Αθήνα, 15 Μαΐου 2019
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Β 1070619 ΕΞ 2019
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Φ.Κ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β' ΠΡΟΤΙΜΗΣΙΑΚΩΝ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84, Αθήνα
Πληροφορίες: Α. Καρανικόλα
Τηλέφωνο: 210-6987513
Fax: 210-6987506
E-Mail: d17-c@2001.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr
Θέμα: «Κοινοποίηση Απόφασης (ΕΕ) 2019/610 του Συμβουλίου της 8ης Απριλίου 2019 για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, πρωτοκόλλου της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Κράτους του Ισραήλ, αφετέρου, ώστε να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Δημοκρατίας της Κροατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
ΣΧΕΤ.: 1) Η αριθ. πρωτ. Δ691/413/14.05.2004 ΔΥΟΟ (Κοινοποίηση Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΕ-Ισραήλ, L 147/21.06.2000).
2) Η αριθ. πρωτ. Δ1143/675/18.07.2006 ΔΥΟΟ (Κοινοποίηση Απόφασης αρ.2/2005 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΕ-Ισραήλ για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου αρ. 4 της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας για τον ορισμό της έννοιας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και για τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας, L 20/24.01.2006).
3) Η αριθ. πρωτ. Δ17Γ 5006127 ΕΞ2013/15.2.2013 ΔΥΟ (Κοινοποίηση της Απόφασης αριθ. 2013/66/ΕΕ του Συμβουλίου της 29/11/2012 για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της ΕΕ και του κράτους του Ισραήλ για την τροποποίηση των Παραρτημάτων των πρωτοκόλλων 1 και 2 της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Κράτους του Ισραήλ, αφετέρου).
Σε συνέχεια των ανωτέρω σχετικών αναφορικά με την ευρωμεσογειακή συμφωνία σύνδεσης ΕΕ- Κράτους του Ισραήλ και τις τροποποιήσεις αυτής, σας κοινοποιούμε με την παρούσα για ενημέρωση και εφαρμογή την εν θέματι αναφερόμενη απόφαση σχετικά με τη σύναψη εξ ονόματος της ΕΕ πρωτοκόλλου στην ευρωμεσογειακή συμφωνία σύνδεσης ΕΕ-Κράτους του Ισραήλ, για να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Δημοκρατίας της Κροατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η εν λόγω απόφαση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ (L 105/16.04.2019).
Το κείμενο του προαναφερόμενου πρωτοκόλλου, το οποίο επίσης κοινοποιείται με την παρούσα, επισυνάπτεται στην απόφαση (ΕΕ) 2019/102 του Συμβουλίου της 25.6.2019 για την υπογραφή εξ ονόματος της ΕΕ και την προσωρινή εφαρμογή του, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ (L 21/24.01.2019).
Επί του κοινοποιούμενου πρωτοκόλλου επισημαίνονται τα ακόλουθα σημεία, κατά λόγο αρμοδιότητας:
Στο άρθρο 3 του κοινοποιούμενου πρωτοκόλλου ορίζεται ότι το Παράρτημα IVα (Κείμενο της Δήλωσης Τιμολογίου) και το Παράρτημα ίνβ (Κείμενο της Δήλωσης Τιμολογίου EUR MED) του πρωτοκόλλου 4 (πρωτόκολλο καταγωγής) της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Κράτους του Ισραήλ αντικαθίστανται από τα αντίστοιχα Παραρτήματα που παρατίθενται στο συγκεκριμένο άρθρο, προκειμένου να προστεθεί το κείμενο της δήλωσης τιμολογίου και της δήλωσης τιμολογίου EUR-MED στην κροατική γλώσσα.
Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κοινοποιούμενου πρωτοκόλλου, αυτό εφαρμόζεται προσωρινά από την 1η Ιουλίου 2013, εν αναμονή της θέσης του σε ισχύ.
Οι επαγγελματικοί ή συνδικαλιστικοί φορείς προς τους οποίους κοινοποιείται η παρούσα με τα συνημμένα της, παρακαλούνται όπως μεριμνήσουν για τη σχετική ενημέρωση των μελών τους.
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΤΩΝ Ε.Κ.
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/102 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/610 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
1070619 ΕΞ 2019 Κοινοποίηση Απόφασης (ΕΕ) 2019/610 του Συμβουλίου της 8ης Απριλίου 2019 για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, πρωτοκόλλου της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Κράτους του Ισραήλ, αφετέρου, ώστε να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Δημοκρατίας της Κροατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Φ.10035/7856/179/2019 Ασφαλιστική αντιμετώπιση ειδικών κατηγοριών επαγγελματιών (Ρητινοσυλλέκτες, σμυριδορύκτες Νάξου κ.λ.π)
Αθήνα, 16 / 05 / 2019
Αριθ.Πρωτ.:Φ.10035 / 7856 / 179
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ: Γ΄
Ταχ. Δ/νση : Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας: 10110-ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Ι. Παπαδόπουλος
Τηλέφωνο: 213151 6609
FAX: 210 3368116
ΘΕΜΑ: Ασφαλιστική αντιμετώπιση ειδικών κατηγοριών επαγγελματιών (Ρητινοσυλλέκτες, σμυριδορύκτες Νάξου κ.λ.π.)»
Σχετικά με την ασφάλιση προσώπων ειδικών κατηγοριών που λόγω της ιδιαιτερότητας της απασχόλησής τους, ασφαλίζονται με διατάξεις εξαιρετικού δικαίου, σε περίπτωση παράλληλης δραστηριότητάς τους και ως ελεύθεροι επαγγελματίες, σας γνωρίζουμε τα εξής
1. Με ειδικές διατάξεις κατηγορίες επαγγελματιών, όπως οι σμυριδεργάτες, οι ρητινοσυλλέκτες, κ.τ.λ., υπάγονταν στην υποχρεωτική ασφάλιση του πρ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ως οιωνεί μισθωτοί με διατάξεις εξαιρετικού δικαίου λόγω της ιδιατερότητας της εργασίας τους ((Α.Υ.Ε. 55575/1965, άρθρ. 96 και 97 και ΑΝ 1846/1951, άρθρο 2 παρ.1 περ. στ ).
2. Με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 3846/2010 (Α΄66), για τον προσδιορισμό του φορέα ασφάλισης (ΟΑΕΕ ή ΟΓΑ) των επαγγελματοβιοτεχνών ή εμπόρων που ασκούν τη δραστηριότητά τους σε περιοχές κάτω των 2000 κατοίκων, ή 1000 στους έξι νομούς Αττικής, Βοιωτίας, Ευβοίας, Κορινθίας, Αχαΐας και Θεσσαλονίκης, ή σε νησιά κάτω των 3100 κατοίκων, λαμβάνετο υπόψη ο μέσος όρος των εισοδημάτων της πρώτης τριετίας από την έναρξη επαγγέλματος. Αν αυτός ξεπερνούσε το 400πλάσιο του εκάστοτε ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη τα εν λόγω πρόσωπα ασφαλίζονταν στον πρ. ΟΑΕΕ, στην αντίθετη δε περίπτωση στον ΟΓΑ.
Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1β του άρθρου 25 του ν. 3846/2010, "παλαιοί" ασφαλισμένοι στις ανωτέρω περιοχές που, παράλληλα με την επαγγελματική τους δραστηριότητα, ασκούσαν μισθωτή ή άλλη εργασία, εκτός υποχρεωτικά ασφαλιστέας στον ΟΓΑ, υπάγονταν στην υποχρεωτική ασφάλιση του ΟΑΕΕ.
Ωστόσο οι επαγγελματικές κατηγορίες της παρ. 1 οι οποίες ασφαλίζονταν με ειδικές διατάξεις στο πρ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εφόσον είναι "παλαιοί" ασφαλισμένοι που παράλληλα δραστηριοποιούντο ως ελεύθεροι επαγγελματίες σε περιοχές με ειδικά πληθυσμιακά κριτήρια κρίθηκε σκόπιμο να μην υπάγονται υποχρεωτικά στον ΟΑΕΕ (όπως ορίζουν οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1β του άρθρ. 25 του ν. 3846/2010) αλλά να κρίνονται για την υπαγωγή τους ή μη στον ΟΑΕΕ ή στον ΟΓΑ, με βάση το εισοδηματικό κριτήριο (παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 3996/2011 και το με Α.Π.: Φ10035/1756/45/9-4-2012 ερμηνευτικό έγγραφο της Υπηρεσίας μας καθώς και την υπ΄αριθ. 34/20-06-2012 εγκύκλιο του πρώην ΟΑΕΕ). Συνεπώς οι ειδικές κατηγορίες αυτές των ασφαλισμένων υπάγονται για τις παράλληλες δραστηριότητες στην ασφάλιση του πρ. ΟΓΑ εφόσον πληρούν το εισοδηματικό κριτήριο.
3. Από 1/1/2017 ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς ασφάλισης που εντάσσονται στον ΕΦΚΑ, καταβάλλουν για κάθε επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον ανωτέρω νόμο.
4. Ειδικά για τις κατηγορίες ασφαλισμένων της περ. 1 της παρούσας για τις οποίες, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, αντιμετωπίζονταν πάντα με όλως εξαιρετικές ρυθμίσεις διευκρινίζεται ότι η υποχρέωση καταβολής εισφορών εξαντλείται στις πραγματικές αποδοχές – εισοδήματά τους για κάθε αναληφθείσα δραστηριότητα, μη εφαρμοζομένων των ρυθμίσεων περί κατωτάτου ορίου υπολογισμού των εισφορών για τους εν λόγω ασφαλισμένους.
Επομένως, για παράδειγμα, ένας σμυριδεργάτης που παράλληλα ασκεί εμπορική δραστηριότητα με εισόδημα 300 ευρώ μηνιαίως, καταβάλλει για τη δραστηριότητα αυτή εισφορές με βάση τα ποσοστά εισφορών του πρώην ΟΓΑ επί των 300 ευρώ και όχι επί της κατώτατης βάσης υπολογισμού.
Ο Υφυπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Αναστάσιος Πετρόπουλος
33862/2019 Διαδικασία χορήγησης οικονομικής ενίσχυσης πολιτών που πλήττονται από φυσικές καταστροφές
Αριθμ. 33862
(ΦΕΚ B’ 1699/16.05.2019)
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 57 του ν. 4472/2017 (74 Α΄) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, ΜΠΔΣ 2018-2021 και λοιπές διατάξεις».
2. Τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (143 Α΄) «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της οδηγίας 2011/58/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν.
3. Τις διατάξεις του ν. 3852/2010 (87 Α΄) «Νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης και της αποκεντρωμένης διοίκησης Πρόγραμμα Καλλικράτης», όπως ισχύουν.
4. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του π.δ. 63/2005 (98 Α΄) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
5. Τις διατάξεις της περ. γ΄ της παρ. 1 και της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. δ. 57/1973 (149 Α΄) «Περί λήψεως μέτρων Κοινωνικής Προστασίας οικονομικώς αδυνάτων και καταργήσεως των διεπουσών του θεσμού της απορίας διατάξεων», όπως ισχύουν.
6. Τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3454/2006 (75 Α΄).
7. Τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 4315/2014 (269 Α΄), όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 271 του ν. 4555/2018 (133 Α΄).
8. Τις διατάξεις του π.δ. 141/2017 (180 Α΄) «Οργανισμός του Υπουργείου Εσωτερικών».
9. Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 (181 Α΄) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».
10. Τις διατάξεις του π.δ. 88/2018 (160 Α΄) «Διορισμός Υπουργός, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
11. Τις διατάξεις του π.δ. 80/2016 (145 Α΄) «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες».
12. Την Υ29/09.10.2015 (2168 Β΄) απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη».
13. Την 5808/02-03-2018 (772 Β΄) απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
14. Την Π2/οικ. 2673/2001 (1185 Β΄) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, όπως ισχύει.
15. Την από 21/3/2019 εισήγηση του Γενικού Διευθυντή Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Αναπτυξιακής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών.
16. Με την παρούσα απόφαση προκαλείται δαπάνη, το ύψος της οποίας δεν μπορεί να υπολογισθεί γιατί δεν είναι δυνατή η πρόβλεψη του μεγέθους και της έκτασης των αναγκών που τυχόν θα προκύψουν,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Χορήγηση επιδόματος πρώτων βιοτικών αναγκών σε όσους περιέρχονται σε κατάσταση ανάγκης συνεπεία φυσικών καταστροφών
1. Εγκρίνεται η εφάπαξ χορήγηση επιδόματος πρώτων βιοτικών αναγκών ποσού εξακοσίων ευρώ (600,00€) στο κάθε νοικοκυριό του οποίου η κύρια κατοικία έχει πληγεί από φυσικές καταστροφές και περιέρχεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μετά την υποβολή των κάτωθι δικαιολογητικών:
α) Αίτησης του δικαιούχου ή εξουσιοδοτημένου προσώπου (βλ. Παράρτημα).
β) Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος (Έντυπο Ε1) τελευταίου φορολογικού έτους (για την επιβεβαίωση της κύριας ιδιόκτητης, μισθωμένης ή παραχωρημένης κατοικίας).
2. Εγκρίνεται επιπλέον της παρ.1 του παρόντος άρθρου, η εφάπαξ χορήγηση επιδόματος ποσού εξακοσίων ευρώ (600,00€) στις παρακάτω κατηγορίες πληγέντων από φυσικές καταστροφές:
α) Πολύτεκνοι, με την προσκόμιση επιπλέον των δικαιολογητικών της παρ.1 του παρόντος άρθρου:
-Πιστοποιητικού οικογενειακής κατάστασης του οικείου Δήμου.
β) Άτομα με Αναπηρίες που λαμβάνουν προνοιακό επίδομα από τα εφαρμοζόμενα προγράμματα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την προσκόμιση επιπλέον των δικαιολογητικών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου:
βα) απόφασης έγκρισης χορήγησης επιδόματος αναπηρίας από τον ΟΠΕΚΑ ή
ββ) Βεβαίωσης χορήγησης επιδόματος αναπηρίας από τον ΟΠΕΚΑ.
Άρθρο 2
Χορήγηση επιδόματος για την αντιμετώπιση απλών επισκευαστικών εργασιών ή/και την αντικατάσταση οικοσκευής
1. Εγκρίνεται η εφάπαξ χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης με τη μορφή επιδόματος ποσού μέχρι έξι χιλιάδων ευρώ (6.000,00 €) κατ΄ανώτατο όριο, στους πληγέντες φυσικών καταστροφών για την αντιμετώπιση απλών επισκευαστικών εργασιών των κύριων κατοικιών που επλήγησαν ή/και την αντικατάσταση οικοσκευής τους μετά την υποβολή των κάτωθι δικαιολογητικών:
α) Αίτησης του δικαιούχου ή εξουσιοδοτημένου προσώπου (βλ. Παράρτημα).
β) Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος (Έντυπο Ε1) τελευταίου φορολογικού έτους (για την επιβεβαίωση της κύριας ιδιόκτητης, μισθωμένης ή παραχωρημένης κατοικίας και τον αριθμό των εξαρτώμενων ή/και φιλοξενούμενων μελών του δικαιούχου).
γ) Τελευταίας υποβληθείσας Δήλωσης Στοιχείων Ακινήτων (Έντυπο Ε9) συνοδευόμενης από υπεύθυνη δήλωση στην οποία θα δηλώνεται ότι δεν υπάρχει μεταβολή, σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας.
δ) Βεβαίωσης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας στις περιπτώσεις πυρκαγιάς.
2. Σε περίπτωση που οι δικαιούχοι της οικονομικής ενίσχυσης είναι περισσότεροι του ενός, λόγω συγκατοίκησης κ.λπ., η οικονομική ενίσχυση χορηγείται σε έναν εξ αυτών, μετά από εξουσιοδότηση που θα του παρέχουν οι υπόλοιποι.
3. Το ύψος της οικονομικής ενίσχυσης για κάθε δικαιούχο προσδιορίζεται σύμφωνα με τις οδηγίες του Παραρτήματος της παρούσας απόφασης από την Επιτροπή του άρθρου 4 της παρούσης, η οποία συμπληρώνει το έντυπο «ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ» και το υποβάλλει στην αρμόδια Διεύθυνση του οικείου Δήμου.
Άρθρο 3
Χορήγηση επιδόματος στα άτομα που υπέστησαν μόνιμη σωματική βλάβη με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω
1. Εγκρίνεται η εφάπαξ χορήγηση επιδόματος ποσού τεσσάρων χιλιάδων και πεντακοσίων ευρώ (4.500,00€) στα άτομα που, λόγω τραυματισμού τους, εξαιτίας φυσικών καταστροφών υπέστησαν μόνιμη σωματική βλάβη, με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω μετά την υποβολή των κάτωθι δικαιολογητικών:
α) Αίτησης του ενδιαφερομένου ή εξουσιοδοτημένου προσώπου.
β) Γνωμάτευσης Βεβαίωσης Διευθυντή Κλινικής Νοσοκομείου Ε.Σ.Υ., στην οποία αναφέρεται ότι ο αιτών ή η αιτούσα υπέστη μόνιμη σωματική βλάβη, η οποία προκλήθηκε εξαιτίας φυσικής καταστροφής.
γ) Γνωμάτευσης ΚΕ.Π.Α. (Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας) σε ισχύ, για το είδος της πάθησης, το ποσοστό αναπηρίας και τη διάρκειά της.
2. Αρμόδιοι για τη συγκέντρωση και την αξιολόγηση των προαναφερόμενων δικαιολογητικών είναι τα Τμήματα ή οι Δ/νσεις Κοινωνικής Πρόνοιας ή Κοινωνικής Προστασίας ή Κοινωνικής Αλληλεγγύης των Δήμων.
Άρθρο 4
Συγκρότηση Επιτροπής και αρμοδιότητες
1. Σε κάθε Δήμο συγκροτείται με απόφαση Δημάρχου τριμελής Επιτροπή, η οποία έχει ως αρμοδιότητα την εξέταση των αιτημάτων για την ένταξη ή μη των οικογενειών ή των μεμονωμένων ατόμων στο πρόγραμμα ενίσχυσης τόσο όσον αφορά στη χορήγηση του επιδόματος πρώτων βιοτικών αναγκών, όσο και στη χορήγηση του επιδόματος για την αντιμετώπιση απλών επισκευαστικών εργασιών ή/και την αντικατάσταση οικοσκευής τους και αποτελείται από:
α) Ένα στέλεχος της Οικονομικής Υπηρεσίας του Δήμου.
β) Έναν μηχανικό, στέλεχος της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου.
γ) Ένα στέλεχος του Τμήματος ή της Διεύθυνσης Κοινωνικής Πρόνοιας ή Κοινωνικής Προστασίας ή Κοινωνικής Αλληλεγγύης του Δήμου.
2. Η εν λόγω Επιτροπή διενεργεί αυτοψία στις δηλωμένες στην αίτηση δικαιούχων ως πληγείσες κύριες κατοικίες, προκειμένου:
α) Να ελέγξει ότι η κύρια κατοικία που έχει δηλωθεί είναι πληγείσα, στην περίπτωση του επιδόματος πρώτων βιοτικών αναγκών.
β) Να ορίσει το βαθμό ζημίας της κύριας κατοικίας, στην περίπτωση του επιδόματος απλών επισκευαστικών εργασιών ή/και οικοσκευής.
3. Η Επιτροπή προσδιορίζει το ύψος της του επιδόματος του άρθρου 2 της παρούσης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο Παράρτημα αυτής.
4. Η τελική αναγνώριση των δικαιούχων των επιδομάτων της παρούσας γίνεται με απόφαση του Δημάρχου, σύμφωνα με την εισήγηση της ανωτέρω Επιτροπής.
Άρθρο 5
Διαδικασία Υλοποίησης - Έλεγχος
1. Οι υποψήφιοι δικαιούχοι, υποχρεούνται να υποβάλλουν την αίτηση στον οικείο Δήμο σε χρονικό διάστημα ενός (1) μήνα, από την ημερομηνία εκδήλωσης της φυσικής καταστροφής.
2. Οι Δήμοι υποχρεούνται να υποβάλλουν στη Διεύθυνση Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής/Τμήμα Επιχορηγήσεων Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών το προβλεπόμενο, από την παρ. 1Α του άρθρου 2 της 5808/02-03-2018 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 772 Β΄), αίτημα επιχορήγησης και εντός του προβλεπόμενου από την ως άνω διάταξη χρονικού διαστήματος.
3. Η Δ/νση Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών δύναται να διενεργεί δειγματοληπτικούς ελέγχους, κατόπιν αναζήτησης και παραλαβής των δικαιολογητικών των δικαιούχων από τους Δήμους.
4. Η σχετική δαπάνη που θα προκληθεί κατά περίπτωση από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, θα βαρύνει τους οικείους προϋπολογισμούς των Δήμων, οι οποίοι θα ενισχύονται από πιστώσεις που εγγράφονται για τον σκοπό αυτό, στον προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εσωτερικών, Ειδικός Φορέας 1007-201-0000000, ΑΛΕ 2310401006.
Άρθρο 6
1. Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της.
2. Από τη θέση σε ισχύ της παρούσας καταργείται η Π2/οικ. 2673/2001 (1185 Β΄) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
1. ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΠΛΩΝ ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ Η/ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΙΚΟΣΚΕΥΗΣ
Για τον υπολογισμό της ενίσχυσης των απλών επισκευαστικών εργασιών ή/και την αντικατάσταση οικοσκευής των πληγέντων, λαμβάνονται κατά προτεραιότητα:
• Οι ανάγκες του νοικοκυριού, ανάλογα με τον αριθμό των μελών τους.
• Οι ανάγκες του νοικοκυριού ή των μεμονωμένων ατόμων, ανάλογα με το μέγεθος των ζημιών που υπέστησαν.
• Οι ανάγκες του νοικοκυριού, ανάλογα με το μέγεθος της κατοικίας.
Με βάση τις προτεραιότητες αυτές διαμορφώνονται τα παρακάτω κριτήρια καθορισμού του ύψους της εν λόγω ενίσχυσης, που θα κλιμακώνεται μέχρι το ποσό των έξι χιλιάδων ευρώ (6.000 €).
Διευκρινίζεται ότι, τα κριτήρια του βαθμού ζημιών και μεγέθους κατοικίας όπως αναλύονται παρακάτω, χρησιμοποιούνται σαν δείκτες για τη συγκριτική αξιολόγηση των πληγέντων και την κλιμάκωση της ενίσχυσης με αντικειμενικά κριτήρια και όχι για τον υπολογισμό κτιριακών ή άλλων ζημιών, δεδομένου ότι η ενίσχυση αυτή όπως προαναφέρθηκε, είναι καθαρά και μόνο κοινωνικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των μέτρων κοινωνικής προστασίας νοικοκυριών που περιέρχονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω φυσικής καταστροφής.
2. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
ΚΡΙΤΗΡΙΟ 1 «Αριθμός μελών νοικοκυριού»
Ο αριθμός των μελών του νοικοκυριού καθορίζεται από την Επιτροπή, με βάση τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά του άρθρου 2. Στον αριθμό των μελών του νοικοκυριού δεν συνυπολογίζεται η εποχική ή περιοδική συνοίκηση.
ΚΡΙΤΗΡΙΟ 2 «Βαθμός ζημιών»
Η εκτίμηση του βαθμού των ζημιών προκύπτει από συγκριτική αξιολόγηση των κατοικιών που επλήγησαν χωρίς εξειδικεύση λεπτομερών τεχνικών αναλύσεων, και αντιστοιχεί σε μια από τις τρεις παρακάτω κατηγορίες:
2.1 «Κατηγορία Α»: Μικρών ζημιών. Κατοικία και εξοπλισμός με σχετικά μικρές ζημιές που είναι δυνατό να αποκατασταθούν άμεσα.
2.2 «Κατηγορία Β»: Μέτριων ζημιών. Κατοικία και εξοπλισμός με σχετικά μεγάλες ζημιές που απαιτούν αυξημένη δαπάνη και χρόνο αποκατάστασης.
2.3 «Κατηγορία Γ»: Μεγάλων ζημιών. Κατάρρευση κατοικίας ή ζημιές που η αποκατάστασή τους κρίνεται σχεδόν ασύμφορη.
Οι εκτιμήσεις των ζημιών αναφέρονται:
Στο κτίριο που καλύπτει ανάγκες διαβίωσης. Δε συμπεριλαμβάνονται ανεξάρτητα κτίσματα (βοηθητικοί χώροι, υπόγεια, αποθήκες, κοινόχρηστοι χώροι, λεβητοστάσια κ.λπ.).
Στο σύνολο της οικοσκευής (εξοπλισμός κουζίνας, χώρων υγιεινής, επίπλωση, ιματισμός κ.λπ.). Επισημαίνεται ότι η ενίσχυση του Υπουργείου Εσωτερικών αφορά αποκλειστικά χώρους διαβίωσης οικογενειών κύριας κατοικίας και όχι κτίρια άλλης χρήσης (π.χ. εξοχικές κατοικίες, καταστήματα, βιοτεχνίες, θερμοκήπια κ.λπ.).
Σε περίπτωση που η κατοικία είναι μισθωμένη ή παραχωρημένη, το ποσοστό αποζημίωσης θα αντιστοιχεί στο 25% για τον ιδιοκτήτη και στο 75% για το μισθωτή ή παραχωρησιούχο.
ΚΡΙΤΗΡΙΟ 3 «Μέγεθος κατοικίας»
Ανάλογα με το εμβαδόν της κατοικίας, διακρίνονται τρεις κατηγορίες:
3.1 Κατηγορία Μ.1: με εμβαδόν μικρότερο των 50m2
3.2 Κατηγορία Μ.2: με εμβαδόν 50 έως 80m2
3.3 Κατηγορία Μ.3: με εμβαδόν μεγαλύτερο των 80m2
3. ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
Τα ποσά ενίσχυσης που αναφέρονται στους πίνακες (II), (III) και (IV.) προέκυψαν από τα βαθμολογημένα κριτήρια των πινάκων (I.1), (I.2) και (I.3) και είναι αποτέλεσμα του γινόμενου των αντίστοιχων για κάθε περίπτωση τριών (3) συντελεστών επί του μέγιστου ποσού ενίσχυσης των 6.000 ευρώ.
Για παράδειγμα: Ένα νοικοκυριό με 5 συνολικά μέλη (συντελεστής 0,9) με βαθμό ζημιών (Γ) (συντελεστής 1) και με εμβαδόν μεγαλύτερο των 80m2 (μέγεθος κατοικίας Κ3: συντελεστής 1) θα αποζημιωθεί με το ποσό: 0,9 x 1 x 1 x 6.000 (μέγιστο ποσοστό ενίσχυσης) =5.400 ευρώ.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 6 Μαΐου 2019
Οι Υπουργοί
Εσωτερικών
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ
Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
ΝΣΚ 23/2019 Εάν εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του π.δ. 226/1992, που ορίζουν ως προϋπόθεση για τη σύσταση ελεγκτικής εταιρείας, την υποχρεωτική συμμετοχή δύο τουλάχιστον Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών στη δύναμή της
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Αριθμός Γνωμοδότησης 23/2019
ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
(Τμήμα Β )
Συνεδρίαση της 5ης Φεβρουαρίου 2019
Σύνθεση
Πρόεδρος : Στέφανος Δέτσης, Αντιπρόεδρος ΝΣΚ.
Μέλη : Θεόδωρος Ψυχογυιός, Αλέξανδρος Ροϊλός, Αδαμαντία Καπετανάκη, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, Διονύσιος Χειμώνας, Παναγιώτα-Ελευθερία Δασκαλέα-Ασημακοπούλου, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους
Εισηγήτρια : Αδαμαντία Καπετανάκη, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους
Αριθμός Ερωτήματος : Το έγγραφο με αριθμό πρωτ. 3162 οικ./3-11-2018 της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης & Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.).
Περίληψη ερωτήματος: Ερωτάται αν το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς καταργεί ρητά τις διατάξεις του πδ 226/1992, που ορίζουν ως προϋπόθεση για την σύσταση ελεγκτικής εταιρείας την υποχρεωτική συμμετοχή δύο τουλάχιστον Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών στη δύναμη της.
Στο πιο πάνω ερώτημα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β ) γνωμοδότησε ως εξής:
Νομοθετικό πλαίσιο
1. Στο άρθρο 75 (παρ. 1 και 2) του ν. 1969/1991 «Εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, αμοιβαία κεφάλαια, διατάξεις εκσυγχρονισμού και εξυγιάνσεως της κεφαλαιαγοράς και άλλες διατάξεις» (Α' 167), ορίζονται τα εξής:
«1. Ο υποχρεωτικός έλεγχος της οικονομικής διαχειρίσεως ανωνύμων εταιρειών, ιδρυμάτων, οργανισμών επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων·, που απαιτεί αυξημένα προσόντα, ασκείται από ορκωτούς ελεγκτές εγγραφόμενους σε ειδικό μητρώο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο κατωτέρω προεδρικό διάταγμα. Στο ανωτέρω μητρώο εγγράφονται οι ήδη υπηρετούντες ορκωτοί λογιστές, καθώς και όσοι πληρούν τα προσόντα και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του παρόντος.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου, μετά γνώμη του Ο. Ε. Ε., καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι οργανώσεως και λειτουργίας του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών και μητρώου αυτών, ασκήσεως του επαγγέλματος του ορκωτού ελεγκτή και εγγραφής του στο ανωτέρω μητρώο, οι όροι συνθέσεως και λειτουργίας, ως και οι αρμοδιότητες του εποπτικού και του πειθαρχικού συμβουλίου του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών και της γραμματείας αυτού, οι υποχρεώσεις, τα ασυμβίβαστα και τα κωλύματα, στα οποία υπόκεινται οι ορκωτοί ελεγκτές, τα ελάχιστα όρια αμοιβών τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος».
2. Στα άρθρα 13, 15, 17 και 18 (παρ.1α), ως ισχύουν, του -κατ' εξουσιοδότηση του προαναφερθέντος άρθρου 75 παρ. 2- εκδοθέντος π.δ. 226/1992 «Περί συστάσεως οργανώσεως και λειτουργίας του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών, καθώς και περί των όρων εγγραφής σε Ειδικό Μητρώο και ασκήσεως του επαγγέλματος του Ορκωτού Ελεγκτή» ορίζονται τα εξής:
Άρθρο 13 Μητρώο Ορκωτών Ελεγκτών
«3. Στο Μητρώο Ορκωτών Ελεγκτών εγγράφονται τα πρόσωπα της παραγράφου 5 του άρθρου 10, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από την παράγραφο αυτή. Για την εγγραφή τους αποφασίζει το Εποπτικό Συμβούλιο.
4. Πίνακας με τις επωνυμίες και τις διευθύνσεις όλων των εταιριών ή κοινοπραξιών ελεγκτών, που είναι εγγεγραμμένες στο ειδικό μητρώο της επόμενης παραγράφου 5, καθώς και πίνακας με τα ονόματα των Ορκωτών Ελεγκτών της κάθε εταιρίας ή κοινοπραξίας βρίσκεται στη διάθεση του κοινού, στην έδρα και στα τυχόν άλλα γραφεία του Σ.Ο.Ε".
5. Οι κατά το άρθρο 17 συνιστώμενες εταιρείες ή κοινοπραξίες Ελεγκτών εγγράφονται παράλληλα προς την εγγραφή των επί μέρους μετόχων ή εταίρων σε ιδιαίτερη μερίδα του Μητρώου. Η εγγραφή περιλαμβάνει τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μελών της διοικήσεως της εταιρείας ή κοινοπραξίας Ελεγκτών.
Άρθρο 15 Ασυμβίβαστα - Απαγορεύσεις
4. Απαγορεύεται στον Ορκωτό Ελεγκτή η ατομικώς ή δια τρίτου ανάληψη και διενέργεια οποιασδήποτε ελεγκτικής ή άλλης εργασίας, που δεν του ανατέθηκε από εταιρία ή κοινοπραξία ελεγκτών στην οποία ανήκει.
Άρθρο 17 Εταιρείες ή κοινοπραξίες Ελεγκτών
Το Εποπτικό Συμβούλιο εγγράφει στην ιδιαίτερη μερίδα του μητρώου της παραγράφου 5 του όρθρου 13 μόνο τις εταιρίες ή κοινοπραξίες δύο τουλάχιστον Ορκωτών Ελεγκτών (ελεγκτικούς φορείς) που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις (...).
Άρθρο 18 Ανάθεση του ελέγχου Αμοιβή
1α. Για κάθε τακτικό έλεγχο της παραγράφου 1 του άρθρου 3, τα κατά νόμον αρμόδια όργανα εκλέγουν σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις μία τουλάχιστον από τις εταιρίες ή κοινοπραξίες ελεγκτών που είναι εγγεγραμμένες στο ειδικό Μητρώο της παραγράφου 5 του άρθρου 13, η οποία αναθέτει την ευθύνη του συγκεκριμένου ελέγχου σε έναν τουλάχιστον Ορκωτό Ελεγκτή, διορίζοντας τον για το σκοπό αυτό με τον αναπληρωματικό του».
3. Στα άρθρα 1 (παρ. 2), 2 (υπό 1, 2, 3 και 10), 3 (παρ. 1, 2 και 4) και 53 του ν. 4449/2017 «Υποχρεωτικός έλεγχος των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, δημόσια εποπτεία επί του ελεγκτικού έργου και λοιπές διατάξεις» (Α' 7/24.1.2017), ορίζονται τα εξής:
Άρθρο 1
Σκοπός του παρόντος νόμου είναι: α) η θέσπιση ενιαίου νομοθετικού πλαισίου σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 2006 (EE L157 της 9.6.2006), όπως η ανωτέρω Οδηγία ισχύει μετά την τροποποίησή της με την Οδηγία 2014/56/ΕΕ της 16ης Απριλίου 2014 (EE L 158 της 27.5.2014), β) η εναρμόνιση της νομοθεσίας με την τελευταία αυτή Οδηγία και γ) η θέσπιση κανόνων για περιπτώσεις δυνατότητας επιλογών του Κανονισμού (EE) 537/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (EEL 158).
2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος υπάγονται οι υποχρεωτικοί έλεγχοι των ετήσιων και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων των οντοτήτων που είναι υποχρεωμένες να τηρούν οικονομικές καταστάσεις. Άρθρο 2 Ορισμοί (άρθρο 2 της Οδηγίας)
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, καθώς και για τον έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. «Υποχρεωτικός έλεγχος»: ο έλεγχος των ετήσιων και ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων που διενεργείται από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία εφόσον:............
2. «Ορκωτός ελεγκτής λογιστής»: φυσικό πρόσωπο που έχει λάβει, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο άδεια, να διενεργεί υποχρεωτικούς ελέγχους.
3. «Ελεγκτική εταιρεία»: νομικό πρόσωπο, ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα ανεξαρτήτως νομικής μορφής που έχει λάβει, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο άδεια, να διενεργεί υποχρεωτικούς ελέγχους ή έχει λάβει άδεια από άλλο κράτος - μέλος, σύμφωνα με την Οδηγία 2006/43/ ΕΚ, να διενεργεί υποχρεωτικούς ελέγχους.
10. «Αρμόδια αρχή»: Αρμόδια αρχή για τη δημόσια εποπτεία επί των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών και των ελεγκτικών εταιρειών ορίζεται η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (ΕΛ.Τ.Ε.) που έχει συσταθεί με το άρθρο 1 του ν. 3148/2003, όπως ισχύει.
Άρθρο 3 Χορήγηση άδειας στους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές και στις ελεγκτικές εταιρείες -άρθρο 3 της Οδηγίας
«1. Δικαίωμα διενέργειας υποχρεωτικού ελέγχου έχουν μόνο οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές ή οι ελεγκτικές εταιρείες που έχουν λάβει άδεια άσκησης επαγγέλματος (επαγγελματική άδεια) και είναι μέλη του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών (ΣΟΕΛ) που έχει συσταθεί με το όρθρο 1 του π. δ. 226/1992 (Α 120). Οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές εφόσον εντάσσονται με οποιαδήποτε έννομη σχέση στη δύναμη ελεγκτικής εταιρείας μπορούν να διενεργούν συγχρόνως υποχρεωτικούς ελέγχους για λογαριασμό μίας μόνο ελεγκτικής εταιρείας.
2. Αρμόδια αρχή για τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας σε ορκωτούς ελεγκτές λογιστές και ελεγκτικές εταιρείες ορίζεται η Ε.Λ.Τ.Ε. Το Δ.Σ. χορηγεί την επαγγελματική άδεια ή απορρίπτει την αίτηση του ενδιαφερομένου. Με απόφαση του Δ.Σ. της Ε.Λ.Τ.Ε. καθορίζονται οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και οι λοιπές λεπτομέρειες για τη χορήγηση της επαγγελματικής άδειας και την εγγραφή των ορκωτών ελεγκτών λογιστών και ελεγκτικών εταιρειών στο Δημόσιο Μητρώο του άρθρου 14.
4. Για τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας σε ελεγκτική εταιρεία πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις;
α) στα φυσικά πρόσωπα που διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους για λογαριασμό της ελεγκτικής εταιρείας πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 5 και 7 έως 11 ή/και 13 και έχουν λάβει επαγγελματική άδεια στην Ελλάδα, β) το μεγαλύτερο μέρος των δικαιωμάτων ψήφου σε μία ελεγκτική εταιρεία πρέπει να κατέχεται από ελεγκτικές εταιρείες στις οποίες έχει χορηγηθεί επαγγελματική άδεια σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος ή από φυσικά πρόσωπα που πληρούν τουλάχιστον τις προϋποθέσεις των άρθρων 5, 7 έως 11 ή/και 13, γ) η πλειοψηφία του οργάνου διοίκησης ή διαχείρισης της ελεγκτικής εταιρείας πρέπει να ανήκει κατά τα 2/3 τουλάχιστον σε ελεγκτικές εταιρείες, στις οποίες έχει χορηγηθεί επαγγελματική άδεια σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος ή σε φυσικά πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 7 έως 11 ή/και 13. Όταν το όργανο διοίκησης έχει μόνο δύο μέλη, για τουλάχιστον ένα μέλος πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρούσας περίπτωσης, δ) η ελεγκτική εταιρεία να πληροί την προϋπόθεση, που ορίζεται στο άρθρο 5.
Άρθρο 14 Δημόσιο Μητρώο (άρθρο 15 της Οδηγίας)
1. Οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές και οι ελεγκτικές εταιρείες εγγράφονται, προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμα τους, στο Δημόσιο Μητρώο το οποίο τηρείται από την ΕΑ.Τ.Ε., σύμφωνα με τα άρθρα 15, 16 και 38. Με απόφαση του
Δ.Σ της η ΕΛΤ.Ε. μπορεί να αναθέτει τα διαδικαστικό θέματα τηρήσεως του Δημόσιου Μητρώου στον αρμόδιο επαγγελματικό φορέα (ΣΟΕΛ).
2. Η εγγραφή στο Δημόσιο Μητρώο, κάθε ορκωτού ελεγκτή λογιστή και κάθε ελεγκτικής εταιρείας γίνεται με διακεκριμένη αρίθμηση (αριθμός μητρώου).
3. Με απόφαση του Δ.Σ. της Ε.Α. Τ. Ε. μπορεί να περιορίζονται οι γνωστοποιήσεις που απαιτείται να παρέχονται από το Δημόσιο Μητρώο,....
4. Το Δημόσιο Μητρώο περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση της ΕΛΤ.Ε. ως αρμόδιας αρχής που έχει την τελική ευθύνη για:
α) τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 3,......
Άρθρο 53 Καταργούμενες διατάξεις
«Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται και με την επιφύλαξη της παρ. 8 του άρθρου 52:
1. Τα άρθρα 1 έως και 43 και το όρθρο 45 του ν. 3693/2008. 2.... 3......
4. Κάθε διάταξη αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου».
4. Κατ' εξουσιοδότηση εκ του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 4449/2017 εκδόθηκε η με αριθμό 1438 οικ/4.7.2017 (Β' 2593) κανονιστική πράξη - απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΛΤΕ για τους Όρους και τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή και Ελεγκτικής Εταιρείας, με την οποία, στο Κεφάλαιο Β' ορίζονται τα εξής:
«Όροι και Προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ελεγκτικής εταιρείας
1. Για τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας σε ελεγκτική εταιρεία πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Στα φυσικά πρόσωπα που διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους για λογαριασμό της ελεγκτικής εταιρείας πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 5 και 1 έως 11 ή/και 13 του ν. 4449/2017 (ΦΕΚ 7/Α/2017) και να έχουν λάβει επαγγελματική άδεια στην Ελλάδα.
β) Η πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου της ελεγκτικής εταιρείας να κατέχεται από ελεγκτικές εταιρείες στις οποίες έχει χορηγηθεί επαγγελματική άδεια σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος ή από φυσικά πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 5 και 7 έως 11 ή/και 13 του ν. 4449/2017 (ΦΕΚ 7/Α/2017).
γ) Η πλειοψηφία του οργάνου διοίκησης της ελεγκτικής εταιρείας πρέπει να ανήκει κατά τα 2/3 τουλάχιστον σε ελεγκτικές εταιρείες, στις οποίες έχει χορηγηθεί επαγγελματική άδεια σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος ή σε φυσικά πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 7 έως 11 ή/και 13. Όταν το όργανο διοίκησης έχει μόνο δύο μέλη, για τουλάχιστον ένα μέλος πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρούσας περίπτωσης,
δ) Η ελεγκτική εταιρεία να πληροί την προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 4449/2017 (ΦΕΚ 7/Α/2017), η συνδρομή ή μη της οποίας κρίνεται βάσει των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 υπό στοιχεία στ), ζ) και η) του παρόντος Κεφαλαίου».
Ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων
Από τις προαναφερόμενες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς, αλλά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, ενόψει και όλου του νομικού πλαισίου εντός του οποίου εντάσσονται και του σκοπού που εξυπηρετούν, συνάγονται τα ακόλουθα:
5. Με τις διατάξεις του ν. 3693/2008 («Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/43/ΕΚ περί υποχρεωτικών ελέγχων των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των Οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της Οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου και άλλες διατάξεις»), με τις οποίες, ενσωματώθηκε στη νομοθεσία της χώρας η Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 2006 οι διατάξεις και καταργήθηκαν οι διατάξεις του π.δ. 226/1992 που αντίκεινται στις διατάξεις του, καθώς και κάθε αντίθετη διάταξη με αυτές (άρθρο 44).
Η Οδηγία αυτή μεταγενέστερα τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την Οδηγία 2014/56/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών. Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 του Κανονισμού με αριθμό 537/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014, ως προς το πεδίο εφαρμογής του, αυτός εφαρμόζεται σε νόμιμους ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία που διενεργούν υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, με την επιφύλαξη, όμως, της οδηγίας 2006/43/ΕΚ, επιτρέπεται δηλαδή να ρυθμίζονται ορισμένα θέματα από την εσωτερική νομοθεσία των κρατών-μελών με πιο ευνοϊκούς ή πιο αυστηρούς όρους.
Ακολούθησε η θέσπιση του ν. 4449/2017, που έχει ως σκοπό τον αναφερόμενο στο προπαρατιθέμενο άρθρο 1 αυτού, ενώ με το άρθρο 53 καταργεί ρητά τα άρθρα 1 έως και 43 και το άρθρο 45 του ν. 3693/2008 ως και κάθε διάταξη αντίθετη με τις διατάξεις του.
6. Σύμφωνα με το ισχύον, πλέον, νομοθετικό καθεστώς οι προϋποθέσεις, που πρέπει να πληρούνται σωρευτικά και αποκλειστικά, προκειμένου να χωρήσει εγγραφή στο Μητρώο και να χορηγηθεί επαγγελματική άδεια σε ορκωτό ελεγκτή λογιστή ατομικά ή σε ελεγκτική εταιρεία ρυθμίζονται με τις διατάξεις του ν. 4449/2017, σε συνδυασμό με την, κατόπιν εξουσιοδοτήσεως, εκδοθείσα κανονιστική Απόφαση- πράξη της ΕΛΤΕ, χωρίς να απαιτείται πλέον να περιλαμβάνονται στην ελεγκτική εταιρεία τουλάχιστον δύο ορκωτοί ελεγκτές λογιστές.
Συγκεκριμένα, πρέπει, κατ' ορθή ερμηνεία, να γίνει δεκτό ότι με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 4449/2017 καταργήθηκε σιωπηρά το άρθρο 17 του π.δ. 226/1992, κατά το μέρος που αξίωνε τη συμμετοχή δύο, τουλάχιστον.. Ορκωτών Λογιστών στην ελεγκτική εταιρεία, ως προϋπόθεση εγγραφής αυτής στο οικείο Μητρώο, αφού στο εν λόγω άρθρο 14 δεν μνημονεύεται καν η συμμετοχή αυτή ως προϋπόθεση εγγραφής. Συγχρόνως δε, με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 4 του ν. 4449/2017, ορίζονται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας σε ελεγκτική εταιρεία, στις οποίες, επίσης, δεν αναφέρεται ως προϋπόθεση η συμμετοχή δύο Ορκωτών Λογιστών σε αυτή. Ενόψει των ανωτέρω, ορθώς εκδόθηκε, δυνάμει των εξουσιοδοτικών διατάξεων του άρθρου 3 παρ. 2 του ίδιου νόμου (4449/2017) η υπ' αριθμό 1438 οικ/4.7.2017 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΛΤΕ για τους όρους και τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται, προκειμένου να χορηγηθεί η επαγγελματική άδεια σε ορκωτό ελεγκτή λογιστή (Κεφάλαιο Α') και σε ελεγκτική εταιρεία (Κεφάλαιο Β'), καθόσον η Απόφαση αυτή κινείται πλήρως εντός του γράμματος (και του πνεύματος) των διατάξεων του ν. 4449/2017 και άρα νομίμως (η απόφαση αυτή) δεν αξιώνει ελάχιστο αριθμό δύο ορκωτών ελεγκτών λογιστών ως προϋπόθεση για τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας στις ελεγκτικές εταιρείες.
7. Σημειώνεται, επίσης, ότι και με τις διατάξεις του ν. 3919/2011 για την αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας, την κατάργηση των αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων, καθώς και την κατάργηση αδικαιολόγητων απαιτήσεων προηγούμενης διοικητικής άδειας για την άσκηση επαγγελμάτων, βούληση του νομοθέτη είναι η εν γένει κατάργηση διατάξεων νόμων, κανονιστικών πράξεων και ερμηνευτικών εγκυκλίων, που αντιβαίνουν στα προβλεπόμενα στα άρθρα 2 (για τους αδικαιολόγητους περιορισμούς) και 3 (για τις αδικαιολόγητες απαιτήσεις προς αδειοδότηση).
Απάντηση
8. Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στο ερώτημα που υποβλήθηκε, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β') γνωμοδοτεί ομόφωνα ως εξής :
Από τις ισχύουσες διατάξεις του ν. 4449/2017, και συγκεκριμένα από το άρθρο 14 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 παρ. 4, προκύπτει σιωπηρή κατάργηση της διάταξης του άρθρου 17 του π.δ. 226/1992 και συνεπώς δεν υφίσταται, πλέον, η προϋπόθεση της υποχρεωτικής συμμετοχής δύο τουλάχιστον Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών στη δύναμη ελεγκτικής εταιρείας, προκειμένου αυτή να λάβει επαγγελματική άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την, κατόπιν εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 4449/2017, εκδοθείσα με αριθμό 1438 οικ/4.7.2017 Απόφαση του Δ.Σ. της ΕΛΤΕ, και να εγγραφεί στο Δημόσιο Μητρώο του όρθρου 14.
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
Αθήνα, 5-3-2019
Ο Πρόεδρος
Στέφανος Δέτσης
Αντιπρόεδρος ΝΣΚ
Η εισηγήτρια
Αδαμαντία Καπετανάκη
Νομικός Σύμβουλος του Κράτους
1071126 ΕΞ 2019 Ενίσχυση Δ.Ο.Υ. και Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. με προσωπικό για τη διενέργεια μερικών επιτόπιων ελέγχων εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων
Αθήνα, 16/05/2019
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΑΔ Β 1071126 ΕΞ 2019
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΗΛ/ΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ,
ΤΜΗΜΑ Β'
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κώδικας: 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο: 2103375139-138
Fax: 2103375049
Url: www.aade.gr
Θέμα: «Ενίσχυση Δ.Ο.Υ. και Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. με προσωπικό για τη διενέργεια μερικών επιτόπιων ελέγχων εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων».
Στο πλαίσιο υλοποίησης του Επιχειρησιακού Σχεδίου του έτους 2019, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων αποφάσισε την εντατικοποίηση της διενέργειας μερικών επιτόπιων ελέγχων, τόσο για τον έλεγχο εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων, της τήρησης των βιβλίων και της έκδοσης των φορολογικών στοιχείων, όσο και για την καταγραφή πληροφοριών για τη συμπεριφορά των φορολογουμένων, οι οποίες καταχωρούνται και αξιοποιούνται για τη διενέργεια περαιτέρω ενεργειών της Φορολογικής Διοίκησης, με απώτερο σκοπό τον εντοπισμό της αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης για φορολογούμενους που ασκούν οποιαδήποτε δραστηριότητα ή διακινούν αγαθά.
Οι ως άνω έλεγχοι θα διενεργούνται σε ημερήσια βάση, συμπεριλαμβανομένων των αργιών, κατά τις πρωινές, απογευματινές και βραδινές ώρες.
Για την υλοποίηση των ως άνω ελέγχων πρέπει να ενισχυθούν με προσωπικό του κλάδου Εφοριακών οι Υπηρεσίες Ερευνών & Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (Υ.Ε.Δ.Δ.Ε.) και οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) ως κάτωθι:
1. Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. Αττικής
2. Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. Αττικής -Υποδιεύθυνση Δ' Προληπτικών Ελέγχων με έδρα την Λαμία
3. Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. Θεσσαλονίκης
4. Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. Θεσσαλονίκης - Υποδιεύθυνση Δ' Προληπτικών Ελέγχων με έδρα την Κομοτηνή
5. Δ.Ο.Υ. Κέρκυρας
6. Δ.Ο.Υ. Σύρου
7. Δ.Ο.Υ. Θήρας
8. Δ.Ο.Υ. Πάρου
9. Δ.Ο.Υ. Νάξου
10. Δ.Ο.Υ. Μυκόνου
11. Δ.Ο.Υ. Κώ
12. Δ.Ο.Υ. Ρόδου
13. Δ.Ο.Υ. Πολυγύρου
14. Δ.Ο.Υ. Νέων Μουδανιών
15. Δ.Ο.Υ. Πρέβεζας,
για τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Ειδικά για τις Υπηρεσίες Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων Αττικής και Θεσσαλονίκης οι έλεγχοι θα διενεργούνται α) εντός της χωρικής αρμοδιότητας των ως άνω υπηρεσιών β) εκτός έδρας έως δύο τριήμερα μηνιαίως.
Ως εκ τούτου, προκειμένου να ενισχυθούν οι ως άνω υπηρεσίες, καλούνται οι Εφοριακοί υπάλληλοι που ανήκουν οργανικά στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, να υποβάλουν δήλωση στην οποία θα διατυπώνουν την προτίμησή τους (βλ. συνημμένο υπόδειγμα αίτησης δήλωσης προτίμησης) μέχρι 28/05/2019, δηλώνοντας τουλάχιστον δύο (2) εκ των προαναφερομένων Υ.Ε.Δ.Δ.Ε./Δ.Ο.Υ. στο e-mail: i.katsoura@aade.gr.
Υπενθυμίζεται ότι η σχετική δήλωση προτίμησης των υπαλλήλων θα πρέπει να υποβληθεί στην Υπηρεσία μας διαμέσου των Υπηρεσιών στις οποίες ανήκουν οι υπάλληλοι, συνοδευόμενη από διαβιβαστικό της Υπηρεσίας τους. Στο διαβιβαστικό θα πρέπει να αναφέρεται η γνώμη του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο υπ' αριθ. πρωτ. ΔΔΑΔ Β 1048262 ΕΞ 2015/8.4.2015 έγγραφο.
Επισημαίνεται ότι οι εν λόγω αποσπάσεις θα καλυφθούν από δαπάνες του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 27 της υποπαραγράφου Δ.9 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν.4336/2015 (ΦΕΚ 94/Α/14-08-2015) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις - Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης», λόγω της υποχρεωτικότητάς τους για την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών.
Για την τελική επιλογή θα ληφθούν υπόψη οι υπηρεσιακές ανάγκες και η αριθμητική δύναμη του προσωπικού των υπηρεσιών προέλευσης των υποψηφίων. Τονίζεται ότι οι υποβληθείσες δηλώσεις προτίμησης δεν είναι δεσμευτικές για την υπηρεσία. Με ευθύνη των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών, στις οποίες αποστέλλεται το παρόν έγγραφο, παρακαλούνται να λάβουν γνώση ενυπόγραφα ή με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο όλοι οι υπάλληλοι.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Πρόσκληση ενδιαφέροντος
Συχνές ερωτήσεις-απαντήσεις Έντυπο Ν
Πρώτη ανάρτηση: 16/05/2019
Έντυπο Ν
Προσοχή: Αν έχετε αποθηκεύσει προσωρινά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος
Ν.Π. και νομικών οντοτήτων στην προηγούμενη έκδοση των εντύπων
απαιτείται η διαγραφή της προσωρινά αποθηκευμένης δήλωσης και στη
συνέχεια να προχωρήσετε σε νέα υποβολή.
1. Ποιοι έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων και νομικών οντοτήτων;
Όλα τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες όπως ορίζονται στο άρθρο 45 του ν.4172/2013, έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας, ηλεκτρονικά για όλα τα εισοδήματα τους.
Σχετ. άρθρα: 2, 45 και 68 του ν.4172/2013.
2. Πως θα υποβληθούν οι δηλώσεις;
Οι δηλώσεις για φορολογικά έτη που αρχίζουν από 01/01/2014 και μετά θα υποβληθούν στο ενιαίο έντυπο Ν, το οποίο αφορά όλες τις μορφές νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων. Το έντυπο καλύπτει:
• τόσο τα κερδοσκοπικού χαρακτήρα όσο και τα Μη Κερδοσκοπικού χαρακτήρα Ν.Π.
• όλες τις μορφές νομικών προσώπων (προσωπικές εταιρείες, κεφαλαιουχικές εταιρείες).
• όλες τις κατηγορίες βιβλίων (απλογραφικά, διπλογραφικά).
Οι αρχικές και τροποποιητικές, εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ανεξάρτητα αν το προκύπτον από αυτές υπόλοιπο είναι χρεωστικό, πιστωτικό ή μηδενικό και τα συνυποβαλλόμενα με αυτές έντυπα Ε2 «ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΙΣΘΩΜΑΤΑ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ» και Ε3 «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ», συμπεριλαμβανομένης και της κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης, υποβάλλονται υποχρεωτικά μέσω διαδικτύου, στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες TAXISnet. Αρχικά υποβάλλονται ηλεκτρονικά τα έντυπα (Ε3) και (Ε2) (εφόσον συντρέχει περίπτωση) και ακολουθεί η υποβολή της δήλωσης «ΔΗΛΩΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ». Η συμπλήρωση των πινάκων 2, 3 και 4 της δήλωσης είναι υποχρεωτική εφόσον συντρέχει περίπτωση και πρέπει να προηγείται της συμπλήρωσης των υπόλοιπων κωδικών του ενιαίου εντύπου, καθώς ποσά από αυτούς τους πίνακες μεταφέρονται στους κωδικούς του εντύπου. Τα λοιπά δικαιολογητικά που προβλέπονται κατά περίπτωση, δεν συνυποβάλλονται, αλλά φυλάσσονται για τον έλεγχο. Η δήλωση υποβάλλεται υποχρεωτικά στη Δ.Ο.Υ. εντός των νομίμων προθεσμιών, όταν το νομικό πρόσωπο και η νομική οντότητα:
• έχει κάνει χρήση κινήτρων αναπτυξιακών νόμων (Ν.Δ.1297/1972, Ν.2166/1993, Ν.2515/1997, κ.λπ.), καθώς και των άρθρων 52 και 54 του Ν.4172/2013. Επισημαίνεται ότι στην έννοια των αναπτυξιακών νόμων δεν εμπίπτουν οι επιχειρήσεις που κάνουν χρήση του κίνητρου των αφορολόγητων εκπτώσεων (ν. 2601/1998, ν. 3299/2004, κοκ), καθώς και του κινήτρου της απαλλαγής καταβολής φόρου με βάση τις διατάξεις του ν. 3908/2011.
• σε περίπτωση νομικών προσώπων υπό εκκαθάριση η οριστική δήλωση της εκκαθάρισης (όταν αυτή υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες) υποβάλλεται υποχρεωτικά στη Δ.Ο.Υ.
• σε περίπτωση αποδεδειγμένης τεχνικής αδυναμίας ολοκλήρωσης της υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων και των συνυποβαλλομένων εντύπων και εφόσον δεν κατέστη δυνατόν να επιλυθεί το πρόβλημα μετά από επικοινωνία με το αρμόδιο τμήμα της ΔΗΛΕΔ, η δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
Σας εφιστούμε την προσοχή ότι για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη (μέσω TAXISnet), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του Ν.4174/2013, πρέπει να προσκομίζεται στην αρμόδια για τη φορολογία τους Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών, αντίγραφο της δήλωσης που έχουν υποβάλει ηλεκτρονικά, συνοδευόμενη με τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία, έτσι ώστε η Δ.Ο.Υ. να αποφανθεί για τη σχετική επιφύλαξη.
3. Τι σημαίνει φορολογικό έτος;
Από 1/1/2014 δεν χρησιμοποιούμε τον όρο «οικονομικό έτος» και στη θέση του ο ν.4172/2013 εισάγει την έννοια του φορολογικού έτους. Πρακτικά ταυτίζεται με τη διαχειριστική περίοδο.
Το φορολογικό έτος ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος. Για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, το φορολογικό έτος μπορεί να λήγει σε διαφορετική ημερομηνία της 31ης/12.
Σε καμία περίπτωση το φορολογικό έτος, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες. Σχετ. άρθρο: 8 του ν.4172/2013.
4. Είμαι ήδη εγγεγραμμένος χρήστης του TAXISnet. Τι πρέπει να κάνω για να υποβάλω δήλωση φορολογίας εισοδήματος για νομικά πρόσωπα;
Για τους ήδη εγγεγραμμένους χρήστες δεν απαιτείται διαδικασία εγγραφής, αλλά ισχύουν οι κωδικοί πρόσβασης (username και κωδικός) που ήδη χρησιμοποιούνται. Τα Νομικά Πρόσωπα που έχουν εγγραφεί στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες μετά τις 6/12/2010 ή έχουν πιστοποιηθεί εκ νέου, πρέπει να εξουσιοδοτήσουν ένα φυσικό πρόσωπο ως εκπρόσωπο ή λογιστή ή λογιστικό γραφείο για την υποβολή δήλωσης από την εφαρμογή των εξουσιοδοτήσεων του TAXISnet.
5. Ποια είναι η καταληκτική ημερομηνία υποβολής;
Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος υποβάλλεται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έκτου μήνα, από το τέλος του φορολογικού έτους (άρθρο 68 παρ. 2 του ν. 4172/2013). Επομένως για το φορολογικό έτος από 01/01/2018 έως 31/12/2018 η καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης είναι η 28/06/2019.
6. Ποια είναι η καταληκτική ημερομηνία υποβολής δήλωσης για λήξη διαχειριστικής διαφορετική της 31ης/12/2018;
Για φορολογικό έτος από 1/7/2018 έως 30/6/2019 καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης είναι η 31/12/2019. Ανάλογη εφαρμογή έχουμε και σε περιπτώσεις διαφορετικής ημερομηνίας λήξης του φορολογικού έτους, ήτοι καταληκτική ημερομηνία είναι η τελευταία εργάσιμη ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους.
7. Έχω κάνει διακοπή εργασιών μέσα στο 2018. Πότε πρέπει να υποβάλω τη δήλωση;
Σε περίπτωση διακοπής εργασιών, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ένα μήνα από τη διακοπή.
8. Επιχείρηση έχει τεθεί σε εκκαθάριση. Πότε πρέπει να υποβάλω τη δήλωση;
Για την περίοδο από την αρχή του φορ. έτους μέχρι την προηγούμενη ημέρα από την έναρξη της εκκαθάρισης, η δήλωση υποβάλλεται μέχρι το τέλος του 6ου μήνα από την έναρξη της εκκαθάρισης.
Σε περίπτωση παράτασης της εκκαθάρισης πέραν του έτους (πέραν των 12 μηνών), υποβάλλεται προσωρινή δήλωση για τα εισοδήματα κάθε έτους, μέσα σε 1 (ένα) μήνα από τη λήξη του, επιφυλασσομένης της υποβολής οριστικής δήλωσης συγχρόνως με τη λήξη της εκκαθάρισης.
Η οριστική δήλωση εκκαθάρισης υποβάλλεται μέσα σε 1 (ένα) μήνα από τη λήξη της εκκαθάρισης.
Παράδειγμα:
Προηγούμενο Φορολογικό έτος με λήξη 31/12/2018. Η επιχείρηση τέθηκε σε εκκαθάριση 14/5/2019.
α. Η επιχείρηση έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης για το φορολογικό έτος που έληξε πριν από την περίοδο της εκκαθάρισης, δηλαδή από 1/1/2019 έως 13/5/2019, έως την 30/11/2019.
β. Η επιχείρηση έχει υποχρέωση να υποβάλλει δήλωση για την περίοδο της εκκαθάρισης μέχρι την λήξη της.
-Εάν η εκκαθάριση περατωθεί στις 15/12/2019 πρέπει να υποβληθεί δήλωση για φορολογικό έτος από 14/5/2019 έως 15/12/2019 μέχρι την 15/01/2020. -Εάν η εκκαθάριση περατωθεί στις 10/10/2021 πρέπει να υποβληθεί:
• προσωρινή δήλωση για το φορολογικό έτος 14/5/2019 έως 13/5/2020
• προσωρινή δήλωση για το φορολογικό έτος 14/5/2020 έως 13/5/2021 και
• οριστική δήλωση για όλη την περίοδο της εκκαθάρισης από 14/5/2019 έως 10/10/2021 μέχρι 10/11/2021.
Παρακαλούμε για το εν λόγω θέμα ανατρέξτε και στην ΠΟΛ.1060/2015 εγκύκλιο.
9. Πότε υποχρεούμαι να υποβάλω δήλωση πριν παρέλθει η καταληκτική ημερομηνία υποβολής;
Στις περιπτώσεις που η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της
δήλωσης διακοπής ή λήξης της εκκαθάρισης λήγει σε ημερομηνία
προγενέστερη αυτής της δήλωσης του τελευταίου φορολογικού έτους πριν από
τη διακοπή ή την έναρξη της εκκαθάρισης, η τελευταία αυτή δήλωση πρέπει
να υποβληθεί μέχρι την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης
διακοπής ή λήξης της εκκαθάρισης, αντίστοιχα (ΠΟΛ.1060/2015).
10. Μπορώ να υποβάλω εκπρόθεσμη δήλωση φόρου εισοδήματος μέσω TAXISnet;
Οι αρχικές & τροποποιητικές εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος Ν.Π. και τα συνυποβαλλόμενα με αυτές έντυπα αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2) και του μηχανογραφικού δελτίου οικονομικών στοιχείων επιχειρήσεων και επιτηδευματιών (Ε3) συμπεριλαμβανομένων και των καταστάσεων φορολογικής αναμόρφωσης, υποβάλλονται υποχρεωτικά μέσω διαδικτύου.
11. Προσπαθώ να υποβάλω τη δήλωση και μου εμφανίζει το μήνυμα «Λάθος στην προκαταβολή προηγούμενου έτους». Τι πρέπει να κάνω για να υποβάλω τη δήλωση οριστικά με τη σωστή προκαταβολή;
Για να υποβάλετε τη δήλωση ηλεκτρονικά θα πρέπει πρώτα να επισκεφθείτε το τμήμα εισοδήματος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., προκειμένου να διευθετηθεί η διαφορά.
12. Νομικό Πρόσωπο θέλει να υποβάλλει δήλωση εντύπου Ν με επιφύλαξη. Τι ενέργειες πρέπει να γίνουν;
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1057/2018 οι δηλώσεις με επιφύλαξη υποβάλλονται ηλεκτρονικά επιλέγοντας το σχετικό πεδίο " με επιφύλαξη" στη φόρμα υποβολής της δήλωσης. Ωστόσο για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του Ν. 4174/2013, πρέπει να προσκομίζεται στην αρμόδια για τη φορολογία τους Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών αντίγραφο της δήλωσης που έχουν υποβάλει ηλεκτρονικά, συνοδευόμενη με τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία, έτσι ώστε η Δ.Ο.Υ. να αποφανθεί για τη σχετική επιφύλαξη.
13. Το Ν.Π έχει κάνει διακοπή εργασιών μέσα στο έτος 2019. Πως θα υποβληθεί η δήλωση διακοπής με το Ν έντυπο;
Προκειμένου να επιτραπεί στον χρήστη της εφαρμογής να καταχωρήσει τη δήλωση διακοπής για το φορ. έτος 2019 θα πρέπει πρώτα να έχει υποβληθεί δήλωση για το φορ. έτος 2018. Επομένως ο χρήστης θα προβεί πρώτα σε υποβολή της δήλωσης για τη χρήση του 2018 και θα πρέπει να περιμένει 1 (μία) ημέρα προκειμένου να μεταπτωθεί η δήλωση στο TAXIS και έτσι να ενημερωθεί ο κωδικός 008 (φόρος που προκαταβλήθηκε) στη δήλωση διακοπής που θα ακολουθήσει.
14. Έχω υποβάλλει χειρόγραφα στη Δ.Ο.Υ. δήλωση εντύπου Ν και η εφαρμογή δεν μου επιτρέπει να καταχωρήσω στο TAXISnet τροποποιητική δήλωση για το ίδιο φορολογικό έτος.
Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο έχει υποβληθεί και καταχωρηθεί χειρόγραφα δήλωση εντύπου Ν στη Δ.Ο.Υ. φορολογίας σας τότε όλες οι μεταγενέστερες τροποποιητικές δηλώσεις για το ίδιο φορ. έτος θα πρέπει να υποβληθούν υποχρεωτικά στη Δ.Ο.Υ.
15. Νομικά Πρόσωπα Μη Κερδοσκοπικού Χαρακτήρα άρθρου 45γ ν.4172/2013.
Τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ξεκινούν τη συμπλήρωση της δήλωσης από τον πίνακα 2.
• Σε περίπτωση που έχουν εισόδημα από ακίνητη περιουσία συμπληρώνουν πρώτα το έντυπο Ε2, εν συνεχεία τον πίνακα 3Α4 «εισόδημα από ακίνητη περιουσία (αρθ.39 ν.4172/2013) και τέλος τον πίνακα 2Α «εισόδημα από ακίνητη περιουσία». Το ποσό του κωδικού 198 στον πίνακα 3Α4, θα συγκρίνεται με το σύνολο των ποσών που έχουν καταχωρηθεί στο έντυπο Ε2 και σε περίπτωση που υπάρχει διαφορά, θα ζητείται από τον υποβάλλοντα τη δήλωση η επιβεβαίωση της διαφοράς πριν συνεχίσει τη διαδικασία. Το ποσό που έχει καταχωρηθεί στον κωδικό 198 θα μεταφέρεται από την εφαρμογή στον πίνακα 2Α στο πεδίο «Συνολικό εισόδημα από ακίνητα».
• Για τη συμπλήρωση εφόσον συντρέχει περίπτωση, ποσών στον πίνακα 2Β στα πεδία «Εισόδημα από κεφάλαιο (πλην ακίνητης περιουσίας)», «Εισόδημα από υπεραξία μεταβίβ. Κεφαλαίου» και «Ζημιά από μεταβίβαση κεφαλαίου», απαιτείται η προηγούμενη συμπλήρωση του πίνακα 3.
• Σε περίπτωση που έχουν έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, συμπληρώνουν υποχρεωτικά πρώτα το έντυπο Ε3 και εν συνεχεία τον πίνακα 2Β.
• Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το έντυπο Ε3 ως συνυποβαλλόμενο έντυπο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, σε κάθε περίπτωση οριστικοποιείται χωρίς αναγραφόμενα ποσά από όλα τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (περ.γ’ άρθρου 45 ν.4172/2013). Σε περίπτωση που τα υπόψη νομικά πρόσωπα έχουν εισόδημα μόνο από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, θα οριστικοποιείται πάλι το έντυπο Ε3 χωρίς αναγραφόμενα ποσά. Αντίθετα, όταν τα ίδια νομικά πρόσωπα έχουν λοιπά εισοδήματα πλην των ανωτέρω (εισόδημα από επιχειρηματικές συναλλαγές), τότε υποχρεούνται στη συμπλήρωση του εντύπου Ε3.
• Τέλος όσα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (περ. γ’ άρθρου 45 ν.4172/2013), έχουν έσοδα ή δαπάνες μόνο για την πραγματοποίηση του σκοπού τους, θα οριστικοποιούν το έντυπο Ε3 χωρίς αναγραφόμενα ποσά.
• Εφόσον το Ν.Π. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (που τηρεί Γ’ κατηγορίας βιβλία) έχει μέσα στο φορολογικό έτος 2015, χρεωστική διαφορά λόγω ανταλλαγής ομολόγων (PSI) , οφείλει να συμπληρώσει τον πίνακα «V .Χρεωστική διαφορά λόγω συμμετοχής στο πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων – PSI (ν.4046/2012)» (κωδικοί 746, 747, 753 , 748), από τα στοιχεία του οποίου και ενημερώνεται αυτόματα το σχετικό πεδίο του πίνακα 2Β.
• Το πεδίο «Ζημία από επιχειρηματική δραστηριότητα παρελθουσών χρήσεων» θα παραμένει ανενεργό για φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2015 και μετά, καθόσον το αντίστοιχο ποσό θα μεταφερθεί από τον κωδικό 039.
16. Νομικά πρόσωπα ή οντότητες με απλογραφικά βιβλία.
• Για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία η εκκαθάριση φόρου, θα λαμβάνει υπόψη την κατηγορία βιβλίων, όπως αυτή έχει δηλωθεί στο Μητρώο της Δ.Ο.Υ.
• Για τη μεταφορά των μη εκπιπτόμενων δαπανών στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος (κωδικός 455 του εντύπου Ν) απαιτείται η προηγούμενη συμπλήρωση της κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης.
Σε περίπτωση αφορολόγητων αποθεματικών δεν θα συμπληρώνεται ο πίνακας Ζ του εντύπου Ε3, αλλά η αφαίρεσή τους πραγματοποιείται από τα αντίστοιχα πεδία στο νέο έντυπο (περιοχή «αφαίρεση αφορολόγητων αποθεματικών αναπτυξιακών νόμων κλπ.»).
17. Αγροτικοί συνεταιρισμοί και ομάδες παραγωγών.
• Για την εκκαθάριση του φόρου με τον συντελεστή 13%, λαμβάνεται υπόψη η κατηγορία και το είδος επιχείρησης, όπως αυτά έχουν δηλωθεί στο Μητρώο της Δ.Ο.Υ.
• Απαραίτητη είναι η επιλογή στο αντίστοιχο πεδίο του εντύπου ότι υπάγεστε στην παρ. 2 του άρθρου 58 του ν. 4172/2013.
• Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 4384/2016 (ΦΕΚ Α' 78/26-04-2016), πρέπει να είστε εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών και άλλων Συλλογικών Φορέων (άρθρο 19 ν. 4384/2016).
18. Είμαι Νομικό Πρόσωπο που έχω τη διαχείριση κληροδοτημάτων. Μπορώ να υποβάλω ηλεκτρονικά δήλωση φορολογίας εισοδήματος για νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα;
• Ναι. Μπορώ να υποβάλω τη δήλωση ηλεκτρονικά, αρκεί να έχω μόνο ένα (1) κληροδότημα.
• Τα Ν.Π. που έχουν τη διαχείριση κληροδοτημάτων (κεφαλαίων αυτοτελούς διαχείρισης) θα υποβάλουν διαφορετικό Ε2 για κάθε κληροδότημα. Επομένως όσα Ν.Π. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχουν περισσότερα του ενός κληροδοτήματα θα πρέπει να υποβάλουν τη δήλωση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
Σχετ. ΠΟΛ.1044/2015
«Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι στην ίδια έννοια των νομικών οντοτήτων εμπίπτουν καταρχήν τα κληροδοτήματα που αποτελούν κεφάλαια αυτοτελούς διαχείρισης και στερούνται νομικής προσωπικότητας (άρθρο 96 α.ν. 2039/1939 και νυν άρθρο 50 παρ. 2 του Ν. 4182/2013 ), καθώς και οι ειδικοί λογαριασμοί των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που συνιστώνται για την αξιοποίηση των κονδυλίων επιστημονικής έρευνας, εκπαίδευσης, κ.λπ. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα πιο πάνω κληροδοτήματα και οι ειδικοί λογαριασμοί δεν αποτελούν αυτοτελή νομικά πρόσωπα (αριθ. 74/2004 και 354/2003 γνωμοδοτήσεις του Ν.Σ.Κ.) και η περιουσία τους περιέρχεται στα νομικά πρόσωπα υπέρ των οποίων έχει καταληφθεί ή στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, κατά περίπτωση, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι οι πιο πάνω νομικές οντότητες δεν έχουν αυτοτελή φορολογική υποχρέωση, αλλά τα εισοδήματά τους φορολογούνται στο όνομα των προσώπων την περιουσία των οποίων προσαυξάνουν, με βάση την προβλεπόμενη για τα τελευταία φορολογική μεταχείριση.»
19. Πότε και πως επιλέγω τον τρόπο πληρωμής του φόρου;
Η επιλογή του τρόπου πληρωμής, εφάπαξ ή με δόσεις, γίνεται μετά την οριστική υποβολή της δήλωσης και την έκδοση της ταυτότητας οφειλής, κάνοντας χρήση του τρόπου πληρωμής που διαθέτει η Α.Α.Δ.Ε. με κάρτα ή με τις συνεργαζόμενες Τράπεζες και τα ΕΛ.ΤΑ. Ειδικότερα, ορίζεται ότι η καταβολή του φόρου γίνεται σε έξι (6), κατ' ανώτατο όριο, ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης και οι υπόλοιπες πέντε (5) μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των πέντε (5) επόμενων μηνών. Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν λυθεί ή έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση η καταβολή του φόρου γίνεται εφάπαξ και όχι αργότερα από την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την υποβολή της δήλωσης. Η καταβολή του φόρου δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους
εντός του οποίου υποβλήθηκε η δήλωση.
Σας γνωστοποιούμε ότι, πλέον, από τη Υπηρεσία μας, «Προσωποποιημένη Πληροφόρηση», έχετε τη δυνατότητα να εκτυπώνετε την ταυτότητα οφειλής και να ενημερώνεστε για την οφειλή σας.
Επισήμανση: Από το φορολογικό έτος 2015 και επόμενα δεν προβλέπεται έκπτωση σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του φόρου.
20. Πως θα υποβάλω δήλωση σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα τίθεται σε εκκαθάριση ή διακόπτει τις εργασίες του μέσα στο φορολογικό έτος 2018 και πριν την έναρξη της υποβολής των δηλώσεων με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας (taxisnet);
Σε μια τέτοια περίπτωση η δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά (μέσω taxisnet) στα ήδη διαθέσιμα από το προγενέστερο φορολογικό έτος έντυπα (Ν - Ε2 - Ε3). Στα ίδια έντυπα υποβάλλονται και τυχόν μεταγενέστερες τροποποιητικές δηλώσεις (σχετ. Α.1037/2019).
21. Τι συμβαίνει όταν παρέλθει η καταληκτική ημερομηνία πληρωμής (βάσει της Ταυτότητας Οφειλής) χωρίς να έχει καταβληθεί ο φόρος στην Τράπεζα;
Με την οριστική υποβολή της δήλωσης, αυτή θεωρείται παραληφθείσα και ο φόρος βεβαιώνεται στις προβλεπόμενες από το ν. 4172/2013 δόσεις. Αν παρέλθει η ημερομηνία καταβολής οποιασδήποτε δόσης έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 53 του Ν. 4174/2013 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το Ν. 4223/2013. Για περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις οφειλές, επιλέξτε τα «Στοιχεία Οφειλών εκτός Ρύθμισης» από την Προσωποποιημένη Πληροφόρηση.
22. Έχω καταχωρήσει όλα τα ποσά στους κωδικούς της φόρμας της δήλωσης και θέλω να προχωρήσω στην οριστική Υποβολή της. Πως θα υποβάλω τη δήλωση;
Η επιλογή της «Υποβολής» είναι ενεργή σε όλες τις σελίδες της φόρμας της δήλωσης.
23. Σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης τι πρόστιμα επιβάλλονται;
Σε περίπτωση υποβολής δήλωσης μετά την παρέλευση της νόμιμης καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής το TAXISnet θα υπολογίσει αυτόματα τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής βάσει του άρθρου 53, Ν. 4174/2013. Επίσης, θα επιβληθούν τα αυτοτελή πρόστιμα που προβλέπονται από το άρθρο 54, Ν. 4174/2013 τα οποία θα βεβαιωθούν από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας σας και όχι τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης.
24. Ποια έντυπα συνυποβάλλονται, ηλεκτρονικά, μαζί με το ενιαίο έντυπο;
Τα συνυποβαλλόμενα έντυπα είναι το μηχανογραφικό δελτίο οικονομικών
στοιχείων επιχειρήσεων και επιτηδευματιών (Ε3) (συμπεριλαμβανομένης και
της κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης), καθώς και το έντυπο αναλυτικής
κατάστασης για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2), εφόσον βέβαια το Ν.Π έχει
εισοδήματα από μίσθωση ακινήτων. Τα λοιπά δικαιολογητικά που
προβλέπονται από την οικεία απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, δεν
συνυποβάλλονται, αλλά φυλάσσονται για τον έλεγχο.
25. Πότε συνυποβάλλεται το έντυπο Ε2;
Το έντυπο Ε2 συνυποβάλλεται υποχρεωτικά, εφόσον έχουν συμπληρωθεί ποσά στους κωδικούς 200, 209, 210, 211, 215 και 199 του Πίνακα 3Α4. Το ποσό του κωδικού 198 στον πίνακα 3Α4, θα συγκρίνεται με το σύνολο των ποσών που έχουν καταχωρηθεί στο έντυπο Ε2 και σε περίπτωση που υπάρχει διαφορά, θα ζητείται από τον υποβάλλοντα τη δήλωση η διόρθωση της διαφοράς πριν συνεχίσει τη διαδικασία.
26. Πότε συνυποβάλλεται το έντυπο Ε3;
Σε κάθε περίπτωση.
27. Πως θα συνυποβάλλω το Ε3 και το Ε2 (εφόσον συντρέχει περίπτωση για το δεύτερο);
Το Ε3 και το Ε2 πρέπει να υποβληθούν από την ίδια εφαρμογή όπου υποβάλλεται και το νέο ενιαίο έντυπο και όχι από τα ελεύθερα προγράμματα που απευθύνονται προς τους πολίτες. Η εκτύπωση όλων των εντύπων γίνεται μέσα από την εφαρμογή.
28. Μπορώ να υποβάλω τροποποιητική δήλωση φόρου εισοδήματος μέσω TAXISnet;
Οι πάσης φύσεως τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται υποχρεωτικά μέσω διαδικτύου.
29. Ποιοί έχουν τη δυνατότητα υποβολής τροποποιητικής δήλωσης εντύπου Ν;
Όσοι έχουν υποβάλλει την αρχική δήλωση Ν μέσω TAXISnet.
30. Θέλω να υποβάλω τροποποιητική δήλωση Φ.Ε.Ν.Π για προηγούμενα οικ. έτη, π.χ. Ε οικ. 2015 (υπερδωδεκάμηνη με έναρξη διαχ/κής μέσα στο 2013), οικ.2014, οικ. 2013 κ.ο.κ με βάση τα έντυπα Φ01-010, Φ01-012, ΦΟ1-013, Ε5. Υπάρχει αντίστοιχη εφαρμογή στο TAXISnet;
ΟΧΙ. Η εφαρμογή υποβολής τροποποιητικών δηλώσεων Φ.Ε.Ν.Π αφορά αποκλειστικά στο Έντυπο Ν από το φορ. έτος 2014 (διαχ/κή περίοδος από 01/01/2014 και έπειτα βάσει ν.4172/2013). Εάν θέλετε να υποβάλλετε τροποποιητικές δηλώσεις Φ.Ε.Ν.Π για οικ. έτη μέχρι και οικ. έτος 2015 (υπερδωδεκάμηνη) βάσει των εντύπων Φ01-010, Φ01- 012, Φ01-013, Ε5, θα πρέπει να υποβάλλετε χειρόγραφα τη σχετική δήλωση στη Δ.Ο.Υ. φορολογίας σας.
31. Πως συνυποβάλλονται τα έντυπα Ε2 και Ε3;
Τα συνυποβαλλόμενα έντυπα Ε2 και Ε3 υποβάλλονται σε κάθε περίπτωση, έστω και αν δεν υπάρχει μεταβολή στα δεδομένα των εντύπων. Επιλέγουμε από την υποβολή τροποποιητικής το αντίστοιχο έντυπο, το σύστημα μας εμφανίζει τα δεδομένα της αρχικής δήλωσης και μετά οριστικοποιούμε ή τροποποιούμε ανάλογα. Προσοχή: Τις μεταβολές στο έντυπο Ε3, οι οποίες τυχόν προκύπτουν, τις καταχωρούμε χειρόγραφα και στο έντυπο Ν (δεν μεταφέρονται αυτόματα όπως στην αρχική). Αντίθετα οι μεταβολές στο Ε2 θα ελεγχθούν για την ορθή μεταφορά τους στο έντυπο Ν.
32. Τι γίνεται εάν η τροποποιητική δήλωση επηρεάζει τον Πίνακα Κατανομής κερδών Ε στους εταίρους/μέλη Ν.Π. που τηρούν απλογραφικά βιβλία (πίνακας 1, σελ 3);
Εάν τα αποτελέσματα της τροποποιητικής επηρεάζουν τον πίνακα 1 τότε αυτός διορθώνεται χειρόγραφα.
33. Τι γίνεται όταν το αποτέλεσμα της τροποποιητικής είναι περισσότερο χρεωστικό της αρχικής;
Σε αυτή την περίπτωση προκύπτει μια ταυτότητα οφειλής με τη διαφορά του φόρου.
34. Τι γίνεται όταν το αποτέλεσμα της τροποποιητικής είναι λιγότερο χρεωστικό της αρχικής;
Η διαφορά δημιουργεί πιστωτικό υπόλοιπο το οποίο εκκαθαρίζεται από τη Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με τις οδηγίες της Φορολογικής Διοίκησης και τις σχετικές διαδικασίες ελέγχου.
35. Τι γίνεται όταν το αποτέλεσμα της τροποποιητικής είναι λιγότερο πιστωτικό της αρχικής;
Σε αυτή τη περίπτωση δημιουργείται ΕΙΔΙΚΟΣ ΧΡΗΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ με τη διαφορά, ο οποίος θα εμφανιστεί στην "προσωποποιημένη πληροφόρηση" και το πιστωτικό της αρχικής δήλωσης θα εκκαθαρίζεται από τη Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις οδηγίες της Φορολογικής Διοίκησης και τις σχετικές διαδικασίες ελέγχου, με ημερομηνία συμψηφισμού την ημερομηνία υποβολής της αρχικής δήλωσης (από την οποία προέκυψε).
36. Τι γίνεται όταν η αρχική δήλωση είναι πιστωτική και η τροποποιητική χρεωστική;
Σε αυτή την περίπτωση δημιουργείται ταυτότητα οφειλής για το χρεωστικό ποσό της τροποποιητικής και ΕΙΔΙΚΟΣ ΧΡΗΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ για το πιστωτικό της αρχικής το οποίο θα εμφανίζεται στην "προσωποποιημένη πληροφόρηση".
Το πιστωτικό της αρχικής θα εκκαθαρίζεται από τη Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις οδηγίες της Φορολογικής Διοίκησης και τις σχετικές διαδικασίες ελέγχου, με ημερομηνία συμψηφισμού την ημερομηνία υποβολής της αρχικής δήλωσης (από την οποία προέκυψε).
37. Η αρχική πιστωτική δήλωση είναι σε κατάσταση για έλεγχο. Τι γίνεται με την τροποποιητική;
Η αρχική δήλωση ακολουθεί τις διαδικασίες επιστροφής που προβλέπουν οι διαδικασίες του ελέγχου.
Η τροποποιητική δήλωση εκκαθαρίζεται ανεξάρτητα από την αρχική δήλωση,
δηλαδή βεβαιώνονται τυχόν χρεωστικά ποσά φόρου ή εκκαθαρίζονται τυχόν
πιστωτικά υπόλοιπα στη Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με τις οδηγίες της Φορολογικής
Διοίκησης και τις σχετικές διαδικασίες ελέγχου.
38. Η καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσής μου δεν έχει παρέλθει ακόμα και ενώ έχω υποβάλλει την αρχική δήλωση, επιθυμώ να υποβάλλω και τροποποιητική. Τι πρέπει να κάνω;
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του ν. 4174/2013, "αν ο φορολογούμενος υποβάλει τροποποιητική φορολογική δήλωση εντός της προθεσμίας υποβολής της αρχικής δήλωσης, τότε και η τροποποιητική φορολογική δήλωση επέχει θέση αρχικής δήλωσης και θεωρείται ότι και οι δυο, αρχική και τροποποιητική έχουν υποβληθεί εμπρόθεσμα".
39. Αν οριστικοποιήσω μια δήλωση στο TAXISnet και διαπιστώσω κάποιο λάθος, έχω δυνατότητα διόρθωσης μέσω TAXISnet;
Ναι, με την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης.
62/4/2019 Καθορισμός ωραρίου συναλλαγών και εξυπηρέτησης κοινού στα Κτηματολογικά Γραφεία και Υποκαταστήματα του Φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο» (Ν.Π.Δ.Δ.)
Αριθμ. 62/4
(ΦΕΚ Β' 1727/16.05.2019)
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΦΟΡΕΑ «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» (Ν.Π.Δ.Δ.)
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του ν. 4512/2018 (ΦΕΚ 5 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 58 του ν. 4602/2019 (ΦΕΚ 45 Α΄) και ειδικότερα των άρθρων 1 παρ. 1, 15 παρ. 1 και 2 και 40 παρ. 11.
2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Κτηματολόγιο»,
αποφασίζουμε:
Άρθρο Μόνο
Το ωράριο συναλλαγών και εξυπηρέτησης κοινού στα Κτηματολογικά Γραφεία και Υποκαταστήματα του Φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο», ορίζεται ως εξής:
α) Κατάθεση και παραλαβή αιτήσεων για καταχώριση/ εγγραφή πράξεων και έκδοση πιστοποιητικών, αντιγράφων και διαγραμμάτων: 8:30 π.μ.- 13:00 μ.μ.
β) Παράδοση και παραλαβή πιστοποιητικών, αντιγράφων και διαγραμμάτων: 8:30 π.μ.- 14:00 μ.μ.
γ) Έρευνα βιβλίων και λοιπών τηρούμενων αρχείων: 10:00 π.μ.- 14:00 μ.μ.
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 17 Απριλίου 2019
Ο Πρόεδρος
ΒΥΡΩΝΑΣ ΝΑΚΟΣ
Υπόθεση C-566/17 Έκπτωση του φόρου εισροών – Αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ – Υποκείμενος στον φόρο που ασκεί τόσο οικονομικές όσο και μη οικονομικές δραστηριότητες – Αποκτηθέντα αγαθά και ληφθείσες υπηρεσίες για την πραγματοποίηση τόσο υποκείμενων όσο και μη υποκείμενων στον ΦΠΑ πράξεων
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 8ης Μαΐου 2019 «Προδικαστική παραπομπή – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 168, στοιχείο αʹ – Έκπτωση του φόρου εισροών – Αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ – Υποκείμενος στον φόρο που ασκεί τόσο οικονομικές όσο και μη οικονομικές δραστηριότητες – Αποκτηθέντα αγαθά και ληφθείσες υπηρεσίες για την πραγματοποίηση τόσο υποκείμενων όσο και μη υποκείμενων στον ΦΠΑ πράξεων – Μη πρόβλεψη κριτηρίων κατανομής στην εθνική νομοθεσία – Αρχή της νομιμότητας του φόρου»
Στην υπόθεση C-566/17,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Wojewódzki Sąd Administracyjny we Wrocławiu (διοικητικό δικαστήριο περιφέρειας Wrocław, Πολωνία) με απόφαση της 10ης Ιουλίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Σεπτεμβρίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης
Związek Gmin Zagłębia Miedziowego w Polkowicach
κατά
Szef Krajowej Administracji Skarbowej,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),
συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο του Δικαστηρίου, προεδρεύοντα του δεύτερου τμήματος, A. Prechal, C. Toader, A. Rosas (εισηγητή) και M. Ilešič, δικαστές,
γενική εισαγγελέας: E. Sharpston
γραμματέας: R. Şereş, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 20ής Σεπτεμβρίου 2018,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Związek Gmin Zagłębia Miedziowego w Polkowicach, εκπροσωπούμενη από τους P. Koźmiński και K. Ziemski, radcowie prawni, καθώς και από τον P. Kaźmierczak, doradca podatkowy,
– o Szef Krajowej Administracji Skarbowej, εκπροσωπούμενος από τους B. Kołodziej και J. Kaute,
– η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna και την A. Kramarczyk – Szaładzińska,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις J. Jokubauskaitė και M. Siekierzyńska,
αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 6ης Δεκεμβρίου 2018,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία ΦΠΑ).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Związek Gmin Zagłębia Miedziowego w Polkowicach (ένωσης δήμων της περιοχής ορυχείων χαλκού του Polkowice, στο εξής: ένωση δήμων) και του Szef Krajowej Administracji Skarbowej (διευθυντή της εθνικής φορολογικής αρχής, στο εξής: φορολογική αρχή), σχετικά με αίτηση για την έκδοση ερμηνευτικής αποφάσεως επί φορολογικών θεμάτων αφορώσας το δικαίωμα έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) που βαρύνει την απόκτηση αγαθών και υπηρεσιών από την ένωση δήμων για την πραγματοποίηση τόσο οικονομικών δραστηριοτήτων που υπόκεινται στον ΦΠΑ όσο και μη οικονομικών δραστηριοτήτων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ (στο εξής: μικτές δαπάνες).
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Ο τίτλος IΙΙ της οδηγίας ΦΠΑ επιγράφεται «Υποκείμενοι στον φόρο». Υπό τον τίτλο αυτό, το άρθρο 9, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας αυτής προβλέπει τα εξής:
«Νοείται ως “υποκείμενος στον φόρο” οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.»
4 Υπό τον ίδιο τίτλο, το άρθρο 13, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας ορίζει:
«Τα κράτη, οι περιφέρειες, οι νομοί, οι δήμοι και κοινότητες και οι λοιποί οργανισμοί δημοσίου δικαίου δεν θεωρούνται ως υποκείμενοι στον φόρο για τις δραστηριότητες ή πράξεις, τις οποίες πραγματοποιούν ως δημόσια εξουσία, έστω και αν, για τις δραστηριότητες ή πράξεις αυτές, εισπράττουν δικαιώματα, τέλη, εισφορές ή άλλες επιβαρύνσεις.»
5 Ο τίτλος X της εν λόγω οδηγίας, που επιγράφεται «Εκπτώσεις», περιλαμβάνει πέντε κεφάλαια, εκ των οποίων το πρώτο φέρει τον τίτλο «Γένεση και έκταση του δικαιώματος έκπτωσης». Στο κεφάλαιο αυτό, το άρθρο 168 προβλέπει τα εξής:
«Στον βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεών του, ο υποκείμενος στον φόρο έχει το δικαίωμα, στο κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιεί τις πράξεις του, να εκπίπτει από τον οφειλόμενο φόρο τα ακόλουθα ποσά:
α) τον οφειλόμενο ή καταβληθέντα στο εν λόγω κράτος μέλος ΦΠΑ για τα αγαθά που του παραδόθηκαν ή πρόκειται να του παραδοθούν και για τις υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν ή πρόκειται να του παρασχεθούν από άλλον υποκείμενο στον φόρο,
[...]».
6 Το κεφάλαιο 2 του ίδιου τίτλου επιγράφεται «Αναλογία έκπτωσης». Στο εν λόγω κεφάλαιο, το άρθρο 173 της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπει τα εξής:
«1. Όσον αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από υποκείμενο στον φόρο για την πραγματοποίηση τόσο πράξεων που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης και προβλέπονται [στο άρθρο] 168 [...] όσο και πράξεων, οι οποίες δεν παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης, η έκπτωση επιτρέπεται μόνο για το μέρος του ΦΠΑ, το οποίο αναλογεί στο ποσό που αφορά τις πράξεις της πρώτης κατηγορίας.
Η αναλογία έκπτωσης καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 174 και 175, για το σύνολο των πράξεων που πραγματοποιούνται από τον υποκείμενο στον φόρο.
2. Τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:
α) να επιτρέπουν στον υποκείμενο στον φόρο να καθορίζει μια αναλογία για κάθε τομέα δραστηριότητάς του, εφόσον τηρείται χωριστή λογιστική για καθένα από τους τομείς αυτούς,
β) να υποχρεώνουν τον υποκείμενο στον φόρο να καθορίζει μια αναλογία για κάθε τομέα δραστηριότητάς του και να τηρεί χωριστή λογιστική για καθένα από τους τομείς αυτούς,
γ) να επιτρέπουν ή να υποχρεώνουν τον υποκείμενο στον φόρο να ενεργεί την έκπτωση ανάλογα με τη χρησιμοποίηση του συνόλου ή μέρους των αγαθών και υπηρεσιών,
δ) να επιτρέπουν ή να υποχρεώνουν τον υποκείμενο στον φόρο να ενεργεί την έκπτωση, σύμφωνα με τον κανόνα που προβλέπεται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, για όλα τα αγαθά και όλες τις υπηρεσίες, που έχουν χρησιμοποιηθεί για όλες τις αναφερόμενες στο εδάφιο αυτό πράξεις,
ε) να ορίζουν ότι, όταν ο ΦΠΑ ο οποίος δεν μπορεί να εκπεσθεί από τον υποκείμενο στον φόρο είναι αμελητέος, ο φόρος αυτός δεν λαμβάνεται υπόψη.»
7 Τα άρθρα 174 και 175 της οδηγίας αυτής αφορούν τον υπολογισμό της αναλογίας έκπτωσης.
Το πολωνικό δίκαιο
Το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Πολωνίας
8 Βάσει του άρθρου 217 του Konstytucja Rzeczypospolitej Polskiej (Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας), της 2ας Απριλίου 1997 (Dz. U. αριθ. 78, θέση 483), νόμος καθορίζει τα μέτρα που αφορούν την επιβολή φόρων και άλλων εισφορών. Νόμος καθορίζει τους υποκειμένους στον φόρο, τις φορολογικές βάσεις, τους φορολογικούς συντελεστές, τους κανόνες χορηγήσεως φορολογικών ελαφρύνσεων και απαλλαγών καθώς και τις κατηγορίες των υποκειμένων στον φόρο που απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής αυτού.
Ο νόμος περί ΦΠΑ
9 Το άρθρο 15, παράγραφος 6, του Ustawa o podatku od towarów i usług (νόμου περί του φόρου επί των αγαθών και υπηρεσιών), της 11ης Μαρτίου 2004 (Dz. U. αριθ. 177, θέση 1054), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος περί ΦΠΑ), ορίζει τα ακόλουθα:
«Δεν υπόκεινται στον φόρο οι δημόσιοι φορείς και οι υπηρεσίες αυτών κατά την άσκηση αρμοδιοτήτων που τους έχει ανατεθεί δυνάμει ειδικών νομοθετικών διατάξεων, εξαιρουμένων των πράξεων που πραγματοποιούν βάσει συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου.»
10 Το άρθρο 86, παράγραφος 1, του νόμου περί ΦΠΑ έχει ως εξής:
«Στον βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για φορολογητέες πράξεις, ο διαλαμβανόμενος στο άρθρο 15 υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης του καταβληθέντος φόρου εισροών από τον οφειλόμενο φόρο [...]».
11 Το άρθρο 90, παράγραφοι 1 έως 3, του νόμου αυτού προβλέπει τα ακόλουθα:
«1. Όσον αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από τον υποκείμενο στον φόρο για πράξεις που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης από τον οφειλόμενο φόρο και για πράξεις που δεν παρέχουν τέτοιο δικαίωμα, ο υποκείμενος στον φόρο υποχρεούται να αναφέρει χωριστά τα ποσά του οφειλόμενου φόρου για τις πράξεις που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης από τον οφειλόμενο φόρο.
2. Εάν δεν είναι εφικτό να προσδιοριστεί ξεχωριστά το σύνολο ή μέρος των ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο υποκείμενος στον φόρο δύναται να προβεί σε έκπτωση από το ποσό του οφειλόμενου φόρου του μέρους του καταβληθέντος φόρου εισροών που μπορεί να καταλογιστεί, κατ’ αναλογία, για τις πράξεις που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης από τον οφειλόμενο φόρο [...]
3. Η αναλογία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 καθορίζεται ως το μέρος του ετήσιου κύκλου εργασιών που παρέχει δικαίωμα έκπτωσης από το ποσό του οφειλόμενου φόρου, υπολογιζόμενο επί τη βάσει του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών, που καλύπτει τόσο τις πράξεις που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης από τον οφειλόμενο φόρο όσο και τις πράξεις που δεν παρέχουν τέτοιο δικαίωμα.»
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
12 Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η ένωση δήμων είναι νομικό πρόσωπο, συσταθέν σύμφωνα με την πολωνική νομοθεσία, στο οποίο έχει ανατεθεί η άσκηση αρμοδιοτήτων δημοσίου χαρακτήρα των μελών του. Η ένωση είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, για τον σχεδιασμό και την εκτέλεση καθηκόντων στον τομέα της διαχείρισης των δημοτικών αποβλήτων εντός της περιφέρειας δικαιοδοσίας των μελών της. Οι δραστηριότητες αυτές, οι οποίες χρηματοδοτούνται από τέλος που εισπράττεται από τους δήμους, δεν συνιστούν οικονομικές δραστηριότητες εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής του κοινού συστήματος ΦΠΑ και, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται στον φόρο αυτό.
13 Από το έτος 2013, η ένωση δήμων παρείχε συμπληρωματικές υπηρεσίες στους ιδιώτες οι οποίες συνίστανται, ιδίως, στον εξοπλισμό των ακινήτων με κατάλληλους κάδους για μικτά απόβλητα και στην παροχή υπηρεσιών συλλογής και μεταφοράς κάδων πράσινων αποβλήτων καθώς και αποβλήτων κατασκευών και κατεδαφίσεων. Η παροχή των εν λόγω υπηρεσιών συνιστά οικονομική δραστηριότητα, η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινού συστήματος ΦΠΑ. Τα έσοδα που εισέπραξε η ένωση δήμων από την εν λόγω οικονομική δραστηριότητα ανήλθαν, για τα οικονομικά έτη 2013 έως 2015, συνολικώς κατ’ έτος, σε 59 368,18 πολωνικά ζλότι (PLN) (περίπου 13 845 ευρώ), σε 372 166,48 PLN (περίπου 86 796 ευρώ) και σε 386 393,79 PLN (περίπου 90 114 ευρώ), αντιστοίχως.
14 Στη διάρκεια των εν λόγω οικονομικών ετών, η ένωση δήμων πραγματοποίησε δαπάνες που αφορούσαν ιδίως τη λειτουργία της οντότητας αυτής και τη διαχείριση των αποβλήτων. Μέρος των δαπανών αυτών αφορούσε μικτές δαπάνες. Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει, συγκεκριμένα, ότι οι δαπάνες αυτές δεν μπορούν να υπαχθούν αποκλειστικώς ούτε στις μη οικονομικές πράξεις που πραγματοποίησε η ένωση δήμων, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινού συστήματος ΦΠΑ, ούτε στις οικονομικές πράξεις αυτής, ήτοι στις πράξεις που υπόκεινται στον ΦΠΑ.
15 Λόγω αμφιβολιών ως προς τα ποσά που όφειλε ως ΦΠΑ για τα οικονομικά έτη 2013 έως 2015, η ένωση δήμων υπέβαλε αίτηση στη φορολογική αρχή για την έκδοση ερμηνευτικής αποφάσεως σχετικά με την ερμηνεία του νόμου περί ΦΠΑ. Στην ερμηνευτική απόφασή της, της 17ης Οκτωβρίου 2016, η φορολογική αρχή έκρινε ότι, όσον αφορά τις μικτές δαπάνες, η ένωση δήμων υποχρεούται να προβεί, αρχικώς, σε επιμερισμό του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών προκειμένου να καθορίσει το ποσό του εν λόγω φόρου που αφορά την οικονομική δραστηριότητά της. Ελλείψει κανόνων εθνικού δικαίου επί του θέματος αυτού, απόκειται στον υποκείμενο στον φόρο να επιλέξει κατάλληλη μέθοδο που θα του παράσχει τη δυνατότητα να κατανείμει τα ποσά του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών μεταξύ των οικονομικών και των μη οικονομικών δραστηριοτήτων του. Για τον καθορισμό του ποσού του εκπιπτόμενου ΦΠΑ, πρέπει να εφαρμοσθεί, εν συνεχεία, η αναλογία που προβλέπεται στο άρθρο 90, παράγραφος 3, του νόμου περί ΦΠΑ, σχετικά με τις οικονομικές δραστηριότητες, προκειμένου να προσδιοριστούν, εφόσον απαιτείται, τα αντίστοιχα ποσά του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών, ο οποίος αφορά, αφενός, τις φορολογούμενες πράξεις που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης και, αφετέρου, τις απαλλασσόμενες από τον φόρο πράξεις που δεν παρέχουν τέτοιο δικαίωμα.
16 Η ένωση δήμων άσκησε προσφυγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Wojewódzki Sąd Administracyjny we Wrocławiu (διοικητικού δικαστηρίου περιφέρειας Wrocław, Πολωνία) με αίτημα την ακύρωση της εν λόγω ερμηνευτικής αποφάσεως, λόγω παράβασης του άρθρου 86, παράγραφος 1, του νόμου περί ΦΠΑ. Στηρίχθηκε ιδίως στο γεγονός ότι, όσον αφορά τις μικτές δαπάνες, ο εν λόγω νόμος δεν προβλέπει κανέναν κανόνα επιμερισμού του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών αναλόγως του αν οι δαπάνες αυτές αφορούν τις οικονομικές ή τις μη οικονομικές δραστηριότητες του υποκειμένου στον φόρο. Ως εκ τούτου, η ένωση δήμων υποστηρίζει, αφενός, ότι δεν υποχρεούται να εφαρμόσει μέθοδο επιμερισμού του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών στο πλαίσιο μικτών δαπανών. Αφετέρου, το δικαίωμα έκπτωσης που αφορά τις εν λόγω δαπάνες δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να περιορίζεται, πέραν της αναλογίας που προβλέπεται στο άρθρο 90 του νόμου περί ΦΠΑ, σχετικά με τις οικονομικές δραστηριότητες που υπόκεινται στον εν λόγω φόρο ή που απαλλάσσονται από τον φόρο αυτό.
17 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, έως την 1η Ιανουαρίου 2016, με την εξαίρεση των κανόνων που προβλέπονται στα άρθρα 90 και 91 του νόμου περί ΦΠΑ, ο Πολωνός νομοθέτης δεν είχε θεσπίσει κανέναν άλλο κανόνα σχετικά με την κατανομή του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών για μικτές δαπάνες. Κατόπιν των τροποποιήσεων του νόμου περί ΦΠΑ, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2016, το ζήτημα αυτό έχει πλέον επιλυθεί, πλην όμως οι νέες αυτές διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για τα φορολογικά έτη 2013 έως 2015, τα οποία αφορά η ένδικη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί το δικαστήριο αυτό
18 Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι η οδηγία ΦΠΑ δεν περιέχει κανόνες σχετικά με τον επιμερισμό των ποσών του καταβληθέντος φόρου εισροών επί των μικτών δαπανών ενός υποκειμένου στον φόρο. Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, δεδομένου ότι η οδηγία ΦΠΑ δεν αναφέρει τίποτα συναφώς, εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν τη μέθοδο και τα κριτήρια ενός τέτοιου επιμερισμού, σεβόμενα το δίκαιο της Ένωσης και τις αρχές που διέπουν το κοινό σύστημα ΦΠΑ.
19 Σχετικά με το θέμα αυτό, το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Πολωνία) έκρινε, με απόφαση της 24ης Οκτωβρίου 2011, ότι, ελλείψει τέτοιων κριτηρίων στο εθνικό δίκαιο, ο υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης του συνόλου του ΦΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του μέρους του καταβληθέντος φόρου εισροών που αφορά πράξεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινού συστήματος ΦΠΑ. Στηριζόμενο ιδίως στην αρχή της νομιμότητας ως προς τη φορολόγηση, τις κρατήσεις υπέρ του Δημοσίου και τον καθορισμό των φορολογικών συντελεστών, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 217 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας, το εν λόγω δικαστήριο έκρινε ότι, πριν από τη θέση σε ισχύ των τροποποιήσεων που επήλθαν στον νόμο περί ΦΠΑ, την 1η Ιανουαρίου 2016, η μη συμμόρφωση προς τα κριτήρια που τέθηκαν βάσει των τελευταίων αυτών τροποποιήσεων δεν θα μπορούσε να προσαφθεί στους υποκειμένους στον φόρο.
20 Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί επιφυλάξεις ως προς τη συμβατότητα μιας τέτοιας ερμηνείας του εθνικού δικαίου με την οδηγία ΦΠΑ. Το δικαστήριο αυτό επισημαίνει, ειδικότερα, ότι το άρθρο 86, παράγραφος 1, του νόμου περί ΦΠΑ, όπως και το άρθρο 168 της εν λόγω οδηγίας την οποία σκοπεί να μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο ονόμος αυτός, αναφέρουν ρητώς ότι το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ αφορά μόνον τις πράξεις που υπόκεινται στον ΦΠΑ.
21 Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά, ιδίως, ότι η έλλειψη στο εθνικό δίκαιο «τεχνικών» διατάξεων σχετικά με την κατανομή, μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων, των ποσών του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών στο πλαίσιο μικτών δαπανών δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, σε μια τέτοια περίπτωση, οι υποκείμενοι στον φόρο να έχουν, εξ αυτού του λόγου και μόνον, δικαίωμα έκπτωσης του συνόλου του εν λόγω φόρου. Κατά το ως άνω δικαστήριο, μια τέτοια εθνική πρακτική προσκρούει στο γράμμα του άρθρου 168 της οδηγίας ΦΠΑ καθώς και στην αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ, τούτο δε, ιδίως, στον βαθμό που, όσον αφορά την υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί το δικαστήριο, η εν λόγω πρακτική παρέχει αδικαιολόγητο πλεονέκτημα στην ένωση δήμων. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, επιπλέον, ότι η θέση που διατύπωσε η φορολογική αρχή κατά την οποία ο υποκείμενος στον φόρο έχει, σε τέτοια περίπτωση, τη δυνατότητα να επιλέξει την πλέον κατάλληλη μέθοδο για την κατανομή φαίνεται να είναι σύμφωνη προς την οδηγία ΦΠΑ.
22 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Wojewódzki Sąd Administracyjny we Wrocławiu (διοικητικό δικαστήριο περιφέρειας Wrocław) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Είναι αντίθετη στο άρθρο 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας [ΦΠΑ] καθώς και στην αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ εθνική πρακτική η οποία χορηγεί δικαίωμα έκπτωσης του συνόλου του καταβληθέντος φόρου εισροών ο οποίος αφορά την αγορά αγαθών και υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται τόσο για πράξεις που υπόκεινται στον ΦΠΑ (φορολογητέες και απαλλασσόμενες από τον φόρο), όσο και πράξεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, λόγω του μη καθορισμού από την εθνική νομοθεσία μεθόδων και κριτηρίων επιμερισμού των ποσών του καταβληθέντος φόρου εισροών για τα προαναφερθέντα είδη συναλλαγών;»
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
23 Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ΦΠΑ έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική πρακτική που παρέχει στον υποκείμενο στον φόρο τη δυνατότητα έκπτωσης του συνόλου του φόρου εισροών ο οποίος επιβάλλεται επί μικτών δαπανών, λόγω της ελλείψεως στην ισχύουσα φορολογική νομοθεσία ειδικών κανόνων σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής που θα παρείχαν τη δυνατότητα στον υποκείμενο στον φόρο να προσδιορίσει το μέρος του καταβληθέντος αυτού ΦΠΑ εισροών το οποίο πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά τις οικονομικές και τις μη οικονομικές δραστηριότητές του, αντιστοίχως.
24 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει να υπομνησθούν, προκαταρκτικώς, οι νομικές βάσεις του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ, όπως συνάγονται από την οδηγία ΦΠΑ και από τη νομολογία του Δικαστηρίου.
25 Πρώτον, οι όροι σχετικά με το δικαίωμα έκπτωσης διέπονται, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ. Κατά το στοιχείο αʹ του εν λόγω άρθρου, ο υποκείμενος στον φόρο έχει το δικαίωμα να εκπίπτει από τον οφειλόμενο φόρο τα ποσά του οφειλόμενου ή καταβληθέντος ΦΠΑ για τα αγαθά που του παραδόθηκαν ή πρόκειται να του παραδοθούν και για τις υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν ή πρόκειται να του παρασχεθούν από άλλον υποκείμενο στον φόρο, στον βαθμό που τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεών του.
26 Πράγματι, η λογική του συστήματος που θεσπίζει η οδηγία ΦΠΑ βασίζεται στην ουδετερότητα. Η έκπτωση είναι δυνατή μόνο για φόρους εισροών επί των αγαθών ή των υπηρεσιών που χρησιμοποίησε ο υποκείμενος στον φόρο για τους σκοπούς των φορολογητέων δραστηριοτήτων του. Με άλλα λόγια, η έκπτωση του φόρου εισροών συναρτάται προς την είσπραξη του φόρου εκροών. Όταν τα αγαθά που παραδίδονται ή οι υπηρεσίες που παρέχονται στον υποκείμενο στον φόρο χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες πράξεων οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο ή οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, δεν είναι δυνατή ούτε είσπραξη φόρου εκροών ούτε έκπτωση του φόρου εισροών. Αντιθέτως, στο μέτρο που τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για δραστηριότητες στο πλαίσιο των οποίων επιβάλλεται φόρος εκροών, επιβάλλεται η έκπτωση του φόρου εισροών, προς αποφυγή της διπλής φορολογήσεως (πρβλ. απόφαση της 16ης Ιουνίου 2016, Mateusiak, C-229/15, EU:C:2016:454, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
27 Συνεπώς, προϋπόθεση της ύπαρξης δικαιώματος έκπτωσης είναι, αφενός, να αποκτά το υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο, ενεργώντας υπό την ιδιότητά του αυτή, ένα αγαθό ή μια υπηρεσία και να χρησιμοποιεί το αγαθό αυτό ή την υπηρεσία αυτή για τις ανάγκες της οικονομικής δραστηριότητάς του (βλ., ιδίως, απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2012, Eon Aset Menidjmunt, C-118/11, EU:C:2012:97, σκέψη 69). Αφετέρου, προκειμένου ο ΦΠΑ να μπορεί να εκπέσει, οι πράξεις εισροών πρέπει, κατά κανόνα, να παρουσιάζουν άμεση και απευθείας σχέση με τις πράξεις εκροών που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης. Εν κατακλείδι, το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ εισροών που επιβάλλεται επί απόκτησης αγαθών ή υπηρεσιών προϋποθέτει ότι οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την απόκτηση των αγαθών ή των υπηρεσιών αυτών αποτελούν μέρος των συστατικών στοιχείων της τιμής των πράξεων επί των οποίων επιβάλλεται φόρος εκροών (πρβλ. αποφάσεις της 13ης Μαρτίου 2008, Securenta, C-437/06, EU:C:2008:166, σκέψη 27, της 6ης Σεπτεμβρίου 2012, Portugal Telecom, C-496/11, EU:C:2012:557, σκέψη 36, καθώς και της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C-108/14 και C-109/14, EU:C:2015:496, σκέψεις 23 και 24).
28 Δεύτερον, στην περίπτωση που ο υποκείμενος στον φόρο χρησιμοποιεί τα αγαθά και τις υπηρεσίες για την πραγματοποίηση τόσο οικονομικών πράξεων που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης όσο και οικονομικών πράξεων που δεν παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης, δηλαδή πράξεων που απαλλάσσονται από τον φόρο, τα άρθρα 173 έως 175 της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπουν κανόνες που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό του μέρους του εκπιπτόμενου ΦΠΑ, το πρέπει να είναι αναλογικό προς το ποσό που αντιστοιχεί στις φορολογούμενες οικονομικές πράξεις του υποκειμένου στον φόρο. Συναφώς, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι οι εν λόγω κανόνες αφορούν τον ΦΠΑ επί των εισροών που επιβαρύνει τις δαπάνες που συνδέονται αποκλειστικά με οικονομικές πράξεις, διακρίνοντας, μεταξύ των εν λόγω πράξεων, σε αυτές που φορολογούνται, οι οποίες παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης, και σε εκείνες που απαλλάσσονται, οι οποίες δεν παρέχουν τέτοιο δικαίωμα (πρβλ. αποφάσεις της 13ης Μαρτίου 2008, Securenta, C-437/06, EU:C:2008:166, σκέψη 33, της 6ης Σεπτεμβρίου 2012, Portugal Telecom, C-496/11, EU:C:2012:557, σκέψη 42, καθώς και της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C-108/14 και C-109/14, EU:C:2015:496, σκέψη 27). Αντιθέτως, προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο η επίτευξη του σκοπού της ουδετερότητας τον οποίο διασφαλίζει το κοινό σύστημα περί ΦΠΑ, οι πράξεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΦΠΑ δεν πρέπει να περιλαμβάνονται στον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως τον οποίο προβλέπουν οι τελευταίες αυτές διατάξεις (πρβλ. αποφάσεις της 14ης Νοεμβρίου 2000, Floridienne και Berginvest, C-142/99, EU:C:2000:623, σκέψη 32, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, Cibo Participations, C-16/00, EU:C:2001:495, σκέψη 44, και της 29ης Απριλίου 2004, EDM, C-77/01, EU:C:2004:243, σκέψη 54).
29 Τρίτον, πρέπει να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, δεδομένου ότι η οδηγία ΦΠΑ δεν αναφέρει τίποτα συναφώς, ο καθορισμός των μεθόδων και των κριτηρίων κατανομής του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Κατά την άσκηση της ευχέρειάς τους αυτής, τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τον σκοπό και την οικονομία της οδηγίας ΦΠΑ και, για τον λόγο αυτό, να προβλέπουν τρόπο υπολογισμού ο οποίος να αντανακλά αντικειμενικά το πραγματικό ποσό των δαπανών για τις εισροές που αναλογεί σε καθεμία από τις δύο αυτές δραστηριότητες (βλ., ιδίως, απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Gmina Ryjewo, C-140/17, EU:C:2018:595, σκέψη 58 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
30 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι, στη διάρκεια των επίμαχων στην υπόθεση της κύριας δίκης οικονομικών ετών, η ισχύουσα στην Πολωνία νομοθεσία δεν προέβλεπε ειδικούς κανόνες σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής, μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων, του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών στο πλαίσιο μικτών δαπανών. Στηριζόμενη στην έλλειψη αυτή εθνικής ρύθμισης, η ένωση δήμων υποστηρίζει ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ότι δεν υποχρεούνταν να προβεί σε τέτοια κατανομή και ότι, κατά συνέπεια, είχε δικαίωμα έκπτωσης του συνόλου του φόρου που επιβλήθηκε επί των δαπανών αυτού του είδους.
31 Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί αν μια τέτοια έλλειψη εθνικής ρύθμισης έχει ως αποτέλεσμα υποκείμενος στον φόρο όπως η ένωση δήμων να έχει, εξ αυτού του γεγονότος και μόνον, δικαίωμα έκπτωσης του συνόλου του καταβληθέντος στο πλαίσιο μικτών δαπανών φόρου εισροών.
32 Εκ προοιμίου, πρέπει να επισημανθεί ότι η υποχρέωση που υπέχει ο υποκείμενος στον φόρο να κατανείμει τα ποσά του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών στο πλαίσιο μικτών δαπανών μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων προκύπτει από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ΦΠΑ. Πράγματι, η διάταξη αυτή προβλέπει δικαίωμα έκπτωσης του καταβληθέντος φόρου εισροών αποκλειστικώς στον βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεων του υποκειμένου στον φόρο.
33 Όπως προκύπτει ιδίως από τη μνημονευόμενη στη σκέψη 26 της παρούσας αποφάσεως νομολογία, όταν αγαθά ή υπηρεσίες που παρέχονται σε υποκείμενο στον φόρο χρησιμοποιούνται για πράξεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, δεν είναι δυνατή ούτε η είσπραξη φόρου εκροών ούτε έκπτωση του φόρου επί των εισροών.
34 Βεβαίως, η οδηγία ΦΠΑ δεν προβλέπει ειδικούς κανόνες σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής, μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων, του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών στο πλαίσιο μικτών δαπανών. Συνεπώς, τα κράτη μέλη διαθέτουν περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά την επιλογή των κριτηρίων αυτών ή των μεθόδων κατανομής.
35 Ωστόσο, απλώς και μόνον η έλλειψη τέτοιων κανόνων, στην εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία, δεν σημαίνει ότι ένας υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης του συνόλου του ΦΠΑ που επιβάλλεται επί των εν λόγω δαπανών όσον αφορά επίσης το μέρος του καταβληθέντος φόρου εισροών που συνδέεται με πράξεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινού συστήματος ΦΠΑ. Η παροχή ενός τέτοιου δικαιώματος συνολικής έκπτωσης θα είχε ως συνέπεια τη διεύρυνση της έκτασης του εν λόγω δικαιώματος, η οποία θα αντέβαινε στις βασικές αρχές του κοινού συστήματος ΦΠΑ.
36 Πράγματι, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 57 των προτάσεών της, το να επιτραπεί σε υποκείμενο στον φόρο, όπως η ένωση δήμων, που ασκεί τόσο οικονομικές όσο και μη οικονομικές δραστηριότητες να προβεί σε έκπτωση του συνόλου του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών στο πλαίσιο μικτών δαπανών θα του παρείχε πλεονέκτημα αντίθετο προς την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, η οποία, κατά το Δικαστήριο, αποτελεί τη νομοθετική έκφραση της γενικής αρχής της ίσης μεταχείρισης στον τομέα του ΦΠΑ (πρβλ. απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2009, NCC Construction Danmark, C-174/08, EU:C:2009:669, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
37 Ως εκ τούτου, η έλλειψη στη νομοθεσία ενός κράτους μέλους ειδικών κανόνων σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής, μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων, του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών δεν δύναται, εξ ορισμού, να επηρεάσει την έκταση του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ που προβλέπεται στο άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ.
38 Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, εντούτοις, ότι η εθνική πρακτική που συνίσταται στη χορήγηση δικαιώματος πλήρους έκπτωσης, όσον αφορά τις μικτές δαπάνες, δικαιολογείται βάσει ερμηνείας του άρθρου 217 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Πολωνίας, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της νομιμότητας του φόρου.
39 Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως προκύπτει από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, η αρχή της νομιμότητας του φόρου μπορεί να θεωρηθεί αναπόσπαστο τμήμα της έννομης τάξης της Ένωσης ως γενική αρχή του δικαίου. Μολονότι η αρχή αυτή απαιτεί, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 110 των προτάσεών της, κάθε υποχρέωση καταβολής φόρου, όπως ο ΦΠΑ, καθώς και όλα τα βασικά στοιχεία που ορίζουν τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του να προβλέπονται από τον νόμο, εντούτοις, η εν λόγω αρχή δεν απαιτεί όλες οι τεχνικές πτυχές της επιβολής του φόρου να ρυθμίζονται κατά τρόπο εξαντλητικό, αρκεί οι κανόνες που θεσπίζει ο νόμος να παρέχουν στον υποκείμενο στον φόρο τη δυνατότητα να προβλέπει και να υπολογίζει το ποσό του οφειλόμενου φόρου και να προσδιορίζει πότε θα καταστεί απαιτητός.
40 Κατά συνέπεια, η έλλειψη στην εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία τεχνικών κανόνων παρεπόμενου χαρακτήρα σε σχέση με ένα βασικό στοιχείο του φόρου δεν συνιστά, αφεαυτής, παραβίαση της αρχής της νομιμότητας του φόρου, ως γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης. Ομοίως, το γεγονός ότι η εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία καταλείπει στον φορολογούμενο την επιλογή μεταξύ πλειόνων εναλλακτικών λύσεων ως προς τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί προκειμένου να επωφεληθεί δικαιώματος δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφεαυτού, αντίθετο προς την αρχή αυτή.
41 Όσον αφορά ένα βασικό στοιχείο φόρου που έχει αποτελέσει αντικείμενο εναρμονίσεως από τον νομοθέτη της Ένωσης, όπως ο ΦΠΑ, το ζήτημα των στοιχείων του που πρέπει να προβλέπονται από τον νόμο πρέπει να εξετασθεί με γνώμονα φως την αρχή της νομιμότητας του φόρου, ως γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης, και όχι βάσει ερμηνείας της εν λόγω αρχής στο εθνικό δίκαιο.
42 Όσον αφορά, ειδικότερα, το δικαίωμα έκπτωσης, αυτό αποτελεί βασικό στοιχείο της υποχρεώσεως καταβολής του ΦΠΑ. Η έκταση του δικαιώματος αυτού καθορίζεται με σαφήνεια στο άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ. Όπως έχει επισημάνει το Δικαστήριο, η εν λόγω διάταξη καθορίζει με σαφήνεια τους όρους γενέσεως και το περιεχόμενο του δικαιώματος εκπτώσεως, δεν καταλείπει στα κράτη μέλη κανένα περιθώριο εκτιμήσεως ως προς την εφαρμογή της (πρβλ. απόφαση της 10ης Μαρτίου 2005, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, C-33/03, EU:C:2005:144, σκέψη 16 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
43 Ως εκ τούτου, προκειμένου ο υποκείμενος στον φόρο να μπορεί να καθορίζει, βάσει της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας, την ακριβή έκταση του δικαιώματος έκπτωσης, η υποχρέωση που υπέχει να προσδιορίζει, μεταξύ των μικτών δαπανών του, το μέρος αυτών που αφορά οικονομικές δραστηριότητες δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι αντίθετη προς την αρχή της νομιμότητας του φόρου. Πράγματι, μια τέτοια απαίτηση, στο πλαίσιο του κοινού συστήματος ΦΠΑ, δεν συνιστά ουσιώδες χαρακτηριστικό το οποίο καθορίζει ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ΦΠΑ και το οποίο πρέπει, ως τέτοιο, να προβλέπεται ρητώς από την εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία, αλλά έχει μόνον παρεπόμενο χαρακτήρα, ως απαραίτητη προϋπόθεση που πρέπει να πληρούται από τον υποκείμενο στον φόρο προκειμένου να επωφεληθεί δικαιώματος έκπτωσης.
44 Μολονότι, εν τέλει, απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει, στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, αν πληρούνται οι απαιτήσεις οι οποίες απορρέουν από την αρχή της νομιμότητας του φόρου και οι οποίες εκτίθενται στις ανωτέρω σκέψεις, εντούτοις, εναπόκειται στο Δικαστήριο να του παράσχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του δικαίου της Ένωσης για να μπορέσει να αποφανθεί επί της διαφοράς της οποίας αυτό έχει επιληφθεί.
45 Κατ’ αρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι το άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ μεταφέρθηκε στο πολωνικό δίκαιο με το άρθρο 86 του νόμου περί ΦΠΑ. Η τελευταία αυτή διάταξη προβλέπει, όπως και το άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ, ότι ο υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης από τον οφειλόμενο φόρο του καταβληθέντος φόρου εισροών στον βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για φορολογούμενες πράξεις. Συνεπώς, το άρθρο 86 του νόμου περί ΦΠΑ φαίνεται, στοιχείο του οποίου η διακρίβωση εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο, να καθορίζει με ακρίβεια την έκταση και το περιεχόμενο του δικαιώματος έκπτωσης.
46 Εν συνεχεία, όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, ελλείψει ειδικών κανόνων, που να προβλέπονται ρητώς από την εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία, σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής του καταβληθέντος ΦΠΑ εισροών μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων, ο υποκείμενος στον φόρο μπορεί να ζητήσει, από τις αρμόδιες εθνικές φορολογικές αρχές, ερμηνευτική απόφαση που να αναλύει ειδικώς την περίπτωσή του και να αναφέρει τους όρους ορθής εφαρμογής του νόμου. Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, ο υποκείμενος στον φόρο μπορεί να επιλέξει την κατάλληλη μέθοδο για να προβεί σε μια τέτοια κατανομή. Υπό τις συνθήκες αυτές και λαμβανομένου ιδίως υπόψη του άρθρου 86 του νόμου περί ΦΠΑ, μια τέτοια έλλειψη κανόνων δεν δύναται να εμποδίσει τον υποκείμενο στον φόρο να προσδιορίσει το ποσό του εκπιπτόμενου ΦΠΑ.
47 Τέλος, σε συνέχεια των προεκτεθέντων, η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική πρακτική κρίνεται από το αιτούν δικαστήριο αντίθετη προς το άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ.
48 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί, αφενός, ότι τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να ερμηνεύουν, στο μέτρο του δυνατού, το εθνικό δίκαιο κατά τρόπο σύμφωνο προς το δίκαιο της Ένωσης και ότι μια τέτοια σύμφωνη ερμηνεία μπορεί, καταρχήν, να θέτει έναν υποκείμενο στον φόρο ενώπιον υποχρεώσεως έναντι της αρμόδιας εθνικής φορολογικής αρχής (πρβλ. αποφάσεις της 26ης Σεπτεμβρίου 1996, Arcaro, C-168/95, EU:C:1996:363, σκέψεις 41 και 42, της 5ης Ιουλίου 2007, Kofoed, C‑321/05, EU:C:2007:408, σκέψη 45, καθώς και της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, Franz Mücksch, C-53/10, EU:C:2011:585, σκέψη 34).
49 Αφετέρου, μολονότι η υποχρέωση σύμφωνης προς το δίκαιο της Ένωσης ερμηνείας δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για contra legem ερμηνεία του εθνικού δικαίου (βλ., ιδίως, απόφαση της 15ης Απριλίου 2008, Impact, C-268/06, EU:C:2008:223, σκέψη 100 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), εντούτοις, τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να τροποποιούν, αν παρίσταται ανάγκη, την πάγια νομολογία τους σε περίπτωση που αυτή στηρίζεται σε ερμηνεία του εθνικού δικαίου η οποία δεν συμβιβάζεται με τους σκοπούς μιας οδηγίας (αποφάσεις της 19ης Απριλίου 2016, DI, C-441/14, EU:C:2016:278, σκέψη 33, της 17ης Απριλίου 2018, Egenberger, C-414/16, EU:C:2018:257, σκέψη 72, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2018, IR, C-68/17, EU:C:2018:696, σκέψη 64).
50 Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ΦΠΑ έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική πρακτική που παρέχει στον υποκείμενο στον φόρο τη δυνατότητα έκπτωσης του συνόλου του ΦΠΑ εισροών ο οποίος επιβάλλεται επί μικτών δαπανών, λόγω της ελλείψεως στην ισχύουσα φορολογική νομοθεσία ειδικών κανόνων σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής που θα παρείχαν τη δυνατότητα στον υποκείμενο στον φόρο να προσδιορίσει το μέρος του καταβληθέντος αυτού ΦΠΑ εισροών το οποίο πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά τις οικονομικές και τις μη οικονομικές δραστηριότητές του, αντιστοίχως.
Επί των δικαστικών εξόδων
51 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική πρακτική που παρέχει στον υποκείμενο στον φόρο τη δυνατότητα έκπτωσης του συνόλου του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) εισροών ο οποίος επιβάλλεται επί απόκτησης από αυτόν αγαθών και υπηρεσιών για την πραγματοποίηση τόσο οικονομικών δραστηριοτήτων, οι οποίες υπόκεινται στον ΦΠΑ, όσο και μη οικονομικών δραστηριοτήτων, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, λόγω της ελλείψεως στην ισχύουσα φορολογική νομοθεσία ειδικών κανόνων σχετικά με τα κριτήρια και τις μεθόδους κατανομής που θα παρείχαν τη δυνατότητα στον υποκείμενο να προσδιορίσει το μέρος του καταβληθέντος αυτού ΦΠΑ εισροών το οποίο πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά τις οικονομικές και τις μη οικονομικές δραστηριότητές του, αντιστοίχως.
Συχνές ερωτήσεις - απαντήσεις Φόρος εισοδήματος εργοληπτών

Φόρος εισοδήματος εργοληπτών
1. Είμαι ήδη εγγεγραμμένος χρήστης του TAXISnet. Τι πρέπει να κάνω για να υποβάλω δήλωση εργολάβων - εργοληπτών;
Για τους ήδη εγγεγραμμένους χρήστες δεν απαιτείται διαδικασία εγγραφής, αλλά ισχύουν οι κωδικοί πρόσβασης που ήδη χρησιμοποιούνται.
Οι νέοι χρήστες πρέπει να εγγραφούν στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες του TAXISnet σύμφωνα με όσα ορίζονται με την ΠΟΛ.1178/2010, ΑΔΑ41ΦΜΗ-ΤΛ (ΦΕΚ Β/9.10.12) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
2. Ποιοι υποβάλλουν Δήλωση εργολάβων - εργοληπτών;
Κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα, οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης ή κάθε φορολογούμενος που δεν έχει τη κατοικία του στην Ελλάδα, αλλά δραστηριοποιείται μέσω μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα υποχρεούται να παρακρατεί φόρο κατά την καταβολή ή εκκαθάριση εισοδημάτων στους εργολήπτες κατασκευής κάθε είδους τεχνικών έργων και ενοικιαστών δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή λιμενικών προσόδων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ.1δ του άρθρου 64 του Ν.4172/2013.
3. Μπορώ να υποβάλω τη δήλωση εργολάβων-εργοληπτών ηλεκτρονικά;
Οι εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατηθέντος φόρου στα εισοδήματα εργοληπτών υποβάλλονται υποχρεωτικά μέσω διαδικτύου.
4. Πόσες αρχικές δηλώσεις μπορώ να υποβάλω τον ίδιο μήνα;
Μπορεί να υποβληθεί μία μόνο αρχική δήλωση ανά μήνα και πολλές τροποποιητικές.
5. Πως συμπληρώνω τη φόρμα υποβολής;
• Η καταχώριση των ποσών γίνεται στη 2η σελίδα της φόρμας, στον ΠΙΝΑΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Στην 1η σελίδα μεταφέρονται αυτόματα τα αθροίσματα των ποσών που καταχωρήθηκαν στη 2η σελίδα.
• Η υποβολή της δήλωσης γίνεται από τη 2η σελίδα.
6. Μπορώ να βάλω τον ίδιο Α.Φ.Μ. και στην 1η σελίδα (ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ Η Ε ΕΡΓΟΛΑΒΟΥ) και στη 2η σελίδα (ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ);
ΟΧΙ. Υπάρχει έλεγχος που δεν επιτρέπει την οριστικοποίηση τέτοιων δηλώσεων. Πρέπει να καταχωρηθεί ο Α.Φ.Μ. του αντισυμβαλλόμενου.
7. Ποια είναι η προθεσμία υποβολής της δήλωσης;
• Για περίοδο παρακράτησης Δεκεμβρίου του 2013 η προθεσμία ήταν μέχρι τις 15 Ιανουαρίου 2014.
• Για περίοδο παρακράτησης από 01/01/2014 και μετά η υποβολή και πληρωμή γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από το μήνα παρακράτησης (δηλ. του Ιανουαρίου μέχρι τέλος Μαρτίου κ.λπ.).
• Για περιόδους παρακράτησης Νοεμβρίου 2013 και πριν οι δηλώσεις θα υποβάλλονται μόνο στη Δ.Ο.Υ.
• Αν το τέλος του δεύτερου μήνα από το μήνα παρακράτησης είναι Σάββατο-Κυριακή ή αργία, η ημερομηνία πληρωμής μετατίθεται μέχρι την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα.
8. Πως καταβάλλεται ο φόρος;
Μετά την οριστικοποίηση της δήλωσης παράγεται Ταυτότητα Οφειλής η οποία πληρώνεται στις τράπεζες που έχουν συμβληθεί με το Υπουργείο Οικονομικών και στα ΕΛΤΑ. Διευκρινίζουμε ότι από 01/01/2014 έχει διαχωριστεί η υποβολή της δήλωσης από την πληρωμή της. Άρα, η μη πληρωμή μιας δήλωσης δεν συνεπάγεται τη διαγραφή της (και την αντίστοιχη διαγραφή της οφειλής).
9. Τι συμβαίνει όταν παρέλθει η καταληκτική ημερομηνία πληρωμής (που αναγράφεται στην Ταυτότητας Οφειλής) χωρίς να έχει καταβληθεί ο φόρος στην Τράπεζα;
Μετά την οριστικοποίηση της υποβολής της δήλωσης ο παρακρατηθείς φόρος βεβαιώνεται στη Δ.Ο.Υ. της περιφέρειας όπου βρίσκεται η επαγγελματική έδρα του υπόχρεου στη παρακράτηση. Σε περίπτωση μη καταβολής ή εκπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωθέντος φόρου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 53 του Ν. 4174/2013. Για περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις οφειλές, επιλέξτε τα «Στοιχεία Οφειλών εκτός Ρύθμισης» από την Προσωποποιημένη Πληροφόρηση.
10. Αν οριστικοποιήσω μια δήλωση στο TAXISnet και διαπιστώσω κάποιο λάθος, έχω δυνατότητα διόρθωσης μέσω TAXISnet;
Ναι, είτε με υποβολή τροποποιητικής δήλωσης μέσω TAXISnet, είτε με κατάθεση τροποποιητικής σε Δ.Ο.Υ.
Σχετικά με τις τροποποιητικές δηλώσεις που μεταβάλλουν το ποσό του φόρου που βεβαιώθηκε με την αρχική δήλωση, διευκρινίζουμε ότι υπάρχουν 2 περιπτώσεις:
Α) Η τροποποιητική δήλωση αυξάνει το φόρο που βεβαιώθηκε με την αρχική δήλωση. Η τροποποιητική δήλωση υποβάλλεται κανονικά μέσω TAXISnet. Με την οριστικοποίηση της υποβολής η Ταυτότητα Οφειλής που θα εκδοθεί θα βεβαιώνει τη διαφορά του φόρου μεταξύ αρχικής και τροποποιητικής δήλωσης.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ:
Έστω ότι με την αρχική δήλωση καταχωρήθηκαν στη 2η σελίδα της φόρμας υποβολής:
Αξία 1000 ευρώ
Φόρος που αναλογεί (3%) = 30 ευρώ.
Με την οριστικοποίηση της δήλωσης βεβαιώνεται αυτόματα στον Α.Φ.Μ. του υποβάλλοντος η οφειλή των 30 ευρώ και εκδίδεται Ταυτότητα Οφειλής για 30 ευρώ. Αν ο εργολάβος-εργολήπτης έκανε λάθος στην αρχική δήλωση και ήθελε να καταχωρήσει τα εξής ποσά: Αξία 5.000 ευρώ.
Φόρος που αναλογεί (3%) = 150 ευρώ.
ΤΟΤΕ: υποβάλει τροποποιητική δήλωση με τα παραπάνω ποσά (αξία 5.000 ευρώ και φόρος 150 ευρώ) και με την οριστικοποίηση της υποβολής θα εκδοθεί Ταυτότητα Οφειλής για 120 ευρώ (30-150) και ο φόρος των 120 ευρώ θα βεβαιωθεί στο Α.Φ.Μ. του μηχανικού.
Β) Η τροποποιητική δήλωση μειώνει (έως και μηδενίζει) το φόρο που βεβαιώθηκε με την αρχική δήλωση.
Αυτή η τροποποιητική δήλωση δεν μπορεί να υποβληθεί μέσω TAXISnet. Θα πρέπει να την υποβάλετε στη Δ.Ο.Υ. Διευκρινίζουμε ότι από 01/01/2014 έχει διαχωριστεί η υποβολή της δήλωσης από την πληρωμή της. Άρα, η μη πληρωμή της δήλωσης δεν συνεπάγεται τη διαγραφή της (και την αντίστοιχη διαγραφή της οφειλής).
11. Μπορώ να υποβάλω τη δήλωση εργολάβων-εργοληπτών με αρχείο;
Ναι, από 09/04/2019 είναι πλέον διαθέσιμη η υποβολή παρακρατούμενου φόρου εργοληπτών με αρχείο . Οδηγίες για τη γραμμογράφηση του αρχείου περιέχονται στον παρακάτω σύνδεσμο στην ιστοσελίδας της Α.Α.Δ.Ε.: (https://www.aade.gr/sites/default/files/2019-04/grammografisi.pdf).
Ε.2080/2019 Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.4172/2013, όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με την παρ. 5 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, αναφορικά με τη διενέργεια αποσβέσεων σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης
Αθήνα, 16 Μαΐου 2019
Ε. 2080/16-5-2019
ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ – ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ ΑΔΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β'
Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο:210 - 3375311
Fax:210 - 3375001
E-Mail:d12.b@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
Ε 2080/2019
ΘΕΜΑ: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.4172/2013, όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με την παρ. 5 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, αναφορικά με τη διενέργεια αποσβέσεων σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης
Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1147/2018 εγκυκλίου, με την οποία κοινοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.4172/2013, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.4172/2013, όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με την παρ. 5 του άρθρου 115 του ν.4549/2018, κατά τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα, οι φορολογικές αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού εκπίπτουν από:
α) τον κύριο των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης σε όλες τις περιπτώσεις εκτός της περίπτωσης β',
β) τον μισθωτή, σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά την έννοια του ν. 4308/2014, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν.
2. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 115 του ν. 4549/2018, από το φορολογικό έτος 2018 και εφεξής καταργείται ο όρος «χρηματοοικονομική μίσθωση» της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 και τα κριτήρια πλήρωσης αυτού και παράλληλα, στην περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 24 εισάγεται ο όρος «χρηματοδοτική μίσθωση» των διατάξεων του ν. 4308/2014, ώστε να εναρμονίζεται πλήρως ο ορισμός που χρησιμοποιείται στο φορολογικό νομοθετικό πλαίσιο με αυτόν των Ε.Λ.Π.
Επομένως, για τις συμβάσεις που συνάπτονται από 1.1.2018 και μετά, οι φορολογικές αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού εκπίπτουν από τον μισθωτή εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια που ορίζονται ρητά στον ν. 4308/2014.
Ως εκ τούτου, το κρίσιμο στοιχείο για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης μίσθωσης ως χρηματοδοτικής είναι το εάν πληρούνται οι σχετικοί όροι, με βάση τον ορισμό του Παραρτήματος Α του νόμου αυτού. Επομένως, προκειμένου για την ερμηνεία του υπόψη ορισμού έχουν εφαρμογή τα όσα έχουν διευκρινιστεί σχετικά με τις διατάξεις του ν.4308/2014 από την αρμόδια προς τούτο υπηρεσία (ΕΛΤΕ).
3. Πιο συγκεκριμένα, για την εφαρμογή των διατάξεων της περ. β' της παρ.1 του άρθρου 24 του ν.4172/2013, χρησιμοποιείται ο αντίστοιχος ορισμός του παραρτήματος του ν.4308/2014, με βάση τον οποίο ως «Χρηματοδοτική μίσθωση (finance lease)» είναι η μίσθωση η οποία μεταφέρει ουσιωδώς όλους τους κινδύνους και τα οφέλη που προκύπτουν από την ιδιοκτησία ενός περιουσιακού στοιχείου. Ο τίτλος ιδιοκτησίας μπορεί τελικά είτε να μεταβιβάζεται είτε όχι.
Παραδείγματα καταστάσεων, με βάση το ίδιο παράρτημα, οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής, είναι τα ακόλουθα:
α) Η μίσθωση μεταβιβάζει την κυριότητα του περιουσιακού στοιχείου στον μισθωτή κατά τη λήξη της μισθωτικής περιόδου.
β) Ο μισθωτής έχει το δικαίωμα αγοράς του περιουσιακού στοιχείου σε τιμή που αναμένεται να είναι επαρκώς χαμηλότερη από την εύλογη αξία κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος, έτσι ώστε, κατά την έναρξη της μίσθωσης, να θεωρείται ευλόγως βέβαιο ότι το δικαίωμα θα ασκηθεί.
γ) Η διάρκεια της μίσθωσης εκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ζωής του περιουσιακού στοιχείου, έστω και αν ο τίτλος κυριότητας δε μεταβιβάζεται.
δ) Κατά την έναρξη της μίσθωσης, η παρούσα αξία των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων, στα οποία δεν λαμβάνεται υπόψη το κόστος τυχόν προσφερόμενων υπηρεσιών στη διάρκεια της μίσθωσης, καλύπτει ουσιωδώς το σύνολο της εύλογης αξίας του μισθωμένου περιουσιακού στοιχείου.
ε) Τα μισθωμένα περιουσιακά στοιχεία είναι ειδικής φύσης, ώστε μόνον ο μισθωτής να μπορεί να τα χρησιμοποιεί χωρίς να απαιτούνται σοβαρές τροποποιήσεις.
Με βάση το παράρτημα αυτό, ενδείξεις καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν επίσης να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής είναι οι εξής:
α) Εάν ο μισθωτής έχει το δικαίωμα να ακυρώσει τη μίσθωση, οι ζημίες του εκμισθωτή που συνδέονται με την ακύρωση καλύπτονται από το μισθωτή.
β) Κέρδη και ζημίες από τη διακύμανση της εύλογης αξίας του υπολείμματος ανήκουν στο μισθωτή (για παράδειγμα με τη μορφή έκπτωσης του μισθώματος που ισούται με το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος της πώλησης στη λήξη της μίσθωσης).
γ) Ο μισθωτής έχει τη δυνατότητα να παρατείνει τη μίσθωση με μίσθωμα σημαντικά χαμηλότερο από τα τρέχοντα μισθώματα της αγοράς.
4. Δεδομένου ότι η παραπομπή στον ν.4308/2014 αφορά μόνο στην έννοια της χρηματοδοτικής μίσθωσης, ως προς τους συντελεστές αποσβέσεων λαμβάνονται υπόψη οι συντελεστές της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του ν.4172/2013 και όχι η ωφέλιμη διάρκεια ζωής του παγίου, όπως αυτή ενδεχομένως εκτιμάται κάθε φορά από την επιχείρηση.
Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, όπου δεν μεταβιβάζεται η κυριότητα του περιουσιακού στοιχείου στον μισθωτή και η διάρκειά της είναι μικρότερη του χρόνου απόσβεσης του παγίου, το τυχόν αναπόσβεστο υπόλοιπό της κατά τον χρόνο λήξη της σύμβασης θα μεταφέρεται σωρευτικά στα φορολογικά αποτελέσματα του φορολογικού έτους λήξης της μίσθωσης.
Για παράδειγμα, έστω σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης εξοπλισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών διάρκειας 3 ετών ο οποίος κατά τον χρόνο λήξης της μίσθωσης επιστέφεται στον εκμισθωτή. Δεδομένου ότι ο συντελεστής απόσβεσης του παγίου με βάση τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 είναι 20% (5 έτη), το αναπόσβεστο υπόλοιπο των δύο (2) εναπομενόντων ετών μεταφέρεται σωρευτικά στα φορολογικά αποτελέσματα του φορολογικού έτους λήξης της μίσθωσης.
5. Με βάση τις ανωτέρω διατάξεις, στην περίπτωση που η μίσθωση χαρακτηρίζεται ως χρηματοδοτική, οι αποσβέσεις διενεργούνται από τον μισθωτή, παρά το γεγονός ότι δεν είναι ο κύριος του παγίου, και όχι από τον εκμισθωτή. Για τον σκοπό αυτό, ο μισθωτής αναγνωρίζει το μίσθιο ως περιουσιακό του στοιχείο, πιστώνοντας αντίστοιχα ισόποση υποχρέωση προς τον εκμισθωτή και το πάγιο αντιμετωπίζεται ως πάγιο κυριότητας του (ιδιόκτητο). Όσον αφορά στον εκμισθωτή, αυτός θα εμφανίζει ως απαίτησή του έναντι του μισθωτή την αγοραία αξία του παγίου.
Επισημαίνεται ότι η αντιμετώπιση της μίσθωσης ως τοκοχρεολυτικού δανείου γίνεται για τους σκοπούς εφαρμογής του ν.4308/2014 και συνεπώς για το μέρος του μισθώματος που αναλογεί ως τόκος δεν διενεργείται παρακράτηση φόρου.
Στην περίπτωση κατά την οποία δεν πληρούνται τα κριτήρια του Παραρτήματος Α του ν.4308/2014 για τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως χρηματοδοτικής, οι φορολογικές αποσβέσεις θα διενεργούνται από τον εκμισθωτή: α) σε περίπτωση που αυτός είναι εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν.1665/1986 σε ίσα μέρη ανάλογα με τα έτη διάρκειας της σύμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου αυτού και β) στις λοιπές περιπτώσεις με βάση τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013.
6. Επίσης, με τις διατάξεις της περίπτωσης ι' της παρ.1 του άρθρου 30 του ν.4308/2014 ορίζεται ότι οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 του ίδιου νόμου αντιμετωπίζουν λογιστικά όλες τις συμβάσεις μίσθωσης, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.
Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται διαφορετική αντιμετώπιση των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης από τις διατάξεις του ν.4308/2014 και του ν.4172/2013, για τα υπόψη νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στις παραγράφους 3 και 4 της παρούσας.
7. Όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω ισχύουν από την 1.1.2018 και μετά, κατά ρητή διατύπωση της περ. α' της παρ. 18 του άρθρου 115 του ν.4549/2018 και όπως διευκρινίσθηκε με την ΠΟΛ.1147/2018 οι υπόψη διατάξεις ισχύουν για τις συμβάσεις που συνάπτονται από 1.1.2018 και μετά. Επισημαίνεται ότι για τροποποιήσεις συμβάσεων που έχουν συναφθεί πριν την 1.1.2018 και οι οποίες λαμβάνουν χώρα μετά την 1.1.2018, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013, όπως αυτές ίσχυαν κατά τον χρόνο σύναψης της αρχικής μίσθωσης.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Δ.15/Δ'/11183/286/2019 Ασφαλιστικές εισφορές απασχολούμενων συνταξιούχων και μητέρων που υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν.4387/2016
Αριθ. Πρωτ. : Δ.15 / Δ' / 11183 / 286
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΙΣΦΟΡΩΝ (Δ15)
ΤΜΗΜΑ: Δ'
Ταχ. Δ/νση: Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας : 10110 - Αθήνα
Πληροφορίες : Ε. Ράπτη
Τηλέφωνο : 210 - 3368109
FAX : 210 - 3368116
ΘΕΜΑ: «Ασφαλιστικές εισφορές απασχολούμενων συνταξιούχων και μητέρων που υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν.4387/2016»
Απαντώντας στο αριθ. ΔΙΕΙΣΦ.ΜΜ/159/265804/1-3-2019 έγγραφό σας, σχετικά με το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών για πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στις ρυθμίσεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν.4387/2016 σε περιπτώσεις απασχολούμενων συνταξιούχων που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του άρθρου 63 του ν.2676/1999 και μητέρων που αποκτούν τέκνο, σας γνωρίζουμε τα εξής:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν.4387/2016 οι ασφαλισμένοι του πρώην ΟΑΕΕ και του πρώην ΕΤΑΑ, οι οποίοι αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ) και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά) εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38 του ανωτέρω νόμου.
Συνεπώς, για τα ανωτέρω πρόσωπα οι ασφαλιστικές εισφορές κύριας σύνταξης ύψους 20% επιμερίζονται μεταξύ ασφαλισμένου και αντισυμβαλλόμενων κατά 6,67% και 13,33% αντίστοιχα (σχετική η αριθ. Φ80000/οικ. 5547/248/7.2.2017 εγκύκλιος, ΑΔΑ: ΩΥ1Ο465Θ1Ω-4ΣΜ).
2. α. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 παρ. 1 του ν.2676/1999, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 παρ. 1 του ν.3863/2010, για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος που αναλαμβάνουν μισθωτή εργασία, πέραν της αναστολής ή περικοπής της σύνταξης, καταβάλλονται οι προβλεπόμενες από τις οικείες διατάξεις εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη, οι οποίες βαρύνουν τον ασφαλισμένο και τον εργοδότη αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την παρ. 2 τοπ ανωτέρω άρθρου για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος που ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, πέραν της αναστολής ή περικοπής της σύνταξης, για τους συνταξιούχους ηλικίας έως 55 ετών καταβάλλονται οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, ενώ για συνταξιούχους ηλικίας άνω των 55 ετών καταβάλλονται οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές προσαυξημένες κατά 50%.
β. Η ανωτέρω ρύθμιση για καταβολή προσαυξημένων κατά 50% ασφαλιστικών εισφορών αφορά αποκλειστικά απασχολούμενους συνταξιούχους που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχολούνται. Στην περίπτωση των υπαγόμενων στο άρθρο 39 παρ. 9 του ν.4387/2016, ως προς την ασφαλιστική τους αντιμετώπιση έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του ν.4387/2016 για τους μισθωτούς ασφαλισμένους.
Ως εκ τούτου για τους απασχολούμενους συνταξιούχους λόγω γήρατος που υποχρεούνται βάσει του άρθρου 63 παρ. 2 του ν.2676/1999, όπως ισχύει, σε καταβολή προσαυξημένων κατά 50% ασφαλιστικών εισφορών, εφόσον υπαχθούν στο άρθρο 39 παρ. 9 του ν.4387/2016, όπως ισχύει, δεν έχει εφαρμογή η ανωτέρω πρόβλεψη για καταβολή προσαυξημένων ασφαλιστικών εισφορών, και καταβάλλουν εισφορές βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 (6,67% ο ασφαλισμένος και 13,33% ο αντισυμβαλλόμενος).
3. α. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 141 παρ. 2 του ν.3655/2008, οι εισφορές του κλάδου κύριας σύνταξης με τις οποίες βαρύνονται οι γυναίκες ασφαλισμένες πρώην φορέων κύριας ασφάλισης μειώνονται κατά 50% κατά το δωδεκάμηνο απασχόλησης που ακολουθεί το μήνα τοκετού.
β. Η ανωτέρω ρύθμιση αφορά τόσο μισθωτούς όσο και μη μισθωτούς, ως εκ τούτου εφαρμόζεται και σε περιπτώσεις γυναικών που υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν.4387/2016, όπως ισχύει, δεδομένου ότι ασφαλιστικά αντιμετωπίζονται όπως οι μισθωτοί ασφαλισμένοι.
Ο Υφυπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Α. Πετρόπουλος
Ε.2081/2019 Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 10, 12, 20 και 23 του ν.4608/2019 (ΦΕΚ Α'66)
Αθήνα, 15 Μαΐου 2019
Αρ.Πρωτ: Ε. 2081/15-5-2019
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ: Β', Α'
Ταχ. Δ/νση :Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας :101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο:210 3375312
Fax :210 3375001
E-Mail :d12.b@yo.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
Ε 2081/2019
ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 10, 12, 20 και 23 του ν.4608/2019 (ΦΕΚ Α'66).
Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 10, 12, 20 και 23 του ν.4608/2019 (ΦΕΚ Α'66), αναφορικά με τα φορολογικά ζητήματα που άπτονται της προσέλκυσης στρατηγικών επενδύσεων.
Άρθρο 10
Ορισμός, κριτήρια και κατηγορίες Στρατηγικών Επενδύσεων
1. Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού ορίζεται η έννοια των στρατηγικών επενδύσεων, οι κατηγορίες αυτών καθώς και τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους.
2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ορίζεται ότι για κάθε φορέα στρατηγικής επένδυσης, οι διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 4251/2014, αναφορικά με τη χορήγηση και ανανέωση άδειας διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα, εφαρμόζονται ως προς δέκα (10) κατ' ανώτατο αριθμό, στελέχη των επενδυτικών σχημάτων για όλες τις κατηγορίες Στρατηγικών Επενδύσεων. Για όσο διάστημα υφίσταται η εργασιακή σχέση με τον φορέα της στρατηγικής επένδυσης, όσα από τα στελέχη αυτά δεν έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα, θεωρείται ότι διατηρούν τη φορολογική κατοικία τους στην αλλοδαπή και υπόκεινται σε φόρο για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται επίσης και στον ή την σύζυγο ή το άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης, στον βαθμό που ο σύζυγος ή το άλλο μέρος δεν ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα στην Ελλάδα, καθώς και στα εξαρτώμενα τέκνα αυτών, όπως αυτά προσδιορίζονται στην περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013.
Άρθρο 12
Φορολογικά Κίνητρα
1. Για τις επενδύσεις που χαρακτηρίζονται ως στρατηγικές, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 10 του νόμου αυτού, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις σταθεροποίησης του φορολογικού συντελεστή της παρ. 1 του άρθρου 67 του αναπτυξιακού νόμου 4399/2016. Το κίνητρο αυτό μπορούν να αιτηθούν όλες οι στρατηγικές επενδύσεις ανεξαρτήτως κατηγορίας.
2. Οι επενδύσεις που χαρακτηρίζονται ως στρατηγικές μπορεί με απόφασή της Διυπουργικής Επιτροπής Στρατηγικών Επενδύσεων (Δ.Ε.Σ.Ε.) να λάβουν διαζευκτικά:
α. Φορολογική απαλλαγή που συνίσταται στην απαλλαγή από την καταβολή φόρου εισοδήματος επί των πραγματοποιούμενων προ φόρου κερδών, τα οποία προκύπτουν, με βάση τη φορολογική νομοθεσία, από το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, μετά την αφαίρεση του φόρου του νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, ο οποίος αναλογεί στα κέρδη που διανέμονται ή αναλαμβάνονται. Το ποσό της φορολογικής απαλλαγής συνιστά ισόποσο αφορολόγητο αποθεματικό, για το οποίο σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης τους έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013 και υπολογίζεται ως εξής:
αα) Για συνολικές επιλέξιμες δαπάνες ύψους έως και τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) ευρώ παρέχεται το σύνολο της δικαιούμενης ενίσχυσης, και έως το ποσό των επτά εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων (7.500.000) ευρώ.
ββ) Για το μέρος των επιλέξιμων δαπανών από τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) ευρώ έως τριάντα πέντε εκατομμύρια (35.000.000) ευρώ παρέχεται το ογδόντα τοις εκατό (80%) της δικαιούμενης ενίσχυσης.
γγ) Για το μέρος των επιλέξιμων δαπανών από τριάντα πέντε εκατομμύρια (35.000.000) ευρώ έως σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) ευρώ παρέχεται το εξήντα τοις εκατό (60%) της δικαιούμενης ενίσχυσης.
δδ) Για το μέρος των επιλέξιμων δαπανών από σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) ευρώ έως σαράντα πέντε εκατομμύρια (45.000.000) ευρώ παρέχεται το σαράντα τοις εκατό (40%) της δικαιούμενης ενίσχυσης.
εε) Για το μέρος των επιλέξιμων δαπανών από σαράντα πέντε εκατομμύρια (45.000.000) ευρώ έως πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ παρέχεται το είκοσι τοις εκατό (20%) της δικαιούμενης ενίσχυσης.
στστ) Για το μέρος των επιλέξιμων δαπανών από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ έως εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέχεται το δέκα τοις εκατό (10%) της δικαιούμενης ενίσχυσης.
ζζ) Για το μέρος των επιλέξιμων δαπανών που υπερβαίνουν τα εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ δεν παρέχεται απαλλαγή φόρου.
Το ποσό της συνολικής δικαιούμενης ενίσχυσης προκύπτει από την άθροιση των επιμέρους δικαιούμενων ποσών ενίσχυσης που αντιστοιχούν στον συνολικό προϋπολογισμό του έργου. Ο φορέας μπορεί να αξιοποιήσει το σύνολο της δικαιούμενης φορολογικής απαλλαγής μέσα σε δεκαπέντε (15) φορολογικά έτη και όχι σε διάστημα μικρότερο των τριών (3) φορολογικών ετών από το έτος θεμελίωσης του δικαιώματος χρήσης του κινήτρου.
β. Επιτάχυνση φορολογικών αποσβέσεων των παγίων που έχουν ενταχθεί στο εγκεκριμένο σχέδιο επένδυσης με προσαύξηση των συντελεστών του πίνακα της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). Σε περίπτωση που ο αρχικός συντελεστής απόσβεσης είναι ανώτερος του είκοσι τοις εκατό (20%), ο τελικός προσαυξημένος συντελεστής δεν μπορεί να υπερβαίνει το σαράντα τοις εκατό (40%). Επιπλέον, αποκλειστικά για τις μεταποιητικές επιχειρήσεις, οι αποσβέσεις των μηχανημάτων και του μηχανολογικού εξοπλισμού εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής τους, προσαυξημένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%).
3. Οι επιλέξιμες δαπάνες των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 2 του νόμου αυτού προσδιορίζονται με τους όρους και τις προϋποθέσεις του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμ. 651/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014 (L 187) και θα εξειδικεύονται με την απόφαση της παραγράφου 1 του άρθρου 20.
4. Οι ενισχύσεις του παρόντος άρθρου χορηγούνται ως μεμονωμένες ενισχύσεις σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) υπ' αριθμ. 651/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014 και υπό την επιφύλαξη των ορίων του Κανονισμού αυτού, ή κατόπιν εγκριτικής απόφασης της Επιτροπής.
Άρθρο 20
Απόφαση χορήγησης ενισχύσεων
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού παρέχεται η νομοθετική εξουσιοδότηση για την έκδοση των Υπουργικών Αποφάσεων που εξειδικεύουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής των ενισχύσεων που λαμβάνει η εκάστοτε επενδυτική πρόταση που χαρακτηρίζεται ως στρατηγική επένδυση.
Άρθρο 23
Μη Τήρηση Όρων Επένδυσης/Κυρώσεις
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καθορίζονται οι κυρώσεις που επιβάλλονται στον φορέα της επένδυσης, σε δύο περιπτώσεις: πρώτον, στην περίπτωση που έλαβε φορολογικά κίνητρα ή κίνητρα επιδοτήσεως δαπανών (του άρθρου 12 και 14, αντιστοίχως) και δεν τήρησε τους όρους και τις διατυπώσεις που του επιβλήθηκαν με την Υπουργική Απόφαση που ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, και, δεύτερον, στην περίπτωση που ο φορέας της επένδυσης παραβίασε κάποιον από τους όρους ή τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο Συνεργασίας του άρθρου 21 παράγραφος 3.
Τέλος, με τις διατάξεις του άρθρου 52 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι η ισχύς των διατάξεων του Μέρους Β' αρχίζει έναν (1) μήνα από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 25-5-2019 και μετά.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Ε.2082/2019 Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 73 του ν.4607/2019 (ΦΕΚ 65 Α΄) για θέματα φορολογίας ακίνητης περιουσίας
Αθήνα, 16 Μαΐου 2019
Ε.2082/16-5-2019
«ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ – ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ Α.Δ.Α.»
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟΥ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κώδικας : 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο : 2103375878, -879
E-Mail : defk.a@aade.gr
Url : www.aade.gr
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
Ε 2082/2019
Θέμα: «Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 73 του ν.4607/2019 (ΦΕΚ 65 Α΄) για θέματα φορολογίας ακίνητης περιουσίας».
Σας κοινοποιούμε συνημμένα τις διατάξεις του άρθρου 73 του ν. 4607/2019, με τις οποίες επήλθαν τροποποιήσεις σε θέματα υποβολής δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) και Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) και σας παρέχουμε οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους.
1. Ημερομηνία υποβολής δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9)
Από την 1η Ιανουάριου 2019 και εφεξής, όσοι έχουν μεταβολές στην ακίνητη περιουσία τους (σύσταση, απόκτηση κ.λπ.), υποχρεούνται να τις δηλώνουν υποβάλλοντας τη δήλωση Ε9 μέχρι την 31η Μαΐου του επόμενου έτους από την ημέρα της μεταβολής.
Παραδείγματα:
- Φορολογούμενος αποκτά ακίνητο από αγορά στις 2 Ιανουαρίου 2019. Το δικαίωμα επί του ακινήτου θα πρέπει να δηλωθεί εμπρόθεσμα στη δήλωση στοιχείων ακινήτων έτους 2020 μέχρι την 31η Μαΐου 2020.
- Φορολογούμενος αποκτά δύο ακίνητα Α και Β από αγορά την 15η Απριλίου 2019 και πωλεί το Α ακίνητο στις 11 Ιουνίου 2019. Στη δήλωση στοιχείων ακινήτων έτους 2020, η οποία θα πρέπει να υποβληθεί εμπρόθεσμα μέχρι την 31η Μαΐου 2020, ο φορολογούμενος υποχρεούται να δηλώσει μόνο το δικαίωμα επί του Β ακινήτου.
- Έστω ότι πεθαίνει ο Α την 20ή Ιανουαρίου 2019 και αφήνει κληρονόμο εξ αδιαθέτου το μοναδικό του τέκνο. Η δήλωση Ε9 2020 για την απόκτηση του ακινήτου από το τέκνο, υποβάλλεται εμπρόθεσμα έως την 31η Μαΐου 2020. Αν στην ίδια περίπτωση δημοσιευθεί διαθήκη εντός του έτους του 2019, που καθιστά μοναδικό κληρονόμο τον εγγονό του θανόντος, τότε δεν υποβάλλεται δήλωση από τον εξ αδιαθέτου κληρονόμο αλλά απευθείας από τον εκ διαθήκης μέχρι την 31η Μαΐου 2020. Επισημαίνεται ότι η υποβολή δήλωσης από τον κληρονόμο συνιστά και σιωπηρή αποδοχή της κληρονομιάς.
2. Επιβολή προστίμου άρθρου 54 ΚΦΔ για διαδικαστικές παραβάσεις των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) και ΕΝ.Φ.Ι.Α.
Σε περίπτωση μη υποβολής, εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς δήλωσης Ε9 για περισσότερα του ενός (1) έτη, επιβάλλεται ένα μόνο πρόστιμο, εφόσον στις δηλώσεις αυτές επαναλαμβάνονται οι ίδιες μεταβολές. Το πρόστιμο ορίζεται σε εκατό (100) ευρώ για κάθε δήλωση (παράγραφος 2 άρθρου 54 του ν. 4174/2013) και επιβάλλεται με την πράξη προσδιορισμού φόρου, η οποία εκδίδεται βάσει της δήλωσης Ε9.
Δεν επιβάλλεται πρόστιμο στις δηλώσεις ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξεις προσδιορισμού φόρου, οι οποίες συντίθενται μηχανογραφικά από τη Φορολογική Διοίκηση.
3. Πρόστιμα για δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) που υποβλήθηκαν από 31/12/2014 έως και 24/4/2019
Σε εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις Ε9 ετών 2010 και επόμενων, που υποβλήθηκαν από την 31η Δεκεμβρίου 2014 μέχρι και την 24η Απριλίου 2019 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου), δεν επιβάλλονται το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 ή το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση.
Πρόστιμα που έχουν βεβαιωθεί μέχρι και την 24η Απριλίου 2019 δεν διαγράφονται.
Πρόστιμα που έχουν καταβληθεί μέχρι την ίδια ημερομηνία δεν επιστρέφονται.
4. Πρόστιμο άρθρου 54 ΚΦΔ για διαδικαστικές παραβάσεις των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) από 25/4/2019 και μετά
Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα των διαδικαστικών παραβάσεων του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 στις εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις Ε9, οι οποίες υποβάλλονται από την 25η Απριλίου 2019 και αφορούν τα έτη 2014 και επόμενα, μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της Ελληνικής επικράτειας. Η ολοκλήρωση της ανάρτησης προκύπτει από Διαπιστωτική Πράξη του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ. «Ελληνικό Κτηματολόγιο», η οποία κοινοποιείται προς τον Υπουργό Οικονομικών.
Διευκρινίζεται ότι αρχική δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9) θεωρείται η δήλωση, η οποία υποβάλλεται για πρώτη φορά και εισάγει ακίνητα ή δικαιώματα επί αυτών από τον υπόχρεο φορολογούμενο. Κάθε επόμενη δήλωση, η οποία προσθέτει, αφαιρεί ή μεταβάλλει ακίνητα ή δικαιώματα επί αυτών θεωρείται τροποποιητική δήλωση Ε9.
Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
Γεώργιος Πιτσιλής
1071596 ΕΞ 2019 Κοινοποίηση Εκτελεστικού Κανονισμού 561/2019 της Επιτροπής της 8ης Απριλίου 2019 για τη χορήγηση στο Πράσινο Ακρωτήριο προσωρινής παρέκκλισης από τους κανόνες προτιμησιακής καταγωγής οι οποίοι προβλέπονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2015/2446, όσον αφορά παρασκευάσματα και κονσέρβες φιλέτων τόνου
Αθήνα, 17 Μαΐου 2019
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Β 1071596 ΕΞ 2019
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β'
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Εύα Καραβανά
Τηλέφωνο: 2106987541
Fax: 2106987506
E-Mail: d17-c@2001.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr
Θέμα: «Κοινοποίηση Εκτελεστικού Κανονισμού 561/2019 της Επιτροπής της 8ης Απριλίου 2019 για τη χορήγηση στο Πράσινο Ακρωτήριο προσωρινής παρέκκλισης από τους κανόνες προτιμησιακής καταγωγής οι οποίοι προβλέπονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2015/2446, όσον αφορά παρασκευάσματα και κονσέρβες φιλέτων τόνου»
ΣΧΕΤ: 1) Η αριθ. Δ17Γ5031421ΕΞ2011/18.7.2011 ΔΥΟ (Κοινοποίηση του Καν (ΕΕ) αριθ. 439/2011 της Επιτροπής της 6/5/2011 περί παρεκκλίσεως από τον Καν (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 όσον αφορά τον ορισμό της έννοιας των «καταγόμενων προϊόντων» ή «προϊόντων καταγωγής» που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση του Πράσινου Ακρωτηρίου όσον αφορά τις εξαγωγές ορισμένων προϊόντων αλιείας προς την ΕΕ).
2) Η αριθ. Δ17Γ5025239ΕΞ2012/15.6.2012 ΔΥΟ (Κοινοποίηση του Καν (ΕΕ) αριθ. 440/2012 της Επιτροπής της 24/5/2012 για την τροποποίηση του Καν (ΕΕ) αριθ. 439/2011 περί παρεκκλίσεως από τον Καν (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 όσον αφορά τον ορισμό της έννοιας των «καταγόμενων προϊόντων» ή «προϊόντων καταγωγής» που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση του Πράσινου Ακρωτηρίου όσον αφορά τις εξαγωγές ορισμένων προϊόντων αλιείας προς την ΕΕ).
3) Η αριθ. πρωτ. Δ17Γ5002426ΕΞ2013/18-01-2013 Δ.Υ.Ο (Κοινοποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 για την εφαρμογή του Συστήματος Γενικευμένων Δασμολογικών Προτιμήσεων και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008).
4) Η αριθ.ΔΔΘΤΟΚΒ5000893ΕΞ2015/15.01.2015 ΔΥΟ (Κοινοποίηση του Καν (ΕΕ) αριθ. 1338/2014 της Επιτροπής της 16/12/2014 για την τροποποίηση του Καν (ΕΕ) αριθ. 439/2011 περί παρεκκλίσεως από τον Καν (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 όσον αφορά τον ορισμό της έννοιας των «καταγόμενων προϊόντων» ή «προϊόντων καταγωγής» που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση του Πράσινου Ακρωτηρίου όσον αφορά τις εξαγωγές ορισμένων προϊόντων αλιείας προς την ΕΕ).
Σε συνέχεια των ανωτέρω σχετικών, σας κοινοποιούμε για ενημέρωση και εφαρμογή, τον εν θέματι Εκτελεστικό Κανονισμό, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (L98/09.04.2019) σχετικά με την χορήγηση στο Πράσινο Ακρωτήριο προσωρινής παρέκκλισης από τους κανόνες προτιμησιακής καταγωγής οι οποίοι προβλέπονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2015/2446, όσον αφορά παρασκευάσματα και κονσέρβες φιλέτων τόνου.
Ειδικότερα:
Το Πράσινο Ακρωτήρι είναι μία χώρα που επωφελείται από το Σύστημα Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ) [ανωτέρω σχετική (3)].
Το Πράσινο Ακρωτήριο υπέβαλε αίτημα (με επιστολή της 22ης Οκτωβρίου 2018) για παράταση της προσωρινής παρέκκλισης [η οποία είχε χορηγηθεί με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/967 της Επιτροπής (ΕΕ L 146 της 9.6.2017)] από τους κανόνες προτιμησιακής καταγωγής οι οποίοι προβλέπονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής. Το αίτημα αφορούσε ετήσια ποσότητα 5 000 τόνων των κωδικών ΣΟ που περιγράφονται στο Παράρτημα του κοινοποιούμενου κανονισμού για συγκεκριμένη περίοδο εν αναμονή της έναρξης ισχύος της νέας συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης («ΣΟΕΣ») μεταξύ της Ένωσης και της Δυτικής Αφρικής, η οποία μονογραφήθηκε στις 30 Ιουνίου 2014. Βάσει της ζητηθείσας παρέκκλισης, τα εν λόγω προϊόντα θα έπρεπε να θεωρούνται ως προϊόντα καταγόμενα από το Πράσινο Ακρωτήριο ακόμη και αν, παρά το γεγονός ότι παρήχθησαν στο Πράσινο Ακρωτήριο, για την παραγωγή τους χρησιμοποιήθηκαν μη καταγόμενα ψάρια.
Στον κοινοποιούμενο κανονισμό, περιγράφεται αναλυτικά το αίτημα της παρέκκλισης, η επιχειρηματολογία που περιλαμβάνεται στο αίτημα, καθώς και οι όροι χορήγησης της παρέκκλισης. Η διάρκεια της παρέκκλισης πρέπει να περιορίζεται σε περίοδο ενός έτους προκειμένου να αξιολογηθούν η ικανότητα και οι προσπάθειες του Πράσινου Ακρωτηρίου να προετοιμαστεί ώστε να είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τους κανόνες καταγωγής για τα εν λόγω προϊόντα. Εάν, ωστόσο, η ΣΟΕΣ (Συμφωνία Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ της Ένωσης και της Δυτικής Αφρικής που μονογραφήθηκε την 30η Ιουνίου 2014) αρχίσει να ισχύει πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου ενός έτους, η παρέκκλιση θα πρέπει να λήξει την προηγουμένη της ημέρας έναρξης ισχύος της ΣΟΕΣ.
Συνεπώς, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 41 στοιχείο β) και το άρθρο 45 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, τα παρασκευάσματα και κονσέρβες τόνου που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1604 14, 1604 20 και 0304 87 και παράγονται στο Πράσινο Ακρωτήριο από ψάρια μη καταγόμενα θεωρούνται ως καταγωγής Πράσινου Ακρωτηρίου σύμφωνα με τα άρθρα 2, 3 και 4 του κοινοποιούμενου κανονισμού.
Δηλαδή, κατά τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην ΕΕ, θεωρούνται ότι είναι καταγωγής Πράσινου Ακρωτηρίου τα ανωτέρω προϊόντα, εντός των ορίων των ποσοτήτων που αναφέρονται αναλυτικά στο Παράρτημα του κοινοποιούμενου κανονισμού και βάσει των όρων και προϋποθέσεων του άρθρου 43 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.
Η διαχείριση των ποσοτήτων που καθορίζονται στο παράρτημα του κοινοποιούμενου κανονισμού πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 49 έως 54 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, ο οποίος διέπει τη διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων.
Παράρτημα:
Επισημαίνεται ότι στη θέση 4 των πιστοποιητικών καταγωγής FORM A που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του Πράσινου Ακρωτηρίου στο πλαίσιο της εν λόγω παρέκκλισης, θα πρέπει να αναγράφεται η ακόλουθη ένδειξη: «Derogation — Commission Implementing Regulation (EU) 2019/561». Σε περίπτωση εφαρμογής του συστήματος εγγεγραμμένων εξαγωγέων (ΣΕΕ) στο Πράσινο Ακρωτήριο το 2019, η εν λόγω ένδειξη καταγράφεται στις βεβαιώσεις καταγωγής που έχουν συνταχθεί από τους εγγεγραμμένους εξαγωγείς.
Ο κοινοποιούμενος κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ημερομηνία δημοσίευσης: 09.04.2019) και εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Οι επαγγελματικοί ή συνδικαλιστικοί φορείς προς τους οποίους κοινοποιείται η παρούσα με τα συνημμένα της, παρακαλούνται όπως μεριμνήσουν για τη σχετική ενημέρωση των μελών τους.
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ
Ε.2083/2019 Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 121 του ν.4611/2019 (Α΄ 73) αναφορικά με την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε αγαθά και υπηρεσίες
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
Ι. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α ΦΠΑ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ Ζ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας : 10672 Αθήνα
Τηλέφωνο : 213 2122400
Fax : 210 3645413
E-Mail : dfpa.a1@1992.syzefxis.gov.gr
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ (Ε.Φ.Κ.) ΚΑΙ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (Φ.Π.Α.)
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
Με το νέο Παράρτημα ΙΙΙ, επεκτείνονται τα αγαθά και οι υπηρεσίες που θα υπάγονται εφεξής στους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ 13% και 6%.
2. Διατάξεις της νομοθεσίας ΦΠΑ περί συντελεστών :
α. Σύμφωνα με το άρθρο 98 της Κοινοτικής Οδηγίας ΦΠΑ 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, η θέσπιση μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ είναι δυνητικής εφαρμογής για τα Κράτη Μέλη και αφορά μόνο στις κατηγορίες αγαθών που αναφέρονται ρητά στο Παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας ΦΠΑ. Βάσει του ιδίου άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τη Συνδυασμένη Ονοματολογία για να οριοθετούν επακριβώς την οικεία κατηγορία των αγαθών για την οποία εφαρμόζονται οι μειωμένοι συντελεστές φόρου προστιθεμένης αξίας.
β. Κατ΄ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων της Κοινοτικής Οδηγίας ΦΠΑ, σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Κώδικα ΦΠΑ, ο συντελεστής του ΦΠΑ ορίζεται σε 24% στη φορολογητέα αξία, με εξαίρεση τα αγαθά που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ του Κώδικα αυτού , ο συντελεστής ΦΠΑ των οποίων ορίζεται σε 13% ή σε 6%, μειωμένο και υπερμειωμένο αντίστοιχα.
γ. Στο Παράρτημα III του Κώδικα ΦΠΑ, τα εμπορεύματα που υπόκεινται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, προσδιορίζονται πέραν της περιγραφής τους και με την αντίστοιχη Δασμολογική κλάση (Δ.Κ) του Κοινού Δασμολογίου της Ε.Ε (καν. αριθ. 2658/1987, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει).
Για λόγους πληρέστερης κατανόησης αναφέρουμε ότι η ένδειξη «ΕΧ» σε ορισμένες δασμολογικές κλάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ σημαίνει ότι σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ υπάγονται αποκλειστικά τα είδη που κατονομάζονται αναλυτικά στην εκάστοτε παράγραφο του Παραρτήματος ΙΙΙ, και όχι όλα ανεξαιρέτως τα είδη που υπάγονται στη συγκεκριμένη δασμολογική κλάση του Κοινού Δασμολογίου, σύμφωνα με το κείμενο αυτής. Με άλλα λόγια, η ένδειξη «ΕΧ» περιορίζει το εύρος της δασμολογικής κλάσης δίπλα από την οποία αναγράφεται, όσον αφορά την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε συγκεκριμένα μόνο είδη από αυτά τα οποία υπάγονται στην εν λόγω κλάση.
3. Τροποποιήσεις που επέρχονται στο Παράρτημα ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ
Α. Κεφάλαιο Α΄ Αγαθά
- παραμένουν στους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ 13% βασικά αγαθά όπως ψωμί, γάλα, κρέας ψάρια, ελαιόλαδο, τυριά, ζυμαρικά, άλευρα, δημητριακά, λαχανικά, ύδρευση, ζώντα ζώα, είδη για εξυπηρέτηση ατόμων με ειδικές ανάγκες
- παραμένουν στον υπερμειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 6 % φάρμακα, βιβλία
- επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ (13%), μεταξύ άλλων σε όλα τα είδη ζυμαρικών, ψωμιών ψαριών και μαλακοστράκων, στον καφέ, το τσάι, τους χυμούς φρούτων και λαχανικών, στο αλάτι, ξύδι, διάφορα παρασκευάσματα διατροφής με βάση τα δημητριακά, τα αλεύρια, τα άμυλα, και τα παρασκευάσματα για σάλτσες, σούπες και ζωμούς.
- μετατάσσονται από τον μειωμένο συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%) στον υπερμειωμένο συντελεστή έξι τοις εκατό (6%) η παράδοση ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και θέρμανσης μέσω δικτύου (τηλεθέρμανση).
0301 (Ψάρια ζωντανά),
0302 (Ψάρια νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη, με εξαίρεση τα φιλέτα και άλλη σάρκα ψαριών της κλάσης 0304),
0303 (Ψάρια κατεψυγμένα, με εξαίρεση τα φιλέτα και άλλη σάρκα ψαριών της κλάσης 0304),
0304 [Φιλέτα και άλλη σάρκα ψαριών (έστω και αλεσμένα), νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα],
0305 [Ψάρια αποξεραμένα, αλατισμένα ή σε άρμη. Ψάρια καπνιστά, έστω και ψημένα πριν ή κατά τη διάρκεια του καπνίσματος. Αλεύρια, σκόνες και συσσωματωμένα προϊόντα με μορφή σβόλων (πελέτες) ψαριών, κατάλληλα για τη διατροφή των ανθρώπων],
0306 [Μαλακόστρακα, έστω και χωρίς το όστρακό τους, ζωντανά, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα, αποξεραμένα, αλατισμένα ή σε άρμη. Μαλακόστρακα καπνιστά, έστω και χωρίς το όστρακό τους, έστω και ψημένα πριν ή κατά τη διάρκεια του καπνίσματος. Μαλακόστρακα με το όστρακό τους, βρασμένα σε νερό ή ατμό, έστω και διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα, αποξεραμένα, αλατισμένα ή σε άρμη. Αλεύρια, σκόνες και συσσωματωμένα προϊόντα με μορφή σβόλων (πελέτες) μαλακοστράκων, κατάλληλα για τη διατροφή των ανθρώπων],
0307 [Μαλάκια, έστω και χωρισμένα από το κοχύλι τους, ζωντανά, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα, αποξεραμένα, αλατισμένα ή σε άρμη. Μαλακόστρακα καπνιστά, έστω και χωρίς το όστρακό τους, έστω και ψημένα πριν ή κατά τη διάρκεια του καπνίσματος. Αλεύρια, σκόνες και συσσωματωμένα προϊόντα με μορφή σβόλων (πελέτες) από μαλακόστρακα, κατάλληλα για τη διατροφή των ανθρώπων] και
0308 [Ασπόνδυλα υδρόβια, άλλα από τα μαλακόστρακα και τα μαλάκια, ζωντανά, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα, αποξεραμένα, αλατισμένα ή σε άρμη. Ασπόνδυλα υδρόβια καπνιστά, άλλα από τα μαλακόστρακα και τα μαλάκια, έστω και ψημένα πριν ή κατά τη διάρκεια του καπνίσματος. Αλεύρια, σκόνες και συσσωματωμένα προϊόντα με μορφή σβόλων (πελέτες) ασπόνδυλων υδρόβιων άλλων από τα μαλακόστρακα και τα μαλάκια, κατάλληλα για τη διατροφή των ανθρώπων].
Σύμφωνα με την παράγραφο 6 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ παραμένουν σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% το γάλα και τα προϊόντα γαλακτοκομίας, τα αυγά πτηνών και το φυσικό μέλι προϊόντα των ΔΚ 0401, 0402, 0403, 0404, 0405, 0406, 0407, 0408, 0409 και προστίθεται και η ΔΚ 0410, δηλαδή τα βρώσιμα προϊόντα ζωικής προέλευσης που δεν κατονομάζονται αλλού.
Όσον αφορά ειδικότερα το φυσικό μέλι της Δ.Κ. 0409, επισημαίνεται ότι η κλάση αυτή περιορίζεται στο μέλι που λαμβάνεται εξ’ ολοκλήρου από μέλισσες ή από άλλα έντομα, έστω και με κομμάτια κηρήθρας ή ολόκληρη κηρήθρα, χωρίς καμία προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ουσιών ή οποιασδήποτε άλλης ουσίας, καθώς και μείγματα φυσικών μελιών διαφορετικών τύπων (π.χ. ανθέων, θυμαριού, πεύκου, κλπ.).
Αντίθετα, τα φυσικά μέλια στα οποία προστίθενται έστω και μικρές ποσότητες προϊόντων όπως κανέλα, ροδοπέταλα, ξηροί καρποί, κλπ., υπάγονται στη Δ.Κ. 2106, στην οποία εφαρμόζεται συντελεστής ΦΠΑ 24%.
Τέλος, το τεχνητό μέλι ή τα μείγματα φυσικού και τεχνητού μελιού, υπάγονται στη Δ.Κ. 1702 και σε συντελεστή ΦΠΑ 13% (βλ. παρ. 24).
Εφιστούμε, επιπλέον, την προσοχή ότι τα ροφήματα με βάση το γάλα που περιέχουν κακάο, καφέ, γεύσεις φρούτων κλπ. δεν υπάγονται στο Κεφάλαιο 4 του Δασμολογίου αλλά στη Δ.Κ. 2202, στην οποία εξακολουθεί να εφαρμόζεται συντελεστής ΦΠΑ 24%. Το ίδιο ισχύει και για φυτικά και λοιπά ροφήματα μη ζωικής προέλευσης με τον εμπορικό προσδιορισμό «γάλα», όπως π.χ. γάλα σόγιας, καρύδας, φουντουκιού, κλπ.
Η δασμολογική κλάση 0410 περιλαμβάνει τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που είναι κατάλληλα για τη διατροφή του ανθρώπου, τα οποία δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται σε άλλες κλάσεις της Ονοματολογίας. Περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων :
1) Τον βασιλικό πολτό, όταν παρουσιάζεται σε πρωτογενή μορφή (π.χ. σε πάστα ή αποξηραμένος). Στην περίπτωση που ο βασιλικός πολτός παρουσιάζεται σε κάψουλες ή σε χάπια, τότε αυτός κατατάσσεται στη δασμολογική κλάση 2106 του Δασμολογίου.
2) Την πρόπολη σε πρωτογενή μορφή. Στην περίπτωση που η πρόπολη παρουσιάζεται σε κάψουλες ή σε χάπια, τότε κατατάσσεται στη δασμολογική κλάση 2106 του Δασμολογίου (ΦΠΑ 24%).
Σχετικά με τα υπόλοιπα «προϊόντα κυψέλης», επισημαίνεται ότι η γύρη μελισσών κατατάσσεται στην κλάση 1212 του Δασμολογίου (ΦΠΑ 13%, βλ. παρ. 17), ενώ το κερί μελισσών ή άλλων εντόμων, έστω και εξευγενισμένο ή χρωματισμένο, κατατάσσεται στη Δ.Κ. 1521 του Δασμολογίου (ΦΠΑ 24%).
Παράγραφος 7
Σύμφωνα με την παράγραφο 7 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα προϊόντα της ΔΚ 0504 χωρίς εξαιρέσεις.
Ειδικότερα, η δασμολογική κλάση 0504 περιλαμβάνει τα έντερα, τις κύστεις και τα στομάχια ζώων (άλλα από εκείνα των ψαριών, τα οποία κατατάσσονται στην κλάση 05.11), ολόκληρα ή σε τεμάχια, είτε είναι βρώσιμα είτε όχι, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα, αλατισμένα ή σε άλμη, αποξεραμένα ή καπνιστά. Εξαιρούνται τα προϊόντα αυτά όταν είναι αλλιώς παρασκευασμένα ή διατηρημένα (γενικώς Κεφάλαιο 16).
1) Τα ήνυστρα (μοσχαριού, κατσικιού κ.λπ.) από τα οποία εξάγεται η πυτιά, έστω και κομμένα ή αποξεραμένα.
2) Τα ακροστόμαχα και οι προστόμαχοι (όταν είναι ψημένα κατατάσσονται στο Κεφάλαιο 16).
3) Το μη κατεργασμένο εξωτερικό περίβλημα του τυφλού εντέρου των βοδιών ή των προβάτων.
Στην ΔΚ 0504 κατατάσσονται επίσης, τα έντερα και τα εξωτερικά περιβλήματα του τυφλού εντέρου (κυρίως του βοδιού), τα οποία είναι σχισμένα ή κομμένα κατά μήκος σε λωρίδες, έστω και αν έχουν αφαιρεθεί από αυτά, με απόξεση, οι εσωτερικοί τους χιτώνες.
Τα έντερα χρησιμοποιούνται κυρίως για την περιτύλιξη προϊόντων αλλαντοποιίας. Χρησιμοποιούνται επίσης για την κατασκευή χειρουργικών ραμμάτων (κλάση 30.06), χορδών για ρακέτες του τένις (κλάση 42.06) ή χορδών μουσικών οργάνων (κλάση 92.09).
Από την ΔΚ 0504 εξαιρούνται επίσης τα «τεχνητά έντερα» που κατασκευάζονται με εξώθηση πολτού από ίνες δέρματος, περαιτέρω σκληρυμένου με τη βοήθεια διαλύματος φορμαλδεΰδης και φαινόλης (κλάση 39.17), καθώς και τα «τεχνητά έντερα» που κατασκευάζονται με συγκόλληση σχισμένων φυσικών εντέρων (κλάση 42.06).
Σύμφωνα με την παράγραφο 10 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα λαχανικά, τα φυτά, οι ρίζες και οι κόνδυλοι που είναι βρώσιμα, προϊόντα δηλαδή των ΔΚ 0701, 0702, 0703, 0704, 0705, 0706, 0707, 0708, 0709, 0710, 0711, 0712, 0713 και ΔΚ 0714. Τέτοια προϊόντα είναι μεταξύ άλλων πατάτες, ντομάτες, κρεμμύδια, κουνουπίδια , λαχανάκια, μπρόκολα, μαρούλια, καρότα, ραπάνια, σέλινα, αγγούρια, μπιζέλια, φασόλια, σπαράγγια, μελιτζάνες, μανιτάρια, πιπεριές, σπανάκι, αγκινάρες, ελιές, κολοκύθες. Τα προϊόντα αυτά μπορεί να είναι νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα διατηρημένα προσωρινά ξερά έστω και κομμένα σε τεμάχια ή σε σκόνη καθώς και τα μείγματα λαχανικών. Οι σαλάτες λαχανικών με τους τρόπους παρασκευής που επιτρέπονται στο κεφ 7 επίσης υπάγονται σε αυτή την παράγραφο. Με την παρούσα τροποποίηση εισάγεται στο Παράρτημα ΙΙΙ η ΔΚ 0714.
Η ΔΚ 0714 περιλαμβάνει τους κονδύλους και τις ρίζες με υψηλή περιεκτικότητα σε άμυλο ή ινουλίνη τα οποία, λόγω της ιδιότητάς τους αυτής, χρησιμοποιούνται για την παρασκευή προϊόντων διατροφής ή βιομηχανικών προϊόντων. Περιλαμβάνει επίσης την εντεριώνη (ψίχα) του φοίνικα των Μολλούκων (αρτόδενδρου). Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι κόνδυλοι και οι ρίζες χρησιμοποιούνται επίσης για την ανθρώπινη διατροφή ή για τη διατροφή των ζώων.
Η κλάση αφορά τα συγκεκριμένα προϊόντα, όταν αυτά παρουσιάζονται νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξεραμένα, έστω και κομμένα σε τεμάχια ή συσσωματωμένα σε μορφή σβόλων, που λαμβάνονται είτε από τεμάχια ριζών ή κονδύλων της παρούσας κλάσης, είτε από αλεύρια, σιμιγδάλια ή σκόνες των ριζών ή των κονδύλων αυτών (κλάση 11.06). Οι σβόλοι παράγονται είτε απευθείας με πίεση, είτε με την προσθήκη ενός συνδετικού (μελάσας, θειωμένης λιγνίνης, κ.λπ.). Στην τελευταία περίπτωση, η ποσότητα του συνδετικού μέσου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% κατά βάρος.
Τα προϊόντα της παρούσας κλάσης που παρασκευάζονται με άλλους τρόπους, κατατάσσονται σε άλλα Κεφάλαια, π.χ. αλεύρι, σιμιγδάλι και σκόνη (κλάση 11.06), άμυλα (κλάση 11.08) και ταπιόκα (κλάση 19.03).
Η ΔΚ 0814 περιλαμβάνει φλούδες εσπεριδοειδών, πεπονιών και καρπουζιών. Οι φλούδες των εσπεριδοειδών της ΔΚ 0814, που χρησιμοποιούνται συνήθως για διατροφικούς σκοπούς, είναι οι φλούδες των πορτοκαλιών (στις οποίες περιλαμβάνονται και αυτές των πικρών πορτοκαλιών ή νεραντζιών), των λεμονιών και των κίτρων. Οι συγκεκριμένες φλούδες χρησιμοποιούνται κυρίως για την παρασκευή ζαχαρόπηκτων, καθώς και για την εξαγωγή αιθερίων ελαίων.
Σύμφωνα με την παράγραφο 12 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% ο καφές, το τσάι, το ματέ και τα μπαχαρικά του Κεφ. 9 του Δασμολογίου, των ΔΚ 0901, 0902, 0903, 0904, 0905, 0906, 0907, 0908, 0909, 0910.
Ειδικότερα, τα προϊόντα των παραπάνω ΔΚ είναι τα ακόλουθα:
0901 [Καφές, έστω και καβουρντισμένος ή χωρίς καφεΐνη. Κελύφη και φλούδες καφέ. Υποκατάστατα του καφέ που περιέχουν καφέ, οποιεσδήποτε κι αν είναι οι αναλογίες του μείγματος],
0902 [Τσάι, έστω και αρωματισμένο],
0903 [Ματέ],
0904 [Πιπέρι (του γένους Piper), πιπέρια του γένους Capsicum ή του γένους Pimenta, αποξεραμένα ή θρυμματισμένα ή σε σκόνη],
0905 (Βανίλια),
0906 (Κανέλα και άνθη κανελόδενδρου),
0907 [Γαρίφαλα (καρποί και μίσχοι)],
0908 (Μοσχοκάρυδα, περιβλήματα μοσχοκάρυδων, καρποί αμώμων και καρδαμώμων),
0909 [Σπέρματα γλυκάνισου του κοινού, γλυκάνισου του αστεροειδή, μάραθου, κορίανδρου, κύμινου, αγριοκύμινου (κάρου) ή κέδρου (αρκεύθου)] και
0910 [Ζιγγίβερι, κρόκος (ζαφορά), curcuma, θυμάρι, φύλλα δάφνης, curry και άλλα μπαχαρικά].
Επισημαίνεται ότι, τα ροφήματα με βάση τον καφέ ή το τσάι ή άλλα προϊόντα των προαναφερόμενων Δ.Κ. που είναι έτοιμα προς κατανάλωση, εξαιρούνται από το Κεφάλαιο 9 και υπάγονται στο Κεφάλαιο 22, και ειδικότερα στη Δ.Κ. 2202, η οποία δεν περιλαμβάνεται στο παρόν Παράρτημα και επομένως εξακολουθεί να υπάγεται σε ΦΠΑ 24%.
Επιπλέον, ο στιγμιαίος καφές καθώς και τα λοιπά εκχυλίσματα, συμπυκνώματα και αποστάγματα καφέ, καθώς και τα παρασκευάσματα (εκτός από τα έτοιμα ροφήματα) με βάση αυτά τα εκχυλίσματα, συμπυκνώματα και αποστάγματα (π.χ. καπουτσίνο, εσπρέσο κλπ.) εξαιρούνται από τη ΔΚ. 0901 και υπάγονται στη Δ.Κ. 2101 (βλ. παρ. 28).
Σύμφωνα με την παράγραφο 15 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα σπέρματα, οι σπόροι και οι καρποί των ΔΚ 1201, 1202, 1204, 1205, 1206, 1207, 1208, 1209. Ειδικότερα με την παρούσα τροποποίηση υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή το σύνολο των προϊόντων των εν λόγω δασμολογικών κλάσεων και συνεπώς αίρεται ο περιορισμός της χρησιμοποίησης των προϊόντων των ΔΚ αυτών μόνο για σπορά.
Ειδικότερα η παράγραφος 15 περιλαμβάνει τις ακόλουθες ΔΚ:
1201 [Κουκιά σόγιας, έστω και σπασμένα],
1202 [Αράπικα φιστίκια όχι ψημένα ούτε αλλιώς παρασκευασμένα, έστω και χωρίς κέλυφος ή σπασμένα],
1204 [ Σπέρματα λιναριού, έστω και σπασμένα],
1205 [ Σπέρματα αγριογογγύλης ή αγριοκράμβης, έστω και σπασμένα],
1206 [ Σπέρματα ηλιοτροπίου, έστω και σπασμένα, την ΔΚ 1207 τα άλλα σπέρματα και ελαιώδεις καρποί, έστω και σπασμένα],
Σύμφωνα με την παράγραφο 16 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ εισάγονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα ακόλουθα είδη: αρτεμισία, βασιλικός, χαμομήλι, μαντζουράνα η κοινή, μολόχα, δενδρομολόχα, μέντα (δυόσμος) όλων των ποικιλιών, ρίγανη, δενδρολίβανο, φασκόμηλο, τσάι του βουνού, δίκταμο, αγριάδα η ιαματική και λουΐζα, νωπά ή αποξηραμένα, έστω και κομμένα, σπασμένα ή σε σκόνη (Δ.Κ. ΕΧ 1211).
Επισημαίνεται ότι λοιπά είδη που υπάγονται στη ΔΚ 1211 πέραν αυτών που αναφέρονται ρητά ανωτέρω, π.χ. ginseng, κουκιά Tonka, κάνναβη, κλπ., εξακολουθούν να υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 24%.
Σύμφωνα με την παράγραφο 17 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ εισάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα ακόλουθα είδη: χαρούπια, ζαχαρότευτλα, ζαχαροκάλαμα, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξηραμένα, έστω και σε σκόνη. Κουκούτσια και αμύγδαλα καρπών και άλλα φυτικά προϊόντα (στα οποία περιλαμβάνονται και ρίζες κιχωρίου, μη φρυγμένες, της ποικιλίας Cichorium intybus sativum, που χρησιμεύουν κυρίως για τη διατροφή του ανθρώπου και που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού (Δ.Κ. ΕΧ 1212).
Σύμφωνα με την παράγραφο 21 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται στο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα εξής είδη: Σογιέλαιο, αραχιδέλαιο, λάδι ηλιοτρόπιου (ηλιανθέλαιο), λάδι βαμβακιού (βαμβακέλαιο), καλαμποκέλαιο, σησαμέλαιο και τα κλάσματά τους, έστω και εξευγενισμένα αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (Δ.Κ. 1507, 1508, ΕΧ 1512, ΕΧ 1515).
Εξαιρούνται επομένως τα ζωικά λάδια και λίπη που δεν αναφέρονται ρητά ανωτέρω (π.χ. λάδια και λίπη χοιρινά, βοοειδών, πουλερικών ψαριών και θαλάσσιων θηλαστικών, εριολίπος, λανολίνη κλπ.). Τα είδη αυτά εξακολουθούν να υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 24%.
Σύμφωνα με την παράγραφο 22 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα ζωικά ή φυτικά λίπη και λάδια και τα κλάσματά τους, μερικώς ή ολικώς υδρογονωμένα, έστω και εξευγενισμένα αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα της ΔΚ 1516.
Επίσης, υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα εξής είδη της ΔΚ 1517:
α) η μαργαρίνη και
Σύμφωνα με την παράγραφο 23 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα παρασκευάσματα κρεάτων, ψαριών ή μαλακοστράκων, μαλακίων ή άλλων ασπόνδυλων υδροβίων (π.χ. λουκάνικα, κονσέρβες), με εξαίρεση το χαβιάρι (Δ.Κ. 1601, 1602, 1603, ΕΧ 1604, 1605).
Με την παρούσα τροποποίηση επεκτείνεται η εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή στο σύνολο των προϊόντων της ΔΚ 1603 και εισάγονται τα προϊόντα των ΔΚ 1604 και 1605 με εξαίρεση το χαβιάρι της ΔΚ 1604.
Σύμφωνα με την παράγραφο 24 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα ζάχαρα και τα ζαχαρώδη παρασκευάσματα του Κεφ 17.
Με την παρούσα τροποποίηση εισάγονται στον μειωμένο συντελεστή το σύνολο των προϊόντων των ΔΚ 1701, 1702, 1703, 1704.
1701 (ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο ή από τεύτλα και ζαχαρόζη χημικώς καθαρή, σε στερεή κατάσταση),
1702 (άλλα ζάχαρα, στα οποία περιλαμβάνεται η λακτόζη, η μαλτόζη, η γλυκόζη και η φρουκτόζη (λεβυλόζη), χημικώς καθαρά, σε στερεή κατάσταση. Σιρόπια από ζάχαρα χωρίς προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών. Υποκατάστατα του μελιού, έστω και αναμειγμένα με φυσικό μέλι. Ζάχαρα και μελάσες καραμελωμένα),
1703 [μελάσες που προκύπτουν από την εκχύλιση ή τον εξευγενισμό (ραφινάρισμα) της ζάχαρης] και
1704 [ζαχαρώδη προϊόντα χωρίς κακάο (στα οποία περιλαμβάνεται και η λευκή σοκολάτα].
Κατά συνέπεια, υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% προϊόντα όπως ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο και άλλα ζάχαρα κάθε τύπου, σιρόπια από ζάχαρα και μελάσες, τεχνητό μέλι και υποκατάστατα μελιού, καθώς και λοιπά ζαχαρώδη προϊόντα όπως τσίχλες, καραμέλες στις οποίες περιλαμβάνονται και οι παστίλιες για το λαιμό και το βήχα, κουφέτα, αμυγδαλόπαστα, λευκή σοκολάτα, ζαχαρωτά και ζελέδες, καραμέλες και τσίχλες, λουκούμια, χαλβάδες (που δεν περιέχουν κακάο), κλπ.
Επισημαίνεται ότι τα ζαχαρώδη προϊόντα, που περιέχουν κακάο, υπάγονται στο Κεφάλαιο 18 του Δασμολογίου (βλ. παρ. 25). Επιπλέον, τα είδη αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής που περιέχουν ζάχαρα (π.χ. μπισκότα, κέηκ κλπ.) υπάγονται στο Κεφάλαιο 19 του Δασμολογίου (βλ. παρ. 26).
Σύμφωνα με την παράγραφο 25 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% το κακάο και τα παρασκευάσματα του Κεφ. 18.
Με την παρούσα τροποποίηση υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή το σύνολο των προϊόντων των ΔΚ 1801, 1802, 1803, 1804, 1805, 1806.
Ειδικότερα περιλαμβάνονται οι Δ.Κ.:
1801 (κακάο σε σπόρους και θραύσματα σπόρων, ακατέργαστα ή φρυγμένα),
1802 [Κελύφη, μεμβράνες (φλούδες) και άλλα απορρίμματα κακάου],
1803 (πάστα κακάου, έστω και αποβουτυρωμένη),
1804 (βούτυρο, λίπος και λάδι κακάου),
1805 (σκόνη κακάου, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών) και
1806 (σοκολάτα και άλλα παρασκευάσματα διατροφής που περιέχουν κακάο).
Επομένως, υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% προϊόντα όπως οι σπόροι, η σκόνη και η πάστα κακάο, οι σοκολάτες κάθε τύπου (πλην της λευκής σοκολάτας της Δ.Κ. 1704, η οποία επίσης υπάγεται σε συντελεστή ΦΠΑ 13%) έστω και παραγεμισμένες με ξηρούς καρπούς, φρούτα, μπισκότα, δημητριακά, αλκοόλ, κλπ., καραμέλες με κακάο, πολτοί επάλειψης σε ψωμί με κακάο, παρασκευάσματα για ποτά που περιέχουν κακάο, και κάθε είδους ζαχαρώδη παρασκευάσματα που περιέχουν κακάο.
Επισημαίνεται ότι, τα είδη αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής που περιέχουν κακάο (π.χ. μπισκότα, κέηκ κλπ.) εξαιρούνται από το Κεφάλαιο 18 και υπάγονται στο Κεφάλαιο 19 του Δασμολογίου (βλ. παρ. 26).
Σύμφωνα με την παράγραφο 26 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα προϊόντα των ΔΚ 1901, 1902, 1903, 1904, 1905. Συνεπώς επεκτείνεται η εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή 13 % στο σύνολο των προϊόντων των ΔΚ 1901 1902 και 1903 και προστίθενται τα προϊόντα των ΔΚ 1904 και 1905.
Το Κεφάλαιο 19 του Δασμολογίου περιλαμβάνει παρασκευάσματα με βάση τα δημητριακά, τα αλεύρια, τα άμυλα κάθε είδους ή το γάλα καθώς και τα είδη ζαχαροπλαστικής, ως εξής:
1901 (Εκχυλίσματα βύνης. Παρασκευάσματα διατροφής από αλεύρια, πλιγούρια, σιμιγδάλια, άμυλα κάθε είδους ή εκχυλίσματα βύνης, που δεν περιέχουν κακάο ή που περιέχουν λιγότερο από 40 % κατά βάρος κακάο επί πλήρως απολιπανθείσας βάσεως και δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού. Παρασκευάσματα διατροφής από προϊόντα των κλάσεων 0401 μέχρι 0404, που δεν περιέχουν κακάο ή περιέχουν λιγότερο από 5 % κατά βάρος κακάο, επί πλήρως απολιπανθείσας βάσεως, και δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού),
1902 [Ζυμαρικά εν γένει, έστω και ψημένα ή παραγεμισμένα (με κρέας ή άλλες ουσίες) ή και αλλιώς παρασκευασμένα, όπως τα σπαγέτα, μακαρόνια, νούγιες, λαζάνια, νιόκι, ραβιόλια, κανελόνια. Αράπικο σιμιγδάλι (κους-κους), έστω και παρασκευασμένο],
1903 (Ταπιόκα και τα υποκατάστατα αυτής παρασκευασμένα από άμυλα, με μορφή νιφάδων, θρόμβων, κόκκων στρογγυλών, σκυβάλων ή με παρόμοιες μορφές),
1904 [Προϊόντα με βάση τα δημητριακά που λαμβάνονται με διόγκωση ή φρύξη, π.χ. καλαμπόκι σε νιφάδες (κορν-φλέικς). Δημητριακά άλλα από το καλαμπόκι, σε μορφή κόκκων, νιφάδων ή άλλων επεξεργασμένων κόκκων (εκτός από αλεύρι, πλιγούρι ή σιμιγδάλι), προψημένα ή αλλιώς παρασκευασμένα, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού] και
1905 (Προϊόντα αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής ή μπισκοτοποιίας, έστω και με προσθήκη κακάου. Όστιες, κάψουλες κενές των τύπων που χρησιμοποιούνται για φάρμακα, αζυμοσφραγίδες, ξεραμένες ζύμες από αλεύρι ή άμυλο κάθε είδους σε φύλλα και παρόμοια προϊόντα).
Επισημαίνουμε ότι, με την παρούσα τροποποίηση, όλα πλέον τα ζυμαρικά υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 13%, ανεξαρτήτως του τρόπου παρασκευής τους και έστω και αν είναι ψημένα ή παραγεμισμένα, καθώς και το αράπικο σιμιγδάλι (κους-κους).
Επιπλέον, η παράγραφος αυτή περιλαμβάνει κάθε τύπου δημητριακά πρωινού και μπάρες δημητριακών, τις ρυζογκοφρέτες, τα κριτσίνια, το ψωμί κάθε τύπου έστω και με καρυκεύματα, τις φρυγανιές, τα κουλούρια τύπου Θεσσαλονίκης κάθε τύπου, σάντουιτς, τυρόπιτες, σπανακόπιτες, καθώς και λοιπά προϊόντα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, όπως μπισκότα και γκοφρέτες έστω και επικαλυμμένα ή παραγεμισμένα, κουλούρια, τσουρέκια, κέικ, πάστες, τάρτες, γλυκά φύλλου, καθώς και λοιπά γλυκά τύπου ζαχαροπλαστείου, κρουασάν και παρόμοια είδη, έστω και αν περιέχουν κακάο ή είναι επικαλυμμένα ή παραγεμισμένα με σοκολάτα.
Στην παράγραφο αυτή περιλαμβάνονται επίσης τα παρασκευάσματα που είναι κατάλληλα για τη διατροφή βρεφών και παιδιών μικρής ηλικίας συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, καθώς και τα μείγματα και τα ζυμάρια για την παρασκευή προϊόντων αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής ή μπισκοτοποιίας.
Τέλος, υπάγονται εδώ και λοιπά προϊόντα με βάση τα δημητριακά που λαμβάνονται με διόγκωση ή φρύξη, όπως π.χ. τα επονομαζόμενα «γαριδάκια», «φουντούνια», «πακοτίνια», «τσιπς νάτσος» και παρόμοια είδη.
Σύμφωνα με την παράγραφο 27 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα παρασκευάσματα λαχανικών, καρπών και φρούτων ή άλλων μερών φυτών των ΔΚ 2001, 2002, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, όπως πχ οι ελιές έτοιμες για κατανάλωση, καθώς και οι χυμοί φρούτων ή λαχανικών της ΔΚ 2009.
Ειδικότερα, περιλαμβάνονται α παρασκευάσματα λαχανικών, καρπών και φρούτων ή άλλων μερών φυτών και οι χυμοί των Δ.Κ.:
2001 (Λαχανικά, καρποί και φρούτα και άλλα βρώσιμα μέρη φυτών, παρασκευασμένα ή διατηρημένα με ξίδι ή οξικό οξύ),
2002 (Ντομάτες παρασκευασμένες ή διατηρημένες αλλιώς παρά με ξίδι ή οξικό οξύ),
2003 (Μανιτάρια και τρούφες, παρασκευασμένα ή διατηρημένα αλλιώς παρά με ξίδι ή οξικό οξύ),
2004 (Άλλα λαχανικά παρασκευασμένα ή διατηρημένα αλλιώς παρά με ξίδι ή οξικό οξύ, κατεψυγμένα, άλλα από τα προϊόντα της κλάσης 2006),
2005 (Άλλα λαχανικά παρασκευασμένα ή διατηρημένα αλλιώς παρά με ξίδι ή οξικό οξύ, όχι κατεψυγμένα, άλλα από τα προϊόντα της κλάσης 2006),
2006 [Λαχανικά, καρποί και φρούτα, φλούδες καρπών και φρούτων και άλλα μέρη φυτών, ζαχαρόπηκτα (στραγγισμένα, με στιλπνή ή κρυσταλλική εμφάνιση],
2007 (Γλυκά κουταλιού, ζελέδες, μαρμελάδες, πολτοί και πάστες καρπών και φρούτων, που λαμβάνονται με βράσιμο με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών) και
2008 (Καρποί και φρούτα και άλλα βρώσιμα μέρη φυτών, αλλιώς παρασκευασμένα ή διατηρημένα, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ή αλκοόλης, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού).
2009 (Χυμοί φρούτων (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο μούστος σταφυλιών) ή λαχανικών, που δεν έχουν υποστεί ζύμωση, χωρίς προσθήκη αλκοόλης, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών).
Διευκρινίζουμε ότι στην παράγραφο αυτή περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και τα είδη με την ονομασία «τσιπς πατάτας» (πατατάκια), καθώς και παρόμοια είδη από άλλα λαχανικά (τσιπς ντομάτας, κλπ.). Λοιπά προϊόντα με βάση τα δημητριακά που λαμβάνονται με διόγκωση ή φρύξη, όπως π.χ. τα επονομαζόμενα «γαριδάκια», «τσιπς νάτσος» και παρόμοια είδη, υπάγονται στη Δ.Κ. 1905 (βλ. παρ. 26).
Επισημαίνουμε ότι, στους χυμούς φρούτων της Δ.Κ. 2009 περιλαμβάνονται και οι συμπυκνωμένοι χυμοί φρούτων και λαχανικών κάθε είδους που αραιώνονται σε νερό.
Αντίθετα, στην παρούσα παράγραφο δεν περιλαμβάνονται τα αναψυκτικά τύπου λεμονάδας, πορτοκαλάδας, κόλας κλπ., αεριούχα ή μη, καθώς και ποτά του τύπου «ενεργειακά», «ισοτονικά», κλπ., τα οποία υπάγονται στη Δ.Κ. 2202 και εξακολουθούν να υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 24%.
Σύμφωνα με την παράγραφο 28 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται στο Παράρτημα ΙΙΙ στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα προϊόντα των ΔΚ 2101, 2102, ΕΧ 2103, ΕΧ 2104 και 2105.
Ειδικότερα, στην παράγραφο αυτή περιλαμβάνονται προϊόντα όπως οι ζύμες (ενεργές ή αδρανείς, π.χ. ζύμη μπύρας, ζύμη οινοπνευματοποιίας, ζύμη αρτοποιίας, ζύμη καλλιέργειας, ο σπόρος ζύμης), άλλοι αδρανείς μονοκύτταροι οργανισμοί που δεν είναι ζωντανοί, π.χ. βακτήρια και μονοκύτταρα φύκια (με εξαίρεση τα εμβόλια της Δ.Κ. 3002), οι σκόνες για το φούσκωμα της ζύμης που είναι παρασκευασμένες, τα παρασκευάσματα για σάλτσες και οι παρασκευασμένες σάλτσες, τα παρασκευάσματα για σούπες και ζωμούς, σούπες και ζωμοί παρασκευασμένα, καθώς και τα παγωτά έστω και αν περιέχουν κακάο ( Δ.Κ. 2101, 2102, ΕΧ 2103, ΕΧ 2104, 2105).
Διευκρινίζουμε ότι υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 13%, μεταξύ άλλων, και τα εκχυλίσματα, αποστάγματα και συμπυκνώματα καφέ της Δ.Κ. 2101 (άλλα από τον καφέ της ΔΚ 0901), καθώς και τα παρασκευάσματα με βάση αυτά τα εκχυλίσματα, αποστάγματα και συμπυκνώματα, όπως ο στιγμιαίος καφές, ο καπουτσίνο, ο εσπρέσο κλπ., με την εξαίρεση των έτοιμων ροφημάτων με βάση τον καφέ που υπάγονται στη Δ.Κ. 2202 και εξακολουθούν να υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 24%.
Επιπλέον, υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% οι σάλτσες και τα παρασκευάσματα για σάλτσες κάθε τύπου. Ειδικότερα, ο όρος «σάλτσες» αναφέρεται στα προϊόντα που χρησιμοποιούνται για να προσδίδουν γεύση σε ορισμένα πιάτα (κρέατος, ψαριού, σαλάτας κ.λπ.) Οι σάλτσες παρουσιάζονται γενικά σε υγρή μορφή, ενώ τα παρασκευάσματα για σάλτσες παρουσιάζονται συνήθως υπό τη μορφή σκόνης, στην οποία απαιτείται μόνο η προσθήκη γάλατος, νερού κ.λπ. για να ληφθεί η σάλτσα. Οι σάλτσες προστίθενται συνήθως στο φαγητό όταν αυτό μαγειρεύεται ή κατά τη διάρκεια του σερβιρίσματος, ενώ προσδίδουν γεύση, υγρασία και μια αντίθεση ως προς την υφή και το χρώμα. Μπορεί επίσης να υπηρετούν τον ρόλο του μέσου, μέσα στο οποίο περιέχεται το φαγητό, όπως για παράδειγμα η σάλτσα βελουτέ στο κοτόπουλο με κρέμα γάλακτος.
Επιπλέον, θεωρούνται ως σάλτσες και ορισμένα παρασκευάσματα με βάση τα λαχανικά ή τα φρούτα, τα οποία παρουσιάζονται κυρίως ως υγρά, ως γαλακτώματα και ως εναιωρήματα και, ορισμένες φορές, περιέχουν ορατά τεμάχια λαχανικών ή φρούτων. Τα παρασκευάσματα αυτά διαφέρουν από τα παρασκευασμένα και διατηρημένα λαχανικά και φρούτα του Κεφαλαίου 20, εξαιτίας του γεγονότος ότι χρησιμοποιούνται ως σάλτσες, δηλαδή ως συνοδευτικά του φαγητού ή στην παρασκευή ορισμένων πιάτων, που δεν προορίζονται να καταναλωθούν από μόνες τους.
Παραδείγματα σαλτσών που περιλαμβάνονται στην παρούσα παράγραφο είναι: η μαγιονέζα, η σάλτσα μπεαρναίζ (Béarnaise), η σάλτσα μπολοναίζ (που περιέχει κιμά κρέατος, πουρέ ντομάτας, μπαχαρικά κ.λπ.), οι σάλτσες σόγιας, η σάλτσα με μανιτάρια, η σάλτσα Worcester (γενικά με βάση την παχύρευστη σάλτσα σόγιας, ένα διάλυμα μπαχαρικών σε ξίδι, με προσθήκη άλατος, ζάχαρης, καραμέλας και μουστάρδας) και παρόμοια παρασκευάσματα που μπορεί να είναι γνωστά και ως «μπαλσάμικο», η σάλτσα ντομάτας, γνωστή με το όνομα κέτσαπ (παρασκεύασμα με βάση τον πουρέ ντομάτας, ζάχαρη, ξύδι, αλάτι και μπαχαρικά) καθώς και άλλες σάλτσες ντομάτας, η σάλτσα σέλινου (μίγμα μαγειρικού άλατος και λεπτοαλεσμένων σπόρων σέλινου), η σάλτσα πέστο, η μπεσαμέλ έστω και σε σκόνη, κλπ.
Επιπλέον, εφιστούμε την προσοχή ότι εξαιρούνται από την παρούσα παράγραφο και εξακολουθούν να υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 24%, λοιπά προϊόντα του Κεφαλαίου 21 του Δασμολογίου που δεν αναφέρονται ρητά ανωτέρω, όπως η μουστάρδα (η οποία δεν περιλαμβάνεται στις σάλτσες σύμφωνα με το νομικό κείμενο της Δ.Κ. 2103), το φυσικό μέλι με την προσθήκη άλλων ουσιών, τα παρασκευάσματα διατροφής με τη μορφή κάψουλας ή σκόνης με βάση βιταμίνες ή πρωτεΐνες για την καλή κατάσταση του οργανισμού, τα συμπυκνώματα πρωτεϊνών, τα σύνθετα αλκοολούχα παρασκευάσματα, τα σιρόπια από ζάχαρα αρωματισμένα ή με την προσθήκη χρωστικών ουσιών, τα αρτύματα και καρυκεύματα σύνθετα όπως το υγρό τσάτνυ, κλπ.
Σύμφωνα με την παράγραφο 29 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα προϊόντα της ΔΚ ΕΧ 2201, ήτοι νερά φυσικά, μεταλλικά, ο πάγος και το χιόνι.
Ειδικότερα, περιλαμβάνονται τα νερά, στα οποία περιλαμβάνονται και τα φυσικά ή τεχνητά μεταλλικά νερά, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ούτε αρωματισμένα, μη αεριούχα, ο πάγος, τα παγάκια και το χιόνι (Δ.Κ. ΕΧ 2201).
Εφιστούμε την προσοχή ότι, με βάση την ανωτέρω διατύπωση, εξαιρούνται από την παρούσα παράγραφο τα αεριούχα νερά της Δ.Κ. 2201 καθώς και όλα τα αναψυκτικά, αεριούχα ή μη, της κλάσης 2202. Τα είδη αυτά εξακολουθούν να υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 24%.
Παράγραφος 30
Σύμφωνα με την παράγραφο 30 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα ξύδια και τα υποκατάστατα αυτών που είναι βρώσιμα και λαμβάνονται από οξικό οξύ (Δ.Κ. 2209). Ως «ξίδι», ειδικότερα, ορίζεται σύμφωνα με το Δασμολόγιο το όξινο υγρό που λαμβάνεται από την οξική ζύμωση παρουσία αέρα και σε σταθερή θερμοκρασία, η οποία δεν υπερβαίνει τους 20 ° C έως 30 ° C, αλκοολούχων υλών οιασδήποτε πηγής ή διαφόρων διαλυμάτων ζάχαρης ή αμύλου που έχουν υποστεί αλκοολική ζύμωση, με δράση των βακτηρίων ξιδιού Mycoderma aceti. Τα υποκατάστατα του ξιδιού λαμβάνονται με αραίωση οξικού οξέος με νερό. Είναι συχνά χρωματισμένα με καραμέλα ή άλλες οργανικές χρωστικές ουσίες.
Σύμφωνα με την παράγραφο 31 του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% τα υπολείμματα και απορρίμματα των βιομηχανιών ειδών διατροφής και των παρασκευασμένων τροφών για ζώα των ΔΚ 2301, 2302, 2303, 2304, 2305, 2306, 2307, 2308, και ΕΧ 2309.
Ειδικότερα περιλαμβάνονται τα υπολείμματα και απορρίμματα των βιομηχανιών ειδών διατροφής και των παρασκευασμένων τροφών για ζώα (εξαιρουμένων των τροφών για σκύλους ή γάτες) των εξής ΔΚ:
2301 [Αλεύρια, σκόνες και συσσωματώματα με μορφή σβόλων, από κρέας, παραπροϊόντα σφαγίων, ψάρια ή καρκινοειδή (μαλακόστρακα), μαλάκια ή άλλα ασπόνδυλα υδρόβια ακατάλληλα για τη διατροφή του ανθρώπου. Ινώδη κατάλοιπα ξιγκιών],
2302 [Πίτουρα εν γένει και άλλα υπολείμματα, έστω και συσσωματωμένα με μορφή σβόλων, από το κοσκίνισμα, το άλεσμα ή άλλες κατεργασίες των δημητριακών ή οσπριοειδών]
2303 [Κατάλοιπα αμυλοποιίας και παρόμοια κατάλοιπα, πολτοί τεύτλων, υπολείμματα ζαχαροκάλαμου και άλλα απορρίμματα ζαχαροποιίας, υπολείμματα και απορρίμματα ζυθοποιίας ή οινοπνευματοποιίας, έστω και συσσωματωμένα με μορφή σβόλων],
2304 [Πίτες και άλλα στερεά υπολείμματα, έστω και σπασμένα ή συσσωματωμένα με μορφή σβόλων, από την εξαγωγή του σογιέλαιου],
2305 (Πίτες και άλλα στερεά υπολείμματα, έστω και σπασμένα ή συσσωματωμένα με μορφή σβόλων, από την εξαγωγή του αραχιδέλαιου),
2306 (Πίτες και άλλα στερεά υπολείμματα, έστω και σπασμένα ή συσσωματωμένα με μορφή σβόλων, από την εξαγωγή φυτικών λιπών ή λαδιών, άλλα από εκείνα των κλάσεων 2304 ή 2305),
2307 (Οινολάσπες. Τρυγιά ακάθαρτη),
2308 (Φυτικές ύλες και φυτικά απορρίμματα, κατάλοιπα και υποπροϊόντα φυτικά, έστω και συσσωματωμένα με μορφή σβόλων, των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού) και
2309 (Παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων).
Όπως ορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κώδικα ΦΠΑ, στην παροχή υπηρεσιών εφαρμόζονται οι συντελεστές που ισχύουν κατά το χρόνο που ο φόρος καθίσταται απαιτητός σύμφωνα με το άρθρο 16 του ίδιου Κώδικα.
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ
ΔΕΔ Α 1200/2019 Τεκμαρτή δαπάνη ιδιόχρησης - Πληροφοριακό στοιχείο η μη καταχώρησή της, δεν επηρεάζει το φορολογικό αποτέλεσμα (Ορθή επανάληψη)
Ορθή επανάληψη ως προς το άρθρο του Ν. 4174/2013 που εκ παραδρομής αναγράφηκε στο τελευταίο εδάφιο της σελίδας επτά (7) της αρχικής απόφασης ως «του άρθρου 58 του Ν. 4174/13», στο ορθό «του άρθρου 54 του Ν. 4174/13»
Καλλιθέα, 08/04/2019
Αριθμός απόφασης: 1200
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α2
Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο : 213 1604553
Καλλιθέα, 08/04/2019
ΦΑΞ
: 213 1604567
Αριθμός απόφασης: 1200
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπ' όψη:
1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).
γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β’/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
δ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β’ 1440/27-04-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής».
2. Την ΠΟΛ.1069/2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β’ / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.
4. Την από 20/12/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας « », ΑΦΜ που εδρεύει επί της οδού στις , κατά της με αριθμ /2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού εισοδήματος και πράξης επιβολής προστίμου φορολογικού έτους 01/01/2014 - 31/12/2014 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., καθώς και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.
5. Τη με αριθμ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού εισοδήματος και πράξη επιβολής προστίμου φορολογικού έτους 01/01/2014 - 31/12/2014 του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., της οποίας ζητείται η ολική ή μερική ακύρωση, ή τροποποίηση.
6. Τις από 24/12/2018 απόψεις του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ..
7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α2, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Επί της από 20/12/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς
προσφυγής της «.............. », ΑΦΜ............ , η οποία
κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
Η προσφεύγουσα εταιρεία «................. » προέβη σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος υπ. αριθμ /2015 με αναλογούντα φόρο €548.980,59.
Κατόπιν, υπέβαλε την υπ. αριθμ /2015 1η τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος με αναλογούντα φόρο € 548.980,59. Τέλος, υπέβαλε εντός της προθεσμίας που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 18, 19 και 72 παρ. 18 του ν. 4174/2013, όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 397 και 398 παρ. 1 του ν.4512/2018, την υπ. αριθμ...../2018 2η τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος με αναλογούντα φόρο €551.747,61 και με την οποία δηλώθηκαν τα εξής:
ΑΡΧΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ |
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ Ν. 4512/18 |
ΔΙΑΦΟΡΆ | ||
Φορολογητέα κέρδη | 5.359.179,53 | 5.369.821,94 | 10.642,41 | |
Φόρος | Πιστωτικό ποσό | 2.767,02 | ||
Χρεωστικό ποσό | 548.980,59 | 551.747,61 | ||
Προκαταβολή φόρου | 1.391.279,86 | 1.391.279,86 | ||
Τέλος επιτηδεύματος (άρθρο 31 ν. 3986/2011) | 1.850,00 | 1.850,00 | ||
Σύνολο φόρων, τελών και εισφορών | 1.942.110,45 | 1.944.877,47 | 2.767,02 | |
Διαφορά φόρου για βεβαίωση με την τροποποιητική δήλωση | 2.767,02 | |||
Τόκοι άρθ. 53 ν. 4512/18 (38 μήνες Χ 0,73% Χ 2.767,02) | 767,57 | |||
Συνολικό ποσό για βεβαίωση | 3.534,59 |
Από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων του ελέγχου με την υποβληθείσα τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος βάσει του ν.4512/2018, προκύπτουν τα κάτωθι:
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014 | |||||
Α/ Α |
ΛΟΓ/ΣΜΟΣ ΕΓΛΣ |
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ |
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ Ν.4512/18 | ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ |
1 | 64.00.09 | ΕΞΟΔΑ ΚΙΝΗΣ. ΜΕΤΑΦ. ΜΕΣΩΝ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΡΙΤΩΝ | 10.642,41 | 10.642,41 | 0,00 |
2 | ΛΟΙΠΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ (ΤΕΚΜΑΡΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΙΔΙΟΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ) | 297.379,41 | 0,00 | 297.379,41 | |
ΣΥΝΟΛΟ | 297.379,41 |
Η προσφεύγουσα διαθέτει ιδιόκτητες εγκαταστάσεις τις οποίες ιδιοχρησιμοποιεί. Ο έλεγχος διαπίστωσε ότι το ετήσιο τεκμαρτό μίσθωμα της ιδιόχρησης υπολογίστηκε μόνο επί της αντικειμενικής αξίας των ιδιοχρησιμοποιούμενων γραφείων (οδός ..........., όροφος..............) και δεν συμπεριέλαβε το σύνολο των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων.
Η επιπλέον αντικειμενική αξία υπολογίστηκε αναλυτικά ως εξής:
ΕΙΔΟΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ | Δ/ΝΣΗ - ΘΕΣΗ | ΕΝΤΥΠΟ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ | ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΞΙΑ |
ΟΙΚΟΠΕΔΟ | ΑΑ-ΓΗΣ | 3.432.843,02 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 906.280,22 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 932.816,91 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 121.201,92 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 390.604,03 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 39.690,00 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 300.127,16 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 996.111,04 | |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ | Κ4 | 619.903,19 | |
ΑΠΟΘΗΚΗ | Κ4 | 324.632,45 | |
ΑΠΟΘΗΚΗ | Κ4 | 324.632,45 | |
ΑΠΟΘΗΚΗ | Κ4 | 132.088,32 | |
ΑΠΟΘΗΚΗ | Κ4 | 1.391.716,29 | |
ΣΥΝΟΛΟ: | 9.912.647,00 | ||
ΤΕΚΜΑΡΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ 3% ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΞΙΑΣ | 297.379,41 |
Κατόπιν, το Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. καταλόγισε με την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού εισοδήματος και πράξη επιβολής προστίμου φορολογικού έτους 01/01/2014 - 31/12/2014 του Προϊσταμένου του, ως τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση ακινήτων ποσό €297.379,41, ενώ παράλληλα δεν το αναγνώρισε ως ισόποση δαπάνη λόγω του ότι δεν έχει καταχωρηθεί στα τηρούμενα από την προσφεύγουσα βιβλία.
Η προσφεύγουσα εταιρεία, με ενδικοφανή προσφυγή, ζήτησε την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, προβάλλοντας τους κατωτέρω ισχυρισμούς:
- Βάσει της ΠΟΛ 1069/2015 το εισόδημα που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση υπόκειται σε φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου ενώ εκπίπτει, κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα το τεκμαρτό μίσθωμα κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Το αποτέλεσμα του ανωτέρω χειρισμού στην περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης γης ή ακινήτου είναι φορολογικά αδιάφορο για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες.
- Σύμφωνα με την απόφαση του ΣΛΟΤ 1239/2016 τα τεκμαρτά έξοδα και έσοδα από ιδιοκατοίκηση έχουν λογιστική βάση 0 (μηδέν) και φορολογική βάση το ποσό που προκύπτει από τη φορολογική νομοθεσία (άρθρο 39 του ν. 4172/2013).
- Τα νομικά πρόσωπα έχουν τη διακριτική ευχέρεια παρακολούθησης των τεκμαρτών εσόδων και εξόδων ιδιόχρησης ακινήτων μέσω του Σχεδίου Λογαριασμών τους και δύνανται να χρεώνουν τον κατάλληλο υπολογαριασμό τεκμαρτού εξόδου των μισθωμάτων. Κατά συνέπεια, το αποτέλεσμα είναι φορολογικά αδιάφορο για τα νομικά πρόσωπα, αφού για σκοπούς σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων, απαλείφονται οι ανωτέρω εγγραφές, προκειμένου να μην προσαυξάνονται τα αντίστοιχα έσοδα και έξοδα της οντότητας.
- Η καταλογισθείσα λογιστική διαφορά, που έχει σχέση με το τεκμαρτό εισόδημα ιδιοχρησιμοποίησης ακινήτων, δεν αποτελεί πραγματικό εισόδημα
- Αντισυνταγματική και καταχρηστική η επιβολή προστίμου
Τα σκεπτικά της ΔΕΔ
Επειδή στο άρθρο 39 «Εισόδημα από ακίνητη περιουσία» του ν. 4172/2013» ορίζεται ότι:
«1. Ο όρος εισόδημα από ακίνητη περιουσία σημαίνει το εισόδημα, σε χρήμα ή σε είδος, που προκύπτει από την εκμίσθωση ή την ιδιοχρησιμοποίηση ή τη δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων. Ειδικότερα το εισόδημα αυτό προκύπτει από:
α) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης γης ή ακινήτων συμπεριλαμβανομένων των κτιρίων, κατασκευών και κάθε είδους εγκαταστάσεων και εξοπλισμού τους.
β) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης μεταλλείων, λατομείων, δασικών και αγροτικών εκτάσεων στις οποίες περιλαμβάνονται λιβάδια, καλλιεργήσιμες γαίες, βοσκήσιμες γαίες, καθώς και κάθε είδους κατασκευές ή εγκαταστάσεις που είναι στην επιφάνεια του εδάφους ή κάτω από αυτή, όπως τα ιχθυοτροφεία, οι λίμνες, οι δεξαμενές, οι πηγές και τα φρέατα.
γ) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης από την παραχώρηση χώρου για την τοποθέτηση κάθε είδους διαφημιστικών επιγραφών.
δ) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης κοινόχρηστων χώρων σε ακίνητα.
2. Το εισόδημα σε είδος αποτιμάται στην αγοραία αξία. Το εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση τεκμαίρεται ότι συνίσταται στο τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Κατ' εξαίρεση, το τεκμαρτό εισόδημα του προηγούμενου εδαφίου που αφορά δωρεάν παραχώρηση κατοικίας μέχρι διακόσια τετραγωνικά μέτρα (200 τ.μ.), προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία προς ανιόντες ή κατιόντες, καθώς και το τεκμαρτό εισόδημα που προκύπτει από τη δωρεάν παραχώρηση της χρήσης ακινήτων στο Ελληνικό Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου απαλλάσσονται από το φόρο.
Ειδικά για τους ασκούντες ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα δεν υπολογίζεται τεκμαρτό εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση προς ανιόντες, κατιόντες και συζύγους, αγροτικών εκτάσεων στις οποίες περιλαμβάνονται λιβάδια, καλλιεργήσιμες γαίες, βοσκήσιμες γαίες, και κάθε είδους κατασκευές ή εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής.»
Επειδή στο άρθρο 22 «Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες» του Ν. 4172/2013» ορίζεται ότι: «Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες: α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,
β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση, γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.»
Επειδή στο Άρθρο 23. «Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες» του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι: «Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν: η) το τεκμαρτό μίσθωμα της παραγράφου 2 του άρθρου 39 σε περίπτωση ιδιόχρησης κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου »
Επειδή στην ΠΟΛ 1113/2015 Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 22, 22Α και 23 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167Α') ορίζεται ότι:
«Άρθρο 22 Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες 2. Ειδικότερα, εκπίπτουν οι δαπάνες που: β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, η αξία της οποίας δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση γ) εγγράφονται στα λογιστικά αρχεία (βιβλία) της επιχείρησης την περίοδο που πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.
Επομένως, οι δαπάνες θα πρέπει να έχουν καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία του φορολογικού έτους που αυτές έχουν πραγματοποιηθεί με βάση τα κατάλληλα δικαιολογητικά.
Διευκρινίζεται ότι η έννοια των δικαιολογητικών είναι ευρύτερη των φορολογικών στοιχείων και περιλαμβάνει κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως ενδεικτικά, στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, απολογιστικά στοιχεία (π.χ.
αποσβέσεις), δήλωση στην περίπτωση ιδιοχρησιμοποίησης κ.λπ. Ειδικά στην περίπτωση απώλειας των πρωτότυπων φορολογικών στοιχείων, θα λαμβάνονται υπόψη και επικυρωμένα φωτοαντίγραφα των στοιχείων αυτών από τον εκδότη τους.»
Επειδή στο άρθρο 2 του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης (Κ.Φ.Α.Σ.) «Τρόπος απεικόνισης συναλλαγών» ορίζεται ότι:
«1. Από την απεικόνιση των συναλλαγών στα βιβλία και από τα στοιχεία πρέπει να προκύπτουν συγκεντρωτικά και αναλυτικά στοιχεία των καταχωρήσεων και να υποστηρίζονται αυτές, ώστε να είναι ευχερής η αναλυτική πληροφόρηση και εφικτή η επαλήθευση αυτών από τον φορολογικό έλεγχο, για τις ανάγκες όλων των φορολογικών αντικειμένων 3. Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία.»
Από το περιεχόμενο (δεδομένα) των βιβλίων και των στοιχείων, θα πρέπει να παρέχονται στον φορολογικό έλεγχο όλες οι πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση όλων των φορολογικών υποχρεώσεων του υπόχρεου σε απεικόνιση συναλλαγών.
Επειδή με τον όρο συναλλαγή εννοείται η συναλλακτική δραστηριότητα μεταξύ δύο ή περισσοτέρων οντοτήτων, για ανταλλαγή αγαθών ή υπηρεσιών για την κάλυψη αναγκών αμφότερων των μερών.
Επειδή το ΣΛΟΤ στην απάντησή του υπ. αριθμ. ΣΛΟΤ 781/2015 στο ερώτημα, «Το τεκμαρτό μίσθωμα (έσοδο) που προκύπτει με βάσει το άρθρο 39 του ν.4172/2013 και το τεκμαρτό μίσθωμα (έξοδο) που εκπίπτει βάσει διατάξεων του ιδίου νόμου, από ιδιόχρηση ακινήτου νομικού προσώπου, καταχωρείται στα λογιστικά βιβλία;
Εάν δεν καταχωρηθεί στα βιβλία ούτε το έσοδο ούτε το έξοδο μήπως ο φορολογικός έλεγχος δεν αναγνωρίσει το έξοδο επειδή δεν έχει γίνει εγγραφή στα βιβλία (άρθρο 22 του ν.4172/2013);
Εάν καταχωρηθεί στα βιβλία πως θα εμφανιστούν τα ποσά στον ισολογισμό, δηλαδή το έσοδο θα εμφανιστεί στο κονδύλι άλλα έσοδα και το έξοδο στα έξοδα διοικητικής λειτουργίας και στα έξοδα διάθεσης ανάλογα ή θα γίνει συμψηφισμός τους;», αναφέρει τα εξής:
«Τα σχετικά ποσά μπορούν να καταχωρούνται για λόγους εσωτερικής πληροφόρησης της επιχείρησης σε σχετικούς λογαριασμούς. Ωστόσο, στη δημοσιοποιούμενη κατάσταση αποτελεσμάτων δεν πρέπει να εμφανίζονται σε κανένα σημείο της τεκμαρτά κονδύλια. Για τα φορολογικά θέματα αρμόδιο να απαντήσει είναι το Υπουργείο Οικονομικών.»
Επειδή εξάλλου, σύμφωνα με τη γενικά παραδεκτή λογιστική αρχή της σχετικότητας, οι λογιστικές καταστάσεις πρέπει να περιέχουν μόνο όσες πληροφορίες είναι σχετικές και απαραίτητες για την ενημέρωση των μετόχων, του επενδυτικού κοινού και λοιπών ενδιαφερόμενων για τη χρηματοοικονομική κατάσταση της εταιρείας.
Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1069/2015 Φορολόγηση του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του Κ.Φ.Ε. (άρθρα 39 και 40 ν.4172/2013) ισχύουν τα ακόλουθα:
«6. Όσον αφορά στον προσδιορισμό του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία που αποκτούν τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα του άρθρου 45, τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα που χαρακτηρίζονται ως φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, καθώς και τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα που διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, έχουν επίσης εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 39 και επομένως, εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 της παρούσας. Το εισόδημα αυτό, αν και χαρακτηρίζεται εισόδημα από ακίνητη περιουσία ιδίως για τις ανάγκες υποβολής της δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, θεωρείται σε κάθε περίπτωση έσοδο από επιχειρηματική δραστηριότητα και επομένως, για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται και αφορούν τα ακίνητα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 22 και 23, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των περιπτώσεων δ' και στ' της παραγράφου 3 του άρθρου 39.
Κατά συνέπεια, το εισόδημα που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση γης ή ακινήτου υπόκειται σε φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, χωρίς καμία εξαίρεση για αυτό που προκύπτει από την ιδιοχρησιμοποίηση βιομηχανοστασίων, ξενοδοχείων, κλπ., ενώ ειδικά για την περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης εκπίπτει, κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των παραπάνω νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, το τεκμαρτό μίσθωμα κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης η' του άρθρου 23 του ίδιου νόμου. Το αποτέλεσμα του ανωτέρω χειρισμού στην περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης γης ή ακινήτου είναι φορολογικά αδιάφορο για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες.»
Επειδή το ΣΛΟΤ στην απάντησή του υπ. αριθμ. ΣΛΟΤ 1239/2016 στο ερώτημα: «Παρακαλούμε να μας γνωρίσετε εάν για τα τεκμαρτά έσοδα και έξοδα από ιδιόχρηση ακινήτων πρέπει προς τεκμηρίωση να διενεργείται λογιστική εγγραφή τόσο στα απλογραφικά όσο και στα διπλογραφικά βιβλία», αναφέρει τα εξής:
«1. Από λογιστική σκοπιά, τα τεκμαρτά έσοδα /έξοδα από ιδιόχρηση δεν επηρεάζουν τα ποσά των κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, και αυτό αφορά τόσο τα διπλογραφικά βιβλία όσο και τα απλογραφικά βιβλία (ατομικής επιχείρησης ή εταιρείας). Τα σχετικά ποσά δε λαμβάνονται υπόψη (συμψηφίζονται μεταξύ τους) και συνεπώς δεν διογκώνουν ούτε τα έξοδα ούτε τα έσοδα.
2. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, τα τεκμαρτά έξοδα και έσοδα από ιδιοκατοίκηση έχουν λογιστική βάση 0 (μηδέν) και φορολογική βάση το ποσό που προκύπτει από τη φορολογική νομοθεσία (άρθρο 39, ν. 4172/2013).
3. Βάσει της περ. (γ) του άρθρου 22 του νόμου 4172/2013, η έκπτωση δαπανών κατά τον προσδιορισμό εισοδήματος, προϋποθέτει ότι οι δαπάνες αυτές «εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά».
4. Ο τρόπος τήρησης των λογιστικών βιβλίων, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο «εγγράφονται» οι δαπάνες στην διατύπωση του ν. 4172/2013 υπό (3) ανωτέρω, εξειδικεύεται στο ν. 4308/2014. Βάσει της παρ. 5 του άρθρου 3 του εν λόγω νόμου, το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τόσο τη λογιστική, όσο και τη φορολογική βάση των στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Περαιτέρω, βάσει της παρ. 3.5.1 της ΠΟΛ.1003/2014, η παρακολούθηση της λογιστικής / φορολογικής βάσης (κατά περίπτωση) «δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων».
5. Βάσει του σημείου (4) ανωτέρω, εφόσον τηρούνται οι αναφερόμενες εκεί προϋποθέσεις, η επιλογή του τρόπου παρακολούθησης των τεκμαρτών εξόδων και εσόδων ιδιόχρησης ακινήτων επαφίεται σε απόφαση της οντότητας, χωρίς να απαιτείται για τη φορολογική βάση η εγγραφή σε κάποιο ημερολόγιο ή στο βιβλίο εσόδων-εξόδων. Η καταγραφή των σχετικών ποσών στα διάφορα φορολογικά έντυπα (Ε1, Ε3, κλπ.), τα οποία συνιστούν μέρος των λογιστικών αρχείων κατά το νόμο 4308/2014 είναι ένας κατάλληλος τρόπος παρακολούθησης δεδομένου ότι διασφαλίζει απολύτως τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων.
6. Εάν η οντότητα επιθυμεί να παρακολουθεί τα τεκμαρτά έξοδα και έσοδα ιδιόχρησης ακινήτων μέσω του σχεδίου λογαριασμών της, μπορεί να χρεώνεται κατάλληλος Υπολογαριασμός τεκμαρτού εξόδου των ενοικίων (του κωδ. 62.04 στο σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ ή του 64.05 στα ΕΛΠ), με πίστωση του λογαριασμού του τεκμαρτού εσόδου (Υπολογαριασμός του κωδ. 75 στο σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ ή του 71.04 στα ΕΛΠ). Οι σχετικοί λογαριασμοί ωστόσο απαλείφονται για σκοπούς σύνταξης των λογιστικών καταστάσεων, δηλαδή δεν προσαυξάνουν αντίστοιχα τα σχετικά έσοδα και έξοδα.»
Επειδή στο έγγραφο της Διοίκησης «ΔΕΑΦ Α 1021369 ΕΞ 2017/10.2.2017 Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος από ιδιόχρηση» ορίζεται ότι:
« 4. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη συμπλήρωση του εντύπου Ε3, θα συμπληρωθούν οι κωδικοί που αφορούν στο καθαρό αποτέλεσμα με λογιστικό προσδιορισμό και στη συνέχεια με τη βοήθεια του πίνακα Κ' (πίνακας προσωρινών διαφορών μεταξύ φορολογικής - λογιστικής βάσης) θα υπολογιστούν οι διαφορές μεταξύ Ε.Λ.Π. και φορολογικής βάσης και αφού ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, θα διαμορφωθούν τα τελικά καθαρά φορολογητέα κέρδη που θα αναγραφούν στους αντίστοιχους κωδικούς του Πίνακα Ζ'.»
Επειδή στο άρθρο 64 «Επαρκής Αιτιολογία» του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου.»
Επειδή στην υπό κρίση περίπτωση, ο έλεγχος διαπίστωσε ότι η προσφεύγουσα εταιρεία υπολόγισε το ετήσιο τεκμαρτό μίσθωμα της ιδιόχρησης μόνο επί της αντικειμενικής αξίας των ιδιοχρησιμοποιούμενων γραφείων (οδός , ) και δεν συμπεριέλαβε το σύνολο των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων. Κατόπιν, υπολόγισε την επιπλέον αντικειμενική αξία ως εξής: Αντικειμενική αξία γης και κτισμάτων Χ 3%, ήτοι 9.912.647 Χ 3%=297.379,41 €. Έπειτα, καταλόγισε με την πράξη 612/27-11-2018 ως τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση ακινήτων το ποσό των 297.379,41 €, ενώ παράλληλα δεν αναγνώρισε ως ισόποση δαπάνη το ποσό αυτό, δεδομένου ότι δεν πληρούνται αθροιστικά οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδα του άρθ. 22 του ν. 4172/2013, ήτοι δεν έχει καταχωρηθεί η εν λόγω τεκμαρτή δαπάνη στα τηρούμενα βιβλία.
Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1069/23-03-2015 το εισόδημα που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση υπόκειται σε φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου, ενώ εκπίπτει το τεκμαρτό μίσθωμα κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Το αποτέλεσμα του ανωτέρω χειρισμού στην περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης γης ή ακινήτου είναι φορολογικά αδιάφορο για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες. Συνεπώς, η εμφάνιση του συγκεκριμένου εισοδήματος στα έσοδα και στα έξοδα δεν επηρεάζει το λογιστικό ούτε και το φορολογικό αποτέλεσμα.
Επειδή, σύμφωνα με την απόφαση του ΣΛΟΤ 1239/2016 από λογιστική σκοπιά, τα τεκμαρτά έσοδα και έξοδα από ιδιόχρηση δεν επηρεάζουν τα ποσά των κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, καθώς δε λαμβάνονται υπόψη κατά τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων και συνεπώς δεν διογκώνουν ούτε τα έξοδα ούτε τα έσοδα. Έχουν λογιστική βάση μηδέν και φορολογική βάση το ποσό που προκύπτει από τη φορολογική νομοθεσία (άρθρο 39 του ν. 4172/2013).
Επειδή επιπρόσθετα, στην ανωτέρω απόφαση του ΣΛΟΤ 1239/2016 αναφέρεται ότι η καταγραφή των σχετικών ποσών στα διάφορα φορολογικά έντυπα (Ε1, Ε3, κλπ.), τα οποία συνιστούν μέρος των λογιστικών αρχείων κατά το ν. 4308/2014 είναι ένας κατάλληλος τρόπος παρακολούθησης δεδομένου ότι διασφαλίζει απολύτως τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων. Συμπερασματικά λοιπόν, βάσει της γνωμοδότησης του ΣΛΟΤ δεν είναι υποχρεωτική η καταχώρηση των τεκμαρτών εισοδημάτων και δαπανών στα βιβλία της εταιρείας.
Επειδή η προσφεύγουσα δεν είχε καταχωρήσει είτε στα βιβλία της, είτε σε οποιοδήποτε άλλο πληροφοριακό, για την φορολογική αρχή, στοιχείο (π.χ. έντυπο Ε1, Ε3, Ν κλπ) το συνολικό εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση καθώς και την αντίστοιχη τεκμαρτή δαπάνη του μισθώματος.
Επειδή η τιθέμενη στο άρθρο 22 παρ. β του ν. 4172/2013 προϋπόθεση της καταχώρησης της δαπάνης στα τηρούμενα βιβλία προκειμένου αυτή να αναγνωριστεί, αφορά πραγματικές και όχι τεκμαρτές δαπάνες.
Επειδή η παράλειψη αυτή συνιστά παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας που επισύρει αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (περί ανακριβούς υποβολής δήλωσης), ως προς τα πληροφοριακά στοιχεία και σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει το φορολογικό αποτέλεσμα.
Αποφασίζουμε.
Την αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 20/12/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ........... ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας «........... », ΑΦΜ και την ακύρωση της με αριθμ........./2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος και πράξης επιβολής προστίμου φορολογικού έτους 01/01/2014 - 31/12/2014.
Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου εταιρείας - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση:
ΑΝΑΛΥΣΗ | ΔΗΛΩΣΗΣ (1) |
ΕΛΕΓΧΟΥ (2) |
ΔΕΔ (3) |
ΔΙΑΦΟΡΑ (3) - (1) | |
Φορολογητέα κέρδη | 5.369.821,94 | 5.667.201,35 | 5.369.821,94 | 0,00 | |
Φόρος | Πιστωτικό ποσό | 0,00 | |||
Χρεωστικό ποσό | 551.747,61 | 629.066,26 | 551.747,61 | ||
Προκαταβολή φόρου | 1.391.279,86 | 1.391.279,86 | 1.391.279,86 | 0,00 | |
Τέλος επιτηδεύματος (αρ. 31 ν.3986/2011) | 1.850,00 | 1.850,00 | 1.850,00 | 0,00 | |
Πιστωτικό ποσό § 6 αρ.3 του Ν. 4046/2012 | |||||
Ποσό που επιστράφηκε ή ζητήθηκε η επιστροφή του | |||||
Πρόστιμο άρθρου 58 ΚΦΔ λόγω ανακρίβειας | 7.731,87 | ||||
Σύνολο φόρων, τελών και εισφορών | Για καταβολή | 1.944.877,47 | 2.029.927,99 | 1.944.877,47 | 0,00 |
Για επιστροφή |
Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.
Με εντολή του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
Ο/Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης
Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.
Α.1196/2019 Καθορισμός ειδικών θεμάτων και λεπτομερειών εφαρμογής της ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (ΦΕΚ 73 Α΄)
ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗ ΣΕ ΦΕΚ – ΔΕΝ ΙΣΧΥΕΙ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΗΣ
Αθήνα, 17 Μαΐου 2019
Α.1196
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟ ΥΦΥΠOΥΡΓΟΥ
2. ΑΑΔΕ
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
Α.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Τηλέφωνα: 210 3635963, 3630573, 3605159
Β.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ & Ε.Φ.Κ.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ’
Τηλέφωνα: 210 69874439
Γ.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Η.Δ. & Α.Δ.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄,Β’,Γ’,Ζ’,Η’
Τηλέφωνα: 210 4803258
ΘΕΜΑ: «Καθορισμός ειδικών θεμάτων και λεπτομερειών εφαρμογής της ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (ΦΕΚ 73 Α΄)»
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων 98,99,100,101,102,103,104,105,106,107,108,109 του Μέρους Β΄ «ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ» του ν. 4611/2019 (ΦΕΚ 73 Α΄) «Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΟΤΑ α’ βαθμού, Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα του άρθρου 109 του ως άνω νόμου, με τις οποίες παρέχεται εξουσιοδότηση να ορίζονται λεπτομέρειες για την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων (Α.Α.Δ.Ε.).
2. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄) «Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.)», όπως ισχύουν.
3. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α΄) «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.)», όπως ισχύουν.
4. Τις διατάξεις των άρθρων 306 παρ. 4 και 312 του Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ 86 Α’).
5. Το π.δ. 142/2017 (ΦΕΚ 181 Α΄) «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών».
6. Την υπ’ αριθ. Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 (ΦΕΚ 968 Β΄) Απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως ισχύει.
7. Το π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ 210 Α΄) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
8. Την υπ’ αριθ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016 (ΦΕΚ 3696 Β΄) Απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».
9. Τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α’) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν
10. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ 222 Α΄), όπως ισχύει, περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 και της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, όπως ισχύουν.
11. Την 1/20.01.2016 (ΦΕΚ Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, όπως ισχύουν, και την αριθ. 39/3/30-11-2017 (ΦΕΚ Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. «Ανανέωσης θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
12. Την ανάγκη καθορισμού ειδικότερων θεμάτων και λεπτομερειών για την εφαρμογή των διατάξεων ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση.
13. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
Άρθρο 1
Υποβολή Αίτησης
Η αίτηση για υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης των διατάξεων του άρθρου 98 του Μέρους Β «ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ» του ν. 4611/2019 υποβάλλεται μέχρι και την 28η Ιουνίου 2019 ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής, για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά. Η αίτηση για ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986. Εξαιρετικά και σε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών Υπηρεσία.
Άρθρο 2
Αρμόδιο όργανο
Ως αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία ορίζεται ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου ή άλλης Υπηρεσίας, ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Στην περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου και του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, αρμόδιος κατά τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο ορίζεται ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης.
Άρθρο 3
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση
Α. Υποχρεωτικά
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 οφειλών, οι οποίες, κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων) και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
Β. Προαιρετικά
Στην περίπτωση υπαγωγής στη ρύθμιση των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019, μετά από επιλογή του οφειλέτη, ληξιπρόθεσμων έως και τις 31.12.2018 οφειλών οι οποίες κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α.2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν.4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α΄), του άρθρου 43 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α΄) ή σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν.2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α΄), η οποία είναι σε ισχύ, επέρχεται απώλεια των ανωτέρω ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής χρεών.
Σε περίπτωση που στις ανωτέρω ρυθμίσεις περιλαμβάνονται οφειλές που δεν μπορούν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση, αυτές δύνανται να υπαχθούν εκ νέου στις ανωτέρω ρυθμίσεις ή σε άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τους οικείους όρους και προϋποθέσεις.
Άρθρο 4
Εξαιρέσεις βάσει των περ. α) και β) του άρθρου 108 του ν.4611/2019
Οφειλές που είχαν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1-17 του ν.4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α΄) ή του άρθρου 51 του ν.4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α΄), ή σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62 Α΄) εξαιρούνται και δεν υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση, εφόσον οι ανωτέρω ρυθμίσεις απωλέσθηκαν, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων που τις διέπουν, μετά την ημερομηνία κατάθεσης στη Βουλή των Ελλήνων του σχεδίου του νόμου 4611/2019 «Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΟΤΑ α’ βαθμού, Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις», ήτοι την 6η Μαΐου 2019.
Απώλεια ρύθμισης
Απώλεια της ρύθμισης επέρχεται αυτοδικαίως, στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων των άρθρων 98-109 του Μέρους Β του ν. 4611/2019 και της παρούσας Απόφασης και ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης.
Εάν η απώλεια της ρύθμισης επέλθει εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου του άρθρου 1 της παρούσας, ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει εκ νέου αίτηση και να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης των άρθρων 98-109 του ν. 4611/2019.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης εκ παραδρομής δεν έχει καταβάλει το ποσό επιβάρυνσης εκπρόθεσμης καταβολής δόσης ή, εν γένει, ποσά μικρού ύψους ή στις περιπτώσεις που αποδεδειγμένα η μη καταβολή δόσης ή μέρους δόσης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του, αλλά αποτελεί ευθύνη τρίτου, η ρύθμιση δεν απόλλυται, εφόσον ο οφειλέτης καταβάλλει το ποσό κατόπιν της ενημέρωσής του από το αρμόδιο όργανο για την τήρηση των όρων της ρύθμισης και την απώλεια αυτής, εντός σαράντα πέντε (45) εργασίμων ημερών.
Άρθρο 6
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης
α. Για οφειλέτες, φυσικά πρόσωπα, οι συντελεστές του άρθρου 98, παρ. 1, περ. Α, υποπέρ. α΄, του ν.4611/2019, μειώνονται, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη ανάλογα με το αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων για κάθε έναν από τους γονείς.
β. Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης των άρθρων 98-109 του ν. 4611/2019, μετά την εξόφληση της πρώτης δόσης αυτής εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 102 του ν. 4611/2019.
γ. Τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα για οφειλές νομικών προσώπων δύνανται να υπαγάγουν τις οφειλές αυτές στο πρόγραμμα ρύθμισης που προβλέπεται για το νομικό πρόσωπο με το σύνολο των όρων και προϋποθέσεων της ρύθμισης του νομικού προσώπου.
δ. Ως συνολικό εισόδημα της παρ.1 του άρθρου 99 του ν. 4611/2019, νοείται το συνολικό εισόδημα όπως ορίζεται στο σημείο α. της περ. Α της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019.
ε. Ως συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο) των νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νοείται το οριζόμενο από τις διατάξεις της περ. Β της παρ.1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019.
στ. Σε έκτακτες περιπτώσεις που για οποιαδήποτε αιτία δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα των Δ.Ο.Υ. οι πληρωμές που έχουν διενεργηθεί στους φορείς είσπραξης και ο οφειλέτης αιτείται τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας του άρθρου 12 του ν. 4174/2013, ο αιτών προσκομίζει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. το σχετικό παραστατικό πληρωμής για την αξιολόγηση του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού.
ζ. Τυχόν εκκρεμής πίστωση ποσού έως πενήντα (50) ευρώ από καταβολή ή απόδοση που έχει διενεργηθεί πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν εμποδίζει την υποβολή της σχετικής αίτησης μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.
η. Σε περίπτωση νομικού προσώπου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχει προβεί σε διακοπή εργασιών πριν την 1.1.2013 χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣΗ ΤΗΣ Α.Α.Δ.Ε.
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Yπόθεση C-509/17 Μεταβιβάσεις επιχειρήσεων – Οδηγία 2001/23/ΕΚ – Άρθρα 3 έως 5 – Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων – Εξαιρέσεις – Διαδικασία αφερεγγυότητας – Διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβιβάσεως με άδεια δικαστηρίου – Διατήρηση του συνόλου ή τμήματος της επιχειρήσεως – Εθνική νομοθεσία που παρέχει τη δυνατότητα στον διάδοχο να αναλάβει, μετά τη μεταβίβαση, τους εργαζομένους της επιλογής του
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 16ης Μαΐου 2019 «Προδικαστική παραπομπή – Μεταβιβάσεις επιχειρήσεων – Οδηγία 2001/23/ΕΚ – Άρθρα 3 έως 5 – Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων – Εξαιρέσεις – Διαδικασία αφερεγγυότητας – Διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβιβάσεως με άδεια δικαστηρίου – Διατήρηση του συνόλου ή τμήματος της επιχειρήσεως – Εθνική νομοθεσία που παρέχει τη δυνατότητα στον διάδοχο να αναλάβει, μετά τη μεταβίβαση, τους εργαζομένους της επιλογής του»
Στην υπόθεση C-509/17,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το arbeidshof te Antwerpen, afdeling Hasselt (δικαστήριο εργατικών διαφορών Αμβέρσας, τμήμα του Hasselt, Βέλγιο) με απόφαση της 14ης Αυγούστου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Αυγούστου 2017, στο πλαίσιο της δίκης
Christa Plessers
κατά
Prefaco NV,
Belgische Staat,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),
συγκείμενο από τους Μ. Βηλαρά, πρόεδρο του τέταρτου τμήματος, προεδρεύοντα του τρίτου τμήματος, J. Malenovský (εισηγητή), L. Bay Larsen, M. Safjan και D. Šváby, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar
γραμματέας: M. Ferreira, κύρια διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 3ης Οκτωβρίου 2018,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η C. Plessers, εκπροσωπούμενη από τους J. Nulens και M. Liesens, advocaten,
– η Prefaco NV, εκπροσωπούμενη από τους J. Van Acker και S. Sonck, advocaten,
– η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Jacobs και L. Van den Broeck, επικουρούμενες από τον C. Raymaekers, advocaat,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. van Beek και M. Van Hoof,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 23ης Ιανουαρίου 2019,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 3 έως 5 της οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (ΕΕ 2001, L 82, σ. 16).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Christa Plessers, αφενός, και της Prefaco NV και του Belgische Staat (Βελγικού Δημοσίου), αφετέρου, σχετικά με τη νομιμότητα της απόλυσης της C. Plessers.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2001/23 ορίζει τα εξής:
«Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του [μεταβιβάζοντος], που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφισταμένη κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, μεταβιβάζονται, διά της μεταβιβάσεως αυτής, στον [διάδοχο].»
4 Το άρθρο 4 της ίδιας οδηγίας προβλέπει τα εξής:
«1. Η μεταβίβαση μιας επιχείρησης, μιας εγκατάστασης, ή ενός τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης, δεν συνιστά αυτή καθ’ εαυτή λόγο απολύσεως για τον [μεταβιβάζοντα] ή τον [διάδοχο]. Η διάταξη αυτή δεν εμποδίζει απολύσεις για οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους, που συνεπάγονται μεταβολές του εργατικού δυναμικού.
Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται σε ορισμένες ειδικές κατηγορίες εργαζομένων που δεν καλύπτονται από τη νομοθεσία ή την πρακτική των κρατών μελών ως προς την προστασία τους έναντι της απολύσεως.
2. Αν η σύμβαση εργασίας ή η εργασιακή σχέση καταγγελθεί λόγω του ότι η μεταβίβαση συνεπάγεται ουσιαστική μεταβολή των όρων εργασίας εις βάρος του εργαζομένου, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας ή της εργασιακής σχέσεως θεωρείται ότι επήλθε εξαιτίας του εργοδότη.»
5 Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:
«Εκτός εάν τα κράτη μέλη προβλέπουν άλλως, τα άρθρα 3 και 4 δεν εφαρμόζονται στη μεταβίβαση επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης, όταν ο [μεταβιβάζων] υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή σε οποιαδήποτε άλλη ανάλογη διαδικασία αφερεγγυότητας, κινηθείσα με σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του [μεταβιβάζοντος] και οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται υπό την εποπτεία αρμόδιας δημόσιας αρχής (που μπορεί να είναι σύνδικος πτωχεύσεως, εξουσιοδοτημένος από αρμόδια δημόσια αρχή).»
Το βελγικό δίκαιο
6 Το άρθρο 22 του wet betreffende de continuïteit van de ondernemingen (νόμου σχετικού με τη συνέχιση της λειτουργίας των επιχειρήσεων), της 31ης Ιανουαρίου 2009 (Belgisch Staatsblad, 9 Φεβρουαρίου 2009, σ. 8436), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης της κύριας δίκης (στο εξής: LCE), προέβλεπε τα εξής:
«Εφόσον το δικαστήριο δεν έχει αποφανθεί επί της αιτήσεως δικαστικής αναδιαρθρώσεως και έχει ασκηθεί αγωγή ή έχει αρχίσει αναγκαστική εκτέλεση πριν ή μετά την κατάθεση της αιτήσεως:
– δεν μπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση ο οφειλέτης και, σε περίπτωση εταιρίας, δεν μπορεί αυτή να λυθεί δικαστικώς·
– δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ρευστοποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη μετά την έναρξη αναγκαστικής εκτελέσεως.»
7 Το άρθρο 60, πρώτο εδάφιο, του LCE ορίζει τα εξής:
«Η απόφαση που διατάσσει τη μεταβίβαση ορίζει δικαστικό διαχειριστή επιφορτισμένο με την οργάνωση και την πραγματοποίηση της μεταβιβάσεως στο όνομα και για λογαριασμό του οφειλέτη. Καθορίζει το αντικείμενο της μεταβιβάσεως ή το αφήνει στην εκτίμηση του δικαστικού διαχειριστή.»
8 Το άρθρο 61, παράγραφος 4, του LCE έχει ως εξής:
«Στον διάδοχο απόκειται η επιλογή των εργαζομένων που ο ίδιος επιθυμεί να αναλάβει. Η επιλογή αυτή πρέπει να επιβάλλεται για λόγους τεχνικής, οικονομικής και οργανωτικής φύσεως και να πραγματοποιείται χωρίς απαγορευόμενες δυσμενείς διακρίσεις, ιδίως σε συνάρτηση με τη δραστηριότητα που ασκεί ο εργαζόμενος ως εκπρόσωπος του προσωπικού στην επιχείρηση ή στο τμήμα της επιχειρήσεως που μεταβιβάζεται.
Τεκμαίρεται ότι δεν υφίστανται απαγορευόμενες δυσμενείς διακρίσεις, αν η αναλογία των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους που δραστηριοποιούνταν στην επιχείρηση ή στο τμήμα επιχειρήσεως η οποία μεταβιβάζεται και που επιλέγονται από τον αναλαμβάνοντα διατηρείται στον συνολικό αριθμό των εργαζομένων που έχουν επιλεγεί.»
9 Το άρθρο 62 του LCE ορίζει τα εξής:
«Ο δικαστικός διαχειριστής που έχει ορισθεί οργανώνει και πραγματοποιεί τη μεταφορά που έχει διαταχθεί από το δικαστήριο διά της πώλησης ή της μεταβίβασης των κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων που είναι αναγκαία ή χρήσιμα για τη διατήρηση του συνόλου ή μέρους της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης.
Ζητεί την υποβολή προσφορών, μεριμνώντας κατά προτεραιότητα για τη διατήρηση του συνόλου ή μέρους της δραστηριότητας της επιχείρησης και λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τα δικαιώματα των πιστωτών. [...]
[...]»
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
10 Η C. Plessers απασχολήθηκε από την Echo NV στις εγκαταστάσεις του Houthalen-Helchteren (Βέλγιο) από τις 17 Αυγούστου 1992 έως τον Απρίλιο του 2013.
11 Στις 23 Απριλίου 2012, κατόπιν αιτήματος της Echo, κινήθηκε ενώπιον του rechtbank van koophandel te Hasselt (εμποροδικείου Hasselt, Βέλγιο) διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας των πιστωτών, βάσει των άρθρων 44 έως 58 του LCE. Στην επιχείρηση αυτή χορηγήθηκε σχετική αναστολή έως τις 23 Οκτωβρίου 2012 και, εν συνεχεία, έως της 22 Απριλίου 2013.
12 Στις 19 Φεβρουαρίου 2013, ήτοι πριν από τη λήξη της ανωτέρω αναστολής, το rechtbank van koophandel te Hasselt (εμποροδικείο Hasselt) έκανε δεκτό το αίτημα τροποποίησης που υπέβαλε η Echo, προκειμένου η μεταβίβαση με συμφωνία των πιστωτών να μετατραπεί σε μεταβίβαση με άδεια του δικαστηρίου.
13 Στις 22 Απριλίου 2013 το εν λόγω δικαστήριο επέτρεψε στους δικαστικούς διαχειριστές να μεταβιβάσουν την κινητή και ακίνητη περιουσία της Echo στην Prefaco, μία εκ των δύο εταιριών που είχαν υποβάλει υποψηφιότητα εξαγοράς της εν λόγω εταιρίας. Σύμφωνα με την προσφορά που υπέβαλε, η Prefaco θα αναλάμβανε 164 εργαζομένους, ήτοι περίπου τα δύο τρίτα του συνόλου του προσωπικού της Εcho.
14 Η σύμβαση μεταβίβασης υπεγράφη αυθημερόν. Στο παράρτημα 9 της σύμβασης αυτής περιελήφθη ο κατάλογος των εργαζομένων τους οποίους επρόκειτο να αναλάβει η Prefaco. Το όνομα της C. Plessers δεν εμφανιζόταν στον εν λόγω κατάλογο.
15 Περαιτέρω, η σύμβαση αυτή προέβλεπε ότι η μεταβίβαση θα ανέπτυσσε τα αποτελέσματά της δύο εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία έκδοσης της δικαστικής απόφασης του rechtbank van koophandel te Hasselt (εμποροδικείου Hasselt) με την οποία επετράπη η μεταβίβαση.
16 Στις 23 Απριλίου 2013 η Prefaco επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τους εργαζομένους που είχε αναλάβει, ζητώντας τους να παρουσιασθούν την επομένη για να ασκήσουν τα καθήκοντά τους. Στις 24 Απριλίου 2013 η Prefaco επιβεβαίωσε εγγράφως τη μεταβίβαση. Οι λοιποί εργαζόμενοι ενημερώθηκαν τηλεφωνικώς και ειδοποιήθηκαν από τους δικαστικούς διαχειριστές, με έγγραφο της 24ης Απριλίου 2013, ότι η Prefaco δεν τους είχε αναλάβει.
17 Το περιεχόμενο του εγγράφου αυτού ήταν το ακόλουθο:
«Το παρόν έγγραφο επέχει θέση επίσημης κοινοποιήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 64, παράγραφος 2, του [LCE]. Από τις 22 Απριλίου 2013 παύουν οι δραστηριότητες [της Echo]. Δεδομένου ότι η σύμβαση εργασίας σας δεν έχει μεταφερθεί στους προαναφερθέντες διαδόχους, θα πρέπει να θεωρήσετε το παρόν έγγραφο ως καταγγελία της συμβάσεως από τον εργοδότη σας, [την Echo]. Ως ενδεχόμενος πιστωτής [της Echo], ενδείκνυται να αναγγείλετε τις απαιτήσεις σας στους υπογράφοντες δικαστικούς διαχειριστές [...]».
18 Οι δικαστικοί διαχειριστές διαβίβασαν επίσης στην C. Plessers ένα έντυπο στο οποίο αναφερόταν ότι η 23η Απριλίου 2013 ήταν η ημερομηνία λύσεως της συμβάσεώς της.
19 Με έγγραφο της 7ης Μαΐου 2013 η C. Plessers κάλεσε την Prefaco να την περιλάβει στους εργαζομένους τους οποίους θα αναλάμβανε. Η C. Plessers υποστήριξε ότι η Prefaco είχε αναλάβει την οικονομική εκμετάλλευση της εγκαταστάσεως του Houthalen-Helchteren ήδη από τις 22 Απριλίου 2013, ημερομηνία κατά την οποία το rechtbank van koophandel te Hasselt (εμποροδικείο Hasselt) εξέδωσε την απόφασή του.
20 Η Prefaco, με έγγραφο της 16ης Μαΐου 2013, δεν έκανε δεκτό το αίτημα της C. Plessers, επικαλούμενη το άρθρο 61, παράγραφος 4, του LCE, κατά το οποίο ο διάδοχος έχει δικαίωμα να επιλέξει ποιους εργαζομένους επιθυμεί να αναλάβει και ποιους όχι, εφόσον, αφενός, η επιλογή αυτή υπαγορεύεται από λόγους τεχνικής, οικονομικής ή οργανωτικής φύσεως και, αφετέρου, δεν αποτελεί απαγορευμένη δυσμενή διάκριση. Η Prefaco προσέθεσε ότι δεν ήταν υποχρεωμένη να επαναπροσλάβει την C. Plessers μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας της τελευταίας με την Echo.
21 Με δικόγραφο της 11ης Απριλίου 2014 η C. Plessers άσκησε αγωγή ενώπιον του arbeidsrechtbank te Antwerpen (πρωτοβάθμιου δικαστηρίου εργατικών διαφορών Αμβέρσας, Βέλγιο).
22 Επιπλέον, στις 24 Ιουλίου 2015 η C. Plessers προσεπικάλεσε στη δίκη το Βελγικό Δημόσιο.
23 Με απόφαση της 23ης Μαΐου 2016 το arbeidsrechtbank te Antwerpen (πρωτοβάθμιο δικαστήριο εργατικών διαφορών Αμβέρσας) απέρριψε ως αβάσιμα όλα τα αιτήματα της C. Plessers και την καταδίκασε στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.
24 Η C. Plessers άσκησε έφεση κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του arbeidshof te Antwerpen, afdeling Hasselt (δευτεροβάθμιου δικαστηρίου εργατικών διαφορών Αμβέρσας, τμήμα Hasselt, Βέλγιο), το οποίο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Συνάδει το δικαίωμα επιλογής που έχει ο αναλαμβάνων κατά το άρθρο 61, παράγραφος 4, του [LCE] με την οδηγία [2001/23] και ειδικότερα με τα άρθρα 3 και 5 της εν λόγω οδηγίας, στον βαθμό που αυτή η “διαδικασία δικαστικής αναδιαρθρώσεως διά μεταβιβάσεως με άδεια του δικαστηρίου” ακολουθείται για τη διατήρηση του συνόλου ή τμήματος της επιχειρήσεως του μεταβιβάζοντος ή των δραστηριοτήτων του;»
Επί του παραδεκτού της αίτησης προδικαστικής αποφάσεως
25 Η Prefaco διατυπώνει αμφιβολίες ως προς το παραδεκτό της αίτησης προδικαστικής αποφάσεως, επισημαίνοντας ότι το υποβληθέν ερώτημα δεν ασκεί, κατά τη γνώμη της, επιρροή στην επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι η εν λόγω διαφορά αποτελεί διαφορά μεταξύ δύο ιδιωτών, η C. Plessers δεν μπορεί να επικαλεσθεί την οδηγία 2001/23 προκειμένου να αποκλείσει την εφαρμογή σαφούς διατάξεως του εθνικού δικαίου.
26 Ως προς το ζήτημα αυτό επιβάλλεται να υπομνησθεί ότι εναπόκειται αποκλειστικά και μόνο στον εθνικό δικαστή, ο οποίος έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της δικαστικής απόφασης που πρόκειται να εκδοθεί, να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης, αν τα ερωτήματα που υποβάλλει στο Δικαστήριο είναι λυσιτελή. Κατά συνέπεια, εφόσον τα υποβαλλόμενα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία κανόνα δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται κατ’ αρχήν να απαντήσει (πρβλ. αποφάσεις της 16ης Ιουνίου 2015, Gauweiler κ.λπ., C-62/14, EU:C:2015:400, σκέψη 24, καθώς και της 7ης Φεβρουαρίου 2018, American Express, C‑304/16, EU:C:2018:66, σκέψη 31).
27 Συνεπώς, για τα ερωτήματα που αφορούν το δίκαιο της Ένωσης υφίσταται τεκμήριο λυσιτέλειας. Άρνηση του Δικαστηρίου να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα που έχει υποβληθεί από εθνικό δικαστήριο είναι δυνατή μόνον όταν είναι πρόδηλο ότι η ζητούμενη ερμηνεία ή κρίση επί του κύρους του συγκεκριμένου κανόνα δικαίου της Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα (αποφάσεις της 16ης Ιουνίου 2015, Gauweiler κ.λπ., C-62/14, EU:C:2015:400, σκέψη 25, καθώς και της 7ης Φεβρουαρίου 2018, American Express, C-304/16, EU:C:2018:66, σκέψη 32).
28 Δεδομένου ότι το ερώτημα που υποβλήθηκε από το αιτούν δικαστήριο αφορά την ερμηνεία της οδηγίας 2001/23, πρέπει να επισημανθεί ότι, πράγματι, σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ ιδιωτών, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, μια οδηγία δεν γεννά αφεαυτής υποχρεώσεις εις βάρος ιδιώτη και επομένως δεν είναι δυνατή η επίκλησή της έναντι αυτού. Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει επανειλημμένως ότι η υποχρέωση την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη από μια οδηγία προς επίτευξη του προβλεπόμενου από αυτήν αποτελέσματος, καθώς και το καθήκον τους να λάβουν όλα τα γενικά ή ειδικά μέτρα που είναι κατάλληλα να διασφαλίσουν την εκπλήρωση της ως άνω υποχρέωσης βαρύνουν όλες τις αρχές των κρατών μελών, περιλαμβανομένων και των δικαιοδοτικών αρχών, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους (απόφαση της 19ης Απριλίου 2016, DI, C-441/14, EU:C:2016:278, σκέψη 30 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
29 Συνεπώς, κατά την εφαρμογή του εθνικού δικαίου τα εθνικά δικαστήρια τα οποία καλούνται να το ερμηνεύσουν οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη όλους τους κανόνες του και να εφαρμόζουν τις αναγνωριζόμενες από αυτό μεθόδους ερμηνείας, προκειμένου να ερμηνεύσουν το εθνικό δίκαιο, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με το γράμμα και με τον σκοπό της επίμαχης οδηγίας, ώστε να επιτευχθεί το αποτέλεσμα που η ίδια ορίζει και να συμμορφωθούν έτσι με το άρθρο 288, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ (απόφαση της 19ης Απριλίου 2016, DI, C-441/14, EU:C:2016:278, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
30 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το προδικαστικό ερώτημα που υποβλήθηκε από το αιτούν δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης ή ότι αφορά ένα πρόβλημα υποθετικής φύσεως.
31 Κατά συνέπεια, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή.
Επί της ουσίας
32 Υπενθυμίζεται εισαγωγικώς ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της προβλεπόμενης στο άρθρο 267 ΣΛΕΕ διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, στο Δικαστήριο απόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο μια χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, το ερώτημα που του έχει υποβληθεί. Επιπλέον, το Δικαστήριο ενδέχεται να χρειαστεί να λάβει υπόψη κανόνες του δικαίου της Ένωσης στους οποίους δεν αναφέρθηκε ο εθνικός δικαστής με το ερώτημά του (αποφάσεις της 13ης Οκτωβρίου 2016, M. και S., C-303/15, EU:C:2016:771, σκέψη 16 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, καθώς και της 31ης Μαΐου 2018, Zheng, C‑190/17, EU:C:2018:357, σκέψη 27).
33 Εν προκειμένω, με το προδικαστικό ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να κρίνει κατά πόσον ο επίμαχος κανόνας του εθνικού δικαίου είναι σύμφωνος προς τα άρθρα 3 και 5 της οδηγίας 2001/23.
34 Ωστόσο, αφενός, διατυπωμένο κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ως άνω ερώτημα θα οδηγούσε το Δικαστήριο στο να αποφανθεί, στο πλαίσιο διαδικασίας που έχει κινηθεί κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, επί της συμβατότητας κανόνα του εσωτερικού δικαίου προς το δίκαιο της Ένωσης, κάτι που όμως δεν είναι αρμόδιο να πράξει (πρβλ. απόφαση της 19ης Μαρτίου 2015, OTP Bank, C-672/13, EU:C:2015:185, σκέψη 29).
35 Αφετέρου, παρότι το προδικαστικό αυτό ερώτημα δεν αναφέρεται ρητώς στο άρθρο 4 της οδηγίας 2001/23, το συγκεκριμένο άρθρο είναι κρίσιμο προκειμένου να δοθεί απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, στο μέτρο που αφορά την προστασία των εργαζομένων από απολύσεις που πραγματοποιούνται από τον μεταβιβάζοντα ή τον διάδοχο λόγω της μεταβίβασης.
36 Υπό τις συνθήκες αυτές, επιβάλλεται να αναδιατυπωθεί το υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα και να θεωρηθεί ότι αφορά κατ’ ουσίαν το ζήτημα αν η οδηγία 2001/23, και ειδικότερα τα άρθρα 3 έως 5 αυτής, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία, σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαδικασίας δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβίβασης με άδεια δικαστηρίου που αποσκοπεί στη διατήρηση του συνόλου ή τμήματος της επιχείρησης του μεταβιβάζοντος ή των δραστηριοτήτων της, προβλέπει για τον διάδοχο το δικαίωμα επιλογής των εργαζομένων που αυτός επιθυμεί να αναλάβει.
37 Ως προς το ζήτημα αυτό υπενθυμίζεται εξαρχής ότι, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, εκτός εάν τα κράτη μέλη προβλέπουν άλλως, τα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας αυτής δεν εφαρμόζονται στη μεταβίβαση επιχείρησης, όταν ο μεταβιβάζων υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή σε οποιαδήποτε άλλη ανάλογη διαδικασία αφερεγγυότητας, κινηθείσα με σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του μεταβιβάζοντος, και οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται υπό την εποπτεία αρμόδιας δημόσιας αρχής.
38 Περαιτέρω, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, καθόσον καθιστά κατ’ αρχήν ανεφάρμοστο το καθεστώς προστασίας των εργαζομένων για ορισμένες περιπτώσεις μεταβιβάσεων επιχειρήσεων και εισάγει απόκλιση από τον κύριο σκοπό που υπηρετεί η οδηγία αυτή, πρέπει οπωσδήποτε να ερμηνεύεται στενά (απόφαση της 22ας Ιουνίου 2017, Federatie Nederlandse Vakvereniging κ.λπ., C-126/16, EU:C:2017:489, σκέψη 41).
39 Συνεπώς, πρέπει να καθοριστεί, κατά πρώτον, αν μεταβίβαση επιχείρησης όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23.
40 Ως προς το ζήτημα αυτό το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι πρέπει να εξετάζεται αν η μεταβίβαση πληροί τις τρεις προϋποθέσεις που θεσπίζονται σωρευτικά από τη διάταξη αυτή, και συγκεκριμένα αν έχει κινηθεί διαδικασία πτώχευσης ή άλλη διαδικασία αφερεγγυότητας εις βάρος του μεταβιβάζοντος, αν η διαδικασία αυτή έχει κινηθεί με σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του μεταβιβάζοντος και αν τελεί υπό την εποπτεία αρμόδιας δημόσιας αρχής (πρβλ. απόφαση της 22ας Ιουνίου 2017, Federatie Nederlandse Vakvereniging κ.λπ., C‑126/16, EU:C:2017:489, σκέψη 44).
41 Όσον αφορά, καταρχάς, την προϋπόθεση περί κίνησης διαδικασίας πτώχευσης ή άλλης διαδικασίας αφερεγγυότητας εις βάρος του μεταβιβάζοντος, επισημαίνεται ότι κατά την επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία, ενόσω το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έχει αποφανθεί επί του αιτήματος δικαστικής αναδιάρθρωσης, ο οφειλέτης δεν μπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση και, σε περίπτωση εταιρίας, αυτή δεν μπορεί ούτε να λυθεί δικαστικώς.
42 Αφενός, όμως, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 55 των προτάσεών του, οι διάδικοι συμφωνούν ότι η διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί διαδικασία πτώχευσης.
43 Αφετέρου, ακόμη και αν διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη μπορεί να οδηγήσει στην πτώχευση της επιχείρησης, μια τέτοια συνέπεια δεν παρίσταται ούτε αυτόματη ούτε βέβαιη.
44 Περαιτέρω, όσον αφορά την προϋπόθεση περί του ότι η διαδικασία πρέπει να έχει κινηθεί με σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του μεταβιβάζοντος, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι δεν πληροί την προϋπόθεση αυτή μια διαδικασία που σκοπεί στη συνέχιση της δραστηριότητας της επιχείρησης (απόφαση της 22ας Ιουνίου 2017, Federatie Nederlandse Vakvereniging κ.λπ., C‑126/16, EU:C:2017:489, σκέψη 47 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
45 Όπως, όμως, προκύπτει από το ίδιο το γράμμα του υποβληθέντος ερωτήματος, το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο διέταξε διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβίβασης με άδεια δικαστηρίου προκειμένου να διατηρηθεί το σύνολο ή μέρος της Echo ή των δραστηριοτήτων της.
46 Τέλος, όσον αφορά την προϋπόθεση περί του ότι η επίμαχη διαδικασία πρέπει να τελεί υπό την εποπτεία αρμόδιας δημόσιας αρχής, όπως προκύπτει από την εθνική νομοθεσία, αφενός, ο δικαστικός διαχειριστής που έχει διοριστεί με τη δικαστική απόφαση που διατάσσει τη μεταβίβαση είναι επιφορτισμένος με την οργάνωση και την πραγματοποίηση της μεταβίβασης εξ ονόματος και για λογαριασμό του μεταβιβάζοντος. Αφετέρου, το πρόσωπο αυτό ζητεί την υποβολή προσφορών, μεριμνώντας κατά προτεραιότητα για τη διατήρηση του συνόλου ή μέρους της δραστηριότητας της επιχείρησης και λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τα δικαιώματα των πιστωτών. Σε περίπτωση υποβολής περισσότερων παρόμοιων προσφορών, δίνεται προτεραιότητα σε αυτήν που εγγυάται τη διατήρηση των θέσεων εργασίας μέσω συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων.
47 Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 68 των προτάσεών του, αυτή η εποπτεία που ασκείται από τον διαχειριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας δικαστικής αναδιοργάνωσης διά μεταβίβασης με άδεια του δικαστηρίου δεν πληροί την επίμαχη προϋπόθεση, στο μέτρο που η έκτασή της είναι στενότερη από εκείνη της εποπτείας που ασκείται από τον σύνδικο της πτώχευσης.
48 Εκ των προεκτεθέντων προκύπτει ότι διαδικασία δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβίβασης με άδεια δικαστηρίου, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 και ότι, κατά συνέπεια, η μεταβίβαση που πραγματοποιείται υπό τέτοιες συνθήκες δεν εμπίπτει στην εξαίρεση που θεσπίζεται από την εν λόγω διάταξη.
49 Συνεπώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας 2001/23 εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε υπόθεση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη.
50 Υπό τις συνθήκες αυτές, επιβάλλεται, κατά δεύτερον, να κριθεί αν τα άρθρα 3 και 4 της εν λόγω οδηγίας πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν εθνική νομοθετική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία προβλέπει ότι ο διάδοχος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τους εργαζομένους που επιθυμεί να αναλάβει.
51 Ως προς το ζήτημα αυτό επισημαίνεται, καταρχάς, ότι από το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2001/23 προκύπτει ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του μεταβιβάζοντος που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφισταμένη κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως εκχωρούνται, διά της μεταβίβασης αυτής, στον διάδοχο.
52 Συγκεκριμένα, όπως έχει επανειλημμένως κρίνει το Δικαστήριο, η οδηγία 2001/23 –όπως και το άρθρο 3 αυτής– αποσκοπεί στη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβολής του επιχειρηματία, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να παραμείνουν στην υπηρεσία του νέου εργοδότη υπό τους ίδιους όρους με αυτούς που είχαν συμφωνηθεί με τον μεταβιβάζοντα. Σκοπός της εν λόγω οδηγίας είναι να διασφαλίσει, κατά το μέτρο του δυνατού, τη χωρίς τροποποίηση συνέχιση των συμβάσεων ή των σχέσεων εργασίας με τον διάδοχο, κατά τρόπον ώστε οι εργαζόμενοι να μην περιέρχονται σε δυσμενέστερη θέση αποκλειστικά και μόνο λόγω της μεταβίβασης της επιχείρησης (πρβλ. διάταξη της 15ης Σεπτεμβρίου 2010, Briot, C‑386/09, EU:C:2010:526, σκέψη 26 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
53 Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, η μεταβίβαση μιας επιχείρησης δεν συνιστά αυτή καθεαυτήν λόγο απόλυσης για τον μεταβιβάζοντα ή τον διάδοχο. Ωστόσο, η διάταξη αυτή δεν εμποδίζει απολύσεις για οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους, που συνεπάγονται μεταβολές του εργατικού δυναμικού.
54 Από το γράμμα της ανωτέρω διατάξεως προκύπτει ότι οι απολύσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο μεταβίβασης μιας επιχείρησης πρέπει να δικαιολογούνται για οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους που αφορούν εργατικό δυναμικό και οι οποίοι δεν συνδέονται αποκλειστικά και μόνο με τη μεταβίβαση της επιχείρησης.
55 Το Δικαστήριο έχει κρίνει συναφώς ότι η μη επίτευξη συμφωνίας μεταξύ του μεταβιβάζοντος και των εκμισθωτών για τη σύναψη νέας σύμβασης μίσθωσης, η μη εύρεση άλλου επαγγελματικού χώρου ή η αδυναμία μετακίνησης του προσωπικού σε άλλα καταστήματα μπορούν να αποτελούν οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 (πρβλ. απόφαση της 16ης Οκτωβρίου 2008, Kirtruna και Vigano, C-313/07, EU:C:2008:574, σκέψη 46).
56 Εν προκειμένω, από την επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία προκύπτει ότι ο διάδοχος δικαιούται να επιλέξει τους εργαζομένους που επιθυμεί να αναλάβει, ωστόσο η επιλογή του αυτή πρέπει να δικαιολογείται από τεχνικούς, οικονομικούς και οργανωτικούς λόγους και να μη συνεπάγεται παράνομη διακριτική μεταχείριση.
57 Μια τέτοια ρύθμιση της εθνικής νομοθεσίας, σε αντίθεση με τη λογική στην οποία εντάσσεται το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, δεν αφορά τους εργαζομένους που απολύονται αλλά εκείνους των οποίων η σύμβαση εργασίας μεταβιβάζεται, υπό την προϋπόθεση ότι η επιλογή των εν λόγω προσώπων από τον διάδοχο στηρίζεται σε τεχνικούς, οικονομικούς και οργανωτικούς λόγους.
58 Έστω και αν πράγματι οι εργαζόμενοι που δεν επιλέγονται από τον διάδοχο και οι οποίοι, συνεπώς, απολύονται είναι εμμέσως πλην σαφώς εκείνοι για τους οποίους, βάσει της οπτικής του διαδόχου, δεν συντρέχει κανένας τεχνικός, οικονομικός ή οργανωτικός λόγος να μεταβιβαστεί η σύμβαση εργασίας τους, ο διάδοχος δεν υπέχει, πάντως, καμία υποχρέωση να αποδείξει ότι οι απολύσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της μεταβίβασης οφείλονται σε τεχνικούς, οικονομικούς ή οργανωτικούς λόγους.
59 Συνεπώς, η εφαρμογή εθνικής νομοθετικής ρύθμισης όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη μπορεί να υπονομεύσει σοβαρά τον σεβασμό του βασικού σκοπού της οδηγίας 2001/23, όπως αυτός διευκρινίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής και επαναλαμβάνεται στη σκέψη 52 της παρούσας απόφασης, ήτοι την προστασία των εργαζομένων έναντι αδικαιολόγητων απολύσεων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης.
60 Υπενθυμίζεται, ωστόσο, ότι, όπως υπογραμμίσθηκε στις σκέψεις 28 και 29 της παρούσας απόφασης, εθνικό δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται διαφοράς μεταξύ ιδιωτών και το οποίο δεν δύναται να ερμηνεύσει τις διατάξεις του εθνικού δικαίου κατά τρόπο σύμφωνο με οδηγία η οποία δεν έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, ή έχει μεταφερθεί πλημμελώς, δεν υποχρεούται, αποκλειστικά και μόνο βάσει του δικαίου της Ένωσης, να αφήσει ανεφάρμοστες αυτές τις διατάξεις του εθνικού δικαίου που αντιβαίνουν στις διατάξεις της οδηγίας. Ο διάδικος που θίγεται από την αντίθεση του εθνικού δικαίου προς την εν λόγω οδηγία μπορεί, ωστόσο, να επικαλεσθεί τη νομολογία που απορρέει από την απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 1991, Francovich κ.λπ. (C-6/90 και C‑9/90, EU:C:1991:428), προκειμένου η ζημία την οποία υπέστη να αποκατασταθεί, ενδεχομένως, από το κράτος μέλος (πρβλ. απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Smith, C-122/17, EU:C:2018:631, σκέψεις 49 και 56).
61 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 2001/23, και ειδικότερα τα άρθρα 3 έως 5 αυτής, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία, σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαδικασίας δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβίβασης με άδεια δικαστηρίου που αποσκοπεί στη διατήρηση του συνόλου ή τμήματος της επιχείρησης του μεταβιβάζοντος ή των δραστηριοτήτων του, προβλέπει ότι ο διάδοχος δικαιούται να επιλέξει τους εργαζομένους που επιθυμεί να αναλάβει.
Επί των δικαστικών εξόδων
62 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:
Η οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, και ειδικότερα τα άρθρα 3 έως 5 αυτής, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία, σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαδικασίας δικαστικής αναδιάρθρωσης διά μεταβίβασης με άδεια δικαστηρίου που αποσκοπεί στη διατήρηση του συνόλου ή τμήματος της επιχείρησης του μεταβιβάζοντος ή των δραστηριοτήτων του, προβλέπει ότι ο διάδοχος δικαιούται να επιλέξει τους εργαζομένους που επιθυμεί να αναλάβει.
Yπόθεση C-235/18 Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Παράδοση αγαθών – Απαλλαγές άλλων δραστηριοτήτων – Χορήγηση και διαπραγμάτευση πιστώσεων – Κάρτες καυσίμων
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 15ης Μαΐου 2019 «Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Παράδοση αγαθών – Απαλλαγές άλλων δραστηριοτήτων – Χορήγηση και διαπραγμάτευση πιστώσεων – Κάρτες καυσίμων»
Στην υπόθεση C‑235/18,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Πολωνία) με απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Μαρτίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης
Vega International Car Transport and Logistic – Trading GmbH
κατά
Dyrektor Izby Skarbowej w Warszawie,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),
συγκείμενο από τους F. Biltgen, πρόεδρο τμήματος, C. G. Fernlund και L. S. Rossi (εισηγήτρια), δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: E. Tanchev
γραμματέας: A. Calot Escobar
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Vega International Car Transport and Logistic – Trading GmbH, εκπροσωπούμενη από την J. Pomorska-Porębska, φορολογική σύμβουλος,
– η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον R. Lyal και την J. Hottiaux,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Vega International Car Transport and Logistic – Trading GmbH με έδρα στην Αυστρία (στο εξής: Vega International) και του Dyrektor Izby Skarbowej w Warszawie (προϊσταμένου της φορολογικής αρχής της Βαρσοβίας, Πολωνία), με αντικείμενο την άρνηση του τελευταίου να επιστρέψει στη Vega International τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) σχετικά με πράξεις αγοράς καυσίμων με τη χρήση καρτών καυσίμων.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και γʹ, της οδηγίας 2006/112 ορίζει τα ακόλουθα:
«Στον ΦΠΑ υπόκεινται οι ακόλουθες πράξεις:
α) Οι παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος ενός κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή,
[...]
γ) οι παροχές υπηρεσιών, που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος ενός κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή.»
4 Το άρθρο 14, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας αυτής προβλέπει τα εξής:
«1. Ως “παράδοση αγαθών” θεωρείται η μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, ενσώματο αγαθό.
2. Εκτός από την πράξη της παραγράφου 1, ως παράδοση αγαθών νοούνται οι κατωτέρω πράξεις:
[...]
γ) η μεταβίβαση αγαθού, η οποία πραγματοποιείται με βάση σύμβαση εντολής προς αγορά ή πώληση.»
5 Το άρθρο 24, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:
«Ως “παροχή υπηρεσιών” νοείται κάθε πράξη η οποία δεν αποτελεί παράδοση αγαθών.»
6 Κατά το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της ίδιας οδηγίας:
«Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις ακόλουθες πράξεις:
[...]
β) τη χορήγηση και τη διαπραγμάτευση πιστώσεων καθώς και τη διαχείριση πιστώσεων που ενεργείται από αυτόν που τις χορήγησε».
Το πολωνικό δίκαιο
7 Η οδηγία 2006/112 μεταφέρθηκε στο πολωνικό δίκαιο με τον ustawa z dnia 11 marca 2004r. o podatku od towaru i usług (νόμο περί φορολογίας αγαθών και υπηρεσιών), της 11ης Μαρτίου 2004 (Dz. U. de 2011, αριθ. 177, θέση 1054), όπως τροποποιήθηκε (στο εξής: νόμος περί ΦΠΑ).
8 Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, σημείο 1, του νόμου περί ΦΠΑ:
«[Στη φορολόγηση με ΦΠΑ] υπόκεινται: η εξ επαχθούς αιτίας παράδοση αγαθών και η εξ επαχθούς αιτίας παροχή υπηρεσιών στην ημεδαπή.»
9 Το άρθρο 7, παράγραφοι 1 και 8, του νόμου αυτού προβλέπει τα εξής:
«1) Ως παράδοση αγαθών κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, σημείο 1, νοείται η μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, το αγαθό […].
[...]
8) Στην περίπτωση που η παράδοση του ίδιου αγαθού διενεργείται από περισσότερες επιχειρήσεις, κατά τρόπον ώστε η πρώτη επιχείρηση να παραδίδει το αγαθό αυτό απευθείας στον τελικό αποκτώντα, η παράδοση του αγαθού λογίζεται ως διενεργηθείσα από κάθε επιχείρηση που συμμετείχε σε αυτές τις πράξεις.»
10 Το άρθρο 8, παράγραφος 1, του εν λόγω νόμου ορίζει τα εξής:
«Ως παροχή υπηρεσιών κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, σημείο 1, νοείται κάθε παροχή που πραγματοποιείται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οντότητα χωρίς νομική προσωπικότητα, η οποία δεν συνιστά παράδοση αγαθών κατά την έννοια του άρθρου 7 [...]».
11 Το άρθρο 43, παράγραφος 1, σημείο 38, του ίδιου νόμου, το οποίο μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112, ορίζει τα εξής:
«[Απαλλάσσονται του φόρου] η χορήγηση πιστώσεων ή χρηματικών δανείων, η διαμεσολάβηση στη χορήγηση πιστώσεων ή χρηματικών δανείων, καθώς και η διαχείριση των πιστώσεων και των χρηματικών δανείων που διενεργείται από εκείνον που τα χορήγησε.»
12 Κατά το άρθρο 86, παράγραφος 1, του νόμου για τον ΦΠΑ:
«Στον βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια πράξεων που υπόκεινται σε φορολογία, οι αναφερόμενοι στο άρθρο 15 υποκείμενοι στον φόρο έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου επί των εισροών από το ποσό του οφειλόμενου φόρου [...]».
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
13 Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η Vega International ασκεί δραστηριότητες μεταφοράς επαγγελματικών οχημάτων επώνυμων κατασκευαστών, από το εργοστάσιο του κατασκευαστή προς τον πελάτη. Η υπηρεσία αυτή παρέχεται μέσω διαφόρων θυγατρικών της Vega International, οι οποίες έχουν την καταστατική έδρα τους σε διάφορα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων η θυγατρική Vega Poland sp. z o.o., που είναι εγκατεστημένη στην Πολωνία.
14 Η Vega International οργανώνει και διαχειρίζεται την προμήθεια, προς όλες τις εταιρίες της, καρτών καυσίμων, που εκδίδονται από διαφορετικούς προμηθευτές καυσίμων. Τα οχήματα που μεταφέρονται από τη Vega Poland ανεφοδιάζονται με καύσιμα με τη χρήση προσωπικών (εκδιδόμενων στο όνομα των οδηγών) καρτών καυσίμων. Για οργανωτικούς λόγους, και λαμβανομένου υπόψη του ύψους των δαπανών, όλες οι πράξεις που πραγματοποιούνται με τη χρήση καρτών καυσίμων διεκπεραιώνονται σε κεντρικό επίπεδο από τη μητρική εταιρία στην Αυστρία, η οποία λαμβάνει από τους προμηθευτές καυσίμων τιμολόγια στα οποία βεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, η αγορά καυσίμων με ΦΠΑ. Εν συνεχεία, στο τέλος κάθε μήνα, η Vega International χρεώνει εκ νέου στις θυγατρικές της, μεταξύ των οποίων η Vega Poland, τα καύσιμα που χρησιμοποίησαν για την παροχή της υπηρεσίας μεταφοράς των οχημάτων, με προσαύξηση 2 %. Οι εν λόγω θυγατρικές έχουν το δικαίωμα να συμψηφίσουν τα τιμολόγια που εκδίδονται σχετικά με τη χρήση των καρτών καυσίμων με τα τιμολόγια που αυτές εκδίδουν προς την αυστριακή εταιρία ή να εξοφλήσουν τα τιμολόγια αυτά εντός προθεσμίας ενός έως τριών μηνών από την παραλαβή τους.
15 Με απόφαση της 11ης Αυγούστου 2014, ο Naczelnik drugiego Urzędu Skidowego Warsza-Śrómieście (διευθυντής του δεύτερου φορολογικού κέντρου Βαρσοβίας-Śrómieście, Πολωνία) αρνήθηκε στη Vega International την επιστροφή του ΦΠΑ για την περίοδο από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο 2012, ύψους 106 031,44 πολωνικών ζλότι (PLN) (περίπου 24 735,82 ευρώ). Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε από τον προϊστάμενο της φορολογικής αρχής της Βαρσοβίας με απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2014.
16 Η Vega International άσκησε προσφυγή κατά της ανωτέρω αποφάσεως ενώπιον του Wojewódzki Sąd Administracyjny w Warszawie (διοικητικού δικαστηρίου της περιφέρειας της Βαρσοβίας, Πολωνία). Με απόφαση της 26ης Ιουνίου 2015, το εν λόγω δικαστήριο έκρινε ότι η προσφυγή της Vega International ήταν αβάσιμη και την απέρριψε.
17 Εν συνεχεία, η Vega International άσκησε αναίρεση κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του Naczelny Sąd Administracyjny (Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, Πολωνία). Το εν λόγω δικαστήριο, όπως και οι πολωνικές φορολογικές αρχές και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εξέτασε το ενδεχόμενο εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση των αρχών που έθεσε το Δικαστήριο με την απόφασή του της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland (C‑185/01, EU:C:2003:73), κατά την οποία συμφωνία για τη διαχείριση των καυσίμων δεν συνιστά σύμβαση παράδοσης καυσίμων, αλλά μάλλον σύμβαση σχετική με τη χρηματοδότηση της αγοράς τους. Συγκεκριμένα, κατά την κρίση του Δικαστηρίου στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση εκείνη, η εταιρία leasing δεν αγοράζει τα καύσιμα προκειμένου εν συνεχεία να τα μεταπωλήσει στον μισθωτή του μισθωμένου με σύμβαση leasing αυτοκινήτου, αλλά ο τελευταίος είναι αυτός που επιλέγει ελεύθερα τόσο την ποιότητα και την ποσότητα όσο και την ημερομηνία της αγοράς των καυσίμων και, επομένως, διαθέτει τα εν λόγω καύσιμα ως κύριος.
18 Στην υπό κρίση περίπτωση, κατ’ εφαρμογήν της αποφάσεως αυτής, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η Vega International δεν πραγματοποιεί «παραδόσεις αγαθών», εν προκειμένω καυσίμων, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 8, του νόμου περί ΦΠΑ, για τις οποίες ο ΦΠΑ μπορεί να ανακτηθεί, αλλά παρέχει στη Vega Poland χρηματοοικονομική υπηρεσία η οποία δεν υπόκειται σε φορολόγηση στην Πολωνία καθόσον απαλλάσσεται του ΦΠΑ σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφος 1, σημείο 38, του εν λόγω νόμου.
19 Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland (C‑185/01, EU:C:2003:73), δεν εκδόθηκε βάσει της οδηγίας 2006/112, αλλά αφορούσε την ερμηνεία των τότε ισχυουσών διατάξεων της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49, στο εξής: έκτη οδηγία).
20 Υπό τις συνθήκες αυτές, το αιτούν δικαστήριο έχει αμφιβολίες όσον αφορά την ερμηνεία, υπό το πρίσμα της ως άνω αποφάσεως, της νέας διατάξεως του άρθρου 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112, η οποία αναφέρεται σε πράξεις όπως η χορήγηση ή η διαπραγμάτευση πιστώσεων καθώς και η διαχείριση πιστώσεων που ενεργείται από αυτόν που τις χορήγησε. Ανακύπτει, επομένως, το ζήτημα αν οι πράξεις που διενήργησε η Vega International στην Αυστρία, σχετικά με τη διάθεση και την εκκαθάριση των καρτών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την αγορά καυσίμων από τις θυγατρικές της στο πλαίσιο του ομίλου, είναι δυνατό να θεωρηθούν τέτοιες πράξεις. Επιπλέον, οι αμφιβολίες αυτές ενισχύονται από τις διαφορές στη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων τα οποία αναφέρθηκαν σε αυτό το νομολογιακό προηγούμενο κατά την εκτίμηση της φύσεως των πράξεων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της διαθέσεως των καρτών καυσίμων.
21 Ως εκ τούτου, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, προκειμένου να αποφανθεί επί της αιτήσεως αναιρέσεως που άσκησε η Vega International, είναι απαραίτητο το Δικαστήριο να προβεί σε ερμηνεία του άρθρου 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112.
22 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το εξής προδικαστικό ερώτημα:
«Εμπίπτουν στο άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της [οδηγίας 2006/112] η διάθεση καρτών ανεφοδιασμού καυσίμων, καθώς και η διαπραγμάτευση, η χρηματοδότηση και η εκκαθάριση της αγοράς καυσίμων με τη χρήση αυτών των καρτών, ή μπορούν οι σύνθετες πράξεις αυτές να χαρακτηρισθούν ως αλυσιδωτές πράξεις κύριος σκοπός των οποίων είναι η παράδοση καυσίμων;».
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
23 Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112 έχει την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της κύριας δίκης, η διάθεση εκ μέρους μητρικής εταιρίας στις θυγατρικές της καρτών καυσίμων οι οποίες επιτρέπουν στις τελευταίες να ανεφοδιάζουν με καύσιμα τα οχήματα των οποίων διασφαλίζουν τη μεταφορά μπορεί να χαρακτηρισθεί ως υπηρεσία χορηγήσεως πιστώσεως απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, ή ως σύνθετη πράξη της οποίας κύριος σκοπός είναι η παράδοση καυσίμων και, κατά συνέπεια, η παράδοση αγαθών κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, για την οποία μπορεί να ανακτηθεί ο ΦΠΑ που καταβάλλεται στην Πολωνία.
24 Προκαταρκτικώς επισημαίνεται ότι οι διατάξεις της οδηγίας 2006/112 που είναι κρίσιμες στο πλαίσιο της υποθέσεως της κύριας δίκης ταυτίζονται κατ’ ουσίαν με τις αντίστοιχες διατάξεις της έκτης οδηγίας. Υπό τις συνθήκες αυτές, η νομολογία που αφορά τις εν λόγω διατάξεις της έκτης οδηγίας παραμένει κρίσιμη για την ερμηνεία των αντίστοιχων διατάξεων της οδηγίας 2006/112 (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 28ης Ιουλίου 2016, Astone, C‑332/15, EU:C:2016:614, σκέψη 27).
25 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112, στον ΦΠΑ υπόκεινται οι παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή.
26 Κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, ως παράδοση αγαθών θεωρείται η μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, ενσώματο αγαθό.
27 Συναφώς, κατά πάγια νομολογία, ο χρησιμοποιούμενος στα άρθρα 5, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας και 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112 όρος «παράδοση αγαθών» δεν αναφέρεται στη μεταβίβαση της κυριότητας υπό τις μορφές που προβλέπονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, αλλά καλύπτει κάθε πράξη μεταβιβάσεως ενσώματου αγαθού από έναν συμβαλλόμενο η οποία παρέχει τη δυνατότητα στον αντισυμβαλλόμενό του να διαθέτει στην πράξη το εν λόγω αγαθό ως κύριος (βλ. αποφάσεις της 8ης Φεβρουαρίου 1990, Shipping and Forwarding Enterprise Safe, C‑320/88, EU:C:1990:61, σκέψη 7, της 14ης Ιουλίου 2005, British American Tobacco και Newman Shipping, C‑435/03, EU:C:2005:464, σκέψη 35, της 21ης Φεβρουαρίου 2006, Halifax κ.λπ., C‑255/02, EU:C:2006:121, σκέψη 51, της 3ης Ιουνίου 2010, De Fruytier, C‑237/09, EU:C:2010:316, σκέψη 24, καθώς και της 18ης Ιουλίου 2013, Evita-K, C‑78/12, EU:C:2013:486, σκέψη 33).
28 Το Δικαστήριο έχει επίσης αποφανθεί ότι η εν λόγω έννοια έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και εφαρμόζεται ανεξαρτήτως των σκοπών και των αποτελεσμάτων των οικείων πράξεων, η δε φορολογική αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να διεξάγει ελέγχους με σκοπό τη διαπίστωση της προθέσεως του υποκειμένου στον φόρο ή ακόμη να λαμβάνει υπόψη την πρόθεση άλλου επιχειρηματία, εκτός του εν λόγω υποκειμένου στον φόρο, ο οποίος παρεμβαίνει στην ίδια αλυσίδα παραδόσεων (απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2013, Dixons Retail, C‑494/12, EU:C:2013:758, σκέψη 21 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
29 Στην υπό κρίση υπόθεση, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η διάθεση από τη Vega International καρτών καυσίμων στις θυγατρικές της, μεταξύ των οποίων η Vega Poland, επιτρέπει ιδίως στις θυγατρικές αυτές να προμηθεύονται καύσιμα από πρατήρια πετρελαίου. Εν συνεχεία, τα τελευταία αποστέλλουν απευθείας στη Vega International τα τιμολόγια στα οποία βεβαιώνεται η αγορά καυσίμων με ΦΠΑ, για τον οποίο η Vega International υπέβαλε προς την πολωνική φορολογική διοίκηση αίτηση περί επιστροφής.
30 Υπό τις συνθήκες αυτές, προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, πρέπει να εξετασθεί αν, στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι εταιρίες πετρελαίου μεταβίβασαν πράγματι στη Vega International ή στη Vega Poland το δικαίωμα να διαθέτει τα καύσιμα ως κύριος (πρβλ. απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland, C‑185/01, EU:C:2003:73, σκέψη 33).
31 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, στην απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland (C‑185/01, EU:C:2003:73), το Δικαστήριο ανέλυσε το ζήτημα κατά πόσον, στο πλαίσιο σύμβασης leasing για μηχανοκίνητο όχημα, υφίσταται παράδοση αγαθών, συγκεκριμένα καυσίμων, από εταιρίες πετρελαίου προς εταιρία leasing, όταν ο μισθωτής ανεφοδιάζει το όχημά του με καύσιμα στο όνομα και για λογαριασμό της εν λόγω εταιρίας η οποία, εν συνεχεία, ζητεί από τις εθνικές φορολογικές αρχές την επιστροφή του καταβληθέντος για το εν λόγω καύσιμο ΦΠΑ.
32 Με την εν λόγω απόφαση το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αμφισβητείται ότι ο μισθωτής έχει δικαίωμα να διαθέτει το καύσιμο ως κύριος του αγαθού αυτού, διότι λαμβάνει απευθείας τα καύσιμα από πρατήρια υγρών καυσίμων και ο εκμισθωτής ουδέποτε έχει δικαίωμα να αποφασίσει με ποιον τρόπο και για ποιον σκοπό πρέπει να χρησιμοποιούνται τα καύσιμα αυτά (πρβλ. απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland, C‑185/01, EU:C:2003:73, σκέψη 34).
33 Επιπλέον, κατά το Δικαστήριο, σε μια τέτοια περίπτωση, οι παραδόσεις έχουν πραγματοποιηθεί με έξοδα της εταιρίας leasing μόνο φαινομενικά. Συγκεκριμένα, αφενός μεν, τα μηνιαία μισθώματα που της καταβάλλονται αποτελούν απλώς προκαταβολές, αφετέρου δε, την πραγματική κατανάλωση που προκύπτει στο τέλος του έτους την καλύπτει οικονομικά ο μισθωτής, τον οποίο, ως εκ τούτου, βαρύνουν εξ ολοκλήρου τα έξοδα της παραδόσεως των καυσίμων (απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland, C‑185/01, EU:C:2003:73, σκέψη 35).
34 Βάσει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συμφωνία για τη διαχείριση των καυσίμων που υπεγράφη μεταξύ της εταιρίας leasing και του μισθωτή δεν συνιστά σύμβαση παραδόσεως αγαθού, συγκεκριμένα καυσίμων, αλλά μάλλον σύμβαση σχετική με τη χρηματοδότηση της αγοράς του. Πράγματι, κατά το Δικαστήριο, η εταιρία leasing δεν αγοράζει τα καύσιμα για να τα πωλήσει ακολούθως στον μισθωτή του μισθωμένου με leasing αυτοκίνητου, αλλά αυτός αγοράζει τα καύσιμα, επιλέγοντας ελεύθερα την ποιότητα και την ποσότητά τους, καθώς και την ημερομηνία της αγοράς. Ως εκ τούτου, η εταιρία leasing στην πραγματικότητα λειτουργεί ως φορέας παροχής πιστώσεως στον μισθωτή του μισθωμένου με leasing οχήματος (απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, Auto Lease Holland, C‑185/01, EU:C:2003:73, σκέψη 36).
35 Σύμφωνα με τη νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 24 της παρούσας αποφάσεως, οι ανωτέρω εκτιμήσεις, τις οποίες διατύπωσε το Δικαστήριο υπό το πρίσμα του άρθρου 5, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας, μπορούν να εφαρμοσθούν στις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως όσον αφορά την ερμηνεία της έννοιας της «παράδοσης αγαθών» κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112.
36 Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η Vega International δεν διαθέτει ως κύριος τα καύσιμα σε σχέση με τα οποία ζητεί την επιστροφή του ΦΠΑ. Πράγματι, τα καύσιμα αυτά αγοράζονται από τη Vega Poland απευθείας από τους προμηθευτές και κατά τη διακριτική της ευχέρεια. Ως εκ τούτου, η Vega Poland αποφασίζει, μεταξύ άλλων, για τις λεπτομέρειες της αγοράς των καυσίμων στο μέτρο που μπορεί να επιλέξει από ποιο πρατήριο καυσίμων, μεταξύ των πρατηρίων των προμηθευτών που υποδεικνύει η Vega International, θα ανεφοδιαστεί με καύσιμα και να αποφασίσει ελεύθερα για την ποιότητα, την ποσότητα, το είδος και τη χρονική στιγμή της αγοράς καθώς και για τον τρόπο χρησιμοποιήσεώς τους (πρβλ. απόφαση της 16ης Απριλίου 2015, Wojskowa Agencja Mieszkaniowa w Warszawie, C‑42/14, EU:C:2015:229, σκέψη 26).
37 Επιπλέον, δεν αμφισβητείται ότι η Vega Poland βαρύνεται με το σύνολο των δαπανών του εν λόγω ανεφοδιασμού, στο μέτρο που η Vega International της χρεώνει εκ νέου τα καύσιμα αυτά. Εν συνεχεία, η πολωνική θυγατρική μπορεί είτε να συμψηφίσει τα τιμολόγια που εκδίδονται για τη χρήση των καρτών καυσίμων με τιμολόγια που αυτή εκδίδει προς την αυστριακή εταιρία είτε να εξοφλήσει απευθείας τα τιμολόγια αυτά εντός προθεσμίας ενός έως τριών μηνών από την παραλαβή τους.
38 Υπό τις συνθήκες αυτές, όπως υποστηρίζουν η Πολωνική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, τα καύσιμα παραδίδονται στη Vega International και ότι αυτή, εν συνεχεία, μεταπωλεί τα εν λόγω αγαθά στη Vega Poland, πραγματοποιώντας με τον τρόπο αυτό, με τη σειρά της, παράδοση καυσίμων προς αυτή. Αντιθέτως, όπως υπογραμμίζει η Επιτροπή, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Vega International απλώς θέτει στη διάθεση της πολωνικής θυγατρικής της, με τη χρήση καρτών καυσίμων, ένα απλό μέσο που της επιτρέπει να αγοράζει τα εν λόγω καύσιμα, και με τον τρόπο αυτό διαδραματίζει απλώς ρόλο διαμεσολαβητή στο πλαίσιο της πράξεως αποκτήσεως αυτών των αγαθών.
39 Κατά συνέπεια, ελλείψει παραδόσεως αγαθών, ήτοι καυσίμων, στην υπόθεση της κύριας δίκης, όσον αφορά τη Vega International, η τελευταία δεν μπορεί να ζητήσει την επιστροφή του ΦΠΑ που καταβλήθηκε επί των τιμολογίων που της εστάλησαν σε σχέση με τον ανεφοδιασμό με καύσιμα στον οποίο προέβη η Vega Poland από πρατήρια πετρελαίου.
40 Τούτου λεχθέντος, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 24, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112, κάθε πράξη η οποία δεν αποτελεί παράδοση αγαθών πρέπει να θεωρείται «παροχή υπηρεσιών».
41 Δεν αμφισβητείται ότι η πράξη που πραγματοποίησε η Vega International υπέρ της πολωνικής θυγατρικής της, η οποία συνίσταται στη διάθεση καρτών καυσίμων προς τον σκοπό, ιδίως, ανεφοδιασμού με καύσιμα των οχημάτων των οποίων τη μεταφορά διασφαλίζει η δεύτερη, δεν αποτελεί «παράδοση αγαθών» κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112. Κατά συνέπεια, αποτελεί «παροχή υπηρεσιών» κατά την έννοια του άρθρου 24, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας.
42 Ως εκ τούτου, προκειμένου να δοθεί χρήσιμη απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, είναι επίσης αναγκαίο να εξετασθεί αν αυτή η παροχή υπηρεσιών μπορεί να χαρακτηρισθεί ως υπηρεσία χορήγησης πιστώσεως, απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ κατά την έννοια του άρθρου 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112.
43 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι οι απαλλασσόμενες δυνάμει της διατάξεως αυτής πράξεις καθορίζονται σε συνάρτηση με τη φύση των υπηρεσιών που παρέχονται και όχι σε συνάρτηση με τον παρέχοντα την υπηρεσία ή τον λήπτη της υπηρεσίας, με συνέπεια η εφαρμογή των απαλλαγών αυτών να μην εξαρτάται από το νομικό καθεστώς της οντότητας που παρέχει τις υπηρεσίες αυτές (πρβλ. αποφάσεις της 4ης Μαΐου 2006, Abbey National, C‑169/04, EU:C:2006:289, σκέψη 66, και της 21ης Ιουνίου 2007, Ludwig, C‑453/05, EU:C:2007:369, σκέψη 25).
44 Όσον αφορά ειδικότερα τη φράση «χορήγηση και διαπραγμάτευση πιστώσεων», που περιλαμβάνεται στην εν λόγω διάταξη, η φράση αυτή πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως και επομένως το περιεχόμενό της δεν μπορεί να αφορά μόνον τα δάνεια και τις πιστώσεις που χορηγούνται από τραπεζικούς και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς [πρβλ. αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου 1993, Muys’ en De Winter’s Bouw- en Aannemingsbedrijf, C‑281/91, EU:C:1993:855, σκέψη 13, της 22ας Οκτωβρίου 2015, Hedqvist, C‑264/14, EU:C:2015:718, σκέψη 37, και της 18ης Οκτωβρίου 2018, Volkswagen Financial Services (UK), C‑153/17, EU:C:2018:845, σκέψη 35].
45 Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από τον σκοπό του κοινού συστήματος το οποίο θέσπισε η οδηγία 2006/112 και το οποίο αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στο να εξασφαλίσει στους υποκειμένους στον φόρο ίση μεταχείριση (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 1993, Muys’ en De Winter’s Bouw- en Aannemingsbedrijf, C‑281/91, EU:C:1993:855, σκέψη 14).
46 Ως εκ τούτου, η ερμηνεία κατά την οποία η χρηματοδότηση μιας αγοράς από μια τράπεζα απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ, ενώ η χρηματοδότηση της ίδιας αγοράς από έναν οικονομικό φορέα, ο οποίος δεν έχει το ειδικό καθεστώς οντότητας του τραπεζικού ή του χρηματοοικονομικού τομέα, υπόκειται σε ΦΠΑ αντιβαίνει σε μια από τις θεμελιώδεις αρχές του κοινού συστήματος ΦΠΑ, ήτοι την ίση μεταχείριση των υποκειμένων στον φόρο.
47 Στην υπό κρίση υπόθεση, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 14 της παρούσας αποφάσεως, δεν αμφισβητείται ότι όλες οι πράξεις που πραγματοποιούνται με τη χρήση καρτών καυσίμων τις οποίες η Vega International θέτει στη διάθεση των θυγατρικών της, μεταξύ των οποίων η Vega Poland, διεκπεραιώνονται σε κεντρικό επίπεδο από τη μητρική εταιρία στην Αυστρία, η οποία λαμβάνει από τους προμηθευτές καυσίμων τιμολόγια στα οποία βεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, η αγορά καυσίμων με ΦΠΑ. Εν συνεχεία, στο τέλος κάθε μήνα, η Vega International χρεώνει εκ νέου στις θυγατρικές της τα καύσιμα που χρησιμοποίησαν για την παροχή της υπηρεσίας μεταφοράς των οχημάτων, με προσαύξηση 2 %. Τέλος, στις θυγατρικές της απόκειται είτε να συμψηφίσουν τα τιμολόγια που εκδίδονται από τη μητρική εταιρία για τη χρήση των καρτών καυσίμων με τα τιμολόγια που αυτές εκδίδουν προς την αυστριακή εταιρία είτε να εξοφλήσουν τα τιμολόγια αυτά εντός προθεσμίας ενός έως τριών μηνών από την παραλαβή τους.
48 Ωστόσο, πρέπει να γίνει δεκτό ότι επιβάλλοντας αυτή την προσαύξηση κατά 2 % στη Vega Poland, η Vega International λαμβάνει αντιπαροχή για την υπηρεσία που παρέσχε στην πολωνική θυγατρική της. Με τον τρόπο αυτό, η Vega International παρέχει χρηματοοικονομική υπηρεσία στη Vega Poland καθόσον χρηματοδοτεί εκ των προτέρων την αγορά των καυσίμων και, ως εκ τούτου, ενεργεί με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ενεργεί ένα συνηθισμένο χρηματοπιστωτικό ή πιστωτικό ίδρυμα.
49 Υπό τις συνθήκες αυτές, διαπιστώνεται ότι η διάθεση από τη Vega International καρτών καυσίμων προς όφελος της Vega Poland συνιστά πραγματική χρηματοοικονομική πράξη η οποία προσομοιάζει, ειδικότερα, με τη χορήγηση πιστώσεως κατά την έννοια του άρθρου 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112 [πρβλ. απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2018, Volkswagen Financial Services (UK), C‑153/17, EU:C:2018:845, σκέψη 36].
50 Κατά συνέπεια, υπηρεσίες όπως αυτές που παρέχει η Vega International προς όφελος της Vega Poland μπορούν να τύχουν της απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112.
51 Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112 έχει την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της κύριας δίκης, η διάθεση εκ μέρους μητρικής εταιρίας στις θυγατρικές της καρτών καυσίμων οι οποίες επιτρέπουν στις τελευταίες να ανεφοδιάζουν με καύσιμα τα οχήματα των οποίων διασφαλίζουν τη μεταφορά μπορεί να χαρακτηρισθεί ως υπηρεσία χορηγήσεως πιστώσεως απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως.
Επί των δικαστικών εξόδων
52 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σε αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), έχει την έννοια ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της κύριας δίκης, η διάθεση εκ μέρους μητρικής εταιρίας στις θυγατρικές της καρτών καυσίμων οι οποίες επιτρέπουν στις τελευταίες να ανεφοδιάζουν με καύσιμα τα οχήματα των οποίων διασφαλίζουν τη μεταφορά μπορεί να χαρακτηρισθεί ως υπηρεσία χορηγήσεως πιστώσεως απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως.
(υπογραφές)
ΔΕΔ Θ 551/2019 Στις περιπτώσεις θανάτου του υπόχρεου παραβάτη παύει ο σκοπός για την επιβολή προστίμου επί τυπικής διαδικαστικής παράβασης.
Η επιβολή προστίμων του άρθρου 54 του ΚΦΔ σε περιπτώσεις μη υποβολής εκπρόθεσμης υποβολής ή ελλιπούς υποβολής δηλώσεων για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του φορολογούμενου έχει αυστηρά προσωπικό χαρακτήρα υπό την έννοια ότι ως διοικητικές κυρώσεις που αποσκοπούν στον εξαναγκασμό του υπόχρεου προς συμμόρφωση προς τις φορολογικές εν γένει υποχρεώσεις του η επιβολή τους δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ζημίας στο Δημόσιο και συνεπώς δεν έχουν αποκαταστατικό χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις θανάτου του υπόχρεου παραβάτη παύει ο σκοπός για την επιβολή προστίμου επί τυπικής διαδικαστικής παράβασης
Θεσσαλονίκη, 07/03/2019
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α8 - ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
Ταρ. Δ/νση : Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας: 54630 - Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο : 2313-333267
ΦΑΞ : 2313-333258
E-Mail : ded.thess@aade.gr
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έροντας υπ' όψη:
1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27.04.2017).
2. Την ΠΟΛ 1069/04.03.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την ΠΟΛ 1076/23.04.2018 Απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1456/26.04.2018).
4. Την υπ’ αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366/ΕΞ2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παρορή εξουσιοδότησης υπογραφής».
5. Την από .............. και με αριθμό πρωτοκόλλου ..............ενδικοφανή προσφυγή του .............. με
ΑΦΜ: .............. , ως κληρονόμου του αποβιώσαντα την 20/11/2017
.............. με ΑΦΜ: .............. , κατά της υπ’ αριθ /04.10.2018
πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ για το φορολογικό έτος 2016 και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σρετικά έγγραφα.
6. Την υπ’ αριθ /04.10.2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 ν.4174/2013 για το
φορολογικό έτος 2016 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ της οποίας ζητείται η ακύρωση.
7. Τις απόψεις του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ.
8. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α8 - Επανεξέτασης, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Επί της από και με αριθμό πρωτοκόλλου ..............ενδικοφανούς προσφυγής του .............. με ΑΦΜ: .............. , ως κληρονόμου του αποβιώσαντα την 20/11/2017 με ΑΦΜ: .............. , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
Με την υπ' αριθ ............../04.10.2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 54 του ν.4174/2013 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, επιβλήθηκε στον θανόντα πατέρα του προσφεύγοντα, για το φορολογικό έτος 2016, πρόστιμο ποσού 100,00€ πλέον χαρτοσήμου και ΟΓΑ χαρτοσήμου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 περ. α' και 2 περ. α' του άρθρου 54 του ν.4174/2013, λόγω εκπρόθεσμης υποβολής 1ης τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2016.
Ακολούθως, με την με αριθμό καταχώρησης .............. /13.10.2017 εκπροθέσμως υποβληθείσα 1η τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος του ως άνω φορολογικού έτους συμπλήρωσε την σχετική ένδειξη στον κωδικό 913 [Ένδειξη για αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω], από την εκκαθάριση της οποίας δεν μεταβλήθηκε η φορολογική υποχρέωση. Επιπλέον, όμως, με την υποβολή της τροποποιητικής, ανακλήθηκε ποσό 9.080,16€ που ήταν καταχωρημένο στον κωδικό 303 [Άθροισμα καθαρών ποσών από κύριες συντάξεις] το οποίο μετέφερε αυτούσιο στον κωδικό 619 [Εισοδήματα που αποκτήσατε το 2016, τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο] και ταυτοχρόνως, συμπληρώθηκε ο κωδικός 037 [Ένδειξη για κατ' επάγγελμα αγρότης].
Ο προσφεύγων, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή του, ζητά να γίνει αυτή δεκτή και να ακυρωθεί η προαναφερθείσα πράξη επιβολής προστίμου, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η συμπλήρωση της αναπηρίας του πατέρα του δεν επηρεάζει τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης.
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, ο πατέρας του προσφεύγοντα υπέβαλε εμπροθέσμως την με αριθμό καταχώρησης .............. /25.05.2017 αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2016, από την εκκαθάριση της οποίας δεν προέκυψε φόρος για καταβολή και στην οποία δεν είχε συμπληρώσει τον κωδικό 913 [Ένδειξη για αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω].
Ακολούθως, με την με αριθμό καταχώρησης ............../13.10.2017 εκπροθέσμως υποβληθείσα 1η τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος του ως άνω φορολογικού έτους συμπλήρωσε την σχετική ένδειξη στον κωδικό 913 [Ένδειξη για αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω] και ανακάλεσε ποσό 9.080,16€ που ήταν καταχωρημένο στον κωδικό 303 [Άθροισμα καθαρών ποσών από κύριες συντάξεις] το οποίο μετέφερε αυτούσιο στον κωδικό 619 [Εισοδήματα που αποκτήσατε το 2016, τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο] και ταυτοχρόνως, συμπλήρωσε τον κωδικό 037 [Ένδειξη για κατ’ επάγγελμα αγρότης], από την εκκαθάριση της οποίας, καίτοι δεν μεταβλήθηκε η φορολογική υποχρέωση, μεταβλήθηκε η φορολογική βάση και ο χαρακτηρισμός του δηλωθέντος εισοδήματος. Ως εκ τούτου, η συμπλήρωση εισοδήματος το οποίο απαλλάσσεται από το φόρο ή φορολογείται με ειδικό τρόπο και η συμπλήρωση του κωδικού της ένδειξης για κατ’ επάγγελμα αγρότη δεν εμπίπτει στην έννοια της διόρθωσης ελλιπούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για την οποία δεν επιβάλλεται πρόστιμο της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 54 του ΚΦΔ.
Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 34, 35, 1710 παρ. 1 και 1885 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις ισχύουσες στο πεδίο του δημοσίου δικαίου γενικές αρχές, προκύπτει ότι οι έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου, στο μέτρο που συνδέονται αμέσως με το υπάρχον στη ζωή φυσικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, είναι συνήθως προσωποπαγείς και συνεπώς ακληρονόμητες (λ.χ. η δημοσιοϋπαλληλική σχέση, η στρατιωτική υποχρέωση κ.λ.π.). Όταν, όμως, οι έννομες αυτές σχέσεις έχουν χρηματικό περιεχόμενο, κατά κανόνα κληρονομούνται, εκτός αν είναι αυστηρά προσωποπαγείς (λ.χ. το συνταξιοδοτικό δικαίωμα). Επομένως, στην περίπτωση των φορολογικών ενοχών ή των ενοχών που απορρέουν από χρηματικές ποινές (πρόστιμα), αστικής, διοικητικής ή μικτής φύσεως που επιβλήθηκαν στον κληρονομούμενο από διοικητικές αρχές ή αστικά και διοικητικά δικαστήρια, οι τελευταίες, ως μη αποσβηνόμενες με το θάνατο του, μεταβιβάζονται αιτία θανάτου στους κληρονόμους του (βλ. ΑΠ 1714/1981 ΝοΒ 1982, 1065). Οι δε κληρονόμοι ευθύνονται, ανάλογα με τη κληρονομική μερίδα τους, για την εξόφληση των χρεών της κληρονομιάς, εκτός αν πρόκειται για ποινικές κυρώσεις ή, ως εκ του συναγόμενου σκοπού των διατάξεων που τις προβλέπουν, προέχει ο κυρωτικός και όχι ο αποζημιωτικός τους χαρακτήρας. Ειδικότερα, το πρόστιμο επιβάλλεται ως συνέπεια του ότι τελέσθηκε μια άδικη πράξη από το πρόσωπο εκείνο, που έχει την ιδιότητα του φορολογούμενου. Συνιστά δε απλώς ένα μέσο εξαναγκασμού προς εκπλήρωση των υποχρεώσεων του έναντι της διοίκησης. Επομένως, οι διοικητικές κυρώσεις στο φορολογικό δίκαιο, ως μέσο διοικητικού εξαναγκασμού, συνιστούν επαχθείς διοικητικές πράξεις, με τις οποίες επιτυγχάνεται η προστασία του δημοσίου συμφέροντος και από τη νομική φύση τους συνδέονται άμεσα με το φυσικό πρόσωπο που τέλεσε τις φορολογικές παραβάσεις (Γνωμ. 551/2006 ΝΣΚ η οποία έγινε αποδεκτή από τον κ. Υφυπουργό Οικονομίας & Οικονομικών με την ΠΟΛ.1113/2007).
Αποφασίζουμε
του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ για το φορολογικό έτος 2016.
του φορολογικού έτους 2016
Ακριβές αντίγραφο ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ
Η υπάλληλος του Αυτοτελούς ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Γραφείου Διοικητικής Υποστήριξης
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ