Αθήνα, 13 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθμ. Πρωτ.: 2/63769/0026/13-09-2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ
1. Δ/ΝΣΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ
Ταχ. Δ/νση : Κηφισίας 124 και Ιατρίδου 2
115 26 Αθήνα
Τηλέφωνο : 210 6987705
Fax : 210 6987730
2. Δ/ΝΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Ταχ. Δ/νση : Αμερικής 6
106 71 Αθήνα
Τηλέφωνο : 210 3338623
Fax : 210 3338659
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
ΘΕΜΑ: «Παροχή οδηγιών για την πληρωμή λογαριασμών ΔΕΗ μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (ΟΠΣΔΠ)».
Επί του ανωτέρω θέματος και λόγω της μετατροπής των 12ψήφιων και 20ψήφιων Κωδικών Ηλεκτρονικής Πληρωμής (ΚΗΠ), που αναγράφονται στους εκδιδόμενους από τη ΔΕΗ ΑΕ λογαριασμούς κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος φορέων της Κεντρικής Διοίκησης (ΚΔ), σε νέους 25ψήφιους ΚΗΠ ενιαίου τύπου RF, παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή διαδικασία πληρωμής των λογαριασμών αυτών μέσω του ΟΠΣΔΠ:
Α. Ανάλογα με τον αριθμό των ψηφίων και τον τύπο του ΚΗΠ διακρίνονται οι παρακάτω 2 περιπτώσεις:
1η περίπτωση - Λογαριασμοί με 12ψήφιους και 20ψήφιους ΚΗΠ
Σε περίπτωση που στον εξοφλούμενο μέσω ΟΠΣΔΠ λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ αναγράφεται ο «παλιός» 12ψήφιος ΚΗΠ, για μεμονωμένους λογαριασμούς ή ο «παλιός» 20ψήφιος ΚΗΠ, για πολλαπλούς λογαριασμούς, τότε κατά την εισαγωγή των στοιχείων του Χρηματικού Εντάλματος (τύπος ΧΕ ΟΠΣΔΠ: 12) οι χρήστες πρέπει, στο πεδίο με τίτλο «Είδος Πληρωμής», να επιλέγουν από την αναπτυσσόμενη λίστα (drop-down list) «ΔΕΗ - Μεμονωμένος» για 12ψήφιο ΚΗΠ ή «ΔΕΗ - Πολλαπλός» για 20ψήφιο ΚΗΠ (βλ. εικόνες 1 και 2 στο Παράρτημα).
Επισημαίνεται ότι μόνο μετά την εν λόγω επιλογή, μέσω της ανωτέρω λίστας, εμφανίζεται το παρακείμενο πεδίο με τίτλο «Κωδικός Πληρωμής», στο οποίο οι χρήστες του ΟΠΣΔΠ, οφείλουν να καταχωρούν αμελλητί τον κάθε φορά αναγραφόμενο στον λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος 12ψήφιο ή 20ψήφιο ΚΗΠ, χωρίς κενά μεταξύ των ψηφίων (βλ. εικόνα 3).
Περαιτέρω, σημειώνεται ότι το ΟΠΣΔΠ διενεργεί αυτόματα, βάσει συγκεκριμένου αλγόριθμου, έλεγχο εγκυρότητας του κάθε φορά καταχωρούμενου 12ψήφιου ή 20ψήφιου ΚΗΠ και δεν επιτρέπει λανθασμένες καταχωρίσεις, προκειμένου η ΔΕΗ να λάβει σωστά την πληροφορία αναφορικά με το φορέα της ΚΔ στον οποίο αντιστοιχεί το πληρωτέο ποσό του ΧΕ.
2η περίπτωση - Λογαριασμοί με 25ψήφιους ΚΗΠ τύπου RF
Σε περίπτωση που στον εξοφλούμενο μέσω ΟΠΣΔΠ λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ αναγράφεται ο νέος 25ψήφιος ΚΗΠ τύπου RF, τότε κατά την εισαγωγή των στοιχείων του ΧΕ (τύπος ΧΕ ΟΠΣΔΠ: 12), οι χρήστες πρέπει στο πεδίο με τίτλο «Είδος Πληρωμής» να επιλέγουν «Άλλος» από την αναπτυσσόμενη λίστα (βλ. εικόνα 4). Τονίζεται ότι κατόπιν της εν λόγω επιλογής, δηλαδή μετά την επιλογή «Άλλος» από την αναπτυσσόμενη λίστα του πεδίου με τίτλο «Είδος Πληρωμής», εμφανίζεται το παρακείμενο πεδίο με τίτλο «Κωδικός Πληρωμής», στο οποίο οι χρήστες του ΟΠΣΔΠ, οφείλουν να καταχωρούν αμελλητί τον κάθε φορά αναγραφόμενο στον λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος 25ψήφιο ΚΗΠ τύπου RF, χωρίς κενά μεταξύ των 25 ψηφίων, π.χ. RF39908818000300002089550 (βλ. εικόνα 3).
Ωστόσο, δεδομένου ότι, όταν επιλεγεί η τιμή «Αλλος» στην αναπτυσσόμενη λίστα του πεδίου «Είδος Πληρωμής», το ΟΠΣΔΠ δε διενεργεί κανένα έλεγχο εγκυρότητας του ΚΗΠ που καταχωρίζεται, εφιστάται ιδιαιτέρως η προσοχή όλων των εμπλεκόμενων χρηστών (εισηγητών - προϊσταμένων) για τον έλεγχο της ορθής καταχώρισής του. Τονίζεται ότι σε περίπτωση λανθασμένης καταχώρισης του 25ψήφιου ΚΗΠ τύπου RF δεν μεταφέρεται στη ΔΕΗ η πληροφορία της ταυτότητας του φορέα της ΚΔ που διενεργεί την πληρωμή και κατά συνέπεια η πληρωμή που πραγματοποιείται θεωρείται από τη ΔΕΗ ως αδιευκρίνιστη και ο σχετικός λογαριασμός μη εξοφλημένος. Ήτοι, τυχόν λανθασμένη καταχώριση του 25ψήφιου ΚΗΠ τύπου RF οδηγεί στο φαινόμενο εξοφλημένες οφειλές φορέων της ΚΔ προς τη ΔΕΗ να θεωρούνται απ' αυτήν απλήρωτες.
Β. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 4 της αριθμ. 2/47779/ΔΛΓΚ/15.06.2018 απόφασης (Β.2279), οι λογαριασμοί κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας εκδίδονται και αποστέλλονται από τη ΔΕΗ ΑΕ στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης με ενσωματωμένη τη σχετικά προβλεπόμενη έκπτωση επί της καταναλωθείσας ηλεκτρικής ενέργειας. Για τους λογαριασμούς που εκδόθηκαν και απεστάλησαν στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης πριν την έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής, η ΔΕΗ υποχρεούται να ενσωματώσει την αναλογούσα έκπτωση στον αμέσως επόμενο λογαριασμό που θα εκδώσει. Για την εξόφληση των ΧΕ που αφορούν τις ανωτέρω 1 και 2 περιπτώσεις επιλέγεται υποχρεωτικά και ανεξάρτητα από το είδος του κωδικού ηλεκτρονικής πληρωμής (12ψήφιος, 20ψήφιος ή 25ψήφιος) ο ΙΒΑΝ GR1201100400000004001534439, που αντιστοιχεί σε δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό της ΔΕΗ ΑΕ, που τηρείται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με την παρ. 5 της προαναφερόμενης απόφασης.
Γ. Τονίζεται ότι κάθε ΧΕ που εκδίδουν οι φορείς της ΚΔ μέσω ΟΠΣΔΠ θα πρέπει να αντιστοιχεί σε ένα και μόνο λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος και σε ένα και μόνο ΚΗΠ (12ψήφιο, 20ψήφιο ή 25ψήφιο τύπου RF).
Δ. Οι προαναφερθείσες οδηγίες θα εφαρμόζονται έως την ολοκλήρωση της νέας λειτουργικότητας του ΟΠΣΔΠ, που αφορά στον έλεγχο βάσει αλγορίθμου της ορθής και έγκυρης καταχώρισης του νέου 25ψήφιου κωδικού τύπου RF, για την εφαρμογή της οποίας (λειτουργικότητας) θα δοθούν οδηγίες με νεότερο έγγραφό μας. Τέλος, για την απαρέγκλιτη εφαρμογή των υπόψη οδηγιών, παρακαλούμε να λάβουν ενυπόγραφα γνώση του παρόντος όλα τα όργανα της ΚΔ (εκκαθαριστές-εισηγητές και προϊστάμενοι αυτών), που εμπλέκονται στην ενταλματοποίηση δημοσίων δαπανών μέσω του ΟΠΣΔΠ.
Ο Αναπλ. Υπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
Αριθμ. πρωτ.: 2/63769/0026/2018 Παροχή οδηγιών για την πληρωμή λογαριασμών ΔΕΗ μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (ΟΠΣΔΠ)
Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α. 1122698 ΕΞ 2018 Τροποποίηση της Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β' 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως προς τη συμπλήρωση των αρμοδιοτήτων της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων (Δ.ΕΣ.ΥΠ.), του Τμήματος Ε' Συστημάτων Διασφάλισης Ηλεκτρονικών Εμπορικών Συναλλαγών της Διεύθυνσης Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών (Δ.ΥΠ.ΗΛ.Υ.), καθώς και ως προς την προσθήκη αρμοδιότητας στο Τμήμα Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους των Δ.Ο.Υ.
Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α.1122698ΕΞ2018
(ΦΕΚ Β' 3981/13.09.2018)
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) του Κεφαλαίου Α’«Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α’94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα των περ. ββ’ και γγ’ της υποπαραγράφου θ΄ της παρ. 4 του άρθρου 14, των παρ. 1 και 3 του άρθρου 6, των άρθρων 2 και 7 και των παρ. 2 και 3 του άρθρου 41 αυτού, όπως ισχύουν,
β) του ν. 4174/2013 (Α’170) «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα του άρθρου 54 Α αυτού,
γ) του ν. 4308/2014 (Α’ 251) «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν,
δ) της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 (Β’ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα των άρθρων 12, 19, 38 και 39 αυτής.
2. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β΄ 130 και Β΄ 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
3. Την αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 (Β΄ 2743) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής “Με εντολή Διοικητή” σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως τροποποιήθηκε συμπληρώθηκε και ισχύει.
4. Την Δ.Σ.Σ. Α 1061419 ΕΞ 2018/20-04-2018 (Β΄ 1686) απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., με θέμα «Επιχειρησιακό Σχέδιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) για το έτος 2018» και ειδικότερα τον Σ.Π. 2.1.19, που αφορά στη διενέργεια τουλάχιστον 100 ελέγχων από τα Τμήματα Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους των Δ.Ο.Υ., για τη διαπίστωση της ορθής εφαρμογής από τους συμβολαιογράφους ή/και από τους υποθηκοφύλακες του άρθρου 54Α του ν. 4174/2013.
5. Τα κατωτέρω μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας:
α) τα από 25/07/2018, 02 και 03/08/2018 του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών (Δ.ΥΠ.ΗΛ.Υ.) της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού (Γ.Δ.Η.Δ.Α.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και
β) τα από 09/07/2018, και 03, 06 και 08/08/2018 του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε.
γ) το από 08/08/2018 της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων.
6. Την αριθ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθ. 39/3/ 30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
7. Την ανάγκη συμπλήρωσης της καθ’ ύλην αρμοδιότητας: α) της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων (Δ.ΕΣ. ΥΠ.) και β) των Τμημάτων: αα) Ε’Συστημάτων Διασφάλισης Ηλεκτρονικών Εμπορικών Συναλλαγών της Δ.ΥΠ. ΗΛ.Υ. της Γ.Δ.Η.Δ.Α.Δ. και ββ) Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) της Γ.Δ.Φ.Δ., προκειμένου να ανταποκριθούν στις διαμορφωθείσες υπηρεσιακές ανάγκες.
8. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.),
αποφασίζουμε:
Α. Τροποποιούμε και συμπληρώνουμε τις διατάξεις του άρθρου 12 «Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων (Δ.ΕΣ.ΥΠ.)» της Υποενότητας «II. ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ, ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ» της Ενότητας Α’«ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΔΙΟΙΚΗΤΗ» και των άρθρων 19 «Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών (Δ.ΥΠ.ΗΛ.Υ.)» της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού (Γ.Δ.Η.Δ.Α.Δ.), 38 «Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.)» της περίπτωσης 3 «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ» της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.) και την αρίθμηση του τίτλου του άρθρου 39 «ΙΙΙ. Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ και Ε.Φ.Κ.)» της Ενότητας Β’«ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ» του Μέρους Α’της αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’968 και 1238) απόφασης, με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, ως εξής:
α) Αντικαθιστούμε τα τρία (3) πρώτα εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 12 και προσθέτουμε σε αυτήν νέο εδάφιο, καθώς και στοιχείο στ΄ στην υποπερίπτωση i. της περίπτωσης Ι «Αυτοτελές Τμήμα Α΄ Ελέγχου Ποινικών Αδικημάτων και Πειθαρχικών Παραπτωμάτων» της υποπαραγράφου Α΄ «ΤΜΗΜΑΤΑ ΥΠΑΓΟΜΕΝΑ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ» της παραγράφου αυτής, ως εξής:
«5.Η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 18 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) και του άρθρου 12 του ν. 4110/2013 (Α΄ 17) και συμπληρώθηκε με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 105 του ν. 4446/2016 (Α’ 240), όπως εκάστοτε ισχύουν. Επιπροσθέτως, διενεργεί στοχευμένο οικονομικό και διαχειριστικό έλεγχο των δημοσίων υπολόγων και δημοσίων διαχειρίσεων και προβαίνει στον καταλογισμό των ευθυνομένων, καθώς και διαχειριστικό και οικονομικό έλεγχο του εξουσιοδοτημένου Οργανισμού για την έκδοση και χορήγηση δελτίων TIR και για την παροχή εγγύησης. Επιπλέον, επανεξετάζει φορολογικές υποθέσεις για τις οποίες είχε ήδη διενεργηθεί έλεγχος, αποκλειστικά για την εξακρίβωση ποινικών αδικημάτων και πειθαρχικών παραπτωμάτων που διαπράττουν ή συμμετέχουν σε αυτά υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε.. Οι ανωτέρω αρμοδιότητες κατανέμονται μεταξύ των Αυτοτελών Τμημάτων και του Αυτοτελούς Γραφείου της, της Υποδιεύθυνσης, των Τμημάτων και του Αυτοτελούς Γραφείου αυτής, ως κάτωθι:»
«5.-Α. Ι. i. (στ) Η επανεξέταση φορολογικών υποθέσεων για τις οποίες είχε ήδη διενεργηθεί έλεγχος αποκλειστικά για την εξακρίβωση ποινικών αδικημάτων και πειθαρχικών παραπτωμάτων που διαπράττουν ή συμμετέχουν σε αυτά υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε.».
β) Αντικαθιστούμε τις διατάξεις της υποπαραγράφου V «ΤΜΗΜΑ Ε’– Συστημάτων Διασφάλισης Ηλεκτρονικών Εμπορικών Συναλλαγών» της παραγράφου 4 του άρθρου 19, ως κατωτέρω:
«4.V. ΤΜΗΜΑ Ε΄Συστημάτων Διασφάλισης Ηλεκτρονικών Εμπορικών Συναλλαγών
(α) Η έγκριση λογισμικού (firmware-software) και υλικού (hardware) των νέων Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (Φ.Η.Μ.), καθώς και του λογισμικού (software) Υπηρεσιών Παρόχου για την Ηλεκτρονική Έκδοση Στοιχείων (Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ.), κατόπιν επιθεώρησής τους.
(β) Η διαχείριση πιστοποιητικών της διαδικασίας έγκρισης αδειών καταλληλόλητας Φ.Η.Μ. και Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ..
(γ) Η παρακολούθηση και η συνεργασία με τους εξουσιοδοτημένους φορείς, που ενεργούν έλεγχο πιστότητας των προς έγκριση Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών και Συστημάτων και Υπηρεσιών Παρόχου για την Ηλεκτρονική Έκδοση Στοιχείων, καθώς και αυτών που ήδη είναι σε χρήση.
(δ) Η λήψη μέτρων ασφαλείας κατά των παραβιάσεων των Φ.Η.Μ. και των Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ..
(ε) Οι εισηγήσεις έκδοσης/ανάκλησης/παράτασης αδειών για τους Φ.Η.Μ. και τις Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ. προς τις αρμόδιες Επιτροπές Ελέγχου Καταλληλότητας, αντίστοιχα. (στ) Η σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών, διαδικασιών, καθώς και αποφάσεων έγκρισης/ανάκλησης χρήσης για
τους Φ.Η.Μ. και για τις Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ..
(ζ) Η επίβλεψη των κατασκευαστριών επιχειρήσεων Φ.Η.Μ., των εξουσιοδοτημένων διανομέων Τεχνικών Φ.Η.Μ. και των Παρόχων Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Έκδοσης Στοιχείων.
(η) Η εξυπηρέτηση εξειδικευμένων ερωτημάτων που αφορούν στους Φ.Η.Μ. και στις Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ..
(θ) Η επίβλεψη ενάρξεων και παύσεων Φ.Η.Μ., καθώς και ενάρξεων – παύσεων χρήσης Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ..
(ι) Η λήψη καταγγελιών που αφορούν στη μη τήρηση υποχρεώσεων των εγκεκριμένων Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ. και η διαβίβασή τους στην Επιτροπή Ελέγχου Καταλληλόλητας Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ.».
γ) Προσθέτουμε νέο στοιχείο ε΄ στην υποπερίπτωση IΙΙ. «Τμήμα Γ΄-Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους» της περίπτωσης i. «Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως» της υποπαραγράφου Α΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 38, ως εξής:
«7. Α. i. ΙΙΙ. – (ε) Η διαπίστωση της ορθής εφαρμογής του άρθρου 54Α του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) από τους συμβολαιογράφους ή/και από τους φύλακες μεταγραφών/ προϊσταμένους κτηματολογικών γραφείων.».
δ) Αναριθμούμε τον τίτλο του άρθρου 39, από «III. Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ και Ε.Φ.Κ.)» σε «IV. Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ και Ε.Φ.Κ.)».
Β. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 (Β’ 968 και 1238) απόφαση, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 10 Αυγούστου 2018
Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
ΑΠ 227/2018 Αρχή εύνοιας υπέρ μισθωτών - Θέμα Συλλογική σύμβαση εργασίας, Μίσθωση εργασίας, Επίδομα αδείας.
Απόφαση 227 / 2018 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Θέμα
Συλλογική σύμβαση εργασίας, Μίσθωση εργασίας, Επίδομα αδείας.
Περίληψη:
Αριθμός 227/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Απόστολο Παπαγεωργίου - Εισηγητή, Γεώργιο Μιχολιά, Θεόδωρο Τζανάκη και Νικόλαο Πιπιλίγκα, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 31 Οκτωβρίου 2017, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "....................." και τον διακριτικό τίτλο "Ο.Λ.Π. Α.Ε.", που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ελένη Ζησοπούλου, με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., που κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1)Κ. Π. του Ε., κατοίκου ..., 2)Ε. χήρας Χ. Χ., το γένος Ν. Α., 3)Α. Χ. του Χ. και 4)Σ. Χ. του Χ., κατοίκων ..., των τριών τελευταίων ως κληρονόμων του Χ. Χ.. Ο 1ος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Σαξώνη και οι λοιποί εκπροσωπήθηκαν από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο, που κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 9/4/2009 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 187/2010 του ίδιου Δικαστηρίου και 224/2016 του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 20/7/2016 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη τους.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Με την από 20-7-2016 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η 224/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατόπιν έφεσης των εναγόντων και ήδη αναιρεσιβλήτων κατά της 176/2011 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Με την προσβαλλομένη απόφαση, έγινε δεκτή η έφεση και εξαφανίστηκε η εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών ως άνω απόφαση του Πρωτοδικείου, απορρίφθηκε ως μη νόμιμο το πρώτο αίτημα της αγωγής για επιδίκαση διαφορών των αποδοχών αδείας, έγινε δεκτό κατ' ουσίαν εν μέρει το δεύτερο αίτημα της αγωγής για επιδίκαση διαφορών του επιδόματος αδείας και υποχρεώθηκε η εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα να καταβάλει εντόκως στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 7.424,70 ευρώ, στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 1.434,09 ευρώ, στην τρίτη ενάγουσα το ποσό των 2.151,14 ευρώ και στην τέταρτη ενάγουσα το ποσό των 2.151,14 ευρώ. Η αίτηση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 και 144 παρ. 1 ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 ΚΠολΔ). 2. Με την παρ. 1 του άρθρου πρώτου του ν. 2688/1999, το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία ``Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς``, που ιδρύθηκε με το ν.4748/1930 και αναμορφώθηκε με τον α.ν. 1559/1950, που κυρώθηκε με το ν.1630/1951, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα, μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ``Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς ΑΕ`` και το διακριτικό τίτλο ``ΟΛΠ ΑΕ``, η οποία είναι ανώνυμη εταιρεία κοινής ωφέλειας με σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και διέπεται από το νόμο αυτό και τον κ.ν. 2190/1920 και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του ν. 2414/1996, καθώς και του α.ν 1559/1950, όπως κάθε φορά ισχύουν. Περαιτέρω από τη διαπνέουσα ολόκληρο το εργατικό δίκαιο γενικότερη αρχή της προστασίας των μισθωτών, με την εφαρμογή της οποίας αποτρέπεται η σύγκρουση των όρων εργασίας που διαμορφώνονται από περισσότερες πηγές, διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδας, συνάγεται ότι η αποτελούσα ειδική μορφή αυτής αρχή της εύνοιας υπέρ των μισθωτών, προβλεπομένη ήδη από το άρθρο 680 ΑΚ και τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ Α' 27), κατά την οποία οι ευνοϊκότεροι για τους εργαζομένους όροι των ατομικών συμβάσεων εργασίας υπερισχύουν των δυσμενέστερων όρων των συλλογικών συμβάσεων, εφαρμόζεται όχι μόνο στη σχέση συλλογικής και ατομικής σύμβασης εργασίας, αλλά και στην σχέση περισσοτέρων πηγών (νόμου, συλλογικής σύμβασης εργασίας, κανονισμού, ατομικής σύμβασης) διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδας (ΟλΑΠ 26/2007, ΑΠ 415/2016, ΑΠ 316/2017). Για την εφαρμογή, όμως, της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών κατά την συσχέτιση ΣΣΕ ή άλλης πηγής, ως ρυθμιστικού παράγοντα της εργασιακής σχέσης, και ατομικής σύμβασης εργασίας και γενικότερα κατά την συσχέτιση διαφόρων πηγών μεταξύ τους οι αποδοχές συγκρίνονται ως μία ενότητα, αφού (εκτός αντίθετης ειδικής ρύθμισης) δεν είναι δυνατή η επιλεκτική αναζήτηση τμήματος αποδοχών από τη μία πηγή και άλλου από διαφορετική πηγή, διότι δεν είναι επιτρεπτή η σύγχρονη εφαρμογή όλων των πηγών αυτών ως προς την έννοια των αποδοχών (τούτο ειδικά ως προς την συσχέτιση περισσοτέρων ΣΣΕ αποτυπώνεται ρητά στο άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 1876/1990). Κατά τη συσχέτιση περισσοτέρων πηγών της αυτής ιεραρχικής βαθμίδας δεν εφαρμόζεται η ως άνω αρχή της εύνοιας, ούτε η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 3 ν. 1876/1990 (που ρυθμίζει την σχέση νόμου και ΣΣΕ), αλλά οι νεότεροι και ειδικοί κανόνες αποκλείουν την εφαρμογή των παλαιοτέρων και γενικών και αυτοί εφαρμόζονται, όταν ρυθμίζουν το ίδιο γενικά θέμα κατά τρόπο αντίθετο και σε κάθε περίπτωση διαφορετικό και ασυμβίβαστο προς τη ρύθμιση των παλαιότερων κανόνων, είτε ευνοϊκότερο είτε δυσμενέστερο σε σχέση με αυτούς (άρθρο 2 ΑΚ). Σε σχέση και συνάφεια προς τα προαναφερθέντα για την συσχέτιση διαφόρων πηγών, ως προς τους Κανονισμούς Εργασίας που καταρτίσθηκαν και κυρώθηκαν υπό την ισχύ και με τη διαδικασία του ν.δ. 3789/1957, οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις της κοινής (γενικής) εργατικής νομοθεσίας υπερισχύουν, εφόσον περιέχουν ρυθμίσεις, στο σύνολό τους λαμβανόμενες, ευνοϊκότερες για τους εργαζόμενους ως διατάξεις ανώτερης βαθμίδας, των διατάξεων των εχόντων ισχύ ουσιαστικού νόμου διατάξεων Κανονισμών Εργασίας, που καταρτίσθηκαν και κυρώθηκαν υπό την ισχύ και κατά τη διαδικασία του ν.δ. 3789/1957. Αντίθετα, υπερισχύουν οι διατάξεις των Κανονισμών Εργασίας εάν, με την αυτή προϋπόθεση, είναι ευνοϊκότερες των αντίστοιχων της κοινής εργατικής νομοθεσίας. Περαιτέρω, σε σχέση με τις αποδοχές και το επίδομα αδείας των εργαζομένων γενικά και ως προς όλους καταρχήν τους εργαζόμενους, τον κεντρικό κορμό και τον πυρήνα του ρυθμιστικού καθεστώτος του θεσμού των αδειών αποτελεί ο α.ν 539/1945 "περί χορηγήσεως κατ` έτος εις τους μισθωτούς αδειών μετ` αποδοχών", όπως έχει κατά καιρούς τροποποιηθεί. Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνει διασφαλίζουν τις ελάχιστες υπέρ όλων των εργαζομένων εγγυήσεις, λόγω δε του εντόνως προστατευτικού χαρακτήρα τους και του στενού δεσμού τους με την ικανοποίηση και προστασία του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, αποτελούν μονομερώς αναγκαστικό δίκαιο και κατά συνέπεια απόκλιση από τις σχετικές διατάξεις αυτού επιτρέπεται μόνο για την εφαρμογή ευμενέστερων για τον εργαζόμενο διατάξεων άλλων πηγών, με την προαναφερθείσα έννοια της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών. Με το άρθρο 3 παρ.1 του ως άνω α.ν. 539/1945 ορίζεται ότι κατά τη διάρκεια της αδείας ο μισθωτός δικαιούται τις συνήθεις αποδοχές, τις οποίες θα εδικαιούτο, εάν απασχολείτο στην υπόχρεη επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο ή τις τυχόν για την περίπτωση αυτή καθορισμένες με συλλογική σύμβαση, ενώ με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι για τον κατ` αποκοπή ή κατ` άλλο σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών αμειβόμενο μισθωτό, οι αποδοχές που δικαιούται κατά τη διάρκεια της αδείας του, εξευρίσκονται πολλαπλασιαζομένων των κατά μέσο όρο από της λήξεως της αδείας του προηγουμένου έτους... μέχρι της ενάρξεως της αδείας, ημερησίων αποδοχών του, επί τον αριθμό των εργασίμων ημερών οι οποίες περιλαμβάνονται στη χορηγηθείσα άδεια και κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, στην έννοια των αποδοχών περιλαμβάνονται και οι κάθε είδους πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές. Εξάλλου, ο νομοθέτης, με πρόθεση να ενισχυθεί ο σκοπός της αναψυχής του εργαζόμενου που επιδιώκεται με το θεσμό της άδειας, θέσπισε, με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 16 του ν. 4504/1966, ένα πρόσθετο ποσό, το επίδομα αδείας, το οποίο ισούται με το σύνολο των αποδοχών αδείας, με το διαλαμβανόμενο σ` αυτή χρονικό περιορισμό, κατά την οποία "Οι επί σχέσει εργασίας του ιδιωτικού δικαίου απασχολούμενοι, παρ` οιωδήποτε εργοδότη, μισθωτοί δικαιούνται κατ` έτος "επιδόματος αδείας" ίσου προς το σύνολον των αποδοχών των υπό του α.ν. 539/1945 ή άλλων διατάξεων καθοριζομένων ημερών αδείας αναπαύσεως μετ` αποδοχών, ων δικαιούται έκαστος μισθωτός, υπό τον περιορισμόν ότι το επίδομα τούτο δεν δύναται να υπερβαίνει τας αποδοχάς ενός 15νθημέρου, διά τους επί μηνιαίω μισθώ αμειβόμενους, των 13 δε εργασίμων ημερών δια τους επί ημερομίσθιω ή κατά μονάδα εργασίας ή επί ποσοστοίς ή κατ` άλλον τρόπον αμειβομένους μισθωτούς. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται ομού μετά των αποδοχών της αδείας αναπαύσεως του μισθωτού...". Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων με τις διατάξεις των άρθρων 648, 653, 666, 679 ΑΚ, της κυρωθείσας με το ν. 3248/1955 με αριθμ. 95/1949 Διεθνούς Σύμβασης "περί προστασίας του ημερομισθίου", 2 της κυρωθείσας με το ν. 133/1975 από 26-2-1975 ΕΓΣΣΕ, 1 παρ.1 του ν. 435/1976, 1παρ. 2 του ν. 1082/1980 και του άρθρου 3 της υπ` αριθμ. 19040/1981 Υπουργικής Απόφασης "χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου``(ΦΕΚ Β` 742) προκύπτει ότι ως "συνήθεις αποδοχές", με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές και το ισούμενο προς αυτές, υπό τον ως άνω χρονικό περιορισμό, επίδομα αδείας, ταυτίζονται δε προς τις "τακτικές αποδοχές", που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, και είναι ίσες με τις αποδοχές που θα εδικαιούτο ο μισθωτός, αν είχε απασχοληθεί κατά τον αντίστοιχο χρόνο της αδείας του και όμοιες με τις αποδοχές των αμειβομένων με το σύστημα των κυμαινόμενων, νοούνται ο συμβατικός ή ο νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας. Έτσι, εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, η κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή προσαυξήσεις του 1/25 του μηνιαίου μισθού με βάση τις 8900/1946 και 25825/1951 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας για εργασία κατά τις Κυριακές και από το νόμο καθιερωμένες ως μη εργάσιμες εορτές του έτους, εφόσον η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα. Δεν περιλαμβάνονται, όμως, στις ανωτέρω αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, διότι η αμοιβή αυτή οφείλεται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ακόμη και όταν η υπερωριακή απασχόληση παρέχεται σταθερά και μόνιμα δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού, η αμοιβή για την εργασία κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, έστω και αν παρέχεται σταθερά και μόνιμα δεν αποτελεί τακτικό μισθό, διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού και τα επιδόματα εορτών (Ολ ΑΠ 5/2011, ΑΠ 415/2017, ΑΠ 191/2011). Αν οι εν λόγω τακτικές εργοδοτικές παροχές δεν είναι σταθερές κατά ποσό, αλλά διαφέρουν από μήνα σε μήνα, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος του προηγούμενου χρονικού διαστήματος, το οποίο μεσολάβησε από τη λήξη της προηγούμενης αδείας του μέχρι την έναρξη της νέας άδειας. Εξάλλου, με την 45058/7/1971 ΚΥΑ των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εμπορικής Ναυτιλίας και Εργασίας (ΦΕΚ Β` 579) εγκρίθηκε ο Κανονισμός Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς (με τον προσαρτημένο σ` αυτόν πίνακα συνθέσεων εργατικών ομάδων και αποδόσεων αυτών σε τόνους ή m3), με τον οποίο ρυθμίζονται οι όροι εργασίας και αμοιβής του εργατικού προσωπικού (μόνιμο και έκτακτο), που συνδέεται με τον ΟΛΠ (και ήδη την αναιρεσείουσα ΟΛΠ ΑΕ) πάντοτε με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου (άρθρα 1 και 10), καθώς και οι συνθήκες και ο τρόπος διεξαγωγής των φορτοεκφορτωτικών εργασιών στην περιοχή του Λιμένος Πειραιώς (άρθρο 1 παρ.1). Ο Κανονισμός αυτός, που καταρτίσθηκε και εγκρίθηκε υπό την ισχύ και κατά τη διαδικασία των άρθρων 1 και 2 του ν.δ. 3789/1957, όπως και στο προοίμιό του αναφέρεται, έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου, με αυτόν δε ορίζονται ειδικότερα τα εξής σε σχέση με τον τρόπο υπολογισμού των αποδοχών και του επιδόματος αδείας του ως άνω προσωπικού σε συνάρτηση και με το είδος και τις κατηγορίες των εργασιών αυτών, ενώ το εκάστοτε ύψος του βασικού ημερομισθίου των διαφόρων κατηγοριών (ειδών) φορτοεκφορτωτικών εργασιών ορίζεται με τις οικείες ΣΣΕ: 1) Σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ.1εδ. β` οι αποδοχές αδείας ισούνται προς το γινόμενο των ημερών αδείας που δικαιούται κάθε μισθωτός επί το βασικό ημερομίσθιο της απασχόλησής του, όπως δε διευκρινίζεται με την παρ. ε` του ίδιου άρθρου ως "βασικό ημερομίσθιο" για τον υπολογισμό των αποδοχών αδείας των μονίμων εργατών λογίζεται αυτό της επικρατέστερης απασχόλησής τους κατά το τελευταίο πριν από τη χορήγηση της αδείας τρίμηνο και προκειμένου για εργάτες που απασχολούνται σε φορτοεκφορτωτικές εργασίες δημητριακών και γαιανθράκων το βασικό ημερομίσθιο που καθορίζεται για τις εργασίες αυτές. Κατά δε τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 35 του ως άνω Κανονισμού, ``Μετά των αποδοχών κανονικής αδείας του εργατικού προσωπικού καταβάλλεται και το ιδιαίτερον επίδομα αδείας...`` (παρ. 3) και ``Εις άπαντας τους εργάτας (μονίμους, δοκίμους και ελευθέρους), τους καθ` οιονδήποτε τρόπον απασχολουμένους κατά το μικτόν σύστημα ή επί ημερομισθίω εις φορτοεκφορτωτικάς και λοιπάς εργασίας του λιμένος, αι καταβαλλόμεναι αυτοίς αποδοχαί αδείας προσαυξάνονται κατά ποσοστόν 25%``(παρ. 4). Ως "επικρατέστερη απασχόληση" νοείται κατά τη διάταξη αυτή η επικρατέστερη κατά χρόνο, δηλαδή εκείνη η οποία είχε συνολικά τη μεγαλύτερη διάρκεια και στην οποία ο εργαζόμενος πραγματοποίησε τα περισσότερα ημερομίσθια κατά το τελευταίο πριν από την λήψη της άδειας τρίμηνο. Βάση, επομένως, υπολογισμού των αποδοχών αδείας είναι το βασικό ημερομίσθιο και όχι η τελική αμοιβή που προκύπτει από τυχόν προσαυξήσεις λόγω αποδόσεως (για τους εργαζόμενους "επί αποδόσει") ή λόγω τριπλασιασμού του βασικού ημερομισθίου (για τους απασχολούμενους στις γερανογέφυρες) ή λόγω άλλων προβλεπομένων προσαυξήσεων, οι προκύπτουσες δε και καταβαλλόμενες με τον υπολογισμό αυτό αποδοχές αδείας προσαυξάνονται για όλους τους εργάτες κατά ποσοστό 25%. 2) Το ύψος του βασικού ημερομισθίου των (μονίμων κλπ.) εργατών του ΟΛΠ, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό των αποδοχών και του επιδόματος αδείας, ορίζεται ειδικά στο άρθρο 23 παρ.1 του Κανονισμού (αναπροσαρμοζόμενο εκάστοτε με τις οικείες ΕΣΣΕ) ανάλογα και σε αντιστοιχία με το είδος της απασχόλησής τους κατά τις διακρίσεις του άρθρου 12 παρ.1 του Κανονισμού (στο οποίο ρητά παραπέμπει το άρθρο 23 παρ.1), είναι δε αυτές: α) η απασχόληση σε φορτοεκφορτώσεις γενικά χύδην φορτίων δημητριακών, γαιανθράκων κλπ., β) η απασχόληση σε φορτοεκφορτώσεις επί πλοίων γενικά και επί παντός είδους πλωτών ναυπηγημάτων και γ) η απασχόληση σε κομιστικές εργασίες (μεταφοράς των εμπορευμάτων από τον τόπο της οριστικής εναπόθεσής τους στα μεταφορικά μέσα των παραληπτών και αντίστροφα), σε εργασίες μεταφοράς των αποσκευών των επιβατών, σε εργασίες κάλυψης και αποκάλυψης των υπαιθρίων εμπορευμάτων και σε λοιπές βοηθητικές εργασίες σχετιζόμενες με την φορτοεκφόρτωση. Στις κατηγορίες αυτές απασχόλησης, ειδικότερα, δεν προβλέπεται και δεν περιλαμβάνεται στο ως άνω άρθρο, ως είδος απασχόλησης η "επί αποδόσει", αφού αυτή, κατά το άρθρο 20 του Κανονισμού, που έχει ακριβώς τον τίτλο "τρόπος διεξαγωγής της εργασίας", προβλέπεται ως τρόπος εργασίας και όχι ως κατηγορία (διάκριση) απασχόλησης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ως άνω άρθρο 20 του Κανονισμού: 1) Η εργασία στον λιμένα διεξάγεται "επί αποδόσει" στις περιπτώσεις εκφόρτωσης ή φόρτωσης και ειδικότερα στις περιπτώσεις της, από το κύτος ή τις φορτηγίδες μέχρι τον τόπο οριστικής απόθεσης, μεταφοράς α) γαιανθράκων, ορυκτών, μεταλλευμάτων, πορσελάνης και χωμάτων (χύμα) χωρίς τη χρήση αρπάγης, β) σιτηρών και λοιπών δημητριακών "εις χύμα", χωρίς τη χρήση αρπάγης, γ) ξυλείας, δ) φορτίων σε σάκους γενικά, ε) σιδήρων, σιδηροφύλλων κλπ, στ) ειδών γενικού εμπορίου και ζ) φορτίων πλοίων ψυγείων, κατ` εξαίρεση, όμως, εφόσον οι συνθήκες διεξαγωγής των εργασιών για τα παραπάνω φορτία (υπό στοιχεία α-ζ) παρεμποδίζουν την ``επί αποδόσει`` εργασία με τον ως άνω τρόπο, αυτός μπορεί με απόφαση των αρμοδίων οργάνων να μεταβληθεί (επειδή ακριβώς η "επί αποδόσει" εργασία δεν αποτελεί είδος απασχόλησης, αλλά τρόπο εκτέλεσης της εργασίας) σε εργασία "επί ημερομισθίω". 2) Η εργασία "επί ημερομισθίω" εκτελείται για α) την από την αποθήκη ή ύπαιθρο μεταφορά όλων των ανωτέρω ειδών (πλην της ξυλείας) μέχρι το μεταφορικό μέσο του παραλήπτη και αντίστροφα, β) φορτοεκφορτώσεις αποσκευών των επιβατών, γ) φορτοεκφορτώσεις νωπών ιχθύων, φρούτων και λαχανικών, δ) φορτοεκφορτώσεις φορτίων κάθε είδους "εις χύμα" (δι` αρπάγης ή μηχανημάτων αναρροφήσεως) και ε) εργασίες εκφόρτωσης βαγονιών και αυτοκινήτων που μεταφέρουν εμπορεύματα εξωτερικού και 3) οι εργασίες πλήρωσης και εκκένωσης εμπορευματοκιβωτίων, ρυμουλκούμενων οχημάτων και αυτοκινήτων μεταφερόμενων με οχηματαγωγά πλοία εξωτερικού, καθώς και οι εργασίες φορτοεκφόρτωσης στρατιωτικών εφοδίων επί αυτοκινήτων κλπ. μπορούν να εκτελούνται "επί αποδόσει" με βάση τους 6 τόνους κατά εργάτη κλπ. Η αμοιβή για την "επί αποδόσει" εργασία έχει προβλεφθεί στο άρθρο 27 και καταβάλλεται και στις τρεις περιπτώσεις απασχόλησης του άρθρου 12 παρ.1 επιπρόσθετα του βασικού ημερομισθίου του άρθρου 23 παρ. 1 και 3). Με το άρθρο 26 του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς προβλέπονται οι καθοριζόμενες σ` αυτό έκτακτες αμοιβές για την ``επί ημερομισθίω εργασίαν``, ενώ με το άρθρο 28 αυτού προβλέπονται οι καθοριζόμενες εκεί πρόσθετες και έκτακτες αμοιβές για την ``επί αποδόσει εργασίαν``, όπως για πρόσθετες εργασίες ανοίγματος και κλεισίματος των κυτών του πλοίου, εξαρμώσεις διαφραγμάτων (μπουλμέδων) ή υποστηριγμάτων και περισυλλογή της ξυλείας κλπ, για καθυστέρηση ενάρξεως εργασίας ή διακοπή αυτής εντός των κανονικών χρονικών ορίων απασχολήσεως, για καθυστερήσεις σημειούμενες σε έκτακτα χρονικά όρια εργασίας τακτικών και εκτάκτων φυλάκων κλπ . Τέλος, κατά το άρθρο 30 παρ.1 το "ασφαλιστικό ημερομίσθιο", που καταβάλλεται στους μόνιμους εργάτες για όσες εργάσιμες ημέρες δεν διατίθενται σε φορτοεκφορτωτικές εργασίες του λιμένος λόγω έλλειψης εργασίας, είναι ίσο προς αυτό που καταβάλλεται στους μόνιμους εργάτες που απασχολούνται σε κομιστικές εργασίες του άρθρου 23 παρ.1 εδ. β`, μετά των συντρεχόντων επιδομάτων εμπειρίας, ειδικών συνθηκών και γάμου, δεν αποτελεί, δηλαδή, το "ασφαλιστικό ημερομίσθιο`` το κατώτερο ημερομίσθιο, αλλά αυτό καθορίζεται ίσο προς το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο για τις κομιστικές εργασίες, ενώ κατά το άρθρο 31 παρ. 1 σε περίπτωση ματαιώσεως προγραμματισμένης εργασίας καταβάλλεται το βασικό ημερομίσθιο. Περαιτέρω, με τα άρθρα 4 παρ. 3 και 5 εδ. ε` του ν. 2668/1999, ο ως άνω Κανονισμός Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς διατηρήθηκε, καταρχάς, σε ισχύ και μετά την μετατροπή της αναιρεσείουσας από ΝΠΔΔ σε ανώνυμη εταιρεία, ενώ με την 5115.01/02/2004 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών - Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β` 390/26- 2-2004) εγκρίθηκε και δημοσιεύθηκε ο καταρτισθείς στα πλαίσια και κατ` εξουσιοδότηση των άρθρων 4, 12 και 13 του ως άνω ν. 2688/1999 Γενικός Κανονισμός Προσωπικού της ΟΛΠ ΑΕ (που άρχισε να ισχύει 10 ημέρες μετά τη δημοσίευσή του στην ΕτΚ, κατά το άρθρο 83 αυτού) για τη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων σ` αυτήν, σύμφωνα δε με αυτόν το προσωπικό της αναιρεσείουσας (τακτικό, έκτακτο και δόκιμο), στο οποίο υπάγεται ως ιδιαίτερη υπηρεσιακή κατηγορία το λιμενεργατικό προσωπικό και δη οι λιμενεργάτες (άρθρο 5 παρ.1α, 2 και 4α), δικαιούται ετήσιας άδειας με αποδοχές, καθώς και επιδόματος αδείας, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία (γίνεται, δηλαδή, παραπομπή στον α.ν. 539/1945) σε συνδυασμό με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας ΕΓΣΣΕ, τις ειδικότερες συλλογικές συμβάσεις εργασίας που εφαρμόζονται στην εταιρεία (αναιρεσείουσα) και τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού (άρθρο 55 παρ.1) (Ολ ΑΠ 5/2011, ΑΠ 415/2017, ΑΠ 416/2017, ΑΠ 417/017). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.1 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου (ημεδαπού ή αλλοδαπού) στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοσθεί ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοσθεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (ΟλΑΠ 7/2006, 4/2005). Με το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (παραβίαση κανόνα του ουσιαστικού δικαίου) ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή αν αγωγή ,ένσταση κ.λπ. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απερρίφθη ή έγινε δεκτή κατ' ουσίαν (ΟλΑΠ 10/2011, ΑΠ 1388/2015, ΑΠ 1318/2015 ). Στην περίπτωση που το Δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών , που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και υπήχθησαν αυτά στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν εμφανή την παράβαση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης και την προσβαλλόμενη απόφαση, παραδεκτώς, κατ` άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκοπούμενα, οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητοι, με το αγωγικό δικόγραφο εξέθεταν ότι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου προσελήφθη ο πρώτος ενάγων στις 28-3-1973 και στις 24-10-1967 ο Χ. Χ., σύζυγος της δεύτερης ενάγουσας και πατέρας των λοιπών δύο εναγουσών, που απεβίωσε και κληρονομήθηκε από αυτές, προκειμένου να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην εναγομένη ως λιμενεργάτες. Ότι οι όροι εργασίας, οι αμοιβές, οι συνθήκες εργασίας και ο τρόπος διεξαγωγής των φορτοεκφορτωτικών εργασιών τους ως λιμενεργατών, απασχολούμενων στην εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα, ρυθμίζονται από τον Κανονισμό Εργασίας Λιμένος Πειραιώς (από δε την 1-3-2004 ισχύει ο Γενικός Κανονισμός Προσωπικού της ΟΛΠ ΑΕ), οι ειδικότεροι δε όροι εργασίας τους ρυθμίζονται με ΕΣΣΕ, που υπογράφονται μεταξύ των εκπροσώπων της εναγομένης και της Ένωσης Μονίμων και Δοκίμων Λιμενεργατών ΟΛΠ. Ότι ως λιμενεργάτες εκτελούν στο λιμάνι του Πειραιά κάθε λιμενεργατική δραστηριότητα που σχετίζεται με τη φορτοεκφόρτωση και διακίνηση φορτίων, όπως επίσης και άλλες εργασίες εντός του λιμανιού, στις εργασίες δε αυτές, που παρουσιάζουν ιδιομορφίες, απασχολούνται εκ περιτροπής όλοι ο λιμενεργάτες, δηλαδή ορισμένες ημέρες στα χύδην φορτία, άλλες στις γερανογέφυρες, άλλες στην απόδοση και άλλες χωρίς απόδοση. Η κύρια όμως απασχόλησή τους είναι στις γερανογέφυρες κατά ποσοστό 75-80%. Ότι, για να προσδιορισθεί το βασικό ημερομίσθιο που προκύπτει από την απόδοσή τους, αθροίζονται όλοι οι τόνοι που εκφορτώθηκαν από τον καθένα, πολλαπλασιάζονται επί το ημερομίσθιο το προβλεπόμενο από τις ΕΣΣΕ και έτσι ο τρόπος αμοιβής τους ποικίλλει, αφού αμείβονται είτε με απόδοση (όταν εργάζονται στις φορτοεκφορτώσεις χύδην φορτίων και λοιπών εν γένει εμπορευμάτων), είτε με συγκεκριμένο ποσό (τρία βασικά ημερομίσθια λιμενεργάτη και επί πλέον διορθωτικό ποσό από 1-1-2005, όταν εργάζονται στις γερανογέφυρες) είτε με το ασφαλιστικό ημερομίσθιο όταν βρίσκονται σε εργασιακή ετοιμότητα. Ότι, αφού προσδιορισθεί το βασικό ημερομίσθιο που είναι κυμαινόμενο, υπολογίζονται επ` αυτού όλα τα επιδόματα, όπως το επίδομα ειδικών συνθηκών 30%, το επίδομα γάμου 20%, το επίδομα τριετιών ( η 1η τριετία 10%, η 2η τριετία 10%, η 3η τριετία 7% κλπ) , το ειδικό επίδομα πρόσθετης εργασίας 52,82 ευρώ μηνιαίως κλπ., πλην η εναγομένη, ενώ υπολόγιζε επί του διαμορφωμένου βασικού ημερομισθίου με την απόδοση όλα τα επιδόματα, εσφαλμένα τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας τα υπολόγισε μόνο επί του ημερομισθίου βάσης των ΕΣΣΕ, κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού, των ΕΣΣΕ και της εργατικής νομοθεσίας. Ακολούθως οι ενάγοντες παραθέτουν αυτούσιο το άρθρο 35 παρ. 1β` του Κανονισμού και τον καθοριζόμενο μ` αυτό τρόπο υπολογισμού των αποδοχών αδείας και του επιδόματος αδείας που δικαιούται κάθε μόνιμος εργάτης, ήτοι επί το βασικό ημερομίσθιο της απασχόλησής του, ως τέτοιο λογιζόμενο εκείνο της επικρατέστερης απασχόλησης κατά το τελευταίο τρίμηνο προ της χορηγήσεως της άδειας και εκθέτουν ότι ο Κανονισμός για τον υπολογισμό αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας δεν θεωρεί ως βασικό ημερομίσθιο το εκάστοτε προβλεπόμενο από τις ΕΣΣΕ, αλλά εκείνο της επικρατέστερης απασχόλησης. Ότι, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 539/1945, όπως ισχύει, και του ν.4504/1966 οι αποδοχές και το επίδομα αδείας υπολογίζονται με βάση τις τακτικές αποδοχές του μισθωτού, δηλαδή με το ημερομίσθιο και κάθε άλλη παροχή που καταβάλλεται τακτικά και σταθερά από τον εργοδότη, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας του. Με βάση τα ανωτέρω, παραθέτοντας αριθμητικά τις καταβληθείσες μηνιαίες αποδοχές, κατά τα αναφερόμενα επί μέρους χρονικά διαστήματα, τις οποίες διαιρούν δια του 3 και εξευρίσκουν έτσι το μέσο όρο αποδοχών του τελευταίου τριμήνου, καθόσον δε αφορά το επίδομα αδείας του τελευταίου 12μήνου, τις οποίες διαιρούν δια 10,9 μήνες απασχόλησης για τα έτη 2001 έως και 2004 και 10,366 αντίστοιχα για το έτος 2005, το δε πηλίκον αναφέρουν ότι είναι ο μηνιαίος μέσος όρος αποδοχών του τελευταίου τριμήνου, ζήτησαν την επιδίκαση διαφορών αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας του χρονικού διαστήματος 2001-2005. Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη 224/2016 απόφασή του, το μεν πρώτο κονδύλιο της αγωγής των διαφορών των αποδοχών αδείας απέρριψε ως μη νόμιμο με το σκεπτικό ότι οι ενάγοντες κατά τον προσδιορισμό του εν λόγω κονδυλίου ζήτησαν την επιλεκτική εφαρμογή και της ρύθμισης του άρθρου 3 του α.ν. 539/1945 και της διάταξης του άρθρου 35 του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς, το δε δεύτερο κονδύλιο των διαφορών του επιδόματος αδείας του χρονικού διαστήματος 2001-2005 έκρινε νόμιμο και εν μέρει ουσία βάσιμο. Κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας του κεφαλαίου αυτού, το Εφετείο δέχθηκε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Ότι ο πρώτος ενάγων Κ. Π. και ο Χ. Χ. προσλήφθηκαν από το πρώην νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ήδη από 2-5-1999 ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ``ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ`` και το διακριτικό τίτλο ``ΟΛΠ ΑΕ`` στις 28-3-1973 ο πρώτος και στις 31-3-1971 ο δεύτερος, με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου προκειμένου να εργασθούν στην τελευταία με την ειδικότητα του λιμενεργάτη. Ότι οι όροι αμοιβής και εργασίας των άνω εργαζομένων διέπονταν από τον Κανονισμό Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς και από τις εκάστοτε συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που καταρτίζονταν μεταξύ του ΟΛΠ και του σωματείου των εργαζομένων με την επωνυμία `` Ένωση Μονίμων και Δοκίμων Λιμενεργατών ΟΛΠ``. Ότι αντικείμενο της εργασίας τους ήταν η εκτέλεση κάθε λιμενεργατικής εργασίας, η οποία σχετίζεται με τη φορτοεκφόρτωση διαφόρων εμπορευμάτων εντός του χώρου του λιμένος Πειραιώς. Ότι ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες ανάγκες οι εργαζόμενοι -λιμενεργάτες κατανέμονταν από τα αρμόδια όργανα της εναγομένης εταιρείας σε διάφορες βάρδιες και απασχολούντο με όλα τα είδη των λιμενικών εργασιών, είτε αυτές αμείβονταν με βάση την απόδοσή τους είτε με σταθερό ημερομίσθιο και, ανάλογα με την εργασία που παρείχαν, καταβάλλονταν σ` αυτούς το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του Κανονισμού και τις οικείες ΣΣΕ σταθερό ημερομίσθιο ή το κυμαινόμενο ημερομίσθιο απόδοσης, που αναλογεί στις ποσότητες που φορτοεκφορτώνονταν επιπλέον του ελάχιστου ορίου φορτοεκφόρτωσης, με βάση δε το ημερομίσθιο αυτό διαμορφώνονταν και καταβάλλονταν κατά την ένδικη χρονική περίοδο από 1-1-2001 έως 31-12-2005 όλα τα προβλεπόμενα επιδόματα και οι λοιπές πρόσθετες παροχές, εκτός από τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας. Ότι ο πρώτος ενάγων και ο οικείος των λοιπών εναγόντων Χ. Χ. απασχολήθηκαν κύρια στις γερανογέφυρες και δη κατά ποσοστό 75%-80% της συνολικής τους απασχόλησης. Ότι, σημειωτέον, η κυμαινόμενη και ανώτερη αυτή αμοιβή απόδοσης προβλεπόταν και καταβαλλόταν στους εργαζόμενους-λιμενεργάτες της εναγομένης τακτικά και σταθερά ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας και, συνεπώς, η αμοιβή αυτή έχει την έννοια των τακτικών αποδοχών, με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας κατά τις προαναφερθείσες στη μείζονα σκέψη διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας ( ΑΝ 539/1945 και Ν.4504/1966). Ότι η εναγομένη όμως προκειμένου να καταβάλει στους εργαζόμενους- λιμενεργάτες, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν ο πρώτος ενάγων και ο οικείος των λοιπών εναγόντων Χ. Χ. τις αποδοχές και το επίδομα αδείας εφάρμοσε, κατά την ένδικη περίοδο, τον έχοντα ισχύ νόμου Κανονισμό εργασίας. Κατ' αυτόν (Κανονισμό) βάση υπολογισμού των εν λόγω αποδοχών και επιδόματος αποτελούσε το βασικό ημερομίσθιο του άρθρου 23 παρ.1β δηλαδή αυτό που ελάμβαναν αυτοί ( μεταξύ των οποίων και οι ως άνω λιμενεργάτες) που η απασχόλησή τους κατά το τελευταίο πριν από τη χορήγησή του τρίμηνο είχε μεγαλύτερη διάρκεια στις φορτοεκφορτώσεις με γερανογέφυρες. Ότι, σημειωτέον, το ημερομίσθιο αυτό αποτελεί και ασφαλιστικό ημερομίσθιο, δηλαδή ημερομίσθιο που καταβάλλεται σε εκείνους που κατά τις εργάσιμες ημέρες δεν διατίθενται σε φορτοεκφορτωτικές εργασίες λόγω μη υπάρξεως αντικειμένου εργασίας (άρθρο 30 Κανονισμού). Ότι , περαιτέρω, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά την επίδικη περίοδο ΕΣΣΕ, τις ΕΓΣΣΕ και τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της εναγομένης, το κατ' εφαρμογή του Κανονισμού λαμβανόμενο ημερομίσθιο για την καταβολή των αποδοχών και επιδόματος αδείας των άνω εργαζομένων, που και οι δύο ήταν έγγαμοι και είχαν συμπληρώσει 22 χρόνια υπηρεσίας στην εναγομένη, ανερχόταν, α) για το έτος 2001 ( βασικό ημερομίσθιο 16.625 ΕΥΡΩ + 30% επίδομα ειδικών συνθηκών +20% οικογενειακό επίδομα + 66% επίδομα πολυετίας + 25% προσαύξηση =) 53,815 ευρώ, β) για το έτος 2002 ( βασικό ημερομίσθιο 17.487 ευρώ, +30% επίδομα ειδικών συνθηκών + 20% οικογενειακό επίδομα + 66% επίδομα πολυετίας +25% προσαύξηση =) 56,605 ευρώ, γ) για το έτος 2003 (βασικό ημερομίσθιο 18.552 ευρώ + 30% επίδομα ειδικών συνθηκών + 20% οικογενειακό επίδομα + 66% επίδομα ειδικών συνθηκών +25% προσαύξηση=) 60,052 ευρώ, δ) για το έτος 2004 (βασικό ημερομίσθιο 19.294 ευρώ +30% επίδομα ειδικών συνθηκών +20% οικογενειακό επίδομα + 66% επίδομα πολυετίας +25% προσαύξηση=) 62,454 ευρώ και ε) για το έτος 2005 (βασικό ημερομίσθιο 20,113 + 20% οικογενειακό επίδομα + 66% επίδομα πολυετίας + 25% προσαύξηση=) 65,10 ευρώ ( άρθρο 35 παρ.2,3,4,5 Κανονισμού). Ότι το πραγματικό ημερομίσθιο για τον καθένα από τους άνω εργαζομένους και το υπολογιζόμενο από τις τακτικές αποδοχές κατά τις αναγκαστικού δικαίου της εργατικής νομοθεσίας κατά το τελευταίο πριν τη χορήγηση του επιδόματος αδείας δωδεκαμήνου ανερχόταν : 1) Για τον πρώτο ενάγοντα Κ. Π., α) για το έτος 2001 ( 993.874δρχ τον Ιούλιο του 2000 + 1.527.633 δρχ τον Αύγουστο του 2000 + 899.837 δρχ τον Σεπτέμβριο του 2000 + 1.282.390 δρχ τον Οκτώβριο του 2000 + 814.298 δρχ τον Νοέμβριο του 2000 + 1.716.748 δρχ τον Δεκέμβριο του 2000 + 734.126 δρχ τον Ιανουάριο του 2001 + 704.387 δρχ τον Μάρτιο του 2001 + 625.225 δρχ τον Απρίλιο του 2001 + 720.127 δρχ τον Μάιο του 2001 + 725.683 δρχ τον Ιούνιο του 2001 =12.115.395 δρχ, που αντιστοιχεί σε 35.555,08 ευρώ : 12 μήνες=2.962,92 ευρώ ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών : 25 ημέρες=) 118,51 ευρώ το ημερομίσθιο. Στη συνέχεια, με όμοιο τρόπο, υπολόγισε το Εφετείο το ημερομίσθιο για τα υπόλοιπα χρονικά διαστήματα ως προς τον πρώτο ενάγοντα, καθώς και για ολόκληρο το επίδικο χρονικό διάστημα όσον αφορά τον Χ. Χ. .Έτσι το ημερομίσθιο υπολογίσθηκε, για μεν τον πρώτο ενάγοντα.. β) για το έτος 2002 σε 67,46 ευρώ, γ) για το έτος 2003 σε 247,23 ευρώ, δ) για το έτος 2004 σε 320,25 ευρώ και ε) για έτος 2005 σε 262,36 ευρώ, για δε τον Χ. Χ., α) για το έτος 2001 σε 87,39 ευρώ, β) για το έτος 2002 σε 99,92 ευρώ, γ) για το έτος 2003 σε 192,08 ευρώ, δ) για το έτος 2004 σε 236,31 ευρώ και ε) για το έτος 2005 σε 215,12 ευρώ. Στη συνέχεια το Εφετείο δέχθηκε και τα εξής : Ότι στις ως άνω μηνιαίως τακτικές αποδοχές των ως άνω εργαζομένων λιμενεργατών δεν περιλαμβάνονται καταβολές που αντιστοιχούν σε παράνομες υπερωρίες έξοδα κίνησης αποζημίωσης για απασχόληση σε ημέρες εβδομαδιαίας αναπαύσεως και για εκτός έδρας εργασίας και επιδόματος εορτών. Ότι από τη σύγκριση των ως άνω ημερομισθίων που προκύπτουν, αναφορικά με τον υπολογισμό των αποδοχών και του επιδόματος αδείας των εν λόγω λιμενεργατών, από την εφαρμογή του προαναφερθέντος Κανονισμού και των προαναφερθέντων αναγκαστικού δικαίου διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας ευνοϊκότερο ως προς αυτούς είναι το προβλεπόμενο από τις τελευταίες διατάξεις. Ότι, επομένως, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, εφαρμογή για την καταβολή των αποδοχών αδείας και συνακόλουθα και του επιδόματος του πρώτου ενάγοντος και του οικείου των λοιπών εναγόντων, έχουν οι διατάξεις της γενικής εργατικής νομοθεσίας καθόσον αυτές υπερισχύουν λόγω της ευνοϊκότερης ως προς αυτούς από τον Κανονισμό ρύθμισης του εν λόγω θέματος. Ότι, έτσι, αυτοί δικαιούνται αποδοχές και επίδομα αδείας υπολογιζόμενα με βάση το ημερομίσθιο που προκύπτει από τις σημειούμενες ανά μήνα ως άνω αποδοχές τους. Ειδικότερα : 1) Ο πρώτος ενάγων δικαιούται, α) για το έτος 2001 (118,51 ευρώ Χ 13= ) 1540,63 ΕΥΡΩ. Έναντι αυτού έλαβε, σύμφωνα με τους κατά τον Κανονισμό λαμβανομένους υπολογισμούς, το ποσό των 565,34 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (1940,63-565,34=) 975,29 ΕΥΡΩ, β) για το έτος 2002 (67,46 Χ 13 = ) 876,98 ευρώ. Έναντι αυτού έλαβε το ποσό των 610,42 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (876,98-610,42=) 266,56 ευρώ, γ) για το έτος 2003 (247,23 Χ 13=) 3213,99 ευρώ. Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε 642,55 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (3213,99-642,55= ) 2571,44 ευρώ, δ) για το έτος 2004 (320.25 Χ 13=) 4163,25 ευρώ. Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε το ποσό των 668,53 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (4163,25 - 668,53 =) 3494,72 ευρώ και ε) για το έτος 2005 (262,36 Χ 13=) 3410,68 ευρώ. Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε το ποσό των 722,55 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (3410,68-722,55 =) 2.688,13 ευρώ. 2) Ο εργαζόμενος Χ. Χ. δικαιούται , α) για το έτος 2001 (87,39 Χ 13 = ) 1135,68 ευρώ,. Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε, λανθασμένα κατά τον Κανονισμό, το ποσό των 565,34 ευρώ και δικαιούται επί πλέον το ποσό των (1135,68 - 565,34 =) 570,34 ευρώ, β) για το έτος 2002 (99,92 ευρώ Χ 13=) 1298,96 ευρώ. Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε το ποσό των 610,42 ευρώ και δικαιούται επί πλέον το ποσό των (1298,96- 610,42 ευρώ =) 688,54 ευρώ, γ) για το έτος 2003 (192,08 Χ 13=)2497,04 ευρώ. 'Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε το ποσό των 642,55 ευρώ και δικαιούται επί πλέον το ποσό των (2497,04- 642,55=) 1854,49 ευρώ, δ) για το έτος 2004 (236,31 ευρώ Χ Ι3=) 3072,03 ευρώ. Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε το ποσό των 668,53 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (3072, 03- 668,53 = ) 2403,5 ευρώ και ε) για το έτος 2005 (215,12 Χ 13=) 2796,56 ευρώ Έναντι της οφειλής αυτής έλαβε λανθασμένα το ποσό των 722,55 ευρώ και δικαιούται επί πλέον (2796,56- 722,55=) 2074,01 ευρώ. Με βάση τα γενόμενα ως άνω δεκτά το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφασή του και κατά παραδοχή της έφεσης των εναγόντων -αναιρεσιβλήτων εξαφάνισε την απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, δέχθηκε εν μέρει την ένδικη αγωγή και επιδίκασε εντόκως στους εργαζομένους λιμενεργάτες ως οφειλόμενες διαφορές επιδόματος αδείας του χρονικού διαστήματος των ετών 2001 έως και 2005, στον πρώτο των εναγόντων Κ. Π. το ποσό των 7.424,70 ευρώ και στους Ε., Α. και Σ. Χ. ως εξ αδιαιρέτου κληρονόμους του αποβιώσαντος την 20-12-2007 Χ. Χ. το ποσό των 5.736,39 ευρώ και ειδικότερα στην ενάγουσα Ε. Χ. το ποσό 1434,09 ευρώ και στην καθεμία από τις ενάγουσες Α. και Σ. Χ. το ποσό των 2.151,14 ευρώ. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο, εφόσον εφάρμοσε, κατά τις διαλαμβανόμενες στην προσβαλλόμενη απόφαση παραδοχές, την αρχή της εύνοιας υπέρ των μισθωτών και για τον υπολογισμό των αιτούμενων διαφορών του επιδόματος αδείας των εναγόντων έλαβε υπόψη το σύνολο των αποδοχών με βάση την κυμαινόμενη και ανώτερη του βασικού ημερομισθίου ``αμοιβή απόδοσης`` και της ``επικρατέστερης απασχόλησής`` τους, όπως τα ποσά αυτά εζητούντο με την αγωγή, ως μιας ενότητας αποδοχών, καθοριζομένης από τον Κανονισμό, στις ρυθμίσεις του οποίου, με το αγωγικό δικόγραφο γινόταν σαφής αναφορά, όφειλε, προκειμένου να οδηγηθεί στην εφαρμοστέα ως ευνοϊκότερη για τους ενάγοντες ρύθμιση, ενόψει του προεκτεθέντος περιεχομένου της αγωγής και προκειμένου για μισθωτούς αμειβόμενους με σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών, κατά τις ίδιες παραδοχές, να συγκρίνει το ρυθμιζόμενο από τις δύο αυτές πηγές επίδομα αδείας για να καταλήξει στην ευνοϊκότερη για τους μισθωτούς ρύθμιση. Ειδικότερα: Α) ακολουθώντας τις επιταγές του άρθρου 35 του Κανονισμού να εξεύρει τις δικαιούμενες αξιώσεις με βάση το ``βασικό ημερομίσθιο``, λογιζομένου ως τέτοιου εκείνου της ``επικρατέστερης απασχόλησής ``τους κατά το τελευταίο προ της χορηγήσεως της άδειας δωδεκάμηνο, κατά τα οριζόμενα από τον Κανονισμό και τις ισχύουσες ΕΣΣΕ, προσαυξανόμενο κατά 25% και πολλαπλασιαζόμενο επί 13 και Β) ακολουθώντας τις επιταγές της κοινής εργατικής νομοθεσίας, εφόσον έλαβε υπόψη τις εν λόγω αποδοχές ως μία ενότητα, να υπαγάγει για εξεύρεση της βάσης υπολογισμού του εν λόγω επιδόματος εκείνες που ενέπιπταν στην προαπαιτούμενη από το ν. 4504/1966 σε συνδυασμό με τον α.ν. 539/1945, με τον οποίο άρρηκτα, κατά τούτο συνδέεται, έννοια των συνήθων -τακτικών αποδοχών, όπως στην αρχή αναφέρθηκε, ενόψει του ότι από τον ίδιο τον Κανονισμό, που επικαλείται και αναλύει η προσβαλλόμενη απόφαση, προβλέπονται, για την ``επί αποδόσει`` και ``επί ημερομισθίω`` αμοιβή και έκτακτες αμοιβές, για δε το ``ασφαλιστικό ημερομίσθιο`` προβλέπεται επίσης και βασικό ημερομίσθιο (για την περίπτωση ματαιώσεως προγραμματισμένης εργασίας), οι οποίες, κατά τα εκτεθέντα, για να αποτελέσουν βάση υπολογισμού θα πρέπει να εμπίπτουν, κατά το ένδικο διάστημα, στην έννοια των ``τακτικών αποδοχών``. Είναι δε διαφορετικό το ζήτημα αν, προκειμένου περί τακτικών - συνήθων αποδοχών, αυτές διαφέρουν από μήνα σε μήνα, ώστε τότε να χωρήσει επ` αυτών η εξεύρεση του μέσου όρου από της λήξεως της αδείας του προηγούμενου έτους μέχρι της ενάρξεως της νέας άδειας, μετά την αντιπαράθεση δε αυτών να καταλήξει, κατ` εφαρμογή της αρχής της εύνοιας, στην εφαρμοστέα ευμενέστερη για τους μισθωτούς- ενάγοντες ρύθμιση. Καταλήγοντας το Εφετείο διαφορετικά, χωρίς να προβεί στα ανωτέρω και χωρίς την προαπαιτούμενη νόμιμη προϋπόθεση ότι οι γενόμενες δεκτές συνολικές αγωγικές μηνιαίες αποδοχές, που αποτέλεσαν βάση υπολογισμού του εν λόγω επιδόματος, ενέπιπταν στο σύνολό τους στην έννοια των ``τακτικών`` αποδοχών κατά τα ένδικα επί μέρους χρονικά διαστήματα, αλλά χρησιμοποιώντας ως βάση υπολογισμού την τελική αμοιβή που προέκυπτε ``από την απόδοση`` και την ``επικρατέστερη απασχόληση``, κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Εργασίας, για τον προσδιορισμό αυτών, παραβίασε ευθέως τις ρηθείσες διατάξεις που εφάρμοσε, αφού δεν είναι επιτρεπτή η σύγχρονη επιλεκτική εφαρμογή όλων των πηγών προς εξεύρεση του εν λόγω επιδόματος. Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος της αίτησης αναίρεσης, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι ανωτέρω αιτιάσεις, είναι βάσιμος. Πρέπει, επομένως, κατά παραδοχή του λόγου αυτού, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το αναφερόμενο στην επιδίκαση διαφορών επιδόματος αδείας μέρος της, παρελκούσης της έρευνας των δεύτερου και τρίτου, επικουρικά ασκηθέντων, αναιρετικών λόγων. Μετά από αυτά, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το άνω μέρος, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνον που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση, κατά το άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, καθόσον η υπόθεση χρειάζεται περαιτέρω διευκρίνηση. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, που κατέθεσε προτάσεις (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 224/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό της παρούσας μέρος..
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το μέρος αυτό, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλον δικαστή. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες τριακόσια (2300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 28 Νοεμβρίου 2017.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 30 Ιανουαρίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Αριθμ. πρωτ.: 173588/1626/2018 Οδηγίες εφαρμογής Υπουργικών Αποφάσεων σχετικά με την Ιδιότητα και την Ταυτότητα Δασεργάτη
Αθήνα, 14-9- 2018
Αριθμ. Πρωτ: 173588/1626
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΩΝ ΚΑΙ ΔΑΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΑΣΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Ταχ. Δ/νση : Τέρμα Αλκμάνος
Ταχ. Κωδ. : 115 28 Ιλίσια
Πληροφ. : Δημήτριος Καραφύλλης
Σουζάνα Ανδρίτσου
Τηλέφωνο :2131512261, 2131512148
FAX. :2131512138
Email :dkarafyllis@prv.ypeka.gr
sandritsou@prv.ypeka.gr
Σχετ.: 1. Η 168596/1492/2018 Υ.Α. (ΦΕΚ 3792 Β ) «Ιδιότητα Δασεργάτη-μέλους ΔΑ.Σ.Ε., Επιτροπή Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη- μέλους ΔΑ.Σ.Ε.»
2. Η 168597/1493/2018 Υ.Α. (ΦΕΚ 3792 Β) «Ταυτότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.»
Όπως γνωρίζετε από τον ν. 4423/2016 προβλέπεται η έκδοση σειράς κανονιστικών πράξεων μεταξύ των οποίων οι Υπουργικές Αποφάσεις (ΥΑ) για την ιδιότητα δασεργάτη, την ταυτότητα δασεργάτη, την εκπαίδευση νεοεισερχόμενου δασεργάτη, και το μητρώο δασεργατών και ΔΑ.Σ.Ε. (η έκδοση της τελευταίας προϋποθέτει την έκδοση των προηγουμένων ΥΑ αφού από αυτές καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό το περιεχόμενο των μητρώων), οι οποίες είναι πρωτίστως αναγκαίες για την εφαρμογή του παραπάνω νόμου.
Προκειμένου οι εν λόγω ΥΑ να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες δεδομένου μάλιστα ότι από αυτές ρυθμίζονται πολύ σημαντικά ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία των ΔΑ.Σ.Ε. αλλά και τη σχέση τους με τη δασική υπηρεσία, με τα 147971/3141/28-11-2016, 165389/589/22-3-2018 και 168556/756/24-4-2018 έγγραφά μας ζητήθηκαν οι απόψεις τόσο των περιφερειακών δασικών υπηρεσιών όσο και των ΔΑ.Σ.Ε. περιοχής αρμοδιότητάς αυτών σχετικά με την ιδιότητα, ταυτότητα και εκπαίδευση. Επιπλέον ζητήθηκαν οι απόψεις του Υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής για τα ειδικά θέματα των αδειών παραμονής και του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι υπηκόων άλλων κρατών και του Υπουργείου Εργασίας και του ΕΦΚΑ για τα θέματα της ασφάλισης και των ημερομισθίων. Οι απόψεις όλων συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση των τελικών αποφάσεων.
Σε πρώτη φάση υπογράφηκαν οι ΥΑ σχετικά με την απόκτηση της Ιδιότητας Δασεργάτη και Ταυτότητας Δασεργάτη. Μετά την δημοσίευσή τους στο ΦΕΚ, παρέχονται οι παρακάτω οδηγίες για την εφαρμογή τους:
Α. Υπουργική Απόφαση 168596/1492/2018 (ΦΕΚ 3792 Β) «Ιδιότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. - Επιτροπή Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη- μέλους ΔΑ.Σ.Ε.»
Με την απόφαση αυτή ουσιαστικά προσαρμόζονται όλοι οι ΔΑ.Σ.Ε. οι οποίοι λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος αυτής, συμπεριλαμβανομένων και των ΔΑ.Σ.Ε. που ιδρύθηκαν μετά την ψήφιση του ν. 4423/2016, ώστε τα μέλη τους να είναι τουλάχιστον 21 σε αριθμό και να έχουν την προϋπόθεση απόκτησης της Ιδιότητας Δασεργάτη, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 5 του νόμου είναι τα σχετικά με τις δασικές εργασίες ένσημα. Επειδή η απόκτηση της Ιδιότητας Δασεργάτη συνδέεται άμεσα με την συμμετοχή του ως μέλος σε ΔΑ.Σ.Ε., θα πρέπει να συνυπολογιστούν και τα κωλύματα του άρθρου 6 του νόμου. Συνεπώς αρμοδιότητα της υπηρεσίας, σε αυτή τη φάση είναι ο έλεγχος της παραπάνω προϋπόθεσης για κάθε ένα υφιστάμενο δασεργάτη που είναι ή επιθυμεί να γίνει μέλος ΔΑ.Σ.Ε., λαμβάνοντας υπόψη την βεβαίωση περί μη ύπαρξης των κωλυμάτων του
άρθρου 6 του νόμου, ώστε να εκδοθούν στη συνέχεια η Βεβαίωση Ιδιότητας Δασερνάτη, στο όνομα όσων την πληρούν, και η Ταυτότητα Δασερνάτη. Τα δύο αυτά δικαιολογητικά (Βεβαίωση και Ταυτότητα) είναι καταρχάς απαραίτητα για τη κατάρτιση των νέων καταστατικών των ΔΑ.Σ.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 4, παρ. 2 (α) του ν. 4423/2016.
Οι ΔΑ.Σ.Ε. είναι αρμόδιοι να ελέγξουν τις υπόλοιπες προϋποθέσεις και περιορισμούς του νόμου νια τα υφιστάμενα ή μελλοντικά μέλη τους, τα οποία έχουν αποκτήσει την Ιδιότητα και διαθέτουν Ταυτότητα Δασερνάτη από την δασική υπηρεσία, ώστε να προσαρμόζουν τα καταστατικά τους. Είναι αυτονόητο ότι θα υπάρξουν περιπτώσεις που τα υφιστάμενα μέλη ΔΑ.Σ.Ε. δεν θα επαρκούν και θα χρειαστεί η εγγραφή νέων, ή θα χρειαστεί ΔΑ.Σ.Ε. να συγχωνευτούν, να ιδρυθούν νέοι, κλπ.
Κατά την κατάρτιση των νέων καταστατικών προσοχή πρέπει να δοθεί από τους ΔΑ.Σ.Ε. σε όλες τις λεπτομέρειες του νόμου, μεταξύ των οποίων η μόνιμη κατοικία των μελών, ο τύπος και το περιεχόμενο του καταστατικού, τα κωλύματα του άρθρου 6, τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των δοκίμων μελών, τα τηρούμενα τα βιβλία, κλπ. Τονίζουμε ότι μέλη ΔΑ.Σ.Ε. μπορεί να είναι μόνο φυσικά πρόσωπα (άρθρ. 5 του ν. 4423/2016).
Επιπλέον των παραπάνω, οι νεοσύστατοι ΔΑ.Σ.Ε. καθώς και όσοι εκ των υφισταμένων ΔΑ.Σ.Ε. έχουν ήδη τροποποιήσει τα καταστατικά τους, στην περίπτωση που αυτά περιλαμβάνουν όρους που δεν είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις του Ν.4423/2016 ή έχουν ελλείψεις, οφείλουν εντός της προθεσμίας προσαρμογής των ΔΑ.Σ.Ε. (έως 27-9-2019) να μεριμνήσουν για την προσαρμογή τους, σύμφωνα με το άρθρο 47 του ν. 4423/2016.
1. Ιδιότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. (Οι οδηγίες αφορούν μόνο στους υφιστάμενους δασεργάτες. Για τους νεοεισερχόμενους θα δοθούν οδηγίες μετά την έκδοση και της σχετικής με την εκπαίδευση νεοεισερχομένων δασεργατών Υπουργικής Απόφασης).
- Σε κάθε περίπτωση για την απόκτηση της Ιδιότητας Δασεργάτη, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει την αίτησή του, συνοδευόμενη από τα σχετικά δικαιολογητικά, στην Διεύθυνση Δασών στην οποία υπάγεται η έδρα (κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης) του ΔΑ.Σ.Ε. στον οποίο είναι ή επιθυμεί να γίνει μέλος, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 4423/2016, είναι η εποπτεύουσα αρχή του ΔΑ.Σ.Ε.
- Επειδή η Βεβαίωση της Ιδιότητας Δασεργάτη απαιτείται υποχρεωτικά για την εγγραφή σε ΔΑ.Σ.Ε. και όχι για την άσκηση του επαγγέλματος του Δασεργάτη, ο κάθε ενδιαφερόμενος που υποβάλλει αίτηση για την απόκτηση της Ιδιότητας θα πρέπει είτε να είναι μέλος ΔΑ.Σ.Ε. είτε να προτίθεται να γίνει. Ως εκ τούτου, η αίτηση υφιστάμενου δασεργάτη, εκτός των άλλων, θα συνοδεύεται από βεβαίωση ΔΑ.Σ.Ε. ότι είναι τακτικό μέλος του ή ότι έχει υποβάλλει αίτηση να γίνει μέλος του («ελεύθερος» δασεργάτης).
- Οι υφιστάμενοι δασεργάτες υποβάλλουν αίτηση για την απόκτηση της ιδιότητας εφόσον συγκεντρώνουν συγκεκριμένο αριθμό ενσήμων, σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 1.1. της ΥΑ. Τονίζουμε ότι αρκεί και μόνο μία από τις τρεις περιπτώσεις που αναφέρονται στην συγκεκριμένη παράγραφο για να αποκτήσει κάποιος την Ιδιότητα Δασεργάτη και όχι και οι τρεις σωρευτικά.
Παραδείγματα:
■ Αν κάποιος συμπληρώνει 50 ένσημα κατά το προηγούμενο από την ημερομηνία της αίτησης έτος αλλά σε όλη την προηγούμενη τριετία δεν έχει άλλα ένσημα πλην αυτών μπορεί να υποβάλλει αίτηση για απόκτηση της ιδιότητας.
■ Αν έχει όμως 50 μόνο ένσημα την προηγούμενη τριετία, τα οποία δεν είναι συγκεντρωμένα στο αμέσως προηγούμενο της αίτησης έτος δεν μπορεί να υποβάλλει αίτηση..
■ Αν έχει 250 ένσημα την τελευταία πενταετία πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, ανεξαρτήτως του έτους που έχουν καταβληθεί μπορεί να υποβάλλει αίτηση.
■ Διευκρινίζουμε ότι ως «προηγούμενο έτος» θεωρείται το προηγούμενο της ημερομηνίας υποβολής αίτησης δωδεκάμηνο.
- Για διευκόλυνση τόσο των μελών όσο και των υπηρεσιών, μπορεί ένας ΔΑ.Σ.Ε. να συγκεντρώσει τις αιτήσεις μαζί με όλα τα ατομικά δικαιολογητικά για το κάθε μέλος και να τα υποβάλλει συγκεντρωτικά με έγγραφό του στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών.
- Αρμόδια για τον έλεγχο των προϋποθέσεων απόκτησης της Ιδιότητας είναι η Επιτροπή του άρθρο 4 της ΥΑ, αρμόδια για την έκδοση των Βεβαιώσεων Ιδιότητας Δασεργάτη είναι η οικεία Διεύθυνση Δασών, ενώ αρμόδιος για τον έλεγχο των προϋποθέσεων εγγραφής ως μέλος του είναι ο ΔΑ.Σ.Ε. Η εγγραφή μελών από τον ΔΑΣΕ είναι υποχρεωτική σύμφωνα με την παρ. 2, του άρθρου 7 του ν. 4423/2016 εφόσον υποβληθεί αίτηση εγγραφής και πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Η περαιτέρω διαδικασία έγκρισης της αίτησης και εγγραφής του μέλους στον ΔΑ.Σ.Ε. γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο αρθ. 7 του ν. 4423/16. Για τους δασεργάτες που είναι ήδη μέλη ΔΑ.Σ.Ε., η απόκτηση της Ιδιότητας συνεπάγεται αυτόματα την παραμονή τους ως μέλη σε αυτόν εφόσον το επιθυμούν.
- Ο έλεγχος για την διατήρηση της Ιδιότητας Δασεργάτη γίνεται από τις περιφερειακές δασικές υπηρεσίες κάθε χρόνο, κατά την υποβολή των σχετικών φακέλων από τουρ ΔΑ.Σ.Ε. για ανάληψη δασικών εργασιών. Σε συνδυασμό με τα μέσα που διαθέτει ο κάθε ΔΑ.Σ.Ε. και την οικονομική του επάρκεια θα υπολογίζεται η δυναμικότητά του. Στους φακέλους που θα υποβάλλουν οι ΔΑ.Σ.Ε. θα πρέπει να περιλαμβάνονται βεβαιώσεις και αποδεικτικά ενσήμων καθώς και βεβαιώσεις ότι δεν συντρέχει η περίπτωση του άρθρου 3 παρ. 4β της ΥΑ. Στην πραγματικότητα δηλαδή η αρμόδια δασική αρχή ελέγχει για κάθε δασεργάτη αν συγκεντρώνει 250 ένσημα σχετικά με δασικές εργασίες κάθε πέντε χρόνια από την ημερομηνία απόκτησης της Ιδιότητάς του Δασεργάτη ή αν έχει συντρέξει (κάθε χρόνο) η περίπτωση του άρθρου 3 παρ. 4 της ΥΑ, σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκομίζει ο ΔΑ.Σ.Ε.
- Επισημαίνουμε ότι για τουρ Δασεργάτες που έχουν μεν αποκτήσει την Ιδιότητα αλλά δεν είναι μέλη ΔΑΣΕ και απασχολούνται ως «ελεύθεροι» ισχύουν οι ίδιες προϋποθέσεις διατήρησης της Ιδιότητας και ο έλεγχος αυτής γίνεται με την υποβολή από τον ενδιαφερόμενο κάθε πενταετία των απαραίτητων δικαιολογητικών. Σε περίπτωση μη υποβολής αυτών η Ιδιότητα ανακαλείται άμεσα.
- Η Βεβαίωση της Ιδιότητας Δασεργάτη, μετά την απόκτησή της, δεν ανανεώνεται παρά μόνο ανακαλείται, από την Διεύθυνση Δασών που την έχει εκδώσει, εφόσον απολεσθεί είτε γιατί ο δασεργάτης μέσα στο διάστηκα οποιασδήποτε πενταετίας μετά την απόκτηση της Ιδιότητας δε συγκεντρώνει 250 ένσημα σωρευτικά, είτε γιατί έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για τη διαγραφή του από μέλος ΔΑΣΕ λόγω συνδρομής στο πρόσωπο του τουλάχιστον ενός από τα κωλύματα του άρθρου 6 του ν. 4423/2016. Ενημερώνεται σχετικά ο ενδιαφερόμενος και ο ΔΑΣΕ στον οποίο ήταν μέλος.
- Σε περίπτωση απώλειας της Ιδιότητας, ο δασεργάτης διαγράφεται από τα σχετικά Μητρώα και παραδίδει στην Δασική Υπηρεσία την ταυτότητά του. Για την απόκτηση εκ νέου της Ιδιότητας απαιτείται να επαναληφθεί η διαδικασία υποβολής αίτησης, εφόσον εξασφαλιστούν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην ΥΑ (να συμπληρωθούν 50 ένσημα το τελευταίο έτος ή 150 την τελευταία τριετία ή 250 την τελευταία πενταετία, διαφορετικά ο εν λόγω δασεργάτης πρέπει να ακολουθήσει την εκπαίδευση νεοεισερχομένου δασεργάτη).
- Υφιστάμενοι δασεργάτες που είναι ήδη μέλη ΔΑ.Σ.Ε. αν δεν εξασφαλίσουν την Βεβαίωση Ιδιότητας Δασεργάτη, διαγράφονται από τον ΔΑ.Σ.Ε. και μπορούν να υποβάλλουν νέα αίτηση εφόσον εξασφαλίσουν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην ΥΑ.
- Μέχρι τη λειτουργία των σχετικών Μητρώων, του άρθρου 23 του ν. 4423/2016, οι αρμόδιες Διευθύνσεις Δασών οφείλουν να τηρούν ηλεκτρονικό αρχείο σε κορφή excel, με τους ΔΑ.Σ.Ε. και Δασεργάτες της περιοχής τους. Το περιεχόμενο και τα κατ' ελάχιστον τηρούμενα στοιχεία του αρχείου περιλαμβάνονται στο συνημμένο Β στο παρόν.
2. Επιτροπή Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη
- Στην έδρα της Διεύθυνσης Δασών συστήνεται η Επιτροπή του άρθρου 5 του ν. 4423/2016, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 4 τηρ ΥΑ. Προκειμένου να αντιμετωπισθούν θέματα υποστελέχωσης των δασικών υπηρεσιών ή φόρτου εργασίας παρέχεται ευελιξία ως προς την σύνθεση των Επιτροπών και τις προθεσμίες υποβολής των αιτήσεων. Τονίζουμε όμως ότι πρέπει να εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες ώστε να συμμετέχουν σε αυτές υπάλληλοι με εμπειρία σε θέματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης δασών και λειτουργίας δασικών συνεταιρισμών. Επίσης, οι Επιτροπές είναι αναγκαίο να συγκροτηθούν το συντομότερο δυνατό προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος στους ΔΑ.Σ.Ε. να προσαρμοστούν έγκαιρα, εντός της προθεσμίας του άρθρου 47 του ν. 4423/2016 όπως παρατάθηκε με την 168592/1442/21-8-2018 ΑΔΑ: ΩΓΚΑ4653Π8-Α3Κ Υπουργική Απόφαση, ήτοι έως 27-9-2019.
- Αμέσως μετά τη σύσταση της Επιτροπής η Διεύθυνση Δασών ενημερώνει εγγράφως σχετικά με τη διαδικασία, τα δικαιολογητικά και τις προθεσμίες υποβολής αιτήσεων τουρ Ο.Τ.Α. και τουρ ΔΑ.Σ.Ε. της περιοχής αρμοδιότητάς της
- Η παραπάνω Επιτροπή βεβαιώνει σχετικά με την δυνατότητα απόκτησης της Ιδιότητας Δασεργάτη για κάθε ενδιαφερόμενο και εισηγείται στην Διεύθυνση Δασών, η οποία στη συνέχεια εκδίδει την σχετική Βεβαίωση Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. Προς τούτο η Επιτροπή ελέγχει τα ένσημα και λαμβάνει υπόψιν τα ανά περίπτωση δικαιολογητικά. Σε περίπτωση αμφιβολιών, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει επιπλέον στοιχεία, ή να προβεί σε οποιονδήποτε έλεγχο κρίνει απαραίτητο.
- Δικαιολογητικά ανά κατηγορία αιτούντα και Υποδείγματα Βεβαιώσεων περιλαμβάνονται στα ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Ι και ΙΙ Της ΥΑ.
Β. Υπουργική Απόφαση 168597/1493/2018 (ΦΕΚ 3792 Β) «Ταυτότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.»
Ο υφιστάμενος Δασεργάτης, αφού αποκτήσει την Βεβαίωση Ιδιότητας Δασεργάτη, γράφεται στο Μητρώο Δασεργατών και εκδίδεται στο όνομα του Ταυτότητα Δασεργάτη. Μπορεί στη συνέχεια, να γίνει μέλος ΔΑ.Σ.Ε.,
με την προϋπόθεση ότι η μόνιμη κατοικία του βρίσκεται εντός των ορίων της περιφέρειας (περιοχής δραστηριότητας) του συγκεκριμένου ΔΑ.Σ.Ε., όπως αυτή ορίζεται στο καταστατικό του (το προσαρμοσμένο ή το νέο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4423/2016) και δεν συντρέχουν στο όνομά του (Δασεργάτη) τα κωλύματα του άρθρου 6 του νόμου.
Ο αριθμός Ταυτότητας είναι μοναδικός για κάθε Δασεργάτη, αποτελείται από τα τέσσερα πρώτα γράμματα (κεφαλαία ελληνικά) της οικείας Διεύθυνσης Δασών, το σημείο στίξης παύλα (-) και τον αύξοντα αριθμό της ταυτότητας και είναι απαραίτητος για την κατάρτιση των καταστατικών των ΔΑ.Σ.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2(α) του ν. 4423/2016.
Μέχρι τη λειτουργία των μητρώων θέση αριθμού μητρώου Δασεργάτη έχει ο αριθμός πρωτοκόλλου της Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. Ο αρ. πρωτ. της Βεβαίωσης όπως και ο αριθμός Ταυτότητας Δασεργάτη καταχωρίζονται στο ηλεκτρονικό αρχείο που τηρεί η οικεία Διεύθυνση Δασών.
- Η Ταυτότητα Δασεργάτη εκδίδεται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών η οποία έχει χορηγήσει τη Βεβαίωση Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. Προς τούτο, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση συνοδευόμενη από φωτογραφία. Μέχρι την χορήγηση των ταυτοτήτων από την υπηρεσία μας η οικεία Διεύθυνση Δασών μπορεί να χορηγεί με έγγραφό της, σε απάντηση στην παραπάνω αίτηση, τον αριθμό Ταυτότητας Δασεργάτη.
- Οι ταυτότητες χορηγούνται στις Διευθύνσεις Δασών από την υπηρεσία μας σε κατ' εκτίμηση ποσότητες, ανάλογα με τις αναμενόμενες αιτήσεις. Οι Διευθύνσεις Δασών συμπληρώνουν επί αυτών τα στοιχεία των δικαιούχων, σύμφωνα με το άρθρο 1, παρ. 3 και το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της ΥΑ.
- Σε περίπτωση απώλειας της Ιδιότητας Δασεργάτη η ταυτότητα επιστρέφεται στη αρμόδια Διεύθυνση Δασών. Σε περίπτωση φθοράς ή απώλειάς της, η Ταυτότητα επανεκδίδεται κατόπιν σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου.
Παρακαλούμε να ενημερωθούν σχετικά οι δασικές υπηρεσίες αρμοδιότητάς σας καθώς και οι ΔΑ.Σ.Ε. της περιοχής σας και να δοθούν οδηγίες για την άμεση σύσταση των σχετικών Επιτροπών.
Ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης
Δρ. Δημήτριος Βακάλης
Συχνές ερωτήσεις-απαντήσεις (Ενημερωμένο) Βραχυχρόνιες μισθώσεις - «Μητρώο ακινήτων βραχυχρόνιας διαμονής στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού»
Πρώτη ανάρτηση: 31-08-2018
Τελευταία ενημέρωση: 17-09-2018
ΜΗΤΡΩΟ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΑΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΑΜΟΙΡΑΣΜΟΥ
1. Πότε μια μίσθωση ακινήτου ορίζεται ως βραχυχρόνια στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού;
Ειδικά, για την περίπτωση της «Βραχυχρόνιας Μίσθωσης», «ψηφιακές πλατφόρμες» νοούνται όσες παρέχουν εξειδικευμένα εργαλεία για τη σύναψη της μίσθωσης ηλεκτρονικά και δεν περιορίζονται στην προβολή του «ακινήτου».
Επομένως, τυχόν βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται ιδιωτικά και όχι μέσω πλατφόρμας, δεν υπάγονται στις συγκεκριμένες διατάξεις και αντιμετωπίζονται ως κοινές αστικές μισθώσεις, εκτός εάν συνοδεύονται από παρεπόμενες υπηρεσίες, οπότε αντιμετωπίζονται ως επιχειρηματική δραστηριότητα (ΠΟΛ.1187/2017).
2. Εάν κάποιος εκμισθώσει το ακίνητό του με Βραχυχρόνια Μίσθωση, αλλά δεν το κάνει μέσω ψηφιακών πλατφορμών, πρέπει να εγγραφεί στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής;
Όχι, καθώς δεν εμπίπτει σε ό,τι ορίζει η ΠΟΛ.1187/2017 Απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., έχει όμως τις υποχρεώσεις που ορίζει η ΠΟΛ.1162/2018. Πρακτικά αυτές οι μισθώσεις δηλώνονται με Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας.
3. Ισχύουν άλλοι περιορισμοί έκτος από τη χρονική διάρκεια μίσθωσης μικρότερη του έτους και της αποκλειστικής παροχής κλινοσκεπασμάτων;
Όχι, εκτός εάν τεθούν μελλοντικά, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού όπως προβλέπεται στην παρ. 8 του άρ. 111 του ν.4446/2016, όπως ισχύει.
4. Πως φορολογείται το εισόδημα που αποκτάται από τη Βραχυχρόνια Μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού;
Θεωρείται εισόδημα από ακίνητη περιουσία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρ. 39 του ν.4172/2013 σε συνδυασμό με τα όσα έχουν διευκρινισθεί με τις ΠΟΛ.1069/23.3.2015 και ΠΟΛ.1112/2017 εγκυκλίους.
5. Υπάγεται σε Φ.Π.Α. το εισόδημα από Βραχυχρόνια Μίσθωση;
Όχι (ΠΟΛ.1059/2018 «Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ στις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού»).
6. Ποιος μπορεί να είναι Διαχειριστής Ακινήτου Βραχυχρόνιας Μίσθωσης;
α) ο κύριος του ακινήτου
β) ο επικαρπωτής
γ) ο υπεκμισθωτής
δ) τρίτος, όπου περιλαμβάνονται αποκλειστικά οι εξής περιπτώσεις:
- ο κηδεμόνας σχολάζουσας κληρονομιάς
- ο εκκαθαριστής κληρονομιάς
- ο εκτελεστής διαθήκης
- ο σύνδικος πτώχευσης
- ο προσωρινός διαχειριστής
- ο μεσεγγυούχος
- ο επίτροπος ή κηδεμόνας ή δικαστικός συμπαραστάτης ή γονέας που ασκεί τη γονική μέριμνα κατά περίπτωση.
7. Πως μπορεί ο Διαχειριστής Ακινήτου να πραγματοποιεί Βραχυχρόνιες Μισθώσεις στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού;
Προκειμένου ο Διαχειριστής Ακινήτου να πραγματοποιεί Βραχυχρόνιες Μισθώσεις, θα πρέπει:
α) να εισέλθει με τους προσωπικούς του κωδικούς TAXISnet στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής που τηρείται στον ιστότοπο www.aade.gr, ώστε να καταχωρήσει το ακίνητο και να αποκτήσει Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.). Διευκρινίζεται ότι η καταχώρηση πραγματοποιείται ανά εκμισθούμενο «Ακίνητο», όπως αυτό ορίζεται στην ΠΟΛ.1187/2017.
β) να αναρτά τον Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.) στις ψηφιακές πλατφόρμες της οικονομίας του διαμοιρασμού, καθώς και σε κάθε μέσο προβολής (σχετικά με τα ακίνητα που διαθέτουν Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.), δείτε την ερώτηση 11).
γ) να υποβάλλει τη Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής μέχρι τις 20 του επόμενου μήνα από την ημέρα αναχώρησης του μισθωτή από το ακίνητο.
δ) να καταχωρεί συγκεντρωτική, ανά ακίνητο, Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής, μέχρι την τελευταία ημέρα του τρίτου μήνα από την έναρξη λειτουργίας της εφαρμογής του «Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής», όπου θα συμπεριλαμβάνει όλες οι βραχυχρόνιες μισθώσεις που έχουν συναφθεί από την 1η.1.2018 έως και την ημερομηνία έναρξής της εφαρμογής του Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής (ΠΟΛ.1170/2018).
Η διαδικασία γίνεται ηλεκτρονικά από τον ιδιοκτήτη με τους προσωπικούς κωδικούς πρόσβασης TAXISnet. Τα στοιχεία που απαιτούνται για να χορηγηθεί ο Α.Μ.Α. είναι ο Α.Τ.ΑΚ. του ακινήτου και, για τις περιπτώσεις τμηματικής μίσθωσης, τα σχετικά τ.μ..
9. Εκτός από Φυσικό Πρόσωπο μπορεί ένα Νομικό Πρόσωπο να είναι Διαχειριστής Ακινήτου;
Ναι, Διαχειριστής Ακινήτου μπορεί να είναι και Νομικό Πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα, ενεργώντας για λογαριασμό του ο νόμιμος εκπρόσωπος ή εξουσιοδοτημένος λογιστής.
10. Είχα στην κατοχή μου ακίνητο το οποίο σήμερα το έχω μεταβιβάσει και μέσα στο έτος 2018 είχα εκμισθώσει αυτό με Βραχυχρόνια Μίσθωση. Τι πρέπει να κάνω για να δηλώσω το εισόδημα που είχα αποκτήσει από αυτό καθώς σήμερα δε μπορώ να πάρω «Αριθμό Μητρώου Ακινήτου»;
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1170/2018, «τα πρόσωπα που από την 1 .1.2018 και μέχρι τη λειτουργία της εφαρμογής του Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής έχουν συνάψει βραχυχρόνιες μισθώσεις στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού και δεν δύνανται να εγγραφούν σε αυτό, θα πρέπει μόνο να δηλώσουν τα εισοδήματα που απόκτησαν από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων της οικονομίας του διαμοιρασμού, διακριτά και συγκεντρωτικά, ανά ακίνητο, στα έντυπα των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2018 (έντυπα Ε2 και Ε1)».
11. Ποιες είναι οι υποχρεώσεις που έχουν οι Διαχειριστές Ακινήτων σχετικά με τις Τουριστικές Επαύλεις (πρόσωπα της παρ. 5 του άρ. 46 του ν.4179/2013 που διαθέτουν Ε.Σ.Λ.), καθώς και οι διαχειριστές ακινήτων που διαθέτουν Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.);
Οι Διαχειριστές Ακινήτων Τουριστικών Επαύλεων στις οποίες πραγματοποιούνται Βραχυχρόνιες Μισθώσεις μέσω ψηφιακών πλατφορμών πρέπει:
α) να καταχωρήσουν τις Τουριστικές Επαύλεις, στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής». Η καταχώρηση αυτή δε θα συνοδευτεί με απόδοση Αριθμού Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.). Ως Α.Μ.Α. θα αναφέρεται ο αριθμός Ε.Σ.Λ. με το πρόθεμα Ε.Σ.Λ. στην αρχή.
β) να αναγράφουν σε εμφανές σημείο τον αριθμό του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.) όταν αναρτούν ένα ακίνητο στις ψηφιακές πλατφόρμες με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωση.
γ) να υποβάλλουν τη Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής μέχρι τις 20 του επόμενου μήνα από την ημέρα αναχώρησης του μισθωτή από το ακίνητο.
δ) να δηλώσουν τα εισοδήματα που απόκτησαν από τη Βραχυχρόνια Μίσθωση ακινήτων της οικονομίας του διαμοιρασμού, συγκεντρωτικά, ανά ακίνητο.
12. Όταν Διαχειριστής Ακινήτου είναι ένας εκ των συνιδιοκτητών, ποιες είναι οι υποχρεώσεις του Διαχειριστή Ακινήτου και ποιες των συνιδιοκτητών του;
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1187/2017, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την ΠΟΛ.1170/2018, για κάθε ένα ακίνητο ορίζεται ένας διαχειριστής. Δύνανται να ορίζονται περισσότεροι του ενός «Διαχειριστές», με την προϋπόθεση ότι καθένας εξ αυτών δραστηριοποιείται σε διαφορετική ψηφιακή πλατφόρμα. Στην περίπτωση που ως «Διαχειριστής» ακινήτου έχει οριστεί ένας εκ των συνιδιοκτητών, τότε αυτός πραγματοποιεί την εγγραφή του ακινήτου στο Μητρώο με τους προσωπικούς κωδικούς πρόσβασης TAXISnet. Τα στοιχεία που απαιτούνται για να του χορηγηθεί ο Α.Μ.Α. είναι ο Α.Τ.ΑΚ. του δικαιώματος του ακινήτου. Ο ίδιος υποχρεούται στην υποβολή των δηλώσεων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης καθώς και στην κατάρτιση του πίνακα «Δικαιούχων Εισοδήματος».
Οι υπόλοιποι συνιδιοκτήτες δεν υποχρεούνται σε έκδοση Α.Μ.Α. ούτε και στην υποβολή Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας.
13. Πως ένας Διαχειριστής Ακινήτου που είναι ο επικαρπωτής του, αποκτά Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.);
Η διαδικασία γίνεται ηλεκτρονικά από τον επικαρπωτή του ακινήτου, με τους προσωπικούς κωδικούς πρόσβασης TAXISnet. Τα στοιχεία που απαιτούνται για να χορηγηθεί ο Α.Μ.Α. είναι ο Α.Τ.ΑΚ. του ακινήτου.
14. Μπορεί όποιος έχει εμπράγματο δικαίωμα ψιλής κυριότητας να είναι Διαχειριστής Ακινήτου με την ιδιότητα αυτή και να αποκτά Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.);
Σε κάθε περίπτωση όχι. Η μόνη περίπτωση να είναι Διαχειριστής Ακινήτου και να αποκτήσει Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.), είναι με την ιδιότητα του Υπεκμισθωτή ακολουθώντας τις οδηγίες που δίνονται στην επόμενη ερώτηση.
15. Πώς ένας Διαχειριστής Ακινήτου-μη ιδιοκτήτης αποκτά Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.);
Στην περίπτωση αυτή ο ιδιοκτήτης του ακινήτου (ή έστω ένας από τους συνιδιοκτήτες) πρέπει να υποβάλλει Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας. Στη συγκεκριμένη δήλωση πρέπει ο ιδιοκτήτης να επιλέξει το σχετικό πεδίο με το οποίο παραχωρεί το δικαίωμα υπεκμίσθωσης για Βραχυχρόνια Μίσθωση βάσει των διατάξεων του άρ. 111 του ν.4446/2016 όπως ισχύει, και να καταχωρήσει τον Α.Τ.ΑΚ. του ακινήτου. Στη συνέχεια ο Διαχειριστής Ακινήτου-μη ιδιοκτήτης με τη χρήση των προσωπικών του κωδικών TAXISnet και αφού επιλέξει την ιδιότητα του Υπεκμισθωτή, θα καταχωρήσει το «Ακίνητο» στο Μητρώο Βραχυχρόνιας Διαμονής. Τα στοιχεία που απαιτούνται για να του χορηγηθεί ο Α.Μ.Α. είναι ο Αριθμός της Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας που υπέβαλε ο ιδιοκτήτης.
Στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός μισθωτές στη Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας, αυτό συνεπάγεται ότι ο κάθε ένας από τους παραπάνω μπορεί να εγγραφεί στο μητρώο βραχυχρόνιας μίσθωσης και να πάρει Α.Μ.Α. με την προϋπόθεση ότι το ακίνητο θα αναρτάται από τον κάθε ένα των μισθωτών σε διαφορετική πλατφόρμα.
16. Σε περίπτωση εκ νέου υποβολής Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας επιβάλλονται κυρώσεις;
Δεν επιβάλλονται κυρώσεις σε όσους εκμισθωτές υποβάλλουν, υποχρεωτικά, εκ νέου Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας, για τις περιπτώσεις που ο υπεκμισθωτής του ακινήτου επιθυμεί την εγγραφή του ακινήτου αυτού στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής.
17. Πως μπορούν οι Διαχειριστές Ακινήτων-μη ιδιοκτήτες που έχουν συνάψει συμφωνίες μίσθωσης, πριν να τεθεί σε λειτουργία το Μητρώο Βραχυχρόνιας Διαμονής στον ιστότοπο της Α.Α.Δ.Ε., να εγγραφούν σε αυτό;
Η διαδικασία είναι όπως περιγράφηκε στην προηγούμενη απάντηση. Προκειμένου όμως να τηρηθούν όλες οι προϋποθέσεις της ΠΟΛ.1187/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., όπως ισχύει κατά το χρόνο που το Μητρώο Βραχυχρόνιας Διαμονής τίθεται σε λειτουργία, θα πρέπει ο ιδιοκτήτης του ακινήτου-εκμισθωτής:
α) να υποβάλει Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας (ακόμη και στην περίπτωση που αυτή έχει ήδη υποβληθεί), όπου στο σχετικό πεδίο των σημειώσεων θα αναγράφει τα στοιχεία της αρχικής συμφωνίας μίσθωσης (αριθμός δήλωσης και ημερομηνία), καθώς και ότι η εν λόγω δήλωση υποβάλλεται στο πλαίσιο της ΠΟΛ.1187/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε..
β) να επιλέξει το σχετικό πεδίο για την παραχώρηση του δικαιώματος υπεκμίσθωσης για Βραχυχρόνιες Μισθώσεις στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού.
γ) να αναγράψει στο σχετικό πεδίο τον Αριθμό Ταυτότητας Ακινήτου (Α.Τ.ΑΚ.).
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται ανάλογα και στις περιπτώσεις περαιτέρω υπεκμισθώσεων, όπου θα γίνεται αναφορά στον αρχικό αριθμό της Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας.
18. Ένας Διαχειριστής Ακινήτου που διαχειρίζεται δυο ακίνητα για σκοπούς βραχυχρόνιας μίσθωσης λαμβάνει έναν ή δύο Α.Μ.Α.;
Η καταχώρηση στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής πραγματοποιείται ανά εκμισθούμενο «Ακίνητο», όπως αυτό ορίζεται στην ΠΟΛ.1187/2017, όπως ισχύει. Επομένως στην περίπτωση αυτή ο Διαχειριστής θα πραγματοποιήσει δύο καταχωρήσεις και θα λάβει δύο διαφορετικούς Α.Μ.Α..
19. Όταν Διαχειριστής Ακινήτου αναρτά το ίδιο ακίνητο σε δυο διαφορετικές πλατφόρμες λαμβάνει έναν ή δύο Α.Μ.Α.;
Λαμβάνει έναν Α.Μ.Α. που θα τον αναγράφει σε όσες πλατφόρμες αναρτά το ίδιο ακίνητο για σκοπούς Βραχυχρόνιας Μίσθωσης.
20. Όταν ένας Διαχειριστής Ακινήτου εκμισθώνει διακριτά σε ψηφιακές πλατφόρμες περισσότερους του ενός χώρους (τμηματική μίσθωση ακινήτου) που είναι στο ίδιο ακίνητο, μπορεί να χρησιμοποιεί τον ίδιο Α.Μ.Α.;
Όχι, θα πρέπει να αποκτά ξεχωριστό Α.Μ.Α. για κάθε χώρο που αναρτά διακριτά σε πλατφόρμες. Για να είναι εφικτό το παραπάνω απαιτείται η επιλογή «Τμηματική Μίσθωση».
21. Όταν ένας Διαχειριστής Ακινήτου επιθυμεί να εκμισθώσει διακριτά σε ψηφιακές πλατφόρμες είτε όλο το ακίνητο είτε περισσότερους του ενός χώρους (τμηματική μίσθωση ακινήτου) που είναι στο ίδιο ακίνητο, μπορεί να χρησιμοποιεί τον ίδιο Α.Μ.Α.;
Όχι, θα πρέπει να αποκτά ξεχωριστό Α.Μ.Α. και για όλο το ακίνητο και για κάθε χώρο που αναρτά διακριτά σε πλατφόρμες. Για να είναι εφικτό το παραπάνω απαιτείται η απόκτηση Α.Μ.Α. για όλο το ακίνητο και στη συνέχεια να αποκτήσει ξεχωριστό Α.Μ.Α. για κάθε ένα χώρο του ιδίου ακινήτου που προτίθεται να εκμισθώνει ξεχωριστά, μέσω της επιλογής «Τμηματική Μίσθωση», και μέχρι της συμπλήρωσης του συνολικού εμβαδού του ακινήτου.
22. Όταν ένας Διαχειριστής Ακινήτου σταματήσει τη διαχείρισή του, μπορεί να προβεί σε διαγραφή του συγκριμένου ακινήτου από το Μητρώο;
Ναι, όταν για οποιοδήποτε λόγο, ο Διαχειριστής Ακινήτου σταματήσει τη Βραχυχρόνια Μίσθωσή του, μπορεί να εισέλθει στο TAXISnet και να το διακόψει άμεσα. Το χρονικό όριο που έχει για να προβεί στη διακοπή ορίζεται μεταξύ της ημερομηνίας της τελευταίας βραχυχρόνιας μίσθωσης έως την ημερομηνία έναρξης υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του αντίστοιχου φορολογικού έτους.
23. Πως αποκτούν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) τα αλλοδαπά πρόσωπα (Φυσικά ή Νομικά) που είναι Διαχειριστές Ακινήτων ή ευρύτερα είναι δικαιούχοι εισοδήματος από Βραχυχρόνια Μίσθωση;
Καταρχήν κάθε αλλοδαπό πρόσωπο που κατέχει εμπράγματο δικαίωμα στην Ελλάδα θα πρέπει να αποκτήσει ελληνικό Α.Φ.Μ., τόσο για τη σύνταξη του μεταβιβαστικού συμβολαίου όσο και για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του (ΕΝ.Φ.Ι.Α., υποβολή δηλώσεων φόρου εισοδήματος για τυχόν εισοδήματα που εισπράττει από τα ακίνητα).
Στο πλαίσιο αυτό, όσοι συμμετέχουν σε Βραχυχρόνια Μίσθωση και αποκτούν εισόδημα από αυτήν, πρέπει να αποκτήσουν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.).
Τα αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες για την εγγραφή τους στο Φορολογικό Μητρώο υποβάλλουν στον αρμόδιο υπάλληλο του Τμήματος ή Γραφείου Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ.:
α) Στην περίπτωση αλλοδαπού φυσικού προσώπου, το έντυπο Μ1 «Δήλωση Απόδοσης Α.Φ.Μ./ Μεταβολής Ατομικών Στοιχείων», με το οποίο δηλώνονται τα προσωπικά του στοιχεία (ταυτότητα, υπηκοότητα, επάγγελμα, διεύθυνση κατοικίας κλπ).
Ως στοιχείο ταυτότητας αναγράφεται:
i) Από τους υπηκόους χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το διαβατήριο ή η ταυτότητα.
ii) από τους ομογενείς το Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς.
iii) από τους αλλοδαπούς υπηκόων τρίτων χωρών ο αριθμός διαβατηρίου.
Επιπλέον, οι υπήκοοι τρίτων χωρών κάτοικοι Ελλάδος υποβάλλουν υποχρεωτικά και άδεια διαμονής σε ισχύ, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.
Με το παραπάνω έντυπο συνυποβάλλεται, όπου απαιτείται, το έντυπο Μ7 «Δήλωση Σχέσεων Φορολογούμενου», με το οποίο το αλλοδαπό φυσικό πρόσωπο δηλώνει τη σχέση του με άλλα πρόσωπα που αφορούν στην οικογενειακή του κατάσταση ή στην εκπροσώπησή του.
Εάν το αλλοδαπό φυσικό πρόσωπο δε διαθέτει ταχυδρομική διεύθυνση στην Ελλάδα, για την εγγραφή του στο Φορολογικό Μητρώο υποχρεούται να ορίσει φορολογικό εκπρόσωπο στην Ελλάδα και υποβάλλοντας τα έντυπα Μ1 και Μ7, να συνυποβάλλει απλή έγγραφη δήλωση με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής των συμβαλλομένων, για τον ορισμό φορολογικού εκπροσώπου.
β) Στην περίπτωση αλλοδαπού νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, το έντυπο Μ3 «Δήλωση Έναρξης /Μεταβολής Εργασιών μη Φυσικού Προσώπου», με συνημμένα τα έντυπα Μ9 «Δήλωση Στοιχείων Έδρας Αλλοδαπής Επιχείρησης» και Μ7 «Δήλωση Σχέσεων Φορολογούμενου».
Επιπλέον, τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες συνυποβάλλουν και τα παρακάτω δικαιολογητικά:
- Το συστατικό τους έγγραφο, επίσημα μεταφρασμένο.
- Πιστοποιητικό αρμόδιας αρχής της χώρας έδρας του νομικού προσώπου για την ύπαρξή του, επίσημα μεταφρασμένο.
- Απλή έγγραφη δήλωση με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής των συμβαλλομένων για τον ορισμό φορολογικού εκπροσώπου στην Ελλάδα, επίσημα μεταφρασμένη.
24. Είχα ήδη καταχώριση Ακινήτου σε Ψηφιακή Πλατφόρμα κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής. Μέχρι πότε πρέπει να εγγραφώ στο Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής;
Για βραχυχρόνιες μισθώσεις όπου η αναχώρηση ήταν μέχρι την 30ή.8.2018, η προθεσμία εγγραφής είναι η 30ή.11.2018.
Οι Δηλώσεις Βραχυχρόνιας Διαμονής υποβάλλονται μέχρι τις 20 του επόμενου μήνα από την ημέρα αναχώρησης του μισθωτή από το «Ακίνητο».
Π.χ. Για Βραχυχρόνια Μίσθωση που έχει συναφθεί με ημερομηνία άφιξης 25.8.2018 και αναχώρησης 2.9.2018, η δήλωση πρέπει να υποβληθεί το αργότερο μέχρι την 20ή.10.2018.
26. Πρέπει να υποβάλλονται μηδενικές Δηλώσεις Βραχυχρόνιας Διαμονής αν δεν υπάρχουν αναχωρήσεις τον προηγούμενο μήνα;
ΟΧΙ. Δεν υπάρχει υποχρέωση μηδενικής δήλωσης. Υποβάλλονται δηλώσεις μέχρι την 20ή κάθε μήνα, εφόσον τον προηγούμενο μήνα υπήρχε κάποια αναχώρηση (ή ακύρωση).
27. Έχω καταχωρίσει Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής και στη συνέχεια αυτή ακυρώθηκε. Ποιες είναι οι ενέργειες που πρέπει να κάνω;
Σε περίπτωση ακύρωσης της βραχυχρόνιας μίσθωσης για την οποία έχει ήδη καταχωρηθεί Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής, θα πρέπει να υποβληθεί τροποποιητική Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής μέχρι τις 20 του επόμενου μήνα από την ακύρωση, είτε όταν βάσει πολιτικής ακύρωσης προβλέπεται καταβολή ποσού από τον μισθωτή, είτε όχι. Αν δεν έχει υποβληθεί αρχική Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής, υποβάλλεται αρχική Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής μέχρι την 20ή ημέρα του επόμενου μήνα από την ακύρωση, επιλέγοντας το ειδικό πεδίο στην εφαρμογή, μόνο στην περίπτωση που βάσει πολιτικής ακύρωσης προβλέπεται καταβολή ποσού μισθώματος από τον μισθωτή.
28. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ της εγγραφής στο Μητρώο Βραχυχρόνιας Διαμονής και της οριστικοποίησης του Μητρώου Βραχυχρόνιας Διαμονής;
Η εγγραφή στο Μητρώο Βραχυχρόνιας Μίσθωσης καταλήγει στην απόδοση Α.Μ.Α. για κάθε ακίνητο που μισθώνεται βραχυχρόνια. Η απόδοση Α.Μ.Α. γίνεται σε άμεσο χρόνο, με ηλεκτρονική διαδικασία που ολοκληρώνεται με μια και μόνη εισαγωγή στο σύστημα TAXISnet, όπως αναλύθηκε παραπάνω. Σε γενικές γραμμές, οι ιδιοκτήτες αποκτούν Α.Μ.Α. με την καταχώρηση του Α.Τ.ΑΚ. που αντιστοιχεί στο εμπράγματο δικαίωμα τους, ενώ οι Υπεκμισθωτές με την καταχώρηση του αριθμού της Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων με την οποία έγιναν μισθωτές με δικαίωμα υπεκμίσθωσης.
Η οριστικοποίηση του Μητρώου Βραχυχρόνιας Διαμονής έχει σχέση με την υποχρέωση του Διαχειριστή Ακινήτου να επιμερίσει το εισόδημα που αποκτήθηκε από το σύνολο των Βραχυχρόνιων Δηλώσεων Διαμονής που έχουν υποβληθεί σε έκαστο φορολογικό έτος, στον ίδιο και στους πιθανούς δικαιούχους εισοδήματος.
Η οριστικοποίηση του Μητρώου μπορεί να γίνει έως και την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος έκαστου φορολογικού έτους στην πλατφόρμα της Α.Α.Δ.Ε., προκειμένου να προσδιοριστεί το φορολογητέο εισόδημα ανά δικαιούχο εισοδήματος. Μέχρι την οριστικοποίηση ο Διαχειριστής Ακινήτου μπορεί να διορθώνει λανθασμένες καταχωρήσεις και να τροποποιεί στοιχεία (λοιποί δικαιούχοι εισοδήματος, ποσοστά εισοδήματος κ.λπ.) χωρίς να αλλάζει ο Α.Μ.Α. και χωρίς να υπάρχει πρόστιμο εκπροθέσμου.
Εν τέλει ο Διαχειριστής Ακινήτου έχει ικανό περιθώριο, από το τέλος κάθε έτους έως και την έναρξη των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, για να αποτυπώσει τις συμφωνίες του με τους λοιπούς δικαιούχους εισοδήματος, στη βάση των πραγματικών γεγονότων και στη βάση του πραγματικού επιμερισμού του εισοδήματος.
Η οριστικοποίηση του Μητρώου στην ηλεκτρονική εφαρμογή πραγματοποιείται μετά την 31η Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους με την οριστικοποίηση του πίνακα των συνδικαιούχων εισοδήματος από την αντίστοιχη επιλογή.
29. Τι γίνεται εάν ένας Διαχειριστής Ακινήτου δεν οριστικοποιήσει το Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής;
Στην περίπτωση μη οριστικοποίησης το αργότερο μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος κάθε φορολογικού έτους, τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο Μητρώο θεωρούνται οριστικά και ο Διαχειριστής έχει την ευθύνη των δεδομένων που έχουν καταχωρηθεί. Ειδικότερα, αν ο Διαχειριστής Ακινήτου δεν προσδιορίσει το ποσοστό διανομής του εισοδήματος στο 100%, το ποσοστό που υπολείπεται θα φορολογηθεί στο όνομά του.
30. Τι γίνεται εάν ένας Διαχειριστής Ακινήτου δε μπορεί να καταχωρήσει στο Μητρώο Ακινήτων όλους τους Δικαιούχους Εισοδήματος διότι υπάρχουν άγνωστοι ιδιοκτήτες;
Στην περίπτωση αυτή ο Διαχειριστής έως την οριστικοποίηση του Μητρώου είναι υποχρεωμένος να επιλέξει, για το ποσοστό ιδιοκτησίας που αντιστοιχεί σε αγνώστους, την ιδιότητα «Άγνωστοι Ιδιοκτήτες με ΤΠΔ», καταχωρώντας το ποσοστό εισοδήματος που τους αναλογεί για έκαστο έτος. Στη συνέχεια έχει την υποχρέωση και πριν την οριστικοποίηση του Μητρώου, να καταθέσει το ποσό που αναλογεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ.), με σχετική μνεία στο γραμμάτιο σύστασης χρηματικής παρακαταθήκης και να αναγράψει τον αριθμό του εν λόγω γραμματίου σε διακριτό πεδίο του Μητρώου προκειμένου να ολοκληρωθεί η οριστικοποίηση.
31. Οι Διαχειριστές Ακινήτων Τουριστικών Επαύλεων (πρόσωπα της παραγράφου 5 του άρθρου 46 του ν.4179/2013 που διαθέτουν Ε.Σ.Λ.), πρέπει να προβαίνουν στη διαδικασία οριστικοποίησης του Μητρώου Ακινήτων;
Ναι, η οριστικοποίηση είναι υποχρεωτική και για αυτούς τους Διαχειριστές Ακινήτων και ισχύουν όσα αναλύθηκαν σε προηγούμενες απαντήσεις.
32. Τι γίνεται όταν Δικαιούχοι Εισοδήματος από Βραχυχρόνια Μίσθωση είναι αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δε διαθέτουν ταχυδρομική διεύθυνση στην Ελλάδα;
Στις περιπτώσεις αυτές τα αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δε διαθέτουν ταχυδρομική διεύθυνση στην Ελλάδα υποχρεούνται, προκειμένου να τους αποδοθεί Α.Φ.Μ., να ορίσουν φορολογικό εκπρόσωπο με φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, με τη διαδικασία που ορίζεται στην ΠΟΛ.1283/30.12.2013.
33. Ποια είναι η ευθύνη του Διαχειριστή Ακινήτου σε σχέση με την ορθότητα και πληρότητα των στοιχείων που καταχωρεί έως και την οριστικοποίηση του Μητρώου για κάθε φορολογικό έτος;
Τα δεδομένα που καταχωρούνται στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής επέχουν θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρ. 8 ν.1599/1986. Σε περίπτωση ελέγχου, ο Διαχειριστής Ακινήτου οφείλει να προσκομίσει όλα τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα-στοιχεία που αποδεικνύουν την ορθότητα των στοιχείων που έχει καταχωρήσει. Μετά την απόκτηση Α.Μ.Α. ο Διαχειριστής δύναται να προβαίνει σε μεταβολές, έως και την ημερομηνία οριστικοποίησης του Μητρώου Ακινήτων, προκειμένου είτε να διορθώνει λανθασμένες καταχωρήσεις, είτε να τροποποιεί στοιχεία λόγω αλλαγής των πραγματικών περιστατικών, χωρίς να αλλάζει ο αριθμός εγγραφής «Ακινήτου».
34. Μισθώνω το ακίνητό μου βραχυχρόνια μέσω ψηφιακών πλατφορμών. Για το διάστημα από 1.1.2018 έως και 30.8.2018, για κάθε μίσθωση, υπέβαλα Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης. Θα πρέπει αυτές οι μισθώσεις να καταχωρηθούν ξανά στη Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής;
Ναι, ανεξάρτητα αν έχετε ήδη υποβάλλει Δήλωση Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης, θα πρέπει να υποβάλλετε συγκεντρωτική, ανά ακίνητο, Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής, στην οποία θα συμπεριλάβετε όλες τις βραχυχρόνιες μισθώσεις που έχουν συναφθεί από 1.1.2018 έως 30.8.2018 (ΠΟΛ.1170/2018).
Αριθ. πρωτ.: 2/66051/0004/2018 Τροποποίηση της αριθ. 2/32755/0004/12.4.2016 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Συγκρότηση και ορισμός μελών των Δ' και Ε' Υπηρεσιακών Συμβουλίων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του ν.4369/2016 (Α'33), όπως ισχύει (ΑΔΑ:6ΠΞ8Η-Ζ78)
Αθήνα, 17 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθ.Πρωτ.: 2/66051/0004
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ : Ε'
Τηλέφωνο: 210-33.38.318
Fax: 210-33.38.329
e-mail: a.vasileiou@glk.gr
ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση της αριθ. 2/32755/0004/12.4.2016 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Συγκρότηση και ορισμός μελών των Δ' και Ε' Υπηρεσιακών Συμβουλίων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του ν.4369/2016 (Α'33), όπως ισχύει (ΑΔΑ:6ΠΞ8Η-Ζ78)»
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 30, παρ. 1-3 του ν.4369/2016 «Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, βαθμολογική διάρθρωση θέσεων, συστήματα αξιολόγησης, προαγωγών και επιλογής προϊσταμένων (διαφάνεια-αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης) και άλλες διατάξεις» (Α'33), όπως ισχύει.
β) των άρθρων 159 έως 162 του ν.3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α'26), όπως ισρύει.
γ) των άρθρων 13 έως 15 του ν.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α'45), όπως ισχύει.
δ) του Π.Δ.142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α'181), όπως ισχύει.
ε) του Π.Δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 116).
2. α) Την αριθ. 2/98380/0004/24.12.2014 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Σύσταση και συγκρότηση των Δ' και Ε' Υπηρεσιακών Συμβουλίων του Υπουργείου Οικονομικών» (Β'3546).
β) Την αριθ. 2/32755/0004/12.4.2016 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Συγκρότηση και ορισμός μελών των Δ' και Ε' Υπηρεσιακών Συμβουλίων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του ν.4369/2016 (Α'33), όπως ισχύει» (ΑΔΑ:6ΠΞ8Η-Ζ78), όπως τροποποιήθηκε με τις αριθ. 2/61488/0004/4.8.2016 (ΑΔΑ: Ψ154Η-7ΒΔ), 2/9439/0004/3.2.2017 (ΑΔΑ:Ω5ΨΖΗ-22Ρ), 2/27844/0004/8.8.2017 (ΑΔΑ: ΩΕΙΦΗ-ΞΧΨ), 2/45960/0004/2018 (ΑΔΑ: Ω5Α0Η-Ν5Θ) και 2/58257/0004/30.07.2018 (ΑΔΑ: 6Γ38Η-3ΝΓ) όμοιες.
3. Την αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.37.19/1152/οικ.18242/5.7.2016 εγκύκλιο του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης (ΨΓΟ7465ΦΘΕ-346).
4. Την αριθ. ΔΔΑΔ Γ 1110544 ΕΞ 2018/18.07.2018 απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), με την οποία τοποθετήθηκε η Αλίκη Πανταζή στη θέση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε.
5. Το από 10.09.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Προέδρου του Ε' Υπηρεσιακού Συμβουλίου περί αντικαταστάσεως της αναπληρώτριας Γραμματέως.
6. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Α. Τροποποιούμε την αριθ. 2/32755/0004/12.4.2016 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΑΔΑ:6ΠΞ8Η-Ζ78) όπως ισχύει, ως προς τον ορισμό μελών και τον αναπληρωτή του Γραμματέα, ως εξής:
I. Αντικαθιστούμε την υπό στοιχείο γ) υποπερίπτωση της περίπτωσης 1 της παραγράφου Β του άρθρου 2 του διατακτικού αυτής, ως εξής:
«γ) Βιδάλη Αναστάσιο του Ιωάννη, μόνιμο υπάλληλο με βαθμό Α' του κλάδου ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού, Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Υποδομών της Γενικής Γραμματείας Υπουργείου Οικονομικών, ως τακτικό μέλος, με αναπληρώτριά του την Αικατερίνη Σκουλάξενου του Ελευθερίου, μόνιμο υπάλληλο με βαθμό Α' του κλάδου ΠΕ Μηχανικών, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Κοινωφελών Περιουσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας».
II. Αντικαθιστούμε την περίπτωση 3 της παραγράφου Β του άρθρου 2 του διατακτικού αυτής, ως εξής:
«2. Γραμματέας στο Ε' Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομικών ορίζεται η Κωνσταντίνα Παπαχρήστου του Φιλίππου, υπάλληλος με βαθμό Α' του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, που υπηρετεί στην Επιχειρησιακή Διεύθυνση Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος Αττικής της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, με αναπληρώτριά της την Ειρήνη - Μαρία Κουζέλη του Γεωργίου, υπάλληλο με βαθμό Β', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, που υπηρετεί στην Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών».
Β. Κατά τα λοιπά ισχύει η ανωτέρω τροποποιούμενη απόφαση.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ
Ακριβές αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Γραφείου Γραμματείας & Αρχείου κ.α.α.
Αριθμ. οικ Α 53409/2551/2018 Διακριτικά γνωρίσματα των Επιβατηγών Δημόσιας Χρήσης (Ε.Δ.Χ.) και εκμισθωμένων Επιβατηγών Ιδιωτικής Χρήσης (Ε.Ι.Χ.), με οδηγό, αυτοκίνητων οχημάτων με τα οποία παρέχονται υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών κατόπιν ηλεκτρονικής ή τηλεφωνικής διαμεσολάβησης αδειοδοτημένου κατά τον ν. 4530/2018 (Α’ 59) φορέα
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Την παράγρ. 8 του άρθρου 12 και την παράγρ. 8 του άρθρου 13 του ν. 4530/2018 (Α’ 59) «Ρυθμίσεις θεμάτων μεταφορών και άλλες διατάξεις».
2. Τα άρθρα 82 έως 112 του ν. 4070/2012 (Α’82) «Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις».
3. Τις περιπτώσεις 1 έως 4 της υποπαραγράφου Η.2 της παραγράφου Η του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 2016 Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 2016», όπως ισχύει.
4. Το άρθρο 219Α του ν. 4512/2018 (Α’5) «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 130 του ν. 4549/2018 (Α’105) «Διατάξεις για την ολοκλήρωση της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019 2022 και λοιπές διατάξεις».
5. Τις διατάξεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.), όπως κυρώθηκε με τον ν. 2696/1999 (Α' 57) και ισχύει.
6. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», όπως κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α’ 98).
7. Το άρθρο 4 του π.δ. 123/2017 (Α’ 151) «Οργανισμός του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών».
8. Το π.δ. 125/2016 (Α’210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
9. Την υπ’ αριθμ. 15732/13.11.2012 (Β’ 3053) κοινή υπουργική απόφαση «Όροι και προϋποθέσεις εκμίσθωσης επιβατηγών ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων με οδηγό από τουριστικά γραφεία, γραφεία ενοικιάσεως αυτοκινήτων και εταιρείες και συνεταιρισμούς Επιβατηγών Δημόσιας Χρήσης αυτοκινήτων».
10. Την υπ’ αριθμ. οικ Α 80931/ 5842/7.1.2016 (Β’ 144) κοινή υπουργική απόφαση «Διακριτικά γνωρίσματα των εκμισθωμένων Επιβατηγών Ιδιωτικής Χρήσης (Ε.Ι.Χ.) αυτοκινήτων με οδηγό της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Η.2. του άρθρου μόνου του ν. 4093/2012 (Α' 222) όπως ισχύει.»
11. Η υπ’ αριθμ. 12971/7.7.2016 (Β’ 2267) κοινή υπουργική απόφαση «Όροι και προϋποθέσεις για την εκμίσθωση κλασικών επιβατηγών οχημάτων (αντικών) από επιχειρήσεις εκμίσθωσης Ι.Χ. αυτοκινήτων.»
12. Την υπ’ αριθμ. οικ Α 46629/2215/2018/18.06.2018 (Β’ 2311) υπουργική απόφαση «Καθορισμός κανόνων λειτουργίας για την εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 219Α του ν. 4512/2018 (Α’ 5), όπως ισχύει».
13. Την υπ’ αριθμ. οικ Α 79574/5488/16/15.12.2017 (Β’ 4587) υπουργική απόφαση «Ιατρικό πιστοποιητικό της παραγράφου 4 του άρθρου 95 του ν. 4070/2012 (Α’ 82) για τη χορήγηση ή ανανέωση ειδικής άδειας οδήγησης Επιβατηγού Δημόσιας Χρήσης (Ε.Δ.Χ.) αυτοκινήτου και την οδήγηση ολικώς εκμισθωμένου Επιβατηγού Ιδιωτικής Χρήσης (Ε. Ι.Χ.) αυτοκινήτου κατά το ν. 4093/2012 (Α’ 222)».
14. Την υπ’ αριθμ. οικ. 4402/88/23-01-2017 (Β’ 127) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Καθορισμός αρμοδιοτήτων Υφυπουργού Υποδομών και Μεταφορών Νικόλαου Μαυραγάνη», όπως ισχύει.
15. Την υπ’ αριθμ. οικ. 20871/21-03-2017 (ΥΟΔΔ 153) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Διορισμός Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, όπως ισχύει.
16. Το γεγονός ότι από τις ρυθμίσεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
1. Τα Επιβατηγά Δημόσιας Χρήσης (Ε.Δ.Χ.) οχήματα, με τα οποία παρέχονται οι υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών κατόπιν ηλεκτρονικής ή τηλεφωνικής διαμεσολάβησης φορέα που ασκεί ως κύρια οικονομική δραστηριότητα αυτή της μεταφοράς επιβατών κατά τους όρους της παραγρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4530/2018 και έχει λάβει την άδεια της παραγρ. 2 του ίδιου αυτού άρθρου, φέρουν:
α. επικολλημένο στην άνω δεξιά γωνία του οπίσθιου ανεμοθώρακα, κατά τρόπο που να μην περιορίζεται η ορατότητα του οδηγού, και στις δύο οπίσθιες θύρες του οχήματος διακριτικό σήμα διαστάσεων 12 cm X 20 cm όπου θα αναγράφεται η επωνυμία ή και ο διακριτικός τίτλος (αν υπάρχει) του φορέα διαμεσολάβησης με ορθής γραφής κεφαλαία γράμματα χρώματος μπλε.
2. Τα Επιβατηγά Ιδιωτικής Χρήσης (Ε.Ι.Χ.) οχήματα που εκμισθώνονται με οδηγό, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαρ. Η.2. της παραγρ. Η του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’222), του άρθρου 219Α του ν. 4512/2018 (Α’ 5) και των κατ’ εξουσιοδότησή τους κανονιστικών πράξεων, με τα οποία παρέχονται οι υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών κατόπιν ηλεκτρονικής ή τηλεφωνικής διαμεσολάβησης φορέα που ασκεί ως κύρια οικονομική δραστηριότητα αυτή της μεταφοράς επιβατών, εφόσον ασκεί αποφασιστική επιρροή επί των όρων παροχής της υπηρεσίας από τους οδηγούς κατά τους όρους της παραγρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4530/2018, και έχει λάβει την άδεια της παραγρ. 2 του ίδιου αυτού άρθρου, φέρουν:
α. επικολλημένο στην άνω δεξιά γωνία του οπίσθιου ανεμοθώρακα, κατά τρόπο που να μην περιορίζεται η ορατότητα του οδηγού, και στις δύο οπίσθιες θύρες του οχήματος διακριτικό σήμα διαστάσεων 12 cm X 20 cm όπου θα αναγράφεται η επωνυμία ή και ο διακριτικός τίτλος (αν υπάρχει) του φορέα διαμεσολάβησης με ορθής γραφής κεφαλαία γράμματα χρώματος μπλε.
β. τα διακριτικά γνωρίσματα και τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία της κοινής απόφασης των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Τουρισμού της παρ. 1 του άρθρου 105 του ν. 4199/2013 (Α’ 216).
3. Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 22 Αυγούστου 2018
Ο Υπουργός
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ
Αριθμ. Δ3 (α)/οικ. 63585/2018 Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. οικ Γ5/63587/2015 (ΦΕΚ Β’1803) απόφασης του Υπουργού Υγείας με θέμα «Μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (Claw Back) φαρμακευτικής δαπάνης έτους 2016, 2017 και 2018»,όπως τροποποιήθηκε με την υπ΄ αριθμ. Γ5(α) οικ. 50389/30-6-2017 (Β΄ 2254).
Αριθμ. Δ3 (α)/οικ. 63585
(ΦΕΚ Β' 4065/17.09.2018)
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν.4052/2012 (ΦΕΚ Α΄ 41), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
2. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (ΦΕΚ Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για την λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών Οργάνων και λοιπές διατάξεις».
3. Τις διατάξεις της παρ. ΣΤ΄ «Ρυθμίσεις θεμάτων του Υπουργείου Υγείας» του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α΄ 94) «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης».
4. Τις διατάξεις του αριθ. 63/2005 π.δ. άρθρο 90 (ΦΕΚ Α΄ 98) «Κώδικας Νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
5. Τις διατάξεις του π.δ. 121/2017 (ΦΕΚ Α΄ 121) «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας».
6. Τις διατάξεις του π.δ. 25/2015 (ΦΕΚ 21 Α΄) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
7. Την υπ’ αριθμ. Γ.Π. 110040/15.11.2012 υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β΄ 3034) «Μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (Claw Back) έτους 2012».
8. Την υπ’ αριθμ. Γ.Π. 110034/15.11.2012 υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β΄ 3035) «Μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (Claw Back) έτους 2013».
9. Την υπ’ αριθμ. Υ9/οικ. 76818/9.8.2013 «Τροποποίηση της αριθ. οικ. 110034/15.11.2012 απόφασης του Υπουργού Υγείας (ΦΕΚ Β΄ 3035), με τίτλο «Μηχανισμός αυτομάτων επιστροφών (claw back) έτους 2013».
10. Την υπ’ αριθμ. Υ9/οικ. 38071/5.5.2014 (ΦΕΚ Β΄ 1145) με τίτλο «Μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (“claw back”) φαρμακευτικής δαπάνης έτους 2014 και 2015».
11. Την υπ’αριθμ. οικ. 75520/14.8.2014 (ΦΕΚ Β΄ 2243) με τίτλο «Μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (“claw back”) φαρμακευτικής δαπάνης έτους 2014 και 2015».
12. Την υπ’ αριθμ. οικ. Γ5/63587/19.8.2015 (ΦΕΚ Β’ 1803) απόφαση με τίτλο «Μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (Claw Back) φαρμακευτικής δαπάνης έτους 2016, 2017 και 2018». όπως τροποποιήθηκε με την υπ΄ αριθμ. Γ5(α)/οικ.50389/30.6.2017 (ΦΕΚ Β΄ 2254) απόφαση.
13. Το με αριθμ. πρωτ. Β2β/Γ.Π.οικ. 58789/27-7-2018 έγγραφο της Γ.Δ.Ο.Υ. του Υπουργείου Υγείας, σύμφωνα με το οποίο η προωθούμενη απόφαση δεν προκαλεί πρόσθετη επιβάρυνση στον Προϋπολογισμό του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. καθότι το περιεχόμενο αυτής αφορά σε μεθοδολογία επιμερισμού του ποσού υπέρβασης (Clawback) της φαρμακευτικής δαπάνης του Οργανισμού, το ανώτατο όριο της οποίας, όπως αυτό καθορίστηκε με το Μ.Π.Δ.Σ., δεν μεταβάλλεται.
Παράλληλα, σημειώνεται ότι δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,
αποφασίζει:
1. Την προσθήκη τελευταίου εδαφίου στην παρ. 4 της υπ΄ αριθμ. Γ5/63587/19.8.2015 (Β΄ 1803) υπουργικής απόφασης όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση για τα γενόσημα κατά τα δύο πρώτα χρόνια από την ένταξή τους στο θετικό κατάλογο συνταγογραφούμενων σκευασμάτων και για τα εμβόλια που έχουν ενταχθεί στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών, το ποσό της υπέρβασης της φαρμακευτικής δαπάνης επιμερίζεται στις εταιρείες ή στους ΚΑΚ μόνον με βάση τα τελικά μερίδια αγοράς, όπως προσδιορίζεται στο υπό α) ανωτέρω στοιχείο».
2. Κατά τα λοιπά ισχύει η υπ’αριθμ. οικ Γ5/63587/19.8.2015 (ΦΕΚ Β’ 1803) απόφαση, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 23 Αυγούστου 2018
Ο Υπουργός
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ
Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ του Συμβουλίου της 20ης Απριλίου 2015 (ΕΕL 106/24.4.2015)
Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της οδηγίας 2015/637/ΕΕ του Συμβουλίου της 20ης Απριλίου 2015 (EE L 106/24.4.2015)
Α. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου εναρμονίζεται το εθνικό δίκαιο προς τις διατάξεις της οδηγίας 2015/637/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 20ης Απριλίου 2015 σχετικά με τα μέτρα συντονισμού και συνεργασίας προς διευκόλυνση της προξενικής προστασίας για μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες της Ένωσης σε τρίτες χώρες και την κατάργηση της απόφασης 95/553/ΕΚ.
Στόχος της οδηγίας είναι να θεσπίσει τα απαραίτητα μέτρα συνεργασίας και συντονισμού προκειμένου να διευκολύνει την παροχή προξενικής προστασίας σε μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες της Ένωσης όταν αυτοί βρίσκονται σε μια τρίτη χώρα. Ειδικότερα, παρουσιάζονται αρχές και διαδικασίες για την διευκόλυνση κατανόησης υποχρεώσεων των κρατών μελών και πιο συγκεκριμένα των προξένων, οι οποίοι καλούνται να εφαρμόσουν τα προβλεπόμενα στον εν λόγω νόμο. Τα ληφθέντα μέτρα ενισχύουν την ασφάλεια δικαίου και την αποτελεσματική συνεργασία και αλληλεγγύη μεταξύ των προξενικών αρχών.
Τα κράτη μέλη παρέχουν προξενική προστασία σε μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες υπό τους ίδιους όρους που ισχύουν και για τους υπηκόους τους. Προς τούτο απαιτείται στενή συνεργασία μεταξύ του συντρέχοντος κράτους μέλους που αντιπροσωπεύεται στην τρίτη χώρα και του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοος ο πολίτης. Οι πολίτες της Ένωσης θα πρέπει να θεωρούνται ως μη αντιπροσωπευόμενοι πολίτες σε τρίτη χώρα όταν το κράτος μέλος της ιθαγένειας τους δεν έχει πρεσβεία, προξενείο ή επίτιμο πρόξενο στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.
Οι πρεσβείες και τα προξενεία πρέπει να αλληλοενημερώνονται σχετικά για τυχόν έκτακτες συνθήκες, οι οποίες ενδέχεται να επηρεάζουν προσωρινά την ικανότητά τους να παρέχουν προξενική προστασία.
Για παράδειγμα, πολίτης που ζητά προξενική προστασία ή βοήθεια από την πρεσβεία ή το προξενείο άλλου κράτους μέλους δεν πρέπει να παραπέμπεται στην πρεσβεία ή το προξενείο του οικείου κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοος όταν είναι αδύνατον λόγω των τοπικών συνθηκών ή λόγω έλλειψης πόρων να έρθει με ασφάλεια σε επαφή με τις εν λόγω αρχές κατά τρόπο που να μπορεί να απολαύει προξενικής προστασίας. Η έννοια της έλλειψης αντιπροσώπευσης ερμηνεύεται με στόχο τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος των μη αντιπροσωπευόμενων πολιτών να προστατεύονται από την πρεσβεία ή το προξενείο άλλου κράτους μέλους αμερόληπτα, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών της εκάστοτε περίπτωσης. Οι πολίτες που έχουν υπηκοότητα περισσότερων του ενός κράτους μέλους θεωρούνται μη αντιπροσωπευόμενοι, εάν κανένα από τα κράτη μέλη των οποίων είναι υπήκοοι δεν αντιπροσωπεύεται στην εκάστοτε τρίτη χώρα.
Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του δικαιώματος παροχής προξενικής προστασίας το συντρέχον κράτος μέλος ενδεχομένως απαιτηθεί να παρέχει προστασία σε μέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία είναι υπήκοοι τρίτης χώρας, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε περίπτωσης. Τα κράτη μέλη ενδέχεται ωστόσο να αδυνατούν να παρέχουν ορισμένα είδη προξενικής προστασίας, όπως τα προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα σε μέλη της οικογένειας που είναι υπήκοοι τρίτης χώρας.
Μη αντιπροσωπευόμενοι πολίτες δύνανται να ζητούν προξενική προστασία από την πρεσβεία, ή το προξενείο οποιουδήποτε κράτους μέλους. Ωστόσο, αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβαίνουν σε πρακτικές ρυθμίσεις για τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων όσον αφορά την παροχή προξενικής προστασίας σε μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες, σύμφωνα με το παρόν σχέδιο νόμου.
Τα κράτη μέλη που λαμβάνουν αιτήματα προστασίας πρέπει να εκτιμούν στην εκάστοτε περίπτωση εάν η παροχή προξενικής προστασίας είναι αναγκαία ή εάν η υπόθεση μπορεί να παραπεμφθεί στην πρεσβεία ή το προξενείο που έχει ορισθεί ως αρμόδιο, σύμφωνα με τυχόν ισχύουσα ρύθμιση. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) για κάθε τέτοια ρύθμιση, η οποία δημοσιοποιείται από την Ένωση και τα κράτη μέλη, προκειμένου να διασφαλίζεται η αναγκαία διαφάνεια.
Το κράτος μέλος ιθαγένειας μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη μπορεί να ζητά τη μεταβίβαση της αίτησης ή της υπόθεσης από το κράτος μέλος από το οποίο ο εν λόγω πολίτης ζητά ή λαμβάνει προξενική προστασία προκειμένου να παρέχει το ίδιο την προξενική προστασία. Οι επίτιμοι πρόξενοι εξαιρούνται από το σχέδιο Νόμου.
Τα αιτήματα προστασίας εξετάζονται εάν οι αιτούντες παρουσιάσουν έγκυρο διαβατήριο ή δελτίο ταυτότητας πολίτη της Ένωσης. Εντούτοις, μη αντιπροσωπευόμενοι πολίτες που χρειάζονται προξενική προστασία ενδέχεται να μην έχουν πλέον στην κατοχή τους έγγραφα της ταυτότητάς τους. Εάν οι αιτούντες αδυνατούν να παρέχουν έγκυρα έγγραφα ταυτότητας μπορούν να αποδεικνύουν την ταυτότητά τους με οποιοδήποτε άλλο μέσο. Εάν απαιτείται η ταυτότητα του ενδιαφερομένου μπορεί να εξακριβωθεί σε επικοινωνία με τις αρχές του κράτους μέλους του οποίου ο αιτών ισχυρίζεται ότι είναι πολίτης. Όσον αφορά τα μέλη οικογένειας από τρίτη χώρα που συνοδεύουν τον αιτούντα, οι αρχές του κράτους μέλους ιθαγένειας του αιτούντος πρέπει επίσης να είναι σε θέση να βοηθήσουν το συντρέχον κράτος μέλος κατά την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ύπαρξης οικογενειακής σχέσης με τον αιτούντα.
Η προξενική προστασία για μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες περιλαμβάνει τη συνδρομή σε ορισμένες τυπικές καταστάσεις στις οποίες τα κράτη μέλη παρέχουν προξενική προστασία στους υπηκόους τους, ανάλογα με τις ξεχωριστές συνθήκες της εκάστοτε περίπτωσης, όπως σε περίπτωση σύλληψης ή κράτησης, σοβαρού ατυχήματος ή σοβαρής ασθένειας και θανάτου, καθώς και όσον αφορά την παροχή βοήθειας και τον επαναπατρισμό σε δυσχερείς περιπτώσεις ή την έκδοση προσωρινών εγγράφων. Κατά περίπτωση, πρέπει να ικανοποιούνται δεόντως οι επιθυμίες των πολιτών, μεταξύ άλλων όσον αφορά την υποχρέωση ενημέρωσης μελών της οικογένειας, ή άλλων σχετικών προσώπων και, σε περίπτωση που υφίσταται τέτοια υποχρέωση, το πρόσωπο που πρέπει να ενημερώνεται. Παρομοίως, σε περίπτωση θανάτου λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι επιθυμίες του πλησιέστερου συγγενούς, σχετικά με τις ρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν όσον αφορά τη σορό του εκλιπόντος πολίτη. Το κράτος μέλος ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη είναι αρμόδιο για αυτές τις επαφές.
Οι αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται στενά και συντονίζονται τόσο μεταξύ τους όσο και με την Ένωση, ιδίως την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ. Για τη διασφάλιση ταχείας και αποτελεσματικής συνεργασίας τα κράτη μέλη παρέχουν και επικαιροποιούν τις πληροφορίες που αφορούν τα αρμόδια σημεία επαφής στα κράτη μέλη, μέσω του ασφαλούς δικτυακού τόπου της ΕΥΕΔ (Consular On Line).
Όσον αφορά τη συνεργασία σε τοπικό επίπεδο, στο παρόν σχέδιο νόμου διευκρινίζονται οι αρμοδιότητες και οι αντίστοιχοι ρόλοι όλων των σχετικών φορέων, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι στους μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες προσφέρεται η βοήθεια την οποία δικαιούνται σύμφωνα με την αρχή της μη διάκρισης. Στις συνεδριάσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο τοπικής προξενικής συνεργασίας σε στενή συνεργασία με την αντιπροσωπεία της Ένωσης, περιλαμβάνεται η τακτική ανταλλαγή πληροφοριών για θέματα που αφορούν μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες, όπως η ασφάλεια των πολιτών, οι συνθήκες φυλάκισης, η ειδοποίηση του προξενείου και η πρόσβαση σε αυτό, καθώς και η συνεργασία σε περιπτώσεις κρίσης. Στις εν λόγω συνεδριάσεις, τα αντιπροσωπευόμενα κράτη μέλη, όπου απαιτείται, συμφωνούν επί πρακτικών ρυθμίσεων, για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας των μη αντιπροσωπευόμενων πολιτών.
Όταν ένα κράτος μέλος ενημερώνεται για αίτημα προξενικής προστασίας ή λαμβάνει τέτοιο αίτημα από πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι είναι μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης, πρέπει, εκτός από εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, να έρχεται πάντα σε επαφή με το κράτος μέλος ιθαγένειας του πολίτη και να του παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες πριν από την παροχή οποιασδήποτε συνδρομής. Το κράτος μέλος ιθαγένειας πρέπει, με τη σειρά του, να παρέχει κάθε πληροφορία που αφορά την υπόθεση. Η εν λόγω διαβούλευση επιτρέπει στο κράτος μέλος ιθαγένειας να ζητήσει τη μεταβίβαση της αίτησης ή της υπόθεσης, προκειμένου να παράσχει προξενική προστασία το ίδιο.
Στον παρόντα νόμο προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη που παρέχουν προξενική προστασία με τη μορφή οικονομικής συνδρομής στους πολίτες τους, το πράττουν μόνο στις περιπτώσεις που οι πολίτες δεν μπορούν να εξασφαλίσουν οικονομικούς πόρους με άλλους τρόπους, όπως μέσω εμβασμάτων από μέλη της οικογένειας, φίλους ή εργοδότες. Οι μη αντιπροσωπευόμενοι πολίτες λαμβάνουν οικονομική συνδρομή υπό τους ίδιους όρους που ισχύουν και έναντι των υπηκόων του παρέχοντος τη συνδρομή κράτους μέλους.
Ο μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης υποχρεούται να υπογράψει τη δέσμευση ότι θα επιστρέψει στο κράτος μέλος της ιθαγένειάς του τα έξοδα στα οποία υποβάλλεται αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι και οι πολίτες του παρέχοντος τη συνδρομή κράτους μέλους, ευρισκόμενοι στην ίδια κατάσταση, επιστρέφουν τα έξοδα αυτά στο δικό τους κράτος μέλος. Ο μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης μπορεί στη συνέχεια να υποχρεωθεί από το κράτος μέλος ιθαγένειας να επιστρέψει τα εν λόγω έξοδα, περιλαμβανομένων τυχόν προξενικών τελών. Το κράτος μέλος που παρέχει τη συνδρομή είναι αρμόδιο να αποφασίσει κατά πόσον θα ζητήσει την επιστροφή των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε. Το παρέχον τη συνδρομή κράτος μέλος και το κράτος μέλος ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη συμφωνούν τις λεπτομερείς ρυθμίσεις της επιστροφής, εντός ορισμένων προθεσμιών.
Με τον παρόντα νόμο, η απόφαση 95/55Β/ΕΚ των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών καταργείται.
Β. ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της οδηγίας 2015/637/ΕΕ του Συμβουλίου της 20ης Απριλίου 2015 (EEL 106/24.4.2015)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 1
Σκοπός και αντικείμενο (άρθρο 1 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Σκοπός του παρόντος είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 20ης Απριλίου 2015 «περί των μέτρων συντονισμού και συνεργασίας προς διευκόλυνση της προξενικής προστασίας για μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες της Ένωσης σε τρίτες χώρες και κατάργηση της Απόφασης 95/553/ΕΚ».
2. Με τις διατάξεις του παρόντος θεσπίζονται τα μέτρα συντονισμού και συνεργασίας που απαιτούνται για τη διευκόλυνση της άσκησης του δικαιώματος των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE), το οποίο ορίζεται στο στοιχείο γ) της παρ. 2 του άρθρου 20 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), να απολαύουν στο έδαφος τρίτης χώρας, στην οποία δεν αντιπροσωπεύεται το κράτος μέλος του οποίου έχουν την ιθαγένεια, της προστασίας των διπλωματικών ή προξενικών αρχών της Ελλάδας, με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους έλληνες πολίτες, λαμβανομένου υπόψη, επίσης, του ρόλου των Αντιπροσωπειών της Ένωσης στην εφαρμογή του δικαιώματος αυτού.
3. Οι διατάξεις του παρόντος δεν αφορούν τις προξενικές σχέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και τρίτων χωρών και δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες, όπως η Σύμβαση της Βιέννης για τις Προξενικές Σχέσεις της 24ης Απριλίου 1963, που έχει κυρωθεί με το ν. 90/1975 (Α' 150) ή από διμερείς προξενικές συμβάσεις.
Άρθρο 2
Γενική αρχή (άρθρα 2, 4 και 6 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Οι ελληνικές πρεσβείες ή τα προξενεία που βρίσκονται στο έδαφος τρίτου κράτους παρέχουν προξενική προστασία σε μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τους ίδιους όρους όπως και για τους έλληνες πολίτες. Εξαιρούνται του παρόντος οι Άμισθες Προξενικές Αρχές.
2. «Μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης»: κάθε πολίτης που έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο δεν έχει πρεσβεία ή προξενείο εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα σε μόνιμη βάση, ή δεν έχει πρεσβεία, προξενείο ή επίτιμο πρόξενο στη χώρα αυτή που να είναι πράγματι σε θέση να παράσχουν προξενική προστασία σε μια δεδομένη περίπτωση.
Άρθρο 3
Προξενική προστασία από το κράτος μέλος ιθαγένειας (άρθρο 3 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
Αν έλληνας πολίτης δεν αντιπροσωπεύεται σε τρίτη χώρα, η Ελλάδα μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος από το οποίο ο μη αντιπροσωπευόμενος έλληνας πολίτης έχει ζητήσει ή έχει λάβει προξενική προστασία να παραπέμψει την αίτηση ή την υπόθεσή του, στις αρμόδιες αρχές της ιδίας, προκειμένου να παράσχουν προξενική προστασία, σύμφωνα με την απόφαση των Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων των κρατών μελών της 19ης Δεκεμβρίου 1995 που κυρώθηκε με την περιπτ. β' του άρθρου πρώτου του ν. 2968/2001 (Α 280) και την ισχύουσα πρακτική. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση παραιτείται από την υπόθεση μόλις οι αρμόδιες ελληνικές αρχές επιβεβαιώσουν ότι παρέχουν προξενική προστασία στον μη αντιπροσωπευόμενο έλληνα πολίτη.
Άρθρο 4
Μέλη οικογένειας μη αντιπροοωπευόμενων πολιτών σε τρίτες χώρες (άρθρο 5 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
Προξενική προστασία παρέχεται και σε μέλη της οικογένειας των μη αντιπροσωπευόμενων ελλήνων πολιτών σε τρίτη χώρα, τα οποία δεν είναι τα ίδια πολίτες της EE και συνοδεύουν τους μη αντιπροσωπευόμενους έλληνες πολίτες στην τρίτη χώρα. Η προστασία παρέχεται στον ίδιο βαθμό και με τους ίδιους όρους που η Ελληνική Δημοκρατία θα την παρείχε στα μέλη της οικογένειας των πολιτών του κράτους μέλους που παρέχει τη συνδρομή και τα οποία δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 5
Πρόσβαση σε προξενική προστασία και άλλες ρυθμίσεις (άρθρο 7 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Οι μη αντιπροσωπευόμενοι σε τρίτη χώρα έλληνες πολίτες έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν προστασία από την πρεσβεία ή το προξενείο οποιουδήποτε κράτους μέλους διαθέτει τις ανωτέρω αρχές στο έδαφος τρίτης χώρας.
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 2, οι αρμόδιες διπλωματικές ή προξενικές αρχές της Ελλάδας μπορούν να αντιπροσωπεύουν τις διπλωματικές ή τις προξενικές αρχές άλλου κράτους μέλους της EE σε μόνιμη βάση και να συνάπτουν, όποτε κρίνεται αναγκαίο, πρακτικές ρυθμίσεις με άλλα κράτη μέλη για τον επιμερισμό των ευθυνών, όσον αφορά την παροχή προξενικής προστασίας σε μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες. Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν τις ρυθμίσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ).
3. Αν έχει συναφθεί πρακτική ρύθμιση σύμφωνα με την παρ. 2 και οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές από τις οποίες ο μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης ζητεί προξενική προστασία δεν έχουν οριστεί ως αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την ισχύουσα ειδική ρύθμιση της παρ. 2,οι εν λόγω αρχές διασφαλίζουν ότι η αίτηση του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη παραπέμπεται στην αρμόδια διπλωματική ή προξενική αρχή άλλου κράτους μέλους, εκτός αν με τον τρόπο αυτό θα διακυβευόταν η προξενική προστασία, ιδίως όταν ο επείγων χαρακτήρας ενός ζητήματος απαιτεί άμεση δράση από τις διπλωματικές ή προξενικές αρχές στις οποίες έχει υποβληθεί η αίτηση.
Άρθρο 6
Ταυτοποίηση (άρθρο 8 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Οι αιτούντες προξενική προστασία αποδεικνύουν ότι είναι πολίτες της Ένωσης με τη προσκόμιση των διαβατηρίων τους ή των δελτίων ταυτότητάς τους.
2. Αν ο πολίτης της Ένωσης δεν μπορεί να προσκομίσει έγκυρο διαβατήριο ή δελτίο ταυτότητας, η ιθαγένεια μπορεί να αποδειχτεί με κάθε άλλο τρόπο, μεταξύ άλλων, με επαλήθευση από τις διπλωματικές ή προξενικές αρχές του κράτους του οποίου ο αιτών ισχυρίζεται ότι είναι πολίτης.
3. Όσον αφορά τα μέλη της οικογένειας που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 4, η ταυτότητα και η ύπαρξη οικογενειακών δεσμών μπορεί να αποδειχτούν με κάθε μέσο, όπως με την επαλήθευση από το κράτος μέλος που παρέχει τη συνδρομή με τις διπλωματικές και προξενικές αρχές του κράτους μέλους της ιθαγένειας των πολιτών που αναφέρονται στην παρ. 1.
Άρθρο 7
Είδη συνδρομής (άρθρο 9 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
Η προξενική προστασία που αναφέρεται στο άρθρο 2 μπορεί να περιλαμβάνει συνδρομή, μεταξύ άλλων στις εξής περιπτώσεις:
α) σύλληψης ή κράτησης,
β) διάπραξης εγκλήματος ή αδικήματος με θύμα πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
γ) σοβαρού ατυχήματος ή σοβαρής ασθένειας,
δ) θανάτου,
ε) βοήθειας και επαναπατρισμού, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης,
στ) ανάγκης έκδοσης προσωρινών ταξιδιωτικών εγγράφων, όπως προβλέπεται στην απόφαση 96/409 των Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων των Κρατών Μελών της 25ης Ιουνίου 1996, που κυρώθηκε με την περίπτ. γ' του άρθρου πρώτου του ν. 2968/2001.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΜΕΤΡΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Άρθρο 8
Γενικοί κανόνες (άρθρο 10 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές συνεργάζονται στενά και συντονίζονται με τις άλλες διπλωματικές και προξενικές αρχές των κρατών μελών, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Ένωση για να διασφαλιστεί, σύμφωνα με το άρθρο 2, η προστασία των μη αντιπροσωπευόμενων πολιτών.
2. Όταν οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές που εδρεύουν σε τρίτη χώρα παραλαμβάνουν αίτηση για παροχή προξενικής προστασίας από πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι είναι μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης στη χώρα αυτή ή όταν πληροφορούνται για μεμονωμένη κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με το άρθρο 7, η οποία αφορά μη αντιπρόσωπε υ ό με νο πολίτη, συμβουλεύονται αμέσως το Υπουργείο Εξωτερικών του κράτους μέλους του οποίου το πρόσωπο ισχυρίζεται ότι είναι πολίτης ή κατά περίπτωση την αρμόδια πρεσβεία ή το προξενείο του εν λόγω κράτους μέλους και τους παρέχουν τις πληροφορίες που διαθέτουν σχετικά με τα στοιχεία της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου προσώπου ή τα πιθανά έξοδα της προξενικής προστασίας που έχει παρασχεθεί σ' αυτό, καθώς και τις αντίστοιχες πληροφορίες για τα μέλη της οικογένειας του, στα οποία μπορεί να χρειαστεί να παρασχεθεί προξενική προστασία. Εκτός από εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, η προαναφερόμενη διαβούλευση πραγματοποιείται πριν από την παροχή προξενικής συνδρομής και οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές διευκολύνουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του ενδιαφερόμενου πολίτη και των αρχών του κράτους μέλους του οποίου την ιθαγένεια έχει ο πολίτης αυτός.
3. Αν ο μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης είναι έλληνας, η Ελλάδα οφείλει να παρέχει στο Υπουργείο Εξωτερικών ή στην αρμόδια πρεσβεία ή στο προξενείο του κράτους μέλους που παρέχει συνδρομή όλες τις σχετικές πληροφορίες για τη συγκεκριμένη υπόθεση και να έρχεται σε επαφή με τα μέλη της οικογένειας του πολίτη ή με άλλα πρόσωπα και αρχές.
4. Οι αρμόδιες ελληνικές αρχές κοινοποιούν στην ΕΥΕΔ μέσω ασφαλούς δικτυακού της τόπου τα σχετικά σημεία επαφής, δηλαδή την Ε3 Διεύθυνση Διοικητικών και Δικαστικών Υποθέσεων και τη Μονάδα Διαχείρισης Κρίσεων (ΜΔΚ) του Υπουργείου Εξωτερικών.
Άρθρο 9
Τοπική συνεργασία (άρθρο 12 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
Οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές, για την καλύτερη παροχή προξενικής προστασίας στους μη αντιπροσωπευόμενους σε τρίτη χώρα πολίτες, συμμετέχουν σε συνεδριάσεις σε τοπικό επίπεδο, στις οποίες ανταλλάσσονται τακτικά πληροφορίες για θέματα που αφορούν τους μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες. Στις συνεδριάσεις αυτές, η Ελλάδα, όπου είναι αυτό αναγκαίο, συνάπτει πρακτικές ρυθμίσεις, σύμφωνα με το άρθρο 5, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι μη αντιπροσωπευόμενοι πολίτες προστατεύονται αποτελεσματικά στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα. Αν δεν υπάρξει αντίθετη συμφωνία, πρόεδρος των συνεδριάσεων τοπικής συνεργασίας ορίζεται ο αντιπρόσωπος ενός κράτους μέλους της EE, σε στενή συνεργασία με την Αντιπροσωπεία της Ένωσης.
Άρθρο 10
Ετοιμότητα και συνεργασία για καταστάσεις κρίσης (άρθρο 13 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Οι ελληνικές διπλωματικές ή προξενικές αρχές που βρίσκονται σε τρίτη χώρα, συμμετέχουν σε τοπικό επίπεδο στο συντονισμό σχεδίων έκτακτης ανάγκης μαζί με τις διπλωματικές και προξενικές αρχές των άλλων κρατών μελών και την τοπική Αντιπροσωπεία της Ένωσης, ώστε να διασφαλίζεται πλήρης συνδρομή στους μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες, σε περίπτωση κρίσης. Οι ελληνικές διπλωματικές ή προξενικές αρχές ενημερώνονται κατάλληλα σχετικά με ρυθμίσεις ετοιμότητας για περιπτώσεις κρίσης και συμμετέχουν σε αυτές κατά περίπτωση.
2. Σε περίπτωση κρίσης, οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά με τις αντίστοιχες αρχές των υπόλοιπων κρατών μελών, για να διασφαλίσουν αποτελεσματική συνδρομή στους μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες, αλληλοενημερώνονται έγκαιρα για τις διαθέσιμες δυνατότητες απομάκρυνσης και ζητούν υποστήριξη από ομάδες παρέμβασης στο επίπεδο της Ένωσης και από προξενικούς εμπειρογνώμονες, ιδίως από τα κράτη μέλη που δεν αντιπροσωπεύονται.
3. Οι διπλωματικές και προξενικές αρχές της Ελλάδας, ως κράτους που ηγείται της συνδρομής ή συντονίζει τη συνδρομή με άλλα κράτη μέλη, αναλαμβάνουν το συντονισμό οποιασδήποτε βοήθειας παρέχεται στους μη αντιπροσωπευόμενους πολίτες, με τη στήριξη των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών, της Αντιπροσωπείας της EE και των κεντρικών γραφείων της ΕΥΕΔ και ζητούν, εφόσον παραστεί ανάγκη, στήριξη από μηχανισμούς, όπως είναι οι δομές διαχείρισης κρίσης της ΕΥΕΔ και ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας της Ένωσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Άρθρο 11
Γενικοί κανόνες (άρθρο 14 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Οι μη αντιπροσωπευόμενοι σε τρίτο κράτος έλληνες πολίτες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να επιστρέψουν στις αρμόδιες ελληνικές αρχές, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 81, 82 και 83 του ν. 4270/2014 (Α' 143) και της, αναλόγως εφαρμοζόμενης, παρ. γ' του άρθρου 162 του ν. 3566/2007 (Α' 117),μέσα σε τρεις (3) μήνες από την καταβολή τους, τα έξοδα της προξενικής προστασίας, με τους ίδιους όρους που ισχύουν και για τους πολίτες του κράτους μέλους που παρέσχε τη συνδρομή, χρησιμοποιώντας το έντυπο που παρατίθεται στο Παράρτημα I. Οι μη αντιπροσωπευόμενοι έλληνες πολίτες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να επιστρέψουν μόνο τα έξοδα που επιβαρύνουν τους πολίτες του κράτους μέλους που παρέσχε τη συνδρομή με τις ίδιες συνθήκες.
2. Οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές, αν παρέχουν προξενική συνδρομή, μπορούν να ζητήσουν την επιστροφή των εξόδων που αναφέρονται στην παρ. 1 από το κράτος μέλος της ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη, χρησιμοποιώντας το έντυπο που παρατίθεται στο Παράρτημα II. Η Ελλάδα, όταν πρόκειται για μη αντιπρόσωπευόμενο έλληνα πολίτη, επιστρέφει τα εν λόγω έξοδα μέσα σε προθεσμία που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες από την καταβολή τους και μπορεί να ζητήσει από τον ενδιαφερόμενο μη αντιπροσωπευόμενο έλληνα πολίτη να επιστρέψει τα εν λόγω έξοδα.
3. Αν η προξενική προστασία που παρέχεται σε μη αντιπροσωπευόμενο πολίτη από τις ελληνικές διπλωματικές ή προξενικές αρχές, σε περίπτωση σύλληψης ή κράτησής του συνεπάγεται ασυνήθιστα υψηλά, αλλά απαραίτητα και δικαιολογημένα, έξοδα ταξιδιού, διαμονής ή μετάφρασης, για τις διπλωματικές ή προξενικές αρχές, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ζητήσουν επιστροφή των εξόδων αυτών από το κράτος μέλος της ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη, μέσα σε εύλογη προθεσμία από την καταβολή τους που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.
Άρθρο 12
Απλουστευμένη διαδικασία σε καταστάσεις κρίσης (άρθρο 15 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
1. Σε καταστάσεις κρίσης, οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές που παρέχουν προξενική συνδρομή υποβάλλουν στο Υπουργείο των Εξωτερικών του κράτους μέλους της ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη αιτήσεις για επιστροφή εξόδων και οποιαδήποτε στήριξη στον πολίτη αυτόν. Οι εν λόγω αρχές μπορεί να ζητήσουν επιστροφή εξόδων, ακόμα και αν ο μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης δεν έχει υπογράψει ανάληψη υποχρέωσης επιστροφής εξόδων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 11.
2. Όταν ο μη αντιπροσωπευόμενος πολίτης έχει ελληνική ιθαγένεια, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές μπορεί να επιδιώξουν την επιστροφή εξόδων από συγκεκριμένο, μη αντιπροσωπευόμενο πολίτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Α' 90).
3. Οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές που παρέχουν συνδρομή μπορεί να ζητήσουν από το κράτος μέλος ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη να επιστρέψει τα έξοδα κατ' αναλογία, διαιρώντας τη συνολική αξία των πραγματικών δαπανών με τον αριθμό των πολιτών που έχουν τύχει προξενικής συνδρομής.
4. Όταν οι ελληνικές διπλωματικές και προξενικές αρχές έχουν στηριχτεί οικονομικά μέσω συνδρομής, από το μηχανισμό πολιτικής προστασίας της EE, οποιαδήποτε συνεισφορά του κράτους μέλους της ιθαγένειας του μη αντιπροσωπευόμενου πολίτη καθορίζεται μετά την αφαίρεση της συνεισφοράς της EE.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 13
Υποβολή έκθεσης, αξιολόγηση και επανεξέταση (άρθρο 19 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
Η αρμόδια αρχή αναλαμβάνει να παράσχει στην Επιτροπή, όλες τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση και την εφαρμογή του παρόντος.
Άρθρο 14
Παραρτήματα
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος τα παραρτήματα I και II.
Άρθρο 15
Καταργούμενες διατάξεις (άρθρο 18 της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ)
Από 01.05.2018 καταργείται η περίπτ. α' του άρθρου πρώτου του ν. 2968/2001, με την οποία κυρώθηκε η 95/553/ΕΚ Απόφαση των Αντιπροσώπων των Κυβερνήσεων των Κρατών Μελών της 19ης Δεκεμβρίου 1995.
Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.
Αριθμ. πρωτ.: Α3/οικ. 70367/6709/2018 Παράταση ισχύος αδειών οδήγησης
Παπάγου, 17 - 9 - 2018
Αριθµ. Πρωτ.:Α3/οικ. 70367/6709/2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ ΟΔΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ (Δ30)
ΤΜΗΜΑ ΑΔΕΙΩΝ ΟΔΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΟΔΗΓΩΝ
Ταχ. ∆/νση: Αναστάσεως 2 και Τσιγάντε
Τ.Κ.: 156 69 Παπάγου
Πληροφορίες: Ε. Στάικου
Τηλέφωνο: 213 130 8501, 210 650 8501
Fax: 210 650 8518
ΕΠΕΙΓΟΝ
ΘΕΜΑ: Παράταση ισχύος αδειών οδήγησης
γ) Η με αριθμ. πρωτ. 50984/4793/2013 (Β΄3056) υπουργική απόφαση, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Για την αποφυγή ταλαιπωρίας των πολιτών, σας ενημερώνουμε ότι άδειες οδήγησης κατόχων που έχουν συμπληρώσει την ηλικία των εβδομήντα τεσσάρων (74) ετών και υποβάλλουν στις Διευθύνσεις Μεταφορών και Επικοινωνιών των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας μετά την 30/8/2018, αίτηση και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την ανανέωση της άδειας οδήγησης σε εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 7 του π.δ. 51/2012 (Α΄101) μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την ημερομηνία προγραμματισμού της δοκιμασίας (για πρώτη φορά) προσόντων και συμπεριφοράς. Η ημερομηνία αυτή δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από τρεις μήνες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και των απαιτούμενων δικαιολογητικών. Για την ως άνω παράταση ισχύος χορηγείται σχετική βεβαίωση (επισυνάπτεται) από την οικεία Διεύθυνση Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Οι Δ/νσεις Μεταφορών και Επικοινωνιών της χώρας παρακαλούνται για τον προγραμματισμό των παραπάνω εξετάσεων δοκιμασίας προσόντων και συμπεριφοράς κατ' απόλυτη προτεραιότητα.
ΑΘ. ΒΟΥΡΔΑΣ
ΑΠ 613/2018 Υπερημερία εργοδότη - Καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος του εργαζομένου να ζητήσει μισθούς υπερημερίας
α) την εργασία την οποία ο εργαζόμενος μπορούσε να εκτελέσει, χωρίς να είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης επιχείρησης,
β) τους λόγους για τους οποίους είναι αδικαιολόγητη και κακόβουλη η μη απασχόληση του εργαζομένου αλλού,
γ) την ωφέλεια την οποία θα αποκόμιζε από την άλλη εργασία, με αναφορά συγκεκριμένων αποδοχών που θα ελάμβανε από την εργασία αυτή και
δ) την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπερημερίας του εργοδότη και της ωφέλειας που αποκόμισε ο εργαζόμενος, δηλαδή από το γεγονός ότι δεν απασχολήθηκε στην υπηρεσία του εργοδότη και διέθεσε το χρόνο που αποδεσμεύτηκε σε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα (ΑΠ 118/2017, ΑΠ 223/2014).
ΑΠ 613/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Απόστολο Παπαγεωργίου - Εισηγητή, Γεώργιο Μιχολιά, Θεόδωρο Τζανάκη και Νικόλαο Πιπιλίγκα, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 30 Ιανουαρίου 2018, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία "..." και με διακριτικό τίτλο "... Α.Ε.", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Μουντζουρώνη, που κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου: Δ. Ε. του Π., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Βλαχόπουλο, με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., που κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 13/8/2013 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3642/2014 του ίδιου Δικαστηρίου και 1544/2016 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα εταιρία με την από 8/9/2016 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη της.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
α) την εργασία την οποία ο εργαζόμενος μπορούσε να εκτελέσει, χωρίς να είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης επιχείρησης,
β) τους λόγους για τους οποίους είναι αδικαιολόγητη και κακόβουλη η μη απασχόληση του εργαζομένου αλλού,
γ) την ωφέλεια την οποία θα αποκόμιζε από την άλλη εργασία, με αναφορά συγκεκριμένων αποδοχών που θα ελάμβανε από την εργασία αυτή και
δ) την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπερημερίας του εργοδότη και της ωφέλειας που αποκόμισε ο εργαζόμενος, δηλαδή από το γεγονός ότι δεν απασχολήθηκε στην υπηρεσία του εργοδότη και διέθεσε το χρόνο που αποδεσμεύτηκε σε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα (ΑΠ 118/2017, ΑΠ 223/2014).
7. Κατ' ακολουθία όλων των ανωτέρω, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα, ως ηττηθείσα, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα του τελευταίου (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 8-9-2016 αίτηση για αναίρεση της 1544/2016 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσείουσα στην πληρωμή χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 20 Μαρτίου 2018 .
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 27 Μαρτίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Άρθρα Φορολογικό πλαίσιο των ενδοομιλικών συναλλαγών και προτεινόμενες ενέργειες προς τις επιχειρήσεις που έχουν εκκρεμότητες σε αυτό το θέμα
Επιμέλεια: Θανάσης Μανιώτης, Μέτοχος-Φορολογικός Σύμβουλος Επιχειρήσεων
Δημήτρης Ρήγας, Φορολογικός Σύμβουλος Επιχειρήσεων
Σεπτέμβριος 2018
Εισαγωγή
Έχουν περάσει σχεδόν 10 χρόνια από τον Ν. 3728/2008 του Υπουργείου Ανάπτυξης, που εισήγαγε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τους «Κανόνες Τεκμηρίωσης Τιμών Ενδοομιλικών Συναλλαγών», καθιερώνοντας το πλαίσιο ελέγχου στις συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
Έκτοτε και έως σήμερα, σημαντικές προσθήκες και αλλαγές έχουν επέλθει στο εν λόγω θεσμικό πλαίσιο, άλλες προερχόμενες από τις εκάστοτε εκδόσεις των σχετικών οδηγιών του ΟΟΣΑ και άλλες από την εθνική νομοθεσία, στην προσπάθεια ουσιαστικής εναρμόνισης και ελέγχου ενός, ούτως ή άλλως, απαιτητικού αντικειμένου, που ως τελικό στόχο έχει τον περιορισμό της υπερ-τιμολόγησης και υπο-τιμολόγησης μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
Το αρχικό πλαίσιο του Υπουργείου Ανάπτυξης ξεκίνησε να ισχύει από τη διαχειριστική χρήση 2008 και στόχευε στον περιορισμό και έλεγχο των υψηλών τιμών πώλησης (προϊόντων και υπηρεσιών) στην εσωτερική αγορά, ενώ από τη διαχειριστική χρήση 2010 το σχετικό πλαίσιο μεταφέρθηκε, εκ παραλλήλου, και στο φορολογικό πεδίο (Ν.3775/2009).
Από τη διαχειριστική χρήση 2012 και μετά, ό έλεγχος των ενδοομιλικών συναλλαγών αποτελεί αρμοδιότητα του Υπουργείου Οικονομικών (Ν.4110/2013) και συνεπώς αποτελεί ένα πολύ σημαντικό αντικείμενο του φορολογικού ελέγχου.
Λόγω των συχνών αλλαγών που έχουν επέλθει την τελευταία δεκαετία, οι υποχρεώσεις συμμόρφωσης, τα όρια αλλά και οι επιβαλλόμενες ποινές διαφοροποιούνται ανάλογα με την χρονική περίοδο που εξετάζεται η σχετική υποχρέωση.
Μετά από την πάροδο των 10 αυτών ετών, οι Ελεγκτικές Αρχές έχουν πλέον οργανωθεί διεξάγοντας συστηματικούς ελέγχους και επιβάλλουν πρόστιμα, πολλές φορές υπέρογκα, για τις διαφορές που διαπιστώνουν (υπερ-τιμολογήσεις και υπο-τιμολογήσεις) κατά τον έλεγχο των συναλλαγών μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων. Επιπλέον υψηλά πρόστιμα επιβάλλονται και για τη μη συμμόρφωση με τις τυπικές υποχρεώσεις που ορίζει η νομοθεσία περί ενδοομιλικών συναλλαγών.
Όπως προκύπτει και από τα αποτελέσματα μεγάλων υποθέσεων που εξετάστηκαν πρόσφατα από τις φορολογικές αρχές, επιβλήθηκαν πολύ μεγάλες επιβαρύνσεις λόγω μη συμμόρφωσης οι οποίες σε μία υπόθεση χαρακτηριστικά καταλογίστηκαν χωρίς να ληφθεί υπόψη αν το τελικό αποτέλεσμα της επιχείρησης ήταν κερδοφόρο ή ζημιογόνο.
Το παρόν σημείωμα έχει σκοπό να παράσχει μια γενική ενημέρωση για το ισχύον πλαίσιο, τις βασικές υποχρεώσεις, τα πρόστιμα και τις κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, καθώς και για τις ενέργειες που θα πρέπει να κάνει μία επιχείρηση που έχει εκκρεμότητες σε αυτό το πεδίο, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις φορολογικές της υποχρεώσεις και τελικά να επωφεληθεί, επιτυγχάνοντας σημαντικά μικρότερη οικονομική επιβάρυνση σε σχέση με αυτή που ενδέχεται να προκύψει μετά από φορολογικό έλεγχο.
Επισημαίνεται ότι, επειδή, όπως προαναφέρθηκε, το ισχύον πλαίσιο έχει υποστεί διαχρονικά πολλές τροποποιήσεις, στο παρόν σημείωμα εστιάζουμε στην νομοθεσία που ισχύει για διαχειριστικές χρήσεις που άρχισαν από 1.1.2012 και μετά, αφενός διότι από τότε το υπό εξέταση αντικείμενο κατέστει αποκλειστικά φορολογικό και αφετέρου επειδή οι διαχειριστικές χρήσεις 2011 και προγενέστερα έχουν (υπό κανονικές συνθήκες) παραγραφεί από φορολογική άποψη.
Στην συνέχεια, υπό μορφή ερωτήσεων και απαντήσεων, θα εστιάσουμε στα βασικά σημεία που μπορεί να απασχολήσουν την Διοίκηση μιας επιχείρησης σχετικά με το μείζον αυτό θέμα:
1. Ποιες θεωρούνται ως ενδοομιλικές συναλλαγές;
Ενδοομιλικές είναι οι συναλλαγές μεταξύ «συνδεδεμένων προσώπων»
2. Ποια πρόσωπα θεωρούνται ως συνδεδεμένα;
Σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία, ως συνδεδεμένα θεωρούνται τα πρόσωπα (φυσικά ή νομικά) για τα οποία υφίσταται σχέση σύνδεσης λόγω ύπαρξης άμεσης ή έμμεσης συμμετοχής στο κεφάλαιο η ουσιώδους συμμετοχής στη διοίκηση ή τον έλεγχο.
Αποτέλεσμα των πιο πάνω σχέσεων σύνδεσης είναι η άσκηση ή η δυνατότητα άσκησης καθοριστικής επιρροής που ενδέχεται να αντανακλάται και να επηρεάζει τις τιμές στις ενδοομιλικές συναλλαγές.
Συμμετοχή στο κεφάλαιο
Ειδικότερα η συμμετοχή στο κεφάλαιο θα πρέπει (άμεσα ή έμμεσα) να είναι 33% και άνω, βάσει της αξίας ή του αριθμού ή των δικαιωμάτων σε κέρδη ή σε ψήφους.
Σημειώνεται ότι οι έμμεσες συμμετοχές προκύπτουν με πολλαπλασιασμό των κατεχόμενων ποσοστών μέσω των διαδοχικών βαθμίδων. Εάν, για παράδειγμα, η εταιρεία Α συμμετέχει με ποσοστό 80% στο κεφάλαιο της εταιρείας Β, η Β με τη σειρά της συμμετέχει με ποσοστό 60% στο κεφάλαιο της εταιρείας Γ και η Γ συμμετέχει με ποσοστό 80% στο κεφάλαιο της εταιρείας Δ, τότε η εταιρεία Α συμμετέχει έμμεσα, με 48% (80% x 60%) στο κεφάλαιο της εταιρείας Γ και με 38,4% (48% x 80%) στο κεφάλαιο της εταιρείας Δ.
Επιπλέον και ενδεικτικά, σχέση σύνδεσης μεταξύ δύο νομικών προσώπων (έστω Α και Β) θεωρείται ότι υπάρχει και όταν κάποιο τρίτο πρόσωπο (έστω Γ) συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα με ποσοστό 33% και άνω τόσο στο κεφάλαιο τους ενός προσώπου (Α) όσο και στου δευτέρου προσώπου (Β), οπότε όλα τα πρόσωπα (Α, Β και Γ) θεωρούνται ως συνδεδεμένα.
Επίσης συνδεδεμένα πρόσωπα θεωρούνται και οι συγγενείς, ήτοι ο/η σύζυγος και οι ανιόντες/κατιόντες σε ευθεία γραμμή.
Συμμετοχή στη διοίκηση
Ενδεικτικές περιπτώσεις σχέσεων διοικητικής σύνδεσης και εξάρτησης σε ένα νομικό πρόσωπο προκύπτουν όταν:
- περισσότερο από το ήμισυ των μελών ΔΣ ή ένας ή περισσότεροι διευθύνοντες σύμβουλοι ή διαχειριστές του διορίζονται από κάποιο άλλο πρόσωπο,
- το ίδιο πρόσωπο ή πρόσωπα που συμμετέχουν στη διοίκηση του ενός προσώπου με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου ή του διαχειριστή, συμμετέχουν και στη διοίκηση του άλλου προσώπου με την ίδια ιδιότητα
- τρίτο πρόσωπο διορίζει και στα δύο νομικά πρόσωπα, περισσότερο από το ήμισυ των μελών ΔΣ ή έναν ή περισσότερους από τους διευθύνοντες συμβούλους ή διαχειριστές τους
Όσον αφορά στις σχέσεις άμεσου ή έμμεσου ελέγχου ή άσκησης καθοριστικής επιρροής ή δυνατότητας άσκησης καθοριστικής επιρροής αυτή υπάρχει όταν ενδεικτικά προκύπτουν ή διαπιστώνονται μία ή περισσότερες από τις κάτωθι καταστάσεις:
- το πρόσωπο (εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων) έχει δανείσει ή παρέχει εγγυήσεις για πιστώσεις του άλλου προσώπου και το ύψος του δανείου και των εγγυήσεων (αθροιστικά) υπερβαίνει το 50% του συνόλου του ενεργητικού του δανειολήπτη,
- τρίτο πρόσωπο (εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων) έχει δανείσει ή παρέχει εγγυήσεις για πιστώσεις και στα δύο πρόσωπα και το ύψος του δανείου και των εγγυήσεων (αθροιστικά) υπερβαίνει το 50% του συνόλου του ενεργητικού των δανειοληπτών,
- το ένα πρόσωπο προμηθεύει ή ορίζει τον/τους
προμηθευτές σε ποσοστό τουλάχιστον 90% των πρώτων και βοηθητικών υλών
που απαιτούνται για την παραγωγή του συνόλου των προϊόντων του άλλου
προσώπου και προκύπτει από σύμβαση (έγγραφη ή προφορική) ότι καθορίζει
τις τελικές τιμές πώλησης των προϊόντων. Η σχέση δικαιοπάροχου -
δικαιοδόχου σε περιπτώσεις συμβάσεων δικαιόχρησης (franchising) δεν
συνιστά από μόνη της σχέση σύνδεσης κατά την έννοια της περ. ζ' του
άρθρου 2 του ν.4172/2013,
Σημειώνεται ότι οι σχέσεις που
αναπτύσσονται στα πλαίσια συμβάσεων δικαιόχρησης (franchising) καθώς και
η σχέση αποκλειστικού ή κύριου προμηθευτή εμπορευμάτων ή παροχής
υπηρεσιών δεν συνιστούν από μόνες τους σχέσεις σύνδεσης.
Επίσης οι Κοινοπραξίες έχουν υποχρέωση για στις συναλλαγές τους με συνδεδεμένα πρόσωπα, ενώ η ως άνω υποχρέωση δεν καταλαμβάνει σε καμία περίπτωση φυσικά πρόσωπα, ανεξάρτητα εάν αυτά ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα (ατομική επιχείρηση) ή όχι, για τις συναλλαγές τους με άλλα συνδεδεμένα πρόσωπα.
Από την προηγηθείσα αναφορά στα συνδεδεμένα πρόσωπα, καταδεικνύεται η ανάγκη προσεκτικής εξέτασης της διάρθρωσης των επιχειρήσεων τόσο σε επίπεδο μετοχικό/εταιρικό όσο και στα πεδία της οικονομικής ή διοικητική εξάρτησης, προκειμένου να διαπιστωθούν με ασφάλεια οι σχετικές υποχρεώσεις τους, που απορρέουν από τη σχολιαζόμενη νομοθεσία.
3. Ποιες είναι οι υποχρεώσεις των συνδεμένων προσώπων που διενεργούν ενδοομιλικές συναλλαγές;
Καταρχήν οι επιχειρήσεις αυτές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι ενδοομιλικές συναλλαγές τους τηρούν την «αρχή των ίσων αποστάσεων» (arm’s length principle), που σημαίνει ότι οι συναλλαγές θα πρέπει να πραγματοποιούνται με τους ίδιους οικονομικούς ή εμπορικούς όρους, με αυτούς που θα ίσχυαν μεταξύ μη συνδεδεμένων προσώπων (ανεξαρτήτων επιχειρήσεων).
Στα πλαίσια αυτά οι εν λόγω επιχειρήσεις θα πρέπει σε ετήσια βάση να καταρτίζουν ΦΑΚΕΛΟ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ και να συντάσσουν και να υποβάλλουν ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΠΙΝΑΚΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ για τις ενδοομιλικές συναλλαγές που πραγματοποίησαν.
ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ
Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης (ΦΤ) των ενδοομιλικών συναλλαγών, αποτελεί προϊόν μιας σύνθετης, πολύ-επίπεδης και εξειδικευμένης μελέτης/εργασίας , καθόσον περιλαμβάνει στοιχεία που αφορούν τόσο στο γενικότερο περιβάλλον που δραστηριοποιείται η επιχείρηση όσο και στην επί μέρους διάρθρωση και δομή της επιχείρησης, με τελικό στόχο να αξιολογήσει και να αιτιολογήσει ότι οι πραγματοποιηθείσες ενδοομιλικές συναλλαγές τηρούν την αρχή των ίσων αποστάσεων.
Κατά τη διαδικασία τεκμηρίωσης, σε πολλές περιπτώσεις είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα απαιτηθεί η άντληση στοιχείων από έγκυρες Τράπεζες Πληροφοριών (βάσεις δεδομένων). Στην περίπτωση αυτή όμως, η σχετική αναζήτηση στοιχείων θα πρέπει να διενεργείται σε εκδόσεις των βάσεων δεδομένων που είναι διαθέσιμες κατά το διάστημα δύο μηνών πριν τη λήξη του φορολογικού έτους και έως την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Επομένως η κατάρτιση του φακέλου είναι μία ετήσια υποχρέωση που θα πρέπει να εξετάζεται έγκαιρα κατά το διάστημα έως την προθεσμία υποβολής της δήλωσης.
Ο ΦΤ καταρτίζεται σε ετήσια βάση έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, τηρείται στην έδρα του υπόχρεου καθ' όλο το χρονικό διάστημα, για το οποίο υφίσταται υποχρέωση διαφύλαξης των βιβλίων και στοιχείων του αντίστοιχου φορολογικού έτους και τέλος τίθεται στη διάθεση της Φορολογικής Διοίκησης οποτεδήποτε ζητηθεί από αυτή, το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος από τον υπόχρεο.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Ο Συνοπτικός Πίνακας Πληροφοριών (ΣΠΠ), αποτελεί ουσιαστικά μια σύνοψη του ΦΤ και πρέπει να υποβάλλεται σε ετήσια βάση στις φορολογικές αρχές μέχρι τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
4. Ποιες επιχειρήσεις είναι υπόχρεες σε τεκμηρίωση των ενδοομιλικών συναλλαγών τους και τι απαλλαγές προβλέπονται;
Στη συνέχεια παρατίθενται οι επιχειρήσεις που είναι υπόχρεες σε τεκμηρίωση, καθώς και αυτές που απαλλάσσονται όπως διαχρονικά ορίζονται από τη σχετική νομοθεσία, από το 2012 έως και σήμερα.
Υπόχρεες επιχειρήσεις
2012-2013
- Όλες οι ημεδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, για τις συναλλαγές τους με συνδεδεμένες επιχειρήσεις ή με μόνιμες εγκαταστάσεις τους (π.χ. υποκαταστήματα) στην αλλοδαπή.
- Οι μόνιμες εγκαταστάσεις αλλοδαπών επιχειρήσεων στην Ελλάδα (π.χ. τα υποκαταστήματα αλλοδαπής) για τις συναλλαγές τους με το κεντρικό και με τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις του κεντρικού τους στην αλλοδαπή.
2014 μέχρι και σήμερα- Όλα τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες, για τις συναλλαγές καθώς και τη μεταφορά λειτουργιών που πραγματοποιούν με άλλα συνδεδεμένα πρόσωπα, καθώς και για τις συναλλαγές τους και μεταφορές λειτουργιών με μόνιμες εγκαταστάσεις που διατηρούν στην αλλοδαπή (π.χ. υποκαταστήματα).
- Οι μόνιμες εγκαταστάσεις αλλοδαπών επιχειρήσεων στην Ελλάδα (π.χ. τα υποκαταστήματα αλλοδαπής), για τις συναλλαγές τους και τις μεταφορές λειτουργιών με το κεντρικό ή με τα συνδεδεμένα πρόσωπα του κεντρικού τους στην αλλοδαπή.
Απαλλασσόμενες επιχειρήσεις
2012-2013
- Οι εμποροβιομηχανικές εταιρείες που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα με τις διατάξεις του AN 89/1967
2014 μέχρι σήμερα
- Οι εμποροβιομηχανικές ημεδαπές και αλλοδαπές εταιρίες που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ΑΝ 89/1967
- Τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες, τα οποία απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος, βάσει των διατάξεων του ν.4172/2013 ή ειδικών διατάξεων νόμων
- Οι ατομικές επιχειρήσεις
- Οι εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ)
5. Ποια είναι τα είδη ενδοομιλικών συναλλαγών για τα οποία υπάρχει υποχρέωση τεκμηρίωσης και ποια εξαιρούνται;
Συναλλαγές με υποχρέωση τεκμηρίωσης
Στην υποχρέωση τεκμηρίωσης εντάσσονται όλες σχεδόν οι συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων ανεξαρτήτως φύσης, όπως αγορές και πωλήσεις πρώτων υλών, εμπορευμάτων, προϊόντων, παροχή και λήψη αμοιβών για υπηρεσίες, δικαιώματα (royalties), διοικητική υποστήριξη (management fees), μισθώματα, κατανομή δαπανών, και γενικότερα αμοιβές για άυλα περιουσιακά στοιχεία.
Επίσης συναλλαγές υποκείμενες σε τεκμηρίωση αποτελούν και οι μεταβιβάσεις εταιρικών μεριδίων και μετοχών καθώς και οι μεταβιβάσεις ακινήτων μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων.
Σημειωτέον ότι στην περίπτωση χρηματοοικονομικών συναλλαγών, αντικείμενο της τεκμηρίωσης αποτελούν οι δεδουλευμένοι τόκοι (χρεωστικοί/πιστωτικοί).
Περαιτέρω από το 2014, υποχρέωση τεκμηρίωσης υπάρχει και στην περίπτωση «μεταφοράς λειτουργιών, ήτοι σε κάθε επιχειρηματική αναδιάρθρωση (εγχώρια ή διασυνοριακή) λειτουργιών, περιουσιακών στοιχείων, κινδύνων ή και επιχειρηματικών ευκαιριών, την οποία πραγματοποιούν ή στην οποία εμπλέκονται συνδεδεμένα πρόσωπα με συνδεδεμένα κέρδη (π.χ. «απόσχιση» κλάδου).
Συναλλαγές που εξαιρούνται από την τεκμηρίωση
Τα μερίσματα που καταβάλλονται σε μετόχους καθώς και οι αμοιβές που λαμβάνουν τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων δεν αποτελούν ενδοομιλικές συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και επομένως δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της τεκμηρίωσης.
Περαιτέρω διαχρονικά η νομοθεσία προβλέπει απαλλαγές από την τεκμηρίωση για υπόχρεες επιχειρήσεις, όταν οι ενδοομιλικές συναλλαγές τους δεν υπερβαίνουν κάποια ποσοτικά όρια, ως ακολούθως:
2012
Συναλλαγές με μία ή περισσότερες συνδεδεμένες επιχειρήσεις, η αξία των οποίων αθροιστικά δεν υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής χρήσης για το σύνολο των συνδεδεμένων δεν υπερβαίνουν τα 5.000.000 ευρώ, ή
Συναλλαγές η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει αθροιστικά τις 200.000 ευρώ, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής χρήσης για το σύνολο των συνδεδεμένων υπερβαίνουν τα 5.000.000 ευρώ.
2013
Συναλλαγές με μία ή περισσότερες συνδεδεμένες επιχειρήσεις η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ, ανά κατηγορία συναλλαγής συνδεδεμένης.
2014 μέχρι και σήμερα
Συναλλαγές ή μεταφορά λειτουργιών, η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει αθροιστικά τις 100.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος, όταν ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου δεν υπερβαίνει τα 5.000.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος, ή
Συναλλαγές ή μεταφορά λειτουργιών η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει αθροιστικά τις 200.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος, όταν ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου υπερβαίνει τα 5.000.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος
6. Τι εξετάζει ο φορολογικός έλεγχος αναφορικά με τις ενδοομιλικές συναλλαγές;
Ο φορολογικός έλεγχος εξετάζει αρχικά, αν η επιχείρηση έχει υποβάλλει Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών (ΣΠΠ) και αν έχει καταρτίσει Φάκελο Τεκμηρίωσης (ΦΤ).
Στη συνέχεια διενεργεί έλεγχο στην πληρότητα και ορθότητα του ΣΠΠ και του ΦΤ και κυρίως επικεντρώνεται στην ουσία της τεκμηρίωσης των συναλλαγών που περιλαμβάνονται στον ΦΤ.
Εν κατακλείδι εξετάζεται εάν η επιχείρηση διεξήγαγε συναλλαγές με συνδεδεμένα πρόσωπα, με οικονομικούς ή εμπορικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα ίσχυαν μεταξύ μη συνδεδεμένων προσώπων (ανεξάρτητων επιχειρήσεων) ή μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και τρίτων, προκειμένου να εντοπίσει διαφορές οι οποίες θα αυξήσουν την φορολογική υποχρέωση της ελεγχόμενης επιχείρησης.
Η διερεύνηση και έλεγχος των συναλλαγών, τουλάχιστον για τις μεγάλες επιχειρήσεις, διενεργείται από ειδικό τμήμα φορολογικών ελεγκτών, το οποίο έχει αποκτήσει υψηλή πλέον εξειδίκευση και εμπειρία στο αντικείμενο.
Σε περίπτωση μη ύπαρξης Φακέλου Τεκμηρίωσης, η αξιολόγηση των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών διενεργείται από τον φορολογικό έλεγχο. Είναι προφανές ότι, σε περίπτωση μη κατάρτισης Φακέλου Τεκμηρίωσης, η θέση της ελεγχόμενης επιχείρησης απέναντι στον φορολογικό έλεγχο καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής και ευάλωτη, με ενδεχόμενες συνέπειες, πέραν των αυτοτελών υψηλών προστίμων και την εν γένει επαύξηση των φορολογικών της επιβαρύνσεων, λόγω προσδιορισμού διαφορών στις τιμές των ενδοομιλικών συναλλαγών.
7. Πως μπορεί να εξακριβωθεί η τήρηση η μη της «αρχής των ίσων αποστάσεων» από τις Ελεγκτικές Αρχές;
Αρχικά, όπως προαναφέρθηκε, γίνεται έλεγχος εφαρμογής των τυπικών κριτηρίων όπως είναι η υποβολή του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών καθώς και η ύπαρξη Φακέλου Τεκμηρίωσης των ενδοομιλικών συναλλαγών. Σε περίπτωση μη κάλυψης των τυπικών αυτών τεκμηρίων επιβάλλονται αρχικά τα αντίστοιχα αυτοτελή πρόστιμα, που προβλέπει η νομοθεσία.
Στη συνέχεια γίνεται έλεγχος επί της ουσίας των ενδοομιλικών συναλλαγών της επιχείρησης με στοιχεία που μπορεί να είναι είτε:
α) εσωτερικά στοιχεία, ήτοι στοιχεία τα οποία προκύπτουν από συγκρίσιμες συναλλαγές της ελεγχόμενης επιχείρησης με μια ανεξάρτητη επιχείρηση ή συγκρίσιμες συναλλαγές μιας συνδεδεμένης με την ελεγχόμενη επιχείρηση με μια ανεξάρτητη επιχείρηση και
β) εξωτερικά στοιχεία, ήτοι στοιχεία τα οποία προκύπτουν από συγκρίσιμες συναλλαγές μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων από την ελεγχόμενη επιχείρηση.
Ως συγκρίσιμες συναλλαγές νοούνται αυτές οι οποίες ταυτίζονται ή παρουσιάζουν ομοιότητα ως προς το αντικείμενο και τα άλλα χαρακτηριστικά τους και των οποίων οι τυχόν διαφορές στους ειδικότερους όρους δεν μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά το συμφωνούμενο τίμημα ή η επίδραση των διαφορών αυτών μπορεί να εξαλειφθεί μέσω κατάλληλων προσαρμογών.
Για την άντληση των συγκριτικών στοιχείων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιαδήποτε έγκυρη Τράπεζα Πληροφοριών (βάση δεδομένων). Η πιο διαδεδομένη βάση δεδομένων, την οποία χρησιμοποιούν και οι Ελληνικές φορολογικές αρχές, είναι η διεθνής βάση «Amadeus», η χρήση της οποίας από την επιχείρηση για την τεκμηρίωση των συναλλαγών της, αποτελεί ισχυρό στοιχείο αρτιότητας του Φακέλου Τεκμηρίωσης.
8. Ποιες είναι οι οικονομικές επιβαρύνσεις και οι παρεπόμενες επιπτώσεις σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την νομοθεσία περί ενδοομιλικών συναλλαγών;
Οι οικονομικές επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις από τις φορολογικές αρχές, λόγω μη συμμόρφωσής τους με την νομοθεσία περί ενδοομιλικών συναλλαγών, διαβαθμίζονται ανάλογα με το επίπεδο της παράβασης και τη διαχειριστική χρήση που αυτή αφορά. Οι παρεπόμενες επιπτώσεις είναι πολύ σοβαρές και αφορούν στον καταλογισμό προσθέτων επιβαρύνσεων, λόγω της αμφισβήτησης των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών από τις φορολογικές αρχές.
Η νομοθεσία διαχρονικά προβλέπει αυτοτελή πρόστιμα για τη μη υποβολή Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών (ΣΠΠ) καθώς και για τη μη κατάρτιση και μη διάθεση στις αρχές του Φακέλου Τεκμηρίωσης (ΦΤ). Περαιτέρω οι διαφορές που τυχόν θα διαπιστωθούν από τον έλεγχο, σχετικά με τις αξίες των ενδοομιλικών συναλλαγών, προσαυξάνουν τα φορολογητέα κέρδη (ή μειώνουν τη ζημιά) με αποτέλεσμα τον καταλογισμό επιπλέον φόρου εισοδήματος, προσαυξήσεων, προστίμων και τόκων.
Οι εν λόγω τελικές επιβαρύνσεις είναι δυνατόν να ανέλθουν σε πολύ υψηλά και πολλάκις δυσθεώρητα επίπεδα, τα οποία ενδέχεται να κλονίσουν σοβαρά την βιωσιμότητα μιας επιχείρησης.
Ειδικότερα για τη μη υποβολή ΣΠΠ προβλέπεται αυτοτελές πρόστιμο ύψους 0,1% επί των συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης, με ελάχιστο όριο προστίμου τις 2.500 € και μέγιστο όριο τις 10.000 €.
Υψηλότερο αυτοτελές πρόστιμο προβλέπεται επίσης και για τη μη διάθεση του ΦΤ στις αρχές, το οποίο, αναλόγως τη χρήση που ελέγχεται, κυμαίνεται από 10.000 € έως 20.000 €.
Σημειωτέον ότι σε περίπτωση υποτροπής εντός 5ετίας, τα πιο πάνω πρόστιμα πολλαπλασιάζονται με γεωμετρική πρόοδο, ήτοι στο διπλάσιο για την 1η υποτροπή και στο τετραπλάσιο για τη 2η υποτροπή.
Πέραν των πιο πάνω αυτοτελών προστίμων, η μη τεκμηρίωση των ενδοομιλικών συναλλαγών (με την κατάρτιση ΦΤ) παρέχει «πρόσφορο έδαφος» στις φορολογικές αρχές, να αξιολογήσουν μόνες τους τις αξίες των συναλλαγών, με πιθανότατο αποτέλεσμα να προσδιορίσουν διαφορές, δημιουργώντας πρόσθετη και ενδεχομένως σημαντική οικονομική επιβάρυνση στην επιχείρηση, η οποία θα βρίσκεται σε δυσμενή θέση και χωρίς αντίλογο, καθότι δεν θα έχει τεκμηριώσει από μόνη της τις συναλλαγές προκειμένου να έχει στοιχεία που θα της επιτρέπουν να αντιπαρατεθεί στις διαπιστώσεις του φορολογικού ελέγχου.
Οι όποιες διαφορές προσδιοριστούν από τον φορολογικό έλεγχο έχουν ως επίπτωση τον καταλογισμό επιπλέον φόρου εισοδήματος, προσαυξήσεων, προστίμων και τόκων.
Για να καταδείξουμε το ύψος του κινδύνου που ελλοχεύει σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, παρατίθεται στη συνέχεια ένα υποθετικό παράδειγμα:
Υποθέσεις
Έστω η εμπορική επιχείρηση Α είχε κατά τη χρήση 2013 τα ακόλουθα οικονομικά στοιχεία:
Ποσά σε € | |
Πωλήσεις | 3.000.000 |
Κόστος Πωλήσεων | 2.500.000 |
Μικτά Κέρδη | 500.000 |
Έξοδα Διοίκησης, Διάθεσης & Χρηματοοικονομικά | 300.000 |
Καθαρά Κέρδη προ Φόρου | 200.000 |
Η επιχείρηση δεν προσδιόρισε «λογιστικές διαφορές» και ο φόρος εισοδήματος υπολογίστηκε με τον ισχύοντα κατά το 2013 συντελεστή 26% επί των Κερδών προ Φόρου, ανερχόμενος στο ποσό των 52.000 € (200.000 Χ 26%)
Στο Κόστος Πωλήσεων, περιλαμβάνεται και κόστος 2.000.000 € το οποίο προέρχεται από αγορές από συνδεδεμένη επιχείρηση (ενδοομιλικές συναλλαγές).
Η επιχείρηση δεν έχει υποβάλλει Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών (ΣΠΠ), ούτε έχει καταρτίσει Φάκελο Τεκμηρίωσης (ΦΤ) για τις ενδοομιλικές συναλλαγές της.
Στην επιχείρηση κατά τη διάρκεια του 2018, διενεργείται φορολογικός έλεγχος για τη χρήση 2013.
Όπως είναι αναμενόμενο, ο έλεγχος διαπιστώνει την μη υποβολή ΣΠΠ και την μη κατάρτιση ΦΤ. Λόγω μη ύπαρξης τεκμηρίωσης στις ενδοομιλικές συναλλαγές, ο έλεγχος εξετάζει τις συναλλαγές και τελικά διαπιστώνει υπερτιμολόγηση ύψους 20% επί του συνόλου των ενδοομιλικών αγορών που έχουν ενσωματωθεί στο Κόστος Πωλήσεων.
Τα αποτελέσματα του ελέγχου οριστικοποιούνται τον Οκτώβριο 2018.
Αποτελέσματα ελέγχου
Με βάση τις πιο πάνω υποθέσεις και την ισχύουσα νομοθεσία, οι επιβαρύνσεις που καταλογίζονται από τον έλεγχο προσδιορίζονται ως ακολούθως:
Ποσά σε € | |
Πρόστιμο μη υποβολής ΣΠΠ | 2.500 |
Πρόστιμο μη υποβολής ΦΤ | 20.000 |
Κυρίως φόρος εισοδήματος, επί των διαφορών στις ενδοομιλικές συναλλαγές (400.000 Χ 26%) | 104.000 |
Πρόστιμο λόγω ανακρίβειας (50%) | 52.000 |
Τόκοι (για 54 μήνες) | 41.000 |
Σύνολο επιβαρύνσεων | 219.500 |
9. Τι ενέργειες θα πρέπει να κάνει η Διοίκηση μιας επιχείρησης που δεν έχει συμμορφωθεί, προκειμένου να μειώσει τους κινδύνους με το μικρότερο δυνατόν κόστος;
Είναι προφανές ότι επιχείρηση που δεν έχει συμμορφωθεί, θα πρέπει άμεσα να σπεύσει για την υποβολή εκπρόθεσμου Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών και βασικά να μεριμνήσει για την σύνταξη Φακέλου Τεκμηρίωσης, προκειμένου να είναι διαθέσιμος σε ενδεχόμενο έλεγχο.
Το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη υποβολή ΣΠΠ είναι σχετικά μικρό, ήτοι μόλις 100 € για τις χρήσεις 2012-2013 και από 500 € έως 2.000 € για τις χρήσεις από το 2014 και μετά.
Περαιτέρω η επιχείρηση θα πρέπει να αναθέσει σε εξειδικευμένους συμβούλους την κατάρτιση του Φακέλου Τεκμηρίωσης, του οποίου το κόστος εξαρτάται από τον όγκο και την πολυπλοκότητα των συναλλαγών.
Επισημαίνεται ότι από την διαδικασία τεκμηρίωσης που θα διενεργηθεί για την κατάρτιση του ΦΤ, η επιχείρηση θα αποκτήσει σοβαρά και στοιχειοθετημένα επιχειρήματα για αντιπαράθεση σε τυχόν αμφισβητήσεις από τον φορολογικό έλεγχο. Περαιτέρω εάν κατά την διαδικασία τεκμηρίωσης προκύψουν διαφορές στις τιμές των συναλλαγών, η επιχείρηση αφενός θα έχει την πλήρη γνώση τους και αφετέρου έχει τη δυνατότητα να τις δηλώσει οικειοθελώς, υποβάλλοντας τροποποιητική δήλωση, περιορίζοντας έτσι τις επιβαρύνσεις σε σύγκριση με τον καταλογισμό τους από ενδεχόμενο φορολογικό έλεγχο.
Για πληρέστερη κατανόηση του τελικού οφέλους που προκύπτει, διαφοροποιούμε το προηγηθέν παράδειγμα εισάγοντας τις ακόλουθες νέες υποθέσεις:
Η επιχείρηση Α υποβάλλει εκπρόθεσμα τροποποιητικό ΣΠΠ και καταρτίζει ΦΤ για τη χρήση 2013, τον Οκτώβρη 2018, καταβάλλοντας αμοιβές στους συμβούλους έστω 10.000 €.
Από την τεκμηρίωση που διενεργήθηκε κατά τη σύνταξη του ΦΤ, έστω ότι προκύπτουν διαφορές στις τιμές, ύψους 200.000 (δηλ. διαφορές στο 50% αυτών που θα προσδιόριζε ο έλεγχος σε περίπτωση μη ύπαρξης ΦΤ).
Για τις διαφορές η επιχείρηση υποβάλλει τον Οκτώβρη 2018 εκπρόθεσμη τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος για τη χρήση 2013.
Με βάση τις πιο πάνω υποθέσεις προκύπτουν οι ακόλουθες επιβαρύνσεις:
Ποσά σε € | |
Πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής ΣΠΠ | 100 |
Κυρίως φόρος διαφορών τεκμηρίωσης (200.000 Χ 26%) | 52.000 |
Πρόστιμο εκπρόθεσμης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος | 500 |
Τόκοι (για 54 μήνες) | 20.500 |
Αμοιβές συμβούλων | 10.000 |
Σύνολο επιβαρύνσεων | 83.100 |
Είναι εμφανές ότι οι επιβαρύνσεις στο τροποποιημένο παράδειγμα (83.100 €) είναι κατά πολύ μικρότερες από το αρχικό (219.500 €), ήτοι στα συγκεκριμένα παραδείγματα η επιβάρυνση για την, έστω και εκπρόθεσμη, συμμόρφωση ανέρχεται στο 1/3 της επιβάρυνσης λόγω μη συμμόρφωσης.
Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι επιβαρύνσεις που προκύπτουν από την μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις, που απορρέουν από την ισχύουσα νομοθεσία περί ενδοομιλικών συναλλαγών, είναι πολύ υψηλές και όπως προαναφέραμε σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να κλονίσουν σοβαρά την βιωσιμότητα μιας επιχείρησης.
Από την άλλη πλευρά το κόστος συμμόρφωσης, δηλαδή η υποβολή ΣΠΠ, η κατάρτιση ΦΤ και ενδεχομένως η υποβολή τροποποιητικής δήλωσης, αποδεικνύεται σημαντικά χαμηλότερο και κατά την άποψή μας αξίζει να εξεταστεί πολύ σοβαρά.
Η τεκμηρίωση των ενδοομιλικών συναλλαγών με την ύπαρξη Φακέλου Τεκμηρίωσης, με πολύ μικρότερο συγκριτικά κόστος, θωρακίζει την επιχείρηση έναντι των ελεγκτικών αρχών, που έχουν πλέον το βάρος απόδειξής περί μη εφαρμογής της «αρχής των ίσων αποστάσεων».
Ενδεικτικό της μεγάλης σημασίας που δίνουν οι ελεγκτικές Αρχές στον έλεγχο των ενδοομιλικών συναλλαγών είναι ότι στο Επιχειρησιακό Σχέδιο 2018 που εκπονήθηκε από τη ΑΑΔΕ περιλαμβάνονται προσδοκώμενα έσοδα και από τη διενέργεια ελέγχων των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών, με χρήση της βάσης AMADEUS.
Ένα νέο στοιχείο επίσης που καταδεικνύει τη σπουδαιότητα που δίνουν οι αρχές σε αυτό το θέμα, αποτελεί και η παροχή πρόσθετων στοιχείων, σχετικών με αυτές τις συναλλαγές, που απαιτούνται κατά τη συμπλήρωση από τις επιχειρήσεις των νέων εντύπων «Ε3» (Κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα) και «Ν» (Δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων), για το φορολογικό έτος 2017.
Ουσιαστικά με τις παραπάνω πρόσθετες απαιτήσεις ενισχύεται η σημασία του ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών. Επίσης καθίσταται πλέον πολύ επισφαλής η τυχόν μη παροχή ή η μη δήλωση στοιχείων που αφορούν σε συναλλαγές με συνδεδεμένες οντότητες αφού πλέον η ΑΑΔΕ διαθέτει σημαντική πληροφόρηση για να προσδιορίσει τις τυχόν τέτοιες παραλήψεις.
Συνεπώς οι Επιχειρήσεις για να αποφύγουν την επιβολή υψηλών προστίμων και γενικά επιβαρύνσεων, θα πρέπει αφενός να δηλώνουν την σύνδεσή τους με όλα τα συνδεδεμένα πρόσωπα οντότητες και φυσικά να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην υφίστανται αποκλίσεις στα δεδομένα που περιέχονται στα Έντυπα Ε3 και Ν, με εκείνα του Συνοπτικού Πίνακα Ενδοομιλικών Συναλλαγών καθώς και του σχετικού Φακέλου Τεκμηρίωσης.
Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο παρόν σημείωμα έχουν ως στόχο να παράσχουν μια γενική ενημέρωση και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επίλυση ειδικών θεμάτων. Για περισσότερες πληροφορίες και διευκρινίσεις, μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον συνεργάτη της ΘΕΣΙΣ ΑΕ που σας υποστηρίζει ή με τα γραφεία μας (th@thesissa.com, Τ: 2107292365-6) |
Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1136043 ΕΞ 2018 Φορολογική μεταχείριση εισοδήματος από πώληση αδιάθετων ακινήτων ατομικής επιχείρησης ανέγερσης και πώλησης οικοδομών μετά τη διακοπή των εργασιών της, καθώς και από την πώληση ακινήτων που είχαν ανεγερθεί με σκοπό την ιδιοχρησιμοποίηση ή ιδιοκατοίκηση
Αθήνα, 17 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1136043 ΕΞ2018/17-09-2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Ταχ. Δ/νση:Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Πληροφ.:Σ.Πίνη, Β.Δασουράς
Τηλέφωνο:210 3375315
Fax:210 3375001
E-Mail:d12.a@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
Με αφορμή προφορικά και γραπτά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου 21 του ν.4172/2013, ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα θεωρείται το σύνολο των εσόδων από τις επιχειρηματικές συναλλαγές μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις. Στα έσοδα από τις επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται και τα έσοδα από την πώληση των στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης, καθώς και το προϊόν της εκκαθάρισης της, όπως αυτά προκύπτουν στη διάρκεια του φορολογικού έτους. Το κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα προσδιορίζεται για κάθε φορολογικό έτος με βάση το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης, ο οποίος συντάσσεται σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία. Σε περίπτωση που η επιχείρηση εφαρμόζει Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, το κέρδος προσδιορίζεται αποκλειστικά σύμφωνα με τον πίνακα φορολογικών αποτελεσμάτων χρήσης. Για τους σκοπούς του άρθρου 21 ως «επιχειρηματική συναλλαγή» θεωρείται κάθε μεμονωμένη πράξη με την οποία πραγματοποιείται συναλλαγή ή και η συστηματική διενέργεια πράξεων στην οικονομική αγορά με σκοπό την επίτευξη κέρδους.
2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγράφου 23 του άρθρου 72 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι οι διατάξεις του νόμου αυτού για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα των οικοδομικών επιχειρήσεων εφαρμόζονται για ακίνητα για τα οποία η άδεια κατασκευής έχει εκδοθεί από την 1.1.2006 και μετά.
3. Επομένως, για πωλήσεις οικοδομών από 1.1.2014 και μετά, οι επιχειρήσεις ανέγερσης και πώλησης οικοδομών, εξάγουν λογιστικό αποτέλεσμα όταν η οικοδομική άδεια έχει εκδοθεί από 1.1.2006 και μετά, ενώ για πωληθέντα ακίνητα με ημερομηνία έκδοσης της άδειας μέχρι 31.12.2005 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν.2238/1994 (σχετ. η ΠΟΛ.1042/16.3.2016 εγκύκλιος).
4. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι στην περίπτωση των ατομικών επιχειρήσεων, το φυσικό πρόσωπο αποτελεί και τον μοναδικό φορέα της επιχείρησης αυτής, συνάγεται ότι όταν ατομική επιχείρηση ανέγερσης και πώλησης οικοδομών διακόπτει τις εργασίες της, τα εμπορεύσιμα αγαθά της, δηλαδή τα διαμερίσματα που δεν έχουν πωληθεί, παραμένουν στην κυριότητα του φυσικού προσώπου-εργολάβου και δεν θεωρείται ότι αποκτάται ακαθάριστο έσοδο για τον φορέα της. Το όποιο κέρδος (αξία πώλησης μείον κόστος κατασκευής) θα προκύψει μελλοντικά από την πώληση των πιο πάνω διαμερισμάτων και φορολογείται στο όνομα του φυσικού προσώπου ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν.4172/2013 και όχι με βάση τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν.2238/1994 (τεκμαρτός προσδιορισμός εισοδήματος) ανεξάρτητα από τον χρόνο έκδοσης της οικοδομικής άδειας.
5. Ομοίως, στην περίπτωση κατά την οποία ένας κατασκευαστής πολυκατοικιών, που ασκεί ατομική επιχείρηση με αντικείμενο εργασιών την πώληση ανεγειρόμενων διαμερισμάτων, αποφασίσει να κρατήσει ένα από τα διαμερίσματα που ανέγειρε προς πώληση (εμπορεύσιμα αγαθά της επιχείρησης) με σκοπό την επαγγελματική του εγκατάσταση (ιδιοχρησιμοποίηση) ή την ικανοποίηση στεγαστικών αναγκών του (ιδιοκατοίκηση) ή την εκμίσθωση η αξία της οικοδομής αυτής, δεν προσαυξάνει τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησής του, καθότι ελλείπει το στοιχείο του κέρδους. Το κέρδος που τυχόν θα προκύψει από την πώληση μελλοντικά του πιο πάνω διαμερίσματος αποτελεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα του άρθρου 21 του ν.4172/2013, για τον προσδιορισμό του οποίου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013, καθώς και τα όσα έχουν ειδικότερα διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ
ΠΟΛ.1175/2018 Μη επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης σε ποσά που χορηγήθηκαν ως έκτακτη παροχή στους δικαστικούς λειτουργούς και αφορούν τα έτη 2003 - 2007
Αθήνα , 17 Σεπτεμβρίου 2018
ΠΟΛ.1175/17-09-2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
I. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Α. Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α'
II. ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡ. ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Α'
ΤΜΗΜΑ Α'
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Β'
ΤΜΗΜΑ Ζ'
Ταχ. Δ/νση:Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Πληροφορίες:Β. Γιοβά
Τηλέφωνο:210.3375317-8
Fax:210.3375001
E-Mail:d12.a@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
ΠΟΛ 1175/2018
ΘΕΜΑ: Μη επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης σε ποσά που χορηγήθηκαν ως έκτακτη παροχή στους δικαστικούς λειτουργούς και αφορούν τα έτη 2003 - 2007.
Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 3986/2011, επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα εισοδήματα άνω των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ των φυσικών προσώπων, που προέκυψαν κατά τις διαχειριστικές χρήσεις 2010 έως και 2014 και δηλώνονται με τις δηλώσεις των αντίστοιχων οικονομικών ετών 2011-2015, ενώ με το άρθρο 52 του ν. 4305/2014 ορίστηκε ότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης φυσικών προσώπων του άρθρου 29 του ν. 3986/2011, επιβάλλεται και στα εισοδήματα που αποκτώνται κατά τα φορολογικά έτη 2015 και 2016.
2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 5 του ν. 3620/2007 ορίζεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζεται το ύψος, ο χρόνος, ο τρόπος και οι όροι καταβολής έκτακτης παροχής προς τους δικαστικούς λειτουργούς, καθώς και τα μέλη του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εν ενεργεία και συνταξιούχους, όλων των βαθμίδων. Η έκτακτη αυτή παροχή θα καταβληθεί τμηματικά σε μια πενταετία και θα υπολογιστεί με βάση μηνιαίο βασικό μισθό των Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων της Χώρας, ύψους 4.072 ευρώ για το πρώτο και 3.994 ευρώ για τα λοιπά έτη και τους συντελεστές, τις προσαυξήσεις και τα χρονοεπιδόματα των μηνιαίων βασικών μισθών των δικαστικών λειτουργών και των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ανά βαθμό, όπως ορίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 29 (παρ. 1), 30 (παρ. Α1 και Β), 31, 32 και 33 (παρ. Α1, Β και Γ) του ν. 3205/ 2003. Η παροχή αυτή φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου 25%, δεν υπόκειται σε καμία άλλη κράτηση και είναι ανεξάρτητη από το εκάστοτε ισχύον ειδικό μισθολόγιο των δικαστικών λειτουργών. Η καταβολή της ανωτέρω παροχής ουδεμία αξίωση μπορεί να δημιουργήσει σε βάρος των ασφαλιστικών οργανισμών επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας.
3. Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 3620/2007, εκδόθηκε η ΚΥΑ 2/1601/0022/2008 (Β'149) των Υπουργών Οικονομίας, Οικονομικών και Δικαιοσύνης «Καταβολή έκτακτης παροχής στους δικαστικούς λειτουργούς, στα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), εν ενεργεία και συνταξιούχους όλων των βαθμίδων», με την οποία, μεταξύ άλλων, ορίστηκαν οι δόσεις καταβολής της έκτακτης παροχής στους δικαιούχους ως εξής:
Η 1η δόση το βραδύτερο μέχρι 31.1.2008 για τους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 22.2.2008 για τους συνταξιούχους, η 2η την 5.5.2008, η 3η την 1.7.2009, η 4η την 1.7.2010 και τέλος η 5η δόση την 1.7.2011.
Στην συνέχεια με την ΥΑ 2/38031/0022/2010 (Β'898) τροποποιήθηκε η πιο πάνω ΚΥΑ και μετατέθηκε η τέταρτη και πέμπτη δόση ως εξής:
Για τους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς α) Η τέταρτη (4η) δόση την 1.11.2012, β) Η πέμπτη (5η) δόση την 1.11.2013. και για τους συνταξιούχους
α) Η τέταρτη (4η) δόση με την σύνταξη του Νοεμβρίου 2012, β) Η πέμπτη (5η) δόση με τη σύνταξη του Νοεμβρίου 2013.
Κατόπιν, με την υποπαράγραφο Γ.1 εδάφιο 39 του ν. 4093/2012 (Α' 222), ορίστηκε ότι η καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της έκτακτης παροχής θα πραγματοποιηθεί ως εξής:
α) Η τέταρτη (4η) δόση τον Μάρτιο του 2013, β) Η πέμπτη (5η) δόση τον Μάρτιο του 2014, γ) Η πέμπτη (5η) δόση για τους συνταξιούχους τον Νοέμβριο του 2014.
Εν τέλει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4109/2013, η καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της έκτακτης παροχής στους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, πραγματοποιήθηκε ως εξής: α) Η τέταρτη (4η) δόση έως την 31η Ιανουαρίου του 2013, β) Η πέμπτη (5η) δόση το Μάρτιο του 2014, γ) Η πέμπτη (5η) δόση για τους συνταξιούχους δικαστικούς λειτουργούς και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους θα καταβληθεί το Νοέμβριο του 2014.
Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, τελικά τα ποσά καταβλήθηκαν κατά τα έτη 2008, 2009, 2013 και 2014 και περιλήφθηκαν στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που υποβλήθηκαν τα έτη 2009, 2010, 2014 και 2015.
4. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 46 του ν. 2238/1994 (προηγούμενος ΚΦΕ), όπως ισχύαν μετά την τροποποίησή τους με την περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3842/2010 για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2010 και μετά, οριζόταν ότι ειδικά, προκειμένου για αποδοχές και συντάξεις, που καταβάλλονται σε έτος μεταγενέστερο από το έτος στο οποίο ανάγονται σε μισθωτούς ή συνταξιούχους, με βάση νόμο, δικαστική απόφαση ή συλλογική σύμβαση, χρόνος απόκτησής τους δύναται να θεωρείται και ο χρόνος στον οποίο εισπράττονται από τους δικαιούχους. Σε περίπτωση επιλογής φορολόγησης κατά το χρόνο είσπραξής τους εφαρμόζονταν οι διατάξεις της περίπτωσης δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του ν. 2238/1994. Το εδάφιο που αντικαταστάθηκε και συνεπώς ίσχυε κατά τα κρινόμενα έτη 2008 και 2009, είχε ως εξής: «Ειδικά, προκειμένου για αποδοχές και συντάξεις, που καταβάλλονται σε έτος μεταγενέστερο από το έτος στο οποίο ανάγονται σε μισθωτούς ή συνταξιούχους, με βάση νόμο, δικαστική απόφαση ή συλλογική σύμβαση, χρόνος απόκτησης τους θεωρείται ο χρόνος στον οποίο εισπράττονται από τους δικαιούχους.»
5. Συνεπώς, όταν άρχισαν να καταβάλλονται αυτά τα εισοδήματα κατά το έτος 2008, όπου ίσχυε η προγενέστερη μορφή του εδαφίου αυτού, έπρεπε να είχαν δηλωθεί στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων των ετών που εισπράχθηκαν. Εξάλλου, πρόκειται για αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήματα που διέπονται από ειδικές διατάξεις, για τα οποία δεν θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι διατάξεις της περίπτωσης δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του ν. 2238/1994, οι οποίες προέβλεπαν ότι «δεν θεωρείται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και δεν υπόκειται σε φόρο ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) από τις κάθε είδους καθαρές αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές, αποζημιώσεις και συντάξεις που καταβάλλονται αναδρομικά, σε έτος μεταγενέστερο από το έτος στο οποίο ανάγονται, σε μισθωτούς ή συνταξιούχους με βάση νόμο, δικαστική απόφαση ή συλλογική σύμβαση, καθώς και από δεδουλευμένες καθαρές αποδοχές που εισπράττει καθυστερημένα ο δικαιούχος, σε έτος μεταγενέστερο από το έτος στο οποίο ανάγονται, λόγω έκδηλης οικονομικής αδυναμίας του εργοδότη του και εφόσον έγινε επίσχεση της εργασίας από τους μισθωτούς ή αν ο εργοδότης κηρύχτηκε σε κατάσταση πτώχευσης».
7. Στη συνέχεια, με την υπ' αριθμ. ΣτΕ 295/2017 (Τμ. Β' - 7μ.) Απόφαση κρίθηκε ότι «...η ως άνω έκτακτη παροχή, η οποία προβλέφθηκε να εξοφληθεί στις προμνημονευθείσες πέντε δόσεις, έχει τον χαρακτήρα αναδρομικών αποδοχών των δικαστικών λειτουργών από την άσκηση του λειτουργήματός τους. Επομένως, ανεξάρτητα από το πότε εισπράττεται η κάθε δόση, ανάγεται πάντως στο χρονικό διάστημα από 1.1.2003-31.12.2007 (εξ ου άλλωστε και υπολογίζεται με βάση το βασικό μισθό/συνταξιοδοτική κλίμακα καθενός στο χρονικό διάστημα από 1.1.2003-31.12.2007, χορηγείται μόνον κατόπιν υποβολής υπευθύνου δηλώσεως περί παραιτήσεως από κάθε άλλη αξίωση για το εν λόγω διάστημα κ.λπ.) (110, 261/2016 αποφάσεις Ειδικού Δικαστηρίου άρθρου 88 παρ. 2 Συντάγματος). Άλλωστε, ο νομοθέτης δεν όρισε την εν λόγω έκτακτη παροχή της παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3620/2007 ως φορολογητέο εισόδημα των χρήσεων κατά τις οποίες εισπράττονται οι παραπάνω δόσεις (πρβλ. ΣτΕ 974, 1783, 4040, 4350/1995, 2605, 5988/1996 κ.ά.). Συνεπώς, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο εισπράχθηκε, δεν πρόκειται, σύμφωνα με όσα προαναφέρονται στη σκέψη 5, για εισόδημα που προέκυψε, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011, κατά το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) και δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο και βάση επιβολής της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που προβλέπεται από αυτήν...».
8. Μετά από όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και σε συμμόρφωση με την υπ' αριθμ. 295/2017 (Τμ. Β' - 7μ.) απόφαση του ΣτΕ,, σας γνωρίζουμε ότι τα ποσά που χορηγήθηκαν κατά τα έτη 2013 και 2014 στους δικαστικούς λειτουργούς ως έκτακτη παροχή της παραγράφου 9 του άρθρου 5 του ν. 3620/2007, τα οποία αφορούν έτη πριν από το έτος έναρξης επιβολής της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν.3986/2011 (έτη 2003 - 2007), δεν υπάγονται σε αυτήν, ακόμη κι αν εισπράχθηκαν και περιλήφθηκαν σε φορολογικές δηλώσεις μεταγενέστερων ετών, στων οποίων τα εισοδήματα είχε αρχίσει να επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
9. Τα παραπάνω ισχύουν χωρίς να εξετάζεται η εφαρμογή των διατάξεων περί παραγραφής, καθόσον οι φορολογούμενοι δεν ανακαλούν φορολογητέα ύλη. Άλλωστε, με την ΠΟΛ.1114/22.7.2016 εγκύκλιο, με την οποία έγινε αποδεκτή η υπ' αριθμ. 14/2016 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η τροποποιητική δήλωση του άρθρου 19 του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) περιλαμβάνει τόσο τη συμπληρωματική όσο και την ανακλητική δήλωση των άρθρων 62 παρ.1 και 61 παρ.4 του ν.2238/1994 και ότι η προθεσμία για την υποβολή της τροποποιητικής δήλωσης του άρθρου 19 του ν.4174/2013 εφαρμόζεται μόνο όταν αυτή λειτουργεί ως ανακλητική. Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, δεν πραγματοποιείται ούτε συμπλήρωση φορολογητέου εισοδήματος, καθόσον δεν αλλάζει κανένα από τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στις δηλώσεις των φορολογούμενων, το εισόδημά τους παραμένει ίδιο, απλώς επαναυπολογίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση εισφορά για αυτό.
10. Οι φορολογούμενοι που εμπίπτουν στην πιο πάνω περίπτωση, δύνανται να προσέλθουν στις Δ.Ο.Υ., το αργότερο μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2018 και με έγγραφο αίτημά τους να ζητήσουν τη διαγραφή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που υπολογίστηκε πάνω στη πιο πάνω έκτακτη παροχή για τα έτη 2013 και 2014. Η ικανοποίηση του εγγράφου αιτήματος των δικαστικών λειτουργών θα πραγματοποιηθεί με υποβολή τροποποιητικής δήλωσης από τις Δ.Ο.Υ., διαγράφοντας τα συμπληρωμένα ποσά που αφορούν στα συγκεκριμένα εισοδήματα από τους κωδικούς 659-660 του εντύπου Ε1 και μεταφέροντάς τα στους κωδικούς 657-658 της δήλωσης, τα ποσά των οποίων δεν προσμετρούνται στον υπολογισμό της εισφοράς. Κατόπιν εκδίδεται από τις Δ.Ο.Υ. νέα πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου (εκκαθαριστικό σημείωμα), κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ΚΦΔ, η οποία δεν θα περιλαμβάνει εισφορά για τα εισοδήματα της παραγράφου 9 του άρθρου 5 του ν. 3620/2007, χωρίς την επιβολή κυρώσεων, εφόσον το αίτημα υποβληθεί μέχρι την πιο πάνω προθεσμία.
11. Το αίτημα πρέπει να συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση με την οποία θα βεβαιώνει ο φορολογούμενος ότι δεν έχει ασκηθεί ενδικοφανής ή δικαστική προσφυγή. Ως προς την αντιμετώπιση εκκρεμών υποθέσεων, ισχύουν τα ακόλουθα:
α) Αν έχει ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή που εκκρεμεί, η Δ.Ο.Υ. ακολουθεί την παραπάνω διαδικασία, εφόσον υποβληθεί από τον φορολογούμενο δήλωση παραίτησης από την ασκηθείσα ενδικοφανή προσφυγή.
β) Αν έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα δικαστική προσφυγή που εκκρεμεί, η Δ.Ο.Υ. επίσης ακολουθεί την παραπάνω διαδικασία, εφόσον ο φορολογούμενος προσκομίσει δήλωση παραίτησης από το δικόγραφο και από το δικαίωμα της εκκρεμούς δικαστικής προσφυγής του ως προς όλα τα κεφάλαια και αιτήματά της, η οποία κατατέθηκε στο δικαστήριο.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΑΑΔΕ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Κ.Υ.Α. αριθμ. Δ11/Γ/18233/9080/2018 Καθορισμός τέλους διαδρομής και τέλους τερματικής εξυπηρέτησης έτους 2018 και ρυθμίσεις απαλλαγών
Αριθμ. Δ11/Γ/18233/9080/09-09-2018
(ΦΕΚ Β' 4055/17-09-2018)
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ-ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπόψη:
13. Τις διατάξεις του π.δ. 123/4-11-2016 «περί ανασύστασης και μετονομασίας του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύστασης του Υπουργείου Τουρισμού, σύστασης Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασίας Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (ΦΕΚ Α΄/208/ 4-11-2016)
β) Τα τέλη τερματικής εξυπηρέτησης για συγκεκριμένη πτήση εντός της συγκεκριμένης ζώνης χρέωσης ισούνται με το γινόμενο της τιμής μονάδος επί τις μονάδες τερματικής εξυπηρέτησης για τη συγκεκριμένη πτήση. γ) Η μονάδα τερματικής εξυπηρέτησης ισούται με τον συντελεστή βάρους κάθε αεροσκάφους.
β) οι μεικτές πτήσεις VFR/IFR (εξ όψεως και με όργανα) στις ζώνες χρέωσης, στις οποίες οι πτήσεις εκτελούνται αποκλειστικά εξ όψεως και όπου δεν εισπράττεται τέλος για τις πτήσεις εξ όψεως·
γ) οι πτήσεις που εκτελούνται αποκλειστικά για τη μεταφορά, στο πλαίσιο επίσημης αποστολής, βασιλεύοντος μονάρχη και του στενού οικογενειακού κύκλου του, αρχηγών κρατών, αρχηγών κυβερνήσεων και υπουργών· σε όλες τις περιπτώσεις, η εν λόγω εξαίρεση πρέπει να τεκμηριώνεται με το κατάλληλο δηλωτικό ή παρατήρηση στο σχέδιο πτήσης.
δ) οι πτήσεις έρευνας και διάσωσης που έχουν εξουσιοδοτηθεί από τον ενδεδειγμένο αρμόδιο φορέα.
ε) στρατιωτικές πτήσεις που εκτελούνται με ελληνικά στρατιωτικά αεροσκάφη ή στρατιωτικά αεροσκάφη άλλων χωρών, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας·
στ) οι εκπαιδευτικές πτήσεις που εκτελούνται αποκλειστικά για την κτήση πτυχίου, ή τη βαθμολόγηση πληρώματος θαλάμου διακυβέρνησης, όταν αυτό τεκμηριώνεται με κατάλληλη σημείωση στο σχέδιο πτήσης· οι πτήσεις αυτές πρέπει να εκτελούνται αποκλειστικά εντός του εναέριου χώρου του αντίστοιχου κράτους μέλους και να μην χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών ή/και φορτίου, ούτε για τη μετακίνηση ή την αυτομεταφορά του αεροσκάφους·
ζ) οι πτήσεις που εκτελούνται αποκλειστικά για τον έλεγχο ή τη δοκιμή εξοπλισμού που χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως αεροναυτιλιακό βοήθημα εδάφους, εξαιρουμένων των πτήσεων για τη μετακίνηση των σχετικών αεροσκαφών·
η) οι πτήσεις που τερματίζονται στον αερολιμένα από τον οποίο απογειώθηκε το αεροσκάφος και κατά τη διάρκεια των οποίων δεν πραγματοποιήθηκε ενδιάμεση προσγείωση·
θ) οι πτήσεις εξ όψεως (VFR).
Ελληνικό, 9 Αυγούστου 2018
Οι Υπουργοί
Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
Υποδομών και Μεταφορών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ
Αριθμ. 31106/Δ1/10750/2018 Σύσταση Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του άρθρου 21 του ν. 4369/2016 του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)
Αριθμ. 31106/Δ1/10750/07-08-2018
(ΦΕΚ Β' 3987/14-09-2018)
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Του άρθρου 21 του ν. 4369/2016, «Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, βαθμολογική διάρθρωση θέσεων, συστήματα αξιολόγησης, προαγωγών και επιλογής προϊσταμένων (διαφάνεια αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης) και άλλες διατάξεις» (Α' 33).
β) Του ν. 3528/2007 (Α' 26) «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.», όπως ισχύουν.
γ) Των άρθρων 13, 14 και 15 του ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 45).
δ) Του ν. 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού συστήματος Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις» (Α 85), όπως ισχύει.
ε) Του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Α΄ 168).
στ) Του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 116).
ζ) Του π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 210).
η) Της αριθμ. οικ.44549/Δ9.12193/8-10-2015 κοινής απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αναστάσιο Πετρόπουλο» (Β 2169), όπως ισχύει.
2. Την αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.32.14/ 753/οικ.7513/2017 εγκύκλιο του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης «ν. 4369/2016 (ΦΕΚ Α' /33) ΜΕΡΟΣ Β' ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ Αξιολόγηση, Στοχοθεσία, Κοινωνική λογοδοσία και συμμετοχή» (ΑΔΑ ΨΩ5Κ465ΧΘΨ-ΠΥΒ).
3. Το αριθ. 718177/5-6-2018 έγγραφο του ΕΦΚΑ.
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ούτε του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ,
αποφασίζουμε:
Τη σύσταση στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.ΚΑ.) Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του άρθρου 21 του ν. 4369/2016 για το τακτικό και ιδιωτικού δικαίου διοικητικό προσωπικό η οποία αποτελείται από:
1. Τον προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης ΕΦΚΑ, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης του ΕΦΚΑ.
2. Έναν προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης του ΕΦΚΑ, ως τακτικό μέλος, με αναπληρωτή προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης,ομοίως.
3. Έναν προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης που προέρχεται από άλλο Υπουργείο ή φορέα ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του που προέρχεται από άλλο φορέα Η επιλογή των μελών της Επιτροπής από τον ΕΦΚΑ, εκτός του Προέδρου, γίνεται με δημόσια κλήρωση.
Για την επιλογή των μελών που προέρχονται από άλλο Υπουργείο ή φορέα διενεργείται υποχρεωτικά δημόσια κλήρωση μεταξύ τουλάχιστον πέντε (5) υποψηφίων που προέρχονται από πέντε (5) διαφορετικούς φορείς
Στην Επιτροπή μετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου:
Α. Δύο (2) αιρετοί εκπρόσωποι των μονίμων υπαλλήλων ή των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (Ι.Δ.Α.Χ.) του οικείου φορέα.
Β. Ένας εκπρόσωπος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου ή Συλλόγου ή Σωματείου, του οποίου ο αξιολογούμενος είναι μέλος, ύστερα από αίτηση του τελευταίου. Γραμματέας της Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης ορίζεται υπάλληλος της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού.
2. Έργο της Επιτροπής είναι η αξιολόγηση των ενστάσεων του άρθρου 20 του ν. 4369/2016, καθώς και των εξαιρετικών επιδόσεων κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 5 και 12 του άρθρου 17, στις παραγράφους 5 και 11 του άρθρου 18 και στην παράγραφο 4 του άρθρου 16 του ίδιου νόμου.
3. Αν η Επιτροπή κληθεί να αξιολογήσει ενστάσεις ή τις εξαιρετικές επιδόσεις υπαλλήλων ή προϊσταμένων που έχουν αξιολογηθεί από μέλος της Επιτροπής, το συγκεκριμένο μέλος κωλύεται να συμμετάσχει στην εξέταση του εν λόγω θέματος από την Επιτροπή και τη θέση του παίρνει ο αναπληρωτής του.
Η θητεία των μελών της Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης είναι διετής.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 7 Αυγούστου 2018
Ο Υφυπουργός
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1136426 ΕΞ 2018 Διευκρινίσεις σχετικά με τη μη επιβολή τέλους επιτηδεύματος στους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας για τα πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών τους
Αθήνα, 17 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθ. Πρωτ.:ΔΕΑΦ 1136426 ΕΞ2018/17-09-2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β'
Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:Ε. Καπούτσου
Τηλέφωνο:210 - 3375312
Fax:210 - 3375001
E-Mail:d12.b@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
ΘΕΜΑ: Διευκρινίσεις σχετικά με τη μη επιβολή τέλους επιτηδεύματος στους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας για τα πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών τους.
Περαιτέρω με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 14 του ίδιου πιο πάνω νόμου ορίζεται ότι ανάλογα με τον ειδικότερο σκοπό τους, οι Κοιν.Σ.Επ. διακρίνονται στις εξής κατηγορίες: α) Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης, οι οποίες διακρίνονται σε δύο υποκατηγορίες: αα) Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων, αβ) Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ειδικών Ομάδων, και β) Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικής και Κοινωνικής ωφέλειας, ενώ με την υποπερ. αγ' της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 14 ορίζεται ότι οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) του άρθρου 12 του ν.2716/1999, θεωρούνται αυτοδικαίως Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Ένταξης.
α) Οι σχετικές διατάξεις για την εξαίρεση από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος των Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας υπό τις ρητώς οριζόμενες μορφές ισχύουν από 31.10.2016, ήτοι για φορολογικά έτη 2016 και επόμενα. Η εξαίρεση για το εν λόγω φορολογικό έτος αφορά στο συνολικό ποσό του τέλους επιτηδεύματος χωρίς να γίνεται αναλογική μείωσή του με βάση τους μήνες του φορολογικού έτους 2016 για τους οποίους ήταν σε ισχύ η σχετική διάταξη.
β) Στους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας που εξαιρούνται από την επιβολή τέλους επιτηδεύματος εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών τους περιλαμβάνονται, εκτός από τις Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις που περιγράφονται στο άρθρο 14 του ν.4430/2016 και τους Συνεταιρισμούς Εργαζομένων που περιγράφονται στο άρθρο 24 του ίδιου νόμου, και οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης του άρθρου 12 του ν.2716/1999, καθόσον με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.4430/2016 ορίζεται ρητά ότι οι εν λόγω Συνεταιρισμοί θεωρούνται αυτοδικαίως Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Ένταξης.
γ) Η εξαίρεση από το τέλος επιτηδεύματος καταλαμβάνει τους φορείς με τις πιο πάνω μορφές που είναι εγγεγραμμένοι στο Γενικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας του ν.4430/2016, ενώ ειδικά για το φορολογικό έτος 2016 η εν λόγω εξαίρεση καταλαμβάνει φορείς με τη μορφή Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων και Συνεταιρισμών Εργαζομένων που ήταν εγγεγραμμένοι στο Γενικό Μητρώο Κοινωνικής Οικονομίας του ν.4019/2011 και εξακολουθούσαν να είναι εγγεγραμμένοι, από την έναρξη ισχύος του ν.4430/2016, ήτοι από 31.10.2016 και μετά, και στο Γενικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, καθόσον νέοι φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας δεν είχαν πιστοποιηθεί εντός του 2016 στο Γενικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας του ν.4430/2016 (σχετ. το αριθ. πρωτ.1402/Δ5.35/2.2.2017 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης). Προκειμένου για τη διαγραφή του τέλους επιτηδεύματος που βεβαιώθηκε στους ως άνω φορείς για το φορολογικό έτος 2016 απαιτείται η προσκόμιση στη Δ.Ο.Υ. της βεβαίωσης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που αναφέρεται στην περ. κζ' της παρ. 3 του Κεφαλαίου Α' της ΠΟΛ.1030/2017 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. για τον τύπο και το περιεχόμενο των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2016.
δ) Η χρονική περίοδος των πέντε (5) ετών ξεκινάει από την ημερομηνία πρώτης έναρξης των εν λόγω προσώπων και για το φορολογικό έτος 2016 είναι αυτά που έκαναν έναρξη μετά την 31.10.2011. Ως ημερομηνία πρώτης έναρξης των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης του άρθρου 12 του ν.2716/1999 θεωρείται η ημερομηνία της αρχικής έναρξής τους, ανεξάρτητα από τη μεταγενέστερη εγγραφή τους στο Γενικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας ως Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων Ένταξης.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Αριθμ. ΔΔΘΕΚΑ Δ 1132330 ΕΞ 2018 Επέκταση Καταστήματος Αφορολογήτων, Αδασμολόγητων και Φορολογημένων Ειδών της Κ.Α.Ε.Α.Ε. στον Λιμένα Κέρκυρας
Αριθμ. ΔΔΘΕΚΑΔ 1132330 ΕΞ2018/07-09-2018
β) του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του ν. 4389/2016 (Α'94) και ειδικότερα του άρθρου 7, της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και του άρθρου 41 αυτού.
γ) του άρθρου 17 του π.δ. 86/1979 (Α'17). «Περί συστάσεως ιδιορρύθμου Ανωνύμου Εταιρείας δια την εκμετάλλευσιν καταστημάτων πωλήσεως αφορολογήτων και αδασμολόγητων ειδών και εγκαταστάσεως και λειτουργίας τούτων εις τα σημεία εξόδου επιβατών εξωτερικού».
δ) του άρθρου 120 παρ. 4 του ν. 2533/97 (Α'228) «Χρηματιστηριακή Αγορά Παραγώγων και Άλλες Διατάξεις».
ε) την από 30-12-1997 Σύμβαση Παραχώρησης που υπεγράφη από το Ελληνικό Δημόσιο και την εταιρεία «Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών Α.Ε.», καθώς και την από 22-3-2013 τροποποίηση αυτής.
στ) της αριθμ. Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 (Β'968) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
Υπόθεση C-41/17 Οδηγία 92/85/ΕΟΚ – Άρθρα 4, 5 και 7 – Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων – Γαλουχούσα εργαζομένη – Νυκτερινή εργασία – Εργασία κατά βάρδιες η οποία εκτελείται εν μέρει σε νυκτερινό ωράριο – Αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας – Μέτρα πρόληψης – Αμφισβήτηση από την ενδιαφερόμενη εργαζομένη – Οδηγία 2006/54/ΕΚ – Άρθρο 19 – Ίση μεταχείριση – Δυσμενής διάκριση λόγω φύλου – Βάρος αποδείξεως
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 19ης Σεπτεμβρίου 2018 «Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 92/85/ΕΟΚ – Άρθρα 4, 5 και 7 – Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων – Γαλουχούσα εργαζομένη – Νυκτερινή εργασία – Εργασία κατά βάρδιες η οποία εκτελείται εν μέρει σε νυκτερινό ωράριο – Αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας – Μέτρα πρόληψης – Αμφισβήτηση από την ενδιαφερόμενη εργαζομένη – Οδηγία 2006/54/ΕΚ – Άρθρο 19 – Ίση μεταχείριση – Δυσμενής διάκριση λόγω φύλου – Βάρος αποδείξεως»
Στην υπόθεση C‑41/17,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ανώτερο Δικαστήριο της Γαλικίας, Ισπανία) με απόφαση της 30ής Δεκεμβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 25 Ιανουαρίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης
Isabel González Castro
κατά
Mutua Umivale,
Prosegur España SL,
Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),
συγκείμενο από τους J. L. da Cruz Vilaça, πρόεδρο τμήματος, E. Levits, A. Borg Barthet, M. Berger και F. Biltgen (εισηγητή), δικαστές,
γενική εισαγγελέας: E. Sharpston
γραμματέας: L. Carrasco Marco, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 22ας Φεβρουαρίου 2018,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– το Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS), εκπροσωπούμενο από τις P. García Perea και M. A. Lozano Mostazo,
– η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον S. Jiménez García,
– η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και D. Klebs,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις S. Pardo Quintillán και A. Szmytkowska,
αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 26ης Απριλίου 2018,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση) (ΕΕ 2006, L 204, σ. 23), καθώς και των άρθρων 4, 5 και 7 της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (ΕΕ 1992, L 348, σ. 1).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Isabel González Castro, αφενός, και του Mutua Umivale (στο εξής: ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale), της εργοδότριάς της, Prosegur España SL (στο εξής: Prosegur) και του Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS) (Εθνικού Ιδρύματος Κοινωνικής Ασφαλίσεως, Ισπανία) (στο εξής: INSS), αφετέρου, σχετικά με την άρνηση των τελευταίων να αναστείλουν τη σύμβαση εργασίας της πρώτης και να της χορηγήσουν επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
Η οδηγία 92/85
3 Η πρώτη, η όγδοη, η ένατη, η δέκατη, η ενδέκατη και η δέκατη τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 92/85 έχουν ως εξής:
«[έχοντας υπόψη] ότι το άρθρο 118 Α της συνθήκης [ΕΟΚ] προβλέπει ότι το Συμβούλιο θεσπίζει, με οδηγίες, τις ελάχιστες προδιαγραφές για να προωθήσει την καλυτέρευση ιδίως του χώρου της εργασίας, για να προστατεύσει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων·
[...]
ότι οι έγκυοι, λεχώνες ή γαλουχούσες εργαζόμενες πρέπει να θεωρούνται, από πολλές απόψεις, ως ομάδα ειδικών κινδύνων και ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια τους·
ότι η προστασία των εγκύων, των λεχώνων και των γαλουχουσών εργαζομένων δεν πρέπει να καθιστά μειονεκτική τη θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας και δεν πρέπει να θίγει τις οδηγίες περί ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών·
ότι ορισμένες δραστηριότητες είναι δυνατόν να αποτελούν ειδικό κίνδυνο έκθεσης σε επικίνδυνους παράγοντες, μεθόδους παραγωγής ή συνθήκες εργασίας των εγκύων, λεχώνων ή γαλουχουσών εργαζομένων, και ότι, επομένως, οι κίνδυνοι αυτοί πρέπει να αξιολογούνται και το αποτέλεσμα της εν λόγω αξιολόγησης να ανακοινώνεται στις εργαζόμενες γυναίκες ή/και στους εκπροσώπους τους·
ότι, εξάλλου, εάν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής δείξει κινδύνους για την ασφάλεια ή την υγεία της εργαζόμενης γυναίκας, πρέπει να προβλεφθεί ένα σύστημα για την προστασία της·
[...]
ότι η εύθραυστη υγεία της εγκύου, γαλουχούσας ή λεχώνας εργαζόμενης καθιστά αναγκαίο δικαίωμα άδειας μητρότητας τουλάχιστον 14 συναπτών εβδομάδων, που κατανέμονται πριν ή/και μετά τον τοκετό, και υποχρεωτική άδεια μητρότητας τουλάχιστον δύο εβδομάδων, που κατανέμονται πριν ή/και μετά τον τοκετό·
[...]»
4 Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/85 προβλέπει τα εξής:
«Η παρούσα οδηγία, η οποία είναι η δέκατη ειδική οδηγία σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ 1989, L 183, σ. 1)], έχει ως στόχο την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη[.] βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων ή γαλουχουσών εργαζομένων.»
5 Το άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», έχει ως εξής:
«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:
[...]
γ) γαλουχούσα εργαζομένη, κάθε εργαζόμενη γυναίκα που διανύει το στάδιο της γαλουχίας κατά την έννοια της εθνικής νομοθεσίας ή/και πρακτικής και έχει πληροφορήσει τον εργοδότη της για την κατάσταση της, σύμφωνα με την ανωτέρω νομοθεσία ή/και πρακτική.»
6 Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα εξής:
«1. Η Επιτροπή, συνεννοούμενη με τα κράτη μέλη και επικουρούμενη από τη συμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας, χαράζει τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εκτίμηση των χημικών, φυσικών ή βιολογικών παραγόντων καθώς και των βιομηχανικών μεθόδων παραγωγής που θεωρείται ότι ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των εργαζομένων γυναικών κατά την έννοια του άρθρου 2.
Οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο κατευθυντήριες γραμμές αφορούν επίσης και τις κινήσεις και θέσεις του σώματος, την πνευματική και φυσική κόπωση και τις άλλες φυσικές και πνευματικές καταπονήσεις που συνδέονται με τη δραστηριότητα των εργαζομένων γυναικών κατά την έννοια του άρθρου 2.
2. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 κατευθυντήριες γραμμές έχουν στόχο να χρησιμεύσουν ως οδηγός για την προβλεπόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 1 αξιολόγηση.
Προς τούτο, τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές στους εργοδότες και τις εργαζόμενες γυναίκες ή/και στους εκπροσώπους τους στο οικείο κράτος μέλος.»
7 Οι διαλαμβανόμενες στο άρθρο 3 της οδηγίας 92/85 κατευθυντήριες γραμμές, όπως ίσχυαν κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υποθέσεως, περιέχονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Νοεμβρίου 2000, για τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εκτίμηση των χημικών, φυσικών και βιολογικών παραγόντων και των μεθόδων παραγωγής που θεωρείται ότι περικλείουν κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εγκύων, λεχώνων ή γαλουχουσών εργαζομένων [COM(2000) 466 τελικό/2, στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές].
8 Σχετικά με την αξιολόγηση των κινδύνων και την ενημέρωση των εργαζομένων για την αξιολόγηση αυτή, το άρθρο 4 της οδηγίας 92/85 ορίζει τα εξής:
«1. Όσον αφορά οιαδήποτε δραστηριότητα που ενδέχεται να εγκλείει συγκεκριμένο κίνδυνο έκθεσης στους παράγοντες, τις μεθόδους παραγωγής ή τις συνθήκες εργασίας, που περιλαμβάνονται στο[ν] μη εξαντλητικό κατάλογο του παραρτήματος Ι, πρέπει να αξιολογείται, από τον εργοδότη, η φύση, ο βαθμός και η διάρκεια της έκθεσης των εργαζόμενων γυναικών κατά την έννοια του άρθρου 2, στη συγκεκριμένη επιχείρηση ή/και εγκατάσταση, είτε άμεσα είτε έμμεσα, μέσω των υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης που προβλέπονται στο άρθρο 7 της [οδηγίας 89/391], προκειμένου:
– να εκτιμηθεί κάθε κίνδυνος που απειλεί την ασφάλεια ή την υγεία καθώς και κάθε αντίκτυπος στην εγκυμοσύνη ή γαλουχία των εργαζομένων γυναικών κατά την έννοια του άρθρου 2,
– να καθορισθούν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.
2. Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 10 της [οδηγίας 89/391], στη[.] συγκεκριμένη επιχείρηση ή/και εγκατάσταση, οι εργαζόμενες γυναίκες κατά την έννοια του άρθρου 2 και οι εργαζόμενες γυναίκες που ενδέχεται να βρεθούν σε μία από τις καταστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 ή/και οι εκπρόσωποι τους, ενημερώνονται σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καθώς και σχετικά με κάθε μέτρο που αφορά την ασφάλεια και την υγεία κατά την εργασία.»
9 Σχετικά με τις συνέπειες της αξιολογήσεως των κινδύνων, το άρθρο 5, παράγραφοι 1 έως 3, της ως άνω οδηγίας προβλέπει τα εξής:
«1. Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 6 της [οδηγίας 89/391], εάν τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, δείξουν κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία, ή αν δείξουν αντίκτυπο στην εγκυμοσύνη ή τη γαλουχία της εργαζομένης κατά την έννοια του άρθρου 2, ο εργοδότης λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να αποφευχθεί η έκθεση της εν λόγω εργαζομένης σ’ αυτόν τον κίνδυνο, με προσωρινή προσαρμογή των συνθηκών εργασίας ή/και του χρόνου εργασίας της.
2. Εάν η προσαρμογή των συνθηκών εργασίας ή/και του χρόνου εργασίας είναι τεχνικά ή/και αντικειμενικά αδύνατη ή αν για λόγους δεόντως αιτιολογημένους δεν είναι εύλογο να απαιτηθεί, ο εργοδότης λαμβάνει τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να εξασφαλίσει για την εν λόγω εργαζομένη αλλαγή θέσης.
3. Εάν η αλλαγή θέσης είναι τεχνικά ή/και αντικειμενικά αδύνατη, ή αν για λόγους δεόντως αιτιολογημένους δεν είναι εύλογο να απαιτηθεί, η εν λόγω εργαζομένη απαλλάσσεται από την εργασία, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές, επί όλο το διάστημα που χρειάζεται για την προστασία της ασφάλειας ή της υγείας της.»
10 Το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85, που φέρει τον τίτλο «Νυκτερινή εργασία», ορίζει τα εξής:
«1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου οι εργαζόμενες κατά την έννοια του άρθρου 2 να μην υποχρεούνται να εκτελούν νυκτερινή εργασία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, καθώς και επί ένα χρονικό διάστημα μετά τον τοκετό, το οποίο ορίζεται από την εθνική αρχή που είναι αρμόδια για την ασφάλεια και την υγεία, με την επιφύλαξη της υποβολής, σύμφωνα με τεχνικές λεπτομέρειες που ορίζουν τα κράτη μέλη, ιατρικού πιστοποιητικού που βεβαιώνει την ανάγκη αυτού του μέτρου όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία της εν λόγω εργαζομένης.
2. Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 πρέπει να περιλαμβάνουν τη δυνατότητα, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές:
α) μετακίνησης σε θέση εργασίας ημέρας
ή
β) απαλλαγής από την εργασία ή παράτασης της άδειας μητρότητας, σε περίπτωση που αυτή η μετακίνηση είναι τεχνικά ή/και αντικειμενικά αδύνατη, ή που για λόγους δεόντως αιτιολογημένους δεν είναι εύλογο να απαιτηθεί λογικά.»
Η οδηγία 2006/54
11 Το άρθρο 1 της οδηγίας 2006/54, που φέρει τον τίτλο «Σκοπός», προβλέπει τα εξής:
«Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να εξασφαλισθεί η εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης.
Για το σκοπό αυτό, η παρούσα οδηγία περιέχει διατάξεις για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ως προς:
α) την πρόσβαση στην απασχόληση, συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής εξέλιξης, και στην επαγγελματική κατάρτιση·
β) τους όρους εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής·
γ) τα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.
Περιλαμβάνει επίσης διατάξεις με σκοπό να εξασφαλίζεται ότι η εφαρμογή αυτή καθίσταται αποτελεσματικότερη μέσω της θέσπισης κατάλληλων διαδικασιών.»
12 Το άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», έχει ως εξής:
«1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) “άμεση διάκριση”: όταν ένα πρόσωπο υφίσταται, για λόγους φύλου, μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που υφίσταται, υπέστη ή θα υφίστατο ένα άλλο πρόσωπο σε ανάλογη κατάσταση·
β) “έμμεση διάκριση”: όταν μια εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική θέτει σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση πρόσωπα ενός φύλου σε σύγκριση με πρόσωπα του άλλου φύλου, εκτός αν αυτή η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική δικαιολογείται αντικειμενικώς από νόμιμο στόχο και τα μέσα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου είναι πρόσφορα και αναγκαία·
[...]
2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η διάκριση περιλαμβάνει:
[...]
γ) οποιαδήποτε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή άδειας μητρότητας κατά την έννοια της οδηγίας [92/85].»
13 Το άρθρο 14, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας επεκτείνει την απαγόρευση των διακρίσεων, μεταξύ άλλων, και στους όρους εργασίας, προβλέπει δε τα εξής:
«Δεν υφίσταται άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου στο[ν] δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων φορέων, όσον αφορά:
[...]
γ) τους όρους απασχόλησης και εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των απολύσεων, καθώς και θέματα αμοιβής σύμφωνα με το άρθρο 141 της συνθήκης [ΕΚ]·
[...]»
14 Όσον αφορά το βάρος αποδείξεως και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε περίπτωση άμεσης ή έμμεσης διακρίσεως, το άρθρο 19, παράγραφοι 1 και 4, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:
«1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με τα εθνικά τους δικαστικά συστήματα, ώστε να επιβάλλεται στον εναγόμενο να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, όταν πρόσωπο που κρίνει ότι θίγεται από τη μη τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης επικαλείται, ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής, πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διάκρισης.
[...]
4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζονται επίσης:
α) στις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 141 της συνθήκης [ΕΚ] και, καθόσον υπάρχει διακριτική μεταχείριση λόγω φύλου, από τις οδηγίες [92/85] και 96/34/ΕΚ [του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1996, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για τη γονική άδεια, που συνήφθη από την UNICE, τη CEEP και τη CES (ΕΕ 1996, L 145, σ. 4)]·
[...]»
Η οδηγία 2003/88/ΕΚ
15 Η αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ 2003, L 299, σ. 9), έχει ως εξής:
«Οι ειδικοί κανόνες που προβλέπονται από άλλες κοινοτικές πράξεις όσον αφορά, παραδείγματος χάριν, τις περιόδους ανάπαυσης, το[ν] χρόνο εργασίας, τις ετήσιες άδειες και τη[.] νυκτερινή εργασία ορισμένων κατηγοριών εργαζομένων θα πρέπει να υπερισχύουν των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.»
16 Το άρθρο 1 της ως άνω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», έχει ως εξής:
«1. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας.
2. Εφαρμόζεται:
[...]
β) σε ορισμένες πλευρές της νυκτερινής εργασίας, της κατά βάρδιες εργασίας και του ρυθμού εργασίας.
[...]»
17 Το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει, στα σημεία 3 και 4, τα εξής:
«Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:
[...]
3. “νυχτερινή περίοδος”: κάθε περίοδος επτά τουλάχιστον ωρών, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία, η οποία πρέπει πάντως να περιλαμβάνει το διάστημα μεταξύ 24.00 και 05.00·
4. “εργαζόμενος τη νύχτα”:
α) αφενός, κάθε εργαζόμενος κατά τη νυχτερινή περίοδο επί τρεις τουλάχιστον ώρες του ημερήσιου κανονικού χρόνου εργασίας του και,
β) αφετέρου, κάθε εργαζόμενος ο οποίος ενδέχεται να πραγματοποιεί κατά τη νυχτερινή περίοδο ένα ορισμένο τμήμα του ετήσιου χρόνου εργασίας του, το οποίο ορίζεται κατ’ επιλογή του οικείου κράτους μέλους:
i) από την εθνική νομοθεσία, ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, ή
ii) με συλλογικές συμβάσεις ή με συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο·
[...]»
Το ισπανικό δίκαιο
18 Το κοινωνικοασφαλιστικού χαρακτήρα επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία εισήχθη στην ισπανική έννομη τάξη με τον Ley Orgánica 3/2007 para la igualdad efectiva de mujeres y hombres (οργανικό νόμο 3/2007 για την πραγματική ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών), της 22ας Μαρτίου 2007 (BOE αριθ. 71, της 23ης Μαρτίου 2007, σ. 12611, στο εξής: νόμος 3/2007).
19 Σκοπός του νόμου 3/2007 είναι να προωθήσει την ενσωμάτωση των γυναικών στον κόσμο της εργασίας, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να συνδυάσουν την επαγγελματική με την ιδιωτική και την οικογενειακή τους ζωή.
20 Η δωδέκατη πρόσθετη διάταξη του νόμου αυτού τροποποίησε το άρθρο 26 του Ley 31/1995 de Prevención de Riesgos Laborales (νόμου 31/1995 σχετικά με την πρόληψη των επαγγελματικών κινδύνων), της 8ης Νοεμβρίου 1995 (BOE αριθ. 269, της 10ης Νοεμβρίου 1995, σ. 32590, στο εξής: νόμος 31/1995), καθόσον προέβλεψε την προστασία της εργαζομένης και του νεογνού σε περιπτώσεις κινδύνου κατά τη γαλουχία οσάκις οι συνθήκες μιας θέσεως εργασίας μπορούν να έχουν επιπτώσεις στην υγεία της εργαζομένης ή του τέκνου.
21 Το άρθρο 26 του νόμου 31/1995, που μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο μεταξύ άλλων τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85, έχει ως εξής:
«1. Η αξιολόγηση των κινδύνων [για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων] στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 16 του παρόντος νόμου περιλαμβάνει τον καθορισμό της φύσεως, του βαθμού και της διάρκειας της εκθέσεως των εγκύων εργαζομένων ή των εργαζομένων που έχουν γεννήσει προσφάτως σε παράγοντες, μεθόδους ή συνθήκες εργασίας που μπορούν να επιδράσουν δυσμενώς στην υγεία των εργαζόμενων γυναικών ή του εμβρύου, στο πλαίσιο κάθε είδους δραστηριότητας δυνάμενης να ενέχει συγκεκριμένο κίνδυνο. Εάν τα αποτελέσματα της αξιολογήσεως δείξουν κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία ή πιθανό αντίκτυπο στην εγκυμοσύνη ή τη γαλουχία των ως άνω εργαζομένων, ο εργοδότης λαμβάνει τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου να αποφευχθεί η έκθεση στον κίνδυνο αυτό, προσαρμόζοντας τις συνθήκες ή τον χρόνο εργασίας της συγκεκριμένης εργαζομένης.
Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν, όταν αυτό είναι αναγκαίο, τη μη πραγματοποίηση νυκτερινής εργασίας ή εργασίας κατά βάρδιες.
2. Όταν η προσαρμογή των συνθηκών ή του χρόνου εργασίας δεν είναι εφικτή ή, παρά την προσαρμογή αυτή, οι συνθήκες της θέσεως εργασίας μπορούν να επιδράσουν δυσμενώς στην υγεία της εγκύου εργαζομένης ή του εμβρύου, τούτο δε βεβαιώνεται από τις ιατρικές υπηρεσίες του [INSS] ή των αλληλασφαλιστικών ταμείων, αναλόγως του φορέα με τον οποίο έχει συμβληθεί η επιχείρηση για την κάλυψη των επαγγελματικών κινδύνων, έπειτα από έκθεση του ιατρού της Servicio Nacional de Salud [Εθνικής Υπηρεσίας Υγείας, Ισπανία] που παρακολουθεί την εργαζομένη, αυτή τοποθετείται σε διαφορετική θέση εργασίας ή καθήκον, συμβατά με την κατάστασή της. Προς τούτο, ο εργοδότης καταρτίζει, κατόπιν διαβουλεύσεως με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, συγκεντρωτικό κατάλογο των θέσεων εργασίας που δεν ενέχουν κινδύνους.
Η αλλαγή θέσεως εργασίας ή καθήκοντος πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια που έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις υπηρεσιακής κινητικότητας και ισχύει έως ότου η κατάσταση της υγείας της εργαζομένης επιτρέψει την επιστροφή της στην προηγούμενη θέση.
[...]
3. Εάν η εν λόγω αλλαγή θέσεως δεν είναι από τεχνικής ή αντικειμενικής απόψεως εφικτή ή δεν μπορεί ευλόγως να απαιτηθεί για δικαιολογημένους λόγους, η σύμβαση εργασίας της εργαζομένης μπορεί να ανασταλεί λόγω κινδύνου κατά την κύηση, σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφος 1, στοιχείο d, [του Real Decreto Legislativo 1/1995, por el que se aprueba el texto refundido de la Ley del Estatuto de los Trabajadores (βασιλικού νομοθετικού διατάγματος 1/1995, περί εγκρίσεως του αναδιατυπωμένου νόμου περί Εργατικού Κώδικα), της 24ης Μαρτίου 1995 (BOE αριθ. 75, της 29ης Μαρτίου 1995, σ. 9654)], επί όσο διάστημα απαιτείται για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας της και για όσο διαρκεί η αδυναμία επιστροφής της στην προηγούμενη θέση της ή τοποθετήσεώς της σε άλλη θέση συμβατή με την κατάστασή της.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου έχουν επίσης εφαρμογή κατά τη διάρκεια της γαλουχίας εάν οι συνθήκες εργασίας μπορούν να επιδράσουν δυσμενώς στην υγεία της εργαζομένης ή του τέκνου, τούτο δε βεβαιώνεται από τις ιατρικές υπηρεσίες του [INSS] ή των αλληλασφαλιστικών ταμείων, αναλόγως του φορέα με τον οποίο έχει συμβληθεί η επιχείρηση για την κάλυψη των επαγγελματικών κινδύνων, έπειτα από έκθεση του ιατρού της Εθνικής Υπηρεσίας Υγείας που παρακολουθεί την εργαζόμενη ή το τέκνο της. Μπορεί, ομοίως, να ανασταλεί η σύμβαση εργασίας της εργαζομένης λόγω κινδύνου κατά τη διάρκεια του θηλασμού βρεφών κάτω των εννέα μηνών, σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφος 1, στοιχείο d, του [βασιλικού νομοθετικού διατάγματος 1/1995], εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
[...]»
22 Η δέκατη όγδοη πρόσθετη διάταξη του νόμου 3/2007 τροποποίησε την ισπανική νομοθεσία κατά τρόπον ώστε να αναγνωρίζεται ρητώς η περίοδος της γαλουχίας ως μία από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από τον Ley General de la Seguridad Social – Real Decreto Legislativo 1/1994 por el que se aprueba el texto refundido de la Ley General de la Seguridad Social (βασιλικού νομοθετικού διατάγματος 1/1994, περί εγκρίσεως του αναδιατυπωμένου γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως), της 20ής Ιουνίου 1994 (BOE αριθ. 154, της 29ης Ιουνίου 1994, σ. 20658, στο εξής: γενικός νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως).
23 Το άρθρο 135 bis του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως ορίζει τα εξής:
«Προστατευόμενη κατάσταση
Για τους σκοπούς του επιδόματος λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία, θεωρείται προστατευόμενη κατάσταση η περίοδος αναστολής της συμβάσεως εργασίας στην περίπτωση που, μολονότι η εργαζόμενη μητέρα πρέπει να αλλάξει θέση εργασίας προκειμένου να τοποθετηθεί σε θέση συμβατή με την κατάστασή της, εντούτοις, η εν λόγω αλλαγή θέσεως είναι, κατά το άρθρο 26, παράγραφος 4, του νόμου 31/1995, τεχνικώς ή αντικειμενικώς αδύνατη ή δεν μπορεί ευλόγως να απαιτηθεί για δικαιολογημένους λόγους.»
24 Το άρθρο 135 ter του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως προβλέπει τα εξής:
«Επίδομα
Το επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία χορηγείται στην εργαζόμενη υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα νόμο για το επίδομα λόγω κινδύνου κατά την κύηση, παύει δε να χορηγείται όταν το βρέφος συμπληρώσει τους εννέα μήνες, εκτός εάν η δικαιούχος έχει σε προγενέστερο χρονικό σημείο επανέλθει στην αρχική θέση εργασίας της ή τοποθετηθεί σε άλλη θέση συμβατή με την κατάστασή της.»
25 Όσον αφορά το δικονομικό δίκαιο, το άρθρο 96, παράγραφος 1, του Ley 36/2011, reguladora de la jurisdicción social (νόμου 36/2011, περί δικαστηρίων εργατικών και κοινωνικοασφαλιστικών διαφορών), της 10ης Οκτωβρίου 2011 (BOE αριθ. 245 της 11ης Οκτωβρίου 2011, σ. 106584), προβλέπει τα εξής:
«Βάρος αποδείξεως σε περιπτώσεις δυσμενών διακρίσεων και εργατικών ατυχημάτων
1. Στις δίκες στις οποίες από τα επιχειρήματα του ασκούντος το ένδικο βοήθημα προκύπτουν βάσιμες ενδείξεις δυσμενούς διακρίσεως λόγω φύλου, γενετήσιου προσανατολισμού ή ταυτότητας, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, ειδικών αναγκών, ηλικίας, παρενοχλήσεως καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση προσβολής θεμελιώδους δικαιώματος ή δημόσιας ελευθερίας, εναπόκειται στον καθού το ένδικο βοήθημα να δικαιολογήσει κατά τρόπο αντικειμενικό και εύλογο, με επίκληση επαρκών αποδεικτικών στοιχείων, τα ληφθέντα μέτρα και την αναλογικότητά τους.»
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
26 Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η I. González Castro εργάζεται ως φύλακας ασφαλείας για την Prosegur.
27 Στις 8 Νοεμβρίου 2014 γέννησε ένα αγόρι το οποίο εν συνεχεία θήλασε.
28 Από τον Μάρτιο του 2015, η I. González Castro εργάζεται σε ένα εμπορικό κέντρο με εναλλασσόμενο κυκλικό ωράριο στο πλαίσιο του οποίου πραγματοποιεί οκτάωρες βάρδιες.
29 Τα καθήκοντα επιτήρησης τα οποία ασκεί στον τόπο εργασίας εκπληρώνονται κατά κανόνα από κοινού με άλλον φύλακα ασφαλείας, εξαιρουμένων των ακόλουθων χρονικών διαστημάτων, κατά τα οποία ασκεί τα καθήκοντα αυτά μόνη της: από Δευτέρα έως Πέμπτη από τα μεσάνυχτα έως τις οκτώ το πρωί, την Παρασκευή από τις δύο έως τις οκτώ το πρωί, το Σάββατο από τις τρεις έως τις οκτώ το πρωί και την Κυριακή από τη μία έως τις οκτώ το πρωί.
30 Η I. González Castro κίνησε ενώπιον του ταμείου αλληλασφαλίσεως Umivale, ιδιωτικής εταιρίας αλληλασφαλίσεως χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό η οποία καλύπτει τους κινδύνους του εργατικού ατυχήματος και της επαγγελματικής ασθένειας, τη διαδικασία χορηγήσεως του επιδόματος λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 26 του νόμου 31/1995. Προς τούτο, ζήτησε από το ως άνω ταμείο αλληλασφαλίσεως, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, να της χορηγήσει ιατρικό πιστοποιητικό που θα βεβαίωνε την ύπαρξη κινδύνου για τον θηλασμό τον οποίο ενείχε η θέση εργασίας της.
31 Επειδή το ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale απέρριψε το αίτημά της, η I. González Castro άσκησε ένσταση η οποία επίσης απορρίφθηκε.
32 Η I. González Castro άσκησε αγωγή βάλλουσα κατά της απορρίψεως αυτής ενώπιον του Juzgado de lo Social n° 3 de Lugo (δικαστηρίου εργατικών και κοινωνικοασφαλιστικών διαφορών αριθ. 3 του Lugo, Ισπανία).
33 Κατόπιν απορρίψεως της αγωγής της, η I. González Castro εφεσίβαλε την απόφαση αυτή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ανώτερου Δικαστηρίου της Γαλικίας, Ισπανία).
34 Πρώτον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται σχετικά με την ερμηνεία της κατά το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85 έννοιας της «νυκτερινής εργασίας», στις περιπτώσεις που, όπως συμβαίνει στην υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιον του, η νυκτερινή εργασία συνδυάζεται με εργασία κατά βάρδιες. Κατά το αιτούν δικαστήριο, οι γαλουχούσες εργαζόμενες σε βάρδιες οι οποίες πραγματοποιούν ορισμένες μόνο βάρδιες σε νυκτερινό ωράριο πρέπει να απολαύουν της ίδιας προστασίας με τις γαλουχούσες εργαζόμενες που εκτελούν νυκτερινή εργασία μη διεξαγόμενη κατά βάρδιες.
35 Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο η αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της I. González Castro, η οποία προβλέπεται στο πλαίσιο της διαδικασίας χορηγήσεως επιδόματος λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία, σύμφωνα με το άρθρο 26 του νόμου 31/1995 που μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85, να μη διενεργήθηκε κατά τρόπο ορθό και η θέση εργασίας της να ενέχει, στην πραγματικότητα, κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλειά της, ιδίως λόγω του ότι η I. González Castro παρέχει νυκτερινή εργασία σε βάρδιες μέρος των οποίων πραγματοποιεί μόνη της, διενεργώντας περιπολίες και οφείλοντας να αντιδρά στα επείγοντα περιστατικά, όπως είναι οι εγκληματικές ενέργειες, οι πυρκαγιές και άλλα τέτοιου είδους συμβάντα, δεν έχει δε αποδειχθεί η ύπαρξη χώρου κατάλληλου για τον μητρικό θηλασμό ή, ενδεχομένως, για την εξαγωγή του μητρικού γάλακτος.
36 Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν οι κανόνες του άρθρου 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54 περί αντιστροφής του βάρους αποδείξεως πρέπει να εφαρμοστούν σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως που εκκρεμεί ενώπιον του και, για την περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, διερωτάται ποιοι είναι οι λεπτομερείς όροι εφαρμογής της διατάξεως αυτής, ιδίως όσον αφορά το ζήτημα αν η ενδιαφερόμενη εργαζομένη ή, αντιθέτως, ο καθού το ένδικο βοήθημα, δηλαδή ο εργοδότης ή ο φορέας που είναι υπεύθυνος για την καταβολή του επιδόματος λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία, φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η προσαρμογή των συνθηκών εργασίας ή η τοποθέτηση της ενδιαφερόμενης εργαζομένης σε άλλη θέση είναι τεχνικώς ή αντικειμενικώς αδύνατες ή δεν είναι εύλογο να απαιτηθούν.
37 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ανώτερο Δικαστήριο της Γαλικίας) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Πρέπει το άρθρο 7 της [οδηγίας 92/85] να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η νυκτερινή εργασία, την οποία δεν πρέπει να υποχρεούνται να εκτελούν οι κατά την έννοια του άρθρου 2 εργαζόμενες, συμπεριλαμβανομένων, ως εκ τούτου, των γαλουχουσών εργαζομένων, περιλαμβάνει, πέραν της εργασίας που πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου κατά τη διάρκεια της νύκτας, και την εργασία σε βάρδιες, όταν ορισμένες από τις βάρδιες αυτές πραγματοποιούνται, όπως εν προκειμένω, κατά τη διάρκεια της νύκτας;
2) Στο πλαίσιο διαφοράς στην οποία επίμαχη είναι η ύπαρξη κινδύνου κατά τη διάρκεια της γαλουχίας της εργαζομένης, έχουν εφαρμογή οι ειδικοί κανόνες περί του βάρους αποδείξεως εκ του άρθρου 19, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2006/54] –το οποίο έχει μεταφερθεί στην ισπανική έννομη τάξη, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 96, παράγραφος 1, του Ley 36/2011– σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις του άρθρου 5 της [οδηγίας 92/85] –το οποίο έχει μεταφερθεί στην ισπανική έννομη τάξη με το άρθρο 26 του [νόμου 31/1995]– για την απαλλαγή της γαλουχούσης εργαζομένης από την εργασία και, ενδεχομένως, για την αναγνώριση της παροχής την οποία η εσωτερική έννομη τάξη συνδέει με τον κίνδυνο αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, της [οδηγίας 92/85];
3) Μπορεί το άρθρο 19, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2006/54] να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αποτελούν “πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διάκρισης” εις βάρος γαλουχούσης εργαζομένης –σε διαφορά κατά την οποία επίμαχη είναι η ύπαρξη, κατά τη διάρκεια της γαλουχίας, κινδύνου επαγόμενου απαλλαγή από την υποχρέωση εργασίας, όπως η απαλλαγή αυτή προβλέπεται από το άρθρο 5 της [οδηγίας 92/85] και έχει μεταφερθεί στην ισπανική έννομη τάξη με το άρθρο 26 του [νόμου 31/1995]– το ότι: i) η εργαζόμενη απασχολείται ως φύλακας ασφαλείας υπό καθεστώς εργασίας σε βάρδιες, πραγματοποιώντας ορισμένες από τις βάρδιες αυτές κατά τη διάρκεια τη νύκτας και επιπροσθέτως κατά μόνας, ii) εκτελώντας εξάλλου γύρους ελέγχου και αντιμετωπίζοντας, κατά περίπτωση, επείγοντα περιστατικά (εγκληματικές ενέργειες, πυρκαγιές ή άλλα συμβάντα), χωρίς συναφώς iii) να αποδεικνύεται ότι υπάρχει στην επιχείρηση κατάλληλος χώρος για τον μητρικό θηλασμό, ή, ενδεχομένως, για την τεχνητή άντληση του μητρικού γάλακτος;
4) Σε διαφορά κατά την οποία επίμαχη είναι η ύπαρξη, κατά τη διάρκεια της γαλουχίας, κινδύνου επαγόμενου απαλλαγή από την υποχρέωση εργασίας, και εφόσον αποδεικνύονται τα “πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διάκρισης” σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2006/54] σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της [οδηγίας 92/85] –όπως έχει μεταφερθεί στην ισπανική έννομη τάξη με το άρθρο 26 του [νόμου 31/1995]): Φέρει η γαλουχούσα εργαζόμενη, προκειμένου να τύχει απαλλαγής από την εργασία σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία –που μεταφέρει το άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3, της [οδηγίας 92/85]–, το βάρος να αποδείξει ότι η προσαρμογή των συνθηκών εργασίας και/ή του χρόνου εργασίας είναι τεχνικά ή/και αντικειμενικά αδύνατη ή δεν είναι εύλογο να απαιτηθεί και ότι η αλλαγή θέσεως εργασίας είναι τεχνικά ή/και αντικειμενικά αδύνατη ή δεν είναι εύλογο να απαιτηθεί; Ή, αντιθέτως, η απόδειξη των περιστάσεων αυτών απόκειται στους εναγομένους (τον εργοδότη και [τον φορέα] που καλύπτει τη συνδεόμενη με την αναστολή της συμβάσεως εργασίας παροχή κοινωνικής ασφαλίσεως);»
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου ερωτήματος
38 Με το πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στην οποία η ενδιαφερόμενη εργαζομένη σε βάρδιες εκτελεί μόνο μέρος της εργασίας της σε νυκτερινό ωράριο.
39 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί της κανονιστικής ρυθμίσεως της οποίας η διάταξη αυτή αποτελεί μέρος (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 17ης Απριλίου 2018, Egenberger, C‑414/16, EU:C:2018:257, σκέψη 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
40 Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/85, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου οι έγκυοι, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες να μην υποχρεούνται να εκτελούν νυκτερινή εργασία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, καθώς και επί ένα χρονικό διάστημα μετά τον τοκετό, το οποίο ορίζεται από την εθνική αρχή που είναι αρμόδια για την ασφάλεια και την υγεία, με την επιφύλαξη της υποβολής, σύμφωνα με τεχνικές λεπτομέρειες που ορίζουν τα κράτη μέλη, ιατρικού πιστοποιητικού που βεβαιώνει την ανάγκη αυτού του μέτρου όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία της εν λόγω εργαζομένης.
41 Η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου διευκρινίζει ότι τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 πρέπει να περιλαμβάνουν τη δυνατότητα, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές, μετακίνησης σε θέση εργασίας ημέρας ή απαλλαγής από την εργασία ή παράτασης της άδειας μητρότητας, σε περίπτωση που αυτή η μετακίνηση είναι τεχνικά ή/και αντικειμενικά αδύνατη, ή που για λόγους δεόντως αιτιολογημένους δεν είναι εύλογο να απαιτηθεί.
42 Το κείμενο της διατάξεως αυτής δεν περιέχει πάντως διευκρινίσεις ως προς το ακριβές περιεχόμενο της έννοιας της «νυκτερινής εργασίας».
43 Συναφώς, από την πρώτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 92/85 προκύπτει ότι αυτή αποτελεί μέρος μιας σειράς οδηγιών οι οποίες εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 118A της Συνθήκης ΕΟΚ και αποσκοπούν στη θέσπιση ελάχιστων προδιαγραφών, ιδίως όσον αφορά τη βελτίωση του χώρου εργασίας για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων.
44 Όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 44 των προτάσεών της, το ίδιο ισχύει και για την οδηγία 2003/88, η οποία ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για την ασφάλεια και την υγεία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας και εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, ως προς ορισμένες πτυχές της νυκτερινής εργασίας, της κατά βάρδιες εργασίας και του ρυθμού εργασίας.
45 Η δε οδηγία 2003/88 ορίζει, στο άρθρο 2, παράγραφος 4, τον εργαζόμενο τη νύκτα ως «κάθε εργαζόμενο κατά τη νυχτερινή περίοδο επί τρεις τουλάχιστον ώρες του ημερήσιου κανονικού χρόνου εργασίας του» και «κάθε εργαζόμενο ο οποίος ενδέχεται να πραγματοποιεί κατά τη νυχτερινή περίοδο ένα ορισμένο τμήμα του ετήσιου χρόνου εργασίας του». Εξάλλου, η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου διευκρινίζει ότι ως «νυχτερινή περίοδος» πρέπει να νοείται «κάθε περίοδος επτά τουλάχιστον ωρών, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία, η οποία πρέπει πάντως να περιλαμβάνει το διάστημα μεταξύ 24.00 και 05.00».
46 Από το γράμμα των διατάξεων αυτών και ιδίως από τη χρήση των διατυπώσεων «κάθε περίοδος», «τρεις τουλάχιστον ώρες του […] χρόνου εργασίας του» και «ένα ορισμένο τμήμα του […] χρόνου εργασίας του» προκύπτει ότι εργαζομένη η οποία, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της κύριας δίκης, πραγματοποιεί βάρδιες εκτελώντας μόνο μέρος της εργασίας της σε νυκτερινό ωράριο πρέπει να θεωρηθεί ότι εκτελεί εργασία κατά τη «νυχτερινή περίοδο» και κατά συνέπεια να χαρακτηριστεί ως «εργαζόμενος τη νύκτα», κατά την έννοια της οδηγίας 2003/88.
47 Διαπιστώνεται ότι, στο μέτρο που είναι προς το συμφέρον των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων να υπαχθούν, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας 2003/88, στις ειδικές διατάξεις της οδηγίας 92/85 όσον αφορά τη νυκτερινή εργασία, προκειμένου ιδίως να ενισχυθεί η προστασία της οποίας πρέπει να απολαύουν συναφώς, οι ειδικές αυτές διατάξεις δεν πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπο λιγότερο ευνοϊκό απ’ ό,τι οι γενικές διατάξεις της οδηγίας 2003/88, που εφαρμόζονται στις λοιπές κατηγορίες εργαζομένων.
48 Κατά συνέπεια, πρέπει να κριθεί ότι εργαζομένη όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης ασκεί «νυκτερινή εργασία», κατά την έννοια του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85, και ότι εμπίπτει καταρχήν στην εν λόγω διάταξη.
49 Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από τον σκοπό του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85.
50 Ειδικότερα, η ως άνω διάταξη σκοπεί στην ενίσχυση της προστασίας των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων κατοχυρώνοντας την αρχή ότι αυτές δεν υποχρεούνται να εκτελούν νυκτερινή εργασία όταν τούτο τις εκθέτει σε κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλειά τους.
51 Αν όμως γαλουχούσα εργαζομένη η οποία, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της κύριας δίκης, εργάζεται σε βάρδιες έπρεπε να αποκλειστεί από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85 για τον λόγο ότι εκτελεί μόνο μέρος της εργασίας της σε νυκτερινό ωράριο, τούτο θα είχε ως συνέπεια να απολέσει η διάταξη αυτή μέρος της πρακτικής της αποτελεσματικότητας. Ειδικότερα, η ενδιαφερόμενη εργαζομένη θα μπορούσε να εκτεθεί σε κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλειά της και η προστασία την οποία δικαιούται βάσει της διατάξεως αυτής θα μειωνόταν έτσι σημαντικά.
52 Όσον αφορά τους λεπτομερείς όρους εφαρμογής του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85 σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, διευκρινίζεται ότι, προκειμένου να τύχει εφαρμογής των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού μέτρων προστασίας, δηλαδή της μετακινήσεως σε θέση εργασίας ημέρας ή, άλλως, της απαλλαγής από την εργασία, η ενδιαφερόμενη εργαζομένη οφείλει να υποβάλει ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ανάγκη του μέτρου αυτού όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία της, σύμφωνα με τεχνικές λεπτομέρειες που ορίζει το οικείο κράτος μέλος. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να ελέγξει κατά πόσον η προϋπόθεση αυτή συντρέχει εν προκειμένω.
53 Δεδομένων των ανωτέρω, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στην οποία η ενδιαφερόμενη εργαζομένη σε βάρδιες εκτελεί μόνο μέρος της εργασίας της σε νυκτερινό ωράριο.
Επί του δευτέρου, του τρίτου και του τετάρτου ερωτήματος
54 Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της κατά το άρθρο 267 ΣΛΕΕ συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, στο Δικαστήριο εναπόκειται να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα να επιλύσει τη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, τα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί και, στο πλαίσιο αυτό, να ερμηνεύσει όλες τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που έχουν ανάγκη τα εθνικά δικαστήρια προκειμένου να αποφανθούν επί των διαφορών των οποίων έχουν επιληφθεί, ακόμη και όταν οι διατάξεις αυτές δεν αναφέρονται ρητώς στα ερωτήματα που του υποβάλλουν τα δικαστήρια αυτά (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
55 Συνεπώς, μολονότι, από τυπικής απόψεως, το αιτούν δικαστήριο περιόρισε το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο ερώτημα στην ερμηνεία του άρθρου 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54 και του άρθρου 5 της οδηγίας 92/85, στο Δικαστήριο εναπόκειται να εξαγάγει, από το σύνολο των στοιχείων που παρέσχε το εθνικό δικαστήριο, ιδίως δε από το σκεπτικό της αποφάσεως περί παραπομπής, τα στοιχεία του δικαίου της Ένωσης που χρήζουν ερμηνείας, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου της διαφοράς (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
56 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η κρίσιμη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία, δηλαδή το άρθρο 26 του νόμου 31/1995, μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο, χωρίς σαφή διάκριση, μεταξύ άλλων τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85, η δε νομοθεσία αυτή προβλέπει, ειδικότερα, ότι η αναστολή της συμβάσεως εργασίας λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία καθώς και η καταβολή του σχετικού επιδόματος είναι δυνατές μόνον εφόσον αποδεικνύεται, κατόπιν της αξιολογήσεως της θέσεως εργασίας της ενδιαφερόμενης εργαζομένης, ότι η θέση αυτή ενέχει τέτοιο κίνδυνο και ότι δεν είναι δυνατή η προσαρμογή των συνθηκών εργασίας της ως άνω εργαζομένης ή η τοποθέτησή της σε άλλη θέση εργασίας.
57 Το αιτούν δικαστήριο εκκινεί από την παραδοχή ότι δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο, αν η κατά την ως εθνική νομοθεσία αξιολόγηση των κινδύνων που ενέχει η θέση εργασίας της ενδιαφερόμενης εργαζομένης είχε διενεργηθεί κατά ορθό τρόπο, να είχε προκύψει η ύπαρξη κινδύνου για την υγεία ή την ασφάλεια της ως άνω εργαζομένης, ιδίως υπό το πρίσμα του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85, καθόσον η εν λόγω εργαζομένη παρέχει νυκτερινή εργασία κατά βάρδιες μέρος των οποίων πραγματοποιεί μόνη της, πραγματοποιώντας περιπολίες και οφείλοντας να αντιδρά στα επείγοντα περιστατικά, όπως είναι οι εγκληματικές ενέργειες, οι πυρκαγιές και άλλα τέτοιου είδους συμβάντα, χωρίς να προβλέπεται η ύπαρξη χώρου κατάλληλου για τον μητρικό θηλασμό ή, ενδεχομένως, για την εξαγωγή του μητρικού γάλακτος.
58 Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν πρέπει να εφαρμοσθούν οι κανόνες του άρθρου 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54 περί αντιστροφής του βάρους αποδείξεως σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στο πλαίσιο της οποίας εργαζομένη στην οποία δεν χορηγήθηκε το ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ύπαρξη κινδύνου για τον θηλασμό τον οποίο ενέχει η θέση εργασίας της και στην οποία κατά συνέπεια δεν χορηγήθηκε το επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία αμφισβητεί, ενώπιον εθνικού δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους, την αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της. Για την περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, το αιτούν δικαστήριο ερωτά ποιοι είναι οι λεπτομερείς όροι εφαρμογής της διατάξεως αυτής, ιδίως όσον αφορά το ζήτημα αν η ενδιαφερόμενη εργαζομένη ή, αντιθέτως, ο καθού το ένδικο βοήθημα, είτε πρόκειται για τον εργοδότη είτε για τον φορέα που είναι υπεύθυνος για την καταβολή του επιδόματος λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία, φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η προσαρμογή των συνθηκών εργασίας ή η μετακίνηση της ενδιαφερόμενης εργαζομένης σε άλλη θέση είναι τεχνικώς ή αντικειμενικώς αδύνατες ή δεν είναι εύλογο να απαιτηθούν.
59 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο ερώτημα, τα οποία πρέπει να συνεξετασθούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στο πλαίσιο της οποίας εργαζομένη στην οποία δεν χορηγήθηκε ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ύπαρξη κινδύνου για τον θηλασμό τον οποίο ενέχει η θέση εργασίας της και στην οποία κατά συνέπεια δεν χορηγήθηκε το επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία αμφισβητεί, ενώπιον εθνικού δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους, την αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της και, εφόσον η απάντηση είναι καταφατική, ποιοι είναι οι λεπτομερείς όροι εφαρμογής της διατάξεως αυτής σε μια τέτοια περίπτωση.
60 Υπενθυμίζεται, πρώτον, ότι, κατά το άρθρο 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με τα εθνικά τους δικαστικά συστήματα, ώστε να επιβάλλεται στον εναγόμενο να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, όταν πρόσωπο που κρίνει ότι θίγεται από τη μη τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης επικαλείται, ενώπιον δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής, πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διάκρισης.
61 Το άρθρο 19, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της ως άνω οδηγίας διευκρινίζει, μεταξύ άλλων, ότι οι κανόνες της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου περί αντιστροφής του βάρους αποδείξεως εφαρμόζονται επίσης στις περιπτώσεις που καλύπτονται από την οδηγία 92/85, στο μέτρο που υπάρχει διακριτική μεταχείριση λόγω φύλου.
62 Συναφώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54 εφαρμόζεται σε περίπτωση στην οποία γαλουχούσα εργαζομένη αμφισβητεί, ενώπιον εθνικού δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους, την αξιολόγηση των κινδύνων τους οποίους ενέχει η θέση εργασίας της καθόσον αυτή δεν διενεργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/85 (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 65).
63 Ειδικότερα, η μη αξιολόγηση του κινδύνου τον οποίο ενέχει η θέση εργασίας μιας γαλουχούσας εργαζομένης σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/85 πρέπει να κριθεί ως λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή άδειας μητρότητας, κατά την έννοια της ως άνω οδηγίας, και συνιστά ως εκ τούτου άμεση διάκριση λόγω φύλου, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2006/54 (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψεις 62 και 63).
64 Συναφώς, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, προκειμένου να ανταποκρίνεται στις επιταγές του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/85, η αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας μιας γαλουχούσας εργαζομένης πρέπει να περιλαμβάνει ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάσταση της συγκεκριμένης εργαζομένης προκειμένου να κριθεί αν η υγεία και η ασφάλειά της ή η υγεία και η ασφάλεια του τέκνου της είναι εκτεθειμένες σε κίνδυνο (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 51).
65 Επισημαίνεται, δεύτερον, ότι σκοπός της κατά το άρθρο 4 της οδηγίας 92/85 αξιολογήσεως των κινδύνων είναι να προστατεύσει τις εγκύους, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες και το τέκνο τους, στο μέτρο που, αν από την αξιολόγηση αυτή προκύψει ότι η θέση εργασίας μιας τέτοιας εργαζομένης ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλειά της, έχει αντίκτυπο στην εγκυμοσύνη της ή και στον θηλασμό του τέκνου της, ο εργοδότης υποχρεούται, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας αυτής, να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου η έκθεση στον κίνδυνο αυτό να αποφευχθεί.
66 Όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 61 των προτάσεών της, το άρθρο 4 της οδηγίας 92/85 συνιστά γενική διάταξη, που ορίζει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε σχέση με οιαδήποτε δραστηριότητα ενδέχεται να ενέχει συγκεκριμένο κίνδυνο για τις εγκύους, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες. Αντιστρόφως, το άρθρο 7 της ως άνω οδηγίας συνιστά ειδική διάταξη η οποία εφαρμόζεται στην περίπτωση της νυκτερινής εργασίας, ως προς την οποία ο ενωσιακός νομοθέτης δέχθηκε ότι ενδέχεται να παρουσιάζει ιδιαίτερη επικινδυνότητα για τις εγκύους, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες.
67 Ενώ τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85 επιδιώκουν έτσι τον ίδιο σκοπό προστασίας των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων από τους κινδύνους τους οποίους ενέχουν οι θέσεις εργασίας τους, το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85 σκοπεί ειδικότερα στην ενίσχυση της προστασίας αυτής θεσπίζοντας την αρχή ότι οι έγκυοι, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες δεν υποχρεούνται να εκτελούν νυκτερινή εργασία εφόσον υποβάλουν ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ανάγκη μιας τέτοιας προστασίας όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία τους.
68 Η προβλεπόμενη στο πλαίσιο του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85 αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων δεν μπορεί συνεπώς να υπόκειται σε λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις από εκείνες που ισχύουν στο πλαίσιο του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.
69 Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες γραμμές, οι οποίες έχουν ως σκοπό, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/85, να χρησιμεύσουν ως οδηγός για την προβλεπόμενη στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας αξιολόγηση, κάνουν ρητή αναφορά στη νυκτερινή εργασία.
70 Ειδικότερα, από τον διαλαμβανόμενο στη σελίδα 13 των ως άνω κατευθυντηρίων γραμμών λεπτομερή πίνακα για την εκτίμηση των κινδύνων, των γενικών παραγόντων κινδύνου και των συναφών καταστάσεων που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες έγκυοι, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες, προκύπτει ότι η νυκτερινή εργασία μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων και ότι οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθενται οι γυναίκες αυτές μπορεί να κυμαίνονται ανάλογα με το είδος της εκτελούμενης εργασίας, τις συνθήκες εργασίας και το ίδιο το άτομο και ότι, κατά συνέπεια, λόγω αυξημένης κόπωσης, ορισμένες έγκυοι και γαλουχούσες εργαζόμενες μπορεί να μην είναι σε θέση να εργάζονται σε ακανόνιστα διαστήματα, σε βραδινές βάρδιες ή τη νύχτα. Ο πίνακας αυτός προβλέπει εξάλλου μέτρα πρόληψης σχετικά με τη νυχτερινή εργασία.
71 Εξάλλου, από τις κατευθυντήριες γραμμές προκύπτει ότι η αξιολόγηση των κινδύνων τους οποίους ενέχει η θέση εργασίας μιας γαλουχούσας εργαζομένης πρέπει να περιλαμβάνει ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάσταση της συγκεκριμένης εργαζομένης (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψεις 46 και 51).
72 Κατά συνέπεια, πρέπει να κριθεί, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 50 των προτάσεών της, ότι η αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της ενδιαφερόμενης εργαζομένης, που διενεργείται στο πλαίσιο του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85, πρέπει να περιλαμβάνει ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάσταση της ως άνω εργαζομένης προκειμένου να κριθεί αν η υγεία και η ασφάλειά της ή η υγεία και η ασφάλεια του τέκνου της είναι εκτεθειμένες σε κίνδυνο. Ελλείψει του ελέγχου αυτού, θα συνέτρεχε περίπτωση λιγότερο ευνοϊκής μεταχειρίσεως γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή άδειας μητρότητας κατά την έννοια της ως άνω οδηγίας και θα στοιχειοθετούνταν άμεση διάκριση λόγω φύλου, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2006/54, οπότε θα χωρούσε εφαρμογή του άρθρου 19, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας.
73 Όσον αφορά τους λεπτομερείς όρους εφαρμογής της ως άνω διατάξεως, υπενθυμίζεται ότι οι κανόνες περί αποδείξεως τους οποίους προβλέπει δεν εφαρμόζονται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο η οικεία εργαζομένη ζητεί προσαρμογή των συνθηκών εργασίας της ή, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία, και κατά συνέπεια πρέπει να διενεργηθεί αξιολόγηση των κινδύνων τους οποίους ενέχει η θέση εργασίας της εργαζομένης σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, ή, ενδεχομένως, με το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85. Οι ως άνω κανόνες περί αποδείξεως έχουν εφαρμογή μόνον σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν η ενδιαφερόμενη εργαζομένη αμφισβητεί ενώπιον δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής την απόφαση σχετικά με την αξιολόγηση αυτή των κινδύνων (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 67).
74 Πάντως, σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54, εναπόκειται στην εργαζομένη που κρίνει ότι θίγεται από την εις βάρος της μη τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως να επικαλεστεί, ενώπιον δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής, πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διακρίσεως (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 68 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
75 Σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, τούτο σημαίνει ότι η ενδιαφερόμενη εργαζομένη πρέπει να υποβάλει, ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους, πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να μπορεί να συναχθεί ότι η αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της την οποία προβλέπει η εθνική νομοθεσία που μεταφέρει, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85 στο εσωτερικό δίκαιο δεν συμπεριέλαβε ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάστασή της και ότι η ίδια υπέστη ως εκ τούτου δυσμενή διάκριση.
76 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής και από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι η I. González Castro κίνησε ενώπιον του ταμείου αλληλασφαλίσεως Umivale τη διαδικασία χορηγήσεως επιδόματος λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία και ότι στις 9 Μαρτίου 2015 υπέβαλε προς τον σκοπό αυτό αίτηση χορηγήσεως ιατρικού πιστοποιητικού που θα βεβαίωνε την ύπαρξη κινδύνου για τον θηλασμό τον οποίο ενείχε η θέση εργασίας της, χρησιμοποιώντας το σχετικό έντυπο που παρέσχε το εν λόγω ταμείο αλληλασφαλίσεως.
77 Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, η Prosegur απέστειλε στο ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale, στις 13 Μαρτίου 2015, δήλωση στην οποία ανέφερε ότι δεν είχε επιχειρήσει να προσαρμόσει τις συνθήκες εργασίας της θέσεως της I. González Castro ή να τοποθετήσει την εν λόγω εργαζομένη σε άλλη θέση διότι θεωρούσε ότι τα καθήκοντα τα οποία ασκούσε και οι συνθήκες εργασίας της δεν επηρέαζαν τον μητρικό θηλασμό.
78 Η δήλωση όμως αυτή, που πραγματοποιήθηκε μέσω τυποποιημένου εντύπου το οποίο παρέσχε το ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale, δεν περιέχει καμία αιτιολογία σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Prosegur κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό, δεν προκύπτει δε ότι η Prosegur στηρίχθηκε σε ειδικό έλεγχο στο πλαίσιο του οποίου ελήφθη υπόψη η ατομική κατάσταση της ενδιαφερόμενης εργαζομένης.
79 Η δε απόφαση με την οποία το ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale απέρριψε την αίτηση της I. González Castro αναφέρει απλώς ότι «δεν υφίσταται εγγενής κίνδυνος της θέσεως εργασίας της που θα μπορούσε να είναι επιβλαβής, κατόπιν πλήρους εξετάσεως των εγγράφων που προσκομίστηκαν από την ίδια την εργαζομένη». Στα συμπεράσματα τα οποία περιέχονται στο παράρτημα της αποφάσεως αυτής, το ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale παραπέμπει στις «κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των επαγγελματικών κινδύνων κατά τη διάρκεια του μητρικού θηλασμού», οι οποίες καταρτίστηκαν από την Ισπανική Παιδιατρική Ένωση και δημοσιεύθηκαν από το INSS, προκειμένου να κρίνει ότι οι ως άνω κατευθυντήριες γραμμές δείχνουν ότι η εργασία κατά βάρδιες ή η νυκτερινή εργασία δεν ενέχει κινδύνους για τον θηλασμό. Το ταμείο αλληλασφαλίσεως Umivale διαβεβαιώνει επίσης, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις, ότι η I. González Castro δεν εκτίθεται κατά τη διάρκεια της εργασίας της σε ουσίες επιβλαβείς για το τέκνο της και ότι οι συνθήκες εργασίας της δεν επηρεάζουν τον θηλασμό.
80 Υπό τις συνθήκες αυτές, φαίνεται, όπως διαπίστωσε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 70 και 77 των προτάσεών της, ότι η αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της I. González Castro δεν συμπεριέλαβε ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάστασή της και ότι η ενδιαφερόμενη υπέστη δυσμενή διάκριση. Εναπόκειται εν τέλει στο αιτούν δικαστήριο, που είναι το μόνο αρμόδιο να εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως που εκκρεμεί ενώπιόν του, να επαληθεύσει αν τα πράγματα έχουν όντως έτσι.
81 Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, εναπόκειται στον εναγόμενο της κύριας δίκης να αποδείξει ότι η αξιολόγηση των κινδύνων την οποία προβλέπει η εθνική νομοθεσία που μεταφέρει, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85 στο εσωτερικό δίκαιο εμπεριείχε ειδικό έλεγχο ο οποίος ελάμβανε υπόψη την ατομική κατάσταση της I. González Castro, εξυπακουομένου ότι έγγραφα όπως είναι η δήλωση του εργοδότη ότι τα καθήκοντα τα οποία ασκεί η εν λόγω εργαζομένη και οι συνθήκες εργασίας της δεν επηρεάζουν τον μητρικό θηλασμό, χωρίς διευκρινίσεις ικανές να τεκμηριώσουν μια τέτοια διαβεβαίωση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η θέση εργασίας της δεν περιλαμβάνεται στον καταρτισθέντα από τον αρμόδιο οργανισμό του οικείου κράτους μέλους κατάλογο θέσεων που ενέχουν κίνδυνο για τον θηλασμό, δεν μπορούν αφεαυτών να στοιχειοθετήσουν αμάχητο τεκμήριο περί υπάρξεως τέτοιου ειδικού ελέγχου. Σε αντίθετη περίπτωση, τόσο τα άρθρα 4 και 7 της οδηγίας 92/85 όσο και οι περί αποδείξεως κανόνες του άρθρου 19 της οδηγίας 2006/54 θα στερούνταν πλήρως πρακτικής αποτελεσματικότητας (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2017, Otero Ramos, C‑531/15, EU:C:2017:789, σκέψη 74).
82 Πρέπει να προστεθεί ότι οι ίδιοι κανόνες αποδείξεως έχουν εφαρμογή στο πλαίσιο του άρθρου 5 ή, ενδεχομένως, του άρθρου 7, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/85. Ειδικότερα, στο μέτρο που γαλουχούσα εργαζομένη ζητεί την απαλλαγή της από την εργασία για όλο το διάστημα που χρειάζεται για την προστασία της ασφάλειας ή της υγείας της, προσκομίζει δε στοιχεία ικανά να καταδείξουν ότι δεν υπήρχε δυνατότητα λήψεως των μέτρων προστασίας του άρθρου 5, παράγραφοι 1 και 2, ή του άρθρου 7, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας αυτής, ο εργοδότης φέρει το βάρος να αποδείξει ότι τα μέτρα αυτά ήταν τεχνικώς ή αντικειμενικώς δυνατά και ήταν εύλογο να απαιτηθούν στην περίπτωση της ενδιαφερόμενης εργαζομένης.
83 Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο, στο τρίτο και στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στο πλαίσιο της οποίας εργαζομένη στην οποία δεν χορηγήθηκε ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ύπαρξη κινδύνου για τον θηλασμό τον οποίο ενέχει η θέση εργασίας της και στην οποία κατά συνέπεια δεν χορηγήθηκε το επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία αμφισβητεί, ενώπιον εθνικού δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους, την αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της, εφόσον η εργαζομένη αυτή επικαλείται πραγματικά περιστατικά από τα οποία πιθανολογείται ότι η αξιολόγηση αυτή δεν συμπεριέλαβε ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάστασή της και από τα οποία μπορεί έτσι να συναχθεί τεκμήριο περί υπάρξεως άμεσης διακρίσεως λόγω φύλου, κατά την έννοια της οδηγίας 2006/54, πράγμα που είναι έργο του αιτούντος δικαστηρίου να επαληθεύσει. Ο καθού το ένδικο βοήθημα φέρει στην περίπτωση αυτή το βάρος να αποδείξει ότι η εν λόγω αξιολόγηση των κινδύνων όντως περιελάμβανε τέτοιο συγκεκριμένο έλεγχο και ότι επομένως δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων.
Επί των δικαστικών εξόδων
84 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:
1) Το άρθρο 7 της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στην οποία η ενδιαφερόμενη εργαζομένη σε βάρδιες εκτελεί μόνο μέρος της εργασίας της σε νυκτερινό ωράριο.
2) Το άρθρο 19, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εφαρμόζεται σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στο πλαίσιο της οποίας εργαζομένη στην οποία δεν χορηγήθηκε ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ύπαρξη κινδύνου για τον θηλασμό τον οποίο ενέχει η θέση εργασίας της και στην οποία κατά συνέπεια δεν χορηγήθηκε το επίδομα λόγω κινδύνου κατά τη γαλουχία αμφισβητεί, ενώπιον εθνικού δικαστηρίου ή οποιασδήποτε άλλης αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους μέλους, την αξιολόγηση των κινδύνων της θέσεως εργασίας της, εφόσον η εργαζομένη αυτή επικαλείται πραγματικά περιστατικά από τα οποία πιθανολογείται ότι η αξιολόγηση αυτή δεν συμπεριέλαβε ειδικό έλεγχο που να λαμβάνει υπόψη την ατομική κατάστασή της και από τα οποία μπορεί έτσι να συναχθεί τεκμήριο περί υπάρξεως άμεσης διακρίσεως λόγω φύλου, κατά την έννοια της οδηγίας 2006/54, πράγμα που είναι έργο του αιτούντος δικαστηρίου να επαληθεύσει.
Ο καθού το ένδικο βοήθημα φέρει στην περίπτωση αυτή το βάρος να αποδείξει ότι η εν λόγω αξιολόγηση των κινδύνων όντως περιελάμβανε τέτοιο συγκεκριμένο έλεγχο και ότι επομένως δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων.
Αριθμ. πρωτ.: 2/68144/0026/2018 Οδηγίες για την υλοποίηση του νέου Μητρώου Δεσμεύσεων (ΜΔ) από τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης
ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
1. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ
Ταχ. Δ/νση: Λεωφόρος Κηφισίας 124 και Ιατρίδου 2
ΤΚ: 11526
τηλ.: 2106987705
e-mail: d26@glk.gr
2. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
α. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
β. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Ταχ. Δ/νση: Πανεπιστημίου 37
ΤΚ: 10165
α. e-mail: fd@glk.gr
β. e-mail: dpgk@glk.gr
ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την υλοποίηση του νέου Μητρώου Δεσμεύσεων (ΜΔ) από τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης
Σχετ.: α. Η με αριθμό 2/47972/0026/15-06-2018 (ΑΔΑ: Ω8ΛΝΗ-4ΕΓ) εγκύκλιος του ΓΛΚ
β. Η με αριθμό οικ. 2 /47891/ ΔΠΓΚ/2018 (ΑΔΑ: Ψ4Γ6Η-94Φ) εγκύκλιος του ΓΛΚ
Με τη σχετική (α) εγκύκλιο παρασχέθηκαν επικαιροποιημένες οδηγίες ως προς την ορθή και ενιαία τήρηση του ΜΔ από όλους τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Η υλοποίηση των οδηγιών αυτών συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, την τροποποίηση τόσο του αναλυτικού ΜΔ όσο και της σύνοψης αυτού με την προσθήκη νέων στηλών. Κατά συνέπεια προκύπτει η ανάγκη τροποποιήσεων και προσαρμογών των συστημάτων στα οποία οι φορείς Γενικής Κυβέρνησης τηρούν το ΜΔ.
Ειδικά, σε ό,τι αφορά στους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, το ΓΛΚ σχεδιάζει, σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ), την ενσωμάτωση του αναλυτικού ΜΔ στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Δημοσιονομικής Πολιτικής (ΟΠΣΔΠ). Εντούτοις, και μέχρι αυτή να γίνει εφικτή, έχοντας υπόψη τις διατάξεις του ν.4270/2014, άρθρο 24 παρ. 4 περ. α και δ και παρ. 5 περ. γ, και άρθρο 65 παρ. 1 και 4, από τις οποίες προκύπτει η υποχρέωση και η ευθύνη των Προϊσταμένων Οικονομικών Υπηρεσιών για την ορθή τήρηση και παροχή στοιχείων του ΜΔ στο ΓΛΚ, οι φορείς της Κεντρικής Διοίκησης πρέπει με ίδια μέσα να προσαρμόσουν τα συστήματά τους στα νέα δεδομένα το συντομότερο δυνατό για την εφαρμογή των οριζομένων στην ισχύουσα εγκύκλιο «Οδηγίες για την τήρηση του Μητρώου Δεσμεύσεων» (σχετ.α).
Εφιστάται η προσοχή ιδίως στις οδηγίες των οποίων η άμεση υλοποίηση κρίνεται απαραίτητη και αφορούν στις παρακάτω δύο περιπτώσεις:
α) στον τρόπο καταγραφής των δαπανών που πληρώνονται μέσω πάγιας προκαταβολής, δεδομένου ότι οι δαπάνες αυτές δεν ωριμάζουν και δεν προσμετρώνται στις ληξιπρόθεσμες και εκκρεμείς υποχρεώσεις, ούτε στις απλήρωτες υποχρεώσεις (βλ. ενότητα Θ, παράγραφος 2 της σχετικής (α) εγκυκλίου, καθώς και την περιγραφή των στηλών 30 και 40 του Μητρώου στην ενότητα Γ.2), και
β) στον τρόπο καταγραφής των δαπανών, που είχαν νομίμως αναληφθεί, εν συνεχεία απορρίφθηκαν και είτε i) δεν βρίσκονται υπό δικαστική διεκδίκηση, αλλά τα σχετικά ποσά πρέπει να αντιλογιστούν στο ΜΔ σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περιγραφή των στηλών 22, 32 και 33 στην ενότητα Γ.2 της (α) σχετικής εγκυκλίου, είτε ii) βρίσκονται υπό δικαστική διεκδίκηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ενότητα Ζ, παράγραφοι (3β) και (3γ) της σχετικής (α) εγκυκλίου. Επισημαίνεται ότι τα στοιχεία για τις υποχρεώσεις αυτές πρέπει να αποστέλλονται στο ΓΛΚ μέσω των μηνιαίων συνοπτικών εκθέσεων (μέρος Ε αυτών), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ενότητα Ζ, παράγραφος (3δ) της σχετικής (α) εγκυκλίου, καθώς και τα οριζόμενα στη σχετική (β) εγκύκλιο.
Οι παραπάνω δύο οδηγίες πρέπει να υλοποιηθούν και να ενσωματωθούν στις συνόψεις του ΜΔ άμεσα και, σε κάθε περίπτωση, όχι αργότερα από την υποβολή των στοιχείων του μήνα Δεκεμβρίου 2018 (αποστολή στο ΓΛΚ τον Ιανουάριο 2019).
Όσοι από τους λοιπούς φορείς της Γενικής Κυβέρνησης δεν έχουν ακόμα υλοποιήσει τα οριζόμενα στην ισχύουσα (α) σχετική εγκύκλιο, παρακαλούνται να φροντίσουν για την άμεση υλοποίησή τους.
Παραμένουμε στη διάθεσή σας για την παροχή επιπλέον πληροφοριών και διευκρινίσεων για τα ανωτέρω.
Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
Γεώργιος Χουλιαράκης