Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Yπόθεση C-532/16 Περιορισμός του δικαιώματος έκπτωσης του φόρου εισροών – Διακανονισμός της έκπτωσης του φόρου εισροών – Παράδοση γεωτεμαχίου – Εσφαλμένος χαρακτηρισμός της ως “δραστηριότητας που φορολογείται” – Αναγραφή του φόρου στο αρχικό τιμολόγιο – Τροποποίηση της αναγραφής αυτής από τον πωλητή

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 11ης Απριλίου 2018

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Περιορισμός του δικαιώματος έκπτωσης του φόρου εισροών – Διακανονισμός της έκπτωσης του φόρου εισροών – Παράδοση γεωτεμαχίου – Εσφαλμένος χαρακτηρισμός της ως “δραστηριότητας που φορολογείται” – Αναγραφή του φόρου στο αρχικό τιμολόγιο – Τροποποίηση της αναγραφής αυτής από τον πωλητή»

Στην υπόθεση C-532/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, υποβληθείσα από το Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Λιθουανία) με απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Οκτωβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Valstybinė mokesčių inspekcija prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos

κατά

SEB bankas AB,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο τμήματος, J.‑C. Bonichot (εισηγητή), A. Arabadjiev, S. Rodin, και E. Regan, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Bobek

γραμματέας: M. Aleksejev, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζήτησης της 4ης Οκτωβρίου 2017,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η SEB bankas AB, εκπροσωπούμενη από την M. Bielskienė, νομική σύμβουλο, επικουρούμενη από τον A. Medelienė, advokatė,

–        η Λιθουανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον D. Kriaučiūnas, καθώς και από τις R. Krasuckaitė και J. Prasauskienė,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις L. Lozano Palacios και J. Jokubauskaitė,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 20ής Δεκεμβρίου 2017

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής απόφασης αφορά την ερμηνεία των άρθρων 184 έως 186 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2015, L 323, σ. 31, στο εξής: οδηγία ΦΠΑ).

2        Η ως άνω αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Valstybinė mokesčių inspekcija prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos (Εθνικής διεύθυνσης φορολογικών ελέγχων, υπαγόμενης στο Υπουργείο Οικονομικών της Δημοκρατίας της Λιθουανίας) (στο εξής: φορολογική διοίκηση) και της SEB bankas AB, με αντικείμενο διορθωτική πράξη που εκδόθηκε εις βάρος της εταιρίας αυτής για διακανονισμό της πραγματοποιηθείσας από την ίδια έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) τον οποίο είχε καταβάλει για την αγορά γεωτεμαχίων.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας ΦΠΑ ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρούν υποκείμενο στον φόρο οποιονδήποτε πραγματοποιεί ευκαιριακά πράξη αναγόμενη στις δραστηριότητες που προβλέπονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και ιδίως μία από τις ακόλουθες πράξεις:

[...]

β)      παράδοση γηπέδων προς οικοδόμηση.»

4        Το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο ιαʹ, της οδηγίας ΦΠΑ έχει ως εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις ακόλουθες πράξεις:

[...]

ια)      τις παραδόσεις μη οικοδομημένων γηπέδων, εκτός των γηπέδων που καθορίζονται στο άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ.»

5        Κατά το άρθρο 179 της οδηγίας ΦΠΑ:

«Η έκπτωση [δι]ενεργείται από τον υποκείμενο στον φόρο με την αφαίρεση, από το συνολικό ποσό του φόρου που οφείλεται για μία φορολογική περίοδο, του συνολικού ποσού του ΦΠΑ, για τον οποίο γεννήθηκε και ασκείται, σύμφωνα με το άρθρο 178, το δικαίωμα έκπτωσης, κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.

Εντούτοις, τα κράτη μέλη μπορούν να υποχρεώνουν τους υποκείμενους στον φόρο οι οποίοι πραγματοποιούν ευκαιριακές πράξεις, κατά την έννοια του άρθρου 12, να ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης μόνο κατά τον χρόνο της παράδοσης.»

6        Το κεφάλαιο 5 της οδηγίας ΦΠΑ, το οποίο επιγράφεται «Διακανονισμός των εκπτώσεων», περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 184 έως 189.

7        Το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπει τα εξής:

«Η αρχικά πραγματοποιηθείσα έκπτωση διακανονίζεται όταν είναι ανώτερη ή κατώτερη από την έκπτωση την οποία δικαιούταν να πραγματοποιήσει ο υποκείμενος στον φόρο.»

8        Το άρθρο 185 της οδηγίας ΦΠΑ ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Ο διακανονισμός διενεργείται, ιδίως, όταν, μετά την υποβολή της δήλωσης ΦΠΑ, έγιναν μεταβολές των στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη για τον καθορισμό του ποσού της έκπτωσης του φόρου, μεταξύ άλλων σε περίπτωση ακύρωσης πωλήσεων ή επίτευξης εκπτώσεων στο τίμημα.

2.      Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, δεν διενεργείται διακανονισμός στην περίπτωση πράξεων, για τις οποίες δεν έγινε ολική ή μερική πληρωμή, σε περίπτωση καταστροφής, απώλειας ή κλοπής που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται δεόντως και στην περίπτωση αναλήψεων για τη χορήγηση δώρων μικρής αξίας και δειγμάτων του άρθρου 16.

Ωστόσο, σε περίπτωση πράξεων για τις οποίες δεν έγινε ολική ή μερική πληρωμή ή σε περίπτωση κλοπής, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν διακανονισμό.»

9        Το άρθρο 186 της οδηγίας ΦΠΑ ορίζει τα κάτωθι:

«Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο εφαρμογής των άρθρων 184 και 185.»

10      Το άρθρο 187 της οδηγίας ΦΠΑ έχει ως εξής:

«1.      Σχετικά με τα αγαθά επένδυσης, ο διακανονισμός διενεργείται εντός περιόδου πέντε ετών, περιλαμβανομένου του έτους, κατά τη διάρκεια του οποίου αποκτήθηκε ή κατασκευάσθηκε το αγαθό.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν ως βάση για το διακανονισμό μια περίοδο πέντε ακέραιων ετών από την έναρξη της χρησιμοποίησης του αγαθού.

Όσον αφορά τα ακίνητα αγαθά επένδυσης, η διάρκεια της περιόδου που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού των διακανονισμών μπορεί να επεκτείνεται έως 20 έτη.

2.      Κάθε έτος ο διακανονισμός αφορά μόνο το ένα πέμπτο ή, σε περίπτωση παράτασης της περιόδου διακανονισμού, το αντίστοιχο τμήμα του ΦΠΑ, ο οποίος επιβάρυνε τα αγαθά επένδυσης.

Ο διακανονισμός που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο πραγματοποιείται ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης, οι οποίες επέρχονται κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών σε σχέση με το δικαίωμα έκπτωσης, που ισχύει κατά το έτος απόκτησης, κατασκευής ή, ενδεχομένως, πρώτης χρήσης του αγαθού.»

11      Κατά το άρθρο 188 της οδηγίας ΦΠΑ:

«1.      Σε περίπτωση παράδοσής του κατά τη διάρκεια της περιόδου του διακανονισμού, το αγαθό επένδυσης θεωρείται σαν να είχε χρησιμοποιηθεί από τον υποκείμενο στον φόρο για την οικονομική δραστηριότητά του έως τη λήξη της περιόδου διακανονισμού.

Η οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ως εξ ολοκλήρου φορολογούμενη στην περίπτωση κατά την οποία η παράδοση του αγαθού επένδυσης φορολογείται.

Η οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ως εξ ολοκλήρου απαλλασσόμενη στην περίπτωση κατά την οποία η παράδοση του αγαθού επένδυσης απαλλάσσεται από τον φόρο.

2.      Ο διακανονισμός της παραγράφου 1 γίνεται μια φορά μόνο για όλον τον εναπομένοντα χρόνο της περιόδου διακανονισμού. Εντούτοις, εφόσον η παράδοση του αγαθού επένδυσης απαλλάσσεται από τον φόρο, τα κράτη μέλη μπορούν να μην απαιτούν διακανονισμό όταν ο αποκτών είναι υποκείμενος στον φόρο και χρησιμοποιεί το εν λόγω αγαθό επένδυσης αποκλειστικά για πράξεις για τις οποίες παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ.»

12      Το άρθρο 189 της οδηγίας ΦΠΑ ορίζει τα ακόλουθα:

«Για την εφαρμογή των άρθρων 187 και 188, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)      να καθορίζουν την έννοια των αγαθών επένδυσης,

β)      να προσδιορίζουν το ποσό του ΦΠΑ, το οποίο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για το διακανονισμό,

γ)      να λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν προκύπτει κανένα αδικαιολόγητο πλεονέκτημα από τους διακανονισμούς,

δ)      να επιτρέπουν απλουστεύσεις διοικητικής φύσεως.»

13      Κατά το άρθρο 250, παράγραφος 1, της οδηγίας ΦΠΑ:

«1.      Κάθε υποκείμενος στον φόρο οφείλει να υποβάλλει δήλωση ΦΠΑ που να περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα δεδομένα για την εξακρίβωση του ποσού του φόρου που έχει καταστεί απαιτητός και του ποσού των εκπτώσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν, περιλαμβανομένου, κατά τον βαθμό που είναι αναγκαίος για τον προσδιορισμό της βάσης επιβολής του φόρου, του συνολικού ποσού των πράξεων των σχετικών με τον φόρο αυτό και με τις εν λόγω εκπτώσεις καθώς και του ποσού των απαλλασσόμενων πράξεων.»

 Το λιθουανικό δίκαιο

14      Το άρθρο 65 του Lietuvos Respublikos pridėnitės vertės mokesč įstatymas (νόμου της Δημοκρατίας της Λιθουανίας για τον φόρο προστιθέμενης αξίας), όπως αυτός τροποποιήθηκε με τον νόμο IX 1960 της 15ης Ιανουαρίου 2004, τιτλοφορείται «Γενικοί κανόνες διακανονισμού των εκπτώσεων ΦΠΑ» και ορίζει τα εξής:

«Αν, κατόπιν της υποβολής της δήλωσης ΦΠΑ για ορισμένη φορολογική περίοδο, ο υποκείμενος στον φόρο επιστρέψει μέρος των αγαθών που αγόρασε ή αν του χορηγηθεί πρόσθετη έκπτωση από τον προμηθευτή των αγαθών ή τον πάροχο των υπηρεσιών, ή αν μειωθεί για οποιονδήποτε άλλον λόγο το ποσό του ΦΠΑ το οποίο πρέπει να πληρωθεί στον προμηθευτή των αγαθών ή στον πάροχο των υπηρεσιών, όπως επίσης και αν έχει γίνει δεκτό το αίτημα του υποκειμένου στον φόρο για επιστροφή του φόρου κατά την εισαγωγή, και το ποσό του ΦΠΑ που καταβλήθηκε επί των εισροών ή κατά την εισαγωγή έχει εκπέσει, τότε ο διακανονισμός της έκπτωσης ΦΠΑ γίνεται με τη δήλωση ΦΠΑ για τη φορολογική περίοδο κατά την οποία συνέβη το σχετικό γεγονός, οπότε το ποσό του ΦΠΑ που οφείλεται στο δημόσιο ταμείο (ή πρέπει να επιστραφεί από το δημόσιο ταμείο) αυξάνεται (ή μειώνεται) ανάλογα.»

15      Το άρθρο 83, παράγραφος 1, του νόμου αυτού προβλέπει τα ακόλουθα:

«Αν, μετά την έκδοση παραστατικού για την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών, μεταβληθεί είτε η φορολογητέα αξία είτε η ποσότητα των παραδιδόμενων αγαθών ή η έκταση των παρεχόμενων υπηρεσιών, χορηγηθεί έκπτωση, επιστραφούν τα αγαθά (ή μέρος τους) στον πωλητή, ακυρωθεί η παραγγελία για τα αγαθά ή για τις υπηρεσίες (ή για μέρος τους) ή μεταβληθεί για οποιονδήποτε άλλον λόγο το αντίτιμο το οποίο οφείλει ο αγοραστής (πελάτης), τότε το πρόσωπο που είχε εκδώσει το αρχικό λογιστικό έγγραφο ως παραστατικό της παράδοσης των αγαθών ή της παροχής υπηρεσιών οφείλει να εκδώσει τροποποιητικό (πιστωτικό) έγγραφο όπου πρέπει να καταγράφονται οι αλλαγές των σχετικών στοιχείων. Κατόπιν συμφωνίας των συμβαλλόμενων μερών, ως παραστατικό για την επιστροφή των αγαθών ή την ακύρωση των υπηρεσιών μπορεί να εκδοθεί, αντί για πιστωτικό έγγραφο από τον προμηθευτή των αγαθών ή τον πάροχο των υπηρεσιών, πιστωτικό έγγραφο (σημείωμα) από τον αγοραστή (πελάτη), εφόσον ο τελευταίος είναι υποκείμενος στον ΦΠΑ.»

16      Το άρθρο 68, παράγραφος 1, του Lietuvos Respublikos mokesčių administravimo įstatymas (νόμου της Δημοκρατίας της Λιθουανίας για τη φορολογική διοίκηση), ως έχει μετά τη θέσπιση του νόμου IX 2112, της 13ης Απριλίου 2004, προβλέπει τα κάτωθι:

«Ελλείψει αντίθετης διάταξης στο παρόν άρθρο ή στον νόμο που ρυθμίζει τον αντίστοιχο φόρο, ο υπολογισμός ή ο επανυπολογισμός του φόρου από τον υποκείμενο στον φόρο ή από τη φορολογική διοίκηση δεν μπορεί να αφορά χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το τρέχον ημερολογιακό έτος και τα πέντε προηγούμενα ημερολογιακά έτη, μετρώντας από την 1η Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο άρχισε ο υπολογισμός ή ο επανυπολογισμός του φόρου.»

17      Το άρθρο 80, παράγραφος 1, του ίδιου αυτού νόμου έχει ως εξής:

«Ο υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα να τροποποιήσει τη φορολογική του δήλωση, αν δεν έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα το οποίο ορίζεται στο άρθρο 68 του παρόντος νόμου για τον υπολογισμό (ή τον επανυπολογισμό) του ποσού του φόρου.»

 Το ιστορικό της διαφοράς της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

18      Η SEB Lizingas UAB, η οποία απορροφήθηκε τον Νοέμβριο του 2013 από τη SEB bankas, που την έχει διαδεχθεί στα δικαιώματά της, αγόρασε τον Μάρτιο του 2007 έξι γεωτεμάχια από τη VKK Investicija στην τιμή των 4 800 000 λιθουανικών λίτας (LTL), ήτοι περίπου 1 387 200 ευρώ, περιλαμβανομένων όλων των φόρων. Κατά τον χρόνο που πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή αυτή, τα συμβαλλόμενα μέρη είχαν θεωρήσει ότι επρόκειτο για παράδοση γηπέδου προς οικοδόμηση, πράξη η οποία υπόκειται σε ΦΠΑ. Συνεπώς, η SEB Lizingas κατέβαλε το ποσό του ΦΠΑ επί της συγκεκριμένης πράξης και, εν συνεχεία, το περιέλαβε, ως ποσό που εκπίπτει, στη δήλωση ΦΠΑ για τον Μάρτιο του 2007.

19      Ταυτόχρονα, η SEB Lizingas παρέδωσε τα γεωτεμάχια στη VKK Investicija στο πλαίσιο σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης. Εντούτοις, επειδή η τελευταία αυτή εταιρία δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της από τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, η SEB Lizingas κατήγγειλε μονομερώς τη σύμβαση τον Μάρτιο του 2009.

20      Στις 14 Απριλίου 2010 η VKK Investicija εξέδωσε πιστωτικό σημείωμα προς την αντισυμβαλλόμενή της, στο οποίο ανέφερε ότι, εφόσον δεν οφειλόταν ΦΠΑ, η τιμή «περιλαμβανομένων όλων των φόρων» που αναγραφόταν στο πρώτο τιμολόγιο ήταν η τιμή άνευ φόρων, οπότε εξέδωσε νέο τιμολόγιο για καταβλητέο ποσό 4 800 000 LTL, όπου δεν αναγραφόταν καθόλου ΦΠΑ. Κατά την άποψή της, η επίμαχη πώληση δεν συνιστούσε, εν τέλει, παράδοση γηπέδου προς οικοδόμηση και, ως εκ τούτου, δεν υπέκειτο σε ΦΠΑ. Υπέβαλε επίσης τροποποιητική δήλωση ΦΠΑ για τον Μάρτιο του 2007.

21      Η SEB Lizingas, η οποία είχε αρνηθεί να λάβει υπόψη το πιστωτικό σημείωμα και το νέο τιμολόγιο ώστε να προχωρήσει, στηριζόμενη στα έγγραφα αυτά, σε διακανονισμό της έκπτωσης την οποία είχε πραγματοποιήσει τον Μάρτιο του 2007, υποβλήθηκε σε φορολογικό έλεγχο κατά τη διάρκεια του 2012. Με απόφαση της 16ης Μαΐου 2014, η φορολογική διοίκηση, κρίνοντας ότι η επίμαχη παράδοση των γεωτεμαχίων ήταν όντως απαλλασσόμενη πράξη, διέταξε την εκ νέου καταβολή του ποσού του ΦΠΑ που εσφαλμένως εξέπεσε, προσαυξημένου με τόκους υπερημερίας, και παράλληλα επέβαλε στη SEB Bankas φορολογικό πρόστιμο.

22      Η SEB Bankas προσέβαλε την ως άνω απόφαση ενώπιον της Mokestinių ginčų komisija prie Lietuvos Respublikos Vyriausybės (επιτροπής επίλυσης φορολογικών διαφορών, υπαγόμενης στην Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Λιθουανίας), η οποία ακύρωσε εν μέρει την προαναφερθείσα απόφαση, στον βαθμό που αφορούσε τον οφειλόμενο ΦΠΑ και τα συναφή ποσά. Η φορολογική διοίκηση άσκησε ενώπιον του Vilniaus apygardos administracinis teismas (διοικητικού πρωτοδικείου του Βίλνιους, Λιθουανία) προσφυγή με αίτημα τη μερική ακύρωση της απόφασης αυτής. Η προσφυγή της απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Κατόπιν τούτου, η φορολογική διοίκηση άσκησε έφεση κατά της απόφασης του Vilniaus apygardos administracinis teismas (διοικητικού πρωτοδικείου του Βίλνιους) ενώπιον του Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου της Λιθουανίας).

23      Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι η υπόθεση άπτεται της ερμηνείας και της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης.

24      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Λιθουανίας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχουν τα άρθρα 184 έως 186 της [οδηγίας ΦΠΑ] την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, ο μηχανισμός διακανονισμού των εκπτώσεων τον οποίο προβλέπει η [εν λόγω οδηγία] δεν είναι εφαρμοστέος στην περίπτωση όπου η αρχική έκπτωση του ΦΠΑ δεν ήταν δυνατή διότι η σχετική πράξη ήταν απαλλασσόμενη παράδοση γεωτεμαχίων;

2)      Επηρεάζεται η απάντηση στο πρώτο ερώτημα από το ότι 1) αρχικά έγινε έκπτωση του ΦΠΑ για την αγορά των γεωτεμαχίων λόγω της πρακτικής της φορολογικής διοικήσεως να θεωρεί, εσφαλμένως, την επίδικη πράξη ως παράδοση γηπέδων προς οικοδόμηση η οποία υπόκειται σε ΦΠΑ σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της [οδηγίας ΦΠΑ] ή/και 2) μετά την αρχική έκπτωση από τον αγοραστή, ο πωλητής των γεωτεμαχίων εξέδωσε πιστωτικό σημείωμα ΦΠΑ προς τον αγοραστή τροποποιώντας τα ποσά ΦΠΑ που αναγράφονταν (διευκρινίζονταν) στο αρχικό τιμολόγιο;

3)      Αν στο πρώτο ερώτημα δοθεί καταφατική απάντηση, έχουν τα άρθρα 184 ή/και 185 της [οδηγίας ΦΠΑ] την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, αν δεν ήταν δυνατή η αρχική έκπτωση διότι η πράξη απαλλασσόταν από τον ΦΠΑ, η υποχρέωση του υποκειμένου στον φόρο να διακανονίσει την έκπτωση πρέπει να θεωρηθεί ότι γεννάται αμέσως ή μόνον αφού γίνει γνωστό ότι δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί η αρχική έκπτωση;

4)      Αν στο πρώτο ερώτημα δοθεί καταφατική απάντηση, έχει η [οδηγία ΦΠΑ], και ιδίως τα άρθρα 179, 184 έως 186 και 250 την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, τα προς διακανονισμό ποσά του εκπεστέου ΦΠΑ εισροών πρέπει να εκπίπτουν εντός της φορολογικής περιόδου κατά την οποία γεννήθηκε η υποχρέωση ή/και το δικαίωμα του υποκειμένου στον φόρο να διακανονίσει την αρχική έκπτωση;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Εισαγωγικές παρατηρήσεις

25      Υπενθυμίζεται ευθύς εξαρχής ότι το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ καθιερώνει υποχρέωση διακανονισμού της αρχικώς πραγματοποιηθείσας έκπτωσης, σε περίπτωση που αυτή είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από εκείνη την οποία δικαιούταν να πραγματοποιήσει ο υποκείμενος στον φόρο. Το άρθρο 185, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας διευκρινίζει ότι τέτοια υποχρέωση υφίσταται, μεταξύ άλλων, όταν έχουν επέλθει, μετά την υποβολή της δήλωσης ΦΠΑ, μεταβολές στα στοιχεία που ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της έκπτωσης. Στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού απαριθμούνται οι περιπτώσεις στις οποίες, κατ’ εξαίρεση, δεν χωρεί διακανονισμός. Βάσει του άρθρου 186 της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής των άρθρων 184 και 185 της οδηγίας ΦΠΑ.

26      Συνεπώς, τα άρθρα 184 και 185, στα οποία αναφέρεται το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, καθιερώνουν υποχρέωση διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ, ενώ παράλληλα επεξηγούν το περιεχόμενο και θέτουν τα όρια της υποχρέωσης αυτής. Δεν ορίζουν όμως με ποιον τρόπο πρέπει να διενεργείται ο διακανονισμός.

27      Αντιθέτως, το άρθρο 186 της οδηγίας ΦΠΑ επιβάλλει ρητώς στα κράτη μέλη την υποχρέωση να καθορίσουν τους όρους υπό τους οποίους γίνεται ο διακανονισμός. Τα δε άρθρα 187 έως 189 της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπουν μεν ορισμένες λεπτομέρειες του διακανονισμού της έκπτωσης ΦΠΑ, μόνον όμως όσον αφορά τα επενδυτικά αγαθά, άρα σε σχέση με μια ειδική περίπτωση.

28      Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ, αφενός, της έκτασης της υποχρέωσης διακανονισμού την οποία καθιερώνει το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ και, αφετέρου, του πεδίου εφαρμογής του μηχανισμού διακανονισμού που περιγράφεται στα άρθρα 187 έως 189 της ως άνω οδηγίας.

 Επί του πρώτου και του δεύτερου ερωτήματος

29      Επειδή, στο πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται τόσο στα άρθρα 184 έως 186 της οδηγίας ΦΠΑ όσο και στον προβλεπόμενο από την ίδια οδηγία μηχανισμό διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ, επιβάλλεται να αναδιατυπωθεί το ερώτημα αυτό.

30      Με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί, αφενός, αν το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η υποχρέωση διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ, που καθιερώνεται στο συγκεκριμένο άρθρο, ισχύει και στις περιπτώσεις όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση δεν ήταν νόμιμη διότι η πράξη λόγω της οποίας έγινε η έκπτωση απαλλασσόταν από τον ΦΠΑ και, αφετέρου, αν τα άρθρα 187 έως 189 της οδηγίας ΦΠΑ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι ο εκεί προβλεπόμενος μηχανισμός διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ τυγχάνει εφαρμογής σε τέτοιες περιπτώσεις, ιδίως δε σε μια κατάσταση όπως αυτή της υπόθεσης της κύριας δίκης, όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση του ΦΠΑ ήταν αδικαιολόγητη, στο μέτρο που επρόκειτο για απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ πράξη παράδοσης γεωτεμαχίων.

31      Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν, για την απάντηση που θα δοθεί στο πρώτο ερώτημα, έχει σημασία ότι, στη διαφορά της κύριας δίκης, ο λόγος για τον οποίο καταβλήθηκε και, στη συνέχεια, κακώς εξέπεσε ο ΦΠΑ επί της τιμής αγοράς των γεωτεμαχίων ήταν μια εσφαλμένη πρακτική της φορολογικής διοίκησης, καθώς και αν έχει σημασία το γεγονός ότι ο πωλητής των γεωτεμαχίων εξέδωσε πιστωτικό σημείωμα προς τον αγοραστή, τροποποιώντας το ποσό του ΦΠΑ που αναγραφόταν στο αρχικώς εκδοθέν τιμολόγιο.

32      Πρώτον, επισημαίνεται ότι η υποχρέωση διακανονισμού ορίζεται στο άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ με τον ευρύτερο δυνατό τρόπο, στον βαθμό που «[η] αρχικά πραγματοποιηθείσα έκπτωση διακανονίζεται όταν είναι ανώτερη ή κατώτερη από την έκπτωση την οποία δικαιούταν να πραγματοποιήσει ο υποκείμενος στον φόρο».

33      Η ως άνω διατύπωση δεν αποκλείει a priori καμία από τις πιθανές περιπτώσεις εσφαλμένης έκπτωσης. Το ευρύ πεδίο της υποχρέωσης διακανονισμού επιβεβαιώνεται από τη ρητή απαρίθμηση, στο άρθρο 185, παράγραφος 2, της οδηγίας ΦΠΑ, των εξαιρέσεων τις οποίες επιτρέπει η οδηγία αυτή.

34      Ειδικότερα, η περίπτωση όπου έχει πραγματοποιηθεί έκπτωση χωρίς να υπάρχει σχετικό δικαίωμα εμπίπτει στο πρώτο από τα ενδεχόμενα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ, δηλαδή στην περίπτωση όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση είναι μεγαλύτερη από εκείνη που δικαιούταν να πραγματοποιήσει ο υποκείμενος στον φόρο.

35      Εξάλλου, είναι συνεπές με τη λογική του κοινού συστήματος ΦΠΑ να καθιερώνει η οδηγία ΦΠΑ, η οποία επαναλαμβάνει κατ’ ουσίαν τις διατάξεις της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49, στο εξής: έκτη οδηγία), μια γενική υποχρέωση διακανονισμού των εκπτώσεων ΦΠΑ.

36      Αφενός, η υποχρέωση αυτή συνδέεται άρρηκτα με την υποχρέωση την οποία υπέχει κάθε κράτος μέλος να λαμβάνει όλα τα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που είναι κατάλληλα να διασφαλίσουν ότι εισπράττεται το σύνολο του οφειλόμενου ΦΠΑ στην επικράτειά του. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη οφείλουν να ελέγχουν τις δηλώσεις των υποκειμένων στον φόρο, τους λογαριασμούς τους και τα λοιπά σχετικά έγγραφα, καθώς και να υπολογίζουν και να εισπράττουν τον οφειλόμενο (απόφαση της 17ης Ιουλίου 2008, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-132/06, EU:C:2008:412, σκέψη 37). Οι έλεγχοι όμως αυτοί θα στερούνταν νοήματος αν δεν προβλεπόταν ο διακανονισμός των αδικαιολόγητων εκπτώσεων.

37      Αφετέρου, η γενική υποχρέωση διακανονισμού των αδικαιολόγητων εκπτώσεων ΦΠΑ απορρέει και από τη φορολογική ουδετερότητα του ΦΠΑ, η οποία αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κοινού συστήματος ΦΠΑ που έχει θεσπίσει ο νομοθέτης της Ένωσης στον τομέα αυτόν (απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2006, Halifax, C‑255/02, EU:C:2006:121, σκέψη 92 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

38      Πιο συγκεκριμένα, βάσει του συστήματος αυτού, μπορούν να εκπέσουν μόνον οι φόροι επί των εισροών οι οποίοι έχουν πλήξει τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που οι υποκείμενοι στον φόρο χρησιμοποιούν στο πλαίσιο πράξεών τους για τις οποίες φορολογούνται. Η έκπτωση των φόρων επί των εισροών συναρτάται με την είσπραξη των φόρων επί των εκροών. Αν τα αγαθά που αγόρασε ή οι υπηρεσίες που έλαβε ο υποκείμενος στον φόρο χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες πράξεων οι οποίες είτε απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ είτε δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του, δεν χωρεί ούτε είσπραξη του φόρου επί των εκροών ούτε έκπτωση του φόρου επί των εκροών (απόφαση της 30ής Μαρτίου 2006, Uudenkaupungin kaupunki, C-184/04, EU:C:2006:214, σκέψη 24). Επομένως, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας του ΦΠΑ επίσης επιτάσσει να διορθώνονται σε κάθε περίπτωση οι εσφαλμένες εκπτώσεις.

39      Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ έχει την έννοια ότι η υποχρέωση διακανονισμού των αδικαιολόγητων εκπτώσεων ΦΠΑ ισχύει και στην περίπτωση όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση δεν ήταν νόμιμη, όπως όταν διαπιστώνεται κατόπιν ότι η πράξη λόγω της οποίας έγινε η έκπτωση καταλέγεται μεταξύ των πράξεων που απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ.

40      Δεύτερον, τα άρθρα 187 έως 189 της οδηγίας ΦΠΑ δεν έχουν, αντιθέτως, εφαρμογή σε μια τέτοια περίπτωση.

41      Ειδικότερα, από το άρθρο 187, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας ΦΠΑ προκύπτει ότι ο διακανονισμός τον οποίο προβλέπει η εν λόγω διάταξη, όσον αφορά τα επενδυτικά αγαθά, διενεργείται ανάλογα με τις τυχόν μεταβολές που επέρχονται στο δικαίωμα έκπτωσης μετά την αγορά, την κατασκευή ή την πρώτη χρήση των αγαθών αυτών. Συνεπώς, ο μηχανισμός διακανονισμού που περιγράφεται στο άρθρο 187 της οδηγίας ΦΠΑ αφορά την ειδική περίπτωση του άρθρου 185, παράγραφος 1, της οδηγίας ΦΠΑ, όπου κατόπιν της υποβολής της δήλωσης ΦΠΑ μεταβάλλονται τα στοιχεία τα οποία ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της έκπτωσης. Έτσι, ο συγκεκριμένος μηχανισμός δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί για τον διακανονισμό έκπτωσης που έγινε χωρίς να υφίσταται ab initio οποιοδήποτε δικαίωμα έκπτωσης. Εξάλλου, ορισμένα στοιχεία του μηχανισμού αυτού, όπως η προβλεπόμενη στο άρθρο 187, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας ΦΠΑ, κατάτμηση του διακανονιζόμενου ποσού σε πέντε έτη, είναι προδήλως ακατάλληλα για μια τέτοια περίπτωση. Το δε άρθρο 188 της οδηγίας ΦΠΑ αφορά την ακόμη ειδικότερη, και επίσης διαφορετική, περίπτωση της παράδοσης επενδυτικού αγαθού στη διάρκεια της περιόδου διακανονισμού.

42      Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί, σε σχέση με τις διατάξεις της έκτης οδηγίας, οι οποίες είναι κατ’ ουσίαν ίδιες με εκείνες της οδηγίας ΦΠΑ (απόφαση της 30ής Σεπτεμβρίου 2010, Uszodaépítő, C-392/09, EU:C:2010:569, σκέψη 31), ότι ο μηχανισμός διακανονισμού που προβλέπεται στην έκτη οδηγία τυγχάνει εφαρμογής μόνον εφόσον υπάρχει δικαίωμα έκπτωσης (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 30ής Μαρτίου 2006, Uudenkaupungin kaupunki, C-184/04, EU:C:2006:214, σκέψη 37).

43      Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ο μηχανισμός διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ, τον οποίο προβλέπουν τα άρθρα 187 και 188 της οδηγίας ΦΠΑ, δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν η έκπτωση πραγματοποιήθηκε αρχικώς χωρίς να υφίσταται οποιοδήποτε δικαίωμα έκπτωσης. Επομένως, ο ως άνω μηχανισμός δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση μιας πράξης παράδοσης γεωτεμαχίων όπως αυτής της υπόθεσης της κύριας δίκης, η οποία, σύμφωνα με τις ενδείξεις που έδωσε το αιτούν δικαστήριο, απαλλασσόταν από τον ΦΠΑ, οπότε δεν θα έπρεπε κανονικά ούτε να εισπραχθεί ούτε να εκπέσει ΦΠΑ για τη συγκεκριμένη πράξη.

44      Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν ασκούν επιρροή ως προς τη μη εφαρμογή του προαναφερθέντος μηχανισμού στη διαφορά της κύριας δίκης ούτε το γεγονός ότι ο λόγος για τον οποίο καταβλήθηκε και, στη συνέχεια, κακώς εξέπεσε ο ΦΠΑ επί της τιμής αγοράς των γεωτεμαχίων ήταν μια εσφαλμένη πρακτική της φορολογικής διοίκησης ούτε το γεγονός ότι ο πωλητής των γεωτεμαχίων εξέδωσε πιστωτικό σημείωμα προς τον αγοραστή, τροποποιώντας το ποσό του ΦΠΑ που αναγραφόταν στο αρχικώς εκδοθέν τιμολόγιο.

45      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 184 της οδηγίας ΦΠΑ έχει την έννοια ότι η υποχρέωση διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ, η οποία καθιερώνεται στη διάταξη αυτή, ισχύει και στις περιπτώσεις όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση δεν ήταν νόμιμη επειδή η πράξη λόγω της οποίας έγινε η έκπτωση απαλλασσόταν από τον ΦΠΑ. Αντιθέτως, τα άρθρα 187 έως 189 της οδηγίας ΦΠΑ έχουν την έννοια ότι ο εκεί προβλεπόμενος μηχανισμός διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ δεν τυγχάνει εφαρμογής σε τέτοιες περιπτώσεις, ιδίως δε σε μια κατάσταση όπως αυτή της υπόθεσης της κύριας δίκης, όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση του ΦΠΑ ήταν αδικαιολόγητη, στο μέτρο που επρόκειτο για απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ πράξη παράδοσης γεωτεμαχίων.

 Επί του τρίτου και του τέταρτου ερωτήματος

46      Με το τρίτο και το τέταρτο ερώτημα, τα οποία ενδείκνυται να εξεταστούν μαζί, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν οι διατάξεις της οδηγίας ΦΠΑ σχετικά τον διακανονισμό των εκπτώσεων έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση που η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση δεν ήταν νόμιμη, μπορεί να προσδιοριστεί βάσει των εν λόγω διατάξεων η ημερομηνία κατά την οποία γεννάται η υποχρέωση διακανονισμού της εσφαλμένης έκπτωσης ΦΠΑ, καθώς και η χρονική περίοδος την οποία θα αφορά αυτός ο διακανονισμός.

47      Τα ερωτήματα αυτά αναφέρονται στους όρους υπό τους οποίους γίνεται ο διακανονισμός του ΦΠΑ. Όπως όμως προεκτέθηκε στη σκέψη 43 της παρούσας απόφασης, ο μηχανισμός διακανονισμού του ΦΠΑ, τον οποίο προβλέπουν τα άρθρα 187 έως 189 της οδηγίας ΦΠΑ, δεν τυγχάνει εφαρμογής σε μια περίπτωση όπως αυτή της υπόθεσης της κύριας δίκης. Ως εκ τούτου, εναπόκειται στα κράτη μέλη, σε μια τέτοια περίπτωση, να καθορίσουν τις λεπτομέρειες του διακανονισμού, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 186 της οδηγίας ΦΠΑ.

48      Τα κράτη μέλη οφείλουν πάντως, όταν θεσπίζουν εθνική ρύθμιση που καθορίζει αυτές τις λεπτομέρειες, να τηρούν το δίκαιο της Ένωσης. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο, εφόσον του έχει υποβληθεί αίτηση προδικαστικής απόφασης, να παράσχει όλα τα ερμηνευτικά στοιχεία που είναι αναγκαία στο εθνικό δικαστήριο προκειμένου το τελευταίο να μπορέσει να κρίνει αν η αντίστοιχη εθνική ρύθμιση είναι συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης, του οποίου την τήρηση διασφαλίζει το Δικαστήριο, και ιδίως με τις θεμελιώδεις του αρχές (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 1997, Kremzow, C-299/95, EU:C:1997:254, σκέψη 15, και διάταξη της 29ης Μαρτίου 2009, Pignataro, C-535/08, EU:C:2009:204, σκέψη 22).

49      Η SEB bankas ισχυρίστηκε συναφώς, με τις γραπτές της παρατηρήσεις, ότι είναι αντίθετο προς τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης να διενεργηθεί διακανονισμός της εκπτώσεως του ΦΠΑ σχετικά με μια πράξη που έλαβε χώρα το 2007, ενώ το 2013 η ίδια η φορολογική διοίκηση υποστήριξε την άποψη ότι η πράξη αυτή ήταν φορολογητέα.

50      Εντούτοις, αφενός, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη δεν είναι δυνατό να θεμελιώνεται σε παράνομη πρακτική της διοίκησης (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 1986, Βλάχου κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, 162/84, EU:C:1986:56, σκέψη 6). Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής, συνάγεται ότι το Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Λιθουανίας) έχει κρίνει ότι η διοικητική πρακτική βάσει της οποίας η επίμαχη πράξη είχε χαρακτηριστεί αρχικώς ως «πράξη υποκείμενη σε ΦΠΑ» δεν μπορεί να γίνει δεκτή διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία του εθνικού δικαίου, οπότε η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση του ΦΠΑ ήταν παράνομη.

51      Αφετέρου, πρέπει να τονιστεί ότι δεν αντιβαίνει στην αρχή της ασφάλειας δικαίου διοικητική πρακτική των εθνικών φορολογικών αρχών που συνίσταται στην ανάκληση, εντός της προθεσμίας παραγραφής, της απόφασης με την οποία έχουν αναγνωρίσει στον υποκείμενο στον φόρο δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ ζητώντας του να τον καταβάλει (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2016, Nigl κ.λπ., C-340/15, EU:C:2016:764, σκέψη 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

52      Η προαναφερθείσα αρχή επιβάλλει, ωστόσο, να μην μπορεί επ’ αόριστον να τεθεί εν αμφιβόλω η φορολογική κατάσταση του υποκειμένου στον φόρο ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του έναντι της φορολογικής διοίκησης (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2014, Fatorie, C-424/12, EU:C:2014:50, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Ως εκ τούτου, είναι πιθανό να συντρέχει παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου επειδή η έναρξη της προθεσμίας παραγραφής εξαρτήθηκε από τις τυχαίες περιστάσεις υπό τις οποίες προέκυψε ότι η έκπτωση ήταν παράνομη και, πιο συγκεκριμένα, επειδή ως σημείο αφετηρίας της προθεσμίας αυτής ορίστηκε, όπως το ήθελε η Λιθουανική Κυβέρνηση, η ημερομηνία παραλαβής, από τον αγοραστή, του πιστωτικού σημειώματος με το οποίο ο πωλητής τροποποίησε μονομερώς το ποσό που αναγραφόταν ως τιμή του γεωτεμαχίου χωρίς φόρους, αλλάζοντας τα στοιχεία για τον ΦΠΑ μετά από πολλά έτη, αρμόδιο όμως να κρίνει το ζήτημα αυτό είναι το εθνικό δικαστήριο.

53      Συνεπώς, στο τρίτο και στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 186 της οδηγίας ΦΠΑ έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση που η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση ΦΠΑ δεν ήταν νόμιμη, τα κράτη μέλη είναι εκείνα τα οποία οφείλουν, τηρώντας τις αρχές του δικαίου της Ένωσης, και ιδίως τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, να ορίζουν από ποια ημερομηνία γεννάται η υποχρέωση διακανονισμού της εσφαλμένης έκπτωσης του ΦΠΑ και ποια χρονική περίοδο αφορά αυτός ο διακανονισμός. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να ελέγξει κατά πόσον τηρούνται οι εν λόγω αρχές σε μια περίπτωση όπως αυτή της υπόθεσης της κύριας δίκης.

 Επί των δικαστικών εξόδων

54      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 184 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), η οποία καθιερώνεται στη διάταξη αυτή, ισχύει και στις περιπτώσεις όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση δεν ήταν νόμιμη επειδή η πράξη λόγω της οποίας έγινε η έκπτωση απαλλασσόταν από τον ΦΠΑ. Αντιθέτως, τα άρθρα 187 έως 189 της οδηγίας ΦΠΑ έχουν την έννοια ότι ο εκεί προβλεπόμενος μηχανισμός διακανονισμού των εσφαλμένων εκπτώσεων ΦΠΑ δεν τυγχάνει εφαρμογής σε τέτοιες περιπτώσεις, ιδίως δε σε μια κατάσταση όπως αυτή της υπόθεσης της κύριας δίκης, όπου η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση του ΦΠΑ ήταν αδικαιολόγητη, στο μέτρο που επρόκειτο για απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ πράξη παράδοσης γεωτεμαχίων.

2)      Το άρθρο 186 της οδηγίας 2006/112 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση που η αρχικώς πραγματοποιηθείσα έκπτωση φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) δεν ήταν νόμιμη, τα κράτη μέλη είναι εκείνα τα οποία οφείλουν, τηρώντας τις αρχές του δικαίου της Ένωσης, και ιδίως τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, να ορίζουν από ποια ημερομηνία γεννάται η υποχρέωση διακανονισμού της εσφαλμένης έκπτωσης του ΦΠΑ και ποια χρονική περίοδο αφορά αυτός ο διακανονισμός. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να ελέγξει κατά πόσον τηρούνται οι εν λόγω αρχές σε μια περίπτωση όπως αυτή της υπόθεσης της κύριας δίκης.

(υπογραφές)


Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1070638 ΕΞ 2018 Τροποποίηση και συμπλήρωση της αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως προς τη σύσταση Αυτοτελούς Τμήματος Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)

$
0
0

Αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1070638 ΕΞ2018

(ΦΕΚ Β' 1642/10-05-2018)

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) του Κεφαλαίου Α΄ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα των περ. αα΄, ββ΄ και γγ΄ της υποπαραγράφου θ΄ της παρ. 4 του άρθρου 14, των παρ. 1 και 3 του άρθρου 6, των άρθρων 2, 7, 30 έως 33, 37 και 39, καθώς και των παρ. 2 έως 5 και 11 του άρθρου 41 αυτού, όπως ισχύουν,

β) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 679/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)» και ειδικότερα των άρθρων 37 έως 39 του τμήματος 4 και του άρθρου 30 του τμήματος 1 του Κεφαλαίου IV αυτού, καθώς και των αιτιολογικών σκέψεων περί αυτού,

γ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου,

δ) του ν. 2472/1997 (Α΄ 50/1997) «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», όπως ισχύει,

ε) του ν. 3471/2006 (Α΄ 133/2006) «Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τροποποίηση του ν. 2472/1997», όπως ισχύει,

στ) του ν. 3783/2009 (Α΄ 136/2009) «Ταυτοποίηση των κατόχων και χρηστών εξοπλισμού και υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει,

ζ) του ν. 3917/2011 (Α΄ 22/2011) «Διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημόσιων δικτύων επικοινωνιών, χρήση συστημάτων επιτήρησης με τη λήψη ή καταγραφή ήχου ή εικόνας σε δημόσιους χώρους και συναφείς διατάξεις», όπως ισχύει,

η) του ν. 3979/2011 (Α΄ 138/2010) «Για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύει,

θ) του ν. 4070/2012 (Α΄ 82/10-4-2012) «Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει,

ι) των άρθρων 23 και 28 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26) «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.», όπως ισχύει, ια) της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει,

ιβ) του π.δ. 142/2017 (Α΄ 181) «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών»,

ιγ) του άρθρου 90 του κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», σε συνδυασμό με τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 19 του ν. 4389/2016.

2. Τις «Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τους υπεύθυνους προστασίας δεδομένων, τις οποίες εξέδωσε η Ομάδα Προστασίας των Προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του άρθρου 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, την 13/12/2016, όπως αναθεωρήθηκαν και εγκρίθηκαν την 05/04/2017.

3. Το αριθ. Δ.Ο.Δ. Α.Α.Δ.Ε. Β 1066947 ΕΞ2018/03-05-2018 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε., σχετικά με το ύψος της δαπάνης που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης.

4. Το αριθ. Δ.Π.Δ.Α. Α.Α.Δ.Ε. Α 1067003 ΕΞ2018/03-05-2018 έγγραφο της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε., σύμφωνα με το οποίο η δαπάνη, που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης είναι εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του προϋπολογισμού έτους 2018 του Ειδικού Φορέα 23-180 «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων» και του ισχύοντος Μ.Π.Δ.Σ. ετών 20182021, καθώς και την αριθ. Δ.Π.Δ.Α. Α.Α.Δ.Ε. Α 1189777 ΕΞ 2017/20-12-2017 (ΑΔΑ: 6ΡΣΘ46ΜΠ3Ζ ΩΥ6) απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., περί Ανάληψης Υποχρέωσης.

5. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28-1-2013 (Β΄ 130 και Β΄ 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α΄ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

6. Την αριθ. 1/20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθ. 39/3/30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

7. Την ανάγκη σύστασης «Αυτοτελούς Τμήματος Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων», υπαγομένου απευθείας στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., σε συμμόρφωση με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 679/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016.

8. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), που θα βαρύνει τον προϋπολογισμό του έτους 2018, με ποσόν ύψους 2.661,52 € και για κάθε επόμενο έτος, με ποσόν ύψους 3.992,28 €, η οποία εγγράφεται στους ΚΑΕ 0215, 0294, 0292 και 0293 του Ειδικού Φορέα 23-180 και η οποία βρίσκεται εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του τρέχοντος προϋπολογισμού της Α.Α.Δ.Ε. και του ισχύοντος Μ.Π.Δ.Σ. ετών 2018-2021,

αποφασίζουμε:

Α. Τροποποιούμε και συμπληρώνουμε το άρθρο 3 «Διάρθρωση» του Μέρους Α΄ «Αποστολή, Όργανα Διοίκησης και διάρθρωση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» της αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφασης, με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, τροποποιούμε τον τίτλο της περίπτωσης 3 «ΤΜΗΜΑ» της υποενότητας Ι. «ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ» της ενότητας Α. «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΔΙΟΙΚΗΤΗ» αυτής, προσθέτουμε νέο άρθρο 9Α μετά από το άρθρο 9 και νέα περίπτωση στην υποπαράγραφο 1 της παραγράφου Α΄ του άρθρου 68 «Κλάδοι Προϊσταμένων Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων των Υπηρεσιών» του Μέρους Β΄ «Προσωπικό της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» αυτής, ως εξής:

1. α) Συνιστούμε, από 25-05-2018, στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ένα (1) Αυτοτελές τμήμα, το οποίο υπάγεται απευθείας στον Διοικητή αυτής, με τίτλο «Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων», ο Προϊστάμενος του οποίου ορίζεται ως ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων της Α.Α.Δ.Ε., κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 και ειδικότερα των άρθρων 37 έως 39 του τμήματος 4 του Κεφαλαίου IV αυτού και καθορίζουμε τις αρμοδιότητες του Προϊσταμένου και των υπαλλήλων αυτού.

β) Τροποποιούμε το άρθρο 3, συμπληρώνουμε την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 1 αυτού με νέα περίπτωση (ιβιβ) και αναριθμούμε την υφιστάμενη περίπτωση (ιβιβ) σε περίπτωση (ιγιγ).

γ) Συμπληρώνουμε την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου Α΄ του άρθρου 68 με νέα περίπτωση β΄ και αναριθμούμε τις υφιστάμενες περιπτώσεις β΄ και γ΄ σε περιπτώσεις γ΄ και δ΄, αντίστοιχα.

2. Ύστερα από τα παραπάνω διαμορφώνουμε την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 3, τον τίτλο της περίπτωσης 3 της υποενότητας Ι της ενότητας Α΄, το άρθρο 9Α και την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου Α΄ του άρθρου 68 της ως άνω απόφασης, ως εξής:

«Άρθρο 3 Διάρθρωση

1. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) αποτελείται από τις παρακάτω Υπηρεσίες:

(α) Υπηρεσίες που υπάγονται απευθείας στον Διοικητή
(αα) Γραφείο Διοικητή
(ββ) Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού
(γγ) Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (Δ.Ο.Σ.)
(δδ) Διεύθυνση Νομικής Υποστήριξης
(εε) Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία
(στστ) Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία)
(ζζ) Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων (Δ.ΕΣ.ΥΠ.) (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία)
(ηη) Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία)
(θθ) Διεύθυνση Προγραμματισμού και Αξιολόγησης Ελέγχων και Ερευνών ΔΙ.Π.Α.Ε.Ε. (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία), η οποία εποπτεύει τις Υ.Ε.Δ.Δ.Ε.
(ιι) Υπηρεσίες Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. (Περιφερειακές Υπηρεσίες)
(ιαια) Αυτοτελές Τμήμα Συντονισμού Μεταρρυθμιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας
(ιβιβ) Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων
(ιγιγ) Αυτοτελές Γραφείο Ασφάλειας».

«Α. ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΔΙΟΙΚΗΤΗ

Ι. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ»

«3. ΤΜΗΜΑΤΑ»

«Άρθρο 9Α
Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων

1. α) Το Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων υπάγεται απευθείας στον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.). β) Ο Προϊστάμενος αυτού ορίζεται ως ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων της Α.Α.Δ.Ε., κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 679/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 και ειδικότερα των άρθρων 37 έως 39 του τμήματος 4 του Κεφαλαίου IV αυτού.

2. Οι αρμοδιότητες του Αυτοτελούς Τμήματος Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων κατανέμονται μεταξύ του Προϊσταμένου και των υπαλλήλων αυτού, ως ακολούθως:

Α. Προϊστάμενος

Ι. (α) Η δέουσα και η έγκαιρη συμμετοχή σε όλα τα ζητήματα, τα οποία σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), στα πλαίσια της επίτευξης της αποστολής, του σκοπού και των αρμοδιοτήτων της και η συμβολή στην εφαρμογή των διατάξεων και των αρχών του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 (στο εξής Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679), όπως των αρχών της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, της προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού, της τήρησης των αρχείων των δραστηριοτήτων επεξεργασίας, της ασφάλειας επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της γνωστοποίησης και ανακοίνωσης παραβίασης των δεδομένων αυτών και εν γένει της ανάπτυξης νοοτροπίας προστασίας των δεδομένων στην Α.Α.Δ.Ε., καθώς και η συμμετοχή σε κάθε άλλο σχετικό θέμα, όπως ενδεικτικά:

(αα) Η ενημέρωση του υπευθύνου επεξεργασίας ή του/ των εκτελούντος/ντων την επεξεργασία δεδομένων της Α.Α.Δ.Ε. και των υπαλλήλων αυτής, που επεξεργάζονται δεδομένα, καθώς και η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και η έκδοση συστάσεων προς αυτούς, για τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και από άλλες διατάξεις της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας, που αφορούν στην προστασία δεδομένων, ώστε να διασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή συμμόρφωση με αυτές.

(ββ) Η παρακολούθηση, η ανάλυση και ο έλεγχος της συμμόρφωσης των δραστηριοτήτων επεξεργασίας με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, με άλλες διατάξεις της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας, που αφορούν στην προστασία δεδομένων και με τις πολιτικές του υπευθύνου επεξεργασίας ή του/των εκτελούντος/ντων την επεξεργασία σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της ανάθεσης αρμοδιοτήτων, της ευαισθητοποίησης και της κατάρτισης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις πράξεις επεξεργασίας και των σχετικών ελέγχων.

(γγ) Η συνδρομή στον υπεύθυνο επεξεργασίας και η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε αυτόν, όταν ζητείται, όσον αφορά στην εκτίμηση αντίκτυπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων και η παρακολούθηση της υλοποίησής της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ενδεικτικά, ως προς:

i) ποια μεθοδολογία πρέπει να ακολουθήσει κατά τη διενέργεια αυτής,

ii) αν πρέπει να διενεργήσει την ως άνω εκτίμηση αντίκτυπου εσωτερικά ή να την αναθέσει σε εξωτερικό συνεργάτη,

iii) ποιες εγγυήσεις, περιλαμβανομένων των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, πρέπει να εφαρμόσει, προκειμένου να μετριαστούν οι κίνδυνοι για τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων,

iv) αν διενεργήθηκε σωστά ή όχι η εκτίμηση αντίκτυπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων και εάν τα συμπεράσματά της (σχετικά με το αν θα δοθεί ή όχι συνέχεια στην επεξεργασία και ποιες εγγυήσεις θα εφαρμοστούν) είναι σύμφωνα με τον Καν. (ΕΕ) 2016.

(δδ) Η αποτελεσματική συνεργασία με την εποπτική αρχή ή με άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές.

(εε) Η λειτουργία του ως σημείου επικοινωνίας με την εποπτική αρχή και με άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές για ζητήματα που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένης της προηγούμενης συνεργασίας που αναφέρεται στις διατάξεις του άρθρου 36 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και η πραγματοποίηση συνεργασιών, ανάλογα με την περίπτωση, για οποιοδήποτε άλλο θέμα.

(στστ) Η επικοινωνία με τα υποκείμενα των δεδομένων για κάθε ζήτημα σχετικό με την επεξεργασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα και με την άσκηση των δικαιωμάτων τους, σύμφωνα με τον Καν. (ΕΕ) 2016/679.

(ζζ) Η συλλογή πληροφοριών με σκοπό τον προσδιορισμό δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(β) Η παροχή της γνώμης του σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων ή άλλου σχετικού συμβάντος, καθώς και σε κάθε περίπτωση που του ζητηθεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα/ντες την επεξεργασία ή που του έχει γνωστοποιηθεί ότι απαιτείται αυτή, σύμφωνα με τυχόν κατευθυντήριες γραμμές ή προγράμματα για την προστασία δεδομένων που έχει αναπτύξει ο υπεύθυνος επεξεργασίας αυτών.

(γ) Η συμμετοχή του σε συσκέψεις κατά τις οποίες συζητούνται ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή λαμβάνονται αποφάσεις που έχουν επιπτώσεις στην προστασία αυτών, καθώς και σε Ομάδες Εργασίας ή άλλα συλλογικά όργανα που λειτουργούν εντός της Α.Α.Δ.Ε. και ασχολούνται με δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων.

(δ) Η κατάρτιση ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων και η υποβολή αυτής στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε..

(ε) Η τήρηση καταλόγων και Μητρώου αρχείου των πράξεων επεξεργασίας, με βάση πληροφορίες που λαμβάνει από τις υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. που είναι υπεύθυνες για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στις περιπτώσεις που θα του ανατίθεται από τον Διοικητή, προκειμένου να χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης, για την ενημέρωση του υπευθύνου επεξεργασίας και για την παροχή σε αυτόν συμβουλευτικών υπηρεσιών.

(στ) Κάθε άλλη αρμοδιότητα που δεν κατονομάζεται ρητά και είναι συναφής με τις αρμοδιότητες του σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και με άλλες διατάξεις της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας ή που του ανατίθεται από τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε..

II. (α) Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ο Προϊστάμενος του τμήματος:

(αα) Λαμβάνει δεόντως υπόψη τον κίνδυνο που συνδέεται με τις πράξεις επεξεργασίας, συνεκτιμώντας τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας.

(ββ) Δεσμεύεται από την τήρηση του απορρήτου ή της εμπιστευτικότητας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας.

(γγ) Έχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε πράξεις των υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. που σχετίζονται με την επεξεργασία αυτών, ώστε να λαμβάνει ουσιαστική στήριξη, συνδρομή και πληροφόρηση από αυτές.

(β) Για την αποτελεσματική και απρόσκοπτη άσκηση των καθηκόντων του Προϊσταμένου του τμήματος ως Υπευθύνου Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 38 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

Β. Υπάλληλοι

Ι. Οι υπάλληλοι του τμήματος υποστηρίζουν και συνεπικουρούν τον Προϊστάμενο αυτού στην άσκηση του έργου του, ενδεικτικά:

(α) Στην επιμέλεια της αλληλογραφίας του και της τήρησης των σχετικών αρχείων και στοιχείων αυτής.

(β) Στην οργάνωση και στην άσκηση της επικοινωνίας με τις υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε) και με τα υποκείμενα των δεδομένων, καθώς και στη διευκόλυνση της συνεργασίας με τις ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές.

(γ) Στην παρακολούθηση και στη μελέτη της εθνικής, της ευρωπαϊκής και της διεθνούς νομοθεσίας, που αφορά στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ώστε με την ορθή εφαρμογή της να επιτυγχάνεται η αποτελεσματική προστασία αυτών και στη μελέτη των βέλτιστων πρακτικών για την αξιοποίηση και εφαρμογή της διαθέσιμης εμπειρίας.

(δ) Στην παρακολούθηση και στην καταγραφή των προγραμμάτων κατάρτισης που οι εποπτικές αρχές προτείνουν για τους Υπευθύνους Προστασίας Δεδομένων και στην ενημέρωση του Προϊσταμένου.

(ε) Στη συμμετοχή σε συσκέψεις για ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και σε σχετικές Ομάδες Εργασίας ή άλλα Συλλογικά Όργανα εντός της Α.Α.Δ.Ε., στις περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο από τον Προϊστάμενο.

(στ) Σε κάθε άλλο θέμα που τους ανατίθεται από τον Προϊστάμενο του τμήματος, ο οποίος καταμερίζει σαφώς τα καθήκοντα των υπαλλήλων.

(ζ) Στη διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη του τμήματος.

II. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους οι υπάλληλοι του τμήματος δεσμεύονται από την τήρηση του απορρήτου ή της εμπιστευτικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας.».

«Άρθρο 68
Κλάδοι Προϊσταμένων Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων των Υπηρεσιών»

«Α. Στα Αυτοτελή Τμήματα, στα Τμήματα και στα Αυτοτελή Γραφεία των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. προΐστανται υπάλληλοι της Αρχής ή ορίζονται Υπεύθυνοι αυτών, αντίστοιχα, ως εξής:

1.α) στα τμήματα των Διευθύνσεων Στρατηγικού Σχεδιασμού, Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (Δ.Ο.Σ.), Νομικής Υποστήριξης και Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας, καθώς και στο Αυτοτελές Τμήμα Συντονισμού Μεταρρυθμιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ όλων των κλάδων,

β) στο Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή Τελωνειακών ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση Α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της παρούσας απόφασης ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Πληροφορικής ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού για τον κλάδο ΠΕ Πληροφορικής, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κείμενες διατάξεις, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016,

γ) στο Αυτοτελές Γραφείο Υποστήριξης Επενδύσεων και Επιχειρηματικότητας της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, Υπεύθυνος ορίζεται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ όλων των κλάδων,

δ) στο Αυτοτελές Γραφείο Ασφάλειας, Υπεύθυνος ορίζεται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Πληροφορικής ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρεί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού για τον κλάδο ΠΕ Πληροφορικής, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κείμενες διατάξεις ή υπάλληλος κατηγορίας TE του κλάδου Πληροφορικής ή υπάλληλος κατηγορίας TE οποιουδήποτε κλάδου που πληρεί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού για τον κλάδο TE Πληροφορικής, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.».

Β. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφαση, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με όμοιες αποφάσεις.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 8 Μαΐου 2018

Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1071818 ΕΞ 2018 Διευκρινίσεις σχετικά με τη χορήγηση σε έντυπη μορφή βεβαιώσεων αποδοχών για τα ποσά που χορηγούνται σε υπαλλήλους για κάλυψη δαπανών που πραγματοποιούνται για λογαριασμό της υπηρεσίας τους

$
0
0

Αθήνα , 9 Μαΐου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ 1071818 ΕΞ2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ : Α'

Ταχ. Δ/νση: Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 Αθήνα
Πληροφ.: Σ.Πίνη
Τηλέφωνο: 210 3375315
Fax: 210 3375001
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις σχετικά με τη χορήγηση σε έντυπη μορφή βεβαιώσεων αποδοχών για τα ποσά που χορηγούνται σε υπαλλήλους για κάλυψη δαπανών που πραγματοποιούνται για λογαριασμό της υπηρεσίας τους

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε ότι οι αμοιβές που καταβάλλονται σε μισθωτούς και αφορούν αποζημιώσεις για έξοδα που πραγματοποίησε ο υπάλληλος για λογαριασμό της υπηρεσίας του, όπως έξοδα διαμονής και σίτισης, ημερήσια αποζημίωση, αποζημίωση εξόδων κίνησης (περ. α' και β' παρ. 1 άρθ. 14 ν. 4172/2013), επίδομα βιβλιοθήκης, οι οποίες δεν αποστέλλονται κατά την υποβολή του ηλεκτρονικού αρχείου βεβαιώσεων όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 6 της ΠΟΛ.1045/2018 (ΦΕΚ Β' 881/13-03-2018) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, δεν συμπεριλαμβάνονται ούτε στην έντυπη μορφή της βεβαίωσης αποδοχών. Ομοίως, δεν συμπεριλαμβάνεται στην έντυπη μορφή της βεβαίωσης αποδοχών και το επίδομα που χορηγείται στους δικαστικούς λειτουργούς για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποθέσεων, καθώς και για την αντιστάθμιση δαπανών στις οποίες υποβάλλονται κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους (παρ. 3 άρθ. 30 ν. 3205/2003).



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΑΔΕ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ 

ΠΟΛ.1083/2018 Τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται λόγω επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από μισθωτή εργασία και συντάξεις

$
0
0

Αθήνα, 10 Μαΐου 2018
ΠΟΛ.1083/10-05-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
 


ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ: Α'

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. : 101 84, Αθήνα
Πληροφορίες : Δ. Παπαγιάννης-Β. Δασουράς
Τηλέφωνο : 210 - 3375315-6
FAX :210 - 3375001

ΠΟΛ 1083/2018
 
Θέμα: Τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται λόγω επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από μισθωτή εργασία και συντάξεις.


Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ.6 του άρθρου 67 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι ειδικά η καταβολή του φόρου που προσδιορίζεται από δηλώσεις με καταληκτική ημερομηνία υποβολής την 31η Δεκεμβρίου εκάστου φορολογικού έτους, γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου μήνα του επόμενου έτους, ενώ για τις δηλώσεις αυτής της περίπτωσης που υποβάλλονται στη Δ.Ο.Υ. εμπρόθεσμα και η πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου εκδίδεται μετά την 31η Δεκεμβρίου, η καταβολή γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου.

2. Με την παρ.3 του άρθρου 3 της ΠΟΛ.1034/2017 Απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ για τον τύπο και περιεχόμενο των δηλώσεων φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2016, μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι για τις τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται από μισθωτούς ή συνταξιούχους με αναδρομικά μισθών ή συντάξεων προηγουμένων ετών, αυτές θα παραλαμβάνονται χωρίς κυρώσεις μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο εκδόθηκαν κατά περίπτωση, οι βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων.

3. Επίσης, με την ΠΟΛ.1172/2017 εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι για τις τροποποιητικές δηλώσεις φόρου εισοδήματος που υποβάλλονται από 1-1-2014 και μετά, ανεξάρτητα εάν αφορούν χρήσεις πριν ή μετά την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ, ισχύουν τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 της ΠΟΛ.1174/14.7.2014 εγκυκλίου μας ως προς την προθεσμία υποβολής αυτών, ήτοι πέντε έτη από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής (αρχικής) δήλωσης.

4. Όπως διευκρινίσθηκε με την ΠΟΛ.1167/1990 διαταγή, με την οποία κοινοποιήθηκε η αρ.790/1989 γνωμοδότηση της Συνέλευσης των Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών, η γένεση της αξίωσης του ενδιαφερομένου, για την επιστροφή του φόρου εισοδήματος που είχε καταβληθεί από αυτόν, γιατί αναλογούσε στο ποσό των αποδοχών που υποχρεώνεται διά καταλογισμού να επιστρέψει στο Δημόσιο, εξαρτάται από την ολοσχερή επιστροφή (από αυτόν) του εισοδήματος που αντιστοιχεί σε κάθε έτος χωριστά. Πριν από αυτή την επιστροφή, που πρέπει να αποδεικνύεται πλήρως, δεν μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση, για το αντίστοιχο έτος, ώστε να εκπεστεί το καταλογισθέν εισόδημα και να γίνει ανάλογη έκπτωση του μη οφειλομένου φόρου εισοδήματος.

5. Κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένου ότι ούτε στον νόμο ούτε στην ΠΟΛ.1034/2017 Απόφαση Διοικητή της ΑΑΔΕ ορίζεται προθεσμία υποβολής για τις τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται από τον φορολογούμενο, είτε επειδή επέστρεψε στον εργοδότη αποδοχές ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, είτε επειδή ο εργοδότης, λόγω λάθους (π.χ. υπολογισμών, κατηγοριοποίησης εισοδήματος), εξέδωσε διορθωτική βεβαίωση ή τροποποίησε το αντίστοιχο αρχείο βεβαιώσεων αποδοχών που υποβάλλεται με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας και αποστέλλεται με τη μορφή ηλεκτρονικού αρχείου μέσω διαδικτύου (TAXISnet), ανεξάρτητα από τη χρήση που αφορούν, για τις ως άνω δηλώσεις που υποβάλλονται χειρόγραφα στην Δ.Ο.Υ., με την παρούσα γίνονται δεκτά τα ακόλουθα:
α) Στην περίπτωση της επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών ή συντάξεων, δεν δύναται προ της ολοσχερούς εξόφλησης αυτών να εκδοθούν και να χορηγηθούν βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων προκειμένου για την υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος προηγούμενων ετών.
β) Οι ως άνω τροποποιητικές δηλώσεις όπως και αυτές που υποβάλλονται εξαιτίας λάθους του εργοδότη ή του ταμείου κοινωνικής ασφάλισης και όχι λόγω υπαιτιότητας του δικαιούχου των αποδοχών ή συντάξεων, θεωρούνται εμπρόθεσμες και υποβάλλονται χωρίς κυρώσεις εντός του φορολογικού έτους που εκδόθηκαν από τον εκκαθαριστή οι διορθωτικές βεβαιώσεις αποδοχών - συντάξεων. Κατά την εκκαθάριση λαμβάνονται υπόψη προς συμψηφισμό παρακρατούμενοι και προκαταβληθέντες φόροι, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση η προθεσμία παραγραφής για τον συμψηφισμό αυτών άρχεται από το τέλος του έτους χορήγησης της διορθωτικής βεβαίωσης αποδοχών και όχι από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης, δεδομένου ότι πριν από την έκδοση της διορθωτικής βεβαίωσης δεν ήταν δυνατή η υποβολή της τροποποιητικής δήλωσης.
γ) Για την καταβολή του φόρου που προκύπτει από τυχόν χρεωστικές τροποποιητικές δηλώσεις φορολογικών ετών 2014 και επόμενων εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παρ.6 του άρθρου 67 του ν.4172/2013, ενώ για χρεωστικές τροποποιητικές δηλώσεις οικονομικών ετών 2014 (χρήση 2013) και προηγούμενων ισχύουν οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 9 του ν.2238/1994.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Ε.Φ.Κ.Α. αριθμ. πρωτ.: 616466/2018 Διευκρινίσεις για την εγκύκλιο 20/2018

$
0
0

Αθήνα 11/5/2018
Αρ. Πρωτ: 616466

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Ε.ΖΑΧΟΥ
ΤΑΧ. Δ/ΝΣΗ: Αγ. Κωνσταντίνου 5
TK : 10431 ΑΘΗΝΑ
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 210 5274313
FAX: 210 5224147
email: tm.nom.paroxon@efka.gov.gr

ΓΕΝΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΘΕΜΑ: «Διευκρινίσεις για την Εγκύκλιο 20/2018»


Με το άρθρο 23 του ν. 4529/2018 καθορίζονται με ενιαίους κανόνες οι προϋποθέσεις χορήγησης και ανανέωσης της ασφαλιστικής ικανότητας για υγειονομική περίθαλψη σε είδος στους μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους, συνταξιούχους και στα μέλη της οικογενείας τους που υπάγονται στον ΕΦΚΑ.

Από τις παραπάνω διατάξεις προβλέπεται η χορήγηση υγειονομικής περίθαλψης με κριτήριο μόνο τον χρόνο ασφάλισης στους μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους.

Η χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας βάσει ειδικών ή καταστατικών διατάξεων από την ημερομηνία ορκωμοσίας η την ημερομηνία υπαγωγής στην ασφάλιση ή πρόσληψης ή απασχόλησης, όπου προβλέπεται, διατηρείται.

Οι σχετικές διατάξεις που προβλέπουν τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας λόγω συνεχιζόμενης θεραπείας εξακολουθούν να ισχύουν.




ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΑΝΑΠ. ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
α/α
ΚΟΜΠΟΡΟΖΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ

Ο ΥΠΟΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΕΦΚΑ
Δ. ΤΣΑΚΙΡΗΣ

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 23/2018 Εκπροσώπηση πολιτών στις διοικητικές αρχές

$
0
0

Αθήνα, 9 Μαΐου 2018
Αριθμ. Πρωτ.: 606327

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση : Αγίου Κωνσταντίνου 8
Ταχ. Κώδικας: 10431 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Ε. Καπακουλάκη
Τηλέφωνο : 210-52.15.222
Fax : 210-52.49.611
Email : tm.educ@efka.gov.gr

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 23

ΘΕΜΑ: «Εκπροσώπηση πολιτών στις διοικητικές αρχές».


Με αφορμή ερωτήματα που διατυπώνονται στην υπηρεσία μας σχετικά με την εκπροσώπηση των πολιτών στις διοικητικές αρχές θέτουμε υπόψη σας ότι ο εκπρόσωπος θα πρέπει να είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένος είτε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο είτε με άλλη εξουσιοδότηση η οποία έχει επικυρωθεί για το γνήσιο της υπογραφής του εντολέα από οποιαδήποτε διοικητική αρχή.

Στη συνέχεια παρέχουμε κάποιες διευκρινίσεις σχετικά με την πληρεξουσιότητα και τη χρονική ισχύ των εξουσιοδοτήσεων. Συγκεκριμένα, για τα θέματα αντιπροσώπευσης και πληρεξουσιότητας ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 211 έως και 225 του Αστικού Κώδικα.

Α) Πληρεξουσιότητα: είναι η εξουσία αντιπροσώπευσης που παρέχεται με δικαιοπραξία. Οι πράξεις για τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα να εκτελεστούν από τον αντιπρόσωπο προσδιορίζονται μέσα στο ίδιο το πληρεξούσιο έγγραφο. Ανάλογα με το πόσο ευρεία είναι η δυνατότητα του αντιπροσώπου να πράττει για λογαριασμό του πληρεξουσιοδοτούντος, τα πληρεξούσια έγγραφα διακρίνονται σε γενικά και ειδικά: Με το γενικό πληρεξούσιο έγγραφο παρέχεται στον αντιπρόσωπο ευρεία δυνατότητα δράσης (π.χ. η πληρεξουσιότητα που παρέχεται για όλες τις απαραίτητες ενέργειες κύριες και παρεπόμενες, για την έκδοση συνταξιοδοτικής απόφασης). Με το ειδικό πληρεξούσιο έγγραφο η εξουσία του αντιπροσώπου περιορίζεται σε συγκεκριμένες πράξεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά. Η πληρεξουσιότητα παύει για λόγους γενικούς όπως: πλήρωση προθεσμίας, η γεγονότος, για λόγους που προβλέπονται στον Αστικό Κώδικα, όπως ανάκληση, θάνατος ή δικαιοπρακτική ανικανότητα αυτού που έδωσε ή αυτού που έλαβε την πληρεξουσιότητα. Επίσης, η πληρεξουσιότητα παύει από τη στιγμή που περατώθηκε η έννομη σχέση στην οποία στηρίζεται.

Β) Εξουσιοδότηση: Δεν ρυθμίζεται άμεσα στον νόμο, είναι διαφορετική από την πληρεξουσιότητα, με την οποία συγγενεύει μόνο ως προς τη δομή και τη λειτουργία. Οι διατάξεις της πληρεξουσιότητας μπορούν να εφαρμοστούν κατ' αναλογία για την εξουσιοδότηση, όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο.

Αναφορικά με την ισχύ της εξουσιοδότησης, σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, δεν καθορίζεται συγκεκριμένο διάστημα ισχύος της προς τρίτο πρόσωπο, αλλά η ισχύς της εξαρτάται από το είδος της έννομης σχέσης για την οποία έχει δοθεί. Εξουσιοδότηση που δόθηκε για την διεκπεραίωση συγκεκριμένης υπόθεσης, ισχύει μέχρι την περάτωση αυτής, ενώ θεωρείται ότι ισχύει και για τις επιμέρους ενέργειες, οι οποίες ενδεχομένως απαιτούνται, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενέργειες αυτές περιγράφονται επαρκώς στο σώμα της εξουσιοδότησης και ότι ο ίδιος εξουσιοδοτών δε θα έχει ανακαλέσει την εξουσιοδότησή του. Τέλος, τονίζουμε ότι το έγγραφο της εξουσιοδότησης εκδίδεται για μια αιτία, επιδεικνύεται πάντα το πρωτότυπο και σε κάθε περίπτωση πρέπει να φέρει όλα τα τυπικά στοιχεία της εγκυρότητάς της ( δηλαδή να αναφέρονται ειδικώς οι ενέργειες για τις οποίες παρέχεται η εξουσιοδότηση, καθώς και το πρόσωπο το οποίο εξουσιοδοτείται, ιδιόχειρη υπογραφή του εκδότη, βεβαίωση του γνησίου υπογραφής).

Τα παραπάνω ισχύουν και κατά την εκπροσώπηση πολιτών στις διοικητικές αρχές από δικηγόρους. Πιο συγκεκριμένα, ο δικηγόρος που προσέρχεται στις υπηρεσίες του Ε.Φ.Κ.Α. για λογαριασμό του ενδιαφερόμενου πολίτη για να υποβάλει αίτηση ή να παρακολουθήσει την πορεία της υπόθεσής του με τη λήψη πληροφοριών ή να παραλάβει την τελική διοικητική πράξη, πρέπει να είναι νομίμως εξουσιοδοτημένος από τον ενδιαφερόμενο είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με εξουσιοδότηση ή οποία φέρει την βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερόμενου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του από οποιαδήποτε διοικητική αρχή.



Η ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΥ

Αριθμ. 30/003/000/1614/2018 Διατυπώσεις και διαδικασίες για την έγκριση χρήσης δεξαμενών αιθυλικής αλκοόλης και ποτών με αλκοόλη των άρθρων 80, 86, 88, 90 και 92 του ν. 2960/2001 αντιστοίχως - Τροποποίηση της αριθ. ΔΕΦΚΦ Β 5026381 ΕΞ 2015/16.12.2015 Α.Υ.Ο. (Β΄ 2785)

$
0
0
Αριθμ. 30/003/000/1614

(ΦΕΚ Β' 1624/10-05-2018)

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) Του ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (Α΄ 265) όπως ισχύει, ιδίως των άρθρων 33, 53, 62-63, 79, 80, 86, 88, 90, 91 παρ. 3, ως και 92 αυτού.

β) Του ν. 2969/2001 «Αιθυλική αλκοόλη και αλκοολούχα προϊόντα» (Α’ 281) όπως ισχύει, ιδίως εκείνες των περιπτώσεων α’ και ε’ της παραγράφου 4 του άρθρου 5 αυτού.

γ) Του ν. 2963/1922 «Περί τροποποιήσεως διατάξεων των περί φορολογίας του ζύθου νόμων» (Α΄ 134) όπως ισχύει, ιδίως εκείνες της περιπτώσεως β) της παραγράφου 2 του άρθρου 3 αυτού.

δ) Της αριθ. ΔΕΦΚΦ 1116596 ΕΞ 2017/02.08.2017 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων για τη χορήγηση άδειας φορολογικής αποθήκης, την παρακολούθηση και τη λειτουργία αυτής» (Β΄ 2745).

ε) Της αριθ. ΔΕΦΚΦ Β 5026381 ΕΞ 2015/16.12.2015 Α.Υ.Ο. «Καθορισμός όρων και διατυπώσεων για την επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των προϊόντων των άρθρων 90 και 92 του ν. 2960/2001 Τροποποίηση της αριθ. Φ.883/530/1999 (ΦΕΚ 1872/Β΄) Α.Υ.Ο. “Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης αδείας εγκεκριμένου αποθηκευτή”» (Β΄ 2785) όπως ισχύει, ιδίως της παραγράφου 6 του άρθρου 8 αυτής.

στ) Της αριθ. ΔΔΘΤΟΚ Δ 1026126 ΕΞ 2017/27-01-2017 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος της τελωνειακής αποταμίευσης».

ζ) Της αριθ. Τ.3200/25/30-5-1968 ΑΥΟ «περί τρόπου συστάσεως Επιτροπών δια την ογκομέτρησιν δεξαμενών αποταμιεύσεως υποκειμένων υγρών καυσίμων, υγραερίων κ.λπ. και εξουσιοδοτήσεως των Τελωνειακών Αρχών δια την ογκομέτρησιν αυτών», όπως τροποποιήθηκε με την αριθ. Τ.1259/32/18-4-1979 ΑΥΟ.

η) Του Κεφαλαίου Α΄ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) και ειδικότερα του άρθρου 7, της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και του άρθρου 41 αυτού.

θ) Της αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 (Β΄ 968) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

2. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28-1-2013 (Β΄ 130 και Β΄ 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως συμπληρώθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

3. Την αριθμ. 1 της 20.01.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016».

4. Την αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» (Β΄ 968).

5. Τις διατάξεις του άρθρου 90, παράγραφος 2 του Κώδικα Νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98).

6. To π.δ. 111/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄178 και Α΄ 25 για διόρθωση σφάλματος), όπως ισχύει.

7. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

8. Την αριθ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14-11-2016 (Β΄3696) απόφαση του πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».

9. Το από 30-12-2011 σχετικό πόρισμα της συσταθείσας, στο Υπουργείο Οικονομικών, δυνάμει της αριθ. Δ6Α1104110 ΕΞ2011/21-7-2011 ΑΥΟ, ομάδας εργασίας για το σκοπό αυτό.

10. Την από 26-02-2018 σχετική εισήγηση των αρμοδίων Υπηρεσιών του Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.) και της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. (Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

11. Τη Σύσταση του Διεθνούς Οργανισμού Νομικής Μετρολογίας αριθ. OIML R 71:2008 «Fixed Storage Tanks. General Requirements».

12. Την ανάγκη για τον καθορισμό σύγχρονων, ενιαίων, τυποποιημένων διαδικασιών (λειτουργίας), προκειμένου για την ογκομέτρηση των δεξαμενών αιθυλικής αλκοόλης και ποτών με αλκοόλη των άρθρων 80, 86, 88, 90 και 92 του ν. 2960/2001, ως και των σχετικών προς αυτές όρων και διατυπώσεων.

13. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκύπτει δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

Άρθρο 1
Σκοπός Πεδίο Εφαρμογής Αρμόδιες Αρχές


1. Με την παρούσα καθορίζονται τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας και οι σχετικοί προς αυτές όροι και διατυπώσεις, αφενός μεν αναφορικά με τις εργασίες του ελέγχου και της ογκομέτρησης (αρχικής και επανογκομέτρησης) καθώς και με την αναγνώριση και έγκριση χρήσης των δεξαμενών παντός είδους, υπό ατμοσφαιρική ή μεγαλύτερη αυτής πίεση, με σταθερή ή πλωτή οροφή, συμπεριλαμβανομένων και αυτών οι οποίες διαθέτουν μηχανισμό ψύξης ή θέρμανσης, στις οποίες αποθηκεύονται ή γενικά τοποθετούνται αιθυλική αλκοόλη και ποτά με αλκοόλη κατ’ άρθρο 80, 86, 88, 90 και 92 του ν. 2960/2001 αντιστοίχως, υποκείμενα σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και γενικά σε κάθε είδους δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, αφετέρου δε όσον αφορά τις εκάστοτε διενεργούμενες ογκομετρήσεις για τη μέτρηση της ποσότητας των περιεχομένων σ' αυτές ή/και διακινουμένων τέτοιων προϊόντων, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η αξιοπιστία των μετρήσεων καθώς και η ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή.
Επίσης, με την παρούσα, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι απαιτήσεις που πρέπει να πληροί ο χρησιμοποιούμενος στις κατά τα ανωτέρω εργασίες εξοπλισμός, καθώς και οι φορείς που δύνανται να διενεργούν τις εν λόγω εργασίες.

2. Αρμόδιες Αρχές για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης είναι το Τελωνείο και η Χημική Υπηρεσία του Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.) που ασκούν την εποπτεία και τον έλεγχο των εγκαταστάσεων ή στη χωρική δικαιοδοσία των οποίων ανήκουν οι εγκαταστάσεις, στις οποίες ευρίσκονται οι προς έλεγχο και ογκομέτρηση δεξαμενές και που, για λόγους συντομίας, καλούνται «Τελωνείο Ελέγχου» και «Χημική Υπηρεσία Ελέγχου» αντιστοίχως καθώς και «Υπηρεσίες Ελέγχου» όταν αναφέρονται από κοινού.

Άρθρο 2
Ορισμοί και Ορολογία


1. Οι απαραίτητοι για τους σκοπούς της παρούσας τεχνικοί ορισμοί και ορολογία, ως και οι συντομογραφίες που αναφέρονται σ’αυτή, περιλαμβάνονται στο παράρτημα Α’ της παρούσας.

2. Στην παρούσα απόφαση υπό τους όρους «αιθυλική αλκοόλη» και «ποτά με αλκοόλη» νοούνται αντιστοίχως η αιθυλική αλκοόλη κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 80 του ν. 2960/2001, και τα αλκοολούχα προϊόντα των άρθρων 86, 88, 90 και 92 του εν λόγω νόμου.

Άρθρο 3
Έγκριση χρήσης Δεξαμενών


1.α. Για τη χρησιμοποίηση των κατά τα ανωτέρω δεξαμενών, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση χρήσης τους, η οποία διενεργείται από το οικείο Τελωνείο Ελέγχου σύμφωνα με τους όρους και διατάξεις της παρούσας.
β. Δεν επιτρέπεται η χρησιμοποίηση δεξαμενών, για την αποθήκευση και γενικά την τοποθέτηση των κατά την παράγραφο 2 του προηγουμένου άρθρου προϊόντων που υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. και γενικά σε κάθε είδους δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, εφόσον αυτές δεν έχουν εγκριθεί από το οικείο Τελωνείο Ελέγχου.
Η κατά τα ανωτέρω έγκριση χρήσης των δεξαμενών διενεργείται πριν από τη θεώρηση των οικείων σχεδιαγραμμάτων ή την έκδοση των προβλεπομένων αδειών σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές, κατά περίπτωση προϊόντος, διατάξεις, τηρουμένων κατά τα λοιπά των όρων και διατάξεων της παρούσας.

2. Η κατά την προηγουμένη παράγραφο έγκριση χρήσης χορηγείται αποκλειστικά και μόνον εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Οι δεξαμενές αποτελούν σταθερές, μόνιμες κατασκευές, κατακόρυφες, κανονικού γεωμετρικού σχήματος, είναι δε κατασκευασμένες σύμφωνα με αποδεκτές πρακτικές, ενώ η τοποθέτηση και χωροδιάταξή τους, το υλικό κατασκευής και τα χαρακτηριστικά τους, ως και οι συνθήκες χρήσης τους πληρούν τις απαιτήσεις της ισχύουσας σχετικής κατά περίπτωση νομοθεσίας.
Εξαιρετικά, αναλόγως με τη φύση των προϊόντων, μπορεί να γίνεται χρήση οριζόντιων δεξαμενών, τηρουμένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου.
β. Όσον αφορά τα τεχνικά και μετρολογικά χαρακτηριστικά τους, ως και τους διενεργούμενους μετρολογικούς ελέγχους, οι δεξαμενές πληρούν τις απαιτήσεις της Σύστασης αριθ. R 71:2008 του Διεθνούς Οργανισμού Νομικής Μετρολογίας (OIML).
γ. Πληρούνται οι λοιπές διατάξεις της παρούσας.

3.α. Η έγκριση χρήσης χορηγείται με σχετική απόφαση του Προϊσταμένου του οικείου Τελωνείου Ελέγχου, κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του μέρους Β’ του άρθρου 4 της παρούσας ως και στο Παράρτημα Ε’ της παρούσας, ισχύει δε για χρονικό διάστημα δέκα ετών από της ημερομηνίας καταρτίσεως του οικείου ογκομετρικού πίνακα.
Η χορηγηθείσα έγκριση χρήσης δύναται να παραταθεί για πέντε επί πλέον έτη εφόσον διενεργούνται περιοδικοί, ανά πενταετία από της καταρτίσεως του οικείου ογκομετρικού πίνακα, έλεγχοι της δεξαμενής σύμφωνα με τους όρους της παρούσας και αναλόγως των αποτελεσμάτων αυτών.
β. Η έγκριση χρήσης, μετά τη λήξη του χρόνου ισχύος της οικείας απόφασης ή της χορηγηθείσας παράτασης, μπορεί να ανανεώνεται υπό την αποκλειστική προϋπόθεση ότι προηγουμένως διενεργείται ο έλεγχος και η επανογκομέτρηση της δεξαμενής κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις της παραγράφου A.5 του άρθρου 4 της παρούσας και τηρουμένων των διατυπώσεων και διαδικασιών που καθορίζονται στο οικείο Παράρτημα Ε’ της παρούσας.
γ. Δεξαμενή που εγκρίνεται φέρει, για την ταυτοποίησή της, κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στο παράρτημα Β’ της παρούσας, ειδική μεταλλική πινακίδα με την κατάλληλη επισήμανση η οποία προσαρμόζεται καταλλήλως επ’αυτής, ώστε να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής, μη δυναμένη να απομακρύνεται χωρίς την προηγούμενη παραβίαση των επιτεθειμένων από το οικείο Τελωνείο Ελέγχου σφραγίδων.
Η επισήμανση της εν λόγω μεταλλικής πινακίδας περιλαμβάνει τα στοιχεία που προβλέπονται στο Παράρτημα Β’της παρούσας, ως και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κατά την κρίση των αρμοδίων Υπηρεσιών Ελέγχου.

4.α. Η έγκριση χρήσης αίρεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τελωνείου Ελέγχου εφόσον εκλείψουν, μερικά ή ολικά, οι προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες αυτή χορηγήθηκε.
Η έγκριση χρήσης αίρεται επίσης στις περιπτώσεις της παραγράφου Α.5β του άρθρου 4, εφόσον δεν πραγματοποιηθεί ο προβλεπόμενος έλεγχος και επανογκομέτρηση της δεξαμενής.
Η έγκριση χρήσης αίρεται σε περίπτωση οποιασδήποτε, εκ μέρους του ενδιαφερομένου επιτηδευματία, τροποποίησης ή μεταβολής της δεξαμενής χωρίς την προηγούμενη σχετική προς τούτο άδεια του Τελωνείου Ελέγχου.
β. Σε περίπτωση άρσεως της έγκρισης χρήσης δεξαμενής, ο ενδιαφερόμενος επιτηδευματίας υποχρεούται για την άμεση μεταφορά, με ίδια μέσα και δαπάνη, των τυχόν περιεχόμενων σ’αυτήν προϊόντων σε άλλη εγκεκριμένη κατά τα ανωτέρω δεξαμενή, τηρουμένων των σχετικών προς τούτο όρων και διατυπώσεων που προβλέπονται από τις ισχύουσες σχετικές κατά περίπτωση διατάξεις.

Άρθρο 4
Μετρολογικοί έλεγχοι Απαιτήσεις και διαδικασίες


Α. Απαιτήσεις

1. Για την κατά τα ανωτέρω έγκριση χρήσης, οι απαιτούμενοι μετρολογικοί έλεγχοι, οι οποίοι περιλαμβάνουν τον αρχικό μακροσκοπικό έλεγχο επιθεώρηση και την αρχική ογκομέτρηση, τον περιοδικό έλεγχο, ως και την επανογκομέτρηση, διενεργούνται σύμφωνα με τους όρους της αριθ. OIML R 71:2008 Σύστασης του Διεθνούς Οργανισμού Νομικής Μετρολογίας, που περιλαμβάνονται στο Μέρος (1) του Παραρτήματος Δ’της παρούσας, από φορείς διαπιστευμένους σύμφωνα με το πρότυπο ΕΛΟΤ EN ISO/IEC 17025 στην ισχύουσα εκάστοτε έκδοσή του από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (Ε.ΣΥ.Δ.) ή από αντίστοιχο ευρωπαϊκό φορέα διαπίστευσης.

2.α. Η ογκομέτρηση, είτε αρχική (αρχική διακρίβωση), είτε επανογκομέτρηση, πραγματοποιείται με την εφαρμογή, ανάλογα με τον τύπο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (το σχήμα, τη θέση, τη χωρητικότητα κ.λπ.) της δεξαμενής, είτε της ογκομετρικής μεθόδου που περιλαμβάνεται στο Μέρος (2) του Παραρτήματος Δ’ της παρούσας, είτε γεωμετρικών μεθόδων, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στα οικεία διεθνή πρότυπα της σειράς ΕΛΟΤ ISO 7507 και της σειράς ΕΛΟΤ ISO 12917 στις ισχύουσες εκάστοτε εκδόσεις τους αντιστοίχως όπως αυτά καταγράφονται στο Μέρος (1) του Παραρτήματος Δ’της παρούσας και κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στο εν λόγω Παράρτημα.
Πέραν αυτών, για την ογκομέτρηση, μπορεί να εφαρμοσθεί και οποιαδήποτε άλλη αποδεκτή μετρολογικά μέθοδος, μετά από την προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας Διεύθυνσης της Κεντρικής Υπηρεσίας του Γ.Χ.Κ. στην οποία ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει σχετικό αίτημα με την απαραίτητη τεκμηρίωση.

3.α. Για τον μακροσκοπικό έλεγχο-επιθεώρηση της δεξαμενής συντάσσεται ιδιαίτερο φύλλο ελέγχου, από τον φορέα, στο οποίο καταγράφονται λεπτομερώς όλα τα στοιχεία, ευρήματα και διαπιστώσεις του ελέγχου, ως και τυχόν σχετικές παρατηρήσεις.
β. Για την ογκομέτρηση, ανεξάρτητα από την εφαρμοζόμενη μέθοδο, συντάσσεται σχετικός πίνακας ογκομέτρησης (ογκομετρικός πίνακας), ο οποίος υπογράφεται από τον υπεύθυνο του φορέα που διενήργησε την ογκομέτρηση, ενώ εκδίδεται από τον φορέα και το σχετικό πιστοποιητικό (πιστοποιητικό ογκομέτρησης) σύμφωνα με το χρησιμοποιηθέν για την ογκομέτρηση πρότυπο, που χορηγείται στον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία.
Ο ογκομετρικός πίνακας πρέπει να είναι σύμφωνος με το εφαρμοσθέν για την ογκομέτρηση πρότυπο και να περιλαμβάνει επί πλέον τα στοιχεία που καθορίζονται στο οικείο Παράρτημα Ε’ της παρούσας.
Οι ενδείξεις στους ογκομετρικούς πίνακες πρέπει να αναγράφονται τουλάχιστον ανά 1 cm, ενώ μπορεί να καθορίζεται από την οικεία Χημική Υπηρεσία Ελέγχου και μικρότερο βήμα ανάλογα με την περίπτωση.
Εφόσον απαιτείται, με βάση τα πρωτογενή δεδομένα της ογκομέτρησης, δημιουργείται κατάλληλο μαθηματικό πρότυπο (μοντέλο) για την αναλυτική περιγραφή της συνάρτησης V=V(h) του όγκου της δεξαμενής σε σχέση με το ύψος της.
γ. Ογκομετρικός πίνακας που, είτε δεν περιλαμβάνει τα προβλεπόμενα κατά τα ανωτέρω στοιχεία, είτε η υπολογισθείσα αβεβαιότητα υπερβαίνει τα προβλεπόμενα όρια σύμφωνα με το Παράρτημα Γ’ της παρούσας, είτε γενικά δεν είναι σύμφωνος προς τις διατάξεις της παρούσας, δεν γίνεται αποδεκτός κατά το στάδιο του ελέγχου από την οικεία Χημική Υπηρεσία Ελέγχου η οποία υποδεικνύει εγγράφως τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί ο φορέας καθορίζοντας και τις σχετικές προθεσμίες.
Η κατά τα ανωτέρω αβεβαιότητα δεν σχετίζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τις κατ’ άρθρο 65 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα απώλειες, τις εγγενείς προς τη φύση των προϊόντων, όπως αυτές αναγνωρίζονται από τις ισχύουσες σχετικές κατά περίπτωση διατάξεις.

4. Ο περιοδικός έλεγχος διενεργείται, επίσης από διαπιστευμένο κατά την παράγραφο Α.1 του παρόντος άρθρου φορέα, ανά πενταετία και κατ’ αυτόν ελέγχεται μακροσκοπικά και επιθεωρείται η δεξαμενή κατά τα προβλεπόμενα ειδικότερον στο Παράρτημα Ε’ της παρούσας, ενώ πραγματοποιείται επαλήθευση του ογκομετρικού πίνακα με έλεγχο ποσοστού 20% του αριθμού των σημείων της αρχικής ογκομέτρησης, διαφορετικών δε ανά πενταετία.
Για τον κατά τα ανωτέρω περιοδικό έλεγχο συντάσσεται σχετικό πρακτικό, στο οποίο καταγράφονται λεπτομερώς οι εργασίες που έγιναν, οι έλεγχοι που διενεργήθηκαν, καθώς και όλα τα στοιχεία, ευρήματα και διαπιστώσεις του ελέγχου ως και οι όποιες τυχόν παρατηρήσεις.
Το εν λόγω πρακτικό υπογράφεται και σφραγίζεται από τον υπεύθυνο του φορέα που διενήργησε τον έλεγχο και υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο στις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου.

5.α. Επανογκομέτρηση των κατά τα ανωτέρω δεξαμενών διενεργείται, επίσης από διαπιστευμένους όπως παραπάνω φορείς, κανονικά είτε κάθε δέκα χρόνια, είτε κάθε δεκαπέντε χρόνια εφόσον όμως πραγματοποιείται ο κατά τα ανωτέρω ανά πενταετία περιοδικός έλεγχος. Τα εν λόγω χρονικά διαστήματα ανατρέχουν από της ημερομηνίας της αρχικής ογκομέτρησης και κατάρτισης των οικείων ογκομετρικών πινάκων των εν λόγω δεξαμενών.
β.  Ανεξαρτήτως  χρονικού  ορίου,  επανογκομέτρηση των κατά τα ανωτέρω δεξαμενών πρέπει να διενεργείται σε κάθε περίπτωση από τις αναφερόμενες στο σημείο III. Β.2 του Μέρους (1) του Παραρτήματος Δ’της παρούσας. γ. Για την επανογκομέτρηση, εφαρμόζονται αναλόγως  οι διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

6. Ο πάσης φύσεως χρησιμοποιούμενος, κατά τις εργασίες του αρχικού ελέγχου και ογκομέτρησης, της επανογκομέτρησης, ως και κατά τους διενεργούμενους περιοδικούς ελέγχους, εξοπλισμός πρέπει να είναι διακριβωμένος από διαπιστευμένο φορέα και να συνοδεύεται από τα σχετικά πιστοποιητικά διακρίβωσης.
Οι διενεργούντες τις εν λόγω εργασίες φορείς υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση των αρμοδίων Αρχών και των εντεταλμένων οργάνων τους τα σχετικά πιστοποιητικά διακρίβωσης του χρησιμοποιούμενου εξοπλισμού.

Β. Τηρητέες Διαδικασίες

1. Προκειμένου για την κατά τα ανωτέρω έγκριση χρήσης, ως και για την εκάστοτε ανανέωση αυτής, τηρούνται οι διατυπώσεις και διαδικασίες που καθορίζονται στο Παράρτημα Ε’ της παρούσας.
Προς τούτο, ο ενδιαφερόμενος επιτηδευματίας υποβάλλει, στις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου, σχετική αίτηση που συνοδεύεται από τα λεπτομερή σχέδια της δεξαμενής, ως και από σχετικό τεχνικό φάκελο που καταρτίζεται από το φορέα που πρόκειται να διενεργήσει τις εργασίες της ογκομέτρησης και με ευθύνη αυτού, σύμφωνα με τα ειδικότερον οριζόμενα στο εν λόγω Παράρτημα Ε’ της παρούσας.

2.α. Το Τελωνείο Ελέγχου, μετά από σχετική εισήγηση της οικείας Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου και τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στο εν λόγω Παράρτημα, αποδέχεται ή απορρίπτει την αίτηση του ενδιαφερομένου και αντιστοίχως χορηγεί ή μη την έγκρισή του για τη διενέργεια των εργασιών από τον συγκεκριμένο φορέα, με σχετική πράξη του Προϊσταμένου αυτού στην υποβληθείσα αίτηση.
β. Σε περίπτωση έγκρισης για τη διενέργεια των εργασιών, ο ενδιαφερόμενος επιτηδευματίας, μετά την ολοκλήρωση τούτων, υποβάλλει στην οικεία Χημική Υπηρεσία Ελέγχου, εντός 15 εργασίμων ημερών, κυρωμένο αντίγραφο του χορηγηθέντος σ’ αυτόν πιστοποιητικού ογκομέτρησης, το σχετικό φύλλο ελέγχου για το μακροσκοπικό έλεγχο επιθεώρηση, ως και τον καταρτισθέντα ογκομετρικό πίνακα μετά των σχετικών στοιχείων, κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στο Παράρτημα Ε’της παρούσας, δεόντως σφραγισμένα και υπογεγραμμένα από τον υπεύθυνο του φορέα που διενήργησε τις εργασίες.
γ. H Χημική Υπηρεσία Ελέγχου προβαίνει στον έλεγχο και αξιολόγηση των υποβληθέντων κατά τα ανωτέρω στοιχείων και, λαμβάνοντας υπόψη και τα αποτελέσματα και ευρήματα των ελέγχων που ενδεχομένως διενεργήθηκαν σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας, βάσει των σχετικών πρωτοκόλλων ελέγχου, αποδέχεται ή μη τον καταρτισθέντα ογκομετρικό πίνακα με σχετική πράξη του Προϊσταμένου αυτής και εισηγείται εγγράφως προς το οικείο Τελωνείο Ελέγχου για τη χορήγηση ή μη της έγκρισης χρήσης για τη συγκεκριμένη δεξαμενή διαβιβάζοντας αντίγραφα των κατά τα ανωτέρω υποβληθέντων από τον ενδιαφερόμενο στοιχείων.
δ. Το Τελωνείο Ελέγχου, με βάση την κατά ανωτέρω εισήγηση της Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου και εκτιμώντας τα στοιχεία του όλου φακέλου, χορηγεί ή όχι την αιτηθείσα έγκριση χρήσης της δεξαμενής σύμφωνα με την υποβληθείσα σχετική αίτηση. Στην περίπτωση που το οικείο Τελωνείο Ελέγχου δεν εγκρίνει τη χορήγηση της σχετικής έγκρισης χρήσης ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα, αιτιολογώντας λεπτομερώς την άρνηση χορήγησης αυτής.

3. Η κατά τα ανωτέρω έγκριση χρήσης, όπως και η ανανέωση αυτής, χορηγείται επί ειδικού εντύπου το οποίο έχει τον τύπο που καθορίζεται στο Παράρτημα ΣΤ’ της παρούσας και κοινοποιείται εις διπλούν στην οικεία Χημική Υπηρεσία Ελέγχου, η οποία αποστέλλει το ένα αντίγραφο στην αρμόδια Διεύθυνση της Κ.Υ. της Γενικής Διεύθυνσης του Γ.Χ.Κ.

4. Για τον περιοδικό έλεγχο, την επανογκομέτρηση, ως και την ανανέωση της έγκρισης χρήσης, όσον αφορά τις τηρούμενες διαδικασίες, εφαρμόζονται κατ’αναλογία οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος μέρους Β, ως και τα οικεία Παραρτήματα Δ’ και Ε’ της παρούσας.

Άρθρο 5
Μετρήσεις κατά τη χρήση (Προμετρήσεις Επιμετρήσεις)


1. Οι μετρήσεις, στις κατά τα ανωτέρω εγκεκριμένες δεξαμενές, κατά τη χρήση αυτών, για τη διαπίστωση της ποσότητας των συλλεγομένων,  αποθηκευομένων και διακινουμένων (καταμετρήσεις, προμετρήσεις επιμετρήσεις κ.λπ.) των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της παρούσας προϊόντων διενεργούνται από τους υπαλλήλους των αρμοδίων Υπηρεσιών Ελέγχου που ασκούν τον έλεγχο και την εποπτεία των εγκαταστάσεων στις οποίες οι εν λόγω δεξαμενές ευρίσκονται ή που είναι αρμοδίως, κατά περίπτωση, εντεταλμένοι προς τούτο και οι οποίοι ενεργούν από κοινού.
Οι μετρήσεις διενεργούνται, παρουσία του ενδιαφερομένου επιτηδευματία ή του νομίμου εκπροσώπου αυτού, κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στο Παράρτημα Z’ της παρούσας.

2. Οι ενδιαφερόμενοι επιτηδευματίες είναι υποχρεωμένοι να διαθέτουν τον χρησιμοποιούμενο απαραίτητο και κατάλληλο, για τις κατά τα ανωτέρω μετρήσεις και ελέγχους, εξοπλισμό (όργανα και μέσα), σύμφωνα με τα ειδικότερον οριζόμενα στο παράρτημα Z’της παρούσας. 3.α. Τα κατά τα ανωτέρω όργανα και μέσα για τις μετρήσεις  πρέπει  υποχρεωτικά  να  είναι  διακριβωμένα από διαπιστευμένους προς τούτο φορείς, τα δε σχετικά πιστοποιητικά διακρίβωσης τούτων οφείλει ο ενδιαφερόμενος επιτηδευματίας να τηρεί στις εγκαταστάσεις στις οποίες διενεργούνται οι κατά τα ανωτέρω μετρήσεις και να επιδεικνύει σε κάθε περίπτωση που τούτο ήθελε ζητηθεί από τα αρμόδια, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όργανα.
β. Ηλεκτρονικά συστήματα, για τη μέτρηση του ύψους, της θερμοκρασίας και της πυκνότητας, υπό την προϋπόθεση ότι τα συστήματα αυτά πληρούν τους σχετικούς όρους και προδιαγραφές της ισχύουσας νομοθεσίας, ανταποκρίνονται στις προβλέψεις σχετικών διεθνών συστάσεων και προτύπων και είναι επίσης διακριβωμένα από διαπιστευμένους προς τούτο φορείς, μπορούν να χρησιμοποιούνται κατόπιν της προηγούμενης σχετικής προς τούτο έγκρισης της αρμόδιας Διεύθυνσης της Κ.Υ. της Γενικής Διεύθυνσης του Γ.Χ.Κ. στην οποία υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο πλήρης σχετική τεκμηρίωση.

Άρθρο 6
Έλεγχοι Παραβάσεις και Κυρώσεις


1. Εκτός της, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 9 της παρούσας, μεταβατικής περιόδου, οι αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου διενεργούν από κοινού δειγματοληπτικούς ελέγχους, σε ποσοστό 5% τουλάχιστον των κατά τα ανωτέρω εγκρινομένων ετησίως αιτήσεων και οπωσδήποτε ένα τουλάχιστον έλεγχο ετησίως για κάθε διαπιστευμένο φορέα.
Ωστόσο, οι κατά ανωτέρω αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου διατηρούν το δικαίωμά της, κατά την κρίση τους, παρακολούθησης και εποπτείας των εργασιών, ως και της διενέργειας των σχετικών ελέγχων σε κάθε περίπτωση αποδοχής της υποβαλλόμενης, από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία, κατά την παράγραφο Β.1 του άρθρου 4 της παρούσας, αίτησης.

2.α. Οι εν λόγω έλεγχοι αποσκοπούν στην επαλήθευση της υποβληθείσας από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία αίτησης καθώς και στη διαπίστωση της αξιοπιστίας του φορέα και αφορούν ιδίως την εφαρμοζόμενη μέθοδο για την ογκομέτρηση, τον χρησιμοποιούμενο εξοπλισμό [σειριακό αριθμό και πιστοποιητικά διακρίβωσης], καθώς και το μακροσκοπικό έλεγχο επιθεώρηση της δεξαμενής, ως και τη διασταύρωση, είτε δειγματοληπτικά, είτε εν όλω, επιμέρους μετρήσεων και στοιχείων του ογκομετρικού πίνακα (κατά τη διεξαγωγή των εργασιών ή/και μετά την ολοκλήρωση των σχετικών εργασιών).
β. Οι έλεγχοι διενεργούνται από επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση του οικείου Τελωνείου Ελέγχου, κατόπιν σχετικής πρωτοβουλίας αυτού, με τη συνδρομή της οικείας Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου, η οποία αποτελείται από ένα υπάλληλο του εν λόγω Τελωνείου και ένα χημικό υπάλληλο που ορίζεται από τον Προϊστάμενο της εν λόγω Χημικής Υπηρεσίας.
Οι κατά τα ανωτέρω υπάλληλοι επιλέγονται με κριτήριο την κτηθείσα από αυτούς εμπειρία στα θέματα των ελέγχων και ογκομετρήσεων δεξαμενών, κατόπιν σχετικής εσωτερικής εκπαίδευσης, είτε βάσει πιστοποιητικού επάρκειας κατόπιν της παρακολούθησης ειδικών σχετικών προγραμμάτων εκπαίδευσης.
Σε περίπτωση που στις οικείες Υπηρεσίες Ελέγχου δεν υπηρετούν καταλλήλως εκπαιδευμένοι υπάλληλοι, για τη συγκρότησή της κατά τα ανωτέρω επιτροπής, μπορούν να επιλέγονται υπάλληλοι με την απαιτούμενη κατά τα ανωτέρω εμπειρία εκ των υπηρετούντων στην πλησιέστερη Χημική Υπηρεσία του Γ.Χ.Κ. και το πλησιέστερο Τελωνείο που ανήκει στην ίδια τελωνειακή περιφέρεια. Το Τελωνείο Ελέγχου δύναται, εφόσον κριθεί αναγκαίο, να ζητήσει τη συνδρομή και εμπειρογνώμονα από άλλη αρμόδια Υπηρεσία.
γ. Για τον εκάστοτε διενεργούμενο έλεγχο συντάσσεται σχετικό πρωτόκολλο, στο οποίο καταγράφονται λεπτομερώς τα στοιχεία που ελέγχθηκαν και τα σχετικά ευρήματα και αποτελέσματα, ως και οι όποιες τυχόν παρατηρήσεις και υπογράφεται από την εν λόγω επιτροπή. Το εν λόγω πρωτόκολλο ελέγχου υποβάλλεται στις αρμόδιες κατά τα ανωτέρω Υπηρεσίες Ελέγχου Αρχές (Τελωνείο Ελέγχου και Χημική Υπηρεσία Ελέγχου) και φυλάσσεται στον τηρούμενο από αυτές, ιδιαίτερο για κάθε αναγνωριζόμενη δεξαμενή, φάκελο.

3. Οι ενδιαφερόμενοι επιτηδευματίες, ως και οι φορείς που διενεργούν τις εργασίες του ελέγχου-επιθεώρησης και της ογκομέτρησης, υποχρεούνται να δέχονται κάθε έλεγχο των αρμοδίων κατ’άρθρο 1 της παρούσας Αρχών σύμφωνα με τους όρους και διατάξεις της παρούσας, να συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις τους και να θέτουν στη διάθεσή τους το προς τούτο απαραίτητο προσωπικό καθώς και τον απαιτούμενο εξοπλισμό.

4. Επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, η εκ μέρους των ενδιαφερομένων επιτηδευματιών,
α) ανακριβής, ελλιπής ή αναληθής αναφορά στοιχείων στην υποβαλλόμενη αίτηση για την έγκριση χρήσης, την παράταση ή την ανανέωση αυτής, στον συνυποβαλλόμενο οικείο τεχνικό φάκελο, στα οικεία φύλλα ελέγχου, ως και στον καταρτισθέντα ογκομετρικό πίνακα, σε σχέση με τα διαπιστούμενα κατά τους διενεργουμένους σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας ελέγχους, ως και
β) μη τήρηση των λοιπών όρων και διατάξεων της παρούσας, συνιστά παράβαση που τιμωρείται σύμφωνα με τις ειδικότερες, κατά περίπτωση προϊόντος, διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.

5. Στην περίπτωση υπευθυνότητας του φορέα που διενήργησε τις σχετικές εργασίες ελέγχου-επιθεώρησης και ογκομέτρησης, ενημερώνεται μέσω της αρμόδιας Διεύθυνσης της Κ.Υ. της Γενικής Διεύθυνσης Γ.Χ.Κ. το ΕΣΥΔ ή ο φορέας διαπίστευσης που χορήγησε την διαπίστευση για τις δικές του ενέργειες, ενώ δεν γίνεται δεκτός ο φορέας για την εκτέλεση εργασιών ελέγχουεπιθεωρήσεων και ογκομετρήσεων δεξαμενών μέχρις ότου ολοκληρωθεί η σχετική έρευνα και έλεγχος από τον φορέα διαπίστευσης και αναλόγως των αποτελεσμάτων αυτού.
Ανεξαρτήτως των προς τον φορέα διαπίστευσης κατά τα ανωτέρω ενεργειών, ενημερώνεται για τα ευρήματα των διενεργουμένων, από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου, ελέγχων το κατά το επόμενο άρθρο Μητρώο φορέων και επανεξετάζονται οι έλεγχοι και ογκομετρήσεις που ο συγκεκριμένος φορέας έχει πραγματοποιήσει μέχρι τον προηγούμενο έλεγχο, τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις της παρούσας.

Άρθρο 7
Προγράμματα εκπαίδευσης Μητρώο φορέων


1.α. Για την εκπαίδευση των υπαλλήλων των αρμοδίων αρχών Ελέγχου και προκειμένου για την εφαρμογή της παρούσας, πραγματοποιούνται ειδικά προγράμματα εκπαίδευσης. Τα εν λόγω προγράμματα εκπαίδευσης αναφέρονται, κατ’ ελάχιστο, σε γενικά θέματα μετρολογίας, στα συστήματα και πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, στις μεθόδους και διαδικασίες που εφαρμόζονται για τον έλεγχο-επιθεώρηση και την ογκομέτρηση δεξαμενών σε σχέση και με τα ισχύοντα διεθνή πρότυπα, στη μεθοδολογία και τις διαδικασίες προκειμένου για τη διενέργεια προμετρήσεων και επιμετρήσεων, ως και σε θέματα δειγματοληψιών σε σχέση και με ισχύοντα διεθνή πρότυπα και περιλαμβάνουν, τόσο θεωρητικό μέρος, όσο και πρακτική εξάσκηση.
β. Στα εν λόγω προγράμματα εκπαίδευσης γίνονται δεκτοί κατά προτεραιότητα υπάλληλοι που υπηρετούν σε Τελωνεία Ελέγχου και Χημικές Υπηρεσίες Ελέγχου καθώς και στις καθ’ ύλην αρμόδιες Κεντρικές Διευθύνσεις της Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ. και του Γ.Χ.Κ. και που, ως εκ της θέσεως και των καθηκόντων τους στην Υπηρεσία, ασχολούνται με θέματα σχετικά με ελέγχους και ογκομετρήσεις ή/και συμμετέχουν σε μετρήσειςεπιμετρήσεις δεξαμενών.
Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των εν λόγω προγραμμάτων εκπαίδευσης, χορηγείται στους εκπαιδευόμενους υπαλλήλους σχετική πιστοποίηση επάρκειας.

2.α. Προς διευκόλυνση του ασκουμένου από τις αρμόδιες Αρχές ελέγχου, δημιουργείται Ηλεκτρονικό Μητρώο στο οποίο καταχωρούνται οι διαπιστευμένοι φορείς που διενεργούν, σύμφωνα με τους όρους και διατάξεις της παρούσας, μετρολογικούς ελέγχους δεξαμενών συλλογής και αποθήκευσης των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της παρούσας προϊόντων.
Στο εν λόγω μητρώο έχουν πρόσβαση οι αρμόδιες Κεντρικές διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. και της Γενικής Διεύθυνσης Γ.Χ.Κ. καθώς και τα αρμόδια Τελωνεία Ελέγχου και οι Χημικές Υπηρεσίες Ελέγχου.
β. Τα στοιχεία του κατά τα ανωτέρω Μητρώου είναι εμπιστευτικά και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τις αρμόδιες Αρχές για τον προγραμματισμό των κατά το άρθρο 6 της παρούσας δειγματοληπτικών ελέγχων, ως και για την υλοποίηση των προβλεπομένων σε περίπτωση διαπιστώσεως αποκλίσεων, ανακριβειών κ.λπ. σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 6 της παρούσας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

Άρθρο 8

Τροποποίηση της αριθμ. ΔΕΦΚΦ Β 5026381 ΕΞ 2015/16.12.2015 Α.Υ.Ο. «Καθορισμός όρων και διατυπώσεων για την επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των προϊόντων των άρθρων 90 και 92 του ν. 2960/2001 Τροποποίηση της αριθ. Φ.883/530/1999 (ΦΕΚ 1872/Β΄) Α.Υ.Ο. “Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης αδείας εγκεκριμένου αποθηκευτή”» (Β΄ 2785), όπως ισχύει.

Η προθεσμία που τέθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 8 «Μεταβατικές διατάξεις Διαχείριση αποθεμάτων» της αριθ. ΔΕΦΚΦ Β΄ 5026381 ΕΞ 2015/16.12.2015 Α.Υ.Ο. (Β΄2785) για την ογκομέτρηση των δεξαμενών και δοχείων, στα οποία τοποθετούνται τα προϊόντα των άρθρων 90 και 92 του ν. 2960/2001 παρατείνεται από τη λήξη της έως την 31/12/2019.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

Άρθρο 9
Μεταβατικές και τελικές διατάξεις


1.α. Δεξαμενές των οποίων ο έλεγχος και η κατάρτιση των οικείων ογκομετρικών πινάκων διενεργήθηκε από τις αρμόδιες επιτροπές, κατ’ εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας, θεωρούνται ότι έχουν αναγνωρισθεί και εγκριθεί και οι οικείοι ογκομετρικοί πίνακες ισχύουν μέχρι της λήξεώς τους και πάντως όχι πέραν της δεκαετίας από της ημερομηνίας καταρτίσεώς τους.
Στις περιπτώσεις αυτές και μέχρι της λήξεως κατά τα ανωτέρω των οικείων ογκομετρικών πινάκων, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του εδαφίου γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 3 της παρούσας.
β. Μετά τη λήξη της ισχύος των κατά τα ανωτέρω ογκομετρικών πινάκων, προκειμένου για την αναγνώριση και την έγκριση χρήσης των οικείων δεξαμενών τηρούνται οι όροι και οι διατάξεις της παρούσας.
γ. Προκειμένου για τους νομίμως λειτουργούντες, κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας, ποτοποιούς και ζυθοποιούς, παρέχεται προθεσμία δύο ετών, από την εν λόγω ημερομηνία, για την ογκομέτρηση των δεξαμενών στις οποίες τοποθετούνται τα οικεία, εκ των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της παρούσας, προϊόντα.

2. Προκειμένου για υποβληθείσες, πριν από το χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας και εκκρεμούσες κατ’ αυτόν, αιτήσεις των ενδιαφερομένων επιτηδευματιών, οι εργασίες για την ογκομέτρηση διενεργούνται σύμφωνα με τους όρους της ΑΥΟ αριθ. Τ. 3200/25/30-5-1968 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει υποχρεουμένων των εν λόγω επιτηδευματιών όπως θέσουν στη διάθεση των οικείων επιτροπών τον απαραίτητο διακριβωμένο από διαπιστευμένους φορείς εξοπλισμό, άλλως, προκειμένου για την ογκομέτρηση και τη σχετική έγκριση χρήσης των οικείων δεξαμενών, εφαρμόζονται οι όροι και διατάξεις της παρούσας.

3. Για μεταβατική περίοδο δύο ετών από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσας, οι εργασίες ελέγχου και ογκομέτρησης μπορούν να διενεργούνται και από μη διαπιστευμένους φορείς, τηρουμένων των διατυπώσεων και διαδικασιών που καθορίζονται στην παρούσα.
Στην περίπτωση αυτή πρέπει να τηρούνται, εκ μέρους του φορέα, οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα αναφορικά με τον χρησιμοποιούμενο εξοπλισμό και την εκπαίδευση του προσωπικού, ενώ ο κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας έλεγχος, από την οικεία επιτροπή, διενεργείται σε κάθε περίπτωση αποδοχής της υποβαλλόμενης από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία αίτησης, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο Παράρτημα Ε’ της παρούσας.

4. Στους ενδιαφερομένους επιτηδευματίες, οι οποίοι ήδη λειτουργούν κατά το χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας και στις εγκαταστάσεις των οποίων διενεργούνται καταμετρήσεις, προμετρήσεις, επιμετρήσεις κ.λπ. δεξαμενών, παρέχεται προθεσμία ενός έτους, από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσας για την προμήθεια του απαραίτητου για τις μετρήσεις διακριβωμένου από διαπιστευμένους φορείς εξοπλισμού.

5. Μέχρι της παραγωγικής λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής για το κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 7 της παρούσας Μητρώο, στην περίπτωση που τα ευρήματα από τον διενεργούμενο έλεγχο δεν είναι ικανοποιητικά ενημερώνονται άμεσα οι Κεντρικές διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Γ.Χ.Κ. και της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. προκειμένου να προβούν στην ενημέρωση των αρμόδιων Υπηρεσιών Ελέγχου.

6.α. Τα προσαρτημένα στην παρούσα Παραρτήματα Α’, Β’, Γ’, Δ’, Ε’, ΣΤ’ και Ζ’ αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα αυτής.
β. Τα εξ’ αυτών υπό στοιχεία Β’, Γ’, Δ’, Ε’ και ΣΤ’ Παραρτήματα συνιστούν την κατά το άρθρο 1 της παρούσας τυποποιημένη διαδικασία λειτουργίας, προκειμένου για την έγκριση χρήσης των δεξαμενών στις οποίες αποθηκεύονται ή γενικά τοποθετούνται τα, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της παρούσας, υποκείμενα σε Ε.Φ.Κ. και γενικά σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις, προϊόντα.

Άρθρο 10
Έναρξη ισχύος Καταργούμενες διατάξεις


1. Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από δημοσιεύσεώς της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας παύουν να ισχύουν, όσον αφορά τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 της παρούσας, η ΑΥΟ αριθ. Τ. 3200/25/ 30-5-1968 και οι εκδοθείσες σε τροποποίηση αυτής ΑΥΟ, καθώς και κάθε άλλη σχετική ΔΥΟ που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα της παρούσας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α΄
Ορισμοί Ορολογία και Συντομογραφίες


Α. Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης νοούνται ως:

1. Ογκομέτρηση /διακρίβωση (Calibration)
Το σύνολο των ενεργειών που διενεργούνται προκειμένου να προσδιορισθεί η χωρητικότητα μιας δεξαμενής έως ένα ή περισσότερα επίπεδα της στάθμης του περιεχόμενου υγρού.

2. Ονομαστική χωρητικότητα (Nominal Capacity)
Η στρογγυλοποιημένη τιμή του μέγιστου όγκου υγρού που μία δεξαμενή μπορεί να περιέχει κάτω από συνήθεις συνθήκες χρήσης.

3. Κατακόρυφος άξονας μέτρησης (Vertical measurement axis)
Η κατακόρυφη νοητή ευθεία η οποία διέρχεται από το κέντρο του οδηγού σωλήνα, εφόσον υπάρχει, που αντιστοιχεί στη θέση που υποδεικνύεται για την αυτόματη ή χειροκίνητη καταγραφή της στάθμης του υγρού.

4. Πλάκα αναφοράς (Dipping datum plate)  Οριζόντια πλάκα τοποθετημένη σε σημείο του κατα-
κόρυφου άξονα και αποτελούσα σταθερή επιφάνεια από την οποία μετράται χειροκίνητα το ύψος της στήλης του περιεχόμενου υγρού.

5. Σημείο αναφοράς (κατώτατο) μέτρησης ύψους στάθμης (Dipping datum point)
Το σημείο τομής μεταξύ του κατακόρυφου άξονα μέτρησης και της άνω επιφάνειας της πλάκας αναφοράς ή της επιφάνειας του πυθμένα της δεξαμενής, στην περίπτωση που δεν υπάρχει πλάκα αναφοράς. Αποτελεί το σημείο έναρξης μέτρησης του ύψους της στάθμης του (περιεχόμενου) υγρού.

6. Άνω σημείο αναφοράς (Upper reference point)
Το σημείο του κατακόρυφου άξονα σε σχέση προς το οποίο μετράται η απόσταση μέχρι την ελεύθερη επιφάνεια του περιεχόμενου υγρού.

7. Ύψος αναφοράς (Reference height)
Η απόσταση μεταξύ του σημείου αναφοράς μέτρησης ύψους στήλης και του άνω σημείου αναφοράς.

8. Κατώτατο όριο ακριβούς χωρητικότηταςόγκος κάτω από την πλάκα αναφοράς (Lower limit of accurate capacity)
Η τιμή εκείνη της χωρητικότητας μιας δεξαμενής κάτω από την οποία δεν ικανοποιείται η απαίτηση της μέγιστης επιτρεπτής αβεβαιότητας.

9. Ογκομετρικός Πίνακας ή Πίνακας ογκομέτρησης (Calibration Table)
Εκφράζεται με τη μορφή πίνακα ή μαθηματικής συνάρτησης V(h) η οποία περιγράφει τη σχέση μεταξύ του ύψους της στάθμης του υγρού h (ανεξάρτητη μεταβλητή) και του όγκου του υγρού V (εξαρτημένη μεταβλητή) ανηγμένου στη θερμοκρασία αναφοράς.

10. Θερμοκρασία αναφοράς (Reference temperature) Η θερμοκρασία στην οποία ανάγεται ο περιεχόμενος όγκος μιας δεξαμενής προκειμένου να καταστεί δυνατή η μέτρηση της χωρητικότητάς της ως προς σταθερή βάση αναφοράς.
Η χρήση της θερμοκρασίας αναφοράς είναι απαραίτητη δεδομένου ότι ο όγκος είναι ένα μέγεθος του οποίου η τιμή εξαρτάται από τη θερμοκρασία, σε κανονικές κατά τα άλλα περιβαλλοντικές συνθήκες.

11. Διακρίβωση (Calibration)
Σειρά ενεργειών οι οποίες καθιερώνουν κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες τη σχέση μεταξύ των ενδείξεων ενός μετρητικού οργάνου ή των τιμών που αντιπροσωπεύονται από ένα υλικό αναφοράς και των αντίστοιχων τιμών που υλοποιούνται από το αντίστοιχο πρότυπο αναφοράς.

12. Πιστοποιητικό διακρίβωσης (Calibration certificate)
Έγγραφο στο οποίο αποτυπώνονται τα αποτελέσματα διακρίβωσης.

13. Χρόνος επαναδιακρίβωσης (Calibration interval) Χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών διακριβώσεων.
14. Αξιολόγηση συμμόρφωσης (Conformity assessment)
Δραστηριότητα η οποία αποδεικνύει ότι συγκεκριμένες απαιτήσεις σχετικά με ένα προϊόν, διαδικασία, σύστημα ή φορέα πληρούνται.

15. Τυπική απόκλιση (Standard deviation)
Στατιστική παράμετρος για μια σειρά Ν επαναλαμβανόμενων μετρήσεων του ιδίου μεγέθους η οποία χαρακτηρίζει τη διασπορά των μετρήσεων αυτών.

16. Αβεβαιότητα μέτρησης (Uncertainty of measurement)
Παράμετρος η οποία αναφέρεται στο αποτέλεσμα μιας μέτρησης και η οποία χαρακτηρίζει τη διασπορά των τιμών που θα μπορούσαν λογικά να αποδοθούν στο μετρούμενο μέγεθος. Η εκτίμηση της αβεβαιότητας γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες που υποδεικνύονται από την οδηγία GUM.

17. Σταθερότητα (Stability)
Η ικανότητα ενός μετρητικού οργάνου ή συστήματος να διατηρεί τα μετρολογικά του χαρακτηριστικά σταθερά με το χρόνο.

18. Ιχνηλασιμότητα (Traceability)
Ιδιότητα του αποτελέσματος μιας μέτρησης ή της τιμής ενός προτύπου σύμφωνα με την οποία αυτό μπορεί να συσχετισθεί με μια τιμή αναφοράς, όπως αυτή συνήθως υλοποιείται με τα εθνικά ή διεθνή πρότυπα, μέσω μιας αδιάσπαστης αλυσίδας διακριβώσεων κάθε μία από τις οποίες χαρακτηρίζεται από σαφώς προσδιορισμένη αβεβαιότητα (της) μέτρησης.

19. Μετρητικό πρότυπο (Measurement standard)
Υλικό, μετρητικό όργανο, υλικό αναφοράς ή μετρητικό σύστημα το οποίο χρησιμοποιείται για να ορίσει, υλοποιήσει, διατηρήσει ή αναπαράγει μία μονάδα μέτρησης ή μία ή περισσότερες τιμές ενός μεγέθους οι οποίες θεωρούνται τιμές αναφοράς.

20. Πρότυπη μέθοδος (Primary method)
Μετρητική μέθοδος η οποία χαρακτηρίζεται από τη μέγιστη ορθότητα από άποψη μετρολογική και η οποία κατά την εφαρμογή της γίνεται πλήρως κατανοητή ενώ συνοδεύεται από ένα πλήρες ισοζύγιο υπολογισμού της αβεβαιότητας (της) μέτρησης εκφρασμένης σε μονάδες του συστήματος SI. Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου γίνονται αποδεκτά χωρίς αναφορά σε κάποιο άλλο πρότυπο για το μέγεθος που μετράται.

21. Πρωτεύον πρότυπο (Primary standard)
Πρότυπο το οποίο έχει χαρακτηρισθεί ή είναι ευρέως αναγνωρισμένο ότι διαθέτει τις καλύτερες μετρολογικές ιδιότητες και του οποίου οι τιμές γίνονται αποδεκτές χωρίς περαιτέρω αναφορά σε άλλα πρότυπα του ιδίου μεγέθους.

22. Πρότυπο αναφοράς (Reference standard)
Πρότυπο με βέλτιστα μετρολογικά χαρακτηριστικά το οποίο διατηρείται από συγκεκριμένο φορέα και το οποίο αποτελεί την αρχή της αλυσίδας ιχνηλασιμότητας για την επικράτεια.

23. Σφάλμα μέτρησης (Measurement error)
Το αποτέλεσμα μιας μέτρησης μείον την πραγματική τιμή του μετρούμενου μεγέθους όπως αυτή υλοποιείται από το αντίστοιχο πρότυπο αναφοράς.

24. Mέγιστο επιτρεπτό σφάλμα οργάνου (Maximum permissible error for a measuring instrument)
Οι επιτρεπόμενες οριακές τιμές σφάλματος ενός μετρητικού οργάνου βάσει των προδιαγραφών του ή βάσει κανονιστικών οδηγιών.

Β. Συντομογραφίες

Όπου στην παρούσα απόφαση αναφέρεται:

1. ΕΣΥΔ, νοείται το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης.
2. ΕΙΜ, νοείται το Ελληνικό Ινστιτούτο Μετρολογίας.
3. ISO, νοείται ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (International Standardization Organization).
4. OIML, νοείται ο Διεθνής Οργανισμός Νομικής Μετρολογίας (Ιnternational Organization of Legal Metrology).
5. BIPM, νοείται το Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών (Bureau International des Poids et Mesures).
6. EURAMET, νοείται η Ευρωπαϊκή Ένωση Μετρολογίας (European Association for Metrology).
7. MRA, νοείται η (διεθνής) Συμφωνία Αμοιβαίας Αναγνώρισης (Μutual Recognition Arrangement).
8. GUM, νοείται ο Οδηγός εκτίμησης της αβεβαιότητας στις μετρήσεις. Αποτελεί έκδοση των διεθνών οργανισμών BIPM, IEC, ISO, OIML, IFCC, και IUPAC.
9. API, νοείται το Αμερικανικό Ινστιτούτο Πετρελαίου (American Petroleum Institute).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β΄
Τεχνικά χαρακτηριστικά δεξαμενών


1. Οι δεξαμενές θα πρέπει να είναι κατασκευασμένες σύμφωνα με αποδεκτές πρακτικές, ενώ η διάταξη και τοποθέτησή τους και οι συνθήκες χρήσης τους θα πρέπει να ικανοποιούν τις απαιτήσεις της σχετικής, κατά περίπτωση προϊόντος, νομοθεσίας.

2. Οι δεξαμενές μπορεί να φέρουν συσκευές για τη μείωση, κατά το δυνατόν, των απωλειών λόγω εξάτμισης. Η εγκατάσταση, η παρουσία και η χρησιμοποίηση τέτοιων συσκευών δεν πρέπει να οδηγούν σε σημαντικά σφάλματα κατά τις μετρήσεις.

3. Οι δεξαμενές πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες γενικές απαιτήσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται η ακρίβεια των εκάστοτε μετρήσεων για την εύρεση της ποσότητας (όγκου) του περιεχομένου υγρού προϊόντος: α. Το σχήμα, το υλικό, η (τυχόν) ενίσχυση, η κατασκευή και η συναρμολόγησή τους πρέπει να είναι τέτοια ώστε να είναι αρκούντως ανθεκτικές στην επίδραση της ατμόσφαιρας, ως και του περιεχόμενου υγρού και, υπό τις συνήθεις συνθήκες χρήσης, να μην υφίστανται σημαντικές παραμορφώσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη
χωρητικότητά τους.
β. Το σημείο αναφοράς μέτρησης ύψους στάθμης και το άνω σημείο αναφοράς πρέπει να κατασκευάζονται/ λαμβάνονται έτσι ώστε η θέση τους να παραμένει πρακτικά ανεπηρέαστη και ως εκ τούτου να ελαχιστοποιείται η επίδραση από την πλήρωση και την κένωση της δεξαμενής, τις αλλαγές στις διαδικασίες και τις μεταβολές των ατμοσφαιρικών συνθηκών.
γ. Το σχήμα των δεξαμενών πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να αποφεύγεται ο σχηματισμός κενών αέρος κατά την πλήρωσή τους ή θυλάκων υγρού μετά την αποστράγγισή τους.
δ. Οι δεξαμενές πρέπει να είναι σταθερές στα θεμέλιά τους. Αυτό διασφαλίζεται με κατάλληλη συμπίεση του εδάφους, με χρήση καταλλήλων διατάξεων (anchoring) ή/και με την παραμονή των δεξαμενών πλήρων για εύλογο χρονικό διάστημα προς σταθεροποίηση, έτσι ώστε η βάση τους να μη μεταβάλλεται με το χρόνο.

4. Οι δεξαμενές, για την ταυτοποίησή τους, πρέπει να φέρουν ειδική μεταλλική πινακίδα στην οποία αναφέρονται α) η ημερομηνία κατασκευής, β) ο κατασκευαστής, γ) η ονομαστική χωρητικότητα, δ) το μέγιστο ύψος πληρώσεως και ε) το ύψος αναφοράς.
Η κατά τα ανωτέρω ειδική μεταλλική πινακίδα πρέπει να είναι κατασκευασμένη από μέταλλο το οποίο παραμένει αμετάβλητο υπό τις συνήθεις συνθήκες χρήσης, να προσαρμόζεται στη δεξαμενή ώστε να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής, μη δυναμένη να απομακρυνθεί από αυτή χωρίς προηγουμένως να παραβιασθούν οι επιτεθειμένες σφραγίδες, ενώ πρέπει να τοποθετείται έτσι ώστε το περιεχόμενό της να είναι εύκολα ορατό και αναγνώσιμο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ΄
Μετρολογικά χαρακτηριστικά δεξαμενών


Η μέγιστη επιτρεπτή αβεβαιότητα μέτρησης, κατά την ογκομέτρηση μιας δεξαμενής, αναφέρεται στις τιμές όγκου της δεξαμενής μεταξύ του κατωτάτου ορίου ακριβούς χωρητικότητας (Παράρτημα Α’, σημείο Α.8) και της ονομαστικής χωρητικότητας όπως αυτή προκύπτει από τον οικείο ογκομετρικό πίνακα.

Η μέγιστη επιτρεπτή αβεβαιότητα, η οποία οφείλει να εκτιμάται σύμφωνα με την οδηγία GUM [2] για συντελεστή κάλυψης k=2, θα πρέπει να ισούται με:

• 0,2% της ενδεικνυόμενης τιμής όγκου για κατακόρυφες δεξαμενές
• 0,3% της ενδεικνυόμενες τιμής όγκου για οριζόντιες ή κεκλιμένες κυλινδρικές δεξαμενές
• 0,5% της ενδεικνυόμενης τιμής του όγκου για άλλες δεξαμενές.

Οι παραπάνω μέγιστες επιτρεπτές αβεβαιότητες δεν περιλαμβάνουν την αβεβαιότητα της τιμής του όγκου κάτω από το σημείο αναφοράς μέτρησης του ύψους της στάθμης του υγρού, η οποία ωστόσο θα πρέπει να αναφέρεται στον οικείο ογκομετρικό πίνακα της δεξαμενής. Τα αποτελέσματα της ογκομέτρησης (της δεξαμενής) θα πρέπει να ικανοποιούν τις απαιτήσεις σχετικά με τη μέγιστη επιτρεπτή αβεβαιότητα όπως αυτή καθορίζεται ανωτέρω.

Σε περίπτωση μεμονωμένων αποκλίσεων από τις απαιτήσεις (όταν η αβεβαιότητα μέτρησης κατά την ογκομέτρηση μιας δεξαμενής υπερβαίνει τη μέγιστη επιτρεπτή αβεβαιότητα μέτρησης) θα πρέπει αυτές να μπορούν να τεκμηριωθούν, ενώ σε περίπτωση αδυναμίας τεκμηρίωσης οι μετρήσεις θα πρέπει να επαναλαμβάνονται. Εφόσον, μετά την επανάληψη των μετρήσεων, η υπολογισθείσα αβεβαιότητα εξακολουθεί να υπερβαίνει τα προβλεπόμενα όρια τότε ο ογκομετρικός πίνακας δεν γίνεται αποδεκτός.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ΄
ΜΕΡΟΣ 1: ΜΕΤΡΟΛΟΓΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

I. ΓΕΝΙΚΑ

Για την αναγνώριση και έγκριση χρήσης, καθώς και τη διατήρηση της νομικής υπόστασης των κατά τα ανωτέρω δεξαμενών, σύμφωνα με την αριθ. OIML R 71:2008 Σύσταση του Διεθνούς Οργανισμού Νομικής Μετρολογίας, διενεργούνται 1) αρχικός έλεγχος επαλήθευση και
2) μεταγενέστεροι, κατά τη χρήση, έλεγχοι επαληθεύσεις.

II. ΑΡΧΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗ

Διενεργείται σε δύο στάδια, περιλαμβάνοντας 1) τον (μακροσκοπικό) έλεγχο επιθεώρηση της δεξαμενής και 2) την (αρχική) ογκομέτρηση (αρχική διακρίβωση).

A. Μακροσκοπικός έλεγχος Επιθεώρηση

1. Κατά τον (μακροσκοπικό) έλεγχο επιθεώρηση, η αποπερατωθείσα κατασκευή ελέγχεται για τη συμφωνία της σε σχέση με τα οικεία λεπτομερή σχέδια, τα οποία υποβάλλονται από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία (Παράρτημα Ε’).
Ειδικότερα, λαμβάνεται προς τούτο υπόψη η ομοιογένεια της κατασκευής, η τυχόν ύπαρξη μονίμων παραμορφώσεων, το άκαμπτο και η σταθερότητα της όλης δομής, η τυχόν ύπαρξη ρωγμών, η πρόσβαση για την εκτέλεση της ογκομέτρησης, η (τυχόν) ύπαρξη άλλων στοιχείων/κατασκευών, συσκευών και εξαρτημάτων εντός της δεξαμενής (διάταξη μέτρησης του ύψους της στάθμης, πλάκα αναφοράς κ.λπ.), ο τύπος της οροφής της δεξαμενής (σταθερή ή πλωτή), το υλικό κατασκευής δεξαμενής και ο τύπος των τυχόν επιχρισμάτων, ως και η επάρκεια των στοιχείων αναγνώρισης.
Οι δεξαμενές πρέπει να έχουν δοκιμασθεί ως προς την αντοχή σε πίεση, να έχουν ελεγχθεί ως προς τη στεγανότητά τους και να έχουν καθαρισθεί, εν όψει του κατά τα ανωτέρω μακροσκοπικού ελέγχου επιθεώρησης και (της εν συνεχεία) ογκομέτρησής τους.
Γενικά, εφαρμόζονται οι οδηγίες που διαλαμβάνονται στο πρότυπο API 653 για την επιθεώρηση των δεξαμενών.

2. Για τον διενεργηθέντα μακροσκοπικό έλεγχο εξέταση και επιθεώρηση της δεξαμενής, συντάσσεται σχετικό φύλλο ελέγχου στο οποίο καταγράφονται λεπτομερώς τα εξετασθέντα στοιχεία, τα σχετικά ευρήματα και αποτελέσματα του ελέγχου, ως και οι τυχόν παρατηρήσεις. Το εν λόγω φύλλο ελέγχου υποβάλλεται στις Υπηρεσίες Ελέγχου κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στις σχετι-
κές διατάξεις (παρ. Β.2β) του άρθρου 4 της παρούσας.

B. Ογκομέτρηση (αρχική διακρίβωση)

Διενεργείται, μετά τον κατά τα ανωτέρω μακροσκοπικό έλεγχο-εξέταση και επιθεώρηση της δεξαμενής και εφόσον τα αποτελέσματα αυτού, βάσει του οικείου φύλλου ελέγχου, είναι ικανοποιητικά, με την εφαρμογή της κατάλληλης κατά περίπτωση μεθόδου.
Όσον αφορά την εφαρμοζόμενη μέθοδο ακολουθούνται τα οικεία πρότυπα της σειράς ΕΛΟΤ ISO (άρθρο 4, παρ. 2α της παρούσας).

III. Μεταγενέστερος έλεγχος (κατά τη χρήση) επαλήθευση στοιχείων

Περιλαμβάνονται εν προκειμένω οι (εκάστοτε διενεργούμενοι) περιοδικοί έλεγχοι (ανά πενταετία) ως και οι έλεγχοι για την ανανέωση της έγκρισης χρήσης της δεξαμενής.

Διενεργείται επίσης σε δύο στάδια περιλαμβάνοντας

1) το (μακροσκοπικό) έλεγχο επιθεώρηση της δεξαμενής και 2) την επανογκομέτρηση.

Α. Μακροσκοπικός έλεγχος Επιθεώρηση Επιθεωρείται και εξετάζεται μακροσκοπικά η (όλη) κατασκευή, ελέγχεται οπτικά η εξωτερική της εμφάνιση, ιδίως δε ορισμένα γεωμετρικά στοιχεία (όπως διάμετρος πυθμένα, κλίση κ.λπ.), προς διαπίστωση της συμφωνίας της ή μη με τα αρχικώς υποβληθέντα σχέδια.
Γενικά, εφαρμόζονται οι οδηγίες που διαλαμβάνονται στο πρότυπο API 653 για την επιθεώρηση των δεξαμενών. Σε περίπτωση διαπιστώσεως τροποποιήσεων, αλλαγών και αποκλίσεων εν γένει σε σχέση με τα αρχικώς υποβληθέντα σχέδια, υποβάλλονται εκ μέρους του ενδιαφερομένου επιτηδευματία νέα τροποποιημένα αναλόγως σχέδια και ακολουθείται η διαδικασία για την εξ’ υπαρχής αναγνώριση της δεξαμενής.

Β. Επανογκομέτρηση

1. Η επανογκομέτρηση διενεργείται εν όλω (ανανέωση έγκρισης χρήσης) ή εν μέρει (περιοδικοί έλεγχοι), εφόσον τα αποτελέσματα του προηγηθέντος μακροσκοπικού ελέγχου, βάσει του οικείου φύλλου ελέγχου, είναι ικανοποιητικά.

2. Ανεξαρτήτως χρονικού ορίου, επανογκομέτρηση πρέπει να διενεργείται σε κάθε περίπτωση:

α. Μετακίνησης της δεξαμενής.
β. Αλλαγής των συνθηκών λειτουργίας και χρήσης της δεξαμενής.
γ. Κατασκευαστικού χαρακτήρα τροποποιήσεων ή αλλαγών [όπως π.χ. αλλαγή της πλάκας αναφοράς (dipping datum plate), προσθήκη θύρας πρόσβασης, τροποποίηση στο σχήμα τυχόν βυθισμένων, αντικειμένου ρύθμισης του όγκου της δεξαμενής (deadwood), συσκευών γενικά και εξαρτημάτων, αλλαγή του σημείου αναφοράς μέτρησης του ύψους της στάθμης του ρευστού κ.λπ.].
δ. Ένδειξης υποχώρησης του εδάφους και αλλαγής στο σχήμα της δεξαμενής.
ε. Ένδειξης φθοράς ή αλλοίωσης του υλικού κατασκευής της δεξαμενής λόγω διάβρωσης.
στ. Όπου σε περιοδικό ή άλλο έλεγχο υπάρχουν σαφείς ενδείξεις αναντιστοιχίας του αρχικού πίνακα ογκομέτρησης της δεξαμενής με τα αποτελέσματα του ελέγχου.

IV. ΜΕΘΟΔΟΙ  ΟΓΚΟΜΕΤΡΗΣΗΣ

1. Για την ογκομέτρηση εφαρμόζονται διάφορες μέθοδοι σύμφωνα με τα οικεία διεθνή πρότυπα. Η επιλογή της μεθόδου υπαγορεύεται από τη χωρητικότητα της δεξαμενής, το σχήμα της, τη θέση της σε σχέση με το έδαφος, τις συνθήκες χρήσης κ.λπ.
Έτσι, για την ογκομέτρηση χρησιμοποιούνται: α. Γεωμετρικές μέθοδοι
Συνίστανται στην άμεση ή έμμεση μέτρηση των εξωτερικών ή εσωτερικών διαστάσεων της δεξαμενής, των διαφόρων συσκευών σ’αυτή που επηρεάζουν τον όγκο, ως και της (τυχόν) πλωτής οροφής κ.λπ.
Οι γεωμετρικές μέθοδοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για δεξαμενές κανονικού γεωμετρικού σχήματος, χωρίς παραμορφώσεις, ονομαστικής χωρητικότητας 50 m3 και άνω. Εν προκειμένω, οι ακολουθούμενες μέθοδοι είναι οι εξής, όπως περιγράφονται στα οικεία πρότυπα ΕΛΟΤ ISO όπως αυτά ισχύουν:

Εθνικό Πρότυπο

Τίτλος στην Αγγλική

Τίτλος στην Ελληνική

 

ΕΛΟΤ ISO 7507-1

Petroleum and liquid petroleum products

- Calibration of vertical cylindrical tanks - Part 1: Strapping method

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Βαθμονόμηση κατακόρυφων κυλινδρικών δεξαμενών - Μέρος 1: Μέθοδος με ταινία περιτύλιξης.

 

ΕΛΟΤ ISO 7507-2

Petroleum and liquid petroleum products

- Calibration of vertical cylindrical tanks - Part 2: Optical-reference-line method

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Βαθμονόμηση κατακόρυφων κυλινδρικών δεξαμενών - Μέρος 2: Γραμμική Μέθοδος Οπτι- κής Αναφοράς.

 

ΕΛΟΤ ISO 7507-3

Petroleum and liquid petroleum products

- Calibration of vertical cylindrical tanks - Part 3: Optical-triangulation method

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Βαθμονόμηση κατακόρυφων κυλινδρικών δεξαμενών - Μέρος 3: Τριγωνική Οπτική Μέ- θοδος.

 

ΕΛΟΤ ISO 7507-4

Petroleum and liquid petroleum products

-  Calibration of vertical cylindrical tanks

-  Part 4: Internal electro-optical distance- ranging  method.

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Βαθμονόμηση κατακόρυφων κυλινδρικών δεξαμενών - Μέρος 4: Μέθοδος εσωτερικής ηλεκτρο-οπτικής μέτρησης της απόστασης.

 

ΕΛΟΤ ISO 7507-5

Petroleum and liquid petroleum products

-  Calibration of vertical cylindrical tanks

-  Part 5: External electro-optical distance- ranging  method.

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Βαθμονόμηση κατακόρυφων κυλινδρικών δεξαμενών - Μέρος 5: Μέθοδος εξωτερικής ηλεκτρο-οπτικής μέτρησης της απόστασης.

 

ΕΛΟΤ ISO 12917-1

Petroleum and liquid petroleum products

-  Calibration of horizontal cylindrical tanks

-  Part 1: Manual methods.

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Βαθμονόμηση οριζόντιων κυλινδρικών δεξα- μενών - Μέρος 1: Μη Αυτόματοι Μέθοδοι.

 

ΕΛΟΤ ISO 12917-2

Petroleum and liquid petroleum products

-  Calibration of horizontal cylindrical tanks

-  Part 2: Internal electro-optical distance- ranging  method.

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου

- Βαθμονόμηση οριζόντιων κυλινδρικών δε- ξαμενών - Μέρος 2: Μέθοδος εσωτερικής ηλε- κτρο-οπτικής μέτρησης της απόστασης.

 

ΕΛΟΤ ISO 4512

Petroleum and liquid petroleum products

- Equipment for measurement of liquid levels in storage tanks - Mnual Methods.

Πετρέλαιο και Υγρά Προϊόντα Πετρελαίου - Εξο- πλισμός Μέτρησης στάθμης Υγρών σε δεξαμε- νές αποθήκευσης - Μη Αυτόματοι Μέθοδοι.



β. Ογκομετρική μέθοδος

Συνίσταται στην απ’ευθείας μέτρηση του όγκου κατά τη σταδιακή πλήρωση (ή τη σταδιακή κένωση) της δεξαμενής με την προσθήκη (ή την αφαίρεση) διακριτών ποσοτήτων καταλλήλου μη πτητικού υγρού (συνήθως, ύδατος) που μετρώνται με τη βοήθεια καταλλήλου μετρητικού προτύπου.

Εναλλακτικά, αντί του όγκου, μπορεί να μετράται το βάρος των κατά τα ανωτέρω διακριτών ποσοτήτων.
H ογκομετρική μέθοδος που περιλαμβάνεται στο Μέρος (2) του παρόντος Παραρτήματος χρησιμοποιείται γενικά για την ογκομέτρηση (σταθερών) δεξαμενών:

i) υπόγειων οποιουδήποτε τύπου υπό την αποκλειστική βεβαίως προϋπόθεση ότι επιτρέπεται η χρήση τους από τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις,
ii) επίγειων ή υπέργειων με ονομαστική χωρητικότητα μέχρι 100 m3, και
iii) δεξαμενών στις οποίες ως εκ του σχήματός τους δεν ενδείκνυνται οι γεωμετρικές μέθοδοι.

γ. Συνδυαστικές μέθοδοι

Συνίστανται στη χρησιμοποίηση των γεωμετρικών μεθόδων για την ογκομέτρηση του κελύφους της δεξαμενής και των ογκομετρικών μεθόδων για την ογκομέτρηση του τμήματος που αντιστοιχεί στον πυθμένα αυτής ή γενικότερα του κατώτατου τμήματος για το οποίο ο όγκος δεν μπορεί να προσδιορισθεί με ικανοποιητική ακρίβεια με την εφαρμογή των γεωμετρικών μεθόδων.

δ. Άλλες μετρολογικά αποδεκτές μέθοδοι.

2. Ο ογκομετρικός πίνακας καταρτίζεται σύμφωνα με το εφαρμοσθέν κατά την ογκομέτρηση πρότυπο.

ΜΕΡΟΣ 2: ΟΓΚΟΜΕΤΡΗΣΗ ΔΕΞΑΜΕΝΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΟΓΚΟΜΕΤΡΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟ

Α. Αρχή μεθόδου

1. Κατά τη μέθοδο αυτή, διακριτές ποσότητες νερού από πρότυπο ογκομετρικό δοχείο κατάλληλης κατασκευής και χωρητικότητας μεταφέρονται στη δεξαμενή υπό διακρίβωση έως την πλήρωσή της. Πριν από τη μεταφορά κάθε (διακριτής) ποσότητας νερού στη δεξαμενή λαμβάνεται η θερμοκρασία του νερού στο πρότυπο δοχείο με κατάλληλο αισθητήρα θερμοκρασίας. Επίσης, μετά από κάθε μεταβίβαση μιας διακριτής ποσότητας νερού μετράται και η θερμοκρασία του νερού στη δεξαμενή με δεύτερο αισθητήρα θερμοκρασίας.
Μετά από κάθε μεταβίβαση μιας διακριτής ποσότητας νερού και αφού έχει επέλθει ηρεμία στην ελεύθερη επιφάνεια του νερού στη δεξαμενή καταγράφεται το ύψος της στάθμης του νερού στη δεξαμενή με το υφιστάμενο σύστημα ανάγνωσης της στάθμης με το οποίο η δεξαμενή είναι εφοδιασμένη ή μετράται με κατάλληλο μέσο.

2. Ο συνολικός όγκος της δεξαμενής μετά από κάθε μεταβίβαση διακριτής ποσότητας νερού προκύπτει από την μαθηματική σχέση:



Β. Μέσα και εξοπλισμός

Για την υλοποίησή της κατά τα ανωτέρω ογκομετρικής μεθόδου απαιτούνται:

1. Πρότυπο ογκομετρικό δοχείο αναφοράς κατάλληλης χωρητικότητας.
2. Μέσα μέτρησης του ύψους του περιεχομένου της δεξαμενής (μετροταινίες, μετρικοί κανόνες).
3. Διαθεσιμότητα βοηθητικού εξοπλισμού.
4. Ιχνηλάσιμα εκπαιδευμένο προσωπικό.

Γ. Απαιτήσεις εξοπλισμού

1. Η κατασκευή του δοχείου θα πρέπει να τέτοια ώστε αυτό να είναι κατάλληλο για τη συγκεκριμένη χρήση, ειδικότερα δε:
α. Δεν πρέπει να ευνοεί τον εγκλωβισμό φυσαλίδων αέρα.
β. Πρέπει να ευνοεί τη γρήγορη εκκένωση του περιεχομένου του.
γ. Πρέπει να διαθέτει διαστασιακή σταθερότητα.
δ. Πρέπει να διαθέτει μηχανισμό οριζοντίωσης και αντίστοιχο ενδείκτη.
ε. Πρέπει να διαθέτει κατάλληλη κατασκευή επαναλήψιμης πλήρωσης (υαλοδείκτη με κλίμακα ή σύστημα υπερχείλισης).

2. Το πρότυπο δοχείο θα πρέπει να είναι διακριβωμένο και ιχνηλάσιμο στα εθνικά ή διεθνή πρότυπα μάζας και θερμοκρασίας.

3. Οι αισθητήρες θερμοκρασίας θα πρέπει να έχουν την απαιτούμενη ακρίβεια και να είναι ιχνηλάσιμοι στα εθνικά ή διεθνή πρότυπα θερμοκρασίας.

4. Τα μέσα μέτρησης του ύψους πρέπει να είναι καταλλήλου μήκους και υλικού, με υποδιαίρεση χιλιοστού (μετροταινίες) και να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που καθορίζονται στη διεθνή σύσταση αριθ. 35-1 του OIML.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε’
Διατυπώσεις και διαδικασίες, για τον αρχικό έλεγχο ογκομέτρηση, τον περιοδικό έλεγχο και την επανογκομέτρηση, προκειμένης της έγκρισης χρήσης και της ανανέωσής της δεξαμενών αποθήκευσης αιθυλικής αλκοόλης και ποτών με αλκοόλη

ΜΕΡΟΣ 1
Αρχικός έλεγχος Ογκομέτρηση

I. 1η ΦΑΣΗ

Α. Υποβολή αίτησης από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία

Για τον αρχικό έλεγχο ογκομέτρηση κάθε είδους δεξαμενής υποβάλλεται αίτηση του ενδιαφερόμενου επιτηδευματία (είτε από τον ίδιο, είτε από νόμιμο εκπρόσωπό του) προς τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής:

1. Τα στοιχεία του ενδιαφερομένου [ονοματεπώνυμο ή επωνυμία της επιχείρησης, πλήρης διεύθυνση, τα στοιχεία επικοινωνίας αυτού κ.λπ.], το επιτήδευμα αυτού (π.χ. ζυθοποιός, οινοποιός, παραγωγός ποτών από ζύμωση κ.λπ.), το δασμοφορολογικό καθεστώς λειτουργίας αυτού (π.χ. καθεστώς αναστολής εγκεκριμένος αποθηκευτής, αποθήκη αποταμίευσης κ.λπ.).

2. Την περιγραφή της δεξαμενής (σχήμα, γεωμετρικά στοιχεία, χωρητικότητα, τη σχέση με το έδαφος, αν είναι σταθερή ή όχι, υλικό, τυχόν επιχρίσματα εφόσον χρησιμοποιούνται, χρήση) την ακριβή θέση στην οποία ευρίσκεται, ως και τα στοιχεία αναγνώρισης αυτής σύμφωνα με την ειδική επ’ αυτής μεταλλική πινακίδα.

Συνυποβάλλονται λεπτομερή σχέδια της δεξαμενής, καταρτισθέντα από αρμόδιο μηχανικό ή μηχανολόγο, υπογεγραμμένα από τον κατασκευαστή της, στα οποία εμφαίνεται η γενική άποψη της δεξαμενής, η προσαρμογή της στο έδαφος (ή υπέδαφος), η θέση των βαλβίδων και των κρουνών εισαγωγής και εξαγωγής (δηλ. έτσι, ο τρόπος πλήρους κενώσεως αυτής), η θέση και οι διαστάσεις των τυχόν διαφόρων συσκευών/διατάξεων και στοιχείων στο εσωτερικό της που επηρεάζουν τον όγκο, οι λεπτομέρειες σχετικά με την τυχόν πλωτή οροφή, η θέση της πλάκας αναφοράς, ως και οι λεπτομέρειες σχετικά με την προσαρμογή τυχόν διατάξεων για τη μέτρηση της στάθμης και των αισθητήρων πίεσης και θερμοκρασίας. Επίσης, συνυποβάλλονται δεόντως υπογεγραμμένα και τα σχετικά πιστοποιητικά αντοχής και στεγανότητας
για τη δεξαμενή.

3. Το νομικό καθεστώς χρήσης της δεξαμενής (π.χ. τυχόν άδεια για τη συγκεκριμένη λειτουργία, άδεια φορολογικής αποθήκης, αποθήκης αποταμίευσης κλπ.).

4. Τα στοιχεία (ονοματεπώνυμο ή επωνυμία, αντικείμενο εργασιών, διεύθυνση, στοιχεία επικοινωνίας) του διαπιστευμένου φορέα που θα διενεργήσει τον αρχικό έλεγχο και την ογκομέτρηση (μη διαπιστευμένος φορέας γίνεται δεκτός μόνο κατά το μεταβατικό στάδιο).

Β. Κατάρτιση τεχνικού φακέλου από το φορέα που θα πραγματοποιήσει τον έλεγχο –ογκομέτρηση και υποβολή από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία.

Mε την ανωτέρω αίτηση συνυποβάλλεται παράλληλα φάκελος που έχει καταρτισθεί από το φορέα που θα πραγματοποιήσει τον έλεγχο και την ογκομέτρηση, ο οποίος θα πρέπει να περιλαμβάνει:

1. Το πιστοποιητικό διαπίστευσης αυτού (κυρωμένο αντίγραφο).
2. Τη μέθοδο της ογκομέτρησης που θα χρησιμοποιηθεί.
3. Τον εξοπλισμό που θα χρησιμοποιηθεί [λεπτομερώς, ονομαστικά με το σειριακό αριθμό (Serial Number)].
4. Τα πιστοποιητικά διακρίβωσης του εξοπλισμού από διαπιστευμένο φορέα (κυρωμένα αντίγραφα).
5. Το ονοματεπώνυμο του προσωπικού που θα εκτελέσει τις εργασίες και τα στοιχεία εκπαίδευσής του (αναλυτικά, με τη σχετική τεκμηρίωση).
6. Την ημερομηνία έναρξης των εργασιών [η οποία πρέπει να είναι τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης], ως και τη διάρκειά τους.
7. Το χώρο όπου θα εκτελεσθούν οι εργασίες.
8. Κάθε άλλο στοιχείο ήθελε κριθεί απαραίτητο.

Γ. Αξιολόγηση της αίτησης από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου.

1. Η Χημική Υπηρεσία Ελέγχου, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη λήψη της αίτησης και του φακέλου εισηγείται εγγράφως στο Τελωνείο Ελέγχου την αποδοχή ή την απόρριψη της αίτησης. Τα στοιχεία που εξετάζονται είναι:
α. Η ισχύς του πιστοποιητικού διαπίστευσης και το πεδίο εφαρμογής του.
β. Η καταλληλότητα της μεθόδου για τη συγκεκριμένη περίπτωση, με βάση και τα υποβληθέντα σχέδια ως και τις απαιτήσεις της νομοθεσίας (άρθρο 4 , Παράρτημα Δ’ της παρούσας).
γ. Η εγκυρότητα των πιστοποιητικών διακρίβωσης του εξοπλισμού (ημερομηνία λήξης, πεδίο διαπίστευσης του φορέα που τα χορήγησε).
δ. Το υλικό κατασκευής της δεξαμενής και τυχόν επιχρίσματος αυτής (στην περίπτωση επαφής με αιθυλική αλκοόλη).
ε. Τα στοιχεία εκπαίδευσης του προσωπικού.

2. Το Τελωνείο Ελέγχου αποδέχεται ή απορρίπτει την αίτηση και αντιστοίχως χορηγεί ή μη την έγκριση για την εκτέλεση των σχετικών εργασιών, με πράξη του Προϊσταμένου αυτού στην εν λόγω αίτηση, εξετάζοντας εν προκειμένω τα εξής:
α. Την πληρότητα του φακέλου και των υποβαλλομένων γενικά στοιχείων.
β. Το νομικό καθεστώς εγκατάστασης και χρήσης της δεξαμενής (άδεια φορολογικής αποθήκης, αποθήκης αποταμίευσης, άδεια ασκήσεως επαγγέλματος κ.λπ.).
γ. Την κατά τα ανωτέρω εισήγηση της Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου.
Το Τελωνείο Ελέγχου κοινοποιεί την παραπάνω έγκριση εκτέλεσης σχετικών εργασιών στη Χημική Υπηρεσία Ελέγχου.

II. 2η ΦΑΣΗ: Έλεγχος από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου (άρθρο 6)

Το οικείο Τελωνείο Ελέγχου, ταυτόχρονα με τη χορήγηση της έγκρισης για την εκτέλεση των σχετικών εργασιών ελέγχου, προβαίνει στη συγκρότησή της, κατά την παράγραφο 2.β του άρθρου 6 της παρούσας, οικείας επιτροπής.

1. Ο έλεγχος, από την κατά τα ανωτέρω επιτροπή, αφορά:
α. Το μακροσκοπικό έλεγχο επιθεώρηση της δεξαμενής β. Την επαλήθευση της υποβληθείσας αίτησης και του συνυποβαλλομένου τεχνικού φακέλου ιδίως αναφορικά με:
i. την εφαρμοζόμενη μέθοδο,
ii. το χρησιμοποιούμενο εξοπλισμό (σειριακό αριθμό και τα πιστοποιητικά διακρίβωσης) και
iii. την εκπαίδευση του προσωπικού που εκτελεί τις εργασίες.
γ. Τη διασταύρωση, είτε εν όλω, είτε δειγματοληπτικά, επιμέρους μετρήσεων της διενεργηθείσας ογκομέτρησης.

2. Σε κάθε περίπτωση ελέγχου συντάσσεται, από τους διενεργήσαντες αυτόν υπαλλήλους, σχετικό πρωτόκολλο στο οποίο καταγράφονται λεπτομερώς τα στοιχεία που ελέγχθηκαν, τα σχετικά αποτελέσματα και ευρήματα, ως και οι όποιες τυχόν παρατηρήσεις των εν λόγω υπαλλήλων. Το πρωτόκολλο υποβάλλεται στις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου, φυλάσσεται δε στο τηρούμενο σε εκάστη τούτων οικείο αρχείο.

3. α. Κατά τη μεταβατική περίοδο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 8 της παρούσας, ο έλεγχος από την αρμόδια επιτροπή διενεργείται σε κάθε περίπτωση αποδοχής από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Ελέγχου της υποβαλλόμενης κατά τα ανωτέρω αίτησης. β. Κατά το τελικό στάδιο (αφού δηλαδή οι φορείς έχουν λάβει τα πιστοποιητικά διαπίστευσης) ο έλεγχος διενεργείται δειγματοληπτικά (σε ποσοστό τουλάχιστον 5% επί των εγκριθεισών κατά την προηγούμενη φάση αιτήσεων), κατά την κρίση των αρμοδίων Υπηρεσιών. Ο εν λόγω έλεγχος πραγματοποιείται, σε ετήσια βάση, πανελλαδικά, σύμφωνα με τα στοιχεία που τηρούνται στο Μητρώο φορέων.

III. 3η ΦΑΣΗ: Υποβολή των αποτελεσμάτων Έλεγχος και Αξιολόγηση

A. Υποβολή αποτελεσμάτων και στοιχείων

Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών, ο ενδιαφερόμενος επιτηδευματίας, εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, υποβάλλει στην οικεία Χημική Υπηρεσία Ελέγχου:

1. Κυρωμένο αντίγραφο του χορηγηθέντος πιστοποιητικού ογκομέτρησης.
2. Τον συνταχθέντα ογκομετρικό πίνακα (Πρωτότυπο και τρία αντίγραφα), ο οποίος πρέπει επί πλέον να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
α. Τη μέθοδο της ογκομέτρησης και τους υπολογισμούς που εκτελέστηκαν.
β. Το ύψος της δεξαμενής.
γ. Το μέγιστο ύψος πλήρωσης της δεξαμενής.
δ. Το σημείο της δεξαμενής από το οποίο πρέπει να γίνονται οι προμετρήσεις και επιμετρήσεις.
ε. Την αναφορά του σημείου 0 (μηδέν) του πίνακα (δηλ. αν αντιστοιχεί στην πλάκα αναφοράς).
στ. Τον όγκο της δεξαμενής κάτω από την πλάκα αναφοράς.
ζ. Το βάρος της πλωτής οροφής (αν υπάρχει) και το ύψος της δεξαμενής πάνω από το οποίο το βάρος της οροφής πρέπει να αφαιρείται.
η. Τα ύψη μεταξύ των οποίων δεν επιτρέπονται να γίνονται μετρήσεις (αν υπάρχει κρίσιμη περιοχή).

Οι ογκομετρικοί πίνακες πρέπει να συνοδεύονται ή να φέρουν ενσωματωμένο σχεδιάγραμμα της δεξαμενής στο οποίο να εμφαίνονται τα παραπάνω στοιχεία, ως και τα σημεία σφράγισης αυτής.
Οι ενδείξεις στους ογκομετρικούς πίνακες θα αναγράφονται τουλάχιστον ανά 1 cm.

3. Τις επιμέρους μετρήσεις.

4. Τους υπολογισμούς βάσει των οποίων προέκυψαν τα στοιχεία του πίνακα.

5. Τον υπολογισμό της αβεβαιότητας των μετρήσεων. Αν η υπολογισθείσα αβεβαιότητα υπερβαίνει τα προβλεπόμενα όρια, όπως αυτά καθορίζονται στο Παράρτημα Γ’ της παρούσας, τότε ο ογκομετρικός πίνακας δεν γίνεται αποδεκτός.

Β. Έλεγχος και Αξιολόγηση

1. Η Χημική Υπηρεσία Ελέγχου προβαίνει, εντός πέντε (5) ημερών από της υποβολής τους, στον έλεγχο και αξιολόγηση των προαναφερθέντων στοιχείων λαμβάνοντας υπόψη και τα αποτελέσματα και ευρήματα των τυχόν διενεργηθέντων ελέγχων βάσει των σχετικών πρωτοκόλλων ελέγχου.
Με βάση τα αποτελέσματα του κατά τα ανωτέρω ελέγχου και αξιολόγησης, η Χημική Υπηρεσία Ελέγχου αποδέχεται ή μη τον υποβληθέντα ογκομετρικό πίνακα μετά των συνυποβληθέντων στοιχείων με σχετική πράξη του Προϊσταμένου αυτής επ’ αυτού και εν συνεχεία εισηγείται εγγράφως προς το οικείο Τελωνείο Ελέγχου για τη χορήγηση ή μη της έγκρισης χρήσης της δεξαμενής, διαβιβάζοντας και τα πρωτογενή στοιχεία (παραπάνω, σημείο Α.2 σχετικά α’ έως ε’).

2. Το Τελωνείο Ελέγχου, με βάση την κατά τα ανωτέρω εισήγηση της Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου και αφού εξετάσει τα στοιχεία του όλου φακέλου και διενεργήσει οποιοδήποτε περαιτέρω έλεγχο ήθελε κρίνει σκόπιμο χορηγεί ή μη την έγκριση χρήσης της δεξαμενής, με σχετική απόφασή του.
Η εν λόγω απόφαση συντάσσεται επί ειδικού εντύπου ως το σχετικό υπόδειγμα (Παράρτημα ΣΤ’της παρούσας) και αντίγραφο αυτής κοινοποιείται στη Χημική Υπηρεσία Ελέγχου και στην αρμόδια κεντρική Διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης του Γ.Χ.Κ., ενώ στον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία χορηγείται το πρωτότυπο και ένα αντίγραφο στα οποία επισυνάπτεται ο ογκομετρικός πίνακας και τα συνυποβληθέντα στοιχεία με την επ’αυτών σχετική πράξη του Προϊσταμένου της Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου.

IV.ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΑ ΟΡΓΑΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ

Οι κατά τα ανωτέρω έλεγχοι διενεργούνται από επιτροπή που συγκροτείται με σχετική απόφαση του οικείου Τελωνείου Ελέγχου και γενικά αποτελείται από έναν υπάλληλο του εν λόγω Τελωνείου και ένα χημικό υπάλληλο της οικείας Χημικής Υπηρεσίας Ελέγχου, κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας.

ΜΕΡΟΣ 2
Περιοδικοί έλεγχοι Επανογκομέτρηση

Εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι καθοριζόμενες παραπάνω διαδικασίες και διατυπώσεις, με τις εξής παρατηρήσεις:

1. Στην υποβαλλόμενη από τον ενδιαφερόμενο επιτηδευματία αίτηση (ανωτέρω, σημείο I.Α) πρέπει να αναφέρεται και ο σκοπός του περιοδικού ελέγχου ή της επανογκομέτρησης.

2. Στην περίπτωση του περιοδικού ελέγχου:

α. Δεν είναι απαραίτητη η συνυποβολή με την κατά τα ανωτέρω αίτηση των σχεδίων της δεξαμενής, εκτός αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι.
β. Στον συνυποβαλλόμενο με την κατά τα ανωτέρω αίτηση τεχνικό φάκελο πρέπει επιπροσθέτως να αναφέρονται, κατά τρόπο σαφή και λεπτομερή τα σημεία του ογκομετρικού πίνακα που πρόκειται να ελεγχθούν.

(Για το παράρτημα στ' βλέπε συνημμένο)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ζ’
ΚΑΤΑΜΕΤΡΗΣΕΙΣ – ΠΡΟΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΕΙΣ


Απαιτούμενος εξοπλισμός

Α. Απαιτούμενα μέσα και όργανα
Για την εκτέλεση των κατά τα ανωτέρω μετρήσεων χειροκίνητα, ο ενδιαφερόμενος οικείος επιτηδευματίας πρέπει απαραιτήτως να διαθέτει:
1. Μετροταινίες, δύο τουλάχιστον.
2. Δειγματολήπτες, δύο τουλάχιστον.
3. Θερμόμετρα, δύο τουλάχιστον.
4. Αλκοολόμετρα (διπλή τουλάχιστον σειρά στην κατάλληλη περιοχή αλκοολικού τίτλου) ή ηλεκτρονικό πυκνόμετρο σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Καν. (ΕΚ) 2870/2000.
5. Αραιόμετρα για αλκοόλη.

Β. Προδιαγραφές

1. Οι μετροταινίες πρέπει να είναι από χάλυβα, καταλλήλου μήκους, με κατάλληλο βαρίδι στο ελεύθερο άκρο τους, με υποδιαίρεση χιλιοστού (μετροταινίες) και να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που καθορίζονται στη διεθνή σύσταση αριθ. 35-1 του OIML.

2. Οι δειγματολήπτες πρέπει να είναι από υλικό κατάλληλο ώστε να μην επηρεάζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το περιεχόμενο της δεξαμενής, ούτε να προσβάλλονται απ’ αυτό, ενώ πρέπει να διασφαλίζουν τη λήψη αντιπροσωπευτικού δείγματος από όλο το περιεχόμενο της δεξαμενής.

3.Τα θερμόμετρα: πρέπει να είναι βαθμονομημένα σε βαθμούς και δέκατα του βαθμού, με περιοχή μέτρησης από 0 έως 40ο C, ελεγμένα για ακρίβεια ενός εικοστού (1/20) του βαθμού.

4. Τα αλκοολόμετρα και τα αραιόμετρα πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές για τις συσκευές της τάξης I ή της τάξης II που καθορίζονται στη διεθνή σύσταση αριθ. 44 «Αλκοολόμετρα και αραιόμετρα για αλκοόλη» του OIML.
Το ηλεκτρονικό πυκνόμετρο πρέπει να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές και χαρακτηριστικά που καθορίζονται στον Καν.(ΕΚ) 2870/2000.

5. Προκειμένου για αυτοματοποιημένα συστήματα προσδιορισμού της στάθμης, αυτά πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις της διεθνούς σύστασης αριθ. R 85-1:2008 του OIML, όσον αφορά τα μετρολογικά χαρακτηριστικά και τις τεχνικές προδιαγραφές τους.
Όλα τα μέσα και όργανα που χρησιμοποιούνται στις κατά τα ανωτέρω μετρήσεις πρέπει υποχρεωτικά να είναι διακριβωμένα από διαπιστευμένους προς τούτο φορείς, τα δε σχετικά πιστοποιητικά διακρίβωσης τηρούνται στις εγκαταστάσεις όπου διενεργούνται οι μετρήσεις και επιδεικνύονται στα αρμόδια όργανα (ανωτέρω, σημείο Β.1) σε κάθε περίπτωση ζήτησης τούτων.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 19 Απριλίου 2018

Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Αριθμ. Φ. 80100/οικ. 17630/943/2018 Αντικατάσταση του Πίνακα παθήσεων που χαρακτηρίζονται μη αναστρέψιμες και για τις οποίες η διάρκεια αναπηρίας των ασφαλισμένων καθορίζεται επ' αόριστον της Φ.80000/οικ.2/1 (Φ.Ε.Κ. Β' 7/2018, ΑΔΑ: ΩΣΑΦ465Θ1Ω-ΧΟΕ) υπουργικής απόφασης

$
0
0
Αριθμ. Φ. 80100/οικ. 17630/943/19-04-2018

(ΦΕΚ Β' 1560/08-05-2018)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 16, παρ. 1, του ν.3846/2010 (Α'66).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ/τος 63/2005 (Α' 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

3. Τις διατάξεις του π.δ/τος 134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας».

4. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν.4320/2015 (Α' 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».

5. Τις διατάξεις του π.δ/τος 73/2015 (Α΄ 116) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

6. Την αριθμ. οικ. 44549/Δ9.12193/08-10-2015 (Β΄ 2169) υπουργική απόφαση «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αναστάσιο Πετρόπουλο» όπως έχει τροποποιηθεί με την αριθμ. οικ.54051/Δ9.14200/ 22-11-2016 (Β΄ 3801) υπουργική απόφαση και την αριθμ. οικ.59285/18416/12-12-2017 (Β΄ 4503) υπουργική απόφαση.

7. Τις διατάξεις του ν.3144/2003 (Α΄ 111) «Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις».

8. Τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν.3863/2010 (Α΄ 115) «Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα και συναφείς διατάξεις, ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις», όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 28 του ν.4038/2012 (Α΄ 14) «Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» και συμπληρώθηκε με το άρθρο 4 του ν.4331/2015 (Α΄ 69) «Μέτρα για την ανακούφιση των Ατόμων με Αναπηρία (ΑμεΑ), την απλοποίηση της λειτουργίας των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και συναφή ασφαλιστικά ζητήματα και άλλες διατάξεις» και συμπληρώθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 50 του ν.4430/2016 (Α'205) «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία και ανάπτυξη των φορέων της και άλλες διατάξεις».

9. Την πρόταση της Δ/νσης Ιατρικής Αξιολόγησης του Ε.Φ.Κ.Α. και τη γνώμη της Ειδικής Επιστημονικής Επιτροπής, που συγκροτήθηκε με την αρ. 31970/Δ9.9047/ 15-7-2015 (ΑΔΑ: ΩΒ7Τ465Θ1Ω-ΧΜΞ) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις: i) αρ.51073/Δ9.13786/13-11-2015 (ΑΔΑ: 7ΤΞΛ465Θ1Ω-9ΤΙ), ii) αρ.273/Δ9.119/5-1-2016 (ΑΔΑ: 6ΚΛΠ465Θ1Ω-Ω48), iii) αρ.8876/Δ9.2832/24-2-2017 (ΑΔΑ: 6ΧΥ0465Θ1Ω-4ΔΖ), και iν) αρ. 16953/Δ9.5384/ 25-4-2017 (ΑΔΑ: 6ΔΝΗ465Θ1Ω-ΔΡ4), ν) αρ.23345/ Δ9.7333/ 22-5-2017 (ΑΔΑ: Ω7ΜΝ465Θ1Ω-Ο5Θ) και vi) αρ. 33387/Δ9.11375/8-8-2017 (ΑΔΑ: 6ΥΛ0465Θ1Ω-ΥΥΒ) υπουργικές αποφάσεις.

10. Τη με αρ. πρωτ. Φ.80000/45219/1864 (ΦΕΚ Β' 4591/2017) υπουργική απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών.

11. Τη με αρ. πρωτ. 16315/1297/21-3-2018 Εισηγητική Έκθεση οικονομικών επιπτώσεων (παρ. 5 άρθρο 24 ν.4270/2014, ΦΕΚ Α΄ 143) της Γενικής Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υ.Π.Ε.Κ.A.A. σύμφωνα με την οποία δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού και του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.),

αποφασίζει:

την αντικατάσταση από τότε που ίσχυσε του Πίνακα Παθήσεων που χαρακτηρίζονται μη αναστρέψιμες και για τις οποίες η διάρκεια αναπηρίας των ασφαλισμένων καθορίζεται επ' αόριστον της Φ.80000/οικ.2/1/2017 (Φ.Ε.Κ. Β' 7/ 2018, ΑΔΑ: ΩΣΑΦ465Θ1Ω-ΧΟΕ) υπουργικής απόφασης, ως εξής:

O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.


Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει την 1/1/2018.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 19 Απριλίου 2018

Ο Υφυπουργός
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αριθμ. ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/19409/1507/2018 Εφαρμογή της παρ. η του άρθρου 99 του ν. 4495/2017 «Έλεγχος και προστασία του Δομημένου Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 167)

$
0
0

Αριθμ. ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/19409/1507/02-04-2018

(ΦΕΚ Β' 1643/11-05-2018)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Το άρθρο 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ/τος 63/2005 (ΦΕΚ Α΄/98).

2. Το υπ’ αριθμ. 70/2015 π.δ/γμα «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού.» (ΦΕΚ Α΄/114).

3. Την υπ’ αριθμ. Υ2/22.9.2015 απόφαση «Σύσταση Θέσεων Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ Β΄/2076).

4. Το υπ’ αρίθμ. 125/2016 π.δ/γμα «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ Α΄/210).

5. Το π.δ/γμα 132/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας» (ΦΕΚ Α΄/160).

6. Τo άρθρο 99 του ν. 4495/2017 «Έλεγχος και προστασία του Δομημένου Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 167/3.11.2017).

7. Την παρ. 7 του άρθρου 102 του ν. 4495/2017 (ΦΕΚ Α΄ 167/3.11.2017).

8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,  αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Απαίτηση μελέτης στατικής επάρκειας


Μελέτη στατικής επάρκειας απαιτείται για κάθε κατασκευή που ανήκει σε μία από τις κατωτέρω περιπτώσεις, εκτός των περιπτώσεων των κατηγοριών 1, 2 και 3 του άρθρου 96 και κτιρίων σπουδαιότητας Σ1 σύμφωνα με τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό (ΕΑΚ):
αα) κάθε στατικά ανεξάρτητη κατασκευή που είναι εξ’ ολοκλήρου αυθαίρετη,
ββ) κάθε αυθαίρετη κατασκευή που έχει υπαχθεί στο ν. 4178/2013 και, με βάση ένα τουλάχιστον από τα υποβληθέντα Δελτία Ελέγχου Δομικής Τρωτότητας Αυθαιρέτου (ΔΕΔΟΤΑ) που την αφορούν, κατατάσσεται σε υψηλής (Υ) προτεραιότητας περαιτέρω ελέγχου,
γγ) κάθε αυθαίρετη προσθήκη ή τροποποίηση ή αλλαγή χρήσης που έχει εφαρμοστεί σε κτίρια κατηγορίας σπουδαιότητας Σ2, Σ3 και Σ4, σύμφωνα με τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό.

Κτίρια σπουδαιότητας Σ2 όπου έχει συντελεστεί αλλαγή χρήσης η οποία μεταβάλλει τη σπουδαιότητα σε Σ3 ή Σ4, σε επιφάνεια έως και του 1/3 της συνολικής, αντιμετωπίζονται στην παρούσα ως κτίρια σπουδαιότητας Σ2. β) Η μελέτη στατικής επάρκειας πραγματοποιείται είτε με τον ΚΑΝΕΠΕ είτε σύμφωνα με τους κανονισμούς που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της οικοδομικής άδειας του κτιρίου ή της κατασκευής του φέροντος οργανισμού του. Σε κάθε περίπτωση ως σεισμικό φορτίο λαμβάνεται κατ’ ελάχιστο αυτό που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας ή της κατασκευής του φέροντος οργανισμού. Για την περίπτωση κτιρίων τα οποία έχουν κατασκευαστεί πριν την 1.1.1983, αλλά η αυθαίρετη προσθήκη ή τροποποίηση ή αλλαγή χρήσης έχει πραγματοποιηθεί μεταγενέστερα, η μελέτη στατικής επάρκειας θα πρέπει να εκπονείται με προσομοίωση του συνόλου της κατασκευής και έλεγχο: (α) του προγενέστερου τμήματος με βάση τον αντισεισμικό κανονισμό που ίσχυε κατά την περίοδο αδειοδότησης ή κατασκευής του υπάρχοντος και (β) της αυθαίρετης προσθήκης ή τροποποίησης ή αλλαγής χρήσης με βάση τον αντίστοιχο αντισεισμικό κανονισμό που ίσχυε κατά την πραγματοποίησή της.

Άρθρο 2
Προϋποθέσεις για μη απαίτηση μελέτης στατικής επάρκειας


Δεν απαιτείται υποβολή μελέτης στατικής επάρκειας αλλά τεχνική έκθεση αρμόδιου μηχανικού στις εξής περιπτώσεις:
α) μετατροπή ημιυπαίθριου χώρου σε κλειστό,
β) αυθαίρετες κατασκευές παταριών ισογείου επιφάνειας μέχρι ποσοστού 50% του δαπέδου του ισογείου με την προϋπόθεση ότι δεν δημιουργούνται “θέσει” κοντά υποστυλώματα. Διαφορετικά εξετάζονται τα μέλη και η σύνδεσή τους με στοιχεία του φέροντος οργανισμού, τα οποία και θα ενισχύονται για ενδεχόμενες τοπικές αστοχίες. Σε κάθε περίπτωση ελέγχεται η στατική επάρκεια του αυθαίρετου παταριού για κατακόρυφα φορτία,
γ) αυθαίρετες κατασκευές προβόλων οι οποίοι προεξέχουν έως 2.00 μέτρα ή αυθαίρετες επαυξήσεις της προεξοχής τους μέχρι ποσοστού 25%,
δ) κατασκευή στο δώμα κτιρίων μέχρι το είκοσι τοις εκατό (20%) της επιφάνειας αυτού,
ε) υπόγειοι χώροι μέγιστης επιφάνειας έως αυτής του ισογείου, κατασκευασμένοι με περιμετρικούς τοίχους από μπατική τοιχοποιία ή οπλισμένο σκυρόδεμα, τα οποία καλύπτουν τουλάχιστον το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της περιμέτρου,
στ) μετατροπή πιλοτής (pilotis) σε κλειστό χώρο με προσθήκη περιμετρικών τοίχων που καλύπτουν τουλάχιστον το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της περιμέτρου,
ζ) υπόγεια που ξεμπαζώθηκαν και είναι κατασκευασμένα με περιμετρικούς τοίχους από μπατική τοιχοποιία ή οπλισμένο σκυρόδεμα, οι οποίοι καλύπτουν τουλάχιστον το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της περιμέτρου,
η) στατικά ανεξάρτητοι βοηθητικοί χώροι κατηγορίας σπουδαιότητας Σ2 και εμβαδού κάτοψης μέχρι 25m2 έκαστος,
θ) για αυθαίρετη προσθήκη στέγης με μεταλλικά ή ξύλινα ζευκτά ο έλεγχος περιορίζεται στον έλεγχο των δομικών στοιχείων της στέγης καθώς και στις συνδέσεις με το φέροντα οργανισμό του υφιστάμενου φορέα,
ι) το σύνολο των αυθαιρέτων κατασκευών ανά διηρημένη ιδιοκτησία ή ανεξάρτητο κτίριο είναι μικρότερο σε επιφάνεια από 25 τ.μ.,
ια) το σύνολο των αυθαιρέτων κατασκευών ανά διηρημένη ιδιοκτησία ή ανεξάρτητο κτίριο δεν επιφέρει αύξηση των κατακόρυφων φορτίων άνω του 20% για κατηγορία σπουδαιότητας Σ2 σύμφωνα με τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό (ΕΑΚ) και 10% για κατηγορίες σπουδαιότητας Σ3 και Σ4 για τη διηρημένη ιδιοκτησία αυτή ή το ανεξάρτητο κτίριο,
ιβ) έχει εκδοθεί άδεια σεισμοπλήκτου και έχουν υλοποιηθεί ενισχύσεις μετά την 1.1.2000.

Άρθρο 3
Περιεχόμενο μελέτης στατικής επάρκειας


Η μελέτη στατικής επάρκειας περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
α) Έκθεση συλλογής στοιχείων και πληροφοριών
β) Έκθεση αποτύπωσης τεκμηρίωσης
γ) Γενικά σχέδια αποτύπωσης του φέροντος οργανισμού και παρουσίασης ενδεχόμενων βλαβών
δ) Έκθεση αποτίμησης φέρουσας ικανότητας 
ε) Τεύχη υπολογισμών, αναλύσεων και ελέγχων

Για τα (α), (β), (γ) και (ε) εφαρμόζεται ο ισχύων ΚΑΝΕΠΕ για κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα και αντίστοιχες διατάξεις των ΕΥΡΩΚΩΔΙΚΩΝ για τους υπόλοιπους φορείς.

Για το (δ) αποτιμάται ο φορέας είτε με τον ΚΑΝΕΠΕ είτε σύμφωνα με τους κανονισμούς που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της οικοδομικής άδειάς του κτιρίου ή της κατασκευής του φέροντος οργανισμού του. Σε κάθε περίπτωση ως σεισμικό φορτίο λαμβάνεται κατ' ελάχιστο αυτό που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας ή της κατασκευής του φέροντος οργανισμού.

Για κτίρια για τα οποία διατίθεται εγκεκριμένη στατική μελέτη η οποία έχει εφαρμοστεί ως προς τις διαστάσεις του φορέα του φέροντος οργανισμού, η έκθεση αποτίμησης φέρουσας ικανότητας μπορεί να περιορίζεται στον έλεγχο του συνολικού σεισμικού φορτίου (τέμνουσα βάσης) όταν μετά την προσθήκη των αυθαιρέτων κατασκευών στο σύνολο του κτιρίου προκύπτει ότι αυτό δεν υπερβαίνει το 1.15 για κτίρια με άδεια προ της 1.7.1995 και το 1.25 για κτίρια με άδεια από 1.7.1995 και μετά. Οι αναλύσεις πραγματοποιούνται με το σεισμικό φορτίο της εγκεκριμένης στατικής μελέτης.

Από την έκθεση αποτίμησης προκύπτει είτε στατική επάρκεια του κτιρίου είτε ανεπάρκεια.

Το παραπάνω συμπέρασμα κοινοποιείται υποχρεωτικά στον αιτούντα την υπαγωγή, συνοδεύει τη βεβαίωση του μηχανικού σε κάθε δικαιοπραξία και συμπληρώνεται στο πληροφοριακό σύστημα υπαγωγής των αυθαιρέτων.
 
Άρθρο 4
Διαδικασία ενίσχυσης κτιρίου στις περιπτώσεις στατικής ανεπάρκειας


Στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί στατική ανεπάρκεια ο ιδιοκτήτης υποχρεούται μέσα σε διάστημα τριών (3) ετών να προβεί στην εκπόνηση μελέτης επεμβάσεων και την υλοποίηση των απαραίτητων εργασιών που προκύπτουν από την μελέτη.

Η μελέτη επεμβάσεων πρέπει να πραγματοποιηθεί στο σύνολο του κτιρίου σύμφωνα με τις διατάξεις των ΚΑΝΕΠΕ / ΕΥΡΩΚΩΔΙΚΩΝ και με σεισμική φόρτιση τουλάχιστον αυτή που ίσχυε κατά την περίοδο αδειοδότησης του υπάρχοντος. Για τις κατασκευές που μελετήθηκαν με άδεια από 1.7.1995 και μετά, η μελέτη επεμβάσεων δύναται εναλλακτικά να πραγματοποιηθεί για στάθμη επιτελεστικότητας τουλάχιστον Γ1 κατά ΚΑΝΕΠΕ.

Για την εκτέλεση των εργασιών ενίσχυσης σύμφωνα με την εκπονηθείσα μελέτη του μηχανικού προβλέπεται μείωση του ενιαίου ειδικού προστίμου κατά το κόστος αυτών και έως
α) 60% σε περιοχές σεισμικής επικινδυνότητας 3 β) 50% σε περιοχές σεισμικής επικινδυνότητας 2 γ) 30% σε περιοχές σεισμικής επικινδυνότητας 1

Η διαδικασία προβλέπεται στο άρθρο 5 της υπουργικής απόφασης ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/27454/2631/2017 (ΦΕΚ 3976 Β΄/2017).

Μέχρι την υλοποίηση των εργασιών ενίσχυσης η εξ’ ολοκλήρου αυθαίρετη κατασκευή ή η αυθαίρετη προσθήκη δεν μισθώνεται και δεν λαμβάνει άδεια λειτουργίας.

Άρθρο 5
Διαδικασία υποβολής


Για να λάβει μία δήλωση την έκπτωση 10% λόγω υποβολής μελέτης στατικής επάρκειας, πρέπει να είναι επιλεγμένο, στα Στοιχεία υπολογισμού, το πεδίο «υποβολή Μελέτης Στατικής Επάρκειας».

Όσο η δήλωση είναι σε «Επεξεργασία» και σε «Αρχική υποβολή», εφόσον έχει ήδη εκπονηθεί η μελέτη στατικής επάρκειας, το πεδίο επιλέγεται από τον μηχανικό. Για την προώθηση της δήλωσης σε «Υπαγωγή» απαιτείται να έχει υποβληθεί το αρχείο «Μελέτη στατικής επάρκειας» και το πρόστιμο υπολογίζεται με έκπτωση 10%.

Σε περίπτωση που η μελέτη Στατικής Επάρκειας εκπονηθεί και υποβληθεί μετά την προώθηση της δήλωσης σε Υπαγωγή, ο μηχανικός υποβάλει ηλεκτρονικό αίτημα στο πληροφοριακό σύστημα του ΤΕΕ ώστε να επιλεγεί το πεδίο «Υποβολή Μελέτης Στατικής Επάρκειας», να υπολογιστεί το πρόστιμο με την προβλεπόμενη έκπτωση και να αναπροσαρμοστούν οι ανεξόφλητες δόσεις. Τυχόν υπερβάλλοντα ποσά προστίμου δεν επιστρέφονται.

Άρθρο 6

Η παρούσα ισχύει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 2 Απριλίου 2018

Ο Υπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1072328 ΕΞ 2018 Εφαρμογή διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 κατά την προμήθεια φακέλων με προπληρωμένο τέλος από φορείς γενικής κυβέρνησης

$
0
0

Αθήνα, 9 Μαΐου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1072328 ΕΞ2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Ε. Καπούτσου
Τηλέφωνο: 210 - 3375312
Fax: 210 - 3375001
E-Mail: d12.b@yo.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 κατά την προμήθεια φακέλων με προπληρωμένο τέλος από φορείς γενικής κυβέρνησης.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, οι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης εκτός από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες κατά την προμήθεια κάθε είδους αγαθών ή υπηρεσιών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, υποχρεούνται, κατά την καταβολή ή την έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής της αξίας αυτών, να παρακρατούν φόρο εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται στο καθαρό ποσό της αξίας των αγαθών ή υπηρεσιών με τους οριζόμενους στις ίδιες διατάξεις συντελεστές, κατά περίπτωση.

2. Περαιτέρω, με τις ίδιες πιο πάνω διατάξεις ορίζεται ότι εξαιρούνται από την παρακράτηση φόρου οι υπόχρεοι του πρώτου εδαφίου όταν, μεταξύ άλλων, λαμβάνουν υπηρεσίες ή προμηθεύονται ηλεκτρικό ρεύμα, τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, τηλεγραφήματα, γραμματόσημα, φωταέριο, νερό και εισιτήρια γενικά.

3. Με την ΠΟΛ.1120/25.4.2014 εγκύκλιό μας, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή, μεταξύ άλλων, των πιο πάνω διατάξεων, διευκρινίστηκε ότι ως φορείς γενικής κυβέρνησης, που υποχρεούνται στη διενέργεια παρακράτησης φόρου εισοδήματος, για την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων, νοούνται οι φορείς που περιλαμβάνονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης που τηρείται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1Β του ν. 2362/1995.

Επίσης, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι όταν στα τιμολόγια περιλαμβάνεται προμήθεια αγαθών και παροχή υπηρεσιών, ο παρακρατούμενος φόρος θα υπολογίζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή κάθε κατηγορίας, εφόσον είναι δυνατός ο διαχωρισμός της προμήθειας αγαθών από την παροχή υπηρεσιών. Σε αντίθετη περίπτωση ο παρακρατούμενος φόρος θα υπολογίζεται με το συντελεστή της κατηγορίας εκείνης που υπερτερεί ως ποσό δαπάνης.

4. Από τα στοιχεία που έχουν τεθεί υπόψη της υπηρεσίας μας προκύπτει ότι Δήμοι, ως φορείς γενικής κυβέρνησης, προμηθεύονται για τις ανάγκες των υπηρεσιών τους και την εξυπηρέτηση της λειτουργίας τους φακέλους με προπληρωμένο τέλος που διατίθενται από την εταιρεία «ΕΛΤΑ Α.Ε.».

Η ως άνω προμήθεια έχει ουσιαστικά τη μορφή σύνθετου προϊόντος, καθόσον αφορά τόσο το προϊόν (φάκελος) όσο και την υπηρεσία (γραμματόσημο - ταχυδρομικό τέλος).

5. Κατόπιν των ανωτέρω, και δεδομένου ότι με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 οι φορείς γενικής κυβέρνησης εξαιρούνται από την υποχρέωση παρακράτησης φόρου όταν προμηθεύονται, μεταξύ άλλων, γραμματόσημα, προκύπτει καταρχήν ότι το ποσό που αντιστοιχεί στο προπληρωμένο τέλος εξαιρείται της παρακράτησης φόρου, δυνάμει των σχετικών διατάξεων, ενώ το ποσό που αντιστοιχεί στους φακέλους υπόκειται σε παρακράτηση, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην παρ. 3 του παρόντος, σχετικά με τον διαχωρισμό της προμήθειας αγαθών από την παροχή υπηρεσιών. Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της δυσχέρειας που δύναται να προκληθεί κατά τον διαχωρισμό του συνολικού ποσού και δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής δαπάνης αφορά ουσιαστικά τα ταχυδρομικά τέλη, με το παρόν γίνεται δεκτό ότι όταν δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός του ποσού που αντιστοιχεί στο προπληρωμένο τέλος από αυτό που αντιστοιχεί στους φακέλους το συνολικό ποσό θα εξαιρείται της παρακράτησης φόρου με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013.


Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Yπόθεση C-651/16 Επίδομα μητρότητας – Υπολογισμός του ποσού του βάσει των εισοδημάτων της ασφαλισμένης κατά τη διάρκεια περιόδου αναφοράς δώδεκα μηνών – Πρόσωπο το οποίο κατά την περίοδο αυτή υπηρετούσε σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα τον καθορισμό του επίμαχου ποσού στο 70 % της μέσης βάσεως εισφορών – Περιορισμός στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων – Αρχή της καλόπιστης συνεργασίας

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2018  «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική ασφάλιση – Επίδομα μητρότητας – Υπολογισμός του ποσού του βάσει των εισοδημάτων της ασφαλισμένης κατά τη διάρκεια περιόδου αναφοράς δώδεκα μηνών – Πρόσωπο το οποίο κατά την περίοδο αυτή υπηρετούσε σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα τον καθορισμό του επίμαχου ποσού στο 70 % της μέσης βάσεως εισφορών – Περιορισμός στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων – Αρχή της καλόπιστης συνεργασίας»

Στην υπόθεση C‑651/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Augstākā tiesa (Ανώτατο Δικαστήριο, Λεττονία) με απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Δεκεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

DW

κατά

Valsts sociālās apdrošināšanas aģentūra,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Levits, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet και F. Biltgen (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η DW, αυτοπροσώπως,

–        η Λεττονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις I. Kucina και A. Bogdanova,

–        η Εσθονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την N. Grünberg,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους I. Naglis και M. Kellerbauer,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 45 ΣΛΕΕ καθώς και του άρθρου 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ.

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της DW και του Valsts sociālās apdrošināšanas aģentūra (εθνικού ιδρύματος κοινωνικών ασφαλίσεων, Λεττονία) σχετικά με τον καθορισμό του ποσού του επιδόματος μητρότητας που πρέπει να της χορηγηθεί.

 Το νομικό πλαίσιο

3        Το άρθρο 31 του Likums «Par maternitātes un slimības apdrošināšanu» (νόμου περί ασφαλίσεως μητρότητας και ασθενείας, Latvijas Vēstnesis, 1995, αριθ. 182, σ. 465) προβλέπει, στις παραγράφους του 1, 6 και 7, τα εξής:

«1)      Για τον υπολογισμό κρατικής παροχής κοινωνικής ασφαλίσεως, η μέση βάση εισφορών καθορίζεται σύμφωνα με τη μέση βάση εισφορών του ασφαλισμένου προσώπου κατά τη διάρκεια δωδεκάμηνης περιόδου, η οποία συμπληρώνεται δύο μήνες πριν από τον μήνα κατά τον οποίον επέρχεται ο ασφαλιστικός κίνδυνος [...]

[...]

6)      Εάν, κατά τη διάρκεια μέρους της περιόδου που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της μέσης βάσεως εισφορών, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 […], το ασφαλισμένο πρόσωπο δεν ήταν εγγεγραμμένο ως υπόχρεο προς καταβολή εισφορών στην εθνική κοινωνική ασφάλιση ή τελούσε σε άδεια άνευ αποδοχών, […] η μέση βάση εισφορών που αντιστοιχεί σε αυτό το μέρος της περιόδου, καθώς επίσης στο μέρος της περιόδου για το οποίο δεν υφίσταται μέση βάση εισφορών λόγω του γεγονότος ότι το πρόσωπο τελούσε σε άδεια άνευ αποδοχών, εξαιρουμένης της περιόδου κατά την οποία τελούσε σε άδεια άνευ αποδοχών για την ανατροφή τέκνου, ισούται, για τον υπολογισμό του επιδόματος μητρότητας ή πατρότητας, με το 70 % του ποσού της μέσης βάσεως μηνιαίων εισφορών στην ημεδαπή.

7)      Αν, κατά τη διάρκεια μέρους της περιόδου που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της μέσης βάσεως εισφορών, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 [...], δεν υφίσταται μέση βάση εισφορών λόγω του γεγονότος ότι το πρόσωπο ήταν ανίκανο προς εργασία, τελούσε σε άδεια εγκυμοσύνης και μητρότητας, σε άδεια πατρότητας, σε άδεια άνευ αποδοχών για την ανατροφή τέκνου, ή σε γονική άδεια, η μέση βάση εισφορών ισούται με τη μέση βάση εισφορών της περιόδου αναφοράς αφαιρουμένων των ημερών προσωρινής ανικανότητας προς εργασία, της άδειας εγκυμοσύνης ή μητρότητας, της άδειας πατρότητας, της άδειας άνευ αποδοχών για την ανατροφή τέκνου και της γονικής άδειας.»

4        Κατά το άρθρο 7 του Ministru Kabineta noteikumi Nr. 270 «Vidējās apdrošināšanas iemaksu algas aprēķināšanas kārtība un valsts sociālās apdrošināšanas pabalstu piešķiršanas, aprēķināšanas un izmaksas kārtība» (διατάγματος υπ’ αριθ. 270 του Υπουργικού Συμβουλίου, περί των λεπτομερειών υπολογισμού της μέσης βάσεως εισφορών και των λεπτομερειών χορηγήσεως, υπολογισμού και καταβολής των παροχών κοινωνικών ασφαλίσεων), της 27ης Ιουλίου 1998 (Latvijas Vēstnesis,1998, αριθ. 223/224, σ. 1284):

«7.      Για τον υπολογισμό της μέσης βάσεως εισφορών του εργαζομένου, η βάση εισφορών περιλαμβάνει το σύνολο των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία του εργαζομένου κατά την περίοδο του άρθρου 31, παράγραφος 1, του νόμου περί ασφαλίσεως μητρότητας και ασθενείας:

7.1.      ως μισθωτός εργαζόμενος

7.1.1.       σε εργοδότη, με τον οποίον, την ημέρα επελεύσεως του ασφαλιστικού κινδύνου, ο εργαζόμενος συνδέεται με μια εκ των εννόμων σχέσεων του άρθρου 1, παράγραφος 2, του νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως οι οποίες αποτελούν το θεμέλιο για την κτήση βάσεως εισφορών.»

5        Το άρθρο 8 του εν λόγω διατάγματος ορίζει τα εξής:

«Στις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 7 του παρόντος διατάγματος περιπτώσεις, η μέση βάση εισφορών υπολογίζεται, για τους σκοπούς της χορηγήσεως παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως, σύμφωνα με την ακόλουθη μέθοδο:

Vd = (A 1 + A 2 + … + A 12)/D, όπου

Vd = η μέση βάση ημερησίων εισφορών [...]·

A 1, A 2 … = το ποσό της βάσεως εισφορών η οποία έχει ληφθεί στο πλαίσιο μισθωτής εργασίας του αντίστοιχου μήνα της δωδεκάμηνης περιόδου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 31, παράγραφος 1, του νόμου περί ασφαλίσεως μητρότητας και ασθενείας, υπολογιζομένη εξαιρουμένων των ασφαλίστρων, πριμοδοτήσεων, παροχών και λοιπών αμοιβών που ο εργοδότης έχει καταβάλει, σύμφωνα με τα οριζόμενα σε συλλογική ή ατομική σύμβαση εργασίας, στον εργαζόμενο την περίοδο κατά την οποία ο τελευταίος τελούσε σε κατάσταση προσωρινής ανικανότητας προς εργασία ή σε άδεια εγκυμοσύνης και μητρότητας, σε γονική άδεια ή σε άδεια άνευ αποδοχών για την ανατροφή τέκνου·

D = ο αριθμός ημερών της περιόδου του άρθρου 31, παράγραφος 1, του νόμου περί ασφαλίσεως μητρότητας και ασθενείας, εξαιρουμένων των μη δεδουλευμένων ημερών λόγω προσωρινής ανικανότητας προς εργασία για την οποία καταβάλλεται επίδομα ασθενείας, λόγω άδειας εγκυμοσύνης και μητρότητας, άδειας πατρότητας, άδειας άνευ αποδοχών για την ανατροφή τέκνου και γονικής άδειας.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

6        Στις 2 Ιανουαρίου 2014, η DW ζήτησε από το εθνικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων τη χορήγηση επιδόματος μητρότητας για τη διάρκεια της άδειας εγκυμοσύνης της. Στις 2 Απριλίου 2014, η DW ζήτησε επίσης το επίδομα αυτό για τη διάρκεια της άδειας μητρότητας.

7        Το εθνικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων χορήγησε το εν λόγω επίδομα για τις περιόδους από 2 Ιανουαρίου έως 12 Μαρτίου 2014 και από 13 Μαρτίου έως 21 Μαΐου 2014, αντιστοίχως. Το επίδομα μητρότητας καθορίσθηκε στο 80 % της μέσης βάσεως εισφορών, η οποία υπολογίσθηκε ανά ημερολογιακή ημέρα και καθορίσθηκε βάσει των εισοδημάτων της DW κατά την περίοδο των δώδεκα ημερολογιακών μηνών από την 1η Νοεμβρίου 2012 έως τις 31 Οκτωβρίου 2013 και του αριθμού των ημερολογιακών ημερών της περιόδου αυτής. Δεδομένου ότι, κατά την περίοδο αναφοράς των δώδεκα μηνών, η DW εργάσθηκε για ένδεκα μήνες σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, επομένως, δεν ήταν εγγεγραμμένη ως μισθωτή εργαζομένη στη Λεττονία, το εθνικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων, κατά το άρθρο 31, παράγραφος 6, του νόμου περί ασφαλίσεως μητρότητας και ασθενείας, καθόρισε τη βάση των εισφορών για κάθε έναν από τους μήνες αυτούς στο 70 % της μέσης βάσεως εισφορών του οικείου κράτους μέλους, ήτοι στο ποσό των 395,70 ευρώ. Αντιθέτως, για τον μήνα κατά τον οποίο η DW ήταν εγγεγραμμένη ως μισθωτή εργαζομένη και κατέβαλε εισφορές στη Λεττονία, ελήφθη υπόψη η μέση βάση πραγματικών εισφορών του μήνα αυτού, ήτοι στο ποσό των 1 849,73 ευρώ.

8        Η DW προσέφυγε ενώπιον του administratīvā rajona tiesa (περιφερειακού διοικητικού πρωτοδικείου, Λεττονία) αιτούμενη νέο υπολογισμό του ποσού του επιδόματός της. Το δικαστήριο αυτό έκανε δεκτό το αίτημά της βάσει τόσο των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2004, L 166, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 200, σ. 1), όσο και των διατάξεων της Συνθήκης ΛΕΕ περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων.

9        Το Administratīvā apgabaltiesa (περιφερειακό διοικητικό εφετείο, Λεττονία) έκανε δεκτή την ασκηθείσα από το εθνικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων έφεση. Το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι ο κανονισμός 883/2004, ο οποίος προβλέπει τον συνυπολογισμό των περιόδων που έχουν συμπληρωθεί για την κτήση δικαιώματος, δεν έχει εν προκειμένω εφαρμογή, δεδομένου ότι το λεττονικό δίκαιο δεν απαιτεί, για τη χορήγηση του δικαιώματος σε επίδομα μητρότητας, καμία προγενέστερη περίοδο υπαγωγής στο λεττονικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως. Έκρινε συνεπώς ότι ο υπολογισμός του επιδόματος αυτού είχε πραγματοποιηθεί ορθώς υπό το πρίσμα μόνον του λεττονικού δικαίου.

10      Η DW άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Augstākā tiesa (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Λεττονία) υποστηρίζοντας ότι οι λεπτομέρειες υπολογισμού του εν λόγω επιδόματος προσκρούουν στα άρθρα 45 έως 48 ΣΛΕΕ και στη νομολογία του Δικαστηρίου (απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107). Κατά την DW, για τον υπολογισμό της προς χορήγηση παροχής, δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφαλίσεως που έχουν πραγματοποιηθεί στα θεσμικά όργανα της Ένωσης και το ποσό του επιδόματος πρέπει να προστεθεί σε αυτό που θα ελάμβανε αν είχε εργασθεί στη Λεττονία καθ’ όλη την περίοδο αναφοράς. Κατά την άποψη της DW, το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από τον σκοπό της επίμαχης παροχής, ήτοι να ενισχύεται το επίδομα μητρότητας για τους εργαζομένους διασφαλίζοντας συγχρόνως ένα ελάχιστο εισόδημα στους ανέργους.

11      Το εθνικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων θεωρεί ότι η νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τον συνυπολογισμό των περιόδων απασχολήσεως για τη θεμελίωση δικαιώματος σε γονικό επίδομα δεν έχει εν προκειμένω εφαρμογή, όσον αφορά τον υπολογισμό του ποσού του επιδόματος μητρότητας.

12      Το αιτούν δικαστήριο έχει αμφιβολίες ως προς το αν οι διατάξεις του λεττονικού δικαίου περί του υπολογισμού του ποσού του επιδόματος μητρότητας συνάδουν με το δίκαιο της Ένωσης. Συναφώς, διαπιστώνει ότι η DW περιήλθε σε μειονεκτική θέση μετά την άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας αποδεχόμενη θέση εργασίας σε θεσμικό όργανο της Ένωσης. Συγκεκριμένα, η μέση βάση εισφορών που έγινε δεκτή από το λεττονικό δίκαιο για τους ένδεκα μήνες κατά τη διάρκεια των οποίων η DW υπηρετούσε σε θεσμικό όργανο της Ένωσης είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτήν που έγινε δεκτή για τον εναπομείναντα μήνα εργασίας της DW στη Λεττονία. Κατά το αιτούν δικαστήριο, η εφαρμοσθείσα μέθοδος υπολογισμού για τον καθορισμό του επιδόματος μητρότητας έχει ως αποτέλεσμα, στην πραγματικότητα, ότι το ποσό του επιδόματος αυτού εξαρτάται από τη διάρκεια της περιόδου δραστηριότητας του οικείου εργαζομένου στη Λεττονία.

13      Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει τη νομολογία του Δικαστηρίου δυνάμει της οποίας η ρύθμιση αυτή μπορεί να αποτελεί περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, τον οποίο απαγορεύει το άρθρο 45 ΣΛΕΕ. Η εν λόγω ρύθμιση δεν μπορεί να γίνει δεκτή ούτε υπό το πρίσμα του καθήκοντος της ειλικρινούς συνεργασίας και συνδρομής που υπέχουν τα κράτη μέλη έναντι της Ένωσης και εκφράζεται με την υποχρέωση που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ (αποφάσεις της 16ης Δεκεμβρίου 2004, My, C‑293/03, EU:C:2004:821, σκέψεις 45 έως 48· της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψεις 16 και 17, καθώς και της 4ης Φεβρουαρίου 2015, Melchior, C‑647/13, EU:C:2015:54, σκέψεις 26 και 27).

14      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Augstākā tiesa (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Πρέπει να γίνει δεκτό ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 45, παράγραφοι 1 και 2, ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι επιτρέπουν κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης η οποία, για τον καθορισμό του ποσού του επιδόματος μητρότητας, δεν εξαιρεί μεν από την περίοδο των δώδεκα μηνών που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της μέσης βάσεως εισφορών τους μήνες κατά τους οποίους το οικείο πρόσωπο εργάστηκε σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ήταν ασφαλισμένο στο κοινό σύστημα υγειονομικής ασφαλίσεως της [Ένωσης], πλην όμως, λόγω του ότι, κατά την περίοδο αυτή, το οικείο πρόσωπο δεν ήταν ασφαλισμένο στη Λεττονία, εξομοιώνει τα εισοδήματά του με τη μέση βάση εισφορών στην ημεδαπή, όπερ ενδέχεται να μειώσει σημαντικά το ποσό του χορηγούμενου επιδόματος μητρότητας σε σύγκριση με το ποσό του επιδόματος που θα μπορούσε να λάβει εάν, κατά την περίοδο υπολογισμού, δεν εργαζόταν σε θεσμικό όργανο της Ένωσης […], αλλά απασχολείτο στη Λεττονία;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

15      Με το ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι δεν επιτρέπουν ρύθμιση κράτους μέλους, όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, η οποία, για τον καθορισμό της μέσης βάσεως εισφορών που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του επιδόματος μητρότητας, εξομοιώνει τους μήνες της περιόδου αναφοράς κατά τους οποίους το οικείο πρόσωπο εργάσθηκε για θεσμικό όργανο της Ένωσης και δεν ήταν ασφαλισμένο στο καθεστώς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους αυτού με περίοδο μη απασχολήσεως και εφαρμόζει ως προς τους μήνες αυτούς τη μέση βάση εισφορών που καθορίζεται στο εν λόγω κράτος μέλος, όπερ συνεπάγεται σημαντική μείωση του ποσού του χορηγουμένου στο πρόσωπο αυτό επιδόματος μητρότητας σε σχέση με το επίδομα που θα μπορούσε να λάβει αν είχε ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα μόνο σε αυτό το κράτος μέλος.

16      Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζεται ότι, καίτοι τα κράτη μέλη διατηρούν την αρμοδιότητα οργανώσεως των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, καθορίζοντας, μεταξύ άλλων, τις προϋποθέσεις χορηγήσεως των παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως, οφείλουν εντούτοις να ασκούν την αρμοδιότητα αυτή τηρώντας το δίκαιο της Ένωσης και, ιδίως, τις διατάξεις της Συνθήκης περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 1ης Απριλίου 2008, Gouvernement de la Communauté française και gouvernement wallon, C‑212/06, EU:C:2008:178, σκέψη 43· της 21ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑515/14, EU:C:2016:30, σκέψη 38, καθώς και της 6ης Οκτωβρίου 2016, Adrien κ.λπ., C‑466/15, EU:C:2016:749, σκέψη 22).

17      Επομένως, πρέπει να εξετασθεί αν οι διατάξεις της Συνθήκης περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων έχουν εφαρμογή σε κατάσταση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης. Αν αυτό ισχύει, πρέπει να καθορισθεί, αφενός, εάν εθνική ρύθμιση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και, αφετέρου, επί καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό, εάν το εμπόδιο αυτό δικαιολογείται αντικειμενικώς.

18      Πρώτον, όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, υπήκοος της Ένωσης, ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας του και της ιθαγενείας του, ο οποίος έκανε χρήση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων και ο οποίος άσκησε επαγγελματική δραστηριότητα σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο της κατοικίας του, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 45 ΣΛΕΕ (αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Rockler, C‑137/04, EU:C:2006:106, σκέψη 14, καθώς και της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψη 11 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

19      Εξάλλου, υπήκοος της Ένωσης ο οποίος εργάζεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος καταγωγής του και έχει αποδεχθεί θέση εργασίας σε διεθνή οργανισμό εμπίπτει επίσης στο πεδίο εφαρμογής της διατάξεως αυτής (βλ., συναφώς, μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Rockler, C‑137/04, EU:C:2006:106, σκέψη 15· της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψη 12 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 4ης Ιουλίου 2013, Gardella, C‑233/12, EU:C:2013:449, σκέψη 25). Πράγματι, ο υπήκοος αυτός δεν χάνει την ιδιότητα του εργαζομένου κατά την έννοια του άρθρου 45 ΣΛΕΕ επειδή απασχολείται σε διεθνή οργανισμό (απόφαση της 4ης Ιουλίου 2013, Gardella, C‑233/12, EU:C:2013:449, σκέψη 26).

20      Συνεπώς, η κατάσταση της DW εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 45 ΣΛΕΕ.

21      Δεύτερον, όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον η εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως, όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, υπενθυμίζεται ότι όλες οι διατάξεις της Συνθήκης περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων σκοπό έχουν να διευκολύνουν, για τους υπηκόους της Ένωσης, την άσκηση πάσης φύσεως επαγγελματικών δραστηριοτήτων σε ολόκληρο το έδαφος της Ένωσης και απαγορεύουν τα μέτρα που θα μπορούσαν να αποβούν δυσμενή για τους εν λόγω υπηκόους, όταν αυτοί επιθυμούν να ασκήσουν οικονομική δραστηριότητα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους (αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Rockler, C‑137/04, EU:C:2006:106, σκέψη 17· της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψη 14 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· της 1ης Απριλίου 2008, Gouvernement de la Communauté française και gouvernement wallon, C‑212/06, EU:C:2008:178, σκέψη 44, καθώς και της 21ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑515/14, EU:C:2016:30, σκέψη 39).

22      Επομένως, διατάξεις οι οποίες εμποδίζουν ή αποτρέπουν εργαζόμενο υπήκοο κράτους μέλους να εγκαταλείψει το κράτος καταγωγής του προκειμένου να ασκήσει το δικαίωμά του σε ελεύθερη κυκλοφορία συνιστούν εμπόδια στην άσκηση της ελευθερίας αυτής, έστω και αν εφαρμόζονται αδιακρίτως της ιθαγένειας των οικείων εργαζομένων (αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Rockler, C‑137/04, EU:C:2006:106, σκέψη 18, καθώς και της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψη 15 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

23      Πράγματι, το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει μεταξύ άλλων ως αντικείμενο να αποφεύγεται να τίθεται, χωρίς αντικειμενικό λόγο, σε μειονεκτικότερη θέση εργαζόμενος ο οποίος, κάνοντας χρήση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, απασχολήθηκε σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, από εργαζόμενο που εργάσθηκε καθ’ όλη τη σταδιοδρομία του σε ένα μόνον κράτος μέλος (βλ., συναφώς, μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 7ης Μαρτίου 1991, Masgio, C‑10/90, EU:C:1991:107, σκέψη 17, και της 21ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑515/14, EU:C:2016:30, σκέψη 42).

24      Εν προκειμένω, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι, κατά την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, η εργαζομένη η οποία δεν ήταν εγγεγραμμένη ως υπόχρεη προς καταβολή εισφορών στην εθνική κοινωνική ασφάλιση κατά την περίοδο αναφοράς των δώδεκα μηνών λόγω του ότι εργάσθηκε σε θεσμικό όργανο της Ένωσης εξομοιώνεται με άτομο χωρίς επαγγελματική απασχόληση και της χορηγείται επίδομα μητρότητας ελάχιστου ποσού, καθοριζόμενου με τη μέση βάση των εισφορών που καθορίζεται στο οικείο κράτος μέλος, ενώ το επίδομα μητρότητας εργαζομένης η οποία εργάσθηκε καθ’ όλη την επαγγελματική σταδιοδρομία της στο κράτος μέλος αυτό καθορίζεται βάσει των εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως που έχουν καταβληθεί στο εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως κατά τη διάρκεια αναφοράς.

25      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, ακόμη και αν η εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία δεν εξαρτά την καθεαυτήν χορήγηση του δικαιώματος σε επίδομα μητρότητας από την προϋπόθεση ασφαλίσεως στο εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, εντούτοις η εφαρμογή των λεπτομερειών υπολογισμού του επίμαχου επιδόματος καταλήγει σε παρόμοιο αποτέλεσμα, δεδομένου ότι το ποσό της παροχής που χορηγείται σε εργαζομένη η οποία υπηρέτησε σε θεσμικό όργανο της Ένωσης είναι σημαντικά χαμηλότερο αυτού που θα μπορούσε να λάβει αν είχε εργασθεί στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους και είχε καταβάλει εισφορές στο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους αυτού.

26      Περαιτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι εθνική ρύθμιση η οποία δεν λαμβάνει υπόψη, για τον υπολογισμό του ποσού των γονικών επιδομάτων, τις περιόδους απασχολήσεως υπό το κοινό σύστημα υγειονομικής ασφαλίσεως της Ένωσης δύναται να αποθαρρύνει τους υπηκόους κράτους μέλους να εγκαταλείψουν το κράτος αυτό για να αναλάβουν επαγγελματική δραστηριότητα σε θεσμικό όργανο της Ένωσης ευρισκόμενο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, καθόσον, αποδεχόμενοι θέση απασχολήσεως σε τέτοιο όργανο, θα στερούνταν της δυνατότητας να τύχουν οικογενειακής παροχής, χορηγουμένης βάσει του εθνικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας, στην οποία θα είχαν δικαίωμα εάν δεν είχαν αποδεχθεί την ως άνω θέση απασχολήσεως (αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Rockler, C‑137/04, EU:C:2006:106, σκέψη 19, και της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψη 16).

27      Επομένως, εθνική ρύθμιση, όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, δύναται να εμποδίσει και, ως εκ τούτου, να αποθαρρύνει την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας εκτός του οικείου κράτους μέλους, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για άλλο κράτος μέλος ή για θεσμικό όργανο της Ένωσης ή για άλλον διεθνή οργανισμό, καθόσον, αποδεχόμενη την εν λόγω θέση εργασίας, η εργαζομένη, η οποία προγενέστερα ή μεταγενέστερα ήταν ασφαλισμένη στο καθεστώς κοινωνικής ασφαλίσεως του οικείου κράτους μέλους, λαμβάνει, βάσει του καθεστώτος αυτού, παροχή ποσού σημαντικά μικρότερου από αυτό που θα ελάμβανε αν δεν είχε κάνει χρήση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας.

28      Επομένως, η εθνική αυτή ρύθμιση συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων το οποίο απαγορεύεται, κατ’ αρχήν, από το άρθρο 45 ΣΛΕΕ.

29      Η διαπίστωση αυτή ουδόλως ανατρέπεται από το επιχείρημα που προέβαλε η Λεττονική Κυβέρνηση ότι οι προσωρινές παροχές, όπως το επίδομα μητρότητας, δεν μπορούν να δημιουργήσουν μείζον εμπόδιο κατά τη λήψη της αποφάσεως του εργαζομένου να αποδεχθεί θέση εργασίας σε θεσμικό όργανο της Ένωσης ή στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός του κράτους καταγωγής του. Συναφώς, αρκεί η υπενθύμιση ότι το εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων δεν εκτιμάται υπό το πρίσμα της βιωσιμότητας της επίμαχης παροχής. Πράγματι, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, τα άρθρα της Συνθήκης περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων συνιστούν θεμελιώδεις διατάξεις της Ένωσης και κάθε εμπόδιο στην ελευθερία αυτή, έστω και επουσιώδες, απαγορεύεται (απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2000, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑34/98, EU:C:2000:84, σκέψη 49).

30      Για να δοθεί ολοκληρωμένη απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, πρέπει, τρίτον, να εξετασθεί η τυχόν ύπαρξη δικαιολογήσεως του εμποδίου στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

31      Συναφώς, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι μέτρο περιοριστικό των διασφαλιζόμενων από τη Συνθήκη θεμελιωδών ελευθεριών δικαιολογείται μόνον εφόσον επιδιώκει θεμιτό σκοπό που συνάδει με τη Συνθήκη και τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Επομένως, το μέτρο αυτό πρέπει να είναι κατάλληλο για να διασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μην υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού αυτού όρια (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Rockler, C‑137/04, EU:C:2006:106, σκέψη 22, και της 16ης Φεβρουαρίου 2006, Öberg, C‑185/04, EU:C:2006:107, σκέψη 19 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

32      Στο πλαίσιο αυτό, η Λεττονική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η επίμαχη εθνική ρύθμιση της υποθέσεως της κύριας δίκης στηρίζεται σε λόγους γενικού συμφέροντος και το επίδομα μητρότητας, το οποίο θεμελιώνεται στην αρχή της αλληλεγγύης, θεσπίστηκε για τη διασφάλιση της σταθερότητας του εθνικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως. Το σύστημα αυτό, του οποίου η αυτοχρηματοδότηση διασφαλίζεται δυνάμει του άμεσου συνδέσμου μεταξύ των καταβληθεισών εισφορών και του ποσού του χορηγούμενου επιδόματος μητρότητας, ευνοεί τη βελτίωση της δημογραφικής καταστάσεως.

33      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, καίτοι αμιγώς οικονομικής φύσεως λόγοι δεν μπορούν να αποτελέσουν επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος δυνάμενους να δικαιολογήσουν περιορισμό θεμελιώδους ελευθερίας την οποία κατοχυρώνει η Συνθήκη, εθνική ρύθμιση μπορεί εντούτοις να αποτελεί δικαιολογημένο εμπόδιο σε θεμελιώδη ελευθερία όταν υπαγορεύεται από λόγους οικονομικής φύσεως οι οποίοι επιδιώκουν σκοπό γενικού συμφέροντος. Συναφώς, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι κίνδυνος σοβαρής διαταράξεως της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως μπορεί να συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος δυνάμενο να δικαιολογήσει παραβίαση των διατάξεων της Συνθήκης περί του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑515/14, EU:C:2016:30, σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

34      Πάντως, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στις εθνικές αρχές εναπόκειται, όταν λαμβάνουν μέτρο κατά παρέκκλιση αρχής που κατοχυρώνει το δίκαιο της Ένωσης, να αποδείξουν, σε κάθε περίπτωση, ότι το εν λόγω μέτρο είναι κατάλληλο για την επίτευξη του προβαλλόμενου σκοπού και ότι δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού αυτού όρια. Επομένως, οι δικαιολογητικοί λόγοι που μπορούν να προβληθούν από ένα κράτος μέλος πρέπει να συνοδεύονται από ανάλυση της καταλληλότητας και της αναλογικότητας του περιοριστικού μέτρου που λαμβάνει το κράτος αυτό, καθώς και των συγκεκριμένων στοιχείων που μπορούν να στηρίξουν την επιχειρηματολογία του. Βάσει τέτοιου είδους αντικειμενικής, λεπτομερούς και αριθμητικής αναλύσεως πρέπει να αποδειχθεί, με τη χρήση αξιόπιστων και συγκλινόντων δεδομένων με αποδεικτική ισχύ, ότι υφίστανται πράγματι κίνδυνοι για την ισορροπία του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως (απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑515/14, EU:C:2016:30, σκέψη 54).

35      Εν προκειμένω, επιβάλλεται όμως η διαπίστωση ότι τέτοια ανάλυση δεν υπάρχει. Πράγματι, στις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου η Λεττονική Κυβέρνηση προέβαλε απλώς γενικά επιχειρήματα, χωρίς ωστόσο να προσκομίσει συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία τεκμηριώνοντα την επιχειρηματολογία της περί του ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική ρύθμιση δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος. Όσον αφορά την προβαλλόμενη δικαιολογία η οποία αντλείται από την ύπαρξη άμεσου συνδέσμου μεταξύ των καταβληθεισών εισφορών και του ποσού του χορηγούμενου επιδόματος μητρότητας, δεν μπορεί να γίνει δεκτή δεδομένου ότι η χορήγηση του επιδόματος αυτού καθεαυτό δεν εξαρτάται από καμία υποχρέωση καταβολής εισφορών.

36      Κατά συνέπεια, και λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων της ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφίας, δεν δικαιολογείται το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

37      Δεδομένου ότι διαπιστώθηκε ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική ρύθμιση δεν συνάδει με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων την οποία διασφαλίζει το άρθρο 45 ΣΛΕΕ, παρέλκει η απόφανση επί της ερμηνείας του άρθρου 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ (απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2016, Adrien κ.λπ., C‑466/15, EU:C:2016:749, σκέψη 37).

38      Λαμβανομένων υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει ρύθμιση κράτους μέλους, όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, η οποία, για τον καθορισμό της μέσης βάσεως των εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ποσού του επιδόματος μητρότητας, εξομοιώνει τους μήνες της περιόδου αναφοράς κατά τους οποίους το οικείο πρόσωπο εργάσθηκε για θεσμικό όργανο της Ένωσης και δεν ήταν ασφαλισμένο στο καθεστώς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους αυτού με περίοδο μη απασχολήσεως και εφαρμόζει ως προς αυτούς τη μέση βάση εισφορών του εν λόγω κράτους μέλους, όπερ συνεπάγεται σημαντική μείωση του ποσού του χορηγούμενου στο πρόσωπο αυτό επιδόματος μητρότητας σε σχέση με το επίδομα που θα μπορούσε να λάβει αν είχε ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα μόνο σε αυτό το κράτος μέλος.

 Επί των δικαστικών εξόδων

39      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει ρύθμιση κράτους μέλους, όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, η οποία, για τον καθορισμό της μέσης βάσεως των εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ποσού του επιδόματος μητρότητας, εξομοιώνει τους μήνες της περιόδου αναφοράς κατά τους οποίους το οικείο πρόσωπο εργάσθηκε για θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν ήταν ασφαλισμένο στο καθεστώς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους αυτού με περίοδο μη απασχολήσεως και εφαρμόζει ως προς αυτούς τη μέση βάση εισφορών του εν λόγω κράτους μέλους, όπερ συνεπάγεται σημαντική μείωση του ποσού του χορηγούμενου στο πρόσωπο αυτό επιδόματος μητρότητας σε σχέση με το επίδομα που θα μπορούσε να λάβει αν είχε ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα μόνο σε αυτό το κράτος μέλος.

Άρθρα Προσδιορισμός φορολογητέου εισοδήματος, αρχικού και οφειλόμενου φόρου, προκαταβολή φόρου για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες – Πρακτική εφαρμογή

Previous: Yπόθεση C-651/16 Επίδομα μητρότητας – Υπολογισμός του ποσού του βάσει των εισοδημάτων της ασφαλισμένης κατά τη διάρκεια περιόδου αναφοράς δώδεκα μηνών – Πρόσωπο το οποίο κατά την περίοδο αυτή υπηρετούσε σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα τον καθορισμό του επίμαχου ποσού στο 70 % της μέσης βάσεως εισφορών – Περιορισμός στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων – Αρχή της καλόπιστης συνεργασίας
$
0
0
ΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ Α. ΑΝΤΩΝΙΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ – ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ
ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΣΤΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ «ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΩΜΑΤΟΣ ΟΡΚΩΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ (Ι.Ε.Σ.Ο.Ε.Λ.)»



Με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.) «Ν.4172/2013 Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ Α' 167/23-07-2013)»,στο Κεφαλαίο Β΄- ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ,πραγματεύεται τα άρθρα 44 έως 58.

Ειδικότερα με  τις διατάξεις του τρίτου μέρους (άρθρα 44-58) ρυθμίζεται η φορολογία νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 του Ν.4172/2013 παρ. γ,δ:
«γ) «νομικό πρόσωπο»: κάθε επιχείρηση ή εταιρεία με νομική προσωπικότητα ή ένωση επιχειρήσεων ή εταιρειών με νομική προσωπικότητα,
δ) «νομική οντότητα»: κάθε μόρφωμα εταιρικής ή μη οργάνωσης και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα που δεν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, όπως ιδίως συνεταιρισμός, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία, κάθε μορφής εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων, κάθε μορφής καταπίστευμα ή εμπίστευμα ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφής ίδρυμα ή σωματείο ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφή προσωπικής επιχείρησης ή οποιαδήποτε οντότητα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε μορφής κοινή επιχείρηση, κάθε μορφής εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίου ή περιουσίας ή διαθήκης ή κληρονομίας ή κληροδοσίας ή δωρεάς, κάθε φύσης κοινοπραξία, κάθε μορφής εταιρεία αστικού δικαίου, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρείες, κοινωνίες αστικού δικαίου»

Στο συγκεκριμένο άρθρο θα ασχοληθούμε με την διαδικασία προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος ,τον υπολογισμό του αρχικού αναλογούντος φόρου και του οφειλόμενου φόρου καθώς και την προκύπτουσα προκαταβολή φόρου μέσα από τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. με αναλυτικά σχεδιαγράμματα και αναφορές στο έντυπο Ν, για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, που συντάσσουν τις οικονομικές καταστάσεις τους είτε με βάση τα Δ.Λ.Π. είτε με τα Ε.Λ.Π. και τηρούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα (άρθρο 3 παρ.12 Ε.Λ.Π. ) ή διπλογραφικό λογιστικό σύστημα (άρθρο 3 παρ.10 Ε.Λ.Π. ).

Ενδεικτικά  αναφέρονται τα πρόσωπα των περ. α΄, β', γ΄, δ', ε', στ' και ζ' του άρθρου 45 ν.41722013  και είναι:

α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή,
β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή,
γ) τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, με εξαίρεση μόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο φόρου,
δ) συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών,
ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές εταιρείες, συμμετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα,
στ) κοινοπραξίες,
ζ) οι νομικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. και δεν περιλαμβάνονται σε μια από τις προηγούμενες περιπτώσεις.

Α. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΚΕΡΔΩΝ


Κατά των προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 47 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν.4172/2013 (Κ.Φ.Ε.) ,ειδικότερα:

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 21 ορίζεται:
«1.Ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα θεωρείται το σύνολο των εσόδων από τις επιχειρηματικές συναλλαγές μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις.
……………

Δηλαδή, τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα των Φυσικών Προσώπων με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα των Νομικών Προσώπων ή Νομικών Οντοτήτων προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 21 έως και 28 του ν. 4172/2013.





Με βάση τα ανωτέρω θα προκύψουν τα κέρδη ισολογισμού ή  με βάση τα Ε.Λ.Π. τα Κέρδη προ Φόρων (κωδικοί 116 και 117 Εντύπου Ν). Βρισκόμαστε ακόμα σε  αρχικό στάδιο, καθώς θα πρέπει να προβούμε σε τυχόν αναμορφώσεις επιχειρηματικών δαπανών στις οποίες έχουν υποβληθεί οι οντότητες και με βάση των Κ.Φ.Ε. χρήζουν αναμορφώσεως μέσω της Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης (βλέπε σχετικό έντυπο), καθόσον η ανάλυση, σε επιμέρους κωδικούς, των αντίστοιχων δαπανών καταχωρείται πλέον μόνο στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης από όπου μεταφέρεται το συνολικό ποσό αυτών στη δήλωση.

Το σύνολο των μη εκπιπτόμενων δαπανών από την κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης μεταφέρεται στον κωδικό 455 του Εντύπου Ν.

Σημείωση:

  • Στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης (ΚΑ:2020) καταχωρούνται και τα ποσά που διανέμονται από τα κέρδη της τρέχουσας χρήσης σε μέλη Δ.Σ. καθώς και στο προσωπικό της επιχείρησης, τα οποία με βάση τις διατάξεις του ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π.) αντιμετωπίζονται ως δαπάνες (παροχές σε εργαζομένους).
  • Στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης του φορολογικού έτους 2017 προστέθηκαν νέοι κωδικοί (ΚΑ) 2024, 2025 και 2026. Ειδικότερα, στον κωδικό 2025 αναγράφεται το ποσό της πολιτιστικής χορηγίας που υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) των καθαρών κερδών που προκύπτουν από τα βιβλία της επιχείρησης, με βάση τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 12 του ν.3525/2007, ενώ για τα ποσά που καταχωρούνται στους κωδικούς 2024 και 2026 ισχύουν τα αναφερόμενα στους κωδικούς 059 και 076 αντίστοιχα.

Τα παραπάνω  θα μας δώσουν τις λεγόμενες «λογιστικές διάφορες» που θα πρέπει να προστεθούν στα κέρδη προ Φόρων από τον κωδικό 455 του Εντύπου Ν .

Τα άρθρα του Κ.Φ.Ε. που μας ενδιαφέρουν στην συγκεκριμένη ενέργεια μας είναι 
(βλέπε ανάλυση https://www.taxheaven.gr/laws/law/index/law/528) :

Άρθρο 22. Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες
Άρθρο 22Α. Δαπάνες Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας
Άρθρο 23. Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες
Άρθρο 24. Φορολογικές Αποσβέσεις
Άρθρο 25. Αποτίμηση αποθεμάτων και ημικατεργασμένων προϊόντων
Άρθρο 26. Επισφαλείς απαιτήσεις
Άρθρο 27. Μεταφορά ζημιών
Άρθρο 49. Υποκεφαλαιοδότηση
Άρθρο 50. Ενδοομιλικές συναλλαγές
Άρθρο 65. Κράτη μη συνεργάσιμα στο φορολογικό τομέα και κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς

Εκτός από τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες θα αφαιρέσουμε από τα Κέρδη προ Φόρων (κωδικοί 116 και 117 Εντύπου Ν) τα εξής:

  • Το Υπόλοιπο Λογ/σμού "Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις (ν.2238/1994), Κωδ.453 έντυπο Ν
  • Την Χρεωστική διαφορά λόγω πιστωτικού κινδύνου (παρ. 3 άρθ. 27 ν.4172/2013), Κωδ.457 έντυπο Ν
  • Το Μη διανεμηθέν εισόδημα ελεγχόμενης αλλοδαπής εταιρείας (άρθρο 66 ν.4172/2013), Κωδ.452 έντυπο Ν
  • Την Διαφορά κερδών με βάση τις διατάξεις του άρθρου 50 ν.4172/2013, Κωδ.446 έντυπο Ν





Σημείωση :

Τα ποσά στους παραπάνω κωδικούς σε περίπτωση κερδών προστίθενται και σε περίπτωση ζημίας αφαιρούνται

Στο επόμενο βήμα μας θα πρέπει να αφαιρέσουμε από τα κέρδη μας, ότι δεν θεωρείται εισόδημα φορολογητέο με βάση των Κ.Φ.Ε. όπως ενδεικτικά , α)έσοδα από ενδοομιλικά μερίσματα άρθρο 48 Ν.4172/2013 β) υπεράξιες, αναμόρφωση προβλέψεων εντύπου Ν, γ) αφορολόγητα αποθεματικά (κωδικοί 046,044,045,041,099 έντυπου Ν) δ) αμοιβαία κεφάλαια ε) μερίσματα Ο.Σ.Ε.Κ.Α. .
 
Τα έσοδα βάσει των διατάξεων του ν.4172/2013 απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος,αναγράφονται στους κωδικούς 495, 474, 458, 465, 466, 470, 463, 467, 459, 468, 471, 469, 559, 752, 475, 473, 462, 476 και 477 του Εντύπου Ν.(Βλέπε ανάλυση ΠΟΛ.1069/2018).

Μετά την αφαίρεση των παραπάνω θα προκύψουν τα Φορολογητέα κέρδη για το νομικό πρόσωπο ή την νομική οντότητα και θα απεικονιστούν στον κωδικό 029 του εντύπου Ν.



Σημείωση :
Τα ποσά στους παραπάνω κωδικούς σε περίπτωση κερδών αφαιρούνται και σε περίπτωση ζημίας προστίθενται



 
Β. Υπολογισμός αρχικώς αναλογούντα φόρου

Ο Αρχικός αναλογούν φόρος προέρχεται από τα φορολογητέα κέρδη (όπως αυτά έχουν προσδιοριστεί με βάση τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε.) με την επιβολή του αναλογικού συντελεστή του άρθρου 58 του ν.4172/2013 . Ειδικότερα στην παρ.1 του άρθρου 58 ν.4172/2013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 112 του ν. 4387/2016 αναφέρει τα εξής :

«1. Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, καθώς και τα νομικά πρόσωπα της περίπτωσης γ' του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά φορολογούνται με συντελεστή είκοσι εννέα τοις εκατό (29%). Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν οι υπόχρεοι των περιπτώσεων β', δ', ε', στ' και ζ' του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά βιβλία φορολογούνται με συντελεστή 29%»

Σημείωση:

Από την παραπάνω διάταξη έχουμε εξομοίωση του συντελεστή φορολόγησης (29%) των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν οι υπόχρεοι των περ. β', δ', ε', στ' και ζ' του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά βιβλία με εκείνους που τηρούν διπλογραφικά βιβλία.


 

Γ. Υπολογισμός Οφειλόμενου Φόρου

Για τον υπολογισμό του οφειλόμενου φόρου θα αφαιρέσουμε από τον αρχικό αναλογούντα φόρο βάσει των διατάξεων του άρθρου 68 παρ.3 Κ.Φ.Ε. τους φόρους που παρακρατήθηκαν (κωδ.090 έντυπο Ν), β) τους φόρους που προκαταβλήθηκαν (κωδ. 008 έντυπο Ν ), γ) τους φόρους που καταβλήθηκαν στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9 (κωδ. 600 έντυπο Ν), η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν.4174/2013 και ότι ορίζει η ΠΟΛ.1026/2014.

Σε εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 4174/2013, ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων  Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών με την ΠΟΛ.1026/2014 (ΦΕΚ Β΄ 170/30.01.2014) «Περί Καθορισμού δικαιολογητικών εγγράφων για την πίστωση φόρου αλλοδαπής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Ν. 4172/2013 και την παράγραφο 2 του άρθρου 16 του ν.4174/2013» αποφάσισε:

1.Κάθε φορολογούμενος που έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα και κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους αποκτά εισόδημα στην αλλοδαπή, για το οποίο έχει φορολογηθεί στην αλλοδαπή, προκειμένου να τύχει της μείωσης του φόρου εισοδήματος της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν.4172/2013, με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος υποχρεούται να συνυποβάλει τα ακόλουθα δικαιολογητικά:


  • Για τις χώρες με τις οποίες υπάρχει Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος (Σ.Α.Δ.Φ.), βεβαίωση της αρμόδιας φορολογικής αρχής, από την οποία να προκύπτει ο φόρος που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή.
  • Για τις λοιπές χώρες, με τις οποίες δεν υφίσταται Σ.Α.Δ.Φ., βεβαίωση της αρμόδιας φορολογικής  Αρχής ή Ορκωτού Ελεγκτή.
  • Σε περίπτωση παρακράτησης φόρου από νομικό ή φυσικό πρόσωπο, απαιτείται βεβαίωση από το πρόσωπο αυτό, θεωρημένη από την αρμόδια φορολογική αρχή, ή βεβαίωση Ορκωτού Ελεγκτή. Η θεώρηση αυτή δεν απαιτείται όταν η παρακράτηση διενεργείται από δημόσιο φορέα, ασφαλιστικό οργανισμό ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.

2. Η βεβαίωση της αρμόδιας φορολογικής αρχής θα πρέπει να φέρει την επισημείωση της Χάγης [Ν. 1497/1984 (ΦΕΚ Α΄ 188/27.1.1984)], εφόσον το αλλοδαπό κράτος εμπίπτει στην κατάσταση των κρατών που έχουν προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης, όπως έχει συμπληρωθεί και ισχύει. Για τα κράτη τα οποία δεν έχουν προσχωρήσει στην ανωτέρω Σύμβαση, ισχύει η προξενική θεώρηση. Η σχετική βεβαίωση υποβάλλεται πρωτότυπη και απαιτείται η επίσημη μετάφρασή της στην Ελληνική γλώσσα.

Σημείωση:

Το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης: α) του φόρου που παρακρατήθηκε, β) του φόρου που προκαταβλήθηκε, γ) του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9.
Η ανωτέρω διαδικασία έκπτώσης του φόρου είναι δεσμευτική χωρίς την δυνατότητα μεταβολής της σειράς.

Ειδικά για τα μερίσματα που εισπράττει ημεδαπή μητρική εταιρεία από ημεδαπή ή αλλοδαπή θυγατρική της με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48, από το ποσό του φόρου εκπίπτει το ποσό  που καταβλήθηκε ως φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε ως φόρος επί του μερίσματος.

Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από τον οφειλόμενο φόρο, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.

Στην συνέχεια θα προσθέσουμε το τέλος χαρτοσήμου με συντελεστή 3% (πλέον 20% εισφορά υπέρ ΟΓΑ επ’ αυτού) που επιβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου, στο συνολικό ποσό των κτώμενων μισθωμάτων από εκμίσθωση οικοδομών, χωρίς καμία έκπτωση (Κωδικοί 006,007 Εντύπου Ν).
Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ε της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου, το ως άνω τέλος συμβεβαιούται και συνεισπράττεται μαζί με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος για το αποκτώμενο εισόδημα από ακίνητα, με την υποβαλλόμενη κάθε έτος, δήλωση φορολογίας εισοδήματος.





Δ. Υπολογισμός Προκαταβολής

Η προκαταβολή του φόρου εισοδήµατος προκύπτει ως ποσοστό του αρχικού αναλογούντα φόρου. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 71 ορίζεται το ποσοστό της προκαταβολής του φόρου εισοδήµατος των νοµικών προσώπων και των νοµικών οντοτήτων, συγκεκριμένα βεβαιώνεται ποσό ίσο με εκατό τοις εκατό (100%) του φόρου που προκύπτει για το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου φορολογικού έτους (Κωδικοί 049,051,014 Εντύπου Ν) .

Σημείωση:
Το ποσοστό της παραγράφου 1 ισχύει και για τα νομικά πρόσωπα των περιπτώσεων β', γ' , ε' και στ' μόνο για τις κοινοπραξίες των προσωπικών εταιρειών του άρθρου 45

Με την παράγραφο 3 του άρθρου 71 ορίζεται το ποσοστό της προκαταβολής του φόρου εισοδήµατος για τα νέα νομικά πρόσωπα κατά τα τρία (3) πρώτα οικονοµικά έτη από τη δήλωση έναρξης των εργασιών τους, συγκεκριμένα προβλέπεται μειώσει κατά πενήντα τοις εκατό(50%)για τα νέα νομικά πρόσωπα κατά τα τρία (3) πρώτα οικονομικά έτη από τη δήλωση έναρξης εργασιών τους (Κωδικός 950 Εντύπου Ν).

Σημείωση :
Με βάσει το Άρθρο 71 παρ.9 προβλέπεται η µη βεβαίωση προκαταβολής σε βάρος των εταιρειών που µετατρέπονται ή συγχωνεύονται µε τις διατάξεις του ν.δ.1297/1972, του ν. 2166/1993, τις γενικές διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 ή του ν. 3190/1955 ή ειδικότερες διατάξεις, καθόσον το προϋπάρχον νομικό πρόσωπο παύει να υφίσταται.






ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Έστω η Ανώνυμη Εταιρεία «ΖΗΤΑ Α.Ε.» στην 10η διαχειριστική της περίοδο (01/01/17 31/12/2017) για το φορολογικό έτος 2017 είχε τα παρακάτω δεδομένα:



Δεδομένα

ΠΟΣΑ ΣΕ €       

ΠΟΣΑ ΣΕ €

Καθαρά Κέρδη

 

2.000.000,00

Ακαθάριστα έσοδα

 

40.000.000,00

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται

   

Απέκτησε  εισόδημα από την Ολλανδία ποσού 200.000,00 €, για το  οποίο  αποδεδειγμένα βάσει Πολ.1026/2014 καταβλήθηκε  φόρος  εισοδήματος  στην  Ολλανδία  ποσού 70.000,00 €.(Βλέπε Σημείωση 1)

70.000,00

 

Απέκτησε εισόδημα από μισθώματα από εκμίσθωση οικοδομών .

(Βλέπε Σημείωση 2)                                                                                                                  

50.000,00

 

Κέρδη από πώληση μεριδίων Αμοιβαίων Κεφαλαίων

70.000,00

 

Μέρισμα από μερίδια ΟΣΕΚΑ που είναι εγκατεστημένη στην ημεδαπή

70.000,00

 

Μικτό μέρισμα από ημεδαπή Α.Ε. "ΑΒΓ" από συμμετοχή σε
 πέρα της διετίας με ποσοστό 5% 296.000,00€ .                                                                                                 *Αναλογούν Φ.Ε. επί του μικτού μερίσματος 85.840,00€,                                                                        *Παρακρατηθής Φ.Ε. επί του διανεμηθέντος μερίσματος 31.524,00€

 (Βλέπε Σημείωση 2)                                                                                                                           

296.000,00

 

Εισέπραξε  μέρισμα από την ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία «ΕΝΑ  Α.Ε.» που θεωρείται  φορολογικός κάτοικος Ελλάδας με βάση των Κ.Φ.Ε. με συμμετοχή, πέραν των δεκατριών ετών, με ποσοστό 60% και έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 48 Κ.Φ.Ε.

300.000,00

 

Μεταξύ των εξόδων  περιλαμβάνονται έξοδα που δεν προβλέπεται η έκπτωσή τους από τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε.

 

820.000,00

Προκαταβολή Φόρου για το φορολογικό  2017 με βάση την Αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος της προηγούμενης χρήσης

 

500.000,00

Σημείωση 1:

Η Α.Ε. δικαιούται να εκπέσει από τον οφειλόμενο φόρο, που θα προκύψει για το συνολικό του εισόδημα,

μόνο το ποσό των 58.000,00 €, δηλαδή όσος ο φόρος που αναλογεί στην Ελλάδα στο εισόδημα που αποκτήθηκε στην Ολλανδία                                                            (200.000,00 € × 29% = 58.000,00 €).

Σημείωση 2

Επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου με συντελεστή 3% (πλέον 20% εισφορά υπέρ ΟΓΑ επ’ αυτού) περίπτωσης ε της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου

Σημείωση 3

Διανεμηθέν μέρισμα : 85.840,00 ÷ 0,29 × 0,71 = 210.160,00 × 15%

 
     

Α. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΩΝ ΚΕΡΔΩΝ

ΠΟΣΑ ΣΕ €

 

ΚΕΡΔΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΠΡΟ ΦΟΡΩΝ

2.000.000,00

 

ΠΛΕΟΝ:ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ

820.000,00

 

ΜΕΙΟΝ:

   

Κέρδη από πώληση μεριδίων Αμοιβαίων Κεφαλαίων

70.000,00

 

Μέρισμα από μερίδια ΟΣΕΚΑ που είναι εγκατεστημένη στην ημεδαπή

70.000,00

 

Μέρισμα από την ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία «ΕΝΑ  Α.Ε.»

300.000,00

 

ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΚΕΡΔΗ

2.380.000,00

 
     

Β. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΡΧΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ

ΠΟΣΑ ΣΕ €

 

ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΚΕΡΔΗ

2.380.000,00

 

ΕΠΙ:ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ 29% (ΑΡΘΡΟ 58 Κ.Φ.Ε.)

690.200,00

 

ΑΡΧΙΚΟΣ ΑΝΑΛΟΓΟΥΝ Φ.Ε.

690.200,00

 
     

Γ.  ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟΥ ΦΟΡΟΥ

ΠΟΣΑ ΣΕ €

 

ΑΡΧΙΚΟΣ ΑΝΑΛΟΓΟΥΝ Φ.Ε.

690.200,00

 

ΜΕΙΟΝ:

   

Προκαταβολή Φόρου για το φορολογικό  2017

500.000,00

 

Αναλογούν Φ.Ε. επί του μικτού μερίσματος

85.840,00

 

Φόρος Αλλοδαπής περιορισμός άρθρο 9 παρ.2 (200.000,00 € × 29% = 58.000,00 €)

58.000,00

 

ΠΛΕΟΝ: Τέλος χαρτοσήμου με συντελεστή 3% (πλέον 20% εισφορά υπέρ ΟΓΑ) 50.000,00*3,6%

1.800,00

 

ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟΣ Φ.Ε.

48.160,00

 
     

Δ.ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΦΟΡΟΥ

ΠΟΣΑ ΣΕ €

 

ΑΡΧΙΚΟΣ ΑΝΑΛΟΓΟΥΝ Φ.Ε.

690.200,00

 

ΕΠΙ:ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ 100% (Άρθρο 71 παρ.1 Κ.Φ.Ε.)

690.200,00

 

ΜΕΙΟΝ: Ο φόρος που παρακρατείτε από πηγή Ελλάδος Άρθρο 71 παρ.6 Κ.Φ.Ε.

   

Φόρος που παρακρατήθηκε επί μερίσματος ελληνικής Α.Ε.

31.524,00

 

ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ Φ.Ε.

658.676,00

 
     

Ε.ΠΟΣΟ ΓΙΑ ΒΕΒΑΙΩΣΗ

ΠΟΣΑ ΣΕ €

 

ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟΣ Φ.Ε.

48.160,00

 

ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ Φ.Ε.

658.676,00

 

ΤΕΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΓΙΑ ΒΕΒΑΙΩΣΗ

706.836,00

 


Κλείνοντας θα ήθελα  να τονίσω ότι με το παρών άρθρο  εκφράζω τις προσωπικές μου απόψεις που στηρίζονται στη δική μου ερμηνευτική προσέγγιση. Σε καμία περίπτωση δεν διεκδικώ το αλάθητο και θα δεχθώ τις όποιες επισημάνσεις ή παρατηρήσεις σας.




Πηγές:

Εφηµερίς της Κυβερνήσεως της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας, Νόµος υπ’ αριθµ. 4172,Φορολογία εισοδήµατος, επείγοντα µέτρα εφαρµογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4172/2013 και άλλες διατάξεις, Αριθµός φύλλου 167, 23 Ιουλίου 2013

ΠΟΛ.1069/2018

Οδηγίες για τη συμπλήρωση και την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2017

ΠΟΛ 1044/2018

ΘΕΜΑ: Τύπος και περιεχόμενο της «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ» – Έντυπο Ε3.

ΠΟΛ 1057/2018

Θέμα: «Τύπος και περιεχόμενο των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2017 των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν.4172/2013 και καθορισμός δικαιολογητικών που υποβάλλονται μ’ αυτές – Υποβολή με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν.4172/2013».

Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος Ν.4172/2013 /Ανάλυση - Ερμηνεία Ν. 4172/2013,Νασόπουλος Α. Αντώνιος ,Αθήνα 2016 ΄Β έκδοση.

Λογιστικά Αρχεία & Παραστατικά Πωλήσεων ,Ε.Λ.Π. 1-15/Ανάλυση - Ερμηνεία Ν. 4308/2014,Νασόπουλος Α. Αντώνιος ,Αθήνα 2016 ΄Β έκδοση

ΠΟΛ.1085/2018 Κοινοποίηση της αρ.πρωτ. ΠΟΛ.1054/16.03.2018 απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. περί τροποποίησης του άρθρου 11 της αριθμ. ΠΟΛ.1101/4.7.2017(ΦΕΚ2540/Β') όμοιας

$
0
0

Αθήνα, 9 Μαϊου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΠΟΛ.1085/09-05-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Ε.Φ.Κ. και Φ.Π.Α.
ΤΜΗΜΑ Ε'
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ και ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Γ'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Αικ.Μελανίτου - Αικ.Κούκουνα
Τηλέφωνο: 210-6987407- 210-6987503
Fax: 210-6987506
E-Mail: finexcis@otenet.gr
d18a@2001.syzefxis.gov.gr

Θέμα: «Κοινοποίηση της αρ.πρωτ. ΠΟΛ.1054/16.03.2018 απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. περί τροποποίησης του άρθρου 11 της αριθμ. ΠΟΛ.1101/4.7.2017(ΦΕΚ2540/Β') όμοιας»

Σχετ: α) Η αριθμ. ΠΟΛ.1101/2017 (ΦΕΚ 2540/Β') απόφαση Διοικητή Α.Α.Δ.Ε.

β) Η αριθμ. ΠΟΛ.1151/2017 Ε.Δ.Υ.Ο. σχετικά με οδηγίες εφαρμογής της ως άνω α) σχετικής απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε.

γ) Η αριθμ. Τ. 1400/10/00/20.3.2000(ΦΕΚ 418/Β')Α.Υ.Ο.

δ) Η αριθμ. πρωτ. Π. 8271/4879/ΠΟΛ.366/18.12.1987 (ΦΕΚ 3/Β')Α.Υ.Ο.

Κοινοποιείται για ενημέρωση και εφαρμογή η αριθμ. ΠΟΛ.1054/2018 απόφαση Διοικητή Α.Α.Δ.Ε (ΑΔΑ: Ω8Λ146ΜΠ3Ζ-9ΗΧ), με θέμα «Τροποποίηση του άρθρου 11 της αριθμ. ΠΟΛ.1101/2017 (ΦΕΚ 2540/Β') απόφασης Διοικητή Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων "Όροι και προϋποθέσεις για τη σύσταση και λειτουργία επιχειρήσεων ναυπήγησης και επισκευής πλοίων που αναγνωρίζονται ως Ελεύθερα Τελωνειακά Συγκροτήματα και διαδικασία απαλλαγής από ΦΠΑ για τις πρώτες και βοηθητικές ύλες που παραλαμβάνουν οι επιχειρήσεις στα πλαίσια εκτέλεσης των εργασιών τους"», η οποία δημοσιεύθηκε στο αρ. 1261 Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, τεύχος Β' και ισχύει από την 10.04.2018. Με τις διατάξεις της εν λόγω απόφασης αντιμετωπίζονται περιπτώσεις κατασκευής πλοίων και ναυπηγημάτων, οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος της αριθμ.ΠΟΛ.1101/2017 (ΦΕΚ 2540/Β') Απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. είχαν υπαχθεί στην προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 37 έως 43 της αριθμ.Τ.1400/10/00/20.3.2000 (ΦΕΚ 418/Β') Α.Υ.0. διαδικασία.

Ειδικότερα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Όπως είναι γνωστό, με τις διατάξεις της αριθμ. ΠΟΛ.1101/2017 απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε., καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη σύσταση και λειτουργία επιχειρήσεων ναυπήγησης και επισκευής πλοίων που αναγνωρίζονται ως Ελεύθερα Τελωνειακά Συγκροτήματα καθώς και η διαδικασία απαλλαγής από Φ.Π.Α. για τις πρώτες και βοηθητικές ύλες που παραλαμβάνουν οι επιχειρήσεις στα πλαίσια εκτέλεσης των εργασιών τους. Με τις διατάξεις του άρθρου 11 αυτής καταργήθηκαν τα άρθρα 37 έως 43 της αριθμ.Τ.1400/10/00/20.3.2000 Α.Υ.Ο. που αφορούν τις κατασκευές πλοίων (καθορισμός Επιτροπής, σχετική έκθεση γνωμοδότησης, προσωρινό Βιβλίο Ατελειών, επιμέτρηση και οριστικοποίηση της ατέλειας). 

2. Με τις διατάξεις του άρθρου 1 της κοινοποιούμενης απόφασης τροποποιείται το άρθρο 11 της αριθμ. ΠΟΛ.1101/2017 απόφασης Διοικητή ΑΑΔΕ, ώστε για τις κατασκευές πλοίων και ναυπηγημάτων που κατά την έναρξη ισχύος αυτής είχαν ήδη υπαχθεί στην προβλεπόμενη από τις διατάξεις της αριθμ.Τ.1400/10/00/20.3.2000 Α.Υ.Ο. διαδικασία και δεν έχει οριστικοποιηθεί η ατέλεια των απαιτούμενων υλικών για την κατασκευή τους, να εξακολουθούν να ισχύουν τα άρθρα 37 έως 43 της αμέσως ως άνω Α.Υ.Ο. μέχρι να οριστικοποιηθεί η ατέλεια.

3. Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα μεταφοράς των υπό κατασκευή πλοίων και ναυπηγημάτων σε χώρους άλλου ναυπηγείου για την ολοκλήρωση της κατασκευής τους, η δε μεταφορά αυτών πραγματοποιείται κατόπιν σχετικής άδειας της αρμόδιας τελωνειακής αρχής που χορήγησε την ατέλεια και ύστερα από αίτηση της πλοιοκτήτριας εταιρείας.

4. Με τη μεταφορά του υπό κατασκευή πλοίου ή ναυπηγήματος αποστέλλεται από την τελωνειακή αρχή που χορήγησε την ατέλεια κατασκευής πλοίου και ο φάκελος ατελείας του πλοίου ή ναυπηγήματος στην τελωνειακή αρχή στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας θα συνεχιστεί η ναυπήγηση αυτού.

Η τελωνειακή αρχή που αποστέλλει το φάκελο ατελείας ενημερώνει παράλληλα και τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. προκειμένου να τηρηθούν οι διατάξεις των αριθμ Τ.1400/10/00/20.3.2000 (ΦΕΚ 418/Β') και Π.8271/4879/ΠΟΛ.366/18.12.1987 (ΦΕΚ 3/Β') Α.Υ.Ο. ενώ προβαίνει και σε σχετικό έλεγχο (στάδιο της κατασκευής, χρησιμοποίηση των υλικών που έχουν παραληφθεί ατελώς από τη ναυπηγική επιχείρηση κ.λ.π.) για τα αποτελέσματα του οποίου συντάσσει Έκθεση Ελέγχου, την οποία και διαβιβάζει με τον φάκελο ατελείας του πλοίου. Η τελωνειακή αρχή που παραλαμβάνει το φάκελο ατελείας του πλοίου ενημερώνει την τελωνειακή αρχή αποστολής για την παραλαβή του φακέλου και πλέον είναι αρμόδια για την εφαρμογή της προβλεπόμενης από τις ως άνω διατάξεις διαδικασίας και για την οριστικοποίηση της ατέλειας.


Ο ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΠΟΛ.1086/2018 Κοινοποίηση της 207/2017 γνωμοδότησης της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. σχετικά με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο επί των ακινήτων νομικών προσώπων με έδρα σε κράτη μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.)

$
0
0

Αθήνα, 11 Μαΐου 2018
ΠΟΛ.11086/11-05-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ KAI ΠΕΡΙΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Α΄

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας:101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο:210 3375878
Fax:
E-Mail:defk.a@aade.gr
Url:www.aade.gr

ΠΟΛ 1086/2018

Θέμα: Κοινοποίηση της 207/2017 γνωμοδότησης της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. σχετικά με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο επί των ακινήτων νομικών προσώπων με έδρα σε κράτη μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.).


Σας κοινοποιούμε την 207/2017 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ., η οποία έγινε δεκτή από το Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε..

Με την ανωτέρω γνωμοδότηση κρίθηκε ομόφωνα ότι οι απαλλαγές της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 δεν έχουν εφαρμογή σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους σε χώρα του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου(Ε.Ο.Χ.), εφόσον αυτή χαρακτηρίζεται ως μη συνεργάσιμη.

Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, οι απαλλαγές της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 έχουν εφαρμογή και σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους σε χώρα του Ε.Ο.Χ. (Ισλανδία, Λιχτενστάιν και Νορβηγία), εφόσον βέβαια αυτές χαρακτηρίζονται ως συνεργάσιμα κράτη την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους για το οποίο χορηγείται η απαλλαγή.

Σημειώνουμε ότι το Λιχτενστάιν χαρακτηρίστηκε ως συνεργάσιμο κράτος για πρώτη φορά το έτος 2017 (σχετική η ΠΟΛ.1024/2018 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ΦΕΚ 542 Β΄).




Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Τροποποίηση του ν. 3190/1955 περί εταιριών περιορισμένης ευθύνης και άλλες διατάξεις»

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ

«ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν.3190/1955 ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' - ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΤΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΑΡΘΡΟ 1° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου Α' του ν. 3190/1955

Το πρώτο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο Α «Γενικαί Διατάξεις» του ν. 3190/1955. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Με την παρ. 1 του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 2 «Επωνυμία» του ν. 3190/1955. Με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ότι

α) η επωνυμία της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (ΕΠΕ) δεν είναι υποχρεωτικό να σχηματίζεται από τα ονόματα των εταίρων ή από το αντικείμενο της επιχείρησης, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, αλλά ότι μπορεί να σχηματισθεί και από άλλες ενδείξεις («φανταστική» επωνυμία). Είναι σαφές ότι ακόμα και στην περίπτωση επιλογής «φανταστικής» επωνυμίας, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να τηρούνται οι γενικά παραδεκτές αρχές περί επωνυμιών και κυρίως η αρχή της αλήθειας, η οποία επιβάλλει στον επιχειρηματία να μη χρησιμοποιεί επωνυμία που μπορεί να παραπλανήσει το κοινό όσον αφορά στην πραγματική του ταυτότητα, το είδος και την έκταση της επιχείρησης του ή τις σχέσεις του με τρίτους. Στο πλαίσιο των ανωτέρω, σημειώνεται ότι, εάν αναφέρεται στην επωνυμία το αντικείμενο δραστηριότητας της εταιρίας, τότε σε περίπτωση που ο σκοπός εκτείνεται σε πολλά αντικείμενα, στην επωνυμία αναφέρονται τα κυριότερα από αυτά. Επιπλέον, η τυχόν διεύρυνση του σκοπού δεν συνεπάγεται αναγκαίως και τη μεταβολή της εταιρικής επωνυμίας, με την οποία η εταιρία είναι ήδη γνωστή στις συναλλαγές. Επίσης, προβλέπεται ότι η επωνυμία της ΕΠΕ μπορεί να σχηματιστεί ολόκληρη με λατινικούς χαρακτήρες. Και οι δυο αυτές προτάσεις λαμβάνουν υπόψη την πραγματικότητα των συναλλαγών, όπου είναι πολύ συχνό το φαινόμενο οι εταιρείες να έχουν επωνυμίες υποκειμενικές και όχι αντικειμενικές, καθώς επίσης και να διατυπώνουν τις επωνυμίες τους κατευθείαν με λατινικούς χαρακτήρες κι όχι με ελληνικούς, κάτι που με το γράμμα του νόμου (ως έχει μέχρι την παρούσα τροποποίηση) δεν ήταν σήμερα επιτρεπτό στην επωνυμία αλλά μόνο στο διακριτικό τίτλο μιας εταιρείας.

β) Η νομική μορφή της εταιρείας (είτε ολογράφως είτε σε συντομογραφία) πρέπει σε κάθε περίπτωση να αναγράφεται με ελληνικούς χαρακτήρες, ακόμα και εάν η υπόλοιπη επωνυμία έχει σχηματιστεί με λατινικούς.

γ) Για τις διεθνείς συναλλαγές της εταιρείας, μπορεί είτε να χρησιμοποιείται η επωνυμία με λατινικούς χαρακτήρες που έχει ήδη επιλεγεί είτε, εάν έχει επιλεγεί επωνυμία με ελληνικούς χαρακτήρες, αυτή να αποδίδεται ή να μεταφράζεται στην ξένη γλώσσα αποδίδοντας τη νομική μορφή με τους όρους Limited Liability Company, LLC ή LTD.

Καθίσταται σαφές από τα ανωτέρω ότι ναι μεν είναι αποδεκτές μικτές επωνυμίες (δηλ. με ελληνικούς και λατινικούς χαρακτήρες», υπό δύο όμως προϋποθέσεις: πρώτον, η νομική μορφή να είναι στην ελληνική γλώσσα και μόνο στις συναλλαγές με το εξωτερικό να εκφράζεται με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος και δεύτερον, δεν είναι επιτρεπτό στην ίδια λέξη να υπάρχει μείγμα ελληνικών και λατινικών χαρακτήρων.

Παραδείγματα αποδεκτών επωνυμιών βάσει της νέας ρύθμισης είναι τα «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ», «TRASH MANAGEMENT ΕΠΕ», «ΚΑΘΑΡΗ ΠΟΛΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ» «Α.Γ. ΕΤΑΙΡΟΣ & Β.Δ. ΙΔΡΥΤΗΣ ΕΠΕ» «Α.Γ. ΕΤΑΙΡΟΣ & Β.Δ. ΙΔΡΥΤΗΣ TRASH MANAGEMENT ΕΠΕ». Οι επωνυμίες αυτές για τις συναλλαγές με το εξωτερικό μπορούν να αποδίδονται ως «DIAHIRISI APOVLITON LIMITED LIABILITYCOMPANY», «TRASH MANAGEMENT LTD», «KATHARI POLI LIMITED LIABILITY COMPANY», «CLEAN CITY LLC», «A.G. ETAIROS & B.D. IDRITIS LLC» κοκ.

Με τις παρ. 2 έως 4 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου τροποποιούνται στοιχεία του άρθρου 4 «Εταιρικό κεφάλαιο» του ν. 3190/1955, ούτως ώστε να καταστεί σαφές ότι: α) η ΕΠΕ ως κεφαλαιουχική εταιρεία πρέπει οπωσδήποτε να έχει κεφάλαιο, το οποίο σχηματίζεται είτε από μετρητά είτε από εισφορές σε είδος. Το ύψος του κεφαλαίου καθορίζεται ελεύθερα. Οι εισφορές σε είδος θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποτιμηθούν σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 9 του Ν. 2190/20.

β) Η ονομαστική αξία των εταιρικών μεριδίων μιας ΕΠΕ επίσης καθορίζεται ελεύθερα από τους εταίρους, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός (1) ευρώ, και γ) τυχόν αλλαγές στο ύψος του εταιρικού κεφαλαίου πρέπει να αντικατοπτρίζονται στην αξία των μερίδων και των μεριδίων συμμετοχής, χωρίς πάντως να είναι ποτέ δυνατή η μείωση της ονομαστικής αξίας του μεριδίου κάτω από το ένα (1) ευρώ.

Δ) Επικαιροποιούνται τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται στα έντυπα της εταιρείας («επιστολές και έγγραφα παραγγελίας», όπως ορίζεται στην Οδηγία (EE) 2017/1132) με την αντικατάσταση της αναφοράς στο μητρώο ΕΠΕ με αναφορά στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) του ν. 3419/2005 το οποίο έχει αντικαταστήσει όλα τα προϋπάρχοντα εταιρικά μητρώα.

Τέλος, με την παρ. 5 του άρθρου 1 του σχεδίου τροποποιείται η παρ. 1 του άρθρου 5 «Εισφοραί εις είδος» του ν. 3190/1955 προκειμένου να καταστεί σαφές ότι εισφορές σε είδος για το σχηματισμό του κεφαλαίου μιας ΕΠΕ είναι βέβαια επιτρεπτές, όπως έχει ήδη διευκρινιστεί στο προηγούμενο άρθρο, υπό την προϋπόθεση όμως ότι το εισφερόμενο αγαθό είναι δεκτικό αποτίμησης και εγγραφής στον ισολογισμό.

ΑΡΘΡΟ 2° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου Β' του ν. 3190/1955

Το δεύτερο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο Β' «Σύστασις της Εταιρείας» του ν. 3190/1955. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Με τις παρ. 1 έως 3 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 6 «Περιεχόμενον εταιρικής συμβάσεως». Ειδικότερα με την παρ. 2 ορίζεται ότι:

α) η σύσταση ΕΠΕ γίνεται πάντα με συμβολαιογραφικό έγγραφο, εκτός εάν από τους ιδρυτές εταίρους επιλεγεί η χρήση του προτύπου καταστατικού που προβλέπεται στο άρθρο 9 του ν. 4441/2016 και μόνο στην περίπτωση που ακολουθηθεί πιστά και χωρίς καμία παρέκκλιση το αποκλειστικό περιεχόμενο αυτού όπως περιγράφεται στη σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης (31637/2017, Β' 928). Η εναλλακτική του προτύπου καταστατικού δίνεται προκειμένου να απλουστευτεί ακόμα περισσότερο η διαδικασία σύστασης μιας εταιρείας χωρίς όμως να χαθεί η έννοια της εποπτείας (απαραίτητη προϋπόθεση της σύστασης κεφαλαιουχικής εταιρείας από το ευρωπαϊκό δίκαιο) καθότι το πρότυπο καταστατικό, με τον αυστηρό περιορισμό του περιεχομένου του, υλοποιεί στην πράξη αυτή την εποπτεία. Με άλλα λόγια, το πρότυπο καταστατικό πληροί τις προϋποθέσεις του κοινοτικού δικαίου περί εποπτείας γιατί το περιεχόμενο του είναι αυστηρά καθορισμένο και πολύ στενά προδιαγεγραμμένο σε Υπουργική Απόφαση.

β) Αποσαφηνίζεται ότι, όπως ούτως ή άλλως προβλέπεται και στο ν. 3419/2005 (Α' 297), η ΕΠΕ αποκτά νομική προσωπικότητα μόνο με την εγγραφή της στο ΓΕΜΗ, δεν αρκεί δηλαδή η κατάρτιση της εταιρικής σύμβασης κατά τα οριζόμενα στα προηγούμενα για να θεωρηθεί η εταιρεία συσταθείσα.

γ) Επιβάλλεται η πιστοποίηση της καταβολής του εταιρικού κεφαλαίου με ευθύνη του διαχειριστή και η καταχώριση της πιστοποίησης αυτής στο ΓΕΜΗ για την εξασφάλιση της εμπορικής δημοσιότητας του γεγονότος.

Με τις παρ. 4 έως 6 του άρθρου 2 του οχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 7 «Ακυρότητα» του ν. 3419/1955. Πιο συγκεκριμένα:

α) με την παρ. 4 ορίζονται οι λόγοι ακυρότητας μιας ΕΠΕ. Ειδικότερα μια ΕΠΕ μπορεί να κηρυχτεί άκυρη με δικαστική απόφαση εάν αϊ) η εταιρική σύμβαση δεν έχει περιβληθεί το συμβολαιογραφικό τύπο ούτε έχει ακολουθήσει πιστά το πρότυπο καταστατικό α2) στην εταιρική σύμβαση δεν περιλαμβάνονται η εταιρική επωνυμία, η έδρα και η διάρκεια της εταιρείας καθώς και το κεφάλαιο αυτής, η μερίδα συμμετοχής και τα τυχόν περισσότερα εταιρικά μερίδια κάθε εταίρου κι α3) δεν πιστοποιηθεί έγκαιρα η καταβολή του εταιρικού κεφαλαίου. Με τη διάταξη αυτή υλοποιείται το άρθρο 11 της Οδηγίας (EE) 2017/1132.

β) με την παρ. 5 διευκρινίζεται ότι για το αντιτάξιμο δικαστικής απόφασης που κηρύσσει την ακυρότητα της εταιρείας εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3419/2005.

Με την παρ. 6 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται εξ ολοκλήρου το άρθρο 8 του ν. 3190/1955 «Δημοσιότητα» από νέο, το οποίο εναρμονίζει και «κωδικοποιεί» τις απαιτήσεις της εμπορικής δημοσιότητας για τις ΕΠΕ, όπως αυτές ρυθμίζονται από τις διατάξεις του ν. 3419/2005, του άρθρου 232 του ν. 4072/2012 (όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) και του άρθρου 2 του 4250/2014, με τις οποίες έχει καταργηθεί η λεγόμενη «διπλή» δημοσιότητα (μητρώο ΕΠΕ & Εφημερίδα της Κυβερνήσεως) και αντικατασταθεί από ενιαία και ολοκληρωμένη δημοσιότητα εντός του Γενικού Εμπορικού Μητρώου ΓΕΜΗ και μέσω του διαδικτυακού τόπου του ΓΕΜΗ

Τέλος, οι παρ. 7 και 8 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου δεν εισάγουν νέες διατάξεις απλώς αναδιατυπώνουν υφιστάμενες.

Άρθρο 3° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου Γ' του ν. 3190/1955

Το τρίτο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο Γ' «Οργάνωσις και Διοίκησις της εταιρείας» του ν. 3190/1955. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 10 «Σύγκλησις της συνέλευσης» και επαναδιατυπώνεται στο σύνολο του στη Δημοτική. Ειδικότερα με την παρ. 1 ορίζεται ότι:

α) η σύγκληση της ετήσιας τακτικής συνέλευσης των εταίρων της ΕΠΕ μπορεί να πραγματοποιηθεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια του έτους όχι όμως αργότερα από την 10η Σεπτεμβρίου, η οποία ορίζεται ως η απώτατη ημερομηνία της υποχρέωσης σύγκλησης, β) η πρόσκληση των εταίρων για την σύγκληση οποιασδήποτε συνέλευσης των εταίρων (τακτικής, έκτακτης ή καταστατικής) μπορεί να πραγματοποιείται και με ηλεκτρονικά μέσα, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει αποδεικτικό αποστολής της πρόσκλησης.

γ) η συνέλευση των εταίρων, εκτός από την έδρα της εταιρείας, μπορεί να συνέρχεται οπουδήποτε στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό υπό την προϋπόθεση ότι αυτό έχει προβλεφθεί στο καταστατικό ή συναινούν όλοι οι εταίροι.

δ) Επίσης, αν προβλέπεται στο καταστατικό ή συμφωνούν όλοι οι εταίροι η συνέλευση μπορεί να διεξαχθεί και μέσω τηλεδιάσκεψης. Ανεξαρτήτων αυτών των προϋποθέσεων, εφόσον εταίρος ζει στο εξωτερικό ή δεν μπορεί να παραστεί στη συνέλευση για σπουδαίο λόγο, δικαιούται να αξιώσει την συμμετοχή του στη συνέλευση μέσω τηλεδιάσκεψης.

Με την παρ. 3 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου, στο άρθρο 14 του Ν. 3190/55 «Αρμοδιότητες της Συνελεύσεως» προστίθεται στις αποκλειστικές αρμοδιότητες της συνέλευσης των εταίρων και η αναβίωση της εταιρείας, όπως αυτή περιγράφεται στο νέο άρθρο 50 α που εισήχθη με το παρόν σχέδιο νόμου στον Ν. 3190/55.

Με την παρ. 4 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου επικαιροποιείται η παρ. 4 του άρθρου 17 «Διορισμός διαχειριστών» σχετικά με τις απαγορεύσεις συμμετοχής στη σύσταση ή την διαχείριση ΕΠΕ ορισμένων δημοσίων λειτουργών ή επαγγελματιών, όπως των δημοσίων υπαλλήλων, των μελών ΔΕΠ και άλλων επαγγελματιών (π.χ. δικηγόρων). Επειδή στον Ν. 3190/55 δεν μπορούν να προβλεφθούν εξαντλητικά όλοι οι λειτουργοί ή επαγγελματίες που υπόκεινται σε σχετικές απαγορεύσεις, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει κάθε φορά να αναζητούν την τυχόν ύπαρξη προβλέψεων από την ειδικότερη νομοθεσία που διέπει την λειτουργία των συγκεκριμένων επαγγελμάτων σχετικά με την δυνατότητά τους να συμμετάσχουν ως εταίροι στην σύσταση ΕΠΕ ή να αναλάβουν υποχρεώσεις διαχείρισης της εταιρείας.

Με την παρ. 5 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται το άρθρο 19 του Ν. 3190/55 «Ανάκλησις των διαχειριστών». Οι αλλαγές που επέρχονται ως προς την ανάκληση διαχειριστών έχουν ως εξής:

α) Ο διαχειριστής που έχει οριστεί είτε με το καταστατικό (καταστατική διαχείριση) είτε με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, μπορεί να ανακαλείται οποτεδήποτε με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, η οποία λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία (η πλειοψηφία στην ΕΠΕ, ανεξαρτήτως αν αυτή είναι απλή ή αυξημένη, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι διπλή, δηλαδή να λαμβάνεται κάθε φορά με το απαιτούμενο ποσοστό τόσο των προσώπων, όσο και των εταιρικών μεριδίων, βλ. άρθρο 13 ν. 3190/1955). Σε περίπτωση που η διαχείριση έχει ανατεθεί για ορισμένο χρόνο, τότε στο καταστατικό πρέπει να προβλέπονται και συγκεκριμένοι λόγοι ανάκλησης, έτσι ώστε ο διορισμένος διαχειριστής να προστατεύεται από τυχόν αυθαίρετη ανάκλησή του, χωρίς την ύπαρξη κάποιου λόγου, σπουδαίου ή μη. Αν δεν υφίστανται τέτοιου είδους διατάξεις στο καταστατικό της εταιρείας, τότε ο ανακληθείς διαχειριστής που έχει οριστεί για συγκεκριμένο χρόνο μπορεί να διεκδικήσει αποζημίωση από την εταιρεία, για ενδεχόμενη ζημιά που υπέστη, λόγω της άκαιρης και αναίτιας ανάκλησής του.

β) Ο εταίρος που ασκεί νόμιμη διαχείριση κατά το άρθρο 16 του Ν. 3190/55 ( δηλαδή είτε λόγω έλλειψης διαχειριστή είτε επειδή η εταιρεία επέλεξε να μην διορίσει κάποιον διαχειριστή, εταίρο ή τρίτο, τότε χρέη διαχειριστή ασκούν συλλογικά όλοι οι εταίροι), μπορεί να ανακληθεί εφόσον συντρέχουν σωρευτικά και οι τρεις παρακάτω προϋποθέσεις: ΐ. υπάρχει σπουδαίος λόγος,

ϋ. υπάρχει απόφαση της συνέλευσης των εταίρων για ανάκληση του διαχειριστή που ασκεί νόμιμη διαχειριστή, η οποία λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία, και

iii. έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την ύπαρξη σπουδαίου λόγου και διατάσσει την ανάκληση του διαχειριστή, κατόπιν της αίτησης της συνέλευσης των εταίρων στο δικαστήριο.

γ) Σε περίπτωση που μια εταιρεία είναι διμελής και οι εταίροι διαφωνούν μεταξύ τους, τότε η ανάκληση του ενός εκ των δυο εταίρων που ασκεί είτε νόμιμη είτε καταστατική διαχείριση είτε έχει οριστεί διαχειριστής από τη συνέλευση των εταίρων, ανακαλείται με δικαστική απόφαση για σπουδαίο λόγο, χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη απόφασης συνέλευσης των εταίρων. Η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην άρση του αδιεξόδου στο οποίο μπορεί να επέλθει μια διμελής ΕΠΕ, λόγω της αδυναμίας εξασφάλισης της απαιτούμενης διπλής πλειοψηφίας για την λήψη οποιασδήποτε απόφασης.

δ) Το δικαίωμα ανάκλησης διαχειριστή μπορεί να ασκηθεί και από την μειοψηφία των εταίρων που κατέχουν το 1/10 του συνόλου των εταιρικών μεριδίων και ταυτοχρόνως εκπροσωπούν το 1/10 των εταίρων. Το εν λόγω δικαίωμα αποτελεί αναγκαστικό δίκαιο και οποιαδήποτε πρόβλεψη στο καταστατικό για μη δυνατότητα άσκησής του από τους εταίρους είναι άκυρη. Η ανάκληση μπορεί να πραγματοποιηθεί κατόπιν δικαστικής απόφασης που εκδίδεται μετά απόσχετική αίτηση προς το δικαστήριο που υποβάλλεται από την ανωτέρω μειοψηφία των εταίρων με αιτιολογία την ανάκληση λόγω σπουδαίου λόγου,

ε) Προβλέπεται το δικαίωμα του διαχειριστή να παραιτηθεί από την διαχείριση της εταιρείας. Ο διορισμένος για ορισμένο χρόνο μπορεί να παραιτηθεί για λόγους προβλέπονται στο καταστατικό ή για σπουδαίο λόγο. Η αναγνώριση και αποδοχή του σπουδαίου λόγου δεν απαιτεί σε κάθε περίπτωση έκδοση δικαστικής απόφασης (π.χ. ασθένεια, συνταξιοδότηση, διορισμός στο δημόσιο κ.ά).

στ) Ορίζεται η έννοια του σπουδαίου λόγου για την ανάκληση ή παραίτηση των διαχειριστών. Ως σπουδαίος λόγος νοείται η σοβαρή παράβαση καθηκόντων του διαχειριστή ή η ανικανότητα του να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του ως διαχειριστής.

ζ) Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο (παραίτηση, ανάκληση, θάνατος, λήξη θητείας) οι διαχειριστές απολέσουν την ιδιότητά τους, τότε αυτοί αντικαθίστανται σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπεται στο καταστατικό (μετά την τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 6 ο τρόπος διαχείρισης της εταιρείας αποτελεί υποχρεωτικό περιεχόμενο του καταστατικού). Η διαχείριση δύναται να συνεχιστεί με τους υπόλοιπους διαχειριστές (εφόσον υπάρχουν). Αν για οποιοδήποτε λόγο δεν οριστούν διαχειριστές, τότε αυτομάτως τίθεται σε ισχύ η νόμιμη διαχείριση, δηλαδή η διαχείριση ασκείται συλλογικά από όλους τους εταίρους.

ΑΡΘΡΟ 4° - Εισαγωγή νέου Κεφαλαίου Γ1' στο ν. 3190/1955

Το τέταρτο άρθρο του σχεδίου νόμου προσθέτει νέο κεφάλαιο στον ν. 3190/1955 ως εξής «Κεφάλαιο ΓΙ' - Οικονομικές καταστάσεις και διανομή κερδών» στο οποίο συγκεντρώνονται, κωδικοποιούνται και διασαφηνίζονται όλες οι διατάξεις περί οικονομικών καταστάσεων και διανομής κερδών των ΕΠΕ, είτε αυτές προέρχονται από τον αρχικό ν. 3190/1955 είτε από μεταγενέστερα νομοθετήματα όπως ο ν. 4308/2014 (Α' 251) και ο ν. 4403/2016 (Α' 125). Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Με την παρ. 2 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται εξ ολοκλήρου το άρθρο 22 «Απογραφή και ετήσιοι λογαριασμοί (ετήσιες οικονομικές καταστάσεις)» του ν. 3190/955 με νέο το οποίο εναρμονίζει και «κωδικοποιεί» τις ήδη υφιστάμενες διατάξεις περί σύνταξης, ελέγχου και δημοσίευσης των οικονομικών καταστάσεων των ΕΠΕ βάσει των νεότερων νόμων 4308/2014, 4336/2015, 4403/2016 και 4449/2017, καθώς και των Ευρωπαϊκών Κανονισμών περί Δ.Π.Χ.Α. όπου αυτοί εφαρμόζονται.

Με την παρ. 3 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου προβλέπεται η δυνατότητα σχηματισμού πρόσθετων αποθεματικών πέραν του τακτικού αποθεματικού που ήδη αναγνώριζε ο νόμος με την προϋπόθεση της αυξημένης πλειοψηφίας εταίρων και μεριδίων του άρθρου 38 του νόμου, καθόσον πρόκειται για μια σημαντική απόφαση η οποία επηρεάζει τόσο τις βραχυπρόθεσμες όσο και τις μακροπρόθεσμες απολαβές των εταίρων από τα κέρδη της εταιρείας.

Η παρ. 4 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου δεν εισάγει νέες διατάξεις απλώς αναδιατυπώνει και μεταφέρει για λόγους σαφήνειας και ενότητας στη ροή του κειμένου την ήδη υφιστάμενη στον ν. 3190/1955 διάταξη του άρθρου 35 περί διανομής κερδών.

Τέλος, με την παρ. 5 του άρθρου 4 αντικαθίσταται το άρθρο 25 «Τήρησις υποχρεωτικών βιβλίων υπό διαχειριστών» με νέο, στο οποίο περιγράφεται εκ νέου το περιεχόμενο του βιβλίου εταίρων, διατηρούνται αναλλοίωτα τα βιβλία πρακτικών συνελεύσεως και πρακτικών διαχείρισης.

Άρθρο 5° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου Δ' του ν.3190/1955

Το πέμπτο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο Δ' «Δικαιώματα και υποχρεώσεις των εταίρων» του ν. 3190/1955. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Με την παρ. 1 του άρθρου 5 του σχεδίου νόμου η παρ. 3 του άρθρου 28 «Μεταβίβασις του εταιρικού μεριδίου» του Ν. 3190/55 επικαιροποιείται ως προς τα στοιχεία που θα πρέπει να περιλαμβάνει το συμβολαιογραφικό έγγραφο μεταβίβασης των εταιρικών μεριδίων και επανεγγράφεται στη Δημοτική.

Με την παρ. 2 του άρθρου 5 του σχεδίου νόμου ο τίτλος του άρθρου 29 του Ν, 3190/55 αντικαθίσταται από «Μεταβίβαση του εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου ή λόγω προικός» σε «Μεταβίβαση του εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου», στο πλαίσιο της επικαιροποίησης του νόμου.

Με την παρ. 3 του άρθρου 5 του σχεδίου νόμου η παρ. 1 του άρθρου 29 «Μεταβίβαση του εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου» του Ν. 3190/55 τροποποιείται και επανεγγράφεται στη Δημοτική. Η μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων αιτία θανάτου αποτελεί αναγκαστικό δίκαιο και τυχόν πρόβλεψη στο καταστατικό περί του αντιθέτου είναι άκυρη. Στο καταστατικό μπορεί όμως να προβλεφθεί ότι το εταιρικό μερίδιο του κληρονόμου μπορεί να μεταβιβασθεί σε πρόσωπο που θα υποδείξει η εταιρεία σε περίπτωση που ο κληρονόμος, μετά την απόκτηση του μεριδίου του θανόντος εταίρου, δεν επιθυμεί την παραμονή του στην εταιρεία ως εταίρος. Όσον αφορά στην αποτίμηση της αξίας του μεταβιβασθέντος εταιρικού μεριδίου, αυτή μπορεί πλέον να συμφωνηθεί μεταξύ των εταίρων και του κληρονόμου, χωρίς να απαιτείται υποχρεωτικά ο προσδιορισμός της πραγματικής αξίας της από το Δικαστήριο.

Με τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 5 του σχεδίου νόμου από την παρ. 2 του άρθρου 29 «Μεταβίβαση του εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου» του Ν. 3190/55, στο πλαίσιο της επικαιροποίησης του νόμου διαγράφεται η φράση «λόγω προικός» και «ή τον προικολήπτην», καθώς ο εν λόγω θεσμός δεν είναι πλέον σε ισχύ.

Με την παρ. 6 του άρθρου 5 του σχεδίου νόμου η παρ. 2 του άρθρου 31 του Ν. 3190/55 τροποποιείται, εισάγοντας την υποχρέωση μέσα σε ένα μήνα από την εγγραφή της μεταβίβασης των εταιρικών μεριδίων στο βιβλίο των εταίρων να πραγματοποιείται και η καταχώριση και δημοσίευση της πράξης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.). Αν και η εν λόγω καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. έχει δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα, κρίνεται απαραίτητο οι τρίτοι να ενημερωθούν το ταχύτερο δυνατό για την αλλαγή που επήλθε, καθώς αφορά σε μεταβολή στα πρόσωπα των εταίρων, στοιχείο που αποτελεί ελάχιστο υποχρεωτικό περιεχόμενο του καταστατικού.

Με την παρ. 7 του άρθρου 5 του σχεδίου νόμου στην παρ. 1 του άρθρου 33 «Έξοδος εταίρου και αποκλεισμός εταίρου» του Ν. 3190/55 θεσπίζεται η αρχή της ελεύθερης εξόδου του εταίρου από ΕΠΕ, η οποία ισχύει μόνο αν δεν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στο καταστατικό. Στην περίπτωση αυτή ο εταίρος μπορεί να εξέλθει της εταιρείας με δήλωση εξόδου του προς τον διαχειριστή. Εφόσον όμως στο καταστατικό έχουν τεθεί προϋποθέσεις ή περιορισμοί σχετικά με το δικαίωμα εξόδου από την εταιρεία, τότε ο ενδιαφερόμενος εταίρος να εξέλθει της εταιρείας θα πρέπει υποχρεωτικά να τηρήσει όσα προβλέπονται στο καταστατικό. Στο καταστατικό μπορεί επίσης να προβλέπεται το δικαίωμα του αποχωρούντος με μεταβιβάσει το σύνολο των μεριδίων του σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα που θα του υποδείξει η εταιρεία. Σε κάθε περίπτωση ο εξερχόμενος εταίρος δικαιούται να λαμβάνει την αξία του εταιρικού του μεριδίου είτε στην τιμή που συμφωνείται μεταξύ του αποχωρούντος εταίρου και του αποκτώντος του εταιρικού μεριδίου είτε στην πραγματική αξία, όπως αυτή προσδιορισθεί από το Δικαστήριο.

ΑΡΘΡΟ 6° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου Ε' του ν.3190/1955

Το έκτο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο Ε' - «Τροποποίησις της εταιρικής συμβάσεως» του ν. 3190/1955. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Με την παρ. 1 του άρθρου 6 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται η παρ.1 του άρθρου 38 του ν.3190/55 όπου στις νέες διατάξεις ορίζεται ότι:

Με την παρούσα ρύθμιση μειώνονται τα ποσοστά διπλής πλειοψηφίας από % σε 2/3 προκειμένου η ΕΠΕ να αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία στην λήψη αποφάσεων. Έτσι, η τροποποίηση της εταιρικής σύμβασης πραγματοποιείται από την Συνέλευση των εταίρων με την διπλή πλειοψηφία των 2/3 του συνολικού αριθμού των εταίρων οι οποίοι κατέχουν τα 2/3 του εταιρικού κεφαλαίου.

Με την παρ. 2 του άρθρου 4 προστίθεται παρ. 5 στο άρθρο 38 του ν.3190/1955 και ορίζεται ότι:

Στις περιπτώσεις της ανάκλησης του διαχειριστή ή και των διαχειριστών του άρθρου 19, μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου του άρθρου 28, μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου του άρθρου 29 και της εξόδου εταίρου & αποκλεισμού εταίρου του άρθρου 33 ο διαχειριστής με δική του ευθύνη καταρτίζει κωδικοποιημένη εταιρική σύμβαση - η οποία έχει περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου - στην οποία παρουσιάζονται οι όποιες μεταβολές έχουν επέλθει δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων. Μετά τα ανωτέρω ο διαχειριστής υποχρεούται στην τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας του άρθρου 8 υποβάλλοντας την σχετική αίτηση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. Στην περίπτωση αυτή και μόνον δεν έχει εφαρμογή η παρ.1 του άρθρου 15 του ν.3419/05.

Η παρ. 1 του άρθρου 42 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

Με την παρούσα ρύθμιση μειώνεται το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την απόφαση της Συνέλευσης των εταίρων και την δημοσιότητα της στο ΓΕΜΗ για την μείωση του εταιρικού κεφαλαίου από δύο μήνες σε έναν μήνα και πλέον υπάρχει συντονισμός και των τριών κεφαλαιουχικών μορφών (ΑΕ, ΕΠΕ & IKE) ως προς τα δικαιώματα των πιστωτών που το Κοινοτικό Δίκαιο επιτάσσει. Η απόφαση της Συνέλευσης των εταίρων για την μείωση του εταιρικού κεφαλαίου με επιμέλεια του διαχειριστή καταχωρίζεται και δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ. Από την ημερομηνία ολοκλήρωσης των διατυπώσεων δημοσιότητας της απόφασης των εταίρων για την μείωση του εταιρικού κεφαλαίου και για ένα μήνα οι δανειστές μπορούν με έγγραφη δήλωση τους να υποβάλλουν τις αντιρρήσεις στην αρμόδια Υπηρεσία ΓΕΜΗ. Μετά την πάροδο του μήνα ο διαχειριστής υποχρεούται να προσκομίσει την τροποποιημένη εταιρική σύμβαση σε κωδικοποιημένη μορφή η οποία καταχωρίζεται και δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ.

Με την παρ. 4 αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρου 43 του ν.3190/1955 και ορίζεται η διαδικασία σε περίπτωση μείωσης κεφαλαίου λόγω εξόδου εταίρου όταν η συνέλευση των εταίρων δε λάβει σχετική απόφαση. Προβλέπεται, πλέον, η δυνατότητα του εξερχόμενου εταίρου να μεταβιβάσει ελεύθερα το μερίδιο του.Η παρ. 1 του άρθρου 43α του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

Η μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης (Μ.Ε.Π.Ε.) είναι η εταιρεία που καθίσταται μονοπρόσωπη κατά την λειτουργία της ή συστήνεται ως τέτοια από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο.

Άρθρο 7° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου ΣΤ' του ν.3190/1955

Το έβδομο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο ΣΤ' του ν. 3190/1955. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα:

Η περιπτ. β' της παρ. 1 του άρθρου 44 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

Με την παρούσα ρύθμιση μειώνονται τα ποσοστά διπλής πλειοψηφίας από 3Α σε 2/3 και έτσι συντονίζεται και είναι συνεπές το άρθρο 44 με το αντίστοιχο άρθρο 38 του ν.3190/55. Η απόφαση των εταίρων για την λύση της εταιρείας υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 με σχετική αίτηση καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ.. Η εν λόγω απόφαση δεν απαιτείται να περιβληθεί το συμβολαιογραφικό τύπο, αλλά αρκεί να τηρηθούν οι διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 του νόμου.

Μετά την περιπτ. δ του άρθρου 44 του ν.3190/1955 προστίθεται περιπτ. ε στην οποία ορίζεται ότι:

Ένας από τους λόγους λύσης της ΕΠΕ είναι και η λήξη της διάρκειας της καθόσον είναι ορισμένου χρόνου. Στις περιπτώσεις που οι εταίροι δεν επιθυμούν την λύση της εταιρείας λόγω παρόδου διάρκειας ο χρόνος αυτός μπορεί να παραταθεί με σχετική απόφαση της Συνέλευσης των εταίρων. Η απόφαση των εταίρων σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ληφθεί πριν την απώτατη καταστατικά οριζόμενη διάρκεια και καθόσον έχει συστατικό χαρακτήρα - σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15 του ν.3419/05 - θα πρέπει και να έχει υποβληθεί στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 του παρόντος μέχρι και την τελευταία ημερομηνία λήξης της διάρκειας. Στην περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό η εταιρεία λύεται και εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις περί εκκαθάρισης.

Μετά την παρ. 3 του άρθρου 44 του ν.3190/1955 προστίθεται παρ. 4 στην οποία ορίζεται ότι:

Όταν η ΕΠΕ τεθεί σε καθεστώς λύσης ο διαχειριστής υποχρεούται να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες κατάρτισης οικονομικών καταστάσεων τέλους χρήσης. Η κατάρτιση των εν λόγω οικονομικών καταστάσεων πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσα σε διάστημα ενός μηνός από την θέση της εταιρείας σε λύση. Μετά την έγκριση των οικονομικών καταστάσεων τέλους χρήσης από την Συνέλευση των εταίρων τόσο η απόφαση των εταίρων όσο και οι εγκεκριμένες οικονομικές καταστάσεις τέλους χρήσης καταχωρίζονται και δημοσιεύονται στο ΓΕΜΗ σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8.

Ο τίτλος και η παρ. 1 του άρθρου 45 του ν.3190/1955 αντικαθίστανται και ορίζεται ότι:

Ο διαχειριστής υποχρεούνται σε σύγκληση της συνέλευσης των εταίρων στην περίπτωση απώλειας των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας όταν αυτά καταστούν κατώτερα του Vi του εταιρικού κεφαλαίου. Η Συνέλευση των εταίρων αποφασίζει για την λήψη των αναγκαίων μέτρων που απαιτούνται για την επαναφορά στην ομαλότητα. Εισάγεται στην παρούσα παράγραφο μία ρύθμιση ανάλογη με του άρθρου 47 του Κ.Ν.2190/20 με την οποία επιτυγχάνεται συντονισμός με το άρθρο 17 της Δεύτερης Οδηγίας περί εταιρικού (77/91/ΕΟΚ).

Η παρ 2. του άρθρου 47 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

Η ανάκληση των εκκαθαριστών πραγματοποιείται με ακριβώς όμοιο τρόπο όπως και οι διαχειριστές. Ο τρόπος ανάκλησης περιγράφεται στο άρθρο 19 του παρόντος.

Το άρθρο 48 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής και ορίζεται ότι:

1. Με την έναρξη εκκαθάρισης, οι εκκαθαριστές συντάσσουν υποχρεωτικά ισολογισμό έναρξης εκκαθάρισης. Ο εν λόγω Ισολογισμός έχει τη μορφή και το περιεχόμενο που ορίζεται στις διατάξεις του ν.4308/14 (πλην των εταιρειών που, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, συντάσσουν τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις τους βάσει των Δ.Π.Χ.Α. και οι οποίες ακολουθούν την παρ.25 του ΔΛΠ 1) και ανάλογα με την κατάταξη της εταιρείας επιλέγονται ένα από τα υποδείγματα Β.1 ή Β.2 ή Β.5 του παραρτήματος Β του εν λόγω νόμου. Επίσης οι εκκαθαριστές λαμβάνουν υπόψη τους την σχετική πρόνοια της παρ. 11 του άρθρου 17 του ν.4308/14 σχετικά με την θεμελιώδη παραδοχή της οντότητας περί μη συνέχισης δραστηριότητας. Ο εν λόγω Ισολογισμός υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 από τον εκκαθαριστή χωρίς να απαιτείται έγκριση από την συνέλευση των εταίρων.

Εφόσον η εκκαθάριση συνεχίζεται οι εκκαθαριστές καταρτίζουν στο τέλος κάθε χρήσης οικονομικές καταστάσεις εκκαθάρισης, οι οποίες εγκρίνονται από τη Συνέλευση των εταίρων και υποβάλλονται στις διατυπώσεις του άρθρου 8. Οι εν λόγω οικ. Καταστάσεις εκκαθάρισης περιλαμβάνουν τα λογιστικά αρχεία που απαιτούνται από τις διατάξεις του ν.4308/14 (Παράρτημα Β') καθώς και τις συνοδευτικές εκθέσεις όπου από την κείμενη νομοθεσία απαιτούνται.

2. Σε περίπτωση που η εκκαθάριση υπερβεί την τριετία χωρεί εφαρμογή της παρ.6 του άρθρου 49 του κ.ν. 2190/1920. Ο εκκαθαριστής υποχρεούται να συγκαλέσει συνέλευση των εταίρων, στην οποία υποβάλλει σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει έκθεση για τις μέχρι τότε εργασίες της εκκαθάρισης, τους λόγους της καθυστέρησης και τα μέτρα που προτείνονται για την ταχεία περάτωσή της. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν παραίτηση της εταιρείας από δικαιώματα, δικόγραφα και αιτήσεις, αν η επιδίωξη τούτων είναι ασύμφορη σε σχέση με τα προσδοκώμενα οφέλη ή αβέβαιη ή απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα ανωτέρω μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν και συμβιβασμούς, αναδιαπραγματεύσεις ή καταγγελία συμβάσεων ή και σύναψη νέων. Η συνέλευση των εταίρων εγκρίνει το σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 38. Εάν το σχέδιο εγκριθεί, ο εκκαθαριστής ολοκληρώνει τη διαχείριση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σχέδιο. Εάν το σχέδιο δεν εγκριθεί, εταίροι που εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) του συνολικού αριθμού των εταιρικών μεριδίων και εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) των εταίρων μπορούν να υποβάλλουν σχετική αίτηση στο Πρωτοδικείο της έδρας και να ζητήσουν την έγκρισή του από αυτό. Το δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει τα μέτρα που προβλέπει το σχέδιο, όχι όμως και να προσθέσει μέτρα που δεν προβλέπονται σε αυτό. Ο εκκαθαριστής σε καμμία περίπτωση δεν ευθύνεται για την εφαρμογή σχεδίου που εγκρίθηκε και επικυρώθηκε με την δικαστική απόφαση της προηγούμενης παραγράφου.

Το άρθρο 50 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

Η εκκαθάριση ολοκληρώνεται όταν οι εκκαθαριστές καταρτίζουν τις τελικές οικονομικές καταστάσεις εκκαθάρισης, οι οποίες και εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων. Η απόφαση των εταίρων και οι εγκεκριμένες οικονομικές καταστάσεις τέλους εκκαθάρισης υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8. Οι εν λόγω περιλαμβάνουν τα λογιστικά αρχεία που ορίζονται στις διατάξεις του ν.4308/14 (Παράρτημα Β') καθώς και τις συνοδευτικές εκθέσεις όπου από την κείμενη νομοθεσία απαιτούνται. Στην περίπτωση αυτή η εταιρεία διαγράφεται από το ΓΕΜΗ και σχετική ανακοίνωση καταχώρισης εκδίδεται από την αρμόδια ΥΓΕΜΗ. Μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας οι εκκαθαριστές μεριμνούν για την διανομή του προϊόντος της εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας στους εταίρους, ανάλογα με τη μερίδα συμμετοχής τους. Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση μη ύπαρξης προϊόντος της εκκαθάρισης και εφόσον στις οικονομικές καταστάσεις τέλους εκκαθάρισης εμφανίζονται υποχρεώσεις προς το Δημόσιο (ΔΟΥ και Ασφαλιστικά Ταμεία), οι οποίες έχουν βεβαιωθεί στο σύνολο τους, τότε είναι δυνατή η καταχώριση των οικονομικών καταστάσεων και κατ' επέκταση η διαγραφή της εταιρείας.

Με τη ρύθμιση του προτεινόμενου άρθρου 50α δίδεται η δυνατότητα αναβίωσης στην ΕΠΕ όταν:

1. Λύθηκε λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειάς της ή

2. Λύθηκε με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων ή

3. Μετά την κήρυξή της σε πτώχευση, επήλθε συμβιβασμός ή αποκατάσταση σύμφωνα με τις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις η συνέλευση των εταίρων ως μόνη αρμόδια μπορεί να αποφασίσει ομοφώνως την αναβίωση της εταιρείας. Η απόφαση της συνέλευσης των εταίρων καθώς και η νέα εταιρική σύμβαση μαζί με τις τροποποιήσεις της υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8. Στην περίπτωση έναρξης διανομής της εταιρικής περιουσίας απόφαση της συνέλευσης των εταίρων για αναβίωση της εταιρείας αποκλείεται.

Με τις παρ. 10 και 11 του άρθρου 7 αναριθμείται και τροποποιείται το άρθρο 50α του ν.3190/1955, ώστε να εναρμονιστεί με τις νομοθετικές αλλαγές που αφορούν το Γ.Ε.ΜΗ. και τις προσωπικές εταιρίες.

Άρθρο 8° - Τροποποίηση του Κεφαλαίου I' του ν.3190/1955

Το όγδοο άρθρο του σχεδίου νόμου πραγματεύεται τροποποιήσεις στο Κεφάλαιο Κεφάλαιο I'. Συγκεκριμένα και αναλυτικότερα, επιχειρείται ένας διαχωρισμός μεταξύ εγκατάστασης αλλοδαπών εταιρειών προερχόμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) και τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Ε.Ο.Χ.) με αυτά που προέρχονται από Τρίτες χώρες. Έτσι η εγκατάσταση για τις αλλοδαπές εταιρείες προερχόμενες από την Ε.Ε. και Ε.Ο.Χ απλοποιείται καθόσον δεν θα απαιτείται έκδοση σχετικής «απόφασης εγκατάστασης» από την αρμόδια εποπτική αρχή ενώ αντίθετα στην περίπτωση των αλλοδαπών εταιρειών τρίτης χώρας η έκδοση «απόφασης εγκατάστασης» από την αρμόδια αρχή παραμένει ως προϋπόθεση. Ειδικότερα :

Το άρθρο 57 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

1. Το εν λόγω άρθρο πραγματεύεται την εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου εταιρείας περιορισμένης ευθύνης προερχόμενης από χώρα Κ-Μ της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρας του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Με την παρούσα ρύθμιση καταργείται η υποχρέωση έκδοσης «Απόφασης εγκατάστασης» από την κατά νόμο αρμόδια αρχή (Δ/νση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή ή την κατά τόπο αρμόδια Περιφερειακή Ενότητα),

2. Η εταιρεία υποβάλλει σχετική αίτηση εγγραφής στην αρμόδια Υπηρεσία ΓΕΜΗ (Δ/νση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης ή ΥΓΕΜΗ κατά λόγο αρμοδιότητας) ή η οποία συνοδεύεται από τις κάτωθι πράξεις και στοιχεία:

i. Απόφαση της αλλοδαπής εταιρείας για ίδρυση υποκαταστήματος στην Ελλάδα που πρέπει να έχει ληφθεί από τέτοιο όργανο της αλλοδαπής εταιρείας και με τέτοια πλειοψηφία που επιτρέπει η νομοθεσία της χώρας σύστασης της αλλοδαπής εταιρείας. Στην εν λόγω απόφαση προσδιορίζεται υποχρεωτικά ο τόπος εγκατάστασης του υποκαταστήματος ή πρακτορείου με αναφορά στον σχετικό Δήμο και εφόσον προκύπτει διαφορετική επωνυμία του υποκαταστήματος ή πρακτορείου σαφή αναφορά σε αυτήν με πλήρη τίτλο. Η εν λόγω απόφαση δεν θα πρέπει να έρχεται σε καμμία περίπτωση σε σύγκρουση με την εταιρική σύμβαση.

ii. Ισχύουσα εταιρική σύμβαση της αλλοδαπής εταιρείας και όταν η ιδρυτική πράξη και ηεταιρική σύμβαση είναι προϊόν ξεχωριστής πράξης απαιτούνται και οι δύο ,

iii. Πιστοποιητικό «καλής λειτουργίας» ή «καλής υπόστασης» της αρμόδιας αρχής ή του εμπορικού μητρώου της χώρας προέλευσης και στο οποίο μεταξύ άλλων σημειώνεται ο αριθμός εγγραφής στο αρμόδιο Εμπορικό Μητρώο της χώρας (αντίστοιχος ΑΡ.ΓΕΜΗ), η ημερομηνία εγγραφής στο εν λόγω μητρώο, η πλήρης επωνυμία της εταιρείας και τυχόν διακριτικοί τίτλοι που η εταιρεία φέρει, ο νομικός της τύπος, το ύψος του εταιρικού της κεφαλαίου με μνεία στον αριθμό των μεριδίων και την ονομαστική αξία αυτών. Επίσης ότι η εταιρεία έχει δημοσιεύσει ετήσιες οικονομικές καταστάσεις στο μητρώο του Κ-Μ κατά το προηγούμενο διάστημα ή νομίμως έχει απαλλαχθεί από την εν λόγω διαδικασία, τα ατομικά στοιχείων των προσώπων που εκπροσωπούν και δεσμεύουν την εταιρεία είτε ατομικά είτε ως όργανο διοίκησης προβλεπόμενο από τον νόμο ή ως νόμιμοι εκπρόσωποι καθώς και η υφιστάμενη κατάσταση της εταιρείας. Η «καλή λειτουργία» ή «καλή κατάσταση» ή «ενεργή κατάσταση» είναι προϋπόθεση για την εγγραφή της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. καθώς αν βρίσκεται σε καθεστώς αφερεγγυότητας ή πτώχευσης ή συλλογικής διαδικασίας ικανοποίησης πιστωτών ή διαδικασία ρευστοποίησης περιουσίας η εταιρεία δεν δύναται να εγγραφεί.

ίν. Συμβολαιογραφική ή προξενική πράξη διορισμού πληρεξουσίου αντιπρόσωπου και αντικλήτου στην Ελλάδα με τα πλήρη στοιχεία του.

3. Ο έλεγχος επωνυμίας της εταιρείας είτε πρόκειται για την επωνυμία της αλλοδαπής εταιρείας είτε για επωνυμία που διαφέρει ή είναι παρεμφερή επωνυμία πραγματοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν.3419/05.

4. Η εγγραφή του υποκαταστήματος ή πρακτορείου που πραγματοποιείται σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία και υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.

5. Αλλοδαπές εταιρείες οι οποίες επιθυμούν την εγκατάσταση περισσοτέρων του ενός υποκαταστημάτων ή πρακτορείων θα πρέπει, για κάθε νέα εγκατάσταση να ακολουθήσουν την ανωτέρω διαδικασία εγγραφής αναφορικά με την νομιμοποίηση της αλλοδαπής εταιρείας, τον έλεγχο επωνυμίας και τους κανόνες δημοσιότητας που αυτά υπάγονται.

Το άρθρο 58 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται και ορίζεται ότι:

1. Το εν λόγω άρθρο πραγματεύεται την εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου εταιρείας περιορισμένης ευθύνης προερχόμενης από Τρίτη Χώρα (εκτός EE). Η εν λόγω εγκατάσταση απαιτεί την έκδοση «απόφασης έγκρισης εγκατάστασης» από την Δ/νση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης ή την Περιφερειακή Ενότητα κατά λόγο αρμοδιότητας.

2. Η ενδιαφερόμενη αλλοδαπή εταιρεία υποβάλλει την σχετική αίτηση εγγραφής στην αρμόδια Υπηρεσία ΓΕΜΗ (Δ/νση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης ή ΥΓΕΜΗ κατά λόγο αρμοδιότητας) ή η οποία συνοδεύεται υποχρεωτικά από τις πράξεις και τα στοιχεία που περιγράφονται στο ανωτέρω άρθρο 57 παρ.2.

3. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκδοση «απόφασης έγκρισης εγκατάστασης» από την Δ/νση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης ή την αρμόδια Περιφερειακή Ενότητα είναι α) να προσκομιστούν τα ίδια δικαιολογητικά έγγραφα που περιγράφονται στο προηγούμενο άρθρο και β) η δυνατότητα των ημεδαπών επιχειρήσεων να εγκαταστήσουν υποκατάστημα ή πρακτορείο στην επικράτεια της Τρίτης αυτής χώρας. Τη δυνατότητα αυτή μπορούν να διακριβώσουν οι ως άνω Υπηρεσίες απευθυνόμενες στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών και κυρίως στη Γενική Διεύθυνση Πολιτικών Σχέσεων και στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Σχέσεων αυτού.

Τόσο η απόφαση εγκατάστασης όσο και η εγγραφή του υποκαταστήματος ή πρακτορείου που πραγματοποιείται σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία, υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 και οι λοιπές παρ. 3-5 του άρθρου 57 εφαρμόζονται αναλόγως.

Άρθρο 9° - Εισαγωγή κεφαλαίου II στο ν.3190/1955

Με το άρθρο 9 προστίθεται νέο κεφάλαιο στο οποίο ορίζεται η καθ' ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου για διαφορές που ανακύπτουν από τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου. Προσδιορίζεται, επίσης, η τοπική αρμοδιότητα των δικαστηρίων βάσει της έδρας της εταιρείας.

Άρθρο 10° - Τροποποίηση των ν.2190/1920 (Α' 37), ν.4072/2012 (Α' 86) και ν.4441/2016 (Α' 227)

Οι προτεινόμενες διατάξεις, οι οποίες τροποποιούν τα περί επωνυμιών άρθρα των κν 2190/1920 και 4072/2012, στοχεύουν σε μια ενιαία αντιμετώπιση των επωνυμιών των νομικών προσώπων, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, με το σκεπτικό που αναπτύσσεται αναλυτικά στο πρώτο άρθρο της παρούσας αιτιολογικής έκθεσης και γενικότερα τις αρχές που από τη νομική θεωρία διέπουν την επωνυμία και ιδίως τις αρχές της αλήθειας, της διάρκειας και της σύνδεσης επωνυμίας- επιχείρησης. Ειδικά με τις παραγράφους 3 και 4, επιδιώκεται ταυτόχρονα να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των προσωπικών εταιρειών (προσωπική ευθύνη των εταίρων).

Άρθρο 11°- Εξουσιοδοτικές διατάξεις

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, δίνεται η δυνατότητα έκδοσης προεδρικού διατάγματος μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης για την κωδικοποίηση και την απόδοση στη δημοτική των διατάξεων που αφορούν τις ΕΠΕ. Η ανάγκη αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι το κείμενο του ν.3190/1955 είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα, με αποτέλεσμα να είναι δυσνόητο και να δημιουργούνται ασάφειες και συγχύσεις. Επιπλέον, η πρόταση για την απόδοση του εν λόγω νομοθετήματος στη δημοτική τέθηκε τόσο στη δημόσια διαβούλευση, όσο και από φορείς της αγοράς και υπηρεσιακούς παράγοντες.

Άρθρο 12° - Μεταβατικές διατάξεις

Στόχος της διάταξης αυτής είναι να εναρμονιστεί η διάρκεια κάποιων ήδη υπαρχουσών ΕΠΕ με την απαίτηση του νόμου να είναι όλες οι ΕΠΕ ορισμένης διάρκειας γιατί έχει διαπιστωθεί στην πράξη ότι κάποιες ΕΠΕ προέβλεπαν αντίθετα στο καταστατικό τους (προέβλεπαν αόριστη διάρκεια). Με τη διάταξη αυτή, όσες ΕΠΕ όντως έχουν ορίσει στα καταστατικά τους αόριστη διάρκεια και δεν μεριμνήσουν να το τροποποιήσουν εγκαίρως, λύονται και τίθενται αυτοδίκαια σε κατάσταση εκκαθάρισης στις 31 Δεκεμβρίου του 2021.

Άρθρο 13° - Καταργούμενες διατάξεις

Με το παρόν προτεινόμενο άρθρο καταργούνται μια σειρά από διατάξεις, οι οποίες κρίνονται ανεπίκαιρες και έχουν τεθεί σε αχρησία. Επιπλέον, καταργούνται διατάξεις, οι οποίες βρίσκονται σε αντίθεση με νεότερες υφιστάμενες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' - ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Άρθρο 14° - Τροποποίηση του ν.4497/2017 (Α' 171)

Με την προτεινόμενη παρ. 1 διευκρινίζεται επί το σαφέστερον ότι σε περίπτωση παρέλευσης χρονικού διαστήματος μεγαλύτερου του ενός έτους από την λήξη ισχύος της άδειας, δεν απαιτείται η έκδοση νέας άδειας, εάν στο διάστημα αυτό ο παραγωγός υποβάλλει αίτημα για ανανέωση. Συνακόλουθα, ο παραγωγός δεν χάνει τη θέση του.

Με τις προτεινόμενες παρ. 2 και 3 παραχωρείται στα άτομα με αναπηρία το δικαίωμα δραστηριοποίησης στο υπαίθριο εμπόριο ακόμα και μετά τη λήψη σύνταξης λόγω αναπηρίας καθώς και το δικαίωμα για η προσωρινή αναπλήρωση ακόμα και στην περίπτωση που ο κάτοχος έχει καταστεί ανίκανος για εργασία πριν από την έκδοση της άδειας. Σε κάθε περίπτωση παραμένει ως προϋπόθεση για την ανανέωση της άδειας η μη λήψη σύνταξης λόγω γήρατος. Πρόκειται για ρυθμίσεις οι οποίες προωθούνται για κοινωνικούς λόγους, καθώς δίνει στα άτομα με αναπηρία τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν οικονομικά στις απαιτήσεις που θέτει η αναπηρία τους.

Με την προτεινόμενη παρ. 4 απαλείφεται από τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Λαϊκών Αγορών η γνωμοδότηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο για την επέκταση μιας λαϊκής αγοράς. Η τροποποίηση αυτή είναι να μην υπάρχει σύγκρουση με το άρθρο 29 παρ. 1, στο οποίο προβλέπεται ότι η επέκταση δεν είναι αρμοδιότητα του Περιφερειακού Συμβουλίου, αλλά των φορέων λειτουργίας. Για τον ίδιο λόγο απαλείφεται και η πρόβλεψη για την εισήγηση των Επιτροπών στις υπηρεσίες των φορέων λειτουργίας των αγορών για τη μετακίνηση και τη χωροθέτηση αυτών. Στο άρθρο 29 παρ. 1 ρητά αναφέρεται ότι οι Επιτροπές, προκειμένου για τη μετακίνηση, επέκταση και χωροθέτηση οφείλουν να παρέχουν στις υπηρεσίες των φορέων λειτουργίας σύμφωνη γνώμη.

Με την παρ. 5, 6, 7 και 8 επιχειρείται να αποσαφηνιστούν οι διατάξεις του άρθρου 28 σε σχέση με τα άρθρα 32 και 33 (τοποθετήσεις παραγωγών πωλητών σε λαϊκές αγορές), το άρθρο 35 (οι αλλαγές θέσεων πωλητών εντός της ίδιας ή μεταξύ διαφορετικών λαϊκών αγορών), το άρθρο 24 (αναπλήρωση πωλητών αναπληρώσεις πωλητών πέραν αυτής για λόγους υγείας και μέχρι ένα (1) μήνα) και το άρθρο 31 στοιχείο η' (ανάκληση άδειας) με σκοπό την απρόσκοπτή και ενιαία και απρόσκοπτη εφαρμογή του ν.4497/2017. Επιπλέον, διευκρινίζεται η ανάγκη παροχής γνώμης (απλή γνωμοδότηση) στην υπηρεσία της αρμόδιας Αρχής από θεσμοθετημένο όργανο (Επιτροπή Λαϊκών Αγορών) το οποίο έχει άμεση γνώση και επαφή με την λαϊκή αγορά, σε σχέση με τα ζητήματα της παραχώρησης θέσης και της έκδοσης νέων επαγγελματικών αδειών, που άπτεται της εύρυθμης λειτουργίας αυτής.

Με τις παρ. 9, 10 και 11 ρυθμίζονται τα ζητήματα απώλειας θέσης για τον επαγγελματία πωλητή σε λαϊκές αγορές, στάσιμο και πλανόδιο εμπόριο αναλογικά με όσα ισχύουν για τους παραγωγούς.

Με τις προτεινόμενες παραγράφους 12 και 13 ρυθμίζονται τα θέματα της ανανέωσης και απογραφής των επαγγελματικών αδειών υπαίθριου εμπορίου (λαϊκών, πλανοδίου, στάσιμου εμπορίου). Η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 59 του ν. 4497/2017 για την ανανέωση όλων των τύπων αδειών υπαιθρίου εμπορίου, συνδέεται με την προθεσμία ηλεκτρονικής απογραφής τους στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣΠΑ), η οποία πρόκειται να οριστεί σε μελλοντικό χρόνο με την Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Εσωτερικών της παρ. 5 του άρθρου 58. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται να αντιμετωπιστεί ενιαία η διαδικασία ανανέωσης των επαγγελματικών αδειών υπαίθριου εμπορίου από τις αρμόδιες Υπηρεσίες με την αντίστοιχη ηλεκτρονική καταχώριση τους στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣΠΑ). Η σύνδεση της διαδικασίας ανανέωσης με την ηλεκτρονική καταχώριση στο σύστημα εξασφαλίζει την απρόσκοπτη εφαρμογή του νόμου. Η ως άνω ρύθμιση, που κρίνεται αναγκαία για τους παραπάνω λόγους, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά δικαίωμα δραστηριοποίησης του κατόχου άδειας στη λαϊκή αγορά, το πλανόδιο ή το στάσιμο εμπόριο, στο διάστημα που η άδεια δε βρίσκεται σε ισχύ.

Με την παρ. 13 εισάγεται μεταβατική διάταξη με την οποία δίνεται αναδρομική ισχύς στην ως άνω πρόβλεψη.

Με την παρ. 14 αντιμετωπίζεται το ζήτημα χειρισμού εκκρεμών υποθέσεων για τις οποίες η σχετική προκήρυξη είχε νομίμως εκδοθεί με τον προϊσχύοντα ν. 4264/2014.

Με την παράγραφο 15 διευκρινίζεται ότι η παρ. 14 ισχύει από την έναρξη ισχύος του ν. 4497/17.

Άρθρο 15° - Τροποποίηση του ν.4412/2016 (Α'147)

Με την παρούσα τροποποίηση εναρμονίζουμε το πλαίσιο της έκδοσης εγγυητικών επιστολών σύμφωνα με τα ισχύοντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ευρωπαϊκές οδηγίες για το τραπεζικό δίκαιο και την έκδοση εγγυητικών επιστολών.

Άρθρο 16° - Τροποποίηση του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 (Α' 11)

Με το άρθρο 16 τροποποιούνται διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος 5/1926 «περί ιδρύσεως «Εθνικής Ελληνικής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε.)»,

Συγκεκριμένα:

Το άρθρο 3 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 «περί ιδρύσεως «Εθνικής Ελληνικής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε.)» (Α' 11), όπως είχε τροποποιηθεί στην παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 2081/1992 (Α' 154) και ίσχυε, καταργήθηκε με το άρθρο 99 του ν. 4497/2017. Δεδομένου ότι η έλλειψη συναφούς διάταξης δεν επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων όλων των μελών της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. και πρέπει να ορισθούν σαφώς τα μέλη της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. (Εμπορικά, Βιομηχανικά, Επαγγελματικά και Βιοτεχνικά Επιμελητήρια).

Στο άρθρο 4 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 «περί ιδρύσεως «Εθνικής Ελληνικής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε.)» (Α' 11/1926) πρέπει να αντικατασταθεί η συνδρομή των ανωτέρω Επιμελητηρίων κατά το ποσοστό 2% επί των ετησίων τακτικών εσόδων τους προς την Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. με το ορθό 2%ο, λόγω των οικονομικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα μας και ειδικότερα, στα Επιμελητήρια.

Το άρθρο 5 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 «περί ιδρύσεως «Εθνικής Ελληνικής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε.)» (Α' 11/1926) συμπληρώνεται με την παράταση θητείας των απερχομένων οργάνων διοίκησης της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. έως την ανάληψη καθηκόντων των νέων οργάνων. Επιπλέον, προβλέπεται η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου κατά 3Α από μέλη της ΕΕΔΕΕ.

_____________________________________________

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3190/1955 ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' - ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΤΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Άρθρο 1

Τροποποίηση του Κεφαλαίου Α' του ν. 3190/1955

1. Το άρθρο 2 του ν. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 2 - Επωνυμία

1. Η επωνυμία της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της δραστηριότητας που ασκεί είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες.

2. Στην επωνυμία της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης» ή το ακρωνύμιο «Ε.Π.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «Limited Liability Company» και το ακρωνύμιο ως «L.L.C.» ή «LTD».

3. Αν η εταιρεία είναι μονοπρόσωπη, στην επωνυμία πρέπει να περιέχονται οι λέξεις «Μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης» ή «Μονοπρόσωπη Ε.Π.Ε.» Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «Single Member Limited Liability Company» ή «Single Member L.L.C.» ή «Single Member LTD».»

2. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του υ. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το κεφάλαιο της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης καθορίζεται από τους εταίρους χωρίς περιορισμό. Σχηματίζεται είτε από μετρητά είτε από εισφορές σε είδος σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 5.»

3. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3190/1955 προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Τα εταιρικά μερίδια έχουν ονομαστική αξία ενός (1) τουλάχιστον ευρώ. Η ονομαστική αξία είναι ίση για όλα τα εταιρικά μερίδια.»

4. Οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 4 του ν. 3190/1955 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Σε περίπτωση αύξησης ή μείωσης του εταιρικού κεφαλαίου, αυξάνονται ή μειώνονται αναλόγως τα ποσά των παρ. 2 και 3.

5. Σε κάθε έντυπο της εταιρείας υποχρεωτικά αναφέρονται η επωνυμία, το εταιρικό κεφάλαιο, ο αριθμός Γ.Ε.ΜΗ., η έδρα της εταιρείας, καθώς και αν βρίσκεται υπό εκκαθάριση.»

5. Η παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι εισφορές σε είδος επιτρέπονται, μόνο αν το εισφερόμενο στοιχείο αποτελεί περιουσιακό αγαθό το οποίο είναι δεκτικό χρηματικής αποτίμησης.»

Άρθρο 2

Τροποποίηση του Κεφαλαίου Β' του ν. 3190/1955

1. Ο τίτλος του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «Αρθρο 6 - Περιεχόμενο της εταιρικής σύμβασης και σύσταση».

2. Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η εταιρική σύμβαση καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή με πρότυπο καταστατικό σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν.4441/2016 (Α' 227) και την 31637/2017 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης (Β' 928).

2. Η εταιρική σύμβαση πρέπει να περιέχει:

α) το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, το επάγγελμα, τη διεύθυνση κατοικίας, την ηλεκτρονική διεύθυνση, τον Αριθμό φορολογικού Μητρώου (ΑφΜ) και τον αριθμό δελτίου ταυτότητας (ΑΔΤ) ή διαβατηρίου των εταίρων,

β) την εταιρική επωνυμία,

γ) την ιδιότητα της εταιρείας ως περιορισμένης ευθύνης,

δ) την έδρα της εταιρείας. Ως έδρα ορίζεται δήμος της ελληνικής επικράτειας,

ε) το σκοπό της εταιρείας,

στ) τη διάρκεια της εταιρείας. Η διάρκεια της εταιρείας είναι ορισμένου χρόνου και ορίζεται σε έτη,

ζ) το κεφάλαιο της εταιρείας, τη μερίδα συμμετοχής, τα περισσότερα εταιρικά μερίδια κάθε εταίρου και βεβαίωση των ιδρυτών για την καταβολή του κεφαλαίου,

η) το αντικείμενο των εισφορών σε είδος, την αποτίμηση αυτών και το όνομα του εισφέροντος, καθώς και το σύνολο της αξίας των εισφορών σε είδος,

θ) τον τρόπο διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας.»

3. Στο άρθρο 6 του ν. 3190/1955 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

«4. Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης αποκτά νομική προσωπικότητα με την εγγραφή της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕ.Μ.Η.) σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν.3419/2005 (Α' 297).»

4. Η περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«α) έχει συσταθεί κατά παράβαση της παρ. 1 και των περίπτ. β', ε', ζ' και η' της παρ. 2 του άρθρου 6.»

5. Η παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η δικαστική απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα της εταιρείας υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8. Η απόφαση αυτή αντιτάσσεται προς τρίτους σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 3419/2005. Τριτανακοπή μπορεί να ασκηθεί μέσα σε έξι (6) μήνες από την υποβολή της απόφασης στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.»

6. Το άρθρο 8 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 8 - Δημοσιότητα

1. Για τα στοιχεία και τις πράξεις της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης για τα οποία προβλέπεται υποχρέωση δημοσιότητας εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.3419/2005.

2. Για τα αποτελέσματα της εγγραφής της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. και των καταχωρίσεων σ' αυτό ισχύουν τα άρθρα 15 και 16 του ν.3419/2005».

7. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3190/1955 μετά τις λέξεις «προ της κατά το άρθρον 8» οι λέξεις «παρ. 2» διαγράφονται.

8. Στο άρθρο 9 του ν.3190/1955 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

«3. Πριν από την ολοκλήρωση των διατυπώσεων του άρθρου 8, κανείς εταίρος δεν μπορεί να υπαναχωρήσει από την εταιρική σύμβαση. Ο θάνατος, η πτώχευση ή η απαγόρευση εταίρου δεν αποτελεί κώλυμα για την ολοκλήρωση των διατυπώσεων αυτών.»

Άρθρο 3

Τροποποίηση του Κεφαλαίου Γ' του ν.3190/1955

1. Οι παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 10 του ν.3190/1955 αντικαθίστανται ως εξής:

«2. Η συνέλευση συγκαλείται υποχρεωτικά μια τουλάχιστον φορά κάθε έτος το αργότερο έως τη δεκάτη (10) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης. Αν η συνέλευση δεν συγκληθεί από τους διαχειριστές μέσα στην ανωτέρω προθεσμία, η σύγκληση γίνεται από οποιονδήποτε εταίρο σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 11.

3. Η σύγκληση της συνέλευσης γίνεται από το διαχειριστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού, σε κάθε περίπτωση πριν από οκτώ (8) τουλάχιστον μέρες. Η ημέρα της σύγκλησης και η ημέρα της συνέλευσης δεν υπολογίζονται στην προθεσμία αυτή. Η πρόσκληση των εταίρων είναι υποχρεωτικά προσωπική και γίνεται με κάθε κατάλληλο μέσο, περιλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail). Στην πρόσκληση αναγράφεται η ημέρα, η ώρα, ο τόπος, οι προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των εταίρων και λεπτομερής ημερήσια διάταξη.

4. Αν όλοι οι εταίροι συμφωνούν, είναι δυνατή η σύγκληση συνέλευσης χωρίς την τήρηση των διατυπώσεων της παρ. 3. Εφόσον όλοι οι εταίροι είναι παρόντες και δεν υπάρχει αντίρρηση, λαμβάνονται έγκυρες αποφάσεις για κάθε θέμα αρμοδιότητας της συνέλευσης.»

2. Στο άρθρο 10 του ν.3190/1955 προστίθενται παράγραφοι 5 και 6 ως εξής:

«5. Η συνέλευση μπορεί να συνέρχεται οπουδήποτε αναφέρεται στο καταστατικό, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό. Αν δεν αναφέρεται ο τόπος αυτός, η συνέλευση μπορεί να συνέρχεται στην έδρα της εταιρείας ή και οπουδήποτε αλλού, αν συναινούν όλοι οι εταίροι.

6. Εφόσον προβλέπεται στο καταστατικό ή συναινούν όλοι οι εταίροι, η συνέλευση των εταίρων μπορεί να διεξαχθεί με τηλεδιάσκεψη. Κάθε εταίρος μπορεί να αξιώσει να διεξαχθεί η συνέλευση με τηλεδιάσκεψη ως προς αυτόν αν κατοικεί σε άλλη χώρα από εκείνη όπου διεξάγεται η συνέλευση ή αν υπάρχει άλλος σπουδαίος λόγος, ιδίως ασθένεια ή αναπηρία.»

3. Η περιπτ. ε' της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «ε) περί παράτασης της διαρκείας της εταιρείας, περί συγχώνευσης της, περί λύσης και διορισμού ή ανάκλησης των εκκαθαριστών και περί αναβίωσης,»

4. Η παρ. 4 του άρθρου 17 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Απαγορεύσεις που αφορούν συμμετοχή δημόσιων υπαλλήλων ή μελών ΔΕΠ ή άλλων επαγγελματιών στη σύσταση ή τη διαχείριση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ισχύουν όπως ορίζεται στις σχετικές διατάξεις.»

5. Το άρθρο 19 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «Αρθρο 19 - Ανάκληση και παραίτηση διαχειριστών

1. Ο διαχειριστής που είτε ασκεί καταστατική διαχείριση είτε έχει οριστεί με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων ανακαλείται με απόφαση των εταίρων που λαμβάνεται με την πλειοψηφία του άρθρου 13, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό. Αν η διαχείριση έχει ανατεθεί για ορισμένο χρόνο, το καταστατικό μπορεί να ορίζει και τους λόγους ανάκλησης. Στην περίπτωση αυτή η ανάκληση γίνεται με την επιφύλαξη τυχόν αξίωσης για αποζημίωση.

2. Ο εταίρος που ασκεί τη νόμιμη διαχείριση του άρθρου 16 μπορεί να ανακληθεί με δικαστική απόφαση εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος και απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.

3. Αν οι εταίροι είναι δύο σε περίπτωση διαφωνίας η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από το δικαστήριο μόνο για σπουδαίο λόγο, χωρίς να απαιτείται απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.

4. Ύστερα από αίτηση του ενός δεκάτου (1/10) των εταίρων που συγχρόνως εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) του συνολικού αριθμού των εταιρικών μεριδίων και εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, το δικαστήριο μπορεί να ανακαλεί το διαχειριστή.

5. Συμφωνία για μη ανάκληση από το δικαστήριο για σπουδαίο λόγο είναι άκυρη. Σε περίπτωση επείγοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

6. Ο διαχειριστής, ο οποίος έχει οριστεί για ορισμένο χρόνο μπορεί να παραιτηθεί για λόγους που είτε προβλέπονται στο καταστατικό είτε για σπουδαίο λόγο. Άλλως, μπορεί να παραιτηθεί οποτεδήποτε.

7. Για την εφαρμογή των παρ. 2, 3, 4 και 6 ως σπουδαίος λόγος νοείται ιδίως η σοβαρή παράβαση καθηκόντων ή η ανικανότητα προς τακτική διαχείριση.

8. Σε περίπτωση ανάκλησης του διαχειριστή, καθώς και σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσής του για άλλο λόγο, ο νέος διαχειριστής διορίζεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη συνέχιση της διαχείρισης από τους λοιπούς διαχειριστές χωρίς αντικατάσταση. Αν οι εταίροι δεν προβούν σε εκλογή διαχειριστή και το καταστατικό δεν περιέχει σχετικές προβλέψεις, ισχύει η διαχείριση του άρθρου 16.»

Άρθρο 4

Εισαγωγή Κεφαλαίου Γ1' στο ν.3190/1955

1. Μετά το άρθρο 21 του ν.3190/1955 προστίθεται τίτλος ως εξής: «Κεφάλαιο ΓΙ' - Οικονομικές καταστάσεις και διανομή κερδών»

2. To άρθρο 22 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 22 - Σύνταξη, έλεγχος και δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων

1. Στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης με μέριμνα του διαχειριστή συντάσσονται οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις οι οποίες εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων. Η σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων βάσει των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (Ε.Λ.Π.) γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4308/2014 (Α' 251). Στις περιπτώσεις σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των Ευρωπαϊκών Κανονισμών.

2. Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης που είναι μητρικές σύμφωνα με τα κριτήρια των παρ. 2 έως 9 του άρθρου 32 του ν.4308/2014 υποχρεούνται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου με την επιφύλαξη του άρθρου 33 του ν.4308/2014. Κατά τα λοιπά για την ενοποίηση ισχύουν τα άρθρα 31 έως 34 του ν.4308/2014. Οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με μέριμνα του διαχειριστή και ανακοινώνονται στη συνέλευση των εταίρων.

3. Για την κατάρτιση της έκθεσης διαχείρισης του ή των διαχειριστών, που απευθύνονται στη συνέλευση των εταίρων, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 43α του κ.ν. 2190/1920 (Α' 37). Εφόσον η εταιρεία υποχρεούται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 107Α του κ.ν. 2190/1920. Εταιρείες που απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατάρτισης έκθεσης διαχείρισης και δεν παρέχουν τις πληροφορίες της παρ. 6 του άρθρου 43α του κ.ν.2190/1920 στην ενοποιημένη έκθεση της μητρικής, περιλαμβάνουν αυτές τις πληροφορίες στο προσάρτημα.

4. Για τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ν.4336/2015 (Α' 94) και του ν.4449/2017 (Α' 7).

5. Για τη δημοσίευση των εγκεκριμένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και των σχετικών εκθέσεων των διαχειριστών και των ελεγκτών της εταιρείας εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 43β του κ.ν. 2190/1920. Στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης και στη γνώμη του νόμιμου ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου, όπου αυτή απαιτείται, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τη δημοσιότητητα του άρθρου 8 και ισχύουν οι προθεσμίες της παρ. 1 του άρθρου 43β του κ.ν. 2190/1920. Για τη δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων συνταγμένων κατά τα Δ.Π.Χ.Α εφαρμόζεται το άρθρο 135 του κ.ν. 2190/1920.

6. Για τις μεγάλες εταιρείες, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 2 του ν.4308/2014, και τις οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος, κατά την έννοια του Παραρτήματος Α' του ν.4308/2014, που υποχρεούνται σε κατάρτιση έκθεσης πληρωμών προς κυβερνήσεις, εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 144 έως 146 του κ.ν. 2190/1920.».

3. Στο τέλος του άρθρου 24 του ν.3190/1955 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Πρόσθετα αποθεματικά μπορεί να προβλέπονται από το καταστατικό ή να αποφασίζονται από τους εταίρους με την πλειοψηφία της παρ. 1 του άρθρου 38»

4. Μετά το άρθρο 24 του ν.3190/1955 προστίθεται άρθρο 24α ως εξής: «Άρθρο 24α - Διανομή κερδών

1. Αν δεν προβλέπεται διαφορετικά στο καταστατικό, οι εταίροι έχουν δικαιώματα επί των καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις ανάλογα με τα εταιρικά τους μερίδια.

2. Αν πραγματοποιήθηκε διανομή μη πραγματικών κερδών, οι εταίροι που έλαβαν αυτά υποχρεούνται να τα αποδώσουν. Η αγωγή για την αναζήτηση αυτών παραγράφεται πέντε (5) έτη μετά την καταβολή αυτών.»

5. Το άρθρο 25 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 25 - Τήρηση υποχρεωτικών βιβλίων από τους διαχειριστές

1. Οι διαχειριστές υποχρεούνται να τηρούν στην ελληνική γλώσσα:

α. το βιβλίο εταίρων στο οποίο καταχωρίζονται το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας (Α.Δ.Τ.), ο αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.), η διεύθυνση, η ηλεκτρονική διεύθυνση και οι εισφορές κάθε εταίρου, καθώς και κάθε μεταβολή στα πρόσωπα των εταίρων,

β. το βιβλίο πρακτικό συνελεύσεων στο οποίο καταχωρίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι εταίροι,

γ. το βιβλίο πρακτικών διαχείρισης στο οποίο καταχωρίζονται οι αποφάσεις των διαχειριστών.»

Άρθρο 5

Τροποποίηση του Κεφαλαίου Δ' του ν.3190/1955

1. Η παρ. 3 του άρθρου 28 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η μεταβίβαση του εταιρικού μεριδίου γίνεται μόνο με συμβολαιογραφικό έγγραφο στο οποίο περιλαμβάνονται το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, ο αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.), το επάγγελμα, η διεύθυνση κατοικίας, η ηλεκτρονική διεύθυνση, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας (Α.Δ.Τ.) ή διαβατηρίου αυτού στον οποίο γίνεται η μεταβίβαση. Η μεταβίβαση παράγει αποτελέσματα από την εγγραφή της στο βιβλίο των εταίρων του άρθρου 25. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του καταστατικού και του νόμου, η εγγραφή γίνεται με αίτηση του μεταβιβάζοντος ή του προς ον η μεταβίβαση με την προσκόμιση αντιγράφου της πράξης.»

2. Ο τίτλος του άρθρου 29 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 29 - Μεταβίβαση εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου»

3. Η παρ.1 του άρθρου 29 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Δεν μπορεί να προβλέπεται στο καταστατικό απαγόρευση μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου. Μπορεί να ορίζεται ότι το εταιρικό μερίδιο εξαγοράζεται στις περιπτώσεις αυτές από πρόσωπο το οποίο υποδεικνύεται από την εταιρεία είτε στην αξία που συμφωνείται μεταξύ των κληρονόμων και της εταιρείας είτε στο ύψος της πραγματικής του αξίας, η οποία προσδιορίζεται με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας σύμφωνα με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.»

4. Στο πρώτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 29 του ν.3190/1955 οι λέξεις «ή λόγω προικός» διαγράφονται.

5. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η κατά την προηγούμενη παράγραφο υπόδειξη από την εταιρεία μπορεί να γίνει μέσα σε ένα μήνα από την εγγραφή της μεταβίβασης αιτία θανάτου στο βιβλίο εταίρων του άρθρου 25 με σχετική δήλωση προς τον κληρονόμο ή τον κληροδόχο.»

6. Η παρ. 2 του άρθρου 31 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η μεταβολή στο πρόσωπο εταίρου που γίνεται λόγω μεταβίβασης μεριδίου και η αύξηση ή μείωση του αριθμού των εταιρικών μεριδίων σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο υπόκεινται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 μέσα σε ένα (1) μήνα από την εγγραφή στο βιβλίο των εταίρων του άρθρου 25.»

7. Η παρ. 1 του άρθρου 33 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Κάθε εταίρος μπορεί να εξέλθει από την εταιρεία με δήλωση του προς το διαχειριστή εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο καταστατικό. Στο καταστατικό μπορεί να ορίζεται επίσης ότι το εταιρικό μερίδιο θα εξαγοράζεται στην περίπτωση αυτή από πρόσωπο που υποδεικνύει η εταιρεία είτε στην αξία που συμφωνείται μεταξύ του αποχωρούντος εταίρου και της εταιρείας είτε στην πραγματική του αξία όπως αυτή προσδιορίζεται με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.»

Άρθρο 6

Τροποποίηση του Κεφαλαίου Ε' του ν.3190/1955

1. Η παρ. 1 του άρθρου 38 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η τροποποίηση της εταιρικής σύμβασης γίνεται μόνο με απόφαση της συνέλευσης η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) του συνολικού αριθμού των εταίρων οι οποίοι εκπροσωπούν τα δύο τρίτα (2/3) του εταιρικού κεφαλαίου.»

2. Στο άρθρο 38 του ν.3190/1955 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

«5. Ειδικά στις περιπτώσεις των άρθρων 19, 28, 29 και 33, το νέο κείμενο της εταιρικής σύμβασης καταρτίζεται από το διαχειριστή με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 χωρίς να απαιτείται η διαδικασία της παρ. 1 και χωρίς να εφαρμόζεται το άρθρο 15 του ν.3419/2005

3. Η παρ. 1 του άρθρου 42 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η τροποποίηση της εταιρικής σύμβασης λόγω μείωσης του εταιρικού κεφαλαίου μπορεί να γίνει μόνο μετά την πάροδο ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 8 της απόφασης της συνέλευσης σχετικά με τη μείωση του κεφαλαίου, η οποία πραγματοποιείται με μέριμνα των διαχειριστών και μόνο αν μέσα στην προθεσμία κανένας δανειστής δε διατυπώσει εγγράφως αντίρρηση που απευθύνεται στην εταιρεία.»

4. Η παρ. 2 του άρθρου 43 του ν. 3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αν δεν ληφθεί απόφαση από τη συνέλευση για τη μείωση του εταιρικού κεφαλαίου μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την κοινοποίηση προς την εταιρεία της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου που προσδιορίζει την αξία της συμμετοχής του εξερχόμενου εταίρου ή αν δεν ακολουθήσει μέσα σε εύλογο χρόνο η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42, ο εξερχόμενος εταίρος μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο τη λύση της εταιρείας ή να μεταβιβάσει το μερίδιο του ελεύθερα και ανεξάρτητα από κάθε διαφορετική πρόβλεψη του καταστατικού.»

5. Η παρ. 1 του άρθρου 43α του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Μονοπρόσωπη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης είναι η εταιρεία που συνιστάται από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή καθίσταται μονοπρόσωπη κατά τη λειτουργία της.»

6. Στην παρ. 3 του άρθρου 43α του ν.3419/1955 οι λέξεις «της έδρας της εταιρείας» διαγράφονται.

Άρθρο 7

Τροποποίηση του Κεφαλαίου ΣΤ' του ν.3190/1955

1. Η περίπτ. β' της παρ. 1 του άρθρου 44 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«β) με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) του συνολικού αριθμού των εταίρων οι οποίοι εκπροσωπούν τα δύο τρίτα (2/3) του εταιρικού κεφαλαίου, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό.»

2. Μετά την περίπτ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 44 του ν.3190/1955 προστίθεται περίπτωση ε' ως εξής:

«ε. Όταν παρέλθει ο ορισμένος χρόνος διάρκειας, εκτός αν ο χρόνος αυτός παραταθεί πριν λήξει με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.»

3. Στο άρθρο 44 του ν.3190/1955 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

«4. Με εξαίρεση την πτώχευση, μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λύση της εταιρείας, ο διαχειριστής υποχρεούται να καταρτίσει οικονομικές καταστάσεις τέλους χρήσης, οι οποίες εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων και υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.»

4. Ο τίτλος του άρθρου 45 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 45 - Απώλεια ιδίων κεφαλαίων».

5. Η παρ. 1 του άρθρου 45 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Αν το σύνολο των ίδιων κεφαλαίων της εταιρείας καταστεί κατώτερο από το ένα δεύτερο (1/2) του εταιρικού κεφαλαίου, οι διαχειριστές υποχρεούνται να συγκαλέσουν τη συνέλευση των εταίρων για να αποφασίσει τη λήψη των αναγκαίων μέτρων.»

6. Η παρ. 2 του άρθρου 47 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Για την ανάκληση των εκκαθαριστών εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 19.»

7. Το άρθρο 48 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 48 - Οικονομικές καταστάσεις εκκαθάρισης

1. Με την έναρξη εκκαθάρισης, οι εκκαθαριστές υποχρεούνται να συντάξουν ισολογισμό έναρξης εκκαθάρισης, ο οποίος υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8. Εφόσον η εκκαθάριση εξακολουθεί, ο εκκαθαριστής υποχρεούται να καταρτίζει στο τέλος κάθε χρήσης οικονομικές καταστάσεις εκκαθάρισης, οι οποίες εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων και υποβάλλονται στις διατυπώσεις του άρθρου 8.

2. Αν το στάδιο εκκαθάρισης υπερβεί τα τρία (3) έτη, εφαρμόζεται ανάλογα η παρ. 6 του άρθρου 49 του κ.ν. 2190/1920. Το σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης εγκρίνεται με απόφαση των εταίρων σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 38. Η αίτηση στο δικαστήριο υποβάλλεται και από το ένα δέκατο (1/10) των εταίρων που συγχρόνως εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) του συνολικού αριθμού των εταιρικών μεριδίων»

8. To άρθρο 50 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 50 - Τέλος εκκαθάρισης

Μετά την περάτωση της εκκαθάρισης, οι εκκαθαριστές καταρτίζουν τις τελικές οικονομικές καταστάσεις εκκαθάρισης, οι οποίες εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων και υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8. Στη συνέχεια διανέμουν το προϊόν της εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας στους εταίρους, ανάλογα με τη μερίδα συμμετοχής τους.»

9. Μετά το άρθρο 50 του ν.3190/1955 προστίθεται άρθρο 50α ως εξής και το ισχύον άρθρο 50α αναριθμείται σε 50β:

«Άρθρο 50α - Αναβίωση

Αν η εταιρεία λύθηκε λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειάς της ή με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων ή αν, μετά την κήρυξη της σε πτώχευση, επήλθε συμβιβασμός ή αποκατάσταση σύμφωνα με τις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα, μπορεί να αναβιώσει με ομόφωνη απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, η οποία υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 μαζί με τη νέα εταιρική σύμβαση. Τέτοια απόφαση αποκλείεται αν έχει αρχίσει η διανομή της εταιρικής περιουσίας.»

10. Ο τίτλος του άρθρου 50α του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 50β - Ομόρρυθμες, Ετερόρρυθμες και Ετερόρρυθμες κατά μετοχές εταιρείες»

11. οι παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 50α του ν.3190/1955 αντικαθίστανται ως εξής:

«2. Οι διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5, 8,17 παρ. 3,18 παρ. 1, 22, 38 παρ. 4, 44 παρ. 4, 3, 46 παρ. 1, 47 παρ. 5, 50 και 60 παρ. 13 και 14 εφαρμόζονται αναλόγως για τις ετερόρρυθμες κατά μετοχές εταιρείες, οπότε η συνέλευση των εταίρων αντικαθίσταται από το κατά νόμο αρμόδιο όργανο.

3. Η καταχώρηση των ετερόρρυθμων κατά μετοχές εταιρειών γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 8. Για την τήρηση του ευρετηρίου Εταιρειών δεν λαμβάνονται υπόψη οι λέξεις «Ετερόρρυθμη κατά μετοχές Εταιρεία».

4. Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1, καθώς και των παρ. 2 και 3 του παρόντος εφαρμόζονται και στις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες του ν.4072/2012 (Α' 86), εφόσον όλοι οι απεριόριστα ευθυνόμενοι εταίροι είναι Ανώνυμες Εταιρείες, Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης και Ετερόρρυθμες κατά μετοχές Εταιρείες ή είναι εταιρείες, που δε διέπονται από το δίκαιο κράτους μέλους της EE, αλλά έχουν νομικό τύπο ανάλογο με αυτόν των εταιρειών που προαναφέρθηκαν.»

Άρθρο 8

Τροποποίηση του Κεφαλαίου Γ του ν.3190/1955

1. Ο τίτλος «ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ - Αλλοδαπαί εταιρίαι» αντικαθίσταται ως εξής: «Κεφάλαιο Γ - Υποκαταστήματα ή πρακτορεία αλλοδαπών εταιρειών».

2. Το άρθρο 57 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 57 - Εγκατάσταση στην Ελλάδα υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας με έδρα κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρας του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.

1. Η εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρας του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου πραγματοποιείται με την εγγραφή του στο Γ.Ε.ΜΗ..

2. Η εγγραφή στο Γ.Ε.ΜΗ. πραγματοποιείται με αίτηση της ενδιαφερόμενης αλλοδαπής εταιρείας στην αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. με την υποβολή των εξής πράξεων και στοιχείων: α) απόφαση της αλλοδαπής εταιρείας για ίδρυση υποκαταστήματος στην Ελλάδα, β) ισχύον καταστατικό της αλλοδαπής εταιρείας, γ) πιστοποιητικό καλής λειτουργίας της αρμόδιας αρχής ή του εμπορικού μητρώου της χώρας προέλευσης, δ) συμβολαιογραφική ή προξενική πράξη διορισμού πληρεξούσιου αντιπροσώπου και αντικλήτου στην Ελλάδα.

3. Ο έλεγχος επωνυμίας πραγματοποιείται σύμφωνα το άρθρο 2 του ν.3419/2005.

4. Η εγγραφή της παρ. 1 υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.

5. Αλλοδαπές εταιρείες μπορεί να εγκαταστήσουν περισσότερα του ενός υποκαταστήματα ή πρακτορεία, τα οποία εμπίπτουν στους κανόνες δημοσιότητας του άρθρου 6 του ν. 3419/2005

3. Το άρθρο 58 του ν.3190/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 58 - Εγκατάσταση στην Ελλάδα υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας τρίτης χώρας

1. Η εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης τρίτης χώρας πραγματοποιείται με την εγγραφή αυτού στο Γ.Ε.ΜΗ. κατόπιν της έκδοσης απόφασης από την Διεύθυνση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης ή την αρμόδια Περιφερειακή Ενότητα (ΠΕ) για την έγκριση της εγκατάστασης υποκαταστήματος ή πρακτορείου τρίτης χώρας.

2. Απόφαση έγκρισης για την εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου εταιρείας περιορισμένης ευθύνης τρίτης χώρας μπορεί να εκδοθεί μόνο εφόσον ημεδαπές εταιρίες δύνανται να εγκαταστήσουν υποκατάστημα ή πρακτορείο στην επικράτεια της τρίτης αυτής χώρας.

3. Η ενδιαφερόμενη αλλοδαπή εταιρεία υποβάλλει στην αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. τις πράξεις και τα στοιχεία που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 57, τα οποία προωθούνται στην αρμόδια ΠΕ προκειμένου να προβεί στην έκδοση της απόφασης της παρ. 2. Η αρμόδια ΠΕ αποστέλλει την απόφαση στην αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., η οποία πραγματοποιεί την εγγραφή του υποκαταστήματος στο Γ.Ε.ΜΗ.

4. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι παρ. 3 έως 5 του άρθρου 57.»

Άρθρο 9

Εισαγωγή Κεφαλαίου II στο ν.3190/1955

Μετά το άρθρο 59 του ν. 3190/1955 προστίθεται κεφάλαιο II, ως εξής: «Κεφάλαιο II - Γενικές Δικονομικές Διατάξεις Άρθρο 59α

1. Διαφορές από την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων που θεσπίζονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού ανεξάρτητα από το αντικείμενο τους υπάγονται πάντοτε στην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου.

2. Τοπικά αρμόδιο yia τις διαφορές της προηγούμενης παραγράφου είναι αποκλειστικά το δικαστήριο της έδρας της εταιρείας.

3. Η υλική και τοπική αρμοδιότητα που αναφέρεται στις παρ. 1 και 2 ισχύει έστω κι αν αυτή δεν προβλέπεται ρητά στις σχετικές επιμέρους διατάξεις του παρόντος.»

Άρθρο 10

Τροποποίηση των ν.2190/1920 (Α' 37), ν.4072/2012 (Α' 86) και ν.4441/2016 (Α' 227)

1. Το άρθρο 5 του κ.ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 5

1. Η επωνυμία της ανώνυμης εταιρείας σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων ιδρυτών ή μετόχων είτε από το αντικείμενο της δραστηριότητας που ασκεί είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες.

2. Στην επωνυμία της ανώνυμης εταιρείας πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Ανώνυμη Εταιρεία» ή το ακρωνύμιο «Α.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «Societe Anonyme» ή/και το ακρωνύμιο «S.A.»

2. Το άρθρο 44 του ν. 4072/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 44 - Επωνυμία

1. Η επωνυμία της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της δραστηριότητας που ασκεί είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες.

2. Στην επωνυμία της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία» ή το ακρωνύμιο «Ι.Κ.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως ««Private Company» ή/και το ακρωνύμιο «P.C.».

3. Αν η εταιρεία είναι μονοπρόσωπη, στην επωνυμία πρέπει να περιέχονται οι λέξεις «Μονοπρόσωπη Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία» ή «Μονοπρόσωπη Ι.Κ.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «Single Member Private Company» ή/και «Single Member P.C»

3. Η παρ. 1 του άρθρου 250 του ν. 4072/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η επωνυμία της ομόρρυθμης εταιρείας σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της επιχείρησης είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες. Στην επωνυμία της ομόρρυθμης εταιρείας πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Ομόρρυθμη Εταιρεία» ή το ακρωνύμιο «Ο.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «General Partnership» ή/και το ακρωνύμιο «G.P.».»

4. Η παρ. 1 του άρθρου 272 του ν. 4072/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η επωνυμία της ετερόρρυθμης εταιρείας σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της επιχείρησης είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες. Στην επωνυμία της ετερόρρυθμης εταιρείας πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις «Ετερόρρυθμη Εταιρεία» ή το ακρωνύμιο «Ε.Ε.». Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως «Limited Partnership» ή/και το ακρωνύμιο «L.P.».»

5. Η παρ. 5 του άρθρου 9 του ν.4441/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Εταιρική σύμβαση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης μπορεί να καταρτίζεται με ιδιωτικό έγγραφο μόνο στην περίπτωση που ακολουθείται πιστά και χωρίς καμία παρέκκλιση το αποκλειστικό περιεχόμενο του πρότυπου καταστατικού της προηγούμενης παραγράφου.»

Άρθρο 11

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μέσα σε ένα (1) έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης κωδικοποιείται και αποδίδεται στη δημοτική γλώσσα σε ενιαίο αυτοτελές κείμενο οι διατάξεις για την Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ).

Άρθρο 12

Μεταβατικές διατάξεις

Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης οι οποίες έχουν ορίσει, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, τη διάρκεια της εταιρείας ως αόριστη έχουν ημερομηνία λήξης την 31 Δεκεμβρίου 2021, εκτός αν, με τροποποίηση του καταστατικού τους πριν την τελευταία αυτή ημερομηνία, ορισθεί άλλη ημερομηνία λήξης αυτών, οπότε ημερομηνία λήξης τους θα είναι εκείνη που θα ορίζεται στο καταστατικό.

Άρθρο 13

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται τα άρθρα 8α, 35, 56, 61 και 61α, καθώς και οι παρ. 1 του άρθρου 9, παρ. 2 του άρθρου 18, παρ. 3 του άρθρου 41, παρ. 6 του άρθρου 43α και παρ.3 και 4 του άρθρου 47 του ν. 3190/1955.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' - ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Άρθρο 14

Τροποποίηση του ν. 4497/2017 (Α' 171)

1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4497/2017 η φράση «από την τελευταία ημερομηνία ανανέωσης» αντικαθίσταται με την φράση «από τη λήξη ισχύος της άδειας».

2. Η υποπερίπτ. γγ' της περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής: «γγ) ότι δεν λαμβάνει σύνταξη γήρατος από οποιονδήποτε φορέα,»

3. Η παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Επιτρέπεται η αναπλήρωση του αδειούχου πωλητή υπαίθριου εμπορίου μόνο από το σύζυγο και από συγγενείς, εξ αίματος μέχρι και τρίτου βαθμού ή εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου βαθμού, λόγω αδυναμίας του αδειούχου εξαιτίας αναπηρίας τουλάχιστον 50%, βάσει βεβαίωσης που εκδίδεται από τις Υγειονομικές Επιτροπές των ΚΕ.Π.Α.»

4. Η περίπτ. στ' της παρ. 6 του άρθρου 28 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

«στ. τη γνωμοδότηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο για την ίδρυση και την κατάργηση των λαϊκών αγορών,»

5. Η περίπτ. ζ' της παρ. 6 του άρθρου 28 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

«ζ. την απόφαση για την προσωρινή τοποθέτηση παραγωγών πωλητών κατ' εφαρμογή των οριζομένων στα άρθρα 32 και 33,»

6. Η περίπτ. η' της παρ. 6 του άρθρου 28 του ν.4497/2017 καταργείται.

7. Η περίπτ. θ' της παρ. 6 του άρθρου 28 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

«θ. την παροχή σύμφωνης γνώμης επί των πινάκων απόδοσης και βελτίωσης θέσης, καθώς την απόφαση για την αμοιβαία αλλαγή θέσης πωλητών σε διαφορετικές λαϊκές αγορές, σύμφωνα με το άρθρο 35»

8. Η περίπτ. κ' της παρ. 6 του άρθρου 28 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

«κ. την έκδοση γνώμης για ζητήματα που αφορούν στη λειτουργία των λαϊκών αγορών και στις ατομικές διοικητικές πράξεις που εκδίδονται κατόπιν αίτησης των πωλητών, όπως: η ίδρυση, η κατάργηση λαϊκών αγορών, η έκδοση νέων επαγγελματικών αδειών, η παραχώρηση θέσεων σύμφωνα με το άρθρο 13, οι αλλαγές θέσεων πωλητών εντός της ίδιας ή μεταξύ διαφορετικών λαϊκών αγορών, η ανάκληση της άδειας σύμφωνα με την περίπτ. η' του άρθρου 31.»

9. Στο άρθρο 32 του ν. 4497/2017 μετά την παρ. 5 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

«6. Οι διατάξεις της παρ. 5 εφαρμόζονται αναλογικά και στην περίπτωση επαγγελματία πωλητή».

10. Στο άρθρο 41 του ν. 4497/2017 μετά την παρ. 3 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

«4. Οι διατάξεις της παρ. 3 εφαρμόζονται αναλογικά και στην περίπτωση επαγγελματία πωλητή».

11. Στο άρθρο 47 του ν.4497/2017 μετά την παρ. 5 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

«5. Οι διατάξεις της παρ. 5 εφαρμόζονται αναλογικά και στην περίπτωση επαγγελματία πωλητή».

12. Η παρ. 13 του άρθρου 59 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε, ήτοι από την 13η Νοεμβρίου 2017, ως εξής:

«Όσοι επαγγελματίες πωλητές λαϊκών αγορών δεν έχουν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος ανανεώσει την άδειά τους βάσει της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 4264/2014 και των κατ' εξουσιοδότηση αυτής εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων, δύνανται να θεωρήσουν αυτή έως την 15η Ιανουαρίου 2019 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του παρόντος. Σε περίπτωση που οι άδειες δεν θεωρηθούν εντός της ως άνω προθεσμίας ανακαλούνται οριστικά και αυτοδικαίως.»

13. Η παρ. 17 του άρθρου 59 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε, ήτοι από την 13η Νοεμβρίου 2017, ως εξής: «Οι επαγγελματικές άδειες πλανόδιου και στάσιμου εμπορίου που έχουν ανανεωθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4264/2014 με ετήσια διάρκεια, ανανεώνονται εφεξής πριν τη λήξη τους για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, σύμφωνα με το άρθρο 22 του παρόντος. Τυχόν μη ανανεωθείσες άδειες στάσιμου και πλανόδιου εμπορίου βάσει του ν. 4264/2014 ανανεώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του παρόντος μέχρι την 15η Ιανουαρίου 2019. Μετά την παρέλευση του ως άνω χρονικού διαστήματος οι εν λόγω άδειες ανακαλούνται οριστικά και αυτοδικαίως.»

14. Μετά την παρ. 17 του άρθρου 59 του ν. 4497/2017 προστίθεται παράγραφος 18 ως εξής :

«18. Εκκρεμείς αιτήσεις συμμετοχής σε προκήρυξη νέων επαγγελματικών αδειών υπαίθριου εμπορίου οι οποίες έχουν υποβληθεί έως και την έναρξη ισχύος του παρόντος ολοκληρώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4264/2014

15. Η ισχύς της παρ. 14 του παρόντος αρχίζει από τις 13 Νοεμβρίου 2017.

Άρθρο 15

Τροποποίηση του ν.4412/2016 (Α' 147)

1. Στην παρ. 3 του άρθρου 72 του ν. 4412/2016 μετά τις λέξεις «χρηματοδοτικά ιδρύματα» προστίθενται οι λέξεις «ή ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των περίπτ. β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν.4364/2016 (Α' 13)».

2. Στην παρ. 3 του άρθρου 302 του ν. 4412/2016 μετά τις λέξεις «χρηματοδοτικά ιδρύματα» προστίθενται οι λέξεις «ή ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των περίπτ. β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν.4364/2016».

Άρθρο 16

Τροποποίηση του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 (Α' 11)

1. Το άρθρο 3 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3

1. Μέλη της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. είναι εκ του νόμου όλα τα Εμπορικά, Βιομηχανικά, Βιοτεχνικά και Επαγγελματικά Επιμελητήρια του ν. 4497/2017 (Α' 171).

2. Μέλη της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. μπορούν να γίνουν, με αίτησή τους, εμπορικές, βιομηχανικές και οικονομικές ενώσεις, ιδρύματα και οργανισμοί, εφόσον οι ενώσεις αυτές, τα ιδρύματα και οι οργανισμοί ή τα μέλη τους συναλλάσσονται κυρίως με το εξωτερικό ή η αποστολή τους συνίσταται στην προστασία ουσιώδους εξαγωγικού προϊόντος της χώρας. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, η αποδοχή αυτών είναι υποχρεωτική για το Δ.Ε.Ε.

3. Μέλη της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. μπορούν να γίνουν με αίτησή τους, μετά από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφόσον η επιστημονική ή οικονομική τους δραστηριότητα έχει, κατά κύριο λόγο, σχέση με τις διεθνείς οικονομικές συναλλαγές και οι δραστηριότητές τους είναι συναφείς με αυτές του Δ.Ε.Ε.»

2. Το άρθρο 4 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 αντικαθίσταται ως εξής:

«Αρθρο 4

Πόροι της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. είναι:

α) χα έσοδα εκ διαιτησιών, πραγματογνωμοσυνών, πιστοποιητικών και βεβαιώσεων,

β) οι συνδρομές των μελών αυτής. Η συνδρομή των Επιμελητηρίων της παρ. 1 του άρθρου 3 ορίζεται στο δύο τοις χιλίοις (2%ο) επί των ετήσιων τακτικών τους εσόδων, αναγραφομένη εκάστοτε στον ετήσιο προϋπολογισμό αυτών. Οι συνδρομές των λοιπών μελών καθορίζονται στο Καταστατικό της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε.,

γ) οι επιχορηγήσεις ή δωρεές παντός νομικού ή φυσικού προσώπου και τα εκ της περιουσίας αυτής εισοδήματα,

δ) κάθε άλλο νομίμως περιερχόμενο σε αυτή έσοδο».

3. Η περίπτ. β' της παρ. 1 του άρθρου 5 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 αντικαθίσταται ως εξής:

«β') Το διοικητικόν συμβούλιον, εκλεγόμενον υπό της γεν. Συνελεύσεως ου ο αριθμός των μελών και ο τρόπος της εκλογής κανονισθήσεται διά του καταστατικού. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται τουλάχιστον κατά τα τρία τέταρτα (3/4) από εκπροσώπους των μελών της παρ. 1. του άρθρου 3»

4. Στο τέλος του άρθρου 5 του Νομοθετικού Διατάγματος 5/1926 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Η θητεία των απερχομένων οργάνων διοικήσεως της Ε.Ε.Ε.Δ.Ε.Ε. ισχύει έως την ανάληψη καθηκόντων των νέων οργάνων.»

Άρθρο 17 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.


Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1073111 ΕΞ 2018 Φορολογική μεταχείριση μη εκπιπτόμενων δαπανών των ΚΤΕΛ ΑΕ της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 2963/2001

$
0
0

Αθήνα, 11 Μαΐου 2018
Αριθ. Πρωτ.:ΔΕΑΦ Β 1073111 ΕΞ2018/11-05-2018
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β'

Ταχ. Δ/νση:
Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Πληροφορίες:Φ. Φανάρα
Τηλέφωνο:210-3375312
Fax:210-3375001

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
 
Θέμα: Φορολογική μεταχείριση μη εκπιπτόμενων δαπανών των ΚΤΕΛ ΑΕ της περ. β' της παρ.2 του άρθρου 3 του ν.2963/2001.


Με αφορμή γραπτά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν.2963/2001, οι υφιστάμενες ΚΤΕΛ ΑΕ έχουν προκύψει από τη μετατροπή των ΚΤΕΛ σε ανώνυμες εταιρείες με δύο τρόπους:
α. Με μεταφορά στην ΚΤΕΛ ΑΕ της κυριότητας των λεωφορείων ιδιοκτησίας των μετόχων των οικείων ΚΤΕΛ. Μέτοχοι των ανωνύμων εταιρειών μπορούν να γίνουν όλοι οι μέτοχοι των ΚΤΕΛ που μετατρέπεται σε Α.Ε., εφόσον εισφέρουν την κυριότητα των λεωφορείων τους, η δε συμμετοχή στο κεφάλαιο γίνεται σύμφωνα και αναλογικά με την αξία των εισφερομένων στοιχείων.
β. Με ανάληψη υποχρέωσης εκτέλεσης μεταφοράς προσώπων, από κοινού, εκ μέρους των φυσικών ή νομικών προσώπων που έχουν στην κυριότητά τους λεωφορεία που είναι ενταγμένα στα ΚΤΕΛ, καθώς και αυτών που προέρχονται από αντικατάσταση. Μέτοχοι των ανωνύμων εταιρειών μπορούν να γίνουν όλοι οι μέτοχοι του μετατραπέντος ΚΤΕΛ, εφόσον συμμετάσχουν στην ανάληψη του κεφαλαίου με καταβολή σε χρήμα, σύμφωνα και αναλογικά με τη συμμετοχή που είχαν στο μετατρεπόμενο ΚΤΕΛ. Τα λεωφορεία φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ενταγμένα στο ΚΤΕΛ, καθώς και αυτά που θα προέρχονται από αντικατάσταση αυτών, εκμισθώνονται στην ΑΕ. Η σύμβαση μίσθωσης είναι ορισμένου χρόνου, και η διάρκειά της λήγει ταυτόχρονα με τη λήξη ανάθεσης έργου της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.2963/2001. Οι συμβαλλόμενοι ιδιοκτήτες μέτοχοι εκμισθωτές υποχρεούνται έναντι προκαθορισμένης χιλιομετρικής αποζημίωσης, να παρέχουν το όχημα με τον οδηγό του σύμφωνα με το κύκλωμα εργασίας που καθορίζει η συμβαλλόμενη ΚΤΕΛ ΑΕ. Τον ιδιοκτήτη μέτοχο εκμισθωτή βαρύνουν οι δαπάνες μισθοδοσίας και ασφάλισης του οδηγού, που αυτός προσλαμβάνει, η συντήρηση και φύλαξη του οχήματος.

2. Με την ΠΟΛ.1179/17.11.2016 εγκύκλιό μας διευκρινίσθηκε ότι προκειμένου για τις περιπτώσεις ΚΤΕΛ που λειτουργούν με τη μορφή ΑΕ σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. β' της παρ.2 του άρθρου 3 του ν.2963/2001 (μετατροπή σε ΚΤΕΛ ΑΕ όταν οι μέτοχοι κρατούν την κυριότητα των λεωφορείων), τα μισθώματα (χιλιομετρική αποζημίωση) αποδίδονται στους ιδιοκτήτες μετόχους εκμισθωτές (φυσικά πρόσωπα ή συνιδιοκτησία φυσικών προσώπων - κοινωνία ή νομικά πρόσωπα) με βάση την ανωτέρω εκκαθάριση τα οποία φορολογούνται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα στο όνομα των ιδιοκτητών. Είναι προφανές από τα παραπάνω ότι στις περιπτώσεις αυτές δεν προκύπτει φορολογητέο εισόδημα για τις ΚΤΕΛ ΑΕ (στον Κ.Α. 016 καταχωρείται μηδενικό ποσό), καθόσον το προκύπτον αποτέλεσμά τους με βάση την υπ' αριθμ. Β-οικ.60195/5172/13/19.11.2013 (ΦΕΚ Β' 3067/03.12.2013) απόφαση του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων αποδίδεται στους ιδιοκτήτες (λεωφορειούχοι Δ.Χ. με κυριότητα 100% ή νομικά πρόσωπα δηλαδή άλλα ΚΤΕΛ, κοινωνίες συνιδιοκτησίας λεωφορείων Δ.Χ., κ.λπ.), ωστόσο υφίσταται υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

3. Από στοιχεία που έχουν τεθεί υπόψη της υπηρεσίας μας προκύπτει ότι μεταξύ των δαπανών που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του λογιστικού αποτελέσματος, το οποίο με βάση την εκκαθάριση που προβλέπεται στην ανωτέρω αναφερόμενη υπ' αριθμ. Β-οικ.60195/5172/13/19.11.2013 Απόφαση αποδίδεται στους ιδιοκτήτες (λεωφορειούχοι Δ.Χ. με κυριότητα 100% ή νομικά πρόσωπα δηλαδή άλλα ΚΤΕΛ, κοινωνίες συνιδιοκτησίας λεωφορείων Δ.Χ., κ.λπ.), περιλαμβάνονται και δαπάνες μη εκπιπτόμενες με βάση τις διατάξεις του ν.4172/2013. Οι διαφορές αυτές μπορούν να είναι οριστικές ή προσωρινές.

4. Κατόπιν των ανωτέρω, σε περίπτωση που κατά την εκκαθάριση της υπ' αριθμ. Β-οικ.60195/5172/13/19.11.2013 Απόφασης έχουν περιληφθεί μη εκπιπτόμενες δαπάνες με βάση τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013, οι υπόψη δαπάνες, είτε πρόκειται για προσωρινές είτε για οριστικές διαφορές, θα πρέπει να αναμορφωθούν στη δεύτερη σελίδα της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος της ΚΤΕΛ ΑΕ στους κατάλληλους κωδικούς και ως εκ τούτου, θα προκύπτει φόρος για την υπόψη εταιρεία.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αριθ. πρωτ.: 285/4.5.2018 Σχετικά με την αδήλωτη εργασία στη Δυτική Ελλάδα

$
0
0

Αθήνα, 04.05.2018
Αριθ. Πρωτ.: 285

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

Ταχ. Δ/νση: Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας: 101 10 - Αθήνα
TELEFAX: 210 5203872
Πληροφορίες: Φίλιππος Κωνσταντίνου
Τηλέφωνο: 2131516116
Ε-ΜΑil: ypertns@ypakp.gr

ΠΡΟΣ: Τη Βουλή των Ελλήνων Δ/νση Κοιν/κού Ελέγχου
Τμήμα Ερωτήσεων
Αθήνα

ΘΕΜΑ: «Σχετικά με την αδήλωτη εργασία στη Δυτική Ελλάδα»


Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού που κατατέθηκε στη Βουλή από το Βουλευτή κ. Ν. Νικολόπουλο, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

Α) Το Σ.ΕΠ.Ε. είναι ένας κατ' εξοχήν ελεγκτικός μηχανισμός με κύριο έργο τον έλεγχο εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας, η οποία εξασφαλίζεται με τη συχνή παρουσία των Επιθεωρητών Εργασίας στους χώρους εργασίας. Οι έλεγχοι αφορούν την αδήλωτη εργασία και την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων, τους όρους εργασίας (χρονικά όρια, αμοιβή), τη νομιμότητα της απασχόλησης, την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων.

Δίδεται μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση στην έρευνα για την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων και με αφορμή την έναρξη ισχύος από 15 Σεπτεμβρίου 2013, της Υ.Α Υπ. Αριθμ. 27397/122/19.8.2013 (ΦΕΚ 2062/Β' / 23 Αυγούστου 2013), που προβλέπει αυστηροποίηση των προστίμων και με σκοπό την δραστική αντιμετώπιση του φαινομένου της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας, αποφασίστηκε η εφαρμογή ενός επιχειρησιακου πλαισίου δράσης με την κωδική ονομασία «ΑΡΤΕΜΙΣ», με την συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων ελεγκτικών φορέων του Υπουργείου (ΣΕΠΕ και ΕΦΚΑ πρώην ΕΥΠΕΑ) με την οριστικοποίηση των εστιασμένων ελέγχων σε όλες τις περιοχές της χώρας. Οι έλεγχοι διενεργουνται είτε ξεχωριστά είτε από μικτά κλιμάκια Επιθεωρητών Εργασιακών Σχέσεων και Επιθεωρητών Ασφάλειας & Υγείας της Εργασίας του Σ.ΕΠ.Ε. και σε ορισμένες περιπτώσεις με την συνδρομή της Οικονομικής Αστυνομίας.

Η πλειοψηφία των ελέγχων είναι κυρίως δειγματοληπτικοί σε όλους τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας αλλά και στοχευμένοι σε κλάδους που με βάση όλες τις μέχρι σήμερα ενδείξεις παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ανασφάλιστης και αδήλωτης εργασίας.

Στον πίνακα 1, φαίνονται τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργήθηκαν από 1/1/2017 έως 31/8/2017, για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας σε όλη τη χώρα, καθώς και στην γεωγραφική περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος, σε όλους τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, ενώ στον πίνακα 2 φαίνονται τα αντίστοιχα αποτελέσματα στοχευμένων ελέγχων σε κλάδους που εκ των προτέρων γνωρίζουμε ότι εμφανίζουν υψηλή παραβατικότητα.

Να σημειωθεί ότι οι πλέον παραβατικοί κλάδοι περιλαμβάνουν τα : Επισιτιστικά επαγγέλματα (εστιατόρια - ταβέρνες, αίθουσες δεξιώσεων, μεζεδοπωλεία, καφετέριες μπαρ, κέντρα διασκέδασης), Βιοτεχνικά Πάρκα, Βιομηχανικές ζώνες, Κομμωτήρια, Πρατήρια Βενζίνης, Συνεργεία Αυτοκινήτων, Μεταφορικές Επιχειρήσεις, Λιανικό εμπόριο, Καθαριότητα, Κατασκευές, Φιλοξενία, Υπηρεσίες ασφαλείας, Επιχειρήσεις Φασόν, κτλ.

Πίνακας 1




Πίνακας 2




Στο διάγραμμα 1, παρουσιάζονται τα ποσοστά αδήλωτης εργασίας ανά μήνα, από Ιανουάριο 2013 έως και Αυγουστο 2017, στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας, όπως προέκυψαν από τους στοχευμένους ελέγχους, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι εμφανίζουν υψηλή παραβατικότητα.

Διάγραμμα 1

Uninsured work in sectors with high delinquency




Επιπρόσθετα η Δ/νση Προγραμματισμού και Συντονισμού Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΣΕΠΕ, κάθε έτος εκδίδει σειρά εγκυκλίων προς όλες τις Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε. για τη διενέργεια στοχευμένων ελέγχων κατά δέσμια αρμοδιότητα, σε κλάδους που παρουσιάζουν έντονη παραβατικότητα, αλλά και σε περιοχές έντονου τουριστικού ενδιαφέροντος.

Θεωρώντας ότι μόνιμος στόχος του Σ.ΕΠ.Ε παραμένει η συμμόρφωση των παραβατών στις διατάξεις τις εργατικής νομοθεσίας, οι έλεγχοι θα συνεχιστούν και για το υπόλοιπο του έτους 2018 και όπου διαπιστώνονται παραβάσεις θα επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από το νόμο κυρώσεις.

Β) Σχετικά με τις Ελεγκτικές Υπηρεσίες του ΕΦΚΑ και σύμφωνα με τη Διοίκηση του Φορέα, σας γνωρίζουμε τα εξής:

Βασική επιδίωξη και στόχος του Ε.Φ.Κ.Α. είναι η περιστολή της εισφοροδιαφυγής και της εισφοροαποφυγής, καθώς και η έγκαιρη είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών. Για το λόγο αυτό, οι αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου των Τοπικών και Περιφερειακών Υποκ/των Μισθωτών του Φορέα και των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης (Π.Ε.Κ.Α., τ. Ε.Υ.Π.Ε.Α.) διενεργούν συνεχείς και εντατικούς στοχευμένους αλλά και δειγματοληπτικούς ελέγχους ανά την Ελληνική Επικράτεια, αξιοποιώντας στατιστικά δεδομένα και τεχνολογίες, καθώς επίσης και δεδομένα άλλων Υπηρεσιών.

Επιπροσθέτως, τα Π.Ε.Κ.Α. του Ε.Φ.Κ.Α. διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξάλειψη των φαινομένων της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας και για το λόγο αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4445/2016 (Α, 236) «Εθνικός Μηχανισμός Συντονισμού, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Πολιτικών Κοινωνικής Ένταξης και Κοινωνικής Συνοχής, ρυθμίσεις για την κοινωνική αλληλεγγύη και εφαρμοστικές διατάξεις του ν. 4387/2016 (Α' 85) και άλλες διατάξεις» προβλέπεται η ενίσχυση του δικτύου του ελεγκτικού αυτού μηχανισμού, προκειμένου το έργο τους να καταστεί περισσότερο εντατικό και αποτελεσματικό. Ως εκ τούτου, έως τα τέλη του 2018 τα Π.Ε.Κ.Α. του Ε.Φ.Κ.Α. θα λειτουργούν πλέον σε έντεκα μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, ενώ όσον αφορά στο νομό Αχαΐας, προβλέπεται άμεσα η σύσταση και λειτουργία του Π.Ε.Κ.Α. Δυτικής Ελλάδας, Λευκάδας, Κεφαλληνίας και Ζακύνθου με έδρα την Πάτρα.

Στο πλαίσιο αυτό, μέσω της εντατικοποίησης των ελέγχων από τα Π.Ε.Κ.Α., αναμένονται σύντομα σημαντικές αλλαγές, όσον αφορά στη βελτίωση της ασφαλιστικής συνείδησης εργοδοτών και εργαζομένων και κατά συνέπεια στην είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η προσπάθεια των υφιστάμενων αρμοδίων υπηρεσιών του Ε.Φ.Κ.Α. για τον εντοπισμό της ανασφάλιστης εργασίας, είναι διαρκής και επίμονη.

Γ) Το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στοχεύει στην ενίσχυση της θέσης των εργαζομένων και στην απόδοση δικαιοσύνης στους εργαζόμενους που υποχρεώθηκαν να εργαστούν ως αδήλωτοι.

Για το σκοπό αυτό δρομολογεί την αλλαγή της αρχιτεκτονικής του προστίμου για την αδήλωτη εργασία. Με την δρομολογούμενη αλλαγή, θα προβλεφθεί η κλιμακωτή μείωση του προστίμου, εφόσον γίνει πρόσληψη του εργαζόμενου και ανάλογα με τον χρόνο της πρόσληψης.

Με τον τρόπο αυτό, από μια αμιγώς τιμωρητική και εισπρακτική λογική του προστίμου, οδηγούμαστε σε μια διαδικασία η οποία διατηρεί τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της, αλλά παράλληλα ενδιαφέρεται για την σύνδεση της κύρωσης με την συμμόρφωση. Ταυτόχρονα, έρχεται στο προσκήνιο η μέριμνα για την κατοχύρωση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Η πρόσληψη του εργαζόμενου και η αναδρομική καταβολή ασφαλιστικών εισφορών τριών μηνών από τον εργοδότη, συνδέει ευθέως την καταπολέμηση της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας με την αύξηση των θέσεων εργασίας που πληρούν τους όρους της εργατικής νομοθεσίας.

Τέλος, η αλλαγή αυτή στην αρχιτεκτονική του προστίμου θα βοηθήσει τους εργαζόμενους να ξεπεράσουν το αίσθημα του φόβου απέναντι στην εργοδοτική παραβατικότητα και να καταγγείλουν το καθεστώς αδήλωτης εργασίας, ενώ ο εργοδότης που έχει ήδη εντοπιστεί με αδήλωτο εργαζόμενο θα γνωρίζει ότι θα επανελεγχθεί, με το ύψος του προστίμου να πολλαπλασιάζεται αν κατά τον έλεγχο εντοπιστεί ξανά να απασχολεί αδήλωτο εργαζόμενο.


Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Ε. ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

ΠΟΛ.1087/2018 Εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης στ' της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, στην περίπτωση απόκτησης εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα χωρίς έναρξη

$
0
0

Αθήνα, 11 Μαΐου 2018
ΠΟΛ.1087/11-05-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ: Α'

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. : 101 84, Αθήνα
Πληροφορίες : Δ. Παπαγιάννης
Τηλέφωνο : 210 - 3375315-6
FAX :210 - 3375001

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, στην περίπτωση απόκτησης εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα χωρίς έναρξη.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Με τις διατάξεις των δύο πρώτων εδαφίων της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, όπως αυτές ισχύουν, ορίζεται ότι για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό 75% του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ούτε διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από την κατοικία του. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία, σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α' έως ε' του άρθρου αυτού.

2. Με την ΠΟΛ.1047/12.2.2015 εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι μεταξύ των προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν ούτως ώστε, φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και στοιχείων από τις κείμενες διατάξεις, να ενταχθούν στην ανωτέρω διάταξη και να φορολογηθούν με την κλίμακα του εισοδήματος από μισθωτή εργασία, είναι η επαγγελματική τους εγκατάσταση να είναι ίδια με την κατοικία τους.

Επίσης, με την ίδια ως άνω εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι υπάγονται στην ανωτέρω διάταξη, εφόσον βέβαια συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις αυτής, οι αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες ήτοι αμοιβές που καταβάλλονται εξαιτίας παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών στις οποίες προέχει το στοιχείο της συμβουλής ή της επιστημονικής, καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας, δηλαδή επαγγέλματα που με τις καταργηθείσες διατάξεις του ν. 2238/1994, χαρακτηρίζονταν ως ελευθέρια επαγγέλματα.

3. Επιπλέον, με το με Α.Π. ΔΕΑΦ Α 1047466 ΕΞ2016/24.3.2016 έγγραφο διευκρινίστηκε ότι για τη δραστηριότητα του συνθέτη (δραστηριότητα που σύμφωνα με τα προαναφερόμενα υπάγεται στην παροχή συμβουλευτικών ή παρόμοιων υπηρεσιών) και μόνο το στοιχείο της πρόθεσης άσκησης της δραστηριότητας αυτής, από τη στιγμή που δεν έχει ευκαιριακό και παρεπόμενο χαρακτήρα, σε κάθε περίπτωση προϋποθέτει έναρξη δραστηριότητας, όπως άλλωστε και η άσκηση λοιπών επαγγελμάτων που εντάσσονται στην κατηγορία της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η απόκτηση εισοδήματος χωρίς έναρξη δραστηριότητας δεν νομιμοποιείται και ούτε μπορεί να συνδέεται, με το πλήθος της πελατείας, τον πραγματοποιούμενο κύκλο εργασιών, τον τρόπο άσκησης του επαγγέλματος π.χ. μέσω internet, κ.λπ. Τα προηγούμενα ως θέματα πραγματικά εναπόκεινται στην κρίση και στον έλεγχο της φορολογικής αρχής.

4. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω προκύπτει ότι οι αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες που υπάγονται στις διατάξεις της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, δεν έχουν ευκαιριακό και παρεπόμενο χαρακτήρα καθόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου και συνεπώς η υπαγωγή τους στις εν λόγω διατάξεις προϋποθέτει, πέραν των προϋποθέσεων που ορίζουν οι διατάξεις αυτές, και την προηγούμενη έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας για τις ως άνω υπηρεσίες. Επομένως, στις περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια της έγγραφης σύμβασης ένα μέρος των εν λόγω υπηρεσιών που παρέχονται, δεν καλύπτεται από προηγούμενη έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, τότε οι αμοιβές που αντιστοιχούν στις υπηρεσίες αυτές που παρέχονται χωρίς έναρξη, δεν υπάγονται στις διατάξεις της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, ενώ αντίθετα, και υπό την επιφύλαξη των υπόλοιπων προϋποθέσεων που ορίζουν οι εν λόγω διατάξεις, υπάγονται σε αυτές μόνο οι υπόλοιπες αμοιβές που αντιστοιχούν σε εκείνο το διάστημα της έγγραφης σύμβασης κατά το οποίο οι παρεχόμενες υπηρεσίες καλύπτονται από προηγούμενη έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας.

5. Η απόκτηση, κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους, τυχόν ευκαιριακού εισοδήματος που δεν εντάσσεται στις αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες, δεν επηρεάζει την υπαγωγή στις διατάξεις της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013 υπό τη συνδρομή των προϋποθέσεων που εκτέθηκαν πιο πάνω.

6. Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παραθέτουμε και τα ακόλουθα παραδείγματα:

α) Έστω ότι φυσικό πρόσωπο συνάπτει με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα έγγραφη σύμβαση για την παροχή υπηρεσιών διερμηνέα από 1.1.2017 μέχρι και 31.12.2017. Το ως άνω φυσικό πρόσωπο παρέχει τις υπηρεσίες αυτές χωρίς έναρξη για τους πρώτους πέντε (5) μήνες του 2017, ενώ για τους υπόλοιπους μήνες του ιδίου έτους συνεχίζει να παρέχει τις ίδιες υπηρεσίες έχοντας πραγματοποιήσει έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας ως διερμηνέας από 1.6.2017. Στην περίπτωση αυτή, και υπό την επιφύλαξη της τήρησης και των υπόλοιπων προϋποθέσεων που ορίζουν οι διατάξεις της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, μόνο οι αμοιβές για τους τελευταίους επτά (7) μήνες του 2017 μπορούν να υπαχθούν στις εν λόγω διατάξεις και όχι και οι αμοιβές για τους πρώτους πέντε (5) μήνες του 2017.

β) Έστω ότι το φυσικό πρόσωπο του ανωτέρω παραδείγματος αποκτά μέσα στους δύο (2) πρώτους μήνες του 2017 ευκαιριακό εισόδημα που δεν εντάσσεται στις αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες, πραγματοποιεί έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας ως διερμηνέας από 1.6.2017 και εν συνεχεία υπογράφει έγγραφη σύμβαση για την παροχή υπηρεσιών διερμηνέα από 1.7.2017 μέχρι και 31.12.2017. Στην περίπτωση αυτή, και εφόσον τηρούνται και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις της περίπτωσης στ' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, οι αμοιβές για τους τελευταίους έξι (6) μήνες του 2017 μπορούν να υπαχθούν στις εν λόγω διατάξεις.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 622 ΕΞ 8.5.2018 Χειρισμός αδειών ΑΠΕ σύμφωνα με τα ΔΠΧΑ

$
0
0

Αθήνα, 08.05.2018
Αριθμ. Πρωτ.: 622 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 622/2018

ΘΕΜΑ : Χειρισμός αδειών ΑΠΕ σύμφωνα με τα ΔΠΧΑ

ΕΡΩΤΗΜΑ

Η εταιρία ................... έχει εισάγει στην Παράλληλη αγορά του ΧΑ ομολογίες εκδόσεώς της και κατά συνέπεια συντάσσει τις εταιρικές και ενοποιημένες Οικονομικές της Καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς.

Τα τελευταία χρόνια η συναλλακτική δραστηριότητα των αδειών για σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) στη χώρα μας έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό. Ο εκσυγχρονισμός που έχει επέλθει στην Ελληνική αγορά (θεσμικό πλαίσιο ΑΠΕ και εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές νόρμες), καθώς και το ενδιαφέρον που παρουσιάζεται για επενδυτικές πρωτοβουλίες στο συγκεκριμένο τομέα {αιολικά, φωτοβολταϊκά πάρκα κλπ.), καθιστούν την αγορά των ΑΠΕ τόπο συγκέντρωσης κεφαλαίων και τοποθετήσεων όχι μόνο από την εγχώρια αγορά αλλά και τη διεθνή.

Ο Όμιλος των εταιρειών μας, μέσα από ένα ευρύ επενδυτικό πλάνο που έχει παρουσιάσει στις Χρηματιστηριακές Αρχές της χώρας μας και στις Τράπεζες χρηματοδότησης, κατέχει άδειες για σταθμούς ΑΠΕ, οι οποίοι είτε λειτουργούν ήδη, είτε κατασκευάζονται, είτε είναι προς κατασκευή.

Οι άδειες, τις οποίες τηρεί στην κατοχή του ο Όμιλος και τις οποίες έχει αναπτύξει ο ίδιος εσωτερικά, παρέχουν τη δυνατότητα να κατασκευάσει ενεργειακές μονάδες και το δικαίωμα να παράγει και να πουλάει ενέργεια.

Οι παρούσες συνθήκες της αγοράς παρέχουν σαφείς ενδείξεις για την ανακτήσιμη αξία των αδειών αυτών (στοιχεία δημοσιευμένων αγοροπωλησιών), στοιχειοθετούν μία ενεργό αγορά του κλάδο των ΑΠΕ και υποστηρίζουν την ύπαρξη σημαντικών μελλοντικών οφελών από την χρήση ή διακράτηση των εν λόγω αδειών ενώ ταυτόχρονα παρέχουν δεδομένα για την εκτίμηση και αξιολόγηση της εύλογης αξίας τους.

Οι άδειες λειτουργίας των αιολικών, φωτοβολταϊκών ή υδροηλεκτρικών πάρκων, ως κατωτέρω πίνακας, πληρούν τα κριτήρια καταχώρησης ως άυλα περιουσιακά στοιχεία, σύμφωνα με το ΔΛΠ 38 και υπό προϋποθέσεις μπορεί να αποτιμηθούν στην εύλογη αξία, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την εφαρμογή της μεθόδου αναπροσαρμογής.


 
Ερώτημα: Δυνατότητα αποτίμησης αδειών ΑΠΕ στην εύλογη αξία τους

Η Εταιρεία και ο Όμιλος ........... προτίθεται να μεταβάλει τον τρόπο αποτίμησης των ανωτέρω αδειών, οι οποίες έχουν καταχωρηθεί στις οικονομικές καταστάσεις προηγουμένων χρήσεων, ως άυλα περιουσιακά στοιχεία και έχουν αρχικώς αποτιμηθεί στο αναπόσβεστο κόστος κτήσης, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο μεταγενέστερης αποτίμησης στην εύλογη αξία τους.

Ερωτάται συνεπώς το Συμβούλιό σας εάν η κατωτέρω μεθοδολογία υπολογισμού εύλογης αξίας - επιπέδου 3 είναι κατά τη γνώμη σας αποδεκτή από τα ΔΠΧΑ:

i) Ο Όμιλος θα εφαρμόζει ποσοστά πιθανοτήτων σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διοίκησης σχετικά με την κατασκευή μονάδων για τις οποίες τηρεί άδειες.

ii) Ο Όμιλος θα εφαρμόζει τη μεθοδολογία των Προεξοφλημένων Μελλοντικών Καθαρών Ταμειακών Ροών, χρησιμοποιώντας παραδοχές, οι οποίες επικρατούν στην αγορά ενέργειας. Η περίοδος, η οποία εξετάζεται από τη διοίκηση, υπερβαίνει τα πέντε έτη, διάστημα το οποίο ενθαρρύνεται από το ΔΛΠ 36, καθώς ιδιαίτερα για τις ανανεώσιμες ενεργειακές μονάδες μια μεγαλύτερη περίοδος κρίνεται αρκετά ικανοποιητική.

iii) Η τελική εύλογη αξία θα υπολογίζεται για ένα συνολικό χαρτοφυλάκιο ανανεώσιμων ή θερμικών ενεργειακών μονάδων, πολλαπλασιάζοντας τη συνολική πιθανότητα με το αποτέλεσμα που προκύπτει από την προεξόφληση των ταμειακών ροών.

Ο Όμιλος συνεπώς για κάθε χρήση που κλείνει την 31.12.2017 και μεταγενέστερα θα αποτιμά τις ανωτέρω άδειες λειτουργίας των αιολικών, φωτοβολταϊκών ή υδροηλεκτρικών πάρκων στην ως άνω υπολογισθείσα εύλογη αξία [επανεκτιμώμενη κάθε τέσσερα (4) έτη] η οποία ετησίως θα προσαρμόζεται με τις αποσβέσεις και κάθε πρόβλεψη για απομείωση της αξίας τους.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Όπως προκύπτει από το ερώτημά σας, ο Όμιλος συντάσσει χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς όπως αυτά έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (εφεξής «Δ.Π.Χ.Α.»).

Το ΔΛΠ 38 αναφέρει δύο μεθόδους λογιστικής παρακολουθήσεως των άυλων περιουσιακών στοιχείων μετά την αρχική τους καταχώριση:
i) Την μέθοδο του αποσβέσιμου κόστους (αρχικό κόστος κτήσεως, πλέον μεταγενέστερο κόστος κτήσεως, μείον σωρευμένες αποσβέσεις και σωρευμένες ζημίες απομειώσεως.
ii) Την μέθοδο της αναπροσαρμογής (αναπροσαρμοσμένο κόστος κτήσεως, μείον σωρευμένες αποσβέσεις και σωρευμένες ζημίες απομειώσεως.

Ειδικά για την μέθοδο αναπροσαρμογής το ΔΛΠ 38 στην παράγραφο 75 αναφέρει ότι «..Μετά την αρχική καταχώριση, ένα άυλο περιουσιακό στοιχείο θα απεικονίζεται σε μια αναπροσαρμοσμένη αξία, που είναι η εύλογη αξία του κατά την ημερομηνία της αναπροσαρμογής μείον κάθε μεταγενέστερη σωρευμένη απόσβεση και κάθε μεταγενέστερη σωρευμένη ζημία απομείωσης. Για την πραγματοποίηση αναπροσαρμογών σύμφωνα με το παρόν πρότυπο, η εύλογη αξία αποτιμάται βάσει μιας ενεργούς αγοράς. Αναπροσαρμογές πρέπει να γίνονται τόσο τακτικά ώστε η λογιστική αξία του περιουσιακού στοιχείου κατά το τέλος της περιόδου αναφοράς να μην διαφέρει ουσιωδώς από την εύλογη αξία του».

Κατά συνέπεια, η δυνατότητα εφαρμογής της επιλογής για την αποτίμηση των αδειών λειτουργίας των αιολικών, φωτοβολταϊκών ή υδροηλεκτρικών πάρκων στην αναπροσαρμοσμένη αξία εξαρτάται από το αν υπάρχει ενεργός αγορά για τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία. Η μέθοδος υπολογισμού της εύλογης αξίας, την οποία αναφέρετε στο ερώτημά σας, είναι μέθοδος εκτιμήσεως της εύλογης αξίας από την διοίκηση, η οποία δεν είναι αποδεκτή από το Δ.Λ.Π. 38 για τα άυλα περιουσιακά στοιχεία. Ακολούθως, το ΔΛΠ 38 στην παράγραφο 78 αναφέρει: «Δεν είναι σύνηθες να υπάρχει ενεργός αγορά για ένα άυλο περιουσιακό στοιχείο, αν και ενδέχεται να υπάρχει. ... Επίσης, μολονότι άυλα περιουσιακά στοιχεία αγοράζονται και πωλούνται και συμβάσεις διαπραγματεύονται μεταξύ κατ’ ιδίαν αγοραστών και πωλητών, οι συναλλαγές αυτές είναι σχετικά σπάνιες. Για αυτούς τους λόγους, η τιμή που καταβάλλεται για ένα περιουσιακό στοιχείο μπορεί να μην αποτελεί επαρκή απόδειξη της εύλογης αξίας ενός άλλου».

Στο Προσάρτημα Α στην ενότητα «Ορισμοί» στο ΔΠΧΑ 13 «Αποτίμηση Εύλογης Αξίας» παρατίθεται ο εξής ορισμός: «Ενεργός αγορά.: Είναι η αγορά στην οποία οι συναλλαγές για το περιουσιακό στοιχείο ή την υποχρέωση λαμβάνουν χώρα με επαρκή συχνότητα και όγκο ώστε να παρέχονται συνεχώς πληροφορίες τιμολόγησης».

Η άποψη μας είναι πως η αγορά που έχει διαμορφωθεί στην χώρα μας για τις άδειες λειτουργίας των αιολικών, φωτοβολταϊκών ή υδροηλεκτρικών πάρκων, δεν πληροί τα κριτήρια μιας ενεργού αγοράς, όπως αυτή ορίζεται στο ΔΠΧΑ 13, καθώς για τις άδειες αυτές δεν λαμβάνουν χώρα συναλλαγές με επαρκή συχνότητα και όγκο ώστε να παρέχονται συνεχώς πληροφορίες τιμολογήσεως.

Επομένως, επειδή η αγορά που έχει διαμορφωθεί στην χώρα μας για τις άδειες λειτουργίας των αιολικών, φωτοβολταϊκών ή υδροηλεκτρικών πάρκων δεν πληροί τα κριτήρια της ενεργού αγοράς, οι άδειες αυτές πρέπει να αποτιμώνται στο αποσβέσιμο κόστος κτήσεως (αρχικό και μεταγενέστερο κόστος κτήσεως, μείον κάθε σωρευμένη απόσβεση και κάθε σωρευμένη ζημία απομειώσεως), αποκλειομένης της αποτιμήσεως στην εύλογη αξία.



ΤΑ ΜΕΛΗ
 
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΠΟΛ.1088/2018 Κοινοποίηση της υπ' αριθ. 124/2017 Γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. (Β' Τμήμα) σχετικά με τη φύση των ποσοστών και ποσών που αποδίδονται στο Ελληνικό Δημόσιο από τα ιδιωτικά Κ.Τ.Ε.Ο. καθώς και τον έλεγχο και τις κυρώσεις στις περιπτώσεις μη αποδόσεως, ανακριβούς ή εκπρόθεσμης αποδόσεως των ως άνω ποσοστών και ποσών

$
0
0

Αθήνα, 11 Μαΐου 2018
ΠΟΛ.1088/11-05-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
 


ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο : 210-3375658
Fax: 210-3375354
e-mail: d.eleg@mofadm.gr
Url: www.aade.gr

ΠΟΛ 1088/2018

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση της υπ' αριθ. 124/2017 Γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. (Β' Τμήμα) σχετικά με τη φύση των ποσοστών και ποσών που αποδίδονται στο Ελληνικό Δημόσιο από τα ιδιωτικά Κ.Τ.Ε.Ο. καθώς και τον έλεγχο και τις κυρώσεις στις περιπτώσεις μη αποδόσεως, ανακριβούς ή εκπρόθεσμης αποδόσεως των ως άνω ποσοστών και ποσών.


Σχετικά με το παραπάνω θέμα, σας κοινοποιούμε, προς ενημέρωσή σας, φωτοαντίγραφο της με αριθ. 124/2017 Γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Β' Τμήμα), η οποία έγινε αποδεκτή από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

Με την εν λόγω Γνωμοδότηση έγιναν δεκτά τα κάτωθι:

1. Η επιβληθείσα με το άρθρο 39 του ν. 2963/2001 (Α' 268) επιβάρυνση στα ιδιωτικά Κ.Τ.Ε.Ο., σε όλες τις μορφές που έλαβε διαχρονικά με τις τροποποιήσεις της ως άνω διάταξης, αποτελεί φόρο, δεδομένου ότι επιβάλλεται αναγκαστικώς υπέρ του Δημοσίου για την εκτέλεση κοινωνικού σκοπού, εντασσομένου στη σφαίρα του δημοσίου συμφέροντος και δεν αντικρίζεται υπό ειδικής ή αμέσου οικονομικής αντιπαροχής του φορέως. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη νομολογία των Διοικητικών Δικαστηρίων, η επιβάρυνση αυτή αποτελεί, κατά τη φύση της, ειδικό φόρο επί των συναλλαγών, του οποίου το υποκείμενο, η κατηγορία των βαρυνόμενων συναλλαγών και ο συντελεστής καθορίζονται από τη προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 39 παρ.1 του ν. 2963/2001 (βλ. ad hoc ΔΕΑ 290-291/2016, ΔΕΠ 606-607/2016, ΔΕΑ 1694-1695/2015, ΔΕΤριπ 67/2015, ΔΕΑ 2781/2013 κ.λ.π).

2. Ενόψει της φύσεως της συγκεκριμένης επιβαρύνσεως ως φόρου, η οικεία φορολογική αρχή, ήτοι αυτή του τόπου εγκατάστασης του Ι.Κ.Τ.Ε.Ο., ως έχουσα την γενική αρμοδιότητα για τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου και διαθέτουσα τους κατάλληλους ελεγκτικούς μηχανισμούς και ελεγκτικά όργανα, δύναται να προβεί, κατ' αρμοδιότητα, και σε φορολογικό έλεγχο, με αντικείμενο τη διαπίστωση της απόδοσης της επιβάρυνσης και, σε περίπτωση μη απόδοσης ή ελλιπούς ή εκπρόθεσμης απόδοσης, να προβεί στη συγκρότηση νομίμου τίτλου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2 του ν.δ/τος 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) και, εν συνεχεία, στην επιδίωξη είσπραξης με τη λήψη των προβλεπόμενων στο ίδιο νομοθέτημα αναγκαστικών μέτρων, σύμφωνα με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στην παρ. 23 της παρούσης.

3. Για την επιβολή κυρώσεων, σε περίπτωση μη απόδοσης ή ανακριβούς ή εκπρόθεσμης απόδοσης του ως άνω οικονομικού βάρους, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 2523/1997, ενόψει της γενικής πρόβλεψης των άρθρων 1 και 3 του εν λόγω νόμου, τόσο για το πριν, όσο και για το μετά την 1-1-2014 χρονικό διάστημα και, όχι, του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας). Η δε διαδικασία επιβολής των κυρώσεων μετά από διενέργεια ελέγχου, είναι η προβλεπόμενη στις διατάξεις των άρθρων 8 και 9 της υπ' αριθμ. 48680/5032/12.11.2012 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και μετέπειτα στις διατάξεις των άρθρων 9 και 10 της υπ. αριθμ. 3326/212/15.1.2015 (Β' 158/22.1.2015) κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, η οποία αντικατέστησε την προαναφερθείσα κοινή υπουργική απόφαση.

4. Δεν τίθεται ζήτημα αποδόσεως, ανακριβούς ή εκπρόθεσμης αποδόσεως από τα Ι.Κ.Τ.Ε.Ο. στο Ελληνικό Δημόσιο του πρόσθετου ειδικού τέλους εκπρόθεσμης προσκόμισης οχημάτων για αρχικό ή επαναληπτικό έλεγχο, καθόσον το ως άνω τέλος δεν εισπράττεται ως μέρος της αμοιβής από τα Ι.Κ.Τ.Ε.Ο., αλλά, είτε με διπλότυπο είσπραξης τύπου Α, είτε με ειδικά έντυπα παραβόλων σε ευρώ, τα οποία κυκλοφορούν βάσει της υπ. αριθμ. 1093246/5486/0016/16.10.2000 απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που προσκομίζουν οι υπόχρεοι ιδιοκτήτες των οχημάτων προκειμένου να διεξαχθεί ο τεχνικός έλεγχος.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΠΙΤΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>