμβούλιο μέτρα οργάνωσης, βελτίωσης και αναβάθμισης για την ποιότητα των αγροτικών προϊόντων και τη βελτίωση της αποδοτικότητας της αγροτικής παραγωγής. Συμβάλλει στην κατάρτιση του τετραετούς επιχειρησιακού σχεδίου του Οργανισμού.

3. Το ΔΣ του Οργανισμού καθορίζει τις αρμοδιότητες που ασκούν στις Περιφερειακές Ενότητες τα οικεία ΠΕΣΥ, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία τους που δεν ρυθμίζεται από τον παρόντα νόμο. Το ΠΕΣΥ αποτελείται από πέντε (5) έως επτά (7) μέλη, τα οποία ορίζονται μαζί με τους αναπληρωτές τους από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού, με τετραετή θητεία και κριτήρια που αυτό καθορίζει, από τους υπηρετούντες Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων δικαιοδοσίας της περιφερειακής ενότητας, με τους αναπληρωτές τους, ένας από κάθε τομέα δραστηριότητας του Οργανισμού, Έρευνα, Εκπαίδευση, Πιστοποίηση- Έλεγχοι, Διοικητικό- Οικονομικό. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και ο αναπληρωτής του επιλέγονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού με κριτήρια που αυτό καθορίζει. Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος Πανεπιστημιακής ή Τεχνολογικής Εκπαίδευσης του Οργανισμού, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του Περιφερειακού Συμβουλίου.

4. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου μπορεί να παρίστανται χωρίς δικαίωμα ψήφου στελέχη του Οργανισμού, αρμόδια για τον χειρισμό των συζητούμενων θεμάτων, μετά από πρόσκληση του Προέδρου, που αποχωρούν μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης του θέματος, για το οποίο έχουν προσκληθεί και οπωσδήποτε πριν από την έναρξη της διαδικασίας για τη λήψη απόφασης. Επίσης, μπορεί να παρίστανται χωρίς δικαίωμα ψήφου ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος, ο Νομικός Σύμβουλος, οι Γενικοί Διευθυντές και οι Διευθυντές της Κεντρικής Υπηρεσίας. Στις συνεδριάσεις μπορεί να παρίστανται μετά από πρόσκληση του Προέδρου του Συμβουλίου ή κατόπιν αίτησης και εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης, του αγροτικού κόσμου και φορέων της αγροτικής οικονομίας.

5. Για τις μετακινήσεις του Προέδρου, των μελών και του Γραμματέα του ΠΕΣΥ εφαρμόζονται οι διατάξεις της υποπαραγράφου Δ9 της παραγράφου Δ' του ν. 4336/2015, εξαιρουμένου του περιορισμού του αριθμού των ημερών μετακινήσεων, όπως κάθε φορά ισχύουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

Άρθρο 13
Δικηγόροι


Στον Οργανισμό υπηρετούν έξι (6) δικηγόροι που στελεχώνουν την νομική υπηρεσία του άρθρου 10 του παρόντος νόμου με έμμισθη εντολή και πάγια αντιμισθία, οι οποίοι οφείλουν να παρέχουν τις νομικές τους υπηρεσίες παρευρισκόμενοι στις εγκαταστάσεις της κεντρικής υπηρεσίας ή περιφερειακών μονάδων του Οργανισμού, κατ' ελάχιστο είκοσι (20) ώρες εβδομαδιαίως, που κατανέμονται σε τουλάχιστον τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες, εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι απουσίας τους για τη διεκπεραίωση δικαστικών ή άλλων νομικών υποθέσεων του Οργανισμού. Καθήκοντα προϊσταμένου στη νομική υπηρεσία ασκεί ο νομικός σύμβουλος, ο οποίος οφείλει να παρέχει τις νομικές του υπηρεσίες παρευρισκόμενος στις εγκαταστάσεις της κεντρικής υπηρεσίας του Οργανισμού, κατ' ελάχιστο τριάντα (30) ώρες εβδομαδιαίως, που κατανέμονται σε τουλάχιστον τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες, εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι απουσίας του για τη διεκπεραίωση δικαστικών ή άλλων νομικών υποθέσεων του Οργανισμού.

Άρθρο 14
Διάκριση οργανικών θέσεων


1. Οι οργανικές θέσεις του τακτικού προσωπικού του Οργανισμού ανέρχονται σε εννιακόσιες σαράντα τέσσερις (944) και διακρίνονται κατά κατηγορία, ως εξής: α) Κατηγορία Ερευνητικού Προσωπικού (αα) Ερευνητές
Σύνολο Οργανικών Θέσεων διακόσιες πενήντα (250) (ββ) Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ) Σύνολο Οργανικών Θέσεων πενήντα (50) Οι ανωτέρω προβλεπόμενες οργανικές θέσεις είναι ενιαίες για όλες τις βαθμίδες. β) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) Σύνολο Οργανικών Θέσεων διακόσιες πενήντα τρεις (253) γ) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) Σύνολο Οργανικών Θέσεων εκατόν έντεκα (111) δ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) Σύνολο Οργανικών Θέσεων διακόσιες δώδεκα (212) ε) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ) Σύνολο Οργανικών Θέσεων εξήντα επτά (67)

2. Με τον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού καθορίζονται οι κλάδοι ή οι ειδικότητες του προσωπικού υπό τα στοιχεία β), γ), δ) και ε) των κατηγοριών της ανωτέρω παραγράφου καθώς και ο αριθμός και η κατανομή των θέσεων ανά κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα στις οργανικές μονάδες.

3. Με τον ίδιο κανονισμό μπορεί να προβλέπεται η σύσταση νέων οργανικών θέσεων προσωπικού ανά κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα, η ανακατανομή των κενών οργανικών θέσεων στο πλαίσιο των αναγκών του Οργανισμού, η σύσταση νέων οργανικών θέσεων καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στο εν λόγω άρθρο.

Άρθρο 15
Προσόντα και διαδικασία πρόσληψης Υποχρεώσεις-Καθήκοντα


1. Κατηγορία Ερευνητικού προσωπικού
α) Ερευνητές. Οι ερευνητές, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύουν(Α' 258), κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες (Α', Β' και Γ'), είναι επιστήμονες υψηλής επιστημονικής εμπειρίας και κατάρτισης, κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και η εργασιακή τους σχέση, τα προσόντα πρόσληψης, η εξέλιξή τους, οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντά τους καθορίζονται από τις παραγράφους 2, 3, 4, 6, 16 και 18 του ιδίου άρθρου και νόμου, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 του ν.4386/2016 (Α'83) και όπως κάθε φορά ισχύουν, εκτός αν άλλως προβλέπεται στον παρόντα νόμο. Οι βαθμίδες τους είναι ανεξάρτητες και αυτοτελείς.
β) Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες (ΕΛΕ). Οι ΕΛΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 18 του ν. 4310/2014, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 του ν.4386/2016 και όπως κάθε φορά ισχύουν κατατάσσονται σε τρεις βαθμίδες (Α', Β' και Γ'),είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της ημεδαπής ή αλλοδαπής και έχουν εμπειρία στο σχεδιασμό ή εφαρμογή επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και έργων. Η εργασιακή σχέση, τα προσόντα πρόσληψης, η εξέλιξή τους, οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντά τους καθορίζονται από τις παραγράφους 5, 6, 16 και 18 του ιδίου άρθρου και νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν, εκτός αν άλλως προβλέπεται στον παρόντα νόμο. Οι βαθμίδες τους είναι ανεξάρτητες και αυτοτελείς.

2. Το ερευνητικό προσωπικό προσλαμβάνεται σε οργανικές θέσεις ως αορίστου ή ορισμένου χρόνου (με θητεία) και για τη διαδικασία πρόσληψης και προαγωγής του εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 29 και 30 του ν.4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύουν, με εξαίρεση τα εδάφια 4 και επόμενα της παρ. 7 του άρθρου 29. Ο μη προαγόμενος στη Β' βαθμίδα με αίτησή του που υποβάλλεται στον Οργανισμό μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη λήξη της θητείας του στη βαθμίδα Γ' μπορεί να ενταχθεί σε κενή οργανική θέση, αν υφίσταται, άλλως σε προσωποπαγή θέση είτε των ΕΛΕ του στοιχείου β) της παραγράφου 1 είτε, του προσωπικού των κατηγοριών Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Η αίτηση για ένταξη στους ΕΛΕ διαβιβάζεται στο Επιστημονικό Συμβούλιο του οικείου Ινστιτούτου (ΕΣΙ), το οποίο και γνωμοδοτεί στο ΔΣ του Οργανισμού. Το ΔΣ αποφασίζει την ένταξη μετά από τη σύμφωνη γνώμη του ΕΣΙ. Ο κατά τα ανωτέρω ενταγμένος λαμβάνει τις αποδοχές της νέας του θέσης. Η προηγούμενη θητεία του σε θέση ερευνητή θεωρείται ότι διανύθηκε στη νέα του θέση για όλες τις συνέπειες. Διαφορές που γεννώνται από την πρόσληψη και την προαγωγή του ερευνητικού προσωπικού υπάγονται στη δικαιοδοσία των διοικητικών ακυρωτικών δικαστηρίων.

3. Το προσωπικό των κατηγοριών Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΠΕ και ΤΕ) στελεχώνει τις οργανικές μονάδες του Οργανισμού και προσφέρει τις υπηρεσίες του προς εξυπηρέτηση των αρμοδιοτήτων και της αποστολής του Οργανισμού.

4. Το προσωπικό των κατηγοριών Δευτεροβάθμιας και Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΔΕ και ΥΕ) στελεχώνει τις οργανικές μονάδες του Οργανισμού και υποστηρίζει τη λειτουργία τους.

5. Για την πρόσληψη των έμμισθων δικηγόρων εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 4194/2013 (Α'208). Ως προς τις υποχρεώσεις τους ισχύουν τα αναφερόμενα στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου.

6. Τα προσόντα πρόσληψης για τις κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ είναι τα οριζόμενα στις διατάξεις του πδ 50/2001 (Α' 39 ), όπως κάθε φορά ισχύουν.

7. Για την πρόσληψη του προσωπικού των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2190/1994, όπως κάθε φορά ισχύουν.

8. Πέραν των ανωτέρω κατηγοριών προσωπικού, ο Οργανισμός μπορεί να απασχολεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή χορηγίας (υποτροφία) ή με συμβάσεις μίσθωσης έργου για τις ανάγκες των ερευνητικών, αναπτυξιακών και λοιπών προγραμμάτων και έργων του:
8.1. Συνεργαζόμενο ερευνητικό προσωπικό, περιλαμβανομένων των καθηγητών και των υπηρετούντων λεκτόρων ΑΕΙ, των μεταπτυχιακών φοιτητών ΑΕΙ (για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής ή λήψη μεταπτυχιακού διπλώματος), των μεταδιδακτόρων συνεργατών και των επισκεπτών ερευνητών της ημεδαπής ή αλλοδαπής, εφαρμοζομένων αναλογικά των διατάξεων της παραγράφου 12 του άρθρου 18 του ν. 4310/2014, όπως κάθε φορά ισχύουν.
8.2. Συνεργαζόμενο επιστημονικό, διοικητικό, οικονομικό και λοιπό προσωπικό. Η απασχόληση και οι συμβάσεις του προσωπικού αυτού συνάπτονται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 2190/1994, της παραγράφου 8 του άρθρου 9 του ν. 3812/2009 και της ΠΥΣ 33/2006. Το προσωπικό αυτό, εάν απασχοληθεί με συμβάσεις μίσθωσης έργου εμπίπτει στις εξαιρέσεις της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 (Α' 206) και της ΠΥΣ 33/2006 ( Α' 280).

9. Με τον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού μπορεί να καθορίζονται άλλα ειδικά προσόντα για τις ειδικότητες των οποίων οι ανάγκες δεν καλύπτονται από τις ρυθμίσεις του ΠΔ 50/2001, όπως κάθε φορά ισχύουν.

10. Με τον εσωτερικό κανονισμό ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στην υπηρεσιακή κατάσταση που διέπει το προσωπικό.

11. Για τα θέματα ερευνητικών αδειών- υποτροφιών - βραβείων του ερευνητικού προσωπικού εφαρμόζονται κατ'αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 28 του ν.4310/2014 όπως κάθε φορά ισχύουν.

12. Οι κενές και οι κενούμενες οργανικές θέσεις υπαλλήλων των κατηγοριών υπό τα στοιχεία β), γ), δ) και ε) της παρ.1 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου καλύπτονται κατ' αρχάς με την εφαρμογή των διατάξεων του ν.4440/2016 όπως κάθε φορά ισχύει (Α' 224). Οι κενές και οι κενούμενες οργανικές θέσεις υπαλλήλων της κατηγορίας υπό το στοιχείο (α) της παρ.1 του παρόντος νόμου προκηρύσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

13. Σε καθηγητές που έχουν διατελέσει Διευθυντές Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας, καθώς και σε ερευνητές Α' βαθμίδας του Οργανισμού που έχουν διακριθεί διεθνώς και αποχωρούν λόγω συνταξιοδότησης, μπορεί να απονέμεται ο τίτλος του Ομότιμου Ερευνητή μετά από απόφαση του ΔΣ του Οργανισμού. Ειδικά, για τους πρώην Διευθυντές Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας απαιτείται επιπλέον η γνώμη των ερευνητών του οικείου Ινστιτούτου και η σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου. Με τον εσωτερικό κανονισμό καθορίζονται ο τρόπος και τα κριτήρια αξιολόγησης των Ομότιμων Ερευνητών.

Άρθρο 16
Αποδοχές προσωπικού


1. Οι αποδοχές του ερευνητικού προσωπικού διέπονται από τις διατάξεις του Κεφαλαίου Δ' άρθρα 132 επ. του ν.4472/2017 (Α'74), που αντικατέστησαν τις διατάξεις του άρθρου 38 (Β' Μέρος) του ν. 3205/2003 (Α' 297), όπως κάθε φορά ισχύουν, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που αυτές ορίζουν.
Ο ασκών καθήκοντα Γενικού Διευθυντή Αγροτικής Έρευνας λαμβάνει τις αποδοχές και το επίδομα θέσης ευθύνης, όπως ορίζονται στην παράγραφο 5 του ιδίου ως άνω άρθρου και νόμου, κατ' αντιστοιχία με τον Διευθυντή του ερευνητικού κέντρου. Οι ασκούντες καθήκοντα Διευθυντών στα ερευνητικά Ινστιτούτα λαμβάνουν τις αποδοχές και το επίδομα θέσης ευθύνης, όπως ορίζονται στην παράγραφο 5 του ιδίου ως άνω άρθρου και νόμου, όπως κάθε φορά ισχύει, κατ' αντιστοιχία με τους Διευθυντές των Ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων.
Οι ερευνητές που ασκούν καθήκοντα Διευθυντών στην Κεντρική Υπηρεσία του Οργανισμού λαμβάνουν επίδομα θέσης ευθύνης, όπως ορίζονται στην παράγραφο 5 του ιδίου ως άνω άρθρου και νόμου, όπως κάθε φορά ισχύει, κατ' αντιστοιχία με τους Διευθυντές των Ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων.

2. Οι αποδοχές των υπαλλήλων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) και Υποχρεωτικής
Εκπαίδευσης (ΥΕ) διέπονται από τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' του ν. 4354/2015 (Α' 176), όπως κάθε φορά ισχύουν.
Στους ανωτέρω υπαλλήλους που ασκούν καθήκοντα Προϊσταμένων σε οργανικές μονάδες καταβάλλεται με τους όρους, τις προϋποθέσεις και για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης κατά βαθμίδα θέσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 16 του ιδίου ως άνω νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν.
Οι Προϊστάμενοι των ΕΠΑΣ και των ΙΕΚ λαμβάνουν επίδομα θέσης ευθύνης διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο στοιχείο βστ), του εδαφίου β), της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ιδίου ως άνω νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν.

3. Οι αποδοχές των έμμισθων δικηγόρων διέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 9 του ν. 4354/2015, όπως κάθε φορά ισχύουν. Στον Νομικό Σύμβουλο και στους έμμισθους δικηγόρους καταβάλλεται με τους όρους, τις προϋποθέσεις και για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης κατά βαθμίδα θέσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 16 του ιδίου ως άνω νόμου, όπως κάθε φορά ισχύουν.

Άρθρο 17
Σύστημα αξιολόγησης- Βαθμολογική Διάρθρωση θέσεων Σύστημα προαγωγών


Εξαιρουμένης της κατηγορίας του ερευνητικού προσωπικού, ως προς τα κριτήρια και τη διαδικασία αξιολόγησης των υπαλλήλων και των Προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, τη βαθμολογική διάρθρωση των θέσεων, το σύστημα αξιολόγησης και προαγωγών των υπαλλήλων καθώς και τη βαθμολογική τους ένταξη εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Μέρους Β' και Μέρους Γ' του ν. 4369/2016, όπως κάθε φορά ισχύουν και σύμφωνα με τις διατάξεις του εσωτερικού Κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Άρθρο 18
Επιστημονικό Συμβούλιο Ινστιτούτων


1. Στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του ο Διευθυντής Ινστιτούτου του Οργανισμού επικουρείται από Επιστημονικό Συμβούλιο Ινστιτούτου (ΕΣΙ). Τα ΕΣΙ αποτελούνται από πέντε (5) έως επτά (7) μέλη (αναλόγως με τον αριθμό Ερευνητών και ΕΛΕ του Ινστιτούτου ή των Ινστιτούτων). Μέλη του ΕΣΙ μπορεί να είναι Ερευνητές ή ΕΛΕ του Ινστιτούτου βαθμίδας Α' ή Β οι οποίοι και αποτελούν την πλειοψηφία των μελών του ΕΣΙ. Μέλη του ΕΣΙ μπορούν επίσης να είναι και -επί τριετία τουλάχιστον - συνεργαζόμενοι Καθηγητές ΑΕΙ αντίστοιχης βαθμίδας. Τα μέλη του ΕΣΙ εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο των Ερευνητών, των ΕΛΕ και των συνεργαζόμενων Καθηγητών ΑΕΙ. Μετά τη συγκρότησή του σε σώμα, τα μέλη του ΕΣΙ εκλέγουν με μυστική ψηφοφορία τον Πρόεδρο του ΕΣΙ. Σε Ινστιτούτα με συναφές ερευνητικό αντικείμενο μπορεί με απόφαση του ΔΣ του Οργανισμού να συνιστώνται κοινά ΕΣΙ, με ανάλογη εφαρμογή των ρυθμίσεων της παραγράφου αυτής.

2. Η θητεία των μελών του ΕΣΙ είναι διετής. Ο αριθμός των μελών του ΕΣΙ, η διαδικασία εκλογής τους, ο τρόπος λειτουργίας του ΕΣΙ, οι ειδικότερες αρμοδιότητές του και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Οργανισμού και μέχρι την έκδοσή του με απόφαση του ΔΣ του Οργανισμού. Στο ΕΣΙ συμμετέχει, χωρίς δικαίωμα ψήφου, αιρετός εκπρόσωπος από το προσωπικό της κατηγορίας Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης που υπηρετεί στο Ινστιτούτο ή στα οικεία Ινστιτούτα σε περίπτωση κοινών ΕΣΙ. Ο τρόπος εκλογής του αιρετού εκπροσώπου ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Οργανισμού. Αν δεν υφίσταται σχετική πρόβλεψη, η εκλογή θα πραγματοποιείται με ευθύνη του ΔΣ.

3. Ο Διευθυντής του Ινστιτούτου ή στην περίπτωση κοινών ΕΣΙ, ο Διευθυντής του Ινστιτούτου, θέματα του οποίου συζητούνται στις συνεδριάσεις του ΕΣΙ, συμμετέχει ως εισηγητής. Προτάσεις Διευθυντών Ινστιτούτων για να συζητηθούν στα ΕΣΙ εγγράφονται υποχρεωτικά στην ημερήσια διάταξη. Αν ο Διευθυντής διαφωνεί με απόφαση του ΕΣΙ, υποχρεούται να υποβάλει το θέμα στο ΔΣ του Οργανισμού για
την άρση της διαφωνίας. Η απόφαση του ΔΣ λαμβάνεται αφού εκφράσουν τη γνώμη τους τόσον ο Διευθυντής του Ινστιτούτου όσον και ο Πρόεδρος του ΕΣΙ.

4. Τα ΕΣΙ συστήνονται και λειτουργούν με απόφαση του ΔΣ του Οργανισμού, σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του Εσωτερικού Κανονισμού. Το ΕΣΙ συνέρχεται υποχρεωτικά μια φορά το μήνα και εκτάκτως μετά από πρόταση του Διευθυντή του Ινστιτούτου, της πλειοψηφίας των μελών του ή του 1/5 του ερευνητικού προσωπικού του οικείου Ινστιτούτου.

5. Το ΕΣΙ ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες, καθώς και όσες άλλες προβλέπονται από τον παρόντα νόμο και τον Κανονισμό:
(α) Επικουρεί τον Διευθυντή του Ινστιτούτου στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
(β) Παρακολουθεί το ερευνητικό και αναπτυξιακό πρόγραμμα του Ινστιτούτου και υποβάλλει τη σχετική γνώμη και κριτική του στον Διευθυντή του Ινστιτούτου.
(γ) Συμβάλλει στη διαμόρφωση της στρατηγικής, του οργανογράμματος και της πολιτικής του ανθρώπινου δυναμικού του Ινστιτούτου.
(δ) Υποστηρίζει τον Διευθυντή του Ινστιτούτου στη σύνταξη γνωμοδοτήσεων σε ειδικά ερωτήματα που υποβάλλονται από το ΔΣ ή από το οικείο ΠΕΣΥ. (ε) Αποτιμά το ερευνητικό έργο του Ινστιτούτου σε σχέση με την ερευνητική και αναπτυξιακή πολιτική του Οργανισμού.
(στ) Ορίζει τις επιτροπές κρίσης και τις εισηγητικές επιτροπές για την πλήρωση θέσεων Ερευνητών και Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων, καθώς και για την εξέλιξή τους.
(ζ) Χορηγεί σύμφωνη γνώμη για την προκήρυξη θέσεων Ερευνητών και ΕΛΕ στο Ινστιτούτο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
Θέματα Διασφάλισης της Ποιότητας και της Προέλευσης Αγροτικών Προϊόντων και Τροφίμων

Άρθρο 19


1. Όλες οι διαδικασίες ελέγχου και πιστοποίησης του παρόντος νόμου διενεργούνται από τον Οργανισμό υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις, που καθορίζονται κάθε φορά με κοινή απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού.

2. Ο Οργανισμός μπορεί να αναθέτει την εκτέλεση ελεγκτικών αρμοδιοτήτων του σε φυσικά πρόσωπα κατάλληλης ειδικότητας, τα οποία είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο ελεγκτών-επιθεωρητών-εμπειρογνωμόνων του Οργανισμού. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού καθορίζεται η αμοιβή τους. Για τις δαπάνες μετακίνησής τους εφαρμόζονται όσα ισχύουν για το προσωπικό του Οργανισμού.

3. Αρμοδιότητες ελέγχου και πιστοποίησης αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, ή και υπηρεσιών, καθώς και επίβλεψης ιδιωτικών φορέων που προβλέπονται από εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία και δεν αναφέρονται στον παρόντα νόμο, μπορούν να ανατεθούν στον Οργανισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Z'
ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ

Άρθρο 20
Γεωργική Επαγγελματική Εκπαίδευση


1. Οι ΕΠΑΣ δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Α' κύκλου σπουδών, αρμοδιότητας Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, διέπονται από τις διατάξεις του ν. 3475/2006 (ΦΕΚ Α'146), όπως ισχύουν.

2. O Οργανισμός δύναται να λάβει έγκριση άδεια λειτουργίας φορέων μη τυπικής εκπαίδευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4186/2013 (ΦΕΚ Α'193) «Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και λοιπές διατάξεις», όπως κάθε φορά ισχύουν.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση, τη διοίκηση, το προσωπικό και τη λειτουργία καθώς και την ένταξη των φορέων αυτών στην οργανική διάρθρωση του Οργανισμού. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την εισαγωγή μαθητών και την υλοποίηση της τάξης μαθητείας-πρακτικής άσκησης των ειδικοτήτων των φορέων αυτών.

4. Στις εκπαιδευτικές μονάδες διδάσκουν: α) Εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, β) υπάλληλοι του Οργανισμού των κατηγοριών Ερευνητικού Προσωπικού (Ερευνητές και Ειδικοί Λειτουργικοί Επιστήμονες), Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, κατά προτίμηση γεωτεχνικής κατεύθυνσης με εμπειρία στην εκπαίδευση και κατάρτιση.

5. Σε κάθε εκπαιδευτική μονάδα λειτουργούν: α)εκπαιδευτήριο, β) καθετοποιημένη μονάδα αγροτικής παραγωγής για την πρακτική άσκηση των μαθητών, γ) σχολικό εργαστήριο του άρθρου 10 του ν.1566/1985 (ΦΕΚ Α'167 Α') όπως κάθε φορά ισχύει, δ) συμβατική και ηλεκτρονική βιβλιοθήκη και ε) προαιρετικά οικοτροφείο και εστιατόριο.

6. Η κατάρτιση του προγράμματος σπουδών στις εκπαιδευτικές μονάδες αποτελεί ευθύνη:
(α) Του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων ως προς τη διδακτέα ύλη και την έκδοση των εγχειριδίων διδασκαλίας για τα μαθήματα γενικής παιδείας και ειδίκευσης,
(β) Του Οργανισμού ως προς τη διδακτέα ύλη σε θέματα του Αγροτικού Τομέα και την έκδοση των εγχειριδίων διδασκαλίας για τα μαθήματα ιδιαίτερης εξειδίκευσης και πρακτικής άσκησης. Η διδακτέα ύλη σε θέματα του Αγροτικού Τομέα εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

7. Ο Οργανισμός είναι συναρμόδιος με τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ) και τον ΟΑΕΔ για την υλοποίηση των Τάξεων Μαθητείας στις ειδικότητες της Ομάδας Προσανατολισμού Γεωπονίας, Τεχνολογίας Τροφίμων και Διατροφής.

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να καθορίζεται το πλαίσιο συνεργασίας του Οργανισμού με:
(α) Το Ινστιτούτο Γεωπονικών Επιστημών - Κληροδότημα Ιφ. Συγγρού.
(β) Το Πρακτικό Γεωργικό Σχολείο ΑΧΕΠΑ Βέλου Κορινθίας.

Άρθρο 21
Γεωργική Επαγγελματική Κατάρτιση και Δια Βίου Μάθηση


Ο Οργανισμός έχει την αρμοδιότητα σχεδιασμού, εκπόνησης και υλοποίησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων κατάρτισης και δια βίου μάθησης σε τομείς ενδιαφέροντος του γεωργικού τομέα.
1. Ο Οργανισμός υλοποιεί εκπαιδευτικά προγράμματα κατάρτισης μέσω:
(α) των Τμημάτων Αγροτικής Κατάρτισης της Διεύθυνσης Αγροτικής Κατάρτισης της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (πρώην Κέντρα Γεωργικής Εκπαίδευσης «ΚΕ.Γ. Ε-ΔΗΜΗΤΡΑ»)
(β) των φορέων Επαγγελματικής Κατάρτισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
2. Τα προγράμματα αγροτικής επαγγελματικής κατάρτισης υλοποιούνται από πιστοποιημένους, από τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ) ή εξειδικευμένους και έμπειρους σε θέματα επαγγελματικής κατάρτισης, δια βίου μάθησης, συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης ενηλίκων, υπαλλήλους του Οργανισμού ή άλλων φορέων.
3. Ο Οργανισμός υλοποιεί δράσεις μεταφοράς γνώσεων, κατάρτισης και ενημέρωσης μέσω ενός διαδραστικού μοντέλου συστημάτων δικτύωσης που δίνεται η δυνατότητα στους ωφελούμενους να μαθαίνουν μέσα από την παρακολούθηση ή την συμμετοχή τους στην πράξη, την παραγωγική διαδικασία και την αξιοποίηση των συγχρόνων μεθόδων παραγωγής, της καινοτομίας και της χρήσης νέων τεχνολογιών
4. Ο Οργανισμός υλοποιεί δράσεις επίδειξης και δράσεις ενημέρωσης σε Πρότυπα Αγροκτήματα Ερευνητικού, Επιδεικτικού και Εκπαιδευτικού Χαρακτήρα που δίνεται η δυνατότητα στους συμμετέχοντες να μαθαίνουν μέσα από την παρακολούθηση ή την συμμετοχής τους στην πράξη, την παραγωγική διαδικασία και την αξιοποίηση των συγχρόνων μεθόδων παραγωγής, της καινοτομίας και της χρήσης νέων τεχνολογιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22
Τροποποίηση του ν. 4369/2016 «Εθνικό Μητρώο Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης κ.λπ.» (Α'33)


Στο τέλος της διάταξης του στοιχείου β. της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4369/2016 «Εθνικό Μητρώο Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης κ.λπ.» (Α'33) να προστεθεί η φράση «καθώς και οι ερευνητές των Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας του «Ελληνικού Οργανισμού Αγροτικής Έρευνας, Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης» (ΕΛΓΟ).

Άρθρο 23
Τροποποίηση του ν.4281/2014 «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις» (Α'160)


1. α) Η παρ. 5 του άρθρου 27 του ν.4281/2014 «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις» (Α'160), όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 94 του ν.4310/2014 «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία και άλλες διατάξεις» ( Α' 258) αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτονται από τους Ερευνητικούς και Τεχνολογικούς Φορείς που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ), τον «Ελληνικό Οργανισμό Αγροτικής Έρευνας, Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης» (ΕΛΓΟ)που εποπτεύεται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας των ΑΕΙ και τα Ν.Π.Ι.Δ. που συστήνονται στα ΑΕΙ κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 58 του ν.4009/2011, για την προμήθεια εργαστηριακού εξοπλισμού, επιστημονικών ειδών, προϊόντων, υλικών, συγγραμμάτων και υπηρεσιών, που προορίζονται: α) για εκπαιδευτικούς σκοπούς ή επιστημονικά πειράματα και έρευνες, καθώς και για την πραγματοποίηση εκδόσεών τους, β) για τη διοργάνωση και συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις και συνέδρια ή την προβολή και διάχυση ερευνητικών δραστηριοτήτων και αποτελεσμάτων των έργων που διαχειρίζονται οι ανωτέρω Ερευνητικοί και Τεχνολογικοί Φορείς, που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και οι ΕΛΚΕ των ΑΕΙ και γ) για την κάλυψη αναγκών Δημόσιας Υγείας.»
β) Η διάταξη της περίπτωσης δ) της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν.4281/2014 που προστέθηκε με τη διάταξη της πατ.3 του άρθρου 94 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Οι δημόσιοι ερευνητικοί οργανισμοί δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο «Ελληνικός Οργανισμός Αγροτικής Έρευνας, Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης» (ΕΛΓΟ) στον τομέα της δραστηριότητάς του που αφορά στην Αγροτική Έρευνα και Τεχνολογία, μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις προμηθειών, υπηρεσιών και έργων προσφεύγοντας σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς να προηγείται δημοσίευση σχετικής προκήρυξης, μετά από απόφαση του αρμόδιου οργάνου τους, υπό την προϋπόθεση, ότι η δαπάνη καλύπτεται από ίδιους πόρους και η προμήθεια εκτελείται για την παραγωγή, υποστήριξη, προβολή και αξιοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων ή στο πλαίσιο ερευνητικών, αυτοχρηματοδοτούμενων ή συγχρηματοδοτούμενων έργων και συμφωνιών ή υποστήριξης της λειτουργίας ή διαχείρισης και αξιοποίησής τους. Οι Τεχνολογικοί Φορείς, που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1514/1985 ως ανώνυμες εταιρείες ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και εποπτεύονται από φορείς του δημόσιου τομέα διενεργούν τις διαδικασίες προμηθειών, υπηρεσιών και έργων τους μέσω των Κανονισμών Προμηθειών τους, οι οποίοι παραμένουν σε ισχύ κατά παρέκκλιση της διάταξης της παρ.1Γ του άρθρου 199 του ν.4281/2014 και με την επιφύλαξη της εφαρμογής του Ενωσιακού Δικαίου περί δημοσίων συμβάσεων.».

Άρθρο 24
Τροποποίηση του ν. 4061/2012 «Διαχείριση ακινήτων Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ.λπ.» (Α'66)


1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του ν. 4061/2012 «Διαχείριση ακινήτων Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ.λπ.» (Α'66) τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Τα ακίνητα αυτά ανήκουν κατά κυριότητα στο ελληνικό δημόσιο και η διαχείρισή τους ασκείται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και τις Περιφέρειες της χώρας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 4 έως 12, εξαιρουμένης της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου αυτού.».

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 4061/2012, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 α. του άρθρου 37 του ν. 4235/2014 «Τρόφιμα, Ζώα, Ζωοτροφές, Γεωργικά Φάρμακα κ.λπ.» (Α'32), τροποποιείται ως ακολούθως:
«Μετά την περίπτωση γ' προστίθεται περίπτωση δ', ως εξής: δ) Δωρεάν, κατά νομή, χρήση και διαχείριση, ακίνητα στον «Ελληνικό Οργανισμό Αγροτικής Έρευνας, Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης» (ΕΛΓΟ) ν,π.ι.δ. εποπτευόμενο από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, αποκλειστικά για την απρόσκοπτη υλοποίηση της αποστολής του. Ο «Ελληνικός Οργανισμός Αγροτικής Έρευνας, Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης» (ΕΛΓΟ), μπορεί να εκμισθώνει ή να παραχωρεί περαιτέρω τη χρήση των ακινήτων αυτών σε τρίτους, μετά από πλειοδοτικό διαγωνισμό που θα διενεργεί ο ίδιος, για την επίτευξη της αποστολής του.».

Άρθρο 25
Τροποποίηση του ν. 1564/1985 «Οργάνωση παραγωγής και εμπορίας του πολλαπλασιαστικού υλικού φυτικών ειδών» (Α' 164)


1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 1564/1985 «Οργάνωση παραγωγής και εμπορίας του πολλαπλασιαστικού υλικού φυτικών ειδών» ( Α'164) τροποποιείται ως εξής: «Οι δαπάνες που απαιτούνται για την εφαρμογή του άρθρου αυτού αντιμετωπίζονται από πιστώσεις του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (ΚΤΓΚ και Δασών) που επιδοτείται κάθε έτος για το σκοπό αυτό από τους προϋπολογισμούς Τακτικό και Δημόσιων Επενδύσεων και από πιστώσεις του «Ειδικού Λογαριασμού Σποροπαραγωγής και Φυτωρίων».
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 24 του ν. 1564/1985 τροποποιείται ως εξής: «Οι δαπάνες που απαιτούνται για την εφαρμογή του νόμου αυτού, εκτός από εκείνες των αποδοχών των μόνιμων υπαλλήλων, αντιμετωπίζονται από τις πιστώσεις του ειδικού Λογαριασμού με τίτλο «Κεφάλαια σποροπαραγωγής» του προϋπολογισμού του ΚΤΓΚ και Δασών ο οποίος μετονομάζεται σε «Ειδικό Λογαριασμό Σποροπαραγωγής και Φυτωρίων».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 26
Μεταβατικές διατάξεις


1. Το τακτικό προσωπικό (με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που κατέχει οργανικές ή προσωποπαγείς θέσεις στον Οργανισμό) και το προσωπικό με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, οιουδήποτε κλάδου, κατηγορίας, ειδικότητας, βαθμού ή ερευνητικής βαθμίδας, καθώς και οι με έμμισθοι εντολή και πάγια αντιμισθία δικηγόροι που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στον Οργανισμό, συνεχίζουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον τόπο της προηγούμενης εργασίας τους, ανεξάρτητα από τη μεταβολή της ονομασίας ή του αντικειμένου των οργανικών - υπηρεσιακών μονάδων ή δομών που υιοθετεί ο παρών νόμος, η δε διανυθείσα εργασιακή θητεία τους στα συγχωνευθέντα στον Ελληνικό Γεωργικό Οργανισμό - ΔΗΜΗΤΡΑ (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ) νομικά πρόσωπα καθώς και στον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ θεωρείται ότι έχει διανυθεί για κάθε συνέπεια στον συνιστώμενο με τον παρόντα νόμο Οργανισμό.

2. Οι ερευνητές του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ βαθμίδας Δ' εφόσον έχουν συμπληρώσει το πρώτο έτος της θητείας τους και διαθέτουν τα προσόντα που προβλέπονται για τη βαθμίδα Γ' στο στοιχείο α) της παρ.2 του άρθρου 18 του ν.4310/2014 όπως ισχύει προάγονται στη βαθμίδα αυτή ύστερα από αίτηση και θετική κρίση από πενταμελή επιτροπή κριτών που αποτελείται από τον Διευθυντή του οικείου Ινστιτούτου και τέσσερα (4) μέλη με συναφές γνωστικό αντικείμενο τα οποία επιλέγονται με κλήρωση που διενεργεί το Επιστημονικό Συμβούλιο του οικείου Ινστιτούτου (ΕΣΙ) και πρέπει να κατέχουν βαθμίδα ανώτερη ή ίση με τη βαθμίδα Γ'. Δύο (2) από τα μέλη είναι ερευνητές του οικείου Ινστιτούτου και δύο (2) είναι εξωτερικά και επιλέγονται από τον εθνικό κατάλογο κριτών. Αν οι κατά τα ανωτέρω ερευνητές που υπηρετούν στο Ινστιτούτο είναι λιγότεροι από δύο, στην κλήρωση για τη συμπλήρωση του αριθμού των δύο (2) μελών της επιτροπής μετέχουν ερευνητές συναφούς γνωστικού αντικειμένου από τα άλλα Ινστιτούτα του Οργανισμού. Αν οι ερευνητές που υπηρετούν στο Ινστιτούτο ή στον Οργανισμό δεν επαρκούν, για τη συμπλήρωση του αναγκαίου αριθμού, η επιτροπή κρίσης συμπληρώνεται από εξωτερικούς κριτές που επιλέγονται σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία. Αν ο κρινόμενος δεν κριθεί προακτέος, η θητεία του παρατείνεται για δύο (2) έτη, μετά δε τη λήξη της επανακρίνεται. Αν και κατά την επανάκριση δεν κριθεί προακτέος για τη βαθμίδα Γ' μπορεί με αίτησή του που υποβάλλεται στον Οργανισμό μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη λήξη της θητείας του στη βαθμίδα Δ' να ζητήσει να ενταχθεί σε προσωποπαγή θέση είτε των ΕΛΕ του στοιχείου β) της παραγράφου 1 είτε, του προσωπικού των κατηγοριών Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου. Η αίτηση για ένταξη στους ΕΛΕ διαβιβάζεται στο οικείο ΕΣΙ, το οποίο και γνωμοδοτεί στο ΔΣ του Οργανισμού. Το ΔΣ αποφασίζει την ένταξη μετά από τη σύμφωνη γνώμη του ΕΣΙ. Ο κατά τα ανωτέρω ενταγμένος λαμβάνει τις αποδοχές της νέας του θέσης. Η προηγούμενη θητεία του στη θέση ερευνητή θεωρείται ότι διανύθηκε στη νέα του θέση για όλες τις συνέπειες.

3. Μέχρι τη σύσταση και λειτουργία των Επιστημονικών Συμβουλίων των Ινστιτούτων (ΕΣΙ) του Οργανισμού συνεχίζει να λειτουργεί και να ασκεί τις αρμοδιότητές του το Επιστημονικό Συμβούλιο του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ που συστάθηκε με το άρθρο 55 παρ.2 του ν.4235/2014 (Α' 32) και παρατείνεται αντίστοιχα η θητεία των μελών του που ορίστηκαν με την αριθμ. 191/29448/04.03.2014 απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΟΔΔ 131/14.03.2014) και ανανεώθηκε το πρώτον με την αριθμ. 2496/26520/08.03.2017 (ΥΟΔΔ 116/13.03.2017) και στη συνέχεια με την αριθμ. 878/137652/20.12.2017 (ΥΟΔΔ 724/29.12.2017) όμοιες. Για την πρόσληψη και προαγωγή του ερευνητικού προσωπικού εφαρμόζει τα προσόντα που προβλέπονται στο άρθρο 15 παρ.3 του παρόντος νόμου.

4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρονται «το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας» (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.), «ο Οργανισμός Γεωργικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Απασχόλησης» (ΟΓ.Ε.Ε.Κ.Α.) - "ΔΗΜΗΤΡΑ", «ο Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων» (Ο.Π.Ε.ΓΕ. Π.), «ο Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος και Κρέατος» (ΕΛ.Ο.ΓΑ.Κ.),νοείται ο μετονομασθείς με τον παρόντα νόμο «Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός - ΔΗΜΗΤΡΑ» (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), σε ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΛΓΟ).

5. Τυχόν εκκρεμείς διαδικασίες παράδοσης και παραλαβής εξοπλισμού, όπως αυτές καθορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ν.2538/1997 (Α' 242), όπως κάθε φορά ισχύει, για τα Ινστιτούτα Αγροτικής Έρευνας (ΙΑΕ) του ΕΘΙΑΓΕ, (α) Επιστήμης των Ζώων και Κτηνιατρικής Έρευνας Θεσσαλονίκης και (β) Λοιμωδών, Παρασιτικών Νοσημάτων και Προστασίας της Δημόσιας Υγείας Αθηνών, παύουν να εξελίσσονται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Ο υφιστάμενος εξοπλισμός και τα λοιπά κινητά περιουσιακά στοιχεία και των συγκεκριμένων ΙΑΕ καταγράφεται στα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού

6. Τα διαπιστευμένα ή υπό διαπίστευση Εργαστήρια των συγχωνευθέντων νομικών προσώπων ΕΘΙΑΓΕ και ΕΛΟΓΑΚ στον συσταθέντα ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ με την αριθ. 188763/10-10-2011 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθμ. 919/131869/20.10.2014 και 9657/122441/10.11.2015 όμοιες, εντάσσονται και συνεχίζουν να λειτουργούν ως υπηρεσιακές μονάδες του μεν ΕΘΙΑΓΕ των οικείων Ινστιτούτων Αγροτικής Έρευνας του δε ΕΛΟΓΑΚ στη Γενική Διεύθυνση Διασφάλισης Ποιότητας Αγροτικών Προϊόντων του Οργανισμού.

7. Όλα τα περιουσιακά στοιχεία, κινητά και ακίνητα, ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα, αποθεματικά κ.λπ. των συγχωνευθέντων νομικών προσώπων στον συσταθέντα ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ με την αριθ. 188763/10-10-2011 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθμ. 919/131869/20.10.2014 και 9657/122441/10.11.2015 όμοιες περιέρχονται στον Οργανισμό και συνεχίζουν να εξυπηρετούν αυτόν και τις υπηρεσιακές του μονάδες χωρίς την κατάρτιση άλλης πράξης ή μεταβίβασης. Η παρούσα διάταξη αποτελεί τίτλο μεταγραφής, η οποία γίνεται ατελώς. Ειδικότερα, ταμειακά υπόλοιπα και καταθέσεις των συγχωνευθέντων νομικών προσώπων περιέρχονται στον Οργανισμό. Υπογραφείσες συμβάσεις, εκτελούμενα προγράμματα, έργα και μελέτες και ο προϋπολογισμός του τρέχοντος έτους του Οργανισμού συνεχίζουν να εκτελούνται, καθώς και οι τυχόν εκκρεμείς δίκες συνεχίζουν να διεξάγονται χωρίς να επέρχεται διακοπή αυτών, στο όνομα των συγχωνευθέντων νομικών προσώπων, με αποφάσεις του ΔΣ του Οργανισμού, ο δε Οργανισμός αναλαμβάνει αυτοδικαίως και χωρίς οποιαδήποτε άλλη διατύπωση τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ.

8. Μέχρι την έκδοση του εσωτερικού κανονισμού που πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, τα αντίστοιχα θέματα ρυθμίζονται με αποφάσεις του ΔΣ του Οργανισμού.

9. Μέχρι τη συγκρότηση του ΔΣ του Οργανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7,8 και 9 του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 4 της αριθ. 188763/10-10-2011 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία συστάθηκε ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθμ. 919/131869/20.10.2014 και 9657/122441/10.11.2015 όμοιες.

10. Ο διακριτικός τίτλος «ΕΘΙΑΓΕ-NAGREF», που μέχρι την έναρξη ισχύος της αριθ. 188763/10.10.2011 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία συγχωνεύθηκε το ΕΘΙΑΓΕ στον ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ και είχε κατοχυρώσει το ΕΘΙΑΓΕ, καθίσταται ιδιοκτησία του Οργανισμού και χρησιμοποιείται για τις ανάγκες της αγροτικής έρευνας.

11. Τα Λογότυπα ή / και τα Σήματα που κατά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου έχει εκδώσει και έχει κατοχυρώσει ο Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. - AGROCERT) και ο καθολικός διάδοχός του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ καθώς και ο διακριτικός τίτλος "AGROCERT" καθίστανται ιδιοκτησία του Οργανισμού και συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται.

12. Οποιεσδήποτε ρυθμίσεις καταβολής τελών για υπηρεσίες πιστοποίησης ή / και επίβλεψης υπέρ του Οργανισμού Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.-AGROCERT) και του καθολικού διαδόχου του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ συνεχίζουν να καταβάλλονται στον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΛΓΟ).

13. Οι εισφορές που καταβάλλονταν στον ΕΛ.Ο.ΓΑ.Κ και στον καθολικό διάδοχό του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, σύμφωνα με τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις, συνεχίζουν να καταβάλλονται στον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΛΓΟ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι'
ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27
Καταργούμενες διατάξεις


Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη κατά το μέρος που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή κατά το μέρος που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος.

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Μετεξέλιξη του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων σε Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και λοιπές διατάξεις»

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Σχεδίου νόμου
Του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Με τίτλο
«Μετεξέλιξη του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων σε Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και λοιπές διατάξεις»

Α. Επί της αρχής:

Με την παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία, επιδιώκεται για πρώτη φορά, η ανάπτυξη ενός ενιαίου, σύγχρονου και συνεκτικού διοικητικού σχήματος-συστήματος ανίχνευσης των πραγματικών αναγκών του πληθυσμού αναφοράς, των πολιτικών κοινωνικής αλληλεγγύης, αλλά και αποδοτικής διαχείρισης των πόρων που διατίθενται για την μείωση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Η συγκεκριμένη πρόταση νόμου είναι συνέχεια των καθοριστικών παρεμβάσεων της πολιτείας τα τελευταία δύο χρόνια. Παρεμβάσεις μείζονος σημασίας, όπως το Εθνικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής Φροντίδας (Ν. 4445/2017), η σύσταση του Εθνικού Μηχανισμού για τον συντονισμό, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των πολιτικών ένταξης και συνοχής (Ν. 4445/2016), ο νόμος για τα δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες (Ν. 4488/2017), η απλοποίηση της λειτουργίας των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας - ΚΕ.Π.Α. (Ν. 4331/15) και η κύρωση του Αναθεωρημένου Κοινωνικού Χάρτη, αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τα προβλήματα που βιώνουν στην καθημερινότητά τους τα άτομα με αναπηρία και άλλες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Οι πρωτοβουλίες αυτές, αντανακλούν τις προτεραιότητες της Ελληνικής Κυβέρνησης για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και ανοίγουν μία νέα σελίδα στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία και στην αξιοπρεπή διαβίωσή τους. Ανάπτυξη χωρίς αλληλεγγύη και προστασία των ευάλωτων ομάδων, δεν είναι δίκαιη ανάπτυξη, δεν είναι κοινωνικά αποδεκτή ανάπτυξη.

Πέρα από κάθε αμφισβήτηση, το μοντέλο που βασίστηκε στην έλλειψη μιας ενιαίας διοικητικής αρχής-φορέα ενισχύσεων έχει φτάσει στα όρια του και πολλές φορές αποτελεί τροχοπέδη στην δημιουργία ενός κράτους κοινωνικής φροντίδας και αλληλεγγύης, στο οποίο θα υπάρχουν ενιαίοι κανόνες και ισότιμη πρόσβαση. Στο σημερινό αδιέξοδο μας οδήγησε η έλλειψη ενοποιημένου και επικαιροποιημένου μητρώου των δικαιούχων των πάσης φύσης κοινωνικών παροχών και υπηρεσιών, η ανεπαρκής ενημέρωση του πληθυσμού αναφοράς, η απουσία γεωπληροφοριακού συστήματος, η πολυνομία και η αλληλοεπικάλυψη των σχετικών προγραμμάτων.

Η οικονομική κρίση ήταν καθοριστικός παράγοντας μεγέθυνσης των προβλημάτων. Οι δομές κοινωνικής αλληλεγγύης και προστασίας των ευάλωτων ομάδων, αναπόφευκτα αντιμετώπισαν προβλήματα λόγω της δημοσιονομικής στενότητας και των περιοριστικών πολιτικών λιτότητας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας κρίνεται επιβεβλημένη για τον καλύτερο συντονισμό, την εξάλειψη της γραφειοκρατίας, την ενίσχυση της διαφάνειας και την καταπολέμηση των πελατειακών σχέσεων. Και αυτό επιχειρεί η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία, με την ανάπτυξη πιο αποτελεσματικών, αποδοτικών και συνεκτικών πολιτικών οικονομικής και κοινωνικής στήριξης των ευάλωτων-ευπαθών ομάδων του πληθυσμού (ανασφάλιστοι, άτομα με αναπηρία και εν γένει άτομα και νοικοκυριά με ανεπαρκείς εισοδηματικούς και περιουσιακούς πόρους).

Για την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού, αξιοποιείται το προσωπικό, η πείρα και οι υφιστάμενες κεντρικές και περιφερειακές διοικητικές δομές του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), ο οποίος με το παρόν σχέδιο νόμου, μετονομάζεται και μετεξελίσσεται σε ενιαίο Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ο.Π.Ε.Κ,Α.), αποτελώντας το βασικό «μοχλό» υλοποίησης των πολιτικών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης, υποσυστήματος του Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας της χώρας (ν.4387/2016).

Ο Ο.Π.Ε.Κ.Α, ως καθολικός διάδοχος του ΟΓΑ, εξακολουθεί να ασκεί τις υφιστάμενες, μη ασφαλιστικές αρμοδιότητες του δεύτερου, στους λειτουργικούς τομείς των οικογενειακών επιδομάτων, των ανασφάλιστων υπερηλίκων και του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας, σας οποίες, σταδιακά, προστίθενται αρμοδιότητες που αφορούν στην απονομή όλων των προνοιακών επιδομάτων, οικονομικών ενισχύσεων και κοινωνικών υπηρεσιών σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.

Με τις πάγιες και τις μεταβατικές διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου, επιδιώκεται, αφενός η ομαλή λειτουργική μετεξέλιξη του Ο.Γ.Α σε ενιαίο Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ο.Π.Ε.Κ.Α.), με όρους αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας, χωρίς καθυστερήσεις και διοικητικές δυσλειτουργίες αλλά με τις αναγκαίες προσαρμογές της διοικητικής και οργανωτικής δομής, των αρμοδιοτήτων καθώς επίσης και της οικονομικής του λειτουργίας στους νέους σκοπούς του Οργανισμού και αφετέρου η επίλυση υφιστάμενων προβλημάτων.

Β. Επί των άρθρων:

Άρθρο 1: Φορέας διαχείρισης προνοιακών παροχών και παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης

Με τις διατάξεις του άρθρου 1 ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), μετονομάζεται σε Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και ορίζεται ότι συνιστά ενιαίο φορέα υλοποίησης πολιτικών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85). Καθορίζεται η νομική του μορφή (ΝΠΔΔ) και η μετάβαση στο νέο διοικητικό σχήμα μέσω του μηχανισμού της καθολικής διαδοχής των μη ασφαλιστικών αρμοδιοτήτων του ΟΓΑ, όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, από τον ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 2: Σκοπός

Με τις διατάξεις του άρθρου 2 καθορίζεται ο σκοπός του ΟΠΕΚΑ, στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Για την επίτευξη των σκοπών του συνίσταται ο Λογαριασμός Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών και διατηρείται ο Λογαριασμός Αγροτικής Εστίας του ν.3050/2002, με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Κύριος σκοπός του Ο.Π.Ε.Κ.Α είναι τόσο η στήριξη των οικογενειών όσο και των ευπαθών ομάδων πληθυσμού που βρίσκονται στο όριο του κοινωνικού αποκλεισμού, οι ανασφάλιστοι υπερήλικες, τα άτομα με χρόνιες παθήσεις ή άλλες μορφές βαριάς αναπηρίας, τα άτομα που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας κ.α

Άρθρο 3: Πόροι

Με τις διατάξεις του άρθρου 3 προσδιορίζονται οι πηγές χρηματοδότησης του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 4: Παροχές και Υπηρεσίες

Με τις διατάξεις του άρθρου 4 προσδιορίζονται οι παροχές και υπηρεσίες που χορηγεί ο ΟΠΕΚΑ, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι ήδη χορηγούμενες από τον ΟΓΑ, παροχές και υπηρεσίες, στο πλαίσιο της άσκησης των μη ασφαλιστικών αρμοδιοτήτων του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 51 του ν.4387/2016. Επίσης παρέχονται οι αναγκαίες εξουσιοδοτήσεις για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων, με τις οποίες αφενός θα καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις καθώς και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την απονομή και εν γένει διαχείριση των νέων προνοιακών παροχών και υπηρεσιών που ανατίθενται στον ΟΠΕΚΑ καθώς και η έκδοση ενός Κανονισμού Παροχών και Υπηρεσιών.

Περαιτέρω, yia την αποτελεσματική και αποδοτική άσκηση των αρμοδιοτήτων του, τη διασφάλιση της νομιμότητας, της διαφάνειας, της ταχείας εξυπηρέτησης των πολιτών και για την καταπολέμηση του σφάλματος και της απάτης, οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ, μέσω εξουσιοδοτημένων - διαπιστευμένων υπαλλήλων αυτού, υποχρεούνται να διασταυρώνουν ηλεκτρονικά τα δηλωθέντα στοιχεία από τους αιτούντες οποιαδήποτε παροχή που απονέμει ο ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και της κείμενης νομοθεσίας, με όλες τις σχετικές διαθέσιμες ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων. Η πρόσβαση περιορίζεται στα απολύτως αναγκαία, για την κατά νόμο χορήγηση των παροχών του, στοιχεία και δεδομένα των αιτούντων, διαφυλασσόμενων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Τέλος παρέχεται εξουσιοδότηση στη διοίκηση του Οργανισμού να διερευνά τις δυνατότητες σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών διοικητικής συνεργασίας και συνδρομής για την ανταλλαγή, με συμβατικό ή/και ηλεκτρονικό τρόπο, δεδομένων, στοιχείων και πληροφοριών με φορείς, οργανισμούς και αρχές κοινωνικής προστασίας χωρών του εξωτερικού και να εισηγείται σχετικά στην εποπτεύουσα αρχή.

Άρθρο 5: Όργανα Διοίκησης

Με τις διατάξεις του άρθρου 5 καθορίζονται τα Όργανα Διοίκησης του ΟΠΕΚΑ ( Δ.Σ. και Διοικητής). Επίσης προβλέπεται ότι η θέση του Διοικητή και η θέση του Υποδιοικητή του Ο ΓΑ, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου, καθίστανται αυτοδίκαια θέση Διοικητή και θέση Υποδιοικητή του ΟΠΕΚΑ αντίστοιχα. Τέλος, προσδιορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την επιλογή του Διοικητή και Υποδιοικητή, οι εφαρμοστέες διατάξεις για την επιλογή τους, η αναπλήρωση του Διοικητή από τον Υποδιοικητή, ο χρόνος της θητείας και η σχέση εργασίας τους.

Άρθρο 6: Σύνθεση - Αρμοδιότητες και Τρόπος Λειτουργίας του Διοικητικού Συμβουλίου

Με τις διατάξεις του άρθρου 6 καθορίζονται, ο αριθμός και οι ιδιότητες των μελών, οι αρμοδιότητες και ο τρόπος λειτουργίας του Δ.Σ του ΟΠΕΚΑ.
Ειδικότερα, στο νέο Δ.Σ εκπροσωπούνται τόσο οι σχετικοί με τους σκοπούς του ΟΠΕΚΑ φορείς δημόσιας εξουσίας, όσο και οι οργανωμένες συλλογικότητες-κοινωνικές ομάδες που εκπροσωπούν τον πληθυσμό αναφοράς των παροχών και υπηρεσιών του (άτομα με αναπηρία, οικογένειες με τέκνα), ώστε να διασφαλίζεται η διοικητική αποτελεσματικότητα και ο κοινωνικός έλεγχος των αποφάσεων και ενεργειών του εν λόγω Οργάνου.
Περαιτέρω, για την διασφάλιση της νομιμότητας, της διαφάνειας και της εν γένει εύρυθμης λειτουργίας του Δ.Σ, προβλέπονται οι υποχρεώσεις, οι ευθύνες, τα κωλύματα διορισμού και οι λόγοι έκπτωσης των μελών του, ο τρόπος αντικατάστασής τους και η διάρκεια της θητείας τους.

Άρθρο 7: Αρμοδιότητες Διοικητή

Με τις διατάξεις του άρθρου 7 καθορίζονται οι αρμοδιότητες του Διοικητή του ΟΠΕΚΑ, η δυνατότητά του να μεταβιβάζει ορισμένες αρμοδιότητες του ή το δικαίωμα υπογραφής «με εντολή Διοικητή» στον Υποδιοικητή ή σε Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του ΟΠΕΚΑ, η αναπλήρωση του από τον Υποδιοικητή καθώς και, για λειτουργικούς λόγους, ο τρόπος αναπλήρωσης του Υποδιοικητή σε περίπτωση επίσης έλλειψης, απουσίας ή κωλύματος του.
Επιπροσθέτως συγκροτεί Ομάδες Εργασίας που αποτελούνται από υπαλλήλους του Οργανισμού, οι οποίοι λόγω των ειδικών γνώσεων, της επιστημονικής κατάρτισης και πείρας τους, μπορούν να συμβάλουν στην αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία του Οργανισμού μέσω της κατάρτισης μελετών, προτάσεων, πορισμάτων, εισηγήσεων και της διενέργειας ερευνών για θέματα που είναι συναφή με τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες του Οργανισμού, ενώ εκπροσωπεί τον ΟΠΕΚΑ δικαστικώς και εξωδίκως. Ειδικότερα όπου απαιτείται η προσωπική εμφάνιση εκπροσώπου του ΟΠΕΚΑ ενώπιων οποιασδήποτε δικαστικής ή άλλης Αρχής, αυτή ενεργείται από τον οριζόμενο από τον Διοικητή Νομικό Σύμβουλο ή πάρεδρο ή δικαστικό αντιπρόσωπο ή δικηγόρο. Όρκος επαγόμενος ή αντεπαγόμενος στον ΟΠΕΚΑ δίνεται από τον οριζόμενο από τον διοικητή Νομικό Σύμβουλο ή πάρεδρο ή δικαστικό αντιπρόσωπο ή δικηγόρο.

Άρθρο 8: Μεταβατικές Διατάξεις για τα Όργανα Διοίκησης

Με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 8, θεσπίζονται μεταβατικές διατάξεις που αφορούν τα όργανα διοίκησης του ΟΠΕΚΑ (Διοικητή, Υποδιοικητή και Διοικητικό Συμβούλιο) με στόχο την ομαλή και απρόσκοπτη μετάβαση από τον ΟΓΑ στη νέα διοικητική δομή, βάσει και της αρχής της συνέχειας των δημοσίων υπηρεσιών. Η ίδια αρχή διέπει και την παρ. 3, βάσει της οποίας οι αποφάσεις των οργάνων διοίκησης του ΟΓΑ συνεχίζουν να ισχύουν εκτός αν ορίζεται το αντίθετο στον παρόντα νόμο.

Άρθρο 9: Θέματα Προσωπικού

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ορίζεται ότι από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου, το πάσης φύσης προσωπικό του ΟΓΑ, καθίσταται αυτοδίκαια προσωπικό του ΟΠΕΚΑ, διατηρώντας την ίδια οργανική θέση, κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα, βαθμό, μισθολογικό κλιμάκιο και πάσης φύσης παροχές και αποδοχές, συμπεριλαμβανομένης και της προσωπικής διαφοράς καθώς και όλα εν γένει τα δικαιώματα που απορρέουν από την προηγούμενη υπηρεσιακή του κατάσταση.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 επιλύεται το ζήτημα της ιδιότυπης εργασιακής σχέσης ιδιωτικού δικαίου των τακτικών υπαλλήλων του ΟΓΑ (ΝΠΔΔ εποπτευόμενο από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης). Ειδικότερα, οι τακτικοί υπάλληλοι του ΟΓΑ διέπονταν από τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 16 του ιδρυτικού του νόμου (Ν.4169/1961) και του κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 4 του ως άνω νόμου εκδοθέντος Κανονισμού «Κατάσταση Προσωπικού του ΟΓΑ», οι οποίες, ως ειδικές, κατίσχυαν πάσης άλλης διατάξεως (άρθρο 2 του Ν. 799/1978, άρθρο 7 του Ν.826/1978 και άρθρο 9 του Ν.2297/1995). Πρόκειται πράγματι για ιδιότυπο καθεστώς τακτικών υπαλλήλων, που διορίζονται και υπηρετούν σε οργανικές θέσεις πλήρους απασχόλησης και, ενώ συνδέονται με τον Οργανισμό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, μετά την παρέλευση της διετούς δοκιμαστικής τους υπηρεσίας καθίστανται μόνιμοι (ειδικές διατάξεις του άρθρου 7 του Κανονισμού «Κατάσταση Προσωπικού του ΟΓΑ»). Εξαιτίας αυτής της ιδιομορφίας προκύπτουν δυσεπίλυτα ερμηνευτικά ζητήματα τα οποία με τη σειρά τους προκαλούν ερωτήματα προς το ΝΣΚ, ανισότητες και δυσλειτουργίες στα ζητήματα διαχείρισης του προσωπικού αλλά και θέματα αναρμοδιότητας κατά τη δικαστική επίλυση διαφορών. Σημειώνεται επίσης ότι η ως άνω σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου των τακτικών υπαλλήλων του ΟΓΑ κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 16 του ν.4169/1961 και του Κανονισμού «Κατάσταση Προσωπικού ΟΓΑ» αφενός διαφοροποιείται από αυτή των υπαλλήλων Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (Ι.Δ.Α.Χ.) και αφετέρου ταυτίζεται de facto με την περίπτωση των μονίμων υπαλλήλων του δημοσίου κατά την έννοια του άρθρου 103 του Συντάγματος. Ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία και πλέον εφικτή η επίλυση του ως άνω ζητήματος χωρίς όμως την απώλεια ώριμων δικαιωμάτων που απορρέουν από την υφιστάμενη σχέση εργασίας. Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 προβλέπεται ρητά ότι για όλα τα θέματα της εν γένει υπηρεσιακής κατάστασης, τις μεταβολές αυτής και τα ζητήματα πειθαρχικής ευθύνης το σύνολο του προσωπικού του ΟΠΕΚΑ υπάγεται στις διατάξεις του ν.3528/2007 (ΦΕΚ Α 26). Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 δίνεται η δυνατότητα αναλογικής εφαρμογής και για τους υπαλλήλους του ΟΠΕΚΑ της διάταξης του άρθρου 16 του ν.3586/2007 για τη χορήγηση δανείων σε περιπτώσεις έκτακτων αναγκών.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 ορίζεται ότι οι προβλεπόμενες θέσεις ειδικών συνεργατών των γραφείων του Διοικητή και Υποδιοικητή του ΟΓΑ (παρ.Ια ,άρθρο 19, ν.2556/1997 και παρ.6 άρθρο 21, ν.3144/2003), από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθίστανται θέσεις ειδικών συνεργατών των γραφείων του Διοικητή και Υποδιοικητή του ΟΠΕΚΑ.

Τέλος, με τις διατάξεις της παραγράφου 8 συνιστώνται στον ΟΠΕΚΑ πέντε (5) θέσεις δικηγόρων με σχέση εμμίσθου εντολής για την υποστήριξη του έργου των υπηρεσιών του ενώ προβλέπεται και ο τρόπος πλήρωσης των εν λόγω θέσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων» (ΦΕΚ Α 208), όπως ισχύουν.

Άρθρο 10 : Μεταβατικές διατάξεις για θέματα Προσωπικού

Το άρθρο 10, σε συνέχεια του προηγούμενου άρθρου, θεσπίζει μεταβατικές διατάξεις σχετικά με το προσωπικό του ΟΠΕΚΑ. Ειδικότερα ρυθμίζει ζητήματα εκκρεμών διορισμών, μετατάξεων και αποσπάσεων (παρ. 1 και 2), επιλογής προϊσταμένων (παρ. 3 ) και υπηρεσιακών συμβουλίων (παρ. 4).

Ο νέος φορέας στην μετεξέλιξη του αποκτά νέα αντικείμενα ευθύνης που χρήζουν ιδιαίτερης διαχείρισης, χειρισμού και ειδίκευσης. Οι μεταβατικές αυτές διατάξεις είναι απαραίτητες καθώς ο Οργανισμός μετεξελίσσεται και απαιτείται ομαλή μετάβαση στον νέο φορέα, με τα νέα αντικείμενα ευθύνης και τις νέες αρμοδιότητες του. Οι γενικοί διευθυντές, διευθυντές και προϊστάμενοι του νέου φορέα, θα πρέπει άμεσα και αποτελεσματικά μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα από την φήφιση του παρόντος να συντονίσουν και να οργανώσουν ένα σύνολο από νέα αντικείμενα και αρμοδιότητες, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ΟΠΕΚΑ θα κληθεί να έρθει σε επαφή και να εξυπηρετήσει ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα που απαιτούν ειδικευμένες γνώσεις. Για τους λόγους αυτούς λοιπόν προτείνεται για ένα μεταβατικό στάδιο που σαν στόχο έχει να προετοιμάσει τη μετάβαση από τον ΟΓΑ στον νέο φορέα (ΟΠΕΚΑ), ως ενιαία αρχή απόδοσης επιδομάτων, η τοποθέτηση προϊστάμενων στις οργανικές μονάδες του ΟΠΕΚΑ, να γίνει σύμφωνα με τις οικείες ειδικές διατάξεις της απόφασης του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών αριθ. Ε4/Φ34 οίκ. 4279/1971 (Β' 678) «Περί εγκρίσεως του Κανονισμού διαρθρώσεως, συνθέσεως και αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων», μέχρι την πλήρη εφαρμογή των οικείων διατάξεων του ν.3528/2007 αναφορικά με τις θέσεις προϊσταμένων επιπέδου διεύθυνσης και τμήματος.

Άρθρο 11: Νομική Υποστήριξη

Με τις διατάξεις του παρόντος καθορίζονται τα ζητήματα που αφορούν στη λειτουργία του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του Κράτους στον ΟΠΕΚΑ (στελέχωση, αρμοδιότητες, λειτουργία Δικαστικών Γραφείων του ΝΣΚ στην περιφέρεια).Προβλέπεται επίσης ότι κατόπιν σχετικής εισήγησης του Νομικού Συμβούλου του ΟΠΕΚΑ καθορίζονται τα ζητήματα αμοιβής και ελέγχου των εισηγήσεών από Τριμελή επιτροπή του ΝΣΚ, ενώ με τις διατάξεις των λοιπών παραγράφων ρυθμίζονται: α) τα δικονομικά προνόμια του ΟΠΕΚΑ β) ζητήματα πληρεξουσιότητας για την παράσταση και υπεράσπιση του ΟΠΕΚΑ ενώπιον όλων των Δικαστηρίων και Αρχών, από τους λειτουργούς του Ν.Σ.Κ. και τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή.

Άρθρο 12 : Μεταβατική Διάταξη για θέματα Νομικής Υποστήριξης

Με τις διατάξεις του άρθρου 12 ρυθμίζεται το ζήτημα της ολοκλήρωσης των δικαστικών υποθέσεων ΟΓΑ, ο χειρισμός των οποίων είχε ανατεθεί σε συνεργαζόμενους- συμβαλλόμενους δικηγόρους, κατ' άρθρο 180 παρ. 3 του ν.4261/2014, οι οποίοι παρίστανται και συνεχίζουν χωρίς διακοπή τις σχετικές δίκες για λογαριασμό του ΟΠΕΚΑ, ασκώντας όλες τις διαδικαστικές ενέργειες, πράξεις και ένδικα μέσα και βοηθήματα επ' ονόματι του Οργανισμού αυτού.

Άρθρο 13: Διοικητική Οργάνωση και Λειτουργία

Το άρθρο 13 αναφέρεται στην Διοικητική Οργάνωση και Λειτουργία του νέου φορέα. Οι υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ διακρίνονται σε υπηρεσίες της Κεντρικής υπηρεσίας και σε υπηρεσίες των Περιφερειακών Διευθύνσεων. Η δομή αυτή διατηρείται και στον νέο φορέα με απώτερο και μοναδικό στόχο της την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των ευπαθών ομάδων που θα καταφεύγουν στον ΟΠΕΚΑ.

Άρθρα 14-42: Διάρθρωση

Με στόχο την άμεση, ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία του ΟΠΕΚΑ, με τις διατάξεις των άρθρων 14-42 προβλέπεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν.4178/2013, η οργανωτική του δομή, η διάρθρωση των υπηρεσιών του, οι επιχειρησιακοί σκοποί και στόχοι των Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων αντίστοιχα, οι αρμοδιότητες των οργανικών του μονάδων επιπέδου Τμήματος, καθώς και οι κατηγορίες και κλάδοι προέλευσης των Προϊσταμένων. Τα ως άνω αποτελούν το οργανόγραμμα του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 43: Οικονομική διαχείριση και έλεγχος

Το άρθρο 43 ρυθμίζει ζητήματα σχετικά με τον Κανονισμό Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας του ΟΠΕΚΑ, τον προϋπολογισμό και τη λοιπή οικονομική διαχείριση, ενώ παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και στον Υπουργό Οικονομικών να εκδώσουν απόφαση, με την οποία θα ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο σχετικό ζήτημα.

Άρθρο 44: Μεταβατικές διατάξεις για θέματα οικονομικής διαχείρισης

Το άρθρο 44 ρυθμίζει το μεταβατικό καθεστώς Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας του ΟΠΕΚΑ (στην παρ. 1), ζητήματα σχετικά με την επιλογή διαχειρίστριας τράπεζας (παρ. 2) και του προϋπολογισμού (παρ. 3).

Άρθρο 45: Γενικές διατάξεις για την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών- παραγραφή απόδοση παροχών στους κληρονόμους και έξοδα κηδείας

Με τις διατάξεις του άρθρου 45 επιδιώκεται κυρίως η, με ενιαίο και ολοκληρωμένο τρόπο, ρύθμιση όλων των ζητημάτων που αφορούν στον τρόπο αποτελεσματικής ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθεισών προνοιακών παροχών και οικονομικών ενισχύσεων του ΟΠΕΚΑ ενώ ρυθμίζονται, επίσης με διατάξεις ζητήματα όπως, ο χρόνος παραγραφής των απαιτήσεων του ΟΠΕΚΑ, η απόδοση κληρονομικών ποσών παροχών, καθώς και η καταβολή εξόδων κηδείας σε περίπτωση θανάτου δικαιούχων της καταργηθείσας σύνταξης ανασφάλιστου υπερήλικα (ν.1286/1982 και 4093/2012).

Άρθρο 46: Γενικές διατάξεις για την άσκηση ενδικοφανών μέσων

Το άρθρο 46 ρυθμίζει επίσης με ενιαίο τρόπο, τα ζητήματα που αφορούν: α) στην δυνατότητα άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής κατά συγκεκριμένων εκτελεστών ατομικών αποφάσεων - πράξεων των αρμοδίων οργάνων του ΟΠΕΚΑ, β) στις προθεσμίες άσκησης και εξέτασης των προσφυγών, γ) στον τρόπο κοινοποίησης των εκτελεστών διοικητικών αποφάσεων-πράξεων όσο και των προσφυγών, δ) στην διοικητική διαδικασία εξέτασής τους, ε) στο αρμόδιο για την εξέταση τους Οργανο και στο εύρος της αρμοδιότητάς του καθώς επίσης στ) στην απαγόρευση άσκησης προσφυγής ως προς τα εισοδηματικά - περιουσιακά κριτήρια των προνοιακών παροχών που χορηγεί ο ΟΠΕΚΑ, δεδομένης της φύσης των εν λόγω κριτηρίων.

Άρθρο 47: Ενοποιημένο Μητρώο ΟΠΕΚΑ (Ε.Μ.Ο.)

Οι διοικητικές διαδικασίες απονομής, παρακολούθησης και εν γένει διαχείρισης των υφιστάμενων παροχών του ΟΓΑ και των αντίστοιχων μητρώων δικαιούχων (καταργηθείσα σύνταξη ανασφάλιστων υπερηλίκων, νέο επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης ανασφάλιστων υπερηλίκων, οικογενειακά επιδόματα) υποστηρίζονται ηλεκτρονικά από εφαρμογές της ΓΓΠΣ και της ΗΔΙΚΑ και δευτερογενώς από την Δ/νση Πληροφορικής του ΟΓΑ. Συγχρόνως η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του ΟΓΑ στο πλαίσιο της μετεξέλιξης του σε ενιαίο Οργανισμό προνοιακών επιδομάτων επιτάσσει την δημιουργία Ενοποιημένου Μητρώου δικαιούχων των πάσης φύσης παροχών και οφειλετών, προκειμένου να διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, η διαφάνεια της διοικητικής δράσης καθώς επίσης η αποτελεσματική παρακολούθηση και ανάκτηση των απαιτήσεων του φορέα από αχρεώστητες καταβολές παροχών.
Ειδικότερα προβλέπονται:
α) ο τρόπος δημιουργίας του και οι εμπλεκόμενες προς τούτο οργανικές μονάδες,
β) τα καταχωρούμενα και τηρούμενα σ' αυτό στοιχεία, δεδομένα και πληροφορίες για την ταυτοποίηση των δικαιούχων, τον προσδιορισμό του είδους και του ύψους του ποσού των παροχών, τον έλεγχο των εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων και των σχετικών μεταβολών τους, την παρακολούθηση των πληρωμών και των μεταβολών τους, τον προσδιορισμό των οφειλετών και του ύψους της οφειλής τους καθώς επίσης και για την εν γένει υποστήριξη των διοικητικών διαδικασιών χορήγησης ή μη, αναστολής, επαναχορήγησης, διακοπής και ανάκτησης των απαιτήσεων του φορέα, από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές,
γ) οι πηγές και ο τρόπος άντλησης των ανωτέρω δεδομένων και στοιχείων,
δ) το δικαίωμα πρόσβασης,
ε) ο υπεύθυνος επεξεργασίας και τα ζητήματα απορρήτου και παραβίασής του, καθώς επίσης και στ) ο χρόνος τήρησης των ως άνω δεδομένων.
Τέλος παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ του ΟΠΕΚΑ, για την έκδοση απόφαση με την οποία καθορίζονται:
α) τα, κοινά ή και ανά παροχή, στοιχεία, δεδομένα και πληροφορίες, που καταχωρίζονται και τηρούνται στο Ε.Μ.Ο.
β) οι τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις
γ) ζητήματα διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας του Ε.Η.Μ.Ο. με άλλα πληροφοριακά συστήματα,
δ) οργανωτικά και τεχνικά θέματα απορρήτου και πολιτικής ασφάλειας της επεξεργασίας των δεδομένων του παρόντος άρθρου, όπως κρυπτογράφηση δεδομένων, ασφάλεια επικοινωνιών, εμπιστευτικότητα, και
ε) κάθε άλλο θέμα σχετικό με την ανάπτυξη και λειτουργία του Ε.Μ.Ο. στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85). Σκοπός της δημιουργίας και τήρησης του Ε.Μ.Ο. είναι η προάσπιση του κοινωνικού δημοσίου συμφέροντος, η εξασφάλιση της διαφάνειας της διοικητικής δράσης, η αποδοτική διαχείριση των πόρων και η αποτελεσματική ανάκτηση των απαιτήσεων του Οργανισμού από αχρεωστήτως εισπραχθέντα ποσά παροχών

Άρθρο 48: Λειτουργική Διασύνδεση ΟΠΕΚΑ και Κέντρων Κοινότητας

Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ρυθμίζεται το ζήτημα της λειτουργικής διασύνδεσης του ΟΠΕΚΑ και των Κέντρων Κοινότητας. Η ανωτέρω διασύνδεση κρίνεται απαραίτητη, τόσο για την εκπλήρωση των σκοπών του ΟΠΕΚΑ όσο και αυτών των Κέντρων Κοινότητας.

Άρθρο 49: Τροποποιήσεις ισχυουσών διατάξεων ΟΓΑ

Στο παρόν άρθρο τροποποιείται μια σειρά άρθρων για την εναρμόνιση της νομοθεσίας που θα βοηθήσει στην υλοποίηση του σημαντικού έργου του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 50: Τελικές διατάξεις

Το άρθρο 50 αφενός τροποποιεί και επικαιροποιεί ορισμένες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που σχετίζονται με τον σκοπό του παρόντος νόμου και αφετέρου επιλύει υφιστάμενα προβλήματα και αμφισβητήσεις.

ΜΕΡΟΣ Β'

Επί της αρχής:

Με τις διατάξεις των άρθρων 51 έως και 57 ρυθμίζονται επιμέρους θέματα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης απτόμενα του τομέα κοινωνικής αλληλεγγύης. Λαμβάνεται πρόνοια για τη δυνατότητα χρηματοδότησης της ίδρυσης νέων τμημάτων φροντίδας βρεφών ή/και νηπίων από εθνικούς πόρους οι οποίοι προέκυψαν από την εξοικονόμηση δαπανών του δημόσιου τομέα και θα μεταφερθούν στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, από το Υπουργείο Οικονομικών. Η χρηματοδότηση θα καλύψει τις εργασίες ανακαίνισης, αναμόρφωσης και προσαρμογής στις νόμιμες προϋποθέσεις σε υφιστάμενα κτίρια, ιδιόκτητα, παραχωρημένα ή μισθωμένα, καθώς και την προμήθεια του απαιτούμενου εξοπλισμού ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία νέων τμημάτων φροντίδας βρεφών και νηπίων από την επόμενη περίοδο 2018-2019.(άρθρο 51)

Παρατείνεται η προθεσμία εγγραφής των φορέων στο Εθνικό Μητρώο ιδιωτικών φορέων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα από τη λήξη της έως και την 30η.06.2018, λόγω πληθώρας αιτημάτων εγγραφών φορέων προκειμένου να συμπεριληφθούν και αυτοί στο Μητρώο, να καταχωρηθούν τα στοιχεία τους να μην τεθεί θέμα ανάκλησης της άδειας λειτουργίας τους (άρθρο 52).

Λαμβάνεται μέριμνα προκειμένου να καταβληθούν αποζημιώσεις για πρόσθετες αμοιβές εργασίας, εξαιρέσιμων ημερών και νυκτερινών ωρών, εργασία προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου, κάλυψη εκτάκτων ή εποχιακών υπηρεσιακών αναγκών του πάσης φύσεως προσωπικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης (άρθρο 53) και διασφαλίζεται η συνέχιση λειτουργίας του Σικιαριδείου Ιδρύματος Απροσάρμοστων Παίδων (άρθρο 54)

Θεσμοθετείται η διαδικασία απόδειξης γνώσης της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί (άρθρο 55) και συμπληρώνεται η υπάρχουσα διάταξη περί επιχορήγησης από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου (Εφ 33-220) είτε μέσω των Περιφερειών με μεταφορά αντίστοιχης πίστωσης είτε απευθείας από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας και εφόσον είναι ειδικώς πιστοποιημένα ως Φορείς παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας, (άρθρο 56)

Τέλος ενοποιούνται οι επιμέρους διατάξεις με τις οποίες ρυθμιζόταν μέχρι σήμερα η χρηματοδότηση για την υλοποίηση του κατασκηνωτικού προγράμματος καθίσταται αναγκαία προκειμένου να μην υπάρχει νομοθετικό κενό στη διαδικασία σχεδιασμού, υλοποίησης και πληρωμής, (άρθρο 57)

Επί των άρθρων

Άρθρο 51: Υλοποίηση προγράμματος χρηματοδότησης δήμων για την ίδρυση νέων τμημάτων βρεφικής, παιδικής και βρεφονηπιακής φροντίδας

Μετά από εξέταση των στοιχείων του προγράμματος "Εναρμόνιση επαγγελματικής με οικογενειακή ζωή" της προηγούμενης περιόδου 2016-2017 διαπιστώθηκε σε αρκετούς Δήμους σημαντική απόκλιση μεταξύ των αξιών τοποθέτησης (vouchers) βρεφών και νηπίων σε μονάδες προσχολικής φροντίδας και των διαθέσιμων θέσεων σε βρεφικούς, παιδικούς ή βρεφονηπιακούς σταθμούς, δημοτικούς ή του ιδιωτικού τομέα.

Στο Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθρο 21) προβλέπεται ότι "η οικογένεια, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους", το οποίο επίσης "έχει την υποχρέωση να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για το σχεδιασμό και την εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής". Δεδομένου, ότι η φροντίδα των παιδιών προσχολικής ηλικίας είναι βασικός πυλώνας της μέριμνας για το παιδί και της προσπάθειας για βελτίωση των δημογραφικών δεικτών στη χώρα μας, δηλαδή μοχλός υλοποίησης των συνταγματικών υποχρεώσεων της Πολιτείας, είναι απαραίτητο να ληφθούν μέτρα ώστε να αυξηθούν οι θέσεις που διατίθενται από δημόσιους φορείς για τη φιλοξενία παιδιών προσχολικής ηλικίας.

Για τον λόγο αυτόν κρίνεται ιδιαίτερα σκόπιμο να δοθεί στους δήμους και νομικά τους πρόσωπα που είναι οι φορείς υλοποίησης και διαχείρισης βρεφικών, παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών, ειδική ενίσχυση ώστε να αυξήσουν εντός του 2018 τον αριθμό των διατιθέμενων θέσεων φιλοξενίας βρεφών και νηπίων.

Η προτεινόμενη διάταξη προβλέπει τη δυνατότητα χρηματοδότησης της ίδρυσης νέων τμημάτων φροντίδας βρεφών ή/και νηπίων από εθνικούς πόρους οι οποίοι προέκυψαν από την εξοικονόμηση δαπανών του δημόσιου τομέα και θα μεταφερθούν στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, από το Υπουργείο Οικονομικών. Η χρηματοδότηση θα καλύψει τις εργασίες ανακαίνισης, αναμόρφωσης και προσαρμογής στις νόμιμες προϋποθέσεις σε υφιστάμενα κτίρια, ιδιόκτητα, παραχωρημένα ή μισθωμένα, καθώς και την προμήθεια του απαιτούμενου εξοπλισμού ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία νέων τμημάτων φροντίδας βρεφών και νηπίων από την επόμενη περίοδο 2018-2019.

Η υλοποίηση και διαχείριση του προγράμματος χρηματοδότησης των Δήμων θα ανατεθεί στην Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ), φορέα της Γ ενικής Κυβέρνησης εποπτευόμενο από το Υπ. Εσωτερικών, η οποία διαθέτει μεγάλη πείρα στη διαχείριση προγραμμάτων που αφορούν τους Δήμους και ειδικότερα τους βρεφονηπιακούς σταθμούς. Προς τον σκοπό αυτό στη διάταξη προβλέπεται ρητά η υπογραφή προγραμματικής συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

Άρθρο 52: Τροποποίηση παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν. 4455/2017 (Α'22)

Στα πλαίσια αποτελεσματικότερης παρακολούθησης από πλευράς Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης της δράσης ιδιωτικών φορέων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας δυνάμει του άρθρου 7 του ν.4455/2017 (Α' 22) συνεστήθη το Εθνικό Μητρώο ιδιωτικών φορέων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (Εθνικό Μητρώο).Οι φορείς της παρ. 1 της ως άνω διάταξης που ήδη λειτουργούσαν, σύμφωνα με την ως άνω διάταξη, είχαν προθεσμία εγγραφής στο Μητρώο μέχρι την 26.08.2017 ήτοι τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση της με αριθμό 16765/9 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β' 1839).Μέχρι την ως άνω ημερομηνία είχαν εγγραφεί πάνω από 1.500 φορείς με τα παραρτήματά τους ενώ και μετά το πέρας της προθεσμίας υποβάλλονταν αιτήματα εγγραφής φορέων οι οποίοι δεν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο και τεχνογνωσία να ολοκληρώσουν την διαδικασία εγγραφής

Η προτεινόμενη ρύθμιση η οποία παρατείνει την προθεσμία εγγραφής των φορέων από τη λήξη της έως και την 30η.06.2018, κρίνεται επιτακτική λόγω των συνεχιζόμενων αιτημάτων εγγραφών φορέων πέραν της 26ης.08.2017 προκειμένου να συμπεριληφθούν και αυτοί στο Μητρώο, να καταχωρηθούν τα στοιχεία τους να μην τεθεί θέμα ανάκλησης της άδειας λειτουργίας τους.

Άρθρο 53: Θέματα προσωπικού νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

Η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται επιτακτική προκειμένου να καταβληθούν αποζημιώσεις για πρόσθετες αμοιβές εργασίας, εξαιρέσιμων ημερών και νυκτερινών ωρών, εργασία προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου, κάλυψη εκτάκτων ή εποχιακών υπηρεσιακών αναγκών του πάσης φύσεως προσωπικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Η εν λόγω ρύθμιση στην παράγραφο 1 και 2 αφορά περιπτώσεις στις οποίες δεν έγινε δέσμευση των οικείων ποσών από τους προϋπολογισμούς των ως άνω των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου πριν τη θέση σε ισχύ του άρθρου 154 ν. 4483/2017 (Α'107) το οποίο συμπλήρωσε την παράγραφο 22 του ν.4052/2012 (Α' 41) και στην παράγραφο 3 αφορά περιπτώσεις στις οποίες δεν δημοσιεύτηκαν εγαίρωςαποφάσεις των Διοικήσεων των ανωτέρω των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου καθιέρωσης εργασίας με αποζημίωση εξαιρέσιμων ημερών και νυκτερινών ωρών, εργασία προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου, κάλυψη εκτάκτων ή εποχιακών υπηρεσιακών αναγκών του πάσης φύσεως προσωπικού τους.

Η ρύθμιση της παρούσας διάταξης τυγχάνει αναγκαία προκειμένου να επιλυθούν τα ως άνω γραφειοκρατικά προβλήματα που ανέκυψαν και να καταβληθούν οι ανωτέρω αποζημιώσεις στο προσωπικό των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 54: Παράταση προθεσμίας άρθρου 7 ν. 4473/2017 (Α'78)

Με την προτεινόμενη ρύθμιση διασφαλίζεται η συνέχιση λειτουργίας του Σικιαριδείου Ιδρύματος Απροσάρμοστων Παίδων το οποίο βρίσκεται σε διαδικασία ανασυγκρότησης και αναβάθμισης, έχει ρυθμίσει τα χρέη του και αυξάνει τον αριθμό των ωφελουμένων του αλλά λόγω συσσωρευμένων χρεών απειλείται με διακοπή λειτουργίας.

Η παράταση κρίνεται επιτακτική προκειμένου το ανωτέρω ίδρυμα το οποίο παρέχει υπηρεσίες προς άτομα με αναπηρία να εισπράξει κρατικές επιχορηγήσεις και οφειλές από απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου προκειμένου να ρυθμίσει τα χρέη του προς τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς και τις Φορολογικές Αρχές και να καταβάλλει τους μισθούς προς τους εργαζόμενους.

Άρθρο 55: Διαδικασία απόδειξης γνώσης της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί

Στο πλαίσιο της ποιοτικής παροχής υπηρεσιών από τους Δήμους και για την υποστήριξη της υλοποίησης του θεσμού του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης, έχουν ήδη δημιουργηθεί 120 Κέντρα Κοινότητας σε όλη την Ελλάδα και 40 Παραρτήματα Ρομά σε δήμους όπου υπάρχουν πληθυσμοί με αυτά τα χαρακτηριστικά ευαλωτότητας, τα οποία λειτουργούν παράλληλα και υποστηρικτικά με τα Κέντρα Κοινότητας. Τόσο στο σχεδιασμό (Οδηγός εφαρμογής των Κέντρων Κοινότητας) όσο και στη σχετική νομοθεσία για τη λειτουργία των Κέντρων Κοινότητας και των Παραρτημάτων τους, αναφέρεται η αναγκαιότητα και η συμβολή του Διαμεσολαβητή Ρομά. Ο Διαμεσολαβητής αποτελεί σημαντικό μέλος της ομάδας των στελεχών του Διευρυμένου Κέντρου Κοινότητας με Παράρτημα Ρομά και ως εκ τούτου συμμετέχει ισότιμα στο σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση των δράσεων, δεδομένου ότι ως μέλος ή/και συνομιλητής της κοινότητας των ωφελουμένων, είναι σε θέση να γνωρίζει τις πραγματικές ανάγκες τους. Στο πλαίσιο αυτό υποστηρίζει και καθοδηγεί την ομάδα των στελεχών του Κέντρου Κοινότητας ως προς την παροχή των υπηρεσιών. Ειδικότερα, ο Διαμεσολαβητής συνεργάζεται με τις λοιπές ειδικότητες του κέντρου, για:

• Τη δημιουργία και εξασφάλιση μίας σχέσης εμπιστοσύνης και ανοικτού διαλόγου μεταξύ των μελών της Κοινότητας Ρομά και των στελεχών του Κέντρου.

• Τη δίκαιη και αμερόληπτη παροχή των υπηρεσιών του Κέντρου

• Την έγκαιρη ενημέρωση των ωφελουμένων σχετικά με τις προγραμματισμένες ενέργειες του Κέντρου, αλλά και ευρύτερα δράσεων που αφορούν στους ίδιους

• Τη διευκόλυνση και ενδυνάμωση της επικοινωνίας και των επαφών μεταξύ της κοινότητας Ρομά και των δημόσιων/δημοτικών οργανισμών και υπηρεσιών (σχετικά με την εκπαίδευση, την υγεία, την απασχόληση, τις αστικές υποθέσεις και διεκπεραιώσεις, κλπ).

Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει υλοποιήσει δύο προγράμματα (Romedl και Romed2) που αφορούν στους κοινωνικούς διαμεσολαβητές Ρομά και στο πλαίσιο τους, εκπαιδεύτηκαν περίπου 120 διαμεσολαβητές Ρομά από όλη την Ελλάδα. Οι εκπαιδευμένοι διαμεσολαβητές, συνέστησαν και μία Ένωση με τη νομική μορφή της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας, για τη διεκδίκηση και κατοχύρωση των επαγγελματικών τους δικαιωμάτων, με την επωνυμία «Ένωση Ελλήνων Ρομά Διαμεσολαβητών και Συνεργατών τους».

Μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα δεν έχει θεσμοθετηθεί το επάγγελμα του Διαμεσολαβητή Ρομά. Για αυτό το λόγο στη σχετική Κοινή Υπουργική Απόφαση για τα Κέντρα Κοινότητας (ΦΕΚ 854/Β/30-3-2016) ως κριτήριο και απαραίτητη προϋπόθεση για να προσληφθεί κάποιος σε θέση Διαμεσολαβητή είναι η γνώση της τοπικής διαλέκτου και των κοινωνικών χαρακτηριστικών της τοπικής κοινότητας. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα δεν έχει θεσπιστεί κάποια διαδικασία για την απόδειξη της γνώσης της γλώσσας Ρομανί, η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη χορήγηση σχετικού πιστοποιητικού γλωσσομάθειας, οι Δήμοι στις προκηρύξεις τους για την πρόσληψη Διαμεσολαβητών ορίζουν ως δικαιολογητικό για τα στοιχεία αυτά την Υπεύθυνη Δήλωση.

Μετά από σειρά καταγγελιών από υποψηφίους και από φορείς σχετικά με την υποβολή ψευδών υπεύθυνων δηλώσεων και μετά από επικοινωνία με το ΑΣΕΠ αναδεικνύεται η ανάγκη να διαφυλαχθεί η δυνατότητα εκπλήρωσης του ρόλου του διαμεσολαβητή, μέσω της εξασφάλισης από πλευράς Δήμων ότι πληρούνται τα ελάχιστα απαραίτητα προσόντα από τους υποψηφίους για τις θέσεις αυτές. Στο πλαίσιο αυτό κρίνεται αναγκαία η θέσπιση μιας ενιαίας διαδικασίας για την απόδειξη της γνώσης της γλώσσας Ρομανί και της διαλέκτου της τοπικής κοινότητας, η οποία θα ακολουθείται από τους Δήμους που προκηρύσσουν θέσεις για Διαμεσολαβητές Ρομά για τη στελέχωση των Παραρτημάτων Ρομά, που λειτουργούν στην εδαφική τους περιφέρεια.

Δεδομένου ότι το ζήτημα της διαπίστωσης της γνώσης της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί, αποτελεί κατά καιρούς απαραίτητη προϋπόθεση για την συμμετοχή υποψηφίων σε διαδικασίες πρόσληψης για θέσεις εργασίας, σε προγράμματα εκπαίδευσης ή την ένταξη σε οποιαδήποτε άλλη θετική δράση για τους Ρομά κρίθηκε σημαντικό να έχει η παρούσα διάταξη γενικό χαρακτήρα, θεσπίζοντας μια ενιαία διαδικασία για τη διαπίστωση της γνώσης αυτής και να μην περιορίζεται η ρύθμιση στην παρούσα ανάγκη για αξιοκρατική επιλογή υποψηφίων για τις θέσεις Διαμεσολαβητών για Ρομά για τα Παραρτήματα Ρομά των Κέντρων Κοινότητας. Ειδικότερα:

Με τις παραγράφους 1 και 2 θεσπίζεται διαδικασία για την απόδειξη της γνώσης γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί για όλες τις περιπτώσεις που η γνώση αυτή τίθεται ως απαραίτητο προσόν για την πρόσληψη υποψηφίων σε θέσεις εργασίας, για τη συμμετοχή στην εκπαίδευση ή την ένταξη σε οποιαδήποτε άλλη θετική δράση για τους Ρομά. Προβλέπεται η συγκρότηση τριμελούς επιτροπής αποτελούμενης από ένα στέλεχος του Δήμου (υπάλληλο ή αιρετό), ένα μέλος της «Ένωσης Ελλήνων Ρομά Διαμεσολαβητών» και έναν εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ομοσπονδίας Ρομά ή ελλείψει αυτής της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας των Ελλήνων Ρομά. Στην παρούσα διάταξη επιλέγεται ως κριτήριο για την απόδειξη της γνώσης αυτής η επάρκεια στην επικοινωνία μέσα από έναν δομημένο διάλογο στη γλώσσα ή στην τοπική διάλεκτο Ρομανί, δεδομένου ότι δεν έχουν θεσπιστεί στην Ελλάδα διαδικασίες για την πιστοποίηση επιπέδων γνώσης της γλώσσας, ούτε αντίστοιχα πιστοποιητικά για τα επίπεδα αυτά. Στη συνέχεια ορίζονται οι συνέπειες που επιφέρει η αρνητική απόφαση της επιτροπής. Οι προβλεπόμενες συνέπειες είναι οι εξής: 1) Αποκλεισμός του υποψηφίου που απέτυχε στην εξέταση από τη διαδικασία πρόσληψης λόγω έλλειψης απαραίτητων τυπικών προσόντων, ή από την ένταξη σε συγκεκριμένη δράση και 2) δέσμευση των οικείων φορέων να προχωρήσουν στη σύνταξη των εκάστοτε πινάκων κατάταξης ή των αποφάσεων ένταξης χωρίς να συμπεριλάβουν τους υποψηφίους που απέτυχαν στην εξέταση.

Η διαδικασία θεσπίζεται ως υποχρεωτική για όλες τις περιπτώσεις που κατατίθενται ενστάσεις, καταγγελίες ή προκύπτουν ενδείξεις από ευρήματα σχετικών ελέγχων ότι υποψήφιοι δε γνωρίζουν τη γλώσσα.

Με την παράγραφο 3 ορίζεται ότι η συγκεκριμένη διαδικασία έχει εφαρμογή και στις διαδικασίες πρόσληψης Διαμεσολαβητών για Ρομά στα Παραρτήματα Ρομά των Κέντρων Κοινότητας. Προβλέπεται η υποχρέωση των οικείων Δήμων να ενεργοποιήσουν την παραπάνω διαδικασία ακόμα και σε περιπτώσεις που ήδη έχει γίνει επιλογή Διαμεσολαβητή ή ακόμη και εάν έχει ήδη προσληφθεί, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν έγγραφες καταγγελίες, σχετικές ενστάσεις ή οποιαδήποτε στιγμή προκύψουν σχετικά ευρήματα από τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές, ότι ο επιλεγείς ή προσληφθείς Διαμεσολαβητής για Ρομά δε γνωρίζει αποδεδειγμένα την τοπική διάλεκτο της κοινότητας. Ορίζονται περαιτέρω ως συνέπειες της ενεργοποίησης της παραπάνω διαδικασίας, η διαγραφή από τους πίνακες κατάταξης υποψηφίων που δε γνωρίζουν την παραπάνω διάλεκτο και η καταγγελία της σύμβασης προσληφθέντων Διαμεσολαβητών που αποδεδειγμένα, βάσει της θεσπισθείσας διαδικασίας, δε γνωρίζουν την παραπάνω γλώσσα ή την τοπική διάλεκτο και η πρόσληψη του επόμενου σε σειρά κατάταξης που πληροί τις προϋποθέσεις.

Άρθρο 56: Τροποποίηση της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν.2646/1998 (Α'236)

Η προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζει την περίπτωση επιχορήγησης από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου (Εφ 33-220) είτε μέσω των Περιφερειών με μεταφορά αντίστοιχης πίστωσης είτε απευθείας από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας και εφόσον είναι ειδικώς πιστοποιημένα ως Φορείς παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας. Η απόφαση επιχορήγησης των ανωτέρω φορέων κρίνεται αναγκαίο να συνάδει με την απόφαση έγκρισης του άρθρου 12 παρ. 3 του ν. 2731/1999 (Α'138) προκειμένου να αποφευχθεί η σύγχυση μεταξύ των δύο διατάξεων οι οποίες εξουσιοδοτούν για την έκδοση υπουργικής απόφασης με το ίδιο θέμα, η δε πρόβλεψη ότι οι Περιφέρειες καθίστανται φορείς επιχορήγησης κατά την έννοια του άρθρου 41 του Ν.4129/2013 (Α'52) αναμένεται να επιταχύνει τις διαδικασίες με αντίστοιχη μείωση του χρόνου αποπληρωμής των δαπανών.

Άρθρο 57: Χρηματοδότηση Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ,νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ειδικώς πιστοποιημένων φορέων για την κάλυψη δαπανών οργάνωσης, λειτουργίας και συντήρησης κατασκηνώσεων

Με την προτεινόμενη ρύθμιση καθορίζεται το καθεστώς χρηματοδότησης φορέων για την κάλυψη των δαπανών οργάνωσης, λειτουργίας και συντήρησης των κατασκηνώσεων του κρατικού προγράμματος αρμοδιότητάς του, με τις οποίες χρηματοδοτούνται οι Δήμοι και τα εποπτευόμενα από το Υπουργείο Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης νομικά πρόσωπα που τους έχει ανατεθεί η οργάνωση και η λειτουργία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 2646/1988 (Α' 236) και του άρθρου 14 του ν. 3106/2003 (Α' 30). 

Η ενοποίηση των επιμέρους διατάξεων με τις οποίες ρυθμιζόταν μέχρι σήμερα η χρηματοδότηση για την υλοποίηση του κατασκηνωτικού προγράμματος καθίσταται αναγκαία προκειμένου να μην υπάρχει νομοθετικό κενό στη διαδικασία σχεδιασμού, υλοποίησης και πληρωμής. Η ανωτέρω ενοποίηση θα συντελέσει στην επιτάχυνση των διαδικασιών καθώς και στην αποτελεσματικότερη υλοποίηση του η οποία κρίνεται απαραίτητη λόγω του μεγάλου αριθμού ωφελούμενων που εξυπηρετεί.

Η χρηματοδότηση δίδεται σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καθώς και στους ειδικούς πιστοποιημένους φορείς του άρθρου 5 του ν.2646/98 (Α'236) και αφορά την οργάνωση και η λειτουργία των κατασκηνώσεων του κρατικού προγράμματος που αποτελούσε αρμοδιότητα του Κοινωνικού Κέντρου Οικογένειας και Νεότητας (Κ.Κ.Ο.Ν) του Β.Δ. 289/1976 (Α'89 ) και των παιδικών εξοχών του κρατικού προγράμματος που αποτελούσε αρμοδιότητα του Π.Ι.Κ.Π.Α. καθώς και υποστηρικτές υπηρεσίες για την οργάνωση και λειτουργία κατασκηνώσεων προς όφελος ευάλωτων κατηγοριών πληθυσμού εντός του Κρατικού προγράμματος ή συμπληρωματικά αυτού.


Σχέδιο νόμου
Του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Με τίτλο
«Μετεξέλιξη του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων σε Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και λοιπές διατάξεις»

ΜΕΡΟΣ Α'
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΚΩΝ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ (ΟΠΕΚΑ)


Άρθρο 1
Ενιαίος φορέας διαχείρισης προνοιακών παροχών και παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης


1. Ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μετονομάζεται σε Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και συνιστά ενιαίο φορέα υλοποίησης πολιτικών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ν.4387/2016 (Α' 85).

2. Ο ΟΠΕΚΑ είναι Ν.Π.Δ.Δ., τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και έχει την έδρα του στην Αθήνα.

3. Ο ΟΠΕΚΑ καθίσταται οιονεί καθολικός διάδοχος του ΟΓΑ ως προς το σύνολο των αρμοδιοτήτων του, όπως αυτές ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Άρθρο 2 Σκοπός

1. Στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης, σκοπός του ΟΠΕΚΑ είναι: α) η χορήγηση χρηματοδοτούμενων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό προνοιακών παροχών, επιδομάτων, οικονομικών ενισχύσεων, κοινωνικών υπηρεσιών, για την οικονομική στήριξη και κοινωνική ένταξη οικογενειών και ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, β) η υλοποίηση, εκτέλεση και διαχείριση προγραμμάτων, δράσεων και ενεργειών που αφορούν προνοιακές πολιτικές του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
γ) η χορήγηση παροχών και υπηρεσιών, κοινωνικού, εκπαιδευτικού, πολιτιστικού και ψυχαγωγικού χαρακτήρα του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ) του ν. 3050/2002 (Α' 214).

2. Για την υλοποίηση του σκοπού της παρ. 1 :
α) συνιστάται στον ΟΠΕΚΑ Λογαριασμός Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια,
και
β) διατηρείται ο ΛΑΕ του ν.3050/2002 , με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια.

Άρθρο 3 Πόροι

1. Πόροι του ΟΠΕΚΑ είναι:
α) η επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για την κάλυψη των παροχών του Λογαριασμού Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών,
β) η επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για την προώθηση και διαχείριση προνοιακών πολιτικών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης,
γ) η επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για την κάλυψη των πάσης φύσης εξόδων λειτουργίας, όπως αποδοχών, λοιπών αμοιβών και αποζημιώσεων προσωπικού, προμηθειών, του Λογαριασμού Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών,
δ) οι πρόσοδοι περιουσίας, η απόδοση των κεφαλαίων και των αποθεματικών,
ε) τα έσοδα από την οικονομική συμμετοχή των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν.3050/2002.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών ρυθμίζεται η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος μεταφοράς των αναγκαίων πιστώσεων καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

Άρθρο 4 Παροχές και υπηρεσίες

1. Ο ΟΠΕΚΑ χορηγεί και διαχειρίζεται τα εξής:
α) το επίδομα παιδιού του άρθρου 214 του ν.4512/2018 (Α' 5),
β) το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης σε ανασφάλιστους υπερήλικες του άρθρου 93 του ν.4387/2016,
γ) την παροχή στους ανασφάλιστους υπερήλικες, τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας και τα έξοδα κηδείας σε περίπτωση θανάτου των ανωτέρω προσώπων, σύμφωνα με το ν. 1296/1982 (Α' 128), του ν.4093/2012 (Α' 222), της παρ. 7 του άρθρου 93 του ν.4387/2016 και του άρθρου 49 παρ. 7 του παρόντος.
δ) τις παροχές και υπηρεσίες του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας, σύμφωνα με το ν. 3050/2002,
ε) τις ακόλουθες προνοιακές παροχές σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία:
αα) επίδομα κίνησης σε παραπληγικούς, τετραπλήγικούς και ακρωτηριασμένους [(ν.δ. 57/1973 (Α' 149), ν. 162/73 (Α' 227), άρθρο 22 του ν. 2646/1998 (Α' 236), άρθρο 4 του ν. 2345/1995 (Α' 213)],
ββ) διατροφικό επίδομα σε νεφροπαθείς, μεταμοσχευμένους πνευμόνων και μυελού των οστών καθώς και σε αλλοδαπούς και ομογενείς νεφροπαθείς, μεταμοσχευμένους καρδιάς, ήπατος, [(α.ν. 421/1937 (Α' 2), άρθρο 22 του ν. 2646/1998],
γγ) οικονομική ενίσχυση ατόμων με βαριά αναπηρία (ν.δ. 57/1973, ν. 162/73, άρθρο 22 του ν. 2646/1998),
δδ) οικονομική ενίσχυση ατόμων με βαριά νοητική υστέρηση (ν.δ. 57/1973, ν. 162/73, άρθρο 22 του ν. 2646/1998),
εε) οικονομική ενίσχυση παραπληγικών - τετραπληγικών και ακρωτηριασμένων ανασφάλιστων και ασφαλισμένων του Δημοσίου [(ν. 162/73, άρθρο 3 του ν. 1284/1982, άρθρο 22 του ν. 2646/1998, κοινή απόφαση 115750/3006/10-09-1981 των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών (Β' 572)],
στστ) ενίσχυση ατόμων με συγγενή αιμολυτική αναιμία (μεσογειακή - δρεπανοκυτταρική - μικροδρεπανοκυτταρική κ.λπ.) ή συγγενή αιμορραγική διάθεση (αιμορροφιλία κ.λπ.), Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας (AIDS) (ν.δ. 57/1973, ν. 162/73, άρθρο 22 του ν. 2646/1998),
ζζ) οικονομική ενίσχυση κωφών και βαρήκοων ατόμων (ν.δ. 57/1973, ν. 162/73, άρθρο 22 του ν. 2646/1998),
ηη) οικονομική ενίσχυση ατόμων με αναπηρία όρασης [άρθρα 1 και 2 ν. 1904/195 (Α' 212), ν.δ. 57/1973, ν.δ. 162/1973, ν.958/1979 (Α' 191), άρθρο 22 του ν. 2646/1998, άρθρο 8 του ν. 4331/2015 (Α' 69)],
θθ) οικονομική ενίσχυση ατόμων με εγκεφαλική παράλυση (ν.δ. 57/1973, ν. 162/73, άρθρο 22 του ν. 2646/1998),
ιι) εισοδηματική ενίσχυση ασθενών και αποθεραπευμένων χανσενικών και μελών των οικογενειών τους [ν.δ. 57/1973, ν. 162/73, άρθρο 7 του ν.1137/81 (Α' 60), άρθρο 22 του ν. 2646/1998],
στ) Προνοιακές παροχές, οικονομικές και εισοδηματικές ενισχύσεις και κοινωνικές υπηρεσίες για την οικονομική στήριξη - ενίσχυση ειδικών και ευπαθών ομάδων, ιδίως:
αα) το Επίδομα Στεγαστικής Συνδρομής σε ανασφάλιστους υπερήλικες [ν. 162/73, άρθρο 22 του ν. 2646/1998, Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Γ3/2435/1987 (Β' 435),
ββ) η εισοδηματική ενίσχυση Οικογενειών Ορεινών Μειονεκτικών Περιοχών [άρθρο 27 ν.3016/2002 (Α' 110), άρθρο 22 του ν. 2646/1998],
γγ) η Κάρτα μετακίνησης Πολυτέκνων [άρθρο 10 του ν. 2963/2001 (Α' 268), άρθρο 17 παρ. 10 του ν. 3534/2007 (Α' 40)],
ζ) το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης [άρθρο 235 του ν. 4389/2016 (Α' 94), όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 του ν. 4445/2016 (Α' 236)],
η) προγράμματα και δράσεις προνοιακής πολιτικής του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που του ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 116 του ν.4488/2017 (Α' 137).
θ) η χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας στους μοναχούς και μοναχές που είναι εγγεγραμμένοι στα μοναχολόγια Ιερών Μονών ή Μητροπόλεων της Ελλάδας, εγκαταβιούν στις Ιερές Μονές ή τα εξαρτήματα αυτών και δεν συνταξιοδοτούνται από Φορέα ημεδαπής, πλην ΟΠΕΚΑ, ή αλλοδαπής. Το δικαίωμα αυτό παρέχεται και στους Έλληνες το γένος, κληρικούς και μοναχούς των Πατριαρχείων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και μοναχούς της Ιεράς Μονής Σινά,
ι) κάθε άλλη παροχή που χορηγείται σύμφωνα με ειδικότερες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και δεν έχει καταργηθεί μέχρι σήμερα,
ια) με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ή με κοινή απόφαση του ανωτέρω και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών, μπορεί να ανατίθενται στον ΟΠΕΚΑ η υλοποίηση ή η διαχείριση κάθε άλλου προνοιακού προγράμματος ή οικονομικής ενίσχυσης Κοινωνικής πολιτικής.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που εκδίδεται μέχρι 30.6.2018, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του ΟΠΕΚΑ, καταρτίζεται ο «Κανονισμός Παροχών και Υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ» με τον οποίο καθορίζονται:
α) το είδος των χορηγούμενων από τον ΟΠΕΚΑ προνοιακών παροχών και υπηρεσιών και τα σημεία επαφής και ενημέρωσης των ενδιαφερομένων,
β) οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια επιλεξιμότητας και ένταξης των ενδιαφερομένων στα σχετικά προγράμματα,
γ) η βάση, ο τρόπος υπολογισμού, το ύφος του ποσού, ο χρόνος έναρξης καταβολής, καθώς επίσης οι όροι και οι προϋποθέσεις αναστολής, τροποποίησης, διακοπής και επαναχορήγησης των πάσης φύσης παροχών,
δ) ο τύπος, η μορφή και το περιεχόμενο των αιτήσεων-υπεύθυνων δηλώσεων (ανά παροχή ή και ενιαία) και τα απαιτούμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά,
ε) η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων-υπεύθυνων δηλώσεων, τα αρμόδια όργανα παραλαβής τους, το είδος και το εύρος των διοικητικών ελέγχων, όπως ηλεκτρονικές διασταυρώσεις και δειγματοληπτικοί έλεγχοι, στ) τα αρμόδια όργανα απονομής των παροχών,
ζ) ο τρόπος ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών παροχών,
η) τα θέματα που αφορούν τις ενδικοφανείς προσφυγές και το αρμόδιο Όργανο εξέτασής τους και κάθε άλλο συναφές με τις παροχές που χορηγεί ο ΟΠΕΚΑ ζήτημα.

3. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού της παρ. 2 τα ζητήματα των περιπτ. α' έως η' της παρ. 1, καθορίζονται, ανά παροχή - υπηρεσία ή ομάδα παροχών - υπηρεσιών, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

4. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ υποχρεούνται να διασταυρώνουν ηλεκτρονικά, μέσω εξουσιοδοτημένων - διαπιστευμένων από το Διοικητή υπαλλήλων αυτού, τα δηλωθέντα στοιχεία από τους αιτούντες οποιαδήποτε παροχή που απονέμει ο ΟΠΕΚΑ με τις διαθέσιμες ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), του πληροφοριακού συστήματος «Μητρώο Πολιτών» του Υπουργείου Εσωτερικών, των Μητρώων του Εθνικού Συστήματος Πληρωμών Συντάξεων, των πληροφοριακών συστημάτων της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (Η.ΔΙ.Κ.Α.), του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), της Ελληνικής Αστυνομίας, των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), καθώς και κάθε άλλης δημόσιας αρχής, φορέα ή Υπουργείου, που επίσης υποχρεούνται να διασφαλίζουν τη συνεχή και απρόσκοπτη, πλήρη και σε πραγματικό χρόνο, πρόσβαση του ΟΠΕΚΑ στα απολύτως αναγκαία στοιχεία και δεδομένα των αιτούντων, με την τήρηση των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

5. Η Διοίκηση του ΟΠΕΚΑ διερευνά τις δυνατότητες σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών διοικητικής συνεργασίας και συνδρομής για την ανταλλαγή, με συμβατικό ή/και ηλεκτρονικό τρόπο, δεδομένων, στοιχείων και πληροφοριών με φορείς, οργανισμούς και αρχές κοινωνικής προστασίας χωρών του εξωτερικού και εισηγείται σχετικά στην εποπτεύουσα αρχή.

Άρθρο 5 Όργανα διοίκησης

1. Όργανα διοίκησης του ΟΠΕΚΑ είναι: α) το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) και β) ο Διοικητής.

2. Η θέση του Διοικητή [παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4169/1961 (Α' 81)) και η θέση του Υποδιοικητή (παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 1573/1985 (Α' 201)] του ΟΓΑ, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος, αποτελούν εφεξής θέση Διοικητή και θέση Υποδιοικητή του ΟΠΕΚΑ, αντίστοιχα.

3. Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής του ΟΠΕΚΑ είναι κάτοχοι πτυχίου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή ισότιμου πτυχίου της αλλοδαπής, με εμπειρία και κατάρτιση σε διοικητικά ή οικονομικά θέματα ή σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής πολιτικής. Επιλέγονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4369/2016 (Α' 33) και είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Διορίζονται με τριετή θητεία, με δυνατότητα ισόχρονης ανανέωσης άπαξ κατά την ανωτέρω διαδικασία.

4. Το Διοικητή αναπληρώνει ο Υποδιοικητής σε περίπτωση έλλειψης, απουσίας ή κωλύματος του σε όλα τα καθήκοντά του, ως Διοικητή και Προέδρου του Δ.Σ και της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΛΑΕ.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται οι αποδοχές του Διοικητή και του Υποδιοικητή του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 22 του ν.4354/2015 (Α'176).

Άρθρο 6
Σύνθεση - Αρμοδιότητες και τρόπος λειτουργίας ίου Διοικητικού Συμβουλίου


1. Το Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ είναι εννεαμελές (9μελές) και αποτελείται από:
α) το Διοικητή του ΟΠΕΚΑ, ως Πρόεδρο,
β) έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προϊστάμενο Διεύθυνσης ή Τμήματος, με τον αναπληρωτή του, της Γενικής Διεύθυνσης Κοινωνικής Αλληλεγγύης ή του Τομέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης της Επιτελικής Δομής ΕΣΠΑ ΥΠΕΚΑΑ, που ορίζονται από τον αρμόδιο υπουργό,
γ) έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Υγείας, προϊστάμενο Διεύθυνσης ή Τμήματος, με τον αναπληρωτή του, της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Υπηρεσιών Υγείας, που ορίζονται από τον αρμόδιο υπουργό,
δ) έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, προϊστάμενο Διεύθυνσης ή Τμήματος, με τον αναπληρωτή του, της Γενικής Διεύθυνσης Αγροτικής
Ανάπτυξης ή της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, που ορίζονται από τον αρμόδιο υπουργό,
ε) έναν (1) υπάλληλο, προϊστάμενο Διεύθυνσης ή Τμήματος, της Γενικής Γραμματείας του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται από τον αρμόδιο υπουργό, στ) έναν (1) ειδικό επιστήμονα, εξειδικευμένο σε θέματα οικονομικών ή κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας ή πληροφορικής, που ορίζεται από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με τον αναπληρωτή του, ιδίων ως άνω προσόντων,
ζ) έναν (1) εκπρόσωπο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑμεΑ), με τον αναπληρωτή του,
η) έναν (1) κοινό εκπρόσωπο, με τον αναπληρωτή του, της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδας (Α.Σ.Π.Ε.), της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Τριτέκνων Ελλάδας, της Ομοσπονδίας Πολυμελών Οικογενειών με Τρία (3) Τέκνα Ελλάδας (Ο.Π.Ο.Τ.Τ.Ε.) και του Πανελλήνιου Συλλόγου Μελών Μονογονεϊκών Οικογενειών.
Οι εκπρόσωποι της περ. ζ' και η' του παρόντος επιλέγονται από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, από πίνακες υποδεικνυομένων εκπροσώπων των ανωτέρω φορέων, οι οποίοι υποβάλλονται εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού και περιέχουν διπλάσιο αριθμό εκπροσώπων. Αν παρέλθει άκαρπη η ως άνω προθεσμία, ορίζονται με απόφαση του Υπουργού.
θ) Έναν (1) εκπρόσωπο των υπαλλήλων του ΟΠΕΚΑ, ο οποίος εκλέγεται με καθολική, άμεση και μυστική ψηφοφορία από το σύνολο των υπαλλήλων του ΟΠΕΚΑ, με τον αναπληρωτή του. Κατά την πρώτη συγκρότηση του Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ και μέχρι την εκλογή του εκπροσώπου των υπαλλήλων, στο Δ.Σ. μετέχει, ως εκπρόσωπος των υπαλλήλων, ο εκπρόσωπος των υπαλλήλων του ΟΓΑ στο Δ.Σ. του ΟΓΑ, εφόσον δεν έχει λήξει η θητεία του. Σε περίπτωση συγκρότησης του Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ κατά το μεταβατικό στάδιο εκλογής του εκπροσώπου των υπαλλήλων, αυτός προτείνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Εργαζομένων του ΟΠΕΚΑ, προσωρινά, μέχρι τη διεξαγωγή των σχετικών εκλογών και την ανάδειξή του.

2. Στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. συμμετέχει, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως Κυβερνητικός Επίτροπος, ένας υπάλληλος του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προϊστάμενος Διεύθυνσης με τον αναπληρωτή του, που ορίζεται από τον αρμόδιο Υπουργό.

3. Χρέη γραμματέα του Δ.Σ. εκτελεί υπάλληλος του ΟΠΕΚΑ, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από το Διοικητή του ΟΠΕΚΑ.

4. Ο Υποδιοικητής μετέχει χωρίς ψήφο στις συνεδριάσεις του Δ.Σ., καθώς και στις συνεδριάσεις της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΛΑΕ.

5. Στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. συμμετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου ο Νομικός Σύμβουλος του Κράτους στον ΟΠΕΚΑ και σε περίπτωση απουσίας του, ο αναπληρωτής του.

6. Στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου οι Γενικοί Διευθυντές του ΟΠΕΚΑ.

7. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ., με τους αναπληρωτές τους, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τριετή θητεία.

8. Μέλος του Δ.Σ., το οποίο απουσιάζει επί τρεις (3) συνεχόμενες συνεδριάσεις χωρίς σοβαρό λόγο κατά την κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου, αντικαθίσταται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου.

9. Για το διορισμό μέλους του Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ ισχύουν τα προσόντα και κωλύματα διορισμού που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως και 10 του Κεφ. Α' του Μέρους Α' του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α'26) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Επιπλέον δεν διορίζεται, ούτε μπορεί να αποτελεί μέλος
α. ο διατελών σε υπηρεσιακή σχέση με τον ΟΠΕΚΑ, εκτός του εκπροσώπου των υπαλλήλων,
β. ο τελών σε οποιαδήποτε συναλλακτική σχέση με τον ΟΠΕΚΑ,
Αν κατά την ημέρα του διορισμού υπάρχει κάποιο από τα ανωτέρω κωλύματα ή προκύψει μετά το διορισμό ή το μέλος του Δ.Σ. χάσει την ιδιότητα με την οποία διορίστηκε ως τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος του Δ.Σ., αυτό συνεπάγεται την έκπτωση από το αξίωμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Στην περίπτωση του εκπροσώπου εργαζομένων με τον αναπληρωτή του, εκλέγεται νέος εκπρόσωπος με τον αναπληρωτή του.

10. Σε αντικατάσταση των μελών του Δ.Σ. που εκπίπτουν, αποβιώνουν ή αποχωρούν με οποιονδήποτε τρόπο διορίζονται άλλα μέλη με θητεία το υπόλοιπο της θητείας αυτών που αντικαθιστούν. Μέχρι το διορισμό των νέων μελών το Δ.Σ. μπορεί να συνεδριάζει νομίμως, εφόσον με τα λοιπά μέλη του, τακτικά ή αναπληρωματικά, υπάρχει απαρτία και όχι πέραν του τριμήνου.

11. Αν λήξει η θητεία του Προέδρου και των μελών του Δ.Σ., καθώς και των αναπληρωτών τους, αυτή μπορεί να παρατείνεται αυτοδίκαια, μέχρι το διορισμό των νέων μελών και των αναπληρωτών τους, όχι όμως περισσότερο από ένα τρίμηνο από τη λήξη της.

12. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η αποζημίωση του προέδρου, των μελών, των εισηγητών, του γραμματέα και λοιπών προσώπων που συμμετέχουν στο Δ.Σ, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 22 του ν.4354/2015 (ΑΊ76). Μέχρι την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

13. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει για όλα τα θέματα διοίκησης και διαχείρισης του ΟΠΕΚΑ. Ειδικότερα, έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) καθορίζει την πολιτική δράσης του ΟΠΕΚΑ προς εκπλήρωση των σκοπών του,
β) εισηγείται προς το εποπτεύον Υπουργείο τα αναγκαία νομοθετικά μέτρα για την επίτευξη των σκοπών του ΟΠΕΚΑ, τη βελτίωση της οργάνωσης και λειτουργίας του, καθώς και την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών είσπραξης εσόδων και διαχείρισης εξόδων του Οργανισμού, γ) εγκρίνει τον Προϋπολογισμό, Απολογισμό - Ισολογισμό κάθε οικονομικού έτους και τις τροποποιήσεις του Προϋπολογισμού που απαιτούνται κατά την εκτέλεση του. Καμιά δαπάνη δεν αναλαμβάνεται και δεν εκτελείται αν δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη στον Προϋπολογισμό,
δ) μεριμνά για την είσπραξη των πόρων των Λογαριασμών του ΟΠΕΚΑ,
ε) αποφασίζει για κάθε θέμα που ανάγεται στην αρμοδιότητα του Διοικητή, αν ο Διοικητής αποφασίσει να το παραπέμψει σε αυτό για γνωμοδότηση ή λήψη απόφασης, στ) διαχειρίζεται την κινητή και ακίνητη περιουσία του ΟΠΕΚΑ,
ζ) αποφασίζει για την εκτέλεση έργων, την εκπόνηση μελετών, την παροχή υπηρεσιών από τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ομάδες εργασίας και εξουσιοδοτεί το Διοικητή για την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων και αποφάσεων,
η) αποφασίζει για τη διενέργεια και υλοποίηση των διαδικασιών για την προμήθεια ειδών, υπηρεσιών, έργων, μισθώσεων και εκμισθώσεων,
θ) αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά την εκτέλεση συμβάσεων προμηθειών ειδών, υπηρεσιών, έργων, μισθώσεων και εκμισθώσεων, την τήρηση των οριζομένων από αυτές, την παράταση της ισχύος τους, τη χορήγηση προκαταβολών σε προμηθευτές, εφόσον προβλέπεται από τη σύμβαση, την κήρυξη προμηθευτών έκπτωτων και την κατάπτωση ή μη συμβατικών ρητρών, την καταγγελία των σχετικών συμβάσεων, καθώς και για κάθε άλλο σχετικό θέμα,
ι) εγκρίνει, ύστερα από εισήγηση του Διοικητή, τη διάθεση χρηματικών ποσών, έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ ετησίως από τα έσοδα του ΟΠΕΚΑ, για τη διενέργεια δαπανών που εξυπηρετούν υπηρεσιακές ανάγκες συναφείς με τους σκοπούς του Οργανισμού, όπως σεμινάρια, συμμετοχή σε διεθνείς συνδιασκέψεις, συνδρομή σε διεθνείς οργανισμούς, φιλοξενία ξένων αποστολών που έχουν ως σκοπό την ανταλλαγή απόψεων και λοιπά συναφή, καθώς και για τη διενέργεια δαπανών επικοινωνιακής προβολής, ια) αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά την έκδοση Αποφάσεων Ανάληψης Υποχρέωσης ως Κύριος Διατάκτης του ΟΠΕΚΑ,
ιβ) αποφασίζει, ύστερα από εισήγηση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Παροχών του ΟΠΕΚΑ, την, κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί χωρικής αρμοδιότητας, ανάθεση προς διεκπεραίωση εκκρεμών υποθέσεων-φακέλων παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης, ανασφάλιστων υπερηλίκων, αναπηρικών, οικογενειακών επιδομάτων κ.α, αρμοδιότητας οργανικών μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας ή των Περιφερειακών Διευθύνσεων σε οποιαδήποτε άλλη, με τις κατά περίπτωση ίδιες αρμοδιότητες, οργανική μονάδα του ΟΠΕΚΑ. Οι αντιστοίχως αρμόδιοι προϊστάμενοι της οργανικής μονάδας, στην οποία ανατίθενται υποθέσεις με τον τρόπο αυτόν, είναι υπεύθυνοι για τη διεκπεραίωση των εκκρεμών υποθέσεων και την έκδοση των απαιτούμενων αποφάσεων-πράξεων. Με την απόφαση του Δ.Σ. προσδιορίζονται οι υποθέσεις που ανατίθενται, οι οργανικές μονάδες που τις αναλαμβάνουν, ο χρόνος και οι προθεσμίες διεκπεραίωσης, οι αρμόδιοι προϊστάμενοι για την παρακολούθηση του έργου και την έκδοση των πράξεων και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα, ιγ) αποφασίζει τη διενέργεια προκήρυξης για την πρόσληψη δικηγόρων με έμμισθη εντολή σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 9 του παρόντος.
ιδ) με απόφασή του μπορεί να συγκροτεί Επιτροπές από μέλη του Δ.Σ. ή από υπαλλήλους του ΟΠΕΚΑ και άλλους ειδικούς για τη μελέτη και εισήγηση θεμάτων της αρμοδιότητάς του, ιε) ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που προβλέπεται από την κείμενη περί ΟΓΑ νομοθεσία και είναι συναφής με τους σκοπούς του ΟΠΕΚΑ.

14. Το Δ.Σ. μπορεί με απόφασή του να μεταβιβάζει στο Διοικητή, στα μέλη αυτού, στον Υποδιοικητή ή σε Προϊσταμένους Οργανικών μονάδων του ΟΠΕΚΑ ορισμένες αρμοδιότητές του, πλην των αναφερομένων στις περιπτ. α' και γ' της παρ. 13.

15. Αντικείμενο της συνεδρίασης είναι μόνο τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ' εξαίρεση είναι δυνατόν να συζητηθούν θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη, εφόσον είναι παρόντα όλα τα τακτικά μέλη και συμφωνούν για τη συζήτησή τους, καθώς και στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα παριστάμενα μέλη αναγνωρίσουν ότι πρόκειται περί επείγουσας ανάγκης και συμφωνούν για τη συζήτησή τους.

16. Το Δ.Σ. συνεδριάζει εκτός της έδρας του σε άλλον τόπο, εφόσον στη συνεδρίαση αυτή παρίστανται όλα τα μέλη του ή οι αναπληρωτές τους και συμφωνούν στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης.

17. Το Δ.Σ. μπορεί να συνεδριάζει και με χρήση ηλεκτρονικών μέσων (τηλεδιάσκεψη). Στην περίπτωση αυτή η πρόσκληση προς τα μέλη του Δ.Σ. περιλαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες για τη συμμετοχή αυτών στη συνεδρίαση. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί να ορίζονται ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές ασφάλειας για την εγκυρότητα της συνεδρίασης.

18. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α' 45) περί συλλογικών οργάνων.

Άρθρο 7 Αρμοδιότητες Διοικητή

1. Ο Διοικητής του ΟΠΕΚΑ έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) ασκεί τη διοίκηση του ΟΠΕΚΑ και διασφαλίζει, λαμβάνοντας κάθε αναγκαίο μέτρο, την αποτελεσματική, αποδοτική και εύρυθμη λειτουργία του για την επίτευξη των σκοπών του, β) συγκαλεί το Δ.Σ., καθορίζει και εισηγείται τα θέματα της ημερήσιας διάταξης και διευθύνει τις συνεδριάσεις του,
γ) μεριμνά για την εφαρμογή του συνόλου της νομοθεσίας που διέπει τον ΟΠΕΚΑ και εισηγείται προς το Διοικητικό Συμβούλιο τα ζητήματα που απαιτούν νομοθετική ρύθμιση για τη βελτίωση της οργάνωσης και λειτουργίας του, καθώς και την τροποποίηση διατάξεων που αφορούν τον ΟΠΕΚΑ,
δ) υποβάλλει ερωτήματα στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του ΟΠΕΚΑ σχετικά με θέματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας που διέπει τον ΟΠΕΚΑ και αποδέχεται ή μη τις εκδιδόμενες επ' αυτών γνωμοδοτήσεις,
ε) ασκεί τις αρμοδιότητες για ζητήματα υπηρεσιακής κατάστασης και πειθαρχικής ευθύνης του προσωπικού του ΟΠΕΚΑ σύμφωνα με τον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν.3528/2007, Α' 26) και την κείμενη νομοθεσία,
στ) με απόφασή του συγκροτεί Ομάδες Εργασίας που αποτελούνται από υπαλλήλους του Οργανισμού ή και ιδιώτες, οι οποίοι, λόγω των ειδικών γνώσεων, της επιστημονικής κατάρτισης και πείρας τους, μπορούν να συμβάλουν στην αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία του Οργανισμού μέσω της κατάρτισης μελετών, προτάσεων, πορισμάτων, εισηγήσεων και της διενέργειας ερευνών για θέματα που είναι συναφή με τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες του Οργανισμό,
ζ) υπογράφει, ύστερα από εξουσιοδότηση του Δ.Σ., συμβάσεις που συνάπτει ο ΟΠΕΚΑ, όπως και άλλου περιεχομένου έγγραφα,
η) εκπροσωπεί τον ΟΠΕΚΑ δικαστικώς και εξωδίκως. Σε όποιες περιπτώσεις απαιτείται προσωπική εμφάνιση εκπροσώπου του ΟΠΕΚΑ ενώπιον οποιασδήποτε δικαστικής ή άλλης
Αρχής, αυτή ενεργείται από τον οριζόμενο από το Διοικητή νομικό σύμβουλο ή πάρεδρο ή δικαστικό αντιπρόσωπο ή δικηγόρο.
θ) αποφασίζει για κάθε θέμα σχετικό με τη δικαστική επιδίωξη οποιασδήποτε απαίτησης σε χρήμα ή άλλης αξίωσης του ΟΠΕΚΑ ή την απόκρουση τέτοιου είδους αξιώσεων κατ' αυτού, ιδίως επιχειρεί όλες τις κύριες ή παρεπόμενες πράξεις που αφορούν τη διεξαγωγή της δίκης, ασκεί αγωγές, ανταγωγές, παρεμβάσεις, προσεπικλήσεις, αγωγή κακοδικίας, ένδικα μέσα, ζητεί τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και επιδιώκει την εκτέλεση αυτών, ι) εκπροσωπεί τον Οργανισμό σε επιστημονικά συνέδρια, εκδηλώσεις, σεμινάρια, ημερίδες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, στο πλαίσιο της επίτευξης των σκοπών του. Με απόφασή του μπορεί να αναθέσει την ως άνω εκπροσώπηση στον υποδιοικητή ή σε άλλο μέλος του Δ.Σ. ή άλλο υπάλληλο του Οργανισμού,
ια) διατάσσει τη διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης (Ε.Δ.Ε.) και ορίζει τον υπάλληλο που θα την ενεργήσει, για τη διοικητική διερεύνηση θεμάτων, γεγονότων και υποθέσεων που είναι δυνατόν να πλήξουν το κύρος και την αξιοπιστία του Οργανισμού, ιβ) μπορεί να ζητήσει, εντός τριμήνου, σύμφωνα με το άρθρο 45 του π.δ. 78/1998 (Α' 72), οι οποίες εφαρμόζονται και για τις παροχές που χορηγεί ο ΟΠΕΚΑ, την επανεξέταση υπόθεσης απονομής οποιασδήποτε προνοιακής παροχής, αν αποδεικνύεται, κατά την κρίση του, ότι η παροχή χορηγήθηκε παρά το νόμο,
ιγ) ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που προβλέπεται από την κείμενη περί ΟΓΑ νομοθεσία και είναι συναφής με τους σκοπούς του ΟΠΕΚΑ.

2. Το Διοικητή απόντα, ελλείποντα ή κωλυόμενο αναπληρώνει στο σύνολο των αρμοδιοτήτων του ο Υποδιοικητής. Αν ο Υποδιοικητής απουσιάζει, ελλείπει ή κωλύεται, τον αναπληρώνει ο αρχαιότερος Γενικός Διευθυντής, πλην της προεδρίας του Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ.

3. Ο Διοικητής του ΟΠΕΚΑ μπορεί να μεταβιβάζει, με απόφασή του, ορισμένες από τις αρμοδιότητες του ή το δικαίωμα να υπογράφουν κατά περίπτωση «Με εντολή Διοικητή» στον Υποδιοικητή ή σε Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 8
Μεταβατικές διατάξεις για τα όργανα διοίκησης


1. Ο Διοικητής του ΟΓΑ, ο οποίος έχει επιλεγεί με τη διαδικασία του άρθρου 49 Α του Κανονισμού της Βουλής και διοριστεί με την Φ.10034/Δ9/250/736/30-01-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 34) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και ο Υποδιοικητής του ΟΓΑ, ο οποίος έχει διοριστεί με την Φ. 10034/οικ.23603/6451/27-5-2015 (Υ.Ο.Δ.Δ. 386) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεχίζουν νομίμως να ασκούν τις αρμοδιότητές τους που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία, ως Διοικητής και Υποδιοικητής του ΟΠΕΚΑ, αντίστοιχα, και σε κάθε περίπτωση μέχρι τη συγκρότηση νέου Διοικητικού Συμβουλίου.

2. Μέχρι την επιλογή Διοικητή και Υποδιοικητή του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν.4369/2016: α) η επιλογή του Διοικητή γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 49Ατου Κανονισμού της Βουλής και διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και β) ο Υποδιοικητής διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

3. Μέχρι τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, και όχι πέραν των τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΓΑ, που συγκροτήθηκε με την Φ.10034/33863/10430/21-8-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 403) απόφαση της Αναπληρώτριας Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεχίζει νομίμως να λειτουργεί και να ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία, ως Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΠΕΚΑ.

4. Οι ισχύουσες κατά την έναρξη του παρόντος αποφάσεις - πράξεις των Οργάνων Διοίκησης του ΟΓΑ εξακολουθούν και μετά την έναρξη της ισχύος του να παράγουν τα έννομα αποτελέσματά τους για τον ΟΠΕΚΑ μέχρι τη λήξη, τροποποίηση ή την ανάκλησή τους, εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του.

Άρθρο 9 Θέματα προσωπικού

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, το σύνολο του προσωπικού του ΟΓΑ αποτελεί προσωπικό του ΟΠΕΚΑ, διατηρώντας την ίδια οργανική θέση, κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα, βαθμό, μισθολογικό κλιμάκιο καθώς και όλα εν γένει τα δικαιώματα που απορρέουν από την προηγούμενη υπηρεσιακή του κατάσταση.

2. Το προσωπικό του ΟΓΑ, όπως αυτό καθορίστηκε με την αριθμ. Φ. 10034/61554/Δ9/16455/30-12-2016 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΦΕΚ Β 4320) και συνεχίζει να υπηρετεί στον Οργανισμό κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, πλην των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ), καθίσταται μόνιμο προσωπικό δημοσίου δικαίου.

3. Στο ως άνω μόνιμο προσωπικό του ΟΠΕΚΑ, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι παρ. 8 και 9 του άρθρου 42 της 177647/8720/13-16.9.1961 (Β' 320) κοινής απόφασης των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, όπως η παρ. 8 συμπληρώθηκε με την προσθήκη εδαφίου με την 231704/23405/18.11-24.12.1968 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας (Β'726), του άρθρου 21 του ν.3232/2004 και της περιόδου 5 της υποπαρ. ΙΑ.5 της παρ. ΙΑ του ν.4093/2012 (Α' 222).

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, για όλα τα θέματα της εν γένει υπηρεσιακής κατάστασης, τις μεταβολές αυτής και τα ζητήματα πειθαρχικής ευθύνης το προσωπικό του ΟΠΕΚΑ υπάγεται στις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α' 26).

5. Οι κενές οργανικές θέσεις του ΟΓΑ, που διατηρήθηκαν στον Οργανισμό βάσει των διατάξεων του άρθρου 71 του ν. 4387/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 ν. 4488/2017 (Α' 137), καθώς και όσες κενώθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, διατηρούνται και στον ΟΠΕΚΑ. Από αυτές, οι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κενές οργανικές θέσεις ιδιωτικού δικαίου μετατρέπονται σε οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού.

6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ύστερα από σχετική εισήγηση του Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ, παρέχεται η δυνατότητα χορήγησης από τον Λογαριασμό Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών του προϋπολογισμού του ΟΠΕΚΑ, εντόκων δανείων προς τους υπαλλήλους του για την αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών οικονομικών αναγκών σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 16 του ν.3586/2007 (Α'151).

7. Οι προβλεπόμενες θέσεις ειδικών συνεργατών των Γραφείων του Διοικητή και του Υποδιοικητή του ΟΓΑ (παρ. Ια, άρθρο 19, ν. 2556/1997 και παρ. 6 άρθρο 21, ν. 3144/2003) από την έναρξη ισχύος του παρόντος καθίστανται θέσεις ειδικών συνεργατών των γραφείων του Διοικητή και του Υποδιοικητή του ΟΠΕΚΑ. Η κατοχή των εν λόγω θέσεων δεν είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του δικηγόρου ή άλλη ελεύθερου επαγγελματία.

8. Συνιστώνται στον ΟΠΕΚΑ πέντε (5) θέσεις δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής για τη νομική υποστήριξη του έργου των υπηρεσιών του. Η πλήρωση των θέσεων αυτών γίνεται σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α' 208). Με την προκήρυξη της πλήρωσης των θέσεων, η οποία εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, καθορίζεται η ιδιότητα (παρά Πρωτοδίκαις, παρ' Εφέταις, παρ' Αρείω Πάγω) των προς πρόσληψη δικηγόρων, ύστερα από σχετική πρόταση του Προϊσταμένου του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του Κράτους στον ΟΠΕΚΑ.

9. Το μισθολογικό καθεστώς των υπαγόμενων στις παραγράφους 7 και 8 του παρόντος, ρυθμίζεται από τις οικείες διατάξεις του μέρους Β' του ν. 4354/2015 (ΑΊ76).

Άρθρο 10
Μεταβατικές διατάξεις για θέματα προσωπικού


1. Οι εκκρεμείς διαδικασίες διορισμών, μετατάξεων, αποσπάσεων και πάσης φύσης υπηρεσιακών μεταβολών του ΟΓΑ ολοκληρώνονται για λογαριασμό του ΟΠΕΚΑ, χωρίς να απαιτείται επανάληφή τους.

2. Οι αποσπάσεις προσωπικού από και προς τον ΟΓΑ διατηρούνται σε ισχύ και μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος και ως προς τον ΟΠΕΚΑ μέχρι τη λήξη τους.

3. Προϊστάμενοι στις οργανικές μονάδες του ΟΠΕΚΑ, τοποθετούνται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α' 26). Μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων η επιλογή, τοποθέτηση και αναπλήρωση προϊσταμένων στις οργανικές μονάδες του ΟΠΕΚΑ, μέχρι και σε επίπεδο Διεύθυνσης, γίνεται σύμφωνα με τις οικείες ειδικές διατάξεις της απόφασης αριθ. Ε4/Φ34 οικ. 4279/1971 (Β' 678) του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών «Περί εγκρίσεως του Κανονισμού διαρθρώσεως, συνθέσεως και αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων».
Οι θέσεις ευθύνης, επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, προκηρύσσονται, μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και του ν. 4369/2016 (Α' 33).

4. Μέχρι τη συγκρότηση των οικείων Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων, σύμφωνα με τον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α' 26) και το ν. 4369/2016, οι υπάλληλοι του ΟΠΕΚΑ υπάγονται για όλα τα ζητήματα της υπηρεσιακής τους κατάστασης και πειθαρχικής ευθύνης στα οικεία υπηρεσιακά και πειθαρχικά συμβούλια του ΟΓΑ, τα οποία συνεχίζουν να λειτουργούν και να ασκούν τις προβλεπόμενες από τα άρθρα 3 και 37 της 177647/8720/13-16.9.1961 κοινής απόφασης των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών «Κανονισμός Κατάστασης Προσωπικού ΟΓΑ» (Β' 320) και την Δια/24086/23-6-1982 κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Κοινωνικών Υπηρεσιών (Β'443) αρμοδιότητέςτους.

Άρθρο 11 Νομική υποστήριξη

1. Η νομική υποστήριξη του ΟΠΕΚΑ διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, αυτοτελές Γραφείο του οποίου λειτουργεί στην έδρα του Οργανισμού.

2. Στην αρμοδιότητα του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του Κράτους στον ΟΠΕΚΑ ανήκουν:
α) η εν γένει νομική υποστήριξη των υποθέσεων του ΟΠΕΚΑ ενώπιον κάθε Δικαστηρίου και Αρχής,
β) η έκδοση γνωμοδοτήσεων σε ερωτήματα της Διοίκησης του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες περί Ν.Σ.Κ. διατάξεις,
γ) η αναγνώριση απαιτήσεων, ο δικαστικός και εξώδικος συμβιβασμός του ΟΠΕΚΑ μέχρι του ποσού των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και η γνωμοδότηση για την υπαγωγή διαφορών σε διαιτησία, όπου τούτο επιτρέπεται από τις κείμενες διατάξεις,
δ) η νομική υποστήριξη του ΟΠΕΚΑ κατά την κατάρτιση συμβάσεων και
ε) η νομοτεχνική υποστήριξη της Διοίκησης κατά την κατάρτιση σχεδίων νόμων και κανονιστικών πράξεων που αφορούν τον ΟΠΕΚΑ.

3. Η νομική υπεράσπιση των συμφερόντων του ΟΠΕΚΑ ενώπιον κάθε Δικαστηρίου και Αρχής, εκτός τοπικής αρμοδιότητας Αθηνών - Πειραιά, ανατίθεται στα αντίστοιχα περιφερειακά Γραφεία Νομικού Συμβούλου και στα περιφερειακά Δικαστικά Γραφεία του Ν.Σ.Κ. Επί των υποθέσεων Δικαστικών Γραφείων του Ν.Σ.Κ., στα οποία δεν είναι δυνατή η συγκρότηση Τριμελούς Επιτροπής της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν.3086/2002 (Α' 324), η εισήγηση επί των υποθέσεων αυτών εισάγεται ενώπιον της Τριμελούς Επιτροπής του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του Κράτους στον ΟΠΕΚΑ. Η δικαστική εκπροσώπηση και γενικά η υπεράσπιση των υποθέσεων του ΟΠΕΚΑ ενώπιον των Δικαστηρίων ή Αρχών στις έδρες των Πρωτοδικείων όπου δεν λειτουργεί Δικαστικό Γραφείο ανατίθεται σε δικηγόρους του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25 του ν.3086/2002.

4. Στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους λειτουργεί Γραφείο Υποστήριξης Νομικού Συμβούλου του Κράτους, το οποίο στελεχώνεται από διοικητικούς υπαλλήλους ΟΠΕΚΑ και δικηγόρους με έμμισθη εντολή, όπως αυτοί προβλέπονται στην παρ. 8 του άρθρου 9 και εποπτεύονται από τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους στον ΟΠΕΚΑ.

5. Ο ΟΠΕΚΑ έχει τα ουσιαστικά, δικονομικά και οικονομικά προνόμια του Δημοσίου και απαλλάσσεται από κάθε τέλος, φόρο, παράβολο και κράτηση για την παράσταση και εκπροσώπησή του ενώπιον παντός Δικαστηρίου και Αρχής, καθώς και για την άσκηση οποιουδήποτε ενδίκου βοηθήματος και μέσου ή άλλης διαδικαστικής πράξης ενώπιον τούτων.

6. Οι λειτουργοί του Ν.Σ.Κ. και οι Δικηγόροι με έμμισθη εντολή του ΟΠΕΚΑ έχουν -με μόνη την ιδιότητα τους αυτή και χωρίς τη χρήση άλλου αποδεικτικού στοιχείου - την πληρεξουσιότητα που απαιτείται από τον νόμο για την παράσταση και υπεράσπιση του ΟΠΕΚΑ ενώπιον όλων των Δικαστηρίων και Αρχών και ενεργούν όλες τις διαδικαστικές πράξεις, ασκούν όλα τα ένδικα μέσα και βοηθήματα και γενικά προβαίνουν σε οποιαδήποτε ενδεικνυόμενη νόμιμη ενέργεια μέχρι την αμετάκλητη περαίωση των υποθέσεων που τους έχουν ανατεθεί.

Άρθρο 12
Μεταβατική διάταξη για θέματα νομικής υποστήριξης


Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι δικηγόροι στους οποίους, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 180 του ν. 4261/2014, έχουν κατά περίπτωση ανατεθεί υποθέσεις των μη ασφαλιστικών αρμοδιοτήτων του ΟΓΑ στο πλαίσιο της εντολής και πληρεξουσιότητας που τους έχει δοθεί από το αρμόδιο Όργανο του ΟΓΑ, παρίστανται και συνεχίζουν χωρίς διακοπή τις σχετικές δίκες για λογαριασμό του ΟΠΕΚΑ, ασκώντας όλες τις διαδικαστικές ενέργειες, πράξεις και ένδικα μέσα και βοηθήματα επ' ονόματι του Οργανισμού αυτού.

Άρθρο 13 Διοικητική οργάνωση του ΟΠΕΚΑ

Οι υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ διακρίνονται σε υπηρεσίες της Κεντρικής υπηρεσίας και σε υπηρεσίες των Περιφερειακών Διευθύνσεων.

Άρθρο 14 Διάρθρωση

Ο ΟΠΕΚΑ έχει Κεντρική Υπηρεσία και Περιφερειακές Υπηρεσίες.
Α. Κεντρική Υπηρεσία
Υπηρεσίες υπαγόμενες απευθείας στο Διοικητή:
α) Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου
β) Τμήμα Γραμματείας Διοίκησης
γ) Τμήμα Ασφάλειας Εργασίας και Υγειονομικής Μέριμνας
δ) Γραφείο Υποστήριξης Νομικού Συμβούλου του Κράτους
Γενική Διεύθυνση Παροχών
Γενική Διεύθυνση Διοικητικής-Οικονομικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
Β. Περιφερειακές Υπηρεσίες
Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις του ΟΠΕΚΑ υπάγονται στην εποπτεία της Γενικής Διεύθυνσης Παροχών. Η χωρική αρμοδιότητά τους εκτείνεται στους νομούς της οικείας Περιφέρειας που έχουν την έδρα τους και έχουν ως εξής:
1) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Κεντρικής Μακεδονίας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη
2) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με έδρα την Κομοτηνή
3) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Δυτικής Μακεδονίας, με έδρα την Κοζάνη
4) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Θεσσαλίας, με έδρα τη Λάρισα
5) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Στερεάς Ελλάδας, με έδρα τη Λαμία
6) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Δυτικής Ελλάδας, με έδρα την Πάτρα
7) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Πελοποννήσου, με έδρα την Τρίπολη
8) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Ηπείρου, με έδρα τα Ιωάννινα
9) Περιφερειακή Διεύθυνση ΟΠΕΚΑ Κρήτης, με έδρα το Ηράκλειο

Άρθρο 15 Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου

1. Η Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου διαρθρώνεται στις παρακάτω οργανικές μονάδες:
α) Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου
β) Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου Δαπανών
γ) Τμήμα Επιθεώρησης Παροχών

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Επιθεώρησης και Ελέγχου είναι:
α) η κατεύθυνση, παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή,
β) η βελτίωση λειτουργίας των Υπηρεσιών ΟΠΕΚΑ με την υλοποίηση και την αξιολόγηση αποτελεσμάτων εσωτερικών ελέγχων, η άμεση αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς και η εισήγηση για τη λήψη διορθωτικών μέτρων ως προς την τήρηση της νομιμότητας και την καταπολέμηση πρακτικών κακοδιοίκησης,
γ) η μέριμνα για τη διασφάλιση της νομιμότητας των χορηγούμενων από τον ΟΠΕΚΑ παροχών και υπηρεσιών,
δ) ο σχεδιασμός για την εκπαίδευση και επιμόρφωση των Ελεγκτών, η ανάπτυξη νέων ηλεκτρονικών εφαρμογών υποστήριξης του έργου και η διαρκής προσπάθεια για την βελτίωση μεθόδων και τον εντοπισμό παραβατικών συμπεριφορών,
ε) η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των διενεργηθέντων ελέγχων, η σχετική ενημέρωση του Διοικητή για τα αποτελέσματα αυτών και η υποβολή εισήγησης για τη λήψη διορθωτικών μέτρων για την καταπολέμηση πρακτικών κακοδιοίκησης και φαινομένων διαφθοράς.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Επιθεώρησης και Ελέγχου κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου
αα) Η οργάνωση της λειτουργίας του εσωτερικού ελέγχου και η συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες για την ανάπτυξη νέων ηλεκτρονικών εφαρμογών υποστήριξης του εσωτερικού ελέγχου.
ββ) Η μέριμνα για την εκπαίδευση και την επιμόρφωση των Εσωτερικών Ελεγκτών, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης, καθώς και η διερεύνηση και η πρόταση τρόπων ανάπτυξης των γνώσεων και των δεξιοτήτων τους.
γγ) Ο καθορισμός των προτεραιοτήτων του εσωτερικού ελέγχου, η κατάρτιση των προγραμμάτων ελέγχου και η αξιολόγηση των κινδύνων.
δδ) Η εισήγηση για τη συγκρότηση κλιμακίων ελεγκτών, για τη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων.
εε) Η διενέργεια ειδικών διοικητικών, τακτικών ή περιοδικών ελέγχων των υπηρεσιών και οργάνων του ΟΠΕΚΑ, οι οποίοι αφορούν τόσο τον τρόπο λειτουργίας τους όσο και τη συμφωνία των ενεργειών και των πράξεών τους με την αρχή της νομιμότητας.
στστ) Η σύνταξη εκθέσεων - αναφορών προς το Διοικητή του Οργανισμού σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων, καθώς και η διατύπωση τεκμηριωμένων προτάσεων διόρθωσης και αντιμετώπισης τυχόν δυσλειτουργιών, πρακτικών κακοδιοίκησης και παραβατικών
φαινομένων.
ζζ) Η μέριμνα για τη διαμόρφωση και την διαρκή βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου, που αφορά τον εσωτερικό έλεγχο.
ηη) Η παροχή ελεγκτικών - συμβουλευτικών αρμοδιοτήτων, όπως:
ααα) ο έλεγχος επάρκειας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου (internal control) του Οργανισμού και η εισήγηση των σχετικών βελτιωτικών προτάσεων,
βββ) ο έλεγχος εφαρμογής των κανόνων δικαίου, ο έλεγχος της νομιμότητας και κανονικότητας των δαπανών (INTOSAI 3.4, INTOSAI 1.0.39 Ευρωπαϊκή κατευθυντήρια γραμμή εφαρμογής αριθ. 52), όπως και του εσωτερικού κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας του Οργανισμού,
γγγ) η αξιολόγηση της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων του Οργανισμού, βάσει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δδδ) η αξιολόγηση του προγραμματισμού του σχεδιασμού και της εκτέλεσης των λειτουργιών του Οργανισμού,
εεε) ο έλεγχος πληροφοριακών συστημάτων, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο επιτυγχάνουν τους σκοπούς τους και αν έχουν ενσωματωθεί σε αυτά επαρκείς ασφαλιστικές δικλείδες / μηχανισμοί ελέγχου,
θθ) Η παροχή διαβεβαίωσης περί της επάρκειας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου του Οργανισμού.
ιι) Η εισήγηση για τη διενέργεια διοικητικής έρευνας, προκαταρτικής εξέτασης ή ένορκης διοικητικής εξέτασης, για τη διερεύνηση υποθέσεων παραβατικής συμπεριφοράς των υπαλλήλων, διαφθοράς, καθώς και σε περίπτωση απώλειας δικαιολογητικών πληρωμής δημόσιας δαπάνης πριν από την έκδοση τίτλου πληρωμής.
ιαια) Η επιβολή δημοσιονομικών διορθώσεων αν εντοπιστούν μεμονωμένες ή συστημικές παρατυπίες σε υπηρεσίες του Οργανισμού,
β) Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου Δαπανών
αα) Η οργάνωση της λειτουργίας του εσωτερικού ελέγχου των δαπανών και η συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες για την ανάπτυξη νέων ηλεκτρονικών εφαρμογών υποστήριξης του εσωτερικού ελέγχου.
ββ) Η μέριμνα για την εκπαίδευση και την επιμόρφωση των Εσωτερικών Ελεγκτών, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης, καθώς και η διερεύνηση και η πρόταση τρόπων ανάπτυξης των γνώσεων και των δεξιοτήτων τους.
γγ) Ο καθορισμός των προτεραιοτήτων του εσωτερικού ελέγχου, η κατάρτιση των προγραμμάτων ελέγχου και η αξιολόγηση των κινδύνων.
δδ) Η εισήγηση για τη συγκρότηση κλιμακίων ελεγκτών για τη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων δαπανών.
εε) Η διενέργεια ειδικών, τακτικών ή περιοδικών διοικητικών, οικονομικών και διαχειριστικών ελέγχων των υπηρεσιών και οργάνων του ΟΠΕΚΑ οι οποίοι αφορούν τόσο τον τρόπο λειτουργίας τους όσο και τη συμφωνία των ενεργειών και των πράξεών τους με την αρχή της νομιμότητας.
στστ) Η σύνταξη εκθέσεων - αναφορών προς το Διοικητή του Οργανισμού σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων, καθώς και η διατύπωση τεκμηριωμένων προτάσεων διόρθωσης και αντιμετώπισης τυχόν δυσλειτουργιών, πρακτικών κακοδιοίκησης και παραβατικών φαινομένων.
ζζ) Η μέριμνα για τη διαμόρφωση και την διαρκή βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου, που αφορά τον εσωτερικό έλεγχο.
ηη) Η παροχή ελεγκτικών - συμβουλευτικών αρμοδιοτήτων, όπως:
ααα) ο έλεγχος επάρκειας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου (internal control) του Οργανισμού και η εισήγηση των σχετικών βελτιωτικών προτάσεων,
βββ) ο έλεγχος εφαρμογής των κανόνων δικαίου, ο έλεγχος της νομιμότητας και κανονικότητας των δαπανών (INTOSAI 3.4, INTOSAI 1.0.39 Ευρωπαϊκή κατευθυντήρια γραμμή εφαρμογής αριθ. 52), όπως και του εσωτερικού κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας του Οργανισμού,
γγγ) η αξιολόγηση της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων του Οργανισμού, βάσει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δδδ) η αξιολόγηση του προγραμματισμού του σχεδιασμού και της εκτέλεσης των λειτουργιών του Οργανισμού,
εεε) ο έλεγχος της ορθής διενέργειας των δαπανών, της ορθής είσπραξης και εμφάνισης των εσόδων, της διαχείρισης κινδύνων, όπως και της διαχείρισης της περιουσίας του Οργανισμού με την εξακρίβωση του ενεργητικού και παθητικού και του μισθολογικού κόστους, για τον εντοπισμό τυχόν φαινομένων κακοδιοίκησης και κακοδιαχείρισης, κατάχρησης, σπατάλης, απάτης ή διαφθοράς και την αποτροπή τους στο μέλλον,
στστστ) ο έλεγχος πληροφοριακών συστημάτων, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον επιτυγχάνουν τους σκοπούς τους και αν έχουν ενσωματωθεί σε αυτά επαρκείς ασφαλιστικές δικλείδες / μηχανισμοί ελέγχου,
θθ) Η παροχή διαβεβαίωσης περί της επάρκειας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου του Οργανισμού.
ιι) Η διενέργεια τακτικού ελέγχου των παγίων προκαταβολών του Οργανισμού.
ιαια) Η διενέργεια οικονομικού και διαχειριστικού ελέγχου των δημόσιων υπολόγων και δημόσιων διαχειρίσεων που υπάγονται στον Οργανισμό.
ιβιβ) Η εισήγηση για τη διενέργεια διοικητικής έρευνας, προκαταρτικής εξέτασης ή ένορκης διοικητικής εξέτασης, για τη διερεύνηση υποθέσεων παραβατικής συμπεριφοράς των υπαλλήλων, διαφθοράς, καθώς και σε περίπτωση απώλειας δικαιολογητικών πληρωμής δημόσιας δαπάνης πριν από την έκδοση τίτλου πληρωμής.
ιγιγ) Η έρευνα της ύπαρξης αντικειμενικής αδυναμίας απόδοσης λογαριασμού χρηματικού εντάλματος προπληρωμής.
ιδιδ) Η επιβολή δημοσιονομικών διορθώσεων αν εντοπιστούν μεμονωμένες ή συστημικές παρατυπίες σε υπηρεσίες του Οργανισμού,
γ) Τμήμα Επιθεώρησης Παροχών
αα) Η διενέργεια, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Οργανισμού, επιτόπιων τακτικών ή έκτακτων ελέγχων για τη διασφάλιση της νομιμότητας λήψης των παροχών του Οργανισμού.
ββ) Η διενέργεια τακτικών ή έκτακτων ελέγχων αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας και την τήρηση της αρχής της νομιμότητας κατά την εκτέλεση εργασιών, οι οποίες ανατίθενται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, σε πρόσωπα που συμβάλλονται ή συνεργάζονται με τον
Οργανισμό και δεν έχουν την ιδιότητα του υπαλλήλου του.
γγ) Η μέριμνα για την εκπαίδευση και την επιμόρφωση των Επιθεωρητών, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης, καθώς και η διερεύνηση και η πρόταση τρόπων ανάπτυξης των γνώσεων και των δεξιοτήτων τους.
δδ) Η μέριμνα για τη διαμόρφωση και τη διαρκή βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου που αφορά την Επιθεώρηση.
εε) Η εισήγηση για τη συγκρότηση εσωτερικών ή/και μικτών κλιμακίων ελέγχου με άλλους ελεγκτικούς φορείς.
στστ) Η σύνταξη εκθέσεων - αναφορών προς το Διοικητή του Οργανισμού σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων, καθώς και η διατύπωση τεκμηριωμένων προτάσεων διόρθωσης και αντιμετώπισης τυχόν δυσλειτουργιών και παραβατικών φαινομένων.

Άρθρο 16 Τμήμα Γραμματείας Διοίκησης

Οι αρμοδιότητες του Τμήματος είναι οι εξής:
α) η μέριμνα για την εύρυθμη λειτουργία των γραφείων του Διοικητή και του Υποδιοικητή του Οργανισμού,
β) ο συντονισμός, στο πλαίσιο άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου, των αρμοδίων υπηρεσιακών μονάδων, προκειμένου να συνταχθούν και να διαβιβαστούν αρμοδίως οι σχετικές απαντήσεις,
γ) ο επιμέλεια της έκδοσης των αποφάσεων του Διοικητή,
δ) ο οργάνωση της επικοινωνίας της Διοίκησης με τις υπηρεσιακές μονάδες του Οργανισμού, το προσωπικό και τους συλλόγους του, τους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και το κοινό γενικά,
ε) η μέριμνα για τη συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων από τις υπηρεσίες και από άλλες πηγές, η επεξεργασία αυτών και η κατάρτιση των επίσημων στατιστικών πινάκων και δελτίων,
στ) η μέριμνα για την έκδοση ετήσιου στατιστικού δελτίου το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται από τη Διοίκηση του Οργανισμού,
ζ) η παροχή στατιστικών στοιχείων, αναλύσεων, μελετών και εκτιμήσεων στη Διοίκηση και στις Οργανικές μονάδες του Οργανισμού για την διαμόρφωση της πολιτικής του Οργανισμού και την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων τους,, η) η προβολή του έργου του Οργανισμού με κάθε πρόσφορο μέσο,
θ) η οργάνωση των δημόσιων εκδηλώσεων και η εν γένει υποστήριξη των διαδικασιών που αφορούν τις δημόσιες και διεθνείς σχέσεις του Οργανισμού,
ι) η μέριμνα για την έκδοση εντύπων, φυλλαδίων, οδηγών για την ενημέρωση-πληροφόρηση των ενδιαφερομένων σχετικά με τις παροχές και υπηρεσίες του Οργανισμού, σε συνεργασία με τις αρμόδιες οργανικές μονάδες,
ια) η τήρηση πρωτοκόλλου και αρχείου Γραφείου Διοικητή και Υποδιοικητή Οργανισμού,
ιβ) η παρακολούθηση του Τύπου και η ενημέρωση της Διοίκησης και των οικείων Διευθύνσεων για κάθε δημοσίευμα σχετικό με τον ΟΠΕΚΑ και η σύνταξη δελτίων τύπου ή σχετικών απαντήσεων,
ιγ) η εποπτεία και διαχείριση της ιστοσελίδας του Οργανισμού και η μέριμνα για την ενημέρωση και επικαιροποίηση του περιεχομένου της, σε συνεργασία με τις λοιπές οργανικές μονάδες και ιδίως με τη Διεύθυνση Πληροφορικής.

Άρθρο 17
Τμήμα Ασφάλειας Εργασίας και Υγειονομικής Μέριμνας


Οι αρμοδιότητες του Τμήματος είναι οι εξής:
α) η ευθύνη για την λειτουργία του Ιατρείου της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΟΠΕΚΑ,
β) η άσκηση των καθηκόντων ιατρών εργασίας, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία,
γ) η μέριμνα για την τήρηση κανόνων ασφαλείας στους χώρους εργασίας του Οργανισμού και για τη λήψη μέτρων τεχνικού χαρακτήρα που αφορούν τη βελτίωση της ποιότητας των χώρων και των συνθηκών εργασίας,
δ) η αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών και παροχή πρώτης βοήθειας σε περίπτωση ανάγκης στο κοινό και στους υπαλλήλους,
ε) οι εισηγήσεις προς τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης, καθώς και προς κάθε αρμόδια υπηρεσία, σχετικά με θέματα υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο εργασίας, στ) η αξιολόγηση ιατρικών πιστοποιητικών που κατατίθενται από υπαλλήλους του Οργανισμού ώστε εκ των υστέρων να ακολουθείται, η ανάλογα με την περίπτωση, νόμιμη διαδικασία,
ζ) η παροχή ιατρικών οδηγιών και συμβουλευτικών υπηρεσιών προς τους δικαιούχους των παροχών του ΟΠΕΚΑ, μέσω σχετικών έντυπων ή ηλεκτρονικών καταχωρίσεων κειμένων, άρθρων και μελετών.
η) η μέριμνα για την εξασφάλιση της προσβασιμότητας των ΑμεΑ στα κτίρια του Οργανισμού και για τη βελτίωση της ποιότητας εξυπηρέτησης τους, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης,
θ) η μέριμνα για διακίνηση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας του Τμήματος, έντυπης και ηλεκτρονικής σε συνεργασία με το Τμήμα Κεντρικού Πρωτοκόλλου, Εξυπηρέτησης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης,

Άρθρο 18
Γραφείο Υποστήριξης Νομικού Συμβούλου του Κράτους


1. Αρμοδιότητες του Γραφείου είναι οι εξής:
α) η υποβοήθηση του έργου του Γραφείου του Νομικού Συμβούλου του Κράτους,
β) η νομική υπεράσπιση των συμφερόντων του ΟΠΕΚΑ ενώπιον κάθε δικαστηρίου και αρχής ή και εξωδίκως, ύστερα από ανάθεση υποθέσεων από το Διοικητή του Οργανισμού και σχετική εισήγηση του Γραφείου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
γ) η νομική υποστήριξη του έργου του Οργανισμού,
δ) η ενημέρωση των υπηρεσιών του Οργανισμού και ιδίως της Διεύθυνσης Ενδικοφανών Προσφυγών, καθώς και της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης επί νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αφορούν τις παροχές κοινωνικής αλληλεγγύης που διαχειρίζεται ο Οργανισμός και θέματα προσωπικού, καθώς και επί νομολογίας δικαστηρίων για τα ανωτέρω θέματα,
ε) η συνδρομή των αρμόδιων υπηρεσιακών μονάδων του ΟΠΕΚΑ στη σύνταξη σχεδίων απαντήσεων της Διοίκησης, στο πλαίσιο άσκησης του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, καθώς και σχεδίων απόψεων της Διοίκησης για υποθέσεις που άγονται ενώπιον κάθε δικαστικής αρχής, στ) η παροχή κάθε άλλης υπηρεσίας νομικής φύσης που του ανατίθεται από το Δ.Σ. του Οργανισμού.

2. Η γραμματειακή υποστήριξη του Γραφείου Υποστήριξης του Νομικού Συμβούλου του Κράτους έχει ως αντικείμενο:
α) την παραλαβή, πρωτοκόλληση, έλεγχος δικαστικών αποφάσεων, δικογράφων και εισερχομένων εγγράφων και ενημέρωση, των αρμοδίων υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ, για την πορεία των υποθέσεων,
β) την επιμέλεια για τη χρέωση των νέων δικογράφων και δημιουργία νέων δικογραφιών,
γ) τη διαχείριση των υποβαλλομένων ερωτημάτων και των εκδιδομένων γνωμοδοτήσεων,
δ) τη διαχείριση των πρακτικών ή πράξεων της Τριμελούς Επιτροπής του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του ΟΠΕΚΑ, και των υποβαλλόμενων από τους συνεργαζόμενους δικηγόρους του ΟΠΕΚΑ προεισηγήσεων,
ε) την έκδοση εξουσιοδοτήσεων για την παράσταση συνεργαζόμενων με τον ΟΠΕΚΑ δικηγόρων στα Δικαστήρια,
στ) την τήρηση αρχείου και αναπαραγωγή των εγγράφων και δικογράφων του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του ΟΠΕΚ,
ζ) την τήρηση στατιστικών στοιχείων σχετικών με τις αρμοδιότητες του Γραφείου, η) τη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων και σχεδίων απόψεων από τη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών, για την υποστήριξη των υποθέσεων ενώπιον των δικαστηρίων, καθώς και κάθε αρχής.

Άρθρο 19 Γενική Διεύθυνση Παροχών

Στρατηγικοί σκοποί της Γενικής Διεύθυνσης Παροχών είναι οι εξής:
α) ο αποτελεσματικός συντονισμός των οργανικών μονάδων που υπάγονται σ' αυτή για την έγκαιρη και σύννομη χορήγηση ποιοτικών παροχών και υπηρεσιών,
β) η μέγιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων, στις υπαγόμενες στη Γενική Διεύθυνση Οργανικές μονάδες, ανθρώπινων και υλικών πόρων και η επιδίωξη της διαρκούς βελτίωσης και του εκσυγχρονισμού των διοικητικών διαδικασιών και διεργασιών παραγωγής και διανομής των παροχών και υπηρεσιών προς όφελος των εξυπηρετούμενων,
γ) η παρακολούθηση, μελέτη, ανάλυση και αξιοποίηση της σχετικής με τις παροχές και υπηρεσίες του Οργανισμού εμπειρίας και γνώσης, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και η υποβολή προτάσεων προς τη Διοίκηση του Οργανισμού για ανάληψη πρωτοβουλιών διαμόρφωσης εναλλακτικών πολιτικών, με γνώμονα τις αρχές της αποτελεσματικότητας και ανταποδοτικότητας.

Άρθρο 20
Διάρθρωση Γενικής Διεύθυνσης Παροχών


Η Γενική Διεύθυνση Παροχών διαρθρώνεται στις εξής οργανικές μονάδες:
1) Διεύθυνση Οικογενειακών Επιδομάτων
2) Διεύθυνση Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης
3) Διεύθυνση Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων
4) Διεύθυνση Αγροτικής Εστίας
5) Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών

Άρθρο 21
Διεύθυνση Οικογενειακών Επιδομάτων


1. Η Διεύθυνση Οικογενειακών Επιδομάτων διαρθρώνεται στα εξής Τμήματα:
α) Τμήμα χορήγησης οικογενειακών παροχών
β) Τμήμα χορήγησης παροχών κοινωνικής στήριξης οικογενειών
γ) Τμήμα ελέγχων και διαχείρισης πληρωμών και μεταβολών

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Οικογενειακών Επιδομάτων είναι οι εξής:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή με στόχο την αποτελεσματική και αποδοτική τους λειτουργία, καθώς και η συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού για θέματα οικογενειακών επιδομάτων.
β) η εποπτεία για την αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής και η εν γένει διαχείριση όλων των θεμάτων στον τομέα των οικογενειακών επιδομάτων.
γ) ο συντονισμός των ενεργειών και διαδικασιών και η επίλυση αμφισβητήσεων για όλα τα θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης που ανακύπτουν από την συνδυασμένη εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας με το ενωσιακό συντονιστικό δίκαιο κοινωνικής ασφάλειας και τις Διμερείς Συμβάσεις.
δ) ο συντονισμός των ενεργειών και των διαδικασιών για την προώθηση της διοικητικής συνεργασίας με άλλες αρχές, φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και χωρών του εξωτερικού.
ε) η εισήγηση προς τη Διοίκηση για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων, καθώς και η επίλυση αμφισβητήσεων κατά την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.
στ) Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση προγραμμάτων καταβολής της παροχής, καθώς και η παρακολούθηση των σχετικών μεταβολών.
ζ) η παρακολούθηση της νομοθεσίας, καθώς και της νομολογίας των δικαστηρίων επί θεμάτων οικογενειακών επιδομάτων και η εισήγηση για την τροποποίηση-εναρμόνιση της νομοθεσίας και των σχετικών κανονιστικών διατάξεων.
η) ο συντονισμός των εργασιών για όλα τα θέματα που ανακύπτουν από τις σχέσεις του ΟΠΕΚΑ με την Ε.Ε. και τους αρμόδιους φορείς των Κρατών Μελών, καθώς και για θέματα επαφών και σχέσεων με τους εν λόγω φορείς.
θ) η ενημέρωση, παρακολούθηση και επικαιροποίηση των δεδομένων, στοιχείων και πληροφοριών του ηλεκτρονικού μητρώου δικαιούχων.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οικογενειακών Επιδομάτων κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα χορήγησης οικογενειακών παροχών
αα) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας της Κεντρικής Υπηρεσίας και η έκδοση πράξεων για τη χορήγηση, τροποποίηση, ανάκληση, αναστολή, διακοπή, επαναχορήγηση των οικογενειακών παροχών καθώς και η έκδοση απορριπτικών αποφάσεων,
ββ) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων-πράξεων της υποπερίπτ. αα', καθώς και η μέριμνα για την εκτέλεσή τους σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες,
γγ) η τήρηση σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή των ανωτέρω αποφάσεων-πράξεων,
δδ) η αναζήτηση, ανταλλαγή και διασταύρωση, από και με άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού, με συμβατικό ή ηλεκτρονικό τρόπο, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και με την επιφύλαξη των διατάξεων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων όλων των στοιχείων, δεδομένων, εγγράφων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των επιδοματούχων και τις τυχόν μεταβολές που έχουν επέλθει, με σκοπό τη διασφάλιση της νομιμότητας και την καταπολέμηση της απάτης και του σφάλματος, για τη συνέχιση καταβολής των παροχών,
εε) η παροχή οδηγιών στα κατά τόπους αρμόδια για τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όργανα, καθώς και η παρακολούθηση και κατεύθυνσή τους,
στστ) η μέριμνα για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και για την επίλυση αμφισβητήσεων,
ζζ) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, σχετικών ελέγχων για τη διασφάλιση της νομιμότητας χορήγησης των παροχών, ηη) η εισήγηση για τα κριτήρια καθορισμού και τα εν γένει χαρακτηριστικά του δείγματος των προληπτικών ή κατασταλτικών ελέγχων,
θθ) η συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες πληροφορικής για την ψηφιοποίηση - μηχανοργάνωση, τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των λειτουργιών και διαδικασιών διαχείρισης των αιτήσεων, απονομής των παροχών.
ιι) η προώθηση της διοικητικής συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές, τους φορείς και οργανισμούς κρατών μελών της Ε.Ε, καθώς και χωρών με τις οποίες έχει συναφθεί διμερής σύμβαση και η διαχείριση και η εκτέλεση των διαδικαστικών ενεργειών και πράξεων για την αντιμετώπιση όλων των θεμάτων που μπορεί να ανακύπτουν από τη συνδυασμένη εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας με τις σχετικές διατάξεις του συντονιστικού ενωσιακού δικαίου κοινωνικής ασφάλειας και των Διμερών Συμβάσεων.
ιαια) η διεκπεραίωση των εκκρεμών αιτήσεων και η επιμέλεια της λειτουργίας και των συνεδριάσεων της Επιτροπής Εκδικάσεως Ενστάσεων επί υποθέσεων που αφορούν τα καταργηθέντα από 1.11.2012 οικογενειακά επιδόματα [επίδομα τρίτου παιδιού, ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας και εφάπαξ παροχή δύο χιλιάδων (2000) ευρώ] και τα καταργηθέντα από 1.1.2013 οικογενειακά επιδόματα (πολυτεκνικό επίδομα και επίδομα τρίτεκνης οικογένειας), μέχρι την περάτωσή τους,
ιβιβ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων, με τους σχετικούς φακέλους, στην αρμόδια Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών,
ιγιγ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης αποφάσεων του κατ' άρθρο 40 του π.δ. 78/1998 αρμόδιου Οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
β) Τμήμα χορήγησης παροχών κοινωνικής στήριξης οικογενειών
αα) η μέριμνα, η εκτέλεση όλων των διαδικαστικών ενεργειών και η έκδοση των αποφάσεων- πράξεων για τη διαχείριση προνοιακών παροχών και προγραμμάτων για την ενίσχυση της οικογένειας,
ββ) η διαχείριση της εφάπαξ εισοδηματικής ενίσχυσης οικογενειών που κατοικούν σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές, όπως αυτές καθορίζονται από τη σχετική νομοθεσία,
γγ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας της Κεντρικής Υπηρεσίας και η έκδοση πράξεων, χορήγησης, τροποποίησης, ανάκλησης, αναστολής, διακοπής, επαναχορήγησης των παροχών κοινωνικής στήριξης οικογενειών καθώς και η έκδοση απορριπτικών αποφάσεων,
δδ) η μέριμνα για τη διαδικασία υποβολής των αιτημάτων χορήγησης των παροχών κοινωνικής στήριξης,
εε) η μέριμνα για την ορθή εκτέλεση των προαναφερόμενων αποφάσεων-πράξεων, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες, και την κοινοποίησή τους στους ενδιαφερομένους,
στστ) η τήρηση σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή των ανωτέρω αποφάσεων-πράξεων,
ζζ) η μέριμνα για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και για την επίλυση αμφισβητήσεων,
ηη) η παροχή οδηγιών στα κατά τόπους αρμόδια για τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όργανα, καθώς και η παρακολούθηση και κατεύθυνσή τους,
θθ) η εισήγηση για τα κριτήρια καθορισμού και τα εν γένει χαρακτηριστικά του δείγματος των προληπτικών ή κατασταλτικών ελέγχων,
ιι) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, σχετικών ελέγχων για τη διασφάλιση της νομιμότητας χορήγησης των παροχών,
ιαια) η συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες πληροφορικής για την ψηφιοποίηση μηχανοργάνωση, τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των λειτουργιών και διαδικασιών διαχείρισης των αιτήσεων, απονομής των παροχών,
ιβιβ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων, με τους σχετικούς φακέλους, στην αρμόδια Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών,
ιγιγ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης αποφάσεων του κατ' άρθρο 40 του π.δ. 78/1998 αρμόδιου οργάνου, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα. V) Τμήμα ελέγχων και διαχείρισης πληρωμών και μεταβολών
αα) η εκτέλεση των απαραίτητων διαδικαστικών ενεργειών και η έκδοση κάθε αναγκαίας απόφασης - πράξης για την πληρωμή των παροχών και την πίστωση των λογαριασμών των δικαιούχων,
ββ) ο έλεγχος και η διαρκής παρακολούθηση και ενημέρωση με τις πάσης φύσεως μεταβολές, του ηλεκτρονικού Μητρώου επιδοματούχων,
γγ) η μέριμνα για την ανάκτηση των επιδομάτων που πιστώθηκαν στους λογαριασμούς των ληπτών, λόγω εσφαλμένης καταχώρισης των στοιχείων δικαιούχου,
δδ) η εισήγηση για την έκδοση καταλογιστικών αποφάσεων - πράξεων για αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά και η κοινοποίησή τους στο Τμήμα Εσόδων και Είσπραξης Αχρεωστήτως Καταβληθέντων της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών,
εε) η ανάπτυξη δράσεων για την είσπραξη αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών επιδομάτων σε θανόντες δικαιούχους, από πιστωτικά ιδρύματα και συνδικαιούχους. στστ) η μέριμνα για την απογραφή των επιδοματούχων.
ζζ) η εκτέλεση και παρακολούθηση συμψηφισμών και παρακρατήσεων ποσών παροχών από κάθε αιτία, σε συνεργασία με κάθε εμπλεκόμενο φορέα.
ηη) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, σχετικών ελέγχων για τη διασφάλιση της νομιμότητας καταβολής των παροχών,
θθ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων, με τους σχετικούς φακέλους, στην αρμόδια Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών.
ιι) η χορήγηση πάσης φύσεως βεβαιώσεων για κάθε νόμιμη χρήση, σχετικών με τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης.
ιαια) η μέριμνα για τη δημιουργία αρχείου βεβαιώσεων των παροχών του ΟΠΕΚΑ για φορολογική χρήση και η ηλεκτρονική υποβολή αυτών μέσω διαδικτύου, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και αρχές.
ιβιβ) η συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες πληροφορικής για την ψηφιοποίηση - μηχανοργάνωση, τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των λειτουργιών και διαδικασιών για την έκδοση των βεβαιώσεων της Διεύθυνσης.
ιγιγ) η εκτέλεση των διαδικαστικών ενεργειών και η έκδοση όλων των αναγκαίων αποφάσεων-πράξεων για τη διαχείριση των εκκρεμοτήτων που αφορούν τα καταργηθέντα με την υποπαρ. ΙΑ2 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 οικογενειακά επιδόματα, τόσο για τις υποθέσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας όσο και των Περιφερειακών Διευθύνσεων.

Άρθρο 22
Διεύθυνση Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης


1. η Διεύθυνση Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης διαρθρώνεται στα εξής Τμήματα:
α) Τμήμα χορήγησης οικονομικών ενισχύσεων σε ευάλωτες ομάδες.
β) Τμήμα χορήγησης παροχών ανασφάλιστων υπερηλίκων,
γ) Τμήμα ελέγχων και διαχείρισης πληρωμών και μεταβολών.

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης είναι:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή με στόχο την αποτελεσματική και αποδοτική τους λειτουργία, καθώς και η συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού για θέματα των παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης,
β) η εποπτεία για την διαχείριση όλων των θεμάτων που ανακύπτουν κατά την υλοποίηση της πολιτικής της χορήγησης παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης,
γ) η παρακολούθηση των μεταβολών της σχετικής νομοθεσίας και νομολογίας και η εισήγηση για την τροποποίηση του νομικού πλαισίου.
δ) η εισήγηση προς τη Διοίκηση του Οργανισμού για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων, για την παροχή διευκρινίσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα χορήγησης οικονομικών ενισχύσεων σε ευάλωτες ομάδες
αα) η μέριμνα για την υλοποίηση προγραμμάτων παροχών - οικονομικών ενισχύσεων σε ευάλωτες ομάδες,
ββ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας της Κεντρικής Υπηρεσίας και η έκδοση πράξεων χορήγησης, τροποποίησης, ανάκλησης, αναστολής, διακοπής, επαναχορήγησης οικονομικών ενισχύσεων σε ευάλωτες ομάδες καθώς και η έκδοση απορριπτικών αποφάσεων,
γγ) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων της υποπερίπτ. ββ', καθώς και η μέριμνα για την εκτέλεσή τους σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες.
δδ) η διαχείριση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
εε) η τήρηση αρχείου για τις αποφάσεις της υποπερίπτ. ββ' σε έντυπη ή και ηλεκτρονική μορφή.
στστ) η αναζήτηση από άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού, στοιχείων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των δικαιούχων τα οποία είναι αναγκαία για τον έλεγχο της νομιμότητας καταβολής των οικονομικών ενισχύσεων.
ζζ) η μέριμνα για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων για την παροχή διευκρινίσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.
ηη) η παροχή οδηγιών στα κατά τόπους αρμόδια για τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όργανα.
θθ) η διενέργεια ελέγχων της νομιμότητας χορήγησης των οικονομικών ενισχύσεων σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου.
ιι) η ψηφιοποίηση, μηχανοργάνωση και ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας και του συστήματος διαχείρισης των αιτήσεων και απονομής των παροχών σε συνεργασία με τις υπηρεσίες πληροφορικής.
ιαια) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων στη Διεύθυνση ενδικοφανών προσφυγών.
ιβιβ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης των αποφάσεων του κατ' άρθρον 40 του π.δ. 78/1998 αρμοδίου οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
β) Τμήμα χορήγησης παροχών ανασφάλιστων υπερηλίκων
αα) η μέριμνα για την υλοποίηση προγραμμάτων χορήγησης παροχών ανασφάλιστων υπερηλίκων,
ββ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας της Κεντρικής Υπηρεσίας και η έκδοση πράξεων χορήγησης τροποποίησης, ανάκλησης, αναστολής και διακοπής των παροχών, καθώς και η έκδοση απορριπτικών αποφάσεων,
γγ) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων της υποπερίπτ. ββ', καθώς και η μέριμνα για την εκτέλεσή τους, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες,
δδ) η διαχείριση του προγράμματος χορήγησης επιδόματος στεγαστικής συνδρομής σε ανασφάλιστους υπερήλικες,
εε) η τήρηση σε έντυπη ή και ηλεκτρονική μορφή των αποφάσεων της υποπερίπτ. ββ',
στστ) η αναζήτηση από άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού, στοιχείων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των δικαιούχων τα οποία είναι αναγκαία για τον έλεγχο της νομιμότητας καταβολής των παροχών,
ζζ) η μέριμνα για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων για την παροχή διευκρινίσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.
ηη) η παροχή οδηγιών στα κατά τόπους αρμόδια για τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όργανα.
θθ) η εισήγηση για τα κριτήρια καθορισμού και τα χαρακτηριστικά του δείγματος των προληπτικών ή κατασταλτικών ελέγχων.
ιι) η ψηφιοποίηση, μηχανοργάνωση, και ο εκσυγχρονισμός του συστήματος διαχείρισης των αιτήσεων και απονομής των παροχών σε συνεργασία με τις υπηρεσίες πληροφορικής, ιαια) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων στη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών.
ιβιβ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης των αποφάσεων του κατ' άρθρον 40 του π.δ. 78/1998 αρμοδίου οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
γ) Τμήμα ελέγχων και διαχείρισης πληρωμών-μεταβολών.
αα) η καταβολή των παροχών στους δικαιούχους.
ββ) ο έλεγχος και η διαρκής ενημέρωση με τις πάσης φύσεως μεταβολές, του ηλεκτρονικού μητρώου επιδοματούχων.
γγ) η μέριμνα για την ανάκτηση των επιδομάτων που πιστώθηκαν στους λογαριασμούς των ληπτών, με βάση εσφαλμένα στοιχεία.
δδ) η εισήγηση για την έκδοση καταλογιστικών αποφάσεων - πράξεων για αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά και η κοινοποίησή τους στο Τμήμα εσόδων και είσπραξης αχρεωστήτως καταβληθέντων της Διεύθυνσης οικονομικών υπηρεσιών,
εε) η μέριμνα για την απογραφή των επιδοματούχων.
στστ) η εκτέλεση και παρακολούθηση συμψηφισμών και παρακρατήσεων ποσών παροχών από κάθε αιτία, σε συνεργασία με κάθε εμπλεκόμενο φορέα.
ζζ) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, σχετικών ελέγχων για τη διασφάλιση της νομιμότητας καταβολής των παροχών.
ηη) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων στη Διεύθυνση ενδικοφανών προσφυγών.
θθ) η χορήγηση βεβαιώσεων για κάθε νόμιμη χρήση, σχετικών με τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης.
ιι) η μέριμνα για τη δημιουργία αρχείου βεβαιώσεων των παροχών του ΟΠΕΚΑ για φορολογική χρήση και η ηλεκτρονική υποβολή αυτών μέσω διαδικτύου, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και αρχές.
ιαια) η συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες πληροφορικής για την ψηφιοποίηση, μηχανοργάνωση, καθώς και τον εκσυγχρονισμό της διαδικασίας και του συστήματος έκδοσης των βεβαιώσεων της Διεύθυνσης.
ιβιβ) η μέριμνα για την έκδοση κάθε πράξης σχετικά με τις παροχές που προβλέπονται από τις διατάξεις της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος των δικαιούχων του ειδικού λογαριασμού του ν.1296/1982 και του ν.4093/2012.

Άρθρο 23
Διεύθυνση Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων


1. η Διεύθυνση Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα χορήγησης αναπηρικών επιδομάτων
β) Τμήμα χορήγησης οικονομικών ενισχύσεων αναπήρων
γ) Τμήμα ελέγχων και διαχείρισης πληρωμών και μεταβολών

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων είναι:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή, καθώς και η συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού για θέματα αναπηρικών επιδομάτων και οικονομικών ενισχύσεων.
β) η εποπτεία για τη διαχείριση όλων των θεμάτων που ανακύπτουν κατά την υλοποίηση της πολιτικής της χορήγησης των αναπηρικών επιδομάτων και οικονομικών ενισχύσεων.
γ) η παρακολούθηση των μεταβολών της σχετικής νομοθεσίας και νομολογίας και η εισήγηση για την τροποποίηση του νομικού πλαισίου.
δ) η εισήγηση προς τη Διοίκηση του Οργανισμού για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων για την παροχή διευκρινίσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης αναπηρικών επιδομάτων και οικονομικών ενισχύσεων κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Στο Τμήμα χορήγησης αναπηρικών επιδομάτων ανατίθεται:
αα) η διαχείριση της διαδικασίας υποβολής αιτημάτων για τη χορήγηση των αναπηρικών επιδομάτων.
ββ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας της Κεντρικής Υπηρεσίας και η έκδοση πράξεων χορήγησης, τροποποίησης, ανάκλησης, αναστολής, διακοπής και επαναχορήγησης των αναπηρικών επιδομάτων, καθώς και η έκδοση απορριπτικών αποφάσεων,
γγ) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων της υποπερίπτ.
ββ', καθώς και η μέριμνα για την ορθή εκτέλεσή τους, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες,
δδ) η τήρηση αρχείου για τις αποφάσεις της υποπερίπτ. ββ' σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή των ανωτέρω αποφάσεων-πράξεων,
εε) η αναζήτηση από άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού, στοιχείων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των δικαιούχων, τα οποία είναι αναγκαία για τον έλεγχο της νομιμότητας καταβολής των αναπηρικών επιδομάτων.
στστ) η μέριμνα για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων, για την παροχή διευκρινίσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας,
ζζ) η παροχή οδηγιών στα κατά τόπους αρμόδια για τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όργανα.
ηη) η εισήγηση για τα κριτήρια καθορισμού και τα χαρακτηριστικά του δείγματος των προληπτικών ή κατασταλτικών ελέγχων.
θθ) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, τακτικών ή έκτακτων ελέγχων για τη νομιμότητα χορήγησης των αναπηρικών επιδομάτων, u) η ψηφιοποίηση, μηχανοργάνωση, καθώς και ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας και του συστήματος διαχείρισης των αιτήσεων για την απονομή των αναπηρικών επιδομάτων, σε συνεργασία με τις υπηρεσίες πληροφορικής.
ιαια) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων στην Διεύθυνση ενδικοφανών προσφυγών.
ιβιβ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης των αποφάσεων του κατ' άρθρον 40 του π.δ. 78/1998 αρμοδίου οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
ιγιγ) η μέριμνα για την εξέταση ή επανεξέταση από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές των αιτούντων ή των επιδοματούχων, των οποίων η γνωμάτευση παύει να ισχύει, ιδιδ) η παραπομπή στη Β'/βάθμια αρμόδια υγειονομική επιτροπή αιτούντων ή δικαιούχων αναπηρικών επιδομάτων-οικονομικών ενισχύσεων για να επανεξεταστεί το ποσοστό αναπηρίας τους.
β) Τμήμα χορήγησης οικονομικών ενισχύσεων αναπήρων
αα) η διαχείριση της διαδικασίας υποβολής των αιτημάτων χορήγησης των αναπηρικών ενισχύσεων.
ββ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας της Κεντρικής Υπηρεσίας και η έκδοση πράξεων χορήγησης, τροποποίησης, ανάκλησης, αναστολής, διακοπής και επαναχορήγησης οικονομικών ενισχύσεων αναπήρων, καθώς και η έκδοση απορριπτικών αποφάσεων,
γγ) η εισήγηση για τον καταλογισμό αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών των αναπηρικών επιδομάτων.
δδ) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων της υποπερίπτ. ββ' και γγ', καθώς και η μέριμνα για την εκτέλεσή τους σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες.
εε) η τήρηση σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή των ανωτέρω αποφάσεων-πράξεων. στστ) η αναζήτηση από άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού εγγράφων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των δικαιούχων, τα οποία είναι αναγκαία για τον έλεγχο της νομιμότητας καταβολής των οικονομικών ενισχύσεων αναπήρων.
ζζ) η μέριμνα για τη σύνταξη οδηγιών και εγκυκλίων για την παροχή διευκρινίσεων και την ομοιόμορφη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.
ηη) η παροχή οδηγιών στα κατά τόπους αρμόδια για τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών όργανα,
θθ) η εισήγηση για τα κριτήρια καθορισμού και τα εν γένει χαρακτηριστικά του δείγματος των προληπτικών ή κατασταλτικών ελέγχων.
ιι) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, τακτικών ή έκτακτων ελέγχων της νομιμότητας χορήγησης των οικονομικών ενισχύσεων, ιαια) η ψηφιοποίηση, μηχανοργάνωση, καθώς και ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας και του συστήματος διαχείρισης των αιτήσεων απονομής των αναπηρικών επιδομάτων, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες πληροφορικής.
ιβιβ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων στη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών.
ιγιγ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης των αποφάσεων του κατ' άρθρον 40 του π.δ. 78/1998 αρμοδίου οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
ιδιδ) η μέριμνα για την εξέταση ή επανεξέταση από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές των αιτούντων ή των επιδοματούχων, των οποίων η γνωμάτευση παύει να ισχύει.
ιστιστ) η παραπομπή στη δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή αιτούντων ή δικαιούχων αναπηρικών επιδομάτων-οικονομικών ενισχύσεων για να επανεξεταστεί το ποσοστό αναπηρίας τους.
γ) Τμήμα ελέγχων και διαχείρισης πληρωμών και μεταβολών
αα) η εκτέλεση των απαραίτητων διαδικαστικών ενεργειών και η έκδοση κάθε αναγκαίας απόφασης για την καταβολή των παροχών.
ββ) ο έλεγχος και η διαρκής παρακολούθηση και ενημέρωση με τις πάσης φύσεως μεταβολές, του ηλεκτρονικού μητρώου επιδοματούχων,
γγ) η μέριμνα για την ανάκτηση των επιδομάτων που πιστώθηκαν στους λογαριασμούς ληπτών, με βάση εσφαλμένα στοιχεία.
δδ) η εισήγηση για την έκδοση καταλογιστικών πράξεων για αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά και η κοινοποίησή τους στο Τμήμα εσόδων και είσπραξης αχρεωστήτως καταβληθέντων της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών.
εε) η μέριμνα για την είσπραξη χρηματικών ποσών επιδομάτων που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως σε πρόσωπα που έχουν αποβιώσει, στστ) η μέριμνα για την απογραφή των επιδοματούχων.
ζζ) η εκτέλεση και παρακολούθηση συμψηφισμών και παρακρατήσεων ποσών παροχών από κάθε αιτία, σε συνεργασία με κάθε εμπλεκόμενο φορέα.
ηη) η διενέργεια, τακτικών ή έκτακτων ελέγχων προς διαπίστωση της νομιμότητας της καταβολής των αναπηρικών επιδομάτων και οικονομικών ενισχύσεων σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου.
θθ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων στη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών.
ιι) η χορήγηση βεβαιώσεων σχετικών με τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης για κάθε νόμιμη χρήση.
ιαια) η μέριμνα για τη δημιουργία αρχείου βεβαιώσεων των παροχών του ΟΠΕΚΑ για φορολογική χρήση και η ηλεκτρονική υποβολή αυτών μέσω διαδικτύου, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και αρχές.
ιβιβ) η ψηφιοποίηση-μηχανοργάνωση, καθώς και ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας και του συστήματος έκδοσης των βεβαιώσεων της Διεύθυνσης, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες πληροφορικής.

Άρθρο 24 Διεύθυνση Αγροτικής Εστίας

1. η Διεύθυνση Αγροτικής Εστίας διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα σχεδιασμού, παρακολούθησης και αξιολόγησης προγραμμάτων
β) Τμήμα ελέγχου διανομής παροχών και ελέγχου δαπανών
γ) Τμήμα μητρώου δικαιούχων και παρόχων.

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Αγροτικής Εστίας είναι:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή με στόχο την αποτελεσματική και αποδοτική τους λειτουργία, καθώς και η συνεργασία με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού, και άλλους φορείς όταν και όπου απαιτείται, για τα θέματα των παροχών και υπηρεσιών του ΛΑΕ.
β) η εποπτεία για την αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής και η διαχείριση όλων των θεμάτων για τη χορήγηση των παροχών και υπηρεσιών του.
γ) ο σχεδιασμός και η εποπτεία εφαρμογής προγραμμάτων αναψυχής, επιμόρφωσης και στήριξης των δικαιούχων των παροχών.
δ) η διερεύνηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των προγραμμάτων της Αγροτικής Εστίας.
ε) η εισήγηση τροποποίησης του κανονιστικού πλαισίου της λειτουργίας του ΛΑΕ.
στ) η οργάνωση και ο σχεδιασμός δράσεων για την ενημέρωση και πληροφόρηση των δικαιούχων σχετικά με τις παροχές του.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Αγροτικής Εστίας κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα σχεδιασμού, παρακολούθησης και αξιολόγησης προγραμμάτων
αα) η συγκέντρωση των στοιχείων για την αξιολόγηση των προγραμμάτων που υλοποιήθηκαν.
ββ) η μελέτη στοιχείων και η εισήγηση προς τη Διαχειριστική Επιτροπή για τον ετήσιο προγραμματισμό χορήγησης των παροχών του ΛΑΕ σε διάφορες περιοχές της χώρας, καθώς και για την εκ περιτροπής χορήγηση των παροχών στους δικαιούχους.
γγ) Η εισήγηση προς το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΠΕΚΑ για τον καθορισμό του αριθμού δικαιούχων που εντάσσονται στα προγράμματα και στις παροχές, οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια επιλογής τους, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίησή τους.
δδ) η παροχή διευκρινίσεων προς τη Διαχειριστική Επιτροπή για την επίλυση των προβλημάτων που ανακύπτουν κατά τον προγραμματισμό των παροχών.
εε) η παροχή πληροφοριών και οδηγιών στους δικαιούχους και στους συνεργαζόμενους φορείς και επιχειρήσεις, για τη χορήγηση των παροχών του ΛΑΕ.
στστ) η συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς για την υλοποίηση των προγραμμάτων.
ζζ) ο σχεδιασμός και η εισήγηση δράσεων για την ενημέρωση των δικαιούχων για τις παροχές του ΛΑΕ και τις προϋποθέσεις χορήγησής τους.
ηη) η αξιοποίηση των δυνατοτήτων χρηματοδότησης των προγραμμάτων της Αγροτικής Εστίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους φορείς.
θθ) η εισήγηση προς τη Διαχειριστική Επιτροπή σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών για την κατάρτιση του Προϋπολογισμού, του Ισολογισμού και του Απολογισμού του ΛΑΕ.
β) Τμήμα ελέγχου διανομής παροχών και ελέγχου δαπανών
αα) η μέριμνα για τη διανομή των παροχών του ΛΑΕ στους δικαιούχους.
ββ) η παροχή πληροφοριών και οδηγιών στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, σχετικά με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά.
γγ) η συγκέντρωση και ο έλεγχος των δικαιολογητικών που απαιτούνται για την απόδοση των δαπανών του ΛΑΕ,
δδ) η εισήγηση προς τη Διαχειριστική Επιτροπή για θέματα που προκύπτουν κατά τον έλεγχο των δικαιολογητικών των δαπανών του ΛΑΕ.
εε) η τήρηση αρχείου στατιστικών στοιχείων, αναφορικά με τον έλεγχο των δαπανών του ΛΑΕ.
στστ) η μέριμνα σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών για την αναζήτηση πόρων του ΛΑΕ
ζζ) η εισήγηση για τη διενέργεια ελέγχων της νομιμότητας χορήγησης των παροχών και της τήρησης των όρων των προγραμμάτων, γ) Τμήμα μητρώου δικαιούχων και παρόχων
αα) η μέριμνα για τη δημιουργία, τήρηση και ενημέρωση του μητρώου δικαιούχων και παρόχων του ΛΑΕ, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφορικής του Οργανισμού.
ββ) η χορήγηση βεβαιώσεων, σχετικών με τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης, για κάθε νόμιμη χρήση.
γγ) η εισήγηση προς τη Διαχειριστική Επιτροπή για τη διενέργεια διαγωνισμών, για τη σύναψη συμβάσεων με φυσικά ή νομικά πρόσωπα για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, αναγκαίων για τη λειτουργία του ΛΑΕ και τη χορήγηση των παροχών του στους δικαιούχους, καθώς και η εισήγηση για την καταγγελία των συμβάσεων αυτών, δδ) η τήρηση του μητρώου συμβάσεων που συνάπτονται με φυσικά ή νομικά πρόσωπα για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, αναγκαίων για τη λειτουργία του ΛΑΕ και τη χορήγηση των παροχών του στους δικαιούχους.
εε) η μέριμνα για την αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών.
στστ) η παροχή διευκρινίσεων προς τη Διαχειριστική Επιτροπή για την επίλυση των προβλημάτων που ανακύπτουν κατά τη σύναψη συμβάσεων.

Άρθρο 25 Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών

1. η Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα εξέτασης προσφυγών αναπηρικών επιδομάτων
β) Τμήμα εξέτασης προσφυγών λοιπών παροχών
γ) Τμήμα εισηγητικών εκθέσεων επί διαφορών που εκκρεμούν δικαστικώς

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Ενδικοφανών Προσφυγών είναι:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή με στόχο την αποτελεσματική και αποδοτική τους λειτουργία, καθώς και η συνεργασία με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού, όπου απαιτείται, για θέματα ενδικοφανών προσφυγών.
β) η εποπτεία για την διαχείριση όλων των θεμάτων στον τομέα των ενδικοφανών προσφυγών.
γ) η σύνταξη απόψεων για την υποστήριξη των υποθέσεων του Οργανισμού ενώπιον Δικαστηρίων και Αρχών.
δ) η παρακολούθηση της νομολογίας των δικαστηρίων που αφορά τον Οργανισμό.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ενδικοφανών Προσφυγών κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα εξέτασης προσφυγών αναπηρικών επιδομάτων
αα) η εκτέλεση όλων των διαδικαστικών ενεργειών για την εμπρόθεσμη εξέταση από το αρμόδιο Όργανο των ασκουμένων από τους ενδιαφερόμενους ενδικοφανών προσφυγών κατά αποφάσεων-πράξεων των καθ' ύλην και τόπον αρμόδιων οργάνων του Οργανισμού, αναφορικά με τα αναπηρικά επιδόματα.
ββ) η κοινοποίηση των αποφάσεων στους ενδιαφερόμενους και η διενέργεια όλων των αναγκαίων διαδικαστικών πράξεων για την ενημέρωση των προσφευγόντων και την εκτέλεση των αποφάσεων από τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού.
γγ) η τήρηση σε έντυπη ή και ηλεκτρονική μορφή αρχείου των ανωτέρω αποφάσεων του Οργάνου.
δδ) η εισήγηση για κάθε θέμα που αφορά την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του Οργάνου.
β) Τμήμα εξέτασης προσφυγών λοιπών παροχών
αα) η εκτέλεση όλων των διαδικαστικών ενεργειών για την εμπρόθεσμη εξέταση από το αρμόδιο Όργανο των ασκουμένων από τους ενδιαφερόμενους ενδικοφανών προσφυγών κατά αποφάσεων των καθ' ύλην και τόπον αρμόδιων οργάνων του Οργανισμού, αναφορικά με λοιπές παροχές.
ββ) η κοινοποίηση των αποφάσεων στους ενδιαφερόμενους και η διενέργεια όλων των αναγκαίων διαδικαστικών πράξεων για την ενημέρωση των προσφευγόντων και την εκτέλεση των αποφάσεων από τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού.
γγ) η τήρηση σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή αρχείου των ανωτέρω αποφάσεων του Οργάνου εκδίκασης ενστάσεων.
δδ) η εισήγηση για κάθε θέμα που αφορά την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του Οργάνου εκδίκασης ενστάσεων.
γ) Τμήμα εισηγητικών εκθέσεων επί διαφορών που εκκρεμούν δικαστικώς
αα) η σύνταξη των απόψεων της Διοίκησης, για όλες τις υποθέσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Διευθύνσεων, που άγονται ενώπιον των Δικαστηρίων και κάθε άλλης αρχής, σε συνεργασία με τις αρμόδιες, κατά περίπτωση οργανικές μονάδες του Οργανισμού και το γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
ββ) η διαβίβαση των απόψεων μαζί με τα απαραίτητα, κατά περίπτωση, στοιχεία των σχετικών φακέλων των ενδιαφερομένων στο Γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, γγ) η ενημέρωση των Οργάνων εξέτασης των προσφυγών για τη σχετική με τις παροχές του ΟΠΕΚΑ νομοθεσία και νομολογία, σε συνεργασία με τα αρμόδια Τμήματα των Περιφερειακών Διευθύνσεων.
δδ) η τήρηση αρχείου των υποθέσεων σε έγγραφη και ηλεκτρονική μορφή.
εε) η διαβίβαση των δικαστικών αποφάσεων, για εκτέλεση, στις αρμόδιες υπηρεσίες.

Άρθρο 26
Γενική Διεύθυνση Διοικητικής - Οικονομικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης


Στρατηγικοί σκοποί της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικής-Οικονομικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης είναι οι εξής:
α) η διασφάλιση της αποτελεσματικής και αποδοτικής λειτουργίας όλων των υποδομών και των οργανικών μονάδων του Οργανισμού και η ενίσχυσή τους με τους αναγκαίους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, με τον πιο αποδοτικό τρόπο, προς όφελος των εξυπηρετούμενων από τον Οργανισμό.
β) η αποτελεσματική διαχείριση και ο συντονισμός των ενεργειών για όλα τα θέματα που αφορούν το ανθρώπινο δυναμικό του Οργανισμού, την αξιοποίησή του, και την επαγγελματική του ανάπτυξη.
γ) ο διαρκής εκσυγχρονισμός, προσαρμογή και ανάπτυξη των υποδομών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, με γνώμονα την αρχή της διαλειτουργικότητας.
δ) η ορθή και χρηστή οικονομική διαχείριση.
ε) η ανάπτυξη συστήματος παροχής ποιοτικών υπηρεσιών ενημέρωσης, πληροφόρησης και συμβουλευτικής υποστήριξης των εξυπηρετούμενων.
στ) η ανάπτυξη των πολιτικών για θέματα ιατρικού ελέγχου παροχών, υγείας του προσωπικού, ασφάλειας και υγιεινής των χώρων εργασίας και υποστήριξης ατόμων ευπαθών ομάδων αρμοδιότητας του Οργανισμού.
ζ) η παρακολούθηση, μελέτη, ανάλυση και αξιοποίηση της σχετικής με τα ζητήματα αρμοδιότητάς της εμπειρίας και γνώσης, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και υποβολή προτάσεων προς τη Διοίκηση του Οργανισμού για ανάληψη πρωτοβουλιών διαμόρφωσης εναλλακτικών πολιτικών, με γνώμονα τις αρχές της αποτελεσματικότητας και ανταποδοτικότητας.

Άρθρο 27
Διάρθρωση Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικής - Οικονομικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης


Η Γενική Διεύθυνση Διοικητικής-Οικονομικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης διαρθρώνεται στις παρακάτω οργανικές μονάδες:
1) Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης
2) Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών
3) Διεύθυνση Πληροφορικής

Άρθρο 28
Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης


1. η Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης διαρθρώνεται στις ακόλουθες οργανικές μονάδες:
α) Τμήμα ανθρώπινου δυναμικού
β) Τμήμα εκπαίδευσης, οργάνωσης και απλούστευσης διαδικασιών
γ) Τμήμα κεντρικού πρωτοκόλλου, εξυπηρέτησης και συμβουλευτικής υποστήριξης.
δ) Τμήμα λειτουργικής μέριμνας και εποπτείας υποδομών, υλικών και αποθηκών

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης είναι οι εξής:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σ' αυτή με στόχο την αποτελεσματική και αποδοτική τους λειτουργία, καθώς και η συνεργασία με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού για θέματα ανθρώπινου δυναμικού και οργάνωσης.
β) η διαχείριση και η εισήγηση στην Διοίκηση για όλα τα θέματα που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση, επιμόρφωση, εκπαίδευση και επαγγελματική εξέλιξη και ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού του Οργανισμού.
γ) η ευθύνη για την εκτίμηση και την εισήγηση αναφορικά με τον αριθμό του αναγκαίου προσωπικού, τους κλάδους, τις κατηγορίες και τις ειδικότητες προέλευσής του και την ορθολογική κατανομή του, στις οργανικές μονάδες του Οργανισμού.
δ) η παρακολούθηση και αξιολόγηση σε συνεργασία με τις λοιπές οργανικές μονάδες του Οργανισμού της αποτελεσματικότητας όλων των διοικητικών διαδικασιών και η εισήγηση για τον ανασχεδιασμό και την μέγιστη δυνατή απλούστευση τους, με στόχο τη συνεχή αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
ε) η ανάπτυξη, σε συνεργασία με τις λοιπές οργανικές μονάδες του Οργανισμού, δεικτών μέτρησης της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας, συναφών με τη στοχοθεσία του Οργανισμού.
στ) η υποβολή τεκμηριωμένων προτάσεων εκσυγχρονισμού της οργανωτικής διάρθρωσης του Οργανισμού.
ζ) η υλοποίηση μέτρων που αφορούν τις συνθήκες του εργασιακού περιβάλλοντος και την ικανοποίηση των αναγκών του προσωπικού.
η) η εισήγηση για την ανάπτυξη του συστήματος ενημέρωσης, πληροφόρησης και συμβουλευτικής υποστήριξης των συναλλασσομένων με τον Οργανισμό σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, ο συντονισμός των αρμοδίων οργανικών μονάδων, η παρακολούθηση της λειτουργίας του και η εισήγηση για τη λήψη διορθωτικών μέτρων, θ) η λειτουργική και τεχνική υποστήριξη όλων των υπηρεσιών του Οργανισμού,
ι) η διαχείριση, ο συντονισμός των ενεργειών και η εισήγηση σχετικά με την αντιμετώπιση των θεμάτων που αφορούν τους Ανταποκριτές του Οργανισμού.
ια) η τήρηση αρχείου σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή όλων των νόμων, κανονιστικών πράξεων, εγκυκλίων και εγγράφων οδηγιών της Διοίκησης.
ιβ) η συγκρότηση των πάσης φύσεως συλλογικών οργάνων, συμβουλίων, επιτροπών, ομάδων εργασίας, ομάδων διοίκησης έργου.
ιγ) η κωδικοποίηση της νομοθεσίας που διέπει τον Οργανισμό.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού
αα) η μέριμνα, η διαχείριση, η εκτέλεση όλων των απαραίτητων διαδικαστικών ενεργειών, η εισήγηση και η έκδοση αποφάσεων για κάθε ζήτημα που αφορά την υπηρεσιακή κατάσταση και την εν γένει εξέλιξη του προσωπικού του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών συμβούλων, συνεργατών και μετακλητών υπαλλήλων και ιδίως τις προσλήψεις, τους διορισμούς, τις αναλήψεις υπηρεσίας, τις άδειες, τις προκηρύξεις-προσκλήσεις για μετατάξεις, τις προαγωγές, τις αποσπάσεις, τοποθετήσεις, μετακινήσεις, μεταθέσεις, παύσεις, παραιτήσεις.
ββ) η τήρηση και διαρκής ενημέρωση των ατομικών φακέλων και του μητρώου του προσωπικού, σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή, με όλα τα απαραίτητα έγγραφα στοιχεία και δεδομένα και η παροχή τους στους αρμόδιους φορείς
γγ) η διαχείριση θεμάτων που αφορούν το ωράριο εργασίας του προσωπικού όλων των υπηρεσιών του Οργανισμού, η επιμέλεια για την καθημερινή τήρησή του σε συνεργασία με όλες τις οργανικές μονάδες του και η σχετική ενημέρωση της Διοίκησης του οργανισμού,
δδ) ο χειρισμός των θεμάτων που αφορούν την εφαρμογή του πειθαρχικού δικαίου και την κίνηση της σχετικής διαδικασίας, για την επιβολή των προβλεπόμενων πειθαρχικών κυρώσεων.
εε) η υποστήριξη της λειτουργίας των Υπηρεσιακών Συμβουλίων του Οργανισμού με την παροχή όλων των αναγκαίων στοιχείων των ατομικών υπηρεσιακών φακέλων του προσωπικού.
στστ) η μέριμνα για την κατάρτιση, αξιολόγηση και ανασχεδίαση περιγραμμάτων καθηκόντων και προσόντων των θέσεων εργασίας.
ζζ) η μέριμνα για την ανάπτυξη και εφαρμογή συγχρόνων τεχνικών και μεθόδων εργασίας για την αύξηση της παραγωγικότητας των υπαλλήλων του Οργανισμού.
ηη) η μέριμνα για την τήρηση Μητρώου Ανταποκριτών και η εισήγηση για τον ορισμό και την παύση τους, τις ικανότητες, τις δεξιότητες και τους τρόπους, μεθόδους και εργαλεία για την αξιολόγηση του έργου τους και εν γένει για κάθε ζήτημα που αφορά τους Ανταποκριτές, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η μέριμνα για την ενημέρωση των Ανταποκριτών για κάθε ζήτημα που αφορά τα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις, που απορρέουν από τη σχέση τους με τον Οργανισμό.
θθ) η παροχή απόψεων και η αποστολή στοιχείων στα δικαστήρια, σε συνεργασία με το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους, για ζητήματα αρμοδιότητας του Τμήματος.
ιι) η εν γένει διαχείριση των ζητημάτων που αφορούν συνεργαζόμενα -συμβαλλόμενα με τον Οργανισμό πρόσωπα, όπως είναι οι δικηγόροι,
ιαια) η χορήγηση βεβαιώσεων, σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
β) Τμήμα Εκπαίδευσης, Οργάνωσης και Απλούστευσης Διαδικασιών
αα) ο χειρισμός των θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας του Οργανισμού, η διαχείριση των αλλαγών, η μελέτη και η τεκμηριωμένη εισήγηση μέτρων οργανωτικού ανασχεδιασμού, θέσπισης διαδικασιών και εξορθολογισμού της λειτουργίας των υπηρεσιών του.
ββ) η μελέτη και η εισήγηση νομοθετικών ή κανονιστικών ρυθμίσεων για την διοικητική οργάνωση των υπηρεσιών
γγ) η μελέτη, εισήγηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής μέτρων για την απλούστευση γραφειοκρατικών τύπων και διαδικασιών και την κατάργηση περιττών διατυπώσεων.
δδ) η επεξεργασία των στοιχείων της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων που τηρείται από το Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού όσον αφορά τον αριθμό και τις αριθμητικές μεταβολές του προσωπικού του Οργανισμού, τις οργανικές θέσεις, τους κλάδους, τις κατηγορίες και ειδικότητες προέλευσής του, καθώς και η εισήγηση για την ορθολογική κατανομή του προσωπικού και των οργανικών θέσεων στις οργανικές μονάδες με συνεκτίμηση των προτάσεων όλων των Διευθύνσεων.
εε) η μέριμνα για την έκδοση και δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης των κανονιστικών πράξεων μεταβίβασης αρμοδιοτήτων ή εξουσιοδότησης υπογραφής, του Διοικητικού Συμβουλίου, του Διοικητή του Οργανισμού ή άλλων οργάνων, σε υφιστάμενα όργανα.
στστ) η εφαρμογή συστημάτων στοχοθεσίας και μεθόδων μέτρησης της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας του προσωπικού και των υπηρεσιών του Οργανισμού, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των μετρήσεων και η διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας των υπηρεσιών του.
ζζ) η επιμέλεια για τη συγκρότηση και λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και των Υπηρεσιακών Συμβουλίων, Επιτροπών και Ομάδων Εργασίας του Οργανισμού, η τήρηση αρχείου πρακτικών των συνεδριάσεών τους, καθώς και η μέριμνα για την κοινοποίηση των αποφάσεων αυτών στις αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες του Οργανισμού,
ηη) η εισήγηση για τον ορισμό εκπροσώπων του Οργανισμού σε συλλογικά όργανα, Ομάδες Εργασίας και Επιτροπές Υπουργείων ή φορέων.
θθ) η παρακολούθηση των μεταβολών της νομοθεσίας και της νομολογίας των ελληνικών και ευρωπαϊκών δικαστηρίων που σχετίζονται με τον Οργανισμό και τις λειτουργίες του, η ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών του Οργανισμού και η τήρηση αρχείου σε φυσική ή και ηλεκτρονική μορφή της σχετικής νομοθεσίας, νομολογίας, εγκυκλίων,
ιι) η δημιουργία προγραμμάτων εκπαίδευσης, κατάρτισης και επιμόρφωσης των υπαλλήλων του ΟΠΕΚΑ σε συνεργασία με τις Διευθύνσεις του Οργανισμού και με πιστοποιημένους φορείς εκπαίδευσης.
ιαια) η επιμέλεια για τη κωδικοποίηση της νομοθεσίας του Οργανισμού και η επισήμανση των νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων του Οργανισμού που χρήζουν αποσαφήνισης, αναμόρφωσης, κωδικοποίησης ή επικαιροποίησης, σε συνεργασία με τις οργανικές μονάδες του Οργανισμού.
ιβιβ) η συνεργασία με τις υπηρεσίες του Οργανισμού που αναλαμβάνουν την εκπόνηση ή την αποσαφήνιση των νομοθετικών ρυθμίσεων και η παροχή της αναγκαίας τεχνογνωσίας με σκοπό την τήρηση των αρχών της καλής νομοθέτησης.
ιγιγ) η μέριμνα και ο συντονισμός των ενεργειών για τη σύνταξη, σε συνεργασία με όλες τις οργανικές μονάδες, του Επιχειρησιακού Σχεδίου Δράσης του Οργανισμού και η εισήγηση για την έγκρισή του.
ιδιδ) η χορήγηση βεβαιώσεων, σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
γ) Τμήμα Κεντρικού Πρωτοκόλλου, Εξυπηρέτησης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης.
αα) η διαχείριση των εισερχομένων εγγράφων του Οργανισμού, έντυπης ή ηλεκτρονικής μορφής, και η μέριμνα για τη χρέωση και διανομή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ.
ββ) η διαχείριση των εξερχόμενων εγγράφων του Οργανισμού, έντυπης ή ηλεκτρονικής μορφής, και η μέριμνα για την αποστολή τους.
γγ) η εισήγηση για την έκδοση οδηγιών, η χρήση και η εν γένει διαχείριση όλων των θεμάτων που αφορούν το σύστημα ηλεκτρονικού πρωτοκόλλου του Οργανισμού, καθώς και η μέριμνα για την ανάπτυξη και τη συντήρησή του, σε συνεργασία με το Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Μηχανογραφικού Εξοπλισμού-Δικτύων και Ασφάλειας Συστημάτων της Διεύθυνσης Πληροφορικής,
δδ) η τήρηση εμπιστευτικού πρωτοκόλλου.
εε) η παροχή, με κάθε πρόσφορο μέσο και τρόπο, ενημέρωσης-πληροφόρησης τόσο γενικής, για τη νομοθεσία που διέπει τη θεμελίωση δικαιώματος λήψης των παροχών και υπηρεσιών του Οργανισμού, όσο και εξατομικευμένης, όσον αφορά την πορεία της ατομικής υπόθεσης κάθε ενδιαφερόμενου
στστ) η χορήγηση βεβαιώσεων στους ενδιαφερομένους, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Οργανισμού.
ζζ) η παραλαβή, πρωτοκόλληση και προώθηση στις αρμόδιες υπηρεσίες του Οργανισμού των πάσης φύσης αιτήσεων, αναφορών και καταγγελιών που υποβάλλουν οι ενδιαφερόμενοι, ηη) η μελέτη, εισήγηση και παρακολούθηση της εφαρμογής μέτρων για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας των πολιτών με τις υπηρεσίες του Οργανισμού και η υποβολή προτάσεων για την λήφη διορθωτικών μέτρων.
θθ) η μέριμνα για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του Κέντρου Εξυπηρέτησης -Ενημέρωσης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Ε.Σ.Υ) του ΟΠΕΚΑ.
ιι) η μέριμνα για την εύρυθμη λειτουργία του Τηλεφωνικού Κέντρου του Οργανισμού.
ιαια) η παροχή υποστήριξης και συμβουλευτικών υπηρεσιών για την επιλογή και ένταξη των ενδιαφερομένων, ανάλογα με τα ιδιαίτερα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά και την κατάσταση της υγείας τους, σε προγράμματα παροχών και υπηρεσιών κοινωνικής
αλληλεγγύης του Οργανισμού.
δ) Τμήμα Λειτουργικής Μέριμνας και Εποπτείας Υποδομών, Υλικών και Αποθηκών
αα) η εποπτεία της σωστής λειτουργίας και η μέριμνα για τη συντήρηση και επισκευή του υλικοτεχνικού εξοπλισμού, πλην του μηχανογραφικού, των κτιριακών και λοιπών εγκαταστάσεων και των αποθηκών του Οργανισμού και των δικτύων ηλεκτρισμού, ύδρευσης, κλιματισμού και τηλεπικοινωνιών του.
ββ) η παρακολούθηση των αναγκών των οργανικών μονάδων και των κτιριακών εγκαταστάσεων του Οργανισμού σε αναλώσιμα, υλικοτεχνικό εξοπλισμό και εργασίες φύλαξης, συντήρησης και επισκευής και η ενημέρωση του Τμήματος Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών για τις ενέργειες αρμοδιότητάςτου.
γγ) η μέριμνα για τη σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών, σε συνεργασία με το Τμήμα Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών, για την εκτέλεση έργων συντήρησης και την προμήθεια υλικών και υπηρεσιών της αρμοδιότητας του Τμήματος.
δδ) η μέριμνα για την επίβλεψη - έλεγχο της ποιότητας υλικών και κατασκευής, καθώς και το συντονισμό των υπό εκτέλεση έργων συντήρησης και προμήθειας υλικών.
εε) η μέριμνα για την παρακολούθηση της έγκαιρης εκτέλεσης των έργων, της τήρησης των προθεσμιών ως την οριστική παραλαβή τους.
στστ) η υλοποίηση μέτρων προσβασιμότητας και λοιπών διευκολύνσεων για τα άτομα με αναπηρίες στους χώρους λειτουργίας του Οργανισμού, ύστερα από σχετικές εισηγήσεις του Τμήματος Ασφάλειας Εργασίας και Υγειονομικής Μέριμνας.
ζζ) η επιμέλεια για την υγιεινή, την ασφάλεια και την καθαριότητα των χώρων εργασίας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και σύμφωνα με τις εισηγήσεις του Τμήματος Ασφάλειας Εργασίας και Υγειονομικής Μέριμνας.
ηη) η επιμέλεια για την ομαλή λειτουργία, λειτουργικότητα και ορθολογική κατανομή των χώρων εργασίας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες.
θθ) ο προγραμματισμός της φύλαξης και του καθαρισμού των κτιριακών εγκαταστάσεων και των αποθηκών του Οργανισμού, η λήψη μέτρων πυρανίχνευσης και πυρασφάλειας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
ιι) η μέριμνα για την καταστροφή του γενικού αρχείου του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις.
ιαια) η μέριμνα για την παραλαβή, αποθήκευση, ταξινόμηση και φύλαξη των προμηθευόμενων αναλωσίμων και του πάσης φύσεως υλικοτεχνικού εξοπλισμού (πλην του μηχανογραφικού), την καταγραφή των αποθεμάτων και την εκτίμηση των αναγκών προμήθειας και ανανέωσής τους, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις, και η χρεωπίστωσή τους σε υπαλλήλους και οργανικές μονάδες,
ιβιβ) η μέριμνα για την παραλαβή του επιστρεφόμενου υλικού.
ιγιγ) η έγκαιρη και τακτική ενημέρωση του αρμόδιου τμήματος για τα υπόλοιπα των ειδών αποθήκης και για τη συμπλήρωση του υλικού ανάλογα με τους ισχύοντες κανόνες διαχείρισης αποθεμάτων.
διδ) η τήρηση μητρώου παγίων, μητρώου εγκαταστάσεων, μητρώου αποθήκης, παραστατικών διακίνησης αναλωσίμων και παραστατικών διακίνησης παγίων σε έγγραφη και ηλεκτρονική μορφή.
ιειε) η ετήσια απογραφή των εγκαταστάσεων και του πάσης φύσης υλικού και εξοπλισμού, καθώς και η αποτίμησή τους σε συνεργασία με το Τμήμα Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών.
ιστιστ) η κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες για την κάλυψη των αναγκών του Οργανισμού σε μεταφορικά μέσα.
ιζιζ) η μέριμνα για την αγορά, επισκευή, και συντήρηση των μεταφορικών μέσων του ΟΠΕΚΑ σε συνεργασία με το Τμήμα Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών.
ιηιη) η μέριμνα για τη συντήρηση, φύλαξη και τον καθαρισμό των υπηρεσιακών αυτοκινήτων.
ιθιθ) η μέριμνα για την έκδοση αποφάσεων κίνησης των υπηρεσιακών αυτοκινήτων του ΟΠΕΚΑ.
κκ) η θέση σε κυκλοφορία και απόσυρση των υπηρεσιακών αυτοκινήτων του ΟΠΕΚΑ σε συνεργασία με το Τμήμα Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών.
κακα) η υποβολή αιτημάτων προς τους αρμόδιους φορείς για την έκδοση αποφάσεων έγκρισης κίνησης των υπηρεσιακών αυτοκινήτων του Οργανισμού σε όλη την Επικράτεια και κατ' εξαίρεση έγκρισης οδήγησης υπηρεσιακών οχημάτων από υπαλλήλους που δεν κατέχουν οργανική θέση οδηγού.

Άρθρο 29 Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών

1. Η Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών διαρθρώνεται στις παρακάτω οργανικές μονάδες:
α) Τμήμα προϋπολογισμού, λογιστηρίου και πληρωμής δαπανών
β) Τμήμα ελέγχου και εκκαθάρισης δαπανών
γ) Τμήμα εσόδων και είσπραξης αχρεωστήτως καταβληθέντων
δ) Τμήμα προμηθειών

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών είναι:
α) η εφαρμογή των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ευθύνης κατά το σχεδιασμό και την υλοποίηση της οικονομικής στρατηγικής του Οργανισμού, όπως αυτή αποτυπώνεται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) και στον ετήσιο Προϋπολογισμό του.
β) η παρακολούθηση και ο συντονισμός του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή, με στόχο την αποτελεσματική οικονομική διαχείριση του Οργανισμού, την τήρηση των διαδικασιών πληρωμής των υποχρεώσεων του Οργανισμού και τη διασφάλιση της νομιμότητας και κανονικότητας των δαπανών του, σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες της δημοσιονομικής διαχείρισης, καθώς και η συνεργασία με τις άλλες υπηρεσίες του Οργανισμού, όταν απαιτείται, για θέματα οικονομικής διαχείρισης του Οργανισμού,
γ) η κατάρτιση, εκτέλεση και παρακολούθηση του Προϋπολογισμού του Οργανισμού, η τήρηση των λογιστικών βιβλίων του Οργανισμού και η μέριμνα για τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, καθώς και η συγκέντρωση και επεξεργασία δημοσιονομικών στοιχείων, η παραγωγή σχετικών αναλύσεων και αναφορών και η αποστολή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες.
δ) ο προγραμματισμός και η παρακολούθηση των εσόδων και εξόδων του Οργανισμού,
ε) ο προγραμματισμός και η υλοποίηση των προμηθειών του Οργανισμού και οι διαδικασίες αγοράς, πώλησης, μίσθωσης και εκμίσθωσης ακινήτων, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες.
στ) η υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούν προνοιακές πολιτικές του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που ανατίθενται στον Οργανισμό.
ζ) η διαχείριση και αξιοποίηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Οργανισμού.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα Προϋπολογισμού, Λογιστηρίου και Πληρωμής Δαπανών
αα) η κατάρτιση, τροποποίηση και αναμόρφωση του ετήσιου προϋπολογισμού του Οργανισμού, σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) και την κείμενη νομοθεσία.
ββ) η παρακολούθηση της εκτέλεσης του προϋπολογισμού και της διαχείρισης των δαπανών, και η εισήγηση για την αναμόρφωσή του, σύμφωνα με τις εκάστοτε παρουσιαζόμενες ανάγκες.
γγ) η επιμέλεια για την κατανομή των πιστώσεων του προϋπολογισμού και τη μεταφορά τους στις υπηρεσιακές μονάδες του Οργανισμού.
δδ) η μέριμνα για τη διενέργεια συμψηφισμών και απόδοση στο Δημόσιο και στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία των οφειλών των δικαιούχων που αναγράφονται στις σχετικές βεβαιώσεις φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών.
εε) η μέριμνα για την κανονική είσπραξη των επιχορηγήσεων, των κρατικών χρηματοδοτήσεων κάθε μορφής και η αποστολή εγγράφων αρμοδίως για την είσπραξη των οφειλόμενων ποσών σε συνεργασία με τις αρμόδιες διευθύνσεις του Οργανισμού,
στστ) η συλλογή, επεξεργασία δημοσιονομικών στοιχείων, η εκπόνηση σχετικών αναλύσεων και η σύνταξη δημοσιονομικών αναφορών.
ζζ) η παρακολούθηση και ο έλεγχος των λογιστικών στοιχείων των υπηρεσιακών μονάδων του Οργανισμού.
ηη) η μέριμνα για την απόδοση σε άλλους φορείς απαιτήσεων που προβλέπονται από νομοθετικές διατάξεις.
θθ) η κατάρτιση και ανάπτυξη των λογαριασμών λογιστικής του Οργανισμού, όπως προβλέπεται από το λογιστικό σχέδιο, η τήρηση των λογιστικών βιβλίων, η κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, καθώς και των αναλύσεων και εκθέσεων που τις συνοδεύουν.
ιι) η μέριμνα για τη σύνταξη του ετήσιου ισολογισμού και απολογισμού του Οργανισμού και για την έγκριση τους από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού.
ιαια) η μέριμνα για τη διενέργεια ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων του Οργανισμού
από Ορκωτούς Λογιστές για την τελική έγκριση του Ισολογισμού.
ιβιβ) η υποβολή των κατά νόμο δηλώσεων και στοιχείων στην αρμόδια φορολογική αρχή. ιγιγ) η μέριμνα για την τήρηση και συμφωνία των πάσης φύσεως λογαριασμών (τραπεζών, υπολόγων κ.λπ.), καθώς και ο έλεγχος και η συμφωνία των μηνιαίων αντιγράφων λογαριασμών του Οργανισμού σε Τράπεζες (EXTRAITS) και η ανάλυση της χρέωσης και πίστωσης τους με βάση τα σχετικά δικαιολογητικά κατά κατηγορία εσόδου-εξόδου. ιδιδ) ο έλεγχος των ταμειακών παραστατικών του Οργανισμού.
ιειε) η παρακολούθηση των επισφαλών απαιτήσεων του Οργανισμού και η μέριμνα για την εκκαθάριση ή τακτοποίησή τους.
ιστιστ) η τήρηση του ηλεκτρονικού και φυσικού αρχείου του λογιστηρίου,
ιζιζ) η έκδοση εντολών πληρωμής προς τις τράπεζες, επιταγών με βάση τα εγκεκριμένα χρηματικά εντάλματα που διαβιβάζονται στο τμήμα από το τμήμα εκκαθάρισης δαπανών, προκειμένου να καταβάλλονται στους δικαιούχους οι πάσης φύσης δαπάνες και παροχές του Οργανισμού και να αποδίδονται οι κρατήσεις υπέρ τρίτων, οι φόροι, το χαρτόσημο, οι εισφορές, κ.λ.π. στους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς.
ιηιη) η παρακολούθηση των χρηματικών υπολοίπων, η μέριμνα για τον εφοδιασμό των Τραπεζών που έχουν ταμειακή διαχείριση με τα αναγκαία χρηματικά ποσά, η παραλαβή και ο έλεγχος των υπό των Τραπεζών αποστελλομένων δικαιολογητικών πληρωμής των παροχών και δαπανών.
ιθιθ) ο σχεδιασμός μακροπρόθεσμης στρατηγικής αξιοποίησης των κινητών περιουσιακών στοιχείων του Οργανισμού και η εισήγηση στο ΔΣ για την υλοποίηση της επενδυτικής στρατηγικής σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία περί επενδύσεων και επενδυτικής συμπεριφοράς.
κκ) η παρακολούθηση και αποτίμηση του χαρτοφυλακίου της κινητής περιουσίας του Οργανισμού.
κακα) η μέριμνα για την ανάθεση υπηρεσιών συμβούλου επενδύσεων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις σε συνεργασία με το Τμήμα Προμηθειών της Διεύθυνσης, καθώς και η συνεργασία με το σύμβουλο επενδύσεων για τον καλύτερο σχεδιασμό της επενδυτικής πολιτικής του Οργανισμού.
κβκβ) η μέριμνα για την ανάθεση της διαχείρισης των ταμειακών διαθεσίμων του Οργανισμού σε διαχειρίστρια τράπεζα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις σε συνεργασία με το Τμήμα Προμηθειών της Διεύθυνσης.
κγκγ) η εισήγηση στο ΔΣ για τη διενέργεια επενδύσεων σε κινητές αξίες ή ρευστοποίηση κινητών αξιών, ύστερα από εμπεριστατωμένη και πλήρως αιτιολογημένη οικονομική έκθεση και η εκτέλεση των σχετικών αποφάσεων.
κδκδ) η παροχή Απόψεων και στοιχείων στα δικαστήρια, σε συνεργασία με το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους.
κεκε) η παροχή στοιχείων αρμοδιότητας του Τμήματος, σε δημόσιες ή άλλες αρχές, φορείς και οργανισμούς του Κράτους.
ακστ) η μέριμνα για τη συμπλήρωση των κανονιστικών διατάξεων και η παροχή οδηγιών για την εφαρμογή διατάξεων λογιστικού και οικονομικού περιεχομένου.
κζκζ) η επιμέλεια για την ενημέρωση των υπηρεσιών του Οργανισμού για οικονομικά θέματα,
κηκη) χορήγηση λοιπών βεβαιώσεων, σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
κθκθ) Η καταχώρηση στοιχείων και η τήρηση των Μητρώων Κατασχέσεων και Εκχωρήσεων,
β) Τμήμα Ελέγχου και Εκκαθάρισης Δαπανών
αα) η κατάρτιση του σχεδίου απόφασης ανάληψης υποχρεώσεων, ύστερα από τεκμηριωμένο αίτημα του διατάκτη και καταχώριση των αναλαμβανόμενων δεσμεύσεων στα οικεία λογιστικά βιβλία και στο Μητρώο Δεσμεύσεων, σύμφωνα με το π.δ. 80/2016, Α' 145.
ββ)ο έλεγχος τήρησης των διατάξεων περί ανάληψης υποχρεώσεων και η παροχή βεβαίωσης επί των σχεδίων των σχετικών πράξεων, για την ύπαρξη της απαιτούμενης πίστωσης και για τη μη υπέρβαση του οριζόμενου κάθε φορά από το αρμόδιο όργανο ποσοστού διάθεσης της πίστωσης.
γγ) η σύνταξη έκθεσης προς την αρμόδια υπηρεσία, σύμφωνα με την παρ. 3δ του άρθρου 66 του ν. 4270/2014 και του π.δ.80/2016.
δδ) ο έλεγχος και η εκκαθάριση των δαπανών του Οργανισμού με βάση τα πλήρη και νόμιμα δικαιολογητικά αυτών και η έκδοση τίτλου πληρωμής (χρηματικό ένταλμα),
δδ) η εκκαθάριση των δαπανών του ΛΑΕ και η σύνταξη των σχετικών τίτλων πληρωμής, καθώς και η τήρηση σχετικού αρχείου.
εε) η σύνταξη έκθεσης επί διαφωνιών με το διατάκτη κατά τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας και κανονικότητας των δαπανών και η υποβολή της με το σχετικό φάκελο στη Διεύθυνση Συντονισμού και Ελέγχου Εφαρμογής Δημοσιολογιστικών Διατάξεων με σχετική κοινοποίηση στη Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 4270/2014.
στστ) η σύνταξη έκθεσης προς την αρμόδια υπηρεσία προκειμένου να κινηθεί η προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις διαδικασία του επιτόπου ελέγχου.
ζζ) η έκδοση και η τακτοποίηση των χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής.
ηη) η μέριμνα για την έγκριση των τίτλων πληρωμής, καθώς και για τη διαβίβασή τους στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνέδριου
θθ) η διαβίβαση των εγκεκριμένων τίτλων πληρωμής στο τμήμα Προϋπολογισμού, Λογιστηρίου και Πληρωμής Δαπανών για εξόφληση.
ιι) η παροχή βεβαίωσης επί των πράξεων διορισμών, εντάξεων, μετατάξεων, αποσπάσεων και προαγωγών του προσωπικού κάθε κατηγορίας του Οργανισμού, για την ύπαρξη σχετικών προβλέψεων στον προϋπολογισμό του.
ιαια) η παροχή στοιχείων, βεβαιώσεων και οδηγιών αναφορικά με αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές, αποζημιώσεις, κρατήσεις κ.λ.π., για το πάσης φύσεως προσωπικό του Οργανισμού,
ιβιβ) η παρακολούθηση, επεξεργασία, εκκαθάριση και πληρωμή αποδοχών, πρόσθετων αμοιβών, αποζημιώσεων και με οποιαδήποτε άλλη ονομασία καταβαλλόμενων απολαβών- δαπανών του πάσης φύσεως προσωπικού του Οργανισμού, των φυσικών προσώπων που απασχολεί με οποιουδήποτε τρόπο, καθώς και αποζημιώσεων φοιτητών και σπουδαστών για την πρακτική τους άσκηση σε υπηρεσίες του Οργανισμού, σε συνεργασία με το αρμόδιο τμήμα της Διεύθυνσης Πληροφορικής.
ιγιγ) η τήρηση, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφορικής, του μισθολογικού μητρώου του προσωπικού όλων των κατηγοριών, καθώς και η υλοποίηση της μισθολογικής εξέλιξης, η χορήγηση βεβαιώσεων μισθολογικού περιεχομένου, κρατήσεων και εισφορών,
ιδιδ) η μέριμνα για την απόδοση των επί της μισθοδοσίας πάσης φύσεως κρατήσεων, εισφορών, φόρων, κρατήσεων προστίμων, χαρτοσήμου, διατροφών κ.λπ. ή καταλογισμών,
ιειε) η μέριμνα για την είσπραξη από το προσωπικό, επιδικασθεισών δαπανών, καθώς και πάσης φύσεως υποχρεώσεων αυτού προς τον Οργανισμό.
ιστιστ) η παρακράτηση και παρακολούθηση της τακτικής καταβολής των τοκοχρεωλυτικών δόσεων από δάνεια σε υπαλλήλους του Οργανισμού.
ιζιζ) η απόδοση των εισφορών του προσωπικού του Οργανισμού προς τους ασφαλιστικούς φορείς.
ιηιη) η υποβολή Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (Α.Π.Δ.) και καταστάσεων στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ.
ιθιθ) η επιμέλεια υποβολής δήλωσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών (περιοδικές και οριστική δήλωση του Οργανισμού).
κκ) η έκδοση τίτλου για την πληρωμή δαπανών, σε συνεργασία με την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
κακα) η μέριμνα για την αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από μισθοδοτούμενους υπαλλήλους του Οργανισμού και τρίτους και η μέριμνα για την έκδοση καταλογιστικών ή συμψηφιστικών αποφάσεων.
κβκβ) η ανάρτηση στην ηλεκτρονική εφαρμογή του Υπουργείου Οικονομικών των ετήσιων αποδοχών του προσωπικού του Οργανισμού και η εκτύπωση βεβαιώσεων αποδοχών για φορολογική χρήση.
κγκγ) η μέριμνα για τη διαχείριση και αποκατάσταση πάγιων προκαταβολών στην Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές Διευθύνσεις.
κδκδ) η μέριμνα για έκδοση, απόδοση και εποπτεία υπολόγων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής.
κεκε) η έκδοση βεβαιώσεων παρακράτησης φόρου και η ηλεκτρονική υποβολή τους μέσω taxisnet.
κστκστ) η μέριμνα για την έκδοση καταλογιστικών αποφάσεων για τον καταλογισμό δημόσιου υπολόγου, καθώς και για τον λαβόντα αχρεώστητης πληρωμής αρμοδιότητας του τμήματος.
κζκζ) η παροχή Απόψεων και στοιχείων στα δικαστήρια, σε συνεργασία με το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους, για ζητήματα αρμοδιότητας του Τμήματος και η Εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων.
κηκη) η έκδοση συμψηφιστικών ενταλμάτων για λογιστική τακτοποίηση,
κθκθ) η τήρηση του Μητρώου Δεσμεύσεων.
κικι) η τήρηση των λογιστικών βιβλίων που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις,
κιακια) η καταχώρηση στοιχείων των δικαιούχων δαπανών κα η τήρηση του μητρώου αυτών,
κιβκιβ) η συγκέντρωση δεδομένων από το Μητρώο Δεσμεύσεων και η υποβολή σχετικών αναφορών στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών,
κιγκιγ) η μέριμνα για την αποτροπή συσσώρευσης οφειλών,
γ) Τμήμα Εσόδων και Είσπραξης Αχρεωστήτως Καταβληθέντων
αα) η συγκεντρωτική παρακολούθηση της πορείας, της είσπραξης και απόδοσης των πάσης φύσεως και πηγής εσόδων και πόρων του Οργανισμού.
ββ) η διενέργεια όλων των αναγκαίων, κατά νόμο, ενεργειών, πράξεων και διαδικασιών για την αναζήτηση και είσπραξη των απαιτήσεων του ΟΠΕΚΑ, από οποιαδήποτε αιτία που δεν υπάγεται στην αρμοδιότητα άλλης διεύθυνσης ή τμήματος, μετά την έκδοση καταλογιστικής απόφασης σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.
γγ) η διενέργεια διακανονισμών με οφειλέτες ή άλλους φορείς και ο συμψηφισμός οφειλών με απαιτήσεις του Οργανισμού σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία για οφειλές ή απαιτήσεις που δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα άλλης υπηρεσιακής μονάδας.
δδ) η μέριμνα για την είσπραξη από το προσωπικό του Οργανισμού, καθώς και από τρίτους επιδικασθεισών δαπανών εφόσον αυτές δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα άλλης υπηρεσιακής μονάδας.
εε) η παροχή, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, στοιχείων αρμοδιότητας του Τμήματος σε δημόσιες ή άλλες αρχές και οργανισμούς του Κράτους ή οποιοδήποτε άλλο φορέα.
στστ) η μέριμνα για την ενημέρωση των καρτελών των οφειλετών του Οργανισμού.
ζζ) Π χορήγηση βεβαιώσεων, σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
δ) Τμήμα Προμηθειών
αα) η μέριμνα για την έγκαιρη συγκέντρωση αιτημάτων και προδιαγραφών προμηθειών αγαθών, έργων και υπηρεσιών από το σύνολο των Υπηρεσιών του Οργανισμού και η μέριμνα για την κατάρτιση του ετήσιου τακτικού προγράμματος προμηθειών του Οργανισμού, ββ) η μέριμνα για την κοστολόγηση και προσδιορισμό της προϋπολογισθείσας δαπάνης των προς προμήθεια αγαθών έργων και υπηρεσιών και η συλλογή στοιχείων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο με σκοπό την εξεύρεση βέλτιστης οικονομικής αποτίμησης αυτών σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες.
γγ) ο προγραμματισμός και ο καθορισμός προδιαγραφών για τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων, συμβάσεων με πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και συμβάσεων που συνάπτονται με ειδικές διαδικασίες που προβλέπονται στην ισχύουσα νομοθεσία.
δδ) η συνεργασία με το αρμόδιο Τμήμα της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης για τη συγκρότηση ειδικών επιτροπών με αντικείμενο τη σύνταξη των τεχνικών προδιαγραφών προμηθειών και ειδικών όρων διακηρύξεων, όπου απαιτείται.
εε) η χορήγηση βεβαιώσεων, σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
στστ) η υλοποίηση των διαγωνιστικών διαδικασιών για την προμήθεια αγαθών, έργων και υπηρεσιών και η μέριμνα για την κατάρτιση, σύναψη παρακολούθηση και η εκτέλεση των σχετικών συμβάσεων σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες και τις επιτροπές παραλαβών, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία περί προμηθειών του Δημοσίου και Δημοσίων Έργων.
ζζ) η υλοποίηση των έκτακτων προμηθειών αγαθών έργων και υπηρεσιών,
ηη) η μέριμνα για τη διενέργεια διαγωνισμών και τη σύναψη συμβάσεων που αφορούν τα ακίνητα του Οργανισμού και συγκεκριμένα την αγορά, πώληση, μίσθωση, εκμίσθωση, παραχώρηση με χρησιδάνειο, η οποιαδήποτε άλλη διαδικασία που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις.
θθ) η μέριμνα για την υλοποίηση, την εκτέλεση και τη διαχείριση προγραμμάτων, δράσεων και ενεργειών που αφορούν προνοιακές πολιτικές της Γενικής Γραμματείας Πρόνοιας τις οποίες το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης αναθέτει στον Οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 116 του ν. 4488/2017.
ιι) η μέριμνα για την υλοποίηση των διαγωνιστικών διαδικασιών που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις για την εκποίηση άχρηστων υλικών και για την εκποίηση ή καταστροφή τους σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες.
ιαια) η διαβίβαση στο Τμήμα Ελέγχου και Εκκαθάρισης Δαπανών της Διεύθυνσης, των πάσης φύσης δικαιολογητικών για την πληρωμή προμηθευτών, μισθωμάτων, κοινοχρήστων δαπανών, λογαριασμών Οργανισμών Κοινής Ωφελείας, τελών Τηλεπικοινωνιών και λοιπών δαπανών αρμοδιότητας του τμήματος.
ιβιβ) η επεξεργασία των στοιχείων των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και τελών μέσω του ΕΣΥΠ.
ιγιγ) η αποστολή απολογιστικών και λοιπών στοιχείων στους αρμόδιους φορείς.
διδ) η παροχή Απόψεων και στοιχείων στα δικαστήρια, σε συνεργασία με το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους, για ζητήματα αρμοδιότητας του Τμήματος.
ιειε) η μέριμνα για τη διαμόρφωση ετήσιων και μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων στέγασης που περιλαμβάνουν τη μελέτη, κατασκευή, αγορά, μίσθωση, επέκταση, διαρρύθμιση των κτιριακών χώρων και εγκαταστάσεων των υπηρεσιών του Οργανισμού σε συνεργασία με τις
αρμόδιες Διευθύνσεις.
ιστιστ) η μέριμνα για τη σύνταξη κτιριολογικών προγραμμάτων, ο έλεγχος των αντίστοιχων προγραμμάτων που συντάσσονται από τρίτους, καθώς και η μέριμνα για την υλοποίησή τους.
ιζιζ) η μέριμνα για την εγκατάσταση των υπηρεσιών του Οργανισμού σε ιδιόκτητα ή μισθωμένα ακίνητα.
ιηιη) η μέριμνα για τη διασφάλιση της κυριότητας, της νομής και της κατοχής της ακίνητης περιουσίας του Οργανισμού.
ιθιθ) η φύλαξη των τίτλων ιδιοκτησίας των ακινήτων του Οργανισμού.
κκ) η μέριμνα για την είσπραξη των μισθωμάτων εκμίσθωση ιδιόκτητων ακινήτων του Οργανισμού και κάθε άλλη νόμιμη ενέργεια σε συνεργασία με το Γραφείο Νομικού Συμβούλου αν η είσπραξη δεν είναι δυνατή.
κακα) η μέριμνα σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες για τη διενέργεια αυτοψιών, την κατάρτιση γνωματεύσεων και προδιαγραφών επί τεχνικών θεμάτων, όπως τοπογραφικών - στατικών - αρχιτεκτονικών - πυρασφάλειας, καθώς και τη σύνταξη σχετικών εκθέσεων
πραγματογνωμοσυνών για τα ακίνητα του ΟΠΕΚΑ, αλλά και για εκείνα που πρόκειται να αγοραστούν ή να ενοικιαστούν.
κβκβ) η τήρηση μητρώου ακινήτων του Οργανισμού σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή και η διαρκής ενημέρωση του για τις εκτελούμενες στα κτίρια εργασίες, όπως μετατροπές, προσθήκες.
κγκγ) η μέριμνα συμπλήρωσης φορολογικών, και λοιπών εντύπων που αφορούν την ακίνητη περιουσία του Οργανισμού, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες,

Άρθρο 30 Διεύθυνση Πληροφορικής

1. η Διεύθυνση Πληροφορικής διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
α) Τμήμα Ανάλυσης, Ανάπτυξης και Συντήρησης Εφαρμογών
β) Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Μηχανογραφικού Εξοπλισμού-Δικτύων και Ασφάλειας Συστημάτων
γ) Τμήμα Παραγωγικής Λειτουργίας Κεντρικών Συστημάτων
δ) Τμήμα Ενιαίου Ηλεκτρονικού Μητρώου Δικαιούχων και Οφειλετών

2. Επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Πληροφορικής είναι:
α) η παρακολούθηση, ο συντονισμός και ο έλεγχος του έργου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή με στόχο την αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία τους.
β) η εισήγηση για τις στρατηγικές κατευθύνσεις του Οργανισμού σε θέματα πληροφορικής,
γ) ο σχεδιασμός των έργων πληροφορικής με σκοπό τον εξορθολογισμό των διαδικασιών, την ταχύτερη και ποιοτικότερη εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων και την τεχνολογική αναβάθμιση των υποδομών, καθώς και ο προγραμματισμός ενεργειών για τη διαθεσιμότητα- προμήθεια των τεχνολογικών μέσων που απαιτούνται κάθε φορά.
δ) η υποστήριξη της λειτουργίας της Διοίκησης και όλων των Οργανικών μονάδων του Οργανισμού σε θέματα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
ε) η διασφάλιση της διαλειτουργικότητας των εφαρμογών και των συστημάτων, στο πλαίσιο της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Πληροφορικής κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα Ανάλυσης, Ανάπτυξης και Συντήρησης Εφαρμογών
αα) η ανάπτυξη ηλεκτρονικών εφαρμογών για την εξυπηρέτηση των εσωτερικών αναγκών του Οργανισμού, η παρακολούθηση της λειτουργίας τους, η αντιμετώπιση προβλημάτων και η προσαρμογή τους σε νέες επιχειρησιακές απαιτήσεις, σε συνεργασία με όλες τις οργανικές μονάδες του ΟΠΕΚΑ.
ββ) η υλοποίηση όλων των αναγκαίων κατά περίπτωση διαδικαστικών ενεργειών και πράξεων, για την δημιουργία, τήρηση, επικαιροποίηση, ασφάλεια, με τη χρήση ΤΠΕ, πάσης φύσης καταστάσεων και ηλεκτρονικών αρχείων (μισθολογικών, μητρώου δικαιούχων παροχών κ.α.), αποφάσεων-πράξεων, διοικητικών εγγράφων και εντύπων, πληροφοριακών δελτίων, βεβαιώσεων, στατιστικών στοιχείων κ.α., και ο έλεγχος και η πιστοποίηση της ορθότητας και της συμφωνίας τους, με τις επιχειρησιακές προδιαγραφές, απαιτήσεις και οδηγίες των αρμόδιων, για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, υπηρεσιακών μονάδων του Οργανισμού.
γγ) η ανάπτυξη διαδικτυακών εφαρμογών για την παροχή υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ προς τον πολίτη, απευθείας ή μέσω άλλων φορέων εξυπηρέτησης, όπως τα ΚΕΠ ή τα ΚΕΚ.
δδ) η διασύνδεση με άλλους φορείς, εσωτερικού και εξωτερικού, με ανάπτυξη διαδικτυακών υπηρεσιών.
εε) η συμμετοχή στην τεκμηρίωση και αξιολόγηση των μηχανογραφικών εφαρμογών, η εκτίμηση των απαιτήσεων σε μηχανογραφικά μέσα και ανθρώπινο δυναμικό και η σύνταξη μελετών σκοπιμότητας σε συνεργασία με το Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Μηχανογραφικού Εξοπλισμού-Δικτύων και Ασφάλειας Συστημάτων.
στστ) η συγκέντρωση και παροχή δεδομένων στις αρμόδιες Διευθύνσεις του ΟΠΕΚΑ ή άλλων δημοσίων φορέων.
β) Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Μηχανογραφικού Εξοπλισμού-Δικτύων και Ασφάλειας Συστημάτων
αα) η διαχείριση της πολυεπίπεδης δομής των συστημάτων Πληροφορικής, η διαχείριση του Εξοπλισμού (Εξυπηρετητές, Η/Υ, εκτυπωτές, δικτυακός εξοπλισμός), του Υπολογιστικού Νέφους (G-Cloud) ΟΠΕΚΑ, διαχείριση Βάσεων Δεδομένων και Εξυπηρετητών εφαρμογών (Application Servers) και η αποδοτική λειτουργία του συνόλου του εξοπλισμού Πληροφορικής που υποστηρίζει τα Κεντρικά Συστήματα (εντός ΟΠΕΚΑ ή στο G-Cloud), την ιστοσελίδα ΟΠΕΚΑ και τις Διαδικτυακές υπηρεσίες (web services),
ββ) η διαχείριση του δικτύου ΟΠΕΚΑ με χρήση των υποδομών του κυβερνητικού δικτύου,
γγ) η διαχείριση ασφαλείας δεδομένων και εξοπλισμού, βάσει στρατηγικής για την αντιμετώπιση των σύγχρονων κινδύνων των ΤΠΕ και την εφαρμογή οργανωμένου πλαισίου λήψης αντιγράφων ασφαλείας (back up) των κρίσιμων δεδομένων και εφαρμογών,
δδ) η διαχείριση λογαριασμών και δικαιωμάτων πρόσβασης των χρηστών στις εφαρμογές, η διαχείριση των λογαριασμών Ηλεκτρονικού Ταχυδρομείου, η διαχείριση του τηλεφωνικού κέντρου (IVR), η υποστήριξή του λογισμικού για Εξυπηρετητές και Η/Υ (Servers και Pes), η διαχείριση εν γένει του περιβάλλοντος λειτουργίας των εφαρμογών.
εε) η διαχείριση των χώρων των εγκαταστάσεων εξοπλισμού Πληροφορικής της δομημένης καλωδίωσης και των ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων.
στστ) η μέριμνα για την παραλαβή, αποθήκευση, ταξινόμηση και φύλαξη των μηχανογραφικών αναλωσίμων και του πάσης φύσεως εξοπλισμού Πληροφορικής, την καταγραφή των αποθεμάτων, την χρεωπίστωσή τους σε υπαλλήλους και οργανικές μονάδες και την τήρηση μητρώου εξοπλισμού Πληροφορικής και ηλεκτρονικού αρχείου αποθήκης,
ζζ) η τεκμηρίωση - αξιολόγηση των συστημάτων Πληροφορικής και η εκτίμηση των απαιτήσεων σε εξοπλισμό και ανθρώπινο δυναμικό, η παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων και η υποβολή προτάσεων αναβάθμισης των υποδομών του Οργανισμού, ηη) η σύνταξη μελετών σκοπιμότητας και τεχνικών προδιαγραφών για τους διαγωνισμούς προμήθειας εξοπλισμού Πληροφορικής και λογισμικού και η παρακολούθηση των σχετικών συμβάσεων, ως προς την τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων των προμηθευτών και την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων υλοποίησης.
θθ) η εποπτεία της σωστής λειτουργίας και η μέριμνα για τη συντήρηση και επισκευή του πάσης φύσεως μηχανογραφικού εξοπλισμού.
ιι) η δημιουργία και υποστήριξη ηλεκτρονικής διαδικασίας λήψης βλαβών, μέσω ειδικής εφαρμογής, για την υποδοχή αιτημάτων για την επίλυση προβλημάτων και την εξυπηρέτηση χρηστών υπαλλήλων του Οργανισμού, με την παροχή βοήθειας πρώτου και δεύτερου επιπέδου υποστήριξης (τηλεφωνικά/μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και επί τόπου) και την προώθηση προβλημάτων σε προμηθευτές ή άλλες οργανωτικές μονάδες,
γ) Τμήμα Παραγωγικής Λειτουργίας Κεντρικών Συστημάτων
αα) η μέριμνα για την αδιάλειπτη και απρόσκοπτη λειτουργία των Πληροφοριακών συστημάτων του Οργανισμού, καθώς και ο ποιοτικός έλεγχος της λειτουργικότητας των εφαρμογών που αναπτύσσει το Τμήμα Ανάλυσης, Ανάπτυξης και Συντήρησης εφαρμογών,
ββ) ο έλεγχος της ορθότητας των δεδομένων, τα οποία καταχωρίζονται στα πληροφοριακά συστήματα του ΟΠΕΚΑ και οι τακτικοί έλεγχοι για την ποιότητα και ακεραιότητα των δεδομένων.
γγ) η υποστήριξη και η ενημέρωση των χρηστών, καθώς και η καταγραφή παρατηρήσεων, προβλημάτων και η υποβολή προτάσεων προς τη Διεύθυνση Πληροφορικής για βελτιστοποίηση της λειτουργίας των εφαρμογών και για τυχόν νέες απαιτήσεις διασυνδέσεων στο πλαίσιο της διαλειτουργικότητας του Δημοσίου Τομέα, σε συνεργασία με Τμήμα Ανάλυσης, Ανάπτυξης και Συντήρησης εφαρμογών.
δδ) η αντιμετώπιση των προβλημάτων των εφαρμογών σε πρώτο επίπεδο και σε δεύτερο επίπεδο η διαβίβαση στο Τμήμα Ανάλυσης, Ανάπτυξης και Συντήρησης εφαρμογών για βελτιώσεις - τροποποιήσεις.
εε) η απόδοση AM ΚΑ στους συναλλασσόμενους με τον Οργανισμό πολίτες και η διενέργεια των σχετικών μεταβολών.
στστ) η μέριμνα για διακίνηση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας της Διεύθυνσης, έντυπης και ηλεκτρονικής, σε συνεργασία με το Τμήμα του Κεντρικού Πρωτοκόλλου, Εξυπηρέτησης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης.
ζζ) η διαχείριση δικαιωμάτων χρηστών Ηλεκτρονικού Πρωτοκόλλου, σε συνεργασία με το αρμόδιο Τμήμα Κεντρικού Πρωτοκόλλου, Εξυπηρέτησης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης.
ηη) η ηλεκτρονική καταχώριση στοιχείων στα πληροφοριακά συστήματα για τις Διευθύνσεις του Οργανισμού και η μαζική επεξεργασία των δεδομένων, καθώς και οι διαδικασίες υποστήριξης και συντονισμού των Διευθύνσεων και των αναδόχων εταιρειών οι οποίες είναι υπεύθυνες για τις πληρωμές μισθοδοσίας, τις λοιπές παροχές σε χρήμα του Οργανισμού, τις εφαρμογές Λογιστηρίου και Προσωπικού, Παρουσιολογίου, Ηλεκτρονικού Πρωτοκόλλου,
θθ) η τεχνική υποστήριξη χρηστών των διαδικτυακών εφαρμογών του Οργανισμού,
δ) Τμήμα Ενιαίου Ηλεκτρονικού Μητρώου Δικαιούχων και Οφειλετών
αα) η δημιουργία και τήρηση Ενιαίου Μητρώου δικαιούχων παροχών, με μετάπτωση του Μητρώου δικαιούχων, το οποίο ήδη τηρείται σε άλλους Φορείς, με ταυτοποίηση όλων των πολιτών σε μία μοναδική εγγραφή, με σκοπό την ενιαία παρακολούθηση όλων των παροχών που λαμβάνουν σε συνεργασία.
ββ) η δημιουργία και τήρηση Ενιαίου Μητρώου Οφειλετών, για όλες τις παροχές του ΟΠΕΚΑ, το οποίο θα περιλαμβάνει όλους όσοι έλαβαν αχρεωστήτως ποσά επιδομάτων, τα οποία δεν δικαιούνταν.
γγ) η τήρηση Μητρώου δικαιούχων Αγροτικής Εστίας και Μητρώου συμβεβλημένων επαγγελματιών - παρόχων των προγραμμάτων Αγροτικής Εστίας.
δδ) ο προσδιορισμός και η αναλυτική περιγραφή της μορφής των δεδομένων που απαιτείται για την βέλτιστη λειτουργία του συστήματος παροχών, καθώς και η μέριμνα για την μετάπτωση των παλαιών δεδομένων Μητρώου και Πληρωμών από ήδη υπάρχοντα Μητρώα στην μορφή που απαιτείται για την ένταξη τους στο νέο, υπό δημιουργία, Μητρώο του ΟΠΕΚΑ.
εε) ο προσδιορισμός και η καταγραφή της διαδικασίας ένταξης στο Μητρώο των νέων δικαιούχων, της υλοποίησης των μεταβολών και ο έλεγχος της ποιότητας και ακεραιότητας δεδομένων.
στστ) η δημιουργία αναφορών, σε συνεργασία με το Τμήμα Ανάλυσης και Προγραμματισμού με στατιστικά στοιχεία για την Διοίκηση και άλλες Αρχές.
ζζ) η αμφίδρομη συνεργασία με άλλους Φορείς που τηρούν ή δημιουργούν Μητρώα ενδιαφέροντος ΟΠΕΚΑ και παρακολούθηση των τεκταινομένων στην Δημόσια Διοίκηση σχετικά με την δημιουργία Εθνικών Μητρώων, με σκοπό την διαλειτουργικότητα μεταξύ ΟΠΕΚΑ και των Φορέων αυτών.

Άρθρο 31 Περιφερειακές Υπηρεσίες

Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης.

Άρθρο 32
Διάρθρωση Περιφερειακών Διευθύνσεων - Αρμοδιότητες


1. Κάθε Περιφερειακή Διεύθυνση διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Χορήγησης και Ελέγχων Προνοιακών Παροχών και Ενδικοφανών Προσφυγών
β) Τμήμα Χορήγησης και Ελέγχων Οικογενειακών Επιδομάτων και Διοικητικής Μέριμνας

2. Επιχειρησιακοί στόχοι των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Οργανισμού είναι:
α) ο συντονισμός και η εποπτεία των εργασιών για τη με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο χορήγηση των παροχών και υπηρεσιών του Οργανισμού στα πρόσωπα που κατοικούν στις περιοχές όπου εκτείνεται η αρμοδιότητά τους,
β) η υποστήριξη της λειτουργίας του Οργάνου εκδίκασης ενστάσεων και η εν γένει διαχείριση όλων των θεμάτων στον τομέα των ενδικοφανών προσφυγών,
γ) η εύρυθμη λειτουργία των οργανικών τους μονάδων.
δ) η αποτελεσματική παροχή ενημέρωσης, πληροφόρησης και συμβουλευτικής υποστήριξης των πολιτών.

3. Οι αρμοδιότητες των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Οργανισμού κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων τους ως εξής:
α) Τμήμα Χορήγησης και Ελέγχων Προνοιακών Παροχών και Ενδικοφανών Προσφυγών
αα) η μέριμνα για την υλοποίηση των προγραμμάτων προνοιακών παροχών και οικονομικών ενισχύσεων σε ευάλωτες ομάδες και ανασφάλιστους υπερήλικες.
ββ) η διαχείριση των αιτημάτων χορήγησης των προνοιακών επιδομάτων.
γγ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας του Τμήματος και η εισήγηση για την έκδοση αποφάσεων και πράξεων χορήγησης, αναστολής, ανάκλησης, διακοπής και επαναχορήγησης των παροχών κοινωνικής αλληλεγγύης και των αναπηρικών επιδομάτων και οικονομικών
ενισχύσεων καθώς και των απορριπτικών αποφάσεων.
δδ) η εισήγηση για τον καταλογισμό αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών επιδομάτων,
εε) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων-πράξεων της υποπερίπτ. γγ', καθώς και η μέριμνα για την εκτέλεσή τους σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες,
στστ) η τήρηση σε έντυπη ή και ηλεκτρονική μορφή των ανωτέρω αποφάσεων και πράξεων,
ζζ) ο έλεγχος και η διαρκής παρακολούθηση και ενημέρωση με τις πάσης φύσης μεταβολές του ηλεκτρονικού Μητρώου δικαιούχων.
ηη) η αναζήτηση, ανταλλαγή και διασταύρωση με άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού όλων των στοιχείων, δεδομένων, εγγράφων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των δικαιούχων και τις μεταβολές που έχουν επέλθει, με σκοπό τη διασφάλιση της νομιμότητας και την καταπολέμηση της απάτης και του σφάλματος, για τη συνέχιση καταβολής των παροχών.
θθ) η διαχείριση και η εκτέλεση των διαδικαστικών ενεργειών και πράξεων για την αντιμετώπιση όλων των θεμάτων που μπορεί να ανακύπτουν από τη συνδυασμένη εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας με τις σχετικές διατάξεις του ενωσιακού δικαίου και των Διμερών Συμβάσεων.
ιι) η εκτέλεση όλων των διαδικαστικών ενεργειών και η έκδοση των αναγκαίων αποφάσεων και πράξεων για τις παροχές που προβλέπονται από τις διατάξεις της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος που αφορούν τους δικαιούχους της παροχής του ειδικού λογαριασμού του ν. 1296/1982 και του ν.4093/2012.
ιαια) η διαχείριση του επιδόματος στεγαστικής συνδρομής σε ανασφάλιστους υπερήλικες,
ιβιβ) η διαχείριση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
ιγιγ) η διαχείριση της εφάπαξ εισοδηματικής ενίσχυσης οικογενειών που κατοικούν σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές.
ιδιδ) η μέριμνα για το συμψηφισμό των οφειλόμενων ποσών με τα ποσά των παροχών του Οργανισμού.
ιειε) η διαχείριση των ενδικοφανών προσφυγών κατά αποφάσεων και πράξεων, αρμοδιότητας της Διεύθυνσης και η μέριμνα για τη διεκπεραίωση των αποφάσεων επί των προσφυγών και την εκτέλεση αυτών.
ιστιστ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης των αποφάσεων του κατ' άρθρον 40 του π.δ. 78/1998 αρμοδίου οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
ιζιζ) η παροχή εισηγητικών εκθέσεων και απόψεων και όλων των απαιτούμενων στοιχείων προς την αρμόδια Διεύθυνση της Κεντρικής Υπηρεσίας, για υποθέσεις που εκδικάζονται στα Διοικητικά Δικαστήρια.
ιηιη) η ενημέρωση του Οργάνου εκδίκασης ενστάσεων επί της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας και νομολογίας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών της Κεντρικής Υπηρεσίας.
ιθιθ) η διαχείριση όλων των θεμάτων και η εκτέλεση όλων των διαδικαστικών ενεργειών και πράξεων για την εμπρόθεσμη εξέταση των ασκουμένων από τους ενδιαφερόμενους ενδικοφανών προσφυγών κατά πράξεων της Διεύθυνσης.
κκ) η κοινοποίηση των αποφάσεων του οργάνου εκδίκασης ενστάσεων και η διενέργεια όλων των αναγκαίων διαδικαστικών πράξεων για την ενημέρωση των προσφευγόντων και την εκτέλεση των αποφάσεων από τα αρμόδια προς τούτο όργανα.
κακα) η τήρηση σε έγγραφη ή και ηλεκτρονική μορφή αρχείου των σχετικών με τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης αποφάσεων του οργάνου εκδίκασης ενστάσεων,
κβκβ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων, με τους σχετικούς φακέλους, στην Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών της Κεντρικής Υπηρεσίας, εφόσον η έναρξη άσκησης της αρμοδιότητας διαχείρισης των προσφυγών από το Τμήμα δεν έχει καθοριστεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού.
κγκγ) η μέριμνα για την επανεξέταση από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές των επιδοματούχων και δικαιούχων για τους οποίους έχει λήξει η ισχύς της σχετικής γνωμάτευσης.
κδκδ) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, τακτικών ή έκτακτων ελέγχων προς διαπίστωση της ορθότητας καταβολής των παροχών, κεκε) η εισήγηση και η παραπομπή στην αρμόδια Β'/βάθμια υγειονομική επιτροπή αιτούντων ή δικαιούχων αναπηρικών επιδομάτων και οικονομικών ενισχύσεων προς επιβεβαίωση του ποσοστού αναπηρίας.
κστκστ) η παροχή ενημέρωσης και πληροφόρησης τόσο γενικής, για τη νομοθεσία που διέπει τη θεμελίωση δικαιώματος λήψης των προνοιακών παροχών και υπηρεσιών του Οργανισμού, όσο και εξατομικευμένης, όσον αφορά την πορεία της ατομικής υπόθεσης κάθε ενδιαφερόμενου καθώς και η παραλαβή, πρωτοκόλληση και προώθηση στις αρμόδιες υπηρεσίες του Οργανισμού των κάθε φύσης αιτήσεων, αναφορών και καταγγελιών που υποβάλλουν ή καταθέτουν οι ενδιαφερόμενοι.
κζκζ) η χορήγηση πάσης φύσης βεβαιώσεων για ζητήματα αρμοδιότητας του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
κηκη) η συνεργασία με τα Κέντρα Κοινότητας, όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 4 του ν. 4368/2016 (Α' 21), στην Δ23/ΟΙΚ.14435-1135/29.3.2016 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β '854), καθώς και στο άρθρο 16 του ν.4445/2016 (Α' 236), αναφορικά με τα προγράμματα παροχών του ΟΠΕΚΑ.
β) Τμήμα Χορήγησης Οικογενειακών Επιδομάτων και Διοικητικής Μέριμνας
αα) η μέριμνα για την καταβολή των οικογενειακών επιδομάτων και η υλοποίηση των προγραμμάτων για τη κοινωνική στήριξη των οικογενειών, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες.
ββ) η διαχείριση των αιτημάτων χορήγησης των επιδομάτων.
γγ) η επεξεργασία των αιτήσεων αρμοδιότητας του Τμήματος και η εισήγηση για την έκδοση πράξεων χορήγησης, τροποποίησης, ανάκλησης, αναστολής, διακοπής και επαναχορήγησης των οικογενειακών επιδομάτων καθώς και των απορριπτικών αποφάσεων.
δδ) η εισήγηση για τον καταλογισμό αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών επιδομάτων.
εε) η μέριμνα για την κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους των αποφάσεων-πράξεων της υποπερίπτ. γγ', καθώς και η μέριμνα για την εκτέλεσή τους σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες,
στστ) η τήρηση σε έντυπη ή και ηλεκτρονική μορφή των ανωτέρω αποφάσεων και πράξεων,
ζζ) ο έλεγχος και η διαρκής παρακολούθηση και ενημέρωση με τις πάσης φύσης μεταβολές του ηλεκτρονικού Μητρώου επιδοματούχων.
ηη) η αναζήτηση, ανταλλαγή και διασταύρωση με άλλους φορείς και οργανισμούς του εσωτερικού και του εξωτερικού όλων των στοιχείων, δεδομένων, εγγράφων και πληροφοριών για την προσωπική, εισοδηματική, περιουσιακή και ασφαλιστική κατάσταση των επιδοματούχων και τις μεταβολές που έχουν επέλθει, με σκοπό τη διασφάλιση της νομιμότητας και την καταπολέμηση της απάτης και του σφάλματος, για τη συνέχιση καταβολής των επιδομάτων.
θθ) η διαχείριση και η εκτέλεση των διαδικαστικών ενεργειών και πράξεων για την αντιμετώπιση όλων των θεμάτων που μπορεί να ανακύπτουν από τη συνδυασμένη εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας με τις σχετικές διατάξεις του ενωσιακού δικαίου και των Διμερών Συμβάσεων.
ιι) η μέριμνα για το συμψηφισμό των οφειλόμενων ποσών με τα ποσά των παροχών του Οργανισμού.
ιαια) η διενέργεια, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου, τακτικών ή έκτακτων ελέγχων προς διαπίστωση της ορθότητας καταβολής των παροχών.
ιβιβ) η διαβίβαση των ενδικοφανών προσφυγών των αιτούντων, με τους σχετικούς φακέλους, στο Τμήμα Χορήγησης και Ελέγχων Προνοιακών Παροχών και Ενδικοφανών Προσφυγών ή στην Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών της Κεντρικής Υπηρεσίας, εφόσον η έναρξη άσκησης της σχετικής αρμοδιότητας διαχείρισης των προσφυγών από το Τμήμα Χορήγησης και Ελέγχων Προνοιακών Παροχών και Ενδικοφανών Προσφυγών δεν έχει καθοριστεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού.
ιγιγ) η εισήγηση για την υποβολή αίτησης επανεξέτασης των αποφάσεων του κατ' άρθρον 40 του π.δ. 78/1998 αρμοδίου οργάνου εξέτασης ενστάσεων, των οποίων αμφισβητείται η νομιμότητα.
ιδιδ) η παροχή σχεδίων απόψεων και όλων των απαιτούμενων στοιχείων προς την αρμόδια Διεύθυνση της Κεντρικής Υπηρεσίας, για υποθέσεις που εκδικάζονται στα Διοικητικά Δικαστήρια.
ιειε) η ενημέρωση των του οργάνου εκδίκασης ενστάσεων επί της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας και νομολογίας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών της Κεντρικής Υπηρεσίας.
ιστιστ) η μέριμνα για την επάρκεια όλων των υλικών και η φροντίδα για την καλή λειτουργία όλων των μέσων και εγκαταστάσεων που διαθέτει ή χρησιμοποιεί η Περιφερειακή Διεύθυνση.
ιζιζ) η διαχείριση και πληρωμή των μικροδαπανών προς κάλυψη των άμεσων αναγκών της Περιφερειακής Διεύθυνσης, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών της Κεντρικής Υπηρεσίας του Οργανισμού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό του άρθρου 43.
ιηιη) η παροχή στη Διεύθυνση Ανθρωπίνου Δυναμικού και Οργάνωσης της Κεντρικής Υπηρεσίας όλων των απαιτούμενων στοιχείων που αφορούν το προσωπικό που υπηρετεί στην Περιφερειακή Διεύθυνση.
ιθιθ) η παροχή ενημέρωσης και πληροφόρησης τόσο γενικής, για τη νομοθεσία που διέπει τη θεμελίωση δικαιώματος λήψης των οικογενειακών παροχών του Οργανισμού, όσο και εξατομικευμένης, όσον αφορά την πορεία της ατομικής υπόθεσης κάθε ενδιαφερόμενου, καθώς και για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του.
κκ) η μελέτη, εισήγηση και παρακολούθηση της εφαρμογής μέτρων για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία στις κτιριακές εγκαταστάσεις της Περιφερειακής Διεύθυνσης και της επικοινωνίας των πολιτών με τις υπηρεσίες της και η υποβολή προτάσεων για την λήψη διορθωτικών μέτρων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης της Κεντρικής Υπηρεσίας.
κακα) η παροχή υποστήριξης και συμβουλευτικών υπηρεσιών για την επιλογή και ένταξη των ενδιαφερομένων, ανάλογα με τα ιδιαίτερα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά και την κατάσταση της υγείας τους, σε προγράμματα παροχών και υπηρεσιών κοινωνικής αλληλεγγύης του Οργανισμού.
κβκβ) η παραλαβή, πρωτοκόλληση και προώθηση στις αρμόδιες υπηρεσίες του Οργανισμού των πάσης φύσης αιτήσεων, αναφορών και καταγγελιών, που υποβάλλουν ή καταθέτουν οι ενδιαφερόμενοι.
κγκγ) η χορήγηση πάσης φύσης βεβαιώσεων για ζητήματα αρμοδιότητας του Τμήματος, για κάθε νόμιμη χρήση.
κδκδ) η θεώρηση του γνησίου της υπογραφής, η έκδοση ακριβών αντιγράφων και φωτοαντιγράφων και η επικύρωσή τους, όπου αυτό απαιτείται.
κεκε) η συνεργασία με τα Κέντρα Κοινότητας, όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 4 του ν. 4368/2016 (Α' 21), στην Δ23/ΟΙΚ.14435-1135/29.3.2016 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β '854), καθώς και στο άρθρο 16 του ν.4445/2016 (Α' 236), αναφορικά με τα προγράμματα παροχών του ΟΠΕΚΑ.

4. Με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού καθορίζεται ο χρόνος έναρξης της άσκησης των προβλεπόμενων ως άνω αρμοδιοτήτων των οργανικών μονάδων των Περιφερειακών Διευθύνσεων, με γνώμονα την αρχή της ποιοτικής και αποτελεσματικής εξυπηρέτησης των προσώπων που εμπίπτουν στην χωρική αρμοδιότητα τους. Μέχρι την έναρξη άσκησης των αρμοδιοτήτων από τις οργανικές μονάδες των Περιφερειακών Διευθύνσεων, οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται από τις αντίστοιχες οργανικές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας.

5. Με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού δύναται να ανατίθεται στις πλησιέστερες υφιστάμενες περιφερειακές διευθύνσεις, η διαχείριση υποθέσεων παρακείμενων περιοχών που δεν υπάγονται στις χωρικές αρμοδιότητες των περιφερειακών διευθύνσεων του άρθρου 14.

Άρθρο 33 Κατανομή και ανάθεση υποθέσεων

Με απόφαση του Προϊσταμένου Διεύθυνσης, υποθέσεις απονομής προνοιακών παροχών, ανασφάλιστων υπερηλίκων και αναπηρικών και οικογενειακών επιδομάτων, μπορεί να ανατίθενται σε άλλο Τμήμα της Διεύθυνσης από αυτό στην αρμοδιότητα του οποίου εμπίπτουν, με σκοπό την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωσή τους.

Άρθρο 34 Θέσεις προσωπικού

Οι οργανικές θέσεις προσωπικού του ΟΠΕΚΑ ανέρχονται συνολικά σε τριακόσιες ογδόντα τρεις (383).

Άρθρο 35
Κατανομή οργανικών θέσεων προσωπικού κατά κατηγορία και κλάδο/ειδικότητα


1. Οι οργανικές θέσεις του μονίμου προσωπικού κατανέμονται κατά κατηγορία και κλάδο, ως εξής:
α) Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ): (174)
αα) Κλάδος Διοικητικού-Οικονομικού, θέσεις εκατόν σαράντα δύο (142)
ββ) Κλάδος Πληροφορικής, θέσεις είκοσι τρεις (23)
γγ) Κλάδος Στατιστικής, θέση μία (1)
δδ) Κλάδος Μεταφραστών, θέση μία (1)
εε) Κλάδος Ιατρών, θέσεις δύο (2)
στστ) Κλάδος Κοινωνιολόγων, θέσεις δύο (2)
ζζ) Κλάδος Κοινωνικών Λειτουργών, θέσεις δύο (2)
ηη) Κλάδος Μηχανικών, θέση μία (1)
β) Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ): (84)
αα) Κλάδος Διοικητικού-Λογιστικού, θέσεις εξήντα μία (61)
ββ) Κλάδος Πληροφορικής, θέσεις δέκα (10)
γγ) Κλάδος Κοινωνικών Λειτουργών, θέσεις έντεκα (11)
δδ) Κλάδος Μηχανικών, θέσεις δύο (2)
γ) Κατηγορία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ): (85)
αα) Κλάδος Διοικητικών Γραμματέων, θέσεις εβδομήντα (70)
ββ) Κλάδος Προσωπικού Η/Υ, θέσεις δώδεκα (12)
γγ) Κλάδος Τηλεφωνητών, θέση (1)
δδ) Κλάδος Οδηγών, θέσεις δύο (2)
δ) Κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ): (17)
αα) Κλάδος Βοηθητικού Προσωπικού, θέσεις δεκατέσσερις (14)
ββ) Κλάδος Τηλεφωνητών, θέσεις τρεις (3)
Με την με οποιονδήποτε τρόπο κένωση κάθε οργανικής θέσης του κλάδου ΥΕ Τηλεφωνητών, αυτή μεταφέρεται στον κλάδο ΔΕ Τηλεφωνητών, προσαυξάνοντας τις θέσεις του κλάδου αυτού.

2. Οι οργανικές θέσεις του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) κατανέμονται κατά εκπαιδευτική βαθμίδα και ειδικότητα, ως εξής:
α) Εκπαιδευτική βαθμίδα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ): Ειδικότητα Διοικητικών Γραμματέων, θέσεις είκοσι δύο (22)
β) Εκπαιδευτική βαθμίδα Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ): Ειδικότητα Βοηθητικού Προσωπικού, θέση μία (1)
Με την με οποιονδήποτε τρόπο κένωση κάθε οργανικής θέσης ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αυτή μετατρέπεται σε κενή οργανική θέση μονίμου προσωπικού, αντίστοιχης κατηγορίας και κλάδου, προσαυξάνοντας τις θέσεις του κλάδου αυτού. Οι εν λόγω κενές θέσεις μπορεί στη συνέχεια να ανακατανεμηθούν σε άλλες κατηγορίες και κλάδους, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 3.

3. Για την κατανομή των θέσεων προσωπικού ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα στις οργανικές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ, καθώς και για την ανακατανομή των κενών θέσεων προσωπικού σε κατηγορίες και κλάδους, εφαρμόζονται οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 (Α' 174).

Άρθρο 36
Κατάταξη υπηρετούντος προσωπικού στους νέους κλάδους / ειδικότητες


1. Οι υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάλληλοι του Οργανισμού κατατάσσονται στις οργανικές θέσεις των κλάδων και ειδικοτήτων του άρθρου 35 ως εξής: α. Μόνιμοι υπάλληλοι:
αα) Οι υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοίκησης και ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού κατατάσσονται στον κλάδο ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού.
ββ) Οι υπάλληλοι των κλάδων ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών όλων των ειδικοτήτων κατατάσσονται στον κλάδο ΤΕ Μηχανικών.
γγ) Οι υπάλληλοι των κλάδων ΔΕ Διοικητικών Υπαλλήλων Β', ΔΕ Διοικητικού-Λογιστικού, ΔΕ Δακτυλογράφων και ΔΕ Εργοδηγών κατατάσσονται στον κλάδο ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων,
δδ) Οι υπάλληλοι των κλάδων ΥΕ Αρχειοθετών και ΥΕ Κλητήρων κατατάσσονται στον κλάδο ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού.
εε) Οι υπάλληλοι του κλάδων ΠΕ Πληροφορικής, ΠΕ Ιατρών, ΤΕ Διοικητικοΰ-Λογιστικού, ΤΕ Πληροφορικής, ΔΕ Προσωπικού Η/Υ και ΥΕ Τηλεφωνητών κατατάσσονται στους νέους αντίστοιχους ομώνυμους κλάδους.
β. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ):
αα) Οι υπάλληλοι των ειδικοτήτων ΔΕ Διοικητικών Υπαλλήλων Β' και ΔΕ Διοικητικού κατατάσσονται στην ειδικότητα ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων.
ββ) Οι υπάλληλοι της ειδικότητας ΥΕ Κλητήρων κατατάσσονται στην ειδικότητα ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού.

2. Για τις κατατάξεις προσωπικού, σύμφωνα με την παρ. 1, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Διοικητή του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 37 Θέματα προσωποπαγών θέσεων

Οι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπηρετούντες σε προσωποπαγείς θέσεις υπάλληλοι κατατάσσονται στις οργανικές θέσεις των κλάδων και ειδικοτήτων του άρθρου 35, σύμφωνα με το άρθρο 36, και οι προσωποπαγείς τους θέσεις καταργούνται. Παράλληλες δεσμεύσεις κενών οργανικών θέσεων από υπαλλήλους που κατείχαν προσωποπαγή θέση παύουν να ισχύουν.

Άρθρο 38 Προσόντα διορισμού - πρόσληψης

1. Με την επιφύλαξη των παρ. 2-5 του παρόντος, τα κατά κλάδο και ειδικότητα τυπικά και πρόσθετα προσόντα διορισμού ή πρόσληψης καθορίζονται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τον καθορισμό των προσόντων διορισμού ή πρόσληψης σε θέσεις φορέων του δημοσίου τομέα.

2. Για το διορισμό υπαλλήλων στον κλάδο Στατιστικής της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, επιπλέον των προσόντων που καθορίζονται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τον καθορισμό των προσόντων διορισμού ή πρόσληψης υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ σε θέσεις φορέων του δημοσίου τομέα, απαιτείται πτυχίο ή δίπλωμα Στατιστικής ή Στατιστικής και Αναλογιστικής Επιστήμης ή Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης ή Στατιστικής και Αναλογιστικών-Χρηματοοικονομικών Μαθηματικών ΑΕΙ ή το ομώνυμο πτυχίο ή δίπλωμα του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π.) ή Προγραμμάτων Σπουδών Επιλογής (Π.Σ.Ε.) ΑΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος σχολών της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας.

3. Για το διορισμό υπαλλήλων στον κλάδο Κοινωνιολόγων της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, επιπλέον των προσόντων που καθορίζονται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τον καθορισμό των προσόντων διορισμού ή πρόσληψης υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ σε θέσεις φορέων του δημοσίου τομέα, απαιτείται πτυχίο ή δίπλωμα Κοινωνιολογίας ή Κοινωνικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ή Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ή Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας με κατεύθυνση Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ή Κοινωνικής Διοίκησης ή Ιστορίας - Αρχαιολογίας - Κοινωνικής Ανθρωπολογίας με κατεύθυνση Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ΑΕΙ ή το ομώνυμο πτυχίο ή δίπλωμα του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π.) ή Προγραμμάτων Σπουδών Επιλογής (Π.Σ.Ε.) ΑΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος σχολών της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας.

4. Για το διορισμό υπαλλήλων στον κλάδο Κοινωνικών Λειτουργών της κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, επιπλέον των προσόντων που καθορίζονται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τον καθορισμό των προσόντων διορισμού ή πρόσληψης υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ σε θέσεις φορέων του δημοσίου τομέα, απαιτείται:
α) πτυχίο ή δίπλωμα Κοινωνικής Εργασίας ή Κοινωνικής Διοίκησης με κατεύθυνση Κοινωνικής Εργασίας ΑΕΙ ή ομώνυμο πτυχίο ή δίπλωμα Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π.) ή Προγραμμάτων Σπουδών Επιλογής (Π.Σ.Ε.) ΑΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος σχολών της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας και β) άδεια άσκησης επαγγέλματος Κοινωνικού Λειτουργού και
γ) βεβαίωση εγγραφής στο ηλεκτρονικό μητρώο του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας (ΣΚΛΕ) σύμφωνα με το ν.4488/2017 ( Α'137).

5. Για το διορισμό υπαλλήλων στον κλάδο Κοινωνικών Λειτουργών της κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, επιπλέον των προσόντων που καθορίζονται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τον καθορισμό των προσόντων διορισμού ή πρόσληψης υπαλλήλων κατηγορίας ΤΕ σε θέσεις φορέων του δημοσίου τομέα, απαιτείται:
α) πτυχίο ή δίπλωμα τμήματος Κοινωνικής Εργασίας ΤΕΙ ή το ομώνυμο πτυχίο ή δίπλωμα Προγραμμάτων Σπουδών Επιλογής (Π.Σ.Ε.) ΤΕΙ ή αντίστοιχο κατά ειδικότητα πτυχίο ή δίπλωμα ΤΕΙ ή Προγραμμάτων Σπουδών Επιλογής (Π.Σ.Ε.) ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος σχολών της ημεδαπής ή αλλοδαπής, αντίστοιχης ειδικότητας,
β) άδεια άσκησης επαγγέλματος Κοινωνικού Λειτουργού και
γ) βεβαίωση εγγραφής στο ηλεκτρονικό μητρώο του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας (ΣΚΛΕ) σύμφωνα με το ν.4488/2017 .

6. Για κάθε κατηγορία, ο αριθμός των προς πλήρωση θέσεων κατά κλάδο και ειδικότητα καθορίζεται, κατά περίπτωση, με τη σχετική προκήρυξη ή με την απόφαση μετάταξης ή μεταφοράς, αν η θέση πληρούται με μετάταξη ή μεταφορά.

Άρθρο 39
Περιγράμματα θέσεων των προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων


1. Τα καθήκοντα των Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων είναι τα εξής:
α) η ευθυγράμμιση των στρατηγικών σκοπών των Γενικών Διευθύνσεων με την αποστολή του ΟΠΕΚΑ.
β) ο συντονισμός των προϊσταμένων των οργανικών μονάδων που υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση, για την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων.
γ) η παροχή εμπεριστατωμένων εισηγήσεων στη Διοίκηση του ΟΠΕΚΑ, ύστερα από ανάλυση δεδομένων και αξιολόγηση κινδύνων, καθώς και η διαμόρφωση εναλλακτικών επιλογών βάσει της ανάλυσης του εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος λειτουργίας του Οργανισμού.
δ) η διασφάλιση συνθηκών οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ των Γενικών Διευθύνσεων του ΟΠΕΚΑ και των λοιπών φορέων της Δημόσιας Διοίκησης,
ε) η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη διαχείριση κρίσεων.
στ) η διαχείριση και αξιοποίηση του προσωπικού, ώστε να επιτυγχάνονται οι θεσπισμένοι στόχοι.
ζ) η έγκριση των περιγραμμάτων θέσεων εργασίας των υποκείμενων οργανικών μονάδων,
η) η εισήγηση στην Διοίκηση για την ετήσια στοχοθεσία και η παρακολούθησή της βάσει των θεσπισμένων δεικτών απόδοσης.
θ) η συνεχής βελτίωση του τρόπου λειτουργίας των οργανικών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης με την υποβολή προτάσεων οργανωτικού και επιχειρησιακού ανασχεδιασμού στην Διοίκηση του Οργανισμού.
ι) η αξιολόγηση του προσωπικού, σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο,
ια) η εκπροσώπηση της Γενικής Διεύθυνσης όπου απαιτείται.
ιβ) η άσκηση της εποπτείας επί της σύνταξης εγκυκλίων του Οργανισμού, σε συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση και το Τμήμα Εκπαίδευσης, Οργάνωσης και Απλούστευσης Διαδικασιών.

2. Επιπρόσθετα καθήκοντα που απορρέουν από αρμοδιότητες που περιγράφονται σε ειδικότερη κείμενη νομοθεσία ή σε ειδικότερες σχετικές κανονιστικές διατάξεις και δεν αντίκεινται στα ανωτέρω, διατηρούνται σε ισχύ.

Άρθρο 40
Περιγράμματα θέσεων των προϊσταμένων Διευθύνσεων


1. Τα καθήκοντα των Προϊσταμένων Διευθύνσεων είναι τα εξής:
α) η ευθυγράμμιση των επιχειρησιακών στόχων της Διεύθυνσης με το στρατηγικό σκοπό της Γενικής Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται.
β) η παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων βάσει των επιχειρησιακών στόχων.
γ) η διασφάλιση συνθηκών οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ των οργανικών μονάδων της Διεύθυνσης και των λοιπών φορέων της Δημόσιας Διοίκησης.
δ) η παρότρυνση του προσωπικού για την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων της Διεύθυνσης.
ε) η διαχείριση, ανάπτυξη και αξιοποίηση του προσωπικού, ώστε να επιτυγχάνονται οι προγραμματισμένοι στόχοι και η υποβολή προτάσεων βελτίωσης για την κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού.
στ) η εξέταση των περιγραμμάτων θέσεων εργασίας των υποκείμενων οργανικών μονάδων και η εισήγηση, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης, για τυχόν τροποποιήσεις.
ζ) η εισήγηση, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης και τους Προϊσταμένους των Τμημάτων, για τη διαμόρφωση της ετήσιας στοχοθεσίας των υποκείμενων οργανικών μονάδων και τον προσδιορισμό των δεικτών μέτρησης αυτής.
η) η αξιολόγηση του προσωπικού σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο.
θ) η εποπτεία της παρουσίας των υπαλλήλων της Διεύθυνσης, η παρακολούθηση και έγκριση, όπου προβλέπεται, των αδειών και απουσιών τους και η παροχή των αναγκαίων σχετικών πληροφοριών στη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης.
ι) η παρακολούθηση των βέλτιστων πρακτικών και η υποβολή προτάσεων οργανωτικών, λειτουργικών και επιχειρησιακών βελτιώσεων για τις οργανικές μονάδες της Διεύθυνσης.
ια) η εκπροσώπηση της Διεύθυνσης, όπου απαιτείται.
ιβ) η εισήγηση για τη σύνταξη εγκυκλίων της αρμοδιότητάς τους.

2. Επιπρόσθετα καθήκοντα που απορρέουν από αρμοδιότητες που περιγράφονται σε ειδικότερη κείμενη νομοθεσία ή σε ειδικότερες σχετικές κανονιστικές διατάξεις και δεν αντίκεινται στα ανωτέρω, διατηρούνται σε ισχύ.

3. Καθήκοντα που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις και ασκούνται από προϊσταμένους οργανικών μονάδων επιπέδου Διεύθυνσης, οι οποίες, με τις διατάξεις του παρόντος, συγχωνεύονται ή καταργούνται ή διευρύνονται με την ενσωμάτωση νέων οργανικών μονάδων, ασκούνται από την έναρξη ισχύος αυτού, από τους προϊσταμένους των αρμόδιων οργανικών μονάδων του αυτού επιπέδου, εφόσον οι σχετικές αρμοδιότητες από τις οποίες αυτά απορρέουν δεν εκχωρούνται σε οργανικές μονάδες επιπέδου Τμήματος.

Άρθρο 41
Περιγράμματα θέσεων των προϊσταμένων Τμημάτων


1. Τα καθήκοντα των Προϊσταμένων Τμημάτων είναι τα εξής:
α) η λειτουργική διασύνδεση των ασκούμενων αρμοδιοτήτων με τους επιχειρησιακούς στόχους της υπερκείμενης Διεύθυνσης.
β) η συγκέντρωση, επεξεργασία, σύνθεση και παρουσίαση των απαραίτητων δεδομένων για την υποστήριξη της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.
γ) η παρότρυνση των υπαλλήλων για την υλοποίηση των δράσεων του Τμήματος,
δ) η ορθολογική κατανομή του αντικειμένου στους υπαλλήλους του Τμήματος,
ε) η διασφάλιση συνθηκών συνεργασίας με τις υπηρεσίες του εποπτεύοντος Υπουργείου και τους λοιπούς φορείς της Δημόσιας Διοίκησης.
στ) ο προσδιορισμός των επιμορφωτικών αναγκών του προσωπικού και η παροχή ευκαιριών μάθησης για το σύνολο αυτού.
ζ) η εφαρμογή και η παρακολούθηση της θεσπισμένης στοχοθεσίας σε ατομικό επίπεδο και η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των υπαλλήλων.
η) η αξιολόγηση του προσωπικού σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο.
θ) η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της λειτουργίας του Τμήματος και την τήρηση των προβλεπόμενων προθεσμιών για τη διεκπεραίωση των υποθέσεων της αρμοδιότητάς του.
ι) η εποπτεία της παρουσίας των υπαλλήλων του Τμήματος, η παρακολούθηση και έγκριση, όπου προβλέπεται, των αδειών και απουσιών τους και η παροχή των αναγκαίων σχετικών πληροφοριών στη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης,
ια) η εξέταση των περιγραμμάτων θέσεων εργασίας του Τμήματος.
ιβ) Τα ειδικότερα καθήκοντα που απορρέουν από τις ανωτέρω περιγραφόμενες αρμοδιότητες των Τμημάτων.

2. Επιπρόσθετα καθήκοντα που απορρέουν από αρμοδιότητες που περιγράφονται σε ειδικότερη κείμενη νομοθεσία ή σε ειδικότερες σχετικές κανονιστικές διατάξεις και δεν αντίκεινται στα ανωτέρω, διατηρούνται σε ισχύ.

Άρθρο 42
Κλάδοι Προϊσταμένων οργανικών μονάδων


1. Στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικής-Οικονομικής Υποστήριξης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και στη Γενική Διεύθυνση Παροχών προΐσταται υπάλληλος οποιουδήποτε κλάδου της κατηγορίας ΠΕ.

2. Στη Διεύθυνση Επιθεώρησης και Ελέγχου προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Κοινωνιολόγων ή ΠΕ Κοινωνικών Λειτουργών.

3. Στη Διεύθυνση Πληροφορικής προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΠΕ Πληροφορικής και, ελλείψει αυτού, υπάλληλος του κλάδου ΤΕ Πληροφορικής.

4. Στις Διευθύνσεις Οικογενειακών Επιδομάτων, Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Κοινωνιολόγων ή ΠΕ Κοινωνικών Λειτουργών και, ελλείψει αυτών, ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού ή ΤΕ Κοινωνικών Λειτουργών.

5. Στη Διεύθυνση Ενδικοφανών Προσφυγών προΐσταται υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού- Οικονομικού.

6. Στις λοιπές Διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού και, ελλείψει αυτών, ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού.

7. Στις Περιφερειακές Διευθύνσεις προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού- Οικονομικού ή ΠΕ Πληροφορικής ή ΠΕ Κοινωνιολόγων ή ΠΕ Κοινωνικών Λειτουργών και, ελλείψει αυτών, ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού ή ΤΕ Πληροφορικής ή ΤΕ Κοινωνικών Λειτουργών.

8. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης Επιθεώρησης και Ελέγχου προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού.

9. Στο Τμήμα Γραμματείας Διοίκησης προΐσταται υπάλληλος οποιουδήποτε κλάδου ή ειδικότητας της κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ.

10. Στα Τμήματα των Διευθύνσεων Οικογενειακών Επιδομάτων, Παροχών Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Κοινωνιολόγων ή ΠΕ Κοινωνικών Λειτουργών ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού ή ΤΕ Κοινωνικών Λειτουργών.

11. Στο Τμήμα Ασφάλειας Εργασίας και Υγειονομικής Μέριμνας προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Μηχανικών και, ελλείψει αυτών, ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού.

12. Στο Τμήμα Κεντρικού Πρωτοκόλλου, Εξυπηρέτησης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης και στο Τμήμα Λειτουργικής Μέριμνας, Εποπτείας Υποδομών, Υλικών και Αποθηκών της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης προΐστανται υπάλληλοι κλάδου ή ειδικότητας ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Μηχανικών ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού ή ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ή ΤΕ Μηχανικών ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων.

13. Στο Τμήμα Ανάλυσης, Ανάπτυξης και Συντήρησης Εφαρμογών και στο Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Μηχανογραφικού Εξοπλισμού - Δικτύων και Ασφάλειας Συστημάτων της Διεύθυνσης Πληροφορικής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής και, ελλείψει αυτών, ΤΕ Πληροφορικής.

14. Στο Τμήμα Παραγωγικής Λειτουργίας Κεντρικών Συστημάτων και στο Τμήμα Ενιαίου Ηλεκτρονικού Μητρώου Δικαιούχων και Οφειλετών της Διεύθυνσης Πληροφορικής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή ΤΕ Πληροφορικής.

15. Στα λοιπά Τμήματα της Κεντρικής Υπηρεσίας προΐστανται υπάλληλοι κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και, ελλείψει αυτών, υπάλληλοι κλάδου ή ειδικότητας ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων.

16. Στα Τμήματα των Περιφερειακών Διευθύνσεων προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Κοινωνιολόγων ή ΠΕ Κοινωνιών Λειτουργών ή ΠΕ Πληροφορικής ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού ή ΤΕ ή ΤΕ Πληροφορικής ή ΤΕ Μηχανικών ή ΤΕ Κοινωνικών Λειτουργών και, ελλείψει αυτών, υπάλληλοι κλάδου ή ειδικότητας ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων.

Άρθρο 43 Οικονομική διαχείριση και έλεγχος

1. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Οργανισμού, καταρτίζεται ο Κανονισμός Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας του ΟΠΕΚΑ, με τον οποίο θα ρυθμίζονται θέματα, όπως, οι γενικές αρχές οικονομικής διαχείρισης, η κατάρτιση, έγκριση και εκτέλεση προϋπολογισμού, οι διαδικασίες εκτέλεσης δαπανών του προϋπολογισμού, οι διαδικασίες είσπραξης εσόδων, οι διατάκτες δαπανών, οι διαδικασίες διάθεσης πιστώσεων και έκδοσης επιτροπικών ενταλμάτων, οι διαδικασίες έκδοσης ενταλμάτων προπληρωμής, οι διαδικασίες σύστασης και διαχείρισης παγίων προκαταβολών, υπόλογοι-ευθύνες- καταλογισμοί, βιβλία στοιχεία και οικονομικές καταστάσεις, η διαχείριση υλικού, καταλογισμοί παραγραφές -κατασχέσεις -εκχωρήσεις, επενδύσεις και διαχείριση κεφαλαίων, συμβάσεις και προμήθειες, μίσθωση και εκμίσθωση ακίνητων, καταστροφή αχρήστων κινητών πραγμάτων, αγορά ακινήτων, οργάνωση οικονομικών υπηρεσιών.

2. Το λογιστικό και οικονομικό έτος του ΟΠΕΚΑ ταυτίζεται με το ημερολογιακό.

3. Οι οικονομικές υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ καταρτίζουν Προϋπολογισμό για το οικονομικό έτος της λειτουργίας του, ο οποίος περιλαμβάνει τα προβλεπόμενα ετήσια έσοδα και έξοδα. Με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού και ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ο Προϋπολογισμός εκτελείται υπό την ευθύνη της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ.

4. Για το Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας και το Λογαριασμό Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών συντάσσονται χωριστοί Προϋπολογισμοί και Ισολογισμοί - Απολογισμοί.

5. Ο Προϋπολογισμός και Ισολογισμός - Απολογισμός του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας και ο Προϋπολογισμός και Ισολογισμός - Απολογισμός του Λογαριασμού Προνοιακών Παροχών και Κοινωνικών Υπηρεσιών περιλαμβάνονται σε ιδιαίτερο τμήμα στο γενικό Προϋπολογισμό και Ισολογισμό - Απολογισμό του ΟΠΕΚΑ. Οι διοικητικές δαπάνες του ΟΠΕΚΑ καταβάλλονται από το Λογαριασμό Προνοιακών Παροχών. Στο κλείσιμο κάθε οικονομικού έτους οι εν λόγω δαπάνες κατανέμονται στους λογαριασμούς του ΟΠΕΚΑ ως εξής:
α) Οι διοικητικές δαπάνες που βαρύνουν και τους δύο λογαριασμούς, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής των παροχών του κάθε λογαριασμού, στο σύνολο των παροχών του ΟΠΕΚΑ.
β) Οι διοικητικές δαπάνες που αφορούν αποκλειστικά σε ένα λογαριασμό, εξ' ολοκλήρου στο λογαριασμό αυτό.
Η κατανομή της παρούσας παραγράφου εγκρίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΠΕΚΑ.

6. Οι οικονομικές υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ εφαρμόζουν το διπλογραφικό σύστημα για την τήρηση των λογιστικών βιβλίων, σύμφωνα με το π.δ. 80/1997 (Α' 68) και το ν. 4270/2014 (Α'143).

7. Οι εισπράξεις και πληρωμές του ΟΠΕΚΑ εκτελούνται από διαχειρίστρια τράπεζα, η οποία επιλέγεται με διαγωνισμό σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Ο διαγωνισμός για την επιλογή της διαχειρίστριας τράπεζας προκηρύσσεται το αργότερο μέσα σε οκτώ (8) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

8. Η διαχείριση του ΟΠΕΚΑ υπόκειται σε ετήσιο κατασταλτικό έλεγχο διενεργούμενο από ορκωτούς λογιστές - ελεγκτές. Η έκθεση των ορκωτών λογιστών - ελεγκτών υποβάλλεται και εγκρίνεται από το Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ και κατόπιν υποβάλλεται στο εποπτεύον Υπουργείο.

9. Ο ΟΠΕΚΑ υπόκειται στον προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

10. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζεται κάθε θέμα αναφορικά με την οικονομική διαχείριση και έλεγχο του ΟΠΕΚΑ, για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, εφόσον αυτό δεν ρυθμίζεται από τον Κανονισμό Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας.

Άρθρο 44
Μεταβατικές διατάξεις για θέματα οικονομικής διαχείρισης


1. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 43, για τα θέματα οικονομικής οργάνωσης και λογιστικής λειτουργίας του, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης και Λογιστικού του ΟΓΑ, που έχει εγκριθεί με την 70031/395/1966 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας (Β' 200), εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος και του ν. 4270/2014.

2. Ο ΟΠΕΚΑ εξυπηρετείται από την τράπεζα η οποία έχει επιλεγεί, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, από τον ΟΓΑ, μέχρι την οριστική επιλογή διαχειρίστριας τράπεζας, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 43.

3. Ο εγκεκριμένος Προϋπολογισμός του ΟΓΑ εξακολουθεί να εκτελείται, μέχρι την κατάρτιση και έγκριση του νέου Προϋπολογισμού του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 45
Γενικές διατάξεις για την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών- παραγραφή - απόδοση παροχών στους κληρονόμους και έξοδα κηδείας


1. Κάθε προνοιακή παροχή, επίδομα, οικονομική ενίσχυση ή σύνταξη, που καταβάλλεται αχρεωστήτως από τον ΟΠΕΚΑ, καταλογίζεται στους λαβόντες, ανεξάρτητα από υπαιτιότητά τους, και επιστρέφεται άτοκα ή συμψηφίζεται με το σύνολο των χορηγούμενων παροχών.

2. Ο συμψηφισμός πραγματοποιείται σε μηνιαίες δόσεις, το ύψος καθεμιάς από τις οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα πέμπτο (1/5) του μεικτού μηνιαίου ποσού των παροχών ή εφάπαξ στην περίπτωση αναδρομικά χορηγούμενων παροχών. Αν το δικαιούμενο μεικτό μηνιαίο ποσό των παροχών είναι μικρότερο των πενήντα (50) ευρώ, παρακρατείται πλήρως μέχρι την εξόφληση της οφειλής.

3. Για την αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών εκδίδεται απόφαση καταλογισμού από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ/νσης του ΟΠΕΚΑ, στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία ταυτότητας του οφειλέτη, η ακριβής χρονολογία και ο τόπος έκδοσης της απόφασης, ο αύξων αριθμός αυτής, τα έγγραφα στοιχεία τα οποία λήφθηκαν υπόψη, η αιτιολογία έκδοσης, το οφειλόμενο ποσό, η χρονική περίοδος μέσα στην οποία εισπράχθηκε αχρεωστήτως το καταλογιστέο ποσό, καθώς επίσης ο τρόπος επιστροφής του.

Κατά της καταλογιστικής απόφασης επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής από τον οφειλέτη, σύμφωνα με το άρθρο 46. Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την είσπραξη των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών μέσω συμψηφισμού.

4. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου, οι αχρεωστήτως καταβληθείσες σ' αυτόν παροχές αναζητούνται από τους νόμιμους κληρονόμους του ή συμψηφίζονται με οφειλόμενες στο θανόντα και στους νόμιμους κληρονόμους του αναδρομικές παροχές. Αν το δικαιούμενο ποσό δεν επαρκεί για την εξόφληση της οφειλής, το ποσό που υπολείπεται, αναζητείται από τους δικαιούχους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, κατά την κληρονομική τους μερίδα.

5. Αν στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου παροχών από τον ΟΠΕΚΑ υπάρχει συνδικαιούχος και αναληφθούν ποσά που πιστώθηκαν αχρεωστήτως στο λογαριασμό μετά το θάνατο του δικαιούχου, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά, όταν το υπόλοιπο του κοινού λογαριασμού δεν αρκεί για την επιστροφή τους, μπορεί να αναζητούνται και από τους συνδικαιούχους του κοινού λογαριασμού. Η διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 13 του ν.2703/1999 (Α' 72), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 19 του ν.2972/2001 (Α' 291), εφαρμόζεται και για τον ΟΠΕΚΑ.

6. Αν το ποσό των παροχών που καταβλήθηκε αχρεωστήτως είναι μικρότερο από είκοσι (20) ευρώ, δεν αναζητείται.

7. Οποιαδήποτε προνοιακή παροχή, επίδομα, σύνταξη ή οικονομική ενίσχυση, η οποία χορηγείται από τον ΟΠΕΚΑ και οφείλεται σε αποβιώσαντα δικαιούχο, καταβάλλεται στους νόμιμους κληρονόμους αυτού, ύστερα από αίτηση και προσκόμιση των αναγκαίων για την απόδειξη της κληρονομικής τους ιδιότητας δικαιολογητικών. Τα οφειλόμενα ποσά καταβάλλονται, χωρίς ευθύνη του ΟΠΕΚΑ έναντι άλλων δικαιούχων, οι οποίοι μπορεί να στραφούν μόνο κατά των λαβόντων.

8. Σε περίπτωση θανάτου ανασφάλιστου υπερήλικα του ν. 1296/1982, καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΑ στον επιμεληθέντα της κηδείας, ύστερα από αίτησή του, έξοδα κηδείας, μέχρι του ποσού των οκτακοσίων (800) ευρώ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Δ.Σ του ΟΠΕΚΑ, καθορίζονται τα δικαιολογητικά, η διαδικασία καταβολής των εξόδων κηδείας, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Εκκρεμείς, κατά το χρόνο έκδοσης της ανωτέρω απόφασης, αιτήσεις καταβολής εξόδων κηδείας για αποβιώσαντες ανασφάλιστους υπερήλικες του ν.1296/1982 εξετάζονται με τις προϋποθέσεις της απόφασης αυτής.

9. Με εξαίρεση την περίπτωση που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 93 του ν.4387/2016, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων σε δικαιούχους του ν. 1296/1982 και του ν.4093/2012 αναζητούνται.

Άρθρο 46
Γενικές διατάξεις για την άσκηση ενδικοφανών μέσων


1. Κατά των αποφάσεων και πράξεων των αρμοδίων Οργάνων του ΟΠΕΚΑ για:
α) χορήγηση
β) απόρριψη
γ) διακοπή,
δ) ανάκληση,
ε) τροποποίηση και
στ) καταλογισμό-συμψηφισμό πάσης φύσης προνοιακών παροχών, όπως επιδομάτων, οικονομικών ενισχύσεων ή συντάξεων, επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον του Οργάνου του άρθρου 40 του π.δ. 78/1998 (Α' 72), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 41 του ν. 4075/2012 (Α' 89), μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών, που αρχίζει από την κοινοποίηση των ανωτέρω αποφάσεων και πράξεων.

2. Οι αποφάσεις και πράξεις της παρ. 1 κοινοποιούνται εγγράφως σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 43 και το άρθρο 57 του π.δ. 78/1998 και ηλεκτρονικά σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν.2672/1998 (Α 290) και τα άρθρα 21 έως 23 του ν.3979/2011 (Α' 138). Η ενδικοφανής προσφυγή κατά των προαναφερόμενων αποφάσεων και πράξεων ασκείται με την αποστολή της μέσω ταχυδρομείου ή ηλεκτρονικά με χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) σύμφωνα με το ν.2672/1998 και το ν.3979/2011 ή με την κατάθεσή της στην αρμόδια Κεντρική ή Περιφερειακή Υπηρεσία του ΟΠΕΚΑ, όπου και καταχωρίζεται σε ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν.2690/1999 (Α' 45).

3. Το Όργανο της παρ. 1 υποχρεούται να αποφανθεί μέσα σε ένα τρίμηνο από την άσκηση της προσφυγής.

4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής όταν ο λόγος της απόρριψης ερείδεται σε στοιχεία που αντλούνται από άλλες αρχές (ΑΑΔΕ κ.λπ.) ως προς τα εισοδηματικά - περιουσιακά κριτήρια, για την καταβολή προνοιακών παροχών που χορηγεί ο ΟΠΕΚΑ (παροχές, επίδομα, οικονομική ενίσχυση, σύνταξη).

5. Δεν επιτρέπεται η προσφυγή κατά αποφάσεων του αρμόδιου Οργάνου του ΟΠΕΚΑ για την απονομή των επιδομάτων ή οικονομικών ενισχύσεων, κατά το μέρος που αφορούν την περί αναπηρίας τελεσίδικη κρίση των αρμόδιων υγειονομικών επιτροπών.

6. Η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης.

7. Για τα ζητήματα που αφορούν τη διαδικασία εξέτασης των προσφυγών, καθώς και τον τρόπο και την εν γένει λειτουργία του αρμοδίου Οργάνου, εφαρμόζονται τα άρθρα 40 έως 43, 45 και 58 του π.δ. 78/1998 (Α'72).

8. Οι εκκρεμείς ενστάσεις και αιτήσεις αντιρρήσεων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, εξετάζονται από το Όργανο του άρθρου 40 του π.δ. 78/1998, το οποίο καθίσταται αυτοδίκαια Όργανο του ΟΠΕΚΑ και οι αποφάσεις που εκδίδονται ισχύουν έναντι του Οργανισμού αυτού.

9. Οι εκκρεμείς προσφυγές του άρθρου 8 της Δ27/οικ.25530/790/21-29.11.2012 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Β'3180) εξετάζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 47
Ενοποιημένο Μητρώο ΟΠΕΚΑ (Ε.Μ.Ο.)


1. Στον ΟΠΕΚΑ δημιουργείται από τη Διεύθυνση Πληροφορικής, με βάση τις σχετικές έγγραφες επιχειρησιακές οδηγίες και αναλυτικές λειτουργικές απαιτήσεις των αρμόδιων για τη χορήγηση, διακοπή, επαναχορήγηση, τον καταλογισμό και την είσπραξη των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, υπηρεσιών του Οργανισμού, «Ενοποιημένο Μητρώο ΟΠΕΚΑ» (Ε.Μ.Ο.), στο οποίο καταχωρίζονται οι δικαιούχοι των πάσης φύσης προνοιακών παροχών και οικονομικών ενισχύσεων του Οργανισμού, καθώς επίσης και οι οφειλέτες του, εν ζωή και θανόντες.

2. Στο Ε.Μ.Ο. καταχωρίζονται όλα τα αναγκαία, σύμφωνα με το ισχύον κάθε φορά νομικό και κανονιστικό πλαίσιο, στοιχεία, δεδομένα και πληροφορίες για:
α) την ταυτοποίηση των δικαιούχων προνοιακών παροχών και οικονομικών ενισχύσεων,
β) τον προσδιορισμό του είδους και του ύφους του ποσού αυτών,
γ) τον έλεγχο των εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων και των σχετικών μεταβολών τους,
δ) την παρακολούθηση των πληρωμών και των μεταβολών τους,
ε) τον προσδιορισμό των οφειλετών και του ύφους της οφειλής τους, καθώς και
στ) την εν γένει υποστήριξη των διοικητικών διαδικασιών χορήγησης ή μη, αναστολής, επαναχορήγησης, διακοπής και ανάκτησης των απαιτήσεων του ΟΠΕΚΑ από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές.

3. Τα απαραίτητα για την τήρηση του Ε.Μ.Ο δεδομένα, στοιχεία και πληροφορίες αντλούνται με απευθείας και σε πραγματικό χρόνο διασύνδεση του ΟΠΕΚΑ, ιδίως από τις βάσεις δεδομένων της Α.Α.Δ.Ε., των αρχείων της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Α.Ε. (ΗΔΙΚΑ Α.Ε.), καθώς και από κάθε άλλη ψηφιακή βάση δεδομένων και μητρώο Φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, που τηρεί δεδομένα και στοιχεία που σχετίζονται με τη σύννομη χορήγηση των προνοιακών παροχών του ΟΠΕΚΑ, με τήρηση των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί
προστασίας των προσωπικών δεδομένων και σύμφωνα με το φορολογικό απόρρητο. Τα ως άνω στοιχεία και δεδομένα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εφαρμογή των διατάξεων που διέπουν τη χορήγηση των παροχών του ΟΠΕΚΑ και απαγορεύεται οποιαδήποτε δημοσιοποίησή τους.

4. Δικαίωμα πρόσβασης, επεξεργασίας και εν γένει αξιοποίησης, αποκλειστικά για τους σκοπούς του παρόντος, των δεδομένων και στοιχείων του Ε.Μ.Ο. έχει συγκεκριμένο και ειδικά εξουσιοδοτημένο από το Διοικητή του Οργανισμού προσωπικό του ΟΠΕΚΑ.

5. Υπεύθυνος επεξεργασίας των ως άνω τηρούμενων στοιχείων ορίζεται η καθ' ύλην αρμόδια Διεύθυνση Πληροφορικής του ΟΠΕΚΑ.

6. Σε κάθε περίπτωση επεξεργασίας, όπως ορίζεται στην περιπτ. δ" του άρθρου 2 του ν. 2472/1997 (Α" 50), πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα, ώστε να μην είναι δυνατή η παραβίαση του απορρήτου των στοιχείων. Σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των στοιχείων, εφαρμόζεται το άρθρο 21 του ν. 2472/1997.

7. Ο χρόνος τήρησης των ως άνω δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας διέπεται από τις κείμενες διατάξεις περί τήρησης αρχείου δημοσίων υπηρεσιών.

8. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ του ΟΠΕΚΑ, καθορίζονται:
α. τα κοινά ή και ανά παροχή, στοιχεία, δεδομένα και πληροφορίες, που καταχωρίζονται και τηρούνται στο Ε.Μ.Ο.
β. οι τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις του Ε.Μ.Ο.
γ. ζητήματα διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας του Ε.Μ.Ο. με άλλα πληροφοριακά συστήματα,
δ. οργανωτικά και τεχνικά θέματα απορρήτου και πολιτικής ασφάλειας της επεξεργασίας των δεδομένων του παρόντος άρθρου, όπως δικαίωμα πρόσβασης και χρήσης, κρυπτογράφηση δεδομένων, ασφάλεια επικοινωνιών, εμπιστευτικότητα, και
ε. κάθε άλλο θέμα σχετικό με την ανάπτυξη και λειτουργία του Ε.Μ.Ο. στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ν.4387/2016.

Άρθρο 48
Λειτουργική διασύνδεση ΟΠΕΚΑ και Κέντρων Κοινότητας


1. Για την εκπλήρωση των σκοπών του και ιδιαίτερα για την διευκόλυνση της προσβασιμότητας και ένταξης των ενδιαφερομένων στα προγράμματα των προνοιακών παροχών και υπηρεσιών του, ο ΟΠΕΚΑ διασυνδέεται λειτουργικά με τα Κέντρα Κοινότητας.

2. Στο πλαίσιο της ανωτέρω λειτουργικής διασύνδεσης ο ΟΠΕΚΑ, υποχρεούται να παρέχει στα Κέντρα Κοινότητας:
α) επικαιροποιημένο πληροφοριακό-ενημερωτικό υλικό, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, σχετικά με τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις ένταξης στα προνοιακά προγράμματα παροχών και υπηρεσιών που διαχειρίζεται, καθώς και σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, τόσο των ενδιαφερομένων όσο και των δικαιούχων των παροχών και υπηρεσιών του,
β) οδηγίες σχετικά με τη διοικητική διαδικασία υποβολής και συμπλήρωσης των ηλεκτρονικών αιτήσεων - υπεύθυνων δηλώσεων και των απαιτούμενων, κατά περίπτωση δικαιολογητικών, καθώς επίσης και
γ) δυνατότητα πρόσβασης, σε εξουσιοδοτημένους - διαπιστευμένους από το Διοικητή του ΟΠΕΚΑ, ύστερα από πρόταση του δημάρχου του οικείου ΟΤΑ α' βαθμού, υπαλλήλους του Κέντρου Κοινότητας στις σχετικές με τα αναφερόμενα στις περιπτ. α' και β' ηλεκτρονικές εφαρμογές.

3. Τα Κέντρα Κοινότητας υποχρεούνται, στο πλαίσιο του Εθνικού Μηχανισμού του ν. 4445/2016 (Α' 236) και της εκπλήρωσης του σκοπού τους:
α) να υποδέχονται τους ενδιαφερομένους,
β) να τους παρέχουν ενημέρωση για τα προγράμματα προνοιακών παροχών και υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, καθώς και
γ) να υποστηρίζουν την ένταξη των ενδιαφερομένων στα εν λόγω προγράμματα, όπως με την καταχώριση, παραλαβή, έλεγχο και παραπομπή αιτήσεων και τυχόν δικαιολογητικών στην αρμόδια, κατά περίπτωση, κεντρική ή περιφερειακή υπηρεσία του ΟΠΕΚΑ.

Άρθρο 49 Τροποποίηση διατάξεων ΟΓΑ

1. Στο τέλος της περιπτ. β' της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.4445/2016, προστίθεται η φράση «και τον ΟΠΕΚΑ».

2. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.3050/2002 (Α'214) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στις παροχές του ΛΑΕ δικαιούνται να συμμετέχουν οι υπάλληλοι του ΕφΚΑ, που μεταφέρθηκαν από τον ΟΓΑ και ήταν εγγεγραμμένοι στο μητρώο δικαιούχων του ΛΑΕ, εφόσον παραμένουν υπάλληλοι του ΕφΚΑ.»

3. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν.3050/2002 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν εκδηλωθεί ενδιαφέρον για συμμετοχή στα προγράμματα του ΛΑΕ από αριθμό δικαιούχων μεγαλύτερο του καθοριζόμενου με τις ανωτέρω αποφάσεις, η επιλογή γίνεται με κλήρωση, η οποία διεξάγεται με τη διαδικασία που ορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του ΟΠΕΚΑ.»

4. Το τελευταίο εδάφιο της περιπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3050/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα πρόσωπα του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 1 καταβάλλουν μηνιαίο ποσοστό συμμετοχής, το οποίο ορίζεται σε ποσοστό 0,25% επί των τακτικών συντάξιμων αποδοχών τους για τους εν ενεργεία υπαλλήλους και 0,25% επί των ποσών κύριας σύνταξής τους για τους συνταξιούχους πρώην υπαλλήλους ΟΓΑ.»

5. η παρ. 10 του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Από 1.1.2017 οι ασφαλισμένοι του παρόντος άρθρου στο Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, καταβάλλουν ποσοστό συμμετοχής υπέρ αυτού, καταργούμενης της κρατικής επιχορήγησης. Η συμμετοχή βαρύνει τον ασφαλισμένο και συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον κλάδο σύνταξης. Το ποσοστό συμμετοχής ορίζεται στο 0,25% επί του ασφαλιστέου εισοδήματος όπως ορίζεται ανωτέρω στην παρ. 2 του άρθρου αυτού.»

6. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 69Γ του ν.4387/2016 καταργείται και στο άρθρο προστίθεται παρ. 5 ως εξής:
«α)Μέχρι την έκδοση του Οργανισμού του ΕΦΚΑ οι πάσης φύσης αμοιβές και αποζημιώσεις των Ανταποκριτών του ΟΓΑ καταβάλλονται από τον ΕΦΚΑ και βαρύνουν τον προϋπολογισμό του. Οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που αναφέρονται σε αρμοδιότητες του Δ.Σ και του Διοικητή του ΟΓΑ σχετικά με τον ορισμό, την αντικατάσταση, την παύση, καθώς και με όλα εν γένει τα ζητήματα που αφορούν το θεσμό των Ανταποκριτών, νοούνται ότι αναφέρονται σε αντίστοιχες αρμοδιότητες του Δ.Σ και του Διοικητή του ΕΦΚΑ και ισχύουν έναντι αυτών. β)Μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι προσωπικοί φάκελοι, το μηχανογραφημένο μητρώο, καθώς και οι λοιπές μηχανογραφικές εφαρμογές που τηρούνται στον πρώην ΟΓΑ για τους Ανταποκριτές, περιέρχονται στον ΕΦΚΑ. Οι λεπτομέρειες της διαδικασίας παράδοσης-παραλαβής καθορίζονται με κοινή απόφαση των Διοικητών του ΟΠΕΚΑ και του ΕΦΚΑ».

7. Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 93 του ν.4387/2016 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στην περίπτωση των εκκρεμών αιτήσεων, η ως άνω παροχή καταβάλλεται στους δικαιούχους από την 1η του επόμενου της υποβολής της αίτησης μήνα, αν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης στο πρόσωπο αυτό συντρέχουν οι προϋποθέσεις της περιπτ. 5 της υποπαρ. ΙΑ.6 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 για τη χορήγηση της σύνταξης ανασφάλιστου υπερήλικα, διαφορετικά από την 1η του επόμενου της έναρξης ισχύος του παρόντος μήνα».

Άρθρο 50 Τελικές διατάξεις

1. Τα άρθρα 13 έως και 42 του παρόντος συνιστούν τον Οργανισμό του ΟΠΕΚΑ, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 54 του ν.4178/2013 (ΑΊ74) και βάσει αυτού ο ΟΠΕΚΑ μπορεί να συμμετάσχει ως υπηρεσία υποδοχής στο Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας, κατ' εφαρμογή του ν.4440/2016 (Α' 224).

2. Ο ανωτέρω Οργανισμός του ΟΠΕΚΑ μπορεί να τροποποιείται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα το άρθρο 54 του ν. 4178/2013 , ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του ΟΠΕΚΑ και με πρόταση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Οικονομικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

3. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη της κείμενης περί ΟΓΑ νομοθεσίας που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο θέματα του παρόντος ή αντίκειται στις διατάξεις του, καταργείται.

ΜΕΡΟΣ Β'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Άρθρο 51
Υλοποίηση προγράμματος χρηματοδότησης Δήμων για την ίδρυση νέων τμημάτων βρεφικής, παιδικής και βρεφονηπιακής φροντίδας


1. Για την ενίσχυση πολιτικών κοινωνικής αλληλεγγύης σε Δήμους των οποίων οι υπηρεσίες ή νομικά τους πρόσωπα λειτουργούν βρεφικούς, παιδικούς ή βρεφονηπιακούς σταθμούς, υλοποιείται πρόγραμμα χρηματοδότησης για την ίδρυση έως δύο νέων τμημάτων βρεφικής, παιδικής ή βρεφονηπιακής φροντίδας σε κάθε Δήμο, με έναρξη εφαρμογής του προγράμματος εντός του έτους 2018.

2. Οι δαπάνες χρηματοδότησης θα καλυφθούν από πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

3. Η χρηματοδότηση καλύπτει: α) εργασίες ανακαίνισης, επισκευής και διαμόρφωσης υφιστάμενων κτιριακών χώρων, οι οποίοι ανήκουν κατά πλήρη κυριότητα, χρήση και νομή στους Δήμους ή νομικά τους πρόσωπα ή είναι παραχωρημένοι σε αυτούς κατά χρήση ή μισθωμένοι από αυτούς, τις αναγκαίες προπαρασκευαστικές και υποστηρικτικές μελέτες και υπηρεσίες και β) το κόστος προμήθειας του απαραίτητου εξοπλισμού για τη λειτουργία των νέων τμημάτων φροντίδας βρεφών και νηπίων.

4. Φορέας υλοποίησης, εκτέλεσης και διαχείρισης του προγράμματος της παρ. 1 είναι η «Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης» (ΕΕΤΑΑ). Η μεταβίβαση των αναγκαίων πόρων από τον Ειδικό Φορέα 33_220 στην ΕΕΤΑΑ, οι διαδικασίες υλοποίησης του Προγράμματος και η διαχείριση των μεταβιβαζόμενων πόρων από την ΕΕΤΑΑ καθορίζονται με προγραμματική σύμβαση που υπογράφεται μεταξύ των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Εσωτερικών και της ΕΕΤΑΑ.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Εσωτερικών και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις σχεδιασμού, υλοποίησης, εκτέλεσης, χρηματοδότησης και διαχείρισης του ως άνω προγράμματος, οι Δήμοι οι οποίοι δύνανται να ενταχθούν στο πρόγραμμα με τις υπηρεσίες ή τα νομικά τους πρόσωπα, οι διαδικασίες εφαρμογής και υλοποίησης του προγράμματος, οι ενέργειες και δράσεις των φορέων χρηματοδότησης, διαχείρισης και υλοποίησης, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

Άρθρο 52
Τροποποίηση της παρ. 8 του άρθρου 7 του ν.4455/2017 (Α'22)


Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν.4455/2017 (Α'22) αντικαθίσταται ως εξής: «Οι φορείς της παρ. 1 που ήδη λειτουργούν και παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας, υποχρεούνται να εγγραφούν στο Εθνικό Μητρώο έως την 30.06.2018.»

Άρθρο 53
Θέματα προσωπικού νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.


1. Μετά το έκτο εδάφιο της παραγράφου 22 του άρθρου 9 του ν.4052/2012 (Α' 41), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι ανωτέρω δαπάνες που διενεργήθηκαν κατά τα έτη 2016 και 2017 χωρίς την τήρηση των κείμενων περί αναλήψεως υποχρεώσεων διατάξεων, θεωρούνται νόμιμες και δύνανται να εκκαθαριστούν από τις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες των ανωτέρω φορέων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.4270/2014 (Α' 143) και του πδ 80/2016 (Α'145).»

2. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 22 του άρθρου 9 του ν.4052/2012 , μετά την φράση «υπερωριακή απασχόληση προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου» προστίθεται η φράση «για κάλυψη έκτακτων ή εποχιακών αναγκών»

3. Στο τέλος του δωδέκατου εδαφίου της παρ. ΑΙ του άρθρου 20 ν.4354/2015 (ΑΊ76) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Συγκεκριμένα για το έτος 2017, οι σχετικές αποφάσεις των εποπτευόμενων από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που έχουν δημοσιευτεί ή πρόκειται να δημοσιευτούν εντός του α' εξαμήνου έτους 2018 , ισχύουν αναδρομικά από 1.1.2017 κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί ανάληψης υποχρεώσεων».

Άρθρο 54
Παράταση προθεσμίας του άρθρου 7 του ν. 4473/2017 (Α'78)


Η προθεσμία του άρθρου 7 του ν.4473/2017 (Α'78) παρατείνεται από τη λήξη της έως και την 31.12.2018

Άρθρο 55
Διαδικασία απόδειξης γνώσης της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί


1. Όπου απαιτείται η γνώση της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί, η γνώση αυτή αποδεικνύεται:
α) με υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 ( Α'75) του υποψηφίου, στην οποία θα δηλώνεται ότι γνωρίζει επαρκώς τη γλώσσα ή την τοπική διάλεκτο των Ρομά και έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί σε ένα δομημένο διάλογο σε αυτήν ή
β) με εξέταση από τριμελή επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 2.

2. Με απόφαση του φορέα, ο οποίος θέτει ως κριτήριο την γνώση της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί, συγκροτείται τριμελής επιτροπή εξετάσεων, η οποία αποτελείται από ένα στέλεχος του φορέα, έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Ελλήνων Ρομά Διαμεσολαβητών και έναν εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ομοσπονδίας Ρομά ή, ελλείψει αυτής, της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας των Ελλήνων Ρομά.
Η προετοιμασία των φακέλων, η κλήση των υποψηφίων και οι συνεδριάσεις της επιτροπής διενεργούνται με φροντίδα του ως άνω φορέα, με κάθε πρόσφορο μέσο και τηρούνται πρακτικά. Κατά τη διαδικασία της εξέτασης οι υποψήφιοι καλούνται να ανταποκριθούν με επάρκεια στην επικοινωνία μέσα από έναν δομημένο διάλογο στη γλώσσα ή την τοπική διάλεκτο των Ρομά.
Η διαπίστωση της επιτροπής ότι ο υποψήφιος δεν μπορεί να επικοινωνήσει με επάρκεια σε ένα δομημένο διάλογο στη γλώσσα ή την τοπική διάλεκτο των Ρομά, συνεπάγεται αυτοδικαίως τον αποκλεισμό του από την προκηρυσσόμενη διαδικασία. Η απόφαση της επιτροπής είναι δεσμευτική για τον φορέα.
Η επιλογή του τρόπου απόδειξης της γνώσης της γλώσσας ή της τοπικής διαλέκτου Ρομανί είναι στη διακριτική ευχέρεια του φορέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α' και β' της παρ. 1.
Η διαδικασία της περ. β' της παρ. 1 ακολουθείται υποχρεωτικά από τον οικείο φορέα, για όλους τους υποψηφίους, όταν γίνονται, σε οποιοδήποτε στάδιο και με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, σχετικές καταγγελίες από συνυποψήφιους ή τρίτους ή υποβάλλονται ενστάσεις ή εάν μετά από ελέγχους των αρμοδίων οργάνων προκύπτουν ενδείξεις ότι κατατέθηκαν ψευδείς υπεύθυνες δηλώσεις.

3. Οι παρ. 1 και 2 έχουν εφαρμογή και στις διαδικασίες πρόσληψης Διαμεσολαβητών για Ρομά της παρ. 3.5 του άρθρου 4 της κοινής υπουργικής απόφασης Δ23/οικ.14435-1135/30-3- 2016 (Β' 854) «Καθορισμός ελάχιστων προδιαγραφών λειτουργίας των Κέντρων Κοινότητας». Στις περιπτώσεις που, πριν την δημοσίευση του παρόντος, υπάρχουν καταγγελίες, ενστάσεις ή ευρήματα ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές, από τα οποία προκύπτουν ότι υποψήφιοι ή επιλεγέντες για τις θέσεις Διαμεσολαβητών για Ρομά στα Παραρτήματα Ρομά των Κέντρων Κοινότητας δεν πληρούν την απαραίτητη προϋπόθεση της γνώσης της τοπικής διαλέκτου, όπως ορίζεται στην ΚΥΑ του προηγούμενου εδαφίου, οι Δήμοι ακολουθούν για όλους τους υποψηφίους τη διαδικασία της περ. β' της παρ. 1 και αναδιαμορφώνουν τους πίνακες κατάταξης, σύμφωνα με την απόφαση της επιτροπής. Εάν διαπιστωθεί ότι προσληφθείς δεν πληροί την προϋπόθεση της γνώσης της τοπικής διαλέκτου, η σύμβαση του καταγγέλλεται και στη θέση του προσλαμβάνεται ο επόμενος στη σειρά κατάταξης, που πληροί όλες τις προϋποθέσεις.

Άρθρο 56
Τροποποίηση της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 2646/1998 (Α'236)


1. Η παρ. 8 του άρθρου 5 του ν.2646/1998 (Α'236) αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 3 του ν. 2731/1999 (ΑΊ38) δύναται να επιχορηγούνται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου (ΕΦ 33-220) είτε μέσω των Περιφερειών με μεταφορά αντίστοιχης πίστωσης είτε απευθείας από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (κοινωφελή ιδρύματα, φιλανθρωπικά σωματεία, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις κ.α.), που παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας και εφόσον είναι ειδικώς πιστοποιημένα ως Φορείς παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου . Με την ίδια απόφαση δύναται να καθορίζονται, πέραν της κείμενης νομοθεσίας, επί πλέον κριτήρια και προϋποθέσεις για την καταβολή των ως άνω επιχορηγήσεων. Αν η επιχορήγηση γίνεται μέσω των Περιφερειών με μεταφορά πιστώσεων από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, φορείς επιχορήγησης κατά την έννοια του άρθρου 41 του ν.4129/2013 ( Α' 52) είναι οι Περιφέρειες. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Εσωτερικών και Οικονομικών δύναται να καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την επιχορήγηση των νομικών προσώπων, τον έλεγχο που διενεργείται από κάθε εμπλεκόμενη αρχή, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.»

Άρθρο 57
Χρηματοδότηση Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και νομικών προσώπων για την κάλυψη δαπανών οργάνωσης, λειτουργίας και συντήρησης κατασκηνώσεων


1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 19 ν.2646/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η οργάνωση και η λειτουργία των κατασκηνώσεων του κρατικού προγράμματος που αποτελούσε αρμοδιότητα του Κοινωνικού Κέντρου Οικογένειας και Νεότητας (Κ.Κ.Ο.Ν) του β.δ. 289/1976 (Α'89) και των παιδικών εξοχών του κρατικού προγράμματος που αποτελούσε αρμοδιότητα του Π.Ι.Κ.Π.Α., ανατίθεται στους οικείους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή σε νομικά πρόσωπα που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.»

2. Η παρ. 6 του άρθρου 19 του ν.2646/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης είναι αρμόδιο για το γενικό σχεδιασμό του ετήσιου κρατικού κατασκηνωτικού προγράμματος.
α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Εσωτερικών και Οικονομικών ορίζονται πριν από την έναρξη της κατασκηνωτικής περιόδου, και όχι πέραν της 15ης Απριλίου κάθε έτους, οι οικείοι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α'βαθμού, στους οποίους ανατίθεται η οργάνωση και λειτουργία των κατασκηνώσεων του κρατικού προγράμματος.
β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται πριν από την έναρξη της κατασκηνωτικής περιόδου και όχι πέραν της 15ης Απριλίου κάθε έτους, ορίζονται τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στα οποία ανατίθεται η οργάνωση και λειτουργία των κατασκηνώσεων του κρατικού προγράμματος.
γ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών, δύναται να ανατίθενται στους ειδικούς πιστοποιημένους φορείς του άρθρου 5 υποστηρικτικές υπηρεσίες για την οργάνωση και λειτουργία κατασκηνώσεων, προς όφελος ευάλωτων κατηγοριών πληθυσμού εντός του κρατικού προγράμματος ή συμπληρωματικά αυτού.
δ. Η χρηματοδότηση των κατασκηνώσεων των περιπτώσεων α', β' και γ' διενεργείται με μεταβίβαση των αναγκαίων πόρων στους φορείς στους οποίους ανατίθεται η οργάνωση και λειτουργία των κατασκηνώσεων και οι υποστηρικτικές υπηρεσίες, από τις πιστώσεις που εγγράφονται κάθε έτος στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
ε. Με τις αποφάσεις των περιπτώσεων α', β' και γ' ή με όμοιες , καθορίζεται ο τρόπος διοίκησης και λειτουργίας των κατασκηνώσεων, οι κατηγορίες και ο αριθμός των φιλοξενούμενων ατόμων, ο αριθμός κατά ειδικότητα του προσωπικού που απαιτείται για τη λειτουργία αυτών, η πρόσληψη του εποχικού προσωπικού, η τοποθεσία, το ύψος και οι ειδικότεροι όροι χρηματοδότησης των φορέων, στους οποίους ανατίθεται η οργάνωση και λειτουργία των κατασκηνώσεων, οι αναγκαίες δαπάνες συντήρησης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
στ. Τα διοικητικά συμβούλια των κατασκηνώσεων ορίζονται με απόφαση του φορέα στον οποίο ανατίθεται η οργάνωση και η λειτουργία τους.»

3. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 14 του ν. 3106/2003 (Α'30) καταργούνται.

Άρθρο 58 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας»

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ»


Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Η νομοθεσία που αφορά στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας έχει αποτελέσει τα τελευταία χρόνια αντικείμενο αλλεπάλληλων τροποποιήσεων και βελτιώσεων, με πιο σημαντικές εκείνες α) του ν. 3691/2008 (ΦΕΚ Α' 166) - με τον οποίο αντικαταστάθηκε ο προγενέστερος ν. 2331/1995 και ενσωματώθηκαν μεταξύ άλλων στη νομοθεσία μας οι Οδηγίες 2005/60/ΕΚ και 2006/70/ΕΚ και μια σειρά Συστάσεων της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (FATF) -, β) του ν. 3875/2010 (ΦΕΚ Α' 158) - με τον οποίο μεταξύ άλλων κυρώθηκε η Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος (Σύμβαση του Παλέρμο) και αντιμετωπίσθηκαν ορισμένες αδυναμίες του προηγούμενου νόμου -, γ) του ν. 3932/2011 (ΦΕΚ Α' 49) - με τον οποίο μεταξύ άλλων συνεστήθη η υφιστάμενη «Αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης» - και δ) του ν. 4478/2017 (ΦΕΚ Α' 91) - με τον οποίο μεταξύ άλλων κυρώθηκε η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης «για τη νομιμοποίηση, ανίχνευση, κατάσχεση και δήμευση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας», που υπεγράφη στη Βαρσοβία στις 16 Μαΐου 2005. Μεσολάβησαν, επίσης, αρκετές, μικρότερης έκτασης τροποποιήσεις ή βελτιώσεις, όπως εκείνες του άρθρου 116 του ν. 4099/2012 (ΦΕΚ Α' 250) ή του άρθρου 68 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).

Με τον παρόντα νόμο κωδικοποιείται η ισχύουσα εθνική νομοθεσία με κατάργηση των αντίστοιχων διατάξεων των άρθρων 1 έως και 54 του ν.3691/2005 (Α'166). Επιδιώκεται η περαιτέρω αναβάθμιση των υφιστάμενων εθνικών μηχανισμών για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (Ξέπλυμα Χρήματος, εφεξής Ξ.Τ.) και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (εφεξής Χ.Τ.), μέσω της ενσωμάτωσης της πλέον πρόσφατης (τέταρτης) Οδηγίας που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σχετικό πεδίο, ήτοι της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 «σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής». Η ροή παράνομου χρήματος παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο, που μπορεί να βλάψει την ακεραιότητα, τη σταθερότητα και το κύρος του χρηματοπιστωτικού τομέα και απαιτεί επίκαιρες λύσεις, προσαρμοσμένες στις νέες συνθήκες που δημιουργούν η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και των διαφόρων μορφών συναλλαγών, η εξέλιξη των τεχνικών του ξεπλύματος, και η εξάπλωση του παράλληλου (αν και διαφορετικής φύσης) προβλήματος της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η ως άνω Οδηγία περιλαμβάνει, εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη (τρίτη) Οδηγία 2005/60/ΕΚ, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τις αναθεωρημένες συστάσεις της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (FATF) και τα πρότυπα που έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο άλλων διεθνών φορέων που δραστηριοποιούνται στην καταπολέμηση των σχετικών συμπεριφορών (ΟΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης, Egmont Group κ.α.), σταθμίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη για δημιουργία ενός ρυθμιστικού περιβάλλοντος που θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αναπτύσσουν τις δραστηριότητές τους χωρίς να υφίστανται δυσανάλογο κόστος συμμόρφωσης. Η Οδηγία 2015/849/ΕΕ εκδόθηκε ταυτόχρονα με τον Κανονισμό 2015/847/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 περί στοιχείων που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών και περί κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) 1781/2006, αποτελώντας από κοινού ένα ενδυναμωμένο θεσμικό πλαίσιο για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ο εν λόγω Κανονισμός, με ημερομηνία έναρξης εφαρμογής την 26η Ιουνίου 2017, επεκτείνει την παροχή πληροφόρησης στις μεταφορές χρηματικών ποσών και στον δικαιούχο (πέραν του πληρωτή) και επιβάλλει την υποχρέωση στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, καθώς και στον ενδιάμεσο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, να θεσπίζουν αποτελεσματικές, βάσει αξιολόγησης κινδύνου, διαδικασίες, για να προσδιορίζουν εάν πρέπει να διενεργούν, να απορρίπτουν ή να αναστέλλουν τη μεταφορά κεφαλαίων όταν λείπει η απαραίτητη πληροφόρηση για τον πληρωτή και τον δικαιούχο.

Όπως προελέχθη, η εθνική νομοθεσία που αφορά στο Ξ.Τ. και την Χ.Τ. και ειδικότερα ο βασικός ν. 3691/2008 έχει υποστεί ήδη αλλεπάλληλες (μικρότερες ή μεγαλύτερες) παρεμβάσεις, με συνέπεια να έχει απωλέσει σε κάποιο βαθμό τη συστηματική και ορολογική συνοχή του. Η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ απαιτεί σωρεία επιπλέον τροποποιήσεων, την αντικατάσταση εκτεταμένων χωρίων του υφιστάμενου νόμου αλλά και την αλλαγή παραδείγματος σε σχέση με τον τρόπο αντιμετώπισης ορισμένων ζητημάτων, με ορατό τον κίνδυνο δημιουργίας ενός δύσχρηστου και δυσλειτουργικού κειμένου. Για τον λόγο αυτό επελέγη η λύση της αντικατάστασης ολόκληρου του ν. 3691/2008 με ένα νέο, συνεκτικό νομοθέτημα, το οποίο θα συνδυάζει τις υφιστάμενες διατάξεις με εκείνες της ενσωματούμενης Οδηγίας. Στο πλαίσιο αυτό διατηρούνται και αναβαθμίζονται μηχανισμοί που δεν προβλέπονται ρητά από την Οδηγία, αλλά εξυπηρετούν την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών, όπως η Επιτροπή Στρατηγικής (άρθρο 12 του Σχεδίου Νόμου) και ο Φορέας Διαβούλευσης Ιδιωτικού Τομέα (άρθρο 14 του Σχεδίου Νόμου), ενώ ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται για την ενίσχυση της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008 (που παραμένει στο άρθρο 7 του Σχεδίου Νόμου), τόσο καθόσον αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό της, όσο και αναφορικά με το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της.

Η ύλη του νόμου χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος (άρθρα 1-46) περιλαμβάνεται η ενσωμάτωση των διατάξεων της οδηγίας (οι βασικοί ορισμοί που αφορούν στον σκοπό και το αντικείμενο του νόμου, τα βασικά αδικήματα, τα υπόχρεα πρόσωπα, τα θεσμικά ζητήματα που αφορούν στον προσδιορισμό, τον ρόλο και την λειτουργία των αρμόδιων για τα ζητήματα Ξ.Τ. και Χ.Τ. αρχών, εξειδικεύεται η δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, οι υποχρεώσεις αναφοράς ύποπτων συναλλαγών και η απαγόρευση γνωστοποίησής της, η συλλογή-φύλαξη και χορήγηση πληροφοριών, η προστασία προσωπικών δεδομένων και τα στατιστικά αρχεία, οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις καθώς και οι κατασχέσεις και η δήμευση περιουσιακών στοιχείων). Στο δεύτερο μέρος (άρθρα 47-55) περιλαμβάνονται οι οργανωτικές διατάξεις για την Αρχή Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, καθώς και οι μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις

Ο νόμος περιλαμβάνει, επίσης, και δύο Παραρτήματα με ενδεικτικούς καταλόγους των παραγόντων και των τύπων αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά χαμηλότερου και υψηλότερου κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας αντίστοιχα.

Β. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

Άρθρο 1

Το άρθρο αυτό ορίζει τον σκοπό του νόμου, σε αντιστοιχία προς το αντικαθιστάμενο άρθρο 1 του ν. 3691/2008, με αναφορά πλέον στην νέα Οδηγία 2015/849/ΕΕ.

Άρθρο 2

Το άρθρο αυτό ορίζει το αντικείμενο του νόμου και περιέχει τους ορισμούς των αδικημάτων του Ξ. Χ. και της Χ.Τ., σε αντιστοιχία προς τα οριζόμενα στο άρθρο 1 της Οδηγίας. Η νέα διάταξη δεν προβαίνει παρά σε περιορισμένες λεκτικές βελτιώσεις σε σύγκριση με εκείνη του άρθρου 2 του ν. 3691/2008, ενόψει και της επικείμενης υιοθέτησης της Πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου, η οποία θα αποτελέσει ενδεχομένως την αφορμή για μια επανεξέταση του παρόντος νομοθετικού πλαισίου.

Ο ορισμός του αδικήματος του Ξ.Χ. περιλαμβάνει, όπως και στον ισχύοντα νόμο, πέντε ομάδες «συμπεριφορών» που εντάσσονται στην έννοια της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων και οι βασικές υποστάσεις της επιδίωξης, της συγκάλυψης και της απομόνωσης, όπως αυτές έχουν επικρατήσει στα διεθνή συμβατικά κείμενα. Επαναλαμβάνεται, επίσης, στην παράγραφο 3, ότι το αδίκημα του Ξ.Χ. τελείται (και άρα εμπίπτει στη δικαιοδοσία των Ελληνικών δικαστηρίων) και όταν οι εγκληματικές δραστηριότητες από τις οποίες προέρχεται η προς νομιμοποίηση περιουσία, έλαβαν χώρα στο έδαφος άλλου κράτους, εφόσον όμως πληρούται το κριτήριο του «διπλού αξιόποινου», δηλαδή οι δραστηριότητες αυτές θα ήταν βασικό αδίκημα αν ελάμβαναν χώρα στην Ελλάδα και θεωρούνται αξιόποινες (αν και όχι απαραίτητα βασικό αδίκημα για Ξ.Χ. ή Χ.Τ.) σύμφωνα με τη νομοθεσία του άλλου κράτους. Εξάλλου, στην παράγραφο 4 επαναλαμβάνεται η διευκρίνιση ότι ως Χ.Τ. νοείται το αδίκημα που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 187Α ΠΚ, με το οποίο καλύπτεται η καθ' οιονδήποτε τρόπο χρηματοδότηση τόσο τρομοκρατικών οργανώσεων, όσο και μεμονωμένων τρομοκρατών ή επιμέρους τρομοκρατικών πράξεων.

Η παράγραφος 6 του άρθρου 1 της Οδηγίας αναφορικά με τη γνώση, την πρόθεση ή τον σκοπό που απαιτούνται ως στοιχεία του πραγματικού των αδικημάτων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου καλύπτεται ήδη πλήρως στο δίκαιό μας ενόψει και της αρχής της ηθικής απόδειξης που κατοχυρώνεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 177 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και για το λόγο αυτόν δεν κρίνεται σκόπιμη πρόσθετη αναφορά στις παρούσες διατάξεις, όπως δεν είχε κριθεί σκόπιμο και στους ν. 2331/1995 και 3424/2005 (βλ. σχετικά μόνο Τσιρίδη, Ο νέος νόμος για το ξέπλυμα χρήματος, 2009, σελ. 101-103).

Άρθρο 3

Στο άρθρο αυτό, όπως και στο αντίστοιχο άρθρο 3 του ν. 3691/2008, ορίζονται οι εγκληματικές δραστηριότητες που νοούνται ως βασικά αδικήματα του Ξ.Χ., με τρόπο ώστε να καλύπτονται και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3 παρ. 4 της Οδηγίας εγκλήματα. Ο ορισμός μερικών εκ των βασικών αδικημάτων επαναδιατυπώθηκε με αναφορά στις ισχύουσες σήμερα διατάξεις. Ειδικότερα, αναπροσαρμόσθηκαν το στοιχείο θ', ώστε η σχετική παραπομπή να αφορά στις διατάξεις του ν. 4139/2013 (Α' 74) που αντικατέστησε τον ν. 3459/2006, το στοιχείο ιγ' ώστε να αναφέρονται οι διατάξεις του ν. 4251/2014 (Α' 80) που αντικατέστησαν εκείνες του ν. 3386/2005, και το στοιχείο ιε' (πρώην ιζ'), ώστε η σχετική παραπομπή να γίνεται στα άρθρα 28 μέχρι 31 του ν. 4443/2016 (Α' 232) που ενσωμάτωσε την Οδηγία 2014/57/ΕΕ και την εκτελεστική Οδηγία 2015/2392 και αντικατέστησε τον ν. 3340/2005 (Α' 112). Παράλληλα, με την περίπτωση ιστ' (πρώην ιη') δίνονται οι νέοι ορισμοί των εγκλημάτων φοροδιαφυγής, όπως ισχύουν μετά την κατάργηση των άρθρων 17, 18 και 19 του ν. 2523/1997 και την αντικατάστασή τους με το άρθρο 66 του ν. 4174/2013 (Α' 170), καθώς και του αδικήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α' 43) με τις διατάξεις του άρθρου 71 του ν. 4174/2013.

Επιπλέον στο νέο στοιχείο δ' προσετέθησαν τα αδικήματα της εμπορίας επιρροής- μεσάζοντες και της δωροληψίας και δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (άρθρα 237A και 237Β ΠΚ), ώστε αφενός να καλύπτεται πλήρως η μη ποινικά τυποποιημένη έννοια της διαφθοράς - «corruption» (όπως αναφέρεται στο αγγλικό και γαλλικό κείμενο της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ) και αφετέρου λόγω της προτροπής προς την Ελλάδα, στο πλαίσιο της έκθεσης αξιολόγησής της για την εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ κατά της Διαφθοράς (UNCAC), να ενταχθούν ρητώς στα βασικά αδικήματα για το Ξ.Χ. όλα τα αδικήματα της προαναφερόμενης Σύμβασης.

Σημειώνεται, ότι στην ίδια έκθεση αξιολόγησης η ενσωμάτωση των εν λόγω αδικημάτων στο ελληνικό ΠΚ κρίθηκε ως επιτυχής πρακτική.

Το τελευταίο στοιχείο ιη' (πρώην κ') παραμένει ως «γενική ρήτρα», καθώς ορίζει ως βασικό αδίκημα κάθε άλλο αδίκημα, εκτός των προαναφερόμενων στα στοιχεία α' έως ιζ', για το οποίο η ελάχιστη προβλεπόμενη ποινή είναι άνω των έξι μηνών και από το οποίο προκύπτει περιουσιακό όφελος.

Άρθρο 4

Το άρθρο 4 περιέχει βασικούς ορισμούς εννοιών που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του νόμου, σε αντιστοιχία με τους συναφείς ορισμούς του άρθρου 3 στοιχεία 1-3, 6, 8-17 της Οδηγίας, αλλά με διαγραφή ορισμένων εννοιών που δεν χρησιμοποιούνται πλέον στον νόμο και με σημαντικές διορθώσεις και τροποποιήσεις σε σύγκριση με το άρθρο 4 του ν. 3691/2008.

Η έννοια της περιουσίας της παραγράφου 1 είναι σύμφωνη με εκείνη του στοιχείου 3 του άρθρου 3 της Οδηγίας. Ο ορισμός δεν κάνει ειδική αναφορά στη συμπερίληψη των εσόδων στην έννοια της περιουσίας, αφού η σχέση των δύο εννοιών προκύπτει από το άρθρο 2 παρ. 2 του νόμου.

Στην παράγραφο 2 δίνεται ο ορισμός του πιστωτικού ιδρύματος, σε ενσωμάτωση του στοιχείου 1 του άρθρου 3 της Οδηγίας. Ο ορισμός προβλέπεται στον Κανονισμό 575/2013 και αναφέρεται στο ν. 4261/2014. Καθώς, βάσει της νομολογίας του ΔΕΕ οι Κανονισμοί δεν ενσωματώνονται, χρησιμοποιείται ο ορισμός όπως αναφέρεται στο ν.4261/2014.

Επισημαίνεται ότι τα γραφεία αντιπροσωπείας απαλείφονται από τον ορισμό του πιστωτικού ιδρύματος, καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης Επιτροπής Τραπεζικών και Πιστωτικών Θεμάτων 211/1/5.12.2005, οι εργασίες τους είναι υποστηρικτικής και διαφημιστικής φύσεως, ενώ απαγορεύεται ρητά η ανάληψη συμβατικής δέσμευσης για λογαριασμό του αντιπροσωπευόμενου πιστωτικού ιδρύματος ή η διενέργεια εισπράξεων- πληρωμών με πελάτες του αντιπροσωπευόμενου πιστωτικού ιδρύματος στην Ελλάδα, για τη διεκπεραίωση οποιασδήποτε από τις εργασίες που υπόκεινται σε καθεστώς εποπτείας. Υπό αυτή την έννοια δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής των διατάξεων πρόληψης του ξεπλύματος χρήματος, ενώ εάν ένα γραφείο αντιπροσωπείας διεξάγει παρανόμως εργασίες που δεν προβλέπονται, προβαίνει σε καταστρατήγηση διατάξεων προληπτικής εποπτείας και εφαρμόζονται οι κυρώσεις του ν. 4261/2014. Επιπρόσθετα, η υπό ενσωμάτωση Οδηγία 2015/849/ΕΕ δεν προβλέπει την υπαγωγή των γραφείων αντιπροσωπείας στα υπόχρεα πρόσωπα. Τέλος στον εν λόγω ορισμό δεν εμπίπτει η Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς, λόγω της φύσης των εργασιών της αντιμετωπίζει περιορισμένους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, για τους οποίους λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα αποτροπής τους σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 6 του νόμου.

Με την παράγραφο 3 δίνεται ο ορισμός του χρηματοπιστωτικού οργανισμού, ο οποίος επαναπροσδιορίζεται, ώστε να ανταποκρίνεται στις επελθούσες αλλαγές στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο αλλά και να καλύπτει νέα είδη χρηματοπιστωτικών οργανισμών, σύμφωνα και με το στοιχείο 2 του άρθρου 3 της Οδηγίας. Σε σύγκριση με την αντίστοιχη παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008 προστίθενται περαιτέρω τα στοιχεία ε', ζ', ιε' και ιζ', ενώ γίνεται και μια αναρίθμηση για σκοπούς συστηματικότερης ταξινόμησης.

Ειδικότερα, το στοιχείο α' αφορά πλέον στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής. Στο αντίστοιχο στοιχείο ιγ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008, διευκρινιζόταν ότι υπάγονταν στις υποχρεώσεις του νόμου όχι μόνο οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν ασφαλίσεις ζωής αλλά και άλλες ασφαλίσεις με επενδυτικό χαρακτήρα. Το ίδιο ως άνω στοιχείο, όπως επαναδιατυπώνεται στο στοιχείο α' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, αφορά στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με τα άρθρα 7 ή 10 και 11 σε συνδυασμό με το άρθρο 269 του ν. 4364/2016 (Α' 13) ή εφόσον πρόκειται για ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ. Επισημαίνεται ότι κάθε ασφάλιση που σχετίζεται με επενδύσεις είναι ασφάλιση ζωής κατά την έννοια του άρθρου 5 του ν. 4364/2016· συνεπώς είναι περιττή η αναφορά σε παροχή υπηρεσιών σχετιζόμενων με επενδύσεις.

Αναφορικά με το στοιχείο β' της παραγράφου 3 για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές (πρώην στοιχείο ιδ' του άρθρου 4 παρ. 3 του ν. 3691/2008), σημειώνεται ότι ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις διατάξεις του π.δ. 190/2006 (Α' 196). Επίσης, σε σχέση με το στοιχείο θ' (πρώην στοιχείο στ') για τις ταχυδρομικές εταιρείες επισημαίνεται ότι αυτές περιλαμβάνονται στον ως άνω ορισμό στο μέτρο που παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3862/2010 (Α' 113).

Με το στοιχείο ε' περιλαμβάνονται για πρώτη φορά στις διατάξεις του νόμου οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων από δάνεια και πιστώσεις, οι οποίες έχουν λάβει άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος βάσει του ν. 4354/2015 (Α' 176), εφόσον εμπίπτουν στις προϋποθέσεις της παραγράφου 25 του άρθρου 1 του νόμου αυτού. Στις προϋποθέσεις αυτές εμπίπτουν οι εν λόγω εταιρείες εφόσον: α) χορηγούν νέα δάνεια ή/και πιστώσεις σε δανειολήπτες, των οποίων δάνεια ή πιστώσεις διαχειρίζονται, με αποκλειστικό σκοπό την αναχρηματοδότηση των δανείων τους ή την αναδιάρθρωση της δανειολήπτριας επιχείρησης δυνάμει ενός συγκεκριμένου σχεδίου αναδιάρθρωσης που συμφωνείται μεταξύ των μερών, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης συναίνεσης του δικαιούχου της απαίτησης ή β) εισπράττουν χρήματα δανειοληπτών για λογαριασμό των εντολέων τους ή γ) διαχειρίζονται δάνεια για λογαριασμό μη εποπτευόμενου από την Τράπεζα της Ελλάδος πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος που δεν υπόκειται πρωτογενώς στις σχετικές υποχρεώσεις.

Επίσης, στον ορισμό του χρηματοπιστωτικού οργανισμού προστίθενται με το στοιχείο ζ' τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 10 του ν. 4021/2011 (Α' 218), τα οποία είχαν εκ παραδρομής παραλειφθεί στον προηγούμενο νόμο, παρ' ότι αναφέρονταν στο άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 3691/2008 ως υπόχρεα πρόσωπα υποκείμενα στην εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Με το στοιχείο ιε' προστίθενται οι εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών, όπως ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2367/1995 (Α' 261). Με το στοιχείο ιζ' προστίθενται, τέλος, οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων, η έννοια των οποίων περιλαμβάνεται στις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4209/2013 (Α' 253). Στην έννοια των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων περιλαμβάνονται και οι εταιρίες διαχείρισης οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.

Αναφορικά με το στοιχείο ιβ' της παραγράφου 3 επισημαίνεται ότι περιλαμβάνει και τις εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων σε ακίνητη περιουσία, καθώς και τις ανώνυμες εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών. Καλύπτει επομένως τα στοιχεία η', θ' και ι' του ν. 3691/2008. Για κάποιους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της παραγράφου 3 του νόμου επιλέχθηκε ό όρος «εταιρείες», ως ευρύτερος, αντί του όρου «ανώνυμες εταιρείες» του ν. 3691/2008, ώστε να περιλαμβάνονται όλα τα είδη των εταιρειών. Στο στοιχείο ιη' (πρώην ιε') έχουν διαγραφεί τα γραφεία αντιπροσωπείας κατ' αντιστοιχία με την διαγραφή τους από τον ορισμό του πιστωτικού ιδρύματος. Τέλος, στο στοιχείο ιθ' (πρώην ιστ') έχουν διαγραφεί οι εταιρείες συμμετοχών, οι οποίες δεν αναφέρονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2015/849. Οι εν λόγω εταιρείες δεν υπάρχει λόγος να αποτελούν οι ίδιες υπόχρεα πρόσωπα, δεδομένου ότι κατέχουν μετοχές άλλων εταιρειών, οι οποίες ούτως ή άλλως αποτελούν υπόχρεα πρόσωπα εφόσον ασκούν δραστηριότητες που τις εντάσσουν στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Ο ορισμός του Χρηματοπιστωτικού Ομίλου της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008 αντικαθίσταται με το ορισμό του «Ομίλου» της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του νόμου, κατ' αντιστοιχία προς τον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο 15 της Οδηγίας, ενώ περιλαμβάνονται στην έννοια αυτή και επιχειρήσεις που συνδέονται μεταξύ τους με σχέση κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α' 251).

Στην παράγραφο 5 διατηρείται ο ορισμός της «Αρχής», με αναφορά πλέον στην νέα ονομασία της, ενώ στην παράγραφο 6 διατηρείται για πρακτικούς λόγους και για την αποφυγή επαναλήψεων ο ορισμός του «προσώπου», στον οποίο περιλαμβάνονται εκτός από τα φυσικά και νομικά πρόσωπα και οι κάθε μορφής νομικές οντότητες. Οι έννοιες του «νομικού προσώπου» και της «νομικής οντότητας» τίθενται όπως αυτές έχουν ήδη ορισθεί στο άρθρο 2 περ. γ' και δ' του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013). Στην πρώτη περιλαμβάνεται «κάθε επιχείρηση ή εταιρεία με νομική προσωπικότητα ή ένωση επιχειρήσεων ή εταιρειών με νομική προσωπικότητα, ενώ στην δεύτερη «κάθε μόρφωμα εταιρικής ή μη οργάνωσης και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα που δεν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, όπως ιδίως συνεταιρισμός, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία, κάθε μορφής εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων, κάθε μορφής καταπίστευμα ή εμπίστευμα ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφής ίδρυμα ή σωματείο ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφή προσωπικής επιχείρησης ή οποιαδήποτε οντότητα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε μορφής κοινή επιχείρηση, κάθε μορφής εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίου ή περιουσίας ή διαθήκης ή κληρονομίας ή κληροδοσίας ή δωρεάς, κάθε φύσης κοινοπραξία, κάθε μορφής εταιρεία αστικού δικαίου, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρείες, (και) κοινωνίες αστικού δικαίου».

Στην παράγραφο 7 μεταφέρεται (από την παράγραφο 9 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008) ο ορισμός του «χρηματοπιστωτικού τομέα» - από τον οποίο διαγράφεται η καταργηθείσα Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης - και στην παράγραφο 8 (από την παράγραφο 10 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008) ο ορισμός της «εικονικής τράπεζας», ο οποίος αντιστοιχεί στον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο 17 της Οδηγίας.
Με τις παραγράφους 9, 10 και 11 επαναδιατυπώνεται ο ορισμός των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων, των μελών της οικογένειάς τους και των στενών συνεργατών τους με βάση το ενωσιακό δίκαιο (άρθρο 3 στοιχεία 9-11 της Οδηγίας) και τις αναθεωρημένες Συστάσεις της FATF, με την σύμπτυξη στο σημείο αυτό της παραγράφου 11 του άρθρου 4 και του άρθρου 22 του ν. 3691/2008. Οι εν λόγω διατάξεις είναι προληπτικής φύσης και δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι στιγματίζουν πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα ως εμπλεκόμενα σε εγκληματικές δραστηριότητες. Η άρνηση επιχειρηματικής σχέσης με πρόσωπο απλώς λόγω του προσδιορισμού του ως πολιτικώς εκτεθειμένου προσώπου είναι αντίθετη με το πνεύμα και το γράμμα του παρόντος νόμου.

Στην παράγραφο 12 διατηρείται ο ορισμός του «λογαριασμού πλάγιας πρόσβασης (payable-through account)», ενώ στην νέα παράγραφο 13 ορίζεται η έννοια της «σχέσης ανταπόκρισης» σε αντιστοιχία προς τον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο 8 της Οδηγίας. Στις παραγράφους 14-15 μεταφέρονται οι ορισμοί της «ύποπτης» και της «ασυνήθους» συναλλαγής ή δραστηριότητας (από τις παραγράφους 13-14 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008), ενώ στην παράγραφο 16 επαναδιατυπώνεται ο ορισμός της «επιχειρηματικής σχέσης», κατ' αντιστοιχία με το στοιχείο 13 του άρθρου 3 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Σημειώνεται ότι η έννοια της «επιχειρηματικής σχέσης», πρέπει να νοείται υπό ευρεία έννοια, ως περιλαμβάνουσα και τις επαγγελματικές δραστηριότητες των ιδίων των υπόχρεων προσώπων και όχι μόνο των πελατών τους (ιδίως πώληση περιουσιακών τους στοιχείων, όπως ακίνητα ή χαρτοφυλάκια δανείων), καθώς και συμβάσεις ή συμφωνίες για παροχή υπηρεσιών από ελεύθερους επαγγελματίες, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει πρόθεση διάρκειας αυτής της σύμβασης ή συμφωνίας.

Η παράγραφος 17 περιλαμβάνει επαναδιατυπωμένο τον ορισμό του πραγματικού δικαιούχου (που βρισκόταν στην παράγραφο 16 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008), κατ' αντιστοιχία με το στοιχείο 6 του άρθρου 3 της Οδηγίας, με στόχο τον προσδιορισμό της ταυτότητας κάθε φυσικού προσώπου, το οποίο κατέχει νομική οντότητα ή ασκεί έλεγχο επ' αυτής. Προκειμένου να διασφαλισθεί ουσιαστική διαφάνεια, θα πρέπει να καλύπτεται το ευρύτερο δυνατό φάσμα νομικών οντοτήτων που έχουν συσταθεί ή δημιουργηθεί στην χώρα. Σημειώνεται ότι ως ιδιοκτησιακό δικαίωμα νοούνται και οι περιπτώσεις επικαρπίας, ενεχύρου, καθώς και τα μοντέρνα ιδιοκτησιακά καθεστώτα. Μολονότι ο εντοπισμός ενός συγκεκριμένου ποσοστού συμμετοχής στο κεφάλαιο ή κατοχής δικαιωμάτων ιδιοκτησίας δεν οδηγεί αυτομάτως στην εξεύρεση του πραγματικού δικαιούχου, θα πρέπει να αποτελεί ωστόσο έναν αποδεικτικό παράγοντα μεταξύ άλλων που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Η εξακρίβωση και ο έλεγχος της ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει, κατά περίπτωση, να επεκτείνεται σε νομικές οντότητες που κατέχουν άλλες νομικές οντότητες και τα υπόχρεα πρόσωπα θα πρέπει να αναζητούν το ή τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία τελικά ασκούν έλεγχο μέσω ιδιοκτησίας ή με άλλα μέσα της νομικής οντότητας-πελάτη. Ο έλεγχος με άλλα μέσα μπορεί να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα κριτήρια ελέγχου που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, όπως μέσω συμφωνίας μετόχων, της άσκησης δεσπόζουσας επιρροής ή της εξουσίας διορισμού ανωτέρων διοικητικών στελεχών. Ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα να μπορεί να εξακριβωθεί και το οποίο τελικά κατέχει ή ελέγχει μία νομική οντότητα. Σε τέτοιες εξαιρετικές περιπτώσεις, τα υπόχρεα πρόσωπα, έχοντας εξαντλήσει όλα τα άλλα μέσα εξακρίβωσης, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες, μπορούν να θεωρήσουν τα ανώτερα διοικητικά στελέχη ως τους πραγματικούς δικαιούχους.

Στην παράγραφο 18 προστίθεται ο ορισμός του ανώτερου διοικητικού στελέχους, ως στέλεχος που γνωρίζει τον βαθμό έκθεσης σε κίνδυνο ξεπλύματος, με εμπειρία στη λήψη αποφάσεων που επηρεάζουν την έκθεση της οντότητας σε κίνδυνο ξεπλύματος, περιγράφοντας στελέχη με επαρκώς υψηλή ιεραρχική θέση, όπως αποδίδεται ο όρος «seniority» του στοιχείου 12 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ. Με τις παραγράφους 19 και 20 προστίθενται επίσης νέοι ορισμοί, των «υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών» και του «ηλεκτρονικού χρήματος», σε αντιστοιχία με το άρθρο 3 στοιχεία 14 και 16 της Οδηγίας. Ειδικά για τον ορισμό των υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών (παράγραφος 19), διευκρινίζεται ότι η διοργάνωση και η διεξαγωγή παιγνίου ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων ιη' και ιθ' του άρθρου 25 του ν. 4002/2011 (Α' 180) αντίστοιχα, οι οποίες προστέθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 173 του ν. 4261/2014 (Α' 107). Καθόσον αφορά στον ορισμό του ηλεκτρονικού χρήματος (παράγραφος 20), αυτός αναφέρεται, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του ν. 4021/2011 (Α' 218), σε πράξεις πληρωμών όπως ορίζονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 4 του ν. 3862/2010 (Α' 113). Στην παράγραφο 21 προσδιορίζονται οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ), στις οποίες γίνονται σποραδικά παραπομπές στο πλαίσιο του νόμου.

Στην παράγραφο 22 ως «Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών» ορίζεται για την Ελλάδα η Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και για τα άλλα κράτη μέλη, η αρμόδια Μονάδα για την πρόληψη, ανίχνευση και αποτελεσματική αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 5

Στο άρθρο αυτό, όπως και στο άρθρο 5 του ν. 3691/2008, ορίζονται τα υπόχρεα πρόσωπα, δηλαδή τα πρόσωπα που υπόκεινται στις υποχρεώσεις του νόμου, σε ενσωμάτωση του άρθρου 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Οι περιπτώσεις που περιλαμβάνονται στο εν λόγω άρθρο ακολουθούν νέα αρίθμηση και έχουν προσαρμοσθεί στις επελθούσες εντωμεταξύ αλλαγές του συναφούς νομοθετικού πλαισίου.

Στα στοιχεία α' και β' της παραγράφου 1 παραμένουν ως υπόχρεα πρόσωπα τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί. Στα υπόχρεα πρόσωπα υπό το στοιχείο γ' περιλαμβάνονται οι ορκωτοί ελεγκτές-λογιστές και οι εταιρείες ορκωτών ελεγκτών- λογιστών που έχουν εγγραφεί στο δημόσιο μητρώο της ΕΛΤΕ, αλλά και οι ιδιώτες ελεγκτές, στους οποίους ανήκουν οι ελεγκτές που ασκούν διαχειριστικό, εσωτερικό ή οποιασδήποτε άλλης μορφής έλεγχο επί των οικονομικών αποτελεσμάτων μιας επιχείρησης, χωρίς να έχουν ιδιότητα υπαλλήλου ή σχέση εξαρτημένης εργασίας. Αναφορικά με το στοιχείο δ' της παραγράφου 1, διευκρινίζεται ότι με τον όρο εξωτερικός λογιστής-φοροτεχνικός εννοείται ο μη συνδεόμενος με σχέση εξαρτημένης εργασίας ή άλλη παρόμοια μόνιμη σχέση λογιστής-φοροτεχνικός, του οποίου η επαγγελματική δραστηριότητα ρυθμίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 2515/1997 (Α' 154) και του Π.Δ. 340/1998 (Α' 228).

Σύμφωνα με το στοιχείο ε' της παραγράφου 1 στις διατάξεις του νόμου εμπίπτουν οι μεσίτες ακινήτων του ν.4093/2012 (Α'222) , οι μεσίτες πιστώσεων, καθώς και οι πιστωτικοί φορείς του ν.4438/2016 (Α' 220), που δεν περιλαμβάνονται ήδη στα υπόχρεα πρόσωπα βάσει ειδικότερης διάταξης του παρόντος νόμου. Στο διευρυμένο στοιχείο στ' εμπίπτουν οι πάσης φύσεως επιχειρήσεις που διοργανώνουν ή/και διεξάγουν τυχερά παιχνίδια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που λειτουργούν ή εκμεταλλεύονται τις υποδομές και τους χώρους διεξαγωγής των παιγνίων.

Οι έμποροι και οι εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας αποτελούν, σύμφωνα με το στοιχείο ζ' της παραγράφου 1, υπόχρεα πρόσωπα στο βαθμό που πραγματοποιούν συναλλαγές σε μετρητά ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και άνω (αντί του ισχύοντος ορίου των 15.000 ευρώ και άνω), με στόχο να αυξηθεί η επαγρύπνηση και να μετριασθούν οι κίνδυνοι τους οποίους εγκυμονούν οι συναλλαγές σε μετρητά. Στο στοιχείο αυτό περιλαμβάνονται και οι εκπλειστηριαστές, οι οποίοι είναι οι εμπλεκόμενοι σε εμπορικές δικαιοπραξίες του ιδιωτικού τομέα που αφορούν σε κινητά πράγματα, καθώς και οι οίκοι δημοπρασιών.

Αξιοποιείται η δυνατότητα επέκτασης του πεδίου εφαρμογής σε επαγγελματικούς κλάδους/κατηγορίες επιχειρήσεων και προστίθενται ως υπόχρεα πρόσωπα αυτά που αναφέρονται στην Κ.Υ.Α. 1077797/20542/ΔΕ-Ε/8.6.2010 «Ορισμός κριτηρίων προσδιορισμού των εμπόρων αγαθών μεγάλης αξίας ως υπόχρεων προσώπων του ν. 3691/2008» και συγκεκριμένα :
α) Οι επιχειρήσεις εξόρυξης, παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων, οι επιχειρήσεις παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων μετάλλων και παραγώγων προϊόντων, οι επιχειρήσεις εμπορίας μαργαριταριών και κοραλλιών και οι επιχειρήσεις κατασκευής και εμπορίας κοσμημάτων και ρολογιών.
β) Οι επιχειρήσεις εμπορίας παλαιών αντικειμένων αξίας (αντίκες), αρχαιοτήτων, μεταλλίων, παλαιών γραμματοσήμων και νομισμάτων και λοιπών συλλεκτικών ειδών αξίας, οι επιχειρήσεις ή επαγγελματίες παραγωγής ή κατασκευής και εμπορίας έργων και αντικειμένων τέχνης γενικά, καθώς και μουσικών οργάνων.
γ) Οι επιχειρήσεις παραγωγής και εμπορίας ταπήτων και χαλιών, ειδών γουνοποιίας, δερμάτινων ειδών και ενδυμάτων γενικά, αξίας, ανά μονάδα είδους, μεγαλύτερης των 8.000 (οκτώ χιλιάδων) ευρώ.
δ) Οι επιχειρήσεις εμπορίας επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, ελικοπτέρων, αεροσκαφών και σκαφών αναψυχής γενικά.

Διατηρείται, η πρόβλεψη έκδοσης κοινής υπουργικής απόφασης , με την οποία θα ορίζονται τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των εμπόρων και εκπλειστηριαστών αγαθών μεγάλης αξίας.

Το στοιχείο η' αναφέρεται στους ενεχυροδανειστές οι οποίοι, κατόπιν εκτίμησης του κινδύνου που ενέχει η δραστηριότητα που ασκούν, επελέγη να συνεχίσουν να αποτελούν υπόχρεα πρόσωπα και στους αργυραμοιβούς, αξιοποιώντας στο σημείο αυτό τη δυνατότητα που παρέχει η παράγραφος 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 για επέκταση του πεδίου εφαρμογής της και σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους, πέραν αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 2 της εν λόγω Οδηγίας. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας θα πρέπει να ενημερωθεί σχετικά με την επέκταση αυτή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Στο στοιχείο θ' της παραγράφου 1 περιλαμβάνονται, ακολουθώντας την διατύπωση και τους περιορισμούς του στοιχείου ιγ' του άρθρου 5 του ν. 3691/2008 και της αιτιολογικής σκέψης 9 της Οδηγίας, οι συμβολαιογράφοι και οι δικηγόροι. Αναφορικά με τα υπόχρεα πρόσωπα του στοιχείου ι', διευκρινίζεται ότι είναι κυρίως νομικά πρόσωπα ή οντότητες (trust or company service providers) που παρέχουν ορισμένες υπηρεσίες σε εταιρείες και εμπιστεύματα (trusts) και δεν περιλαμβάνονται σε αυτά δικηγόροι, συμβολαιογράφοι ή λογιστές. Τα πρόσωπα αυτά λειτουργούν σε ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες) και γι' αυτό περιλαμβάνονται στο σχετικό στοιχείο γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 2 της Οδηγίας. Στην Ελλάδα δεν φαίνεται να αποκλείεται η σύσταση τέτοιων νομικών προσώπων ή οντοτήτων από την εθνική νομοθεσία ή τουλάχιστον η άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας ως δευτερεύουσας από νομικά πρόσωπα ή οντότητες με συναφή κύρια δραστηριότητα. Παράλληλα, προβλέπεται η έκδοση υπουργικής απόφασης για εξειδίκευση των προϋποθέσεων και των όρων σύστασης, λειτουργίας και εγγραφής σε μητρώο των συγκεκριμένων υπόχρεων προσώπων.

Η δυνατότητα ορισμού πρόσθετων κατηγοριών υπόχρεων προσώπων εναπόκειται σε νομοθετική πρωτοβουλία και όχι σε υπουργική ευχέρεια, λόγω της σοβαρότητας του συγκεκριμένου θέματος. Για το λόγο αυτό δεν συμπεριελήφθη στον νόμο διάταξη αντίστοιχη της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 3691/2008. Αντίθετα, στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 ρυθμίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες υπόχρεο φυσικό πρόσωπο (π.χ. λογιστής- φοροτεχνικός) αναλαμβάνει επαγγελματική δραστηριότητα ως υπάλληλος είτε υπόχρεου είτε μη υπόχρεου νομικού προσώπου. Πρόκειται για μεταφορά στο σημείο αυτό, για συστηματικούς λόγους, της παραγράφου 8 του άρθρου 13 του ν. 3691/2008, με την οποία ενσωματώνεται ταυτόχρονα η παράγραφος 1 εδ. γ' του άρθρου 46 της Οδηγίας.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας και Ανάπτυξης, κατόπιν εισήγησης της Αρχής, δύναται να ορίζονται τα ειδικότερα κριτήρια για τον προσδιορισμό των υπόχρεων προσώπων των περιπτ. ζ και η της παρ. 2, καθώς και οι ειδικότερες υποχρεώσεις στις οποίες αυτά υπόκεινται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 17 επ, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τη φύση και το ύψος των συναλλαγών.

Άρθρο 6

Ορίζονται οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν τα υπόχρεα πρόσωπα ως προς τη συμμόρφωσή τους με τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, καθώς και τις κατηγορίες των υπόχρεων προσώπων που εποπτεύονται από κάθε εποπτική αρχή. Ειδικά, σύμφωνα με το στοιχείο β' της παραγράφου 2, σημειώνεται ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εποπτεύει τις εταιρείες που παρέχουν επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες και δραστηριότητες, σύμφωνα με τον ν. 3606/2007, σε χρηματοοικονομικά μέσα, μεταξύ των οποίων και δυαδικά συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης που δεν εμπίπτουν στην κατηγορία των τυχερών παιγνίων ή των προϊόντων στοιχηματισμού.

Με το στοιχείο γ' της παραγράφου 2 ορίζεται ως νέα αρμόδια αρχή για τους ενεχυροδανειστές το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας. Η μεταφορά της εποπτείας από την Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης της ΑΑΔΕ στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας κρίθηκε αναγκαία, καθώς οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας ορίζονται με την υπ' αριθ. 5/2011 Αστυνομική Διάταξη. Στην αρμοδιότητα των Αστυνομικών Αρχών ανήκει ο έλεγχος των ανωτέρω, η χορήγηση έγκρισης άσκησης της δραστηριότητας του ενεχυροδανειστή μέσω καταχώρησής του στην ηλεκτρονική βάση P.O.L και η έκδοση απόφασης απαγόρευσης άσκησης της εν λόγω δραστηριότητας, στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Επίσης με την ως άνω Διάταξη προβλέπεται η υποχρέωση των ενεχυροδανειστών να καταχωρούν τα στοιχεία πελατών και συναλλαγών σε ειδικό βιβλίο που θεωρείται από την αρμόδια αστυνομική αρχή και να ενημερώνουν τις εν λόγω αρχές σε περίπτωση υπόνοιας για μη νόμιμη κατοχή των προσκομιζομένων σε αυτούς αντικειμένων ή μη νόμιμων αποδεικτικών ταυτότητας των πελατών τους. Οι υποχρεώσεις αυτές προσομοιάζουν με την υποχρέωση τήρησης μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και αποστολής αναφοράς ύποπτης συναλλαγής από τους ενεχυροδανειστές, που λειτουργούν έτσι ως υπόχρεα πρόσωπα του οικείου νόμου. Συνεπώς, οι αστυνομικές αρχές θεωρούνται καταλληλότερες ως προς τον έλεγχο συμμόρφωσης των ενεχυροδανειστών ως υπόχρεων προσώπων, λόγω της ιδιαιτερότητας των ανωτέρω επαγγελμάτων και του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία τους.

Επιπρόσθετα, το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας ορίζεται ως αρμόδια αρχή για τους αργυραμοιβούς καθώς οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας ορίζονται με την υπ' αριθ. 5/2011 Αστυνομική Διάταξη.

Με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ενσωματώνονται οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 48 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, οι οποίες αναφέρονται στην συχνότητα, την ένταση και την κατανομή των πόρων της εποπτείας που ασκούν οι αρμόδιες αρχές στα υπόχρεα πρόσωπα της αρμοδιότητάς τους, βάσει της κατανόησης των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας της χώρας και της αξιολόγησης του προφίλ κινδύνου των υπόχρεων προσώπων. Οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να εποπτεύουν την προσέγγιση βάσει κινδύνου των υπόχρεων προσώπων, αλλά και να εφαρμόζουν οι ίδιες προσέγγιση βάσει κινδύνου, σύμφωνα και με τη Σύσταση 26 της FATF και την παράγραφο 1 της σχετικής ερμηνευτικής της σημείωσης. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές προκειμένου να διαμορφώσουν το προφίλ κινδύνου των υπόχρεων προσώπων λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, το πλήθος των υπόχρεων προσώπων, τον βαθμό κινδύνου που συνδέεται με τη φύση και το μέγεθος των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων και κυρίως με τους πελάτες και τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχουν, το νομικό πλαίσιο που διέπει τις δραστηριότητές τους, καθώς και την επάρκεια και εφαρμογή των εσωτερικών πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών που τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες και των μικρών υπόχρεων προσώπων, ώστε να διασφαλίζεται μεταχείριση προσαρμοσμένη στις ειδικές ανάγκες τους και στη φύση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων.

Η παράγραφος 3 εξειδικεύει τις εποπτικές αρμοδιότητες των αρμόδιων αρχών, ώστε να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των υπόχρεων προσώπων με τις υποχρεώσεις που θέτει ο παρών νόμος, σύμφωνα και με την παράγραφο 1 του άρθρου 48 της Οδηγίας. Με το στοιχείο α' της παραγράφου 3 εξουσιοδοτούνται οι αρμόδιες αρχές να καθορίζουν με κανονιστικές αποφάσεις τους τις λεπτομέρειες εφαρμογής των επί μέρους υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο, καθώς και να επιβάλλουν μειωμένες υποχρεώσεις (όπως προβλέπεται ήδη στο άρθρο 6 παρ. 4 του ν. 3691/2008), λαμβάνοντας υπόψη τους αναφερόμενους στη διάταξη παράγοντες. Για παράδειγμα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες (συμβολαιογράφοι, δικηγόροι, λογιστές, μεσίτες ακινήτων, έμποροι αγαθών μεγάλης αξίας κτλ.) δεν μπορούν αντικειμενικά να εφαρμόζουν σε πλήρη έκταση τα μέτρα δέουσας επιμέλειας, την τήρηση αρχείων ή τον εσωτερικό έλεγχο. Ομοίως, με αντίστοιχες κανονιστικές αποφάσεις δύνανται να καθορίζονται (ενόψει και του άρθρου 5 της Οδηγίας) πρόσθετες ή αυστηρότερες υποχρεώσεις ή/και ποσοτικά όρια πέραν των προβλεπόμενων στον παρόντα νόμο, για ορισμένους τομείς (όπως ενδεικτικά ορισμένες εκ των υπηρεσιών τυχερών παιγνίων), που παρουσιάζουν αποδεδειγμένα αυξημένο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Περαιτέρω, στο στοιχείο β' επαναλαμβάνεται η κατ' άρθρο 6 παρ. 4 στοιχείο γ' του ν. 3691/2008 αρμοδιότητα των αρμόδιων αρχών για καθοδήγηση των υπόχρεων προσώπων με κατάλληλες οδηγίες και εγκυκλίους, αλλά και όποιες άλλες μεθόδους κριθούν πρόσφορες, ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Οι διατάξεις αυτές αρκούν για να καλύψουν την εξειδίκευση των μέτρων που αφορούν σε ειδικές κατηγορίες υπόχρεων προσώπων, όπως λ.χ. των προβλεπόμενων μέχρι τώρα στο άρθρο 16 παρ. 1 του ν. 3691/2008 αναφορικά με τις υποχρεώσεις των καζίνο.

Σύμφωνα με το στοιχείο γ' της παραγράφου 3, το οποίο ενσωματώνει την παράγραφο 2 του άρθρου 46 της Οδηγίας, τα υπόχρεα πρόσωπα ενημερώνονται από τις αρμόδιες αρχές σχετικά με νέες μεθόδους και πρακτικές διάπραξης ξεπλύματος χρήματος ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (τυπολογίες), καθώς και αναφορικά με κινδύνους που συνδέονται με συγκεκριμένους κλάδους ή δραστηριότητες. Σύμφωνα με το στοιχείο δ', τα υπόχρεα πρόσωπα ενημερώνονται επίσης για πληροφορίες και ανακοινώσεις που αφορούν στη συμμόρφωση ή μη χωρών προς την ενωσιακή νομοθεσία και τις Συστάσεις της FATF.

Με τα στοιχεία ε' και ζ' της παραγράφου 3 ενσωματώνονται οι παράγραφοι 2 εδ. α' και 8 του άρθρου 48 της Οδηγίας. Ειδικότερα, το στοιχείο ε' αναφέρεται στην αρμοδιότητα των ε αρμόδιων αρχών να διεξάγουν ελέγχους για να διαπιστώσουν την επάρκεια και καταλληλότητα των πολιτικών, μέτρων και διαδικασιών που εφαρμόζουν τα υπόχρεα πρόσωπα, εξετάζοντας δεόντως τις εκτιμήσεις κινδύνου των τελευταίων, οι οποίες εξαρτώνται κατ' ελάχιστον από τις μεταβλητές κινδύνου που καθορίζονται στο άρθρο 13 παράγραφος 11 του παρόντος νόμου. Επιπλέον, με το στοιχείο ζ', διασφαλίζεται η πρόσβαση των αρμόδιων αρχών σε στοιχεία ή δεδομένα που διαθέτουν τα υπόχρεα πρόσωπα και είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των εποπτικών και ελεγκτικών τους καθηκόντων.

Το στοιχείο στ' της παραγράφου 3 ρυθμίζει την περίπτωση στην οποία υπόχρεο πρόσωπο άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης λειτουργεί εγκαταστάσεις στην ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 48 της Οδηγίας. Εξάλλου, με το στοιχείο η' ενσωματώνεται η παράγραφος 3 του άρθρου 47 της Οδηγίας, η οποία ορίζει την υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εμποδίζουν πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί για συναφή αδικήματα να κατέχουν διευθυντική θέση ή να είναι πραγματικοί δικαιούχοι υπόχρεου προσώπου. Τυχόν ανταλλαγές πληροφοριών σχετικά με ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις, στο πλαίσιο αξιολόγησης της καταλληλότητας των προσώπων αυτών, θα πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ν. 4360/2016 που ενσωματώνει την απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την απόφαση 2009/316/ΔΕΥ του Συμβουλίου.

Το στοιχείο θ' της παραγράφου 3 ενσωματώνει τις παραγράφους 1 -2 του άρθρου 61 της Οδηγίας, οι οποίες ορίζουν την υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να θεσπίζουν αποτελεσματικούς και αξιόπιστους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών, που αφορούν σε παραβάσεις από τα υπόχρεα πρόσωπα των διατάξεων του νόμου και καθορίζει κατ' ελάχιστον το περιεχόμενό τους. Τέλος, το στοιχείο ι' αναφέρεται στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε βάρος των υπόχρεων προσώπων που δεν συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46. Επίσης προβλέπει την υποχρέωση ενημέρωσης των ΕΕΑ σχετικά με τις κυρώσεις και τα μέτρα που έχουν επιβληθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 62 της Οδηγίας.

Στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου προβλέπεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία έχει και την ιδιότητα της αρμόδιας αρχής, μετά από την εκτίμηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που δύναται να ενέχουν ορισμένες από τις δραστηριότητές της, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή αυτών.

Με την παράγραφο 5 ενσωματώνεται η παράγραφος 2 του άρθρου 2 της Οδηγίας, όπου δίνεται η δυνατότητα στο κάθε κράτος μέλος να εξαιρεί, μερικώς ή ολικώς, υπηρεσίες τυχερών παιγνίων, πλην αυτών που παρέχονται από τις επιχειρήσεις καζίνο, από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν. Οι υπηρεσίες αυτές δύναται να εξαιρούνται κατόπιν κατάλληλης εκτίμησης κινδύνου, η οποία στην αιτιολόγησή της περιλαμβάνει τον τρόπο με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη τυχόν πορίσματα των εκθέσεων που εκπονεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και το πόσο ευάλωτες είναι οι υπηρεσίες αυτές σε συναλλαγές εν όψει των χρησιμοποιούμενων μεθόδων πληρωμής. Τυχόν απόφαση εξαίρεσης κοινοποιείται υποχρεωτικά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου προβλέπεται ότι οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σε αυτήν συγκροτούν ειδικές υπηρεσιακές μονάδες, οι οποίες στελεχώνονται επαρκώς και διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και τεχνικούς πόρους για τον έλεγχο συμμόρφωσης των εποπτευόμενων από αυτές υπόχρεων προσώπων. Η εν λόγω πρόβλεψη περιλαμβάνεται και στην παράγραφο 2 εδ. β' του άρθρου 48 της Οδηγίας.

Η παράγραφος 8 αναφέρεται στη συνεργασία με τις ΕΕΑ και την παροχή πληροφοριών σε αυτές, σύμφωνα και με το άρθρο 50 της Οδηγίας.

Άρθρο 7

Στο άρθρο 7 αναφέρονται αναλυτικά οι αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών που λειτουργεί ως Κεντρικός Συντονιστικός Φορέας για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου κατ' εφαρμογή του άρθρων 7 και 49 της Οδηγίας. Η διάταξη δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα από την αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 8 του ν. 3691/2008, με εξαίρεση την διαγραφή των αρμοδιοτήτων των στοιχείων α' και γ' της παραγράφου 1 του ως άνω άρθρου 8 που κρίθηκε ότι δεν προσιδιάζουν στον χαρακτήρα του φορέα ή ότι δεν υπάρχουν οι πρακτικές δυνατότητες για την άσκησή τους.

Άρθρο 8

Το άρθρο 8 αφορά στη σύσταση Επιτροπής Στρατηγικής κατ' εφαρμογή του άρθρων 7 και 49 της Οδηγίας και κατ' αντιστοιχία προς το άρθρο 9 του ν. 3691/2008. Η βασική διαφοροποίηση σε σχέση με το ισχύον καθεστώς έγκειται στον τρόπο συγκρότησης της Επιτροπής, που γίνεται με αναφορά στους κατόχους συγκεκριμένων θέσεων στους φορείς απ' όπου προέρχονται τα μέλη και χωρίς να είναι αναγκαία η έκδοση υπουργικής απόφασης για τον διορισμό τους. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η συμμετοχή υψηλόβαθμων στελεχών της δημόσιας διοίκησης, όπως αρμόζει στον χαρακτήρα και στα καθήκοντα της Επιτροπής, και αποφεύγεται η ανάγκη έκδοσης νέας υπουργικής απόφασης κάθε φορά που μετατίθεται ή αποχωρεί κάποιο μέλος, πράγμα που δημιουργούσε προσκόμματα στην τακτική σύγκλιση και λειτουργία της Επιτροπής.

Η παράγραφος 3 αναφέρεται στον ορισμό των αναπληρωματικών μελών, αλλά και στη δυνατότητα συμμετοχής στις συνεδριάσεις και εξειδικευμένων στελεχών ανάλογα με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, ενώ η παράγραφος 4 ρυθμίζει την σύγκλιση τακτικών ή έκτακτων συνεδριάσεων (οι πρώτες προβλέπεται να συγκαλούνται τουλάχιστον ανά εξάμηνο αντί του ισχύοντος, πρακτικά ανεφάρμοστου διμήνου), την ανάθεση της εξέτασης εξειδικευμένων θεμάτων σε ομάδες εργασίας, τη σύνταξη Κανονισμού Λειτουργίας με την έγκριση του Υπουργού Οικονομικών και το περιεχόμενο αυτού. Στην παράγραφο 5 προβλέπεται η δυνατότητα της Επιτροπής να καλεί εκπροσώπους και άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, με ρητή αναφορά του φορέα διαβούλευσης του άρθρου 14, για να εξετάζονται θέματα αρμοδιότητάς τους, ενώ στην παράγραφο (όπως και στην παράγραφο 5 του άρθρου 9 ν. 3691/2008) προβλέπεται η παροχή γραμματειακής υποστήριξης της Επιτροπής από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.

Στην παράγραφο 7 αναφέρονται αναλυτικά οι αρμοδιότητες της Επιτροπής, έχοντας ως κεντρικό άξονα τον εντοπισμό, την ανάλυση, την εκτίμηση και την αντιμετώπιση των εκάστοτε υφιστάμενων κινδύνων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 7 της Οδηγίας, τη χάραξη στρατηγικής και γενικών πολιτικών που απαιτούν συντονισμένη δράση, καθώς και την ανάληψη χρήσιμων πρωτοβουλιών στο σχετικό πεδίο. Σύμφωνα με την παράγραφο 9, η Επιτροπή εξακολουθεί να έχει υποχρέωση υποβολής έκθεσης πεπραγμένων στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ενώ στην παράγραφο 10 επαναλαμβάνεται η πρόβλεψη της παραγράφου 9 του άρθρου 9 του ν. 3691/2008 περί του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται στο πλαίσιο λειτουργίας της Επιτροπής.

Άρθρο 9

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, οι οποίες επαναλαμβάνουν εν_ πολλοίς τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3691/2008, επιδιώκεται ο περιορισμός της τρωτότητας που χαρακτηρίζει ορισμένες εμπορικές, επιχειρηματικές ή μη κερδοσκοπικές δραστηριότητες, οι οποίες θεωρούνται από την εθνική και διεθνή εμπειρία ως «ευάλωτες» αναφορικά με τον κίνδυνο χρησιμοποίησής τους με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ο βαθμός επικινδυνότητας κάθε κατηγορίας δραστηριότητας διαφέρει ως προς τα δύο είδη αδικημάτων.

Στην παράγραφο 1 προβλέπεται η λήψη των αναγκαίων οργανωτικών μέτρων από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. για τον εντοπισμό πιθανών περιπτώσεων διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω των αγοραπωλησιών ακινήτων. Παρόμοια μέτρα λαμβάνουν οι φορολογικές και τελωνειακές αρχές, καθώς και το Σ.Δ.Ο.Ε. για την αντιμετώπιση των κινδύνων για Ξ.Χ. και Χ.Τ. μέσω του διασυνοριακού και εξωτερικού εμπορίου (παρ. 2).

Η παράγραφος 3 αναφέρεται στα μέτρα που οφείλουν να λαμβάνουν οι αρμόδιες φορολογικές υπηρεσίες, καθώς και το Σ.Δ.Ο.Ε., σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλων Υπουργείων ή δημόσιων φορέων που τηρούν μητρώα εταιρειών κάθε νομικής μορφής, τα οποία αφορούν μεταξύ άλλων στη σύσταση ή αλλαγή καταστατικού ή εγκρίνουν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, για την πρόληψη και καταστολή χρησιμοποίησης εταιρειών ή εταιρικών σχημάτων για σκοπούς διάπραξης αδικημάτων Ξ.Χ. και Χ.Τ.

Η παράγραφος 4 αναφέρεται στους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στη χώρα, ενώ η παράγραφος 5 επικεντρώνεται σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς χρηματοδοτούμενους από το Υπουργείο Εξωτερικών ή άλλα Υπουργεία, που είναι αρμόδια για την εποπτεία και επιχορήγησή τους και δραστηριοποιούνται κυρίως στο εξωτερικό. Ειδικά ως προς το Υπουργείο Εξωτερικών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4110/2013. Η λήψη σχετικών μέτρων κρίνεται επιβεβλημένη λόγω του κινδύνου χρησιμοποίησης των μη κερδοσκοπικών οργανισμών για τη διοχέτευση κεφαλαίων προς τρομοκρατικές οργανώσεις, καθώς και λόγω πιθανής κατάχρησης των κεφαλαίων που διαχειρίζονται οι οργανισμοί αυτοί, δεδομένου ότι ορισμένες κατηγορίες αυτών λειτουργούν με χαμηλή εποπτεία και χωρίς την εφαρμογή των όρων και προϋποθέσεων που ισχύουν για άλλες νομικές οντότητες.

Τέλος, η παράγραφος 6 προβλέπει ότι τα Υπουργεία, οι αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες και οι άλλοι δημόσιοι φορείς που αναφέρονται στο παρόν άρθρο αναφέρουν στην Αρχή κάθε ύποπτη συναλλαγή ή δραστηριότητα που εντοπίζουν.

Άρθρο 10

Με το άρθρο 14 διατηρείται ο Φορέας Διαβούλευσης του ιδιωτικού τομέα για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, για τους ίδιους λόγους για τους οποίους ο Φορέας αυτός είχε εισαχθεί στο άρθρο 11 του ν. 3691/2008. Η διάταξη περιέχει ορισμένες βελτιώσεις, όπως η δυνατότητα ορισμού μελών από κατηγορίες υπόχρεων προσώπων που δεν έχουν φορέα εκπροσώπησης (παρ. 1), η δυνατότητα κλήσης σε έκτακτες συνεδριάσεις ακόμα και υπόχρεων προσώπων για τα οποία δεν υπάρχουν φορείς εκπροσώπησης ούτε έχει ορισθεί μέλος στον Φορέα (παρ. 4), και η λήψη της σύμφωνης γνώμης των αρμόδιων αρχών πριν από την έκδοση διευκρινιστικών οδηγιών από τον Φορέα προς τα υπόχρεα πρόσωπα (παρ. 6 στοιχείο γ').

Άρθρο 11

Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, το οποίο προτάσσεται των υπολοίπων μέτρων δέουσας επιμέλειας, ενσωματώνεται η παράγραφος 1 του άρθρου 10 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, σύμφωνα με την οποία τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί απαγορεύεται να τηρούν ανώνυμους λογαριασμούς ή ανώνυμα βιβλιάρια καταθέσεων. Αντίστοιχη διάταξη υπήρχε και στο άρθρο 15 του καταργούμενου ν. 3691/2008, ενώ και πριν από την θέση σε ισχύ του ν. 3691/2008 τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα δεν τηρούσαν κατά πάγια πρακτική ανώνυμους λογαριασμούς.

Με την παράγραφο 2 του άρθρου ενσωματώνεται η παράγραφος 2 του άρθρου 10 της Οδηγίας, σχετικά με τη λήψη μέτρων από τα κράτη μέλη για την πρόληψη των κινδύνων κατάχρησης λόγω αδιαφάνειας από την χρήση ανώνυμων μετοχών. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, η οποία έχει ως βάση γνωστή διάταξη στο δίκαιό μας, ήτοι εκείνη της παραγράφου 2 του άρθρου 79 του ν. 2238/1994, οι κομιστές ανώνυμων μετοχών εταιρειών που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο έχουν υποχρέωση, κατά την εξαργύρωση των μερισματαποδείξεων, να υποβάλλουν υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 ότι είναι οι κύριοι ή επικαρπωτές των μετοχών ή πληρεξούσιοι αυτών, δηλώνοντας ταυτόχρονα τα στοιχεία των κυρίων ή επικαρπωτών. Εφόσον δεν προσκομιστεί η υπεύθυνη δήλωση, όποιος ενεργεί την εξαργύρωση των μερισματαποδείξεων έχει υποχρέωση να αρνηθεί την πληρωμή.

Άρθρο 12

Το άρθρο αυτό ενσωματώνει το άρθρο 11 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας τις περιπτώσεις στις οποίες τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Το πεδίο εφαρμογής του νόμου έχει επεκταθεί σε σύγκριση με την ρύθμιση του άρθρου 12 του ν. 3691/2008, καθώς στις περιπτώσεις που προβλέπονταν στον τελευταίο, έχουν προστεθεί:

1) η μεταφορά χρηματικών ποσών άνω των €1.000, σύμφωνα με το σημείο 9 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (η περίπτωση αυτή προβλεπόταν κατ' ουσία ήδη βάσει των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 1781/2006 ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/847, ωστόσο πλέον προβλέπεται ρητά). Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, ως «μεταφορά χρηματικών ποσών» νοείται οποιαδήποτε συναλλαγή εκτελείται τουλάχιστον εν μέρει ηλεκτρονικά για λογαριασμό ενός πληρωτή μέσω ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ασχέτως εάν πληρωτής και δικαιούχος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο και ασχέτως εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή και αυτός του δικαιούχου είναι ο ίδιος, συμπεριλαμβανομένων: α) της μεταφοράς πιστώσεων κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 260/2012, β) της άμεσης χρέωσης κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 260/2012, γ) των εμβασμάτων κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 13 της Οδηγίας 2007/64/ΕΚ, εθνικών ή διασυνοριακών, δ) της μεταφοράς που πραγματοποιείται μέσω κάρτας πληρωμής, εργαλείου ηλεκτρονικού χρήματος, κινητού τηλεφώνου ή κάθε άλλης ψηφιακής ή πληροφορικής τεχνολογίας συσκευής εκ ων προτέρων ή εκ των υστέρων πληρωμής με παρόμοια χαρακτηριστικά.

2) οι συναλλαγές των εμπόρων αγαθών που υπερβαίνουν τα €10.000 σε μετρητά, και

3) οι συναλλαγές των παρόχων υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που υπερβαίνουν τα €2.000 και διενεργούνται είτε κατά την κατάθεση του στοιχήματος είτε κατά την είσπραξη των κερδών.

Στην παράγραφο 2 ενσωματώνεται η διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 30 της Οδηγίας, σύμφωνα με την οποία τα υπόχρεα πρόσωπα δεν θα πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους αναφορικά με τα μέτρα δέουσας επιμέλειας που θα πρέπει να λάβουν, αλλά προσεγγίζουν την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της εκτίμησης κινδύνου.

Άρθρο 13

Η παράγραφος 1 του άρθρου αυτού ενσωματώνει την παράγραφο 1 του άρθρου 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας τα μέτρα συνήθους δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Το εδάφιο α' έχει συμπεριλάβει και την υποχρέωση πιστοποίησης και επαλήθευσης της ταυτότητας του προσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί να ενεργεί για λογαριασμό του πελάτη, καθώς και των στοιχείων νομιμοποίησής του, ήτοι του πληρεξουσίου εγγράφου. Οι αρμόδιες αρχές ορίζουν λεπτομερώς με αποφάσεις τους τα επιμέρους στοιχεία που ζητούν τα υπόχρεα πρόσωπα από τους πελάτες τους, τα έγγραφα που είναι αποδεκτά για την επαλήθευση των εν λόγω στοιχείων και άλλες τεχνικές λεπτομέρειες ως προς την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου. Το εδάφιο δ' της παραγράφου 1 του αντίστοιχου άρθρου 13 του ν. 3691/2008 έχει μεταφερθεί στο άρθρο 16 του παρόντος νόμου, ως παράγραφος 3, ακολουθώντας την δομή της Οδηγίας. Το εδάφιο ε' της εν λόγω παραγράφου του ν. 3691/2008 έχει συγχωνευτεί με την παράγραφο 4 του άρθρου 14 του ν. 3691/2008 και έχουν συμπεριληφθεί στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, η οποία ενσωματώνει την παράγραφο 4 του άρθρου 14 της Οδηγίας, ορίζοντας ότι στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το υπόχρεο πρόσωπο δεν μπορεί να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που προβλέπονται στα στοιχεία α', β' και γ' της προηγούμενης παραγράφου, δεν εκτελεί συναλλαγές του, δεν συνάπτει επιχειρηματική σχέση ή διακόπτει οριστικά αυτήν και εξετάζει αν συντρέχει υποχρέωση αναφοράς στην Αρχή. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται, σύμφωνα με την ρητή εξαίρεση του άρθρου 14 παρ. 4 εδ. β' της Οδηγίας, ως προς τους συμβολαιογράφους, δικηγόρους, ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές και λογιστές-φοροτεχνικούς συμβούλους, όταν ενεργούν στο πλαίσιο της αξιολόγησης της νομικής κατάστασης των πελατών τους ή εκτελούν δραστηριότητες ως υπερασπιστές ή ως εκπρόσωποι των πελατών τους σε δικαστικές διαδικασίες ή σχετικά με αυτές τις διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών για την έναρξη δικαστικής διαδικασίας ή την αποφυγή της.

Η παράγραφος 3, που αντιστοιχεί στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν. 3691/2008, ορίζει την επιπρόσθετη υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών να λαμβάνουν γνώση στοιχείων και πληροφοριών σχετιζόμενων με τους εξεταζόμενους πελάτες και από άλλες εταιρείες του ομίλου στον οποίο τυχόν ανήκουν. Με τον τρόπο αυτόν θα έχουν πιο σφαιρική γνώση της εικόνας του πελάτη. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 13 του ν. 3691/2008 διαγράφονται, καθώς το περιεχόμενο τους έχει συμπεριληφθεί στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Η παράγραφος 4 ορίζει την ομοίως επιπρόσθετη υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών να επαληθεύουν τα ετήσια εισοδήματα του πελάτη βάσει πρόσφατης πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικού σημειώματος). Η εν λόγω υποχρέωση που δεν προκύπτει από την Οδηγία, υιοθετήθηκε εκ των υστέρων στον νόμο 3691/2008 - με το άρθρο 13 παρ. 1 ν. 4051/2012 (Α' 40), το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 68 παρ. 7 ν. 4174/2013 (Α' 170) - στο πλαίσιο του μέτρου επιμέλειας της συλλογής πληροφοριών για τον σκοπό και τη σκοπούμενη φύση της επιχειρηματικής σχέσης ή σημαντικών συναλλαγών ή δραστηριοτήτων του πελάτη. Η υποχρέωση αυτή ήταν δυσανάλογη σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, αφού έμοιαζε να αφορά εξ ορισμού και σε μετέπειτα συναλλαγές του πελάτη, παρότι το εκκαθαριστικό είχε ήδη ληφθεί υπόψη για την αρχική διαμόρφωση του οικονομικού του προφίλ. Πλέον η προσκόμιση πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος απαιτείται μόνο κατά τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης (όπως το άνοιγμα λογαριασμού), αλλά μπορεί να ζητείται εκ νέου και στο πλαίσιο της επικαιροποίησης των στοιχείων του οικονομικού προφίλ του πελάτη, την κατάλληλη χρονική στιγμή και αναλόγως του βαθμού κινδύνου, βάσει της παραγράφου 6.

Η παράγραφος 6 ενσωματώνει την παράγραφο 5 του άρθρου 14 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας ότι τα μέτρα δέουσας επιμέλειας πρέπει να λαμβάνονται από τα υπόχρεα πρόσωπα και για τους υπάρχοντες πελάτες, αλλά σύμφωνα με την προσέγγιση αξιολόγησης κινδύνου. Αυτό σημαίνει ότι τα υπόχρεα πρόσωπα προβαίνουν σε επικαιροποίηση των στοιχείων και πληροφοριών του πελάτη, εφόσον τα στοιχεία που έχουν ήδη στη διάθεσή τους δεν επαρκούν για να προβούν στην εξέταση της συμβατότητας των συναλλαγών του με το διαμορφωμένο οικονομικό του προφίλ, λαμβανομένου υπόψη του βαθμού κινδύνου του.

Η παράγραφος 7 ορίζει ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια ρυθμιστική και εποπτική αρχή των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, δύναται να εξειδικεύει τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αρ. 2015/847 (ΕΕ L 141/5.6.2015), όσον αφορά στα στοιχεία που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ).

Η παράγραφος 9 ενσωματώνει το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 της Οδηγίας, ορίζοντας ειδικά για την περίπτωση ασφαλίσεων ζωής, μέτρα δέουσας επιμέλειας που οφείλουν να λαμβάνουν τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί ως προς τον δικαιούχο ενός ασφαλίσματος. Υπό αυτή την έννοια, μια ασφαλιστική εταιρεία, επιπρόσθετα των μέτρων δέουσας επιμέλειας που οφείλει να λαμβάνει ως προς τον πελάτη της (αυτόν δηλαδή που συνάπτει την ασφάλεια), οφείλει να λαμβάνει το ονοματεπώνυμο του δικαιούχου του ασφαλίσματος, εφόσον αυτός έχει κατονομαστεί εξ αρχής, ή να λαμβάνει επαρκείς πληροφορίες, ώστε να είναι σε θέση να προσδιορίσει την ταυτότητα του δικαιούχου του ασφαλίσματος όταν θα επέλθει ο χρόνος της πληρωμής του.

Η παράγραφος 10 ενσωματώνει την παράγραφο 6 του άρθρου 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας αντίστοιχες υποχρεώσεις με αυτές της παραγράφου 9 για τους δικαιούχους εμπιστευμάτων ή παρεμφερών νομικών μορφωμάτων.

Η παράγραφος 11 ενσωματώνει τις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 13, καθώς και το Παράρτημα Ι της Οδηγίας, ορίζοντας την διακριτική ευχέρεια των υπόχρεων προσώπων να καθορίζουν την έκταση των μέτρων δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζουν ως προς τους πελάτες τους ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου των τελευταίων. Για την εκτίμηση του κινδύνου εκάστου πελάτη τους, τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τις μεταβλητές που αναφέρονται στην παράγραφο 11, σε αντιστοιχία με το Παράρτημα Ι της Οδηγίας, οι οποίες αφορούν στην επαγγελματική δραστηριότητα και το οικονομικό μέγεθος του πελάτη, τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης, τον τύπο, την συχνότητα και την αξία των διενεργούμενων συναλλαγών του πελάτη, συμπεριλαμβανομένης της αρχικής κατάθεσης του πελάτη κατά το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού, καθώς και την αναμενόμενη προέλευση και τον προορισμό των κεφαλαίων του πελάτη. Επιπρόσθετα, τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις που εκδίδει η αρμόδια αρχή τους σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 6 του νόμου και να είναι σε θέση να αποδείξουν σε αυτήν ότι τα μέτρα δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζουν ως προς τους πελάτες τους είναι ανάλογα με τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που ενέχουν οι δραστηριότητές τους, καθώς και ότι τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται με συνέπεια και αποτελεσματικότητα.

Άρθρο 14

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 18, που αντιστοιχεί στο άρθρο 14 παρ. 1 της Οδηγίας, διατυπώνεται η γενική αρχή ότι η πιστοποίηση και επαλήθευση των στοιχείων ταυτότητας του πελάτη, άλλου προσώπου για λογαριασμό του οποίου ενεργεί ο πελάτης και του πραγματικού δικαιούχου πραγματοποιείται πριν τη σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων ή τη διενέργεια συναλλαγών.

Στις παραγράφους 2 και 3 ορίζονται συγκεκριμένες παρεκκλίσεις από την ως άνω γενική αρχή, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και κατ' αντιστοιχία προς το άρθρο 14 παρ. 2-3 της Οδηγίας. Ειδικότερα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, επιτρέπεται να ολοκληρώνεται η επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου κατά τη διάρκεια της σύναψης επιχειρηματικών σχέσεων, εφόσον αυτό απαιτείται για να μη διακοπεί η ομαλή διεξαγωγή των συναλλαγών και εφόσον ο κίνδυνος διάπραξης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι μικρός. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εν λόγω διαδικασίες επαλήθευσης περατώνονται το συντομότερο δυνατόν μετά την αρχική επαφή. Τα υπόχρεα πρόσωπα δεν πρέπει να κάνουν κατάχρηση της εν λόγω παρέκκλισης αποδεχόμενα αιτιάσεις του πελάτη περί δυσκολίας προσκόμισης εγγράφων επαλήθευσης ταυτότητας ή νομιμοποιητικών εγγράφων νομικού προσώπου πριν από την έναρξη της επιχειρηματικής σχέσης και περί του επείγοντος διενέργειας συναλλαγών που είναι συνήθεις, αλλά αντιθέτως πρέπει να επιτρέπουν την εν λόγω παρέκκλιση μόνο υπό τις αυστηρές προϋποθέσεις της εν λόγω παραγράφου. Σύμφωνα με την παράγραφο 3, ειδικά τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μπορούν να επιτρέπουν το άνοιγμα λογαριασμού σε πελάτη, εφόσον έχουν εξασφαλίσει ότι δεν θα πραγματοποιηθεί καμία συναλλαγή δική του ή για λογαριασμό του, προτού ολοκληρωθεί η πιστοποίηση και επαλήθευση της ταυτότητας αυτού και του πραγματικού δικαιούχου.

Η παράγραφος 4 ενσωματώνει το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 της Οδηγίας, αναφορικά με τους δικαιούχους ασφαλίσματος που ταυτοποιούνται ή προσδιορίζονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 13, και των οποίων η επαλήθευση της ταυτότητας πρέπει να μπορεί να πραγματοποιηθεί κατά το χρόνο πληρωμής και επιπρόσθετα, σε περίπτωση εκχώρησης, κατά τον χρόνο αυτής.

Η παράγραφος 5 ορίζει την υποχρέωση των επίγειων καζίνο ή καζίνο πλοίων στην Ελλάδα ή υπό ελληνική σημαία να εξακριβώνουν την ταυτότητα των πελατών τους κατά την είσοδό τους στις εγκαταστάσεις τους, όπως προβλεπόταν ήδη στην παράγραφο 1 του άρθρου 16 του καταργούμενου ν. 3691/2008.

Άρθρο 15

Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ενσωματώνει το άρθρο 15 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, παρέχοντας τη διακριτική ευχέρεια στα υπόχρεα πρόσωπα να εφαρμόζουν μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, αφού προηγουμένως συγκεντρώσουν επαρκείς πληροφορίες και βεβαιωθούν ότι μια επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή παρουσιάζει χαμηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στις περιπτώσεις αυτές, τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 13, προσαρμόζοντας κατάλληλα το ποσοτικό όριο, τον χρόνο ή τον τρόπο εφαρμογής τους. Σημειώνεται ότι τα μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας αφορούν σε χαλάρωση συγκεκριμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας, λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων και της φύσης του χαμηλότερου κινδύνου, αλλά όχι στην πλήρη απαλοιφή κάποιου εξ αυτών. Παραδείγματα χαμηλότερου κινδύνου είναι: η επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου μετά τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης και αφού οι συναλλαγές του πελάτη υπερβούν κάποιο εύλογο ποσοτικό όριο· η μείωση της συχνότητας της επικαιροποίησης στοιχείων του οικονομικού προφίλ του πελάτη· η μείωση του βαθμού παρακολούθησης της συναλλακτικής δραστηριότητας του πελάτη βάσει εύλογου ποσοτικού ορίου· και η μη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης όταν αυτή τεκμαίρεται από τον τύπο των διεξαγόμενων συναλλαγών. Σημειώνεται ότι καταργείται η εξ ορισμού εφαρμογή μέτρων απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας στις περιπτώσεις που προβλέπονταν στο άρθρο 17 του ν. 3691/2008 και ότι οι εν λόγω περιπτώσεις αποτελούν πλέον παράγοντες δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου που εμπεριέχονται στο Παράρτημα II του νόμου και τους οποίους οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους τα υπόχρεα πρόσωπα κατά την εκτίμηση του κινδύνου που διενεργούν.

Η παράγραφος 2 ενσωματώνει το άρθρο 16 της Οδηγίας, παραπέμποντας στο Παράρτημα I του νόμου, το οποίο αντιστοιχεί στο Παράρτημα II της Οδηγίας και στο οποίο παρατίθενται οι παράγοντες και οι τύποι αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου τους οποίους θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κατ' ελάχιστον τα υπόχρεα πρόσωπα και οι οποίοι σχετίζονται με πελάτες, χώρες και γεωγραφικές περιοχές, καθώς και με συγκεκριμένα προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παροχής υπηρεσιών.

Η παράγραφος 3 εξουσιοδοτεί τις αρμόδιες αρχές του χρηματοπιστωτικού τομέα να εκδώσουν αποφάσεις στις οποίες θα πρέπει να εξειδικεύσουν τους παράγοντες δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου και τα μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζονται σε επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές χαμηλότερου κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες των ΕΕΑ, ενώ παρέχεται η δυνατότητα στις λοιπές αρμόδιες αρχές να εκδίδουν αντίστοιχου περιεχομένου αποφάσεις.

Άρθρο 16

Η παράγραφος 1 του άρθρου 16 ενσωματώνει το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 18 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας την υποχρεωτική λήψη μέτρων αυξημένης δέουσας επιμέλειας: α) κατά τη σύναψη διασυνοριακών σχέσεων τραπεζικής ανταπόκρισης (άρθρο 21), β) στις συναλλαγές ή επιχειρηματικές σχέσεις με πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα (άρθρο 22), γ) στις συναλλαγές με πρόσωπα με εγκατάσταση σε τρίτες χώρες, που χαρακτηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως υψηλού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Πρόκειται για τις χώρες για τις οποίες η Επιτροπή εκδίδει πράξεις κατ' άρθρο 9 παρ. 2 της Οδηγίας. Με την διάταξη αυτή ενσωματώνεται κατ' ουσία και το άρθρο 18 του προηγούμενου ν. 3691/2008, σύμφωνα με το οποίο απαγορευόταν η απλουστευμένη δέουσα επιμέλεια για νομικά πρόσωπα από τέτοιες χώρες. Επιπρόσθετα, επιβάλλεται η υποχρέωση εφαρμογής μέτρων αυξημένης δέουσας επιμέλειας στις περιπτώσεις επιχειρηματικών σχέσεων ή συναλλαγών που παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4. Σημειώνεται ότι καταργείται η υποχρεωτική εφαρμογή μέτρων αυξημένης δέουσας επιμέλειας στις συναλλαγές που διενεργούνται χωρίς φυσική παρουσία του πελάτη οι οποίες προβλέπονταν στο άρθρο 20 του καταργούμενου ν. 3691/2008 και ότι οι επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές εξ αποστάσεως (χωρίς φυσική παρουσία των μερών), χωρίς διασφαλίσεις, όπως ηλεκτρονικές υπογραφές και τα προϊόντα ή συναλλαγές που ευνοούν την ανωνυμία, αποτελούν πλέον παράγοντες δυνητικά υψηλότερου κινδύνου που εμπεριέχονται στο Παράρτημα II του νόμου και τους οποίους οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους τα υπόχρεα πρόσωπα κατά την εκτίμηση του κινδύνου που διενεργούν.

Η παράγραφος 2 ενσωματώνει το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 18 της Οδηγίας, ορίζοντας ότι τα υπόχρεα πρόσωπα δεν υποχρεούνται εξ ορισμού να εφαρμόζουν μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας, όταν ο ευρισκόμενος σε τρίτη χώρα υψηλού κινδύνου πελάτης τους είναι υποκατάστημα ή θυγατρική κατά πλειοψηφική συμμετοχή υπόχρεης οντότητας εγκατεστημένης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον συμμορφώνεται πλήρως με τις πολιτικές και διαδικασίες που εφαρμόζονται σε επίπεδο ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 36, αλλά ότι προσεγγίζουν τις περιπτώσεις αυτές με βάση τον εκτιμώμενο κίνδυνο.

Η παράγραφος 3 ενσωματώνει την παράγραφο 2 του άρθρου 18 της Οδηγίας, ορίζοντας την εξέταση με ιδιαίτερη προσοχή και την επίδειξη αυξημένης δέουσας επιμέλειας στις περιπτώσεις των πολύπλοκων ή ασυνήθιστα μεγάλων συναλλαγών, καθώς και των ασυνήθιστων ειδών συναλλαγών, που πραγματοποιούνται χωρίς προφανή οικονομικό σκοπό ή νόμιμη αιτία. Σημειώνεται ότι αντίστοιχη πρόβλεψη υπήρχε στο στοιχείο δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 3691/2008 ως μέτρο συνήθους δέουσας επιμέλειας.

Η παράγραφος 4 ενσωματώνει την παράγραφο 3 του άρθρου 18 της Οδηγίας, παραπέμποντας στο Παράρτημα II του νόμου, το οποίο αντιστοιχεί στο Παράρτημα III της Οδηγίας και στο οποίο παρατίθενται οι παράγοντες και οι τύποι αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά υψηλότερου κινδύνου τους οποίους θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κατ' ελάχιστον τα υπόχρεα πρόσωπα και οι οποίοι σχετίζονται με πελάτες, χώρες και γεωγραφικές περιοχές, καθώς και με συγκεκριμένα προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παροχής υπηρεσιών.

Η παράγραφος 5 εξουσιοδοτεί τις αρμόδιες αρχές του χρηματοπιστωτικού τομέα να εκδώσουν αποφάσεις στις οποίες θα πρέπει να εξειδικεύσουν τους παράγοντες δυνητικά υψηλότερου κινδύνου και τα μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζονται σε επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές υψηλότερου κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες των ΕΕΑ, ενώ παρέχεται η δυνατότητα στις λοιπές αρμόδιες αρχές να εκδίδουν αντίστοιχου περιεχομένου αποφάσεις.

Άρθρο 17

Με το άρθρο αυτό ενσωματώνονται τα άρθρα 19 και 24 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και θεσπίζονται επιπλέον υποχρεώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, πέραν των μέτρων δέουσας επιμέλειας του άρθρου 13, όταν υφίστανται διασυνοριακές σχέσεις ανταπόκρισης με ίδρυμα πελάτη από τρίτη χώρα. Αντίστοιχη διάταξη είναι εκείνη του άρθρου 21 του ν. 3691/2008.

Άρθρο 18

Με το άρθρο αυτό ενσωματώνονται τα άρθρα 20 έως και 23 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές θεσπίζονται μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας για τα υπόχρεα πρόσωπα, όταν διενεργούν συναλλαγές ή συνάπτουν επιχειρηματικές σχέσεις με πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα, μέλη της οικογένειάς τους και στενούς συνεργάτες τους.

Η αυξημένη δέουσα επιμέλεια για τα πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα θεσπίστηκε με την τρίτη Ενωσιακή Οδηγία και αντίστοιχη διάταξη υπήρχε στον ν. 3691/2008 (άρθρο 22). Όπως όμως τονίζεται στην σκέψη 33 της αιτιολογικής έκθεσης της Οδηγίας, οι διατάξεις σχετικά με τα πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα είναι προληπτικής και όχι ποινικής/κυρωτικής φύσης και δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι στιγματίζουν πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα ως εμπλεκόμενα σε εγκληματική δραστηριότητα. Η άρνηση σύναψης μιας επιχειρηματικής σχέσης απλώς και μόνο λόγω του προσδιορισμού ενός προσώπου ως «πολιτικώς εκτεθειμένου» δεν συνάδει με το γράμμα και το πνεύμα του παρόντος νόμου.

Άρθρο 19

Η παράγραφος 1 του άρθρου 23 ενσωματώνει το άρθρο 25 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας τα μέτρα δέουσας επιμέλειας για τα οποία τα υπόχρεα πρόσωπα μπορούν να στηρίζονται σε τρίτα μέρη. Σημειώνεται ότι αναδιατυπώνεται με ορθότερο τρόπο το αντίστοιχο άρθρο 23 παρ. 1 του καταργούμενου ν. 3691/2008, το οποίο δεν συμπεριελάμβανε στα εν λόγω μέτρα δέουσας επιμέλειας και τη συλλογή πληροφοριών για το αντικείμενο και τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης, καθιστώντας τη στήριξη σε τρίτα μέρη αλυσιτελή. Επίσης τα τρίτα μέρη μπορούν να συλλέξουν και τα φορολογικά έγγραφα των πελατών που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 17 του παρόντος νόμου (υποχρέωση που δεν υπάρχει στην Οδηγία).

Η παράγραφος 2 ορίζει τα τρίτα μέρη, ακολουθώντας πιο συντηρητική προσέγγιση από αυτή της παράγραφο 1 του άρθρου 26 της Οδηγίας, καθώς περιορίζει τις κατηγορίες υπόχρεων προσώπων που συνιστούν τρίτα μέρη και τις τρίτες χώρες προέλευσής τους (μόνο χώρες μέλη της FATF). Ωστόσο, τα τρίτα μέρη είναι περισσότερα από αυτά που προβλέπονταν στην παράγραφο 2 του άρθρου 23 του ν. 3691/2008, καθώς προστίθενται οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων τρίτων, οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και οι εταιρείες επενδυτικής διαμεσολάβησης.

Οι παράγραφοι 3-5 ενσωματώνουν τα άρθρα 27-29 της Οδηγίας. Ειδικά η παράγραφος 5 αντιστοιχεί στο άρθρο 25 παρ. 1 του ν. 3691/2008, ενώ διατηρείται και η δυνατότητα των αρμόδιων αρχών να εξειδικεύουν με αποφάσεις τους τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα υπόχρεα πρόσωπα θα μπορούν να βασίζονται σε τρίτα μέρη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 20

Με το άρθρο αυτό ενσωματώνεται το άρθρο 30 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Η ανάγκη για ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον εντοπισμό των εγκληματιών, οι οποίοι αλλιώς θα μπορούσαν να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους πίσω από μια εταιρική δομή. Με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 επιβάλλεται καταρχάς στα νομικά πρόσωπα και άλλες νομικές οντότητες που έχουν καταστατική έδρα στην Ελλάδα, να συλλέγουν και να φυλάσσουν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο τους και να χορηγούν τις πληροφορίες αυτές στα υπόχρεα πρόσωπα, όταν αυτά λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, καθώς επίσης στην Αρχή, τις αρμόδιες αρχές, και τις αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατόπιν αιτήματός τους. Η τήρηση του ειδικού μητρώου γίνεται με επιμέλεια του υπεύθυνου εταιρικής συμμόρφωσης προκειμένου για εισηγμένες εταιρείες ή του αρμόδιου ανώτατου στελέχους διοίκησης ανάλογου τμήματος σε κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή οντότητα, εφαρμοζομένων των διατάξεων του ν. 2472/1997 (Α'50) για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Στις παραγράφους 4 έως 10 θεσμοθετείται Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων σύμφωνα με τις επιταγές της Οδηγίας. Ορίζεται το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων ως ηλεκτρονικά συνδεδεμένο σύστημα με το ΑΦΜ κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας υπό την ευθύνη της ΓΓΠΣ, μέσω της οποίας γίνεται η πρόσβαση, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών έχει ενσωματώσει έναν τεράστιο όγκο επικαιροποιημένων οικονομικών στοιχείων ως προς τους πραγματικούς δικαιούχους, το στοιχείο της διαλειτουργικότητας και της προσβασιμότητας, την άμεση επίπτωση των διοικητικών κυρώσεων, γεγονός το οποίο μπορεί να λειτουργήσει προληπτικά και να εξασφαλίσει την τήρηση της υποχρέωσης των υπόχρεων οντοτήτων για παροχή επικαιροποιημένων στοιχείων.

Το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων δύναται να συνδέεται με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, στο οποίο είναι καταχωρισμένο το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα για τη σύνδεση του Μητρώου με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ.

Στις παραγράφους 5 και 6 ορίζονται οι αρχές και τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων καθώς και η δυνατότητα περιορισμού της πρόσβασης και των παρεχόμενων πληροφοριών με έκδοση απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Αρχής.

Στις παραγράφους 7 και 8 ορίζονται οι διοικητικές κυρώσεις στην περίπτωση μη συμμόρφωσης των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων και παράβασης της υποχρέωσης της παρ. 1.

Στην παράγραφο 10, προβλέπεται η δυνατότητα τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να συστήνουν κοινά πληροφοριακά συστήματα, τα οποία επιτρέπουν την καταχώριση πληροφοριών για τους νόμιμους και τους πραγματικούς δικαιούχους των νομικών προσώπων που είναι πελάτες τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εδρεύουν στην αλλοδαπή. Για τον σκοπό αυτό, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί δύναται να ιδρύουν ειδικά νομικά πρόσωπα ή να αξιοποιούν υπάρχοντα νομικά πρόσωπα εξειδικευμένα στη συγκέντρωση, επεξεργασία και διάθεση εμπορικών και διατραπεζικών πληροφοριών, όπως π.χ. η εταιρεία Τραπεζικά Συστήματα Πληροφοριών- Τειρεσίας. Με τα κοινά αυτά πληροφοριακά συστήματα τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις του νόμου. Επιπροσθέτως, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θωρακίζονται περαιτέρω με αυτά τα συστήματα έναντι της κακόβουλης χρήσης νομικών προσώπων για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς καταχωρούν τις ως άνω πληροφορίες και για νομικά πρόσωπα που εδρεύουν στην αλλοδαπή, συμπεριλαμβανομένων εξωχώριων εταιρειών και εταιρειών ειδικού σκοπού που αποτελούν πηγή υψηλότερου κινδύνου. .

Άρθρο 21

Ορίζεται το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Καταπιστευμάτων σύμφωνα με τα οριζόμενα των διατάξεων του άρθρου 31 της οδηγίας.

Άρθρο 22

Στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ορίζονται, σύμφωνα με την διευρυμένη διατύπωση του άρθρου 33 παρ. 1 της Οδηγίας, οι υποχρεώσεις των υπόχρεων προσώπων και των υπαλλήλων τους, στους οποίους περιλαμβάνονται τα διευθυντικά στελέχη, να υποβάλλουν άμεσα αναφορές ύποπτων συναλλαγών στην Αρχή, όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες, ότι κεφάλαια, ανεξαρτήτως του ύψους τους, συνιστούν έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες ή σχετίζονται με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (στ. α') και να παρέχουν στις Μονάδες της Αρχής, στην αρμόδια αρχή και σε άλλες δημόσιες αρχές κάθε απαιτούμενη πληροφορία (στ. β').

Στην παράγραφο 2 ορίζεται, σύμφωνα με ρητή εξαίρεση που θέτει η Οδηγία (άρθρο 34 παρ. 2 και αιτιολογική σκέψη 10) και περιελάμβανε και το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3691/2008, ότι από την υποχρέωση αναφοράς εξαιρούνται οι συμβολαιογράφοι, οι δικηγόροι, οι ορκωτοί ελεγκτές-λογιστές και λογιστές-φοροτεχνικοί σύμβουλοι, στις περιπτώσεις μόνο που τα εν λόγω πρόσωπα εξακριβώνουν τη νομική θέση των πελατών τους ή εκτελούν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο της υπεράσπισης ή εκπροσώπησής τους σε δικαστικές διαδικασίες ή σχετικά με αυτές, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών αναφορικά με την κίνηση ή αποφυγή τέτοιων διαδικασιών. Όσον αφορά στους δικηγόρους, οι αναφορές ύποπτων συναλλαγών υποβάλλονται στην Αρχή μέσω της ειδικής επιτροπής του άρθρου 29.

Στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι, σε περίπτωση που το υπόχρεο πρόσωπο έχει διορίσει υπεύθυνο για τον έλεγχο συμμόρφωσης σε επίπεδο διοίκησης, η αναφορά ύποπτων συναλλαγών προς την Αρχή υποβάλλεται από αυτόν (άρθρο 33 παρ. 2 της Οδηγίας), ενώ στην παράγραφο 4 διευκρινίζεται ότι η αναφορά ύποπτων συναλλαγών από τα πιστωτικά ιδρύματα, τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους υποβάλλεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 38.

Άρθρο 23

Στο άρθρο αυτό, με το οποίο ενσωματώνεται το άρθρο 35 της Οδηγίας, ορίζονται τα κριτήρια για την ενδεχόμενη αποχή από την διενέργεια συναλλαγών, την άσκηση δραστηριοτήτων ή την παροχή υπηρεσιών, εκτός αν η αποχή αυτή είναι αδύνατη ή ενδέχεται να εμποδίσει τη δίωξη των πελατών, των πραγματικών δικαιούχων ή των προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό τους. Στην περίπτωση που αποφασισθεί η αποχή κατά τα ανωτέρω, καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει η άμεση ενημέρωση της Αρχής και οι οδηγίες που αυτή θα παράσχει στο υπόχρεο πρόσωπο, συνυπολογίζοντας σε κάθε περίπτωση τον επαπειλούμενο κίνδυνο ο πελάτης να υποψιασθεί κάτι από τη μη διενέργεια της συναλλαγής, της άσκησης δραστηριοτήτων ή της παροχής υπηρεσιών και να προσπαθήσει να αποκρύψει τα περιουσιακά του στοιχεία.

Άρθρο 24

Στο άρθρο αυτό, που ενσωματώνει το άρθρο 36 της Οδηγίας και αντιστοιχεί στο άρθρο 28 του ν. 3691/2008, εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις αναφοράς προς την Αρχή ύποπτων συναλλαγών ή γεγονότων από τις αρμόδιες αρχές (παρ. 1), καθώς και από τους διαχειριστές των αγορών μετοχών, ομολόγων, άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, παραγώγων και συναλλάγματος (παρ. 2). Στις αγορές αυτές περιλαμβάνονται η Ηλεκτρονική Δευτερογενής Αγορά Τίτλων (Η.Δ.Α.Τ.), τα σύμφωνα με τον ν. 3606/2007 Πολυμερή Συστήματα Διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων και οι εσωτερικοποιημένες αγορές τέτοιων μέσων που λειτουργούν εντός πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρείας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.

Στην παράγραφο 3 προστέθηκε η υποχρέωση αναφοράς προς την Αρχή των στερούμενων ιδίας νομικής προσωπικότητας γραφείων αντιπροσωπείας στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν την έδρα τους στην αλλοδαπή, καθώς και των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων από δάνεια και πιστώσεις, που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 25 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015. Οι ως άνω εταιρείες δεν αποτελούν υπόχρεα πρόσωπα, καθώς τα μεν γραφεία αντιπροσωπείας δεν διεξάγουν χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, οι δε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων από δάνεια και πιστώσεις, που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 25 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, διαχειρίζονται κατ' ουσία χαρτοφυλάκιο δανείων εποπτευόμενου από την Τράπεζα της Ελλάδος πιστωτικού ιδρύματος, το οποίο αποτελεί υπόχρεο πρόσωπο. Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να επιβληθεί η υποχρέωση αναφοράς ως δικλείδα ασφαλείας για παν ενδεχόμενο, συμπεριλαμβανομένης της απόπειρας διενέργειας ύποπτης συναλλαγής.

Οι αρμόδιες αρχές των αναφερόμενων στην παράγραφο 2 αγορών και των αναφερόμενων στην παράγραφο 3 γραφείων, λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσής τους προς την υποχρέωση του παρόντος άρθρου (παρ. 4).

Άρθρο 25

Το άρθρο αυτό θέτει, κατ' αντιστοιχία προς τα προβλεπόμενα στο άρθρο 29 του ν. 3691/2008, ειδική διαδικασία για την αναφορά ύποπτων γεγονότων που σχετίζονται με φορολογικές ή τελωνειακές υποθέσεις. Οι διατάξεις του άρθρου προσαρμόζονται στα αναθεωρημένα όρια των βασικών αδικημάτων της φοροδιαφυγής και της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, όπως αυτά ορίζονται στην περίπτωση ιστ' του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, καθώς και στη μεταβολή των αρμοδιοτήτων του Σ.Δ.Ο.Ε., που επήλθε με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Δ7 της παραγράφου Δ' του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94). Παράλληλα επανακαθορίζονται τα κριτήρια αποστολής των σχετικών αναφορών.

Άρθρο 26

Στο άρθρο αυτό εισάγεται κατ' απαίτηση της Οδηγίας (άρθρο 37) προστατευτική διάταξη (που υφίσταται ήδη στο άρθρο 32 παρ. 1 του ν. 3691/2008), όσον αφορά στην καλή τη πίστει γνωστοποίηση πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 25 από το υπόχρεο πρόσωπο και τους υπαλλήλους του, ακόμη και εάν αποδειχθεί ότι δεν υπήρξε παράνομη δραστηριότητα (παρ. 1). Παράλληλα, κατ' αντιστοιχία προς τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 του ν. 3691/2008, εξουσιοδοτούνται οι Υπουργοί Οικονομικών και Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ώστε να δύνανται να ορίζουν, κατ' εφαρμογή του άρθρου 38 της Οδηγίας, περαιτέρω μέτρα για την προστασία των φυσικών προσώπων που αναφέρουν τις υπόνοιες τους για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας από την έκθεση τους σε απειλές ή εχθρικές ενέργειες ιδίως δε από δυσμενή ή διακριτική μεταχείριση στις εργασιακές τους σχέσεις (παρ. 2).

Το ζήτημα αυτό είναι καίριο για την αποτελεσματικότητα του συστήματος της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς σύμφωνα και με την αιτιολογική σκέψη 41 της Οδηγίας, υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι που ανέφεραν τις υποψίες τους απειλήθηκαν ή εκτέθηκαν σε εχθρικές ενέργειες. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται η λήψη μέτρων, τα οποία θα συντελέσουν στην προστασία των φυσικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων υπαλλήλων και εκπροσώπων των υπόχρεων προσώπων, από απειλές και εχθρικές ενέργειες αυτού του είδους, καθώς και στην παροχή κατάλληλης προστασίας, ιδίως σε ότι αφορά στην προστασία των προσωπικών δεδομένων τους και το δικαίωμά τους σε αποτελεσματική έννομη προστασία και εκπροσώπηση.

Άρθρο 27

Το άρθρο αυτό αφορά ομοίως σε ένα σημαντικό θέμα για την αποτελεσματική λειτουργία του μηχανισμού καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που είναι η απαγόρευση της γνωστοποίησης πληροφοριών σχετικών με αναφορές ύποπτων συναλλαγών, κατ' εφαρμογή του άρθρου 39 της Οδηγίας. Η απαγόρευση - η οποία αποτυπώνεται ήδη στο άρθρο 31 του ν. 3691/2008, αφορά στα υπόχρεα πρόσωπα, τα διευθυντικά στελέχη και τους υπαλλήλους τους, καθώς επίσης και τα μέλη της διοίκησης, τα διευθυντικά στελέχη και τους υπαλλήλους των αρμόδιων αρχών και άλλους δημόσιους υπαλλήλους, που τελούν σε γνώση τέτοιων πληροφοριών (παρ. 1). Ο λόγος αυτής της απαγόρευσης πηγάζει από το γεγονός ότι, τόσο σε εθνικό όσο και διεθνές επίπεδο, σημαντικό μέλημα είναι η εδραίωση της εμπιστοσύνης των εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα και των άλλων υπόχρεων φυσικών και νομικών προσώπων ότι, οι πληροφορίες που διαβιβάζουν θα παραμείνουν κατά κανόνα απόρρητες, δεδομένου ότι ένα μικρό μόνο ποσοστό των αναφορών οδηγεί σε ποινική δίωξη. Εξίσου σημαντική είναι και η εμπιστοσύνη των πελατών προς τις τράπεζες και τα άλλα υπόχρεα πρόσωπα. Δεν υπάρχει συνεπώς κανένας λόγος να πληροφορηθεί ο πελάτης, είτε από τον αναφέροντα είτε από μέλος ή υπάλληλο της Αρχής ότι διαβιβάσθηκε αναφορά ύποπτης συναλλαγής στο πρόσωπό του. Στην περίπτωση δε που η αναφορά ύποπτης συναλλαγής οδηγήσει σε περαιτέρω έρευνες της Αρχής και της δικαιοσύνης, η γνωστοποίηση αυτής ενδέχεται να οδηγήσει σε απόσυρση ή απόκρυψη κεφαλαίων από το ερευνώμενο πρόσωπο και περαιτέρω στην εξαφάνιση αποδείξεων, γεγονός που θα δυσχεράνει το ανακριτικό έργο. Από την άλλη πλευρά είναι αυτονόητο ότι, όπως επισημαίνεται και στην παράγραφο 2 του άρθρου 39 της Οδηγίας, η απαγόρευση δεν αφορά στις γνωστοποιήσεις που γίνονται προς τις αρμόδιες για την εφαρμογή του νόμου αρχές ή σε εκτέλεση άλλων υποχρεώσεων του παρόντος νόμου.

Στην παράγραφο 2 διευκρινίζεται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 39 παρ. 6 της Οδηγίας, ότι η απόπειρα συμβολαιογράφων, δικηγόρων, ορκωτών ελεγκτών-λογιστών και λογιστών- φοροτεχνικών συμβούλων να αποτρέψουν πελάτη να εμπλακεί σε παράνομη δραστηριότητα δεν συνιστά γνωστοποίηση υπό την έννοια του παρόντος άρθρου. Η διάταξη αυτή είναι συμβατή με την ορθή άσκηση των συγκεκριμένων επαγγελμάτων.

Άρθρο 28

Στο άρθρο αυτό εισάγονται ορισμένες εξαιρέσεις από την απαγόρευση γνωστοποίησης του προηγούμενου άρθρου, αντίστοιχες προς εκείνες των παραγράφων 3-5 του άρθρου 39 της Οδηγίας και κατά παρόμοιο τρόπο με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2-4 του άρθρου 32 του ν. 3691/2008. Ειδικότερα, στην παράγραφο 1 διευκρινίζεται ότι δεν εμποδίζεται η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που εδρεύουν στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανήκουν στον ίδιο χρηματοπιστωτικό όμιλο, καθώς και μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που εδρεύουν στην Ελλάδα και υποκαταστημάτων ή θυγατρικών τους που εδρεύουν σε τρίτη χώρα, εφόσον αυτά συμμορφώνονται πλήρως προς τις πολιτικές και τις διαδικασίες που ισχύουν σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των προβλεπόμενων στο άρθρο 39 διαδικασιών.

Το ίδιο ισχύει και για τους συμβολαιογράφους, δικηγόρους, ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές και λογιστές-φοροτεχνικούς συμβούλους, που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητές τους, είτε με σχέση εξαρτημένης εργασίας είτε όχι, στο πλαίσιο του ίδιου νομικού προσώπου ή ευρύτερης δομής στην οποία υπάγεται το νομικό πρόσωπο, καθώς και για τα ως άνω πρόσωπα με αντίστοιχα πρόσωπα τρίτων χωρών, εφόσον οι χώρες αυτές επιβάλλουν υποχρεώσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες του παρόντος νόμου (παρ. 2).

Στην παράγραφο 3 διατηρείται η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των οριζόμενων νομικών ή φυσικών προσώπων που εδρεύουν ή ασκούν τις δραστηριότητες τους στην Ελλάδα με υπόχρεα πρόσωπα που ανήκουν στην ίδια κατηγορία ή επαγγελματικό κλάδο με αυτά, ως επίσης και με υπόχρεα πρόσωπα που εδρεύουν ή ασκούν τις δραστηριότητες τους σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτη χώρα που επιβάλλει υποχρεώσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες του παρόντος νόμου, καθώς και υποχρεώσεις σχετικά με το επαγγελματικό απόρρητο και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον οι πληροφορίες αφορούν στον ίδιο πελάτη και σε συναλλαγή ή δραστηριότητα στην οποία συμμετέχουν από κοινού.

Επειδή η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού είναι πιθανόν να δημιουργήσει προβλήματα (πιθανή σύγκρουση με κώδικες δεοντολογίας ορισμένων κατηγοριών προσώπων, όπως π.χ. δικηγόρων, συμβολαιογράφων, λογιστών κλπ.) η παράγραφος 4 παρέχει ειδική εξουσιοδότηση στις αρμόδιες αρχές να εξειδικεύουν τις σχετικές υποχρεώσεις των εν λόγω υπόχρεων προσώπων.

Άρθρο 29

Στο άρθρο 29 επαναλαμβάνεται η πρόβλεψη του άρθρου 34 του ν. 3691/2008 περί σύστασης και λειτουργίας της Επιτροπής Δικηγόρων που είναι αρμόδια για την παραλαβή, τον έλεγχο και τη διαβίβαση των αναφορών υπόπτων συναλλαγών των δικηγόρων (σχετική η ΥΑ 67473/23-30.4.2009, Β' 807).

Άρθρο 30

Το άρθρο 30 αντιστοιχεί στο άρθρο 35 του ν. 3691/2008 και τίθεται με σημαντικές τροποποιήσεις κατ' εφαρμογή και των άρθρων 40 και 42 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Το άρθρο 36 του ν. 3691/2008 δεν διατηρείται στον παρόντα νόμο, αφού στην ισχύουσα Οδηγία δεν υπάρχει πια διάταξη αντίστοιχη του άρθρου 31 της 3ης Οδηγίας, ενώ το περιεχόμενό του καλύπτεται από τις διαδικασίες σε επίπεδο ομίλου του άρθρου 36.

Στην παράγραφο 1 αναφέρονται τα έγγραφα και οι πληροφορίες που οφείλουν να φυλάσσουν τα υπόχρεα πρόσωπα για σκοπούς πρόληψης, εντοπισμού και διερεύνησης από την Αρχή, τις αρμόδιες αρχές ή κάθε άλλη αρμόδια δημόσια αρχή, ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ειδικότερα, τα έγγραφα και τα στοιχεία που περιγράφονται στις περιπτώσεις γ' και δ' είναι σύμφωνα με τη Σύσταση 11 της FATF.

Η παράγραφος 2 αφορά σε ειδικές, πρόσθετες υποχρεώσεις των υπόχρεων προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων, ενώ η παράγραφος 3 αναφέρεται με σαφήνεια στον ανώτατο χρόνο διατήρησης των εγγράφων ή πληροφοριών. Υπάρχει δυνατότητα η εθνική νομοθεσία να προβλέψει ενδεχομένως μεγαλύτερο διάστημα διατήρησης αφού «θα προσδιορίσει» τις περιστάσεις υπό τις οποίες τα υπόχρεα πρόσωπα θα δύνανται ή θα οφείλουν να διατηρούν περαιτέρω τα δεδομένα. Το διάστημα διατήρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει συνολικά τα δέκα έτη. Η αιτιολόγηση της δυνατότητας διατήρησης στον νόμο ή την κανονιστική απόφαση για πέντε επιπλέον έτη θα πρέπει να στηρίζεται σε διεξοδική αξιολόγηση του αναγκαίου και αναλογικού χαρακτήρα της περαιτέρω αυτής διατήρησης και αφού κριθεί αναγκαία για την πρόληψη, τον εντοπισμό ή τη διερεύνηση των σχετικών αδικημάτων (άρθρο 40 παρ. 1 στο τέλος Οδηγίας).

Με την παράγραφο 4 - η οποία υπερκαλύπτει τη συναφή διάταξη του άρθρου 37 παρ. 1 του ν. 3691/2008 - ενσωματώνεται το άρθρο 42 της Οδηγίας που αναφέρεται στη δυνατότητα των υπόχρεων προσώπων να ανταποκρίνονται σε αιτήματα της Αρχής, της αρμόδιας αρχής ή άλλης δημόσιας αρχής ως προς το αν διατηρούν ή είχαν συνάψει κατά την διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών επιχειρηματική σχέση με συγκεκριμένα πρόσωπα, καθώς και ως προς το είδος της επιχειρηματικής σχέσης και κάθε σχετική συναλλαγή.

Άρθρο 31

Με το άρθρο 31 του Σχεδίου Νόμου ενσωματώνονται τα άρθρα 41 και 43 της Οδηγίας αναφορικά με τα ζητήματα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.. Στην παράγραφο 1 διευκρινίζεται ότι η επεξεργασία από τα υπόχρεα πρόσωπα επιτρέπεται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος νόμου. Απαγορεύεται έτσι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους, λ.χ. εμπορικούς σκοπούς. Η παράγραφος 2 αφορά στην ενημέρωση που παρέχεται προς τους νέους πελάτες, κατ' εφαρμογή του άρθρου 41 παρ. 3 της Οδηγίας, ενώ η παράγραφος 3 διευκρινίζει ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος νόμου θεωρείται ζήτημα δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με τον ν. 2472/1997, κατ' αντιστοιχία με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 43 της Οδηγίας. Με την παράγραφο 4 γίνεται χρήση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχει στα κράτη μέρη το άρθρο 41 παρ. 4 της Οδηγίας για τον έλλογο, κατ' εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμό του δικαιώματος του πρόσβασης του υποκειμένου στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Ορίζεται, έτσι, ότι η υποχρέωση πληροφόρησης του άρθρου 12 του ν. 2472/1997 δεν ισχύει για τα υπόχρεα πρόσωπα, τις αρμόδιες αρχές, την Αρχή, και τους υπευθύνους επεξεργασίας των αρχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 20 και στην παράγραφο 1 του άρθρου 21, εφόσον η επεξεργασία των δεδομένων γίνεται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ήτοι για λόγους πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 32

Στο άρθρο αυτό προβλέπεται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 44 της Οδηγίας, η διαδικασία συλλογής και επεξεργασίας ολοκληρωμένων στατιστικών στοιχείων από δημόσιους φορείς, η οποία αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την προετοιμασία των εκτιμήσεων κινδύνων και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του υφιστάμενου συστήματος για την αντιμετώπιση του Ξ.Χ. και της Χ.Τ. Στην παράγραφο 1 προβλέπεται ότι όλες οι εμπλεκόμενες δημόσιες αρχές, περιλαμβανομένων των εισαγγελικών, δικαστικών, φορολογικών, αστυνομικών και αρμόδιων αρχών, τηρούν πλήρη και ενημερωμένα στατιστικά σχετικά με θέματα της αρμοδιότητάς τους και τα διαβιβάζουν σε ετήσια βάση στον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα. Ο τελευταίος παραμένει επιφορτισμένος με τη συγκέντρωσή τους και τη διαβίβασή τους στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οφείλει δε να αναβαθμισθεί και να στελεχωθεί κατάλληλα, ώστε να είναι σε θέση να συγκεντρώνει και να καθιστά διαθέσιμα τα προβλεπόμενα στοιχεία στις ομάδες που προετοιμάζουν την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου ή συμπληρώνουν ερωτηματολόγια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Egmont Group ή οπουδήποτε αλλού απαιτούνται, ιδιαίτερα ενόψει της αξιολόγησης της χώρας από την FATF - κάτι που δεν έχει καταστεί εφικτό την τελευταία εξαετία. Η ανάγκη αναβάθμισης αυτή της λειτουργίας του Κεντρικού Συντονιστικού Φορέα ισχύει πολύ περισσότερο ενόψει του πληρέστερου και απαιτητικότερου καταλόγου στατιστικών στοιχείων των οποίων επιβάλλεται κατ' ελάχιστον η συγκέντρωση σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, σε σύγκριση με το αντίστοιχο άρθρο 38 του ν. 3691/2008.

Άρθρο 33

Με το άρθρο 33 επαναλαμβάνεται η διάταξη του άρθρου 39 παρ. 1 του ν. 3691/2008 αναφορικά με την έκδοση απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τη συλλογή ειδικά δικαστικών δεδομένων και στοιχείων (σχετική η ΥΑ 49937, Β' 1198/9.6.2011).

Άρθρο 34

Στο άρθρο 34, ορίζονται τα σχετικά με τη συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Αρχής και άλλων αρμόδιων αρχών, καθώς και των Μονάδων Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής ένωσης.

Στην παράγραφο 1 προβλέπεται η ανταλλαγή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης, αλλά και η διαβίβαση των αποτελεσμάτων των αναλύσεων της Αρχής στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 32 της Οδηγίας. Η Αρχή μπορεί να ζητεί ενημέρωση για τη χρήση των πληροφοριών που διαβίβασε, καθώς και των αποτελεσμάτων των ερευνών που διενεργήθηκαν με βάση τις εν λόγω πληροφορίες, όπως επιβάλλεται και από την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου της Οδηγίας. Προστίθεται, όμως, και δυνατότητα της Αρχής να μην ανταποκριθεί σε αίτημα για παροχή πληροφοριών στην περίπτωση που η γνωστοποίηση των πληροφοριών θα μπορούσε να έχει αρνητική επίπτωση σε διεξαγόμενες έρευνες η αναλύσεις καθώς και σε εξαιρετικές περιστάσεις που η γνωστοποίηση των πληροφοριών θα ήταν σαφώς δυσανάλογη προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή άσχετη με τους σκοπούς για τους οποίους ζητήθηκε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 και της παραγράφου 5 του άρθρου 32 της Οδηγίας. Σε περιπτώσεις δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων, η Αρχή ενημερώνει τις φορολογικές αρχές (ΑΑΔΕ), καθώς και την Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε. στην οποία λειτουργεί το γραφείο ανάκτησης κεφαλαίων και περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του π.δ. 85/2005.

Στην παράγραφο 2, λαμβάνοντας υπόψη τον διακρατικό χαρακτήρα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 53 της Οδηγίας, προβλέπεται ότι η Αρχή ανταλλάσσει αυθόρμητα ή κατόπιν αιτήματος ΜΧΠ κράτους μέλους της Ε.Ε. εμπιστευτικές πληροφορίες. Εισάγεται πλέον για πρώτη φορά η υποχρέωση διαβίβασης των αναφορών ύποπτων συναλλαγών που λαμβάνει η Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 25 του νόμου στην ΜΠΧ κράτους μέλους της Ε.Ε, το οποίο αφορά. Για την απόκριση σε αίτημα παροχής πληροφοριών από αλλοδαπή ΜΠΧ, η Αρχή ενεργεί το συντομότερο δυνατό και χρησιμοποιεί κάθε διαθέσιμη εξουσία που έχει στη διάθεσή της σύμφωνα με το άρθρο 49 του νόμου, όπως επιβάλλει και το άρθρο 53 παρ. 2 της Οδηγίας.

Στην παράγραφο 3 ορίζεται το πλαίσιο για την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και οι εξαιρετικές περιπτώσεις άρνησης παροχής πληροφοριών, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 53 της Οδηγίας, ενώ στην παράγραφο 4 ορίζονται οι προϋποθέσεις και οι περιορισμοί ως προς τη χρήση των ανταλλασσόμενων πληροφοριών, σύμφωνα με τα άρθρα 54 και 55 της Οδηγίας.

Σύμφωνα με την παράγραφο 5 αντίστοιχη ανταλλαγή πληροφοριών μπορεί να γίνεται και μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Στην παράγραφο 6 δίνεται η δυνατότητα διεξαγωγής κοινών ελέγχων της Αρχής με τις αρμόδιες αρχές και στην παράγραφο 7 δίνεται ο ορισμός των πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης. Οι διατάξεις αυτές αντιστοιχούν εν πολλοίς σε εκείνες των παραγράφων 2-4 του άρθρου 40 του ν. 3691/2008.

Άρθρο 35

Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ενσωματώνει την παράγραφο 1 του άρθρου 8 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας την υποχρέωση των υπόχρεων προσώπων να λαμβάνουν μέτρα προκειμένου να εντοπίζουν και να εκτιμούν τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας λαμβάνοντας υπόψη τους μνημονευόμενους στη διάταξη παράγοντες κινδύνου. Στην παράγραφο 2 ορίζεται, κατ' αντιστοιχία προς την παράγραφο 2 εδ. α' του άρθρου 8 της Οδηγίας, ότι τα υπόχρεα πρόσωπα τεκμηριώνουν, επικαιροποιούν και θέτουν υπόψη της αρμόδιας αρχής τους, την εν λόγω εκτίμηση κινδύνων.

Η παράγραφος 3 ενσωματώνει τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 8 της Οδηγίας, ορίζοντας την εφαρμογή από τα υπόχρεα πρόσωπα εσωτερικών πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών ανάλογων προς τον χαρακτήρα και το μέγεθός τους, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι ως άνω κίνδυνοι σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του νόμου. Επιπρόσθετα στην παράγραφο 3 ενσωματώνεται η παράγραφος 3 του άρθρου 61 της Οδηγίας, που προβλέπει τη θέσπιση εσωτερικής διαδικασίας για τις καταγγελίες από τους εργαζόμενους των παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος νόμου από τα υπόχρεα πρόσωπα, μέσω ανώνυμου και ανεξάρτητου διαύλου, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του καταγγέλλοντος.

Η παράγραφος 4 ενσωματώνει την παράγραφο 5 του άρθρου 8 της Οδηγίας, ενώ η παράγραφος 5 παρέχει στις αρμόδιες αρχές: α) την εξουσιοδότηση να εξειδικεύουν με αποφάσεις τους τις υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου, ανάλογα με το μέγεθος και τη φύση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των υπόχρεων προσώπων, β) την ευχέρεια, κατ' αντιστοιχία προς το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 της Οδηγίας, να απαλλάσσουν από την υποχρέωση εκτιμήσεων κινδύνων, τις κατηγορίες υπόχρεων προσώπων των οποίων οι εγγενείς κίνδυνοι είναι σαφείς και κατανοητοί.

Άρθρο 36

Η παράγραφος 1 ενσωματώνει την παράγραφο 1 του άρθρο 45 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, ορίζοντας την υποχρέωση των υπόχρεων προσώπων να εφαρμόζουν επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για τους σκοπούς του παρόντος νόμου σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των θυγατρικών και των υποκαταστημάτων τους σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτες χώρες.

Η 2η παράγραφος ενσωματώνει την παράγραφο 2 του άρθρου 45 της Οδηγίας, προβλέποντας ότι τα υπόχρεα πρόσωπα εξασφαλίζουν ότι οι θυγατρικές τους, τα υποκαταστήματά τους ή οι εγκαταστάσεις τους (αντιπρόσωποι) σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης τηρούν τις εθνικές διατάξεις του τελευταίου (αρχή της εδαφικότητας).

Στην παράγραφο 3, που ενσωματώνει τις παραγράφους 3 και 5 του άρθρο 45 της Οδηγίας, προβλέπεται ως ασφαλιστική δικλείδα ότι τα υποκαταστήματα και οι θυγατρικές εταιρείες των υπόχρεων προσώπων σε τρίτες χώρες όπου οι ελάχιστες απαιτήσεις καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι λιγότερο αυστηρές από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφαρμόζουν τις τελευταίες, στον βαθμό που το επιτρέπει η νομοθεσία της τρίτης χώρας, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, προβλέπεται για τα υπόχρεα πρόσωπα η υποχρέωση λήψης πρόσθετων μέτρων και η ενημέρωση της αρμόδιας αρχής τους. Επιπρόσθετα, προβλέπονται συγκεκριμένες εποπτικές δράσεις της αρμόδιας αρχής σε περίπτωση που τα επιπρόσθετα μέτρα δεν επαρκούν, οι οποίες κλιμακώνονται και φτάνουν μέχρι και την απαίτηση παύσης των δραστηριοτήτων στην τρίτη χώρα.

Στην παράγραφο 4, που ενσωματώνει την παράγραφο 4 του άρθρο 45 της Οδηγίας, προβλέπεται η υποχρέωση του υπόχρεου προσώπου να ενημερώνει την Αρχή, την αρμόδια αρχή του και τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα, καθώς και η υποχρέωση της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να ενημερώνουν ακολούθως τις αντίστοιχες ΕΕΑ, για τις περιπτώσεις όπου η νομοθεσία μιας τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των πολιτικών και των διαδικασιών που έχει θεσπίσει το υπόχρεο πρόσωπο για τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου σε επίπεδο ομίλου.

Η παράγραφος 5 ενσωματώνει την παράγραφο 8 του άρθρου 45 της Οδηγίας, ορίζοντας ότι επιτρέπεται η ανταλλαγή πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αναφορές ασυνήθων ή ύποπτων συναλλαγών των υπόχρεων προσώπων, εντός του ομίλου, εκτός αν δοθούν διαφορετικές οδηγίες από την Αρχή.

Τέλος, στην παράγραφο 6, που ενσωματώνει την παράγραφο 9 του άρθρου 45 της Οδηγίας, προβλέπεται ο ορισμός ενός κεντρικού σημείου επαφής στην Ελλάδα των αντιπροσώπων των εκδοτών ηλεκτρονικού χρήματος και των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα εξασφαλίζει για λογαριασμό τους την συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και θα διευκολύνει την εποπτεία από την Τράπεζα της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένης της παροχής εγγράφων και πληροφοριών σε αυτήν κατόπιν σχετικού αιτήματος.

Άρθρο 37

Το άρθρο αυτό (που αντιστοιχεί στο άρθρο 42 του ν. 3691/2008) αναφέρεται στην κατάρτιση και εκπαίδευση των υπαλλήλων των υπόχρεων προσώπων, κατ' εφαρμογή του άρθρου 46 παρ. 1 εδ. α'-β' της Οδηγίας.

Σύμφωνα με την προβλεπόμενη διάταξη, τα υπόχρεα πρόσωπα έχουν υποχρέωση να αναλάβουν την κατάρτιση και την εκπαίδευση των υπαλλήλων τους όσον αφορά στις διατάξεις της συναφούς νομοθεσίας, αλλά και ως προς τον τρόπο εντοπισμού ύποπτων δραστηριοτήτων και ορθής αντίδρασης σε τέτοιες περιπτώσεις.

Άρθρο 38

Στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, το οποίο υπήρχε και στον καταργούμενο νόμο 3691/2008 (άρθρο 44) και με το οποίο ενσωματώνεται επαρκώς και το άρθρο 46 παρ. 4 της Οδηγίας, προβλέπεται ο ορισμός ενός διευθυντικού στελέχους στην περίπτωση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, στο οποίο οι υπάλληλοι θα αναφέρουν κάθε ύποπτη συναλλαγή και ορίζονται οι εσωτερικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν την απρόσκοπτη υποβολή αναφοράς ύποπτης συναλλαγής εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις υποβολής της. Επιπρόσθετα ορίζεται ότι οι ανωτέρω διατάξεις μπορεί να εφαρμοσθούν και σε άλλα υπόχρεα πρόσωπα με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών τους.

Η παράγραφος 2 προβλέπει τον ορισμό από κάθε όμιλο ενός διευθυντικού στελέχους από τη μεγαλύτερη εταιρεία του ομίλου ως συντονιστή για την εξασφάλιση της τήρησης των υποχρεώσεων του παρόντος νόμου από τις επί μέρους εταιρείες του ομίλου, καθώς και τον καθορισμό των διαδικασιών και υποχρεώσεων των ομίλων και των επί μέρους εταιρειών τους με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 39

Το άρθρο 39 αποτελεί μεταφορά στον παρόντα νόμο του άρθρου 45 του ν. 3691/2008. Δεν περιέχει ουσιαστικές αλλαγές, παρά μόνο ελάχιστες προσαρμογές προς την αλλαγή αρίθμησης των βασικών αδικημάτων του άρθρου 3. Μια ενδεχόμενη πρωτοβουλία βελτίωσης του υφιστάμενου ποινικού νομοθετικού πλαισίου θα μπορούσε να αναληφθεί μετά την οριστικοποίηση του περιεχομένου και την υιοθέτηση της (ευρισκόμενης ακόμα υπό διαβούλευση) Πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου.

Άρθρο 40

Το άρθρο 40 αποτελεί ομοίως μεταφορά στον παρόντα νόμο του άρθρου 46 του ν. 3691/2008, όπως αυτό τροποποιήθηκε πρόσφατα με το άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 4478/2017 (που κύρωσε την Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 2005 για τη νομιμοποίηση, ανίχνευση, κατάσχεση και δήμευση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και ενσωμάτωσε μεταξύ άλλων την Οδηγία 2014/42/ΕΕ σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση).

Προστίθεται μόνο εδάφιο γ' στην παράγραφο 2 για την προστασία του καλόπιστου τρίτου, ως αναγκαία ενσωμάτωση του άρθρου 8 παρ. 1 και 9 σε συνδυασμό με το άρθρο 6 της Οδηγίας 2014/42/ΕΕ και της υπ' αριθ. 33 αιτιολογικής σκέψης, σύμφωνα με την οποία είναι αναγκαίο να προβλέπονται ειδικές διασφαλίσεις και ένδικα μέσα που να εγγυώνται τη διατήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των θιγόμενων τρίτων, περιλαμβανομένων εκείνων που έχουν άλλα περιουσιακά δικαιώματα («εμπράγματα δικαιώματα», «ius in rem»), όπως το δικαίωμα επικαρπίας. Όπως ορίζεται στο άρθρο 3 περίπτωση γ' της εν λόγω Οδηγίας, το πεδίο εφαρμογής της εκτείνεται ρητά και στα αδικήματα που καλύπτονται από την Απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2001 για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος. Αντίστοιχη διάταξη έθεσε ήδη ο νομοθέτης με το άρθρο 7 παρ. 4 του ν. 4478/2017 σχετικά με την δέσμευση στο άρθρο 48 παρ. 2 ν. 2691/2008.

Άρθρο 41

Το άρθρο 41 επαναλαμβάνει το περιεχόμενο του άρθρου 47 ν. 3691/2008, όπως αυτό αντικαταστάθηκε πρόσφατα με το άρθρο 7 παρ. 3 του ν. 4478/2017.

Άρθρο 42

Το άρθρο 42 περί δέσμευσης και απαγόρευσης εκποίησης περιουσιακών στοιχείων αποτελεί μεταφορά, με ορισμένες βελτιώσεις, των διατάξεων του άρθρου 48 του ν. 3691/2008, όπως αυτές τροποποιήθηκαν πρόσφατα με το άρθρο 7 παρ. 4-5 του ν. 4478/2017. Οι βελτιώσεις αφορούν:
α) Στην πρόβλεψη (στις παραγράφους 1 και 3) όχι πλέον επίδοσης της περί δέσμευσης διάταξης του ανακριτή ή του σχετικού βουλεύματος του συμβουλίου στο αρμόδιο διευθυντικό στέλεχος του πιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού οργανισμού, αλλά γνωστοποίησής τους «με κάθε μέσο, υπό προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την έγγραφη απόδειξη και επιτρέπουν τη διαπίστωση της γνησιότητάς του». Ακολουθείται έτσι η διατύπωση που επελέγη και στον ν. 4478/2017 για τη διαβίβαση αποφάσεων δέσμευσης (βλ. λ.χ. άρθρα 13 παρ. 1 και 21 παρ. 1), ώστε να εξασφαλίζεται η αναγκαία ταχύτητα στην γνωστοποίηση της σχετικής απόφασης χωρίς να απόλλυται η ελάχιστη προϋπόθεση της δυνατότητας έγγραφης απόδειξης και διαπίστωσης της γνησιότητας. Ενόψει της πρόβλεψης αυτής ορίζεται πλέον ότι η απαγόρευση εκποίησης του περιουσιακού στοιχείου ισχύει από τη χρονική στιγμή της αποδεδειγμένης γνωστοποίησης της διάταξης του ανακριτή ή του βουλεύματος.
β) Στη διαγραφή της αναφοράς σε κοινές θυρίδες (οι οποίες δεν υπάρχουν στην πράξη) και στην αντικατάστασή της από την υποχρέωση επίδοσης της πράξης δέσμευσης και στον τυχόν πληρεξούσιο του μισθωτή.
γ) Στην προσθήκη (στην παράγραφο 3) της δυνατότητας του ανακριτή ή του δικαστικού συμβουλίου να διατάσσουν την απαγόρευση εκποίησης ορισμένου και άλλων περιουσιακών στοιχείων του κατηγορουμένου, κατ' αντιστοιχία προς ό,τι ισχύει ήδη στην παράγραφο 5 για τον Πρόεδρο της Αρχής.
δ) Στη συνακόλουθη προσθήκη (ομοίως στην παράγραφο 3) πρόβλεψης για γνωστοποίηση της διάταξης ή του βουλεύματος στον προϊστάμενο νηολογίου ή άλλης αρμόδιας υπηρεσίας προς καταχώριση της σχετικής εγγραφής, για την κάλυψη των περιπτώσεων που οι πράξεις αυτές δεν αφορούν σε ακίνητα.

Άρθρο 43

Το παρόν άρθρο επαναλαμβάνει, με ορισμένες επουσιώδεις λεκτικές βελτιώσεις, τις προβλέψεις του άρθρου 49 του ν. 3691/2008 αναφορικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται από διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 44

Με το άρθρο 44 μεταφέρεται στον νέο νόμο η διάταξη του άρθρου 50 του ν. 3691/2008 περί πρόσβασης των δικαστικών αρχών σε αρχεία και στοιχεία.

Άρθρο 45

Στο άρθρο 45 μεταφέρεται η διάταξη του άρθρου 51 του ν. 3691/2008, όπως αυτό αντικαταστάθηκε πρόσφατα, αναφορικά με την ευθύνη νομικών προσώπων για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες που τελούνται προς όφελος νομικών προσώπων. Για λόγους ευχερέστερης εποπτείας των λόγων που οδήγησαν στην αντικατάσταση της προηγούμενης ρύθμισης του άρθρου 51, επαναλαμβάνονται εδώ οι βασικές σκέψεις της συναφούς αιτιολογικής έκθεσης:

Με τη θέση σε ισχύ της υποπαραγράφου ΓΕ.17 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α' 85) τροποποιήθηκε το άρθρο 51 του ν. 3691/2008, με βασική αλλαγή την προσθήκη των αδικημάτων δωροδοκίας και δωροληψίας που προβλέπονται στα άρθρα 159, 159Α, 235, 236 και 237 ΠΚ στην κυρωτική εμβέλεια της διάταξης. Οι τροποποιήσεις αυτές έχρηζαν επαναξιολόγησης, εν όψει και του ότι η εφαρμογή της διάταξης δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στην πράξη. Περαιτέρω, υπήρχε ανάγκη προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας στα διεθνή πρότυπα, όπως αυτά οριοθετούνται από τα διεθνή συμβατικά κείμενα, αλλά και από τη συνεχώς εξελισσόμενη πρακτική των διεθνών μηχανισμών αξιολόγησης της εφαρμογής τους, όπως είναι η GRECO, ο Μηχανισμός παρακολούθησης εφαρμογής της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς και η Ομάδα Εργασίας του ΟΟΣΑ επί της δωροδοκίας στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές. Για τους λόγους αυτούς με το νέο άρθρο επήλθαν οι εξής μεταβολές:

1. Ως προς το πεδίο εφαρμογής των 2 πρώτων παραγράφων
Οι περισσότερες αλλαγές αφορούν στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης σε σύγκριση με το άρθρο 51 του ν. 3691/2008, τόσο από αντικειμενικής, όσο και από υποκειμενικής άποψης:
α) Προκειμένου να καλυφθεί το κενό της μη επιβολής κυρώσεων σε νομικά μορφώματα τα οποία δεν έχουν (ή δεν έχουν αποκτήσει) νομική προσωπικότητα, με τις νέες διατάξεις προβλέφθηκε η επιβολή κυρώσεων και σε νομικές οντότητες, πέραν των νομικών προσώπων.
β) Η σημαντικότερη, ίσως, μεταβολή έγκειται στην επέκταση των αδικημάτων για τα οποία μπορεί να γεννηθεί ευθύνη νομικών προσώπων. Ακολουθώντας την αρχική διατύπωση του άρθρου 51 του ν. 3691/2008, πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο ένατο του ν. 3875/2010 (Α' 158), προβλέφθηκε η δυνατότητας εφαρμογής του και σε όλες τις περιπτώσεις τέλεσης βασικών αδικημάτων. Με αυτήν την μεταβολή ικανοποιήθηκε η σύσταση που περιλαμβάνεται στην παρ. 128 της Έκθεσης Επισκόπησης της εφαρμογής από την Ελλάδα των κεφαλαίων III και IV της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (σελ. 56), σύμφωνα με την οποία η χώρα μας πρέπει να εισαγάγει διοικητική ευθύνη των νομικών προσώπων για όλα τα αδικήματα που προβλέπονται στην Σύμβαση. Καλύφθηκε επίσης και η υποχρέωση καθιέρωσης ευθύνης νομικών προσώπων σε περιπτώσεις τέλεσης απάτης εις βάρος των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4 του δεύτερου πρωτόκολλου της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο έχει κυρωθεί με το ν. 2803/2000 (Α' 48). Προς εφαρμογή της διεθνούς υποχρέωσης της χώρας που πηγάζει από τις παραπάνω διατάξεις είχε θεσπισθεί το άρθρο όγδοο του ν. 2803/2000, το οποίο, όμως, καταργήθηκε δυνάμει της υποπαραγράφου ΙΕ.20 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (βλ. τη σχετική επισήμανση εις: Καϊάφα-Γκμπάντι [Επιμ.], Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά στο δημόσιο τομέα, τ. 3, 2015, σελ. 90). Η συγκεκριμένη υποχρέωση θα εξακολουθήσει να υπάρχει και μετά τη θέση σε ισχύ της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2017 σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (βλ. σχετικά Καϊάφα-Γκμπάντι, ΠοινΧρ ΞΖ', 561 επ.).
Στην παράγραφο 8 του άρθρου προσετέθη εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο ειδικές διατάξεις, με τις οποίες καθιερώνεται ευθύνη νομικών προσώπων για άλλα βασικά αδικήματα, διατηρούνται σε ισχύ. Τέτοιες διατάξεις είναι, πέραν του αναφερόμενου ρητά άρθρου 41 του ν. 3251/2004, αυτές των άρθρων 26 του ν. 4139/2013 (Α' 74), 3 του ν. 4198/2013 (Α' 215), 4 του ν. 927/1979, όπως ισχύει μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 4285/2014 (Α' 191 - ως προς τις επιβαρυντικές περιστάσεις του νόμου) και τετάρτου του ν. 4411/2016 (Α' 142).
γ) Μία επιπλέον μεταβολή αφορά στον τρόπο σύνδεσης των πράξεων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 με το νομικό πρόσωπο προκειμένου για την κατάφαση ευθύνης σε αυτό. Με την προηγούμενη διάταξη, απαιτείτο η πράξη να έχει τελεσθεί προς τον σκοπό επίτευξης οφέλους του νομικού προσώπου. Με την νέα διατύπωση μπορεί να καταφαθεί ευθύνη νομικού προσώπου και σε περιπτώσεις όπου η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή κάποιο από τα βασικά αδικήματα τελέσθηκε για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της οντότητας. Καλύφθηκαν έτσι περιπτώσεις εμμέσου οφέλους ή περιπτώσεις όπου ο δράστης αποσκοπεί στο δικό του όφελος και επέρχεται παρεμπιπτόντως όφελος στο νομικό πρόσωπο, όπως απαιτείτο στην έκθεση 3bis της Ομάδας Εργασίας του ΟΟΣΑ κατά της δωροδοκίας (2015), αρ. περ. 52 (σελ. 19, και 34 στο κείμενο της ελληνικής μετάφρασης). Σημειώνεται ότι η προσθήκη αυτή είναι συμβατή με την πρόσφατη διάταξη του άρθρου τετάρτου του ν. 4411/2016 σχετικά με την ευθύνη νομικών προσώπων για την τέλεση εγκλημάτων που προβλέπονται στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το έγκλημα στον Κυβερνοχώρο, αλλά και στην Οδηγία 2013/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις επιθέσεις κατά συστημάτων πληροφοριών.
δ) Σε περιπτώσεις όπου ο δράστης του θεμελιωτικού της ευθύνης του νομικού προσώπου αδικήματος δεν ενεργεί ατομικά, αλλά ως μέλος νομικού προσώπου, δεν απαιτείται πλέον συμπλεκτικά η κατοχή διευθυντικής θέσης εντός των νομικών προσώπων ή των νομικών οντοτήτων με βάση εξουσία εκπροσώπησής τους, αλλά διαζευκτικά ο δράστης του αδικήματος είτε να κατέχει διευθυντική θέση στο νομικό πρόσωπο, είτε να έχει εξουσία εκπροσώπησης σε αυτό. Για την τροποποίηση αυτή ελήφθησαν υπόψη το άρθρο 18 της Σύμβασης ποινικού δικαίου για τη διαφθορά του Συμβουλίου της Ευρώπης, το άρθρο 10 της Σύμβασης της Βαρσοβίας του 2005 για τη νομιμοποίηση, ανίχνευση, κατάσχεση και δήμευση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και η διατύπωση, αναφορικά με την ευθύνη νομικών προσώπων, του Παραρτήματος Ι της Σύστασης της ομάδας εργασίας του ΟΟΣΑ για τη δωροδοκία στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές.
ε) Μια ακόμη προσθήκη που έγινε στην παράγραφο 1, προς άρση τυχόν παρερμηνειών, είναι ότι κατά το τελευταίο εδάφιο της διάταξης οι κυρώσεις μπορούν να επιβληθούν και όταν φυσικό πρόσωπο, που έχει κάποια από τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 ιδιότητες, είναι ηθικός αυτουργός ή συνεργός στις ίδιες πράξεις.
στ) Ως προς την παράγραφο 2, η βασική διαφοροποίηση έγκειται στην προσθήκη περαιτέρω κατηγοριών αυτουργών του θεμελιωτικού για την ευθύνη του νομικού προσώπου αδικήματος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σύγχρονες μορφές επιχειρηματικής δράσης δεν περιορίζονται μόνο σε εταιρικούς τύπους που έχουν σαφείς ιεραρχικές δομές, κρίθηκε σκόπιμη η επέκταση της πιθανής ευθύνης του νομικού προσώπου όχι μόνον όταν από έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατέστη δυνατή η τέλεση αδικήματος που αναφέρεται στην ίδια παράγραφο από ιεραρχικά κατώτερο στέλεχος, αλλά και όταν η ίδια πράξη τελείται από εντολοδόχο του νομικού προσώπου ή της οντότητας. Με τη νεότερη διατύπωση καταλαμβάνεται κάθε περίπτωση όπου το βασικό αδίκημα τελείται από ενδιάμεσο πρόσωπο, προς το οποίο είχε δοθεί εντολή προς χειρισμό υποθέσεων του νομικού προσώπου ή της οντότητας και το πρόσωπο αυτό μπόρεσε να τελέσει το αδίκημα για όφελος ή για λογαριασμό του νομικού προσώπου, χάρη στην έλλειψη εποπτείας και ελέγχου. Εάν, βέβαια, το ενδιάμεσο (φυσικό ή νομικό) πρόσωπο τέλεσε το θεμελιωτικό της ευθύνης αδίκημα κατ' εντολή προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τότε εφαρμόζεται η τελευταία.
Η διάταξη αυτή ακολουθεί την σύσταση C του Παραρτήματος I της Σύστασης της ομάδας εργασίας του ΟΟΣΑ για τη δωροδοκία στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές. Η προηγούμενη διατύπωση της παραγράφου 2 ήταν επαρκής αναφορικά με την σύσταση B του ίδιου παραρτήματος, αλλά δεν κάλυπτε τη σύσταση C, σύμφωνα με την οποία ένα νομικό πρόσωπο που τελεί το αδίκημα διεθνούς δωροδοκίας δεν επιτρέπεται να αποφεύγει την ευθύνη με την επίκληση της δράσης ενδιάμεσων προσώπων.

2. Ως προς τις προβλεπόμενες κυρώσεις
α) Σημαντικές είναι οι μεταβολές που επήλθαν ως προς τις προβλεπόμενες κυρώσεις. Κατ' ουσίαν πρόκειται για διπλασιασμό των επαπειλούμενων προστίμων προκειμένου να ενισχυθεί ο αποτρεπτικός τους χαρακτήρας, πράγμα που αποτελούσε ζητούμενο σύμφωνα και με σύσταση που περιλαμβάνεται στην έκθεση 3bis της Ομάδας Εργασίας του ΟΟΣΑ κατά της δωροδοκίας (2015), σελ. 23 (43 στο κείμενο της ελληνικής μετάφρασης).
β) Εξίσου σημαντική τομή επήλθε με την κατάργηση του διαχωρισμού ως προς την αυστηρότητα των επαπειλούμενων κυρώσεων κατά των νομικών προσώπων ανάλογα με το αν τα νομικά πρόσωπα περιλαμβάνονται στα υπόχρεα ή στα μη υπόχρεα πρόσωπα. Ο διαχωρισμός αυτός δεν είχε δικαιολογητική βάση και είχε οδηγήσει σε σχετική σύσταση προς τη χώρα μας από την ως άνω Ομάδα Εργασίας του ΟΟΣΑ (σελ. 23 της σχετικής έκθεσης, 43 στο κείμενο της ελληνικής μετάφρασης).
γ) Παρά τη μείωση της σημασίας διάκρισης μεταξύ υπόχρεων και μη υπόχρεων προσώπων που αναφέρθηκε αμέσως παραπάνω, η διάκριση αυτή δεν χάνει εντελώς την πρακτική της σημασία. Έτσι, οι αρμόδιες αρχές παραμένουν αρμόδιες για την επιβολή κυρώσεων σε βάρος των υπόχρεων νομικών προσώπων. Αντίθετα, ακολουθώντας στο σημείο αυτό σχετική σύσταση που περιλαμβάνεται στην παρ. 127 της Έκθεσης Επισκόπησης της Εφαρμογής από την Ελλάδα των κεφαλαίων III και IV της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (σελ. 55), με τη νέα παράγραφο 3 καταργήθηκε η αρμοδιότητα του Υπουργού Δικαιοσύνης και του εκάστοτε συναρμόδιου Υπουργού. Η αλλαγή αυτή έγινε για να μην υπάρχουν υπόνοιες πολιτικών παρεμβάσεων στην επιβολή κυρώσεων, αλλά και λόγω των δυσχερειών που προκαλούσε ο καθορισμός του συναρμόδιου Υπουργού, και μάλιστα με ιδιαιτέρως περίπλοκα κριτήρια. Η αρμοδιότητα επιβολής κυρώσεων για τα μη υπόχρεα πρόσωπα ανήκει πλέον στο Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, που είχε και παλαιότερα σχετική αρμοδιότητα (ως προς αδικήματα δωροδοκίας που τελούνταν προς όφελος νομικών προσώπων, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ν. 3560/2007, βλ. και την σχετική ΥΑ 1130/2730, Β' 1818/19.11.2010).
δ) Με την παράγραφο 4 μεταβλήθηκαν οι προβλέψεις αναφορικά με τα κριτήρια που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τις αρχές επιβολής του νόμου για την αιτιολογημένη επιβολή των κυρώσεων.

3. Ως προς τη ρύθμιση διαδικαστικών ζητημάτων εφαρμογής του νόμου
α) Ρητά ορίσθηκε ότι η επιβολή των κυρώσεων θα πρέπει να είναι αιτιολογημένη.
β) Προβλέφθηκε επίσης ρητά, ότι για τη διαπίστωση τέλεσης των παραβάσεων και για την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις ελεγκτικές αρμοδιότητες που έχουν σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους (παράγραφος 5 εδ. γ').
γ) Καθιερώθηκε υποχρέωση των αρμόδιων αρχών, όταν επιβάλλουν κυρώσεις, να ενημερώνουν το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, κοινοποιώντας τη σχετική απόφαση στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου (παράγραφος 5 εδ. δ'). Η πρόβλεψη αυτή έγινε προκειμένου για την εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου για τις δημόσιες συμβάσεις.
δ) Η σημαντικότερη αλλαγή ως προς τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων αφορά στην απαλοιφή της υποχρέωσης έκδοσης κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την εξειδίκευση της εφαρμογής του άρθρου. Η εξειδίκευση θεμάτων στην προκείμενη περίπτωση δεν είναι απαραίτητη, διότι η διαδικασία επιβολής των κυρώσεων, όπως και τα λοιπά σχετικά θέματα, εξειδικεύονται αρκούντως στον νόμο, ενώ οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης καθορίζονται στο άρθρο 50. Άλλωστε, και οι υπόλοιπες διατάξεις που αναφέρθηκαν παραπάνω και καθιερώνουν την ευθύνη νομικών προσώπων δεν περιλαμβάνουν εξουσιοδοτικές διατάξεις για την έκδοση συναφών υπουργικών αποφάσεων.
ε) Τέλος, στην παράγραφο 7 αναφέρεται ότι πλην της ενημέρωσης για την ποινική δίωξη οι εισαγγελικές αρχές αποστέλλουν και αντίγραφο της σχετικής δικογραφίας στις αρμόδιες για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων αρχές, ενώ προβλέπεται και διαδικασία αποστολής αντιγράφου των σχετικών καταδικαστικών αποφάσεων. Επισημαίνεται, προς αποφυγή παρερμηνειών, ότι η ποινική διαδικασία κατά εμπλεκόμενου φυσικού προσώπου δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης περί επιβολής κυρώσεων σε νομικά πρόσωπα. Η σχετική διαδικασία μπορεί να εκκινήσει και με πρωτοβουλία των αρμοδίων για την επιβολή των αντίστοιχων κυρώσεων αρχών.

Άρθρο 46

Με το άρθρο αυτό θεσπίζεται, κατ' εφαρμογή και των άρθρων 58-60 της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ, ένα σύνολο διοικητικών μέτρων και κυρώσεων που οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιβάλλουν στα υπόχρεα πρόσωπα και στα μέλη διοικητικού συμβουλίου, διευθυντικά στελέχη και υπαλλήλους των υπόχρεων νομικών προσώπων για παραβάσεις των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο, τον Κανονισμό (ΕΕ) 847/2015, τους λοιπούς Κανονισμούς και Αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις σχετικές κανονιστικές πράξεις που αφορούν στην πρόληψη και καταστολή των αδικημάτων της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ο προσδιορισμός των διοικητικών μέτρων και κυρώσεων έγινε με βάση τα κριτήρια της αποτελεσματικότητας, της αναλογικότητας και της αποτρεπτικότητας, όπως επιτάσσει το άρθρο 58 παρ. 1 και το προοίμιο της Οδηγίας (αιτιολογική σκέψη 59) και λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 59 της Οδηγίας. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις επιβάλλονται ανεξάρτητα από εκείνες του άρθρου 49 του Σχεδίου Νόμου και με την επιφύλαξη της πρόβλεψης βαρύτερων κυρώσεων από άλλες διατάξεις (παράγραφος 6). Ρητά ορίζεται ότι η λήψη διορθωτικών μέτρων και οι διοικητικές κυρώσεις μπορεί να επιβληθούν είτε διαζευκτικά είτε σωρευτικά, ενώ μπορ εί να επιβληθούν περισσότερες της μίας κυρώσεις.

Ειδικότερα, στην παράγραφο 1 καθορίζονται οι διοικητικές κυρώσεις που δύνανται να επιβληθούν κατά υπόχρεων νομικών προσώπων ή οντοτήτων καθώς και (ενόψει της παραγράφου 3 του άρθρου 58 της Οδηγίας) κατά των μελών ΔΣ, του διευθύνοντος συμβούλου, των διευθυντικών στελεχών ή άλλων υπαλλήλων αυτών, εφόσον τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα είναι υπεύθυνα για την παράβαση ή ασκούν ανεπαρκή έλεγχο ή εποπτεία επί των υπηρεσιών, υπαλλήλων και δραστηριοτήτων του νομικού προσώπου ή της οντότητας, λαμβανομένης υπόψη της θέσης ευθύνης και των εν γένει καθηκόντων τους. Προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής προστίμου, χωρίς να ορίζεται πλέον ελάχιστο ποσό αυτού, ενώ το ανώτατο όριο του προστίμου εμφανίζεται αυξημένο σε σχέση με τις προβλέψεις του ν. 3691/2008, ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της κύρωσης. Ειδικά για τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς προβλέπεται υψηλότερο όριο προστίμου σε σχέση με τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης σημασίας τους και του όγκου των συναλλαγών που διενεργούν. Περαιτέρω, εις βάρος του υπόχρεου νομικού προσώπου ή οντότητας δύναται να επιβληθεί η κύρωση της απαγόρευσης της άσκησης ορισμένων δραστηριοτήτων, της ίδρυσης νέων υποκαταστημάτων στην Ελλάδα ή σε άλλη χώρα ή της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, αν πρόκειται για ανώνυμη εταιρεία, της οριστικής ή προσωρινής ανάκλησης ή αναστολής για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της άδειας λειτουργίας ή της απαγόρευσης της άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, σε περίπτωση σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων ενώ προβλέπεται, κατά το πρώτον στον παρόντα νόμο, και η δυνατότητα έκδοσης δημόσιας ανακοίνωσης που αναφέρει το νομικό πρόσωπο ή την οντότητα και τη φύση της παράβασης, με σκοπό να ενισχυθεί έτι περαιτέρω το αποτρεπτικό αποτέλεσμα της κύρωσης. Όσον αφορά στα φυσικά πρόσωπα, διευθυντικά στελέχη ή υπαλλήλους του υπόχρεου νομικού προσώπου, πέραν του προστίμου προβλέπεται ότι μπορεί να επιβληθεί, σωρευτικά ή διαζευκτικά προς αυτό, απομάκρυνσή τους από τη θέση τους, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, και απαγόρευση ανάληψης άλλης αντίστοιχης θέσης. Για τα υπόχρεα φυσικά πρόσωπα καθορίζονται ως πιθανές κυρώσεις, διαζευκτικά ή σωρευτικά, η επιβολή προστίμου, η οριστική ή προσωρινή απαγόρευση της άσκησης της επιχειρηματικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας και η έκδοση δημόσιας ανακοίνωσης ενώ ειδική μνεία γίνεται και στην ακολουθητέα διαδικασία σε περίπτωση που το υπόχρεο φυσικό πρόσωπο υπόκειται και σε πειθαρχικό έλεγχο από αρμόδιο πειθαρχικό όργανο (παράγραφος 5). Τέλος, σύμφωνα με τις αρχές της δίκαιης δίκης, επιβάλλεται ρητά η τήρηση του δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης των νομίμων εκπροσώπων των νομικών προσώπων ή οντοτήτων ή των υπαίτιων φυσικών προσώπων πριν από την επιβολή διοικητικής κύρωσης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 49 παρ. 4 του νόμου.

Στην παράγραφο 2 εισάγεται ρητώς, κατ' εφαρμογή του άρθρου 60 παρ. 5 της Οδηγίας, ειδικός λόγος ευθύνης των υπόχρεων νομικών προσώπων ή οντοτήτων για παραβάσεις που τελούνται προς όφελός τους από φυσικά πρόσωπα, διευθυντικά στελέχη ή υπαλλήλους αυτών, ή λόγω έλλειψης εποπτείας ή ελέγχου των ανωτέρω φυσικών προσώπων.

Με την παράγραφο 3 καθιερώνεται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 60 παρ. 1-3 της Οδηγίας, υποχρέωση δημοσιοποίησης από τις αρμόδιες αρχές των κυρώσεων που επιβάλλουν δυνάμει του παρόντος άρθρου με ανάρτηση στον επίσημο διαδικτυακό τους τόπο, όταν οι σχετικές αποφάσεις καταστούν αμετάκλητες και για χρονικό διάστημα πέντε ετών. Η δημοσιοποίηση των αποφάσεων αναμένεται να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα και αποτρεπτικότητα της κύρωσης. Ωστόσο, στο πλαίσιο τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, προβλέπεται ότι εξαιρούνται οι περιπτώσεις στις οποίες η δημοσίευση είναι πιθανό να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στο πρόσωπο στο οποίο επιβάλλεται η κύρωση ή να θέσει σε κίνδυνο την έκβαση διεξαγόμενης έρευνας ή τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, οπότε και μπορεί να γίνει μόνο μετά την έκλειψη των σχετικών λόγων ή ενδεχομένως χωρίς αναφορά της ταυτότητας των υπαίτιων προσώπων.

Προς το σκοπό ενίσχυσης της διαφάνειας και της χρηστής διοίκησης, με την παράγραφο 4 εξουσιοδοτούνται οι αρμόδιες αρχές για την υιοθέτηση αποφάσεων με τις οποίες ταξινομούνται οι επιμέρους υποχρεώσεις των εποπτευόμενων από αυτές υπόχρεων προσώπων καθώς και των στελεχών και υπαλλήλων τους, ορίζεται ο βαθμός σπουδαιότητας κάθε υποχρέωσης ή κατηγορίας υποχρεώσεων με ενδεικτική αναφορά πιθανών κυρώσεων καθώς και γενικά ή ειδικά κριτήρια προσδιορισμού και επιμέτρησης των κυρώσεων, ενώ ορίζονται και τα ελάχιστα κριτήρια τα οποία θα πρέπει να ληφθούν υπόψη από τις αρμόδιες αρχές κατά την έκδοση των σχετικών κανονιστικών πράξεων, με αναφορά στα κριτήρια που απαριθμούνται στο άρθρο 60 παρ. 4 της Οδηγίας.

Τέλος, προβλέπεται ότι τα επιβαλλόμενα κατά το παρόν άρθρο πρόστιμα αποτελούν δημόσια έσοδα και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ (παράγραφος 7).

Άρθρο 47

Στην παράγραφο 1 ορίζεται ο σκοπός της Αρχής, η οποία μετονομάζεται σε «Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες». Η μετονομασία κρίθηκε αναγκαία, διότι o προγενέστερος τίτλος ήταν μακροσκελής και δύσχρηστος, ενώ ο νέος είναι βραχύτερος και συγχρόνως περιγράφει επαρκώς την βασική αρμοδιότητα της Αρχής που συνδέεται με την αντιμετώπιση της βαριάς εγκληματικότητας μέσω της δέσμευσης των περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από τις περιοριστικά στον νόμο οριζόμενες αξιόποινες πράξεις. Ο νέος τίτλος καλύπτει εν πολλοίς τις αρμοδιότητες και των τριών μονάδων, ενώ ειδικά ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις του στοιχείου αα' της παρ. 1 του άρ. 3 του ν. 3213/2003, αποτελεί χρήσιμη προεργασία για τον εντοπισμό περιουσίας που αποκτήθηκε από τα υπόχρεα σε δήλωση πρόσωπα με αξιόποινες πράξεις. Εξάλλου ο νέος τίτλος δίνει την δυνατότητα στο νομοθέτη να διευρύνει, εάν το επιθυμεί, τις αρμοδιότητες της Αρχής χωρίς να απαιτείται κάθε φορά και νέα αλλαγή του τίτλου της. Στο εδ. β' της παραγράφου 1, στον σκοπό της Αρχής, προστίθεται ο «εντοπισμός» της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατ' αντιστοιχία με το άρθρο 32 παράγραφος 1 της Οδηγίας (όπου ο σχετικός όρος αποδίδεται ως «ανίχνευση»). Η νέα ονομασία και η διεύθυνση της Αρχής θα πρέπει να κοινοποιηθούν εγγράφως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατ' εφαρμογή του άρθρου 32 παρ. 2 της Οδηγίας.

Στην παράγραφο 2 προβλέπεται, όπως και στην αντίστοιχη διάταξη του ν. 3691/2008, η διοικητική και λειτουργική ανεξαρτησία της Αρχής (σύμφωνα και με το άρθρο 32 παρ. 3 εδ. α' της Οδηγίας), η έδρα της και ο προϋπολογισμός της, ενώ προστίθεται δυνατότητα αυτόνομης συμμετοχής της Αρχής σε συγχρηματοδοτούμενα ή χρηματοδοτούμενα προγράμματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνείς οργανισμούς, διότι έτσι της δίνονται μεγαλύτερες δυνατότητες χρηματοδότησης.

Στην παράγραφο 3 ρυθμίζονται τα θέματα εγκατάστασης γραφείων σε άλλες πόλεις και αρμοδιότητας για τις διαφορές που ανακύπτουν από την λειτουργία της Αρχής, ενώ προβλέπεται για πρώτη φορά ότι η δικαστική εκπροσώπηση και η καθοδήγηση δια γνωμοδοτήσεων της Αρχής διεξάγονται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Με την προσθήκη καλύπτεται κενό του νόμου που αφορούσε στην εκπροσώπηση της Αρχής σε δικαστήρια και την κάλυψη σε γνωμοδοτικά και ερμηνευτικά θέματα, βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 2 περίπτωση γ' του ν. 3086/2002.

Η παράγραφος 4 προβλέπει τη συγκρότηση της Αρχής από τον Πρόεδρο και 17 μέλη, των οποίων η θητεία είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά τα έξι έτη.

Η αύξηση των μελών της Αρχής από 14 σε 17 κατέστη αναγκαία λόγω της ανάγκης εκπροσώπησης αρμοδίων φορέων που υποβοηθούν το έργο της. Η τροποποίηση του εδ. γ' και η προσθήκη των εδ. δ' και ε' αναφορικά με την διάρκεια της θητείας και την αναπλήρωση του Προέδρου και των μελών, ήταν απαραίτητη, προκειμένου να δοθεί σε όλους τους φορείς ενιαία κατεύθυνση για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Η προηγούμενη διατύπωση ήταν αόριστη και προξενούσε πληθώρα ερμηνευτικών προβλημάτων, οι οποίες δυσχέραιναν την καλή λειτουργία της Αρχής.

Στην παράγραφο 5 προβλέπεται, όπως και στην ισχύουσα διάταξη του ν. 3691/2008, ότι ως Πρόεδρος της Αρχής ορίζεται ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός, ο οποίος είναι πλήρους απασχόλησης και επιλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.

Στην παράγραφο 6 ορίζεται ο τρόπος διορισμού των μελών της Αρχής και διατυπώνεται η απαίτηση τα Μέλη να διαθέτουν υψηλό επίπεδο επαγγελματικών προσόντων.

Άρθρο 48


Στο άρθρο 48 προβλέπεται, όπως ισχύει και υπό το παρόν νομοθετικό πλαίσιο, ότι η Αρχή απαρτίζεται από τρεις αυτοτελείς Μονάδες, με διακριτές αρμοδιότητες, προσωπικό και υποδομές, υπό κοινό Πρόεδρο, και ρυθμίζεται η απαραίτητη απαρτία και η διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Στον τίτλο 1 ορίζεται ότι η Α' Μονάδα «Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών» συγκροτείται από τον Πρόεδρο και 10 μέλη (αντί 8 που ήταν προηγουμένως), προερχόμενα από διάφορους φορείς, με κριτήριο τη συνδρομή που μπορούν να παράσχουν στο έργο της. Πλαισιώνεται και υποστηρίζεται από συνολικά πενήντα υπαλλήλους, οι οποίοι αποσπώνται ως επί το πλείστον από τα υπουργεία και τους φορείς απ' όπου προέρχονται τα μέλη της Μονάδας. Επίσης καθορίζονται οι αρμοδιότητες της τελευταίας, καθώς και η υποχρέωση σύνταξης και υποβολής έκθεσης πεπραγμένων.

Καθόσον αφορά στα ζητήματα όπου υπάρχουν αλλαγές σε σύγκριση με τον ν. 3691/2008, στο στοιχείο ηη' της περίπτωσης α' προσετέθη το μέλος από την Ε.Ε.Ε.Π, το οποίο, όπως προελέχθη, με βάση την πρακτική εμπειρία από την λειτουργία της Αρχής αναμένεται να βοηθήσει σημαντικά στο έργο της. Η αφαίρεση της αναφοράς σε «επιστημονικό» προσωπικό από τη διατύπωση της περίπτωσης β' κρίθηκε απαραίτητη, διότι η φράση «με ειδικές γνώσεις» είναι επαρκής και καλύπτει τον αφαιρούμενο όρο, ενώ παράλληλα επιτρέπει την απόσπαση στην Αρχή έμπειρων και ικανών υπαλλήλων, οι οποίοι δεν διαθέτουν πανεπιστημιακή παιδεία.

Στην περίπτωση β' διατηρήθηκε, εξάλλου, η δυνατότητα κάλυψης δύο θέσεων επιστημονικού προσωπικού με πρόσωπα εκτός του δημοσίου τομέα, με την διαφορά ότι πλέον δίνεται η δυνατότητα στο Πρόεδρο της Αρχής να επιλέγει επιστημονικούς συνεργάτες της επιλογής του, η σύμβαση των οποίων λύεται αυτοδικαίως με την αποχώρησή του. Οι προσλήψεις αυτές εξαιρούνται των κοινών διατάξεων του νόμου και υλοποιούνται με μόνη την απόφαση του Προέδρου, προκειμένου να επιτευχθεί ταχύτερη και αμεσότερη εξυπηρέτηση των έκτακτων αναγκών επιστημονικής υποστήριξης της Αρχής, σε περιπτώσεις ιδιαίτερα πολύπλοκων τεχνικών ζητημάτων. Οι προσλήψεις αυτές μπορούν να υλοποιούνται και για πολύ περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Στο στοιχείο αα' της περίπτωσης γ' προστίθεται η αρμοδιότητα της «ανάλυσης», κατ' αντιστοιχία με τα προβλεπόμενα στα εδ. α' και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 32 της Οδηγίας. Το στοιχείο ββ' καλύπτει και το άρθρο 52 της Οδηγίας. Στο τέλος του στοιχείου γγ' της περίπτωσης γ', προστίθεται η αρμοδιότητα για την ενημέρωση των υπόχρεων προσώπων σχετικά με την εξέλιξη των αναφορών τους, όπου αυτό είναι εφικτό, όπως επιβάλλεται από το άρθρο 46 παρ. 3 της Οδηγίας. Με το στοιχείο δδ' της περίπτωσης γ' προστίθεται η αρμοδιότητα διενέργειας επιχειρησιακών αναλύσεων, κατ' αντιστοιχία προς το άρθρο 32 παρ. 8 περ. α' της Οδηγίας. Ομοίως, με το στοιχείο εε' της περίπτωσης γ' προστίθεται η αρμοδιότητα εκπόνησης στρατηγικών αναλύσεων αναφορικά με τις τάσεις και τις συνήθεις πρακτικές της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατ' αντιστοιχία προς το άρθρο 32 παρ. 8 περ. β' της Οδηγίας.

Στην περίπτωση δ' προστίθεται, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 32 της Οδηγίας, η δυνατότητα, σε επείγουσες περιπτώσεις και όταν υπάρχει υπόνοια ότι περιουσία ή συναλλαγή σχετίζεται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ο Πρόεδρος να διατάσσει την προσωρινή δέσμευση της περιουσίας ή την αναστολή εκτέλεσης της συγκεκριμένης συναλλαγής, προκειμένου να διερευνηθεί η βασιμότητα της υπόνοιας. Με την προσθήκη αυτή επιτυγχάνεται ταχύτητα και ευελιξία όχι μόνο στην έκδοση αλλά και στην ανάκληση της διάταξης, οσάκις εκλείψει η υπόνοια.

Η τροποποίηση της περίπτωσης στ', σχετικά με την υποχρέωση σύνταξης στο τέλος κάθε έτους και υποβολής της έκθεσης πεπραγμένων της Αρχής μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου του επομένου έτους, κατέστη αναγκαία προκειμένου να εξασφαλισθεί η ορθότητα και πληρότητα των εκθέσεων, οι οποίες πρέπει να ολοκληρώνονται και υποβάλλονται μετά την λήξη του έτους στο οποίο αναφέρονται.

Στον τίτλο 2 ορίζεται, όπως και στην ισχύουσα διάταξη του ν. 3691/2008, ότι η Β' Μονάδα «Χρηματοοικονομικών Κυρώσεων» συγκροτείται από τον Πρόεδρο και δύο μέλη, προερχόμενα από την Ελληνική Αστυνομία και το Υπουργείο Εξωτερικών. Πλαισιώνεται και υποστηρίζεται από συνολικά πέντε υπαλλήλους, οι οποίοι αποσπώνται από τα υπουργεία απ' όπου προέρχονται τα μέλη της Μονάδας. Όπως και στον ισχύοντα νόμο, καθορίζονται οι αρμοδιότητες της Β' Μονάδας, καθώς και η υποχρέωση σύνταξης και υποβολής έκθεσης πεπραγμένων. Η αφαίρεση της αναφοράς σε «επιστημονικό» προσωπικό από τη διατύπωση της περίπτωσης β' επελέγη για τους ίδιους λόγους όπως και για την Α' Μονάδα. Το ίδιο ισχύει και καθόσον αφορά στην τροποποίηση της περίπτωσης ε' σχετικά με την σύνταξη και υποβολή της έκθεσης πεπραγμένων.

Στον τίτλο 3 ορίζεται ότι η Γ' Μονάδα «Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» συγκροτείται από τον Πρόεδρο και 5 μέλη, προερχόμενα από διάφορους φορείς με κριτήριο τη συνδρομή που μπορούν να παράσχουν στο έργο της. Πλαισιώνεται και υποστηρίζεται από συνολικά τριάντα υπαλλήλους, οι οποίοι αποσπώνται ως επί το πλείστον από τα υπουργεία και τους φορείς απ' όπου προέρχονται τα μέλη της Μονάδας.

Όπως και στον ν. 3691/2008, στον υπό συζήτηση τίτλο καθορίζονται οι αρμοδιότητες της Γ' Μονάδας, καθώς και η υποχρέωση σύνταξης και υποβολής έκθεσης πεπραγμένων.

Στο τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' προστίθεται η δυνατότητα της Γ' Μονάδας, να αντλεί προσωπικό και από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε), διότι μετά την έναρξη εφαρμογής του ν. 4389/2016 το προσωπικό που περιγράφεται στην εν λόγω διάταξη και χαρακτηρίζεται από «ειδικές γνώσεις και εμπειρία στον έλεγχο περιουσιακών στοιχείων και τη διερεύνηση οικονομικών συναλλαγών» δεν δύναται να αντλείται πλέον από το Υπουργείο Οικονομικών.

Η διαγραφή της φράσης «πλην εκείνων του άρθρου 14 του ιδίου νόμου» στο α' εδάφιο της περίπτωσης γ', γίνεται διότι περιττεύει από νομοτεχνική άποψη, εφόσον καλύπτεται από το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 3 παρ. 1 περ. αα' του ν. 3213/2003. Κατά τα λοιπά, το περιεχόμενο της δεύτερης παραγράφου της περίπτωσης γ' τροποποιείται, διότι δεδομένων των υφιστάμενων πόρων και της ανάγκης για ουσιαστικό, ολοκληρωμένο και σε βάθος έλεγχο, κρίνεται απαραίτητη η προτεραιοποίηση των υποχρεωτικά ελεγχομένων από τη Γ' Μονάδα δηλώσεων. Με βάση τις εκτιμήσεις κινδύνου, τίθενται σε προτεραιότητα οι κατηγορίες που περιγράφονται στις υποπεριπτώσεις από αα' έως ζζ'. Η Γ' Μονάδα αποφασίζει για την διαδικασία και την έκταση του ελέγχου των υπόχρεων προσώπων της αρμοδιότητάς της, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνικές ανάλυσης επικινδυνότητας και τις βασικές αρχές ελέγχου, όπως αυτές προβλέπονται στην διεθνή πρακτική, με τη χρήση πληροφοριακών συστημάτων για την εξαγωγή κατάλληλου αντιπροσωπευτικού δείγματος. Με τις ανωτέρω προσθήκες, δίδεται η δυνατότητα στη Γ' Μονάδα να προχωρά σε δειγματοληπτικό έλεγχο εκείνων των υπόχρεων προσώπων που παρουσιάζουν αυξημένη επικινδυνότητα διαφθοράς.

Με την προσθήκη της τρίτης παραγράφου στην περίπτωση γ' υιοθετείται η πρόβλεψη της παραγράφου 3 του άρθρου 3Β του ν. 3213/2003, όπως ισχύει για την επιτροπή της Βουλής, και παρέχεται στην Αρχή η δυνατότητα να χρησιμοποιεί ως συμβούλους εξειδικευμένους επιστήμονες σε εξαιρετικές περιπτώσεις ελέγχων. Η ανάθεση του έργου αυτού πραγματοποιείται κατά παρέκκλιση κάθε ειδικής ή γενικής διάταξης προκειμένου να εξυπηρετηθεί η ανάγκη ταχείας εξειδικευμένης και αποτελεσματικής έρευνας. Εξάλλου, με την τέταρτη παράγραφο ανατίθεται στην Γ' Μονάδα το καθήκον να δίνει κατευθυντήριες οδηγίες στα εμπλεκόμενα πρόσωπα και στους αρμόδιους φορείς, με στόχο την βελτίωση του έργου της, ενώ προβλέπεται επίσης και η δυνατότητα να καλεί τους ελεγχόμενους να βελτιώσουν την ποιότητα των δηλώσεών τους.

Τέλος, με την προσθήκη της περίπτωσης ε' δίνεται η δυνατότητα στην Γ' Μονάδα να συμμετέχει και εκπροσωπεί την Αρχή στους διεθνείς οργανισμούς για θέματα αρμοδιότητά της.

Άρθρο 49

Ορίζονται οι εξουσίες των Μονάδων της Αρχής και η δυνατότητα πρόσβασης σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής ή οργανισμού και επαναλαμβάνεται χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις η αρμοδιότητα των Μονάδων της Αρχής να ζητούν τη συνεργασία και παροχή στοιχείων κάθε είδους, από φυσικά πρόσωπα, δικαστικές, προανακριτικές ή ανακριτικές αρχές, δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου και οργανισμούς ή οντότητες οποιασδήποτε μορφής. Επαναλαμβάνεται, επίσης, ρητά ότι κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών των Μονάδων της Αρχής δεν ισχύει οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο, με την επιφύλαξη των άρθρων 212, 261 και 262 ΚΠΔ, και διατηρούνται οι προβλέψεις σχετικά με την υποχρέωση των μελών και των υπαλλήλων της Αρχής, να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας της αμεροληψίας και της εχεμύθειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η προσθήκη του εδαφίου β' στην παράγραφο 1 ήταν απαραίτητη, προκειμένου η Αρχή να αποκτήσει αυτοδύναμη πρόσβαση στα ηλεκτρονικά συστήματα όλων των δημοσίων και ιδιωτικών οντοτήτων και φορέων και να βελτιωθεί η ταχύτητα των ερευνών της. Η παράγραφος 6, αναφορικά με τους διαύλους επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται για την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλους φορείς της ημεδαπής ή αλλοδαπής, προστίθεται σε συμμόρφωση προς το άρθρο 56 της Οδηγίας.

Άρθρο 50

Στις παραγράφους 1 και 2 καθορίζεται η διαδικασία απόσπασης των υπαλλήλων στην Αρχή, η διάρκεια της απόσπασης, η οποία ορίζεται ως τριετής με δυνατότητα ανανέωσης για μια ή περισσότερες φορές, η απαιτούμενη κατάρτιση, η υπηρεσιακή εμπειρία και οι ικανότητες των προς απόσπαση υπαλλήλων, η υποχρέωση των αρμόδιων φορέων να μεριμνούν για την επαρκή στελέχωση της Αρχής και την ικανοποίηση των προτάσεων του Προέδρου, καθώς και η δυνατότητα του Προέδρου της Αρχής τόσο για την τοποθέτηση ή μετακίνηση των υπαλλήλων στις επιμέρους Μονάδες, όσο και για την παύση της απόσπασης μετά από πρότασή του, για λόγους αποκλειστικά αναγόμενους στην εύρυθμη λειτουργία της Αρχής. Οι προτάσεις του Προέδρου για τη στελέχωση της Αρχής λαμβάνουν υπόψη τόσο τις τεχνικές δεξιότητες, όσο και τα ηθικά προσόντα των υπαλλήλων, με στόχο την διασφάλιση των αρχών της εχεμύθειας, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας, ικανοποιούνται δε άμεσα. Η προσθήκη του εδαφίου β' της παραγράφου 2 επιτρέπει στον Πρόεδρο της Αρχής να επιλέγει μεταξύ περισσοτέρων τρόπων στελέχωσης της υπηρεσίας.

Στην παράγραφο 3 ορίζεται, όπως και στον ν. 3691/2008, ότι με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, η αποζημίωση του Προέδρου και των Μελών της Αρχής, καθώς και οι πρόσθετες αμοιβές του προσωπικού που υπηρετεί σε αυτήν με απόσπαση. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 προστίθεται βάσει του άρθρου 54 του ν. 4407/2016.

Στις παραγράφους 4 και 5 επαναλαμβάνεται ότι ο Πρόεδρος της Αρχής αποφασίζει για την κατανομή των υποθέσεων, καθώς και σε ποιες περιπτώσεις είναι αναγκαία η εμπλοκή δύο ή και όλων των Μονάδων στην έρευνα της ίδιας υπόθεσης· ότι ο Πρόεδρος και τα Μέλη της κάθε Μονάδας μεριμνούν για τη βελτίωση της εκπαίδευσης και τη συνεχή κατάρτιση του προσωπικού της· καθώς και ότι στο τέλος κάθε έτους ο Πρόεδρος συντάσσει έκθεση αναφορικά με την απόδοση και τη συμπεριφορά κάθε αποσπασμένου υπαλλήλου της Αρχής, την οποία αποστέλλει στον φορέα από τον οποίο προέρχεται ο υπάλληλος.

Στην παράγραφο 6 ορίζεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται μετά από εισήγηση του Προέδρου και των Μελών της Αρχής, ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν στη λειτουργία των επί μέρους Μονάδων της Αρχής, το οργανόγραμμά τους, τον κανονισμό λειτουργίας τους, τις ειδικότερες αρμοδιότητες του Προέδρου, των Μελών και του προσωπικού τους, τον τρόπο διαχείρισης των υποθέσεων και τη συνεργασία τους με τις εθνικές και τις αλλοδαπές αρχές. Η μείωση του αριθμού των συναρμόδιων Υπουργών αναμένεται να συμβάλει στην ταχύτερη εφαρμογή της διάταξης αυτής.

Η παράγραφος 7 ορίζει τα της πειθαρχικής ευθύνης του Προέδρου, των μελών και των υπαλλήλων της Αρχής. Η προσθήκη των λέξεων «βαρειάς αμέλειας» στο εδ. α' κρίθηκε αναγκαία για την ευθυγράμμιση της πειθαρχικής ευθύνης των υπαλλήλων της Αρχής με εκείνη που προβλέπεται στον κώδικα περί δημοσίων υπαλλήλων. Η προγενέστερη διατύπωση εμφάνιζε τους υπαλλήλους της Αρχής να υπέχουν μειωμένη πειθαρχική ευθύνη κατά το χρόνο υπηρεσίας τους, παρότι οι απαιτήσεις ασφαλείας των δεδομένων, εχεμύθειας και επιμέλειας των υπαλλήλων της Αρχής είναι ιδιαίτερα αυξημένες.

Άρθρο 51

Ορίζονται οι αρμοδιότητες της Β' Μονάδας της Αρχής ως προς την επιβολή κυρώσεων κατά υπόπτων για τρομοκρατικές πράξεις.

Άρθρο 52

Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου αναφέρεται στην άσκηση από τις ελεγκτικές υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης των αρμοδιοτήτων που αφορούν στον έλεγχο των υπόχρεων προσώπων αρμοδιότητας της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε., την επιβολή κυρώσεων, τη βεβαίωση των σχετικών προστίμων, καθώς και τις λοιπές ενέργειες που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο.

Η παράγραφος 2 αντικαθιστά το άρθρο 62Α του ν. 4170/2013, το οποίο εισήχθη στον εν λόγω νόμο με την παράγραφο 3 του άρθρου 71 του ν. 4446/2016. Η αντικατάσταση συνεπάγεται μια σειρά τροποποιήσεων που αποσκοπούν στην ορθή ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ και στην απαλοιφή διατάξεων που δεν είναι συμβατές με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ενώ δεν υπεισέρχεται στα θέματα ρύθμισης συναλλαγών ηλεκτρονικού χρήματος που αποτελούν το αντικείμενο του άρθρου 62Α.

Το άρθρο 52 περιλαμβάνει τις μεταβατικές διατάξεις που αφορούν στη διατήρηση σε ισχύ των κανονιστικών πράξεων που αφορούν στην εφαρμογή των ν. 2331/1995 και 3691/2008 και στην εξασφάλιση της συνέχειας της Αρχής του άρθρου 46 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 53

Το άρθρο 53 περιλαμβάνει τις μεταβατικές διατάξεις που αφορούν στη διατήρηση σε ισχύ των κανονιστικών πράξεων που αφορούν στην εφαρμογή των ν. 2331/1995 και 3691/2008 και στην εξασφάλιση της συνέχειας της Αρχής του άρθρου 47 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 54


Στην παράγραφο 1 ορίζονται οι τροποποιούμενες διατάξεις. Για την πληρέστερη ενσωμάτωση της Οδηγίας, κρίνεται αναγκαία η αντικατάσταση της παραγράφου 5 του άρθρου 8β του κ.ν.2190/1920, ώστε η μεταβίβαση ανωνύμων μετοχών εταιρειών που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο να γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή έγγραφο βεβαίας χρονολογίας. Το έγγραφο αυτό πρέπει να διαβιβάζεται στην εταιρεία και να διατηρείται στο αρχείο της για τουλάχιστον πέντε έτη από την μεταβίβαση των μετοχών

Στην παράγραφο 2 ορίζονται οι καταργούμενες διατάξεις, στις οποίες περιλαμβάνονται ιδίως οι υποκαθιστάμενες με τον παρόντα νόμο διατάξεις του ν. 3691/2008.
Ακολουθούν δύο παραρτήματα ως Ενδεικτικός κατάλογος των παραγόντων και των τύπων αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου και υψξλότερου κινδύνου.

Άρθρο 55

Το ακροτελεύτιο άρθρο 55 ορίζει ότι η ισχύς του προτεινόμενου νόμου θα αρχίσει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ»


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΚΟΠΟΣ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΒΑΣΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ, ΟΡΙΣΜΟΙ, ΥΠΟΧΡΕΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Άρθρο 1
Σκοπός


Με τον παρόντα νόμο σκοπείται η ενσωμάτωση στη νομοθεσία των διατάξεων της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 «σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής» (ΕΕ L 141/5.6.2015) και κωδικοποιείται η ισχύουσα εθνική νομοθεσία με κατάργηση των αντίστοιχων διατάξεων των άρθρων 1 έως και 54 του ν.3691/2008 (ΑΊ66)

Άρθρο 2
Αντικείμενο ( άρθρο 1 της Οδηγίας 2015/849)


1. Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπως αυτά τα αδικήματα ορίζονται κατωτέρω, καθώς και η προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τους κινδύνους που ενέχουν.

2. Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος) συνιστούν οι ακόλουθες πράξεις:
α) Η μετατροπή ή μεταβίβαση περιουσίας εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες δραστηριότητες με σκοπό την απόκρυψη ή συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της ή την παροχή συνδρομής σε οποιονδήποτε ενέχεται στις δραστηριότητες αυτές, προκειμένου να αποφύγει τις έννομες συνέπειες των πράξεων του.
β) Η απόκρυψη ή συγκάλυψη της αλήθειας με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, όσον αφορά στη φύση, προέλευση, διάθεση, διακίνηση ή χρήση περιουσίας ή στον τόπο όπου αυτή αποκτήθηκε ή ευρίσκεται ή στην κυριότητα επί περιουσίας ή σχετικών με αυτή δικαιωμάτων, εν γνώσει του
γεγονότος ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες δραστηριότητες.
γ) Η απόκτηση, κατοχή ή χρήση περιουσίας, εν γνώσει, κατά τον χρόνο της κτήσης ή της διαχείρισης, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες δραστηριότητες.
δ) Η χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα με την τοποθέτηση σε αυτόν ή τη διακίνηση μέσω αυτού εσόδων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα.
ε) Η σύσταση οργάνωσης ή ομάδας δύο τουλάχιστον ατόμων για τη διάπραξη μιας ή περισσότερων από τις πράξεις που αναφέρονται στα παραπάνω στοιχεία α' έως δ' και η συμμετοχή σε τέτοια οργάνωση ή ομάδα.

3. Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες υπάρχει και όταν οι δραστηριότητες από τις οποίες προέρχεται η προς νομιμοποίηση περιουσία έλαβαν χώρα στο έδαφος άλλου κράτους, εφόσον αυτές θα ήταν βασικό αδίκημα αν διαπράττονταν στην Ελλάδα και θεωρούνται αξιόποινες σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού.

4. Χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελεί το αδίκημα που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ).

Άρθρο 3
Εγκληματικές δραστηριότητες - βασικά αδικήματα (άρθρο 3 στοιρ. 4 της Οδηγίας 2015/849)


Ως εγκληματικές δραστηριότητες νοούνται η διάπραξη ενός ή περισσότερων από τα ακόλουθα αδικήματα που καλούνται εφεξής «βασικά αδικήματα»:
α) εγκληματική οργάνωση (άρθρο 187 ΠΚ),
β) τρομοκρατικές πράξεις και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (άρθρο 187Α ΠΚ),
γ) δωροληψία και δωροδοκία υπαλλήλου (άρθρα 235 και 236 ΠΚ),
δ) εμπορία επιρροής-μεσάζοντες και δωροληψία και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα (άρθρα 237Α και 237Β ΠΚ),
ε) δωροληψία και δωροδοκία πολιτικών προσώπων και δικαστικών λειτουργών (άρθρα 159, 159Α και 237 ΠΚ),
στ) εμπορία ανθρώπων (άρθρο 323Α ΠΚ),
ζ) απάτη με υπολογιστή (άρθρο 386Α ΠΚ),
η) σωματεμπορία (άρθρο 351 ΠΚ),
θ) τα προβλεπόμενα στα άρθρα 20 έως και 23 του ν. 4139/2013 «Νόμος περί εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλες διατάξεις» (Α' 74),
ι) τα προβλεπόμενα στα άρθρα 15 και 17 του ν. 2168/1993 «Όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες κ.λπ(Α' 147),
ια) τα προβλεπόμενα στα άρθρα 53, 54, 55, 61 και 63 του ν. 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» (Α' 153),
ιβ) τα προβλεπόμενα στις παρ. 1 και 3 του άρθρου 8 του ν.δ. 181/1974 «Περί προστασίας εξ ιοντιζουσών ακτινοβολιών» (Α' 347),
ιγ) τα προβλεπόμενα στις παρ. 5 έως και 8 του άρθρου 29 και στο άρθρο 30 του ν. 4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης» (Α' 80),
ιδ) τα προβλεπόμενα στα άρθρα τέταρτο και έκτο του ν. 2803/2000 «Προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων» (Α' 48),
ιε) τα προβλεπόμενα στα άρθρα 28 έως και 31 του ν. 4443/2016 (Α' 232) χρηματιστηριακά αδικήματα,
ιστ) τα αδικήματα: α) φοροδιαφυγής, που προβλέπονται στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013 (Α' 170) με την εξαίρεση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5, β) λαθρεμπορίας, που προβλέπονται στα άρθρα 155 έως και 157 του ν. 2960/2001 (Α' 265) και γ) μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, που προβλέπονται στο άρθρο 25 του ν. 1882/1990 (Α' 43), με την εξαίρεση της περίπτ. α' της παρ. 1, καθώς και της μη καταβολής χρεών που προκύπτουν από χρηματικές ποινές ή πρόστιμα που επιβλήθηκαν από τα δικαστήρια ή από διοικητικές ή άλλες αρχές,
ιζ) τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» (Α' 160),
ιη) κάθε άλλο αδίκημα που τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας, της οποίας το ελάχιστο όριο είναι άνω των έξι μηνών και από το οποίο προκύπτει περιουσιακό όφελος.

Άρθρο 4
Ορισμοί ( άρθρο 3 της Οδηγίας 2015/849)


Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου οι ακόλουθοι όροι έχουν την εξής έννοια:
1. «Περιουσία»: Περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, ενσώματα ή ασώματα, κινητά ή ακίνητα, υλικά ή άυλα, καθώς και έγγραφα ή στοιχεία οποιασδήποτε μορφής, έντυπης, ηλεκτρονικής ή ψηφιακής, που αποδεικνύουν τίτλο ιδιοκτησίας ή δικαιώματα προς απόκτηση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων.
2. «Πιστωτικό Ίδρυμα»:
α) Το πιστωτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στο σημείο 1) της παρ. 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ.575/2013, συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων του, κατά την έννοια του σημείου 17 της ίδιας παραγράφου και άρθρου του ως άνω Κανονισμού, το οποίο έχει την έδρα του στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως αν η έδρα του βρίσκεται στην Ένωση ή σε τρίτη χώρα.
β) Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
3. «Χρηματοπιστωτικός Οργανισμός»:
α) Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής.
β) Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, όταν δραστηριοποιούνται στον τομέα της ασφάλισης ζωής ή της παροχής υπηρεσιών σχετιζόμενων με επενδύσεις, με την εξαίρεση των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.
γ) Οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης.
δ) Οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων τρίτων.
ε) Οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων από δάνεια και πιστώσεις, υπό τις προϋποθέσεις της παρ. 25 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 (Α' 176).
στ) Οι εταιρείες παροχής πιστώσεων.
ζ) Τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
η) Τα ιδρύματα πληρωμών.
θ) Οι ταχυδρομικές εταιρείες, στο μέτρο που παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών.
ι) Τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος.
ια) Οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου.
ιβ) Οι εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων.
ιγ) Οι εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποί τους.
ιδ) Οι εταιρείες επενδυτικής διαμεσολάβησης.
ιε) Οι εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών.
ιστ) Οι εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία.
ιζ) Οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.
ιη) Τα στερούμενα ιδίας νομικής προσωπικότητας υποκαταστήματα στην Ελλάδα χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν την έδρα τους στην αλλοδαπή.
ιθ) Άλλες επιχειρήσεις που δεν είναι πιστωτικά ιδρύματα και των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταται στην άσκηση μίας ή περισσότερων από τις δραστηριότητες που παρατίθενται στις περιπτ. β' έως ιβ', ιδ' και ιε' της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 4261/2014 (Α' 107). Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, δύναται να ορίζονται ως χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και επιχειρήσεις που ασκούν άλλες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, πέραν των ανωτέρω.
4. «Όμιλος»: Ο όμιλος επιχειρήσεων που αποτελείται από μια μητρική επιχείρηση, τις θυγατρικές της και τις οντότητες στις οποίες η μητρική επιχείρηση ή οι θυγατρικές της διαθέτουν συμμετοχή, καθώς και επιχειρήσεις που συνδέονται μεταξύ τους με σχέση κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α' 251).
5. «Αρχή»: Η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες που ιδρύθηκε με το ν.3691/2008
6. «Πρόσωπο»: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα.
7. «Χρηματοπιστωτικός τομέας»: Ο τομέας της οικονομίας που αποτελείται από τα νομικά και φυσικά πρόσωπα που εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς
8. «Εικονική τράπεζα»: Το πιστωτικό ίδρυμα ή ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός ή το ίδρυμα που ασκεί δραστηριότητες αντίστοιχες με εκείνες των πιστωτικών ιδρυμάτων ή χρηματοπιστωτικών οργανισμών, το οποίο:
α) έχει συσταθεί σε χώρα ή δικαιοδοσία όπου δεν έχει φυσική παρουσία και επομένως πραγματική έδρα και διοίκηση, και
β) δεν συνδέεται με χρηματοπιστωτικό όμιλο που πληροί τις απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας σχετικά με τη ρύθμιση και εποπτεία αυτού ή τουλάχιστον ισοδύναμες απαιτήσεις.
9. «Πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα»: Τα φυσικά πρόσωπα, στα οποία έχουν ή είχαν ανατεθεί σημαντικά δημόσια λειτουργήματα, όπως τα εξής:
α) Οι αρχηγοί κρατών, αρχηγοί κυβερνήσεων, υπουργοί, αναπληρωτές υπουργοί και υφυπουργοί·
β) τα μέλη κοινοβουλίων ή αντίστοιχων νομοθετικών σωμάτων·
γ) τα μέλη των διοικητικών οργάνων πολιτικών κομμάτων·
δ) τα μέλη ανωτάτων δικαστηρίων, συνταγματικών δικαστηρίων ή άλλων υψηλού επιπέδου δικαστικών οργάνων, των οποίων οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, πλην εξαιρετικών περιστάσεων·
ε) τα μέλη ελεγκτικών δικαστηρίων·
στ) τα μέλη διοικητικών συμβουλίων κεντρικών τραπεζών·
ζ) οι πρέσβεις και επιτετραμμένοι διπλωμάτες·
η) οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί ενόπλων δυνάμεων·
θ) τα μέλη διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων κρατικών επιχειρήσεων·
ι) οι διευθυντές, αναπληρωτές διευθυντές και μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή πρόσωπα που κατέχουν ισοδύναμη θέση σε διεθνείς οργανισμούς.
Κανένα από τα ανωτέρω δημόσια λειτουργήματα δεν αφορά σε πρόσωπα κατέχοντα ενδιάμεσες ή χαμηλές θέσεις της υπαλληλικής ιεραρχίας.
10. «Μέλη της οικογένειας»: Οι άμεσοι στενοί συγγενείς των προσώπων που εμπίπτουν στην παράγραφο 9, στους οποίους περιλαμβάνονται:
α) οι σύζυγοι ή πρόσωπα εξομοιούμενα με συζύγους σύμφωνα με την εκάστοτε εθνική νομοθεσία, όπως εκείνα με τα οποία έχει συναφθεί σύμφωνο συμβίωσης κατά το Ελληνικό δίκαιο·
β) τα τέκνα και οι σύζυγοί τους ή πρόσωπα εξομοιούμενα με τους τελευταίους σύμφωνα με την εκάστοτε εθνική νομοθεσία·
γ) οι γονείς.
11. «Στενοί συνεργάτες»: Πρόσωπα που είναι γνωστά ως στενοί συνεργάτες των προσώπων που εμπίπτουν στην παρ. 9, στα οποία περιλαμβάνονται:
α) φυσικά πρόσωπα για τα οποία είναι γνωστό ότι είναι από κοινού πραγματικοί δικαιούχοι νομικής οντότητας ή νομικού μορφώματος ή ότι συνδέονται με οποιαδήποτε άλλη στενή επιχειρηματική σχέση με πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο·
β) φυσικά πρόσωπα τα οποία είναι οι μόνοι πραγματικοί δικαιούχοι νομικής οντότητας ή νομικού μορφώματος που είναι γνωστό ότι συστάθηκε εν τοις πράγμασι προς όφελος πολιτικώς εκτεθειμένου προσώπου.
12. «Λογαριασμός πλάγιας πρόσβασης (payable - through account)»: Τραπεζικός λογαριασμός που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα (ίδρυμα ανταποκριτής) και ανοίγεται στο πλαίσιο σχέσης τραπεζικής ανταπόκρισης με σκοπό την εξυπηρέτηση των πελατών πιστωτικού ιδρύματος (ιδρύματος πελάτη) για την εκ μέρους τους διενέργεια χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
13. «Σχέση ανταπόκρισης»:
α) η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών από μια τράπεζα («ανταποκριτής») σε άλλη τράπεζα («πελάτης»), συμπεριλαμβανομένων της παροχής τρεχούμενου ή άλλου λογαριασμού υποχρεώσεως και συναφών υπηρεσιών, όπως της διαχείρισης των ταμειακών διαθεσίμων, των διεθνών μεταφορών χρηματικών ποσών, του συμψηφισμού επιταγών, των λογαριασμών πλάγιας πρόσβασης και των υπηρεσιών ξένου συναλλάγματος·
β) οι σχέσεις μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες παρέχονται παρόμοιες υπηρεσίες από ίδρυμα ανταποκριτή σε ίδρυμα πελάτη, καθώς και των σχέσεων που αφορούν σε συναλλαγές τίτλων ή μεταφορές χρηματικών ποσών.
14. «Ύποπτη συναλλαγή ή δραστηριότητα»: Η συναλλαγή ή δραστηριότητα από την οποία εκτιμάται ότι προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ή υπόνοιες για πιθανή απόπειρα ή διάπραξη των αδικημάτων του άρθρου 2 ή για εμπλοκή του συναλλασσόμενου ή του πραγματικού δικαιούχου σε εγκληματικές δραστηριότητες, με βάση την αξιολόγηση των στοιχείων της συναλλαγής (φύση της συναλλαγής, κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου, συχνότητα, πολυπλοκότητα και ύψος της συναλλαγής, χρήση ή μη μετρητών) και του προσώπου (επάγγελμα, οικονομική επιφάνεια, συναλλακτική ή επιχειρηματική συμπεριφορά, φήμη, παρελθόν, επίπεδο διαφάνειας του νομικού προσώπου-πελάτη, άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά).
15. «Ασυνήθης συναλλαγή ή δραστηριότητα»: Η συναλλαγή ή δραστηριότητα που δεν συνάδει με τη συναλλακτική, επιχειρηματική ή επαγγελματική συμπεριφορά του συναλλασσομένου ή του πραγματικού δικαιούχου ή με την οικονομική τους επιφάνεια ή που δεν έχει προφανή σκοπό ή κίνητρο οικονομικής, επαγγελματικής ή προσωπικής φύσεως.
16. «Επιχειρηματική σχέση»: Η επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική σχέση, η οποία συνδέεται με τις επαγγελματικές δραστηριότητες των υπόχρεων προσώπων και η οποία αναμένεται, κατά τον χρόνο σύναψής της, ότι θα έχει κάποια διάρκεια.
17. «Πραγματικός δικαιούχος»: Το ή τα φυσικά πρόσωπα, στα οποία τελικά ανήκει ο πελάτης (νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα) ή τα οποία ελέγχουν αυτόν, καθώς και το ή τα φυσικά πρόσωπα για λογαριασμό των οποίων διεξάγεται συναλλαγή ή δραστηριότητα. Ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται ιδίως:
α) Όσον αφορά στις εταιρείες:
αα) το ή τα φυσικά πρόσωπα, στα οποία τελικά ανήκει η εταιρεία ή τα οποία ελέγχουν αυτή δια της κατοχής ή του ελέγχου αμέσως ή εμμέσως ικανού ποσοστού των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου ή άλλων ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων αυτής, μεταξύ άλλων και μέσω μετοχών στον κομιστή, ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα.
Η κατοχή ποσοστού μετοχών άνω του 25% ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος άνω του 25% μιας εταιρείας από φυσικό πρόσωπο αποτελεί ένδειξη άμεσου ελέγχου αυτής. Η κατοχή ποσοστού μετοχών άνω του 25% ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος άνω του 25% μιας εταιρείας από άλλη εταιρεία, ο έλεγχος της οποίας ασκείται από φυσικό ή φυσικά πρόσωπα, ή από περισσότερες εταιρείες που ελέγχονται από το ίδιο ή τα ίδια φυσικά πρόσωπα, αποτελεί ένδειξη έμμεσου ελέγχου.
Ο έλεγχος με άλλα μέσα μπορεί να εξακριβωθεί, μεταξύ άλλων, με βάση τα κριτήρια των παρ. 2 έως και 5 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α' 251).
Τα ανωτέρω δεν αφορούν στην περίπτωση εισηγμένης σε οργανωμένη αγορά εταιρείας, υποκείμενης σε απαιτήσεις γνωστοποίησης κατά την ενωσιακή νομοθεσία ή σε ισοδύναμα διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν επαρκή διαφάνεια σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο.
ββ) εάν, και μόνο εφόσον εξαντληθούν όλα τα δυνατά μέσα και ελλείψει βάσιμων υποψιών, δεν προσδιορισθεί κανένα πρόσωπο ως πραγματικός δικαιούχος σύμφωνα με την περίπτ. αα) ή εάν υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το ότι το πρόσωπο που προσδιορίσθηκε είναι ο πραγματικός δικαιούχος, το ή τα φυσικά πρόσωπα που κατέχουν θέση ανώτατου διοικητικού στελέχους διευθύνοντος την εταιρεία. Τα υπόχρεα πρόσωπα τηρούν αρχεία των δράσεων που ανέλαβαν, προκειμένου να προσδιορισθεί ο πραγματικός δικαιούχος βάσει των ανωτέρω.
β) Όσον αφορά στα εμπιστεύματα (trusts):
αα) ο ιδρυτής,
ββ) ο ή οι εμπιστευματοδόχοι,
γγ) ο προστάτης, εάν υπάρχει,
δδ) οι δικαιούχοι ή, εφόσον οι δικαιούχοι της νομικής οντότητας ή του νομικού μορφώματος δεν έχουν προσδιορισθεί ακόμη, η κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον των οποίων κυρίως έχει συσταθεί ή λειτουργεί η νομική οντότητα ή το νομικό μόρφωμα,
εε) οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο στο οποίο τελικά ανήκει ή το οποίο ασκεί άμεσα ή έμμεσα με οποιοδήποτε μέσο τον έλεγχο του εμπιστεύματος.
γ) Όσον αφορά σε λοιπές νομικές οντότητες ή νομικά μορφώματα παρεμφερή με τα εμπιστεύματα, συμπεριλαμβάνονται τα πρόσωπα που κατέχουν αντίστοιχη ή ανάλογη θέση με τα πρόσωπα που αναφέρονται στην περιπτ. β'.
18. «Ανώτερο διοικητικό στέλεχος»: το διευθυντικό στέλεχος ή ο υπάλληλος με υψηλή ιεραρχική θέση ικανή για την λήψη αποφάσεων ιδρύματος ή οργανισμού που επηρεάζουν την έκθεση σε κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ο οποίος γνωρίζει επαρκώς τον βαθμό έκθεσης του ιδρύματος ή του οργανισμού στον ανωτέρω κίνδυνο χωρίς να είναι απαραίτητα μέλος του διοικητικού συμβουλίου.
19. «Υπηρεσίες τυχερών παιγνίων»: οι υπηρεσίες διοργάνωσης ή διεξαγωγής χρηματικού στοιχήματος σε τυχερά παίγνια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με κάποιο στοιχείο δεξιότητας, όπως λαχεία, παίγνια καζίνο, παίγνια πόκερ και πράξεις στοιχηματισμού, που προσφέρονται σε συγκεκριμένο χώρο ή με οποιοδήποτε μέσο εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονικά μέσα ή με κάθε άλλη τεχνολογία διευκόλυνσης της επικοινωνίας.
20. «Ηλεκτρονικό χρήμα»: οποιαδήποτε νομισματική αξία αποθηκευμένη σε ηλεκτρονικό υπόθεμα, συμπεριλαμβανομένου του μαγνητικού, που εμφανίζεται ως απαίτηση έναντι του εκδότη ηλεκτρονικού χρήματος, έχει εκδοθεί κατόπιν παραλαβής χρηματικού ποσού για τον σκοπό της πραγματοποίησης πράξεων πληρωμών, και γίνεται δεκτή από άλλα πρόσωπα πέραν του εκδότη.
21. «Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ)»: η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, που ιδρύθηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, που ιδρύθηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, που ιδρύθηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
22. « Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών»: για την Ελλάδα η Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και για τα άλλα κράτη μέλη, η αρμόδια Μονάδα για την πρόληψη, ανίχνευση και αποτελεσματική αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 5
Υπόχρεα πρόσωπα (άρθρο 2 παρ. 1 , άρθρο 4 παρ. 1 και άρθρο 46 παρ. 1 εδαφ.γ' της Οδηγίας 2015/849)


1. Ως υπόχρεα πρόσωπα, υποκείμενα στις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου, νοούνται τα εξής πρόσωπα:
α) Τα πιστωτικά ιδρύματα.
β) Οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί.
γ) Οι ορκωτοί ελεγκτές-λογιστές και οι εταιρείες ορκωτών ελεγκτών-λογιστών που έχουν εγγραφεί στο δημόσιο μητρώο της Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, καθώς και οι ιδιώτες ελεγκτές.
δ) Οι εξωτερικοί λογιστές-φοροτεχνικοί και τα νομικά πρόσωπα παροχής λογιστικών- φοροτεχνικών υπηρεσιών.
ε) Οι μεσίτες ακινήτων του ν. 4093/2012 (Α'222) , οι μεσίτες πιστώσεων, καθώς και οι πιστωτικοί φορείς του ν.4438/2016 (Α' 220), που δεν περιλαμβάνονται ήδη στα υπόχρεα πρόσωπα βάσει ειδικότερης διάταξης του παρόντος νόμου
στ) Οι επιχειρήσεις καζίνο και τα καζίνο που λειτουργούν επί πλοίων στην Ελλάδα ή υπό Ελληνική σημαία, καθώς και οι επιχειρήσεις, οργανισμοί και άλλοι φορείς που παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων και πρακτορεία που σχετίζονται με τις δραστηριότητες αυτές.
ζ) Οι έμποροι και οι εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας, όταν η σχετική συναλλαγή γίνεται σε μετρητά και η αξία της ανέρχεται τουλάχιστον σε δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανεξάρτητα από το εάν αυτή διενεργείται με μία μόνο πράξη ή με περισσότερες, μεταξύ των οποίων φαίνεται να υπάρχει κάποια σχέση. Ειδικότερα, ως έμποροι αγαθών μεγάλης αξίας, που είναι υπόχρεα πρόσωπα κατά τον παρόντα νόμο, ορίζονται: αα) Οι επιχειρήσεις εξόρυξης, παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων, οι επιχειρήσεις παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων μετάλλων
και παραγώγων προϊόντων, οι επιχειρήσεις εμπορίας μαργαριταριών και κοραλλιών και οι επιχειρήσεις κατασκευής και εμπορίας κοσμημάτων και ρολογιών.
ββ) Οι επιχειρήσεις εμπορίας παλαιών αντικειμένων αξίας (αντίκες), αρχαιοτήτων, μεταλλίων, παλαιών γραμματοσήμων και νομισμάτων και λοιπών συλλεκτικών ειδών αξίας, οι επιχειρήσεις ή επαγγελματίες παραγωγής ή κατασκευής και εμπορίας έργων και αντικειμένων τέχνης γενικά, καθώς και μουσικών οργάνων.
γγ) Οι επιχειρήσεις παραγωγής και εμπορίας ταπήτων και χαλιών, ειδών γουνοποιίας, δερμάτινων ειδών και ενδυμάτων γενικά, αξίας, ανά μονάδα είδους, μεγαλύτερης των 8.000 (οκτώ χιλιάδων ) ευρώ.
δδ) Οι επιχειρήσεις εμπορίας επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, ελικοπτέρων, αεροσκαφών και σκαφών αναψυχής γενικά.
η) Οι ενεχυροδανειστές και αργυραμοιβοί.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας και Ανάπτυξης, κατόπιν εισήγησης της Αρχής, δύναται να ορίζονται ειδικότερα κριτήρια για τον προσδιορισμό των υπόχρεων προσώπων των περιπτ. ζ και η, καθώς και οι ειδικότερες υποχρεώσεις στις οποίες αυτά υπόκεινται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 17 επ, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τη φύση και το ύψος των συναλλαγών, καθώς και να αφαιρούνται ή να προστίθενται νέες κατηγορίες επιχειρήσεων.
θ) Οι συμβολαιογράφοι και οι δικηγόροι, όταν συμμετέχουν, ενεργώντας εξ ονόματος και για λογαριασμό των πελατών τους, σε χρηματοπιστωτικές συναλλαγές ή συναλλαγές επί ακινήτων, και όταν βοηθούν στον σχεδιασμό ή την διενέργεια συναλλαγών για τους πελάτες τους σχετικά με:
αα) την αγορά ή πώληση ακινήτων ή επιχειρήσεων,
ββ) τη διαχείριση χρημάτων, τίτλων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των πελατών τους,
γγ) το άνοιγμα ή τη διαχείριση τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών ταμιευτηρίου ή λογαριασμών τίτλων,
δδ) τις αναγκαίες εισφορές για τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση εταιρειών,
εε) τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση εταιρειών, εμπιστευμάτων (trusts) ή αντίστοιχων νομικών μορφωμάτων.
Η παροχή νομικών συμβουλών εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, εκτός εάν ο δικηγόρος ή ο συμβολαιογράφος συμμετέχει ο ίδιος σε νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή αν εάν οι νομικές συμβουλές του παρέχονται με σκοπό την διάπραξη αυτών των αδικημάτων ή εν γνώσει του γεγονότος ότι ο πελάτης ζητεί νομικές συμβουλές προκειμένου να διαπράξει τα ως άνω αδικήματα.
ι) Τα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες σε εταιρείες ή εμπιστεύματα (trusts), εξαιρουμένων των προσώπων που αναφέρονται στα στοιχεία δ' και θ' του παρόντος άρθρου, τα οποία παρέχουν κατά επιχειρηματική δραστηριότητα οποιαδήποτε από τις ακόλουθες υπηρεσίες σε τρίτα μέρη:
αα) συστήνουν εταιρείες ή άλλα νομικά πρόσωπα,
ββ) ασκούν τα ίδια ή μεριμνούν ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει καθήκοντα διευθυντή, διαχειριστή ή εταίρου εταιρείας ή κατόχου αντίστοιχης θέσης, σε άλλα νομικά πρόσωπα ή μορφώματα,
γγ) παρέχουν καταστατική έδρα, επιχειρηματική διεύθυνση, ταχυδρομική ή διοικητική διεύθυνση και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές υπηρεσίες για εταιρεία ή κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή μόρφωμα,
δδ) ασκούν τα ίδια ή μεριμνούν ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει καθήκοντα εμπιστευματοδόχου ρητού εμπιστεύματος (express trust) ή αντίστοιχου νομικού μορφώματος, εε) ενεργούν τα ίδια ή μεριμνούν ώστε άλλο πρόσωπο να ενεργήσει ως πληρεξούσιος μετόχου εταιρείας, εφόσον η εταιρεία αυτή δεν είναι εισηγμένη σε οργανωμένη αγορά υποκείμενη σε απαιτήσεις γνωστοποίησης κατά την ενωσιακή νομοθεσία ή σε ισοδύναμα διεθνή πρότυπα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης δύναται να ορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις σύστασης, χορήγησης άδειας λειτουργίας, εγγραφής σε ειδικό μητρώο και άσκησης των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο παρόν στοιχείο από φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

2. Όταν υπόχρεο φυσικό πρόσωπο αναλαμβάνει επαγγελματική δραστηριότητα ως υπάλληλος υπόχρεου νομικού προσώπου, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα νόμο βαρύνουν το νομικό πρόσωπο και όχι το φυσικό. Αν αναλαμβάνει επαγγελματική δραστηριότητα ως υπάλληλος ή συνεργαζόμενος με οποιαδήποτε σύμβαση ή συμφωνία με μη υπόχρεο νομικό πρόσωπο, το υπόχρεο φυσικό πρόσωπο τηρεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα νόμο, σύμφωνα με τις αποφάσεις της αρμόδιας αρχής που εποπτεύει την κατηγορία των υπόχρεων προσώπων στην οποία ανήκει το ανωτέρω φυσικό πρόσωπο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΦΟΡΕΙΣ

Άρθρο 6 Αρμόδιες αρχές (άρθρο 2 παρ. 2, άρθρο 5 , άρθρο 46 παρ. 2, άρθρο 47 παρ. 3, άρθρο 48 παρ. 4 έως και 8, άρθρο 50, άρθρο 61 παρ. 1 και 2 , άρθρο 62 παρ. 1 της Οδηγίας 2015/849)


1. [Αρμόδιες αρχές για την εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου από τα υπόχρεα πρόσωπα ορίζονται οι ακόλουθες αρχές και φορείς
α) Η Τράπεζα της Ελλάδος για
αα. τα πιστωτικά ιδρύματα,
ββ.τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές,
γγ.τις εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης,
δδ. τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων τρίτων,
εε. τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων από δάνεια και πιστώσεις,
στστ.τις εταιρείες παροχής πιστώσεων,
ζζ. τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος,
ηη, τα ιδρύματα πληρωμών,
θθ.τις ταχυδρομικές εταιρείες, ως προς τις παρεχόμενες υπηρεσίες πληρωμών,
ιι. τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος,
ιαια. τις επιχειρήσεις της περίπτωσης ιθ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4.
β) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για
αα.τις εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου,
ββ.τις εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων,
γγ.τις εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και τους συνδεδεμένους αντιπροσώπους τους,
δδ. τις εταιρείες επενδυτικής διαμεσολάβησης,
εε. τις εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών,
στστ. τις εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία,
ζζ. τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.
γ) Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας για τους ενεχυροδανειστές και τους αργυραμοιβούς.
δ) Η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων για τους ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές και τις εταιρείες ορκωτών ελεγκτών-λογιστών.
ε) Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης) γιααα. τους εξωτερικούς λογιστές-φοροτεχνικούς και τα νομικά πρόσωπα παροχής λογιστικών- φοροτεχνικών υπηρεσιών, καθώς και τους ιδιώτες ελεγκτές,
ββ.τους μεσίτες ακινήτων,
γγ. τους εμπόρους και εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας.
στ) Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων για:
αα. τις επιχειρήσεις καζίνο και τα καζίνο που λειτουργούν επί πλοίων στην Ελλάδα ή υπό Ελληνική σημαία,
ββ. τις επιχειρήσεις, τους οργανισμούς και τους άλλους φορείς που παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων, καθώς και τα πρακτορεία που σχετίζονται με τις δραστηριότητες αυτές.
ζ) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τους συμβολαιογράφους και τους δικηγόρους.
η) Το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης για τα πρόσωπα της περίπτ. ι' της παρ. 1 του άρθρου 5.
θ) Για τα εγκατεστημένα στην Ελλάδα υποκαταστήματα χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν την έδρα τους στην αλλοδαπή, αρμόδιααρχή είναι η κατά περίπτωση αρμόδια αρχή των ελληνικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, οι οποίοι ασκούν αντίστοιχες δραστηριότητες με τους ως άνω χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της αλλοδαπής.

2. Οι αρχές της προηγούμενης παραγράφου εποπτεύουν τα υπόχρεα πρόσωπα για τα οποία είναι αρμόδιες, ως προς τη συμμόρφωσή τους με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο παρών νόμος. Η συχνότητα, η ένταση και η κατανομή των πόρων προς διενέργεια της εποπτείας εξαρτώνται από το βαθμό επικινδυνότητας των υπόχρεων προσώπων και τους υφιστάμενους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με βάση ιδίως την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, την αντίστοιχη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τη γνώμη των ΕΕΑ σχετικά με τον κίνδυνο που χαρακτηρίζει την χρηματοπιστωτική αγορά και τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, τις οποίες εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 9 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Η αξιολόγηση του βαθμού επικινδυνότητας των υπόχρεων προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων μη συμμόρφωσης, επανεξετάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, καθώς και όταν συμβαίνουν σημαντικά γεγονότα ή εξελίξεις στη διαχείριση ή τη λειτουργία τους.

3. Οι εποπτικές αρμοδιότητες των ανωτέρω αρχών είναι ειδικότερα οι εξής:
α) Καθορίζουν με κανονιστικές αποφάσεις τους τις λεπτομέρειες εφαρμογής των επί μέρους υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα νόμο για τα εποπτευόμενα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων και στοιχείων που απαιτούνται για τη διενέργεια της πιστοποίησης και επαλήθευσης της ταυτότητας των πελατών τους, κατά την εφαρμογή μέτρων συνήθους, απλουστευμένης ή αυξημένης δέουσας επιμέλειας. Οι υποχρεώσεις αυτές δύναται να διαφοροποιούνται, αφού ληφθεί ιδίως υπόψη, η φύση, το μέγεθος και το νομικό πλαίσιο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των ως άνω προσώπων, ο βαθμός κινδύνου που ενέχουν αυτές οι δραστηριότητες και οι διενεργούμενες συναλλαγές, καθώς και η τυχόν αντικειμενική αδυναμία εφαρμογής συγκεκριμένων μέτρων από ορισμένες κατηγορίες υπόχρεων προσώπων. Ομοίως, δύναται να καθορίζονται πρόσθετες ή αυστηρότερες υποχρεώσεις πέραν των προβλεπομένων στον παρόντα νόμο ή χαμηλότερα ποσοτικά όρια, προκειμένου να αντιμετωπίζονται αυξημένοι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
β) Καθοδηγούν με κατάλληλες οδηγίες και εγκυκλίους ή άλλες πρόσφορες μεθόδους τα υπόχρεα πρόσωπα ως προς την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων, τον καθορισμό πρακτικών συμπεριφοράς έναντι των πελατών, την επιλογή των κατάλληλων πληροφοριακών συστημάτων και την υιοθέτηση εσωτερικών διαδικασιών και διαδικασιών σε επίπεδο ομίλου για τον εντοπισμό ύποπτων ή ασυνήθων συναλλαγών ή δραστηριοτήτων που ενδέχεται να σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
γ) Καταρτίζουν ή διανέμουν στα υπόχρεα πρόσωπα ανακοινώσεις και πληροφορίες για υποθέσεις στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν νέες μέθοδοι και πρακτικές για τη διάπραξη των αδικημάτων του άρθρου 2 στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό (τυπολογίες), καθώς και εκθέσεις αναφορικά με κινδύνους που συνδέονται με συγκεκριμένους κλάδους ή δραστηριότητες. Προς τον σκοπό αυτόν συνεργάζονται μεταξύ τους, με τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα, με την Αρχή και ενδεχομένως με αλλοδαπές αντίστοιχες αρχές, και παρακολουθούν τις σχετικές εργασίες διεθνών φορέων.
δ) Ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για πληροφορίες και ανακοινώσεις που αφορούν στη συμμόρφωση ή μη χωρών προς την ενωσιακή νομοθεσία και τις Συστάσεις της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force, εφεξής: FATF).
ε) Διενεργούν τακτικούς και έκτακτους ελέγχους αναφορικά με την επάρκεια και καταλληλότητα των εσωτερικών πολιτικών, μέτρων και διαδικασιών που έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν τα υπόχρεα πρόσωπα, περιλαμβανομένων επιτοπίων ελέγχων στα κεντρικά γραφεία και τις εγκαταστάσεις αυτών, αλλά και σε υποκαταστήματα και θυγατρικές που εδρεύουν ή λειτουργούν στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, σε συνεργασία ενδεχομένως με τις αρμόδιες αρχές της ξένης χώρας. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζουν δεόντως τις εκτιμήσεις κινδύνου στις οποίες προβαίνουν τα υπόχρεα πρόσωπα κατά την άσκηση της διακριτικής τους ευχέρειας κατά την παρ. 11 του άρθρου 13, καθώς και την επάρκεια των εφαρμοζόμενων μέτρων δέουσας επιμέλειας και εσωτερικών διαδικασιών.
στ) Διασφαλίζουν με εποπτικές δράσεις, ότι οι εγκαταστάσεις που λειτουργούν τα υπόχρεα πρόσωπα άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελληνική Επικράτεια τηρούν τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Για τον σκοπό αυτό συνεργάζονται με την εκάστοτε αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του το υπόχρεο πρόσωπο. Στην περίπτωση των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στην παρ.6 του άρθρου 36, η εποπτεία μπορεί να περιλαμβάνει την λήψη κατάλληλων και αναλογικών μέτρων για την αντιμετώπιση σοβαρών ελλείψεων που απαιτούν άμεσες λύσεις. Τα εν λόγω μέτρα είναι προσωρινά και λήγουν όταν αντιμετωπισθούν οι επισημανθείσες ελλείψεις, με τη συνδρομή ή συνεργασία της εποπτικής αρχής του κράτους μέλους καταγωγής του υπόχρεου προσώπου.
ζ) Απαιτούν από τα υπόχρεα πρόσωπα κάθε στοιχείο ή δεδομένο που είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση των εποπτικών και ελεγκτικών τους καθηκόντων.
η) Διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που κατέχουν θέση ανώτερου διοικητικού στελέχους ή είναι πραγματικοί δικαιούχοι υπόχρεων προσώπων είναι κατάλληλα και έντιμα πρόσωπα.
θ) Θεσπίζουν αποτελεσματικούς και αξιόπιστους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών, που αφορούν σε παραβάσεις από τα υπόχρεα πρόσωπα των διατάξεων του παρόντος νόμου. Οι μηχανισμοί αυτοί περιλαμβάνουν ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή των σχετικών καταγγελιών και την παρακολούθηση της έκβασής τους, κατάλληλα μέτρα προστασίας των εργαζομένων που καταγγέλλουν παραβάσεις που διεπράχθησαν εντός του υπόχρεου προσώπου και των καταγγελλόμενων προσώπων, μέτρα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυτών, καθώς και σαφείς κανόνες ώστε να εξασφαλίζεται στο μέτρο του δυνατού η εμπιστευτικότητα των καταγγελιών.
ι) Επιβάλλουν μέτρα και διοικητικές κυρώσεις για παραβάσεις των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο κατά των υπόχρεων προσώπων και των υπαλλήλων τους, σύμφωνα με το άρθρο 46. Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνουν τις ΕΕΑ σχετικά με τα μέτρα και τις διοικητικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει, συμπεριλαμβανομένης κάθε προσφυγής που έχει ασκηθεί και της έκβασής της.

4. Η Τράπεζα της Ελλάδος, εκτιμώντας τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που δύναται να ενέχουν ορισμένες εργασίες της, καθορίζει με απόφασή της κατάλληλα μέτρα προς αποτροπή αυτών.

5. Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, έπειτα από κατάλληλη εκτίμηση κινδύνου, στην οποία επισημαίνεται ο τρόπος με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη τα πορίσματα σχετικών εκθέσεων που τυχόν εκπονεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δύναται να αποφασίζει τη συνολική ή μερική εξαίρεση ορισμένων υπηρεσιών τυχερών παιγνίων από τις απαιτήσεις του παρόντος νόμου, εφόσον ο κίνδυνος που ενέχει η φύση και ενδεχομένως η έκταση των σχετικών υπηρεσιών, εκτιμάται ως χαμηλός. Ανάμεσα στους παράγοντες που συνεκτιμώνται είναι και το πόσο ευάλωτες εμφανίζονται οι σχετικές συναλλαγές ενόψει των χρησιμοποιούμενων μεθόδων πληρωμής. Η απόφαση εξαίρεσης, μαζί με τη σχετική για την αιτιολόγησή της εκτίμηση κινδύνου, κοινοποιείται μέσω του Κεντρικού Συντονιστικού Φορέα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η διακριτική ευχέρεια της παρούσας παραγράφου δεν υφίσταται προκειμένου για υπηρεσίες τυχερών παιγνίων που παρέχονται από επιχειρήσεις καζίνο.

6. Οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και διασφαλίζουν μέσω της συνεχούς ενημέρωσης και εκπαίδευσης του προσωπικού τους, ότι το τελευταίο διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας προσωπικών δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα. Η Τράπεζα της Ελλάδος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων και η Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), συγκροτούν ειδικές υπηρεσιακές μονάδες, με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά και ικανό αριθμό υπαλλήλων, για την αποτελεσματική εκπλήρωση των εποπτικών τους καθηκόντων.

7. Οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν τον πρώτο μήνα κάθε έτους αναλυτική έκθεση στον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα σχετικά με την οργανωτική τους διάρθρωση, τις δραστηριότητες τους, τις κανονιστικές αποφάσεις και εγκυκλίους τους, τα αποτελέσματα των διενεργηθέντων ελέγχων και της αξιολόγησης των υπόχρεων προσώπων, καθώς και τα τυχόν επιβληθέντα από αυτές μέτρα ή κυρώσεις.

8. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με τις ΕΕΑ και παρέχουν σε αυτές όλες τις πληροφορίες που τους είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 7
Κεντρικός Συντονιστικός Φορέας (άρθρα 7 και 49 της Οδηγίας 2015/849)


1. Το Υπουργείο Οικονομικών λειτουργεί ως Κεντρικός Συντονιστικός Φορέας για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου που αφορούν στην αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, για την αξιολόγηση και ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των σχετικών μηχανισμών και για τον συντονισμό της δράσης των αρμόδιων αρχών. Στο πλαίσιο αυτό έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) Εξετάζει, αναλύει και συγκρίνει τις ετήσιες εκθέσεις που του υποβάλλουν οι αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 6 και προτείνει τη λήψη κατάλληλων μέτρων προς ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της εποπτείας τους.
β) Επιδιώκει τη συνεχή αναβάθμιση του επιπέδου συνεργασίας των αρμόδιων αρχών μεταξύ τους και με την Αρχή, ιδιαίτερα όσον αφορά στην ανταλλαγή πληροφοριών, τη διενέργεια κοινών ελέγχων, την υιοθέτηση κοινών εποπτικών πρακτικών και την παροχή εναρμονισμένων οδηγιών προς τα υπόχρεα πρόσωπα, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στη συγκρότηση, το οικονομικό μέγεθος, τις λειτουργικές δυνατότητες και τις επιχειρηματικές, συναλλακτικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες των κατηγοριών των υπόχρεων προσώπων.
γ) Διοργανώνει συναντήσεις, συσκέψεις και σεμινάρια με εκπροσώπους της Αρχής, των αρμόδιων αρχών, και των υπόχρεων προσώπων για ανταλλαγή απόψεων, αντιμετώπιση συγκεκριμένων θεμάτων και ενημέρωση για τις εξελίξεις σε διεθνείς οργανισμούς και φορείς σχετικά με την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
δ) Συντονίζει τη σύνταξη μελετών, τη συγκρότηση ομάδων εργασίας για την εξέταση επί μέρους θεμάτων και την υποβολή προτάσεων για την αναθεώρηση του ισχύοντος νομοθετικού και θεσμικού πλαισίου, σε συνεννόηση με την Επιτροπή Στρατηγικής του άρθρου 8, την Αρχή και τις αρμόδιες αρχές.
ε) Έχει την κεντρική ευθύνη για τη διεθνή εκπροσώπηση της χώρας στα θέματα της αρμοδιότητάς του. Ειδικότερα, είναι αρμόδιο για την προετοιμασία και τον συντονισμό - ο οποίος, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, περιλαμβάνει και την πρόσκληση εμπειρογνωμόνων ή εξειδικευμένου προσωπικού από άλλες υπηρεσίες και φορείς - της συμμετοχής στις διασκέψεις, συνόδους και ομάδες εργασίας των διεθνών οργανισμών και φορέων που ασχολούνται με την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, στους οποίους η Ελλάδα είναι μέλος, ιδίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Συμβουλίου της Ευρώπης και της FATF. Μεριμνά ακόμα για τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων που οι οργανισμοί αυτοί αποστέλλουν, για την υποβολή σχολίων ή προτάσεων προς αυτούς, για τη σύνταξη και υποβολή σχεδίων δράσης και για τον συντονισμό των απαντήσεων στις διενεργούμενες από αυτούς αξιολογήσεις της χώρας, συνεργαζόμενο με την Αρχή, τις αρμόδιες αρχές και τους φορείς εκπροσώπησης υπόχρεων προσώπων. Ενημερώνεται, τέλος, για τις εξελίξεις σε άλλους διεθνείς οργανισμούς ή φορείς, στους οποίους συμμετέχουν η Αρχή, οι αρμόδιες αρχές, ή φορείς εκπροσώπησης ορισμένων κατηγοριών υπόχρεων προσώπων, και φροντίζει για τη διάχυση σε όλους τους ενδιαφερόμενους των σχετικών πληροφοριών.
στ) Παρέχει στον Πρόεδρο της Επιτροπής Στρατηγικής του άρθρου 8 πλήρη ενημέρωση για την αποτελεσματική εκπλήρωση του έργου της Επιτροπής.
ζ) Επικοινωνεί με τον Φορέα Διαβούλευσης του άρθρου 10, του παρέχει κάθε δυνατή ενημέρωση και υποστήριξη και αξιολογεί τις προτάσεις και εισηγήσεις του.

2. Οι ανωτέρω αρμοδιότητες ασκούνται από την αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής που συνεργάζεται, όταν απαιτείται, με τις υπόλοιπες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

Άρθρο 8
Επιτροπή Στρατηγικής για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (άρθρα 7 και 49 της Οδηγίας 2015/849)


1. Η Επιτροπή Στρατηγικής για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (εφεξής: Επιτροπή Στρατηγικής) που συστάθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών με το άρθρο 9 του ν. 3986/2008, είναι ο μηχανισμός συντονισμού σε εθνικό επίπεδο για τις ανωτέρω ενέργειες.

2. Πρόεδρος της Επιτροπής Στρατηγικής είναι ο εκάστοτε Γενικός Γραμματέας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και μέλη της οι εκάστοτε κάτοχοι των παρακάτω θέσεων:
α) Ο Πρόεδρος της Αρχής,
β) Ο Γενικός Διευθυντής Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών,
γ) Ο Γενικός Διευθυντής Φορολογικής Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε.,
δ) Ο Γενικός Διευθυντής Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης της Α.Α.Δ.Ε.,
ε) Ο Ειδικός Γραμματέας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος,
στ) Ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Τάξης του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
ζ) Ο Διευθυντής της Δ1 Διευθύνσεως ΟΗΕ και Διεθνών Ειδικευμένων Οργανισμών και Διασκέψεων του Υπουργείου Εξωτερικών,
η) Ο Γενικός Γραμματέας Καταπολέμησης της Διαφθοράς του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,
θ) Ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης,
ι) Ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής,
ια) Ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Επιθεώρησης Εποπτευόμενων Εταιρειών από την Τράπεζα της Ελλάδος,
ιβ) Ο Γενικός Διευθυντής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
ιγ) Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων και
ιδ) Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων.

3. Τα μέλη γνωστοποιούν στον Πρόεδρο υψηλόβαθμα στελέχη των φορέων προέλευσής τους ως αναπληρωτές τους. Ο Πρόεδρος δύναται να αναπληρώνεται από υψηλόβαθμο στέλεχος της αρμόδιας Υπηρεσίας. Στις συνεδριάσεις της Επιτροπής τα μέλη και οι αναπληρωτές τους δύναται να συνεπικουρούνται από στελέχη εξειδικευμένα στα θέματα της εκάστοτε ημερήσιας διάταξης.

4. Η Επιτροπή Στρατηγικής συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, τουλάχιστον ανά εξάμηνο και εκτάκτως, με πρωτοβουλία του ιδίου. Ο Πρόεδρος μπορεί να συγκαλεί έκτακτες συνεδριάσεις με ορισμένα μέλη που συνδέονται με συγκεκριμένο αντικείμενο και να αναθέτει σε ομάδες εργασίας την εξέταση εξειδικευμένων θεμάτων. Η Επιτροπή Στρατηγικής συντάσσει Κανονισμό Λειτουργίας που εγκρίνει ο Υπουργός Οικονομικών. με τον οποίο ορίζεται ο τρόπος κατάρτισης της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων, λήψης αποφάσεων, οργάνωσης της γραμματειακής και επιστημονικής υποστήριξης και άλλα σχετικά θέματα.

5. Η Επιτροπή Στρατηγικής μπορεί να καλεί, κατά περίπτωση, εκπροσώπους άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, όπως ιδίως του φορέα διαβούλευσης του άρθρου 10 με σκοπό την εξέταση θεμάτων της αρμοδιότητάς τους.

6. Γραμματειακή υποστήριξη στην Επιτροπή Στρατηγικής παρέχει η Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.

7. Το έργο της Επιτροπής Στρατηγικής συνίσταται:
α) Στον εντοπισμό, την ανάλυση, την εκτίμηση και την αντιμετώπιση των εκάστοτε υφιστάμενων κινδύνων σε εθνικό επίπεδο στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με παράλληλη μέριμνα για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για τον σκοπό αυτό η Επιτροπή συντάσσει Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, η οποία επικαιροποιείται όταν κρίνεται αναγκαίο με αξιοποίηση, μεταξύ άλλων, της σχετικής έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Στο πλαίσιο αυτό η Επιτροπή Στρατηγικής:
αα) Εντοπίζει τομείς ή πεδία που διατρέχουν χαμηλότερο ή υψηλότερο κίνδυνο και σχεδιάζει τη λήψη ενισχυμένων μέτρων από τα υπόχρεα πρόσωπα στις περιπτώσεις υψηλού κινδύνου,
ββ) Χρησιμοποιεί τις ανωτέρω εκτιμήσεις για τη χάραξη συγκεκριμένων πολιτικών και την προώθηση των κατάλληλων μέτρων νομοθετικής, κανονιστικής και οργανωτικής φύσης προς αντιμετώπιση των εντοπισμένων κινδύνων, καθώς και για την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων ως προς την κατανομή των διαθέσιμων πόρων,
γγ) Θέτει στη διάθεση των υπόχρεων προσώπων τις αναγκαίες πληροφορίες, προκειμένου αυτά να προβούν στις δικές τους εκτιμήσεις κινδύνου, και
δδ) Ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις ΕΕΑ και τις αντίστοιχες αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα αποτελέσματα των ανωτέρω εκτιμήσεων κινδύνου.
β) Στη διασφάλιση της συμμόρφωσης της χώρας μας με τα διεθνή πρότυπα για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και την ταχεία και αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών και φορέων, σχετικά με την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και της διασποράς όπλων μαζικής καταστροφής,
γ) Στην εξέταση τρόπων ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας της Αρχής, όσον αφορά ιδίως στην στελέχωσή της με εξειδικευμένο προσωπικό, την αναβάθμιση της συνεργασίας της με τις εποπτικές αρχές και την ενεργοποίηση και άλλων δημόσιων φορέων για την υποβολή αναφορών ή διαβίβαση πληροφοριών προς την Αρχή,
δ) Στην υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση της ασκούμενης εποπτείας εκ μέρους των αρμόδιων αρχών και την ανάπτυξη της συνεργασίας των φορέων της παρ. 2, ιδίως μέσω διμερών ή πολυμερών μνημονίων,
ε) Στην ανάπτυξη πρωτοβουλιών συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα, με σκοπό την ανταλλαγή εμπειριών και τη μελέτη των αναγκαίων προσαρμογών που απαιτούνται για τη βελτίωση της συνεισφοράς των φορέων του ιδιωτικού τομέα στην αντιμετώπιση των αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

8. Η Επιτροπή Στρατηγικής αξιοποιεί για τους παραπάνω σκοπούς το έργο του Κεντρικού Συντονιστικού Φορέα, της Αρχής, των αρμοδίων αρχών και άλλων φορέων, και παρακολουθεί τις σχετικές εξελίξεις σε διεθνείς οργανισμούς και φορείς, ιδίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την FATF. Προς τούτο ενημερώνεται σχετικά από τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα και την Αρχή.

9. Η Επιτροπή Στρατηγικής καταρτίζει ετήσια έκθεση που υποβάλλει στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, στην οποία περιγράφονται τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου που διενήργησε και οι δραστηριότητές της, και προτείνονται πολιτικές και συγκεκριμένα μέτρα για την αναβάθμιση των εθνικών μηχανισμών που στοχεύουν στην πρόληψη και καταπολέμηση των αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η έκθεση υποβάλλεται εντός του πρώτου τριμήνου εκάστου έτους.

10. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται στο πλαίσιο λειτουργίας της Επιτροπής Στρατηγικής και των ομάδων εργασίας της θεωρούνται εμπιστευτικές.

Άρθρο 9
Άλλες δημόσιες αρχές


1. Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., οι οποίες συγκεντρώνουν και καταχωρίζουν στοιχεία και έγγραφα για αγοραπωλησίες ακινήτων πάσης φύσεως ή εισπράττουν τους σχετικούς φόρους και τέλη, λαμβάνουν τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για τον εντοπισμό πιθανών περιπτώσεων διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω αυτών των συναλλαγών. Τα μέτρα αυτά είναι συμπληρωματικά με αυτά που ελέγχουν το πόθεν έσχες των αγοραστών ακινήτων και προβλέπουν διαδικασίες εκτίμησης του βαθμού κινδύνου με κατηγοριοποίηση των συναλλαγών και των συναλλασσομένων προσώπων που παρουσιάζουν μεγαλύτερο κίνδυνο και απαιτούν ενδελεχή έλεγχο. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ορίζονται οι αρμόδιες υπηρεσίες, οι αρμοδιότητες εκάστης, ο τρόπος συνεργασίας με αντίστοιχες υπηρεσίες ή φορείς του εσωτερικού ή του εξωτερικού, καθώς και οι διαδικασίες και τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων.

2. Οι αρμόδιες τελωνειακές και φορολογικές υπηρεσίες, καθώς και το Σ.Δ.Ο.Ε. λαμβάνουν τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για την πρόληψη και καταστολή της διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω του διασυνοριακού και εσωτερικού εμπορίου. Τα μέτρα αυτά προβλέπουν διαδικασίες εκτίμησης του βαθμού κινδύνου αναλόγως του είδους και της ποσότητας των μεταφερόμενων εμπορευμάτων και αγαθών, της χώρας προέλευσης ή προορισμού, της συμβατότητας των ανωτέρω στοιχείων με την οικονομική επιφάνεια και τις επιχειρηματικές, εμπορικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες των συναλλασσομένων, της αξιοπιστίας των μεταφορικών εταιρειών και κάθε άλλου σχετικού παράγοντα. Οι ανωτέρω αρχές συνεργάζονται και διασταυρώνουν στοιχεία με άλλες δημόσιες υπηρεσίες και φορείς της ημεδαπής ή αλλοδαπής, καθώς και με τα πιστωτικά ιδρύματα που διενεργούν, άμεσα ή έμμεσα, συναλλαγές συνδεόμενες με τις ως άνω εμπορικές πράξεις ή έχουν επιχειρηματική σχέση με τους συναλλασσομένους. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ορίζονται οι επί μέρους αρμόδιες υπηρεσίες, οι αρμοδιότητες εκάστης, οι διαδικασίες και οι τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων.

3. Οι αρμόδιες φορολογικές υπηρεσίες, καθώς και το Σ.Δ.Ο.Ε., σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλων Υπουργείων, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη και καταστολή χρησιμοποίησης εταιρειών ή εταιρικών σχημάτων για σκοπούς διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται ιδίως:
α) ο έλεγχος της αξιοπιστίας και της φερεγγυότητας των εταίρων και μετόχων, μελών διοικητικών συμβουλίων ή διευθυντικών στελεχών,
β) ο καθορισμός διαδικασιών πιστοποίησης της νόμιμης προέλευσης των αρχικών και νέων κεφαλαίων, ιδίως κατά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ανωνύμων εταιρειών, εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά ή μη,
γ) η αυξημένη εποπτεία για την ορθή και νόμιμη χρήση των εθνικών και ενωσιακών επιδοτήσεων, χορηγήσεων και άλλων ενισχύσεων προς εταιρείες και άλλες επιχειρήσεις ή φυσικά πρόσωπα.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας και Ανάπτυξης ή των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών και με αποφάσεις των αρμόδιων δημόσιων αρχών και φορέων ορίζονται οι αρμόδιες υπηρεσίες, οι επί μέρους αρμοδιότητες τους, οι διαδικασίες και τεχνικές λεπτομέρειες συγκεκριμένων δράσεων και ενεργειών, με βάση την εκτίμηση του βαθμού κινδύνου και τη σχέση κόστους-οφέλους ως προς την επιβολή πρόσθετων υποχρεώσεων των εταιρειών ή πρόσθετων ελέγχων των αρχών και υπηρεσιών, με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων.

4. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών για την αδειοδότηση, καταχώριση, επιχορήγηση ή έλεγχο των εταιρειών, οργανισμών, οργανώσεων, σωματείων και άλλων μορφών ενώσεων προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθορίζονται τρόποι, μέτρα και διαδικασίες για την αποτροπή χρησιμοποίησης των ανωτέρω για σκοπούς διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται ιδίως η τήρηση μητρώου των ανωτέρω από αρμόδια αρχή, ανά κατηγορία, η υποχρεωτική διεκπεραίωση των κυριότερων συναλλαγών τους μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων και η διενέργεια δειγματοληπτικών ελέγχων επί αυτών από αρμόδιες δημόσιες αρχές, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου.

5. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών ή άλλων Υπουργείων, που είναι αρμόδιες για την εποπτεία και επιχορήγηση μη κερδοσκοπικών οργανώσεων ή μη κυβερνητικών οργανώσεων, λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την ορθή διαχείριση των επιδοτήσεων, επιχορηγήσεων ή χορηγήσεων πάσης φύσεως και ιδίως όταν τα κεφάλαια αυτά διατίθενται για προγράμματα κάθε είδους σε χώρες με υψηλό δείκτη διαφθοράς ή εγκληματικότητας ή ευάλωτες στην τρομοκρατία.

6. Τα Υπουργεία, οι αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες και οι άλλοι δημόσιοι φορείς που αναφέρονται στις παρ. 1 έως 5 του παρόντος άρθρου αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση στην Αρχή κάθε περίπτωση για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ή υπόνοιες απόπειρας ή διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από τις άλλες ενέργειες στις οποίες μπορούν αρμοδίως να προβούν.

Άρθρο 10
Φορέας διαβούλευσης ιδιωτικού τομέα για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας


1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών συγκροτείται ειδικός Φορέας από τους φορείς εκπροσώπησης των επί μέρους κατηγοριών υπόχρεων προσώπων, με την επωνυμία «Φορέας διαβούλευσης ιδιωτικού τομέα για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας» (εφεξής: Φορέας Διαβούλευσης). Σε περίπτωση μη ύπαρξης φορέα εκπροσώπησης κάποιας κατηγορίας υπόχρεων προσώπων, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να ορίζει ως μέλος τη μεγαλύτερη σε όρους ενεργητικού ή κύκλου εργασιών επιχείρηση στη συγκεκριμένη κατηγορία.

2. Ως Πρόεδρος του Φορέα Διαβούλευσης ορίζεται ο γενικός γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Τα μέλη προτείνονται από τους επί μέρους φορείς εκπροσώπησης των υπόχρεων προσώπων της απόφασης. Η θητεία των ανωτέρω είναι τριετής και δύναται να ανανεώνεται.

3. Έδρα του Φορέα Διαβούλευσης ορίζονται τα γραφεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Ο Φορέας συνεδριάζει σε ολομέλεια τακτικώς τουλάχιστον μια φορά το εξάμηνο, εκτάκτως δε με πρωτοβουλία του Προέδρου. Στην πρώτη συνεδρίαση ο Πρόεδρος και τα μέλη γνωστοποιούν τους αναπληρωτές που τους αντικαθιστούν σε περίπτωση κωλύματος.

4. Ο Πρόεδρος μπορεί να καλεί ορισμένα μόνο μέλη σε ειδικές έκτακτες συνεδριάσεις, για εξέταση συγκεκριμένων θεμάτων που αφορούν αυτά τα μέλη. Μπορεί επίσης να καλεί σε ειδικές έκτακτες συνεδριάσεις υπόχρεα πρόσωπα για τα οποία δεν υπάρχουν φορείς εκπροσώπησης και δεν έχει ορισθεί μέλος σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1, με σκοπό την εξέταση συγκεκριμένων θεμάτων που τα αφορούν.

5. Η Ολομέλεια του Φορέα Διαβούλευσης καταρτίζει Κανονισμό Λειτουργίας, στον οποίο προσδιορίζονται οι διαδικασίες σύγκλησης των συνεδριάσεων, η τήρηση πρακτικών, ο τρόπος κατάρτισης της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων, η γραμματειακή υποστήριξη και άλλα τεχνικά θέματα και λεπτομέρειες.

6. Ο Κανονισμός περιλαμβάνει τις δραστηριότητες και δράσεις του Φορέα Διαβούλευσης, οι οποίες ενδεικτικά είναι:
α) η συνεργασία των συμμετεχόντων για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που προβλέπονται στον παρόντα νόμο,
β) η ανταλλαγή της εμπειρίας και γνώσης τους επί των εγχώριων και διεθνών εξελίξεων, η μελέτη συγκεκριμένων προβλημάτων και ο εντοπισμός ευάλωτων τομέων ή κλάδων ή καταστάσεων ως προς τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
γ) η παροχή διευκρινιστικών οδηγιών, μετά από σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων αρχών, προς τα υπόχρεα πρόσωπα, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκουν, για την αντιμετώπιση τεχνικών θεμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κανονιστικών αποφάσεων των αρχών αυτών .
δ) η διάχυση των πληροφοριών που περιέχονται σε τυπολογίες και τεχνικά κείμενα ελληνικών φορέων και διεθνών οργανισμών, η μελέτη και ανάλυση αυτών και η υποβολή προτάσεων προς τους αρμόδιους φορείς για την αντιμετώπιση θεμάτων που ανακύπτουν,
ε) η συγκρότηση ομάδων εργασίας για την εξέταση θεμάτων που αφορούν όλους ή μερικούς από τους συμμετέχοντες, ιδίως ως προς την αποτελεσματικότητα των εφαρμοζόμενων διαδικασιών, μέτρων και πρακτικών για τον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών ή δραστηριοτήτων και τη βελτίωση αυτών,
στ) η διοργάνωση σεμιναρίων, ημερίδων ή συναντήσεων και η έκδοση ενημερωτικών φυλλαδίων και εκπαιδευτικού υλικού με σκοπό την ευαισθητοποίηση των υπόχρεων προσώπων ως προς τους κινδύνους που ενέχουν τα αδικήματα του άρθρου 2 για την κοινωνία, την αξιοπιστία και τη φήμη τους, καθώς και την ενημέρωσή τους για ενδεχόμενη πειθαρχική, διοικητική ή ποινική ευθύνη τους λόγω μη ς των υποχρεώσεών τους.

7. Κατά τη διενέργεια αξιολογήσεων της χώρας από διεθνείς οργανισμούς ή φορείς σχετικά με την εφαρμογή των διεθνών προτύπων όσον αφορά στην αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ο Φορέας Διαβούλευσης και οι επιμέρους φορείς εκπροσώπησης των υπόχρεων προσώπων συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές και τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα.

8. Ο Φορέας Διαβούλευσης καταρτίζει εντός του πρώτου εξαμήνου κάθε έτους, ενημερωτική έκθεση για τις δραστηριότητές του κατά το προηγούμενο έτος, την οποία υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές, την Αρχή, τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα και την Επιτροπή Στρατηγικής. Η έκθεση πρέπει να είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

9. Οι πληροφορίες που έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιούνται. Ο Πρόεδρος μπορεί να εισηγηθεί στην Ολομέλεια τα κριτήρια και τις κατηγορίες εμπιστευτικών πληροφοριών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ

Άρθρο 11
Ανώνυμοι λογαριασμοί και μετοχές (άρθρο 10 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί δεν επιτρέπεται να τηρούν μυστικούς, ανώνυμους ή μόνον αριθμημένους λογαριασμούς, ανώνυμα βιβλιάρια καταθέσεων, λογαριασμούς με εικονικά ονόματα ή λογαριασμούς που δεν έχουν το πλήρες όνομα του δικαιούχου τους, σύμφωνα με τα έγγραφα πιστοποίησης της ταυτότητας.

2. Κομιστές ανώνυμων μετοχών εταιρειών που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο έχουν υποχρέωση, κατά την εξαργύρωση των μερισματαποδείξεων, να υποβάλλουν υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α' 75) ότι είναι οι κύριοι ή επικαρπωτές των μετοχών ή πληρεξούσιοί τους, δηλώνοντας ταυτόχρονα τα στοιχεία των κυρίων ή επικαρπωτών. Αυτός που ενεργεί την εξαργύρωση των μερισματαποδείξεων έχει υποχρέωση να την αρνηθεί, εφόσον δεν προσκομίζεται η πιο πάνω υπεύθυνη δήλωση.

Άρθρο 12
Περιπτώσεις εφαρμογής δέουσας επιμέλειας (άρθρο 11 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη στις εξής περιπτώσεις:
α) όταν συνάπτουν επιχειρηματική σχέση,
β) όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή που:
αα) αφορά σε ποσό τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, ή
ββσυνίσταται σε μεταφορά χρηματικών ποσών άνω των χιλίων (1.000) ευρώ, σύμφωνα με το σημείο 9 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,
γ) όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά και διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά σε ποσό τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ανεξάρτητα από το αν διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
δ) όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διενεργούν συναλλαγή που αφορά σε ποσό τουλάχιστον δυο χιλιάδων (2.000) ευρώ, κατά την κατάθεση του στοιχήματος, την είσπραξη των κερδών, ή και στις δύο περιπτώσεις, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
ε) όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού,
στ) όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια, την πληρότητα ή την καταλληλότητα των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την πιστοποίηση και επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.
Τα ως άνω ποσά υπολογίζονται χωρίς ΦΠΑ ή άλλες νόμιμες κρατήσεις που επιβαρύνουν τον πελάτη.

2. Κατά την εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεών τους τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να ενεργούν βάσει της εκτίμησης κινδύνου και δεν βασίζονται αποκλειστικά στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων του άρθρου 20 και 21.

Άρθρο 13
Μέτρα συνήθους δέουσας επιμέλειας (άρθρο 13 παρ. 1-6, άρθρο 14 παρ. 4-5 και Παράρτημα I της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα μέτρα της συνήθους δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζουν τα υπόχρεα πρόσωπα ως προς τον πελάτη περιλαμβάνουν:
α) Την πιστοποίηση και επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστες και ανεξάρτητες πηγές. Όταν ο πελάτης ενεργεί μέσω εξουσιοδοτημένου προσώπου, το υπόχρεο πρόσωπο πιστοποιεί και επαληθεύει και την ταυτότητα του προσώπου αυτού, όπως και τα στοιχεία νομιμοποίησής του.
β) Την πιστοποίηση της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου, την επικαιροποίηση των στοιχείων και τη λήψη εύλογων μέτρων για την επαλήθευση αυτών, ώστε να διασφαλίζεται ότι το υπόχρεο πρόσωπο γνωρίζει τον πραγματικό δικαιούχο. Όσον αφορά στα νομικά πρόσωπα, τα εμπιστεύματα ή άλλα νομικά μορφώματα, λαμβάνονται εύλογα μέτρα για να γίνει γνωστή η διάρθρωση του καθεστώτος ιδιοκτησίας και ελέγχου του πελάτη.
γ) Την αξιολόγηση και ανάλογα με την περίπτωση τη συλλογή πληροφοριών για το αντικείμενο και τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης.
δ) Την άσκηση συνεχούς εποπτείας όσον αφορά στην επιχειρηματική σχέση, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές ή δραστηριότητες συνάδουν με τις γνώσεις που έχουν τα υπόχρεα πρόσωπα σχετικά με τον πελάτη, τις επαγγελματικές δραστηριότητες και το προφίλ κινδύνου του, καθώς και, εφόσον απαιτείται, την προέλευση των κεφαλαίων, σύμφωνα με κριτήρια που δύνανται να ορίζουν οι αρμόδιες αρχές. Τα υπόχρεα πρόσωπα διασφαλίζουν επιπλέον την τήρηση ενημερωμένων εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών.

2. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το υπόχρεο πρόσωπο δεν μπορεί να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που προβλέπονται στις περίπτ. α', β' και γ' της προηγούμενης παραγράφου, δεν εκτελεί συναλλαγές του, δεν συνάπτει επιχειρηματική σχέση ή διακόπτει οριστικά αυτήν και εξετάζει αν συντρέχει υποχρέωση αναφοράς στην Αρχή. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται ως προς τους συμβολαιογράφους, δικηγόρους, ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές και λογιστές-φοροτεχνικούς συμβούλους, στις περιπτώσεις μόνον που τα εν λόγω πρόσωπα εξακριβώνουν τη νομική θέση των πελατών τους ή εκτελούν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο της υπεράσπισης ή εκπροσώπησής τους σε δικαστικές διαδικασίες ή σχετικά με αυτές, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών αναφορικά με την κίνηση ή αποφυγή τέτοιων διαδικασιών.

3. Ειδικά τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί συνεκτιμούν, κατ' εφαρμογή και της παρ. 1 του άρθρου 28, το συνολικό χαρτοφυλάκιο το οποίο διατηρεί ο συναλλασσόμενος σε αυτά και ενδεχομένως σε άλλες εταιρείες του ομίλου στον οποίο ανήκει το υπόχρεο πρόσωπο, προκειμένου να εξακριβώσουν τη συμβατότητα της υπό εξέταση συναλλαγής με την οικονομική-συναλλακτική του εικόνα.

4. Επίσης, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί επαληθεύουν, κατά τη σύναψη επιχειρηματικής σχέσης, τα ετήσια εισοδήματα του πελάτη με βάση προσκομιζόμενη πρόσφατη πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, πλην των περιπτώσεων όπου ο πελάτης δεν υποχρεούται να υποβάλει δήλωση φόρου εισοδήματος.

5. Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών καταθέσεων, τίτλων ή άλλης φύσεως χρηματοοικονομικών προϊόντων, οι δικαιούχοι των λογαριασμών αυτών θεωρούνται ως πελάτες και εφαρμόζονται γι' αυτούς οι διαδικασίες δέουσας επιμέλειας.

6. Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν, την κατάλληλη χρονική στιγμή και ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας όχι μόνο στους νέους αλλά και στους υφιστάμενους πελάτες. Με αποφάσεις των εποπτικών αρχών δύνανται να καθορίζονται τα κριτήρια και ο τρόπος εφαρμογής των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας στους υπάρχοντες πελάτες.

7. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος δύναται να εξειδικεύονται διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αρ. 2015/847(ΕΕ L 141/5.6.2015) , όσον αφορά στα στοιχεία που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες των ΕΕΑ.

8. Αν σε μία συναλλαγή ή σε σειρά συνδεόμενων συναλλαγών συμμετέχουν καθ' οιονδήποτε τρόπο δύο ή περισσότερα υπόχρεα πρόσωπα, καθένα από αυτά οφείλει να εφαρμόσει τα μέτρα δέουσας επιμέλειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 19. Τα ανωτέρω ισχύουν ιδίως για ασφαλιστικά συμβόλαια, αγοραπωλησίες μετοχών, συμβολαίων παραγώγων, ομολόγων ή άλλων χρηματοπιστωτικών προϊόντων και για συναλλαγές με κάρτες οποιασδήποτε φύσεως.

9. Στην περίπτωση ασφαλίσεων ζωής, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί λαμβάνουν επιπλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας που απαιτούνται για τον πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο, τα ακόλουθα μέτρα δέουσας επιμέλειας για τους δικαιούχους ασφαλίσματος ασφαλιστήριου συμβολαίου ζωής, μόλις ταυτοποιηθούν ή προσδιορισθούν οι δικαιούχοι:
α) στην περίπτωση δικαιούχων ασφαλίσματος που ταυτοποιούνται ως συγκεκριμένα κατονομαζόμενα πρόσωπα ή νομικά μορφώματα, λαμβάνουν το όνομα ή την επωνυμία τους,
β) στην περίπτωση δικαιούχων ασφαλίσματος που προσδιορίζονται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους ή ανά κατηγορία ή με άλλα μέσα, λαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τους εν λόγω δικαιούχους, ώστε να βεβαιωθούν ότι θα είναι σε θέση να προσδιορίσουν την ταυτότητα του δικαιούχου κατά τον χρόνο της πληρωμής του ασφαλίσματος.

10. Στην περίπτωση δικαιούχων εμπιστευμάτων ή αντίστοιχων νομικών μορφωμάτων, οι οποίοι προσδιορίζονται ανάλογα με τα ειδικά χαρακτηριστικά τους ή ανά κατηγορία, το υπόχρεο πρόσωπο λαμβάνει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τον δικαιούχο, ώστε να βεβαιωθεί ότι θα είναι σε θέση να προσδιορίσει την ταυτότητά του κατά τον χρόνο της πληρωμής ή της άσκησης των δικαιωμάτων του δικαιούχου.

11. Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας κατά την παρ. 1, αλλά μπορούν να καθορίζουν την έκταση των μέτρων αυτών ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, ο οποίος εξαρτάται μεταξύ άλλων από την επαγγελματική δραστηριότητα και το οικονομικό μέγεθος του πελάτη, τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης, τον τύπο, την συχνότητα και αξία των διενεργούμενων συναλλαγών, καθώς και την αναμενόμενη προέλευση και τον προορισμό των κεφαλαίων, συμμορφούμενα με τις σχετικές αποφάσεις των αρμόδιων αρχών που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 6. Τα υπόχρεα πρόσωπα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές ότι η έκταση των μέτρων είναι ανάλογη με τους κινδύνους διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και ότι εφαρμόζουν αυτά τα μέτρα με συνέπεια και αποτελεσματικότητα.

Άρθρο 14
Χρόνος εφαρμογής δέουσας επιμέλειας(άρθρο 13 παρ.5 και άρθρο 14 παρ. 1-3 της Οδηγίας 2015/849)


1. Με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στις επόμενες παραγράφους, η πιστοποίηση και επαλήθευση των στοιχείων ταυτότητας του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου πραγματοποιείται πριν από τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης ή τη διενέργεια της συναλλαγής.

2. Η επαλήθευση των στοιχείων ταυτότητας των αναφερόμενων στην παρ. 1 προσώπων επιτρέπεται να ολοκληρώνεται κατά τη διάρκεια της σύναψης της επιχειρηματικής σχέσης, εφόσον αυτό απαιτείται για να μη διακοπεί η ομαλή διεξαγωγή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και εφόσον ο κίνδυνος διάπραξης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι μικρός. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εν λόγω διαδικασίες επαλήθευσης περατώνονται το συντομότερο δυνατόν μετά την αρχική επαφή.

3. Το άνοιγμα λογαριασμού σε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων λογαριασμών που επιτρέπουν τις συναλλαγές επί χρηματοπιστωτικών μέσων, επιτρέπεται ακόμα και προτού εξασφαλισθεί η πλήρης συμμόρφωση με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στις περιπτ. α' και β' της παρ. 1 του άρθρου13, υπό τον όρο ότι υπάρχουν οι κατάλληλες εγγυήσεις που διασφαλίζουν ότι μέχρι τότε δεν θα πραγματοποιηθούν συναλλαγές από τον πελάτη ή για λογαριασμό του.

4. Στις περιπτώσεις ασφαλίσεων ζωής, η επαλήθευση της ταυτότητας των δικαιούχων ασφαλίσματος που ταυτοποιούνται ή προσδιορίζονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 9 του άρθρου 13, πραγματοποιείται κατά τον χρόνο πληρωμής. Σε περίπτωση εκχώρησης σε τρίτον, εν όλω ή εν μέρει, των απαιτήσεων που απορρέουν από την ασφάλιση ζωής, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, που έχουν γνώση της εκχώρησης, ταυτοποιούν τον πραγματικό δικαιούχο κατά τον χρόνο της εκχώρησης στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή το νομικό μόρφωμα που λαμβάνει για ίδιο όφελος την αξία του εκχωρούμενου ασφαλιστήριου συμβολαίου.

5. Οι επιχειρήσεις καζίνο και τα καζίνο που λειτουργούν επί πλοίων στην Ελλάδα ή υπό Ελληνική σημαία οφείλουν να εξακριβώνουν την ταυτότητα των πελατών τους κατά την είσοδό τους στις εγκαταστάσεις των παιγνίων.

Άρθρο 15
Απλουστευμένη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη (άρθρα 15 και 16 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, αφού προηγουμένως συγκεντρώσουν επαρκείς πληροφορίες και βεβαιωθούν ότι μια επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή παρουσιάζει χαμηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στις περιπτώσεις αυτές, τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας των παρ. 1 και 4 του άρθρου 13, προσαρμόζοντας κατάλληλα το ποσοτικό όριο, τον χρόνο ή τον τρόπο εφαρμογής τους.

2. Τα υπόχρεα πρόσωπα, προκειμένου να εκτιμήσουν αν μια επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή παρουσιάζει χαμηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τους παράγοντες δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου του Παραρτήματος Ι, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του παρόντος νόμου, οι οποίοι σχετίζονται με πελάτες, χώρες και γεωγραφικές περιοχές, καθώς και με συγκεκριμένα προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παροχής υπηρεσιών.

3. Οι εποπτικές αρχές του χρηματοπιστωτικού τομέα εξειδικεύουν περαιτέρω, με αποφάσεις τους, τους παράγοντες δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου και τα μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζονται σε επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές χαμηλότερου κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες των ΕΕΑ. Οι λοιπές αρμόδιες αρχές δύναται να εκδίδουν αντίστοιχου περιεχομένου αποφάσεις.

Άρθρο 16
Αυξημένη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη (άρθρο 18 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν τα μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που ορίζονται στα άρθρα 17 και18, στις αναφερόμενες στα άρθρα αυτά περιπτώσεις. Ομοίως, τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όταν συναλλάσσονται με πρόσωπα με εγκατάσταση σε τρίτες χώρες, που χαρακτηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως υψηλού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς επίσης και σε άλλες περιπτώσεις επιχειρηματικών σχέσεων ή συναλλαγών υψηλού κινδύνου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 4.

2. Τα υπόχρεα πρόσωπα δεν υποχρεούνται εξ ορισμού να εφαρμόζουν μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας όταν ο ευρισκόμενος σε τρίτη χώρα υψηλού κινδύνου πελάτης τους είναι υποκατάστημα ή θυγατρική κατά πλειοψηφική συμμετοχή υπόχρεης οντότητας εγκατεστημένης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον συμμορφώνεται πλήρως με τις πολιτικές και διαδικασίες που εφαρμόζονται σε επίπεδο ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 36. Τα υπόχρεα πρόσωπα προσεγγίζουν τις περιπτώσεις αυτές με βάση τον εκτιμώμενο κίνδυνο.

3. Τα υπόχρεα πρόσωπα εξετάζουν με ιδιαίτερη προσοχή το ιστορικό και τον σκοπό των πολύπλοκων ή ασυνήθιστα μεγάλων συναλλαγών, καθώς και τα ασυνήθιστα είδη συναλλαγών, που πραγματοποιούνται χωρίς προφανή οικονομικό σκοπό ή νόμιμη αιτία. Τα υπόχρεα πρόσωπα αυξάνουν τον βαθμό και προσαρμόζουν τον τρόπο παρακολούθησης της επιχειρηματικής σχέσης, προκειμένου να προσδιορίσουν αν οι εν λόγω συναλλαγές ή δραστηριότητες είναι ασυνήθεις ή ύποπτες.

4. Τα υπόχρεα πρόσωπα, προκειμένου να εκτιμήσουν αν μια επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή παρουσιάζει υψηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τους παράγοντες δυνητικά υψηλότερου κινδύνου του Παραρτήματος ΙΙ, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του παρόντος νόμου, οι οποίοι σχετίζονται με πελάτες, χώρες και γεωγραφικές περιοχές, καθώς και με συγκεκριμένα προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παροχής υπηρεσιών.

5. Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύουν περαιτέρω, με αποφάσεις τους, τους παράγοντες δυνητικά υψηλότερου κινδύνου και τα μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζονται σε επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές υψηλότερου κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες των ΕΕΑ. Οι λοιπές αρμόδιες αρχές δύναται να εκδίδουν αντίστοιχου περιεχομένου αποφάσεις.

Άρθρο 17
Διασυνοριακές σχέσεις ανταπόκρισης (άρθρα 19 και 24 της Οδηγίας 2015/849)


1. Στις διασυνοριακές σχέσεις ανταπόκρισης με ίδρυμα πελάτη από τρίτη χώρα, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί οφείλουν, πλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας του άρθρου13:
α) να συγκεντρώνουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το ίδρυμα πελάτη για να κατανοήσουν πλήρως την φύση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του και να εκτιμήσουν, από τις δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες, την φήμη του ιδρύματος και την ποιότητα της ασκούμενης επ' αυτού εποπτείας·
β) να αξιολογούν τους ελέγχους που διενεργεί το ίδρυμα πελάτης κατά της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·
γ) να λαμβάνουν την έγκριση ανώτερου διοικητικού στελέχους πριν από τη σύναψη νέων σχέσεων ανταπόκρισης·
δ) να προσδιορίζουν ρητά τις αρμοδιότητες του κάθε μέρους στο πλαίσιο της σύμβασης ανταπόκρισης·
ε) επί λογαριασμών πλάγιας πρόσβασης, να διασφαλίζουν ότι το ίδρυμα πελάτης επαληθεύει την ταυτότητα των πελατών και ασκεί συνεχή δέουσα επιμέλεια ως προς τους πελάτες που έχουν άμεση πρόσβαση στους λογαριασμούς του ιδρύματος ανταποκριτή, καθώς και ότι μπορεί να παράσχει στοιχεία και δεδομένα σχετικά με την δέουσα επιμέλεια ως προς τους πελάτες, κατόπιν σχετικού αιτήματος του ιδρύματος ανταποκριτή.

2. Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί δεν επιτρέπεται να συνάπτουν ή να συνεχίζουν σχέση ανταπόκρισης με εικονική τράπεζα ή με πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό που είναι γνωστό ότι επιτρέπει να χρησιμοποιούνται οι λογαριασμοί του από εικονικές τράπεζες.

Άρθρο 18
Πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα (άρθρα 20, 21, 22 και 23 της Οδηγίας 2015/849)


1. Όσον αφορά στις συναλλαγές ή επιχειρηματικές σχέσεις με πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα, μέλη της οικογένειάς τους και στενούς συνεργάτες τους, τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν, πλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας του άρθρου 13:
α) να διαθέτουν κατάλληλα συστήματα διαχείρισης κινδύνου και να εφαρμόζουν διαδικασίες ανάλογες με τον βαθμό κινδύνου, για να διαπιστώνουν αν ο πελάτης ή ο πραγματικός δικαιούχος ανήκουν στις ανωτέρω κατηγορίες προσώπων·
β) να λαμβάνουν την έγκριση ανώτερου διοικητικού στελέχους για τη σύναψη ή διατήρηση επιχειρηματικών σχέσεων με τους πελάτες αυτούς·
γ) να λαμβάνουν επαρκή μέτρα για να διαπιστώνουν την πηγή του πλούτου και την προέλευση των κεφαλαίων στα οποία αφορά η επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή·
δ) να διενεργούν στενότερη και συνεχή παρακολούθηση των εν λόγω επιχειρηματικών σχέσεων.

2. Τα υπόχρεα πρόσωπα λαμβάνουν εύλογα μέτρα, προκειμένου να διαπιστώνουν κατά πόσον οι δικαιούχοι ασφαλίσματος ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής ή, ενδεχομένως, ο πραγματικός δικαιούχος αυτού είναι πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο, μέλος της οικογένειας ή στενός συνεργάτης του. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται το αργότερο κατά τον χρόνο πληρωμής του ασφαλίσματος ή εκχώρησης, εν όλω ή εν μέρει, του ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Όταν εντοπίζεται υψηλότερος κίνδυνος, τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν, πλέον της εφαρμογής των μέτρων δέουσας επιμέλειας του άρθρου 13:
α) να ενημερώνουν ανώτερο διοικητικό στέλεχος πριν από την πληρωμή του προϊόντος του ασφαλιστηρίου συμβολαίου·
β) να διενεργούν αυστηρότερο έλεγχο του συνόλου της επιχειρηματικής σχέσης με τον αντισυμβαλλόμενο.

3. Όταν ένα πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο έχει παύσει να ασκεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα σε ένα κράτος ή να κατέχει σημαντική δημόσια θέση σε διεθνή οργανισμό, τα υπόχρεα πρόσωπα απαιτείται να λαμβάνουν υπόψη για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός έτους τον κίνδυνο που συνεχίζει να θέτει το εν λόγω πρόσωπο και να εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, έως ότου κρίνουν ότι το πρόσωπο αυτό δεν ενέχει πλέον κίνδυνο που χαρακτηρίζει ειδικά τα πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα.

Άρθρο 19
Εφαρμογή μέτρων δέουσας επιμέλειας από τρίτα μέρη (άρθρα 25, 26, 27, 28 και 29 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα μπορούν να βασίζονται σε τρίτα μέρη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στις περιπτ. α', β' και γ' της παρ. 1 και στην παρ. 4 του άρθρου 13 . Η τελική ευθύνη για την εκπλήρωση των εν λόγω υποχρεώσεων εξακολουθεί να βαρύνει το υπόχρεο πρόσωπο.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ως τρίτα μέρη θεωρούνται:
α) τα πιστωτικά ιδρύματα,
β) οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης,
γ) οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων τρίτων,
δ) οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου,
ε) οι εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων,
στ) οι εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών,
ζ) οι εταιρείες επενδυτικής διαμεσολάβησης,
η) οι ασφαλιστικές εταιρείες, που εδρεύουν σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτη χώρα που είναι μέλος της FATF.

3. Τα υπόχρεα πρόσωπα που στηρίζονται σε τρίτο μέρος:
α) λαμβάνουν από το τρίτο μέρος κάθε πληροφορία που αυτό αποκτά, εφαρμόζοντας τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο που προβλέπονται στις περιπτ. α', β' και γ' της παρ. 1 και στην παρ. 4 του άρθρου13,
β) διασφαλίζουν ότι τους διαβιβάζονται αμελλητί, κατόπιν αιτήματός τους, αντίγραφα, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, των εγγράφων που έχει αποκτήσει το τρίτο μέρος κατά την εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων δέουσας επιμέλειας.

4. Τα υπόχρεα πρόσωπα που βασίζονται σε άλλη εταιρεία του ομίλου ως τρίτο μέρος θεωρείται ότι πληρούν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφόσον:
α) ο όμιλος εφαρμόζει πολιτική και διαδικασίες καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς το πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον παρόντα νόμο ή σε ισοδύναμες με την Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 διατάξεις και
β) η αποτελεσματική εφαρμογή των ανωτέρω, υπό στοιχείο α', προβλέψεων υπόκειται σε εποπτεία σε επίπεδο ομίλου από εποπτική αρχή κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτης χώρας μέλους της FATF.

5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις εξωτερικής ανάθεσης ή αντιπροσώπευσης, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δυνάμει της σύμβασης ο φορέας παροχής της εξωτερικής υπηρεσίας ή ο αντιπρόσωπος είναι μέρος του υπόχρεου προσώπου.

6. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται με αποφάσεις τους να εξειδικεύουν τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα εποπτευόμενα από αυτές υπόχρεα πρόσωπα βασίζονται σε τρίτα μέρη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟ

Άρθρο 20
Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων νομικών προσώπων (άρθρο 30 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα νομικά πρόσωπα και άλλες νομικές οντότητες που έχουν έδρα στην Ελλάδα, υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσσουν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο τους, καταχωρίζοντας τες σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα τους. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής του, καθώς επίσης το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει.

2. Η τήρηση του ειδικού μητρώου της παρ. 1 γίνεται με επιμέλεια του υπεύθυνου εταιρικής συμμόρφωσης προκειμένου για εισηγμένες εταιρείες ή του αρμόδιου ανώτατου στελέχους διοίκησης ανάλογου τμήματος σε κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή οντότητα, εφαρμοζομένων των διατάξεων του ν. 2472/1997 (Α'50) για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31.

3. Τα νομικά αυτά πρόσωπα και οντότητες χορηγούν τις πληροφορίες τόσο για τον νόμιμο όσο και για τον πραγματικό δικαιούχο τους στα υπόχρεα πρόσωπα, όταν αυτά λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, καθώς επίσης στην Αρχή, τις εποπτικές αρχές, και τις αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατόπιν αιτήματός τους.

4. Στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων δημιουργείται Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, το οποίο συνδέεται ηλεκτρονικά με το ΑΦΜ κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας και δύναται να συνδέεται με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, στο οποίο είναι καταχωρισμένο το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα για τη σύνδεση του Μητρωου με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ.

5. Πρόσβαση στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων έχουν η Αρχή και οι αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας χωρίς κανένα περιορισμό, καθώς και οι αρμόδιες αρχές και τα υπόχρεα πρόσωπα αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφαρμογής των μέτρων δέουσας επιμέλειας. Η Αρχή, οι αρμόδιες και άλλες δημόσιες αρχές διαβιβάζουν τα στοιχεία στις αντίστοιχες αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός τους.

6. Πρόσβαση στα ελάχιστα στοιχεία του Μητρώου της παρ. 4 μπορεί να έχει κάθε πρόσωπο ή οργανισμός που αποδεικνύει ειδικό έννομο συμφέρον. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Αρχής, δύναται να περιορίζεται η πρόσβαση στα πρόσωπα της παρούσας παραγράφου στο σύνολο ή σε μέρος των πληροφοριών που αφορούν τον πραγματικό δικαιούχο, όταν η πρόσβαση αυτή αιτιολογημένα μπορεί να εκθέσει τον πραγματικό δικαιούχο σε κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, βίας ή εκφοβισμού ή αν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή με άλλον τρόπο ανίκανος για δικαιοπραξία.

7. Η μη συμμόρφωση με την υποχρέωση της παρ. 1 συνεπάγεται την αναστολή έκδοσης φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων. Η αρμόδια φορολογική διοίκηση, ενημερώνει πάραυτα την Αρχή εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας της παρ. 9 για τη συμμόρφωση των ως άνω υπόχρεων με την τήρηση και ενημέρωση του Μητρώου.

8. Σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης της παρ. 1, επιβάλλεται με απόφαση της Αρχής σε βάρος των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων, καθώς και των νομίμων εκπροσώπων τους πρόστιμο δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ και τίθεται προθεσμία για τη συμμόρφωσή τους. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή υποτροπής το πρόστιμο διπλασιάζεται. Το πρόστιμο αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).

9. Η λειτουργία του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων τίθεται σε πλήρη ισχύ εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

10. Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί δύναται να συστήνουν κοινά πληροφοριακά συστήματα, τα οποία επιτρέπουν την καταχώριση, ανταλλαγή και αποθήκευση επαρκών, ακριβών και επίκαιρων πληροφοριών για τους νόμιμους και τους πραγματικούς δικαιούχους των νομικών προσώπων που είναι πελάτες τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εδρεύουν στην αλλοδαπή. Για τον σκοπό αυτό, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί δύναται να ιδρύουν ειδικά νομικά πρόσωπα ή να αξιοποιούν υπάρχοντα νομικά πρόσωπα εξειδικευμένα στη συγκέντρωση, επεξεργασία και διάθεση εμπορικών και διατραπεζικών πληροφοριών. Η Αρχή, η Τράπεζα της Ελλάδος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, έχουν πρόσβαση στα πληροφοριακά συστήματα της παρούσας παραγράφου. 11. . Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με την τήρηση και λειτουργία του Μητρώου της παρ. 4, τον τρόπο καταχώρισης σε αυτό των στοιχείων των ειδικών μητρών της παρ. 1, τυχόν διασύνδεσή τους με τα πληροφοριακά συστήματα της παρ. 10 και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 21
Μητρώο πραγματικών δικαιούχων καταπιστευμάτων (άρθρο 31 της Οδηγίας 2015/849)


1. Οι καταπιστευματοδόχοι σε σχήμα ρητής καταπιστευματικής διαχείρισης (express trust) που διέπεται από την ελληνική νομοθεσία οφείλουν να αποκτούν και να διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους του καταπιστεύματος.
Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν την ταυτότητα: α) του ιδρυτή· β) του ή των καταπιστευματοδόχων· γ) του προστάτη (ενδεχομένως), δ) των δικαιούχων ή της κατηγορίας δικαιούχων· και ε) οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο επί του καταπιστεύματος.

2. Οι καταπιστευματοδόχοι γνωστοποιούν την ιδιότητά τους αυτή και παρέχουν εγκαίρως στις υπόχρεες οντότητες τις πληροφορίες της παρ.1, όταν, ως καταπιστευματοδόχοι, συνάπτουν επιχειρηματική σχέση ή πραγματοποιούν περιστασιακή συναλλαγή που υπερβαίνει τα όρια που προβλέπονται στις περιπτ. β), γ) και δ) του άρθρου 12.

3. Στις πληροφορίες της παρ. 1 έχουν ταχεία πρόσβαση η Αρχή και οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 6.

4. Σε περίπτωση που το σχήμα καταπιστευματικής διαχείρισης παράγει φορολογικές υποχρεώσεις, οι πληροφορίες της παρ. 1 καταχωρίζονται επίσης, σε ειδική μερίδα του Μητρώου της παρ. 4του άρθρου 20, στην οποία διασφαλίζεται ταχεία και απεριόριστη πρόσβαση της Αρχής, των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών και των αρμόδιων αρχών, χωρίς να ειδοποιείται το ερευνώμενο σχήμα. Οι υπόχρεες οντότητες, έχουν επίσης ταχεία πρόσβαση στο Μητρώο στο πλαίσιο δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη.

5. Οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ παρέχουν εγκαίρως τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 4 στις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ άλλων κρατών μελών.

6. Τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται σε άλλα είδη νομικών μορφωμάτων με δομή ή λειτουργία παρεμφερή με τα καταπιστεύματα.

7. Ο κεντρικός φορέας συντονισμού κοινοποιεί στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των μηχανισμών του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 22
Αναφορές ύποπτων συναλλαγών προς την Αρχή (άρθρο 33 και άρθρο 34 παρ. 2 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα και οι υπάλληλοί τους, στους οποίους περιλαμβάνονται τα διευθυντικά στελέχη, οφείλουν:
α) να ενημερώνουν αμελλητί, με δική τους πρωτοβουλία, την Αρχή όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες, ότι κεφάλαια, ανεξαρτήτως του ύψους τους, συνιστούν έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες ή σχετίζονται με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η υποχρέωση αυτή αφορά και σε κάθε περίπτωση απόπειρας ύποπτης συναλλαγής.
β) να παρέχουν αμελλητί στην Αρχή, στην αρμόδια αρχή και σε άλλες δημόσιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με καθήκοντα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατόπιν αιτήματος αυτών, όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις.

2. Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται από τους συμβολαιογράφους, δικηγόρους, ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές και λογιστές-φοροτεχνικούς συμβούλους, στις περιπτώσεις μόνον όπου τα εν λόγω πρόσωπα εξακριβώνουν τη νομική θέση των πελατών τους ή εκτελούν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο της υπεράσπισης ή εκπροσώπησής τους σε δικαστικές διαδικασίες ή σχετικά με αυτές, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών αναφορικά με την κίνηση ή αποφυγή τέτοιων διαδικασιών. Οι δικηγόροι υποβάλλουν τις αναφορές τους στην ειδική επιτροπή του άρθρου29

3. Αν το υπόχρεο πρόσωπο έχει διορίσει υπεύθυνο για τον έλεγχο συμμόρφωσης σε επίπεδο διοίκησης, η αναφορά υπόπτων συναλλαγών προς την Αρχή υποβάλλεται από αυτόν.

4. Η αναφορά υπόπτων συναλλαγών προς την Αρχή από τα πιστωτικά ιδρύματα, τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους υποβάλλεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο38

Άρθρο 23
Αποχή από συναλλαγές (άρθρο 35 της Οδηγίας 2015/849)


Τα υπόχρεα πρόσωπα απέχουν από τη διενέργεια συναλλαγών, την άσκηση δραστηριοτήτων ή την παροχή υπηρεσιών, για τις οποίες γνωρίζουν ή υποπτεύονται ότι συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, μέχρις ότου ενημερώσουν την Αρχή κατά την περίπτ. α'της παρ. 1 του άρθρου 22 και συμμορφωθούν προς τυχόν οδηγίες της κατά την υποπερίπτ. γγ'της περιπτ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 48Αν όμως αυτό είναι αδύνατο ή ενδέχεται να εμποδίσει την δίωξη των πελατών, των πραγματικών δικαιούχων ή των προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό τους, τα υπόχρεα πρόσωπα εκτελούν τις συναλλαγές, ασκούν τις δραστηριότητες ή παρέχουν τις υπηρεσίες, ενημερώνοντας ταυτόχρονα την Αρχή.

Άρθρο 24
Υποχρεώσεις αναφοράς των αρμοδίων αρχών, των διαχειριστών αγορών και των γραφείων αντιπροσωπείας (άρθρο 36 της Οδηγίας 2015/849)


1. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν αμελλητί Αρχή αν, κατά τη διάρκεια των ελέγχων που πραγματοποιούν σε υπόχρεα πρόσωπα, πληροφορηθούν ή διαπιστώσουν με οποιονδήποτε τρόπο γεγονότα που μπορεί να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

2. Οι διαχειριστές των αγορών μετοχών, ομολόγων, άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, παραγώγων και συναλλάγματος υποχρεούνται να αναφέρουν την Αρχή περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στις ανωτέρω αγορές περιλαμβάνονται η Ηλεκτρονική Δευτερογενής Αγορά Τίτλων (Η.Δ.Α.Τ.), τα σύμφωνα με τον ν. 3606/2007 (Α' 195) Πολυμερή Συστήματα Διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων και οι εσωτερικοποιημένες αγορές τέτοιων μέσων που λειτουργούν εντός πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρείας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.

3. Την ίδια υποχρέωση αναφοράς έχουν και τα στερούμενα ιδίας νομικής προσωπικότητας γραφεία αντιπροσωπείας στην Ελλάδα πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν την έδρα τους στην αλλοδαπή, καθώς και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ.26 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, όταν έχουν σοβαρές ενδείξεις ότι επιχειρείται να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

4. Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των προσώπων των παρ. 2 και 3 με τις υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 25
Υποβολή αναφορών για αδικήματα ειδικής αρμοδιότητας


1. Ειδικά για τα αδικήματα της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, καθώς και για τα λοιπά αδικήματα αρμοδιότητας ελέγχου του Σ.Δ.Ο.Ε. που υπάγονται στα βασικά αδικήματα, ορίζονται τα εξής:
α) Το Σ.Δ.Ο.Ε. όταν συντάσσει έκθεση ελέγχου ή πορισματική αναφορά για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, η διερεύνηση της οποίας εμπίπτει στις αρμοδιότητές του, υποβάλλει αυτήν και στην Αρχή . Επιπροσθέτως, δύναται να αναφέρει στην Αρχή υποθέσεις για τις οποίες έχει συντάξει έκθεση ελέγχου ή πορισματική αναφορά μόνο για το βασικό αδίκημα και να συνεργασθεί με αυτή, ακόμη και με κοινές έρευνες σε υποθέσεις κοινής αρμοδιότητας.
β) Οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα ελεγκτικά κέντρα, όταν διαπιστώνουν παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας ή λοιπές παραβάσεις αρμοδιότητάς τους που υπάγονται στα βασικά αδικήματα, υποβάλλουν αναφορές στην Αρχή ενημερώνοντας συγχρόνως και τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης.
γ) Οι Τελωνειακές Υπηρεσίες, όταν διαπιστώνουν παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας, ή λοιπές παραβάσεις αρμοδιότητάς τους που υπάγονται στα βασικά αδικήματα, υποβάλλουν αναφορές στην Αρχή , ενημερώνοντας συγχρόνως τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης.

2. Οι αναφορές των ανωτέρω περιπτώσεων β' και γ' υποβάλλονται στην Αρχή για αδικήματα που διαπράχθηκαν από την έναρξη ισχύος του ν. 3691/2008 (Α' 166) και εξής, εφόσον τα οικεία ποσά υπερβαίνουν τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Ειδικά για τα αδικήματα της περίπτωσης γ' λαμβάνονται υπόψη αθροιστικώς τα επιμέρους ποσά που προκύπτουν από μερικότερες πράξεις του ίδιου αδικήματος ή και από διαφορετικά αδικήματα λαθρεμπορίας που διαπιστώνονται κατά τον εκάστοτε έλεγχο.

Άρθρο 26
Μέτρα προστασίας των αναφερόντων προσώπων (άρθρα 37 και 38 της Οδηγίας 2015/849)


1. Η καλή τη πίστει γνωστοποίηση πληροφοριών προς την Αρχή ή εντός του υπόχρεου προσώπου κατά το άρθρο 22 δεν αποτελεί παράβαση τυχόν νομοθετικής, κανονιστικής, διοικητικής ή συμβατικής απαγόρευσης γνωστοποίησης πληροφοριών και δεν συνεπάγεται οποιουδήποτε είδους ευθύνη για το υπόχρεο πρόσωπο και τους υπαλλήλους του, ακόμη και αν αποδειχθεί ότι δεν υπήρξε εγκληματική δραστηριότητα.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δύναται να ορίζονται περαιτέρω μέτρα για την προστασία των φυσικών προσώπων που αναφέρουν τις υπόνοιες τους για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας από την έκθεση τους σε απειλές ή εχθρικές ενέργειες, ιδίως δε από δυσμενή ή διακριτική μεταχείριση στις εργασιακές τους σχέσεις.

Άρθρο 27
Απαγόρευση γνωστοποίησης (άρθρο 39 παρ. 1 και 6 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα, τα διευθυντικά στελέχη και οι υπάλληλοί τους απαγορεύεται να γνωστοποιούν στον εμπλεκόμενο πελάτη ή σε τρίτους ότι διαβιβάσθηκαν ή θα διαβιβασθούν αρμοδίως πληροφορίες ή ότι διεξάγεται ή ενδέχεται να διεξαχθεί έρευνα ή ανάλυση για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα μέλη της διοίκησης, τα διευθυντικά στελέχη και τους υπαλλήλους των εποπτικών αρχών και για δημόσιους υπαλλήλους που γνωρίζουν τις πληροφορίες του προηγούμενου εδαφίου. Οι παραβαίνοντες το ανωτέρω καθήκον εχεμύθειας τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών.

2. Η απόπειρα των υπόχρεων προσώπων των περιπτ. γ', δ' και θ' της παρ. 1 του άρθρου 5 να αποτρέψουν πελάτη να εμπλακεί σε εγκληματική δραστηριότητα δεν συνιστά γνωστοποίηση υπό την έννοια του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 28
Εξαιρέσεις της απαγόρευσης γνωστοποίησης (άρθρο 39 παρ. 3,4,5 της Οδηγίας 2015/849)


1. Η απαγόρευση του προηγούμενου άρθρου δεν εμποδίζει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που εδρεύουν στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανήκουν στον ίδιο χρηματοπιστωτικό όμιλο. Το ίδιο ισχύει και για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που εδρεύουν στην Ελλάδα και υποκαταστημάτων ή θυγατρικών τους που εδρεύουν σε τρίτη χώρα, εφόσον αυτά συμμορφώνονται πλήρως προς τις πολιτικές και τις διαδικασίες που ισχύουν σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των προβλεπόμενων στο άρθρο 36 διαδικασιών.

2. Η απαγόρευση του προηγούμενου άρθρου δεν εμποδίζει, επίσης, την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των υπόχρεων προσώπων των περιπτ. γ', δ' και θ' της παρ. 1 του άρθρου 5, που λειτουργούν στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες τους, είτε με σχέση εξαρτημένης εργασίας είτε όχι, στο πλαίσιο του ίδιου νομικού προσώπου ή ευρύτερης δομής, στην οποία υπάγεται το νομικό πρόσωπο και η οποία διαθέτει κοινή κυριότητα, διοίκηση ή έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις που διέπουν την λειτουργία των νομικών προσώπων. Το ίδιο ισχύει για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ανωτέρω υπόχρεων προσώπων και αντίστοιχων προσώπων από τρίτες χώρες που επιβάλλουν υποχρεώσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες του παρόντος νόμου.

3. Τα υπόχρεα πρόσωπα των περιπτ. α', β', γ', δ' και θ' της παρ. 1 του άρθρου 5 που εδρεύουν ή ασκούν τις δραστηριότητες τους στην Ελλάδα δύναται να ανταλλάσσουν με υπόχρεα πρόσωπα που ανήκουν στην ίδια κατηγορία ή επαγγελματικό κλάδο με αυτά πληροφορίες που αφορούν στον ίδιο πελάτη και σε συναλλαγή ή δραστηριότητα στην οποία συμμετέχουν από κοινού. Τα ανωτέρω ισχύουν και για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των προαναφερθέντων ημεδαπών υπόχρεων προσώπων και ίδιας κατηγορίας ή επαγγελματικού κλάδου υπόχρεων προσώπων που εδρεύουν ή ασκούν τις δραστηριότητές τους σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτη χώρα που επιβάλλει υποχρεώσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες του παρόντος νόμου, καθώς και υποχρεώσεις σχετικά με το επαγγελματικό απόρρητο και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

4. Με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών και την εφαρμογή του παρόντος άρθρου

Άρθρο 29
Επιτροπή Δικηγόρων (άρθρο 34 παρ. 1 της Οδηγίας 2015/849)


Συνιστάται Επιτροπή Δικηγόρων, η οποία απαρτίζεται από πέντε μέλη, οριζόμενα με τριετή θητεία από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και εδρεύει στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Η Επιτροπή αυτή λαμβάνει τις αναφορές των δικηγόρων για ύποπτες ή ασυνήθεις δραστηριότητες ή συναλλαγές, ελέγχει αν υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού και τις διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην Αρχή. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από γνώμη της ανωτέρω Ολομέλειας, ορίζεται ο τρόπος λειτουργίας της Επιτροπής αυτής, ο τρόπος διαβίβασης των αναφορών των δικηγόρων όλης της Επικράτειας στην Αρχή, καθώς και η διαδικασία συνεργασίας και επικοινωνίας της με την Αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΦΥΛΑΞΗ ΑΡΧΕΙΩΝ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Άρθρο 30
Φύλαξη αρχείων και στοιχείων από υπόχρεα πρόσωπα (άρθρα 40 και 42 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να φυλάσσουν τα ακόλουθα έγγραφα και πληροφορίες για σκοπούς πρόληψης, εντοπισμού και διερεύνησης από την Αρχή, τις εποπτικές αρχές ή κάθε άλλη αρμόδια δημόσια αρχή, ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας:
α) τα έγγραφα και τις πληροφορίες που απαιτούνται για την συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στο άρθρο13,
β) τα πρωτότυπα ή αντίγραφα παραστατικά που είναι αναγκαία για τον προσδιορισμό των συναλλαγών,
γ) τα εσωτερικά έγγραφα που αφορούν σε εγκρίσεις ή διαπιστώσεις ή εισηγήσεις για υποθέσεις που σχετίζονται με την διερεύνηση των ανωτέρω αδικημάτων ή αναφερθείσες ή μη υποθέσεις στην
δ) τα στοιχεία της επιχειρηματικής, εμπορικής και επαγγελματικής αλληλογραφίας με τους πελάτες, όπως αυτά δύνανται να προσδιορίζονται από τις εποπτικές αρχές.

2. Τα υπόχρεα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων υποχρεούνται, πέραν των προβλεπόμενων στην παρ. 1, να τηρούν μητρώο για τις πληρωμές απόδοσης κερδών ανά παίκτη, υπό τις προϋποθέσεις και σύμφωνα με τα ποσοτικά όρια που ορίζονται με απόφαση της εποπτικής αρχής. Ειδικά οι επιχειρήσεις καζίνο, εκτός του ανωτέρω μητρώου, τηρούν και μητρώο για την εξόφληση των μαρκών επ' ονόματι πελατών.

3. Τα στοιχεία των παρ. 1 και 2 φυλάσσονται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά το τέλος της επιχειρηματικής σχέσης με τον πελάτη ή την ημερομηνία της περιστασιακής συναλλαγής. Κατά τη λήξη της προθεσμίας αυτής τα υπόχρεα πρόσωπα διαγράφουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εκτός αν επιτρέπεται ή επιβάλλεται αιτιολογημένα από άλλη διάταξη νόμου ή κανονιστικής απόφασης η φύλαξή τους επί μακρότερο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει την δεκαετία. Για στοιχεία που αφορούν σε υποθέσεις για τις οποίες στις 25 Ιουνίου 2015 εκκρεμούσε έλεγχος ή έρευνα για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και είχαν ζητηθεί πληροφορίες ή έγγραφα από υπόχρεο πρόσωπο, το τελευταίο οφείλει να διατηρήσει όλες τις σχετικές πληροφορίες ή έγγραφα μέχρι τις 25 Ιουνίου 2020, και σε περίπτωση που εκκρεμούσε ήδη ποινική διαδικασία μέχρι τις 25 Ιουνίου 2025.

4. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία πρέπει να τηρούνται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε το υπόχρεο πρόσωπο να μπορεί να ανταποκρίνεται πλήρως και χωρίς καθυστέρηση, μέσω διαύλων που εξασφαλίζουν το απόρρητο των ερευνών, σε αίτημα της Αρχής, της αρμόδιας ή άλλης δημόσιας αρχής ως προς το αν διατηρεί ή είχε συνάψει κατά την διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών επιχειρηματική σχέση με συγκεκριμένα πρόσωπα, ως προς το είδος της επιχειρηματικής σχέσης, καθώς και για κάθε σχετική συναλλαγή.

Άρθρο 31
Επεξεργασία προσωπικών δεδομένων (άρθρα 41 και 43 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία από τα υπόχρεα πρόσωπα βάσει του παρόντος νόμου μόνο με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

2. Τα υπόχρεα πρόσωπα παρέχουν στους νέους πελάτες τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 2472/1997 πριν από την σύναψη επιχειρηματικής σχέσης ή την διενέργεια περιστασιακής συναλλαγής. Στις εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνεται συγκεκριμένα γενική ενημέρωση αναφορικά με τις νομικές υποχρεώσεις των υπόχρεων προσώπων δυνάμει του παρόντος νόμου για επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

3. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος νόμου με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θεωρείται ζήτημα δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με τον ν. 2472/1997.

4. Η υποχρέωση πληροφόρησης του άρθρου 12 του ν. 2472/1997 δεν ισχύει για τα υπόχρεα πρόσωπα, τις αρμόδιες αρχές, την Αρχή, και τους υπευθύνους επεξεργασίας των αρχείων που αναφέρονται στις παρ 1 και 4 του άρθρου 20 και στην παρ. 1 του αρθρου 21 εφόσον η επεξεργασία των δεδομένων γίνεται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου.

Άρθρο 32
Συλλογή, τήρηση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων από δημόσιες αρχές (άρθρο 44 της Οδηγίας 2015/849)


1. Όλες οι εμπλεκόμενες δημόσιες αρχές, περιλαμβανομένων του Υπουργείου Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, των αρμόδιων, δικαστικών, εισαγγελικών, αστυνομικών, ι φορολογικών αρχών και υπηρεσιών, τηρούν πλήρη και ενημερωμένα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τομείς ή θέματα της αρμοδιότητας τους. Τα στοιχεία αυτά συγκεντρώνονται ετησίως από τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα και διαβιβάζονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

2. Οι στατιστικές αυτές καλύπτουν τουλάχιστον:
α) μετρήσιμα δεδομένα σχετικά με το μέγεθος και τη σημασία των διαφόρων τομέων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των υπόχρεων προσώπων και δεδομένων σχετικά με την οικονομική σημασία εκάστου τομέα·
β) μετρήσιμα δεδομένα από τα επιμέρους στάδια αναφοράς, διερεύνησης και εκδίκασης των υποθέσεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπου συμπεριλαμβάνονται σε ετήσια βάση:
αα. ο αριθμός των αναφορών υπόπτων ή ασυνήθων συναλλαγών ή δραστηριοτήτων που υποβλήθηκαν στην Αρχή,
ββ. η κατηγοριοποίηση αυτών των αναφορών ανάλογα με τους αποστέλλοντες,
γγ. ο αριθμός των υποθέσεων που διερευνήθηκαν,
δδ. ο αριθμός των υποθέσεων που τέθηκαν στο αρχείο,
εε. ο αριθμός των πορισμάτων που υποβλήθηκαν στον Εισαγγελέα,
στστ. τα είδη των βασικών αδικημάτων που εντοπίσθηκαν,
ζζ. αριθμός των προσώπων που διώχθηκαν για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
ηη. ο αριθμός των προσώπων που καταδικάσθηκαν για τα ανωτέρω αδικήματα,
θθ. η αξία των περιουσιακών στοιχείων που δεσμεύθηκαν, κατασχέθηκαν ή δημεύθηκαν·
γ) δεδομένα όσον αφορά στον αριθμό των διασυνοριακών αιτήσεων παροχής πληροφοριών που υποβλήθηκαν, απορρίφθηκαν και απαντήθηκαν πλήρως ή εν μέρει από τηνΑρχή.
δ) τη συλλογή, ταξινόμηση και επεξεργασία των στοιχείων του άρθρου 33,
ε) τα στατιστικά στοιχεία, τα οποία αναφέρονται στην παρ. 7 του άρθρου 6 και περιλαμβάνονται στις εκθέσεις των αρμοδίων αρχών.

3. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Αρχή και οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία για την επαρκή ενημέρωση του κοινού.

Άρθρο 33
Συλλογή δικαστικών δεδομένων και στοιχείων


Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζονται η διαδικασία και οι τεχνικές λεπτομέρειες για τη συλλογή, ταξινόμηση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων σχετικά με τις εκδικαζόμενες υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας, τον αριθμό των περιπτώσεων που ερευνήθηκαν και των προσώπων που διώχθηκαν, τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις ή βουλεύματα και τα τυχόν κατασχεθέντα ή δημευθέντα περιουσιακά στοιχεία. Με την ίδια απόφαση ορίζεται, επίσης, η διαδικασία παρακολούθησης της δικαστικής εξέλιξης των αναφορών που υποβάλλει η Αρχή στον αρμόδιο Εισαγγελέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'
ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 34
Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών (άρθρο 32 παρ. 5 και άρθρα 53 54, 55 της Οδηγίας 2015/849)


1. Η Αρχή διαβιβάζει και ανταλλάσσει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων των αναλύσεών της, με τις αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και με τις εποπτικές αρχές, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται αναγκαίες για το έργο τους και για την εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους. Επίσης, δύναται να ζητεί ενημέρωση για τα αποτελέσματα των ερευνών που διεξήχθησαν από τις εν λόγω αρχές, καθώς και κάθε πληροφορία που προβλέπεται από το άρθρο 49.
Η Αρχή μπορεί να αρνηθεί την παροχή των πληροφοριών στις περιπτώσεις που αυτή θα μπορούσε να έχει αρνητική επίπτωση στις διεξαγόμενες έρευνες ή αναλύσεις ή στην περίπτωση που η γνωστοποίηση των πληροφοριών θα ήταν σαφώς δυσανάλογη προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίον ζητείται.
Η Αρχή ενημερώνει μέσα σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες την Α.Α.Δ.Ε. για τις περιπτώσεις δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων που προέρχονται από φορολογικά αδικήματα, τελωνειακά αδικήματα ή αδικήματα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, καθώς και το Σ.Δ.Ο.Ε. για τις δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων που αφορούν εν γένει σε αδικήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του.

2. Η Αρχή ανταλλάσσει με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος με Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης που μπορεί να είναι χρήσιμες για τις επιχειρησιακές τους αναλύσεις. Στις περιπτώσεις όπου λαμβάνει αναφορές υπόπτων ή ασυνήθων συναλλαγών που αφορούν σε άλλο κράτος μέλος, τις διαβιβάζει αμελλητί στην αντίστοιχη Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών.

3. Τα εκατέρωθεν αιτήματα ανταλλαγής πληροφοριών πρέπει να περιλαμβάνουν τα πραγματικά περιστατικά και το πλαίσιο διενέργειας της έρευνας, τους λόγους υποβολής του αιτήματος και τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιηθούν οι ζητούμενες πληροφορίες. Η Αρχή εκτελεί μόνο αιτήματα που πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις. Επιπλέον η Αρχή μπορεί να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών για λόγους εθνικής ασφάλειας και σε εξαιρετικές περιστάσεις παραβίασης του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4. Κατά την ανταλλαγή πληροφοριών με Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να επιβάλλονται περιορισμοί και προϋποθέσεις ως προς την χρήση τους. Οι πληροφορίες που προέρχονται από Μονάδες άλλων κρατών μελών μπορούν να χρησιμοποιούνται από την Αρχή μόνο για τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν και με σεβασμό των τυχόν επιβληθέντων περιορισμών ή προϋποθέσεων. Οποιαδήποτε διαβίβαση των πληροφοριών αυτών σε άλλη αρχή ή φορέα ή χρήση αυτών για σκοπούς πέραν των αρχικώς εγκριθέντων, υπόκειται σε προηγούμενη συγκατάθεση της Μονάδας που παρέχει τις πληροφορίες. Σε περίπτωση όπου ζητείται η συγκατάθεση της Αρχής για την διαβίβαση των πληροφοριών που έχει παράσχει, σε άλλες αρχές ή φορείς του αιτούντος κράτους μέλους, η Αρχή δεν αρνείται την σχετική συγκατάθεση, παρά μόνον αν η διαβίβαση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων περί καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, θα μπορούσε να παρακωλύσει την διενέργεια εγχώριας ποινικής έρευνας, να προξενήσει σαφώς δυσανάλογη βλάβη στα έννομα συμφέροντα ενός προσώπου ή στο δημόσιο συμφέρον ή να αντίκειται σε θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου. Η άρνηση συγκατάθεσης αιτιολογείται δεόντως.

5. Οι αρμόδιες αρχές δύναται ομοίως να ανταλλάσσουν εμπιστευτικής φύσης πληροφορίες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους από τον παρόντα νόμο και να αλληλοενημερώνονται για τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών. Με διμερή ή πολυμερή μνημόνια συνεργασίας δύναται να εξειδικεύονται οι διαδικασίες και οι τεχνικές λεπτομέρειες της ως άνω ανταλλαγής πληροφοριών.

6. Οι αρχές της παρ. 1 δύναται να διενεργούν κοινούς ελέγχους σε υποθέσεις κοινής αρμοδιότητας και ενδιαφέροντος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους από τον παρόντα νόμο.

7. Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, ως πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης νοούνται εκείνες που αφορούν στην επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική συμπεριφορά προσώπων, τα στοιχεία των συναλλαγών και δραστηριοτήτων τους, τα φορολογικά στοιχεία τους και πληροφορίες σχετιζόμενες με ποινικά αδικήματα και φορολογικές, τελωνειακές ή άλλες διοικητικές παραβάσεις.

Άρθρο 35
Εσωτερικές διαδικασίες (άρθρο 8 και άρθρο 61 παρ. 3 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να εντοπίζουν και να εκτιμούν τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες κινδύνου, όπως αυτούς που σχετίζονται με τους πελάτες τους, τις χώρες ή τις γεωγραφικές περιοχές, τα προϊόντα, τις υπηρεσίες, τις συναλλαγές ή τους διαύλους παροχής υπηρεσιών.

2. Οι εκτιμήσεις κινδύνων των υπόχρεων προσώπων τεκμηριώνονται, επικαιροποιούνται και τίθενται στη διάθεση της εποπτικής τους αρχής.

3. Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν εσωτερικές πολιτικές, ελέγχους και διαδικασίες, ώστε να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου.
Οι ανωτέρω πολιτικές, έλεγχοι και διαδικασίες είναι ανάλογες προς τον χαρακτήρα και το μέγεθος των υπόχρεων προσώπων και αφορούν:
(α) στην αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων, τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο, την υποβολή αναφορών ύποπτων συναλλαγών, την τήρηση αρχείου, τον ορισμό υπευθύνου σε επίπεδο διοίκησης για τον έλεγχο της συμμόρφωσης, και τον έλεγχο καταλληλότητας των εργαζομένων.
(β) στη συγκρότηση και λειτουργία ανεξάρτητης υπηρεσίας ελέγχου για την εξακρίβωση της εφαρμογής των εσωτερικών πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών.
Επιπρόσθετα, τα υπόχρεα πρόσωπα θεσπίζουν διαδικασίες που θα επιτρέπουν στους εργαζομένους τους να καταγγέλλουν παραβάσεις εσωτερικά, μέσω ειδικού, ανεξάρτητου και ανώνυμου διαύλου, ανάλογου προς τον χαρακτήρα και το μέγεθος του εκάστοτε υπόχρεου προσώπου.

4. Οι εφαρμοζόμενες εσωτερικές πολιτικές, έλεγχοι και διαδικασίες εγκρίνονται από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη, τα οποία παρακολουθούν και, όπου ενδείκνυται, ενισχύουν τα μέτρα που έχουν ληφθεί.

5. Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν με αποφάσεις τους συγκεκριμένες υποχρεώσεις που εμπίπτουν στο παρόν άρθρο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το μέγεθος και τη φύση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των υπόχρεων προσώπων. Οι αρμόδιες αρχές δύναται να αποφασίσουν ότι δεν χρειάζονται επιμέρους τεκμηριωμένες εκτιμήσεις κινδύνων, όταν οι εγγενείς για την κατηγορία υπόχρεων προσώπων κίνδυνοι είναι σαφείς και κατανοητοί.

Άρθρο 36
Εσωτερικές διαδικασίες σε επίπεδο ομίλου (άρθρο 45 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα υπόχρεα πρόσωπα που ανήκουν σε όμιλο εφαρμόζουν επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για τους σκοπούς του παρόντος νόμου σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν στην ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Η εν λόγω υποχρέωση ισχύει και για τις θυγατρικές και τα υποκαταστήματα που ανήκουν κατά πλειοψηφία στα υπόχρεα πρόσωπα και ευρίσκονται σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτες χώρες.

2. Τα υπόχρεα πρόσωπα που λειτουργούν εγκαταστάσεις σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω εγκαταστάσεις τηρούν τις σχετικές εθνικές διατάξεις του κράτους υποδοχής.

3. Τα υποκαταστήματα και οι θυγατρικές εταιρείες που ανήκουν κατά πλειοψηφία στα υπόχρεα πρόσωπα και βρίσκονται σε τρίτες χώρες όπου οι ελάχιστες απαιτήσεις καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι λιγότερο αυστηρές από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφαρμόζουν τις τελευταίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών για την προστασία των δεδομένων, στον βαθμό που το επιτρέπει η νομοθεσία της τρίτης χώρας. Σε περίπτωση όπου η νομοθεσία της τρίτης χώρας δεν το επιτρέπει, τα υπόχρεα πρόσωπα διασφαλίζουν ότι τα υποκαταστήματα και οι θυγατρικές τους εφαρμόζουν επιπρόσθετα μέτρα, ώστε να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και ενημερώνουν σχετικά την εποπτική τους αρχή. Η αρμόδια αρχή, σε περίπτωση που θεωρεί ότι τα επιπρόσθετα μέτρα δεν επαρκούν, εφαρμόζει συμπληρωματικές εποπτικές δράσεις, στο πλαίσιο των οποίων μπορεί να απαιτήσει από το υπόχρεο πρόσωπο να μη συνάψει ή να τερματίσει επιχειρηματικές σχέσεις και να μην εκτελέσει συναλλαγές και, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, να παύσει τις δραστηριότητές του στην τρίτη χώρα.

4. Σε περίπτωση όπου η νομοθεσία τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών κατά την παρ. 1 σε υποκαταστήματα και θυγατρικές των υπόχρεων προσώπων στην χώρα αυτή, τα υπόχρεα πρόσωπα ενημερώνουν την Αρχή, την κατά περίπτωση, αρμόδια αρχή και τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα. Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνουν ακολούθως τις αντίστοιχες ΕΕΑ.

5. Πληροφορίες, οι οποίες περιλαμβάνονται σε αναφορές ασυνήθων ή ύποπτων συναλλαγών που υποβάλλονται στην Αρχή από τα υπόχρεα πρόσωπα και αφορούν σε κεφάλαια που αποτελούν προϊόντα εγκληματικής δραστηριότητας ή σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, επιτρέπεται να ανταλλάσσονται εντός του ομίλου, εκτός αν δοθούν διαφορετικές οδηγίες από την Αρχή.

6. Οι εκδότες ηλεκτρονικού χρήματος, όπως ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4021/2011 (Α' 218) και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών, όπως ορίζονται στην παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 3862/2010 (Α' 113), που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα υπό μορφή διαφορετική από υποκατάστημα, και των οποίων η έδρα βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορίζουν ένα κεντρικό σημείο επαφής στην Ελλάδα, προκειμένου να εξασφαλίζει για λογαριασμό τους τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και να διευκολύνει την εποπτεία από την Τράπεζα της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένης της παροχής εγγράφων και πληροφοριών σε αυτήν κατόπιν σχετικού αιτήματος.

Άρθρο 37
Κατάρτιση και εκπαίδευση (άρθρο 46 παρ. 1 εδ. α'και β'της Οδηγίας 2015/849)


Τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα ανάλογα με τους εκτιμώμενους κινδύνους, τη φύση και το μέγεθός τους, ώστε οι υπάλληλοί τους να λάβουν γνώση των διατάξεων του παρόντος νόμου και των σχετικών κανονιστικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών υποχρεώσεων για την προστασία των δεδομένων. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη συμμετοχή των υπαλλήλων σε ειδικά προγράμματα κατάρτισης για τον εντοπισμό των δραστηριοτήτων που τυχόν συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και την εκμάθηση του τρόπου με τον οποίο πρέπει να ενεργούν στις περιπτώσεις αυτές.

Άρθρο 38
Αρμόδια στελέχη (άρθρο 46 παρ. 4 της Οδηγίας 2015/849)


1. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός οφείλει να ορίσει ένα διευθυντικό στέλεχος, στο οποίο τα άλλα διευθυντικά στελέχη και οι υπάλληλοι αναφέρουν κάθε συναλλαγή που θεωρούν ασυνήθη ή ύποπτη για διάπραξη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και κάθε γεγονός του οποίου λαμβάνουν γνώση λόγω της υπηρεσίας τους και το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη τέτοιων πράξεων. Στα υποκαταστήματα ή σε ειδικές διευθύνσεις ή μονάδες η αναφορά αυτή γίνεται κατευθείαν στον διευθυντή του υποκαταστήματος ή της διεύθυνσης ή της μονάδας, ο οποίος αναφέρεται αμέσως στο αρμόδιο διευθυντικό στέλεχος, εφόσον συμμερίζεται τις υπόνοιες. Αν ο διευθυντής ή ο αναπληρωτής του κωλύεται ή αρνείται ή αμελεί ή δεν συμμερίζεται τις υπόνοιες του αναφέροντος υπαλλήλου, τότε ο υπάλληλος μπορεί να αναφερθεί στο αρμόδιο διευθυντικό στέλεχος. Το τελευταίο ενημερώνει σχετικά, τηλεφωνικώς ή με εμπιστευτικό έγγραφο ή με ασφαλές ηλεκτρονικό μέσο, την Αρχή, παρέχοντάς της συγχρόνως κάθε χρήσιμη πληροφορία ή στοιχείο, αν μετά την εξέταση που πραγματοποιεί κρίνει ότι οι πληροφορίες και τα υπάρχοντα στοιχεία δικαιολογούν την αναφορά.
Οι αρμόδιες αρχές μπορούν με αποφάσεις τους να επιβάλλουν αντιστοίχως την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής και σε άλλα υπόχρεα νομικά πρόσωπα.

2. Αν περισσότερα υπόχρεα πρόσωπα ανήκουν σε όμιλο, αυτός ορίζει διευθυντικό στέλεχος, από τη μεγαλύτερη εταιρεία του ομίλου, ως συντονιστή για την εξασφάλιση της τήρησης των υποχρεώσεων του παρόντος νόμου από τις επί μέρους εταιρείες του ομίλου. Προς τούτο το στέλεχος αυτό συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες με τα διευθυντικά στελέχη των επί μέρους εταιρειών του ομίλου, που ορίζονται σύμφωνα με την παρ. 1, λαμβάνει γνώση των τυχόν αναφορών τους προς την Αρχή και δύναται να υποβάλει αναφορές σε αυτήν και ο ίδιος, παρέχοντας στοιχεία από όλες τις εταιρείες του ομίλου.
Με αποφάσεις των εποπτικών αρχών δύναται να προσδιορίζονται διαδικασίες και υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούν οι όμιλοι και οι εταιρείες κάθε ομίλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ, ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΕΥΣΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Άρθρο 39
Ποινικές κυρώσεις (άρθρο 58 παρ. 1 της Οδηγίας 2015/849)


1.α) Με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ τιμωρείται ο υπαίτιος πράξεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
β) Ο υπαίτιος των πράξεων του προηγούμενου στοιχείου α' τιμωρείται με κάθειρξη και με χρηματική ποινή από τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) ευρώ, αν έδρασε ως υπάλληλος υπόχρεου νομικού προσώπου ή αν το βασικό αδίκημα περιλαμβάνεται στα αδικήματα των περιπτ. γ' και ε' του άρθρου 3, ακόμη και αν για αυτά προβλέπεται ποινή φυλάκισης.
γ) Ο υπαίτιος των πράξεων της περιπτ. α' τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών και με χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ, αν ασκεί τέτοιου είδους δραστηριότητες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή είναι υπότροπος ή έδρασε για λογαριασμό, προς όφελος ή εντός των πλαισίων εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης ή ομάδας.
δ) Με φυλάκιση μέχρι δύο ετών τιμωρείται ο υπάλληλος του υπόχρεου νομικού προσώπου ή όποιο άλλο υπόχρεο προς αναφορά υπόπτων συναλλαγών πρόσωπο παραλείπει από πρόθεση να αναφέρει αρμοδίως ύποπτες ή ασυνήθεις συναλλαγές ή δραστηριότητες ή παρουσιάζει ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία, κατά παράβαση των σχετικών νομοθετικών, διοικητικών ή κανονιστικών διατάξεων και κανόνων, εφόσον για την πράξη του δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλες διατάξεις.
ε) Η ποινική ευθύνη για το βασικό αδίκημα δεν αποκλείει την τιμωρία των υπαιτίων (αυτουργού και συμμέτοχων) για τις πράξεις των περιπτ. α', β' και γ' , εφόσον τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των πράξεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες είναι διαφορετικά από εκείνα του βασικού αδικήματος.
στ) Αν η προβλεπόμενη ποινή για βασικό αδίκημα είναι φυλάκιση, ο υπαίτιος αυτού τιμωρείται για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος του εγκλήματος της νομιμοποίησης εσόδων, που δεν είναι συμμέτοχος στη διάπραξη του βασικού αδικήματος, εφόσον είναι συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή ή εκ πλαγίου μέχρι και του β' βαθμού ή σύζυγος, θετός γονέας ή θετό τέκνο του υπαίτιου του βασικού αδικήματος.
ζ) Αν εχώρησε καταδίκη του υπαιτίου για βασικό αδίκημα, η τυχόν ποινή κατ' αυτού ή τρίτου από τους αναφερόμενους στο δεύτερο εδάφιο της περίπτ. στ' για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων που προέκυψαν από το ίδιο βασικό αδίκημα δεν μπορεί να υπερβαίνει την επιβληθείσα ποινή για την τέλεση του βασικού αδικήματος.
η) Οι διατάξεις των περιπτ. στ' και ζ' δεν ισχύουν στις περιστάσεις της περίπτ. γ' και στα βασικά αδικήματα που αναφέρονται στην περίπτ.β'.
θ) Αν η προβλεπόμενη ποινή για βασικό αδίκημα είναι φυλάκιση και τα προκύψαντα έσοδα δεν υπερβαίνουν το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, η ποινή για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες είναι φυλάκιση έως δύο ετών. Αν στην περίπτωση αυτή συντρέχουν στο πρόσωπο του υπαιτίου του βασικού αδικήματος ή τρίτου οι περιστάσεις της περίπτ. γ', η ποινή για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων είναι φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή από τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.
ι) Στα εγκλήματα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, για την εφαρμογή των άρθρων 88 έως 93 ΠΚ λαμβάνονται υπόψη και οι αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις που εκδίδουν δικαστήρια άλλων κρατών μερών της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης του έτους 2005 για τη νομιμοποίηση, ανίχνευση, κατάσχεση και δήμευση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ν. 4478/2017, Α' 91).

2. Η άσκηση ποινικής δίωξης και η καταδίκη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες δεν προϋποθέτει ποινική δίωξη ή καταδίκη του υπαιτίου για το βασικό αδίκημα.

3. Στις περιπτώσεις εξάλειψης του αξιόποινου, αθώωσης λόγω του ότι η πράξη κατέστη ανέγκλητη ή απαλλαγής του υπαιτίου από την ποινή λόγω ικανοποίησης του ζημιωθέντος για το βασικό αδίκημα, για το οποίο προβλέπεται ότι η ικανοποίηση του ζημιωθέντος επιφέρει αυτό το αποτέλεσμα, αίρεται το αξιόποινο ή κηρύσσεται αθώος ή απαλλάσσεται αντίστοιχα ο υπαίτιος από την ποινή και για τις συναφείς πράξεις νομιμοποίησης εσόδων. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται όταν το αξιόποινο εξαλείφθηκε λόγω παραγραφής.

4. Όπου στις διατάξεις του παρόντος άρθρου προβλέπεται αθροιστικά ποινή στερητική της ελευθερίας και χρηματική ποινή, δεν εφαρμόζεται η περιπτ. ε' του άρθρου 83 ΠΚ.

5. Τα κακουργήματα που προβλέπονται στο άρθρο 2 δικάζονται από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.

Άρθρο 40
Δήμευση περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 58 και 59 της Οδηγίας 2015/849)


1. Τα περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν προϊόν βασικού αδικήματος ή των αδικημάτων του άρθρου 2 ή που αποκτήθηκαν αμέσως ή εμμέσως από προϊόν τέτοιων αδικημάτων ή τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ή προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν προς τέλεση αυτών των αδικημάτων, κατάσχονται και, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση αποδόσεως τους στον ιδιοκτήτη κατά την παρ. 2 του άρθρου 310 και του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 373 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), δημεύονται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση. Σε περίπτωση ανάμειξης του προϊόντος του αδικήματος με περιουσία που προέρχεται από νόμιμες πηγές, η κατάσχεση και η δήμευση επιβάλλονται μέχρι του ποσού της αξίας του προϊόντος αυτού. Η δήμευση επιβάλλεται ακόμη και αν τα περιουσιακά στοιχεία ή μέσα ανήκουν σε τρίτο, εφόσον αυτός τελούσε εν γνώσει του βασικού αδικήματος ή των αδικημάτων του άρθρου 2 κατά τον χρόνο κτήσεως αυτών. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν και σε περίπτωση απόπειρας των ανωτέρω αδικημάτων.

2. Σε περίπτωση όπου η περιουσία ή το προϊόν κατά την παρ. 1 δεν υπάρχει πλέον, δεν έχει βρεθεί ή δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους της παρ. 1 περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος κατά τον χρόνο της καταδικαστικής απόφασης, όπως την προσδιορίζει το δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει και χρηματική ποινή μέχρι του ποσού της αξίας της περιουσίας ή του προϊόντος, αν κρίνει ότι δεν υπάρχουν πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία προς δήμευση ή τα υπάρχοντα υπολείπονται της αξίας της περιουσίας ή του προϊόντος.
Η δήμευση που επιβάλλεται υπό τους όρους της παρ. 1 και της παρούσας παραγράφου δεν θίγει προγενέστερα δικαιώματα που έχουν αποκτήσει καλόπιστοι τρίτοι επί των περιουσιακών στοιχείων. Τα δικαιώματα αυτά μπορούν να ασκηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

3. Δήμευση διατάσσεται και όταν δεν ασκήθηκε δίωξη λόγω θανάτου του υπαιτίου ή η δίωξη που ασκήθηκε έπαυσε οριστικώς ή κηρύχθηκε απαράδεκτη. Στις περιπτώσεις αυτές η δήμευση διατάσσεται με βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου ή με απόφαση του δικαστηρίου που παύει ή κηρύσσει απαράδεκτη την ποινική δίωξη και αν δεν ασκήθηκε δίωξη, με βούλευμα του κατά τόπον αρμόδιου συμβουλίου πλημμελειοδικών. Οι διατάξεις του άρθρου 492 και της παρ. 3 του άρθρου 504 ΚΠΔ εφαρμόζονται αναλόγως και στην προκειμένη περίπτωση.

4. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 310 και του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 373 ΚΠΔ εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση που διατάχθηκε δήμευση κατά της περιουσίας τρίτου, ο οποίος δεν συμμετέσχε στη δίκη ούτε κλητεύθηκε σε αυτήν.

Άρθρο 41
Αποζημίωση υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 58 και 59 της Οδηγίας 2015/849)


1. Το Δημόσιο μπορεί, ύστερα από γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, να αξιώσει ενώπιον των αρμόδιων πολιτικών δικαστηρίων από τον αμετακλήτως καταδικασμένο σε στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον τριών ετών για ποινικό αδίκημα της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, κάθε άλλη περιουσία που αυτός έχει αποκτήσει από άλλο αδίκημα της παρ.2. έστω και αν δεν ασκήθηκε για το αδίκημα αυτό δίωξη λόγω θανάτου του υπαιτίου ή η δίωξη που ασκήθηκε έπαυσε οριστικά ή κηρύχθηκε απαράδεκτη.

2. Η παρ.1 εφαρμόζεται στα παρακάτω ποινικά αδικήματα, εφόσον αυτά αμέσως ή εμμέσως μπορούν να οδηγήσουν σε οικονομικό όφελος:
α) σε εκείνα των περιπτ. α' έως και θ' του άρθρου 3,
β) σε εκείνα των άρθρων 207 έως 208Α ΠΚ,
γ) σε εκείνα των άρθρων 216, 372, 374 έως 375 και 394 ΠΚ, εφόσον αφορούν σε μέσα πληρωμής πλην των μετρητών,
δ) σε εκείνα των άρθρων 348Α έως 348Γ, 349 παράγραφοι 1-2 ΠΚ και
ε) σε εκείνα των άρθρων 292Β παράγραφοι 2-3 και 381Α παράγραφοι 2-3 ΠΚ.

3. Αν η περιουσία που αναφέρεται στην παρ. 1 μεταβιβάσθηκε σε τρίτο, ο καταδικασμένος υποχρεούται σε αποζημίωση ίση με την αξία της κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής. Η παραπάνω αξίωση μπορεί να ασκηθεί και κατά τρίτου που απέκτησε από χαριστική αιτία, εφόσον κατά το χρόνο της κτήσης ήταν σύζυγος ή συγγενής εξ αίματος κατ' ευθεία γραμμή με τον καταδικασμένο ή αδελφός του ή θετό τέκνο του, καθώς και εναντίον κάθε τρίτου που απέκτησε την περιουσία μετά την άσκηση κατά του καταδικασμένου ποινικής δίωξης για το πιο πάνω έγκλημα, αν κατά το χρόνο που την απέκτησε, γνώριζε την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του καταδικασμένου. Ο τρίτος και ο καταδικασμένος ευθύνονται εις ολόκληρον.

Άρθρο 42
Δέσμευση και απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 58 και 59 της Οδηγίας 2015/849)


1. Όταν διεξάγεται τακτική ανάκριση για τα αδικήματα του άρθρου 2 μπορεί ο ανακριτής, με σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα, να απαγορεύσει την κίνηση κάθε είδους λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, καθώς και το άνοιγμα των θυρίδων θησαυροφυλακίου του κατηγορουμένου, έστω και κοινών οποιουδήποτε είδους με άλλο πρόσωπο, εφόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από τέλεση των αδικημάτων του άρθρου 2. Το ίδιο ισχύει και όταν διεξάγεται ανάκριση για βασικό αδίκημα και υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι οι λογαριασμοί, οι τίτλοι, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή οι θυρίδες περιέχουν χρήματα ή πράγματα που προέρχονται από την τέλεση του ανωτέρω αδικήματος ή που υπόκεινται σε δήμευση, σύμφωνα με το άρθρο 43 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση διεξαγωγής προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, η απαγόρευση της κίνησης των λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή του ανοίγματος των θυρίδων μπορεί να διαταχθεί από το δικαστικό συμβούλιο. Η διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα του συμβουλίου επέχει θέση έκθεσης κατάσχεσης, εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του κατηγορουμένου ή του τρίτου, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο, χρηματοπιστωτικό προϊόν ή θυρίδα, γνωστοποιείται με κάθε μέσο, υπό προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την έγγραφη απόδειξη και επιτρέπουν την διαπίστωση της γνησιότητάς τους, στο πιστωτικό ίδρυμα ή τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό, και επιδίδεται στον κατηγορούμενο. Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων επιδίδεται και στον συνδικαιούχο, σε περίπτωση δε θυρίδων και στον τυχόν πληρεξούσιο του μισθωτή.

2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο απαγόρευση ισχύει από τη χρονική στιγμή της αποδεδειγμένης γνωστοποίησης της διάταξης του ανακριτή ή του βουλεύματος στο πιστωτικό ίδρυμα ή στον χρηματοπιστωτικό οργανισμό. Από τότε απαγορεύεται το άνοιγμα της θυρίδας και είναι άκυρη έναντι του Δημοσίου τυχόν εκταμίευση χρημάτων από το λογαριασμό ή εκποίηση τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Διευθυντικό στέλεχος ή υπάλληλος του πιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού οργανισμού, που παραβαίνει με πρόθεση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή. Η απαγόρευση δεν θίγει προγενέστερα δικαιώματα που έχουν αποκτήσει καλόπιστοι τρίτοι επί του λογαριασμού, των τίτλων ή των χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Τα δικαιώματα αυτά μπορούν να ασκηθούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

3. Αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ.1 του παρόντος άρθρου ,μπορεί ο ανακριτής ή το δικαστικό συμβούλιο να διατάξει την απαγόρευση εκποίησης ορισμένου ακινήτου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου του κατηγορουμένου. Η διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα επέχει θέση έκθεσης κατάσχεσης, εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του κατηγορουμένου και γνωστοποιείται με κάθε μέσο, υπό προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την έγγραφη απόδειξη και επιτρέπουν την διαπίστωση της γνησιότητάς τους, κατά περίπτωση στον αρμόδιο υποθηκοφύλακα ή προϊστάμενο κτηματολογικού γραφείου ή νηολογίου ή άλλης αρμόδιας υπηρεσίας προς καταχώρηση της σχετικής εγγραφής, οι οποίοι υποχρεούνται να προβούν την ίδια ημέρα σε σχετική σημείωση στα οικεία βιβλία και να αρχειοθετήσουν το έγγραφο που τους κοινοποιήθηκε. Η διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα επιδίδεται στον κατηγορούμενο. Κάθε δικαιοπραξία, υποθήκη, κατάσχεση ή άλλη πράξη που εγγράφεται στα βιβλία των ως άνω αρμοδίων υπηρεσιών μετά την εγγραφή της πιο πάνω σημείωσης είναι άκυρη έναντι του Δημοσίου. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης της παρούσας παραγράφου.

4. Ο κατηγορούμενος, ο ύποπτος τέλεσης αξιόποινης πράξης των αδικημάτων των άρθρων 2 και 3 και ο τρίτος δικαιούνται να ζητήσουν την άρση της διάταξης του ανακριτή ή την ανάκληση του βουλεύματος, με αίτηση που απευθύνεται προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο και κατατίθεται στον ανακριτή ή τον εισαγγελέα, μέσα σε είκοσι μέρες από την επίδοση σε αυτόν της διάταξης ή του βουλεύματος. Στη σύνθεση του συμβουλίου δεν μετέχει ο ανακριτής. Η υποβολή της αίτησης και η προθεσμία προς τούτο δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της διάταξης ή του βουλεύματος. Η διάταξη ή το βούλευμα ανακαλείται αν προκύψουν νέα στοιχεία.

5. Όταν διεξάγεται έρευνα από τηνΑρχή, η απαγόρευση της κίνησης λογαριασμών, τίτλων και χρηματοπιστωτικών προϊόντων, του ανοίγματος θυρίδων και της μεταβίβασης ή εκποίησης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου μπορεί να διαταχθεί σε επείγουσες περιπτώσεις από τον Πρόεδρο της Αρχής, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις παρ 1 έως 3. Τα σχετικά με τη δέσμευση στοιχεία, μαζί με αντίγραφο του φακέλου της υπόθεσης, διαβιβάζονται στον αρμόδιο Εισαγγελέα, χωρίς αυτό να παρακωλύει τη συνέχιση της έρευνας από την Αρχή. Τα πρόσωπα που βλάπτονται από την παραπάνω δέσμευση έχουν τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρ. 4.

6. Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, με αίτησή τους που απευθύνεται στην αρχή που αποφάσισε τη δέσμευση ή με την προβλεπόμενη στις παρ. 4 και 5 προσφυγή, μπορούν να ζητούν την αποδέσμευση συγκεκριμένων ποσών, αναγκαίων για την κάλυψη των γενικότερων δαπανών διαβίωσης, συντήρησης ή λειτουργίας τους, των εξόδων για τη νομική τους υποστήριξη και των βασικών εξόδων για τη διατήρηση των δεσμευμένων ως άνω στοιχείων.

7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως εκτός των πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών και στα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 5.

Άρθρο 43
Εφαρμογή κυρώσεων επιβαλλόμενων από διεθνείς οργανισμούς (άρθρο 58 και 59 της Οδηγίας 2015/849)


1. Όταν για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας επιβάλλεται, με Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ή με Αποφάσεις και Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων συγκεκριμένων προσώπων και η απαγόρευση της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε αυτά, ακολουθείται η εξής διαδικασία, μετά από την ένταξη των εν λόγω Αποφάσεων ή Κανονισμών στην ελληνική έννομη τάξη, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και όπου αυτή απαιτείται:
α) Οι ανωτέρω Αποφάσεις και Κανονισμοί, καθώς και οι τροποποιητικές ή αναθεωρητικές αυτών Αποφάσεις, διαβιβάζονται άμεσα μετά την έκδοση τους από το Υπουργείο Εξωτερικών στην αρμόδια Μονάδα της Αρχής, η οποία τηρεί αναλυτικούς καταλόγους των κατονομαζόμενων προσώπων.
β) Η Μονάδα ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση όλα τα υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 5 για τις ανωτέρω Αποφάσεις και Κανονισμούς και ζητεί επισταμένη έρευνα για τον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων πάσης φύσεως των κατονομαζόμενων προσώπων. Στα περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται και αυτά που άμεσα ή έμμεσα ανήκουν ή ελέγχονται από τα ως άνω πρόσωπα. Η Μονάδα ζητεί, επίσης, αναλυτικά στοιχεία για τις κάθε είδους συναλλαγές ή δραστηριότητες των ανωτέρω προσώπων κατά την τελευταία πενταετία, για το αν αυτά είχαν ή έχουν οποιαδήποτε επιχειρηματική σχέση με το αναφέρον υπόχρεο πρόσωπο, καθώς και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο ή πληροφορία. Επίσης, παρέχει οδηγίες για τη διαδικασία εντοπισμού και διαχωρισμού των προς δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, για τη διαδικασία αποδέσμευσης μέρους ή του συνόλου αυτών, σύμφωνα με την περίπτ. στ', και για τον τρόπο άρσης των μέτρων δέσμευσης κατά διαγραφέντων από τους καταλόγους προσώπων, σύμφωνα με την περίπτ. ζ'.
γ) Η Μονάδα δύναται να διαβιβάσει τους σχετικούς καταλόγους και σε δημόσιες αρχές που τηρούν αρχεία και διαθέτουν ενδεχομένως πληροφορίες για τον εντοπισμό των ανωτέρω προσώπων ή περιουσιακών τους στοιχείων.
δ) Η Μονάδα εκτελεί άμεσα τα μέτρα που προβλέπονται στις Αποφάσεις και στους Κανονισμούς σχετικά με τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των κατονομαζόμενων προσώπων, την απαγόρευση κίνησης λογαριασμών και του ανοίγματος τραπεζικών θυρίδων από μέρους τους, την απαγόρευση παροχής χρηματοπιστωτικών ή επενδυτικών υπηρεσιών σε αυτά, καθώς και κάθε άλλο προβλεπόμενο μέτρο. Η εκτελεστική διάταξη της Μονάδας επιδίδεται στα παραπάνω πρόσωπα.
ε) Το πρόσωπο του οποίου δεσμεύθηκαν περιουσιακά στοιχεία, καθώς και οποιοσδήποτε τρίτος έχει έννομο συμφέρον, δικαιούνται να προσβάλουν την ανωτέρω διάταξη ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την επίδοσή της. Οι προσφεύγοντες μπορούν να αμφισβητήσουν μόνο τη συνδρομή των προϋποθέσεων της δέσμευσης ή της απαγόρευσης.
στ) Η Μονάδα μπορεί να χορηγήσει, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων προσώπων, ειδική άδεια για την επαύξηση, αποδέσμευση ή χρησιμοποίηση του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων που δεσμεύθηκαν, για τους λόγους και με τη διαδικασία που αναφέρονται στις σχετικές Αποφάσεις και Κανονισμούς του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ζ) Σε περίπτωση διαγραφής προσώπου από τους σχετικούς καταλόγους, ύστερα από Απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναθεωρεί ή τροποποιεί προηγούμενη Απόφαση ή Κανονισμό, η Μονάδα διατάσσει άμεσα την άρση της δέσμευσης και κάθε άλλου ληφθέντος μέτρου, ενημερώνοντας σχετικά τα ενδιαφερόμενα μέρη. Τα ονόματα των προσώπων που διαγράφηκαν από τον κατάλογο και των οποίων τα οικονομικά στοιχεία αποδεσμεύθηκαν μπορεί να αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Αρχής, με τη συναίνεση των προσώπων αυτών.
η) Όποιο υπόχρεο φυσικό πρόσωπο ή στέλεχος ή υπάλληλος υπόχρεου προσώπου αποκρύπτει την ταυτότητα ή τα στοιχεία ταυτότητας ή την ύπαρξη επιχειρηματικής σχέσης ή όλα ή μέρος των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων, τα οποία ταυτίζονται με πρόσωπα από αυτά που διαλαμβάνονται στις παραπάνω Αποφάσεις και Κανονισμούς ή αρνείται να προβεί στη δέσμευση περιουσιακών τους στοιχείων τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Αν από αμέλεια δεν εντοπίσει περιουσιακά τους στοιχεία ή δεν διαπιστώσει επιχειρηματική σχέση με αυτά, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) έτη και με χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ.
θ) Σε βάρος των υπόχρεων νομικών προσώπων ή οντοτήτων που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το παρόν άρθρο, επιβάλλονται από την εκάστοτε αρμόδια αρχή οι διοικητικές κυρώσεις των υποπεριπτ. αα),εε) και στστ) της περιπτ. α της παρ. 1 του άρθρου 46 εφαρμοζομένων αντιστοίχως των όρων, προϋποθέσεων και εκεί διαλαμβανόμενων διακρίσεων .

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν και για την εφαρμογή του μέτρου της δέσμευσης των περιουσιακών στοιχείων προσώπων που επιβάλλεται από Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ή Αποφάσεις και Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για άλλους - πλην της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας - λόγους, όπως εκάστοτε καθορίζονται στις ανωτέρω Αποφάσεις ή Κανονισμούς.

Άρθρο 44
Πρόσβαση δικαστικών αρχών σε αρχεία και στοιχεία


Σε περίπτωση διεξαγωγής προκαταρκτικής εξέτασης, προανάκρισης, ανάκρισης ή δίκης για αδικήματα των άρθρων 2 και 3 επιτρέπεται στον εισαγγελέα, τον ανακριτή και το δικαστήριο να λαμβάνουν γνώση των βιβλίων και στοιχείων, τα οποία κατά τις κείμενες διατάξεις τηρούν τα υπόχρεα πρόσωπα και να επισυνάπτουν στη δικογραφία μόνο απόσπασμα των βιβλίων ή των στοιχείων με τις σχετικές εγγραφές που αφορούν στο πρόσωπο για το οποίο διεξάγεται η έρευνα. Την ακρίβεια του αποσπάσματος βεβαιώνει ο εκπρόσωπος του υπόχρεου νομικού προσώπου ή οντότητας ή το υπόχρεο φυσικό πρόσωπο. Ο εισαγγελέας, ο ανακριτής και το δικαστήριο δικαιούνται να ελέγξουν τα βιβλία και τα στοιχεία αυτά για να διαπιστώσουν την ακρίβεια των περιεχομένων στο απόσπασμα εγγραφών ή την ύπαρξη άλλων εγγραφών που αφορούν στο ως άνω πρόσωπο. Το πρόσωπο αυτό μπορεί να ελέγξει μόνο την ύπαρξη των εγγραφών που ισχυρίζεται ότι το αφορούν.

Άρθρο 45
Ευθύνη νομικών προσώπων και οντοτήτων (άρθρο 58 και 59 της Οδηγίας 2015/849)


1. Αν αξιόποινη πράξη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή κάποιο από τα βασικά αδικήματα τελείται προς όφελος ή για λογαριασμό νομικού προσώπου ή οντότητας από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου ή της οντότητας και κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτών ή έχει εξουσία εκπροσώπησής τους ή εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό τους ή για την άσκηση ελέγχου εντός αυτών, επιβάλλονται αιτιολογημένα στο νομικό πρόσωπο ή την οντότητα, σωρευτικά ή διαζευκτικά, οι ακόλουθες κυρώσεις:
α) διοικητικό πρόστιμο από πενήντα χιλιάδες (50.000) μέχρι δέκα εκατομμύρια (10.000.000) ευρώ,
β) οριστική ή προσωρινή για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως δύο έτη ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας ή απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας,
γ) απαγόρευση άσκησης ορισμένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή εγκατάστασης υποκαταστημάτων ή αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, για το ίδιο χρονικό διάστημα,
δ) οριστικός ή προσωρινός για το ίδιο χρονικό διάστημα αποκλεισμός από δημόσιες παροχές, ενισχύσεις, επιδοτήσεις, αναθέσεις έργων και υπηρεσιών, προμήθειες, διαφημίσεις και διαγωνισμούς του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα.
Το διοικητικό πρόστιμο της περίπτωσης α' επιβάλλεται πάντοτε, ανεξαρτήτως της επιβολής άλλων κυρώσεων. Οι ίδιες κυρώσεις επιβάλλονται και όταν φυσικό πρόσωπο που έχει κάποια από τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο ιδιότητες είναι ηθικός αυτουργός ή συνεργός στις ίδιες πράξεις.

2. Όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατέστησε δυνατή την τέλεση από ιεραρχικά κατώτερο στέλεχος ή από εντολοδόχο του νομικού προσώπου ή της οντότητας της πράξης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή του βασικού αδικήματος προς όφελος ή για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της οντότητας, επιβάλλονται αιτιολογημένα στο νομικό πρόσωπο ή την οντότητα, σωρευτικά ή διαζευκτικά, οι ακόλουθες κυρώσεις:
α) διοικητικό πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) έως πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ,
β) οι προβλεπόμενες στις περιπτώσεις β' , γ' και δ' της προηγούμενης παραγράφου κυρώσεις, για χρονικό διάστημα έως ένα (1) έτος.

3. Αν πρόκειται για υπόχρεο νομικό πρόσωπο ή οντότητα οι ως άνω κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας εποπτικής αρχής. Αν πρόκειται για μη υπόχρεο νομικό πρόσωπο ή οντότητα, επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας περιφερειακής διεύθυνσης του Σ.Δ.Ο.Ε.

4. Για τη σωρευτική ή διαζευκτική επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους και για την επιμέτρηση των κυρώσεων αυτών λαμβάνονται υπόψη όλες οι σχετικές περιστάσεις και ιδίως:
α) η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης,
β) ο βαθμός ευθύνης του νομικού προσώπου ή της οντότητας,
γ) η οικονομική επιφάνεια του νομικού προσώπου ή της οντότητας,
δ) το ύψος των παράνομων εσόδων ή του τυχόν προκύψαντος οφέλους,
ε) οι ζημίες τρίτων που προέκυψαν από το αδίκημα,
στ) οι ενέργειες του νομικού προσώπου ή της οντότητας μετά την τέλεση της παράβασης, και
ε) η τυχόν υποτροπή του νομικού προσώπου ή της οντότητας.

5. Καμιά κύρωση δεν επιβάλλεται χωρίς προηγούμενη κλήτευση των νόμιμων εκπροσώπων του νομικού προσώπου ή της οντότητας προς παροχή εξηγήσεων. Η κλήση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον δέκα (10) πλήρεις ημέρες πριν από την ημέρα της ακρόασης. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας ) Για τη διαπίστωση τέλεσης των παραβάσεων και για την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις ελεγκτικές αρμοδιότητες που έχουν σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους. Σε περίπτωση επιβολής κύρωσης, η κατά περίπτωση αρμόδια αρχή κοινοποιεί την σχετική απόφαση στις αρμόδιες για την τήρηση μητρώου προμηθευτών ή παρόχων υπηρεσιών δημοσίων συμβάσεων υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.

6. Η εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων είναι ανεξάρτητη από την αστική, πειθαρχική ή ποινική ευθύνη των αναφερόμενων σε αυτές φυσικών προσώπων.

7. Οι εισαγγελικές αρχές ενημερώνουν αμέσως, κατά περίπτωση, την αρμόδια για την επιβολή των κυρώσεων αρχή για την άσκηση ποινικής δίωξης επί υποθέσεων στις οποίες υπάρχει εμπλοκή νομικού προσώπου ή οντότητας υπό την έννοια των παρ. 1 και 2, και τους αποστέλλουν αντίγραφο της σχετικής δικογραφίας. Σε περίπτωση καταδίκης φυσικού προσώπου για τις αναφερόμενες στις παρ. 1 και 2 αξιόποινες πράξεις, το δικαστήριο μπορεί αντίστοιχα να διατάξει την αποστολή αντιγράφου της καταδικαστικής απόφασης και της σχετικής δικογραφίας στην αρμόδια για την επιβολή των κυρώσεων αρχή.

8. Η ευθύνη των νομικών προσώπων ή οντοτήτων για τα κακουργήματα της παρ. 6 του άρθρου 187Α ΠΚ καθορίζεται στο άρθρο 41 του ν. 3251/2004 (Α'93). Ειδικές διατάξεις, με τις οποίες καθιερώνεται ευθύνη νομικών προσώπων για άλλα βασικά αδικήματα, διατηρούνται σε ισχύ.

Άρθρο 46
Διοικητικές κυρώσεις (άρθρα 58 έως 60 της Οδηγίας 2015/849)


1. Στα υπόχρεα πρόσωπα που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τους από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 847/2015, των λοιπών Αποφάσεων και Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και των σχετικών κανονιστικών αποφάσεων, επιβάλλονται με αποφάσεις των αρμόδιων εποπτικών αρχών, σωρευτικά ή διαζευκτικά, είτε η λήψη συγκεκριμένων διορθωτικών μέτρων εντός τακτού χρονικού διαστήματος, είτε μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω κυρώσεις:
α) Στα υπόχρεα νομικά πρόσωπα ή οντότητες:
αα) πρόστιμο σε βάρος του νομικού προσώπου ή της οντότητας μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ και, αν το υπόχρεο πρόσωπο είναι πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός, μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ.
ββ) πρόστιμο σε βάρος των μελών του διοικητικού συμβουλίου, του διευθύνοντος συμβούλου, των διευθυντικών στελεχών ή άλλων υπαλλήλων του νομικού προσώπου ή της οντότητας, υπεύθυνων για την τέλεση των παραβάσεων ή ασκούντων ανεπαρκή έλεγχο ή εποπτεία επί των υπηρεσιών, υπαλλήλων και δραστηριοτήτων του νομικού προσώπου ή της οντότητας, λαμβανομένης υπόψη της θέσης ευθύνης και των εν γένει καθηκόντων τους, μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ και, αν το υπόχρεο πρόσωπο είναι πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός, μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ.
γγ) απομάκρυνση των ανωτέρω προσώπων από τη θέση τους, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, και απαγόρευση ανάληψης άλλης αντίστοιχης θέσης,
δδ) δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το νομικό πρόσωπο ή την οντότητα και την φύση της παράβασης,
εε) απαγόρευση της άσκησης ορισμένων δραστηριοτήτων του νομικού προσώπου ή της οντότητας, της ίδρυσης νέων υποκαταστημάτων στην Ελλάδα ή σε άλλη χώρα ή της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου αν πρόκειται για ανώνυμη εταιρεία,
στστ) σε περίπτωση σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων, οριστική ή προσωρινή ανάκληση ή αναστολή για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της άδειας λειτουργίας του νομικού προσώπου ή της οντότητας ή απαγόρευση της άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
β) Στα υπόχρεα φυσικά πρόσωπα:
αα) πρόστιμο μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ,
ββ) δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το φυσικό πρόσωπο και την φύση της παράβασης,
γγ) οριστική ή προσωρινή απαγόρευση της άσκησης της επιχειρηματικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας.
Οι ανωτέρω κυρώσεις είναι ανεξάρτητες από εκείνες του άρθρου 49 του παρόντος νόμου και του άρθρου 41 του ν. 3251/2004. Καμιά κύρωση δεν επιβάλλεται χωρίς προηγούμενη κλήτευση προς παροχή εξηγήσεων των νόμιμων εκπροσώπων του νομικού προσώπου ή της οντότητας ή των υπαίτιων φυσικών προσώπων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 49 του παρόντος νόμου. 2. Τα υπόχρεα νομικά πρόσωπα ή οντότητες δύναται να θεωρηθούν υπαίτια για παραβάσεις που τελούνται προς όφελός τους από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικώς είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου ή της οντότητας και κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτού με βάση εξουσία εκπροσώπησής του ή εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό του ή για την άσκηση ελέγχου εντός αυτού. Δύναται, επίσης, να θεωρηθούν υπαίτια όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο κατέστησε δυνατή την τέλεση της παράβασης από ιεραρχικά κατώτερο στέλεχος προς όφελος του νομικού προσώπου ή της οντότητας.

3. Οι αποφάσεις επιβολής των κυρώσεων δημοσιεύονται, όταν γίνουν αμετάκλητες, με ανάρτησή τους για χρονικό διάστημα πέντε ετών στον επίσημο διαδικτυακό τόπο της αρμόδιας εποπτικής αρχής. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις στις οποίες η δημοσίευση είναι πιθανό να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στο πρόσωπο στο οποίο επιβάλλεται η κύρωση ή να θέσει σε κίνδυνο την έκβαση διεξαγόμενης έρευνας ή την σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Στις περιπτώσεις αυτές η δημοσίευση μπορεί να γίνει μόνο μετά την έκλειψη των σχετικών λόγων ή ενδεχομένως χωρίς αναφορά της ταυτότητας των υπαίτιων προσώπων.

4. Οι αρμόδιες αρχές, με αποφάσεις τους που δημοσιεύονται α) ταξινομούν, κατά λόγο αρμοδιότητας, τις επί μέρους υποχρεώσεις των εποπτευόμενων από αυτές προσώπων, καθώς και των στελεχών και υπαλλήλων τους, είτε ξεχωριστά είτε ανά κατηγορίες, ιδίως καθόσον αφορά στην εφαρμογή των μέτρων δέουσας επιμέλειας, την αναφορά υπόπτων συναλλαγών, την τήρηση αρχείων και τις εσωτερικές διαδικασίες και β) ορίζουν τον βαθμό σπουδαιότητας κάθε υποχρέωσης ή κατηγορίας υποχρεώσεων, με ενδεικτική αναφορά πιθανών κυρώσεων για μη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις αυτές, καθώς και γενικά ή ειδικά κριτήρια προσδιορισμού και επιμέτρησης των κυρώσεων, τα οποία λαμβάνει υπόψη της η εκάστοτε αρμόδια αρχή. Στα κριτήρια αυτά περιλαμβάνονται οπωσδήποτε η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης, ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου προσώπου, η οικονομική ισχύς του, το κέρδος που αποκόμισε από την παράβαση, οι ζημίες που προκλήθηκαν σε τρίτους, ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου προσώπου με την αρμόδια αρχή και τυχόν προηγούμενες παραβάσεις του.

5. Σε περίπτωση που υπόχρεο φυσικό πρόσωπο παραβαίνει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των σχετικών κανονιστικών αποφάσεων, εφόσον ο πειθαρχικός έλεγχος αυτού ασκείται κατά τις κείμενες διατάξεις από ειδικό πειθαρχικό όργανο, η αρμόδια αρχή παραπέμπει το υπόχρεο φυσικό πρόσωπο στο παραπάνω όργανο, στο οποίο διαβιβάζει και όλα τα στοιχεία της παράβασης.

6. Οι κυρώσεις των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται, εκτός αν με άλλες διατάξεις προβλέπονται βαρύτερες κυρώσεις, κατά των αναφερόμενων υπόχρεων προσώπων και των υπαλλήλων τους.

7. Τα πρόστιμα που προβλέπονται στο παρόν και στο προηγούμενο άρθρο και επιβάλλονται από τα αναφερόμενα σε αυτά δημόσια όργανα, βεβαιώνονται από τις καθ' ύλην αρμόδιες υπηρεσίες και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) (ν.δ. 356/1974/Α/ 90)

Μέρος Δεύτερο
Οργανωτικές διατάξεις για την Αρχή Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες

Άρθρο 47
Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες (άρθρο 32 παρ. 1 και 3 της Οδηγίας 2015/849)


1. Η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης», η οποία συστήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 3986/2011 μετονομάζεται σε « Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες» (εφεξής «Αρχή»). Σκοπός της Αρχής είναι α) η λήψη και εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, β) ο προσδιορισμός των σχετιζόμενων με την τρομοκρατία προσώπων και η επιβολή χρηματοοικονομικών κυρώσεων σε βάρος τους και σε βάρος προσώπων που καθορίζονται με Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των οργάνων του ή με Αποφάσεις και Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και γ) ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στην περίπτ. αα' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 (Α' 309).

2. Η Αρχή απολαμβάνει διοικητικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Η έδρα της είναι στον Νομό Αττικής, σε τόπο που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από πρόταση του Προέδρου της. Ο προϋπολογισμός της Αρχής αποτελεί τμήμα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών. Η Αρχή δύναται να συμμετέχει σε συγχρηματοδοτούμενα ή χρηματοδοτούμενα προγράμματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνείς οργανισμούς, με σκοπό την λειτουργική υποστήριξή της σε ελεγκτικό και τεχνολογικό επίπεδο.

3. Η Αρχή μπορεί με απόφασή της να εγκαθιστά και να λειτουργεί γραφεία της και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Για οποιαδήποτε διαφορά διοικητικής ή αστικής φύσης ανακύπτει από τη λειτουργία της αποκλειστικά αρμόδια είναι τα δικαστήρια της Αθήνας. Η δικαστική εκπροσώπηση και η καθοδήγηση δια γνωμοδοτήσεων της Αρχής διεξάγονται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Νομική υποστήριξη παρέχει στην Αρχή το Αυτοτελές Γραφείο Νομικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.

4. Η Αρχή συγκροτείται από τον Πρόεδρο και δεκαεπτά (17) Μέλη, καθώς και από ισάριθμους αναπληρωτές τους, οι οποίοι πρέπει να διαθέτουν τις αυτές ιδιότητες και προσόντα με τα Μέλη που αναπληρώνουν. Ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Αρχής απολαμβάνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και δεσμεύονται μόνο από τον νόμο και τη συνείδησή τους. Η θητεία τους ορίζεται υποχρεωτικά τριετής και μπορεί να ανανεώνεται, σε καμιά όμως περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά τα έξι έτη. Σε περίπτωση πρόωρης λήξης της θητείας του Προέδρου ή μέλους, διορίζεται νέος Πρόεδρος ή μέλος για το υπόλοιπο της θητείαςτου αποχωρήσαντος μέλους. Μέχρι τον διορισμό του νέου Προέδρου ή τακτικού μέλους, τη θέση του καταλαμβάνει ο αναπληρωτής του από τον αναπληρωτή.

5. Πρόεδρος της Αρχής ορίζεται ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός εν ενεργεία, με γνώση της αγγλικής γλώσσας, ο οποίος επιλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Ο Πρόεδρος της Αρχής είναι πλήρους απασχόλησης. Ο διορισμός του Προέδρου και του αναπληρωτή του γίνεται με την απόφαση της παρ. 6 εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της απόφασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου

6. Τα Μέλη της Αρχής και οι αναπληρωτές τους διορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ύστερα από πρόταση κατά λόγο αρμοδιότητας των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών, Εξωτερικών και Εσωτερικών, του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων και της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, οι οποίοι προτείνουν πρόσωπα που διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση, το ήθος τους και την επαγγελματική τους ικανότητα και εμπειρία στον τραπεζικό, οικονομικό, νομικό ή επιχειρησιακό τομέα, ανάλογα με τις απαιτήσεις των επί μέρους Μονάδων της Αρχής. Ο διορισμός των τακτικών Μελών γίνεται αφού προηγηθεί γνώμη της Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για την καταλληλότητα των προτεινόμενων προσώπων.

Άρθρο 48
Μονάδες και αρμοδιότητες της Αρχής (άρθρα 32 παρ. 7, 46 παρ. 3 και άρθρο 52 της Οδηγίας 2015/849)


Η Αρχή απαρτίζεται από τρεις αυτοτελείς Μονάδες, με διακριτές αρμοδιότητες, προσωπικό και υποδομές, υπό κοινό Πρόεδρο. Οι Μονάδες συνεδριάζουν νόμιμα, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του και τα μισά τουλάχιστον από τα μέλη τους ή τους αναπληρωτές τους, και αποφασίζουν με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Οι Μονάδες και οι αρμοδιότητες τους έχουν ως εξής:

1. Α' Μονάδα Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών
α) Η Α' Μονάδα συγκροτείται από τον Πρόεδρο και δέκα (10) Μέλη της Αρχής με τους αναπληρωτές τους, με γνώση της αγγλικής γλώσσας, και ειδικότερα:
αα) ένα στέλεχος από την Ειδική Γραμματεία Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) και ένα από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών που προτείνονται από τον αρμόδιο Υπουργό,
ββ) ένα στέλεχος από την Α.Α.Δ.Ε. που προτείνεται από τον Διοικητή της,
γγ) ένα στέλεχος από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που προτείνεται από τον αρμόδιο Υπουργό,
δδ) ένα στέλεχος από την Τράπεζα της Ελλάδος που προτείνεται από τον Διοικητή της,
εε) ένα στέλεχος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς που προτείνεται από το Διοικητικό της Συμβούλιο,
στστ) ένα στέλεχος από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας που προτείνεται από τον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών για θέματα Προστασίας του Πολίτη,
ζζ) ένα στέλεχος από το Αρχηγείο του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής που προτείνεται από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
ηη) ένα στέλεχος από την Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων που προτείνεται από τον Πρόεδρό της.
θθ) ένα στέλεχος από την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων που προτείνεται από τον Πρόεδρό της.
β) Η Α' Μονάδα πλαισιώνεται και υποστηρίζεται αυτοτελώς από διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, καθώς και από προσωπικό με ειδικές γνώσεις και εμπειρία στην αντιμετώπιση υποθέσεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή αντίστοιχης σοβαρής οικονομικής εγκληματικότητας, κατά προτίμηση δε και με γνώση της αγγλικής γλώσσας. Για τους ανωτέρω σκοπούς, συνιστώνται στην Αρχή πενήντα (50) θέσεις, από τις οποίες οι είκοσι πέντε (25) τουλάχιστον είναι θέσεις προσωπικού με ειδικές γνώσεις και εμπειρία.
Οι θέσεις αυτές πληρούνται με αποσπάσεις από τα υπουργεία και τους φορείς από όπου προέρχονται τα μέλη της Μονάδας.
Δύο κατ' ανώτατο όριο θέσεις επιστημονικού προσωπικού μπορούν να πληρούνται με πρόσωπα εκτός του δημοσίου τομέα, με εξαιρετικά επιστημονικά ή επαγγελματικά προσόντα και τουλάχιστον πενταετή εμπειρία στο αντικείμενο της Μονάδας. Το εν λόγω προσωπικό προσλαμβάνεται κατ' επιλογή του Προέδρου, κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου που λύεται αυτοδικαίως με την αποχώρηση του Προέδρου. Η παροχή υπηρεσίας στις θέσεις αυτές δεν γεννά οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή άλλη αξίωση. Η ιδιότητα του επιστημονικού συνεργάτη της Αρχής δεν είναι ασυμβίβαστη με την επαγγελματική του δραστηριότητα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, τα θέματα που αφορούν στις αποδοχές του εν λόγω προσωπικού, σύμφωνα με την περίπτ. ιστ' της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4354/2015.
γ) Το προσωπικό της Μονάδας είναι αρμόδιο για την:
αα) Λήψη, διερεύνηση, ανάλυση, αξιολόγηση και τυχόν συσχέτιση των αναφορών υπόπτων ή ασυνήθων συναλλαγών, που υποβάλλονται στην Αρχή από τα υπόχρεα πρόσωπα, καθώς και των πληροφοριών που διαβιβάζονται σε αυτήν από φορείς της αλλοδαπής και άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς ή περιέρχονται σε αυτήν από τα μέσα ενημέρωσης, το διαδίκτυο ή οποιαδήποτε άλλη πηγή και αφορούν σε επιχειρηματικές, επαγγελματικές ή συναλλακτικές δραστηριότητες που ενδεχομένως σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
ββ) Συνεργασία με τις Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών άλλων κρατών.
γγ) Παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών στα υπόχρεα πρόσωπα και τους ανωτέρω φορείς αναφορικά με τη διαχείριση μιας υπόθεσης που εμπίπτει στην αρμοδιότητά της και ενημέρωση αυτών σχετικά με την εξέλιξη των αναφορών τους, όπου αυτό είναι εφικτό.
δδ) Διενέργεια επιχειρησιακών αναλύσεων, όταν υφίστανται ενδείξεις ή υπόνοιες διάπραξης σοβαρής ή οργανωμένης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με στόχο τη διασύνδεση υποθέσεων, τον εντοπισμό εγκληματικών δικτύων ή ομάδων ή μεμονωμένων υπόπτων και την εξακρίβωση του τρόπου δράσης αυτών.
εε) Εκπόνηση στρατηγικών αναλύσεων αναφορικά με τις τάσεις και τις συνήθεις πρακτικές της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
δ) Σε επείγουσες περιπτώσεις, όταν υπάρχει υπόνοια ότι περιουσία ή συναλλαγή σχετίζεται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ο Πρόεδρος διατάσσει την προσωρινή δέσμευση της περιουσίας ή την αναστολή εκτέλεσης της συγκεκριμένης συναλλαγής, προκειμένου να διερευνηθεί η βασιμότητα της υπόνοιας το συντομότερο δυνατόν και πάντως εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών. Εφόσον η έρευνα ολοκληρωθεί πριν από την εκπνοή της προθεσμίας χωρίς επιβεβαίωση της υπόνοιας, ο Πρόεδρος αίρει την προσωρινή δέσμευση ή την αναστολή. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας η προσωρινή δέσμευση ή αναστολή αίρεται αυτοδικαίως. Η προσωρινή δέσμευση ή αναστολή διατάσσεται υπό τους ίδιους όρους και όταν ζητείται από αντίστοιχη αρχή άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όταν από την έρευνα της Αρχής προκύπτουν βάσιμες υπόνοιες για τέλεση των ανωτέρω αδικημάτων, ο Πρόεδρος διατάσσει την δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των ελεγχόμενων προσώπων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 42 . Μετά το πέρας της εκάστοτε έρευνας η Μονάδα αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να παραπεμφθεί με αιτιολογημένο πόρισμά της στον αρμόδιο εισαγγελέα, εφόσον τα συλλεγέντα στοιχεία κρίνονται επαρκή για τέτοια παραπομπή. Υπόθεση που αρχειοθετήθηκε μπορεί οποτεδήποτε να ανασυρθεί για να συνεχισθεί η έρευνα ή να συσχετισθεί με οποιαδήποτε άλλη έρευνα της Αρχής.
ε) Η Μονάδα συμμετέχει σε ομάδες εργασίας διεθνών οργανισμών και φορέων που ασχολούνται με την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ιδίως στην FATF, στην ομάδα Έγκμοντ των Μονάδων Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Egmont Group of FIUs) και στην Ομάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FIU Platform).
στ) Στο τέλος κάθε έτους η Μονάδα συντάσσει έκθεση των πεπραγμένων της, η οποία υποβάλλεται μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου του επομένου έτους στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, στους Υπουργούς Οικονομικών, Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών για θέματα Προστασίας του Πολίτη.

2. Β' Μονάδα Χρηματοοικονομικών Κυρώσεων
α) Η Β' Μονάδα συγκροτείται από τον Πρόεδρο και δύο (2) Μέλη της Αρχής με γνώση της αγγλικής γλώσσας, και ειδικότερα:
αα) ένα στέλεχος από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας που προτείνεται από τον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών για θέματα Προστασίας του Πολίτη, και
ββ) ένα στέλεχος από το Υπουργείο Εξωτερικών που προτείνεται από τον αρμόδιο Υπουργό.
β) Η Β' Μονάδα πλαισιώνεται και υποστηρίζεται αυτοτελώς από διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, καθώς και από προσωπικό με ειδικές γνώσεις και εμπειρία στην αντιμετώπιση υποθέσεων τρομοκρατίας. Για τους ανωτέρω σκοπούς, συνιστώνται στην Αρχή πέντε (5) θέσεις, από τις οποίες οι δύο (2) είναι θέσεις προσωπικού με ειδικές γνώσεις και εμπειρία. Οι θέσεις αυτές πληρούνται με αποσπάσεις από τα υπουργεία από όπου προέρχονται τα μέλη της Μονάδας.
γ) Το προσωπικό της Μονάδας συγκεντρώνει και αξιολογεί τις πληροφορίες που διαβιβάζονται στην Αρχή από τις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές ή περιέρχονται σε αυτήν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο και αφορούν στην τέλεση πράξης από αυτές που περιγράφονται στο άρθρο 187Α του ΠΚ. Ομοίως, διερευνά και αξιολογεί κάθε τέτοια πληροφορία που διαβιβάζεται στην Αρχή από φορείς της αλλοδαπής, με τους οποίους και συνεργάζεται για την παροχή κάθε δυνατής συνδρομής.
δ) Ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Μονάδας είναι αρμόδιοι για τις ενέργειες που προβλέπονται στο άρθρο 43 σχετικά με την εφαρμογή του μέτρου της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που επιβάλλεται με Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και των οργάνων του και με Αποφάσεις και Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Μονάδα είναι επίσης αρμόδια για τον προσδιορισμό των προσώπων που σχετίζονται με την τρομοκρατία και τη δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 51.
ε) Στο τέλος κάθε έτους η Μονάδα συντάσσει έκθεση των πεπραγμένων της, η οποία υποβάλλεται μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου του επομένου έτους στους Υπουργούς Εξωτερικών, Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών για θέματα Προστασίας του Πολίτη.

3. Γ' Μονάδα Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης
α) Η Γ' Μονάδα συγκροτείται από τον Πρόεδρο και πέντε (5) Μέλη της Αρχής και ειδικότερα:
αα) ένα στέλεχος από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης και ένα από τη Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών που προτείνονται από τον αρμόδιο Υπουργό,
ββ) ένα στέλεχος από την Τράπεζα της Ελλάδος, που προτείνεται από τον Διοικητή της,
γγ) ένα στέλεχος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που προτείνεται από το Διοικητικό της Συμβούλιο και
δδ) ένα στέλεχος από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με πτυχίο νομικής σχολής, που προτείνεται από τον αρμόδιο Υπουργό.
β) Η Γ' Μονάδα πλαισιώνεται και υποστηρίζεται αυτοτελώς από διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, καθώς και από προσωπικό με ειδικές γνώσεις και εμπειρία στον έλεγχο περιουσιακών στοιχείων και τη διερεύνηση οικονομικών συναλλαγών. Για τους ανωτέρω σκοπούς, συνιστώνται στην Αρχή τριάντα (30) θέσεις, από τις οποίες οι δέκα (10) τουλάχιστον είναι θέσεις προσωπικού με ειδικές γνώσεις και εμπειρία. Οι θέσεις αυτές πληρούνται με αποσπάσεις από τα υπουργεία και τους φορείς από όπου προέρχονται τα μέλη της Μονάδας, καθώς και από την Α.Α.Δ.Ε.
γ) Η Μονάδα δέχεται τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στην περιπτ. αα' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 και προβαίνει κατά την κρίση της σε δειγματοληπτικό ή στοχευμένο έλεγχο των δηλώσεων αυτών εφαρμόζοντας κριτήρια και τεχνικές ανάλυσης κινδύνου. Στο πλαίσιο αυτό διερευνά και αξιολογεί τις πληροφορίες που διαβιβάζονται ή περιέρχονται στην Αρχή σχετικά με τη μη υποβολή ή με ανακρίβειες των δηλώσεων αυτών. Ο έλεγχος, πέραν της διαπίστωσης της υποβολής και του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης, περιλαμβάνει τη διακρίβωση, κατά πόσον η απόκτηση νέων περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσης τους. Η παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 εφαρμόζεται αναλόγως.
Η Μονάδα προβαίνει κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με τα ανωτέρω, σε έλεγχο των δηλώσεων:
αα) των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης,
ββ) των Γενικών Γραμματέων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και των Συντονιστών Αποκεντρωμένων Διοικήσεων,
γγ) των Προέδρων, των Αντιπροέδρων, των Διοικητών και των διευθυνόντων συμβούλων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών,
δδ) των Δικαστικών και Εισαγγελικών λειτουργών των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας,
εε) του Προέδρου και των Αντιπροέδρων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
στστ) των ιδιοκτητών, των βασικών μετόχων, των προέδρων, των διευθυνόντων συμβούλων, των διαχειριστών, καθώς και των γενικών διευθυντών και των διευθυντών ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει έχουν την εκμετάλλευση: i) τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών, και ii) επιχειρήσεων ή εταιρειών που εκμεταλλεύονται ή εκδίδουν ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας,
ζζ) των Αρχηγών και των Υπαρχηγών της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.
Σε εξαιρετικά σύνθετες περιπτώσεις ελέγχου δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, η Μονάδα μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς ελεγκτές εγγεγραμμένους στο μητρώο που τηρείται στην Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, καθώς και σε ειδικούς επιστήμονες, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τα στοιχεία των δηλώσεων και των αντίστοιχων δικαιολογητικών και συντάσσουν αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στη Μονάδα για την υποβοήθηση του έργου της. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται η διαδικασία, ο προϋπολογισμός και οι λοιπές λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Η Μονάδα παρέχει κατευθυντήριες οδηγίες στα υπόχρεα προς δήλωση περιουσιακής κατάστασης πρόσωπα και στους αρμόδιους φορείς για τη σύνταξη καταλόγων υπόχρεων προσώπων, καθώς και για οποιαδήποτε λεπτομέρεια εμπίπτει στην αρμοδιότητά της. Δύναται δε να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία ή να προβούν σε οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια σχετίζεται με τον έλεγχο, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003.
δ) Μετά το πέρας ενός ελέγχου, η Μονάδα αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να παραπεμφθεί με αιτιολογημένο πόρισμά της στον αρμόδιο, κατά την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 3213/2003, Εισαγγελέα, εφόσον τα συλλεγέντα στοιχεία κρίνονται επαρκή για μια τέτοια παραπομπή. Αν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού κατά το άρθρο 12 του ν. 3213/2003, το πόρισμα αποστέλλεται και στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Αν διαπιστωθεί ανάγκη διερεύνησης θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα φορολογικής ή άλλης αρχής, το πόρισμα αποστέλλεται και στην αρχή αυτή. Υπόθεση που αρχειοθετήθηκε μπορεί οποτεδήποτε να ανασυρθεί για να συνεχισθεί ο έλεγχος ή να συσχετισθεί με οποιαδήποτε άλλη έρευνα της Αρχής.
ε) Η Γ' Μονάδα συμμετέχει σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς καθώς και σε φορείς ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αντίστοιχων με αυτήν αρχών, παρακολουθεί τις εργασίες τους και συμμετέχει σε ομάδες εργασίας των εν λόγω φορέων για θέματα αρμοδιότητάς της.
στ) Στο τέλος κάθε έτους η Μονάδα συντάσσει έκθεση των πεπραγμένων της, η οποία υποβάλλεται μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου του επομένου έτους στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, στους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Άρθρο 49
Εξουσίες των Μονάδων της Αρχής ( άρθρο 56 της Οδηγίας 2015/849)


1. Οι Μονάδες της Αρχής έχουν πρόσβαση σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής ή οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα, καθώς και στο σύστημα «Τειρεσίας». Όπου λειτουργούν ηλεκτρονικά συστήματα δημόσιας αρχής ή οργανισμού, η πρόσβαση γίνεται μέσω της απευθείας σύνδεσης με αυτά.

2. Οι Μονάδες μπορούν να ζητούν στο πλαίσιο των ελέγχων και των ερευνών τους τη συνεργασία και την παροχή στοιχείων κάθε είδους από φυσικά πρόσωπα, δικαστικές, προανακριτικές ή ανακριτικές αρχές, δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου και οργανισμούς οποιασδήποτε μορφής. Ενημερώνουν εγγράφως ή με ασφαλές ηλεκτρονικό μέσο τους διαβιβάζοντες τις πληροφορίες ότι τις έλαβαν και τους παρέχουν άλλα σχετικά στοιχεία, στο μέτρο που δεν παραβιάζεται το απόρρητο των ερευνών τους και δεν δυσχεραίνεται η άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Τα αιτήματα της Αρχής εκτελούνται κατά προτεραιότητα.
Οι Μονάδες μπορούν, επιπλέον, σε σοβαρές κατά την κρίση τους υποθέσεις, να διενεργούν ειδικούς επιτόπιους ελέγχους σε οποιοδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα , προκειμένου να διευρευνηθεί η τέλεση των εγκλημάτων του παρόντος νόμου, συνεργαζόμενες, αν κριθεί αναγκαίο, με τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές.

3. Οι Μονάδες ζητούν από τα υπόχρεα πρόσωπα όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, στις οποίες περιλαμβάνονται και ομαδοποιημένες πληροφορίες που αφορούν σε ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών ή δραστηριοτήτων προσώπων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. Επιπλέον, μπορούν να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους και στις εγκαταστάσεις των υπόχρεων προσώπων, υπό την προϋπόθεση τήρησης των άρθρων 9 παρ. 1, 9Α και 19 παρ. 1 του Συντάγματος, και ενημερώνουν τις αρμόδιες ς αρχές για περιπτώσεις ελλιπούς συνεργασίας ή μη συμμόρφωσης των εν λόγω προσώπων προς τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

4. Έναντι των Μονάδων δεν ισχύει, κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών τους, οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο, με την επιφύλαξη των άρθρων 212, 261 και 262 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

5. Οι Μονάδες δύναται να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες με τους αναφερόμενους στο άρθρο 34 φορείς και τηρούν στατιστικά στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 32.

6. Για την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλους φορείς της ημεδαπής ή αλλοδαπής οι Μονάδες χρησιμοποιούν διαύλους επικοινωνίας που διασφαλίζουν πλήρως την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και, όπου είναι εφικτό, τεχνολογίες αιχμής που επιτρέπουν την ανώνυμη σύγκριση δεδομένων. Ειδικά η Α' Μονάδα χρησιμοποιεί για την επικοινωνία της με φορείς της αλλοδαπής ασφαλείς διαύλους, όπως ιδίως το δίκτυο FlU.Net ή το διάδοχό του και το δίκτυο ασφαλούς ανταλλαγής πληροφοριών της ομάδας Egmont των Μονάδων Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Egmont Secure Web).

7. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ο Πρόεδρος, τα Μέλη και το προσωπικό της Αρχής έχουν υποχρέωση να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας και να απέχουν από την εξέταση υποθέσεων για τις οποίες υπάρχει πιθανότητα σύγκρουσης συμφερόντων ή στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα συγγενικά ή οικεία. Επίσης, έχουν καθήκον να τηρούν εχεμύθεια για πληροφορίες των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η υποχρέωση αυτή διατηρείται και μετά την εκούσια ή ακούσια αποχώρησή τους από την Αρχή. Οι παραβαίνοντες το ανωτέρω καθήκον εχεμύθειας τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.

Άρθρο 50
Προσωπικό και λειτουργία των Μονάδων της Αρχής


1. Οι αποσπάσεις του προσωπικού των Μονάδων της Αρχής είναι τριετούς διάρκειας με δυνατότητα ανανέωσης και γίνονται μετά από πρόταση του Πρόεδρου της Αρχής κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων:
α) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, αν ο αποσπώμενος προέρχεται από Υπουργείο ή Γραμματεία Δικαστηρίου ή Εισαγγελίας
β) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, του Προέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς , του Προέδρου της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, αν ο αποσπώμενος προέρχεται από τους φορείς αυτούς.
γ) Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., αν ο αποσπώμενος προέρχεται από την Α.Α.Δ.Ε..

2. Ο Πρόεδρος της Αρχής προτείνει προς απόσπαση υπάλληλους που έχουν την απαιτούμενη επιστημονική κατάρτιση, ακεραιότητα, υπηρεσιακή εμπειρία και ικανότητα για την ανάληψη θέσης σε Μονάδα της Αρχής, καθώς και άριστο υπηρεσιακό μητρώο, κατά προτίμηση δε και γνώση της αγγλικής γλώσσας. Για τον σκοπό αυτό μπορεί να απευθύνει προσκλήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος, προσδιορίζοντας τα απαιτούμενα κάθε φορά προσόντα. Οι αρμόδιοι φορείς οφείλουν να μεριμνούν για την επαρκή στελέχωση της Αρχής και την ικανοποίηση των προτάσεων του Προέδρου.
Η διαδικασία της απόσπασης ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός προθεσμίας δύο μηνών από την πρόταση του Προέδρου της Αρχής. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στη θέση που ο αποσπώμενος υπάλληλος κατέχει οργανικά. Ο Πρόεδρος με απόφασή του τοποθετεί ή μετακινεί τους υπαλλήλους στις επιμέρους Μονάδες της Αρχής. Η απόσπαση μπορεί να παύει οποτεδήποτε για λόγους αποκλειστικά αναγόμενους στην εύρυθμη λειτουργία της Αρχής, κατόπιν πρότασης του Προέδρου της.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, η αποζημίωση του Προέδρου και των Μελών της Αρχής, καθώς και οι πρόσθετες αμοιβές του προσωπικού που υπηρετεί σε αυτήν με απόσπαση. Οι υπηρετούντες με απόσπαση λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών και επιδομάτων της οργανικής τους θέσης που δεν συνδέονται άμεσα με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων τους, καθώς και τις προαναφερόμενες πρόσθετες αμοιβές και τις πραγματοποιούμενες υπερωρίες. Οι πρόσθετες αμοιβές δεν υπόκεινται σε κρατήσεις υπέρ τρίτων. Οι αποδοχές του αποσπασθέντος προσωπικού συνεχίζουν να καταβάλλονται από την υπηρεσία προέλευσής του, κατ' εξαίρεση της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4354/2015.

4. Ο Πρόεδρος της Αρχής αποφασίζει για την κατανομή των υποθέσεων, καθώς και σε ποιες περιπτώσεις είναι αναγκαία η εμπλοκή δύο ή και όλων των Μονάδων στην έρευνα της ίδιας υπόθεσης.

5. Ο Πρόεδρος και τα Μέλη της κάθε Μονάδας μεριμνούν για τη βελτίωση της εκπαίδευσης και τη συνεχή κατάρτιση του προσωπικού της, συντονίζουν, επιβλέπουν και αξιολογούν το έργο του και λαμβάνουν μέτρα για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Μονάδας. Στο τέλος κάθε έτους ο Πρόεδρος συντάσσει έκθεση αναφορικά με την απόδοση και τη συμπεριφορά κάθε αποσπασμένου υπαλλήλου της Αρχής, την οποία αποστέλλει στον φορέα από τον οποίο προέρχεται ο υπάλληλος.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται μετά από εισήγηση του Προέδρου και των Μελών της Αρχής, ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν στη λειτουργία των επί μέρους Μονάδων της Αρχής, το οργανόγραμμά τους, ο κανονισμός λειτουργίας τους, οι ειδικότερες αρμοδιότητες του Προέδρου, των Μελών και του προσωπικού τους, ο τρόπος διαχείρισης των υποθέσεων και η συνεργασία τους με τις εθνικές και τις αλλοδαπές αρχές.

7. Ο Πρόεδρος, τα Μέλη και οι υπάλληλοι της Αρχής που παραβαίνουν εκ δόλου ή βαρειάς αμέλειας τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου υπέχουν πειθαρχική ευθύνη ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής. Η πειθαρχική δίωξη κατά του Προέδρου ασκείται και η υπόθεση εκδικάζεται από τα όργανα που προβλέπονται στο Σύνταγμα και τον Κώδικα Δικαστικών Λειτουργών. Η πειθαρχική δίωξη κατά των Μελών ασκείται από τον Πρόεδρο της Αρχής. ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων των φορέων προέλευσης των Μελών. Τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα αποφασίζουν σε πρώτο και τελευταίο βαθμό για την απαλλαγή ή την παύση του εγκαλουμένου. Η πειθαρχική δίωξη κατά των υπαλλήλων ασκείται και η υπόθεση εκδικάζεται από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα των φορέων από τους οποίους προέρχονται, μετά από σχετική αναφορά του Προέδρου της Αρχής.

Άρθρο 51
Αρμοδιότητες της Β' Μονάδας της Αρχής για την επιβολή κυρώσεων κατά υπόπτων τρομοκρατίας


1. Η Β' Μονάδα της Αρχής προσδιορίζει τα σχετιζόμενα με την τρομοκρατία πρόσωπα, βασιζόμενη σε ακριβείς πληροφορίες ή στοιχεία που υποβάλλονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών ή τις εισαγγελικές, δικαστικές ή άλλες διωκτικές αρχές. Οι πληροφορίες και τα στοιχεία αυτά αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα που διαμένουν ή εδρεύουν ή κατέχουν περιουσία, σύμφωνα με την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 187Α ΠΚ, στην ημεδαπή και τα οποία διέπραξαν ή διαπράττουν ή αποπειρώνται να διαπράξουν ή συμμετέχουν ή με οποιονδήποτε τρόπο διευκολύνουν την τέλεση τρομοκρατικών πράξεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 187Α ΠΚ. Ειδικότερα, στη Μονάδα υποβάλλονται τα εξής:
α) τα αποδεικτικά στοιχεία ή οι πληροφορίες οποιουδήποτε είδους που προέκυψαν από τη διενέργεια ελέγχων σε βάρος νομικών προσώπων ή οντοτήτων που ανήκουν ή ελέγχονται από τρομοκράτες ή τρομοκρατικές οργανώσεις ή σε βάρος προσώπων που είτε βοηθούν ή παρέχουν οικονομική, υλική, τεχνολογική ή οποιαδήποτε άλλη υποστήριξη με σκοπό την υποβοήθηση τρομοκρατικών ενεργειών, είτε συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με τρομοκράτες ή τρομοκρατικές οργανώσεις,
β) οι ασκηθείσες ποινικές διώξεις για τρομοκρατικές πράξεις ή χρηματοδότηση τρομοκρατών ή τρομοκρατικών οργανώσεων,
γ) οι καταδικαστικές αποφάσεις για την τέλεση τρομοκρατικών πράξεων και
δ) οι καταδικαστικές αποφάσεις για τη χρηματοδότηση μεμονωμένων τρομοκρατών ή τρομοκρατικών οργανώσεων.
Η Μονάδα συντάσσει και τηρεί κατάλογο που περιλαμβάνει τα ονόματα των προσδιοριζόμενων ως σχετιζόμενων με την τρομοκρατία προσώπων, καταχωρίζοντας σε αυτόν επαρκή συμπληρωματικά στοιχεία που επιτρέπουν την αποτελεσματική διαπίστωση της ταυτότητας τους, διευκολύνοντας έτσι την αποφυγή λήψης μέτρων κατά εκείνων που φέρουν το αυτό ή παρόμοιο όνομα, επωνυμία ή διακριτικό τίτλο.

2. Η Μονάδα ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση όλα τα υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 5 και ζητεί επισταμένη έρευνα για τον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων πάσης φύσεως των αναφερόμενων προσώπων. Τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να παράσχουν αμελλητί τα αιτούμενα στοιχεία. Σε διαφορετική περίπτωση, υπόκεινται στις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 46.

3. Με την επιφύλαξη τυχόν ενεργειών των αρμόδιων εισαγγελικών αρχών, η Μονάδα με απόφασή της διατάσσει τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων που ελέγχουν μέσω παρένθετων προσώπων ή κατέχουν μαζί με άλλους, την απαγόρευση κίνησης λογαριασμών και ανοίγματος τραπεζικών θυρίδων, την απαγόρευση παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στα ανωτέρω πρόσωπα, υπό την έννοια του στοιχείου 3 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 2580/2001 του Συμβουλίου, όπως ισχύει, καθώς και τη λήψη κάθε άλλου αναγκαίου μέτρου αν συντρέχουν προς τούτο σοβαροί δικαιολογητικοί λόγοι. Η δέσμευση εκτείνεται και στις προσόδους των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων. Ως δέσμευση, υπό την έννοια του παρόντος, νοείται η απαγόρευση οποιασδήποτε κίνησης, μεταβίβασης, μεταβολής, χρήσης ή διαπραγμάτευσης περιουσιακών στοιχείων, η οποία θα καθιστούσε δυνατή τη χρησιμοποίησή τους, περιλαμβανομένης και της διαχείρισης χαρτοφυλακίων.

4. Η Μονάδα διαβιβάζει σε αρμόδιες αλλοδαπές αρχές πληροφορίες και στοιχεία, κατά την έννοια της παρ. 1, σε βάρος των προσδιοριζόμενων ως σχετιζόμενων με την τρομοκρατία προσώπων, που διαμένουν ή εδρεύουν ή κατέχουν περιουσία, σύμφωνα με την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 187Α ΠΚ, στην εδαφική τους επικράτεια και υποβάλλει αιτήματα, προκειμένου να περιληφθούν τα ονόματα αυτών των προσώπων στους αντίστοιχους καταλόγους που τηρούνται στις χώρες αυτές και να δεσμευθούν τα υπάρχοντα περιουσιακά τους στοιχεία. Ομοίως, η Μονάδα εξετάζει αιτήματα που υποβάλλονται από αρμόδιες αλλοδαπές αρχές, ελέγχοντας αν συντρέχουν σοβαροί δικαιολογητικοί λόγοι για να διατάξει με απόφασή της τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων που αναφέρονται σε αυτά. Στις περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαίο μπορούν να ζητηθούν από τις αρμόδιες αλλοδαπές αρχές επιπρόσθετα στοιχεία.

5. Οι πληροφορίες που παρέχονται στη Μονάδα ή ανταλλάσσονται με αυτήν χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς επιβολής των οικονομικών κυρώσεων. Η Μονάδα εκδίδει οδηγίες για τον εντοπισμό και τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των προσώπων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο.

6. Η Μονάδα προβαίνει στην εξέταση των στοιχείων και πληροφοριών που της υποβάλλονται κατά τα αναφερόμενα στην παρ. 1 ή των αιτημάτων της παρ. 4 και αποφασίζει χωρίς καθυστέρηση για την ένταξη των προσώπων στον κατάλογο ή τη δέσμευση της περιουσίας τους.

7. Η επίδοση της απόφασης της Μονάδας στα θιγόμενα πρόσωπα γίνεται κατά το εδάφιο α'της παρ. 1 του άρθρου 155 ΚΠΔ, αμέσως μετά την ένταξη των ονομάτων τους στον κατάλογο ή τη δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων.

8. Η Μονάδα μπορεί να ανακαλέσει την απόφασή της για την ένταξη του ονόματος στον σχετικό κατάλογο ή τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε προσώπου, είτε αυτεπαγγέλτως είτε ύστερα από σχετική αίτηση του προσδιοριζόμενου στην απόφαση πραγματικού δικαιούχου ή οποιουδήποτε τρίτου έχει έννομο συμφέρον, επί της οποίας αποφαίνεται εντός δέκα (10) ημερών, αν πεισθεί ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι που επέβαλαν τη λήψη της σχετικής απόφασης.

9. Τα πρόσωπα, των οποίων η ανωτέρω αίτηση δεν έγινε δεκτή, μπορούν μέσα σε διάστημα τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης της Μονάδας, να προσφύγουν ενώπιον του ποινικού τμήματος του Αρείου Πάγου, που συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση ως συμβούλιο.

10. Το συμβούλιο του Αρείου Πάγου αποφαίνεται για την προσφυγή που ασκείται κατά την προηγούμενη παράγραφο εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, ύστερα από έγγραφη πρόταση του οικείου εισαγγελέα, που υποβάλλεται στο συμβούλιο εντός δέκα (10) ημερών από την κατάθεση της προσφυγής. Ο αιτών έχει δικαίωμα αυτοπρόσωπης εμφάνισης ενώπιον του συμβουλίου μαζί με τους συνηγόρους του για να ακουσθεί και να δώσει κάθε διευκρίνιση, καλείται δε για το σκοπό αυτόν πριν από είκοσι τέσσερις (24) τουλάχιστον ώρες.

11. Η Μονάδα μπορεί μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, να αποφασίσει εντός δέκα (10) ημερών την αποδέσμευση συγκεκριμένων ποσών, αναγκαίων για την κάλυψη των γενικότερων δαπανών διαβίωσης, συντήρησης ή λειτουργίας του, των εξόδων για τη νομική του υποστήριξη και των βασικών εξόδων για τη διατήρηση των δεσμευμένων περιουσιακών του στοιχείων. Κατά της απορριπτικής απόφασης επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Η προσφυγή εκδικάζεται κατ' απόλυτη προτεραιότητα, εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της. Η εκδιδόμενη επί της προσφυγής απόφαση υπόκειται στα προβλεπόμενα από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ένδικα μέσα, η εκδίκαση των οποίων προσδιορίζεται επίσης κατ' απόλυτη προτεραιότητα.

12. Τα ονόματα των προσώπων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο είναι δυνατόν να επανεξετάζονται και αυτεπαγγέλτως, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η διατήρησή τους στον κατάλογο είναι δικαιολογημένη.

13. Η Μονάδα ενημερώνει τις αρμόδιες Επιτροπές των Ηνωμένων Εθνών και τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνεργάζεται, υπό τον όρο της τήρησης της αρχής της αμοιβαιότητας, με τις αλλοδαπές αρχές που αιτούνται τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, για τις έρευνες και διαδικασίες, τις οποίες διεξάγουν.

14. Οι συνεδριάσεις της Μονάδας είναι μυστικές και πραγματοποιούνται σε ειδικό χώρο ασφαλείας.

15. Κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας, οι δικαστικές αρχές συνεργάζονται στενά με τη Μονάδα για να διασφαλισθεί η προστασία του διαβαθμισμένου υλικού.

16. Σε περίπτωση παραβιάσεως του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται αντίστοιχα οι κυρώσεις του άρθρου 43.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ, ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 52
Τροποποίηση του ν. 4170/2013 και άλλες διατάξεις


1. Οι εποπτικές αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε., που αφορούν στον έλεγχο των υπόχρεων προσώπων και στην επιβολή των σχετικών κυρώσεων κατά τα οριζόμενα στις περιπτ. ε', ζ', και θ' της παρ. 3 του άρθρου 6, ασκούνται από τις υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. που είναι αρμόδιες για τον φορολογικό έλεγχο των κατά περίπτωση υπόχρεων προσώπων. Ειδικά για την επιβολή των κυρώσεων της περίπτ. θ' της παρ. 4 του άρθρου 6 από τις ανωτέρω ελεγκτικές υπηρεσίες, πλην της επιβολής προστίμων και διορθωτικών μέτρων, απαιτείται και η σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή Φορολογικής Διοίκησης. Για την άσκηση των ως άνω αρμοδιοτήτων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α' 170).

2. Το άρθρο 62Α του ν. 4170/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 62Α Υποχρεώσεις σε σχέση με τα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής
1. Στις περιπτώσεις συναλλαγών με χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, όπως ενδεικτικά μέσω μεταφοράς από λογαριασμό ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking), μέσω χρήσης κάρτας πληρωμής καθώς και μέσω οποιουδήποτε άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμών, όπως ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, ηλεκτρονικό πορτοφόλι, ηλεκτρονικό χρήμα, κουπόνι, voucher, καθίσταται υποχρεωτική η ταυτοποίηση του κατόχου του. Η χρήση μη-ταυτοποιημένων ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής κατά την πραγματοποίηση συναλλαγών με οντότητες του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα δεν επιτρέπεται, λαμβανομένης υπόψη της παραγράφου 2 του παρόντος.
Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται στο σύνολο των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα με οποιαδήποτε μορφή, περιλαμβανομένων των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4261/2014 (Α'107), των ιδρυμάτων πληρωμών του ν. 3862/2010 (Α' 113), και των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος του ν. 4021/2011 (Α' 218) που είτε έχουν αδειοδοτηθεί και εδρεύουν στην Ελλάδα είτε αποτελούν αλλοδαπά Ιδρύματα κράτους μέλους του ΕΟΧ και παρέχουν υπηρεσίες στην Ελλάδα.
2. Με απόφασή του, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να εξαιρεί από την απαγόρευση χρήσης μη- ταυτοποιημένων ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής κατά την πραγματοποίηση συναλλαγών, δραστηριότητες δικαιούχων που κατηγοριοποιούνται σε συγκεκριμένους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας.
3. Απαγορεύεται ρητά η διανομή και η καθ' οιονδήποτε τρόπο διάθεση ηλεκτρονικού χρήματος, καθώς και η είσπραξη έναντι τρίτου εν γένει, με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και μετρητά, από παντός είδους οντότητες του ν. 4308/2014, που δεν αποτελούν νομίμως αδειοδοτημένους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ή αντιπροσώπους ή υποκαταστήματα αυτών, βάσει των οριζόμενων στο ν. 3862/2010 και το ν. 4021/2011. Η αντιπροσώπευση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών αφορά μόνο στα ιδρύματα πληρωμών και στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, εξαιρουμένων των πιστωτικών ιδρυμάτων, όπως προβλέπεται στον ν. 3862/2010 και ν. 4021/2011.
4. Στην περίπτωση ακύρωσης, επιστροφής, αποζημίωσης ή απόδοσης κέρδους που προκύπτει ως αποτέλεσμα μιας συναλλαγής με ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής, η πίστωση του πληρωτή διενεργείται από την οντότητα του ν. 4308/2014 υποχρεωτικά στο ίδιο ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής και δια μέσου του ιδίου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, από το οποίο πραγματοποιήθηκε η αρχική συναλλαγή.»

Άρθρο 53
Μεταβατικές διατάξεις


1. Οι κανονιστικές αποφάσεις και άλλες διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των ν. 2331/1995 και 3691/2008, παραμένουν σε ισχύ μέχρι την τροποποίηση ή κατάργησή τους, εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

2. Όπου στον παρόντα νόμο γίνεται αναφορά στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του άρθρου 7 του ν. 3691/2008 νοείται η Αρχή του άρθρου 47.

Άρθρο 54
Τροποποιούμενες -Καταργούμενες διατάξεις (άρθρο 66 της Οδηγίας 2015/849)


1. 3 Η παρ. 5 του άρθρου 8β' του κ.ν. 2190/1920 (Α' 37/30.3.1963) αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Οι ανώνυμες μετοχές εταιρειών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, καθώς και τα δικαιώματα αγοράς αυτών, μεταβιβάζονται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας. Το έγγραφο αυτό διαβιβάζεται εντός μηνός στην εταιρεία και διατηρείται στο αρχείο της για τουλάχιστον πέντε (5) έτη από την μεταβίβαση των μετοχών ή των δικαιωμάτων αγοράς αυτών.»

2. Με την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 52 (Κεφάλαια Α'-Η') και 53 παρ. 2 και 3 του ν. 3691/2008,
β) Οι αποφάσεις 37342/Β.1907 (Β' 1554/28.7.2009) του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και 12965/Β.578 (ΥΟΔΔ' 127/19.3.2012) του Υπουργού Οικονομικών,
γ) η αρ. 1077797/20542/ΔΕ-Ε/8.6.2010 κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας « Ορισμός κριτηρίων προσδιορισμού των εμπόρων αγαθών μεγάλης αξίας ως υπόχρεων προσώπων του ν. 3691/2008» (Β' 918)
δ) κάθε άλλη διάταξη νόμου, προεδρικού διατάγματος ή κανονιστικής απόφασης που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I (Παράρτημα II της Οδηγίας 2015/849)
Ενδεικτικός κατάλογος των παραγόντων και των τύπων αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου, που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 15


1. Παράγοντες κινδύνου ως προς τον πελάτη:
1) εταιρεία, της οποίας οι μετοχές είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο που λειτουργεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ή σε άλλο κράτος με νομοθεσία συμβατή προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ (L 173/12.06.2014), που διασφαλίζει επαρκή διαφάνεια ως προς τον πραγματικό δικαιούχο,
2) δημόσια αρχή ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή επιχείρηση που ανήκει κατά πλειοψηφία σε κρατικό φορέα, ή όργανο ή οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή δημόσιος διεθνής οργανισμός,
3) πελάτες που είναι κάτοικοι ή εδρεύουν σε γεωγραφικές περιοχές χαμηλότερου κινδύνου, όπως καθορίζονται στο σημείο 3.

2. Παράγοντες κινδύνου ως προς προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παροχής προϊόντων ή υπηρεσιών:
1) ασφαλιστικές συμβάσεις ζωής, όταν το ποσό των ασφαλίστρων που πρόκειται να καταβληθούν κατά τη διάρκεια ενός έτους είναι χαμηλό,
2) συμβάσεις συνταξιοδοτικής ασφάλισης, υπό τον όρο ότι οι συμβάσεις αυτές δεν περιλαμβάνουν ρήτρα εξαγοράς, ούτε μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως εγγύηση,
3) προγράμματα συνταξιοδοτικής ασφάλισης, σύμφωνα με τα οποία οι εισφορές των εργαζομένων καταβάλλονται από τις αποδοχές τους και των οποίων οι όροι δεν επιτρέπουν την εκχώρηση των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων,
4) χρηματοοικονομικά προϊόντα ή υπηρεσίες που έχουν σχεδιαστεί για να διευκολύνουν την πρόσβαση ορισμένων κατηγοριών πελατών σε περιορισμένες, κατάλληλα καθορισμένες υπηρεσίες του χρηματοπιστωτικού τομέα,
5) προϊόντα όπου οι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας περιορίζονται από άλλους παράγοντες, όπως τα χαμηλά όρια των διακινούμενων χρηματικών ποσών ή η διαφάνεια ως προς την ταυτότητα του πελάτη.

3. Γεωγραφικοί παράγοντες κινδύνου:
1) κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
2) τρίτες χώρες που έχουν αναγνωρισθεί με βάση λεπτομερείς εκθέσεις αξιολόγησης δημόσιων διεθνών οργανισμών ως χαμηλού επιπέδου διαφθοράς, οργανωμένου εγκλήματος ή άλλων εγκληματικών δραστηριοτήτων,
3) τρίτες χώρες οι οποίες, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές όπως, λεπτομερείς εκθέσεις αξιολόγησης δημόσιων διεθνών οργανισμών, έχουν θεσπίσει και εφαρμόζουν αποτελεσματικά ρυθμίσεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που συνάδουν προς τις αναθεωρημένες συστάσεις της FATF.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II (Παράρτημα III της Οδηγίας 2015/849)
Ενδεικτικός κατάλογος των παραγόντων και των τύπων αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά υψηλότερου κινδύνου, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 16


1. Παράγοντες κινδύνου ως προς τον πελάτη:
α) επιχειρηματική σχέση που αναπτύσσεται σε ασυνήθιστες περιστάσεις,
β) πελάτες που είναι κάτοικοι γεωγραφικών περιοχών υψηλότερου κινδύνου, όπως καθορίζονται στο στοιχείο 3,
γ) νομικά πρόσωπα ή οντότητες που είναι φορείς κατοχής προσωπικών περιουσιακών στοιχείων,
δ) εταιρείες που έχουν μετόχους ασκούντες καθήκοντα εξ ονόματος άλλου προσώπου ή μετοχές στον κομιστή (ανώνυμες),
ε) επιχειρήσεις έντασης μετρητών,
στ) ιδιοκτησιακή δομή εταιρείας που φαίνεται ασυνήθιστη ή υπερβολικά πολύπλοκη, δεδομένης της φύσης των δραστηριοτήτων της εταιρείας.

2. Παράγοντες κινδύνου ως προς προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παροχής προϊόντων ή υπηρεσιών:
α) ιδιωτική τραπεζική,
β) προϊόντα ή συναλλαγές που ευνοούν την ανωνυμία,
γ) επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές εξ αποστάσεως (χωρίς φυσική παρουσία των μερών), χωρίς διασφαλίσεις, όπως ηλεκτρονικές υπογραφές,
δ) πληρωμές που λαμβάνονται από τρίτους με τους οποίους δεν προκύπτει η ύπαρξη οποιασδήποτε σχέσης,
ε) νέα προϊόντα και νέες επιχειρηματικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένων νέων διαύλων παροχής προϊόντων ή υπηρεσιών, καθώς και της χρήσης νέων ή αναπτυσσόμενων τεχνολογιών.

3. Γεωγραφικοί παράγοντες κινδύνου:
α) χώρες στις οποίες έχει διαπιστωθεί σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, πέραν των σχετικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως λεπτομερείς εκθέσεις αξιολόγησης δημόσιων διεθνών οργανισμών, η έλλειψη αποτελεσματικών συστημάτων καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
β) χώρες στις οποίες έχουν διαπιστωθεί, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, όπως λεπτομερείς εκθέσεις αξιολόγησης δημόσιων διεθνών οργανισμών, υψηλά επίπεδα διαφθοράς, οργανωμένου εγκλήματος ή άλλων εγκληματικών δραστηριοτήτων,
γ) χώρες που υπόκεινται σε κυρώσεις, εμπορικό αποκλεισμό ή παρεμφερή περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών,
δ) χώρες που παρέχουν χρηματοδότηση ή υποστήριξη σε τρομοκρατικές δραστηριότητες ή που στο έδαφός τους δρουν οργανώσεις χαρακτηρισμένες ως τρομοκρατικές.

Άρθρο 55
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις.

Αριθμ. πρωτ.: ΤΑΔΚ 156/2018 Οδηγίες για λύση γάμου με συμβολαιογραφική πράξη

$
0
0

Αθήνα, 6 Φεβρουαρίου 2018
Α.Π.: ΤΑΔΚ 156/2018
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Τμήμα Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης

Ταχ. Δ/νση : Ευαγγελιστρίας 2
Ταχ. Κώδικας : 10563 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : d.adk@ypes.gr

ΕΞ.-ΕΠΕΙΓΟΝ
 
Εγκύκλιος :5/2018

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για λύση γάμου με συμβολαιογραφική πράξη.


Σχετ.: Οι διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4509/2017 (201 Α').

Σας ενημερώνουμε ότι από τις 22 Δεκεμβρίου 2017, ημερομηνία δημοσίευσης του ν.4509/2017 (201 Α') «Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ως άνω, αντικαταστάθηκαν οι διατάζεις των άρθρων 1438 και 1441 του Αστικού Κώδικα που αφορούν στην λύση του γάμου και ρυθμίζονται οι όροι και η διαδικασία δήλωσης της λύσης αυτού στα Ληξιαρχεία.

Εν όψει των ανωτέρω θέτουμε υπόψη σας τα εξής:

1. Η λύση του γάμου απαγγέλλεται είτε με αμετάκλητη δικαστική απόφαση είτε με έγγραφη συμφωνία μεταξύ των συζύγων.

2. Η έγγραφη συμφωνία μεταξύ των συζύγων για τη λύση του γάμου αποτυπώνεται σε συμβολαιογραφική πράξη, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 - 4 του άρθρου 1441 του Αστικού Κώδικα όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει.

3. Η λύση του γάμου με την έγγραφη συμφωνία μεταξύ των συζύγων επέρχεται με την κατάθεση αντιγράφου της συμβολαιογραφικής πράξης στο ληξιαρχείο όπου έχει καταχωρισθεί η σύσταση του γάμου. Δηλαδή ως ημερομηνία λύσης γάμου είναι η ημερομηνία δήλωσης και κατάθεσης στο ληξιαρχείο αντιγράφου της συμβολαιογραφικής πράξης.

Παράδειγμα: Εάν η βεβαίωση λύσης του γάμου που αναγράφεται στην συμβολαιογραφική πράξη είναι 2 Φεβρουαρίου 2018 και η κατάθεση της συμβολαιογραφική πράξης στο ληξιαρχείο γίνεται την 18η Φεβρουαρίου 2018, τότε ο γάμος λύνεται την 18η Φεβρουαρίου 2018.

4. Η κατάθεση αντιγράφου της συμβολαιογραφικής πράξης περί λύσης γάμου γίνεται μόνον στο ληξιαρχείο όπου έχει καταχωριστεί η σύσταση του γάμου, σε αντίθεση με όσα ισχύουν για την καταχώριση λύσης γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

5. Επισημαίνουμε ότι σε αυτές τις περιπτώσεις λύσης γάμου (με συμβολαιογραφικό έγγραφο) δεν τίθεται θέμα αμετακλήτου δεδομένου ότι το «αμετάκλητο» είναι δικονομική έννοια και συνεπώς αφορά μόνον τη λύση γάμου με δικαστική απόφαση.

6. Στην περίπτωση λύσης γάμου, ο οποίος έχει τελεστεί με ιερολογία της ανατολικής ορθοδόξου εκκλησίας είναι υποχρεωτική η πνευματική λύση αυτού, προκειμένου να δηλωθεί στο αρμόδιο ληξιαρχείο.

ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ - ΥΠΟΧΡΕΟΙ ΔΗΛΩΣΗΣ

• Για τη λύση του γάμου απαιτείται η προσκόμιση της συμβολαιογραφικής πράξης λύσης του γάμου.
• Σε περίπτωση που ο γάμος έχει τελεστεί με ιερολογία της ανατολικής ορθοδόξου εκκλησίας απαιτείται η προσκόμιση:
α. της συμβολαιογραφικής πράξης λύσης του γάμου και
β. της πνευματικής λύσης αυτού από την Ιερά Μητρόπολη, στην οποία ανήκει ο Ιερός Ναός όπου τελέστηκε ο γάμος, και στην οποία εμπεριέχεται η παραγγελία αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών για την λύση αυτού.
• Υπόχρεος για τη δήλωση λύσης του γάμου είναι: οι σύζυγοι ή ένας από αυτούς ή τρίτος δυνάμει ειδικού συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου.
• Για τη λύση του γάμου με συμβολαιογραφικό έγγραφο δεν υφίσταται εκπρόθεσμο δήλωσης λύσης του γάμου, δεδομένου ότι η έναρξη ισχύος της λύσης του γάμου άρχεται από την ημερομηνία δήλωσης και κατάθεσης του στο ληξιαρχείο.


Ο Γενικός Γραμματέας
Κώστας Πουλάκης


Κ.Υ.Α. αριθμ. 1506/2018 Καθορισμός τεχνικών και λειτουργικών προδιαγραφών ανέγερσης, μετατροπής και επέκτασης κέντρων Θαλασσοθεραπείας και διαδικασία χορήγησης ειδικού σήματος λειτουργίας. Ένταξη της διαδικασίας χορήγησης ειδικού σήματος λειτουργίας σε κέντρα θαλασσοθεραπείας στο σύστημα διεκπεραίωσης μέσω των κέντρων εξυπηρέτησης πολιτών (Κ.Ε.Π.) που λειτουργούν ως ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης (Ε.Κ.Ε.)

$
0
0
Αριθμ. 1506/26-01-2018

(ΦΕΚ Β' 356/07-02-2018)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ - ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Έχοντας υπόψη:

1. Το ν. 3844/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2006/123 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα τα άρθρα 6,9 και 14 αυτού (Α' 63).

2. Το ν. 4276/2014 (Α' 155) «Απλούστευση διαδικασιών λειτουργίας τουριστικών επιχειρήσεων και τουριστικών υποδομών, ειδικές μορφές τουρισμού και άλλες διατάξεις» και συγκεκριμένα το άρθρο 1 αυτού, παράγραφος 3

3. Το ν. 3498/2006 (Α' 230) «Ανάπτυξη ιαματικού τουρισμού και άλλες διατάξεις», και ειδικότερα τα άρθρα 16 και 17 αυτού.

4. Το ν. 4002/2011 (Α' 180) «Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου-Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση-Θέματα αρμοδιότητας Υπ. Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων», και ειδικότερα το άρθρο 12 αυτού περί σύστασης Ειδικής Υπηρεσίας Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων (ΕΥΠΑΤΕ) στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού.

5. Την υπ' αριθμ. 2356/24.11.1995 απόφαση Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ. Έργων και Τουρισμού «Προδιαγραφές Κέντρων Θαλασσοθεραπείας για την υπαγωγή τους στο καθεστώς των κινήτρων του ν. 1892/1990, όπως ισχύει» (Β' 986).

6. Την υπ' αριθμ. Τ/2364/26.06.1997 υπουργική απόφαση «Προϋποθέσεις έκδοσης χορήγησης ειδικού σήματος λειτουργίας σε επιχειρήσεις κέντρων θαλασσοθεραπείας» (Β' 551), όπως ισχύει.

7. Την υπ' αριθμ. 9833/26.05.2009 απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης «Καθορισμός των όρων και των προϋποθέσεων λειτουργίας των Μονάδων Ιαματικής Θεραπείας, των Κέντρων Ιαματικού Τουρισμού και των Κέντρων Θαλασσοθεραπείας, καθώς και των οικονομικών επιβαρύνσεων, της διαδικασίας και των απαραίτητων δικαιολογητικών για την απόκτηση του ειδικού σήματος λειτουργίας τους» (Β'1055), όπως ισχύει.

8. Την υπ' αριθμ. 14759/9.11.2011 κοινή υπουργική απόφαση «Απλούστευση της διαδικασίας χορήγησης Ειδικού Σήματος Λειτουργίας σε Μονάδες Ιαματικής Θεραπείας, Κέντρα Ιαματικού Τουρισμού και Κέντρα Θαλασσοθεραπείας. Ένταξη της διαδικασίας στα Ενιαία Κέντρα Εξυπηρέτησης (Ε.Κ.Ε.) σε εκτέλεση των διατάξεων του ν. 3844/2010 (ΦΕΚ 63/Α')» (Β' 2657), όπως ισχύει.

9. Την παράγραφο 1 του άρθρου 31 του ν. 3013/2002 «Αναβάθμιση της πολιτικής προστασίας και άλλες διατάξεις» (Α' 102), όπως ισχύει.

10. Το άρθρο 8 του ν. 3242/2004 «Ρυθμίσεις για την οργάνωση και λειτουργία της Κυβέρνησης, τη διοικητική διαδικασία και τους Ο.Τ.Α.» (Α' 102).

11. Το ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α' 34), όπως ισχύει.

12. Τη με αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Α1/18368/01-10-2002 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Διοίκησης και Αποκέντρωσης «Καθορισμός του τύπου και του περιεχομένου της Υπεύθυνης Δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α' 75)» (Β' 1276).

13. Το άρθρο 12 του ν. 4325/2015 (Α' 47) «Εκδημοκρατισμός της Διοίκησης -Καταπολέμηση Γραφειοκρατίας και Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση. Αποκατάσταση αδικιών και άλλες διατάξεις.».

14. Τη με αριθ. ΥΑΠ/Φ. 19. 7/14/380/2010 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για την οργάνωση, λειτουργία και αρμοδιότητες των Ενιαίων Κέντρων Εξυπηρέτησης (ΕΚΕ) και την ηλεκτρονική διεκπεραίωση διαδικασιών από τα ΕΚΕ (Β' 1561), όπως ισχύει.

15. Το π.δ. 127/2017 (Α' 157) «Οργανισμός Υπουργείου Τουρισμού».

16. Το Π.Δ.142/2017 (ΦΕΚ Α'181) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

17. Το π.δ. 123/2016 (Α' 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων», όπως ισχύει.

18. Το π.δ. 73/2015 (ΦΕΚ 116 Α') «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

19. Το. π.δ. 125/2016 (Α' 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

20. Το ν. 3861/2010 (Α' 112) «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο «Πρόγραμμα Διαύγεια» και λοιπές διατάξεις».

21. Το άρθρο 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α' 98).

22. Το π.δ. 133/2017 (Α'161) «Οργανισμός του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης».

23. Το άρθρο 1 του ν. 4250/2014 (Α' 74) «Διοικητικές Απλουστεύσεις - Καταργήσεις, Συγχωνεύσεις Νομικών Προσώπων και Υπηρεσιών του Δημοσίου Τομέα -Τροποποίηση Διατάξεων του π.δ. 318/1992 (Α' 161) και λοιπές ρυθμίσεις».

24. Το άρθρο 10 του ν. 3230/2004 (Α' 44) «Καθιέρωση συστήματος διοίκησης με στόχους, μέτρηση της αποδοτικότητας και άλλες διατάξεις».

25. Το άρθρο 3 του ν. 2690/1999 (Α' 45) «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.

26. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη στον κρατικό προϋπολογισμό,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1


1. ΣΤΟΧΟΙ
Οι τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές των Κέντρων Θαλασσοθεραπείας διασφαλίζουν:
1.1 Τη χωροθέτηση των Κέντρων Θαλασσοθεραπείας με κριτήριο την κάλυψη και στήριξή τους από πλευράς γενικής υποδομής, καθώς και ειδικής τουριστικής υποδομής και ανωδομής.
1.2 Την άρτια διάταξη και διαμόρφωση των χώρων τους για την κάλυψη των αναγκών των σύγχρονων συστημάτων θαλασσοθεραπείας, με μέτρο αναλογικότητας κέντρα θαλασσοθεραπείας με δυναμικότητα 100 ατόμων ημερησίως με δεκάωρη (10) λειτουργία.
1.3 Την ασφάλεια των χρηστών, όσο και του απασχολούμενου στις υπηρεσίες των Κ.Θ. προσωπικού.

2. ΓΕΝΙΚΑ
2.1 Ορισμός
Κέντρα Θαλασσοθεραπείας είναι εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής, κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν.4276/2014, με ειδικό εξοπλισμό, στις οποίες γίνεται χρήση θερμαινόμενου θαλασσινού νερού, άμμου, λάσπης ή ηφαιστειακών λίθων, φυκιών και άλλων θαλάσσιων ουσιών για λόγους υγείας, προληπτικούς ή θεραπευτικούς, υπό ιατρική παρακολούθηση και σε συνδυασμό με το θαλάσσιο περιβάλλον.
2.2 Χαρακτηριστικά
α. Τα Κέντρα Θαλασσοθεραπείας ιδρύονται είτε αυτοτελώς είτε σε συνδυασμό με νέα ή λειτουργούντα κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα της παραγράφου 2.α. του άρθρου 1 του ν. 4276/2014, κατηγορίας 4 και 5 αστέρων.
β. Προϋποθέσεις για την ανέγερση Κέντρου Θαλασσοθεραπείας είναι το συμβατό με τον σκοπό και τη λειτουργία του θαλάσσιο περιβάλλον από την περιοχή του οποίου εξασφαλίζεται η χωρίς αλλοιώσεις μεταφορά του θαλασσινού νερού.
γ. Τα Κέντρα Θαλασσοθεραπείας δύνανται να συνοδεύονται από αθλητικές εγκαταστάσεις, τηρώντας τις εκάστοτε προβλεπόμενες προδιαγραφές.

Άρθρο 2
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΚΕΝΤΡΩΝ ΘΑΛΑΣΣΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΥΠΟ ΑΝΕΓΕΡΣΗ, ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ 'Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ


1. Α' στάδιο: Καταλληλότητα οικοπέδου/γηπέδου και απαιτούμενα δικαιολογητικά.
α. Στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης του έργου, η Ειδική Υπηρεσία Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων (ΕΥΠΑΤΕ) γνωμοδοτεί ως προς την καταλληλότητα του οικοπέδου/γηπέδου στο οποίο θα ανεγερθεί το Κέντρο Θαλασσοθεραπείας στην αρμόδια για την έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) περιβαλλοντική αρχή του Κεφαλαίου Α' του ν. 4014/2011 (Α' 209).
β. Η γνωμοδότηση εκδίδεται για το σύνολο της έκτασης, ανεξαρτήτως αν σε αυτήν περιλαμβάνονται τμήματα που υπάγονται σε ειδικά καθεστώτα προστασίας, για τα οποία εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που τα διέπουν.
γ. Η γνωμοδότηση για την καταλληλότητα του οικοπέδου/γηπέδου εκδίδεται στο όνομα του φορέα διαχείρισης του Κέντρου Θαλασσοθεραπείας.
1.1. Όροι καταλληλότητας οικοπέδου/γηπέδου για την ανέγερση κέντρου θαλασσοθεραπείας.
1.1.1. Τα Κέντρα Θαλασσοθεραπείας κατασκευάζονται σύμφωνα με τις επιτρεπόμενες χρήσεις και τους όρους και περιορισμούς δόμησης που καθορίζονται για την περιοχή από τις γενικές και ειδικές πολεοδομικές και κτιριοδομικές διατάξεις.
1.1.2. Το Κέντρο Θαλασσοθεραπείας ανεγείρεται από ένα φορέα διαχείρισης σε οικόπεδο ή γήπεδο που ανήκει σε έναν ή περισσότερους ιδιοκτήτες εξ αδιαιρέτου. Ο φορέας διαχείρισης δύναται να είναι κύριος ή μισθωτής ή υπομισθωτής του οικοπέδου/γηπέδου ή να έλκει δικαιώματα επ' αυτού δυνάμει άλλης σύμβασης. Σε περίπτωση μίσθωσης ή υπομίσθωσης όλου ή τμήματος της έκτασης, η συμφωνηθείσα από τους συμβαλλόμενους διάρκεια της σύμβασης δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ετών. Σε περίπτωση εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας, δεν εκδίδεται γνωμοδότηση για καταλληλότητα οικοπέδου/γηπέδου χωρίς τη δηλωμένη συναίνεση του συνόλου των εξ αδιαιρέτου συγκυρίων.
1.1.3. α. Η προσπέλαση στα Κέντρα Θαλασσοθεραπείας, η οποία βεβαιώνεται και αποτυπώνεται στο τοπογραφικό διάγραμμα της υποπαραγράφου 1.2.1.α του παρόντος άρθρου, είναι δυνατή από αναγνωρισμένη ως κοινόχρηστη ή από ιδιωτική οδό ή από μη αναγνωρισμένη αγροτική οδό πλάτους τουλάχιστον 3,5 μέτρων ή δια δουλείας διόδου συσταθείσας με μεταγεγραμμένη συμβολαιογραφική πράξη.
1.1.3.β. Εάν το οικόπεδο/γήπεδο είναι προσπελάσιμο μόνο από τη θάλασσα, ο φορέας διαχείρισης της παραγράφου 1.1.2 προτείνει την κατασκευή, εφ' όσον αυτό επιτρέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, του λιμενικού έργου που απαιτείται για τη θαλάσσια προσπέλαση.
1.1.3. γ. Εάν δεν επιτρέπεται η κυκλοφορία αυτοκινήτων στην περιοχή που βρίσκεται το οικόπεδο/γήπεδο και αυτό βεβαιώνεται από τον οικείο Ο.Τ.Α. ή την οικεία πολεοδομική υπηρεσία ή εάν το οικόπεδο/γήπεδο (Κέντρο Θαλασσοθεραπείας) βρίσκεται εντός παραδοσιακού οικισμού ή ιστορικού κέντρου πόλης, το πλάτος της οδού προσπέλασης μπορεί να είναι μικρότερο από 3,50 μέτρα (γίνεται δεκτό ως έχει το υφιστάμενο πλάτος της οδού).
1.1.4. Κέντρο Θαλασσοθεραπείας δεν ανεγείρεται σε οικόπεδο/γήπεδο με εγκαταστάσεις και δραστηριότητες μέσης και/ ή υψηλής όχλησης, όπως αυτές ορίζονται στις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις.
1.2. Δικαιολογητικά καταλληλότητας οικοπέδου/γηπέδου για την ανέγερση κέντρου θαλασσοθεραπείας.
1.2.1. Για τη γνωμοδότηση της ΕΥΠΑΤΕ στο πλαίσιο έκδοσης ΑΕΠΟ, υποβάλλεται από το φορέα διαχείρισης της παραγράφου 1.1.2 του παρόντος άρθρου αίτηση συνοδευόμενη από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α. Τοπογραφικό διάγραμμα του οικοπέδου/γηπέδου εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων σε κλίμακα 1:1.000 ή άλλη κατάλληλη κλίμακα, θεωρημένο από την υπηρεσία δόμησης του οικείου Δήμου ή συνοδευόμενο από υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου μηχανικού σύμφωνα με τα επαγγελματικά του δικαιώματα για την ακρίβεια των κατωτέρω, στο οποίο αποτυπώνονται:
- οι διαστάσεις, το εμβαδόν και τα όρια του οικοπέδου/ γηπέδου,
- τυχόν νομίμως υφιστάμενα κτίσματα, τα οποία διευκρινίζεται αν πρόκειται να διατηρηθούν συνυπολογιζόμενα στο συντελεστή δόμησης ή να κατεδαφιστούν,
- το οικοδομήσιμο τμήμα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,
- ο τρόπος προσπέλασης στο οικόπεδο/γήπεδο
- η απόσταση από τη γραμμή αιγιαλού,
- οι τίτλοι ιδιοκτησίας ή η μισθωτική ή άλλη σύμβαση δυνάμει της οποίας ο φορέας διαχείρισης έλκει δικαιώματα επί του οικοπέδου/ γηπέδου,
- οι όροι δόμησης και το σχετικό διάταγμα, στις περιπτώσεις που αυτό έχει εκδοθεί.
β. Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 του φορέα διαχείρισης, στην οποία δηλώνεται ότι είναι κύριος του οικοπέδου/γηπέδου που απεικονίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα. Σε περίπτωση περισσότερων εξ αδιαιρέτου συγκυρίων υποβάλλονται είτε μεμονωμένες δηλώσεις, είτε κοινή δήλωση υπογεγραμμένη από όλους. Ο κάθε συγκύριος δηλώνει το ποσοστό συγκυριότητας του και το άθροισμα των ποσοστών καλύπτει το 100% της κυριότητας του οικοπέδου/γηπέδου. Εάν ο φορέας διαχείρισης δεν είναι κύριος του οικοπέδου/ γηπέδου, υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση στην οποία βεβαιώνεται το είδος του δικαιώματος που ασκεί επί του οικοπέδου/γηπέδου που απεικονίζεται στο προσκομιζόμενο τοπογραφικό διάγραμμα. Επίσης δηλώνεται τόσο από τον κύριο ή τους συγκυρίους, εφ' όσον πρόκειται για εξ αδιαιρέτου συγκυριότητα, όσο και από το φορέα διαχείρισης, εάν αυτός διαφέρει από τον κύριο, ότι το οικόπεδο/γήπεδο δεσμεύεται στο σύνολό του για την ανέγερση κέντρου θαλασσοθεραπείας.
γ. Τοπογραφικό διάγραμμα της ευρύτερης περιοχής εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων (ΕΓΣΑ 87) σε κλίμακα 1:5.000 ή άλλη κατάλληλη κλίμακα, υπογεγραμμένο από αρμόδιο μηχανικό σύμφωνα με τα επαγγελματικά του δικαιώματα στο οποίο θα αποτυπώνονται ο αιγιαλός, τα όρια της ιδιοκτησίας και οι όμορες σε αυτήν ιδιοκτησίες, ο δρόμος προσπέλασης και το πλάτος του και ο συσχετισμός του γηπέδου με κοινόχρηστους χώρους (εκκλησίες, πλατείες κ.λπ.). Επίσης, αναγράφεται η χιλιομετρική απόσταση από τον πλησιέστερο δήμο ή οικισμό, σε περίπτωση που το οικόπεδο/ γήπεδο βρίσκεται εκτός σχεδίου πόλεως.
δ. Τεχνική έκθεση υπογεγραμμένη από μηχανικό σύμφωνα με τα επαγγελματικά του δικαιώματα που περιλαμβάνει:
- Θέση γηπέδου-περιγραφή υπάρχουσας κατάστασης του γηπέδου. Αναφέρεται ο Δήμος στα διοικητικά όρια του οποίου υπάγεται το γήπεδο, η ιδιαίτερη ονομασία της τοποθεσίας, η χιλιομετρική απόσταση από σταθερά σημεία (π.χ. οδοί, γέφυρες κ.λπ.), - καθώς και από τους πλησιέστερους δήμους/οικισμούς. Επίσης, γίνεται αναφορά σε τυχόν υφιστάμενα εντός του γηπέδου κτίσματα, στην πρόθεση διατήρησης ή κατεδάφισής τους κ.λπ.
- Έκταση του οικοπέδου/γηπέδου σε τ.μ.
- Έκθεση υπάρχουσας υποδομής
- Προσπέλαση: Αναφέρεται ο δρόμος προσπέλασης, ο χαρακτηρισμός (εθνικός, επαρχιακός, δημοτικός, αγροτικός) και το πλάτος του. Επίσης αναγράφεται η απόσταση του γηπέδου από την κύρια οδική αρτηρία.
- Δυνατότητα ηλεκτροδότησης: Αναφέρεται, αν υπάρχει, διερχόμενο ηλεκτρικό δίκτυο χαμηλής τάσης ή σε ποια απόσταση βρίσκεται ο πλησιέστερος υποσταθμός της ΔΕΗ. Αν δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις αυτές, αναφέρεται ο τρόπος ηλεκτροδότησης της μονάδας.
- Δυνατότητα ύδρευσης: Αναφέρονται οι δυνατότητες ύδρευσης της μονάδας για την κάλυψη του συνόλου των αναγκών (πόσιμο νερό, νερό πισίνας, ντους κ.λπ.). Επίσης αναφέρεται ο τρόπος μεταφοράς του θαλάσσιου πόρου στη μονάδα με τον οποίο διασφαλίζεται η μη αλλοίωση του.
- Περιγραφή παραλίας: Αναφέρονται η απόσταση του γηπέδου από την ακτή και ο τρόπος προσπέλασης, αν παρεμβάλλεται η ιδιοκτησία τρίτου μεταξύ του γηπέδου και της παραλίας και το πλάτος της παραλίας.
- Περιγραφή του τρόπου και του ειδικού εξοπλισμού μεταφοράς του θαλασσινού ρευστού (π.χ. σωληνώσεις, υλικά σωληνώσεων κ.λπ.).
ε. Βεβαίωση από εργαστήρια (δημόσια, ιδιωτικά ή εργαστήρια ΑΕΙ σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία) σχετικά με τα χαρακτηριστικά του θαλάσσιου ύδατος προς χρήση για το συγκεκριμένο Κέντρο Θαλασσοθεραπείας. Τα χαρακτηριστικά του ύδατος πληρούν τις εξής προδιαγραφές:
- Η περιεκτικότητα του θαλάσσιου ύδατος σε αλάτι δεν μπορεί να διαφέρει σε ποσοστό μεγαλύτερο του 2% της αντίστοιχης τιμής του ύδατος της ανοικτής θάλασσας (σημείο αναφοράς).
- Το χρησιμοποιούμενο θαλάσσιο ύδωρ δεν μπορεί να παρουσιάζει ίχνη υδρογονανθράκων (πίσσας ή άλλων τοξικών προϊόντων).
- Η περιεκτικότητα του θαλάσσιου ύδατος σε ραδιενέργεια δεν μπορεί να είναι εκτός φυσιολογικών ορίων. (Το σημείο λήψης να είναι περίπου 5 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και πάνω από τα θαλάσσια ρεύματα).
- Χαμηλή περιεκτικότητα σε μικρόβια και υδάτινους μικροοργανισμούς. Η ανάλυση αυτή περιλαμβάνει και μία ποσοτική και ποιοτική ανάλυση του πλαγκτόν σε μια ζώνη100μ. από το προβλεπόμενο σημείο λήψης και στο ίδιο βάθος.
- Η ποιότητα του νερού πρέπει να είναι σύμφωνη με την ισχύουσα νομοθεσία και τις διατάξεις ποιότητας των υδάτων κολύμβησης (Οδηγία 2006/7/ΕΚ «σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της Οδηγίας 76/160/ΕΚ», η οποία έχει ενσωματωθεί στο Εθνικό Δίκαιο με την υπ' αριθμ. 8600/416/Ε103/23-2-2009 κοινή υπουργική απόφαση - Β' 356).
Οι ως άνω αναλύσεις εμφανίζουν τα αποτελέσματα δύο μετρήσεων, μία κατά την υγρή και μία κατά την ξηρή περίοδο σε διάστημα ενός υδρολογικού έτους.
στ. Βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας για τον τρόπο ύδρευσης της μονάδας, ως ακολούθως:
- Εφ' όσον υδρεύεται από το δίκτυο της πόλης ή του οικισμού, βεβαιώνεται ότι υπάρχει δυνατότητα παροχής συγκεκριμένου αριθμού λίτρων νερού ημερήσια (160 It/ άτομο ημερησίως).
- Εφ' όσον η ύδρευση γίνεται από γεώτρηση προσκομίζεται άδεια της χρήσης νερού γεώτρησης (π.δ. 256/1989, Α' 121). Εφ' όσον η ύδρευση γίνεται από γεώτρηση ή με άλλο τρόπο, προσκομίζεται βεβαίωση για την καταλληλότητα του νερού, πόσιμου ή μη από το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.) ή από άλλο φορέα σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία και τις ισχύουσες διατάξεις.
1.2.2. Σε περίπτωση μετατροπής υπάρχουσας ή υπό ανέγερσης οικοδομής σε Κέντρο Θαλασσοθεραπείας ή επέκτασης υφιστάμενου Κέντρου Θαλασσοθεραπείας, υποβάλλονται εκτός των ανωτέρω δικαιολογητικών τα εξής:
α. Βεβαίωση της αρμόδιας Υπηρεσίας Δόμησης για την κατασκευή/μετατροπή του υπάρχοντος ή του υπό ανέγερση κτίσματος σύμφωνα με τις γενικές και ειδικές για την περιοχή πολεοδομικές διατάξεις, για τη δυνατότητα αλλαγής της αρχικής χρήσης σε τουριστική και για τη στατική επάρκεια του κτίσματος όσον αφορά τη νέα χρήση.
β. Αν υπάρχει αυθαίρετη οικοδομή ή αυθαίρετο τμήμα αυτής προσκομίζονται οι πράξεις διατήρησης ή τακτοποίησης αυτών.
γ. Αντίγραφα της άδειας δόμησης ή οικοδομικής άδειας και των αντίστοιχων σχεδίων.
1.2.3. Σε περίπτωση αλλαγής του φορέα διαχείρισης του οικοπέδου/γηπέδου για το οποίο έχει εκδοθεί γνωμοδότηση καταλληλότητας για την ανέγερση Κέντρου Θαλασσοθεραπείας, υποβάλλεται το δικαιολογητικό της παραγράφου 1.2.1.β'. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται εκ νέου γνωμοδότηση για την καταλληλότητα.
1.2.4. Σε όλες τις περιπτώσεις ανέγερσης, μετατροπής ή επέκτασης Κέντρων Θαλασσοθεραπείας, προηγείται της γνωμοδότησης της ΕΥΠΑΤΕ και της εκτέλεσης οποιωνδήποτε εργασιών ο καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11 του ν. 4281/2014 (Α' 160), όπως ισχύει.

2. Β' στάδιο: Χορήγηση άδειας δόμησης
2.1. Για τη χορήγηση της άδειας δόμησης απαιτείται προηγούμενη χορήγηση έγκρισης δόμησης από την Υπηρεσία Δόμησης του οικείου δήμου. Η ως άνω έγκριση χορηγείται με αίτηση του ενδιαφερόμενου μέσω του Πολεοδομικού Γραφείου της Ειδικής Υπηρεσίας Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων (ΕΥΠΑΤΕ) και συνοδεύεται από τα κατά νόμο προβλεπόμενα δικαιολογητικά (κοινή υπουργική απόφαση 7533/13.02.2012, Β' 251, όπως ισχύει).
2.2. Η άδεια δόμησης χορηγείται από την ΕΥΠΑΤΕ σύμφωνα με τις διαδικασίες του ν. 4067/2012 (Α' 99), όπως ισχύει, ύστερα από αίτηση του φορέα διαχείρισης ή του νόμιμου εκπροσώπου της επιχείρησης του κέντρου θαλασσοθεραπείας, που συνοδεύεται από τα απαραίτητα δικαιολογητικά, δηλώσεις και μελέτες, σύμφωνα με την κείμενη πολεοδομική νομοθεσία.

3. Γ' στάδιο: Έκδοση Ειδικού Σήματος Λειτουργίας
3.1. Τα Κέντρα Θαλασσοθεραπείας λειτουργούν με Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.), που εκδίδεται από την Ειδική Υπηρεσία Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων (ΕΥΠΑΤΕ) του άρθρου 12 του ν. 4002/2011, μετά την ολοκλήρωση της αδειοδοτικής διαδικασίας των σταδίων Α' και Β' του παρόντος άρθρου που περιλαμβάνει επιμέρους στάδια και εγκρίσεις, και την αποπεράτωση της κατασκευής του έργου.
3.2. Η διαδικασία χορήγησης Ειδικού Σήματος Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.) σε Κέντρα Θαλασσοθεραπείας μπορεί να διεκπεραιώνεται, πέραν των αρμόδιων υπηρεσιών τουρισμού, και μέσω των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) που λειτουργούν ως Ενιαία Κέντρα Εξυπηρέτησης (Ε.Κ.Ε.) και ηλεκτρονικά μέσω του δικτύου eugo (για τα ελληνικά ΕΚΕ μέσω της διεύθυνσης http:// www.ermis.gov.gr). Για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας συμπληρώνεται ειδικό έντυπο αίτησης, σύμφωνα με το Υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στην παρούσα απόφαση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής. Το ειδικό έντυπο αίτησης του Παραρτήματος της απόφασης αυτής χρησιμοποιείται και για την υποβολή της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία τουρισμού.
3.3. Το Ε.Σ.Λ. χορηγείται εφάπαξ με τους όρους ότι α) καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της επιχείρησης εφαρμόζεται ο Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας του Κεφαλαίου Α' και τα σχετικά με Κέντρα Θαλασσοθεραπείας άρθρα του Κεφαλαίου Γ της υπ' αριθμ. 9833/26.05.2009 απόφασης του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης «Καθορισμός των όρων και των προϋποθέσεων λειτουργίας των Μονάδων Ιαματικής Θεραπείας, των Κέντρων Ιαματικού Τουρισμού και των Κέντρων Θαλασσοθεραπείας, καθώς και των οικονομικών επιβαρύνσεων, της διαδικασίας και των απαραίτητων δικαιολογητικών για την απόκτηση του ειδικού σήματος λειτουργίας τους» (Β' 1055), όπως ισχύει και β) τα δικαιολογητικά των οποίων η ισχύς λήγει αντικαθίστανται υποχρεωτικά προ της λήξης τους, άλλως το Ε.Σ.Λ. αναστέλλεται αυτοδίκαια.
3.4. Οποιαδήποτε αλλαγή στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διαχειρίζεται το Κέντρο θαλασσοθεραπείας συνεπάγεται έκδοση νέου Ε.Σ.Λ. με μόνη την υποβολή των δικαιολογητικών α, β, θ' και ιγ' της υποπαραγράφου 3.5 της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Το δικαιολογητικό γ' της υποπαραγράφου 3.5. της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου ανανεώνεται ανά πενταετία.
3.5. Για τη χορήγηση του Ε.Σ.Λ. υποβάλλονται τα κάτωθι δικαιολογητικά:
α) Αίτηση-Δήλωση, σύμφωνα με το Υπόδειγμα που προσαρτάται και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης αυτής, η οποία επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 1599/1986, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία του αιτούντος φυσικού ή νομικού προσώπου, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) και η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) στην οποία υπάγεται. Στην ίδια αίτηση δηλώνεται και ο προς έγκριση διακριτικός τίτλος του Κέντρου Θαλασσοθεραπείας.
β) Τίτλοι ιδιοκτησίας ή συμφωνητικό μίσθωσης, εφ' όσον πρόκειται για μισθωμένη επιχείρηση.
γ) Αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του αιτούντα (εκπρόσωπο του φορέα διαχείρισης ή μισθωτή), από το οποίο να προκύπτει ότι ο αιτών δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για κακούργημα. Το δικαιολογητικό αναζητείται υπηρεσιακά εφ' όσον εκδίδεται από ημεδαπή αρχή. Φυσικά πρόσωπα που έχουν την ιθαγένεια άλλου κράτους υποβάλλουν ισοδύναμο έγγραφο που έχει εκδοθεί από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους-μέλους με το οποίο βεβαιώνεται η μη καταδίκη για τα ανωτέρω αδικήματα. Αν στη χώρα καταγωγής ή προέλευσης δεν προβλέπεται η έκδοση εγγράφου ισοδύναμου προς το απόσπασμα ποινικού μητρώου, τούτο είναι δυνατόν να αντικατασταθεί από ένορκη βεβαίωση ή, για τα κράτη που δεν υφίσταται τέτοια, από υπεύθυνη δήλωση, η οποία υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής ή κατά περίπτωση ενώπιον συμβολαιογράφου της χώρας καταγωγής ή προέλευσης, οι οποίοι χορηγούν βεβαίωση περί παροχής της ένορκης βεβαίωσης ή της υπεύθυνης δήλωσης. Το αντίγραφο του ποινικού μητρώου γενικής χρήσης, καθώς και τα ανωτέρω έγγραφα υποβάλλονται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία έκδοσής τους. δ) Βεβαίωση μηχανικού, συμφωνά με τα επαγγελματικά του δικαιώματα:
- για την καλή λειτουργία του αποχετευτικού συστήματος, για την υγιεινή διάθεση των λυμάτων των χώρων υγιεινής ή βεβαίωση του οικείου Ο.Τ.Α. ότι το Κέντρο Θαλασσοθεραπείας είναι συνδεδεμένο με το αποχετευτικό δίκτυο του Δήμου, και
- για την καλή λειτουργία του συστήματος επεξεργασίας του θαλασσινού νερού προ της διάθεσης των λυμάτων.
ε) Πιστοποιητικό ή βεβαίωση μικροβιολογικού ελέγχου του θαλασσινού νερού του οποίου γίνεται χρήση, το οποίο εκδίδεται από την Υγειονομική Υπηρεσία της οικείας Περιφερειακής Ενότητας ή από εργαστήρια σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία μετά τη διενέργεια ελέγχων και δειγματοληψιών, σύμφωνα με τις ισχύουσες υγειονομικές διατάξεις για τα νερά κολύμβησης. (Οδηγία 2006/7/ΕΚ' «σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της Οδηγίας 76/160/ΕΚ», η οποία έχει ενσωματωθεί στο Εθνικό Δίκαιο με την υπ' αριθμ. 8600/416/Ε103/23-2-2009 κοινή υπουργική απόφαση - Β' 356). Ο μικροβιολογικός έλεγχος διενεργείται το αργότερο ένα μήνα πριν από την έκδοση του πιστοποιητικού ή της βεβαίωσης.
στ) Έγγραφο κρατικού ή άλλου εργαστηρίου σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία με το οποίο θα πιστοποιείται ότι η περιεκτικότητα του θαλασσινού νερού που θα χρησιμοποιηθεί δε διαφέρει σε αλάτι σε ποσοστό μεγαλύτερο του 2% της αντίστοιχης του νερού ανοικτής θαλάσσης (σημείο αναφοράς), δηλαδή ότι η περιεκτικότητά του σε χλωριόντα είναι μεταξύ 17 και 23, ότι το νερό αυτό δεν περιέχει υδρογονάναθρακες πετρελαϊκής προέλευσης σε συγκέντρωση μεγαλύτερη από 0,5 mg/Ι (εκπεφρασμένους ως χρυσένιο) και ότι η περιεκτικότητά του σε ραδιενέργεια είναι εντός των φυσικών ορίων. Ο προσδιορισμός των υδρογονανθράκων γίνεται με τη φθορισμομετρική μέθοδο. Το σημείο λήψης είναι περίπου 5 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και πάνω από τα θαλάσσια ρεύματα. Οι αναλύσεις συμπληρώνονται ανά πενταετία με ποσοτική και ποιοτική ανάλυση του πλαγκτόν σε ζώνη 100 μέτρων από το προβλεπόμενο σημείο λήψης.
ζ) Πιστοποιητικό καταλληλότητας σχετικά με την ακτινοπροστασία. Το πιστοποιητικό εκδίδεται από την Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ) με βάση ραδιολογική μελέτη, η οποία εκπονείται είτε από την ΕΕΑΕ είτε από εξουσιοδοτημένο από αυτήν φορέα.
η) Πιστοποιητικό πυρασφάλειας για το σύνολο της εγκατάστασης που εκδίδεται από την οικεία Πυροσβεστική Υπηρεσία.
θ) Υπεύθυνη δήλωση του φορέα διαχείρισης ή του επιχειρηματία, εφ' όσον πρόκειται για μισθωμένη επιχείρηση, ότι πληρούνται οι υγειονομικές προδιαγραφές της ισχύουσας νομοθεσίας.
ι) Πιστοποιητικό ηλεκτρολόγου που βεβαιώνει την καλή λειτουργία της ηλεκτροδότησης του Κέντρου Θαλασσοθεραπείας.
ια) Άδεια δόμησης για το σύνολο των εγκαταστάσεων της επιχείρησης, συνοδευόμενη από αρχιτεκτονικά και ηλεκτρομηχανολογικά σχέδια.
ιβ) Υπεύθυνη δήλωση του φορέα διαχείρισης ή του μισθωτή της επιχείρησης με συνημμένο αποδεικτικό έγγραφο ότι έχει κατατεθεί η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) για την Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων του Κέντρου Θαλασσοθεραπείας στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να προσκομίσει την Έγκριση των Περιβαλλοντικών Όρων εντός πέντε (5) ετών από την κατάθεση της σχετικής υπεύθυνης δήλωσης, άλλως το Ε.Σ.Λ. ανακαλείται.
ιγ) Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 του φορέα διαχείρισης ή του μισθωτή της επιχείρησης στην οποία αναφέρεται το ονοματεπώνυμο και η ειδικότητα του υπεύθυνου ιατρού και του αναπληρωτή του και ο αριθμός Μητρώου τους στον οικείο ιατρικό σύλλογο.
ιδ) Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας της επιχείρησης.
ιε) Απόδειξη κατάθεσης παραβόλου ύψους 400,00 € εφάπαξ. Το ως άνω παράβολο κατατίθεται υπέρ Ελληνικού Δημοσίου σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ. στον Κ.Α.Ε. 3741.
ιστ) Υπεύθυνη Δήλωση του φορέα διαχείρισης ή του μισθωτή της επιχείρησης ότι πληρούνται οι τεχνικές και- λειτουργικές προδιαγραφές του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης.
3.6. Όταν η επιχείρηση ασκείται από νομικό πρόσωπο, τα ανωτέρω δικαιολογητικά υποβάλλονται από το νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης. Επίσης υποβάλλονται ως δικαιολογητικά και τα έγγραφα, που αποδεικνύουν τη νόμιμη σύσταση και λειτουργία του νομικού προσώπου.
3.7. Το Ε.Σ.Λ. είναι αόριστης διάρκειας. Τα δικαιολογητικά των οποίων η ισχύς λήγει αντικαθίστανται προ της λήξης τους, άλλως η ισχύς του Ε.Σ.Λ. αναστέλλεται αυτοδίκαια και το Κέντρο Θαλασσοθεραπείας σφραγίζεται με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού. Το Ε.Σ.Λ. επαναχορηγείται όταν υποβληθούν προσηκόντως τα δικαιολογητικά που έληξαν.
3.8. Σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης των διατάξεων της παρούσας κοινής υπουργικής απόφασης ή παράβασης της κείμενης τουριστικής νομοθεσίας επιβάλλεται από τον Προϊστάμενο της οικείας Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού χρηματικό πρόστιμο από 500,00 € έως 5.000,00 € ευρώ, ή/και σφράγιση του κέντρου θαλασσοθεραπείας.
3.9. Κατά των αποφάσεων επιβολής χρηματικού προστίμου και σφράγισης χωρεί προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής Προσφυγών του άρθρου 4 παρ. 6 του ν. 3270/2004, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
3.10. Για οποιαδήποτε μεταβολή που συνεπάγεται τροποποίηση του Ε.Σ.Λ. απαιτείται η υποβολή των αντίστοιχων δικαιολογητικών. Σε περίπτωση αλλαγής του φορέα εκμετάλλευσης υποβάλλεται επίσης και η απόδειξη κατάθεσης παραβόλου ίσου με το 20% που καθορίζεται στην περίπτωση ιε' της υποπαραγράφου 3.5 της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
3.11. Η ΕΥΠΑΤΕ χορηγεί Ε.Σ.Λ. εντός είκοσι οκτώ (28) ημερών από την προσήκουσα υποβολή των παραπάνω δικαιολογητικών. Αν παρέλθει άπρακτη η ανωτέρω προθεσμία τεκμαίρεται η χορήγηση του Ε.Σ.Λ., σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 3844/2010 (Α' 63) και ο αιτών μπορεί να ζητήσει σχετική βεβαίωση από την ΕΥΠΑΤΕ.
3.12. Ενιαία Ε.Σ.Λ. Κέντρων Θαλασσοθεραπείας εντός ξενοδοχείων που λειτουργούν ως ενιαίες επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 6του άρθρου μόνου της υπ' αριθμ. Τ/2364/26.06.1997 υπουργικής απόφασης «Προϋποθέσεις έκδοσης χορήγησης ειδικού σήματος λειτουργίας σε επιχειρήσεις κέντρων θαλασσοθεραπείας» (Β' 551), όπως ισχύει, εξακολουθούν να τελούν εν ισχύ. Σε περίπτωση ανάκλησης του ενιαίου Ε.Σ.Λ. εκδίδεται νέο και αυτοτελές Ε.Σ.Λ. για το Κέντρο Θαλασσοθεραπείας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας. Το ξενοδοχείο εντός του οποίου λειτουργεί το Κέντρο Θαλασσοθεραπείας αδειοδοτείται ξεχωριστά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις περί αδειοδότησης κύριων ξενοδοχειακών καταλυμάτων.
3.13. Διασφαλίζεται η προσβασιμότητα των ΑΜΕΑ στους κύριους χώρους και δηλώνονται οι χώροι στους οποίους θα ασκούνται οι θεραπείες από ΑΜΕΑ.
3.14. Όπου ασκούνται φυσιοθεραπευτικές πράξεις, αυτές πραγματοποιούνται αποκλειστικά από φυσικοθεραπευτές που κατέχουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και είναι εγγεγραμμένοι στο Σύλλογο Πανελληνίου Συλλόγου Φυσιοθεραπευτών του ν. 3599/2007 (Α' 176), όπως ισχύει.
3.15. Για τα ακίνητα που εμπίπτουν στις διατάξεις του ν. 3986/2011 «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 20122015» (Α' 152) και του ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α' 94) εφαρμόζονται οι ειδικότερες διατάξεις του κεφαλαίου Β του ν. 3986/2011.

Άρθρο 3
ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΚΤΙΡΙΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΘΑΛΑΣΣΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ


Α/Α

ΧΩΡΟΙ - ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΧΩΡΩΝ

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ (τμ)

1.

Είσοδος - Υποδοχή - Διοίκηση

1.1

Πληροφορίες - Γραμματεία

1

1.2

Τηλεφωνικό κέντρο

1

1.3

Γραφείο Υπευθύνου επιχείρησης

1

1.4

Λογιστήριο (όχι απαραίτητα στο χώρο του Κέντρου Θαλασσοθεραπε ίας)

1

1.5

W.C. κοινού στον ίδιο όροφο ή στον προηγούμενο ή τον επόμενο από το χώρο υποδοχής, χωριστά ανδρών- γυναικών, με προθαλάμους

2+2

1.6

W.C. κοινού για ΑΜΚ

1

1.7

Αίθουσα αναμονής

1

1.8

Κυλικείο - snack bar

1

Συνολικό εμβαδό για 1.1-1.8: 100 μ2

2.

Ιατρεία

2.1

Υποδοχή - γραμματεία

1

2.2

Ιατρείο (π.χ. καρδιολόγου, παθολόγου, ρευματολόγου κ.λπ.)

1

16 μ2/ ιατρείο

Ο αριθμός χώρων για ιατρεία εξαρτάται από τον αριθμό ιατρών που απασχολούνται και προσαρμόζεται αναλόγως

3.

Εγκαταστάσεις χρήσης θαλασσινών ρευστών ή παροχής υπηρεσιών θερμαλισμού

3.1

Κλειστή ή ανοιχτή δεξαμενή κινησιοθεραπείας

1

60 μ2

3.2

Δεξαμενή υδρομαλάξεων τύπου τζακούζι θερμού ύδατος

1

30 μ2

3.3

Δεξαμενή απλή ψυχρού ύδατος

1

20 μ2

Οι εγκαταστάσεις των χρήσεων 3.1, 3.2 και 3.3 είναι δυνατόν να ευρίσκονται σε ενιαίο χώρο με το ίδιο συνολικό εμβαδόν

Η κατασκευή και η λειτουργία των δεξαμενών (πισίνων) είναι σύμφωνες με τις ισχύουσες σχετικές υγειονομικές διατάξεις. Σε περίπτωση που το Κ.Θ. περιλαμβάνει και κέντρο αποκατάστασης, εφαρμόζονται οι ισχύουσες αντίστοιχες σχετικές υγειονομικές διατάξεις.

3.4

Λουτρό με λουτήρα υδρομαλάξεων (υδρομασάζ)

2

8 μ2/ λουτρό

3.5

Χώρος για καταιωνιστήρα εξ αποστάσεως και για καταιωνιστήρα υδρομαλάξεων

1

12 μ2 / χώρο

3.6

Λουτρό με απλό λουτήρα

2

5,20 μ2/ λουτρό

3.7

Σάουνα (ανδρών + γυναικών)

1+1

8 μ2/ μονάδα

3.8

Χαμάμ (ατμόλουτρο) μ2/ χαμάμ

1+1

8 μ2/ χαμάμ

3.9

Χώρος ανάπαυσης ενιαίος ή κατανεμημένος σε τμήματα - ελάχιστο εμβαδόν αθροιστικά

1

60 μ2

3.10

Αίθουσες μασάζ (μ2/ αίθουσα)

2

8 μ2

3.11

Αποδυτήρια λουομένων με προθαλάμους χωριστά ανδρών-γυναικών, όπου βρίσκονται ερμάρια και ντους

2+2 ντους 15 + 15 ερμάρια

30 μ2/ αποδυτήριο

3.12

W.C. ανδρών

2+2

3.13

W.C. γυναικών

2+2

3.14

W.C. για ΑΜΚ

1



4.

ΧΩΡΟΙ ΗΛΕΚΤΡΟΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

4.1

Κεντρικό Μηχανοστάσιο

1

4.2

Γραφείο Συντηρητή + W.C.

1

4.3

Εργαστήριο μικροεπισκευών

1

4.4

Αποθήκη υλικού εγκαταστάσεων

1

4.5

Χώρος ηλεκτροπαραγωγού ζεύγους

1

4.6

Ανελκυστήρας υδραυλικός πελατών υποχρεωτικός, εάν η μελέτη προβλέπει περισσότερους του ενός ορόφους

1

4.7

Χώρος απόληψης θαλασσινού ρευστού - Υποχρεωτική περίφραξη

1

Συνολικό εμβαδό για 4.1-4.7: 100 μ2

5.

ΗΛΕΚΤΡΟΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

5.1

Οι σωληνώσεις είναι επισκέψιμες σε όλο το μήκος τους.

5.2

Η αποθήκευση του θαλάσσιου ρευστού γίνεται σε κλειστές δεξαμενές.

5.3

Η παροχέτευση του θαλάσσιου ρευστού από τις πηγές έως δεξαμενές και λουτήρες γίνεται με κλειστούς αγωγούς.

5.4

Εξαερισμός των χώρων λούσεων.

5.5

Στους χώρους λούσεων τοποθετούνται ηλεκτρομαγνητικά κομβία και κομβία ακυρώσεως, τα οποία επενεργούν σε κέντρα φωτεινών - ηχητικών ενδείξεων.

5.6

Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τις σωληνώσεις και τα δοχεία θαλάσσιου ρευστού είναι ανθεκτικά στις διαβρωτικές ιδιότητες του θαλάσσιου ρευστού.

5.7

Οι εγκαταστάσεις είναι κατάλληλες για τις συνθήκες και το περιβάλλον στο οποίο θα λειτουργήσουν.

5.8

Τα χρησιμοποιούμενα υλικά για τις δεξαμενές και τους αγωγούς μεταφοράς δεν επηρεάζουν τη σύσταση του θαλάσσιου ρευστού και δεν αλλοιώνουν τις ιδιότητές του.

5.9

Καλώδια, πίνακες και πριζοδιακόπτες για υγρούς και διαβρωτικούς χώρους.

6.

ΥΔΡΟΔΟΤΗΣΗ ΜΕ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΝΕΡΟ

6.1

Επιλογή των κατάλληλων σωλήνων μεταφοράς, εξαρτημάτων και οργάνων του δικτύου ανάλογα με τη χημική σύσταση (διαβρωτικότητα - επικαθιζήσεις) του θαλάσσιου ρευστού.

6.2

Διασφάλιση μηχανισμού έκπλυσης των σωληνώσεων και οργάνων με γλυκό νερό.

6.3

Επισκέψιμο δίκτυο σωληνώσεων-εξαρτημάτων

7.

ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΝΕΡΟΥ

7.1

Επιπλέον τήρηση της ΥΔ Ειβ/221/1965 (Β' 138), όπως ισχύει, σε ότι αφορά στην διάθεση σε θαλάσσια ή άλλα ύδατα

7.2

Τα αποχετευόμενα θαλάσσια νερά διυλίζονται πριν τη διάθεση σε ταχυαμμοδιυλιστήριο ανοιχτού τύπου (σύμφωνα με την ΥΥΠ &ΚΑ με αριθ. ΥΜ/3845/19.11.1990) ή κλειστού τύπου.

7.3

Επισκέψιμο δίκτυο σωληνώσεων-εξαρτημάτων

8.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

8.1

Όλοι οι χώροι κύριας χρήσης του Κ.Θ. (1-3) βρίσκονται στην ίδια στάθμη με το έδαφος και πληρούν τις προϋποθέσεις φυσικού φωτισμού και αερισμού.

8.2

Σε περίπτωση δημιουργίας ή επέκτασης Κ.Θ. σε διατηρητέο κτίριο, μπορούν να γίνουν δεκτές αποκλίσεις έως 20% στις ελάχιστες διαστάσεις των χώρων του διατηρητέου κτιρίου, όπου αυτό επιβάλλεται από την ανάγκη να διατηρηθεί η αρχιτεκτονική των χώρων του.

8.3

Κατά τη σύνταξη της μελέτης Κ.Θ. τηρούνται οι οδηγίες του ΥΠΕΝ για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τόσο στην αρχιτεκτονική μελέτη, όσο και στη μελέτη των εγκαταστάσεων, του εξοπλισμού και της επιλογής των υλικών και ιδιαίτερα η υποχρέωση για την επικάλυψη των δαπέδων με αντιολισθητικό υλικό.


Άρθρο 4

Διατάξεις κανονιστικών πράξεων που είναι αντίθετες, ρητά ή κατά το περιεχόμενό τους, με διατάξεις της απόφασης αυτής καταργούνται από την έναρξη ισχύος της παρούσας.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 26 Ιανουαρίου 2018

Οι Υπουργοί

Οικονομικών
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Διοικητικής Ανασυγκρότησης
ΟΛΓΑ ΓΕΡΟΒΑΣΙΛΗ

Τουρισμού
ΕΛΕΝΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑ

Υπόθεση C-434/16 Έννοια των “δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” – Οι γραπτές απαντήσεις υποψηφίου σε επαγγελματικές εξετάσεις και οι ενδεχόμενες διορθώσεις του εξεταστή σχετικά με τις απαντήσεις αυτές συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 20ής Δεκεμβρίου 2017 «Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Οδηγία 95/46/ΕΚ – Άρθρο 2, στοιχείο αʹ – Έννοια των “δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” – Γραπτές απαντήσεις υποψηφίου σε επαγγελματικές εξετάσεις – Διορθώσεις του εξεταστή σχετικές με τις απαντήσεις αυτές – Άρθρο 12, στοιχεία αʹ και βʹ – Έκταση των δικαιωμάτων προσβάσεως και διορθώσεως του ενδιαφερομένου»

Στην υπόθεση C-434/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο, Ιρλανδία) με απόφαση της 29ης Ιουλίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Αυγούστου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Peter Nowak

κατά

Data Protection Commissioner,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Ilešič (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Rosas, C. Toader, A. Prechal, και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: M. Aleksejev, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 22ας Ιουνίου 2017,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        ο P. Nowak, εκπροσωπούμενος από τους G. Rudden, solicitor, και τον N. Travers, SC,

–        ο Data Protection Commissioner, εκπροσωπούμενος από τους D. Young, solicitor, και P. A. McDermott, SC,

–        η Ιρλανδία, εκπροσωπούμενη από τις E. Creedon και L. Williams, καθώς και από τον A. Joyce, επικουρούμενους από την A. Caroll, barrister,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil,

–        η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Γ. Παπαδάκη και Σ. Χαριτάκη,

–        η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Μ. Z. Fehér και την A. Pálfy,

–        η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον G. Eberhard,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes και M. Figueiredo, καθώς και από την I. Oliveira,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους D. Nardi και H. Kranenborg,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 20ής Ιουλίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ 1995, L 281, σ. 31).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Peter Nowak και του Data Protection Commissioner (επιτρόπου προστασίας δεδομένων, Ιρλανδία) σχετικά με την άρνηση του δευτέρου να επιτρέψει στον P. Nowak την πρόσβαση στο διορθωμένο γραπτό του σε εξέταση στην οποία αυτός είχε μετάσχει, με το αιτιολογικό ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονταν σε αυτό δεν αποτελούσαν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η οδηγία 95/46

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 25, 26 και 41 της οδηγίας 95/46, η οποία, όπως ορίζει το άρθρο 1 αυτής, αποσκοπεί στην προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, και ιδίως του ιδιωτικού βίου, έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στην εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, έχουν ως εξής:

«(25) [Εκτιμώντας] ότι οι αρχές της προστασίας δέον να εκφράζονται, αφενός, στις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχουν πρόσωπα υπεύθυν[α] για την επεξεργασία, όσον αφορά ιδίως την ποιότητα των δεδομένων, την τεχνική [ασφάλεια], την κοινοποίηση στην αρχή ελέγχου, τις συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να εκτελεσθεί η επεξεργασία και, αφετέρου, με τα δικαιώματα που παρέχονται στα πρόσωπα, τα δεδομένα των οποίων αποτελούν αντικείμενο της επεξεργασίας, προκειμένου να ενημερώνονται επί των δεδομένων, να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά, να ζητούν τη διόρθωσή τους ή ακόμη να αντιτάσσονται στην επεξεργασία τους·

(26)      ότι οι αρχές της προστασίας πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε πληροφορία του αφορά πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί· ότι, για να διαπιστωθεί αν η ταυτότητα ενός προσώπου μπορεί να εξακριβωθεί, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των μέσων που μπορούν ευλόγως να χρησιμοποιηθούν, είτε από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας, είτε από τρίτο, για να εξακριβωθεί η ταυτότητα του εν λόγω προσώπου· ότι οι αρχές της προστασίας δεν εφαρμόζονται σε δεδομένα που έχουν καταστεί ανώνυμα, κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί να εξακριβωθεί πλέον η ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται· [...]

[...]

(41)      [ότι] κάθε πρόσωπο πρέπει να έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που το αφορούν και τα οποία αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας, προκειμένου να βεβαιώνεται, ιδίως, για την ακρίβειά τους και τον σύννομο χαρακτήρα της επεξεργασίας τους· […]».

4        Η έννοια των «δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ως «κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί (το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα)· ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί λογίζεται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από φυσική, βιολογική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη».

5        Το άρθρο 6 της εν λόγω οδηγίας, που περιλαμβάνεται στο τμήμα I, με τίτλο «Αρχές που πρέπει να τηρούνται ως προς την ποιότητα των δεδομένων», του κεφαλαίου II της οδηγίας, έχει ως εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει:

α)      να υφίστανται σύννομη και θεμιτή επεξεργασία·

β)      να συλλέγονται για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και η μεταγενέστερη επεξεργασία τους να συμβιβάζεται με τους σκοπούς αυτούς. Η μεταγενέστερη επεξεργασία για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς δεν θεωρείται ασυμβίβαστη εφόσον τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες εγγυήσεις·

γ)      να είναι κατάλληλα, συναφή προς το θέμα και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέγονται και υφίστανται επεξεργασία·

δ)      να είναι ακριβή και, εφόσον χρειάζεται, να ενημερώνονται· πρέπει να λαμβάνονται όλα τα εύλογα μέτρα ώστε δεδομένα ανακριβή ή ελλιπή σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους έχουν συλλεγεί ή υφίστανται κατόπιν επεξεργασία, να διαγράφονται ή να διορθώνονται·

ε)      να διατηρούνται με μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται μόνο κατά τη διάρκεια περιόδου που δεν υπερβαίνει την απαιτούμενη για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους έχουν συλλεγεί ή για τους οποίους αργότερα υφίστανται επεξεργασία. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες εγγυήσεις για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διατηρούνται πέραν της περιόδου αυτής για σκοπούς ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς.

2.      Εναπόκειται στον υπεύθυνο της επεξεργασίας να εξασφαλίσει την τήρηση της παραγράφου 1».

6        Το άρθρο 7 της οδηγίας 95/46, που περιλαμβάνεται στο τμήμα II, με τίτλο «Βασικές αρχές της νόμιμης επεξεργασίας δεδομένων», του κεφαλαίου II της οδηγίας, ορίζει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να γίνεται μόνον εάν:

α)      το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα έχει δώσει τη ρητή συγκατάθεσή του

ή

[...]

γ)      είναι απαραίτητη για την τήρηση εκ του νόμου υποχρεώσεως του υπευθύνου της επεξεργασίας

ή

[...]

ε)      είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση έργου δημοσίου συμφέροντος ή εμπίπτοντος στην άσκηση δημοσίας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο της επεξεργασίας ή στον τρίτο στον οποίο ανακοινώνονται τα δεδομένα

ή

στ)      είναι απαραίτητη για την επίτευξη του εννόμου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος της επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα, υπό τον όρο ότι δεν προέχει το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα που χρήζουν προστασίας δυνάμει του άρθρου 1 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας.»

7        Το άρθρο 12 της οδηγίας αυτής, με τίτλο «Δικαίωμα πρόσβασης», προβλέπει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη εγγυώνται στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα το δικαίωμα να λαμβάνουν από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας:

α)      ελεύθερα και απεριόριστα, σε εύλογα διαστήματα και χωρίς υπερβολική καθυστέρηση ή δαπάνη:

–        την επιβεβαίωση ότι υπάρχει ή όχι επεξεργασία δεδομένων που τα αφορούν καθώς και πληροφορίες, σχετικά τουλάχιστον με τους σκοπούς της επεξεργασίας, τις κατηγορίες δεδομένων υπό επεξεργασία, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών στις οποίες ανακοινώνονται τα δεδομένα αυτά,

–        τη γνωστοποίηση, με εύληπτο τρόπο, των δεδομένων υπό επεξεργασία καθώς και των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με την προέλευσή των,

[...]

β)      κατά περίπτωση, τη διόρθωση, τη διαγραφή ή το κλείδωμα των δεδομένων των οποίων η επεξεργασία δεν είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ιδίως λόγω ελλιπούς ή ανακριβούς χαρακτήρα των δεδομένων·

γ)      την κοινοποίηση σε τρίτους, στους οποίους έχουν ανακοινωθεί τα δεδομένα, κάθε διόρθωσης, διαγραφής ή κλειδώματος που διενεργείται σύμφωνα με το στοιχείο β), εφόσον τούτο δεν είναι αδύνατον ή δεν προϋποθέτει δυσανάλογες προσπάθειες.»

8        Το άρθρο 13 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Εξαιρέσεις και περιορισμοί», ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν με νομοθετικά μέτρα την εμβέλεια των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1, του άρθρου 10, του άρθρου 11, παράγραφος 1, και των άρθρων 12 και 21, όταν ο περιορισμός αυτός απαιτείται για τη διαφύλαξη:

[...]

ζ)      της προστασίας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων προσώπων.

[...]»

9        Το άρθρο 14 της οδηγίας 95/46, με τίτλο «Δικαίωμα αντίταξης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα», προβλέπει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα το δικαίωμα:

α)      τουλάχιστον στις περιπτώσεις του άρθρου 7, στοιχεία ε) και στ), να αντιτάσσεται ανά πάσα στιγμή, για επιτακτικούς και νόμιμους λόγους σχετικούς με την προσωπική του κατάσταση, στην επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν, εκτός εάν στην εθνική νομοθεσία ορίζεται άλλως. Σε περίπτωση αιτιολογημένης αντίταξης, η επεξεργασία δεν μπορεί πλέον να αφορά τα δεδομένα αυτά·

[...]».

10      Το άρθρο 28 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Αρχή ελέγχου», ορίζει τα εξής:

«1.      Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι μία ή περισσότερες δημόσιες αρχές επιφορτίζονται με τον έλεγχο της εφαρμογής, στο έδαφός του, των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπισθεί από τα κράτη μέλη, κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

[...]

3.      Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει συγκεκριμένα:

–        μέσα για τη διεξαγωγή έρευνας, όπως το δικαίωμα να έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και το δικαίωμα να συλλέγει κάθε αναγκαία πληροφορία για την εκπλήρωση της αποστολής ελέγχου,

–        αποτελεσματικές εξουσίες παρέμβασης, όπως για παράδειγμα την εξουσία [...] να επιτάσσει τη δέσμευση, διαγραφή ή την καταστροφή δεδομένων, να απαγορεύει επίσης προσωρινά ή οριστικά την επεξεργασία [...]

[...]

Κατά των αποφάσεων της αρχής ελέγχου μπορούν να ασκηθούν ένδικα μέσα [μέσα ένδικης προστασίας].

4.      Κάθε πρόσωπο ή κάθε ένωση που το εκπροσωπεί μπορεί να υποβάλει σε κάθε αρχή ελέγχου αίτηση σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών του έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο αιτών ενημερώνεται σχετικά με τη συνέχεια που δίδεται στην αίτησή του.

[...]»

 Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679

11      Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ 2016, L 119, σ. 1), τίθεται σε εφαρμογή, σύμφωνα με το άρθρο του 99, παράγραφος 2, από τις 25 Μαΐου 2018. Το άρθρο 94, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού ορίζει ότι η οδηγία 95/46 καταργείται από την ίδια ημερομηνία.

12      Ο εν λόγω κανονισμός ορίζει, στο άρθρο 15, με τίτλο «Δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων», τα ακόλουθα:

«1.      Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να λαμβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας επιβεβαίωση για το κατά πόσον ή όχι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν υφίστανται επεξεργασία και, εάν συμβαίνει τούτο, το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα […]

[...]

3.      Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει αντίγραφο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία. […]

4.      Το δικαίωμα να λαμβάνεται αντίγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεν επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα και τις ελευθερίες άλλων.»

13      Το άρθρο 23 του κανονισμού 2016/679, με τίτλο «Περιορισμοί», ορίζει τα εξής:

«1.      Το δίκαιο της Ένωσης ή του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία των δεδομένων μπορεί να περιορίζει μέσω νομοθετικού μέτρου το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 22 […], όταν ένας τέτοιος περιορισμός σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών και συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διασφάλιση:

[...]

ε)      άλλων σημαντικών στόχων γενικού δημόσιου συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους, ιδίως σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικονομικού συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων, της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης·

[...]

θ)      της προστασίας του υποκειμένου των δεδομένων ή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων·

[...]».

 Το ιρλανδικό δίκαιο

14      Ο Data Protection Act 1988 (νόμος του 1988 περί προστασίας δεδομένων), όπως τροποποιήθηκε με τον Data Protection (Amendment) Act 2003 (τροποποιητικός νόμος του 2003 περί προστασίας δεδομένων) (στο εξής: νόμος περί προστασίας δεδομένων), αποσκοπεί στη μεταφορά της οδηγίας 95/46 στην ιρλανδική έννομη τάξη. Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του νόμου αυτού ορίζει τα «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» ως:

«δεδομένα που αφορούν άτομο εν ζωή, του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί είτε με βάση τα σχετικά δεδομένα είτε με βάση αυτά συνδυαζόμενα με άλλες πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του ο ελεγκτής δεδομένων ή που μπορεί να πληροφορηθεί».

15      Το δικαίωμα προσβάσεως διέπεται από το άρθρο 4 του νόμου περί προστασίας δεδομένων, η παράγραφος 6 του οποίου αφορά ειδικά τις αιτήσεις προσβάσεως στα αποτελέσματα εξετάσεων και έχει ως εξής:

«a)      Η αίτηση φυσικού προσώπου, δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, σχετικά με τα αποτελέσματα εξετάσεων στις οποίες μετέσχε, λογίζεται για τους σκοπούς αυτού του άρθρου ότι υποβλήθηκε

i)      την ημέρα της πρώτης δημοσιεύσεως των αποτελεσμάτων των εξετάσεων ή

ii)      την ημέρα υποβολής της αιτήσεως,

αναλόγως του ποια είναι η μεταγενέστερη [...]

b)      Στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου, νοείται ως “εξέταση” κάθε διαδικασία με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, την ευφυΐας, των ικανοτήτων ή των προσόντων ενός ατόμου όσον αναφορά τις δυνατότητές του σε οποιαδήποτε δοκιμασία, εργασία ή άλλη δραστηριότητα.»

16      Το άρθρο 6 του νόμου περί προστασίας δεδομένων προβλέπει δικαίωμα διορθώσεως και διαγραφής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των οποίων η επεξεργασία δεν είναι σύμφωνη προς τον εν λόγω νόμο.

17      Το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση i, του νόμου περί προστασίας δεδομένων επιβάλλει στον επίτροπο προστασίας δεδομένων να εξετάζει κάθε ένσταση «εκτός αν πιστεύει ότι αυτή είναι εντελώς ανυπόστατη ή κακόβουλη».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

18      Ο P. Nowak, ως μαθητευόμενος λογιστής, μετέσχε με επιτυχία στις εξετάσεις λογιστικής πρώτου επιπέδου καθώς και σε τρεις εξετάσεις δευτέρου επιπέδου, που διοργάνωσε το Institute of Chartered Accountants of Ireland (ο ιρλανδικός επαγγελματικός σύλλογος λογιστών, στο εξής: σύλλογος λογιστών). Απέτυχε όμως στις εξετάσεις με αντικείμενο τη «Στρατηγική λογιστική στην οικονομία και τη διαχείριση», στο πλαίσιο της οποίας οι υποψήφιοι είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν διάφορα βοηθήματα (εξέταση με ανοιχτά βιβλία).

19      Μετά την τέταρτη αποτυχία του στην εν λόγω εξέταση, το φθινόπωρο του 2009, ο P. Nowak υπέβαλε καταρχάς ένσταση, αμφισβητώντας τα αποτελέσματα της εξετάσεως αυτής. Κατόπιν της απορρίψεως της εν λόγω ενστάσεως τον Μάρτιο του 2010, ο ενδιαφερόμενος υπέβαλε, τον Μάιο του 2010, αίτημα προσβάσεως, δυνάμει του άρθρου 4 του νόμου περί προστασίας δεδομένων, που αφορούσε το σύνολο των σχετικών με τον ίδιο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία κατείχε ο σύλλογος λογιστών.

20      Με έγγραφο της 1ης Ιουνίου 2010, ο σύλλογος λογιστών γνωστοποίησε στον P. Nowak 17 έγγραφα, αρνήθηκε όμως να του διαβιβάσει το γραπτό του, με την αιτιολογία ότι αυτό δεν περιελάμβανε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του νόμου περί προστασίας δεδομένων.

21      Τότε ο P. Nowak απευθύνθηκε στον επίτροπο προστασίας δεδομένων αμφισβητώντας το βάσιμο της αιτιολογίας που δόθηκε για την άρνηση του Συλλόγου να του επιδείξει το γραπτό του. Τον Ιούνιο του 2010, ο ως άνω επίτροπος του απάντησε με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αναφέροντας, μεταξύ άλλων, ότι «τα γραπτά εξετάσεων δεν θεωρούνται, γενικώς, ότι σχετίζονται [με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα] [...] επειδή το υλικό αυτό κατά κανόνα δεν αποτελεί δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα».

22      Μετά την ως άνω απάντηση του επιτρόπου προστασίας δεδομένων ακολούθησε ανταλλαγή αλληλογραφίας μεταξύ του P. Nowak και του ως άνω επιτρόπου, που κατέληξε, την 1η Ιουλίου 2010, στην υποβολή από τον P. Nowak επίσημης ενστάσεως.

23      Με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της 21ης Ιουλίου 2010 ο επίτροπος προστασίας δεδομένων πληροφόρησε τον P. Nowak ότι, κατόπιν εξετάσεως του φακέλου, δεν διαπίστωσε ουσιαστική παράβαση του νόμου περί προστασίας δεδομένων και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, περίπτωση i, του νόμου αυτού, περί ανυπόστατων ή κακόβουλων ενστάσεων, αποφάσισε να μην εξετάσει την ένστασή του. Το εν λόγω μήνυμα ανέφερε, εξάλλου, ότι τα έγγραφα σχετικά με τα οποία ο P. Nowak επιθυμούσε να ασκήσει «δικαίωμα διορθώσεως» «δεν ήταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στα οποία έχει εφαρμογή το άρθρο 6 του νόμου περί προστασίας δεδομένων».

24      Ο P. Nowak άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Circuit Court (περιφερειακού δικαστηρίου, Ιρλανδία). Το τελευταίο έκρινε απαράδεκτη την προσφυγή με την αιτιολογία ότι, επειδή ο επίτροπος προστασίας δεδομένων δεν εξέτασε την ένσταση, δεν υφίσταται απόφαση δεκτική προσφυγής. Επικουρικώς, το ως άνω δικαστήριο έκρινε ότι η προσφυγή ήταν αβάσιμη, καθόσον το γραπτό των εξετάσεων δεν αποτελούσε δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα.

25      Ο P. Nowak προσέβαλε την απόφαση του ως άνω δικαστηρίου ενώπιον του High Court (ανώτερου δικαστηρίου, Ιρλανδία), το οποίο, ωστόσο, επιβεβαίωσε την απόφαση αυτή. Η απόφαση του High Court (ανώτερου δικαστηρίου) επίσης επιβεβαιώθηκε από το Court of Appeal (εφετείο, Ιρλανδία). Το Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο, Ιρλανδία), που επέτρεψε την άσκηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Court of Appeal (εφετείου), έκρινε παραδεκτή την προσφυγή που είχε ασκήσει ο P. Nowak κατά της αποφάσεως του επιτρόπου προστασίας δεδομένων.

26      Εντούτοις, διατηρώντας αμφιβολίες όσον αφορά το αν ένα γραπτό εξετάσεων μπορεί να αποτελεί δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα, κατά την έννοια της οδηγίας 95/46, το Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Μπορούν οι πληροφορίες οι οποίες έχουν καταγραφεί σε/ως απαντήσεις υποψηφίου στο πλαίσιο επαγγελματικών εξετάσεων να θεωρηθούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπό την έννοια της οδηγίας 95/46;

2)      Εάν η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ότι όλες ή ορισμένες από τις εν λόγω πληροφορίες μπορεί να αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπό την έννοια της οδηγίας, ποιοι παράγοντες είναι κρίσιμοι κατά την εξέταση του ζητήματος αν ένα τέτοιο γραπτό συνιστά, σε συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα και ποια σημασία έχει καθένας από τους παράγοντες αυτούς σε σχέση με τους υπόλοιπους;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

27      Με τα ερωτήματά του, που πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46 έχει την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, οι γραπτές απαντήσεις υποψηφίου σε επαγγελματικές εξετάσεις και οι ενδεχόμενες σχετικές διορθώσεις του εξεταστή συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.

28      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46 ορίζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ως «κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί». Κατά την ίδια διάταξη, «ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί λογίζεται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη».

29      Δεν αμφισβητείται ότι ένας υποψήφιος σε επαγγελματική εξέταση είναι φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή είτε άμεσα, βάσει του ονόματός του, είτε έμμεσα, βάσει ενός αριθμού αναγνωρίσεως, στοιχεία τα οποία αναγράφονται στο γραπτό ή στο εξώφυλλο του γραπτού του.

30      Αντιθέτως προς όσα φαίνεται να υποστηρίζει ο επίτροπος προστασίας δεδομένων, δεν ασκεί επιρροή, στο πλαίσιο αυτό, το αν ο εξεταστής μπορεί ή όχι να προσδιορίσει την ταυτότητα του υποψηφίου κατά τη στιγμή της διορθώσεως και της βαθμολογήσεως του γραπτού.

31      Πράγματι, για να μπορεί ένα δεδομένο να χαρακτηριστεί ως «δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα», κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46, δεν απαιτείται όλες οι πληροφορίες που παρέχουν τη δυνατότητα προσδιορισμού του ενδιαφερομένου να βρίσκονται στη διάθεση ενός μόνον ατόμου (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2016, Breyer, C-582/14, EU:C:2016:779, σκέψη 43). Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι, σε περίπτωση που ο εξεταστής δεν γνωρίζει την ταυτότητα του υποψηφίου κατά τη βαθμολόγηση των απαντήσεων του τελευταίου στο πλαίσιο μιας εξετάσεως, ο διοργανωτής της εξετάσεως, εν προκειμένω ο σύλλογος λογιστών, διαθέτει, αντιθέτως, τις αναγκαίες πληροφορίες βάσει των οποίων έχει τη δυνατότητα να εξακριβώσει χωρίς δυσκολία ή με βεβαιότητα την ταυτότητα του υποψηφίου αυτού με βάση τον αριθμό αναγνωρίσεως που αναγράφεται στο γραπτό του ή στο εξώφυλλο του γραπτού και να προσδιορίσει ποιος υποψήφιος έδωσε ποιες απαντήσεις.

32      Πρέπει ωστόσο να εξακριβωθεί αν οι γραπτές απαντήσεις του υποψηφίου στο πλαίσιο επαγγελματικών εξετάσεων και οι ενδεχόμενες σχετικές διορθώσεις του εξεταστή συνιστούν πληροφορίες σχετικά με τον υποψήφιο αυτόν, κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46.

33      Όπως έχει διαπιστώσει το Δικαστήριο, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 95/46 είναι πολύ ευρύ, τα δε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορά η οδηγία αυτή ποικίλλουν (απόφαση της 7ης Μαΐου 2009, Rijkeboer, C-553/07, EU:C:2009:293, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

34      Πράγματι, η χρησιμοποίηση της εκφράσεως «κάθε πληροφορία» στο πλαίσιο του ορισμού του «δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα», που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46, αποτελεί ένδειξη του σκοπού του νομοθέτη της Ένωσης να προσδώσει ευρεία έννοια στον όρο αυτόν, η οποία δεν περιορίζεται στις ευαίσθητες ή προσωπικού χαρακτήρα πληροφορίες, αλλά μπορεί να καλύπτει ενδεχομένως κάθε είδος πληροφοριών, τόσο αντικειμενικών όσο και υποκειμενικών, με τη μορφή γνώμης ή εκτιμήσεως, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες «αφορούν» το ενδιαφερόμενο άτομο.

35      Η τελευταία αυτή προϋπόθεση πληρούται όταν, λόγω του περιεχομένου της, του σκοπού της ή του αποτελέσματός της, η πληροφορία συνδέεται με συγκεκριμένο άτομο.

36      Όπως, όμως, υποστήριξαν, κατ’ ουσίαν, ο P. Nowak, η Τσεχική, η Ελληνική, η Ουγγρική, η Αυστριακή και η Πορτογαλική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι γραπτές απαντήσεις υποψηφίου σε επαγγελματικές εξετάσεις αποτελούν τέτοιες πληροφορίες που συνδέονται με το άτομό του.

37      Πράγματι, καταρχάς, το περιεχόμενο των ως άνω απαντήσεων αποτελεί ένδειξη του επιπέδου γνώσεων και των ικανοτήτων του υποψηφίου σε δεδομένο τομέα, καθώς και, ενδεχομένως, του τρόπου σκέψεως, της συλλογιστικής του ικανότητας και του κριτικού του πνεύματος. Σε περίπτωση εξετάσεως με χειρόγραφο κείμενο, οι απαντήσεις παρέχουν, επιπλέον, πληροφορίες σχετικά με τον γραφικό χαρακτήρα του υποψηφίου.

38      Περαιτέρω, ο σκοπός για τον οποίο συλλέγονται οι εν λόγω απαντήσεις είναι να εκτιμηθούν οι επαγγελματικές δεξιότητες του υποψηφίου και η ικανότητά του να ασκήσει το συγκεκριμένο επάγγελμα.

39      Τέλος, η χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών, που οδηγεί, ιδίως, στην επιτυχία ή την αποτυχία του υποψηφίου, είναι ικανή να έχει αντίκτυπο στα δικαιώματα και στα συμφέροντά του, καθόσον μπορεί να προσδιορίσει ή να επηρεάσει, για παράδειγμα, τις πιθανότητες προσβάσεως στο επάγγελμα ή στη θέση εργασίας που αυτός επιθυμεί.

40      Η διαπίστωση ότι οι γραπτές απαντήσεις του υποψηφίου σε επαγγελματική εξέταση συνιστούν πληροφορίες που αφορούν τον υποψήφιο αυτόν λόγω του περιεχομένου τους, του σκοπού τους και του αποτελέσματός τους ισχύει, εξάλλου, και όταν πρόκειται, όπως εν προκειμένω, για εξέταση με ανοιχτά βιβλία.

41      Πράγματι, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 24 των προτάσεών της, κάθε εξέταση αποσκοπεί στη διαπίστωση και την τεκμηρίωση των ατομικών επιδόσεων ενός συγκεκριμένου ατόμου, ήτοι του υποψηφίου, και όχι, σε αντίθεση ιδίως με μια δειγματοληπτική έρευνα, στη συλλογή πληροφοριών που δεν συνδέονται με το εν λόγω άτομο.

42      Όσον αφορά τις σχετικές με τις απαντήσεις του υποψηφίου διορθώσεις του εξεταστή, διαπιστώνεται ότι αυτές αποτελούν, όπως και οι απαντήσεις του υποψηφίου στην εξέταση, πληροφορίες που αφορούν τον υποψήφιο αυτόν.

43      Έτσι, το περιεχόμενο των διορθώσεων αυτών αποτελεί τη γνώμη ή την εκτίμηση του εξεταστή όσον αφορά την ατομική επίδοση του εξεταζομένου, ιδίως τις γνώσεις και τις ικανότητές του στον οικείο τομέα. Οι εν λόγω διορθώσεις έχουν, εξάλλου, ακριβώς ως σκοπό να τεκμηριώσουν την εκτίμηση από τον εξεταστή των επιδόσεων του υποψηφίου και είναι ικανές να έχουν συνέπειες για τον δεύτερο, όπως σημειώνεται στη σκέψη 39 της παρούσας αποφάσεως.

44      Η διαπίστωση ότι οι σχετικές με τις απαντήσεις του υποψηφίου στην εξέταση διορθώσεις του εξεταστή συνιστούν πληροφορίες οι οποίες, λόγω του περιεχομένου, του σκοπού και του αποτελέσματός τους συνδέονται με τον υποψήφιο αυτόν δεν ανατρέπεται από το ότι οι εν λόγω διορθώσεις αποτελούν επίσης πληροφορίες σχετικά με τον εξεταστή.

45      Πράγματι, η ίδια πληροφορία μπορεί να αφορά πολλά φυσικά πρόσωπα και να αποτελεί επομένως για αυτά δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46, υπό την προϋπόθεση ότι η ταυτότητα των εν λόγω ατόμων είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί.

46      Εξάλλου, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν ο επίτροπος προστασίας δεδομένων και η Ιρλανδική Κυβέρνηση, ο χαρακτηρισμός ως δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των γραπτών απαντήσεων του υποψηφίου στο πλαίσιο επαγγελματικών εξετάσεων και των ενδεχόμενων διορθώσεων του εξεταστή σχετικά με τις απαντήσεις αυτές δεν μπορεί να επηρεάζεται από το ότι ο εν λόγω χαρακτηρισμός συνεπάγεται, καταρχήν, υπέρ του υποψηφίου αυτού δικαιώματα προσβάσεως και διορθώσεως, δυνάμει του άρθρου 12, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 95/46.

47      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί, καταρχάς, όπως εξέθεσε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι πολλές αρχές και εγγυήσεις που προβλέπονται από την οδηγία 95/46 συνδέονται με τον ως άνω χαρακτηρισμό και εξαρτώνται από αυτόν.

48      Πράγματι, από την αιτιολογική σκέψη 25 της οδηγίας 95/46 προκύπτει ότι οι προβλεπόμενες από αυτήν αρχές προστασίας έχουν συγκεκριμενοποιηθεί, αφενός, με τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχουν τα πρόσωπα που επεξεργάζονται δεδομένα, όσον αφορά ιδίως την ποιότητα των δεδομένων, την τεχνική ασφάλεια, την κοινοποίηση στην αρχή ελέγχου, τις συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιείται η επεξεργασία, και, αφετέρου, με τα δικαιώματα που παρέχονται στα πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας να ενημερώνονται για την επεξεργασία αυτή, να μπορούν να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα, να ζητούν τη διόρθωσή τους ή ακόμη να αντιτάσσονται στην επεξεργασία υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

49      Ως εκ τούτου, το να μη γίνει δεκτό ότι αποτελούν «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» οι σχετικές με υποψήφιο πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις απαντήσεις του στο πλαίσιο επαγγελματικών εξετάσεων και οι σχετικές με αυτές διορθώσεις του εξεταστή θα είχε ως συνέπεια να μην απαιτείται καθόλου όσον αφορά τις εν λόγω πληροφορίες η τήρηση των αρχών και των εγγυήσεων που προβλέπονται στον τομέα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, ιδίως, των αρχών που αφορούν την ποιότητα των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 95/46, καθώς και των δικαιωμάτων προσβάσεως, διορθώσεως και αντιτάξεως του ενδιαφερομένου που προβλέπονται στα άρθρα 12 και 14 της οδηγίας αυτής, αλλά και ο έλεγχος που ασκείται από την αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 28 της εν λόγω οδηγίας.

50      Όπως, όμως, επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 26 των προτάσεών της, δεν αμφισβητείται ότι ένας υποψήφιος σε εξέταση έχει, ιδίως, έννομο συμφέρον, στηριζόμενο στην προστασία του ιδιωτικού του βίου, να μπορεί να αντιταχθεί στην εκτός εξεταστικής διαδικασίας επεξεργασία των απαντήσεων που έδωσε κατά την εξέταση αυτή και των σχετικών διορθώσεων του εξεταστή και, ειδικότερα, στη διαβίβαση σε τρίτους, ή ακόμα και τη δημοσίευσή τους, χωρίς την άδειά του. Ομοίως, η οντότητα που διοργανώνει την εξέταση, ως υπεύθυνη της επεξεργασίας των δεδομένων, είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω απαντήσεις και διορθώσεις θα φυλάσσονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται το ενδεχόμενο να έχουν τρίτοι πρόσβαση σε αυτές κατά τρόπο μη σύννομο.

51      Περαιτέρω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι και τα δικαιώματα προσβάσεως και διορθώσεως, που προβλέπονται στο άρθρο 12, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 95/46, μπορούν να δικαιολογούνται σε σχέση με τις γραπτές απαντήσεις του υποψηφίου στο πλαίσιο επαγγελματικών εξετάσεων και τις ενδεχόμενες σχετικές διορθώσεις του εξεταστή.

52      Ασφαλώς, το δικαίωμα διορθώσεως, που προβλέπεται στο άρθρο 12, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 95/46, προφανώς δεν μπορεί να παρέχει τη δυνατότητα σε υποψήφιο να «διορθώσει», a posteriori, τις «εσφαλμένες» απαντήσεις.

53      Πράγματι, από το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 95/46 προκύπτει ότι η ορθότητα και η πληρότητα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να εκτιμώνται με βάση τον σκοπό για τον οποίο τα δεδομένα συλλέχθηκαν και υφίστανται επεξεργασία. Ο εν λόγω σκοπός είναι, όσον αφορά τις απαντήσεις του υποψηφίου σε εξέταση, να μπορεί να εκτιμηθεί το επίπεδο γνώσεων και ικανοτήτων του υποψηφίου αυτού κατά τον χρόνο της εξετάσεως. Το ως άνω επίπεδο όμως συνάγεται ακριβώς από τα ενδεχόμενα σφάλματα στις απαντήσεις αυτές. Επομένως, τέτοια σφάλματα ουδόλως συνιστούν ανακρίβεια, κατά την έννοια τηςοδηγίας 95/46, η οποία παρέχει δικαίωμα διορθώσεως δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο βʹ, αυτής.

54      Αντιθέτως, ενδέχεται να εμφανιστούν καταστάσεις στις οποίες οι απαντήσεις ενός υποψηφίου σε εξέταση και οι σχετικές με τις απαντήσεις αυτές διορθώσεις να αποδειχθούν ανακριβείς, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 95/46, για παράδειγμα αν υπάρξει λάθος αντιστοιχήσεως σχετικά με γραπτά ώστε να αποδοθούν σε έναν υποψήφιο οι απαντήσεις άλλου, ή αν χαθεί ένα μέρος των φύλλων που περιλαμβάνουν τις απαντήσεις του υποψηφίου αυτού έτσι ώστε οι εν λόγω απαντήσεις να μην είναι πλήρεις, ή ακόμη αν οι ενδεχόμενες διορθώσεις του εξεταστή δεν δίδουν ορθές πληροφορίες περί της εκ μέρους του εκτιμήσεως των απαντήσεων του υποψηφίου.

55      Εξάλλου, όπως τόνισε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 37 των προτάσεών της, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένας υποψήφιος να έχει, δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 95/46, δικαίωμα να ζητήσει από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας των δεδομένων να διαγραφούν, ήτοι να καταστραφούν, οι απαντήσεις του στην εξέταση και οι σχετικές διορθώσεις του εξεταστή μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα. Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, της οδηγίας αυτής, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν καταρχήν να διατηρούνται με μορφή που καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό της ταυτότητας των ατόμων στα οποία αναφέρονται μόνο για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το απαιτούμενο για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους έχουν συλλεγεί ή για τους οποίους αργότερα υφίστανται επεξεργασία. Λαμβανομένου όμως υπόψη του σκοπού των απαντήσεων του υποψηφίου σε εξέταση και των σχετικών με τις απαντήσεις αυτές διορθώσεων του εξεταστή, η διατήρησή τους με μορφή παρέχουσα τη δυνατότητα προσδιορισμού της ταυτότητας του υποψηφίου δεν φαίνεται, a priori, πλέον αναγκαία μετά την ολοκλήρωση της εξεταστικής διαδικασίας και δεν μπορεί πλέον να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής, οπότε οι ως άνω απαντήσεις και οι διορθώσεις έχουν απολέσει κάθε αποδεικτική αξία.

56      Καθόσον οι γραπτές απαντήσεις υποψηφίου στο πλαίσιο επαγγελματικών εξετάσεων και οι ενδεχόμενες σχετικές διορθώσεις του εξεταστή μπορούν, κατά συνέπεια, να ελεγχθούν, ιδίως, όσον αφορά την ακρίβειά τους και την ανάγκη διατηρήσεώς τους, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχεία δʹ και εʹ, της οδηγίας 95/46, και μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο διορθώσεως ή διαγραφής, δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το να δοθεί στον υποψήφιο δικαίωμα προσβάσεως στις απαντήσεις και τις διορθώσεις αυτές, δυνάμει του άρθρου 12, στοιχείο αʹ, της ως άνω οδηγίας, εξυπηρετεί τον σκοπό της οδηγίας αυτής, που είναι η εξασφάλιση της προστασίας του δικαιώματος στον ιδιωτικό βίο του υποψηφίου έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων που τον αφορούν (βλ., a contrario, απόφαση της 17ης Ιουλίου 2014, YS κ.λπ., C-141/12 και C-372/12, EU:C:2014:2081, σκέψεις 45 και 46), τούτο δε ανεξάρτητα από το αν ο εν λόγω υποψήφιος έχει ή όχι ένα τέτοιο δικαίωμα προσβάσεως και βάσει της εθνικής ρυθμίσεως που έχει εφαρμογή στη διαδικασία εξετάσεως.

57      Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να υπομνησθεί ότι η προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος στον σεβασμό του ιδιωτικού βίου προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ότι κάθε φυσικό πρόσωπο βεβαιώνεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν είναι ακριβή και η επεξεργασία τους γίνεται με νόμιμο τρόπο. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 41 της οδηγίας 95/46, το άρθρο 12, στοιχείο αʹ, της οδηγίας παρέχει στον ενδιαφερόμενο δικαίωμα προσβάσεως στα δεδομένα που τον αφορούν και τα οποία αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας. Αυτό το δικαίωμα προσβάσεως είναι αναγκαίο, προκειμένου, μεταξύ άλλων, αυτός να μπορεί να απαιτήσει από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας να διορθώσει, να διαγράψει ή να κλειδώσει τα δεδομένα του και, κατά συνέπεια, να ασκήσει ο ενδιαφερόμενος το δικαίωμα του άρθρου 12, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας (απόφαση της 17ης Ιουλίου 2014, YS κ.λπ., C-141/12 και C-372/12, EU:C:2014:2081, σκέψη 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

58      Τέλος, διαπιστώνεται, αφενός, ότι τα δικαιώματα προσβάσεως και διορθώσεως, δυνάμει του άρθρου 12, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 95/46, δεν επεκτείνονται στις ερωτήσεις των εξετάσεων, οι οποίες δεν συνιστούν αυτές καθαυτές δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του υποψηφίου.

59      Αφετέρου, τόσο η οδηγία 95/46 όσο και ο κανονισμός 2016/679 που την αντικαθιστά προβλέπουν ορισμένους περιορισμούς των δικαιωμάτων αυτών.

60      Έτσι, κατά το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της οδηγίας 95/46, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν με νομοθετικά μέτρα το περιεχόμενο των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται, ιδίως, στο άρθρο 6, παράγραφος 1, και στο άρθρο 12 της οδηγίας αυτής, όταν ο περιορισμός αυτός είναι απαραίτητος για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων ατόμων.

61      Το άρθρο 23, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 2016/679 επεκτείνει τον κατάλογο των περιπτώσεων που δικαιολογούν περιορισμούς, ο οποίος προβλέπεται επί του παρόντος στο άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 95/46, σε «άλλ[ους] σημαντικ[ούς] στόχ[ους] γενικού δημόσιου συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους». Επιπλέον, το άρθρο 15 του κανονισμού 2016/679, που αφορά το δικαίωμα προσβάσεως του ενδιαφερομένου, προβλέπει, στην παράγραφο 4, ότι το δικαίωμα λήψεως αντιγράφου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν πρέπει να θίγει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες άλλων ατόμων.

62      Βάσει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46 έχει την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, οι γραπτές απαντήσεις υποψηφίου σε επαγγελματικές εξετάσεις και οι ενδεχόμενες διορθώσεις του εξεταστή σχετικά με τις απαντήσεις αυτές συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.

 Επί των δικαστικών εξόδων

63      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, έχει την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, οι γραπτές απαντήσεις υποψηφίου σε επαγγελματικές εξετάσεις και οι ενδεχόμενες διορθώσεις του εξεταστή σχετικά με τις απαντήσεις αυτές συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υπό την έννοια της διατάξεως αυτής.

(υπογραφές)

Αριθμ. 12679/2018 Παράβολο για τις άδειες παραγωγών και επαγγελματιών πωλητών υπαίθριου εμπορίου

$
0
0
Αριθμ. 12679/01-02-2018

(ΦΕΚ Β' 353/07-02-2018)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Το ν. 4497/2017 (Α' 171) «Άσκηση υπαίθριων εμπορικών δραστηριοτήτων, εκσυγχρονισμός της επιμελητηριακής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις» και ειδικά την παρ. 3 του άρθρου 5, καθώς και την παρ. 2 του άρθρου 15 αυτού.

2.Το άρθρο 90 του π.δ. 63/2005 (Α' 98) «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

3. Το π.δ. 147/2017 (Α' 192) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης».

4. Του π.δ. 70/2015 (Α' 114) «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής... Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού » (Α' 114).

5. Το π.δ. 123/2016 (Α' 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».

6. Το π.δ. 125/2016 (A' 120) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

7. Το ν. 3469/2006 (Α' 131) «Εθνικό Τυπογραφείο, Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λοιπές διατάξεις».

8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Α. Το ποσό του παραβόλου που απαιτείται για την έκδοση, ανανέωση, αντικατάσταση, επανέκδοση και επανεκτύπωση των αδειών παραγωγών πωλητών και επαγγελματιών πωλητών υπαίθριου εμπορίου, ορίζεται σύμφωνα με τους κάτωθι πίνακες. Το παράβολο κατατίθεται υπέρ της αρμόδιας για τα ανωτέρω αρχής.

Β. Το παράβολο κατατίθεται μαζί με την αίτηση και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και δεν επιστρέφεται.

Γ. Για τις άδειες που έχουν τυχόν εκδοθεί ή ανανεωθεί μέχρι την δημοσίευση της παρούσας χωρίς παράβολο, δεν απαιτείται η αναδρομική είσπραξη του παραβόλου.

Άδειες παραγωγών πωλητών υπαίθριου εμπορίου:

Ενέργεια Ποσό παραβόλου σε ευρώ
Έκδοση άδειας δέκα (10) €
Ανανέωση άδειας (προσθήκη προϊόντων, ανανέωση χρόνου ισχύος) τρία (3) €
Επανέκδοση/Επανεκτύπωση άδειας (λόγω μεταβολής οποιουδήποτε στοιχείου από τα αναγραφόμενα σε αυτήν) τρία (3) €
Αντικατάσταση (λόγω φθοράς ή απώλειας) είκοσι(20) €

Άδειες επαγγελματιών πωλητών υπαίθριου εμπορίου:

Ενέργεια Ποσό παραβόλου σε ευρώ
Έκδοση άδειας δέκα (10) €
Ανανέωση/Θεώρηση άδειας δεκαπέντε (15) €
Επανέκδοση/Επανεκτύπωση άδειας (λόγω μεταβολής οποιουδήποτε στοιχείου από τα αναγραφόμενα σε αυτήν) τρία (3) €
Αντικατάσταση (λόγω φθοράς ή απώλειας) είκοσι (20) €

Η παρούσα ισχύει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 2018

Ο Υπουργός
ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Αριθμ. οικ. 2816/2018 Καθορισμός του τύπου, του περιεχομένου των στοιχείων, του χρόνου και του τρόπου ενημέρωσης του Κόμβου Διαλειτουργικότητας και των λοιπών βάσεων δεδομένων οικονομικών στοιχείων ΟΤΑ που τηρούνται στο Υπουργείο Εσωτερικών, καθώς και κάθε άλλης απαραίτητης λεπτομέρειας

$
0
0

Αριθμ. οικ. 2816

(ΦΕΚ Β' 350/07-02-2018)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 4483/2017 (Α΄ 107) «Ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) – Ρυθμίσεις σχετικές με την οργάνωση, τη λειτουργία, τα οικονομικά και το προσωπικό των Ο.Τ.Α. – Ευρωπαϊκοί Όμιλοι Εδαφικής Συνεργασίας – Μητρώο Πολιτών και άλλες διατάξεις».

2. Τις διατάξεις των άρθρων 267 παρ. 7, 268 παρ. 17, 269 παρ. 5 και 283 παρ. 21 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης-Πρόγραμμα Καλλικράτης».

3. Τις διατάξεις του ν. 3832/2010 (ΦΕΚ Α΄38) «Ελληνικό Στατιστικό Σύστημα-Σύσταση Ελληνικής Στατιστικής Αρχής ως Ανεξάρτητης Αρχής» και την αρ. 9908/ Β2-069/2010 ( Β΄ 1629) απόφαση του προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής «Ορισμός Φορέων του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος».

4. Τις διατάξεις του άρθρου 165 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114) «Κύρωση Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων».

5. Το π.δ. 80/2016 (Α΄ 45) «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες».

6. Το π.δ. 123/2016 (Α΄ 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».

7. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

8. Το π.δ. 141/2017 (Α΄ 180) «Οργανισμός Υπουργείου Εσωτερικών».

9. Το γεγονός ότι από την έκδοση της παραπάνω απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

τον καθορισμό του τύπου, του περιεχομένου των στοιχείων, του χρόνου και του τρόπου ενημέρωσης του Κόμβου Διαλειτουργικότητας και των λοιπών βάσεων δεδομένων οικονομικών στοιχείων ΟΤΑ που τηρούνται στο Υπουργείο Εσωτερικών, καθώς και κάθε άλλης απαραίτητης λεπτομέρειας.

Άρθρο 1
Σκοπός των βάσεων δεδομένων.


Σκοπός των βάσεων δεδομένων οικονομικών στοιχείων ΟΤΑ που τηρούνται στο Υπουργείο Εσωτερικών είναι η συλλογή, η επεξεργασία και η διάδοση των οικονομικών στοιχείων των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης της χώρας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που ασκεί το Υπουργείο ως φορέας του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος (ν. 3832/2010) και ως εποπτεύουσα αρχή των εν λόγω φορέων.

Μέσω των βάσεων δεδομένων που τηρούνται στο Υπουργείο Εσωτερικών (ΥΠΕΣ) καθίσταται εφικτή, μεταξύ άλλων, η τροφοδότηση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) με τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τον προσδιορισμό της περιμέτρου και των δημοσιονομικών μεγεθών του υποτομέα S1313 «Τοπική Αυτοδιοίκηση» της Γενικής Κυβέρνησης, η παροχή στοιχείων στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοοικονομικών αναφορών της Γενικής Κυβέρνησης, η κατάρτιση και παρακολούθηση του Ενοποιημένου Προϋπολογισμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τη Διεύθυνση Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΤΑ) του ΥΠΕΣ, η αποτελεσματική εποπτεία των φορέων της αυτοδιοίκησης από τις αρμόδιες αρχές, η υποστήριξη και η σύνταξη μελετών, εκθέσεων και αναλύσεων για την οικονομική θέση και τις αναπτυξιακές προοπτικές της αυτοδιοίκησης, ο σχεδιασμός, η εφαρμογή και η αξιολόγηση πολιτικών για την τοπική αυτοδιοίκηση και ο σχεδιασμός προγραμμάτων ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Βασική προτεραιότητα του Υπουργείου Εσωτερικών είναι η συλλογή, η επεξεργασία και η διάδοση των οικονομικών στοιχείων των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να πραγματοποιείται με τρόπο που διασφαλίζει την αξιοπιστία των στοιχείων, την τήρηση των προθεσμιών, την παραγωγή υψηλής ποιότητας στατιστικών προϊόντων, τη διεξαγωγή υψηλού επιπέδου αναλύσεων, τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων και την ελαχιστοποίηση των σχετικών διοικητικών βαρών για τους εμπλεκόμενους φορείς.

Άρθρο 2
Οργάνωση και λειτουργία του Κόμβου Διαλειτουργικότητας και των λοιπών βάσεων δεδομένων του ΥΠΕΣ.


Οι βάσεις δεδομένων τηρούνται στο Υπουργείο Εσωτερικών, υπό την ευθύνη της Διεύθυνσης Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και με την τεχνική υποστήριξη της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

Η συλλογή, η επεξεργασία και η διάδοση των οικονομικών στοιχείων των ΟΤΑ πραγματοποιείται μέσω του Κόμβου Διαλειτουργικότητας, ο οποίος επιτρέπει την απευθείας επικοινωνία με τα πληροφοριακά συστήματα των υπόχρεων φορέων και την αυτοματοποιημένη διάθεση των ζητούμενων στοιχείων από αυτούς μέσω διαδικτυακών υπηρεσιών διεπαφών. Η άντληση των οικονομικών στοιχείων από τα πληροφοριακά συστήματα των φορέων, μέσω εκτέλεσης κατάλληλων μετασχηματισμών, συμβάλλει στην αποφόρτιση των υπηρεσιών των ΟΤΑ και παράλληλα διασφαλίζει την παροχή αξιόπιστης δημοσιονομικής πληροφόρησης προς τους αρμόδιους φορείς.

Εναλλακτικά, προς αντιμετώπιση τυχόν προσωρινών τεχνικών ζητημάτων, η υποβολή των στοιχείων στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας δύναται να πραγματοποιείται μέσω ειδικής διαδικτυακής εφαρμογής, η οποία έχει δημιουργηθεί για αυτόν τον σκοπό.

Είναι δυνατή η συλλογή στοιχείων μέσω της δημιουργίας και ενημέρωσης επιπρόσθετων βάσεων δεδομένων του ΥΠΕΣ με σκοπό α) την εξασφάλιση πληροφόρησης πλέον αυτής που διατίθεται στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας και τη διασταύρωση και τον έλεγχο της αξιοπιστίας των στοιχείων που διατίθενται σε αυτόν, β) την υποστήριξη διαδικασιών οι οποίες άπτονται του δημοσιονομικού προγραμματισμού, της παρακολούθησης και του ελέγχου των προϋπολογισμών των φορέων της αυτοδιοίκησης και οι οποίες προβλέπονται ρητά στο θεσμικό πλαίσιο και γ) τη συλλογή, επεξεργασία και διάδοση στοιχείων που είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική οικονομική λειτουργία των ίδιων των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Τα δεδομένα που συλλέγονται μέσω των διαδικτυακών εφαρμογών του ΥΠΕΣ και αποθηκεύονται σε διαφορετικές βάσεις δεδομένων δύνανται να φορτώνονται και να ενοποιούνται στην αποθήκη δεδομένων του Κόμβου

Διαλειτουργικότητας προκειμένου να πραγματοποιούνται οι απαιτούμενες επεξεργασίες και αναλύσεις.

Άρθρο 3 Υπόχρεοι φορείς υποβολής οικονομικών στοιχείων.

Υπόχρεοι φορείς για την υποβολή οικονομικών στοιχείων στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας και, όπου απαιτείται, στις λοιπές βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ είναι:

οι δήμοι και οι περιφέρειες,

τα ιδρύματα και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των δήμων (εξαιρουμένων των σχολικών επιτροπών),

οι σύνδεσμοι ΟΤΑ,

οι επιχειρήσεις ΟΤΑ,

οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης του ν. 1069/1980,

η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας, η Ένωση Περιφερειών Ελλάδος και οι Περιφερειακές Ενώσεις Δήμων,

τα περιφερειακά ταμεία ανάπτυξης, οι επιχειρήσεις και τα λοιπά νομικά πρόσωπα των περιφερειών.

Άρθρο 4
Περιεχόμενο και τύπος των υποβαλλόμενων στοιχείων.


4.1. Στοιχεία προϋπολογισμού και απολογισμού, δηλαδή εγκεκριμένος προϋπολογισμός έτους, αναμορφώσεις, αναμορφωμένος προϋπολογισμός εσόδων και εξόδων, ποσά βεβαιωθέντων και εισπραχθέντων εσόδων, ποσά δημοσιονομικών δεσμεύσεων και εξόδων σωρευτικά μέχρι την τελευταία ημέρα της περιόδου αναφοράς, ως εξής:

Δήμοι: ανά υπηρεσία, σε επίπεδο τετραψήφιου κωδικού αριθμού και με προσθήκη των υποχρεωτικών κωδικών του τύπου του προϋπολογισμού των Δήμων πέραν του τέταρτου ψηφίου.

Περιφέρειες: ανά ειδικό φορέα, σε επίπεδο τετραψήφιου κωδικού αριθμού, με διάκριση στο σκέλος των δαπανών ανάμεσα σε δαπάνες τρέχουσας χρήσης και παρελθόντων οικονομικών ετών.

ΝΠΔΔ Δήμων: σε επίπεδο τετραψήφιου κωδικού αριθμού.

ΝΠΔΔ Περιφερειών: σε επίπεδο τετραψήφιου κωδικού αριθμού, με διάκριση στο σκέλος των δαπανών ανάμεσα σε δαπάνες τρέχουσας χρήσης και παρελθόντων οικονομικών ετών.

ΝΠΙΔ: Τα στοιχεία υποβάλλονται βάσει ειδικής κατηγοριοποίησης και με βάση το θεσμικό πλαίσιο που τα διέπει.

4.2. Χρηματοοικονομικά στοιχεία ισολογισμού, δηλαδή σύνοψη των υπολοίπων των λογαριασμών διαθεσίμων (ταμείο, καταθέσεις σε Τράπεζα της Ελλάδος και λοιπές τράπεζες), χρεογράφων (τίτλοι ελληνικού δημοσίου, λοιπά ομόλογα και μετοχές), δανείων εσωτερικού και εξωτερικού, και υποχρεώσεων σε φορείς εκτός και εντός της γενικής κυβέρνησης, την τελευταία ημέρα της περιόδου αναφοράς, όπως αυτά προκύπτουν από την τήρηση της γενικής λογιστικής, βάσει αντιστοίχισης που δίδεται από τη Διεύθυνση Οικονομικών ΤΑ.

4.3. Σύνοψη μητρώου δεσμεύσεων, δηλαδή σωρευτική σύνοψη της εκτέλεσης του προϋπολογισμού δαπανών των φορέων της γενικής κυβέρνησης μέχρι και την τελευταία ημέρα του μήνα αναφοράς, όπως αυτή λαμβάνει χώρα κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 80/2016 (145Α΄) ανάληψης υποχρεώσεων από τους διατάκτες. Συγκεκριμένα, υποβάλλονται στοιχεία δημοσιονομικών δεσμεύσεων, αξίας τιμολογίων ή ισοδύναμων παραστατικών, πληρωμών, εκκρεμών δεσμεύσεων, απλήρωτων και εκκρεμών υποχρεώσεων προς φορείς γενικής κυβέρνησης και τρίτους και ωρίμανση αυτών. Τα στοιχεία αποστέλλονται σε επίπεδα κωδικού αριθμού και κατηγορίας (για τα ΝΠΙΔ) αντίστοιχα με εκείνα των στοιχείων προϋπολογισμού και απολογισμού, με την προσθήκη των κατηγοριών που προβλέπονται στις εγκυκλίους του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους αναφορικά με την εφαρμογή του άρθρου 8 παρ. 3 του π.δ. 80/2016.

4.4. Ισοζύγιο γενικού καθολικού για την περίοδο αναφοράς σε επίπεδο τριτοβάθμιου λογαριασμού για τους δήμους και τις περιφέρειες και σε επίπεδο δευτεροβάθμιου λογαριασμού για τα ΝΠΔΔ και τα ΝΠΙΔ.

4.5. Κινήσεις ενδοκυβερνητικών συναλλαγών (εισπράξεων και πληρωμών), δηλαδή καταγραφή των συναλλαγών (εισπράξεων και πληρωμών) μεταξύ των φορέων της γενικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του μήνα αναφοράς, σε επίπεδα κωδικού αριθμού και κατηγορίας (για τα ΝΠΙΔ) αντίστοιχα με εκείνα των στοιχείων προϋπολογισμού και απολογισμού.

4.6. Στοιχεία σχετικά με την πορεία είσπραξης των εσόδων των δήμων, δηλαδή μηνιαία στοιχεία σχετικά με τα βεβαιωθέντα έσοδα τους (εν ευρεία και στενή έννοια), τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις και τα διοικητικά μέτρα που έχουν ληφθεί για την είσπραξη αυτών, σε επίπεδο τριψήφιων κωδικών αριθμών.

4.7. Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, δηλαδή α) την κατάσταση ισολογισμού τέλους χρήσεως, β) την κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης, γ) τον πίνακα διαθέσεως αποτελεσμάτων, δ) το προσάρτημα και ε) το πιστοποιητικό και την έκθεση ελέγχου του ορκωτού ελεγκτή λογιστή.

Άρθρο 5
Χρόνος και συχνότητα υποβολής στοιχείων.


Α. Οι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης υποβάλλουν σε μηνιαία βάση και εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήξη του μήνα αναφοράς:

• στοιχεία προϋπολογισμού και απολογισμού

• χρηματοοικονομικά στοιχεία ισολογισμού,

• σύνοψη μητρώου δεσμεύσεων,

• ισοζύγιο γενικού καθολικού,

• κινήσεις ενδοκυβερνητικών συναλλαγών και

• στοιχεία σχετικά με την πορεία είσπραξης των εσόδων των δήμων

στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ, σύμφωνα με τις οδηγίες της Διεύθυνσης Οικονομικών ΤΑ μέσω των οποίων θα διευκρινίζονται και εξειδικεύονται τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 4.

Β. Οι Φορείς Εκτός Γενικής Κυβέρνησης υποβάλλουν σε μηνιαία βάση και εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήξη του μήνα αναφοράς:

• στοιχεία προϋπολογισμού και απολογισμού

• χρηματοοικονομικά στοιχεία ισολογισμού και

• ισοζύγιο γενικού καθολικού

στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ, σύμφωνα με τις οδηγίες της Διεύθυνσης Οικονομικών ΤΑ μέσω των οποίων θα διευκρινίζονται και εξειδικεύονται τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 4.

Ειδικά οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται από τους φορείς του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ εντός (δέκα) 10 ημερών από την υποβολή τους στο δημοτικό/περιφερειακό/διοικητικό συμβούλιο του φορέα. Η ενημέρωση των βάσεων δεδομένων με τα στοιχεία των οικονομικών καταστάσεων πρέπει να ολοκοκληρώνεται μέχρι την 30.09 του επόμενου οικονομικού έτους από αυτό που αφορούν.

Υποχρεωτική επικαιροποίηση στοιχείων έτους αναφοράς:

• μέχρι την 20η Φεβρουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους, επικαιροποιούνται τα στοιχεία προϋπολογισμού και απολογισμού, τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ισολογισμού, το ισοζύγιο γενικού καθολικού και οι κινήσεις ενδοκυβερνητικών συναλλαγών του έτους αναφοράς,

• μέχρι την 30η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους, ενσωματώνονται στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ τα τελικά ετήσια στοιχεία απολογισμού, ισολογισμού, ισοζυγίου γενικού καθολικού και ενδοκυβερνητικών συναλλαγών,

• με την υποβολή των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, επικαιροποιούνται τα ως άνω στοιχεία εφόσον έχουν διαπιστωθεί αποκλίσεις σε σχέση με τα υποβληθέντα τελικά στοιχεία.

Άρθρο 6
Υπόχρεοι διάθεσης στοιχείων.


Υπεύθυνος α) για την τακτική και έγκαιρη υποβολή οικονομικών στοιχείων στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας και, όπου απαιτείται, στις λοιπές βάσεις δεδομένων οικονομικών στοιχείων του ΥΠΕΣ και β) για την ορθότητα και αξιοπιστία αυτών είναι ο προϊστάμενος οικονομικών υπηρεσιών του φορέα.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων του, ο προϊστάμενος οικονομικών υπηρεσιών έχει την ευθύνη για:

• την ορθή και έγκαιρη λογιστική αποτύπωση των οικονομικών στοιχείων του φορέα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και τις κοινά αποδεκτές λογιστικές πρακτικές,

• τον έλεγχο της επάρκειας των πληροφοριακών συστημάτων οικονομικής διαχείρισης σε ό,τι αφορά στην παραγωγή ορθών και αξιόπιστων αναφορών οικονομικών στοιχείων σύμφωνα με τις οδηγίες της Διεύθυνσης Οικονομικών ΤΑ του ΥΠΕΣ,

• τη συνεργασία με τους στατιστικούς ανταποκριτές και τη διευκόλυνση του έργου τους,

• την άμεση ανταπόκριση στις οδηγίες και στα ενδεχόμενα ερωτήματα της Διεύθυνσης Οικονομικών ΤΑ του ΥΠΕΣ αναφορικά με τη διαδικασία υποβολής στοιχείων, την ορθότητα και την ποιότητα των υποβαλλόμενων στοιχείων, τις εφαρμοζόμενες λογιστικές πρακτικές και την παραμετροποίηση των αποστελλόμενων αναφορών,

• την πραγματοποίηση όλων των απαραίτητων εισηγήσεων προς τον δήμαρχο, τον περιφερειάρχη ή τον πρόεδρο του νομικού προσώπου σχετικά με την οργάνωση και την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας υποβολής στοιχείων στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι με το άρθρο 283 παρ. 21 του ν. 3852/2010 η διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής της διαδικασίας υποβολής στοιχείων στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ έχει ανατεθεί στους δημάρχους και τους περιφερειάρχες με το εύρος της ευθύνης τους να επεκτείνεται στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και στις κάθε είδους επιχειρήσεις των φορέων τους.

Επισημαίνεται ότι οι ΠΟΥ των δήμων και των περιφερειών που υποστηρίζουν την οικονομική λειτουργία άλλων νομικών προσώπων είναι υπεύθυνοι για την εποπτεία και το συντονισμό της διαδικασίας παραγωγής και αποστολής των οικονομικών στοιχείων των εν λόγω φορέων.

Η υποβολή των στοιχείων πραγματοποιείται από τους στατιστικούς ανταποκριτές. Οι στατιστικοί ανταποκριτές είναι υπάλληλοι των οικονομικών υπηρεσιών των υπόχρεων φορέων στους οποίους έχει ανατεθεί η ενημέρωση των βάσεων δεδομένων οικονομικών στοιχείων του ΥΠΕΣ σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 4 και 5 της παρούσας απόφασης. Οι στατιστικοί ανταποκριτές ορίζονται σύμφωνα με την κάτωθι διαδικασία:

Για τους δήμους και τα νομικά πρόσωπά τους:

Με απόφαση του δημάρχου ορίζεται ένας υπάλληλος της οικονομικής υπηρεσίας ως στατιστικός ανταποκριτής του δήμου, δηλαδή ως υπεύθυνος για την ενημέρωση των βάσεων δεδομένων του ΥΠΕΣ με τα στοιχεία του δήμου. Με απόφαση του προέδρου του νομικού προσώπου του δήμου ορίζεται υπάλληλος από την οικονομική υπηρεσία του νομικού προσώπου ως υπεύθυνος για την ενημέρωση των βάσεων δεδομένων του ΥΠΕΣ, δηλαδή ως στατιστικός ανταποκριτής του νομικού προσώπου. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η οικονομική λειτουργία του νομικού προσώπου εξυπηρετείται από την οικονομική υπηρεσία του οικείου δήμου, με απόφαση του δημάρχου ορίζεται ένας υπάλληλος της οικονομικής υπηρεσίας του δήμου ως στατιστικός ανταποκριτής του νομικού προσώπου.

Για τις περιφέρειες και τα νομικά πρόσωπά τους:

Με απόφαση του περιφερειάρχη ορίζεται ένας υπάλληλος της οικονομικής υπηρεσίας ως στατιστικός ανταποκριτής της περιφέρειας, δηλαδή υπεύθυνος για την ενημέρωση των βάσεων δεδομένων του ΥΠΕΣ με τα στοιχεία της περιφέρειας. Με απόφαση του προέδρου του νομικού προσώπου της περιφέρειας ορίζεται υπάλληλος από την οικονομική υπηρεσία του νομικού προσώπου ως υπεύθυνος για την ενημέρωση των βάσεων δεδομένων του ΥΠΕΣ, δηλαδή ως στατιστικός ανταποκριτής του νομικού προσώπου. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η οικονομική λειτουργία του νομικού προσώπου εξυπηρετείται από την οικονομική υπηρεσία της οικείας περιφέρειας, με απόφαση του περιφερειάρχη ορίζεται ένας υπάλληλος της οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας ως στατιστικός ανταποκριτής του νομικού προσώπου

Για τους συνδέσμους, τους Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ), τις αναπτυξιακές και τις πολυμετοχικές ανώνυμες εταιρίες και τα περιφερειακά ταμεία ανάπτυξης:

Με απόφαση του προέδρου του φορέα ορίζεται υπάλληλος από την οικονομική υπηρεσία ως στατιστικός ανταποκριτής, δηλαδή ως υπεύθυνος για την ενημέρωση των βάσεων δεδομένων του με τα στοιχεία του φορέα. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η οικονομική υπηρεσία του φορέα εξυπηρετείται από την οικονομική υπηρεσία άλλου φορέα, τότε ορίζεται υπεύθυνος από την οικονομική υπηρεσία του τελευταίου.

Οι στατιστικοί ανταποκριτές ανήκουν κατά προτίμηση στον κλάδο Π.Ε. Οικονομικού ή/και Διοικητικού ή του κλάδου Τ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού ή του κλάδου Τ.Ε. Διοίκησης Μονάδων Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Οι στατιστικοί ανταποκριτές ορίζονται μαζί με τους αναπληρωτές τους προκειμένου να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη ενημέρωση των βάσεων δεδομένων.

Οι αρμοδιότητες των Στατιστικών Ανταποκριτών είναι οι εξής:

η παραγωγή των προς διάθεση αναφορών και αρχείων, καθώς και ο έλεγχος της ορθότητας αυτών, σύμφωνα με τις οδηγίες των αρμόδιων υπηρεσιών του ΥΠΕΣ, σε συνεργασία με τον ΠΟΥ και με τις μονάδες που είναι επιφορτισμένες με την παρακολούθηση και την καταγραφή των στοιχείων και με τη λειτουργία των πληροφοριακών συστημάτων του φορέα ή των φορέων ευθύνης τους,

η διάθεση των στοιχείων στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας και, όπου απαιτείται, η υποβολή τους στις λοιπές βάσεις δεδομένων εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών,

η λειτουργία ως μοναδικού σημείου επικοινωνίας ανάμεσα στους φορείς ευθύνης τους και τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΣ,

η άμεση ανταπόκριση στους ελέγχους, τα ερωτήματα και τις συστάσεις των αρμόδιων υπηρεσιών του ΥΠΕΣ σχετικά με τη διαδικασία υποβολής στοιχείων, την ορθότητα των υποβαλλόμενων στοιχείων, τις εφαρμοζόμενες λογιστικές πρακτικές και την παραμετροποίηση των αποστελλόμενων αναφορών,

η άμεση ενημέρωση του ΥΠΕΣ αναφορικά με τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν οι φορείς ευθύνης τους για τη διόρθωση παραλείψεων και αστοχιών και για τη βελτίωση της παρεχόμενης πληροφορίας,

κατά τη μεταβατική περίοδο της παράλληλης λειτουργίας του Κόμβου Διαλειτουργικότητας και της Διαδικτυακής Βάσης Δεδομένων του ΥΠΕΣ, η μέριμνα για τη μηνιαία συμφωνία των στοιχείων των αποστελλόμενων αναφορών στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας με τα στοιχεία που υποβάλλονται μέσω των στατιστικών δελτίων στη Διαδικτυακή Βάση Δεδομένων του ΥΠΕΣ.

Άρθρο 7
Χρήστες του Κόμβου Διαλειτουργικότητας.


Στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας έχουν διαβαθμισμένα δικαιώματα πρόσβασης προς άντληση στοιχείων, κατόπιν εφαρμογής συγκεκριμένης διαδικασίας ταυτοποίησης, οι υπηρεσίες των κάτωθι φορέων και αρχών:

• Το Υπουργείο Εσωτερικών

• Το Παρατηρητήριο Οικονομικής Αυτοτέλειας των ΟΤΑ

• Οι Αυτοτελείς Υπηρεσίες Εποπτείας των ΟΤΑ

• Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους

• Το Ελεγκτικό Συνέδριο.

• Η Ελληνική Στατιστική Αρχή

• Η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας και η Ένωση Περιφερειών Ελλάδος

Προς το σκοπό αυτό ορίζονται από τους φορείς, με απόφαση του αρμόδιου οργάνου τους, οι χρήστες των βάσεων δεδομένων με τους αναπληρωτές τους.
Τα στοιχεία των χρηστών τηρούνται σε ειδικό μητρώο στη Διεύθυνση Οικονομικών ΤΑ. H έκταση των δικαιωμάτων πρόσβασης των χρηστών στα στοιχεία των βάσεων δεδομένων συναρτάται με τη θεσπισμένη αρμοδιότητά τους. Οι διαδικασίες παροχής πρόσβασης και διαβαθμισμένων δικαιωμάτων καθώς και καθορισμού του αριθμου των χρηστών εντός των φορέων, πραγματοποιούνται υπό την ευθύνη της Διεύθυνσης Οικονομικών ΤΑ.

Άρθρο 8
Χρόνος έναρξης λειτουργίας των βάσεων δεδομένων - Επέκταση Κόμβου Διαλειτουργικότητας σε νομικά πρόσωπα.


Για τα οικονομικά στοιχεία τους μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2017 (μήνας αναφοράς Δεκέμβριος 2017), οι μεν δήμοι και οι περιφέρειες ενημερώνουν τον Κόμβο Διαλειτουργικότητας και τη Διαδικτυακή Βάση Δεδομένων (μέσω στατιστικών δελτίων), τα δε νομικά πρόσωπα ενημερώνουν μόνο τη Διαδικτυακή Βάση Δεδομένων (μέσω στατιστικών δελτίων), με βάση τις οδηγίες που τους έχουν δοθεί.

Για τα οικονομικά στοιχεία τους από την 1η Ιανουαρίου 2018 (μήνας αναφοράς Ιανουάριος 2018) και μετά, οι δήμοι, οι περιφέρειες και τα νομικά πρόσωπα ενημερώνουν τον Κόμβο Διαλειτουργικότητας σύμφωνα με τα ανωτέρω. Τα νομικά πρόσωπα υποχρεούνται να έχουν ολοκληρώσει τη διάθεση των οικονομικών στοιχείων Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 2018 στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας μέχρι την 31η Μαρτίου 2018.

Ταυτόχρονα, οι ανωτέρω φορείς συνεχίζουν να ενημερώνουν τη Διαδικτυακή Βάση Δεδομένων σύμφωνα με τις οδηγίες που τους έχουν δοθεί, μέχρι να διαπιστωθεί η αξιοπιστία των διατιθέμενων στοιχείων στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας. Η σταδιακή κατάργηση της Διαδικτυακής Βάσης Δεδομένων θα λάβει χώρα μέσω της περαιτέρω μείωσης των στοιχείων που περιλαμβάνονται στα στατιστικά δελτία.

Εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι στατιστικοί ανταποκριτές υποχρεούνται να τηρούν λογαριασμό στη διαδικτυακή εφαρμογή http://komvos.ypes.gr/stats για τους φορείς ευθύνης τους

Εφόσον, δεν είναι εφικτή η διάθεση των στοιχείων μέσω διαδικτυακών υπηρεσιών – διεπαφών, η υποβολή των στοιχείων θα πραγματοποιείται μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής http://komvos.ypes.gr/stats. Εφόσον δεν είναι εφικτή η παραγωγή αρχείων XML από τo πληροφοριακό σύστημα οικονομικής διαχείρισης του φορέα, είναι δυνατή η χρήση γραμμογραφημένων πρότυπων αρχείων excel.

Άρθρο 9
Ανάλυση οικονομικών στοιχείων.


Ο Κόμβος Διαλειτουργικότητας αποτελεί ένα πληροφοριακό σύστημα με εξειδικευμένο λογισμικό το οποίο προσφέρει ποιοτική πληροφορία μέσω της κατάλληλης ανάλυσης συγκεντρωτικών και ενοποιημένων δεδομένων. Η τεχνολογική υποδομή του Κόμβου Διαλειτουργικότητας αξιοποιείται σε συνδυασμό με την εφαρμογή στατιστικών και οικονομετρικών μοντέλων καθώς και μοντέλων προσομοίωσης προκειμένου να διενεργούνται οικονομικές αναλύσεις. Στο πλαίσιο αυτό, η Διεύθυνση Οικονομικών Τ.Α. του ΥΠΕΣ συντάσσει αναφορές αξιολόγησης α) της δημοσιονομικής επίδοσης, β) της χρηματοοικονομικής ευρωστίας και βιωσιμότητας γ) της οικονομικής λειτουργίας και δ) του βαθμού ανταπόκρισης στο πλαίσιο του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίες κοινοποιούνται στον Υπουργό Εσωτερικών. Οι χρησιμοποιούμενοι αριθμοδείκτες και τα εφαρμοζόμενα στατιστικά και οικονομετρικά μοντέλα εντάσσονται στον Κόμβο Διαλειτουργικότητας με τη μορφή διακριτών ενοτήτων και αναφορών, ανάλογα με το σκοπό και το αντικείμενο εστίασης αυτών, οι οποίες είναι προσβάσιμες στους χρήστες της βάσης. Σε ετήσια βάση, συντάσσεται με ευθύνη της Διεύθυνσης Οικονομικών ΤΑ έκθεση επί των οικονομικών της τοπικής αυτοδιοίκησης η οποία κοινοποιείται στον Υπουργό Οικονομικών, στον Υπουργό Εσωτερικών και στους χρήστες του Κόμβου Διαλειτουργικότητας του ΥΠΕΣ και αναρτάται στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΣ.

Άρθρο 10 Κυρώσεις.

Α. Η συστηματική παράλειψη ή καθυστέρηση της ενσωμάτωσης οικονομικών στοιχείων στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ, και δη των απολογιστικών στοιχείων εσόδων και εξόδων, των χρηματοοικονομικών στοιχείων ισολογισμού και των στοιχείων ενδοκυβερνητικών συναλλαγών, συνιστούν παράβαση της υποχρέωσης των υπηρεσιών και των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης να παρέχουν πρωτογενή, δημοσιονομικά στην προκειμένη περίπτωση, στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες στην ΕΛΣΤΑΤ, μέσω του ΥΠΕΣ ως φορέα του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος και ως εποπτεύουσας αρχής των ΟΤΑ. Η παράβαση αυτής της υποχρέωσης συνιστά παράβαση καθήκοντος και δύναται:

• να προκαλέσει πειθαρχική δίωξη ύστερα από αίτηση του Προέδρου της ΕΛΣΤΑT (άρθρο 2, παρ. 3 και 4 του ν. 3832/2010).

• να επισύρει τη σύσταση στον προϊστάμενο οικονομικών υπηρεσιών του φορέα ή στον δήμαρχο ή στον περιφερειάρχη ή στον πρόεδρο του νομικού προσώπου για άρση της παράβασης μέσα σε ορισμένη αποκλειστική προθεσμία και πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εάν παρέλθει άπρακτη η αποκλειστική προθεσμία για άρση της παράβασης (άρθρο 8 του ν. 3832/2010).

Β. Η μη διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής της διαδικασίας ενσωμάτωσης οικονομικών στοιχείων στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ συνιστά για τον δήμαρχο και τον περιφερειάρχη, σοβαρή πειθαρχική παράβαση καθήκοντος (άρθρο 283, παρ. 21 του ν. 3852/2010).

Γ. Η μη ενσωμάτωση ή η καθυστέρηση ενσωμάτωσης των στοιχείων στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ δύναται να επισύρει κατά περίπτωση την παρακράτη ή μη απόδοση μέρους των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) σύμφωνα με το άρθρο 41, παρ. 2 εδάφιο 2 του ν. 4483/2017 ως εξής:

α) για μη υποβολή των προβλεπόμενων στοιχείων, παρακρατείται από την επόμενη κατανομή το 10% της μηνιαίας τακτικής επιχορήγησης μέσω ΚΑΠ προς τον οικείο ΟΤΑ. Εφόσον πρόκειται για στοιχεία νομικών προσώπων παρακρατείται ποσό που ισούται με το 10% του 1/12 των ποσών που αυτά έχουν εγγράψει στους προϋπολογισμούς τους ως χρηματοδότηση από τον οικείο ΟΤΑ. Εφόσον τα στοιχεία ενσωματωθούν εντός ενός (1) μηνός από την παρέλευση των προθεσμιών του άρθρου 5 της παρούσας οι παρακρατηθέντες πόροι αποδίδονται άμεσα στους ΟΤΑ.

β) σε περίπτωση που παρατηρείται συστηματική καθυστέρηση στην ενσωμάτωση των στοιχείων, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερής η διεξαγωγή των απαραίτητων ελέγχων αξιοπιστίας ή η έγκαιρη διάδοσή τους, τότε αθροίζονται οι μήνες επανάληψης της καθυστέρησης μέσα στο έτος και

• εφόσον το άθροισμα είναι εντός τους εύρους (3,6), δηλαδή είναι μεγαλύτερο ή ίσο του 3 και μικρότερο του 6, παρακρατείται από τους ΚΑΠ του επόμενου έτους ποσό ίσο με το 2% της ετήσιας τακτικής επιχορήγησης. Όταν η καθυστέρηση αφορά σε στοιχεία νομικών προσώπων, το παρακρατούμενο ποσό από τους ΚΑΠ υπολογίζεται ως το 2% των ποσών που έχουν εγγράψει τα νομικά πρόσωπα στους προϋπολογισμούς τους ως χρηματοδότηση από τον οικείο ΟΤΑ.

• εφόσον το άθροισμα είναι εντός τους εύρους (6,9), δηλαδή είναι μεγαλύτερο ή ίσο του 6 και μικρότερο του 9, το ποσοστό του προηγούμενου εδαφίου αυξάνεται σε 4%.

• εφόσον το άθροισμα είναι εντός τους εύρους (9,12), δηλαδή είναι μεγαλύτερο ή ίσο του 9, το ποσοστό του προηγούμενου εδαφίου αυξάνεται σε 6%.

Τα παρακρατηθέντα ποσά αποδίδονται στους φορείς εφόσον διαπιστωθεί ότι κατά το α΄εξάμηνο του επόμενου έτους υποβάλλουν τα στοιχεία τους εντός των προθεσμιών του άρθρου 8.

Δ. Η μη ενσωμάτωση των απολογιστικών στοιχείων, των χρηματοοικονομικών στοιχείων ισολογισμού, στοιχείων του μητρώου δεσμεύσεων και των στοιχείων ενδοκυβερνητικών συναλλαγών στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ έχει ως συνέπεια την μη επιχορήγηση ή τη μη χρηματοδότηση του φορέα από τον κρατικό προϋπολογισμό (άρθρο 173 του ν. 4270/2014 και άρθρο 8 παρ. 4 του π.δ. 80/2016).

Ε. Η ενσωμάτωση των απολογιστικών στοιχείων, των χρηματοοικονομικών στοιχείων ισολογισμού, και των στοιχείων ενδοκυβερνητικών συναλλαγών στις βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΣ, σε ημερομηνία μεταγενέστερη των προθεσμιών που έχουν τεθεί, ενεργοποιούν τις διατάξεις των περιπτώσεων α και β της παραγράφου 1 του άρθρου 173 του ν. 4270/2014, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και δύναται να προκαλέσουν, αφενός, την περικοπή του μηνιαίου μισθού ή της συνολικής αποζημίωσης του προϊσταμένου οικονομικών υπηρεσιών του φορέα και, αφετέρου, την παρακράτηση χρηματοδοτήσεων από εθνικούς πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ή επιχορηγήσεων ή αποδόσεων από τον Τακτικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό 50% του ετήσιου προβλεπόμενου ορίου μέχρι τη διάθεση των ως άνω στοιχείων (άρθρο 173 του ν. 4270/2014).

Άρθρο 11 Έναρξη ισχύος.

Από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τίθεται σε ισχύ η παρούσα απόφαση και παύει η ισχύς των αποφάσεων των με αριθμό 74712 και 74713/29-12-2010 (Β΄2043) αποφάσεων του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και των τροποποιήσεων αυτών.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως


Αθήνα, 30 Ιανουαρίου 2018

Ο Υπουργός
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗΣ

Αριθμ. ΥΠΠΟΑ/42269/3638/3476/196/2018 Συγκρότηση, λειτουργία και αρμοδιότητες Επιτροπής για τη Γνωστοποίηση Διαδικτυακής Προσβολής Δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων και καθορισμός τέλους εξέτασης αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 66Ε ν. 2121/1993 «Κυρώσεις για προσβολές δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο», όπως προστέθηκε με το άρθρο 52 παρ. 1 ν. 4481/2017 (ΦΕΚ Α' 100/20.7.2017)

$
0
0
Αριθμ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΔΥΗΔ/ΔΔΑΑΔ/ ΤΥΕΦΤΠ/42269/3638/3476/196/30-01-2018

(ΦΕΚ Β' 351/07-02-2018)

Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του π.δ/τος 63/2005 (ΦΕΚ 98/Α') «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα».
β. Του π.δ/τος 70/2015 (ΦΕΚ 114/Α') «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών............».
γ. Του π.δ/τος 125/2016 (ΦΕΚ 210/Α/5.11.2016) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
δ. Του π.δ/τος 104/2014 (ΦΕΚ 171/Α/28.08.2014) «Οργανισμός Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού».
ε. Του π.δ/τος 311/1994 (ΦΕΚ 165/Α') «Καταστατικό του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας».
στ. Του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 «Κυρώσεις για προσβολές δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο», όπως προστέθηκε με το άρθρο 52 παρ. 1 ν. 4481/2017 (ΦΕΚ 100/Α/20.07.2017), ιδίως της παραγράφου 3.

3. Το αρ. 32096/18.1.2018 έγγραφο του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας σχετικά με τη συγκρότηση, λειτουργία και αρμοδιότητες της ως άνω Επιτροπής.

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού του Κράτους,

αποφασίζουμε:

Τα ακόλουθα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Επιτροπής για τη Γνωστοποίηση Διαδικτυακής Προσβολής Δικαιωμάτων Πνευματικής ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων, όπως αυτή προβλέπεται στο α. 66Ε ν. 2121/1993, η οποία εφεξής για λόγους συντομίας θα αναφέρεται ως Επιτροπή για τη Διαδικτυακή Προσβολή Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΕΔΠΠΙ) και καθορίζουμε το τέλος εξέτασης της αίτησης σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ - ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ - ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Άρθρο 1
Αρμοδιότητες


1. Έδρα της ΕΔΠΠΙ είναι η έδρα του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ).

2. Η ΕΔΠΠΙ αποφασίζει και ενεργεί για θέματα που υπάγονται στην αρμοδιότητα της σύμφωνα με το άρθρο 66Ε ν. 2121/1993 και την παρούσα.

Άρθρο 2
Συγκρότηση και λειτουργία


1. Η ΕΔΠΠΙ αποτελείται από τρία (3) μέλη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993.

2. Τα μέλη της ΕΔΠΠΙ σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αναπληρώνονται από τους αναπληρωτές τους, όπως ορίζονται με την απόφαση ορισμού τους.

3. Αν κάποιο από τα μέλη της ΕΔΠΠΙ εκλείψει ή αποχωρήσει για οποιονδήποτε λόγο, η Επιτροπή δεν μπορεί να λειτουργήσει.

4. Ο Πρόεδρος της ΕΔΠΠΙ την εκπροσωπεί δικαστικά και εξώδικα. Ο Πρόεδρος έχει την ευθύνη και τη γενική εποπτεία της λειτουργίας της ΕΔΠΠΙ, συγκαλεί και προεδρεύει των συνεδριάσεων, σύμφωνα με όσα ορίζονται παρακάτω, διευθύνει τις εργασίες και φροντίζει για την εφαρμογή του νόμου και της παρούσας, καθώς και για την εκτέλεση των αποφάσεων που λαμβάνονται.

5. Η ΕΔΠΠΙ συνεπικουρείται στη λειτουργία της από το προσωπικό του ΟΠΙ, το οποίο διατίθεται ύστερα από απόφαση του Διευθυντή του ΟΠΙ.

Άρθρο 3
Σύνθεση και Συνεδριάσεις


1. Η ΕΔΠΠΙ ασκεί τα καθήκοντά της, συνεδριάζει και λαμβάνει αποφάσεις νόμιμα όταν βρίσκεται σε πλήρη απαρτία. Για την ύπαρξη απαρτίας απαιτείται η παρουσία και των τριών (3) μελών (τακτικών ή αναπληρωματικών). Η απαρτία πρέπει να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης. Αν κατά την πρώτη συνεδρίαση διαπιστωθεί έλλειψη απαρτίας, το όργανο καλείται εκ νέου σε συνεδρίαση, η οποία πραγματοποιείται το νωρίτερο εντός είκοσι τέσσερις (24) ωρών από την πρώτη και με την ίδια ημερήσια διάταξη.

2. Ο Πρόεδρος καθορίζει την ημέρα και την ώρα των συνεδριάσεων και καλεί τα μέλη να συμμετέχουν. Οι συνεδριάσεις πραγματοποιούνται στην έδρα της ΕΔΠΠΙ, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά στην πρόσκληση, κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες. Η πρόσκληση, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, γνωστοποιείται από τον γραμματέα στα μέλη της ΕΔΠΠΙ τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση. Η πρόσκληση μπορεί να γίνει με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Σε περίπτωση κατεπείγοντος, η παραπάνω προθεσμία μπορεί να συντμηθεί σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες με αιτιολόγηση στην πρόσκληση των λόγων του κατεπείγοντος. Πρόσκληση των μελών της ΕΔΠΠΙ δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε ημερομηνίες τακτές, που ορίζονται με απόφασή της, η οποία και γνωστοποιείται στα μέλη της.

3. Την ευθύνη της ημερήσιας διάταξης έχει ο Πρόεδρος. Αντικείμενο της συνεδρίασης είναι μόνο τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ' εξαίρεση μπορούν να συζητηθούν και θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη, αν όλα τα μέλη συμφωνούν για τη συζήτησή τους.

4. Οι συνεδριάσεις είναι μυστικές. Η κατά τη συζήτηση παρουσία άλλων προσώπων, πλην των μελών, δεν επιτρέπεται. Η ΕΔΠΠΙ, όμως, μπορεί να καλέσει προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων ή ακρόαση προς έκθεση των απόψεών τους, υπηρεσιακά ή άλλα πρόσωπα, τα οποία μετά την ακρόαση τους αποχωρούν.

5. Για τη συγκρότηση, τη σύνθεση, τις συνεδριάσεις, τη λειτουργία και τις αποφάσεις της ΕΔΠΠΙ εφαρμόζονται κατά τα λοιπά οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.

Άρθρο 4
Αίτηση άρσης της προσβολής


1. Η ειδικά προδιατυπωμένη αίτηση της παρ. 4 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 διαμορφώνεται από τον ΟΠΙ, ο οποίος την τροποποιεί κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της ΕΔΠΠΙ.

2. Προϋποθέσεις για την εξέταση της αίτησης είναι α) η αυτοπρόσωπη ή ηλεκτρονική υποβολή τής ειδικά προδιατυπωμένης αίτησης τής παρ. 4 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 μαζί με τα έγγραφα που αναφέρονται σε αυτήν και β) η καταβολή του προβλεπόμενου στο άρθρο 11 τέλους.

3. Προϋποθέσεις του παραδεκτού της αίτησης συνιστούν: α) η τήρηση τυχόν αντίστοιχης διαδικασίας που προβλέπεται από τον πάροχο και η μη τελεσφόρηση της εντός εύλογου χρόνου ή διαφορετικά η υποβολή υπεύθυνης δήλωσης από τον αιτούντα για τη μη ύπαρξη σχετικής διαδικασίας και β) η δήλωση μη ύπαρξης εκκρεμοδικίας ή οριστικής απόφασης επί της ίδιας διαφοράς.

4. Στο πλαίσιο της υποβολής συμπληρωματικών της αίτησης στοιχείων δύναται να προσκομιστεί από τον αιτούντα τυχόν απόφαση δικαστικής ή διοικητικής αρχής άλλου κράτους μέλους της EE που διατάσσει την απομάκρυνση του ιδίου περιεχομένου ή τη διακοπή πρόσβασης σε αυτό στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο αιτηθεί η ΕΔΠΠΙ.

Άρθρο 5
Αποφάσεις


1. Οι αποφάσεις της ΕΔΠΠΙ λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία.

2. Η ψηφοφορία είναι φανερή. Η διάσκεψη για την έκδοση απόφασης είναι μυστική και το αποτέλεσμά της είναι απόρρητο μέχρι την καταγραφή τής απόφασης στα πρακτικά από τον γραμματέα.

3. Για τις συνεδριάσεις της ΕΔΠΠΙ συντάσσονται πρακτικά, στα οποία μνημονεύονται, ιδίως, τα ονοματεπώνυμα και η ιδιότητα των παριστάμενων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν.

4. Στα πρακτικά καταχωρίζεται ονομαστικά η γνώμη του μέλους που μειοψήφησε.

5. Οι αποφάσεις απομάκρυνσης περιεχομένου ή διακοπής πρόσβασης σε αυτό μπορούν να δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του ΟΠΙ, εφόσον το κρίνει η ΕΔΠΠΙ.

Άρθρο 6
Πρακτικά


Ο γραμματέας ή ο αναπληρωτής του τηρεί τα πρακτικά των συνεδριάσεων, τα οποία υπογράφονται από τα μέλη της ΕΔΠΠΙ.

Άρθρο 7
Κοινοποιήσεις


1. Οι γνωστοποιήσεις και οι ενημερώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 66Ε ν. 2121/1993 κοινοποιούνται στα εμπλεκόμενα μέρη με κάθε πρόσφορο τρόπο, συμπεριλαμβανομένου του μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

2. Η κοινοποίηση των αποφάσεων της ΕΔΠΠΙ με τις οποίες καλούνται οι αποδέκτες της γνωστοποίησης να απομακρύνουν περιεχόμενο που προσβάλλει δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικό δικαίωμα ή να διακόψουν την πρόσβαση σε αυτό πραγματοποιείται:
α) με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή
β) με αποστολή συστημένης επιστολής στην ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασής τους ή
γ) με επίδοση κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

3. Απόφαση που αποστέλλεται με συστημένη επιστολή θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δέκα (10) ημερών από την ημέρα αποστολής, εάν η ταχυδρομική διεύθυνση του παραλήπτη βρίσκεται στην Ελλάδα. Σε περίπτωση που η ταχυδρομική διεύθυνση είναι εκτός Ελλάδας, η πράξη θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί νομίμως μετά την παρέλευση είκοσι (20) ημερών από την ημέρα αποστολής της συστημένης επιστολής.

4. Στις περιπτώσεις της ηλεκτρονικής κοινοποίησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. α' της παρ. 2, η πράξη θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση πέντε (5) ημερών από την ηλεκτρονική ειδοποίηση στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του παραβάτη, εφόσον δεν προκύπτει προγενέστερος χρόνος παραλαβής της.

Άρθρο 8
Απόφαση ΕΔΠΠΙ


Στην περίπτωση που η ΕΔΠΠΙ διαπιστώσει ότι προσβάλλεται δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικό δικαίωμα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 66Ε ν. 2121/1993 και την παρούσα τάσσει προθεσμία σαράντα οκτώ (48) ωρών για την απομάκρυνση του περιεχομένου ή για τη διακοπή πρόσβασης σε αυτό. Με την απόφαση αυτή απειλείται επιβολή προστίμου ύψους πεντακοσίων (500) έως χιλίων (1.000) ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης από την κοινοποίησή της στους παραβάτες. Το πρόστιμο επιβάλλεται με νέα απόφαση της ΕΔΠΠΙ σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 7 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993. Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη από την ΕΔΠΠΙ για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου είναι η βαρύτητα της προσβολής, ιδίως λόγω ύπαρξης μεγάλου αριθμού έργων ή αντικειμένων προστασίας, η διάρκεια και η επανάληψή της.

Άρθρο 9
Απομάκρυνση περιεχομένου


Η απομάκρυνση του περιεχομένου που προστατεύεται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικό δικαίωμα από τους αποδέκτες τής γνωστοποίησης της περ. β' της παρ. 5 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 πρέπει να είναι μόνιμη, εκτός αν στο μεταξύ ληφθεί άδεια από τους δικαιούχους.

Άρθρο 10
Διακοπή πρόσβασης


1. Σε περιπτώσεις προσβολών μεγάλης κλίμακας ή σε περιπτώσεις που το περιεχόμενο, φιλοξενείται σε διακομιστή εκτός της ελληνικής επικράτειας η ΕΔΠΠΙ καλεί τους αποδέκτες της γνωστοποίησης να διακόψουν την πρόσβαση σε αυτό με τον πιο πρόσφορο και αποτελεσματικό τεχνικά τρόπο. Η διακοπή πρόσβασης αφορά στο περιεχόμενο που περιγράφεται στην αίτηση, είτε αυτό γίνεται προσβάσιμο μέσω ιστοσελίδων ή με άλλους τρόπους, όπως με ρευμάτωση δεδομένων συνεχούς ροής (data streaming).

2. Ένδειξη προσβολών μεγάλης κλίμακας είναι, ιδίως, η προσβολή μεγάλου αριθμού έργων ή αντικειμένων προστασίας που προστατεύονται με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικό δικαίωμα αντίστοιχα.

3. Η ΕΔΠΠΙ καθορίζει τη διάρκεια διακοπής πρόσβασης στο περιεχόμενο, η οποία για την περίπτωση των διευθύνσεων διαδικτυακού πρωτοκόλλου μπορεί να είναι μέχρι έξι (6) μήνες, ενώ για την περίπτωση των ονομάτων τομέων (domain names), συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων υποτομέων (subdomains), δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριών (3) ετών.

4. Η ΕΔΠΠΙ επιπρόσθετα μπορεί να ζητά από τους παρόχους να κατευθύνουν τους συνδρομητές τους που προσπαθούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε ιστοσελίδα, στην οποία η πρόσβαση έχει διακοπεί, σε οθόνη με μήνυμα που να τους πληροφορεί για τους λόγους διακοπής της πρόσβασης καινά τους ενημερώνει για ιστοσελίδες με νόμιμο περιεχόμενο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΤΕΛΟΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

Άρθρο 11
Τέλος εξέτασης αίτησης


1. Το ύψος του τέλους εξέτασης της αίτησης που θα πρέπει να καταβληθεί μαζί με την υποβολή της αίτησης τής παρ. 4 του άρθρου 66Ε ν. 2121/1993 ανέρχεται στα 300 ευρώ, εφόσον η αίτηση περιλαμβάνει ένα όνομα τομέα. Στην περίπτωση που η αίτηση περιλαμβάνει από δύο (2) έως πέντε (5) ονόματα τομέων, το ύψος ανέρχεται στα 500 ευρώ, από έξι (6) έως δέκα (10) ονόματα τομέων στα 700 ευρώ και από έντεκα (11) έως πενήντα (50) ονόματα τομέων στα 1.000 ευρώ. Στην περίπτωση που η αίτηση αφορά σε διακοπή πρόσβασης σε διευθύνσεις διαδικτυακού πρωτοκόλλου, οι οποίες χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση περιεχομένου με ρευμάτωση δεδομένων συνεχούς ροής, το ύψος του τέλους εξέτασης της αίτησης ανέρχεται στα 1.000 ευρώ. Κάθε τέτοια αίτηση δεν μπορεί να αφορά σε περισσότερες από πενήντα (50) διευθύνσεις διαδικτυακού πρωτοκόλλου.

2. Το τέλος εξέτασης της αίτησης, επιπλέον του οφειλόμενου ΦΠΑ, κατατίθεται στην Εθνική Τράπεζα (κωδικός SWIFT(BIC) ETHNGRAA), σε πίστωση του λογαριασμού του ΟΠΙ με IBAN GR8101101510000015129605323. Αντίγραφο της απόδειξης της κατάθεσης, με τα πλήρη στοιχεία του αιτούντος υποβάλλεται στο Λογιστήριο του ΟΠΙ. Το τέλος αποτελεί τυπική προϋπόθεση έναρξης της διαδικασίας και ως εκ τούτου, το καταβληθέν τέλος δεν επιστρέφεται σε καμία περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης θέσης της υπόθεσης στο αρχείο.

Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 30 Ιανουαρίου 2018

Η Υπουργός
ΛΥΔΙΑ ΚΟΝΙΟΡΔΟΥ

Αριθμ. πρωτ.: Φ.130181/1499/2018 Υπαγωγή ορισμένων περιπτώσεων αιτούντων στις διατάξεις πολιτογράφησης ομογενών

$
0
0
Αθήνα, 25/1/2018
Αρ. πρωτ. Φ.130181/1499

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΟΓΡΑΦΗΣΗΣ ΟΜΟΓΕΝΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ

Ταχ. δ/νση:Σταδίου 31, Αθήνα
Ταχ. Κώδικας:105 59
Πληροφορίες:Χρήστος Σαριτζόγλου
Τηλέφωνο:2131361692
Fax:2131361616
Ηλεκ. ταχυδ.:omogen@ypes.gr

Εγκύκλιος αρ.: -2-

Θέμα: Υπαγωγή ορισμένων περιπτώσεων αιτούντων στις διατάξεις πολιτογράφησης ομογενών


Στο πλαίσιο εξέτασης αιτημάτων κτήσης ιθαγένειας με πολιτογράφηση, προσώπων γεννημένων στην Ελλάδα για τα οποία, όπως και για τους ανιόντες τους πιστοποιείται μακρά ιστορική παρουσία στην Ελλάδα, η υπηρεσία μας κρίνει ότι η υπαγωγή τους στις διατάξεις του Κ.Ε.Ι. περί αλλογενών αλλοδαπών δεν συνάδει με την τεκμαιρόμενη ελληνική εθνική τους ταυτότητα , όπως αυτή εκτιμάται αντικειμενικά ότι έχει διαμορφωθεί από τη συνεχή διαβίωση των ιδίων και των ανιόντων τους στη χώρα.

Υπογραμμίζοντας ότι η εξακρίβωση της συνδρομής των ουσιαστικών προϋποθέσεων στο πρόσωπο κάθε αιτούντα εξακολουθεί να αποτελεί το κρισιμότερο στάδιο κατά την εξέταση οποιασδήποτε αίτησης πολιτογράφησης, παρακαλούνται εφεξής οι υπηρεσίες σας να δέχονται ως κατ’ αρχήν υπαγόμενες στις διατάξεις του άρθρου 5 του Κ.Ε.Ι. περί πολιτογράφησης ομογενών μη κατόχων Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενών (Ε.Δ.Τ.Ο.) και στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας εγκυκλίου, αιτήσεις τις οποίες υποβάλλουν ενδιαφερόμενοι οι οποίοι έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, διαμένουν νόμιμα στη χώρα και οι ίδιοι είτε οι ανιόντες αυτών έχουν κατά διαστήματα κατηγοριοποιηθεί από τις ελληνικές αρχές ως κατά το θρήσκευμα «αρμένιοι χριστιανοί ορθόδοξοι ή γρηγοριανοί», «αρμένιοι καθολικοί», «αρμένιοι διαμαρτυρόμενοι», «Μελιταίοι ή Μαλτέζοι (καθολικοί)» ή «ισραηλίτες».

Επειδή ζητούμενο στην αξιολόγηση τέτοιων αιτημάτων είναι η απόδειξη της ύπαρξης του γνησίου δεσμού του αιτούντα με τη χώρα, κατά παρέκκλιση της συνήθους διαδικασίας πολιτογράφησης ομογενών μη κατόχων Ε.Δ.Τ.Ο., οι υπηρεσίες σας παρακαλούνται να ζητούν από τους ενδιαφερόμενους:

- βεβαιώσεις εγγραφών σε δημοτολόγια ή μητρώα αρρένων, από όπου να προκύπτει ο συγγενικός τους δεσμός με τυχόν πρόσωπα που έχουν ήδη αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια με οποιοδήποτε τρόπο, τα οποία ανήκουν στις εν λόγω κοινότητες,

- ληξιαρχικές πράξεις γέννησης των ιδίων και γάμου των ανιόντων τους όπως έχουν καταχωρηθεί σε ληξιαρχείο της χώρας με βάση το περιεχόμενο των οποίων προκύπτει η συγγένεια καθώς και η συνεχής παρουσία της οικογένειας στη χώρα

- άδεια παραμονής ή άλλα δημόσια έγγραφα των ελληνικών αρχών με σχετικές καταχωρήσεις κατά τα προαναφερόμενα

- έγγραφα (στην ελληνική γλώσσα ή μεταφρασμένα σε αυτή) οποιασδήποτε δημόσιας ή ιδιωτικής αρχής (διοικητικής, θρησκευτικής, κ.λπ.) από όπου να προκύπτουν οι δεσμοί τους με τις εν λόγω κοινότητες

Μετά την παραλαβή των αιτήσεων, οι αρμόδιες υπηρεσίες προβαίνουν στις αυτεπάγγελτες αναζητήσεις που προβλέπονται από τον Κ.Ε.Ι. και διαβιβάζουν τον οικείο φάκελο στη Διεύθυνση Ιθαγένειας του Υπουργείου Εσωτερικών για την έκδοση απόφασης. Επισημαίνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να αναπέμψει τον φάκελο στην υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης για παραπομπή στην Επιτροπή Πολιτογράφησης, εάν προκύψουν αμφιβολίες για την συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων στο πρόσωπο του αιτούντα.

Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε πληροφορία ή διευκρίνιση.



Ο Ειδικός Γραμματέας
Λάμπρος Μπαλτσιώτης

Κ.Υ.Α. αριθμ. οικ. 368/2018 Άδειες διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίοι εισέρχονται στην Ελλάδα για φοίτηση σε Σχολές Εκπαίδευσης χειριστών, μηχανικών και μελών πληρώματος θαλάμου επιβατών αεροσκαφών, οι οποίες λειτουργούν με έγκριση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας

$
0
0
Αριθμ. οικ. 368/24-01-2018

(ΦΕΚ Β' 352/07-02-2018)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ - ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ - ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ - ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ - ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Των παρ.1, 9 και 10 του άρθρου 136 του ν.4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις» (Α' 80).
β) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (Α' 98).
γ) Του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (Α' 208).
δ) Του π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 210).

2. Την αριθμ. Υ186/11.11.2016 απόφαση του Πρωθυπουργού (Β'3671) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών, Νικόλαο Τόσκα».

3. Την αριθ. Υ213/2016 απόφαση του Πρωθυπουργού (Β' 3955) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ουρανία Αντωνοπούλου».

4. Την αριθ. 18686/2.6.2017 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής (Β' 1998) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, Ιωάννη Μπαλάφα».

5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Είσοδος και διαμονή για μακρόχρονη εκπαίδευση

Άρθρο 1
Διαδικασία και προϋποθέσεις χορήγησης άδειας διαμονής


1. Επιτρέπεται η είσοδος και διαμονή πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίοι έχουν γίνει δεκτοί για φοίτηση σε Σχολές Εκπαίδευσης, στις οποίες λειτουργούν Τμήματα για την εκπαίδευση χειριστών, μηχανικών και μελών πληρώματος θαλάμου επιβατών αεροσκαφών, οι οποίες λειτουργούν με έγκριση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, εφόσον η διάρκεια της εκπαίδευσης υπερβαίνει τους έξι μήνες.

2. Στους πολίτες τρίτων χωρών που έχουν λάβει εθνική θεώρηση εισόδου (τύπου D) για τον ανωτέρω σκοπό χορηγείται άδεια διαμονής με απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η αίτηση για χορήγηση ή ανανέωση της άδειας διαμονής κατατίθεται στην υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του τόπου διαμονής του αιτούντος.

3. Η διάρκεια της άδειας διαμονής ορίζεται για χρονικό διάστημα έως τριάντα έξι (36) μήνες αναλόγως του προγράμματος σπουδών. Η χρονική διάρκεια προκύπτει από σχετική βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης, θεωρημένη από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας. Στην περίπτωση χορήγησης άδειας διαμονής για μικρότερη χρονική περίοδο, η άδεια διαμονής δύναται να ανανεωθεί υπό τους ίδιους όρους έως τη συμπλήρωση του ανώτατου συνολικού χρονικού ορίου των τριάντα έξι μηνών.

4. Σε περίπτωση αναιτιολόγητης διακοπής της φοίτησης, η κατά περίπτωση Σχολή Εκπαίδευσης ενημερώνει αμελλητί, αφενός την αρμόδια Αεροπορική Αρχή του Αερολιμένα πτητικών δραστηριοτήτων, αφετέρου την αρμόδια υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, προκειμένου η τελευταία να προβεί στην ανάκληση της άδειας διαμονής ή στην απόρριψη του αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης κατά περίπτωση. 

5. Δεν επιτρέπεται αλλαγή σκοπού για τους κατόχους αδειών διαμονής που χορηγούνται βάσει της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2
Δικαιολογητικά για την εθνική θεώρηση εισόδου (τύπου D) για μακρόχρονη εκπαίδευση


Καθορίζουμε πέραν των γενικών δικαιολογητικών, όπως αυτά ισχύουν κάθε φορά, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. Φ3497.3/ΑΠ24245/28.5.2014 απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών [Α'1820], τα απαιτούμενα ειδικά δικαιολογητικά για τη χορήγηση εθνικής θεώρησης εισόδου (τύπου D) για μακρόχρονη εκπαίδευση, ως κατωτέρω:
α) Θεωρημένο αντίγραφο από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της απόφασης έγκρισης λειτουργίας της Σχολής Εκπαίδευσης, στην οποία επιθυμεί να φοιτήσει ο πολίτης τρίτης χώρας.
β) Βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης, από την οποία προκύπτει η διάρκεια της εκπαίδευσης, η ημερομηνία έναρξης εκάστου προγράμματος σπουδών και το ύψος των συνολικών διδάκτρων.
γ) Βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης ότι ο υποψήφιος σπουδαστής πληροί τις προϋποθέσεις για να γίνει δεκτός από εκάστη Σχολή.
δ) Βιογραφικό σημείωμα (curriculum vitae) του υποψήφιου σπουδαστή, καθώς και του προσώπου που τυχόν αναλαμβάνει τα έξοδα σπουδών και διαβίωσης του υποψηφίου σπουδαστή στην Ελλάδα, καθώς και κάθε σχετικό αποδεικτικό στοιχείο (βεβαιώσεις ετησίων αποδοχών ή εξάμηνη κίνηση τραπεζικών λογαριασμών κ.α.)
Οι ελληνικές διπλωματικές ή έμμισθες Προξενικές Αρχές πριν την έκδοση της εθνικής θεώρησης εισόδου, αποστέλλουν, άμεσα, τις αιτήσεις των πολιτών τρίτων χωρών στις αρμόδιες υπηρεσίες για τον απαραίτητο έλεγχο ασφαλείας, οι οποίες γνωμοδοτούν σχετικά, προς τις αρμόδιες Προξενικές Αρχές.
Οι εν λόγω αιτήσεις των πολιτών τρίτων χωρών πρέπει να έχουν υποβληθεί το αργότερο έξι (6) μήνες πριν από την έναρξη εκάστου προγράμματος σπουδών.
ε) Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου ασφάλειας και πριν από την έκδοση της θεώρησης εισόδου, η αρμόδια ελληνική διπλωματική ή έμμισθη Προξενική Αρχή καλεί τον υποψήφιο σπουδαστή να προσκομίσει κυρωμένο αντίγραφο εξοφλητικής απόδειξης του 1/3 του συνολικού ύψους των διδάκτρων.

Άρθρο 3
Δικαιολογητικά για τη χορήγηση άδειας διαμονής


1. Καθορίζουμε τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της άδειας διαμονής ως κατωτέρω:
α) Έντυπο αίτησης,
β) τέσσερις (4) έγχρωμες πρόσφατες φωτογραφίες σε φυσική μορφή, οι τεχνικές προδιαγραφές των οποίων είναι ίδιες με αυτές των διαβατηρίων, όπως κάθε φορά ισχύουν, καθώς και σε ψηφιακή μορφή σε οπτικό δίσκο αποθήκευσης (CD) σε μορφή γραφικών JPEG2000,
γ) επικυρωμένο αντίγραφο ισχύοντος διαβατηρίου ή ταξιδιωτικού εγγράφου αναγνωρισμένου από την χώρα μας με την προβλεπόμενη εθνική θεώρηση εισόδου. Στην περίπτωση που ο τόπος γέννησης του αιτούντος δεν αναγράφεται στο διαβατήριο, ο αιτών οφείλει να προσκομίσει επίσημο δημόσιο έγγραφο της χώρας γέννησης ή προέλευσης του από το οποίο να προκύπτει σαφώς ο τόπος γέννησής του.
δ) παράβολο με τη μορφή ηλεκτρονικού παραβόλου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 132 του ν. 4251/2014, καθώς και τέλος κόστους εκτύπωσης του αυτοτελούς εγγράφου (κάρτα) ύψους 16 ευρώ.
ε) θεωρημένο αντίγραφο από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της απόφασης έγκρισης λειτουργίας της Σχολής Εκπαίδευσης, στην οποία έχει εγγραφεί ο πολίτης τρίτης χώρας,
στ) βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης, από την οποία θα προκύπτει η διάρκεια της εκπαίδευσης του συγκεκριμένου προγράμματος σπουδών, το ύψος των συνολικών διδάκτρων και απόδειξη για την καταβολή από τον αιτούντα ποσού ίσου, τουλάχιστον, με το ένα τρίτο (1/3) αυτών και
ζ) βεβαίωση ότι έχει υποβληθεί αίτηση σε ιδιωτικό ασφαλιστικό φορέα για την κάλυψη εξόδων νοσηλείας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και εργατικού ατυχήματος, όπως οι σχετικές καλύψεις προβλέπονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 136 του ν.4251/2014.

2. Καθορίζουμε τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την ανανέωση της άδειας διαμονής ως κατωτέρω:
α) Επικυρωμένο αντίγραφο ισχύοντος διαβατηρίου ή ταξιδιωτικού εγγράφου, αναγνωρισμένου από την χώρα μας,
β) πρόσφατη βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης, θεωρημένη από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, ότι εξακολουθεί η φοίτηση,
γ) ασφαλιστήριο συμβόλαιο ιδιωτικού ασφαλιστικού φορέα για την κάλυψη εξόδων νοσηλείας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και εργατικού ατυχήματος, όπως οι σχετικές καλύψεις προβλέπονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 136 του ν.4251/2014 και
δ) παράβολο με τη μορφή ηλεκτρονικού παραβόλου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 132 του ν. 4251/2014, καθώς και τέλος κόστους εκτύπωσης του αυτοτελούς εγγράφου (κάρτα) ύψους 16 ευρώ.
Η κατά περίπτωση υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, πριν την ανανέωση της άδειας διαμονής, αποστέλλει άμεσα ερώτημα στις αρμόδιες υπηρεσίες για τον απαραίτητο έλεγχο ασφαλείας, οι οποίες γνωμοδοτούν σχετικά.

Άρθρο 4
Μεταβατική διάταξη


Άδειες διαμονής που έχουν εκδοθεί με τη με αριθμό 49122/30.9.2014 (ΦΕΚ Β' 2657) κοινή υπουργική απόφαση συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους. Επίσης, άδειες διαμονής που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με 
την ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση δύνανται να ανανεωθούν σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας έως την συμπλήρωση του ανώτατου συνολικού χρονικού ορίου των τριάντα έξι (36) μηνών. Αιτήσεις χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής που έχουν κατατεθεί βάσει της ίδιας κοινής υπουργικής απόφασης και εκκρεμούν, εξετάζονται βάσει των ρυθμίσεων της παρούσας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Είσοδος και διαμονή για βραχυχρόνια εκπαίδευση

Άρθρο 5


1. Σε πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι έχουν γίνει δεκτοί για φοίτηση σε Σχολές Εκπαίδευσης, στις οποίες λειτουργούν τμήματα για την εκπαίδευση χειριστών, μηχανικών και μελών πληρώματος θαλάμου επιβατών αεροσκαφών, οι οποίες λειτουργούν με έγκριση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, εφόσον η διάρκεια της εκπαίδευσης δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, δύναται να χορηγηθεί από τις αρμόδιες ελληνικές διπλωματικές ή έμμισθες Προξενικές Αρχές εθνική θεώρηση εισόδου (τύπου D) για βραχυχρόνια εκπαίδευση που επιτρέπει τη διαμονή για το χρονικό διάστημα που απαιτείται μέχρι την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης.

2. Η εθνική θεώρηση εισόδου (τύπου D) χορηγείται, κατά περίπτωση, για την παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων των Σχολών Εκπαίδευσης της προηγουμένης παραγράφου, όπως:
• Ικανότητα νυχτερινής πτήσης
• Απόκτηση ικανότητας τύπου
• Ειδικότητα εκπαιδευτή
• Σεμινάριο εξεταστών
• Σχολείο μετατροπής πτυχίων
• Επικύρωση ή ανανέωση πτυχίου
• Συμπλήρωση ωρών πτήσης.
Οι προαναφερόμενες Σχολές ενημερώνουν σχετικά τους υποψήφιους σπουδαστές.

3. Στους εισερχόμενους με εθνική θεώρηση πολίτες τρίτων χωρών, βάσει του παρόντος άρθρου, δεν μπορεί, κατά το χρόνο ισχύος της, να χορηγηθεί άδεια διαμονής οποιασδήποτε κατηγορίας.
Επίσης, σε περίπτωση ολοκλήρωσης όλων των σπουδών πριν από τη λήξη της ανωτέρω εθνικής θεώρησης, ο σπουδαστής ενημερώνει τη Σχολή για την ημερομηνία οριστικής αναχώρησής του από την Ελλάδα. Στη συνέχεια η Σχολή υποχρεούται να ενημερώνει άμεσα σχετικώς την αρμόδια ελληνική διπλωματική ή έμμισθη Προξενική Αρχή προκειμένου να προβαίνει σε ανάκληση (revoke) της θεώρησης, εφόσον θα έχει εκλείψει ο αρχικός λόγος για τον οποίο αυτή χορηγήθηκε.

Άρθρο 6
Δικαιολογητικά για τη χορήγηση εθνικής θεώρησης εισόδου για βραχυχρόνια εκπαίδευση


1. Καθορίζουμε, πέραν των γενικών δικαιολογητικών, όπως αυτά ισχύουν κάθε φορά, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. Φ3497.3/ΑΠ24245/28.5.2014 απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών [Α'1820], τα απαιτούμενα ειδικά δικαιολογητικά για τη χορήγηση των θεωρήσεων εισόδου του άρθρου 5 της παρούσης για βραχυχρόνια εκπαίδευση ως κατωτέρω:
α) Θεωρημένο αντίγραφο από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της απόφασης έγκρισης λειτουργίας της Σχολής Εκπαίδευσης, στην οποία έχει εγγραφεί ο πολίτης τρίτης χώρας.
β) Βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης, από την οποία θα προκύπτει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, η προβλεπόμενη διάρκεια αυτού, η ημερομηνία έναρξης του και το ύψος των διδάκτρων.
γ) Βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης ότι ο υποψήφιος σπουδαστής πληροί τις προϋποθέσεις για να γίνει δεκτός από εκάστη Σχολή.
δ) Βιογραφικό σημείωμα (curriculum vitae) του υποψήφιου σπουδαστή, καθώς και του προσώπου που τυχόν αναλαμβάνει τα έξοδα σπουδών και διαβίωσης του υποψηφίου σπουδαστή στην Ελλάδα, καθώς και κάθε σχετικό αποδεικτικό στοιχείο (βεβαιώσεις ετησίων αποδοχών ή εξάμηνη κίνηση τραπεζικών λογαριασμών κ.α.)
Οι ελληνικές διπλωματικές ή έμμισθες Προξενικές Αρχές πριν την έκδοση εθνικής θεώρησης εισόδου, αποστέλλουν, άμεσα, τις αιτήσεις των πολιτών τρίτων χωρών στις αρμόδιες υπηρεσίες για τον απαραίτητο έλεγχο ασφαλείας, οι οποίες γνωμοδοτούν σχετικά, προς τις αρμόδιες Προξενικές Αρχές.
Οι εν λόγω αιτήσεις πρέπει να έχουν υποβληθεί το αργότερο έξι (6) μήνες πριν από την έναρξη εκάστου προγράμματος σπουδών.
ε) Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου ασφάλειας και πριν από την έκδοση της θεώρησης εισόδου, η αρμόδια ελληνική διπλωματική ή έμμισθη Προξενική Αρχή καλεί τον υποψήφιο σπουδαστή να προσκομίσει κυρωμένο αντίγραφο εξοφλητικής απόδειξης του συνολικού ύψους των διδάκτρων.
στ) Παράβολο ύψους 150 ευρώ.

Άρθρο 7
Είσοδος και παραμονή για βραχυχρόνια εκπαίδευση που δεν περιλαμβάνει εκπαίδευση αέρος


1. Επιτρέπεται η είσοδος και παραμονή στη χώρα με τουριστική θεώρηση (τύπου C), σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 810/2009 του ΕΚ και του Συμβουλίου για τη θέσπιση Κοινοτικού Κώδικα θεωρήσεων, για χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει τις 90 ημερολογιακές ημέρες, σε πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι έχουν γίνει δεκτοί για φοίτηση σε Σχολές Εκπαίδευσης, στις οποίες λειτουργούν τμήματα για την εκπαίδευση χειριστών, μηχανικών και μελών πληρώματος θαλάμου επιβατών αεροσκαφών, οι οποίες λειτουργούν με έγκριση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, εφόσον το πρόγραμμα δεν περιλαμβάνει εκπαίδευση αέρος, με ευθύνη της κατά περίπτωση Σχολής.
Τα ανωτέρω ισχύουν και για τις περιπτώσεις πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίες περιλαμβάνονται στο Παράρτημα II του Κανονισμού (ΕΚ) 539/2001 και απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης.

2. Είναι, επίσης, δυνατή η χορήγηση της ανωτέρω θεώρησης εισόδου (τύπου C) σε πολίτες τρίτων χωρών για τη συμμετοχή τους σε επίγειες εξετάσεις, οι οποίες συνιστούν προϋπόθεση για την παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων στις Σχολές Εκπαίδευσης, οι οποίες λειτουργούν με έγκριση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας. Στις εξετάσεις αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται εξετάσεις αέρος. Για την ανωτέρω περίπτωση υποβάλλεται και σχετική βεβαίωση της Σχολής Εκπαίδευσης, θεωρημένη από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.

Κατά τη χορήγηση θεωρήσεων του παρόντος άρθρου, θα αναγράφεται στο πεδίο «Παρατηρήσεις» ο λόγος για τον οποίο αυτές χορηγήθηκαν.

Από την έναρξη ισχύος της παρούσας παύει να ισχύει η με αριθμό 49122/30.9.2014 (ΦΕΚ Β' 2657) κοινή υπουργική απόφαση.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 24 Ιανουαρίου 2018

Οι Υπουργοί

Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΣΚΑΣ

Αναπληρώτρια Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΟΥΡΑΝΙΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ

Εξωτερικών
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ

Υποδομών και Μεταφορών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ

Υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΑΦΑΣ

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 229/2017 Επιτρεπτό ή μη αυτεπάγγελτου συμψηφισμού απαιτήσεων οφειλέτη του Δημοσίου, με απαιτήσεις του Δημοσίου εναντίον του, ύστερα από την έκδοση προσωρινής διαταγής, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 3869/2010

$
0
0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός Γνωμοδότησης 229/2017

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
(ΤΜΗΜΑ Β )

Συνεδρίαση της 31ης Οκτωβρίου 2017

Σύνθεση:
Πρόεδρος: Αλέξανδρος Καραγιάννης, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.
Μέλη: Στέφανος Δέτσης, Θεόδωρος Ψυχογυιός, Δημήτριος Χανής, Ευφροσύνη Μπερνικόλα, Αλέξανδρος Ροϊλός, Αδαμαντία Καπετανάκη, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, Διονύσιος Χειμώνας, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους. Εισηγήτρια: Νικολέτα Παπαρούνη, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ. (γνώμη χωρίς ψήφο).
Αριθμός ερωτήματος: Το με αρ. πρωτ. Δ.ΕΙΣΠΡ.Ε 1055710 ΕΞ 2017/6-4-2017 έγγραφο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων - (Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης- Διεύθυνση Εισπράξεων - Τμ. Ε').
Ερώτημα: 1. Σε περίπτωση έκδοσης προσωρινής διαταγής κατ' άρθρο 5 του ν. 3869/2010, όπως ισχύει, με περιεχόμενο την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 αυτού «αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του», είναι επιτρεπτή η διενέργεια αυτεπάγγελτου συμψηφισμού κατ' άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. ανταπαίτησης της αιτούσας σε βάρος του Δημοσίου, με οφειλές της προς αυτό που έχουν υπαχθεί στην προσωρινή διαταγή, εμπίπτει δηλαδή η διενέργεια αυτεπάγγελτου συμψηφισμού στο πεδίο εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης;
2. Σε αρνητική περίπτωση, τίθεται θέμα αναλογικής εφαρμογής (βάσει του άρθρου 15 του ν. 3869/2010, όπως ισχύει) των προβλεπόμενων στην παράγραφο 1 του άρθρου 36 του Πτωχευτικού Κώδικα προϋποθέσεων ως προς τη διενέργεια του συμψηφισμού; Αν ναι, ποιο είναι το κρίσιμο χρονικό σημείο για τη συνδρομή των προϋποθέσεων του συμψηφισμού, στο πλαίσιο αναλογικής εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης, ο χρόνος κατάθεσης της αίτησης υπαγωγής στον ν.3869/2010, ο χρόνος οριστικής υπαγωγής στη διαδικασία (άρθρο 8 του νόμου) ή τυχόν άλλο χρονικό σημείο;

Επί του ανωτέρω ερωτήματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β'), γνωμοδότησε ως εξής:

Ιστορικό.

Από το έγγραφο της ερωτώσας Υπηρεσίας και τα στοιχεία του φακέλου που το συνοδεύουν προκύπτει το ακόλουθο πραγματικό, με βάση το οποίο υποβλήθηκαν τα εξεταζόμενα ερωτήματα:
1. Η οφειλέτιδα Ε.Τ. παρέχει υπηρεσίες δικαστικού επιμελητή και έχει οφειλές προς το Δημόσιο, βεβαιωμένες στη Δ.Ο.Υ. Κατερίνης, ύψους βασικής οφειλής 14.513,83 €, πλέον προσαυξήσεων/τόκων εκπρόθεσμης καταβολής τρέχοντος ύψους (στις 6/3/2017) 4.006,56 €. Επιπροσθέτως, ευθύνεται για οφειλές από φόρο εισοδήματος οικ. ετών 2012 και 2013, που έχουν βεβαιωθεί στον Α.Φ.Μ. του πρώην συζύγου της I. Χ. με τα Τ.Β. υπ' αριθ. 80008/31-7-2012 και 54012/20-10-2015, ύψους βασικής οφειλής 16.786,70 €, πλέον προσαυξήσεων/τόκων εκπρόθεσμης καταβολής τρέχοντος ύψους (στις 6/3/2017) 7.041,97 €. Συνεπώς, οι συνολικές οφειλές της αιτούσας προς το Δημόσιο, στο σύνολο τους ληξιπρόθεσμες, ανέρχονται στο ποσό των 42.349,06 € (συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων/τόκων εκπρόθεσμης καταβολής).
2. Την 11/8/2016 η ανωτέρω οφειλέτιδα κατέθεσε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Κατερίνης αίτηση υπαγωγής των οφειλών της στις διατάξεις του ν. 3869/2010 περί «Ρύθμισης των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Η ανωτέρω αίτηση, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η 17η/5/2017, επιδόθηκε στη Δ.Ο.Υ. Κατερίνης στις 18/8/2016.
3. Στην ως άνω αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις του ν. 3869/2010 περιλαμβάνεται επικουρικό αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής (σε περίπτωση μη επίτευξης προδικαστικού συμβιβασμού) για α) αναστολή κάθε καταδιωκτικού μέτρου εναντίον της απούσας, β) διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας της μέχρι την εκδίκαση της αίτησής της και την έκδοση οριστικής απόφασης υπαγωγής και ρύθμισης των οφειλών της και γ) καθορισμό μηνιαίων δόσεων κατά το άρθρο 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010. Στη συνέχεια του αιτητικού διατυπώνονται τα αιτήματα της οφειλέτιδας κατ' άρθρα 8 και 9 του ν. 3869/2010 περί οριστικής δικαστικής ρύθμισης των οφειλών της και εξαίρεσης περιουσιακών στοιχείων αυτής από την εκκαθάριση, τέλος δε διατυπώνεται το αίτημα «να μην παρακρατά η Εφορία τα χρήματα που είναι να μου δίνει από την εργασία μου».
4. Ακολούθως, στις 25/1/2017 η Ειρηνοδίκης Κοζάνης εξέδωσε προσωρινή διαταγή, με την οποία διέταξε την «αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά της αιτούσας μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης επί της κρινόμενης αιτήσεως» και τη «διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας της μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της κρινόμενης αιτήσεως», σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του ν. 3869/2010, όρισε τις υπαγόμενες απαιτήσεις προς τη Δ.Ο.Υ. Κατερίνης στο ποσό των 41.383,21 ευρώ και την καταβολή προς τους πιστωτές συμμέτρως μηνιαίων δόσεων ποσού εκατόν (100) ευρώ, καταβαλλομένου εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, έως τη συζήτηση της αίτησης και υπό τον όρο συζήτησης αυτής στην ορισθείσα δικάσιμο της 17ης/5/2017, αρχής γενομένης από το Φεβρουάριο του 2017 (Σύμφωνα με προφορική ενημέρωση την 17-5-2017 συζητήθηκε η αίτηση, χωρίς να έχει ακόμη εκδοθεί απόφαση επ' αυτής).
5. Κατόπιν αυτών, με το υπ' αρ. πρωτ. 6598/2-2-2017 έγγραφο της, η Δ.Ο.Υ. Κατερίνης αιτήθηκε από την αρμόδια Διεύθυνση Εισπράξεων (ερωτώσα υπηρεσία) την παροχή οδηγιών σχετικά με το επιτρεπτό ή μη διενέργειας αυτεπάγγελτου συμψηφισμού, κατ' άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε., ανταπαίτησης της αιτούσας σε βάρος του Δημοσίου για υπηρεσίες που παρείχε ως δικαστική επιμελήτρια κατά τα έτη 2013 και 2014, συνολικού ύψους 18.203,34 ευρώ, με τις ως άνω απαιτήσεις του Δημοσίου σε βάρος αυτής και την έκταση τυχόν συμψηφισμού.

Νομοθετικό πλαίσιο

6. Στα άρθρα 94 παρ. 4 και 95 παρ. 5 του Συντάγματος, ως ισχύει, ορίζεται ότι «Στα πολιτικά ή διοικητικά δικαστήρια μπορεί να ανατεθεί και κάθε άλλη αρμοδιότητα διοικητικής φύσης , όπως νόμος ορίζει. Στις αρμοδιότητες αυτές περιλαμβάνεται και η λήψη μέτρων για τη συμμόρφωση της διοίκησης με τις δικαστικές αποφάσεις. Οι δικαστικές αποφάσεις εκτελούνται αναγκαστικά και κατά του Δημοσίου...» (94 παρ. 4) και ότι «Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις...» (95 παρ. 5).

7. Στο άρθρο 1 του εκτελεστικού ν.3068/2002 «Συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις» (Α'274/14-11-2002) ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
-«Άρθρο 1. Το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται χωρίς καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες που επιβάλλονται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων . Δικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου είναι όλες οι αποφάσεις των διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και ειδικών δικαστηρίων που παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης ή είναι εκτελεστές κατά τις οικείες δικονομικές διατάξεις και τους όρους που κάθε απόφαση τάσσει...».

8. Στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5 , 8 και 15 του ν. 3869/2010 (Α' 130/3-8-2010), ως ισχύουν, ορίζονται τα εξής:
-Στο άρθρο 1, με τίτλο Πεδίο εφαρμογής:
"1. Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. Απαλλαγή του οφειλέτη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου από τα χρέη του, όπως αυτά περιγράφονται στην αίτηση της παραγράφου 1 του άρθρου 4 επιτρέπεται μόνο μία φορά. Απαίτηση πιστωτή, η οποία δεν έχει συμπεριληφθεί στην αίτηση δεν επηρεάζεται από τη διαδικασία διευθέτησης των οφειλών του αιτούντος κατά τον παρόντα νόμο.
2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εμπίπτει το σύνολο των οφειλών των προσώπων της παραγράφου 1 προς τους ιδιώτες. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου περιλαμβάνονται επίσης: α) οι βεβαιωμένες οφειλές στην Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, β) οι βεβαιωμένες οφειλές προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α' και β' βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής ....και γ) ασφαλιστικές οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. Τα αναφερόμενα στα στοιχεία α' , β' και πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών του αιτούντος και οι οφειλές του προς αυτά υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τον παρόντα νόμο μαζί με τις οφειλές του προς τους ιδιώτες πιστωτές. 3.. .4...».
Στο άρθρο 4, με τίτλο Κατάθεση αίτησης και εγγράφων: 
"1. Για την έναρξη της διαδικασίας, ο οφειλέτης καταθέτει αίτηση στο γραμματέα του αρμόδιου δικαστηρίου, συνοδευόμενη από τα έγγραφα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου,...2...3....4....
5. ... Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης προσδιορίζεται επίσης η ημέρα επικύρωσης, κατά την οποία είτε επικυρώνεται ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη είτε συζητείται ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής και τη λήψη προληπτικών μέτρων κατ' εφαρμογή του άρθρου 781 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. ...
Μέχρι την ημέρα της επικύρωσης ή της συζήτησης της αναστολής ή της συζήτησης της αιτήσεως του άρθρου 5α απαγορεύεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη όσον αφορά τις απαιτήσεις των πιστωτών που έχουν περιληφθεί στην αίτηση του και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του.
6. Από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης και εφεξής: α) ο οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει συμμέτρως προς τους πιστωτές του στις μηνιαίες καταβολές που ορίζονται στο εδάφιο γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, β) αναστέλλεται μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως η παραγραφή των απαιτήσεων των πιστωτών που έχουν συμπεριληφθεί στην αίτηση του οφειλέτη, σύμφωνα με την παράγραφο 1 και γ) επέρχεται η λύση της μέχρι τότε ισχύουσας ρύθμισης ή διευκόλυνσης ή τμηματικής καταβολής των οφειλών της παραγράφου 2 του άρθρου 1, οι οποίες κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αιτήσεως του οφειλέτη για την υπαγωγή στη διαδικασία του παρόντος νόμου, τελούν σε αναστολή διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
- Στο άρθρο 5, με τίτλο Προδικασία:
 «1. Ο οφειλέτης πρέπει εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάθεση να επιδώσει την αίτηση στους πιστωτές και τους εγγυητές. Εντός μηνός από την επίδοση οι πιστωτές οφείλουν να καταθέσουν στο φάκελο τις απόψεις τους για το σχέδιο ρύθμισης των οφειλών του αιτούντος. Οι πιστωτές μπορούν να λάβουν γνώση όλων των στοιχείων που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις συναίνεσης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2-4 του παρόντος, επέρχεται ο προδικαστικός συμβιβασμός των μερών. Ο συμβιβασμός των μερών επικυρώνεται από τον Ειρηνοδίκη στην ταχθείσα ημέρα, κατά τα άρθρα 210 επ. και 293 Κ.Πολ.Δ., και επιφέρει την ανάκληση της αίτησης. 
2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 5α του παρόντος νόμου αν δεν' επέλθει συμβιβασμός και επικύρωση ο ειρηνοδίκης αποφασίζει κατά την ημέρα επικύρωσης, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη ή ενός εκ των πιστωτών που αναφέρονται στην αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως για κάθε ζήτημα που χρήζει προσωρινής ρυθμίσεως σύμφωνα με τα άρθρα 745, 751 και 781 ΚΠολΔ, και ιδίως για την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του και το ύψος των μηνιαίων δόσεων που ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλλει προς τους πιστωτές που έχουν συμπεριληφθεί στην αίτηση. Για τη χορήγηση της ανωτέρω προσωρινής διαταγής, ο ειρηνοδίκης πιθανολογεί μεταξύ άλλων: α) - δ) ...Η χρονική ισχύς της ανωτέρω προσωρινής διαταγής δεν μπορεί να υπερβαίνει σε διάρκεια τους έξι (6) μήνες, συνυπολογιζόμενης και της περιόδου αναστολής άσκησης καταδιωκτικών μέτρων, αρχομένης από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης ή εφόσον η συζήτηση της κύριας αιτήσεως έχει προσδιορισθεί σε βραχύτερο χρόνο, έως την ημέρα συζήτησης της κύριας αιτήσεως του οφειλέτη. Η προσωρινή διαταγή ανακαλείται ή μεταρρυθμίζεται κατά το άρθρο 781 ΚΠολΔ.
3. Το ποσό των μηνιαίων δόσεων που διατάσσονται με την προσωρινή διαταγή της παραγράφου 2 καταβάλλεται συμμέτρως προς τους πιστωτές...Ο καθορισμός του ποσού των τελευταίων ενήμερων μηνιαίων καταβολών πρέπει να εξασφαλίζει τη δυνατότητα κάλυψης ευλόγων δαπανών διαβίωσης του ιδίου και των προστατευόμενων
μελών της οικογένειάς του........Κάθε ποσό που υπολείπεται μετά την αφαίρεση του ποσού που καλύπτει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης του αιτούντος και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, διανέμεται συμμέτρως στους πιστωτές. Σε κάθε περίπτωση, το ελάχιστο συνολικό ποσό καταβολής στους δανειστές δεν μπορεί να υπολείπεται των σαράντα (40) ευρώ μηνιαίως. ...4......
Στο άρθρο 8, με τίτλο Δικαστική ρύθμιση χρεών:
«1. Αν το σχέδιο δεν γίνεται δεκτό από τους πιστωτές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του προηγούμενου άρθρου ή αν εκδηλώθηκαν αντιρρήσεις κατά του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών και δεν υποκαθίστανται αυτές σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο, το δικαστήριο ελέγχει την ύπαρξη των αμφισβητούμενων απαιτήσεων και την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 1 για τη ρύθμιση των οφειλών και απαλλαγή του οφειλέτη. Η απόφαση εκδίδεται κατά προτεραιότητα. Σε περίπτωση που πιστωτής δεν έχει ενταχθεί στο σχέδιο διευθέτησης του οφειλέτη και δεν έχει ασκηθεί από αυτόν κύρια παρέμβαση, το δικαστήριο ρυθμίζει και τις απαιτήσεις αυτού κατά το άρθρο 744 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ή διατάζει την κλήτευση του κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 748 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζοντας νέα δικάσιμο.
2. Αν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν είναι επαρκή, το δικαστήριο, αφού αφαιρέσει το ποσό που απαπείται για την κάλυψη των ευλόγων δαπανών διαβίωσης του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, όπως αυτές εκάστοτε προσδιορίζονται με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους δυνάμει του ν. 4224/2013 ή μέχρις ότου εκδοθεί η ανωτέρω απόφαση, όπως αυτές προσδιορίζονται στην Έρευνα Οικονομικών Προϋπολογισμών (Ε. Ο. Π.) που διενεργεί κάθε χρόνο η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία και στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης που βαρύνουν τον οφειλέτη, διατάσσει την καταβολή μηνιαίως, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, του ποσού που απομένει με βάση τα περιουσιακά στοιχεία και τα πάσης φύσεως εισοδήματά του, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών, συμμέτρως διανεμόμενου ......... 3...4...5...6...
Στο άρθρο 15, με τίτλο Αναλογική εφαρμογή διατάξεων:
«Για τη ρύθμιση και απαλλαγή χρεών φυσικών προσώπων εφαρμόζονται, όπου επιβάλλεται, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του παρόντος, οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα».

9. Στο άρθρο 36 του ν. 3588/2007 (Α' 153) - Πτωχευτικού Κώδικα ορίζεται ότι:
«Συμψηφισμός 1. Η κήρυξη της πτώχευσης δεν θίγει το δικαίωμα του πιστωτή να προτείνει συμψηφισμό ανταπαίτησής του προς την αντίστοιχη απαίτηση του οφειλέτη, εφόσον οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού συνέτρεξαν πριν την κήρυξη της πτώχευσης. Οι απαγορεύσεις συμψηφισμού, όπου ισχύουν, εφαρμόζονται και στην πτώχευση».

10. Στο άρθρο 83 του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ), όπως ισχύει ορίζονται τα εξής:
«1. Βέβαιη και εκκαθαρισμένη χρηματική απαίτηση του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, η οποία αποδεικνύεται με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή δημόσιο έγγραφο, συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη αυτού προς το δημόσιο. 2. Ο συμψηφισμός προτείνεται με δήλωση του οφειλέτη που υποβάλλεται στη Δ. Ο. Υ., η οποία είναι αρμόδια για την είσπραξη του χρέους. Ο συμψηφισμός μπορεί να ενεργείται και αυτεπάγγελτα με πράξη του προϊσταμένου της ίδιας υπηρεσίας, εφόσον από τα υπάρχοντα στοιχεία αποδεικνύεται η απαίτηση του οφειλέτη. Απαίτηση του Δημοσίου παραγεγραμμένη αντιτάσσεται σε συμψηφισμό για μια τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής. Η  δήλωση του οφειλέτη για συμψηφισμό της απαίτησης κατά του Δημοσίου ή το έγγραφο του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. για αυτεπάγγελτο συμψηφισμό κοινοποιείται στην εκκαθαρίζουσα υπηρεσία, η οποία υποχρεούται σε άμεση απόδοση του συμψηφισθέντος ποσού....4. Με το συμψηφισμό οι αμοιβαίες απαιτήσεις αποσβένονται από την ημερομηνία που συνυπήρξαν και κατά το μέρος που καλύπτονται, με την επιφύλαξη των άρθρων 89 και 94 του ν. 2362/1995. 5. Αναστολή είτε του νομίμου τίτλου βεβαίωσης ή είσπραξης, είτε της ταμειακής βεβαίωσης, είτε των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου δεν εμποδίζει τη διενέργεια του συμψηφισμού.......7. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα».

Ερμηνεία των διατάξεων.

Α. 11. Με τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Α' 90, ΚΕΔΕ), θεσπίσθηκε το δικαίωμα του Δημοσίου να αποφασίζει αυτεπαγγέλτως το συμψηφισμό βεβαιωμένων και εκκαθαρισμένων χρηματικών απαιτήσεων οφειλετών του με βεβαιωμένες από το ίδιο απαιτήσεις του κατ' αυτών, μέχρι το ύψος που αυτές καλύπτονται, για λόγους έγκαιρης είσπραξης των δημόσιων εσόδων, οικονομίας χρόνου και δαπάνης, καθώς και αποφυγής των δυσμενών συνεπειών της αφερεγγυότητας των οφειλετών του Δημοσίου. Με το συμψηφισμό δεν διενεργείται αναγκαστική εκτέλεση προς είσπραξη των απαιτήσεων που απορρέουν από τους οικείους νόμιμους τίτλους, αλλά αποσβένονται οι εκατέρωθεν απαιτήσεις με συνυπολογισμό, που υποκαθιστά την καταβολή των οφειλών. Για το συμψηφισμό αρκεί οι εκατέρωθεν απαιτήσεις να είναι βέβαιες και εκκαθαρισμένες, δηλαδή να μην υπόκεινται σε αμφισβήτηση, και να είναι προσδιορισμένες κατά το ποσό και την αιτία τους, να αποδεικνύονται δε με τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις ή δημόσια έγγραφα. Κατά τις πάγιες διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθρο 441), τα αποτελέσματα του συμψηφισμού επέρχονται στο χρόνο συναντήσεως των αμοιβαίων απαιτήσεων (Πρβλ. ΣτΕ 2164/2012, ΣτΕ 1877/2009 7μ„ ΣτΕ 2244/2009, ΣτΕ 2006/2001, ΣτΕ 2864/1996, ΣτΕ 1555/1996, ΣτΕ 3144/1994, 3490-1/1992, ΣτΕ 3169/1992 7μ„ 3328-9/1991, ΝΣΚ 142/2013).

12. Με τις διατάξεις του ν. 4336/2015 προβλέφθηκε η δυνατότητα υπαγωγής των οφειλών που είναι βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3869/2010. Υπό την ισχύ του ν. 4336/2015 και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010, από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης του οφειλέτη στο αρμόδιο ειρηνοδικείο μέχρι την ημέρα επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού, κατά την οποία, είτε θα συζητηθεί τυχόν αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής, είτε θα επικυρωθεί τυχόν επιτευχθείς συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντος οφειλέτη και των πιστωτών αυτού, ο οφειλέτης απολαμβάνει την ex lege αυτοδίκαιη αναστολή της λήψης εναντίον του καταδιωκτικών μέτρων, χωρίς να μπορεί να διεξαχθεί σε βάρος του επισπευδόμενος πλειστηριασμός, καθώς αυτός σε περίπτωση διενέργειάς του πάσχει κατ' άρθρο 175 ΑΚ απόλυτη ακυρότητα (βλ. Ι.Βενιέρη - Θ.Κατσά, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, 3η έκδοση, σελ. 289 επ.). Υποστηρίζεται εξάλλου και η άποψη ότι ακυρότητα κατά την έννοια των διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου (174, 180 ΑΚ) δεν νοείται για τις διαδικαστικές πράξεις της αναγκαστικής εκτελέσεως, διότι στο πεδίο αυτής δεν αναγνωρίζεται αυτοδίκαιη ακυρότητα των διαδικαστικών πράξεων και, επομένως, οι πράξεις αυτές υπόκεινται μόνο σε δικαστική ακύρωση με το προσήκον ένδικο βοήθημα της ανακοπής (πρβλ ΑΠ 819/2013 και ΝΣΚ 114/2014). Στην απαγόρευση εμπίπτουν όλα τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, ήτοι κατάσχεση κινητών ή ακινήτων, κατάσχεση απαιτήσεων εις χείρας τρίτου, έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού κλπ. (πρβλ. την 163/2017 γνωμοδότηση του Β' Τμήματος ΝΣΚ για τις συνέπειες της υποβολής αίτησης του οφειλέτη για υπαγωγή στο ν.3869/2010, καθώς και της τυχόν εκδοθείσας προσωρινής διαταγής αναφορικά με τη λήψη καταδιωκτικών μέτρων σε βάρος αυτού).

13. Ακολούθως, σε περίπτωση αποτυχίας της απόπειρας προδικαστικού συμβιβασμού, ο ειρηνοδίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν.3869/2010, αποφασίζει κατά την ημέρα επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη ή ενός εκ των πιστωτών ή και αυτεπαγγέλτως για κάθε ζήτημα που χρήζει προσωρινής ρυθμίσεως σύμφωνα με τα άρθρα 745, 751 και 781 ΚΠολΔ, και ιδίως για την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του και το ύψος των μηνιαίων δόσεων που ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλλει προς τους πιστωτές που έχουν συμπεριληφθεί στην αίτηση. Τα καταδιωκτικά μέτρα, των οποίων διατάσσεται η αναστολή, καθώς και το εύρος της τυχόν ρήτρας περί διατήρησης της πραγματικής και νομικής κατάστασης, ανάλογα με τη γενική ή ειδικότερη διατύπωσή της, ήτοι τα μέτρα που καταλαμβάνει η προσωρινή διαταγή κατά τη διάρκεια ισχύος της, εξαρτώνται από το περιεχόμενο αυτής. Με την προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδίκη, δύναται, κατ' αρχήν, να διατάσσεται, γενικώς, η αναστολή των κατά του οφειλέτη καταδιωκτικών μέτρων και η διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του οφειλέτη. Εξειδίκευση, προσθέτως, γίνεται, αν τούτο ειδικώς ζητηθεί από νομιμοποιούμενο πρόσωπο (βλ.' Α.Κρητικό, ό.π, σελ. 229).

14. Στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει την ρύθμιση χρεών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων (ν. 3869/2010) δεν υπάρχει διάταξη απαγορευτική της διενέργειας συμψηφισμού απαιτήσεων των μερών, ο δε συμψηφισμός, ως ήδη ελέχθη ανωτέρω στην οικεία θέση (παρ. 11), δεν εμπίπτει στην έννοια των καταδιωκτικών μέτρων και δη των πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης. Επομένως, εφόσον στην εκδοθείσα προσωρινή διαταγή δεν περιελήφθη ρητώς η απαγόρευση διενέργειας συμψηφισμού απαιτήσεων οφειλέτη και των δανειστών του, δεν τίθεται απαγόρευση διενέργειας συμψηφισμού, η οποία δεν καταλαμβάνεται ούτε από την τυχόν περιεχομένη στην προσωρινή διαταγή γενική ρήτρα περί διατήρησης της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του οφειλέτη. Άλλωστε, κατά το άρθρο 15 του ν. 3869/2010, για τη ρύθμιση ή την απαλλαγή χρεών φυσικών προσώπων, εφαρμόζονται, προφανώς κατ' αναλογίαν και όπου επιβάλλεται, οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα, στο δε άρθρο 36 αυτού ορίζεται ότι η κήρυξη της πτώχευσης δεν θίγει το δικαίωμα του πιστωτή να προτείνει σε συμψηφισμό ανταπαίτησή του προς αντίστοιχη απαίτηση του οφειλέτη, εφόσον οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού συνέτρεξαν πριν από την κήρυξη της πτώχευσης. Συνεπώς, και στην περίπτωση των υπαγομένων στο θεσμικό πλαίσιο του ν. 3869/2010 χρεών, που αποτελεί συλλογική διαδικασία ικανοποίησης των πιστωτών προσομοιάζουσα προς αυτήν της πτώχευσης, είναι επιτρεπτός ο συμψηφισμός, εφόσον οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού συνέτρεξαν πριν από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη για την υπαγωγή στο ν. 3869/2010.

15. Στην προκείμενη περίπτωση, με την από 25/1/2017 εκδοθείσα προσωρινή διαταγή της Ειρηνοδίκου Κοζάνης διετάχθη γενικώς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του ν. 3869/2010, η «αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά της αιτούσας μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης επί της κρινόμενης αιτήσεως» και η «διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας της μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της κρινόμενης αιτήσεως», ορίσθηκαν δε οι υπαγόμενες απαιτήσεις προς τη Δ.Ο.Υ Κατερίνης στο ποσό των 41.383,21 ευρώ και η καταβολή προς τους πιστωτές συμμέτρως μηνιαίων δόσεων ποσού εκατόν (100) ευρώ. Στην εν λόγω προσωρινή διαταγή δεν περιελήφθη διάταξη περί απαγόρευσης συμψηφισμού βεβαιωμένων και εκκαθαρισμένων χρηματικών απαιτήσεων της οφειλέτιδας του Δημοσίου με βεβαιωμένες από το ίδιο απαιτήσεις του κατ' αυτής, παρότι η αιτούσα τη ρύθμιση των χρεών της και την έκδοση προσωρινής διαταγής ζήτησε «να μη παρακρατά η Εφορία τα χρήματα που είναι να μου δίνει από την εργασία μου». Υπό τα δεδομένα αυτά και με βάση τα όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά, είναι επιτρεπτός ο συμψηφισμός, εφόσον συντρέχουν οι προς τούτο προαναφερθείσες προϋποθέσεις.

Β. Μειοψήφησαν οι Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους Αλέξανδρος Ροϊλός, Χριστίνα Διβάνη και Διονύσιος Χειμώνας (ψήφοι τρεις - 3), οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη, προς την οποία συντάχθηκε και η εισηγήτρια Πάρεδρος Νικολέτα Παπαρούνη (γνώμη χωρίς ψήφο):

16. Η έννοια των καταδιωκτικών μέτρων, των οποίων αναστέλλεται η λήψη, είναι ευρύτερη από την κατηγορία των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και σε αυτά περιλαμβάνεται ό,τι συνεπάγεται τη μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του αιτούντος τη ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη, η διατήρηση της οποίας άλλωστε προβλέπεται και ρητώς ως ένα από τα ζητήματα που μπορεί να ρυθμισθούν με την προσωρινή διαταγή [π.χ. άσκηση ή η συνέχιση αγωγών, λήψη ασφαλιστικών μέτρων, κατάθεση αίτησης για λήψη ασφαλιστικού μέτρου της προσημείωσης υποθήκης (βλ. Α.Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση τον Ν.3869/2010 όπως ισχύει μετά τις επελθούσες νομοθετικές μεταβολές, 4η έκδοση, σελ. 175)]. Η διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του αιτούντος οφειλέτη αποσκοπεί στην προστασία της εκ μέρους των πιστωτών του, αλλά και στο αμετάβλητο αυτής και υπέρ των πιστωτών (ΕιρΑΘ 491/2016 ΝΟΜΟΣ), ούτως ώστε να ικανοποιηθούν οι πιστωτές στο πλαίσιο της συλλογικής διαδικασίας του ν.3869/2010 και να αποφευχθεί η επιλεκτική συμπερίληψη πιστωτών στη ρύθμιση ή παροχή της δυνατότητας σε πιστωτές να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους με μέσα που παραβιάζουν τη ρύθμιση. Συνεπώς, η έκδοση προσωρινής διαταγής κατ' άρθρο 5 παρ. 2, που διατάσσει τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του οφειλέτη, δεν εξαρτάται και δεν επηρεάζεται από την ύπαρξη ή μη αναγκαστικής εκτέλεσης (βλ. ΝΣΚ 163/2017, Ι.Βενιέρη-Θ.Κατσά ό.π. σελ. 376 επ.).

17. Επομένως, κατά τη γνώμη της μειοψηφίας, ανεξαρτήτως αν η διενέργεια αυτεπάγγελτου συμψηφισμού, κατ' άρθρο 83 του Κ.Ε.Δ.Ε., ανταπαίτησης της αιτούσας σε βάρος του Δημοσίου, με οφειλές της προς αυτό που έχουν υπαχθεί στην προσωρινή διαταγή, περιλαμβάνεται ή όχι στα καταδιωκτικά μέτρα για τα οποία έχει διαταχθεί δυνάμει της προσωρινής διαταγής η αναστολή τους, διά της διενέργειας του Λ 
συμψηφισμού παραβιάζεται η σχετική διάταξη της προσωρινής διαταγής υπό διττή έννοια, αφενός μεν ως προς το μέρος της με το οποίο διατάσσεται η διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας της αιτούσας, αφετέρου δε ως προς το μέρος της με το οποίο ορίσθηκαν οι υπαγόμενες στη ρύθμιση και απαιτήσεις του Δημοσίου σε συγκεκριμένο ποσό. Η εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου τυχόν διενέργεια αυτεπάγγελτου συμψηφισμού δύναται να θεωρηθεί ότι αντιβαίνει στον προεκτεθέντα σκοπό των σχετικών ρυθμίσεων διότι δεν προστατεύει την περιουσία του οφειλέτη όπως επιτάσσει η προσωρινή διαταγή με περαιτέρω συνέπεια ότι συνιστά μονομερή βλαπτική πράξη κατά του ενεργητικού της εισφερόμενης προς ρύθμιση περιουσίας επιφέρουσα μείωση της προσδοκίας ικανοποίησης των άλλων πιστωτών στο πλαίσιο της συλλογικής διαδικασίας.

Απάντηση.
 
18. Κατ' ακολουθία των προεκτεθέντων, επί του τεθέντος ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, (Τμήμα Β'), γνωμοδοτεί, κατά πλειοψηφία, ως εξής: Υπό το διδόμενο στο έγγραφο του ερωτήματος και προκύπτον από τα στοιχεία του φακέλου συγκεκριμένο πραγματικό, είναι επιτρεπτός, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Α' 90, ΚΕΔΕ), ο αυτεπάγγελτος συμψηφισμός απαιτήσεων της οφειλέτιδας του Δημοσίου με απαιτήσεις του ιδίου κατ' αυτής, μέχρι το ύψος που αυτές καλύπτονται, εφόσον οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού συνέτρεξαν πριν από την υποβολή της αίτησης για την υπαγωγή στο ν. 3869/2010, κατά τα αναλυτικώς αναπτυσσόμενα στην οικεία θέση της παρούσης.

ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ

Αθήνα, 10-11-2017

Ο Πρόεδρος
Αλέξανδρος Καραγιάννης
Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.

Η Εισηγήτρια
Νικολέτα Παπαρούνη
Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.

Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1021217 ΕΞ 2018 Φορολογική μεταχείριση των αποζημιώσεων για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται κατά την παροχή μισθωτής εργασίας στην αλλοδαπή

$
0
0
Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 2018
Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1021217 ΕΞ2018/01-02-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α’

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας : 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Α. Κουσίδου
Τηλέφωνο : 210 3375315 -6
Fax : 210 3375001
E-Mail: d12.a@yo.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση των αποζημιώσεων για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται κατά την παροχή μισθωτής εργασίας στην αλλοδαπή


Αναφορικά με το παραπάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι το ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος που αποκτώνται στο πλαίσιο υφισταμένης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.

2. Επίσης, με τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζεται ότι από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις εξαιρείται η αποζημίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά.

3. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι η διάταξη της περ.β΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 ν. 4172/2013 αναφέρεται γενικά στην αποζημίωση για έξοδα κίνησης, ανεξαρτήτως εάν αυτή καταβλήθηκε από ημεδαπό ή αλλοδαπό εργοδότη, οι αποζημιώσεις εξόδων κίνησης για παροχή μισθωτής εργασίας στην αλλοδαπή δεν προσαυξάνουν το συνολικό δηλωθέν εισόδημα ημεδαπής υπό την προϋπόθεση ότι τα έξοδα αυτά αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά και δεν συμπεριλαμβάνονται στις ετήσιες βεβαιώσεις αποδοχών της αλλοδαπής.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΕΦΚΑ αριθ. πρωτ.: Σ40/18/195793/2018 Συμπληρωματικές οδηγίες σχετικά με το συνυπολογισμό του χρόνου στρατιωτικής για τη θεμελίωση δικαιώματος σε δεύτερη σύνταξη

$
0
0
Αθήνα, 08/02/2018
Αριθ. Πρωτ. Σ40/18/195793

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Ακαδημίας 22
Τ. Κ.: 10671 Αθήνα
Πληροφορίες: Π. Κοτσώρη
Αριθ. Τηλεφώνου: 210 3729719
FAX: 210 3633666
e-mail: d.sintaxeon@efka.gov.gr

ΓΕΝΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΘΕΜΑ: «Συμπληρωματικές οδηγίες σχετικά με το συνυπολογισμό του χρόνου στρατιωτικής για τη θεμελίωση δικαιώματος σε δεύτερη σύνταξη»        


Σε συνέχεια του με αρ. Σ40/15/11.2.2016 Γ.Ε. του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σας κοινοποιούμε το με αρ. πρωτ. Φ10321/οικ.46997/1926/2017 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης σύμφωνα με το οποίο, στους ασφαλισμένους του ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (ν.3163/1955 και ν.δ.4277/1962) οι οποίοι αναγνωρίζουν τη στρατιωτική τους υπηρεσία με βάση ειδικές διατάξεις του εν λόγω νόμου (οι οποίες είναι διάφορες του ν. 1358/1983), είναι επιτρεπτός ο συνυπολογισμός του χρόνου αυτού για τη θεμελίωση δικαιώματος σε δεύτερη σύνταξη.




Η ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
ΙΩΑΝΝΑ ΓΑΤΗ - ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΠΟΛ.1022/2018 Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ στην χορήγηση και ανανέωση του ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος των Φορτηγών Δημόσιας Χρήσης (Φ.Δ.Χ.) και των Ειδικών Τουριστικών Λεωφορείων Δ.Χ. (Τ.Λ.Δ.Χ.)

$
0
0

Αθήνα, 05/02/2018
ΠΟΛ.1022/05-02-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄ ΦΠΑ

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2 - 4
Ταχ. Κώδικας : 106 72 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Α. Γκότση
Μ. Κακούνη
Τηλέφωνο : 210 3645848
Fax : 210 3645413
E-Mail : dfpa.b1@1992.syzefxis.gov.gr
Url : www.aade.gr

ΠΟΛ 1022/2018

Θέμα: Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ στην χορήγηση και ανανέωση του ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος των Φορτηγών Δημόσιας Χρήσης (Φ.Δ.Χ.) και των Ειδικών Τουριστικών Λεωφορείων Δ.Χ. (Τ.Λ.Δ.Χ.)


Κατόπιν προφορικών και γραπτών ερωτημάτων, σχετικά με την εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ στην χορήγηση και ανανέωση του ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος των Ειδικών Τουριστικών Λεωφορείων Δ.Χ. (Τ.Λ.Δ.Χ.) και των Φορτηγών Δημοσίας Χρήσης (Φ.Δ.Χ.) παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις:

Με την Απόφαση Γ456/ΟΙΚ.8061/487/2017 του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, καθιερώνεται η υποχρέωση προμήθειας ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος (ΗΑΣ) σε κάθε φορτηγό δημόσιας χρήσης (Φ.Δ.Χ.) και κάθε ειδικό τουριστικό λεωφορείο δημόσιας χρήσης (Τ.Λ.Δ.Χ). Ως φορείς χορήγησης του σήματος δύνανται να οριστούν όλα τα δευτεροβάθμια συνδικαλιστικά όργανα που εκ του καταστατικού τους εκπροσωπούν ιδιοκτήτες των ΦΔΧ αυτοκινήτων ή και των Τ.Λ.Δ.Χ., καθώς και το Πανελλήνιο Συνδικάτο Χερσαίων Εμπορευματικών Μεταφορών (Π.Σ.Χ.Ε.Μ.) και η Γενική Πανελλαδική Ομοσπονδία Επιχειρήσεων Τουρισμού (Γ.Ε.Π.Ο.Ε.Τ.).

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, παρ. 1. α’, 3, παρ. 1. α’, 4 και 8 του Κώδικα ΦΠΑ (Ν.2859/2000), όπως ισχύει, στον ΦΠΑ υπόκειται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό ή ένωση προσώπων, εφόσον ασκεί κατά τρόπο ανεξάρτητο την οικονομική δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή αυτού που παρέχει υπηρεσίες , ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης, των επιδιωκόμενο σκοπό ή το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ιε,’ της παραγράφου 1, του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ απαλλάσσεται από το φόρο η παροχή υπηρεσιών και η στενά συνδεόμενη με αυτές παράδοση αγαθών προς τα μέλη τους, έναντι καταβολής συνδρομής, από μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα και οργανισμούς, που επιδιώκουν στα  πλαίσια του συλλογικού τους συμφέροντος, μεταξύ άλλων και σκοπούς συνδικαλιστικούς, εφόσον δεν οδηγούν σε στρέβλωση των όρων του ανταγωνισμού.

Οι φορείς χορήγησης υποχρεούνται με δική τους ευθύνη να εγκαθιστούν και να λειτουργούν πληροφορικό σύστημα έτσι ώστε να παρακολουθούν μηχανογραφικά τη χορήγηση και εγκατάσταση των ηλεκτρονικών σημάτων στα εν λόγω φορτηγά και λεωφορεία δημόσιας χρήσης. Επιπλέον, υποχρεούνται να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικά αρχεία με το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, να χορηγούν στα εξουσιοδοτημένα για τον έλεγχο όργανα κατάλληλες τερματικές συσκευές και πρόσβαση στα αρχεία της βάσης δεδομένων και να παρέχουν την συνδρομή τους για την κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού των φορέων ελέγχου στη χρήση των τερματικών συσκευών. Οι φορείς χορήγησης, χορηγούν το ΗΑΣ στον αιτούμενο ιδιοκτήτη, ανεξαρτήτως εάν αυτός είναι ή όχι μέλος του συγκεκριμένου φορέα χορήγησης, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας χορήγησης εκπροσωπεί την κατηγορία του οχήματος για το οποίο υποβάλλεται το αίτημα. Η αξία του ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος, καθορίζεται από τον κάθε φορέα χορήγησης, με αντίτιμο που δεν υπερβαίνει τα εξήντα (60) ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, επιβαρύνει τον ιδιοκτήτη του Φ.Δ.Χ. ή του Τ.Λ.Δ.Χ. και καταβάλλεται σε κάθε περίπτωση έγκρισης έγκυρου ΗΑΣ.

Όπως προκύπτει από την ανωτέρω αναφερόμενη απόφαση ως φορείς χορήγησης του ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος δύνανται να οριστούν μόνο συνδικαλιστικά όργανα τα οποία συνιστούν επαγγελματικές οργανώσεις. Οι επαγγελματικές οργανώσεις είναι σωματεία που διέπονται από τις διατάξεις του νόμου 1712/1987 όπως ισχύει καθώς επίσης και από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Οι οργανώσεις αυτές δεν ασκούν κερδοσκοπική δραστηριότητα.

Κατόπιν των ανωτέρω, το τίμημα που εισπράττουν οι φορείς χορήγησης από τους ιδιοκτήτες των φορτηγών αυτοκινήτων και των ειδικών τουριστικών λεωφορείων δημόσιας χρήσης για τη χορήγηση ή την ανανέωση του ηλεκτρονικά αναγνώσιμου σήματος εμπίπτει στην απαλλαγή του άρθρου 22.1.ιε΄ του Κώδικα ΦΠΑ μόνο εφόσον οι εν λόγω ιδιοκτήτες είναι μέλη των φορέων χορήγησης. Στην περίπτωση αυτή, οι φορείς δεν δικαιούνται έκπτωσης του ΦΠΑ των σχετικών εισροών που πραγματοποιούν στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας.

Αντίθετα, όταν ο εκάστοτε ιδιοκτήτης δεν αποτελεί μέλος του φορέα που χορηγεί η ανανεώνει το ηλεκτρονικά αναγνώσιμο σήμα, το τίμημα που καταβάλλει στο φορέα για την πράξη αυτή υπάγεται σε ΦΠΑ με τον κανονικό συντελεστή 24%. Επισημαίνεται ότι, στην περίπτωση αυτή, οι φορείς χορήγησης έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του Κώδικα ΦΠΑ (υποβολή δηλώσεων, δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών τους κ.ά.).
 


Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
Γ. Πιτσιλής

Α.Π.: 1388/2018 Ενημέρωση για πλήρη εφαρμογή κεντρικού Συστήματος Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων στους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης - Υποχρεώσεις των Φορέων Σας ενημερώνουμε ότι με τη διάταξη του άρθρου 47 του ν. 4508/2017, τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4440/2016 και της παραγράφου 8 του άρθρου 12 του ν. 3979/2011.

$
0
0


Αθήνα, 05/02/2018
Α.Π.: 1388/2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ
ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΟΛΓΑ ΓΕΡΟΒΑΣΙΛΗ

Ταχ. Δνση: Φραγκούδη 11 & Αλεξ. Πάντου
ΤΚ: 101 63, Καλλιθέα

Θέμα: Ενημέρωση για πλήρη εφαρμογή κεντρικού Συστήματος Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων στους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης - Υποχρεώσεις των Φορέων
Σας ενημερώνουμε ότι με τη διάταξη του άρθρου 47 του ν. 4508/2017, τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4440/2016 και της παραγράφου 8 του άρθρου 12 του ν. 3979/2011.

Η νέα διάταξη προβλέπει ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου 12 παράγραφος 8 του ν.3979/2011 για τα Υπουργεία και τους υπόλοιπους φορείς του Δημοσίου, όπως τα Ν.Π.Δ.Δ., τις ανεξάρτητες και ρυθμιστικές αρχές, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και τους Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού. Σε κάθε περίπτωση, η ημερομηνία αυτή δεν μπορεί να υπερβεί την 31η Δεκεμβρίου 2018.

Βάσει αυτών, το σύνολο των ανωτέρω φορέων θα πρέπει να διακινούν τα έγγραφα τους ηλεκτρονικά με χρήση προηγμένων ψηφιακών υπογραφών το αργότερο έως 31/12/2018.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3979/2011, όπως ισχύει μετά την ως άνω τροποποίηση, και στο πλαίσιο της ανάγκης υλοποίησης της «Εθνικής Ψηφιακής Στρατηγικής 2016-2021» και της «Εθνικής Στρατηγικής για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση 2017-2019», θα απαιτηθεί σειρά διαδικασιών από όλους τους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) - δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 143) όπως ισχύει, προκειμένου οι τελευταίοι να μπορέσουν να αναμορφώσουν τα πρωτόκολλα εγγράφων που τηρούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και να κάνουν χρήση Συστημάτων Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων (ΣΗΔΕ).


Το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης έχει ήδη προχωρήσει στην πλήρη εφαρμογή ΣΗΔΕ με απομακρυσμένες ψηφιακές υπογραφές μέσω της ΑΠΕΔ. Τα Υπουργεία Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους προτίθενται να συνδράμουν τους υπόλοιπους φορείς του Δημόσιου Τομέα στην εφαρμογή του μέτρου.

Για το λόγο αυτό, σχεδιάζεται η υλοποίηση έργου με αντικείμενο τη δημιουργία Κεντρικού Συστήματος ασφαλούς διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας. Το Κεντρικό Σύστημα Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων, Δρομολόγησης και Διαλειτουργικότητας θα αποτελέσει τον κεντρικό κόμβο διακίνησης εγγράφων μεταξύ των φορέων, παρέχοντας και αποδεικτικά παράδοσης (Proof-of-Delivery). Μέσω αυτού του συστήματος θα δοθεί η δυνατότητα διασύνδεσης των τοπικών ΣΗΔΕ μεταξύ τους, για όσους φορείς διαθέτουν τέτοια συστήματα, ενώ στους υπόλοιπους θα παράσχει υπηρεσίες ηλεκτρονικού πρωτοκόλλου, διαχείρισης εγγράφων και απομακρυσμένης ψηφιακής υπογραφής καλύπτοντας το σύνολο των λειτουργιών ενός τοπικού ΣΗΔΕ.

Το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης σε συνεργασία με το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης έχει ήδη δρομολογήσει την άμεση εκτέλεση του ανωτέρου έργου.

Τα κοινά πρότυπα διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των ΣΗΔΕ, οι διαδικασίες, καθώς και τα σχέδια διαλειτουργίας με το κεντρικό σύστημα, θα καθοριστούν με ΚΥΑ των Υπουργών Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης όπως προβλέπεται στην περ. β, παρ. 6 του άρθρου 12 του ν. 3979/2011, όπως ισχύει.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης μπορούν να επικοινωνήσουν για πληροφορίες ή/και διευκρινίσεις μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με την διεύθυνση info@gsdp.gr.

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live