ΑΘΗΝΑ, 28 / 2 / 2019
Αρ. Πρ. Φ. 40021 / οικ.9491/737
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ, ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
Δ/ΝΣΗ: Σταδίου 29
ΤΑΧ. ΚΩΔΙΚΑΣ: 10110 Αθήνα
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 2131516785
ΦΑΞ: 2103368166
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Ελ. Γεωργούντζου
E-MAIL: asfasth@ypakp.gr
ΘΕΜΑ: Χορήγηση ασφαλιστικής κάλυψης στους μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α. και στους ανέργους
Σας γνωρίζουμε ότι για την χορήγηση ή ανανέωση της ασφαλιστικής ικανότητας από τον Ε.Φ.Κ.Α. στους ασφαλισμένους και ανέργους, καθώς και στα μέλη οικογενείας τους για την περίοδο από 1/3/2019 έως 29/2/2020, έχει ήδη συνταχθεί και προωθείται διάταξη νόμου, με την οποία προβλέπεται ότι:
1). Στους μισθωτούς ασφαλισμένους στον ΕΦΚΑ, χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα με την συμπλήρωση τουλάχιστον πενήντα (50) ημερών ασφάλισης, είτε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος (2018), είτε κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και στους μη μισθωτούς ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα με τη συμπλήρωση τουλάχιστον δύο (2) μήνες ασφάλισης κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος (2018), ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και εφόσον έχουν καταβάλλει τις ελάχιστες ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν.4387/2016 και τις σχετικές υπουργικές αποφάσεις ή σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, αυτή έχει εξοφληθεί ή ρυθμιστεί και τηρείται η εξόφληση των δόσεων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η ασφαλιστική ικανότητα ανανεώνεται ανά μήνα .
2). Στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων με την επωνυμία «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», «ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ», της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης Περάματος και των Ναυπηγείων Ελευσίνας, στους αναβάτες ιπποδρομιών, τους μαθητευόμενους αναβάτες, τους προπονητές δρομώνων ίππων, των προσώπων που υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. ως μισθωτοί-μέλη Διοικητικών Συμβουλίων Α.Ε. βάσει αποκλειστικά του εδ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 38 του ν.4387/2016 και των προσώπων που έχουν υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής των παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 της από 26 Ιουλίου ΠΝΠ (Α'138), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν.4576/2018 (Α'196), για την περίοδο από 1/3/2019 έως 29/2/2020 , των προσώπων που έχουν υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής των κατ, εξουσιοδότηση του αρ. 44 του ν.4578/2018 Υπουργικών Αποφάσεων χορηγούνται παροχές ασθένειας σε είδος, για τους ίδιους και τα μέλη οικογενείας τους, χωρίς την προϋπόθεση συμπλήρωσης ημερών ασφάλισης.
3) . Στους ασφαλισμένους του πρώην Ο.Α.Ε.Ε. και του πρώην Ε.Τ.Α.Α., που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων των περιπτ. Α και Β της υποπ. Α3, του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014 (Α'85), καθώς και στους ανασφάλιστους υπερήλικες της περ. 5 της υποπαρ. ΙΑ6 του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (Α,222) οι οποίοι έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της υποπ. A3 περ. Γ του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014 (Α' 85), η ασφαλιστική κάλυψη για παροχές σε είδος παρατείνεται έως 29/2/2020.
4) . Στους ανέργους ηλικίας άνω των 29 και έως 55 ετών, που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν.2768/1999 (Α'273) όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, η ασφαλιστική κάλυψη για παροχές ασθένειας σε είδος παρατείνεται έως την 29η Φεβρουαρίου 2020.
5) .Στους άνεργους ασφαλισμένους του πρώην Ο.Α.Ε.Ε. ηλικίας άνω των 30 και έως 67 ετών (αντί του 65 που ίσχυε), που διέκοψαν την άσκηση του επαγγέλματός τους, έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ.8 του άρθρου δευτέρου του ν.3845/2010 (Α'65) και της περ. Α, της υποπ. Α3, του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014 (Α'85) και παραμένουν άνεργοι και ανασφάλιστοι, η ασφαλιστική κάλυψη για παροχές ασθένειας σε είδος παρατείνεται έως την 29η Φεβρουαρίου 2020.
6) . Στους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ που έχουν οφειλές από ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές, δικαιούνται ασφαλιστικής ικανότητας, εφόσον έχει εκδοθεί απόφαση από τις αρμόδιες επιτροπές οικονομικής αδυναμίας της παρ. 6 του άρθρου 14 του ν.2458/1997 (Α'15) για όσο χρονικό διάστημα ορίζεται από την απόφαση αυτή.
Μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής νομοθετικής διαδικασίας, παρακαλούμε όπως ενημερώσετε άμεσα τις αρμόδιες υπηρεσίες σας ώστε να ανανεωθεί η ασφαλιστική ικανότητα στους ανωτέρω ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α.
Με την ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας θα ενημερωθείτε σχετικά με νεότερο έγγραφό μας.
Τέλος σας γνωρίζουμε ότι στους μη μισθωτούς (καθώς και στα μέλη της οικογενείας τους) που μέχρι 27-2-2019 έχουν αιτηθεί την υπαγωγή τους στο καθεστώς της προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης βάσει του άρθρου 37 του ν.4387/2016 χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα μέχρι 30-9-2019.
Επίσης, οι διατάξεις για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας για παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος στους ανέργους εξακολουθούν να ισχύουν.
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Φ. 40021/οικ. 9491/737/2019 Χορήγηση ασφαλιστικής κάλυψης στους μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α. και στους ανέργους
260009/2019 Χορήγηση ασφαλιστικής κάλυψης στους μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α. και στους ανέργους
Αρ. Πρωτ.: 260009
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ Α’
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ
Ταχ. Δ/νση: Αγ. Κων/νου 5, 10431 Αθήνα
Πληρ.: ΡΩΣΣΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΑΜΑΝΤΩ
Τηλ: 210 5228858
Fax: 210 5243477
e-mail: tm.asfikan@efka.gov.gr
ΘΕΜΑ: « Χορήγηση ασφαλιστικής κάλυψης στους μισθωτούς και μη μισθωτούς ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α. και στους ανέργους.»
ΣΧΕΤ: Το αρ. πρ. Φ. 40021/οικ. 9491/737/28-02-2019 έγγραφο του Υπουργείου
Σας γνωρίζουμε ότι για την χορήγηση ή ανανέωση της ασφαλιστικής ικανότητας από τον Ε.Φ.Κ.Α. στους ασφαλισμένους και ανέργους, καθώς και στα μέλη οικογενείας τους για την περίοδο από 1/3/2019 έως 29/2/2020, έχει ήδη συνταχθεί και προωθείται διάταξη νόμου, με την οποία προβλέπεται ότι:
1). Στους μισθωτούς ασφαλισμένους στον ΕΦΚΑ, χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα με την συμπλήρωση τουλάχιστον πενήντα (50) ημερών ασφάλισης, είτε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος (2018), είτε κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και στους μη μισθωτούς ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα με τη συμπλήρωση τουλάχιστον δύο (2) μήνες ασφάλισης κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος (2018), ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και εφόσον έχουν καταβάλλει τις ελάχιστες ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν.4387/2016 και τις σχετικές υπουργικές αποφάσεις ή σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, αυτή έχει εξοφληθεί ή ρυθμιστεί και τηρείται η εξόφληση των δόσεων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η ασφαλιστική ικανότητα ανανεώνεται ανά μήνα .
2). Στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων με την επωνυμία «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», «ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ», της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης Περάματος και των Ναυπηγείων Ελευσίνας, στους αναβάτες ιπποδρομιών, τους μαθητευόμενους αναβάτες, τους προπονητές δρομώνων ίππων, των προσώπων που υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. ως μισθωτοί-μέλη Διοικητικών Συμβουλίων Α.Ε. βάσει αποκλειστικά του εδ. δ΄ της παρ. 3 του άρθρου 38 του ν.4387/2016 και των προσώπων που έχουν υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής των παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 της από 26 Ιουλίου ΠΝΠ (Α’138), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν.4576/2018 (Α’196), για την περίοδο από 1/3/2019 έως 29/2/2020 , των προσώπων που έχουν υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής των κατ, εξουσιοδότηση του αρ.44του ν.4578/2018 Υπουργικών Αποφάσεων χορηγούνται παροχές ασθένειας σε είδος, για τους ίδιους και τα μέλη οικογενείας τους, χωρίς την προϋπόθεση συμπλήρωσης ημερών ασφάλισης.
3). Στους ασφαλισμένους του πρώην Ο.Α.Ε.Ε. και του πρώην Ε.Τ.Α.Α., που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων των περιπτ. Α και Β της υποπ. Α3, του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014 (Α’85), καθώς και στους ανασφάλιστους υπερήλικες της περ. 5 της υποπαρ. ΙΑ6 του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (Α,222) οι οποίοι έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της υποπ. Α3 περ. Γ του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014 (Α΄ 85), η ασφαλιστική κάλυψη για παροχές σε είδος παρατείνεται έως 29/2/2020.
4). Στους ανέργους ηλικίας άνω των 29 και έως 55 ετών, που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν.2768/1999 (Α’273) όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, η ασφαλιστική κάλυψη για παροχές ασθένειας σε είδος παρατείνεται έως την 29η Φεβρουαρίου 2020.
5). Στους άνεργους ασφαλισμένους του πρώην Ο.Α.Ε.Ε. ηλικίας άνω των 30 και έως 67 ετών (αντί του 65 που ίσχυε), που διέκοψαν την άσκηση του επαγγέλματός τους, έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ.8 του άρθρου δευτέρου του ν.3845/2010 (Α’65) και της περ. Α, της υποπ. Α3, του άρθρου πρώτου του ν.4254/2014 (Α’85) και παραμένουν άνεργοι και ανασφάλιστοι, η ασφαλιστική κάλυψη για παροχές ασθένειας σε είδος παρατείνεται έως την 29η Φεβρουαρίου 2020.
6). Στους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ που έχουν οφειλές από ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές, δικαιούνται ασφαλιστικής ικανότητας, εφόσον έχει εκδοθεί απόφαση από τις αρμόδιες επιτροπές οικονομικής αδυναμίας της παρ. 6 του άρθρου 14 του ν.2458/1997 (Α’15) για όσο χρονικό διάστημα ορίζεται από την απόφαση αυτή.
Μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής νομοθετικής διαδικασίας, παρακαλούμε όπως ενημερώσετε άμεσα τις αρμόδιες υπηρεσίες σας ώστε να ανανεωθεί η ασφαλιστική ικανότητα στους ανωτέρω ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α.
Με την ολοκλήρωση της νομοθετικής διαδικασίας θα ενημερωθείτε σχετικά με νεότερο έγγραφό μας.
Τέλος σας γνωρίζουμε ότι στους μη μισθωτούς (καθώς και στα μέλη της οικογενείας τους) που μέχρι 27-2-2019 έχουν αιτηθεί την υπαγωγή τους στο καθεστώς της προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης βάσει του άρθρου 37 του ν.4387/2016 χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα μέχρι 30-9-2019.
Επίσης, οι διατάξεις για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας για παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος στους ανέργους εξακολουθούν να ισχύουν.
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ
ΒΑΓΙΟΥΛΑ ΑΓΑΔΑΚΟΥ
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ
Δ11/οικ. 8481/282/2019 Τροποποίηση της αριθμ. οικ. Δ22/11/2705/58/ 17-1-2018 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός της διαδικασίας χορήγησης επιδόματος παιδιού» (Β΄ 57).
Αριθμ. Δ11/οικ. 8481/282
(ΦΕΚ Β' 669/28-02-2019)
ΟΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 214 του ν. 4512/2018 (Α΄ 5), και ιδίως της παρ. 13 αυτού.
2. Το π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» (Α' 98), όπως ισχύει.
3. Το π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 116).
4. Το π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 210).
5. Το π.δ. 134/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Α' 168), όπως ισχύει.
6. Την αριθμ. Υ28/08-10-2015 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου» (Β' 2168), όπως τροποποιήθηκε με τις αριθμ. Υ70/11-11-2015, Υ43/28-04-2017 και Υ89/30-11-2017 αποφάσεις του Πρωθυπουργού (Β' 2441, Β' 1510 και Β' 4195).
7. Την αριθμ. Υ29/08-10-2015 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη» (Β' 2168).
8. Την αριθμ. οικ. Δ22/11/2705/58/17-1-2018 κοινή υπουργική απόφαση «Καθορισμός της διαδικασίας χορήγησης επιδόματος παιδιού» (Β' 57).
9. Την αριθμ. Δ11/οικ. 19750/540/30-3-2018 κοινή υπουργική απόφαση «Χορήγηση επιδόματος παιδιού από τον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ)» (Β' 1293).
10. Την αριθμ. Δ11/οικ. 65072/2920/10-12-2018 κοινή υπουργική απόφαση «Τροποποίηση της Δ22/11/2705/ 58/17-1-2018 κοινή υπουργικής απόφασης «Καθορισμός της διαδικασίας χορήγησης επιδόματος παιδιού (Β' 57)» (Β' 5617).
11. Την αριθμ. οικ. 7129/510/14 2-2019 εισηγητική έκθεση της Προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
12. Το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται επιπλέον δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Άρθρο μόνο
Η παρ. 3 του άρθρου 6 της αριθμ. Γ.Π. οικ. Δ22/11/ 2705/58/17-1-2018 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός της διαδικασίας χορήγησης επιδόματος παιδιού» (Β' 57) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπεύθυνης δήλωσης Α21 άρχεται μετά την 2α Ιανουαρίου εκάστου έτους και ως καταληκτική ημερομηνία ορίζεται η 15ης Ιανουαρίου του επομένου έτους. Η παραπάνω ρύθμιση καταλαμβάνει και τις αιτήσεις που κατατέθηκαν για το έτος 2018.
Με απόφαση του Διοικητή του ΟΠΕΚΑ ορίζεται η ημερομηνία έναρξης υποβολής των αιτήσεων υπεύθυνων δηλώσεων Α21 εκάστου έτους».
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 22 Φεβρουαρίου 2019
Οι Αναπληρωτές Υπουργοί
Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΘΕΑΝΩ ΦΩΤΙΟΥ
Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
οικ. 9329/Δ1.3197 Τροποποίηση της αριθμ. οικ. 4595/Δ1.1613/31-1-2019 (Β΄ 234) υπουργικής απόφασης «Παράταση της προθεσμίας υποβολής του εντύπου Ε4 (Πίνακας Προσωπικού), συμπληρωμένου μόνο με τα στοιχεία της μεταβολής των αποδοχών, λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας».
ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», όπως ισχύει.
2. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύει.
9. Τις διατάξεις των άρθρων 18 και 30 του ν. 3996/2011(Α΄ 170) «Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
10. Τις διατάξεις του ν. 3979/2011 (Α΄ 138) «Για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύει.
11. Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης», όπως ισχύει.
12. Την οικ.32143/Δ1.11288/11.6.2018 απόφαση της Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β΄ 2401) «Επανακαθορισμός όρων ηλεκτρονικής υποβολής εντύπων αρμοδιότητας Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)» και ιδίως την παρ. 5.17 του άρθρου 5 αυτής.
13. Την οικ. 4241/127/30.1.2019 απόφαση της Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β΄ 173) «Καθορισμός κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας».
14. Την οικ. 4595/Δ1.1613/31-1-2019 (Β΄ 234) υπουργική απόφαση «Παράταση της προθεσμίας υποβολής του εντύπου Ε4 (Πίνακας Προσωπικού), συμπληρωμένου μόνο με τα στοιχεία της μεταβολής των αποδοχών, λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας».
Η Υπουργός
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ
Δ.15/Δ'/3220/72 Υλοποίηση προγράμματος για την καταβολή μειωμένης εργοδοτικής εισφοράς κύριας σύνταξης για μισθωτούς ως 25 ετών.
Αριθμ. Δ.15/Δ'/3220/72
Υλοποίηση προγράμματος για την καταβολή μειωμένης εργοδοτικής εισφοράς κύριας σύνταξης για μισθωτούς ως 25 ετών.
(ΦΕΚ Β’ 681/28.02.2019)
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 86 του ν. 4583/2018 (Α'
212) «Κατάργηση των διατάξεων περί μείωσης των συντάξεων, ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας 2016/97/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 2016 σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων και άλλες διατάξεις».
2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α'98).
3. Τις διατάξεις του 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (Α' 143).
4. Τις διατάξεις του άρθρου 40 του ν. 4488/2017 (Α' 137) «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες διατάξεις» (Α' 137).
5. Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α' 181).
6. Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Α' 168).
7. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (Α' 29).
8. Το π.δ. 73/2015 (Α' 116) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
9. Το π.δ. 125/2016 (Α' 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
10. Την αριθμ. οικ. 44549/Δ9.12193/8.10.2015 (Β' 2169) υπουργική απόφαση «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αναστάσιο Πετρόπουλο», όπως έχει τροποποιηθεί με τις αριθμ. οικ. 54051/Δ9.14200/22.11.2016 (Β' 3801) και οικ. 59285/18416/12.12.2017 (Β' 4503) υπουργικές αποφάσεις.
11. Την αριθμ. Υ29/9.10.2015 απόφασης του Πρωθυπουργού (Β' 2168) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη».
12. Το με αριθμ. οικ. 5050ΕΞ2019/31.01.2019 έγγραφο της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.
13. Το αριθμ. οικ. 4382/256/31.1.2019 εισηγητικό σημείωμα της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, βάσει του άρθρου 24 παρ. 5 περίπτωση ε του ν. 4270/2014 (Α' 143), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 6 του ν. 4337/2015 (Α' 129).
14. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού πέραν της προκληθείσας από τις διατάξεις του άρθρου 86 του ν. 4583/2018, αποφασίζουμε: Τις προϋποθέσεις υλοποίησης του προγράμματος του άρθρου 86 του ν. 4583/2018 αναφορικά με την καταβολή μειωμένης εργοδοτικής εισφοράς για την κύρια σύνταξη για μισθωτούς ως 25 ετών σε επιχειρήσεις της παρ. 2 του άρθρου 1, ως εξής:
Αρθρο 1
Υπαγόμενα Πρόσωπα Διαδικασία υπαγωγής Έναρξη και λήξη επιδότησης
1. Από την 01.01.2019 η προβλεπόμενη εργοδοτική εισφορά από το άρθρο 38 παρ. 1, 3 και 9 του ν. 4387/2016 (Α' 85), όπως ισχύει με το άρθρο 27 παρ. 2 του ν. 4445/2016 (Α' 236), και από το άρθρο 40 παρ. 6 του ν. 4387/2016 (Α' 85), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4578/2018 (Α' 200), καταβάλλεται μειωμένη κατά 6,66% επί των αποδοχών, όπως αυτές ορίζονται στα ανωτέρω άρθρα, από τις επιχειρήσεις για τους απασχολούμενους μισθωτούς ηλικίας ως 25 ετών, αμειβόμενους με μισθό ή ημερομίσθιο, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), με πλήρη ή μειωμένη ή εκ περιτροπής απασχόληση, ανεξαρτήτως του ύψους των αποδοχών. Το ποσό της μείωσης που προκύπτει βάσει του ανωτέρω εδαφίου καλύπτεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας.
2. Στη ρύθμιση της παρ. 1 εντάσσονται επιχειρήσεις που ασκούν οικονομική δραστηριότητα και δραστηριοποιούνται στο σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας.
3. Η υπαγωγή στο πρόγραμμα καταβολής μειωμένης εργοδοτικής εισφοράς γίνεται με την υποβολή της ΑΠΔ από τον υπόχρεο εργοδότη, με μειωμένη την κατά την παρ. 1 εργοδοτική εισφορά, για την χρονική περίοδο που αναφέρεται σε αυτή. Ο ΕΦΚΑ ελέγχει απολογιστικά τις προϋποθέσεις και την ορθότητα της υποβληθείσας ΑΠΔ. Ο εργοδότης μπορεί να αιτείται και να λαμβάνει βεβαίωση υπαγωγής του στο Πρόγραμμα, μετά από έλεγχο των υπηρεσιών του ΕΦΚΑ.
4. Η ανωτέρω μειωμένη εργοδοτική εισφορά καταβάλλεται από την ημερομηνία ανάληψης της μισθωτής εργασίας μέχρι και τον μήνα που συμπληρώνεται το 25° έτος της ηλικίας του ασφαλισμένου, εφόσον παραμένει στον εργοδότη μέχρι τη συμπλήρωση του ως άνω ηλικιακού ορίου. Στην περίπτωση που η ημερομηνία ανάληψης της μισθωτής εργασίας είναι προγενέστερη της έναρξης του προγράμματος, η ανωτέρω εισφορά καταβάλλεται μειωμένη από την 01.01.2019.
5. Αν ο εργοδότης καταβάλει πλήρη ασφαλιστική εισφορά για μισθωτό που πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο πρόγραμμα, μπορεί να αιτηθεί τον συμψηφισμό ή την επιστροφή του επιδοτούμενου μέρους της ασφαλιστικής εισφοράς, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 104 του ν. 4387/2016 (Α' 85), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 4488/2017 (Α' 137), είτε από την ημερομηνία ανάληψης της μισθωτής εργασίας, είτε από την 01.01.2019 αν η πρόσληψη προηγείται της έναρξης του προγράμματος.
6. Στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της ΑΠΔ επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις, ενώ στην περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής ασφαλιστικών εισφορών κατά τη διάρκεια του προγράμματος, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες προσαυξήσεις, μόνο στις οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές και όχι στις επιδοτούμενες.
7. Σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 40 του ν. 4488/2017 (Α' 137), αποκλείονται από το Πρόγραμμα επιδότησης ασφαλιστικών εισφορών του άρθρου 86 του ν. 4583/2018 οι εργοδότες που παραβαίνουν την εργατική νομοθεσία.
Άρθρο 2
Χρηματοδότηση Έλεγχος
1. Η δαπάνη που προκαλείται από την καταβολή των μειωμένων εργοδοτικών εισφορών καλύπτεται από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και ειδικότερα τον Ε.Φ. 1033-203, ΑΛΕ: 2310589001.
2. Η υπαγωγή των επιχειρήσεων στην παρούσα ελέγχεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, οι δε εμπλεκόμενοι φορείς είναι υποχρεωμένοι να ανταποκρίνονται κατά αρμοδιότητα.
3. Οι επιχειρήσεις προσκομίζουν στον ΕΦΚΑ δικαιολογητικά που τυχόν τους ζητηθούν.
4. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες στην παρούσα προϋποθέσεις υπαγωγής στο Πρόγραμμα, το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών που έχει καταβληθεί μέσω του Προγράμματος αναζητείται από το χρόνο απώλειας του δικαιώματος υπαγωγής στο Πρόγραμμα, επιβαρυνόμενο με τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμης καταβολής.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2019
Οι Υπουργοί
Υπουργός Υφυπουργός
Εργασίας, Κοινωνικής Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Αλληλεγγύης
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
ΣτΕ 2607/2018 Διόρθωση συμβολαίου ως προς το τίμημα-Βάρος απόδειξης της πραγματικής καταβολής του διορθωμένου τιμήματος
ΣτΕ 2607/2018 - Διόρθωση συμβολαίου ως προς το τίμημα-Βάρος απόδειξης της πραγματικής καταβολής του διορθωμένου τιμήματος
Περίληψη
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 3 περίπτ. α του ΚΦΕ (ν. 2238/1994), ερμηνευόμενες υπό το φως των άρθρων 78 παρ. 1, 4 παρ. 5 και 20 παρ. 1 του Συντάγματος, το (φορολογητέο ως εισόδημα από εμπορική επιχείρηση) κέρδος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων ανευρίσκεται με βάση την πραγματική αξία εκάστης συναλλαγής. Για τον προσδιορισμό της αξίας αυτής, ναι μεν λαμβάνεται κατ’ αρχήν υπόψη η αξία που προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, αλλά εάν το αναγραφόμενο στα οικεία συμβόλαια τίμημα υπερβαίνει την τοιαύτη (αντικειμενική) αξία, λαμβάνεται υπόψη το εν λόγω τίμημα, εφόσον, πάντως, είναι το αληθώς καταβληθέν (πρβλ. ΣτΕ 1400/2015 επταμ.), δηλαδή δεν είναι ανακριβές/εικονικό, αλλά ανταποκρίνεται στην οικονομική πραγματικότητα της συναλλαγής.
Τούτο ισχύει και σε περίπτωση που με μεταγενέστερο (διορθωτικό) συμβόλαιο ορίζεται ότι το τίμημα της αγοραπωλησίας είναι μεγαλύτερο του αναφερόμενου στο αρχικό συμβόλαιο, το οποίο ισούται με την αντικειμενική αξία των ακινήτων [όσον αφορά τη δυνατότητα τέτοια διόρθωσης και τη συνεπεία αυτής επιβολή στον αγοραστή (επιπλέον) φόρου μεταβίβασης ακινήτων, βλ. την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 1587/1950) α.ν. 1521/1950, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν. 2459/1997].
Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο φορολογούμενος ο οποίος επικαλείται έναντι (των διαπιστώσεων) του φορολογικού ελέγχου ή με ενδικοφανή προσφυγή του το μεταγενέστερο (διορθωτικό ως προς το τίμημα) συμβόλαιο, προκειμένου να αποφύγει ή να αμφισβητήσει την επιβολή σε βάρος του φόρου εισοδήματος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων, φέρει το βάρος να αποδείξει ότι το αναγραφόμενο στο μεταγενέστερο συμβόλαιο τίμημα είναι το πραγματικό, ήτοι το αληθώς καταβληθέν.
Ειδικότερα, η σύνταξη τέτοιου συμβολαίου, με την οποία το τίμημα της αγοραπωλησίας διορθώνεται σε ποσό πολύ μεγαλύτερο του αναφερόμενου στο αρχικό συμβόλαιο και η οποία λαμβάνει χώρα μετά την έναρξη του φορολογικού ελέγχου και, μάλιστα, μετά την κοινοποίηση στον φορολογούμενο σημειώματος με τις διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως συνέβη στην κρινόμενη υπόθεση, δημιουργεί (μαχητό, αλλά ισχυρό) τεκμήριο ότι η επίμαχη διόρθωση δεν ανταποκρίνεται στην οικονομική πραγματικότητα, παρά συνιστά μεθόδευση, μέσω της οποίας επιχειρείται η (όψιμη) διαμόρφωση μιας επίπλαστης κατάστασης, ώστε να αποτραπεί ο καταλογισμός του ποσού του αναλογούντος, στην περίπτωση άσκησης επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων, φόρου εισοδήματος (και του συναφούς πρόσθετου φόρου), το οποίο, όπως εν προκειμένω, είναι σαφώς μεγαλύτερο του φόρου μεταβίβασης ακινήτων που οφείλεται συνεπεία της ανωτέρω διόρθωσης του τιμήματος.
Εξάλλου, το ως άνω τεκμήριο μπορεί να καταρριφθεί από τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο μόνο δια της επίκλησης και προσκόμισης στοιχείων που αποδεικνύουν ότι πράγματι καταβλήθηκε το αναγραφέν στο μεταγενέστερο συμβόλαιο τίμημα, όχι όμως με την διατύπωση εκ μέρους του ισχυρισμού περί της οικονομικής δυνατότητάς του για πληρωμή τοις μετρητοίς του αντίστοιχου ποσού, το οποίο, μάλιστα, ενδέχεται να ανέρχεται, όπως εν προκειμένω, σε εκατομμύρια ευρώ. Συνεπώς, η τοιαύτη διόρθωση νομίμως, κατ’ αρχήν, απορρίπτεται από τη φορολογική Διοίκηση, κατά τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων και, περαιτέρω, σε περίπτωση άσκησης ένδικης προσφυγής κατά της οικείας καταλογιστικής πράξης, από το διοικητικό δικαστήριο, χωρίς να ασκεί συναφώς επιρροή η αντιμετώπιση της περίπτωσης από πλευράς φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων.
Αριθμός 2607/2018
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Νοεμβρίου 2018, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Σ. Βιτάλη, Αγ. Σδράκα, Σύμβουλοι, Ι. Δημητρακόπουλος, Ο.-Μ. Βασιλάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 27 Φεβρουαρίου 2018 αίτηση:
Του ……… του …., κατοίκου … (οδός …. αρ. …), ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους: 1) Ιωάννη Δρυλλεράκη (Α.Μ. 2279) και 2) Ευστάθιο Μπακάλη (Α.Μ. 27173), που τους διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η οποία παρέστη με την Δέσποινα Γάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 6059/2017 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Ι. Δημητρακόπουλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους του αναιρεσείοντος, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση και την εκπρόσωπο της αναιρεσίβλητης Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (e-παράβολο υπ’ αριθμ. 19272347995804270078), επιδιώκεται η αναίρεση της 6059/2017 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (ΔΕΑ), με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή του ήδη αναιρεσείοντος κατά της υπ’ αριθμ. ............./27.7.2016 απόφασης του Προϊσταμένου της
Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (ήδη της ΑΑΔΕ). Με την τελευταία αυτή απόφαση απορρίφθηκε η υπ’ αριθμ. πρωτ. ........../29.3.2016 ενδικοφανής προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της 53/25.2.2016 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2007, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΖ΄ Αθηνών, με την οποία προσδιορίσθηκε διαφορά πιστωτικού ποσού φόρου εισοδήματος ύψους 776,28 ευρώ, διαφορά χρεωστικού ποσού φόρου εισοδήματος ύψους 1.314.235,99 ευρώ και πρόσθετος φόρος, λόγω ανακρίβειας της δήλωσης, ποσού 1.578.014,72 ευρώ.
2. Επειδή, η παράγραφος 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 και, περαιτέρω, με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016, ορίζει, στο εδάφιο α΄, ότι «Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. […]» (η ως άνω διάταξη τέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010 και επαναλήφθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016). Επιπλέον, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010, «Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ [...]. Προκειμένου για διαφορές από ασφαλιστικές εισφορές, φόρους, δασμούς, τέλη και συναφή δικαιώματα, πρόστιμα και λοιπές κυρώσεις, ως ποσό της διαφοράς νοείται το ποσό εισφοράς, φόρου κ.λπ., χωρίς προσαυξήσεις και πρόσθετους φόρους, που αμφισβητείται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.». Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, προκειμένου να κριθεί παραδεκτή αίτηση αναίρεσης, απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων αμφοτέρων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (βλ. ΣτΕ 1873/2012 επταμ., ΣτΕ 435/2017, ΣτΕ 2934/2017 επταμ., ΣτΕ 172/2018
επταμ. κ.ά.). Ειδικότερα, κατά την έννοια της πρώτης των ανωτέρω παραγράφων, ο αναιρεσείων βαρύνεται, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αίτησής του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθένα από τους προβαλλόμενους λόγους τίθεται συγκεκριμένο, κρίσιμο για την επίλυση της διαφοράς, νομικό ζήτημα, ήτοι ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης έρχονται σε αντίθεση με μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος και όχι επί ανάλογου ή παρόμοιου (βλ. ΣτΕ 4163/2012 επταμ., ΣτΕ 1365/2017 επταμ., ΣτΕ 2934/2017 επταμ., ΣτΕ 1891/2018 επταμ. κ.ά.).
7. Επειδή, με το δεύτερο λόγο αναίρεσης προβάλλεται ότι, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 84 παρ. 4 και 68 παρ. 2 του ΚΦΕ, καθώς και του άρθρου 13 παρ. 6 του ν. 3522/2006, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο έκρινε, όσον αφορά τον καταλογισμό σε βάρος του αναιρεσείοντος φόρου και πρόσθετου φόρου για τη χρήση του 2006, ότι ήταν εφαρμοστέα η προβλεπόμενη στο άρθρο 84 παρ. 4 δεκαετής παραγραφή, ενώ δεν είχε εκδοθεί (και κοινοποιηθεί στον αναιρεσείοντα) αρχικό φύλλο ελέγχου, εντός της οριζόμενης στο άρθρο 84 παρ. 1 πενταετίας. Ο ανωτέρω λόγος, ανεξαρτήτως εάν προβάλλεται παραδεκτώς, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη.
8. Επειδή, με τις αποφάσεις ΣτΕ 2934/2017 ΣτΕ 2935/2017, ΣτΕ 172/2018 και ΣτΕ 173/2018 της επταμελούς σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες δημοσιεύθηκαν, αντίστοιχα, την 15.11.2017 και την 24.1.2018, ήτοι πριν από την άσκηση της κρινόμενης αίτησης (την 27.2.2018), κρίθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: “Κατά την έννοια των [...] διατάξεων των παραγράφων 1 και 4 (περιπτ. β) του άρθρου 84 του ΚΦΕ, ερμηνευόμενων σύμφωνα με την [...] συνταγματική αρχή της αναλογικότητας των νομοθετικών διατάξεων περί παραγραφής, (α) ο φορολογικός έλεγχος (και ο βάσει αυτού καταλογισμός φόρου και πρόσθετου φόρου, λόγω ανακρίβειας της δήλωσης) πρέπει να διενεργείται, κατ’ αρχήν, εντός πενταετίας από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία για την υποβολή της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, (β) κατά παρέκκλιση από τον ανωτέρω κανόνα της παραγράφου 1, χωρεί, σύμφωνα με την στενώς ερμηνευτέα διάταξη της περιπτ. β της παραγράφου 4 (σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 68 παρ. 2 περιπτ. α), έλεγχος (ακόμα και αρχικός) και έκδοση, βάσει αυτού, πράξης καταλογισμού φόρου και πρόσθετου φόρου, εντός δεκαετίας από το τέλος του προαναφερόμενου έτους, εάν περιέλθουν σε γνώση της φορολογικής Διοίκησης «συμπληρωματικά στοιχεία», δηλαδή στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος (πρβλ. ΣτΕ 1303/1999, ΣτΕ 2632/1996), τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπόψη της η φορολογική αρχή κατά την ανωτέρω πενταετία (βλ. ΣτΕ 2426/2002). Συνεπώς, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου 84 πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν (πρβλ. ΣτΕ 3296/2008, ΣτΕ 2703/1997, ΣτΕ 2473/1996) είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει την δέουσα επιμέλεια (πρβλ. ΣτΕ 2426/2002, ΣτΕ 2700/1965), ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας, που προβλέπονται στο νόμο. Περαιτέρω, [...] μεταξύ των βασικών και τακτικών μέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, πρέπει να διενεργείται, κατ’ αρχήν, εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο 84 παρ. 1 πενταετίας, είναι και η εξέταση του υπόλοιπου και των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή. Τούτων έπεται ότι στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», ικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (κατ’ αρχήν οριζόμενης, πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής, σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 4 περιπτ. β, σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 περιπτ. α του ΚΦΕ. Πράγματι, αν θεωρηθεί ότι στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών στην ημεδαπή μπορούν να αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», ο κανόνας της πενταετούς παραγραφής δεν θα είχε κατ’ ουσίαν πεδίο εφαρμογής και η εμφανιζόμενη ως παρέκκλιση δεκαετής παραγραφή θα καθίστατο ο κανόνας, δεδομένου ότι, αν όχι το σύνολο των φορολογουμένων, εν πάση περιπτώσει, η συντριπτική πλειοψηφία αυτών τηρούσε ήδη από πολλών ετών και εξακολουθεί να τηρεί τραπεζικούς λογαριασμούς, χωρίς τους οποίους, άλλωστε, δεν είναι πλέον δυνατή η πραγματοποίηση μεγάλου πλήθους συναλλαγών. Επιπρόσθετα ένας τέτοιος κανόνας, ορίζοντας τόσο μακρύ χρόνο παραγραφής (δεκαετία), διπλάσιο του κατ’ αρχήν προβλεπόμενου (και, δη, ανεξαρτήτως των συνθηκών τέλεσης ή/και της βαρύτητας, από απόψεως ποσού, της αποδιδόμενης φοροδιαφυγής), εμφανίζει σοβαρά μειονεκτήματα, τόσο για τους φορολογούμενους όσο και για το Δημόσιο (όσον αφορά τη φερεγγυότητα των φορολογικών ελέγχων, τη δυνατότητα προσήκουσας άμυνας των διοικουμένων, τον προγραμματισμό και την ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων τους, προς όφελος και της εθνικής οικονομίας, καθώς και την εισπραξιμότητα των καταλογιζόμενων ποσών), ενόψει των οποίων [...] θα έβαινε εμφανώς πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο και εύλογο για τον εντοπισμό και την καταστολή της φοροδιαφυγής (και, ιδίως, της μεγάλης από απόψεως ποσού) από μια σύγχρονη, καλά οργανωμένη και επιμελή φορολογική Διοίκηση, λαμβανομένου υπόψη ότι ο λόγος της ανωτέρω επιμήκυνσης της προθεσμίας παραγραφής θα συνίστατο στην όψιμη (μετά την πάροδο της πενταετίας) συλλογή και εκτίμηση από τη φορολογική αρχή στοιχείων περί των τραπεζικών λογαριασμών των φορολογουμένων, μέσω της χρήσης βασικού και τακτικού μέσου, που έχει [κατά το νόμο] στη διάθεσή του, εδώ και πολλά χρόνια [ήδη από το έτος 1994], ο φορολογικός έλεγχος και το οποίο αυτός οφείλει να εφαρμόζει, ορθολογικά και επίκαιρα, αξιοποιώντας κατάλληλα και τη σύγχρονη τεχνολογία, για την αποτελεσματική εκπλήρωση του έργου του [...].”. Συνακόλουθα, ενόψει της παραπάνω ερμηνείας, με τις αποφάσεις ΣτΕ 2934/2017 και ΣτΕ 2935/2017 του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι δεν αποτελούσαν «συμπληρωματικά στοιχεία» τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων στην ημεδαπή του (θανόντος) πατέρα της αναιρεσίβλητης, σε υπόθεση στην οποία με εισαγγελική παραγγελία του έτους 2014 είχε παραδοθεί στο φορολογικό έλεγχο εμπιστευτικό έγγραφο της 5.2.2014 μαζί με οπτικό ψηφιακό δίσκο (CD) που περιελάμβανε, αφενός, στοιχεία στα οποία ο πατέρας της αναιρεσίβλητης φερόταν «κάτοχος τραπεζικών λογαριασμών ή και λοιπών προϊόντων στην τράπεζα HSBC στη Γενεύη (Λίστα Λαγκάρντ), κατά το χρονικό διάστημα από τον Νοέμβριο του 2005 μέχρι και το Φεβρουάριο του έτους 2007» και, αφετέρου, στοιχεία από ελληνικά τραπεζικά ιδρύματα ανά τράπεζα και τραπεζικό λογαριασμό των οποίων ήταν κάτοχος ο ίδιος φορολογούμενος από το έτος 1997 έως το έτος 2011. Περαιτέρω, με τις ως άνω αποφάσεις ΣτΕ 172/2018 και ΣτΕ 173/2018 του Δικαστηρίου κρίθηκε, ειδικότερα, ότι δεν αποτελούσαν «συμπληρωματικά στοιχεία», κατά την παραπάνω έννοια, οι πρωτογενείς καταθέσεις του αναιρεσείοντος που εμφανίζονταν σε πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε., με την οποία έγινε επεξεργασία των στοιχείων που προέκυπταν από τις τραπεζικές καταθέσεις, με αντιπαραβολικό έλεγχό τους με τα βιβλία και στοιχεία καθώς και τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος του αναιρεσείοντος.
10. Επειδή, το άρθρο 79 του κυρωθέντος με το ν. 2717/1999 (Α΄ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ) ορίζει, στην παράγραφο 1, ότι «Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη κατά το νόμο και την ουσία, μέσα στα όρια της προσφυγής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. Κατ’ εξαίρεση, ο κατά το νόμο έλεγχος της προσβαλλόμενης πράξης ή παράλειψης, κατά περίπτωση, χωρεί και αυτεπαγγέλτως, εκτεινόμενος στο σύνολό της, προκειμένου να διακριβωθεί: α) [...] ή β) αν η πράξη είναι πλημμελής κατά τη νόμιμη βάση της, ή γ) [...]» και, στην παράγραφο 5, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 3900/2010, ότι «Σε περίπτωση προσφυγής κατά πράξης ή παράλειψης φορολογικής ή τελωνειακής αρχής: α) Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη κατά το νόμο και την ουσία, μέσα στα όρια της προσφυγής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. Κατ’ εξαίρεση, ο κατά το νόμο έλεγχος της προσβαλλόμενης πράξης ή παράλειψης, χωρεί αυτεπαγγέλτως, προκειμένου να διακριβωθεί, αν υπάρχει παράβαση δεδικασμένου. [...]». Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 79 παρ. 5 περιπτ. α του ΚΔΔ, ερμηνευόμενη υπό το φως των άρθρων 87 παρ. 2 και 93 παρ. 4 του Συντάγματος έχει την έννοια ότι το διοικητικό δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως (εκτός από την παράβαση δεδικασμένου) και την τυχόν αντισυνταγματικότητα των νομοθετικών διατάξεων κατ’ εφαρμογή των οποίων εκδόθηκε η προσβληθείσα με την προσφυγή πράξη της φορολογικής αρχής (βλ. ΣτΕ 1438/2018 επταμ., 2221/2018). Επομένως, η τυχόν εφαρμογή από το διοικητικό δικαστήριο ορισμένης διάταξης νόμου μπορεί, κατ’ αρχήν, να θεωρηθεί ότι εμπεριέχει και έμμεση/σιωπηρή κρίση του περί μη αντίθεσής της προς το Σύνταγμα.
12. Επειδή, η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του φορολογούμενου, ως έκφανση της θεμελιώδους αρχής της χρηστής (φορολογικής) Διοίκησης και ενόψει του σκοπού και της σημασίας της, στο πλαίσιο του κράτους δικαίου, τυγχάνει εφαρμογής και στο πεδίο της φορολογίας εισοδήματος, η δε ενεργοποίησή της προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, θετική ενέργεια αρμόδιου οργάνου της Διοίκησης, όπως είναι εγκύκλιος με την οποία υποδεικνύεται ρητώς στους φορολογούμενους ορισμένη συμπεριφορά ως σύμφωνη με τις διατάξεις του νόμου (βλ. ΣτΕ 2827/2016, ΣτΕ 2828/2016). Ειδικότερα, δεν συνιστά τέτοια ενέργεια, όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος, η μη έγερση από τη φορολογική Διοίκηση, σε σχέση με δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτου που της υποβλήθηκε, ζήτημα ανακρίβειας του δηλωθέντος τιμήματος της αγοραπωλησίας.
13. Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 3 περίπτ. α του ΚΦΕ (ν. 2238/1994), ερμηνευόμενες υπό το φως των άρθρων 78 παρ. 1, 4 παρ. 5 και 20 παρ. 1 του Συντάγματος, το (φορολογητέο ως εισόδημα από εμπορική επιχείρηση) κέρδος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων ανευρίσκεται με βάση την πραγματική αξία εκάστης συναλλαγής. Για τον προσδιορισμό της αξίας αυτής, ναι μεν λαμβάνεται κατ’ αρχήν υπόψη η αξία που προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, αλλά εάν το αναγραφόμενο στα οικεία συμβόλαια τίμημα υπερβαίνει την τοιαύτη (αντικειμενική) αξία, λαμβάνεται υπόψη το εν λόγω τίμημα, εφόσον, πάντως, είναι το αληθώς καταβληθέν (πρβλ. ΣτΕ 1400/2015 επταμ.), δηλαδή δεν είναι ανακριβές/εικονικό, αλλά ανταποκρίνεται στην οικονομική πραγματικότητα της συναλλαγής. Τούτο ισχύει και σε περίπτωση που με μεταγενέστερο (διορθωτικό) συμβόλαιο ορίζεται ότι το τίμημα της αγοραπωλησίας είναι μεγαλύτερο του αναφερόμενου στο αρχικό συμβόλαιο, το οποίο ισούται με την αντικειμενική αξία των ακινήτων [όσον αφορά τη δυνατότητα τέτοια διόρθωσης και τη συνεπεία αυτής επιβολή στον αγοραστή (επιπλέον) φόρου μεταβίβασης ακινήτων, βλ. την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 1587/1950) α.ν. 1521/1950, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν. 2459/1997]. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο φορολογούμενος ο οποίος επικαλείται έναντι (των διαπιστώσεων) του φορολογικού ελέγχου ή με ενδικοφανή προσφυγή του το μεταγενέστερο (διορθωτικό ως προς το τίμημα) συμβόλαιο, προκειμένου να αποφύγει ή να αμφισβητήσει την επιβολή σε βάρος του φόρου εισοδήματος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων, φέρει το βάρος να αποδείξει ότι το αναγραφόμενο στο μεταγενέστερο συμβόλαιο τίμημα είναι το πραγματικό, ήτοι το αληθώς καταβληθέν. Ειδικότερα, η σύνταξη τέτοιου συμβολαίου, με την οποία το τίμημα της αγοραπωλησίας διορθώνεται σε ποσό πολύ μεγαλύτερο του αναφερόμενου στο αρχικό συμβόλαιο και η οποία λαμβάνει χώρα μετά την έναρξη του φορολογικού ελέγχου και, μάλιστα, μετά την κοινοποίηση στον φορολογούμενο σημειώματος με τις διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως συνέβη στην κρινόμενη υπόθεση, δημιουργεί (μαχητό, αλλά ισχυρό) τεκμήριο ότι η επίμαχη διόρθωση δεν ανταποκρίνεται στην οικονομική πραγματικότητα, παρά συνιστά μεθόδευση, μέσω της οποίας επιχειρείται η (όψιμη) διαμόρφωση μιας επίπλαστης κατάστασης, ώστε να αποτραπεί ο καταλογισμός του ποσού του αναλογούντος, στην περίπτωση άσκησης επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων, φόρου εισοδήματος (και του συναφούς πρόσθετου φόρου), το οποίο, όπως εν προκειμένω, είναι σαφώς μεγαλύτερο του φόρου μεταβίβασης ακινήτων που οφείλεται συνεπεία της ανωτέρω διόρθωσης του τιμήματος. Εξάλλου, το ως άνω τεκμήριο μπορεί να καταρριφθεί από τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο μόνο δια της επίκλησης και προσκόμισης στοιχείων που αποδεικνύουν ότι πράγματι καταβλήθηκε το αναγραφέν στο μεταγενέστερο συμβόλαιο τίμημα, όχι όμως με την διατύπωση εκ μέρους του ισχυρισμού περί της οικονομικής δυνατότητάς του για πληρωμή τοις μετρητοίς του αντίστοιχου ποσού, το οποίο, μάλιστα, ενδέχεται να ανέρχεται, όπως εν προκειμένω, σε εκατομμύρια ευρώ. Συνεπώς, η τοιαύτη διόρθωση νομίμως, κατ’ αρχήν, απορρίπτεται από τη φορολογική Διοίκηση, κατά τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων και, περαιτέρω, σε περίπτωση άσκησης ένδικης προσφυγής κατά της οικείας καταλογιστικής πράξης, από το διοικητικό δικαστήριο, χωρίς να ασκεί συναφώς επιρροή η αντιμετώπιση της περίπτωσης από πλευράς φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων.
14. Επειδή, με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο προβάλλεται ότι η κρίση που εξηνέχθη στη σκέψη 8 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης είναι μη νόμιμη, διότι (α) στηρίζεται σε ανεπίτρεπτη, κατά το άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος, αναδρομική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 38 του ΚΦΔ, (β) ενέχει παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθόσον, αφενός, με έγγραφο του έτους 2013 της Γ.Γ.Δ.Ε. του Υπουργείου Οικονομικών αναγνωρίσθηκε ότι είναι επιτρεπτή η διόρθωση συμβολαίου ως προς το τίμημα της μεταβίβασης ακινήτου και, αφετέρου, η φορολογική Διοίκηση παρέλαβε τη δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτων που υποβλήθηκε για τη σύνταξη του διορθωτικού συμβολαίου και, αφού την ήλεγξε, εισέπραξε τον αναλογούντα φόρο, χωρίς να αμφισβητήσει το περιεχόμενό της, (γ) η επίμαχη αγοραπωλησία του 2005 πρέπει να αξιολογηθεί με τα μέτρα και τα σταθμά της εποχής της, οπότε και οι συναλλαγές σε μετρητά αποτελούσαν συνήθη και διαδεδομένη πρακτική, η δε οικονομική κατάσταση του αναιρεσείοντος του επέτρεπε να προβεί στην καταβολή του επίμαχου (διορθωμένου τιμήματος), ενώ η τυχόν μη συμμόρφωση της πωλήτριας εταιρείας προς τις φορολογικές της υποχρεώσεις, με βάση το διορθωτικό συμβόλαιο, δεν θεμελιώνει παράβαση λόγω παραγραφής και θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο χωριστού και αυτοτελούς ελέγχου, που δεν επηρεάζει την υπόσταση της αγοραπωλησίας και (δ) η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν θεμελιώνει την εκπλήρωση των προϋποθέσεων των διατάξεων του άρθρου 38 του ΚΦΔ και στερείται συναφώς ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Προς θεμελίωση του παραδεκτού του ανωτέρω λόγου, διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι “ως προς τα προβαλλόμενα [...] ζητήματα της ανεπίτρεπτης κατ’ άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος αναδρομικής εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 38 του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ) στην ένδικη χρήση 2006, της εσφαλμένης ερμηνείας των κατά νόμον προϋποθέσεων εφαρμογής της διάταξης αυτής για τον χαρακτηρισμό ως δήθεν «τεχνητής μεθοδεύσεως» της μεταγενέστερης συντάξεως διορθωτικού συμβολαίου αγοραπωλησίας ακινήτου, καθώς και της προβαλλόμενης παραβίασης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, ενόψει του γεγονότος ότι η πρακτική αυτή έχει χαρακτηρισθεί ως καθ’ όλα νόμιμη και επιτρεπτή με βάση εγκύκλιο της Φορολογικής Διοίκησης δεν υφίσταται προηγούμενη νομολογία του [Συμβουλίου της Επικρατείας]”. Ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης, ως προς το σκέλος του υπό στοιχ. α, προβάλλεται παραδεκτώς, λαμβανομένων υπόψη όσων σημειώθηκαν στη σκέψη 10, αλλά πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 13, με την ίδια συλλογιστική βάσει της οποίας απορρίπτεται ο αυτός λόγος αναίρεσης (και) ως αλυσιτελής, ως προς το σκέλος του δ (βλ. την τελευταία περίοδο της παρούσας σκέψης). Ο ίδιος λόγος, ως προς το σκέλος του υπό στοιχ. β, πρέπει να απορριφθεί (i) προεχόντως ως απαράδεκτος, διότι ούτε η αναιρεσιβαλλόμενη περιέχει ερμηνεία ή μνεία της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ούτε ο αναιρεσείων αναφέρεται, κατά τρόπο αρκούντως ειδικό και ορισμένο, σε σαφώς συναγόμενη από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ερμηνευτική κρίση επί της αρχής αυτής, ενόψει και σχετικού ισχυρισμού που είχε προβάλει ενώπιον του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου, (ii) επικουρικά, δε, και ως αβάσιμος, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στις σκέψεις 12 και 13, αφενός, διότι το ΔΕΑ δέχθηκε ότι χωρούσε κατά νόμο διόρθωση του συμβολαίου ως προς το τίμημα και, αφετέρου, διότι η συμπεριφορά της φορολογικής Διοίκησης στην οποία αναφέρεται ο αναιρεσείων δεν στοιχειοθετεί θετική ενέργεια, ικανή να του δημιουργήσει τη δικαιολογημένη πεποίθηση ότι η επίμαχη διόρθωση ως προς το τίμημα του συμβολαίου αγοραπωλησίας του έτους 2005, η οποία μάλιστα έλαβε χώρα το έτος 2016, αμέσως μετά από την κοινοποίηση σε αυτόν των διαπιστώσεων του φορολογικού ελέγχου, θα αποτελούσε δεσμευτικό αποδεικτικό στοιχείο όσον αφορά το αληθώς καταβληθέν τίμημα και την ύπαρξη ή μη κέρδους, στο πλαίσιο του προσδιορισμού από τη Διοίκηση του φόρου εισοδήματος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων και, συνακόλουθα, ότι η φορολογική Διοίκηση δεν θα μπορούσε να στηρίξει τον επίδικο καταλογισμό και στην παράλειψή του να τεκμηριώσει νομίμως και επαρκώς την εξόφληση/πραγματική καταβολή του αναγραφόμενου στο διορθωτικό συμβόλαιο τιμήματος. Ο παραπάνω λόγος αναίρεσης, ως προς το σκέλος του υπό στοιχ. γ, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι δεν θέτει συγκεκριμένο ερμηνευτικό ζήτημα, που κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, αλλά κατ’ ουσίαν πλήττει την αιτιολογία της ως προς τη στοιχειοθέτηση της επίμαχης παράβασης και την ύπαρξη αντίστοιχης φορολογητέας ύλης, επικουρικά, δε, και ως αβάσιμος, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 13, λαμβανομένου υπόψη ότι, όπως έκρινε και η ΔΕΔ με την επίδικη πράξη της, ο αναιρεσείων δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος του να αποδείξει ότι όντως καταβλήθηκε το αναγραφόμενο στο διορθωτικό συμβόλαιο τίμημα, δια της προσκόμισης σχετικών παραστατικών, αλλά απλώς επικαλέσθηκε την οικονομική δυνατότητά του να πληρώσει το σχετικό ποσό τοις μετρητοίς. Τέλος, ο ίδιος λόγος, ως προς το σκέλος του δ, πρέπει να απορριφθεί
(i) προεχόντως ως απαράδεκτος, διότι δεν θέτει συγκεκριμένο ζήτημα ερμηνείας του άρθρου 38 του ΚΦΔ, που κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, αλλά κατ’ ουσίαν πλήττει την επάρκεια της αιτιολογίας της, (ii) επικουρικά, δε, και ως αλυσιτελής, δοθέντος ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 13, η επίμαχη διόρθωση συμβολαίου νομίμως απορρίφθηκε από τη ΔΕΔ και, περαιτέρω, από το δικάσαν ΔΕΑ, ανεξαρτήτως του χαρακτήρα της ως “διευθέτησης”, κατά το άρθρο 38 του ΚΦΔ, εφόσον ο αναιρεσείων δεν απέδειξε ότι όντως καταβλήθηκε το αναγραφόμενο στο διορθωτικό συμβόλαιο τίμημα.
15. Επειδή, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου.
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τη δικαστική δαπάνη του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 2018 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 12ης Δεκεμβρίου 2018.
Η Πρόεδρος του Β´ ΤμήματοςΗ Γραμματέας Ε. Σάρπ Α. Ζυγουρίτσα
Α.1075/2019 Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από τα έντονα καιρικά φαινόμενα (καταιγίδες, έντονες βροχοπτώσεις, θυελλώδεις άνεμοι) που εκδηλώθηκαν από τις 13-02-2019 έως και τις 17-02-2019 στο Δήμο Αμαρίου της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου της Περιφέρειας Κρήτης.
Αριθμ. Α. 1075/2019
Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από τα έντονα καιρικά φαινόμενα (καταιγίδες, έντονες βροχοπτώσεις, θυελλώδεις άνεμοι) που εκδηλώθηκαν από τις 13-02-2019 έως και τις 17-02-2019 στο Δήμο Αμαρίου της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου της Περιφέρειας Κρήτης.
(ΦΕΚ β 690/28.02.2019)
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1284/1982 (114 Α’), όπως ισχύει, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών να παρατείνει, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις τις προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο και Τρίτους που εισπράττονται από τις Δ.Ο.Υ.
2. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν.2275/1994 (238 Α’), όπως ισχύει, με τις οποίες ο Υπουργός Οικονομικών, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις σεισμών, πλημμύρων ή άλλων θεομηνιών, από τις οποίες προκαλούνται σημαντικές ζημιές σε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων, να αναστέλλει την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο.
3. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (90 Α’ - Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.
4. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (170 Α’-Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύουν.
5. Το π.δ. 142/2017 (181 Α’) «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών».
6. Την υπ’αριθ. Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 (968 Β’) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως ισχύει.
7. Το π.δ. 125/2016 (210 Α’) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
8. Την υπ’ αριθ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016 (3696 Β’) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».
9. Τις διατάξεις του ν.4389/2016 (94 Α’) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», ιδίως το άρθρο 41.
10. Την υπ’ αριθμ. 1395/21-02-2019 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ: ΩΣΟΘ46ΜΚ6Π-ΥΟΚ), με την οποία κηρύχτηκε σε κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας έως και τις 15.05.2019 ο Δήμος Αμαρίου της Περιφερειακής
Ενότητας Ρεθύμνου της Περιφέρειας Κρήτης.
11. Το γεγονός ότι τα εν λόγω έντονα καιρικά φαινόμενα (καταιγίδες, έντονες βροχοπτώσεις, θυελλώδεις άνεμοι) είχαν ως αποτέλεσμα να απορρυθμιστεί η κοινωνική και οικονομική ζωή στην ανωτέρω περιοχή.
12. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
1. Παρατείνονται μέχρι και την 15.05.2019 οι προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα οφειλών των φυσικών και νομικών προσώπων και οντοτήτων με κύρια κατοικία ή κύρια εγκατάσταση (έδρα) στο Δήμο Αμαρίου της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου της Περιφέρειας Κρήτης που λήγουν ή έληξαν από 15.02.2019 μέχρι και την 15.05.2019. Έως την ίδια ημερομηνία και για τις ίδιες οφειλές και πρόσωπα, παρατείνονται και οι προθεσμίες καταβολής των δόσεων ρυθμίσεων/διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών.
2. Αναστέλλεται μέχρι και την 15.05.2019 η πληρωμή των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων την 15.02.2019 οφειλών των ανωτέρω προσώπων και οντοτήτων.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 27 Φεβρουαρίου 2019
Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ
Α.1074/2019 Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων καιρικών φαινομένων (καταιγίδες, έντονες βροχοπτώσεις, θυελλώδεις άνεμοι) που εκδηλώθηκαν στους Δήμους Πλατανιά, Κισσάμου, Αποκορώνου, Καντάνου-Σελίνου, Σφακιών και Χανίων της Περιφερειακής Ενότητας Χανίων της Περιφέρειας Κρήτης.
1. Τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1284/1982 (114 Α’), όπως ισχύει, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών να παρατείνει, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις τις προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο και Τρίτους που εισπράττονται από τις Δ.Ο.Υ.
5. Το π.δ. 142/2017 (181 Α’) «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών».
6. Την υπ’αριθ. Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 (968 Β’) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως ισχύει.
10. Την υπ’ αριθμ. 1625/26.02.2019 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ:ΩΑΙΘ46ΜΚ6Π-ΖΤΚ), με την οποία παρατάθηκε η κήρυξη σε Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας έως και την 01.10.2019 των Δήμων Πλατανιά, Κισσάμου, Αποκορώνου και Καντάνου-Σελίνου της Περιφερειακής Ενότητας Χανίων της Περιφέρειας Κρήτης, για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και τη διαχείριση των συνεπειών που προέκυψαν από τα έντονα καιρικά φαινόμενα
(καταιγίδες, έντονες βροχοπτώσεις, θυελλώδεις άνεμοι) που εκδηλώθηκαν στις 13-02-2019 και στις 25-02-2019
στις παραπάνω περιοχές.
Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ
Αριθμ.Πρωτ. 3814/2019 Περί δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αποφάσεως της Ολομέλειας της Βουλής «Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 - Κανονισμός Λειτουργίας της Ειδικής Υπηρεσίας Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης».
Αριθμ. Πρωτ. 3814
Περί δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αποφάσεως της Ολομέλειας της Βουλής
«Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 - Κανονισμός Λειτουργίας της Ειδικής Υπηρεσίας Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης».
(ΦΕΚ Α 33/28.2.2019)
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Το άρθρο 65 παρ. 1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το άρθρο 97 (πρώην άρθρο 103) του Κανονισμού της Βουλής (Μέρος Β' - ΦΕΚ 51 Α΄/10.4.1997), όπως ισχύει.
2. Το άρθρο 3Α παρ. 6 του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α') ,όπως ισχύει.
3. Τον Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης και της Ειδικής Υπηρεσίας, όπως εκδόθηκαν ομόφωνα στη συνεδρίαση της 1ης Φεβρουαρίου 2019 από την Επιτροπή του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α'), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν. 4571/2018 (ΦΕΚΑ' 186).
4. Την κατά ΠΓ' συνεδρίαση της 25.2.2019 απόφασης της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων, παραγγέλλουμε τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της αποφάσεως αυτής, που έχει ως εξής:
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003
Σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 3Α του ν. 3213/ 2003, ως προστέθηκε με το άρθρο 225 του ν. 4281/2014 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 175 παρ. 4 του ν. 4389/ 2016, ήδη δε αναριθμήθηκε σε παρ. 8 από το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 4571/2018: «Όλα τα θέματα που σχετίζονται με την οργάνωση και τη λειτουργία της Επιτροπής Ελέγχου και της Ειδικής Υπηρεσίας ρυθμίζονται με Κανονισμό Λειτουργίας, ο οποίος εκδίδεται από την Επιτροπή και εγκρίνεται από την Ολομέλεια της Βουλής».
Με την από 3.8.2016 απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων (ΦΕΚ 146/Α΄/5.8.2016) εγκρίθηκε ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης και της Ειδικής Υπηρεσίας, όπως εκδόθηκαν στη συνεδρίαση της 28.7.2016 από την Επιτροπή Ελέγχου.
Μετά τις τροποποιήσεις που επήλθαν στον ν. 3213/ 2003 (Α' 309) με τον ν. 4571/2018 (Α' 186), η Επιτροπή Ελέγχου, συγκροτούμενη από τον/την Πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής θεσμών και Διαφάνειας, ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του, Αρεοπαγίτη ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, δύο Συμβούλους της Επικράτειας, ως τακτικά μέλη με τους αναπληρωτές τους, Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, τον Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, Βουλευτή της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που μετέχει στην κυβέρνηση, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του και Βουλευτή της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που δεν μετέχει στην Κυβέρνηση, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, προβαίνει στην κατάρτιση και έκδοση του Κανονισμού Λειτουργίας της Επιτροπής και της Ειδικής Υπηρεσίας, σε αντικατάσταση του εγκριθέντος με την από 3.8.2016 απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων (ΦΕΚ 146/Α΄/5.8.2016).
Κανονισμού Λειτουργίας, ο οποίος στη συνέχεια τίθεται υπό την κρίση της Ολομέλειας της Βουλής για την έγκριση του κατά τα οριζόμενα ανωτέρω.
Άρθρο 1
Ο παρών Κανονισμός Λειτουργίας διέπεται από τις διατάξεις:
α) του ν. 3213/2003 (Α' 309), όπως ισχύει, και ιδίως των άρθρων 3Α και 3Β,
β) του ν. 3023/2002 (Α' 146), όπως ισχύει, και ιδίως του άρθρου 21,
γ) του ν. 4456/2017 περί Ευρωπαϊκών Πολιτικών Κομμάτων και Ιδρυμάτων,
δ) του ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας), όπως ισχύει, με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος Κανονισμού.
Άρθρο 2 Συγκρότηση
1. Ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης των αναφερομένων, στις περιπτώσεις α' έως ε' και ιβ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, προσώπων ανατίθεται στην Επιτροπή Ελέγχου, η οποία ενεργεί ως ειδικό όργανο. Η Επιτροπή είναι ανεξάρτητη, διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και αποτελείται από έντεκα (11) μέλη με ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. Τα μέλη της Επιτροπής απολαμβάνουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Η έδρα της καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής.
2. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής, κατά τις διακρίσεις που ορίζονται για καθένα των μελών από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003.
Ειδικότερα, η Επιτροπή συγκροτείται από:
α) Τον Πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής.
β) Αρεοπαγίτη, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του.
γ) Δύο Συμβούλους της Επικρατείας, ως τακτικά μέλη, με τους αναπληρωτές τους.
δ) Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του.
Οι δικαστικοί λειτουργοί - μέλη της Επιτροπής και οι αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση των Προέδρων των οικείων δικαστηρίων, μετά από ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
ε) Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται με πράξη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, μετά από ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
στ) Τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του.
ζ) Τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του.
η) Τον Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται με απόφαση του Διοικητή της, μετά από ερώτημα του Προέδρου της Βουλής.
θ) Βουλευτή της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που μετέχει στην Κυβέρνηση, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται με ενυπόγραφη δήλωση του Προέδρου της εν λόγω κοινοβουλευτικής ομάδας.
ι) Βουλευτή της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που δεν μετέχει στην Κυβέρνηση, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται με ενυπόγραφη δήλωση του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται, με απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής, υπάλληλος που υπηρετεί στην Ειδική Υπηρεσία Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.
Η Επιτροπή, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται από τους νόμους 3023/2002 και 3213/2003, επικουρείται από Εισαγγελέα Πρωτοδικών, σύμφωνα με την περίπτωση ζ ' της παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 3023/2002 όπως ισχύει.
3. Κατά τον έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των Δικαστικών και των Εισαγγελικών Λειτουργών, καθήκοντα Προέδρου της Επιτροπής ασκεί ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τα μέλη της. Ο Πρόεδρος της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας ή ο αναπληρωτής του, συμμετέχει στις συνεδριάσεις αυτές της Επιτροπής, ως μέλος.
4. Οι δικαστές μέλη της Επιτροπής ορίζονται για θητεία δύο (2) ετών, που δύναται να ανανεωθεί έως δύο (2) ακόμη έτη. Ο Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος ορίζεται για θητεία τεσσάρων (4) ετών. Η αντικατάσταση των ανωτέρω πριν από τη λήξη της θητείας τους είναι δυνατή μόνο για λόγο αναγόμενο στην άσκηση των καθηκόντων τους, ο οποίος πρέπει να βεβαιώνεται στη σχετική πράξη.
5. Σε περίπτωση γενικών βουλευτικών εκλογών, η Επιτροπή ανασυγκροτείται ως προς τα κοινοβουλευτικά μέλη εντός μηνός από την εκλογή του προεδρείου της νέας Βουλής. Τυχόν προαγωγή των δικαστών μελών δεν επηρεάζει τη συμμετοχή τους. Σε περίπτωση κενώσεως θέσης τακτικού μέλους, ο αναπληρωτής του ασκεί τα καθήκοντα του τακτικού μέλους έως τον ορισμό νέου τακτικού μέλους.
Άρθρο 3
Σύνθεση - Συνεδριάσεις
1. Η Επιτροπή ως συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομίμως, όταν στην σύνθεση της μετέχουν ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη περισσότερα από τα μισά των διορισμένων τακτικών μελών (απαρτία), δηλαδή έξι (6) μέλη ή και περισσότερα, εφόσον τουλάχιστον τέσσερις
(4) εξ αυτών είναι δικαστικοί λειτουργοί, ανεξαρτήτως της ιδιότητας με την οποία συμμετέχουν στην Επιτροπή. Η απαρτία πρέπει να υπάρχει καθ' όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης.
2. Ο Πρόεδρος καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων και καλεί τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη να συμμετάσχουν. Τα αναπληρωματικά μέλη καλούνται προς αναπλήρωση απόντων ή κωλυομένων μελών της ίδιας κατηγορίας. Η πρόσκληση, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, γνωστοποιείται με κάθε πρόσφορο μέσο, από τον γραμματέα στα μέλη του συλλογικού οργάνου της Επιτροπής τουλάχιστον τρεις (3) πλήρεις ημέρες πριν από τη συνεδρίαση.
Η προθεσμία αυτή μπορεί, σε περίπτωση κατεπείγοντος, να συντμηθεί, η πρόσκληση όμως τότε πρέπει να είναι έγγραφη και να βεβαιώνονται σε αυτήν οι λόγοι που κατέστησαν τη σύντμηση αναγκαία. Σε κάθε περίπτωση η προθεσμία δεν είναι δυνατόν να είναι μικρότερη των 24 ωρών. Πρόσκληση των μελών της Επιτροπής δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε τακτές ημερομηνίες που ορίζονται με απόφαση της Επιτροπής, η οποία γνωστοποιείται στα μέλη κατά τη συνεδρίασή της. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί μη σύννομη πρόσκληση, η συνεδρίαση επαναλαμβάνεται με τους νόμιμους τύπους.
3. Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει τακτικό μέλος, το οποίο δεν είχε προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι μη νόμιμη. Το ίδιο ισχύει ακόμη και αν, αντ' αυτού, είχε μετάσχει το αντίστοιχο αναπληρωματικό μέλος. Αν υπήρξαν πλημμέλειες ως προς την κλήτευση μέλους, το συλλογικό όργανο της Επιτροπής συνεδριάζει νομίμως, αν αυτό είναι παρόν και δεν αντιλέγει στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης.
4. Η νομιμότητα της σύνθεσης του συλλογικού οργάνου της Επιτροπής, δεν επηρεάζεται από την τυχόν εναλλαγή των μετεχόντων μελών σε διαδοχικές συνεδριάσεις.
5. Η σύγκληση του συλλογικού οργάνου της Επιτροπής προς συνεδρίαση είναι υποχρεωτική, αν τέσσερα (4) τουλάχιστον τακτικά μέλη το ζητήσουν εγγράφως από τον Πρόεδρο, προσδιορίζοντας και τα προς συζήτηση θέματα.
6. Η ημερήσια διάταξη συντάσσεται από τον Πρόεδρο, ο οποίος λαμβάνει προς τούτο υπόψη του και απόψεις που τυχόν διατυπώνονται από μέλη της Επιτροπής σε προηγούμενη συνεδρίαση. Ο Πρόεδρος κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη των συνεδριάσεων, διευθύνει τις εργασίες και φροντίζει για την εφαρμογή του νόμου και την εύρυθμη λειτουργία του συλλογικού οργάνου της Επιτροπής.
7. Αντικείμενο της συνεδρίασης είναι μόνον τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ' εξαίρεση, μπορεί να συζητηθούν και θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη αν είναι παρόντα όλα τα τακτικά μέλη και συμφωνούν για τη συζήτησή τους.
8. Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής, είναι μυστικές. Η κατά τη συζήτηση παρουσία άλλων προσώπων πλην των μελών και του γραμματέα δεν επιτρέπεται. Η Επιτροπή όμως που ενεργεί ως ειδικό συλλογικό όργανο, χωρίς να αποτελεί προανακριτική αρχή, μπορεί να καλέσει προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων, υπηρεσιακά ή άλλα πρόσωπα, τα οποία αποχωρούν, πριν από την έναρξη της συζήτησης.
9. Πριν από τη συνεδρίαση και μετά τον ορισμό της ημερήσιας διάταξης, ο Πρόεδρος κατανέμει με πράξη του τις υποθέσεις που πρόκειται να συζητηθούν σε ένα ή περισσότερα μέλη, που ορίζονται ως Εισηγητής ή Εισηγητές. Ως εισηγητής μπορεί να οριστεί και ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών ειδικών αρμοδιοτήτων και αποκλειστικής ενασχόλησης που επικουρεί το έργο της Επιτροπής. Ο Εισηγητής, αφού μελετήσει το φάκελο της υπόθεσης, συντάσσει έγγραφη εισήγηση, την οποία διανέμει στον Πρόεδρο και στα λοιπά μέλη της Επιτροπής, 24 ώρες πριν από τη Συνεδρίαση της Επιτροπής. Τα μέλη της Επιτροπής έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν γνώση του φακέλου της υπόθεσης. Ορκωτοί ελεγκτές, ο αριθμός των οποίων ορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής, κατόπιν σχετικής εισήγησης της Επιτροπής και ανάλογα με τον αριθμό των ελέγχων που της έχει ανατεθεί, επικουρούν το έργο της Επιτροπής. Προς τούτο, δύνανται να μελετούν το φάκελο, να συντάσσουν αιτιολογημένο πόρισμα ελέγχου και να παρίστανται κατά τις συνεδριάσεις προς ενημέρωση των μελών της Επιτροπής επί των συζητούμενων υποθέσεων, αποχωρούντες δε, προ της έναρξης της συζήτησης προς λήψη απόφασης.
10. Με την έναρξη της συνεδρίασης, για κάθε υπόθεση δίδεται ο λόγος στον Εισηγητή, για να αναπτύξει προφορικά την προαναφερόμενη εισήγηση του. Η προφορική του εισήγηση δύναται να διαφοροποιείται από την έγγραφη. Στην περίπτωση αυτή η προηγούμενη γραπτή εισήγηση αποβάλλει την ισχύ της. Τα ανωτέρω ισχύουν και σε περίπτωση ορισμού περισσοτέρων του ενός Εισηγητών.
Άρθρο 4 Αποφάσεις
1. Οι αποφάσεις της Επιτροπής ως συλλογικού οργάνου λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, ύστερα από φανερή ψηφοφορία. Αν δεν καθίσταται δυνατός ο σχηματισμός της πλειοψηφίας αυτής, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ωσότου σχηματισθεί απόλυτη πλειοψηφία, με την υποχρεωτική προσχώρηση κάθε φορά εκείνου ή εκείνων που διατυπώνουν την ασθενέστερη γνώμη σε μια από τις δύο επικρατέστερες. Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρξει ισοψηφία υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Το μέλος της Επιτροπής που, μετά τη λήξη της συζήτησης και προ της ψηφοφορίας, απέχει από αυτήν ή δίδει λευκή ψήφο, θεωρείται απόν. Σε περίπτωση που, μετά την αποχώρηση, δεν υπάρχει απαρτία, επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση.
2. Αν η συζήτηση της υπόθεσης διαρκεί περισσότερο από μια συνεδριάσεις, η απόφαση λαμβάνεται από τα μέλη που συμμετέχουν στην τελευταία συνεδρίαση, αφού προηγουμένως τα μέλη που δεν μετείχαν στις προηγούμενες συνεδριάσεις ενημερωθούν πλήρως ως προς τα ουσιώδη σημεία των κατ' αυτές συζητήσεων, όπως προκύπτουν από τα οικεία πρακτικά. Η ενημέρωση πρέπει να προκύπτει από δήλωση των μελών αυτών, η οποία και καταχωρίζεται στα πρακτικά.
3. Για τις συνεδριάσεις της Επιτροπής συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο μνημονεύονται ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παρισταμένων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδριάσεως, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενο τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν.
4. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που πλειοψήφησαν και μειοψήφησαν αντίστοιχα και τα ονόματά τους.
5. Σε περίπτωση που από την Επιτροπή γίνει δεκτή η γνώμη του διορισθέντος Εισηγητή, όπως διατυπώθηκε στην εγγράφως κατατεθείσα εισήγησή του κατά τα προαναφερθέντα, τότε η γνώμη αυτή περιλαμβάνεται αυτούσια ως αιτιολογία στα πρακτικά της απόφασης.
6. Το πρακτικό συντάσσεται από τον γραμματέα και επικυρώνεται από τον Πρόεδρο με την υπογραφή του.
7. Η Επιτροπή Ελέγχου ασκεί αποφασιστική αρμοδιότητα επί των υπό κρίση ζητημάτων. Οι επιμέρους γνώμες των μελών της, όπως αυτές διατυπώνονται κατά τη διάσκεψη, είναι μυστικές. Η διαδικασία είναι απόλυτα εμπιστευτική, τα δε μέλη υποχρεούνται σε τήρηση εχεμύθειας και μετά την αποχώρησή τους από την Επιτροπή. Ο ελεγχόμενος μπορεί να αιτηθεί να λάβει απόσπασμα των πρακτικών της συνεδρίασης που τον αφορά, το οποίο θα περιέχει τα οριζόμενα στο άρθρο 15 παράγραφοι 4 και 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας με τις εξής διακρίσεις: 1. Τα ονόματα και την ιδιότητα των παρισταμένων μελών. 2. Τον τόπο και τον χρόνο της συνεδρίασης. 3. Το θέμα που συζητήθηκε και αφορούσε τον ελεγχόμενο και 4. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας και την απόφαση που λήφθηκε με τυχόν μειοψηφία που υπήρξε, με τα ονόματα των μειοψηφούντων μελών. Αντίθετα στο χορηγούμενο απόσπασμα δεν θα περιλαμβάνονται όλες οι επί μέρους γνώμες των μελών της Επιτροπής που διατυπώθηκαν κατά το στάδιο διασκέψεως. Τρίτο μη ελεγχόμενο πρόσωπο δικαιούται κατ' εξαίρεση σε λήψη αποσπάσματος των πρακτικών, σε περίπτωση που αποδεικνύει ειδικό έννομο συμφέρον προς τούτο.
Άρθρο 5
Έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης
1. Η Επιτροπή ελέγχει όλες τις δηλώσεις της αρμοδιότητάς της. Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης, επιτρέπεται να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο αυθορμήτως σε προθεσμία ενός (1) μηνός από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή της δήλωσης. Ο έλεγχος διενεργείται εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους υποβολής. Σε περίπτωση που προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ή νέα αποδεικτικά στοιχεία τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης του κακουργήματος της παραγράφου 3 του άρθρου 6 ή της παρ. 2 του άρθρου 6Α του ν. 3213/2003, όπως ισχύει, ο έλεγχος μπορεί κατ' εξαίρεση να διενεργηθεί μέχρι τη συμπλήρωση της ποινικής παραγραφής των αδικημάτων.
2. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, το όργανο ελέγχου μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία, εντός ρητής προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες, η οποία μπορεί να παραταθεί για διάστημα δέκα (10) το πολύ ημερών. Σε έκτακτες περιπτώσεις αδυναμίας των ελεγχόμενων προσώπων για έγκαιρη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, το όργανο ελέγχου δύναται κατ' εξαίρεση να παρατείνει την προθεσμία με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση.
3. Στο πλαίσιο του ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, η Επιτροπή μπορεί να ζητά από τα υπόχρεα πρόσωπα όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων της, στις οποίες περιλαμβάνονται ομαδοποιημένες πληροφορίες που αφορούν ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών ή δραστηριοτήτων φυσικών ή νομικών προσώπων ή οντοτήτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, τις κρατικές χρηματοδοτήσεις τους, τις ιδιωτικές και τις παντός είδους εισφορές ή προσφορές. Η Επιτροπή αξιολογεί και διερευνά τις πληροφορίες που διαβιβάζονται ή καθ' οποιονδήποτε τρόπο περιέρχονται σε αυτήν σχετικά με την υποβολή των δηλώσεων, τις ανακρίβειες ή ελλείψεις αυτών. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση σε κάθε αρχείο δημόσιας αρχής, υπηρεσίας ή Οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα, καθώς και στο σύστημα «Τειρεσίας» ως και στο Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών και μπορεί να ζητά, στο πλαίσιο των ελέγχων και των ερευνών, τη συνεργασία και την παροχή στοιχείων κάθε είδους από φυσικά πρόσωπα, δικαστικές, προανακριτικές ή ανακριτικές αρχές, δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και οργανισμούς οποιοσδήποτε μορφής, υποχρεουμένων όλων στην άμεση παροχή των ανωτέρω στοιχείων, ενημερώνει δε τις αρμόδιες αρχές για περιπτώσεις ελλιπούς συνεργασίας ή μη συμμόρφωσής τους προς τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3213/2003, όπως ισχύει. Έναντι της Επιτροπής δεν ισχύει, κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών της, οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο, με την επιφύλαξη των άρθρων 212, 261 και 262 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
4. Περαιτέρω, η Επιτροπή επιλαμβάνεται κάθε υπόθεσης αρμοδιότητάς της που διαβιβάζεται σε αυτήν προς διερεύνηση από Δημόσιες ή Δικαστικές Αρχές, όπως και κάθε υπόθεσης αρμοδιότητάς της που εισάγεται αυτεπαγγέλτως προς διερεύνηση, ύστερα από πρόταση του Προέδρου αυτής ή τουλάχιστον τεσσάρων (4) εκ των μελών της. Επίσης, η Επιτροπή διερευνά επώνυμες καταγγελίες πολιτών που απευθύνονται σε αυτήν και αφορούν υπόχρεους αρμοδιότητάς της. Ανώνυμες καταγγελίες ή καταγγελίες που προέρχονται από πρόσωπο που δηλώνει ανύπαρκτο ονοματεπώνυμο τίθενται άμεσα στο Αρχείο, με πράξη του Προέδρου και σύμφωνη γνώμη των μελών της Επιτροπής, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, οι οποίοι μνημονεύονται ρητώς.
5. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Επιτροπή, δια του Προέδρου της, μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς ελεγκτές και ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τα στοιχεία των δηλώσεων και των αντίστοιχων δικαιολογητικών και συντάσσουν αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στην Επιτροπή για την υποβοήθηση του έργου της. Προς τον ίδιο σκοπό, η Επιτροπή μπορεί να ζητά τη συνδρομή οποιοσδήποτε ελεγκτικής αρχής, προσδιορίζοντας το αντικείμενό της.
6. Με το πέρας κάθε ελέγχου, η Επιτροπή αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να διαβιβαστεί με αιτιολογημένο και εμπεριστατωμένο πόρισμα της στον αρμόδιο Εισαγγελέα, εφόσον τα στοιχεία κρίνονται βάσιμα και επαρκή. Αν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού, το πόρισμα αποστέλλεται και στον Γενικό Επίτροπο της Επικράτειας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και, εφόσον κρίνεται αναγκαία η διερεύνηση επί θεμάτων φορολογικής ή άλλης αρχής ή υπηρεσίας, το πόρισμα αποστέλλεται και σε αυτές. Σε περίπτωση υποθέσεως που τέθηκε στο αρχείο, αυτή δύναται να ανασυρθεί μόνο όταν γίνεται επίκληση ή αναφαίνονται νέα πραγματικά στοιχεία που δικαιολογούν την επανεξέταση ή καθίσταται αναγκαίος ο συσχετισμός της υποθέσεως με άλλη έρευνα της Επιτροπής. Η ανάσυρση υπόθεσης που έχει αρχειοθετηθεί και έχει παρέλθει πενταετία από την υποβολή της δήλωσης επιτρέπεται, όταν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ή νέα αποδεικτικά στοιχεία τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης κακουργήματος της παραγράφου 3 του άρθρου 6 ή της παρ. 2 του άρθρου 6Α του ν. 3213/2003, (Α' 309), όπως ισχύει και μέχρι τη συμπλήρωση της ποινικής παραγραφής.
Σε περίπτωση διαπίστωσης πως η καταγγελλόμενη πράξη, που αφορά ποινικό αδίκημα από τα αναφερόμενα στον ν. 3213/2003 και αληθής υποτιθέμενη, έχει υποπέσει στην προβλεπόμενη από τον Ποινικό Κώδικα παραγραφή, τότε η υπόθεση δεν διαβιβάζεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα αλλά τίθεται, με απόφαση της Επιτροπής, κατά τα ανωτέρω, στο αρχείο.
7. Η διαδικασία ελέγχου είναι εμπιστευτική. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ο Πρόεδρος, τα μέλη, το προσωπικό της Επιτροπής, καθώς και οι ορκωτοί ελεγκτές ή οι ειδικοί επιστήμονες έχουν υποχρέωση να τηρούν τις αρχές τις αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας και να απέχουν από την εξέταση υποθέσεων για τις οποίες υπάρχει πιθανότητα σύγκρουσης συμφερόντων ή στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα συγγενικά ή οικεία. Έχουν καθήκον να τηρούν εχεμύθεια για πληροφορίες, των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η υποχρέωση αυτή διατηρείται και μετά από την αποχώρησή τους από την Επιτροπή ή την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
8. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων των περιπτώσεων α' έως ε' του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει, δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής Ελέγχου.
Άρθρο 6
Έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων και των βουλευτών
1. Η Επιτροπή ελέγχει:
α) τα πρόσωπα της διάταξης του στοιχείου ιδ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3023/2002 (Α' 146), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, όσον αφορά την τήρηση των κάθε μορφής υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του νόμου αυτού, κατά τα οριζόμενα στις λοιπές διατάξεις αυτού,
β) τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ιδρύματα, ως προς τη διαχείριση των οικονομικών τους, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4456/2017 (Α' 24).
2. Η Επιτροπή εξετάζει κατ' αποκλειστικότητα τις καταγγελίες που αφορούν πιθανές παραβάσεις του ν. 3023/2002 και αποφαίνεται αιτιολογημένα επ' αυτών.
3. Η Επιτροπή Ελέγχου έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) ρυθμίζει, με πράξεις του Προέδρου της, κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3023/ 2002 ως προς τα ελεγχόμενα πρόσωπα του υπό στοιχείου ιδ ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1,
β) εξετάζει τη διακίνηση των εσόδων και δαπανών των πολιτικών κομμάτων, των συνασπισμών κομμάτων, των νομικών προσώπων που λειτουργούν από τα πολιτικά κόμματα ή τους συνασπισμούς κομμάτων ως κέντρα ερευνών και μελετών, των υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέσω γνωστοποιημένων τραπεζικών λογαριασμών,
γ) προβαίνει στη θεώρηση κουπονιών που αντιστοιχούν σε κάθε κόμμα ή συνασπισμό κομμάτων,
δ) διασταυρώνει στο τέλος κάθε έτους αν το υπόλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά ανάμεσα στα θεωρημένα και στα διατεθέντα κουπόνια συμπίπτει με τον αριθμό των αδιάθετων κουπονιών που επιστρέφει το κόμμα ή ο συνασπισμός κομμάτων και προβαίνει στην καταστροφή τους,
ε) ελέγχει την τήρηση των, προβλεπομένων από τον νόμο, προϋποθέσεων της ιδιωτικής χρηματοδότησης και των κάθε είδους παροχών προς τα κόμματα, τους συνασπισμούς κομμάτων, τους υποψήφιους ή/και αιρετούς αντιπροσώπους της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
στ) ενημερώνεται για κάθε νέα δανειακή σύμβαση ή για κάθε τροποποίηση υφιστάμενης,
ζ) ενημερώνεται για οποιαδήποτε μεταβολή των οργάνων διαχείρισης των πολιτικών κομμάτων ή των συνασπισμών κομμάτων,
η) προβαίνει σε ετήσιο έλεγχο των λογιστικών βιβλίων των πολιτικών κομμάτων ή των συνασπισμών κομμάτων, θ) παραλαμβάνει στοιχεία και παραστατικά εσόδων κι εξόδων, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 16Α του
ν. 3023/2002, όπως ισχύει,
ι) εισηγείται ή/και γνωμοδοτεί για την έκδοση κανονιστικών πράξεων που αφορούν στον ν.3023/2002, όπως ισχύει,
ια) στο τέλος κάθε έτους υποβάλλει έκθεση των πεπραγμένων της στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και στους Υπουργούς Οικονομικών και Εσωτερικών,
ιβ) έχει, προς διαπίστωση των παραβάσεων του ως άνω νόμου, την εξουσία να ελέγχει πλήρως τα πάσης φύσεως βιβλία, δηλώσεις, έγγραφα και λοιπά στοιχεία που της προσκομίζουν τα ελεγχόμενα πρόσωπα και οι υπόχρεοι. Δύναται να λαμβάνει ένορκες ή ανωμοτί, κατά την κρίση της, καταθέσεις, στις περιπτώσεις που προβλέπεται επιβολή διοικητικών κυρώσεων, με την επιφύλαξη του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο θεωρείται αναγκαίο για τον έλεγχο της εφαρμογής του ως άνω νόμου. Η Επιτροπή Ελέγχου μπορεί να ορίσει προθεσμία στα ελεγχόμενα πρόσωπα για παροχή διευκρινήσεων ή συμπλήρωση των στοιχείων που καταθέτουν ως προς τη χρηματοδότηση, την οικονομική διαχείριση και την προέλευση των πάσης φύσεως πόρων που τελούν αμέσως ή εμμέσως υπό τον έλεγχό τους,
ιγ) καταγράφει πλήρως και αποτιμά χρηματικά τις εισφορές σε είδος που έλαβαν χώρα, κατά τη διάρκεια της περιόδου ελέγχου των προεκλογικών δαπανών, στους δικαιούχους χρηματοδότησης, σύμφωνα με την αγοραία τιμή,
ιδ) αναφέρει ρητά τις πιθανολογούμενες παραβάσεις του ως άνω νόμου σε ετήσια έκθεση που εκδίδει,
ιε) εκδίδει αιτιολογημένα πορίσματα για τους ελέγχους που διενεργεί, όπου καταγράφει και τη γνώμη της μειοψηφίας,
ιστ) σε περίπτωση τέλεσης ποινικών αδικημάτων διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση τα πορίσματα με τα οποία διαπιστώθηκαν αυτά στον κατά τόπον αρμόδιο Εισαγγελέα,
ιζ) εξετάζει αν τα ποσά της χρηματοδότησης προς τα ελεγχόμενα πρόσωπα υπό τα στοιχεία ιδα' έως ιδδ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3023/2002, όπως ισχύει, διατέθηκαν για τις προβλεπόμενες από το νόμο δραστηριότητες,
ιθ) τηρεί και διαχειρίζεται επίσημη ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, την οποία ενημερώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα, στην οποία η πρόσβαση για ενημέρωση είναι ελεύθερη και στην οποία δημοσιοποιεί, τα προβλεπόμενα στο άρθρο 21 του ως άνω νόμου στοιχεία,
κ) διαβιβάζει απευθείας στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 του Συντάγματος τους φακέλους με τις παραβάσεις για τις οποίες συντρέχει λόγος έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα κατά το άρθρο 26 του ως άνω νόμου,
κα) για όσους εκ των ελεγχόμενων προσώπων και των υπόχρεων απαιτείται προηγούμενη απόφαση της Βουλής, σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφοι 1 και 2 εδάφιο 1 του Συντάγματος, προκειμένου να εκκινήσει η προδικασία και να ασκηθεί ποινική δίωξη εις βάρος τους για αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, γνωμοδοτικό συμβούλιο συγκροτούμενο ετησίως και για το αντίστοιχο έτος, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 155 του Κανονισμού της Βουλής, είναι αρμόδιο να γνωμοδοτεί θετικά ή αποφατικά για την παραπομπή τους στο Δικαστήριο. Τη γνωμοδότηση αυτή διαβιβάζει αμελλητί στη Βουλή. Του συμβουλίου προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους κληρωθέντες δικαστές, κβ) συντάσσει εκθέσεις για τις κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του ν.3023/2002, όπως ισχύει, τις
οποίες διαβιβάζει στον Πρόεδρο της Βουλής.
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Σύμφωνα με την παρ.8 του άρθρου 3Α του ν. 3213/ 2003, ως ισχύει, μετά την αναρίθμηση της παρ.6 κατά το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 4571/2018: «Όλα τα θέματα που σχετίζονται με την οργάνωση και την λειτουργία της Επιτροπής Ελέγχου και της Ειδικής Υπηρεσίας ρυθμίζονται με Κανονισμό Λειτουργίας, ο οποίος εκδίδεται από την Επιτροπή και εγκρίνεται από την Ολομέλεια της Βουλής».
Μετά τις τροποποιήσεις που επήλθαν στον ν. 3213/ 2003 (Α' 309) με τον ν. 4571/2018 (Α' 186), η Επιτροπή Ελέγχου, συγκροτούμενη από τον/την Πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του, Αρεοπαγίτη ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, δύο Συμβούλους της Επικράτειας, ως τακτικά μέλη με τους αναπληρωτές τους, Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, τον Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, Βουλευτή της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που μετέχει στην κυβέρνηση, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του και Βουλευτή της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που δεν μετέχει στην Κυβέρνηση, ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του, προβαίνει στην κατάρτιση και έκδοση του Κανονισμού Λειτουργίας της Επιτροπής και της Ειδικής Υπηρεσίας, σε αντικατάσταση του εγκριθέντος με την από 3.8.2016 απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων (ΦΕΚ 146/Α΄/5.8.2016) Κανονισμού Λειτουργίας, ο οποίος στη συνέχεια τίθεται υπό την κρίση της Ολομέλειας της Βουλής για την έγκριση του κατά τα οριζόμενα ανωτέρω.
Άρθρο 1
Γενικές διατάξεις
1. Η Ειδική Υπηρεσία Ελέγχου, αποτελεί οργανική Μονάδα επιπέδου Διεύθυνσης, της οποίας η διάρθρωση καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
2. Η Ειδική Υπηρεσία οργανώνεται σε τρία τμήματα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, τα οποία είναι τα εξής:
α) Τμήμα Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.
β) Τμήμα Ελέγχου Δαπανών των Κομμάτων και Συνασπισμών Κομμάτων, Υποψηφίων Βουλευτών και Ευρωβουλευτών και
γ) Τμήμα Γραμματειακής Υποστήριξης.
Άρθρο 2 Καθήκοντα
1. Η λειτουργία της Ειδικής Υπηρεσίας συνίσταται στην υποστήριξη του έργου της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.
2. Ειδικότερα στα καθήκοντα της Ειδικής Υπηρεσίας ανήκουν:
α) Η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 (όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) και συγκεκριμένα:
αα) εισήγηση για τα θέματα της Ημερήσιας Διάταξης των Συνεδριάσεων της Επιτροπής,
αβ) σύνταξη, σε συνεργασία με τον Πρόεδρο της Επιτροπής, και διανομή της ημερήσιας διάταξης,
αγ) τήρηση των πρακτικών των συνεδριάσεων και μέριμνα για την υπογραφή αυτών.
β) Η παραλαβή και πρωτοκόλληση καταγγελιών. γ) Η διεκπεραίωση εξερχόμενων εγγράφων.
δ) Η τήρηση αρχείου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης προηγούμενων ετών.
ε) Η παραλαβή δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων.
στ) Η τήρηση ηλεκτρονικού πρωτοκόλλου.
ζ) Η ενημέρωση και διαχείριση βάσης δεδομένων.
Άρθρο 3
Λοιπές αρμοδιότητες
1. Η Ειδική Υπηρεσία συνεργάζεται με ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές και ειδικούς επιστήμονες, στους οποίους η Επιτροπή αναθέτει τη διενέργεια ελεγκτικών πράξεων για την εκπλήρωση της αποστολής της.
2. Επιμελείται της συνεχούς ενημέρωσης και παρακολούθησης τροποποιήσεων νομοθεσίας για πληροφόρηση υπόχρεων.
3. Συμμετέχει διά υπαλλήλου της που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής, κατόπιν προτάσεως του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας, σε Ειδική Ομάδα του Συμβουλίου της Ευρώπης (Group of States Against Corruption - GRECO), υπεύθυνης για τη σύνταξη απαντήσεων σε ερωτηματολόγιο σε σχέση με την πρόληψη της διαφθοράς σε βουλευτές.
4. Είναι υπεύθυνη για την παραλαβή ισολογισμών, προϋπολογισμών, απολογισμών κομμάτων/συνασπι-
σμών ως και αναλυτικών καταστάσεων εσόδων/εξόδων υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
5. Είναι υπεύθυνη για τη θεώρηση ονομαστικών κουπονιών.
6. Συνεργάζεται με το Τμήμα Βουλευτών και Κομμάτων και οποιαδήποτε δημόσια Αρχή ή Υπηρεσία ή άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα, όταν κρίνεται απαραίτητη η αρωγή τους.
7. Διεκπεραιώνει κάθε άλλο θέμα που της ανατίθεται γραπτώς ή προφορικώς από τον Πρόεδρο της Επιτροπής.
Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2019
Ο Πρόεδρος της Βουλής ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΤΣΗΣ
Εγκύκλιος ΕΦΚΑ 9/2019 Έκδοση Πιστοποιητικού Προσωρινής Αντικατάστασης (ΠΠΑ) με ισχύ τριών μηνών
Αθήνα, 26/2/2019
Aριθμ. Πρωτ. Π31-8
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Δ/ΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ Ε.Ε.
Ταχ. Δ/νση: Αγ. Κωνσταντίνου 8, 10241 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 6783661, 210 6783662
Fax: 210 6756318
Email: tm.asf.paroxonee@efka.gov.gr
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 9
ΘΕΜΑ: Έκδοση Πιστοποιητικού Προσωρινής Αντικατάστασης (ΠΠΑ) με ισχύ τριών μηνών.
Σχετικά: Εγκύκλιοι 56/2004 και 1/2006 της Διεύθυνσής μας.
Σε συνέχεια των οδηγιών που σας κοινοποιήθηκαν με τις ως άνω εγκυκλίους, σας γνωστοποιούμε ότι από τη λήψη του παρόντος εγγράφου και εξής, η χρονική διάρκεια ισχύος του Πιστοποιητικού Προσωρινής Αντικατάστασης (ΠΠΑ) της Ε.Κ.Α.Α. επεκτείνεται σε τρεις μήνες αντί ενός μηνός, που ίσχυε μέχρι σήμερα.
Όσον αφορά στις περιπτώσεις έκδοσής του εκ των υστέρων με αναδρομική ισχύ, εξακολουθούν να ισχύουν οι οδηγίες της Εγκυκλίου 1/2006.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΕΜΠΟΣ
Ε.2035/2019 Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 76 του ν. 4589/2019
Αθήνα, 25 Φεβρουαρίου 2019
Ε.2035
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ ΤΜΗΜΑΤΑ Α', Β'
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 3635007
Fax: 210 3635077
Url: www.aade.gr
Θέμα: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 76 του ν. 4589/2019 (ΦΕΚ 13 Α'/29.1.2019)
Σας κοινοποιούμε, συνημμένα, για ενημέρωση και εφαρμογή τις διατάξεις του άρθρου 76 του ν. 4589/2019 «Συνέργειες Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με τα Τ.Ε.Ι. Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, Παλλημνιακό Ταμείο και άλλες διατάξεις», σύμφωνα με τις οποίες τροποποιούνται οι παράγραφοι 2,3,4 του άρθρου 6 «Φορολογικές ρυθμίσεις για πυρόπληκτους» της από 26 Ιουλίου 2018 ΠΝΠ (Α'138), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4576/2018 (Α'196), με την παράταση των προθεσμιών που αναφέρονται σε αυτές έως και τις 31.12.2019. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1150/2018 (ΦΕΚ Β'3220/06-08-2018) Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ και οι οδηγίες που παρασχέθηκαν με το Δ.ΕΙΣΠΡ. Β 1133933 ΕΞ 2018 έγγραφο.
Ο Διοικητής της Α.Α.Δ.Ε.
Γεώργιος Πιτσιλής
Άρθρα Εγχειρίδιο εργασιών τέλους χρήσεως 2018 - Ενέργειες και χρονοδιάγραμμα σε 56 διαδοχικά «βήματα»
Φώτης Λώλας
Ορκωτός ελεγκτής λογιστής
Partner της «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΛΕΙΣΙΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΛΗΓΕΙ ΤΗΝ 31/12/2018 ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΗΣ/ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ (ΔΙΠΛΟΓΡΑΦΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ) ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ Ε.Λ.Π (ν.4308/2014)
Περιεχόμενα
1. Ολοκλήρωση της Τιμολόγησης των συναλλαγών της χρήσης 2018.
2. Εκπτώσεις λόγου κύκλου εργασιών
3. Καταχώρηση όλων των εγγραφών μηνός Δεκεμβρίου 2018 και λήψη πρώτου προσωρινού ισοζυγίου.
4. Συμφωνία Γενικής λογιστικής και επιμέρους κυκλωμάτων
5. Έλεγχος της ορθότητας των υπολοίπων Πελατών – Προμηθευτών και συμφωνία με την Γενική Λογιστική (Λογ. 30 και Λογ. 50).
6. Υποβολή καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, για διασταύρωση πληροφοριών Πελατών – Προμηθευτών, Χρήσης 2018.
7. Απογραφή (ποσοτική) / (φυσική καταμέτρηση)
8. Αυτοπαραδόσεις – καταστροφές αποθεμάτων
9. Έλεγχος και συμφωνία των τραπεζικών λογαριασμών (καταθέσεων και δανείων)
10. Έλεγχος και συμφωνία των διάφορων δοσοληπτικών λογαριασμών
11. Υπολογισμός της αξίας των παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν. 4172/2013.
12. Έλεγχος και συμφωνία φόρων και ασφαλιστικών εισφορών προσωπικού (λογ. 54.03 και 55)
13. Εγγραφές χρονικής τακτοποίησης αγορών εξόδων εσόδων (λογ. 36, λογ.56, λογ. 58)
14. Υπολογισμός απομείωσης επισφαλών απαιτήσεων (λογ. 44.11)
15. Υπολογισμός Λοιπών προβλέψεων
16. Υπολογισμός Πρόβλεψης Αποζημίωσης Προσωπικού
17. Έλεγχος για καταχώρηση κερδών από συμμετοχές και χρεόγραφα – Ενδοομιλικά μερίσματα
18. Αποτίμηση συμμετοχών και χρεογράφων (λογ. 18.00 – 18.01, λογ. 34
19. Αποτίμηση Λογαριασμών σε Ξένο Νόμισμα (λογ. 30.01, λογ. 50.01 , λογ. 51.01, λογ. 45 , λογ. 52, λογ. 38.05-38.06)
20. Έλεγχος Παρακρατούμενων Φόρων
21. Λογιστική απεικόνιση των περιπτώσεων «Χρηματοδοτικής μίσθωσης» (leasing).
22. Έλεγχος ορθής καταχώρησης Επισκευών – Συντηρήσεων και προσθηκών βελτιώσεων
23. Αποσβέσεις - απογραφή παγίων και συμφωνία γενικής λογιστικής με το μητρώο παγίων (λογ. 10 – 16 )
24. Έλεγχος απομείωσης παγίων
25. Κρατικές Επιχορηγήσεις και τυχόν απόσβεση αυτών (λογ. 41.10)
26. Εξέταση τυχόν παραγραφής αξίωσης επιστροφής ΦΠΑ και σχετικών τακτοποιήσεων
27. Φ.ΠΑ. – Υπολογισμός Prorata
28. Διαχωρισμός μακροπρόθεσμων - βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων και απαιτήσεων (λογ. 45)
29. Κατάρτιση Φύλλου Μερισμού Δαπανών
30. Κοστολόγηση και αποτίμηση αποθεμάτων
31. Μεταβολή των λογιστικών πολιτικών και εκτιμήσεων καθώς και η διόρθωση των λαθών
32. Υπολογισμός τεκμαρτών εσόδων από την εκμίσθωση ή την ιδιοχρησιμοποίηση ή τη δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων.
33. Λήψη ισοζυγίου προ κλεισίματος
34. Διενέργεια εγγραφών κλεισίματος / Λήψη Ισοζυγίου
35. Ένταξη σε κατηγορία και προσδιορισμός των απαιτούμενων υποχρεώσεων
36. Κατάρτιση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως
37. Υπολογισμός Αφορολόγητων Αποθεματικών
38. Ενδοομιλικές Συναλλαγές – Υποβολή Συνοπτικού πίνακα πληροφοριών
39. Υπολογισμός δαπανών που δεν εξοφλήθηκαν με χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.
40. Καθορισμός λογιστικής φορολογικής βάσης – Συνηθισμένες περιπτώσεις διαφορών
41. Κατάρτιση πίνακα Φορολογικής Αναμόρφωσης.
42. Υπολογισμός του ποσού της φορολογικής ζημιάς που δικαιούται να μεταφέρει η επιχείρηση.
43. Υποβολή αίτησης για αναγνώριση των «Δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας»
44. Υπολογισμός του φόρου εισοδήματος και συμπλήρωση των φορολογικών δηλώσεων τέλους χρήσης.
45. Υποβολή δήλωσης και απόδοσης του Δημοτικού Τέλους.
46. Διενέργεια εγγραφών φόρου κ.λ.π / λήψη του οριστικού ισοζυγίου (προ διανομής)
47. Διάθεσης κερδών
48. Υπολογισμός Τακτικού Αποθεματικού - Μερισμάτων - Αφορολόγητων Αποθεματικών
49. Κατάρτιση του Ισολογισμού
50. Σύνταξη του Προσαρτήματος
51. Έγκριση του Ισολογισμού και των υπολοίπων λογιστικών καταστάσεων από το διοικητικό συμβούλιο της Εταιρείας,
52. Υπογραφή ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων
53. Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Διαχειριστή/των προς την Γενική Συνέλευση των Μετόχων ή Εταίρων
54. Έλεγχος των Οικονομικών Καταστάσεων από τους Ελεγκτές
55. Υποχρέωση προς παροχή στοιχείων στους μετόχους
56. Σύγκλιση Τακτικής Γενικής Συνέλευσης - Έγκριση Οικονομικών καταστάσεων από τους Μετόχους / εταίρους και απαιτούμενες γνωστοποιήσεις και δημοσιεύσεις
Κατάρτιση χρονοδιαγράμματος ενεργειών
Λόγω των πολυποίκιλων ενεργειών που απαιτούνται πρέπει να καταρτίζουμε πίνακα χρονοδιαγράμματος των εργασιών που πρέπει να γίνουν , ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης (τακτοποιήσεις, απογραφή, αποσβέσεις, κοστολόγηση κ.λ.π) και αφού λάβουμε υπόψη τις υπάρχουσες καταληκτικές από το νόμο προθεσμίες.
Στον πίνακα αυτό καταγράφονται για κάθε ενέργεια τα εξής στοιχεία:
• Το είδος της ενέργειας
• Το Νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει
• Η ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να γίνει η ενέργεια
• Η αντίστοιχη προβλεπόμενη από την νομοθεσία καταληκτική ημερομηνία (προθεσμία) , εφόσον υπάρχει
• Ο/οι υπεύθυνος/οι για την ενέργεια
• Επισημάνσεις και Αλλαγές
Το συνταχθέν χρονοδιάγραμμα συζητείται με την διοίκηση της επιχείρησης και αυτό τροποποιείται αναλόγως εφόσον προκύπτει τέτοια περίπτωση (κυρίως τις ημερομηνίες που θα διεξαχθεί η φυσική απογραφή).
1. Ολοκλήρωση της Τιμολόγησης των συναλλαγών της χρήσης 2018.
α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας, κατά περίπτωση.”
β) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.
γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού.
δ) Στην περίπτωση έκδοσης συγκεντρωτικού τιμολογίου της παρ. 3 του άρθρου 10, το συγκεντρωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα από το μήνα εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο γεγονός πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνεται στο συγκεντρωτικό τιμολόγιο.
ε) Ειδικά, όταν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το τιμολόγιο δύναται να εκδίδεται μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση της συναλλαγής από τον αγοραστή, κατά περίπτωση.
Σύμφωνα με την ερμηνευτική εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/31-12-2014 άρθρο 11 παρ. 1 & 2 αναφέρονται τα εξής:
Η υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου γεννάται κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή η παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών.
Σημειώνεται ότι ο χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου διαφοροποιείται από την προθεσμία έκδοσης του εν λόγω τιμολογίου, η οποία καθορίζεται στην παράγραφο 2, αναλυτικά για κάθε περίπτωση πώλησης.
Ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου αποσυνδέεται από την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου σχετικά με την αναγνώριση των πωλήσεων.
Δηλαδή, η υποχρέωση αναγνώρισης των εσόδων είναι θέμα πραγματικών περιστατικών σύμφωνα με τα σχετικά κριτήρια αναγνώρισης (π.χ. παράδοση αγαθών, παροχή υπηρεσίας) και δεν προϋποθέτει την έκδοση τιμολογίου η οποία μπορεί και να γίνεται σε μεταγενέστερο χρόνο.
Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των λογιστικών βιβλίων (απλογραφικό ή διπλογραφικό λογιστικό σύστημα).
Το τιμολόγιο φέρει την ημερομηνία στην οποία εκδόθηκε.
Η γενική αρχή είναι ότι τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της παροχής της υπηρεσίας, κατά περίπτωση.
Για παράδειγμα, για μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 4 Νοεμβρίου 20Χ1 και μία παροχή υπηρεσίας στις 28 Νοεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Δεκεμβρίου 20Χ1, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 12 Δεκεμβρίου ή 15 Δεκεμβρίου 20Χ1.
Ομοίως, για παροχή υπηρεσίας στις 3 Δεκεμβρίου 20Χ1 και μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 23 Δεκεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Ιανουαρίου 20Χ2, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 5 Ιανουαρίου ή 15 Ιανουαρίου 20Χ2.
Ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου. ορίζεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της περιόδου στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.
Διευκρινίζεται ότι για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, παροχή υπηρεσιών τήρησης λογιστικών αρχείων από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.) το κρίσιμο στοιχείο είναι το εάν ο πωλητής, βάσει σύμβασης ή της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής δύναται να απαιτήσει / διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των αγαθών ή υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή το έργο που έχει παράξει. Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη παροχή αγαθών ή υπηρεσιών ή κατασκευής έργου δεν διαφοροποιείται από το γεγονός ότι η έναρξη της παροχής ή κατασκευής μπορεί να ξεκίνησε πριν το τέλος της ετήσιας (διαχειριστικής) περιόδου και συνεχίσθηκε στην επόμενη.
Η αναφορά στο νόμο σε «μέρος της αμοιβής που καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί», υποδηλώνει ότι, βάσει της σχετικής σύμβασης (προφορικής ή έγγραφης) των δύο μερών, γίνεται δεκτή τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας. Η περίπτωση αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση στην οποία:
α) έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται χωρίς να συνδέεται με την πρόοδο της παροχής υπηρεσίας ή του έργου, στην έναρξη ή στη διάρκεια της σχετικής περιόδου, ποσό ή ποσά έναντι του συνολικού τιμήματος (προκαταβολή), ακόμη και μέχρι πλήρους εξόφλησης του τιμήματος, και
β) έχει συμφωνηθεί ότι η υπηρεσία ή το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος της σχετικής περιόδου.
Επίσης Το ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ) με το 1534/2015 έγγραφό του, απαντώντας σε ερώτημα σχετικά με την «Έκδοση τιμολογίων έως 15η ημέρα επόμενου μήνα» αναφέρει ότι σύμφωνα με το νόμο 4308/2014 αλλά και τη σχετική Οδηγία 2006/112/ΕΚ, το τιμολόγιο φέρει την ημερομηνία της έκδοσής του. Για παράδειγμα για παραδόσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών που θα γίνουν το Δεκέμβριο του 2015, το τιμολόγιο μπορεί να εκδοθεί μέχρι την 15η Ιανουαρίου του 2016, με ημερομηνία, την ημερομηνία έκδοσης αυτού, όπως για παράδειγμα οποιαδήποτε ημέρα από την 1η έως την 15η Ιανουαρίου του 2016.
Σημαντικές αλλαγές στη χρήση 2018
ΣΛΟΤ 3118/2019 Αρχή δεδουλευμένου σε συνεχιζόμενη παροχή (απλογραφικά βιβλία)
Συνεπώς, στην περίπτωση του ερωτήματος, αν συμφωνήθηκε ότι το τιμολόγιο θα εκδοθεί με την ολοκλήρωση της υπηρεσίας (20/6/2019), η ημερομηνία έκδοσής του μπορεί να είναι μέχρι την 15η Ιουλίου 2019 (θα αναγράφεται, σε κάθε περίπτωση, η πραγματική ημερομηνία έκδοσης). Ωστόσο, πρέπει να εφαρμοστεί η αρχή του δεδουλευμένου, για το διάστημα από την συμφωνία έναρξης παροχής των υπηρεσιών επίβλεψης του έργου (δηλαδή την: 20η/6/2018), μέχρι την 31η/12/2018 (τέλος της χρήσης). Συγκεκριμένα, το έσοδο των 20.000 ευρώ κατανέμεται σε 195 ημέρες του φορολογικού έτους 2018 και σε 170 ημέρες του φορολογικού έτους 2019:
2018: 20.000,00 χ 195/364 = 10.685,00
2019: 20.000,00 χ 170/365 = 9.315,00
Στα απλογραφικά βιβλία, για την χρονική τακτοποίηση του ως άνω εσόδου, θα ακολουθηθεί η παρακάτω διαδικασία:
Θα δημιουργηθεί στήλη στο σκέλος των εσόδων (2018): «ΕΣΟΔΑ Π.Υ. ΧΡΗΣΗΣ, ΥΠΟ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ» και θα καταχωριστεί το ποσό των 10.685 ευρώ. Κατ αυτόν τον τρόπο, θα υπολογιστεί στα έσοδα του 2018 που πράγματι ανήκει1.
Κατά την χρήση 2019, οπότε θα εκδοθεί το παραστατικό, θα καταχωριστεί κανονικά το ποσό των 20.000 ευρώ στη στήλη: «ΕΣΟΔΑ Π.Υ. ΦΠΑ 24%» και στη στήλη: «ΦΠΑ ΕΚΡΟΩΝ», το ποσό των 4.800 ευρώ.
Ταυτόχρονα, στη νέα στήλη: «ΕΣΟΔΑ Π.Υ. ΧΡΗΣΗΣ, ΥΠΟ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ» (για το 2019), θα καταχωριστεί το ποσό των 10.685 ευρώ (του 2018), αλλά με αρνητικό πρόσημο, ώστε να αφαιρεθεί και να μειώσει, στην προκειμένη περίπτωση το ποσό των 20.000 ευρώ, κατά τον υπολογισμό των αποτελεσμάτων της χρήσης 2019. Μετά από αυτή την ενέργεια, το έσοδο που θα υπολογιστεί για την χρήση 2019 θα είναι 9.315 ευρώ, ενώ ο ΦΠΑ (της τρίμηνης περιόδου), θα αποδοθεί επί των 20.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι η δήλωση ΦΠΑ, σε αυτές τις περιπτώσεις εγγραφών, αποσυνδέεται από την συμφωνία των αναγραφομένων σε αυτήν ποσών, σε σύγκριση με τα ποσά που καταχωρίζονται στα βιβλία.
Στην περίπτωση κατά την οποία συμφωνείται από τους συμβαλλόμενους, το τιμολόγιο να εκδίδεται, όταν μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό, για τμήμα του έργου που έχει ολοκληρωθεί, το παραστατικό θα εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα αυτού εντός του οποίου θεμελιώθηκε η απαίτηση για το μέρος της αμοιβής. Συνεπώς, για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου σε συνεχιζόμενη υπηρεσία ή κατασκευή έργου, το κρίσιμο στοιχείο είναι, εάν ο παρέχων τις υπηρεσίες, βάσει συμβάσεως ή σύμφωνα με την συνήθη επιχειρηματική πρακτική, δύναται να απαιτήσει ή να διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή για το τμήμα του έργου που έχει παραχθεί (βλέπε την ΠΟΛ.1003/31.12.2014).
Επισημαίνεται ότι η αναφορά που γίνεται στον νόμο σε «μέρος της αμοιβής που καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί», υποδηλώνει ότι, βάσει της σχετικής συμβάσεως (προφορικής ή έγγραφης) των δύο συμβαλλομένων, γίνεται δεκτή η τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας ή του έργου. Όπως έχει διευκρινιστεί (ΠΟΛ.1261/3.12.2015), η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση κατά την οποία: (α) έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται, χωρίς να συνδέεται με την πρόοδο της παροχής υπηρεσίας ή της εκτέλεσης του έργου, στην έναρξη ή στην διάρκεια της σχετικής περιόδου, ποσό ή ποσά έναντι του συνολικού τιμήματος (προκαταβολές), ακόμη και μέχρι πλήρους εξόφλησης του τιμήματος, και (β) έχει συμφωνηθεί ότι η υπηρεσία ή το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος της σχετικής περιόδου.
Τέλος, στην περίπτωση που λαμβάνονται προκαταβολές (ως άνω, περ. α) για μη προσφερθέν έργο (μη ολοκληρωμένο έργο), δεν γεννάται υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου. Για τεκμηρίωση των εισπράξεων εκδίδεται απλή «Απόδειξη είσπραξης» και θα ακολουθήσει η έκδοση του τιμολογίου, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν.
Προθεσμία:
Η προθεσμία ολοκλήρωση της τιμολόγησης των συναλλαγών καθώς και έκδοσης των πιστωτικών τιμολογίων εκπτώσεων λόγω κύκλου εργασιών (τζίρου), της κλειόμενης χρήσης είναι μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας δηλαδή μέχρι 15 Ιανουαρίου του επόμενου έτους, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους έως και την 15 Ιανουαρίου του επόμενου έτους, δηλ. μέχρι και την 15 Ιανουαρίου 2019, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους έως και την 15 Ιανουαρίου 2019.
2. Εκπτώσεις λόγου κύκλου εργασιών
Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2.10 της ερμηνευτικής εγκύκλιου ΠΟΛ.1003/31-12-2014 αναφέρεται ότι για το πιστωτικό τιμολόγιο δεν ορίζεται ρητά από τις παρούσες διατάξεις χρόνος έκδοσης αυτού. Ωστόσο, ισχύουν κατ’ αναλογία τα αναφερόμενα στο χρόνο έκδοσης του τιμολογίου και ειδικότερα επί παροχής εκπτώσεων εκ των υστέρων, για πωλήσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, το (πιστωτικό) τιμολόγιο εκδίδεται κατά μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από το χρόνο που γεννάται η υποχρέωση χορήγησης της έκπτωσης,
- Σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 5 του Ν.2859/2000 αναφέρεται ότι «Στη φορολογητέα αξία δεν περιλαμβάνονται: α) Οι χορηγούμενες στον αγοραστή ή το λήπτη εκπτώσεις, εφόσον αποδεικνύονται από στοιχεία, τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν. Ειδικότερα, προκειμένου για εκπτώσεις που χορηγούνται λόγω κύκλου εργασιών, λαμβάνονται υπόψη, εφόσον τα παρεχόμενα ποσοστά εκπτώσεων γνωστοποιούνται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του πωλητή ή του παρέχοντος τις υπηρεσίες, τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες πριν από την πραγματοποίηση τους.»
- Με τις οδηγίες που εδόθησαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1212/1996, διευκρινίστηκε ότι τα χορηγούμενα ποσοστά έκπτωσης θα πρέπει να γνωστοποιούνται στον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ είτε με απλή δήλωση είτε με κατάθεση της οικείας συμφωνίας και η δήλωση που δεν θα είναι λεπτομερειακή ούτε ονομαστική κατά πελάτη, θα περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία του υπόχρεου προμηθευτή, καθώς και το ποσοστό έκπτωσης που χορηγείται κατά κλιμάκιο τζίρου, ανεξάρτητα αν αυτό είναι δραχμικό ή σε ποσότητα. Περαιτέρω, διευκρινίζεται ότι η δήλωση γνωστοποίησης θα υποβάλλεται μία φορά και θα εξακολουθεί να ισχύει μέχρι αυτή να αντικατασταθεί δια της υποβολής νεώτερης, αρχικής, τροποποιητικής ή συμπληρωματικής.
Τέλος επισημαίνεται ότι, η συγκεκριμένη ρύθμιση εφαρμόζεται αποκλειστικά στο ΦΠΑ και όχι στη φορολογία εισοδήματος, η οποία και δεν επηρεάζεται από τις συγκεκριμένες διατάξεις. Επομένως, ανεξάρτητα από τη γνωστοποίηση ή μη των χορηγουμένων κατά τα ως άνω εκπτώσεων, τα εκδιδόμενα πιστωτικά τιμολόγια, λόγω κύκλου εργασιών, εξακολουθούν να αποτελούν μειωτικά στοιχεία των πωλήσεων.
Αναφορικά με τις «Εκπτώσεις λόγω τζίρου» δείτε τα εξής έγγραφα:
1. Αρ. πρωτ.: Δ14A 1151609 ΕΞ 2.11.2012 Εκπτώσεις λόγω τζίρου
https://www.taxheaven.gr/laws/circular/view/id/16028/hl/1151609
2. ΔΕΔ Θεσσαλονίκης αποφ. ενδικ. προσφυγής 344/11.4.2016 Απόρριψη ενδικοφανούς προσφυγής
https://www.taxheaven.gr/laws/circular/view/id/23406/hl/344/11.4.2016
Προθεσμία:
Προκειμένου για εκπτώσεις που χορηγούνται λόγω κύκλου εργασιών, λαμβάνονται υπόψη, εφόσον τα παρεχόμενα ποσοστά εκπτώσεων γνωστοποιούνται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του πωλητή ή του παρέχοντος τις υπηρεσίες, τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες πριν από την πραγματοποίηση τους
3. Καταχώρηση όλων των εγγραφών μηνός Δεκεμβρίου 2018 και λήψη πρώτου προσωρινού ισοζυγίου.
α) αφορούν πραγματοποιηθείσες αγορές που παρελήφθησαν μόνο με παραστατικό διακίνησης «Δελτίο Αποστολής» κατά τον τελευταίο μήνα της κλειόμενης χρήσης και δεν έχει ληφθεί το απαιτούμενο τιμολόγιο και
β) αφορούν λοιπές δαπάνες της επιχείρησης για τις οποίες δεν έχει ληφθεί το σχετικό παραστατικό εξόδου ώστε να καταχωρηθούν στα έγκαιρα στα λογιστικά αρχεία της επιχείρησης σύμφωνα πάντα με την αρχή αυτοτέλειας των χρήσεων και να επηρεάζουν μειωτικά το λογιστικό αποτέλεσμα της χρήσης που αφορούν.
Το πρώτο Προσωρινό Ισοζύγιο είναι ανακεφαλαιωτικό και λαμβάνεται μετά από την καταχώρηση όλων των οικονομικών γεγονότων της κλειόμενης χρήσης.
Ονομάζεται πρώτο Προσωρινό διότι θα μεταβληθούν τα ποσά που περιλαμβάνει λόγω της προσαρμογής των δεδομένων με τα αποτελέσματα της πραγματικής απογραφής για όσους λογαριασμούς και τα υπόλοιπά τους δεν συμφωνούν με την πραγματική απογραφή.
- Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ 1 του Ν.4308/2014 ορίζεται ότι η ενημέρωση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων) γίνεται ως εξής:
α) Όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε μήνα γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα.
β) Όταν η οντότητα δεν συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε ημερολογιακού τριμήνου γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη λήξη του τριμήνου.
γ) Σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση γίνεται εντός του απαιτούμενου χρόνου για την έγκαιρη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
- Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να γίνει ενδελεχής έλεγχος όσον αφορά τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ των μηνών Ιανουαρίου έως Νοεμβρίου της κλειόμενης χρήσης, όσον αφορά την συμφωνία τους με τα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης, λόγω ότι μέχρι το τέλος του μηνός Ιανουαρίου της επόμενης χρήσης υποβάλλεται η τελευταία περιοδική δήλωση ΦΠΑ του μηνός Δεκεμβρίου της κλειόμενης χρήσης οπότε θα πρέπει τυχόν λάθη που έχουν γίνει στις προηγούμενες δηλώσεις να διορθωθούν με τροποποιητικές δηλώσεις ώστε η περιοδική δήλωση ΦΠΑ του μηνός Δεκεμβρίου της κλειόμενης χρήσης να συμφωνεί με τα πραγματικά δεδομένα των λογιστικών βιβλίων.
Προθεσμία:
Η Προθεσμία καταχώρηση όλων των εγγραφών μηνός Δεκεμβρίου της κλειόμενης χρήσης είναι το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, δηλαδή μέχρι τον μήνα Ιανουάριο του επόμενου έτους από την λήξη της κλειόμενης χρήσης έως 31/1/2019, και σε κάθε περίπτωση εντός του απαιτούμενου χρόνου για την έγκαιρη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
4. Συμφωνία Γενικής λογιστικής και επιμέρους κυκλωμάτων
Στην περίπτωση που εντοπιστούν διαφορές θα πρέπει να προσδιοριστούν επακριβώς οι καταχωρήσεις των άρθρων που καταχωρήθηκαν κατά κανόνα από την εμπορική διαχείριση και δεν ενημέρωσαν την γενική λογιστική και να διορθωθούν στο πλαίσιο της διαδικασίας της συμφωνίας.
Οι συμφωνίες που απαιτούνται μεταξύ της εμπορικής διαχείρισης και της γενικής λογιστικής αφορούν :
1. Συμφωνία Βιβλίου Αποθήκης με Γενική Λογιστική. – (Αγορές εσωτερικού και εξωτερικού εμπορευμάτων, προϊόντων, α΄και β΄ υλών, υλικών συσκευασίας ή αναλώσιμων υλικών.)
2. Συμφωνία Ισοζυγίων εμπορικής διαχείρισης συναλλασσομένων Πελατών, Χρεωστών διαφόρων, Προμηθευτών και Πιστωτών διαφόρων με την Γενική Λογιστική.
3. Συμφωνία των Ταμείων και των λογαριασμών όψεως καθώς και των δανειακών λογαριασμών μεταξύ εμπορικού και λογιστικής
4. Συμφωνία Αξιόγραφων εισπρακτέων (χαρτοφυλακίου, σε εγγύηση, για είσπραξη σε τράπεζα) και πληρωτέων μεταξύ εμπορικού και λογιστικής.
5. Πωλήσεις εσωτερικού εξωτερικού εμπορευμάτων, υλών, Αναλωσίμων, Παροχής υπηρεσιών.
5. Έλεγχος της ορθότητας των υπολοίπων Πελατών – Προμηθευτών και συμφωνία με την Γενική Λογιστική (Λογ. 30 και Λογ. 50).
Συμφωνία Γενικής Λογιστικής και Εμπορικής Διαχείρισης
Ο έλεγχος έγκειται καταρχήν στην συμφωνία των λογαριασμών της γενικής λογιστικής (Λογ. 30) πελάτες και (Λογ. 50) προμηθευτές με το υπόλοιπο που προκύπτει από το κύκλωμα της εμπορικής διαχείρισης.
Διενέργεια αναγκαίων συμψηφισμών μεταξύ πελατών προμηθευτών.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1216/1-10-2014 αναφέρεται για την δυνατότητα εκατέρωθεν συμψηφισμών ότι : «Σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ταυτόχρονα προμηθευτές και πελάτες, επιτρέπεται να προβούν σε εκατέρωθεν λογιστικούς συμψηφισμούς, εφόσον αυτό δεν αντιβαίνει σε διατάξεις άλλων νόμων. Όταν η διαφορά που απομένει μετά τον συμψηφισμό είναι μεγαλύτερη των 500 ευρώ, τότε για να αναγνωρισθεί το σύνολο των αγορών απαιτείται η εξόφλησή της με τραπεζικό μέσο πληρωμής».
Έλεγχος έκδοσης Πιστωτικών
Επίσης θα πρέπει σε συνεργασία με τους υπεύθυνους των προμηθειών και των πωλήσεων να διερευνάται η τυχόν υποχρέωση ή απαίτηση για έκδοση ή λήψη πιστωτικών τιμολογίων. Προκειμένου για εκπτώσεις που χορηγούνται λόγω κύκλου εργασιών, λαμβάνονται υπόψη, εφόσον τα παρεχόμενα ποσοστά εκπτώσεων γνωστοποιούνται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του πωλητή ή του παρέχοντος τις υπηρεσίες, τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες πριν από την πραγματοποίηση τους.
Επιβεβαίωση με τον αντισυμβαλλόμενο
Σε δεύτερο επίπεδο θα πρέπει να γίνει συμφωνία όσον αφορά καυτά τα υπόλοιπα των ανωτέρω λογαριασμών ως προς το ύψος των ποσών που αναφέρονται στα αντίστοιχα αναλυτικά ισοζύγια. Ο έλεγχος – συμφωνία μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους (τηλεφωνική επικοινωνία , επιβεβαιωτική επιστολή, κ.λ.π).
Εντοπισμός ακίνητων υπολοίπων
Θα πρέπει να γίνει αναγνώριση των παλαιών υπόλοιπων πελατών τα οποία κατά την εκτίμηση της επιχείρησης δεν θα εισπραχθούν, ούτε θα διεκδικηθεί η είσπραξή τους, συνιστούν λογιστική ζημιά, η οποία σύμφωνα με την περ. «ια) Τις ζημίες που προκύπτουν από τη διαγραφή περιουσιακών στοιχείων» παρ. 12, του άρθρου 25 των ΕΛΠ (Ν 4308/2014) αναγνωρίζεται στην Κατάσταση αποτελεσμάτων. Επίσης θα πρέπει να αποσταλόυν συστημένες επιστολές στους πελάτες αυτούς, ώστε να αποδεικνύεται η ενημέρωσή τους για την διαγραφή των απαιτήσεων αυτών.
Όσον αφορά την φορολογική αντιμετώπιση, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 26 του ΚΦΕ (Ν 4172/2013), αναφέρεται «απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο, β) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου και γ) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης»
Συνεπώς και σύμφωνα με την Πολ. 1056/2015 τα ποσά των ως άνω διαγραφών, δεν εκπίπτουν φορολογικά, θα καταχωριστούν δηλαδή μόνο στη λογιστική βάση και όχι στη φορολογική καθώς συνιστούν λογιστική διαφορά. Σε κάθε περίπτωση, για την διασφάλιση της αξιοπιστίας του λογιστικού σας συστήματος (παρ. 7, άρθρο 5, ΕΛΠ), σκόπιμο θα ήταν να αποστείλετε συστημένες επιστολές στους πελάτες αυτούς, ώστε να αποδεικνύεται η ενημέρωσή τους για την διαγραφή των απαιτήσεων αυτών.
Επιπλέον θα πρέπει να αναγνωριστούν υπόλοιπα πελατών για τα οποία κατά την εκτίμηση της επιχείρησης δεν θα εισπραχθούν εν μέρει ή εις ολόκληρόν και για τα οποία η εταιρεία θα προβεί σε δικαστικές ενέργειες.
Με τον έλεγχο αυτό επιτυγχάνεται : α) παράληψη καταχώρησης εκδοθέντων στοιχείων, β) επισημαίνονται τυχόν ακίνητα υπόλοιπα και γ) ανακαλύπτονται τυχόν λανθασμένες καταχωρήσεις.
Ο Έλεγχος της ορθότητας των υπολοίπων Πελατών – Προμηθευτών θα πρέπει να γίνεται και για έναν επιπλέον λόγο καθώς σύμφωνα με το άρθρο 14 του Ν.4174/2013 επιβάλλεται η υποβολή καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, για διασταύρωση πληροφοριών Πελατών – Προμηθευτών με προθεσμία το τέλος Φεβρουαρίου του επομένου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν.
Τέλος συγκρίνοντας τα υπόλοιπα των λογαριασμών απαιτήσεων και υποχρεώσεων από πελάτες και προμηθευτές όπως αυτά εμφανίζονται στο Α΄ προσωρινό Ισοζύγιο και στα αναλυτικά ισοζύγια των προγραμμάτων εμπορικής διαχείρισης με τα δεδομένα της απογραφής που έχει διενεργηθεί διενεργούμε σε περίπτωση που δεν συμφωνούν μεταξύ τους προσαρμογή των δεδομένων στα δεδομένα της πραγματικής απογραφής. Η προσαρμογή αυτή των λογαριασμών απαιτήσεων και υποχρεώσεων από πελάτες και προμηθευτές γίνεται με σχετικές λογιστικές εγγραφές οι οποίες ονομάζονται εγγραφές τακτοποίησης ή προσαρμογής.
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ 1.γ του Ν.4308/2014 αναφέρεται ότι η ενημέρωση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων) γίνεται σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση γίνεται εντός του απαιτούμενου χρόνου για την έγκαιρη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Επίσης στο ίδιο άρθρο στην παράγραφο 3 αναφέρεται ότι η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας.
Προθεσμία:
Χρόνος ενημέρωσης βιβλίου απογραφών με την αξία των αποθεμάτων και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων, καθώς και το κλείσιμο του ισολογισμού μέχρι έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή την εμπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Έως 30/6/2019
Κατά την ημερομηνία αυτή πρέπει να έχουν οριστικοποιηθεί όλες οι λογιστικές εγγραφές που αφορούν στο κλείσιμο της χρήσης και στον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων, να έχει ενημερωθεί το ΒΙΒΛΙΟ ΑΠΟΓΡΑΦΩΝ Να έχουν αποθηκευθεί σε μαγνητικά μέσα τα δεδομένα των υπολοίπων βιβλίων και τα οριστικά πλέον υπόλοιπα των λογαριασμών που αντιπροσωπεύουν τα στοιχεία του Ισολογισμού (Ενεργητικού και Παθητικού) να μεταφερθούν στη νέα χρήση.
Υπόδειγμα επιβεβαιωτικής επιστολής
Προς: Ονοματεπώνυμο
Οδός Αριθμός:
Πόλη – τ. κ.
Τηλ:
Υπ' Λογιστηρίου
Αθήνα …. Ιανουαρίου 20…..
Αγαπητέ συνεργάτη,
Όπως προκύπτει από τα βιβλία και στοιχεία μας, τα υπόλοιπα των λογαριασμών σας την 31/12/20… αναλύονται ως κάτωθι:
Υπόλοιπο τρέχοντος λογαριασμού : € ……………………
Υπόλοιπο λογαριασμού εγγυήσεων : € …………………..
Υπόλοιπο λογ/σμού λοιπών χρεώσεων : € ……………….
Παρακαλούμε, για λόγους καλής συνεργασίας και τακτοποίησης των λογαριασμών μας όπως μας απαντήσετε αν συμφωνείτε ή όχι με τα παραπάνω ποσά το αργότερο
μέχρι την …/…./20…...
Σε περίπτωση διαφωνίας παρακαλώ πολύ να μας γνωρίσετε το υπόλοιπο σύμφωνα με τα στοιχεία σας καθώς και τους λόγους της διαφοράς σας.
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω εκ των προτέρων για την συνεργασία σας και είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση στο θέμα αυτό.
Με εκτίμηση
για την …………………………..
6. Υποβολή καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, για διασταύρωση πληροφοριών Πελατών – Προμηθευτών, Χρήσης 2018.
Με την ΠΟΛ.1022/7.1.2014 «Υποβολή καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, για διασταύρωση πληροφοριών» όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την ΠΟΛ. 1217/2018 καθορίζονται ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων, ο τρόπος, η διαδικασία, η έκταση εφαρμογής, το ύψος της αξίας των στοιχείων, ο τρόπος επιβεβαίωσης.
Σχετικά με τα παραπάνω στην ΠΟΛ.1022/7.1.2014 αναφέρονται τα εξής:
Στις καταστάσεις φορολογικών στοιχείων δεν καταχωρούνται οι κατωτέρω συναλλαγές:
Πωλήσεις αγαθών ή υπηρεσιών από και προς την αλλοδαπή, ενοίκια ακινήτων εφόσον η αξία δεν επιβαρύνεται με Φ.Π.Α., πωλήσεις εισιτήριων όλων των μεταφορικών μέσων, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι αποδείξεις πώλησης εισιτηρίων (Α.Π.Ε.) και τα πιστωτικά τιμολόγια που εκδίδονται γι’ αυτά, συνδρομές σε επαγγελματικές οργανώσεις και επαγγελματικά επιμελητήρια, συνδρομές και δωρεές σε συλλόγους και νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, για τις οποίες εκδίδονται μη φορολογικά στοιχεία (αποδείξεις είσπραξης), συναλλαγές που αφορούν τόκους ή προμήθειες που χορηγούνται ή λαμβάνονται από τραπεζικά ιδρύματα, πλην προμηθειών πιστωτικών καρτών από και προς υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών, συναλλαγές που αφορούν τόκους ή προμήθειες που καταβάλλονται ή λαμβάνονται από και προς τραπεζικά ιδρύματα από υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών, πλην καταβαλλόμενων προμηθειών πιστωτικών καρτών προς τα ιδρύματα αυτά, αξία εγγυοδοσίας, εφόσον δεν περιλαμβάνεται στη φορολογητέα αξία των πωληθέντων αγαθών, έξοδα μισθοδοσίας (μισθοί, ημερομίσθια, συντάξεις), εισφορές που καταβάλλονται σε Ταμεία Ασφάλισης (Ο.Α.Ε.Ε. κ.λπ.), γραμμάτια προκαταβολής (προείσπραξης) δικηγορικών συλλόγων, μερίσματα που χορηγούν οι δικηγορικοί σύλλογοι, οι σύλλογοι δικαστικών επιμελητών κ.λπ. στα μέλη τους, τέλη και δικαιώματα, που εισπράττουν οι άμισθοι υποθηκοφύλακες, για λογαριασμό τους και για λογαριασμό τρίτων, ασφάλιστρα και αντασφάλιστρα, κοινόχρηστες δαπάνες, πωλήσεις λαχείων.
Εξαιρετικά, τα φορολογικά στοιχεία για τις πωλήσεις ηλεκτρικού ρεύματος (μόνο Δ.Ε.Η.), τις πωλήσεις ύδατος μη ιαματικού και την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, δεν συμπεριλαμβάνονται στις καταστάσεις πελατών που υποβάλλουν οι εκδότες αυτών, ενώ οι λήπτες, υποβάλλουν στην κατάσταση προμηθευτών, τα στοιχεία αυτά, συγκεντρωτικά, χωρίς αναγραφή του Α.Φ.Μ. του αντισυμβαλλόμενου (εκδότη), στις οποίες, επίσης, δεν καταχωρούνται το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.), καθώς και το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων (Ε.Ε.Τ.Α.), που εισπράττονται μέσω των λογαριασμών της Δ.Ε.Η.
Χρόνος υποβολής
1. Οι καταστάσεις των φορολογικών στοιχείων του άρθρου 1 της παρούσας, υποβάλλονται υποχρεωτικά με ηλεκτρονικό τρόπο, ως εξής:
α) από τους εκδότες ετησίως, ανεξαρτήτως κατηγορίας των τηρούμενων βιβλίων τους (απλογραφικά ή διπλογραφικά) ή της απαλλαγής τους από την τήρηση αυτών, καθώς και της υποχρέωσης ή μη υποβολής περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. και το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν,
β) από τους λήπτες, υπόχρεους υποβολής περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α., που τηρούν είτε διπλογραφικά είτε απλογραφικά βιβλία, ετησίως και το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν,
γ) από τους λήπτες, μη υπόχρεους υποβολής περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α., το δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και τους αγρότες, φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται είτε στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α., οι οποίοι όμως δεν ασκούν άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων, είτε στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α., ετησίως και το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν,
δ) από τους εκδότες και τους λήπτες φορολογικών στοιχείων (εκκαθαρίσεων) που η έκδοσή τους προβλέπεται μετά την παρέλευση του πρώτου μήνα του επόμενου ημερολογιακού έτους, με βάση σχετικές διατάξεις, υποβάλλονται το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, που αφορούν.
Οι καταστάσεις των ανωτέρω περιπτώσεων α΄ β΄, γ΄ και δ' που αφορούν τα ημερολογιακά έτη 2017 και επόμενα, υποβάλλονται μέχρι το τέλος Μαρτίου του επομένου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν.
2. Ως ημερομηνία υποβολής, θεωρείται η ημερομηνία αποδοχής και επιτυχούς καταχώρισης αυτών, στο σύστημα υποβολής καταστάσεων φορολογικών στοιχείων του δικτυακού τόπου του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Η υποβολή εκπρόθεσμης ή διορθωτικής κατάστασης, πραγματοποιείται υποχρεωτικά με ηλεκτρονικό τρόπο. Στην περίπτωση υποβολής διορθωτικής κατάστασης, μπορεί να καταχωρούνται μόνο οι εγγραφές του πίνακα που τροποποιούνται.
4. Θεωρείται ως για δήλωση, η υποβολή των τροποποιητικών καταστάσεων που υποβάλλονται εντός της ίδιας ημερολογιακής ημέρας και αφορούν το ίδιο ημερολογιακό έτος, ανεξαρτήτως του πλήθους των υποβληθεισών τροποποιητικών καταστάσεων εντός της ίδιας ημέρας, καθώς και του πλήθους των τροποποιούμενων στοιχείων σε κάθε μια από τις καταστάσεις αυτές.
Διασταυρώσεις και Εκκαθάριση
Κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους, τα υποβληθέντα στοιχεία των καταστάσεων πελατών−προμηθευτών διασταυρώνονται από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και οι ασυμφωνίες και αποκλίσεις αναρτώνται στους «λογαριασμούς» των υπόχρεων προσώπων, που τηρούνται στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Οικονομικών, ώστε να έχουν τη δυνατότητα προσαρμογής και περαιτέρω διόρθωσης αυτών.
Δεν απαιτείται η διόρθωση των αποκλίσεων, εφόσον η συνολική αξία αυτών, προ Φ.Π.Α. ανά αντισυμβαλλόμενο, δεν ξεπερνά τα εκατό (100) ευρώ.
Για τα ημερολογιακά έτη 2017 και επόμενα, για τη διόρθωση των αποκλίσεων στα υποβληθέντα στοιχείων προμηθευτών μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση μέχρι τη 15η Μαΐου του επομένου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν.
Πρόστιμα μη υποβολής ή εκπρόθεσμης καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, για διασταύρωση πληροφοριών Πελατών – Προμηθευτών
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1026/2018 «Παροχή οδηγιών και διευκρινίσεων αναφορικά με την επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ) και λοιπές περιπτώσεις παραβάσεων» ορίζεται ότι αναφορικά με τις καταστάσεις φορολογικών στοιχείων πελατών προμηθευτών, που αφορούν περιόδους από 1.1.2014 και μετά, σε συνέχεια της εγκυκλίου ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1252/2015 διευκρινίζεται ότι για οποιαδήποτε μεταβολή στις καταστάσεις αυτές, που επέρχεται μετά την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής τους, το πρόστιμο των 100 ευρώ, που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.), επιβάλλεται για κάθε εκπρόθεσμη δήλωση, ανεξάρτητα από το πλήθος των μεταβαλλόμενων στοιχείων.
Σημαντικές αλλαγές στη χρήση 2018
Με την ΠΟΛ. 1217/2018 Τροποποιήθηκε η απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ. 1022/2014 (179 Β΄) «Υποβολή καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, για διασταύρωση πληροφοριών», ως ακολούθως:
1. Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄της παρ. 1 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής:
«α) από τους εκδότες ετησίως, ανεξαρτήτως κατηγορίας των τηρούμενων βιβλίων τους (απλογραφικά ή διπλογραφικά) ή της απαλλαγής τους από την τήρηση αυτών, καθώς και της υποχρέωσης ή μη υποβολής περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. και το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν,
β) από τους λήπτες, υπόχρεους υποβολής περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α., που τηρούν είτε διπλογραφικά είτε απλογραφικά βιβλία, ετησίως και το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν,
γ) από τους λήπτες, μη υπόχρεους υποβολής περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α., το δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και τους αγρότες, φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται είτε στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α., οι οποίοι όμως δεν ασκούν άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων, είτε στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α., ετησίως και το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του επόμενου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν».
2. Προστίθεται παρ. 4 στο άρθρο 4 ως εξής:
«4. Θεωρείται ως μια δήλωση, η υποβολή των τροποποιητικών καταστάσεων που υποβάλλονται εντός της ίδιας ημερολογιακής ημέρας και αφορούν το ίδιο ημερολογιακό έτος, ανεξαρτήτως του πλήθους των υποβληθεισών τροποποιητικών καταστάσεων εντός της ίδιας ημέρας, καθώς και του πλήθους των τροποποιούμενων στοιχείων σε κάθε μια από τις καταστάσεις αυτές».
Προθεσμία:
Οι καταστάσεις φορολογικών στοιχείων, προμηθευτών και πελατών υποβάλλονται μέχρι το τέλος Μαρτίου του επομένου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν. Έως 31/3/2019
Επίσης για τη διόρθωση των αποκλίσεων στα υποβληθέντα στοιχεία προμηθευτών μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση μέχρι τη 15η Μαΐου του επομένου έτους από το ημερολογιακό έτος που αφορούν. Έως 15/5/2019
7. Απογραφή (ποσοτική) / (φυσική καταμέτρηση)
Απογραφή είναι η λεπτομερής καταχώριση, καταγραφή και αποτίμηση όλων των στοιχείων της επαγγελματικής περιουσίας της οντότητας, που υπάρχουν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που διενεργείται η απογραφή. Η απογραφή βάσει των κανόνων της Λογιστικής, απαιτείται να είναι λεπτομερής και πραγματική, να απεικονίζει την πραγματική κατάσταση της επιχείρησης, διότι με αυτήν επιτυγχάνεται η επαλήθευση των εγγραφών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία και ο πραγματικός προσδιορισμός του εξαγομένου λογιστικού αποτελέσματος (κέρδους ή ζημίας) της χρήσης (Εγκ. Υπ. οικ. 117/1968 και 40/1977).
Αποθέματα (inventories): Περιουσιακά στοιχεία:
α) κατεχόμενα για πώληση στη συνήθη δραστηριότητα της οντότητας, ή
β) στην παραγωγική διαδικασία με σκοπό την πώληση ως ανωτέρω, ή
γ) σε μορφή υλικών ή εφοδίων που πρόκειται να αναλωθούν για την παραγωγική διαδικασία ή για την προσφορά υπηρεσιών. Ν.4308/2014
Εφόσον προκύψουν ελλείμματα-πλεονάσματα γίνονται οι σχετικές τακτοποιήσεις.
Στη Γενική Λογιστική δεν καταχωρούνται ποτέ οι διαφορές απογραφής, διότι οι λογαριασμοί της ενημερώνονται απευθείας με το οριστικό υπόλοιπο της φυσικής απογραφής. Επηρεάζεται, δηλαδή, αυτομάτως το κόστος των πωληθέντων με την αξία της απογραφής, άρα και το αποτέλεσμα της χρήσης.
Η καταχώριση διαφορών απογραφής στο βιβλίο αποθήκης γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε τα υπόλοιπα του βιβλίου αποθήκης να «διορθωθούν» και να εξισωθούν με τα πραγματικά υπόλοιπα που καταμετρήθηκαν. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί με κίνηση στο βιβλίο αποθήκης σε στήλη που θα έχει το ίδιο όνομα (διαφορές απογραφής) ή σε στήλη «λοιπές εισαγωγές», «λοιπές εξαγωγές» όπου στην καρτέλα του είδους θα αναγράφεται η αιτία που στην περίπτωση που εξετάζουμε είναι το «έλλειμμα απογραφής» ή «πλεόνασμα απογραφής». Ως παραστατικό για την κίνηση στις μερίδες της αποθήκης μπορεί να θεωρηθεί η υπογεγραμμένη τελική κατάσταση διαφορών απογραφής που αναφέραμε παραπάνω.
Απογραφή Αποθεμάτων
Οι οικονομικές μονάδες είναι υποχρεωμένες να πραγματοποιούν πραγματικές (φυσικές) απογραφές των αποθεμάτων τους τουλάχιστο μία φορά μέσα σε κάθε χρήση και μάλιστα στο τέλος αυτής. Κατά την απογραφή πρέπει να αναγνωρίζονται, να καταμετρούνται και να καταγράφονται όλα τα αποθέματα κατ' είδος, ποιότητα και ποσότητα και να γίνεται η κατάταξη αυτών σε κατηγορίες που να αντιστοιχούν στους επιμέρους λογαριασμούς των αποθεμάτων. Είδη που βρίσκονται σε τρίτους για πώληση, για ενέχυρο ή για άλλους λόγους, καταχωρούνται ιδιαίτερα στην απογραφή.
Σύμφωνα με τον Ν.4548 άρθρο 146 παρ 1 οι ανώνυμες εταιρείες έχουν υποχρέωση να ενεργήσουν απογραφή
«1. Κατά την έναρξη της λειτουργίας της, η εταιρεία οφείλει να ενεργήσει την κατά το άρθρο 9 του Εμπορικού Νόμου (Α΄ 206/1910) και τις διατάξεις του ν. 4308/2014 απογραφή, εκτός αν απαλλάσσεται από το νόμο. Την ίδια υποχρέωση υπέχει και στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης.»
Σύμφωνα με τον Ν.3190 άρθρο 22 περ 1 Σύνταξη, έλεγχος και δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων οι διαχειριστές των Ε.Π.Ε. έχουν την υποχρέωση στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης με μέριμνα του διαχειριστή συντάσσονται οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, οι οποίες εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων. Η σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων βάσει των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (Ε.Λ.Π.) γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Α'251). Στις περιπτώσεις σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ. Π.Χ. Α.) εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των Ευρωπαϊκών Κανονισμών.
Σε σχέση με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π.) σύμφωνα με το άρθρο 4 «Άλλα λογιστικά αρχεία» παρ. 4 & 5 του Ν.4308/2014 η οντότητα τηρεί κατά περίπτωση, με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού):
- Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων
Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται:
α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο.
β) Η κατά μονάδα αξία επιμέτρησης, καθώς και η συνολική αξία επιμέτρησης του κάθε είδους.
γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.
δ) Αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται.
- Αρχείο αποθεμάτων τρίτων.
Η οντότητα που έχει στην κατοχή της αποθέματα κυριότητας άλλης οντότητας τηρεί αρχείο στο οποίο καταγράφονται αναλυτικά τα σχετικά αποθέματα, κατά είδος και ποσότητα και διακεκριμένα κατά αποθηκευτικό χώρο, σύμφωνα με τις περιπτώσεις α΄ και γ΄ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
Η διάταξη αναφέρεται σε εμπορεύσιμα αγαθά, δηλαδή δεν συμπεριλαμβάνει εγγυοδοσίες (επιστρεπτέα είδη συσκευασίας, παλέτες, κενές φιάλες, κλπ.). Η παρακολούθηση δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο και να προκύπτει από οποιοδήποτε τηρούμενο αρχείο. Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται φυσική καταμέτρηση των σχετικών αποθεμάτων. Θεσπίζεται μόνο η υποχρέωση παρακολούθησης αυτών των αποθεμάτων, ώστε η οντότητα να δύναται να τεκμηριώνει τα αποθέματα αυτής της κατηγορίας που βρίσκονται στην κατοχή της (για παράδειγμα, τηρώντας με τάξη και πληρότητα το σύνολο των λαμβανόμενων και εκδιδόμενων παραστατικών διακίνησης ή ενημερώνοντας επιπρόσθετα άλλα αρχεία).
Σύμφωνα με το άρθρο 3 «Λογιστικό σύστημα και βασικά λογιστικά αρχεία» παρ 6 του Ν.4308/2014 τo Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων και τo Αρχείο αποθεμάτων τρίτων τηρούνται με ηλεκτρονικό ή χειρόγραφο τρόπο. Όταν στην τήρηση των αρχείων χρησιμοποιούνται συντομεύσεις ή σύμβολα, το νόημά τους ορίζεται με σαφήνεια.”
Σύμφωνα με το άρθρο 6 «Χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων» παρ 2. του Ν.4308/2014 Ο προσδιορισμός της ποσότητας αποθεμάτων, όπου συντρέχει περίπτωση, διενεργείται σε κατάλληλο χρόνο που διασφαλίζει την αξιοπιστία των δεδομένων σε σχέση με την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας.
Επίσης η ΠΟΛ.1003/31-12-2014 «Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4308/2014 (ΦΕΚ Α΄ 251) περί των «Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» Άρθρο 6 παρ. 2 αναφέρει τα εξής:
“6.2.1 Σε ότι αφορά τον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων, ορίζεται ότι ο εν λόγω προσδιορισμός διενεργείται σε κατάλληλο χρόνο που διασφαλίζει την αξιοπιστία των δεδομένων σε σχέση με την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας. Δηλαδή, ο χρόνος προσδιορισμού των αποθεμάτων (φυσική απογραφή) καθορίζεται από τα πραγματικά δεδομένα μιας οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη και τα αναφερόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 και την ανάγκη διασφάλισης της αξιοπιστίας του ποσοτικού προσδιορισμού των αποθεμάτων στο τέλος της ημερομηνίας αναφοράς (ημερομηνία τέλους χρήσης ή ημερομηνία ισολογισμού).
6.2.2 Ο χρόνος αυτός μπορεί να απέχει από το τέλος της ημερομηνίας αναφοράς, ιδίως όταν η οντότητα τηρεί αναλυτικό αρχείο ποσοτικής διακίνησης αποθεμάτων (βιβλίο αποθήκης) ή όταν ο αριθμός ή και η ποσότητα των διακινήσεων δεν είναι σημαντική. Σε άλλες περιπτώσεις που η οντότητα εφαρμόζει έμμεσες τεχνικές στον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων της απογραφής, η σχετική διαδικασία δύναται να γίνεται με αξιοπιστία και σε χρόνο απομακρυσμένο από το τέλος της περιόδου (π.χ. προσδιορισμός ιχθυόμαζας ιχθυοτροφείων). Τέλος, σημειώνεται ότι όταν εφαρμόζεται η μέθοδος της λιανικής (retail method) δεν γίνεται ποσοτικός προσδιορισμός των αποθεμάτων και η εκτίμηση της αξίας του τελικού αποθέματος δύναται επίσης να γίνεται με ασφάλεια σε χρόνο απομακρυσμένο από το τέλος της περιόδου.
6.2.3 Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από το χρόνο που διενεργείται ο ποσοτικός προσδιορισμός των αποθεμάτων, η οντότητα είναι υποχρεωμένη να έχει τεκμηριώσει με αξιόπιστο τρόπο τις ποσότητες της απογραφής εντός των χρονικών ορίων σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου.”
Το κόστος κτήσης του τελικού αποθέματος pροσδιορίζεται, σύμφωνα με
i) τη μέθοδο «Πρώτο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (FIFO)
ii) τη μέθοδο του μέσου σταθμικού όρου σε όλες τις αποδεκτές εκδοχές της
iii) τη μέθοδος της λιανικής.
Η χρήση της μεθόδου «Τελευταίο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (LIFO) δεν επιτρέπεται.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1003/31-12-2014 «Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4308/2014 (ΦΕΚ Α΄ 251) περί των «Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» Άρθρο 4 παρ. 4 & 5 που ερμηνεύει και αναλύει τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 παρ. 4 & 5 του Ν.4308/2014 αναφέρει τα εξής:
«4.4.1 Καθιερώνεται η δυνατότητα προσδιορισμού της ποσότητας των αποθεμάτων με αξιόπιστες και τεκμηριωμένες έμμεσες τεχνικές. Τεκμηριωμένες είναι οι τεχνικές που είναι γενικά αποδεκτές στη διεθνή πρακτική. Στόχος της διάταξης είναι η επίτευξη εύλογης διασφάλισης αναφορικά με την προσδιοριζόμενη ποσότητα αποθεμάτων κατ’ είδος κατά την ημερομηνία του ισολογισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσχέρειες και το κόστος ακριβούς καταμέτρησης. Δηλαδή επιδιώκεται η αξιοπιστία της μέτρησης της ποσότητας και ταυτόχρονα ο περιορισμός του κόστους και η υπέρβαση δυσχερειών.
4.4.2 Μια σημαντική παράμετρος που επηρεάζει την κρίση περί αξιοπιστίας των έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού της ποσότητας των αποθεμάτων είναι το είδος των δικλίδων που χρησιμοποιεί η οντότητα για να παρακολουθεί και να ελέγχει τα παραλαμβανόμενα και αποστελλόμενα αποθέματα, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου. Παράδειγμα τέτοιας δικλίδας είναι η τήρηση, κατ’ επιλογή της οντότητας, αναλυτικού αρχείου ποσοτικής διακίνησης για εισερχόμενα ή / και αποστελλόμενα ή πωλούμενα αγαθά. Στην κρίση για την απαιτούμενη αξιοπιστία των έμμεσων τεχνικών λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσο οι τεχνικές είναι καθιερωμένες στη διεθνή πρακτική. Σε κάθε περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη φύση των αποθεμάτων (π.χ. καύσιμα, ζώντα ψάρια, ορυκτά αποθέματα) για τον προσδιορισμό κατάλληλων έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού της ποσότητας αυτών.
4.4.3 Όταν, κατ’ απόλυτη επιλογή της οντότητας, τηρείται ηλεκτρονικό αρχείο ποσοτικής διακίνησης παραλαμβανόμενων και αποστελλόμενων αγαθών, η διενέργεια φυσικής καταμέτρησης στο τέλος της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία ισολογισμού) δύναται να αντικαθίσταται από τη λειτουργία αξιόπιστου συστήματος κυλιόμενων απογραφών για διαφορετικές κάθε φορά ομάδες αποθεμάτων στη διάρκεια της περιόδου, ώστε συνολικά να παρέχεται η απαιτούμενη διασφάλιση περί της αξιοπιστίας των ποσοτήτων των αποθεμάτων.
4.4.4 Ορισμένες έμμεσες τεχνικές παρακάμπτουν τον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων και προσδιορίζουν κατ’ ευθείαν την αξία του τελικού αποθέματος και του κόστους πωληθέντων, περίπτωση στην οποία δεν απαιτείται ποσοτική καταμέτρηση των αποθεμάτων. Άλλες τεχνικές χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της ποσότητας του τελικού αποθέματος, και ακολουθεί η επιμέτρηση ως ξεχωριστή διαδικασία.
Ενδεικτικά παραδείγματα έμμεσων τεχνικών
1. Η μέθοδος της λιανικής τιμής (retail method)
Η μέθοδος αυτή προσδιορίζει κατ’ ευθείαν την αξία του τελικού αποθέματος και του κόστους πωληθέντων, χωρίς να προσδιορίζει την ποσότητα του τελικού αποθέματος. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται, με διάφορες παραλλαγές, από επιχειρήσεις που εμπορεύονται μεγάλες ποσότητες ειδών που πωλούνται λιανικά με σχετικά σταθερά ποσοστά κέρδους επί της τιμής κτήσεως.»
Η μέθοδος αυτή λειτουργεί σύμφωνα με το κατωτέρω γενικό παράδειγμα (ποσά σε ευρώ):
Κόστος | Αξία Λιανικής | |
Αρχικό απόθεμα | 100,00 | 130,00 |
Αγορές περιόδου | 1.230,00 | 1.586,70 |
Σύνολο προς πώληση | 1.330,00 | 1.716,70 |
Πωλήσεις περιόδου (σε τιμές λιανικής) | -1.200,00 | |
Απόθεμα τέλους σε τιμές λιανικής | 516,70 | |
Ποσοστό κέρδους λιανικής τιμής = [1-(1.330/1.716,70)] | 0,2253 | |
Απόθεμα τέλους σε κόστος κτήσης = [516,70*(1-0,2253)] | 400,29 |
Σημειώσεις
1. Στο ανωτέρω παράδειγμα, το αρχικό απόθεμα διαφέρει από τις αγορές ως προς τη σύνθεση – ποσοστό μικτού κέρδους.
2. Το ποσό του αρχικού αποθέματος και των αγορών της περιόδου σε αξίες λιανικής έχει προκύψει πολλαπλασιάζοντας το κόστος κτήσης με το ποσοστό μικτού κέρδους.
2. Χρήση στατιστικών μεθόδων προσδιορισμού της ποσότητας αποθεμάτων
Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται για την μέτρηση της ποσότητας των αποθεμάτων στο τέλος της περιόδου σε περιπτώσεις που η μέθοδος της φυσικής καταμέτρησης είναι πρακτικά αδύνατη, όπως για παράδειγμα η μέτρηση της ποσότητας της ιχθυομάζας των ιχθυοτροφείων. Με βάση την μέθοδο αυτή, η αρχική ποσότητα ιχθύων που τοποθετείται σε έναν κλωβό εκτροφής, μετατρέπεται σε κάθε ημερομηνία που επιδιώκεται απογραφή, σε ποσότητα και ιχθυομάζα, λαμβάνοντας υπόψη διάφορους παράγοντες, όπως τις επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των ιχθύων, τις αναλωθείσες ιχθυοτροφές και τα ποσοστά θνησιμότητας. Τα αποτελέσματα της μεθόδου επαληθεύονται εκ των υστέρων κατά την συλλογή των ιχθύων (εξαλίευση).
3. Προσεγγιστικές τεχνικές σε παρεμφερή αποθέματα
Σε περίπτωση αποθεμάτων παρεμφερούς είδους, μεγάλου αριθμού και μικρής διαφοράς αξίας ανά τεμάχιο μεταξύ τους, είναι δυνατόν η καταμέτρηση να γίνεται σε γενικές κατηγορίες και με τη χρήση μέσης τιμής, εφόσον δεν υπάρχει σημαντική επίπτωση στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.»
Χρόνος προσδιορισμού της ποσότητας των αποθεμάτων
Ο προσδιορισμός της ποσότητας αποθεμάτων διενεργείται σε κατάλληλο χρόνο που διασφαλίζει την αξιοπιστία των δεδομένων σε σχέση με την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας.
Ο χρόνος αυτός μπορεί να απέχει από το τέλος της ημερομηνίας αναφοράς, ιδίως όταν η οντότητα τηρεί αναλυτικό αρχείο ποσοτικής διακίνησης αποθεμάτων (βιβλίο αποθήκης) ή όταν ο αριθμός ή και η ποσότητα των διακινήσεων δεν είναι σημαντική.
Χρόνος ενημέρωσης βιβλίου απογραφών με την αξία των αποθεμάτων μέχρι έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή την εμπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Έως 30/6/2019
Επίσης απογραφή διενεργείται και κάτωθι αναφερθέντα στοιχεία
- Διαθεσίμων (λογ. 38.00)
- Επιταγών (λογ. 33.90, 53.90)
- Συναλλαγματικών (λογ. 31, 51)
Με διενέργεια συμφωνίας με τα αντίστοιχα βιβλία.
8. Αυτοπαραδόσεις – καταστροφές αποθεμάτων
Σύμφωνα με την γνωμάτευση του Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 2712 ΕΞ 18.2.2016 Λογιστικός χειρισμός καταστροφής αποθεμάτων με τα Ε.Λ.Π. αναφέρονται τα εξής:
1. Σύμφωνα με τα ΕΛΠ, το κόστος ακατάλληλων αποθεμάτων που καταστρέφονται, εφόσον η αξία των καταστρεφόμενων αγαθών κυμαίνεται στα συνήθη επίπεδα, καταχωρείται σε αύξηση του κόστους πωληθέντων στην κατάσταση αποτελεσμάτων. Όταν όμως το κόστος αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό και παρεκκλίνει από τα συνήθη επίπεδα, το σχετικό ποσό μπορεί να εμφανίζεται ως ζημία απομείωσης στην κατάσταση αποτελεσμάτων, ώστε να μη στρεβλώνεται το κόστος πωληθέντων και το μικτό κέρδος.
2. Στα πλαίσια των ΕΛΠ, η οντότητα δύναται να καταχωρεί την καταστροφή των αποθεμάτων σε λογαριασμό ζημίας με πίστωση των αποθεμάτων. Στη συνέχεια, ανάλογα με το ύψος της ζημίας, ακολουθείται ο ενδεδειγμένος υπό (1) χειρισμός.
3. Σε ότι αφορά την καταχώρηση σε λογαριασμούς, σημειώνεται ότι στα πλαίσια των ΕΛΠ η χρήση κωδικών επαφίεται στην κρίση της οντότητας. Εάν η επιχείρηση συνεχίζει να τηρεί το σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ, δύναται να συνεχίσει να διενεργεί τις εγγραφές που διενεργούσε, διασφαλίζονται ωστόσο σε κάθε περίπτωση την ορθή εμφάνιση των επιπτώσεων του γεγονότος στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τον υπό (1) χειρισμό που έχει επιλεγεί.
Λογιστική Εγγραφή Καταστροφής Αποθεμάτων με βάση το λογιστικό σχέδιο των Ε.Λ.Π.
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
67.02 | Ζημίες άλλων καταστροφών | ΧΧΧΧΧ | |
20.07 | Ζημίες από καταστροφή εμπ. | ΧΧΧΧΧ |
Λογιστική Εγγραφή Καταστροφής Αποθεμάτων με βάση το Ελληνικό Γενικό λογιστικό σχέδιο
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
81.02.10 | Ζημίες από καταστρ. ακατάλ. αποθεμ. | ΧΧΧΧΧ | |
78.11 | Αξία καταστ. ακαταλ. αποθεμ. | ΧΧΧΧΧ |
Στην ΠΟΛ.1005/14.01.2005 αναφέρεται ότι η ζημία που προκύπτει από τη διαγραφή άχρηστων αποθεμάτων ,αναγνωρίζεται προς έκπτωση, εφόσον η διαγραφή στηρίζεται σε σύνταξη πρωτοκόλλου καταστροφής του οποίου δεν αμφισβητείται η ακρίβεια. (Σ.τ.Ε. 3455-6/1995).
Επίσης με την εγκύκλιο 1091898/608/0015/11.10.2007 το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, απαντώντας σε σχετικό με ερώτημα, αναφέρει ότι οι διατάξεις του ΚΒΣ δεν ορίζουν κάτι σχετικό με την διαδικασία κατάρτισης των πρωτοκόλλων καταστροφής αγαθών (εμπορευμάτων – πρώτων υλών – πάγιων κ.λπ.) και ούτε προβλέπουν την συμμετοχή υπαλλήλου της αρμόδιας ΔΟΥ ή υποχρέωση γνωστοποίησης της κατάρτισης τους στην αρμόδια ΔΟΥ.
Όσον αφορά την καταστροφή ακατάλληλων αποθεμάτων, είναι γνωστό, κατά πάγια νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων, ότι δεν προβλέπεται κατά νόμο συγκεκριμένο αποδεικτικό στοιχείο για την απόδειξη καταστροφής ακαταλλήλων εμπορευμάτων (ΣτΕ 3324/2015, 3835/1990). Συνεπώς, η εγγραφή της σχετικής ζημίας στα βιβλία της επιχείρησης μπορεί να στηρίζεται σε οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο. Το βάρος απόδειξης της ανακρίβειας του πρωτοκόλλου καταστροφής πέφτει πλέον στη φορολογική αρχή, η οποία οφείλει να προσκομίσει τα στοιχεία εκείνα ότι δεν έλαβε χώρα η επίμαχη καταστροφή προϊόντων.
Σύμφωνα με το άρθρο 5. Διασφάλιση αξιοπιστίας λογιστικού συστήματος παρ. 5 του Ν. 4308/2014 Κάθε συναλλαγή και γεγονός που αφορά την οντότητα τεκμηριώνεται με κατάλληλα παραστατικά (τεκμήρια). Τα παραστατικά αυτά εκδίδονται είτε από την οντότητα είτε από τους συναλλασσόμενους με αυτήν είτε από τρίτους, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν. Τα παραστατικά αναφέρουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την ασφαλή ταυτοποίηση κάθε μίας συναλλαγής ή γεγονότος, και σε κάθε περίπτωση όσα ορίζει ο παρών νόμος.
Προκειμένου να μην αμφισβητηθεί η ακρίβεια του πρωτοκόλλου καταστροφής, θα πρέπει να η Διοίκηση της επιχείρησης (Δ.Σ. ή Διαχειριστής) να οριστεί με σχετικό πρακτικό, μια τριμελή επιτροπή καταστροφής στην οποία μπορεί να συμμετέχει οποιοδήποτε, συνήθως όμως απαρτίζεται από κάποιο μέλος της Διοίκησης ή εκπρόσωπό του, τον υπεύθυνο Λογιστηρίου και τον Αποθηκάριο.
Επίσης θα πρέπει η Διοίκηση της εταιρείας στο ίδιο πρακτικό θα πρέπει να καταγράψει αναλυτικά σε κατάλογο τα προς καταστροφή αποθέματα ή πάγια και την αιτία της καταστροφής τους με σχετική αναφορά ως προς το αν τα καταστραφέντα αγαθά είναι παντελώς άχρηστα και μη έχοντα αξία διαθέσεως. Καθώς και να ορίσει συγκεκριμένη ημέρα, ώρα και τόπο όπου θα γίνει η καταστροφή των αποθεμάτων.
Η τριμελείς επιτροπή καταστροφής προβαίνει σε σύνταξη του πρωτόκολλου καταστροφής το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει α) την ημέρα, ώρα, σημείο της καταστροφής, β) τα πρόσωπα που παρέστησαν, γ) την αναλυτική περιγραφή των ειδών που κατεστράφησαν και την αιτία της καταστροφής τους καθώς και αναφορά επί των Πρωτοκόλλων Καταστροφής ως προς το αν τα καταστραφέντα αγαθά είναι παντελώς άχρηστα και μη έχοντα αξία διαθέσεως.
Επίσης το πρωτόκολλο υπογράφεται από όλα τα μέλη της επιτροπής καταστροφής, ως πιστοποίηση από αυτούς της καταστροφής των ειδών.
Τέλος οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο της καταστροφής που να τεκμηριώνει τον τρόπο της καταστροφής των αποθεμάτων μπορεί να υπάρξει είναι χρήσιμο. Π.χ. φωτογραφίες των κατεστραμμένων αποθεμάτων κ.λπ.
Για τη μεταφορά των καταστραφέντων αποθεμάτων η επιχείρηση δεν υποχρεούται στην έκδοση Δελτίου Αποστολής, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1003/2014 άρθρο 5 παρ. 8.4 στο οποίο αναφέρονται οι κάτωθι περιπτώσεις όπου δεν απαιτείται η έκδοση Παραστατικού Διακίνησης (Δελτίου Αποστολής):
θ) διακίνηση κατεστραμμένων αποθεμάτων με σκοπό την απόρριψη αυτών,
ι) διακίνηση αγαθών που δεν έχουν καμία εμπορευματική αξία για τον αποστολέα, για τον παραλήπτη ή για κάποιον τρίτο, διαζευκτικά ή αθροιστικά και η διάθεσή αυτών αυτούσιων ή μη, δεν επιφέρει κανένα έσοδο. Δεν εκδίδεται δηλαδή, το εν λόγω στοιχείο για τη διακίνηση άχρηστων ή ακατάλληλων εμπορευμάτων, προϊόντων ή υπολειμμάτων (π.χ. περισυλλογή και διακίνηση προς καταστροφή ή ανακύκλωση, ληγμένων φαρμακευτικών προϊόντων, υπό την προϋπόθεση ότι δεν ενσωματώνουν καμία εμπορευματική αξία), σε χώρους απόρριψης (π.χ. χωματερές, κ.λπ.),
Παρόλα αυτά η έκδοση δελτίο αποστολής για τη μεταφορά των υπό καταστροφή ειδών στους χώρους συγκέντρωσης (χωματερή, υψικάμινος κ.λπ.) αποτελεί ένα επιπλέον νόμιμο δικαιολογητικό στοιχείο απόδειξης του γεγονότος της μεταφοράς των αποθεμάτων στον χώρο καταστροφής τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 33. Διακανονισμός εκπτώσεων του Ν. 2859/2000 παρ.1 η έκπτωση του φόρου που ενεργείται με βάση τις υποβαλλόμενες δηλώσεις ΦΠΑ, υπόκειται σε τελικό διακανονισμό σύμφωνα με τα συνολικά στοιχεία της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον:
β) μετά την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων ΦΠΑ, έγιναν μεταβολές που δεν είχαν ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό του ποσού των εκπτώσεων, ιδίως στην περίπτωση έκπτωσης στο τίμημα ή ακύρωσης αγορών. Δεν ενεργείται διακανονισμός σε περιπτώσεις καταστροφής, απώλειας ή κλοπής που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται, καθώς και σε περιπτώσεις χορήγησης δώρων μέχρις αξίας 10 ευρώ και δειγμάτων τα οποία διατίθενται για το σκοπό της επιχείρησης.
9. Έλεγχος και συμφωνία των τραπεζικών λογαριασμών (καταθέσεων και δανείων)
Με τον έλεγχο αυτό και εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν συμφωνούν οι λογαριασμοί της γενικής λογιστικής (λογ. 38.03 – 38.06 , λογ. 45.00 – 45.13, λογ. 52) των τραπεζικών καταθέσεων όψεως και των δανείων μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων γίνεται η προσαρμογή τους με σχετικές λογιστικές εγγραφές ώστε να συμφωνήσουν με τα αντίστοιχα τραπεζικά αντίγραφα κινήσεων (extrait).
Η ασυμφωνία μεταξύ των λογαριασμών της γενικής λογιστικής και των αντίστοιχων τραπεζικών αντιγράφων (extrait) μπορεί να οφείλεται σε
ί) παράληψη καταχώρησης κυρίως τραπεζικών εξόδων και προμηθειών για τα οποία δεν έχει περιέλθει το σχετικό παραστατικό στο λογιστήριο, ίί) τυχόν λανθασμένες καταχωρήσεις κλπ.
Επίσης θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για το εάν οι τράπεζες έχουν λογίσει τους τόκους τόσο των δανειακών λογαριασμών όσο και των καταθετικών λογαριασμών έως το τέλος της χρήσης, και σε περίπτωση που δεν έχουν λογιστεί να γίνει σχετική εγγραφή καταχώρισης των δουλευμένων τόκων μέσω των μεταβατικών λογαριασμών του παθητικού 56.01 «έξοδα χρήσεως δουλευμένα (πληρωτέα) και του ενεργητικού 36.01 «έσοδα χρήσεως εισπρακτέα».
Σύμφωνα με το άρθρο 17: Γενικές αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρ. 1 του Ν.4308/2014 οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με σαφήνεια, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις παραδοχές του δουλευμένου και της συνέχισης της δραστηριότητας.
Η θεμελιώδης αρχή του δεδουλευμένου, όπως αναφέρεται στην λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 στο άρθρο 17.1.2, επιτάσσει την αναγνώριση των επιπτώσεων των συναλλαγών και γεγονότων της οντότητας και τη συμπερίληψή τους στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της στο χρόνο που προκύπτουν και όχι στο χρόνο που διακανονίζονται ταμειακά (εισπράττονται ή πληρώνονται). Για παράδειγμα, η λήψη ενός δανείου κατά την ημερομηνία ισολογισμού, επιβάλλεται να αναγνωρισθεί στην κλειόμενη περίοδο, ώστε να απεικονισθούν τα ληφθέντα ταμιακά διαθέσιμα και η αντίστοιχη χρηματοοικονομική υποχρέωση. Ομοίως, οι δουλευμένοι τόκοι ενός δανείου επιβάλλεται να αναγνωρισθούν ως έξοδο στην περίοδο που αφορούν, έστω και εάν σύμφωνα με τη σχετική δανειακή σύμβαση οφείλονται να πληρωθούν στην επόμενη περίοδο. Ο χειρισμός αυτός οδηγεί στην εμφάνιση του σχετικού εξόδου στην κλειόμενη χρήση που αφορά, καθώς και στην αντίστοιχη αύξηση της χρηματοοικονομικής υποχρέωσης προς τον δανειστή και τη μείωση της καθαρής θέσης.
10. Έλεγχος και συμφωνία των διάφορων δοσοληπτικών λογαριασμών
i) Ο λογαριασμός 33.00 «προκαταβολές προσωπικού» στον οποίο καταχωρούνται οι προκαταβολές που δίνονται στο προσωπικό έναντι των αποδοχών της μισθολογικής περιόδου (π.χ. μήνα ή εβδομάδας), η οποία αποτελεί τη βάση υπολογισμού τους (εκκαθαρίσεως). Ο λογαριασμός 33.00 πιστώνεται με τα ποσά που παρακρατούνται κατά την εκκαθάριση των αποδοχών της οικείας περιόδου, τα οποία είναι ίσα με τις δοσμένες προκαταβολές, οπότε εξισώνεται.
ii) Στο λογαριασμό 33.01 «χρηματικές διευκολύνσεις προσωπικού» στον οποίο παρακολουθούνται οι χρηματικές διευκολύνσεις, προσωρινού χαρακτήρα, που γίνονται στο προσωπικό.
iii) Στο λογαριασμό 33.02 «δάνεια προσωπικού» στον οποίο παρακολουθούνται τα ποσά που καταβάλλονται στο προσωπικό με μορφή δανείου.
iv) Στους λογαριασμούς 33.08 «δοσοληπτικοί λογαριασμοί διαχειριστών», 33.09 «δοσοληπτικοί λογαριασμοί ιδρυτών Α.Ε. και μελών διοικητικού συμβουλίου» και 33.10 «δοσοληπτικοί λογαριασμοί γενικών διευθυντών ή διευθυντών Α.Ε.» στους οποίους παρακολουθούνται οι χρηματικές δοσοληψίες της οικονομικής μονάδας με τα όργανα διοικήσεώς της κατά τρόπο που να είναι δυνατή η εμφάνιση των υπολοίπων των λογαριασμών αυτών στον ισολογισμό για την πληροφόρηση των πιστωτών και του κοινού.
Συνεπώς οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
Κατά συνέπεια θα πρέπει να γίνει έλεγχος των διάφορων δοσοληπτικών λογαριασμών (λογ. 33.00 – 33.12) για την διαπίστωση η όχι ποσών που αφορούν παροχές σε είδος ώστε να αντιμετωπιστούν ανάλογα.
Σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ 3 του Ν. 4172/2013 αναφέρεται ότι οι παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου, προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα περιβάλλονται τη μορφή έγγραφης συμφωνίας και αποτιμώνται με βάση το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς, του οποίου η μέθοδος υπολογισμού ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται έγγραφη συμφωνία δανείου, το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου λογίζεται ως παροχή σε είδος. Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών θεωρείται δάνειο.»
Κατά συνέπεια από την 1.1.2014 και με την εφαρμογή του νέου Κ.Φ.Ε., αν δεν υφίσταται σύμβαση δανείου το ποσό θεωρείται ως αυτοτελής παροχή και επιβάλλεται φόρος της πρώτης κατηγορίας «Εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις».
Επίσης η σύμβαση δανείου, δημιουργεί επί πλέον υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου σε ποσοστό 2% ή 3% σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 παρ.1α , δ ή 15 παρ.1 του ΚΝΤΧ (2% για ΑΕ, ΕΠΕ και 3% για τις λοιπές περιπτώσεις), πλέον ΟΓΑ επί του χαρτοσήμου 20%.
Επομένως θα πρέπει να γίνει έλεγχος των διάφορων δοσοληπτικών λογαριασμών (λογ. 33.00 – 33.12) για την διαπίστωση η όχι ποσών που αφορούν παροχές σε είδος ώστε να αντιμετωπιστούν ανάλογα.
Σύμφωνα με την πολ.1219/6.10.2014 - Φορολογική μεταχείριση παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν.4172/2013 αναφέρεται ότι με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι παροχή σε είδος αποτελεί και η χορήγηση δανείου κατόπιν έγγραφης συμφωνίας από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο. Η ωφέλεια για τον λήπτη της παροχής αυτής προσδιορίζεται ανά φορολογικό έτος, υπολογίζεται κατά το μήνα στον οποίον έγινε η παροχή και αποτιμάται ως η διαφορά μεταξύ των τόκων που υπολογίζονται με βάση το μέσο επιτόκιο αγοράς (σχετική η ΠΟΛ.1034/30.1.2014 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών) και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος βάσει της σχετικής έγγραφης συμφωνίας. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία ως παροχή σε είδος λαμβάνεται το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου. Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών, ήτοι ποσά που υπερβαίνουν το ποσό των τριών μισθών, θεωρούνται δάνειο.
Τέλος, γίνεται δεκτό ότι οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 13 ν.4172/2013 δεν καταλαμβάνουν τα ποσά που είχαν καταβληθεί ή πιστωθεί στα υπόψη πρόσωπα (εργαζόμενους, εταίρους, μέτοχους κ.λπ.) πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013, ανεξαρτήτως του αν τα υπόψη ποσά έχουν καταβληθεί ως δάνεια με έγγραφη συμφωνία ή άνευ αυτής ή ως προκαταβολές μισθών.
Αριθ. πρωτ.: ΔΕΕΦ Β 1182799 ΕΞ 2016 Τέλη χαρτοσήμου επί προκαταβολής μισθών εργαζομένων
1. Στην περίπτωση προκαταβολών μισθών που συμψηφίζονται εφάπαξ και μέσα στον ίδιο μήνα με τον μισθό των υπαλλήλων, δεν θεωρείται ότι υφίσταται δανειακή σχέση μεταξύ του εργοδότη και των υπαλλήλων.
2. Στην περίπτωση προκαταβολών μισθών, που εξοφλούνται δια μηνιαίων κρατήσεων από τις αποδοχές των υπαλλήλων, υφίσταται δανειακή σχέση κατά την έννοια του άρθρου 806 του Αστικού Κώδικα και υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου 3% ή 2% (πλέον εισφοράς υπέρ ΟΓΑ 20% επ' αυτού), κατά τις διακρίσεις των άρθρων 13§1.α και 15§1.α. του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 3 ν. 4172/2013 θέτουν τις προϋποθέσεις για τον υπολογισμό παροχής σε είδος σε περίπτωση χορήγησης δανείων από τον εργοδότη στον εργαζόμενο. Από τη διατύπωση της διάταξης αυτής προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση προκαταβολής μισθού αυτή λογίζεται ως δάνειο και εξ αντιδιαστολής μόνο προκύπτει ότι προκαταβολές μισθών έως τρείς μήνες δεν θεωρούνται δάνεια. Αυτό έχει την περαιτέρω συνέπεια ότι για τις προκαταβολές αυτές δεν υπολογίζεται πρόσθετη παροχή σε είδος για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος. Ωστόσο η φύση της συναλλαγής ως δανείου δεν μεταβάλλεται, αφού το άρθρο 13 παρ. 3 ν. 4172/2013 θεσπίζει τεκμήριο για τον υπολογισμό της παροχής σε είδος χωρίς να επιδρά το τεκμήριο αυτό στη φορολογία χαρτοσήμου.
4. Σε κάθε περίπτωση, η εξέταση των πραγματικών περιστατικών, καθώς και της συνδρομής των προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν για την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας, εναπόκειται, ως ζήτημα πραγματικό, στην κρίση των ελεγκτικών υπηρεσιών.
ΠΟΛ 1034/2014 - Προσδιορισμός μέσου επιτοκίου αγοράς κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 13 του Ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α’ 167)
1. Ως μέσο επιτόκιο αγοράς, για την εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Ν. 4172/2013, λαμβάνεται το επιτόκιο των τραπεζικών δανείων σε ευρώ, προς ιδιώτες, με τη μεθοδολογία που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας ανά μήνα, ανά κατηγορία και ανά υποκατηγορία δανείου.
Αναλυτικότερα, προκειμένου για συμβάσεις καταναλωτικών, στεγαστικών, ανοιχτών δανείων και υπεραναλήψεων από τρεχούμενους λογαριασμούς λαμβάνεται το επιτόκιο της αντίστοιχης κατηγορίας και υποκατηγορίας δανείου όπως ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας, για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.
Για συμβάσεις λοιπών δανείων, λαμβάνεται το επιτόκιο κατ’ αναλογία των όσων ισχύουν για τα καταναλωτικά δάνεια.
Αν σε κάποια από τις υποκατηγορίες δανείων δεν ορίζεται επιτόκιο για τον μήνα που ελήφθη η παροχή, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των επιτοκίων της αντίστοιχης κατηγορίας δανείου για τον ίδιο μήνα.
Σε περίπτωση προκαταβολής μισθού άνω των τριών μηνών, ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε κατηγορίας δανείου από αυτές που περιγράφονται παραπάνω, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής.
Σε περίπτωση που στη σύμβαση δανείου δεν αναγράφεται συγκεκριμένος σκοπός, ως επιτόκιο λαμβάνεται το επιτόκιο που ορίζει η Τράπεζα της Ελλάδας για τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.
11. Υπολογισμός της αξίας των παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν. 4172/2013.
Οι κυριότερες εξ΄ αυτών των παροχών είναι:
- Παραχώρησης ενός οχήματος για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους,
- Παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου
- Παροχή της χρήσης εταιρικών συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας
- Παραχώρησης κατοικίας για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους,
Όσον αφορά τον υπολογισμό της αξίας των παροχών σε είδος σύμφωνα με το άρθρο 13 “Παροχές σε είδος του Ν. 4172/2013 ισχύουν τα εξής:
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
[Η διάταξη της παράγραφου 1 του άρθρου 13 του ν.4172/2013 καταλαμβάνει τα πρόσωπα που συνδέονται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη τους κατά τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α' - στ' της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 (ΚΦΕ) και τα εξαρτωμένα ή/και συγγενικά τους πρόσωπα κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 11 και της περίπτωσης στ' του άρθρου 2 του ν.4172/2013 αντίστοιχα. Επισημαίνεται, ότι οι παροχές σε είδος που χορηγούνται προς τρίτα πρόσωπα, που δεν συνδέονται με κανενός είδους εργασιακή σχέση με την επιχείρηση που χορηγεί τις παροχές αυτές, δεν καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του άρθρου 13.
Στην έννοια των παροχών σε είδος που φορολογούνται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία εντάσσεται κάθε παροχή σε είδος που χορηγείται στο μισθωτό, με εξαίρεση τις παροχές που αποβλέπουν αποκλειστικά στην κάλυψη δαπανών ή αποκατάσταση ζημιών του φυσικού προσώπου στα πλαίσια της εργασιακής του σχέσης και κατά την εκτέλεση της εργασίας του, όπως ορίζεται στο άρθρο 12 παρ. 2 ν. 4172/2013, οι οποίες ως εκ του είδους τους, βαρύνουν τον εργοδότη, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η παροχή αυτή δεν έχει τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος.
Ως τέτοιες παροχές , τις οποίες δεν καταλαμβάνει η παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 και οι οποίες δεν θεωρούνται παροχές σε είδος και κατά συνέπεια εισόδημα από μισθωτή εργασία, αναφέρονται: οι παροχές σε είδος, οι οποίες χορηγούνται προσωπικά προς τους δικαιούχους, μόνο αυτούσια και όχι σε χρήμα και οι οποίες εξυπηρετούν λειτουργικές και παραγωγικές ανάγκες της επιχείρησης, συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητάς της και στην ποιότητα των συνθηκών εργασίας ή αποτελούν μέτρα για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων. Ενδεικτικά, τέτοιες παροχές σε είδος, οι οποίες δεν θεωρούνται εισόδημα από μισθωτή εργασία, είναι η χορήγηση ειδικών στολών εργασίας, η χορήγηση γάλακτος, η παροχή τροφής στο χώρο εργασίας, η χορήγηση θέσης στάθμευσης στο χώρο εργασίας κλπ.
Αντιθέτως, στις παροχές σε είδος στους εργαζόμενους και στα συγγενικά τους πρόσωπα που υπερβαίνουν τα 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος και συνεπώς προσαυξάνουν το φορολογητέο εισόδημα των εργαζόμενων περιλαμβάνονται ενδεικτικά:
α) η αξία των αγαθών, που αντιπροσωπεύουν οι χορηγούμενες «δωροεπιταγές», καθώς και η αξία της αγοράς αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύουν τα χορηγούμενα «κουπόνια»,
β) η αξία των διατακτικών που χορηγούνται δωρεάν για την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών από συμβεβλημένα καταστήματα. Εξαιρετικά για τις διατακτικές σίτισης ως παροχή σε είδος λαμβάνεται το ποσό που υπερβαίνει τα 6 ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ζ' της παρ.1 του άρθρου 14 του ν.4172/2013 εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις η αξία των διατακτικών σίτισης έως έξι (6) ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα,
{Η με Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦΒ 1121357 ΕΞ2015/14.9.2015 με θέμα «Διευκρινίσεις σχετικά με την έκπτωση των διατακτικών σίτισης που χορηγεί επιχείρηση σε εργαζομένους της» αναφέρει ότι οι εταιρείες που χορηγούν διατακτικές σίτισης έως 6 ευρώ (132 ευρώ μηνιαίως) στους εργαζομένους τους, τις οποίες πρόκειται να εξαργυρώνουν και σε supermarkets κατά περιοδικά χρονικά διαστήματα, προκειμένου για την αγορά προϊόντων με τα οποία θα προετοιμάζουν το γεύμα τους το οποίο στη συνέχεια θα καταναλώνουν στις εταιρείες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους.
Δεν υπάρχει περιορισμός ως προς τον τρόπο εξαργύρωσης των διατακτικών σίτισης έως 6 ευρώ (σε εστιατόρια ή supermarkets) προκειμένου για την έκπτωση των σχετικών δαπανών, και συνεπώς ότι οι υπόψη δαπάνες, οι οποίες συνιστούν προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες, αναγνωρίζονται σε κάθε περίπτωση για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο μας.}
γ) η παροχή της χρήσης εταιρικών πιστωτικών καρτών στα ανωτέρω πρόσωπα για δαπάνες που δεν πραγματοποιούνται για το συμφέρον της επιχείρησης αλλά για την κάλυψη προσωπικών, οικογενειακών ή άλλων δαπανών που δεν σχετίζονται με το συμφέρον της επιχείρησης του εργοδότη ή δεν χρησιμοποιούνται κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές αυτής και το σχετικό κόστος αναλαμβάνει ο εργοδότης,
δ) το όφελος που προκύπτει για τους εργαζόμενους, διευθυντές, διαχειριστές, μέλη διοίκησης και συνταξιούχους των εταιρειών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεφωνίας, ύδρευσης, παροχής αερίου, συνδρομητικών υπηρεσιών (π.χ. τηλεόραση) από την παροχή σε αυτούς ορισμένης ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, νερού, φυσικού αερίου και συνδρομητικών καναλιών αντίστοιχα με μειωμένο τιμολόγιο ή άνευ ανταλλάγματος,
ε) οι διάφορες πληρωμές που γίνονται απευθείας από τους εργοδότες σε τρίτους, όπως αυτές που γίνονται προς φροντιστήρια, σχολεία, βρεφονηπιακούς σταθμούς, κατασκηνώσεις κ.λπ. και αφορούν την κάλυψη εξόδων διδάκτρων, βρεφονηπιακών σταθμών, κ.λπ. των ανωτέρω προσώπων, οι απευθείας πληρωμές που αφορούν την κάλυψη εξόδων συμμετοχής των προσώπων αυτών σε ημερίδες, προγράμματα ή σεμινάρια εκπαίδευσης, επιμόρφωσης ή επαγγελματικής κατάρτισης ή την κάλυψη συνδρομών σε περιοδικά και επιμελητήρια, που δεν αφορούν το αντικείμενο της εργασίας τους ή το επίπεδο της θέσης που κατέχουν, οι απευθείας πληρωμές που αφορούν την κάλυψη συνδρομών των προσώπων αυτών (σε γυμναστήρια, λέσχες κ.λπ.), καθώς και αυτές που αφορούν την κάλυψη ιατρικών εξόδων τους (π.χ. check-up).
Περαιτέρω, στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνεται και το όφελος που προκύπτει για τους εργαζόμενους, διευθυντές, διαχειριστές και μέλη διοίκησης ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων εξαιτίας της δωρεάν φοίτησης ή της φοίτησης με μειωμένα δίδακτρα σε αυτά των τέκνων τους, με εξαίρεση τις υποτροφίες που χορηγούνται από τα εν λόγω εκπαιδευτήρια.
στ) η παροχή της χρήσης εταιρικών συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας που γίνεται στους εργαζόμενους, διευθυντές, διαχειριστές και μέλη διοίκησης κατά το μέρος που υπερβαίνει το κόστος των προγραμμάτων χρήσης και υπό την προϋπόθεση ότι το υπερβάλλον ποσό του προγράμματος χρήσης χρησιμοποιείται για προσωπικούς τους σκοπούς και όχι για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη, λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές επιχειρήσεις καλύπτουν τη συγκεκριμένη παροχή στα προαναφερόμενα πρόσωπα με σκοπό την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών τους, την αύξηση της παραγωγικότητάς τους και την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών (επικοινωνία με πελάτες, συνεργάτες, κ.λπ.) ακόμα και πέραν του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου. Ο διαχωρισμός της παροχής που εξυπηρετεί την επιχειρηματική δραστηριότητα του εργοδότη από την παροχή που εξυπηρετεί προσωπικούς σκοπούς των ανωτέρω προσώπων είναι εφικτός διότι κατά την έκδοση του λογαριασμού από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας παρέχεται ανάλυση ανά αριθμό.
Σε κάθε περίπτωση, ο διαχωρισμός μπορεί να βασιστεί και σε βεβαίωση του εργοδότη, με την οποία βεβαιώνεται σε ετήσια βάση το ποσό που αφορά σε επαγγελματική χρήση ή άλλη χρήση της εταιρικής σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός ή ο εργοδότης δεν προβεί στον διαχωρισμό αυτό για οποιοδήποτε λόγο και δεν χορηγήσει σχετική βεβαίωση, τότε το υπερβάλλον ποσό του κόστους του προγράμματος χρήσης θεωρείται ως παροχή σε είδος. Στην παροχή αυτή που προσαυξάνει το φορολογητέο εισόδημα των ανωτέρω προσώπων εντάσσονται και οι φόροι και τα τέλη που αντιστοιχούν σε αυτήν (Φ.Π.Α., λοιπά τέλη)]. (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 - Φορολογική μεταχείριση παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν.4172/2013)
{Σύμφωνα με την ΔΕΑΦΑ 1134898 ΕΞ 2016 με θέμα «Έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης των παροχών κοινωνικού χαρακτήρα προς τους εργαζομένους τους ή συγγενείς αυτών» οι κοινωνικού χαρακτήρα παροχές που δίνουν οι επιχειρήσεις σε εργαζομένους τους ή σε συγγενικά αυτών πρόσωπα (π.χ. ως δώρα λόγω γάμου αυτών ή των τέκνων τους ή λόγω γέννησης παιδιού, καθώς και τα βοηθήματα σε οικογένεια θανόντος εργαζομένου) αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
Επομένως, οι σχετικές δαπάνες θεωρείται ότι πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτουν ως έξοδα μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22 του ν.4172/2013.}
[ΠΟΛ.1094/17.4.2015 Φορολογική μεταχείριση των υποτροφιών, των χρηματικών βραβείων και των βοηθημάτων - οικονομικών ενισχύσεων
Τα χρηματικά βραβεία που καταβάλλονται από τον εργοδότη σε υπαλλήλους του για μελέτες, εφευρέσεις κλπ, εφόσον περιέρχονται στην κυριότητα του εργοδότη και αξιοποιούνται από αυτόν, αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία].
2. Η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος ως εξής:
α) για ΛΤΠΦ από 0 έως 12.000 ευρώ ως ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
β) για ΛΤΠΦ από 12.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
γ) για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό δεκατέσσερα τοις εκατό (14%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
δ) για ΛΤΠΦ από 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
ε) για ΛΤΠΦ πλέον των 25.001 ευρώ ως ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατό (22%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα. Το ανωτέρω ποσοστό καθενός οχήματος δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.
Η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται βάσει παλαιότητας ως εξής:
i) 0-2 έτη καμία μείωση
ii) 3-5 έτη μείωση δέκα τοις εκατό (10%)
iii) 6-9 έτη μείωση εικοσι πέντε τοις εκατό (25%)
iv) Από 10 έτη και μετά μείωση πενήντα τοις εκατό (50%).
Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή Πώλησης προ Φόρων έως 12.000 ευρώ.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1045/2017 με Θέμα: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 99 του ν.4446/2016 (Α' 240) για την παροχή σε είδος εταιρικού οχήματος.
1. Ορίσθηκε νέος τρόπος υπολογισμού της αξίας της παροχής σε είδος, ο οποίος υπολογίζεται ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος που παρέχεται.
Πιο συγκεκριμένα, η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται ως ποσοστό της ΛΤΠΦ του οχήματος με βάση την κλίμακα που ορίζει η εν λόγω διάταξη.
Η Λιανική Τιμή προ Φόρων οχήματος κατά τύπο, παραλλαγή και έκδοση αυτού, είναι η τιμή που προκύπτει από τους υποβαλλόμενους τιμοκαταλόγους στην Αρμόδια Τελωνειακή Αρχή από τους επίσημους αντιπροσώπους/διανομείς αυτοκινήτων, συμπεριλαμβανομένης και της αξίας του προαιρετικού (EXTRA) εξοπλισμού, προ Φ.Π.Α. και τέλους ταξινόμησης και αναγράφεται στη «Βεβαίωση Ανώτατης προτεινόμενης Λιανικής Τιμής προ Φόρων» που χορηγείται σχετικά από τους τελευταίους.
Σε περίπτωση που ο επίσημος αντιπρόσωπος/διανομέας δεν δύναται να χορηγήσει τη σχετική βεβαίωση, η ΛΤΠΦ λαμβάνεται εναλλακτικά από την αναγραφόμενη στα οικεία παραστατικά πώλησης αξία, προ Φ.Π.Α. και τέλους ταξινόμησης, μη συνυπολογιζομένων τυχόν εκπτώσεων που έχουν χορηγηθεί.
Η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος υπολογίζεται ως ποσοστό στο σύνολο της ΛΤΠΦ και όχι κλιμακωτά, ξεκινώντας από το πρώτο κλιμάκιο με ΛΤΠΦ οχήματος έως 12.000 ευρώ και καταλήγοντας στην ανώτερη κλίμακα με ΛΤΠΦ άνω των 25.001 ευρώ.
Επίσης, σε περίπτωση χρήσης εταιρικού οχήματος για χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους (νέα πρόσληψη, αποχώρηση εργαζόμενου κτλ.), η αξία της παροχής υπολογίζεται αναλογικά με το χρονικό διάστημα (μήνες) χρησιμοποίησής της.
Η διάρκεια χρήσης εταιρικού οχήματος από εργαζόμενο για διάστημα άνω των 15 ημερολογιακών ημερών λογίζεται ως μήνας.
Παράδειγμα:
Ένα όχημα έχει ΛΤΠΦ 15.000 ευρώ και παραχωρήθηκε η χρήση του σε έναν υπάλληλο/εταίρο/μέτοχο για 3 μήνες (π.χ. λόγω πρόσληψης μέσα στο έτος), τότε το ποσό της παροχής σε είδος που θα προσμετρηθεί στις αποδοχές του από μισθωτή εργασία σε ετήσια βάση, προσδιορίζεται με βάση την κλίμακα ως εξής: 15.000*7% = 1.050 ευρώ και επειδή η χρήση αφορά 3 μήνες είναι 1.050*3/12 = 262,50 ευρώ.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν.4172/2013, το ποσοστό της Λιανικής Τιμής προ Φόρων δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα. Συνεπώς, στο ανωτέρω παράδειγμα, αν το ίδιο όχημα είχε παραχωρηθεί ταυτόχρονα σε δύο υπαλλήλους/εταίρους/μετόχους κατά το ίδιο χρονικό διάστημα εντός του έτους, τότε το ποσό των 262,50 ευρώ θα είχε συμπεριληφθεί στις αποδοχές κάθε ενός ξεχωριστά, χωρίς να γίνει επιμερισμός αυτού.
Η αξία της παροχής σε είδος μειώνεται από το τρίτο έτος κυκλοφορίας του οχήματος και μετά (παλαιότητα που προκύπτει από την άδεια κυκλοφορίας του διεθνώς) και σύμφωνα με την κλίμακα που ορίζει η διάταξη.
Συνεπώς, τα οχήματα με ημερομηνία κυκλοφορίας έως και 2 έτη πριν από το κρινόμενο έτος δεν θα έχουν καμία μείωση στο ποσό της παροχής σε είδος, π.χ. αν το έτος κυκλοφορίας είναι το 2014, τότε μέχρι και το φορολογικό έτος 2016 (δηλαδή για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που θα υποβληθούν το 2017) δεν θα υπάρχει μείωση.
Για καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω δίδεται το ακόλουθο παράδειγμα: Ένα όχημα έχει ΛΤΠΦ 20.000 ευρώ με έτος πρώτης κυκλοφορίας διεθνώς το 2013. Τότε η αξία της παροχής σε είδος θα είναι 20.000*14%= 2.800 ευρώ. Η αξία αυτή μειώνεται κατά 10% (για τρία έτη κυκλοφορίας συμπληρωμένα), δηλαδή η ετήσια παροχή σε είδος θα είναι τελικά 2.520 ευρώ (2.800*10% = 280 ευρώ, 2.800-280= 2.520 ευρώ), η οποία θα προσαυξήσει τις ετήσιες αποδοχές του φορολογικού έτους 2016, για τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος που θα υποβληθεί το 2017.
Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή προ Φόρων έως 12.000 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συντρέχουν ταυτόχρονα και οι δύο προϋποθέσεις για να ισχύει η εξαίρεση.
Διευκρινίζεται ότι η χρήση ενός οχήματος για επαγγελματικούς σκοπούς αφορά τις κάτωθι περιπτώσεις:
α) Τα οχήματα, τα οποία παρέχουν οι επιχειρήσεις σε συγκεκριμένους πωλητές, τεχνικούς και λοιπούς εργαζομένους, των οποίων η εργασία απαιτεί συχνή μετακίνηση εκτός των εγκαταστάσεων του εργοδότη (tool cars) και χρησιμοποιούνται για την επιχειρηματική δραστηριότητα του εργοδότη, ανεξάρτητα αν τα οχήματα αυτά μπορεί να χρησιμοποιούνται από τον δικαιούχο και εκτός του ωραρίου εργασίας τους. Αντιθέτως, καταλαμβάνεται και αποτελεί παροχή σε είδος η κατά τα ανωτέρω προσδιοριζόμενη αγοραία αξία των οχημάτων που παρέχονται στους εργαζόμενους λόγω της θέσης τους (π.χ. σε διευθυντές και επιθεωρητές πωλήσεων, τεχνικούς διευθυντές και λοιπά στελέχη),
β) Τα οχήματα δοκιμών (test-drive), που διαθέτουν οι επιχειρήσεις εμπορίας αυτοκινήτων,
γ) Τα οχήματα μεταφοράς προσωπικού (π.χ. mini-bus),
δ) Τα οχήματα που χρησιμοποιούν επιχειρήσεις (π.χ. ξενοδοχειακές επιχειρήσεις) για μεταφορά καλεσμένων ή πελατών τους,
ε) Τα οχήματα τα οποία διαθέτουν οι επιχειρήσεις επισκευής και συντήρησης (service) οχημάτων προσωρινά σε αντικατάσταση των επισκευαζόμενων,
στ) Τα οχήματα ιδιωτικής χρήσης που χρησιμοποιούνται από τις αεροπορικές εταιρείες και τις επιχειρήσεις διαχείρισης αεροδρομίων για την εξυπηρέτηση των αεροσκαφών και των επιβατών τους (αυτοκίνητα πίστας) καθώς και για την μεταφορά VIPS ή προσωπικού,
Συνεπώς, αν ένα όχημα εκ των ανωτέρω περιπτώσεων α' έως στ', έχει παραχωρηθεί για χρήση σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο επιχείρησης αλλά έχει ΛΤΠΦ άνω των 12.000 ευρώ, τότε δεν θα υφίσταται καμία απαλλαγή.
Για παράδειγμα, ένα όχημα με ΛΤΠΦ 15.000 που έχει δοθεί σε πωλητή μιας επιχείρησης θα αποτελεί παροχή σε είδος για το σύνολο της αξίας του (η οποία θα προσδιοριστεί με βάση την κλίμακα ως εξής: 15.000*7% = 1.050 ευρώ), ενώ ένα όχημα με ΛΤΠΦ 11.999 ευρώ που έχει δοθεί επίσης για επαγγελματικούς σκοπούς, δεν θα αποτελέσει παροχή σε είδος.
Οι πραγματικές δαπάνες της επιχείρησης, που αφορούν στο κόστος του οχήματος και περιλαμβάνουν αποσβέσεις, κόστη επισκευής και συντήρησης, τέλη κυκλοφορίας, καύσιμα, διόδια καθώς και το σχετικό κόστος σε περίπτωση μίσθωσης ή χρηματοοικονομικής μίσθωσης, κλπ. εκπίπτουν στο σύνολό τους (100%) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 (προϋποθέσεις περιπτώσεων α', β', και γ') και τα όσα ειδικότερα αναφέρονται στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο, κατά περίπτωση.
Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1017521 ΕΞ 2018 Παραχώρηση οχήματος σε εργαζόμενο, εταίρο ή μέτοχο. Κοινόχρηστα οχήματα.
Όσον αφορά σε κοινόχρηστα οχήματα, ανεξαρτήτως της ΛΤΠΦ αυτών, τα οποία δεν έχουν παραχωρηθεί σε συγκεκριμένο υπάλληλο ή ομάδες υπαλλήλων, αλλά διατίθενται από την επιχείρηση με σκοπό να χρησιμοποιούνται εκ περιτροπής από το προσωπικό της, ως αναγκαίο μέσο για τη διεκπεραίωση της εργασίας που του έχει ανατεθεί, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.4172/2013, δεδομένου ότι τα εν λόγω οχήματα δεν έχουν παραχωρηθεί από την εργοδότρια επιχείρηση και ως εκ τούτου δεν συνιστούν για τον εργαζόμενο παροχή σε είδος.
Επισημαίνεται ότι έγκειται στην εκάστοτε εργοδότρια επιχείρηση να αποδείξει, με κάθε πρόσφορο μέσο (π.χ. βιβλίο κίνησης, παραμονή κατά κανόνα του οχήματος στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης μετά το πέρας του ωραρίου, μη κατονομαζόμενοι χρήστες, κλπ) σε ενδεχόμενο φορολογικό έλεγχο εάν ένα όχημα από τα αναφερόμενα πιο πάνω έχει παραχωρηθεί ή όχι. Σε αντίθετη περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.4172/2013, όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί με την ΠΟΛ.1045/2017 εγκύκλιο.
Σε όσες περιπτώσεις ο εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος συμμετέχει στο κόστος μισθώματος του οχήματος, η αξία της παραχώρησης αυτού (η οποία λογίζεται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία για τον εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο) δεν είναι δυνατό να μειωθεί καθόσον, βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, η αξία της παραχώρησης ενός εταιρικού οχήματος προσδιορίζεται με τρόπο τεκμαρτό, ως ποσοστό της ΛΤΠΦ του εκάστοτε οχήματος, μειούμενη βάσει παλαιότητας, χωρίς να προβλέπεται συνάρτηση του εισοδήματος αυτού με τις πραγματικές δαπάνες της παραχωρούσας επιχείρησης για το συγκεκριμένο όχημα.
Η ΔΕΑΦ 1096157 ΕΞ 2016/ 22.6.2016 με θέμα Φορολογική μεταχείριση των Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων που παραχωρούνται κατά χρήση στους υπαλλήλους της εταιρείας αναφέρει ότι όσον αφορά στη φορολογική μεταχείριση της παροχής οχήματος στα στελέχη μιας επιχείρησης ανεξαρτήτως:
α) της διάρκειας χρήσης του οχήματος και
β) της δραστηριότητας της επιχείρησης
η παροχή αυτή αποτελεί παροχή σε είδος για τον εργαζόμενο, η οποία για σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 13 του ΚΦΕ αποτιμάται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013.
3. Οι παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου, προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα περιβάλλονται τη μορφή έγγραφης συμφωνίας και αποτιμώνται με βάση το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς, του οποίου η μέθοδος υπολογισμού ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται έγγραφη συμφωνία δανείου, το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου λογίζεται ως παροχή σε είδος. Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών θεωρείται δάνειο.
[ΠΟΛ 1034/2014 - Προσδιορισμός μέσου επιτοκίου αγοράς κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 13 του Ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α’ 167)
Ως μέσο επιτόκιο αγοράς, για την εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Ν. 4172/2013, λαμβάνεται το επιτόκιο των τραπεζικών δανείων σε ευρώ, προς ιδιώτες, με τη μεθοδολογία που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας ανά μήνα, ανά κατηγορία και ανά υποκατηγορία δανείου.
Αναλυτικότερα, προκειμένου για συμβάσεις καταναλωτικών, στεγαστικών, ανοιχτών δανείων και υπεραναλήψεων από τρεχούμενους λογαριασμούς λαμβάνεται το επιτόκιο της αντίστοιχης κατηγορίας και υποκατηγορίας δανείου όπως ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας, για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.
Για συμβάσεις λοιπών δανείων, λαμβάνεται το επιτόκιο κατ’ αναλογία των όσων ισχύουν για τα καταναλωτικά δάνεια.
Αν σε κάποια από τις υποκατηγορίες δανείων δεν ορίζεται επιτόκιο για τον μήνα που ελήφθη η παροχή, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των επιτοκίων της αντίστοιχης κατηγορίας δανείου για τον ίδιο μήνα.
Σε περίπτωση προκαταβολής μισθού άνω των τριών μηνών, ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε κατηγορίας δανείου από αυτές που περιγράφονται παραπάνω, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής.
Σε περίπτωση που στη σύμβαση δανείου δεν αναγράφεται συγκεκριμένος σκοπός, ως επιτόκιο λαμβάνεται το επιτόκιο που ορίζει η Τράπεζα της Ελλάδας για τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.]
4. Η αγοραία αξία των παροχών σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών προσδιορίζεται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ή μεταβίβασής του και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση. Η αγοραία αξία άσκησης δικαιώματος είναι η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος.
[Η διάταξη αυτή καταλαμβάνει τα δικαιώματα που ασκούνται από την έναρξη ισχύος της διάταξης (δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2014) ανεξαρτήτως του πότε είχε χορηγηθεί το εν λόγω δικαίωμα και επίσης καταλαμβάνει και δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών που διαπραγματεύονται και σε αλλοδαπά χρηματιστήρια]. (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 - Φορολογική μεταχείριση παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν.4172/2013)
5. Η αγοραία αξία της παραχώρησης κατοικίας σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, αποτιμάται στο ποσό του μισθώματος που καταβάλλει η επιχείρηση ή σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
[Η ανωτέρω διάταξη δεν καταλαμβάνει τις κάτωθι περιπτώσεις:
α) Την παροχή καταλύματος από το Δημόσιο και φορείς του Δημοσίου σε υπηρετούντες σε αυτό (π.χ. σε ένστολους), δεδομένου ότι η μετακίνησή τους αποτελεί εκ του νόμου υποχρέωση.
β) Την παροχή καταλύματος (οικίας) σε εργαζόμενους, εταίρους ή μετόχους από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα λόγω πρόσκαιρης μετακίνησής αυτών σε υποκαταστήματα ή εργοτάξια ή λοιπές επαγγελματικές εγκαταστάσεις του εργοδότη στα πλαίσια της εργασίας τους (ενδεικτικά αναφέρεται η περίπτωση όπου ο εργοδότης διατηρεί οικία εκτός της έδρας της επιχείρησής του για τις ανάγκες προσωρινής διαμονής - π.χ. μία εβδομάδα, ένας μήνας - των εργαζομένων που χρειάζεται να μεταβούν προσωρινά εκτός έδρας για τις ανάγκες της επιχείρησης του εργοδότη).] (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 - Φορολογική μεταχείριση παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν.4172/2013)
Σύμφωνα με το Άρθρο 14. Απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις του Ν. 4172/2013 παρ.1 αναφέρεται ότι από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις εξαιρούνται:
α) η αποζημίωση εξόδων διαμονής και σίτισης και η ημερήσια αποζημίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο αποκλειστικά για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη,
β) η αποζημίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά,
γ) το επίδομα αλλοδαπής που χορηγείται σε υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών και των λοιπών δημόσιων πολιτικών υπηρεσιών,
δ) οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίες επιβάλλονται με νόμο,
ε) οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει ο εργαζόμενος περιλαμβανομένων των εισφορών εργοδότη και εργαζομένου υπέρ των επαγγελματικών ταμείων που έχουν συσταθεί με νόμο,
στ) η εφάπαξ καταβαλλόμενη παροχή από ταμεία πρόνοιας και ασφαλιστικούς οργανισμούς του Δημοσίου, καθώς και επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο στους ασφαλισμένους και τα εξαρτώμενα μέλη του ασφαλισμένου,
ζ) η αξία των διατακτικών σίτισης αξίας έως έξι (6) ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα,
η) οι παροχές ασήμαντης αξίας μέχρι του ποσού των είκοσι επτά (27) ευρώ ετησίως,
ι) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργαζόμενο ή τον εργοδότη για λογαριασμό του εργαζομένου στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων και
ια) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργοδότη για την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη του υπαλληλικού του προσωπικού ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου, μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ετησίως ανά εργαζόμενο.
12. Έλεγχος και συμφωνία φόρων και ασφαλιστικών εισφορών προσωπικού (λογ. 54.03 και 55)
• Κατάρτιση Συγκεντρωτικού Πίνακα Μισθοδοσίας, βάσει των μισθοδοτικών καταστάσεων και συμφωνία του συνολικού ποσού αποδοχών προσωπικού της χρήσεως με το αντίστοιχο ποσό του λογαριασμού (κωδ. 60) καθώς και με το αντίστοιχο ποσό της οριστικής Δηλώσεως αποδοχών, που υποβάλλεται στην αρμόδια ΔΟΥ. Συσχέτιση κρατήσεων-εισφορών του πίνακα με αντίστοιχους λογαριασμούς υποχρεώσεων.
• Συντάσσεται η βεβαίωση αποδοχών μισθωτών και γίνεται σχετική συμφωνία με τα λογιστικά δεδομένα
• Γίνεται συμφωνία ότι τα μη αποδοθέντα ποσά αφορούν τις τελευταίες μισθοδοτικές καταστάσεις του έτους.
• Έλεγχος για δοθείσες παροχές σε είδος κατά την διάρκεια της χρήσης και αποτίμηση αυτών ώστε να συμπεριληφθούν στις βεβαιώσεις αποδοχών των δικαιούχων.
Φορολογικός συντελεστής εισοδήματος από μισθωτή εργασία
Σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 1 του ν.4172/2013 το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις υποβάλλεται σε φόρο, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
Εισόδημα (Μισθοί, Συντάξεις, Επιχ. Δραστηριότητα) | Φορ. Συντελεστής |
0 - 20.000 | 22% |
20.001 - 30.000 | 29% |
30.001 - 40.000 | 37% |
40.001 – | 45% |
Επίσης στην παρ. 3 ορίζεται ότι φορολογείται αυτοτελώς με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, κάθε εφάπαξ αποζημίωση που παρέχεται από οποιονδήποτε φορέα και για οποιονδήποτε λόγο διακοπής της σχέσεως εργασίας ή άλλης σύμβασης, η οποία συνδέει το φορέα με τον δικαιούχο της αποζημίωσης.
Ο φόρος υπολογίζεται, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
Κλιμάκιο αποζημίωσης (ευρώ) | Φορολογικός συντελεστής |
< 60.000 | 0% |
60.000,01 - 100.000 | 10% |
100.000,01 - 150.000 | 20% |
> 150.000 | 30% |
Σύμφωνα με το άρθρο 60 παρ. 4 του ν.4172/2013 στα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις που καταβάλλονται αναδρομικά, σύμφωνα με το άρθρο 12, καθώς και στις πρόσθετες αμοιβές που δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές διενεργείται παρακράτηση με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο ποσό ανεξάρτητα από το έτος στο οποίο ανάγονται για να φορολογηθούν τα εισοδήματα αυτά
Μείωση φόρου εισοδήματος
Σύμφωνα με το άρθρο 16 του ν.4172/2013 ορίζονται τα εξής:
1. Ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 μειώνεται κατά το ποσό των χιλίων εννιακοσίων (1.900) ευρώ για το φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 11, όταν το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η μείωση του φόρου ανέρχεται σε χίλια εννιακόσια πενήντα (1.950) ευρώ για το φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο, σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ για δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα και σε δύο χιλιάδες εκατό (2.100) ευρώ για τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και άνω. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ποσών αυτών, η μείωση του φόρου περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου.
2. Για φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις, το οποίο υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης μειώνεται κατά δέκα (10) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις.
Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ανωτέρω ποσών (1.900, 1.950, 2.000, 2.100), τότε το ποσό της μείωσης περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου. Τα εξαρτώμενα τέκνα του φορολογούμενου ορίζονται από το άρθρο 11 του ν.4172/2013.
Ειδική εισφορά αλληλεγγύης
Σύμφωνα με το άρθρο 43Α παρ. 1 του ν.4172/2013 επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα εισοδήματα άνω των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ των φυσικών προσώπων ή σχολάζουσας κληρονομιάς. Για την επιβολή της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του εισοδήματος, όπως αυτό προκύπτει από την άθροιση των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία και συντάξεις, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από κεφάλαιο, από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό.
Επίσης στην παρ 3 ορίζεται ότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα της παραγράφου 1 υπολογίζεται με την ακόλουθη κλίμακα:
Εισόδημα | Εισφ. Αλληλεγγύης |
0 – 12.000 | 0% |
12.001 - 20.000 | 2,20% |
20.001 - 30.000 | 5,00% |
30.001 - 40.000 | 6,50% |
40.001 - 65.000 | 7,50% |
65.001 - 220.000 | 9,00% |
>220.000 | 10,00% |
ΠΟΛ.1152/2017 Παρακράτηση ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης επί πρόσθετων αμοιβών ή παροχών που καταβάλλονται σε μισθωτούς και οι οποίες δεν συνεντέλλονται (συνεκκαθαρίζονται) με τις τακτικές αποδοχές τους.
«Μετά την ενσωμάτωση των διατάξεων του άρθρου 29 του ν.3986/2011 στις διατάξεις του άρθρου 43Α του ν.4172/2013, επί του θέματος της παρακράτησης έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στις αμοιβές για υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις, επιδόματα καθώς και κάθε άλλου είδους, πρόσθετες αμοιβές ή εφάπαξ παροχές, που καταβάλλονται τακτικά ή έκτακτα, πέραν του μισθού, και δεν συνεντέλλονται (συνεκκαθαρίζονται) με τις τακτικές αποδοχές, εξακολουθούν, και μετά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 43Α του ν.4172/2013 να ισχύουν τα αναφερόμενα στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1010/25.1.2013. Συνεπώς, στις αμοιβές αυτές δεν διενεργείται παρακράτηση έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, αλλά η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στα εισοδήματα αυτά με την υποβολή της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του δικαιούχου των αμοιβών.
Αμοιβές Δ.Σ.
Σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 2 περ. δ του ν.4172/2013 για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες ως διευθυντής ή μέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,
Από τα παραπάνω προκύπτει, για τα εισοδήματα αυτά, υποχρέωση παρακράτησης φόρου μισθωτής εργασίας (σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 του ΚΦΕ) καθώς και παρακράτηση Έκτακτης Εισφοράς Αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του Ν 4172/2013.
Αντιθέτως, αμοιβή μελών του Δ.Σ. που προκύπτει από κέρδη ανώνυμης εταιρείας αποτελεί μέρισμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 4172/2013, και υπόκειται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) με βάση τις διατάξεις των άρθρων 62 και 64 του ίδιου πιο πάνω νόμου. Με την παρακράτηση φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση, για τη συγκεκριμένη αμοιβή, των φυσικών προσώπων μελών ΔΣ, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 των άρθρων 36 και 64 αντίστοιχα.
Παροχές σε είδος
Σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν.4172/2013 Οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1072/31.3.2015 – «Οδηγίες περί της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 60 του ν.4172/2013 αναφορικά με την παρακράτηση φόρου στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις» διευκρινίστηκε ότι:
«2.Όσον αφορά στις παροχές σε είδος του άρθρου 13 του ν.4172/2013, λόγω του ότι η αποτίμησή τους είναι δυσχερής έως και αδύνατη κατά τη στιγμή της χορήγησής τους, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι δεν διενεργείται παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών αλλά ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται κατά την εκκαθάριση της δήλωσης, δεδομένου ότι η αξία τους (εφόσον αυτές φορολογούνται) προσαυξάνει το εισόδημα από μισθωτή εργασία των δικαιούχων. Σε περιπτώσεις που έχει ήδη διενεργηθεί παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών, ο φόρος αυτός θα συμψηφισθεί κατά την εκκαθάριση.»
Οι εκκαθαριστές μισθοδοσίας πρέπει να αποτιμούν τις παροχές αυτές που προσαυξάνουν το φορολογητέο εισόδημα των ανωτέρω προσώπων και να τις συμπεριλαμβάνουν και αυτές στις βεβαιώσεις αποδοχών των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία και συντάξεις που θα χορηγηθούν.
Προθεσμίες
Βεβαιώσεις Αποδοχών
A.1009/2019: Τύπος και περιεχόμενο της βεβαίωσης αποδοχών ή συντάξεων, της βεβαίωσης των αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και της βεβαίωσης εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα καθώς και υποβολή αυτών με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου για το φορολογικό έτος 2018.
Υπόχρεοι υποβολής στοιχείων βεβαιώσεων
Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 59, 61, 62 και 64 του ν.4172/2013, πλην των συμβολαιογράφων κατά την υπογραφή του συμβολαίου μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας, έχουν υποχρέωση να χορηγούν σε φυσικά και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες στα οποία έγινε παρακράτηση, μοναδική βεβαίωση στην οποία αναγράφουν το σύνολο των αποδοχών από μισθωτή εργασία και συντάξεις, αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα που κατέβαλαν στο φορολογικό έτος και τον φόρο που παρακρατήθηκε. Ίδια υποχρέωση υπάρχει και στις περιπτώσεις εισοδημάτων για τα οποία δεν προκύπτει φόρος για παρακράτηση, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 6 της παρούσας.
Υποχρέωση υπάρχει και για τα ποσά που ειδικότερα ορίζονται στο άρθρο 6 της παρούσας, τα οποία δεν αποτελούν πληρωμές υποκείμενες σε παρακράτηση.
Η υποχρέωση αυτή δεν υπάρχει στις περιπτώσεις εισοδημάτων από επιχειρηματική δραστηριότητα που δεν περιλαμβάνονται στον Πίνακα κωδικοποίησης αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ημερομηνία υποβολής (Προθεσμία)
Σύμφωνα με το Άρθρο 7 της Απόφασης A.1009/2019 ισχύει:
Ημερομηνία υποβολής
1. Για το φορολογικό έτος 2018 ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής ορίζεται η 28η Φεβρουαρίου 2019. Ειδικά για τις περιπτώσεις καταβολής μερισμάτων σε φυσικά πρόσωπα από νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες με απλογραφικά βιβλία, ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής ορίζεται η προηγούμενη μέρα της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ν.π. και νομικών οντοτήτων.
2. Ως ημερομηνία υποβολής, κατά την ηλεκτρονική υποβολή, θεωρείται η ημερομηνία αποδοχής και επιτυχούς καταχώρησης αυτών στο σύστημα υποβολής των σχετικών βεβαιώσεων του TAXISnet με αυτόματη απόδοση στον αποστολέα - υπόχρεο μοναδικού αριθμού καταχώρησης.
3. Το ηλεκτρονικό αρχείο βεβαιώσεων δεν δύναται να υποβληθεί μετά το τέλος του αντίστοιχου έτους υποβολής του και η μη υποβολή του έως τότε επισύρει τις κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 54 του ΚΦΔ (ν.4174/2013).
13. Εγγραφές χρονικής τακτοποίησης αγορών εξόδων εσόδων (λογ. 36, λογ.56, λογ. 58)
Συνήθως αφορά χρονικές ταυτοποιήσεις μέσω των λογαριασμών 56 και 36 των δεδουλευμένων εξόδων και εσόδων καθώς και των εσόδων και εξόδων επομένων χρήσεων.
Τέτοια συνήθως είναι:
• Λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος,
• Λογαριασμοί κινητής και σταθερής τηλέφωνιας,
• τόκοι,
• ασφάλιστρα
• Ενοίκια κ.λ.π).
Σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1 του Ν.4308/2014 οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με σαφήνεια, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις παραδοχές του δουλευμένου.
Επίσης στο άρθρο 17 της Λογιστικής οδηγίας εφαρμογής του νόμου 4308/2014 στην παρ. 17.1.2 αναφέρεται ότι η θεμελιώδης αρχή του δεδουλευμένου επιτάσσει την αναγνώριση των επιπτώσεων των συναλλαγών και γεγονότων της οντότητας και τη συμπερίληψή τους στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της στο χρόνο που προκύπτουν και όχι στο χρόνο που διακανονίζονται ταμειακά (εισπράττονται ή πληρώνονται). Για παράδειγμα, η λήψη ενός δανείου κατά την ημερομηνία ισολογισμού, επιβάλλεται να αναγνωρισθεί στην κλειόμενη περίοδο, ώστε να απεικονισθούν τα ληφθέντα ταμιακά διαθέσιμα και η αντίστοιχη χρηματοοικονομική υποχρέωση. Ομοίως, οι δουλευμένοι τόκοι ενός δανείου επιβάλλεται να αναγνωρισθούν ως έξοδο στην περίοδο που αφορούν, έστω και εάν σύμφωνα με τη σχετική δανειακή σύμβαση οφείλονται να πληρωθούν στην επόμενη περίοδο. Ο χειρισμός αυτός οδηγεί στην εμφάνιση του σχετικού εξόδου στην κλειόμενη χρήση που αφορά, καθώς και στην αντίστοιχη αύξηση της χρηματοοικονομικής υποχρέωσης προς τον δανειστή και τη μείωση της καθαρής θέσης.
Σύμφωνα με το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α:. ΟΡΙΣΜΟΙ του Ν.4308/2014 ως Δουλευμένο ή Πραγματοποίηση, παραδοχή (accrual assumption) είναι η λογιστική αρχή σύμφωνα με την οποία οι επιπτώσεις των συναλλαγών και άλλων γεγονότων αναγνωρίζονται και συμπεριλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις όταν προκύπτουν και όχι όταν διακανονίζονται ταμειακά.
Προς το σκοπό αυτό δημιουργούνται οι μεταβατικοί λογαριασμοί ενεργητικού και παθητικού κατά κανόνα, στο τέλος κάθε χρήσεως με σκοπό τη χρονική τακτοποίηση των εξόδων και εσόδων, έτσι ώστε στα αποτελέσματά της να περιλαμβάνονται μόνο τα έσοδα και έξοδα που πράγματι αφορούν τη συγκεκριμένη αυτή χρήση. Με την τακτοποίηση αυτή πραγματοποιείται ταυτόχρονα η αναμόρφωση των λογαριασμών του ισολογισμού στο πραγματικό μέγεθός τους κατά την ημερομηνία λήξεως της χρήσεως. (ΠΔ 1123/1980(2.2.307))
Μεταβατικοί λογαριασμοί ενεργητικού
Ειδικότερα, στους μεταβατικούς λογαριασμούς ενεργητικού καταχωρούνται:
α) τα έξοδα που πληρώνονται μεν μέσα στη χρήση, ανήκουν όμως στην επόμενη ή σε επόμενες χρήσεις.
β) τα έσοδα που ανήκουν στην κλειόμενη χρήση (δουλευμένα), αλλά που δεν εισπράττονται μέσα σ' αυτή, ούτε επιτρέπεται η καταχώρισή τους στη χρέωση προσωπικών λογαριασμών απαιτήσεων, επειδή δεν είναι ακόμη απαιτητά.
γ) οι υπό παραλαβή αγορές για τις οποίες περιέρχονται τα τιμολόγια στην οικονομική μονάδα προς της λήξεως της χρήσεως, ενώ τα αγαθά δεν έχουν ακόμη παραληφθεί.
δ) οι εκπτώσεις αγορών που η οικονομική μονάδα δικαιούται στο τέλος της χρήσεως, εφόσον δεν έχει αναγγελθεί το ποσό αυτών και από το λόγο αυτό δεν είναι σκόπιμη η χρέωση του οικείου λογαριασμού του προμηθευτή.
Μεταβατικοί λογαριασμοί παθητικού
Στους μεταβατικούς λογαριασμούς παθητικού καταχωρούνται:
α) τα έσοδα της επόμενης χρήσεως που προεισπράττονται και
β) τα πληρωτέα έξοδα της κλειόμενης χρήσεως, που πραγματοποιούνται δηλαδή μέσα στη χρήση, δεν πληρώνονται όμως μέσα σ' αυτή, ούτε είναι δυνατή η πίστωσή τους σε προσωπικούς λογαριασμούς, επειδή δεν είναι απαιτητά κατά το τέλος της χρήσεως.
γ) οι υπό τακτοποίηση αγορές αγαθών σε περίπτωση που το τιμολόγιο ή τα λοιπά δικαιολογητικά αγοράς δεν περιέρχονται στην οικονομική μονάδα κατά την παραλαβή των αγαθών.
δ) οι εκπτώσεις επί πωλήσεων που δικαιούνται οι πελάτες της οικονομικής μονάδας, για τις οποίες, κατά το κλείσιμο του ισολογισμού, δεν είναι γνωστό το ακριβές τους ύψος και από το λόγο αυτό δεν είναι δυνατή ή δεν κρίνεται σκόπιμη η πίστωση των λογαριασμών των πελατών.
Φορολογική Αντιμετώπιση
ΠΟΛ.1094/2016 (ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες «Ε. Χρόνος έκπτωσης δαπανών σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας η οποία ολοκληρώνεται σε επόμενη χρήση 1. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίσθηκε, αναφορικά με τον χρόνο έκπτωσης των επιχειρηματικών δαπανών, ότι αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 (π.χ. χρόνος έκπτωσης ασφαλιστικών εισφορών, κ.λπ.). Οι δαπάνες των οποίων τα δικαιολογητικά εκδίδονται ή λαμβάνονται έως την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αφορούν την κλειόμενη χρήση επίσης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους που αφορούν. 2. Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας, η οποία ολοκληρώνεται το επόμενο φορολογικό έτος, ανεξάρτητα αν το σχετικό δικαιολογητικό εκδίδεται πριν ή μετά την προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού, η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο φορολογικό έτος εντός του οποίου ολοκληρώνεται η παροχή και υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του σχετικού δικαιολογητικού.»
14. Υπολογισμός απομείωσης επισφαλών απαιτήσεων (λογ. 44.11)
Κατά τον έλεγχος της ορθότητας των υπολοίπων πελατών και λοιπών χρεωστών διερευνάται η τυχόν ύπαρξη υπολοίπων που παραμένουν ακίνητα για μεγάλο χρονικό διάστημα και τα οποία εκτιμάται ότι συνιστούν εν δυνάμει επισφάλειες.
• Αποφασίζεται σε συνεργασία με την διοίκηση η διενέργεια η μη πρόβλεψης.
• Γίνονται εφόσον συντρέχει περίπτωση οι σχετικές λογιστικές έγγραφες
Αντιμετώπιση με βάσει τα Ε.Λ.Π.
Σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν.4308/2014 όλα τα χρηματοοικονομικά στοιχεία αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος.
Με τον όρο χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που παρατίθεται στο Παράρτημα Α (γλωσσάριο όρων) του ν.4308/2014, νοούνται και οι απαιτήσεις.
Μεταγενέστερα της αρχικής αναγνώρισης, τα χρηματοοικονομικά στοιχεία επιμετρώνται στο κόστος κτήσεως μείον ζημίες απομείωσης.
Όταν χρησιμοποιείται το κόστος κτήσης τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται κατά την αρχική τους αναγνώριση στο κόστος που απαιτήθηκε για την απόκτησή τους.
Το κόστος κτήσης περιλαμβάνει το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων (ή ταμειακών ισοδύναμων) ή την εύλογη αξία άλλου ανταλλάγματος που διατέθηκε για την απόκτηση, πλέον δαπάνες αγοράς.
Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης, όταν υπάρχουν σχετικές ενδείξεις.
Ενδείξεις απομείωσης θεωρείται ότι υφίστανται όταν:
α) Υπάρχουν προφανείς, σοβαρές χρηματοοικονομικές δυσκολίες του εκδότη ή του υπόχρεου των χρηματοοικονομικών στοιχείων ή
β) η λογιστική αξία είναι σημαντικά υψηλότερη από την εύλογη αξία αυτών των στοιχείων (όταν η εύλογη αξία υπάρχει) ή
γ) δυσμενείς τοπικές, εθνικές ή διεθνείς συνθήκες αυξάνουν την πιθανότητα αθέτησης βασικών δεσμεύσεων που απορρέουν από τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία.»
Ζημία απομείωσης προκύπτει όταν η λογιστική αξία του στοιχείου είναι μεγαλύτερη από το ποσό που η οντότητα εκτιμά ότι θα ανακτήσει από το στοιχείο αυτό.
Η ανακτήσιμη αξία ενός στοιχείου υπολογίζεται ως το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ:
α) της παρούσας αξίας του ποσού που εκτιμάται ότι θα ληφθεί από το περιουσιακό στοιχείο, υπολογιζόμενη με τη χρήση του αρχικού πραγματικού επιτοκίου, ή
β) της εύλογης αξίας του στοιχείου, μειωμένης με το απαιτούμενο κόστος διάθεσής του
Οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων και αναστρέφονται ως κέρδη σε αυτή, όταν οι συνθήκες που τις προκάλεσαν πάψουν να υφίστανται. Αναστροφή γίνεται μέχρι της αξίας που θα είχε το στοιχείο, εάν δεν είχε αναγνωριστεί ζημία απομείωσης.
Δηλαδή, μετά την αναστροφή της απομείωσης, το χρηματοοικονομικό στοιχείο δεν δύναται να έχει λογιστική αξία μεγαλύτερη εκείνης που θα είχε εάν δεν είχε προηγηθεί η απομείωση, καθόσον η επιμέτρηση γίνεται στο κόστος κτήσης.
Ειδικότερα, για τα χρηματοοικονομικά στοιχεία του μη κυκλοφορούντος ενεργητικού οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα.
Φορολογική αντιμετώπιση
Αναφορικά με την διενέργεια από την επιχείρηση προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις που έχουν προκύψει το άρθρο 26 Επισφαλείς απαιτήσεις του Ν.4172/2013 ορίζει τα εξής:
1. Τα ποσά των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων και οι διαγραφές αυτών, με την επιφύλαξη των οριζομένων στις παραγράφους 5 έως 7 του παρόντος άρθρου, εκπίπτουν για φορολογικούς σκοπούς, ως εξής:
α) για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις μέχρι το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) της εν λόγω απαίτησης, εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης,
β) για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις άνω του ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης, σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:
Χρόνος υπερημερίας (σε μήνες) | Προβλέψεις (σε ποσοστό %) |
> 12 | 50 |
> 18 | 75 |
> 24 | 100 |
2. Ανεξάρτητα από την παράγραφο 1, ο σχηματισμός προβλέψεων επισφαλών απαιτήσεων δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις επισφαλών απαιτήσεων κατά των μετόχων ή εταίρων της επιχείρησης με ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής δέκα τοις εκατό (10%) και των θυγατρικών εταιρειών της επιχείρησης με ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής δέκα τοις εκατό (10%), εκτός αν για την αξίωση που αφορά αυτές τις οφειλές υπάρχει εκκρεμοδικία ενώπιον δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου, ή εάν ο οφειλέτης έχει υποβάλει αίτημα κήρυξης σε πτώχευση ή υπαγωγής σε διαδικασία εξυγίανσης ή σε βάρος του έχει εκκινήσει η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Επίσης, δεν επιτρέπεται ο σχηματισμός προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις που καλύπτονται από ασφάλιση ή οποιαδήποτε εγγυοδοσία ή άλλη ενοχική ή εμπράγματη ασφάλεια ή για οφειλές του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή για εκείνες που έχουν δοθεί με την εγγύηση αυτών των φορέων.
3. Η πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 1, ανακτάται άμεσα με τη μεταφορά αυτής της πρόβλεψης στα κέρδη της επιχείρησης, εφόσον η απαίτηση:
α) καταστεί εισπράξιμη ή
β) διαγραφεί.
4. Απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο,
β) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου και
γ) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.
5. Οι τράπεζες μπορούν να εκπίπτουν προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί του ποσού του ετήσιου μέσου όρου των πραγματικών χορηγήσεων, όπως αυτό προκύπτει από τις μηνιαίες λογιστικές καταστάσεις τους. Τέτοιες χορηγήσεις συνιστούν οι απαιτήσεις κεφαλαίου και οι απαιτήσεις των εγγεγραμμένων τόκων, όχι όμως και επισφαλών ή μη εισπράξιμων τόκων των επισφαλών απαιτήσεων ή απαιτήσεων μη παραγωγικών, τους οποίους οι τράπεζες δικαιούνται να μην εμφανίζουν ή εγγράφουν στα βιβλία τους, υποχρεούμενες να αποδεικνύουν ότι πρόκειται για τέτοιους τόκους, καθώς και η κάλυψη στο σύνολό του ή εν μέρει ομολογιακού δανείου ιδιωτικών επιχειρήσεων ή η απόκτηση μετοχών κατά τη σύσταση ανώνυμης εταιρείας ή αύξηση του κεφαλαίου της, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι τίτλοι των ομολογιών ή μετοχών παραμένουν στο χαρτοφυλάκιο της τράπεζας. Στις χορηγήσεις αυτές δεν περιλαμβάνονται τα δάνεια γενικά προς το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα δάνεια γενικά για τα οποία δόθηκε εγγύηση του Δημοσίου και οι καταθέσεις σε άλλες τράπεζες. Πέρα από το ποσοστό έκπτωσης που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο οι τράπεζες μπορούν να εκπίπτουν από το εισόδημά τους, για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων της χρήσης πρόσθετες ειδικές κατά περίπτωση προβλέψεις για την απόσβεση απαιτήσεων κατά πελατών τους, για τις οποίες έχει διακοπεί ο λογισμός τόκων.
6. Οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης μπορούν να εκπίπτουν προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστό μέχρι δύο τοις εκατό (2%) επί του συνολικού ύψους μισθωμάτων, τα οποία προκύπτουν από τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, που έχουν συναφθεί μέσα στη διάρκεια του φορολογικού έτους. Το ποσό αυτό της πρόβλεψης για κάθε φορολογικό έτος, συναθροιζόμενο με το ποσό της πρόβλεψης, η οποία διενεργήθηκε σε προγενέστερα φορολογικά έτη και εμφανίζεται στα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης, δεν μπορεί να υπερβεί το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.
7. Οι εταιρείες παρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) μπορούν να εκπίπτουν μέχρι ενάμιση τοις εκατό (1,5%) επί του μέσου ετήσιου ύψους των ποσών που ο φορέας έχει προεξοφλήσει έναντι απαιτήσεων που έχει αναλάβει να εισπράξει από εξαγωγική δραστηριότητα χωρίς δικαίωμα αναγωγής, καθώς και μέχρι ένα τοις εκατό (1%) επί του μέσου ετήσιου ύψους των ποσών των προεξοφλήσεων έναντι απαιτήσεων με δικαίωμα αναγωγής.
ΠΟΛ.1056/2.3.2015 Φορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013)
«4. Στην έννοια της ληξιπρόθεσμης απαίτησης περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις των απαιτήσεων εκείνων που η ημερομηνία εξόφλησής τους έχει παρέλθει και ειδικότερα:
α) σε περίπτωση που βάσει συμφωνητικού ή άλλου διακανονισμού παρέχεται στον πελάτη χρόνος πίστωσης για την αποπληρωμή της οφειλής, κρίσιμος χρόνος για την αφετηρία υπολογισμού του χρόνου υπερημερίας για την απαίτηση αυτή, είναι η παρέλευση του χρόνου πίστωσης,
β) σε περίπτωση που πέραν του τιμολογίου δεν υπάρχει σχετικό συμφωνητικό ή άλλος διακανονισμός, αφετηρία υπολογισμού του χρόνου είναι η ημερομηνία έκδοσης του παραστατικού,
γ) σε περίπτωση εξόφλησης απαιτήσεων με γραμμάτια, η ημερομηνία λήξης τους και με επιταγή, η ημερομηνία της επιταγής.
Από τα ανωτέρω και με βάση την αιτιολογική έκθεση του ν.4172/2013 προκύπτει ότι η προϋπόθεση της ανάληψης κατάλληλων ενεργειών για τη διασφάλιση δικαιώματος είσπραξης θέτει ένα ελάχιστο όριο για τη διεκδίκηση είσπραξης της απαίτησης, χωρίς να προσδιορίζει το μέσο για τη διεκδίκηση και κατά τούτο μπορεί να αναληφθεί οποιαδήποτε ενέργεια για την είσπραξη, αρκεί να είναι πρόσφορη για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης. Σε κάθε περίπτωση ο κατάλληλος ή μη χαρακτήρας, ως θέμα πραγματικό, κρίνεται ad hoc με βάση το ύψος της απαίτησης, το φερέγγυο ή μη του καθ' ου η απαίτηση, καθώς και από άλλους παράγοντες και εναπόκειται στην κρίση της ελεγκτικής αρχής.
Ωστόσο οι όποιες ενέργειες, που εξαρτώνται από το ύψος της απαίτησης και την φερεγγυότητα του πελάτη, θα πρέπει να διασφαλίζουν το δικαίωμα της επιχείρησης να εισπράξει τις απαιτήσεις της. Πέραν της άσκησης ένδικου βοηθήματος και της αίτησης για λήψη ασφαλιστικών ή αναγκαστικών μέτρων, κατάλληλες ενέργειες είναι η σφράγιση μίας επιταγής από την εκδότρια τράπεζα, η κατάθεση όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών για την έκδοση διαταγής πληρωμής, κ.λπ.
Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα της επιχείρησης να εισπράξει τις απαιτήσεις της δεν διασφαλίζεται από ενέργειες όπως η ανάθεση διεκδίκησης της απαίτησης σε τρίτους (εισπρακτικές εταιρείες) ή η φραγή/διακοπή της παροχής υπηρεσιών στην περίπτωση εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, κ.λπ.
Οι όποιες ενέργειες έχουν ήδη ληφθεί πριν την 01.01.2014 για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης και χαρακτηρίζονται ως κατάλληλες με βάση την παρούσα λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού και οι συγκεκριμένες ενέργειες δεν απαιτείται να επαναληφθούν.
Στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις δεν προέβησαν σε κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, οι προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων δεν θα αναγνωρίζονται φορολογικά και η επιχείρηση θα πρέπει να προβαίνει στη σχετική φορολογική αναμόρφωση των λογιστικών αποτελεσμάτων.»
5. Με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του ίδιου άρθρου και νόμου ορίζεται, ότι η πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου, ανακτάται άμεσα με τη μεταφορά αυτής της πρόβλεψης στα κέρδη της επιχείρησης, εφόσον η απαίτηση:
α) καταστεί εισπράξιμη ή
β) διαγραφεί.
Η απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο,
β) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου και
γ) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.
Με τις ως άνω διατάξεις προβλέπονται οι περιπτώσεις ανάκτησης της πρόβλεψης με μεταφορά της στα κέρδη της επιχείρησης και ορίζονται σωρευτικά και περιοριστικά οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή της απαίτησης.
Προκειμένου για τη διαγραφή απαιτήσεων απαιτείται, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η σωρευτική πλήρωση των τριών (3) προϋποθέσεων που ορίζονται στις υπόψη διατάξεις. Ειδικότερα, όσον αφορά στην τρίτη προϋπόθεση με την οποία απαιτείται να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης, διευκρινίζεται ότι με αυτές πρέπει να αποδεικνύεται ότι η σχετική απαίτηση είναι ανεπίδεκτη είσπραξης, δηλαδή ότι ο οφειλέτης είναι πράγματι αφερέγγυος.
Η αφερεγγυότητά του μπορεί να αποδεικνύεται ενδεικτικά από τα ακόλουθα:
α) τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου με την οποία να υποχρεώνεται ο οφειλέτης σε εξόφληση,
β) πιστοποιητικό υποθηκοφυλακείου από το οποίο να προκύπτει, κατά περίπτωση, η μη ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή τα υπάρχοντα τοιαύτα με τα τυχόν βάρη τους,
γ) σε περίπτωση διενέργειας πλειστηριασμού σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη, είτε κατά τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης είτε συνεπεία μη επιτεύξεως πτωχευτικού συμβιβασμού, αντίγραφο του πίνακα κατάταξης ή διανομής από συμβολαιογράφο που ορίστηκε για τον πλειστηριασμό της περιουσίας του οφειλέτη, από τον οποίο να προκύπτει η μη ικανοποίηση του δανειστή από το εκπλειστηρίασμα,
δ) τη συμφωνία εξυγίανσης που επικυρώνεται από το πτωχευτικό δικαστήριο σύμφωνα με το έκτο Κεφάλαιο του Πτωχευτικού Κώδικα (ν.3588/2007), με την οποία προβλέπεται, μεταξύ άλλων, και η μείωση των απαιτήσεων των πιστωτών έναντι της επιχείρησης (προπτωχευτική διαδικασία),
ε) σε περίπτωση επιχείρησης που κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης και από τους επίσημους ισολογισμούς της προκύπτει ότι η επιχείρηση αυτή δεν έχει περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, πάγια, χρεόγραφα κλπ.) για να ικανοποιήσει τους οφειλέτες της. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της πτώχευσης. Επομένως, η κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτώχευσης λόγω παύσης πληρωμών δεν επιφέρει από μόνη της απόσβεση της απαίτησης.
στ) σε περίπτωση διακοπής εργασιών κεφαλαιουχικών εταιρειών.
Τα ανωτέρω είναι ενδεικτικά ούτως ώστε να μην αποκλεισθούν και άλλα τα οποία, είτε από μόνα τους, είτε σε συνδυασμό με τα ανωτέρω, είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν είναι δυνατή η είσπραξη της απαίτησης. Σε κάθε περίπτωση όμως η επιχείρηση, η οποία φέρει και το βάρος της απόδειξης για την απώλεια συγκεκριμένης απαίτησης, οφείλει όταν της ζητηθεί να προσκομίσει τα δικαιολογητικά εκείνα που διαθέτει στην αρμόδια για τον έλεγχό της φορολογική αρχή η οποία και θα κρίνει τελικά ως θέμα πραγματικό την επισφάλεια και το ανεπίδεκτο της είσπραξης.
Βεβαιώσεις ή επιστολές δικηγόρων για την αδυναμία είσπραξης της απαίτησης δεν αποτελούν απόδειξη της αφερεγγυότητας του οφειλέτη. Ομοίως, η έκδοση ακάλυπτης επιταγής και η σχετική καταδίκη για την έκδοση αυτή δεν δημιουργούν μόνες τους ούτε αποδεικνύουν εξ αντικειμένου την αφερεγγυότητα του οφειλέτη.»
ΠΟΛ.1113/2.6.2015 Εκπιπτόμενες και μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες του ΚΦΕ ν4172 (Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 22, 22Α και 23 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167Α'))
«vi) Αναφορικά με τις προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων που σχηματίζονται με την παρ.1 του άρθρου 26 του ν.4172/2013 χωρίς τα υπόψη ποσά να έχουν εγγραφεί σε αποτελεσματικό λογαριασμό εσόδων (π.χ. προκαταβολές) και επομένως δεν πληρείται η προϋπόθεση της περ. α' της παρ. 4 του άρθρου αυτού προκειμένου για τη διαγραφή τους, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι αν για τις υπόψη επισφάλειες αποδεικνύεται η αφερεγγυότητα του οφειλέτη με βάση τα όσα ορίζονται με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 26 του ν.4172/2013 και ενδεικτικά αναφέρονται στην ΠΟΛ.1056/2.3.2015 εγκύκλιο, τότε τα υπόψη ποσά εκπίπτουν φορολογικά κατά το φορολογικό αυτό έτος. Τα ανωτέρω ισχύουν και για το ανεξόφλητο ποσό Φ.Π.Α. επισφαλών απαιτήσεων, το οποίο με βάση την ίδια ως άνω εγκύκλιό μας δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στην πρόβλεψη της επισφαλούς απαίτησης που σχηματίζεται με βάση τις ως άνω διατάξεις. Το ποσό αυτό εκπίπτει στο έτος διαγραφής του, με την προϋπόθεση να υπάρχει υποχρέωση απόδοσής του στο Δημόσιο και να έχει ήδη συμπεριληφθεί στη δήλωση Φ. Π. Α. (αρχική ή τροποποιητική) της οικείας περιόδου.»
Με την ΠΟΛ.1080/2017 με θέμα «Διευκρινίσεις αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 26 του ν.4172/2013 σε περίπτωση κήρυξης του οφειλέτη σε πτώχευση ή υπαγωγής αυτού σε προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης» παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες ως προς τη φορολογική μεταχείριση επισφαλών απαιτήσεων κατά οφειλετών που είτε έχουν υπαχθεί σε προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης ή έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση:
(Α) Σχηματισμός προβλέψεων
Σε περίπτωση υποβολής αίτησης για κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση ή για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης σύμφωνα με τον ΠτΚ, σε περίπτωση που ο πιστωτής δεν είχε ήδη σχηματίσει πρόβλεψη για το ποσό της επισφαλούς απαίτησης με βάση τις ενέργειες που είχε αναλάβει κατά το παρελθόν για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, αυτός μπορεί να σχηματίσει φορολογικά αναγνωρίσιμη πρόβλεψη επισφαλούς απαίτησης, κατά τον χρόνο κατάθεσης της σχετικής αίτησης στο δικαστήριο, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, πλην της προϋπόθεσης ανάληψης κατάλληλων ενεργειών για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, δεδομένου ότι, με τις διατάξεις του ΠτΚ και ιδίως τα άρθρα 10, 25, 106 και 106α αυτού, θεσπίζεται ειδικό πλαίσιο προστασίας της επιχείρησης από τους πιστωτές τόσο σε περίπτωση αίτησης κήρυξής της σε πτώχευση όσο και σε περίπτωση αίτησης υπαγωγής της σε προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης. Ειδικά σε περίπτωση αίτησης υπαγωγής του οφειλέτη σε προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης, το ποσό της κατά τα ανωτέρω σχηματισθείσας πρόβλεψης επισφαλών απαιτήσεων δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό κατά το οποίο μειώνεται η απαίτηση με βάση την αίτηση υπαγωγής σε διαδικασία εξυγίανσης.
Τα ανωτέρω τελούν υπό την επιφύλαξη του περιορισμού που τίθεται στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν.4172/2013.
Σε περίπτωση που το ποσό της απαίτησης για το οποίο σχηματίσθηκε η πρόβλεψη τελικά εισπραχθεί, η σχηματισθείσα πρόβλεψη θα ανακτηθεί άμεσα με τη μεταφορά του σχετικού ποσού στα κέρδη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 26 του ν.4172/2013.
(Β) Διαγραφή απαιτήσεων
Σε περίπτωση επικύρωσης από το πτωχευτικό δικαστήριο της συμφωνίας εξυγίανσης η οποία προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη μείωση των απαιτήσεων των πιστωτών έναντι της επιχείρησης και εφόσον, πριν από την επικύρωσή της, δεν είχε σχηματισθεί πρόβλεψη για το ποσό της επισφαλούς απαίτησης που μειώνεται βάσει της συμφωνίας (ή είχε σχηματισθεί μικρότερη πρόβλεψη), οι πιστωτές, οι απαιτήσεις των οποίων καλύπτονται από τη συμφωνία, μπορούν να διαγράψουν οριστικά το μέρος της απαίτησης που καλύπτεται από τη συμφωνία και να εκπέσουν το σχετικό ποσό από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους εντός του οποίου επικυρώνεται η συμφωνία εξυγίανσης από το πτωχευτικό δικαστήριο με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013. Ως προς το ποσό της μείωσης που καλύπτεται από τις ήδη σχηματισμένες προβλέψεις εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 26 του ν.4172/2013.
Ομοίως, δύναται να διαγραφεί οριστικά, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, το μέρος της απαίτησης κατά πτωχής εταιρείας που δεν ικανοποιήθηκε από την πτωχευτική περιουσία, σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν είχε σχηματίσει προηγουμένως πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων για το ποσό αυτό.
Τα παραπάνω ισχύουν και για το μέρος της διαγραφείσας απαίτησης που αφορά στο ποσό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, το οποίο η επιχείρηση απέδωσε στο Δημόσιο χωρίς ωστόσο να το εισπράξει από τον πελάτη της, εφόσον από τις διατάξεις του ν.2859/2000 δεν παρέχεται η δυνατότητα μείωσης της φορολογητέας αξίας και επιστροφής του Φ.Π.Α. που αναλογεί στις σχετικές πράξεις (σχετ. η ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιος).
Επισήμανση
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 5 του ν.4308/2014 το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.
Η παρακολούθηση των δύο βάσεων δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων.
Οι διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης διακρίνονται σε μόνιμες και προσωρινές.
Προσωρινή διαφορά βάσει του ορισμού του Παραρτήματος Α είναι η διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας και της φορολογικής βάσης ενός στοιχείου, όταν η διαφορά αυτή αναστρέφεται στο μέλλον.
Σε αντιδιαστολή προς τις προσωρινές, μόνιμες είναι οι διαφορές μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης που δεν αντιστρέφονται.
Σε σχέση με τα παραπάνω αναφέρονται τα εξής:
- Τα ποσά των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων και οι διαγραφές αυτών, εκπίπτουν για φορολογικούς σκοπούς εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης,
- Για λογιστικούς σκοπούς, οι απομειώσεις των εν λόγω στοιχείων, εφόσον υπάρχουν, σχηματίζονται βάσει των προβλέψεων του ν. 4308/2014 στο ποσό που προκύπτει.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1003/31.12.2014, οι ζημίες απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων και η αναστροφή απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων (κέρδος) περιλαμβάνονται στον πίνακα με τις διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης και δεν επηρεάζουν τη φορολογική βάση εφόσον δεν έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης,
Οπότε θα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες λογιστικές αναμορφώσεις.
15. Υπολογισμός Λοιπών προβλέψεων
Πρόβλεψη είναι η κράτηση ορισμένου ποσού, που γίνεται, κατά το κλείσιμο του ισολογισμού της οικονομικής μονάδας, σε βάρος του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως. Η κράτηση αυτή αποβλέπει στην κάλυψη ζημιάς ή εξόδων ή ενδεχομένης υποτιμήσεως στοιχείων του ενεργητικού, όταν κατά την ημερομηνία συντάξεως του ισολογισμού είναι πιθανή η πραγματοποίηση τους, χωρίς όμως να είναι γνωστό το ακριβές μέγεθος τους ή ο χρόνος πραγματοποιήσεως ή και τα δύο.
Οι προβλέψεις διακρίνονται στις εξής δύο βασικές κατηγορίες:
α. Στις προβλέψεις για κινδύνους εκμεταλλεύσεως,
β. Στις προβλέψεις για έκτακτους κινδύνους (έκτακτες ζημίες και έξοδα)
Οι προβλέψεις για κινδύνους εκμεταλλεύσεως προορίζονται να καλύψουν έξοδα της χρήσεως που πιθανολογούνται ότι θα πραγματοποιηθούν μετά από το σχηματισμό των προβλέψεων. Τα έξοδα αυτά, αν είχαν πραγματοποιηθεί μέσα στη χρήση θα είχαν καταχωρηθεί σε προσαύξηση των εξόδων της ομάδας 6.
Οι προβλέψεις για έκτακτους κινδύνους προορίζονται να καλύψουν έκτακτες ζημίες και έκτακτα έξοδα που πιθανολογούνται ότι θα πραγματοποιηθούν μετά από το σχηματισμό των προβλέψεων. Τα έξοδα αυτά, αν είχαν πραγματοποιηθεί μέσα στη χρήση, θα είχαν καταχωρηθεί στους οικείους υπολογαριασμούς των 81 «έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα» και 82 «έξοδα και έσοδα προηγούμενων χρήσεων».
Σχετικά με το σχηματισμό και τη χρησιμοποίηση των προβλέψεων ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:
Ό σχηματισμός των προβλέψεων είναι υποχρεωτικός, εφόσον συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, ανεξάρτητα αν η χρήση κλείνει με θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα.
Οι προβλέψεις για εξαιρετικούς κινδύνους και έκτακτα έξοδα, για έξοδα προηγούμενων χρήσεων, καθώς και οι λοιπές έκτακτες προβλέψεις κατά το κλείσιμο του ισολογισμού, σχηματίζονται με χρέωση, αντίστοιχα, των λογαριασμών 83.12 «προβλέψεις για εξαιρετικούς κινδύνους και έκτακτα έξοδα», 83.13 «προβλέψεις για έξοδα προηγούμενων χρήσεων» και 83.98 «λοιπές έκτακτες προβλέψεις» και πίστωση των αντίστοιχων λογαριασμών 44.12, 44.13 και 44.98 .
Οι έκτακτες ζημίες και τα έκτακτα έξοδα που πραγματοποιούνται κατά τις επόμενες χρήσεις, για τις περιπτώσεις των οποίων είχαν σχηματιστεί προβλέψεις, καταχωρούνται κανονικά στους οικείους υπολογαριασμούς των Λογ. 81 και Λογ. 82 .
Μετά από κάθε καταχώρηση ζημίας ή εξόδων αυτής της μορφής, από τις σχηματισμένες προβλέψεις μεταφέρονται, με χρέωση των οικείων υπολογαριασμών του 44 και πίστωση του λογαριασμού 84.01 «έσοδα από χρησιμοποιημένες προβλέψεις προηγούμενων χρήσεων για έκτακτους κίνδυνους», τα ποσά των προβλέψεων που είχαν σχηματιστεί για τις ζημίες και τα έξοδα που ήδη πραγματοποιήθηκαν.
Η μεταφορά των ποσών αυτών γίνεται μέχρι το όριο καλύψεώς τους, δηλαδή στο λογαριασμό 84.01 μεταφέρεται ολόκληρη η σχηματισμένη πρόβλεψη, αν αυτή είναι μικρότερη από τις ζημιές ή τα έξοδα που ήδη πραγματοποιήθηκαν.
Σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 11,12 και 14 του Ν.4308/2014 αναφέρονται τα έξης:
11. Προβλέψεις: Οι προβλέψεις αναγνωρίζονται αρχικά και επιμετρώνται μεταγενέστερα στο ονομαστικό ποσό που αναμένεται να απαιτηθεί για το διακανονισμό τους.
[Σύμφωνα με τον ορισμό του Παραρτήματος Α, η πρόβλεψη αφορά συγκεκριμένη αιτία και είναι υποχρέωση. Συνεπώς, ο όρος πρόβλεψη δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιείται για τα εκτιμούμενα ποσά απομείωσης περιουσιακών στοιχείων της οντότητας (π.χ. απομείωση απαιτήσεων λόγω επισφάλειας ή άλλων χρηματοοικονομικών στοιχείων, απομείωση ενσώματων ή άυλων παγίων, κλπ). Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ μιας υποχρέωσης και μιας πρόβλεψης είναι ότι για την πρόβλεψη υπάρχει αβεβαιότητα ως προς το εάν η απορρέουσα από αυτήν υποχρέωση θα επέλθει τελικά αλλά και αβεβαιότητα ως προς το χρόνο που θα προκύψει ή / και ως προς το ακριβές ποσό που θα απαιτηθεί για το διακανονισμό της.
Σε περίπτωση που η πιθανότητα επέλευσης είναι μικρότερη του 50%, δεν αναγνωρίζεται σχετική πρόβλεψη στον ισολογισμό. Συνήθεις περιπτώσεις προβλέψεων είναι οι προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους, οι προβλέψεις για διάφορες εκκρεμοδικίες που δεν έχουν σχέση με μείωση της αξίας αναγνωρισμένων περιουσιακών στοιχείων, οι προβλέψεις για αποκατάσταση περιβάλλοντος και οι προβλέψεις που προέρχονται από εγγυήσεις καλής λειτουργίας πωληθέντων αγαθών.] (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 22.11.1)
12.Οι προβλέψεις αναγνωρίζονται αρχικά και επιμετρώνται μεταγενέστερα στην παρούσα αξία των ποσών που αναμένεται να απαιτηθούν για το διακανονισμό τους, αντί της επιμέτρησης της παραγράφου 11, εάν η επιμέτρηση με βάση την παρούσα αξία αναμένεται να έχει σημαντική επίπτωση στα ποσά των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, έναντι της επιμέτρησης με βάση το ονομαστικό ποσό.
[Οι προβλέψεις αναγνωρίζονται αρχικά και επιμετρώνται μεταγενέστερα στο ονομαστικό ποσό που αναμένεται να απαιτηθεί για το διακανονισμό τους. Το ποσό αυτό προσδιορίζεται ως η βέλτιστη εκτίμηση δηλαδή απαιτείται στάθμιση όλων των σημαντικών ενδεχόμενων βάσει πιθανότητας επέλευσης. Περαιτέρω, σε περιπτώσεις προβλέψεων σημαντικού ποσού ή και χρόνου διακανονισμού που εκτιμάται ότι θα έχουν σημαντική επίπτωση στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις, ενδεχομένως να απαιτείται προεξόφληση του ονομαστικού ποσού της πρόβλεψης. Στην περίπτωση που γίνεται προεξόφληση, η πρόβλεψη ανελίσσεται εφεξής με το επιτόκιο της προεξόφλησης, με επιβάρυνση των αποτελεσμάτων.] (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 22.12.1)
14. Διαφορές που προκύπτουν είτε κατά την επανεκτίμησή είτε κατά το διακανονισμό των μη χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των προβλέψεων, αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες της περιόδου στην οποία προκύπτουν.
Παράδειγμα
• Λήψη από τον Νομικό Σύμβουλο της εταιρείας επιστολής σχετικά με τις εκκρεμής δικαστικές υποθέσεις όσον αφορά και την πορεία τους και την ενδεχόμενη έκβαση τους.
• Αποφασίζεται σε συνεργασία με την διοίκηση η διενέργεια ή μη πρόβλεψης.
• Γίνονται εφόσον συντρέχει περίπτωση οι σχετικές λογιστικές έγγραφες
16. Υπολογισμός Πρόβλεψης Αποζημίωσης Προσωπικού
Λογιστική αντιμετώπιση
Σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 13 του Ν.4308/2014 ορίζεται ότι ειδικότερα, οι προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία, αναγνωρίζονται και επιμετρώνται είτε στα προκύπτοντα από τη νομοθεσία ονομαστικά ποσά κατά την ημερομηνία του ισολογισμού είτε με βάση αποδεκτή αναλογιστική μέθοδο, εάν η αναλογιστική μέθοδος έχει σημαντική επίπτωση στις οικονομικές καταστάσεις.
- Οι προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία, που προκύπτουν από προγράμματα καθορισμένων παροχών (defined benefit plans), αναγνωρίζονται και επιμετρούνται στα προκύπτοντα ονομαστικά ποσά.
Για παράδειγμα οι προβλέψεις για αποζημιώσεις μετά την έξοδο από την υπηρεσία, βάσει του Ν. 2112/1920, σχηματίζονται σε ποσοστό 40% της δικαιούμενης κατά την ημερομηνία του ισολογισμού αποζημίωσης.
Ωστόσο, οι προβλέψεις αυτές επιμετρούνται με βάση αποδεκτή αναλογιστική μέθοδο, όταν η αναλογιστική μέθοδος έχει σημαντική επίπτωση στα ποσά των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις μεγάλων οντοτήτων με σημαντικό αριθμό υπαλληλικού προσωπικού, με μικρή κινητικότητα και υψηλές αποδοχές για τα εκάστοτε οικονομικά δεδομένα.
Ως κοινώς αποδεκτή αναλογιστική μέθοδος προσδιορισμού της παρούσας αξίας των δεσμεύσεων καθορισμένων παροχών προτείνεται η μέθοδος της προβεβλημένης πιστωτικής μονάδας (projected unit credit method). (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 22.13.1)
- Τα προγράμματα καθορισμένων παροχών αφορούν παροχές μετά την έξοδο από την υπηρεσία, για τις οποίες η οντότητα έχει αναλάβει τη δέσμευση καταβολής τους.
Η υποχρέωση καταβολής των σχετικών ποσών μπορεί να προκύπτει είτε από τη σχετική νομοθεσία, είτε από σύμβαση είτε από επιχειρηματική πρακτική της οντότητας.
Καθοδήγηση σχετικά με τα εν λόγω προγράμματα μπορεί να αναζητείται στο ΔΛΠ 19 «Παροχές σε εργαζομένους». (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 22.13.2)
- Κατά τον υπολογισμό των προβλέψεων για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία λαμβάνεται υπόψη η κινητικότητα του προσωπικού, στην περίπτωση που αυτή είναι ουσιώδης και επιδρά σημαντικά στον προσδιορισμό του ύψους αυτών των προβλέψεων.
Για παράδειγμα, μια οντότητα που δεν κάνει χρήση αναλογιστικής μεθόδου και της οποίας σημαντικό μέρος του προσωπικού της ανακυκλώνεται τεκμηριωμένα σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα, χωρίς οι αποχωρούντες να δικαιούνται αποζημίωση, για το εν λόγω προσωπικό δεν σχηματίζει πρόβλεψη.
Εάν η οντότητα κάνει χρήση αναλογιστικής μεθόδου, προφανώς η μέθοδος αυτή λαμβάνει υπόψη την παράμετρο της κινητικότητας. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 22.13.3)
Φορολογική αντιμετώπιση
Σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1 περ. δ του ν.4172/2013 δεν εκπίπτουν προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26,
Επισημάνσεις:
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν.4308/2014 παρ 5 αναφέρεται ότι το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.
Για λογιστικούς σκοπούς, οι προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία, εφόσον υπάρχουν, σχηματίζονται βάσει των προβλέψεων του ν. 4308/2014 στο ποσό που προκύπτει.
Για Φορολογικούς σκοπούς, οι προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία δεν αναγνωρίζονται φορολογικά σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1 περ. δ του ν.4172/2013.
Επομένως τα ποσά των προβλέψεων για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία περιλαμβάνονται στον πίνακα Κ στη δήλωση Ε3 με τις διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης και δεν επηρεάζουν τη φορολογική βάση καθώς σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1 περ. δ του ν.4172/2013 δεν εκπίπτουν προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26, δηλαδή δεν αναγνωρίζεται φορολογικά ως εκπεστέα δαπάνη, οπότε θα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες λογιστικές αναμορφώσεις.
17. Έλεγχος για καταχώρηση κερδών από συμμετοχές και χρεόγραφα – Ενδοομιλικά μερίσματα
• Στους λογαριασμούς 76.00 «έσοδα συμμετοχών» και 76.01 «έσοδα χρεογράφων» καταχωρούνται τα έσοδα από μερίσματα συμμετοχών και χρεογράφων, καθώς και οι τόκοι από χρεόγραφα (π.χ. ομολογίες).
• Τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, απαλλάσσονται από το φόρο
Απαλλαγή ενδοομιλικών μερισμάτων
Σύμφωνα με το άρθρο 48 του ν.4172
1. Τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, απαλλάσσονται από το φόρο, εάν το νομικό πρόσωπο που προβαίνει στη διανομή:
α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α' της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ, όπως ισχύει, και
[Παράρτημα Ι Μέρος Α' της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ
θ) οι εταιρείες του ελληνικού δικαίου που αποκαλούνται «ανώνυμη εταιρεία», «εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.)», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του ελληνικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών στην Ελλάδα]
β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ' εφαρμογήν όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β' της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και
δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και
ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.
2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει επίσης για τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττονται από μόνιμες εγκαταστάσεις εταιρειών άλλων κρατών μελών που βρίσκονται στην Ελλάδα και προέρχονται από τις θυγατρικές τους σε ένα άλλο κράτος-μέλος.
3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ' της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προβλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.
Με την Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1106280 ΕΞ 2015/5.8.2015 Πρόσθετες οδηγίες σχετικά με την απαλλαγή των ενδοομιλικών μερισμάτων ορίζεται ότι εάν η προϋπόθεση διακράτησης πληρωθεί πριν την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους συμπλήρωσης της ως άνω προϋπόθεσης, δεν απαιτείται, προκειμένου να χορηγηθεί η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος για τα εισπραττόμενα μερίσματα, η κατάθεση εγγυητικής επιστολής, καθώς η απαλλαγή έχει πλέον καταστεί οριστική.
Επομένως, με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους στο οποίο αποκτήθηκαν τα εν λόγω εισοδήματα, αυτά τυγχάνουν απαλλαγής, εφόσον συμπληρωθούν οι αντίστοιχοι πίνακες της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Πίνακας 4 του εντύπου Ν), χωρίς να απαιτείται για το σκοπό αυτό η υποβολή στη συνέχεια τροποποιητικής δήλωσης προκειμένου να ληφθεί υπόψη το σχετικό ποσό εισοδήματος, ως απαλλασσόμενο έσοδο.
4. Εάν η διανομή κερδών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 προκύπτει από συμμετοχή σε άλλο νομικό πρόσωπο, ο φορολογούμενος δεν μπορεί να εκπέσει τις επιχειρηματικές δαπάνες που συνδέονται με τη συμμετοχή αυτή.
Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1131644 ΕΞ 2016 Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 48 του ν.4172/2013
εφόσον το εισόδημα (εισπραττόμενο μέρισμα) απαλλάσσεται της φορολογίας με βάση τις προϋποθέσεις του άρθρου 48,ι τυχόν δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί και συνδέονται με αυτή τη συμμετοχή, όπως συμβολαιογραφικά έξοδα, φόροι, αμοιβές τρίτων, κλπ., καθώς και τυχόν χρηματοοικονομικά έξοδα (τόκοι δανείων για την απόκτηση των συμμετοχών), κλπ., δεν εκπίπτουν στο σύνολό τους.
Η εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 48 του ν.4172/2013 δεν συνδέεται με την καταβολή μερίσματος από το νομικό πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις των παρ.1 και 2 του ίδιου άρθρου, αλλά με τη διενέργεια τυχόν δαπανών (π.χ. τόκοι δανείων) που συνδέονται με την συμμετοχή σε αυτό το νομικό πρόσωπο. Κατά συνέπεια, οι τυχόν επιχειρηματικές δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί από νομικό πρόσωπο και οι οποίες συνδέονται με τη συμμετοχή του σε άλλο νομικό πρόσωπο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των παρ.1 και 2 του άρθρου 48, δεν εκπίπτουν στο σύνολο τους στο φορολογικό έτος που πραγματοποιούνται, ανεξάρτητα αν στο έτος αυτό λαμβάνει χώρα διανομή κερδών από το νομικό πρόσωπο στο οποίο αυτό συμμετέχει.
Επομένως, οι υπόψη διατάξεις καταλαμβάνουν και τις περιπτώσεις που οι σχετικές δαπάνες (π.χ. τόκοι δανείων) πραγματοποιούνται όχι μόνο για την απόκτηση της συμμετοχής, αλλά και για τη χρηματοδότηση μίας ήδη υφιστάμενης θυγατρικής εταιρείας, ανεξάρτητα εάν η χρηματοδότηση αυτή διευρύνει τη δυνατότητα κτήσης αφορολόγητου εσόδου (ενδοομιλικού μερίσματος), καθόσον το πεδίο εφαρμογής των υπόψη διατάξεων δεν συνδέεται με την μεταβολή του ποσοστού συμμετοχής, αλλά με τυχόν δαπάνες που συνδέονται με την συμμετοχή σε νομικό πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 48 του ίδιου νόμου. Για παράδειγμα, οι τόκοι ομολογιακού δανείου που καταβάλλει μητρική εταιρεία, το ποσό του οποίου διατίθεται για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θυγατρικών τους, οι οποίες στη συνέχεια προβαίνουν σε αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου με έκδοση νέων μετοχών από την οποία δεν επέρχεται μεταβολή του ποσοστού συμμετοχής της μητρικής εταιρείας (π.χ. ποσοστό συμμετοχής 100%), εμπίπτουν στο περιορισμό της παρ. 4 του άρθρου 48 του ν.4172/2013.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται τα έντυπα εφαρμογής του άρθρου αυτού.
6. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, όσον αφορά στα ενδοομιλικά μερίσματα από άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ, εφαρμόζονται για διανομές κερδών στον βαθμό που τα εν λόγω κέρδη δεν εκπίπτουν από τη θυγατρική, και δεν εφαρμόζονται στον βαθμό που τα κέρδη αυτά εκπίπτουν από τη θυγατρική.
Σχετική ΠΟΛ:
ΠΟΛ.1181/2016 Κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών - Παροχή διευκρινίσεων για τις διατάξεις των άρθρων 48 παράγραφος 6 και 72 παράγραφος 40 του Κ.Φ.Ε., όπως προστέθηκαν με το άρθρο 8 του ν.4378/2016
Άρθρο 63. Απαλλαγή για ορισμένες ενδοομιλικές πληρωμές
1. Ανεξάρτητα από το άρθρο 61, δεν παρακρατείται καθόλου φόρος από μερίσματα και παρόμοιες πληρωμές που διανέμονται σε νομικό πρόσωπο το οποίο περιλαμβάνεται στο Παράρτημα της Οδηγίας 2011/96/Ε.Ε. σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες διαφορετικών κρατών - μελών, όπως αυτή ισχύει, εφόσον:
α) το νομικό πρόσωπο που εισπράττει κατέχει μετοχές, μερίδια ή συμμετοχή τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%), βάσει αξίας ή αριθμού, στο μετοχικό κεφάλαιο ή δικαιώματα σε κέρδη, δικαιώματα ψήφου του φορολογούμενου που προβαίνει στη διανομή,
β) το ελάχιστο ποσοστό κατοχής μετοχών ή μεριδίων ή συμμετοχής διακρατείται για τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) μήνες, και
γ) το νομικό πρόσωπο που εισπράττει:
αα) περιλαμβάνεται στους τύπους απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ, όπως ισχύει, και
ββ) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους - μέλους της Ε.Ε. σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται φορολογικός κάτοικος τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ' εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γγ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιονδήποτε άλλο φόρο ενδεχομένως στο μέλλον αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.
2. Ανεξάρτητα από το άρθρο 61, δεν παρακρατείται φόρος από τόκους και δικαιώματα (royalties) που καταβάλλονται σε νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στο Παράρτημα της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων διαφορετικών κρατών - μελών, όπως αυτή ισχύει, εφόσον:
α) το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα που εισπράττει κατέχει άμεσα μετοχές, μερίδια ή συμμετοχή τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), βάσει αξίας ή αριθμού, στο μετοχικό κεφάλαιο ή δικαιώματα ψήφου του φορολογούμενου που προβαίνει στην καταβολή ή ο φορολογούμενος που καταβάλλει, κατέχει άμεσα μετοχές, μερίδια ή συμμετοχή τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στο μετοχικό κεφάλαιο του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που εισπράττει, ή ένα τρίτο νομικό πρόσωπο ή μία νομική οντότητα κατέχει άμεσα μετοχές, μερίδια ή συμμετοχή τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στο μετοχικό κεφάλαιο τόσο του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που εισπράττει όσο και του φορολογούμενου που προβαίνει στην καταβολή,
β) το ελάχιστο ποσοστό κατοχής μετοχών ή μεριδίων ή συμμετοχής διακρατείται για τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) μήνες, και γ) το νομικό πρόσωπο που εισπράττει :
αα) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ, όπως ισχύει, και
ββ) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους - μέλους της Ε.Ε. σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται φορολογικός κάτοικος τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ' εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γγ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β' της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ ή σε οποιοδήποτε άλλο φόρο ενδεχομένως στο μέλλον αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.
3. Εάν ένας φορολογούμενος που έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα διανείμει μέρισμα, καταβάλλει τόκους ή δικαιώματα σε νομικό πρόσωπο που δεν έχει συμπληρώσει είκοσι τέσσερις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού κατοχής μετοχών ή μεριδίων ή συμμετοχής, αλλά κατά τα λοιπά πληροί τους όρους των παραγράφων 1 και 2, ο υπόχρεος σε παρακράτηση που έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα μπορεί προσωρινά να μην προβεί σε παρακράτηση φόρου, εφόσον καταθέσει (τραπεζική) εγγύηση στη Φορολογική Διοίκηση ποσού ίσου προς:
συντελεστής παρακράτησης
−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−−− x διανεμηθέν ή καταβληθέν ποσό
1 −/− συντελεστής παρακράτησης
Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.
ΠΟΛ.1039/26.1.2015 «Οδηγίες για την εφαρμογή των άρθρων 48 και 63 του ν.4172/2013, αναφορικά με την απαλλαγή ενδοομιλικών μερισμάτων και παρακράτησης φόρου ενδοομιλικών πληρωμών»
Το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις κοινοποιούμενες διατάξεις, προκειμένου για τα νομικά πρόσωπα που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, εμφανίζεται σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού, το οποίο όμως δεν φέρει τον όρο «αφορολόγητο» όπως άλλωστε έχει διευκρινιστεί με την ΠΟΛ.1007/2.1.2014 εγκύκλιό μας για τα αφορολόγητα έσοδα που προβλέπονται από τις διατάξεις του νέου Κ.ΦΈ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα εισπραττόμενα μερίσματα κατ' εφαρμογή του άρθρου 48. Για τα λοιπά νομικά πρόσωπα που τηρούν απλογραφικά βιβλία, το απαλλασσόμενο ποσό θα αφαιρείται κατ' ανάγκη από τα καθαρά κέρδη προκειμένου για το προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών τους, δίχως να εμφανίζεται σε λογαριασμό αποθεματικού.
Επισημαίνεται, ότι η απαλλαγή επεκτείνεται και στις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν ζημιογόνα αποτελέσματα και δεν μπορούν να σχηματίσουν αποθεματικό, καθόσον το απαλλασσόμενο ποσό εμφανίζεται σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού, ανεξάρτητα από την επάρκεια κερδών ή όχι.
Αν διανεμηθεί ή κεφαλαιοποιηθεί το αποθεματικό αυτό ή μέρος του, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 4172/2013, δηλαδή αυτό δεν προστίθεται στα κέρδη της επιχείρησης συναθροιζόμενο με τα λοιπά κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ωστόσο, υπόκειται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 10%, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν.4172/2013, γιατί θεωρείται ότι εμπίπτει στην έννοια των μερισμάτων (διανεμομένων κερδών) με βάση τις διατάξεις των άρθρων 39 και 64 του ίδιου νόμου.
Για παράδειγμα, ανώνυμη εταιρεία με φορολογικό έτος 1.1.2014 - 31.12.2014, εμφανίζει κέρδη ισολογισμού 10.000.000 ευρώ. Μέσα στο έτος αυτό, εισέπραξε 2.000.000 ευρώ που αφορούν ενδοομιλικά μερίσματα που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 48, 665.000 ευρώ (καθαρό ποσό) που αφορά μερίσματα από θυγατρική με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. όπου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48 και για τα οποία έχει καταβληθεί φόρος νομικού προσώπου 300.000 ευρώ και έχει παρακρατηθεί φόρος μερισμάτων 35.000 ευρώ, καθώς και 576.000 ευρώ (καθαρό ποσό) από θυγατρική τρίτης χώρας, επί των οποίων έχει καταβληθεί φόρος αλλοδαπού νομικού προσώπου 160.000 ευρώ και έχει παρακρατηθεί φόρος 64.000 ευρώ.
Με βάση όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, το ποσό των 2.000.000 ευρώ θα αντιμετωπισθεί φορολογικά ως απαλλασσόμενο έσοδο και θα εμφανισθεί σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού. Για το ποσό των 665.000 ευρώ θα εφαρμοστεί η μέθοδος της πίστωσης φόρου ως τρόπος φορολόγησης των μερισμάτων, μετά την αναγωγή του σε μικτό ποσό με την προσθήκη του φόρου του αλλοδαπού νομικού προσώπου και του παρακρατηθέντος φόρου (665.000 + 35.000 + 300.000 = 1.000.000). Στη συνέχεια, από τον αναλογούντα φόρο που θα προκύψει θα συμψηφισθεί ο φόρος που καταβλήθηκε ως φόρος αλλοδαπού νομικού προσώπου καθώς και ο παρακρατηθείς φόρος μερισμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 68 του ν.4172/2013, μέχρι του ποσού του φόρου που αναλογεί στο εισόδημα αυτό στην Ελλάδα, ήτοι 260.000 ευρώ. Τέλος, για το ποσό των 576.000 ευρώ, θα εφαρμοσθεί επίσης η μέθοδος της πίστωσης του φόρου, μετά την αναγωγή του σε μικτό ποσό με την προσθήκη μόνο του παρακρατηθέντος φόρου μερισμάτων (640.000) και θα συμψηφισθεί ο παρακρατηθείς αυτός φόρος.
ΠΟΛ.1036/26.1.2015 Καθορισμός εντύπων εφαρμογής, σύμφωνα με το άρθρο 63 του Ν. 4172/2013, αναφορικά με την απαλλαγή παρακράτησης φόρου ενδοομιλικών πληρωμών
Χρόνος υποβολής των εντύπων εφαρμογής
Τα έντυπα εφαρμογής του άρθρου 63 του Ν. 4172/2013 για την απαλλαγή από την παρακράτηση φόρου στα καταβαλλόμενα ενδοομιλικά μερίσματα (Παράρτημα Α΄), καθώς και στους τόκους και δικαιώματα που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών (Παράρτημα Β΄) συνυποβάλλονται κάθε φορά με τη δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου που ορίζεται από τις διατάξεις της ΠΟΛ.1011/2.1.2014 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ 8 Β΄/08.01.2014).
Σε περίπτωση μη διενέργειας παρακράτησης φόρου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 63 του Ν. 4172/2013, η εγγύηση κατατίθεται χειρόγραφα από τον υπόχρεο σε παρακράτηση φόρου στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ), μέχρι το χρόνο υποβολής του πιο πάνω εντύπου, στον αντίστοιχο πίνακα του οποίου συμπληρώνονται τα σχετικά με την εγγυητική επιστολή στοιχεία.
18. Αποτίμηση συμμετοχών και χρεογράφων (λογ. 18.00 – 18.01, λογ. 34
Χαρακτηρισμός των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ανάλογα με τις επενδυτικές προθέσεις της διοίκησης της οντότητας και το συμβατικό ή εκτιμώμενο χρόνο διακανονισμού τους.
1. Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (Available for sale financial instruments): Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία τα οποία κατά την αρχική αναγνώριση καθορίζονται από την οντότητα ως διαθέσιμα για πώληση, καθώς και κάθε άλλο μη παράγωγο χρηματοοικονομικό μέσο που δεν εντάσσεται στις κατηγορίες:
α) των δανείων και απαιτήσεων που δημιουργούνται από την οντότητα,
β) των διακρατούμενων μέχρι τη λήξη επενδύσεων, και
γ) των χρηματοοικονομικών στοιχείων εμπορικού χαρτοφυλακίου.
2. Διακρατούμενες μέχρι τη λήξη επενδύσεις (Held to maturity investments): Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με καθορισμένες ή προσδιορίσιμες πληρωμές και καθορισμένη λήξη, τα οποία η οικονομική οντότητα έχει την πρόθεση και τη δυνατότητα να διακρατήσει μέχρι τη λήξη, εκτός από:
α) εκείνα που εμπίπτουν στον ορισμό των δανείων και απαιτήσεων.
β) εκείνα που κατά την αρχική αναγνώριση η οντότητα καθορίζει ως στοιχεία του εμπορικού χαρτοφυλακίου ή ως διαθέσιμα προς πώληση.
Θυγατρική οντότητα (subsidiary): Μια οντότητα που ελέγχεται από μια μητρική οντότητα, άμεσα ή έμμεσα
Συγγενής οντότητα (associated entity): Συγγενής οντότητα είναι μια οντότητα στην οποία συμμετέχει μια άλλη οντότητα και επί της οποίας η άλλη οντότητα ασκεί ουσιώδη επιρροή στις λειτουργίες και χρηματοοικονομικές πολιτικές της. Η συγγενής οντότητα δεν είναι ούτε θυγατρική ούτε κοινοπραξία για την άλλη οντότητα.
Συμμετοχικά δικαιώματα (Participating interests): Δικαιώματα επί του κεφαλαίου (καθαρής θέσης) άλλων οντοτήτων, ενσωματωμένα ή όχι σε τίτλους, τα οποία δημιουργούν ένα σταθερό σύνδεσμο με αυτές τις οντότητες και προορίζονται να συμβάλλουν στη δραστηριότητα της οντότητας που είναι κάτοχος των δικαιωμάτων αυτών. Η κατοχή τμήματος του κεφαλαίου μιας άλλης οντότητας θεωρείται ότι αποτελεί «συμμετοχικό δικαίωμα» όταν αντιπροσωπεύει δικαιώματα μικρότερα του 20% και μεγαλύτερα ή ίσα του 10%.
Συμμετοχικός τίτλος ή Τίτλος καθαρής θέσης (Equity instrument). Δικαίωμα επί του κεφαλαίου (καθαρής θέσης) άλλης οντότητας, ανεξαρτήτως ποσοστού συμμετοχής.
Συνδεδεμένο μέρος (Related party): Είναι:
α) Πρόσωπο ή στενό μέλος της οικογένειας αυτού του προσώπου είναι συνδεδεμένο μέρος με την οντότητα που καταρτίζει χρηματοοικονομικές καταστάσεις εάν:
α1) Είναι μέλος των βασικών διοικητικών στελεχών της καταρτίζουσας οντότητας ή μιας μητρικής της, ή
α2) Έχει τον έλεγχο της καταρτίζουσας οντότητας, ή
α3) Ασκεί από κοινού έλεγχο ή ουσιώδη επιρροή επί της καταρτίζουσας οντότητας ή έχει σημαντικά δικαιώματα ψήφου σε αυτή.
β) Μια οντότητα είναι συνδεδεμένη με την καταρτίζουσα οντότητα, αν ισχύει μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
β1) Η οντότητα και η καταρτίζουσα οντότητα είναι μέλη του ίδιου ομίλου (που σημαίνει ότι κάθε μητρική, θυγατρική και αδελφή θυγατρική είναι συνδεδεμένα μέρη μεταξύ τους).
β2) Οποιαδήποτε οντότητα είναι συγγενής ή κοινοπραξία της άλλης οντότητας (ή ενός μέλους ομίλου στον οποίο η άλλη οντότητα είναι μέλος).
β3) Και οι δύο οντότητες είναι κοινοπραξίες μιας τρίτης οντότητας.
β4) Οποιαδήποτε οντότητα είναι κοινοπραξία μιας τρίτης οντότητας και η άλλη οντότητα είναι συγγενής της τρίτης οντότητας.
β5) Η οντότητα είναι ένα πρόγραμμα καθορισμένων παροχών μετά την έξοδο από την υπηρεσία, προς όφελος των εργαζομένων είτε της καταρτίζουσας οντότητας είτε μιας οντότητας συνδεδεμένης με αυτήν. Εάν η καταρτίζουσα οντότητα είναι η ίδια ένα πρόγραμμα καθορισμένων παροχών, οι εργοδότες-χρηματοδότες του προγράμματος, είναι επίσης συνδεδεμένοι στο πρόγραμμα.
β6) Η οντότητα ελέγχεται ή ελέγχεται από κοινού από πρόσωπο αναφερόμενο στο (α).
β7) Ένα πρόσωπο αναφερόμενο στο (αϊ) διαθέτει σημαντική δύναμη ψήφων στην οντότητα.
β8) Ένα πρόσωπο αναφερόμενο στο (αϊ) ασκεί ουσιώδη επιρροή επί της οντότητας ή διαθέτει σημαντική δύναμη ψήφων σε αυτή.
β9) Ένα πρόσωπο ή ένα στενό μέλος της οικογένειάς του ταυτόχρονα διαθέτει ουσιώδη επιρροή ή σημαντική δύναμη ψήφων επί της οντότητας και ασκεί από κοινού έλεγχο στην καταρτίζουσα οντότητα.
β10) Ένα μέλος των βασικών διοικητικών στελεχών της καταρτίζουσας οντότητας ή μιας μητρικής της οντότητας, ή ένα στενό μέλος της οικογένειας αυτού του προσώπου, ασκεί έλεγχο ή από κοινού έλεγχο επί της καταρτίζουσας οντότητας ή διαθέτει σημαντική δύναμη ψήφων σε αυτή
Λογιστική αντιμετώπιση Αποτίμηση συμμετοχών και χρεογράφων
Σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν.4308/2014 όλα τα χρηματοοικονομικά στοιχεία αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος.
- Με τον όρο χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία που παρατίθεται στο Παράρτημα Α (γλωσσάριο όρων), νοούνται τόσο τα απλά και γνωστά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ―όπως οι απαιτήσεις, οι μετοχές, οι λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι (συμμετοχές στην καθαρή θέση άλλων οντοτήτων) και τα ομόλογα (κρατικά και εταιρικά)― όσο και τα πιο περίπλοκα ―όπως επενδύσεις σε αμοιβαία κεφάλαια, τα παράγωγα και τα σύνθετα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (για παράδειγμα ένα ομόλογο με ενσωματωμένο παράγωγο). (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 19.1.1)
- Το κόστος κτήσης περιλαμβάνει το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων (ή ταμειακών ισοδύναμων) ή την εύλογη αξία άλλου ανταλλάγματος που διατέθηκε για την απόκτηση, πλέον δαπάνες αγοράς. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 19.1.2)
Μεταγενέστερα της αρχικής αναγνώρισης, τα χρηματοοικονομικά στοιχεία επιμετρώνται στο κόστος κτήσεως μείον ζημίες απομείωσης.
Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης, όταν υπάρχουν σχετικές ενδείξεις.
Ενδείξεις απομείωσης θεωρείται ότι υφίστανται όταν:
α) Υπάρχουν προφανείς, σοβαρές χρηματοοικονομικές δυσκολίες του εκδότη ή του υπόχρεου των χρηματοοικονομικών στοιχείων ή
β) η λογιστική αξία είναι σημαντικά υψηλότερη από την εύλογη αξία αυτών των στοιχείων (όταν η εύλογη αξία υπάρχει) ή
γ) δυσμενείς τοπικές, εθνικές ή διεθνείς συνθήκες αυξάνουν την πιθανότητα αθέτησης βασικών δεσμεύσεων που απορρέουν από τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία.»
Ζημία απομείωσης προκύπτει όταν η λογιστική αξία του στοιχείου είναι μεγαλύτερη από το ποσό που η οντότητα εκτιμά ότι θα ανακτήσει από το στοιχείο αυτό.
Το ποσό που η οντότητα εκτιμά ότι θα ανακτήσει από ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο είναι το μεγαλύτερο από:
α) Την παρούσα αξία του ποσού που εκτιμάται ότι θα ληφθεί από το περιουσιακό στοιχείο, υπολογιζόμενη με τη χρήση του αρχικού πραγματικού επιτοκίου ή
β) την εύλογη αξία του στοιχείου, μειωμένη με το απαιτούμενο κόστος πώλησης.
Οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων και αναστρέφονται ως κέρδη σε αυτή, όταν οι συνθήκες που τις προκάλεσαν πάψουν να υφίστανται. Αναστροφή γίνεται μέχρι της αξίας που θα είχε το στοιχείο, εάν δεν είχε αναγνωριστεί ζημία απομείωσης.
Δηλαδή, μετά την αναστροφή της απομείωσης, το χρηματοοικονομικό στοιχείο δεν δύναται να έχει λογιστική αξία μεγαλύτερη εκείνης που θα είχε εάν δεν είχε προηγηθεί η απομείωση, καθόσον η επιμέτρηση γίνεται στο κόστος κτήσης. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 19.8.1)
Ειδικότερα, για τα χρηματοοικονομικά στοιχεία του μη κυκλοφορούντος ενεργητικού οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα.
{Όταν εφαρμόζεται το κόστος κτήσης, τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία παρουσιάζονται στον ισολογισμό ως στοιχεία του μη κυκλοφορούντος και του κυκλοφορούντος ενεργητικού, ανάλογα με τις επενδυτικές προθέσεις της διοίκησης της οντότητας και το συμβατικό ή εκτιμώμενο χρόνο διακανονισμού τους.
Για παράδειγμα, ένα δεκαετές ομόλογο λήξης στις 20 Δεκεμβρίου 20Χ7 το οποίο η επιχείρηση έχει την πρόθεση να διακρατήσει μέχρι τη λήξη του, παρουσιάζεται στον ισολογισμό του έτους 20Χ5 στα μη κυκλοφορούντα στοιχεία και στον ισολογισμό του 20Χ6 στα κυκλοφορούντα. Εάν όμως κατά την 31 Δεκεμβρίου 20Χ5 η επιχείρηση έχει λάβει απόφαση να το πουλήσει εντός του έτους 20Χ6, το στοιχείο θα εμφανιστεί στο κυκλοφορούν ενεργητικό. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 19.11.1)}
Η πτώση της χρηματιστηριακής αξίας ενός διαπραγματεύσιμου χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου, έντοκου ή μη, σε επίπεδα κάτω του κόστους κτήσης, δεν συνεπάγεται ότι, σε κάθε περίπτωση, έχει επέλθει απομείωση της αξίας του.
Συνεπώς, απαιτείται εξέταση των πραγματικών περιστατικών για την τεκμηρίωση της ύπαρξης ζημιών απομείωσης μόνιμου χαρακτήρα, προκειμένου να αναγνωρισθούν βάσει των προβλέψεων του νόμου.
Για παράδειγμα:
α) Η πτώση της τιμής ενός ομολόγου λόγω ανόδου των επιτοκίων, για το οποίο όμως υπάρχει πρόθεση διακράτησης ως τη λήξη του, δεν συνιστά ζημία απομείωσης, εφόσον εκτιμάται βάσιμα ότι κατά τη λήξη του θα εισπραχθεί το σύνολο της ονομαστικής αξίας του.
β) Η πτώση της τιμής μιας μετοχής, που έχει αποκτηθεί ως μακροπρόθεσμη επένδυση, λόγω γενικής πτώσης στο χρηματιστήριο, δεν συνιστά απομείωση εάν η οντότητα που έχει εκδώσει τις μετοχές δεν αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και εκτιμάται ότι η μετοχή θα ανακτήσει την αξία της.
γ) Η σημαντικά μικρότερη εσωτερική λογιστική αξία μιας μετοχής (η αξία της βάσει του συνόλου της καθαρής θέσης της οντότητας που την έχει εκδώσει) από την αξία κτήσης της, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει απομείωση. Ενδεικτικά, η εν λόγω οντότητα μπορεί να κατέχει περιουσιακά στοιχεία που παρακολουθεί στο κόστος κτήσης, τα οποία όμως έχουν σημαντικές υπεραξίες που δεν εμφανίζονται. Επίσης, μπορεί να έχει υψηλά κέρδη τα οποία διανέμονται και μέσω των οποίων ανακτάται το κόστος της επένδυσης. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 19.8.4)
Φορολογική αντιμετώπιση
Σύμφωνα με το άρθρο 22 του Ν 4172/2013 κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες: α)… β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,
Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ.1 περ. δ του Ν 4172/2013 δεν εκπίπτουν οι προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26,
Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 διευκρινίστηκε ότι η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων, χρεογράφων, υποχρεώσεων, κ.λπ. δεν είναι δαπάνη που αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή, αλλά η όποια δαπάνη θα προκύψει κατά τη μεταβίβαση των υπόψη τίτλων, κ.λπ. ή εξόφληση της σχετικής υποχρέωσης.
Β. Ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης από την εκκαθάριση εταιρείας στην οποία συμμετέχει, καθώς και λόγω μείωσης μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας
1. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίστηκε ότι η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων, χρεογράφων, υποχρεώσεων, κ.λπ. δεν είναι δαπάνη που αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή, αλλά η όποια δαπάνη θα προκύψει κατά τη μεταβίβαση των υπόψη τίτλων, κ.λπ. ή εξόφληση της σχετικής υποχρέωσης.
2. Από τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων έχει κριθεί ότι όταν μια επιχείρηση κατέχει μετοχές ανώνυμης εταιρείας, η τελευταία δε προβεί σε μείωση του μετοχικού της κεφαλαίου και σε αντίστοιχη μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών της, η υποτίμηση αυτή των μετοχών δεν συνιστά για την επιχείρηση κάτοχο των εν λόγω μετοχών πραγματοποιηθείσα ζημία που να μπορεί να εκπεσθεί από τα ακαθάριστα έσοδα της, εφόσον δεν έλαβε χώρα και εκποίηση μετοχών στην υποτιμηθείσα αξία τους (ΣτΕ 1168/1988 7μελούς, 290/1989, 936/1992).
3. Η Συνέλευση των Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων της Διοίκησης με την αριθ. 628/08.06.1984 γνωμοδότησή της γνωμοδότησε ότι, όταν μία επιχείρηση κατέχει μετοχές ανώνυμης εταιρείας και λόγω αυτής της συμμετοχής φέρεται ότι αποκτά ζημία, η ζημία αυτή καθίσταται οριστική και εκκαθαρισμένη όταν αποκτάται από την πώληση των υπόψη συμμετοχών, ενώ αν δεν λάβει χώρα πώληση αυτή οριστικοποιείται με την εκκαθάριση της ανώνυμης εταιρείας.
4. Η Δ/νση Ανωνύμων Εταιρειών και Πίστεως (Τμήμα Α') της Γενικής Δ/νσης Εσωτερικού Εμπορίου του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (νυν Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού), μετά από σχετικό ερώτημα της υπηρεσίας μας για τον χρόνο που προκύπτει το τελικό προϊόν της εκκαθάρισης Α.Ε., μας γνώρισε με το αριθ. πρωτ. Κ2 - 3748/21.6.2011 έγγραφό της, μεταξύ άλλων, ότι ο ισολογισμός λήξης της εκκαθάρισης καθίσταται οριστικός και επιφέρει αποτελέσματα από την έγκρισή του από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, η οποία είναι το αρμόδιο για την έγκρισή του όργανο (αριθ. πρωτ. Δ12 1103713 ΕΞ 2011/19.07.2011 έγγραφό μας).
5. Με τις διατάξεις του άρθρου 293 του ν.4072/2012 ορίζεται ότι η κοινοπραξία είναι εταιρεία χωρίς νομική προσωπικότητα. Εφόσον καταχωρηθεί στο Γ.ΕΜΗ. ή εμφανίζεται προς τα έξω, αποκτά, ως ένωση προσώπων, ικανότητα δικαίου και πτωχευτική ικανότητα. Στην κοινοπραξία που συστήθηκε με σκοπό το συντονισμό της δραστηριότητας των μελών της εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την αστική εταιρεία. Η σύμβαση κοινοπραξίας μπορεί να προβλέπει ότι για τις υποχρεώσεις της κοινοπραξίας έναντι τρίτων τα κοινοπρακτούντα μέλη θα ευθύνεται εις ολόκληρον. Εφόσον, η κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα, καταχωρίζεται υποχρεωτικά στο Γ.Ε.ΜΗ. και εφαρμόζονται ως προς αυτή αναλόγως οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρεία.
6. Με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι οι όροι που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε. έχουν την έννοια που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, εκτός αν ο Κ.Φ.Ε. ορίζει διαφορετικά. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, για τους σκοπούς του ισχύοντος Κ.Φ.Ε. νοείται ως νομική οντότητα και κάθε φύσης κοινοπραξία.
7. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι κατά την εκκαθάριση εταιρείας (θυγατρικής) της οποίας τις μετοχές κατέχει άλλη εταιρεία (μητρική), η υπόψη αξία στα βιβλία της δεύτερης εταιρείας αποτελεί ζημία οριστική και εκκαθαρισμένη, καθόσον η ζημία των συμμετοχών οριστικοποιείται με την αναγκαστική διαγραφή τους και εμφάνιση της αξίας αυτών σε αποτελεσματικό λογαριασμό (απώλεια πάγιου περιουσιακού στοιχείου - σχετ. 5449/2013 ΔΕΦ ΑΘ). Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι δεν πρόκειται για μία αποτίμηση των υπόψη συμμετοχών, αλλά για οριστική διαγραφή συμμετοχών, το υπόψη ποσό εκπίπτει με τις προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013. Επισημαίνεται ότι αν οι υπόψη εταιρείες είχαν καταστεί συνδεδεμένες κατά το άρθρο 2 του ν. 4172/2013 μέσω της αγοράς μετοχών, για τις εν λόγω συναλλαγές εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 50 του ίδιου νόμου περί ενδοομιλικών συναλλαγών.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση εκκαθάρισης κοινοπραξίας, δεδομένου ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 293 του ν. 4072/2012, η κοινοπραξία που ασκεί εμπορική δραστηριότητα αντιμετωπίζεται ως ομόρρυθμη εταιρεία.
8. Όσον αφορά στη ζημία από την εκκαθάριση αλλοδαπής εταιρείας, αυτή εξετάζεται στο πλαίσιο των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 27 του ν. 4172/2013, με βάση τις οποίες η ζημία αυτή ως ζημία αλλοδαπής καταρχήν δεν μπορεί να συμψηφιστεί με εισοδήματα που προκύπτουν στην ημεδαπή. Ωστόσο, μπορεί να συμψηφιστεί με εισοδήματα που προκύπτουν σε κράτη - μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., τα οποία δεν απαλλάσσονται στη βάση ΣΑΔΦ που έχει συνάψει και εφαρμόζει η Ελλάδα (σχετ. η ΠΟΛ.1088/24.6.2016 εγκύκλιός μας). Ειδικότερα, η ζημία από την εκκαθάριση αλλοδαπής από κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. θα πρέπει να παρακολουθείται διακεκριμένα στα βιβλία της επιχείρησης προκειμένου να συμψηφισθεί εντός πενταετίας με μελλοντικά έσοδα από χώρες της ΕΕ και του Ε.Ο.Χ. (εξαιρουμένων των εισοδημάτων εκείνων που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος). Ως κρίσιμος χρόνος για την έναρξη της πενταετίας λαμβάνεται εκείνος της πίστωσης της ζημίας από εκκαθάριση στα βιβλία της ημεδαπής επιχείρησης.
9. Όσον αφορά στη ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης από την επιστροφή και ακύρωση μέρους των μετοχών ανώνυμης εταιρείας στην οποία συμμετέχει, λόγω μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας, αυτή δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον δεν έχει λάβει χώρα η εκποίηση των μετοχών. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση κατά την οποία η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας πραγματοποιηθεί με αντίστοιχη μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών της.
ΔΕΑΦΒ 1139451 ΕΞ 2018 - Ζημία που προκύπτει για επιχείρηση από την εκκαθάριση εταιρείας στην οποία συμμετέχει.
1. Με την ΠΟΛ.1094/30.6.2016 εγκύκλιό μας διευκρινίστηκε ότι κατά την εκκαθάριση εταιρείας (θυγατρικής) της οποίας τις μετοχές κατέχει άλλη εταιρεία (μητρική), η υπόψη αξία στα βιβλία της δεύτερης εταιρείας αποτελεί ζημία οριστική και εκκαθαρισμένη, καθόσον η ζημία των συμμετοχών οριστικοποιείται με την αναγκαστική διαγραφή τους και εμφάνιση της αξίας αυτών σε αποτελεσματικό λογαριασμό (απώλεια πάγιου περιουσιακού στοιχείου – σχετ. 5449/2013 ΔΕΦ ΑΘ). Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι δεν πρόκειται για μία αποτίμηση των υπόψη συμμετοχών, αλλά για οριστική διαγραφή συμμετοχών, το υπόψη ποσό εκπίπτει με τις προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση εκκαθάρισης κοινοπραξίας, δεδομένου ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 293 του ν. 4072/2012, η κοινοπραξία που ασκεί εμπορική δραστηριότητα αντιμετωπίζεται ως ομόρρυθμη εταιρεία.
2. Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση συμμετοχής προσωπικής εταιρείας, ΑΕ ή ΕΠΕ (περιλαμβανομένων και των ΙΚΕ) σε προσωπική εταιρεία ή ΕΠΕ (περιλαμβανομένων και των ΙΚΕ) η οποία εκκαθαρίζεται, δεδομένου ότι για φορολογικούς σκοπούς η εκκαθάριση δεν διαφέρει από εκείνη των ανωνύμων εταιρειών, καθόσον η υπόψη ζημία καθίσταται οριστική με την εκκαθάριση της προσωπικής εταιρείας ή της ΕΠΕ/ΙΚΕ και αντιμετωπίζεται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013, όπως εξάλλου έχει ήδη γίνει δεκτό με την παραπάνω εγκύκλιο και στην περίπτωση εκκαθάρισης κοινοπραξίας.
Επισήμανση:
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 5 του ν.4308/2014 το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.
Η παρακολούθηση των δύο βάσεων δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων.
Οι διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης διακρίνονται σε μόνιμες και προσωρινές.
Προσωρινή διαφορά βάσει του ορισμού του Παραρτήματος Α είναι η διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας και της φορολογικής βάσης ενός στοιχείου, όταν η διαφορά αυτή αναστρέφεται στο μέλλον.
Σε αντιδιαστολή προς τις προσωρινές, μόνιμες είναι οι διαφορές μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης που δεν αντιστρέφονται.
Σε σχέση με τα παραπάνω αναφέρονται τα εξής:
- Η ζημία που προκύπτει από αποτίμηση τίτλων από 1.1.2014 και μετά δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις της περ. β' του άρθρου 22 του ν.4172/2013, καθόσον δεν αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή.
- Για λογιστικούς σκοπούς, οι απομειώσεις των εν λόγω στοιχείων, εφόσον υπάρχουν, σχηματίζονται βάσει των προβλέψεων του ν. 4308/2014 στο ποσό που προκύπτει.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1003/31.12.2014, οι ζημίες απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων και η αναστροφή απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων (κέρδος) περιλαμβάνονται στον πίνακα με τις διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης και δεν επηρεάζουν τη φορολογική βάση.
Οπότε θα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες λογιστικές αναμορφώσεις.
19. Αποτίμηση Λογαριασμών σε Ξένο Νόμισμα (λογ. 30.01, λογ. 50.01 , λογ. 51.01, λογ. 45 , λογ. 52, λογ. 38.05-38.06)
Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα
Σύμφωνα με το άρθρο 27 Ν.4308/2014 μία συναλλαγή σε ξένο νόμισμα μετατρέπεται κατά την αρχική αναγνώριση στο νόμισμα στο οποίο καταρτίζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας με την ισχύουσα συναλλαγματική ισοτιμία κατά τη συναλλαγή.
Για την εφαρμογή των παραπάνω, έχει σημασία η ταξινόμηση των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων σε νομισματικά και μη νομισματικά (monetary / non-monetary items). Σύμφωνα με το σχετικό ορισμό του Παραρτήματος Α, του ν 4308/2014 νομισματικά ή χρηματικά στοιχεία είναι οι κατεχόμενες μονάδες νομίσματος και περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που θα εισπραχθούν ή πληρωθούν σε ένα καθορισμένο ή προσδιορίσιμο αριθμό μονάδων νομίσματος.
Παραδείγματα νομισματικών στοιχείων είναι τα διαθέσιμα ή ταμειακά ισοδύναμα, οι παντός είδους απαιτήσεις και οι χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις. Παραδείγματα μη νομισματικών στοιχείων είναι τα κατεχόμενα πάγια περιουσιακά στοιχεία, οι προκαταβολές και οι συμμετοχικοί τίτλοι. 27.1.2
Η βασική αρχή που ακολουθείται στην αρχική αναγνώριση μιας συναλλαγής σε ξένο νόμισμα (έσοδο, έξοδο, περιουσιακό στοιχείο, υποχρέωση ή καθαρή θέση) είναι ότι η συναλλαγή αυτή μετατρέπεται στο νόμισμα στο οποίο καταρτίζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας με την ισχύουσα, κατά περίπτωση, συναλλαγματική ισοτιμία κατά τη συναλλαγή.
Στο τέλος κάθε περιόδου αναφοράς τα υπάρχοντα στοιχεία ισολογισμού που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα μετατρέπονται στο νόμισμα στο οποίο καταρτίζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας ως εξής:
α) Τα νομισματικά στοιχεία μετατρέπονται με την ισοτιμία κλεισίματος της ημερομηνίας του ισολογισμού (συνεπώς προκύπτουν συναλλαγματικές διαφορές).
Παραδείγματα νομισματικών στοιχείων είναι τα διαθέσιμα ή ταμειακά ισοδύναμα, οι παντός είδους απαιτήσεις και οι χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις.
β) Τα μη νομισματικά στοιχεία που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα και επιμετρώνται στο ιστορικό κόστος, μετατρέπονται με την ισοτιμία της αρχικής αναγνώρισης (συνεπώς δεν προκύπτουν συναλλαγματικές διαφορές).
Παραδείγματα μη νομισματικών στοιχείων είναι τα κατεχόμενα πάγια περιουσιακά στοιχεία, οι προκαταβολές και οι συμμετοχικοί τίτλοι.
γ) Τα μη νομισματικά στοιχεία που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα και επιμετρώνται στην εύλογη αξία, μετατρέπονται με την ισοτιμία της ημέρας στην οποία η εύλογη αξία προσδιορίστηκε (συνεπώς προκύπτουν συναλλαγματικές διαφορές).
Οι διαφορές που προκύπτουν αντιμετωπίζονται λογιστικά με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μεταβολές της εύλογης αξίας, σύμφωνα με το άρθρο 24. Δηλαδή, οι εν λόγω συναλλαγματικές διαφορές ενσωματώνονται στις διαφορές εύλογης αξίας που αναγνωρίζονται είτε στα αποτελέσματα (π.χ. εμπορικό χαρτοφυλάκιο) είτε στην καθαρή θέση (π.χ. διαθέσιμα για πώληση).
Oι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν:
α) από το διακανονισμό νομισματικών στοιχείων ή
β) από τη μετατροπή τους με ισοτιμία διαφορετική από την ισοτιμία μετατροπής κατά την αρχική αναγνώριση ή κατά τη σύνταξη προγενέστερων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτουν.
Παράδειγμα
Στις 12/09/20Χ1 η ΑΛΦΑ που τηρεί τα βιβλία της σε € πώλησε σε πελάτη του εξωτερικού προϊόντα αξίας $10.000 με πίστωση έξι μηνών.
Κατά την ημερομηνία της πώλησης η ισοτιμία δολαρίου – ευρώ ήταν $/€=1/0,8, δηλαδή 1 δολάριο = 0,8 ευρώ. Κατά την 31/12/20Χ1 η ισοτιμία δολαρίου – ευρώ ήταν 1/0,65 και κατά τον τελικό διακανονισμό στις 12/03/20Χ2 ήταν 1/0,70.
Ερώτημα:
Να υπολογιστούν τα ποσά των προκυπτουσών συναλλαγματικών διαφορών στις χρήσεις 20Χ1 και 20Χ2.
Λύση – Ανάλυση
Ποσό $ Ισοτιμία $/€ Ποσό € Συν/κές διαφορές 12/09/20Χ1 10.000,00 0,80 8.000,00 — 31/12/20Χ1 10.000,00 0,65 6.500,00 -1.500,00 12/03/20Χ2 10.000,00 0,70 7.000,00 500,00
Με βάση τους υπολογισμούς του ανωτέρω πίνακα, η ΑΛΦΑ θα αναγνωρίσει ζημία 1.500 ευρώ από (χρεωστικές) συναλλαγματικές διαφορές στη χρήση 20Χ1 επιμετρώντας τον πελάτη της στο ποσό των 6.500 ευρώ, και κέρδος 500 ευρώ από (πιστωτικές) συναλλαγματικές στη χρήση 20Χ2 κατά το διακανονισμό της απαίτησης, αφού θα εισπράξει τελικά 7.000 ευρώ ενώ η λογιστική αξία της απαίτησης την 31.12.20Χ1 ήταν 6.500 (επιμέτρηση 31/12/20Χ1). Οι σχετικές λογιστικές εγγραφές θα έχουν ως εξής:
12/09/20Χ1 Πελάτες 8.000 Πωλήσεις 8.000 31/12/20Χ1 Χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές επιμέτρησης 1.500 Πελάτες 1.500 12/03/20Χ2 Ταμείο 7.000 Πελάτες 6.500 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές διακανονισμού 500
Η συναλλαγματική διαφορά που προκύπτει από νομισματικό στοιχείο το οποίο αποτελεί μέρος της καθαρής επένδυσης σε αλλοδαπή δραστηριότητα, αναγνωρίζεται κατευθείαν ως στοιχείο (διαφορά) στην καθαρή θέση. Το στοιχείο αυτό της καθαρής θέσης μεταφέρεται στα αποτελέσματα κατά τη διάθεση της αλλοδαπής δραστηριότητας.
Η γνωμάτευση του Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 23 ΕΞ 20.2.2018 που δημοσιεύθηκε στις 27-02-2018 με θέμα Αποτίμηση ξένου συναλλάγματος αναφέρει ότι η επιλογή της ισοτιμίας για σκοπούς σύνταξης οικονομικών καταστάσεων θα πρέπει να γίνει με βάση την τιμή που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ.
Φορολογική Νομοθεσία
Σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1, περ δ του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι δεν εκπίπτουν οι προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26.
Επίσης, με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίστηκε ότι η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων, χρεογράφων, υποχρεώσεων, κ.λπ. δεν είναι δαπάνη που αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή, αλλά η όποια δαπάνη θα προκύψει κατά τη μεταβίβαση των υπόψη τίτλων, κ.λπ. ή εξόφληση της σχετικής υποχρέωσης.
Η Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1027291 ΕΞ 2016/17.2.2016 με θέμα «Φορολογική μεταχείριση των συναλλαγματικών διαφορών που προκύπτουν από την αποτίμηση και τον διακανονισμό απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013»
διευκρινίζονται τα ακόλουθα αναφορικά με τις συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση ή τον διακανονισμό απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα: Για φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μέχρι την έναρξη ισχύος των διατάξεων του ν. 4308/2014 (31η Δεκεμβρίου 2014):
α) οι χρεωστικές διαφορές που προκύπτουν από την αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα και οι οποίες μεταφέρονται στη χρέωση του λογαριασμού 81.00.04 από τους σχετικούς υπολογαριασμούς του λογαριασμού 44.14 «προβλέψεις για συναλλαγματικές διαφορές από αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων», δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση, καθόσον, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας, οι σχετικές διαφορές δεν αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, αλλά οι όποιες διαφορές θα προκύψουν κατά τον διακανονισμό (είσπραξη, πληρωμή) των σχετικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων, οπότε και θα κριθεί η έκπτωσή τους με βάση τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν. 4172/2013.
β) οι πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα, οι οποίες μεταφέρονται στην πίστωση του λογαριασμού 81.01.04, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παρ. 6 του παρόντος, δεν υπόκεινται κατά τον χρόνο αυτόν σε φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθόσον η εν λόγω αποτίμηση δεν αποτελεί επιχειρηματική συναλλαγή ώστε τα προερχόμενα από αυτήν έσοδα να αποτελούν έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά οι όποιες πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές θα υπαχθούν σε φόρο κατά τον διακανονισμό των σχετικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων, κατ' ανάλογη εφαρμογή όσων έχουν γίνει δεκτά με την ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας, σχετικά με την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων στην εύλογη αξία.
Τα αναφερόμενα ανωτέρω σχετικά με την φορολογική μεταχείριση των χρεωστικών και πιστωτικών συναλλαγματικών διαφορών που προκύπτουν από τον διακανονισμό ή την επιμέτρηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων (νομισματικών στοιχείων) εφαρμόζονται ανάλογα και κατά περίπτωση και για τις διαφορές που προκύπτουν σε φορολογικά έτη που αρχίζουν μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014, οπότε και ισχύουν οι διατάξεις του ν. 4308/2014.
Συνεπώς σχετικά με τις συναλλαγματικές διαφορές από αποτίμηση σε ξένο νόμισμα ως προς την φορολογική νομοθεσία ισχύουν τα εξής:
α) οι χρεωστικές διαφορές που προκύπτουν από την αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση, καθόσον, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 οι σχετικές διαφορές δεν αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, αλλά οι όποιες διαφορές θα προκύψουν κατά τον διακανονισμό (είσπραξη, πληρωμή) των σχετικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων, οπότε και θα κριθεί η έκπτωσή τους με βάση τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν. 4172/2013.
β) οι πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα, δεν υπόκεινται κατά τον χρόνο αυτόν σε φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθόσον η εν λόγω αποτίμηση δεν αποτελεί επιχειρηματική συναλλαγή ώστε τα προερχόμενα από αυτήν έσοδα να αποτελούν έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά οι όποιες πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές θα υπαχθούν σε φόρο κατά τον διακανονισμό των σχετικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων, κατ' ανάλογη εφαρμογή όσων έχουν γίνει δεκτά με την ΠΟΛ.1059/18.3.2015.
Οπότε θα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες λογιστικές αναμορφώσεις.
20. Έλεγχος Παρακρατούμενων Φόρων
• Γίνεται Έλεγχός όσον αφορά τους λογαριασμούς του λογιστικού σχεδίου 61.00 - 61.01 «Αμοιβές & έξοδα τρίτων» σε συνδυασμό με το λογ. 54.04 «Φόροι- τέλη αμοιβών τρίτων» και τις σχετικές υποβληθείσες περιοδικές δηλώσεις.
• Επίσης γίνεται έλεγχος όσον αφορά α) τους πελάτες της επιχείρησης (δημόσιο), οι οποίοι προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου και β) τις τράπεζες οι οποίες παρακρατούν φόρο στους τόκους των καταθέσεων (λογ. 33.13.06 και 33.13.10).
Για τις εν λόγω παρακρατήσεις πρέπει να λήφθουν οι σχετικές βεβαιώσεις, ώστε να συμψηφιστούν στην δήλωση φορολογίας εισοδήματος.
Σύμφωνα με το άρθρο 62 παρ. 1 του ν.4172/2013 οι ακόλουθες πληρωμές υπόκειται σε παρακράτηση φόρου:
α) μερίσματα,
β) τόκοι,
γ) δικαιώματα (royalties),
δ) αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες, ανεξαρτήτως εάν έχουν παρασχεθεί στην Ελλάδα, όταν ο λήπτης της αμοιβής είναι φυσικό πρόσωπο,
ε) το ασφάλισμα που καταβάλλεται εφάπαξ ή με τη μορφή περιοδικά καταβαλλόμενης παροχής στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων,
στ) η υπεραξία που αποκτά φυσικό πρόσωπο από μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας σύμφωνα με το άρθρο 41 εκτός της περίπτωσης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 και της περίπτωσης ε' της παραγράφου 6 του άρθρου 41.
Με την ΠΟΛ.1120/25.4.2014 με θέμα Φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές και παρόμοιες υπηρεσίες διευκρινίστηκαν τα εξής:
Στις αμοιβές για τεχνικά έργα περιλαμβάνονται οι αμοιβές που καταβάλλονται σε εργολήπτες κατασκευής κάθε είδους τεχνικών έργων καθώς και οι αμοιβές που καταβάλλονται για παρεχόμενες υπηρεσίες που σχετίζονται όμως με την εκτέλεση και ολοκλήρωση των έργων αυτών.
Ως τεχνικό έργο θεωρείται η εκτέλεση εργασιών κατασκευής έργου συνδεόμενου μετά του εδάφους όπως για παράδειγμα τα οικοδομικά, λιμενικά, υδραυλικά, οδοποιίας, γεφυροποιίας, σιδηροδρόμων και έργα υπαίθρου. Ως τεχνικό έργο θεωρείται επίσης και η εργασία προσθήκης επί υφιστάμενου ήδη πράγματος νέου στοιχείου ή ιδιότητας, ανεξάρτητα αν τα συνδεόμενα θα αποτελέσουν ενιαίο πράγμα ή όχι (όπως για παράδειγμα εκτέλεση μηχανολογικών, ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων).
Με τον όρο αμοιβές διοίκησης νοούνται οι αμοιβές διοικητικής υποστήριξης, οργάνωσης, αναδιοργάνωσης, κ.λπ. αποκαλούμενες με τον αγγλικό όρο «management fees» στις οποίες, ενδεικτικά, περιλαμβάνονται:
- οι αμοιβές που καταβάλλονται για την παρακολούθηση της οικονομικής πορείας και της θέσης στην αγορά της επιχείρησης,
- αμοιβές που καταβάλλονται για τη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων και γενικά την εποπτεία διαφόρων τμημάτων και λειτουργιών της επιχείρησης,
- αμοιβές που καταβάλλονται για την οργάνωση, κατασκευή ή προσαρμογή και λειτουργία του κατάλληλου «software» με σκοπό την καταγραφή, ανάλυση και γενικά παρακολούθηση των συναλλαγών,
- αμοιβές που καταβάλλονται για τη γενική και ειδική υποστήριξη σε έργα και λειτουργίες που δεν εξυπηρετούν την εκμετάλλευση της επιχείρησης σαν αυτοτελή μονάδα δραστηριότητας.
Επισημαίνεται, ότι στις αμοιβές αυτές δεν περιλαμβάνονται οι αμοιβές διευθυντών ή μελών ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας οι οποίες σύμφωνα με την περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 12 αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία.
Στις αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες περιλαμβάνονται οι αμοιβές που καταβάλλονται εξαιτίας παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών στις οποίες προέχει το στοιχείο της συμβουλής ή της επιστημονικής, καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας, δηλαδή επαγγέλματα που με τις διατάξεις του ν. 2238/1994, χαρακτηρίζονταν ως ελευθέρια επαγγέλματα.
Ενδεικτικά αναφέρονται οι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών που ασκούν ατομικά το επάγγελμα του ιατρού, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, φυσιοθεραπευτή, βιολόγου, ψυχολόγου, μαίας, δικηγόρου, συμβολαιογράφου, άμισθου υποθηκοφύλακα, δικαστικού επιμελητή, αρχιτέκτονα, μηχανικού, τοπογράφου, χημικού, γεωπόνου, γεωλόγου, δασολόγου, περιβαλλοντολόγου, ωκεανογράφου, σχεδιαστή, δημοσιογράφου, διερμηνέα, ξεναγού, μεταφραστή, καθηγητή ή δασκάλου, καλλιτέχνη γλύπτη ή ζωγράφου ή σκιτσογράφου ή χαράκτη, ηθοποιού, εκτελεστή μουσικών έργων ή μουσουργού, καλλιτεχνών των κέντρων διασκέδασης, χορευτή, χορογράφου, σκηνοθέτη, σκηνογράφου, ενδυματολόγου, διακοσμητή, οικονομολόγου, αναλυτή, προγραμματιστή, ερευνητή ή συμβούλου επιχειρήσεων, λογιστή ή φοροτέχνη, αναλογιστή, κοινωνιολόγου, κοινωνικού λειτουργού, εμπειρογνώμονα, ομοιοπαθητικού, εναλλακτικής θεραπείας, ψυχοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, λογοπαθολόγου και λογοπεδικού, καθώς και αμοιβές που καταβάλλονται σε πραγματογνώμονες, διαιτητές, εκκαθαριστές γενικά, ελεγκτές Α.Ε., εκτελεστές διαθηκών, εκκαθαριστές κληρονομιών και κηδεμόνες σχολάζουσας κληρονομιάς.
Επισημαίνεται ότι το μέρος της αμοιβής που λαμβάνουν οι συγγραφείς, μουσουργοί, κ.λπ. η οποία αφορά σε συγγραφικά ή καλλιτεχνικά δικαιώματα, υπόκειται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20%, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 64.
Αντίθετα, διευκρινίζουμε ότι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί παρακράτησης οι αμοιβές αντιπροσώπων, πρακτόρων, μεσιτών, κ.λπ. από αμοιβές ή προμήθειες για τη σύναψη σύμβασης προμήθειας από αλλοδαπά εργοστάσια ή αλλοδαπούς οίκους οποιασδήποτε φύσης υλικού, μεταφορέων, μεσιτών, πρακτόρων, διαμεσολαβητών, εκτελωνιστών, φωτορεπόρτερ, διαφημιστών, επιχειρήσεων που έχουν σαν αντικείμενο ασφαλιστικές δραστηριότητες, εφόσον αυτές εκδίδουν εκκαθαρίσεις με τις αμοιβές των συνεργατών τους, προς τους συνεργάτες τους (ασφαλιστικούς πράκτορες, μεσίτες ασφαλίσεων, ασφαλιστικούς συμβούλους κ.τ.λ.), αμοιβές για υπηρεσίες φασόν, προώθησης προϊόντων και γενικά οι αμοιβές που με τον ν. 2238/1994 χαρακτηρίζονταν ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, και στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται η υποβολή μηδενικής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου.
Ο συντελεστής παρακράτησης φόρου για αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες ανέρχεται σε είκοσι τοις εκατό (20%), ο οποίος επιβάλλεται στο ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση του Φ.Π.Α.
Για τις αμοιβές για τεχνικά έργα που εισπράττονται από εργολήπτες κατασκευής κάθε είδους τεχνικών έργων και στις αμοιβές των ενοικιαστών δημοσίων, δημοτικών και κοινοτικών ή λιμενικών προσόδων ο συντελεστής είναι τρία τοις εκατό (3%) επί της αξίας του υπό κατασκευή έργου ή του μισθώματος, ανεξαρτήτως αν ο λήπτης της αμοιβής είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα.
Λοιπές Επισημάνσεις
Με την Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1087947 ΕΞ 2016/ 7.6.2016 με θέμα «Εφαρμογή των διατάξεων των περ. δ' των παρ. 1 των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013, σε περίπτωση εισφοράς δημόσιου τεχνικού έργου» αναφέρεται ότι από τις διατάξεις των άρθρων 62 και 64 του ν. 4172/2013 προκύπτει ότι στις πιο πάνω περιπτώσεις εισφοράς δημόσιου τεχνικού έργου θα έπρεπε να διενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή τρία τοις εκατό (3%) δύο φορές, τόσο κατά την καταβολή του εργολαβικού ανταλλάγματος από τον εργοδότη (Δημόσιο, Δήμο, κλπ) στον ανάδοχο όσο και από τον ανάδοχο κατά την καταβολή του πιο πάνω ποσού ως αμοιβή στην κατασκευάστρια κοινοπραξία ή εταιρεία. Στη συνέχεια, ο παρακρατούμενος κατά τα ανωτέρω φόρος θα έπρεπε να συμψηφίζεται με τον φόρο εισοδήματος που αναλογεί στα πιο πάνω πρόσωπα.
Βεβαιώσεις Αποδοχών
A.1009/2019 - Τύπος και περιεχόμενο της βεβαίωσης αποδοχών ή συντάξεων, της βεβαίωσης των αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και της βεβαίωσης εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα καθώς και υποβολή αυτών με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου για το φορολογικό έτος 2018.
Υπόχρεοι υποβολής στοιχείων βεβαιώσεων
Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 59, 61, 62 και 64 του ν.4172/2013, πλην των συμβολαιογράφων κατά την υπογραφή του συμβολαίου μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας, έχουν υποχρέωση να χορηγούν σε φυσικά και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες στα οποία έγινε παρακράτηση, μοναδική βεβαίωση στην οποία αναγράφουν το σύνολο των αποδοχών από μισθωτή εργασία και συντάξεις, αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα που κατέβαλαν στο φορολογικό έτος και τον φόρο που παρακρατήθηκε. Ίδια υποχρέωση υπάρχει και στις περιπτώσεις εισοδημάτων για τα οποία δεν προκύπτει φόρος για παρακράτηση, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 6 της παρούσας.
Ημερομηνία υποβολής (Προθεσμία)
1. Για το φορολογικό έτος 2018 ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής ορίζεται η 28η Φεβρουαρίου 2019. Ειδικά για τις περιπτώσεις καταβολής μερισμάτων σε φυσικά πρόσωπα από νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες με απλογραφικά βιβλία, ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής ορίζεται η προηγούμενη μέρα της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ν.π. και νομικών οντοτήτων.
2. Ως ημερομηνία υποβολής, κατά την ηλεκτρονική υποβολή, θεωρείται η ημερομηνία αποδοχής και επιτυχούς καταχώρησης αυτών στο σύστημα υποβολής των σχετικών βεβαιώσεων του TAXISnet με αυτόματη απόδοση στον αποστολέα - υπόχρεο μοναδικού αριθμού καταχώρησης.
3. Το ηλεκτρονικό αρχείο βεβαιώσεων δεν δύναται να υποβληθεί μετά το τέλος του αντίστοιχου έτους υποβολής του και η μη υποβολή του έως τότε επισύρει τις κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 54 του ΚΦΔ (ν.4174/2013).
21. Λογιστική απεικόνιση των περιπτώσεων «Χρηματοδοτικής μίσθωσης» (leasing).
Σύμφωνα με το παράρτημα Α: Ορισμοί του ν.4308/2014 Χρηματοδοτική μίσθωση (finance lease) είναι η μίσθωση η οποία μεταφέρει ουσιωδώς όλους τους κινδύνους και τα οφέλη που προκύπτουν από την ιδιοκτησία ενός περιουσιακού στοιχείου.
Ο τίτλος ιδιοκτησίας μπορεί τελικά είτε να μεταβιβάζεται είτε όχι.
Παραδείγματα καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής, είναι τα εξής:
α) Η μίσθωση μεταβιβάζει την κυριότητα του περιουσιακού στοιχείου στο μισθωτή κατά τη λήξη της μισθωτικής περιόδου.
β) Ο μισθωτής έχει το δικαίωμα αγοράς του περιουσιακού στοιχείου σε τιμή που αναμένεται να είναι επαρκώς χαμηλότερη από την εύλογη αξία κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος, έτσι ώστε, κατά την έναρξη της μίσθωσης, να θεωρείται ευλόγως βέβαιο ότι το δικαίωμα θα ασκηθεί.
γ) Η διάρκεια της μίσθωσης εκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ζωής του περιουσιακού στοιχείου, έστω και αν ο τίτλος κυριότητας δε μεταβιβάζεται.
δ) Κατά την έναρξη της μίσθωσης, η παρούσα αξία των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων, στα οποία δεν λαμβάνεται υπόψη το κόστος τυχόν προσφερόμενων υπηρεσιών στη διάρκεια της μίσθωσης, καλύπτει ουσιωδώς το σύνολο της εύλογης αξίας του μισθωμένου περιουσιακού στοιχείου.
ε) Τα μισθωμένα περιουσιακά στοιχεία είναι ειδικής φύσης, ώστε μόνον ο μισθωτής να μπορεί να τα χρησιμοποιεί χωρίς να απαιτούνται σοβαρές τροποποιήσεις.
Ενδείξεις καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν επίσης να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής είναι οι εξής:
α) Εάν ο μισθωτής έχει το δικαίωμα να ακυρώσει τη μίσθωση, οι ζημίες του εκμισθωτή που συνδέονται με την ακύρωση καλύπτονται από το μισθωτή.
β) Κέρδη και ζημίες από τη διακύμανση της εύλογης αξίας του υπολείμματος ανήκουν στο μισθωτή (για παράδειγμα με τη μορφή έκπτωσης του μισθώματος που ισούται με το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος της πώλησης στη λήξη της μίσθωσης).
γ) Ο μισθωτής έχει τη δυνατότητα να παρατείνει τη μίσθωση με μίσθωμα σημαντικά χαμηλότερο από τα τρέχοντα μισθώματα της αγοράς.
Σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 5 του ν.4308/2014 ορίζεται ως Χρηματοδοτική μίσθωση:
α) Ένα περιουσιακό στοιχείο που περιέρχεται στην οντότητα (μισθωτής) με χρηματοδοτική μίσθωση αναγνωρίζεται ως περιουσιακό στοιχείο της οντότητας με το κόστος κτήσης που θα είχε προκύψει εάν το στοιχείο αυτό είχε αγοραστεί, με ταυτόχρονη αναγνώριση αντίστοιχης υποχρέωσης προς την εκμισθώτρια οντότητα (υποχρέωση χρηματοδοτικής μίσθωσης). Μεταγενέστερα, τα εν λόγω πάγια στοιχεία αντιμετωπίζονται λογιστικά βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου για τα αντίστοιχα ιδιόκτητα στοιχεία. Η υποχρέωση χρηματοδοτικής μίσθωσης αντιμετωπίζεται ως δάνειο, το δε μίσθωμα διαχωρίζεται σε χρεολύσιο, το οποίο μειώνει το δάνειο, και σε τόκο που αναγνωρίζεται ως χρηματοοικονομικό έξοδο.
β) Από την πλευρά του εκμισθωτή, τα περιουσιακά στοιχεία που εκμισθώνονται σε τρίτους δυνάμει χρηματοδοτικής μίσθωσης εμφανίζονται αρχικά ως απαιτήσεις με ποσό ίσο με την καθαρή επένδυση στη μίσθωση. Μεταγενέστερα η απαίτηση χρηματοδοτικής μίσθωσης αντιμετωπίζεται ως χορηγηθέν δάνειο, το δε μίσθωμα διαχωρίζεται σε χρεολύσιο, το οποίο μειώνει το δάνειο, και σε τόκο που αναγνωρίζεται ως χρηματοοικονομικό έσοδο.
γ) Πώληση περιουσιακών στοιχείων που στη συνέχεια επαναμισθώνονται με χρηματοδοτική μίσθωση, λογιστικά αντιμετωπίζεται από τον πωλητή ως εγγυημένος δανεισμός. Το εισπραττόμενο από την πώληση ποσό αναγνωρίζεται ως υποχρέωση η οποία μειώνεται με τα καταβαλλόμενα χρεολύσια, ενώ οι σχετικοί τόκοι αναγνωρίζονται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Τα πωληθέντα στοιχεία συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στον ισολογισμό ως περιουσιακά στοιχεία.»
Στη χρηματοδοτική μίσθωση, ο μισθωτής αναγνωρίζει στον ισολογισμό του το μισθωμένο πάγιο, με ισόποση αναγνώριση υποχρέωσης προς τον εκμισθωτή. Μεταγενέστερα το πάγιο τυγχάνει του χειρισμού των ιδιόκτητων παγίων.
Η υποχρέωση προς τον εκμισθωτή αντιμετωπίζεται ως ένα τοκοχρεωλυτικό δάνειο. Δηλαδή, το καταβαλλόμενο «μίσθωμα» αντιπροσωπεύει κατά ένα μέρος χρεολύσιο (μείωση υποχρέωσης) και κατά το άλλο μέρος τόκο (έξοδο). (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 18.5.3)
Στις περισσότερες περιπτώσεις των χρηματοδοτικών μισθώσεων η αξία του αποκτώμενου παγίου είναι η τιμολογιακή του αξία τοις μετρητοίς (που συνήθως είναι η εύλογη αξία) και ισούται με την υποχρέωση προς τον εκμισθωτή κατά τον χρόνο σύναψης της μίσθωσης.
Τυχόν πρόσθετες δαπάνες που απαιτούνται για να φέρουν το μισθωμένο πάγιο σε κατάσταση λειτουργίας για τη χρήση που προορίζεται, προσαυξάνουν το κόστος κτήσης.
Ως γενική αρχή πάντως, η αναγνώριση του μισθωμένου στοιχείου από τον μισθωτή γίνεται στη μικρότερη αξία μεταξύ της εύλογης αξίας του στοιχείου και της παρούσας αξίας των μελλοντικών μισθωμάτων, προεξοφλούμενων με το επιτόκιο της μίσθωσης. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 18.5.4)
Φορολογικό πλαίσιο
Σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ 1 του ν.4172/2013 κατά τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι φορολογικές αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού εκπίπτουν από:
α) τον κύριο των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης σε όλες τις περιπτώσεις εκτός της περίπτωσης β' ,
β) τον μισθωτή, σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά την έννοια του ν. 4308/2014, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν.
Η φράση «χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά την έννοια του ν. 4308/2014, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν» της περίπτωσης β' αντικατέστησε τη φράση «χρηματοοικονομικής μίσθωσης» με την παράγραφο 5α του άρθρου 115 του ν. 4549/2018 (ΦΕΚ Α' 105/14-06-2018) και εφαρμόζεται από το φορολογικό έτος 2018 και επόμενα, σύμφωνα με την παράγραφο 18α του ιδίου άρθρου 115.
Σύμφωνα με το άρθρο 72. Μεταβατικές διατάξεις και έναρξη ισχύος παρ 19 του ν.4172/2013 ισχύει:
Για τις συμβάσεις χρηματοοικονομικής μίσθωσης που έχουν συναφθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος Κώδικα έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2238/1994 (Α' 151), μέχρι τον χρόνο λήξης αυτών.
Η παράγραφος 18 (19), τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 του ν. 4587/2018 (ΦΕΚ Α' 218/24-12-2018) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι 24/12/2018, σύμφωνα με το άρθρο 78 του ιδίου νόμου.
Επισήμανση
1. Η αντιμετώπιση της «Χρηματοδοτικής μίσθωσης» (leasing), σαν αγορά παγίου και ταυτόχρονη λήψη δανείου, είναι μια από τις αλλαγές που έχει ήδη νομοθετηθεί στη Φορολογική και στη Λογιστική Νομοθεσία, γεγονός που δημιουργεί ανάλογες αλλαγές στο πεδίο της λογιστικής εμφάνισης αλλά και των Αποσβέσεων.
Ισχύει για συμβάσεις που έχουν υπογραφεί από 1/1/2014.
Για τις υπάρχουσες κατά την 01.01.2014 συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης παρέχεται (από το ν. 4172/2013) η δυνατότητα να συνεχίσουν να λογιστικοποιούνται ως λειτουργικές μέχρι την 31.12.2018.
Σύμφωνα με το άρθρο 37 της Λογιστικής οδηγίας εφαρμογής του νόμου 4308/2014 αναφέρεται ότι:
37.5.1 Παρέχεται η δυνατότητα για κονδύλια του ισολογισμού που δεν πληρούν τα κριτήρια αναγνώρισης του παρόντος νόμου, αλλά αναγνωρίζονταν με το προηγούμενο λογιστικό πλαίσιο, να συνεχίσουν να εμφανίζονται στον ισολογισμό μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014 και μέχρι την ολοσχερή απόσβεσή τους, βάσει των κείμενων φορολογικών διατάξεων ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο διάθεσή τους.
37.5.2 Κατ΄ αναλογία της πρόβλεψης της παραγράφου 5 του νόμου (υπό 37.5.1 ανωτέρω), παρέχεται η δυνατότητα για περιουσιακά στοιχεία οι συναλλαγές των οποίων έχουν πραγματοποιηθεί πριν την ημερομηνία έναρξης της περιόδου πρώτης εφαρμογής και πληρούν τα κριτήρια αναγνώρισης του παρόντος νόμου, αλλά δεν αναγνωρίζονταν με το προηγούμενο λογιστικό πλαίσιο, να λογιστικοποιούνται εφεξής βάσει των προβλέψεων της φορολογικής νομοθεσίας, για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από αυτή τη νομοθεσία.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι τα περιουσιακά στοιχεία των χρηματοδοτικών μισθώσεων. Από 01.01.2014 η φορολογική νομοθεσία (ν. 4172/2013) απαιτεί για τις χρηματοδοτικές μισθώσεις την αναγνώριση περιουσιακού στοιχείου και αντίστοιχης υποχρέωσης, ενώ για τις υπάρχουσες κατά την 01.01.2014 συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης (που με την προϊσχύουσα φορολογική νομοθεσία του ν. 2238/1994 αντιμετωπίζονταν ως λειτουργικές μισθώσεις χωρίς να αναγνωρίζεται το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο και η αντίστοιχη υποχρέωση), παρέχεται (από το ν. 4172/2013) η δυνατότητα να συνεχίσουν να λογιστικοποιούνται ως λειτουργικές μέχρι τον χρόνο λήξης αυτών.
Εξυπακούεται ότι η ευχέρεια αυτή δεν παρέχεται για συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης που λαμβάνουν χώρα μετά την 01.01.2014, οι οποίες πρέπει να λογίζονται βάσει των προβλέψεων του νόμου (αναγνώριση περιουσιακού στοιχείου και αντίστοιχης υποχρέωσης).
2. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 5 του ν.4308/2014 το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.
- οι φορολογικές αποσβέσεις οι αποσβέσεις των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων υπολογίζονται σύμφωνα με τους συντελεστές που προβλέπονται στο ν. 4172/2013 – Άρθρο 24.
- Για λογιστικούς σκοπούς, οι αποσβέσεις των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων σχηματίζονται βάσει των προβλέψεων του ν. 4308/2014 στο ποσό που προκύπτει με βάση την εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
Επομένως η διαφορά των αποσβέσεων των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνεται στον πίνακα με τις διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης και δεν επηρεάζουν τη φορολογική βάση.
Οπότε θα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες λογιστικές αναμορφώσεις.
Εφόσον η οντότητα θεωρήσει ότι η εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή των παγίων είναι αυτή με βάση την οποία προκύπτουν οι συντελεστές απόσβεσης που προβλέπονται στο ν. 4172/2013 – Άρθρο 24 τότε δεν υφίσταται διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης.
22. Έλεγχος ορθής καταχώρησης Επισκευών – Συντηρήσεων και προσθηκών βελτιώσεων
Σύμφωνα με το παράρτημα Α: Ορισμοί του ν.4308/2014 παρατίθενται οι ορισμοί όσον αφορά την Επισκευή – Βελτίωση – Συντήρηση παγίου.
- Επισκευή παγίου περιουσιακού στοιχείου (repair of fixed assets): Μια δαπάνη που αποσκοπεί σε αποκατάσταση της παραγωγικής δυνατότητας ενός παγίου, ύστερα από καταστροφή, χρήση ή άλλη μείωση.
- Βελτίωση παγίου (improvement of a fixed asset): Μια δαπάνη με σκοπό την επέκταση της ωφέλιμης οικονομικής ζωής ενός παγίου ή/και τη βελτίωση της επίδοσής του, σε σχέση με την κατάσταση του παγίου κατά την αρχική του αναγνώριση.
- Συντήρηση παγίου (maintenance of fixed assets): Μια δαπάνη με σκοπό τη διατήρηση της παραγωγικής δυνατότητας ενός παγίου σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις.
Οι δαπάνες συντήρησης και επισκευής μπορεί να αντιμετωπίζονται ως πάγιο περιουσιακό στοιχείο με βάση τα πραγματικά περιστατικά λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς εννοιολογικούς ορισμούς.
Ιδιαίτερα λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα για το οποίο η τεχνική παρέμβαση έχει επιπτώσεις στη λειτουργία του παγίου (ωφέλιμη οικονομική ζωή), η σημαντικότητα του ποσού και η ανακτησιμότητα της δαπάνης.
Όταν δεν πληρούνται οι σχετικές εννοιολογικές προϋποθέσεις, η σχετική δαπάνη αντιμετωπίζεται ως έξοδο. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 18.1.7)
Κάποια πάγια ενδεχομένως να απαιτούν σημαντικές επιθεωρήσεις/συντηρήσεις σε τακτά διαστήματα, για εντοπισμό τεχνικών προβλημάτων ή ελαττωμάτων, ανεξαρτήτως του εάν θα λάβει χώρα αντικατάσταση μερών.
Το κόστος τέτοιων επιθεωρήσεων/συντηρήσεων ενδέχεται να είναι σημαντικό. Στην περίπτωση αυτή, και με σκοπό την επίτευξη της εύλογης παρουσίασης,τo αρχικό κόστος κτήσης του παγίου θεωρείται ότι περιλαμβάνει και συστατικό επιθεώρησης/συντήρησης, το οποίο αναγνωρίζεται ως ξεχωριστό πάγιο, συστατικό του κτηθέντος παγίου, βάσει της γενικά παραδεκτής αρχής της λογιστικής των συστατικών (component account).
Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω κόστος αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό συστατικό του παγίου κατά την αρχική αναγνώριση και υπόκειται (αυτό το συστατικό) σε απόσβεση στο χρονικό διάστημα που αφορά. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 παρ. 18.1.8)
23. Αποσβέσεις - απογραφή παγίων και συμφωνία γενικής λογιστικής με το μητρώο παγίων (λογ. 10 – 16 )
• διενεργούνται οι αποσβέσεις χρήσης.
• γίνονται οι σχετικές λογιστικές εγγραφές των αποσβέσεων
• γίνεται συμφωνία του μητρώου παγίων (μετά την διενέργεια των ετήσιων αποσβέσεων) με την γενική λογιστική.
• συντάσσεται ο πίνακας παγίων που πρέπει να περιληφθεί στο προσάρτημα.
Κόστος κτήσης (αξία αγοράς) περιουσιακών στοιχείων και υπηρεσιών (Acquisition cost or purchase price of assets and services): Το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων ή ταμειακών ισοδύναμων ή η εύλογη αξία άλλου ανταλλάγματος που δίνεται κατά το χρόνο απόκτησης ή κατασκευής, πλέον δαπάνες αγοράς και μείον οποιαδήποτε μείωση του κόστους. Το κόστος κτήσης περιλαμβάνει κάθε δαπάνη που απαιτείται για να έλθει ένα περιουσιακό στοιχείο στην παρούσα κατάσταση ή θέση ή επιδιωκόμενη χρήση. (παράρτημα Α: Ορισμοί ν.4308/2014)
Λογιστική βάση
Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 4308/2014 η οντότητα τηρεί κατά περίπτωση με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού) αρχείο ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων.
Στο αρχείο αυτό, με τήρηση αναλυτικής μερίδας, παρακολουθείται η αξία κτήσης κατά την αρχική αναγνώριση, καθώς και κάθε επακόλουθη μεταβολή, δηλαδή προσθήκη, αναπροσαρμογή, απομείωση, διαγραφή και απόσβεση επί του παγίου, με ένδειξη των σωρευτικών ποσών και των ποσών που αφορούν την περίοδο αναφοράς. Στο αρχείο αυτό παρακολουθούνται και τα πλήρως αποσβεσμένα πάγια τα οποία εξακολουθούν να πληρούν τον ορισμό του παγίου περιουσιακού στοιχείου, είτε εξακολουθούν να είναι σε λειτουργία είτε όχι.
Σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν.4308/2014 που αναφέρεται στην Προσαρμογή αξιών για πάγια περιουσιακά στοιχεία (στα πλαίσια του ιστορικού κόστους) δηλαδή στη μείωση της λογιστικής τους αξίας ως αποτέλεσμα απόσβεσης ή και απομείωσης..
α) Αποσβέσεις
α.1) Η αξία των παγίων περιουσιακών στοιχείων που έχουν περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκειται σε απόσβεση. Η απόσβεση αρχίζει όταν το περιουσιακό στοιχείο είναι έτοιμο για τη χρήση για την οποία προορίζεται και υπολογίζεται με βάση την εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
Απόσβεση (Depreciation, amortization) είναι η συστηματική κατανομή της αποσβεστέας αξίας ενός μακροπρόθεσμου στοιχείου στην ωφέλιμη οικονομική ζωή του. (παράρτημα Α: Ορισμοί ν.4308/2014)
Οι αποσβέσεις υπολογίζονται με μαθηματικό τύπο (φόρμουλα) που κατανέμει συστηματικά την αξία του παγίου στην εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του. Ο νόμος δεν ορίζει αυστηρά τον τύπο (φόρμουλα) υπολογισμού των αποσβέσεων.
Ωφέλιμη οικονομική ζωή (useful economic life): Η εκτιμώμενη περίοδος στην οποία ένα περιουσιακό στοιχείο αναμένεται να χρησιμοποιείται οικονομικά ή ο αριθμός των παραγομένων ή παρόμοιων μονάδων που αναμένεται να αποκτηθούν από το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο. (παράρτημα Α: Ορισμοί ν.4308/2014)
α.2) Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη επιλογής της κατάλληλης μεθόδου απόσβεσης για τη συστηματική κατανομή της αξίας του παγίου στην ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
α.3) Η απόσβεση διενεργείται είτε
i) με τη σταθερή μέθοδο
ii) με τη φθίνουσα μέθοδο
iii) με τη μέθοδο των παραγόμενων μονάδων.
α.4) Η γη δεν υπόκειται σε απόσβεση. Ωστόσο, βελτιώσεις αυτής με περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκεινται σε απόσβεση.
α.5) Έργα τέχνης, αντίκες, κοσμήματα και άλλα πάγια στοιχεία που δεν υπόκεινται σε φθορά ή αχρήστευση, δεν αποσβένονται.
α.6) Η υπεραξία και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία με απεριόριστη ζωή δεν υπόκεινται σε απόσβεση. Στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω στοιχεία υπόκεινται σε ετήσιο έλεγχο απομείωσης της αξίας τους.
α.7) Η υπεραξία, οι δαπάνες ανάπτυξης και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία με ωφέλιμη ζωή που δεν μπορεί να προσδιοριστεί αξιόπιστα υπόκεινται σε απόσβεση, με περίοδο απόσβεσης τα δέκα (10) έτη.
Ο λογισμός απόσβεσης για όλες τις κατηγορίες παγίων (ενσώματα, βιολογικά και άυλα ― ιδιόκτητα ή χρηματοδοτικής μίσθωσης) αρχίζει από τον χρόνο που είναι έτοιμα για την χρήση για την οποία προορίζονται με βάση δωδεκατημόρια.
Φορολογική βάση
Ν. 4172/2013 Άρθρο 24. Φορολογικές Αποσβέσεις
1. Κατά τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι φορολογικές αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού εκπίπτουν από:
α) τον κύριο των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης σε όλες τις περιπτώσεις εκτός της περίπτωσης β' ,
β) τον μισθωτή, σε περίπτωση χρηματοοικονομικής μίσθωσης.
……………………………………………………………………………
3. Εδαφικές εκτάσεις, έργα τέχνης, αντίκες, κοσμήματα και άλλα πάγια στοιχεία ενεργητικού επιχειρήσεων που δεν υπόκεινται σε φθορά και αχρήστευση λόγω παλαιότητας, δεν υπόκεινται σε φορολογική απόσβεση.
4. Κόστος κτήσης ή κατασκευής, περιλαμβανομένου και του κόστους βελτίωσης, ανανέωσης και ανακατασκευής αποκατάστασης του περιβάλλοντος αποσβένονται, σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:
Συντελεστής φορολογικής απόσβεσης (% ανά φορολογικό έτος) | |
Κτίρια, κατασκευές, εγκαταστάσεις, βιομηχανικές και ειδικές εγκαταστάσεις, μη κτιριακές εγκαταστάσεις, αποθήκες και σταθμοί, περιλαμβανομένων των παραρτημάτων τους (και ειδικών οχημάτων φορτοεκφόρτωσης) | 4 |
Εδαφικές εκτάσεις που χρησιμοποιούνται σε εξόρυξη και λατομεία, εκτός αν χρησιμοποιούνται για τις υποστηρικτικές δραστηριότητες εξόρυξης | 5 |
Αεροσκάφη, σιδηροδρομικοί συρμοί, πλοία και σκάφη | 5 |
Μηχανήματα, εξοπλισμός εκτός Η/Υ και λογισμικού | 10 |
Μέσα μεταφοράς ατόμων | 16 |
Μέσα μεταφοράς εμπορευμάτων | 12 |
Άυλα στοιχεία και δικαιώματα και έξοδα πολυετούς απόσβεσης | 10 |
Εξοπλισμός Η/Υ, κύριος και περιφερειακός και λογισμικό | 20 |
Λοιπά πάγια στοιχεία της επιχείρησης | 10 |
Εξοπλισμός και όργανα, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας. Ως εξοπλισμός και όργανα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, θεωρείται αυτός, που περιγράφεται στο σχετικό άρθρο της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 22Α. |
40 |
Ο συντελεστής φορολογικής απόσβεσης του προηγούμενου πίνακα για τα άυλα στοιχεία και δικαιώματα ισχύει, εφόσον δεν προκύπτει συμβατικά από την αρχική συμφωνία διαφορετική των δέκα (10) ετών οικονομική διάρκεια ζωής, οπότε και ο συντελεστής διαμορφώνεται ως το πηλίκο «1 διά έτη διάρκειας ζωής δικαιώματος». Σε περίπτωση δικαιωμάτων που θεμελιώθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, για την αναπόσβεστη αξία (εναπομείνασα αξία) ως διάρκεια δικαιώματος λαμβάνεται η υπολειπόμενη διάρκεια του δικαιώματος.
5. Ο υπολογισμός των φορολογικών αποσβέσεων είναι υποχρεωτικός, γίνεται σε ετήσια βάση και δεν επιτρέπεται η μεταφορά αποσβενόμενων ποσών μεταξύ οικονομικών χρήσεων.
6. Η φορολογική απόσβεση ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου αρχίζει από τον επόμενο μήνα εντός του οποίου χρησιμοποιείται ή τίθεται σε υπηρεσία από τον φορολογούμενο κατ' αναλογία με τους συντελεστές της παραγράφου 4.
7. Το ποσό της φορολογικής απόσβεσης δεν δύναται να υπερβεί το κόστος κτήσης ή κατασκευής, περιλαμβανομένου του κόστους βελτίωσης, ανανέωσης και ανακατασκευής, καθώς και αποκατάστασης του περιβάλλοντος. Εάν η αποσβέσιμη αξία ενός περιουσιακού στοιχείου της επιχείρησης είναι μικρότερη από χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, το εν λόγω στοιχείο μπορεί να αποσβεστεί εξ ολοκλήρου μέσα στο φορολογικό έτος που αποκτήθηκε το περιουσιακό στοιχείο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ποσό που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο μία φορά ανά πέντε έτη, με βάση τα κατάλληλα στοιχεία που δημοσιεύονται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.).
8. Οι νέες επιχειρήσεις δύνανται να αναβάλουν την φορολογική απόσβεση των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης κατά τα πρώτα τρία (3) φορολογικά έτη.
9. Ο υπολογισμός της τιμής κτήσης σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 42 γίνεται με βάση τις φορολογικές αποσβέσεις.
Σημαντικές αλλαγές που επήλθαν κατά την χρήση 2018
ΠΟΛ 1221/2018 - ΘΕΜΑ: «Καθορισμός των προϋποθέσεων, των όρων, των διαδικασιών και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 24 του ν.4172/2013 (ΦΕΚ 167Α’)».
Άρθρο 1
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. α’ της παραγράφου 10 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013, το συναφές με την ενεργειακή απόδοση ή εξοικονόμηση νερού κόστος αποσβένυται με τους συντελεστές του πίνακα της παραγράφου 4 του ίδιου ως άνω άρθρου προσαυξημένους κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), ενώ σε περίπτωση που ο αρχικός συντελεστής απόσβεσης είναι ανώτερος του 10%, ο προσαυξημένος συντελεστής δεν δύναται να υπερβαίνει τις 10 ποσοστιαίες μονάδες.
2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 τα ποσά των προσαυξημένων αποσβέσεων αφαιρούνται από τα καθαρά φορολογητέα αποτελέσματα των νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων και των φυσικών προσώπων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους εντός του οποίου αφορούν. Ειδικότερα, ο υπολογισμός τους άρχεται από τον επόμενο μήνα εντός του οποίου χαρακτηρίζονται ως υπαγόμενες στις διατάξεις αυτές οι συναφείς με την ενεργειακή απόδοση ή εξοικονόμηση νερού δαπάνες.
3. Σε περίπτωση που μετά την αφαίρεση των ως άνω αποσβέσεων προκύψουν ζημίες, αυτές μεταφέρονται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4172/2013.
Άρθρο 2
1. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013, τα συναφή με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στοιχεία ενεργητικού είναι:
α. από την κατηγορία «Κτίρια κατασκευές εγκαταστάσεις...» του Πίνακα του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 τα εξής:
- θερμομόνωση
- αεροστεγάνωση
- κουφώματα
- υαλοπίνακες
β. από την κατηγορία «Μηχανήματα εξοπλισμός εκτός Η/Υ και λογισμικού» του Πίνακα του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 τα εξής:
- αντικατάσταση συστήματος θέρμανσης/ ψύξης/κλιματισμού/μηχανικού αερισμού
- θερμοστατικές κεφαλές
- λέβητας συμπύκνωσης φυσικού αερίου (Φ.Α.)
- Συμπαραγωγή Ηλεκτρικής ενέργειας και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (ΣΗΘΥΑ)
- συστήματα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για κάλυψη των αναγκών ενέργειας της επιχείρησης:
• αντλίες θερμότητας υψηλής απόδοσης
• ενεργειακά αποδοτικοί λέβητες βιομάζας
• ηλιοθερμικά συστήματα
• φωτοβολταϊκά και λοιπά συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για ηλεκτροπαραγωγή, υπό σχήμα ενεργειακού συμψηφισμού ή αυτοπαραγωγής.
- φωτισμός (αναβάθμιση φωτισμού με αντικατάσταση λαμπτήρων υψηλής ενεργειακής απόδοσης (πχ. LED))
- Συστήματα και Αυτοματισμοί Διαχείρισης Ενέργειας (BEMS)
γ. λοιπές παρεμβάσεις που αφορούν εξοικονόμηση ενέργειας στις διεργασίες παραγωγής.
2. Τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά των συστημάτων που εγκαθίστανται ή αναβαθμίζονται καθώς και η τεκμηρίωση της εξοικονόμησης ενέργειας γίνεται με έκθεση μηχανικού, από την ημερομηνία υπογραφής της οποίας οι σχετικές δαπάνες χαρακτηρίζονται ως υπαγόμενες στις διατάξεις της παρούσας απόφασης. Η επιχείρηση οφείλει να αποστείλει την έκθεση μηχανικού στη Διεύθυνση Ενεργειακών Πολιτικών και Ενεργειακής Αποδοτικότητας του ΥΠΕΝ και να τηρεί τα παραστατικά των σχετικών δαπανών, την έκθεση μηχανικού και αποδεικτικό αποστολής αυτής.
Άρθρο 3
1. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 117 του ν. 4549/2018, τα συναφή με την εξοικονόμηση νερού στοιχεία ενεργητικού είναι:
α. από την κατηγορία «Κτίρια κατασκευές εγκαταστάσεις...» του Πίνακα του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 τα εξής:
- εγκαταστάσεις συστημάτων συλλογής και χρήσης όμβριων υδάτων
- εγκαταστάσεις συστημάτων διαχείρισης υγρών αποβλήτων με σκοπό την επαναχρησιμοποίηση/ανακύκλωσή τους
- εγκαταστάσεις συστημάτων ποιοτικής αναβάθμισης νερού με σκοπό την εξοικονόμηση
- κατασκευή / αντικατάσταση δικτύων μεταφοράς νερού με σκοπό τη μείωση διαρροών (ή την εξοικονόμηση) νερού
- οποιαδήποτε άλλη εγκατάσταση εξυπηρετεί το σκοπό της εξοικονόμησης νερού
β. από την κατηγορία «Μηχανήματα εξοπλισμός εκτός Η/Υ και λογισμικού»
- μηχανολογικός ή άλλος εξοπλισμός ο οποίος συμβάλλει στην εξοικονόμηση νερού ή συνδέεται με τις εγκαταστάσεις της παραγράφου 1α.
- συστήματα ελέγχου και μείωσης των διαρροών.
γ. από την κατηγορία «Εξοπλισμός Η/Υ, κύριος και περιφερειακός και λογισμικό» του Πίνακα του άρθρου 24 του ν. 4172/2013, εξοπλισμός ο οποίος συμβάλλει στην εξοικονόμηση νερού ή συνδέεται με τις παραγράφους 1α και 1β.
δ. λοιπές παρεμβάσεις εξοικονόμησης νερού σε αντικατάσταση υφιστάμενων συστημάτων που βεβαιώνονται μέσω της τεχνικής έκθεσης εργασιών της παραγράφου 2.
2. Η υλοποίηση των έργων / παρεμβάσεων εξοικονόμησης του νερού βεβαιώνεται μέσω τεχνικής έκθεσης εργασιών που υπογράφεται από μηχανικό, γεωτεχνικό ή περιβαλλοντολόγο και το νόμιμο εκπρόσωπο της δραστηριότητας, η οποία περιγράφει τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά των συστημάτων που εγκαθίστανται ή αναβαθμίζονται και τεκμηριώνει την εξοικονόμηση νερού. Η τεχνική έκθεση εργασιών τηρείται με τα παραστατικά των σχετικών δαπανών. Από την ημερομηνία υπογραφής της τεχνικής έκθεσης εργασιών, οι σχετικές δαπάνες χαρακτηρίζονται ως υπαγόμενες στις διατάξεις της παρούσα απόφασης.
Επισημάνσεις
1. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 5 του ν.4308/2014 το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.
- οι φορολογικές αποσβέσεις οι αποσβέσεις των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων υπολογίζονται σύμφωνα με τους συντελεστές που προβλέπονται στο ν. 4172/2013 – Άρθρο 24.
- Για λογιστικούς σκοπούς, οι αποσβέσεις των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων σχηματίζονται βάσει των προβλέψεων του ν. 4308/2014 στο ποσό που προκύπτει με βάση την εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
Επομένως η διαφορά των αποσβέσεων των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνεται στον πίνακα με τις διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης και δεν επηρεάζουν τη φορολογική βάση.
Οπότε θα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες λογιστικές αναμορφώσεις.
Εφόσον η οντότητα θεωρήσει ότι η εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή των παγίων είναι αυτή με βάση την οποία προκύπτουν οι συντελεστές απόσβεσης που προβλέπονται στο ν. 4172/2013 – Άρθρο 24 τότε δεν υφίσταται διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης.
2. ΠΟΛ.1073/31.3.2015 Κοινοποίηση και ερμηνεία των διατάξεων περί φορολογικών αποσβέσεων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013
5.γ. Όσον αφορά στα έξοδα πρώτης εγκατάστασης και κτήσης ακινήτων, αυτά αποσβένονται στο φορολογικό έτος 2014 με συντελεστή 10%, ως περιλαμβανόμενα στα έξοδα πολυετούς απόσβεσης, ανεξάρτητα του χρόνου πραγματοποίησής τους, ήτοι πριν ή μετά την 01.01.2014.
Επισημαίνεται, ότι ως έξοδα πολυετούς απόσβεσης θεωρούνται εκείνα που πραγματοποιούνται για την ίδρυση και αρχική οργάνωση της οικονομικής μονάδας, για την απόκτηση διαρκών μέσων εκμεταλλεύσεως καθώς και για την επέκταση και αναδιοργάνωσή της και εξυπηρετούν την οικονομική μονάδα για περίοδο μεγαλύτερη του ενός έτους.
3. Για φορολογικά έτη με έναρξη από την 01.01.2015, οπότε τίθενται σε ισχύ τα νέα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π. - ν.4308/2014), ισχύουν τα ακόλουθα:
Καταρχήν, στις διατάξεις των Ε.Λ.Π. δεν ορίζεται η έννοια των εξόδων πολυετούς απόσβεσης για λογιστικούς σκοπούς. Ωστόσο, παρέχεται η δυνατότητα τα έξοδα πολυετούς απόσβεσης που εμφανίζονται στις λογιστικές καταστάσεις μέχρι και την 31.12.2014 να συνεχίζουν να εμφανίζονται στις καταστάσεις αυτές μέχρι την ολοσχερή απόσβεσή τους (παρ.5 άρθρου 37 ν.4308/2014). Επομένως, τα έξοδα πολυετούς απόσβεσης που πραγματοποιήθηκαν πριν την 01.01.2015 και δεν έχουν αποσβεσθεί πλήρως έως τις 31.12.2014, θα συνεχίσουν να αποσβένονται με συντελεστή 10% και μετά το 2014 μέχρι την ολοσχερή απόσβεσή τους. Αντίθετα, προκειμένου για έξοδα που ενέπιπταν στην έννοια των εξόδων πολυετούς απόσβεσης δυνάμει του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου και πραγματοποιούνται από 01.01.2015 και εφεξής, αυτά θα εκπίπτουν εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013, στο βαθμό που δεν εντάσσονται σε μία από τις κατηγορίες παγίων (ενσώματων ή άυλων) που προβλέπονται από τις διατάξεις των Ε.Λ.Π.
24. Έλεγχος απομείωσης παγίων
Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π.)
- Απομείωση (Impairment) ορίζεται το ποσό κατά το οποίο η λογιστική αξία ενός περιουσιακού στοιχείου υπερβαίνει την ανακτήσιμη αξία του. (Παράρτημα Α Ορισμοί Ν. 4308/2014)
- Εύλογη αξία (Fair value): Η τιμή ανταλλαγής ενός περιουσιακού στοιχείου ή διακανονισμού μιας υποχρέωσης, μεταξύ πρόθυμων και ενήμερων μερών που ενεργούν υπό κανονικές στην αγορά συνθήκες, κατά την ημερομηνία μέτρησης. (Παράρτημα Α Ορισμοί Ν. 4308/2014)
- Λογιστική αξία (book value or carrying amount): Η αξία με την οποία ένα στοιχείο αναγνωρίζεται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις. (Παράρτημα Α Ορισμοί Ν. 4308/2014)
Σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3β. του ν. 4308/2014 τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώνται στο κόστος ή στο αποσβέσιμο κόστος υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης της αξίας τους, όταν υπάρχουν σχετικές ενδείξεις.
Ζημίες απομείωσης προκύπτουν όταν η ανακτήσιμη αξία ενός παγίου καταστεί μικρότερη από τη λογιστική του αξία.
α) Ανακτήσιμη αξία ενός παγίου είναι το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ της εύλογης αξίας του, μειωμένης με το κόστος διάθεσής του, και της αξίας χρήσης αυτού.
β) Αξία χρήσης ενός παγίου είναι η παρούσα αξία των μελλοντικών ταμειακών ροών που αναμένεται να προκύψουν από τη συνεχή χρήση του, και από τη διάθεσή του στο τέλος της ωφέλιμης οικονομικής ζωής του. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής ν. 4308/2014 παρ. 18.3β.1)
Η αναγνώριση της ζημίας απομείωσης γίνεται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα.
Ενδείξεις απομείωσης, μεταξύ άλλων, αποτελούν:
(i) η μείωση της αξίας ενός στοιχείου πέραν του ποσού που θα αναμενόταν ως αποτέλεσμα του χρόνου ή της κανονικής χρήσης του,
(ii) δυσμενείς μεταβολές στο τεχνολογικό, οικονομικό και νομικό περιβάλλον της οντότητας,
(iii) η αύξηση των επιτοκίων της αγοράς ή άλλων ποσοστών αποδόσεων μιας επένδυσης που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της ανακτήσιμης αξίας του στοιχείου και
(iv) απαξίωση ή φυσική βλάβη ενός στοιχείου.
Οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα ως έξοδο.
Τα πάγια περιουσιακά στοιχεία (ενσώματα, βιολογικά και άυλα ―ιδιόκτητα ή χρηματοδοτικής μίσθωσης) υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης, όταν υπάρχουν οι αναφερόμενες στο νόμο ενδείξεις απομείωσης και εφόσον εκτιμάται ότι η επίπτωση της ενδεχόμενης απομείωσης στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις είναι σημαντική.
(Λογιστική οδηγία εφαρμογής ν. 4308/2014 παρ. 18.3β.2)
Υποχρέωση αναγνώρισης ζημίας απομείωσης υπάρχει μόνο όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα και είναι σημαντικού ποσού.
Η ύπαρξη μερικών ή όλων των αναφερόμενων στο νόμο ενδείξεων απομείωσης δεν τεκμηριώνει a priori την ύπαρξη μόνιμης απομείωσης, θέμα που υπόκειται στην κρίση της διοίκησης της οντότητας.
Εάν κρίνεται ότι η απομείωση είναι παροδικού χαρακτήρα, δεν λογίζεται.
Για παράδειγμα, η απώλεια τμήματος οικοπέδου λόγω πολεοδομικού σχεδιασμού, δεν συνεπάγεται απομείωση της αξίας του αν η εύλογη αξία του απομένοντος τμήματος υπερβαίνει το αρχικό κόστος κτήσης του πλήρους οικοπέδου. Αντίθετα, η μείωση της αξίας ενός οικοπέδου ή κτηρίου, που οφείλεται στην υποβάθμιση της περιοχής, λόγω εγκατάστασης μονάδων αποκομιδής απορριμμάτων μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, οδηγεί σε απομείωση μόνιμου χαρακτήρα. Γενικά, η απομείωση μπορεί να θεωρηθεί μόνιμου χαρακτήρα όταν η μείωση της αξίας του στοιχείου παρατηρείται για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο, καθώς στο μέλλον μπορεί να αναστραφεί. Για παράδειγμα μείωση της αξίας ενός στοιχείου κατά 20% τουλάχιστον για διάστημα δύο ετών, μπορεί να συνιστά βάσιμη ένδειξη ύπαρξης μόνιμης ζημίας απομείωσης. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής ν. 4308/2014 παρ. 18.3β.3)
Ωστόσο, έλεγχος απομείωσης διενεργείται υποχρεωτικά σε ετήσια βάση για τα άυλα περιουσιακά στοιχεία (υπεραξία, δαπάνες ανάπτυξης και τα λοιπά άυλα περιουσιακά στοιχεία) που η οντότητα δεν αποσβένει επειδή κρίνει, παραθέτοντας σχετικά τεκμήρια, ότι έχουν απεριόριστη ωφέλιμη οικονομική ζωή. (Λογιστική οδηγία εφαρμογής ν. 4308/2014 παρ. 18.3β.4)
Οι ζημίες απομείωσης αναστρέφονται στα αποτελέσματα, όταν οι συνθήκες που τις προκάλεσαν παύουν να υφίστανται. Ειδικά, η απομείωση υπεραξίας δεν αναστρέφεται.
Η λογιστική αξία ενός παγίου μετά την αναστροφή της ζημίας απομείωσης δεν μπορεί να υπερβεί τη λογιστική αξία που θα είχε το πάγιο εάν δεν είχε αναγνωριστεί η ζημία απομείωσης.
25. Κρατικές Επιχορηγήσεις και τυχόν απόσβεση αυτών (λογ. 41.10)
Εφόσον η επιχείρηση έχει λάβει επιχορηγήσεις οι οποίες υπόκεινται σε αποσβέσεις ανάλογες με τις αποσβέσεις των παγίων που έχουν επιχορηγηθεί προβαίνει στο σχετικό υπολογισμό και τις αντίστοιχες λογιστικές εγγραφές.
Ο λογαριασμός 41.10 «επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων» πιστώνεται με τις χορηγούμενες επιχορηγήσεις για τη χρηματοδότηση πάγιων στοιχείων της οικονομικής μονάδας, με χρέωση του οικείου λογαριασμού του ενεργητικού λογαριασμός τρίτων ή λογαριασμός ταμιακών διαθεσίμων).
Στο τέλος της χρήσεως, από το λογαριασμό 41.10 «επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων» μεταφέρεται στο λογαριασμό 81.01.05 «αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων» ποσό ίσο με τις τακτικές και τις πρόσθετες αποσβέσεις πάγιων στοιχείων των λογαριασμών 66 και 85, που αναλογούν στην αξία των αποσβέσιμων πάγιων στοιχείων που χρηματοδοτήθηκε από τις πιο πάνω επιχορηγήσεις.
Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π.)
Επιχορηγήσεις, κρατικές (Government grants) είναι ενίσχυση από το κράτος με τη μορφή μεταφοράς πόρων σε μια οντότητα, σε ανταπόδοση για παρελθούσα ή μελλοντική συμμόρφωση με συγκεκριμένες συνθήκες που σχετίζονται με τις λειτουργικές της δραστηριότητες. Δεν περιλαμβάνονται στις κρατικές επιχορηγήσεις εκείνες οι μορφές κρατικής ενίσχυσης στις οποίες δεν μπορεί εύλογα να αποδοθεί μια αξία καθώς και συναλλαγές με το κράτος, οι οποίες δεν μπορούν να διακριθούν από τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της οντότητας.. (Παράρτημα Α Ορισμοί Ν. 4308/2014)
Σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ.1 και 2 του ν.4308/2014 αναφέρεται ότι Κρατικές επιχορηγήσεις περιουσιακών στοιχείων είναι οι κρατικές επιχορηγήσεις που αφορούν περιουσιακά στοιχεία αναγνωρίζονται αρχικά ως υποχρεώσεις στην περίοδο που εισπράττονται ή στην περίοδο που καθίσταται οριστική η έγκρισή τους και υπάρχει βεβαιότητα ότι θα εισπραχθούν.
Οι κρατικές επιχορηγήσεις αναγνωρίζονται με τα ποσά που εισπράττονται ή εγκρίνονται οριστικά.
Μεταγενέστερα της αρχικής αναγνώρισης, οι κρατικές επιχορηγήσεις αποσβένονται με τη μεταφορά τους στα αποτελέσματα ως έσοδα, στην ίδια περίοδο και με τρόπο αντίστοιχο της μεταφοράς στα αποτελέσματα της λογιστικής αξίας του στοιχείου που επιχορηγήθηκε.
Η Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 αναφέρει:
23.1.1 Σύμφωνα με τον ορισμό του Παραρτήματος Α του νόμου, κρατική επιχορήγηση είναι οι πόροι που το κράτος διαθέτει σε μια οντότητα, ως αντάλλαγμα για παρελθούσα ή μελλοντική συμμόρφωση προς συγκεκριμένες συνθήκες που σχετίζονται με τις λειτουργικές της δραστηριότητες. Οι κρατικές επιχορηγήσεις μπορεί να αφορούν είτε την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων είτε την επιχορήγηση εξόδων. Για σκοπούς αυτής της διάταξης, με το κράτος εξομοιώνονται όλοι οι κρατικοί φορείς καθώς και οι παρόμοιες με αυτό υπηρεσίες, τοπικές, εθνικές ή διεθνείς. Δηλαδή κράτος για σκοπούς αυτής της διάταξης είναι η εθνική κυβέρνηση, όλες οι υπηρεσίες που τελούν υπό τον έλεγχο του κράτους ή εποπτεύονται από αυτό, όλες οι βαθμίδες της τοπικής αυτοδιοίκησης, η Ευρωπαϊκή Ένωση και όλοι οι υπαγόμενοι σε αυτήν ή εποπτευόμενοι από αυτήν φορείς.
23.1.2 Οι κρατικές επιχορηγήσεις, είτε αφορούν απόκτηση περιουσιακών στοιχείων είτε επιχορήγηση εξόδων, αναγνωρίζονται αρχικά ως υποχρεώσεις στην περίοδο που εισπράττονται ή στην περίοδο που καθίσταται οριστική η έγκρισή τους, και με την προϋπόθεση ότι είναι σφόδρα πιθανό ότι θα εισπραχθούν.
Συνήθως, η έγκριση των επιχορηγήσεων θεωρείται οριστική, όταν η οντότητα έχει τεκμηριωμένα συμμορφωθεί με τους όρους που διέπουν τη χορήγησή τους. Οι επιχορηγήσεις αναγνωρίζονται με τα ποσά που εισπράττονται ή εγκρίνονται, αναλόγως.
23.1.3 Οι κρατικές επιχορηγήσεις για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων αποσβένονται (κατανέμονται) στα αποτελέσματα ως έσοδο με το ίδιο σύστημα με το οποίο αποσβένεται η λογιστική αξία του επιχορηγηθέντος στοιχείου ως έξοδο.
23.1.4 Σε περίπτωση που οι επιχορηγήσεις αφορούν περιουσιακά στοιχεία που δεν υπόκεινται σε απόσβεση βάσει των προβλέψεων του νόμου, τα σχετικά ποσά μεταφέρονται στα αποτελέσματα ως έσοδα βάσει της γενικής αρχής του δεδουλευμένου, δηλαδή στην περίοδο που η οντότητα έχει εκπληρώσει οριστικά όλες τις δεσμεύσεις που σχετίζονται με τη χορήγηση της επιχορήγησης.
Για παράδειγμα, αγροκτηνοτροφική επιχείρηση έλαβε επιχορήγηση ποσού 40.000 ευρώ για την ανάπτυξη μονάδας εκτροφής βοοειδών με όρους που προβλέπουν την εγκατάσταση της μονάδας σε συγκεκριμένη περιοχή, την πλήρη απασχόληση 4 τουλάχιστον προσώπων από την περιοχή και τη λειτουργία της μονάδας για τουλάχιστον 5 έτη.
Σε περίπτωση που δεν εκπληρωθούν οι όροι, η επιχορήγηση επιστρέφεται στην Κρατική Αρχή που τη χορήγησε.
Αν η οντότητα επιλέξει την επιμέτρηση των αγελάδων (βιολογικά περιουσιακά στοιχεία) στην εύλογη αξία τους, όπως προβλέπεται από το άρθρο 24 του νόμου, δεν διενεργούνται αποσβέσεις επί των αγελάδων και συνεπώς δεν νοείται μεταφορά της επιχορήγησης στα αποτελέσματα ως έσοδο με τρόπο ανάλογο των αποσβέσεων.
Στην περίπτωση αυτή η επιχορήγηση θεωρείται δουλευμένο έσοδο στο τέλος του πέμπτου έτους, όταν η οντότητα θα έχει εκπληρώσει οριστικά τους όρους της επιχορήγησης.
Συνεπώς, στο χρόνο αυτό (λήξη της πενταετίας), το σύνολο της επιχορήγησης των 40.000 ευρώ μεταφέρεται από τις υποχρεώσεις στα αποτελέσματα ως έσοδο.
23.1.5 Εναλλακτικά του χειρισμού της παραγράφου 23.1.4, οι εν λόγω επιχορηγήσεις μπορούν να αποσβένονται (μεταφέρονται στα έσοδα) με τους συντελεστές απόσβεσης που προβλέπονται για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος για τα επιχορηγηθέντα στοιχεία. Η εναλλακτική αυτή παρέχεται με την προϋπόθεση ότι δε θίγεται η εύλογη παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
23.2.1 Οι κρατικές επιχορηγήσεις εξόδων μεταφέρονται στα αποτελέσματα ως έσοδα (ή ως μειωτικό στοιχείο του κόστους) στην περίοδο στην οποία οι δαπάνες που επιχορηγήθηκαν βαρύνουν τα αποτελέσματα.
Με βάση τη εγκύκλιο του Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 585 ΕΞ 7.4.2016 με θέμα «Επιχορήγηση περιουσιακών στοιχείων» οι αποσβέσεις των επιχορηγήσεων ξεκινούν από την ημερομηνία της αναγνώρισής τους (ως υποχρεώσεις) και ολοκληρώνονται εντός της χρονικής περιόδου ολοκλήρωσης απόσβεσης των σχετικών παγίων. Για παράδειγμα έστω πάγιο αξίας 100 που αποκτήθηκε στο μέσον το 2014 και αποσβένεται εντός δεκαετίας (ετήσιες αποσβέσεις 10). Βάσει αυτού η ολοκλήρωση των αποσβέσεων θα ολοκληρωθεί την 30.06.2024.
Στο τέλος του 2015, έστω ότι αναγνωρίσθηκε επιχορήγηση 40. Η εν λόγω επιχορήγηση θα αποσβεσθεί μέχρι την 30.06.2024 δηλαδή σε 8,5 έτη και συνεπώς ετήσια απόσβεση από 01.01.2016 ευρώ 40/8,5=4,71.
Φορολογική βάση
Με την αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1010732 ΕΞ 2017 με θέμα «Χρόνος απόκτησης εισοδήματος επιχορηγήσεων που εισπράττουν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες από φορείς Γενικής Κυβέρνησης» διευκρινίζεται ότι προκειμένου να προσδιοριστεί ο χρόνος φορολογίας των κρατικών επιχορηγήσεων, θα πρέπει γι' αυτές να έχει αποκτηθεί το δικαίωμα είσπραξής τους, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση αποκτάται κατά το έτος οριστικής έγκρισής τους από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα, οπότε και φορολογείται.
Περαιτέρω διευκρινίζεται ότι στις περιπτώσεις που κρατικές επιχορηγήσεις έχουν περιληφθεί σε δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων επειδή είχαν καταστεί δεδουλευμένες αλλά δεν είχε ληφθεί η απαιτούμενη έγκριση, μπορούν να υποβληθούν τροποποιητικές δηλώσεις.
Επίσης με την ΠΟΛ.1059/18.3.2015 διευκρινίζεται ότι όσον αφορά στις επιχορηγήσεις που εισπράττονται στα πλαίσια αναπτυξιακών νόμων (π.χ. ν. 1892/1990, ν. 3299/2004) συνεχίζουν να ισχύουν όσα ειδικότερα ορίζονται στις σχετικές διατάξεις καθώς και οι οδηγίες που έχουν δοθεί για την εφαρμογή τους, ενώ για τις επιχορηγήσεις που καταβάλλονται για την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών, αυτές δεν προσαυξάνουν τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά αποτελούν μειωτικό στοιχείο του κόστους της δαπάνης που επιχορηγήθηκε (π.χ. οι επιχορηγήσεις από τον ΟΑΕΔ για την καταπολέμηση της ανεργίας αποτελούν μειωτικό στοιχείο της δαπάνης για αμοιβές προσωπικού).
Επισήμανση
Οι Κρατικές επιχορηγήσεις περιουσιακών στοιχείων με βάση τον Ν. 4308/2014 εμφανίζονται σε λογαριασμό υποχρέωσης στις οικονομικές καταστάσεις και όχι σε λογαριασμό των ιδίων κεφαλαίων όπως ίσχυε με το Ε.Γ.Λ.Σ.
26. Εξέταση τυχόν παραγραφής αξίωσης επιστροφής ΦΠΑ και σχετικών τακτοποιήσεων
Μία επιβεβλημένη εργασία που γίνεται κατά το τέλος της χρήσης στις επιχειρήσεις εφόσον διατηρούν πιστωτικό υπόλοιπο ΦΠΑ για μεγάλο χρονικό διάστημα είναι ο έλεγχος για εποικημένη παραγραφή του ώστε να υποβάλουν σχετική αίτηση επιστροφής του ΦΠΑ.
Χρόνος παραγραφής
Για πιστωτικά υπόλοιπα που γεννήθηκαν έως 31/12/2013
Σύμφωνα με το άρθρο 57 παρ. 5 του ν. 2859/2000 η κατά του Δημοσίου απαίτηση προς επιστροφή του φόρου παραγράφεται μετά τρία (3) έτη από την ημερομηνία εμπρόθεσμης υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης που αφορά τη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας γεννήθηκε το δικαίωμα έκπτωσης αυτού ή μετά (3) τρία έτη από την ημερομηνία εμπρόθεσμης υποβολής της έκτακτης δήλωσης στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει υποχρέωση για υποβολή εκκαθαριστικής.
Σε περίπτωση μη υποβολής ή υποβολής των ανωτέρω δηλώσεων εκπροθέσμως, η κατά του Δημοσίου απαίτηση προς επιστροφή φόρου παραγράφεται μετά τρία (3) έτη από την ημερομηνία που οι δηλώσεις αυτές όφειλαν να είχαν υποβληθεί εμπροθέσμως.
Η αξίωση κατά του Δημοσίου προς επιστροφή φόρου αναβιώνει από της κοινοποιήσεως πράξεως προσδιορισμού του φόρου, για ίσο χρόνο, εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα προς επιστροφή πριν το χρόνο παραγραφής της αξίωσης και συμπληρώθηκε ο χρόνος παραγραφής, χωρίς να ικανοποιηθεί ή να απορριφθεί αιτιολογημένα το αίτημα από υπαιτιότητα του Δημοσίου.
Ως προς τα λοιπά θέματα εφαρμόζονται οι διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού όπως εκάστοτε ισχύουν.
Η μη ικανοποίηση του αιτήματος επιστροφής ή η μη αιτιολογημένη απόρριψη αυτού εγγράφως πριν τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής, αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα που τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.
Για πιστωτικά υπόλοιπα που γεννώνται μετά την 1/1/2014
Σύμφωνα με το άρθρο 36 του ν. 4174/2013 ορίζεται:
1. Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης.
Στις περιπτώσεις που για κάποια φορολογία προβλέπεται η υποβολή περισσότερων δηλώσεων, η έκδοση της πράξης του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να γίνει εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής της τελευταίας δήλωσης.
2. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρατείνεται στις εξής περιπτώσεις:
α) εάν ο φορολογούμενος υποβάλει αρχική ή τροποποιητική δήλωση εντός του πέμπτου έτους της προθεσμίας παραγραφής, για περίοδο ενός έτους από τη λήξη της πενταετίας,
β) εάν ζητηθούν πληροφορίες από χώρα της αλλοδαπής, για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί για τη διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών προσαυξημένο κατά ένα έτος από την παραλαβή τους από τη Φορολογική Διοίκηση,
γ) εάν ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή, ένδικο βοήθημα ή μέσο, για περίοδο ενός έτους μετά την έκδοση απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής ή την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, και μόνο για το ζήτημα, το οποίο αφορά.
Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 42 παρ. 4 του ν. 4174/2013 ορίζεται πως η αξίωση για επιστροφή φόρου, ο οποίος καταβλήθηκε αχρεώστητα παραγράφεται κατά το χρόνο που παραγράφεται το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης για έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 36 του Κώδικα αναφορικά με την αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση από την οποία πηγάζει η αξίωση προς επιστροφή.
Για πιστωτικό υπόλοιπο ΦΠΑ που δημιουργήθηκε μετά την 01/01/2014 η παραγραφή είναι πενταετής σύμφωνα με τα άρθρα 36 και 42 του ΚΦΔ. ν. 4174/2013.
Διαδικασία επιστροφής Φόρου
Η Διαδικασία και οι προϋποθέσεις επιστροφής του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 34 του Κώδικα Φ.Π.Α.(2859/2000) ορίζονται με τις ΠΟΛ.1073/21.7.2004 και ΠΟΛ.1090/2.4.2012 όπως τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ.1067/3.4.2013. Βλέπε και απόφαση Δ14Α 1068730 ΕΞ 2.5.2012.
ΠΟΛ.1029/17.2.2006 Δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με βάση διοικητικές λύσεις και τη δικαστηριακή νομολογία.
Το πιστωτικό υπόλοιπο Φ.Π.Α. επιχείρησης για το οποίο συμπληρώθηκε ο χρόνος παραγραφής για επιστροφή του από το Ελληνικό Δημόσιο, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1036359/10354/Β0012/10.6.1994).
27. Φ.ΠΑ. – Υπολογισμός Prorata
Σύμφωνα με το άρθρο 31 του ν. 2859/2000 ορίζονται τα εξής:
1. Σε περίπτωση που ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί αγαθά και υπηρεσίες για την πραγματοποίηση πράξεων, για μερικές από τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, ο εκπιπτόμενος φόρος ορίζεται σε ποσοστό στα εκατό του συνολικού ποσού του φόρου των κοινών αυτών εισροών.
Το ποσοστό αυτό βρίσκεται με βάση κλάσμα που έχει ως αριθμητή το ποσό του ετήσιου κύκλου εργασιών, χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας, που αφορά πράξεις για τις οποίες παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου και ως παρανομαστή το ποσό των πράξεων που αναφέρονται στον αριθμητή, καθώς και των πράξεων για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης.
Στον παρανομαστή του κλάσματος συμπεριλαμβάνονται επίσης και οι επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες δεν αποτελούν μέρος της φορολογητέας αξίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19.
2. Το δεκαδικό μέρος του ποσοστού που προκύπτει από την εφαρμογή του κλάσματος της προηγούμενης παραγράφου στρογγυλοποιείται στην αμέσως μεγαλύτερη ακέραια μονάδα.
3. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού της παραγράφου 1 δε λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που προέρχονται:
α) από παράδοση αγαθών που χρησιμοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο για πάγια εκμετάλλευση στην επιχείρηση,
β) από παρεπόμενες πράξεις σε ακίνητα, ή από χρηματοδοτικές ή πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις των περιπτώσεων κ', κα', κβ', κγ', κδ' και κε' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του παρόντος, εφόσον πρόκειται για παρεπόμενες της κύριας δραστηριότητας πράξεις.
4.Το ποσοστό που βρίσκεται με τον πιο πάνω τρόπο λαμβάνεται υπόψη για την εκκαθάριση του εκπιπτόμενου φόρου του έτους στο οποίο αφορά και για την υποβολή των περιοδικών δηλώσεων του επόμενου έτους.
5. Σε περίπτωση που κατά το χρόνο υποβολής των περιοδικών δηλώσεων δεν υπάρχουν σχετικά στοιχεία ή αυτά που υπάρχουν δεν είναι πλήρη, ο προσδιορισμός του ποσοστού γίνεται προσωρινά από τον υποκείμενο στο φόρο.
6. Κατά παρέκκλιση των πιο πάνω διατάξεων, με απόφαση του αρμόδιου Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ., μπορεί:
α) να επιτραπεί στον υποκείμενο στο φόρο ή να υποχρεωθεί αυτός να προσδιορίσει ένα ποσοστό για κάθε τομέα της δραστηριότητας του, εφόσον για καθέναν από αυτούς τηρούνται ιδιαίτεροι λογαριασμοί στα βιβλία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων,
β) να επιτραπεί στον υποκείμενο στο φόρο ή να υποχρεωθεί αυτός να ενεργήσει την έκπτωση, ανάλογα με την πραγματική διάθεση των αγαθών ή τη χρήση των υπηρεσιών, εφόσον τηρούνται ιδιαίτεροι λογαριασμοί στα βιβλία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
7. Προκειμένου για πράξεις σε ακίνητα που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 6, η έκπτωση του φόρου εισροών ενεργείται σύμφωνα με το ποσοστό συμμετοχής της κάθε ιδιοκτησίας στο συνολικό φόρο εισροών, ο οποίος διαμορφώνεται με βάση την πραγματική διάθεση των αγαθών και υπηρεσιών ανά οικοδομή, όπως προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.
8. Ο φόρος που αναλογεί σε πράξεις που δεν παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης εκπίπτεται ολόκληρος, εφόσον, για κάθε διαχειριστική περίοδο, δεν υπερβαίνει το ποσό των 30 ευρώ.
9. Στην περίπτωση παράδοσης καινούργιου μεταφορικού μέσου, που απαλλάσσεται, σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 28, ο προς έκπτωση φόρος δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό του φόρου που αναλογεί στην αξία παράδοσης.
Περισσότερα για τον διακανονισμό εκπτώσεων βλέπε και ΠΟΛ.1205/15.9.2015 Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α' 94/14.08.2015) αναφορικά με το ΦΠΑ και παροχή σχετικών διευκρινίσεων
Προθεσμία Διακανονισμών εκπτώσεων
Σύμφωνα με το άρθρο 33 παρ. 1 του ν.2859/2000 ορίζεται ότι η έκπτωση του φόρου που ενεργείται με βάση τις υποβαλλόμενες δηλώσεις ΦΠΑ, υπόκειται σε τελικό διακανονισμό σύμφωνα με τα συνολικά στοιχεία της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον:
α) η έκπτωση αυτή είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από εκείνη που είχε δικαίωμα να ενεργήσει ο υποκείμενος στο φόρο,
β) μετά την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων ΦΠΑ, έγιναν μεταβολές που δεν είχαν ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό του ποσού των εκπτώσεων, ιδίως στην περίπτωση έκπτωσης στο τίμημα ή ακύρωσης αγορών. Δεν ενεργείται διακανονισμός σε περιπτώσεις καταστροφής, απώλειας ή κλοπής που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται, καθώς και σε περιπτώσεις χορήγησης δώρων μέχρις αξίας 10 ευρώ και δειγμάτων τα οποία διατίθενται για το σκοπό της επιχείρησης.
Οι διακανονισμοί των εκπτώσεων, που διενεργήθηκαν σε μία διαχειριστική περίοδο, περιλαμβάνονται σε δήλωση ΦΠΑ που υποβάλλεται το αργότερο μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έβδομου μήνα, του επόμενου ημερολογιακού έτους, από το έτος που έληξε η διαχειριστική περίοδος. Έως 31/7/2019
28. Διαχωρισμός μακροπρόθεσμων - βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων και απαιτήσεων (λογ. 45)
• Ορισμένες υποχρεώσεις και απαιτήσεις (συνήθως τα μακροπρόθεσμα δάνεια) πρέπει να διαχωρίσουν , ώστε να γίνει η ανάλογη απεικόνιση στο μέρος που αφορούν πληρωτέα στην επόμενη χρήση.
Απαιτήσεις
Οι απαιτήσεις διακρίνονται, ανάλογα με το χρόνο εξοφλήσεως τους, σε μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες.
Μακροπρόθεσμες είναι οι απαιτήσεις εκείνες για τις οποίες η προθεσμία εξοφλήσεώς τους λήγει μετά από το τέλος της επόμενης χρήσεως.
Οι λοιπές απαιτήσεις (δηλαδή εκείνες των οποίων η προθεσμία εξοφλήσεως λήγει μέχρι το τέλος της επόμενης του ισολογισμού χρήσεως), παρακολουθούνται στους οικείους λογαριασμούς των βραχυπρόθεσμων απαιτήσεων της ομάδας 3 του Σχεδίου Λογαριασμών.
Κατά την κατάρτιση του ισολογισμού κάθε μακροπρόθεσμη απαίτηση, η οποία έχει καταστεί βραχυπρόθεσμη, μεταφέρεται στον οικείο λογαριασμό των βραχυπρόθεσμων απαιτήσεων,
Υποχρεώσεις
Οι υποχρεώσεις διακρίνονται, ανάλογα με το χρόνο ληκτότητάς τους, σε μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες.
Μακροπρόθεσμες είναι οι υποχρεώσεις εκείνες για τις οποίες η προθεσμία εξοφλήσεώς τους λήγει μετά από το τέλος της επόμενης χρήσεως όπως ομολογιακά δάνεια, μακροπρόθεσμα δάνεια τραπεζών κτλ.
Οι λοιπές υποχρεώσεις, δηλαδή εκείνες για τις οποίες η προθεσμία εξοφλήσεώς τους λήγει ως το τέλος της επόμενης χρήσεως, θεωρούνται βραχυπρόθεσμες όπως προμηθευτές, γραμμάτια πληρωτέα (βραχυπρόθεσμης λήξης), τράπεζες λογαριασμοί βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, πιστωτές διάφοροι, υποχρεώσεις από φόρους και τέλη, ασφαλιστικοί οργανισμοί κτλ.
Για να τακτοποιηθούν οι μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις, κατά την κατάρτιση κάθε ισολογισμού, κάθε μακροπρόθεσμη υποχρέωση που μετατρέπεται σε βραχυπρόθεσμη μεταφέρεται στον αρμόδιο λογαριασμό της ομάδας 5.
Στον ισολογισμό καταχωρούνται στα κονδύλια του παθητικού – Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις ι) Βραχυπρόθεσμο μέρος μακροπροθέσμων δανείων, ιι) Εμπορικές απαιτήσεις ιιι) Λοιπές υποχρεώσεις.
Σύμφωνα με το Παράρτημα Α: Ορισμοί του Ν.4308/2014
Βραχυπρόθεσμη υποχρέωση (current liability): Μια υποχρέωση που η οντότητα:
α) αναμένει να διακανονίσει εντός του κανονικού λειτουργικού κύκλου της, ή
β) κατέχει πρωτίστως για εμπορικούς σκοπούς, ή
γ) οφείλει να διακανονίσει εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία αναφοράς των οικονομικών καταστάσεων, ή
δ) δεν έχει άνευ όρων δικαίωμα αναβολής του διακανονισμού της για διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα μηνών από την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Η ύπαρξη όρων που, κατά την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου μέρους, προβλέπουν τον διακανονισμό της υποχρέωσης με την έκδοση συμμετοχικών τίτλων της οντότητας, δεν επηρεάζει την κατάταξη της υποχρέωσης ως βραχυπρόθεσμης ή μακροπρόθεσμης.
Μακροπρόθεσμη υποχρέωση (long term liability): Μια υποχρέωση που δεν είναι βραχυπρόθεσμη.
29. Κατάρτιση Φύλλου Μερισμού Δαπανών
Φύλλο μερισμού είναι η κατανομή του κατ είδος κόστους στα επιμέρους κέντρα κόστους, είναι ο πίνακας που περιλαμβάνει τους λογαριασμούς εξόδων (ομάδα 6) οι οποίοι κατανέμονται κατά έξοδα λειτουργίας της οικονομικής μονάδας όπως τα έξοδα λειτουργίας παραγωγής, διοίκησης, ερευνών-ανάπτυξης, διάθεσης, χρηματοοικονομικής
Είναι μια διαδικασία μερισμού των έμμεσων ή γενικών εξόδων βάση κριτηρίων κατανομής. Ο μερισμός γίνεται με διάφορα κριτήρια τα οποία πρέπει να είναι λογικά και να ακολουθούνται παγίως. Τα Κριτήρια είναι αντικειμενικά και υποκειμενικά. Ο επιμερισμός των έμμεσων δαπανών γίνεται με συγκεκριμένα κριτήρια σε όλα τα κέντρα κόστους της επιχείρησης, με σκοπό τον όσο το δυνατό ακριβέστερο υπολογισμό του καθαρού αποτελέσματος του κάθε κέντρου κόστους – τμήματος της επιχείρησης.
Ο μερισμός απαιτεί σχολαστικότητα και εμπειρία και χρησιμοποίηση των πλέον αναλυτικών λογαριασμών (τριτοβάθμιων - τεταρτοβάθμιων κ.λπ.), ώστε ο μερισμός των εξόδων να πραγματοποιηθεί ορθολογικά, βαρύνοντας με το αντίστοιχο ορθό ποσό την κάθε λειτουργία. Το φύλλο μερισμού συντάσσεται εξωλογιστικά,
Το φύλλο μερισμού χρησιμοποιείται σαν μέθοδος περισσότερο στις βιομηχανικές επιχειρήσεις και λιγότερο στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών.
Αν η επιχείρηση τηρεί αναλυτική λογιστική (σε περιοδική βάση),ο μερισμός γίνεται κατά την διάρκεια της χρήσης, αλλιώς καταρτίζεται φύλλο μερισμού μετά το τέλος της χρήσης.
Η κατάρτιση του φύλλου μερισμού είναι απαραίτητη ώστε να γίνουν οι σχετικές λογιστικές εγγραφές κλεισίματος.
Το «φύλλο μερισμού», είναι πια απαραίτητο και για την σύνταξη του (νέου) εντύπου Ε3.
Τα οργανικά έξοδα, προκειμένου να επιτευχθεί ο λογιστικός προσδιορισμός μικτών αποτελεσμάτων, θα πρέπει να επιμεριστούν και να βαρύνουν τις παρακάτω λειτουργίες με βάση το φύλλο μερισμό εξόδων:
- Κόστος παραγωγής (Production cost): Το κόστος που αποδίδεται σε αγαθά ή υπηρεσίες που παράγει ή προσφέρει η οντότητα. Δηλαδή το σύνολο των εξόδων που πραγματοποιούνται στο στάδιο μετατροπής της πρώτης ύλης σε έτοιμο προϊόν ή μετατροπής ενός υλικού από μία μορφή σε άλλη κατά τη διάρκεια ενός σταδίου ή φάσεως κατεργασίας. Το κόστος παραγωγής περιλαμβάνει :
Πρώτες ύλες
Άμεση εργασία
Ειδικά Έξοδα Παραγωγής
Γενικά Βιομηχανικά Έξοδα (ΓΒΕ)
- Έμμεσα υλικά
- Έμμεση εργασία
- Λοιπά κόστη παραγωγής
- Κόστος λειτουργίας διοικήσεως είναι τα έξοδα που γίνονται για τη λειτουργία των διοικητικών υπηρεσιών της οντότητας.
- Κόστος λειτουργίας διαθέσεως (έξοδα διαθέσεως) είναι τα έξοδα που γίνονται για την προώθηση, προετοιμασία και πραγματοποίηση των πωλήσεων προϊόντων ή υπηρεσιών της οντότητας.
- Κόστος λειτουργίας ερευνών και αναπτύξεως είναι τα έξοδα που γίνονται για τη λειτουργία ερευνών και αναπτύξεως.
- Κόστος χρηματοοικονομικής λειτουργίας είναι το κόστος του δανειακού κεφαλαίου της οικονομικής μονάδας και τα έξοδα που γίνονται για τη λειτουργία των χρηματοληπτικών και χρηματοδοτικών υπηρεσιών της οντότητας.
30. Κοστολόγηση και αποτίμηση αποθεμάτων
Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ 4 του ν. 4308/2014 ορίζεται ότι η οντότητα τηρεί κατά περίπτωση, με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού) Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων στο οποίο καταχωρούνται:
α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο.
β) Η κατά μονάδα αξία επιμέτρησης, καθώς και η συνολική αξία επιμέτρησης του κάθε είδους.
γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.
δ) Αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται.
Σύμφωνα με το άρθρο 20 “Επιμέτρηση αποθεμάτων και υπηρεσιών” του N. 4308/2014
1. Τα αποθέματα αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος κτήσης.
Τα αποθέματα περιλαμβάνουν τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται για πώληση στη συνήθη εμπορική δραστηριότητα της οντότητας (εμπορεύματα ή προϊόντα) ή βρίσκονται υπό επεξεργασία για τη μετατροπή τους σε προϊόντα. Περιλαμβάνουν επίσης τα πάσης φύσεως υλικά που προορίζονται να αναλωθούν στην παραγωγική διαδικασία, για την παραγωγή προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών.
Συνήθεις τύποι αποθεμάτων είναι τα εμπορεύματα, τα υλικά παραγωγής, οι πρώτες ύλες, η παραγωγή σε εξέλιξη και τα έτοιμα προϊόντα.
2. Το κόστος κτήσης των αποθεμάτων περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών που απαιτούνται για να φθάσουν αυτά στην παρούσα θέση και κατάστασή τους.
Ο όρος «παρούσα θέση» αναφέρεται στη γεωγραφική θέση στην οποία βρίσκονται (π.χ. σε αποθήκη στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη). Ο όρος «κατάσταση» αναφέρεται στο στάδιο επεξεργασίας για παραγόμενα προϊόντα.
Το κόστος αγοράς για εμπορεύματα και υλικά περιλαμβάνει την τιμή αγοράς, τους εισαγωγικούς δασμούς και άλλους φόρους (εκτός εκείνων που η οντότητα μπορεί στη συνέχεια να ανακτήσει από την φορολογική αρχή, όπως ο ΦΠΑ), μεταφορικά, κόστη παράδοσης και άλλα κόστη άμεσα επιρριπτέα στην απόκτηση των ετοίμων αγαθών, υλικών και υπηρεσιών. Εμπορικές εκπτώσεις, μειώσεις τιμών και άλλα παρόμοια στοιχεία αφαιρούνται κατά τον προσδιορισμό του κόστους κτήσης των αποθεμάτων.
3. Το κόστος παραγωγής προϊόντος ή υπηρεσίας προσδιορίζεται με μία από τις γενικά αποδεκτές μεθόδους κοστολόγησης και περιλαμβάνει:
α) Το κόστος πρώτων υλών, αναλώσιμων υλικών, εργασίας και άλλο κόστος που σχετίζεται άμεσα με το εν λόγω στοιχείο και
β) μία εύλογη αναλογία σταθερών και μεταβλητών εξόδων που σχετίζονται έμμεσα με το εν λόγω στοιχείο, στο βαθμό που τα έξοδα αυτά αναφέρονται στην περίοδο παραγωγής.
Ιδιαίτερα, το σταθερό κόστος παραγωγής (αποσβέσεις, συντήρηση, κλπ.) επιμερίζεται με μια εύλογη αναλογία στα επιμέρους παραγόμενα προϊόντα, λαμβάνοντας υπόψη την κανονική παραγωγική δυναμικότητα των παγίων σε πραγματικές συνθήκες λειτουργίας. Το μέγεθος αυτό μπορεί να προκύπτει και απολογιστικά, ως μέσος όρος ενός αριθμού περιόδων.
Η απαίτηση για εύλογη κατανομή συνεπάγεται ότι το σταθερό κόστος που αναλογεί σε μειωμένη παραγωγή (κόστος αδράνειας ή κόστος υποαπασχόλησης) αναγνωρίζεται κατευθείαν στην κατάσταση αποτελεσμάτων προσαυξάνοντας το κόστος πωληθέντων, χωρίς να επιβαρύνει το κόστος παραγωγής των αποθεμάτων. Ωστόσο, όταν το κόστος αδράνειας είναι σημαντικό, για την εύλογη παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, το ποσό αυτό μπορεί να μην επιβαρύνει το κόστος πωλήσεων αλλά να ενσωματώνεται στο κονδύλι «Λοιπά έξοδα και ζημιές», με κατάλληλη γνωστοποίηση στο προσάρτημα.
4. Τα κόστη διανομής και διοίκησης δεν επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής.
5. Όταν απαιτείται σημαντική περίοδος χρόνου για να καταστούν τα αποθέματα έτοιμα για την προοριζόμενη χρήση ή πώλησή τους, το κόστος των αποθεμάτων μπορεί να επιβαρύνεται με τόκους εντόκων υποχρεώσεων, κατά το μέρος που οι τόκοι αυτοί αναλογούν στα εν λόγω αποθέματα και για την προαναφερθείσα περίοδο.
Η ρητή αναφορά του νόμου σε «σημαντική περίοδο χρόνου για να καταστούν τα αποθέματα έτοιμα για την προοριζόμενη χρήση ή πώλησή τους» θέτει ένα όριο σημαντικότητας κατά την κρίση της οντότητας.
Συνήθεις περιπτώσεις αποθεμάτων, το κόστος των οποίων μπορεί να επιβαρύνεται με τόκους, είναι η κατασκευή ακινήτων, η παραγωγή βιολογικών προϊόντων (π.χ. ιχθυοκαλλιέργεια), τα προϊόντα που απαιτούν σημαντικό χρόνο ωρίμανσης (π.χ. τυρί ή κρασί), καθώς και τα επί παραγγελία παραγόμενα αποθέματα που απαιτούν σημαντική κατασκευαστική περίοδο.
Διευκρινίζεται ότι η απαίτηση του άρθρου 17 για συνέπεια στην εφαρμογή των λογιστικών πολιτικών σημαίνει ότι η δυνατότητα επίρριψης τόκων στην παραγωγή παρέχεται για το σύνολο των παραγόμενων ειδών, παγίων ή αποθεμάτων. Δηλαδή, δεν γίνεται αποδεκτή η επίρριψη τόκων μόνο στα αποθέματα και όχι στα ιδιοπαραγόμενα πάγια εφόσον υπάρχουν.
Πολλώ δε μάλλον, δεν είναι αποδεκτή η επίρριψη αναλογίας τόκων σε επιλεγμένα μόνο στοιχεία των αποθεμάτων ή των ιδιοπαραγόμενων παγίων.
Η δυνατότητα επίρριψης τόκων παρέχεται και για συμβόλαια παροχής υπηρεσιών που λογιστικοποιούνται με τη μέθοδο του ποσοστού ολοκλήρωσης.
6. Μετά την αρχική αναγνώριση, τα αποθέματα επιμετρώνται στην κατ’ είδος χαμηλότερη αξία μεταξύ κόστους κτήσης και καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας ώστε να διασφαλίζεται ότι τα αποθέματα παρουσιάζονται πάντοτε σε ποσό που είναι ανακτήσιμο.
Όταν η καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία είναι μικρότερη του κόστους κτήσης των αποθεμάτων, η διαφορά (ζημιά) επιβαρύνει το κόστος πωληθέντων στην κατάσταση αποτελεσμάτων. Ωστόσο, όταν η ζημία απομείωσης είναι σημαντική, για την εύλογη παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, η ζημιά αυτή μπορεί να μην επιβαρύνει το κόστος πωλήσεων αλλά να ενσωματώνεται στο κονδύλι «Απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων», με κατάλληλη γνωστοποίηση στο προσάρτημα.
Παράδειγμα
Την 31η Δεκεμβρίου του 20Χ1 η επιχείρηση είχε στην κατοχή της αποθέματα για τα οποία δίνονται οι παρακάτω πληροφορίες.
Σενάριο Α | Σενάριο Β | |
Αξία κτήσης αρχικού αποθέματος | 100 | 100 |
Αγορές περιόδου | 1200 | 1200 |
Αξία κτήσης τελικού αποθέματος (ΤΑ) | 150 | 150 |
Απαιτούμενο κόστος για την πώληση ΤΑ | 20 | 20 |
Εκτιμώμενη αξία πώλησης ΤΑ | 190 | 160 |
Ζητείται να προσδιοριστεί η αξία επιμέτρησης για τα σενάρια Α και Β και το ποσό της σχετικής ζημιάς, εάν υπάρχει.
Ανάλυση - απάντηση
Σενάριο Α | Σενάριο Β | |
Εκτιμώμενη αξία πώλησης | 190 | 160 |
Απαιτούμενο κόστος για την πώληση | 20 | 20 |
Καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία | 170 | 140 |
Αξία επιμέτρησης (κόστος κτήσης / ΚΡΑ) | 150 | 140 |
Ζημιά επιμέτρησης (0 / 140-150) | - | 10 |
Κόστος πωληθέντων | 1150 | 1160 |
Εγγραφή απομείωσης αποθεμάτων 31/12/20Χ1 - Σενάριο Β | Χρέωση | Πίστωση |
Απομείωση εμπορευμάτων (ζημιά) | 10 | |
Σωρευμένη απομείωση εμπορευμάτων (αντίθετος) | 10 |
Η επιβάρυνση του κόστους πωληθέντων μπορεί να γίνεται συγκεντρωτικά. Δηλαδή, με το ποσό της συνολικής ζημίας επιμέτρησης (για όσα είδη αποθεμάτων συντρέχει περίπτωση) γίνεται συγκεντρωτική εγγραφή (με κίνηση αντίθετου λογαριασμού των αποθεμάτων), χωρίς να απαιτείται ενημέρωση του αναλυτικού αρχείου που μπορεί να τηρεί η επιχείρηση κατ’ είδος αποθέματος.
Ο αντίθετος λογαριασμός παρακολούθησης της σωρευμένης απομείωσης-υποτίμησης των αποθεμάτων του τέλους της περιόδου συνεκτιμάται κατά την επιμέτρηση στο τέλος της επόμενης περιόδου.
Η «καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία» ορίζεται ως η εκτιμώμενη τιμή διάθεσης του αποθέματος στην κανονική πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας, μειωμένη κατά το τυχόν κόστος που απαιτείται για την ολοκλήρωσή του και για την πραγματοποίηση της διάθεσης. Το κόστος που απαιτείται για την πώληση είναι συνήθως οι προμήθειες πώλησης, τα έξοδα συσκευασίας και τα μεταφορικά.
Για τις περιπτώσεις των υλικών που προορίζονται για μεταποίηση, το θέμα του προσδιορισμού της καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας τους είναι πιο σύνθετο. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το συνολικό κόστος παραγωγής και το καθαρό τίμημα πώλησης του έτοιμου προϊόντος.
7. Το κόστος κτήσης του τελικού αποθέματος:
α) Προσδιορίζεται, σύμφωνα με
i) τη μέθοδο «Πρώτο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (FIFO) ή
Κατά τη μέθοδο αυτή θεωρείται ότι η πρώτη εισαγωγή (αγορά) εξάγεται πρώτη (First In - First Out) και ότι τα αποθέματα της απογραφής προέρχονται από τις τελευταίες αγορές της χρήσεως και αποτιμούνται στις τιμές που αντίστοιχα αγοράστηκαν. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την τελευταία αγορά.
ii) τη μέθοδο του μέσου σταθμικού όρου σε όλες τις αποδεκτές εκδοχές της, ή και
Κατά τη μέθοδο αυτή η μέση σταθμική τιμή κτήσεως υπολογίζεται με τον εξής τύπο:
Αξία αποθέματος ενάρξεως της περιόδου + αξία αγορών της περιόδου στην τιμή κτήσεως
_______________________________________________________________________
Ποσότητα αποθέματος ενάρξεως της περιόδου + ποσότητα που αγοράζεται στην περίοδο
iii) τη μέθοδος της λιανικής.
Η χρήση της μεθόδου «Τελευταίο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (LIFO) δεν επιτρέπεται.
β) Η ίδια μέθοδος χρησιμοποιείται για όλα τα αποθέματα που έχουν παρόμοια φύση και χρήση από την οντότητα. Για αποθέματα με διαφορετική φύση ή χρήση διαφορετικές μέθοδοι μπορεί να δικαιολογούνται.
Για παράδειγμα μπορεί από την ίδια οντότητα, να χρησιμοποιείται η μέθοδος FIFO για τα υλικά προς βιομηχανοποίηση και η μέθοδος του μέσου σταθμικού όρου για τα εμπορεύματα.
γ) Το κόστος αποθεμάτων που δεν είναι συνήθως αντικαταστατά, καθώς και των αγαθών ή υπηρεσιών που παράγονται και προορίζονται για ειδικά έργα, προσδιορίζεται με τη μέθοδο του εξατομικευμένου κόστους. Όπως τα επί παραγγελία (π.χ. ειδικών προδιαγραφών) αποθέματα.
Η μέθοδος του εξατομικευμένου κόστους: Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα παρακολουθούνται όχι μόνο κατ' είδος, αλλά και κατά συγκεκριμένες παρτίδες αγοράς ή παραγωγής, οι οποίες έτσι αποκτούν αυτοτέλεια κόστους (π.χ. παρτίδα μαλλιών, ακατέργαστων δερμάτων, πλαστικών πρώτων υλών, μερών μηχανημάτων). Κατά την αποτίμηση των αποθεμάτων της απογραφής, αυτά αναλύονται σε ποσότητες κατά παρτίδα από την οποία προέρχονται και αποτιμούνται στο κόστος της συγκεκριμένης παρτίδας, ανεξάρτητα από το χρόνο παραγωγής ή αγοράς τους.
8. Οι αγορές αναλώσιμων υλικών που δεν είναι σημαντικές για το μέγεθος της οντότητας μπορούν να αντιμετωπίζονται ως έξοδα της περιόδου.
Φορολογική νομοθεσία
Σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 4172/2013 τα αποθέματα και τα ημικατεργασμένα προϊόντα αποτιμώνται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες λογιστικής. Ωστόσο, ο φορολογούμενος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει διαφορετική μέθοδο αποτίμησης κατά τα τέσσερα (4) έτη μετά το φορολογικό έτος κατά το οποίο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η μέθοδος αποτίμησης που εφάρμοσε η επιχείρηση.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1075/2016 με θέμα Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 25 του ν. 4172/2013 η διαφορά από την αποτίμηση αποθεμάτων δεν αποτελεί δαπάνη εξεταζόμενη στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 22 του ν.4172/2013, αλλά επηρεάζει τα αποτελέσματα μέσω του κόστους πωληθέντων.
Τα ανωτέρω ισχύουν για φορολογικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά, δεδομένου ότι οι διατάξεις του ν.4308/2014 καθώς και του Π.Δ. 1123/1980 δεν διαφέρουν ως προς το υπόψη θέμα.”
31. Μεταβολή των λογιστικών πολιτικών και εκτιμήσεων καθώς και η διόρθωση των λαθών
Λογιστικές πολιτικές (accounting policies) είναι συγκεκριμένες αρχές, βάσεις επιμέτρησης, παραδοχές, κανόνες και πρακτικές που εφαρμόζονται από μια οντότητα στην κατάρτιση και παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Λογιστική εκτίμηση (accounting estimate) είναι η εκτίμηση της οντότητας, με βάση διαθέσιμες πληροφορίες, αναφορικά με την παρούσα κατάσταση, τα αναμενόμενα οφέλη, και τις δεσμεύσεις που συνδέονται με περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις. Για παράδειγμα, η εκτίμηση για το χρόνο εμφάνισης των ωφελειών από ένα περιουσιακό στοιχείο.
Η διόρθωση λαθών αναφέρεται σε λάθη (σφάλματα) προηγούμενων περιόδων (χρήσεων), δεδομένου ότι σφάλματα της τρέχουσας περιόδου αναμένεται να διορθώνονται προ της δημοσιοποίησης των σχετικών χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ν. 4308/2014:
Οι μεταβολές των λογιστικών πολιτικών και οι διορθώσεις λαθών αναγνωρίζονται αναδρομικά με τη διόρθωση:
α) Των λογιστικών αξιών των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και της καθαρής θέσης, για τη σωρευτική επίδραση της μεταβολής κατά την έναρξη και λήξη της συγκριτικής και της τρέχουσας περιόδου, και
β) των εσόδων, κερδών, εξόδων και ζημιών, όσον αφορά την επίδραση επί των λογιστικών μεγεθών της συγκριτικής περιόδου.
Οι μεταβολές των λογιστικών εκτιμήσεων αναγνωρίζονται στην περίοδο στην οποία διαπιστώνεται ότι προκύπτουν και επηρεάζουν αυτή την περίοδο και μελλοντικές περιόδους, κατά περίπτωση. Οι αλλαγές αυτές δεν αναγνωρίζονται αναδρομικά.
Η διόρθωση των λαθών διενεργείται άμεσα κατά τον εντοπισμό τους.
Περαιτέρω σύμφωνα με την Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 στο άρθρο 28 γίνεται εκτενής αναφορά όσον αφορά τις μεταβολές λογιστικών πολιτικών και εκτιμήσεων και διόρθωση λαθών
Για παράδειγμα, λογιστικές πολιτικές γενικά είναι η επιμέτρηση στο ιστορικό κόστος ή στην εύλογη αξία, η χρήση του μέσου σταθμικού όρου ή της FIFO στον προσδιορισμό του κόστους του τελικού αποθέματος, ο προσδιορισμός των προβλέψεων για παροχές στους εργαζόμενους βάσει των ονομαστικών ποσών πουπροκύπτουν κατά την ημερομηνία του ισολογισμού ή βάσει αποδεκτής αναλογιστικής μεθόδου, κλπ.
Μεταβολή λογιστικής πολιτικής συνιστά, για παράδειγμα, η απόφαση της οντότητας να παρακολουθεί εφεξής τα επενδυτικά της ακίνητα στην εύλογη αξία (από το ιστορικό κόστος) ή να χρησιμοποιεί εφεξής το μέσο σταθμικό όρο αντί της FIFO στον προσδιορισμό του κόστους του τελικού αποθέματος.
Ως λάθη (σφάλματα, σκόπιμα ή μη) νοούνται παραλήψεις ή άλλα σφάλματα στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας που οφείλονται σε μη χρήση ή εσφαλμένη χρήση αξιόπιστων πληροφοριών οι οποίες:
α) ήταν διαθέσιμες όταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις για εκείνες τις περιόδους εγκρίθηκαν για έκδοση, και
β) εύλογα θα αναμενόταν ότι έχουν αποκτηθεί και ληφθεί υπόψη στην κατάρτιση και δημοσίευση αυτών των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Στην έννοια του λάθους (σφάλματος) συμπεριλαμβάνεται και η εσφαλμένη χρήση ενός ισχύοντος λογιστικού κανόνα ή η παράλειψη χρήσης του.
Η ύπαρξη λαθών στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις δεν συνεπάγεται ότι, σε κάθε περίπτωση, τα λογιστικά αρχεία και οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις δεν έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τις προβλέψεις του νόμου και ότι οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις δεν παρουσιάζονται εύλογα από κάθε ουσιώδη άποψη. Όπως αναφέρεται και στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του νόμου, το λογιστικό σύστημα και τα λογιστικά αρχεία εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και όχι αποσπασματικά τα επιμέρους συστατικά τους, σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους. Σε κάθε περίπτωση εξετάζεται εάν τα λάθη είναι διάχυτα στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις, η ενδεχόμενη σκοπιμότητα για την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος, καθώς και οι ενδεχόμενες ελεγκτικές δυσχέρειες.
Για παράδειγμα, λογιστική εκτίμηση είναι ο προσδιορισμός της ωφέλιμης οικονομικής ζωής ή της υπολειμματικής αξίας ενός παγίου, των απωλειών από επισφαλείς απαιτήσεις και του ποσού που θα απαιτηθεί για το διακανονισμό μιας πρόβλεψης.
Η αναγνώριση της επίπτωσης από μεταβολές λογιστικών πολιτικών και η διόρθωση λαθών προηγούμενων περιόδων διενεργούνται με την αναδρομική διόρθωση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων όλων των περιόδων που δημοσιοποιούνται μαζί με τις καταστάσεις της τρέχουσας περιόδου. Συγκεκριμένα:
α) Διορθώνονται οι λογιστικές αξίες των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και της καθαρής θέσης σωρευτικά κατά την έναρξη και λήξη της συγκριτικής περιόδου. Δηλαδή, τα εν λόγω στοιχεία θα εμφανιστούν στις καταστάσεις με τα ποσά που θα είχαν, εάν η νέα πολιτική είχε εφαρμοστεί εξ’ αρχής ή το λάθος δεν είχε συμβεί.
β) Διορθώνονται τα ποσά των εσόδων, κερδών, εξόδων και ζημιών της συγκριτικής περιόδου.
γ) Οίκοθεν νοείται ότι μετά τη διόρθωση των ποσών του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων της συγκριτικής περιόδου, τα ποσά της τρέχουσας περιόδου αντανακλούν, κατά περίπτωση, την αλλαγή της λογιστικής πολιτικής και τη διόρθωση του λάθους.
Παράδειγμα
Στις 02/01/20Χ1 η ΑΛΦΑ αγόρασε ένα πάγιο (εξοπλισμό γραφείου) αξίας κτήσης 10.000 ευρώ που αποδεδειγμένα έχει ωφέλιμη οικονομική ζωή 10 έτη και μηδενική υπολειμματική αξία (συντελεστής απόσβεσης 10%). Εκ παραδρομής η ΑΛΦΑ υπολογίζει ετήσιες αποσβέσεις με συντελεστή 5% αντί του ορθού 10%. Το σφάλμα αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια του 20Χ5 και αποφασίστηκε η διόρθωσή του.
Η ΑΛΦΑ δημοσίευσε «Κέρδη εις νέο» ποσού 4.600 ευρώ την 1η Ιανουαρίου 20Χ4 και 4.800 ευρώ την 31η Ιανουαρίου 20Χ4. Τα δημοσιευμένα κέρδη του 20Χ4 ανήλθαν στο ποσό των 1.800 ευρώ.
Ανάλυση – Λύση
Οι τελευταίες δημοσιευμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις είναι εκείνες του έτους 20Χ4. Στις καταστάσεις αυτές οι σωρευμένες αποσβέσεις του παγίου ήταν 10.000 * 0,05 * 4 = 2.000 ευρώ, ενώ το πάγιο θα έπρεπε να είχε αποσβεστεί κατά 4.000 ευρώ (10.000*10%*4).
Για να διορθωθεί το λάθος, η ΑΛΦΑ πρέπει να διορθώσει σωρευτικά τα υπόλοιπα έναρξης και λήξης του ισολογισμού της συγκριτικής περιόδου 20Χ4 (σωρευμένες αποσβέσεις και Κέρδη εις νέο) καθώς και τα αποτελέσματα του 20Χ4 (αποσβέσεις-έξοδο). Οι απαιτούμενες προσαρμογές παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα.
Προσαρμογές σε κονδύλια του Ισολογισμού 20Χ4 (συγκριτική περίοδος)
Σωρευμένες αποσβέσεις | Κέρδη εις νέο | |
Δημοσιευμένο 01-01-20Χ4 / 20Χ4 | 1,5 | 4,6 |
Διόρθωση | 1,5 | -1,5 |
Διορθωμένο 01/01/20Χ4 / 20Χ4 | 3 | 3,1 |
Δημοσιευμένο 31-12-20Χ4 / 20Χ4 | 2 | 4,8 |
Διόρθωση | 2 | -2 |
Διορθωμένο 31/12/20Χ4 / 20Χ4 | 4 | 2,8 |
Κατάσταση Αποτελεσμάτων | ||
Αποσβέσεις (έξοδο) | Καθαρά κέρδη | |
Δημοσιευμένο 20Χ4 | 500 | 1,8 |
Διόρθωση | 500 | -500 |
Διορθωμένο 20Χ4 | 1 | 1,3 |
Τα διορθωμένα ποσά είναι αυτά που θα εμφανίζονται στις συγκριτικές καταστάσεις του 20Χ4 για το έτος 20Χ5. Για το έτος 20Χ5 το ποσό των αποσβέσεων θα είναι 10.000 * 0,10 = 1.000 ευρώ, ποσό που θα είναι συγκρίσιμο με αυτό που θα δημοσιευτεί στη διορθωμένη συγκριτική κατάσταση του 20Χ4. Εξυπακούεται ότι αν αναγνωρίζεται αναβαλλόμενος φόρος και επηρεάζεται από τη διόρθωση, τροποποιείται και αυτός αναδρομικά βάσει των προαναφερθέντων. Όσον αφορά τον τρέχοντα φόρο εισοδήματος, έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα από την φορολογική νομοθεσία.
Η λογιστική εκτίμηση αναφέρεται πάντοτε στο μέλλον και η σχετική μεταβολή προκαλείται από αλλαγές των συνθηκών που επικρατούν ή αποκαλύπτονται στο πέρασμα του χρόνου. Η μεταβολή λογιστικής εκτίμησης, που προκαλείται από αλλαγές στις συνθήκες, δεν συνιστά διόρθωση λάθους, καθώς η έννοια του λάθους είναι ουσιωδώς διαφορετική, όπως εξηγήθηκε.
Οι μεταβολές των λογιστικών εκτιμήσεων αναγνωρίζονται στην περίοδο στην οποία διαπιστώνεται ότι προκύπτουν και επηρεάζουν την περίοδο αυτή και μελλοντικές περιόδους, κατά περίπτωση. Στη μεταβολή λογιστικών εκτιμήσεων εξ’ ορισμού δεν δικαιολογείται ούτε απαιτείται αναδρομική διόρθωση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων του παρελθόντος. Για παράδειγμα, εάν στις 31.12.20Χ1 η ΑΛΦΑ κρίνει ότι αυξήθηκε η υπολειπόμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή ενός παγίου, οι μειωμένες αποσβέσεις θα υπολογίζονται για τα έτη 20Χ2 και εφεξής, χωρίς να γίνει καμία προσαρμογή για τις αποσβέσεις του 20Χ1.
32. Υπολογισμός τεκμαρτών εσόδων από την εκμίσθωση ή την ιδιοχρησιμοποίηση ή τη δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων.
Το εισόδημα που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση γης ή ακινήτου υπόκειται σε φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, χωρίς καμία εξαίρεση για αυτό που προκύπτει από την ιδιοχρησιμοποίηση βιομηχανοστασίων, ξενοδοχείων, κλπ., ενώ ειδικά για την περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης εκπίπτει, κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των παραπάνω νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, το τεκμαρτό μίσθωμα κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης η΄ του άρθρου 23 του ίδιου νόμου. Το αποτέλεσμα του ανωτέρω χειρισμού στην περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης γης ή ακινήτου είναι φορολογικά αδιάφορο για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες.
Σύμφωνα με το άρθρο 39 Εισόδημα από ακίνητη περιουσία παρ 2 του Ν.4172/2013
Το εισόδημα σε είδος αποτιμάται στην αγοραία αξία. Το εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση τεκμαίρεται ότι συνίσταται στο τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Κατ' εξαίρεση το τεκμαρτό εισόδημα του προηγούμενου εδαφίου που αφορά δωρεάν παραχώρηση κατοικίας μέχρι διακόσια τετραγωνικά μέτρα (200 τ.μ.) προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία προς ανιόντες ή κατιόντες απαλλάσσεται από το φόρο.
Ειδικά για τους ασκούντες ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα δεν υπολογίζεται τεκμαρτό εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση προς ανιόντες, κατιόντες και συζύγους, αγροτικών εκτάσεων στις οποίες περιλαμβάνονται λιβάδια, καλλιεργήσιμες γαίες, βοσκήσιμες γαίες, και κάθε είδους κατασκευές ή εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής.
Το Σ.Λ.Ο.Τ. με την αριθμ. πρωτ.: 781 ΕΞ στις 27.2.2015 απάντηση σε ερώτημα με θέμα την Λογιστική εγγραφή τεκμαρτού εσόδου και εξόδου από ιδιόχρηση ακινήτου αναφέρει οτι τα σχετικά ποσά μπορούν να καταχωρούνται για λόγους εσωτερικής πληροφόρησης της επιχείρησης σε σχετικούς λογαριασμούς. Ωστόσο, στη δημοσιοποιούμενη κατάσταση αποτελεσμάτων δεν πρέπει να εμφανίζονται σε κανένα σημείο της τεκμαρτά κονδύλια.
Επίσης το Σ.ΛΟ.Τ. με την αριθμ. πρωτ.: 1239 ΕΞ της 23.6.2016 απάντηση με θέμα Τεκμαρτά έσοδα και έξοδα αναφέρει εάν η οντότητα επιθυμεί να παρακολουθεί τα τεκμαρτά έξοδα και έσοδα ιδιόχρησης ακινήτων μέσω του σχεδίου λογαριασμών της, μπορεί να χρεώνεται κατάλληλος υπολογαριασμός τεκμαρτού εξόδου των ενοικίων (του κωδ. 62.04 στο σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ ή του 64.05 στα ΕΛΠ), με πίστωση του λογαριασμού του τεκμαρτού εσόδου (υπολογαριασμός του κωδ. 75 στο σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ ή του 71.04 στα ΕΛΠ).
Οι σχετικοί λογαριασμοί ωστόσο απαλείφονται για σκοπούς σύνταξης των λογιστικών καταστάσεων, δηλαδή δεν προσαυξάνουν αντίστοιχα τα σχετικά έσοδα και έξοδα.
Σύμφωνα με την Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1021369 ΕΞ 2017 της 10-02-2017 με θέμα Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος από ιδιόχρηση αναφέρεται
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 39 του ν. 4172/2013, ο όρος «εισόδημα από ακίνητη περιουσία» σημαίνει το εισόδημα, σε χρήμα ή σε είδος, που προκύπτει από την εκμίσθωση ή την ιδιοχρησιμοποίηση ή τη δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων.
Το εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση τεκμαίρεται ότι συνίσταται στο τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
2. Επίσης, με τις διατάξεις της περίπτωσης η' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, το τεκμαρτό μίσθωμα της παραγράφου 2 του άρθρου 39 σε περίπτωση ιδιόχρησης κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα.
3. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι, για τον προσδιορισμό των καθαρών φορολογητέων κερδών, το τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση αποτελεί εισόδημα από ακίνητα και συνίσταται στο 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου και αποτελεί ταυτόχρονα και εκπιπτόμενη δαπάνη κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
4. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη συμπλήρωση του εντύπου Ε3, θα συμπληρωθούν οι κωδικοί που αφορούν στο καθαρό αποτέλεσμα με λογιστικό προσδιορισμό και στη συνέχεια με τη βοήθεια του πίνακα Κ' (πίνακας προσωρινών διαφορών μεταξύ φορολογικής - λογιστικής βάσης) θα υπολογιστούν οι διαφορές μεταξύ Ε.Λ.Π. και φορολογικής βάσης και αφού ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, θα διαμορφωθούν τα τελικά καθαρά φορολογητέα κέρδη που θα αναγραφούν στους αντίστοιχους κωδικούς του Πίνακα Ζ'.
33. Λήψη ισοζυγίου προ κλεισίματος
Το ισοζύγιο προ κλεισίματος το λαμβάνουμε μετά την καταχώρηση των εγγραφών προσαρμογής και τακτοποίησης των λογαριασμών της γενικής λογιστικής με τα δεδομένα της πραγματικής απογραφής. Με βάση το Ισοζύγιο προ κλεισίματος διενεργούνται οι εγγραφές προσδιορισμού των αποτελεσμάτων.
34. Διενέργεια εγγραφών κλεισίματος / Λήψη Ισοζυγίου
Α. Εγγραφές καταρτίσεως λογαριασμού 86 Αποτέλεσμα χρήσεως |
σημ. | ΧΡΕΩΣΗ | ΠΙΣΤΩΣΗ | |
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα | Χ | ||
20 | Εμπορεύματα | Χ | ||
21 | Προϊόντα έτοιμα και ημιτελή | Χ | ||
22 | Υποπροϊόντα και υπολείμματα | Χ | ||
23 | Παραγωγή σε εξέλιξη | Χ | ||
24 | Πρώτες και βοηθητικές ύλες-Υλικά συσκευασίας | Χ | ||
25 | Αναλώσιμα υλικά | Χ | ||
26 | Ανταλλακτικά παγίων στοιχείων | Χ | ||
28 | Είδη συσκευασίας | Χ | ||
* Μεταφορά αξίας αρχικής απογραφής αποθεμάτων στο λογαριασμό 86.00.00 Μικτά αποτελέσματα * | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα | Χ | ||
20 | Εμπορεύματα | Χ | ||
24 | Πρώτες και βοηθητικές ύλες-Υλικά συσκευασίας | Χ | ||
25 | Αναλώσιμα υλικά | Χ | ||
26 | Ανταλλακτικά παγίων στοιχείων | Χ | ||
28 | Είδη συσκευασίας | Χ | ||
* Μεταφορά αξίας αγορών χρήσεως στο λογαριασμό 86.00.00 Μικτά αποτελέσματα * | ||||
20 | Εμπορεύματα | Χ | ||
21 | Προϊόντα έτοιμα και ημιτελή | Χ | ||
22 | Υποπροϊόντα και υπολείμματα | Χ | ||
23 | Παραγωγή σε εξέλιξη | Χ | ||
24 | Πρώτες και βοηθητικές ύλες-Υλικά συσκευασίας | Χ | ||
25 | Αναλώσιμα υλικά | Χ | ||
26 | Ανταλλακτικά παγίων στοιχείων | Χ | ||
28 | Είδη συσκευασίας | Χ | ||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα | Χ | ||
* Μεταφορά αξίας απογραφής τελικών αποθεμάτων στο λογαριασμό 86.00.00 Μικτά αποτελέσματα * | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα | Χ | ||
60 | Αμοιβές και έξοδα προσωπικού | Χ | ||
61 | Αμοιβές και έξοδα τρίτων | Χ | ||
62 | Παροχές τρίτων | Χ | ||
63 | Φόροι - τέλη | Χ | ||
64 | Διάφορα έξοδα | Χ | ||
65 | Τόκοι και συναφή έξοδα | Χ | ||
66 | Αποσβέσεις πάγιων στοιχείων ενσωματωμένες στο λειτουργικό κόστος | Χ | ||
68 | Προβλέψεις εκμεταλλεύσεως | Χ | ||
* Μεταφορά υπολοίπων λογ/σμών οργανικών εξόδων της ομάδας 6 στο λογαριασμό 86.00.00 Μικτά αποτελέσματα * | ||||
70 | Πωλήσεις εμπορευμάτων | Χ | ||
71 | Πωλήσεις προϊόντων ετοίμων και ημιτελών | Χ | ||
72 | Πωλήσεις λοιπών αποθεμάτων και άχρηστου υλικού | Χ | ||
73 | Πωλήσεις υπηρεσιών | Χ | ||
74 | Επιχορηγήσεις και διάφορα έσοδα πωλήσεων | Χ | ||
75 | Έσοδα παρεπόμενων ασχολιών | Χ | ||
76 | Έσοδα κεφαλαίων | Χ | ||
78 | Ιδιοπαραγωγή παγίων και χρησιμοποιημένες προβλέψεις εκμεταλλεύσεως (Τεκμαρτά έσοδα) | Χ | ||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα | Χ | ||
* Μεταφορά υπολοίπων λογ/σμών οργανικών εξόδων της ομάδας 7 στο λογαριασμό 86.00.00 Μικτά αποτελέσματα * | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.02 | Έξοδα διοικητικής λειτουργίας | Χ | ||
86.00.03 | Έξοδα λειτουργίας ερευνών - αναπτύξεως | Χ | ||
86.00.04 | Έξοδα λειτουργίας διαθέσεως | Χ | ||
86.01 | Χρηματοοικονομικά αποτελέσματα | |||
86.01.09 | Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | Χ | ||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα | Χ | ||
Μεταφορά οργανικών εξόδων κατά λειτουργία (διοικήσεως, ερευνών και αναπτύξεως, διαθέσεως & χρηματοδοτήσεως) βάση του φύλλου μερισμού | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.01 | Άλλα έσοδα εκμεταλλεύσεως | Χ | ||
86.01 | Χρηματοοικονομικά αποτελέσματα | |||
86.01.03 | Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | Χ | ||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | Χ | ||
* Μεταφορά οργανικών εσόδων των λογ/σμών εσόδων 74, 75 & 76 * | ||||
81 | Έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα | |||
81.01 | Έκτακτα και ανόργανα έσοδα | Χ | ||
81.03 | Έκτακτα κέρδη | Χ | ||
82 | Έξοδα και έσοδα προηγούμενων χρήσεων | |||
82.01 | Έσοδα προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
84 | Έσοδα από προβλέψεις προηγούμενων χρήσεων | |||
84.01 | Έσοδα από χρησιμοποιημένες προβλέψεις προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.02 | Έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα | |||
86.02.00 | Έκτακτα και ανόργανα έσοδα | Χ | ||
86.02.01 | Έκτακτα κέρδη | Χ | ||
86.02.02 | Έσοδα προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
86.02.03 | Έσοδα από προβλέψεις προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
* Μεταφορά πιστωτικών υπολοίπων λογ/σών 81, 82 & 84 στον λογ/σμό 86.* | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.02 | Έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα | |||
86.02.07 | Έκτακτα και ανόργανα έξοδα | Χ | ||
86.02.08 | Έκτακτες ζημίες | Χ | ||
86.02.09 | Έξοδα προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
86.02.10 | Προβλέψεις για έκτακτους κινδύνους | Χ | ||
81 | Έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα | |||
81.00 | Έκτακτα και ανόργανα έξοδα | Χ | ||
81.02 | Έκτακτες ζημίες | Χ | ||
82 | Έξοδα και έσοδα προηγούμενων χρήσεων | |||
82.00 | Έξοδα προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
83 | Προβλέψεις για έκτακτους κινδύνους | Χ | ||
* Μεταφορά χρεωστικών υπολοίπων λογ/σμών 81, 82, 83 & 85 στον λογ/σμό 86.* | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.00 | Μικτά αποτελέσματα εκμεταλλεύσεως | Χ | ||
86.00.01 | Άλλα έσοδα εκμεταλλεύσεως | Χ | ||
86.01 | Χρηματοοικονομικά αποτελέσματα | |||
86.01.03 | Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | Χ | ||
86.02 | Έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα | |||
86.02.00 | Έκτακτα και ανόργανα έσοδα | Χ | ||
86.02.01 | Έκτακτα κέρδη | Χ | ||
86.02.02 | Έσοδα προηγουμένω χρήσεων | Χ | ||
86.02.03 | Έσοδα από προβλέψεις προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.99.00 | Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως | Χ | ||
* Μεταφορά πιστωτικών υπολοίπων των υπολογ/σμών του 86 στον 86.99.00 Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως * | ||||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.99.00 | Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως | Χ | ||
86 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00 | Αποτελέσματα χρήσεως | |||
86.00.02 | Έξοδα διοικ. λειτουργίας | Χ | ||
86.00.03 | Έξοδα λειτουργίας ερευνών και αναπτύξεως | Χ | ||
86.00.04 | Έξοδα λειτουργίας διαθέσεως | Χ | ||
86.01 | Χρηματοοικονομικά αποτελέσματα | |||
86.01.09 | Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | Χ | ||
86.02 | Έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα | |||
86.02.07 | Έκτακτα και ανόργανα έξοδα | Χ | ||
86.02.08 | Έκτακτες ζημίες | Χ | ||
86.02.09 | Έξοδα προηγούμενων χρήσεων | Χ | ||
86.02.10 | Προβλ. για έκτακτ. κινδύν. | Χ | ||
* Μεταφορά χρεωστικών υπολοίπων των υπολογ/σμών του 86 στον 86.99.00 Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως * |
Μετά την διενέργεια των παραπάνω εγγραφών προσδιορισμού του αποτελέσματος συντάσσεται το ισοζύγιο κλεισίματος το οποίο περιλαμβάνει τα αποτελέσματα του κλεισίματος των λογαριασμών εσόδων - εξόδων και όλων των άλλων αποτελεσματικών λογαριασμών οι οποίοι έχουν μηδενίσει και μόνο οι λογαριασμοί του ισολογισμού περιέχουν τα οριστικά τους υπόλοιπα.
Λογιστικό Σχέδιο λογαριασμών
Σύμφωνα με το Άρθρο 3. Λογιστικό σύστημα και βασικά λογιστικά αρχεία παρ. 8 και 9 του ν. 4308/2014 αναφέρεται ότι: «8. Το σχέδιο των λογαριασμών του Παραρτήματος Γ΄ χρησιμοποιείται ως μέρος του λογιστικού συστήματος της οντότητας, σε ό,τι αφορά στην ονοματολογία, στο βαθμό ανάλυσης και συγκέντρωσης των λογαριασμών, καθώς και στο περιεχόμενό τους, όπως αυτό καθορίζεται σε συνδυασμό με τους ορισμούς του Παραρτήματος Α΄ και τα υποδείγματα των χρηματοοικονομικών καταστάσεων του Παραρτήματος Β΄. Η περαιτέρω ανάπτυξη του σχεδίου λογαριασμών για την κάλυψη των πληροφοριακών αναγκών της οντότητας και την ευχερή εφαρμογή του παρόντος νόμου είναι ευθύνη της διοίκησης της οντότητας, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ανάγκη κάλυψης των απαιτήσεων της παρ. 10 του άρθρου 5. Ιδιαίτερα, οι τίτλοι των λογαριασμών δύναται να προσαρμόζονται, σύμφωνα με τις καθιερωμένες ονοματολογίες ευρύτερων κλάδων δραστηριότητας, λαμβάνοντας υπόψη και την παρ. 12 του άρθρου 16.
9. Εναλλακτικά του σχεδίου λογαριασμών του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, κάθε οντότητα που υπόκειται σε αυτόν το νόμο έχει τη δυνατότητα να εφαρμόζει το σχέδιο λογαριασμών, όπως ισχύει κατά την 31η Δεκεμβρίου 2014.»
Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 1872 ΕΞ 19.10.2015 Ερώτηση χρήσης Λογαριασμού 37: «Με βάση το ν. 4308/2014, με ισχύ από 01.01.2015, οι κωδικοί αριθμοί του χρησιμοποιούμενου από την οντότητα λογιστικού σχεδίου, καθορίζονται ελεύθερα από την ίδια.»
Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 1036 ΕΞ 19.6.2017 Εφαρμογή σχεδίου λογαριασμών: «Το σχέδιο λογαριασμών του Π.Δ. 1123/1980 μπορεί να χρησιμοποιείται από τις οντότητες βάσει της παραγράφου 9 του άρθρου 3 του ν. 4308/2014, χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό, με την υποχρέωση υλοποίησης των απαραίτητων προσαρμογών για τη διευκόλυνση της ασφαλούς εφαρμογής των ΕΛΠ. Σημειώνεται ότι όλες οι λοιπές ρυθμίσεις του Π.Δ. 1123/1980, πλην των κωδικών του σχεδίου λογαριασμών, έχουν ρητά καταργηθεί.»
35. Ένταξη σε κατηγορία και προσδιορισμός των απαιτούμενων υποχρεώσεων
Η ένταξη μιας οντότητας σε κατηγορία μεγέθους προσδιορίζει κυρίως τις λογιστικές της υποχρεώσεις σε ότι αφορά:
α) τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσει, βάσει του άρθρου 16,
β) απλοποιήσεις και απαλλαγές από ορισμένους κανόνες επιμέτρησης, καθώς και από την παροχή ορισμένων πληροφοριών του προσαρτήματος, βάσει του άρθρου 30,
γ) απαγόρευση χρήσης ορισμένων κανόνων επιμέτρησης.
Για τον προσδιορισμό των λογιστικών υποχρεώσεων των οντοτήτων που υποχρεούνται στην εφαρμογή των λογιστικών διατάξεων του Ν. 4308/2014, οι υποκείμενες οντότητες ταξινομούνται με βάση το μέγεθός τους σε: πολύ μικρές, μικρές, μεσαίες και μεγάλες.
Κριτήρια μεγέθους (κάλυψη 2 από τα 3) | |||
Κατηγορίες οντοτήτων | Μέσος όρος προσωπικού | Σύνολο ενεργητικό (ευρώ) | Καθαρός κύκλος εργασιών (ευρώ) |
Πολύ μικρές άρθρου 1, παρ. 2γ (δηλαδή ΟΕ, ΕΕ, ατομική, κλπ) | - | - | ≤ 1.500.000 |
Μικρές άρθρου 1, παρ. 2γ, δηλαδή ΟΕ, ΕΕ, ατομική, κλπ) | - | - | > 1.500.000 |
Πολύ μικρές άρθρου 1 παρ. 2α και 2β | ≤ 10 | ≤ 350.000 | ≤ 700.000 |
Μικρές άρθρου 1 παρ. 2α και 2β | ≤ 50 | ≤ 4.000.000 | ≤ 8.000.000 |
Μεσαίες (όλες) | ≤ 250 | ≤ 20.000.000 | ≤ 40.000.000 |
Μεγάλες (όλες) | > 250 | > 20.000.000 | > 40.000.000 |
Καθορισμός χρηματοοικονομικών καταστάσεων ανά μέγεθος οντοτήτων βάσει του άρθρου 16 του Ν. 4308/2014
Κατηγορία μεγέθους | |||||
Πολύ μικρές | |||||
άρθρο 1 παρ. 2.γ | άρθρο 1 παρ. 2.α & 2.β | Μικρές | Μεσαίες | Μεγάλες | |
Κατάσταση αποτελεσμάτων | √ | √ | √ | √ | √ |
Προσάρτημα ή Σημειώσεις | √ | √ | √ | √ | √ |
Ισολογισμός | √ | √ | √ | √ | |
Κατάσταση μεταβολών καθαρής θέσης | √ | √ | |||
Κατάσταση χρηματοροών | √ |
ΣΛΟΤ 2971/2019 Υπολογισμός ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ)
Ο μέσος όρος απασχολούμενων κατά την διάρκεια της περιόδου, συνιστά το τρίτο κριτήριο για την ένταξη μίας οντότητας σε κατηγορία μεγέθους (πολύ μικρή, μικρή, μεσαία και μεγάλη), βλέπε το άρθρο 2 του Ν 4308/2014.
Σύμφωνα με την ερμηνεία που δόθηκε από την ΠΟΛ.1003/31.12.2014, ως προς το τρίτο αυτό κριτήριο, ο μέσος όρος του απασχολούμενου προσωπικού υπολογίζεται: «στη βάση πλήρους απασχόλησης σε ημερήσια και ετήσια βάση, για όλους τους εργαζόμενους που έχουν ή τεκμαίρεται ότι έχουν εργασία έμμισθης απασχόλησης. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνονται οι έχοντες έμμισθη σχέση αλλά και τα πρόσωπα που απασχολούνται με σχέση που εξομοιώνεται με έμμισθη εργασία, όπως δικηγόροι, λογιστές ή μηχανικοί όταν είναι πλήρους απασχόλησης και ανεξαρτήτως του τρόπου που αμείβονται (π.χ. με τιμολόγιο). Συμπεριλαμβάνονται επίσης οι απασχολούμενοι με μίσθωση από άλλη οντότητα καθώς και οι ιδιοκτήτες επιχειρηματίες, εφόσον απασχολούνται στην οντότητα και αμείβονται από αυτή. Διευκρινίζεται ότι δεν λαμβάνονται υπόψη εκπαιδευόμενοι και σπουδαστές που απασχολούνται με συμβάσεις εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και εργαζόμενοι που έχουν λάβει γονική άδεια» (παρ. 2.4, ΠΟΛ.1003/31.12.2014). «Αναφορικά με τον υπολογισμό του μέσου όρου προσωπικού, ποσοστά μικρότερα του 0,5 στρογγυλοποιούνται προς τα κάτω και ποσοστά μεγαλύτερα του 0,5 στρογγυλοποιούνται προς τα πάνω» (παρ. 2.5, ΠΟΛ.1003/31.12.2014).
Η έννοια της στρογγυλοποίησης εδώ, όπως είναι προφανές, αναφέρεται στον τελικό αριθμό που θα προκύψει σε ετήσια βάση, για το σύνολο των απασχολουμένων και σύμφωνα με τα εργασιακά χαρακτηριστικά στοιχεία κάθε ενός εξ αυτών, ή σύμφωνα με την σχέση του εξωτερικού συνεργάτη (συνεχής ή κατά περίσταση).
Συνεπώς, για τον αριθμό των απασχολούμενων, όπως προσδιορίστηκαν πιο πάνω, πρέπει να υπολογιστεί ο μέσος όρος για την κάθε χρονική περίοδο, ο οποίος στρογγυλοποιείται αναλόγως.
Παράδειγμα:
Σε οντότητα με μορφή ΙΚΕ έχουμε τα εξής δεδομένα:
- Ο διαχειριστής παρέχει εργασία για την οποία εισπράττει αμοιβή.
- Ο λογιστής της εταιρείας αν και πλήρους απασχόλησης, αμείβεται με την έκδοση τιμολογίου από τον ίδιο (εξωτερικός συνεργάτης).
- Ο δικηγόρος της εταιρείας λαμβάνει πάγια αμοιβή και παρέχει τις υπηρεσίες αν και όταν του ζητηθεί.
- Απασχολεί επίσης τρία άτομα με πλήρη απασχόληση.
- Απασχόλησε εντός του έτους ένα άτομο με τρίμηνη σύμβαση ορισμένου χρόνου και πλήρη απασχόληση.
- Απασχολεί και δύο άτομα καθ’ όλη την διάρκεια του έτους με μερική απασχόληση. Τον ένα σε τρίωρη καθημερινή απασχόληση και τον άλλο σε πεντάωρη καθημερινή απασχόληση.
- Τέλος, απασχόλησε και έναν εργαζόμενο σε τετράωρη καθημερινή απασχόληση με σύμβαση ορισμένου χρόνου διάρκειας τεσσάρων μηνών.
Απάντηση:
Ο διαχειριστής και ο λογιστής θεωρούνται εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης. Άρα το σύνολο των εργαζόμενων πλήρους απασχόλησης είναι: 1+1+3 = 5.
Ο δικηγόρος δεν λαμβάνεται υπόψη αφού δεν εργάζεται με πλήρη απασχόληση, αλλά παρέχει τις υπηρεσίες του ευκαιριακά και κατά περίσταση.
Για τον εργαζόμενο επί τρίμηνο (πλήρους απασχόλησης) θα προχωρήσουμε σε αναγωγή σε ετήσια βάση:
1 χ (3 / 12) = 0,25
Για τον εργαζόμενο με τρίωρη ημερήσια απασχόληση, σε ολόκληρο το έτος, επίσης:
1 χ (3 / 8) = 0,375
Για τον εργαζόμενο με πεντάωρη ημερήσια απασχόληση, σε ολόκληρο το έτος:
1 χ (5 / 8) = 0,625
Για τον εργαζόμενο με τετράωρη απασχόληση για 4 μήνες:
1 χ (4 / 8) χ (4 / 12) = 0,167
Άρα, έχουμε σύνολο:
5 + 0,25 + 0,375 + 0,625 + 0,167 = 6,417 και κατά στρογγυλοποίηση 6.
Συνεπώς, ο αριθμός των απασχολουμένων για την συγκεκριμένη περίοδο, είναι έξι (6).
Η περίπτωση της εκ περιτροπής απασχόλησης.
Η, καθ’ ερμηνεία, διατύπωση της σχετικής διάταξης (άρθρο 2, Ν 4308/2014), αναφέρεται σε αριθμό απασχολουμένων, στην βάση πλήρους απασχόλησης. Όπως είναι γνωστό, (παρ. 3, άρθρο 2 του Ν 3846/2010), κατά την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας ή κατά την διάρκειά της, ο εργοδότης και ο μισθωτός, μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν κάθε μορφή απασχόλησης εκ περιτροπής. Περαιτέρω, εκ περιτροπής απασχόληση θεωρείται η απασχόληση του εργαζόμενου κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες τον μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή και συνδυασμός αυτών, αλλά πάντα κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας.
Υπό την έννοια αυτή έχουμε τις παρακάτω περιπτώσεις:
(1) Εργαζόμενος λιγότερες ημέρες την εβδομάδα (πάντα κατά πλήρες ωράριο):
[Ημέρες εργασίας / 5 (πενθήμερο) ή 6 (εξαήμερο)] χ [μήνες / 12]
Παράδειγμα:
Εργαζόμενος προσλήφθηκε με την συμφωνία να εργάζεται τρεις (3) ημέρες την εβδομάδα (με πλήρες ωράριο), σε ετήσια βάση, σε επιχείρηση που υπάγεται στο καθεστώς της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης. Έχουμε:
(3 / 5) χ (12 / 12) = 0,6
Συνεπώς, ο αριθμός που θα ληφθεί υπόψη στο γενικό σύνολο των απασχολουμένων στην οντότητα θα είναι ο 0,6. Η στρογγυλοποίηση θα γίνει, βάσει του τελικού αριθμού που θα προκύψει από την απασχόληση του συνόλου των εργαζομένων. Δηλαδή το 0,6 δεν στρογγυλοποιείται σε καμιά περίπτωση (=1), αλλά αθροίζεται στους συντελεστές και των λοιπών εργαζομένων, ώστε ο τελικός αριθμός που θα προκύψει, να στρογγυλοποιηθεί, κατά τα γνωστά. Αν όμως, αυτός είναι ο μοναδικός εργαζόμενος στην επιχείρηση, προφανέστατα θα στρογγυλοποιηθεί σε (=1), πράγμα το οποίο είναι αληθές, αφού η οντότητα απασχολεί έναν και μοναδικό εργαζόμενο.
Αν η επιχείρηση ακολουθούσε το καθεστώς της εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, ο παρανομαστής του πρώτου κλάσματος θα ήταν: 6.
Αν η απασχόληση αφορούσε χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους, δηλαδή λιγότερους μήνες, θα προσαρμοζόταν αναλόγως ο αριθμητής του δεύτερου κλάσματος.
(2) Εργαζόμενος λιγότερες εβδομάδες τον μήνα (πάντα κατά πλήρες ωράριο):
Με το δεδομένο ότι το έτος έχει 52 εβδομάδες, θα έχουμε:
Αριθμός εβδομάδων / 52 χ 12 (μήνες)
Παράδειγμα:
Εργαζόμενος προσλήφθηκε με την συμφωνία να εργάζεται τρεις (3) εβδομάδες τον μήνα (με πλήρες ωράριο), σε ετήσια βάση. Έχουμε:
(3 / 52) χ 12 = 0,69
Συνεπώς, ο αριθμός που θα ληφθεί υπόψη στο γενικό σύνολο των απασχολουμένων στην οντότητα θα είναι ο 0,69. Η στρογγυλοποίηση θα γίνει, βάσει του τελικού αριθμού που θα προκύψει από την απασχόληση του συνόλου των εργαζομένων.
(3) Εργαζόμενος λιγότερους μήνες το έτος (πάντα κατά πλήρες ωράριο):
Εδώ νοείται ως σύμβαση ορισμένου χρόνου, συνεπώς θα είναι:
Αριθμός μηνών / 12
Παράδειγμα:
Εργαζόμενος προσλήφθηκε με την συμφωνία να εργασθεί τέσσερις (4) μήνες κατά το 2018 (με πλήρες ωράριο). Έχουμε:
(4 / 12) = 0,33
Συνεπώς, ο αριθμός που θα ληφθεί υπόψη στο γενικό σύνολο των απασχολουμένων στην οντότητα θα είναι ο 0,33. Η στρογγυλοποίηση θα γίνει, βάσει του τελικού αριθμού που θα προκύψει από την απασχόληση του συνόλου των εργαζομένων
Η περίπτωση της διαλείπουσας εργασίας.
Η διαλείπουσα εργασία είναι μορφή μερικής απασχόλησης, πλην όμως αρρύθμιστης από το Εργατικό Δίκαιο. Η μορφή αυτή της εργασίας συνίσταται στην απασχόληση για ορισμένες ημέρες τον μήνα, εντός της εβδομάδας, η οποία απασχόληση, ωστόσο, παρέχεται ακανόνιστα, χωρίς η περιοδικότητά της να είναι προβλεπτή. Ισχύουν πάντως, τα αναφερόμενα ως άνω για την μερική ή την εκ περιτροπής απασχόληση.
Τέλος, επισημαίνεται ότι για εργαζόμενο που αποχωρεί η καταγγέλλεται η σύμβασή του εντός του μήνα, θα λαμβάνεται κλάσμα του μήνα αυτού.
Παράδειγμα:
Εργαζόμενος προσλήφθηκε με την συμφωνία να εργάζεται τρεις (3) ημέρες την εβδομάδα (με πλήρες ωράριο), σε ετήσια βάση, σε επιχείρηση που υπάγεται στο καθεστώς της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης. Ο εργαζόμενος απεχώρησε οικειοθελώς μετά από τέσσερις μήνες και 10 ημέρες. Έχουμε:
(3 / 5) χ (4,3 / 12) = 0,215
36. Κατάρτιση του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως
Β.2 Κατάσταση Αποτελεσμάτων,
α) Β.2.1 Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία ή
β) Β.2.2 Κατάσταση Αποτελεσμάτων κατ’ είδος,
Ο πίνακας της κατάστασης των αποτελεσμάτων περιλαμβάνει δύο μορφές παρουσίασης, την «κατά λειτουργία» (την οποία προέβλεπε και το Π.Δ. 1123/1980) και την «κατ’ είδος» που προβλέπεται τόσο από τα Δ.Π.Χ.Α., όσο και από την Οδηγία 34/2013 της Ε.Ε. Σημειώνεται ότι η «κατ’ είδος» κατάσταση αποτελεσμάτων περιλαμβάνει παρουσίαση στην οποία εμφανίζονται κατ’ είδος οι βασικοί λογαριασμοί των εσόδων και εξόδων, αποτελώντας στην ουσία μια σύνοψη της καταργηθείσας «Κατάστασης Λογαριασμού Γενικής Εκμετάλλευσης» του ΕΓΛΣ. Διευκρινίζεται ότι στην κατ’ είδος παρουσίαση της κατάστασης αποτελεσμάτων, στο κονδύλι «Μεταβολές αποθεμάτων» περιλαμβάνεται το άθροισμα των μεταβολών του συνόλου των αποθεμάτων (εμπορεύματα, προϊόντα, πρώτες και βοηθητικές ύλες και λοιπά υλικά). (Λογιστική οδηγία εφαρμογής του νομού 4308/2014 παράγραφο 16.3.3)
Περιεχόμενο της κατάστασης αποτελεσμάτων (άρθρο 25 ν. 4308/2014)
• Τα έσοδα αναγνωρίζονται εντός της περιόδου στην οποία καθίστανται δουλευμένα.
• Τα έσοδα από πώληση αγαθών αναγνωρίζονται όταν πληρούνται όλα τα παρακάτω:
α) Μεταβιβάζονται στον αγοραστή οι ουσιαστικοί κίνδυνοι και τα οφέλη που συνδέονται με την κυριότητά τους.
β) Τα αγαθά γίνονται αποδεκτά από τον αγοραστή.
γ) Τα οικονομικά οφέλη από τη συναλλαγή μπορούν να επιμετρηθούν αξιόπιστα και θεωρείται σφόδρα πιθανή η εισροή τους στην οντότητα.
Ο όρος «σφόδρα πιθανό» (probable) υποδηλώνει πολύ υψηλή πιθανότητα, σχεδόν βεβαιότητα, είσπραξης κατά το χρόνο της πώλησης.
Μεταγενέστερη αδυναμία του πελάτη να εξοφλήσει την υποχρέωσή του δεν αναιρεί την πώληση, αφού κατά τον χρόνο που αυτή πραγματοποιήθηκε, η προϋπόθεση της αναγνώρισης, δηλαδή η πολύ υψηλή πιθανότητα είσπραξης του τιμήματος συνέτρεχε. Στην περίπτωση αυτή (δηλαδή της αδυναμίας είσπραξης της απαίτησης), αναγνωρίζεται έξοδο από την απομείωση αυτής. (λογιστική οδηγίας εφαρμογής του νομού 4308/2014 παράγραφο 25.3.2)
Όταν κατά το χρόνο της αρχικής αναγνώρισης δεν εκπληρούται η προϋπόθεση της σφόδρα πιθανής μελλοντικής είσπραξης, η οντότητα δεν αναγνωρίζει το έσοδο. Πάντως, για διαχειριστικούς ή άλλους λόγους, π.χ. φορολογικούς, η οντότητα μπορεί να υποχρεούται να διενεργεί σχετική καταχώρηση στα λογιστικά αρχεία της, αλλά να μη λαμβάνει υπόψη το σχετικό ποσό για σκοπούς σύνταξης των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων.
Για παράδειγμα, όταν ένας ενοικιαστής δεν καταβάλει ενοίκιο, έχει ενεργοποιηθεί η διαδικασία έξωσής του και εκ των πραγματικών περιστατικών προκύπτει βάσιμα η αδυναμία είσπραξης των ενοικίων, η οντότητα-ιδιοκτήτης δεν αναγνωρίζει για λογιστικούς σκοπούς έσοδα για το διάστημα από την οριστική διαπίστωση της αδυναμίας του ενοικιαστή μέχρι την αποχώρησή του. (λογιστική οδηγίας εφαρμογής του νομού 4308/2014 παράγραφο 25.3.3)
Σε περίπτωση που κατά την πώληση αγαθών ή υπηρεσιών, η οντότητα δεσμεύεται έναντι των πελατών της να τους παρέχει στο μέλλον, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αγαθά ή υπηρεσίες δωρεάν ή με έκπτωση, επιμερίζει το συνολικό τίμημα της πώλησης στην τρέχουσα συναλλαγή και τη μελλοντική που προκύπτει από τη δέσμευσή της. Ο επιμερισμός γίνεται βάσει των εύλογων αξιών των δύο συστατικών και αναγνωρίζεται στα έσοδα της περιόδου το μέρος που αφορά την τρέχουσα συναλλαγή, και ως έσοδο επομένων περιόδων (υποχρέωση) το μέρος που αφορά τη δέσμευση της οντότητας για την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών δωρεάν ή με έκπτωση στο μέλλον. (λογιστική οδηγίας εφαρμογής του νομού 4308/2014 παράγραφο 25.3.4)
Τα ανωτέρω έσοδα επιμετρώνται σε ποσά καθαρά από κάθε επιστροφή, έκπτωση ή φόρο επί των πωλήσεων.
• Τα έσοδα από παροχή υπηρεσιών και κατασκευαστικά συμβόλαια αναγνωρίζονται με βάση το ποσοστό ολοκλήρωσης (μέθοδος του ποσοστού ολοκλήρωσης) και εφόσον θεωρείται σφόδρα πιθανή η εισροή του οικονομικού οφέλους της συναλλαγής. Εναλλακτικά, μπορεί να εφαρμόζεται η μέθοδος της ολοκληρωμένης σύμβασης, όταν δεν επηρεάζονται σημαντικά τα μεγέθη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Τα ανωτέρω έσοδα επιμετρώνται σε ποσά καθαρά από κάθε επιστροφή, έκπτωση ή φόρο επί των πωλήσεων.
Τα ανωτέρω έσοδα επιμετρώνται σε ποσά καθαρά από κάθε επιστροφή, έκπτωση ή φόρο επί των πωλήσεων.
(Στις παραγράφους 25.4.2 έως 25.4.8 του άρθρου 25 της λογιστικής οδηγίας εφαρμογής του νομού 4308/2014αναλύεται με παραδείγματα η μέθοδός του ποσοστού ολοκλήρωσης)
• Τα έσοδα που προέρχονται από τη χρήση περιουσιακών στοιχείων της οντότητας από τρίτους αναγνωρίζονται ως εξής:
α) Oι τόκοι βάσει χρονικής αναλογίας με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή τη σταθερή μέθοδο.
β) Tα μερίσματα ή παρόμοιας φύσης εισόδημα από τη συμμετοχή στην καθαρή θέση άλλων οντοτήτων όταν εγκρίνονται από το αρμόδιο όργανο που αποφασίζει τη διανομή τους.
γ) Tα δικαιώματα βάσει των σχετικών συμβατικών όρων.
• Τα έσοδα των ανωτέρω παραγράφων αναγνωρίζονται διακεκριμένα από τα σχετικά έξοδα.
• Τα κέρδη από επιμετρήσεις περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των κερδών από αναστροφές προβλέψεων και απομειώσεων, αναγνωρίζονται βάσει των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου.
• Τα κέρδη που προκύπτουν από τη διαγραφή περιουσιακών στοιχείων ή υποχρεώσεων αναγνωρίζονται όταν τα περιουσιακά στοιχεία ή οι υποχρεώσεις διαγράφονται από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
• Κάθε άλλο έσοδο ή κέρδος αναγνωρίζεται βάσει των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου στην κατάσταση αποτελεσμάτων.
• Τα κέρδη παρουσιάζονται κατάλληλα στην κατάσταση αποτελεσμάτων με το καθαρό ποσό τους.
Τα έξοδα περιλαμβάνουν:
α) Tα έξοδα ίδρυσης.
β) Tο κόστος κτήσης ή κόστος παραγωγής, κατά περίπτωση, των πωληθέντων αγαθών ή υπηρεσιών.
γ) Τις πάσης φύσεως δαπάνες μισθοδοσίας εργαζομένων, περιλαμβανομένων των προβλέψεων για μελλοντικές παροχές.
δ) Tα έξοδα έρευνας.
ε) Tα έξοδα ανάπτυξης.
στ) Τις επισκευές και συντηρήσεις.
ζ) Τις αποσβέσεις ενσώματων και άυλων πάγιων στοιχείων.
η) Τις προβλέψεις για λοιπούς κινδύνους και έξοδα.
θ) Τους τόκους και τα συναφή έξοδα.
ι) Τα έξοδα και τις ζημίες που προκύπτουν από την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
ια) Τις ζημίες που προκύπτουν από τη διαγραφή περιουσιακών στοιχείων.
ιβ) Τις λοιπές προκύπτουσες ζημίες που παρουσιάζονται με το καθαρό ποσό τους.
ιγ) Το φόρο εισοδήματος της περιόδου, τρέχοντα και αναβαλλόμενο, κατά περίπτωση.
ιδ) Κάθε άλλο έξοδο που έχει προκύψει και δεν περιλαμβάνεται στις προηγούμενες κατηγορίες.
Κάθε δαπάνη της προηγούμενης παραγράφου αναγνωρίζεται και ταξινομείται στην κατάσταση αποτελεσμάτων με κατάλληλο τρόπο, εκτός εάν η δαπάνη αυτή καλύπτει τον ορισμό του περιουσιακού στοιχείου, βάσει των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου.
Όταν συμφωνίες για αγορά ή πώληση περιλαμβάνουν όρους για αναβολή της πληρωμής, είναι πιθανόν το σχετικό ποσό να ενσωματώνει τόκο. Το αντίστοιχο έσοδο ή κόστος επιμετράται στο αποσβέσιμο κόστος με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή τη σταθερή μέθοδο, αντί της επιμέτρησης στο ονομαστικό ποσό, εάν το αποσβέσιμο κόστος εκτιμάται ότι έχει σημαντική επίπτωση στα ποσά των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Στην περίπτωση αυτή, το ποσό του προκύπτοντος τόκου αναγνωρίζεται κατάλληλα στα αποτελέσματα.
Φορολογική νομοθεσία
Σύμφωνα με το άρθρο 21 του Κ.Φ.Ε. ν. 4172/2013 ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα θεωρείται το σύνολο των εσόδων από τις επιχειρηματικές συναλλαγές μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις.
Στα έσοδα από τις επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται και τα έσοδα από την πώληση των στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης, καθώς και το προϊόν της εκκαθάρισής της, όπως αυτά προκύπτουν στη διάρκεια του φορολογικού έτους.
Ειδικά, για τον προσδιορισμό του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα στα έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται τα έσοδα από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκομικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων.
Επίσης το κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα προσδιορίζεται για κάθε φορολογικό έτος με βάση το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης, ο οποίος συντάσσεται σύμφωνα με το Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο και τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (Κ.Φ.Α.Σ.), όπως ισχύει. Σε περίπτωση που η επιχείρηση εφαρμόζει Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, το κέρδος προσδιορίζεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τον πίνακα φορολογικών αποτελεσμάτων χρήσης.
Υπόδειγμα Β.2.1: Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία – Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις
Σημείωση | 20Χ1 | 20Χ0 | |
Κύκλος εργασιών (καθαρός) | Χ | Χ | |
Κόστος πωλήσεων | X | X | |
Μικτό αποτέλεσμα | Χ | Χ | |
Λοιπά συνήθη έσοδα | X | X | |
Χ | Χ | ||
Έξοδα διοίκησης | Χ | Χ | |
Έξοδα διάθεσης | Χ | Χ | |
Λοιπά έξοδα και ζημιές | Χ | Χ | |
Απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων (καθαρό ποσό) | Χ | Χ | |
Κέρδη και ζημίες από διάθεση μη κυκλοφορούντων στοιχείων | Χ | Χ | |
Κέρδη και ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | Χ | Χ | |
Έσοδα συμμετοχών και επενδύσεων | Χ | Χ | |
Κέρδος από αγορά οντότητας ή τμήματος σε τιμή ευκαιρίας | Χ | Χ | |
Λοιπά έσοδα και κέρδη | X | X | |
Αποτελέσματα προ τόκων και φόρων | Χ | Χ | |
Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | Χ | Χ | |
Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | X | X | |
Αποτέλεσμα προ φόρων | Χ | Χ | |
Φόροι εισοδήματος | X | X | |
Αποτέλεσμα περιόδου μετά από φόρους | X | X |
Υπόδειγμα Β.2.2: Κατάσταση Αποτελεσμάτων κατ’ είδος – Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις
Σημείωση | 20Χ1 | 20Χ0 | |
Κύκλος εργασιών (καθαρός) | Χ | Χ | |
Μεταβολές αποθεμάτων (εμπορεύματα, προϊόντα, ημικατ/μένα) | Χ | Χ | |
Λοιπά συνήθη έσοδα | Χ | Χ | |
Ιδιοπαραχθέντα πάγια στοιχεία | Χ | Χ | |
Αγορές εμπορευμάτων και υλικών | Χ | Χ | |
Παροχές σε εργαζόμενους | Χ | Χ | |
Αποσβέσεις | Χ | Χ | |
Λοιπά έξοδα και ζημίες | Χ | Χ | |
Απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων (καθαρό ποσό) | Χ | Χ | |
Κέρδη και ζημίες από διάθεση μη κυκλοφορούντων στοιχείων | Χ | Χ | |
Κέρδη και ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | Χ | Χ | |
Έσοδα συμμετοχών και επενδύσεων | Χ | Χ | |
Κέρδος από αγορά οντότητας ή τμήματος σε τιμή ευκαιρίας | Χ | Χ | |
Λοιπά έσοδα και κέρδη | X | X | |
Αποτελέσματα προ τόκων και φόρων | Χ | Χ | |
Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | Χ | Χ | |
Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | X | X | |
Αποτέλεσμα προ φόρων | Χ | Χ | |
Φόροι εισοδήματος | X | X | |
Αποτέλεσμα περιόδου μετά από φόρους | X | X |
Πίνακας Σύνδεσης των κονδυλίων του υποδείγματος Β.2.1: Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία – Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις και της Κατάστασης Λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως του Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980 με αναφορά και στους λογαριασμούς του Λογιστικού Σχεδίου Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980. | ||
Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία Ε.Λ.Π. ν. 4308/2014 | Κατάσταση Λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980 | Λογαριασμοί Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980 |
Κύκλος εργασιών (καθαρός) | Κύκλος εργασιών (πωλήσεις) | 70, 71, 72, 73 |
Κόστος πωλήσεων | Μείον: Κόστος πωλήσεων | |
Μικτό αποτέλεσμα | Μικτά αποτελέσματα (κέρδη) εκμεταλλεύσεως | |
Λοιπά συνήθη έσοδα | Πλέον: Αλλα έσοδα εκμεταλλεύσεως | 74, 75 |
Έξοδα διοίκησης | Εξοδα διοικητικής λειτουργίας | |
Έξοδα διάθεσης | Εξοδα λειτουργίας διαθέσεως | |
Λοιπά έξοδα και ζημιές | Εκτακτα και ανόργανα έξοδα | 81.00 |
Εξοδα προηγούμενων χρήσεων | 82.00 | |
Προβλέψεις για έκτακτους κινδύνους | 83.00 | |
Απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων (καθαρό ποσό) | 83.10, 83.11, 68.11, 68.09, 84.00 | |
Κέρδη και ζημίες από διάθεση μη κυκλοφορούντων στοιχείων | Κέρδη πωλήσεως συμμετοχών και χρεογράφων | 76.04 |
Εξοδα και ζημίες συμμετοχών και χρεογράφων | 64.10 + 64.12 | |
Εκτακτα κέρδη | 81.03 | |
Εκτακτες ζημιές | 81.02 | |
Κέρδη και ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | ||
Έσοδα συμμετοχών και επενδύσεων | ´Εσοδα συμμετοχών | 76.00 |
´Εσοδα χρεογράφων | 76.01 | |
Κέρδος από αγορά οντότητας ή τμήματος σε τιμή ευκαιρίας | ||
Λοιπά έσοδα και κέρδη | 1. Εκτακτα και ανόργανα έσοδα | 81.01 |
3. Εσοδα προηγούμενων χρήσεων | 82.01 | |
4. Εσοδα απο προβλέψεις προηγούμενων χρήσεων | 84 | |
Αποτελέσματα προ τόκων και φόρων | ||
Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | 4. Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | 76.02-76.98 πλην 76.04 |
Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | 3. Χρεωστικοί τόκοι καί συναφή έξοδα | 65 |
Αποτέλεσμα προ φόρων | ΚΑΘΑΡΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ( κέρδη ) ΧΡΗΣΕΩΣ πρό φόρων | |
Φόροι εισοδήματος | Φόρος εισοδήματος | |
Αποτέλεσμα περιόδου μετά από φόρους | Κέρδη προς διάθεση ή Ζημιές εις νέο |
37. Υπολογισμός Αφορολόγητων Αποθεματικών
α) Τυχόν υπόλοιπο επενδύσεων παλιότερων αναπτυξιακών Νόμων
β) Επενδύσεις των δύο τελευταίων αναπτυξιακών Νόμων 3908/2011 και 4399/2016
NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4399. Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας - Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις. (ΦΕΚ Α' 117/22.6.2016)
38. Ενδοομιλικές Συναλλαγές – Υποβολή Συνοπτικού πίνακα πληροφοριών
Τα Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες όταν πραγματοποιούν συναλλαγές, μία ή περισσότερες, διεθνείς ή και εγχώριες, με συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. με οικονομικούς ή εμπορικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα ίσχυαν μεταξύ μη συνδεδεμένων προσώπων (ανεξάρτητων επιχειρήσεων) ή μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και τρίτων, οποιαδήποτε κέρδη τα οποία χωρίς τους όρους αυτούς θα είχαν πραγματοποιηθεί από το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών όρων (αρχή των ίσων αποστάσεων) περιλαμβάνονται στα κέρδη του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας μόνον στο βαθμό που δεν μειώνουν το ποσό του καταβλητέου φόρου.
Τα παραπάνω εφαρμόζονται και ερμηνεύονται σύμφωνα με τις γενικές αρχές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις ενδοομιλικές συναλλαγές. (άρθρο 50 του ν.4172/2013)
Έννοια & Ορισμός Συνδεδεμένων Προσώπων
Τα συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. Ν.4172/2013 ορίζονται ως εξής
α) «πρόσωπο»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο κάθε είδους νομική οντότητα (Ν. 4172/2013 άρθρο 2 παρ.β)
β) «συγγενικό πρόσωπο»: ο/η σύζυγος και οι ανιόντες ή κατιόντες σε ευθεία γραμμή, (Ν. 4172/2013 άρθρο 2 παρ.στ)
γ) «συνδεδεμένο πρόσωπο»: κάθε πρόσωπο, το οποίο συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο άλλου προσώπου, το οποίο είναι συγγενικό πρόσωπο ή με το οποίο συνδέεται. (Ν. 4172/2013 άρθρο 2 παρ.ζ)
Ειδικότερα, τα ακόλουθα πρόσωπα θεωρούνται συνδεδεμένα πρόσωπα:
αα) κάθε πρόσωπο που κατέχει άμεσα ή έμμεσα μετοχές, μερίδια ή συμμετοχή στο κεφάλαιο τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%), βάσει αξίας ή αριθμού, ή δικαιώματα σε κέρδη ή δικαιώματα ψήφου,
ββ) δύο ή περισσότερα πρόσωπα, εάν κάποιο πρόσωπο κατέχει άμεσα ή έμμεσα μετοχές, μερίδια δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής στο κεφάλαιο τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%), βάσει αξίας ή αριθμού, ή δικαιώματα σε κέρδη ή δικαιώματα ψήφου,
γγ) κάθε πρόσωπο με το οποίο υπάρχει σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής εξάρτησης η ελέγχου η ασκεί καθοριστική επιρροή ή έχει τη δυνατότητα άσκησης καθοριστικής επιρροής άλλου προσώπου ή σε περίπτωση που και τα δύο πρόσωπα έχουν σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής εξάρτησης ή ελέγχου ή δυνατότητα άσκησης καθοριστικής επιρροής από τρίτο πρόσωπο.
Φάκελος Τεκμηρίωσης (αρ 21 ν.4172/2013)
Σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν.4174 για τις μεταξύ τους συναλλαγές που εμπίπτουν στο άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, καθώς και τη μεταξύ τους μεταφορά λειτουργιών του άρθρου 51 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, τα συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια της περίπτωσης ζ' του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, υποχρεούνται να τηρούν Φάκελο Τεκμηρίωσης. Φάκελο Τεκμηρίωσης υποχρεούνται να τηρούν και οι μόνιμες εγκαταστάσεις αλλοδαπών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, για τις παραπάνω συναλλαγές τους με το κεντρικό ή με τα συνδεδεμένα πρόσωπα του κεντρικού τους στην αλλοδαπή, καθώς και τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες για τις παραπάνω συναλλαγές τους με μόνιμες εγκαταστάσεις που διατηρούν στην αλλοδαπή.
Απαλλαγές από την τήρηση Φάκελου Τεκμηρίωσης
Οι υπόχρεοι της τήρησης Φάκελου Τεκμηρίωσης απαλλάσσονται από την υποχρέωση τήρησης Φακέλου Τεκμηρίωσης, εφόσον:
α) οι παραπάνω συναλλαγές ή μεταφορά λειτουργιών ανέρχονται μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά φορολογικό έτος και αθροιστικώς, όταν ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατομμύρια ευρώ ανά φορολογικό έτος, ή
β) οι παραπάνω συναλλαγές ή μεταφορά λειτουργιών ανέρχονται μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ ανά φορολογικό έτος και αθροιστικώς, όταν ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατομμύρια ευρώ ανά φορολογικό έτος.
Χρόνος κατάρτισης, διαφύλαξης και διάθεσης του φακέλου τεκμηρίωσης
Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης καταρτίζεται έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και συνοδεύεται από Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, ο οποίος υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέσα στην ίδια προθεσμία.
Τα υπόχρεα πρόσωπα της τήρησης Φάκελου Τεκμηρίωσης υποβάλλουν Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών για κάθε φορολογικό έτος.
Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης τηρείται στην έδρα του υπόχρεου καθ' όλο το χρονικό διάστημα, για το οποίο υφίσταται υποχρέωση διαφύλαξης των βιβλίων και στοιχείων του αντίστοιχου φορολογικού έτους. Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης τίθεται στη διάθεση της Φορολογικής Διοίκησης οποτεδήποτε ζητηθεί από αυτή εντός τριάντα (30) ημερών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος από τον υπόχρεο.
Δομή και περιεχόμενο του Φακέλου Τεκμηρίωσης
Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης, που αποτελείται κατά περίπτωση από
1. το Βασικό Φάκελο Τεκμηρίωσης
Ο «βασικός φάκελος», ο οποίος σε περίπτωση ομίλου είναι κοινός για όλες τις επιχειρήσεις του ομίλου, περιέχει κοινές τυποποιημένες πληροφορίες για τον υπόχρεο, τις μόνιμες εγκαταστάσεις του και τα συνδεδεμένα με αυτόν πρόσωπα.
2. τον Ελληνικό Φάκελο Τεκμηρίωσης,
Ο «Ελληνικός φάκελος τεκμηρίωσης» περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
α) λεπτομερή περιγραφή του υπόχρεου και της στρατηγικής του, συμπεριλαμβανομένων των αλλαγών που έγιναν σε σύγκριση με το προηγούμενο φορολογικό έτος,
β) λεπτομερή περιγραφή των προς τεκμηρίωση συναλλαγών
γ) συγκριτική ανάλυση
δ) επεξήγηση για την επιλογή και τον τρόπο εφαρμογής της/των μεθόδου/ων καθορισμού των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών,
ε) περιγραφή της εφαρμογής της πολιτικής του υπόχρεου σχετικά με το καθορισμό των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών,
στ) δέσμευση του υπόχρεου να παρέχει κάθε συμπληρωματική πληροφορία σχετική με τις ενδοομιλικές συναλλαγές του, κατόπιν αιτήματος της Φορολογικής Διοίκησης και εντός εύλογης προθεσμίας, ιδιαιτέρως στη περίπτωση φορολογικού ελέγχου,
ζ) δικαιολόγηση του τρόπου υπολογισμού της αναπροσαρμογής, όταν ο υπόχρεος αναπροσαρμόζει τα φορολογητέα κέρδη του προκειμένου να συμμορφωθεί με την αρχή των ίσων αποστάσεων,
η) περιγραφή και λεπτομερή αιτιολόγηση τυχόν προσαρμογών που έχουν γίνει για την επίτευξη συγκρισιμότητας,
θ) πρόσθετες πληροφορίες για συναλλαγές που διενεργούνται με συνδεδεμένα πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα ή έχουν τη φορολογική τους κατοικία σε κράτη μη συνεργάσιμα στο φορολογικό τομέα, που σε περίπτωση ομίλου θα περιλαμβάνουν και τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσεως του/των συνδεδεμένου/ων προσώπου/ων,
ι) διάγραμμα ροής των συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένων και των έκτακτων,
κ) αντίγραφα των συμβάσεων που διέπουν τις υπό τεκμηρίωση συναλλαγές.
Ενημέρωση/ επικαιροποίηση του φακέλου τεκμηρίωσης
Στο Φάκελο Τεκμηρίωσης περιλαμβάνεται ειδικό κεφάλαιο όπου περιγράφονται γεγονότα που έχουν αντίκτυπο στις πληροφορίες και τα στοιχεία που παρέχονται σε αυτόν και που οφείλονται σε οιαδήποτε μεταβολή των συνθηκών της αγοράς σε σχέση με το προηγούμενο φορολογικό έτος.
Τόσο ο βασικός όσο και ο ελληνικός Φάκελος Τεκμηρίωσης θα πρέπει να επανεξετάζονται και επικαιροποιούνται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε επόμενο φορολογικό έτος. Εάν ο φορολογούμενος αποδεικνύει ότι οι συνθήκες λειτουργίας του παρέμειναν αμετάβλητες, τα συγκριτικά στοιχεία που προέκυψαν από έρευνα σε βάσεις δεδομένων δύνανται να χρησιμοποιηθούν για τρία (3) φορολογικά έτη εφόσον τα χρηματοοικονομικά στοιχεία επικαιροποιούνται κάθε φορολογικό έτος, προκειμένου να αποδεικνύεται η τήρηση της αρχής των ίσων αποστάσεων.
Ο υπόχρεος οφείλει να επικαιροποιεί πλήρως το φάκελο τεκμηρίωσης, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για το επόμενο φορολογικό έτος, εφόσον υπάρχει αλλαγή στις συνθήκες της αγοράς η οποία επηρεάζει τις πληροφορίες και τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτόν.
Η επικαιροποίηση του Φακέλου γίνεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου προέκυψε η ανάγκη επικαιροποίησης.
Μέθοδοι καθορισμού των τιμών των ενδοομιλικων συναλλαγών - αποδεκτό εύρος τιμών ή περιθωρίου κέρδους
Για τον προσδιορισμό των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών χρησιμοποιείται η «αρχή της ανοικτής αγοράς ή της ελεύθερης αγοράς ή των ίσων αποστάσεων (Arm's Length Principle)», όπως περιγράφεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ΚΦΕ.
Η αρχή αυτή αποτυπώνεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Προτύπου Φορολογικών Συμβάσεων Εισοδήματος και Κεφαλαίου του ΟΟΣΑ (OECD Model Tax Convention on Income and Capital) και έχει ως ακολούθως:
«Εάν επικρατούν ή επιβάλλονται στις εμπορικές ή οικονομικές σχέσεις των δύο (συνδεδεμένων) επιχειρήσεων όροι διαφορετικοί από εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε τα κέρδη τα οποία, αν δεν υπήρχαν οι όροι αυτοί, θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιηθεί από μια από τις επιχειρήσεις, αλλά λόγω αυτών των όρων δεν πραγματοποιήθηκαν, μπορούν να συμπεριληφθούν στα κέρδη της επιχείρησης αυτής και να φορολογηθούν ανάλογα.»
Για την διαπίστωση εφαρμογής της παραπάνω αρχής, λαμβάνονται υπόψη, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε., οι «Κατευθυντήριες Οδηγίες του ΟΟΣΑ περί Ενδοομιλικών Τιμολογήσεων για τις Πολυεθνικές Επιχειρήσεις και τις Φορολογικές Αρχές (OECD Transfer Pricing Guidelines for Tax Administrations and Multinational Enterprises)», όπως κάθε φορά επικαιροποιούνται (τελευταία επικαιροποιημένη έκδοση 2010).
Σύμφωνα με τις οδηγίες αυτές, οι μέθοδοι διακρίνονται ανάλογα με τη λειτουργία που επιτελούν ως ακολούθως:
α. Στις παραδοσιακές ή κλασσικές μεθόδους:
αα. Μέθοδος της συγκρίσιμης μη ελεγχόμενης τιμής
ββ. Μέθοδος της τιμής μεταπώλησης
γγ. Μέθοδος κόστους πλέον περιθώριο κέρδους.
β. Στις συναλλακτικές μεθόδους οι οποίες βασίζονται στα κέρδη (μικτά ή καθαρά):
αα. Μέθοδος του καθαρού περιθωρίου κέρδους συναλλαγής και
ββ. Μέθοδος επιμερισμού κερδών. Μέθοδος της συγκρίσιμης μη ελεγχόμενης τιμής (Comparable Uncontrolled Price Method - CUP)
Με βάση τη μέθοδο αυτή, η τιμή μιας ενδοομιλικής συναλλαγής συγκρίνεται με την τιμή μιας παρόμοιας συναλλαγής μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων.
Μέθοδος Τιμής Μεταπώλησης (Resale Price Method - RPM)
Με βάση τη μέθοδο αυτή, η τιμή της ενδοομιλικής συναλλαγής είναι ίση με την τιμή μεταπώλησης προϊόντος ή υπηρεσίας που έχει αγοραστεί από συνδεδεμένη επιχείρηση σε ανεξάρτητη επιχείρηση μείον το μικτό περιθώριο κέρδους που θα πραγματοποιείτο σε παρόμοια συγκρίσιμη συναλλαγή μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων.
Μέθοδος κόστους πλέον περιθώριο κέρδους (Cost plus Method - CPM)
Με βάση τη μέθοδο αυτή, η τιμή μιας ενδοομιλικής συναλλαγής καθορίζεται εφαρμόζοντας επί του κόστους ένα κατάλληλο περιθώριο κέρδους, όπως αυτό θα ίσχυε σε μια συγκρίσιμη συναλλαγή μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων. Για την εφαρμογή της μεθόδου αυτής λαμβάνονται υπόψη τα άμεσα και έμμεσα κόστη που βαρύνουν τη συναλλαγή.
Μέθοδος του καθαρού περιθωρίου κέρδους συναλλαγής (Transactional Net Margin Method - TNMM)
Με βάση τη μέθοδο αυτή, το καθαρό περιθώριο κέρδους μιας συναλλαγής μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων σε σχέση με ένα κατάλληλο μέγεθος (π.χ. κύκλος εργασιών, κόστος, πάγια) συγκρίνεται με το καθαρό περιθώριο κέρδους το οποίο επιτυγχάνουν ανεξάρτητες επιχειρήσεις σε σχέση με το ίδιο μέγεθος και υπό παρόμοιες συνθήκες.
Μέθοδος επιμερισμού κερδών (Profit Split Method - PSM)
Με βάση τη μέθοδο αυτή, το καθαρό κέρδος ή η ζημία που προκύπτει από μία ενδοομιλική συναλλαγή κατανέμεται μεταξύ των συνδεδεμένων επιχειρήσεων ανάλογα με τη συνεισφορά τους στη συναλλαγή, όπως αυτό θα προέκυπτε σε μια συγκρίσιμη συναλλαγή μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων.
Συνοπτικός πίνακας πληροφοριών
Οι υπόχρεοι σε τήρηση Φακέλου Τεκμηρίωσης υποβάλλουν Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών για κάθε φορολογικό έτος, ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση (Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (e−εφαρμογές)) του Υπουργείου Οικονομικών έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Ο συνοπτικός πίνακας πληροφοριών είναι συνοδευτικός του Φακέλου Τεκμηρίωσης και υποβάλλεται προκειμένου να αξιοποιηθούν φορολογικά οι παρεχόμενες πληροφορίες και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως πλήρης και εκτενής τεκμηρίωση των ενδοομιλικών συναλλαγών προκειμένου να κριθεί ως απόδειξη για την συμβατότητα των τελευταίων με την έννοια της παρ.1 του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε. («αρχή της ανοιχτής αγοράς ή της ελεύθερης αγοράς ή των ίσων αποστάσεων−Arm’s Length Principle»).
{Το περιεχόμενο του Φακέλου Τεκμηρίωσης και του Συνοπτικού Πίνακα πληροφοριών, οι αποδεκτές μέθοδοι καθορισμού τιμών των συναλλαγών και οι μέθοδοι καθορισμού του αποδεκτού εύρους των τιμών ή του περιθωρίου κέρδους έχουν καθορισθεί με τις ΠΟΛ.1097/9.4.2014 και ΠΟΛ.1144/15.5.2014 Αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
Περαιτέρω διευκρινήσεις δόθηκαν και με ΠΟΛ.1142/2.7.2015 Διευκρινίσεις για θέματα ενδοομιλικών συναλλαγών με βάση τις διατάξεις των ν.4172/2013 και ν.4174/2013}
Σύμφωνα με την αρ. πρωτ.: ΔΕΑΦΒ 1054893 ΕΞ 2016/17.3.2016 με θέμα «Διευκρινίσεις ως προς την υποχρέωση τεκμηρίωσης των τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 50 του ν.4172/2013 και του άρθρου 21 του ν.4174/2013» συνάγεται ότι οι δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται φορολογικά για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων και αναμορφώνονται με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος της επιχείρησης (δηλούμενες λογιστικές διαφορές) δεν αποτελούν αντικείμενο τεκμηρίωσης σύμφωνα με την αρχή των ίσων αποστάσεων, έστω και αν αφορούν ενδοομιλικές συναλλαγές. Ωστόσο, θα πρέπει να αναφέρονται στον Φάκελο Τεκμηρίωσης καθώς και στον σχετικό κατάλογο ενδοομιλικών συναλλαγών προς τεκμηρίωση του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών, με την επισήμανση ότι πρόκειται για δαπάνες που έχουν αναμορφωθεί φορολογικά.
Πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς/ατελούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή Φακέλου Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών
Σύμφωνα με το άρθρο 56 του ν.4174/2013 ορίζεται ότι στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς/ατελούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή Φακέλου Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών επιβάλλονται, αντί των προστίμων του άρθρου 54, τα ακόλουθα πρόστιμα:
1. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς/ατελούς υποβολής του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του Κώδικα επιβάλλεται πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό ένα χιλιοστό (1/1000) των συναλλαγών του υπόχρεου φορολογουμένου για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης. Το παραπάνω πρόστιμο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πεντακοσίων (500) ευρώ και μεγαλύτερο των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής τροποποιητικού συνοπτικού πίνακα, το παραπάνω πρόστιμο επιβάλλεται μόνο αν μεταβάλλονται τα ποσά των συναλλαγών και οι συνολικές διαφορές είναι άνω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών το παραπάνω πρόστιμο υπολογίζεται επί των ποσών που αφορά η ανακρίβεια και επιβάλλεται μόνο αν η ανακρίβεια αφορά ποσοστό μεγαλύτερο του 10% των συνολικών συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης.
2. Σε περίπτωση μη υποβολής του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών επιβάλλεται πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό ένα χιλιοστό (1/1000) των συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ και μεγαλύτερο των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
3. Σε περίπτωση που ο φάκελος τεκμηρίωσης της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα τεθεί στη διάθεση της Φορολογικής Διοίκησης από την τριακοστή πρώτη (31 η) ημέρα από την κοινοποίηση σχετικής πρόσκλησης έως την εξηκοστή (60ή) ημέρα επιβάλλεται πρόστιμο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αν διατεθεί από την εξηκοστή πρώτη (61) ημέρα έως την ενενηκοστή (90ή) ημέρα επιβάλλεται πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ενώ αν δεν διατεθεί καθόλου ή διατεθεί μετά την ενενηκοστή (90ή) ημέρα επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ.
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 54 εφαρμόζονται και για τις παραβάσεις του άρθρου αυτού.
Προθεσμία υποβολής Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών και κατάρτισης του Φάκελου Τεκμηρίωσης έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Δηλαδή έως 30-6-2019
39. Υπολογισμός δαπανών που δεν εξοφλήθηκαν με χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.
Έκπτωση ή μη κάθε είδους δαπάνης που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφλησή τους δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.
Σύμφωνα με το άρθρο 23 περ. β του ν.4172/2013 κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής,
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1216/1.10.2014 - Κοινοποίηση των διατάξεων της περίπτωσης β΄ του άρθρου 23 του ν.4172/2013 στην έννοια της αγοράς των αγαθών και της λήψης των υπηρεσιών εμπίπτουν :
α) οι αγορές πρώτων και βοηθητικών υλών, εμπορευμάτων, υλικών,
β) παγίων, κ.λπ.,
γ) οι πάσης φύσεως δαπάνες της επιχείρησης καθώς και οι πάσης φύσεως υπηρεσίες που λαμβάνει η επιχείρηση
Ως τραπεζικό μέσο πληρωμής, προκειμένου για την εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων, νοείται:
1. Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),
2. Η χρήση χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών της εταιρείας που πραγματοποιεί την πληρωμή,
3. Η έκδοση τραπεζικής επιταγής της επιχείρησης ή η εκχώρηση επιταγών τρίτων,
4. Η χρήση συναλλαγματικών οι οποίες εξοφλούνται μέσω τραπέζης,
5. Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής – ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων.
6. Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1079/6.4.2015 προκύπτει, ότι ως τραπεζικό μέσο πληρωμής προκειμένου για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης β' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 νοείται και η καταβολή σε λογαριασμό πληρωμών του προμηθευτή, που τηρείται σε ιδρύματα πληρωμών κατά την έννοια του ν.3862/2010, σε ιδρύματα έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος (πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών του ν.3862/2010) είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών πληρωμών (έμβασμα).
7. Σύμφωνα με την Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1068191 ΕΞ 2016/26.4.2016 ως τραπεζικό μέσο πληρωμής προκειμένου για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης β' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 νοείται και η καταβολή σε λογαριασμό πληρωμών του προμηθευτή, που τηρείται στο πιστωτικό ίδρυμα «PayPal (Europe) S.ar.l. et Cie, S.C.A.».»
Η μη εξόφληση των ως άνω δαπανών με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής δεν συνιστά, από μόνη της, εικονικότητα ως προς τη συναλλαγή και δεν έχει ως αποτέλεσμα τον προσδιορισμό του εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του νόμου 4172/2013, εφόσον δεν συντρέχουν και άλλοι λόγοι.
Περιπτώσεις προκαταβολών έναντι της αξίας του προς αγορά αγαθού
Σε περίπτωση που καταβάλλονται προκαταβολές έναντι της αξίας του προς αγορά αγαθού ή υπηρεσίας ή όταν πραγματοποιούνται τμηματικές καταβολές που αφορούν συναλλαγές συνολικού ύψους άνω των €500, απαιτείται η χρήση τραπεζικού μέσου, ανεξαρτήτως του ποσού της κάθε τμηματικής καταβολής ή προκαταβολής.
Η μη εξόφληση των ως άνω δαπανών με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής δεν συνιστά, από μόνη της, εικονικότητα ως προς τη συναλλαγή και δεν έχει ως αποτέλεσμα τον προσδιορισμό του εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του νόμου 4172/2013, εφόσον δεν συντρέχουν και άλλοι λόγοι.
Εξαιρέσεις λόγω κατηγοριών δαπανών
Διευκρινίζεται ότι η προϋπόθεση της περίπτωσης αυτής (εξόφληση με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής) δεν απαιτείται για τις παρακάτω κατηγορίες δαπανών :
α. Μισθώματα ακινήτων, καθότι δεν πρόκειται για λήψη υπηρεσιών αλλά για χρήση μισθίου (εισόδημα από κεφάλαιο για τον εκμισθωτή, σχετ. άρθρο 39 ν.4172/2013).
β. Τόκους και συναφή έξοδα, καθόσον δεν εμπεριέχουν τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά της παροχής υπηρεσίας.
Εξαιρέσεις λόγω «λογιστικών συμψηφισμών»
Σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ταυτόχρονα προμηθευτές και πελάτες, επιτρέπεται να προβούν σε εκατέρωθεν λογιστικούς συμψηφισμούς, εφόσον αυτό δεν αντιβαίνει σε διατάξεις άλλων νόμων. Όταν η διαφορά που απομένει μετά τον συμψηφισμό είναι μεγαλύτερη των 500 ευρώ, τότε για να αναγνωρισθεί το σύνολο των αγορών απαιτείται η εξόφλησή της με τραπεζικό μέσο πληρωμής. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση πώλησης αγαθών μεταξύ υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών με «ανταλλαγή».
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1158/24-10-2016 αναφορικά με τους λογιστικούς συμψηφισμούς σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ταυτόχρονα προμηθευτές και πελάτες, ισχύουν και για κάθε περίπτωση συμψηφισμού υποχρεώσεων από αγορές αγαθών ή υπηρεσιών με απαιτήσεις έναντι των ίδιων προσώπων που έχουν γεννηθεί από άλλη αιτία (π.χ. απαιτήσεις των αγροτικών συνεταιρισμών έναντι των μελών τους για την κάλυψη της συνεταιριστικής τους μερίδας, απαίτηση για απόδοση των ποσών που εισέπραξε εταιρεία ταχυμεταφορέων - courier - «εισπράκτορα για λογαριασμό τρίτων» κατ' εντολή της επιχείρησης από πελάτες της, κ.λπ.).
Επομένως, σε περίπτωση που οι σχετικές υποχρεώσεις εξοφλούνται δια συμψηφισμού τους με απαιτήσεις έναντι των ίδιων προσώπων, οι αντίστοιχες δαπάνες αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών, κατά το μέρος που διαμορφώνουν το κόστος πωληθέντων κάθε φορολογικού έτους, αναγνωρίζονται ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, ανεξάρτητα από την αιτία προέλευσης των απαιτήσεων αυτών. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι σε περίπτωση που, μετά τον συμψηφισμό, η εναπομένουσα υποχρέωση από την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών υπερβαίνει τα 500 ευρώ, η εξόφλησή της θα πρέπει να γίνει με τραπεζικό μέσο πληρωμής προκειμένου να αναγνωρισθεί προς έκπτωση το σύνολο του κόστους πωληθέντων που αναλογεί στις σχετικές αγορές.
Μη εφαρμογή των διατάξεων της περ. β' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 στην περίπτωση ταμειακής εξόφλησης συναλλαγών με επιχειρήσεις προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος και νερού.
Σύμφωνα με την: Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1069397 ΕΞ 2016/26.4.2016 αναφέρεται ότι για τη διευκόλυνση πλήθους συναλλαγών των καταναλωτών, οι δαπάνες για την προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος και νερού που εξοφλούνται στα ταμεία (γκισέ) των επιχειρήσεων καθώς και στα συμβεβλημένα καταστήματα που πραγματοποιούν εισπράξεις για λογαριασμό τους, εφόσον αποδεικνύονται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά τα οποία φέρουν τα στοιχεία του πελάτη, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι αναγνωρίζονται φορολογικά ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες από το χρόνο έναρξης ισχύος του ν.4172/2013, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της περ. β' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 και ανακαλούμενων των όσων αναφέρονται στο αριθ. πρωτ. ΔΕΑΦΒ 1139502 ΕΞ 2015/26.10.2015 έγγραφό μας.
Περίπτωση εξόφλησης τιμολογίων προμηθευτών και πιστωτών από τρίτους.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1055/26-4-2016 σε περίπτωση εξόφλησης σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή – πιστωτή από τρίτο πρόσωπο (ημεδαπό ή αλλοδαπό), το οποίο, κατ’ εντολή της επιχείρησης, εξοφλεί τη σχετική υποχρέωση προς απόσβεση ισόποσης υποχρέωσης αυτού προς αυτή, η σχετική δαπάνη εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, αρκεί να αποδεικνύεται με βάση τα κατάλληλα στοιχεία (τραπεζικά παραστατικά ή άλλα έγγραφα) η εξόφληση του προμηθευτή καθώς και ο λόγος εξόφλησης των δαπανών από τον τρίτο.
Ομοίως, σε περίπτωση που, με βάση τα ανωτέρω, η εξόφληση γίνεται, κατ’ εντολή της επιχείρησης, από τρίτο, πελάτη της, προς απόσβεση δικής του υποχρέωσης από αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών από την επιχείρηση, η σχετική δαπάνη αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα του τρίτου με τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις και εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις που τίθενται για την εκπεσιμότητα των δαπανών με τις διατάξεις του ν.4172/2013, παρόλο που ο τραπεζικός λογαριασμός στον οποίο κατατέθηκαν τα μετρητά ή μεταφέρθηκαν τα σχετικά εμβάσματα δεν ανήκει σε πρόσωπο έναντι του οποίου υφίστατο και η σχετική υποχρέωση.
Τέλος, διευκρινίζεται ότι για την εξασφάλιση του δικαιώματος έκπτωσης μιας δαπάνης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της περ. β’ του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, η καταβολή μπορεί να γίνεται και σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή σε αλλοδαπή τράπεζα, του νόμου μη διακρίνοντος.
40. Καθορισμός λογιστικής φορολογικής βάσης – Συνηθισμένες περιπτώσεις διαφορών
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ 5 του Ν. 4308/2014 το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τη λογιστική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί και τη φορολογική βάση των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση, με σκοπό τη συμμόρφωση με τη φορολογική νομοθεσία και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.
Συνεπώς το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τόσο τη λογιστική αξία όσο και τη φορολογική βάση, εφόσον διαφέρουν, των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση. Η υποχρέωση αυτή είναι αυτονόητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων της οντότητας. Η παρακολούθηση δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων.
Είναι προφανές ότι η οντότητα οφείλει να είναι σε θέση να τεκμηριώσει αναλυτικά, από τις εγγραφές στα βιβλία της και τα σχετικά παραστατικά, τα ποσά των διαφορών της φορολογικής από τη λογιστική βάση και να θέτει την τεκμηρίωση αυτή στη διάθεση του ελέγχου.
Η υποχρέωση για παρακολούθηση της φορολογικής βάσης δεν αφορά μόνο έσοδα και έξοδα αλλά και στοιχεία του ισολογισμού. Μάλιστα, μεταβολές στοιχείων του ισολογισμού μπορεί να επηρεάζουν τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, είτε οι μεταβολές αυτές συσχετίζονται με έσοδα / έξοδα είτε όχι (π.χ. διακανονισμός του σχετικού στοιχείου του ισολογισμού όπως καταβολή αποζημίωσης προσωπικού από δημιουργημένη πρόβλεψη).
Σημαντικό είναι επίσης η οντότητα να παρακολουθεί τη φορολογική βάση της καθαρής της θέσης, και ιδίως των «κερδών εις νέο» για να γνωρίζει τα ποσά για τα οποία υπάρχει υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος σε περίπτωση διανομής.
Για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος λαμβάνονται υπόψη μόνο οι διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης της Κατάστασης Αποτελεσμάτων. Οι διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης λογαριασμών του ισολογισμού θα επηρεάσουν τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος σε μελλοντικές περιόδους.
Οι διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης διακρίνονται σε μόνιμες και προσωρινές.
Σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 2 του ΚΦΕ Ν.4172/2013 το κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα προσδιορίζεται για κάθε φορολογικό έτος με βάση το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης, ο οποίος συντάσσεται σύμφωνα με το Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο και τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (Κ.Φ.Α.Σ.), όπως ισχύει. Σε περίπτωση που η επιχείρηση εφαρμόζει Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, το κέρδος προσδιορίζεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τον πίνακα φορολογικών αποτελεσμάτων χρήσης.
Το αποτέλεσμα που προσδιορίστηκε με βάση τους κανόνες του Ν. 4308/2014, πρέπει να «αναμορφωθεί», με τις διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης οι οποίες διακρίνονται σε μόνιμες και προσωρινές.
Η διαδικασία διαχωρισμού των «Λογιστικών Διαφορών» προϋποθέτει να διερευνηθούν τα εξής χαρακτηριστικά:
α) Μια δαπάνη που δεν αναγνωρίζεται φορολογικά στην κλειόμενη χρήση, μπορεί (υπό προϋποθέσεις φυσικά) να αναγνωριστεί στις επόμενες χρήσεις, εάν ισχύει αυτό τότε η «διαφορά» είναι «προσωρινή», αν όχι τότε η «διαφορά» είναι «μόνιμη».
β) Μια δαπάνη που είχε αναγνωριστεί φορολογικά σε προηγούμενες χρήσεις, μήπως μπορεί να αναγνωριστεί φορολογικά σε αυτή την χρήση, εάν ισχύει αυτό τότε η «διαφορά» είναι «προσωρινή», αν όχι τότε η «διαφορά» είναι «μόνιμη».
Σύμφωνα με τον Ν. 4308/2014 ως Προσωρινή διαφορά (temporary difference) ορίζεται η διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου, υποχρέωσης ή άλλου στοιχείου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και της φορολογικής του βάσης, που η οντότητα αναμένει να επηρεάσει στο μέλλον τα φορολογητέα αποτελέσματα, όταν η λογιστική αξία του περιουσιακού στοιχείου ή της υποχρέωσης θα ανακτηθεί ή διακανονιστεί, ή στην περίπτωση άλλων στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, όταν θα επηρεαστούν τα φορολογητέα αποτελέσματα.
Δηλαδή όταν η Φορολογική Νομοθεσία (Ν. 4172/2013), ορίζει διαφορετικούς κανόνες του χρόνου αναγνώρισης μιας δαπάνης (κυρίως) ή ενός εσόδου από ότι ο Ν. 4308/2014 Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα τότε προκύπτει «Προσωρινή Λογιστική Διαφορά».
Για παράδειγμα, όταν ένα έξοδο ποσού 100 ευρώ αναγνωρίζεται λογιστικά στη χρήση 20Χ4 αλλά θα εκπεστεί για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος στη χρήση 20Χ5, το λογιστικό αποτέλεσμα της χρήσεως 20Χ4 είναι μικρότερο κατά 100 ευρώ από το φορολογικό αποτέλεσμα αυτής, ενώ στη χρήση 20Χ5 θα συμβεί το αντίστροφο. Τέτοια περίπτωση προκύπτει, για παράδειγμα, από τη χρήση διαφορετικών συντελεστών απόσβεσης για λογιστικούς και φορολογικούς σκοπούς ή από την αναγνώριση, στη διάρκεια του εργασιακού βίου των εργαζομένων, εξόδων για παροχές προς αυτούς μετά την αφυπηρέτηση. Τα ποσά αυτά αντιστρέφονται μέχρι την τελική εκκαθάριση των σχετικών στοιχείων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση ενός παγίου η αντιστροφή των διαφορών των αποσβέσεων θα γίνει είτε μέσω αντίθετων διαφορών αποσβέσεων σε μελλοντικές περιόδους (μικρότερες / μεγαλύτερες, αντίστοιχα, φορολογικές από λογιστικές) είτε μέσω του αποτελέσματος (κέρδους ή ζημίας) που θα προκύψει κατά την απόσυρση του παγίου. Στην περίπτωση προβλέψεων για παροχές σε εργαζομένους μετά την αφυπηρέτηση, η αντιστροφή θα γίνει κατά την καταβολή τους, χρόνος στον οποίο αυτές αναγνωρίζονται φορολογικά.
Προσωρινές «διαφορές» συνήθως είναι : Ασφαλιστικές εισφορές που δεν πληρώθηκαν εμπρόθεσμα./ Αποτίμηση υποχρεώσεων και απαιτήσεων σε ξένο Νόμισμα./ Αποτίμηση μετοχών και χρεογράφων./ ΕΝ.Φ.Ι.Α, που δεν εξοφλήθηκε μέσα στο έτος / Αποσβέσεις με την χρήση διαφορετικών συντελεστών, από αυτούς που προβλέπει η «Φορολογική Νομοθεσία »./ Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ( εφόσον η « αναγνώριση» τους γίνεται σε διαφορετικό φορολογικό έτος )
Μόνιμες «διαφορές» συνήθως είναι : Πρόστιμα και προσαυξήσεις /Εξόφληση δαπανών, χωρίς την χρήση ( στις περιπτώσεις φυσικά που απαιτείται ), χωρίς την χρήση « τραπεζικού τρόπου» / Διάφορες δαπάνες, που δεν αναγνωρίζονται φορολογικά./ κ.λπ.
Για παράδειγμα εάν στη χρήση 20Χ4 η επιχείρηση κατέβαλε για προσαυξήσεις φόρων και πρόστιμα το ποσό των 200 ευρώ, ποσό που δεν αναγνωρίζεται φορολογικά, το λογιστικό αποτέλεσμα θα εμφανίζεται ισόποσα μειωμένο έναντι του φορολογικού, χωρίς η διαφορά αυτή να αντιστραφεί στο μέλλον.
Παράδειγμα Λογιστική και φορολογική βάση – δεδομένα μόνο για έσοδα και έξοδα περιόδου
Δίνονται τα παρακάτω δεδομένα από το ισοζύγιο της οντότητας ΑΛΦΑ για το έτος 20Χ5.
Λογαριασμός | Λογιστική αξία | |
1 | Πωλήσεις | 9.400 |
2 | Έξοδα μισθοδοσίας(πλην προβλέψεων) | 4.000 |
3 | Προβλέψεις αποζημίωσης προσωπικού(έξοδο) | 500 |
4 | Αποσβέσεις παγίων | 1.200 |
5 | Απομείωση ενσώματων παγίων(ζημία) | 500 |
6 | Αναστροφή απομείωσης χρηματ/μικών στοιχείων(κέρδος) | 700 |
7 | Πρόστιμα και προσαυξήσεις | 100 |
8 | Έξοδα-προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες | 120 |
9 | Δαπάνες ψυχαγωγίας | 180 |
10 | Τέλος επιτηδεύματος | 100 |
11 | Λοιπά έξοδα και ζημιές | 300 |
12 | Λοιπά έσοδα και κέρδη | 200 |
Επιπλέον δίνονται οι παρακάτω πρόσθετες πληροφορίες:
1. Το ποσό των φορολογικά αναγνωριζόμενων αποσβέσεων χρήσης ανήλθε σε 1.400 ευρώ.
2. Οι προβλέψεις (έξοδο) αποζημίωσης προσωπικού και η απομείωση παγίων δεν εκπίπτουν για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος στο έτος που αναγνωρίζονται λογιστικά.
3. Τα πρόστιμα δεν αναγνωρίζονται φορολογικά αλλά συνιστούν μόνιμη διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης (δεν αντιστρέφονται).
4. Η αναστροφή απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων (κέρδος) δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, συνιστώντας προσωρινή διαφορά λογιστικής-φορολογικής βάσης.
5. Για τα λοιπά έξοδα και ζημιές και τα λοιπά έσοδα και κέρδη δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ λογιστικής και η φορολογικής βάσης (δεν υπάρχουν «λογιστικές διαφορές»).
6. Ο φορολογικός συντελεστής είναι 29% Με βάση τα παραπάνω:
α) Να καταρτιστεί πίνακας με τη λογιστική και φορολογική βάση των στοιχείων εσόδων και εξόδων της περιόδου.
β) Να υπολογιστεί το ποσό των φορολογητέων κερδών, του φόρου εισοδήματος και των καθαρών λογιστικών κερδών της περιόδου.
γ) Να καταρτιστεί πίνακας με τις διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης, ταξινομημένες σε μόνιμες και προσωρινές.
Λύση Ερώτημα α
Πίνακας: Λογιστική και φορολογική βάση εσόδων και εξόδων της ΑΛΦΑ,20Χ5
Λογαριασμός | Λογιστική βάση | Φορολογική βάση | |
1 | Πωλήσεις | 9.400 | 9.400 |
2 | Έξοδα μισθοδοσίας (πλην προβλέψεων) | -4.000 | -4.000 |
3 | Προβλέψεις αποζημίωσης προσωπικού (έξοδο) | -500 | 0 |
4 | Αποσβέσεις παγίων | -1.200 | -1.400 |
5 | Απομείωση ενσώματων παγίων (ζημία) | -500 | 0 |
6 | Αναστροφή απομείωσης χρηματ/μικών στοιχείων (κέρδος) | 700 | 0 |
7 | Πρόστιμα και προσαυξήσεις | -100 | 0 |
8 | Έξοδα - προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες | -120 | 0 |
9 | Δαπάνες ψυχαγωγίας | -180 | 0 |
10 | Τέλος επιτηδεύματος | -100 | 0 |
11 | Λοιπά έξοδα και ζημιές | -300 | -300 |
12 | Λοιπά έσοδα και κέρδη | 200 | 200 |
13 | Κέρδη προ φόρων / Φορολογητέα κέρδη | 3.300 | 3.900 |
Ερώτημα β και γ
Πίνακας: Διαφορές Λογιστικής και φορολογικής βάσης και υπολογισμός φορολογητέων κερδών ΑΛΦΑ 20Χ5
Λογιστική | Φορολ/κή | Διαφορά | ||
Λογαριασμός | βάση | βάση | βάσεων | |
(Ι) Λογιστικά κέρδη ισολογισμού προ φόρων | 3300 | |||
Πλέον: | ||||
(ΙΙ) Προσωρινές (αναστρέψιμες) διαφορές | ||||
2 | Προβλέψεις αποζημίωσης προσωπικού (έξοδο) | -500 | 0 | 500 |
3 | Αποσβέσεις παγίων | 1.200 | -1.400 | -200 |
4 | Απομείωση ενσώματων παγίων (ζημία) | -500 | 0 | 500 |
5 | Αναστροφή απομείωσης χρηματ/μικών στοιχείων (κέρδος) | 700 | 0 | -700 |
Σύνολο προσωρινών διαφορών | -1.500 | -1.400 | 100 | |
(ΙΙΙ)Μόνιμες λογιστικές διαφορές | ||||
6 | Πρόστιμα και προσαυξήσεις | -100 | 0 | 100 |
7 | Έξοδα-προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες κατά ν.4172 | -120 | 0 | 120 |
8 | Δαπάνες ψυχαγωγίας | -180 | 0 | 180 |
9 | Τέλος επιτηδεύματος | -100 | 0 | 100 |
500 | ||||
Φορολογητέα κέρδη περιόδου (Ι+ΙΙ+ΙΙΙ) | 3.900 | |||
Φόρος εισοδήματος 29% | -1.131 |
Παράδειγμα: Λογιστική και φορολογική βάση – διαφορές από μεταβολές λογ/μών ισολογισμού
Για την επιχείρηση ΒΗΤΑ δίνονται οι εξής πληροφορίες για τη χρήση 20Χ5.
1. Τα ενσώματα πάγια αποσβένονται με λογιστικό συντελεστή 8% και φορολογικό 10%.
2. Τα άυλα πάγια αποσβένονται με λογιστικό συντελεστή 15% και φορολογικό 10%.
3. Τα διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στην εύλογη αξία με αναγνώριση των διαφορών σε αποθεματικό της καθαρής θέσης, ενώ φορολογικά παρακολουθούνται στο κόστος.
4. Η αξία των αποθεμάτων δεν διαφέρει λογιστικά και φορολογικά.
5. Οι απαιτήσεις υπόκεινται σε απομείωση λόγω επισφάλειας για λογιστικούς σκοπούς, ενώ φορολογικά παρακολουθούνται στο κόστος.
6. Το εμπορικό χαρτοφυλάκιο (χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία) αποτιμάται σε εύλογες αξίες και οι μεταβολές καταχωρούνται στα αποτελέσματα, ενώ φορολογικά οι διαφορές αυτές δεν αναγνωρίζονται (το εμπορικό χαρτοφυλάκιο φορολογικά παρακολουθείται στο κόστος κτήσης).
7. Οι προβλέψεις για αποζημίωση προσωπικού λογίζονται με την αρχή του δεδουλευμένου σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα ενώ οι πληρωμές μειώνουν την αξία τους. Σημείωση: από φορολογικής απόψεως δεν αναγνωρίζονται οι προβλέψεις κατά το σχηματισμό τους αλλά αναγνωρίζονται (εκπίπτουν) οι καταβολές για τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος.
8. Δεν έγινε διανομή κερδών στη διάρκεια της χρήσης.
Για τη ΒΗΤΑ δίνεται επίσης η λογιστική και φορολογική βάση των χρηματ/κών της καταστάσεων:
Πίνακας : Ισολογισμός λογιστικής και φορολογικής βάσης, ΒΗΤΑ 20Χ5
20Χ5 | 20Χ4 | |||
Λογιστική | Φορολογική | Λογιστική | Φορολογική | |
Μη κυκλοφορούντα στοιχεία | αξία | βάση | αξία | βάση |
Ενσώματα πάγια (κόστος κτήσεως) | 2.800 | 2.800 | 2.800 | 2.800 |
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων | -896 | -1.120 | -672 | -840 |
Αναπόσβεστη αξία | 1.904 | 1.680 | 2.128 | 1.960 |
Άυλα | 1.200 | 1.200 | 1.200 | 1.200 |
Αποσβέσεις | -720 | -480 | -540 | -360 |
Αναπόσβεστη αξία | 480 | 720 | 660 | 840 |
Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά στοιχεία (κόστος) | 1.000 | 1.000 | 1.000 | 1.000 |
Διαφορές επιμέτρησης στην εύλογη αξία | -100 | 0 | 10 | 0 |
Εύλογη αξία διαθεσίμων για πώληση | 900 | 1.000 | 1.010 | 1.000 |
Σύνολο μη κυκλοφορούντων στοιχείων | 3.284 | 3.400 | 3.798 | 3.800 |
Κυκλοφορούντα στοιχεία | ||||
Αποθέματα | 300 | 300 | 200 | 200 |
Εμπορικές απαιτήσεις (κόστος) | 350 | 350 | 600 | 600 |
Απομειώσεις (επισφάλειες) | -120 | 0 | -100 | 0 |
Καθαρή αξία εμπορικών απαιτήσεων | 230 | 350 | 500 | 600 |
Εμπορικό χαρτοφυλάκιο (κόστος) | 200 | 200 | 0 | 0 |
Διαφορές εύλογης αξίας εμπορικού χαρτοφυλακίου | 50 | 0 | 0 | 0 |
Εύλογη αξία εμπορικού χαρτοφυλακίου | 250 | 200 | 0 | 0 |
Διαθέσιμα | 20 | 20 | 5 | 5 |
Σύνολο κυκλοφορούντων στοιχείων | 800 | 870 | 705 | 805 |
Σύνολο ενεργητικού | 4.084 | 4.270 | 4.503 | 4.605 |
Καθαρή θέση | ||||
Καταβλημένο κεφάλαιο | 2.500 | 2.500 | 2.500 | 2.500 |
Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση | -100 | 0 | 10 | 0 |
Αποτελέσματα εις νέον | -479 | 307 | -522 | 300 |
Σύνολο καθαρής θέσης | 1.921 | 2.807 | 1.988 | 2.800 |
Προβλέψεις | ||||
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους | 450 | 0 | 460 | 0 |
Λοιπές προβλέψεις | 250 | 0 | 250 | 0 |
Σύνολο προβλέψεων | 700 | 0 | 710 | 0 |
Υποχρεώσεις | ||||
Τραπεζικά δάνεια | 700 | 700 | 900 | 900 |
Εμπορικές υποχρεώσεις | 550 | 550 | 600 | 600 |
Τρέχων φόρος εισοδήματος | 13 | 13 | 70 | 70 |
Λοιπές υποχρεώσεις | 200 | 200 | 235 | 235 |
Σύνολο υποχρεώσεων | 1.463 | 1.463 | 1.805 | 1.805 |
Σύνολο καθαρής θέσης, προβλέψεων και υποχρεώσεων | 4.084 | 4.270 | 4.503 | 4.605 |
Πίνακας : Κατάσταση αποτελεσμάτων, ΒΗΤΑ 20Χ5 | ||
Λογιστική βάση | φορ. βάση | |
Πωλήσεις | 2000 | 2000 |
Αναλώσεις υλικών | -987 | -987 |
Μεταβολή αποθεμάτων | 100 | 100 |
Παροχές σε εργαζομένους | -300 | -300 |
Προβλέψεις παροχών σε εργαζομένους μετά τη συνταξ/τηση | -30 | 0 |
Καταβολές αποζημιώσεων σε εργαζομένους | 0 | -40 |
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων | -224 | -280 |
Αποσβέσεις άυλων στοιχείων | -180 | -120 |
Λοιπά έξοδα | -280 | -280 |
Έξοδα ψυχαγωγίας | -15 | 0 |
Τέλος επιτηδεύματος | -5 | 0 |
Απομειώσεις εμπορικών απαιτήσεων | -20 | 0 |
Κέρδος εμπορικού χαρτοφυλακίου | 50 | 0 |
Χρεωστικοί τόκοι | -43 | -43 |
Πρόστιμα | -10 | 0 |
Κέρδη προ φόρου εισοδήματος (λογιστικά/φορολογητέα) | 56 | 50 |
Φόροςεισοδήματοςμεσυντελεστή 26% | -13 | -13 |
Κέρδη μετά από το φόρο εισοδήματος(λογιστικά/φορολογικά) | 43 | 37 |
Ζητείται
Να καταρτιστεί πίνακας με τις διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης, ταξινομημένες σε μόνιμες και προσωρινές
Πίνακας: Διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης των χρηματ/κών καταστάσεων της ΒΗΤΑ, 20Χ5 | |||
Λογιστική αξία | Φορολογική βάση | Διαφορά βάσεων | |
Διαφορές στοιχείων του Ενεργητικού | |||
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων | -896 | -1.120 | -224 |
Αποσβέσεις άυλων στοιχείων | -720 | -480 | 240 |
Διαφορές επιμέτρησης διαθέσιμων για πώληση στην εύλογη αξία | -100 | 0 | 100 |
Σύνολο μη κυκλοφορούντων | -1.716 | -1.600 | 116 |
Απομείωση εμπορικών απαιτήσεων | -120 | 0 | 120 |
Διαφορές εύλογης αξίας εμπορικού χαρτοφυλακίου | 50 | 0 | -50 |
-70 | 0 | 70 | |
Σύνολο διαφορών ενεργητικού | 186 | ||
Διαφορές καθαρής θέσης | |||
Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση | -100 | 0 | 100 |
Αποτελέσματα εις νέον | -479 | 307 | 786 |
-579 | 307 | 886 | |
Διαφορές προβλέψεων | |||
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζόμενους | 450 | 0 | -450 |
Λοιπές προβλέψεις | 250 | 0 | -250 |
700 | 0 | -700 | |
Σύνολο διαφορών καθαρής θέσης, προβλέψεων και υποχρεώσεων | 186 | ||
Διαφορές της κατάστασης αποτελεσμάτων και προσδιορισμός φορολογητέων κερδών | |||
(Ι)Λογιστικά κέρδη ισολογισμού προ φόρων | 56 | ||
Πλέον: | |||
(ΙΙ)Προσωρινές (αντιστρέψιμες) λογιστικές διαφορές | |||
Προβλέψεις παροχών σε εργαζομένους μετά τη συνταξ/τηση | -30 | 0 | 30 |
Καταβολές αποζημιώσεων σε εργαζομένους | 0 | -40 | -40 |
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων | -224 | -280 | -56 |
Αποσβέσεις άυλων στοιχείων | -180 | -120 | 60 |
Απομειώσεις εμπορικών απαιτήσεων | -20 | 0 | 20 |
Κέρδος εμπορικού χαρτοφυλακίου | 50 | 0 | -50 |
-404 | -440 | -36 | |
(ΙΙΙ) Μόνιμες (μη αντιστρέψιμες) λογιστικές διαφορές | |||
Έξοδα ψυχαγωγίας | -15 | 0 | 15 |
Τέλος επιτηδεύματος | -5 | 0 | 5 |
Πρόστιμα | -10 | 0 | 10 |
-30 | 0 | 30 | |
Φορολογητέα κέρδη | 50 | ||
Φόρος εισοδήματος (50χ φορολογικός συντελεστής 29%) | 13 | ||
Καθαρά λογιστικά κέρδη περιόδου (κέρδη προ φόρων μείον φόρος εισοδήματος, 56-13) | 43 | ||
Καθαρό φορολογικό αποτέλεσμα (φορολογητέα κέρδη μείον φόρος εισοδήματος, 50-13) | 37 |
Σημειώσεις
Η φορολογική βάση των «Αποτελεσμάτων εις νέο» του έτους 20Χ5 προκύπτει εάν στο ποσό του αντίστοιχου κονδυλίου του 20Χ4 προστεθούν για τη χρήση 20Χ5: α) το φορολογικό αποτέλεσμα μετά από φόρους (ποσού 37), και β) οι μόνιμες φορολογικές διαφορές (ποσού -30).
Για την κατανόηση του θέματος αυτού σημειώνεται ότι τα ποσά των μόνιμων διαφορών της χρήσης 20Χ5 έχουν αφαιρεθεί από το λογιστικό αποτέλεσμα, καθώς αντιπροσωπεύουν έξοδα που έχουν μειώσει το ενεργητικό (το ταμείο, υποθέτοντας εξόφληση) και την καθαρή θέση (Κέρδη εις νέο). Ωστόσο, τα ποσά αυτά δεν έχουν μειώσει τη φορολογική καθαρή θέση αφού προστέθηκαν για να υπολογιστούν τα φορολογητέα κέρδη και ο φόρος εισοδήματος. Συνεπώς, πρέπει να αφαιρεθούν.
Τέλος, σημειώνεται ότι η φορολογική βάση των κερδών εις νέο αντιπροσωπεύει το ποσό που έχει ήδη υποβληθεί σε φόρο εισοδήματος, και συνεπώς είναι σημαντική πληροφορία για τη διανομή κερδών.
Παράδειγμα : Λογιστική και φορολογική βάση – Πώληση παγίου με διαφορετικές λογιστικές και φορολογικές αποσβέσεις
Κατά την 31 Δεκεμβρίου 20Χ4 η επιχείρηση ΓΑΜΑ είχε στην κατοχή της πάγιο με τα εξής δεδομένα:
Αξία κτήσης | 1.300 | 1.300 |
Σωρευμένες αποσβέσεις | 800 | 600 |
Αναπόσβεστη αξία | 500 | 700 |
Το πάγιο αυτό πωλήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 20Χ5 αντί 550 ευρώ.
Ζητείται
Να υπολογιστεί η λογιστική και η φορολογική βάση της συναλλαγής (κέρδος ή ζημία) για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της ΓΑΜΑ της χρήσης 20Χ5.
Απάντηση
Λογιστική βάση | Φορολογική βάση | |
Αξία κτήσης | 1.300 | 1.300 |
Σωρευμένες αποσβέσεις | 800 | 600 |
Αναπόσβεστη αξία | 500 | 700 |
Τιμή πώλησης | 550 | 550 |
Κέρδος/Ζημιά – λογιστική / φορολογική βάση | 50 | -150 |
Δηλαδή, από την πώληση προκύπτει λογιστικό κέρδος 50 ευρώ και φορολογική ζημιά 150 ευρώ (είχαν γίνει περισσότερες λογιστικές αποσβέσεις από ότι φορολογικές κατά 200 ευρώ). Ως εκ τούτου, η διαφορά φορολογικής και λογιστικής βάσης είναι -150 -50 = -200. Επομένως, από το λογιστικό αποτέλεσμα (που περιλαμβάνει κέρδος 50 ευρώ) θα αφαιρεθεί το ποσό της διαφοράς των 200 ευρώ για να υπολογιστεί το φορολογητέο αποτέλεσμα της χρήσης.
41. Κατάρτιση πίνακα Φορολογικής Αναμόρφωσης.
Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) καθιερώνει κανόνες για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρηματικών δαπανών για τους ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα είτε είναι φυσικά πρόσωπα, είτε είναι νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες. Ειδικότερα:
i) με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 4172/2013 τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών με την έννοια ότι κατ' αρχήν εκπίπτουν όλες οι δαπάνες που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης και επιπροσθέτως πληρούν τα λοιπά κριτήρια:
α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,
Συγκεκριμένα, στις δαπάνες της περίπτωσης αυτής εμπίπτει κάθε δαπάνη, που κρίνεται απαραίτητη από τον επιχειρηματία ή τη διοίκηση της επιχείρησης, ανεξάρτητα εάν αυτή πραγματοποιείται δυνάμει νόμιμης ή συμβατικής υποχρέωσης, για την επίτευξη του επιχειρηματικού σκοπού, την ανάπτυξη των εργασιών, τη βελτίωση της θέσης της στην αγορά, εφόσον αυτή ενεργείται στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της και μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία εισοδήματος ή άλλως αποβλέπει στη διεύρυνση των εργασιών της και στην αύξηση του εισοδήματος της (ΣτΕ 2033/2012) ή στην υλοποίηση δράσεων στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Δεν επιτρέπεται, δε, στη φορολογική αρχή να ελέγχει τη σκοπιμότητα και το προσήκον μέτρο των δαπανών αυτών (ΣτΕ 2963/2013, ΣτΕ 1729/2013, ΣτΕ 1604/2011, κ.ά.), εκτός αν τούτο ορίζεται ρητά και ειδικά στο νόμο (π.χ. ενδοομιλικές συναλλαγές).
Επισημαίνεται ότι ως προς τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ισχύουν όσα ειδικότερα αναφέρονται κατωτέρω στην παρούσα.
β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,
Ως προς την έννοια της πραγματικής συναλλαγής, διευκρινίζεται ότι οι δαπάνες δεν πρέπει να είναι εικονικές ή μερικώς εικονικές ή ανύπαρκτες, όπως ενδεικτικά είναι η δαπάνη που δεν έχει πραγματοποιηθεί άλλα έχει καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία ή αφορά σε συναλλαγές που δεν είναι πραγματικές ως προς το είδος ή το πρόσωπο ή την αξία αυτών.
Ως προς το ζήτημα της εικονικότητας ως προς το πρόσωπο του εκδότη φορολογικού στοιχείου, επισημαίνεται η προσφάτως εκδοθείσα ΠΟΛ.1071/31.3.2015 εγκύκλιος, με την οποία κοινοποιήθηκε η αριθ. 170/2014 γνωμοδότηση ΝΣΚ, σύμφωνα με την οποία ο καλόπιστος λήπτης φορολογικού στοιχείου εικονικού ως προς το πρόσωπο του εκδότη δύναται να εκπέσει τη σχετική δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδά του.
γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.
Το άρθρο 22 πρέπει να εξετάζεται συστηματικά με το άρθρο 23 που αφορά τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες και την παράγραφο 4 του άρθρου 48 σχετικά με τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες που αφορούν τα ενδοομιλικά μερίσματα που απαλλάσσονται από το φόρο.
Κατά συνέπεια, ο κανόνας που εισάγεται είναι ότι όποια δαπάνη πληροί τα κριτήρια του άρθρου 22 και συγχρόνως δεν εμπίπτει στον περιοριστικό κατάλογο των μη εκπιπτόμενων δαπανών του άρθρου 23 εκπίπτει,
ii) με τις διατάξεις του άρθρου 22Α, το οποίο προστέθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 22 του ν. 4223/2013, ορίζεται ο τρόπος έκπτωσης των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις, και
iii) με τις διατάξεις του άρθρου 23 ορίζονται περιοριστικά οι κατηγορίες δαπανών που δεν εκπίπτουν. Οι μη εκπιπτόμενες δαπάνες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, σε αυτές που λόγω του είδους τους δεν εκπίπτουν χωρίς να απαιτείται η συνδρομή άλλου όρου ή προϋπόθεσης και σε αυτές που δεν εκπίπτουν μόνον κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το τιθέμενο στο άρθρο αυτό αριθμητικό όριο.
Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες
Σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν.4172/2013 οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:
α) τόκοι από δάνεια που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους, εκτός από τα τραπεζικά δάνεια, διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος για την πλησιέστερη χρονική περίοδο πριν την ημερομηνία δανεισμού,
Επομένως, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων το υπερβάλλον ποσό των τόκων που προκύπτει για την επιχείρηση, όταν το επιτόκιο δανεισμού είναι μεγαλύτερο από το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και ως εκ τούτου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα οι τόκοι που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους μέχρι το ποσό των τόκων που θα προέκυπτε εάν το δάνειο αφορούσε αλληλόχρεο λογαριασμό προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.
Επισημαίνεται ότι στην έννοια των δανείων που λαμβάνει μία επιχείρηση από τρίτους περιλαμβάνονται όλα τα δάνεια, εκτός των δανείων από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και των ομολογιακών δανείων που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες, που λαμβάνει μία επιχείρηση από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την έννοια των διατάξεων της περ. β' του άρθρου 2 του ν. 4172/2013.
Επομένως, οι τόκοι από τραπεζικά δάνεια, διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν οι ανώνυμες εταιρείες, εκπίπτουν στο σύνολό τους με την επιφύλαξη του άρθρου 49 του νόμου αυτού. Στην έννοια των τόκων εμπίπτουν και οι τόκοι υπερημερίας από δανειακή σύμβαση, καθόσον ακολουθούν τη σύμβαση αυτή.
Επισημαίνεται ότι προκειμένου για τόκους δανείων που καταβάλλονται προς μη συνδεδεμένες επιχειρήσεις μετά την εφαρμογή της υπόψη περ. α' θα έχουν εφαρμογή στη συνέχεια οι διατάξεις του άρθρου 49 του Κ.Φ.Ε περί υποκεφαλαιοδότησης.
Ειδικά στην περίπτωση δανείων μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων κατά την έννοια των διατάξεων της περ. ζ' του άρθρου 2 του ν.4172/2013, και με την προϋπόθεση ότι αθροιστικά πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 22, εφαρμόζονται αποκλειστικά οι ειδικότερες διατάξεις του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε., περί εφαρμογής της αρχής των ίσων αποστάσεων και των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για τις ενδοομιλικές συναλλαγές και όχι οι διατάξεις της περ. α' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού. Επιπλέον, όπως έχει ήδη διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1037/2.2.2015, στην περίπτωση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων μετά την εφαρμογή του άρθρου 50 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 49 περί υποκεφαλαιοδότησης.
β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής,
Για την περίπτωση αυτή έχουν παρασχεθεί αναλυτικές οδηγίες με τις ΠΟΛ.1216/1.10.2014 και ΠΟΛ.1079/6.4.2015.
Η την ανωτέρω περίπτωση αναλύεται παραπάνω «Υπολογισμός δαπανών που δεν εξοφλήθηκαν με χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.».
γ) οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές,
Οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί εμπρόθεσμα (εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους ή τυχόν παράτασής της), ακόμη και σε επόμενο φορολογικό έτος, εκπίπτουν από τα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν.
Ασφαλιστικές εισφορές που αφορούν στα έτη 2014 και επόμενα, οι οποίες καταβάλλονται εκπρόθεσμα, εκπίπτουν κατά το έτος καταβολής τους ανεξαρτήτως του έτους που αφορούν. Στην έννοια της δαπάνης των ασφαλιστικών εισφορών, που αν δεν έχουν καταβληθεί δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται τόσο οι εισφορές του εργοδότη, όσο και του εργαζομένου, οι οποίες, ως εμπεριεχόμενες στις αμοιβές του, βαρύνουν τον εργοδότη. Σε περίπτωση που οι εκπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές ετών 2014 και επομένων έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, αυτές θα εκπίπτουν κατά το χρόνο καταβολής τους σύμφωνα με την υπόψη ρύθμιση.
Ειδικά ως προς τη φορολογική μεταχείριση των ασφαλιστικών εισφορών και αμοιβών διευκρινίζονται τα ακόλουθα:
γα) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των ασφαλιστικών εισφορών των μελών προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε.) και αστικών εταιρειών:
i) Οι ασφαλιστικές εισφορές φυσικού προσώπου, το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα (μέσω ατομικής επιχείρησης) και είναι παράλληλα μέλος προσωπικής ή αστικής εταιρείας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής του επιχείρησης. Αν η ατομική επιχείρηση έχει τεθεί σε αδράνεια, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας.
ii) Οι ασφαλιστικές εισφορές φυσικού προσώπου, το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και είναι μέλος προσωπικής ή αστικής εταιρείας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας, ανακαλουμένων των όσων αναφέρονται για το θέμα αυτό στο αριθ. ΔΕΑΦΑ 1064780 ΕΞ 2015/11.5.2015 έγγραφό.
Σε περίπτωση συμμετοχής εταίρου σε περισσότερες προσωπικές εταιρείες, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από την εταιρεία από την οποία λαμβάνει το μεγαλύτερο φορολογητέο εισόδημα.
γβ) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των ασφαλιστικών εισφορών εταίρων Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. και των μελών Δ.Σ. Α.Ε. ή διαχειριστών Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε.:
i) Οι ασφαλιστικές εισφορές των εταίρων Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των εταιρειών αυτών, αλλά, σε περίπτωση που οι εταίροι λαμβάνουν αμοιβή και ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, οι ασφαλιστικές τους εισφορές θα εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής τους επιχείρησης. Αν δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και επιπλέον οι αμοιβές που λαμβάνουν από την Ε.Π.Ε. ή την Ι.Κ.Ε. θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τότε οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν από το εισόδημά τους από μισθωτές υπηρεσίες και θα δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).
ii) Οι ασφαλιστικές εισφορές μελών Δ.Σ. Α.Ε. ή διαχειριστών Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν συμμετέχουν στο κεφάλαιο των υπόψη εταιρειών και επιπλέον οι αμοιβές που λαμβάνουν λόγω της ιδιότητάς τους αυτής θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τότε οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν από το εισόδημά τους από μισθωτές υπηρεσίες και θα δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).
γγ) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των αμοιβών των μελών προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε.) και αστικών εταιρειών που δεν προέρχονται από τα κέρδη:
i) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου μέλους προσωπικής ή αστικής εταιρείας, το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα (μέσω ατομικής επιχείρησης) και λαμβάνει αμοιβή από την εταιρεία για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου που αυτή του ανέθεσε στα πλαίσια της άσκησης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας.
ii) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου μέλους προσωπικής ή αστικής εταιρίας το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και λαμβάνει αμοιβές για υπηρεσίες που απορρέουν από τη συμμετοχή του στην εταιρεία δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας.
γδ) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των αμοιβών εταίρων Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. και των μελών Δ.Σ. Α.Ε. ή διαχειριστών Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. που δεν προέρχονται από τα κέρδη:
i) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου εταίρου Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε., το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα (μέσω ατομικής επιχείρησης) και λαμβάνει αμοιβή από την εταιρεία για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου που αυτή του ανέθεσε στα πλαίσια της άσκησης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε, κατά περίπτωση.
ii) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου διαχειριστή Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. ή μέλους Δ.Σ. Α.Ε. το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και λαμβάνει αμοιβές οι οποίες θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ΕΠΕ ή Ι.Κ.Ε. ή Α.Ε, κατά περίπτωση.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1094/2016 περίπτωση Ζ Φορολογική μεταχείριση ασφαλιστικών εισφορών εταίρων ΕΠΕ/ΙΚΕ που είναι ταυτόχρονα και διαχειριστές, καθώς και μελών ΔΣ ΑΕ που κατέχουν άνω του 3% του μετοχικού κεφαλαίου της Α.Ε. προκύπτει, ότι οι ασφαλιστικές εισφορές μέλους Δ.Σ. ΑΕ το οποίο συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ με ποσοστό άνω του 3%, και κατά συνέπεια υπάρχει υποχρέωση ασφάλισής του στον ΟΑΕΕ (παρ. 1 άρθρου 46 ν.3518/2006), και το οποίο δε λαμβάνει μισθό, ούτε οποιαδήποτε άλλη αμοιβή ΔΣ και περαιτέρω δεν ασκεί καμία επιχειρηματική δραστηριότητα, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ΑΕ οι υπόψη ασφαλιστικές εισφορές.
δ) προβλέψεις εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26,
Οι κάθε είδους προβλέψεις, με εξαίρεση τις οριζόμενες στο άρθρο 26 του ίδιου νόμου, αναφορικά με την πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων. Για το θέμα αυτό έχουν δοθεί διευκρινίσεις με την ΠΟΛ.1056/2.3.2015 εγκύκλιό
ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων,
Τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων (πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής), που επιβάλλονται εξαιτίας αθετήσεως συμβατικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων ή παραβάσεων διατάξεων νόμου, κ.λπ. δεν εκπίπτουν.
Στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες δαπάνες:
i) κάθε είδους χρηματική κύρωση για παραβάσεις της φορολογικής (π.χ. τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά ΚΦΔ ή ΚΕΔΕ) ή ασφαλιστικής (περιλαμβανομένου του ποσού των προσαυξήσεων που κατέβαλε η επιχείρηση για την εκπρόθεσμη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών προς ασφαλιστικά ταμεία), κ.λπ. νομοθεσίας,
ii) οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται εξαιτίας αθετήσεως συμβατικών υποχρεώσεων της επιχείρησης, κ.λπ.,
iii) το ποσό της εξαγοράς ποινών που επιβάλλονται από δικαστήρια,
iv) οι τόκοι υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, δασμών, εισφορών, αμοιβών, κ.λπ.
Με την ΠΟΛ.1094/2016 διευκρινίζεται ότι στην έννοια των τόκων υπερημερίας που δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα μίας επιχείρησης περιλαμβάνονται μόνο εκείνοι που προκύπτουν λόγω οφειλής φόρων, τελών, δασμών, εισφορών, αμοιβών προς το Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
ν) οι τόκοι που καταλογίζονται, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 169 του ν. 4099/2012, σε βάρος επιχείρησης κατά την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων τις οποίες έλαβαν λόγω του σχηματισμού ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού με βάση τα άρθρα 2 και 3 του ν. 3220/2004, καθόσον οι τόκοι αυτοί καταλογίζονται αντί πρόσθετων φόρων και προστίμων και επιπλέον, σε αντίθετη περίπτωση, η ωφέλεια από την έκπτωση των τόκων αυτών ενδέχεται να κριθεί ως νέα παράνομη κρατική ενίσχυση.
Τα ανωτέρω ισχύουν και για τους τόκους (προσαυξήσεις) που επιβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθόσον αποτελούν προσαύξηση επί του επιβληθέντος προστίμου σε επιχείρηση από την Επιτροπή.
στ) η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα,
Η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή σε είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα, όπως ενδεικτικά τα ποσά που προέρχονται από νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από τα οποία προκύπτει περιουσιακό όφελος, όπως δωροδοκίες.
ζ) ο φόρος εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων του τέλους επιτηδεύματος και των έκτακτων εισφορών, που επιβάλλεται για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., καθώς και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ. Π. Α.) που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ. Π. Α. εισροών,
Κατά συνέπεια, η έκτακτη ειδική εισφορά αλληλεγγύης του ν. 4093/2012 εκπίπτει εφάπαξ από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι αυτή επιβαλλόταν επί του τιμήματος των πωλήσεων ηλεκτρικής ενέργειας στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, και όχι επί των κερδών. Το ποσό της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης των ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ του ν. 4093/2012 των χρήσεων 2012 και 2013, για το οποίο απομένει αναπόσβεστο υπόλοιπο, με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις του ν. 2238/1994, προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των φορολογικών ετών 2014 έως και 2017 (3/5 και 4/5, αντίστοιχα), θα εξακολουθήσει να αναγνωρίζεται ως έξοδο των αντίστοιχων φορολογικών ετών.
Επίσης, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων ο Φ.Π.Α. για τον οποίο δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης από το Φ.Π.Α. εκροών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2859/2000, όπως π.χ. δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, έξοδα ψυχαγωγίας, κ.λπ. και ο οποίος αντιστοιχεί στο μη εκπιπτόμενο ποσό αυτών, ήτοι το υπερβάλλον ποσό των 300 ευρώ της δαπάνης ενός εκ των συμμετεχόντων στην εορταστική εκδήλωση το οποίο δεν εκπίπτει με βάση τις διατάξεις της περ. ι' του άρθρου αυτού του ν. 4172/2013 και του συνόλου των δαπανών ψυχαγωγίας με βάση τις διατάξεις της περ. ια' του υπόψη άρθρου και νόμου, αντίστοιχα.
Διευκρινίζεται ότι ο Φ.Π.Α. για τον οποίο δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης από το φόρο των εκροών και αντιστοιχεί σε εκπιπτόμενες δαπάνες κατά τον Κ.Φ.Ε., εκπίπτεται κανονικά από τα ακαθάριστα έσοδα.
Σημειώνεται, ότι ο Φ.Π.Α. που επιβάλλεται επί των δαπανών που αφορούν στην επέκταση, προσθήκη ή βελτίωση παγίων τα οποία χρησιμοποιούνται σε πράξεις μη υπαγόμενες σε Φ.Π.Α., προσαυξάνει την αξία κτήσης των πιο πάνω παγίων, η οποία υπόκειται σε απόσβεση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 24 του ν. 4172/2013, καθόσον ο φόρος αυτός αφενός δεν εκπίπτει ούτε επιστρέφεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2859/2000 και αφετέρου βαρύνει τις δαπάνες αυτές, οι οποίες περαιτέρω βαρύνουν την αξία κτήσης των εν λόγω κτισμάτων. Ομοίως ο Φ.Π.Α. που βαρύνει τις αγορές ενσώματων παγίων των επιχειρήσεων και ο οποίος δεν μπορεί να εκπέσει από το Φ.Π.Α. εκροών, προσαυξάνει την τιμή κτήσης του παγίου και κατά συνέπεια, εκπίπτει δια μέσω των αποσβέσεων επί της συνολικής αξίας του παγίου αυτού με βάση το άρθρο 24.
Πέραν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι, δεν εκπίπτουν και οι φόροι των οποίων η μη έκπτωση προβλέπεται ρητά από ειδικές διατάξεις νόμων.
Στην περίπτωση που οι ανωτέρω φόροι επαναχρεώνονται στην αντισυμβαλλόμενη επιχείρηση, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι αυτοί εκπίπτουν ως δαπάνη της επιχείρησης που τους επαναχρεώνει εφόσον το ποσό της επαναχρέωσης έχει συμπεριληφθεί στα φορολογητέα έσοδα της επιχείρησης.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι φόροι που δεν εκπίπτουν απαριθμούνται περιοριστικά στις υπόψη υποπεριπτώσεις και κατά συνέπεια, λοιποί φόροι που δεν περιλαμβάνονται σε αυτές εκπίπτουν π.χ. :
• ΕΝΦΙΑ,
• τέλη κυκλοφορίας,
• τέλη χαρτοσήμου,
• ανταποδοτικά τέλη υπέρ Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, κ.λπ.
Οι ανωτέρω φόροι - τέλη εκπίπτουν κατά το χρόνο που καταβάλλονται.
Εξαίρεση αποτελούν τα τέλη κυκλοφορίας τα οποία προκαταβάλλονται και κατά συνέπεια εκπίπτουν το επόμενο φορολογικό έτος, δηλαδή το έτος που αφορούν, καθώς και τα τέλη διαφήμισης, τα οποία εκπίπτουν κατά το χρόνο που αφορούν, με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται κατωτέρω.
Φορολογική μεταχείριση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)
Η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων με το αριθ. 1129 ΕΞ 15.10.2012 έγγραφό της αποφάνθηκε ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης όταν γίνεται απαιτητός από το Ελληνικό Δημόσιο βαρύνει το κόστος των αποθεμάτων και στη συνέχεια με την πώληση των αποθεμάτων εμφανίζεται/ προσαυξάνει τις πωλήσεις.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο Ε.Φ.Κ. περιλαμβάνεται στο κόστος πωληθέντων και κατά συνέπεια επηρεάζει τα αποτελέσματα χρήσης μέσω του κόστους πωληθέντων κατά την οριστική πώληση των καπνοβιομηχανικών προϊόντων. Κατά συνέπεια, αυτός δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των υπόψη επιχειρήσεων ως αυτοτελής δαπάνη (διπλή έκπτωση). (ΠΟΛ.1094/2016)
η) το τεκμαρτό μίσθωμα της παραγράφου 2 του άρθρου 39 σε περίπτωση ιδιόχρησης κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου,
Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1021369 ΕΞ 2017 Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος από ιδιόχρηση
Για τον προσδιορισμό των καθαρών φορολογητέων κερδών, το τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση αποτελεί εισόδημα από ακίνητα και συνίσταται στο 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου και αποτελεί ταυτόχρονα και εκπιπτόμενη δαπάνη κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
Σε ό,τι αφορά τη συμπλήρωση του εντύπου Ε3, θα συμπληρωθούν οι κωδικοί που αφορούν στο καθαρό αποτέλεσμα με λογιστικό προσδιορισμό και στη συνέχεια με τη βοήθεια του πίνακα Κ' (πίνακας προσωρινών διαφορών μεταξύ φορολογικής - λογιστικής βάσης) θα υπολογιστούν οι διαφορές μεταξύ Ε.Λ.Π. και φορολογικής βάσης και αφού ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, θα διαμορφωθούν τα τελικά καθαρά φορολογητέα κέρδη που θα αναγραφούν στους αντίστοιχους κωδικούς του Πίνακα Ζ'.
θ) οι δαπάνες για την οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων που αφορούν στη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το μισό τοις εκατό (0,5%) επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης,
Στις δαπάνες για τη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες που γίνονται για την αίθουσα των εκδηλώσεων, τη μεταφορά των επισκεπτών, τυχόν αμοιβές ομιλητών, ενώ περιλαμβάνονται τα τέλη που σχετίζονται με τη διαμονή (π.χ. δημοτικοί φόροι ημεδαπής ή αλλοδαπής - «city tax»).
Το ποσό των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα εφαρμόζεται ανά ενημερωτική ημερίδα - συνάντηση. Εφόσον το συνολικό ετήσιο ποσό της εν λόγω δαπάνης υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης, τότε η συνολική δαπάνη εκπίπτει μόνο μέχρι του ποσού που δεν υπερβαίνει το εν λόγω ποσοστό. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση η εκπιπτόμενη δαπάνη δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων.
ι) οι δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το μισό τοις εκατό (0,5%) επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης,
Στις δαπάνες για τη διαμονή φιλοξενούμενων προσώπων περιλαμβάνονται και τα τέλη που σχετίζονται με τη διαμονή (π.χ. δημοτικοί φόροι ημεδαπής ή αλλοδαπής - «city tax»).
Το ανωτέρω όριο των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα εφαρμόζεται ανά εορταστική εκδήλωση. Εφόσον το συνολικό ετήσιο ποσό της εν λόγω δαπάνης υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης, τότε η συνολική δαπάνη εκπίπτει μόνο μέχρι του ποσού που δεν υπερβαίνει το εν λόγω ποσοστό. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση η εκπιπτόμενη δαπάνη δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων.
ια) οι δαπάνες ψυχαγωγίας. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που η επιχειρηματική δραστηριότητα του φορολογούμενου έχει ως κύριο αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ψυχαγωγίας και οι δαπάνες αυτές πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της δραστηριότητας αυτής,
ιβ) προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες και
ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους.
Οι δαπάνες που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο κράτους - μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., το οποίο χαρακτηρίζεται με βάση τις ίδιες διατάξεις ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και με το οποίο υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους, κατ' αρχήν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εφόσον πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 για την εκπεσιμότητα των δαπανών.
Σε περίπτωση όμως αμφισβήτησης, η αρμόδια ελεγκτική αρχή απευθύνει τεκμηριωμένο αίτημα διοικητικής συνδρομής μέσω της αρμόδιας Δ/νσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, Τμήμα Γ' Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας και αν από τη διενεργούμενη από τη Φορολογική Διοίκηση ανταλλαγή πληροφοριών αποδεικνύεται ότι οι σχετικές δαπάνες δεν αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, οι εν λόγω δαπάνες δεν αναγνωρίζονται τελικώς για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των πιο πάνω επιχειρήσεων.
Μη συνεργάσιμα κράτη
Σύμφωνα με το άρθρο 65 παρ 3 του ν.4172/213 μη συνεργάσιμα κράτη είναι εκείνα που δεν είναι κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κατάστασή τους σχετικά με τη διαφάνεια και την ανταλλαγή των πληροφοριών σε φορολογικά θέματα έχει εξεταστεί από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) και τα οποία:
α) δεν έχουν συνάψει και δεν εφαρμόζουν με την Ελλάδα σύμβαση διοικητικής συνδρομής στο φορολογικό τομέα και
β) δεν έχουν υπογράψει τέτοια σύμβαση διοικητικής συνδρομής με τουλάχιστον δώδεκα άλλα κράτη.
Οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά.
Κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς
Σύμφωνα με το άρθρο 65 παρ 6 του ν.4172/213 το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα θεωρείται ότι υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς σε κράτος εκτός της Ελλάδας, όταν η φορολογική κατοικία τους βρίσκεται σε οποιοδήποτε κράτος, ακόμη και σε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν σε αυτό το κράτος:
α) δεν υπόκειται σε φορολογία ή, εάν υπόκειται, δεν φορολογείται εν τοις πράγμασι, ή
β) υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου, του οποίου ο συντελεστής είναι ίσος ή κατώτερος από το πενήντα τοις εκατό (50%) του συντελεστή φορολογίας νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν φορολογικός κάτοικος ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 6 του Κ.Φ.Ε. στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1197/2016 προκειμένου να στοιχειοθετηθεί κατά τον φορολογικό έλεγχο ότι οι υπόψη συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών, εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτές πραγματικά έχουν λάβει χώρα και ότι έχουν αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην ελεγχόμενη επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες (αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, κ.λπ.).
Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα στοιχεία:
α) - ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου με την αλλοδαπή εταιρεία, που να ορίζει τους όρους της συναλλαγής (αντικείμενο, διάρκεια, τίμημα, τρόπους πληρωμής και υποχρεώσεις των μελών) η οποία να έχει καταχωρηθεί στην Κατάσταση Συμφωνητικών της παρ. 16 του άρθρου 8 του ν.1882/1990, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται με την αριθμ. 1065606/7222/ΔΕ-Β/18.7.2000 (ΦΕΚ 951 Β731.7.2000) Α.Υ.Ο., όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει,
- καταβολή του τιμήματος αγοράς σε τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου (τιμολόγια και τραπεζικά εμβάσματα),
- πραγματική μεταφορά και λήψη των αγαθών (CMR, φορτωτικές, τελωνειακά έγγραφα από τα οποία προκύπτει η είσοδος των αγαθών στο εσωτερικό της χώρας) ή την πραγματική παροχή των υπηρεσιών (π.χ. πρωτόκολλο ολοκλήρωσης και παράδοσης του έργου, παραδοτέα έγγραφα).
β) η αλλοδαπή εταιρεία να πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, δηλαδή:
- να έχει αποδεδειγμένα φυσική υπόσταση στη χώρα εγκατάστασής της (έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση, μόνιμα απασχολούμενο προσωπικό, ενεργό Α.Φ.Μ./VIES εφόσον πρόκειται για φορολογικό κάτοικο άλλου κράτους - μέλους, κ.λπ.). Ισολογισμοί της αλλοδαπής εταιρείας και στοιχεία σχετικά με την οργάνωσή της δεν θεωρούνται από μόνα τους επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, μπορεί ωστόσο να αποτελέσουν ενδείξεις για την υπόσταση των εν λόγω επιχειρήσεων στη χώρα εγκατάστασης τους.
- να φορολογείται στην αλλοδαπή χώρα στην οποία έχει την έδρα της και όχι απλώς να είναι φορολογικός κάτοικος της χώρας αυτής.
γ) η δαπάνη να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 και να μην αποτελεί μη εκπιπτόμενη επιχειρηματική δαπάνη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 23 του ίδιου νόμου.
Διευκρινίζεται ότι τα αναφερόμενα πιο πάνω είναι ενδεικτικά και όχι περιοριστικά και συνεπώς ο φορολογικός έλεγχος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τυχόν άλλα στοιχεία που προσκομίζει ο φορολογούμενος και τα οποία κρίνονται ικανά να υποστηρίξουν ότι οι υπό εξέταση συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών, εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.
Όσον αφορά στο θέμα του πραγματικού οικονομικού οφέλους που αποφέρει μια συναλλαγή με εταιρεία της αλλοδαπής, αυτό μπορεί να εκτιμηθεί εάν εξετασθούν ενδεικτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
α) οι τιμές αγοράς των προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως αυτές προκύπτουν από συγκριτική οικονομική ανάλυση για ομοειδή προϊόντα άλλων επιχειρήσεων, φορολογικών κατοίκων σε συνεργάσιμα κράτη ή κράτη που δεν υπόκεινται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Αν η τιμή των αγοραζόμενων αγαθών ή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων και των παρεπόμενων εξόδων, π.χ. μεταφορικών, εξόδων ασφάλειας και αποθήκευσης) από τα μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη είναι κατώτερη από τις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις συνεργάσιμων κρατών, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι επιτυγχάνεται οικονομικό όφελος για την ημεδαπή επιχείρηση. Η ανάλυση αυτή θα μπορούσε να επεκταθεί και στη διερεύνηση άλλων παραγόντων, από τους οποίους αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή με τα μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη έχει περισσότερα πλεονεκτήματα από παρόμοιες συναλλαγές με προμηθευτές από άλλες χώρες της ίδιας ή διαφορετικής γεωγραφικής περιοχής (π.χ. χρόνος μεταφοράς των αγαθών, οργάνωση προμηθευτή, κ.λπ.),
β) αγορά προϊόντων ή πρώτων υλών από μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος (π.χ. Μαλαισία, κ.λπ.) λόγω μη παραγωγής τους σε χώρα που θεωρείται συνεργάσιμη ή χωρίς προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Επίσης, λήψη υπηρεσιών από μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος, οι οποίες βάσει των δεδομένων της κοινής πείρας και των συναλλακτικών ηθών συνήθως παρέχονται από εταιρείες σε τέτοια κράτη (π.χ. υπηρεσίες θαλάσσιας μεταφοράς από ναυτιλιακές εταιρίες του Παναμά),
γ) αν η τιμή αγοράς του προϊόντος (π.χ. καφέ) είναι η ίδια με την τιμή κλεισίματος αυτού σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, τότε η δαπάνη αγοράς του πρέπει να αναγνωρίζεται προς έκπτωση, έστω και αν πραγματοποιείται από επιχείρηση με έδρα σε μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση η αγορά από το υπόψη κράτος δεν συνεπάγεται υπερτιμολόγηση.
Τέλος, επισημαίνεται ότι οι δαπάνες αγοράς αγαθών, λήψης υπηρεσιών, κ.λπ. από εταιρείες με έδρα σε μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος δεν εμπίπτουν στις προαναφερθείσες διατάξεις, όταν καταβάλλονται σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους στην αλλοδαπή, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές προβλέπεται η τήρηση ειδικών φακέλων, προκειμένου για την τεκμηρίωση των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών (άρθρο 21 του ν.4174/2013).
ιδ) Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1061/2017 ορίζεται ότι:
Ως «ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής», για την εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων, νοείται κάθε μέσο πληρωμής, κατά την έννοια της περ. ιδ' του άρθρου 62 του νόμου αυτού, που απαιτεί τη μεσολάβηση ενός τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού δικτύου, όπως π.χ. η μεταφορά χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών («e-banking»), καρτών, το «ηλεκτρονικό πορτοφόλι», κ.λπ., ενώ η έννοια του «παρόχου υπηρεσιών πληρωμών» ορίζεται με τις διατάξεις της περ. δ' του άρθρου 62 του ν.4446/2016 και είναι ευρύτερη από αυτή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3862/2010. Επομένως, στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών και τα ιδρύματα πληρωμών, ανεξάρτητα αν έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (Ε.Ε., τρίτες χώρες).
Πέραν της μεταφοράς χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών και της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών, ως κατάλληλα μέσα πληρωμής για την έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης νοούνται ενδεικτικά και τα ακόλουθα:
• Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του μισθωτού, έστω και αν υπάρχουν περισσότεροι συνδικαιούχοι, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),
• Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής - ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων,
• Η χρήση τραπεζικής επιταγής,
• Η έκδοση επιταγής σε διαταγή του μισθωτού.
Σε περίπτωση που μέρος των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης δεν εξοφληθεί με κάποιο από τα μέσα που παρατίθενται πιο πάνω, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση το σύνολο της δαπάνης. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία μέρος του μισθού παρακρατείται από τον εργοδότη με σκοπό την εξόφληση υποχρεώσεών του (π.χ. δάνειο που του έχει χορηγήσει ο εργοδότης) ή την εκτέλεση κατάσχεσης απαίτησης εις χείρας τρίτου (π.χ. οφειλές του εργαζόμενου προς το Δημόσιο), οπότε η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο σύνολό της όταν το εναπομείναν ποσό έχει εξοφληθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
Επισημαίνεται ότι οι κοινοποιούμενες διατάξεις καταλαμβάνουν όλες τις περιπτώσεις δαπανών που καταβάλλονται δυνάμει εργασιακής σχέσης, όπως αυτή ορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013. Επομένως, η έκπτωση των δαπανών αναφορικά με τη λήψη υπηρεσιών, βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, από πρόσωπα που δεν αποκτούν την εμπορική ιδιότητα, που προσδίδουν την έννοια της εργασιακής σχέσης ή από δικηγόρους βάσει πάγιας αντιμισθίας, κ.λπ. εξετάζονται υπό το πρίσμα της νέας περίπτωσης ιδ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 και όχι με βάση την περ. β' του άρθρου αυτού. Εξαίρεση από τα ανωτέρω αποτελούν οι παροχές σε είδος που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις προς τους εργαζομένους τους οι οποίες εξακολουθούν να εκπίπτουν με τον περιορισμό που θέτουν οι διατάξεις της περ. β' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 καθώς και οι δαπάνες που εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος των δικαιούχων από μισθωτή εργασία και συντάξεις με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 14 του νόμου αυτού. Αντίθετα, οι αμοιβές για μισθωτή εργασία και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο με βάση τις διατάξεις της περ. ε' της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν.4172/2013, εκπίπτουν με τις προϋποθέσεις των κοινοποιούμενων διατάξεων.
Οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του φορολογικού έτους αλλά δεν έχουν εξοφληθεί στο έτος αυτό, κρίνονται οριστικά, ως προς την εκπεσιμότητά τους, στο φορολογικό έτος που θα λάβει χώρα η εξόφληση αυτών. Στην περίπτωση που στο έτος εξόφλησης των δαπανών διαπιστωθεί ότι οι δαπάνες αυτές εξοφλήθηκαν χωρίς να γίνει χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή διαμεσολάβηση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. με μετρητά), η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση του φορολογικού έτους που αφορά η δαπάνη, προσθέτοντας τα ποσά αυτών των δαπανών ως θετική λογιστική διαφορά.
Πέραν των ανωτέρω περιπτώσεων του άρθρου 23 διευκρινίζονται τα ακόλουθα:
i) Οι δαπάνες διαφήμισης δεν εκπίπτουν στην περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλομένων τελών διαφήμισης, δηλαδή μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, καθόσον με τις διατάξεις της περ. δ' της κατηγορίας Δ' της παρ.1 του άρθρου 15 του από 24.9/20.10.1958 βασιλικού διατάγματος, όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 2880/2001, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν, ορίζεται ότι σε περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλόμενων τελών, οι σχετικές δαπάνες διαφήμισης δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα, κατά τις φορολογικές διατάξεις.
ii) Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1029/2017 Φορολογική μεταχείριση μισθωμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising) ορίζεται ότι στην περίπτωση σύμβασης δικαιόχρησης (franchising) όπου στον δικαιοπάροχο, ο οποίος τυγχάνει να είναι και προμηθευτής του δικαιοδόχου, καταβάλλονται εκτός από τα μισθώματα για τη χρήση δικαιωμάτων τα οποία ενσωματώνονται στο κόστος των πωλούμενων εμπορευμάτων και αμοιβές για τη χρήση των επωνυμιών των προϊόντων που εμπορεύεται ο δικαιοδόχος και τα οποία μέχρι πρότινος ανήκαν κατά κυριότητα σε τρίτη εταιρεία, υπερισχύει και στην περίπτωση αυτή η έννοια του franchising, καθόσον η καταβολή των υπόψη ποσών εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης επιχειρηματικής συνεργασίας μεταξύ δύο ανεξάρτητων επιχειρήσεων με σκοπό την πώληση συγκεκριμένου τύπου προϊόντων ή παροχής υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες.
Κατά συνέπεια, τα όποια δικαιώματα καταβάλλονται προς τον δικαιοπάροχο (franchisor) - προμηθευτή για τη χρήση των επωνυμιών αποτελούν μέρος των μισθωμάτων για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising) τα οποία ενσωματώνονται στο κόστος των εμπορευμάτων που λαμβάνει από τον προμηθευτή.
Συνάγεται ότι οι κάθε είδους καταβολές δικαιωμάτων (είτε για μισθώματα είτε για τη χρήση των επωνυμιών των εμπορευμάτων) εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του δικαιοδόχου (franchisee) μέσω του κόστους πωληθέντων με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η έκπτωση των αντίστοιχων δαπανών σε περίπτωση έκδοσης χωριστού στοιχείου για τα δικαιώματα αυτά.
Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1017519 ΕΞ 2018 Φορολογική μεταχείριση μισθωμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising)
Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1029/2017 εγκυκλίου μας, σας γνωρίζουμε τα εξής:
1. Με την ως άνω εγκύκλιό μας αντιμετωπίστηκε η περίπτωση σύμβασης δικαιόχρησης (franchising) όπου ο δικαιοπάροχος τυγχάνει να είναι και προμηθευτής των πωλούμενων εμπορευμάτων. Ειδικότερα, διευκρινίστηκε ότι οι κάθε είδους καταβολές δικαιωμάτων προς τον δικαιοπάροχο (franchisor) - προμηθευτή, είτε για μισθώματα για τη χρήση δικαιωμάτων είτε για τη χρήση των επωνυμιών των εμπορευμάτων που λαμβάνει από τον ίδιο, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του δικαιοδόχου (franchisee) μέσω του κόστους πωληθέντων με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, καθόσον η καταβολή των υπόψη ποσών εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης επιχειρηματικής συνεργασίας μεταξύ δύο ανεξαρτήτων επιχειρήσεων με σκοπό την πώληση συγκεκριμένου τύπου προϊόντων ή παροχής υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες (σύμβαση franchising). Για τον σκοπό αυτό, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίσθηκε ότι δεν είναι δυνατή η έκπτωση των αντίστοιχων δαπανών σε περίπτωση έκδοσης χωριστού στοιχείου για τα δικαιώματα αυτά, καθόσον στην περίπτωση αυτή θα υπήρχε το ενδεχόμενο διπλής έκπτωσης, τόσο κατά τον χρόνο καταβολής των δικαιωμάτων όσο και κατά τον χρόνο πώλησης των εμπορευμάτων μέσω του κόστους πωληθέντων.
2. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση μία εταιρεία που εμπορεύεται προϊόντα τα οποία προμηθεύεται τόσο από προμηθευτές (δικαιοπάροχους) προς τους οποίους καταβάλλει δικαιώματα όσο και από τρίτους, οι καταβολές των δικαιωμάτων εκπίπτουν κατά τον χρόνο πώλησης των εμπορευμάτων μέσω του κόστους πωληθέντων. Κατά συνέπεια, η εταιρεία θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει σε ποια εμπορεύματα αντιστοιχούν οι καταβολές δικαιωμάτων και σε ποια όχι. Ωστόσο αν αυτό δεν είναι εφικτό και οι εν λόγω καταβολές δεν έχουν ενσωματωθεί εν τέλει στο κόστος πωληθέντων, τα ποσά που εμφανίζονται σε τυχόν χωριστά τιμολόγια θα εκπίπτουν με βάση τις γενικές διατάξεις των άρθρων 22 και 23 περί έκπτωσης των δαπανών.
Με την Αρ. πρωτ: ΔΕΑΦΑ 1134898 ΕΞ 2016 με θέμα Έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης των παροχών κοινωνικού χαρακτήρα προς τους εργαζομένους τους ή συγγενείς αυτών ορίζεται ότι οι κοινωνικού χαρακτήρα παροχές που δίνουν οι επιχειρήσεις σε εργαζομένους τους ή σε συγγενικά αυτών πρόσωπα (π.χ. ως δώρα λόγω γάμου αυτών ή των τέκνων τους ή λόγω γέννησης παιδιού, καθώς και τα βοηθήματα σε οικογένεια θανόντος εργαζομένου) αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
Επομένως, οι σχετικές δαπάνες θεωρείται ότι πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτουν ως έξοδα μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22 του ν.4172/2013.
Αναλυτικά για τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες βλέπε:
ΠΟΛ.1113/2.6.2015 Εκπιπτόμενες και μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες του ΚΦΕ ν4172
ΠΟΛ.1094/2016 (ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου μας, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες
ΠΟΛ 1173/2017 ΘΕΜΑ: Καθορισμός των κρατών που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 65 του ν.4172/2013 για τα φορολογικά έτη 2016 και 2017.
Υποβολή έως 30/6/2019 μέσω του εντύπου Ε3 με την χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας.
42. Υπολογισμός του ποσού της φορολογικής ζημιάς που δικαιούται να μεταφέρει η επιχείρηση.
Μια σημαντική διαδικασία που πρέπει να γίνεται πριν την σύνταξη της δήλωσης φόρου εισοδήματος είναι ο υπολογισμός του ποσού της φορολογικής ζημιάς που δικαιούται να μεταφέρει η επιχείρηση για να μην απολεστεί το δικαίωμα της επιχείρησης για το συμψηφισμό των προηγούμενων ζημιών, λόγω της πενταετής παραγραφή.
Παράδειγμα
Έστω ότι επιχείρηση παρουσιάζει τα παρακάτω δεδομένα:
Έτος | Κέρδη – Ζημίες επιχείρησης | Μεταφερόμενες και φορολογικά αναγνωρίσιμες ζημιές |
2012 | (350.000,00) | (350.000,00) |
2013 | 72.000,00 | (278.000,00) |
2014 | 82.000,00 | (196.000,00) |
2015 | 109.000,00 | (87.000,00) |
2016 | (17.000,00) | (104.000,00) |
2017 | 83.000,00 | (21.000,00) |
2018 | 72.000,00 | Στο έτος 2018 η επιχείρηση θα συμψηφίσει ζημίες (17.000,00) επειδή η ζημία των (4.000,00) ευρώ από το έτος 2012 δεν μπορεί πλέον να συμψηφιστεί λόγω παρέλευσης πενταετίας στο έτος 2017. |
Στο έτος 2013, συμψηφίζονται τα κέρδη του έτους αυτού ποσού 72.000,00 ευρώ με το ποσό των μεταφερόμενων φορολογικών ζημιών (350.000,00) ευρώ του έτους 2012. Επομένως, προκύπτει ζημιά εις νέο (τρέχουσας χρήσης και παλαιότερων) αναγνωριζόμενη φορολογικά ύψους (278.000,00) ευρώ.
Στο έτος 2014, συμψηφίζονται τα κέρδη του έτους αυτού ποσού 82.000,00 ευρώ με το ποσό των μεταφερόμενων φορολογικών ζημιών (278.000,00) ευρώ από το προηγούμενο έτος 2013. Επομένως, προκύπτει ζημιά εις νέο (τρέχουσας χρήσης και παλαιότερων) αναγνωριζόμενη φορολογικά ύψους (196.000,00)ευρώ.
Στο έτος 2015, συμψηφίζονται τα κέρδη του έτους αυτού ποσού 109.000,00 ευρώ με το ποσό των μεταφερόμενων φορολογικών ζημιών (196.000,00) ευρώ από το προηγούμενο έτος 2014. Επομένως, προκύπτει ζημιά εις νέο (τρέχουσας χρήσης και παλαιότερων) αναγνωριζόμενη φορολογικά ύψους (87.000,00)ευρώ.
Στο έτος 2016, αθροίζεται η ζημιά του έτους αυτού ποσού (17.000,00) ευρώ με το ποσό των μεταφερόμενων φορολογικών ζημιών (87.000,00) ευρώ από το προηγούμενο έτος 2015. Επομένως, προκύπτει ζημιά εις νέο (τρέχουσας χρήσης και παλαιότερων) αναγνωριζόμενη φορολογικά ύψους (104.000,00) ευρώ.
Στο έτος 2017, συμψηφίζονται τα κέρδη του έτους αυτού ποσού 83.000,00 ευρώ με το ποσό των μεταφερόμενων φορολογικών ζημιών (104.000,00) ευρώ από το προηγούμενο έτος 2016. Επομένως, προκύπτει ζημιά εις νέο (τρέχουσας χρήσης και παλαιότερων) αναγνωριζόμενη φορολογικά ύψους (21.000,00) ευρώ.
Στο έτος 2018, συμψηφίζονται τα κέρδη του έτους αυτού ποσού 72.000,00 ευρώ με το ποσό των μεταφερόμενων φορολογικών ζημιών (17.000,00) ευρώ σε σχέση με την συνολική φορολογική ζημία των (21.000,00) ευρώ του προηγούμενου έτους 2017 επειδή η ζημία των (4.000,00) ευρώ από το έτος 2012 δεν μπορεί πλέον να συμψηφιστεί λόγω παρέλευσης πενταετίας στο έτος 2017.
Μεταφορά φορολογικών ζημιών
Σύμφωνα με το Άρθρο 27 του ν.4172/2013 εάν με τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα το αποτέλεσμα είναι ζημία εντός του φορολογικού έτους, η ζημία αυτή μεταφέρεται για να συμψηφισθεί με τα επιχειρηματικά κέρδη διαδοχικά στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη. Η ζημία του προγενέστερου έτους συμψηφίζεται κατά προτεραιότητα έναντι της ζημίας μεταγενέστερου έτους.
Οι διατάξεις του άρθρου 27 παρ 1 του ν.4172/2013 περί μεταφοράς ζημιών εφαρμόζονται τόσο για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα (ατομικές επιχειρήσεις), όσο και για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που είναι υποκείμενα φόρου του άρθρου 45 του ν. 4172/2013.
Επίσης δεν τίθεται κανένας περιορισμός σχετικά με την κατηγορία των τηρουμένων βιβλίων, συνάγεται ότι δικαίωμα μεταφοράς της ζημίας στην επόμενη πενταετία έχουν τα αναφερόμενα πιο πάνω πρόσωπα ανεξάρτητα αν τηρούν βιβλία με την απλογραφική ή διπλογραφική μέθοδο.
Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 27 περί μεταφοράς ζημιών εφαρμόζονται για φορολογικές ζημίες που προκύπτουν στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2014 και μετά. Επομένως, προκειμένου για ζημίες που προέκυψαν σε χρήσεις με έναρξη πριν την 1.1.2014, θα έχουν εφαρμογή οι προϋποθέσεις των διατάξεων εκείνων που ίσχυαν κατά τον χρόνο που γεννήθηκαν οι υπόψη ζημίες, ήτοι των άρθρων 4 και 61 του ν. 2238/1994.
Χρόνος μεταφοράς ζημίας
Η μεταφορά της ζημίας πρέπει, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, να γίνεται διαδοχικά στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη μέχρι να καλυφθεί πλήρως, συμψηφίζοντας τις ζημιές αυτές υποχρεωτικά στο πρώτο φορολογικό έτος στο οποίο θα προκύψουν κέρδη. Αν μετά την παρέλευση της πενταετίας μένει ακάλυπτο ποσό, αυτό χάνεται. Επίσης, η ζημία συμψηφίζεται διαδοχικά με μελλοντικά κέρδη των επόμενων φορολογικών ετών και όχι με κέρδη των προηγούμενων.
Προϋποθέσεις μεταφοράς ζημίας
Για τη μεταφορά της ζημίας στα επόμενα φορολογικά έτη με βάση τις νέες διατάξεις δεν τίθενται οι προϋποθέσεις που ίσχυαν με τον προγενέστερο Κ.Φ.Ε. Ειδικότερα, δεν απαιτείται η ζημία να έχει αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους που προέκυψε, αλλά αυτή μπορεί να δηλωθεί οποτεδήποτε, μέσα στην πενταετία, με την υποβολή εκπρόθεσμης αρχικής ή τροποποιητικής δήλωσης με βάση τα οριζόμενα στα άρθρα 18 και 19 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), με τις οικείες κάθε φορά κυρώσεις που προβλέπονται από τον Κώδικα αυτόν. Είναι προφανές ότι στην περίπτωση αυτή η πενταετία ξεκινά από το επόμενο φορολογικό έτος από αυτό εντός του οποίου προέκυψε η ζημία και όχι από το επόμενο φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβλήθηκε η δήλωση φορολογίας εισοδήματος (αρχική ή τροποποιητική).
Ως ζημία, με σκοπό τον συμψηφισμό της στα επόμενα φορολογικά έτη, λαμβάνεται είτε αυτή που εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης είτε αυτή που προκύπτει από την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή με βάση δικαστική απόφαση.
Ομοίως, όσον αφορά στα φορολογικά έτη με τα κέρδη των οποίων μεταφέρεται για συμψηφισμό η ζημία, δεν απαιτείται πλέον η μεταφορά αυτή να πραγματοποιείται μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους, όπως ίσχυε με βάση τις προγενέστερες διατάξεις του ν. 2238/1994.
Μείωση μετοχικού κεφαλαίου με συμψηφισμό φορολογικών ζημιών
Ελλείψει ρητής διάταξης που ορίζει κάτι διαφορετικό, σε περίπτωση επιχείρησης με λογιστικές ζημίες στα βιβλία της η οποία επιθυμεί να μειώσει το μετοχικό/εταιρικό της κεφάλαιο με συμψηφισμό των ζημιών αυτών, οι υπόψη ζημίες κατά το μέρος που αναγνωρίζονται φορολογικά εξακολουθούν για φορολογικούς σκοπούς να μεταφέρονται προς συμψηφισμό με τα κέρδη των επόμενων φορολογικών ετών (σχετ. οι υπ' αριθ. ΣτΕ 3733/2008, ΣτΕ 2614/2008 και ΣτΕ 2523/1991 αποφάσεις του Σ.τ.Ε.).
Μη αναγνώριση ζημιάς από μεταβολή ΜΚ ή δικαιωμάτων ψήφου άνω του 33%
Σε περίπτωση που μεταβληθεί η άμεση ή έμμεση συμμετοχή ή τα δικαιώματα ψήφου σε ένα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα άνω του ποσοστού τριάντα τρία τοις εκατό (33%) εντός ενός φορολογικού έτους και παράλληλα γίνει, μέσα στο ίδιο ή/και το επόμενο φορολογικό έτος από αυτό που συντελέσθηκε η μεταβολή της συμμετοχής ή των δικαιωμάτων ψήφου, αλλαγή της δραστηριότητας της εταιρείας στην οποία αποκτάται η συμμετοχή ή τα δικαιώματα ψήφου, σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) του κύκλου εργασιών της σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο φορολογικό έτος από τη μεταβολή της συμμετοχής ή των δικαιωμάτων ψήφου, οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμογή. (παρ 5 του άρθρου 27 του Ν. 4172/2013).
Φορολογική μεταχείριση χρεωστικής διαφοράς (ζημίας) λόγω ανταλλαγής ομολόγων (PSI)
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του Ν. 4172/2013 ορίζεται ότι η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος: α) των κεφαλαιουχικών εταιρειών που συστάθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή (περ. α' άρθρου 46), επομένως και των μόνιμων εγκαταστάσεων αλλοδαπών κεφαλαιουχικών εταιρειών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.4172/2013 ή τις Σ.Α.Δ.Φ. που δεν έχουν φορολογική κατοικία στην Ελλάδα (σχετ. η ΠΟΛ.1044/10.2.2015 εγκύκλιός μας), β) των μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστάθηκαν στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (περ. γ' άρθρου 46) καθώς και γ) των συνεταιρισμών ή ενώσεων αυτών (περ. δ' άρθρου 46), από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενόμενης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από τον χρόνο διακράτησης των ομολόγων.
Φορολογική μεταχείριση ζημιών που προκύπτουν στην αλλοδαπή
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 παρ 4 του Ν.4172/2013 οι ζημίες που προκύπτουν στην αλλοδαπή από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω μόνιμης εγκατάστασης δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των κερδών του ίδιου φορολογικού έτους ούτε να συμψηφιστούν με μελλοντικά κέρδη, με εξαίρεση τις ζημιές από επιχειρηματική δραστηριότητα μέσω μόνιμης εγκατάστασης που προκύπτουν σε άλλη χώρα ΕΕ/ΕΟΧ, με την οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας, βάσει της οποίας τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν απαλλάσσονται.
Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή τόσο για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες των οποίων τα κέρδη θεωρούνται ως προερχόμενα από επιχειρηματική δραστηριότητα όσο και για τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Με τα ανωτέρω τίθεται ο γενικός κανόνας περί μη συμψηφισμού των ζημιών που προκύπτουν στην αλλοδαπή με εισοδήματα που προκύπτουν στην ημεδαπή και αφορά τόσο τις ζημίες που προκύπτουν από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στην αλλοδαπή όσο και από τη μεταβίβαση κεφαλαίου στην αλλοδαπή (π.χ. ζημία από μεταβίβαση τίτλων αλλοδαπής προέλευσης, κ.λπ.). Ωστόσο, οι ζημίες αλλοδαπής μπορούν να συμψηφιστούν με εισοδήματα των πιο πάνω προσώπων που προκύπτουν σε κράτη - μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. (Ισλανδία, Λιχτενστάιν και Νορβηγία), τα οποία είτε με βάση τη Σύμβαση για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας με την Ελλάδα η Ελληνική Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα να φορολογήσει, είτε ελλείψει ΣΑΔΦ φορολογούνται με βάση την εσωτερική μας νομοθεσία (π.χ. Λιχτενστάιν). Ο συμψηφισμός αυτός γίνεται ανά χώρα. Από τη γραμματική διατύπωση των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι οι ανωτέρω ζημίες αλλοδαπής αναγνωρίζονται μόνο εφόσον προκύπτουν σε κράτη - μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και όχι σε τρίτες χώρες, δεδομένου ότι ο νόμος κάνει μνεία για εισοδήματα γενικά (καθαρό κέρδος) κρατών - μελών της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και όχι μόνο για θετικά εισοδήματα (έσοδα) των χωρών αυτών. Σε περίπτωση που μετά την παρέλευση πενταετίας, το αποτέλεσμα είναι ζημιογόνο, η ζημία αυτή δεν μεταφέρεται περαιτέρω. Για τον σκοπό αυτό τα κέρδη και οι ζημίες από χώρες ΕΕ και του ΕΟΧ θα πρέπει να παρακολουθούνται διακεκριμένα ανά χώρα στα βιβλία της επιχείρησης, ώστε στα φορολογητέα κέρδη της επιχείρησης να περιλαμβάνεται το τελικό κέρδος που προκύπτει στην αλλοδαπή ανά χώρα μετά τον παραπάνω συμψηφισμό, εξαιρουμένων των εισοδημάτων εκείνων που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος (π.χ. εισπραττόμενα μερίσματα άρθρου 48 ν. 4172/2013).
(Βλέπε σχετική ΠΟΛ.1088/2016 Διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1 - 4 του άρθρου 27 του ν.4172/2013 περί μεταφοράς ζημιών)
Προϋποθέσεις μεταφοράς ζημίας
Για τη μεταφορά της ζημίας στα επόμενα φορολογικά έτη δεν απαιτείται η ζημία να έχει αναγραφεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους που προέκυψε, αλλά αυτή μπορεί να δηλωθεί οποτεδήποτε, μέσα στην πενταετία, με την υποβολή εκπρόθεσμης αρχικής ή τροποποιητικής δήλωσης με βάση τα οριζόμενα στα άρθρα 18 και 19 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), με τις οικείες κάθε φορά κυρώσεις που προβλέπονται από τον Κώδικα αυτόν.
Είναι προφανές ότι στην περίπτωση αυτή η πενταετία ξεκινά από το επόμενο φορολογικό έτος από αυτό εντός του οποίου προέκυψε η ζημία και όχι από το επόμενο φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβλήθηκε η δήλωση φορολογίας εισοδήματος (αρχική ή τροποποιητική).
Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1054541 ΕΞ 2017 Υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για τη μεταφορά ζημιών παρελθουσών χρήσεων στο φορολογικό έτος 2015, όταν τα αποτελέσματα είναι μηδενικά
43. Υποβολή αίτησης για αναγνώριση των «Δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας»
Παρέχονται κίνητρα σε επιχειρήσεις που πραγματοποιούν δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας καθώς οι δαπάνες αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά το χρόνο πραγματοποίησής τους προσαυξημένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%).
Δαπάνες Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας
Σύμφωνα με το άρθρο 22Α του ν.4172/2013 οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του εξοπλισμού και των οργάνων, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους προσαυξημένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%).
Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιο πάνω δαπανών καθορίζονται με την κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κ.Υ.Α. αριθμ. 109343/Ι2/2017.
Αν προκύψουν ζημίες μετά την αφαίρεση του ως άνω ποσοστού μεταφέρονται με βάση το άρθρο 27 του παρόντος.
Συγχρόνως με την υποβολή της φορολογικής της δήλωσης, η επιχείρηση υποβάλλει στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων τα απαραίτητα δικαιολογητικά για τις δαπάνες έρευνας και τεχνολογίας που πραγματοποίησε.
Ο έλεγχος και η πιστοποίηση των δαπανών αυτών διενεργούνται μέσα σε χρονικό διάστημα δέκα (10) μηνών.
Μετά την άπρακτη παρέλευση της οριζόμενης από τον νόμο προθεσμίας, συνάγεται ότι η επιχείρηση οφείλει, σε περίπτωση ρητής μη έγκρισης του συνόλου ή μέρους των υπόψη δαπανών από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και εφόσον αυτή κοινοποιείται στον φορολογούμενο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής φορολογικών δηλώσεων του οικείου έτους ή μετά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, να υποβάλει τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος προκειμένου να εκπέσει μικρότερο ποσό δαπανών από αυτό που είχε δηλωθεί αρχικά. Η δήλωση αυτή εφόσον υποβάλλεται εντός μηνός από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης θεωρείται εμπρόθεσμη. (ΠΟΛ :1210 20/12/2017)
Σε κάθε περίπτωση, το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ενημερώνει σχετικά το Υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στην κοινή υπουργική απόφαση της Κ.Υ.Α. αριθμ. 109343/Ι2/2017.
Επισημαίνεται ότι την πιο πάνω έκπτωση δικαιούνται όλα τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, που πραγματοποιούν δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των βιβλίων τους (απλογραφικά ή διπλογραφικά).
Διευκρινίζεται ότι η έκπτωση του 30% επί των υπόψη δαπανών διενεργείται από τα καθαρά κέρδη εξωλογιστικά με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Ως δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας νοούνται τα ποσά που πράγματι επιβαρύνθηκε η επιχείρηση, δηλαδή η δαπάνη που προκύπτει μετά την αφαίρεση των επιδοτήσεων ή επιχορηγήσεων που έχει λάβει η επιχείρηση με σκοπό την εκτέλεση - υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων.
Εξοπλισμός και όργανα, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας
Ως εξοπλισμός και όργανα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, σύμφωνα με την Κ.Υ.Α. αριθμ. 109343/Ι2/2017 είναι
α) Δαπάνες αγοράς κατασκευής ή επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης κτιρίων και κατά το σκέλος αυτών, μετά από επιμερισμό, που σχετίζεται αποκλειστικά με δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
β) Δαπάνες αγοράς εξοπλισμού και οργάνων εργαστηριακής υποδομής για το χρονικό διάστημα που χρησιμοποιούνται για ερευνητικούς σκοπούς, όπως συσκευές, εργαλεία, επιστημονικά όργανα, διατάξεις και τα εξαρτήματα τους εργαστηριακής ή ημιβιομηχανικής κλίμακας καθώς και εγκαταστάσεις ημιβιομηχανικών (επιδεικτικών) δοκιμών. Στις δαπάνες της κατηγορίας αυτής μπορεί να περιλαμβάνονται τυχόν πρόσθετα κόστη μεταφοράς και εγκατάστασης του εξοπλισμού καθώς και εκπαίδευσης του προσωπικού στη χρήση του.
Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περ. β' της παρ.8 του άρθρου 24 του ν.4386/2016 ορίζεται ότι στην παράγραφο 4 του άρθρου 24 προστίθεται νέα κατηγορία ενεργητικού με αντίστοιχο συντελεστή απόσβεσης 40%.
Συνοπτικά σχετικά με τις Δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας ισχύουν τα εξής:
1. Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιο πάνω δαπανών καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. (Κ.Υ.Α. αριθμ. 109343/Ι2/2017 Κριτήρια χαρακτηρισμού δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιχειρήσεων)
2. Ο εξοπλισμός και όργανα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας αποσβένονται με συντελεστή 40%
3. Η προσαύξηση 30% γίνεται εξωλογιστικα με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, τόσο για τις δαπάνες πάγιου εξοπλισμού όσο και για τις λοιπές δαπάνες.
4. Αν προκύψουν ζημίες (αφού αφαιρεθεί η προσαύξηση 30%), μεταφέρονται για συμψηφισμό με μελλοντικά κέρδη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4172/2013..
5. Ως εκπιπτόμενες δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας θεωρούνται αυτές με τα την αφαίρεση επιδοτήσεων / επιχορηγήσεων που έχουν (πιθανά) ληφθεί.
6. συγχρόνως με την υποβολή της φορολογικής της δήλωσης, υποβάλλεται στην Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων αίτηση για την έγκριση των δαπανών αυτών. Σε περίπτωση μη έγκρισης αυτών υποβάλλεται τροποποιητική δήλωση εισοδήματος χωρίς την επιβολή τόκων προσαυξήσεων ή προστίμων.
Κωδικός της φορολογικής δήλωσης (Έντυπο Ν) , που καταχωρούνται
Σύμφωνα με τις οδηγίες συμπλήρωσης του έντυπου φορολογίας εισοδήματος ο κωδικός 060 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες τα οποία έχουν πραγματοποιήσει δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας προκειμένου, πέραν της έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδά τους, να αφαιρούν (εξωλογιστικά) και ποσοστό των δαπανών αυτών από τα καθαρά κέρδη τους.
44. Υπολογισμός του φόρου εισοδήματος και συμπλήρωση των φορολογικών δηλώσεων τέλους χρήσης.
• Υπολογίζεται ο φόρος εισοδήματος της χρήσης και η προκαταβολή φόρου του επομένου έτους και συμψηφίζονται η προκαταβολή φόρου του προηγούμενου έτους και οι παρακρατηθέντες φόροι της χρήσης.
• Καλό θα είναι να γίνεται και η συμπλήρωση όλων των φορολογικών δηλώσεων ( εκκαθαριστικών) της χρήσης , δηλ. Ε3, ώστε να εντοπίζονται και να διορθώνονται τυχόν λάθη.
Αντικείμενο της φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
Σύμφωνα με το άρθρο 44 του ν.4172/2013 ο Φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων» είναι ο φόρος που επιβάλλεται ετησίως στα κέρδη που πραγματοποιούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες.»
Υποκείμενα του φόρου
Σύμφωνα με το άρθρο 45 του ν.4172/2013 σε φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων υπόκεινται:
α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή,
β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή,
γ) τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, με εξαίρεση μόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο φόρου,
δ) συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών,
ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές εταιρείες, συμμετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα,
στ) κοινοπραξίες,
ζ) οι νομικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. και δεν περιλαμβάνονται σε μια από τις προηγούμενες περιπτώσεις.
Στην περίπτωση των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που τηρούν απλογραφικά βιβλία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4172/2013
Απαλλαγές από τον Φόρο Εισοδήματος
Από το φόρο εισοδήματος σύμφωνα με το άρθρο 46 του ΚΦΕ Ν.4172/2013 απαλλάσσονται τα εξής νομικά πρόσωπα:
α) οι φορείς γενικής κυβέρνησης με εξαίρεση το εισόδημα που αποκτούν από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης δεν περιλαμβάνονται οι κεφαλαιουχικές εταιρείες, εκτός από αυτές στις οποίες το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου συμμετέχει με ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
β) η Τράπεζα της Ελλάδος,
γ) οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), που είναι εγκατεστημένοι στην ημεδαπή ή σε άλλο κράτοςμέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
δ) οι διεθνείς οργανισμοί, υπό τον όρο ότι η απαλλαγή από το φόρο προβλέπεται βάσει διεθνούς συμβάσεως που έχει κυρωθεί στην ημεδαπή ή τελεί υπό τον όρο της αμοιβαιότητας,
ε) το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α. Ε. σύμφωνα με τη νομοθεσία που το διέπει.
στ) Οι σχολικές επιτροπές και οι σχολικές εφορείες μειονοτικών σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Φορολογικός Συντελεστής
Σύμφωνα με το άρθρο 58 του ν.4172/2013 Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, καθώς και τα νομικά πρόσωπα της περίπτωσης γ' του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά φορολογούνται με συντελεστή είκοσι εννέα τοις εκατό (29%). Όταν οι υπόχρεοι των περιπτώσεων β', δ', ε' στ' και ζ' του άρθρου 45 τηρούν απλογραφικά βιβλία τα κέρδη που αποκτούν από επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται σύμφωνα με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 29.
Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών φορολογούνται με συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%).
Ο φορολογούμενος που αποκτά εισόδημα το οποίο υπόκειται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 62 περιλαμβάνει το εισόδημα αυτό στα φορολογητέα κέρδη του πριν την αφαίρεση του παρακρατούμενου φόρου. Ο πληρωτέος από το φορολογούμενο φόρος σε σχέση με το εν λόγω εισόδημα μειώνεται κατά το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε.
Τα κέρδη των επιχειρήσεων των περιπτώσεων α' , β' , δ' , ε' και στ' του άρθρου 45, εφόσον αυτές εμπίπτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς την εταιρεία «Δ.Ε.Η. Α.Ε.» ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) Kw», κατόπιν απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3468/2006 (Α' 8), απαλλάσσονται του φόρου. Η εν λόγω απαλλαγή χορηγείται με την προϋπόθεση ότι τα κέρδη εμφανίζονται σε ειδικό λογαριασμό με την ονομασία «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) Kw». Σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους, φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα κατά το χρόνο διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους αντίστοιχα.
Συντελεστές φορολογίας και προκαταβολής φόρου νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.
Α/Α | Φυσικά και νομικά πρόσωπα, νομικές οντότητες | Συντελεστής φόρου | Ποσοστό προκαταβολής |
1 | Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ι.Κ.Ε. | 29% | 100% |
2 | Τράπεζες | 29% | 100% |
3 | Προσωπικές εταιρείες (Ο.Ε., Ε.Ε.,) | 29% | 100% |
4 | Μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα, σωματεία και ιδρύματα | 29% | 100% |
5 | Συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών | 29% | 100% |
6 | Κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές εταιρείες, συμμετοχικές ή αφανείς | 29% | 100% |
7 | Κοινοπραξίες προσωπικών εταιρειών | 29% | 100% |
8 | Λοιπές κοινοπραξίες (στις οποίες δεν συμμετέχουν μόνο προσωπικές εταιρείες) | 29% | 100% |
9 | Επιχειρηματική δραστηριότητα φυσικών προσώπων | Κλίμακα 22 - 45% | 100% |
10 | Αγροτική ( ατομική ) επιχειρηματική δραστηριότητα | Κλίμακα 22 - 45% | 100% |
11 | Αγροτικοί συνεταιρισμοί, ομάδες παραγωγών | 13% | 100% |
12 | Λοιπές νομικές οντότητες που δεν συμπεριλαμβάνονται ανωτέρω | 29% | 100% |
Υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
Σύμφωνα με το άρθρο 68 του Ν.4172 τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες υποχρεούνται να δηλώνουν ηλεκτρονικά όλα τα εισοδήματά τους στη Φορολογική Διοίκηση.
• Προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους. Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη της εκκαθάρισης για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν κατά την περίοδο αυτή. Σε περίπτωση παράτασης της εκκαθάρισης πέραν του έτους υποβάλλεται προσωρινή δήλωση για τα εισοδήματα κάθε έτους - μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη του, επιφυλασσομένης της υποβολής οριστικής δήλωσης συγχρόνως με τη λήξη της εκκαθάρισης. Για τα διαλυόμενα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, για τα οποία δεν επιβάλλεται από το νόμο εκκαθάριση, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη διάλυση και σε κάθε περίπτωση πριν από τη διάθεση με οποιονδήποτε τρόπο των περιουσιακών στοιχείων τους.
• Υπολογισμός φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
Ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης:
α) του φόρου που παρακρατήθηκε,
β) του φόρου που προκαταβλήθηκε,
γ) του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 4172/2013.
Ειδικά για τα μερίσματα που εισπράττει ημεδαπή μητρική εταιρεία από ημεδαπή ή αλλοδαπή θυγατρική της με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48, από το ποσό του φόρου εκπίπτει το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε ως φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε ως φόρος επί του μερίσματος. Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από τον οφειλόμενο φόρο, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.
• Καταβολή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
Η καταβολή του φόρου γίνεται σε έξι (6), κατ' ανώτατο όριο, ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης και οι υπόλοιπες πέντε (5) μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των πέντε (5) επόμενων μηνών, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους.
Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν λυθεί ή έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση η καταβολή του φόρου γίνεται εφάπαξ και όχι αργότερα από την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την υποβολή της δήλωσης.
Προκαταβολή του φόρου εισοδήματος
Σύμφωνα με το άρθρο 71 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι με βάση τη δήλωση που υποβάλλει το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα και τους λοιπούς τίτλους βεβαίωσης που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας βεβαιώνεται ποσό ίσο με εκατό τοις εκατό (100%) του φόρου που προκύπτει για το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου φορολογικού έτους.
Το ποσοστό της προκαταβολής μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) για τα νέα νομικά πρόσωπα κατά τα τρία (3) πρώτα οικονομικά έτη από τη δήλωση έναρξης εργασιών τους. Η μείωση αυτή δεν εφαρμόζεται για τα νομικά πρόσωπα που προέρχονται από μετατροπή ή συγχώνευση άλλων επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου. (άρθρο 71 του Κ.Φ.Ε. Ν.4172/2013)
Απεικόνιση προκαταβολής φόρου στις Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις Α.Ε.
Το Σ.ΛΟ.Τ. με την αριθμ. πρωτ.: 1153 ΕΞ της 1.6.2016 με θέμα «Απεικόνιση φόρων στις Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις Α.Ε.» αναφέρει ότι η εγγραφή της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος για τη χρήση 2016 που υπολογίζεται και καταβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του έτους 2015, γίνεται με την καταβολή της εντός της χρήσεως 2016.
Σύμφωνα με τα παραπάνω κατά την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος η οποία υποβάλλεται μέχρι και την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους γίνεται η εγγραφή καταχώρησης της προκαταβολής φόρου εισοδήματος έναντι κερδών επομένης χρήσεως.
Εγγραφή προκαταβολής
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
33.13.00 | Προκαταβολή φόρου εισοδήματος | ΧΧΧΧΧ | |
54.08 | Λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων - τελών ετήσιας δηλώσεως | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή προκαταβολής φόρου εισοδήματος έναντι κερδών επομένης χρήσεως με ημερομηνία την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος. |
Προθεσμία
- Τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ. δ υποβάλουν δήλωση μέχρι και την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους. Έως 30/6/2019
- Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται με αυτήν.
- Η καταβολή του φόρου γίνεται σε έξι (6), κατ' ανώτατο όριο, ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης και οι υπόλοιπες πέντε (5) μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των πέντε (5) επόμενων μηνών, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους.
Αποφάσεις, Εγκύκλιοι και οδηγίες που αφορούν τον τύπο και το περιεχόμενο του Εντύπου Ν και του εντύπου Ε 3 για της δηλώσεις που αφορούν την κλειόμενη χρήση 2018.
- Α.1037/2019 Τύπος και περιεχόμενο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 και καθορισμός δικαιολογητικών που υποβάλλονται με αυτές Υποβολή με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013
- Ε.2023/2019 - Οδηγίες για τη συμπλήρωση και την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2018
- Α.1034/2019 - Τύπος και περιεχόμενο της «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ» -Έντυπο Ε3
45. Υποβολή δήλωσης και απόδοσης του Δημοτικού Τέλους.
Πριν την υποβολή της δήλωσης φόρου εισοδήματος για την κλειόμενη χρήση θα πρέπει να γίνει διερεύνηση των λογαριασμών του λογιστικού σχεδίου, που χρησιμοποιεί η επιχείρηση, στους οποίους καταχωρούνται οι διαφημιστικές δαπάνες που πραγματοποιεί η επιχείρηση ώστε να αποδοθεί το Δημοτικό Τέλος Διαφήμισης που ορίζεται σε 2%. Η απόδοσή του συγκεκριμένου τέλους γίνεται με έντυπη δήλωση μέχρι τη λήξη προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Παρακάτω παρατίθενται ενδεικτικά οι λογαριασμοί εκείνοι του λογιστικού σχεδίου στους οποίους καταχωρούνται οι διαφημιστικές δαπάνες που υπόκεινται σε τέλος διαφήμισης 2%.
64 ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΞΟΔΑ
64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως
64.02.04 Έξοδα λειτουργίας φωτεινών επιγραφών
05 Έξοδα συνεδρίων - δεξιώσεων και άλλων παρεμφερών εκδηλώσεων
07 Έξοδα προβολής δια λοιπών μεθόδων (π.χ. χρηματοδότηση αθλητικών εκδηλώσεων ή αγώνων Rally)
64.02.99 Διάφορα έξοδα προβολής και διαφημίσεως
64.03 Έξοδα εκθέσεων - επιδείξεων
64.03.00 Έξοδα εκθέσεων εσωτερικού
01 Έξοδα εκθέσεων εξωτερικού
02 Έξοδα επιδείξεων
64.07 Έντυπα και γραφική ύλη
64.07.00 Έντυπα
01 Υλικά πολλαπλών εκτυπώσεων
02 Έξοδα πολλαπλών εκτυπώσεων
Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 6 του ν. 2880/2001 για τις διαφημίσεις της «Κατηγορίας Δ» του άρθρου 15 του Β.Δ. 24.9/20.10.1958, όπως αυτό τροποποιήθηκε ισχύουν τα εξής:
α. Για διαφημίσεις που γίνονται με ημερολόγια, δώρα, έντυπα, κάθε είδους παραστάσεις ή λέξεις σε αυτοκόλλητα ή είδη με διαφημιστικές παραστάσεις ή λέξεις ή με άλλο παρόμοιο τρόπο, καθώς και για διαφημίσεις που γίνονται από τον αέρα με οποιονδήποτε τρόπο, το τέλος ορίζεται σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) επί της δαπάνης διαφήμισης.
Τα ένθετα διαφημιστικά φυλλάδια, που διανέμονται μαζί με τις εφημερίδες και τα περιοδικά, υπόκεινταιστο ανωτέρω τέλος διαφήμισης.
β. Η προβολή προϊόντων σε χώρους καταστημάτων, που γίνεται είτε με την τοποθέτηση τους σε ειδικά σημεία εντός του καταστήματος είτε με έντυπα, δώρα, επιγραφές κάθε είδους είτε με άλλο παρόμοιο τρόπο, θεωρείται διαφήμιση και υπόκειται σε τέλος διαφήμισης, βάσει των εκδιδομένων από τα καταστήματα τιμολογίων παροχής υπηρεσιών. Το τέλος υπολογίζεται με συντελεστή 2% επί της διαφημιστικής δαπάνης που καταβάλλεται για τις πράξεις αυτές.
Προβολή προϊόντων που εντάσσεται στην παραπάνω έννοια της διαφήμισης συνιστούν οι εξής ενέργειες:
- η ενοικίαση χώρων σε ειδικά ράφια,
- η τοποθέτηση προϊόντων σε ειδικές προθήκες ή περίπτερα,
- η διανομή δοκιμαστικών προϊόντων,
- εκδηλώσεις - εκπλήξεις ("Happenings") στους χώρους του καταστήματος.
γ. Η απόδοση του τέλους, για όλες τις ενέργειες της κατηγορίας αυτής, γίνεται πάντοτε από τον διαφημιζόμενο, μέχρι τη λήξη προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Η καταβολή πραγματοποιείται σε οποιοδήποτε γραφείο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων λειτουργεί σε Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) και αποδεικνύεται με την παροχή ανάλογου παραστατικού στοιχείου (διπλότυπου). Το σύνολο των ποσών που εισπράττονται αποτελεί πόρο ειδικού λογαριασμού, που τηρείται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και αποδίδεται στους δήμους και κοινότητες.
δ. Ως δαπάνη διαφήμισης για τις διαφημίσεις της παρούσας κατηγορίας είναι το ποσό που καταβάλλεται από τον διαφημιζόμενο για τη διενέργεια της διαφήμισης, με βάση το φορολογικό στοιχείο που πρέπει να εκδίδεται για κάθε περίπτωση. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλόμενων τελών οι σχετικές δαπάνες διαφήμισης δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα, κατά τις φορολογικές διατάξεις."
Προθεσμία Απόδοσης
Η απόδοση του τέλους, για όλες τις ενέργειες της κατηγορίας αυτής, γίνεται πάντοτε από τον διαφημιζόμενο, μέχρι τη λήξη προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Η καταβολή πραγματοποιείται σε οποιοδήποτε γραφείο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων λειτουργεί σε Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) και αποδεικνύεται με την παροχή ανάλογου παραστατικού στοιχείου (διπλότυπου).
Απόδοση για Α.Ε., Ε.Π.Ε. και Ι.Κ.Ε.
Έως 30/6/2019
Προκειμένου για άλλες μορφές Εταιρειών
Έως 30/6/2019
Διαδικασία καταβολής των τελών διαφήμισης του Ν. 2880/01 (2%)
Σύμφωνα με το υπ΄ αριθμ. 72632 της 18/6/2007 έγγραφο της κεντρικής υπηρεσίας του Ταμείου Παρακαταθηκών & Δανείων η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για την καταβολή των τελών διαφήμισης του Ν. 2880/01 (2%) είναι η εξής:
Προσκόμιση από μέρους του υπόχρεου - καταθέτη σχετικής κατάστασης (όπως το συνημμένο υπόδειγμα), στην οποία να αναφέρονται: ο αύξων αριθμός, ο προμηθευτής, ο αριθμός τιμολογίου, η ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου, η καθαρή αξία, το 2%, το συνολικό άθροισμα των καθαρών αξιών και το συνολικό άθροισμα του τέλους 2%. (Και το πρόστιμο, αν οφείλεται).
Επίσης στην προσκομιζόμενη κατάσταση να αναγράφεται η ημερομηνία, να υπάρχει η σφραγίδα της εταιρίας -καταθέτη και η υπογραφή με το ονοματεπώνυμο του υπογράφοντος.
Στην περίπτωση κατά την οποία προκύπτει καταβολή τελών διαφήμισης για τιμολόγια προηγουμένων ετών ή εκπρόθεσμα του έτους για το οποίο υποβάλλεται φορολογική δήλωση και κατατίθεται τέλος διαφήμισης, ζητείται σχετική έγγραφη δήλωση της εταιρίας- καταθέτη περί της τελευταίας ημερομηνίας υποβολής φορολογικής δήλωσης (για τα τιμολόγια ΚΑΘΕ έτους), με βάση και την οποία ο καταθέτης οφείλει να έχει υπολογίσει το πρόστιμο. Πχ. Για προσκομιζόμενη κατάσταση του 2005 με τελευταία ημερομηνία υποβολής φορολογικής δήλωσης την 23-03-2006 ο καταθέτης οφείλει να υπολογίσει πρόστιμο 1% επί του τέλους για κάθε μήνα καθυστέρησης από τον Μάρτιο του 2006 μέχρι και την ημερομηνία της κατάθεσης κ.ο.κ.
Σημειώνουμε ότι ο υπολογισμός του τέλους 2% καθώς και ο υπολογισμός τυχόν προστίμων γίνονται από τον καταθέτη, ο οποίος φέρει και τη σχετική ευθύνη και όχι από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.

46. Διενέργεια εγγραφών φόρου κ.λ.π / λήψη του οριστικού ισοζυγίου (προ διανομής)
Στο λογαριασμό 54.08 «λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων-τελών ετήσιας δηλώσεως φόρου εισοδήματος» καταχωρούνται, κατά το κλείσιμο του ισολογισμού, με χρέωση του λογαριασμού 69.01 «Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως», ο φόρος εισοδήματος που αναλογούν στα φορολογητέα κέρδη της χρήσεως.
Επίσης στο λογαριασμό 54.08 «λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων-τελών ετήσιας δηλώσεως φόρου εισοδήματος» συγκεντρώνονται, κατά το κλείσιμο του ισολογισμού, όλοι οι λογαριασμοί που απεικονίζουν ποσά φόρων τα οποία περιλαμβάνονται στη δήλωση του φόρου εισοδήματος της κλειόμενης χρήσεως. Ο λογαριασμός 54.08 λειτουργεί ως εξής:
α. Στη χρέωσή του μεταφέρονται τα υπόλοιπα των λογαριασμών 33.13.00 «προκαταβολή φόρου εισοδήματος» και 33.13.01-07, στους οποίους καταχωρούνται τα ποσά που παρακρατούνται, κατά τη διάρκεια της χρήσεως, για φόρο εισοδήματος από τα εισοδήματα που εισπράττονται από την οικονομική μονάδα από κινητές αξίες ή από τις εισπράξεις για άλλες αιτίες (π.χ. φόρος εργολάβων). Στο τέλος της χρήσεως, όσα από τα ποσά αυτά, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία που ισχύει κάθε φορά, είναι δυνατό να συμψηφίζονται με το φόρο εισοδήματος της κλειόμενης χρήσεως, μεταφέρονται στη χρέωση του λογαριασμού 54.08, ενώ τα υπόλοιπα που δε συμψηφίζονται, μεταφέρονται στη χρέωση του λογαριασμού 63.00 «φόρος εισοδήματος μη συμψηφιζόμενος».
β. Στην πίστωσή του μεταφέρονται τα υπόλοιπα του λογαριασμού 54.09.05 «χαρτόσημο και ΟΓΑ εισοδημάτων από οικοδομές» στον οποίο καταχωρούνται και τα ποσά χαρτοσήμου που εισπράττονται από μισθωτές ακινήτων της οικονομικής μονάδας.
Μετά από τις παραπάνω εγγραφές το υπόλοιπο του λογαριασμού 54.08 είναι ίσο με το ποσό του καταβλητέου φόρου, πλην του προκαταβλητέου φόρου για την επόμενη χρήση, ο οποίος καταχωρείται στην επομένη χρήση στην ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος , που προκύπτει από την οικεία δήλωση φόρου εισοδήματος. Οι καταβολές, στην επόμενη χρήση, για την εξόφληση του φόρου αυτού καταχωρούνται στη χρέωση του 54.08.
Σε περίπτωση που το υπόλοιπο του λογαριασμού 54.08, μετά από τις παραπάνω εγγραφές, είναι χρεωστικό, το υπόλοιπο αυτό, που είναι ίσο με τον αντίστοιχο υπόλοιπο της οικείας δηλώσεως φόρου εισοδήματος, αντιστοιχεί στον επιστρεπτέο στην οικονομική μονάδα φόρο.
Λογιστικές εγγραφές
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
69.01 (Λογ. Σχέδιο 4308/2014) | Τρέχων φόρος (έξοδο) περιόδου | ΧΧΧΧΧ | |
54.08 | Λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων - τελών ετήσιας δηλώσεως | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή φόρου εισοδήματος αποτελεσμάτων χρήσης |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
86.99.00 | Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως | ΧΧΧΧΧ | |
69.01 (Λογ. Σχέδιο 4308/2014) | Τρέχων φόρος (έξοδο) περιόδου | ΧΧΧΧΧ | |
Μεταφορά τρέχοντος φόρου εισοδήματος στο λογαριασμό 86.99.00 Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
54.08 | Λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων - τελών ετήσιας δηλώσεως | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.00 | προκαταβολή φόρου εισοδήματος | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή μεταφοράς του λογαριασμού 33.13.00 «προκαταβολή φόρου εισοδήματος» προς συμψηφισμό με το Φόρος εισοδήματος της χρήσης |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
33.13.02 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από μερίσματα μετοχών μη εισαγμένων στο χρηματιστήριο | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.03 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από μερίσματα μετοχών αλλοδαπής | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.04 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από συμμετοχές σε ΕΠΕ αλλοδαπής | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.05 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.06 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από τόκους | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.07 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από συμμετοχές σε Ε.Π.Ε., Ο.Ε., Ε.Ε., | ΧΧΧΧΧ | |
33.13.10 | Παρακρατημένος φόρος εισοδήματος από πωλήσεις προς Ελ. Δημόσιο ή ΝΠΔΔ | ΧΧΧΧΧ | |
54.08 | Λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων - τελών ετήσιας δηλώσεως | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή μεταφοράς των λογαριασμών 33.13.01-07 προς συμψηφισμό με το Φόρος εισοδήματος της χρήσης |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
54.09.05 | χαρτόσημο και ΟΓΑ εισοδημάτων από οικοδομές | ΧΧΧΧΧ | |
54.08 | Λογαριασμός εκκαθαρίσεως φόρων - τελών ετήσιας δηλώσεως | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή μεταφοράς του χαρτόσημου και ΟΓΑ εισοδημάτων από οικοδομές στο Φόρος εισοδήματος της χρήσης |
Μετά την καταχώρηση της εγγραφής του φόρου εισοδήματος αποτελεσμάτων χρήσης διενεργείται η εγγραφή μεταφοράς του υπολοίπου του λογαριασμού 86.99.00 «Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως» στον λογαριασμό 86.99.01 «Καθαρό αποτελέσματα χρήσεως (μετά από φόρους)»
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
86.99.00 | Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως | ΧΧΧΧΧ | |
86.99.01 | Καθαρό αποτελέσματα χρήσεως (μετά από φόρους) | ΧΧΧΧΧ | |
Μεταφορά υπολοίπου πιστωτικού υπολοίπου του λογαριασμού 86.99.00 Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως στο λογαριασμό 86.99.01 Καθαρά αποτελέσματα χρήσεως (μετά από φόρους) |
Το υπόλοιπό του λογαριασμού 86.99,01 «Καθαρό αποτελέσματα χρήσεως (μετά από φόρους)» μεταφέρεται στο λογαριασμό 42.00 «Κέρδη χρήσεως εις νέο»
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
86.99.01 | Καθαρό αποτελέσματα χρήσεως (μετά από φόρους) | ΧΧΧΧΧ | |
42.00 | Κέρδη χρήσεως εις νέο | ΧΧΧΧΧ | |
Μεταφορά υπολοίπου πιστωτικού υπολοίπου του λογαριασμού 82.02 στο λογαριασμό 42 |
Μετά τις ανωτέρω εγγραφές προκύπτει το οριστικό ισοζύγιο το οποίο περιλαμβάνει τα αποτελέσματα του κλεισίματος των λογαριασμών εσόδων - εξόδων και όλων των άλλων αποτελεσμάτων χρήσης καθώς και τις εγγραφές των φόρων. Το οριστικό Ισοζύγιο αποτελεί τη βάση σύνταξης του Ισολογισμού.
47. Διάθεσης κερδών
48. Υπολογισμός Τακτικού Αποθεματικού - Μερισμάτων - Αφορολόγητων Αποθεματικών
Απόφαση Διοίκησης για το ύψος των διανεμητέων ποσών
Τακτικό Αποθεματικό
1. Προκειμένου για τις Ανώνυμες Εταιρείες σχετικά με την υποχρέωση σχηματισμού τακτικού αποθεματικού και σύμφωνα με τον Ν. 4548/2018 - Άρθρο 158. «Κράτηση αποθεματικού» ισχύουν τα έξης: «Κάθε έτος αφαιρείται το ένα εικοστό (1/20) τουλάχιστον των καθαρών κερδών για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού. Η αφαίρεση για σχηματισμό αποθεματικού παύει να είναι υποχρεωτική, μόλις τούτο φθάσει το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του κεφαλαίου. Το τακτικό αποθεματικό χρησιμοποιείται αποκλειστικά πριν από κάθε διανομή μερίσματος προς εξίσωση του τυχόν χρεωστικού υπολοίπου της κατάστασης αποτελεσμάτων.»
2. Για τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 24 του Ν.3190/1955 ισχύουν τα εξής:
«Ετησίως αφαιρείται το εικοστόν τουλάχιστον των καθαρών κερδών προς σχηματισμόν αποθεματικού. Η αφαίρεσις αύτη παύει ούσα υποχρεωτική όταν το αποθεματικόν φθάση το εν τρίτον του κεφαλαίου. Πρόσθετα αποθεματικά μπορεί να προβλέπονται από το καταστατικό ή να αποφασίζονται από τους εταίρους με την πλειοψηφία της παραγράφου 1 του άρθρου 38.»
3. Για τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου Άρθρο 100 «Έγκριση των καταστάσεων από τους εταίρους και διανομή κερδών» του ν.4072/2012 ισχύουν τα εξής: «2. Κάθε έτος και πριν από κάθε διανομή κερδών πρέπει να κρατείται τουλάχιστον το ένα εικοστό (1/20) των καθαρών κερδών, για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού. Το αποθεματικό αυτό μπορεί μόνο να κεφαλαιοποιείται ή να συμψηφίζεται με ζημίες. Πρόσθετα αποθεματικά μπορούν να προβλέπονται από το καταστατικό ή να αποφασίζονται από τους εταίρους.»
Παράδειγμα προσδιορισμού τακτικού αποθεματικού σύμφωνα με το άρθρο 158 Ν. 4548/2018:
Άρθρο 158 Ν. 4548/2018: | |||
Καθαρά Κέρδη Κατάστασης Αποτελεσμάτων Χρήσεως | χχχχ | ||
Μείον : Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη [ Επιπλέον περιορισμός σε σχέση με το ν. 2190/1920 ] | (χχχ) | ||
Μείον : Διαφορές Φορολογικού Ελέγχου προηγούμενων χρήσεων | (χχχ) | ||
Μείον : Λογιστικές Ζημίες προηγούμενων χρήσεων | (χχχ) | (χχχ) | |
χχχχ | |||
Μείον : Φόρος εισοδήματος ετήσιας δήλωσης (Φορολογητέα κέρδη επί συντελεστή 29%) | (χχχ) | ||
Κέρδη βάση υπολογισμού για τακτικό αποθεματικό αρθ. 158 Ν. 4548/2018 | χχχχ | ||
Τακτικό Αποθεματικό (Κέρδη ως ανωτέρω * 5%) | χχχχ | 5% | χχχχ |
Σύμφωνα με τα διατάξεις του άρθρου 158 του Ν. 4548/2018 ο σχηματισμός τακτικού αποθεματικού είναι υποχρεωτικός μέχρι να φθάσει τουλάχιστον στο 1/3 του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας. Τυχόν επιπλέον ποσό που έχει σχηματιστεί από φορολογητέα κέρδη προηγουμένων χρήσεων, π.χ. λόγω μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου, αποτελεί ποσόν κράτησης πέραν του υποχρεωτικού σχηματισθέντος τακτικού αποθεματικού και η εταιρία έχει τη δυνατότητα να το διανείμει ή να το κεφαλαιοποιήσει (Γνωμοδότηση ΝΣΚ 270/2006).
Διανομή στους μετόχους πρώτου μερίσματος
1. Για τις Ανώνυμες Εταιρείες σύμφωνα με το άρθρο 160 «Καθαρά κέρδη – Διανομή κερδών» παρ. 1 και 2 του Ν.4548/2018
«1. Τα καθαρά κέρδη της εταιρείας απεικονίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων και είναι τα προκύπτοντα κατ’ εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας.
2. Τα καθαρά κέρδη, εφόσον και στο μέτρο που μπορούν να διατεθούν, σύμφωνα με το άρθρο 159, διατίθενται με απόφαση της γενικής συνέλευσης κατά την εξής σειρά:
α) Αφαιρούνται τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.
β) Αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμο και το καταστατικό κράτηση για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού.
γ) Κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του ελάχιστου μερίσματος, όπως τούτο ορίζεται στο άρθρο 161.
δ) Το υπόλοιπο των καθαρών κερδών, όπως και τα τυχόν λοιπά κέρδη, που μπορεί να προκύψουν και να διατεθούν, σύμφωνα με το άρθρο 159, διατίθεται κατά τους ορισμούς του καταστατικού και τις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης.
3. Το προς διανομή ποσό καταβάλλεται στους μετόχους μέσα σε δύο (2) μήνες από την απόφαση της τακτικής γενικής συνέλευσης που ενέκρινε τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και αποφάσισε τη διανομή.»
Τα καθαρά κέρδη διανέμονται κατά την εξής σειράν:
α) Κάλυψη των ζημιών προηγούμενων χρήσεων
β) Κράτηση για φόρο εισοδήματος
γ) αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμο ή το καταστατικό κράτηση για τακτικό αποθεματικό.
δ) κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του μερίσματος, που προβλέπεται από το άρθρο 3 του α.ν.148/1967 (ΦΕΚ 173 Α').
ε) το υπόλοιπο διατίθεται κατά τους ορισμούς του καταστατικού και τις αποφάσεις της γενικής συνελεύσεως ως εξής:
- Πρόσθετο μέρισμα
- Αμοιβές και ποσοστά Διοικητικού Συμβούλιου ή υπαλλήλων
- Σχηματισμός αποθεματικών (έκτακτων) ειδικού σκοπού (φορολογημένων και αφορολόγητων, κ.λπ.)
- Υπόλοιπο κερδών εις νέον.
Άρθρο 161. Ελάχιστο μέρισμα
1. Το ελάχιστο μέρισμα υπολογίζεται επί των καθαρών κερδών, ύστερα από αφαίρεση της κράτησης για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και των λοιπών πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν προέρχονται από πραγματοποιημένα κέρδη.
2. Το ελάχιστο μέρισμα ορίζεται σε ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των καθαρών κερδών μετά τις μειώσεις της παραγράφου 1 και καταβάλλεται σε μετρητά. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία μπορεί να μειωθεί το ως άνω ποσοστό, όχι όμως κάτω του δέκα τοις εκατό (10%). Μη διανομή του ελάχιστου μερίσματος επιτρέπεται μόνο με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με την αυξημένη απαρτία των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 130 και πλειοψηφία ογδόντα τοις εκατό (80%) του εκπροσωπουμένου στη συνέλευση κεφαλαίου.
3. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία είναι δυνατόν τα κέρδη που είναι διανεμητέα ως ελάχιστο μέρισμα να κεφαλαιοποιηθούν και να διανεμηθούν σε όλους τους μετόχους με μορφή μετοχών, υπολογιζόμενων στην ονομαστική τους αξία.
4. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, είναι δυνατόν τα κέρδη, που είναι διανεμητέα ως ελάχιστο μέρισμα, να χορηγηθούν με μορφή τίτλων ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιρειών, εισηγμένων σε ρυθμιζόμενη αγορά, ή ιδίων τίτλων τους οποίους έχει στην κυριότητά της η εταιρεία, εφόσον είναι και αυτοί εισηγμένοι, με την επιφύλαξη της τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων και με την προϋπόθεση ότι οι ως άνω τίτλοι θα αποτελέσουν αντικείμενο αποτίμησης, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18. Διανομή άλλων περιουσιακών στοιχείων αντί μετρητών είναι επιτρεπτή με τις παραπάνω προϋποθέσεις μόνο ύστερα από ομόφωνη απόφαση όλων των μετόχων. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται στις εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρεωτικό ή σε προαιρετικό έλεγχο από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία.
5. Οι παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζονται αναλόγως και στη διανομή των περαιτέρω κερδών. Στην περίπτωση αυτή η γενική συνέλευση αποφασίζει επί όλων των σχετικών θεμάτων με απλή απαρτία και πλειοψηφία.
Παράδειγμα προσδιορισμού πρώτου μερίσματος σύμφωνα με το άρθρο 161 του Ν.4548/2018.
Άρθρο 161 Ν.4548/2018: | |||
Καθαρά Κέρδη Κατάστασης Αποτελεσμάτων Χρήσεως | χχχχ | ||
Μείον : Διαφορές Φορολογικού Ελέγχου προηγούμενων χρήσεων | (χχχ) | ||
Μείον : Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη [ Επιπλέον περιορισμός σε σχέση με το ν. 2190/1920 ] | (χχχ) | ||
Μείον : Λογιστικές Ζημίες προηγούμενων χρήσεων | (χχχ) | (χχχ) | |
χχχχ | |||
Μείον : Φόρος εισοδήματος ετήσιας δήλωσης (Φορολογητέα κέρδη επί συντελεστή 29%) | (χχχ) | ||
Υπόλοιπο κερδών προς διανομή | χχχχ | ||
Μείον : Τακτικό Αποθεματικό | (χχχ) | ||
Κέρδη βάση υπολογισμού πρώτου μερίσματος | χχχχ | ||
Πρώτο μέρισμα (Κέρδη ως ανωτέρω * 35%) | χχχχ | 35% | χχχχ |
2. Για τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 35 “Κερδών διανομή” του Ν.3190/1955 ισχύουν τα εξής:
1) Αν δεν προβλέπεται διαφορετικά στο καταστατικό, οι εταίροι έχουν δικαιώματα επί των καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις ανάλογα με τα εταιρικά τους μερίδια.
2) Αν πραγματοποιήθηκε διανομή μη πραγματικών κερδών, οι εταίροι που έλαβαν αυτά υποχρεούνται να τα αποδώσουν. Η αγωγή για την αναζήτηση αυτών παραγράφεται πέντε (5) έτη μετά την καταβολή αυτών.
3. Για τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου Άρθρο 100 «Έγκριση των καταστάσεων από τους εταίρους και διανομή κερδών» του ν.4072/2012 ισχύουν τα εξής:
α) Για να διανεμηθούν κέρδη, πρέπει αυτά να προκύπτουν από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις. Οι εταίροι αποφασίζουν για τα κέρδη που θα διανεμηθούν. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ελάχιστη υποχρεωτική διανομή κερδών.
β) Η συμμετοχή των εταίρων στα κέρδη είναι ανάλογη προς τον αριθμό των μεριδίων που έχει κάθε εταίρος. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι για ορισμένο χρόνο, που δεν θα υπερβαίνει τη δεκαετία, κάποιος εταίρος ή εταίροι δεν μετέχουν ή μετέχουν περιορισμένα στα κέρδη ή στο προϊόν της εκκαθάρισης ή ότι έχουν δικαίωμα λήψης πρόσθετων κερδών.
γ) Οι εταίροι που εισέπραξαν κέρδη κατά παράβαση των προηγούμενων παραγράφων οφείλουν να τα επιστρέψουν στην εταιρεία. Η αξίωση αυτή μπορεί να ασκηθεί και πλαγιαστικά από τους δανειστές.
δ) Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται και σε περιπτώσεις κεκρυμμένης καταβολής κερδών ή έμμεσης επιστροφής εισφορών.»
Έλεγχος για περίπτωση απαγόρευσης διανομής κερδών
Κατά τον υπολογισμό των διανεμηθέντων κερδών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη οι περιορισμοί που τίθενται σύμφωνα με το άρθρο 159
«Προϋποθέσεις και περιορισμός διανομής ποσών» του Ν. 4548/2018 στο οποίο αναφέρονται τα εξής:
«1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων για τη μείωση του κεφαλαίου, δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε διανομή στους μετόχους, εφόσον, κατά την ημερομηνία λήξης της τελευταίας χρήσης, το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας (καθαρή θέση), όπως προσδιορίζονται στο νόμο, είναι ή, ύστερα από τη διανομή αυτή, θα γίνει κατώτερο από το ποσό του κεφαλαίου, προσαυξημένου με: (α) τα αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό, (β) τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν, και (γ) τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη. Το ποσό του κεφαλαίου που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο μειώνεται κατά το ποσό του κεφαλαίου που έχει καλυφθεί αλλά δεν έχει καταβληθεί, όταν το τελευταίο δεν εμφανίζεται στο ενεργητικό του ισολογισμού.
2. Το ποσό που διανέμεται στους μετόχους δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των αποτελεσμάτων της τελευταίας χρήσης που έχει λήξει, προσαυξημένο με τα κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις και δεν έχουν διατεθεί, και τα αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους, και μειωμένο: (α) κατά το ποσό των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη, (β) κατά το ποσό των ζημιών προηγούμενων χρήσεων και (γ) κατά τα ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.
3. Η έννοια της διανομής των παραγράφων 1 και 2 περιλαμβάνει ιδίως την καταβολή μερισμάτων και τόκων από μετοχές.»
Προθεσμίες
Σύμφωνα με το άρθρο 160 «Καθαρά κέρδη – Διανομή κερδών» του Ν. 4548/2018 το προς διανομή ποσό καταβάλλεται στους μετόχους μέσα σε δύο (2) μήνες από την απόφαση της τακτικής γενικής συνέλευσης που ενέκρινε τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και αποφάσισε τη διανομή.
Επισημάνσεις
Όταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται σύμφωνα με τον Ν.4308/2014 Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις.
Η οντότητα για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της χρήσεως 2015 και εφεξής:
α) θα εμφανίζει τα μερίσματα (ή παρόμοια ποσά) ως υποχρεώσεις με μείωση των αποτελεσμάτων εις νέο, κατά τον χρόνο έγκρισής τους από την γενική συνέλευση των μετόχων ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο, και όχι στον ισολογισμό της κλειόμενης περιόδου.
β) θα εμφανίζει τις χορηγούμενες στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή αναλόγου οργάνου αμοιβές από τα κέρδη, ως έξοδα, όταν εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση των μετόχων ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο.
γ) θα εμφανίζει όλους τους φόρους (φόρο εισοδήματος, διαφορές φορολογικού ελέγχου και λοιπούς μη ενσωματωμένους στο λειτουργικό κόστος φόρους), ως στοιχεία της κατάστασης αποτελεσμάτων, στο χρόνο που προκύπτουν βάσει της αρχής του δεδουλευμένου. Ειδικά επισημαίνεται ότι ο φόρος εισοδήματος αναγνωρίζεται ως έξοδο και υποχρέωση στο τέλος της περιόδου που αφορά, καθώς έχει ήδη προκύψει με βάση την ισχύουσα νομοθεσία (αρχή δεδουλευμένου).
δ) δεν θα αναγνωρίζει στην κλειόμενη περίοδο την προκαταβολή φόρου εισοδήματος για την επόμενη χρήση. Το σχετικό ποσό αναγνωρίζεται με την καταβολή του σχετικού ποσού στην επόμενη περίοδο.
Το Σ.ΛΟ.Τ. με την αριθμ. πρωτ.: 823 ΕΞ την 1.6.2016 αναφέρει σχετικά με τον χρόνο καταχώρησης των διανεμόμενων από τα κέρδη αμοιβών διοικητικού συμβουλίου και βάση υπολογισμού του τακτικού αποθεματικού στις ανώνυμες εταιρείες σε εταιρείες που εφαρμόζουν τα Ε.Λ.Π. αναφέρει τα εξής:
Οι αμοιβές που δίνονται στα μέλη του Δ.Σ. από τα κέρδη βάσει του άρθρου 24 του νόμου 2190/1920, καθίστανται δουλευμένες όταν εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση των μετόχων η οποία συνέρχεται την επόμενη χρήση και καταχωρούνται στην κατάσταση αποτελεσμάτων, της χρήσεως στην οποία εγκρίνονται ως έξοδο, δεδομένου ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνουν αυτές τις αμοιβές ως εργαζόμενοι.
Ωστόσο, πέραν των ανωτέρω γενικών αρχών, σημειώνουμε ότι βάσει της αρχής του δουλευμένου:
α) Όταν τεκμαίρεται ότι κατά τη σύνταξη των καταστάσεων είναι γνωστό (βάσει συμφωνίας ή πάγιας πρακτικής) το ποσό που πρόκειται να λάβουν τα πρόσωπα αυτά και εκκρεμεί η τυπική μόνο έγκριση της Γενικής Συνέλευσης, η αναγνώριση του εξόδου γίνεται στη χρήση που αφορά (δηλαδή στη χρήση από τα κέρδη της οποίας γίνεται η διανομή) και όχι στη χρήση στην οποία λαμβάνεται τυπικά η απόφαση από τη ΓΣ.
β) Όταν το ήδη σχηματισμένο τακτικό αποθεματικό σε μια χρήση δεν υπερβαίνει το ελάχιστο όριο που ορίζει ο νόμος και είναι μάλλον βέβαιο ότι η Γενική Συνέλευση θα προβεί στο σχηματισμό τακτικού αποθεματικού συγκεκριμένου ποσού, δεδομένου ότι αυτό είναι υποχρεωτικό εκ του νόμου, η εταιρεία μπορεί να προβαίνει στο σχηματισμό και λογιστική απεικόνιση του τακτικού αποθεματικού με το εν λόγω ποσό στο τέλος της κλειόμενης χρήσης και όχι με την έγκρισή του από γενική συνέλευση της επόμενης χρήσης”
Σύμφωνα με τα παραπάνω κατά την ημερομηνία πραγματοποίησης της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των μετόχων για την έγκριση των οικονομικών καταστάσεων και την διάθεση των κερδών που θα λάβει χώρα την επόμενη χρήση αυτής που αφορούν τα αποτελέσματα τα ποσά που αναφέρονται στην διάθεση των κερδών, θα μεταφερθούν στους οικείους λογαριασμούς διανομής ή αποθεματικών.
Εγγραφές διάθεσης κερδών (Λογιστικό σχέδιο Ν. 4308/2014)
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
42.00 | Αποτελέσματα σε νέο (κέρδη) | ΧΧΧΧΧ | |
46.00 | Αποθεματικά νόμων (Τακτικό Αποθεματικό) | ||
48.01 | Αποθεματικά καταστατικού | ΧΧΧΧΧ | |
48.02 | Προαιρετικά αποθεματικά απόφασης ΓΣ | ΧΧΧΧΧ | |
53.05 | Μερίσματα, προμερίσματα και άλλα ποσά συναφούς φύσης πληρωτέα | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή διάθεσης κερδών κατά την έγκριση από την Γενική Συνέλευση |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
53.05 | Μερίσματα, προμερίσματα και άλλα ποσά συναφούς φύσης πληρωτέα | ΧΧΧΧΧ | |
54.03.03 | Παρακρατούμενος φόρος διανεμομένων μερισμάτων | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή παρακράτησης φόρου διανεμομένων |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
64.01.ΧΧ | Αμοιβές για υπηρεσίες (Αμοιβές μελών ΔΣ από τα κέρδη) | ΧΧΧΧΧ | |
53.04.ΧΧ | Υποχρεώσεις προς ιδιοκτήτες και Διευθυντικό Προσωπικό (Αμοιβές μελών ΔΣ από τα κέρδη) | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή διάθεσης Αμοιβών ΔΣ από τα κέρδη της χρήσης |
Κωδ. Λογ. Σχεδίου | Περιγραφή Λογ/σμού | Χρέωση | Πίστωση |
53.04 | Υποχρεώσεις προς ιδιοκτήτες και Διευθυντικό Προσωπικό (Αμοιβές μελών ΔΣ από τα κέρδη) | ΧΧΧΧΧ | |
54.03.03 | Παρακρατούμενος φόρος διανεμομένων μερισμάτων | ΧΧΧΧΧ | |
54.04 | Τέλη χαρτοσήμου | ΧΧΧΧΧ | |
Εγγραφή παρακράτησης φόρου και χαρτοσήμου 1,2% αμοιβών ΔΣ από τα κέρδη |
Φορολογική Αντιμετώπιση
Από πλευράς φορολογίας εισοδήματος ο Κ.Φ.Ε. ν. 4172/2013 στο άρθρο 36 “Μερίσματα” αναφέρει τα εξής:
«1. Ο όρος «μερίσματα» σημαίνει το εισόδημα που προκύπτει από μετοχές, ιδρυτικούς τίτλους, ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη τα οποία δεν αποτελούν απαιτήσεις από οφειλές (χρέη), καθώς και το εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα, στα οποία περιλαμβάνονται τα μερίδια, οι μερίδες συμπεριλαμβανομένων των προμερισμάτων και μαθηματικών αποθεματικών, οι συμμετοχές σε κέρδη προσωπικών επιχειρήσεων, οι διανομές των κερδών από κάθε είδους νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, καθώς και κάθε άλλο συναφές διανεμόμενο ποσό.
2. Εάν η διανομή των μερισμάτων υπόκειται σε παρακράτηση φόρου, όπως ορίζεται στο Μέρος Τέταρτο του Κ.Φ.Ε., ο παρακρατούμενος φόρος εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση μόνο για τα φυσικά πρόσωπα και για το συγκεκριμένο είδος εισοδήματος του φορολογούμενου με βάση τον Κ.Φ.Ε..»
Συντελεστής παρακράτησης φόρου διανεμομένων
Σύμφωνα το άρθρο 40 “Φορολογικός συντελεστής για το εισόδημα από κεφάλαιο” του Ν.4172/2013 αναφέρεται ότι τα μερίσματα φορολογούνται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
Σύμφωνα με το άρθρο 62 “Πληρωμές υποκείμενες σε παρακράτηση” παρ 1 του Ν.4172/2013 αναφέρεται ότι τα μερίσματα υπόκειται σε παρακράτηση φόρου
Σύμφωνα με το άρθρο 64 § 1 περ α ο συντελεστής παρακράτησης φόρου για μερίσματα είναι δεκαπέντε τοις εκατό (15%)
Επίσης η ΠΟΛ.1011/2.1.2014 καθορίζει τον τρόπο υποβολής, καθώς και τον τύπο και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 αναφέρει σχετικά στο άρθρο 2 ότι για το εισόδημα από μερίσματα, η καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής σε κάθε περίπτωση νοείται ότι έχει διενεργηθεί μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση του ισολογισμού από τα αρμόδια όργανα. Αν διανεμηθούν μερίσματα από κέρδη προηγούμενων χρήσεων, η καταβολή θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της απόφασης διανομής από τα αρμόδια όργανα. Ειδικά επί διανομής προμερισμάτων, η καταβολή θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί σε κάθε περίπτωση μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της απόφασης διανομής από το αρμόδιο όργανο.
Προθεσμίες
Η καταβολή του μερίσματος θεωρείται ότι γίνεται
- Ανώνυμες Εταιρίες : Μέσα σε ένα μήνα της έγκρισης του ισολογισμού από την Γενική Συνέλευση
- Ε.Π.Ε. - Ι.Κ.Ε. : Μέσα σε ένα μήνα της έγκρισης του ισολογισμού από την συνέλευση των εταίρων
- Προσωπικές εταιρίες Ο.Ε.-Ε.Ε. (με διπλογραφικά βιβλία) - Η καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί σε κάθε περίπτωση μέσα σε ένα μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος
Χρόνος υποβολής δήλωσης απόδοσης του φόρου μερισμάτων
Σύμφωνα με το άρθρο 1 της ΠΟΛ.1012/3.1.2014 με την οποία καθορίζεται ο χρόνος υποβολής της δήλωσης απόδοσης του φόρου που παρακρατείται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 αναφέρεται ότι όσοι παρακρατούν φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 61 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α΄ 167), υποχρεούνται να υποβάλλουν δήλωση για την απόδοση αυτού, το αργότερο τρείς (3) ημέρες πριν το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής.
49. Κατάρτιση του Ισολογισμού
Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων καταρτίζονται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα υποδείγματα του Παραρτήματος Β:
• Β.1.1 Ισολογισμός
(Χρηματοοικονομικά στοιχεία σε κόστος κτήσης) ή
• Β.1.2 Ισολογισμός
(Χρηματοοικονομικά στοιχεία στην εύλογη αξία)
Β.2 (Κατάσταση Αποτελεσμάτων,
• Β.2.1 Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία ή
• Β.2.2 Κατάσταση Αποτελεσμάτων κατ’ είδος,
• Β.3 Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης περιόδου
• Β.4 Κατάσταση Χρηματοροών (έμμεση μέθοδος).
Ο πίνακας του ισολογισμού ακολουθεί ένα υπόδειγμα που έχει τύχει ευρύτατης αποδοχής διεθνώς και είναι συμβατό με το υπόδειγμα που χρησιμοποιούν οι οντότητες που εφαρμόζουν τα Δ.Π.Χ.Α. (Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς). Έτσι, διασφαλίζεται η συγκρισιμότητα των οικονομικών καταστάσεων των επιχειρήσεων που εφαρμόζουν τον παρόντα νόμο με τις οικονομικές καταστάσεις των επιχειρήσεων που εφαρμόζουν τα Δ.Π.Χ.Α.
Η σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων προβλέπεται σύμφωνα με τον ν.4308/2014 και συγκεκριμένα στο Άρθρο 16 Ορισμός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Όλες οι συναλλαγές και όλα τα γεγονότα που καταχωρούνται στα λογιστικά αρχεία ενσωματώνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της περιόδου, βάσει των διατάξεων του παρόντος νόμου.
Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις αποτελούν ενιαίο σύνολο και παρουσιάζουν εύλογα (εύλογη παρουσίαση), τα αναγνωριζόμενα περιουσιακά στοιχεία (στοιχεία του ενεργητικού), τις υποχρεώσεις, την καθαρή θέση, τα στοιχεία εσόδων, εξόδων, κερδών και ζημιών, καθώς και τις χρηματοροές της εκάστοτε περιόδου, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Με τις παραγράφους 3 έως 8 του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 ορίζονται οι επιμέρους καταστάσεις που συντάσσει κάθε κατηγορία οντότητας, με βάση τα σχετικά υποδείγματα του παραρτήματος Β υπόδειγμα Β.1.1 ή Β.1.2 (Ισολογισμός), Β.2 (Κατάσταση Αποτελεσμάτων, Β.2.1 ή Β.2.2), Β.3 (Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης) και Β.4 (Κατάσταση Χρηματοροών).
Ο προσδιορισμός των καταστάσεων γίνεται με βάση το μέγεθος της οντότητας, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 του νόμου 4308/2014.
Ο παρακάτω πίνακας συνοψίζει τις σχετικές ρυθμίσεις.
Κατηγορία μεγέθους | |||||
Πολύ μικρές | |||||
άρθρο 1 παρ. 2.γ | άρθρο 1 παρ. 2.α & 2.β | Μικρές | Μεσαίες | Μεγάλες | |
Κατάσταση αποτελεσμάτων | √ | √ | √ | √ | √ |
Προσάρτημα ή Σημειώσεις | √ | √ | √ | √ | √ |
Ισολογισμός | √ | √ | √ | √ | |
Κατάσταση μεταβολών καθαρής θέσης | √ | √ | |||
Κατάσταση χρηματοροών | √ |
Οι πολύ μικρές οντότητες δύνανται, εναλλακτικά της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, να καταρτίζουν συνοπτικό Ισολογισμό του υποδείγματος Β.5 και συνοπτική Κατάσταση Αποτελεσμάτων του υποδείγματος Β.6, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από άλλη νομοθεσία.
Υπόδειγμα Β.5: Ισολογισμός πολύ μικρών οντοτήτων
Περιουσιακά στοιχεία | 20Χ1 | 20Χ0 | ||
Πάγια | Χ | Χ | ||
Μείον: Αποσβεσμένα | Χ | Χ | Χ | |
Απομειωμένα | Χ | Χ | Χ | Χ |
Αποθέματα | Χ | Χ | ||
Απαιτήσεις | Χ | Χ | ||
Προκαταβολές και έσοδα εισπρακτέα | Χ | Χ | ||
Λοιπά | Χ | Χ | ||
Σύνολο ενεργητικού | Χ | Χ | ||
Καθαρή θέση και υποχρεώσεις | ||||
Κεφάλαια και αποθεματικά | Χ | Χ | ||
Μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | Χ | Χ | ||
Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις | Χ | Χ | ||
Σύνολο καθαρής θέσης και υποχρεώσεων | Χ | Χ |
Οι πολύ μικρές οντότητες της παρ. 2(γ) του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δύνανται, εναλλακτικά της παραγράφου 7, να καταρτίζουν μόνο την Κατάσταση Αποτελεσμάτων του υποδείγματος Β.6, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από άλλη νομοθεσία.
Τα κονδύλια των υποδειγμάτων χρηματοοικονομικών καταστάσεων στο παράρτημα Β του νόμου παρουσιάζονται διακεκριμένα χωρίς συμψηφισμούς.
Η δομή και το περιεχόμενο των χρηματοοικονομικών καταστάσεων δεν μεταβάλλεται από περίοδο σε περίοδο, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 1β του άρθρου 17 του παρόντος νόμου.
Απόκλιση από τη δομή και το περιεχόμενο των υποδειγμάτων του Παραρτήματος Β΄ επιτρέπεται μόνο στις εξής περιπτώσεις:
α) Περαιτέρω ανάλυση των κονδυλίων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων υπό τον όρο ότι θα τηρείται η διάρθρωση των υποδειγμάτων.
β) Νέα κονδύλια μπορούν να προστίθενται, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενό τους δεν περιλαμβάνεται σε άλλο κονδύλι προβλεπόμενο στα υποδείγματα.
γ) Τα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων μπορούν να συγχωνεύονται όταν:
γ1) τα ποσά τους είναι ασήμαντα σε σχέση με τους σκοπούς της εύλογης παρουσίασης της παρ. 2 του άρθρου 16 ή και
γ2) η συγχώνευση παρέχει μεγαλύτερη σαφήνεια.
Η μορφή, το περιεχόμενο και η ονοματολογία των κονδυλίων και των λογαριασμών των χρηματοοικονομικών καταστάσεων προσαρμόζονται εάν απαιτείται από την ιδιαίτερη φύση του κλάδου δραστηριότητας της οντότητας.
[Ενδεικτικά παραδείγματα οντοτήτων στις οποίες προκύπτει ανάγκη τέτοιων προσαρμογών είναι τα εκπαιδευτήρια, τα θεραπευτήρια, τα ορυχεία, και οι οντότητες του δημοσίου τομέα (κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές) όταν εμπίπτουν στις λογιστικές διατάξεις το νόμου.]
Πίνακας κατάστασης μεταβολών καθαρής θέσης
Ο πίνακας της κατάστασης μεταβολών καθαρής θέσης είναι μια νέα κατάσταση που αντικαθιστά τον «Πίνακα διάθεσης κερδών» του Π.Δ. 1123/1980, παρέχοντας πληρέστερη πληροφόρηση για τους λογαριασμούς της καθαρής θέσης. Συγκεκριμένα, η νέα αυτή κατάσταση παρουσιάζει αναλυτικά την κίνηση όλων των κονδυλίων της καθαρής θέσης στη διάρκεια της περιόδου και τη συμφωνία υπολοίπων αρχής και τέλους, ώστε να υπάρχει πλήρης διαφάνεια για το πώς μεταβλήθηκαν τα σχετικά κονδύλια.
Πίνακας κατάστασης χρηματοροών
Ο πίνακας της κατάστασης χρηματοροών είναι μία νέα, επίσης πολύ σημαντική χρηματοοικονομική κατάσταση, στην οποία παρουσιάζονται οι ταμειακές εισροές και εκροές της περιόδου, διαχωριζόμενες σε τρεις κατηγορίες:
(α) τις ταμειακές ροές από λειτουργικές δραστηριότητες,
(β) τις ταμειακές ροές από επενδυτικές δραστηριότητες
και (γ) τις ταμειακές ροές από χρηματοδοτικές δραστηριότητες.
Η κατάσταση ταμειακών ροών παρουσιάζεται με την έμμεση μορφή της που είναι και η πλέον συνήθης.
Γενικές αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων
Σύμφωνα με το άρθρο 17 του ν.4308/2014 οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με σαφήνεια, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις παραδοχές:
1. του Δουλευμένου [Δουλευμένο ή Πραγματοποίηση, παραδοχή (accrual assumption): Λογιστική αρχή σύμφωνα με την οποία οι επιπτώσεις των συναλλαγών και άλλων γεγονότων αναγνωρίζονται και συμπεριλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις όταν προκύπτουν και όχι όταν διακανονίζονται ταμειακά.] και
2. της Συνέχισης της δραστηριότητας [Συνέχιση δραστηριότητας, παραδοχή (going concern assumption): Μια οντότητα θεωρείται ως συνεχίζουσα την δραστηριότητά της, εκτός εάν η διοίκηση προτίθεται να την ρευστοποιήσει, ή να παύσει την δραστηριότητά της, ή δεν έχει καμία άλλη ρεαλιστική επιλογή να μην το πράξει.], καθώς και τις ακόλουθες γενικές αρχές:
α) Οι λογιστικές πολιτικές [Λογιστικές πολιτικές (accounting policies): Οι συγκεκριμένες αρχές, βάσεις επιμέτρησης, παραδοχές, κανόνες και πρακτικές που εφαρμόζονται από μια οντότητα στην κατάρτιση και παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.] χρησιμοποιούνται με συνέπεια από περίοδο σε περίοδο, ώστε να διασφαλίζεται η συγκρισιμότητα των χρηματοοικονομικών πληροφοριών.
Σε περιπτώσεις αλλαγής αυτών, έχει εφαρμογή το άρθρο 28 αυτού του νόμου.
β) Όταν τα ποσά της προηγούμενης περιόδου (ή περιόδων, όταν παρουσιάζονται περισσότερες περίοδοι) δεν είναι συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα της τρέχουσας περιόδου, τα ποσά της προηγούμενης περιόδου (περιόδων) προσαρμόζονται αναλόγως, ώστε να γίνουν συγκρίσιμα.
γ) Η αναγνώριση και η επιμέτρηση των στοιχείων του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων γίνεται με σύνεση και ξεχωριστά για κάθε στοιχείο. Συμψηφισμοί μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων ή μεταξύ εξόδων και εσόδων δεν επιτρέπονται, εκτός εάν τέτοιος συμψηφισμός προβλέπεται από τον παρόντα νόμο.
δ) Όλες οι αρνητικές προσαρμογές της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων αναγνωρίζονται στην περίοδο που λαμβάνουν χώρα, ανεξάρτητα από το εάν το αποτέλεσμα της περιόδου είναι κέρδος ή ζημία.
ε) Όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων που προκύπτουν στην τρέχουσα περίοδο αναγνωρίζονται στην περίοδο αυτή βάσει της αρχής του δουλευμένου.
στ) Όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων που προέκυψαν σε προηγούμενη περίοδο, αλλά δεν έχουν αναγνωριστεί κατάλληλα βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου, αναγνωρίζονται στην τρέχουσα περίοδο, σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος νόμου.
ζ) Με την επιφύλαξη του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, τα υπόλοιπα έναρξης του ισολογισμού σε κάθε περίοδο συμφωνούν με τα αντίστοιχα υπόλοιπα λήξης της προηγούμενης περιόδου.
η) Η παραδοχή της συνέχισης της δραστηριότητας αξιολογείται τουλάχιστον για διάστημα 12 μηνών μετά την ημερομηνία του ισολογισμού.
θ) Με την επιφύλαξη του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, κέρδη που δεν έχουν πραγματοποιηθεί την ημερομηνία του ισολογισμού, δεν αναγνωρίζονται.
• Κάθε κονδύλι των χρηματοοικονομικών καταστάσεων αναγράφεται μαζί με το αντίστοιχο ποσό της προηγούμενης περιόδου. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν ποσά σε καμία περίοδο, το σχετικό κονδύλι παραλείπεται.
• Στοιχεία των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που ικανοποιούν τα σχετικά κριτήρια αναγνώρισης αναγνωρίζονται στον ισολογισμό και στην κατάσταση αποτελεσμάτων, κατά περίπτωση. Η μη αναγνώριση των στοιχείων αυτών δεν υποκαθίσταται από σχετική γνωστοποίηση στο προσάρτημα.
• Ενδεχόμενα περιουσιακά στοιχεία και ενδεχόμενες υποχρεώσεις δεν αναγνωρίζονται ως στοιχεία των πινάκων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων του άρθρου 16.
• Οι απαιτήσεις αυτού του νόμου σχετικά με την αναγνώριση, επιμέτρηση, παρουσίαση, γνωστοποίηση και ενοποίηση, μπορεί να παραβλέπονται, μόνο εάν η επίπτωση της μη συμμόρφωσης προς αυτές δεν είναι σημαντική.
• Τα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρακολουθούνται λογιστικά και παρουσιάζονται λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική ουσία των συναλλαγών ή γεγονότων.
• Οι οντότητες που καταρτίζουν τις χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις, σύμφωνα με το πλαίσιο που καθορίζεται στον παρόντα νόμο δύνανται να αναζητούν ερμηνευτική καθοδήγηση από τα σχετικά Δ.Π.Χ.Α., στο βαθμό που οι ρυθμίσεις των προτύπων αυτών είναι συμβατές με τον παρόντα νόμο.
• Γεγονότα που έγιναν εμφανή μετά τη λήξη της περιόδου (ημερομηνία αναφοράς), αλλά πριν από την ημερομηνία κατά την οποία το αρμόδιο όργανο εγκρίνει τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις για δημοσιοποίηση, αναγνωρίζονται στην κλειόμενη περίοδο, εφόσον αναφέρονται σε συνθήκες που υπήρχαν στο τέλος αυτής της περιόδου και επηρεάζουν τα κονδύλια του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων.
• Όπου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η εφαρμογή μιας διάταξης του παρόντος νόμου έρχεται σε σύγκρουση με την υποχρέωση της παραγράφου 2 του άρθρου 16 περί εύλογης παρουσίασης, επιβάλλεται παρέκκλιση από τη διάταξη αυτή προκειμένου να ικανοποιηθεί η απαίτηση της εύλογης παρουσίασης. Αυτές οι εξαιρετικές περιπτώσεις αφορούν ασυνήθεις συναλλαγές ή γεγονότα.
• Όταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με βάση τη θεμελιώδη παραδοχή της συνέχισης της δραστηριότητας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα στοιχεία των χρηματοοικονομικών καταστάσεων επιμετρώνται, σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 του παρόντος νόμου.
• Όταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις δεν συντάσσονται με βάση τη θεμελιώδη παραδοχή της συνέχισης της δραστηριότητας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:
α) Τα περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στις καθαρές ρευστοποιήσιμες αξίες τους.
β) Οι υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων των προβλέψεων, επιμετρώνται στα ποσά που αναμένεται να απαιτηθούν για το διακανονισμό τους.
Προθεσμία σύνταξης Ισολογισμού
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 του ν.4308/2014 η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας.»
Δηλαδή έως την 30/6/2019
Πίνακας Σύνδεσης κονδυλίων Ισολογισμού Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980 και του Ισολογισμού του υποδείγματος Β. 1.1 (Χρηματοοικονομικά στοιχεία σε κόστος κτήσης) με αναφορά και τους λογαριασμούς του Λογιστικού Σχεδίου Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980.
Κονδύλι Ισολογισμού Ε.Λ.Π ( Ν. 4308/2014 ) | Κονδύλι Ισολογισμού Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980 | Λογαριασμοί |
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ | ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ | Λογιστικού Σχεδίου |
Μη κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία | Γ.ΠΑΓΙΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ | Ε.Γ.Λ.Σ. Π.Δ. 1123/1980 |
Ενσώματα πάγια | ΙΙ.Ενσώματες ακινητοποιήσεις | |
Ακίνητα | Γ.ΙΙ. 1.Γήπεδα - Οικόπεδα | 10.00+10.10 |
Γ.ΙΙ.3.Κτίρια καί τεχνικά έργα | 11 | |
Β.ΕΞΟΔΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ | ||
Β.3.Τόκοι δανείων κατασκ/κής περιόδου | 16.18 | |
Μηχανολογικός εξοπλισμός | Γ.ΙΙ. 4.Μηχανήματα-τεχνικές εγκατ/σεις & λοιπός μηχαν/κός εξοπλισμός | 12 |
Λοιπός εξοπλισμός | Γ.ΙΙ. 5.Μεταφορικά μέσα | 13 |
Γ.ΙΙ.6.Επιπλα καί λοιπός εξοπλισμός | 14 | |
Επενδύσεις σε ακίνητα | ………………………………………….. | |
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | Γ.ΙΙ.2. Ορυχεία-Μεταλλεία-Λατομεία-Αγροί-Φυτείες-Δάση | 10.05 |
Λοιπά ενσώματα στοιχεία | ………………………………………….. | |
Σύνολο | ||
Άυλα πάγια στοιχεία | Ι.Ασώματες ακινητοποιήσεις | |
Δαπάνες ανάπτυξης | Γ.Ι.1.Εξοδα ερυνών & αναπτύξεως | 16.11-12 |
Υπεραξία | Γ.Ι.3.Υπεραξία επιχ/σεως (Goodwiil) | 16 |
Λοιπά άυλα | Γ.Ι.2.Παραχωρήσεις και δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας | 16.01-03 |
Γ.Ι.5.Λοιπές ασώματες ακινητοποιήσεις | 16.04-05 | |
Σύνολο | ||
Ι.Ασώματες ακινητοποιήσεις | ||
Προκαταβολές και μη κυκλοφορούντα στοιχεία υπό κατασκευή | Γ.Ι.4.Προκαταβολές κτήσεως ασώματων ακινητοποιήσεων | 16.98, 16.16-17 |
ΙΙ.Ενσώματες ακινητοποιήσεις | ||
Γ.ΙΙ.7.Ακινητοποιήσεις υπό εκτέλεση καί προκαταβολές | (15+32.00+Χρ. Υπόλ. 50.08) | |
Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία | ΙΙΙ.Συμμετοχές καί άλλες μακροπρόθεσμες χρηματοοικονομικές απαιτήσεις | |
Δάνεια και απαιτήσεις | Γ.ΙΙΙ.3.Μακροπρόθεσμες απαιτήσεις κατά συνδεδεμέμων επιχειρήσεων | (18.02+18.03) |
Γ.ΙΙΙ.4.Μακροπρόθεσμες απαιτήσεις κατά λοιπών συμμετοχικού ενδιαφέροντος Επιχειρήσεων | (18.04+18.05) | |
Γ.ΙΙΙ.5.Γραμμάτια εισπρακτέα μακροπρόθεσμης λήξεως | 18.07-08 | |
Μείον :Μη δεδουλευμένοι τόκοι | 18.09-10 | |
Γ.ΙΙΙ.7.Λοιπές μακροπρόθεσμες απαιτήσεις | ||
Χρεωστικοί τίτλοι | ………………………………………….. | |
Συμμετοχές σε θυγατρικές, συγγενείς και κοινοπραξίες | Γ.ΙΙΙ.1.Συμμετοχές σε συνδεμένες επιχειρήσεις | 18.00 |
Γ.ΙΙΙ.1α.Συμμετοχές σε συγγενείς επιχειρήσεις | 18.00 | |
Γ.ΙΙΙ. 2.Συμμετοχές σε λοιπές επιχειρήσεις | 18.01 | |
Μείον : οφειλόμενες δόσεις | 53.06 | |
προβλέψεις για υποτιμήσεις | (18.00.19+18.01.19) | |
Λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι | Γ.ΙΙΙ.6.Τίτλοι με χαρακτήρα ακινητοποιήσεων | 18.15-16 |
Λοιπά | Γ.ΙΙΙ.7.Λοιπές μακροπρόθεσμες απαιτήσεις | (18.06+18.11+18.13-14) |
Σύνολο | ||
Αναβαλλόμενοι φόροι | ………………………………………….. | |
Σύνολο μη κυκλοφορούντων | ||
Κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία | Δ.ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ | |
Αποθέματα | Ι.Αποθέματα | |
Έτοιμα και ημιτελή προϊόντα | Δ.Ι.2.Προιόντα έτοιμα & ημιτελή - υποπροιόντα & υπολείμματα | (21+22) |
Δ.Ι.3.Παραγωγή σε εξέλιξη | 23 | |
Εμπορεύματα | Δ.Ι.1.Εμπορεύματα | 20 |
Πρώτες ύλες και διάφορα υλικά | Δ.Ι.4.Πρώτες και βοηθητικές ύλες - Αναλώσιμα υλικά - Ανταλλακτικά και Είδη συσκευασίας | 24+25+26+28 |
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | ………………………………………….. | |
Προκαταβολές για αποθέματα | Δ.Ι.5.Προκαταβολές γιά αγορές αποθεμάτων | (32.01-03+Χρ. υπόλ. 50 πλήν 50.08) |
Λοιπά | ………………………………………….. | |
Σύνολο | ||
Χρηματοοικονομικά στοιχεία και προπληρωμές | ΙΙ.Απαιτήσεις | |
Εμπορικές απαιτήσεις | Δ.ΙΙ.1.Πελάτες | Χρ. υπόλ. 30. |
Μείον: Προβλέψεις | 44.11 | |
Δ.ΙΙ.2.Γραμμάτια εισπρακτέα | ||
-Χαρτοφυλακίου | 31.00+31.07-31.04-31.05-31.11-31.12 | |
-Στις τράπεζες για είσπραξη | 31.01+31.08 | |
-Στις τράπεζες σε εγγύηση | 31.02+31.09 | |
Μείον :Μη δεδουλευμένοι τόκοι | 31.06+31.13 | |
Δ.ΙΙ.3.Γραμμάτια σέ καθυστέρηση | 31.03+31.10 | |
Δ.ΙΙ.3α.Επιταγές εισπρακτέες (μεταχρονολογημένες) | 33.90 | |
Δ.ΙΙ.3β.Επιταγές σέ καθυστέρηση (σφραγισμένες) | 33.91 | |
Ε.ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ Λ/ΣΜΟΙ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ | ||
Δουλευμένα έσοδα περιόδου | Ε.2.Εσοδα χρήσεως εισπρακτέα | 36.01 |
Λοιπές απαιτήσεις | Δ.ΙΙ. 5.Βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις κατά συνδεμένων επιχειρήσεων | 33.11-12 |
Δ.ΙΙ.6.Βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις κατά λοιπών συμμετοχικού ενδιαφέροντος επιχειρήσεων | 33.21-22 | |
Δ.ΙΙ.7.Απαιτήσεις κατά οργάνων διοικήσεως | 33.07-10 | |
Δ.ΙΙ.8.Δεσμευμένοι λογ/σμοι καταθέσεων | (32.04+33.17+33.18) | |
Δ.ΙΙ.9.Μακροπρόθεσμες απαιτήσεις εισπρακτέες στην επόμενη χρήση | (33.19+33.20) | |
10.Επισφαλείς.-Επίδικοι πελάτες & χρεώστες (Κατά το μέρος που αφορα μόνο Χρεώστες) | 33.97-99 | |
Μείον : Προβλέψεις | 44.11 | |
Δ.ΙΙ.11.Χρεώστες διάφοροι | 33.00-02+33.13-16+33.95-96+χρ. Υπόλ. 54.08 | |
Δ.ΙΙ.12.Λογαριασμοί διαχειρήσεως προκαταβολών καί πιστώσεων | 35 | |
ΙΙΙ.Χρεώγραφα | ||
Λοιπά χρηματοοικονομικά στοιχεία | Δ.ΙΙΙ.1.Μετοχές | (34.00-03+34.10-13+34.20-21) |
Δ.ΙΙΙ.2.Ομολογίες | (34.00-03+34.10-13+34.20-21) | |
Δ.ΙΙΙ.3.Λοιπά χρεώγραφα | Υπόλ. Λ/34 | |
Δ.ΙΙΙ.4.Ίδιες μετοχές | 34.25 | |
Μείον : Οφειλόμενες δόσεις | 53.07 | |
Προβλέψεις για υποτιμήσεις | 34.99 | |
Ε.ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ Λ/ΣΜΟΙ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ | ||
Προπληρωμένα έξοδα | Ε.1.Εξοδα επόμενων χρήσεων | 36.00 |
IV. Διαθέσιμα | ||
Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | Δ.IV.1.Ταμείο | 38.00 |
Δ.IV.2.Ληγμένα τοκομερίδια εισπρακτέα | 38.02 | |
Δ.IV.3.Καταθέσεις όψεως καί προθεσμίας | 38.03-06 | |
Σύνολο | ||
Σύνολο κυκλοφορούντων | ||
Σύνολο ενεργητικού | ||
Καθαρή θέση | Α. ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ | |
Καταβλημένο κεφάλαιο | Ι.Μετοχικό Κεφάλαιο (……. μετοχές των ……. €) | |
Κεφάλαιο | Α.Ι.1.Καταβλημένο | 40.00-01 |
Υπέρ το άρτιο | ΙΙ.Διαφορά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο | 41.00 |
VI.Ποσά προορισμένα για αύξηση κεφαλαίου | ||
Καταθέσεις ιδιοκτητών | Α.VI.1.Καταθέσεις μετόχων ή εταίρων | 43.00-01 |
Α.VI.2.Διαθέσιμα μερίσματα χρήσεως για αύξηση Μ.Κ. | 43.02 | |
Ίδιοι τίτλοι | Α.IV.6.Αποθεματικό για ίδιες μετοχές | 41.09 |
Διαφορές εύλογης αξίας | ||
Διαφορές αξίας ενσωμάτων παγίων | …………………………………….. | |
Διαφορές αξίας διαθέσιμων για πώληση | …………………………………….. | |
Διαφορές αξίας στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών | …………………………………….. | |
Αποθεματικά και αποτελέσματα εις νέο | IV.Αποθεματικά Κεφάλαια - V.Αποτελέσματα εις νέον | |
IV.Αποθεματικά Κεφάλαια | ||
Αποθεματικά νόμων ή καταστατικού | Α.IV.1.Τακτικό αποθεματικό | 41.02 |
Α.IV.2.Αποθεματικά καταστατικού | 41.03 | |
Α.IV.3.Ειδικά αποθεματικά | 41.04 | |
Α.IV.4.Εκτακτα αποθεματικά | 41.05 | |
IV.Αποθεματικά Κεφάλαια | ||
Αφορολόγητα αποθεματικά | Α.IV.5.Αφορολόγητα αποθεματικά ειδικών διατάξεων καί νόμων | 41.08+41.90-92 |
V.Αποτελέσματα εις νέον | ||
Αποτελέσματα εις νέο | Υπόλοιπο κερδών χρήσεως εις νέο | 42.00 |
Υπόλοιπο ζημιών χρήσεως εις νέο | 42.01 | |
Υπόλοιπο ζημιών προηγούμενων χρήσεων | 42.02 | |
Σύνολο | ||
Συναλλαγματικές διαφορές | …………………………………….. | |
Σύνολο καθαρής θέσης | ||
Προβλέψεις | Β.ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ | |
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους | Β.1.Προβλέψεις γιά αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από τήν υπηρεσία | 44.00 |
Λοιπές προβλέψεις | Β.2.Λοιπές προβλέψεις | (44.09+44.12-99) |
Σύνολο | ||
Υποχρεώσεις | Γ.ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ | |
Μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | Ι.Μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | |
Δάνεια | Γ.Ι.1.Ομολογιακά δάνεια | 45.00-05 |
Γ.Ι.2.Δάνεια Τραπεζών | 45.10-12 | |
Γ.Ι.3.Δάνεια ταμιευτηρίων | 45.13 | |
Γ.Ι.4.Μακροπροθεσμές υποχρεώσεις προς συνδεμένες επιχειρήσεις | 45.14-15 | |
Γ.Ι.5.Μακροπροθεσμές υποχρεώσεις προς λοιπές συμμετοχικού ενδιαφέροντος επιχειρήσεις | 45.16-17 | |
Γ.Ι.7.Γραμμάτια πληρωτέα μακρ. Λήξεως | 45.19-21 | |
Μείον : Μη δουλευμένοι τόκοι | 45.24-26 | |
Λοιπές μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | Γ.Ι.8.Λοιπές μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | Υπόλ. Λ/45 |
Α. ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ | ||
III.Διαφορές αναπροσαρμογής- Επιχορηγήσεις επενδύσεων | ||
Κρατικές επιχορηγήσεις | Α.III.3.Επιχορηγήσεις επενδύσεων πάγιου ενεργητικού | 41.10 |
Αναβαλλόμενοι φόροι | …………………………………….. | |
Σύνολο | ||
Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις | ΙΙ.Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις | |
Δάνεια | 3.Τράπεζες Λ/βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων | 52 |
Βραχυπρόθεσμο μέρος μακροπροθέσμων δανείων | 7.Μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις πληρωτέες στήν επόμενη χρήση | 53.17-18 |
Εμπορικές υποχρεώσεις | Δ.ΙΙ.1.Προμηθευτές | Πιστ. Υπολ. 50 |
Δ.ΙΙ.2.Γραμμάτια πληρωτέα & υποσχετικές | (51.00-02+51.90-93) | |
Μείον : Μη δουλευμένοι τόκοι | 51.03-05 | |
Δ.ΙΙ.2α.Επιταγές πληρωτέες (μεταχρονολογημένες) | 53.90 | |
Δ.ΙΙ.4.Προκαταβολές πελατών | Πιστ. Υπολ. 30 | |
Φόρος εισοδήματος | Δ.ΙΙ.5.Υποχρεώσεις από φόρους - τέλη (Μόνο κατά το ποσό του Φόρου εισοδήματος φορολογητέων κερδών) | 54.08 |
Λοιποί φόροι και τέλη | Δ.ΙΙ.5.Υποχρεώσεις από φόρους - τέλη (Πλήν το ποσό του Φόρου εισοδήματος φορολογητέων κερδών) | 54 πλην 54.08 |
Οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης | Δ.ΙΙ.6.Ασφαλιστικοί οργανισμοί | 55 |
Λοιπές υποχρεώσεις | Δ.ΙΙ.8.Υποχρεώσεις προς συνδεμένες επιχειρήσεις | 53.10-11 |
Δ.ΙΙ.9.Υποχρεώσεις προς λοιπές συμμετοχικού ενδιαφέροντος επιχειρήσεις | 53.12-13 | |
Δ.ΙΙ.10.Μερίσματα πληρωτέα | 53.01 | |
Δ.ΙΙ.11.Πιστωτές διάφοροι | Υπόλ. Λ/53 | |
Δ.ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ Λ/ΣΜΟΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ | ||
Δ.3.Λοιποί μεταβατικοί λ/σμοί παθητικού | Υπόλ. Λ/56 | |
Δ.ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ Λ/ΣΜΟΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ | ||
Έξοδα χρήσεως δουλευμένα | Δ.2.Εξοδα χρήσεως δουλευμένα | 56.01 |
Έσοδα επόμενων χρήσεων | Δ.1.Εσοδα επόμενων χρήσεων | 56.00 |
Σύνολο | ||
Σύνολο υποχρεώσεων | ||
Σύνολο καθαρής θέσης, προβλέψεων και υποχρεώσεων |
50. Σύνταξη του Προσαρτήματος
Ορισμός
Στο παράρτημα Α ορισμοί του Ν. 4308/2014 ορίζεται ότι οι Σημειώσεις των χρηματοοικονομικών καταστάσεων - Προσάρτημα (notes of the financial statements) είναι οι σημειώσεις περιέχουν πληροφορίες επιπρόσθετα αυτών που παρουσιάζονται στον ισολογισμό, στην κατάσταση αποτελεσμάτων, στον πίνακα μεταβολών καθαρής θέσης, και στην κατάσταση χρηματοροών, κατά περίπτωση. Οι σημειώσεις παρέχουν αφηγηματικές ή ποσοτικές περιγραφές ή αναλύσεις των κονδυλίων που παρουσιάζονται στις προαναφερόμενες καταστάσεις, καθώς και πληροφορίες για στοιχεία που δεν πληρούν τα κριτήρια αναγνώρισης σε αυτές.
Σύμφωνα με την λογιστική οδηγία εφαρμογής του νόμου 4308/2014 στο άρθρο 16 “Ορισμός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων” και συγκεκριμένα στην παρ. 16.3.6 αναφέρεται ότι:
«το Προσάρτημα ή Σημειώσεις των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι η τελευταία χρηματοοικονομική κατάσταση. Στο προσάρτημα παρέχονται περιγραφές, αναλύσεις και πρόσθετη πληροφόρηση για τα διάφορα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, καθώς και για άλλα στοιχεία τα οποία δεν προβλέπεται να εμφανίζονται στους πίνακες των προαναφερθέντων τεσσάρων χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Το προσάρτημα παρουσιάζεται με συστηματικό τρόπο και με παραπομπές στα επιμέρους κονδύλια των υπόλοιπων χρηματοοικονομικών καταστάσεων (πίνακες), όταν συντρέχει περίπτωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 29.»
Επίσης στην παρ. 16.2.4 αναφέρεται ότι η μη παράθεση των προβλεπόμενων πληροφοριών στο προσάρτημα, θίγει ευθέως το εύλογο της παρουσίασης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που απαιτεί ο νόμος, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες είναι σημαντικές, αλλά κατά κανόνα δεν έχει επίπτωση στις φορολογικές υποχρεώσεις της επιχείρησης.
Στο άρθρο 29 “Προσάρτημα (σημειώσεις) επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων” του Ν.4308/2014 αναφέρεται ότι η κατάρτιση του προσαρτήματος των χρηματοοικονομικών καταστάσεων ακολουθεί τις παρακάτω αρχές:
α) Οι οντότητες που δεν υποχρεούνται να παρέχουν τις πληροφορίες μιας παραγράφου του παρόντος άρθρου δύνανται να παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες προαιρετικά. Στην περίπτωση αυτή, οι οντότητες παρέχουν τις εν λόγω πληροφορίες σε πλήρη συμφωνία με τα οριζόμενα στην αντίστοιχη παράγραφο αυτού του άρθρου.
β) Οι πληροφορίες επί των κονδυλίων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρατίθενται με τη σειρά με την οποία τα κονδύλια αυτά παρουσιάζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
γ) Όταν γίνεται χρήση συντομεύσεων, διαγραμμάτων ή συμβόλων στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις, δίνονται με σαφήνεια οι απαιτούμενες για την κατανόησή τους πληροφορίες. Ειδικότερα, γνωστοποιείται η μονάδα μέτρησης και το επίπεδο στρογγυλοποίησης των παρατιθέμενων αριθμών.
δ) Όταν πληροφορίες του παρόντος άρθρου παρατίθενται στους πίνακες των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οι πληροφορίες αυτές μπορεί να μην επαναλαμβάνονται στο προσάρτημα.
Περιεχόμενο Προσαρτήματος
Το προσάρτημα περιλαμβάνει, κατ’ ελάχιστον, τις επεξηγηματικές πληροφορίες και αναλύσεις των παραγράφων 3 έως 34 του άρθρου 29 του Ν. 4308/2014 εκτός και εάν προβλέπεται απαλλαγή βάσει του παρόντος νόμου.
3. Πληροφορίες σχετικά με:
α) Την επωνυμία της οντότητας.
β) Το νομικό τύπο της οντότητας.
γ) Την περίοδο αναφοράς.
δ) Τη διεύθυνση της έδρας της οντότητας.
ε) Το δημόσιο μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένη η οντότητα ή αντίστοιχες πληροφορίες, κατά περίπτωση.
στ) Εάν η οντότητα λειτουργεί με την παραδοχή της συνεχιζόμενης δραστηριότητας.
ζ) Εάν η οντότητα είναι υπό εκκαθάριση.
η) Την κατηγορία της οντότητας (πολύ μικρή, μικρή, μεσαία, μεγάλη, δημοσίου συμφέροντος), σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
θ) Δήλωση ότι οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις έχουν καταρτιστεί σε πλήρη συμφωνία με τον παρόντα νόμο.
4. Εάν υπάρχουν παράγοντες που θέτουν σε κίνδυνο την προοπτική της οντότητας ως συνεχιζόμενη δραστηριότητα, γνωστοποιείται η φύση αυτών των παραγόντων, καθώς και τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την αντιμετώπισή τους.
5. Συνοπτική αναφορά των λογιστικών πολιτικών που ακολουθεί η οντότητα για τα επιμέρους στοιχεία των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων. Σε περίπτωση αλλαγών λογιστικών πολιτικών, αλλαγών λογιστικών εκτιμήσεων ή διόρθωσης λαθών, γίνεται αναφορά στο γεγονός, στους λόγους που οδήγησαν στην αλλαγή ή τη διόρθωση, και γνωστοποιούνται επαρκώς οι σχετικές επιπτώσεις στα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
6. Όπου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η οντότητα έχει παρεκκλίνει από την εφαρμογή μιας διάταξης του παρόντος νόμου για να εκπληρώσει την υποχρέωση της παραγράφου 2 του άρθρου 16 περί εύλογης παρουσίασης, η παρέκκλιση αυτή γνωστοποιείται και δικαιολογείται επαρκώς. Οι επιπτώσεις της παρέκκλισης στα περιουσιακά στοιχεία, στις υποχρεώσεις, στην καθαρή θέση και στα αποτελέσματα, παρατίθενται πλήρως στο προσάρτημα.
7. Όταν ένα περιουσιακό στοιχείο ή μία υποχρέωση σχετίζεται με περισσότερα από ένα κονδύλια του ισολογισμού, γνωστοποιείται η σχέση του στοιχείου αυτού με τα σχετιζόμενα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
8. Πίνακα που παρουσιάζει για κάθε κονδύλι των ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων:
α) Το κόστος κτήσης ή το κόστος παραγωγής ή την εύλογη αξία (του άρθρου 24) σε περίπτωση που έχει εφαρμοστεί επιμέτρηση στην εύλογη αξία, στην αρχή και στο τέλος της περιόδου για κάθε κονδύλι.
β) Τις προσθήκες, τις μειώσεις και τις μεταφορές μεταξύ των κονδυλίων των παγίων κατά τη διάρκεια της περιόδου.
γ) Τις αποσβέσεις και απομειώσεις αξίας που αφορούν την περίοδο.
δ) Τις σωρευμένες αποσβέσεις και απομειώσεις στην αρχή και στο τέλος της περιόδου.
ε) Τις λοιπές μεταβολές των σωρευμένων αποσβέσεων και απομειώσεων κατά τη διάρκεια της περιόδου.
στ) Το ποσό με το οποίο προσαυξήθηκε η αξία κτήσης πάγιων περιουσιακών στοιχείων λόγω κεφαλαιοποίησης τόκων στην περίοδο, σύμφωνα με την παράγραφο 2δ του άρθρου 18.
ζ) Λοιπές μεταβολές.
9. Η φύση σημαντικών γεγονότων που προκύπτουν μετά το τέλος της περιόδου, τα οποία δεν αντικατοπτρίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων ή στον ισολογισμό της κλειόμενης περιόδου και τις χρηματοοικονομικές επιπτώσεις τους.
10. Σε περίπτωση επιμέτρησης στην εύλογη αξία, σύμφωνα με το άρθρο 24, παρατίθεται:
α) Σαφής δήλωση ότι έχει γίνει χρήση της δυνατότητας επιμέτρησης στην εύλογη αξία, καθώς και τα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν επιμετρηθεί στην εύλογη αξία.
β) Περιγραφή των σημαντικών υποθέσεων στις οποίες βασίζονται τα υποδείγματα και οι τεχνικές επιμέτρησης.
γ) Ανά κονδύλι στοιχείων του ισολογισμού: η εύλογη αξία, οι μεταβολές της που έχουν αναγνωριστεί στα αποτελέσματα, καθώς και οι μεταβολές αυτής που έχουν αναγνωριστεί απευθείας στην καθαρή θέση (διαφορές εύλογης αξίας).
δ) Πίνακας στον οποίο παρουσιάζεται η κίνηση των διαφορών εύλογης αξίας κατά τη διάρκεια της περιόδου, με ανάλυση σε μικτό ποσό και αναβαλλόμενο φόρο εισοδήματος, όταν αναγνωρίζεται αναβαλλόμενη φορολογία.
ε) Για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοοικονομικών μέσων, πληροφορίες για την έκταση και τη φύση τους, συμπεριλαμβανόμενων των όρων και των συνθηκών που μπορεί να επηρεάσουν το ποσό, το χρόνο και την πιθανότητα μελλοντικών χρηματοροών.
στ) Για πάγια στοιχεία, η λογιστική αξία των παγίων αυτών που θα αναγνωρίζονταν στον ισολογισμό, εάν τα εν λόγω στοιχεία δεν είχαν επιμετρηθεί στην εύλογη αξία τους, σύμφωνα με το άρθρο 24.
11. Σε περίπτωση επιμέτρησης χρηματοπιστωτικών μέσων στην τιμή κτήσης:
α) Για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων:
α.1) η εύλογη αξία των μέσων αυτών, εάν αυτή μπορεί να προσδιοριστεί, σύμφωνα με την παράγραφο 12 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, και
α.2) πληροφορίες για την έκταση της χρήσης αυτών των μέσων και τη φύση τους.
β) Για τα μη κυκλοφορούντα χρηματοοικονομικά στοιχεία τα οποία εμφανίζονται με ποσό που υπερβαίνει την εύλογη αξία τους:
β.1) η λογιστική αξία και η εύλογη αξία είτε των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων είτε των κατάλληλων ομάδων των επιμέρους αυτών στοιχείων και
β.2) οι λόγοι για τη μη μείωση της λογιστικής αξίας, καθώς και η φύση των ενδείξεων που τεκμηριωμένα οδηγούν στην πεποίθηση για τη δυνατότητα ανάκτησης της λογιστικής αξίας.
12. Για την καθαρή θέση της οντότητας:
α) Το κεφάλαιο που έχει εγκριθεί αλλά δεν έχει καταβληθεί.
β) Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των τίτλων καθαρής θέσης ή, όταν δεν υπάρχει ονομαστική, η λογιστική αξία κάθε κατηγορίας τίτλων.
γ) Ο αριθμός και η ονομαστική αξία ή, όταν δεν υπάρχει ονομαστική αξία, η λογιστική αξία των τίτλων που αντιπροσωπεύουν το κεφάλαιο και εκδόθηκαν μέσα στη περίοδο, εντός των ορίων του εγκεκριμένου κεφαλαίου.
δ) Η ύπαρξη πιστοποιητικών συμμετοχής, μετατρέψιμων τίτλων, δικαιωμάτων αγοράς τίτλων, δικαιωμάτων προαίρεσης ή παρόμοιων τίτλων ή δικαιωμάτων, με μνεία του αριθμού τους, της αξίας τους και των δικαιωμάτων που παρέχουν.
ε) Ανάλυση κάθε αποθεματικού με σύντομη περιγραφή του σκοπού του και της κίνησης που παρουσίασε στην περίοδο, εφόσον η εν λόγω κίνηση δεν παρέχεται αναλυτικά στον Πίνακα Μεταβολών Καθαρής Θέσης.
στ) Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των κατεχόμενων ιδίων τίτλων καθαρής θέσης ή, όταν δεν υπάρχει ονομαστική, η λογιστική αξία κάθε κατηγορίας τίτλων.
13. Το συνολικό χρέος της οντότητας που καλύπτεται με εξασφαλίσεις που παρέχονται από την οντότητα, με ένδειξη της φύσης και της μορφής της εξασφάλισης.
14. Τα ποσά των υποχρεώσεων της οντότητας που καθίστανται απαιτητά μετά από πέντε (5) έτη από την ημερομηνία του ισολογισμού.
15. Η φύση και ο επιχειρηματικός στόχος των διακανονισμών της οντότητας, που δεν περιλαμβάνονται στον ισολογισμό, καθώς και οι χρηματοοικονομικές επιπτώσεις των διακανονισμών αυτών επί της οντότητας, εφόσον οι κίνδυνοι ή τα οφέλη των διακανονισμών αυτών είναι σημαντικά και εφόσον η δημοσιοποίηση των κινδύνων ή οφελών απαιτείται για τους σκοπούς της εκτίμησης της χρηματοοικονομικής θέσης της οντότητας.
16. Το συνολικό ποσό των χρηματοοικονομικών δεσμεύσεων, εγγυήσεων ή ενδεχόμενων επιβαρύνσεων (ενδεχόμενες υποχρεώσεις) που δεν εμφανίζονται στον ισολογισμό, με ένδειξη της φύσης και της μορφής των σχετικών εξασφαλίσεων που έχουν παρασχεθεί. Κάθε δέσμευση που αφορά παροχές σε εργαζόμενους μετά την έξοδο από τη υπηρεσία ή οντότητες ομίλου ή συγγενείς οντότητες, γνωστοποιείται ξεχωριστά.
17. Το ποσό και τη φύση των επιμέρους στοιχείων των εσόδων ή των εξόδων που είναι ιδιαίτερου ύψους ή ιδιαίτερης συχνότητας ή σημασίας. Ιδιαίτερα, στην περίπτωση που από τον παρόντα νόμο προβλέπεται συμψηφισμός εσόδων και εξόδων γνωστοποιούνται τα σχετικά κονδύλια και οι αξίες αυτών προ του συμψηφισμού.
18. Το ποσό τόκων της περιόδου με το οποίο αυξήθηκε το κόστος απόκτησης αγαθών και υπηρεσιών, σύμφωνα με το άρθρο 20.
19. Η προτεινόμενη ή, κατά περίπτωση, οριστική διάθεση των κερδών.
20. Το ποσό μερισμάτων που καταβλήθηκε στην περίοδο.
21. Ο λογιστικός χειρισμός των ζημιών της περιόδου, όταν συντρέχει περίπτωση.
22. Σε περίπτωση αναγνώρισης αναβαλλόμενων φόρων, το υπόλοιπο ισολογισμού στην αρχή και στο τέλος της περιόδου, καθώς και ανάλυση της κίνησής του κατά τη διάρκεια της περιόδου, με αναφορά των ποσών που επηρεάζουν τα αποτελέσματα της περιόδου και την καθαρή θέση.
23. Για τους απασχολούμενους στην οντότητα κατά τη διάρκεια περιόδου παρέχονται οι εξής πληροφορίες:
α) Ο μέσος όρος των απασχολούμενων.
β) Ανάλυση του μέσου όρου των απασχολούμενων ανά κατηγορία.
γ) Αν δεν αναφέρονται χωριστά στην Κατάσταση Αποτελεσμάτων οι δαπάνες για παροχές σε εργαζόμενους της περιόδου, γνωστοποιούνται αναλυτικά τα συνολικά ποσά των εξής κατηγοριών αυτών των δαπανών:
γ.1) Μισθοί και ημερομίσθια.
γ.2) Κοινωνικές επιβαρύνσεις.
γ.3) Παροχές μετά την έξοδο από την υπηρεσία.
24. Το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών με ανάλυση κατά κατηγορίες δραστηριότητας και κατά γεωγραφικές αγορές, εφόσον οι κατηγορίες και οι αγορές αυτές διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ τους από άποψη οργάνωσης των πωλήσεων και παροχής των υπηρεσιών.
25. Τα ποσά προκαταβολών και πιστώσεων που χορηγήθηκαν στα μέλη διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών συμβουλίων, με μνεία του επιτοκίου, των όρων χορήγησης και των ποσών που επιστράφηκαν, διαγράφηκαν ή δεν εισπράχθηκαν λόγω αποποίησης, καθώς και τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν για λογαριασμό τους, με οποιαδήποτε εγγύηση. Τα στοιχεία αυτά γνωστοποιούνται αθροιστικά για κάθε κατηγορία των προσώπων αυτών.
26. Η επωνυμία, η έδρα και η νομική μορφή κάθε άλλης οντότητας, στην οποία η οντότητα είναι απεριόριστα ευθυνόμενος εταίρος.
27. Η επωνυμία και η έδρα της οντότητας η οποία καταρτίζει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις του τελικού συνόλου επιχειρήσεων, μέρος του οποίου αποτελεί η οντότητα ως θυγατρική, εάν συντρέχει περίπτωση.
28. Η επωνυμία και η έδρα της οντότητας η οποία καταρτίζει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις μερικού συνόλου επιχειρήσεων, μέρος του οποίου αποτελεί η οντότητα ως θυγατρική, και η οποία περιλαμβάνεται επίσης στο σύνολο των επιχειρήσεων του στοιχείου της παραγράφου 27.
29. Ο τόπος στον οποίο κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να προμηθευτεί τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, που αναφέρονται στις παραγράφους 27 και 28, στην περίπτωση που είναι διαθέσιμες. Εάν δεν είναι διαθέσιμες οι καταστάσεις αυτές γίνεται αναφορά του σχετικού γεγονότος.
30. Τα ποσά που δόθηκαν στην περίοδο για αμοιβές σε μέλη διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών συμβουλίων στα πλαίσια των καθηκόντων τους, καθώς και τις δεσμεύσεις που προέκυψαν ή αναλήφθηκαν για παροχές μετά την έξοδο από την υπηρεσία σε αποχωρήσαντα μέλη των εν λόγω συμβουλίων, συνολικά κατά κατηγορία συμβουλίου.
31. Οι συναλλαγές που πραγματοποιεί η οντότητα με τα συνδεδεμένα μέρη, περιλαμβανομένου και του ποσού αυτών των συναλλαγών, τη φύση της σχέσης του συνδεδεμένου μέρους, καθώς και άλλα πληροφοριακά στοιχεία για τις συναλλαγές, τα οποία είναι απαραίτητα για την κατανόηση της χρηματοοικονομικής θέσης της οντότητας. Ανάλογες πληροφορίες παρέχονται και για τα υπόλοιπα των σχετικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων κατά την ημερομηνία του ισολογισμού. Οι πληροφορίες για τις επιμέρους συναλλαγές και τα υπόλοιπα μπορούν να συναθροίζονται ανάλογα με τη φύση τους, εκτός εάν απαιτούνται χωριστά πληροφοριακά στοιχεία για την κατανόηση των επιπτώσεων των συναλλαγών του συνδεδεμένου μέρους στη χρηματοοικονομική θέση της οντότητας.
32. Οι συνολικές αμοιβές που χρεώθηκαν κατά την περίοδο από τον νόμιμο ελεγκτή ή το ελεγκτικό γραφείο της οντότητας, για τον έλεγχο των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, για άλλες υπηρεσίες διασφάλισης, για συμβουλευτικές φορολογικές υπηρεσίες και για λοιπές μη ελεγκτικές υπηρεσίες, διακεκριμένα κατά κατηγορία.
33. Η λογιστική αξία των περιουσιακών στοιχείων και των συνδεόμενων με αυτά υποχρεώσεων, τα οποία η διοίκηση της οντότητας έχει ήδη λάβει απόφαση να διαθέσει στο προσεχές διάστημα, και οπωσδήποτε στους επόμενους 12 μήνες, εφόσον είναι σημαντικά.
34. Οι πολύ μικρές οντότητες που κάνουν χρήση της επιλογής της παραγράφου 7 ή της παραγράφου 8 του άρθρου 16, δηλώνουν τη συγκεκριμένη επιλογή που έχουν χρησιμοποιήσει.
Απλοποιήσεις και απαλλαγές
Στο άρθρο 30 του Ν.4308/2014 προβλέπονται ορισμένες απαλλαγές ως προς τις παρεχόμενες πληροφορίες που περιέχει το προσάρτημα ανάλογα το μέγεθος που κατατάσσονται οι οντότητες σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 4308/2014.
1. Οι πολύ μικρές οντότητες των παραγράφων 2α και 2β του άρθρου 1 που κάνουν χρήση της επιλογής της παραγράφου 7 του άρθρου 16 που εναλλακτικά καταρτίζουν συνοπτικό Ισολογισμό του υποδείγματος Β.5 και συνοπτική Κατάσταση Αποτελεσμάτων του υποδείγματος Β.6 παρέχουν τις πληροφορίες μόνο των παραγράφων 3, 16, 25 και 34 του άρθρου 29. Δύνανται να μην παρέχουν τις λοιπές πληροφορίες του άρθρου 29.
2. Πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 παρέχουν τις πληροφορίες μόνο των παραγράφων 3 και 34 του άρθρου 29 (πληροφορίες Προσαρτήματος). Σύμφωνα με την Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 1684 ΕΞ 31.8.2016 Πολύ μικρή οντότητα και προσάρτημα Οι εν λόγω πληροφορίες μπορεί να παρατίθενται επί της συντασσόμενης κατάστασης αποτελεσμάτων και όχι ως ξεχωριστή ενότητα (Προσάρτημα).
3. Οι μικρές οντότητες παρέχουν τις πληροφορίες μόνο των παραγράφων 3 έως και 8, 10, 13, 14, 16 έως και 18, 23(α) και 25 του άρθρου 29.
Δύνανται να μην παρέχουν τις λοιπές πληροφορίες του άρθρου 29.
4. Οι μεσαίες οντότητες δύνανται να μην παρέχουν τις πληροφορίες των παραγράφων 24, 32 και 33 του άρθρου 29.»
Προθεσμία σύνταξης Προσαρτήματος
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 του ν.4308/2014 η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας.»
Δηλαδή έως την 30/6/2019
Επισημάνσεις
Η Διεύθυνσης Εταιρειών και Γ.Ε.ΜΗ. εξέδωσε ερμηνευτική εγκύκλιο στις 6/6/2017 με αρ. πρωτ.: 62784/2017 με την οποία δόθηκαν περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τις Προβλέψεις άρθρου 47 και 48 του Κ.Ν.2190/20 και επιπλέον πληροφόρηση για ύψος μετοχικού κεφαλαίου
Οι προβλέψεις των άρθρων 47 και 48 του Κ.Ν.2190/1920 σχετικά με το ύψος των ιδίων κεφαλαίων της ανώνυμης εταιρείας έχουν εφαρμογή κατά την περίοδο υποβολής στο ΓΕΜΗ των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.
Στις περιπτώσεις των πολύ μικρών οντοτήτων πέραν των αναφερόμενων στις διατάξεις του ν.4308/2014 απαιτείται να παρουσιάζεται στο κάτω μέρος του Ισολογισμού σχετική σημείωση υπό μορφή πληροφορίας σχετικά με το καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο τέλους χρήσης, και το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων αυτής. Εναλλακτικά του ανωτέρω και πάντοτε στις περιπτώσεις των πολύ μικρών οντοτήτων μπορούν οι ανωτέρω πληροφορίες (μετοχικό κεφάλαιο και ίδια κεφάλαια της οντότητας) να τεθούν στην παρ. ΙΕ του προσαρτήματος «Άλλες Σημειώσεις με σκοπό την καλύτερη κατανόηση των Οικονομικών Καταστάσεων».
51. Έγκριση του Ισολογισμού και των υπολοίπων λογιστικών καταστάσεων από το διοικητικό συμβούλιο της Εταιρείας,
Σύμφωνα με το άρθρο 6 «Χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων» παρ 3 του Ν.4308/2014:
Η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας.»
Ανώνυμες Εταιρείες
Σύμφωνα με το άρθρο 147 «Υπογραφή ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων» του Ν. 4548/2018:
1. Για να ληφθεί από τη γενική συνέλευση έγκυρη απόφαση επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν καταρτιστεί από το διοικητικό συμβούλιο, πρέπει να έχουν υπογραφεί από τρία διαφορετικά πρόσωπα, και συγκεκριμένα από:
α) τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή τον αναπληρωτή του,
β) τον διευθύνοντα ή εντεταλμένο σύμβουλο και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος ή η ιδιότητά του συμπίπτει με εκείνη των παραπάνω προσώπων, από ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου που ορίζεται από αυτό και
γ) τον κατά νόμο υπεύθυνο λογιστή πιστοποιημένο από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος κάτοχο άδειας Α΄ τάξης για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης
Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 22 του Ν.3190/1955 ισχύουν τα εξής:
«Μία φορά το χρόνο, στο τέλος της εταιρικής χρήσης, οι διαχειριστές της Εταιρίας υποχρεούνται να συντάσσουν απογραφή όλων των στοιχείων του Ενεργητικού και του παθητικού της, με λεπτομερή περιγραφή του κάθε στοιχείου. Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της Εταιρίας καταρτίζονται από τους διαχειριστές της με βάση την απογραφή αυτή.»
Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες
Σύμφωνα με την παρ. 2 εδάφιο γ του άρθρου Άρθρο 68. Αρμοδιότητα εταίρων του ν.4072/2012 ισχύουν τα εξής:
«Οι εταίροι είναι οι μόνοι αρμόδιοι να λαμβάνουν αποφάσεις:
(γ) για την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, τη διανομή κερδών, το διορισμό ελεγκτή και την απαλλαγή του διαχειριστή από την ευθύνη,»
Οι καταστάσεις υπογράφονται από το διαχειριστή και αποτελούν ενιαίο σύνολο.
Προσωπικές εμπορικές εταιρείες (Ομόρρυθμη – Ετερόρρυθμη εταιρεία)
Ο ετήσιος λογαριασμός ή (οικονομικές καταστάσεις) της ομόρρυθμης συντάσσονται από τον (τους) διαχειριστή (ές) της εταιρίας και από κατά το νόμο υπεύθυνο λογιστή.
Προθεσμία έγκρισης οικονομικών καταστάσεων
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.3 του ν.4308/2014 η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας». Δηλαδή έως την 30/6/2019.
Εκτός εάν η Γενική Συνέλευση συγκληθεί σε άλλη ημερομηνία από τη λήξη του εξαμήνου, οπότε η προθεσμία είναι τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από την τακτική Γενική Συνέλευση.
Σύμφωνα με το άρθρο 68 του ΚΦΕ ν. 4172/2013 η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους.
Εκτός εάν η Γενική Συνέλευση συγκληθεί σε άλλη ημερομηνία από τη λήξη του εξαμήνου, οπότε η προθεσμία είναι τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από την τακτική Γενική Συνέλευση.
52. Υπογραφή ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων
Ανώνυμες Εταιρείες
Σύμφωνα με το άρθρο 147 «Υπογραφή ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων» του Ν. 4548/2018:
1. Για να ληφθεί από τη γενική συνέλευση έγκυρη απόφαση επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν καταρτιστεί από το διοικητικό συμβούλιο, πρέπει να έχουν υπογραφεί από τρία διαφορετικά πρόσωπα, και συγκεκριμένα από:
α) τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή τον αναπληρωτή του,
β) τον διευθύνοντα ή εντεταλμένο σύμβουλο και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος ή η ιδιότητά του συμπίπτει με εκείνη των παραπάνω προσώπων, από ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου που ορίζεται από αυτό και
γ) τον κατά νόμο υπεύθυνο λογιστή πιστοποιημένο από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος κάτοχο άδειας Α΄ τάξης για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
2. Τα παραπάνω πρόσωπα, σε περίπτωση διαφωνίας από πλευράς νομιμότητας του τρόπου κατάρτισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οφείλουν να εκθέτουν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους στη γενική συνέλευση.
3. Η ετήσια έκθεση διαχείρισης και, όπου συντρέχει περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 152, η δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης, εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο και υπογράφονται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
4. Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης και, όπου συντρέχει περίπτωση, η ενοποιημένη δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης υπογράφονται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που δεσμεύουν την επιχείρηση που τις καταρτίζει, καθώς και από τον υπεύθυνο για την κατάρτισή τους.
Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης
α) το Διαχειριστή
β) τον υπεύθυνο για τη διεύθυνση του λογιστηρίου.
Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες
α) το Διαχειριστή
β) τον υπεύθυνο για τη διεύθυνση του λογιστηρίου.
Προσωπικές εμπορικές εταιρείες
α) το Διαχειριστή
β) από κατά το νόμο υπεύθυνο λογιστή.
53. Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Διαχειριστή/των προς την Γενική Συνέλευση των Μετόχων ή Εταίρων
Ανώνυμες Εταιρείες
Σύμφωνα με τον Ν. 4548 - Αρθ. 150 «Ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου» ισχύουν τα έξης:
1. Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας υποχρεούται κάθε χρόνο να συντάσσει και να υποβάλλει στη γενική συνέλευση έκθεση διαχείρισης.
2.α) Η έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει πραγματική απεικόνιση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, καθώς και περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζει.
β) Η απεικόνιση παρουσιάζει ισορροπημένη και ολοκληρωμένη ανάλυση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, κατάλληλη για την κλίμακα και την πολυπλοκότητα της εταιρείας.
γ) Στο βαθμό που απαιτείται για την κατανόηση της εξέλιξης της εταιρείας, των επιδόσεων ή της θέσης της, η ανάλυση αυτή περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων που έχουν σχέση με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με περιβαλλοντικά και εργασιακά θέματα. Στο πλαίσιο της ανάλυσης αυτής, η έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις.
3. Η έκθεση διαχείρισης αναφέρει επίσης:
α) την προβλεπόμενη εξέλιξη της εταιρείας,
β) τις δραστηριότητες στον τομέα ερευνών και ανάπτυξης,
γ) τις πληροφορίες που αναφέρονται στην απόκτηση ιδίων μετοχών όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 50,
δ) την ύπαρξη υποκαταστημάτων της εταιρείας και
ε) σε σχέση με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων από την εταιρεία και εφόσον είναι ουσιαστικής σημασίας για την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης:
αα) τους στόχους και τις πολιτικές της εταιρείας όσον αφορά τη διαχείριση του χρηματοοικονομικού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για την αντιστάθμιση κάθε σημαντικού τύπου προβλεπόμενης συναλλαγής για την οποία εφαρμόζεται λογιστική αντιστάθμισης και
ββ) την έκθεση της εταιρείας στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών, στον πιστωτικό κίνδυνο, στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο ταμειακών ροών.
4. Οι πολύ μικρές ανώνυμες εταιρείες, εκτός από τις ανώνυμες εταιρείες οι οποίες αποτελούν οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος, κατά την έννοια του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), εξαιρούνται από την υποχρέωση να καταρτίζουν έκθεση διαχείρισης με την προϋπόθεση ότι οι ενδείξεις που αναφέρονται στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 του παρόντος περιλαμβάνονται στο προσάρτημα.
5. Πολύ μικρές ανώνυμες εταιρείες, εκτός από τις ανώνυμες εταιρείες οι οποίες αποτελούν οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος, κατά την έννοια του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014, οι οποίες συντάσσουν έκθεση διαχείρισης, εξαιρούνται από την υποχρέωση που προβλέπεται στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του παρόντος όσον αφορά τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση.
6. Αν η ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου δεν περιλαμβάνει τις παραπάνω πληροφορίες, επιβάλλονται στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου οι ποινές του άρθρου 179.
Άρθρο 179 Ν. 4548/2018 Παραβάσεις σχετικές με την εύρυθμη λειτουργία της εταιρείας
Τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 50.000 ευρώ:
…………………………………………………………………………………
3. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που παραλείπει να συντάξει ή συντάσσει εκπρόθεσμα τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις ή την ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου ή την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης ή την πολιτική αποδοχών ή την έκθεση αποδοχών, που οφείλει να συντάξει, ή άλλη κατά το νόμο ετήσια έκθεση, που οφείλει να συντάξει.
6. Οι μεγάλες ανώνυμες εταιρείες οι οποίες αποτελούν οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος, κατά την έννοια του Παραρτήματος Α' του ν. 4308/2014, και οι οποίες, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού τους, υπερβαίνουν τον μέσο αριθμό των 500 εργαζομένων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, περιλαμβάνουν στην έκθεση διαχείρισης μία μη χρηματοοικονομική κατάσταση που περιέχει πληροφορίες, στον βαθμό που απαιτείται για την κατανόηση της εξέλιξης, των επιδόσεων, της θέσης και του αντίκτυπου των δραστηριοτήτων της, σε σχέση, τουλάχιστον, με περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εργασιακά θέματα, τον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την καταπολέμηση της διαφθοράς και με θέματα σχετικά με τη δωροδοκία, όπου συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
α) σύντομη περιγραφή του επιχειρηματικού μοντέλου της ανώνυμης εταιρείας,
β) περιγραφή των πολιτικών που εφαρμόζει η ανώνυμη εταιρεία σε σχέση με τα εν λόγω θέματα, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζει,
γ) τα αποτελέσματα των εν λόγω πολιτικών,
δ) οι κυριότεροι κίνδυνοι που αφορούν τα εν λόγω θέματα και που συνδέονται με τις δραστηριότητες της ανώνυμης εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση και αναλογικά, των επιχειρηματικών σχέσεών της, των προϊόντων της ή των υπηρεσιών της τα οποία είναι πιθανόν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στους εν λόγω τομείς και ο τρόπος με τον οποίο η ανώνυμη εταιρεία διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους,
ε) μη χρηματοοικονομικοί βασικοί δείκτες επιδόσεων που σχετίζονται με τον συγκεκριμένο τομέα επιχειρήσεων. Όταν η ανώνυμη εταιρεία δεν ασκεί πολιτικές σε σχέση με ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω θέματα, παρέχεται στην μη χρηματοοικονομική κατάσταση σαφής και αιτιολογημένη εξήγηση για την απουσία των εν λόγω πολιτικών. Η μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνει επίσης, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορούν να παραλειφθούν πληροφορίες σχετικά με επικείμενες εξελίξεις ή θέματα υπό διαπραγμάτευση όταν, κατά τη δεόντως αιτιολογημένη γνώμη των μελών των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων, που ενεργούν εντός των αρμοδιοτήτων τους και που υπέχουν σχετικώς συλλογική ευθύνη της εν λόγω γνώμης, η δημοσιοποίηση αυτών των πληροφοριών θα έβλαπτε σοβαρά την εμπορική θέση της ανώνυμης εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι η παράλειψη αυτή δεν εμποδίζει την ορθή και ισορροπημένη κατανόηση της εξέλιξης, των επιδόσεων, της θέσης και του αντίκτυπου των δραστηριοτήτων της ανώνυμης εταιρείας. Για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι ανώνυμες εταιρείες μπορούν να βασίζονται σε εθνικά πλαίσια, πλαίσια βασισμένα στην Ένωση ή διεθνή πλαίσια και, στην περίπτωση αυτή, οι ανώνυμες εταιρείες διευκρινίζουν σε ποια πλαίσια βασίστηκαν.
7. Για τις ανώνυμες εταιρείες που εκπληρώνουν την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου θεωρείται ότι έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση που αφορά την ανάλυση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του στοιχείου γ'.
8. Ανώνυμη εταιρεία, η οποία είναι θυγατρική, απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 6, εάν αυτή και οι θυγατρικές της εταιρείες συμπεριλαμβάνονται στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης ή στη χωριστή έκθεση άλλης ανώνυμης εταιρείας.
9. Ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο εξετάζει εάν έχει υποβληθεί η μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.
10. Η έκθεση διαχείρισης δημοσιεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 43β του παρόντος νόμου.
11. Για το σκοπό της εφαρμογής του παρόντος άρθρου ο καθορισμός του μεγέθους των ανωνύμων εταιρειών γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 4308/2014.
12. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου εμπίπτουν και προσωπικές εταιρείες, όταν όλοι οι άμεσοι ή έμμεσοι εταίροι έχουν περιορισμένη ευθύνη λόγω του ότι είναι νομικά πρόσωπα που έχουν τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας, της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, της ετερόρρυθμης κατά μετοχές εταιρείας ή της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας.
Για τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 22 του Ν.3190/1955 ισχύουν τα εξής:
Για την κατάρτιση της έκθεσης διαχείρισης του ή των διαχειριστών, που απευθύνονται στη Συνέλευση των εταίρων, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 43α του κ. ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και εφόσον η εταιρεία υποχρεούται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με το ν. 4308/2014 (Α' 251), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 107Α του κ.ν. 2190/1920.»
Για τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 98 του ν.4072/2012 ισχύουν τα εξής:
Για την κατάρτιση της έκθεσης διαχείρισης του διαχειριστή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 43α του κ. ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και εφόσον η εταιρεία υποχρεούται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με το ν. 4308/2014 (Α' 251), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 107Α του κ. ν. 2190/1920.
Η Διεύθυνσης Εταιρειών και Γ.Ε.ΜΗ. εξέδωσε ερμηνευτική εγκύκλιο στις 6/6/2017 με αρ. πρωτ.: 62784/2017 με την οποία δόθηκαν περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με το περιεχόμενο και την σύνταξη της Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου προς την Γενική Συνέλευση των μετόχων σε σχέση με αυτά που προβλέπει το άρθρο 43α του Ν. 2190/1920.
«Ενότητα 6 (Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Διαχειριστή/των)
1. Έκθεση διαχείρισης:
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 43α του Κ.Ν.2190/1920, όπως σήμερα ισχύει, συντάσσεται κατ' έτος ετήσια Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου της Ανώνυμης εταιρείας προς την τακτική Γενική Συνέλευση των μετόχων η οποία περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την πραγματική εικόνα της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, καθώς και την περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζει. Η εικόνα αυτή πρέπει να δίνει μία ισορροπημένη και περιεκτική ανάλυση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, η οποία πρέπει να αντιστοιχεί προς το μέγεθος της και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της. Η κατά τα ανωτέρω ανάλυση περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων και έχουν άμεση σχέση με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων της οντότητας. Στην εν λόγω ανάλυση θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις πληροφορίες που αφορούν περιβαλλοντικά 5 και εργασιακά θέματα. Ειδικότερα κατ' ελάχιστον στην έκθεση διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου θα πρέπει να παρουσιασθούν τα κατωτέρω θέματα όπως αυτά αναλύονται κατωτέρω σε άξονες-στόχους:
A/A | ΑΞΟΝΑΣ - ΣΤΟΧΟΣ | ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑ |
1. | Ισορροπημένη και ολοκληρωμένη ανάλυση της εξέλιξης & των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της οντότητας και της θέσης της, κατάλληλη για την κλίμακα και την πολυπλοκότητά της. | Α) Συνοπτική περιγραφή επιχειρηματικού μοντέλου Β) Στόχοι, βασικές αξίες και κύριες στρατηγικές Γ) Αρχές διοίκησης και εσωτερικά συστήματα διαχείρισης Δ) Περιγραφή των προηγούμενων επιδόσεων, της αλυσίδας αξίας και των ενσώματων και άυλων περιουσιακών στοιχείων. |
2. | Κυριότεροι κίνδυνοι |
A) Αναφορά στην εφοδιαστική αλυσίδα με μνεια στους κύριους προμηθευτές και στους κανόνες συνεργασίας μεταξύ τους Β) Μελλοντικές προοπτικές και πως αυτές επηρεάζονται από το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο. Γ) Λοιποί κίνδυνοι οι οποίοι σχετίζονται με την δραστηριότητα ή τον κλάδο που η εταιρεία αναπτύσσεται. |
3. | Περιβαλλοντικά ζητήματα |
Α)Πραγματικές και δυνητικές επιπτώσεις της οντότητας στο περιβάλλον Β) Γνωστοποίηση σχετικά με τις διαδικασίες που εφαρμόζει η οντότητα για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από παράγοντες όπως: ενεργειακή χρήση, άμεση και έμμεση έκκληση ατμοσφαιρικών ρύπων, προστασία της βιοποικιλότητας και των υδάτινων πόρων, διαχείριση αποβλήτων, περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη μεταφορά ή από τη χρήση και τη διάθεση των προϊόντων και των υπηρεσιών, Γ) Αναφορά στην ανάπτυξη των πράσινων προϊόντων και υπηρεσιών εφόσον υπάρχουν. |
4. | Εργασιακά ζητήματα |
Α) Πολιτική διαφοροποίησης και ίσων ευκαιριών (ανεξαρτήτως φύλλου, θρησκείας, μειονεκτικότητας ή και άλλων πτυχών). Β) Σεβασμός των δικαιωμάτων των εργαζόμενων και συνδικαλιστική ελευθερία. Γ) Υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία, συστήματα εκπαίδευσης, τρόπος προαγωγών κτλ. |
5. | Χρηματοοικονομικοί (ΧΔΕ) και μη χρηματοοικονομικοί δείκτες επιδόσεων (ΜΧΔΕ) |
Α) Οι οντότητες μπορούν να παρουσιάσουν ένα μείγμα γενικών και τομεακών ΧΔΕ & ΜΧΔΕ, ανάλογα με την περίπτωση, στο πλαίσιο των στρατηγικών τους στόχων και των θεμάτων που παρουσιάζονται στην έκθεση διαχείρισης. Β) Οι δείκτες αυτοί πρέπει να είναι ευρέως διαδεδομένοι, δεν τίθεται περιορισμός ως προς την χρήση τους και η εταιρεία οφείλει να κάνει σχετική αναφορά στην μεθοδολογία και τον τρόπο συλλογής της μετρήσιμης πληροφορίας. |
6. | Επιπλέον πληροφόρηση | Α) Την προβλεπόμενη εξέλιξη της οντότητας Β) Τις δραστηριότητες της οντότητας στον τομέα ερευνών και ανάπτυξης (εφόσον υπάρχουν), Γ) Τις πληροφορίες που αναφέρονται στην απόκτηση ιδίων μετοχών όπως προβλέπεται στην παράγραφο 9 του άρθρου 16 του ΚΝ.2190/1920, Δ) Την ύπαρξη υποκαταστημάτων της οντότητας (εντός και εκτός Ελλάδος εφόσον υπάρχουν τέτοια) και Ε) Εφόσον πραγματοποιείται χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων: αα) τους στόχους και τις πολιτικές της οντότητας όσον αφορά τη διαχείριση του χρηματοοικονομικού ινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για την αντιστάθμιση κάθε σημαντικού τύπου προβλεπόμενης συναλλαγής για την οποία εφαρμόζεται λογιστική αντιστάθμισης και ββ) την έκθεση της οντότητας στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών, στον πιστωτικό κίνδυνο, στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο ταμειακών ροών. |
Στο παρόν σημείο επισημαίνουμε ότι το τροποποιημένο περιεχόμενο της έκθεσης διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4403/2016 είναι απαιτητό για τις οικονομικές καταστάσεις περιόδου 01/01/2016-31/12/2016 και εντεύθεν. Αντίθετα για τις κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΑΕ,ΕΠΕ,ΙΚΕ και Ετερόρρυθμη κατά μετοχές) που η χρήση τους θα λήξει την 30/06/2016 (περίοδος 01/07/2015-30/06/2016) ισχύει η προηγούμενη έκθεση διαχείρισης.
Στις περιπτώσεις που η οντότητα παραλείψει κάποια από τις ανωτέρω πληροφορίες θα πρέπει να παρέχει σαφή και αιτιολογημένη εξήγηση γιατί το έπραξε.
Περαιτέρω η απαίτηση σύνταξης ετήσιας έκθεσης διαχείρισης του διαχειριστή/διαχειριστών προς την Γενική Συνέλευση των εταίρων αναφέρεται τόσο στη ρητή διάταξη της παρ.3 του άρθρου 22 του ν.3190/1955 για τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης όσο και στην ανάλογη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 98 του ν.4072/2012 για τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες.
Επίσης με τις νέες πρόνοιες του ν.4403/2016 χορηγήθηκαν ορισμένες εξαιρέσεις και απαλλαγές οι οποίες αφορούν οικονομικές καταστάσεις που λήγουν μετά την 07/07/2016 ( π.χ. 01/01/2016-031/12/2016) και συνίστανται σε:
I. Οι πολύ μικρές οντότητες εξαιρούνται από την υποχρέωση που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν.4403/2016.
II. Οι πολύ μικρές οντότητες μπορούν να απαλλαγούν ολικά από την απαίτηση σύνταξης έκθεσης διαχείρισης εφόσον παρουσιάζουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην απόκτηση ιδίων μετοχών στο προσάρτημα ή στο κάτω μέρος του ισολογισμού. Στην περίπτωση αυτή και μόνο τους δίδεται η δυνατότητα μη σύνταξης έκθεσης διαχείρισης.
2. Ενοποιημένη Έκθεση Διαχείρισης:
Στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης αναφέρονται, τουλάχιστον, οι πληροφορίες που απαιτεί το άρθρο 43α του Κ.Ν.2190/1920, λαμβανομένων υπόψη των αναγκαίων προσαρμογών που υπαγορεύονται από τις ιδιομορφίες της ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης σε σχέση με την έκθεση διαχείρισης, κατά τρόπο που να διευκολύνει την εκτίμηση της θέσης του συνόλου των επιχειρήσεων που συμπεριλαμβάνονται στην ενοποίηση.
Επιπρόσθετα η κείμενη νομοθεσία (ειδικές διατάξεις) μπορεί να προβλέπει την αναφορά και άλλων πληροφοριών στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης πλην των ανωτέρω.
Στο σημείο αυτό σημειώνουμε ότι πέραν των πληροφοριών που απαιτούνται από τις διατάξεις του άρθρου 43α του Κ.Ν.2190/1920, όπως σήμερα ισχύει, πρόσθετη πληροφόρηση απαιτείται στην σύνταξη της ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης για τις αποκτηθείσες μετοχές ή μερίδια, και για τις οποίες (μετοχές ή μερίδια) αναφέρεται ο αριθμός αυτών και η ονομαστική τους αξία ή ελλείψει ονομαστικής αξίας, η εσωτερική λογιστική αξία του συνόλου των μετοχών ή μεριδίων της μητρικής ανώνυμης εταιρείας που κατέχονται είτε από την ίδια μητρική εταιρεία είτε από θυγατρικές της εταιρείας αυτής (μητρική εταιρεία), είτε από πρόσωπο που ενεργεί επ' ονόματι του αλλά για λογαριασμό οποιασδήποτε από τις εταιρείες αυτές.
Στις περιπτώσεις που εκτός από την έκθεση διαχείρισης απαιτείται και ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, οι δύο εκθέσεις μπορούν να υποβάλλονται υπό μορφή ενιαίας έκθεσης.»
Επίσης σύμφωνα με την εγκύκλιο : Αρ. πρωτ.: 62784/2017 προβλέπονται και τα εξής :
«Ενότητα 13 (Οδηγίες προς τις Υπηρεσίες)
Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό στις Περιφερειακές Ενότητες όλης της χώρας ότι κρίσιμο στοιχείο ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων αποτελούν οι συνοδευτικές εκθέσεις όπου από την κείμενη νομοθεσία απαιτούνται. Ειδικότερα ο έλεγχος της έκθεσης διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου από τις Περιφερειακές Ενότητες της χώρας στην περίπτωση των ανωνύμων εταιρειών θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ενότητα 6 της παρούσας εγκυκλίου και το υπόδειγμα που σε αυτήν παρουσιάζεται και που αφορά το σύνολο της πληροφορίας που απαιτείται από τις διατάξεις τους Κ.Ν.2190/1920.
Στις περιπτώσεις των λοιπών οντοτήτων (πλην Α.Ε.) η Υ.Γ.Ε.ΜΗ. πραγματοποιεί το ίδιο εύρος ελέγχου κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα και αμέσως μετά προβαίνει σε σχετική καταχώριση των ετήσιων οικ. Καταστάσεων και των συνοδευτικών τους αρχείων στο ΓΕΜΗ αφού πρωτίστως έχει εξαντλήσει τον έλεγχο πληρότητας και νομιμότητας της αίτησης. Εφιστούμε την προσοχή στις Π.Ε. και στις Υ.Γ.Ε.ΜΗ. της χώρας αναφορικά με την ακρίβεια των αναφερομένων στην έκθεση διαχείρισης του Δ.Σ. ή των διαχειριστών.»
Επίσης δείτε το σχετικό άρθρο : Έκθεση Διοικητικού Συμβουλίου, Έκθεση Διαχειριστή και Υπόδειγμα, μετά τον Ν. 4403/2016 του Κωνσταντίνου Ιωαν. Νιφορόπουλου Ορκωτού ελεγκτή λογιστή – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ». στο οποίο περιλαμβάνεται και προσυμπληρωμένο υπόδειγμα Έκθεσης Διαχείρισης.
Προθεσμία σύνταξης Έκθεση Διαχείρισης
Η προθεσμία σύνταξης της Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Διαχειριστή/των προς την τακτική Γενική Συνέλευση των μετόχων ή Εταίρων σύμφωνα με τον ν.4308/2014 - άρθρο 6 παρ.3 ορίζεται ότι:
Η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας» δηλαδή έως την 30/6/2019.
54. Έλεγχος των Οικονομικών Καταστάσεων από τους Ελεγκτές
Σύμφωνα με τον Ν.4336/2015 – Άρθρο 2 παρ. Α, Υποπαρ. Α1 ορίζονται:
Τακτικός έλεγχος χρηματοοικονομικών καταστάσεων
Υπόκεινται σε τακτικό έλεγχο από έναν ή περισσότερους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία του ν. 3693/2008 (Α'174), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 της παρούσας υποπαραγράφου:
α) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων των περιπτώσεων α' και β' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 (Α' 251), όταν βάσει των κριτηρίων μεγέθους του άρθρου 2 του ίδιου νόμου χαρακτηρίζονται ως μεσαίες και μεγάλες οντότητες.
β) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου ανεξαρτήτως μεγέθους, όταν οι οντότητες αυτές χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος (συμφέροντος), κατά την έννοια του ορισμού του Παραρτήματος Α' του ν. 4308/2014.
γ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσουν οι όμιλοι οι οποίοι βάσει της παρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 4308/2014 χαρακτηρίζονται ως «μεγάλοι».
δ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσουν οι όμιλοι ανεξαρτήτως μεγέθους, όταν οι όμιλοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος (συμφέροντος), κατά την έννοια του ορισμού του Παραρτήματος Α' του ν. 4308/2014.
II) Εξακολουθούν να ισχύουν διατάξεις ειδικής νομοθεσίας που υπαγάγουν σε έλεγχο από νόμιμο ελεγκτή ειδικές κατηγορίες οντοτήτων.
Προαιρετικός τακτικός έλεγχος
Μικρές οντότητες κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 4308/2014 (Α' 251) μπορούν να προβλέπουν στο καταστατικό τους ή, εάν δεν προβλέπεται σε αυτό, να αποφασίζουν δια της γενικής συνέλευσης των μετόχων ή της συνέλευσης των εταίρων, την υποβολή των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων σε έλεγχο, σύμφωνα με τα ισχύοντα ελεγκτικά πρότυπα.
Διορισμός ελεγκτών
α) Ο έλεγχος των χρηματοοικονομικών καταστάσεων αποτελεί προϋπόθεση του κύρους της έγκρισης των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων από τη γενική συνέλευση ή άλλο αρμόδιο όργανο.
β) Ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο διορίζονται από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ή τη συνέλευση των εταίρων, που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της ελεγχόμενης χρήσης. Το καταστατικό ή έκτακτη συνέλευση, που συγκαλείται εντός τριμήνου από τη σύσταση της οντότητας, μπορεί να ορίζει ελεγκτή για την πρώτη εταιρική χρήση. Τα μέλη του διοικητικού οργάνου ευθύνονται έναντι της οντότητας για την παράλειψη διορισμού ελεγκτή, σύμφωνα με τα παραπάνω, αν δεν συγκάλεσαν εγκαίρως την τακτική συνέλευση ή, στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, έκτακτη συνέλευση, με θέμα ημερήσιας διάταξης το διορισμό ελεγκτή.
γ) Σε κάθε περίπτωση, ο διορισμός ελεγκτή από μεταγενέστερη συνέλευση δεν επηρεάζει το κύρος του διορισμού του.
δ) Ο διορισμός του ελεγκτή γνωστοποιείται σε αυτόν από την οντότητα. Ο ελεγκτής θεωρείται ότι αποδέχθηκε το διορισμό του, αν δεν τον αποποιηθεί εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών.
ε) Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3693/2008 (Α'174). Δικαιώματα και υποχρεώσεις του ελεγκτή.
Δικαιώματα και υποχρεώσεις του ελεγκτή
α) Ο ελεγκτής οφείλει κατά τη διάρκεια της χρήσεως να παρακολουθεί τη λογιστική και διαχειριστική κατάσταση της οντότητας. Έχει δικαίωμα να λαμβάνει γνώση οποιουδήποτε λογιστικού αρχείου όπως αυτά καθορίζονται στο Κεφάλαιο 2 του ν. 4308/2014, καθώς και κάθε εταιρικού βιβλίου που προβλέπεται από το νόμο.
β) Ο ελεγκτής οφείλει να παρίσταται στη γενική συνέλευση και να παρέχει κάθε πληροφορία που είναι σχετική με τον έλεγχο που διενήργησε.
γ) Ο ελεγκτής δικαιούται με αίτησή του προς το αρμόδιο κατά περίπτωση διοικητικό όργανο της οντότητας, να ζητήσει τη σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης.
δ) Η συνέλευση της περίπτωσης γ' συγκαλείται υποχρεωτικά από το αρμόδιο όργανο διοίκησης της οντότητας εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοση της αίτησης προς τον πρόεδρο αυτού, έχει δε ως αντικείμενο ημερήσιας διάταξης τα θέματα που περιέχονται στην αίτηση. Αν δεν συγκληθεί εντός της προθεσμίας αυτής, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που διέπουν την αίτηση σύγκλησης συνέλευσης που υποβάλλεται από μειοψηφία μετόχων ή εταίρων. Περιεχόμενο της έκθεσης ελέγχου.
Σημαντικές αλλαγές στον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων, στο επάγγελμα των λογιστών αλλά και των ορκωτών ελεγκτών, επιφέρει ο νόμος 4336/2015
Σύμφωνα με την υποπαράγραφο Α1 της παραγράφου α του νόμου 4336/2015 καταργείται οι διατάξεις για τον έλεγχο των ανωνύμων από ελεγκτές πτυχιούχους ανωτάτων σχολών, που είναι μέλη του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) και κάτοχοι άδειας επαγγέλματος Λογιστή - Φοροτεχνικού Α' τάξεως του ν.2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α').
Ο έλεγχος θα γίνεται πλέον υποχρεωτικά από ελεγκτές του νόμου3693/2008 (ορκωτούς ελεγκτές) για τις μεσαίες και μεγάλες οντότητες, και προαιρετικά για τις μικρές.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τον υπ αριθμ ν.4449/2017 Υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, δημόσια εποπτεία επί του ελεγκτικού έργου και λοιπές διατάξεις.
Άρθρο 2. Ορισμοί (άρθρο 2 της Οδηγίας)
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, καθώς και για τον έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. «Υποχρεωτικός έλεγχος»: ο έλεγχος των ετήσιων και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων που διενεργείται από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία εφόσον:
α) απαιτείται από το δίκαιο της Ένωσης,
β) απαιτείται από το εθνικό δίκαιο όσον αφορά τις οντότητες ανεξαρτήτως μορφής και μεγέθους, που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο,
γ) προβλέπεται από την υφιστάμενη νομοθεσία και αφορά οποιαδήποτε εργασία ελεγκτικής φύσεως που διενεργείται σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα επισκόπησης, άλλης διασφάλισης και συναφών υπηρεσιών της IFAC,
δ) διενεργείται σύμφωνα, με τα πρότυπα που επιβάλει το Συμβούλιο Λογιστικής Εποπτείας των Εταιρειών Δημοσίου Συμφέροντος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (Public Company Accounting Oversight Board) και τα γενικά παραδεκτά πρότυπα ελέγχου στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής,
ε) διενεργείται οικειοθελώς κατόπιν αίτησης μικρών επιχειρήσεων και πληροί εθνικές νομικές απαιτήσεις ισοδύναμες με αυτές που αφορούν τον έλεγχο σύμφωνα με την περίπτωση β' και έχει ως σκοπό τη χορήγηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 32 , έκθεσης ελέγχου,
Στην ανωτέρω περίπτωση (ε), προβλέπεται ότι όταν μία μικρή επιχείρηση αναθέσει οικειοθελώς τη διενέργεια ελέγχου των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων σε ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία, ο έλεγχος θεωρείται υποχρεωτικός και εκδίδεται από τον ορκωτό ελεγκτή λογιστή η προβλεπόμενη από το άρθρο 32 του ν. 4449/2017 έκθεση ελέγχου.
Φορολογικό πιστοποιητικό
Σύμφωνα με την 03/2017 της 30/1/2017 ανακοίνωση της ΕΛΤΕ με θέμα «Φορολογικό πιστοποιητικό και στις μικρές επιχειρήσεις» αναφέρεται ότι βάσει του άρθρου 65α του ν.4174/2013 όπως ισχύει, οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο της ΕΛΤΕ και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, καθώς και σε υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, εκδίδουν ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό.
Συνεπώς, όταν μία μικρή επιχείρηση αναθέσει οικειοθελώς τη διενέργεια ελέγχου των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων σε ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία, ο έλεγχος θεωρείται υποχρεωτικός. Στα πλαίσια αυτά, η εν λόγω επιχείρηση δύναται να ζητήσει τη λήψη φορολογικού πιστοποιητικού του άρθρου 65α του ν.4174/2013, το οποίο βάσει των διατάξεων της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας λαμβάνεται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς φορολογικό έλεγχο.
55. Υποχρέωση προς παροχή στοιχείων στους μετόχους
Σύμφωνα με το άρθρο 123 «Δικαιώματα μετόχων πριν από τη γενική συνέλευση» του Ν. 4548/2018
1. Δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της, καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών.
2. Εφόσον η εταιρεία διατηρεί διαδικτυακό τόπο, εκπληρώνει την υποχρέωσή της βάσει της παραγράφου 1 αναρτώντας τα σχετικά στοιχεία στο διαδικτυακό της τόπο. Αν η εταιρεία δεν διατηρεί διαδικτυακό τόπο, τα στοιχεία της παραγράφου 1 αποστέλλονται στους μετόχους, εφόσον οι μέτοχοι έχουν γνωστοποιήσει εγκαίρως στην εταιρεία τα στοιχεία επικοινωνίας τους. Σε περίπτωση που τα στοιχεία αποστέλλονται με επιστολή, η αποστολή θα πρέπει, αποδεδειγμένα, να προηγείται κατά πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες της προβλεπόμενης ελάχιστης προθεσμίας της παραγράφου 1. Για την αποστολή των στοιχείων αρκεί και η χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) προς εκείνους τους μετόχους που έχουν γνωστοποιήσει εγκαίρως στην εταιρεία τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που διαθέτουν. Αν οι μέτοχοι δεν έχουν γνωστοποιήσει τα στοιχεία επικοινωνίας τους εγκαίρως στην εταιρεία, η ενημέρωση της παραγράφου 1 αναζητείται από τους ίδιους τους μετόχους κατόπιν σχετικού τους αιτήματος προς την εταιρεία.
3. Από την ημέρα δημοσίευσης της πρόσκλησης για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης μέχρι και την ημέρα της γενικής συνέλευσης, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της στην έδρα της, τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:
α) την πρόσκληση για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης,
β) το συνολικό αριθμό των μετοχών και των δικαιωμάτων ψήφου που οι μετοχές ενσωματώνουν κατά την ημερομηνία της πρόσκλησης, αναφέροντας και χωριστά σύνολα ανά κατηγορία μετοχών, και
γ) τα έντυπα που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την ψήφο μέσω εκπροσώπου ή αντιπροσώπου και, εφόσον προβλέπονται, για την ψήφο με αλληλογραφία και για την ψήφο με ηλεκτρονικά μέσα, εκτός αν τα εν λόγω έντυπα αποστέλλονται απευθείας σε κάθε μέτοχο.
4. Επιπλέον των πληροφοριών της παραγράφου 3, από την ημέρα δημοσίευσης της πρόσκλησης για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης μέχρι και την ημέρα της γενικής συνέλευσης, οι εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, θέτουν στη διάθεση των μετόχων τους στην έδρα τους, τα έγγραφα που πρόκειται να υποβληθούν στη γενική συνέλευση, σχέδιο απόφασης για κάθε θέμα της προτεινόμενης ημερήσιας διάταξης ή, εφόσον καμία απόφαση δεν έχει προταθεί προς έγκριση, σχόλιο του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και τα σχέδια αποφάσεων που έχουν προτείνει οι μέτοχοι, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 141, αμέσως μετά την παραλαβή τους από την εταιρεία.
5. Οι εταιρείες της παραγράφου 4 αναρτούν τα στοιχεία των παραγράφων 3 και 4 στο διαδικτυακό τόπο τους. Εφόσον δεν είναι δυνατή για τεχνικούς λόγους η πρόσβαση μέσω διαδικτύου στα έντυπα του εδαφίου γ΄ της παραγράφου 3, η εταιρεία σημειώνει στο διαδικτυακό της τόπο τον τρόπο προμήθειας των σχετικών εντύπων σε έγχαρτη μορφή και τα αποστέλλει χωρίς χρέωση σε κάθε μέτοχο που τα ζητεί.
Για τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες και τις Προσωπικές εμπορικές εταιρείες (Ομόρρυθμη – Ετερόρρυθμη εταιρεία) δεν προβλέπεται ανάλογη διάταξη.
56. Σύγκλιση Τακτικής Γενικής Συνέλευσης - Έγκριση Οικονομικών καταστάσεων από τους Μετόχους / εταίρους και απαιτούμενες γνωστοποιήσεις και δημοσιεύσεις
Ανώνυμες Εταιρείες
Η έγκριση των οικονομικών καταστάσεων των ανωνύμων εταιρειών σύμφωνα με τον Ν. 4548/2018 – Άρθρο 148 «Έγκριση ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων» γίνεται από :
«Οι ετήσιες και οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση της εταιρείας που τις συνέταξε..»
Για την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων η Γενική Συνέλευση συνέρχεται σύμφωνα με τον Ν. 4548/2018 – Άρθρο 119 «Είδη γενικών συνελεύσεων» ;όπου αναφέρεται ότι::
«1. Η γενική συνέλευση συνέρχεται υποχρεωτικά τουλάχιστον μία φορά κάθε εταιρική χρήση το αργότερο έως τη δεκάτη (10η) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης, προκειμένου να αποφασίσει για την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και για την εκλογή ελεγκτών (τακτική γενική συνέλευση). Η τακτική γενική συνέλευση μπορεί να αποφασίσει και για οποιοδήποτε άλλο θέμα αρμοδιότητάς της.»
Όσον αφορά την δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τον Ν. 4548/2018 – Άρθρο 12. Πράξεις και στοιχεία που υποβάλλονται σε δημοσιότητα στο Γ.Ε.ΜΗ. αναφέρεται ότι:
«1. Σε δημοσιότητα υποβάλλονται οι εξής πράξεις και στοιχεία:.:
στ) Οι εγκεκριμένες ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και οι σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών της ανώνυμης εταιρείας. Οι ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις πρέπει να περιέχουν τα ατομικά στοιχεία των προσώπων που, κατά νόμο, τις υπογράφουν και τις πιστοποιούν.
Επίσης σύμφωνα με τον Ν. 4548/2018 και το Άρθρο 149. Δημοσίευση χρηματοοικονομικών καταστάσεων και έκθεσης διαχείρισης ορίζεται ότι:
«1. Οι ανώνυμες εταιρείες δημοσιεύουν στο Γ.Ε.ΜΗ.:
α) τις νόμιμα εγκεκριμένες από την τακτική γενική συνέλευση ετήσιες οικονομικές καταστάσεις,
β) την έκθεση διαχείρισης και
γ) τη γνώμη του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή της ελεγκτικής εταιρείας όπου απαιτείται, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την έγκρισή τους από την τακτική γενική συνέλευση.
Όπου βάσει της περίπτωσης 1 της υποπαραραγράφου Α1 της παρ. Α΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) απαιτείται γνώμη ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας, οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και η έκθεση διαχείρισης δημοσιεύονται με τη μορφή και το περιεχόμενο βάσει των οποίων ο ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή η ελεγκτική εταιρεία έχουν συντάξει το πιστοποιητικό ελέγχου. Συνοδεύονται επίσης από το πλήρες κείμενο της έκθεσης ελέγχου.
2. Οι πολύ μικρές ανώνυμες εταιρείες, εκτός από τις εταιρείες οι οποίες αποτελούν οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος κατά την έννοια του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014, απαλλάσσονται από την υποχρέωση δημοσίευσης της έκθεσης διαχείρισης.
3. Στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης και στη γνώμη του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή της ελεγκτικής εταιρείας, όπου απαιτείται, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις περί δημοσιότητας του άρθρου 13 και ισχύουν οι προθεσμίες της παραγράφου 1.
4. Όπου βάσει της διάταξης της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Α1 της παρ. Α΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 απαιτείται γνώμη ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας, οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται στη δημοσιότητα, που προβλέπεται στην παράγραφο 3, με τη μορφή και το περιεχόμενο, με βάση το οποίο ο ελεγκτής ή οι ελεγκτές έχουν συντάξει τη σχετική έκθεση ελέγχου τους. Αν οι ελεγκτές έχουν παρατηρήσεις ή αρνούνται την έκφραση γνώμης, το γεγονός αυτό πρέπει να αναφέρεται και να αιτιολογείται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, εκτός αν αυτό προκύπτει από το δημοσιευμένο σχετικό πιστοποιητικό ελέγχου.
5. Η δημοσιότητα των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων πραγματοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
6. Για τη δημοσίευση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων (ενοποιημένων λογαριασμών) των πιστωτικών ιδρυμάτων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος.
7. Οι ετήσιες και ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, των οποίων υποκαταστήματα κατά την έννοια της περίπτωσης 17 της παρ. 1 του του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 της 26ης Ιουνιου 2013 σχετικα με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 (ΕΕ L 176/1), είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα, δημοσιεύονται και στην Ελλάδα, μεταφρασμένες στην ελληνική γλώσσα. Η δημοσιότητα πραγματοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6.
8. Οι συντεταγμένες κατά τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) εγκεκριμένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και οι εγκεκριμένες ετήσιες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, καθώς και οι λοιπές προβλεπόμενες από το νόμο εκθέσεις των εταιρειών:
α) δημοσιεύονται στο Γ.Ε.ΜΗ. κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 και στο παρόν άρθρο,
β) αναρτώνται στην ιστοσελίδα της εταιρείας και παραμένουν προσβάσιμες για χρονικό διάστημα δύο (2) τουλάχιστον ετών από την πρώτη δημοσίευσή τους και
γ) εφόσον πρόκειται για εταιρείες με μετοχές ή άλλες κινητές αξίες τους εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΜΠΔ, κατατίθενται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
9. Αν οι ανώνυμες εταιρείες, που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τα Δ.Π.Χ.Α., δημοσιοποιούν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο λογιστικά στοιχεία, τα δημοσιοποιούμενα στοιχεία πρέπει να είναι εκείνα που προκύπτουν από την εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Α. με την επιφύλαξη των πρόσθετων οικονομικών ή πρόσθετων λογιστικών στοιχείων που τυχόν απαιτούνται από άλλες κανονιστικές αρχές για τις εταιρείες των οποίων οι κινητές αξίες είναι εισηγμένες και σε εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά. Η ευθύνη για τη συμμόρφωση με τη διάταξη αυτή βαρύνει το διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας.»
Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης
Για τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης η έγκριση των οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 14 Αρμοδιότης της συνελεύσεως του Ν.3190/1955 ισχύουν τα εξής:
«Η συνέλευσης των εταίρων είναι μόνη, αρμόδια να αποφασίζει:
γ) Περί εγκρίσεως του ισολογισμού και διαθέσεως των κερδών.»
Επίσης όσον αφορά την σύγκλιση της συνέλευσης της ΕΠΕ σύμφωνα με τον Ν. 3190/55 – Άρθρο 10. «Σύγκλησης της συνελεύσεως» αναφέρεται ότι:
«2. Η συνέλευση συγκαλείται υποχρεωτικά μία (1) τουλάχιστον φορά κάθε έτος το αργότερο έως τη δεκάτη (10η) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης. Αν η συνέλευση δεν συγκληθεί από τους διαχειριστές μέσα στην ανωτέρω προθεσμία, η σύγκληση γίνεται από οποιονδήποτε εταίρο, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 11.
3. Η σύγκληση της συνέλευσης γίνεται από το διαχειριστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού, σε κάθε περίπτωση πριν από οκτώ (8) τουλάχιστον μέρες. Η ημέρα της σύγκλησης και η ημέρα της συνέλευσης δεν υπολογίζονται στην προθεσμία αυτή. Η πρόσκληση των εταίρων είναι υποχρεωτικά προσωπική και γίνεται με κάθε κατάλληλο μέσο, περιλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail). Στην πρόσκληση αναγράφεται η ημέρα, η ώρα, ο τόπος, οι προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των εταίρων και λεπτομερής ημερήσια διάταξη.
4. Αν όλοι οι εταίροι συμφωνούν, είναι δυνατή η σύγκληση συνέλευσης χωρίς την τήρηση των διατυπώσεων της παραγράφου 3. Εφόσον όλοι οι εταίροι είναι παρόντες και δεν υπάρχει αντίρρηση, λαμβάνονται έγκυρες αποφάσεις για κάθε θέμα αρμοδιότητας της συνέλευσης.
5. Η συνέλευση μπορεί να συνέρχεται οπουδήποτε αναφέρεται στο καταστατικό, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό. Αν δεν αναφέρεται ο τόπος αυτός, η συνέλευση μπορεί να συνέρχεται στην έδρα της εταιρείας ή και οπουδήποτε αλλού, αν συναινούν όλοι οι εταίροι.
6. Εφόσον προβλέπεται στο καταστατικό ή συναινούν όλοι οι εταίροι, η συνέλευση των εταίρων μπορεί να διεξαχθεί με τηλεδιάσκεψη. Κάθε εταίρος μπορεί να αξιώσει να διεξαχθεί η συνέλευση με τηλεδιάσκεψη ως προς αυτόν, αν κατοικεί σε άλλη χώρα από εκείνη όπου διεξάγεται η συνέλευση ή αν υπάρχει άλλος σπουδαίος λόγος, ιδίως ασθένεια ή αναπηρία.»
Για την δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων της ΕΠΕ σύμφωνα με τον Ν. 3190/55 - Άρθρο 22. Απογραφή και ετήσιοι λογαριασμοί (ετήσιες οικονομικές καταστάσεις) παρ. 4. (Η παράγραφος 4, τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 4 του ν. 4403/2016 (ΦΕΚ Α' 125/07-07-2016) και ισχύει για οικονομικές καταστάσεις εταιρικών χρήσεων που λήγουν μετά τη δημοσίευση του ν. 4403/2016 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.) αναφέρεται ότι:
«4. Για τη δημοσίευση των εγκεκριμένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και των σχετικών εκθέσεων των διαχειριστών και των ελεγκτών της εταιρείας, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 43β του κ. ν. 2190/1920.»
Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες
Για τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες σύμφωνα με το άρθρο 100 Έγκριση των καταστάσεων από τους εταίρους και διανομή κερδών του ν.4072/2012 ισχύουν τα εξής:
«1. Για την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και τη διανομή κερδών απαιτείται απόφαση των εταίρων.»
Επίσης όσον αφορά την σύγκλιση της συνέλευσης της ΙΚΕ σύμφωνα με τον ν.4072/2012 – Άρθρο 69 Συνέλευση των εταίρων αναφέρεται ότι:
«1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 73, οι αποφάσεις των εταίρων λαμβάνονται σε συνέλευση.
2. Η συνέλευση συγκαλείται τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος το αργότερο έως τη δεκάτη (10η) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης με αντικείμενο την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων (τακτική συνέλευση).»
Για την δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τον Ν. 4072/2012 - Άρθρο 98. Τρόπος κατάρτισης και δημοσίευσης καταστάσεων παρ 2&3 αναφέρεται ότι:
«2. Με μέριμνα του διαχειριστή γίνεται δημοσίευση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων στο Γ.Ε.ΜΗ.. Για τη δημοσίευση των εγκεκριμένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 43β του κ.ν. 2190/1920. Για την κατάρτιση της έκθεσης διαχείρισης του διαχειριστή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 43α του κ. ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και εφόσον η εταιρεία υποχρεούται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με το ν. 4308/2014 (Α' 251), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 107Α του κ. ν. 2190/1920.
3. Για τις μεγάλες εταιρείες, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4308/2014 (Α' 251), και τις οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος, κατά την έννοια του Παραρτήματος Α' του ν. 4308/2014 εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 144 έως 146 του κ.ν. 2190/1920.»
Προσωπικές εμπορικές εταιρείες (Ομόρρυθμη – Ετερόρρυθμη εταιρεία)
Σύμφωνα με το άρθρο 254 παρ. 3 και 4 του ν.4172/2012 η εξουσία διαχείρισης καταλαμβάνει όλες τις πράξεις συνήθους διοίκησης της εταιρείας. Για τη διενέργεια πράξεων που βρίσκονται εκτός της συνήθους διοίκησης απαιτείται η συναίνεση όλων των εταίρων.
Ο διαχειριστής έχει υποχρέωση πληροφόρησης σχετικά με την πορεία των εταιρικών υποθέσεων, καθώς και υποχρέωση λογοδοσίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 255 “Κέρδη και ζηµίες” του ν.4172/2012 αναφέρεται ότι στο τέλος της εταιρικής χρήσης συντάσσεται λογαριασμός, από τον οποίο εμφαίνονται τα κέρδη ή οι ζημίες της εταιρείας.
Η σύνταξη του ετήσιου λογαριασμού κερδών – ζημιών ή των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, εφόσον συντρέχει περίπτωση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014, της ομόρρυθμης εταιρίας γίνεται από τον (τους) διαχειριστή (ές) της εταιρίας και δεν υπόκειται στην προηγούμενη έγκριση των εταίρων, καθώς δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη έγκρισής τους από τους εταίρους ούτε στο άρθρο 762 το Α.Κ. ούτε από τις διατάξεις του ν. 4308/2014 Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις
Σε περίπτωση που οι εταίροι διαφωνούν με τον τρόπο διαχείρισης, όπως αυτός αποτυπώνεται στους ετήσιους λογαριασμούς, μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα ελέγχου και να ζητήσουν την παροχή πληροφοριών από τον διαχειριστή (άρθρο 755 Α.Κ.), να ασκήσουν το δικαίωμα λογοδοσίας.
Σημειώνεται επίσης ότι:
Η Διεύθυνσης Εταιρειών και Γ.Ε.ΜΗ. εξέδωσε ερμηνευτική εγκύκλιο στις 6/6/2017 με αρ. πρωτ.: 62784/2017 αναφέρει ότι
«οι Προσωπικές Εταιρείες της παρ.2β του άρθρου 1 του ν.4308/2014 ήτοι τα νομικά πρόσωπα που έχουν τη μορφή της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, όταν όλοι οι άμεσοι ή έμμεσοι εταίροι των προσώπων αυτών έχουν περιορισμένη ευθύνη λόγω του ότι είναι είτε νομικά πρόσωπα ή άλλου νομικού τύπου συγκρίσιμου με τα νομικά πρόσωπα της περίπτωσης αυτής. Οι εν λόγω οντότητες υποβάλλουν στο ΓΕΜΗ τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις εντός εννέα μηνών από την λήξη της χρήσης.»
Περιορισμός υποχρεώσεων για δημοσίευση πράξεων και στοιχείων
- Με το άρθρο 232 του Ν.4072/2012, (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 202 του ν. 4281/2014 με έναρξη ισχύος από 31-12-2015) θεσπίσθηκε ο «Περιορισμός υποχρεώσεων Α.Ε. και Ε.Π.Ε. για δημοσίευση πράξεων και στοιχείων» και ειδικότερα στο άρθρο αυτό, αναφέρονται τα εξής :
«1. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων περί εταιριών που οι μετοχές τους είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο, όπου στον κ. ν. 2190/1920 και στο ν. 3190/1955 προβλέπεται δημοσίευση σε λοιπά έντυπα ή μέσα με επιμέλεια της εταιρίας (εκτός από το διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του ν. 4250/ 2014), η δημοσίευση αυτή καθίσταται απολύτως προαιρετική. Η ανάρτηση οποιασδήποτε δημοσίευσης στην ιστοσελίδα της εταιρίας είναι επίσης προαιρετική. Προθεσμίες που συνδέονται και έχουν ως αφετηρία τη δημοσίευση σε έντυπα μέσα δεν ισχύουν πλέον για τις προαιρετικές δημοσιεύσεις σε αυτά, ισχύουν όμως για τη δημοσίευση στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ..
2. Όπου στις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και του ν. 3190/1955 προβλέπεται δημοσίευση με επιμέλεια της εταιρίας στο ΦΕΚ/ΤΑΕ-ΕΠΕ και Γ.Ε.ΜΗ. και σε λοιπά έντυπα μέσα, η πράξη ή το στοιχείο δημοσιεύεται μόνο στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του ν. 4250/2014, εντός των προθεσμιών που ορίζονται για τις δημοσιεύσεις στα λοιπά έντυπα μέσα.
3. Η ισχύς της παρούσας διάταξης άρχεται την 31.12.2015.»
Τρόπος αποστολής και καταχώρησης οικονομικών καταστάσεων στο Γ.Ε.ΜΗ.
Σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 3 του ν.3419/2005
Η αίτηση του υπόχρεου και τα έγγραφα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, όπως και κάθε έγγραφο και στοιχείο που υποβάλλει προς καταχώρηση ή δημοσιεύει με επιμέλειά του ο υπόχρεος στο Γ.Ε.ΜΗ., υποβάλλεται κατ' επιλογή του υπόχρεου σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή. Στην τελευταία περίπτωση η αίτηση, τα δικαιολογητικά και συνοδευτικά έγγραφα υποβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα και με χρήση ηλεκτρονικής υπογραφής της περίπτωσης 1 του άρθρου 2 του π.δ. 150/2001 (Α' 125) ή ψηφιακής υπογραφής, η οποία πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στις διατάξεις της περίπτωσης 2 του άρθρου 2 και της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 150/2001 (Α' 125).
Για τη διαβίβαση των εγγράφων και των στοιχείων οι υπόχρεοι υποχρεούνται να χρησιμοποιούν το ζεύγος κωδικού χρήστη και κωδικού πρόσβασης (username και password) που χορηγεί το Γ.Ε.ΜΗ. για την πρόσβαση στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. και το οποίο δίδεται στους υπόχρεους των οποίων η ταυτοποίηση και επιβεβαίωση ταυτότητας έχει λάβει χώρα προηγουμένως μέσω του συστήματος ΤΑΧΙS ή άλλης διαδικτυακής πύλης του Δημοσίου. Όλοι οι υπόχρεοι, που είναι ανώνυμες εταιρίες ή εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, καθώς και οι υπόχρεοι των περιπτώσεων γ', δ', ε', ζ' και η' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 υποχρεούνται να λάβουν το ζεύγος κωδικού χρήστη και κωδικού πρόσβασης (username και password) από το Γ.Ε.ΜΗ., έως την 1.1.2015. Ειδικώς, τα έγγραφα που αναφέρονται στις παραγράφους 2α και 2β του άρθρου 6 υποβάλλονται σε ψηφιακή μορφή.
Η Διεύθυνσης Εταιρειών και Γ.Ε.ΜΗ. εξέδωσε ερμηνευτική εγκύκλιο στις 6/6/2017 με αρ. πρωτ.: 62784/2017 με την οποία δόθηκαν περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με την Εμπορική δημοσιότητα των ετήσιων και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων στο ΓΕΜΗ
«Για τις λοιπές νομικές μορφές (ήτοι Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ι.Κ.Ε., Συνεταιρισμοί, Ευρωπαϊκοί Όμιλοι Οικονομικού Σκοπού, Ευρωπαϊκή Εταιρεία, Ευρωπαϊκή Συνεταιριστική Εταιρεία) η υποχρέωση δημοσιότητας υφίσταται και προς τον σκοπό αυτό είναι διαθέσιμη στο πληροφοριακό σύστημα του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (Γ.Ε.ΜΗ.) σχετική αίτηση καταχώρησης (διαφοροποιημένη σε σχέση με τις προηγούμενες χρήσεις) με την ονομασία «Αίτηση καταχώρησης Απόφασης Γ.Σ. για την έγκριση των ετήσιων Οικονομικών Καταστάσεων με εκλογή ελεγκτών και καταχώριση Ισολογισμού κατά ΕΛΠ - Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ή Δ.Λ·Π·( αφορά χρήσεις που λήγουν την 07/07/2016 και μετά)».
Στην εν λόγω αίτηση ο υπόχρεος, καλείται να συμπληρώσει εκτός των άλλων και μια σειρά από στοιχεία τα οποία είναι:
i. Σύνολο Ενεργητικού
ii. Καθαρό Ύψος Κύκλου Εργασιών
iii. Μέσος Όρος Απασχολούμενων
iv. Πάγια
v. Αποθέματα
vi. Απαιτήσεις
vii. Προκαταβολές και Έσοδα Εισπρακτέα
viii. Σύνολο Καθαρής Θέσης
ix. Σύνολο Υποχρεώσεων
x. Αποτελέσματα προ Φόρων (Κέρδη/Ζημιές προ Φόρων)
Τα πρώτα τρία στοιχεία (i, ii και iii) χρησιμοποιούνται προς χάριν κατάταξης σε κατηγορία οντοτήτων ή και ομίλων σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 2 και 31 του ν.4308/2014 και ως εκ τούτου η καταχώρισή τους είναι υποχρεωτική ενώ τα υπόλοιπα επτά στοιχεία (iv έως χ) ζητούνται για καθαρά στατιστικούς και μελετητικούς λόγους.
Επισημαίνουμε ότι η ανωτέρω αίτηση οικονομικών καταστάσεων χρησιμοποιείται και από τις οντότητες που συντάσσουν με βάσει τα Δ.Π.Χ.Π. και η οποία αίτηση τροποποιείται σύμφωνα με τις επιλογές του χρήστη αναφορικά με τον τρόπο σύνταξης. Επίσης η ανωτέρω αίτηση είναι όμοια και για τις οντότητες που δεν έχουν την υποχρέωση εκλογής ελεγκτών χρήσης και η οποία τιτλοφορείται «Αίτηση καταχώρησης Απόφασης Γ.Σ. για την έγκριση των ετήσιων Οικονομικών Καταστάσεων χωρίς εκλογή ελεγκτών και καταχώριση Ισολογισμού κατά ΕΛΠ - Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ή Δ.Λ.Π. (αφορά χρήσεις που λήγουν την 07/07/2016 και μετά)».
Έγγραφα που υποβάλλονται στο ΓΕΜΗ για την καταχώρηση των οικονομικών καταστάσεων
Τα δικαιολογητικά που ζητούνται για υποβολή ή συμπλήρωση είναι τα ακόλουθα:
1. Αρχείο οικονομικών καταστάσεων σε ενιαίο αρχείο (Ισολογισμός, Αποτελέσματα χρήσεως, κατάσταση μεταβολών καθαρής θέσης, Προσάρτημα, Κατάσταση Χρηματοροών)
2. Αρχείο Έκθεσης Διοικητικού Συμβουλίου (αρχείο)
3. Αρχείο Έκθεσης Ελεγκτών (αρχείο, όπου απαιτείται)
4. Πρακτικό Ετήσιάς Τακτικής Γενικής Συνέλευσης
Σύμφωνα με την απόφαση Γ.Ε.ΜΗ αρ. πρωτ.: 491/25.11.2015 από 1-1-2016 καθίστανται απολύτως προαιρετικές, οι δημοσιεύσεις που πρέπει να γίνουν με επιμέλεια της εταιρίας α) σε λοιπά έντυπα ή μέσα και β) στην ιστοσελίδα της εταιρίας. Ενώ εξακολουθεί να είναι υποχρεωτική η δημοσίευση στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. (σχετική εγκύκλιος αρίθ. 36391/31.3.2015 της Δνσης Εταιρειών και ΓΕΜΗ, της Γ.Γ.Ε. και Π.Κ.)
Η ηλεκτρονική καταχώρηση των Αποφάσεων των Γενικών Συνελεύσεων Α.Ε. στο ΓΕΜΗ γίνονται μέσω του https://services.businessportal.gr/.
Προθεσμίες Α.Ε., Ε.Π.Ε. και Ι.Κ.Ε.
1. Η προθεσμία σύγκλισης της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων ή εταίρων των Κεφαλαιουχικών Εταιρειών (ΑΕ, ΕΠΕ και ΙΚΕ) σύμφωνα με το άρθρο 119 του Ν.4548/2018 (Α.Ε.), το άρθρο 10 του ν.3190/1955 (παρ.3) και το άρθρο 69 του ν.4072/2012 (παρ.2) αναφέρεται ότι πραγματοποιείται το αργότερο έως τη δεκάτη (10η) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης. Έως την 10 Σεπτεμβρίου 2019
2.Η προθεσμία δημοσίευσης στο Γ.Ε.ΜΗ. αναφορικά με τον χρόνο δημοσίευσης στο ΓΕΜΗ των εγκεκριμένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων των Κεφαλαιουχικών Εταιρειών (ΑΕ, ΕΠΕ και ΙΚΕ) καθώς και των πρακτικών της Γενικής Συνέλευσης αναφέρεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 43β του Κ.Ν.2190/1920 η απώτατη προθεσμία υποβολής στο ΓΕΜΗ τόσο των σχετικών πρακτικών Γ.Σ. όσο και των οικονομικών καταστάσεων είναι εντός είκοσι (20) ημερών από την έγκρισή τους από την τακτική γενική συνέλευση δηλαδή έως την 30η Σεπτεμβρίου 2018 (εφόσον η Συνέλευση συνέλθει έως 10/09/2018).
Επιπροσθέτως με τις ανωτέρω διατάξεις (43β του Κ.Ν.2190/1920) σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. ζ της παρ.1 του άρθρου 7α του Κ.Ν.2190/1920 δημοσιεύονται πλέον στο ΓΕΜΗ οι εγκεκριμένες από την Γενική Συνέλευση των μετόχων/εταίρων οικονομικές καταστάσεις και όχι αυτές που δεν έχουν εγκριθεί από την εν λόγω Συνέλευση. Το ίδιο ισχύει και για τις προσωπικές εταιρείες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσης.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για την χρήση που λήγει την 31/12/2018 (01/01/-31/12/2018) η απώτατη ημερομηνία στην οποία η Γενική Συνέλευση θα συνεδριάσει είναι η 10/09/2019. Κάτωθι περιλαμβάνεται πίνακας σχετικός με τις προθεσμίες σύγκλησης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων ή Συνέλευσης των εταίρων και απώτατη ημερομηνία υποβολής αυτών στο Γ.Ε.ΜΗ.
ΑΕ | ΕΠΕ | ΙΚΕ | ΟΕ/ΕΕ με απεριόριστα ευθυνόμενους εταίρους | |
Απώτατη ημερομηνία υποβολής Πρόσκλησης Γενικής Συνέλευσης ή Συνέλευσης των εταίρων στο ΓΕΜΗ | 20.08.2019 | - | - | - |
Απώτατη ημερομηνία σύγκλησης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης ή Συνέλευσης των εταίρων | 10.09.2019 | 10.09.2019 | 10.09.2019 | 10.09.2019 |
Απώτατη ημερομηνία υποβολής στο ΓΕΜΗ αποφάσεων Τακτικής Γενικής Συνέλευσης ή Συνέλευσης των εταίρων μαζί με εγκεκριμένες οικονομικές Καταστάσεις χρήσης. | 30.09.2019 | 30.09.2019 | 30.09.2019 | 30.09.2019 |
ΔΤΔ Α 1032041 ΕΞ 2019 Αποχώρηση από 30/3/2019 του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία και μεταβατική περίοδο - Παροχή οδηγιών για ομοιόμορφη εφαρμογή
Αθήνα, 25/02/2019
Αριθ. Πρωτ.:ΔΤΔ Α 1032041 ΕΞ2019
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ-ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ Α.Δ.Α.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α', Β', Γ'
Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Πληροφορίες:Παράρτημα
Fax:210 6987459
E-Mail:dtd@2001.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
ΘΕΜΑ: Αποχώρηση από 30/3/2019 του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία και μεταβατική περίοδο - Παροχή οδηγιών για ομοιόμορφη εφαρμογή.
Τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 29 Μαρτίου 2019 το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ), σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, θα αποχωρήσει από την ΕΕ χωρίς μεταβατική περίοδο, και κατά συνέπεια από την ημερομηνία αυτή θα αποτελεί πλέον τρίτη χώρα και η νομοθεσία της ΕΕ θα παύσει να ισχύει και να εφαρμόζεται σε αυτό.
Σκοπός της παρούσας είναι η παροχή οδηγιών προς ενημέρωση και ομοιόμορφη εφαρμογή από όλες τις Τελωνειακές Αρχές και τους οικονομικούς φορείς, για την περίπτωση αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 30.03.2019 χωρίς συμφωνία αποχώρησης και επομένως χωρίς μεταβατική περίοδο.
Στην εν λόγω περίπτωση άτακτης αποχώρησης το ΗΒ της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας, των νήσων της Μάγχης και της νήσου του Μαν, αποχωρεί από την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση με τις ακόλουθες άμεσες συνέπειες:
- το ΗΒ γίνεται «τρίτη χώρα» για τα κράτη μέλη της ΕΕ των 27 (εφεξής ΕΕ27),
- το σύνολο του πρωτογενούς και παράγωγου δικαίου της Ένωσης παύει να εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο,
- δεν υφίσταται πλέον η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των κρατών μελών της ΕΕ27,
- απαιτούνται τελωνειακές διατυπώσεις για τη διακίνηση των εμπορευμάτων μεταξύ των δύο μερών.
- Το ΗΒ δεν θα έχει πρόσβαση στα τελωνειακά συστήματα πληροφορικής της ΕΕ27, πλην της πρόσβασης στο NCTS ως χώρα της κοινής διαμετακόμισης1.
Κατά συνέπεια, από την παραπάνω αναφερόμενη ημερομηνία και μετά, η διακίνηση των εμπορευμάτων από τη χώρα μας και τα άλλα Κ-Μ προς το Ηνωμένο Βασίλειο και το αντίθετο, θα αντιμετωπίζεται διαδικαστικά με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο γίνεται η διακίνηση εμπορευμάτων από και προς τρίτες χώρες, γεγονός που συνεπάγεται την υποχρεωτική πλέον τήρηση τελωνειακών διαδικασιών και διατυπώσεων για εμπορεύματα με προορισμό ή προέλευση το Ηνωμένο Βασίλειο.
ΚΑΛΥΠΤΟΜΕΝΟΙ ΤΟΜΕΙΣ
1. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ (EORI)
Όλοι οι οικονομικοί φορείς που πραγματοποιούν διακινήσεις εμπορευμάτων από και προς το ΗΒ και είναι εγκατεστημένοι στη χώρα μας, μετά την ημερομηνία αποχώρησης του ΗΒ, οφείλουν να έχουν αριθμό EORI.
Ο αριθμός EORI είναι ένας μοναδικός αριθμός που χορηγείται από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές των Κρατών Μελών στους οικονομικούς φορείς, οι οποίοι στα πλαίσια των δραστηριοτήτων τους εμπλέκονται σε συναλλαγές που διέπονται από την τελωνειακή νομοθεσία. Από την στιγμή που χορηγείται ο αριθμός EORI σε έναν οικονομικό φορέα, ο συγκεκριμένος αυτός αριθμός θα χρησιμοποιείται από τον φορέα σε όλες τις συναλλαγές του με τις Τελωνειακές Αρχές όλων των Κρατών Μελών της Ε.Ε., ως μοναδικός αριθμός αναγνώρισης.
Ειδικότερα,
1.1 Μετά την αποχώρηση του ΗΒ τα πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα σε ΚΜ της ΕΕ27 και τα οποία έχουν συναλλαγές με το ΗΒ, εφόσον δεν διαθέτουν ήδη αριθμό EORI, δεδομένου ότι στο εξής θα τηρούν τελωνειακές διατυπώσεις με το ΗΒ, θα πρέπει να καταχωριστούν και να αποκτήσουν αριθμό EORI στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους.
Τα πρόσωπα αυτά μπορούν να αιτηθούν την απόκτηση αριθμού EORI υποβάλλοντας τα απαιτούμενα στοιχεία πριν από την καταληκτική ημερομηνία αποχώρησης.
1.2 Τα εγκατεστημένα στο ΗΒ πρόσωπα που δεν διαθέτουν αριθμό EORI και τα οποία από την ημερομηνία αποχώρησης συμπεριλαμβάνονται στις περιπτώσεις του άρθρου 5 του Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού 2015/2446 οφείλουν βάσει του άρθρου 9 παρ.2 του Ενωσιακού Κώδικα να καταχωριστούν στις Τελωνειακές Αρχές Κράτους μέλους που είναι υπεύθυνες για τον τόπο όπου καταθέτουν για πρώτη φορά διασάφηση ή αίτηση απόφασης.
1.3 Οι οικονομικοί φορείς και τα άλλα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και των εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες προσώπων, που έχουν ήδη καταχωριστεί και έχουν λάβει αριθμό EORI στο ΗΒ, δεδομένου ότι ο αριθμός αυτός θα είναι άκυρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την ημερομηνία αποχώρησης του ΗΒ (οι Τελωνειακές Αρχές του ΗΒ θα αποσυνδεθούν από το σύστημα EOS-EORI) θα πρέπει εφόσον από την ημερομηνία αποχώρησης συμπεριλαμβάνονται στις περιπτώσεις του άρθρου 5 του Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού 2015/2446 να καταχωριστούν βάσει του άρθρου 9 παρ.2 του Ενωσιακού Κώδικα στις Τελωνειακές Αρχές κράτους μέλους που είναι υπεύθυνες για τον τόπο όπου καταθέτουν για πρώτη φορά διασάφηση ή αίτηση απόφασης.
Για λόγους διευκόλυνσής τους τα πρόσωπα των ανωτέρω σημείων 1.2 και 1.3 μπορούν πριν από την καταληκτική ημερομηνία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου να αιτηθούν την απόκτηση αριθμού EORI στο κράτος μέλος στο οποίο πρόκειται να καταθέσουν για πρώτη φορά διασάφηση ή αίτηση απόφασης μετά την αποχώρηση, υποβάλλοντας τα απαιτούμενα στοιχεία.
Οι Τελωνειακές Αρχές των κρατών μελών θα κάνουν αποδεκτές τις ανωτέρω αιτήσεις και θα αποδίδουν αριθμό EORI με έναρξη ισχύος από την ημερομηνία αποχώρησης ή μεταγενέστερα, σύμφωνα με την αίτηση των εμπλεκόμενων προσώπων.
Το ΗΒ θα αποσυνδεθεί από την ημερομηνία αποχώρησης από το Σύστημα EOS-EORI.
Λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την έκδοση αριθμού EORI από τις Τελωνειακές Αρχές παρέχονται στην ιστοσελίδα της Τελωνειακής Υπηρεσίας https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet μέσω της διαδρομής: Οικονομικοί φορείς-EORI-Πιστοποίηση Χρηστών.
2. ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
2.1 ΑΔΕΙΕΣ
Ο αντίκτυπος που θα έχει η αποχώρηση του ΗΒ στις εκδοθείσες άδειες εξαρτάται από το είδος της άδειας, την εκδούσα Τελωνειακή Αρχή, τον κάτοχο της άδειας και τη γεωγραφική κάλυψη της άδειας.
> Άδειες που έχουν εκδοθεί από Τελωνειακές Αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου.
Κατά κανόνα, οποιαδήποτε άδεια έχει εκδοθεί από τις Τελωνειακές Αρχές του ΗΒ παύει να ισχύει στην ΕΕ27 από την ημερομηνία αποχώρησής του.
> Άδειες που έχουν εκδοθεί από Τελωνειακές Αρχές Κρατών μελών της ΕΕ27.
Οι άδειες που έχουν εκδοθεί από Τελωνειακές Αρχές Κρατών μελών της ΕΕ27 παραμένουν σε ισχύ και μετά την αποχώρηση του ΗΒ, όμως οφείλουν να επαναξιολογηθούν από τις Τελωνειακές Αρχές, είτε οίκοθεν με δική τους πρωτοβουλία, είτε κατόπιν αιτήματος τροποποίησης των οικονομικών φορέων. Η τροποποίηση είναι απαραίτητη για λόγους γεωγραφικής ισχύος της άδειας ή όταν στοιχεία της σχετίζονται με το ΗΒ. Πιο συγκεκριμένα, οι άδειες που έχουν χορηγηθεί σε οικονομικούς φορείς με EORI Κρατών μελών της ΕΕ27 οι οποίες μέχρι την ημερομηνία αποχώρησής του ισχύουν και στο ΗΒ, θα πρέπει να τροποποιηθούν λόγω της αποχώρησης και της αλλαγής που αυτή επιφέρει στη γεωγραφική ισχύ τους π.χ. στην άδεια χρήσης ηλεκτρονικού εγγράφου μεταφοράς ως διασάφησης διαμετακόμισης, τα δρομολόγια που αφορούν αερολιμένες ή/και λιμένες του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει να διαγραφούν.
Ωστόσο, οι άδειες που έχουν χορηγηθεί σε οικονομικούς φορείς με EORI του Ηνωμένου Βασιλείου παύουν να ισχύουν από την ημερομηνία αποχώρησής του.
Οι άδειες για χρήση συνολικής εγγύησης όπου ο εγγυητής είναι εγκατεστημένος στο ΗΒ θα τίθενται σε αναστολή μέχρι ο οικονομικός φορέας να τον αντικαταστήσει με εγγυητή εγκατεστημένο στην ΕΕ27.
Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι δεν είναι κάτοχοι προβλεπόμενης στον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα άδειας και οι οποίοι οφείλουν ή επιθυμούν να γίνουν κάτοχοι μιας ή περισσοτέρων από αυτές από την ημερομηνία αποχώρησης του ΗΒ θα πρέπει να αιτηθούν την έκδοσή της /τους στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή της ΕΕ27.
Το ίδιο ισχύει και για τους οικονομικούς φορείς που είναι κάτοχοι άδειας εκδοθείσας από τις Τελωνειακές Αρχές του ΗΒ, οι οποίοι, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις, επιθυμούν να παραμείνουν κάτοχοι τέτοιου είδους άδειας από την ημερομηνία αποχώρησης του ΗΒ και μετά, όταν θα παύσει η ισχύς της άδειας που κατέχουν.
Οι σχετικές αιτήσεις μπορούν να υποβληθούν εκ των προτέρων για λόγους διευκόλυνσης της διαδικασίας έκδοσης των αδειών, σε κάθε περίπτωση όμως οι αποφάσεις θα ισχύουν από την ημερομηνία αποχώρησης και μετά.
Οι οικονομικοί φορείς που:
Α) είναι κάτοχοι αριθμού EORI HB ή
Β) είναι εγκατεστημένοι στο ΗΒ και δεν διαθέτουν αριθμό EORI και οι οποίοι έχουν αιτηθεί εκ των προτέρων και έχουν ήδη αποκτήσει EORI K-M της ΕΕ27, σε περίπτωση που επιθυμούν, για λόγους έγκαιρης προετοιμασίας τους, να υποβάλλουν αίτηση για έκδοση άδειας πριν από την ημερομηνία αποχώρησης του ΗΒ, θα υποβάλλουν τις εν λόγω αιτήσεις εκτός συστήματος CDS (χειρόγραφα - εφεδρική διαδικασία), δεδομένου ότι οι νέοι αριθμοί EORI δεν θα είναι έγκυροι πριν από την ημερομηνία αποχώρησης και κατά συνέπεια δεν θα μπορούν μέχρι τότε να χρησιμοποιηθούν και να επικυρωθούν στο σύστημα CDS.
Από την ημερομηνία αποχώρησης και μετά, όταν οι νέοι αριθμοί EORI Κ-Μ της ΕΕ27 θα είναι πλέον έγκυροι, θα πρέπει οι εκδοθείσες άδειες να καταχωρηθούν στο σύστημα.
3. ΕΙΣΟΔΟΣ / ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
3.1 ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΔΙΑΣΑΦΗΣΗ ΕΙΣΟΔΟΥ (ENS)
Η υποβολή Συνοπτικής Διασάφησης Εισόδου (Entry Summary Declaration - ENS) για όλα τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης απαιτείται από την ενωσιακή νομοθεσία. Ειδικότερα, η Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου υποβάλλεται στο πρώτο σημείο εισόδου, πριν την άφιξη των εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης και εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών.
Αναλυτικές πληροφορίες για τους οικονομικούς φορείς παρέχονται στην αριθμ. ΔΤΔ Α 1067247 ΕΞ 2016/26.4.2016 «Οδηγίες για την είσοδο εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης και την υποβολή Συνοπτικής Διασάφησης Εισόδου (ENS) για σκοπούς ασφάλειας και προστασίας, εν όψει της θέσης σε πλήρη εφαρμογή του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα».
Σε ότι αφορά το θέμα της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου θα ισχύσουν τα ακόλουθα:
> Από την ημερομηνία αποχώρησης, τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο Τελωνειακό έδαφος της Ένωσης αποστελλόμενα από το ΗΒ οφείλουν να καλύπτονται από Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου, η οποία θα υποβάλλεται στο πρώτο Τελωνείο Εισόδου στην ΕΕ27, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 105 του Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού 2015/2446, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Η υποχρέωση ισχύει και για εμπορεύματα που διακινούνται μεταξύ δύο τμημάτων του Τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, μέσω του ΗΒ. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να γίνει χρήση διασάφησης διαμετακόμισης με τα πρόσθετα στοιχεία ασφάλειας και προστασίας, η οποία θα ικανοποιεί τις απαιτήσεις της Συνοπτικής Διασάφησης Εισόδου και θα πρέπει να υποβάλλεται εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών, π.χ. όταν γίνεται χρήση Κοινής Διαμετακόμισης.
> Ειδική περίπτωση αποτελούν τα εμπορεύματα που θα εξέλθουν από το Ηνωμένο Βασίλειο δια της αεροπορικής ή θαλάσσιας οδού με απευθείας προορισμό κράτος μέλος της ΕΕ27 πριν την ημερομηνία αποχώρησης και των οποίων η άφιξη στο κράτος μέλος θα πραγματοποιηθεί από την ημερομηνία αποχώρησης και μετά. Στις περιπτώσεις αυτές δεν θα απαιτείται η υποβολή Συνοπτικής Διασάφησης Εισόδου.
> Σε περίπτωση που πριν την ημερομηνία αποχώρησης είχε υποβληθεί Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου σε Τελωνείο Πρώτης Εισόδου του ΗΒ, η διασάφηση αυτή, από την ημερομηνία αποχώρησής του δεν θα ισχύει για τα τυχόν δηλωθέντα επόμενα Τελωνεία Εισόδου στην ΕΕ27. Για τον λόγο αυτό ο οικονομικός φορέας θα πρέπει να υποβάλλει νέα Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου στο Τελωνείο Πρώτης Εισόδου μετά το ΗΒ, η οποία θα καλύπτει όλα τα εμπορεύματα που πρόκειται να εισέλθουν στην Ένωση.
> Σε περίπτωση που πριν την ημερομηνία αποχώρησης του ΗΒ είχε υποβληθεί Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου σε Τελωνείο Πρώτης Εισόδου Κράτους μέλους της ΕΕ27, στην οποία είχαν δηλωθεί Τελωνεία Επόμενης Εισόδου στο ΗΒ και ακολούθως σε ένα ή περισσότερα Κράτη μέλη της ΕΕ27, όταν η άφιξη του μεταφορικού μέσου στο πρώτο Τελωνείο στην ΕΕ27 μετά το ΗΒ γίνει από την ημερομηνία αποχώρησης και μετά, θα πρέπει να υποβληθεί νέα Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου για όλα τα μεταφερόμενα εμπορεύματα.
> Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις εκτροπής. Για τα εμπορεύματα που καλύπτονται από Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου, η οποία είχε υποβληθεί πριν την ημερομηνία αποχώρησης σε Τελωνείο πρώτης Εισόδου στο ΗΒ και τα οποία, κατόπιν εκτροπής, αφικνούνται, από την ημερομηνία αποχώρησης και μετά, σε Τελωνείο πραγματικής Πρώτης Εισόδου Κράτους μέλους της ΕΕ27, θα πρέπει να υποβληθεί νέα Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου. Η προηγούμενη Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου θα διαγραφεί από το Σύστημα μετά την παρέλευση 200 ημερών από την υποβολή της και θα θεωρείται ως μη υποβληθείσα.
3.2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
> Εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27 από το Ηνωμένο Βασίλειο υπόκεινται σε τελωνειακή επιτήρηση και μπορεί να υποβάλλονται σε τελωνειακούς ελέγχους, σύμφωνα με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα. Τούτο συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, ότι εφαρμόζονται τελωνειακές διατυπώσεις, πρέπει να υποβάλλονται διασαφήσεις και οι Τελωνειακές Αρχές δύνανται να ζητήσουν εγγυήσεις για ενδεχόμενη ή υφιστάμενη τελωνειακή οφειλή.
> Εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27 από το Ηνωμένο Βασίλειο υπάγονται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο. Τούτο συνεπάγεται την επιβολή των σχετικών δασμών.
> Ορισμένα εμπορεύματα που εισέρχονται στην ΕΕ27 από το Ηνωμένο Βασίλειο υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, ή προστασίας των εθνικών θησαυρών.
> Οι διασαφήσεις εισαγωγής υποβάλλονται υποχρεωτικά ηλεκτρονικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφορικού Συστήματος ICISnet και οι οικονομικοί φορείς που δεν έχουν προηγούμενη εμπειρία μπορούν να ενημερωθούν μέσω της ιστοσελίδας της Τελωνειακής Υπηρεσίας (https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet), καθώς και από την Εγκύκλιο οδηγιών Δ19Α 5041357 ΕΞ2013/28-11-2013 «Οδηγίες για τη διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής της τελωνειακής διασάφησης και λοιπών τελωνειακών παραστατικών στα πλαίσια λειτουργίας του υποσυστήματος Εισαγωγών του ICISnet» (ΑΔΑ: ΒΛ12Η-ΑΝΝ).
3.3. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ
Ταχυδρομικά αντικείμενα που αποστέλλονται στη χώρα μας από το Η.Β. (αγορές μέσω διαδικτύου, αποστολές από ιδιώτη σε ιδιώτη κλπ) είτε μέσω του Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας (ΕΛ.ΤΑ. ΑΕ) είτε μέσω εταιρειών ταχυμεταφοράς, επίσης υπόκεινται σε τελωνειακές διατυπώσεις εισαγωγής και επιβαρύνονται με τους αναλογούντες δασμούς και φόρους:
> Στην περίπτωση παραλαβής μέσω εταιρείας ταχυμεταφοράς, η τελωνειακή διασάφηση υποβάλλεται είτε από τον ίδιο τον παραλήπτη είτε από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ορίσει ως αντιπρόσωπό του (συνηθέστερα από την εταιρεία ταχυμεταφορών ή από επαγγελματία εκτελωνιστή), κατόπιν σχετικής εξουσιοδότησης. Αναλυτικές οδηγίες δόθηκαν με την αριθ. ΔΤΔ Α 1019133 ΕΞ 2018/1-2-2018 (ΑΔΑ: 6Γ9Β46ΜΠ3Ζ-ΟΗΣ) εγκύκλιο του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Εφαρμογή της προφορικής διασάφησης στη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία/ εξαγωγή σύμφωνα με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (UCC) - Χρήση του ΕΔΕ Άνευ Στατιστικής», στην οποία επισυνάπτεται εύχρηστος οδηγός για την εισαγωγή εμπορευμάτων μέσω εταιρειών ταχυμεταφοράς (courier).
> Στην περίπτωση παραλαβής μέσω ΕΛ.ΤΑ. Α.Ε., υποβάλλεται διασάφηση για λογαριασμό του παραλήπτη και ειδοποιείται ο παραλήπτης για το ποσόν της οφειλής. Αναλυτικές οδηγίες δόθηκαν με την αριθ. πρωτ. ΔΤΔ Α 1094213 ΕΞ 2017/21.6.2017 (ΑΔΑ: Ψ96ΚΗ-ΜΡΔ) εγκύκλιο του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.. Σχετικοί πληροφοριακοί σύνδεσμοι: https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet/faq?catid=10610157&faqid=10610180&& subcatid=10610160 και https://www.elta.gr/tabid/915/language/el-GR/Default.aspx.
4. ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
4.Α. Γενικός κανόνας
Ενωσιακά εμπορεύματα σε ενδοενωσιακή διακίνηση από ΗΒ προς Κ-Μ της ΕΕ27: α) κρατούν τον ενωσιακό τους χαρακτήρα με τον όρο ότι θα φθάσουν στο έδαφος της ΕΕ27 πριν την ημερομηνία αποχώρησης, β) θα θεωρούνται ως εμπορεύματα τρίτης χώρας αν φθάσουν στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27 κατά την ημερομηνία αποχώρησης και μετά.
Ενωσιακά εμπορεύματα διακινούμενα μεταξύ δύο σημείων της ΕΕ27 διαμέσου ΗΒ, όταν η κίνηση ξεκινά ως ενδοενωσιακή, η απόδειξη ενωσιακού χαρακτήρα που προσκομίζεται (T2L ή οποιοδήποτε άλλο ισοδύναμο έγγραφο, κατά το άρθρο 199 του Εκτελεστικού Κανονισμού 2015/2447) μπορεί να γίνει δεκτή όταν τα αγαθά κάνουν επανείσοδο στο έδαφος της ΕΕ27 κατά την ημερομηνία αποχώρησης, με την προϋπόθεση ότι έχουν ήδη διασχίσει το έδαφος του ΗΒ Επιπλέον, όποιες άλλες διατυπώσεις αφορούν στην επανείσοδο στην ΕΕ27 π.χ. κατάθεση συνοπτικής διασάφησης εισόδου (ENS), θα πρέπει να προσκομίζονται.
4.Β. Αεροπορική διακίνηση ενωσιακών εμπορευμάτων
Εμπορεύματα τα οποία φορτώθηκαν ή μεταφορτώθηκαν σε αερολιμένα του ΗΒ για αποστολή σε αερολιμένα της ΕΕ27 και μεταφέρονται υπό την κάλυψη ενιαίου τίτλου μεταφοράς (Single Transport Document - άρθρο 119(2)(α) κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού 2015/2446), o οποίος έχει εκδοθεί στο ΗΒ, διατηρούν τον ενωσιακό τους χαρακτήρα όταν η κίνηση εγκαταλείπει τον αερολιμένα του ΗΒ πριν την ημερομηνία αποχώρησης και φθάνει σε αερολιμένα της ΕΕ27 κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Π.χ. η περίπτωση αυτή είναι πρακτικά εφικτή όταν το αεροσκάφος εγκαταλείπει το έδαφος του ΗΒ προ της 00:00 - 30.03.2019 και φθάνει σε αεροδρόμιο της ΕΕ27 μετά της 00:00 - 30.03.2019.
4.Γ. Θαλάσσια διακίνηση ενωσιακών εμπορευμάτων
Τα εμπορεύματα διατηρούν τον ενωσιακό τους χαρακτήρα όταν μεταφέρονται από πλοίο το οποίο πραγματοποιεί δρομολόγιο τακτικών γραμμών από λιμένα ΗΒ, όταν αποχωρεί από τον λιμένα αυτό πριν την ημερομηνία αποχώρησης και φθάνει σε λιμένα της ΕΕ27 μετά την ημερομηνία αποχώρησης.
Στην περίπτωση πραγματοποίησης θαλάσσιας διακίνησης με πλοίο μη τακτικής γραμμής, η απόδειξη ενωσιακού χαρακτήρα η οποία προσκομίζεται θα πρέπει να γίνεται δεκτή όταν το πλοίο εγκαταλείπει λιμένα του ΗΒ πριν την ημερομηνία αποχώρησης και φθάνει σε λιμένα της ΕΕ27 έως και την ημερομηνία αποχώρησης, όπως περιγράφεται και στην παράγραφο 4.Β.
5. ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
5.Α. Εσωτερική και εξωτερική διαμετακόμιση
Το ΗΒ από την προσχώρησή του στη σύμβαση για το καθεστώς κοινής διαμετακόμισης (Common Transit Convention - CTC) θα χρησιμοποιεί το καθεστώς κοινής διαμετακόμισης και θα συνεχίσει να έχει πρόσβαση στο νέο Μηχανογραφημένο Σύστημα Διαμετακόμισης (NCTS) ως συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης.
Κατά συνέπεια, οι πράξεις διαμετακόμισης που εκτελούνται κατά τη στιγμή της αποχώρησης θα συνεχίσουν στο NCTS.
Ως εκ τούτου:
1. Περιπτώσεις, όπου τα εμπορεύματα έχουν υπαχθεί σε καθεστώς διαμετακόμισης στη χώρα μας, ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 ή σε συμβαλλόμενο μέρος της κοινής διαμετακόμισης ή στο ΗΒ και διακινούνται σε, από ή μέσω του ΗΒ:
α) Εμπορεύματα που υπάγονται σε καθεστώς διαμετακόμισης σε τελωνείο αναχώρησης της χώρας μας ή άλλου Κ-Μ της ΕΕ27 ή από χώρα κοινής διαμετακόμισης προς ένα τελωνείο προορισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο
i) Αν τα εμπορεύματα τίθενται σε καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης στη χώρα μας ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 ή σε καθεστώς κοινής διαμετακόμισης σε χώρα κοινής διαμετακόμισης με προορισμό το ΗΒ και τα εμπορεύματα εξακολουθούν να βρίσκονται στην ΕΕ27 κατά την ημερομηνία αποχώρησης, αυτή η διαδικασία Ενωσιακής διαμετακόμισης θα συνεχιστεί ως καθεστώς κοινής διαμετακόμισης στο ΗΒ.
Το τελωνείο εισόδου στο ΗΒ θα διαδραματίσει ρόλο τελωνείου διέλευσης, δηλαδή θα ζητήσει τα σχετικά στοιχεία από το τελωνείο αναχώρησης [(θα αποστείλει το μήνυμα «ATR request» («Αίτημα στοιχείων διέλευσης») (IE114) στο τελωνείο αναχώρησης, ζητώντας το μήνυμα IE050, ώστε να έχει πρόσβαση στα στοιχεία της διασάφησης] και θα εκπληρώσει όλα τα καθήκοντα ενός τελωνείου διέλευσης.
Στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27 θα απαιτηθεί η υποβολή συνοπτικής διασάφησης εξόδου (EXS) για λόγους ασφάλειας και προστασίας, εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας έχουν ήδη παρασχεθεί στη δήλωση διαμετακόμισης ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής δήλωσης πριν από την αναχώρηση βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
ii) Αν τα εμπορεύματα βρίσκονται ήδη στο ΗΒ κατά την ημερομηνία αποχώρησης, η κίνηση διαμετακόμισης θα συνεχιστεί στο τελωνείο προορισμού, όπως ξεκίνησε.
β) Εμπορεύματα που διακινούνται υπό καθεστώς διαμετακόμισης από τελωνείο αναχώρησης στο Ηνωμένο Βασίλειο προς ένα τελωνείο προορισμού της χώρας μας ή άλλου Κ-Μ της ΕΕ27 ή μιας χώρας κοινής διαμετακόμισης.
i) Αν τα εμπορεύματα υπαχθούν στο καθεστώς Ενωσιακής διαμετακόμισης στο ΗΒ με προορισμό τη χώρα μας, ή άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 ή μια χώρα κοινής διαμετακόμισης και τα εμπορεύματα εξακολουθούν να βρίσκονται στο ΗΒ κατά την ημερομηνία αποχώρησης, το εν λόγω καθεστώς Ενωσιακής διαμετακόμισης θα συνεχίσει ως διαδικασία κοινής διαμετακόμισης στον προορισμό του στη χώρα μας, ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 ή στη χώρα κοινής διαμετακόμισης. Το τελωνείο εισόδου στην ΕΕ27 θα διαδραματίσει ρόλο τελωνείου διέλευσης, δηλαδή αυτό θα ζητήσει τα σχετικά στοιχεία από το τελωνείο αναχώρησης και θα εκτελέσει όλα τα καθήκοντα του τελωνείου διέλευσης. Στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27 πρέπει να υποβληθεί ENS για λόγους ασφάλειας και προστασίας, εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας έχουν ήδη παρασχεθεί στη δήλωση διαμετακόμισης ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής ENS βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
ii) Αν τα εμπορεύματα βρίσκονται ήδη στη χώρα μας ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 κατά την ημερομηνία αποχώρησης, η διαμετακόμιση αυτή συνεχίζεται όπως ξεκίνησε στον προορισμό στην ΕΕ27 ή στη χώρα κοινής διαμετακόμισης.
γ) Εμπορεύματα που μεταφέρονται υπό καθεστώς διαμετακόμισης μέσω του Ηνωμένου Βασιλείου
i) Αν τα εμπορεύματα διακινούνται μεταξύ τελωνείου αναχώρησης της χώρας μας ή άλλου Κ-Μ της ΕΕ27 ή χώρας κοινής διαμετακόμισης, μέσω του ΗΒ, σε τελωνείο προορισμού Κ- Μ της ΕΕ27 ή χώρας κοινής διαμετακόμισης και τα εν λόγω εμπορεύματα βρίσκονται ακόμη στην ΕΕ27 ή σε μια χώρα κοινής διαμετακόμισης κατά την ημερομηνία αποχώρησης, η διαδικασία θα συνεχιστεί ως καθεστώς κοινής διαμετακόμισης στο ΗΒ. Το τελωνείο εισόδου στο ΗΒ και το τελωνείο εισόδου στο αντίστοιχο Κ-Μ κατά την επανείσοδο των εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, αντιστοίχως διαδραματίζουν τον ρόλο των τελωνείων διέλευσης. Ζητούν τα σχετικά δεδομένα από το τελωνείο αναχώρησης και εκπληρώνουν όλα τα καθήκοντα του τελωνείου διέλευσης. Κατά την έξοδο από το έδαφος της ΕΕ27 (πριν από την είσοδό τους στο ΗΒ) πρέπει να υποβληθεί EXS, εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας έχουν ήδη παρασχεθεί στη δήλωση διαμετακόμισης ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής δήλωσης πριν από την αναχώρηση βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
ii) AV τα εμπορεύματα έχουν διέλθει από το ΗΒ και έχουν εισέλθει ξανά στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27 ή μιας χώρας κοινής διαμετακόμισης πριν από την ημερομηνία αποχώρησης, η εν λόγω πράξη διαμετακόμισης θα συνεχιστεί όπως ξεκίνησε μέχρι τον προορισμό της.
iii) Αν τα εμπορεύματα που καλύπτονται από δήλωση διαμετακόμισης διασχίζουν το ΗΒ κατά τον χρόνο της αποχώρησης ή έχουν διέλθει από το ΗΒ, αλλά δεν έχουν ακόμη εισέλθει ξανά στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27, κατά τον χρόνο της αποχώρησης, το τελωνείο εισόδου στην ΕΕ27 θα ενεργεί ως τελωνείο διέλευσης. Ως εκ τούτου ζητά τα σχετικά δεδομένα από το τελωνείο αναχώρησης και εκπληρώνει όλα τα καθήκοντα του τελωνείου διέλευσης. Στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27 πρέπει να υποβληθεί ENS, εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας έχουν ήδη παρασχεθεί στη δήλωση διαμετακόμισης ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής ENS βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
Οι αναλήψεις υποχρεώσεων του εγγυητή και τα πιστοποιητικά εγγύησης που έχουν εκδοθεί είτε σε ένα Κράτος μέλος, είτε σε χώρα κοινής διαμετακόμισης είτε στο Ηνωμένο Βασίλειο, μπορεί να συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται για μια μεταβατική περίοδο διάρκειας έως ένα έτος μετά την προσχώρηση του ΗΒ στη σύμβαση για το καθεστώς κοινής διαμετακόμισης (CTC), με την επιφύλαξη των αναγκαίων γεωγραφικών προσαρμογών. Μέχρι τότε, μια νέα ανάληψη
υποχρέωσης σύμφωνα με το τροποποιημένο υπόδειγμα πρέπει να παρασχεθεί στο τελωνείο από τον δικαιούχο της διαδικασίας.
Όταν έχει ξεκινήσει διαδικασία έρευνας ή είσπραξης, αλλά δεν έληξε την στιγμή της αποχώρησης, συνεχίζεται στο NCTS.
2. Χρήση ηλεκτρονικού εγγράφου μεταφοράς (ETD) ως δήλωση διαμετακόμισης στις αεροπορικές/θαλάσσιες μεταφορές
Εμπορεύματα που διακινούνται αεροπορικώς στην ΕΕ27 ή σε χώρα Κοινής Διαμετακόμισης υπό την κάλυψη ETD και έχουν προορισμό το ΗΒ και φθάνουν σε αυτό μετά την ημερομηνία αποχώρησης, η διαδικασία ETD θα συνεχίσει και θα γίνει δεκτή στο αεροδρόμιο άφιξης κατά την ημερομηνία αποχώρησης και μετά από αυτήν, με το ΗΒ να λειτουργεί ως χώρα Κοινής Διαμετακόμισης.
Εμπορεύματα που διακινούνται στο ΗΒ υπό την κάλυψη ETD και έχουν προορισμό αεροδρόμιο της ΕΕ27 ή αεροδρόμιο χώρας μέρους της Σύμβασης Κοινής Διαμετακόμισης και αυτά φθάνουν στην ΕΕ27 ή στη χώρα Κοινής Διαμετακόμισης μετά την ημερομηνία αποχώρησης, η διαδικασία υπό την κάλυψη ETD θα συνεχιστεί στο αεροδρόμιο προορισμού κατά την ημερομηνία αποχώρησης.
Στην περίπτωση θαλάσσιας διακίνησης εμπορευμάτων υπό την κάλυψη ETD μεταξύ ΗΒ και ΕΕ27, αν το πλοίο εγκαταλείψει τον λιμένα του ΗΒ πριν την ημερομηνία αποχώρησης και φθάσει απευθείας, χωρίς διέλευση από άλλο λιμένα, σε ενωσιακό λιμένα κατά την ημερομηνία αποχώρησης, η διαδικασία υπό την κάλυψη ETD θα συνεχίσει και θα γίνει δεκτή στον λιμένα προορισμού στην ΕΕ27.
5.Β. Διαμετακόμιση με δελτίο TIR
Το HB (όπως και όλα τα άλλα K-M της ΕΕ27) είναι ήδη σήμερα συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης TIR. Από την ημερομηνία αποχώρησης, δεδομένου ότι το τελωνειακό έδαφος του ΗΒ δεν θα αποτελεί πλέον τμήμα του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, οι διατυπώσεις επί των συνόρων θα ισχύουν για τις πράξεις TIR. Παρόλο που το ΗΒ θα έχει πρόσβαση στο NCTS ως συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης κοινής διαμετακόμισης, η πρόσβαση αυτή δεν καλύπτει τη χρήση του NCTS για πράξεις TIR.
Ως εκ τούτου:
α) Εμπορεύματα που διακινούνται με χρήση δελτίων TIR και με τελωνείο αναχώρησης/εισόδου στη χώρα μας ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 προς ένα τελωνείο προορισμού/εξόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο
i) Αν τα εμπορεύματα υπαχθούν σε καθεστώς TIR στην ΕΕ27 με προορισμό/έξοδο στο Ηνωμένο Βασίλειο και εξακολουθούν να βρίσκονται στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27 μετά την ημερομηνία αποχώρησης, το καθεστώς OR θα τερματιστεί, για το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, στο τελωνείο της φυσικής εξόδου από το τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27. Αυτό σημαίνει ότι το τελωνείο φυσικής εξόδου θα γίνει το τελωνείο προορισμού/εξόδου και ως εκ τούτου θα ζητά τα σχετικά στοιχεία από το τελωνείο αναχώρησης και θα εκπληρώνει όλα τα καθήκοντα του τελωνείου προορισμού/εξόδου. Για την έξοδο των εμπορευμάτων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27, πρέπει να υποβληθεί EXS, εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας έχουν ήδη παρασχεθεί με τη δήλωση TIR ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής δήλωσης πριν από την αναχώρηση βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
ii) Αν τα εμπορεύματα βρίσκονται ήδη στο Ηνωμένο Βασίλειο ή έχουν φύγει αλλά δεν έχουν ακόμη φτάσει στο Ηνωμένο Βασίλειο από την ημερομηνία αποχώρησης, η διακίνηση TIR υπόκειται στην τελωνειακή νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου και στη σύμβαση TIR.
Ωστόσο, το τελωνείο προορισμού/εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα είναι σε θέση να αποστέλλει μηνύματα TIR του NCTS στο τελωνείο αναχώρησης/εισόδου που βρίσκεται στην ΕΕ27 και συνεπώς το εν λόγω τελωνείο δεν θα είναι σε θέση να εκτελεί τις εν λόγω λειτουργίες TIR στο NCTS με τα συνήθη ηλεκτρονικά μηνύματα. Συνεπώς, οι κάτοχοι των δελτίων TIR θα πρέπει να παρέχουν εναλλακτική απόδειξη τερματισμού του καθεστώτος TIR και το τελωνείο θα πρέπει να λήξει και να εκκαθαρίσει χειροκίνητα τη διαδικασία.
β) Εμπορεύματα που διακινούνται με δελτία TIR με τελωνείο αναχώρησης/εισόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο προς ένα τελωνείο προορισμού/εξόδου στη χώρα μας ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27
Αν τα εμπορεύματα υπαχθούν σε καθεστώς TIR στο ΗΒ με προορισμό στην ΕΕ27 και εξακολουθούν να βρίσκονται στο τελωνειακό έδαφος του ΗΒ κατά ή/και μετά την ημερομηνία αποχώρησης, η πράξη μεταφοράς TIR δεν μπορεί να συνεχιστεί μέχρι τον προορισμό στην ΕΕ27. Αυτό σημαίνει ότι όταν τα εμπορεύματα φθάσουν σε τελωνείο στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27, θα θεωρηθεί ότι μεταφέρονται με δελτίο TIR που προέρχεται από τρίτη χώρα και θα εφαρμοστούν οι σχετικές διατυπώσεις. Με άλλα λόγια, κατά την είσοδο στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27, θα πρέπει να υποβληθεί συνοπτική διασάφηση εισόδου (ENS), εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας έχουν ήδη παρασχεθεί με τη δήλωση TIR ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής ENS βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
Στο NCTS, η διαδικασία διαμετακόμισης που ξεκίνησε στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να κλείσει με τα συνήθη μηνύματα IE. Ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να την διαγράψει χειροκίνητα. Ο κάτοχος του δελτίου TIR θα πρέπει να καταχωρήσει στο NCTS μία νέα κίνηση TIR στο τελωνείο στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27, το οποίο θα ενεργήσει ως τελωνείο αναχώρησης/εισόδου για την πράξη TIR εντός της ΕΕ.
γ) Εμπορεύματα που διακινούνται με καθεστώς TIR μέσω του Ηνωμένου Βασιλείου
i) Αν τα εμπορεύματα διακινούνται μεταξύ τελωνείου αναχώρησης/εισόδου σε κράτος μέλος της ΕΕ27 μέσω του Ηνωμένου Βασιλείου σε τελωνείο προορισμού/εξόδου σε κράτος μέλος της ΕΕ27 και τα εμπορεύματα αυτά εξακολουθούν να βρίσκονται στην ΕΕ27, πριν από τη διέλευση από το Ηνωμένο Βασίλειο, ισχύουν τα εξής από την ημερομηνία αποχώρησης και μετά: το καθεστώς TIR πρέπει να λήξει το αργότερο στο τελωνείο εξόδου από την ΕΕ27. Το τελωνείο αυτό, στη συνέχεια, γίνεται το τελωνείο προορισμού/εξόδου. Τα "νέα" τελωνεία προορισμού/εξόδου ζητούν τα σχετικά στοιχεία από το τελωνείο αναχώρησης και εκτελούν όλα τα καθήκοντα τελωνείου προορισμού/εξόδου. Για την έξοδο των εμπορευμάτων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27, πρέπει να υποβληθεί EXS, εκτός εάν έχουν ήδη παρασχεθεί τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ανάλυση κινδύνου για λόγους ασφάλειας και προστασίας με τη δήλωση TIR ή εάν δεν υφίσταται η υποχρέωση υποβολής δήλωσης πριν από την αναχώρηση βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα .
ii) Αν τα εμπορεύματα έχουν διέλθει το Ηνωμένο Βασίλειο και εισήλθαν ξανά στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27 πριν από την ημερομηνία αποχώρησης, η κίνηση TIR συνεχίζεται μέχρι τον προορισμό.
iii) Αν τα εμπορεύματα που καλύπτονται από ένα δελτίο TIR διασχίζουν το Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη στιγμή της αποχώρησης, ισχύουν τα ακόλουθα: τα εμπορεύματα που φθάνουν στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27 θα πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως κάθε άλλη κίνηση TIR που προέρχεται από τρίτη χώρα και θα εφαρμόζονται οι διατυπώσεις που έχουν θεσπιστεί γι' αυτά τα εμπορεύματα.
Μια συνοπτική διασάφηση εισόδου ENS πρέπει να κατατεθεί πριν την είσοδο ξανά στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27, στα σύνορα ΗΒ/ΕΕ27 εκτός εάν τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την ENS έχουν ήδη παρασχεθεί με τη δήλωση TIR ή δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής ENS βάσει του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
Ωστόσο, στο πλαίσιο του NCTS, η διαδικασία TIR που άρχισε στο κράτος μέλος της ΕΕ 27 συνεχίζεται.
6. ΕΞΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Όλοι οι οικονομικοί φορείς που πραγματοποιούν διακινήσεις εμπορευμάτων στο ΗΒ, μετά την ημερομηνία αποχώρησης, οφείλουν να τηρούν διατυπώσεις εξαγωγής.
Σύμφωνα με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα τα εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο πρέπει να καλύπτονται από διασάφηση πριν από την αναχώρηση, η οποία λαμβάνει μία από τις ακόλουθες μορφές:
1. Διασάφηση εξαγωγής, για εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
2. Διασάφηση επανεξαγωγής ή
3. Συνοπτική διασάφηση εξόδου (EXS).
Οι οικονομικοί φορείς που δεν έχουν προηγούμενη εμπειρία στις εξαγωγές μπορούν να ενημερωθούν μέσω της ιστοσελίδας της Τελωνειακής Υπηρεσίας (https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet), καθώς και από την Εγκύκλιο οδηγιών ΔΤΔ Α 1068392 ΕΞ 2016/26.4.2016 «Εξαγωγή & έξοδος εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης στο πλαίσιο του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα» (ΑΔΑ: ΩΨΜ6Η-ΔΡΧ).
Ειδικότερα σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
α) Εξαγωγές εμπορευμάτων από τη χώρα μας ή από άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 που διασχίζουν το Ηνωμένο Βασίλειο ή με τελωνείο εξόδου στο ΗΒ
Όταν τα εμπορεύματα απελευθερώθηκαν για εξαγωγή από τη χώρα μας ή από άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 πριν από την ημερομηνία αποχώρησης και μεταφέρονται σε τελωνείο εξόδου στο Ηνωμένο Βασίλειο (τελωνείο εξαγωγής στη χώρα μας ή σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27 και τελωνείο εξόδου στο ΗΒ) ή διασχίζουν το ΗΒ κατά τη διαδρομή τους προς ένα τελωνείο εξόδου σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ27, υπάρχουν τα ακόλουθα πιθανά σενάρια:
- Όταν τα εμπορεύματα για τα οποία τηρήθηκαν διατυπώσεις εξαγωγής σε τελωνείο της Ελλάδας ή άλλου Κ-Μ της ΕΕ27 πριν την ημερομηνία αποχώρησης με τελωνείο εξόδου στο ΗΒ, βρίσκονται εντός της ΕΕ27 μετά την ημερομηνία αποχώρησης, το τελωνείο εξόδου του ΗΒ πρέπει να αντικατασταθεί από ένα τελωνείο εξόδου που βρίσκεται στα σύνορα εντός της ΕΕ27 (πρέπει να υποβληθεί μήνυμα εκτροπής σε τελωνείο εξόδου της ΕΕ27). Το τελωνείο αυτό θα επιβεβαιώσει τη φυσική έξοδο των εμπορευμάτων και θα στείλει το αντίστοιχο μήνυμα στο τελωνείο εξαγωγής. Το ίδιο ισχύει για τα εμπορεύματα που κυκλοφορούν προς το τελωνείο εξόδου της ΕΕ27, τα οποία πριν από τη διέλευση από το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθούν να βρίσκονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.
- Όταν τα εμπορεύματα για τα οποία τηρήθηκαν διατυπώσεις εξαγωγής σε τελωνείο της Ελλάδας ή άλλου Κ-Μ της ΕΕ27 πριν την ημερομηνία αποχώρησης με τελωνείο εξόδου στο ΗΒ, βρίσκονται ήδη εντός του ΗΒ κατά την ημερομηνία αποχώρησης, το τελωνείο του ΗΒ δεν θα μπορέσει να στείλει μηνύματα μέσω του ECS που να επιβεβαιώνουν τη φυσική έξοδο των εμπορευμάτων. Το τελωνείο εξαγωγής θα πρέπει να κλείσει την εξαγωγή στο ECS με την προσκόμιση από τον εξαγωγέα εναλλακτικών στοιχείων απόδειξης της εξαγωγής. Προς τον σκοπό αυτό οι οικονομικοί φορείς πρέπει να παρέχουν εναλλακτικά στοιχεία απόδειξης της εξαγωγής στο τελωνείο εξαγωγής προκειμένου να κλείσουν την κίνηση.
- Όταν τα εμπορεύματα έχουν ήδη διέλθει από το Ηνωμένο Βασίλειο προς ένα τελωνείο εξόδου που βρίσκεται σε κράτος μέλος της ΕΕ27, δεν θα υπάρξει αντίκτυπος στην τρέχουσα διαδικασία
(δηλ. το τελωνείο εξόδου στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ27 θα επιβεβαιώσει τη φυσική έξοδο των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξαγωγής).
β) Εξαγωγή από το Ηνωμένο Βασίλειο με τελωνείο εξόδου που βρίσκεται στην ΕΕ27
- Όταν τα εμπορεύματα που απελευθερώνονται προς εξαγωγή στο ΗΒ με τελωνείο εξόδου στην ΕΕ27 εξακολουθούν να βρίσκονται στο ΗΒ κατά την ημερομηνία αποχώρησης, θα υπόκεινται στις τελωνειακές διαδικασίες του ΗΒ όταν εξέρχονται από αυτό.
Όταν τα εμπορεύματα αυτά εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της ΕΕ27 μετά από την ημερομηνία αποχώρησης, θα αντιμετωπίζονται όπως οποιαδήποτε άλλα εμπορεύματα τρίτης χώρας, δηλαδή θα πρέπει να υποβληθεί Συνοπτική Διασάφηση Εισόδου (ENS) στο πρώτο σημείο εισόδου της ΕΕ27, τα εμπορεύματα θα μπορούν να τεθούν σε προσωρινή εναπόθεση για να λάβουν τελωνειακό προορισμό ή, εφόσον πρόκειται να μεταφερθούν σε τελωνείο εξόδου της ΕΕ27, θα πρέπει να τεθούν σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης. Όταν τα εμπορεύματα φτάσουν στο τελωνείο εξόδου της ΕΕ27, πρέπει να υποβληθεί γνωστοποίηση επανεξαγωγής, διασάφηση επανεξαγωγής ή EXS.
- Όταν τα εμπορεύματα που απελευθερώνονται προς εξαγωγή στο ΗΒ μέσω τελωνείου εξόδου της ΕΕ27 πριν την ημερομηνία αποχώρησης, βρίσκονται ήδη στην ΕΕ27 κατά την ημερομηνία αποχώρησης και φτάνουν στο προβλεπόμενο τελωνείο εξόδου της ΕΕ27, το εν λόγω τελωνείο δεν θα είναι σε θέση να επιβεβαιώσει τη φυσική έξοδο των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξαγωγής που βρίσκεται στο ΗΒ, καθώς το ΗΒ θα αποσυνδεθεί από το σύστημα ECS από την ημερομηνία αποχώρησης. Στην περίπτωση αυτή το τελωνείο εξόδου της ΕΕ27 μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του εξαγωγέα, να βεβαιώσει την έξοδο των εμπορευμάτων.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποσυνδεθεί από την ημερομηνία αποχώρησης από το Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών (Ε05).
7. ΑΔΕΙΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ/ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ (ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ)
Σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ορισμένα εμπορεύματα που εισέρχονται από Τρίτη χώρα ή εξέρχονται από την ΕΕ υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, ή προστασίας των εθνικών θησαυρών. Για τα εμπορεύματα αυτά απαιτείται η έκδοση ορισμένων αδειών/πιστοποιητικών/εγκρίσεων από εθνικές Αρμόδιες Αρχές και η συμμόρφωσή τους ελέγχεται στο πλαίσιο τελωνειακών ελέγχων.
Από την ημερομηνία αποχώρησης, για τα εμπορεύματα αυτά όταν εισέρχονται στο έδαφος της ΕΕ27 από το ΗΒ ή εξέρχονται από την ΕΕ27 προς το ΗΒ θα απαιτείται πλέον η έκδοση της ανάλογης άδειας/πιστοποιητικού/έγκρισης.
Επιπλέον, οι άδειες/πιστοποιητικά/εγκρίσεις που έχουν εκδοθεί από το ΗΒ ως κράτος μέλος της Ε.Ε. από την ημερομηνία αποχώρησης θα παύσουν να ισχύουν.
Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να ενημερωθούν για τα απαιτούμενες άδειες/πιστοποιητικά για την εισαγωγή/εξαγωγή εμπορευμάτων στην ιστοσελίδα της Τελωνειακής Υπηρεσίας (https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet/services?serid=10518295&adreseeID=10001980).
8. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ
Για την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, από την ημερομηνία αποχώρησης, οι κανόνες της ΕΕ για την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας από τα τελωνεία, και ιδίως ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, δεν θα ισχύουν πλέον στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ειδικότερα:
• Υποβολή ενωσιακών αιτήσεων: Από την ημερομηνία αποχώρησης, δεν είναι πλέον δυνατό να υποβάλλονται ενωσιακές αιτήσεις στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή του ΗΒ. Ενωσιακές αιτήσεις που υποβάλλονται σε ένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ27 εξακολουθούν να ισχύουν στην ΕΕ27 από την ημερομηνία αποχώρησης, ακόμη και αν οι τελωνειακές αρχές του ΗΒ συγκαταλέγονται μεταξύ
των Τελωνειακών Αρχών των οποίων ζητείται η παρέμβαση. Σε περίπτωση που ενωσιακή αίτηση υποβλήθηκε σε άλλο κράτος μέλος εκτός του ΗΒ, με την οποία ζητείται από τις Τελωνειακές Αρχές του εν λόγω κράτους μέλους και τις τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου να ασκήσουν παρέμβαση, η εν λόγω αίτηση εξακολουθεί να ισχύει ως εθνική αίτηση για το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε.
• Αποφάσεις σχετικά με τις ενωσιακές αιτήσεις: Από την ημερομηνία αποχώρησης, δεν ισχύουν πλέον στην ΕΕ27, βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, οι αποφάσεις έγκρισης ενωσιακών αιτήσεων που εκδίδονται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή του ΗΒ ως κράτους μέλους. Αποφάσεις έγκρισης ενωσιακών αιτήσεων που εκδίδονται σε ένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ27 εξακολουθούν να ισχύουν στην ΕΕ27 από την ημερομηνία αποχώρησης, ακόμη και αν οι Τελωνειακές Αρχές του ΗΒ συγκαταλέγονται μεταξύ των Τελωνειακών Αρχών των οποίων ζητείται η παρέμβαση. Σε περίπτωση που άλλο κράτος μέλος εκτός του ΗΒ εξέδωσε απόφαση έγκρισης ενωσιακής αίτησης, με την οποία ζητείται από τις Τελωνειακές Αρχές του εν λόγω κράτους μέλους και τις Τελωνειακές Αρχές του ΗΒ να ασκήσουν παρέμβαση, η εν λόγω απόφαση εξακολουθεί να ισχύει για το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΑΔΕ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
1Εξαιρείται το NCTS TIR στο οποίο δεν θα υπάρχει πρόσβαση. Σε αυτό έχουν πρόσβαση μόνο τα Κ-Μ της ΕΕ27.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Για περισσότερες πληροφορίες:
1. Οι εγγεγραμμένοι χρήστες στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. θα μπορούν να υποβάλλουν το ερώτημά τους από την κεντρική ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε. (https://www.aade.gr), από την επιλογή «MyTAXISnet / Ο λογαριασμός μου» και εν συνεχεία «Ερωτήματα προς Α.Α.Δ.Ε.».
2. Οι μη εγγεγραμμένοι χρήστες θα μπορούν να υποβάλλουν το ερώτημά τους μέσω της φόρμας υποβολής από την ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε.: https://www1.gsis.gr/inquiry/newInquiry.htm
Και στις δύο περιπτώσεις θα πρέπει να επιλέγουν από τη σχετική φόρμα υποβολής την «Κατηγορία» που αφορά τη θεματολογία «Αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ χωρίς συμφωνία (no deal Brexit) - Τελωνειακά Θέματα».
Α.1070/2019 Τροποποίηση της Τ.1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ (ΦΕΚ 516/Β) «Τελωνειακές διαδικασίες εφοδιασμού πλοίων, αεροσκαφών, διπλωματικών αποστολών και λοιπών προορισμών με τροφοεφόδια, καπνικά, καύσιμα κ.λπ.» και της αριθμ. Δ. 179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ (ΦΕΚ 215/Β) «Προϋποθέσεις, δικαιολογητικά και διαδικασία απαλλαγής από τον ΕΦΚ που αναλογεί στα καύσιμα των βοηθητικών σκαφών θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας»
Αριθμ. Α 1070/2019
(ΦΕΚ Β' 679/28-02-2019)
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 78 παράγραφος 1β) του ν. 2960/2001 «Εθνικός
Τελωνειακός Κώδικας» (ΦΕΚ 265/ Α΄), με τις οποίες ενσωματώθηκαν στην εθνική
νομοθεσία οι διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 1γ) της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ «Σχετικά με
την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων
και της ηλεκτρικής ενέργειας».
2. Τις εξουσιοδοτικές διατάξεις του πέμπτου εδαφίου του άρθρου 40 και του
δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 78 του ν. 2960/2001.
3. Τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 438/1976 (ΦΕΚ 256 Α΄), όπως έχει
τροποποιηθεί και ισχύει.
4. Τις διατάξεις του ν. 4256/2014 «Τουριστικά πλοία και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ
92/Α΄) όπως ισχύει.
5. Τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (ΦΕΚ 251/Α΄) περί των «Ελληνικών Λογιστικών
Προτύπων, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν.
6. Τις διατάξεις της αριθμ. Τ1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ (ΦΕΚ 516/Β΄) «Τελωνειακές
διαδικασίες εφοδιασμού πλοίων, αεροσκαφών, διπλωματικών αποστολών και λοιπών
προορισμών με τροφοεφόδια, καπνικά, καύσιμα κ.λπ.», όπως ισχύει.
7. Τις διατάξεις της αριθμ. Δ. 179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ (ΦΕΚ 215/Β΄) «Προϋποθέσεις,
δικαιολογητικά και διαδικασία απαλλαγής από τον ΕΦΚ που αναλογεί στα καύσιμα των
βοηθητικών σκαφών θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας», όπως ισχύει.
8. Τις διατάξεις της αριθμ. ΔΤΔ Δ 5030364ΕΞ2014/ 30-12-2014 απόφασης ΓΓΔΕ «Κεντρικός
Διαχειριστής και Ηλεκτρονικές Εισπράξεις και Επιστροφές Τελωνείων» (ΦΕΚ
3675/Β΄/31-12-2014).
9. Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 90 του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ
98/Α΄/22.04.2005) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας νια την Κυβέρνηση και τα
Κυβερνητικά όργανα».
10. Τις διατάξεις της Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 απόφασης του Υπουργού
Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών (Β΄ 130 και Β΄ 372) «Μεταβίβαση
αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του
Υπουργείου Οικονομικών», όπως συμπληρώθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει, σε
συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαρ. α της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν.
4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α΄), όπως ισχύουν.
11. Τις διατάξεις της ΠΟΛ.1209/2018 (ΦΕΚ 5092/ Β΄) κοινής υπουργικής
απόφασης «Καθορισμός της διαδικασίας καταχώρισης και μεταβολής των στοιχείων από
τα υπόχρεα πρόσωπα για τη λειτουργία του μητρώου τουριστικών πλοίων και μικρών
σκαφών του άρθ. 2 του ν. 4256/2014 και λοιπά θέματα για την ανάπτυξη και
εφαρμογή αυτού».
12. Την αριθμ. 1 της 20-1-2016 πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) «Επιλογή
και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του
Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 41
του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α΄) και την 39/3/30-11-2017 απόφαση του Συμβουλίου
Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 689/ΥΟΔΔ/ 20-12-2017), «Ανανέωση θητείας Διοικητή
Α.Α.Δ.Ε.».
13. Τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ 94/Α΄) «Επείγουσες
διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν.
14. Τις διατάξεις της Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 (ΦΕΚ 968/Α΄) απόφασης του
Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής
Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
15. Το αριθμ. 2/23406/ΔΛΓΚ-Α΄/15-3-2018 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης
Θησαυροφυλακίου και Δημοσιονομικών Κανόνων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους
αναφορικά με την αλλαγή της διαδικασίας καταβολής των επιστροφών ΕΦΚ καυσίμων σε
δικαιούχους.
16. Την ανάγκη τροποποίησης της διαδικασίας εφοδιασμού πλοίων και βοηθητικών
σκαφών μονάδων θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας με καύσιμα από ελεύθερα αποθέματα για
την απλοποίηση των διαδικασιών και την ανάγκη καθιέρωσης διαδικασίας
ηλεκτρονικής επιστροφής του ΕΦΚ και απόδοσης των ποσών στους δικαιούχους μέσω
των τραπεζικών τους λογαριασμών.
17. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας Απόφασης δεν προκαλείται
δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.),
αποφασίζουμε:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Τροποποίηση της αριθμ. Τ.1940/41/2.5.2003 ΑΥΟΟ (ΦΕΚ 516/Β΄)
Άρθρο 1
1. Οι παράγραφοι 1 έως και 4 του άρθρου 19 της αριθμ. Τ1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ,
αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«ΑΡΘΡΟ 19
ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ ΠΛΟΙΩΝ ΜΕ ΚΑΥΣΙΜΑ ΑΠΟ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΛΙΠΑΝΤΙΚΑ
1. Εφοδιασμός των δικαιούχων ατελείας σκαφών
α) Η χορήγηση καυσίμων από ελεύθερα αποθέματα, επιτρέπεται μόνον, εφόσον, στις
περιοχές εφοδιασμού δεν υπάρχουν αφορολόγητα καύσιμα ή ειδικές περιστάσεις
υπαγορεύουν διαφορετική αντιμετώπιση οι οποίες εξετάζονται από το αρμόδιο
Τελωνείο κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου.
β) Οι ποσότητες καυσίμων από ελεύθερα αποθέματα, με τις οποίες μπορούν να
εφοδιάζονται τα πλοία με το σύστημα της επιστροφής, για μεν τα αλιευτικά σκάφη
είναι οι αναφερόμενες στο άρθρο 17 της παρούσας, ενώ για τις λοιπές κατηγορίες
των επαγγελματικών πλοίων ισχύουν οι ποσοτικοί και λοιποί περιορισμοί που
προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 16 της παρούσας.
γ) Σε περιπτώσεις, επαρκώς αιτιολογημένες, ιδιαίτερα εκείνες που αφορούν τα
μικρά αλιευτικά σκάφη παράκτιας αλιείας, επιτρέπεται ο εφοδιασμός με
συμπληρωματικές ποσότητες καυσίμων, που μεταγγίζονται σε εφεδρική δεξαμενή, ή σε
δοχεία που βρίσκονται επί του σκάφους, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1 της
παρούσας.
δ) Για τον εφοδιασμό των δικαιούχων ατέλειας αλιευτικών σκαφών, επαγγελματικών
πλοίων αναψυχής, των τουριστικών ημερόπλοιων, των θαλάσσιων ταξί και των πλοίων
πλωτών μέσων του Λιμενικού Σώματος και της Πλοηγικής Υπηρεσίας από ελεύθερα
αποθέματα καυσίμων με επιστροφή του ΕΦΚ, το δικαιούχο απαλλαγής πρόσωπο
ενημερώνει το Τελωνείο Φόρτωσης για την ποσότητα, τον τόπο και τον χρόνο του
εφοδιασμού. Το Τελωνείο Φόρτωσης ενημερώνει το Βιβλίο Αναγγελίας και
Πραγματοποίησης Εφοδιασμών που τηρείται στο Τελωνείο ορίζοντας τον τελωνειακό
υπάλληλο που θα παραστεί κατά τη φόρτωση του καυσίμου, στις περιπτώσεις όπου η
παρουσία αυτού καθίσταται δυνατή. Στις περιπτώσεις όπου δεν παρέχεται δυνατότητα
παρουσίας τελωνειακού υπαλλήλου, ο εφοδιασμός πραγματοποιείται χωρίς την
παρουσία αυτού, με αντίστοιχη ενημέρωση του Βιβλίου Αναγγελίας και
Πραγματοποίησης Εφοδιασμών για τους λόγους αυτούς.
Στις περιπτώσεις όπου δεν παρέχεται δυνατότητα παρουσίας τελωνειακού υπαλλήλου
κατά τη φόρτωση του καυσίμου το δικαιούχο απαλλαγής πρόσωπο οφείλει να
συμπληρώσει με ευθύνη του τα πεδία εγγραφής του Βιβλίου Ατελειών του σκάφους που
αφορούν τη δικαιούμενη παραδοθείσα ποσότητα καυσίμων, με ειδική μνεία αναφορικά
με την παράδοση του καυσίμου χωρίς παρουσία τελωνειακού υπαλλήλου.
ε) Ο εφοδιασμός των ανωτέρω σκαφών ενεργείται με την έκδοση των προβλεπόμενων
λογιστικών στοιχείων αξίας (παραστατικά) ή/και αξίας διακίνησης του καυσίμου.
Εφόσον κατά τον εφοδιασμό των ανωτέρω σκαφών παρίσταται τελωνειακός υπάλληλος,
ελέγχει τις παραδιδόμενες ποσότητες καυσίμων βάσει των δικαιούμενων ποσοτικών
ορίων και συμπληρώνει τα πεδία εγγραφής του Βιβλίου Ατελειών του σκάφους που
αφορούν την παραδοθείσα ποσότητα καυσίμων.
2. Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ
α) Αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ είναι το τελωνείο του
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ III της παρούσας απόφασης βάσει του Νομού ή της Περιφερειακής
Ενότητας όπου βρίσκεται η κατοικία του δικαιούχου φυσικού προσώπου ή η έδρα του
δικαιούχου νομικού προσώπου.
β) Αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής της Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ ειδικά για τα πλωτά
μέσα του Λιμενικού Σώματος και της Πλοηγικής Υπηρεσίας ορίζεται το Δ΄ Τελωνείο
Επίβλεψης Συγκροτημάτων Πειραιά.
3. Υποχρεώσεις δικαιούχων επιστροφής του ΕΦΚ καυσίμων
Για την επιστροφή ΕΦΚ καυσίμων ο αιτών υποβάλλει ηλεκτρονικά την αίτηση του στο
κατά περίπτωση αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής του Παραρτήματος III της παρούσας. Η
αίτηση επιστροφής ΕΦΚ καυσίμων υποβάλλεται τέσσερις φορές ετησίως και
συγκεκριμένα μέχρι το τέλος των μηνών Ιανουαρίου, Απριλίου, Ιουλίου και
Οκτωβρίου. Η αίτηση αφορά όλους τους εφοδιασμούς που πραγματοποιήθηκαν το
προηγούμενο τρίμηνο από την υποβολή της αίτησης με τα αντίστοιχα παραστατικά που
έχουν εκδοθεί νια το ίδιο διάστημα. Η ως άνω αίτηση δύναται να υποβάλλεται και
ανά ημερολογιακό εξάμηνο, για μεν το πρώτο εξάμηνο μέχρι το τέλος του μηνός
Ιουλίου νια δε το δεύτερο εξάμηνο μέχρι το τέλος Ιανουαρίου του επόμενου έτους.
α) Με την αίτηση συνυποβάλλονται υποχρεωτικά ηλεκτρονικά τα ακόλουθα
δικαιολογητικά για όλα τα δικαιούχα απαλλαγής ΕΦΚ πρόσωπα:
i. Τα παραστατικά (τιμολόγια) προμήθειας του καυσίμου που αντιστοιχούν στις
παραληφθείσες ποσότητες καυσίμων νια το χρονικό διάστημα που καταλαμβάνει η
αίτηση επιστροφής ΕΦΚ.
ii. Συγκεντρωτικός Πίνακας Παραστατικών καυσίμων βάσει των οποίων ο
συναλλασσόμενος αιτείται επιστροφής ΕΦΚ, ως Παράρτημα IV της παρούσας.
iii. Η/οι Σελίδα/ες του Ημερολογίου Κίνησης για το χρονικό διάστημα που
καταλαμβάνει η αίτηση επιστροφής ΕΦΚ καυσίμων.
iv. Η πρώτη σελίδα του Βιβλίου Ατελειών που φέρει τη θεώρηση της αρμόδιας
Τελωνειακής αρχής η σελίδα στην οποία υπάρχει η ετήσια θεώρηση καθώς και οι
σελίδες που περιλαμβάνουν τις εγγραφές εφοδιασμών καυσίμων που έχουν
πραγματοποιηθεί και για τις οποίες ο συναλλασσόμενος αιτείται επιστροφής ΕΦΚ.
β) Επιπρόσθετα των ανωτέρω δικαιολογητικών υποβάλλονται, ανά κατηγορία πλοίου,
τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
αα) Επαγγελματικά πλοία αναψυχής:
i. Ναυλοσύμφωνο θεωρημένο από την αρμόδια Λιμενική Αρχή.
ii. Άδεια επαγγελματικού πλοίου αναψυχής των διατάξεων του ν. 4256/2014 (ΦΕΚ
92/Α΄).
iii. Παραστατικά (τιμολόγια) σύμφωνα με τα Εθνικά Λογιστικά Πρότυπα του ν.
4308/2014 (ΦΕΚ 251/Α΄/ 24-11-2014), για την αμοιβή από την εκτέλεση των
συγκεκριμένων ναυλοσύμφωνων (παροχή υπηρεσιών).
iv. Κατάσταση επιβατών.
ββ) Επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια για τα οποία έχουν εκδοθεί άδειες
επαγγελματικής δραστηριότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.
4256/2014 και παραμένουν σε ισχύ :
i. Άδεια Εκτέλεσης θαλάσσιων Εκδρομών.
ii. Αντίγραφο Άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4256/2014 (ΦΕΚ 92/Α΄).
iii. Κατάσταση από την οποία προκύπτει η καταχώριση των εσόδων στα προβλεπόμενα
από τις κείμενες διατάξεις βιβλία βάσει των παραστατικών αξίας από την παροχή
των συγκεκριμένων υπηρεσιών.
iv) Λοιπές περιπτώσεις επαγγελματικών τουριστικών ημερόπλοιων:
i. Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης (Π.Γ.Ε.) ή Πιστοποιητικό Ασφαλείας (Π.Α.) ή
Άδεια Εκτέλεσης Πλόων.
ii. Υπεύθυνη δήλωση προς την αρμόδια Λιμενική Αρχή αναφορικά με την περιοχή
δραστηριοποίησης του επαγγελματικού τουριστικού ημερόπλοιου.
iii. Βεβαίωση έναρξης δραστηριότητας της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή εκτύπωση
προσωποποιημένης πληροφόρησης αναφορικά με την έναρξη δραστηριότητας.
iv. Κατάσταση από την οποία προκύπτει η καταχώριση των εσόδων στα προβλεπόμενα
από τις κείμενες διατάξεις βιβλία βάσει των παραστατικών αξίας από την παροχή
των συγκεκριμένων υπηρεσιών.
δδ) Θαλάσσια ταξί:
i. Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης (Π.Γ.Ε.).
ii. Άδεια θαλάσσιου ταξί.
iii. Έγγραφο Εθνικότητας.
iv. Κατάσταση από την οποία προκύπτει η καταχώρηση των εσόδων στα προβλεπόμενα
από τις κείμενες διατάξεις βιβλία βάσει των παραστατικών αξίας από την παροχή
των συγκεκριμένων υπηρεσιών.
4. Ενέργειες του αρμόδιου Τελωνείου Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ.
Το αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ προβαίνει στην αποδοχή ή
απόρριψη της αίτησης επιστροφής ΕΦΚ.
Α) Απόρριψη/Αποδοχή της αίτησης:
Το Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ προβαίνει στον έλεγχο:
i) της υποβολής της αίτησης στο αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής και Επιστροφής ΕΦΚ,
ii) της υπαγωγής του αιτούντα σε ένα από τα δικαιούχα επιστροφής ΕΦΚ πρόσωπα,
iii) της εμπρόθεσμης υποβολής της αίτησης, και
iv) της υποβολής των προβλεπόμενων κατά περίπτωση δικαιολογητικών.
Η αίτηση γίνεται αποδεκτή, εφόσον συντρέχουν όλα τα αμέσως ανωτέρω κριτήρια,
άλλως απορρίπτεται άμεσα και ο αιτών ενημερώνεται νια την αποδοχή ή απόρριψη της
αίτησής του.
Β) Έλεγχοι - Συμψηφισμοί Οφειλών:
1. Έλεγχοι
Το αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ μετά την αποδοχή της
αίτησης και πριν την έκδοση της σχετικής Απόφασης Επιστροφής προβαίνει στον
έλεγχο:
i) των συνυποβαλλόμενων της αίτησης επιστροφής ΕΦΚ δικαιολογητικών της
παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου για τη διαπίστωση της πλήρωσης των όρων και
προϋποθέσεων επιστροφής του ΕΦΚ καυσίμων και ζητεί την υποβολή τυχόν πρόσθετων
στοιχείων που αφορούν στον έλεγχο.
ii) της ύπαρξης τυχόν τελωνειακών, φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών του
δικαιούχου απαλλαγής προσώπου.
2. Συμψηφισμοί οφειλών
Εφόσον διαπιστωθεί ότι υπάρχουν τελωνειακές, φορολογικές ή/και ασφαλιστικές
οφειλές του δικαιούχου επιστροφής ΕΦΚ προσώπου, διενεργείται συμψηφισμός του
ποσού προς επιστροφή με τις τυχόν οφειλές προς:
i) τις Τελωνειακές Αρχές και τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του
άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90/Α΄) Κ.Ε.Δ.Ε., όπως ισχύει και
ii) τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ι.Α.2, του
ν. 4254/2014 (ΦΕΚ 85/ Α΄/7-4-2014), όπως ισχύει.
Γ) Έκδοση Απόφασης Επιστροφής ΕΦΚ
Με την ολοκλήρωση του συμψηφισμού, όπου απαιτείται, και εντός δύο (2) μηνών από
την υποβολή της αίτησης επιστροφής ΕΦΚ, το αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και
Επιστροφής ΕΦΚ προβαίνει στην έκδοση της απόφασης νια την καταβολή του ποσού
επιστροφής με πίστωση του τραπεζικού λογαριασμού του δικαιούχου με τη διαδικασία
που ορίζεται στην αριθμ. ΔΤΔ Δ 5030364 ΕΞ 2014/30.12.2014 απόφαση ΓΓΔΕ: «Κεντρικός
Διαχειριστής και Ηλεκτρονικές Εισπράξεις και Επιστροφές Τελωνείων».
Στην απόφαση αναφέρονται:
i. To Συνολικό ποσό επιστροφής ΕΦΚ, προ τυχόν συμψηφισμών
ii. Το ποσό συμψηφισμού με τυχόν τελωνειακές, φορολογικές και ασφαλιστικές
οφειλές του δικαιούχου και
iii. To Τελικό ποσό επιστροφής προς το δικαιούχο μετά τους τυχόν συμψηφισμούς.».
2. Στην αριθμ. Τ1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ, μετά τα παραρτήματα Ι και II
προστίθενται Παραρτήματα III και IV, ως ακολούθως:
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
Πίνακας αρμόδιων Τελωνείων Υποβολής της Αίτησης και Επιστροφής του ΕΦΚ
Α/Α | ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΕΦΚ | ΝΟΜΟΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ |
1 |
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ |
ΕΒΡΟΥ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ ΡΟΔΟΠΗΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ |
2 |
ΚΑΒΑΛΑΣ |
ΚΑΒΑΛΑΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ |
ΔΡΑΜΑΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ | ||
ΞΑΝΘΗΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ | ||
3 |
ΣΕΡΡΩΝ |
ΣΕΡΡΩΝ/ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ/ΚΕΝΤΡ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
4 | ΒΕΡΟΙΑΣ | ΗΜΑΘΙΑΣ/ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
5 | Γ΄ ΕΦΚ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ | ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ/ΚΕΝΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
ΚΙΛΚΙΣ/ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ | ||
6 | ΣΚΥΔΡΑΣ | ΠΕΛΛΑΣ/ΚΕΝΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
7 | ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ | ΠΙΕΡΙΑΣ/ΚΕΝΤΡ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
8 |
ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ |
ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΟΖΑΝΗΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
9 | ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ | ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ |
10 | ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑΣ | ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ |
11 |
ΠΡΕΒΕΖΑΣ |
ΠΡΕΒΕΖΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ ΑΡΤΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ ΛΕΥΚΑΔΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ |
12 | ΚΕΡΚΥΡΑΣ | ΚΕΡΚΥΡΑΣ/ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ |
13 |
ΠΑΤΡΑΣ |
ΑΧΑΪΑΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ/ΔΥΤ. ΕΛΛΑΔΑΣ ΗΛΕΙΑΣ//ΔΥΤ. ΕΛΛΑΔΑΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ/ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ/ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΦΩΚΙΔΑΣ/ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
14 |
ΝΑΥΠΛΙΟΥ |
ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΑΡΚΑΔΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ |
15 | ΚΟΡΙΝΘΟΥ | ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛ/ΝΗΣΟΥ |
16 |
ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ |
ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛ/ΝΗΣΟΥ ΛΑΚΩΝΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛ/ΝΗΣΟΥ |
17 |
ΛΑΡΙΣΑΣ |
ΛΑΡΙΣΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ/ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ |
18 |
ΒΟΛΟΥ |
ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ/ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ/ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
19 | ΟΙΝΟΗΣ | ΒΟΙΩΤΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
20 | ΧΑΛΚΙΔΑΣ | ΕΥΒΟΙΑΣ/ ΠΕΡΙΦ. ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
21 |
ΑΘΗΝΩΝ |
ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΘΗΝΩΝ |
22 |
Α΄ ΠΕΙΡΑΙΑ |
ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΝΟΤΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΝΗΣΩΝ |
23 |
Δ΄ ΤΕΣ ΠΕΙΡΑΙΑ |
ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΘΗΝΩΝ |
24 | ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ | ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ |
25 | ΛΑΥΡΙΟΥ | ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ANAT. ΑΤΤΙΚΗΣ |
26 |
ΣΥΡΟΥ |
ΚΥΚΛΑΔΩΝ/ΠΕΡΙΦ. ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΑΜΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
27 | ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ | ΛΕΣΒΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
28 | ΧΙΟΥ | ΧΙΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
29 | ΡΟΔΟΥ | ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
30 |
ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ |
ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΚΡΗΤΗΣ |
31 |
ΧΑΝΙΩΝ |
ΧΑΝΙΩΝ/ΠΕΡΙΦ. ΚΡΗΤΗΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΚΡΗΤΗΣ » |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ
Ονοματεπώνυμο πλοιοκτήτη/Επωνυμία επιχείρησης:
Όνομα πλοίου:
Α/Α | ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΥ | ΗΜΕΡ/ΝΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΥ | ΠΟΣΟΤΗΤΑΚΑΥΣΙΜΟΥ | ΕΙΔΟΣ ΚΑΥΣΙΜΟΥ |
1 | ||||
2 | ||||
3 | ||||
4 | ||||
..... | ||||
..... | » |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
Τροποποίηση της αριθμ. Δ. 179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ (ΦΕΚ 215/Β΄)
Άρθρο 2
1. Το άρθρο 3 της αριθμ. Δ. 179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 3
Διαδικασία εφοδιασμού με καύσιμα από ελεύθερα αποθέματα
«1. Ο εφοδιασμός των σκαφών των μονάδων θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας με
καύσιμα από ελεύθερα αποθέματα (φορολογημένα καύσιμα) με επιστροφή του ΕΦΚ,
επιτρέπεται μόνον, εφόσον στις περιοχές εφοδιασμού δεν υπάρχουν αφορολόγητα
καύσιμα ή ειδικές περιστάσεις υπαγορεύουν διαφορετική αντιμετώπιση, οι
οποίες εξετάζονται από το αρμόδιο Τελωνείο κατόπιν αίτησης του
ενδιαφερομένου.
2. Για τον εφοδιασμό των δικαιούχων ατέλειας σκαφών των μονάδων
υδατοκαλλιέργειας από ελεύθερα αποθέματα καυσίμων με επιστροφή του ΕΦΚ, το
δικαιούχο απαλλαγής πρόσωπο ενημερώνει το Τελωνείο Φόρτωσης νια την ποσότητα,
τον τόπο και τον χρόνο του εφοδιασμού. Το Τελωνείο Φόρτωσης ενημερώνει το
Βιβλίο Αναγγελίας και Πραγματοποίησης Εφοδιασμών που τηρείται στο Τελωνείο
ορίζοντας τον τελωνειακό υπάλληλο που θα παραστεί κατά τη φόρτωση του
καυσίμου, στις περιπτώσεις όπου η παρουσία αυτού καθίσταται δυνατή. Στις
περιπτώσεις όπου δεν παρέχεται δυνατότητα παρουσίας τελωνειακού υπαλλήλου, ο
εφοδιασμός πραγματοποιείται χωρίς την παρουσία αυτού, με αντίστοιχη
ενημέρωση του Βιβλίου Αναγγελίας και Πραγματοποίησης Εφοδιασμών νια τους
λόγους αυτούς.
Στις περιπτώσεις όπου δεν παρέχεται δυνατότητα παρουσίας τελωνειακού
υπαλλήλου κατά τη φόρτωση του καυσίμου το δικαιούχο απαλλαγής πρόσωπο
οφείλει να συμπληρώσει με ευθύνη του τα πεδία εγγραφής του Βιβλίου Ατελειών
του σκάφους που αφορούν τη δικαιούμενη παραδοθείσα ποσότητα καυσίμων, με
ειδική μνεία αναφορικά με την παράδοση του καυσίμου χωρίς παρουσία
τελωνειακού υπαλλήλου.
3. Ο εφοδιασμός των ανωτέρω σκαφών ενεργείται με την έκδοση των
προβλεπόμενων λογιστικών στοιχείων αξίας (παραστατικά) ή/και αξίας
διακίνησης του καυσίμου. Εφόσον κατά τον εφοδιασμό των ανωτέρω σκαφών
παρίσταται τελωνειακός υπάλληλος, ελέγχει τις παραδιδόμενες ποσότητες
καυσίμων βάσει των δικαιούμενων ποσοτικών ορίων του άρθρου 4 της παρούσας
και συμπληρώνει τα πεδία εγγραφής του Βιβλίου Ατελειών του σκάφους που
αφορούν την παραδοθείσα ποσότητα καυσίμων, αφού προηγουμένως ελέγξει και το
ημερολόγιο κίνησης θεωρημένο από την αρμόδια Λιμενική Αρχή.
4. Αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ είναι το τελωνείο
του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι της παρούσας απόφασης βάσει του Νομού ή της Περιφερειακής
Ενότητας όπου βρίσκεται η κατοικία του δικαιούχου φυσικού προσώπου ή η έδρα
του δικαιούχου νομικού προσώπου.
Για την επιστροφή του ΕΦΚ ο αιτών υποβάλλει ηλεκτρονικά την αίτηση του στο
κατά περίπτωση αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής του Παραρτήματος Ι της παρούσας. Η
αίτηση επιστροφής ΕΦΚ καυσίμων υποβάλλεται τέσσερις φορές ετησίως και
συγκεκριμένα μέχρι το τέλος των μηνών Ιανουαρίου, Απριλίου, Ιουλίου και
Οκτωβρίου. Η αίτηση αφορά όλους τους εφοδιασμούς που πραγματοποιήθηκαν το
προηγούμενο τρίμηνο από την υποβολή της αίτησης. Η ως άνω αίτηση δύναται να
υποβάλλεται και ανά ημερολογιακό εξάμηνο, για μεν το α΄ εξάμηνο μέχρι το
τέλος του μηνός Ιουλίου, για δε το δεύτερο εξάμηνο μέχρι το τέλος Ιανουαρίου
του επόμενου έτους.
Με την αίτηση υποβάλλονται ηλεκτρονικά τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
i. Τα παραστατικά (τιμολόγια) του καυσίμου που αφορούν την παραλάμβανα μένη
κάθε φορά ποσότητα καυσίμων.
ii. Συγκεντρωτικός Πίνακας Παραστατικών καυσίμων βάσει των οποίων ο
ενδιαφερόμενος αιτείται επιστροφής ΕΦΚ, ως Παράρτημα II της παρούσας.
iii. Η/οι σελίδα/ες του Ημερολογίου Κίνησης νια το χρονικό διάστημα που
καταλαμβάνει η αίτηση επιστροφής ΕΦΚ καυσίμων.
iv. Η πρώτη σελίδα του Βιβλίου Ατελειών θεωρημένη, η σελίδα στην οποία
υπάρχει η ετήσια θεώρηση καθώς και οι σελίδες που περιλαμβάνουν τις εγγραφές
εφοδιασμών καυσίμων που έχουν πραγματοποιηθεί και για τις οποίες αιτείται
επιστροφής ΕΦΚ.
5. Επιπλέον των δικαιολογητικών που προβλέπονται στην ανωτέρω παράγραφο οι
ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά για την επιστροφή του ΕΦΚ καυσίμων τα
δικαιολογητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 της παρούσας.
6. Το αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ προβαίνει στις
ακόλουθες ενέργειες:
Α) Απόρριψη/Αποδοχή της αίτησης:
Το Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ προβαίνει στον έλεγχο:
i) της υποβολής της αίτησης στο αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής και Επιστροφής ΕΦΚ,
ii) της υπαγωγής του αιτούντα σε ένα από τα δικαιούχα επιστροφής ΕΦΚ πρόσωπα,
iii) της εμπρόθεσμης υποβολής της αίτησης, και
iv) της υποβολής των προβλεπόμενων κατά περίπτωση δικαιολογητικών
Η αίτηση γίνεται αποδεκτή, εφόσον συντρέχουν όλα τα αμέσως ανωτέρω κριτήρια,
άλλως απορρίπτεται άμεσα και ο αιτών ενημερώνεται για την αποδοχή ή απόρριψη
της αίτησής του.
Β) ΈλεγχοιΣυμψηφισμοί Οφειλών:
1. Έλεγχοι
Το αρμόδιοΤελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ μετά την αποδοχή της
αίτησης και πριν την έκδοση της σχετικής απόφασης Επιστροφής προβαίνει στον
έλεγχο:
i) των συνυποβαλλόμενων της αίτησης επιστροφής ΕΦΚ δικαιολογητικών των
παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου για τη διαπίστωση της πλήρωσης των
όρων και προϋποθέσεων επιστροφής του ΕΦΚ καυσίμων και ζητεί την υποβολή
τυχόν πρόσθετων στοιχείων που αφορούν στον έλεγχο.
ii) της ύπαρξης τυχόν τελωνειακών, φορολονικών και ασφαλιστικών οφειλών του
δικαιούχου απαλλαγής προσώπου.
2. Συμψηφισμοί οφειλών
Εφόσον διαπιστωθεί ότι υπάρχουν τελωνειακές, φορολογικές ή/και ασφαλιστικές
οφειλές του δικαιούχου επιστροφής ΕΦΚ προσώπου, διενεργείται συμψηφισμός του
ποσού προς επιστροφή με τις τυχόν οφειλές προς:
i) τις Τελωνειακές Αρχές και τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις
του άρθρου 83 του ν.δ. 354/1974 (ΦΕΚ 90/Α΄) Κ.Ε.Δ.Ε., όπως ισχύει και
ii) τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ι.Α.2,
του ν. 4254/2014 (ΦΕΚ 85/ Α΄/7-4-2014), όπως ισχύει.
Γ) Έκδοση Απόφασης Επιστροφής ΕΦΚ
Με την ολοκλήρωση του συμψηφισμού, όπου απαιτείται και εντός δύο (2) μηνών
από την υποβολή της αίτησης επιστροφής ΕΦΚ, το αρμόδιο Τελωνείο Υποβολής
Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ προβαίνει στην έκδοση της Απόφασης νια την
καταβολή του ποσού επιστροφής με πίστωση του τραπεζικού λογαριασμού του
δικαιούχου με τη διαδικασία που ορίζεται στην ΔΤΔ Δ 5030364 ΕΞ 30-12-2014
απόφαση ΓΓΔΕ: «Κεντρικός Διαχειριστής και Ηλεκτρονικές Εισπράξεις και
Επιστροφές Τελωνείων». Στην απόφαση αναφέρονται:
i. To Συνολικό ποσό επιστροφής ΕΦΚ, προ τυχόν συμψηφισμών.
ii. Το ποσό συμψηφισμού με τυχόν τελωνειακές, φορολονικές και ασφαλιστικές
οφειλές του δικαιούχου και
iii. To Τελικό ποσό επιστροφής προς το δικαιούχο, μετά τους τυχόν
συμψηφισμούς.».
2. Στην αριθμ. Δ. 179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ προστίθενται Παραρτήματα Ι και II, ως
ακολούθως:
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Πίνακας αρμόδιων Τελωνείων Υποβολής της Αίτησης και Επιστροφής του ΕΦΚ
Α/Α | ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΕΦΚ | ΝΟΜΟΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ |
1 |
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ |
ΕΒΡΟΥ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ ΡΟΔΟΠΗΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ |
2 |
ΚΑΒΑΛΑΣ |
ΚΑΒΑΛΑΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ |
ΔΡΑΜΑΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ | ||
ΞΑΝΘΗΣ/ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔ. ΘΡΑΚΗΣ | ||
3 |
ΣΕΡΡΩΝ |
ΣΕΡΡΩΝ/ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ/ΚΕΝΤΡ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
4 | ΒΕΡΟΙΑΣ | ΗΜΑΘΙΑΣ/ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
5 |
Γ΄ ΕΦΚ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ |
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ/ΚΕΝΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
ΚΙΛΚΙΣ/ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
6 | ΣΚΥΔΡΑΣ | ΠΕΛΛΑΣ/ΚΕΝΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
7 | ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ | ΠΙΕΡΙΑΣ/ΚΕΝΤΡ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
8 |
ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ |
ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΟΖΑΝΗΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ |
9 | ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ | ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ |
10 | ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑΣ | ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ |
11 |
ΠΡΕΒΕΖΑΣ |
ΠΡΕΒΕΖΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ ΑΡΤΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ ΛΕΥΚΑΔΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ |
12 | ΚΕΡΚΥΡΑΣ | ΚΕΡΚΥΡΑΣ/ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ |
13 |
ΠΑΤΡΑΣ |
ΑΧΑΪΑΣ/ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ/ΔΥΤ. ΕΛΛΑΔΑΣ ΗΛΕΙΑΣ//ΔΥΤ. ΕΛΛΑΔΑΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ/ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ/ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΦΩΚΙΔΑΣ/ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
14 |
ΝΑΥΠΛΙΟΥ |
ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΑΡΚΑΔΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ |
15 | ΚΟΡΙΝΘΟΥ | ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛ/ΝΗΣΟΥ |
16 |
ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ |
ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛ/ΝΗΣΟΥ ΛΑΚΩΝΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΠΕΛ/ΝΗΣΟΥ |
17 |
ΛΑΡΙΣΑΣ |
ΛΑΡΙΣΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ |
18 |
ΒΟΛΟΥ |
ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ/ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ/ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
19 | ΟΙΝΟΗΣ | ΒΟΙΩΤΙΑΣ/ΠΕΡΙΦ. ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
20 | ΧΑΛΚΙΔΑΣ | ΕΥΒΟΙΑΣ/ ΠΕΡΙΦ. ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ |
21 |
ΑΘΗΝΩΝ |
ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΘΗΝΩΝ |
22 |
Α΄ ΠΕΙΡΑΙΑ |
ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΝΟΤΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΝΗΣΩΝ |
23 |
Δ΄ ΤΕΣ ΠΕΙΡΑΙΑ |
ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΘΗΝΩΝ |
24 | ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ | ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ |
25 | ΛΑΥΡΙΟΥ | ΑΤΤΙΚΗΣ/ΠΕΡΙΦ. ΕΝΟΤΗΤΑ ANAT. ΑΤΤΙΚΗΣ |
26 |
ΣΥΡΟΥ |
ΚΥΚΛΑΔΩΝ/ΠΕΡΙΦ. ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΑΜΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
27 | ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ | ΛΕΣΒΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
28 | ΧΙΟΥ | ΧΙΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
29 | ΡΟΔΟΥ | ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ |
30 |
ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ |
ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ/ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΚΡΗΤΗΣ |
31 |
ΧΑΝΙΩΝ |
ΧΑΝΙΩΝ/ΠΕΡΙΦ. ΚΡΗΤΗΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ/ΠΕΡΙΦ. ΚΡΗΤΗΣ» |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ
Ονοματεπώνυμο πλοιοκτήτη/Επωνυμία επιχείρησης:
Όνομα πλοίου:
Α/Α | ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΥ | ΗΜΕΡ/ΝΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΥ | ΠΟΣΟΤΗΤΑΚΑΥΣΙΜΟΥ | ΕΙΔΟΣ ΚΑΥΣΙΜΟΥ |
1 | ||||
2 | ||||
3 | ||||
4 | ||||
...... | ||||
...... | » |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Άρθρο 3
Μεταβατικές Διατάξεις
1. Για τις αιτήσεις επιστροφής ΕΦΚ που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη
ισχύος της παρούσας, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχός τους και
εκκρεμεί η έκδοση των αποφάσεων επιστροφής από τα αρμόδια Τελωνεία
Επιστροφής, όπως ορίζονταν στο άρθρο 19 της Τ1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ και στο
άρθρο 3 της αριθμ. Δ. 179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ πριν την έναρξη ισχύος της
παρούσας, τα εν λόγω Τελωνεία Επιστροφής προβαίνουν στην έκδοση των σχετικών
αποφάσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα νια την άμεση καταβολή των
ποσών επιστροφής ΕΦΚ στους δικαιούχους.
Για τις ως άνω εκκρεμείς αιτήσεις επιστροφής ΕΦΚ το Τελωνείο Επιστροφής
καταχωρεί τα στοιχεία της αίτησης στη λειτουργία «Επιστροφές ΕΦΚ δημιουργία
απόφασης Επιστροφής ΕΦΚ», της ηλεκτρονικής εφαρμογής του ICISnet,
συμπληρώνοντας, εκτός των άλλων, στο πεδίο: «Αριθμός χειρόγραφης καταχώρισης»,
τον σχετικό αριθμό πρωτοκόλλου υποβολής της αίτησης. Στη συνέχεια
ακολουθείται η διαδικασία επιστροφής ΕΦΚ που προβλέπεται στην παρούσα
απόφαση. Για την ηλεκτρονική πληρωμή των ανωτέρω αιτήσεων απαιτείται η
προσκόμιση, με κάθε πρόσφορο μέσο, για μεν τα φυσικά πρόσωπα, αντίγραφο της
σχετικής σελίδας του βιβλιαρίου τραπέζης, για δε τα νομικά πρόσωπα,
αντίγραφο τραπεζικού λογαριασμού της επιχείρησης/ιδρύματος, όπου αναγράφεται
η επωνυμία και ο αριθμός ΙΒΑΝ του τραπεζικού λογαριασμού.
2. Για τις αιτήσεις επιστροφής ΕΦΚ που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη
ισχύος της παρούσας, για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχός τους, τα
Τελωνεία Φόρτωσης, μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου σύμφωνα με τα ισχύοντα
πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, αποστέλλουν στο αρμόδιο
Τελωνείο Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής Ε.Φ.Κ. της παρούσας απόφασης, την
αίτηση και τα συνημμένα σε αυτή δικαιολογητικά για την έκδοση της απόφασης
επιστροφής σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Σε περίπτωση που το Τελωνείο Φόρτωσης, είναι και το αρμόδιο Τελωνείο
Υποβολής Αίτησης και Επιστροφής ΕΦΚ, εκδίδει απόφαση Επιστροφής ΕΦΚ σύμφωνα
με τα ανωτέρω.
Άρθρο 4
Καταργούμενες διατάξεις
1. Οι παράγραφοι 5 και 7 του άρθρου 19 της αριθμ. Τ1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ,
καταργούνται.
2. Τα Υποδείγματα 2 «ΑΙΤΗΣΗ», 3 «ΜΗΝΙΑΙΟ ΔΕΛΤΙΟ» και 4 «ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΗ
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ» της αριθμ.
Τ.1940/41/14.4.2003 ΑΥΟΟ, καταργούνται.
3. Τα Υποδείγματα 1 «ΑΙΤΗΣΗ-ΔΗΛΩΣΗ» και 2 «ΕΞΑΜΗΝΙΑΙΟ ΔΕΛΤΙΟ» της αριθμ. Δ.
179/7/7.2.2005 ΑΥΟΟ, καταργούνται.
Άρθρο 5
Ημερομηνία Ισχύος
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής της
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 22 Φεβρουαρίου 2019
Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 5 της 27.02.2019 Σύσταση Κυβερνητικής Επιτροπής Συντονισμού Διακυβέρνησης Δημοσίων Επιχειρήσεων
ΠΡΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Πράξη 5 της 27-2-2019
(ΦΕΚ Α' 34/28-02-2019)
Σύσταση Κυβερνητικής Επιτροπής Συντονισμού Διακυβέρνησης Δημοσίων Επιχειρήσεων.
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α. των άρθρων 15 και 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, Α’ 98),
β. της παρ. 6 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α’ 94),
2. το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας πράξης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
3. την πρόταση του Πρωθυπουργού,
αποφασίζει:
1. Συνιστάται Κυβερνητική Επιτροπή Συντονισμού Διακυβέρνησης Δημοσίων Επιχειρήσεων, στην οποία μετέχουν:
α) ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ως Πρόεδρος και
β) οι Υπουργοί Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών και Μεταφορών και ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών ως μέλη. Σε περίπτωση κωλύματος, τον Πρόεδρο της Επιτροπής αναπληρώνει ο Υπουργός Οικονομικών και τα μέλη οι αναπληρωτές υπουργοί ή υφυπουργοί του οικείου υπουργείου.
Μετέχουν, επίσης, εφόσον κληθούν προς τούτο από τον Πρόεδρο της Επιτροπής:
α) με δικαίωμα ψήφου υπουργοί, αναπληρωτές υπουργοί και υφυπουργοί στην εποπτεία των οποίων ανήκουν δημόσιες επιχειρήσεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 188 του ν. 4389/2016 για θέματα αρμοδιότητάς τους και
β) χωρίς δικαίωμα ψήφου γενικοί και ειδικοί γραμματείς υπουργείων, σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες, υπηρεσιακοί παράγοντες και εκπρόσωποι περιφερειακών ή τοπικών αρχών.
2. Η Επιτροπή είναι αρμόδια για:
α) την κατάρτιση των κλαδικών πολιτικών και στόχων της Κυβέρνησης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο για τις δημόσιες επιχειρήσεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 188 του ν. 4389/2016,
β) την έγκριση της δημόσιας αποστολής τους, όπως αυτή διαμορφώνεται στο πλαίσιο που τίθεται από τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016,
γ) την εξέταση και αξιολόγηση με τη συνδρομή του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και την οριστική επικύρωση του υποβαλλόμενου από την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. (Ε.Ε.ΣΥ.Π.) [ή και τον ρυθμιστή, αν αυτός υφίσταται] καταλόγου δραστηριοτήτων για την ανάθεση ή τη διατήρηση ειδικών υποχρεώσεων [όπως ιδίως οι Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (Υ.Γ.Ο.Σ.)] στις δημόσιες επιχειρήσεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 188 του ν. 4389/2016,
δ) την παρακολούθηση της εκτέλεσης των Συμβάσεων Απόδοσης και Στόχων που συνάπτονται μεταξύ κάθε δημόσιας επιχείρησης του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 188 του ν. 4389/2016, του εκάστοτε αρμόδιου κατά κλάδο υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών,
ε) τον έλεγχο της δήλωσης δεσμεύσεων και της συνοδευτικής αναφοράς (όπου εξηγούνται οι τρόποι συμμόρφωσης των επιχειρησιακών στόχων της επιχείρησης με τα σχετικά εδάφια του στρατηγικού σχεδίου της Ε.Ε.ΣΥ.Π.),
στ) τη διαμόρφωση και πρόταση νέων δραστηριοτήτων για τις δημόσιες επιχειρήσεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 188 του ν. 4389/2016, σχετικά με την άσκηση δημόσιας πολιτικής σε τοπικές, περιφερειακές, κλαδικές ή και βιομηχανικές δραστηριότητες που ενισχύουν την αναπτυξιακή πολιτική του κράτους,
ζ) την επιδίωξη συμφωνίας στην περίπτ. στ’ της παρ. 6 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016.
3. Η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής παρέχεται από μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους ή υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που διατίθενται στην Επιτροπή ύστερα από αίτημα του Προέδρου της, με απόφαση του αρμόδιου υπουργού, στους οποίους ανατίθενται καθήκοντα, σύμφωνα με τις ανάγκες της Επιτροπής.
4. Για τη λειτουργία της Επιτροπής εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του άρθρου 16 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, ΦΕΚ Α’ 98).
Η πράξη αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο Πρωθυπουργός
Τα Μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου
Ακριβές Αντίγραφο
Ο Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης
ΑΚΡΙΤΑΣ ΚΑΪΔΑΤΖΗΣ
25853/2019 Εγκύκλιος οδηγιών για την Έγκριση και Χρηματοδότηση του ΠΔΕ 2019 και τον Προγραμματισμό Δαπανών ΠΔΕ 2020 - 2022
ΑΠ: 25853
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
Οδηγιών για την Έγκριση και Χρηματοδότηση του ΠΔΕ 2019 και τον Προγραμματισμό Δαπανών ΠΔΕ 2020 - 2022
(Νίκης 5-7, 101 80 Αθήνα, dde@mnec.pr)
1. Εισαγωγή
Η παρούσα εγκύκλιος αποσκοπεί στην παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων αναφορικά με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες έγκρισης και χρηματοδότησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) 2019 και τον προγραμματισμό δαπανών του ΠΔΕ για τα έτη 2020-2022.
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός του έτους 2019, σύμφωνα και με την σχετική εισηγητική έκθεση, σηματοδοτεί, μετά την έξοδο από τα Προγράμματα στήριξης, την αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας και της κοινωνικής συνοχής. Στο πλαίσιο αυτό, το ΠΔΕ ως βασικό εργαλείο αναπτυξιακής πολιτικής, παίζει σημαίνοντα ρόλο στην ενίσχυση και ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και την προαγωγή της κοινωνικής συνοχής.
Οι διαδικασίες έγκρισης και χρηματοδότησης του ΠΔΕ 2019, καθώς και ο προγραμματισμός των δαπανών του ΠΔΕ 2020-2022, που περιγράφονται στην παρούσα εγκύκλιο:
α) Είναι σύμφωνες με την οικονομική πολιτική της χώρας και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί. β) Ακολουθούν την τροχιά των αλλαγών και του εκσυγχρονισμού των διαδικασιών εκτέλεσης του ΠΔΕ
που στοχεύουν στην ριζική αναμόρφωση του πλαισίου χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων της χώρας.
2. Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων 2019-2022
Το ΠΔΕ χρηματοδοτεί την αναπτυξιακή πολιτική της χώρας με έργα που συμβάλλουν στην αύξηση του ιδιωτικού και δημόσιου κεφαλαίου της οικονομίας και στηρίζουν τον εκσυγχρονισμό της χώρας σε μακροχρόνια βάση.
Τα έργα που εντάσσονται στο ΠΔΕ εγκρίνονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από πρόταση των αρμόδιων φορέων και χρηματοδοτούνται από τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων. Ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων αποτελεί διακριτό τμήμα του Κρατικού Προϋπολογισμού και ψηφίζεται ανά φορέα χρηματοδότησης σε έναν ειδικό φορέα (Υπουργεία και Βουλή των Ελλήνων). Το 2019 ανέρχεται συνολικά σε 6,75 δισ. ευρώ (ΦΕΚ 213/Α'/19.12.2018) ενώ για όλη την περίοδο 2020-2022 έχουν προϋπολογισθεί για το ΠΔΕ 20,75 δισ. ευρώ.
Βασικός στόχος στην εκτέλεση του ΠΔΕ 2019 είναι η κατανομή των προκαθορισμένων πόρων κατά τρόπο που να επιτευχθεί το μέγιστο δυνατό αναπτυξιακό αποτέλεσμα για την ελληνική οικονομία και την κοινωνία. Ειδικότερα επιδιώκονται:
■ Η απορρόφηση των προβλεπόμενων πόρων του Εταιρικού Συμφώνου για το Πλαίσιο Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) 2014-2020 και των άλλων συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων για την εξασφάλιση της εισροής της κοινοτικής συνδρομής.
■ Η ολοκλήρωση των έργων του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007-2013 για την αποφυγή επιστροφών.
■ Η υλοποίηση προγραμμάτων και έργων του εθνικού σκέλους που χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ για την προώθηση των αναπτυξιακών στόχων των Φορέων, λαμβάνοντας υπόψη και τυχόν συνέργεια και συμπληρωματικότητα με τα συγχρηματοδοτούμενα έργα.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για τα ανωτέρω είναι ο ορθός προγραμματισμός και η στόχευση.
3. Προγραμματισμός - Υποβολή προτάσεων για το ΠΔΕ 2019 και προγραμματισμός για το ΠΔΕ 2020-2022
Η διαδικασία σύνταξης και εκτέλεσης του ΠΔΕ 2019 είναι σύμφωνη με τις βασικές αρχές του προγραμματισμού, ενισχύει την παρακολούθηση της υλοποίησης του και προβλέπει την ανάληψη διορθωτικών κινήσεων, σε περίπτωση που καταστεί αναγκαίο, για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητάς του, όπως αναλύεται ακολούθως.
3.1. Προγραμματισμός - Υποβολή προτάσεων για έκδοση αρχικών προγραμμάτων των φορέων έτους 2019
3.1.1. Υποβολή προτάσεων με βάση τα ανώτατα όρια δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού
Σε εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων, οι Φορείς Χρηματοδότησης των έργων του ΠΔΕ (Υπουργεία, Περιφέρειες και Βουλή των Ελλήνων), υποβάλλουν τις συνολικές προτάσεις για τα έργα των τομέων και κατηγοριών αρμοδιότητας τους προς τη Διεύθυνση Δημοσίων Επενδύσεων (ΔΔΕ) του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης (ΥΠΟΙΑΝ) για το ΠΔΕ 2019-2022 (βλ. κεφ. 3.2), λαμβάνοντας υπόψη τα όρια δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού 2019 και τις προτάσεις των Ειδικών Υπηρεσιών Διαχείρισης των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και των Φορέων υλοποίησης των έργων.
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός 2019 ακολουθεί την οικονομική και διοικητική ταξινόμηση του νέου Λογιστικού Σχεδίου σύμφωνα με το Π.Δ.54/2018 (ΦΕΚ 103/Α713.06.2018) που εφαρμόστηκε με την απόφαση 2/58493/ΔΠΓΚ του Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ 3240/Β'/07.08.2018). Για το λόγο αυτό, ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων κατανεμήθηκε για κάθε Φορέα της Κεντρικής Διοίκησης που εκτελεί ΠΔΕ στον ειδικό φορέα του Κρατικού Προϋπολογισμού που αντιστοιχεί στην ΓΔΟΥ του και ανά σκέλος (εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο ΠΔΕ).
Τα όρια δαπανών, όπως προσδιορίζονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό 2019 που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων (ΦΕΚ 213/Α'/19.12.2018), είναι δεσμευτικά για όλους τους Φορείς του Προγράμματος. Στον Πίνακα 8 του Παραρτήματος εμφανίζονται αναλυτικά τα όρια δαπανών του ΠΔΕ ανά Φορέα Χρηματοδότησης. Τα όρια δαπανών ΠΔΕ για τις 13 αιρετές Περιφέρειες, δεδομένου ότι οι πιστώσεις των Περιφερειών εγγράφονται στον Προϋπολογισμό του ΥΠΟΙΑΝ, εμφανίζονται στον Πίνακα 9, σύμφωνα με τη σχετική Υπουργική Απόφαση (ΥΑ) που εκδόθηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 80, παρ. 4 του Ν. 4270/2014 (ΥΑ με αρ.πρωτ.14162/4.2.2019, ΑΔΑ:ΩΕΑ8465ΧΙ8-Ψ9Ψ, ΦΕΚ 360/Β'/11.02.2019). Το ύψος των πιστώσεων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων 2019 που θα διατεθεί για την εκτέλεση συνεχιζόμενων από τα προηγούμενα έτη έργων, κατά Φορέα και Συλλογική Απόφαση (ΣΑ), καθορίστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του Ν. 4270/2014 με την Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών με αριθ. πρωτ: 18761/14.02.2018, (ΑΔΑ: 6Ξ29465ΧΙ8-ΧΣΦ 18565, ΦΕΚ 459/Β'/15.02.2019). Κάθε τροποποίηση του αρχικού σχεδιασμού για τα συνεχιζόμενα έργα, καθώς και η ένταξη νέων έργων στο ΠΔΕ, γίνονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Οι Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης (ΕΥΔ) και οι Ενδιάμεσοι Φορείς (ΕΦ) όλων των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (ΕΠ), θα πρέπει για τα έργα που διαχειρίζονται να συνεργαστούν με τους Φορείς Χρηματοδότησης του ΠΔΕ, παρέχοντάς τους όλες τις σχετικές πληροφορίες, ώστε κατά την υποβολή των τελικών προτάσεων (από τους Φορείς Χρηματοδότησης) προς τη ΔΔΕ του ΥΠΟΙΑΝ να έχουν συνεκτιμηθεί η χρηματοδοτική δυνατότητα του ΠΔΕ, ο επιδιωκόμενος στόχος κάθε ΕΠ, οι πραγματικές ανάγκες του έργου και ο πραγματικά απαιτούμενος χρόνος υλοποίησης.
Οι προτάσεις των Φορέων πρέπει να γίνουν με γνώμονα την επίσπευση της υλοποίησης όλων των προγραμμάτων της Προγραμματικής Περιόδου (ΠΠ) 2014-2020 με βάση τους στόχους που έχουν τεθεί από το ΥΠΟΙΑΝ (Γενική Γραμματεία Δημοσίων Επενδύσεων & ΕΣΠΑ) και την ολοκλήρωση όλων των δράσεων των προγραμμάτων της περιόδου 2007-2013 και των έργων του Ταμείου Συνοχής με την ελάχιστη δαπάνη.
3.1.2. Διαχείριση πιστώσεων πλέον του ορίου (υπερδέσμευση πιστώσεων-overbooking)
Σε εφαρμογή διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας και συγκεκριμένα των άρθρων 78 και 79 του Ν. 4270/2014 (ΦΕΚ 143/Α'/28.06.2014) και προς ενίσχυση της ευελιξίας και της απρόσκοπτης υλοποίησης του ΠΔΕ, ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης εξέδωσε την υπ' αριθ. 141/02.01.2019 Απόφαση για την ανάληψη συνολικής ετήσιας υποχρέωσης έναντι του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΑΔΑ: 6ΡΣ1465ΧΙ8-Ν48, ΦΕΚ 4/Β'/09.01.2019), δεσμεύοντας πρόσθετες πιστώσεις ύψους 2.025 εκ. ευρώ πλέον του εγκεκριμένου ΠΔΕ 2019. Η εν λόγω υπερδέσμευση πιστώσεων (overbooking) αποτελεί το 30% των εγκεκριμένων πιστώσεων για το 2019 και αφορούν στο σύνολο του Προγράμματος. Ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης κατά τη διάρκεια του έτους αποφασίζει για το ύψος της υπερδέσμευσης που ενδεχομένως θα διατεθεί σε κάθε Φορέα, λαμβάνοντας υπόψη τα αιτήματα των φορέων χρηματοδότησης, τη συνολική απορρόφηση του ΠΔΕ, την απορρόφηση του προγράμματος του κάθε Φορέα, η οποία θα πρέπει να ξεπερνάει κατά τεκμήριο το 60% συνολικά, τους επιμέρους επιδιωκόμενους στόχους των ΕΠ της περιόδου 2014-2020, καθώς και τις ανάγκες για την ολοκλήρωση των δράσεων των ΕΠ της περιόδου 2007-2013 και του Ταμείου Συνοχής.
Ειδικότερα για έργα φυσικών καταστροφών καθώς και για την κάλυψη άλλων έκτακτων και επειγουσών αναγκών, δύναται να διατεθεί ποσό από την υπερδέσμευση πιστώσεων έτους 2019 ανεξαρτήτως των προβλέψεων της παραπάνω παραγράφου.
Επισημαίνεται ότι η απόφαση υπερδέσμευσης πιστώσεων δεν αποτελεί απόφαση αύξησης του συνολικού ορίου πληρωμών του ΠΔΕ 2019, το οποίο δεν δύναται να υπερβεί το ψηφισμένο όριο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2019.
3.2. Συνολικός μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός Φορέων Χρηματοδότησης (2019-2022)
Οι Φορείς Χρηματοδότησης ΠΔΕ (Υπουργεία, Περιφέρειες και Βουλή των Ελλήνων) υποβάλλουν τις προτάσεις τους στη ΔΔΕ του ΥΠΟΙΑΝ συνολικά για όλα τα έργα ΠΔΕ των τομέων και κατηγοριών αρμοδιότητάς τους (συνολικός προγραμματισμός) και για όλο το διάστημα της περιόδου του ΜΠΔΣ 2019-2022 (μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός).
3.2.1. Συμπλήρωση και Υποβολή Πίνακα Προγραμματισμού - Έκδοση Προγράμματος
Οι προτάσεις των Φορέων υποβάλλονται υποχρεωτικά με την συμπλήρωση του Πίνακα Προγραμματισμού (βλ. Πίνακα 1α και 1β του Παραρτήματος) μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής e-ΠΔΕ (βλ. κεφ. 9.1). Οι Φορείς Χρηματοδότησης ΠΔΕ ορίζουν με έγγραφό τους τον υπεύθυνο επικοινωνίας και την αρμόδια Υπηρεσία που συγκεντρώνει και αποστέλλει τη συνολική πρόταση του Φορέα.
Οι Φορείς στη συνολική τους πρόταση προγραμματίζουν τις ανάγκες τους ανά έργο για όλο το διάστημα της περιόδου 2019-2022 σε επίπεδο νομικών δεσμεύσεων (παλαιών και νέων) και σε επίπεδο πιστώσεων. Για το 2019, η κατανομή των νομικών δεσμεύσεων και των πιστώσεων είναι σε τριμηνιαία βάση και για τα έτη 2020-2022 σε ετήσια βάση. Οι εγκεκριμένες πιστώσεις ισχύουν για το συγκεκριμένο τρίμηνο στο οποίο αναγράφονται και εγκρίνονται.
Οι Φορείς μπορούν να συμπεριλάβουν στην πρότασή τους συνεχιζόμενα έργα, εφόσον αυτά έχουν υποβληθεί κατά το 2018 (ακόμη και με μηδενική πίστωση).
Επισημαίνεται ότι οι φορείς είναι υποχρεωμένοι να συμπεριλάβουν στις συνολικές τους προτάσεις και τα έργα για τα οποία έχει πραγματοποιηθεί πληρωμή με τη διαδικασία των προκαταβολών μέσα στο 2019.
Το αρχικό πρόγραμμα εκδίδεται εφόσον έχει υποβληθεί η συνολική πρόταση του Φορέα. Στη συνέχεια, μπορούν να εκδίδονται τροποποιητικές αποφάσεις έργων ΣΑ.
Πριν και μετά την έκδοση του αρχικού προγράμματος δύναται, για λόγους ομαλής χρηματοδότησης των προγραμμάτων, να εκδίδονται επιμέρους αποφάσεις έγκρισης έργων ΣΑ (προεγκρίσεις). Για τον επαναπρογραμματισμό των ετήσιων πιστώσεων κάθε έργου χωρίς υπέρβαση των ανώτατων ορίων δαπανών που έχουν εγκριθεί (ανακατανομή εγκεκριμένων πιστώσεων) εκδίδονται αποφάσεις από τους ίδιους τους Φορείς Χρηματοδότησης του ΠΔΕ (βλ. κεφ. 3.2.2).
Προς αποφυγή πρόσθετων επιβαρύνσεων στην έκδοση του Προγράμματος, οι Φορείς καλούνται να εντείνουν τις προσπάθειές τους για ορθό προγραμματισμό κατά την υλοποίηση των επενδυτικών τους δράσεων.
3.2.2. Ανακατανομή εγκεκριμένων πιστώσεων από Φορείς Χρηματοδότησης
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4270/2014 και τις ρυθμίσεις της ΥΑ με ΑΠ: 23979/Ε2649/03.06.2013 (ΑΔΑ: ΒΕΖΖΦ-ΜΞΣ, ΦΕΚ 1367/Β72013), όπως τροποποιήθηκε με την ΥΑ με ΑΠ: 125635/07.12.2015 (ΦΕΚ 2656/Β'/2015), ο εκάστοτε Υπουργός ή άλλο εξουσιοδοτημένο όργανο και ο Περιφερειάρχης έχει τη δυνατότητα να ανακατανέμει τις πιστώσεις των έργων των ΣΑ ευθύνης του, τηρώντας τα όρια των πιστώσεων (πληρωμών), τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί με την έκδοση του αρχικού προγράμματος. Η διαδικασία πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής e-ΠΔΕ (βλ. κεφ.9.1). Η έκδοση τροποποιητικών αποφάσεων για την ανακατανομή εγκεκριμένων πιστώσεων των έργων πραγματοποιείται στη βάση πραγματικών αναγκών προγραμματισμού και δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τις εγκεκριμένες συνολικές πιστώσεις του Φορέα.
3.3. Προγραμματισμός με βάση τις ανάγκες χρηματοδότησης των έργων και ενδεικτικά όρια για την ανάληψη νομικών δεσμεύσεων
Οι Φορείς Χρηματοδότησης καταγράφουν σε διακριτή στήλη του Πίνακα Προγραμματισμού (Πίνακας 1α του Παραρτήματος) τα στοιχεία των νομικών δεσμεύσεων που έχουν ή προγραμματίζεται να αναληφθούν για κάθε έργο που εμπίπτει σε ΣΑ αρμοδιότητάς τους σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Δεδομένου ότι όλες οι νομικές δεσμεύσεις καταλήγουν σε πληρωμές, είτε σε βραχύ χρονικό διάστημα μετά την ανάληψη της δέσμευσης, είτε εντός των επομένων ετών, ο προγραμματισμός των πιστώσεων πρέπει να περιλαμβάνει όλες αυτές τις απαιτήσεις που απορρέουν από τις νομικές δεσμεύσεις που έχουν ήδη αναληφθεί ή προγραμματίζεται να αναληφθούν.
Το ύψος των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνει ο Φορέας για τα έργα του, συνολικά ανά ΣΑ και για το σύνολο της περιόδου του μεσοπρόθεσμου προγραμματισμού (2019-2022), πρέπει να συμβαδίζει με τις
δημοσιονομικές δυνατότητες της αντίστοιχης περιόδου. Οι δεσμεύσεις που θα αναλαμβάνονται πρέπει να είναι προγραμματισμένες σε τριμηνιαία βάση για το τρέχον έτος και κατά τέτοιο τρόπο κατανεμημένες, ώστε να είναι δυνατή η αποπληρωμή τους στα όρια των εγκεκριμένων κάθε φορά πιστώσεων προκειμένου να μην δημιουργούνται απλήρωτες υποχρεώσεις για τα έργα του ΠΔΕ. Ειδικότερα:
• Για τις ΣΑ του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΠΔΕ, οι νομικές δεσμεύσεις των έργων τους (που παρακολουθούνται παράλληλα από τα συστήματα διαχείρισης των ΕΥΔ), θα καταγράφονται στις ΣΑ με τη δυνατότητα αλλαγών ώστε να μην εμποδιστεί η απρόσκοπτη επίτευξη των στόχων των ΕΠ.
• Για τα έργα του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ, οι Φορείς θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους κατά τον προγραμματισμό των νομικών δεσμεύσεων που θα αναλάβουν, τον Πίνακα 7 του Παραρτήματος, που αποτυπώνει τα ενδεικτικά όρια των νέων νομικών δεσμεύσεων που μπορούν να αναληφθούν.
3.4. Μηχανισμός Επιβράβευσης και Κυρώσεων
Η αξιολόγηση των Φορέων αφορά στον ορθό προγραμματισμό της ετήσιας δέσμευσης πόρων για τα επιμέρους προγράμματα αρμοδιότητάς τους, στην υλοποίηση αυτών στο πλαίσιο των οικονομικών στόχων που τίθενται και στην έγκαιρη και έγκυρη αποστολή όλων των σχετικών στοιχείων οικονομικής παρακολούθησης της υλοποίησης των προγραμμάτων αυτών. Αναλυτικότερα, στη διάρκεια του 2019 θα πραγματοποιηθούν οι ακόλουθες ενέργειες:
3.4.1. Αξιολόγηση του ορθού προγραμματισμού
Η πρώτη αξιολόγηση των Φορέων για την εφαρμογή του προγράμματός τους δύναται να πραγματοποιηθεί μετά το α' εξάμηνο υλοποίησης στη βάση του βαθμού απορρόφησης των εγκεκριμένων πιστώσεων των έργων τους.
Οι Φορείς, τα προγράμματα των οποίων εμφανίζουν ικανοποιητικό βαθμό απορρόφησης πάνω από 60%, θα χρηματοδοτούνται και θα ενισχύονται κατά προτεραιότητα με πρόσθετο όριο πιστώσεων για την εκτέλεση του ετήσιου προγράμματός τους. Επιπρόσθετα, θα λαμβάνεται υπόψη ως κριτήριο απόδοσης των Φορέων η απομείωση του ανεκτέλεστου προϋπολογισμού (Π/Υ) των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από αμιγώς εθνικούς πόρους.
3.4.2. Αξιολόγηση ρυθμού απορρόφησης πόρων του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους ΠΔΕ μέσω των Κεντρικών Λογαριασμών.
Οι Φορείς που χρηματοδοτούνται μέσω των Κεντρικών Λογαριασμών 200850 και 201150, θα αξιολογούνται για την άμεση απορρόφηση των κατανεμημένων πόρων στους Πίνακες Κατανομής Έργων (ΠΙΚΕ). Σε περιπτώσεις σημαντικής υστέρησης της απορρόφησης των κατανεμημένων πόρων, δύναται να ενεργοποιείται η διαδικασία ανακλήσεων, όπως προβλέπεται στην Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) με ΑΠ: 135934/28.12.2015 (ΦΕΚ 2882/Β') και τον Οδηγό Λειτουργίας του Κεντρικού Λογαριασμού ΕΣΠΑ (η με ΑΠ: 71259/27.06.2017 απόφαση, ΑΔΑ: ΩΖΘΙ465ΧΙ8-7ΧΙ), όπως τροποποιείται και ισχύει.
3.4.3. Ενημέρωση συστημάτων & αποστολή στοιχείων
Οι Φορείς θα πρέπει να αποστέλλουν, όποτε ζητούνται, αναφορές προόδου υλοποίησης του Προγράμματος τους προκειμένου να συντάσσονται συνολικές αναφορές για την εκτέλεση του ΠΔΕ. Τα στοιχεία που αποστέλλονται θα πρέπει να τεκμηριώνονται βάσει των δεδομένων που παρέχονται από τις πληρωμές των έργων και του Μητρώου Δεσμεύσεων (βλ. παρακάτω).
Οι Φορείς υποχρεούνται για την άμεση διασύνδεση των κατά περίπτωση αρμόδιων και υπόχρεων στελεχών τους (διαχειριστές οφειλών, υπόλογοι/υπεύθυνοι λογαριασμού κλπ) στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα e-ΠΔΕ, τα στοιχεία του οποίου αποτελούν την κύρια ενημέρωση για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, που πρέπει να πληρώνονται κατά προτεραιότητα.
Επίσης, υποχρεούνται για την έγκαιρη ανάρτηση στοιχείων ληξιπρόθεσμων οφειλών του ΠΔΕ στο e-portal του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ).
Επισημαίνεται ότι δύναται να διακόπτεται η χρηματοδότηση των Φορέων εκείνων, των οποίων τα ανωτέρω στοιχεία για τα έργα δημοσίων επενδύσεων δεν καταχωρούνται ή αναρτώνται ελλιπώς.
4. Διαδικασία προγραμματισμού και υποβολής προτάσεων για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων 2019-2022
Η διαδικασία υποβολής προτάσεων για την σύνταξη και έγκριση των προγραμμάτων των Φορέων Χρηματοδότησης περιγράφεται στα ακόλουθα βήματα:
→ Στην αρχή κάθε έτους εκδίδεται Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών με την κατανομή του ορίου πιστώσεων ανά ΣΑ για τα συνεχιζόμενα έργα του ΠΔΕ. Για το 2019 η ΚΥΑ είναι η υπ' αριθ. 18565/15-02-2019, (ΑΔΑ: 6Ξ29465ΧΙ8-ΧΣΦ, ΦΕΚ 459/Β'/15.02.2019).
→ Η ΔΔΕ αποστέλλει την εγκύκλιο οδηγιών για τη σύνταξη του ΠΔΕ με τα καθορισμένα όρια πληρωμών, όπως αυτά ισχύουν από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και τα ενδεικτικά όρια των νομικών δεσμεύσεων που μπορούν να αναληφθούν. Τα όρια δαπανών ανά Φορέα του ΠΔΕ 2019-2022 εμφανίζονται στον Πίνακα 8 του Παραρτήματος και τα ενδεικτικά όρια νομικών δεσμεύσεων για την ίδια περίοδο στον Πίνακα 7 του Παραρτήματος.
→ Οι Φορείς Χρηματοδότησης αποστέλλουν τις προτάσεις για κατάρτιση του ΠΔΕ συμπληρώνοντας τον Πίνακα Προγραμματισμού (Πίνακας 1α και Πίνακας 1β του Παραρτήματος).
→ Η ΔΔΕ, εφόσον έχουν υποβληθεί οι συνολικές προτάσεις, εκδίδει τις αρχικές ΣΑ εγκρίνοντας το Πρόγραμμα.
→ Κατά τη διάρκεια του έτους εκδίδονται τροποποιητικές ΣΑ από τη ΔΔΕ, εφόσον υπάρχουν προτάσεις αλλαγών ως προς την αρχική πρόταση, που αφορούν σε εντάξεις νέων έργων, τροποποιήσεις Π/Υ ή/και τίτλων έργων, αναμόρφωση ορίων πιστώσεων Φορέων κ.α.
→ Κατά τη διάρκεια του έτους εκδίδονται τροποποιητικές των ΣΑ Αποφάσεις από τους Φορείς
Χρηματοδότησης στις περιπτώσεις ανακατανομής πιστώσεων εντός των ορίων των εγκεκριμένων πιστώσεών τους.
→ Με την έκδοση κάθε Συλλογικής Απόφασης εγκρίνονται μεταξύ άλλων:
• ο συνολικός Π/Υ για κάθε έργο της ΣΑ.
• οι ετήσιες πιστώσεις σταδιακά ανά τρίμηνο και συνολικά για το έτος 2019 για κάθε έργο της ΣΑ.
→ Σε κάθε ΣΑ αναφέρονται υποχρεωτικά:
• Τα ενδεικτικά τριμηνιαία όρια νέων νομικών δεσμεύσεων που μπορεί να αναλάβει ο Φορέας Χρηματοδότησης για την εκτέλεση των έργων της συγκεκριμένης ΣΑ.
• Ο Φορέας Υλοποίησης για κάθε έργο της ΣΑ (όπου αυτός δεν ταυτίζεται με το Φορέα Χρηματοδότησης).
• Η γεωγραφική κατανομή κάθε έργου της ΣΑ στο αναλυτικότερο δυνατό επίπεδο
→ Οι εγκεκριμένες πιστώσεις του Προγράμματος κάθε Φορέα ισχύουν για το συγκεκριμένο τρίμηνο στο οποίο αναγράφονται και εγκρίνονται. Οι εγκεκριμένες αυτές πιστώσεις αφορούν το τρίμηνο που είναι σε εξέλιξη και αποτελούν τριμηνιαίο όριο στις δαπάνες που μπορούν να πραγματοποιηθούν από το Φορέα. Το τριμηνιαίο όριο πιστώσεων που δεν αξιοποιείται (υπόλοιπο) μεταφέρεται στο επόμενο τρίμηνο αυτόματα χωρίς άλλη ενέργεια του Φορέα.
5. Κατάρτιση ΠΔΕ 2019 - Προϋποθέσεις ένταξης έργων ανά πηγή χρηματοδότησης
Το ΠΔΕ διακρίνεται σε δύο βασικά υποπρογράμματα, το εθνικό ΠΔΕ και το συγχρηματοδοτούμενο ΠΔΕ. Ειδικότερα:
• το εθνικό ΠΔΕ περιλαμβάνει έργα τα οποία χρηματοδοτούνται αμιγώς από εθνικούς πόρους και εντάσσονται σε ΣΑ κωδικών (καθέτων) 0 και 5.
• το συγχρηματοδοτούμενο ΠΔΕ περιλαμβάνει έργα στο χρηματοδοτικό σχήμα των οποίων συμμετέχουν με πόρους τα ευρωπαϊκά ταμεία, ευρωπαϊκά προγράμματα ή/και άλλοι Διεθνείς Χρηματοδοτικοί Οργανισμοί κλπ. και εντάσσονται σε ΣΑ των κωδικών (καθέτων) 1,2,3,4,6,7,8 και 9.
Οι αρμόδιοι Φορείς Χρηματοδότησης και εκτέλεσης του ΠΔΕ έχουν την ευθύνη σύμφωνα με τη νομοθεσία για την ορθή υλοποίηση των δράσεων που χρηματοδοτεί το ΠΔΕ, όπως τήρηση των διαδικασιών δημοπράτησης και ανάληψης νομικής δέσμευσης, κανονικότητα και νομιμότητα των πληρωμών, ορθή εφαρμογή των ειδικών συστημάτων διαχείρισης, όπου υπάρχουν, και τήρηση των διατάξεων της ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας που διέπει τα έργα (άρθρο 80 παρ. 3 του Ν. 4270/2014).
Οι Φορείς πριν την υποβολή πρότασης στη ΔΔΕ θα πρέπει να έχουν εξασφαλίσει ότι τα έργα έχουν ελεγχθεί ως προς το θεσμικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακολουθεί αναλυτική παρουσίαση των προϋποθέσεων ένταξης των συνεχιζόμενων (εν εξελίξει) και νέων έργων στο ΠΔΕ 2019, ανά κατηγορία έργου και πηγή χρηματοδότησης.
5.1. Έργα Προγραμματικής Περιόδου (ΠΠ) 2007-2013 και 2014-2020 που συγχρηματοδοτούνται από την Ε.Ε. (Τομεακά και Περιφερειακά ΕΠ ΕΣΠΑ)
5.1.1. Συνεχιζόμενα Έργα ΕΣΠΑ 2007-2013
Τα έργα ΕΣΠΑ 2007-2013 εντάσσονται στο ΠΔΕ 2019 με βάση τις ακόλουθες προϋποθέσεις ανά κατηγορία όπως διακρίνονται ακολούθως:
1. Έργα που δηλώθηκαν μεν ως ολοκληρωμένα στην Έκθεση Κλεισίματος κάθε ΕΠ, αλλά έχουν οικονομικές εκκρεμότητες. Για τα έργα αυτά υπάρχει σχετική αναφορά για το υπολειπόμενο ποσό στην απόφαση ολοκλήρωσης και έχει ενημερωθεί η ΔΔΕ για την αναγκαιότητα συνέχισης της χρηματοδότησης του έργου. Οι προϋποθέσεις για την ένταξη των έργων αυτών παρουσιάζονται ξεχωριστά στην παρ. 5.1.1.1.
2. Έργα που δηλώθηκαν ως μη λειτουργούντα (ημιτελή) στην Έκθεση Κλεισίματος κάθε ΕΠ. Οι προϋποθέσεις για τη συνέχιση της χρηματοδότησης των έργων αυτών από το ΠΔΕ παρουσιάζονται ξεχωριστά στην παρ. 5.1.1.2.
3. Έργα τμηματοποιημένα (phasing) τα οποία θα συνεχίσουν την υλοποίηση τους στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020. Οι προϋποθέσεις για την ένταξη των έργων αυτών και τη χρηματοδότηση από το ΠΔΕ παρουσιάζονται ξεχωριστά στην παρ. 5.1.1.3
4. Έργα που δεν συμμετείχαν στο κλείσιμο των προγραμμάτων ή/και απεντάχθηκαν για διαχειριστικούς λόγους, αλλά έχουν συμβάσεις (νομικές δεσμεύσεις) κατά τον χρόνο απένταξης. Οι προϋποθέσεις για την ένταξη των έργων αυτών παρουσιάζονται ξεχωριστά στην παρ. 5.1.1.4.
Οι ΕΥΔ και οι ΕΦ σε συνεννόηση με τις Κεντρικές Υπηρεσίες των Φορέων Χρηματοδότησης θα πρέπει να αποστέλλουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία στην Υπηρεσία του Φορέα Χρηματοδότησης, που κατά τον νόμο υποβάλλει την πρόταση, μαζί με όλα τα σχετικά δικαιολογητικά και τους βοηθητικούς πίνακες.
5.1.1.1. Έργα ΕΣΠΑ 2007-2013 που δηλώθηκαν ως ολοκληρωμένα, αλλά έχουν οικονομικές εκκρεμότητες
Τα έργα ΕΣΠΑ 2007-2013 που εντάχθηκαν στο ΠΔΕ 2018 με οικονομική εκκρεμότητα εντάσσονται στο ΠΔΕ 2019, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται οικονομική εκκρεμότητα, με πρόταση του Φορέα Χρηματοδότησης. Στην περίπτωση όπου εντός του τρέχοντος έτους προκύψει ανάγκη αύξησης του αναγραφόμενου στην απόφαση ολοκλήρωσης εκτιμώμενου ποσού της οικονομικής εκκρεμότητας, η υπεύθυνη για την διαχείριση της πράξης Διαχειριστική Αρχή (ΔΑ) υποβάλλει στη ΔΔΕ πρόταση, υπογεγραμμένη από τον αρμόδιο Γενικό/Ειδικό Γραμματέα ή Περιφερειάρχη του εκάστοτε ΕΠ, με την οποία αιτείται την τροποποίηση του ποσού αυτού, και κατά συνέπεια του εγγεγραμμένου στο ΠΔΕ Π/Υ του έργου, τεκμηριώνοντας την ανάγκη της τροποποίησης. Αντίγραφο της πρότασης της ΔA επισυνάπτεται στη φόρμα της Απόφασης Ολοκλήρωσης της πράξης στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣ).
Επισημαίνεται ότι οι απαιτήσεις θα πρέπει να περιορίζονται αυστηρά στις απολύτως αναγκαίες για τη λειτουργική ολοκλήρωση των πράξεων, ενώ οι αρμόδιες για τη διαχείριση των πράξεων ΔΑ θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου σε συνεργασία με τους εκάστοτε Δικαιούχους και λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς να προχωρήσουν στην τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων αυτών, με ορίζοντα ολοκλήρωσης την 31 Δεκεμβρίου 2019.
Τα έργα θα παραμείνουν σε ΣΑ/8, ΣΑ/9, ΣΑ/2 και ΣΑ/4 μέχρι τη λήξη των οικονομικών εκκρεμοτήτων. Οι αρμόδιες ΕΥΔ θα πρέπει να παρακολουθούν και να ενημερώνουν τη ΔΔΕ για την ολοκλήρωση των εκκρεμοτήτων σε τριμηνιαία βάση.
5.1.1.2. Έργα ΕΣΠΑ 2007-2013 μη λειτουργούντα (ημιτελή) που θα ολοκληρωθούν με εθνικούς πόρους σε ΣΑ/8, ΣΑ/9, ΣΑ/2 και ΣΑ/4
Τα έργα που δηλώθηκαν ως μη λειτουργούντα (ημιτελή) στην Έκθεση Κλεισίματος κάθε ΕΠ θα παραμείνουν σε ΣΑ/8, ΣΑ/9, ΣΑ/2 και ΣΑ/4 και η χρηματοδότησή τους θα συνεχιστεί μέχρι την τελική τους ολοκλήρωση. Με την ολοκλήρωση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου των έργων, εκδίδεται η απόφαση ολοκλήρωσης, ενημερώνεται η ΔΔΕ και αποσύρονται οι σχετικοί ενάριθμοι. Σε περίπτωση που για τα έργα αυτά κατά την ολοκλήρωσή τους υπάρχουν οικονομικές εκκρεμότητες, εφαρμόζεται η διαδικασία της παραγράφου 5.1.1.1.
Σε περιπτώσεις που προκύπτει ανάγκη για αύξηση του Π/Υ της πράξης (αναθεωρήσεις, δικαστικές αποφάσεις, διαιτητικές αποφάσεις, απαλλοτριώσεις, εργασίες αρχαιολογίας, αποζημιώσεις, υποχρεώσεις στη βάση συμβατικών ρητρών, κλπ.), αυτή θα εξετάζεται κατά περίπτωση και προϋποθέτει, εκτός από την τροποποίηση της απόφασης ένταξης, την έγκριση της Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού της Εφαρμογής (ΕΥΣΕ) κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου (ΔΑ/ΕΦ) μέσω helpdesk, με επαρκή αιτιολόγηση της αναγκαιότητας αύξησης του Π/Υ, η οποία κοινοποιείται στη ΔΔΕ από την ΕΥΣΕ.
5.1.1.3. Τμηματοποιημένα έργα που εκτελούνται κατά φάσεις στις δυο προγραμματικές περιόδους: ΕΣΠΑ 2007-2013 και ΕΣΠΑ 2014-2020 (phasing)
Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τμηματοποιημένα έργα με συνολικό κόστος άνω των 5 εκ. ευρώ (και έως 50 εκ. ευρώ) που εκτελούνται κατά φάσεις στις δύο ΠΠ και η Β' φάση αυτών δεν έχει ακόμη ενταχθεί στο ΕΣΠΑ 2014-2020. Για τα έργα αυτά οι ΕΥΔ προβαίνουν στα ακόλουθα:
• Τροποποίηση της Απόφασης Ένταξης της πράξης και απομείωση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου και του Π/Υ του έργου στο ΠΔΕ στο ύψος του Π/Υ των εργασιών που αντιστοιχούν στην Α' φάση που χρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ 2007-2013, με αναλυτική αναφορά στα ενάριθμα ΠΔΕ (και τα επιμέρους ποσά ανά ενάριθμο ΠΔΕ) της περιόδου 2007-2013 που έχουν χρηματοδοτήσει το έργο.
• Με την ένταξη της Β' φάσης στο ΕΠ υποδοχής του ΕΣΠΑ 2014-2020, η χρηματοδότηση του έργου αυτού θα συνεχισθεί μέσω νέου εναρίθμου στις ΣΑ που θα εκδοθούν για το ΕΣΠΑ 2014-2020. Οι εργασίες της Β' φάσης και το κόστος τους, θα αποτελέσουν αντίστοιχα το φυσικό και οικονομικό αντικείμενο της νέας πράξης που θα χρηματοδοτηθεί από ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014-2020 μέσω νέων εναρίθμων ΠΔΕ, μειούμενη κατά το ποσό που έχει ήδη καταβληθεί από τους εναρίθμους ΠΔΕ του ΕΣΠΑ 2007-2013.
5.1.1.4. Έργα ΕΣΠΑ 2007-2013 που μεταφέρθηκαν προς ολοκλήρωση με εθνικούς πόρους σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4 κατά το 2017
Τα έργα που εντάχθηκαν σε ΕΠ ΕΣΠΑ 2007-2013 και δεν συμμετείχαν στο κλείσιμο των προγραμμάτων ή/και απεντάχθηκαν για διαχειριστικούς λόγους, για τα οποία έχουν αναληφθεί νομικές δεσμεύσεις, προτάθηκαν το 2017 για ένταξη και ολοκλήρωση της χρηματοδότησής τους σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4 του ΠΔΕ. Τα έργα αυτής της κατηγορίας που δεν έχουν ολοκληρωθεί θα παραμείνουν ενταγμένα σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4 του ΠΔΕ και το 2019, και οι αρμόδιοι φορείς αναλαμβάνουν την υποχρέωση ολοκλήρωσής τους.
5.1.2. Έργα του ΕΣΠΑ 2007-2013 προς ένταξη σε ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014-2020
Έργα που ήταν ενταγμένα στο ΕΣΠΑ 2007-2013 και τα οποία στη φάση αυτή παρουσιάζουν προσωρινή αδυναμία ένταξης σε ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014-2020, αλλά βρίσκονται σε στάδιο υλοποίησης (έχουν συναφθεί συμβάσεις) και απαιτείται η συνέχιση της χρηματοδότησής τους από τον Κεντρικό Λογαριασμό, παραμένουν ενταγμένα σε ΣΑ/8 και /9 ως υποψήφια προς ένταξη στα ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014-2020, μέχρι την ημερομηνία άρσης της αδυναμίας ένταξής τους. Μετά την ένταξή τους μεταφέρονται σε νέες ΣΑ/1.
5.1.3. Νέα έργα ΕΣΠΑ 2014-2020
Για τα νέα έργα του ΕΣΠΑ 2014-2020 ισχύουν οι ρυθμίσεις του Ν. 4314/2014 και το εγκεκριμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 27 του Ν. 4314/2014 η Απόφαση Ένταξης πράξης σε ΕΠ αποτελεί αυτοδίκαια πρόταση εγγραφής στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του ΠΔΕ. Με την ένταξη της πράξης σε ΕΠ και την καταχώρηση της στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΣΠΑ (ΟΠΣ-ΕΣΠΑ) η πράξη λαμβάνει κωδικό MIS και δεκατετραψήφιο κωδικό του ΠΔΕ από το e-ΠΔΕ. Ο κωδικός αυτός τίθεται σε ισχύ μετά την ένταξη του έργου στο ΠΔΕ. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη του έργου στο ΠΔΕ είναι η καταχώρηση της Απόφασης Ένταξης της πράξης στο ΟΠΣ-ΕΣΠΑ και η αυτόματη δημιουργία ηλεκτρονικής πρότασης στο e-ΠΔΕ.
Οι πράξεις εντάσσονται σε ΣΑ/1 του Φορέα Χρηματοδότησης. Σε περίπτωση που η πράξη περιλαμβάνει δαπάνες για την αγορά γης, η εγγραφή των δαπανών αυτών πραγματοποιείται σε διακριτό ενάριθμο της ίδιας ΣΑ.
Για τις περιπτώσεις πράξεων Κρατικών Ενισχύσεων (ΚΕ) η πρόταση της ΕΥΔ για εγγραφή στη ΣΑ του Φορέα Χρηματοδότησης θα γίνεται με την καταχώρηση της Απόφασης Ένταξης Πράξεων στο ΟΠΣ, η οποία περιλαμβάνει τη συνολική ομάδα εγκεκριμένων προς συγχρηματοδότηση Πράξεων.
Για τις περιπτώσεις χρηματοδότησης που αφορούν σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής, η εγγραφή στη ΣΑ του Φορέα Χρηματοδότησης γίνεται με την Απόφαση Ένταξης που εκδίδεται βάσει της απόφασης ίδρυσης ειδικών Ταμείων χρηματοδοτικής στήριξης.
Οι πράξεις που εντάσσονται στα Περιφερειακά ΕΠ εγγράφονται σε μία (1) συλλογική απόφαση (ΣΑΕΠ), ανά οικεία περιφέρεια, ενώ οι πράξεις που εντάσσονται σε Τομεακά ΕΠ εγγράφονται σε μία (1) ΣΑ ανά Τομεακό ΕΠ και Φορέα Χρηματοδότησης, με το πρώτο αριθμητικό ψηφίο της ΣΑ (ΣΑ * - - /1) να δηλώνει το Τομεακό ΕΠ του Φορέα Χρηματοδότησης. Η κωδικοποίηση των ΣΑ εμφανίζεται στον ακόλουθο πίνακα:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Κωδικοποίηση ΣΑ Τομεακών ΕΠ έργων ΕΣΠΑ 2014-2020 | |
Τομεακό ΕΠ | Συλλογική Απόφαση |
Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα & Καινοτομία | ΣΑ 1 - - /1 |
Υποδομές Μεταφορών, Περιβάλλον & Αειφόρος Ανάπτυξη | ΣΑ 2 - - /1 |
Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση & Δια Βίου Μάθηση | ΣΑ 3 - - /1 |
Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα | ΣΑ 4 - - /1 |
Τεχνική Βοήθεια | ΣΑ 5 - - /1 |
Τα έργα του ΕΠΑΛΘ 2014-2020 εγγράφονται στη ΣΑ 086/1, του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Τέλος, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 27 του Ν. 4314/2014, η εγγραφή στο ΠΔΕ πράξεων για την υλοποίηση των οποίων απαιτούνται προπαρασκευαστικές ενέργειες, όπως μελέτες και έρευνες, γίνεται σε δύο στάδια που αναλύονται ακολούθως:
α) Εγγραφή στο ΠΔΕ του Π/Υ των προπαρασκευαστικών ενεργειών της πράξης
Με την έκδοση της Απόφασης Ένταξης, δημιουργείται αυτόματα ηλεκτρονική πρόταση προς τη ΔΔΕ για εγγραφή στο ΠΔΕ των οικονομικών στοιχείων (Π/Υ κτλ.) των προπαρασκευαστικών μόνο ενεργειών της πράξης. Το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης του πρώτου σταδίου δεν μπορεί να υπερβεί το οριζόμενο στην Απόφαση Ένταξης της πράξης.
Σε περίπτωση υπέρβασης του χρονοδιαγράμματος αυτού, η πράξη απεντάσσεται αυτοδίκαια από το ΕΠ με την έκδοση Απόφασης Απένταξης πράξης από την ΕΥΔ. Μετά την έκδοση της Απόφασης Απένταξης πράξης το έργο απεντάσσεται από το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του ΠΔΕ και ο Φορέας Χρηματοδότησης υποβάλλει πρόταση για ένταξη του έργου στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ. Με βάση την απένταξη του έργου από το ΠΔΕ:
• οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες μειώνουν το όριο πληρωμών του επόμενου έτους του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ του Φορέα Χρηματοδότησης,
• οι υπολειπόμενες νομικές δεσμεύσεις βαρύνουν τον Π/Υ του εθνικού σκέλους του Φορέα Χρηματοδότησης, ο οποίος θα πρέπει να αποστείλει πρόταση για ένταξη του έργου στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ.
Σε κάθε περίπτωση οι Φορείς Χρηματοδότησης κατά την υποβολή προτάσεων εκτιμήσεων πληρωμών και δαπανών για τα προγράμματα του εθνικού σκέλους ΠΔΕ υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τις μειώσεις των ορίων που προκύπτουν από τις πραγματοποιηθείσες δαπάνες της παραπάνω περίπτωσης.
β) Εγγραφή στο ΠΔΕ του συνολικού Π/Υ της πράξης
Με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης των προπαρασκευαστικών ενεργειών εντός του χρονοδιαγράμματος, εγγράφεται στο ΠΔΕ ο Π/Υ της δεύτερης φάσης ως ακολούθως: η ΕΥΔ τροποποιεί την Απόφαση Ένταξης για εγγραφή του συνολικού Π/Υ της πράξης στο ΠΔΕ (ως αύξηση του Π/Υ του έργου), η οποία αποτελεί αυτοδίκαιη πρόταση τροποποίησης προς τη ΔΔΕ, και παράλληλα ενημερώνεται η αρμόδια υπηρεσία του Φορέα Χρηματοδότησης.
5.1.4. Έργα Τεχνικής Βοήθειας (Υποπρόγραμμα Β, ΣΑ/2)
Για την ένταξη των έργων του Υποπρογράμματος Β «Τεχνική Βοήθεια» (ΤΒ) του ΕΣΠΑ 2014-2020 απαιτείται πρόταση από το Φορέα Χρηματοδότησης συνοδευόμενη από την αντίστοιχη απόφαση έγκρισης του ετήσιου Π/Υ της ΤΒ του Φορέα που υποβλήθηκε στην Ειδική Υπηρεσία Στρατηγικής, Σχεδιασμού και Αξιολόγησης (ΕΥΣΣΑ) του ΥΠΟΙΑΝ και εγκρίθηκε από τον Υπουργό.
Για την διευκόλυνση της λειτουργίας των Φορέων και μέχρι την έκδοση των ανωτέρω αποφάσεων, δύναται να εγγράφονται τα εν λόγω έργα στο ΠΔΕ 2019 μετά από πρόταση του Φορέα, με πιστώσεις σε ύψος που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 40% της εγκεκριμένης πίστωσης του προηγούμενου έτους.
5.2. Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2007-2013 και 2014-2020
Τα έργα του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2007-2013 και 2014-2020 εντάσσονται στο ΠΔΕ 2019 με βάση τις ακόλουθες προϋποθέσεις ανά κατηγορία όπως διακρίνονται ακολούθως:
5.2.1. Ένταξη έργων από ανειλημμένες υποχρεώσεις του ΠΑΑ 2007-2013
Τα έργα που αφορούν σε ανειλημμένες υποχρεώσεις του ΠΑΑ 2007-2013 εντάσσονται στο ΠΑΑ 2014-2020 και εγγράφονται στο ΠΔΕ με Π/Υ που ισούται με το σύνολο των νομικών δεσμεύσεων του έργου αφαιρουμένων των εκτελεσμένων έως 31.12.2015 κατανομών από την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) (σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 134444/22.12.2015 ΚΥΑ). Κατά συνέπεια, ο Π/Υ του έργου στο ΠΔΕ ενδέχεται να είναι διαφορετικός από τον Π/Υ της Απόφασης Ένταξης πράξης στο ΠΑΑ στην περίπτωση που οι κατανομές είναι μεγαλύτερες από τις πραγματικές πληρωμές του ΠΑΑ 2007-2013 που θα έχουν υλοποιηθεί έως 31.12.2015.
Για το λόγο αυτό, στην έκδοση της Απόφασης Ένταξης πράξης στο ΠΑΑ θα πρέπει να αναφέρονται τα ακόλουθα:
1. Νομικές δεσμεύσεις της πράξης στο ΠΑΑ 2007-2013
2. Εκτελεσμένες κατανομές του έργου στο ΠΔΕ για το έτος 2015
3. Πραγματικές πληρωμές της πράξης έως 31.12.2015
4. Π/Υ της πράξης στο ΠΑΑ 2014-2020 (νομικές δεσμεύσεις της πράξης στο ΠΑΑ 2007-2013 μείον πραγματικές πληρωμές της πράξης έως 31.12.2015)
5. Π/Υ του έργου στο ΠΔΕ 2017 (νομικές δεσμεύσεις της πράξης στο ΠΑΑ 2007-2013 μείον εκτελεσμένες κατανομές του έργου στο ΠΔΕ για το έτος 2015).
Ο προηγούμενος κωδικός ενάριθμος του έργου στο ΠΔΕ πρέπει να αναφέρεται στον τίτλο της Απόφασης Ένταξης πράξης. Σε περίπτωση που πολλαπλές πράξεις εγγράφονται σε έναν κωδικό ενάριθμο (όπως στην περίπτωση των «Λοιπών Μικρών Δημόσιων Έργων») στην Απόφαση Ένταξης οι προηγούμενοι ενάριθμοι κωδικοί ΠΔΕ θα εγγράφονται αναλυτικά για όλες τις πράξεις στο σώμα της απόφασης.
Ειδικότερα, τα μεταφερόμενα έργα ανειλημμένων υποχρεώσεων του ΠΑΑ 2007-2013 θα εγγράφονται στη ΣΑ 082/1 ανάλογα με την κατηγορία στην οποία εμπίπτουν ως ακολούθως:
- Ιδιωτικές επενδύσεις: οι πράξεις περιλαμβάνονται σε μία Απόφαση Ένταξης ανά Μέτρο και εγγράφονται σε αντίστοιχους ενάριθμους κωδικούς,
- Μεγάλα Δημόσια Έργα του Μ125Α: εγγράφεται ένας ξεχωριστός ενάριθμος κωδικός ανά πράξη,
- Λοιπά Μικρά Δημόσια Έργα: οι πράξεις δύνανται να ομαδοποιούνται σε μία Απόφαση Ένταξης ανά Μέτρο και Περιφέρεια και εγγράφονται στο ΠΔΕ σε αντίστοιχους ενάριθμους κωδικούς.
- Έργα που συνδέονται με έκταση ή αριθμό ζώων: οι πράξεις περιλαμβάνονται σε μία Απόφαση Ένταξης ανά Μέτρο /Υπομέτρο/Δράση και εγγράφονται σε αντίστοιχους ενάριθμους κωδικούς,
Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, όπου περισσότερες πράξεις ενσωματώνονται σε έναν ενάριθμο κωδικό έργου ΠΔΕ, η ΕΥΔ διασφαλίζει ότι το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΟΠΣΑΑ) θα παρέχει αναλυτικά οικονομικά στοιχεία Π/Υ και πληρωμών του ΠΔΕ σε επίπεδο επιμέρους πράξης. Στην έκδοση της σχετικής Απόφασης Ένταξης πράξεων θα πρέπει να αναφέρονται αναλυτικά τα στοιχεία 1 έως 5 ανωτέρω, για κάθε πράξη ξεχωριστά.
Στις περιπτώσεις των έργων για τα οποία προκύπτουν δαπάνες μη επιλέξιμες αλλά αναγκαίες για την υλοποίησή τους (πρώην Π2 έργων για το ΠΑΑ 2007-2013) αυτές θα περιγράφονται διακριτά στην απόφαση ένταξης.
5.2.2. Ένταξη νέων έργων του ΠΑΑ 2014-2020 στο ΠΔΕ
Για τα νέα έργα του ΠΑΑ 2014-2020 ισχύουν οι ρυθμίσεις του Ν. 4314/2014 και το εγκεκριμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου (ΣΔΕ).
Με βάση αυτά, η Απόφαση Ένταξης πράξης αποτελεί αυτοδίκαια πρόταση εγγραφής στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του ΠΔΕ. Με την ένταξη της πράξης και την καταχώρηση της στο ΟΠΣΑΑ η πράξη λαμβάνει κωδικό ΟΠΣΑΑ και δεκατετραψήφιο κωδικό του ΠΔΕ από το e-ΠΔΕ. Επισημαίνεται ότι ο κωδικός αυτός τίθεται σε ισχύ μετά την ένταξη του έργου στο ΠΔΕ. Ειδικά για τις πράξεις στο πλαίσιο παρεμβάσεων Τοπικής Ανάπτυξης με Πρωτοβουλία των Τοπικών Κοινοτήτων (Community Led Local Developments (CLLD)), η εγγραφή στο ΠΔΕ πραγματοποιείται σε έναν ενάριθμο κωδικό με την απόφαση έγκρισης των τοπικών προγραμμάτων.
Τα νέα έργα του ΠΑΑ 2014-2020 θα εγγράφονται στη ΣΑ 082/1 ανάλογα με την κατηγορία στην οποία εμπίπτουν ως ακολούθως:
- Ιδιωτικές επενδύσεις: οι πράξεις περιλαμβάνονται σε μία Απόφαση Ένταξης ανά Μέτρο και εγγράφονται σε αντίστοιχους ενάριθμους κωδικούς,
- Πράξεις στο πλαίσιο παρεμβάσεων Τοπικής Ανάπτυξης με Πρωτοβουλία των Τοπικών Κοινοτήτων (CLLD): Η εγγραφή στο ΠΔΕ πραγματοποιείται σε έναν ενάριθμο κωδικό με την απόφαση έγκρισης των τοπικών προγραμμάτων που θα υλοποιηθούν στο πλαίσιο των εν λόγω παρεμβάσεων. Ο Π/Υ εγγραφής θα αποτελεί το άθροισμα των Π/Υ των τοπικών προγραμμάτων που θα περιλαμβάνονται στην ως άνω απόφαση έγκρισης.
- Μεγάλα Δημόσια Έργα του Μ4 (έργα άνω των 2,2 εκατ. ευρώ): εγγράφεται ένας ξεχωριστός κωδικός ενάριθμος έργου ανά πράξη,
- Λοιπά Μικρά Δημόσια Έργα: οι πράξεις εγγράφονται σε έναν ενάριθμο κωδικό έργου με την Απόφαση Ένταξης πράξεων. Η εν λόγω απόφαση δύναται να περιλαμβάνει περισσότερες της μίας πράξεις. Στην περίπτωση αυτή, ο Π/Υ εγγραφής στο ΠΔΕ αποτελεί το άθροισμα των Π/Υ ένταξης των επιμέρους πράξεων.
- Μέτρα που συνδέονται με εκτάσεις και ζώα: οι πράξεις περιλαμβάνονται σε μία Απόφαση Ένταξης ανά Μέτρο/Υπομέτρο/Δράση και εγγράφονται σε αντίστοιχους ενάριθμους κωδικούς
- Για τις περιπτώσεις χρηματοδότησης που αφορούν σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής, η εγγραφή στη ΣΑ του Φορέα Χρηματοδότησης γίνεται με την Απόφαση Ένταξης Πράξης.
Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις όπου περισσότερες πράξεις ενσωματώνονται σε έναν ενάριθμο κωδικό στο ΠΔΕ, η ΕΥΔ διασφαλίζει ότι το ΟΠΣΑΑ παρέχει αναλυτικά οικονομικά στοιχεία Π/Υ και πληρωμών του ΠΔΕ σε επίπεδο επιμέρους πράξης.
Ειδικά για τα Μέτρα που εκχωρούνται στις Περιφέρειες (εκτός του CLLD) η εγγραφή των αντίστοιχων πράξεων στο ΠΔΕ θα γίνεται σε ένα κωδικό ενάριθμο ανά Μέτρο/Υπομέτρο/Δράση και ανά Περιφέρεια με την έκδοση των σχετικών Αποφάσεων Ένταξης.
5.3. Έργα Διευρωπαϊκών Δικτύων Μεταφορών (ΔΔΜ) 2007-2013 και Έργα μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility) 2014-2020
5.3.1. Ένταξη Συνεχιζόμενων Έργων των δράσεων ΔΔΜ 2007 - 2013
Τα συνεχιζόμενα έργα των δράσεων Διευρωπαϊκών Δικτύων Μεταφορών (ΔΔΜ) 2007-2013 εγγράφονται στις υφιστάμενες ΣΑ στις περιπτώσεις όπου η μη ολοκλήρωσή τους ενέχει τον κίνδυνο μη είσπραξης ή επιστροφής των κοινοτικών πόρων. Για την ένταξη των έργων στο ΠΔΕ 2019 απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης
■ Σύμφωνη γνώμη της ΕΥΣΕ.
5.3.2. Ένταξη έργων μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», μεταφερόμενα από το ΕΣΠΑ 2007-2013 ή 2014-2020
Τα έργα που προγραμματίζονται για υποβολή στο μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη», θα παραμείνουν ενταγμένα στις υφιστάμενες ΣΑ/8 και ΣΑ/9 μέχρι την έγκριση των προτάσεων χρηματοδότησης από την Ε.Ε. ή την υπογραφή των συμφωνιών χρηματοδότησης (Grant Agreements) από την Ε.Ε. οπότε και θα μεταφερθούν στις νέες ΣΑ που θα εκδοθούν προς το σκοπό αυτό σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στην ακόλουθη παράγραφο.
5.3.3. Ένταξη νέων έργων του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη»
Τα νέα έργα του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» εγγράφονται σε ΣΑ/1, που φέρει τον αριθμό έξι (6) στο πρώτο αριθμητικό ψηφίο (ΣΑ 6 - - /1), και τα υπόλοιπα ψηφία ανάλογα με τη ΣΑ του Φορέα Χρηματοδότησης. (Π.χ. για το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων η ΣΑ είναι η ΣΑ 671/1).
Για την ένταξη των έργων στο ΠΔΕ 2019 απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης
■ Σύμφωνο χρηματοδότησης (Grant Agreement) ή έγκριση προτάσεων χρηματοδότησης από την Ε.Ε.
■ Σύμφωνη γνώμη της ΕΥΣΕ
■ Τεχνικό Δελτίο Έργου.
5.4. Έργα των ΕΠ του στόχου Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία 2007-2013 και 2014¬2020
5.4.1. Προγράμματα Συνεργασίας του στόχου «Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία» διαχειριζόμενα από την ΕΥΔ ΕΕΣ
5.4.1.1 Ένταξη συνεχιζόμενων έργων ΠΠ 2014-2020 (ΣΑ/6)
Για την ένταξη στο ΠΔΕ συνεχιζόμενων έργων των Προγραμμάτων Συνεργασίας του στόχου «Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία» 2014-2020 απαιτείται:
■ Πρόταση του Φορέα Χρηματοδότησης
■ Σύμφωνη γνώμη της ΕΥΔ ΕΕΣ
5.4.1.2. Ένταξη νέων έργων ΠΠ 2014-2020 (ΣΑ/6)
Για την ένταξη στο ΠΔΕ νέων έργων των Προγραμμάτων Συνεργασίας του στόχου «Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία» 2014-2020, τα οποία διαχειρίζεται η ΕΥΔ ΕΕΣ, καθώς και για την τροποποίηση τους απαιτείται, μετά από την απόφαση επιλογής έργων της Επιτροπής Παρακολούθησης ή Καθοδήγησης του οικείου Προγράμματος Συνεργασίας και την υπογραφή της σύμβασης χρηματοδότησης και του συμφώνου εταιρικής συνεργασίας, πρόταση της ΕΥΔ ΕΕΣ. Η ΕΥΔ ΕΕΣ έχει την υποχρέωση της ηλεκτρονικής διασύνδεσης των έργων με τα αντίστοιχα MIS.
Τα ανωτέρω έργα εντάσσονται σε ΣΑ/6, με το πρώτο αριθμητικό ψηφίο της ΣΑ (ΣΑ * - - /6) να δηλώνει το Πρόγραμμα στο οποίο αναφέρεται το έργο, όπως αναλύεται στη συνέχεια:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Προγράμματα Συνεργασίας του στόχου «Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία» 2014-2020 διαχειριζόμενα από την ΕΥΔ ΕΕΣ | |
Ελλάδα-Κύπρος | ΣΑ 1 - - /6 |
Ελλάδα-Βουλγαρία | ΣΑ 2 - - /6 |
Ελλάδα-Ιταλία | ΣΑ 3 - - /6 |
Ελλάδα-Πγδμ | ΣΑ 4 - - /6 |
Ελλάδα-Αλβανία | ΣΑ 5 - - /6 |
Βαλκανική-Μεσόγειος | ΣΑ 6 - - /6 |
Σημειώνεται ότι το δεύτερο και το τρίτο αριθμητικό ψηφίο της ΣΑ δηλώνουν την οικεία Περιφέρεια, μέσα στα γεωγραφικά όρια της οποίας εδρεύει ο Δικαιούχος, ή στις περιπτώσεις όπου ο Δικαιούχος είναι Φορέας Κεντρικής Διοίκησης (Υπηρεσία Υπουργείου), δηλώνουν το Υπουργείο αυτό ως Φορέα Χρηματοδότησης.
5.4.2. Λοιπά Προγράμματα Συνεργασίας μη διαχειριζόμενα από την ΕΥΔ ΕΕΣ (Πολυμερή Διασυνοριακά, Διακρατικά, Διαπεριφερειακά, Δίκτυα - ΣΑ/2 και ΣΑ/4)
Για τα λοιπά προγράμματα συνεργασίας του στόχου «Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία», τα οποία δεν διαχειρίζεται η ΕΥΔ ΕΕΣ, το ΠΔΕ δύναται να καλύψει το ποσοστό της εθνικής συμμετοχής, στις περιπτώσεις όπου το ποσοστό της κοινοτικής συμμετοχής αποδίδεται απευθείας στον Δικαιούχο της πράξης. Για την ένταξη ή τροποποίηση των συνεχιζόμενων έργων της ΠΠ 2007-2013 καθώς και των νέων έργων της ΠΠ 2014-2020 των Προγραμμάτων Πολυμερούς Διασυνοριακής Συνεργασίας, των Διακρατικών Προγραμμάτων, των Διαπεριφερειακών Προγραμμάτων και των Δικτύων, σύμφωνα με τον κατωτέρω πίνακα, απαιτείται:
■ Πρόταση του Φορέα Χρηματοδότησης
■ Σύμφωνη γνώμη από την ΕΥΔ των ΕΠ του Στόχου «Ευρωπαϊκή Εδαφική Συνεργασία» ή της ΕΥΣΣΑ αντίστοιχα για τα δίκτυα συνεργασίας «ESPON» και «URBACT»
■ Τεχνικό Δελτίο Έργου (για τα νέα έργα) από τον Φορέα Υλοποίησης (Δικαιούχο). Τα έργα εντάσσονται σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4.
Προγράμματα | 2007-2013 | 2014-2020 |
Διακρατικά | Μεσογειακός Χώρος (MED) | MED 2014-2020 |
Χώρος Νοτιοανατολικής Ευρώπης (South-East Europe/SEE) | ||
Πολυμερή Διασυνοριακά | Αδριατική (Adriatic) 2007-2013 | ADRION (Αδριατική - Ιόνιο) |
Θαλάσσια Λεκάνη της Μεσογείου (MED ENPI) | MED ΕΝΙ CBC | |
Μαύρη Θάλασσα (Black Sea - ENPI) | Black Sea Basin ENI CBC | |
Διαπεριφερειακό | INTERREG IV C | INTERREG EUROPE |
Δίκτυα Συνεργασίας | URBACT | URBACT |
ESPON | ESPON | |
INTERACT | INTERACT |
Σημειώνεται ότι για τα έργα της ΠΠ 2007-2013 των οποίων η επιλεξιμότητα έχει ήδη λήξει, εκκρεμούν οι τελευταίες πληρωμές του ΠΔΕ προς τους Δικαιούχους, οι οποίες αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στο 2019.
Τα έργα εντάσσονται σε ΣΑΕΠ/2 και ΣΑΕΠ/4 της μορφής 3 - - /2 με το δεύτερο και το τρίτο αριθμητικό ψηφίο της ΣΑΕΠ να δηλώνουν την οικεία Περιφέρεια, μέσα στα γεωγραφικά όρια της οποίας εδρεύει ο Δικαιούχος, ή σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4 της μορφής - -/2 ή - -/4 δηλώνοντας τον αρμόδιο Φορέα Χρηματοδότησης ο οποίος και εποπτεύει τον Δικαιούχο.
Στις περιπτώσεις όπου ο Δικαιούχος του έργου είναι Φορέας Κεντρικής Διοίκησης (Υπουργείο), δύναται να ενταχθεί στο ΠΔΕ το σύνολο του προϋπολογισμού ενός έργου (εθνική και κοινοτική συμμετοχή).
5.5. Έργα του χρηματοδοτικού μηχανισμού Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΧΜ ΕΟΧ)
5.5.1. Ένταξη ή τροποποίηση συνεχιζόμενων έργων του ΧΜ ΕΟΧ 2009-2014
Η ένταξη ή τροποποίηση στο ΠΔΕ των συνεχιζόμενων έργων του ΧΜ ΕΟΧ 2009 - 2014 γίνεται κατ' αναλογία με όσα ισχύουν για τα έργα του ΕΣΠΑ 2014-2020. Τα ανωτέρω έργα παραμένουν στις ΣΑ/8 που ήταν ενταγμένα.
5.5.2. Έργα του χρηματοδοτικού μηχανισμού Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΧΜ ΕΟΧ) 2014-2021
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4314/2014 όπως ισχύει και τα οριζόμενα στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου των προγραμμάτων του ΧΜ ΕΟΧ, η Απόφαση Ένταξης της πράξης αποτελεί αυτοδίκαιη πρόταση εγγραφής σε ΣΑ του Φορέα Χρηματοδότησης.
Η χρηματοδότηση των πράξεων που θα ενταχθούν στα προγράμματα του ΧΜ ΕΟΧ 2014-2021 θα πραγματοποιείται, σε συνέχεια του υπογεγραμμένου μνημονίου κατανόησης για το ΧΜ ΕΟΧ προγραμματικής περιόδου 2014-2021, μέσω του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΠΔΕ, με εξαίρεση τις περιπτώσεις:
■ των πράξεων που έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο προγραμμάτων των οποίων ο Διαχειριστής Προγράμματος εποπτεύεται απευθείας από το Γραφείο Χρηματοδοτικού Μηχανισμού του καθώς και,
■ μετά από εισήγηση του Εθνικού Σημείου Επαφής, σε περιπτώσεις πράξεων εταίρων από δότριες χώρες που χρηματοδοτούνται 100% από το ΧΜ ΕΟΧ.
Τα εγκεκριμένα προγράμματα ΧΜ ΕΟΧ 2014-2021 (και οι προϋπολογισμοί τους) θα κοινοποιούνται στη ΔΔΕ μέσω του Εθνικού Σημείου Επαφής.
5.5.2.1. Ένταξη νέων έργων/ένταξη ή τροποποίηση συνεχιζόμενων έργων
Η ένταξη στο ΠΔΕ των πράξεων που εντάσσονται στα εγκεκριμένα προγράμματα του ΧΜ ΕΟΧ 2014-2021 θα γίνεται κατ' αναλογία με όσα ισχύουν για τα έργα του ΕΣΠΑ.
Η εγγραφή πραγματοποιείται στη ΣΑ του αρμόδιου Υπουργείου που εποπτεύει το Διαχειριστή Προγράμματος, με εξαίρεση τις πράξεις με Φορέα Υλοποίησης Κρατικές Υπηρεσίες, οι οποίες εγγράφονται σε ΣΑ του οικείου Φορέα Υλοποίησης. Τα ανωτέρω έργα εντάσσονται σε ΣΑ/1 του Φορέα Χρηματοδότησης, όπου το πρώτο ψηφίο της ΣΑ είναι ο αριθμός 7 δηλαδή σε «ΣΑ7- - /1».
5.5.2.2 Ένταξη ή τροποποίηση έργων προετοιμασίας
Σε συνέχεια του υπογεγραμμένου μνημονίου κατανόησης για το ΧΜ ΕΟΧ προγραμματικής περιόδου 2014¬2021 και μέχρι την έγκριση των νέων προγραμμάτων αυτού, είναι δυνατή η ένταξη στο ΠΔΕ επιλέξιμων κατά τον Κανονισμό του ΕΟΧ πράξεων προετοιμασίας - διαχείρισης σε «ΣΑ - -/2», όπως υποβληθούν με ευθύνη των Διαχειριστών Προγραμμάτων και με την σύμφωνη γνώμη του Εθνικού Σημείου Επαφής. Μετά την έγκριση των προγραμμάτων ΕΟΧ 2014-2021, οι ανωτέρω ΣΑ θα κλείσουν και θα μεταφερθούν στις αντίστοιχες νέες «ΣΑ7- - /1».
5.6. Έργα χρηματοδοτούμενα από το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, από το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας και από λοιπά μεταναστευτικά ταμεία
5.6.1. Έργα Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (AMIF) & Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (ISF) 2014-2020.
Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η κρατική και κοινοτική συμμετοχή για όλες τις δράσεις που εντάσσονται στα εθνικά προγράμματα των ειδικών κανονισμών των Ταμείων, εκτός των μέτρων που χρηματοδοτούνται από τον Τακτικό Προϋπολογισμό, είναι δημόσιες επενδύσεις και δύναται να χρηματοδοτηθούν από τον Κρατικό Προϋπολογισμό μέσω του ΠΔΕ. Η χρηματοδότηση των ανωτέρω προγραμμάτων εκτελείται από την ΤτΕ μέσω Κεντρικού Λογαριασμού.
Η απόφαση ένταξης, ως τμήμα της συμφωνίας επιδότησης της δράσης, που εκδίδεται από την αρμόδια Υπεύθυνη/Εντεταλμένη Αρχή, αποτελεί αυτοδίκαια πρόταση εγγραφής στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του ΠΔΕ. Η εγγραφή πραγματοποιείται σε ΣΑ διακριτή ανά Φορέα Χρηματοδότησης (όπου το πρώτο ψηφίο της ΣΑ είναι ο αριθμός 7 «ΣΑ 7 - - ») και βαρύνει το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.
5.6.2. Ένταξη συνεχιζόμενων έργων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (AMIF) & του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (ISF)
Για την ένταξη στο ΠΔΕ συνεχιζόμενων έργων του Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (AMIF) και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (ISF) απαιτείται υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης.
5.6.3. Ένταξη νέων έργων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (AMIF) & του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (ISF)
Για την ένταξη στο ΠΔΕ νέων έργων του AMIF & του ISF απαιτείται απόφαση ένταξης της πράξης από την αρμόδια υπεύθυνη αρχή.
Τα έργα εντάσσονται σε διακριτή ΣΑ/2 του Φορέα Χρηματοδότησης.
5.6.4. Έργα επειγόντων μέτρων για την αντιμετώπιση μεταναστευτικών ροών και λοιπών μεταναστευτικών προγραμμάτων
Προκειμένου να γίνει ένταξη έργων επειγόντων μέτρων για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών θα πρέπει να έχουν ακολουθηθεί οι παρακάτω διαδικασίες:
■ Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αποστείλει προσκλήσεις προς τους δυνητικούς Δικαιούχους πράξεων.
■ Οι Δικαιούχοι έχουν υποβάλει συμπληρωμένη φόρμα συμφωνίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για έγκριση, η οποία περιέχει όλες τις απαιτούμενες περιγραφές του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου, κλπ. στοιχεία.
Σε συνέχεια έγκρισης από την Ε.Ε., έχει υπογραφεί το σύμφωνο επιχορήγησης (Grant Agreement). Για την ένταξη νέων έργων στο ΠΔΕ απαιτείται :
■ Υποβολή πρότασης από το Φορέα Χρηματοδότησης
■ Το σύμφωνο επιχορήγησης (Grant Agreement) με την Ε.Ε
■ Τεχνικό Δελτίο Έργου.
Τα έργα εντάσσονται σε διακριτή ΣΑ /2 του Φορέα Χρηματοδότησης. Για την ένταξη συνεχιζόμενων έργων στο ΠΔΕ απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από το Φορέα Χρηματοδότησης
Σε περίπτωση τροποποίησης του Π/Υ των έργων απαιτείται επιπλέον και η τροποποίηση του συμφώνου επιχορήγησης (Grant Agreement) με την Ε.Ε.
5.7. Έργα ΕΠ Επισιτιστικής και Βασικής Υλικής Συνδρομής Ι (ΕΠ Ι)
Το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας για τους Απόρους (ΤΕΒΑ) υποστηρίζει Εθνικά Συστήματα μέσω των οποίων διανέμονται στους απόρους τρόφιμα ή/και βασική υλική συνδρομή, μέσω των Κοινωνικών Συμπράξεων που επιλέγονται. Το ΤΕΒΑ στην Ελλάδα εξειδικεύεται μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος Επισιτιστικής και Βασικής Υλικής Συνδρομής Ι (ΕΠ Ι).
Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η εθνική και κοινοτική συμμετοχή για όλες τις πράξεις που εντάσσονται στο ΕΠ Ι, είναι δημόσιες επενδύσεις και χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ. Επιπλέον, η Απόφαση Ένταξης της πράξης αποτελεί αυτοδίκαια πρόταση εγγραφής στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του ΠΔΕ. Η χρηματοδότηση των έργων του ΤΕΒΑ εκτελείται από την ΤτΕ μέσω Κεντρικού Λογαριασμού.
5.7.1. Ένταξη συνεχιζόμενων έργων του ΕΠ Ι
Για την ένταξη στο ΠΔΕ συνεχιζόμενων έργων του ΤΕΒΑ απαιτείται πρόταση από τον Φορέα Χρηματοδότησης. Τα έργα παραμένουν στη ΣΑ 093/8 του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
5.7.2. Ένταξη νέων έργων στο ΕΠ Ι
Για την ένταξη νέων πράξεων στο ΠΔΕ απαιτείται απόφαση ένταξης της πράξης στο ΕΠ Ι. Τα έργα εντάσσονται στη ΣΑ 093/8.
5.8. Έργα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (ΕΤΠ)
Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία η εθνική και κοινοτική συμμετοχή για όλες τις πράξεις που εντάσσονται στο ΕΤΠ, είναι δημόσιες επενδύσεις και χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ. Επιπλέον, η απόφαση ένταξης της πράξης αποτελεί αυτοδίκαια πρόταση εγγραφής στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του ΠΔΕ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
5.8.1. Ένταξη συνεχιζόμενων έργων του ΕΤΠ
Για την ένταξη στο ΠΔΕ συνεχιζόμενων έργων του ΕΤΠ απαιτείται πρόταση από τον Φορέα Χρηματοδότησης. Τα έργα παραμένουν στη ΣΑ 034/2 του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
5.8.2. Ένταξη νέων έργων στο ΕΤΠ
Για την ένταξη νέων πράξεων στο ΠΔΕ απαιτείται απόφαση ένταξης της πράξης στο ΕΤΠ. Τα έργα εντάσσονται στη ΣΑ 034/2.
5.9. Έργα Λοιπών Κοινοτικών και άλλων Προγραμμάτων
5.9.1. Έργα Λοιπών Κοινοτικών Προγραμμάτων
Το ΠΔΕ δύναται να καλύψει τη χρηματοδότηση πράξεων Λοιπών Κοινοτικών Προγραμμάτων, οι οποίες έχουν υποβληθεί στην Ε.Ε. μέσω των Φορέων Χρηματοδότησης ή εποπτευόμενων από αυτούς φορέων. Η τήρηση των προϋποθέσεων συμμετοχής στα εν λόγω ευρωπαϊκά προγράμματα, η παρακολούθηση των διαδικασιών έγκρισης τους από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα των Ευρωπαϊκών προγραμμάτων, η υλοποίηση του φυσικού αντικειμένου των έργων σύμφωνα με τις εγκριτικές αποφάσεις και η σταδιακή χρηματοδότηση αυτών αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των Φορέων Υλοποίησης και Χρηματοδότησης, οι οποίοι δεσμεύονται για τα παραπάνω με την υποβολή προτάσεων ένταξης των έργων στο ΠΔΕ και αιτημάτων για τη σταδιακή χρηματοδότηση των έργων.
Ειδικότερα, το ΠΔΕ δύναται να καλύψει:
• Το ποσοστό της εθνικής συμμετοχής, στις περιπτώσεις, όπου το ποσοστό της κοινοτικής συμμετοχής αποδίδεται απ' ευθείας στον Φορέα (αφορά κυρίως νομικά πρόσωπα εποπτευόμενα από Φορείς Χρηματοδότησης)
• Το σύνολο της εθνικής και κοινοτικής συμμετοχής, στις περιπτώσεις όπου οι φορείς δεν δύνανται να εισπράξουν απ' ευθείας την Κοινοτική συμμετοχή (αφορά Υπουργεία κλπ)
• Τη συμμετοχή της χώρας σε Προγράμματα της Ε.Ε. που εξυπηρετούν ενωσιακές πολιτικές. Στις περιπτώσεις αυτές δεν υπάρχει κοινοτική συμμετοχή.
5.9.1.1. Ένταξη συνεχιζόμενων έργων Λοιπών Κοινοτικών Προγραμμάτων
Για την ένταξη συνεχιζόμενων έργων Λοιπών Κοινοτικών Προγραμμάτων απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης
■ Συνοπτική έκθεση σκοπιμότητας συνέχισης της δράσης από τον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα. Τα έργα της κατηγορίας αυτής παραμένουν στις ΣΑ που είναι ήδη ενταγμένα.
5.9.1.2. Ένταξη νέων έργων Λοιπών Κοινοτικών Προγραμμάτων
Για την ένταξη νέων έργων Λοιπών Κοινοτικών Προγραμμάτων απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης.
■ Απόφαση έγκρισης ή συμμετοχής από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Ε.Ε. (παρόμοιου τύπου απόφαση με την Απόφαση Ένταξης πράξης σε ΕΠ)
■ Απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα για τη συμμετοχή της χώρας στο αντίστοιχο πρόγραμμα της ΕΕ (αφορά τις περιπτώσεις μη κοινοτικής Συμμετοχής)
■ Τεχνικό Δελτίο Έργου.
Τα προγράμματα εντάσσονται σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4.
5.10. Έργα δανειοδοτούμενα από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς.
Το ΠΔΕ δύναται να καλύψει τη χρηματοδότηση έργων που δανειοδοτούνται/ χρηματοδοτούνται από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, Αναπτυξιακή Τράπεζα του Συμβουλίου της Ευρώπης - CEB - κ.α.) κατόπιν σχετικών συμφωνιών που έχουν πραγματοποιηθεί μέσω των Φορέων Χρηματοδότησης ή των εποπτευόμενων από αυτούς φορέων.
Η τήρηση των προϋποθέσεων των σχετικών συμβάσεων, η παρακολούθηση των διαδικασιών έγκρισης και τήρησης τους από τα αρμόδια όργανα, η υλοποίηση του φυσικού αντικειμένου των έργων σύμφωνα με τις δανειακές συμβάσεις και η σταδιακή χρηματοδότηση αυτών αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των Φορέων Υλοποίησης και Χρηματοδότησης, οι οποίοι δεσμεύονται για τα παραπάνω με την υποβολή προτάσεων ένταξης των έργων στο ΠΔΕ και αιτημάτων για τη σταδιακή χρηματοδότηση των έργων.
Το ΠΔΕ δύναται να καλύψει την εθνική συμμετοχή για την υλοποίηση του έργου.
Για την ένταξη νέων έργων δανειοδοτούμενων από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης
■ Δανειακή σύμβαση μεταξύ του Διεθνούς Χρηματοδοτικού Οργανισμού και του Ελληνικού Δημοσίου για τη χρηματοδότηση του έργου ή δεσμευτική απόφαση του συμβαλλόμενου Οργανισμού
■ Τεχνικό Δελτίο Έργου.
Τα προγράμματα εντάσσονται σε ΣΑ/2 και ΣΑ/4.
5.11. Έργα Ταμείου Συνοχής
Τα έργα Ταμείου Συνοχής θα αποπληρωθούν από το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος στις περιπτώσεις όπου η μη ολοκλήρωσή τους ή η μη ικανοποίηση των ειδικών όρων που έχουν τεθεί στις εγκριτικές αποφάσεις (ολοκλήρωση φυσικού αντικειμένου, ικανοποίηση ειδικών όρων, απαλλοτριώσεις κλπ.), ενέχει τον κίνδυνο μη είσπραξης ή επιστροφής κοινοτικών πόρων.
Η πρόταση του αρμοδίου Φορέα θα πρέπει να συνοδεύεται από σύμφωνη γνώμη της ΕΥΣΕ της Εθνικής Αρχής Συντονισμού (ΕΑΣ), όπου θα τεκμηριώνονται τα ανωτέρω.
5.12. Έργα προς ένταξη σε προγράμματα της Προγραμματικής Περιόδου 2014-2020
Με σκοπό την επιτάχυνση των διαδικασιών ωρίμανσης και υλοποίησης δύνανται να εγγράφονται σε ΣΑ του εθνικού ΠΔΕ έργα για τα οποία υπάρχει πρόθεση να υποβληθούν για χρηματοδότηση στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα (ΕΣΠΑ 2014-2020, Μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», ΕΟΧ 2014 - 2021, προγράμματα που δανειοδοτούνται/χρηματοδοτούνται από Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς κ.α.). Κατά περίπτωση δύναται να προστίθεται στη ΣΑ ειδικός ή άλλος όρος (π.χ. μη ανάληψης νομικών δεσμεύσεων μέχρι την ένταξη του έργου στο αντίστοιχο πρόγραμμα). Για την ένταξη των έργων στο ΠΔΕ 2019 απαιτείται:
■ Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης.
■ Σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Ειδικής Υπηρεσίας (ΕΥ) ή του φορέα Διαχείρισης των εκάστοτε προγραμμάτων.
■ Τεχνικό Δελτίο Έργου.
5.13. Ένταξη έργων που χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από εθνικούς πόρους
5.13.1. Προγραμματισμός - Απαραίτητες ενέργειες για την υποβολή προτάσεων
Ο προγραμματισμός των δαπανών του ΠΔΕ που χρηματοδοτείται αποκλειστικά από εθνικούς πόρους εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο της δημοσιονομικής πολιτικής για την περίοδο του ΜΠΔΣ 2019-2022, όπου οι αυστηρά περιορισμένοι πόροι επιβάλλουν την ένταση των προσπαθειών για χρηματοδότηση αποκλειστικά στοχευμένων δράσεων.
Για το έτος 2019 το ΠΔΕ που χρηματοδοτείται αποκλειστικά από εθνικούς πόρους ανέρχεται σε 1.000 εκατ. ευρώ και στους Πίνακες 8 και 9 του Παραρτήματος αποτυπώνονται τα όρια δαπανών ανά Φορέα Χρηματοδότησης και Περιφέρεια αντίστοιχα.
Οι Φορείς Χρηματοδότησης κατά την κατάρτιση των προτάσεών τους θα πρέπει να λάβουν υπόψη τα ακόλουθα:
1. Μείωση του ανεκτέλεστου Π/Υ των προγραμμάτων
Οι Φορείς θα πρέπει να εξετάσουν όλες τις υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί από εγκεκριμένα στο παρελθόν έργα και να επικαιροποιήσουν τους Π/Υ των έργων τους στο ΠΔΕ στο ύψος των υπογεγραμμένων συμβάσεων, μειώνοντας τον ανεκτέλεστο Π/Υ των προγραμμάτων τους.
2. Απένταξη ανενεργών έργων
Οι Φορείς, στο πλαίσιο της συνεχούς αποσυμφόρησης του προγράμματος από ανενεργά έργα, θα πρέπει να απεντάσουν τα έργα που δεν εμπίπτουν πλέον στις προτεραιότητες χρηματοδότησης τους με την προϋπόθεση ότι δεν απορρέουν από αυτά ανειλημμένες υποχρεώσεις.
3. Ολοκληρωμένα έργα
Οι Φορείς οφείλουν να ενημερώνουν τη ΔΔΕ για την ολοκλήρωση των έργων που είναι ενταγμένα σε ΣΑ ευθύνης τους, στο πλαίσιο της συνεχούς εκκαθάρισης του Προγράμματος από ανενεργά έργα.
4. Ένταξη νέων έργων
Για την ένταξη νέων έργων, η υποβολή της πρότασης θα ακολουθεί τη διαδικασία που περιγράφεται στην ενότητα 5.13.2.1. ή τις ειδικότερες προβλέψεις που ισχύουν ανάλογα με την κατηγορία του προτεινόμενου έργου.
5. Εν εξελίξει έργα
Οι Φορείς στην πρότασή τους πρέπει να συμπεριλαμβάνουν υποχρεωτικά και τα έργα για τα οποία εκτιμάται ότι δεν θα απαιτηθεί πίστωση για το τρέχον έτος (μηδενική πίστωση).
Για τα έργα αυτά, απαιτείται ειδική αιτιολόγηση στη στήλη παρατηρήσεις, όπου αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους το έργο αυτό δεν αναμένεται να πραγματοποιήσει δαπάνες στο τρέχον έτος.
5.13.2. Κατηγορίες έργων και διαδικασία ένταξής τους στο ΠΔΕ 2019
Τα ενάριθμα έργα του ΠΔΕ που χρηματοδοτούνται από αμιγώς εθνικούς πόρους κατηγοριοποιούνται στις ακόλουθες υποκατηγορίες:
Α. Νέα έργα που εντάσσονται για πρώτη φορά στο ΠΔΕ Β. Εν εξελίξει (συνεχιζόμενα) έργα
Β.1. Ενάριθμα που αντιστοιχούν σε εν εξελίξει (συνεχιζόμενα) έργα που χρηματοδοτούν επαναλαμβανόμενες δράσεις (π.χ. συντήρηση οδών).
Β.2. Ενάριθμα που αντιστοιχούν σε εν εξελίξει (συνεχιζόμενα) έργα που χρηματοδοτούν ημιτελείς δράσεις (π.χ. κατασκευή σχολείου).
Γ. Έργα για την αντιμετώπιση Φυσικών Καταστροφών Δ. Έργα αναπτυξιακών προγραμμάτων ειδικού σκοπού
Ακολουθούν αναλυτικές οδηγίες για τη διαδικασία ένταξης έργων στο ΠΔΕ 2019 ανά υποκατηγορία, καθώς επίσης και οδηγίες για την ένταξη έργων άλλων ειδικότερων κατηγοριών (έργα Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), έργα Χρηματοδοτικών Εργαλείων κ.α.).
5.13.2.1. Νέα έργα
Στην περίπτωση που απαιτείται η ένταξη νέων έργων στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ, η υποβολή της πρότασης πρέπει να ακολουθήσει την παρακάτω διαδικασία
Για τα εθνικά προγράμματα (Υπουργεία):
Υπολογίζεται η σχέση του συνολικού ανεκτέλεστου ΠΔΕ του Φορέα προς το συνολικό όριο πιστώσεων του Φορέα για τα έτη του ΜΠΔΣ 2019-22, (ανεκτέλεστο υπόλοιπο Φορέα/ όριο πιστώσεων Φορέα ΜΠΔΣ 2019-2022)
Για τα περιφερειακά προγράμματα (Περιφέρειες):
Υπολογίζεται η σχέση του συνολικού ανεκτέλεστου ΠΔΕ του Φορέα προς το συνολικό όριο πιστώσεων του Φορέα για τα έτη του ΜΠΔΣ 2019-22, (ανεκτέλεστο υπόλοιπο Φορέα/ όριο πιστώσεων Φορέα ΜΠΔΣ 2019-2022 πολλαπλασιασμένο με το 2)
και εάν ο λόγος τους είναι:
■ από 0 έως 1,5, για την ένταξη του έργου δεν υπάρχει υποχρέωση απένταξης άλλου έργου ή απομείωσης Π/Υ,
■ από 1,5 έως 3, απεντάσσονται έργα τουλάχιστον μισού (1/2) Π/Υ συγκριτικά με τον Π/Υ του έργου που προτείνεται να ενταχθεί,
■ από 3 και άνω, απεντάσσονται έργα τουλάχιστον ίσου Π/Υ συγκριτικά με τον Π/Υ του έργου που προτείνεται να ενταχθεί.
Για την ένταξη του νέου έργου η πρόταση του αρμόδιου Φορέα θα πρέπει να συνοδεύεται, όπου απαιτείται, από πρόταση απένταξης άλλου ή άλλων έργων από το ΠΔΕ του Φορέα, προκειμένου να αποδεσμεύεται το συγκεκριμένο μέγεθος ανεκτέλεστου Π/Υ σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα.
Για τον υπολογισμό της παραπάνω σχέσης επισημαίνονται τα ακόλουθα:
• Στο μέγεθος του ανεκτέλεστου Π/Υ δεν θα περιλαμβάνονται οι προϋπολογισμοί των έργων που εντάχθηκαν τα προηγούμενα έτη με τη διαδικασία «Έργα προς ένταξη σε προγράμματα της Προγραμματικής Περιόδου 2014-2020» (σημείο 5.12), καθώς και οι Π/Υ των έργων μακροχρόνιων υποχρεώσεων, η πληρωμή των οποίων είναι προγραμματισμένη για το χρονικό διάστημα μετά το ΜΠΔΣ 2019-2022.
• Ο υπολογισμός της σχέσης θα βασιστεί στα στοιχεία εγκεκριμένων Π/Υ έργων (και ανεκτέλεστου ΠΔΕ), όπως αυτά θα υποβληθούν από τους Φορείς κατά την αρχική συνολική τους πρόταση.
• Πριν την αρχική συνολική πρόταση η ανωτέρω σχέση θα βασιστεί στα στοιχεία των εγκεκριμένων Π/Υ (και ανεκτέλεστου ΠΔΕ) όπως αυτά διαμορφώθηκαν μέχρι τις 31.12.2018 συμπεριλαμβανομένων και των ήδη εγκεκριμένων νέων έργων την τρέχουσα χρονική περίοδο.
• Μετά την υποβολή της αρχικής πρότασης το ανεκτέλεστο υπόλοιπο θα υπολογίζεται βάσει των εκάστοτε εγκεκριμένων Π/Υ του τρέχοντος έτους. Προτάσεις για ένταξη νέων έργων στο ΠΔΕ που δεν θα είναι σύμφωνες με τα παραπάνω δεν θα γίνονται δεκτές.
Σε περίπτωση τεκμηριωμένης αδυναμίας απένταξης έργου ή έργων, προκειμένου να αποδεσμευθεί το απαιτούμενο, με βάση τα παραπάνω, μέγεθος ανεκτέλεστου Π/Υ, δύναται να συνυπολογίζεται και η μείωση Π/Υ συνεχιζόμενου έργου υπό την ρητή προϋπόθεση ότι με τον μειωμένο προϋπολογισμό το έργο αυτό θα είναι λειτουργικό.
Στους παραπάνω περιορισμούς δεν υπόκεινται τα έργα αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών (βλ. παρ. 5.13.2.4), τα έργα των αναπτυξιακών προγραμμάτων ειδικού σκοπού (βλ. παρ. 5.13.2.5), τα έργα προς ένταξη σε προγράμματα της τρέχουσας ΠΠ (βλ. παρ. 5.12) καθώς και έργα που αφορούν σε εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ή εφαρμογή νομοθετικών ρυθμίσεων, τα οποία υπόκεινται ωστόσο στους περιορισμούς του ορίου πιστώσεων του εθνικού σκέλους του Φορέα.
Οι προτάσεις για ένταξη νέων έργων στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ γίνονται εφόσον έχει εξαντληθεί κάθε δυνατότητα ένταξής τους σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα. Η υποβολή της πρότασης συνοδεύεται υποχρεωτικά από Τεχνικό Δελτίο σύμφωνα με το υπόδειγμα (βλ. Πίνακα 4 Παραρτήματος). Το Τεχνικό Δελτίο ένταξης του έργου υπογράφεται υποχρεωτικά σε επίπεδο τουλάχιστον Γενικού Γραμματέα του Φορέα ή από τον Περιφερειάρχη στην περίπτωση των Περιφερειών, ο οποίος βεβαιώνει ρητά κι αιτιολογεί ότι το έργο δε δύναται να συγχρηματοδοτηθεί (βλ. Πίνακα 4 Παραρτήματος).
Για έργα επαναλαμβανόμενων δράσεων, έργα αντιμετώπισης ζημιών και καταστροφών, έργα που προβλέπονται από ειδική νομοθεσία, καθώς και για έργα που αφορούν στην εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, δεν απαιτείται η διαβεβαίωση της προηγούμενης παραγράφου.
Σημειώνεται ότι στο e-ΠΔΕ έχουν πρόσβαση και οι Φορείς Υλοποίησης, οι οποίοι θα πρέπει να καταχωρούν το Τεχνικό Δελτίο του έργου που προτείνεται προς ένταξη στο ΠΔΕ. Με την καταχώρηση του Τεχνικού Δελτίου, τυχόν κωδικός ενάριθμος που λαμβάνει το έργο τίθεται σε ισχύ μετά την έγκριση της ΣΑ από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.
5.13.2.2. Ενάριθμα που αντιστοιχούν σε εν εξελίξει έργα που χρηματοδοτούν επαναλαμβανόμενες δράσεις
Οι διαχρονικά επαναλαμβανόμενες δράσεις που δύνανται να χαρακτηριστούν ανελαστικές (όπως γενικά έργα συντηρήσεων οδικού - δασικού δικτύου, σχολικών κτιρίων, καταπολέμηση κουνουπιών, μυοκτονίες, ηλεκτροφωτισμός έργων, κλπ.) εντάσσονται σε διακριτές ΣΑ ανά Φορέα Χρηματοδότησης και Περιφέρεια (όπου το πρώτο ψηφίο της ΣΑ είναι ο αριθμός 5 «ΣΑΕ(Π) 5 - - »).
Δεδομένου ότι, με την κατάρτιση του ΠΔΕ 2017 εντάχθηκαν έργα της ανωτέρω κατηγορίας με προγραμματισμό των σχετικών αναγκών των Φορέων για την περίοδο 2017-2019, ο νέος προγραμματισμός θα λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:
1. Αυξήσεις προϋπολογισμών ή ένταξη νέων έργων επαναλαμβανόμενων δράσεων που είχαν προβλεφθεί στο ΠΔΕ την προηγούμενη περίοδο, δύνανται να πραγματοποιούνται υπό την προϋπόθεση ότι έχουν αναληφθεί νομικές δεσμεύσεις του μεγαλύτερου μέρους του εγκεκριμένου στο ΠΔΕ Π/Υ τους και δεν εγκρίθηκε αύξηση Π/Υ το 2017 ή και το 2018 ενόψει της περιόδου 2017-2019.
2. Νέα έργα που αφορούν σε δράσεις που δεν είχαν προβλεφθεί την προηγούμενη περίοδο, δύνανται να εγγράφονται στο ΠΔΕ υπό την προϋπόθεση ότι τεκμηριώνεται ο χαρακτηρισμός τους ως επαναλαμβανόμενη δράση.
Οι Φορείς καλούνται, με την υποβολή της πρότασης για την κατάρτιση του ΠΔΕ 2019, να υποβάλλουν και πίνακα των υποέργων που περιλαμβάνει η αντίστοιχη ΣΑ, με αναφορά στο είδος της εργασίας, το έτος που αυτό αφορά, τον Π/Υ του έργου, τον αριθμό/ημερομηνία υπογραφής/διάρκεια και αξία της σύμβασης, τον Φορέα Υλοποίησης, τις πληρωμές προηγούμενων ετών καθώς και όποια άλλα συμπληρωματικά στοιχεία κρίνει απαραίτητα ο Φορέας σύμφωνα με το Υπόδειγμα του Πίνακα 15 του Παραρτήματος.
5.13.2.3. Ενάριθμα που αντιστοιχούν σε εν εξελίξει έργα που χρηματοδοτούν ημιτελείς δράσεις
Για την ένταξη των έργων αυτής της κατηγορίας απαιτείται πρόταση από τον Φορέα Χρηματοδότησης, η οποία σε περίπτωση τροποποίησης Π/Υ, τίτλου αντικειμένου επιβάλλεται να συνοδεύεται από τροποποιημένο Τεχνικό Δελτίο σύμφωνα με το υπόδειγμα (βλ. Πίνακα 4 Παραρτήματος). Σημειώνεται ότι στην περίπτωση τροποποίησης του φυσικού αντικειμένου έργου που δεν προκαλεί μεταβολή Π/Υ ή τίτλου του έργου, το τροποποιημένο Τεχνικό Δελτίο εγκρίνεται από τον Φορέα Χρηματοδότησης. Έργα που χρηματοδοτούν ημιτελείς δράσεις και έχουν ενταχθεί στο ΠΔΕ πριν το 2000 θα προταθούν στο ΠΔΕ 2019 με Π/Υ ίσο με τις πληρωμές που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι την ημερομηνία ένταξης τους. Όσα εξ αυτών έχουν ανειλημμένες νομικές δεσμεύσεις θα προταθούν ως νέα έργα με Π/Υ το υπόλοιπο προς αποπεράτωση και αναφέροντας στον τίτλο του έργου τον πρώην κωδικό αριθμό, χωρίς να υπόκεινται στους περιορισμούς της παρ. 5.13.2.1.
5.13.2.4. Έργα για την αντιμετώπιση Φυσικών Καταστροφών
Για την ένταξη νέων έργων άμεσης αποκατάστασης ζημιών σε υποδομές λόγω φυσικής καταστροφής (π.χ. σεισμοί, θεομηνίες, έντονα καιρικά φαινόμενα, δασικές πυρκαγιές), με σημαντικές επιπτώσεις για τις συνθήκες διαβίωσης, το φυσικό περιβάλλον ή την οικονομία της Περιφέρειας, απαιτείται η υποβολή πρότασης από την Περιφέρεια με τη συνολική αποτίμηση της ζημιάς για την πληγείσα περιοχή. Υπενθυμίζεται ότι για την υποβολή πρότασης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως σημαντική επίπτωση σε περιφερειακό επίπεδο θεωρείται η ζημιά που υπερβαίνει το 1,5% του Περιφερειακού ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι, δεδομένων των περιορισμένων πόρων του εθνικού ΠΔΕ, οι Φορείς στην πρότασή τους θα πρέπει να περιορίζονται στα απαραίτητα έργα αποκατάστασης ζημιών, δηλαδή μόνο στις εργασίες εκείνες που επαναφέρουν την κατεστραμμένη υποδομή στην πρότερη κατάσταση, και όχι σε έργα νέων βελτιωμένων υποδομών, για τα οποία θα πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία ένταξης νέου έργου στο εθνικό ΠΔΕ σύμφωνα με το κεφ. 5.13.2.1. Σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις κινητοποίησης του ΤΑΕΕ, η Περιφέρεια μπορεί να εξετάσει την δυνατότητα αξιοποίησης του κανονιστικού πλαισίου των ΕΔΕΤ όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
Η πρόταση των Φορέων αποστέλλεται στη ΔΔΕ και στην ΕΥΣΕ της ΕΑΣ. Η πρόταση του Φορέα συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα ακόλουθα:
- Κήρυξη της περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης από την Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας,
- Υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης. Η υποβολή της πρότασης συνοδεύεται υποχρεωτικά από Τεχνικό Δελτίο σύμφωνα με το υπόδειγμα (Βλ. Πίνακα 6 Παραρτήματος), στον οποίο περιλαμβάνεται πίνακας κατηγοριοποίησης ζημιών και αναλυτικά στοιχεία των υποέργων που προτείνεται να χρηματοδοτηθούν, καθώς και υπεύθυνη δήλωση/βεβαίωση ότι τα υποέργα αυτά ή μέρος τους δεν έχουν προταθεί προς χρηματοδότηση σε άλλη ΣΑΕ. Απαραίτητα παραρτήματα στο Τεχνικό Δελτίο Έργου αποτελούν:
■ Εκθέσεις/ Αυτοψίες ζημιών
■ Σύντομη περιγραφή της μετεωρολογικής κατάστασης που υπήρξε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, όπου αυτή προβλέπεται, σε σχέση με τις ζημίες
■ Περιγραφή της ανάλυσης του κόστους αποκατάστασης άμεσης ζημίας (δεν περιλαμβάνεται η ασφαλισμένη ζημία και τα διαφυγόντα κέρδη)
■ Φωτογραφική τεκμηρίωση.
Η πρόταση αποστέλλεται εντός πέντε (5) εβδομάδων από την πρώτη επέλευση ζημίας λόγω φυσικής καταστροφής. Η ΔΔΕ και η ΕΥΣΕ αξιολογούν την πληρότητα της πρότασης του Φορέα ή των Φορέων (εφόσον από το φυσικό φαινόμενο έχουν πληγεί περισσότερες της μιας Περιφέρειες) αιτούμενοι συμπληρωματικά στοιχεία/επικαιροποίηση της πρότασης όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο.
Εφόσον η τελική πρόταση γίνει δεκτή το έργο εντάσσεται στο ΠΔΕ από τη ΔΔΕ.
Σε περίπτωση που πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για αποστολή αίτησης προς το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΤΑΕΕ), η ΕΥΣΕ προβαίνει στην προβλεπόμενη διαδικασία για την κινητοποίηση του ΤΑΕΕ.
Εφόσον εκδοθεί σχετική απόφαση για κινητοποίηση του ΤΑΕΕ, οι Φορείς οφείλουν να ακολουθούν τις υποδείξεις της ΕΥΣΕ προκειμένου να τηρηθούν οι διαδικασίες και οι κανόνες εκτέλεσης των επιδοτήσεων που χορηγεί το ΤΑΕΕ και καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για ορθή και εμπρόθεσμη υλοποίηση των επιλέξιμων έργων αποκατάστασης. Μεταξύ των υποχρεώσεων των Φορέων είναι και η συνδρομή τους στην προετοιμασία της έκθεσης υλοποίησης που απαιτείται να αποσταλεί στο ΤΑΕΕ, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Η τήρηση των ανωτέρω υποχρεώσεων είναι απαραίτητη προκειμένου να μην επιβληθούν δημοσιονομικές διορθώσεις και ανακτήσεις από την Επιτροπή προς τη χώρα μας.
Δεδομένου ότι η οικονομική ενίσχυση από το ΤΑΕΕ θα πρέπει να έχει απορροφηθεί (υλοποίηση δαπανών) εντός δεκαοκτώ (18) μηνών από την ημερομηνία εκταμίευσης του πλήρους ποσού της ενίσχυσης, οι Φορείς θα πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στην έγκαιρη ολοκλήρωση των έργων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα χρονοδιαγράμματα της ΕΥΣΕ, για την αποφυγή απώλειας κοινοτικών πόρων. Σε περίπτωση που άλλος Φορέας Χρηματοδότησης (π.χ. Υπουργείο) προτείνει την ένταξη στο ΠΔΕ έργων αποκατάστασης φυσικών καταστροφών, τότε ο Φορέας Χρηματοδότησης υποβάλλει πρόταση, συνοδευόμενη από το Τεχνικό Δελτίο του Πίνακα 6 του Παραρτήματος ως προς τα στοιχεία των προτεινόμενων έργων.
Τα έργα εντάσσονται σε διακριτή ΣΑ ανά Φορέα Χρηματοδότησης (όπου το πρώτο ψηφίο της ΣΑ είναι ο αριθμός 8 «ΣΑΕ(Π) 8 - - »).
5.13.2.5. Έργα Αναπτυξιακών Προγραμμάτων ειδικού σκοπού
Το 2017 με απόφαση του Αν. Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης (ΦΕΚ 1819/25.05.2017) εγκρίθηκαν δυο (2) αναπτυξιακά προγράμματα ειδικού σκοπού:
• Το αναπτυξιακό πρόγραμμα Βορείου Αιγαίου/ ΣΑΕ388
• Το αναπτυξιακό πρόγραμμα Νοτίου Αιγαίου/ ΣΑΕ 367
Τα ανωτέρω Προγράμματα, για τα οποία Φορέας Χρηματοδότησης είναι το ΥΠΟΙΑΝ, υλοποιούνται σύμφωνα με τις αποφάσεις 57693/23.05.2017 (ΑΔΑ: 6ΩΥ5465ΧΙ8-ΨΧΜ) και 58175/23.05.2017 (ΑΔΑ: 7ΤΖΖ465ΧΙ8- Ψ0Α) αντίστοιχα του Αν. Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, με τις οποίες καθορίστηκε το σύστημα διοίκησης και διαχείρισης τους, οι επιλέξιμες δράσεις και η διαδικασία ένταξης και χρηματοδότησης των έργων τους. Στο πλαίσιο των παραπάνω εγκριτικών αποφάσεων εκδίδονται προσκλήσεις για υποβολή προτάσεων από τους δυνητικούς Δικαιούχους οι οποίες αξιολογούνται και εκδίδονται αποφάσεις ένταξης των έργων από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Η ένταξη των έργων στο ΠΔΕ 2019 θα γίνει σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:
- Για την ένταξη νέων έργων αποστέλλεται πρόταση από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (ΓΔΟΥ) προς τη ΔΔΕ. Η πρόταση βασίζεται σε αίτημα της Δ/νσης Διαχείρισης του Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης του ΥΠΟΙΑΝ, η οποία αποστέλλει στη ΓΔΟΥ συμπληρωμένο τον Πίνακα 1α με τα νέα έργα, συνοδευόμενο με τις αντίστοιχες Αποφάσεις Ένταξης.
- Για την ένταξη των συνεχιζόμενων έργων, την εγγραφή πιστώσεων ή την τροποποίηση των οικονομικών ή άλλων στοιχείων, οι Φορείς Υλοποίησης αποστέλλουν πρόταση στη Δ/νση Διαχείρισης του Εθνικού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων του ΥΠΟΙΑΝ, η οποία συγκεντρώνει και αποστέλλει τα στοιχεία του Πίνακα 1α στη ΓΔΟΥ. Στη συνέχεια, η ΓΔΟΥ του ΥΠΟΙΑΝ υποβάλλει το αίτημα ένταξης έργων και εγγραφής πιστώσεων στη ΔΔΕ.
5.13.2.6. Χρηματοδότηση δράσεων ενίσχυσης ΜΜΕ μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων
Δράσεις των φορέων χρηματοδότησης που υλοποιούνται μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων που συστήνονται σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, χρηματοδοτούνται αμιγώς από το Εθνικό ΠΔΕ και ανατίθενται για υλοποίηση/διαχείριση από το ΕΤΕΑΝ ΑΕ (Ν. 3912/2011) ή το ΤΑΝΕΟ ΑΕ (Ν. 2843/2000 άρθρο 28), δύναται να εγγράφονται στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ κατόπιν πρότασης του Φορέα Χρηματοδότησης.
Για την εγγραφή νέων (ή την τροποποίηση υφιστάμενων) δράσεων στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ που υλοποιούνται μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων απαιτείται:
1. Πρόταση από τον Φορέα Χρηματοδότησης.
2. Τεχνικό Δελτίο σύμφωνα με το υπόδειγμα (βλ. Πίνακα 5 Παραρτήματος).
3. Βεβαίωση της αρμόδιας ή των αρμόδιων Ειδικών Υπηρεσιών ότι η προτεινόμενη δράση δεν μπορεί να συγχρηματοδοτηθεί από Ευρωπαϊκά Προγράμματα.
4. Γνωμάτευση από την Ειδική Υπηρεσία Κρατικών Ενισχύσεων (ΕΥΚΕ) ότι η περιγραφή της δράσης όπως αποτυπώνεται στο τεχνικό δελτίο είναι συμβατή με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.
5.13.2.7. Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα του Ν. 3389/2005
Οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) του Ν. 3389/2005 (ΦΕΚ 232/Α') έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων ή και την παροχή υπηρεσιών αρμοδιότητας δημόσιων φορέων, αποτελούν έργα υψηλής προτεραιότητας και εντάσσονται στο θεσμικό πλαίσιο των ΣΔΙΤ κατόπιν απόφασης υπαγωγής της Διυπουργικής Επιτροπής Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΔΕΣΔΙΤ).
Οι ΣΔΙΤ είναι κατά κύριο λόγο μακροχρόνιες συμβάσεις που συγχρηματοδοτούνται από τους ιδιωτικούς φορείς και το Δημόσιο Τομέα και θα πρέπει να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη χρηματοδότηση της αποπληρωμής τους. Λόγω του μακροχρονίου των σχετικών νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται, οι Φορείς θα πρέπει να τις λαμβάνουν υπόψη στον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό τους και να δίνουν προτεραιότητα στην χρηματοδότησή τους, στο πλαίσιο των περιορισμών του ορίου πιστώσεων του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ του εκάστοτε Φορέα.
Η ένταξη νέων και συνεχιζόμενων έργων ΣΔΙΤ στο ΠΔΕ καθώς και η κατανομή πιστώσεων και χρηματοδότησης απαιτεί πρόταση του Φορέα συνοδευόμενη από τη σύμφωνη γνώμη της Ειδικής Γραμματείας Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΕΓΣΔΙΤ).
5.13.3. Προτεραιότητες στην χρηματοδότηση των έργων από το εθνικό σκέλος του ΠΔΕ 2019
Η εκταμίευση των εθνικών πόρων για τα έργα του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ 2019 πραγματοποιείται ύστερα από αιτήματα των φορέων που οφείλουν με ευθύνη τους να τα υποβάλλουν κατά προτεραιότητα για:
· την εξόφληση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, εντός του εγκεκριμένου Π/Υ,
· την εξόφληση υποχρεώσεων που απορρέουν από δικαστικές ή διαιτητικές αποφάσεις,
· την εξόφληση οφειλών προηγουμένων ετών από εκτελεσθείσες εργασίες που έχουν πραγματοποιηθεί εντός των εγκεκριμένων Π/Υ και
· την εξόφληση οφειλών έργων ΣΔΙΤ (βλ. και ενότητα 5.13.2.7)
· την εκτέλεση εν εξελίξει (συνεχιζόμενων) έργων με πιστώσεις που να ανταποκρίνονται στους διαθέσιμους πόρους του ΠΔΕ.
5.14. Εγγραφή πιστώσεων
5.14.1. Εγγραφή πιστώσεων συγχρηματοδοτούμενων έργων
Σημειώνεται ότι ο προγραμματισμός των απαιτούμενων πιστώσεων γίνεται σε τριμηνιαία βάση για το τρέχον έτος και για τον υπολογισμό των τριμηνιαίων πιστώσεων των συνεχιζόμενων έργων πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα υπόλοιπα των κατανομών που δεν πληρώθηκαν το 2018 και μεταφέρθηκαν στους λογαριασμούς των ΣΑ για τα έργα στην ΤτΕ στο τρέχον έτος.
5.14.1.1. Εγγραφή πιστώσεων για έργα που αποτελούν αυτοδίκαιη πρόταση εγγραφής στο ΠΔΕ
Τα νέα έργα που σύμφωνα με τη νομοθεσία εντάσσονται αυτοδίκαια στο ΠΔΕ, πριν την έκδοση της αρχικής ΣΑ εγγράφονται με όριο πιστώσεων τουλάχιστον το 10% του Π/Υ τους. Μετά την έκδοση του αρχικού Προγράμματος και εφόσον έχει καλυφθεί το ετήσιο όριο πιστώσεων του Φορέα, τα έργα θα εντάσσονται με μηδενικές πιστώσεις.
Τα συνεχιζόμενα έργα που εντάσσονται αυτοδίκαια στο ΠΔΕ με τροποποίηση της Απόφασης Ένταξης πράξης μέχρι την έκδοση της αρχικής ΣΑ, εγγράφονται με ανώτατο όριο πιστώσεων το ποσό με το οποίο θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν με τη διαδικασία των προκαταβολών (ΚΥΑ με ΑΠ:140248/2018, ΑΔΑ:Ψ4ΧΒ465ΧΙ8-ΡΩ6, ΦΕΚ 5901/Β'/31.12.2018).
5.14.1.2. Εγγραφή πιστώσεων για έργα που δεν αποτελούν αυτοδίκαιη πρόταση εγγραφής στο ΠΔΕ
Για την εγγραφή πιστώσεων έργων (νέων ή συνεχιζόμενων) που δεν αποτελούν αυτοδίκαιη πρόταση εγγραφής στο ΠΔΕ και προκειμένου να εγγραφούν πιστώσεις, πριν την έκδοση της αρχικής ΣΑ, απαιτείται υποβολή πρότασης από τον Φορέα Χρηματοδότησης.
5.14.2. Εγγραφή πιστώσεων έργων εθνικού ΠΔΕ
Ο προγραμματισμός των απαιτούμενων πιστώσεων για τα έργα του εθνικού ΠΔΕ γίνεται σε τριμηνιαία βάση. Οι Φορείς Χρηματοδότησης κατά την υποβολή των συνολικών προτάσεών τους οφείλουν να συμπεριλαμβάνουν στις αιτούμενες πιστώσεις το σύνολο των ποσών που έχουν δαπανηθεί χρηματοδοτούμενα με τη διαδικασία των προκαταβολών (ΚΥΑ με ΑΠ: 140248/2018, ΑΔΑ: - Ψ4ΧΒ465ΧΙ8-ΡΩ6, -5901/Β'/31.12.2018).
5.15. Ειδικά θέματα - Δημοσιονομικές διορθώσεις και ανακτήσεις
Προκειμένου να διασφαλιστεί η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, οι Φορείς Χρηματοδότησης και οι Φορείς Υλοποίησης των έργων του ΠΔΕ έχουν την υποχρέωση να τηρούν τις προβλεπόμενες διαδικασίες ανάκτησης σε συνέχεια αποφάσεων δημοσιονομικών διορθώσεων, σύμφωνα με τα σχετικά Εθνικά Συστήματα Δημοσιονομικών Διορθώσεων.
Οι Φορείς εντός του Αυγούστου 2019 υποχρεούνται να αποστείλουν στοιχεία στη ΔΔΕ για τις αποφάσεις Δημοσιονομικών Διορθώσεων έργων αρμοδιότητάς τους που εκδόθηκαν από 1 Ιουλίου 2018 μέχρι και 30 Ιουνίου 2019, εξαιρουμένων των ποσών για τα οποία ζητείται ανάκτηση ή βαρύνουν τους ίδιους πόρους των Δικαιούχων, σύμφωνα με το υπόδειγμα του Πίνακα 14 του Παραρτήματος.
Η ΔΔΕ στην κατάρτιση του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων για το 2020 θα λάβει υπόψη τα ποσά των Δημοσιονομικών Διορθώσεων που θα αποσταλούν για τον καθορισμό των ορίων πιστώσεων των Φορέων μειώνοντας αντίστοιχα το όριο πιστώσεων του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ του Φορέα που έχει υποστεί δημοσιονομική διόρθωση.
6. Περιγραφή διαδικασίας χρηματοδότησης έργων ΠΔΕ 2019
Η χρηματοδότηση του ΠΔΕ πραγματοποιείται με αποφάσεις του ΥΠΟΙΑΝ κατόπιν σχετικών αιτημάτων των Φορέων Χρηματοδότησης. Τα αιτήματα χρηματοδότησης υποβάλλονται σε μηνιαία βάση ή/και ανάλογα με τις ανάγκες πληρωμών.
Το ΥΠΟΙΑΝ διατηρεί το δικαίωμα ολικής ή μερικής εκτέλεσης των αιτημάτων χρηματοδότησης ανάλογα με την εκάστοτε ειδική ή γενική οικονομική πολιτική. Επίσης λόγω της έγκρισης πιστώσεων στα πλαίσια της υπερδέσμευσης και προκειμένου οι πληρωμές του ΠΔΕ να παραμένουν εντός του Ορίου Πληρωμών τρέχοντος έτους, το ΥΠΟΙΑΝ διατηρεί το δικαίωμα να αναστέλλει την εκτέλεση κατανομών ή την εκτέλεση ηλεκτρονικών πληρωμών.
6.1. Χρηματοδότηση έργων μέσω των Κεντρικών Λογαριασμών
6.1.1. Κεντρικός Λογαριασμός 23/200850 (ΕΣΠΑ, ΕΟΧ, Μηχανισμός «Συνδέοντας την Ευρώπη», ΠΑΑ, ΤΕΒΑ, και ΕΠΑΛΘ)
Η χρηματοδότηση των έργων του Κεντρικού Λογαριασμού 23/200850 των Προγραμμάτων (ΕΣΠΑ, ΕΟΧ, Μηχανισμός «Συνδέοντας την Ευρώπη», ΠΑΑ, ΤΕΒΑ και ΕΠΑΛΘ), που είναι ήδη ενταγμένα ή θα ενταχθούν σε ΣΑ/8 και ΣΑ/9 ή σε ΣΑ/1 και ΣΑ/6, πραγματοποιείται μέσω του Κεντρικού Λογαριασμού σύμφωνα με την ΚΥΑ με ΑΠ: 135934/28.12.2015 (ΦΕΚ 2882/Β') και με βάση την μέχρι τώρα εφαρμογή ισχύουν τα ακόλουθα:
• Οι χρηματοδοτήσεις των λογαριασμών των ΣΑ πραγματοποιούνται με εντολές του ΥΠΟΙΑΝ βάσει των σχετικών αιτημάτων είτε α) της αρμόδιας ΔΑ για τα έργα των ΕΠ ΕΣΠΑ, ΕΟΧ, Μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», και του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας και Θάλασσας (ΕΠΑΛΘ) είτε β) του αρμόδιου Φορέα Χρηματοδότησης για τα έργα των ΕΠ ΠΑΑ και ΤΕΒΑ.
• Οι πληρωμές των έργων πραγματοποιούνται σε βάρος των τριτοβάθμιων λογαριασμών δημοσίων επενδύσεων, οι οποίοι τηρούνται σε επίπεδο ΣΑ. Η διαδικασία χρηματοδότησης των έργων γίνεται ηλεκτρονικά μέσω του νέου πληροφοριακού συστήματος e-ΠΔΕ και περιλαμβάνει τα στάδια:
- Υποβολή του αιτήματος από το Φορέα Υλοποίησης-Δικαιούχο του έργου
- Αξιολόγηση του αιτήματος από την αρμόδια ΔΑ και την ΕΥΣΕ (όπου προβλέπεται), ή τη ΓΔΟΥ του αρμόδιου Υπουργείου
- Έκδοση της απόφασης χρηματοδότησης από τη ΔΔΕ και
- Εκτέλεση της απόφασης από την ΤτΕ με την οποία πιστώνεται ο λογαριασμός (ΙΒΑΝ) της ΣΑ. Αναλυτικότερα:
→ Ο Φορέας Υλοποίησης-Δικαιούχος, υποβάλλει, μέσω του ΟΠΣ ΕΣΠΑ, στην αρμόδια ΔΑ ή μέσω του e-ΠΔΕ στη ΓΔΟΥ του Φορέα Χρηματοδότησης αίτημα χρηματοδότησης (κατανομής) της πράξης/υποέργου για συγκεκριμένο ποσό ανά υποέργο.
→ Η αρμόδια ΔΑ ή η ΓΔΟΥ του Φορέα Χρηματοδότησης αξιολογεί τα αιτήματα που λαμβάνει από τους Δικαιούχους των έργων, εγκρίνει τη χρηματοδότηση και προωθεί το αίτημα ηλεκτρονικά στη ΔΔΕ.
→ Η ΔΔΕ αξιολογεί το αίτημα χρηματοδότησης, το εγκρίνει και εκδίδει Απόφαση Χρηματοδότησης της ΣΑ. Στη συνέχεια προωθεί την Απόφαση ηλεκτρονικά στην ΤτΕ προς εκτέλεση και εφόσον απαιτείται, αποστέλλει έγγραφο προς το ΓΛΚ για πίστωση του Κεντρικού Λογαριασμού με εθνικούς πόρους.
→ Με βάση τα στοιχεία του αιτήματος διαμορφώνεται στο πληροφοριακό σύστημα Πίνακας Κατανομής Έργων (ΠΙΚΕ), ο οποίος περιλαμβάνει αναλυτικά τα έργα, ανά υπόλογο διαχειριστή, και το προτεινόμενο ποσό με το οποίο κάθε έργο/υποέργο συμμετέχει στο συγκεκριμένο αίτημα χρηματοδότησης της ΣΑ.
→ Μετά την εκτέλεση της Απόφασης Χρηματοδότησης από την ΤτΕ, τα στοιχεία του ΠΙΚΕ οριστικοποιούνται και ως επιτυχημένες εγγραφές ανά έργο και υπόλογο ενημερώνουν το e-ΠΔΕ. Όταν ο ΠΙΚΕ δημιουργείται και υποβάλλεται από ΔΑ, η οριστικοποίηση και η ενημέρωση του e-ΠΔΕ είναι αυτόματη, ενώ όταν ο ΠΙΚΕ δημιουργείται και υποβάλλεται από ΓΔΟΥ Υπουργείου, η οριστικοποίηση με δικαίωμα ανακατανομής του ΠΙΚΕ γίνεται από πιστοποιημένο χρήστη του οικείου Υπουργείου και στη συνέχεια ενημερώνεται το e-ΠΔΕ.
→ Η πρώτη χρηματοδότηση του έτους γίνεται με την αυτόματη μεταφορά από την ΤτΕ υπολοίπων των λογαριασμών της ΣΑ και τα αντίστοιχα στοιχεία του ΠΙΚΕ ενημερώνουν αυτόματα το e-ΠΔΕ.
→ Για τη νέα διαδικασία χρηματοδότησης των έργων μέσω Λογαριασμών Συλλογικών Αποφάσεων ισχύουν όσα περιλαμβάνονται στην εγκύκλιο Οδηγιών Λειτουργίας του Κεντρικού Λογαριασμού (ΥΑ με ΑΠ: 71259/27.6.2017, ΑΔΑ: ΩΖΘΙ465ΧΙ8-7ΧΙ), όπως αυτή ισχύει.
Επισημαίνεται ότι τα έργα του ΕΣΠΑ 2007-2013 που απεντάσσονται από τα αντίστοιχα ΕΠ, δεν δύνανται να χρηματοδοτούνται μέσω του Κεντρικού Λογαριασμού και με ευθύνη της Ειδικής Υπηρεσίας ΟΠΣ δεν επιτρέπεται η υποβολή αιτημάτων κατανομής σε κωδικούς (MIS) απενταγμένων έργων.
6.1.2. Κεντρικός Λογαριασμός 23/201150 (Ταμεία Εσωτερικής Ασφάλειας -ISF- και Ασύλου, Μετανάστευσης & Ένταξης -AMIF)
Με την ΚΥΑ με ΑΠ: 107801/14.10.2016 (ΦΕΚ 3390/Β') συστάθηκε στην ΤτΕ λογαριασμός με τον τίτλο: «Ε.Δ.- Λογαριασμός για την συγχρηματοδότηση έργων του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας και του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και "Ενταξης» και αριθμό 23/201150.
Οι ενταγμένες πράξεις στα προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από πόρους των Ταμείων Εσωτερικής Ασφάλειας και Ασύλου, Μετανάστευσης & "Ένταξης της ΠΠ 2014-2020, εντάσσονται σε ΣΑ με κωδικό 7--/2.
Η χρηματοδότηση των έργων γίνεται αναλογικά με τις διαδικασίες που περιγράφηκαν παραπάνω (κεφ 6.1.1). Οι πληρωμές των έργων πραγματοποιούνται από τον λογαριασμό 201150 σε βάρος των τριτοβάθμιων λογαριασμών δημοσίων επενδύσεων, οι οποίοι τηρούνται σε επίπεδο ΣΑ.
6.1.3. Χρηματοδότηση Ειδικών Λογαριασμών
Η χρηματοδότηση Ειδικών Λογαριασμών (ΕΛ), όπου η πίστωση μεταφέρεται απευθείας στον Ειδικό λογαριασμό χωρίς υπόλογο, γίνεται ως ακολούθως:
α) για τα Προγράμματα όπου η αρμοδιότητα υποβολής αιτημάτων χρηματοδότησης ανήκει στις Διαχειριστικές Αρχές, στη φάση δημιουργίας του αιτήματος χρηματοδότησης (ΠΙΚΕ) δεν συμπληρώνονται στοιχεία υπολόγου, αλλά σε ειδικά πεδία συμπληρώνονται τα στοιχεία του Ειδικού Λογαριασμού-ΕΛ (Ειδικός Λογαριασμός, ΑΦΜ, ΙΒΑΝ ,Τράπεζα τήρησης λογαριασμού κλπ.)
Με την εκτέλεση της απόφασης χρηματοδότησης της ΣΑ από την ΤτΕ τα στοιχεία του ΠΙΚΕ οριστικοποιούνται ως επιτυχημένες εγγραφές, πιστώνεται το ΙΒΑΝ του Ειδικού Λογαριασμού και ενημερώνεται το e-ΠΔΕ.
β) για τα Προγράμματα όπου η αρμοδιότητα υποβολής αιτημάτων χρηματοδότησης ανήκει στις ΓΔΟΥ των αντίστοιχων Υπουργείων ή στις αρμόδιες Υπηρεσίες των Περιφερειών, στη φάση δημιουργίας του αιτήματος χρηματοδότησης (ΠΙΚΕ) συμπληρώνονται τα στοιχεία της Υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την μεταφορά των πιστώσεων στον Ειδικό Λογαριασμό (Υπηρεσία, ΑΦΜ, κλπ).
Μετά την εκτέλεση της απόφασης χρηματοδότησης από την ΤτΕ τα στοιχεία του ΠΙΚΕ οριστικοποιούνται ως επιτυχημένες εγγραφές, και ενημερώνεται το e-ΠΔΕ. Ωστόσο τα στοιχεία του ΠΙΚΕ δύναται να τροποποιηθούν από πιστοποιημένο ρόλο της ίδιας ως άνω Υπηρεσίας, εφόσον απαιτηθεί και με νέα οριστικοποίηση του ΠΙΚΕ τα στοιχεία αυτού ενημερώνουν το e-ΠΔΕ. Η Υπηρεσία που είναι αρμόδια για την μεταφορά εκδίδει εντολή μεταφοράς στον Ειδικό Λογαριασμό, στην οποία αναγράφεται σε ειδικό πεδίο το θεσμικό πλαίσιο του ΕΛ. Στη συνέχεια με ηλεκτρονική εντολή πληρωμής (eps) μέσω του e-ΠΔΕ μεταφέρεται το ποσό στο ΙΒΑΝ του ΕΛ.
6.2. Χρηματοδότηση συγχρηματοδοτούμενων έργων ΣΑ/2, /3, /4 και /7 και έργων αμιγώς εθνικού προγράμματος
Για την χρηματοδότηση συγχρηματοδοτούμενων έργων ενταγμένων σε ΣΑ/2, ΣΑ/3, ΣΑ/4 και ΣΑ/7, καθώς και έργων που χρηματοδοτούνται από αμιγώς εθνικούς πόρους ενταγμένων σε ΣΑ/0 και ΣΑ/5, ισχύει η ακόλουθη διαδικασία:
6.2.1. Χρηματοδότηση Συλλογικών Αποφάσεων (ΣΑ) και κατανομές έργων
6.2.1.1. Υποβολή αιτήματος από Δικαιούχο
Ο Φορέας Υλοποίησης (Δικαιούχος) υποβάλλει αίτημα χρηματοδότησης του έργου/υποέργου προς το Φορέα Χρηματοδότησης, ηλεκτρονικά μέσω του e-ΠΔΕ.
6.2.1.2. Υποβολή αιτήματος από Φορέα Χρηματοδότησης
Ο Φορέας Χρηματοδότησης (ΓΔΟΥ Υπουργείου ή αρμόδια Δ/νση της Περιφέρειας αντίστοιχα) αξιολογεί, εγκρίνει το αίτημα του Φορέα Υλοποίησης και δημιουργεί στο e-ΠΔΕ Πίνακα Χρηματοδότησης Έργου (ΠΙΚΕ) με στοιχεία τον κωδικό και τον τίτλο έργου, καθώς και το αιτούμενο ποσό. (Πίνακας 3 του Παραρτήματος). Το συνολικό ποσό προκύπτει από το άθροισμα των έργων του ΠΙΚΕ και στοιχειοθετεί το αίτημα χρηματοδότησης της ΣΑ. Για κάθε ΣΑ δημιουργείται διακριτός ΠΙΚΕ.
Για κάθε αίτημα χρηματοδότησης (μίας ή πολλών ΣΑ) εκδίδεται διοικητικό έγγραφο «Αίτημα Χρηματοδότησης» με συνημμένο/ους τον/τους ΠΙΚΕ υπογεγραμμένο από τον εκάστοτε αρμόδιο. Ο αριθμός πρωτοκόλλου του εγγράφου καταχωρείται υποχρεωτικά σε πεδίο του e-ΠΔΕ και το αίτημα προωθείται ηλεκτρονικά μέσω του e-ΠΔΕ στην ΔΔΕ.
Παράλληλα αποστέλλεται υποχρεωτικά στη ΔΔΕ και το διοικητικό έγγραφο χρηματοδότησης της ΣΑ με συνημμένο τον ΠΙΚΕ.
Με την ίδια διαδικασία υποβάλλονται και τα αιτήματα ανάκλησης χρηματοδότησης ΣΑ, όπου απαιτείται.
6.2.1.3. Έγκριση Χρηματοδότησης ΣΑ από ΔΔΕ
Η ΔΔΕ αξιολογεί το αίτημα χρηματοδότησης λαμβάνοντας υπόψη την απορρόφηση των προηγούμενων χρηματοδοτήσεων ή/και την προώθηση πολιτικών που τίθενται σε προτεραιότητα.
Διατηρεί το δικαίωμα για μερική έγκριση ή και απόρριψη των αιτημάτων χρηματοδότησης για λόγους δημοσιονομικούς.
Ακολούθως εκδίδεται απόφαση χρηματοδότησης της/των ΣΑ στο e-ΠΔΕ, η οποία υπογράφεται αρμοδίως, και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στην ΤτΕ, αφού πρώτα καταχωρηθεί ο αριθμός πρωτοκόλλου και ο Αριθμός Διαδικτυακής Ανάρτησης στη Διαύγεια (ΑΔΑ) στα αντίστοιχα πεδία.
6.2.1.4. Εκτέλεση της απόφασης χρηματοδότησης της ΣΑ από Τράπεζα της Ελλάδος - Έκδοση Εντολής Κατανομής
Με την εκτέλεση της απόφασης χρηματοδότησης των ΣΑ από την ΤτΕ ενημερώνεται το e-ΠΔΕ. Κατόπιν, το πιστοποιημένο στέλεχος της ΓΔΟΥ (του Υπουργείου ή της αρμόδιας Υπηρεσίας της Περιφέρειας) με το ρόλο «Υπεύθυνος Χρηματοδότησης» συμπληρώνει και οριστικοποιεί τα στοιχεία του ΠΙΚΕ. Υποχρεωτικά στοιχεία του ΠΙΚΕ σε αυτή τη φάση είναι ο κωδικός και ο τίτλος του έργου, η ονομασία και το ΑΦΜ του υπολόγου, το κατάστημα της ΤτΕ (κεντρικό ή περιφερειακό) και το ποσό. Εκδίδεται υποχρεωτικά διοικητικό έγγραφο εντολής κατανομής του οποίου αναπόσπαστο τμήμα αποτελεί ο οριστικοποιημένος ΠΙΚΕ. Ο οριστικοποιημένος ΠΙΚΕ δύναται να περιλαμβάνει και αρνητικές κατανομές, σε περίπτωση ανακλήσεων από λογαριασμούς έργων.
Η εντολή κατανομής υπογράφεται αρμοδίως και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στην ΤτΕ με γραμμογραφημένο αρχείο, αφού πρώτα αναγραφεί ο αριθμός πρωτοκόλλου και ο ΑΔΑ στο e-ΠΔΕ.
6.2.1.5. Εκτέλεση της εντολής κατανομής από την ΤτΕ
Με την εκτέλεση της εντολής κατανομής από την ΤτΕ ενημερώνονται ως επιτυχημένες οι αντίστοιχες εγγραφές κατανομών ανά έργο και υπόλογο στο e-ΠΔΕ, ώστε κάθε υπόλογος να λαμβάνει γνώση για το ποσό που εγκρίθηκε για κάθε έργο, μέχρι το ύψος του οποίου δύναται να εκδώσει εντολές πληρωμής. Το ποσό αυτό διαμορφώνεται αθροιστικά λαμβάνοντας υπόψη τις προηγούμενες χρηματοδοτήσεις για το ίδιο έργο και υπόλογο και τις εκτελεσθείσες πληρωμές. Για την έκδοση νέων εντολών πληρωμής ο υπόλογος πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη επιπλέον και τις εντολές πληρωμής που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης κάποιας εντολής, η ΤτΕ ενημερώνει το e-ΠΔΕ για τον λόγο αποτυχίας εκτέλεσης.
Για την ενέργεια της χρηματοδότησης έχουν δημιουργηθεί στο e-ΠΔΕ κατάλληλοι ρόλοι σε κάθε στάδιο (Φορέα Υλοποίησης, Φορέα Χρηματοδότησης, ΔΔΕ)
6.2.2. Χρηματοδότηση Ειδικών Λογαριασμών
Η χρηματοδότηση Ειδικών Λογαριασμών (ΕΛ), όπου η πίστωση μεταφέρεται απευθείας στον Ειδικό λογαριασμό χωρίς υπόλογο, γίνεται με την ίδια διαδικασία (ενότητα 6.2.1.) με τη διαφορά ότι κατά την οριστικοποίηση του ΠΙΚΕ από την αρμόδια Υπηρεσία του Φορέα Χρηματοδότησης (ΓΔΟΥ Υπουργείου ή αντίστοιχη Υπηρεσία της Περιφέρειας) αναγράφονται τα στοιχεία έργου/υποέργου, ο τίτλος και το ΑΦΜ Ειδικού Λογαριασμού, το ΙΒΑΝ του Ειδικού Λογαριασμού και το Πιστωτικό Ίδρυμα. Επίσης, ενημερώνεται το e-ΠΔΕ με το θεσμικό πλαίσιο (ΚΥΑ Σύστασης ΕΛ) που επιτρέπει την απευθείας μεταφορά χωρίς υπόλογο.
Στη συνέχεια εκδίδεται διοικητικό έγγραφο εντολής κατανομής/μεταφοράς, του οποίου αναπόσπαστο τμήμα αποτελεί ο οριστικοποιημένος ΠΙΚΕ. Η εντολή μεταφοράς αναρτάται στη Διαύγεια και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στην ΤτΕ για εκτέλεση,μέσω του e-ΠΔΕ αφού πρώτα αναγραφεί σε ειδικό πεδίο ο αριθμός πρωτοκόλλου και ο ΑΔΑ αυτής.
Με την εκτέλεση της εντολής μεταφοράς από την ΤτΕ μεταφέρονται τα ποσά στα ΙΒΑΝ του/των Ειδικών Λογαριασμών.
Οι Φορείς Χρηματοδότησης (Υπηρεσίες που εκδίδουν τις εντολές κατανομής ή μεταφοράς σε Ειδικούς Λογαριασμούς) ενημερώνονται επίσης από την ΤτΕ για την εκτέλεση των εντολών κατανομής με την αποστολή αντιγράφων κινήσεων είτε σε ημερήσια βάση (για όσους έχουν αποκτήσει ηλεκτρονικό ψηφιακό πιστοποιητικό) είτε στο τέλος κάθε μήνα.
6.3. Απλοποίηση διαδικασιών - Αρμοδιότητα υπογραφής διοικητικών πράξεων και λοιπών εγγράφων που αφορούν στην χρηματοδότηση και πληρωμή έργων ΠΔΕ
Στο πλαίσιο της απλοποίησης και του εξορθολογισμού της διαδικασίας πληρωμών των έργων του ΠΔΕ, θεσμοθετήθηκε η ομοιόμορφη αντιμετώπιση από όλους του Φορείς, των διοικητικών πράξεων και λοιπών εγγράφων που απαιτούνται κατά τη διαδικασία χρηματοδότησης και πληρωμής των έργων ΠΔΕ.
Οι Φορείς θα πρέπει, κατά την έκδοση των εγγράφων για: αίτημα χρηματοδότησης, εντολή κατανομής και εντολή πληρωμής έργων ΠΔΕ, να τηρούν όσα προβλέπονται στο άρθρο 27Α του Ν. 4314/2014 (ΦΕΚ 265/Α'/23.12.2014), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 72 του Ν. 4443/2016 (ΦΕΚ 232/Α'/09.12.2016).
7. Πληρωμές έργων ΠΔΕ
7.1. Διαδικασία πραγματοποίησης πληρωμών ΠΔΕ
Η διαδικασία πραγματοποίησης και εμφάνισης των πληρωμών των έργων ΠΔΕ περιλαμβάνει συνοπτικά τα παρακάτω στάδια:
- α' στάδιο: Εκκαθάριση Δαπάνης - Έκδοση Εντολής Πληρωμής
Η Υπηρεσία που έχει οριστεί Υπόλογος έργου ΠΔΕ παραλαμβάνει τα απαραίτητα δικαιολογητικά από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Μετά από έλεγχο νομιμότητας και κανονικότητας ακολουθεί η εκκαθάριση της δαπάνης (εισήγηση από εισηγητή εκκαθάρισης - υπογραφή από το νόμιμο εκπρόσωπο του Υπολόγου) και η έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής. Η συγκέντρωση των απαραίτητων δικαιολογητικών και η εκκαθάριση των δαπανών πραγματοποιείται με βάση την ΚΥΑ 134453 (ΦΕΚ 2857/Β'/28.12.2015) «Ρυθμίσεις για τις πληρωμές των Δαπανών ΠΔΕ» και τα πρωτότυπα παραστατικά παραμένουν πάντα στην υπηρεσία που έχει οριστεί Υπόλογος.
Προς διευκόλυνση της αυτοματοποίησης των διαδικασιών (έκδοση συμψηφιστικών ενταλμάτων κ.α.) η εντολή πληρωμής συστήνεται να περιλαμβάνει επιπρόσθετα τα ακόλουθα:
■ Ημερομηνία Δημιουργίας και Λόγο Δημιουργίας Υποχρέωσης, επιλέγοντας από τα παρακάτω (σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.5 του Ν. 4152/2013 - ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας 2011/7/ΕΕ για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές):
1. Παραλαβή τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου (με την αντίστοιχη ημερομηνία) ή
2. Πιστοποίηση λογαριασμού έργου/πρωτόκολλο παραλαβής έργου ή πρακτικού έγκρισης παραλαβής αγαθών, υπηρεσιών, εργασιών (με την αντίστοιχη ημερομηνία) ή
3. Προθεσμία πληρωμής, εφόσον προκύπτει από τη σύμβαση (με την αντίστοιχη ημερομηνία).
■ Αναλυτικό Λογαριασμό Εξόδου (με βάση το Π.Δ.54/2018, ΦΕΚ 103/Α'/13.06.2018, που εφαρμόστηκε με την απόφαση 2/58493/ΔΠΓΚ του ΥΠΟΙΚ, ΦΕΚ 3240/Β'/07.08.2018).
Εντός του τρέχοντος έτους, η Εντολή Πληρωμής θα εκδίδεται αποκλειστικά από το e-ΠΔΕ.
- β' στάδιο: Εκτέλεση της Εντολής Πληρωμής - Ηλεκτρονική Πληρωμή Δικαιούχου
Ακολουθεί η εκτέλεση της Εντολής Πληρωμής με ηλεκτρονική πληρωμή (eps) μέσω e-ΠΔΕ από τον Υπεύθυνο Λογαριασμού (ορισμένος υπάλληλος με απόφαση του Υπολόγου). Η εν λόγω ηλεκτρονική πληρωμή (eps) συσχετίζεται με το κατάλληλο παραστατικό προς πληρωμή.
Κατά τη δημιουργία της ηλεκτρονικής εντολής πληρωμής θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα ακόλουθα:
Α) Συμπληρώνονται υποχρεωτικά πεδία με τα στοιχεία της Εντολής Πληρωμής (Ημερομηνία Εντολής Πληρωμής/ Εντάλματος, Αριθμός πρωτοκόλλου/ Εντάλματος, ΑΔΑ, Σύντομη Περιγραφή - Θέμα, Ημερομηνία Δημιουργίας Υποχρέωσης και Λόγος Δημιουργίας Υποχρέωσης), δηλαδή του διοικητικού εγγράφου της εισήγησης εκκαθάρισης.
Β) Χαρακτηρίζεται η κάθε ηλεκτρονική εντολή πληρωμής ως άμεση ή έμμεση πληρωμή, με τη συμπλήρωση κατάλληλου πεδίου. Συγκεκριμένα η εντολή πληρωμής μπορεί να χαρακτηριστεί ως:
• Άμεση πληρωμή: Πραγματοποιείται από το Διαχειριστή λογαριασμού έργου του ΠΔΕ που τηρείται στην ΤτΕ απευθείας σε ανάδοχο για παραγωγή έργου, παροχή αγαθών/ υπηρεσιών, πληρωμή Κρατικών Ενισχύσεων (όπως σε φορείς Επενδυτικών Σχεδίων των Αναπτυξιακών Νόμων), συμπεριλαμβανομένων και των πληρωμών μισθοδοσίας, μετακινήσεων.
• Έμμεση πληρωμή: Μεταφορά επιχορήγησης ή χρηματοδότησης προς δικαιούχο (ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ, Ενδιάμεσο Φορέα, Ειδικό Λογαριασμό κ.α.). Πραγματοποιείται από το Διαχειριστή λογαριασμού έργου του ΠΔΕ που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος, με πίστωση του λογαριασμού που τηρεί ο δικαιούχος είτε σε Πιστωτικό Ίδρυμα εκτός ΤτΕ είτε στην ΤτΕ (λογαριασμός εκτός Δημοσίου). Στην περίπτωση έμμεσης πληρωμής επιλέγεται:
■ Επιχορήγηση όταν πρόκειται για Χρηματοδότηση ΝΠ, Ενδιάμεσου Φορέα για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου, συμπεριλαμβανομένων των Κρατικών Ενισχύσεων πλην Αναπτυξιακών Νόμων.
■ Ειδικός Λογαριασμός όταν πρόκειται για μεταφορά (χωρίς υπόλογο) σε Ειδικό Λογαριασμό βάσει ειδικού θεσμικού πλαισίου που αναγράφεται σε ειδικό πεδίο.
■ Άλλης μορφής χρηματοδότηση όταν πρόκειται για απόδοση της Εθνικής συμμετοχής σε ΝΠ για Συγχρηματοδοτούμενο έργο, ή καταβολή ποσού που έχει προκαταβάλει το ΝΠ από ίδιους πόρους στο έργο.
Γ) Πριν την εκτέλεση της ηλεκτρονικής εντολής πληρωμής (eps) ελέγχεται η καταχώρηση του Αναλυτικού Λογαριασμού Εξόδου (ΑΛΕ) του/ων συσχετισμένου/ων με την πληρωμή παραστατικού/ών, όπως αυτή αναγράφεται στην Εντολή Πληρωμής.
Δ) Στις περιπτώσεις πληρωμών που χρήζουν αντιλογισμού ακολουθείται η διαδικασία που περιγράφεται στο κεφάλαιο 9.3.2.
- γ' στάδιο: Έκδοση Συμψηφιστικού Εντάλματος
Οι ενέργειες ολοκληρώνονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των Φορέων Χρηματοδότησης (ΓΔΟΥ Υπουργείων, Γ.Π.Ε.Μ.Π. του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, κ.α.), με την έκδοση του συμψηφιστικού εντάλματος για κάθε πληρωμή.
7.2. Αποτύπωση των πληρωμών των έργων ΠΔΕ σύμφωνα με το νέο λογιστικό σχέδιο
Όπως αναφέρθηκε στο κεφάλαιο 3.1.1, ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων ψηφίστηκε για κάθε Φορέα της Κεντρικής Διοίκησης που εκτελεί ΠΔΕ στον «ειδικό φορέα» που αντιστοιχεί στην εκάστοτε ΓΔΟΥ, ανά σκέλος χρηματοδότησης (εθνικό/συγχρηματοδοτούμενο ΠΔΕ).
Επισημαίνεται ότι ο «ειδικός φορέας» της νέας διοικητικής ταξινόμησης δεν συμπίπτει πάντα με τον «ειδικό φορέα ΠΔΕ» που είναι τεχνική έννοια η οποία υιοθετείται προς διευκόλυνση της διαδικασίας υλοποίησης του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων μέσω του e-ΠΔΕ (βλ. γλωσσάρι).
Σε συνέχεια των παραπάνω και προς αποφυγή πρόσθετης γραφειοκρατίας, τα απολογιστικά στοιχεία θα πρέπει να ακολουθούν, όσον αφορά την διοικητική ταξινόμηση, τον ειδικό φορέα στον οποίο ψηφίστηκε ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων και αντιστοιχεί στη ΓΔΟΥ. Σε ότι αφορά την οικονομική ταξινόμηση, ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων έχει κατανεμηθεί (σύμφωνα με τις οδηγίες του ΓΛΚ με αρ. πρωτ. Οικ.2/88067/ΔΠΓΚ), προϋπολογιστικά στους ΑΛΕ της μείζονος κατηγορίας 29 (πιστώσεις υπό κατανομή) και αναμένεται με την έκδοση των συμψηφιστικών ενταλμάτων η εμφάνιση σε αναλυτικότερους ΑΛΕ. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η υποχρέωση της λογιστικής απεικόνισης των πληρωμών του ΠΔΕ, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να επιβραδύνει την εκτέλεση των πληρωμών, αλλά οι όποιες ενέργειες να πραγματοποιούνται κατόπιν της πραγματοποίησης της πληρωμής στο e-ΠΔΕ.
8. Περιορισμός Ληξιπρόθεσμων Οφειλών - Τήρηση Μητρώου Δεσμεύσεων Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων
Οι Φορείς στο πλαίσιο του μηχανισμού αναχαίτισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου έχουν υποχρέωση τήρησης του Μητρώου Δεσμεύσεων (ΜΔ) για τα έργα του ΠΔΕ. Με το ΜΔ εξασφαλίζεται η ορθή εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού και παρακολουθείται η πορεία τυχόν ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, με στόχο τη λήψη μέτρων για την αποφυγή τους, ώστε να μην πλήττεται η αξιοπιστία του Δημοσίου και επιβαρύνεται ο Κρατικός Προϋπολογισμός.
Για την τήρηση του ΜΔ ΠΔΕ εφαρμόζεται η εγκύκλιος ΓΛΚ με ΑΠ: 2/31585/30.3.2012, ΑΔΑ: Β4ΩΦΗ-1ΜΝ, η οποία βρίσκεται σε φάση τροποποίησης. Η επικαιροποίηση της σχετικής εγκυκλίου αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος έτους και θα λαμβάνει υπόψη αλλαγές που έχουν γίνει στο θεσμικό πλαίσιο, όπως η εφαρμογή του νέου Λογιστικού Σχεδίου (ΠΔ 54, ΦΕΚ 103/Α'/13.06.2018) κλπ.
Η τήρηση του ΜΔ ΠΔΕ δύναται να γίνεται βάσει του υποδείγματος του Πίνακα 2 του Παραρτήματος, στοιχεία του οποίου αναρτώνται στο e-portal του ΓΛΚ. Εντός του Απριλίου 2019 το ΜΔ ΠΔΕ (Πίνακας 2), θα αποτελεί αναφορά του e-ΠΔΕ, που θα συμπληρώνεται αυτόματα με τα στοιχεία του συστήματος, διασφαλίζοντας την εγκυρότητα και αξιοπιστία των δεδομένων. Προς διευκόλυνση της παρακολούθησης του ΜΔ ΠΔΕ από τους Φορείς θα παρέχονται στο σύστημα και αναλυτικότερες αναφορές.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την ορθή απεικόνιση των δεδομένων αποτελεί η ορθή και έγκαιρη καταχώρηση όλων των στοιχείων όπως έχουν αναφερθεί σε προηγούμενες ενότητες (π.χ. παραστατικά, εντολές πληρωμής κ.α.). Υπενθυμίζεται ότι οι Φορείς Χρηματοδότησης έχουν την ευθύνη για την έκδοση οδηγιών προς τις Υπηρεσίες και τους εποπτευόμενους φορείς αυτών σχετικά με την παραπάνω υποχρέωση.
9. Υποστήριξη διαδικασιών με εφαρμογές του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του ΠΔΕ (e-ΠΔΕ)
Όλες οι διαδικασίες του ΠΔΕ έχουν μηχανογραφηθεί και εκτελούνται μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος e-ΠΔΕ. Η πρόσβαση στο σύνολο των διαδικασιών αυτών γίνεται μέσω της επίσημης ηλεκτρονικής πύλης του ΠΔΕ (www.epde.gr) με τη χρήση διακριτών ρόλων, όπως φαίνεται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα και αναλύεται ανά διαδικασία ΠΔΕ.
Ρόλος | Κατάρτιση (Ένταξη - Πρόταση) | Χρηματοδότηση & Κατανομές | Πληρωμές |
Χρήστης Φορέα Υλοποίησης | ν | ν | |
Εισηγητής Ειδικού Φορέα (Φορέας Πιστώσεων) | ν | ||
Εισηγητής Ειδ. Υπηρεσίας Διαχείρισης (Φορέας Πιστώσεων) | ν | ||
Εισηγητής Φορέα Χρηματοδότησης | ν | ||
Υπεύθυνος Χρηματοδοτήσεων | ν | ||
Διαχειριστής Οφειλών | ν | ||
Υπεύθυνος Λογαριασμού | ν |
9.1. Διαδικασία Κατάρτισης ΠΔΕ
Οι προτάσεις των Φορέων για ένταξη και έγκριση έργων στο ΠΔΕ 2019 δημιουργούνται μέσω του e-ΠΔΕ, με την ηλεκτρονική συμπλήρωση του Πίνακα Προγραμματισμού (βλ. Πίνακα 1α και 1β του Παραρτήματος). Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η υποβολή πρότασης για ένταξη των έργων στο ΠΔΕ, προϋποθέτει την ηλεκτρονική συμπλήρωση του Τεχνικού Δελτίου κάθε έργου. Για το λόγο αυτό, οι Φορείς Υλοποίησης, που πλέον έχουν πρόσβαση στο e-ΠΔΕ με το ρόλο «Χρήστης Φορέα Υλοποίησης», θα πρέπει να καταχωρούν τα Τεχνικά Δελτία όλων των έργων που προτείνουν προς ένταξη στο ΠΔΕ (με εξαίρεση τα έργα για τα οποία υπάρχει αυτόματη διασύνδεση με άλλα πληροφοριακά συστήματα, π.χ. ΟΠΣ ΕΣΠΑ). Οι υπεύθυνοι επικοινωνίας των αρμόδιων Φορέων Πιστώσεων ΠΔΕ (ρόλος: Εισηγητής Ειδικού Φορέα ή Εισηγητής Ειδ. Υπηρεσίας Διαχείρισης), όπως αυτοί έχουν οριστεί με τα σχετικά έγγραφα (βλ. κεφ 3.2.1.), συγκεντρώνουν και αποστέλλουν ηλεκτρονικά τις προτάσεις (Α' επιπέδου), οι οποίες εν συνεχεία ενοποιούνται, επεξεργάζονται και αποστέλλονται στη ΔΔΕ (πρόταση Β' επιπέδου - τελική πρόταση Φ.Χ.) από το ρόλο Εισηγητή Φορέα Χρηματοδότησης του Φορέα.
Συγκεκριμένα, οι εμπλεκόμενοι ρόλοι του e-ΠΔΕ στην παραπάνω διαδικασία είναι οι εξής:
Χρήστης Φορέα Υλοποίησης: Ο συγκεκριμένος ρόλος αφορά τους φορείς υλοποίησης, με πρόσβαση στις
λειτουργίες που αφορούν την κατάρτιση και την χρηματοδότηση έργων εθνικού σκέλους ΠΔΕ.
Εισηγητής Ειδικού Φορέα (Φορέας Πιστώσεων): Αυτός ο ρόλος αφορά τους ειδικούς φορείς (Ειδικές/ Γενικές Γραμματείες, Περιφέρειες κ.α.), με πρόσβαση στις λειτουργίες που αφορούν την κατάρτιση έργων σε ανώτερο επίπεδο (πρόταση Α' επιπέδου) από τον Φορέα Υλοποίησης. Βοηθητικά, σε αυτόν το ρόλο έχουν δοθεί και οι λειτουργίες του ρόλου «Χρήστης Φορέα Υλοποίησης».
Εισηγητής Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης (Φορέας Πιστώσεων): Αυτός ο ρόλος αφορά τις Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης, με πρόσβαση στις λειτουργίες που αφορούν την κατάρτιση έργων του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους, σε ανώτερο επίπεδο (πρόταση Α' επιπέδου) από τον Φορέα Υλοποίησης. Βοηθητικά, σε αυτόν το ρόλο έχουν δοθεί και οι λειτουργίες του ρόλου «Χρήστης Φορέα Υλοποίησης».
Εισηγητής Φορέα Χρηματοδότησης: Αυτός ο ρόλος αφορά τους Φορείς Χρηματοδότησης, με πρόσβαση στις λειτουργίες που αφορούν την κατάρτιση έργων των Συλλογικών Αποφάσεων που διαχειρίζεται ο αντίστοιχος φορέας (πρόταση Β' επιπέδου - Τελική πρόταση Φορέα Χρηματοδότησης). Επιπλέον, αυτός ο ρόλος καταχωρεί και τις ανακατανομές πιστώσεων στο σύστημα.
Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση τεχνικής ή άλλης αδυναμίας του Φορέα Υλοποίησης να καταχωρήσει ηλεκτρονικά το Τεχνικό Δελτίο, αυτό πραγματοποιείται από τον Φορέα Πιστώσεων (εισηγητής Ειδικού Φορέα) του αρμόδιου Φορέα Χρηματοδότησης, ο κωδικός του οποίου περιλαμβάνει αυτό το δικαίωμα.
9.2. Διαδικασία Χρηματοδότησης - Κατανομής έργων ΠΔΕ
Η υποβολή των αιτημάτων χρηματοδότησης των Συλλογικών Αποφάσεων (ΣΑ), χρηματοδότησης των έργων (εντολές κατανομής) και η αποστολή τους στην ΤτΕ γίνονται πλέον για το σύνολο του ΠΔΕ (Εθνικό και Συγχρηματοδοτούμενο σκέλος) μέσω του e-ΠΔΕ από τους παρακάτω ρόλους.
Χρήστης Φορέα Υλοποίησης: Ο συγκεκριμένος ρόλος αφορά τους φορείς υλοποίησης, με πρόσβαση στις λειτουργίες που αφορούν την κατάρτιση και την χρηματοδότηση έργων εθνικού σκέλους ΠΔΕ.
Υπεύθυνος Χρηματοδοτήσεων: Αυτός ο ρόλος αφορά τους χρήστες των Φορέων Χρηματοδότησης που είναι υπεύθυνοι για τη Διαχείριση Αιτήσεων Χρηματοδότησης και Κατανομής.
Επισημαίνεται ότι για έργα Προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από τους δύο Κεντρικούς Λογαριασμούς (200850 και 201150) και τα αιτήματα χρηματοδότησης υποβάλλονται από τις Διαχειριστικές Αρχές (ΕΣΠΑ, ΕΟΧ, κ.α.) συνεχίζουν να γίνονται αυτόματα μέσω διεπαφών των δύο συστημάτων (e-ΠΔΕ και ΟΠΣ ΕΣΠΑ).
9.3. Διαδικασία Πληρωμής έργων ΠΔΕ
9.3.1. Ηλεκτρονικές Πληρωμές
Η πληρωμή των δαπανών του ΠΔΕ πραγματοποιείται αποκλειστικά με τη δημιουργία ηλεκτρονικών εντολών πληρωμής μέσω του e-ΠΔΕ με βάση την ΚΥΑ ηλεκτρονικών πληρωμών με αριθμ.απόφ. 44009/ΔΕ 5154/8.10.2013 (ΦΕΚ 2595/Β/15.10.2013). Σημειώνεται ότι το ΠΣΥΠΠΟΔΕ παραμένει ενεργό και προσβάσιμο στους Υπευθύνους Λογαριασμού για αναζήτηση μόνο παλαιών στοιχείων.
Η υποχρεωτικότητα των ηλεκτρονικών πληρωμών για όλα τα έργα ΠΔΕ, διασφαλίζει πλήρη διαφάνεια, ταχύτητα και μείωση της γραφειοκρατίας. Η εφαρμογή των ηλεκτρονικών πληρωμών δεν μεταβάλλει κατά τα λοιπά τη διαδικασία πληρωμών καθώς και τα απαιτούμενα στοιχεία και στάδια ελέγχου σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν. 4270/2014, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει). Η διαδικασία πληρωμής έργων ΠΔΕ διενεργείται μέσω των παρακάτω ρόλων.
Διαχειριστής Οφειλών: Αυτός ο ρόλος αφορά τους χρήστες των Φορέων Χρηματοδότησης, που είναι υπεύθυνοι για την ανάθεση Συλλογικών Αποφάσεων και έργων στους Υπεύθυνους Λογαριασμού. Οι Διαχειριστές Οφειλών έχουν την ευθύνη της διασύνδεσης των Υπολόγων/ Υπευθύνων Λογαριασμών έργων του ΠΔΕ, καθώς και της εποπτείας για την εισαγωγή όλων των απαιτούμενων στοιχείων στο σύστημα.
Υπεύθυνος Λογαριασμού: Αυτός ο ρόλος αφορά του χρήστες που εκτελούν τις εντολές πληρωμής μέσω της δημιουργίας ηλεκτρονικών εντολών πληρωμής (eps). Οι Υπεύθυνοι Λογαριασμών έργων του ΠΔΕ έχουν την ευθύνη καταχώρησης στο e-ΠΔΕ όλων των παραστατικών (τιμολογίων ή ισοδύναμων εγγράφων) τρέχοντος έτους, καθώς και όσων παραστατικών προηγουμένων ετών δεν έχουν ακόμη εξοφληθεί.
9.3.2. Διαδικασία αντιλογισμού πληρωμών
Σε περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται ότι έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς ηλεκτρονική εντολή πληρωμής εκ παραδρομής από λάθος έργο, οφείλει να γίνει τακτοποίηση με τη διαδικασία του αντιλογισμού ως ακολούθως:
Ο υπόλογος ο οποίος έχει εκδώσει τη σχετική εντολή πληρωμής απευθύνει έγγραφο αίτημα αντιλογισμού πληρωμών προς την ΤτΕ Τμήμα Σχέσεων με το Δημόσιο, με κοινοποίηση στη Δ/νση Δημοσίων Επενδύσεων του ΥΠΟΙΑΝ, αλλά και στην αρμόδια Υπηρεσία του Φορέα Χρηματοδότησης. Στο έγγραφο αίτημα αναφέρονται το eps της ηλεκτρονικής εντολής, ο κωδικός του έργου, το υποέργο και η νομική δέσμευση (του e-ΠΔΕ) από το οποίο έγινε η πληρωμή, ο υπόλογος και το ΑΦΜ αυτού, ο υπεύθυνος λογαριασμού και το ΑΦΜ αυτού και το ακριβές ποσό. Επίσης, αναφέρεται ο κωδικός του έργου, το υποέργο και η νομική δέσμευση (του e-ΠΔΕ) από το οποίο θα έπρεπε να γίνει η πληρωμή με τα αντίστοιχα στοιχεία υπολόγου και υπευθύνου λογαριασμού.
Η ΤτΕ ολοκληρώνει τους αντιλογισμούς των πληρωμών και αποστέλλει τα σχετικά αρχεία στο e-ΠΔΕ προς ενημέρωση και τροποποίηση των κατάλληλων εγγραφών του συστήματος.
Οι τακτοποιήσεις πληρωμών με τη διαδικασία αντιλογισμού πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι 31.12 εκάστου έτους, πριν την έκδοση του τελικού απολογισμού των πληρωμών.
Εξαίρεση αποτελούν αντιλογισμοί που αφορούν πληρωμές από λογαριασμούς 231 (Νομικών Προσώπων), η τακτοποίηση των οποίων μπορεί να γίνει και σε επόμενο έτος.
Αντιλογισμοί πληρωμών εξωτερικού εκτελούνται από το Τμήμα Σχέσεων με το Δημόσιο της ΤτΕ με την ίδια ως άνω διαδικασία και ενημερώνεται ακολούθως το αρμόδιο Τμήμα Συναλλάγματος της ΤτΕ.
9.4. Γραφείο Υποστήριξης (HELPDESK)
Για την υποστήριξη όλων των εφαρμογών του e-ΠΔΕ, την παροχή διευκρινίσεων και την επίλυση τεχνικών ή άλλων προβλημάτων υπάρχει η δυνατότητα υποβολής αιτήματος συμπληρώνοντας την σχετική φόρμα στην επιλογή «Τεχνική Υποστήριξη (HELPDESK)» της καρτέλας «Επικοινωνία» της ηλεκτρονικής πύλης του e- ΠΔΕ (www.epde.gr).
9.5. Επικαιροποίηση στοιχείων έργων και υποέργων ΠΔΕ
Η ορθή αποτύπωση των στοιχείων των έργων του ΠΔΕ στο νέο πληροφοριακό σύστημα e-ΠΔΕ είναι ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για το τρέχον έτος.
Πιο συγκεκριμένα εντός του 2019 θα γίνει επικαιροποίηση δεδομένων στους εξής τομείς:
Α) Γεωγραφικά στοιχεία έργων
Ήδη έχει πραγματοποιηθεί η μαζική επικαιροποίηση των στοιχείων γεωγραφικής κατανομής σε επίπεδο έργου, με βάση τα δεδομένα που απεστάλησαν από τους Φορείς κατόπιν σχετικού αιτήματος της ΔΔΕ. Για την ορθή τήρηση των στοιχείων οι Φορείς θα πρέπει υποχρεωτικά, κατά την υποβολή πρότασης ένταξης νέων ή συνεχιζόμενων έργων, να καταχωρούν στοιχεία γεωγραφικής κατανομής σε επίπεδο υποέργου στο κατώτερο εφικτό γεωγραφικό επίπεδο (π.χ Δήμος). Αναλυτικά στοιχεία της κωδικοποίησης της γεωγραφικής κατανομής των έργων ΠΔΕ παρουσιάζονται στον Πίνακα 11 του Παραρτήματος
Β) Τομείς ΠΔΕ ανά έργο
Η εισαγωγή του τομέα στο επίπεδο του έργου ΠΔΕ είναι σημαντική για την ορθότερη διάκριση του ΠΔΕ κατά τομέα πολιτικής και θα πραγματοποιηθεί το 2019 για όλα τα έργα ΠΔΕ. Οι Φορείς θα πρέπει υποχρεωτικά, κατά την υποβολή πρότασης ένταξης νέων ή συνεχιζόμενων έργων, να καταχωρούν στοιχεία τομέα πολιτικής ανά έργο.
Για τη διευκόλυνση της διαδικασίας θα πραγματοποιηθεί μαζική εισαγωγή στοιχείων που θα αποσταλούν από τους Φορείς κατόπιν σχετικής αναλυτικότερης οδηγίας που θα σταλεί το επόμενο διάστημα.
Γ) Υποέργα - νομικές δεσμεύσεις
Η ανάγκη λεπτομερέστερης παρακολούθησης του ΠΔΕ απαιτεί την αποτύπωση των στοιχείων σε αναλυτικότερο του έργου επίπεδο. Το 2018 εισήχθησαν για πρώτη φορά στο e-ΠΔΕ, οι έννοιες Υποέργου και Νομικής Δέσμευσης, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των πληρωμών.
Κατά το τρέχον έτος θα πρέπει όλα τα υποέργα των έργων ΠΔΕ να καταχωρηθούν στο σύστημα και να γίνει η τακτοποίηση των πραγματοποιημένων πληρωμών στις σωστές νομικές δεσμεύσεις κάθε υποέργου. Σε ότι αφορά τα έργα ΕΣΠΑ, η αναλυτικότερη του έργου πληροφορία θα εισάγεται στο e-ΠΔΕ μέσω σχετικής διεπαφής. Για τα υπόλοιπα έργα θα πρέπει οι Φορείς να καταχωρούν τα ορθά στοιχεία υποέργων - νομικών δεσμεύσεων πριν την πραγματοποίηση των πληρωμών τους.
Αναλυτικότερες οδηγίες τόσο για τη μαζική εισαγωγή υποέργων - νομικών δεσμεύσεων, όσο και για την τακτοποίηση των πληρωμών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί θα δοθούν από τη ΔΔΕ το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
10. Ενέργειες - Προθεσμίες
Οι προτάσεις για την κατάρτιση του ΠΔΕ 2019 θα πρέπει να αποσταλούν το αργότερο έως την 5η Απριλίου 2019, προκειμένου το Πρόγραμμα να εκδοθεί στο σύνολο του έγκαιρα.
Οι προτάσεις, που θα διαμορφωθούν σύμφωνα με τα παραπάνω, υποβάλλονται στη ΔΔΕ υποχρεωτικά μέσω της ειδικής εφαρμογής ηλεκτρονικής υποβολής του e-ΠΔΕ (βλ κεφ. 9.1). Μετά την επιτυχή υποβολή στην εφαρμογή και αφού υπογραφούν αρμοδίως οι προτάσεις, θα πρέπει να αποσταλούν ηλεκτρονικά μαζί με όλα τα συνοδευτικά έγγραφα στην ηλεκτρονική δ/νση protokollo@mnec.gr και να κοινοποιηθούν στην ηλεκτρονική διεύθυνση dde@,mnec.gr.
Επισημαίνεται ότι όλα τα έγγραφα/προτάσεις που απευθύνονται στη ΔΔΕ θα πρέπει να πρωτοκολλούνται ηλεκτρονικά, διαδικασία που πραγματοποιείται μόνο από το Γενικό Πρωτόκολλο του ΥΠΟΙΑΝ (Νίκης 5-7, 2ος όροφος, γρ. 219, protokollo@mnec.gr). Στην περίπτωση που ο Φορέας επιβεβαιώσει την ηλεκτρονική πρωτοκόλληση του εγγράφου, δεν απαιτείται η αποστολή του και σε έντυπη μορφή.
Τα υποδείγματα σε επεξεργάσιμη μορφή θα αναρτηθούν στις ιστοσελίδες του ΥΠΟΙΑΝ www.epde.gr και www.mnec.gr.
Παρακαλούνται όλοι οι αρμόδιοι φορείς που εμπλέκονται στη διαδικασία κατάρτισης του ΠΔΕ 2019 για την αυστηρή τήρηση των παραπάνω οδηγιών και προθεσμιών έτσι ώστε με την ουσιαστική συμβολή τους έγκαιρα και σύμφωνα με τις υφιστάμενες δεσμεύσεις, να συμβάλουν στην υλοποίηση του ΠΔΕ.
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗΣ
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο προϊστάμενος του τμήματος Διοικ. Υποστήριξης, Οργάνωσης & Τεχνικών Υπηρεσιών Τομέα Ανάπτυξης
κ.α.α. ΓΕΝΝΑΙΟΥ ΕΥΣΤΑΘΙΑ
17107/2019 Τροποποίηση της αριθμ. 137954/22.12.2016 (ΦΕΚ 4515/Β΄/30.12.2016) απόφασης με θέμα «Ρυθμίσεις για την παροχή Κεντρικών και Επικουρικών δραστηριοτήτων αγορών προμηθειών και γενικών υπηρεσιών από την Εθνική Κεντρική Αρχή Αγορών της παρ. 1 β) του άρθρου 41 του ν. 4412/2016»
Αριθμ. 17107/8-2-2019
(ΦΕΚ Β' 673/28-02-2019)
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΚΑΙ Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Έχοντας υπόψη:
1.Τις διατάξεις, ως ισχύουν:
1.1 Του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50/Α΄/10.4.1997) «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
1.2 Του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45/Α΄/9.3.1999) «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις».
1.3 Του ν. 3471/2006 (ΦΕΚ 133/Α΄/28.6.2006) «Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών».
1.4 Του ν. 4013/2011 (ΦΕΚ 204/A΄/15.9.2011) «Σύσταση Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων και Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων Αντικατάσταση του έκτου κεφαλαίου του ν. 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας) Προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
1.5 Του ν. 4155/2013 (ΦΕΚ 120/Α΄/29.5.2013) «Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων και άλλες διατάξεις».
1.6 Του άρθρου 41 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (ΦΕΚ 147/ Α΄/8.8.2016) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ) με το οποίο χορηγείται εξουσιοδότηση για την έκδοση της παρούσας.
1.7 Του άρθρου 240 του ν. 4512/2018 (ΦΕΚ 5/Α΄/ 17.1.2018) «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις».
1.8 Του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98/Α΄/22.4.2005) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα».
1.9 Του π.δ. 69/2015 (ΦΕΚ 113/A΄/21.9.2015) «Διορισμός του Αλέξιου Τσίπρα του Παύλου, Αρχηγού του Κόμματος «Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς» (ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ), ως Πρωθυπουργού».
1.10 Του π.δ. 123/2016 (ΦΕΚ 208/Α΄/4.11.2016) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
1.11 Του Π.Δ.147/2017 (ΦΕΚ 192/Α΄/13.12.2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης».
1.12 Του π.δ. 22/2018 (ΦΕΚ 37/Α΄/28.2.2018) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτή Υπουργού και Υφυπουργών».
1.13 Του π.δ. 88/2018 (ΦΕΚ 160/Α΄/29.8.2018) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
2.2 Την υπ’ αριθμ. 60259/226/30.5.2017 (ΦΕΚ 1891/Β΄/ 31.5.2017) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Οικονομίας με θέμα «Τροποποίηση άρθρου 6 της υπ’ αριθμ. 137954 υπουργικής απόφασης».
2.3 Την υπ’ αριθμ. 142285/22.12.2017 (ΦΕΚ 699/Υ.Ο.Δ.Δ./27.12.2017) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης με θέμα «Αποδοχή παραίτησης του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και ανάθεση καθηκόντων Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης».
2.4 Την υπ’αριθμ. Υ59/3.9.2018 (ΦΕΚ 3818/Β΄/5.9.2018) απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Αστέριο Πιτσιόρλα».
3. Την υπ’αριθμ. Γ2/2019 σύμφωνη γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων.
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Τροποποιούμε την υπ’αριθμ. 137954/22.12.2016 (ΦΕΚ 4515/Β΄/30.12.2016) απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την υπ’αριθμ. 60259/226/30.5.2017 (ΦΕΚ 1891/Β΄/31.5.2017)
απόφαση ως εξής:
Α. Η παρ. 8 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«8. αφορούν στην κάλυψη των αναγκών των αναθετουσών αρχών μέχρι τη σύναψη της αντίστοιχης σύμβασης, συμφωνίας πλαίσιο ή δυναμικού συστήματος από τη ΓΔΔΣ. Η αξία των προμηθειών και γενικών υπηρεσιών που εξαιρείται από κάθε κατηγορία σύμβασης, συμφωνίας πλαίσιο ή δυναμικού συστήματος, καθορίζεται στην υπουργική απόφαση της παρ. 4 του αρ. 41 ν. 4412/2016 και δεν μπορεί να υπερβαίνει κατ’ έτος το ποσό των 60.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ».
Β. Το «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΓΑΘΩΝ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ» αντικαθίσταται ως ακολούθως:




Κατά τα λοιπά εξακολουθεί να ισχύει η υπ’ αριθμ. 137954/22.12.2016 (ΦΕΚ 4515/Β΄/30.12.2016) απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 60259/226/30.5.2017 (ΦΕΚ 1891/Β΄/31.5.2017) απόφαση.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 8 Φεβρουαρίου 2019
Ο Υπουργός
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ
Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΠΙΤΣΙΟΡΛΑΣ
Άρθρα Εργασιακές σχέσεις υπό το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων

Του Γιώργου Δαλιάνη, με τη συνεργασία της Νίκης Χατζοπούλου (δικηγόρου της Artion A.E.)*
www.artion.gr
Στα πλαίσια της τρέχουσας συγκυρίας σε εθνικό, αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, η αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα, αποτελεί έναν παράγοντα που αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά την εξίσωση της οικονομίας. Ακολουθώντας την ευρύτερη ευρωπαϊκή τάση, η κυβέρνηση προέβη στον επαναπροσδιορισμό του κατώτατου μισθού (επτά χρόνια μετά την τελευταία μεταβολή του) και ήδη από την 1η Φεβρουαρίου 2019, ο κατώτατος μισθός των υπαλλήλων ανέρχεται στο ποσό των 650 ευρώ, ενώ το κατώτατο ημερομίσθιο για τους εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ, δίχως να υπάρχει ηλικιακή διάκριση (βλ. σχετική Υπουργική Απόφαση ΥΠΕΚΑΚΑ 4241/127/30-01-2019 [ΦΕΚ-173 Α/30-1-19]).
Ήδη έχουν δοθεί οδηγίες σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του κατώτατου μισθού, με την έκδοση διευκρινιστικών εγκυκλίων (βλ. εγκύκλιο 7613/395/18-02-2019), η εν λόγω μεταβολή αναμένεται να αποτελέσει σημείο τριβής μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
Με αφορμή τα ανωτέρω, στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε δύο βασικές έννοιες του εργατικού δικαίου, το «διευθυντικό δικαίωμα», αλλά και τη «μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας» και θα εξετάσουμε πώς συνδέονται με την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Σχηματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το διευθυντικό δικαίωμα εκτείνεται μέχρι εκεί όπου αρχίζει η μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Ο εργοδότης, ασκώντας το διευθυντικό του δικαίωμα, στο οποίο υπόκειται ο εργαζόμενος με σχέση εξαρτημένης εργασίας, έχει την εξουσία να εξειδικεύει εκάστοτε την υποχρέωση του μισθωτού για εργασία, καθορίζοντας τους όρους της παροχής της (τον τόπο, το χρόνο, τον τρόπο), εφόσον οι όροι αυτοί δεν έχουν προσδιορισθεί από κανόνες δικαίου ή από την εργασιακή σύμβαση. Αποτελεί, όμως, παραλλήλως το δικαίωμα αυτό και εφαρμογή στις εργασιακές σχέσεις, της εξουσίας του εργοδότη, ως διευθυντή της εκάστοτε επιχείρησης, να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρησή του κατά τον προσφορότερο τρόπο. Έχει δηλαδή ο εργοδότης την εξουσία να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρησή του με βάση τον κρινόμενα από αυτόν ως πλέον αποτελεσματικά γι’ αυτή κριτήρια.
Βασικός περιορισμός του διευθυντικού δικαιώματος είναι ότι ο εργοδότης δεν μπορεί να ασκεί το δικαίωμα αυτό καταχρηστικά. Δεν επιτρέπεται δηλαδή κατά την ενάσκηση του διευθυντικού αυτού δικαιώματος να προκαλείται υλική ή ηθική βλάβη στο μισθωτό κατά παράβαση διατάξεως νόμου ή όρου της ατομικής συμβάσεως εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος, δηλαδή κατά προφανή υπέρβαση των ορίων, που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος. Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, που παρέχει στον μισθωτό, αν δεν αποδέχεται τη μεταβολή, μία σειρά από δικαιώματα, τα οποία προβλέπονται από την εργατική νομοθεσία.
Με πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε ότι δεν είναι καταχρηστική η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη να τοποθετεί συγκεκριμένο εργαζόμενο ως προϊστάμενο ενός τμήματος η ενός καταστήματος της επιχειρήσεώς του κατά παράλειψη άλλου μισθωτού, ο οποίος υπερέχει, έστω και καταφανώς, σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι του τοποθετηθέντος. Και τούτο διότι δεν πρόκειται για απλή βαθμολογική ή μισθολογική προαγωγή, που εντάσσεται στα εκ της εργασίας δικαιώματα του μισθωτού, τα οποία ευλόγως συνδέονται με τις αντικειμενικώς εκτιμώμενες ικανότητες αυτού, αλλά για επιλογή του έχοντος την εκμετάλλευση εργοδότη που αφορά αποφασιστικώς την οργάνωση και διεύθυνση της επιχειρήσεώς. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τον δημόσιο τομέα, που διέπεται από ένα αυστηρό καθεστώς αξιολόγησης με βάση τυπικά -κατά κύριο λόγο- κριτήρια στα πλαίσια των αρχών της ισότητας, της διαφάνειας και του κράτους δικαίου, στον ιδιωτικό τομέα δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής ένα συγκεκριμένο και προκαθορισμένο πλαίσιο αξιολόγησης, ακριβώς λόγω του διευθυντικού δικαιώματος.
Αντιθέτως, έχει κριθεί από τη νομολογία ότι υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και συνάμα καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος στις εξής ενδεικτικές περιπτώσεις:
- Μείωση του συμφωνημένου μισθού.
- Ανάκληση πρόσθετης παροχής, πλέον των ελαχίστων νόμιμων ορίων του μισθού, τακτικά και ανελλιπώς χορηγούμενης, ως νόμιμο ή συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας και όχι από ελευθεριότητα ή για την αντιμετώπιση αναγκών που έπαψαν να υπάρχουν, χωρίς ο εργοδότης να έχει επιφυλάξει ρητά το δικαίωμα ανάκλησής της, με συνέπεια να έχει διαμορφωθεί σιωπηρά συμβατικός όρος για την καταβολή της ως μισθού.
- Μείωση του ωραρίου εργασίας (ή γενικότερα του χρόνου εργασίας), με ταυτόχρονη μείωση των αποδοχών.
Στα πλαίσια αυτά, η αύξηση του κατώτατου μισθού, που πιθανόν ανατρέπει τον προϋπολογισμό και τα επιχειρηματικά σχέδια πολλών επιχειρήσεων, μπορεί να αποτελέσει σε πολλές περιπτώσεις αφορμή για τη μείωση του ωραρίου εργασίας, με ταυτόχρονη μείωση των αποδοχών. Ωστόσο, αυτή η πρακτική, όπως αναλύσαμε και ανωτέρω, έχει κριθεί και δικαστικώς ότι συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων ατομικής εργασίας και συνεπώς βρίσκεται εκτός των νόμιμων ορίων της άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος.
O κ. Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της Artion Α.Ε. & ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.*
Η κα. Νίκη Χατζοπούλου είναι συνεργάτης της Artion Α.Ε., Δικηγόρος LL.M. – Διαμεσολαβήτρια.*
Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-116/16 και C-117/16 Απαλλαγή των κερδών που διανέμονται από εταιρίες ενός κράτους μέλους σε εταιρίες άλλων κρατών μελών – Δικαιούχος των διανεμομένων κερδών – Κατάχρηση δικαιώματος – Εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος καταβάλλουσα σε συνδεδεμένη εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος μερίσματα τα οποία μεταφέρονται στη συνέχεια, στο σύνολό τους ή σχεδόν στο σύνολό τους, εκτός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Θυγατρική εταιρία υπέχουσα την υποχρέωση να παρακρατεί στην πηγή τον φόρο επί των κερδών
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Φεβρουαρίου 2019
Περιεχόμενα
Το νομικό πλαίσιο
Το υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ
Η οδηγία 90/435
Οι συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολογίας
Το δανικό δίκαιο
Η φορολόγηση των μερισμάτων
Η παρακράτηση φόρου στην πηγή
Το εφαρμοστέο δίκαιο σε περιπτώσεις καταχρήσεων και απάτης
Οι διαφορές των κυρίων δικών και τα προδικαστικά ερωτήματα
1) Υπόθεση C 116/16, T Danmark
2) Υπόθεση C 117/16, Y Denmark
Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί των πρώτων, των δευτέρων και των τρίτων ερωτημάτων καθώς και επί των τετάρτων ερωτημάτων, στοιχεία αʹ έως γʹ, στις υποθέσεις των κυρίων δικών
Επί των τετάρτων ερωτημάτων, στοιχεία δʹ και εʹ, καθώς και επί των πέμπτων και των όγδοων ερωτημάτων στις υποθέσεις των κυρίων δικών
Επί των στοιχείων που συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων
Επί του βάρους αποδείξεως όσον αφορά την κατάχρηση δικαιώματος
Επί των έκτων, των εβδόμων, των ενάτων και των δεκάτων ερωτημάτων στις υποθέσεις των κυρίων δικών
Επί των δικαστικών εξόδων
«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών – Οδηγία 90/435/ΕΟΚ – Απαλλαγή των κερδών που διανέμονται από εταιρίες ενός κράτους μέλους σε εταιρίες άλλων κρατών μελών – Δικαιούχος των διανεμομένων κερδών – Κατάχρηση δικαιώματος – Εταιρία εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος καταβάλλουσα σε συνδεδεμένη εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος μερίσματα τα οποία μεταφέρονται στη συνέχεια, στο σύνολό τους ή σχεδόν στο σύνολό τους, εκτός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Θυγατρική εταιρία υπέχουσα την υποχρέωση να παρακρατεί στην πηγή τον φόρο επί των κερδών»
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑116/16 και C‑117/16,
με αντικείμενο αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας, Δανία) με αποφάσεις της 19ης Φεβρουαρίου 2016, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 25 Φεβρουαρίου 2016, στο πλαίσιο των δικών
Skatteministeriet
κατά
T Danmark (C‑116/16),
Y Denmark Aps (C‑117/16),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),
συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, J.-C. Bonichot, A. Arabadjiev, T. von Danwitz, C. Toader και F. Biltgen, προέδρους τμήματος, A. Rosas (εισηγητή), M. Ilešič, L. Bay Larsen, M. Safjan, C. G. Fernlund, C. Vajda και S. Rodin, δικαστές,
γενική εισαγγελέας: J. Kokott
γραμματέας: R. Șereș, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 10ης Οκτωβρίου 2017,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η T Danmark, εκπροσωπούμενη από τους A. M. Ottosen και S. Andersen, advokater,
– η Y Denmark Aps, εκπροσωπούμενη από τους L. E. Christensen και H. S. Hansen, advokater,
– η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους C. Thorning και J. Nymann-Lindegren, καθώς και από την M. S. Wolff, επικουρούμενους από τον J. S. Horsbøl Jensen, advokat,
– η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και R. Kanitz,
– η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από την G. De Socio, avvocato dello Stato,
– η Λουξεμβουργιανή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την D. Holderer, επικουρούμενη από τους P.-E. Partsch και T. Lesage, avocats,
– η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. K. Bulterman και C. S. Schillemans,
– η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A. Falk, C. Meyer-Seitz, H. Shev, U. Persson και N. Otte Widgren, καθώς και από τον F. Bergius,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους W. Roels και R. Lyal, καθώς και από την L. Grønfeldt, επικουρούμενους από τον H. Peytz, avocat,
αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 1ης Μαρτίου 2018,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία της οδηγίας 90/435/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ 1990, L 225, σ. 6), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/123/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ 2003, L 7, σ. 41) (στο εξής: οδηγία 90/435), καθώς και την ερμηνεία των άρθρων 49, 54 και 63 ΣΛΕΕ.
2 Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο διαφορών μεταξύ του Skatteministeriet (Υπουργείου Οικονομικών, Δανία), αφενός, και των εταιριών T Danmark και Y Denmark Aps, αφετέρου, σχετικά με την επιβληθείσα στις εταιρίες αυτές υποχρέωση καταβολής φόρου που παρακρατήθηκε στην πηγή, λόγω της διανομής, από αυτές, μερισμάτων σε εδρεύουσες στην αλλοδαπή εταιρίες που δεν θεωρούνται από τη φορολογική αρχή δικαιούχοι των μερισμάτων αυτών και δεν δύνανται, συνεπώς, να τύχουν της απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή που προβλέπει η οδηγία 90/435.
Το νομικό πλαίσιο
Το υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ
3 Το Συμβούλιο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) εξέδωσε, στις 30 Ιουλίου 1963, σύσταση σχετικά με την κατάργηση της διπλής φορολογίας και κάλεσε τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να συμμορφώνονται, κατά τη σύναψη ή την αναθεώρηση διμερών συμβάσεων, προς «υπόδειγμα σύμβασης για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σχετικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου», που εκπονήθηκε από την επιτροπή φορολογικών υποθέσεων του ΟΟΣΑ και προσαρτάται στην εν λόγω σύσταση (στο εξής: υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ). Το εν λόγω υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως επανεξετάζεται και τροποποιείται σε τακτική βάση. Επί του υποδείγματος αυτού διατυπώνονται σχόλια που εγκρίνονται από το Συμβούλιο του ΟΟΣΑ.
4 Τα σημεία 7 έως 10 των σχολίων επί του άρθρου 1 του υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ, όπως ισχύει κατόπιν της τροποποιήσεως που επήλθε το 1977 (στο εξής: υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977), σύμφωνα με το οποίο η σύμβαση αυτή εφαρμόζεται στα πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στο ένα ή στα δύο συμβαλλόμενα κράτη, εφιστούν την προσοχή στο γεγονός ότι ενδέχεται να γίνει μη ενδεδειγμένη χρήση της συμβάσεως αυτής, με σκοπό τη φοροαποφυγή, μέσω νομικών μεθοδεύσεων. Το κείμενο των εν λόγω σημείων των σχολίων υπογραμμίζει τη σημασία της έννοιας του «δικαιούχου», την οποία εισάγει ιδίως το άρθρο 10 (φορολόγηση των μερισμάτων) και το άρθρο 11 (φορολόγηση των τόκων) του ως άνω υποδείγματος συμβάσεως, καθώς και την ανάγκη καταπολεμήσεως της φοροδιαφυγής.
5 Το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, του υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977 έχει ως εξής:
«1. Μερίσματα καταβαλλόμενα από εταιρία εγκατεστημένη εντός συμβαλλομένου κράτους σε κάτοικο του αντισυμβαλλομένου κράτους φορολογούνται στο αντισυμβαλλόμενο αυτό κράτος.
2. Ωστόσο, τα εν λόγω μερίσματα μπορούν επίσης να φορολογούνται στο συμβαλλόμενο κράτος όπου είναι εγκατεστημένη η εταιρία που καταβάλλει τα μερίσματα και σύμφωνα με τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους, αλλά αν ο λήπτης είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων ο φόρος που επιβάλλεται δεν υπερβαίνει:
a) το πέντε τοις εκατό του μικτού ποσού των μερισμάτων αν ο δικαιούχος είναι εταιρία (εκτός προσωπικών εταιριών) που κατέχει άμεσα ποσοστό τουλάχιστον 25 % του κεφαλαίου της εταιρίας που καταβάλλει τα μερίσματα·
b) το δεκαπέντε τοις εκατό του μικτού ποσού των μερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.»
6 Κατά την αναθεώρηση των σχολίων που πραγματοποιήθηκε το 2003, τα σχόλια αυτά συμπληρώθηκαν με παρατηρήσεις σχετικά με τις «εταιρίες-οχήματα», δηλαδή εταιρίες που, μολονότι είναι τύποις κύριες του εισοδήματος, στην πράξη έχουν πολύ περιορισμένες εξουσίες οι οποίες τις καθιστούν μόνον καταπιστευτικούς ή απλούς διαχειριστές που ενεργούν για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων μερών, με αποτέλεσμα να μην πρέπει να θεωρούνται δικαιούχοι του εισοδήματος αυτού. Το σημείο 12 των σχολίων επί του άρθρου 10, όπως αυτά διαμορφώθηκαν κατόπιν της αναθεωρήσεως του 2003, προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι «[ο] όρος “δικαιούχος” δεν χρησιμοποιείται υπό τη στενή και τεχνική του έννοια, αλλά πρέπει να ερμηνεύεται εντός του πλαισίου του και υπό το πρίσμα του αντικειμένου και του σκοπού της Συμβάσεως, ιδίως για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και για την πρόληψη της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής». Το δε σημείο 12.1 της ίδιας αναθεωρημένης εκδόσεως των σχολίων αναφέρει ότι «θα αντέβαινε στο αντικείμενο και στον σκοπό της Συμβάσεως η χορήγηση, από το κράτος της πηγής του εισοδήματος, μειώσεως ή απαλλαγής φόρου σε κάτοικο συμβαλλομένου κράτους ο οποίος ενεργεί, εκτός των περιπτώσεων πρακτορείας ή άλλου τύπου εντολής, ως απλός ενδιάμεσος για λογαριασμό άλλου προσώπου το οποίο είναι ο πραγματικός δικαιούχος του επίμαχου εισοδήματος» και ότι «μια εταιρία-όχημα δεν μπορεί, κατά κανόνα, να θεωρηθεί δικαιούχος, μολονότι τυπικά φέρεται να είναι ο κύριος του εισοδήματος αυτού, εάν διαθέτει στην πράξη πολύ περιορισμένες εξουσίες οι οποίες την καθιστούν μόνον καταπιστευτικό ή απλό διαχειριστή που ενεργεί για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων μερών».
7 Στο πλαίσιο νέας αναθεωρήσεως των σχολίων που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του 2014, δόθηκαν διευκρινίσεις σχετικά με τις έννοιες «δικαιούχος» και «εταιρία-όχημα». Το σημείο 10.3 της εκδόσεως αυτής των σχολίων αναφέρει, συνακόλουθα, ότι «υπάρχουν πολλά μέσα για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των εταιριών-οχημάτων και, γενικότερα, ο κίνδυνος αναζήτησης της ευνοϊκότερης φορολογικής νομοθεσίας, ήτοι, μεταξύ άλλων, ειδικές διατάξεις κατά των καταχρήσεων στις συμβάσεις, οι γενικοί κανόνες κατά των καταχρήσεων, οι κανόνες περί υπεροχής της ουσίας έναντι του τύπου και οι κανόνες περί “οικονομικής υποστάσεως”».
Η οδηγία 90/435
8 Η πρώτη και η τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 90/435 έχουν ως εξής:
«Εκτιμώντας [...] ότι οι συνενώσεις εταιρειών που ευρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη μπορεί να είναι αναγκαίες για να δημιουργηθούν στην Κοινότητα συνθήκες ανάλογες με τις επικρατούσες σε μια εσωτερική αγορά και να εξασφαλισθεί έτσι η δημιουργία και ομαλή λειτουργία της κοινής αγοράς· ότι οι πράξεις αυτές δεν πρέπει να εμποδίζονται από ειδικούς περιορισμούς, μειονεκτήματα ή στρεβλώσεις που να απορρέουν από τις φορολογικές διατάξεις των κρατών μελών· ότι, κατά συνέπεια, γι’ αυτές τις συνενώσεις εταιρειών επιβάλλεται να θεσπισθούν φορολογικοί κανόνες ουδέτεροι ως προς τον ανταγωνισμό, ώστε να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να προσαρμοσθούν στις απαιτήσεις της κοινής αγοράς, να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους και να ενισχύσουν την ανταγωνιστική τους θέση διεθνώς·
[...]
ότι οι ισχύουσες φορολογικές διατάξεις που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ μητρικών και θυγατρικών εταιρειών που ευρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη διαφέρουν αισθητά από ένα κράτος μέλος σε άλλο και είναι, γενικά, λιγότερο ευνοϊκές από τις εφαρμοζόμενες στις σχέσεις μεταξύ μητρικών και θυγατρικών εταιρειών ευρισκομένων στο ίδιο κράτος μέλος· ότι, συνεπεία του γεγονότος αυτού, η συνεργασία μεταξύ εταιρειών που ευρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη τίθεται σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τη συνεργασία εταιρειών του ιδίου κράτους μέλους· ότι πρέπει να εξαλειφθεί αυτή η δυσμενής μεταχείριση με τη θέσπιση ενός κοινού καθεστώτος και να διευκολυνθούν έτσι οι συνενώσεις εταιρειών σε κοινοτική κλίμακα».
9 Το άρθρο 1 της οδηγίας 90/435 ορίζει τα εξής:
«1. Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει την παρούσα οδηγία:
[...]
– στις διανομές κερδών που πραγματοποιούνται από τις εταιρίες αυτού του κράτους προς εταιρίες άλλων κρατών μελών, των οποίων είναι θυγατρικές,
– [...]
2. Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων ή διατάξεων διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις.»
10 Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής ορίζει τις τυπικές προϋποθέσεις περί εταιριών, φορολογικής κατοικίας και υπαγωγής στον φόρο που πρέπει να πληρούνται για να εφαρμοστεί η οδηγία.
11 Το άρθρο 3 της οδηγίας 90/435 ορίζει τα εξής:
«1. Για τους σκοπούς εφαρμογής της παρούσας οδηγίας:
α) η ιδιότητα μιας εταιρείας ως μητρικής αναγνωρίζεται τουλάχιστον σε κάθε εταιρεία ενός κράτους μέλους η οποία πληροί τους όρους που τίθενται στο άρθρο 2 και συμμετέχει κατά 20 % τουλάχιστον στο κεφάλαιο μιας εταιρείας άλλου κράτους μέλους που πληροί τους ίδιους όρους.
Η ιδιότητα αυτή αναγνωρίζεται επίσης, υπό τους ίδιους όρους, σε μια εταιρεία κράτους μέλους η οποία συμμετέχει κατά 20 % τουλάχιστον στο κεφάλαιο μιας εταιρείας του ιδίου κράτους μέλους, που κατέχεται, εν όλω ή εν μέρει από μια μόνιμη εγκατάσταση της προηγούμενης εταιρείας που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος.
Από 1ης Ιανουαρίου 2007, το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής καθορίζεται σε 15 %.
Από 1ης Ιανουαρίου 2009, το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής καθορίζεται σε 10 %.
β) ως “θυγατρική εταιρεία”, νοείται η εταιρεία της οποίας το κεφάλαιο περιλαμβάνει τη συμμετοχή που αναφέρεται στο στοιχείο α).
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα:
– να αντικαθιστούν, με διμερή συμφωνία, το κριτήριο της συμμετοχής στο κεφάλαιο με το κριτήριο της κατοχής δικαιωμάτων ψήφου,
– να μην εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας στις εταιρείες τους που δεν διατηρούν επί δύο τουλάχιστον συνεχή έτη τη συμμετοχή την απαιτούμενη για τον χαρακτηρισμό τους ως μητρικών εταιρειών ή στις εταιρείες τους στις οποίες εταιρεία άλλου κράτους μέλους δεν διατηρεί επί δύο τουλάχιστον συνεχή έτη συμμετοχή αυτού του είδους.»
12 Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας αφήνει στα κράτη μέλη την επιλογή μεταξύ δύο συστημάτων, ήτοι μεταξύ του συστήματος της απαλλαγής και του συστήματος του συμψηφισμού.
13 Το άρθρο 5 της ίδιας οδηγίας έχει ως εξής:
«Τα κέρδη τα οποία η θυγατρική εταιρεία καταβάλλει κατά τη διανομή στη μητρική εταιρεία απαλλάσσονται από την παρακράτηση του φόρου στη πηγή.»
Οι συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολογίας
14 Το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, της συμβάσεως μεταξύ της κυβερνήσεως του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και της κυβερνήσεως του Βασιλείου της Δανίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και τη θέσπιση των κανόνων αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής στον τομέα των φόρων εισοδήματος και κεφαλαίου, η οποία υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 17 Νοεμβρίου 1980 (στο εξής: φορολογική σύμβαση μεταξύ του Λουξεμβούργου και της Δανίας), κατανέμει τη φορολογική εξουσία μεταξύ των δύο αυτών κρατών μελών σε θέματα μερισμάτων και έχει ως εξής:
«1. Μερίσματα καταβαλλόμενα από εταιρία εγκατεστημένη εντός συμβαλλομένου κράτους σε κάτοικο του αντισυμβαλλομένου κράτους φορολογούνται στο αντισυμβαλλόμενο αυτό κράτος.
2. Ωστόσο, τα εν λόγω μερίσματα μπορούν επίσης να φορολογούνται στο συμβαλλόμενο κράτος όπου είναι εγκατεστημένη η εταιρία που καταβάλλει τα μερίσματα και σύμφωνα με τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους, αλλά αν ο λήπτης είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων ο φόρος που επιβάλλεται δεν υπερβαίνει:
a) το 5 % του μικτού ποσού των μερισμάτων αν ο δικαιούχος είναι εταιρία (εκτός προσωπικών εταιριών) που κατέχει άμεσα ποσοστό τουλάχιστον 25 % του κεφαλαίου της εταιρίας που καταβάλλει τα μερίσματα·
b) το 15 % του μικτού ποσού των μερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.»
15 Το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, της συμβάσεως μεταξύ της κυβερνήσεως του Βασιλείου της Δανίας και της κυβερνήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας στον τομέα των φόρων εισοδήματος και κεφαλαίου, η οποία υπογράφηκε στις 26 Μαΐου 1981, κατένεμε τη φορολογική εξουσία σε θέματα μερισμάτων και όριζε τα εξής:
«1. Μερίσματα καταβαλλόμενα υπό εταιρείας κατοίκου ενός Συμβαλλομένου Κράτους εις κάτοικον του ετέρου Συμβαλλομένου Κράτους δύνανται να φορολογώνται εν τω ετέρω τούτω Κράτει.
2. Εν τούτοις, τα τοιαύτα μερίσματα δύνανται ωσαύτως να φορολογώνται εν τω Συμβαλλομένω Κράτει ούτινος η εταιρεία η καταβάλλουσα τα μερίσματα είναι κάτοικος και συμφώνως προς τους νόμους του εν λόγω Κράτους, αλλά εάν ο μερισματολήπτης είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων ο ούτω επιβαλλόμενος φόρος δεν θα υπερβαίνη:
α) 10 τοις εκατόν του ακαθαρίστου ποσού του μερίσματος εάν ο μερισματολήπτης είναι εταιρεία (αποκλειομένων των συνεταιρισμών) η οποία κατέχει αμέσως τουλάχιστον 25 τοις εκατόν του κεφαλαίου της εταιρείας της καταβαλλούσης τα μερίσματα·
β) 15 τοις εκατόν του ακαθαρίστου ποσού του μερίσματος εις απάσας τας ετέρας περιπτώσεις.»
16 Κατά το άρθρο 10, παράγραφος 2, της συμβάσεως μεταξύ της κυβερνήσεως των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της κυβερνήσεως του Βασιλείου της Δανίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροαποφυγής στον τομέα του φόρου εισοδήματος, η οποία υπογράφηκε στην Ουάσινγκτον στις 19 Αυγούστου 1999, το συμβαλλόμενο κράτος στο οποίο εδρεύει η καταβάλλουσα τα μερίσματα εταιρία μπορεί να φορολογήσει τα μερίσματα που διανέμονται σε εταιρία εδρεύουσα στο αντισυμβαλλόμενο κράτος και η οποία είναι ο «δικαιούχος» των μερισμάτων αυτών με συντελεστή ύψους 5 % επί του μικτού ποσού αυτών.
17 Δεν υφίσταται φορολογική σύμβαση μεταξύ του Βασιλείου της Δανίας και των Βερμούδων.
18 Από αυτές τις διμερείς συμβάσεις προκύπτει ότι το κράτος της πηγής των μερισμάτων, ήτοι, στις υποθέσεις των κυρίων δικών, το Βασίλειο της Δανίας, μπορεί να φορολογεί τα μερίσματα που καταβάλλονται σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, όταν η εν λόγω εταιρία δεν είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων αυτών, με συντελεστή υψηλότερο από τον προβλεπόμενο στις εν λόγω συμβάσεις. Η έννοια του «δικαιούχου» δεν ορίζεται εντούτοις σε καμία από αυτές τις συμβάσεις.
Το δανικό δίκαιο
Η φορολόγηση των μερισμάτων
19 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του selskabsskattelov (νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων) προβλέπει τα εξής:
«Υποκείμενοι στον φόρο, βάσει του παρόντος νόμου, είναι οι εταιρίες και οι ενώσεις στις οποίες, μεταξύ άλλων, κάνει αναφορά το άρθρο 1, παράγραφος 1 και οι οποίες έχουν την έδρα τους στην αλλοδαπή, εφόσον
[...]
c) εισπράττουν μερίσματα που εμπίπτουν στο άρθρο 16A, παράγραφοι 1 και 2, του νόμου περί φόρου εισοδήματος [...]. Δεν φορολογούνται τα μερίσματα που καταβάλλονται βάσει μετοχών θυγατρικών εταιριών (βλ. άρθρο 4Α του νόμου περί φορολογήσεως των υπεραξιών), όταν τα μερίσματα που καταβάλλονται από θυγατρική εταιρία τυγχάνουν απαλλαγής από τον φόρο ή μειώσεως του φόρου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της οδηγίας [90/345] ή κατ’ εφαρμογήν φορολογικής συμβάσεως συναφθείσας με τις νήσους Φερόες, τη Γροιλανδία ή το κράτος στο οποίο εδρεύει αυτή η μητρική εταιρία. Ομοίως, δεν φορολογούνται τα μερίσματα που καταβάλλονται βάσει μετοχών συνδεδεμένων εταιριών (βλ. άρθρο 4Β του νόμου περί φορολογήσεως των υπεραξιών), οι οποίες δεν είναι μετοχές θυγατρικών εταιριών, όταν η εταιρία η οποία λαμβάνει τα μερίσματα και είναι μέλος ομίλου εδρεύει σε κράτος μέλος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ)] και τα μερίσματα θα τύγχαναν απαλλαγής ή μειώσεως φόρου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της οδηγίας [90/345] ή κατ’ εφαρμογήν φορολογικής συμβάσεως συναφθείσας με το οικείο κράτος εάν επρόκειτο για μετοχές θυγατρικών εταιριών. Ομοίως, δεν φορολογούνται τα μερίσματα που εισπράττονται από κατόχους συμμετοχών στις μητρικές εταιρίες οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο των εταιριών του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας [90/435], αλλά θεωρούνται, για τους σκοπούς της φορολογήσεώς τους στη Δανία, διαφανείς οντότητες. Η εφαρμογή της διάταξης αυτής υπόκειται στην προϋπόθεση ότι ο κάτοχος συμμετοχών στην εταιρία δεν είναι εγκατεστημένος στη Δανία.»
Η παρακράτηση φόρου στην πηγή
20 Εάν, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, συντρέχει περίπτωση περιορισμένης φορολογικής υποχρεώσεως για τα μερίσματα που προέρχονται από τη Δανία, η δανική εταιρία που διανέμει τα μερίσματα υποχρεούται να παρακρατήσει στην πηγή φόρο ύψους 28 % κατά το άρθρο 65 του kildeskattelov (νόμου περί παρακρατήσεως του φόρου στην πηγή).
21 Το άρθρο 65, παράγραφοι 1 και 5, του νόμου περί παρακρατήσεως του φόρου στην πηγή, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών των κυρίων δικών, όριζε τα εξής:
«1. Για κάθε έγκριση ή απόφαση διανομής ή πίστωσης μερισμάτων από μετοχές ή εταιρικά μερίδια εταιριών ή ενώσεων κ.λπ. που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, σημεία 1, 2, 2e και 4 του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, οι εν λόγω εταιρίες, ενώσεις κ.λπ. πρέπει να παρακρατούν 28 % του συνολικώς διανεμομένου ποσού, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στην παράγραφο 4 ή προκύπτει άλλως από τις παραγράφους 5 έως 8. [...] Το παρακρατούμενο αυτό ποσό ονομάζεται “φόρος επί των μερισμάτων”.
[...]
5. Δεν παρακρατείται φόρος επί των μερισμάτων που εισπράττονται από εταιρία εγκατεστημένη στην αλλοδαπή και προέρχονται από εταιρία εγκατεστημένη στη Δανία, οσάκις τα μερίσματα αυτά δεν γεννούν φορολογική υποχρέωση [βλ. άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων].»
22 Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 2, σημείο 2, του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, η φορολογική υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου αυτού εκπληρώνεται οριστικά με την παρακράτηση του φόρου στην πηγή, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 65 του νόμου περί παρακρατήσεως του φόρου στην πηγή. Επιπλέον, ο συντελεστής του φόρου επί των κερδών ανερχόταν, κατά την επίμαχη στην κύρια δίκη περίοδο, στο 28 %.
23 Οι δανικές μητρικές εταιρίες τυγχάνουν απαλλαγής του φόρου επί των μερισμάτων που λαμβάνουν από τις δανικές θυγατρικές τους, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 1, σημείο 2, του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο 31, παράγραφος 1, σημείο 2, του kildeskattebekendtgørelsen (διατάγματος περί της παρακρατήσεως φόρου στην πηγή), κατά τη διανομή των μερισμάτων αυτών, η διανέμουσα δανική εταιρία δεν υποχρεούται να προβεί σε παρακράτηση στην πηγή.
24 Αντιθέτως, στο μέτρο που μια δανική εταιρία φορολογείται για τα μερίσματα που διανέμονται από άλλη δανική εταιρία, εναπόκειται στη δεύτερη εν λόγω εταιρία να προβεί στην παρακράτηση φόρου στην πηγή κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 65, παράγραφος 1, του νόμου περί παρακρατήσεως φόρου στην πηγή.
25 Το Υπουργείο Οικονομικών παραδέχθηκε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, συγκεκριμένα στο πλαίσιο της υποθέσεως C‑116/16, ότι το Βασίλειο της Δανίας, κατά παράβαση των διατάξεων της Συνθήκης ΛΕΕ, παρακρατούσε φόρο, κατά τη διάρκεια του έτους 2011, επί των μερισμάτων που εισέπραττε εταιρία άλλου κράτους μέλους, με συντελεστή υψηλότερο από τον συντελεστή φόρου επί του εισοδήματος νομικών προσώπων που ίσχυε τότε. Κατά συνέπεια, το Υπουργείο Οικονομικών μείωσε το ποσό του φόρου που ζητούσε στο ποσό που προέκυπτε με συντελεστή 25 %, ο οποίος ήταν ίσος με τον συντελεστή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων που ίσχυε τότε.
26 Ο χρόνος κατά τον οποίο καθίσταται απαιτητό το ποσό που έχει παρακρατηθεί ως φόρος στην πηγή ορίζεται στο άρθρο 66, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του νόμου περί παρακρατήσεως του φόρου στην πηγή, το οποίο έχει ως εξής:
«Ο φόρος που παρακρατείται στην πηγή καθίσταται απαιτητός αφής στιγμής εγκριθεί το μέρισμα ή ληφθεί απόφαση περί διανομής ή πιστώσεως αυτού και πρέπει να καταβληθεί το αργότερο τον επόμενο μήνα, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής από την εταιρία των παρακρατούμενων στην πηγή φόρων [των λεγόμενων “A skat”] και της παρακρατούμενης ειδικής εισφοράς των εργαζομένων.»
27 Ο καταβάλλων τα μερίσματα είναι υπεύθυνος, έναντι του Δημοσίου, για την καταβολή των παρακρατηθέντων ποσών φόρου.
28 Σε περίπτωση καθυστερημένης καταβολής του παρακρατούμενου στην πηγή φόρου, το επιτόκιο υπερημερίας είναι υψηλότερο σε σχέση με το επιτόκιο που ισχύει σε περίπτωση καθυστερημένης καταβολής του φόρου εισοδήματος εταιριών που οφείλεται από δανική εταιρία. Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, δυνάμει νομοθετικής τροποποιήσεως που ισχύει από 1ης Αυγούστου 2013, οι τόκοι υπερημερίας υπολογίζονται με τους ίδιους συντελεστές, τόσο για τον φόρο που παρακρατείται στην πηγή όσο και για τον φόρο εισοδήματος εταιριών.
29 Για καταβολή τόκων υπερημερίας ευθύνεται το πρόσωπο που υποχρεούται να προβεί στην παρακράτηση στην πηγή. Για εταιρία που υπέχει απεριόριστη φορολογική υποχρέωση στη Δανία, τα φορολογητέα μερίσματα αποτελούν ένα από τα φορολογητέα εισοδήματά της. Η διανέμουσα εταιρία είναι εκείνη που οφείλει να προβεί στην παρακράτηση του φόρου στην πηγή και να τον καταβάλει στο Δημόσιο Ταμείο, καθώς και να καταβάλει τόκους υπερημερίας σε περίπτωση καθυστερημένης καταβολής.
30 Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 65 C, παράγραφος 1, του νόμου περί παρακρατήσεως του φόρου στην πηγή, ο καταβάλλων δικαιώματα που έχουν την πηγή τους στη Δανία υποχρεούται καταρχήν να προβεί σε παρακράτηση του φόρου στην πηγή, είτε ο δικαιούχος είναι κάτοικος Δανίας είτε όχι.
Το εφαρμοστέο δίκαιο σε περιπτώσεις καταχρήσεων και απάτης
31 Έως τη θέσπιση του νόμου 540 της 29ης Απριλίου 2015 δεν υπήρχε στη Δανία γενική νομοθετική πρόβλεψη για την αποτροπή των καταχρήσεων. Εντούτοις, στη νομολογία αναπτύχθηκε η λεγόμενη «θεωρία της πραγματικότητας», κατά την οποία η φορολόγηση προσδιορίζεται βάσει συγκεκριμένης εκτιμήσεως της πραγματικής καταστάσεως. Τούτο σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι τεχνητές φορολογικές διευθετήσεις μπορεί να μη ληφθούν υπόψη υπό συγκεκριμένες συνθήκες προκειμένου η φορολόγηση να λαμβάνει υπόψη την πραγματική κατάσταση, δυνάμει της αρχής της υπεροχής της ουσίας επί του τύπου (substance-over-form).
32 Από τις αποφάσεις περί παραπομπής προκύπτει ότι, σε καθεμία από τις υποθέσεις των κυρίων δικών, οι διάδικοι συμφωνούν ως προς το ότι η θεωρία της πραγματικότητας δεν συνιστά επαρκή δικαιολογία για να μη ληφθούν υπόψη οι επίμαχες διευθετήσεις στις εν λόγω υποθέσεις.
33 Όπως προκύπτει από τις αποφάσεις περί παραπομπής, η νομολογία έχει αναπτύξει επίσης τη λεγόμενη αρχή του «πραγματικού λήπτη του εισοδήματος» (rette indkomstmodtager). Η αρχή αυτή στηρίζεται στις θεμελιώδεις διατάξεις περί της φορολογίας εισοδήματος, που περιλαμβάνονται στο άρθρο 4 του statsskatteloven (φορολογικού κώδικα), βάσει των οποίων οι φορολογικές αρχές δεν υποχρεούνται να δέχονται επίπλαστο διαχωρισμό μεταξύ της επιχειρήσεως ή της οικονομικής δραστηριότητας από την οποία προκύπτει το εισόδημα και του καταλογισμού των εισοδημάτων που προκύπτουν από αυτήν. Επομένως, πρέπει να προσδιοριστεί το πρόσωπο –ανεξαρτήτως της μορφής υπό την οποία αυτό εμφανίζεται– που όντως εισέπραξε συγκεκριμένο εισόδημα και, κατά συνέπεια, υπέχει τη σχετική φορολογική υποχρέωση.
Οι διαφορές των κυρίων δικών και τα προδικαστικά ερωτήματα
34 Στις δύο υποθέσεις των κυρίων δικών, το Υπουργείο Οικονομικών προσβάλλει τις αποφάσεις με τις οποίες η Landsskatteret (εθνική φορολογική επιτροπή, Δανία) έκρινε ότι η T Danmark (υπόθεση C‑116/16) και η Y Denmark (υπόθεση C‑117/16) έπρεπε να τύχουν απαλλαγής από την παρακράτηση του φόρου στην πηγή, που προβλέπεται στην οδηγία 90/435, επί μερισμάτων που καταβλήθηκαν σε οντότητες εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος.
35 Για να τύχει των φορολογικών πλεονεκτημάτων που προβλέπει η οδηγία 90/435, η οντότητα που λαμβάνει τα μερίσματα πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει η οδηγία αυτή. Εντούτοις, όπως επισημαίνει η Δανική Κυβέρνηση με τις παρατηρήσεις της, ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις όπου όμιλοι εταιριών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές δημιουργούν, μεταξύ της εταιρίας που διανέμει τα μερίσματα και της οντότητας που πρόκειται πράγματι να τα λάβει στη διάθεσή της, μία ή περισσότερες επίπλαστες εταιρίες, οι οποίες πληρούν τις τυπικές προϋποθέσεις της εν λόγω οδηγίας. Τα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου σχετικά με την κατάχρηση δικαιώματος, καθώς και την έννοια του «δικαιούχου» αφορούν ακριβώς τέτοιες χρηματοοικονομικές κατασκευές.
36 Τα πραγματικά περιστατικά, όπως περιγράφονται από το αιτούν δικαστήριο και αναλύονται στις αποφάσεις περί παραπομπής με διάφορα διαγράμματα της δομής των ομίλων των οικείων εταιριών, είναι ιδιαίτερα περίπλοκα και βρίθουν λεπτομερειών. Θα εξεταστούν μόνον τα στοιχεία που είναι αναγκαία για να δοθούν απαντήσεις στα προδικαστικά ερωτήματα.
1) Υπόθεση C‑116/16, T Danmark
37 Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι πέντε εταιρίες επενδύσεως κεφαλαίων, εκ των οποίων καμία δεν είναι εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος ή σε κράτος με το οποίο το Βασίλειο της Δανίας έχει συνάψει φορολογική σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας, συνέστησαν, κατά τη διάρκεια του 2005, όμιλο αποτελούμενο από πλείονες εταιρίες με σκοπό την εξαγορά της T Danmark, σημαντικού δανικού παρόχου υπηρεσιών.
38 Στις παρατηρήσεις της, η Δανική Κυβέρνηση επισήμανε ότι η υπόθεση C‑116/16 αφορά τον ίδιο όμιλο εταιριών με εκείνον που αφορά η υπόθεση C‑115/16, σχετικά με τη φορολόγηση των τόκων, που αποτελεί αντικείμενο της σημερινής αποφάσεως N. Luxembourg 1 κ.λπ. (C‑115/16, C‑118/16, C‑119/16 και 299/16).
39 Όπως εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, οι εταιρίες επενδύσεως κεφαλαίων δημιούργησαν εταιρίες στο Λουξεμβούργο. Μία από αυτές, η εταιρία N Luxembourg 2, απέκτησε, κατά τη διάρκεια του 2010, σημαντική συμμετοχή στο κεφάλαιο της T Danmark, με αποτέλεσμα να κατέχει, κατά την επίμαχη στην κύρια δίκη περίοδο, άνω του 50 % των μετοχών της T Danmark. Χιλιάδες μέτοχοι κατείχαν τις υπόλοιπες μετοχές της T Danmark.
40 Κατόπιν αιτήματος των δανικών αρχών, οι φορολογικές αρχές του Λουξεμβούργου εξέδωσαν, την άνοιξη του 2011, «πιστοποιητικό εγκαταστάσεως», πιστοποιώντας, μεταξύ άλλων, ότι η N Luxembourg 2 υπέκειτο στον φόρο εισοδήματος εταιριών και ήταν δικαιούχος όλων των μερισμάτων που καταβάλλονταν για τις μετοχές που κατείχε στην T Danmark ή οποιουδήποτε άλλου εισοδήματος που προερχόταν από αυτές. Στις παρατηρήσεις της, η Δανική Κυβέρνηση επισημαίνει ότι το πιστοποιητικό αυτό δεν διευκρινίζει βάσει ποιων πραγματικών στοιχείων εκδόθηκε.
41 Σύμφωνα με την πολιτική της για τα μερίσματα, η T Danmark κατέβαλε στους μετόχους της, το καλοκαίρι του 2011, μερίσματα συνολικού ποσού περίπου 1,8 δισεκατομμυρίων δανικών κορωνών (DKK) (περίπου 241,4 εκατομμύρια ευρώ). Μερίσματα καταβλήθηκαν επίσης και την άνοιξη του 2012.
42 Κατά τη διάρκεια του 2011, η T Danmark υπέβαλε στη SKAT (φορολογική αρχή, Δανία) αίτηση για την παροχή δεσμευτικής πληροφορίας, προκειμένου να καθοριστεί αν τα μερίσματα που αυτή διένεμε στην N Luxembourg 2 απαλλάσσονταν δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο cʹ, τρίτη περίοδος, του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και αν, επομένως, απαλλάσσονταν από την παρακράτηση φόρου στην πηγή.
43 Στην αίτηση για την παροχή δεσμευτικής πληροφορίας αναφερόταν ότι το ποσό των μερισμάτων που επρόκειτο να διανεμηθούν στην N Luxembourg 2 κατά το τρίτο τρίμηνο του 2011 ήταν περίπου 6 δισεκατομμύρια DKK (περίπου 805 εκατομμύρια ευρώ). Υπογραμμιζόταν επίσης ότι η N Luxembourg 2 ήταν αυτόνομη οντότητα που διέθετε δική της διοίκηση και αυτονομία λήψεως αποφάσεων, και επομένως δεν ήταν προφανώς δυνατόν να καταστεί εκ των προτέρων γνωστό μετά βεβαιότητος κατά πόσον και με ποιον τρόπο η διοίκηση της N Luxembourg 2 θα αποφάσιζε πράγματι να διαθέσει τα εν λόγω μερίσματα. Τέλος, διευκρινιζόταν ότι σημαντικό μέρος των τελικών επενδυτών ήταν εγκατεστημένοι στις ΗΠΑ.
44 Το Υπουργείο Οικονομικών απάντησε ότι δεν μπορούσε να απαντήσει στην αίτηση αυτή, καθότι δεν ήταν γνωστό πώς θα διέθετε η N Luxembourg 2 τα προερχόμενα από την T Danmark μερίσματα.
45 Η T Danmark απάντησε ότι μπορούσε να θεωρηθεί ως δεδομένο, για τους σκοπούς της παροχής δεσμευτικής πληροφορίας, ότι τα μερίσματα θα καταβάλλονταν από την T Danmark στην Ν Luxembourg 2, η οποία θα διένεμε η ίδια μερίσματα στη δική της μητρική εταιρία. Σύμφωνα με τις ενδείξεις αυτές, μπορούσε να θεωρηθεί ότι η Ν Luxembourg 2 θα διένεμε μέρος των ποσών αυτών (υπό μορφή μερισμάτων και/ή τόκων και/ή αποπληρωμής οφειλών) σε εταιρίες που ελέγχονται από τις διάφορες εταιρίες επενδύσεως κεφαλαίων ή από τους πιστωτές της. Η T Danmark υπέθετε επίσης ότι τα καταβαλλόμενα από τη μητρική εταιρία της N Luxembourg 2 ποσά σε εταιρίες που ελέγχονται από τις διάφορες εταιρίες επενδύσεως κεφαλαίων θα μεταφέρονταν περαιτέρω στους τελικούς επενδυτές στις οικείες εταιρίες επενδύσεως κεφαλαίων, αλλά η T Danmark διευκρίνιζε ότι δεν γνώριζε με ποιον τρόπο θα πραγματοποιούνταν οι μεταφορές αυτές, ούτε πώς θα αντιμετωπίζονταν από φορολογικής απόψεως.
46 Το Skatterådet (Συμβούλιο φορολογικών ζητημάτων, Δανία) απάντησε αρνητικά στο ερώτημα που υποβλήθηκε διά της αιτήσεως παροχής δεσμευτικής πληροφορίας.
47 Η T Danmark υπέβαλε ένσταση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον της εθνικής φορολογικής επιτροπής, η οποία έκρινε, αντιθέτως, ότι τα μερίσματα που διένειμε η T Danmark στην N Luxembourg 2 απαλλάσσονταν από τον φόρο. Ειδικότερα, η ως άνω επιτροπή έκρινε ότι, κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 90/435, αποκλειόταν περιορισμένη φορολογική υποχρέωση, καθότι το Βασίλειο της Δανίας δεν είχε θεσπίσει νομοθετικές διατάξεις για την πρόληψη της απάτης και των καταχρήσεων, όπως προβλέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, και δεν μπορούσε συνεπώς να φορολογήσει τα μερίσματα δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων. Το Υπουργείο Οικονομικών άσκησε ένδικη προσφυγή κατά της εν λόγω αποφάσεως της εθνικής φορολογικής επιτροπής.
48 Υπό τις συνθήκες αυτές το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας, Δανία) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) α) Προϋποθέτει η από κράτος μέλος επίκληση του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας [90/435], το οποίο αφορά την εφαρμογή των αναγκαίων εθνικών διατάξεων για την πρόληψη της απάτης και των καταχρήσεων, ότι το εν λόγω κράτος μέλος έχει θεσπίσει ειδική εθνική διάταξη για τη μεταφορά του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη ή ότι στο εθνικό δίκαιο περιέχονται γενικές διατάξεις ή γενικές αρχές σχετικά με την απάτη και τις καταχρήσεις που μπορούν να ερμηνευθούν σε συμφωνία με το εν λόγω άρθρο 1, παράγραφος 2;
β) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, δύναται το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, το οποίο ορίζει ότι: “τα μερίσματα τυγχάνουν απαλλαγής από τον φόρο ή μειώσεως του φόρου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της οδηγίας 90/435 […]” να θεωρηθεί τέτοια ειδική εθνική διάταξη κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435;
2) Αποτελεί συμβατική διάταξη για την πρόληψη των καταχρήσεων εμπίπτουσα στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της [οδηγίας 90/435] η διάταξη σε συναφθείσα από δύο κράτη μέλη σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας που έχει συνταχθεί σύμφωνα με το [υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ], κατά την οποία η φορολόγηση των διανεμηθέντων μερισμάτων εξαρτάται από το κατά πόσον ο λήπτης τους θεωρείται ως ο δικαιούχος των μερισμάτων αυτών;
3) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, απόκειται στον εθνικό δικαστή να ορίσει την έννοια “δικαιούχος”, ή, κατά την εφαρμογή της οδηγίας 90/435, η έννοια αυτή πρέπει να ερμηνεύεται κατά τέτοιον τρόπο ώστε να της αποδίδεται ορισμός κατά το δίκαιο της Ένωσης υποκείμενος στον έλεγχο του Δικαστηρίου;
4) α) Αν στο δεύτερο ερώτημα δοθεί καταφατική απάντηση και αν στο τρίτο ερώτημα δοθεί η απάντηση ότι δεν απόκειται στον εθνικό δικαστή να ορίσει την έννοια “δικαιούχος”, πρέπει ο όρος αυτός να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, η οποία, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, λαμβάνει μερίσματα από θυγατρική εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, είναι ο “δικαιούχος” των εν λόγω μερισμάτων, όπως ο όρος αυτός πρέπει να νοείται στο δίκαιο της Ένωσης;
β) Πρέπει η έννοια “δικαιούχος” να ερμηνεύεται σύμφωνα με την έννοια που έχει ο αντίστοιχος όρος στο άρθρο 1, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας 2003/49/EΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιριών διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ 2003, L 157, σ. 49);
γ) Πρέπει η έννοια αυτή να ερμηνεύεται λαμβανομένων υπόψη μόνον των σχολίων επί του άρθρου 10 του [υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977] (σημείο 12), ή μπορούν κατά την ερμηνεία να ληφθούν υπόψη μεταγενέστερα σχόλια, όπως οι προσθήκες που πραγματοποιήθηκαν το 2003 σχετικά με τις “εταιρίες-οχήματα” και το 2014 σχετικά με τις “συμβατικές ή εκ του νόμου υποχρεώσεις”;
δ) Ποια είναι, για την εκτίμηση του ζητήματος αν ο λήπτης των μερισμάτων πρέπει να θεωρηθεί ως “δικαιούχος” αυτών, η σημασία του κατά πόσον ο λήπτης των μερισμάτων είχε συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση να μεταφέρει τα μερίσματα σε άλλο πρόσωπο;
ε) Ποια σημασία έχει, για την εκτίμηση του ζητήματος αν ο λήπτης των μερισμάτων πρέπει να θεωρηθεί ως “δικαιούχος”, το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο, κατόπιν αξιολογήσεως των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, θα μπορούσε να διαπιστώσει ότι, ο λήπτης –χωρίς να έχει συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση να μεταφέρει σε τρίτον τα μερίσματα που εισέπραξε– δεν είχε “κατ’ ουσίαν” δικαίωμα “χρήσεως και απολαύσεως” των μερισμάτων όπως εκτίθεται στα σχόλια του 2014 επί του [υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977];
5) Αν διαπιστωθεί εν προκειμένω
– ότι υπάρχουν “εθνικές διατάξεις ή διατάξεις διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις” κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435,
– ότι η εταιρία Α, η οποία είναι εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος, διένειμε μερίσματα στη μητρική της εταιρία Β, η οποία είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος και στη συνέχεια τα μερίσματα μεταφέρθηκαν στη μητρική της εταιρίας Β εταιρία Γ, η οποία είναι εγκατεστημένη εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή [ΕΟΧ] και η οποία με τη σειρά της τα μετέφερε στη μητρική της εταιρία Δ, επίσης εγκατεστημένη εκτός Ένωσης ή [ΕΟΧ],
– ότι δεν έχει συναφθεί σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ του πρώτου κράτους μέλους και του κράτους εγκαταστάσεως της εταιρίας Γ,
– ότι έχει συναφθεί σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ του πρώτου κράτους μέλους και του κράτους εγκαταστάσεως της εταιρίας Δ, και
– ότι κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας του πρώτου κράτους, το κράτος αυτό δεν θα μπορούσε να απαιτήσει την παρακράτηση στην πηγή φόρου επί των μερισμάτων που η εταιρία Α διένειμε στην εταιρία Δ αν η Δ ήταν η άμεση ιδιοκτήτρια της εταιρίας Α,
υφίσταται τότε κατάχρηση κατά την έννοια της οδηγίας με αποτέλεσμα η εταιρία Β να μην δύναται να καλυφθεί από την προστασία της οδηγίας αυτής;
6) Όταν, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή όσον αφορά μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), αντιτίθεται το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 54 ΣΛΕΕ, σε νομοθεσία βάσει της οποίας το τελευταίο κράτος μέλος φορολογεί ως προς τα μερίσματα τη μητρική εταιρία που είναι εγκατεστημένη στο άλλο κράτος μέλος, όταν το ίδιο κράτος μέλος θεωρεί ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, οι ημεδαπές μητρικές εταιρίες απαλλάσσονται από τον φόρο επί των εν λόγω μερισμάτων;
7) Όταν, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή όσον αφορά μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), και όταν το τελευταίο κράτος μέλος θεωρεί ότι η μητρική εταιρία έχει εκεί περιορισμένη φορολογική υποχρέωση ως προς τα επίμαχα μερίσματα, αντιτίθεται το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 54 ΣΛΕΕ, σε νομοθεσία βάσει της οποίας το τελευταίο κράτος μέλος επιβάλλει στην υπεύθυνη για την παρακράτηση του φόρου στην πηγή εταιρία (στη θυγατρική) να καταβάλει τόκους υπερημερίας σε περίπτωση καθυστερήσεως σχετικά με την πληρωμή της παρακρατήσεως στην πηγή, και τούτο με επιτόκιο υψηλότερο από το επιτόκιο που το ίδιο κράτος μέλος εφαρμόζει για την είσπραξη του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων κατά εταιρίας που είναι εγκατεστημένη στο εν λόγω κράτος μέλος;
8) Αν στο δεύτερο ερώτημα δοθεί καταφατική απάντηση και στο τρίτο ερώτημα δοθεί η απάντηση ότι δεν απόκειται στον εθνικό δικαστή να ορίσει την έννοια “δικαιούχος”, και αν επομένως, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή σχετικά με μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), οφείλει τότε το τελευταίο κράτος μέλος, βάσει της οδηγίας 90/435 ή του άρθρου 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, να αναφέρει ποιον θεωρεί ότι είναι ο δικαιούχος;
9) Όταν, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή σχετικά με μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), αντιτίθεται το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 54 ΣΛΕΕ (και/ή με το άρθρο 63 ΣΛΕΕ), χωριστά ή από κοινού, σε νομοθεσία βάσει της οποίας:
– το τελευταίο κράτος μέλος υποχρεώνει τη θυγατρική εταιρία να παρακρατήσει φόρο στην πηγή επί των μερισμάτων και την καθιστά υπεύθυνη έναντι του κράτους για τους μη παρακρατηθέντες φόρους στην πηγή, ενώ τέτοια υποχρέωση παρακρατήσεως δεν υπάρχει όταν η μητρική εταιρία είναι εγκατεστημένη στο ίδιο κράτος μέλος;
– το τελευταίο κράτος μέλος επιβάλλει τόκους υπερημερίας επί του οφειλόμενου φόρου που παρακρατείται στην πηγή;
Για την απάντηση στο ένατο ερώτημα, ζητείται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να λάβει υπόψη τις απαντήσεις στο έκτο και στο έβδομο ερώτημα.
10) Σε μια κατάσταση όπου:
– εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) πληροί την κατά την οδηγία 90/435 προϋπόθεση κατοχής (κατά το έτος 2011) τουλάχιστον του 10 % του μετοχικού κεφαλαίου εταιρίας εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρικής εταιρίας),
– η μητρική εταιρία δεν θεωρείται, συγκεκριμένα, ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή όσον αφορά τα μερίσματα που διανεμήθηκαν από τη θυγατρική εταιρία,
– ο/οι (άμεσος/οι ή έμμεσος/οι) μέτοχος/οι της μητρικής εταιρίας, που κατοικεί/ούν σε τρίτη χώρα, θεωρείται/ούνται ως ο/οι δικαιούχος/οι των επίμαχων μερισμάτων·
– ο/οι ανωτέρω (άμεσος/οι ή έμμεσος/οι) μέτοχος/οι πληροί/ούν επίσης την ανωτέρω προϋπόθεση σχετικά με τη συμμετοχή στο κεφάλαιο,
αντιτίθεται το άρθρο 63 ΣΛΕΕ σε νομοθεσία βάσει της οποίας το κράτος μέλος εγκαταστάσεως της θυγατρικής εταιρίας φορολογεί τα επίμαχα μερίσματα, όταν το ίδιο κράτος μέλος θεωρεί ότι απαλλάσσονται του φόρου επί των μερισμάτων αυτών οι ημεδαπές εταιρίες που πληρούν την κατά την οδηγία 90/435 προϋπόθεση σχετικά με τη συμμετοχή στο κεφάλαιο, δηλαδή κατά το φορολογικό έτος 2011 κατείχαν τουλάχιστον το 10 % του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας που διένειμε το μέρισμα;»
2) Υπόθεση C‑117/16, Y Denmark
49 Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, η Y Inc., εταιρία εδρεύουσα στις Ηνωμένες Πολιτείες (στο εξής: Y USA) και επικεφαλής μητρική εταιρία του ομίλου Υ, είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο. Οι εγκατεστημένες στην αλλοδαπή θυγατρικές της ανήκουν στην Y Global Ltd, εταιρία εδρεύουσα στις Βερμούδες (στο εξής: Y Bermuda), της οποίας μοναδική δραστηριότητα, εκτός από την κατοχή συμμετοχών στις θυγατρικές της, είναι η κατοχή ορισμένων δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που συνδέονται με τα προϊόντα του ομίλου. Τη διαχείριση της εταιρίας έχει αναλάβει ανεξάρτητη εταιρία διαχειρίσεως.
50 Η Y Denmark, η οποία συστάθηκε στη Δανία από την Υ USA το 2000 και απασχολεί σταθερά περίπου 20 υπαλλήλους, δραστηριοποιείται στους τομείς των πωλήσεων και της υποστηρίξεως και λογοδοτεί για τις δραστηριότητές της στην Y BV, εταιρία εγκατεστημένη στις Κάτω Χώρες (στο εξής: Y Holland), η οποία φέρει την επιχειρησιακή ευθύνη για τις πωλήσεις του ομίλου εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, του Καναδά και του Μεξικού. Η Y Denmark λειτουργεί επίσης ως μητρική εταιρία για τον ευρωπαϊκό κλάδο του ομίλου Y.
51 Κατόπιν της εκδόσεως στις Ηνωμένες Πολιτείες του American Jobs Creation Act του 2004 (νόμου του 2004 περί δημιουργίας θέσεων εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες) παρασχέθηκε στις εγκατεστημένες στις Ηνωμένες Πολιτείες εταιρίες η προσωρινή δυνατότητα να επαναπατρίσουν μερίσματα από αλλοδαπές θυγατρικές εταιρίες υπό ιδιαιτέρως ευνοϊκούς φορολογικούς όρους, δεσμευόμενες σε αντάλλαγμα να διαθέσουν το προϊόν των μερισμάτων αυτών στις Ηνωμένες Πολιτείες για συγκεκριμένους σκοπούς, όπως η έρευνα και ανάπτυξη. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Y USA αποφάσισε να επαναπατρίσει το μεγαλύτερο δυνατό ποσό μερισμάτων από την Y Bermuda κατά τη χρήση από 1ης Μαΐου 2005 έως 30 Απριλίου 2006. Το συνολικό ποσό μερισμάτων, που θα συγκεντρωνόταν, ιδίως μέσω μερισμάτων καταβληθέντων από τις διάφορες θυγατρικές εταιρίες της Y Bermuda, καθορίστηκε σε 550 εκατομμύρια δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών (USD) (περίπου 450,82 εκατομμύρια ευρώ).
52 Πριν από τη διανομή των μερισμάτων, πραγματοποιήθηκε αναδιάρθρωση στον ευρωπαϊκό κλάδο του ομίλου Y. Στο πλαίσιο αυτό, στις 9 Μαΐου 2005, η Y Bermuda προέβη στη σύσταση, στην Κύπρο, της εταιρίας Y Cyprus, με αρχικό εταιρικό κεφάλαιο ύψους 20 000 USD (περίπου 16 400 ευρώ), εκ των οποίων 2 000 USD (περίπου 1 640 ευρώ) καταβλήθηκαν κατά τη σύσταση. Με σύμβαση της 16ης Σεπτεμβρίου 2005, η Y Bermuda πώλησε τη συμμετοχή της επί της Y Denmark στην Y Cyprus για 90 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσό καταβλήθηκε με την έκδοση χρεογράφου.
53 Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, η Y Cyprus είναι εταιρία χαρτοφυλακίου (holding) που ασκεί επίσης ορισμένες δραστηριότητες ταμειακής διαχειρίσεως, όπως η χορήγηση δανείων σε θυγατρικές. Από τις εκθέσεις των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της εταιρίας αυτής για τα έτη 2005-2006 και 2006-2007 προκύπτει ότι η βασική δραστηριότητα της εταιρίας ήταν η διαχείριση συμμετοχών. Επιπλέον, η εταιρία κατέβαλε αποζημίωση στα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου ύψους 571 USD (περίπου 468 ευρώ) και 915 USD (περίπου 750 ευρώ) αντιστοίχως. Βάσει των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, η εταιρία δεν κατέβαλε φόρο γιατί δεν είχε θετικό φορολογητέο εισόδημα.
54 Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι, στις 26 Σεπτεμβρίου 2005, η Y Holland αποφάσισε να διανείμει μέρισμα ύψους 76 εκατομμυρίων ευρώ προς την Y Denmark για τη χρήση 2004-2005. Το μέρισμα αυτό καταβλήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2005 στη Y Denmark. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2005, η γενική συνέλευση των εταίρων της Y Denmark ενέκρινε, για την ίδια χρήση, διανομή μερίσματος ύψους επίσης 76 εκατομμυρίων ευρώ προς τη Y Cyprus. Το ποσό αυτό καταβλήθηκε στη Y Cyprus στις 27 Οκτωβρίου 2005. Στις 28 Οκτωβρίου 2005, η Y Cyprus μετέφερε το ίδιο αυτό ποσό στη Y Bermuda ως μερική εξόφληση του δανείου που είχε συναφθεί κατά την εξαγορά της Y Denmark.
55 Στις 21 Οκτωβρίου 2005, η Y Cyprus ίδρυσε στις Κάτω Χώρες εταιρία με την επωνυμία Y Holding BV. Με σύμβαση της 25ης Οκτωβρίου 2005, η Y Denmark πώλησε τη συμμετοχή της επί της Y Holland στη Y Holding για 14 εκατομμύρια ευρώ.
56 Στις 3 Απριλίου 2006, η Y Bermuda πραγματοποίησε διανομή μερισμάτων ύψους 550 εκατομμυρίων USD (περίπου 450,82 εκατομμύρια ευρώ) προς τη Y USA. Η καταβολή του μερίσματος αυτού χρηματοδοτήθηκε με τη χρήση ιδίων κεφαλαίων και μέσω τραπεζικού δανεισμού.
57 Στις 13 Οκτωβρίου 2006, η γενική συνέλευση των εταίρων της Y Denmark ενέκρινε, για τη χρήση 2005-2006, διανομή μερίσματος ύψους 92 012 000 DKK (περίπου 12,3 εκατομμύρια ευρώ) προς τη Y Cyprus. Η Y Denmark γνωστοποίησε ότι το ποσό αυτό αποτελούσε μέρος (ως εισπρακτέο μέρισμα) του συνολικού μερίσματος ύψους 550 εκατομμυρίων USD (περίπου 450,82 εκατομμύρια ευρώ) που η Υ Bermuda είχε διανείμει στην Y USA στις 3 Απριλίου 2006, πράγμα που αμφισβήτησε το Υπουργείο Οικονομικών ελλείψει δικαιολογητικών εγγράφων. Η Y Denmark μετέφερε κατά τη διάρκεια του 2010 ποσό 92 012 000 DKK (περίπου 12,3 εκατομμύρια ευρώ) στη Y Cyprus.
58 Κατά το αιτούν δικαστήριο, το κύριο ζήτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι κατά πόσον η Y Cyprus υπέχει περιορισμένη φορολογική υποχρέωση στη Δανία ως προς τα επίμαχα μερίσματα. Με βάση το εθνικό δίκαιο, αλλοδαπή μητρική εταιρία δεν υπέχει, κατ’ αρχήν, περιορισμένη φορολογική υποχρέωση στη Δανία λόγω της καταβολής μερισμάτων. Η απαλλαγή των μερισμάτων ή η μειωμένη φορολόγησή τους εξαρτάται ωστόσο από την εφαρμογή είτε της οδηγίας 90/435 είτε συμβάσεως για την αποφυγή διπλής φορολογίας. Πλην όμως, η πλειονότητα των φορολογικών συμβάσεων που έχει συνάψει το Βασίλειο της Δανίας προβλέπει ως προϋπόθεση για την απαλλαγή ή τη μείωση της φορολογήσεως ότι η οντότητα που εισπράττει τα μερίσματα είναι ο «δικαιούχος» (retmæssig ejer) αυτών. Η οδηγία 90/435 δεν προβλέπει αντίστοιχη προϋπόθεση.
59 Η SKAT φρονεί ότι η Υ Cyprus υπέχει περιορισμένη φορολογική υποχρέωση στη Δανία ως προς τα επίμαχα μερίσματα, διότι η εν λόγω εταιρία δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιούχος των μερισμάτων αυτών κατά την έννοια της φορολογικής συμβάσεως μεταξύ του Βασιλείου της Δανίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επίσης, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας 90/435, σχετικά με την απαλλαγή από την παρακράτηση του φόρου στην πηγή.
60 Με απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2010, η SKAT διαπίστωσε ότι η Y Denmark όφειλε να είχε παρακρατήσει φόρο στην πηγή για δύο διανομές μερισμάτων που πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη 2005 και 2006 προς τη μητρική της εταιρία, την Y Cyprus, και ότι η Y Denmark έπρεπε να θεωρηθεί υπεύθυνη για την απόδοση του εν λόγω παρακρατούμενου στην πηγή φόρου.
61 Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε ένσταση ενώπιον της εθνικής φορολογικής επιτροπής. Στις 16 Δεκεμβρίου 2011, η ως άνω επιτροπή, όπως ακριβώς και η SKAT, διαπίστωσε ότι η Υ Cyprus δεν ήταν ο δικαιούχος των μερισμάτων κατά την έννοια της φορολογικής συμβάσεως μεταξύ του Βασιλείου της Δανίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά δέχθηκε τον ισχυρισμό που προέβαλε η Y Denmark ότι δεν είχε την υποχρέωση να παρακρατήσει τον φόρο στην πηγή, καθόσον η Y Cyprus μπορούσε να επικαλεστεί τους κανόνες περί απαλλαγής που προβλέπει η οδηγία 90/435.
62 Το Υπουργείο Οικονομικών άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προσφυγή κατά της αποφάσεως της εθνικής φορολογικής επιτροπής.
63 Στην απόφαση περί παραπομπής, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι οι διάδικοι συμφωνούν ως προς το γεγονός ότι η λεγόμενη «θεωρία της πραγματικότητας» δεν επιτρέπει να μη λαμβάνονται υπόψη οι φορολογικές διευθετήσεις και ότι η εταιρία που εισέπραξε τα μερίσματα, εν προκειμένω η Y Cyprus, αποτελεί τον πραγματικό λήπτη του εισοδήματος κατά την έννοια του δανικού δικαίου.
64 Υπό τις συνθήκες αυτές το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) α) Προϋποθέτει η από κράτος μέλος επίκληση του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας [90/435], το οποίο αφορά την εφαρμογή των αναγκαίων εθνικών διατάξεων για την πρόληψη της απάτης και των καταχρήσεων, ότι το εν λόγω κράτος μέλος έχει θεσπίσει ειδική εθνική διάταξη για τη μεταφορά του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη ή ότι στο εθνικό δίκαιο περιέχονται γενικές διατάξεις ή γενικές αρχές σχετικά με την απάτη και τις καταχρήσεις που μπορούν να ερμηνευθούν σε συμφωνία με το εν λόγω άρθρο 1, παράγραφος 2;
β) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, στοιχείο αʹ, δύναται το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, το οποίο ορίζει ότι “τα μερίσματα τυγχάνουν απαλλαγής από τον φόρο ή μειώσεως του φόρου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων της οδηγίας 90/435 […]” να θεωρηθεί τέτοια ειδική εθνική διάταξη κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435;
2) α) Αποτελεί συμβατική διάταξη για την πρόληψη των καταχρήσεων εμπίπτουσα στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας η διάταξη σε συναφθείσα από δύο κράτη μέλη σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας που έχει συνταχθεί σύμφωνα με το [υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ], κατά την οποία η φορολόγηση των διανεμηθέντων μερισμάτων εξαρτάται από το κατά πόσον ο λήπτης τους θεωρείται ως ο δικαιούχος των μερισμάτων αυτών;
β) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, πρέπει ο όρος “διεθνείς συμβάσεις” στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι προϋποθέτει ότι το κράτος μέλος δύναται, κατά το εσωτερικό του δίκαιο, να επικαλεστεί τη σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας εις βάρος του φορολογουμένου;
3) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, στοιχείο αʹ, απόκειται στον εθνικό δικαστή να ορίσει την έννοια “δικαιούχος”, ή, κατά την εφαρμογή της οδηγίας 90/435, η έννοια αυτή πρέπει να ερμηνεύεται κατά τέτοιον τρόπο ώστε να της αποδίδεται ορισμός κατά το δίκαιο της Ένωσης υποκείμενος στον έλεγχο του Δικαστηρίου;
4) α) Αν στο δεύτερο ερώτημα, στοιχείο αʹ, δοθεί καταφατική απάντηση και αν στο τρίτο ερώτημα δοθεί η απάντηση ότι δεν απόκειται στον εθνικό δικαστή να ορίσει την έννοια “δικαιούχος”, πρέπει ο όρος αυτός να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, η οποία, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, λαμβάνει μερίσματα από θυγατρική εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, είναι ο “δικαιούχος” των εν λόγω μερισμάτων, όπως ο όρος αυτός πρέπει να νοείται στο δίκαιο της Ένωσης;
β) Πρέπει η έννοια “δικαιούχος” να ερμηνεύεται σύμφωνα με την έννοια που έχει ο αντίστοιχος όρος στο άρθρο 1, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας [2003/49];
γ) Πρέπει η έννοια αυτή να ερμηνεύεται λαμβανομένων υπόψη μόνον των σχολίων επί του άρθρου 10 του [υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977] (σημείο 12), ή μπορούν κατά την ερμηνεία να ληφθούν υπόψη μεταγενέστερα σχόλια, όπως οι προσθήκες που πραγματοποιήθηκαν το 2003 σχετικά με τις “εταιρίες-οχήματα” και το 2014 σχετικά με τις “συμβατικές ή εκ του νόμου υποχρεώσεις”;
δ) Ποια είναι, για την εκτίμηση του ζητήματος αν ο λήπτης των μερισμάτων πρέπει να θεωρηθεί ως “δικαιούχος” αυτών, η σημασία του κατά πόσον ο λήπτης των μερισμάτων είχε συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση να μεταφέρει τα μερίσματα σε άλλο πρόσωπο;
ε) Ποια σημασία έχει, για την εκτίμηση του ζητήματος αν ο λήπτης των μερισμάτων πρέπει να θεωρηθεί ως “δικαιούχος”, το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο, κατόπιν αξιολογήσεως των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, θα μπορούσε να διαπιστώσει ότι ο λήπτης –χωρίς να έχει συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση να μεταφέρει σε τρίτον τα μερίσματα που εισέπραξε– δεν είχε “κατ’ ουσίαν” δικαίωμα “χρήσεως και απολαύσεως” των μερισμάτων όπως εκτίθεται στα σχόλια του 2014 επί του [υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977];
5) Αν διαπιστωθεί εν προκειμένω
– ότι υπάρχουν “εθνικές διατάξεις ή διατάξεις διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις” κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435/ΕΟΚ,
– ότι η εταιρία Α, η οποία είναι εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος, διένειμε μερίσματα στη μητρική της εταιρία Β, η οποία είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος και στη συνέχεια τα μερίσματα μεταφέρθηκαν στη μητρική της εταιρίας Β εταιρία Γ, η οποία είναι εγκατεστημένη εκτός της Ένωσης [ή του ΕΟΧ] και η οποία με τη σειρά της τα μετέφερε στη μητρική της εταιρία Δ, επίσης εγκατεστημένη εκτός ΕΕ/ΕΟΧ,
– ότι δεν έχει συναφθεί σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ του πρώτου κράτους μέλους και του κράτους εγκαταστάσεως της εταιρίας Γ,
– ότι έχει συναφθεί σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ του πρώτου κράτους μέλους και του κράτους εγκαταστάσεως της εταιρίας Δ, και
– ότι κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας του πρώτου κράτους, το κράτος αυτό δεν θα μπορούσε να απαιτήσει την παρακράτηση στην πηγή φόρου επί των μερισμάτων που η εταιρία Α διένειμε στην εταιρία Δ αν η Δ ήταν η άμεση ιδιοκτήτρια της εταιρίας Α,
υφίσταται τότε κατάχρηση κατά την έννοια της οδηγίας με αποτέλεσμα η εταιρία Β να μην δύναται να καλυφθεί από την προστασία της οδηγίας αυτής;
6) Όταν, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 2 της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή όσον αφορά μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), αντιτίθεται το άρθρο 43 ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 48 ΕΚ (και/ή το άρθρο 56 ΕΚ), σε νομοθεσία βάσει της οποίας το τελευταίο κράτος μέλος φορολογεί ως προς τα μερίσματα τη μητρική εταιρία που είναι εγκατεστημένη στο άλλο κράτος μέλος, όταν το ίδιο κράτος μέλος θεωρεί ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, οι ημεδαπές μητρικές εταιρίες απαλλάσσονται από τον φόρο επί των εν λόγω μερισμάτων;
7) Όταν, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή όσον αφορά μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), και όταν το τελευταίο κράτος μέλος θεωρεί ότι η μητρική εταιρία έχει εκεί περιορισμένη φορολογική υποχρέωση ως προς τα επίμαχα μερίσματα, αντιτίθεται το άρθρο 43 ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 48 ΕΚ (και/ή το άρθρο 56 ΕΚ), σε νομοθεσία βάσει της οποίας το τελευταίο κράτος μέλος επιβάλλει στην υπεύθυνη για την παρακράτηση του φόρου στην πηγή εταιρία (στη θυγατρική) να καταβάλει τόκους υπερημερίας σε περίπτωση καθυστερήσεως σχετικά με την πληρωμή της παρακρατήσεως στην πηγή, και τούτο με επιτόκιο υψηλότερο από το επιτόκιο που το ίδιο κράτος μέλος εφαρμόζει για την είσπραξη του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων κατά εταιρίας που είναι εγκατεστημένη στο εν λόγω κράτος μέλος;
8) Αν στο δεύτερο ερώτημα, στοιχείο αʹ, δοθεί καταφατική απάντηση και στο τρίτο ερώτημα δοθεί η απάντηση ότι δεν απόκειται στον εθνικό δικαστή να ορίσει την έννοια “δικαιούχος”, και αν επομένως, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή σχετικά με μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), οφείλει τότε το τελευταίο κράτος μέλος, βάσει της οδηγίας 90/435 ή του άρθρου 10 ΕΚ, να αναφέρει ποιον θεωρεί ότι είναι ο δικαιούχος;
9) Όταν, συγκεκριμένα, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή σχετικά με μερίσματα που έλαβε από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρική εταιρία), αντιτίθεται το άρθρο 43 ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 48 ΕΚ (ή με το άρθρο 56 ΕΚ), χωριστά ή από κοινού, σε νομοθεσία βάσει της οποίας:
– το τελευταίο κράτος μέλος υποχρεώνει τη θυγατρική εταιρία να παρακρατήσει φόρο στην πηγή επί των μερισμάτων και την καθιστά υπεύθυνη έναντι του κράτους για τους μη παρακρατηθέντες φόρους στην πηγή, ενώ τέτοια υποχρέωση παρακρατήσεως δεν υπάρχει όταν η μητρική εταιρία είναι εγκατεστημένη στο ίδιο κράτος μέλος;
– το τελευταίο κράτος μέλος επιβάλλει τόκους υπερημερίας επί του οφειλόμενου φόρου που παρακρατείται στην πηγή;
Για την απάντηση στο ένατο ερώτημα, ζητείται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να λάβει υπόψη τις απαντήσεις στο έκτο και στο έβδομο ερώτημα.
10) Σε μια κατάσταση όπου:
– εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος (μητρική εταιρία) πληροί την κατά την οδηγία 90/435/ΕΟΚ προϋπόθεση κατοχής (κατά τα έτη 2005 και 2006) τουλάχιστον του 20 % του μετοχικού κεφαλαίου εταιρίας που κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος (θυγατρικής εταιρίας),
– η μητρική εταιρία δεν θεωρείται, συγκεκριμένα, ως δυνάμενη να τύχει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, απαλλαγής από τον φόρο στην πηγή όσον αφορά τα μερίσματα που διανεμήθηκαν από τη θυγατρική εταιρία,
– ο/οι (άμεσος/οι ή έμμεσος/οι) μέτοχος/οι της μητρικής εταιρίας, που κατοικεί/ούν σε τρίτη χώρα, θεωρείται/ούνται ως ο/οι δικαιούχος/οι των επίμαχων μερισμάτων,
– ο/οι ανωτέρω (άμεσος/οι ή έμμεσος/οι) μέτοχος/οι πληροί/ούν επίσης την ανωτέρω προϋπόθεση σχετικά με τη συμμετοχή στο κεφάλαιο,
αντιτίθεται το άρθρο 56 ΕΚ σε νομοθεσία βάσει της οποίας το κράτος μέλος εγκαταστάσεως της θυγατρικής εταιρίας φορολογεί τα επίμαχα μερίσματα, όταν το ίδιο κράτος μέλος θεωρεί ότι απαλλάσσονται του φόρου επί των μερισμάτων αυτών οι ημεδαπές εταιρίες που πληρούν την κατά την οδηγία 90/435 προϋπόθεση σχετικά με τη συμμετοχή στο κεφάλαιο, δηλαδή κατά τα φορολογικά έτη 2005 και 2006 κατείχαν τουλάχιστον το 20 % (15 % κατά τα έτη 2007 και 2008 και έπειτα 10 %) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας που διένειμε το μέρισμα;»
Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου
65 Λόγω της συνάφειας των δύο υποθέσεων των κυρίων δικών, οι οποίες αφορούν αμφότερες την ερμηνεία της οδηγίας 90/435 και των θεμελιωδών ελευθεριών που κατοχυρώνονται στις Συνθήκες, οι υποθέσεις αυτές πρέπει να συνεκδικαστούν προς έκδοση κοινής αποφάσεως.
66 Με έγγραφο της 2ας Μαρτίου 2017, η Δανική Κυβέρνηση ζήτησε, σύμφωνα με το άρθρο 16, τρίτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την εκδίκαση των υποθέσεων αυτών από το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου. Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των ομοιοτήτων μεταξύ των υποθέσεων αυτών και των υποθέσεων C‑115/16, C‑118/16, C‑119/16 και C‑299/16, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της σημερινής αποφάσεως, N Luxembourg 1 κ.λπ. (C‑115/16, C‑118/16, C‑119/16 και C‑299/16), η Δανική Κυβέρνηση πρότεινε επίσης να διεξαγάγει το Δικαστήριο, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 77 του Κανονισμού Διαδικασίας, κοινή επ’ ακροατηρίου συζήτηση για το σύνολο των υποθέσεων αυτών. Το Δικαστήριο δέχθηκε τα αιτήματα της Δανικής Κυβερνήσεως.
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
67 Τα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το εθνικό δικαστήριο αφορούν τρία ζητήματα. Το πρώτο ζήτημα αφορά την ύπαρξη νομικής βάσεως παρέχουσας σε κράτος μέλος τη δυνατότητα να αρνείται, λόγω καταχρήσεως δικαιώματος, το δικαίωμα απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 90/435 σε εταιρία που διένειμε κέρδη σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, της οποίας είναι θυγατρική. Εφόσον υφίσταται μια τέτοια νομική βάση, το δεύτερο ζήτημα που τίθεται με τα ως άνω ερωτήματα αφορά τα στοιχεία που θεμελιώνουν ενδεχόμενη κατάχρηση δικαιώματος και τους σχετικούς τρόπους αποδείξεως αυτής. Τέλος, το τρίτο ζήτημα, που τίθεται με τα ερωτήματα τα οποία υποβάλλονται ομοίως σε περίπτωση που υφίσταται δυνατότητα ενός κράτους μέλους να αρνηθεί να χορηγήσει σε μια τέτοια εταιρία τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται η οδηγία 90/435, αφορά την ερμηνεία των διατάξεων της Συνθήκης ΛΕΕ σχετικά με την ελευθερία εγκαταστάσεως και την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν η δανική νομοθεσία παραβιάζει τις ελευθερίες αυτές.
Επί των πρώτων, των δευτέρων και των τρίτων ερωτημάτων καθώς και επί των τετάρτων ερωτημάτων, στοιχεία αʹ έως γʹ, στις υποθέσεις των κυρίων δικών
68 Με τα τρία πρώτα προδικαστικά ερωτήματα και με τα τέταρτα προδικαστικά ερωτήματα, στοιχεία αʹ έως γ ʹ, στις υποθέσεις των κυρίων δικών, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν, πρώτον, εάν η καταπολέμηση της απάτης ή των καταχρήσεων, την οποία επιτρέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, προϋποθέτει την ύπαρξη προβλεπόμενης στο εθνικό δίκαιο ή σε διεθνή σύμβαση διατάξεως κατά των καταχρήσεων κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου. Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατά πόσον σύμβαση συνταχθείσα σύμφωνα με το υπόδειγμα φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ και περιέχουσα την έννοια του «δικαιούχου» μπορεί να συνιστά προβλεπόμενη σε διεθνή σύμβαση διάταξη κατά των καταχρήσεων, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435. Τρίτον, το αιτούν δικαστήριο ερωτά εάν η έννοια αυτή του «δικαιούχου» αποτελεί έννοια του δικαίου της Ένωσης και πρέπει να νοείται όπως η έννοια του «δικαιούχου» του άρθρου 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/49 και εάν είναι δυνατό να ληφθεί υπόψη, για την ερμηνεία της διατάξεως αυτής, το άρθρο 10 του υποδείγματος φορολογικής συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977. Ειδικότερα, ερωτά εάν μια διάταξη που περιέχει την έννοια του «δικαιούχου» μπορεί να θεωρηθεί νομική βάση για την καταπολέμηση της καταχρήσεως δικαιώματος.
69 Κατ’ αρχάς, πρέπει να εξεταστούν τα πρώτα προδικαστικά ερωτήματα στις υποθέσεις των κυρίων δικών, με τα οποία το αιτούν δικαστήριο ερωτά εάν, για την αντιμετώπιση της καταχρήσεως δικαιώματος στο πλαίσιο της εφαρμογής της οδηγίας 90/435, ένα κράτος μέλος πρέπει να έχει θεσπίσει ειδική διάταξη του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της οδηγίας αυτής στην εσωτερική έννομη τάξη ή αν μπορεί να παραπέμπει σε προβλεπόμενες στο εθνικό δίκαιο ή σε διεθνείς συμβάσεις αρχές ή διατάξεις κατά των καταχρήσεων.
70 Συναφώς, κατά πάγια νομολογία, υφίσταται στο πλαίσιο του δικαίου της Ένωσης γενική αρχή του δικαίου κατά την οποία οι πολίτες δεν μπορούν να επικαλούνται δολίως ή καταχρηστικώς τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης (αποφάσεις της 9ης Μαρτίου 1999, Centros, C‑212/97, EU:C:1999:126, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, της 21ης Φεβρουαρίου 2006, Halifax κ.λπ., C‑255/02, EU:C:2006:121, σκέψη 68, της 12ης Σεπτεμβρίου 2006, Cadbury Schweppes και Cadbury Schweppes Overseas, C‑196/04, EU:C:2006:544, σκέψη 35, της 22ας Νοεμβρίου 2017, Cussens κ.λπ., C‑251/16, EU:C:2017:881, σκέψη 27, καθώς και της 11ης Ιουλίου 2018, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑356/15, EU:C:2018:555, σκέψη 99).
71 Η τήρηση της γενικής αυτής αρχής του δικαίου επιβάλλεται στους πολίτες. Συγκεκριμένα, η εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης δεν μπορεί να επεκτείνεται μέχρι σημείου που να καλύπτει τις πράξεις που διενεργούνται με σκοπό τη δόλια ή καταχρηστική εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων που προβλέπει το δίκαιο της Ένωσης (πρβλ. αποφάσεις της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed, C‑321/05, EU:C:2007:408, σκέψη 38, της 22ας Νοεμβρίου 2017, Cussens κ.λπ., C‑251/16, EU:C:2017:881, σκέψη 27, καθώς και της 11ης Ιουλίου 2018, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑356/15, EU:C:2018:555, σκέψη 99).
72 Ως εκ τούτου, προκύπτει από την αρχή αυτή ότι ένα κράτος μέλος οφείλει να αρνείται το ευεργέτημα των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, όταν αυτές δεν προβάλλονται προκειμένου να επιτευχθούν οι σκοποί των εν λόγω διατάξεων, αλλά προκειμένου να αντληθεί όφελος από το δίκαιο της Ένωσης ενώ δεν πληρούνται τυπικώς οι προϋποθέσεις για την παροχή του οφέλους αυτού.
73 Τούτο ισχύει, για παράδειγμα, όταν η εκτέλεση των τελωνειακών διατυπώσεων δεν εντάσσεται στο πλαίσιο φυσιολογικών εμπορικών συναλλαγών αλλά είναι καθαρά τυπική και αποσκοπεί μόνο στην καταχρηστική εκμετάλλευση του συστήματος χορηγήσεως εξισωτικών ποσών (πρβλ. αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου 1981, Schumacher κ.λπ., 250/80, EU:C:1981:246, σκέψη 16, καθώς και της 3ης Μαρτίου 1993, General Milk Products, C‑8/92, EU:C:1993:82, σκέψη 21) ή επιστροφών κατά την εξαγωγή (πρβλ. απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2000, Emsland-Stärke, C‑110/99, EU:C:2000:695, σκέψη 59).
74 Επιπλέον, η αρχή της απαγορεύσεως της καταχρήσεως δικαιώματος εφαρμόζεται σε ποικίλους τομείς, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων (απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 1985, Association des Centres distributeurs Leclerc και Thouars Distribution, 229/83, EU:C:1985:1, σκέψη 27), η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (απόφαση της 3ης Φεβρουαρίου 1993, Veronica Omroep Organisatie, C‑148/91, EU:C:1993:45, σκέψη 13), οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών (απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Azienda sanitaria locale n. 5 «Spezzino» κ.λπ., C‑113/13, EU:C:2014:2440, σκέψη 62), η ελευθερία εγκαταστάσεως (απόφαση της 9ης Μαρτίου 1999, Centros, C‑212/97, EU:C:1999:126, σκέψη 24), το δίκαιο των εταιριών (απόφαση της 23ης Μαρτίου 2000, Διαμαντής, C‑373/97, EU:C:2000:150, σκέψη 33), η κοινωνική ασφάλιση (αποφάσεις της 2ας Μαΐου 1996, Paletta, C‑206/94, EU:C:1996:182, σκέψη 24, της 6ης Φεβρουαρίου 2018, Altun κ.λπ., C‑359/16, EU:C:2018:63, σκέψη 48, καθώς και της 11ης Ιουλίου 2018, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑356/15, EU:C:2018:555, σκέψη 99), οι μεταφορές (απόφαση της 6ης Απριλίου 2006, Agip Petroli, C‑456/04, EU:C:2006:241, σκέψεις 19 έως 25), η κοινωνική πολιτική (απόφαση της 28ης Ιουλίου 2016, Kratzer, C‑423/15, EU:C:2016:604, σκέψεις 37 έως 41), τα περιοριστικά μέτρα (απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2011, C‑72/11, Afrasiabi κ.λπ., EU:C:2011:874, σκέψη 62), ή ακόμη ο φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) (απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2006, Halifax κ.λπ., C‑255/02, EU:C:2006:121, σκέψη 74).
75 Όσον αφορά τον τομέα του ΦΠΑ, το Δικαστήριο έχει επανειλημμένως επισημάνει ότι, μολονότι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και των ενδεχόμενων καταχρήσεων αποτελεί σκοπό τον οποίο αναγνωρίζει και προάγει η έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), η αρχή της απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών αποτελεί εντούτοις γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης που εφαρμόζεται ανεξαρτήτως του εάν τα δικαιώματα ή πλεονεκτήματα των οποίων γίνεται κατάχρηση θεμελιώνονται στις Συνθήκες, σε κανονισμό ή σε οδηγία (πρβλ. απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2017, Cussens κ.λπ., C‑251/16, EU:C:2017:881, σκέψεις 30 και 31).
76 Επομένως, η γενική αρχή της απαγορεύσεως καταχρηστικών πρακτικών πρέπει να αντιτάσσεται σε όποιον επικαλείται ορισμένους κανόνες του δικαίου της Ένωσης που προβλέπουν κάποιο όφελος κατά τρόπο που δεν συνάδει με τους σκοπούς που επιδιώκουν οι κανόνες αυτοί. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η αρχή αυτή δύναται να αντιταχθεί σε υποκείμενο στον φόρο προκειμένου να μην του αναγνωρισθεί, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα απαλλαγής από τον ΦΠΑ, ακόμη και ελλείψει διατάξεων του εθνικού δικαίου που να προβλέπουν τέτοια άρνηση (πρβλ. αποφάσεις της 18ης Δεκεμβρίου 2014, Schoenimport «Italmoda» Mariano Previti κ.λπ., C‑131/13, C‑163/13 και C‑164/13, EU:C:2014:2455, σκέψη 62, καθώς και της 22ας Νοεμβρίου 2017, Cussens κ.λπ., C‑251/16, EU:C:2017:881, σκέψη 33).
77 Μολονότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435 προβλέπει ότι η οδηγία αυτή δεν εμποδίζει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων ή διατάξεων διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αποκλείει την εφαρμογή της γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης περί απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών, που υπομνήσθηκε στις σκέψεις 70 έως 72 της παρούσας αποφάσεως. Πράγματι, οι πράξεις οι οποίες κατά τους ισχυρισμούς της SKAT συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Weald Leasing, C‑103/09, EU:C:2010:804, σκέψη 42) και δεν είναι ενδεχομένως συμβατές προς τον σκοπό που επιδιώκει η οδηγία αυτή.
78 Συναφώς, όπως προκύπτει από την πρώτη και την τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 90/435, η οδηγία αυτή αποσκοπεί στη διευκόλυνση της συνενώσεως εταιριών σε επίπεδο Ένωσης με τη θέσπιση φορολογικών κανόνων ουδέτερων ως προς τον ανταγωνισμό, ώστε να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της κοινής αγοράς, να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους και να ενισχύσουν την ανταγωνιστική τους θέση διεθνώς.
79 Πλην όμως, το να επιτρέπεται η δημιουργία χρηματοοικονομικών διευθετήσεων με μοναδικό σκοπό την αποκόμιση φορολογικών πλεονεκτημάτων που απορρέουν από την εφαρμογή της οδηγίας 90/435 δεν συνάδει με τέτοιους σκοπούς και, αντιθέτως, θίγει την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς νοθεύοντας τους όρους του ανταγωνισμού. Όπως επισήμανε, εν ολίγοις, η γενική εισαγγελέας στο σημείο 51 των προτάσεών της στην υπόθεση C‑116/16, τούτο ισχύει ακόμη και όταν οι επίμαχες πράξεις δεν επιδιώκουν αποκλειστικώς έναν τέτοιο σκοπό, το δε Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η αρχή της απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών εφαρμόζεται, σε φορολογικά ζητήματα, όταν η επίτευξη φορολογικού πλεονεκτήματος αποτελεί τον κύριο σκοπό των επίμαχων πράξεων (πρβλ. αποφάσεις της 21ης Φεβρουαρίου 2008, Part Service, C‑425/06, EU:C:2008:108, σκέψη 45, καθώς και της 22ας Νοεμβρίου 2017, Cussens κ.λπ., C‑251/16, EU:C:2017:881, σκέψη 53).
80 Κατά τα λοιπά, δεν μπορεί να αντιταχθεί στην εφαρμογή της γενικής αρχής της απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών το δικαίωμα των φορολογουμένων να επωφεληθούν από τον ανταγωνισμό στον οποίο επιδίδονται τα κράτη μέλη λόγω ελλιπούς εναρμονίσεως της φορολογίας εισοδήματος. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι σκοπός της οδηγίας 90/435 ήταν η εναρμόνιση στον τομέα της άμεσης φορολογίας με τη θέσπιση φορολογικών κανόνων ουδέτερων από την άποψη του ανταγωνισμού και ότι η οδηγία αυτή δεν αποσκοπούσε στο να στερήσει από τα κράτη μέλη τη δυνατότητα να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης και των καταχρήσεων.
81 Μολονότι η αναζήτηση, από έναν φορολογούμενο, του ευνοϊκότερου για αυτόν φορολογικού καθεστώτος δεν μπορεί, αυτή καθεαυτήν, να θεμελιώσει γενικό τεκμήριο απάτης ή καταχρήσεως (πρβλ. αποφάσεις της 12ης Σεπτεμβρίου 2006, Cadbury Schweppes και Cadbury Schweppes Overseas, C‑196/04, EU:C:2006:544, σκέψη 50, της 29ης Νοεμβρίου 2011, National Grid Indus, C‑371/10, EU:C:2011:785, σκέψη 84, καθώς και της 24ης Νοεμβρίου 2016, SECIL, C‑464/14, EU:C:2016:896, σκέψη 60), γεγονός παραμένει ότι ένας τέτοιος φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλεστεί δικαίωμα ή πλεονέκτημα που απορρέει από το δίκαιο της Ένωσης οσάκις η επίμαχη πράξη είναι αμιγώς επίπλαστη σε οικονομικό επίπεδο και αποσκοπεί στην αποφυγή της υπαγωγής στη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους (πρβλ. αποφάσεις της 12ης Σεπτεμβρίου 2006, Cadbury Schweppes και Cadbury Schweppes Overseas, C‑196/04, EU:C:2006:544, σκέψη 51, της 7ης Νοεμβρίου 2013, K, C‑322/11, EU:C:2013:716, σκέψη 61, καθώς και της 25ης Οκτωβρίου 2017, Polbud – Wykonawstwo, C‑106/16, EU:C:2017:804, σκέψεις 61 έως 63).
82 Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι εναπόκειται στις εθνικές αρχές και στα εθνικά δικαστήρια να αρνούνται την αναγνώριση των δικαιωμάτων που προβλέπει η οδηγία 90/435, εφόσον αυτά προβάλλονται δολίως ή καταχρηστικώς.
83 Ως εκ τούτου, υπό το πρίσμα της γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης περί απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών και της ανάγκης να τηρείται η αρχή αυτή στο πλαίσιο της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, η απουσία εθνικών διατάξεων ή διατάξεων διεθνών συμβάσεων κατά των καταχρήσεων δεν επηρεάζει την υποχρέωση των εθνικών αρχών να αρνούνται την αναγνώριση των δικαιωμάτων που προβλέπει η οδηγία 90/435, τα οποία προβάλλονται δολίως ή καταχρηστικώς.
84 Οι καθών των κυρίων δικών επικαλούνται την απόφαση της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed (C‑321/05, EU:C:2007:408), η οποία αφορούσε το πλεονέκτημα φοροαπαλλαγής που προβλέπεται στην οδηγία 90/434/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ 1990, L 225, σ. 1), για να υποστηρίξουν ότι, βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση των πλεονεκτημάτων που προβλέπει η οδηγία αυτή μόνον εάν η εθνική νομοθεσία περιλαμβάνει συναφώς διακριτή και ειδική νομική βάση.
85 Εντούτοις, η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
86 Ασφαλώς, το Δικαστήριο υπενθύμισε, στη σκέψη 42 της αποφάσεως της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed (C‑321/05, EU:C:2007:408), ότι η αρχή της ασφαλείας δικαίου απαγορεύει να δημιουργούν οι οδηγίες, αφ’ εαυτών, υποχρεώσεις σε ιδιώτες και, επομένως, οι οδηγίες δεν μπορούν να προβάλλονται, αυτές καθεαυτές, από το κράτος μέλος έναντι των ιδιωτών.
87 Το Δικαστήριο υπενθύμισε επίσης ότι μια τέτοια διαπίστωση δεν θίγει την απαίτηση βάσει της οποίας όλες οι αρχές των κρατών μελών, όταν εφαρμόζουν το εθνικό δίκαιο, οφείλουν να το ερμηνεύουν στο μέτρο του δυνατού υπό το φως του κειμένου και του σκοπού των οδηγιών, ώστε να επιτευχθεί το αποτέλεσμα που αυτές επιδιώκουν, οι δε εν λόγω αρχές δύνανται, συνεπώς, να αντιτάξουν στους ιδιώτες μια σύμφωνη ερμηνεία του εθνικού δικαίου (πρβλ. απόφαση της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed, C‑321/05, EU:C:2007:408, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
88 Βάσει αυτών ακριβώς των εκτιμήσεων, το Δικαστήριο κάλεσε το αιτούν δικαστήριο να εξετάσει κατά πόσον υφίστατο, στο δανικό δίκαιο, διάταξη ή γενική αρχή που να απαγορεύει την κατάχρηση δικαιώματος ή άλλες διατάξεις σχετικά με τη φοροδιαφυγή ή τη φοροαποφυγή, οι οποίες θα μπορούσαν να ερμηνευθούν κατά τρόπο σύμφωνο με τη διάταξη της οδηγίας 90/434, δυνάμει της οποίας, κατ’ ουσίαν, ένα κράτος μέλος μπορεί να αρνηθεί να αναγνωρίσει το δικαίωμα εκπτώσεως που προβλέπεται στην οδηγία αυτή, εάν υφίσταται πράξη που κατατείνει ουσιωδώς στην τέλεση φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής, εν συνεχεία δε κάλεσε το αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει, αναλόγως της περιπτώσεως, κατά πόσον στην υπόθεση της κύριας δίκης πληρούνταν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των εσωτερικών αυτών διατάξεων (πρβλ. απόφαση της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed, C‑321/05, EU:C:2007:408, σκέψεις 46 και 47).
89 Ωστόσο, ακόμη και αν αποδεικνυόταν, στις υποθέσεις των κυρίων δικών, ότι το εθνικό δίκαιο δεν περιέχει διατάξεις δυνάμενες να ερμηνευθούν κατά τρόπο σύμφωνο προς το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, δεν μπορεί να συναχθεί εξ αυτού, ανεξαρτήτως του τι αποφάνθηκε το Δικαστήριο με την απόφαση της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed (C‑321/05, EU:C:2007:408), ότι οι εθνικές αρχές και τα εθνικά δικαστήρια κωλύονται να αρνηθούν να παράσχουν το πλεονέκτημα που αντλείται από το προβλεπόμενο στο άρθρο 5 της οδηγίας αυτής δικαίωμα απαλλαγής, σε περίπτωση απάτης ή καταχρήσεως δικαιώματος (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 2014, Schoenimport «Italmoda» Mariano Previti κ.λπ., C‑131/13, C‑163/13 και C‑164/13, EU:C:2014:2455, σκέψη 54).
90 Πράγματι, άρνηση αντιτασσόμενη σε φορολογούμενο λόγω τέτοιων περιστάσεων δεν εμπίπτει στην περίπτωση που αναφέρεται στη σκέψη 86 της παρούσας αποφάσεως, καθόσον είναι σύμφωνη προς τη γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης ότι κανείς δεν μπορεί να επικαλείται τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης δολίως ή καταχρηστικώς (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 2014, Schoenimport «Italmoda» Mariano Previti κ.λπ., C‑131/13, C‑163/13 και C‑164/13, EU:C:2014:2455, σκέψεις 55 και 56 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
91 Ως εκ τούτου, στο μέτρο που, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 70 της παρούσας αποφάσεως, συνιστώντα κατάχρηση ή απάτη πραγματικά περιστατικά δεν είναι δυνατό να θεμελιώσουν δικαίωμα προβλεπόμενο από την έννομη τάξη της Ένωσης, η άρνηση παροχής πλεονεκτήματος βάσει οδηγίας, όπως η οδηγία 90/435, δεν ισοδυναμεί με επιβολή υποχρεώσεως στον οικείο ιδιώτη δυνάμει της οδηγίας αυτής, αλλά αποτελεί απλώς τη συνέπεια της διαπιστώσεως ότι οι αντικειμενικές προϋποθέσεις που απαιτούνται προκειμένου να παρασχεθεί το επιδιωκόμενο πλεονέκτημα, οι οποίες προβλέπονται από την εν λόγω οδηγία όσον αφορά το δικαίωμα αυτό, πληρούνται μόνον τυπικώς (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 2014,, Schoenimport «Italmoda» Mariano Previti κ.λπ., C‑131/13, C‑163/13 και C‑164/13, EU:C:2014:2455, σκέψη 57 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
92 Υπό τέτοιες συνθήκες, τα κράτη μέλη οφείλουν, ως εκ τούτου, να αρνούνται να παράσχουν το πλεονέκτημα που απορρέει από την οδηγία 90/435, σύμφωνα με τη γενική αρχή απαγορεύσεως των καταχρηστικών πρακτικών κατά την οποία το δίκαιο της Ένωσης δεν μπορεί να καλύπτει τις καταχρηστικές πρακτικές οικονομικών φορέων (πρβλ. απόφαση της 11ης Ιουλίου 2018, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑356/15, EU:C:2018:555, σκέψη 99 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
93 Λαμβανομένης υπόψη της διαπιστώσεως που περιέχεται στη σκέψη 72 της παρούσας αποφάσεως, παρέλκει η απάντηση στα δεύτερα ερωτήματα που υποβλήθηκαν από το αιτούν δικαστήριο, τα οποία αφορούν κατ’ ουσίαν το ζήτημα κατά πόσον η διάταξη μιας διμερούς συμβάσεως για την αποφυγή της διπλής φορολογίας η οποία αναφέρεται στην έννοια του «δικαιούχου» μπορεί να συνιστά νομική βάση για την καταπολέμηση των δολίων και καταχρηστικών πρακτικών στο πλαίσιο της οδηγίας 90/435.
94 Υπό τις συνθήκες αυτές, παρέλκει επίσης η απάντηση στα τρίτα ερωτήματα καθώς και στα τέταρτα ερωτήματα, στοιχεία αʹ έως γʹ, σχετικά με την ερμηνεία της ίδιας αυτής έννοιας του «δικαιούχου», δεδομένου ότι τα ερωτήματα αυτά υποβλήθηκαν μόνο για την περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στα δεύτερα ερωτήματα.
95 Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στα πρώτα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης κατά την οποία οι πολίτες δεν μπορούν να επικαλούνται δολίως ή καταχρηστικώς τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το πλεονέκτημα της προβλεπόμενης στο άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή του φόρου επί των κερδών που διανέμονται από θυγατρική στη μητρική της εταιρία, πρέπει, σε περίπτωση δόλιας ή καταχρηστικής πρακτικής, να μη χορηγείται σε φορολογούμενο από τις εθνικές αρχές και τα εθνικά δικαστήρια, ακόμη και ελλείψει διατάξεων του εθνικού δικαίου ή διεθνών συμβάσεων που να προβλέπουν τέτοια άρνηση.
Επί των τετάρτων ερωτημάτων, στοιχεία δʹ και εʹ, καθώς και επί των πέμπτων και των όγδοων ερωτημάτων στις υποθέσεις των κυρίων δικών
96 Με τα τέταρτα προδικαστικά ερωτήματα, στοιχεία δʹ και εʹ, καθώς και με τα πέμπτα προδικαστικά ερωτήματα στις υποθέσεις των κυρίων δικών, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, ποια είναι τα στοιχεία που στοιχειοθετούν κατάχρηση δικαιώματος και πώς τα στοιχεία αυτά μπορούν να αποδειχθούν. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, ιδίως, κατά πόσον μια εταιρία μπορεί να θεωρηθεί ότι πράγματι εισέπραξε μερίσματα από τη θυγατρική της όταν υπέχει συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση να καταβάλει τα μερίσματα αυτά σε τρίτο, ή όταν από τα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι, «κατ’ ουσίαν», η εταιρία αυτή, χωρίς να υπέχει τέτοια υποχρέωση, δεν διαθέτει δικαίωμα «χρήσεως και απολαύσεως των μερισμάτων» κατά την έννοια των σχολίων που εγκρίθηκαν το 2014 για το υπόδειγμα συμβάσεως του ΟΟΣΑ του 1977. Διερωτάται επίσης εάν μπορεί να υφίσταται κατάχρηση δικαιώματος, όταν τα μερίσματα που μεταφέρονται από εταιρίες οχήματα έχουν εν τέλει ως δικαιούχο εταιρία εδρεύουσα σε τρίτο κράτος με το οποίο το οικείο κράτος μέλος έχει συνάψει φορολογική σύμβαση. Με τα όγδοα ερωτήματα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά περαιτέρω, κατ’ ουσίαν, εάν κράτος μέλος το οποίο αρνείται να αναγνωρίσει σε εταιρία άλλου κράτους μέλους την ιδιότητα του δικαιούχου των μερισμάτων οφείλει να προσδιορίσει την εταιρία την οποία θεωρεί, κατά περίπτωση, δικαιούχο.
Επί των στοιχείων που συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων
97 Όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη καταχρηστικής πρακτικής, απαιτείται αφενός μεν η συνδρομή ενός συνόλου αντικειμενικών περιστάσεων από τις οποίες να προκύπτει ότι, παρά την τυπική τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, δεν επιτεύχθηκε ο επιδιωκόμενος με τη νομοθεσία αυτή σκοπός, αφετέρου δε η ύπαρξη ενός υποκειμενικού στοιχείου, το οποίο συνίσταται στη βούληση του ενδιαφερομένου να αποκομίσει όφελος από τη νομοθεσία της Ένωσης δημιουργώντας τεχνητά τις προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να αντλήσει το όφελος αυτό (αποφάσεις της 14ης Δεκεμβρίου 2000, Emsland-Stärke, C‑110/99, EU:C:2000:695, σκέψεις 52 και 53, καθώς και της 12ης Μαρτίου 2014, O. και B., C‑456/12, EU:C:2014:135, σκέψη 58).
98 Η εξέταση, επομένως, ενός συνόλου πραγματικών περιστατικών καθιστά δυνατό να εξακριβωθεί εάν συντρέχουν οι περιστάσεις που συνιστούν καταχρηστική πρακτική και ιδίως εάν οικονομικοί φορείς έχουν πραγματοποιήσει αμιγώς τυπικές ή τεχνητές συναλλαγές στερούμενες κάθε οικονομικής και εμπορικής δικαιολογήσεως, με πρωταρχικό σκοπό να αποκομίσουν αδικαιολόγητο πλεονέκτημα (πρβλ. αποφάσεις της 20ής Ιουνίου 2013, Newey, C‑653/11, EU:C:2013:409, σκέψεις 47 έως 49, της 13ης Μαρτίου 2014, SICES κ.λπ., C‑155/13, EU:C:2014:145, σκέψη 33, καθώς και της 14ης Απριλίου 2016, Cervati και Malvi, C‑131/14, EU:C:2016:255, σκέψη 47).
99 Δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης. Εντούτοις, το Δικαστήριο, αποφαινόμενο επί προδικαστικής παραπομπής, μπορεί, εφόσον είναι αναγκαίο, να παράσχει ενδείξεις στο εθνικό δικαστήριο για να το καθοδηγήσει κατά την εκτίμηση των συγκεκριμένων υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται. Στις υποθέσεις των κυρίων δικών, ακόμη και αν από ορισμένες από τις ενδείξεις αυτές θα μπορούσε να συναχθεί ότι υφίσταται κατάχρηση δικαιώματος, εναπόκειται ωστόσο στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει εάν οι ενδείξεις αυτές είναι αντικειμενικές και συγκλίνουσες και αν οι καθών των κυρίων δικών είχαν τη δυνατότητα ανταποδείξεως.
100 Μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί τεχνητή διευθέτηση ένας όμιλος εταιριών που δεν έχει δημιουργηθεί για λόγους που απηχούν την οικονομική πραγματικότητα, έχει αμιγώς τυπική διάρθρωση και του οποίου κύριος σκοπός ή ένας εκ των κύριων σκοπών είναι η απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος αντίθετου προς το αντικείμενο ή τον σκοπό του εφαρμοστέου φορολογικού δικαίου. Τέτοια περίπτωση συντρέχει ιδίως όταν, μέσω ενδιάμεσης οντότητας-οχήματος που παρεμβάλλεται στη διάρθρωση του ομίλου μεταξύ της εταιρίας που καταβάλλει μερίσματα και της εταιρίας του ομίλου που είναι ο δικαιούχος αυτών, αποφεύγεται η καταβολή φόρων επί των μερισμάτων.
101 Ως εκ τούτου, συνιστά ένδειξη περί υπάρξεως διευθετήσεως που αποσκοπεί στην αδικαιολόγητη παροχή του πλεονεκτήματος της απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 90/435 το γεγονός ότι τα εν λόγω μερίσματα καταβάλλονται περαιτέρω, στο σύνολο ή σχεδόν στο σύνολό τους και εντός σύντομου χρονικού διαστήματος μετά την είσπραξή τους, από την εταιρία που τα εισέπραξε σε οντότητες που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής της οδηγίας 90/435, είτε διότι δεν είναι εγκατεστημένες σε κανένα κράτος μέλος είτε επειδή δεν έχουν συσταθεί υπό μία εκ των μορφών που αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία, είτε επειδή δεν υπόκεινται σε έναν από τους φόρους που απαριθμούνται στο άρθρο 2, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας, είτε διότι δεν έχουν την ιδιότητα της «μητρικής εταιρίας» και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 της ίδιας οδηγίας.
102 Ειδικότερα, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της οδηγίας 90/345 οντότητες που έχουν τη φορολογική τους έδρα εκτός της Ένωσης, όπως κατά τα φαινόμενα οι επίμαχες εταιρίες στην υπόθεση C‑117/16 ή οι επίμαχες εταιρίες επενδύσεως κεφαλαίων στην υπόθεση C‑116/16. Στις υποθέσεις αυτές, εάν τα μερίσματα είχαν καταβληθεί από την οφειλέτρια δανική εταιρία απευθείας στις οντότητες που, κατά το Υπουργείο Οικονομικών, ήταν οι δικαιούχοι τους, το Βασίλειο της Δανίας θα μπορούσε να εισπράξει τον παρακρατούμενο στην πηγή φόρο.
103 Ομοίως, ο τεχνητός χαρακτήρας μιας διευθετήσεως μπορεί να ενισχύεται από το γεγονός ότι ο οικείος όμιλος εταιριών είναι διαρθρωμένος κατά τρόπον ώστε η εταιρία που λαμβάνει τα μερίσματα που κατέβαλε η οφειλέτρια εταιρία να πρέπει με τη σειρά της να καταβάλλει περαιτέρω τα μερίσματα αυτά σε μια τρίτη εταιρία που δεν πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής της οδηγίας 90/435, πράγμα που έχει ως συνέπεια ότι δεν αποκομίζει παρά ασήμαντο φορολογητέο κέρδος όταν ενεργεί ως εταιρία-όχημα, προκειμένου να καταστήσει δυνατή την εκροή κεφαλαίων από την οφειλέτρια εταιρία προς την οντότητα που είναι ο δικαιούχος των καταβληθέντων ποσών.
104 Το γεγονός ότι μια εταιρία ενεργεί ως εταιρία-όχημα μπορεί να αποδειχθεί όταν η εταιρία αυτή έχει ως μοναδική δραστηριότητα την είσπραξη των μερισμάτων και τη μεταφορά τους στον δικαιούχο ή σε άλλες εταιρίες-οχήματα. Η απουσία πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας πρέπει, συναφώς, υπό το πρίσμα των ιδιαιτεροτήτων που χαρακτηρίζουν την επίμαχη οικονομική δραστηριότητα, να συναχθεί κατόπιν αναλύσεως όλων των κρίσιμων στοιχείων που αφορούν, μεταξύ άλλων, τη διαχείριση της εταιρίας, τον ισολογισμό της, τη διάρθρωση των δαπανών της και τα έξοδα στα οποία πράγματι υποβλήθηκε, το προσωπικό που απασχολεί, καθώς και τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό που διαθέτει.
105 Ενδέχεται να αποτελούν ομοίως ενδείξεις για την ύπαρξη τεχνητής διευθετήσεως οι διάφορες συμβάσεις που υφίστανται μεταξύ των εταιριών που εμπλέκονται στις επίμαχες χρηματοοικονομικές συναλλαγές, εκ των οποίων προκύπτουν ενδοομιλικές εκροές κεφαλαίων, οι αναλυτικοί τρόποι χρηματοδοτήσεως των συναλλαγών, η εκτίμηση των ιδίων κεφαλαίων των ενδιάμεσων εταιριών, καθώς και η έλλειψη εξουσίας των εταιριών-οχημάτων να προβαίνουν σε οικονομική διάθεση των εισπραχθέντων μερισμάτων. Συναφώς, ενδέχεται να αποτελούν τέτοιες ενδείξεις όχι μόνον η συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση της μητρικής εταιρίας που εισπράττει τα μερίσματα να τα καταβάλει περαιτέρω σε τρίτον, αλλά και το γεγονός ότι, «κατ’ ουσίαν», όπως αναφέρει το αιτούν δικαστήριο, η εταιρία αυτή, μολονότι δεν υπέχει τέτοια συμβατική ή εκ του νόμου υποχρέωση, δεν διαθέτει δικαίωμα χρήσεως και απολαύσεως των μερισμάτων αυτών.
106 Εξάλλου, τέτοιες ενδείξεις μπορούν να ενισχύονται από τη σύμπτωση ή τη χρονική εγγύτητα μεταξύ, αφενός, της έναρξης ισχύος νέων σημαντικών φορολογικών νομοθετικών ρυθμίσεων, όπως η επίμαχη στις υποθέσεις των κυρίων δικών δανική νομοθεσία ή η νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής που αναφέρεται στη σκέψη 51 της παρούσας αποφάσεως και, αφετέρου, της εκτελέσεως πολύπλοκων χρηματοοικονομικών πράξεων και της παροχής δανείων εντός του ίδιου ομίλου.
107 Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται επίσης, κατ’ ουσίαν, εάν μπορεί να υφίσταται κατάχρηση δικαιώματος όταν τα μερίσματα που μεταφέρονται από εταιρίες-οχήματα έχουν ως τελικό δικαιούχο εταιρία που εδρεύει σε τρίτο κράτος με το οποίο το κράτος μέλος της παρακρατήσεως στην πηγή έχει συνάψει φορολογική σύμβαση, δυνάμει της οποίας δεν θα γινόταν παρακράτηση επί των μερισμάτων σε περίπτωση που αυτά είχαν καταβληθεί απευθείας στην εταιρία που εδρεύει σε αυτό το τρίτο κράτος.
108 Συναφώς, κατά την εξέταση της διαρθρώσεως του ομίλου, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι ορισμένοι δικαιούχοι των μερισμάτων που καταβάλλονται από την εταιρία-όχημα έχουν τη φορολογική τους έδρα σε τρίτο κράτος που έχει συνάψει σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας με το κράτος μέλος της παρακρατήσεως στην πηγή. Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η ύπαρξη μιας τέτοιας συμβάσεως δεν μπορεί αφ’ εαυτής να αποκλείσει κατάχρηση δικαιώματος. Ως εκ τούτου, μια σύμβαση αυτού του τύπου δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την ύπαρξη καταχρήσεως δικαιώματος, που θεμελιώνεται δεόντως βάσει ενός συνόλου πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν ότι οικονομικοί φορείς προέβησαν σε αμιγώς τυπικές ή τεχνητές πράξεις στερούμενες κάθε οικονομικής και εμπορικής δικαιολογήσεως, με πρωταρχικό σκοπό να επωφεληθούν, ως μη έδει, από την απαλλαγή από την παρακράτηση φόρου στην πηγή που προβλέπει το άρθρο 5 της οδηγίας 90/435.
109 Επιπροσθέτως, ενώ η φορολόγηση πρέπει να αντιστοιχεί σε μια οικονομική πραγματικότητα, η ύπαρξη συμβάσεως περί αποφυγής της διπλής φορολογίας δεν είναι καθεαυτή ικανή να αποδείξει το υποστατό μιας καταβολής σε δικαιούχους που κατοικούν στο τρίτο κράτος με το οποίο συνήφθη η συμφωνία αυτή. Εάν η εταιρία που οφείλει να καταβάλει τα μερίσματα επιθυμεί να ωφεληθεί των πλεονεκτημάτων μιας τέτοιας συμβάσεως, έχει τη δυνατότητα να καταβάλει τα μερίσματα αυτά απευθείας στις οντότητες που έχουν τη φορολογική τους έδρα σε κράτος που έχει συνάψει σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας με το κράτος της παρακρατήσεως στην πηγή.
110 Δεν μπορεί όμως ούτε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, σε περίπτωση που τα μερίσματα θα απαλλάσσονταν αν καταβάλλονταν απευθείας στην εταιρία που εδρεύει σε τρίτο κράτος, ο σκοπός της διαρθρώσεως του ομίλου να μην σχετίζεται με οιαδήποτε κατάχρηση δικαιώματος. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα μπορούσε να προσαφθεί στον όμιλο ότι επέλεξε μια τέτοια διάρθρωση αντί της απευθείας καταβολής των μερισμάτων στην εν λόγω εταιρία.
111 Επιπλέον, όταν ο δικαιούχος των μερισμάτων έχει τη φορολογική κατοικία του σε τρίτο κράτος, η άρνηση χορήγησης της απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 90/435 ουδόλως εξαρτάται από τη διαπίστωση απάτης ή καταχρήσεως δικαιώματος.
112 Πράγματι, σκοπός της οδηγίας αυτής, όπως προκύπτει ιδίως από την τρίτη αιτιολογική της σκέψη, είναι να εξαλείψει, με τη θέσπιση κοινού φορολογικού καθεστώτος, κάθε δυσμενή μεταχείριση της συνεργασίας μεταξύ εταιριών διαφορετικών κρατών μελών σε σχέση με τη συνεργασία μεταξύ εταιριών του ιδίου κράτους μέλους και να διευκολύνει επομένως τη συνένωση εταιριών σε επίπεδο Ένωσης (απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017,Wereldhave Belgium κ.λπ., C‑448/15, EU:C:2017:180, σκέψη 25 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Όπως υπογραμμίστηκε στη σκέψη 78 της παρούσας αποφάσεως, η εν λόγω οδηγία αποσκοπεί ειδικότερα στο να εξασφαλίσει την ουδετερότητα, σε επίπεδο φορολογίας, της διανομής κερδών από μια εγκατεστημένη σε κράτος μέλος θυγατρική εταιρία στην εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος μητρική της εταιρία, καθόσον από το άρθρο της 1 προκύπτει ότι αφορά μόνον τα διανεμόμενα κέρδη που εισπράττονται από εταιρίες ενός κράτους μέλους και προέρχονται από τις θυγατρικές εταιρίες τους που έχουν την έδρα τους εντός άλλων κρατών μελών (πρβλ. διάταξη της 4ης Ιουνίου 2009, KBC Bank και Beleggen, Risicokapitaal, Beheer, C‑439/07 και C‑499/07, EU:C:2009:339, σκέψη 62 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
113 Οι μηχανισμοί της οδηγίας 90/435, και ειδικότερα το άρθρο της 5, έχουν σχεδιαστεί συνεπώς για περιπτώσεις στις οποίες, χωρίς την εφαρμογή τους, η άσκηση από τα κράτη μέλη της φορολογικής τους εξουσίας θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να φορολογούνται διπλά τα κέρδη τα οποία διανέμει η θυγατρική εταιρία στη μητρική της εταιρία (απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017,Wereldhave Belgium κ.λπ., C‑448/15, EU:C:2017:180, σκέψη 39). Τέτοιοι μηχανισμοί δεν μπορούν αντιθέτως να εφαρμοστούν όταν ο δικαιούχος των μερισμάτων είναι εταιρία που έχει τη φορολογική της έδρα εκτός της Ένωσης, δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, υπάρχει ο κίνδυνος η απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή του φόρου επί των εν λόγω μερισμάτων στο κράτος μέλος από το οποίο αυτά καταβάλλονται να καταλήξει στη μη αποτελεσματική φορολόγηση των μερισμάτων αυτών στην Ένωση.
114 Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των στοιχείων αυτών, στα τέταρτα προδικαστικά ερωτήματα, στοιχεία δʹ και εʹ, στις υποθέσεις των κυρίων δικών πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη καταχρηστικής πρακτικής, απαιτείται, αφενός, η συνδρομή ενός συνόλου αντικειμενικών περιστάσεων από τις οποίες να προκύπτει ότι, παρά την τυπική τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπει η ρύθμιση της Ένωσης, δεν επιτεύχθηκε ο επιδιωκόμενος με τη ρύθμιση αυτή σκοπός και, αφετέρου, η ύπαρξη ενός υποκειμενικού στοιχείου, το οποίο συνίσταται στη βούληση του ενδιαφερομένου να αποκομίσει όφελος από τη ρύθμιση της Ένωσης δημιουργώντας τεχνητά τις προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να αντλήσει το όφελος αυτό. Η συνδρομή ορισμένων ενδείξεων μπορεί να αποδεικνύει την ύπαρξη καταχρήσεως δικαιώματος, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδείξεις αυτές είναι αντικειμενικές και συγκλίνουσες. Μπορούν να αποτελούν τέτοιες ενδείξεις, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη εταιριών-οχημάτων που δεν δικαιολογείται από οικονομική σκοπιά καθώς και ο αμιγώς τυπικός χαρακτήρας της διαρθρώσεως του ομίλου εταιριών, των χρηματοοικονομικών διευθετήσεων και των δανείων.
Επί του βάρους αποδείξεως όσον αφορά την κατάχρηση δικαιώματος
115 Διαπιστώνεται ότι η οδηγία 90/435 δεν περιέχει διατάξεις σχετικά με το βάρος αποδείξεως περί της υπάρξεως καταχρήσεως δικαιώματος.
116 Εντούτοις, όπως υποστηρίζουν η Δανική και η Γερμανική Κυβέρνηση, εναπόκειται κατ’ αρχήν στις εταιρίες που ζητούν να τύχουν της προβλεπόμενης στο άρθρο 5 της οδηγίας 90/435 απαλλαγής από την παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των μερισμάτων να αποδείξουν ότι πληρούν τις αντικειμενικές προϋποθέσεις που ορίζει η οδηγία αυτή. Συγκεκριμένα, τίποτα δεν εμποδίζει τις αρμόδιες φορολογικές αρχές να απαιτούν από τον φορολογούμενο τις αποδείξεις που αυτές κρίνουν αναγκαίες για τον ορθό προσδιορισμό των οικείων φόρων και φορολογικών επιβαρύνσεων και, ενδεχομένως, να αρνούνται να χορηγήσουν τη ζητηθείσα απαλλαγή εάν οι αποδείξεις αυτές δεν προσκομισθούν (απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2013, Petersen και Petersen, C‑544/11, EU:C:2013:124, σκέψη 51 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
117 Αντιθέτως, σε περίπτωση που φορολογική αρχή του κράτους μέλους της παρακρατήσεως στην πηγή προτίθεται, για λόγο που αφορά την ύπαρξη καταχρηστικής πρακτικής, να αρνηθεί σε εταιρία που έχει καταβάλει μερίσματα σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος την απαλλαγή που προβλέπει το άρθρο 5 της οδηγίας 90/435, σε αυτήν εναπόκειται να αποδείξει την ύπαρξη στοιχείων που συνιστούν μια τέτοια καταχρηστική πρακτική, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα κρίσιμα στοιχεία, ιδίως δε το γεγονός ότι η εταιρία στην οποία καταβλήθηκαν τα μερίσματα δεν είναι ο δικαιούχος τους.
118 Συναφώς, η αρχή αυτή δεν οφείλει να προσδιορίσει τους δικαιούχους των μερισμάτων αυτών αλλά να αποδείξει ότι ο φερόμενος δικαιούχος είναι εταιρία- όχημα μέσω της οποίας τελείται κατάχρηση δικαιώματος. Πράγματι, ένας τέτοιος προσδιορισμός μπορεί να αποδειχθεί αδύνατος, ιδίως διότι είναι άγνωστοι οι πιθανοί δικαιούχοι. Η εθνική φορολογική αρχή δεν διαθέτει κατ’ ανάγκην στοιχεία που της παρέχουν τη δυνατότητα προσδιορισμού των δικαιούχων αυτών, λαμβανομένων υπόψη της πολυπλοκότητας ορισμένων χρηματοοικονομικών διευθετήσεων και του ενδεχομένου να είναι εγκατεστημένες εκτός της Ένωσης οι ενδιάμεσες εταιρίες που εμπλέκονται στις διευθετήσεις. Δεν είναι όμως δυνατόν η αρχή αυτή να βαρύνεται με απόδειξη για την οποία θα της ήταν αδύνατον να προσκομίσει στοιχεία.
119 Εξάλλου, ακόμη και αν οι πιθανοί δικαιούχοι είναι γνωστοί, δεν αποδεικνύεται κατ’ ανάγκην ποιοι εξ αυτών είναι ή θα είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι. Ως εκ τούτου, εν προκειμένω, στην υπόθεση C‑117/16, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, ναι μεν η Υ Cyprus έχει ως μητρική εταιρία την Υ Bermuda, που εδρεύει στις Βερμούδες, αλλά με τη σειρά της η Y Bermuda έχει ως μητρική εταιρία την Υ USA, εδρεύουσα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Πάντως, σε περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο θα έκρινε ότι η Υ Cyprus δεν είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων, οι φορολογικές αρχές και τα δικαστήρια του κράτους μέλους προελεύσεως των μερισμάτων θα αδυνατούσαν, κατά πάσα πιθανότητα, να προσδιορίσουν ποια από τις δύο αυτές μητρικές εταιρίες είναι ή θα είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων αυτών. Ειδικότερα, η απόδοση των εν λόγω μερισμάτων θα μπορούσε να είχε αποφασιστεί κατόπιν των διαπιστώσεων της φορολογικής αρχής σχετικά με την εταιρία όχημα.
120 Κατά συνέπεια, στα όγδοα ερωτήματα στις υποθέσεις των κυρίων δικών πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι εθνική αρχή δεν υποχρεούται να προσδιορίσει την οντότητα ή τις οντότητες που θεωρεί ότι είναι οι δικαιούχοι των μερισμάτων, προκειμένου να αρνηθεί να αναγνωρίσει σε μια εταιρία την ιδιότητα του δικαιούχου των μερισμάτων αυτών ή προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη καταχρήσεως δικαιώματος.
Επί των έκτων, των εβδόμων, των ενάτων και των δεκάτων ερωτημάτων στις υποθέσεις των κυρίων δικών
121 Με τα έκτα, τα έβδομα, τα ένατα και τα δέκατα προδικαστικά ερωτήματα στις υποθέσεις των κυρίων δικών, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν, στην περίπτωση που το προβλεπόμενο στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/435 καθεστώς απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή του φόρου επί των μερισμάτων που καταβάλλονται από εγκατεστημένη σε κράτος μέλος εταιρία σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος δεν εφαρμόζεται, τα άρθρα 49 και 54 ΣΛΕΕ ή το άρθρο 63 ΣΛΕΕ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι αντιτίθενται σε διάφορες πτυχές της νομοθεσίας του πρώτου κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες, σχετικά με τη φορολόγηση των μερισμάτων αυτών.
122 Συναφώς, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι τα ερωτήματα αυτά βασίζονται στην παραδοχή ότι η μη εφαρμογή αυτού του καθεστώτος απαλλαγής απορρέει από τη διαπίστωση περί υπάρξεως απάτης ή καταχρήσεως κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435. Πλην όμως, στην περίπτωση αυτή, εταιρία εγκατεστημένη σε κράτος μέλος δεν δύναται, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας που υπομνήσθηκε στη σκέψη 70 της παρούσας αποφάσεως, να επικαλεστεί τις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΛΕΕ προκειμένου να αμφισβητήσει την εθνική ρύθμιση που διέπει τη φορολόγηση των μερισμάτων που καταβάλλονται σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος.
123 Συνεπώς, στα έκτα, στα έβδομα, στα ένατα και στα δέκατα προδικαστικά ερωτήματα στις υποθέσεις των κυρίων δικών πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, σε περίπτωση που το προβλεπόμενο στην οδηγία 90/435 καθεστώς απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή του φόρου επί των μερισμάτων που καταβάλλονται από εγκατεστημένη σε κράτος μέλος εταιρία σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος δεν εφαρμόζεται λόγω της διαπιστώσεως απάτης ή καταχρήσεως, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της ως άνω οδηγίας, η εφαρμογή των ελευθεριών που κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΛΕΕ δεν μπορεί να προβληθεί προκειμένου να αμφισβητηθεί η νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους που διέπει τη φορολόγηση των μερισμάτων αυτών.
Επί των δικαστικών εξόδων
124 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους των κυρίων δικών τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:
1) Συνεκδικάζει τις υποθέσεις C‑116/16 και C‑117/16 προς έκδοση κοινής αποφάσεως.
2) Η γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης κατά την οποία οι πολίτες δεν μπορούν να επικαλούνται δολίως ή καταχρηστικώς τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το πλεονέκτημα της απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή του φόρου επί των κερδών που διανέμονται από θυγατρική στη μητρική της εταιρία, η οποία απαλλαγή προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 90/435/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/123/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, πρέπει, σε περίπτωση δόλιας ή καταχρηστικής πρακτικής, να μη χορηγείται σε φορολογούμενο από τις εθνικές αρχές και τα εθνικά δικαστήρια, ακόμη και ελλείψει διατάξεων του εθνικού δικαίου ή διεθνών συμβάσεων που να προβλέπουν τέτοια άρνηση.
3) Προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη καταχρηστικής πρακτικής απαιτείται, αφενός, η συνδρομή ενός συνόλου αντικειμενικών περιστάσεων από τις οποίες να προκύπτει ότι, παρά την τυπική τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπει η ρύθμιση της Ένωσης, δεν επιτεύχθηκε ο επιδιωκόμενος με τη ρύθμιση αυτή σκοπός και, αφετέρου, η ύπαρξη ενός υποκειμενικού στοιχείου, το οποίο συνίσταται στη βούληση του ενδιαφερομένου να αποκομίσει όφελος από τη ρύθμιση της Ένωσης δημιουργώντας τεχνητά τις προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες προκειμένου να αντλήσει το όφελος αυτό. Η συνδρομή ορισμένων ενδείξεων μπορεί να αποδεικνύει την ύπαρξη καταχρήσεως δικαιώματος, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδείξεις αυτές είναι αντικειμενικές και συγκλίνουσες. Μπορούν να αποτελούν τέτοιες ενδείξεις, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη εταιριών-οχημάτων που δεν δικαιολογείται από οικονομική σκοπιά καθώς και ο αμιγώς τυπικός χαρακτήρας της διαρθρώσεως του ομίλου εταιριών, των χρηματοοικονομικών διευθετήσεων και των δανείων.
4) Εθνική αρχή δεν υποχρεούται να προσδιορίσει την οντότητα ή τις οντότητες που θεωρεί ότι είναι οι δικαιούχοι των μερισμάτων, προκειμένου να αρνηθεί να αναγνωρίσει σε μια εταιρία την ιδιότητα του δικαιούχου των μερισμάτων αυτών ή προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη καταχρήσεως δικαιώματος.
5) Σε περίπτωση που το προβλεπόμενο στην οδηγία 90/435, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/123, καθεστώς απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή του φόρου επί των μερισμάτων που καταβάλλονται από εγκατεστημένη σε κράτος μέλος εταιρία σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος δεν εφαρμόζεται λόγω της διαπιστώσεως απάτης ή καταχρήσεως, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της ως άνω οδηγίας, η εφαρμογή των ελευθεριών που κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΛΕΕ δεν μπορεί να προβληθεί προκειμένου να αμφισβητηθεί η νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους που διέπει τη φορολόγηση των μερισμάτων αυτών.
ΑΑΔΕ 213/2019 Tυχόν αστική, πειθαρχική και ποινική ευθύνη του λογιστή δεν απαλλάσσει τον επιτηδευματία από τη δική του ευθύνη - Λήψη εικονικών τιμολογίων
Θεσσαλονίκη, 23.01.2019
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α8 - ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
Ταχ. Δ/νση : Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας : 54630 - Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο : 2313-333254
ΦΑΞ : 2313-333258
E-Mail : ded.thess1@n3.syzefxis.gov.gr
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2017).
2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».
4. Την από και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή του , Α.Φ.Μ.
, κατά της υπ’ αριθ οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α./επιβολής
προστίμου φορολογικής περιόδου 01/01-30/06/2017 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.
5. Την υπ’ αριθ οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α./επιβολής
προστίμου φορολογικής περιόδου 01/01-30/06/2017 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ, της οποίας ζητείται η ακύρωση.
6. Τ ις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.
7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α8 - Επανεξέτασης όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Επί της από και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του ,
Α.Φ.Μ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των
υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 1 περ. β' και δ' του ν. 2859/2000 ορίζεται ότι:
«1. Το δικαίωμα έκπτωσης του φόρου μπορεί να ασκηθεί, εφόσον ο υποκείμενος στο φόρο κατέχει: . β) νόμιμο τιμολόγιο ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο που επέχει θέση τιμολογίου, από τα οποία αποδεικνύονται οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών που γίνονται σ’ αυτόν και ο φόρος με τον οποίο επιβαρύνθηκαν, . δ) νόμιμο τιμολόγιο ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο που επέχει θέση τιμολογίου ή την περιοδική δήλωση της οικείας φορολογικής περιόδου, στην περίπτωση που δεν υπάρχει άλλο αποδεικτικό στοιχείο, για τις πραγματοποιούμενες ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, καθώς και τις λήψεις υπηρεσιών για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, εφόσον οι πράξεις αυτές έχουν καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ...»
Την απόρριψη της υπ' αριθ. πρωτ ....... ενδικοφανούς προσφυγής του ... ,....Α.Φ.Μ ............
Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση:
Υπ’ αριθ.........οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α./επιβολής προστίμου φορολογικής περιόδου 01/01-30/06/2017
Μη αναγνώριση πιστωτικού υπολοίπου 156,61 €
Χρεωστικό υπόλοιπο 22.682,75 €
Πρόστιμο άρθρου 58Α Κ.Φ.Δ. 11.341,38 €
Σύνολο φόρου για καταβολή 34.024,13 €
Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.
Ακριβές αντίγραφο ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ
Η υπάλληλος του Αυτοτελούς ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Γραφείου Διοικητικής Υποστήριξης
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ