Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

ΔΕΔ 2056/2019 Χαρτόσημο σε δάνεια εξωτερικού που εμβάστηκαν σε τραπεζικό λογαριασμό ημεδαπής χρησιδάνειο

$
0
0

Καλλιθέα, 21/06/2019
Αριθμός απόφασης: 2056

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α2

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 2131604553
ΦΑΞ: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
γ. Της παρ.3 του άρθρου 47 του ν.4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).
δ. Της ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκυκλίου της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
ε. Της ΠΟΛ 1064/12-04-2017 Εγκυκλίου της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).

2. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

3. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 21/02/2019 και αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας « », ΑΦΜ , με έδρα την , επί της και κατά: α) της υπ'αριθμ /2019 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2009-31/12/2009 και β) της υπ'αριθμ /2019 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010 του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) και τα προσκομιζόμενα με την υπό κρίση προσφυγή σχετικά έγγραφα.

4. Την υπ'αριθμ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2009-31/12/2009 και την υπ'αριθμ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010 του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) καθώς και την οικεία έκθεση ελέγχου των οποίων ζητείται η ακύρωση.

5. Τις απόψεις του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. .

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α2 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 21/02/2019 και αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας « » η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

α) Με την υπ'αριθμ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2009-31/12/2009 του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) καταλογίσθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας χαρτόσημο ποσού 1.320.000,00 ευρώ, ΟΓΑ Χαρτοσήμου ποσού 264.000,00 ευρώ, πρόσθετα τέλη χαρτοσήμου άρθρου 58 ν.4174/2013 ποσού 660.000 ευρώ, πρόσθετα τέλη ΟΓΑ χαρτοσήμου άρθρου 58 του ν.4174/2013 ποσού 132.000,00 ευρώ, τόκοι χαρτοσήμου άρθρου 53 ν.4174/2013 ποσού 587.796,00 ευρώ, τόκοι ΟΓΑ χαρτοσήμου άρθρου 53 ν.4174/2013 ποσού 117.559,20 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 3.081.355,20 ευρώ.

β) Με την υπ'αριθμ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010 του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) καταλογίσθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας χαρτόσημο ποσού 422.709,03 ευρώ, ΟΓΑ Χαρτοσήμου ποσού 84.541,81ευρώ, πρόσθετα τέλη χαρτοσήμου άρθρου 58 ν.4174/2013 ποσού 211.354,52 ευρώ, πρόσθετα τέλη ΟΓΑ χαρτοσήμου άρθρου 58 του ν.4174/2013 ποσού 42.270,90 ευρώ, τόκοι χαρτοσήμου άρθρου 53 ν.4174/2013 ποσού 188.232,33 ευρώ, τόκοι ΟΓΑ χαρτοσήμου άρθρου 53 ν.4174/2013 ποσού 37.646,47 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 986.755,06 ευρώ.

Οι ως άνω διαφορές τελών χαρτοσήμου καταλογίσθηκαν κατόπιν των διαπιστώσεων ελέγχου της από 17/01/2019 έκθεσης μερικού ελέγχου κώδικα τελών χαρτοσήμου της ελέγκτριας του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.,

Συγκεκριμένα διενεργήθηκε έλεγχος δυνάμει της υπ'αριθμ /2018 εντολής ελέγχου του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.. Από τον έλεγχο διαπιστώθηκαν τα κάτωθι :

α) στα δεδομένα των βιβλίων υφίστανται υποχρεώσεις οι οποίες είναι καταχωρημένες στο λογαριασμό 53.10.00000 « », και αφορούν ποσά δανείων τα οποία έλαβε η προσφεύγουσα εταιρεία από συγγενική της εταιρεία στο εξωτερικό, τα οποία αρχικώς κατατίθεντο σε τραπεζικούς λογαριασμούς που τηρούσε η προσφεύγουσα στο εξωτερικό και εν συνεχεία μεταφέρονταν σε ημεδαπό τραπεζικό λογαριασμό και συγκεκριμένα οι κινήσεις των συγκεκριμένων ληφθέντων δανείων έχουν ως εξής:

Διαχειριστική περίοδο 01/01/2009-31/12/2009
 

Α/Α Ημερομηνία κατάθεσης στο εξωτερικό Ποσό Δανείου Κατάθεση στην Τράπεζα Εξωτερικού Αριθμός λογαριασμού Ημερομηνία κατάθεσης στην Ελλάδα Τράπεζα Εσωτερικού Αριθμός λογαριασμού
1 26/01/2009 6.000.000,00 ................... ................... 27/01/2009 ................... 4047134947
2 11/05/2009 50.000.000,00 ................... ................... 12/05/2009 ................... 000.00.06.35.901
3 18/05/2009 10.000.000,00 ................... ................... 19/05/2009 ................... 000.00.06.35.901
    66.000.000,00          



Διαχειριστική περίοδο 01/01/2010-31/12/2010
 

Α/Α Ημερομηνία κατάθεσης στο εξωτερικό Ποσό Δανείου Κατάθεση στην Τράπεζα Εξωτερικού Αριθμός λογαριασμού Ημερομηνία κατάθεσης στην Ελλάδα Τράπεζα Εσωτερικού Αριθμός λογαριασμού
1 01/02/2010 15.000.000,00 ................ ................ 02/02/2010 ................ 000.00.06.36.991
2 15/10/2010 5.000.000,00 ................ ................ 18/10/2010 ................ 000.00.06.36.991
    20.000.000,00          



Ο έλεγχος έκρινε ότι για τις παραπάνω κινήσεις όφειλονται τέλη χαρτοσήμου, για τα οποία η προσφεύγουσα εταιρεία δεν υπέβαλε σχετική δήλωση ως εκ τούτου, τα εν λόγω τέλη καταλογίσθηκαν με την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων.

β) η προσφεύγουσα εταιρεία κατά τις ελεγχόμενες χρήσεις δραστηριοποιούνταν μεταξύ άλλων και στην πώληση παγωτών σε διάφορά σημεία λιανικής πώλησης όπως σούπερ μάρκετ, περίπτερα, καταστήματα ψιλικών ειδών κλπ.

Στα δεδομένα των βιβλίων και συγκεκριμένα στον λογαριασμό 14.91.00001 «ΠΑΓΙΑ- ΚΑΜΠΙΝΕΣ», προκύπτει ότι η προσφεύγουσα εταιρεία έχει στην ιδιοκτησία της ψυγεία συνολικής αξίας 20.371.140,47 ευρώ την 31/12/2009 και 22.709.029,97 ευρώ την 31/12/2010. Στα πλαίσια του ελέγχου ζητήθηκε από την προσφεύγουσα εταιρεία όπως προσκομίσει στοιχεία σχετικά με τις συμβάσεις συνεργασίας αυτής με τους πελάτες της που αφορούν την πώληση κατεψυγμένων προϊόντων καθώς και τα σχετικά παραστατικά διακίνησης των ψυγείων διάθεσης των προϊόντων. Από τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα με τους πελάτες της για τα ψυγεία διάθεσης των προϊόντων της έχει συνάψει σχετικά ιδιωτικά συμφωνητικά χρησιδανείου.

Ο έλεγχος έκρινε ότι για τα ως άνω συμβάσεις χρησιδανείων οφείλεται τέλος χαρτοσήμου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 και 15 του ΚΝΤΧ (σχετικές και ΠΟΛ1041/2014, ΝΣΚ 416/2010, ΣΤΕ 3529/2010, ΝΣΚ 79/2014) και ως αξία χρησιδανείου επί της οποίας θα υπολογισθεί τέλος χαρτοσήμου θα ληφθεί υπόψη η αξία που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 15 παρ.5 του Ν.Δ.118/1973 «Περί Κώδικος φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, κλπ», ήτοι το τέλος χαρτοσήμου θα υπολογισθεί στο 1/20 της πλήρους κυριότητας του αντικειμένου του χρησιδανείου, για κάθε έτος διάρκειας της σύμβασης, η οποία αξία δεν μπορεί να υπερβεί τα 8/10 της πλήρους κυριότητας.

Σημειώνεται ότι ο έλεγχος λαμβάνοντας υπόψη την ΠΟΛ1184/1995, η οποία προέβλεπε την μη επιβολή χαρτοσήμου για τις περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης κατά χρήση επενδυτικών αγαθών και το γεγονός ότι με την απόφαση του ΣΤΕ 3529/2010 κρίθηκε τελικώς ότι η παραχώρηση χρήσης ψυγείων, από την επιχείρηση σε πελάτες, αποτελεί σύμβαση χρησιδανείου και υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου, θεώρησε ότι για την χρήση 2009 δεν οφείλονται τέλη χαρτοσήμου ενώ για την χρήση 2010 η προσφεύγουσα όφειλε τέλη λόγω της υφιστάμενης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, και προς τούτου με την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010, καταλογίσθηκαν τα εν λόγω τέλη και ΟΓΑ χαρτοσήμου.

Η προσφεύγουσα εταιρεία, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να γίνει δεκτή η εν λόγω προσφυγή και να ακυρωθούν οι ως άνω προσβαλλόμενες πράξεις προβάλλοντας τους παρακάτω ισχυρισμούς:

• Μη υπαγωγή των δανείων στο καθεστώς των τελών χαρτοσήμου. Δεν υφίσταται διάταξη που να προβλέπει την επιβολή τέλους χαρτοσήμου επί των εντόκων δανείων και πιστώσεων, που χορηγούνται από πρόσωπα που είναι υποκείμενα στο ΦΠΑ και ενεργούν με αυτή την ιδιότητα. Προς επίρρωση των ισχυρισμών της επικαλείται τις αποφάσεις ΣτΕ 3929/1996 και 3727/1998 που αναφέρονται στην εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15 § 8 Κ.Ν.Τ.Χ. Αναγνωρίζει ότι οι αποφάσεις του ΣτΕ αναφέρονται σε πιστώσεις σε ανοικτό λογαριασμό από πιστωτικά ιδρύματα (τράπεζες, οργανισμούς κλπ) και υποστηρίζει ότι κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να αντιμετωπίζονται και τα έντοκα δάνεια που χορηγούνται από πρόσωπα υποκείμενα στο ΦΠΑ που ενεργούν με αυτή την ιδιότητα γιατί και τα δάνεια είναι μια μορφή πίστωσης.

• Μη υπαγωγή των δανείων σε τέλος χαρτοσήμου, λόγω έλλειψης εκτελεστότητας στην Ελλάδα. Σχετικά με τον τόπο υπογραφής της σύμβασης, η προσφεύγουσα αναφέρει ότι έλαβε χώρα σε πόλη του εξωτερικού. Επίσης επικαλείται ότι η σχέση ανάμεσα σε δανειζόμενο και δανειστή -εν προκειμένω - είναι σχέση μητρικής - θυγατρικής, οπότε, ακολουθήθηκε η συνήθης, ανάλογη πρακτική, που ακολουθείται ως προς τη κατάρτιση των εγγράφων αυτών συμβάσεων. Επιπρόσθετα ισχυρίζεται ότι όλες οι καταβολές και οι αντίστοιχες επιστροφές χρημάτων ελάμβαναν χώρα στην αλλοδαπή. Η ύπαρξη εκτελεστότητας στην Ελλάδα, θα πρέπει να προκύπτει από την ίδια τη σύμβαση, με την ύπαρξη όρου περί εμβάσεως των χρημάτων στην Ελλάδα και να μην κρίνεται από τυχόν μεταγενέστερες πράξεις, όπως για παράδειγμα την τυχόν μεταφορά των χρημάτων στο εσωτερικό της χώρας.

• Μη δυνατότητα διορθωτικού προσδιορισμού χαρτοσήμου, λόγω αντίθεσης με το άρθρο 9 του Ν 4174/2013. Η προσφεύγουσα επικαλείται τα διαλαμβανόμενα στην ΠΟΛ. 1027/1990, σύμφωνα με την οποία στερείται σημασίας το γεγονός εισαγωγής ποσών δανείων από την αλλοδαπή στην ημεδαπή, ως προς την επιβολή τελών χαρτοσήμου, αναφέροντας παράλληλα ότι η εν λόγω ΠΟΛ. 1027/1990 δεν έχει ανακληθεί και εφόσον ενήργησε σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα σε αυτήν δεν θεωρείται ότι παρέλειψε να υποβάλλει δήλωση απόδοσης τελών χαρτοσήμου. Επιπλέον αναφέρει ότι κι αν ακόμα γίνει δεκτό ότι η εν λόγω περίπτωση δεν εμπίπτει στις διατάξεις του άρ. 9 του Ν 4174/2013, τότε θα πρέπει να ληφθούν υπόψην τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 1 του Ν 2523/1997, κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να καταλογιστούν κυρώσεις για παράλειψη υποβολής δήλωσης τελών χαρτοσήμου για τα εν λόγω δάνεια.

• Μη δυνατότητα διορθωτικού προσδιορισμού χαρτοσήμου επί χρησιδανείων, λόγω αντίθεσης με το άρθρο 9 του Ν 4174/2013. Η προσφεύγουσα επικαλείται τα οριζόμενα στην ΠΟΛ 1184/1995, σύμφωνα με την οποία η σύμβαση παραχώρησης κατά χρήση επενδυτικών αγαθών χωρίς ιδιαίτερο αντάλλαγμα αλλά με την ανάληψη από αυτούς της υποχρέωσης να χρησιμοποιούν αυτά για την συντήρηση διάθεση κλπ των προϊόντων τους δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί σύμβαση χρησιδανείου, εκτός πεδίου εφαρμογής ΦΠΑ, και επομένως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ. 57 § ιβ του Ν 1642/1986, η σύμβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου. Η εγκύκλιος ΠΟΛ 1184/1995, δεν ανεκλήθη από την ΠΟΛ 1041/2014, κατά συνέπεια οι συμβάσεις χρησιδανείων που έχουν καταρτισθεί μέχρι την έκδοση της τελευταίας εγκυκλίου πρέπει να αντιμετωπίζονται βάσει της ΠΟΛ 1184/1995 (σχετική και η απόφαση ΔΕΔ 3932/2018 ). Ακόμη και να θεωρηθεί ότι η εν λόγω περίπτωση δεν εμπίπτει στις διατάξεις του άρ. 9 του Ν 4174/2013, τότε θα πρέπει να ληφθούν υπόψην τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 1 του Ν 2523/1997, κατά συνέπεια δεν θα πρέπει να καταλογιστούν κυρώσεις για παράλειψη υποβολής δήλωσης τελών χαρτοσήμου για τα δάνεια.

• Ασάφεια και αοριστία ως προς τα στοιχεία των συμβάσεων χρησιδανείου για τις οποίες γίνεται διορθωτικός προσδιορισμός τελών χαρτοσήμου.

Η προσφεύγουσα αναφέρει ότι ο έλεγχος έλαβε ως αντικείμενο των συμβάσεων χρησιδανείου την αξία όλων των ψυγείων, όπως αυτή προκύπτει από ο υπόλοιπο του λογαριασμού χωρίς να εξετάσει ποια από αυτά έχουν εν τοις πράγμασι χρησιδανεισθεί ή ευρίσκονται σε αδράνεια, ή υπό επιτήρηση ή τέλος παραμένουν στις αποθήκες της εταιρείας.

• Παραγραφή των αξιώσεων του Δημοσίου για διορθωτικό προσδιορισμό τελών Χαρτοσήμου Δανείων και Χρησιδανείων.

Οι διατάξεις του άρθρου 249 του Α.Κ. που προβλέπουν γενική εικοσαετή προθεσμία παραγραφής αντιβαίνει στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας και δεν μπορεί να εφαρμοστεί για τα τέλη χαρτοσήμου και την επ' αυτών εισφορά ΟΓΑ.

Επειδή, όπως ορίζει το άρθρο 249 «Εικοσαετής παραγραφή» του Αστικού Κώδικα: «Εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, οι αξιώσεις παραγράφονται σε είκοσι χρόνια.».

Επειδή για το θέμα της παραγραφής στη φορολογία χαρτοσήμου, κατά πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και των διοικητικών Δικαστηρίων, ελλείψει σχετικής διάταξης στον Κώδικα Χαρτοσήμου, έχει κριθέι ότι η αξίωση του Δημοσίου, για την επιβολή τελών χαρτοσήμου του Π.Δ. της 28 Ιουλίου 1931 και για την υπέρ Ο.Γ.Α, κοινωνική εισφορά του ν. 4169/1961, που υπολογίζεται επί των καταλογιζόμενων τελών χαρτοσήμου, υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 του Αστικού Κώδικα. (ΣτΕ 2579/1998, ΣτΕ 3514/1996, ΣτΕ 3514/1996, 28/1975, ΣτΕ 737/1979, ΣτΕ 3293/1979, ΣτΕ 3556/1980, ΣτΕ 394/1982, ΣτΕ 1890/1985, ΣτΕ 3514/1996, ΣτΕ 1561/2003 κ.λπ., Π.Φ.Δ. Αθ. 3729/1962, Π.Φ.Δ. Πειρ. 1505/1965, Φορ. Πρωτ. Αθ. 5421/1975, Φορ. Εφ. Πειρ. 1303/1969, Διοικ. Εφ. Αθ. 1294/1982 κ.λπ., Ν.Σ.Κ. γνωμ. 73/1979).

Επειδή εν προκειμένω η προσφεύγουσα εταιρεία ισχυρίζεται την παραγραφή του δικαιώματατος του Δημοσίου για την επιβολή του τέλους χαρτοσήμου, ωστόσο βάσει των ανωτέρω ο ισχυρισμός της απορρίπτεται ως αβάσιμος καθώς σύμφωνα με την προαναφερθείσες διατάξεις και την υφιστάμενη νομολογία ως προς την φορολογία χαρτοσήμου ο χρόνος παραγραφής είναι εικοσαετής και οι προσβαλλόμενες πράξεις εκδόθηκαν και κοινοποιήθηκαν εντός του εν λόγω χρόνου παραγραφής.

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΝΤΧ .(π.δ. 28-7-1931, ΦΕΚ 239 Α') ορίζεται : άρθρο 8 του Κ.Ν.Τ.Χ:

«1.Έγγραφα έχοντα αντικείμενον κινητήν ή ακίνητον περιουσίαν κειμένην εν Ελλάδι ή υποχρεώσεις εκτελεστέας εν αυτή, συνταχθέντα δε εν τη αλλοδαπή, αλλ' ουχί ενώπιον Ελληνικής Αρχής επί πληρωμή του οικείου τέλους, υποβάλλονται εις τα κατά τον παρόντα νόμον τέλη υπό τας κατωτέρω διακρίσεις:

α) Εάν μεν τα έγγραφα ταύτα συνετάγησαν εν Ευρώπη, Τουρκία και Αιγύπτω, χαρτοσημαίνονται δια του απλού τέλους εντός προθεσμίας τριών ετών από της εκδόσεως αυτών, προσαγόμενα εις οιονδήποτε εν Ελλάδι Οικονομικόν Έφορον, άλλως υπόκεινται εις τας εν άρθρω 40 παρ. 3 ποινάς.

β) Εάν τα αυτά έγγραφα συνετάγησαν εν τη αλλοδαπή πλην ουχί εν Ευρώπη, Τουρκία ή Αιγύπτω, υπόκεινται εις το απλούν κατά τον παρόντα νόμον τέλος και μόνον εφόσον προσάγονται ενώπιον Δικαστηρίων ή άλλης του Κράτους Αρχής.

2. Παν άλλο έγγραφον, έχον αντικείμενον διάφορον του των εγγράφων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, συντασσόμενον εν τη αλλοδαπή, υπόκειται εις το κατά το άρθρον 24 παρ. 6 του παρόντος νόμου τέλος, μόνον εάν προσαχθή ενώπιον των Ελληνικών Δικαστηρίων ή πάσης άλλης του Κράτους Αρχής.

3. Εις τας περιπτώσεις του εδαφίου β' της ανωτέρω παραγράφου 1 και της παραγράφου 2, το κινητόν επίσημα επικολλάται και διαγράφεται υπό του προσάγοντας το έγγραφον.».

άρθρο 14 :

«Επί των εμπορικών και λοιπών εγγράφων και πράξεων,των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρω 15, το τέλος ορίζεται εις δύο επί τοις εκατόν (2%) της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις δραχμάς.». άρθρου 15 παρ.1α :

«Εις το κατά την παράγραφαν 1 του προηγουμένου άρθρου 14 τέλος υπόκεινται: 1.α) Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτόμενη είτε απ' ευθείας, είτε δια δημοσίου συναγωνισμού μεταξύ εμπόρων, μεταξύ εμπόρου και εμπορικής εταιρείας πάσης φύσεως, μεταξύ εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, αφορώσα αποκλειστικώς εις την ασκουμένην υπ' αυτών εμπορίαν, και μεταξύ τρίτου εν γένει και ανωνύμου εταιρείας, ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφόσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε δια δημοσίου, είτε δι' ιδιωτικού καθ' οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου.».

Επειδή στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 12 του ΝΔ 3717/1957 ορίζεται :

«Η αληθής έννοια των διατάξεων της περί τελών χαρτοσήμου νομοθεσίας,καθ' όσον αφορά την υπαγωγήν των εν αυτή αναφερομένων συμβάσεων,πράξεων κλπ. εις τέλη χαρτοσήμου, είναι ότι ως έγγραφον αποδεικνύον την σύμβασιν, πράξιν κλπ. λογίζεται και πάσα σχετική εγγραφή εις τα βιβλία των επιτηδευματιών, ήτις και υποβάλλεται εις το οικείον δια την ούτω αποδεικνυομένην δικαιοπραξίαν τέλος χαρτοσήμου.».

Επειδή στην παρ.1περ.(α) του άρθρο 2 του ν.2859/2000 ορίζεται:

«Αντικείμενο του φόρου είναι: α) η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα,...» .

Επειδή στο άρθρο 22 παρ.1 περ.(κγ) του ν.2859/2000 ορίζεται: «1.Απαλλάσσονται από το φόρο:

κγ) η χορήγηση και η διαπραγμάτευση πιστώσεων, καθώς και η διαχείριση τους από το πρόσωπο που τις χορηγεί,».

Επειδή στην παρ.1 (α) και (β) του άρθρου 63 του ν.2859/2000 ορίζεται: « Από την έναρξη ισχύος του Ν. 1642/1986, καταργούνται οι διατάξεις:

α) για την επιβολή φόρου κύκλου εργασιών στις πράξεις τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, με εξαίρεση τις διατάξεις που αφορούν την επιβολή του φόρου αυτού στα έσοδα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων,

β) για την επιβολή τελών χαρτοσήμου στις πράξεις τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος νόμου και στα παρεπόμενα τους σύμφωνα.».

Επειδή, περαιτέρω, στην έννοια του όρου «χορήγηση πιστώσεων» της παραπάνω διάταξης της περ. κγ' της παρ. 1 του άρθρου 22 του Κώδικα ΦΠΑ, που απαλλάσσονται από το ΦΠΑ, δεν εμπίπτουν οι συμβάσεις παροχής έντοκων δανείων ως συμβάσεις παροχής πίστωσης γιατί δεν μπορούν να είναι αντικείμενο του φόρου αυτού. Είναι δε εκτός πεδίου εφαρμογής ΦΠΑ ή σύμβαση παροχής πίστωσης, καθόσον, η χορήγηση πιστώσεων αφορά παροχή υπηρεσιών, από τον υποκείμενο στο φόρο - δηλαδή το πρόσωπο (φυσικό ή νομικό), που παρέχει τις υπηρεσίες του σε τρίτους και το οποίο αποκτά το σχετικό έσοδο από την παροχή των υπηρεσιών αυτών που αποτελεί και τη φορολογητέα αξία, στην οποία υπολογίζεται ο ΦΠΑ. Κατόπιν αυτών, αναφέροντας ο νομοθέτης στην παραπάνω διάταξη ότι απαλλάσσεται από το ΦΠΑ «η χορήγηση πιστώσεων», δεν εννοεί την ίδια την σύμβαση χορήγησης πίστωσης, αλλά την αμοιβή την οποία λαμβάνει αυτός που χορηγεί την πίστωση εξαιτίας της εξυπηρέτησης (διευκόλυνσης) που παρέχει στον λήπτη της πίστωσης. Η εν λόγω δε «αμοιβή», η οποία αποτελεί και έσοδο εκείνου που χορηγεί την πίστωση, είναι και το αντικείμενο του ΦΠΑ, που απαλλάσσεται από το φόρο, σύμφωνα με τη μνημονευόμενη διάταξη, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η αμοιβή αυτή καταβάλλεται για εξυπηρέτηση πράξης που, κατά τα προαναφερόμενά, δεν υπόκειται σε ΦΠΑ, αλλά σε τέλος χαρτοσήμου 2%, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 1α του Κ.Ν.Τ.Χ (πρβλ. 3500, 3501/2016 Απόφαση Διοικητικού Εφετείου Αθηνών 3ου τριμελούς).

Επειδή εν προκειμένω η προσφεύγουσα εταιρεία αμφισβητεί τις προσβαλλόμενες πράξεις προβάλλοντας ως ισχυρισμό ότι η χορήγηση δανειων υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής Φ.Π.Α και συγκεκριμένα στην δραστηριότητα χορήγησης πιστώσεων, η οποία απαλλάσσεται του ΦΠΑ.

Επειδή σε κάθε περίπτωση βάσει των ανωτέρω διατάξεων αλλά και της σχετικής νομολογίας έχει γίνει παγίως δεκτό ότι, από την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 1642/1986 και εντεύθεν, οι συμβάσεις σύναψης δανείου μεταξύ επιχειρήσεων εξακολουθούν να υπάγονται σε τέλη χαρτοσήμου εφόσον περιέχουν υποχρεώσεις εκτελεστέες στην Ελλάδα, (βλ. όλως ενδεικτικώς ΣτΕ 3639/2013, 124/2014, 3500, 3501/2016 Διοικητ.Εφετ.Αθηνών.).

Περαιτέρω, οι επικαλούμενες από την προσφεύγουσα εταιρεία απαλλακτικές διατάξεις του ΦΠΑ, αφενός αφορούν τα πρόσωπα που χορηγούν τις πιστώσεις όχι δε και τα πρόσωπα που τις λαμβάνουν και αφετέρου στο πλαίσιο των πράξεων αυτών, η προσφεύγουσα δεν ενεργεί με την ιδιότητα του υποκειμένου στο φόρο η οποία εν συνεχεία θα απαλλαγεί από το φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν.2859/2000, καθότι δεν ενεργεί στα πλαίσια του σκοπού και του αντικειμένου της εργασίας αυτής, ήτοι δεν αποτελεί τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα ή Πιστωτικό Οργανισμό.

Συνεπώς κατόπιν των ανωτέρω οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας περί μη υπαγωγής των κρινόμενων συμβάσεων χορήγησης δανείων σε τέλη χαρτοσήμου, λόγω υπαγωγής τους στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 § 1 περ. β' του ν. 2859/2000, με το οποίο καταργήθηκαν οι διατάξεις για την επιβολή τελών χαρτοσήμου στις πράξεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, όπως η παροχή υπηρεσιών, πρέπει να απορριφθούν ως ερειδόμενοι σε εσφαλμένη νομική εκδοχή.

Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ 1027/1990 του Υπουργείου Οικονομικών με θέμα «Τέλη Χαρτοσήμου δανειακών συμβάσεων που καταρτίζονται στην αλλοδαπή», με την οποία κοινο¬ποιήθηκε η υπ' αριθμ. 676/1989 Γνωμοδότηση της Νομικής Διεύθυνσης του Υπουργείου, έχουν γίνει δεκτά από τη Διοίκηση τα ακόλουθα:

«1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Χαρτοσήμου ορίζεται, ότι έγγραφα έχοντα αντικείμενο κινητή ή ακίνητη περιουσία κείμενη στην Ελλάδα ή υποχρεώσεις εκτελεστέες σ' αυτή, συνταχθέντα στην αλλοδαπή όχι όμως ενώπιον Ελληνικής Προξενικής Αρχής, υπόκεινται στα οικεία τέλη χαρτοσήμου, κατά τις διακρίσεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου αυτής. Η Συνέλευση των Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων, ερμηνεύοντας την ανωτέρω διάταξη, με την γνωμοδότησή της 676/89, που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό των Οικονομικών, και την οποία κοινοποιούμε με την παρούσα για ενημέρωσή σας, γνωμοδότησε ότι: α. Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 8 § 1 του Κώδικα Χαρτοσήμου αναφέρεται σε έγγραφα, τα οποία, κατά τις διατάξεις του Κώδικα αυτού, εάν συντάσσονταν ενώπιον ελληνικής αρχής στην αλλοδαπή θα υποβάλλονταν οπωσδήποτε σε ορισμένο τέλος χαρτοσήμου (αναλογικό ή πάγιο). Επομένως, η διάταξη αυτή δεν αναφέρεται σε έγγραφα, τα οποία δεν θα υποβάλλονταν κατά νόμο σε τέλος χαρτοσήμου (αναλογικό ή πάγιο) εάν συντάσσονταν ή εκδίδονταν στην ημεδαπή, β. Το έγγραφο (σύμβαση), που περιέχει ή συνιστά τίτλο εγγραφής εμπράγματου βάρους επί κινητού (ενεχύρου) ή ακινήτου (υποθήκης), που βρίσκεται στην Ελλάδα, έχει αναμφιβόλως αντικείμενο κινητή ή ακίνητη περιουσία κειμένη στην Ελλάδα και ειδικότερα το κινητό ή το ακίνητο επί του οποίου συνιστάται ή θα συσταθεί το βάρος αυτό, και επομένως το έγγραφο αυτό εμπίπτει στη ρύθμιση της ως άνω διάταξης του άρθρου 8 παρ. 1 του Κώδικα Χαρτοσήμου, γ. Ως «εκτελεστέα υποχρέωση» στην Ελλάδα, κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης του άρθρου 8 § 1 του Κώδικα Χαρτοσήμου, νοείται η πράξη ή η ενέργεια ή η συμπεριφορά εν γένει του οφειλέτη (υπόχρεου) με την οποία αποσβέννυται υποχρέωσή του (ή οφειλή του). Επομένως, σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία η πράξη, με την οποία εκδηλούται ή πραγματούται η «εκτέλεση» υποχρέωσης, γίνεται στην Ελλάδα, συντρέχει, ειδικά από άποψη τόπου εκτέλεσης της υποχρέωσης, η προϋπόθεση εφαρμογής της ως άνω διάταξης...».

Επειδή από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι, σε περίπτωση συμβάσεως συναφ¬θείσης στην αλλοδαπή, για την οποία διενεργήθηκε σχετική εγγραφή στα βιβλία της επιχείρησης, περιλαμβάνουσα τα απαραίτητα στοιχεία, για την επιβολή του τέλους, η εγγραφή αυτή υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου στην Ελλάδα εάν n σύμβαση έχει αντικείμενο κινητή ή ακίνητη περιουσία, κειμένη στην Ελλάδα ή υποχρέωση εκτελεστέα στην Ελλάδα. (ΣτΕ 3150/1994).

Επειδή επίσης κατά την έννοια των διατάξεων του ΚΝΤΧ σε τέλη υπόκεινται κατά κανόνα τα έγγραφα περί συνάψεως των συμβάσεων και όχι απλώς οι συνομολούμενες συμβάσεις (ΣΤΕ 124/2014, 3178-3179/2013, 190/2009, 6172, 6170,4287/1995, 2805/1994, 1802/1993 και 725/1990, ΣΤΕ1966/1998, 1368/1989, 2230/1988, 58/1984). Περαιτέρω δε κατά την έννοια των ιδίων των πιο πάνω διατάξεων του ΚΝΤΧ, υποχρέωση καταβολής τελών χαρτοσήμου επί συμβάσεως δανείου γεννάται όταν συντρεχουσών των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου το σχετικό ποσό είναι καταβλητέο και η εξόφληση γίνεται στην Ελλάδα, οπότε πρόκειται για υποχρέωση εκτελεστέα στην Ελλάδα τέτοια δε περίπτωση συντρέχει και όταν αποστέλλονται τα οφειλόμενα χρήματα στην Ελλάδα με τραπεζικό έμβασμα. (3501/22016 ΔΕΑ, ΣΤΕ124/2014, 3639/2013 πρβλ και ΣΤΕ3150/1994, 1246, 984/1992, 1365/1990, 4055, 3282/1987, 1236,974/1986,2905/1985, 3311/1982).

Επειδή, σύμβαση δανείου θεωρείται, ότι συντελέσθηκε στην αλλοδαπή όταν, όχι μόνο καταρτίσθηκε και υπογράφηκε στην αλλοδαπή, αλλά και όταν εκτελέσθηκε εκεί. Το συναπτόμενο στην αλλοδαπή με ιδιωτικό έγγραφο δάνειο υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου στην Ελλάδα, όταν το δάνειο αυτό εκτελείται στην Ελλάδα. Εκτέλεση δε του δανείου αυτού στην Ελλάδα υπάρχει όταν η παράδοση του δανείσματος από τον δανειστή στον οφειλέτη γίνεται στην Ελλάδα. Με την εν λόγω παράδοση προκύπτει ότι η οριστική σύμβαση του δανείου καταρτίζεται στην Ελλάδα δια της καταβολής στην Ελλάδα του ποσού του δανείου στην ημεδαπή τράπεζα προς τον οφειλέτη, δοθέντος, ότι η σύμβαση του δανείου η οποία κατατάσσεται στις «παραδοτικές (re) συμβάσεις» , προαπαιτεί, εκτός άλλων, για το έγκυρο της κατάρτισής της, και την καταβολή των χρημάτων από τον δανειστή προς τον οφειλέτη. Από την παράδοση αυτή του πράγματος στον οφειλέτη θεωρείται, ότι καταρτίζεται η σύμβαση του δανείου, μη αρκούσης μόνο της συμφωνίας, και από την παράδοση του πράγματος στον οφειλέτη γεννάται και η υποχρέωση αυτού προς απόδοση στον δανειστή των δανεισθέντων υπ' αυτού πραγμάτων (άρθρα 806-809 Α.Κ.)..Υποχρέωση, για καταβολή τέλους χαρτοσήμου επί του ανωτέρω δανείου, δημιουργείται, κατά το άρθρο 12 του Ν.Δ. 3717/1957, στην περίπτωση που λάβει χώρα εγγραφή του ανωτέρω δανείου στα βιβλία του επιτηδευματία οφειλέτη στην Ελλάδα (Πρβλ. Σ.τ.Ε. 1716/1980, 3270/1981, 3529/2010), επειδή από και διά της εγγραφής του δανείου αυτού στα βιβλία, δημιουργούνται εξ αυτού υποχρεώσεις εκτελεστέες στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8(1) του ΚΤΧ. (Π.Ρέππας).

Επειδή συγκεκριμένα στην με αριθμ. 124/2014 απόφαση ΣτΕ ( με την οποία επιδιώχθηκε η αναίρεση της 617/2006 απόφασης Δ.Ε.Α, σχετική με τις υποχρεώσεις από πλευράς ΚΤΧ σύμβασης δανείου που υπεγράφη στην αλλοδαπή, ενώ το δανειακό κεφάλαιο καταβλήθηκε αρχικά σε τράπεζα της αλλοδαπής,) και στην σκέψη 4, 5 και 6 έγιναν δεκτά τα εξής : «...4.Επειδή, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων του ΚΝΤΧ, υποχρέωση καταβολής τελών χαρτοσήμου επί συμβάσεως δανείου γεννάται όταν, συντρεχουσών των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, το σχετικό ποσό είναι καταβλητέο και η εξόφληση γίνεται στην Ελλάδα, οπότε πρόκειται για υποχρέωση εκτελεστέα στην Ελλάδα, τέτοια δε περίπτωση συντρέχει και όταν αποστέλλονται τα οφειλόμενα χρήματα στην Ελλάδα με τραπεζικό έμβασμα (βλ. ΣΕ 3639/2013, πρβλ. και ΣΕ 3150/1994, 1246, 984/1992, 1365/1990, 4055, 3282/1987, 1236, 974/1986, 2905/1985, 3311/1982)

5. ...Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΦΑΒΕ Αθηνών, με την προμνημονευθείσα απάντησή του και ύστερα από σχετικό έλεγχο, για τον οποίο συντάχθηκε η προαναφερθείσα έκθεση, απέρριψε το αίτημα της αναιρεσείουσας με την αιτιολογία ότι το προϊόν του δανείου βρισκόταν στη διάθεση της οφειλέτριας επιχείρησης στην Ελλάδα την ίδια ημέρα που καταβλήθηκε στο εξωτερικό και, συνεπώς, η δανειακή σύμβαση είχε τα ίδια έννομα αποτελέσματα σαν να είχε συναφθεί στο εσωτερικό της χώρας ή το ποσό του δανείου να μεταφερόταν απευθείας στην Ελλάδα, χωρίς να μεσολαβήσει η αλλοδαπή τράπεζα, η μεσολάβηση δε αυτή αποτελούσε τυπικό μέρος της διαδικασίας αποστολής των χρημάτων, που σε καμία περίπτωση δεν συνιστούσε εκτέλεση της δανειακής σύμβασης στο εξωτερικό και, για το λόγο αυτό, υπέκειτο σε τέλος χαρτοσήμου. Καθ' ερμηνεία των παραπάνω διατάξεων κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη ότι «<σύμβαση δανείου συναφθείσα με ιδιωτικό έγγραφο στην αλλοδαπή, υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου στην Ελλάδα, εάν το δάνειο εκτελέστηκε στην Ελλάδα. Θεωρείται δε ότι τα δάνειο εκτελείται στην Ελλάδα, όταν η παράδοση (καταβολή) του δανείσματος από το δανειστή στον οφειλέτη γίνεται στην Ελλάδα. Και παράδοση του δανείσματος από τον δανειστή στον οφειλέτη στην Ελλάδα υφίσταται όταν το ποσό του δανείου κατατίθεται από τον αλλοδαπό δανειστή σε αλλοδαπή τράπεζα στην αλλοδαπή με σκοπό την αποστολή του σχετικού ποσού στην Ελλάδα με τραπεζικό έμβασμα». Περαιτέρω, το διοικητικό εφετείο, επικυρώνοντας την κρίση της πρωτόδικης απόφασης, έκρινε ότι με τα πιο πάνω πραγματικά περιστατικά, εφόσον, σύμφωνα με τους πρώτο και δεύτερο όρους της δανειακής σύμβασης, η δανείστρια εταιρεία είχε υποχρέωση να καταθέσει το προϊόν του δανείου σε λογαριασμό της αναιρεσείουσας, ο οποίος ανοίχθηκε για το σκοπό αυτό στην προαναφερθείσα τράπεζα στην αλλοδαπή, η δε τράπεζα, σύμφωνα πάντα με τους όρους του δανείου, είχε υποχρέωση να εμβάσει αυθημερόν το ποσό του δανείου σε λογαριασμό τον οποίο διατηρούσε η αναιρεσείουσα στην ίδια τράπεζα στην Ελλάδα, ενέργειες οι οποίες και έγιναν, όπως αυτό άλλωστε προέκυψε από τη σχετική βεβαίωση της αλλοδαπής τράπεζας καθώς και από την ταυτόχρονη σχετική εγγραφή στα λογιστικά βιβλία της αναιρεσείουσας, το προϊόν του δανείου αυτού δεν μπορούσε να τεθεί στη διάθεση της ενδιαφερόμενης εταιρείας στην αλλοδαπή αλλά μόνο στην Ελλάδα και, συνεπώς, ανεξαρτήτως του εάν η σύμβαση αυτή υπογράφηκε στην αλλοδαπή, είναι σύμβαση η οποία εκτελέσθηκε στην Ελλάδα και υπέκειτο σε τέλη χαρτοσήμου κατά της διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του Κ.Ν.Τ.Χ., απέρριψε δε την έφεση της αναιρεσείουσας.

6. Επειδή, η κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλόμενης αιτιολογείται, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη σκέψη 4, νομίμως και επαρκώς, όλοι δε οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, καθώς και η αίτηση στο σύνολό της.».

Επειδή επίσης και στις υπαριθμ.3500/2016 & 3501/2016 Αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στην σκέψη 11 αυτών αναφέρεται:
«11...το γεγονός ότι η κατάθεση του δανείσματος έγινε σε αλλοδαπή τράπεζα δεν αναιρεί την ανωτέρω κρίση περί εκτελεστέας υποχρέωσης στην Ελλάδα δεδομένου ότι η μεσολάβηση της... . τράπεζας ., αποτελούσε τυπικό μέρος της διαδικασίας αποστολής των χρημάτων που σε καμία περίπτωση δεν συνιστούσε εκτέλεση της δανειακής σύμβασης στο εξωτερικό αφού τελικός προορισμός του ποσού αυτού ήταν, προφανώς κατ'εντολή της οφειλέτριας-προσφεύγουσας, η Τράπεζα στην Ελλάδα ενώ έγινε και η ταυτόχρονη σχετική εγγραφή στα λογιστικά βιβλία της .
Εξάλλου το ότι η υποχρέωση ήταν εκτελεστέα στην Ελλάδα και αυτό είχε σκοπό η οφειλέτρια προκύπτει και από το γεγονός ότι αν και ήταν δυνατό να τεθούν στην διάθεση της προσφεύγουσας στην αλλοδαπή τα ποσά του δανείσματος αυτά τέθηκαν τελικά μόνο στην Ελλάδα, όπως ήταν η αληθινή της βούληση... Επομένως νόμιμα καταλογίσθηκαν εις βάρος της ...τα τέλη χαρτοσήμου και περαιτέρω η εισφορά υπέρ ΟΓΑ... ».

Επειδή εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την οικεία έκθεση ελέγχου, κατά τον διενεργηθέντα έλεγχο διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα εταιρεία τηρούσε τον λογαριασμό 53.10.000000 « » στον οποίον καταχωρήθηκαν μεταξύ άλλων και συναλλαγές που αφορούσαν δάνεια που έλαβε η προσφεύγουσα εταιρεία από την εταιρεία του ομίλου και συγκεκριμένα στο αναλυτικό καθολικό του ανωτέρω λογαριασμού τα υπό κρίση χορηγηθέντα δάνεια απεικονίζονται ως εξής:
 

Ημ_νια καταχ. Αρ.εγγ. Παραστατικό Αιτιολογία Πίστωση
26/1/2009 ................ ................ ................ 6.000.000,00
11/5/2009 ................ ................ ................ 50.000.000,00
18/5/2009 ................ ................ ................ 10.000.000,00
        66.000.000,00
1/2/2010 ................ ................ ................ 15.000.000,00
15/10/2010 ................ ................ ................ 5.000.000,00
        20.000.000,00


Στα πλαίσια του ελέγχου ζητήθηκε από την εταιρεία όπως προσκομίσει την σχετική δανειακή σύμβαση καθώς και τα σχετικά τραπεζικά έγγραφα που αφορούν τις κινήσεις των χορηγηθέντων δανείων.

Από τα στοιχεία που επεδείχθησαν στον έλεγχο αφενός δεν διαπιστώθηκε ότι η εν λόγω δανειακή σύμβαση υπεγράφη στο εξωτερικό, και αφετέρου ως προς τα παρακάτω ποσά δανείων που λήφθηκαν από την αλλοδαπή εταιρεία, διαπιστώθηκε ότι το προϊόν του δανείου κατατίθεται αρχικώς σε τραπεζικό λογαριασμό του εξωτερικού και εν συνεχεία βρίσκεται στην διάθεση της προσφεύγουσας στην Ελλάδα την επόμενη ημέρα ή εντός ολίγων ημερών και συγκεκριμένα :

Διαχειριστική περίοδο 01/01/2009-31/12/2009
 

Α/Α Ημερομηνία κατάθεσης στο εξωτερικό Ποσό Δανείου Κατάθεση στην Τράπεζα Εξωτερικού Αριθμός λογαριασμού Ημερομηνία κατάθεσης στην Ελλάδα Τράπεζα Εσωτερικού Αριθμός λογαριασμού
1 26/01/2009 6.000.000,00 ................... ................... 27/01/2009 ................... 4047134947
2 11/05/2009 50.000.000,00 ................... ................... 12/05/2009 ................... 000.00.06.35.901
3 18/05/2009 10.000.000,00 ................... ................... 19/05/2009 ................... 000.00.06.35.901
    66.000.000,00          




Διαχειριστική περίοδο 01/01/2010-31/12/2010
 

 Α/Α Ημερομηνία κατάθεσης στο εξωτερικό  Ποσό Δανείου  Κατάθεση στην Τράπεζα Εξωτερικού  Αριθμός λογαριασμού  Ημερομηνία κατάθεσης στην Ελλάδα  Τράπεζα Εσωτερικού  Αριθμός λογαριασμού
1 01/02/2010 15.000.000,00 ..................... ..................... 02/02/2010 ..................... 000.00.06.36.991
2 15/10/2010 5.000.000,00 ..................... ..................... 18/10/2010 ..................... 000.00.06.36.991
    20.000.000,00          



Επειδή βάσει των ανωτέρω, όπως αυτά προκύπτουν από τις εγγραφές στα λογιστικά βιβλία της προσφεύγουσας εταιρείας, διαπιστώνεται ότι η υπό κρίση σύμβαση δανείου με την αλλοδαπή εταιρεία, με την άμεση μεταφορά των χορηγηθέντων δανείων στην Ελλάδα, έχει τα ίδια έννομα αποτελέσματα σαν να είχε συναφθεί στο εσωτερικό της χώρας ή ως το ποσό του δανείου να μεταφερόταν απευθείας στην Ελλάδα, χωρίς να μεσολαβήσει η αλλοδαπή τράπεζα, η εν προκειμένη μεσολάβηση της αλλοδαπής τράπεζας αποτελεί τυπικό μέρος της διαδικασίας αποστολής των χρημάτων, που σε καμία περίπτωση, δεν συνιστά εκτέλεση της δανειακής σύμβασης στο εξωτερικό.

Συνεπώς σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΝΤΧ και της προναφερθείσας σχετικής νομολογίας, υποχρέωση καταβολής τελών χαρτοσήμου γεννάται και στην προκειμένη περίπτωση διότι υφίστανται υποχρεώσεις εκτελεστέες στην Ελλάδα, καθώς τελικός προορισμός του δανείσματος ήταν η ημεδαπή, δεδομένου ότι οι εν λόγω χορηγήσεις δανείων δεν τέθηκαν στη διάθεση της εταιρείας στην αλλοδαπή αλλά μεταφέρθηκαν και παραδόθηκαν άμεσα στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα για τις εν λόγω τραπεζικές συναλλαγές έγιναν και οι σχετικές εγγραφές ως ανωτέρω αναφέρθηκε στα λογιστικά βιβλία της προσφεύγουσας εταιρείας.

Ως εκ τούτου, οι σχετικοί προβαλλόμενοι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας εταιρείας περί μη εκτελεστότητας της σύμβασης στην Ελλάδα και περί ορθής εφαρμογής από την πλευρά της, της εγκυκλίου ΠΟΛ 1027/1990 εγκυκλιου, απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

Επειδή με τις διατάξεις των άρθρων 13§1 περ. α', 14 και 15§1 περ. α' του π.δ/τος 28/28-07-1931 «Περί Κώδικος των Νόμων περί Τελών Χαρτοσήμου» (Α' 239), όπως τα άρθρα αυτά ισχύουν, ορίζονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

Άρθρο 13: «Εις το κατά την παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου 12 τέλους υπόκεινται: 1.α) Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ' ευθείας, είτε δια δημοσίου συναγωνισμού ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφ' όσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε δια δημοσίου, είτε δι' ιδιωτικού καθ' οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου»

Άρθρο 14: «Επί των εμπορικών και λοιπών εγγράφων και πράξεων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρω 15, το τέλος ορίζεται εις δύο επί τοις εκατόν (2%) της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις δραχμάς»,

Άρθρο 15: «Εις το κατά την παράγραφαν 1 του προηγουμένου άρθρου 14 τέλος υπόκεινται: 1α) Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ' ευθείας, είτε δια δημοσίου συναγωνισμού μεταξύ εμπόρων, μεταξύ εμπόρου και εμπορικής εταιρείας πάσης φύσεως, μεταξύ εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, αφορώσα αποκλειστικώς εις την ασκουμένην υπ' αυτών εμπορίαν και μεταξύ τρίτου εν γένει και ανωνύμου εταιρείας ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφόσον καταρτίζονται εγγράφως και δή είτε δια δημοσίου είτε δι' ιδιωτικού καθ' οιονδήποτε τρόπον συντεταγμένου εγγράφου».

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 6 § 1 του Ν.Δ. 4535/1964 ορίζεται ότι τα τέλη χαρτοσήμου αναλογικά και πάγια προσαυξάνονται κατά ποσοστό 20% για εισφορά υπέρ ΟΓΑ.

Επειδή περαιτέρω, στο άρθρο 12 του Ν.Δ. 3717/1957 (Α' 131) ορίζεται ότι:

«Η αληθής έννοια των διατάξεων της περί τελών χαρτοσήμου νομοθεσίας, καθ' όσον αφορά εις την υπαγωγήν των εν αυτή αναφερομένων συμβάσεων, πράξεων κλπ, εις τέλη χαρτοσήμου, είναι ότι ως έγγραφον αποδεικνύον την σύμβασιν, πράξιν κλπ, λογίζεται και πάσα σχετική εγγραφή εις τα βιβλία των επιτηδευματιών, ήτις και υποβάλλεται εις το οικείον δια την ούτως αποδεικνυομένην δικαιοπραξίαν τέλος χαρτοσήμου». Κατά την έννοια της προπαρατεθείσης διατάξεως, για την επιβολή τέλους χαρτοσήμου η εγγραφή στα βιβλία, αναπληρώνει το σχετικό έγγραφο περί δανείου, πρέπει να περιέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία της οικείας συμβάσεως ώστε από την εγγραφή αυτή και μόνο να προκύπτει η συνομολόγηση της συμβάσεως (ΣτΕ 6172/1995, 4287/1995 κ.ά).

Επειδή, με το άρθρο 810 του Αστικού Κώδικα, ορίζεται ότι:

«Με τη σύμβαση του χρησιδανείου ο ένας από τους συμβαλλόμενους (χρήστης) παραχωρεί στον άλλο τη χρήση πράγματος χωρίς αντάλλαγμα και αυτός (χρησάμενος) έχει υποχρέωση να αποδώσει το πράγμα μετά τη λήξη της σύμβασης».

Επειδή σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 15§5 του ν.δ. 118/73 (Α' 202):

«Επί επικαρπίας δι' ορισμένον χρόνονλαμβάνεται ποσοστόν της αξίας της πλήρους κυριότητος ίσον προς το 1/20 της αξίας αυτής δι' έκαστον έτος διαρκείας, του μέρους του έτους λογιζομένου ως ακεραίου έτους. Η αξία της επικαρπίας ταύτης δεν δύνανται να είναι ανωτέρα των 8/10 της αξίας της πλήρους κυριότητος».

Επειδή με την ΠΟΛ. 67/05-03-1980, διευκρινίστηκε ότι:

«ως αξία επί της οποίας θα υπολογισθεί το ανωτέρω τέλος χαρτοσήμου, θα ληφθεί υπόψη η οριζόμενη από τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 15 του Ν.Δ. 118/1973 (1/20 της αξίας της πλήρους κυριότητας, για κάθε έτος διάρκειας της χρήσεως, που δεν δύναται να υπερβεί τα 8/10 της αξίας της πλήρους κυριότητας»

Επειδή με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1184/1995 κοινοποιήθηκε η υπ' αριθμ. 269/1995 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ, η οποία έγινε δεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών,στην οποία αναφέρεται ότι η παραχώρηση κατά χρήση άνευ ανταλλάγματος, ψυγείων, δεξαμενών και λοιπών αγαθών επένδυσης από την επιχείρηση στους λιανοπωλητές εμπόρους των προϊόντων της προς αποθήκευση και συντήρηση των προϊόντων αυτών δεν ασκεί επίδραση στο χαρακτηρισμό αυτών ως αγαθών επένδυσης. Συγκεκριμένα το ΝΣΚ γνωμοδότησε ότι τα αγαθά αυτά (ψυγεία, δεξαμενές κλπ), που παραχωρούνται κατά χρήση άνευ ανταλλάγματος, εξακολουθούν να εμπίπτουν στην κατηγορία των αγαθών επένδυσης καθώς συγκεντρώνουν αθροιστικά και τις δύο προϋποθέσεις που ο νόμος θέτει, ήτοι α) να ανήκουν κατά κυριότητα στην επιχείρηση και β) να τίθενται από αυτή σε διαρκή εκμετάλλευση. Η εκμετάλλευση αυτή των αγαθών, κατά το ΝΣΚ, συνίσταται στο γεγονός ότι δια της τοποθετήσεως των επενδυτικών αυτών αγαθών στα σημεία πώλησης των προϊόντων της, αυτή αποβλέπει προεχόντως και κυρίως στη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών συντήρησης των παραγόμενων από την επιχείρηση προϊόντων μέχρις ότου διατεθούν στον καταναλωτή. Τα αγαθά συνεπώς αυτά, κατά το ΝΣΚ, τυγχάνουν της εκμετάλλευσης της επιχείρησης, αφού αποτελούν ένα κρίκο στην αλυσίδα της καθόλου επιχειρηματικής δραστηριότητας αυτής και ανήκουν στα πάγια περιουσιακά της στοιχεία.

Η υπηρεσία στηριζόμενη στην παραπάνω αντιμετώπιση από το ΝΣΚ, με την εγκύκλιο ΠΟΛ. 1184 /06-07-1995, διευκρίνισε ότι η σχετική σύμβαση χρησιδανείου, ήτοι παραχώρησης από την επιχείρηση κατά χρήση των επενδυτικών αγαθών της στους λιανοπωλητές χωρίς αντάλλαγμα αλλά με την υποχρέωση να χρησιμοποιούν τα αγαθά αυτά για συντήρηση, διάθεση κ.λπ. των παραγόμενων από αυτήν προϊόντων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί αυτοτελή σύμβαση χρησιδανείου εκτός πεδίου εφαρμογής ΦΠΑ και επομένως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Κώδικα ΦΠΑ, η σύμβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου.

Επειδή εν συνεχεία με την υπ' αριθμ. ΣτΕ 3259/2010 Απόφαση κρίθηκε ότι ορθά καταλογίστηκαν σε βάρος επιχείρησης τέλη χαρτοσήμου για την δωρεάν παραχώρηση, από αυτή, ψυγείων συντήρησης των προϊόντων της στους πελάτες της με σύμβαση χρησιδανείου αόριστης διάρκειας.
Συγκεκριμένα η φορολογική αρχή εξέδωσε το έτος 1994 πράξη καταλογισμού τελών χαρτοσήμου για τα διαχειριστικά έτη 1991 και 1992. Το ΣτΕ εκδικάζοντας τη σχετική αναίρεση, έκρινε ότι «εφόσον η εφεσίβλητη εταιρία παραχώρησε τη χρήση ψυγείων συντήρησης προϊόντων σε πελάτες της χωρίς αντάλλαγμα και για αόριστη χρονική διάρκεια, μια και το χρονικό διάστημα της δωρεάν χρήσης διαρκεί, όσο οι πελάτες θα αγοράζουν προϊόντα της εταιρίας, συντρέχουν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις, που συγκροτούν την έννοια των συμβάσεων χρησιδανείων (άρθρο 810 ΑΚ), τα σχετικά έγγραφα των οποίων αναπληρώνονται από τις οικείες αντίστοιχες εγγραφές της εταιρίας στα βιβλία της, που αφορούν την αγορά των ψυγείων συντήρησης και ακολούθως τη δωρεάν παραχώρηση της χρήσης αυτών στους πελάτες της επιχείρησης». Κατά συνέπεια, έκρινε το ΣτΕ, ότι για τα υπό κρίση διαχειριστικά έτη 1991 και 1992 οφείλονται τέλη χαρτοσήμου από την εταιρία για τις σχετικές συμβάσεις χρησιδανείου, οπότε ορθώς καταλογίστηκαν από τη φορολογική αρχή.

Επειδή περαιτέρω, με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1041/03-02-2014 εγκύκλιο, κοινοποιήθηκε η υπ' αριθ. 416/2010 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ, σύμφωνα με την οποία «οι εγγράφως καταρτιζόμενες συμβάσεις χρησιδανείου υπάγονται στις γενικές διατάξεις των άρθρων 13 παρ.1 και 15 παρ.1 του Κώδικα των Νόμων περί Τελών Χαρτοσήμου» και με την υπ' αριθμ. 79/2014 Γνωμοδότηση, το ΝΣΚ απεφάνθη ότι «τα εν λόγω κινητά πράγματα αποτελούν επενδυτικά αγαθά κατά την έννοια των προπαρατεθεισών περί φ.π.α. διατάξεων, καθόσον ανήκουν στην κυριότητα της επιχείρησης και τίθενται σε διαρκή εκμετάλλευση, η δε παραχώρηση της χρήσεως τους δυνάμει της συμβάσεως χρησιδανείου, για τον προεκτεθέντα σκοπό, συνιστά χρησιμοποίηση των αγαθών αυτών, από την επιχείρηση, για τη διενέργεια φορολογητέων πράξεων (ΝΣΚ 269/1995). Η συγκεκριμένη παραχώρηση της χρήσεως συνιστά μία εκ των περισσοτέρων πράξεων που εντάσσονται στο πλαίσιο της φορολογητέας δραστηριότητας της επιχείρησης, εξ απόψεως δε εφαρμογής των περί φ.π.α. διατάξεων δεν εκλαμβάνεται ως μεμονωμένη πράξη, αλλά ως ενιαία, μετά των άλλων πράξεων, ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης και ως εκ τούτου, όπως ήδη έγινε δεκτό με την υπ' αριθμ. 269/1995 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, ο κατά τις κείμενες περί φ.π.α. διατάξεις αναλογών επί των δαπανών αποκτήσεως των εν λόγω αγαθών φ.π.α. είναι εκπεστέος ή επιστρεπτέος, κατά περίπτωση. Εκ τούτων, όμως, δεν έπεται ότι η σύμβαση του χρησιδανείου δεν υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου κατά τις σχετικές περί αυτού διατάξεις, ως ήδη εκρίθη (ΣτΕ 3529/2010), καθόσον, όπως προκύπτει από το άρθρο 63 του Ν. 2859/2000 τέλη χαρτοσήμου δεν επιβάλλονται μόνον στις πράξεις που προβλέπονται από το άρθρο 2 του ίδιου νόμου, στις οποίες δεν εμπίπτει η άνευ ανταλλάγματος παραχώρηση της χρήσεως των αγαθών δυνάμει σχετικής συμβάσεως χρησιδανείου (ΣτΕ 1550/1995), η οποία δεν αποτελεί ούτε παρεπόμενο σύμφωνο κατά την έννοια του άρθρου 15 παρ. 1 περ. γ' του ΚΝΤΧ (ΣτΕ 2956/1990). Υπό τα δεδομένα αυτά δεν τίθεται ζήτημα ούτε διπλής φορολόγησης του χρησάμενου ούτε υποχρέωσης του χρήστη για επιστροφή του εκπεσθέντος φ.π.α. στο Δημόσιο».

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 4174/2013 (Α' 170), όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 12 § 1 του ν. 4474/2017 (Α' 80) και ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 36 του ίδιου νόμου από 07/06/2017, ορίζεται ότι:

«1) Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να εκδίδει ερμηνευτικές εγκυκλίους, καθώς και Οδηγίες για την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας. Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι δημοσιεύονται στον ιστότοπο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και ισχύουν από τη δημοσίευσή τους. 2) Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση, έως ότου ανακληθούν ρητά ή έως ότου τροποποιηθεί η νομοθεσία την οποία ερμηνεύουν. Η τυχόν μεταβολή της ερμηνευτικής θέσης της Φορολογικής Διοίκησης δεν ισχύει αναδρομικά σε περίπτωση που συνεπάγεται τη χειροτέρευση της θέσης των φορολογουμένων. 3) Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι δεν είναι δεσμευτικές για τους φορολογούμενους. 4) Απαντήσεις που παρέχονται ή απόψεις που διατυπώνονται από υπάλληλο της Φορολογικής Διοίκησης σχετικά με την ερμηνεία της φορολογικής νομοθεσίας, δεν δεσμεύουν τη Φορολογική Διοίκηση, εκτός από τις περιπτώσεις, στις οποίες αυτό προβλέπεται στον Κώδικα. 5) Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος ακολούθησε τις εγκυκλίους της Φορολογικής Διοίκησης αναφορικά με τη φορολογική του υποχρέωση, η δήλωσή του δεν θεωρείται ανακριβής ή δεν θεωρείται ότι παρέλειψε να υποβάλει δήλωση, κατά περίπτωση».

Επειδή στην παρ.17 του άρθρου 72 του ν.4174/2013 ορίζεται:

«Για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως και τις 31.12.2013 επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του Ν. 2523/1997 , πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58, 58Α παράγραφος 2 ή 59 του παρόντος κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του παρόντος, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. Σε κάθε περίπτωση, μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.».

Επειδή στο άρθρο 1, παρ.1, 2 και 8 του ν.2523/1997 ορίζεται: «1. Αν ο κατά τη φορολογική νομοθεσία υπόχρεος να υποβάλει δήλωση και ανεξάρτητα από την πρόθεσή του να αποφύγει ή όχι την πληρωμή φόρου:.

2. Στο φόρο προστιθέμενης αξίας, στο φόρο κύκλου εργασιών και στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, τέλη και εισφορές τα παραπάνω ποσοστά πρόσθετων φόρων ορίζονται σε ενάμισι τοις εκατό (1,50%) για την εκπρόθεσμη δήλωση, σε τρία τοις εκατό (3%) για την ανακριβή δήλωση και σε τριάμισι τοις εκατό (3,50%) για τη μη υποβολή δήλωσης. 8.Πρόσθετος φόρος δεν επιβάλλεται εφόσον ο φορολογούμενος: α) ακολούθησε τις εγκυκλίους του Υπουργείου των Οικονομικών ή έγγραφες θέσεις της αρμόδιας φορολογικής αρχής αναφορικά με τη φορολογική του υποχρέωση.Ο φορολογούμενος πάντως δεν μπορεί να επικαλεσθεί τις άνω εγκυκλίους ή έγγραφα, εφόσον δόθηκε από το Σ.τ.Ε. αντίθετη ερμηνεία στις σχετικές διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας. Στην τελευταία περίπτωση η φορολογική αρχή επιβάλλει πρόσθετο φόρο μετά την ανάκληση των πιο πάνω εγκυκλίων ή εγγράφων.».

Επειδή στην παρ.4 του άρθρου 2 του ν.2523/1997 ορίζεται:

«Τα ποσοστά πρόσθετων φόρων δεν μπορούν να υπερβούν: α) το εξήντα τοις εκατό για την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης και β) το εκατόν είκοσι τοις εκατό για την υποβολή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολή δήλωσης, του φόρου την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε ο υπόχρεος ή του φόρου που έχει επιστραφεί στα πρόσωπα του άρθρου 41 του Κώδικα Φ.Π.Α. χωρίς να τον δικαιούνται.».

Επειδή στο άρθρο 65 του ν.4174/2013 ορίζεται:

«Σε περίπτωση αμφισβήτησης πράξης προσδιορισμού φόρου στα πλαίσια ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που προβαίνει στην εν λόγω αμφισβήτηση φέρει το βάρος της απόδειξης της πλημμέλειας της πράξης προσδιορισμού του φόρου.».

Επειδή εν προκειμένω η προσφεύγουσα εταιρεία ισχυρίζεται την ασάφεια ως προς τα στοιχεία των συμβάσεων χρησιδανείου για τις οποίες γίνεται διορθωτικός προσδιορισμός τελών χαρτοσήμου, ωστόσο ο προβαλλόμενος ισχυρισμός της απορρίπτεται καθότι προβάλλεται αορίστως χωρίς να αναφέρει με συγκεκριμένα στοιχεία ποια από τα συγκεκριμένα πάγια της (ψυγεία) δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο χρησιδανείου.

Επειδή επίσης η προσφεύουσα, ισχυρίζεται τη μη δυνατότητα διορθωτικού προσδιορισμού χαρτοσήμου επί χρησιδανείων, λόγω αντίθεσης με το άρθρο 9 του Ν 4174/2013, καθώς η ίδια εφάρμοσε την ισχύουσα εγκύκλιο ΠΟΛ 1184/1995, η οποία δεν ανεκλήθη από την ΠΟΛ 1041/2014.

Ο εν λόγω ισχυρισμός, λήφθηκε υπόψη από την ελεγκτική αρχή και κρίθηκε ότι βασίμως προβάλλεται ως προς την υποχρέωση καταβολής τελών χαρτοσήμου για την διαχειριστική περίοδο 01/01/2009-31/12/2009, και όπως προκύπτει από την οικεία έκθεση ελέγχου, δεν καταλογίσθηκαν τέλη χαρτοσήμου, καθώς στην εν λόγω περίοδο δεν υφίσταται νομολογία με περιεχόμενο αντίθετο της εγκυκλίου ΠΟΛ1184/1995.

Ωστόσο στην διαχειριστική περίοδο 01/01/2010-31/12/2010, ως προς το εν λόγω θέμα, εκδόθηκε η καθολικώς εφαρμοστέα απόφαση με αριθμ. 3259/2010 του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε τελικώς ότι για την υπό κρίση περίπτωση χρησιδανείου, οφείλονται τέλη χαρτοσήμου, ήτοι διατυπώθηκε αντίθετη ερμηνεία από τις υφιστάμενες διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας.

Επειδή η προσφεύγουσα εταιρεία λόγω του ότι εφάρμοσε την ισχύουσα εγκύκλιο ΠΟΛ 1184/1995, επικαλείται σε κάθε περίπτωση και τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.8 του ν.2523/1997 ως προς την μη επιβολή κυρώσεων κατά τον καταλογισμό της διαφοράς χαρτοσήμου που οφείλεται από τις συμβάσεις χρησιδανείων.

Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, διαπιστώνεται ότι στην περίπτωση που έχει δοθεί αντίθετη ερμηνεία του ΣΤΕ σε σχέση με τις διατάξεις και εγκυκλίους της φορολογικής νομοθεσίας, πρόσθετος φόρος επιβάλλεται μετά την ανάκληση αυτών. Στην προκειμένη περίπτωση με την έκδοση της ΠΟΛ 1041/03-02-2014 διατυπώθηκε από την Φορολογική διοίκηση αντίθετη θέση σε σχέση με την προγενέστερη εγκύκλιο ΠΟΛ 1184/1995.

Ως εκ τούτου επιβάλλεται πρόσθετος φόρος του άρθρου 1 του ν.2523/1997 από την 03/02/2014 με ανώτερω ποσοστό αυτού το 120%. Δεδομένου ότι τελικώς, δεν τροποποιείται το ποσοστό του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν.2523/1997 (παραμένει και πάλι 120%), ως προς τον προσδιορισμό των πρόσθετων φόρων, επιλέγεται το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του ν.4174/2013, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, καθότι αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση και συνεπώς οι πρόσθετοι φόροι με την παρούσα Απόφαση, δεν μεταβάλλονται και παραμένουν όπως υπολογίσθηκαν από τον έλεγχο.

Αποφασίζουμε

Την μερική αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 21/02/2019 και αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας « », ΑΦΜ ως
εξής:

α) την απόρριψη αυτής κατά το μέρος που αφορά την υπ'αριθμ. .../2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2009-31/12/2009,

β) την απόρριψη αυτής κατά το μέρος που αφορά τον καταλογισμό χαρτοσήμου επί χορηγηθέντων δανείων και χρησιδανείων στην υπ'αριθμ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010 και

γ) την μερική αποδοχή αυτής μόνο κατά το μέρος που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων της παρ.8 του άρθρου 1 του ν.2523/1997 για τον υπολογισμό των πρόσθετων φόρων επί της διαφοράς χαρτοσήμου στην αξία των χρησιδανείων στην υπ'αριθμ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010. Ωστόσο ως αναφέρθηκε, τα ποσά των προσθετων φόρων δεν μεταβάλλονται και ως εκ τούτου δεν τροποποιείται η οριστική φορολογική υποχρέωση της υπ'αριθμ /2019 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού τελών χαρτοσήμου διαχειριστικής περιόδου 01/01/2010-31/12/2010.

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση :

Διαχειριστική περίοδο 01/01/2009-31/12/2009
 

  ΒΑΣΕΙ ΔΗΛΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΒΑΣΕΙ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1) (2) (3) (3)-(1)
Αξία υποκείμενη σε τέλη χαρτοσήμου   66.000.000,00 66.000.000,00 66.000.000,00
Χαρτόσημο 2%   1.320.000,00 1.320.000,00 1.320.000,00
Σύνολο χαρτοσήμου   1.320.000,00 1.320.000,00 1.320.000,00
ΟΓΑ Χαρτοσήμου   264.000,00 264.000,00 264.000,00
Προσαυξήσεις χαρτοσήμου άρθρο 58 ν.4174/2013 50%   660.000,00 660.000,00 660.000,00
Προσαυξήσεις χαρτοσήμου τόκοι άρθρου 53 ν.4174/2013 61Χ0,73%=44,53%   587.796,00 587.796,00 587.796,00
Προσαυξήσεις ΟΓΑ χαρτοσήμου άρθρο 58 ν.4174/2013 50%   132.000,00 132.000,00 132.000,00
Προσαυξήσεις ΟΓΑ χαρτοσήμου τόκοι άρθρου 53 ν.4174/2013 61Χ0,73%=44,53%   117.559,20 117.559,20 117.559,20
Σύνολο   3.081.355,20 3.081.355,20 3.081.355,20




Διαχειριστική περίοδο 01/01/2010-31/12/2010
 

  ΒΑΣΕΙ ΔΗΛΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΒΑΣΕΙ ΔΕΔ ΔΙΑΦΟΡΑ
  (1) (2) (3) (3)-(1)
Αξία υποκείμενη σε τέλη χαρτοσήμου   21.135.451,50 21.135.451,50 21.135.451,50
Χαρτόσημο 2%   422.709,03 422.709,03 422.709,03
Σύνολο χαρτοσήμου   422.709,03 422.709,03 422.709,03
ΟΓΑ Χαρτοσήμου   84.541,81 84.541,81 84.541,81
Προσαυξήσεις χαρτοσήμου άρθρο 58 ν.4174/2013 50%   211.354,52 211.354,52 211.354,52
Προσαυξήσεις χαρτοσήμου τόκοι άρθρου 53 ν.4174/2013 61Χ0,73%=44,53%   188.232,33 188.232,33 188.232,33
Προσαυξήσεις ΟΓΑ χαρτοσήμου άρθρο 58 ν.4174/2013 50%   42.270,90 42.270,90 42.270,90
Προσαυξήσεις ΟΓΑ χαρτοσήμου τόκοι άρθρου 53 ν.4174/2013 61Χ0,73%=44,53%   37.646,47 37.646,47 37.646,47
Σύνολο   986.755,06 986.755,06 986.755,06



Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.


ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.


ΑΠ 662/2019 Τακτικές ή συνήθεις αποδοχές του εργαζομένου για υπολογισμό επιδομάτων εορτών και αδείας - Αξίωση για μισθό λόγω ανυπαίτιου κωλύματος

$
0
0


Περίληψη
Σύμφωνα με τα άρθρα 3 της υπ` αριθ. 19040/1931 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, 3 του α.ν. 539/1945 και 3 παρ. 16 του ν.4504/ 1966, τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας υπολογίζονται με βάση τις τακτικές ή συνήθεις αποδοχές του εργαζομένου, στις οποίες περιλαμβάνονται ο νόμιμος μισθός και τα επιδόματα. Περιλαμβάνονται όμως ακόμη πρόσθετες παροχές ή προσαυξήσεις στο μισθό, μεταξύ των οποίων και η κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού, με βάση τις υπ` αριθ. 8900/1946 και 25825/1951 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας για εργασία κατά τις Κυριακές και από το νόμο καθιερωμένες ως μη εργάσιμες εορτές του έτους, εφόσον η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα.
Δεν περιλαμβάνονται όμως:

α) Η κατά το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 435/1975 και το άρθρο 4 παρ. 4 και 5 του ν. 2874/2000 αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, δηλαδή τόσο η κατά τις εν λόγω διατάξεις βασική αμοιβή λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού του εργοδότη όσο και η κατά τις ίδιες διατάξεις προσαύξηση 100% και 250%, αντίστοιχα, επί της εν λόγω βασικής αμοιβής. Και αυτό γιατί η όλη αυτή αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, από την οποία εκείνη της αμέσως πιο πάνω βασικής αμοιβής οφείλεται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθρα 904 και επ., ΑΚ), ακόμη και όταν η υπερωριακή αυτή εργασία παρέχεται σταθερώς και μονίμως, δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού, αφού τούτο προϋποθέτει έγκυρη σύμβαση εργασίας (πρβλ. Ολ. ΑΠ 39-40/2002).
β) Η αμοιβή για την εργασία κατά Κυριακές ή Σάββατα. Και αυτό γιατί, όπως από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 10 του β.δ. 748/1966 και του άρθρου 904 του ΑΚ προκύπτει, η εκούσια ή εξαναγκασμένη παροχή εργασίας κοιτά την ημέρα της εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, (και) κατά την ημέρα της υποχρεωτικής αναπαύσεως λόγω εξαντλήσεως της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, όπου ισχύει η τελευταία, απαγορευόμενη από κανόνες δημόσιας τάξεως, είναι άκυρη και γεννά αξίωση για απόδοση της ωφέλειας του εργοδότη από την παροχή μιας τέτοιας εργασίας κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. 'Ετσι και η αμοιβή αυτή, ακόμη και αν η εργασία κατά Κυριακές ή Σάββατα παρέχεται σταθερώς και μονίμως, δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού (πρβλ. Ολ. ΑΠ 39- 40/2002), με εξαίρεση βέβαια την ως άνω κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού για την εργασία κατά Κυριακές και εξαιρετέες εορτές, η οποία, στην περίπτωση κατά την οποία η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα, συνυπολογίζεται, ως από το νόμο απευθείας οφειλόμενη, για την εξεύρεση του ύψους των παραπάνω επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, αποδοχών άδειας και επιδόματος άδειας, κατά τα προαναφερόμενα.
Ειδικότερα από τις διατάξεις της άνω 8900/1946 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, όπως αυτή ερμηνεύθηκε με την 25825/1951 απόφαση των ιδίων Υπουργών σε συνδυασμό με την διάταξη του άρθρου 10 παρ.1 του β.δ. 748/1966, με την οποία ορίζεται ότι μισθωτοί απασχολούμενοι κατά Κυριακή δικαιούνται ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως αυτής και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως κατ` άλλη εργάσιμο ημέρα της αρξαμένης την Κυριακή εβδομάδος, προκύπτει ότι ο μισθωτός που εργάζεται Κυριακή, επιτρεπτώς ή μη, και αμείβεται με μηνιαίο μισθό δικαιούται να λάβει για κάθε μία Κυριακή προσαύξηση 75% επί του 1/25 του μηνιαίου μισθού του, όχι όμως και το 1/25 του μισθού αυτού, το οποίο οφείλεται, κατά τα άρθρα 904 επ. Α.Κ., μόνον σε περίπτωση παράνομης στερήσεώς του από τη δικαιούμενη εβδομαδιαία ανάπαυση"(ΑΠ 1520/2003, ΑΠ 1207/2002).


Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, του α.ν. 539/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1346/1983 και στη συνέχεια από την παρ. 1 του ν. 3302/2004, του άρθρου 4 παρ. 1 του ίδιου α.ν., όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 3 παρ. 15 του ν. 4504/1966, του άρθρου 5 παρ. 1 εδ. β' του αυτού νόμου, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 3 του ν.δ. 3755/1957 και του άρθρου 8 της από 26-1-1977 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης, που μετά την κύρωσή της με το άρθρο 7 του ν. 549/1977, έχει ισχύ νόμου, καθώς και από τα άρθρα 5 της από 18-5-1998 ΕΓΣΣΕ και 6 της από 23-5-2000 ΕΓΣΣΕ, προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι ο εργαζόμενος με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μετά τη συμπλήρωση δωδεκάμηνης συνεχούς απασχόλησης στην υπόχρεη επιχείρηση (δεκάμηνης υπό την ισχύ της ΕΓΣΣΕ 2002-2003 - Πράξη Κατάθεσης Υπουργού Εργασίας 19/29-4-2002) αποκτά το δικαίωμα της ετήσιας άδειας με πλήρεις αποδοχές 24 εργασίμων ημερών και αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας 20 εργασίμων ημερών, χωρίς να υπολογίζεται σ' αυτές η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν απασχολούνται λόγω του εφαρμοζόμενου συστήματος εργασίας. Η άδεια αυτή επαυξάνεται κατά μία εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του βασικού χρόνου μέχρι τις 26 εργάσιμες ημέρες και για τους προαναφερόμενους μισθωτούς επιχειρήσεων με σύστημα πενθήμερης εβδομάδας εργασίας μέχρι τις 22 εργάσιμες ημέρες. Από 1-1-1999, εργαζόμενοι που έχουν συμπληρώσει υπηρεσία δώδεκα (12) ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία δεκατεσσάρων (14) ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται άδεια τριάντα (30) εργάσιμων ημερών, αν ο εργαζόμενος εργάζεται εξαήμερο ή είκοσι πέντε (25) εργάσιμων ημερών, αν εργάζεται πενθήμερο. Με το άρθρο 6 της από 23-5-2000 ΕΓΣΣΕ μειώθηκε η προϋπηρεσία των 14 ετών σε 12 έτη . Περαιτέρω κατά τη ρητή περί τούτου διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 της υπ' αριθμό 19040/1981 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας "Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου" (ΦΕΚ Α 742), η οποία εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 1 του Ν. 1082/1980, ως τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής θεωρούνται ο μισθός και το ημερομίσθιο, καθώς και κάθε άλλη παροχή (είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, όπως τροφή, κατοικία κ.λ.π.), εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο της παρεχομένης από τον μισθωτό εργασίας κάθε μήνα ή κατ' επανάληψη περιοδικά κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου, κατά δε το εδάφιο β της ως άνω διάταξης στις ως άνω τακτικές αποδοχές περιλαμβάνονται ενδεικτικά
α)
οι προσαυξήσεις της νομίμου και τακτικώς παρεχομένης εργασίας κατά τις Κυριακές ή αργίες και τις νυκτερινές ώρες, εφόσον δίνονται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες και ώρες τακτικά κάθε μήνα ή κατ' επανάληψη περιοδικά κατά ορισμένα διαστήματα,
β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για τη νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η εργασία αυτή, χωρίς να απαγορεύεται από το νόμο, παρέχεται τακτικά,
γ)
το επίδομα αδείας, ενώ κατά το εδάφιο γ' αυτής στις ως άνω τακτικές αποδοχές περιλαμβάνεται και η συμπληρωματική αμοιβή για υπερεργασία και μάλιστα όχι μόνο η συνεχής, αλλά και εκείνη η οποία εμφανίζει ορισμένη συχνότητα επαναλήψεως από τη φύση της σύμφωνα με το πρόγραμμα του εργοδότη.

Από τον συνδυασμό της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1 και 3 του ΑΝ 539/1945 με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 16 του Ν. 4504/1966 (που αφορά επίδομα αδείας) και εκείνες των άρθρων 648, 653, 666, 679 του Α.Κ., της κυρωθείσας με το Ν. 3248/1955, με αριθμό 95/1949 Διεθνούς Συμβάσεως "περί προστασίας του ημερομισθίου", 2 της κυρωθείσας με το Ν. 133/1975 από 26/2/1975 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., 1 παρ. 2 του Ν. 1082/1980 και 3 της ΥΑ 19040/1981, προκύπτει, ότι ως "συνήθεις αποδοχές", ταυτιζόμενες με τις "τακτικές αποδοχές" της παρ. 2 εδ. β και γ του άρθρου 3 της ΥΑ 19040/1981, με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές και το επίδομα αδείας, καθώς και τα επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, νοούνται ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά την διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση, ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας (πλην του επιδόματος αδείας στις αποδοχές αδείας).
Επομένως, εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, καθώς και οι προσαυξήσεις για την παροχή εργασίας κατά τη νύκτα, τις Κυριακές και τις αργίες και γενικά κάθε προσαύξηση του βασικού μισθού ή του ημερομισθίου (Ολ. ΑΠ 16/2011).
Δεν συμπεριλαμβάνονται όμως στις αποδοχές αδείας το επίδομα αδείας, διότι αυτό υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές αδείας. Τούτο προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 3 παρ.16 του ν. 4504/1966, κατά την οποία το επίδομα αδείας είναι ίσο με το σύνολο των αποδοχών των ημερών αδείας, που δικαιούται ο μισθωτός, υπό τον περιορισμό ότι τούτο δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός δεκαπενθημέρου για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και 13 ημερών για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο (ΑΠ 122/2017, ΑΠ 519/2017, ΑΠ 792/2017, ΑΠ 522/2015). Επίσης, κατά την ίδια άνω διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 της ΚΥΑ 19040/1981, που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του ν. 1082/1980, δώρα εορτών καταβάλλονται ολόκληρα, εφόσον η σχέση εργασίας των μισθωτών με τον υπόχρεο εργοδότη διήρκεσε χωρίς διακοπή καθ` όλη τη χρονική περίοδο που ορίζεται για κάθε περίπτωση που είναι για το δώρο Πάσχα από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου και για το δώρο Χριστουγέννων από 1η Μαΐου μέχρι 30 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Εάν όμως διήρκεσε η εργασιακή σχέση μικρότερο χρονικό διάστημα, μέσα στα χρονικά όρια που αναφέρθηκαν, τότε καταβάλλεται σαν δώρο Χριστουγέννων ποσό ίσο με τα 2/5 του μηνιαίου μισθού ή 2 ημερομίσθια ανάλογα με τον συμφωνημένο τρόπο αμοιβής για κάθε 19ημερο χρονικό διάστημα διαρκείας της εργασιακής σχέσεως και σαν δώρο Πάσχα ποσό ίσο με το 1/5 του μισού μηνιαίου μισθού ή 1 ημερομίσθιο, ανάλογα με το συμφωνημένο τρόπο αμοιβής για κάθε 8ημερο χρονικό διάστημα της εργασιακής σχέσεως. Για κάθε χρονικό διάστημα μικρότερο του 19ημέρου ή του 8ημέρου αντίστοιχα δικαιούνται ανάλογο κλάσμα. Με το άρθρο 3 της ίδιας ΥΑ 1. " Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα υπολογίζονται βάσει των πράγματι καταβαλλομένων μισθών ή ημερομισθίων την 10 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, για το επίδομα Χριστουγέννων και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα για το επίδομα Πάσχα, ή την ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσεως. Σαν καταβαλλόμενος μισθός ή ημερομίσθιο νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του μισθωτού, από τις οποίες εξαιρείται μόνο το επίδομα "δυσχερούς διαβιώσεως" το οποίο αποκλείεται από το Ν.Δ. 907/1971.


Κατά τη διάταξη του άρθρου 657 ΑΚ, ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωση του για το μισθό, αν ύστερα από 10ήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να εργασθεί για σπουδαίο λόγο, που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του και κατά τη διάταξη του άρθρου 658 του ίδιου κώδικα, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατηρείται σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο η αξίωση για το μισθό σε περίπτωση εμποδίου, δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, αν το εμπόδιο εμφανίστηκε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της συμβάσεως και το μισό μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια της αποχής του μισθωτού από την εργασία του για σπουδαίο λόγο, όπως είναι η ασθένεια αυτού, ο μισθωτός διατηρεί την αξίωση του προς καταβολή των νομίμων αποδοχών του, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, εάν το κώλυμα παροχής εργασίας, λόγω ασθένειας, επήλθε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της συμβάσεως, επί μισό δε μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση (ΑΠ 288/2018, ΑΠ 791/2011 ).


Αριθμός 662/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Τζανάκη, Νικόλαο Πιπιλίγκα Αντιγόνη Καραΐσκου - Παλόγου - Εισηγήτρια και Λουκά Μόρφη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 13 Νοεμβρίου 2018, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Α. Ε. του Ρ., κατοίκου ..., η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Παπανικολάου, που κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου: Μ. Ρ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Όλγα Σαρλάκη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., που κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 29/11/2012 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3898/2014 του ίδιου Δικαστηρίου και 2733/2016 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 26/1/2018 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη της.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Με την από 26-1-2018 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η 2733/2016 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατόπιν αντιθέτων εφέσεων των διαδίκων μερών κατά της 3898/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την προσβαλλομένη απόφαση, απορρίφθηκε η έφεση της αναιρεσείουσας, έγινε δεκτή η έφεση του εναγομένου και ήδη αναιρεσιβλήτου, εξαφανίστηκε η ως άνω απόφαση του Πρωτοδικείου, έγινε στη συνέχεια η αγωγή εν μέρει δεκτή κατ` ουσίαν και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του αναιρεσιβλήτου να καταβάλει στην αναιρεσείουσα το ποσό των 7.060,98 ευρώ. Η αίτηση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 και 144 παρ. 1 ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 ΚΠολΔ).

2. Από την επιτρεπτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων προκύπτει ότι με την από 29.11.2012 αγωγή της η ενάγουσα εξέθετε ότι στις 17.9.2007 δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου προσλήφθηκε από τη Γ. Δ. για να απασχοληθεί ως πωλήτρια και ταμίας στο κατάστημα πώλησης τυροπιτών και συναφών ειδών, που διατηρούσε στο ... επί της οδού ..., με μηνιαίο μισθό 852 ευρώ, επί πενθήμερο, 8ωρο ημερησίως. Ότι παρείχε τις υπηρεσίες της απασχολούμενη και Σάββατα και Κυριακές και όλες τις εξαιρετέες ημέρες έως τις 28.1.2012, που η επιχείρηση της οδού ... μεταβιβάσθηκε στην εταιρεία "... ΕΕ", η οποία υπεισήλθε στα δικαιώματα και της υποχρεώσεις της εργοδότριας της. Ότι συνέχισε να παρέχει τις υπηρεσίες της έως τις 6.9.2012 , που η εργοδότρια εταιρεία της ζήτησε να μετατεθεί και να εργασθεί στο κατάστημα της οδού ... στο ..., που ο εναγόμενος διατηρούσε ατομική επιχείρηση πώλησης τυροπιτών, ο οποίος και υπεισήλθε στις υποχρεώσεις εκ της συμβάσεως εργασίας της. Ότι στην πραγματικότητα όλα τα καταστήματα εξυπηρετούσαν την επιχειρηματική δραστηριότητα του εναγομένου, αφού αποτελούν μερικά από τα καταστήματα με την επωνυμία "...", που εκμεταλλεύεται ο ίδιος και φέρονται στο όνομα συγγενικών του προσώπων. Ότι στις 2.11.2012 ο εναγόμενος έκλεισε το κατάστημα της οδού ... και της ζήτησε να εργασθεί ως πωλήτρια στο κατάστημα της λεωφόρου ... στο ..., στο οποίο φερόταν ως εργοδότης της ο γιος του Ι. Ρ., υπογράφοντας οικειοθελή αποχώρηση και νέα σύμβαση εργασίας στο νέο κατάστημα, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Ότι έλαβε αναρρωτική άδεια από 8.11.2012 έως 14.11.2012 και όταν επανήλθε ο Ι. Α., γαμβρός του εναγομένου, της ζήτησε να εργασθεί αρχικά σε κατάστημα της Λ... και στη συνέχεια σε κατάστημα της Α..., αλλά αρνήθηκε, γιατί βρισκόταν μακριά από τον τόπο της κατοικίας της, θεώρησε δε ότι η μετακίνηση της αυτή αποτελεί δυσμενή μεταβολή του τόπου εργασίας της και απαίτησε να εργασθεί σε κατάστημα του ..., άλλως θα θεωρούσε την μεταβολή αυτή ως καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της. Παρά ταύτα ο εναγόμενος επέμεινε στην πρόταση του και ως εκ τούτου θεωρεί ότι ακύρως κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας της από 20.11.2012 χωρίς να της καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση απολύσεως. Ζητούσε δε διαφορές αποδοχών από 17.9.2007 έως 20.11.2012, αμοιβή υπερεργασίας από 6.9.2012 έως 2.11.2012, αμοιβή υπερωριακής εργασίας από 6.9.2012 έως 2.11.2012, αμοιβή εργασίας Σαββάτων και υπερωρία Σαββάτων από 17.9.2007 έως 2.11.2012, αμοιβή εργασίας Κυριακών από 17.9.2007 έως 2.11.2012, αποδοχές, επιδόματα αδείας και αποζημίωση λόγω στέρησης αδείας για τα έτη 2007, 2008, 2009, 2010, 2011 και 2012, επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα , αμοιβή Αργιών και υπερωρίες αυτών, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης συνεπεία του ατυχήματος που περιγράφει, διαφυγόντα έσοδα λόγω ανικανότητας για εργασία εκ του εργατικού ατυχήματος, μισθούς υπερημερίας λόγω της άκυρης απόλυσης τα ποσά που ειδικότερα αναφέρει. Ακόμη ζητούσε να αναγνωρισθεί ότι η απόλυση της είναι άκυρη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να αποδέχεται τις υπηρεσίες της, άλλως να της καταβληθεί αποζημίωση απολύσεως. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία έκρινε μη νόμιμες τις αξιώσεις της εκ του εργατικού ατυχήματος [χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και διαφυγόντα έσοδα λόγω ανικανότητας προς εργασία], απέρριψε κατ' ουσίαν τις αξιώσεις της για υπερεργασία, υπερωρίες, εργασία Σαββάτων, Κυριακών και Αργιών και αποζημίωση για στέρηση εβδομαδιαίας ανάπαυσης για το χρονικό διάστημα από 17.9.2007 έως 6.9.2012 και έκανε εν μέρει δεκτές τις σχετικές αξιώσεις για το χρονικό διάστημα από 6.9.2012 έως 2.11.2012, απέρριψε κατ' ουσίαν τα αιτήματα αναγνώρισης ως άκυρης της καταγγελίας και καταβολής μισθών υπερημερίας και έκανε εν μέρει δεκτά τα αιτήματα καταβολής αποδοχών αδείας, επιδομάτων αδείας και επιδομάτων εορτών, επιδικάζοντας συνολικά το ποσό των 14.650,01 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε την από 16-3-2015 έφεση και αντέφεση με τις προτάσεις η ενάγουσα και την από 2-4-2015 έφεση ο εναγόμενος, κατόπιν συνεκδίκασης των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλομένη, η οποία απέρριψε την έφεση και αντέφεση της ενάγουσας ως ουσιαστικά αβάσιμες και κατά παραδοχή της έφεσης του εναγομένου, εξαφάνισε την πρωτοβάθμια απόφαση και δικάζοντας επί της αγωγής υποχρέωσε τον εναγόμενο, κάνοντας εν μέρει δεκτή αυτήν, να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 7.060,98 ευρώ νομιμότοκα. Κατά της απόφασης άσκησε την υπό κρίση αίτηση η ενάγουσα.

3. Επειδή, σύμφωνα με τα άρθρα 3 της υπ` αριθ. 19040/1931 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, 3 του α.ν. 539/1945 και 3 παρ. 16 του ν.4504/ 1966, τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας υπολογίζονται με βάση τις τακτικές ή συνήθεις αποδοχές του εργαζομένου, στις οποίες περιλαμβάνονται ο νόμιμος μισθός και τα επιδόματα. Περιλαμβάνονται όμως ακόμη πρόσθετες παροχές ή προσαυξήσεις στο μισθό, μεταξύ των οποίων και η κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού, με βάση τις υπ` αριθ. 8900/1946 και 25825/1951 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας για εργασία κατά τις Κυριακές και από το νόμο καθιερωμένες ως μη εργάσιμες εορτές του έτους, εφόσον η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα. Δεν περιλαμβάνονται όμως: α) Η κατά το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 435/1975 και το άρθρο 4 παρ. 4 και 5 του ν. 2874/2000 αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, δηλαδή τόσο η κατά τις εν λόγω διατάξεις βασική αμοιβή λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού του εργοδότη όσο και η κατά τις ίδιες διατάξεις προσαύξηση 100% και 250%, αντίστοιχα, επί της εν λόγω βασικής αμοιβής. Και αυτό γιατί η όλη αυτή αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, από την οποία εκείνη της αμέσως πιο πάνω βασικής αμοιβής οφείλεται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθρα 904 και επ., ΑΚ), ακόμη και όταν η υπερωριακή αυτή εργασία παρέχεται σταθερώς και μονίμως, δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού, αφού τούτο προϋποθέτει έγκυρη σύμβαση εργασίας (πρβλ. Ολ. ΑΠ 39-40/2002). β) Η αμοιβή για την εργασία κατά Κυριακές ή Σάββατα. Και αυτό γιατί, όπως από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 10 του β.δ. 748/1966 και του άρθ ρου 904 του ΑΚ προκύπτει, η εκούσια ή εξαναγκασμένη παροχή εργασίας κοιτά την ημέρα της εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, (και) κατά την ημέρα της υποχρεωτικής αναπαύσεως λόγω εξαντλήσεως της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, όπου ισχύει η τελευταία, απαγορευόμενη από κανόνες δημόσιας τάξεως, είναι άκυρη και γεννά αξίωση για απόδοση της ωφέλειας του εργοδότη από την παροχή μιας τέτοιας εργασίας κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. 'Ετσι και η αμοιβή αυτή, ακόμη και αν η εργασία κατά Κυριακές ή Σάββατα παρέχεται σταθερώς και μονίμως, δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού (πρβλ. Ολ. ΑΠ 39- 40/2002), με εξαίρεση βέβαια την ως άνω κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού για την εργασία κατά Κυριακές και εξαιρετέες εορτές, η οποία, στην περίπτωση κατά την οποία η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα, συνυπολογίζεται, ως από το νόμο απευθείας οφειλόμενη, για την εξεύρεση του ύψους των παραπάνω επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, αποδοχών άδειας και επιδόματος άδειας, κατά τα προαναφερόμενα. Ειδικότερα από τις διατάξεις της άνω 8.900/1946 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, όπως αυτή ερμηνεύθηκε με την 25825/1951 απόφαση των ιδίων Υπουργών σε συνδυασμό με την διάταξη του άρθρου 10 παρ.1 του β.δ. 748/1966, με την οποία ορίζεται ότι μισθωτοί απασχολούμενοι κατά Κυριακή δικαιούνται ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως αυτής και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως κατ` άλλη εργάσιμο ημέρα της αρξαμένης την Κυριακή εβδομάδος, προκύπτει ότι ο μισθωτός που εργάζεται Κυριακή, επιτρεπτώς ή μη, και αμείβεται με μηνιαίο μισθό δικαιούται να λάβει για κάθε μία Κυριακή προσαύξηση 75% επί του 1/25 του μηνιαίου μισθού του, όχι όμως και το 1/25 του μισθού αυτού, το οποίο οφείλεται, κατά τα άρθρα 904 επ. Α.Κ., μόνον σε περίπτωση παράνομης στερήσεώς του από τη δικαιούμενη εβδομαδιαία ανάπαυση"(ΑΠ 1520/2003, ΑΠ 1207/2002).

4. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο τα αίτησης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλομένη την πλημμέλεια κατ'εκτίμηση από τον αριθμό 559 αριθ. 1, ότι παραβίασε τις άνω, στην με αριθμό 3 μείζονα σκέψη, ουσιαστικού δικαίου διατάξεις με το να απορρίψει το αίτημά της περί προσαύξησης κατά 75 % της αμοιβής που δικαιούται για την εργασία της των δύο (2) Κυριακών τον μήνα, τις οποίες δέχθηκε ότι εργαζόταν, με την αιτιολογία ότι "η αγωγή είναι απαράδεκτη ως προς το αίτημά της αυτό, γιατί η αξίωση(προσαύξησης 75%) βασίζεται στο νόμο και όχι στον αδικαιολόγητο πλουτισμό, όπως ζητεί η ενάγουσα", καθόσον από την γραμματική διατύπωση του σχετικού αιτήματός της(ενάγουσας), την εν λόγω προσαύξηση δεν την ζητούσε αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Ο λόγος αυτός, είναι βάσιμος, καθόσον από την επιτρεπτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων και δη της αγωγής, ως προς το αίτημα αυτό της προσαύξησης του 75% για την εργασία της επί δύο Κυριακές κάθε μήνα, δεν προκύπτει ότι το στηρίζει η ενάγουσα στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, όπως εσφαλμένα δέχθηκε το Εφετείο . Ειδικότερα στην 17η σελίδα της αγωγής, όπου ζητεί την εν λόγω προσαύξηση μαζί με την στέρηση εβδομαδιαίας ανάπαυσης εργασίας της των δύο(2) Κυριακών τον μήνα, καθώς και την υπερωριακή της εργασία σε Κυριακές αναφέρει αυτολεξεί ότι "για κάθε ώρα εργασίας μου κατά Κυριακή εντός του οκταώρου, που ήταν παράνομη, δικαιούμαι αποζημίωση για στέρηση εβδομαδιαίας ανάπαυσης με βάση τις αρχές από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό και δη το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο κατά το οποίο έγινε πλουσιότερος επί ζημία μου και χωρίς νόμιμη αιτία και που υποχρεωτικά θα κατάβαλε σε άλλον μισθωτό ...... "και επίσης προσαύξηση 75%", ήτοι αντιδιαστέλλει το ένα αίτημα από το άλλο.

Εξάλλου από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106, 216 παρ. 1, 335, 337 338 και 559 αριθ. 1 και 8 του Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι η αγωγή πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου. Νομική βάση δεν είναι ανάγκη να περιέχει η αγωγή, τυχόν δε μνεία στην αγωγή της υπαγωγής των επικαλούμενων περιστατικών σε νομική διάταξη δεν δεσμεύει το δικαστήριο, το οποίο εξ επαγγέλματος εφαρμόζει το νόμο και προβαίνει στον προσήκοντα χαρακτηρισμό του αντικειμένου της αγωγής, και από το περιεχόμενο της προσδίδει στην προβαλλόμενη με αυτή έννομη σχέση την αρμόζουσα νομική έννοια, χωρίς να δεσμεύεται από τις απόψεις των διαδίκων και στην προκειμένη περίπτωση από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής προκύπτει ότι, σ'αυτήν περιελαμβανόταν σαφής έκθεση των πραγματικών περιστατικών, που θεμελίωναν το δικαίωμα της ενάγουσας για την προσαύξηση του ποσοστού 75% για την εργασία της επί δύο Κυριακές κάθε μήνα και το Εφετείο, έπρεπε να υπαγάγει αυτά στον αρμόζοντα κανόνα δικαίου(ΑΠ 108/2014, ΑΠ 488/2010), μη δεσμευομένου από την από τους διαδίκους επικαλουμένη νομική διάταξη.


5. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1, του α.ν. 539/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1346/1983 και στη συνέχεια από την παρ. 1 του ν. 3302/2004, του άρθρου 4 παρ. 1 του ίδιου α.ν., όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 3 παρ. 15 του ν. 4504/1966, του άρθρου 5 παρ. 1 εδ. β' του αυτού νόμου, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 3 του ν.δ. 3755/1957 και του άρθρου 8 της από 26-1-1977 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης, που μετά την κύρωσή της με το άρθρο 7 του ν. 549/1977, έχει ισχύ νόμου, καθώς και από τα άρθρα 5 της από 18-5-1998 ΕΓΣΣΕ και 6 της από 23-5-2000 ΕΓΣΣΕ, προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι ο εργαζόμενος με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μετά τη συμπλήρωση δωδεκάμηνης συνεχούς απασχόλησης στην υπόχρεη επιχείρηση (δεκάμηνης υπό την ισχύ της ΕΓΣΣΕ 2002-2003 - Πράξη Κατάθεσης Υπουργού Εργασίας 19/29-4-2002) αποκτά το δικαίωμα της ετήσιας άδειας με πλήρεις αποδοχές 24 εργασίμων ημερών και αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας 20 εργασίμων ημερών, χωρίς να υπολογίζεται σ' αυτές η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν απασχολούνται λόγω του εφαρμοζόμενου συστήματος εργασίας. Η άδεια αυτή επαυξάνεται κατά μία εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του βασικού χρόνου μέχρι τις 26 εργάσιμες ημέρες και για τους προαναφερόμενους μισθωτούς επιχειρήσεων με σύστημα πενθήμερης εβδομάδας εργασίας μέχρι τις 22 εργάσιμες ημέρες. Από 1-1-1999, εργαζόμενοι που έχουν συμπληρώσει υπηρεσία δώδεκα (12) ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία δεκατεσσάρων (14) ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται άδεια τριάντα (30) εργάσιμων ημερών, αν ο εργαζόμενος εργάζεται εξαήμερο ή είκοσι πέντε (25) εργάσιμων ημερών, αν εργάζεται πενθήμερο. Με το άρθρο 6 της από 23-5-2000 ΕΓΣΣΕ μειώθηκε η προϋπηρεσία των 14 ετών σε 12 έτη . Περαιτέρω κατά τη ρητή περί τούτου διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 της υπ' αριθμό 19040/1981 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας "Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου" (ΦΕΚ Α 742), η οποία εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 1 του Ν. 1082/1980, ως τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής θεωρούνται ο μισθός και το ημερομίσθιο, καθώς και κάθε άλλη παροχή (είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, όπως τροφή, κατοικία κ.λ.π.), εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο της παρεχομένης από τον μισθωτό εργασίας κάθε μήνα ή κατ' επανάληψη περιοδικά κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου, κατά δε το εδάφιο β της ως άνω διάταξης στις ως άνω τακτικές αποδοχές περιλαμβάνονται ενδεικτικά α) οι προσαυξήσεις της νομίμου και τακτικώς παρεχομένης εργασίας κατά τις Κυριακές ή αργίες και τις νυκτερινές ώρες, εφόσον δίνονται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες και ώρες τακτικά κάθε μήνα ή κατ' επανάληψη περιοδικά κατά ορισμένα διαστήματα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για τη νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η εργασία αυτή, χωρίς να απαγορεύεται από το νόμο, παρέχεται τακτικά, γ) το επίδομα αδείας, ενώ κατά το εδάφιο γ' αυτής στις ως άνω τακτικές αποδοχές περιλαμβάνεται και η συμπληρωματική αμοιβή για υπερεργασία και μάλιστα όχι μόνο η συνεχής, αλλά και εκείνη η οποία εμφανίζει ορισμένη συχνότητα επαναλήψεως από τη φύση της σύμφωνα με το πρόγραμμα του εργοδότη.

Από τον συνδυασμό της ανωτέρω διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1 και 3 του ΑΝ 539/1945 με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 16 του Ν. 4504/1966 (που αφορά επίδομα αδείας) και εκείνες των άρθρων 648, 653, 666, 679 του Α.Κ., της κυρωθείσας με το Ν. 3248/1955, με αριθμό 95/1949 Διεθνούς Συμβάσεως "περί προστασίας του ημερομισθίου", 2 της κυρωθείσας με το Ν. 133/1975 από 26/2/1975 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., 1 παρ. 2 του Ν. 1082/1980 και 3 της ΥΑ 19040/1981, προκύπτει, ότι ως "συνήθεις αποδοχές", ταυτιζόμενες με τις "τακτικές αποδοχές" της παρ. 2 εδ. β και γ του άρθρου 3 της ΥΑ 19040/1981, με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές και το επίδομα αδείας, καθώς και τα επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, νοούνται ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά την διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση, ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας (πλην του επιδόματος αδείας στις αποδοχές αδείας). Επομένως, εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, καθώς και οι προσαυξήσεις για την παροχή εργασίας κατά τη νύκτα, τις Κυριακές και τις αργίες και γενικά κάθε προσαύξηση του βασικού μισθού ή του ημερομισθίου (Ολ. Α.Π. 16/2011). Δεν συμπεριλαμβάνονται όμως στις αποδοχές αδείας το επίδομα αδείας, διότι αυτό υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές αδείας. Τούτο προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 3 παρ.16 του ν. 4504/1966, κατά την οποία το επίδομα αδείας είναι ίσο με το σύνολο των αποδοχών των ημερών αδείας, που δικαιούται ο μισθωτός, υπό τον περιορισμό ότι τούτο δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός δεκαπενθημέρου για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και 13 ημερών για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο (ΑΠ 122/2017, ΑΠ 519/2017, ΑΠ 792/2017, ΑΠ 522/2015). Επίσης, κατά την ίδια άνω διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 της ΚΥΑ 19040/1981, που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του ν. 1082/1980, δώρα εορτών καταβάλλονται ολόκληρα, εφόσον η σχέση εργασίας των μισθωτών με τον υπόχρεο εργοδότη διήρκεσε χωρίς διακοπή καθ` όλη τη χρονική περίοδο που ορίζεται για κάθε περίπτωση που είναι για το δώρο Πάσχα από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου και για το δώρο Χριστουγέννων από 1η Μαΐου μέχρι 30 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Εάν όμως διήρκεσε η εργασιακή σχέση μικρότερο χρονικό διάστημα, μέσα στα χρονικά όρια που αναφέρθηκαν, τότε καταβάλλεται σαν δώρο Χριστουγέννων ποσό ίσο με τα 2/5 του μηνιαίου μισθού ή 2 ημερομίσθια ανάλογα με τον συμφωνημένο τρόπο αμοιβής για κάθε 19ημερο χρονικό διάστημα διαρκείας της εργασιακής σχέσεως και σαν δώρο Πάσχα ποσό ίσο με το 1/5 του μισού μηνιαίου μισθού ή 1 ημερομίσθιο, ανάλογα με το συμφωνημένο τρόπο αμοιβής για κάθε 8ημερο χρονικό διάστημα της εργασιακής σχέσεως. Για κάθε χρονικό διάστημα μικρότερο του 19ημέρου ή του 8ημέρου αντίστοιχα δικαιούνται ανάλογο κλάσμα. Με το άρθρο 3 της ίδιας ΥΑ 1. " Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα υπολογίζονται βάσει των πράγματι καταβαλλομένων μισθών ή ημερομισθίων την 10 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, για το επίδομα Χριστουγέννων και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα για το επίδομα Πάσχα, ή την ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσεως. Σαν καταβαλλόμενος μισθός ή ημερομίσθιο νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του μισθωτού, από τις οποίες εξαιρείται μόνο το επίδομα "δυσχερούς διαβιώσεως" το οποίο αποκλείεται από το Ν.Δ. 907/1971. Τέλος κατά την διάταξη του άρθ. 559 αριθ.1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται και εάν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ο ως άνω λόγος αναίρεσης για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου ιδρύεται αν αυτός εφαρμοσθεί, αν και κατά τις παραδοχές της απόφασης του δικαστηρίου της ουσίας δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αντίθετα, όταν αυτός δεν εφαρμοσθεί, μολονότι κατά τις ίδιες παραδοχές συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές ή εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλ. με εσφαλμένη εφαρμογή (Ολ. ΑΠ 31/2009, 7/2006, ΑΠ 255/2016, 939/2013).


6. Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα με τον τρίτο λόγο της αίτησης, κατά το πρώτο μέρος του, προσάπτει στην προσβαλλομένη την πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι κατά παράβαση των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, που αναφέρονται στις με αριθμούς 3 και 5 μείζονες σκέψεις, επεδίκασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή αυτών, αφενός λιγότερα ημερομίσθια από τα προβλεπόμενα σε αυτές τις διατάξεις, α)για αποδοχές αδείας του, των ετών 2008, 2009, 2010, 2011 και 2012 και β)για επίδομα Χριστουγέννων 2007 και αφετέρου δεν υπολόγισε α)για την εξεύρεση των αποδοχών και επιδόματος αδείας όλων των επιδίκων ετών, καθώς και των επιδομάτων Χριστουγέννων, Πάσχα των ετών αυτών και την προσαύξηση 75% της τακτικής του εργασίας σε 2 Κυριακές τον μήνα και β) για την εξεύρεση των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα δεν συνυπολόγισε στις τακτικές αποδοχές και το επίδομα αδείας. Το Εφετείο, με την προσβαλλομένη απόφασή του, σχετικά με τα θιγόμενα με την κρινόμενη αίτηση αγωγικά κεφάλαια δέχθηκε ότι: "Η ενάγουσα σε εκτέλεση της συμφωνίας άρχισε να απασχολείται στο κατάστημα της οδού ... στο ... ως πωλήτρια τυροπιτών και σφολιατοειδών , ενώ παράλληλα εισέπραττε χρήματα και εξέδιδε αποδείξεις. Απασχολείτο από Δευτέρα έως Παρασκευή από ώρα 6η πρωινή έως 14η μεταμεσημβρινή μέχρι την 28.1.2012, που την επιχείρηση, κατόπιν μεταβιβάσεως της, ανέλαβε η εταιρεία "... ΕΕ", η οποία υπεισήλθε σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της προκατόχου της. Η ενάγουσα συνέχισε να απασχολείται με τους ίδιους όρους εργασίας στη νέα εταιρεία έως τις 6.9.2012, που ο εκπρόσωπος της τελευταίας της ζήτησε να προσφέρει τις υπηρεσίες της στο κατάστημα [παρασκευαστήριο τυροπιτών] του εναγομένου επί της οδού ... στο .... Η ενάγουσα συμφώνησε και υπογράφηκε το υπό ιδίαν ημερομηνία συμφωνητικό, σύμφωνα με το οποίο διατηρούνταν αυτούσια τα δικαιώματά της, που πήγαζαν από την αρχική σύμβαση "τόσο όσον αφορά το μισθό, όσο και σε ό,τι αφορά τα λοιπά δικαιώματα της, όπως προϋπηρεσία, άδεια, δώρα, επιδόματα και αποζημιώσεις". ...... Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ακόμη ότι η ενάγουσα απασχολείτο πενθήμερο από Δευτέρα έως Παρασκευή. Στο κατάστημα της οδού ... απασχολείτο εναλλάξ τα Σάββατα, δηλαδή περί τα 2 Σάββατα το μήνα, και 2 Κυριακές εναλλάξ λαμβάνοντας αντίστοιχη ημέρα ανάπαυσης μέσα στην εβδομάδα, χωρίς ποτέ να υπερβαίνει τις πέντε ημέρες απασχόλησης κάθε εβδομάδα. Απασχόληση πλέον του οκταώρου δεν αποδείχθηκε. Ήδη στα καταστήματα απασχολούνταν σύμφωνα με τις καταστάσεις προσωπικού που προσκομίζονται και άλλοι πωλητές. Συγκεκριμένα στο κατάστημα της ..., που προσλήφθηκε αρχικά και παρέμεινε εργαζόμενη από 17.9.2007 έως 6.9.2012,..... Η ενάγουσα όταν ανέλαβε υπηρεσία στην επιχείρηση του εναγομένου ουδεμία αξίωση προέβαλε για οφειλόμενες αμοιβές από υπερεργασία, υπερωρίες, εργασία Κυριακών ή άλλη πρόσθετη εργασία στο κατάστημα της οδού ..., στο σχετικό δε συμφωνητικό που υπογράφηκε αναφέρεται μόνο ότι θα εξακολουθήσουν να της καταβάλλονται κανονικά τα επιδόματα εορτών και αδείας και ότι θα ληφθεί υπόψη η προϋπηρεσία της....... Εξ άλλου ο γενικός ισχυρισμός της ενάγουσας ότι απασχολείτο όλες τις Αργίες δεν κρίνεται πειστικός, αφού όλες τις σχετικές απαιτήσεις της και για τις Κυριακές προέβαλε για πρώτη φορά μετά την αποχώρηση της από την εργασία της, ενώ έως τότε δεν είχε ποτέ διαμαρτυρηθεί, όπως συνάγεται από την αγωγή της και κατατέθηκε στο ακροατήριο. Ως εκ τούτου δεν αποδεικνύεται μετά βεβαιότητας ότι απασχολείτο όλες τις επίσημες Αργίες, που αναφέρει στην αγωγή, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, 25η Μαρτίου, 28η Οκτωβρίου, Καθαρά Δευτέρα, Δευτέρα του Πάσχα, Πρωτομαγιά. Επομένως, ορθώς η εκκαλουμένη απέρριψε όλες τις σχετικές αξιώσεις για το χρονικό διάστημα από 17.9.2007 έως 6.9.2012, πλην των αξιώσεων που αφορούσαν την προσαύξηση 75% για εργασία Κυριακών. Ειδικότερα, το ημερομίσθιο της Κυριακής, που δικαιούται με βάση τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού [άρθρ. 904 ΑΚ] της έχει καταβληθεί, αφού η ενάγουσα κάθε μήνα αμείβονταν για 5 ημερομίσθια ανά εβδομάδα δηλαδή όσα εργάζονταν, γιατί όταν απασχολείτο Σάββατο ή Κυριακή ελάμβανε ρεπό Δευτέρα ή Τρίτη. Όσον αφορά την προσαύξηση του 75%, για εργασία Κυριακών που η ενάγουσα ζητεί με βάση τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού η αγωγή είναι απαράδεκτη, γιατί η σχετική αξίωση βασίζεται στο νόμο [βλ. 8900/1946 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας "περί καθορισμού αυξημένης αμοιβής εις τους εργαζομένους εν γένει κατά τας Κυριακάς και εορτάς", όπως ερμηνεύθηκε με την 25825/1951 ομοία και άρθρο 2 του ν.435/1976,και όχι στον αδικαιολόγητο πλουτισμό, όπως ζητεί η ενάγουσα με την αγωγή της και βάσιμα επισημαίνει ο εναγόμενος. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι ο νόμιμος μηνιαίος μισθός της ενάγουσας, μετά του επιδόματος προϋπηρεσίας, ανθυγιεινής εργασίας, συμπεριλαμβανομένου και του επιδόματος ταμειακών λαθών, αφού εκτελούσε και καθήκοντα ταμία ανέρχονταν από 17.9.2007 σε 898 ευρώ, από 1.1.2008 σε 933 ευρώ, από 1.7.2008 σε 973 ευρώ, από 1.1.2009 σε 1002 ευρώ, από 1.7.2009 σε 1040 ευρώ , από 1.9.2010 σε 1047 ευρώ, από 1.7.2011 σε 1071 ευρώ, από 1.9.2012 σε 1079 ευρώ. Ελάμβανε από 17.9.2007 852 ευρώ, από 1.8.2008 876 ευρώ, από 1.10.2009 1049 ευρώ, από 1.7.2011 1065 ευρώ και από 1.9.2012 852 ευρώ. ......Στις 6.9.2012 η ενάγουσα μεταφέρθηκε στο κατάστημα της οδού ... στο ... και παρείχε τις υπηρεσίες της σε αυτό από Δευτέρα έως Παρασκευή, οκτάωρο ημερησίως, μέχρι τις 2.11.2012, που το κατάστημα έκλεισε, γιατί δεν είχε πελατεία. Στο εν λόγω κατάστημα δεν απασχολείτο άλλος εργαζόμενος, όπως αποδεικνύεται από την κατάσταση προσωπικού που προσκομίζεται και η αμοιβή για επί πλέον απασχόληση Σαββάτων και Κυριακών, που ζητούσε η ενάγουσα και επιδικάσθηκε με την εκκαλουμένη κρίνεται βάσιμη....... Επομένως , για το χρονικό διάστημα από 6.9.2012 έως 2.11.2012 η ενάγουσα θα πρέπει να λάβει την αμοιβή, που αναλογεί σε 3 Σάββατα και 2 Κυριακές δηλαδή αμοιβή για 5 ημέρες, που της οφείλεται με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, η δε ωφέλεια συνίσταται στις αποδοχές που ο εργοδότης θα κατέβαλε σε άλλον μισθωτό, τον οποίο θα απασχολούσε εγκύρως υπό τις ίδιες συνθήκες με τον ακύρως εργασθέντα κατά τον ως άνω χρόνο, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες περιστάσεις του τελευταίου και δη λόγω γάμου, τέκνων, πολυετούς υπηρεσίας και προϋπηρεσίας, εφόσον αυτές δεν θα συνέτρεχαν αναγκαίως στο πρόσωπο του δυνάμενου να προσληφθεί εγκύρως....... Ειδικότερα η ενάγουσα δικαιούτο με βάση το νόμιμο μηνιαίο μισθό των 1032,09 ευρώ [όπως υπολογίσθηκε πιο πάνω] το ποσό των [1032,09 δια 25 επί 5 ημερομίσθια] 206,41 ευρώ. Το αίτημα για καταβολή της προσαύξησης 75% για εργασία Κυριακής είναι μη νόμιμο, εφόσον ζητείται με τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω για το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Περαιτέρω, όσον αφορά τα επιδόματα εορτών και αδείας η ενάγουσα εδικαιούτο το έτος 2007 με βάση το μηνιαίο μισθό των 898 ευρώ, για επίδομα αδείας και αποδοχές αδείας 14 ημερών, όπως ζητεί, το ποσό των [898 δια 25 επί 14] 502,88 ευρώ, έλαβε 443,11 ευρώ και δικαιούται ακόμη 59,77 ευρώ. Για το έτος 2008, η ενάγουσα εδικαιούτο 21 ημέρες άδεια. Οι ενόρκως υπέρ αυτής βεβαιούσες κατέθεσαν ότι ελάμβανε κάθε χρόνο το μήνα Αύγουστο άδεια αναψυχής δύο εβδομάδων. Επομένως από τις 21 ημέρες, θα πρέπει να αφαιρεθούν οι 10 εργάσιμες ημέρες, που έλαβε την άδεια της και τις οποίες πληρώθηκε με το μηνιαίο μισθό και δικαιούται αποδοχές για 11 ημέρες συν το επίδομα αδείας, που ισούται με 13 ημερομίσθια και συνολικά δικαιούται τις αποδοχές [11 συν 13] 24 ημερών ήτοι το ποσό των [μηνιαίος μισθός 973 ευρώ δια 25 επί 24 ημέρες] 934,08 ευρώ, έλαβε 600 ευρώ και δικαιούται ακόμη 334,08 ευρώ. Το έτος 2009 εδικαιούτο 22 ημέρες άδεια, έλαβε τις 10 και δικαιούται ακόμη της αποδοχές 12 ημερών συν το επίδομα αδείας και συνολικά τις αποδοχές [12 συν 13] 25 ημερών που ανέρχονται σε 1040 ευρώ, έλαβε 736,62 ευρώ και δικαιούται ακόμη 303,38 ευρώ. Το έτος 2010 εδικαιούτο μετά την αφαίρεση των 10 ημερών που έλαβε αυτούσια την άδεια της αποδοχές μετά του επιδόματος αδείας [12 συν 13] 25 ημερών που ανέρχονταν σε 1047 ευρώ, έλαβε 600 ευρώ και δικαιούται ακόμη 447 ευρώ. Το έτος 2011 εδικαιούτο με τον ίδιο υπολογισμό για αποδοχές και επίδομα αδείας τις αποδοχές 25 ημερών ήτοι το ποσό των 1071 ευρώ, έλαβε 600 ευρώ και της οφείλονται ακόμη 471 ευρώ. Το έτος 2012 έπρεπε να λάβει ομοίως, ως ανωτέρω , για αποδοχές και επίδομα αδείας τις αποδοχές [12 συν 13] 25 ημερών ήτοι το ποσό των 1079 ευρώ, έλαβε 600 ευρώ και δικαιούται ακόμη 479 ευρώ. Συνολικά δε για αποδοχές και επιδόματα αδείας δικαιούται [59,77 συν 334,08 συν 303,38 συν 447 συν 471 συν 479] 2.094,23 ευρώ. Για επιδόματα εορτών η ενάγουσα εδικαιούτο α) το έτος 2007 για επίδομα Χριστουγέννων 2 ημερομίσθια για κάθε 19ήμερο από 17.9.2007 έως 31.12.2007 ήτοι 6 ημερομίσθια συνολικά, στα οποία αναλογούν [898 ευρώ μηνιαίος μισθός δια 25 επί 6] 215,52 ευρώ.



7. Με την κρίση του το Εφετείο, όσον αφορά το αίτημά της ενάγουσας περί προσαύξησης 75 % για την εργασία της τις Κυριακές, ότι η αγωγή είναι απαράδεκτη, εφόσον ζητείται με βάση τις διατάξεις από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, γιατί η σχετική αξίωση βασίζεται στο νόμο, και στην συνέχεια με το να μην συνυπολογίσει την προσαύξηση αυτή (της τακτικής της εργασίας όπως δέχθηκε) για την εξεύρεση των αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας όλων των επιδίκων ετών, καθώς και των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών αυτών, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις αναφερόμενες στην με αριθμό 3 μείζονα σκέψη διατάξεις.

Ειδικότερα διότι από τον συνδυασμό της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1 και 3 του ΑΝ 539/1945 με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 16 του Ν. 4504/1966 (που αφορά επίδομα αδείας) και εκείνες των άρθρων 648, 653, 666, 679 του Α.Κ., της κυρωθείσας με το Ν. 3248/1955, με αριθμό 95/1949 Διεθνούς Συμβάσεως "περί προστασίας του ημερομισθίου", 2 της κυρωθείσας με το Ν. 133/1975 από 26/2/1975 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., 1 παρ. 2 του Ν. 1082/1980 και 3 της ΥΑ 19040/1981, προκύπτει, ότι ως "συνήθεις αποδοχές", ταυτιζόμενες με τις "τακτικές αποδοχές" της παρ. 2 εδ. β και γ του άρθρου 3 της ΥΑ 19040/1981, με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές και το επίδομα αδείας, καθώς και τα επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, νοούνται ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά την διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση, ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας (πλην του επιδόματος αδείας στις αποδοχές αδείας), και εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, καθώς και οι προσαυξήσεις για την παροχή εργασίας κατά τη νύκτα, τις Κυριακές, (όπως εν προκειμένω) και τις αργίες και γενικά κάθε προσαύξηση του βασικού μισθού ή του ημερομισθίου. (Ολ. Α.Π. 16/2011).Κατά δε το εδάφιο β της ως άνω διάταξης του άρθρου 3 της ΥΑ 19040/1981, στις ως άνω τακτικές αποδοχές περιλαμβάνονται ενδεικτικά α) οι προσαυξήσεις της νομίμου και τακτικώς παρεχομένης εργασίας κατά τις Κυριακές........, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για τη νόμιμη υπερωριακή εργασία,........ γ) το επίδομα αδείας... και επομένως εσφαλμένα επίσης ερμήνευσε και εφάρμοσε τις άνω διατάξεις και με το να μη συνυπολογίσει, για την εξεύρεση των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα, στις τακτικές αποδοχές της ενάγουσας και το επίδομα αδείας. Περαιτέρω με την κρίση της ότι η ενάγουσα για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2007 για το χρονικό διάστημα από 17-9-2007 μέχρι 31-12-2007, ήτοι 3,5 μηνών ή 105 ημερών δικαιούται 6 ημερομίσθια, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις ουσιαστικού δικαίου που αναφέρθηκαν στην με αριθμό 5 μείζονα σκέψη, αφού σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές για το χρονικό διάστημα που προαναφέρθηκε των 105 ημερών δικαιούται η ενάγουσα δύο ημερομίσθια για κάθε 19 ημέρες εργασίας και συνεπώς για τα 5,52 19ήμερα, που αντιστοιχούν στο χρονικό αυτό διάστημα, δικαιούται 11 ημερομίσθια και όχι 6 που επιδικάστηκαν. Επίσης με την κρίση του το Εφετείο ότι για το έτος 2008 δικαιούται η ενάγουσα 21 ημέρες άδεια, από τις οποίες έλαβε τις 10 ημέρες, τις οποίες και πληρώθηκε και της επεδίκασε στη συνέχεια 11 ημερομίσθια που δεν τις χορηγήθηκαν, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις στην με αριθμό 5 μείζονα σκέψη ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, δυνάμει των οποίων έπρεπε να της επιδικάσει 15 ημερομίσθια, καθόσον στις δικαιούμενες 21 εργάσιμες ημέρες πενθημέρου εργασίας αντιστοιχούν αποδοχές 25 ημερομισθίων, αφού ο εργαζόμενος με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μετά τη συμπλήρωση δωδεκάμηνης συνεχούς απασχόλησης στην υπόχρεη επιχείρηση (δεκάμηνης υπό την ισχύ της ΕΓΣΣΕ 2002-2003 - Πράξη Κατάθεσης Υπουργού Εργασίας 19/29-4-2002) αποκτά το δικαίωμα της ετήσιας άδειας με πλήρεις αποδοχές 24 εργασίμων ημερών και αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας 20 εργασίμων ημερών, χωρίς να υπολογίζεται σ' αυτές η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν απασχολούνται λόγω του εφαρμοζόμενου συστήματος εργασίας, (πράγμα που σημαίνει ότι οι 20 εργάσιμες ημέρες που είναι 4 εβδομάδες εργασίας πενθημέρου Χ 6 ημερομίσθια την εβδομάδα= 24 ημερομίσθια, συν ένα ημερομίσθιο για την επιπλέον των 1 ημέρα πέραν των 20 ημερών. Περαιτέρω με την κρίση του το Εφετείο ότι για τα έτη 2009, 2010, 2011και 2012 δικαιούται η ενάγουσα για καθένα απ' αυτά 22 ημέρες άδεια, από τις οποίες έλαβε τις 10 ημέρες, τις οποίες και πληρώθηκε και της επεδίκασε στη συνέχεια 12 ημερομίσθια για τις 12 ημέρες αδείας που δεν τις χορηγήθηκαν, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις στην με αριθμό 5 μείζονα σκέψη ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, δυνάμει των οποίων έπρεπε να της επιδικάσει 16 ημερομίσθια για καθένα από τα άνω έτη, καθόσον στις δικαιούμενες 22 εργάσιμες ημέρες πενθημέρου εργασίας αντιστοιχούν αποδοχές 26 ημερομισθίων, σύμφωνα και με τα σχετικώς αμέσως προηγουμένως αναλυτικά αναφερθέντα, όσον αφορά τις αποδοχές αδείας του έτους 2008. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω ο τρίτος λόγος της αίτησης κατά το πρώτο μέρος του είναι βάσιμος.


8. Με τον τρίτο λόγο της αίτησης κατά το δεύτερο μέρος του η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλομένη τις πλημμέλειες από τους αριθμούς 14, 8 και 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Ειδικότερα ότι το Εφετείο με την παραδοχή του ότι της καταβλήθηκαν εκ μέρους του εναγομένου για αποδοχές και επίδομα αδείας έτους 2007 το ποσό των 443,11 ευρώ, για επίδομα Χριστουγέννων 2008 854,16 ευρώ, για επίδομα Πάσχα 2009 456,77 ευρώ, για επίδομα Χριστουγέννων 2009 1092,44 ευρώ, για επίδομα Πάσχα 2010 546,22 ευρώ, για επίδομα Χριστουγέννων 2010 1092,44 ευρώ, για επίδομα Πάσχα 2011 546,22 ευρώ, για επίδομα Χριστουγέννων 2011 1.102,87 ευρώ και για επίδομα Πάσχα 2012 427,31, παρά τον νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτο, ήτοι δεν κήρυξε απαράδεκτο τον ισχυρισμό του εναγομένου περί εξοφλήσεως των άνω αξιώσεων, τον οποίο προέβαλε αορίστως, τόσο ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, όσο και(αορίστως) με σχετικό λόγο έφεσης, επίσης με την παραδοχή του αυτή δέχθηκε πράγματα-ένσταση εξοφλήσεως που δεν προτάθηκε από κανένα διάδικο και παρά τον νόμο δέχθηκε υπόψη αποδείξεις, που δεν προσκομίστηκαν προς απόδειξη του ισχυρισμού αυτού της εξόφλησης, που ασκεί ουσιώδη επίδραση στο διατακτικό της απόφασης. Το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφασή του σχετικά με τα θιγόμενα με τον λόγο αυτό της αίτησης κεφάλαια δέχθηκε ότι : "Για επιδόματα εορτών η ενάγουσα εδικαιούτο α)..... β] το έτος 2008 για επίδομα Πάσχα το 1/2 του μηνιαίου μισθού ήτοι [μηνιαίος μισθός 933 ευρώ επί 1/2] 466,5 ευρώ, έλαβε 300 ευρώ και της οφείλονται 166,5 ευρώ και για επίδομα Χριστουγέννων ένα πλήρη μηνιαίο μισθό ήτοι 973 ευρώ, έλαβε 854,16 ευρώ και της οφείλονται ακόμη 118,84 ευρώ και συνολικά για το έτος 2008 285,34 ευρώ. Για το έτος 2009 έπρεπε να λάβει για επίδομα Πάσχα [1002 ευρώ μηνιαίος μισθός επί1/2] 643,67 ευρώ, έλαβε 456,77 και της οφείλονται ακόμη 186,90 ευρώ, για επίδομα Χριστουγέννων έπρεπε να λάβει 1040 ευρώ , έλαβε 1092,44 ευρώ και δεν δικαιούται άλλο ποσό . Για το έτος 2010 έπρεπε να λάβει για επίδομα Πάσχα [μηνιαίος μισθός 1040 επί1/2] 520 ευρώ, έλαβε 546,22 ευρώ και δεν δικαιούται άλλο ποσό. Για επίδομα Χριστουγέννων έπρεπε να λάβει 1047 ευρώ, έλαβε 1092,44 ευρώ και δεν δικαιούται άλλο ποσό. Για το έτος 2011 έπρεπε να λάβει για επίδομα Πάσχα [1047 επί1/2] 523,5 ευρώ , έλαβε 546,22 ευρώ και δεν δικαιούται άλλο ποσό, για επίδομα Χριστουγέννων έπρεπε να λάβει 1071 ευρώ, έλαβε 1102,87 ευρώ και δεν δικαιούται άλλο ποσό. Για το έτος 2012 έπρεπε να λάβει για επίδομα Πάσχα [1065 ευρώ μηνιαίος μισθός επί1/2] 532,5 ευρώ, έλαβε 427,31 ευρώ και δικαιούται ακόμη 105,19 ευρώ και για επίδομα Χριστουγέννων για το διάστημα από 1η Μαΐου έως 20 Νοεμβρίου του 2012 το ποσό των [21 ημερομίσθια επί ημερομίσθιο {1079 δια 25} 43,16 ευρώ ] 906,36 ευρώ. Συνολικά δε το ποσό των [215,52 συν 285,34 συν 186,90 συν 105,19 συν 906,36] 1699,31 ευρώ. Το επίδομα αδείας δεν συνυπολογίζεται στις τακτικές αποδοχές, όπως ζητεί η ενάγουσα. Συνολικά δε για τις προαναφερόμενες αιτίες η ενάγουσα δικαιούται συνολικά [3061,03 συν 206,41 συν 2094,23 συν 1699,31] 7060,98 ευρώ. Το ποσό αυτό οφείλεται εντόκως κατά το μέρος που αφορά διαφορές αποδοχών από το τέλος του μήνα που κάθε επί μέρους ποσό ήταν καταβλητέο, κατά το μέρος που αφορά τα επιδόματα και τις αποδοχές αδείας από το τέλος του έτους που αφορούν, τα επιδόματα Χριστουγέννων από την 1η Ιανουαρίου του επομένου έτους, τα επιδόματα Πάσχα από την 1η Μαΐου του έτους που αφορούν. Όλα τα προαναφερόμενα προκύπτουν από τις καταθέσεις των μαρτύρων, των ενόρκως βεβαιουσών και τα έγγραφα που προσκομίζονται, από τα οποία συνάγονται ανταποδεικτικά τα ποσά που καταβλήθηκαν και τα οποία αναφέρονται στις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας και στις καταστάσεις προσωπικού προς το ΙΚΑ, απορριπτόμενης της ενστάσεως εξοφλήσεως, που προτείνει ο εναγόμενος ως απαραδέκτου λόγω της αοριστίας της". Με τις παραδοχές αυτές σαφώς προκύπτει ότι ο ισχυρισμός-ένσταση του εναγομένου περί εξοφλήσεως των ενδίκων αξιώσεων, απορρίφθηκε από το Εφετείο ως αόριστος και συνεπώς ο πρώτος άνω λόγος κατά το δεύτερο μέρος του με το προαναφερθέν περιεχόμενο είναι αβάσιμος και απορριπτέος, διότι ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋπόθεσης, ότι έγινε δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος από το Εφετείο, ενώ το τελευταίο επί του ισχυρισμού αυτού δεν προέβη σε αποδεικτικό πόρισμα. Επομένως και εφόσον σχετικά με την βασιμότητα ή όχι των ενδίκων αυτών αξιώσεων το Εφετείο συνήγαγε την κρίση του ανταποδεικτικά από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων που προσκόμισαν οι διάδικοι και θεώρησε τον εν λόγω ισχυρισμό περί εξοφλήσεως ως άρνηση, τα λοιπά διαλαμβανόμενα στον σχετικό αυτό λόγο της αίτησης είναι απαράδεκτα, και απορριπτέα κατ'άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθόσον με τη κατ'επίφαση επίκληση των σχετικών λόγων, πλήττεται η ανέλεγκτη περί τα πράγματα ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.


9. Κατά τη διάταξη του άρθρου 657 ΑΚ, ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωση του για το μισθό, αν ύστερα από 10ήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να εργασθεί για σπουδαίο λόγο, που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του και κατά τη διάταξη του άρθρου 658 του ίδιου κώδικα, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατηρείται σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο η αξίωση για το μισθό σε περίπτωση εμποδίου, δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, αν το εμπόδιο εμφανίστηκε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της συμβάσεως και το μισό μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια της αποχής του μισθωτού από την εργασία του για σπουδαίο λόγο, όπως είναι η ασθένεια αυτού, ο μισθωτός διατηρεί την αξίωση του προς καταβολή των νομίμων αποδοχών του, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, εάν το κώλυμα παροχής εργασίας, λόγω ασθένειας, επήλθε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της συμβάσεως, επί μισό δε μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση (ΑΠ 288/2018, ΑΠ 791/2011 ). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.1 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου (ημεδαπού ή αλλοδαπού) στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοσθεί ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοσθεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (ΟλΑΠ 7/2006, 4/2005).Επίσης με το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (παραβίαση κανόνα του ουσιαστικού δικαίου) ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή αν αγωγή ,ένσταση κ.λπ. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απερρίφθη ή έγινε δεκτή κατ` ουσίαν (ΟλΑΠ 10/2011, ΑΠ 1388/2015, ΑΠ 1318/2015 ).


10. Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα, μεταξύ άλλων, με την αγωγή της ζήτησε κατά τις διατάξεις των άρθρων 657-658 του ΑΚ την καταβολή των νομίμων αποδοχών της ενός μηνός για το χρονικό διάστημα από 4-3-2011 έως 3-4-2011, λόγω της αποχής της από την εργασία της για σπουδαίο λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά της και ειδικότερα λόγω του σοβαρού τραυματισμού του αριστερού χεριού της λόγω ληστείας, που συνέβη κατά την εργασία της στον αναιρεσίβλητο την 4-3-2011 (έχοντας ήδη συμπληρώσει πλέον του έτους συνεχή εργασία από τη πρόσληψή της στον αναιρεσίβλητο) και λόγω της ασθένειάς της, που ήταν απότοκος του τραυματισμού της, που ανέρχονται συνολικά στο ποσό των 1.356 ευρώ. Επί του αιτήματος αυτού το Εφετείο, στο οποίο με τον τρίτο λόγο της έφεσής της η αναιρεσείουσα επανέφερε το αίτημα, στην προσβαλλομένη απόφασή του, διέλαβε τα εξής: "Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα εκθέτει στην αγωγή της ότι στις 4.3.2011, ενώ απασχολείτο στο κατάστημα της οδού ... περί ώραν 5.15' εισήλθαν στο κατάστημα δύο άτομα, τα οποία την χτύπησαν στο πρόσωπο και στο λαιμό με σιδηρογροθιά . Ότι στην προσπάθεια της να αναλάβει τα κλειδιά του καταστήματος και να εξέλθει, την κάρφωσαν με μαχαίρι στην παλάμη του αριστερού χεριού, τραυματίζοντας την σοβαρά. Στη συνέχεια αφού αφαίρεσαν χρήματα και το κινητό της τηλέφωνο εξαφανίσθηκαν. Ότι υπέστη βλάβη της υγείας της από την σε βάρος της ληστεία συνεπεία της οποίας έλαβε αναρρωτική άδεια ενός μηνός. Ζητεί δε από τον εναγόμενο συνεπεία του ως άνω ατυχήματος, που υπέστη εξ αφορμής της εργασίας της, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εκ της υπαίτιας συμπεριφοράς του εναγομένου, που συνίσταται στην απασχόληση της πέραν του συμβατικού ωραρίου της, στη μη λήψη μέτρων ασφαλείας, όπως φύλαξη του χώρου από εταιρεία security, εγκατάσταση συστήματος συναγερμού, συνοδό κατά το άνοιγμα του καταστήματος, ως και τις αποδοχές του χρονικού διαστήματος που παρέμεινε εκτός υπηρεσίας. Οι πιο πάνω παραλείψεις που αποδίδει η ενάγουσα στην εργοδότρια της δεν συνάπτονται αιτιωδώς άμεσα με το ατύχημα. Ειδικότερα η ενάγουσα στην αγωγή της εκθέτει ότι άνοιξε το ρολό ασφαλείας μέχρι τη μέση ότι οι ληστές παραβίασαν το μισοανοιγμένο ρολό ασφαλείας και εισήλθαν στο κατάστημα κλείνοντας το κατόπιν με τηλεκοντρόλ. Η παράλειψη των προληπτικών μέτρων που αποδίδει στην ενάγουσα, όπως η παραβίαση του συμβατικού ωραρίου, η έλλειψη συνοδού ασφαλείας, η έλλειψη συναγερμού, αφενός δεν τελούν σε άμεση αιτιώδη συνάφεια με την παραβίαση του χώρου εργασίας της, γιατί δεν καθιστούν βέβαιο ότι θα απέτρεπαν την παραβίαση της εισόδου του καταστήματος εκ μέρους των κακοποιών, αφετέρου είναι αντιφατική σε σχέση με όσα υποστηρίζει δηλαδή ότι οι ληστές εισήλθαν από το ρολό ασφαλείας, που η ίδια άφησε μισάνοιχτo. Ως εκ τούτου δεν αρκούν για να θεμελιώσουν υπαιτιότητα του εργοδότη και η εκκαλουμένη ορθώς απέρριψε το αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως αβάσιμο. Ομοίως, ορθώς απερρίφθη και το αίτημα καταβολής του μισθού της κατά το διάστημα της αναρρωτικής αδείας της, αφού υπάγονταν στην ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) και ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημιώσεως της, τόσο ως προς τη σύμφωνα με το κοινό δίκαιο ευθύνη για αποζημίωση, όσο και ως προς την προβλεπόμενη από το νόμο 551/1915 ειδική αποζημίωση και μόνο αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή αυτών που ο εργοδότης έχει προστήσει, ο τελευταίος έχει την υποχρέωση να καταβάλει στον εργαζόμενο την από το άρθρο 34 παρ 2 α ν 1841/1951 προβλεπόμενη διαφορά μεταξύ του ποσού της κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των παροχών που χορηγεί το ΙΚΑ.


11. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις στην με αριθμό 10 μείζονα σκέψη διατάξεις των άρθρων 657 και 658 ΑΚ, τις οποίες δεν εφάρμοσε καίτοι ήσαν εφαρμοστέες. Ειδικότερα καίτοι στην αγωγή της η ενάγουσα μεταξύ άλλων ρητά ζητούσε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 657 και 658 ΑΚ τις αποδοχές ενός μηνός ύψους 1356 ευρώ, που λόγω ανυπαιτίου κωλύματός της, δεν εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 4-3-2011 έως 3-4-2011 εξαιτίας εργατικού ατυχήματος, και εφαρμογή είχαν οι σχετικές διατάξεις, διότι πληρούσε κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή τις προϋποθέσεις, εντούτοις απέρριψε το σχετικό αίτημα ως μη νόμιμο, με την εσφαλμένη εκτίμηση, ότι δήθεν η σχετική της αξίωση στηριζόταν στις διατάξεις περί αδικοπραξίας καθώς και του ν. 551/1915, και ότι κατά το διάστημα της αναρρωτικής αδείας της, αφού υπαγόταν στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης, οι οποίες (διατάξεις) όμως αφορούν στην αποζημίωση του παθόντος από εργατικό ατύχημα, που οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη και όχι ως εν προκειμένω που η σχετική αξίωση στηρίζεται στις άνω διατάξεις των άρθρων 657 και 658 ΑΚ και υφίσταται η υποχρέωση καταβολής του μισθού μέχρις ενός μηνός υπό τις προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα αυτά, ανεξάρτητα από υπαιτιότητα ή μη του εργοδότη. Εξάλλου από την επισκόπηση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης και των προτάσεων του εναγομένου στη δίκη αυτή, δεν προβλήθηκε παραδεκτά ισχυρισμός του τελευταίου, στηριζόμενος στην παρ. 2 του άρθρου 657 ΑΚ περί αφαιρέσεως από τον αιτούμενο μισθό της, των ποσών που εξαιτίας της αναρρωτικής αδείας καταβλήθηκαν στην ενάγουσα από ασφάλιση υποχρεωτική κατά τον νόμο, ήτοι από το ΙΚΑ εν προκειμένω.
Συνεπώς ο δεύτερος λόγος της αναίρεσης είναι βάσιμος.


12. Μετά από αυτά, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, πρέπει, κατά παραδοχή του πρώτου, δεύτερου και τρίτου κατά το πρώτο μέρος του, λόγων αναίρεσης, που κρίθηκαν βάσιμοι, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το κεφάλαιό της, που αφορά το αίτημα της ενάγουσας-αναιρεσείουσας περί συνυπολογισμού της προσαύξησης 75 % της τακτικής εργασίας της επί 8ωρο επί δύο Κυριακές τον μήνα στις αποδοχές της, για την εξεύρεση των αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας όλων των επιδίκων ετών, καθώς και των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών αυτών, και περί συνυπολογισμού για την εξεύρεση των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα, στις τακτικές αποδοχές της (ενάγουσας) και του επιδόματος αδείας, κατά το κεφάλαιό της που επεδίκασε τα δικαιούμενα ημερομίσθια α)για αποδοχές αδείας των ετών 2008, 2009, 2010, 2011 και 2012 και β)για το επίδομα Χριστουγέννων 2007,καθώς και κατά το μέρος της, περί καταβολής αποδοχών ενός μηνός κατά τις διατάξεις των άρθρων 657-658 ΑΚ, να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστή άλλο, από εκείνο που την εξέδωσε (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ), και να καταδικαστεί ο αναιρεσίβλητος, ως ηττώμενος, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, που κατέθεσε προτάσεις( άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 2733/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, κατά τα κεφάλαια που αναφέρονται στο σκεπτικό.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά τα κεφάλαια αυτά, για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή.- Και
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300) ευρώ
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 14 Μαΐου 2019.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 11 Ιουνίου 2019.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ε.2158/2019 Παροχή οδηγιών ως προς τη χορήγηση Α.Φ.Μ. και κλειδαρίθμου σε φυσικά πρόσωπα, αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών, κατόχους αδειών που εκδίδονται και ανανεώνονται από τις Υπηρεσίες Ασύλου και την Ελληνική Αστυνομία, αρμοδιότητας Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών και ΙΓ' Αθηνών καθώς και Δ.Ο.Υ. Δ' Θεσσαλονίκης και Ε' Θεσσαλονίκης

$
0
0

Αθήνα, 09 Αυγούστου 2019
Ε.2158/9-8-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ - ΤΜΗΜΑ Ε'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210-3375300
Fax: 210-3375354
E-Mail: d.eleg5@aade.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Παροχή οδηγιών ως προς τη χορήγηση Α.Φ.Μ. και κλειδαρίθμου σε φυσικά πρόσωπα, αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών, κατόχους αδειών που εκδίδονται και ανανεώνονται από τις Υπηρεσίες Ασύλου και την Ελληνική Αστυνομία, αρμοδιότητας Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών και ΙΓ' Αθηνών καθώς και Δ.Ο.Υ. Δ' Θεσσαλονίκης και Ε' Θεσσαλονίκης»

ΣΧΕΤ: Οι υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1062366 ΕΞ 2019/23-04-2019 (Β'1590 και Β'1676) και Δ.ΟΡΓ.Α 1107758 ΕΞ 2019/26-07-2019 (Β'3105) αποφάσεις του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων

Με τις διατάξεις του άρθρου 3 της ΠΟΛ.1006/2013 Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (Β'19/2014) όπως ισχύει, ορίζονται, μεταξύ άλλων, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά για την απόδοση Α.Φ.Μ. σε αλλοδαπό υπήκοο τρίτης χώρας. Επιπλέον, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1178/2010 Απόφαση Υπουργού Οικονομικών (Β'1916) «Εγγραφή νέων χρηστών στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες TaxisNet» όπως ισχύει, ορίζεται, μεταξύ άλλων, η διαδικασία εγγραφής στο σύστημα TaxisNet.

Λόγω του ιδιαίτερα μεγάλου αριθμού φυσικών πρόσωπων, αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών, κατόχων αδειών που εκδίδονται και ανανεώνονται από τις Υπηρεσίες Ασύλου και την Ελληνική Αστυνομία που προσέρχονταν στις Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών και ΙΓ' Αθηνών καθώς και στις Δ.Ο.Υ. Δ' Θεσσαλονίκης και Ε' Θεσσαλονίκης για χορήγηση Α.Φ.Μ. και κλειδαρίθμου, εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1062366 ΕΞ 2019/23-04-2019 και Δ.ΟΡΓ.Α 1107758 ΕΞ 2019/26-07-2019 αποφάσεις του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. που τροποποίησαν την υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με θέμα «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής «Με εντολή Διοικητή» σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως ισχύει, με την οποία προβλέπεται, μεταξύ άλλων ότι:

Η χορήγηση Α.Φ.Μ. και κλειδαρίθμου σε φυσικά πρόσωπα, αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών, κατόχους αδειών που εκδίδονται και ανανεώνονται από τις Υπηρεσίες Ασύλου και της Ελληνικής Αστυνομίας, αρμοδιότητας:

α) των Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών και ΙΓ' Αθηνών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της εν λόγω απόφασης, κατανέμεται κατά αλφαβητική σειρά σε υπαλλήλους του Τμήματος Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης των κατωτέρω Δ.Ο.Υ., ως εξής:

- Α' Αθηνών, για όσους το επώνυμο ξεκινά από Α έως και C,
- ΙΓ' Αθηνών, για όσους το επώνυμο ξεκινά από D έως και I,
- ΙΔ' Αθηνών, για όσους το επώνυμο ξεκινά από J έως και M,
- Κατοίκων Εξωτερικού, για όσους το επώνυμο ξεκινά από N έως και R και
- Νέας Ιωνίας, για όσους το επώνυμο ξεκινά από S έως και Z και 

β) των Δ.Ο.Υ. Δ' Θεσσαλονίκης και Ε' Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της εν λόγω απόφασης, κατανέμεται και σε υπαλλήλους του Τμήματος Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης των Δ.Ο.Υ. Α' Θεσσαλονίκης και Η' Θεσσαλονίκης.

Επισημαίνεται ότι η ως άνω κατανομή αφορά αποκλειστικά τη χορήγηση Α.Φ.Μ. και κλειδαρίθμου σε φορολογούμενους αλλοδαπούς, υπηκόους τρίτων χωρών, κατόχους αδειών που εκδίδονται και ανανεώνονται από τις Υπηρεσίες Ασύλου και την Ελληνική Αστυνομία, ήτοι Δελτίου Αιτούντος Διεθνή Προστασία και Άδειας Διαμονής Ενιαίου Τύπου, όπως εκάστοτε ισχύουν καθώς και παλαιότερου τύπου εκδοθέντων εντύπων σε ισχύ, ήτοι Δελτίου Αιτήσαντος Άσυλο Αλλοδαπού και Άδειας Παραμονής Αλλοδαπού (με ένδειξη είτε «Αναγνωρισμένος Πρόσφυγας» είτε «Επικουρική Προστασία»), αρμοδιότητας Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών και ΙΓ' Αθηνών καθώς και Δ.Ο.Υ. Δ' Θεσσαλονίκης και Ε' Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε..

Τα ανωτέρω οριζόμενα καταλαμβάνουν και τις περιπτώσεις που η δήλωση απόδοσης Α.Φ.Μ. υποβάλλεται ταυτόχρονα με τη δήλωση έναρξης καθώς και τις συνυποβαλλόμενες δηλώσεις και δικαιολογητικά. Με τη χορήγηση Α.Φ.Μ. στους ως άνω φορολογούμενους, διενεργείται ταυτόχρονα μεταγραφή του Α.Φ.Μ. αυτών στη Δ.Ο.Υ. στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η κατοικία ή η έδρα τους, κατά περίπτωση.

Σε περίπτωση που έχει επέλθει μεταβολή στα στοιχεία Μητρώου των ως άνω προσώπων, χορηγείται κλειδάριθμος κατά τα ανωτέρω και ο φορολογούμενος υποχρεούται να υποβάλλει τη σχετική Δήλωση Μεταβολής Ατομικών Στοιχείων (έντυπο Μ1) στον αρμόδιο υπάλληλο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα εδάφια (α) και (β) της υποπερίπτωσης 1 της περίπτωσης 137 της υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., όπως ισχύει.



Ο ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Εγκύκλιος ΕΦΚΑ 43/2019 Αναπροσαρμογή επιτοκίου ρύθμισης του ν.4611/2019 (Α' 73/2019)

Next: Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016
$
0
0

Αθήνα, 13/08/2019
Αρ. Πρωτ. Γ36/02/297

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Ε.Φ.Κ.Α.)

ΚΕΝΤΡΟ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΟΦΕΙΛΩΝ
TMHMA: ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Πατησίων 12
Ταχ. Κώδικας: 106 77
Τηλέφωνο: 210.52.91.767-770, 798
FAX: 210.52.91.735
Ε-mail: diakanonismos@keao.gov.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 43

ΘΕΜΑ: Αναπροσαρμογή επιτοκίου ρύθμισης του ν.4611/2019 (Α' 73/2019)


Δια του παρόντος σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 72 του Ν.4623/2019 (ΦΕΚ Α'134/09-08-2019) «Ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών, διατάξεις για την ψηφιακή διακυβέρνηση, συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις και άλλα επείγοντα ζητήματα» που αντικατέστησε τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νόμου 4611/2019 (ΦΕΚ Α' 73/2019) «Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους Ο.Τ.Α. α' βαθμού, Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις» και σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ

Με την αντικατάσταση της ως άνω παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν.4611/2019, η βασική οφειλή που υπάγεται στη ρύθμιση του ν.4611/2019, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6 αυτού, κεφαλαιοποιείται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και αντί τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, επιβαρύνεται από τον επόμενο μήνα από αυτόν της υπαγωγής στη ρύθμιση, με τόκο που υπολογίζεται με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πλέον τριών (3) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογιζόμενο.

Με την ως άνω αναφερόμενη διάταξη εισάγεται μείωση του προβλεπομένου στο ν.4611/2019 τόκου κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, καθώς και η συνεπής παρακολούθηση και καταβολή των δόσεων της ρύθμισης, μαζί με την καταβολή των τρεχουσών εισφορών.

Η παρούσα διάταξη έχει άμεση εφαρμογή στις νέες αιτήσεις υπαγωγής σε ρύθμιση του ν.4611/2019 και στις ήδη υπάρχουσες ρυθμίσεις για τις οποίες οι οφειλέτες επιλέξουν την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου των δόσεών τους. Για όλες τις ενεργές ρυθμίσεις οι ανεξόφλητες δόσεις αναπροσαρμόζονται αυτόματα και σταδιακά, χωρίς να απαιτούνται ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών.



ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ α.α.ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ α/α
ΕΛΕΝΗ ΡΟΥΜΑΝΗ

Η ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ ΤΟΥ Κ.Ε.Α.Ο
ΣΤΥΛΙΑΝΗ ΤΗΓΑΝΗ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Στο σχέδιο νόμου
«Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016».

Προς τη Βουλή των Ελλήνων

Α. Επί της Αρχής

Οι προτεινόμενες διατάξεις του ΣχΝ έχουν ως αντικείμενο και σκοπό: α) την αντικατάσταση του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει τη συγκρότηση και λειτουργία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής: Αρχή), β) την προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία δεδομένων στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, εφεξής: ΓΚΠΔ) και γ) την ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (εφεξής: Οδηγία).

Στις 6 Απριλίου 2016 η ΕΕ πραγματοποίησε μια σημαντική νομοθετική μεταρρύθμιση του πλαισίου προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εγκρίνοντας τη νομοθετική δέσμη μέτρων, που περιλαμβάνει α) τον ΓΚΠΔ, ο οποίος αντικατέστησε την από εικοσαετίας ισχύουσα οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L της 23.11.1995, σελ. 31) («Οδηγία για την προστασία των δεδομένων») και β) την Οδηγία για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές επιβολής του νόμου, τα ποινικά δικαστήρια, τις ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές.
Ο ΓΚΠΔ ενισχύει την προστασία των φυσικών προσώπων όσον αφορά το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αντικατοπτρίζοντας τη φύση της προστασίας των δεδομένων ως θεμελιώδους δικαιώματος για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και η παγκοσμιοποίηση δημιούργησαν νέες προκλήσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η κλίμακα της συλλογής και της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυξήθηκε σημαντικά. Η τεχνολογία επιτρέπει τόσο σε ιδιωτικές επιχειρήσεις όσο και σε δημόσιες αρχές να κάνουν χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε πρωτοφανή κλίμακα για την επιδίωξη των δραστηριοτήτων τους. Πρέπει, λοιπόν, η τεχνολογία να διευκολύνει περαιτέρω την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης και τη διαβίβαση σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, διασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα φυσικά πρόσωπα ολοένα και περισσότερο δημοσιοποιούν προσωπικές πληροφορίες και τις καθιστούν διαθέσιμες σε παγκόσμιο επίπεδο.

Οι εξελίξεις αυτές απαιτούν ένα ισχυρό και πιο συνεκτικό πλαίσιο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, υποστηριζόμενο από αυστηρή εφαρμογή της νομοθεσίας, δεδομένου ότι είναι σημαντικό να δημιουργηθεί η αναγκαία εμπιστοσύνη που θα επιτρέψει στην ψηφιακή οικονομία να αναπτυχθεί στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς. Τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να έχουν τον έλεγχο των δικών τους δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θα πρέπει να ενισχυθούν η ασφάλεια δικαίου και η πρακτική ασφάλεια για τα φυσικά πρόσωπα, τους οικονομικούς παράγοντες και τις δημόσιες αρχές. Οσάκις ο ΓΚΠΔ προβλέπει προδιαγραφές ή περιορισμούς των κανόνων του από το δίκαιο των κρατών μελών, τα κράτη μέλη μπορούν να ενσωματώσουν στοιχεία του παρόντος κανονισμού στο εθνικό τους δίκαιο, στην έκταση που απαιτείται για λόγους συνεκτικότητας και για να είναι κατανοητές οι εθνικές διατάξεις στα πρόσωπα για τα οποία αυτές εφαρμόζονται. Ενώ οι στόχοι και οι αρχές της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν ισχυρές, η οδηγία αυτή δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τον κατακερματισμό της εφαρμογής της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση, την ανασφάλεια δικαίου ή τη διαδεδομένη στο κοινό αντίληψη ότι υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι για την προστασία των φυσικών προσώπων, ιδίως όσον αφορά την επιγραμμική δραστηριότητα. Διαφορές στο επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων, ιδίως του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά την επεξεργασία αυτών στα κράτη μέλη, ενδέχεται να εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών σε ολόκληρη την Ένωση. Επομένως, οι διαφορές αυτές μπορεί να συνιστούν εμπόδιο για την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων στο επίπεδο της Ένωσης, να στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό και να εμποδίζουν τις αρχές στην εκτέλεση των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης. Αυτή η διαφορά ως προς τα επίπεδα προστασίας οφείλεται στην ύπαρξη αποκλίσεων κατά την εκτέλεση και εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Εξάλλου, αν και η Οδηγία 95/46/ΕΚ εφαρμόζεται σε κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, όπως δραστηριότητες στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας.

Ως εκ τούτου για τη διασφάλιση συνεκτικής και υψηλού επιπέδου προστασίας των φυσικών προσώπων και την άρση των εμποδίων στις ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης, το επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο σε όλα τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να διασφαλίζεται συνεκτική και ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση.

Ο ΓΚΠΔ, λόγω της νομικής φύσης του, δεν απαιτεί την έκδοση ιδιαίτερης νομικής πράξης εφαρμογής από τα κράτη μέλη, δεσμεύοντας άμεσα τα κρατικά όργανα, τις δημόσιες αρχές και τα δικαστήρια, καθώς και όλα τα πρόσωπα, φυσικά και νομικά, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του. Εντούτοις, περιέχει αρκετές «ρήτρες ευελιξίας» και «ρήτρες ανοίγματος», αναγνωρίζοντας στα κράτη μέλη την ευχέρεια να εξειδικεύσουν τους κανόνες του, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και να προσδιορίσουν τις περιστάσεις ειδικών καταστάσεων επεξεργασίας, μεταξύ άλλων τον ακριβέστερο καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι νόμιμη. Περαιτέρω, ο εθνικός νομοθέτης αξιοποιεί την ευχέρεια που παρέχει ο ΓΚΠΔ ως προς την έκταση των εξαιρέσεων (άρθρο 23 παράγραφος 1) αλλά και ως προς τη ρύθμιση ειδικών περιπτώσεων επεξεργασίας, όπως η επεξεργασία των δεδομένων στο πλαίσιο της απασχόλησης ή για τους σκοπούς της επιστημονικής έρευνας, για να εξειδικεύσει και να συμπληρώσει τις ρυθμίσεις του ενωσιακού δικαίου, κατά τρόπο ώστε να ενισχύει την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Αντίστοιχη είναι η κανονιστική επιλογή ως προς την ενσωμάτωση της Οδηγίας, οι ρυθμίσεις της οποίας επιτρέπουν την οικοδόμηση ενός ισχυρού και συνεκτικότερου πλαισίου προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όταν αυτά γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, διακρίβωσης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένης της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους. Καθώς η Οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ισχυρότερες διασφαλίσεις από αυτές που προβλέπονται στην Οδηγία για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων (αιτιολογική σκέψη 15 της Οδηγίας), η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ρυθμίζεται με τρόπο ώστε να προδιαγράφεται ένα υψηλό επίπεδο προστασίας, το οποίο ωστόσο εναρμονίζεται με τη δυνατότητα επίτευξης των νόμιμων στόχων αναφορικά με την πρόληψη, διερεύνηση, ανίχνευση ή δίωξη ποινικών αδικημάτων και της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και την προστασία της δημόσιας ασφάλειας.

Ο ΓΚΠΔ καταργεί την Οδηγία 95/46/ΕΚ, η οποία αποτέλεσε και το νομοθετικό πρότυπο των σχετικών ελληνικών νομοθετικών ρυθμίσεων.
Κατ' επέκταση, και για λόγους ασφάλειας δικαίου, σαφήνειας και συνεκτικότητας των ρυθμίσεων, ο ν. 2472/1997 (Α' 50) για την προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο οποίος ήταν γενικής εφαρμογής, καταργείται με την επιφύλαξη ωστόσο διατήρησης σε ισχύ ορισμένων διατάξεών του.

Επισημαίνεται τέλος, ότι οι ρυθμίσεις του παρόντος ΣχΝ θα πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του γράμματος και του πνεύματος της ενωσιακής νομοθεσίας, ειδικότερα δε, υπό το φως της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της παραγράφου 1 του άρθρου 16 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) που ορίζουν ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, αλλά και της σχετικής νομολογίας του ΕΔΔΑ, του ΔΕΕ και των εθνικών δικαστηρίων. Αντίστοιχη οριοθέτηση της ευχέρειας του εθνικού νομοθέτη, αλλά και του ερμηνευτή και εφαρμοστή των προτεινόμενων κανόνων του παρόντος ΣχΝ συνιστά ιδίως το άρθρο 9Α του ελληνικού Συντάγματος.

Β. Επί των άρθρων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Γενικές Διατάξεις

Άρθρο 1 Σκοπός του νόμου


Με το άρθρο 1, κατ' αναλογία προς το άρθρο 1 τόσο του ΓΚΠΔ όσο και της Οδηγίας, ορίζεται ο σκοπός και το αντικείμενο του ΣχΝ και ειδικότερα η αντικατάσταση του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει τη συγκρότηση και λειτουργία της Αρχής, η προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον ΓΚΠΔ και η ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας. Η περιγραφή του σκοπού του νομοθετήματος περιλαμβάνεται στο άρθρο 1 αυτού κατ'εξαίρεση, προκειμένου να αποτελέσει γενική κατευθυντήρια οδηγία για την ερμηνεία και να υποβοηθηθεί στο έργο του ο ερμηνευτής και εφαρμοστής των διατάξεων αυτών.
 

Σκοπός του παρόντος νόμου είναι:
α) η αντικατάσταση του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει τη συγκρότηση και λειτουργία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα,
β) η προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία δεδομένων στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, εφεξής: ΓΚΠΔ),
γ) η ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου.



Άρθρο 2 Ουσιαστικό Πεδίο εφαρμογής

Με το άρθρο 2 καθορίζεται το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής του ΣχΝ. Ειδικότερα, η παράγραφος 1 περιλαμβάνει, όπως και το προϊσχύον δίκαιο (άρθρο 1 του ν. 2472/1997), ενιαία, τόσο για δημόσιους όσο και για ιδιωτικούς φορείς, κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται εν όλω ή εν μέρει με αυτοματοποιημένα μέσα ή στηρίζεται στη χειρόγραφη επεξεργασία, στην τελευταία περίπτωση μόνο αν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιέχονται ή προορίζονται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης. Είναι αυτονόητο ότι αρχεία ή σύνολα αρχείων, καθώς και τα εξώφυλλά τους, τα οποία δεν είναι διαρθρωμένα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του σχεδίου νόμου.
Επισημαίνεται περαιτέρω ότι δεν εμπίπτει στο ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής του ΣχΝ, σύμφωνα με ρητή πρόβλεψη του ΓΚΠΔ, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που γίνεται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας και χωρίς αυτή η επεξεργασία να συνδέεται με κάποια επαγγελματική ή εμπορική δραστηριότητα. Ως τέτοια δραστηριότητα νοείται εκείνη που αναφέρεται στο ιδιωτικό πεδίο δράσης ενός προσώπου ή μιας οικογένειας, δηλαδή εκείνη που δεν εμπίπτει στην επαγγελματική δραστηριότητα και δεν έχει ως σκοπό ή αποτέλεσμα τη συστηματική διαβίβαση ή τη διάδοση δεδομένων σε τρίτους, όπως λ.χ. η αλληλογραφία, η τήρηση αρχείου διευθύνσεων ή κοινωνική δικτύωση ή και η επιγραμμική δραστηριότητα που ασκείται στο πλαίσιο τέτοιων επεξεργασιών.
Το ΣχΝ καλύπτει και τις πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργούνται από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές. Οι πράξεις όμως αυτές, όταν διενεργούνται από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών τους καθηκόντων, για λόγους διασφάλισης της δικαστικής ανεξαρτησίας και της διάκρισης των εξουσιών, εξαιρούνται, κατά ρητή πρόβλεψη των άρθρων 55 του ΓΚΠΔ και 45 της Οδηγίας, από την εποπτική αρμοδιότητα της Αρχής. Η εξαίρεση αυτή για λόγους σαφήνειας και κατανόησης επαναλήφθηκε και στο άρθρο 10 παράγραφος 5 καθώς και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 58 του ΣχΝ.
Περαιτέρω, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ως προς την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στους τομείς της εθνικής άμυνας και της εθνικής ασφάλειας το ΣχΝ έμεινε πιστό στο κεκτημένο που είχε δημιουργηθεί μέχρι τώρα από τον ν. 2472/1997.
Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι οι διατάξεις του ΣχΝ δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση άμεσης εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΓΚΠΔ. Με τη ρύθμιση αυτή λαμβάνεται υπόψη ότι ο ΓΚΠΔ έχει άμεση ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 288 Παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. Θα πρέπει όμως να επισημανθεί ότι συγκεκριμένες επαναλήψεις και παραπομπές του ΣχΝ σε διατάξεις του ΓΚΠΔ γίνονται για λόγους σαφήνειας και συνεκτικότητας, αφήνοντας ανέπαφη την άμεση ισχύ του ΓΚΠΔ. Διευκρινίζεται περαιτέρω ότι οι ακριβείς επαναλήψεις και αναφορές στο ΓΚΠΔ οφείλονται, επίσης, στο πολύπλοκο σύστημα πολλαπλών επιπέδων που παράγεται από την αλληλεπίδραση μεταξύ του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας με το εθνικό, γενικό και τομεακό δίκαιο. Πάντως, το ΔΕΚ (ήδη ΔΕΕ) έχει αναθέσει στον εθνικό νομοθέτη, για λόγους σαφήνειας και κατανόησης για τον αποδέκτη να κάνει τις απαραίτητες ακριβείς επαναλήψεις (ΔΕΚ, υπόθεση C-272/83, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκ. 27), ενώ σχετική πρόβλεψη τίθεται και στον ΓΚΠΔ (αιτιολογική σκέψη 8 του ΓΚΠΔ).
 

1. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης α) από δημόσιους φορείς ή β) ιδιωτικούς φορείς, εκτός και εάν η επεξεργασία πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας.
2. Οι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση άμεσης εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως του ΓΚΠΔ.



Άρθρο 3
Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Με το άρθρο 3 ρυθμίζεται το εδαφικό πεδίο εφαρμογής του ΣχΝ. Με την παράγραφο 1 ορίζεται ειδικότερα ότι οι διατάξεις του ΣχΝ. εφαρμόζονται στους δημόσιους φορείς, ενώ στους ιδιωτικούς φορείς εφαρμόζονται μόνο εάν η επεξεργασία διενεργείται εντός της Ελληνικής Επικράτειας ή τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία εντός της Ελληνικής Επικράτειας ή μολονότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία δεν έχει εγκατάσταση σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΓΚΠΔ. Με τις παραγράφους 2 και 3 διευκρινίζεται περαιτέρω, ποιά κράτη τελούν σε ισοδύναμο καθεστώς με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
 

1. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στους δημόσιους φορείς. Στους ιδιωτικούς φορείς εφαρμόζονται, εφόσον:
α) ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ελληνικής Επικράτειας,
β) τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία εντός της Ελληνικής Επικράτειας, ή εφόσον
γ) μολονότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία δεν έχει εγκατάσταση σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΓΚΠΔ.
2. Τα συμβαλλόμενα κράτη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και της Ελβετίας τελούν σε ισοδύναμο καθεστώς με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την επεξεργασία για σκοπούς σύμφωνα με το άρθρο 2 του ΓΚΠΔ . Άλλα κράτη θεωρούνται τρίτες χώρες.
3. Τα συνδεδεμένα με το κεκτημένο της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν (ν. 2514/1997, ΑΊ40) κράτη, όταν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διενεργείται για τους σκοπούς του άρθρου 1 παράγραφος 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης- πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου , τελούν σε ισοδύναμο καθεστώς με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άλλα κράτη θεωρούνται τρίτες χώρες.



Άρθρο 4
Ορισμοί

Στο άρθρο 4 περιλαμβάνονται απαραίτητοι ορισμοί για την ευχερή εφαρμογή του ΣχΝ. Υπό το ανωτέρω πρίσμα και δεδομένης της συχνής αναφοράς στο ΣχΝ των εννοιών του δημόσιου και ιδιωτικού φορέα κρίθηκε απαραίτητο οι έννοιες αυτές για τις ανάγκες του παρόντος να οριοθετηθούν με την περίπτωση α' και περίπτωση β' , ενώ με την περίπτωση γ' διευκρινίζεται ότι για τις ανάγκες του ΣχΝ ως αρμόδια
εποπτική αρχή ορίζεται η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής: Αρχή).
 

Για τους σκοπούς του παρόντος νοούνται:
α) «δημόσιος φορέας»: οι δημόσιες αρχές, οι ανεξάρτητες και ρυθμιστικές διοικητικές αρχές, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι κρατικές ή δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί, τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή η διοίκησή τους ορίζεται από αυτό,
β) «ιδιωτικός φορέας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα, που δεν εμπίπτει στην έννοια του «δημόσιου φορέα»,
γ) «αρμόδια εποπτική αρχή»: η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής: Αρχή).



Άρθρο 5
Νομική βάση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Το άρθρο 5 περιέχει μια γενική νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τους δημόσιους φορείς. Βάσει της διάταξης αυτής που έχει υπαχθεί συστηματικά στις «Γενικές Διατάξεις» του παρόντος νόμου οι υπεύθυνοι επεξεργασίας προκειμένου για δημόσιους φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν αυτή τη γενική νομική βάση ανεξάρτητα από τους σκοπούς για τους οποίους γίνεται η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η έννοια του δημόσιου φορέα έχει ήδη οριοθετηθεί με την περίπτωση α' του προηγούμενου άρθρου. Καθό μέρος η εν λόγω διάταξη χρησιμοποιείται για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 2 του ΓΚΠΔ, δημιουργείται με αυτή μια νομική βάση δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σε συνδυασμό με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του ΓΚΠΔ. Αυτό είναι νομικά αναγκαίο, διότι με το στοιχείο ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ΓΚΠΔ δεν δημιουργείται αυτοτελώς νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, γεγονός που προκύπτει από την ίδια τη διατύπωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του ΓΚΠΔ και ως εκ τούτου εναπόκειται στη βούληση του ενωσιακού ή εθνικού νομοθέτη η δημιουργία της νομικής αυτής βάσης. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιους φορείς επιτρέπεται βάσει του ΓΚΠΔ, εφόσον είναι αναγκαία για την εκπλήρωση έργου δημοσίου συμφέροντος ή εάν εκτελείται κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας. Και οι δύο νομικές βάσεις μπορεί να προβλέπονται είτε από την εθνική νομοθεσία είτε από τους κανονισμούς της ΕΕ. Το ΣχΝ λαμβάνει υπόψη του το προηγούμενο του ν. 2472/1997, αλλά δεν κάνει πλέον διάκριση μεταξύ των σταδίων συλλογής και επεξεργασίας «ευαίσθητων δεδομένων» και δεν προβλέπει τη «διασύνδεση» ως μορφή επεξεργασίας, αλλά χρησιμοποιεί τις γενικές αρχές του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας και περιλαμβάνει γενικά την έννοια της «επεξεργασίας». Όπως προβλέπει το παρόν ΣχΝ, το άρθρο 5 περιέχει επικουρική, γενική νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με χαμηλή ένταση επέμβασης στα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων.
 

Οι δημόσιοι φορείς επιτρέπεται να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όταν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την άσκηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή για την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί σε αυτόν.



Άρθρο 6
Ορισμός του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων σε δημόσιους φορείς

Μέχρι την εισαγωγή της στον ΓΚΠΔ, η υποχρέωση ορισμού ενός υπεύθυνου προστασίας δεδομένων (ΥΠΔ) ήταν ευρέως άγνωστη στα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, ο υποχρεωτικός διορισμός του ΥΠΔ έχει προβλεφθεί στο γερμανικό νόμο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για περισσότερα από 30 χρόνια και έχει αποδειχθεί επιτυχής. Σύμφωνα με το ΓΚΠΔ, ο ΥΠΔ πρόκειται να διαδραματίσει βασικό ρόλο στην επίτευξη της συμμόρφωσης με το ΓΚΠΔ.
Με το άρθρο 6 παράγραφος 1 ΣχΝ ρυθμίζεται σε συμμόρφωση με το άρθρο 37 παράγραφος 1 στοιχείο α) του ΓΚΠΔ, αλλά και για τις ανάγκες ενσωμάτωσης στην εθνική νομοθεσία του άρθρου 32 παράγραφος 1 της Οδηγίας, η υποχρέωση των δημοσίων φορέων να ορίζουν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων (εφεξής: ΥΠΔ). Ακολούθως, οι παράγραφοι 2 και 3, για λόγους συνεκτικότητας και σαφήνειας ευθυγραμμίζονται με τις παραγράφους 3 και 5 του ΓΚΠΔ, ενώ ενσωματώνουν και τις παραγράφους 2 και 3 της Οδηγίας, με την ειδικότερη πρόβλεψη ότι μπορεί να ορισθεί ένας ΥΠΔ για περισσότερους δημόσιους φορείς. Επίσης εκεί, ρυθμίζεται και ο τρόπος επιλογής του ΥΠΔ. Περαιτέρω, η παράγραφος 4 ευθυγραμμίζεται με την παράγραφο 6 του άρθρου 37 του ΓΚΠΔ, και θέτει την πρόβλεψη ότι ο ΥΠΔ μπορεί να είναι υπάλληλος του δημόσιου φορέα με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει σύμβασης παροχής υπηρεσιών. Με την παράγραφο 5 σε συμμόρφωση με το άρθρο 37 παράγραφος 7 του ΓΚΠΔ και για την ενσωμάτωση του άρθρου 32 παράγραφος 4 της Οδηγίας τίθεται η πρόβλεψη ότι ο δημόσιος φορέας δημοσιοποιεί τα στοιχεία επικοινωνίας του ΥΠΔ και τα ανακοινώνει στην Αρχή. Ωστόσο, εδώ, λαμβάνεται περαιτέρω πρόνοια για τις περιπτώσεις εκείνες σύμφωνα με τις οποίες η δημοσιοποίηση αυτή δεν επιτρέπεται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή λόγω τήρησης του καθήκοντος εχεμύθειας (εμπιστευτικότητα), και τούτο, όταν υπάρχει σχετική πρόβλεψη από το νόμο.
 

1. Οι δημόσιοι φορείς ορίζουν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων (εφεξής: ΥΠΔ).
2. Μπορεί να ορίζεται ένας μόνο ΥΠΔ για περισσότερους δημόσιους φορείς, λαμβανομένου πάντοτε υπόψη της οργανωτικής δομής και του μεγέθους τους.
3 Ο ΥΠΔ επιλέγεται βάσει επαγγελματικών προσόντων και, ιδίως βάσει των εξειδικευμένων γνώσεών του στο δίκαιο της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των πρακτικών περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και βάσει των ικανοτήτων του να εκπληρώσει τα καθήκοντα του άρθρου 8.
4. Ο ΥΠΔ μπορεί να είναι υπάλληλος του δημόσιου φορέα με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή να εκπληρώνει τα καθήκοντά του βάσει σύμβασης παροχής υπηρεσιών.
5. Ο δημόσιος φορέας δημοσιοποιεί τα στοιχεία επικοινωνίας του ΥΠΔ και τα ανακοινώνει στην Αρχή, εκτός και εάν αυτό δεν επιτρέπεται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή λόγω τήρησης του καθήκοντος εχεμύθειας (εμπιστευτικότητα), που προβλέπεται από τον νόμο.



Άρθρο 7 Θέση του ΥΠΔ

Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 7 συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφοι 1 και 2 του ΓΚΠΔ και ενσωματώνουν το άρθρο 33 της Οδηγίας. Οι παράγραφοι 3 έως και 6 τίθενται προς συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 38 παράγραφοι 3 έως και 5 του ΓΚΠΔ για όλους τους δημόσιους φορείς, ανεξάρτητα από τον σκοπό για τον οποίο λαμβάνει χώρα η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνεται ειδική πρόνοια για την απόλυση του ΥΠΔ, αλλά και για την τήρηση από αυτόν της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας. Οι ρυθμίσεις αυτές υπερβαίνουν θεμιτώς τις απαιτήσεις της Οδηγίας, καθώς διασφαλίζουν περαιτέρω την ανεξαρτησία του ΥΠΔ, προβλέφθησαν δε, για λόγους συνεκτικότητας και σαφήνειας ως προς το νομικό καθεστώς του ΥΠΔ.
 

1. Ο δημόσιος φορέας διασφαλίζει ότι ο ΥΠΔ μετέχει δεόντως και έγκαιρα σε όλα τα ζητήματα σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Ο δημόσιος φορέας υποστηρίζει τον ΥΠΔ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 8, παρέχοντάς του τους απαραίτητους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών και την πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και επεξεργασίες, και για τη διατήρηση των ειδικών γνώσεών του.
3. Ο δημόσιος φορέας διασφαλίζει ότι ο ΥΠΔ δεν λαμβάνει εντολές κατά την άσκηση των καθηκόντων του αυτών. Ο ΥΠΔ αναφέρεται απευθείας στο
ανώτατο ιεραρχικά προϊστάμενο όργανο του δημόσιου φορέα. Ο ΥΠΔ δεν απολύεται ούτε υφίσταται κυρώσεις από τον υπεύθυνο επεξεργασίας επειδή επιτέλεσε τα καθήκοντά του.
4. Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ΥΠΔ ή η ανάκληση της ανάθεσης των καθηκόντων του, στην περίπτωση που αυτός είναι και υπάλληλος του δημόσιου φορέα, επιτρέπεται μόνον για σπουδαίο λόγο. Μετά τη λήξη της σύμβασης εργασίας του ως ΥΠΔ, δεν μπορεί να απολυθεί για ένα έτος μετά το πέρας του διορισμού του, εκτός εάν ο δημόσιος φορέας έχει σπουδαίο λόγο να προβεί στην καταγγελία της σύμβασής του.
5. Τα υποκείμενα των δεδομένων μπορούν να συμβουλεύονται τον ΥΠΔ για κάθε θέμα σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την άσκηση των δικαιωμάτων τους βάσει του ΓΚΠΔ, του παρόντος και άλλης νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο ΥΠΔ είναι υποχρεωμένος να διατηρεί εμπιστευτικότητα ως προς την ταυτότητα των υποκειμένων των δεδομένων και σχετικά με τις περιστάσεις που επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς το υποκείμενο των δεδομένων, εκτός αν η ταυτότητα του υποκειμένου αποκαλύπτεται από αυτό.
6. Εάν ο ΥΠΔ λάβει γνώση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την άσκηση του έργου του, για τα οποία ο επικεφαλής του δημόσιου φορέα έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να καταθέσει ως μάρτυρας για επαγγελματικούς λόγους, το δικαίωμα αυτό ισχύει και για τον ΥΠΔ και τους βοηθούς του. Το πρόσωπο που έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να καταθέσει ως μάρτυρας για επαγγελματικούς λόγους, αποφασίζει για την άσκηση αυτού του δικαιώματος, εκτός εάν η απόφαση αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί στο άμεσο μέλλον.



Άρθρο 8 Καθήκοντα του ΥΠΔ

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 8, επιπλέον των καθηκόντων του ΥΠΔ σύμφωνα με τον ΓΚΠΔ, αποσαφηνίζονται σε συμμόρφωση με το άρθρο 39 του ΓΚΠΔ, αλλά και για τις ανάγκες ενσωμάτωσης στην εθνική νομοθεσία του άρθρου 34 της Οδηγίας, έτι περαιτέρω τα καθήκοντα του ΥΠΔ. Με την παράγραφο 3 διευκρινίζεται ότι τα καθήκοντα του ΥΠΔ που ορίζεται από δικαστικές και εισαγγελικές αρχές δεν αφορούν τις πράξεις επεξεργασίας που διενεργούνται από αυτές στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών τους καθηκόντων, σε συμμόρφωση τόσο με το στοιχείο α) της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του ΓΚΠΔ όσο και για την ενσωμάτωση του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 32 της Οδηγίας. Με την παράγραφο 3 λαμβάνεται πρόνοια ότι όταν ο ΥΠΔ εκτελεί και άλλα καθήκοντα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζουν ότι η άσκηση των καθηκόντων αυτών δεν οδηγεί σε σύγκρουση συμφερόντων, και τούτο σε συμμόρφωση με το άρθρο 38 παράγραφος 6 του ΓΚΠΔ. Τέλος, με την παράγραφο 4 τίθεται σε συμμόρφωση με το άρθρο 39 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ η πρόβλεψη ότι ο ΥΠΔ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του λαμβάνει δεόντως υπόψη τον κίνδυνο που συνδέεται με την επεξεργασία, τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας Με την παράγραφο αυτή κατοχυρώνεται ως γενική αρχή η λήψη υπόψη των ανωτέρω κριτηρίων από τον ΥΠΔ κατά την άσκηση των εν γένει καθηκόντων του.
 

1. Επιπλέον των καθηκόντων του σύμφωνα με τον ΓΚΠΔ, ο ΥΠΔ έχει τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) να ενημερώνει και συμβουλεύει τον δημόσιο φορέα και τους εργαζομένους που διενεργούν την επεξεργασία σχετικά με τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και κάθε άλλη νομοθεσία για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
β) να παρακολουθεί την τήρηση των διατάξεων του παρόντος και κάθε άλλης νομοθεσίας για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και των πολιτικών του δημόσιου φορέα σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της λογοδοσίας, καθώς και των σχετικών ελέγχων·
γ) παρέχει συμβουλές όσον αφορά την εκτίμηση αντικτύπου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και παρακολουθεί την εφαρμογή της σύμφωνα με το άρθρο 65 ·
δ) συνεργάζεται με την Αρχή ·
ε) ενεργεί ως σημείο επαφής με την Αρχή σε θέματα που αφορούν την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της προηγούμενης διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 67, και τη συμβουλεύεται, κατά περίπτωση, σχετικά με οποιοδήποτε άλλο θέμα.
2. Τα καθήκοντα του ΥΠΔ ο οποίος τυχόν ορίζεται από δικαστικές και εισαγγελικές αρχές δεν αφορούν τις πράξεις επεξεργασίας που διενεργούνται από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών τους καθηκόντων.
3. Ο ΥΠΔ μπορεί να εκτελεί και άλλα καθήκοντα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζουν ότι η άσκηση των καθηκόντων αυτών δεν οδηγεί σε σύγκρουση συμφερόντων.
4. Ο ΥΠΔ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του λαμβάνει δεόντως υπόψη τον κίνδυνο που συνδέεται με την επεξεργασία, τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Εποπτική Αρχή


Το Κεφάλαιο Β' περιλαμβάνει ρυθμίσεις (άρθρα 9-20) για τη συγκρότηση και λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής που εποπτεύει την παρακολούθηση της εφαρμογής του ΓΚΠΔ, της Οδηγίας και του ΣχΝ. Σύμφωνα με το πνεύμα του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας, αλλά και για λόγους συνοχής και αποτελεσματικότητας, ορίζεται κοινή εποπτική Αρχή για την παρακολούθηση της εφαρμογής του συνόλου των διατάξεων του εθνικού δικαίου και του άμεσα εφαρμοστέου δικαίου της Ένωσης και θεσπίζεται τεκμήριο γενικής αρμοδιότητας της Αρχής αυτής.

Άρθρο 9
Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Με το άρθρο 9 σε συμμόρφωση με το άρθρο 51 του ΓΚΠΔ, αλλά και για την ενσωμάτωση του άρθρου 41 της Οδηγίας, ορίζεται η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής: Αρχή) που έχει συσταθεί δυνάμει του ν. 2472/1997, ως η ανεξάρτητη εθνική αρχή που θα εποπτεύει την παρακολούθηση των διατάξεων του ΓΚΠΔ, του ΣχΝ και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ελληνική Επικράτεια. Η Αρχή αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, είναι δε και συνταγματικώς κατοχυρωμένη ανεξάρτητη διοικητική αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 9 Α του Συντάγματος.
 

Η εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του ΓΚΠΔ, του παρόντος και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ελληνική Επικράτεια ασκείται από την Αρχή που έχει συσταθεί με τον ν. 2472/1997 (Α' 50). Έδρα της Αρχής είναι η Αθήνα.



Άρθρο 10 Αρμοδιότητα

Με το άρθρο 10 σε συμμόρφωση με το άρθρο 55 του ΓΚΠΔ και για την ενσωμάτωση του άρθρου 45 της Οδηγίας ορίζεται η αρμοδιότητα της Αρχής. Ειδικότερα, στην παράγραφο 1 ορίζεται ότι η Αρχή συνεργάζεται με τις εποπτικές αρχές κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την Επιτροπή, ενώ στην παράγραφο 2 διασαφηνίζεται ότι η Αρχή εκπροσωπεί την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων «the Board» (εφεξής: ΕΣΠΔ) που συστήνεται με το άρθρο 68 του ΓΚΠΔ, καθώς και στις άλλες συναφείς επιτροπές ή συναφή όργανα με αντικείμενο την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στις περιπτώσεις στις οποίες προβλέπεται η συμμετοχή εθνικής εποπτικής αρχής. Με την παράγραφο 3 ορίζεται ότι η Αρχή συνεργάζεται με αντίστοιχες αρχές τρίτων χωρών και διεθνείς οργανισμούς για την εκπλήρωση των σκοπών του άρθρου 50 του ΓΚΠΔ. Με την παράγραφο 4 διευκρινίζεται ότι η Αρχή ασκεί τις αντίστοιχες εποπτικές αρμοδιότητες που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις του διεθνούς ή του ενωσιακού δικαίου και αφορούν επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ως τέτοιες νοούνται μεταξύ άλλων οι διατάξεις που ρυθμίζουν το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν, το Σύστημα Πληροφοριών Ευρωπόλ, το Σύστημα Πληροφοριών Eurodac και η Σύμβαση για τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα. Τέλος, με την παράγραφο 5 ορίζεται ρητά ότι εξαιρούνται από την εποπτική αρμοδιότητα της Αρχής οι πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργούνται από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών τους καθηκόντων.
 

1. Η Αρχή συνεργάζεται με τις εποπτικές αρχές κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την Επιτροπή.
2. H Αρχή εκπροσωπεί την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων («the Board», εφεξής: ΕΣΠΔ) και σε άλλες επιτροπές ή όργανα με αντικείμενο την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
3. Η Αρχή συνεργάζεται με αντίστοιχες αρχές τρίτων χωρών και διεθνείς οργανισμούς για την εκπλήρωση των σκοπών του άρθρου 50 του ΓΚΠΔ.
4. Στις περιπτώσεις που σε διεθνείς ή διακρατικές συμβάσεις ή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στην εθνική νομοθεσία προβλέπεται ανεξάρτητος έλεγχος ή εποπτεία, η Αρχή ασκεί τις αντίστοιχες αρμοδιότητες και εξουσίες.
5. Η Αρχή δεν είναι αρμόδια να ελέγχει πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργούνται από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών τους καθηκόντων.



Άρθρο 11
Λειτουργική Ανεξαρτησία

Με το άρθρο 11 σε συμμόρφωση με τα άρθρα 52, 53 και 54 του ΓΚΠΔ, αλλά και για την ενσωμάτωση των άρθρων 42, 43 και 44 της Οδηγίας, ορίζεται ο τρόπος συγκρότησης της Αρχής. Η Αρχή συγκροτείται ως συλλογικό όργανο που αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αναπληρωτή του και έξι μέλη, ενώ προβλέπεται και ο διορισμός ισάριθμων αναπληρωματικών μελών. Η επιλογή των μελών γίνεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 101Α του Συντάγματος και τον Κανονισμό της Βουλής και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, με τις οποίες τίθενται γενικές ρυθμίσεις για την επιλογή των μελών της Αρχής. Για τη διασφάλιση της θεσμικής ανεξαρτησίας της Αρχής, προβλέπεται ότι η θητεία των μελών της είναι εξαετής και μη ανανεώσιμη. Η ελληνική ιθαγένεια ορίζεται ως προϋπόθεση για την επιλογή σε θέση Προέδρου ή μέλους της Αρχής, δεδομένου ότι τα μέλη της Αρχής μετέχουν στην άσκηση δημόσιας εξουσίας. Προβλέπεται, ακόμη, ότι τα μέλη της Αρχής είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί, απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και δεν υπόκεινται σε εποπτεία και έλεγχο από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές. Σύμφωνα με την παράγραφο 5 ο Πρόεδρος και ο Αναπληρωτής Πρόεδρος έχουν αποκλειστική απασχόληση στην Αρχή. Η ιδιότητά τους αυτή συνεπάγεται την αναστολή οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήματος και επαγγελματικής δραστηριότητας. Τέλος, με την παράγραφο 6 και για λόγους ενίσχυσης της λειτουργικής ανεξαρτησίας των μελών της Αρχής προβλέπεται ότι τα μέλη της Αρχής δεν υπέχουν αστική ευθύνη έναντι οποιουδήποτε τρίτου για πράξεις ή παραλείψεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεν διώκονται για την έκφραση γνώμης και για πράξη ή παράλειψη που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός αν ενήργησαν με δόλο ή βαρεία αμέλεια καθώς και ότι η Αρχή μπορεί να αναλάβει τη δαπάνη για τη δικαστική υπεράσπιση των μελών της σε περίπτωση άσκησης εναντίον τους αγωγής ή άσκησης σε βάρος τους ποινικής δίωξης για πράξεις ή παραλείψεις που ανάγονται αποκλειστικά στην εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων τους.
 

1. Η Αρχή συγκροτείται από τον Πρόεδρο και έξι μέλη, οι οποίοι ορίζονται με αντίστοιχους αναπληρωτές. Η θητεία τους είναι εξαετής και δεν μπορεί να ανανεωθεί.
2. Ως μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, επιλέγονται πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, που απολαμβάνουν ευρείας κοινωνικής αποδοχής και διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους εμπειρία σε τομείς που έχουν σχέση με την αποστολή και τις αρμοδιότητες της Αρχής. Προϋπόθεση επιλογής σε θέση μέλους της Αρχής είναι η ελληνική ιθαγένεια.
3. Η επιλογή και ο διορισμός του Προέδρου και των μελών της Αρχής και των αναπληρωτών τους ενεργείται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 101Α του Συντάγματος.
4. Τα μέλη της Αρχής είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί, απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και δεν υπόκεινται σε εποπτεία και έλεγχο από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές.
5. Ο Πρόεδρος και ο Αναπληρωτής Πρόεδρος έχουν αποκλειστική απασχόληση στην Αρχή. Η ιδιότητά τους αυτή συνεπάγεται την αναστολή οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήματος και επαγγελματικής δραστηριότητας.
6. Τα μέλη της Αρχής δεν υπέχουν αστική ευθύνη έναντι οποιουδήποτε τρίτου για πράξεις ή παραλείψεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δεν απαλλάσσονται από την ευθύνη τους έναντι του Ελληνικού Δημοσίου για πράξεις ή παραλείψεις από δόλο ή βαρεία αμέλεια. Τα μέλη της Αρχής δεν διώκονται για την έκφραση γνώμης και για πράξη ή παράλειψη που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός αν ενήργησαν με δόλο ή βαρεία αμέλεια. Η Αρχή μπορεί να αναλάβει τη δαπάνη για τη δικαστική υπεράσπιση των μελών της σε περίπτωση άσκησης εναντίον τους αγωγής ή άσκησης σε βάρος τους ποινικής δίωξης για πράξεις ή παραλείψεις που ανάγονται αποκλειστικά στην εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων τους.



Άρθρο 12
Κωλύματα - ασυμβίβαστα μελών της Αρχής

Με το άρθρο 12 σε συμμόρφωση με τα άρθρα 52, 53 και 54 του ΓΚΠΔ, αλλά και για την ενσωμάτωση των άρθρων 42, 43 και 44 της Οδηγίας ενισχύεται περαιτέρω η ανεξαρτησία της Αρχής καθώς διασφαλίζεται η αποχή του Προέδρου και των μελών από πράξεις που συνιστούν κατ' ουσίαν ενέργειες ασυμβίβαστες με τα καθήκοντά τους και περιγράφονται τα κωλύματα διορισμού τους και οι λόγοι για τους οποίους μπορούν να εκπέσουν αυτοδικαίως από τα καθήκοντά τους. Η άσκηση δημόσιας εξουσίας από τον Πρόεδρο και τα μέλη της Αρχής στο ιδιαιτέρως ευαίσθητο πεδίο της προστασίας ατομικών δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, καθιστά αναγκαία τη θέσπιση κωλυμάτων και ασυμβιβάστων, προκειμένου να διασφαλιστεί η αμερόληπτη και αντικειμενική εκτέλεση των καθηκόντων τους και να αποτραπεί ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων. Στόχος είναι η πρόληψη αντικρουόμενων επαγγελματικών, οικονομικών, επιχειρηματικών ή άλλων συμφερόντων που υπονομεύουν τον αμερόληπτο χαρακτήρα των διαδικασιών και τελικά πλήττουν το κύρος και την αξιοπιστία της Αρχής. Στο ίδιο πνεύμα ορίζεται ότι μέλη της Αρχής δεν επιτρέπεται για δύο (2) έτη από τη λήξη της θητείας τους να παρίστανται ενώπιον της Αρχής. Κατ' εξαίρεση, είναι συμβατή η ιδιότητα του Προέδρου ή μέλους της Αρχής με την ιδιότητα του μέλους διδακτικού προσωπικού σε πανεπιστημιακό και τεχνολογικό τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης. Είναι ασύμβατη, επίσης, οποιαδήποτε δραστηριότητα, η οποία σχετίζεται με την αρμοδιότητα της Αρχής με εξαίρεση την επιστημονική και ερευνητική δραστηριότητα. Στην αποτροπή της επιρροής των ισχυρών κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων στο έργο της Αρχής σκοπεύει και η διάταξη της παραγράφου 3, που προβλέπει την αυτοδίκαιη έκπτωση του Προέδρου ή μέλους της Αρχής, εάν, οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της θητείας τους, διαπιστωθεί με απόφαση της Αρχής η ύπαρξη στο πρόσωπό τους κωλύματος ή ασυμβιβάστου των προηγουμένων παραγράφων.
 

1. Δεν επιτρέπεται να διοριστεί Πρόεδρος ή μέλος της Αρχής α) υπουργός, υφυπουργός, γενικός ή ειδικός γραμματέας υπουργείου ή αυτοτελούς γενικής ή ειδικής γραμματείας και βουλευτής και β) όποιος είναι διευθυντικό στέλεχος ή μέλος οργάνου διοίκησης επιχείρησης, η οποία παρέχει υπηρεσίες σχετικές με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή συνδέεται με σύμβαση έργου αντίστοιχου περιεχομένου.
2. Είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του μέλους της Αρχής οποιαδήποτε επαγγελματική ή άλλη δραστηριότητα, η οποία σχετίζεται με τις αρμοδιότητες της Αρχής, με εξαίρεση την επιστημονική και ερευνητική δραστηριότητα. Μέλη της Αρχής δεν επιτρέπεται να παρίστανται ενώπιον της Αρχής για δύο (2) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους.
3. Στα μέλη της Αρχής επιτρέπεται η άσκηση καθηκόντων διδακτικού προσωπικού Α.Ε.Ι. με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης.
4. Εκπίπτει αυτοδικαίως από την ιδιότητα του Προέδρου ή μέλους της Αρχής όποιος, μετά τον διορισμό του:
α) Αποκτά μία από τις ιδιότητες που συνιστούν κώλυμα διορισμού, σύμφωνα με την παράγραφο 1.
β) Προβαίνει σε πράξεις ή αναλαμβάνει οποιαδήποτε εργασία ή έργο ή αποκτά άλλη ιδιότητα που, κατά την κρίση της Αρχής, δεν συμβιβάζονται με τα καθήκοντά του ως μέλους της Αρχής.
5. Στην διαπίστωση των ασυμβίβαστων της προηγούμενης παραγράφου προβαίνει η Αρχή, χωρίς συμμετοχή του μέλους της, στο πρόσωπο του οποίου ενδέχεται να συντρέχει το ασυμβίβαστο. Η Αρχή αποφασίζει ύστερα από ακρόαση του εν λόγω μέλους. Την διαδικασία κινεί είτε ο Πρόεδρος της Αρχής, είτε ο Πρόεδρος της Βουλής.



Άρθρο 13
Καθήκοντα Αρχής

Με το άρθρο 13 σε συμμόρφωση με το άρθρο 57 του ΓΚΠΔ και για την ενσωμάτωση του άρθρου 46 της Οδηγίας, περιγράφονται τα καθήκοντα της Αρχής. Καθόσον τα καθήκοντα προβλέπονται στο άρθρο 57 του ΓΚΠΔ δεν επαναλαμβάνονται στη διατύπωση του ΣχΝ, παρά μόνο στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την ενσωμάτωση των αντίστοιχων διατάξεων της Οδηγίας, για τη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων για τα οποία ο ΓΚΠΔ δίδει τη δυνατότητα αυτή στον εθνικό νομοθέτη ή για την εξειδίκευση των λοιπών καθηκόντων που η Αρχή μπορεί να εκπληρώσει σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ' εφαρμογή της διάταξης του στοιχείου κβ) της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ΓΚΠΔ. Ιδιαίτερα σημαντική μεταξύ των καθηκόντων αυτών για την εφαρμογή των υποχρεώσεων που θεσπίζει ο ΓΚΠΔ είναι η παροχή γνώμης για κάθε ρύθμιση που πρόκειται να περιληφθεί σε νόμο ή κανονιστική πράξη και αφορά σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Με την παράγραφο 2 δίδεται η διακριτική ευχέρεια στην Αρχή να θέτει στο αρχείο αιτήσεις, ερωτήματα ή καταγγελίες που κρίνονται προδήλως αόριστα, αβάσιμα ή καταχρηστικά ή υποβάλλονται ανωνύμως καθώς και η δυνατότητα εκτίμησης της προτεραιότητας εξέτασης των αιτήσεων, ερωτημάτων και καταγγελιών, με την επιφύλαξη ειδικότερων προθεσμιών που ορίζονται στον ΓΚΠΔ.
 

1. Επιπλέον των καθηκόντων της δυνάμει του άρθρου 57 του ΓΚΠΔ, η Αρχή :
α) είναι αρμόδια για την παρακολούθηση και την εφαρμογή του παρόντος και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
β) προωθεί με πρόσφορο τρόπο την ευαισθητοποίηση του κοινού και την κατανόηση των κινδύνων, των εγγυήσεων και των δικαιωμάτων που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
γ) διατυπώνει απλή γνώμη πριν από την έκδοση νόμων και κανονιστικών διοικητικών πράξεων που σχετίζονται με την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθερίων των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
δ) εκδίδει Οδηγίες και απευθύνει συστάσεις για κάθε θέμα που αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με την επιφύλαξη των καθηκόντων του ΕΣΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 70 του ΓΚΠΔ,
ε) κατόπιν υποβολής ειδικού αιτήματος, ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την άσκηση των δικαιωμάτων του, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και άλλων ρυθμίσεων για την προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για τον σκοπό αυτό συνεργάζεται με εποπτικές αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ,
ζ) εξετάζει τις καταγγελίες που υποβάλλονται από το υποκείμενο των δεδομένων ή από φορέα ή οργάνωση ή ένωση και ενημερώνει τον καταγγέλλοντα για την πρόοδο και την έκβαση της έρευνας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος,
η) διενεργεί έρευνες για την εφαρμογή του παρόντος νόμου και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων και βάσει πληροφοριών από άλλη δημόσια αρχή,
θ) παρακολουθεί τις σχετικές εξελίξεις στο βαθμό που έχουν επιπτώσεις στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως για τις εξελίξεις των τεχνολογιών των πληροφοριών, των επικοινωνιών και των εμπορικών πρακτικών,
ι) συμβάλλει στις δραστηριότητες του ΕΣΠΔ.
2. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της η Αρχή θέτει στο αρχείο αιτήσεις, ερωτήματα ή καταγγελίες που κρίνονται προδήλως αόριστα, αβάσιμα ή υποβάλλονται καταχρηστικώς ή ανωνύμως. Η Αρχή ενημερώνει τα υποκείμενα των δεδομένων και τους αιτούντες για τις ενέργειές της. Με την επιφύλαξη των προθεσμιών που ορίζονται στον ΓΚΠΔ, η προτεραιότητα εξέτασης των αιτήσεων, ερωτημάτων και καταγγελιών εκτιμάται από την Αρχή με κριτήριο τη σπουδαιότητα και το γενικότερο ενδιαφέρον του θέματος.



Άρθρο 14
Έκθεση Δραστηριότητας

Με το άρθρο 14 προβλέπεται σε συμμόρφωση με το άρθρο 59 του ΓΚΠΔ και για την ενσωμάτωση του άρθρου 49 της Οδηγίας η υποβολή έκθεσης δραστηριότητας της Αρχής στον Πρόεδρο της Βουλής και τον Πρωθυπουργό.
 

Η Αρχή συντάσσει κάθε χρόνο έκθεση για την εκτέλεση της αποστολής της κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η έκθεση υποβάλλεται από τον Πρόεδρο της Αρχής στον Πρόεδρο της Βουλής και τον Πρωθυπουργό και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με ευθύνη της Αρχής, η οποία μπορεί να δώσει και άλλου είδους δημοσιότητα στην έκθεση.



Άρθρο 15 Εξουσίες Αρχής

Με το άρθρο 15 προβλέπονται οι εξουσίες που διαθέτει η Αρχή για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Καθώς οι εξουσίες της προβλέπονται στο άρθρο 58 του ΓΚΠΔ, δεν επαναλαμβάνονται στη διατύπωση του ΣχΝ, παρά μόνο στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την ενσωμάτωση του άρθρου 47 της Οδηγίας, για την εξειδίκευση εξουσιών που προβλέπονται από τον ΓΚΠΔ ή τη θέσπιση ειδικότερων εξουσιών στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας του εθνικού νομοθέτη.
Με τις παραγράφους 1 και 2 διασφαλίζεται ειδικότερα η εξουσία πρόσβασης της Αρχής κατά την άσκηση των ελεγκτικών της καθηκόντων σε κάθε δεδομένο και πληροφορία προσωπικού χαρακτήρα. Με την παράγραφο 3 απονέμεται η εξουσία στον Πρόεδρο της Αρχής να δίνει εξουσία διενέργειας ελέγχων σε μέλη ή υπαλλήλους εποπτικής αρχής άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο των κοινών επιχειρήσεων ελέγχου που θεσπίζονται στο άρθρο 62 του ΓΚΠΔ και του άρθρου 79 του ΣχΝ στο πλαίσιο των μηχανισμών συνεργασίας και συνεκτικότητας. Περαιτέρω, με τις παραγράφους 5 και 6 ορίζεται ότι η Αρχή μπορεί να επιβάλει κυρώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 82 του παρόντος ΣχΝ. Με την παράγραφο 7 δίνεται η δυνατότητα έκδοσης προσωρινής διαταγής από τον Πρόεδρο της Αρχής, όταν αυτό απαιτείται για την άμεση προστασία του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ενώ με την παράγραφο 8, κάνοντας χρήση της ευχέρειας που δίδεται στο εθνικό νομοθέτη σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 6 του ΓΚΠΔ να χορηγεί στις εποπτικές αρχές πρόσθετες εξουσίες, δίδεται ρητώς η εξουσιοδότηση στην Αρχή, με την επιφύλαξη του Κεφαλαίου VII του ΓΚΠΔ, να εκδίδει κανονιστικές διοικητικές πράξεις για τη ρύθμιση ειδικών, τεχνικών και λεπτομερειακών θεμάτων, στα οποία αυτές αναφέρονται.
 

1. Εκτός των προβλεπομένων στο άρθρο 58 του ΓΚΠΔ εξουσιών, η Αρχή διενεργεί αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας ελέγχους ως προς τη συμμόρφωση με τον παρόντα στο πλαίσιο των οποίων ελέγχονται η τεχνολογική υποδομή και άλλα, αυτοματοποιημένα ή μη μέσα, που υποστηρίζουν την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Κατά τη διενέργεια των ελέγχων η Αρχή έχει την εξουσία να αποκτά από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία, πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τους σκοπούς του σχετικού ελέγχου και την εκτέλεση των καθηκόντων της, χωρίς να μπορεί να της αντιταχθεί κανενός είδους απόρρητο. Κατ' εξαίρεση, η Αρχή δεν έχει πρόσβαση στα στοιχεία ταυτότητας συνεργατών που περιέχονται σε αρχεία που τηρούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.
2. Οι έλεγχοι διενεργούνται από μέλος ή μέλη της Αρχής ή υπαλλήλους του τμήματος ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Γραμματείας, ειδικά εντεταλμένους προς τούτο από τον Πρόεδρο της Αρχής. Κατά τον έλεγχο αρχείων που τηρούνται για λόγους εθνικής ασφαλείας παρίσταται αυτοπροσώπως ο Πρόεδρος της Αρχής. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής καθώς και οι ειδικά εντεταλμένοι υπάλληλοι της Γραμματείας, είναι ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι και έχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπει σχετικά ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας. Μπορούν να διενεργούν προανάκριση και χωρίς εισαγγελική παραγγελία, όταν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ή πλημμέλημα ή υπάρχει κίνδυνος από την αναβολή.
3. Ο Πρόεδρος της Αρχής δύναται να απονέμει εξουσία διενέργειας ελέγχων σε μέλη και υπαλλήλους εποπτικής αρχής άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης («εποπτική αρχή απόσπασης») στο πλαίσιο κοινών επιχειρήσεων που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 62 του ΓΚΠΔ και του άρθρου 79 του παρόντος.
4. Η Αρχή για τις ανάγκες του παρόντος: α) απευθύνει προειδοποιήσεις στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία ότι οι σκοπούμενες πράξεις επεξεργασίας είναι πιθανόν να παραβιάζουν τις διατάξεις του παρόντος·
β) δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία να συμμορφωθεί με συγκεκριμένο τρόπο και εντός ορισμένης προθεσμίας με τις διατάξεις του παρόντος, ιδίως μέσω εντολής διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
γ) δίνει εντολή και επιβάλλει προσωρινό ή οριστικό περιορισμό ή και απαγόρευση της επεξεργασίας·
δ) προβαίνει στην κατάσχεση μέσων παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που υποπίπτει στην αντίληψή της κατά την άσκηση των εξουσιών ελέγχου και ορίζεται μεσεγγυούχος αυτών μέχρι να αποφανθούν οι αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές.
5. Η Αρχή επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 40.
6. Η Αρχή επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 82.
7. Όταν η προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν επιβάλλει την άμεση λήψη απόφασης, ο Πρόεδρος μπορεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, να εκδώσει προσωρινή διαταγή για άμεσο, ολικό ή μερικό, προσωρινό περιορισμό της επεξεργασίας ή της λειτουργίας του αρχείου. Η διαταγή ισχύει μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης της Αρχής.
8. Για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του ΓΚΠΔ, του παρόντος και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του υποκειμένου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Αρχή, με την επιφύλαξη του Κεφαλαίου VII του ΓΚΠΔ, εκδίδει κανονιστικές διοικητικές πράξεις για τη ρύθμιση ειδικών, τεχνικών και λεπτομερειακών θεμάτων, στα οποία αυτές αναφέρονται. Οι κανονιστικές πράξεις της Αρχής, για τις οποίες δεν προβλέπεται δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Αρχής.



Άρθρο 16
Υποχρεώσεις και δικαιώματα μελών της Αρχής

Με το άρθρο 16 σε συμμόρφωση με το άρθρο 54 του ΓΚΠΔ, αλλά και για την ενσωμάτωση του άρθρου 44 της Οδηγίας ορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του Προέδρου και των μελών της Αρχής, οι οποίοι υπακούουν μόνο στη συνείδησή τους και τον νόμο και υπόκεινται στο καθήκον τήρησης εχεμύθειας (παράγραφος 1). Με την παράγραφο 2 εισάγονται συγκεκριμένοι περιορισμοί στην επαγγελματική δραστηριότητα των μελών της Αρχής για χρονικό διάστημα δύο ετών μετά τη λήξη της θητείας τους, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία και αμεροληψία τους κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Ειδικότερα, δεν επιτρέπεται να είναι εταίροι, μέτοχοι, μέλη διοικητικού συμβουλίου, τεχνικοί ή άλλοι σύμβουλοι ή να απασχολούνται, με ή χωρίς αμοιβή, με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε εταιρεία ή επιχείρηση των οποίων οι δραστηριότητες υπήχθησαν, άμεσα ή έμμεσα, στον έλεγχο της Αρχής κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Στην παράγραφο 4 ορίζονται οι ποινικές κυρώσεις για την παράβαση τήρησης του καθήκοντος εχεμύθειας.
 

1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής υπακούουν στη συνείδησή τους και τον νόμο και υπόκεινται στο καθήκον εχεμύθειας. Ως μάρτυρες ή πραγματογνώμονες μπορούν να καταθέτουν στοιχεία που αφορούν αποκλειστικά και μόνο την τήρηση των διατάξεων του ΓΚΠΔ και του παρόντος. Το καθήκον εχεμύθειας υφίσταται και μετά την με οποιονδήποτε τρόπο αποχώρηση του Προέδρου και των μελών της Αρχής.
2. Για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από τη λήξη της θητείας τους, ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής δεν επιτρέπεται να είναι εταίροι, μέτοχοι, μέλη διοικητικού συμβουλίου, τεχνικοί ή άλλοι σύμβουλοι ή να απασχολούνται με ή χωρίς αμοιβή με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε εταιρεία ή επιχείρηση, των οποίων οι δραστηριότητες υπήχθησαν, άμεσα ή έμμεσα, στον έλεγχο της Αρχής κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
3. Ως προς την πειθαρχική ευθύνη του Προέδρου και των μελών της Αρχής εφαρμόζεται η παράγραφος 3 του άρθρου 18 του ν. 2472/1997.
4. Πρόεδρος ή μέλος της Αρχής που, κατά παράβαση του παρόντος νόμου, γνωστοποιεί με οποιονδήποτε τρόπο δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι προσιτά σε αυτό λόγω της υπηρεσίας του ή αφήνει άλλον να λάβει γνώση αυτών, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή έως τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Αν όμως τέλεσε την πράξη με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλο αθέμιτο όφελος ή να βλάψει άλλον, επιβάλλεται κάθειρξη. Αν η πράξη του πρώτου εδαφίου τελέστηκε από αμέλεια επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή.



Άρθρο 17
Λειτουργία της Αρχής

Με το άρθρο 17 θεσπίζεται η δυνατότητα λειτουργίας της Αρχής και ως μονοπρόσωπου οργάνου. Σκοπός της διάταξης αυτής είναι η ενίσχυση της ευελιξίας και κατά συνέπεια της αποτελεσματικότητας της Αρχής, ιδίως σε περιπτώσεις στις οποίες πρέπει να ληφθεί άμεσα απόφαση ή όταν πρόκειται για ήσσονος σημασίας θέματα ή θέματα για τα οποία υπάρχει παγιωμένη «νομολογία» της Αρχής για τη λήψη απόφασης και ως εκ τούτου δεν θα χρειάζεται η σύγκληση της ολομέλειας ή τμήματος της Αρχής. Η κατά τα λοιπά λειτουργία της Αρχής και ιδίως η εσωτερική κατανομή αρμοδιοτήτων και η διαδικασία σύγκλησης και λήψης αποφάσεων ρυθμίζεται από τον κανονισμό λειτουργίας της, τον οποίο καταρτίζει η ίδια.
 

1. Η Αρχή δύναται να λειτουργεί και ως μονοπρόσωπο όργανο (Πρόεδρος) ή και να συνεδριάζει σε τμήματα, συντιθέμενα από τρία (3) τουλάχιστον τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη και προεδρευόμενα από τον Πρόεδρο της Αρχής ή τον αναπληρωτή του.
2. Η Αρχή καταρτίζει κανονισμό λειτουργίας με τον οποίο ρυθμίζεται ιδίως η λειτουργία της σε ολομέλεια και τμήματα, η κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ ολομέλειας και τμημάτων, οι αρμοδιότητες του μονοπρόσωπου οργάνου, η διαδικασία σύγκλησης, συνεδρίασης και λήψης απόφασης, η προηγούμενη ακρόαση των ενδιαφερομένων, ο τρόπος διεξαγωγής των ελέγχων και θέματα πειθαρχικής διαδικασίας. Ο κανονισμός λειτουργίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. Μέχρι την έκδοση νέου κανονισμού της Αρχής διατηρείται σε ισχύ ο υφιστάμενος κανονισμός λειτουργίας της (209/6.3.2000 απόφαση του Προέδρου της Αρχής, Β' 336, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει).
3. Με απόφαση της Ολομέλειας της Αρχής εγκρίνεται κώδικας δεοντολογίας των μελών και του προσωπικού της.



Άρθρο 18
Γραμματεία της Αρχής

Στο άρθρο 18 σε συμμόρφωση με τα άρθρα 52 και 54 του ΓΚΠΔ, αλλά και για την ενσωμάτωση των άρθρων 42 και 44 της Οδηγίας περιλαμβάνονται ρυθμίσεις σχετικά με την επιλογή και τον διορισμό ή την πρόσληψη του προσωπικού της Αρχής καθώς και με την υπηρεσιακή του κατάσταση με παραπομπή στις ήδη ισχύουσες διατάξεις του ν. 3051/2002 (Α' 220). Τέλος, με την παράγραφο 4 δίνεται εξουσιοδότηση για την έκδοση προεδρικού διατάγματος για την κατάρτιση του Οργανισμού της Αρχής.
 

1. Το προσωπικό της Αρχής διορίζεται με σχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε θέσεις που προβλέπονται στον Οργανισμό της και επιλέγεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του ν. 3051/2002 (Α' 220).
2. Υπάλληλοι του Κλάδου Ελεγκτών δεν επιτρέπεται να παρίστανται ενώπιον της Αρχής επί δύο ( 2) έτη μετά την λύση της υπηρεσιακής τους σχέσης με την Αρχή.
3. Με Προεδρικό Διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Υπουργείου Εσωτερικών εκδίδεται Οργανισμός της Αρχής, με τον οποίο καθορίζονται η διάρθρωση των οργανικών μονάδων σε Διευθύνσεις, Τμήματα και Γραφεία, τα προσόντα του προσωπικού, ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού, η κατανομή αυτών σε Κλάδους και Ειδικότητες, η σύσταση νέων θέσεων και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα. Με τον Οργανισμό επίσης καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία επιλογής του Προϊσταμένου Γραμματείας και των προϊσταμένων των οργανικών μονάδων της Αρχής. Για κάθε τροποποίηση του ως άνω προεδρικού διατάγματος απαιτείται προηγούμενη γνώμη της Αρχής. Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος του προηγούμενου εδαφίου, ισχύει το π.δ. 207/1998 «Οργάνωση της Γραμματείας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και σύσταση οργανικών Θέσεων», (Α' 164).
4. Με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων του παρόντος, του Οργανισμού της Αρχής και του Κανονισμού Λειτουργίας της, η υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Αρχής, διέπεται από τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 έως και 7 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002, όπως ισχύει.
5. Στο προσωπικό της Αρχής εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 6 του άρθρου 11.



Άρθρο 19
Προϋπολογισμός και Οικονομική Διαχείριση

Με το άρθρο 19 ορίζεται σε συμμόρφωση με το άρθρο 52 του ΓΚΠΔ, αλλά και για την ενσωμάτωση του άρθρου 42 της Οδηγίας ότι η Αρχή έχει δικό της ανεξάρτητο προϋπολογισμό που συντάσσεται με ευθύνη του Προέδρου της. Προς ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Αρχής προβλέπεται ότι αυτή διαθέτει πλήρη αυτοτέλεια ως προς την εκτέλεσή του, χωρίς τη σύμπραξη άλλου οργάνου. Επίσης, ορίζεται ότι διατάκτης των δαπανών και πιστώσεων είναι ο Πρόεδρός της. Με την παράγραφο 2 καθορίζεται η διαδικασία κατάρτισης και υποβολής προς έγκριση του προϋπολογισμού της Αρχής, η οποία εξειδικεύεται στις επόμενες παραγράφους 3 και 4. Με την παράγραφο 3 καθορίζεται η διαδικασία εκτέλεσης του προϋπολογισμού της Αρχής με πλήρη διασφάλιση της αυτοτέλειάς της. Με την παράγραφο 4 προβλέπεται περαιτέρω η διαδικασία τροποποίησης του προϋπολογισμού της Αρχής, όποτε προκύπτει σχετική ανάγκη, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Αρχής που υποβάλλεται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Με την παράγραφο 5 ορίζεται ότι η Αρχή μπορεί να μετέχει σε εθνικά, ευρωπαϊκά ή συγχρηματοδοτούμενα ερευνητικά ή άλλα προγράμματα. Για τον σκοπό αυτό η Αρχή, με απόφαση του Προέδρου της, μπορεί να ανοίγει σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της ημεδαπής ειδικό λογαριασμό, στον οποίο θα μεταφέρονται οι πιστώσεις από τα προγράμματα αυτά και από άλλους πόρους από την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται από τον ΓΚΠΔ ή το νόμο. Η διαχείριση και ο έλεγχος του ανωτέρω ειδικού λογαριασμού ρυθμίζονται από τον ειδικό κανονισμό του άρθρου 2 παράγραφος 3 του ν. 3051/2002. Η Αρχή έχει πλήρη αυτοτέλεια στη διαχείριση του λογαριασμού αυτού. Τέλος, η παράγραφος 8 διασφαλίζει ότι η άσκηση του οικονομικού ελέγχου της Αρχής από τα αρμόδια κρατικά όργανα δεν μπορεί να παρεμποδίζει τη λειτουργία της και να επηρεάζει την ανεξαρτησία της.
 

1. Η Αρχή καταρτίζει δικό της προϋπολογισμό που συντάσσεται με ευθύνη του Προέδρου της. Κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της διαθέτει πλήρη αυτοτέλεια και δεν απαιτείται σύμπραξη άλλου οργάνου. Διατάκτης είναι ο Πρόεδρος της Αρχής.
2. Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σε ετήσια βάση και υποβάλλεται απευθείας στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο Δημόσιο Λογιστικό.
3. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού της Αρχής ανήκει αποκλειστικά σ' αυτήν, στο πλαίσιο της πλήρους αυτοτέλειάς της. Επιτρέπεται η μεταφορά πιστώσεων από έναν λογαριασμό σε άλλον και μεταξύ διαφορετικών μειζόνων κατηγοριών, σύμφωνα με τις ανάγκες της Αρχής, εφόσον δεν τροποποιείται το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού που έχει αρχικώς εγκριθεί από τη Βουλή. Η μεταφορά πιστώσεων γίνεται με απόφαση της Αρχής και κοινοποιείται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
4. Ο προϋπολογισμός της Αρχής μπορεί να τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Αρχής, που υποβάλλεται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
5. Η Αρχή μπορεί να μετέχει σε εθνικά, ευρωπαϊκά ή συγχρηματοδοτούμενα ερευνητικά ή άλλα προγράμματα. Για τον σκοπό αυτό η Αρχή, με απόφαση του
Προέδρου της, μπορεί να ανοίγει σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της ημεδαπής ειδικό λογαριασμό, στον οποίο θα μεταφέρονται οι πιστώσεις από τα προγράμματα αυτά και από άλλους πόρους από την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται από τον ΓΚΠΔ ή το νόμο. Η διαχείριση και ο έλεγχος του ανωτέρω ειδικού λογαριασμού ρυθμίζονται από τον ειδικό κανονισμό του άρθρου 2 παράγραφος 3 του ν. 3051/2002. Η Αρχή έχει πλήρη αυτοτέλεια στη διαχείριση του λογαριασμού αυτού.
6. Για τις πιστοποιήσεις που χορηγεί με βάση τα άρθρα 42 και 43 του ΓΚΠΔ, η Αρχή με απόφασή της μπορεί να προβλέπει την καταβολή τελών και να καθορίζει το ύψος τους, τους σχετικούς όρους και τη διαδικασία. Οι πόροι από τα τέλη αυτά κατατίθενται στον ειδικό λογαριασμό που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο.
7. Για τη συμμετοχή των μελών και του προσωπικού της Αρχής σε συλλογικά όργανα που συγκροτούνται στο πλαίσιο πραγματοποίησης έργων χρηματοδοτούμενων από Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία ή από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, η Αρχή με απόφασή της μπορεί να ορίζει το ύψος των πρόσθετων αμοιβών, αναλογικά εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 5 του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α' 176), υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τις ως άνω πηγές χρηματοδότησης και δεν προκαλούν επιβάρυνση στον κρατικό προϋπολογισμό.
8. Η άσκηση του οικονομικού ελέγχου της Αρχής διεξάγεται με τρόπο που να μην παρεμποδίζει τη λειτουργία της και να μην επηρεάζει την ανεξαρτησία της.



Άρθρο 20
Δικαστική προστασία κατά της Αρχής

Με το άρθρο 20 σε συμμόρφωση με το άρθρο 78 του ΓΚΠΔ και για την ενσωμάτωση του άρθρου 53 της Οδηγίας τίθεται με την παράγραφο 1 ρητή πρόβλεψη ότι οι κανονιστικές αποφάσεις και οι ατομικές διοικητικές πράξεις της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις, προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι η προθεσμία για την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, αλλά ότι, πάντως, το Δικαστήριο μπορεί, μετά από αίτηση του αιτούντος να αναστείλει εν όλω ή εν μέρει την εκτέλεση της πράξης, κατά τις ισχύουσες διατάξεις. Με την παράγραφο 3 ορίζεται ότι αίτηση ακυρώσεως κατά των αποφάσεων και πράξεων της Αρχής μπορεί να ασκεί και ο αρμόδιος Υπουργός, ενώ με την παράγραφο 4 ρυθμίζεται ο τρόπος εκπροσώπησης της Αρχής, δικαστικώς και εξωδίκως και τη στελέχωση της νομικής της υπηρεσίας. Επίσης, παρέχεται η δυνατότητα στην Αρχή να αναθέτει, μετά από αιτιολογημένη απόφασή της, τον χειρισμό υποθέσεών της σε δικηγόρους και εκτός της νομικής της υπηρεσίας. Με τη ρύθμιση αυτή διασφαλίζεται η βέλτιστη νομική εκπροσώπηση της Αρχής σε ζητήματα ιδιαιτέρως τεχνικά ή εξειδικευμένα.
 

1. Οι κανονιστικές αποφάσεις και οι ατομικές διοικητικές πράξεις της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις, προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Η προθεσμία για την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης. Το δικαστήριο μπορεί, μετά από αίτηση του αιτούντος, να αναστείλει εν όλω ή εν μέρει την εκτέλεση της πράξης, κατά τις ισχύουσες διατάξεις.
3. Αίτηση ακυρώσεως κατά των αποφάσεων και πράξεων της Αρχής μπορεί να ασκεί και ο αρμόδιος Υπουργός.
4. Η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Πρόεδρό της. Η Αρχή έχει την ικανότητα να παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες με τη νομική υπηρεσία της ή με δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής. Η νομική υπηρεσία της Αρχής στελεχώνεται με δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής, οι οποίοι προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων. Η Αρχή μπορεί να εκπροσωπείται κατά περίπτωση και από δικηγόρους, εξειδικευμένους στο αντικείμενό τους, με αιτιολογημένη απόφαση με την οποία παρέχεται η σχετική πληρεξουσιότητα.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ '
Προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον ΓΚΠΔ

Με τα άρθρα 21- 42 προσαρμόζεται η εθνική νομοθεσία για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στον ΓΚΠΔ, κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων του ΓΚΠΔ που παρέχουν τη σχετική δυνατότητα στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 21
Συγκατάθεση ανηλίκου

Με το άρθρο 21 κάνοντας χρήση της ευχέρειας που δίνει ο ΓΚΠΔ (άρθρο 8 ΓΚΠΔ) στον εθνικό νομοθέτη ως προς το όριο ηλικίας με τη συμπλήρωση του οποίου ο ανήλικος (παιδί κατά τη διατύπωση του σχετικού άρθρου) μπορεί να παρέχει έγκυρη συγκατάθεση για την επεξεργασία των δεδομένων του, στο πλαίσιο προσφοράς υπηρεσίας στην κοινωνία της πληροφορίας απευθείας σε αυτόν (π.χ. δημιουργία λογαριασμού από ανήλικο σε υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης), το άρθρο 21 του ΣχΝ θέτει ως όριο την ηλικία των δέκα πέντε (15) ετών. Η επιλογή αυτή αντιστοιχεί σε αρκετές ρυθμίσεις του ελληνικού δικαίου, σύμφωνα με τις οποίες αναγνωρίζεται σε πρόσωπα δεκαπέντε (15) ετών περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα (βλ. άρθρο 136 ΑΚ). Σε κάθε περίπτωση, η συγκατάθεση του ανηλίκου πρέπει να πληροί κατά μείζονα λόγο τους όρους που περιλαμβάνονται στον ορισμό της συγκατάθεσης και στους ειδικότερους όρους που περιλαμβάνονται στο άρθρο 7 του ΓΚΠΔ. Επίσης, ως νόμιμοι αντιπρόσωποι του ανηλίκου θεωρούνται τα πρόσωπα που ασκούν κατά περίπτωση τη γονική μέριμνα αυτού (βλ. άρθρ. 1510 ΑΚ επ.) ή ο επίτροπος (γενικός, ειδικός, προσωρινός ή μη) (βλ. άρθρ. 1589 ΑΚ επ.). Περαιτέρω, με την παράγραφο 2 τίθεται η πρόβλεψη ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ανηλίκου κάτω των 13 ετών, στο πλαίσιο προσφοράς υπηρεσίας στην κοινωνία της πληροφορίας απευθείας σε αυτόν (λ.χ. η κατά τα ανωτέρω δημιουργία λογαριασμού από ανήλικο σε υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης), δεν είναι επιτρεπτή. Τέλος, με την παράγραφο 3 ορίζεται ότι ο εκάστοτε υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει το βάρος να επαληθεύσει ότι η συγκατάθεση στην περίπτωση ανηλίκου μεταξύ 13 και 15 ετών παρασχέθηκε από το νόμιμο αντιπρόσωπό του. Μια τέτοια πρόβλεψη υπαγορεύεται από την αναγκαιότητα για προστασία της προσωπικότητας του ιδιαίτερα ευαίσθητου και ευάλωτου εν προκειμένω υποκειμένου των δεδομένων.
 

1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ανηλίκου, κατά την προσφορά υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών απευθείας σε αυτόν, είναι σύννομη, εφόσον ο ανήλικος έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του και παρέχει τη συγκατάθεσή του.
2. Εάν ο ανήλικος είναι κάτω των 15 ετών και μέχρι 13 ετών, η επεξεργασία της παραγράφου 1 είναι σύννομη μόνο μετά την παροχή συγκατάθεσης του νομίμου αντιπροσώπου του ανηλίκου.
3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για να επαληθεύσει ότι η συγκατάθεση της παραγράφου 2 παρέχεται από τον νόμιμο αντιπρόσωπο του ανηλίκου, λαμβάνοντας υπόψη του και τη διαθέσιμη τεχνολογία.



Άρθρο 22
Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Με το άρθρο 22 διευκρινίζεται υπό ποιες προϋποθέσεις και για ποιους λόγους είναι δυνατή η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία αναφέρονται στα στοιχεία β), ζ), η) και θ) της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ. Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι εκ φύσεως ιδιαίτερα ευαίσθητα σε σχέση με θεμελιώδη δικαιώματα και ατομικές ελευθερίες χρήζουν ειδικής προστασίας, καθότι το πλαίσιο επεξεργασίας τους θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικούς κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες. Πρότυπο του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ αποτέλεσε το άρθρο 8 της Οδηγίας 95/46/ΕΚ. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 ΓΚΠΔ, απαγορεύεται καταρχήν η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εντούτοις, η παράγραφος 2 ΓΚΠΔ επιτρέπει κατ' εξαίρεση την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Πιο συγκεκριμένα, στα στοιχεία β), ζ), η) και θ) του άρθρου 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ παρέχεται η δυνατότητα στα κράτη μέλη να καθορίζουν μέσω εθνικών ρυθμίσεων τις εξαιρέσεις. Εκτός από τις εξαιρέσεις απαιτείται κατά τα λοιπά η ύπαρξη μιας νομικής βάσης, από τις νομικές βάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ.
Με την παράγραφο 1 διευκρινίζονται οι όροι υπό τους οποίους επιτρέπεται κατ' εξαίρεση η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η θέση του άρθρου 9 στο Κεφάλαιο ΙΙ του ΓΚΠΔ καταδεικνύει ότι αυτό εφαρμόζεται μόνο για την επεξεργασία που εκτελείται σύμφωνα με τους σκοπούς του άρθρου 2 του ΓΚΠΔ. Η διενέργεια της επεξεργασίας ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται μόνο σε αυτή τη νομική βάση, αλλά και στις νομικές βάσεις που προκύπτουν απευθείας από τις εξαιρετικές διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ, συμπεριλαμβανομένων και των άλλων τομεακών κανόνων που θεσπίζονται βάσει του ΓΚΠΔ.
Με την παράγραφο 1 προβλέπονται οι όροι επεξεργασίας για τις ανάγκες της κοινωνικής ασφάλισης και της κοινωνικής προστασίας για σκοπούς της προληπτικής ιατρικής, της εκτίμησης της ικανότητας προς εργασία του εργαζομένου, της ιατρικής διάγνωσης, παροχής υγειονομικής και κοινωνικής περίθαλψης, της διαχείρισης υγειονομικών και κοινωνικών συστημάτων κλπ. Με την παράγραφο 2 μεταφέρονται οι όροι της επεξεργασίας για λόγους δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως η προστασία έναντι σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας κ.λπ. Με αναφορά στον ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΚ) αριθ. 1338/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία (L 354/70 31.12.2008) προκύπτει ότι οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφο 2 στοιχείο θ) εξυπηρετούν κυρίως την πραγματοποίηση μέτρων για την προστασία της υγείας του πληθυσμού. Διευκρινίζεται ότι στην παράγραφο 1, περιλαμβάνεται η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ομοίως τόσο από δημόσιους όσο και από και ιδιωτικούς φορείς, ενώ η παράγραφος 2 του ιδίου άρθρου προβλέπει εξαιρέσεις αποκλειστικά για τους δημόσιους φορείς. Τέλος, στην παράγραφο 3 προβλέπεται η λήψη όλων των κατάλληλων και ειδικών μέτρων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών του υποκειμένου των δεδομένων.
 

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς επιτρέπεται, εφόσον είναι απαραίτητη :
α) για την άσκηση δικαιωμάτων που απορρέουν από το δικαίωμα κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας και για την εκπλήρωση των συναφών υποχρεώσεων·
β) για λόγους προληπτικής ιατρικής, για την αξιολόγηση της ικανότητας εργασίας του εργαζομένου, για ιατρική διάγνωση, για την παροχή υγείας ή κοινωνικής περίθαλψης ή για τη διαχείριση των συστημάτων και υπηρεσιών υγείας ή κοινωνικής περίθαλψης ή δυνάμει σύμβασης με επαγγελματία του τομέα υγείας ή άλλου προσώπου που δεσμεύεται από το επαγγελματικό απόρρητο ή είναι υπό την εποπτεία του· ή
γ) για λόγους δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας ή για την εξασφάλιση υψηλών προδιαγραφών ποιότητας και ασφάλειας της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρμάκων ή των ιατροτεχνολογικών προϊόντων· επιπλέον των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, πρέπει να τηρούνται ιδίως οι διατάξεις που εξασφαλίζουν το επαγγελματικό απόρρητο που προβλέπει νόμος ή κώδικας δεοντολογίας.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ από δημόσιους φορείς επιτρέπεται, εφόσον :
α) είναι απολύτως απαραίτητη για λόγους ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος·
β) είναι απαραίτητη για την αποτροπή σημαντικής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια·
γ) είναι απολύτως αναγκαία για την αποτροπή σημαντικής βλάβης στο κοινό καλό· ή
δ) είναι απαραίτητη για την λήψη ανθρωπιστικών μέτρων·
και εφόσον σε όλες τις περιπτώσεις αυτές το συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας είναι υπέρτερο του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων.
3. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα και ειδικά μέτρα για τη διαφύλαξη των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας, το κόστος εφαρμογής και τη φύση, την έκταση, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, καθώς και τους κινδύνους που θέτει, ανάλογα με τη σοβαρότητά τους στα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων η επεξεργασία αυτή, στα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ιδίως:
α) τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που διασφαλίζουν ότι η επεξεργασία είναι σύμφωνη με τον ΓΚΠΔ·
β) μέτρα για να διασφαλιστεί ότι είναι δυνατή η εκ των υστέρων επαλήθευση και ο προσδιορισμός τού εάν και από ποιον έχουν εισαχθεί, τροποποιηθεί ή αφαιρεθεί τα προσωπικά δεδομένα·
γ) μέτρα για την ενδυνάμωση της ευαισθητοποίησης του προσωπικού που ασχολείται με την επεξεργασία· δ) ορισμό ΥΠΔ·
ε) περιορισμοί πρόσβασης από τους υπεύθυνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία·
στ) η χρήση ψευδωνύμων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ζ) η κρυπτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· η) μέτρα για τη διασφάλιση της ικανότητας, της εμπιστευτικότητας, της ακεραιότητας, της διαθεσιμότητας και της ανθεκτικότητας των συστημάτων και υπηρεσιών επεξεργασίας που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας ταχείας αποκατάστασης της διαθεσιμότητας και της πρόσβασης σε περίπτωση φυσικού ή τεχνικού συμβάντος· θ) διαδικασίες για την τακτική δοκιμή, εκτίμηση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων για τη διασφάλιση της ασφάλειας της επεξεργασίας·
ι) ειδικοί κανόνες διασφάλισης της συμμόρφωσης με τον παρόντα νόμο και τον ΓΚΠΔ σε περίπτωση διαβίβασης ή επεξεργασίας για άλλους σκοπούς.



Άρθρο 23
Επεξεργασία γενετικών δεδομένων

Με το άρθρο 23 σύμφωνα με τη σχετική ευχέρεια που δίνεται στον εθνικό νομοθέτη να διατηρεί ή να θεσπίζει περαιτέρω όρους, μεταξύ άλλων και περιορισμούς, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 4 («ρήτρα ανοίγματος») του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ προβλέπεται ρητώς η απαγόρευση της επεξεργασίας γενετικών δεδομένων για σκοπούς ασφάλισης υγείας και ζωής. Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 παραπέμπει στο άρθρο 6 παράγραφος 3 εδάφιο β ' του ΓΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν για την προσαρμογή των κανόνων του ΓΚΠΔ να προβλέψουν ειδικές διατάξεις. Η απαγόρευση αυτή είναι σύμφωνη με την αρχή, η οποία διακηρύσσεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής - Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική. Ειδικότερα, με το άρθρο 12 παράγραφος 1 της εν λόγω Σύμβασης διακηρύσσεται ότι: «Εξετάσεις που προβλέπουν την εμφάνιση γενετικών νόσων ή που χρησιμοποιούνται είτε για την αναγνώριση του υποκειμένου ως φορέα γονιδίου υπεύθυνου για νόσο είτε για την ανίχνευση γενετικής προδιάθεσης ή δεκτικότητας για νόσο, επιτρέπεται να διενεργούνται μόνο για λόγους υγείας ή για επιστημονική έρευνα που σχετίζεται με λόγους υγείας, και υπό την προϋπόθεση της κατάλληλης γενετικής συμβουλευτικής». Την απαγόρευση αυτή αντανακλά, επίσης, η θέση που υιοθετήθηκε σε πρόσφατη σχετική Σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης (Recommendation Rec(2016) 8 of the Committee of Ministers to the member States on the processing of personal health-related data for insurance purposes, including data resulting from genetic tests), ενώ τελεί σε συμφωνία και με το πνεύμα του άρθρου 5 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Γενετικά Δεδομένα του Ανθρώπου της UNESCO.
 

Κατ' εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ απαγορεύεται η επεξεργασία γενετικών δεδομένων για σκοπούς ασφάλισης υγείας και ζωής.



Άρθρο 24
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς από δημόσιους φορείς

Με το άρθρο 24 παρέχεται στους δημόσιους φορείς μια εθνική νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον ίδιο υπεύθυνο επεξεργασίας για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο τα είχε αρχικά συλλέξει (περαιτέρω επεξεργασία). Πρόκειται για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται από δημόσιους φορείς σύμφωνα με νομική υποχρέωση, την οποία υπέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή όταν η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας. Ανάλογη διάταξη δεν υπήρχε την Οδηγία 95/46/ΕΚ και η πρόβλεψή της δεν ήταν αναγκαία, αφού σύμφωνα με το άρθρο 288 παρ. 3 της ΣΛΕΕ τα κράτη μέλη ενσωματώνουν την Οδηγία και έτσι αυτά θεσπίζουν από μόνα τους το δίκαιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο εθνικός νομοθέτης στηρίζεται εδώ στην παράγραφο 3 του άρθρου 6 του ΓΚΠΔ, κάνοντας χρήση της λεγόμενης «ρήτρας ανοίγματος», η οποία προβλέπεται ευρύτερη σε σύγκριση με τη «ρήτρα ανοίγματος» της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου του ΓΚΠΔ. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για μία «γνήσια ρήτρα ανοίγματος» σύμφωνα με την οποία ο ΓΚΠΔ καταδεικνύει ότι στο πεδίο εφαρμογής του πρώτου εδαφίου και των στοιχείων γ) και ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ΓΚΠΔ δεν περιέχει καμία αποκλειστική ρύθμιση, αλλά παρέχει στα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 3 ένα αυτόνομο ρυθμιστικό περιθώριο. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του ΓΚΠΔ, όπως μπορεί να αντιληφθεί κάποιος, έχει πολύ ευρύ περιεχόμενο: καλύπτει όλες τις νομικές υποχρεώσεις σε όλο το φάσμα των σχέσεων μεταξύ πολίτη και κράτους, ήτοι καλύπτει το επιτρεπτό της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την κρατική αρχειοθέτηση έως τις τελωνειακές υπηρεσίες.
Σύμφωνα με την παράγραφο 1, η ειδική αυτή εθνική νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τους δημόσιους φορείς για σκοπό διαφορετικό από εκείνο για τον οποίο αρχικά συλλέχθησαν προϋποθέτει την πλήρωση μιας από τις ουσιαστικές προϋποθέσεις της παραγράφου 1. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το εάν οι σκοποί της περαιτέρω επεξεργασίας είναι συμβατοί με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν αρχικά τα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 του ΓΚΠΔ.
Με την παράγραφο 2 καθίσταται σαφές, όσον αφορά την περαιτέρω επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, ότι, πέραν της ύπαρξης μίας από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, πρέπει να υπάρχει και μία εξαίρεση βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ ή σύμφωνα με το άρθρο 22 του ΣχΝ. Η διάταξη κάνει χρήση του ρυθμιστικού εύρους που θεσπίστηκε με το ΓΚΠΔ, ο οποίος υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν εθνικούς κανόνες σε περιπτώσεις που ο σκοπός της περαιτέρω επεξεργασίας είναι ασυμβίβαστος με τον αρχικό σκοπό, εφόσον τούτο παρίσταται ως αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για την προστασία των στόχων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.
 

1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιους φορείς για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί επιτρέπεται όταν η επεξεργασία αυτή είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί και εφόσον:
α) είναι προφανές ότι η επεξεργασία αυτή είναι προς το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων και δεν υπάρχει λόγος να υποτεθεί ότι το υποκείμενο των δεδομένων θα αρνιόταν να παράσχει τη συγκατάθεσή του εάν γνώριζε τον άλλο σκοπό·
β) είναι απαραίτητο να ελεγχθούν οι πληροφορίες που παρέχονται από το υποκείμενο των δεδομένων, διότι υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι οι πληροφορίες αυτές είναι εσφαλμένες·
γ) είναι αναγκαία για την αποτροπή σημαντικής βλάβης του κοινού καλού, ή ενός κινδύνου για την εθνική ασφάλεια, εθνική άμυνα ή δημόσια ασφάλεια, προκειμένου να διαφυλαχθούν σημαντικά συμφέροντα του κοινού καλού ή για τη διασφάλιση φορολογικών και τελωνειακών εσόδων·
δ) είναι αναγκαία για τη δίωξη ποινικών αδικημάτων·
ε) είναι αναγκαία για την αποτροπή σοβαρής βλάβης στα δικαιώματα άλλου προσώπου· ή
στ) είναι αναγκαία για την άσκηση εξουσιών εποπτείας και παρακολούθησης, για τη διεξαγωγή εσωτερικών ελέγχων του υπεύθυνου επεξεργασίας· αυτό ισχύει επίσης για την επεξεργασία για σκοπούς εκπαίδευσης και εξέτασης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, εφόσον δεν αντιτίθεται στα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων.
2. Η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτά αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί, επιτρέπεται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου και εφαρμόζεται μία από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ εξαιρέσεις ή το άρθρο 22 του παρόντος.



Άρθρο 25
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς από ιδιωτικούς φορείς

Με το άρθρο 25 δημιουργείται μια εθνική νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς . Εφόσον πληρούται μία από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς μπορεί να βασίζεται στη διάταξη αυτή, ανεξάρτητα από το εάν οι σκοποί της περαιτέρω επεξεργασίας είναι συμβατοί με τους αρχικούς σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα συλλέχθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 του ΓΚΠΔ. Η παράγραφος 2 καθιστά σαφές για την περαιτέρω επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ότι, εκτός από την ύπαρξη ενός από τους πραγματικούς όρους της παραγράφου 1, εφαρμόζεται η εξαίρεση του άρθρου 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ ή το άρθρο 22. Η διάταξη κάνει χρήση του ρυθμιστικού εύρους που δημιουργείται από το ΓΚΠΔ, ο οποίος απαιτεί από τα κράτη μέλη να μπορούν να θεσπίσουν εθνικούς κανόνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο σκοπός της περαιτέρω επεξεργασίας δεν είναι συμβατός με τον αρχικό σκοπό, στο μέτρο που η εθνική νομοθεσία συνιστά «αναλογικό και αναγκαίο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για την προστασία των προσώπων [...] που αναφέρεται στο άρθρο 23 παρ. 1 του ΓΚΠΔ.
 

1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί επιτρέπεται, εφόσον είναι απαραίτητη:
α) για την αποτροπή απειλών κατά της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας ασφάλειας
ή για τη δίωξη ποινικών αδικημάτων· ή
β) για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων, εκτός και εάν υπερτερεί το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων να μην τύχουν επεξεργασίας τα δεδομένα αυτά.
2. Η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτά αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί επιτρέπεται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου και εφαρμόζεται μία από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ εξαιρέσεις ή το άρθρο 22 του παρόντος.



Άρθρο 26
Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιους φορείς

Με το άρθρο 26 εισάγεται ρύθμιση για τη διαβίβαση δεδομένων από δημόσιους φορείς, λαμβάνοντας υπόψη την ρητή πρόβλεψη νόμου. Το εν λόγω άρθρο δημιουργεί ουσιαστικά μια εθνική νομική βάση για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιους φορείς, όταν πρόκειται για σκοπό διαφορετικό από εκείνο για τον οποίο αρχικά συλλέχθηκαν τα δεδομένα. Η ρύθμιση εφαρμόζεται, επίσης, στην περίπτωση που μια δημόσια αρχή υποβάλλει σε επεξεργασία δεδομένα που συλλέχθηκαν αρχικά για τους σκοπούς του άρθρου 43 σε τρίτο μέρος που επιθυμεί να επεξεργαστεί τα δεδομένα για τους σκοπούς του ΓΚΠΔ. Η παράγραφος 1 ρυθμίζει τις προϋποθέσεις για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε δημόσιους φορείς. Η ρύθμιση καλύπτει τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στο μέτρο που αυτές είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Η διαβίβαση αυτή επιτρέπεται βάσει της παρούσας διάταξης, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη επεξεργασία για άλλον σκοπό σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος. Η παράγραφος 2 ρυθμίζει τις προϋποθέσεις για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς. Η παράγραφος 3 καθιστά σαφές ότι για την υποβολή ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε επεξεργασία εκτός από το ότι απαιτείται η πλήρωση ενός από τους όρους των παραγράφων 1 ή 2, πρέπει επίσης, να προβλέπεται και μία εξαίρεση βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ ή του άρθρου 22 του παρόντος.
 

1. Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιο φορέα σε δημόσιο φορέα επιτρέπεται, εφόσον είναι απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων του φορέα που διαβιβάζει ή του τρίτου στον οποίο διαβιβάζονται τα δεδομένα και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που επιτρέπουν την επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 24. Ο τρίτος στον οποίο διαβιβάζονται τα δεδομένα επεξεργάζεται αυτά μόνο για το σκοπό για τον οποίο διαβιβάσθηκαν. Η επεξεργασία για άλλους σκοπούς επιτρέπεται μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 24.
2. Οι δημόσιοι φορείς επιτρέπεται να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ιδιωτικούς φορείς εφόσον:
α) η διαβίβαση είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων του φορέα που διαβιβάζει και πληρούνται περαιτέρω και οι προϋποθέσεις του άρθρου 24·
β) ο τρίτος στον οποίο διαβιβάζονται έχει έννομο συμφέρον να είναι σε γνώση της διαβίβασης και το υποκείμενο των δεδομένων δεν έχει έννομο συμφέρον να μην διαβιβασθούν τα δεδομένα που το αφορούν· ή
γ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων· και ο τρίτος δεσμεύθηκε έναντι του δημόσιου φορέα που του διαβίβασε τα δεδομένα ότι θα τα επεξεργαστεί μόνο για τον σκοπό για τον οποίο διαβιβάσθηκαν. Η επεξεργασία για άλλους σκοπούς επιτρέπεται, εάν επιτρέπεται η διαβίβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 και ο φορέας διαβίβασης έχει παράσχει τη συγκατάθεσή του για τη διαβίβαση.
3. Η διαβίβαση ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, επιτρέπεται εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2 και εφαρμόζεται μία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 9 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ ή σύμφωνα με το άρθρο 22 του παρόντος.



Άρθρο 27
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των σχέσεων απασχόλησης

Με το άρθρο 27 παράγραφοι 1, 2, 5 επ. τίθενται οι ειδικότερες προϋποθέσεις και οι όροι επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των σχέσεων απασχόλησης σε συμφωνία με τη «ρήτρα ανοίγματος» της παραγράφου 1 του άρθρου 88 του ΓΚΠΔ. Η εν λόγω ρήτρα επιτρέπει τη θέσπιση εθνικών ρυθμίσεων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της απασχόλησης, εκτός από τον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Τα εξωτερικά όριά της ρυθμίζονται, ωστόσο, από την παράγραφο 2 του ανωτέρω άρθρου του ΓΚΠΔ.
Με το προτεινόμενο άρθρο ο εθνικός νομοθέτης κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας και εισάγει μία κανονιστική ρύθμιση, η διατύπωση της οποίας προσαρμόζεται με την ορολογία του ΓΚΠΔ. Ο εθνικός νομοθέτης διατηρεί, πάντως, το δικαίωμα να ρυθμίσει θέματα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τομέα της απασχόλησης είτε εντός της προτεινόμενης διάταξης, είτε στο πλαίσιο μίας ειδικής - τομεακής ρύθμισης. Η τελευταία συγκεκριμενοποιεί ορισμένες αρχές, οι οποίες έχουν παραχθεί νομολογιακά. Αυτό ισχύει για παράδειγμα για την απαγόρευση της βιντεοεπιτήρησης στο χώρο εργασίας, για τους ειδικότερους όρους επεξεργασίας δεδομένων υγείας και βιομετρικών δεδομένων του εργαζομένου, για το επιτρεπτό ή μη της χρήσης συστημάτων γεωεντοπισμού ή για την κατάρτιση ενός κανονισμού χρήσης επικοινωνιακών μέσων και μέσων ηλεκτρονικής παρακολούθησης, λαμβάνοντας υπόψη αποφάσεις και Οδηγίες της Αρχής, τη Γνώμη 2/2017 της Ομάδας Εργασίας του άρθρου 29 (Opinion 2/2017 Data processing at work), καθώς και τη νομολογία των δικαστηρίων και ιδίως του ΕΔΔΑ.
Στο νομοθετικό αυτό πλαίσιο η παράγραφος 1 ρυθμίζει τους σκοπούς και τους όρους υπό τους οποίους επιτρέπεται η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο κατά το στάδιο πριν από την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας όσο και κατά τη διάρκειά της, αλλά και μετά τη λήξη της, εάν αυτό είναι απαραίτητο για το σκοπό της απασχόλησης. Στο πλαίσιο της εξέτασης της αναγκαιότητας, πρέπει να σταθμίζονται οι συγκρουόμενες θέσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων για την επίτευξη πρακτικής αντιστοιχίας. Πρέπει, δηλαδή, τα συμφέροντα του εργοδότη στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα προσωπικότητας του εργαζομένου να έρχονται σε μια «ήπια ισορροπία», η οποία λαμβάνει υπόψη και τα δύο συμφέροντα όσο το δυνατόν περισσότερο.
Με το πρώτο εδάφιο διευκρινίζεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων υποβάλλονται σε επεξεργασία για τους σκοπούς της απασχόλησης, στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για την άσκηση ή την εκπλήρωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από το νόμο, από συλλογική σύμβαση ή από ατομική σύμβαση εργασίας. Στην έννοια των «συλλογικών συμβάσεων» περιλαμβάνονται όλα τα είδη των ΣΣΕ, δηλαδή η εθνική γενική συλλογική σύμβαση, οι κλαδικές, επιχειρησιακές κ.λ.π. συλλογικές συμβάσεις, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του ν. 1876/1990 ( Α' 27). Ειδική αναφορά γίνεται στα συμβούλια εργαζομένων λόγω και του ιδιαίτερου ρόλου τους σε θέματα οργάνωσης στο χώρο εργασίας (βλ ν. 1767/1988, Α'63) «Συμβούλια εργαζομένων και άλλες εργατικές διατάξεις - Κύρωση της 135ης διεθνούς σύμβασης εργασίας» και με την οποία εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη ο θεσμός των συμβουλίων εργαζομένων.
Ωστόσο, πρέπει να υπομνησθεί ότι η λάθρα παρακολούθηση από τον εργοδότη της θεμιτής χρήσης από τον εργαζόμενο του διαδικτύου (internet) εξέρχεται των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του προτεινόμενου άρθρου. Στην περίπτωση όμως που η «περιήγηση» στο διαδίκτυο (internet) από τον εργαζόμενο κατά την ώρα της εργασίας τού έχει απαγορευτεί ρητά από τον εργοδότη, μπορεί να πραγματοποιηθούν έλεγχοι από τον τελευταίο υπό τις αυστηρές προϋποθέσεις του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ (βλ. ΕΔΔΑ υπόθεση Barbulescu κατά Ρουμανίας, σκέψη 121). Εντούτοις, τα Whistleblowing - Συστήματα αν και ξένα προς την ελληνική πρακτική στο χώρο της απασχόλησης, θα μπορούσαν να βρουν πεδίο εφαρμογής, υπό προϋποθέσεις, εντός της παραγράφου 1 του προτεινόμενου άρθρου.
Με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 διευκρινίζονται οι όροι επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων προκειμένου να εντοπίζονται τα εγκλήματα που διαπράττονται, ενώ αυτοί απασχολούνται. Η σχετική ρύθμιση σκοπό έχει αφενός να υπερκεράσει την απόλυτη απαγόρευση που καθιερώνεται από το άρθρο 10 ΓΚΠΔ να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από ιδιώτες αξιόποινες πράξεις άλλων, χωρίς να προβλέπεται ειδική νομική βάση επεξεργασίας είτε με βάση το δίκαιο της Ένωσης είτε με βάση το εθνικό δίκαιο, αφετέρου να περιορίσει στο ελάχιστο με τους αυστηρούς όρους που τίθενται με αυτή να αποφευχθούν καταχρήσεις από τους εργοδότες να προβαίνουν σε προληπτικό έλεγχο τυχόν τέλεσης ποινικών αδικημάτων από τους εργαζόμενους που απασχολούν στις επιχειρήσεις τους. Σε κάθε περίπτωση η νομική βάση του άρθρου 6 παράγραφος 1 στ) του ΓΚΠΔ δεν επαρκεί από άποψη ασφάλειας δικαίου και προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων του υποκειμένου να αναγνωρίσει στον εργοδότη ένα τέτοιο δικαίωμα. Από τη διατύπωση αυτή του άρθρου 10 της νομικής πράξης του ΓΚΠΔ συνάγεται αβίαστα ότι για να επιτραπεί η επεξεργασία από τον εργοδότη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του εργαζόμενου στο πλαίσιο της απασχόλησης, για την αποκάλυψη τέλεσης από αυτόν τυχόν ποινικών αδικημάτων ενώ απασχολείται, απαιτείται ειδική νομική βάση. Δεν είναι μόνο λόγοι δίωξης του εγκλήματος που επιβάλλουν την πρόβλεψη της σχετικής ρύθμισης, αλλά και λόγοι του δικαίου καταγγελίας της σύμβασης εργασίας. Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του ν. 2112/1920, ο εργοδότης έχει τη νομική ευχέρεια να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας, δίχως να προβεί στην τήρηση κάποιας προθεσμίας, υπό την προϋπόθεση ότι εναντίον του εργαζομένου υπεβλήθη μήνυση για αξιόποινη πράξη που διαπράχθηκε κατά την άσκηση της υπηρεσίας του ή απαγγέλθηκε κατ' αυτού κατηγορία για αδίκημα, το οποίο χαρακτηρίζεται τουλάχιστον ως πλημμέλημα. Για να μπορέσει, λοιπόν, ο εργοδότης να θεμελιώσει ένα τέτοιο δικαίωμα και να αντικρούσει επιτυχώς την υποβολή από τον εργαζόμενο της ένστασης του άρθρου 281 ΑΚ, ότι δηλαδή η καταγγελία έγινε προσχηματικά, χωρίς να στηρίζεται σε βάσιμα περιστατικά, χρειάζεται επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την τέλεση της αξιόποινης πράξης. Η προβλεπόμενη διάταξη εφαρμόζεται μόνο για την αποκάλυψη ενός ποινικού αδικήματος (πλημμελήματος ή κακουργήματος), το οποίο συνάπτεται με τη σύμβαση εργασίας (λ.χ. όταν πρόκειται για τέλεση του ποινικού αδικήματος της υπεξαίρεσης αντικειμένων του εργοδότη, όπως η υπεξαίρεση κονδυλίων του εργοδότη, της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας), αλλά και όταν πρόκειται για την τέλεση αξιόποινων πράξεων σε βάρος συναδέλφων ή σε βάρος πελατών των εργοδοτών. Απαιτείται περαιτέρω η ύπαρξη (πραγματικών) αποδείξεων που να θεμελιώνουν την υποψία. Ο βαθμός της (συγκεκριμένης) υποψίας δεν προσδιορίζεται. Ωστόσο, πρέπει η υποψία να είναι τεκμηριωμένη και να υπόκειται στην αρχή της αναλογικότητας, εκτιμώμενη εκ των υστέρων (ex post). Για την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης δεν αρκούν τυχαία ευρήματα, αλλά η επεξεργασία πρέπει να κατευθύνεται στην αποκάλυψη μιας αξιόποινης πράξης, και πρέπει να είναι αναγκαία, δηλαδή να μη υπάρχουν άλλες λιγότερο εντατικές παρεμβάσεις στον πληροφοριακό αυτοπροσδιορισμό του ατόμου ή στο δικαίωμα του άρθρου 8 του Χάρτη της ΕΕ και τέλος, πρέπει να γίνεται στάθμιση ότι το προστατευόμενο συμφέρον του εργοδότη να επεξεργαστεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του απασχολούμενου για την αποκάλυψη μιας αξιόποινης πράξης υπερτερεί του συμφέροντος του εργαζομένου.
Με την παράγραφο 2 λαμβάνεται υπόψη ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της εργασιακής σχέσης ως σχέσης εξάρτησης και η κατάσταση του απασχολούμενου που προκύπτει από αυτή. Πρόκειται, επίσης, για μια πιο ειδική διάταξη κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ. Με αυτή ρυθμίζονται ειδικότερα οι προϋποθέσεις της έγκυρης και ελεύθερης συγκατάθεσης, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 155 του ΓΚΠΔ, ως νόμιμης βάσης επεξεργασίας σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Η συγκατάθεση του εργαζομένου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συνήθης βάση επεξεργασίας, καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ελεύθερη λόγω της εγγενούς ανισότητας των μερών στη σχέση απασχόλησης. Αναφέρονται ενδεικτικά περιπτώσεις στις οποίες η συγκατάθεση μπορεί πράγματι να είναι ελεύθερη παρά την ανισότητα των μερών, όπως όταν η επεξεργασία συνδέεται με μια οικονομικής φύσης παροχή προς τον εργαζόμενο, με την ικανοποίηση δικαιώματος του εργαζομένου που απορρέει από τη σύμβαση ή τον νόμο ή όταν εργοδότης και εργαζόμενος επιδιώκουν από κοινού τον ίδιο σκοπό. Εν προκειμένω ορίζεται ότι η συγκατάθεση παρέχεται εγγράφως, είτε σε αναλογική είτε σε ηλεκτρονική μορφή, από τον εργαζόμενο και ότι ο τελευταίος μπορεί να την ανακαλέσει ή να αρνηθεί να την παράσχει εξαρχής χωρίς δυσμενείς γι' αυτόν συνέπειες.
Με την παράγραφο 3 εδάφιον α' κατ' εφαρμογή της "ρήτρας ανοίγματος" του άρθρου 9 παράγραφος 2 στοιχείο β) του ΓΚΠΔ καθορίζονται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο οι προϋποθέσεις επεξεργασίας ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ'εξαίρεση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, όταν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των υποχρεώσεων και την άσκηση συγκεκριμένων δικαιωμάτων του υπευθύνου επεξεργασίας ή του υποκειμένου των δεδομένων στον τομέα του εργατικού δικαίου και του δικαίου της κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας. Διευκρινίζεται, τέλος, ότι η επεξεργασία δεδομένων υγείας για σκοπούς απασχόλησης μπορεί επίσης να περιλαμβάνει την επεξεργασία των δεδομένων αυτών για λόγους αξιολόγησης της επιλεξιμότητας του εργαζομένου. Με το εδάφιο β' γίνεται κατά παραπομπή αναφορά στις προϋποθέσεις για τη συγκατάθεση της παραγράφου 2 με την επισήμανση ότι αυτή πρέπει να είναι ρητή. Τέλος, στο εδάφιο β'(ίπ fine) γίνεται κατά παραπομπή αναφορά στα μέτρα του άρθρου 22 εδ. β' παράγραφος 3.
Με την παράγραφο 4 ορίζεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της απασχόλησης επιτρέπεται βάσει συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Το άρθρο 88 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ επιτρέπει τη θέσπιση ειδικών κανόνων προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της απασχόλησης μέσω των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Η πρόβλεψη αυτή για τις ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βασίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο β) του ΓΚΠΔ. Ειδικά οι ΣΣΕ και οι κανονισμοί εργασίας διαδραματίζουν σημαντικό ρυθμιστικό ρόλο στον τομέα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων. Ως εκ τούτου, η προτεινόμενη παράγραφος υπερβαίνει τις απαιτήσεις του άρθρου 88 παρ. 1 ΓΚΠΔ, καθόσον σε αυτή δεν περιλαμβάνονται μόνο οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αλλά και οι συμβάσεις πλαισίου απασχόλησης «εργασιακές συμφωνίες» ή συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, οι οποίες εξακολουθούν να αποτελούν τη νομική βάση των κανονισμών για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων. Θα πρέπει να επιτρέπεται στα διαπραγματευόμενα μέρη των συλλογικών συμβάσεων ο σχεδιασμός μιας προσαρμοσμένης στις επιχειρησιακές ανάγκες προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Θα πρέπει, επίσης, τα διαπραγματευόμενα μέρη να διαθέτουν περιθώριο διακριτικής ευχέρειας βάσει του ισχύοντος νόμου, συμπεριλαμβανομένου του ΓΚΠΔ. Περαιτέρω, πρέπει να τηρείται το άρθρο 88 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ και να λαμβάνονται επίσης υπόψη οι απαιτήσεις του άρθρου 9 παράγραφος 2 στοιχείο β) του ΓΚΠΔ κατά την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Με την παράγραφο 5 τίθεται η πρόβλεψη ο υπεύθυνος επεξεργασίας να λαμβάνει, σύμφωνα και με το άρθρο 5 του ΓΚΠΔ, τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και συμφερόντων του εργαζομένου. Για παράδειγμα, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να διασφαλίζεται ότι γίνεται νόμιμα, με καλή πίστη και κατά τρόπο κατανοητό για τον εργαζόμενο. Τα δεδομένα αποθηκεύονται σε μορφή που επιτρέπει την ταυτοποίηση του εργαζόμενου μόνο για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για τους σκοπούς για τους οποίους γίνεται η επεξεργασία. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εξασφαλίζει ότι η επεξεργασία γίνεται κατά τρόπο που διασφαλίζει επαρκή ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας από μη εξουσιοδοτημένη ή παράνομη επεξεργασία. Λαμβάνει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, τόσο κατά τον καθορισμό των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά τον χρόνο της πραγματικής επεξεργασίας, με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή των αρχών προστασίας δεδομένων, όπως η ελαχιστοποίηση των δεδομένων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει μέτρα, ώστε τα πρόσωπα που βρίσκονται υπό την εποπτεία του και έχουν πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να τα επεξεργάζονται μόνο με βάση τις οδηγίες του, εκτός εάν είναι νομικά υποχρεωμένα να τα επεξεργάζονται.
Με την παράγραφο 6 καθίσταται σαφές ότι τα δικαιώματα συμμετοχής των φορέων εκπροσώπησης των εργαζομένων παραμένουν ανεπηρέαστα.
Με την παράγραφο 7 τίθεται πρόβλεψη για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, των εργαζομένων, στην περίπτωση που τα δεδομένα αυτά ως εκ της φύσεώς τους δεν αποθηκεύονται ή δεν πρόκειται να αποθηκευτούν σε ένα σύστημα αρχειοθέτησης.
Με την παράγραφο 8 τίθεται η πρόβλεψη ότι η παρακολούθηση μέσω συστημάτων καταγραφής επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις και για την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών, ενώ προβλέπεται ρητά η υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης των εργαζομένων για την εισαγωγή και χρήση μεθόδων ελέγχου και παρακολούθησης εντός των εργασιακών χώρων (βλ. και άρθρο 13 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ).
Τέλος, με την παράγραφο 9 για να αποφευχθεί τυχόν ασάφεια ως προς το πεδίο εφαρμογής ορίζεται η έννοια του εργαζομένου στην οποία περιλαμβάνεται ακόμα και ο παρέχων υπηρεσίες σε εθελοντική βάση, καθώς και ο ασκούμενος σε ένα επάγγελμα, προς το σκοπό επαγγελματικής του κατάρτισης.
 

1. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης, όταν αυτό είναι απαραίτητο για τους σκοπούς της πρόσληψης ή, μετά την πρόσληψη, για την εκτέλεση της σύμβασης εργασίας ή για άσκηση δικαιωμάτων ή την εκτέλεση υποχρεώσεων που προβλέπονται από το νόμο, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τους κανονισμούς εργασίας μεταξύ εργοδοτών και συμβουλίων εργαζομένων ή την ατομική σύμβαση εργασίας. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία για την αποκάλυψη ποινικών αδικημάτων μόνο εάν υπάρχουν τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία δικαιολογούν την υποψία ότι το υποκείμενο των δεδομένων έχει διαπράξει ποινικό αδίκημα ενώ απασχολείται, η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη αποκάλυψη του ποινικού αδικήματος, και το προστατευόμενο συμφέρον του εργαζομένου σε σχέση με την επεξεργασία δεν υπερτερεί, ιδίως δε, όταν ο τρόπος και η έκταση της επεξεργασίας κατά την περίσταση δεν είναι δυσανάλογα.
2. Όταν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θεμελιώνεται στη συγκατάθεση του εργαζομένου, αυτή παρέχεται εγγράφως, είτε σε αναλογική είτε σε ηλεκτρονική μορφή. Ο εργοδότης οφείλει να αποδείξει, εφόσον του ζητηθεί, ότι έχει ενημερώσει τον εργαζόμενο σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 7 του ΓΚΠΔ, καθώς και ότι ο εργαζόμενος έχει δυνατότητα γνήσιας και ελεύθερης επιλογής και είναι σε θέση να αρνηθεί ή να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του χωρίς δυσμενείς συνέπειες για αυτόν. Η συγκατάθεση θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής, ιδίως όταν συνδέεται με μια οικονομικής φύσης παροχή προς τον εργαζόμενο ή με την ικανοποίηση δικαιώματος του εργαζομένου που απορρέει από τη σύμβαση, το εργατικό δίκαιο, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και το δίκαιο της κοινωνικής ασφάλισης ή όταν εργοδότης και εργαζόμενος επιδιώκουν από κοινού τον ίδιο σκοπό.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ για τους σκοπούς της σχέσης απασχόλησης επιτρέπεται, εάν είναι απαραίτητη για την άσκηση των δικαιωμάτων ή την εκπλήρωση νόμιμων υποχρεώσεων που απορρέουν από το εργατικό δίκαιο, το δίκαιο της κοινωνικής ασφάλισης και της κοινωνικής προστασίας και το έννομο συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων σε σχέση με την επεξεργασία δεν υπερτερεί. Η παράγραφος 2 ισχύει επίσης για τη συγκατάθεση στην επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· η συγκατάθεση πρέπει να αναφέρεται ρητά στα δεδομένα αυτά. Το άρθρο 22 παράγραφος 3 εδάφιο β' εφαρμόζεται ανάλογα.
4. Επιτρέπεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων, στο πλαίσιο της απασχόλησης, βάσει συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Τα διαπραγματευόμενα μέρη συμμορφώνονται με το άρθρο 88 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ
5. Κατά τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι τηρούνται ιδίως οι αρχές για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ορίζονται στο άρθρο 5 του ΓΚΠΔ
6. Τα δικαιώματα συμμετοχής των φορέων εκπροσώπησης των εργαζομένων παραμένουν ανεπηρέαστα.
7. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται επίσης, όταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, των εργαζομένων, υπόκεινται σε επεξεργασία, χωρίς αυτά να αποθηκεύονται ή να πρόκειται να αποθηκευτών σε ένα σύστημα αρχειοθέτησης.
8. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω κλειστού κυκλώματος οπτικής καταγραφής εντός των χώρων εργασίας απαγορεύεται. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται μόνο εάν είναι απαραίτητη για το σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών. Τα δεδομένα που συλλέγονται μέσω κλειστού κυκλώματος οπτικής καταγραφής δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν ως αποκλειστικά κριτήρια για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και της αποδοτικότητας των εργαζομένων. Οι εργαζόμενοι ενημερώνονται εγγράφως και ατομικώς για την εισαγωγή και χρήση μεθόδων ελέγχου και παρακολούθησης.
9. Για τους σκοπούς του ΓΚΠΔ και του παρόντος νόμου ως εργαζόμενοι νοούνται οι απασχολούμενοι με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή σύμβαση έργου ή παροχής υπηρεσιών, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ανεξαρτήτως του κύρους της σύμβασης, οι υποψήφιοι για εργασία και οι πρώην απασχολούμενοι.



Άρθρο 28
Επεξεργασία και ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης

Με το άρθρο 28 ρυθμίζεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς και στο πλαίσιο άσκησης της ελευθερίας της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένης και της ακαδημαϊκής ελευθερίας (βλ άρθρο 13 του Χάρτη), σύμφωνα με την ευχέρεια που αναγνωρίζει στον εθνικό νομοθέτη το άρθρο 85 του ΓΚΠΔ. Το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που κατοχυρώνεται στο άρθρο 8 του Χάρτη δεν είναι απόλυτο, αλλά πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε σχέση με το ρόλο που επιτελεί στην κοινωνία. Όπως απόλυτο δεν είναι εξάλλου και το θεμελιώδες δικαίωμα της προστασίας της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 7 του Χάρτη). Αμφότερα τα δικαιώματα αυτά πραγματώνουν την επικοινωνία σε μία ελεύθερη κοινωνία, και δεν προστατεύουν μόνο προσωπικά δικαιώματα αλλά και δικαιώματα της ολότητας. Η σχέση μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τα άλλα κεντρικά δικαιώματα επικοινωνίας, κυρίως της ελευθερίας της γνώμης και της πληροφόρησης, δεν είναι ελεύθερη εντάσεων, στην περίπτωση που θίγονται διαφορετικοί φορείς θεμελιωδών δικαιωμάτων. Εν τω μεταξύ έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως ότι οι ρυθμίσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα λαμβάνει χώρα στο πεδίο προστασίας της ελευθερίας της γνώμης και της πληροφόρησης.
Ως εκ τούτου, κατά πάγια νομολογία τόσο του ΕΔΔΑ όσο και του ΔΕΕ, είναι ανάγκη να γίνεται ορθή στάθμιση δικαιωμάτων κατά την εφαρμογή και την ερμηνεία του άρθρου 8 ΕΣΔΑ και του άρθρου 52 του Χάρτη. Αναφορικά με τη στάθμιση μεταξύ του δικαιώματος στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και της ελευθερίας στην πληροφόρηση και κυρίως του δικαιώματος πληροφόρησης της ολότητας, το ΔΕΕ στην υπόθεση Goοgle-Spain (βλ. απόφαση ΔΕΕ της 13ης Μαΐου 2014, C-131/12) θεώρησε αναγκαία τη σύγκριση μεταξύ των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου που απορρέουν από τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη με το συμφέρον του κοινού, κυρίως του χρήστη του διαδικτύου στην πρόσβαση σε πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα. Έτσι, δέχτηκε το ΔΕΕ ότι τα δικαιώματα του προσώπου υπερισχύουν γενικά όχι μόνο του οικονομικού συμφέροντος της επιχείρησης της "μηχανής αναζήτησης", αλλά και έναντι του συμφέροντος του χρήστη του διαδικτύου. Σε ιδιαίτερες όμως περιπτώσεις αποθήκευσης πρέπει να σταθμίζεται περισσότερο ο ρόλος, που το πρόσωπο παίζει στη δημόσια ζωή. Αντιστρόφως, μπορεί ο ευαίσθητος χαρακτήρας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και η χρονική απόσταση από την πρώτη επεξεργασία να συνηγορεί υπέρ του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Ένα από τα δικαιώματα, το οποίο είναι πιθανόν να συγκρούεται με το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Η ελευθερία της έκφρασης κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη («Ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης»). Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την «ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, χωρίς την ανάμειξη δημοσίων αρχών και αδιακρίτως συνόρων». Το άρθρο 11 αντιστοιχεί στο άρθρο 10 ΕΣΔΑ. Σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 του Χάρτη, στο μέτρο που ο Χάρτης περιλαμβάνει δικαιώματα που αντιστοιχούν σε δικαιώματα τα οποία διασφαλίζονται στην ΕΣΔΑ, «η έννοια και η εμβέλειά τους είναι ίδιες με εκείνες που τους επιφυλάσσει η εν λόγω σύμβαση». Ως εκ τούτου, οι περιορισμοί που επιβάλλονται νόμιμα στο δικαίωμα που κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη δεν δύνανται να βαίνουν πέραν των προβλεπόμενων στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ, ήτοι πρέπει να προβλέπονται από τον νόμο και να είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία «για την προστασία της υπόληψης ή των δικαιωμάτων των άλλων [...]». Η αντίληψη αυτή διέπει το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 9 παρ.1 Συντ.) και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ( άρθρο 9 Α Συντ.) συχνά επίσης συγκρούονται με την ελευθερία έκφρασης και του Τύπου για την ενημέρωση του κοινού (άρθρο 14 παρ. 1 Συντ.) καθώς και με το δικαίωμα στην πληροφόρηση (άρθρο 5 Α Συντ.). Και στην περίπτωση αυτή γίνεται στάθμιση μεταξύ των αντιτιθέμενων συμφερόντων (βλ. Σ.τ.Ε. 3545/2002 7μ).
Η σχέση μεταξύ προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ελευθερίας της έκφρασης ρυθμίζεται στο άρθρο 86 του ΓΚΠΔ, το οποίο τιτλοφορείται «Επεξεργασία και ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης». Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τα κράτη μέλη καλούνται να προβλέψουν ορισμένες παρεκκλίσεις ή ορισμένους περιορισμούς όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, επομένως, όσον αφορά το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή (privacy), το οποίο προβλέπουν, ιδίως, τα κεφάλαια II , ΙΙΙ, IV και VI του ΓΚΠΔ. Οι σχετικές παρεκκλίσεις πρέπει να προβλέπονται αποκλειστικά για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή στο πλαίσιο ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, που εμπίπτουν στο θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, μόνον καθόσον αυτές είναι αναγκαίες για τον συμβιβασμό του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή προς τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία της έκφρασης.
Όσον αφορά τη στάθμιση μεταξύ του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης, έχουν διατυπωθεί από το ΕΔΔΑ, με αφορμή σχετικές υποθέσεις. [βλ. ενδεικτικά αποφάσεις ΕΔΔΑ, Axel Springer AG κατά Γερμανίας, Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης, προσφυγή αριθ. 39954/08, 7 Φεβρουαρίου 2012, σκέψεις 90 και 91 και Von Hannover κατά Γερμανίας (προσφυγή αριθ. 2) (Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης)] τα ακόλουθα νομολογικά κριτήρια: 1. κατά πόσον το συμβάν που αφορά το δημοσίευμα είναι γενικότερου ενδιαφέροντος: η σύλληψη και καταδίκη ενός προσώπου είναι δημόσιο δικαστικό περιστατικό, συνεπώς ενδιαφέρει το κοινό, 2. κατά πόσον το θιγόμενο πρόσωπο είναι δημόσιο πρόσωπο 3. πώς αποκτήθηκαν οι πληροφορίες και κατά πόσον ήταν αξιόπιστες: οι πληροφορίες προέρχονταν από την Εισαγγελία και η ακρίβεια του περιεχομένου αμφότερων των δημοσιευμάτων δεν αμφισβητήθηκε από τους διαδίκους και 4. εάν το συμβάν συνέβαλε τουλάχιστον ως ένα βαθμό σε μια δημόσια συζήτηση γενικότερου ενδιαφέροντος.
Αντίστοιχη είναι η προσέγγιση και από το ΔΕΕ, όσον αφορά ειδικότερα την έννοια του δημοσιογραφικού σκοπού. Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η σημασία που έχει η ελευθερία του λόγου εντός κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, οι σχετικές έννοιες, μεταξύ των οποίων εκείνη του δημοσιογραφικού σκοπού, πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως, καθώς και ότι οι εξαιρέσεις και οι παρεκκλίσεις που προέβλεπε το άρθρο 9 της Οδηγίας 95/46, ισχύουν όχι μόνο για τις επιχειρήσεις μέσων μαζικής ενημερώσεως, αλλά και για κάθε άτομο που ασκεί δημοσιογραφική δραστηριότητα, ανεξάρτητα αν αυτό ασκεί κατ'επάγγελμα τη δημοσιογραφία, αρκεί δε ότι «δημοσιογραφικές δραστηριότητες» είναι αυτές που έχουν ως σκοπό την ανακοίνωση στο κοινό πληροφοριών, απόψεων ή ιδεών, με οποιονδήποτε τρόπο (πρβλ. απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2008, Satakunnan Markkinaporssi και Satamedia, C-73/07, EU:C:2008:727, σκέψη 56, 58 και 61, απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 2019, Sergejs Buivids, C -345/17, σκέψεις 52-53 ).
Με την παράγραφο 2 του προτεινόμενου άρθρου προβλέπεται σε εκτέλεση του άρθρου 85 του ΓΚΠΔ η δυνατότητα από τα κράτη μέλη θέσπισης εξαιρέσεων και παρεκκλίσεων από την εφαρμογή διατάξεων συγκεκριμένων Κεφαλαίων του τελευταίου, εφόσον είναι αναγκαίο για να συμβιβασθεί το δικαίωμα στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη.
 

1. Στο βαθμό που είναι αναγκαίο να συμβιβαστεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς, και για σκοπούς ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται όταν:
α) το υποκείμενο των δεδομένων έχει παράσχει τη ρητή συγκατάθεσή του, β) αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το ίδιο το υποκείμενο, γ) υπερέχει το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα της πληροφόρησης έναντι του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου, ιδίως για θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος ή όταν αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δημοσίων προσώπων και δ) περιορίζεται στο αναγκαίο μέτρο για την εξασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος ενημέρωσης, ιδίως όταν αφορά ειδικών κατηγοριών δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα καθώς και ποινικές διώξεις, καταδίκες και τα σχετικά με αυτές μέτρα ασφαλείας, λαμβάνοντας υπόψη το δικαίωμα του υποκειμένου στην ιδιωτική και οικογενειακή του ζωή.
2.Στο πλαίσιο επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή για σκοπούς ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης δεν εφαρμόζεται: α) το Κεφάλαιο ΙΙ του ΓΚΠΔ «Αρχές», εκτός από το άρθρο 5, β) το Κεφάλαιο ΙΙΙ του ΓΚΠΔ «Δικαιώματά του Υποκειμένου», γ) το Κεφάλαιο IV του ΓΚΠΔ «Υπεύθυνος επεξεργασίας και εκτελών την επεξεργασία», εκτός από τα άρθρα 28, 29 και 32, δ) το Κεφάλαιο V του ΓΚΠΔ «Διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς», ε) το Κεφάλαιο VI του ΓΚΠΔ «Ανεξάρτητες Εποπτικές Αρχές», στ ) το Κεφάλαιο VII του ΓΚΠΔ «Συνεργασία και συνεκτικότητα και ζ) το Κεφάλαιο IX του ΓΚΠΔ «Διατάξεις που αφορούν ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας».



Άρθρο 29
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον

Στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία β) και ε) του ΓΚΠΔ προβλέπεται η διακεκριμένη περίπτωση της επεξεργασίας για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον. Σύμφωνα με τη βασική σκέψη τα δημόσια αρχεία σκοπό έχουν να διατηρήσουν καταχωρίσεις μόνιμης αξίας για το γενικό δημόσιο συμφέρον. Εμφορούμενο από αυτήν την αρχή το άρθρο 9 παρ. 2 στοιχείο ι) ΓΚΠΔ επιτρέπει την επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, όταν είναι απαραίτητη για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον. Στην τελευταία περίπτωση η επεξεργασία προβλέπεται να γίνεται σύμφωνα με τις αρχές της αναγκαιότητας και αναλογικότητας σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό και μετά από λήψη συγκεκριμένων μέτρων για την προστασία των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων.
Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 29 προβλέπεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφο 1 του ΓΚΠΔ υπό τους όρους της αναγκαιότητας της αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον και εφόσον ληφθούν κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων. Σύμφωνα και με τη «ρήτρα ανοίγματος» του άρθρου 89 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ, στην παράγραφο 2 τίθεται, υπό προϋποθέσεις ο περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, ενώ στην παράγραφο 3 τίθεται υπό προϋποθέσεις ο περιορισμός του δικαιώματος διόρθωσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και τέλος, στην παράγραφο 4 τίθεται, υπό προϋποθέσεις ο περιορισμός των δικαιωμάτων του υποκειμένου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και συγκεκριμένα του δικαιώματός του για περιορισμό της επεξεργασίας, του δικαιώματός του στη φορητότητα των δεδομένων και του δικαιώματος εναντίωσης.
 

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ, επιτρέπεται όταν είναι απαραίτητη για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να λαμβάνει κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων. Στα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται, στο πλαίσιο του εφικτού, ιδίως:
α) ο ορισμός ΥΠΔ·
β) περιορισμοί πρόσβασης από τους υπεύθυνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία
γ) η χρήση ψευδωνύμων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· και δ) η κρυπτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 15 του ΓΚΠΔ, το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων σε δεδομένα που το αφορούν μπορεί να περιοριστεί, εφόσον η άσκησή του είναι πιθανό να καταστήσει αδύνατη ή να παρακωλύσει σοβαρά την επίτευξη των σκοπών της παραγράφου 1, και η άσκηση του δικαιώματος θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 του ΓΚΠΔ, το υποκείμενο των δεδομένων δεν έχει δικαίωμα διόρθωσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, εφόσον η άσκησή του είναι πιθανό να καταστήσει αδύνατη ή να παρακωλύσει σοβαρά την επίτευξη των σκοπών της παραγράφου 1 ή την άσκηση δικαιωμάτων τρίτων.
4. Κατά παρέκκλιση των οριζόμενων στα άρθρα 18 παράγραφος 1 εδάφια α), β) και δ) και στα άρθρα 20 και 21 του ΓΚΠΔ, τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων περιορίζονται, εφόσον η άσκησή τους είναι πιθανό να καταστήσει αδύνατη ή να παρακωλύσει σοβαρά την εκπλήρωση των σκοπών της παραγράφου 1 και εφόσον οι περιορισμοί αυτοί κρίνονται απαραίτητοι για την επίτευξη των σκοπών αυτών.



Άρθρο 30
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή συλλογής και τήρησης στατιστικών στοιχείων

Στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία β) και ε) προβλέπεται η διακεκριμένη περίπτωση της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή συλλογής και τήρησης στατιστικών στοιχείων. Περαιτέρω, ομοίως και με την περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο ι) ΓΚΠΔ επιτρέπει την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στην τελευταία περίπτωση η επεξεργασία γίνεται σύμφωνα με τις αρχές της αναγκαιότητας και αναλογικότητας προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και λήψης συγκεκριμένων μέτρων. Επισημαίνεται εξάλλου ότι σύμφωνα και με ρητή πρόβλεψη στο άρθρο 13 του Χάρτη των Θεμελιωδών
Δικαιωμάτων της ΕΕ η τέχνη και η επιστημονική έρευνα είναι ελεύθερες, ενώ και στο άρθρο 16 παράγραφος 1 του Συντάγματος προβλέπεται ότι η τέχνη, η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες. Στο ίδιο άνω άρθρο 5 παρ. 1 στοιχεία β) και ε) προβλέπεται η διακεκριμένη περίπτωση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για επιστημονικούς και ιστορικούς ερευνητικούς σκοπούς, χωρίς ωστόσο να γίνεται ειδικότερη αναφορά στο δημόσιο συμφέρον. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιστημονικής έρευνας θα πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά. Στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για στατιστικούς λόγους λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη η αρχή της ελαχιστοποίησης.
Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 30 προβλέπεται ότι η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, επιτρέπεται και χωρίς τη χορήγηση συγκατάθεσης του υποκειμένου, υπό την προϋπόθεση τήρησης της αρχής της αναγκαιότητας προς το εκάστοτε σκοπό της επεξεργασίας που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, το συμφέρον του υποκειμένου να μην τύχουν επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν να μην υπερτερεί, και της πρόβλεψης λήψης των αναγκαίων, κατάλληλων και συγκεκριμένων μέτρων. Στην παράγραφο 2 με βάση τη «ρήτρα ανοίγματος» του άρθρου 89 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ, τίθεται υπό προϋποθέσεις ο περιορισμός των δικαιωμάτων πρόσβασης, ενημέρωσης, περιορισμού, του δικαιώματος στην φορητότητα και του δικαιώματος εναντίωσης του υποκειμένου των δεδομένων, ενώ στην παράγραφο 3 προβλέπεται χρονικός προσδιορισμός για την ανωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και την υποχρέωση αποθήκευσης χωριστά των χαρακτηριστικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συναγωγή μεμονωμένων λεπτομερειών σχετικά με προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις ενός ταυτοποιημένου η ταυτοποιήσιμου προσώπου, και τέλος στην παράγραφο 4 τίθενται οι όροι δημοσιοποίησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της έρευνας.
 

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ, επιτρέπεται χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου, όταν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή συλλογής και τήρησης στατιστικών στοιχείων και το συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας είναι υπέρτερο του συμφέροντος του υποκειμένου να μην τύχουν επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού του χαρακτήρα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να λαμβάνει κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων. Στα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ιδίως: α) ο ορισμός ΥΠΔ·
β) περιορισμοί πρόσβασης των υπεύθυνων επεξεργασίας και εκτελούντων την επεξεργασία·
γ) η χρήση ψευδωνύμων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· δ) η κρυπτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Κατά παρέκκλιση των οριζόμενων στα άρθρα 15, 16, 18 και 21 του ΓΚΠΔ, τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιορίζονται, εφόσον η άσκησή τους είναι πιθανό να καταστήσει αδύνατη ή να παρακωλύσει σοβαρά την εκπλήρωση των σκοπών της παραγράφου 1 και εφόσον οι περιορισμοί αυτοί κρίνονται απαραίτητοι για την εκπλήρωσή τους. Για τον ίδιο λόγο δεν εφαρμόζεται και το προβλεπόμενο στο άρθρο 15 του ΓΚΠΔ δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου, όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητα για επιστημονικούς σκοπούς και η παροχή πληροφοριών απαιτεί δυσανάλογη προσπάθεια.
3. Εκτός από όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 οι ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν υποβάλλονται σε επεξεργασία για τους σκοπούς της παραγράφου 1 θα πρέπει να ανωνυμοποιούνται, αμέσως μόλις το επιτρέψουν οι επιστημονικοί ή στατιστικοί σκοποί , εκτός εάν αυτό είναι αντίθετο προς το έννομο συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων. Μέχρι τότε, τα χαρακτηριστικά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αντιστοίχιση μεμονωμένων λεπτομερειών σχετικά με προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις ενός ταυτοποιημένου ή ταυτοποιήσιμου προσώπου πρέπει να αποθηκευτούν χωριστά. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί να συνδυαστούν με τις μεμονωμένες λεπτομέρειες, μόνο εάν το απαιτεί η έρευνα ή ο στατιστικός σκοπός.
4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να δημοσιεύει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται στο πλαίσιο της έρευνας, εφόσον τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν συγκατατεθεί εγγράφως ή η δημοσίευση είναι απαραίτητη για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας.



Άρθρο 31
Πληροφορίες που παρέχονται εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα συλλέγονται από το υποκείμενο των δεδομένων

Με το άρθρο 31 τίθενται κατ'εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ περιορισμοί ως προς το δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων, όπως αυτό θεμελιώνεται στο άρθρο 13 του ΓΚΠΔ.
Ωστόσο, πρέπει να διευκρινισθεί ότι το άρθρο 23 του ΓΚΠΔ υπόκειται σε περιορισμούς. Ο πρώτος περιορισμός βασίζεται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 εδάφιο α' του Χάρτη σύμφωνα με το οποίο ο σεβασμός του βασικού περιεχομένου των δικαιωμάτων και των ελευθεριών αποτελεί την προϋπόθεση για τους περιορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ. Ήδη, η "ρήτρα ανοίγματος" που προβλέπει το άρθρο 23 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ υπάγεται στην κλίμακα που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη. Περαιτέρω, στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ προβλέπεται ότι τα νομοθετικά μέτρα δυνάμει των οποίων δύναται να θεσπισθούν περιορισμοί με την έννοια του άρθρου 23 του ΓΚΠΔ εξαρτώνται από το εθνικό δίκαιο (βλ αιτιολογική σκέψη 41 του ΓΚΠΔ).
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 31 τίθεται η πρόβλεψη ότι ο περιορισμός της υποχρέωσης πληροφόρησης ισχύει μόνο για την περίπτωση του άρθρου 13 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ, όταν δηλαδή ο υπεύθυνος επεξεργασίας προτίθεται να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για οποιονδήποτε άλλο περαιτέρω σκοπό διαφορετικό από εκείνο για τον οποίον συλλέχθηκαν αρχικά τα δεδομένα. Αντιθέτως, οι πληροφορίες που παρέχονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του ΓΚΠΔ δεν περιορίζονται. Με το άρθρο 13 του ΓΚΠΔ διασφαλίζεται η αρχή της "άμεσης συλλογής" η οποία απορρέει εν μέρει από το άρθρο 6 και εν μέρει από το άρθρο 8 του Χάρτη, τα οποία απαιτούν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να διενεργείται στο αναγκαίο μέτρο . Στην περίπτωση που τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χρησιμοποιούνται για διαφορετικούς σκοπούς από εκείνους για τους οποίους συνελέχθησαν, κατά τη στιγμή της συλλογής των στοιχείων δεν υφίσταται καμία άμεση επαφή μεταξύ του υπεύθυνου επεξεργασίας και του ενδιαφερομένου και ως εκ τούτου στις περιπτώσεις αυτές, η πληροφόρηση του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να αποδειχθεί δυσανάλογη. Για το λόγο αυτό με την παράγραφο 1 προβλέπεται απαλλαγή από την υποχρέωση παροχής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ υπό προϋποθέσεις, και συγκεκριμένα όταν η χορήγηση της πληροφόρησης θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια και το ενδιαφέρον του υποκειμένου στην παροχή πληροφοριών σχετικά με τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης, ιδίως λόγω του πλαισίου στο οποίο συλλέχθηκαν τα δεδομένα, θεωρείται ότι είναι χαμηλό. Δυσανάλογη προσπάθεια, για παράδειγμα, απαιτείται όταν τα στοιχεία επικοινωνίας του ενδιαφερομένου δεν είναι γνωστά στον υπεύθυνο επεξεργασίας και δεν μπορούν να προσδιοριστούν εύκολα. Τα αποδεικτικά στοιχεία για τη δυσαναλογία αυτή μπορούν να περιλαμβάνουν τον αριθμό των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, την ηλικία των δεδομένων ή την ύπαρξη κατάλληλων εγγυήσεων. Ομοίως, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο τύπος των διαθέσιμων μέσων επικοινωνίας.
Οι περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 1 του προτεινόμενου άρθρου περιέχουν ειδικά για τους δημόσιους φορείς περιορισμούς σχετικά με την υποχρέωση ενημέρωσης, εάν η γνωστοποίηση των πληροφοριών για την προβλεπόμενη επεξεργασία θέτουν σε κίνδυνο την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας με την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) του ΓΚΠΔ ή την εθνική ασφάλεια, και το συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας για την μη παροχή των πληροφοριών υπερισχύει των συμφερόντων του υποκειμένου. Η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 προβλέπει περιορισμό για τη διασφάλιση της θεμελίωσης, άσκησης ή υποστήριξης νομικών αξιώσεων, σύμφωνα με το στοιχείο ι) της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ΓΚΠΔ.
Με την περίπτωση δ' της παραγράφου 1 λαμβάνεται πρόνοια για την εμπιστευτική διαβίβαση δεδομένων σε δημόσιους φορείς σύμφωνα με το στοιχείο ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ΓΚΠΔ. Αυτονόητη είναι η περίπτωση, για παράδειγμα, κατηγοριών υποθέσεων στις οποίες οι πληροφορίες του ενδιαφερομένου για την περαιτέρω επεξεργασία ματαιώνουν ή δυσχεραίνουν τη νόμιμη επεξεργασία, όπως η ενημέρωση της αρμόδιας υπηρεσίας επιβολής του νόμου για την υποψία τέλεσης ποινικού αδικήματος.
Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να λάβει κατάλληλα μέτρα για την προστασία των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν δεν παρέχονται πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η πρόβλεψη αυτή αντιστοιχεί στις διασφαλίσεις που απαιτούνται από το άρθρο 23 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ. Τα κατάλληλα μέτρα περιλαμβάνουν την παροχή αυτών των πληροφοριών στο κοινό. Η παροχή της σχετικής πληροφορίας προς το κοινό μπορεί να πραγματωθεί μέσω μιας δημοσίευσης σε προσιτή μορφή σε δημόσιο ιστότοπο του υπεύθυνου επεξεργασίας. Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, οι πληροφορίες πρέπει να παρέχονται με σαφή, απλή, κατανοητή και εύκολα προσιτή γλώσσα. Ο υπεύθυνος πρέπει να δηλώσει γραπτώς το λόγο για τον οποίο απέφυγε την παροχή πληροφοριών. Η αιτιολόγηση της απόρριψης παροχής πληροφοριών υπόκειται στον έλεγχο της Αρχής, ο οποίος καθίσταται δυνατός μέσω της υποχρέωσης τεκμηρίωσης. Τα παρεχόμενα από το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 μέτρα του υπεύθυνου επεξεργασίας για την προστασία των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν ισχύουν στην περίπτωση της περίπτωσης γ' και της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1, δοθέντος ότι τα μέτρα που απαιτούνται θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποτυχία ή σοβαρή βλάβη του νόμιμου σκοπού της επεξεργασίας. Η παράγραφος 3 ορίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να λαμβάνει έγκαιρα πληροφορίες από το υποκείμενο των δεδομένων, όταν οι λόγοι αποκλεισμού που προβλέπονται στην παράγραφο 1 είναι μόνο προσωρινοί.
Τέλος, με την παράγραφο 4 τίθεται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ, εξαίρεση στο δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων, σε σχέση με την υποχρέωση διατήρησης του επαγγελματικού απορρήτου. Πρόκειται για εξαίρεση που βασίζεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του ΓΚΠΔ.
 

1. Η υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ δεν υφίσταται εκτός από την αναφερόμενη στο άρθρο 13 παράγραφος 4 του ΓΚΠΔ εξαίρεση τότε , όταν η παροχή των πληροφοριών σχετικά με τη σκοπούμενη περαιτέρω επεξεργασία :
α) αφορά μια περαιτέρω επεξεργασία αποθηκευμένων με αναλογικό τρόπο δεδομένων, στην οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας απευθύνεται άμεσα στο υποκείμενο των δεδομένων , ο σκοπός είναι συμβατός με τον αρχικό σκοπό συλλογής σύμφωνα με το ΓΚΠΔ, η επικοινωνία με το υποκείμενο των δεδομένων δεν γίνεται σε ψηφιακή μορφή και το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων για την παροχή πληροφοριών κατά τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, ιδίως όσον αφορά το πλαίσιο εντός του οποίου συλλέχθησαν τα δεδομένα θεωρείται ότι είναι χαμηλό.
β) στην περίπτωση του δημόσιου φορέα, θα έθετε σε κίνδυνο την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας με την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) του ΓΚΠΔ, και το συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας να μην παράσχει τις πληροφορίες υπερτερεί του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων· γ) θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική ή τη δημόσια ασφάλεια και το συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας να μην παράσχει τις πληροφορίες υπερτερεί του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων·
δ) θα παρεμπόδιζε τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων και το συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας να μην παράσχει πληροφορίες υπερτερεί του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων·
ε) θα έθετε σε κίνδυνο την εμπιστευτική διαβίβαση δεδομένων σε δημόσιους φορείς.
2. Εφόσον δεν παρέχονται πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της παροχής στο κοινό των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του ΓΚΠΔ σε ακριβή, διαφανή, κατανοητή και ευχερώς προσβάσιμη μορφή, σε σαφή και απλή γλώσσα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δηλώνει γραπτώς τους λόγους για τους οποίους απέφυγε να παράσχει πληροφορίες. Τα ανωτέρω εδάφια δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις δ' και ε' της προηγούμενης παραγράφου.
3. Εφόσον δεν παρέχεται γνωστοποίηση στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 λόγω ύπαρξης προσωρινού εμποδίου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών της επεξεργασίας, πρέπει να συμμορφώνεται στην υποχρέωση πληροφόρησης εντός εύλογης προθεσμίας μετά την απομάκρυνση του εμποδίου, αλλά όχι αργότερα από το χρονικό διάστημα των δύο ( 2) εβδομάδων.
4. Αν κατά τη διάρκεια της έναρξης της εντολής ή στο πλαίσιο σχέσης εντολής διαβιβάσθηκαν από τον πελάτη σε έναν φορέα επαγγελματικού απορρήτου δεδομένα τρίτων, ο διαβιβάζων αυτός φορέας δεν έχει υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ, εκτός εάν το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων για την παροχή πληροφοριών είναι υπέρτερο.



Άρθρο 32
Πληροφορίες που παρέχονται εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν έχουν συλλεγεί από το υποκείμενο των δεδομένων

Με το άρθρο 32 τίθενται κατ'εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ περιορισμοί ως προς το δικαίωμα ενημέρωσης, όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν έχουν συλλεγεί από το υποκείμενο των δεδομένων (αρχή της έμμεσης συλλογής), όπως αυτό θεμελιώνεται στο άρθρο 14 του ΓΚΠΔ. Η παράγραφος 1 του προτεινόμενου άρθρου περιλαμβάνει, εκτός από τους περιορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 5 του ΓΚΠΔ, περιορισμούς στην υποχρέωση ενημέρωσης του υπεύθυνου επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 1, 2 και 4 του ΓΚΠΔ. Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 εφαρμόζεται μόνο στους δημόσιους φορείς, ενώ η περίπτωση β' της ανωτέρω παραγράφου εφαρμόζεται σε ιδιωτικούς φορείς. Επισημαίνεται ότι οι εξαιρέσεις πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά.
Οι τιθέμενοι περιορισμοί ως προς την παροχή πληροφοριών μπορούν να εξυπηρετούν στην περίπτωση δημοσίων φορέων, σύμφωνα με την περίπτωση α', την αποφυγή κινδύνων σχετικά με την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων
του υπεύθυνου επεξεργασίας, με την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) του ΓΚΠΔ, ή την αποφυγή κινδύνου σχετικά με την εθνική ασφάλεια. Σ' αυτές τις περιπτώσεις προβλέπεται ότι το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τη χορήγηση των πληροφοριών υποχωρεί. Ειδικότερα, οι εξαιρέσεις αυτές προβλέπονται ως προς τους ιδιωτικούς φορείς, σύμφωνα με την περίπτωση β', όταν η παροχή πληροφοριών θα έβλαπτε τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων ή η επεξεργασία περιλαμβάνει δεδομένα από συμβάσεις που έχουν καταρτιστεί κατά το ιδιωτικό δίκαιο και αποσκοπούν στην πρόληψη ζημιών από την τέλεση ποινικών αδικημάτων, εκτός εάν το υποκείμενο των δεδομένων έχει υπέρτερο έννομο συμφέρον για την παροχή πληροφοριών ή εάν ο αρμόδιος δημόσιος φορέας έχει προσδιορίσει στον υπεύθυνο επεξεργασίας ότι η δημοσιοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική άμυνα, τη δημόσια ασφάλεια ή την εθνική ασφάλεια. Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να λάβει κατάλληλα μέτρα για την προστασία των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν δεν παρέχονται πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παράγραφο 1.Η πρόβλεψη αυτή αντιστοιχεί στις διασφαλίσεις που απαιτούνται από το άρθρο 23 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ. Τα κατάλληλα μέτρα περιλαμβάνουν την παροχή των σχετικών πληροφοριών στο κοινό. Η παροχή της σχετικής πληροφορίας προς το κοινό μπορεί να πραγματωθεί μέσω μιας δημοσίευσης σε προσιτή μορφή σε δημόσιο ιστότοπο του υπεύθυνου επεξεργασίας. Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, οι πληροφορίες πρέπει να παρέχονται με σαφή, απλή, κατανοητή και εύκολα προσιτή γλώσσα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να δηλώσει γραπτώς, το λόγο για τον οποίο απέφυγε την παροχή πληροφοριών. Η αιτιολόγηση της απόρριψης παροχής πληροφοριών υπόκειται στον έλεγχο της Αρχής, ο οποίος καθίσταται δυνατός μέσω της υποχρέωσης τεκμηρίωσης.
Τέλος, με την παράγραφο 3 τίθεται πέραν εκείνης του άρθρου 14 παράγραφος 5 του ΓΚΠΔ εξαίρεση στο δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων, σε σχέση με την υποχρέωση διατήρησης του απορρήτου. Πρόκειται για εξαίρεση που βασίζεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του ΓΚΠΔ.
 

1. Η υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 1, 2 και 4 του ΓΚΠΔ δεν υφίσταται, όταν η παροχή των πληροφοριών:
α) στην περίπτωση δημοσίων φορέων:
αα) θα έθετε σε κίνδυνο την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας, με την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) του ΓΚΠΔ, ή ββ) θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική ή τη δημόσια ασφάλεια,
και συνεπώς, το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων για τη χορήγηση των πληροφοριών υποχωρεί·
β) στην περίπτωση ιδιωτικών φορέων:
αα) θα έβλαπτε τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων ή η επεξεργασία περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από συμβάσεις που έχουν καταρτιστεί κατά το ιδιωτικό δίκαιο και αποσκοπεί στην πρόληψη ζημιών από την τέλεση ποινικών αδικημάτων, εκτός εάν το υποκείμενο των δεδομένων έχει υπέρτερο έννομο συμφέρον για την παροχή πληροφοριών· ή
ββ) ο αρμόδιος δημόσιος φορέας έχει προσδιορίσει στον υπεύθυνο επεξεργασίας, ότι η δημοσιοποίηση των δεδομένων θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική άμυνα, την εθνική ασφάλεια και τη δημόσια ασφάλεια· στην περίπτωση της επεξεργασίας δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου, δεν απαιτείται προσδιορισμός σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.
2. Εφόσον δεν παρέχονται πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της παροχής στο κοινό των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 2 του ΓΚΠΔ σε ακριβή, διαφανή, κατανοητή και ευχερώς προσβάσιμη μορφή, σε σαφή και απλή γλώσσα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δηλώνει γραπτώς τους λόγους για τους οποίους απέφυγε να παράσχει πληροφορίες.
3. Η υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 1 έως 4 του ΓΚΠΔ, εκτός από τις αναφερόμενες στο άρθρο 14 παράγραφος 5 του ΓΚΠΔ εξαιρέσεις, δεν ισχύει στο βαθμό που μέσω της εκπλήρωσής της θα αποκαλύπτονταν πληροφορίες, οι οποίες λόγω της φύσης τους, ιδίως λόγω των υπέρτερων έννομων συμφερόντων τρίτου, πρέπει να παραμείνουν απόρρητες.



Άρθρο 33
Δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων-Ανακοίνωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 33, τίθενται, εκτός των περιορισμών των άρθρων 29 παράγραφος 2 και 30 παράγραφος 2, περιορισμοί του δικαιώματος πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 15 του ΓΚΠΔ. Το δικαίωμα πρόσβασης αποτελεί για το το άτομο το βασικό υποκειμενικό δικαίωμα προστασίας των δεδομένων. Δικαιολογημένα, λοιπόν, το δικαίωμα αυτό χαρακτηρίζεται ως η Magna Charta της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (βλ. άρθρο 8 παρ. 2 εδ. 2 του Χάρτη). Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 προβλέπεται ότι το δικαίωμα στην πρόσβαση του υποκείμενου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται για τους λόγους για τους οποίους το υποκείμενο των δεδομένων δεν λαμβάνει πληροφόρηση σύμφωνα με την περίπτωση α' και την περίπτωση β', στοιχείο ββ' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου· ή όταν τα δεδομένα καταγράφηκαν μόνο επειδή δεν μπορούν να διαγραφούν λόγω νομικών ή κανονιστικών διατάξεων υποχρέωσης διατήρησής τους, ή εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς προστασίας ή ελέγχου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και η παροχή πληροφοριών θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια και τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα καθιστούν αδύνατη την επεξεργασία για άλλους σκοπούς. Με την παράγραφο 2 προβλέπεται κατ' αντιστοιχία με τα δύο προηγούμενα άρθρα ότι οι λόγοι άρνησης της παροχής πληροφοριών στο υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να τεκμηριώνονται. Η άρνηση της παροχής πληροφοριών πρέπει να αιτιολογείται στο υποκείμενο των δεδομένων, εκτός εάν μέσω της γνωστοποίησης των πραγματικών και νομικών λόγων στους οποίους βασίζεται η άρνηση θα ετίθετο σε κίνδυνο ο σκοπός που επιδιώκεται με την άρνηση παροχής των πληροφοριών. Τα δεδομένα που αποθηκεύονται με σκοπό την παροχή πληροφοριών στο υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την προετοιμασία τής εν λόγω παροχής μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνο για το σκοπό αυτό και για τους σκοπούς της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· η επεξεργασία για άλλους σκοπούς περιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του ΓΚΠΔ. Τέλος, με την παράγραφο 4 προβλέπεται ότι το δικαίωμα του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να αποκτά πρόσβαση σε δεδομένα που το αφορούν, τα οποία δεν υποβάλλονται ούτε σε αυτοματοποιημένη ούτε σε μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία (εδώ εμπίπτουν κυρίως τα αρχεία ή οι συλλογές αρχείων καθώς και τα εξώφυλλά τους με συγκεκριμένα κριτήρια) από δημόσια αρχή, και αποθηκεύονται σε σύστημα αρχειοθέτησης υφίσταται μόνο, εάν το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παρέχει πληροφορίες που επιτρέπουν την ανάκτησή τους και η προσπάθεια που απαιτείται για την παροχή των πληροφοριών δεν είναι δυσανάλογη προς το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για ενημέρωση.
Με την παράγραφο 4 προβλέπεται εξαίρεση ως προς την υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων κατ' άρθρο 15 του ΓΚΠΔ, σε σχέση με την υποχρέωση διατήρησης του απορρήτου. Πρόκειται για εξαίρεση που βασίζεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του ΓΚΠΔ.
Περαιτέρω με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 προβλέπεται πέραν εκείνης της παραγράφου 3 του άρθρου 34 του ΓΚΠΔ εξαίρεση της υποχρέωσης γνωστοποίησης σε σχέση με την υποχρέωση διατήρησης του απορρήτου. Με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 τίθεται περιορισμός στην εξαίρεση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 . Πρόκειται και εδώ για εξαιρέσεις που βασίζονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του ΓΚΠΔ.
 

1. Εκτός των εξαιρέσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 29 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 30, δεν ισχύει το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 15 του ΓΚΠΔ, όταν
α) το υποκείμενο των δεδομένων δεν ενημερώνεται σύμφωνα με το στοιχείο ββ' των περιπτώσεων α' και β ' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου· ή
β) τα δεδομένα αα) καταγράφηκαν μόνο επειδή δεν μπορούν να διαγραφούν λόγω νομικών ή κανονιστικών διατάξεων υποχρέωσης διατήρησής τους, ή
ββ) εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς προστασίας ή ελέγχου των δεδομένων,
και η παροχή πληροφοριών θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια και τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα καθιστούν αδύνατη την επεξεργασία για άλλους σκοπούς.
2. Οι λόγοι άρνησης της παροχής πληροφοριών στο υποκείμενο των δεδομένων πρέπει να τεκμηριώνονται. Η άρνηση της παροχής πληροφοριών πρέπει να αιτιολογείται στο υποκείμενο των δεδομένων, εκτός εάν μέσω της γνωστοποίησης των πραγματικών και νομικών λόγων στους οποίους βασίζεται η άρνηση θα ετίθετο σε κίνδυνο ο σκοπός που επιδιώκεται με την άρνηση παροχής των πληροφοριών. Τα δεδομένα που αποθηκεύονται με σκοπό την παροχή πληροφοριών στο υποκείμενο των δεδομένων και για την προετοιμασία αυτής της παροχής μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνο για το σκοπό αυτό και για σκοπούς της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· η επεξεργασία για άλλους σκοπούς περιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του ΓΚΠΔ.
3. Το δικαίωμα του υποκειμένου των δεδομένων να αποκτά πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία δεν υποβάλλονται ούτε σε αυτοματοποιημένη ούτε σε μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία από δημόσια αρχή, και αποθηκεύονται σε σύστημα αρχειοθέτησης, υφίσταται μόνο, εάν το υποκείμενο των δεδομένων παρέχει πληροφορίες που επιτρέπουν την ανάκτηση των δεδομένων και η προσπάθεια που απαιτείται για την παροχή των πληροφοριών δεν είναι δυσανάλογη προς το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων για ενημέρωση.
4. Το δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 15 του ΓΚΠΔ δεν ισχύει, στο βαθμό που μέσω της ενημέρωσης θα αποκαλύπτονταν πληροφορίες, οι οποίες σύμφωνα με διάταξη νόμου ή λόγω της φύσης τους, ιδίως λόγω των υπέρτερων έννομων συμφερόντων τρίτου, πρέπει να παραμείνουν απόρρητες.
5. Η υποχρέωση γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 34 του ΓΚΠΔ, εκτός από την αναφερόμενη στην παράγραφο 3 του άρθρου 34 του ΓΚΠΔ εξαίρεση, δεν ισχύει στο βαθμό που μέσω της γνωστοποίησης θα αποκαλύπτονταν πληροφορίες, οι οποίες σύμφωνα με διάταξη νόμου ή λόγω της φύσης τους, ιδίως λόγω των υπέρτερων έννομων συμφερόντων τρίτου, πρέπει να παραμείνουν απόρρητες. Κατά παρέκκλιση από το προηγούμενο εδάφιο το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 34 του ΓΚΠΔ να ενημερώνεται, όταν τα συμφέροντά του- λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις επαπειλούμενες ζημιές-υπερτερούν του συμφέροντος διατήρησης του απορρήτου.



Άρθρο 34 Δικαίωμα διαγραφής

Με το άρθρο 34 περιορίζεται το δικαίωμα διαγραφής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και η αντίστοιχη υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ. Εντούτοις , οι παρεκκλίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ παραμένουν ανεπηρέαστες από τη διάταξη. Η ρύθμιση εφαρμόζεται τόσο σε δημόσιους όσο και σε ιδιωτικούς φορείς.
Με την επιφύλαξη των όρων που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 3, η διαγραφή αντικαθίσταται από τον περιορισμό (άρθρο 18 του ΓΚΠΔ). Μέσω αυτού ο περιορισμός του δικαιώματος ή της υποχρέωσης διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οριοθετείται (περιορίζεται) στο βαθμό που απαιτείται βάσει του άρθρου 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ' του ΓΚΠΔ. Περαιτέρω, το άρθρο 18 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 19 του ΓΚΠΔ παρέχουν αποτελεσματικές διασφαλίσεις κατά της κατάχρησης και της εσφαλμένης διαβίβασης κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του ΓΚΠΔ. Κατ' εξαίρεση, περίπτωση αντί της διαγραφής να επιβληθεί περιορισμός της επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 του ΓΚΠΔ, δεν ισχύει όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έχουν υποστεί παράνομη επεξεργασία, δεδομένου ότι ο υπεύθυνος για την παράνομη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν αξίζει προστασίας και δεν μπορεί να βασισθεί στη δυσανάλογη προσπάθεια για την κατάργηση του επιλεγέντος από αυτόν τύπου αποθήκευσης.
Με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 τίθεται περιορισμός για την προστασία των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του ΓΚΠΔ. Σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) του ΓΚΠΔ ο περιορισμός της επεξεργασίας παράνομης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα γίνεται μόνο με αίτηση του υποκειμένου των δεδομένων. Περαιτέρω, το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του ΓΚΠΔ επιτρέπει τον περιορισμό της επεξεργασίας, όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δε χρειάζεται πλέον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της επεξεργασίας, αλλά τα δεδομένα αυτά απαιτούνται από το υποκείμενο για τη θεμελίωση, άσκηση ή την υποστήριξη νομικών αξιώσεων. Αντίθετα, η παράγραφος 2 προβλέπει, ακόμη και χωρίς αντίστοιχη αίτηση του ενδιαφερομένου, μια γενική υποχρέωση του προσώπου που είναι υπεύθυνο για τον περιορισμό της επεξεργασίας, αν έχει λόγους να πιστεύει ότι δεν θα επηρεαστεί από την κατάργηση των νόμιμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων. Η σχετική ρύθμιση είναι αναγκαία, διότι ο υπεύθυνος υποχρεούται, κατ' αρχήν, βάσει του άρθρου 17 του ΓΚΠΔ να μη διαγράφει περιττά ή δεδομένα παράνομης επεξεργασίας. Ο περιορισμός της επεξεργασίας αντί της διαγραφής έχει σκοπό να επιτρέψει στο υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να ζητήσει τον περιορισμό της επεξεργασίας στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή να αποφασίσει τη διαγραφή των δεδομένων. Αυτό απορρέει από την υποχρέωση κοινοποίησης σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, η οποία συγχρόνως αποτελεί ένα μέτρο για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών και των εννόμων συμφερόντων του ενδιαφερόμενου σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του ΓΚΠΔ. Ως εκ τούτου, κατά κανόνα, πρόκειται μόνο για προσωρινό περιορισμό της ευθύνης του υπεύθυνου επεξεργασίας (άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του ΓΚΠΔ). Η παράγραφος 3 προβλέπει περιορισμό στην περίπτωση κατά την οποία η διαγραφή δεδομένων δεν απαιτείται πλέον, διότι αντιτίθεται σε νόμιμες ή συμβατικές περιόδους διατήρησης. Η εξαίρεση προστατεύει τους υπεύθυνους επεξεργασίας από σύγκρουση καθηκόντων.
 

1. Αν η διαγραφή σε περίπτωση μη αυτοματοποιημένης επεξεργασίας λόγω της ιδιαίτερης φύσης της αποθήκευσης δεν είναι δυνατή ή είναι δυνατή μόνο με δυσανάλογα μεγάλη προσπάθεια και το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων για τη διαγραφή δεν θεωρείται σημαντικό, δεν υφίσταται το δικαίωμα του υποκειμένου και η υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας να διαγράψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, εκτός των εξαιρέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ. Στην περίπτωση αυτή, η διαγραφή αντικαθίσταται από τον περιορισμό της επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 του ΓΚΠΔ. Τα ανωτέρω εδάφια δεν εφαρμόζονται, εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έχουν υποστεί παράνομη επεξεργασία.
2. Εκτός από το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του ΓΚΠΔ, το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως στην περίπτωση του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) και δ) του ΓΚΠΔ, στο βαθμό που ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει λόγους να πιστεύει ότι η διαγραφή θα ήταν επιζήμια για τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με τον περιορισμό της επεξεργασίας, εάν η ενημέρωση αυτή δεν είναι αδύνατη ή δεν συνεπάγεται δυσανάλογη προσπάθεια.
3. Εκτός από το άρθρο 17 παράγραφος 3 στοιχείο β) του ΓΚΠΔ, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται αναλόγως στην περίπτωση του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) του ΓΚΠΔ εάν η διαγραφή θα ερχόταν σε σύγκρουση με τις νόμιμες ή συμβατικές περιόδους διατήρησης.



Άρθρο 35
Δικαίωμα εναντίωσης

Με το άρθρο 35 περιορίζεται το δικαίωμα εναντίωσης του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έναντι δημόσιου φορέα σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, καθ' ο μέρος η επεξεργασία επιβάλλεται από υπέρτερο δημόσιο συμφέρον που υπερκαλύπτει τα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή απαιτείται από διάταξη νόμου. Το προτεινόμενο άρθρο προϋποθέτει δημόσια συμφέροντα του υπεύθυνου επεξεργασίας κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του ΓΚΠΔ, τα οποία πρέπει να είναι συγκεκριμένα στη δεδομένη περίπτωση και να υπερισχύουν των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Επιπλέον, το δικαίωμα εναντίωσης αποκλείεται εάν υπάρχει νομική απαίτηση για επεξεργασία. Το άρθρο 29 παράγραφος 4 και το άρθρο 30 παράγραφος 2 περιέχουν ειδικούς περιορισμούς όσον αφορά το δικαίωμα εναντίωσης στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς αρχειοθέτησης για το δημόσιο συμφέρον και για ερευνητικούς, επιστημονικούς, ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς.
 

Το δικαίωμα εναντίωσης σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ δεν εφαρμόζεται έναντι δημόσιου φορέα, εάν υπάρχει επιτακτικό δημόσιο συμφέρον για την επεξεργασία, το οποίο υπερτερεί των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή διάταξη νόμου υποχρεώνει τη διενέργεια της επεξεργασίας.



Άρθρο 36
Αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ

Με το άρθρο 36 λαμβάνεται υπόψη η ειδική περίπτωση αυτοματοποιημένης απόφασης στο κλάδο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Με την παράγραφο 1 επιτρέπεται η αυτοματοποιημένη απόφαση σε μία μεμονωμένη περίπτωση όπως ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 ΓΚΠΔ - πέραν των περιπτώσεων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και γ) του ΓΚΠΔ - εάν η απόφαση που ελήφθη κατά τη διάρκεια της παροχής υπηρεσιών προέρχεται από ασφαλιστική σύμβαση. Περαιτέρω πρέπει να πληρούνται και οι όροι των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 που τίθενται εν εναλλαγή.
Η προτεινόμενη ρύθμιση βασίζεται εν προκειμένω στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχείο β) του ΓΚΠΔ, η οποία παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εξέρχονται εκτός του άρθρου 22 παράγραφος 2 στοιχεία α) και γ) του ΓΚΠΔ και να προβλέπουν επιτρεπτικές διατάξεις για τη λήψη μιας αυτοματοποιημένης απόφασης σε μια μεμονωμένη περίπτωση. Σε αντίθεση με το άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχείο α) του ΓΚΠΔ η ύπαρξη συμβατικής σχέσης μεταξύ του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για το οποίο λήφθηκε η αυτοματοποιημένη απόφαση και του υπεύθυνου επεξεργασίας δεν είναι υποχρεωτικός όρος της παραγράφου 1. Αρκεί ότι η αυτοματοποιημένη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών από ασφαλιστική σύμβαση.
Η παράγραφος 1 περίπτωση α' επιτρέπει ιδίως την αυτόματη ρύθμιση των απαιτήσεων μεταξύ της ασφάλισης ευθύνης του οχήματος και του ζημιωθέντος. Προϋπόθεση είναι ότι ικανοποιείται το αίτημα του αιτούντος, ο οποίος ταυτόχρονα είναι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει του νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν προκύπτει νομική βλάβη του ενδιαφερομένου. Η παράγραφος 1 περίπτωση β' επιτρέπει την αυτοματοποιημένη λήψη απόφασης σχετικά με τις ασφαλιστικές παροχές της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας κατά την εφαρμογή δεσμευτικών κανόνων πληρωμής για ιατρική περίθαλψη. Ακόμη και αν το αίτημα του αιτούντος ως προς το πρόσωπο που επηρεάζεται από την απόφαση δεν ικανοποιήθηκε ή δεν ικανοποιήθηκε πλήρως, επιτρέπεται η αυτοματοποιημένη λήψη απόφασης προκειμένου για ιδιωτική ασφάλιση υγείας, αν ο υπεύθυνος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων. Αυτό περιλαμβάνει τουλάχιστον το δικαίωμα να λάβει την παρέμβαση ενός προσώπου (ανθρώπινη παρέμβαση) από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, να εκφράσει την δική του άποψη και να αμφισβητήσει την απόφαση. Για τα δικαιώματα αυτά πρέπει να ενημερώνεται το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα εν λόγω μέτρα αντιστοιχούν στα μέτρα του άρθρου 22 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ, ώστε μεταξύ της ανωτέρω περίπτωσης β' της παραγράφου 1 και των διατάξεων του άρθρου 22 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του ΓΚΠΔ να υπάρχει μια εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά τους μηχανισμούς προστασίας. Σε περίπτωση που ένας ασφαλισμένος υποβάλλει αίτηση για μια παροχή για τρίτο πρόσωπο, στο όνομα του συνασφαλισμένου στο πλαίσιο των ιδιωτικών μελών στην ασφάλιση υγείας, αυτό δεν αποτελεί απόφαση κατά την έννοια του άρθρου 22 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ προς το τρίτο πρόσωπο βάσει του νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Αντίθετα, η ασφαλιστική εταιρεία αποφασίζει αυτόματα μόνο για απαιτήσεις βάσει της ασφαλιστικής σύμβασης με τον αιτούντα ως αντισυμβαλλόμενο. Εδώ, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τρίτων υπόκεινται αυτόματα σε επεξεργασία, για την οποία απαιτείται μία νομική βάση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, αλλά δεν απαιτείται εξαίρεση από τη γενική απαγόρευση των αυτοματοποιημένων αποφάσεων για μεμονωμένες περιπτώσεις.
Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 επιτρέπει στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να επεξεργάζονται δεδομένα για την υγεία κατά την έννοια του άρθρου 4 στοιχείο 15 του ΓΚΠΔ στο πλαίσιο αυτοματοποιημένων αποφάσεων βάσει της παραγράφου 1. Αυτό είναι ιδιαίτερα απαραίτητο για τον αυτοματοποιημένο διακανονισμό των αιτήσεων παροχών από ιδιωτική ασφάλιση υγείας. Η παράγραφος 2 βασίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) του ΓΚΠΔ. Η εξασφάλιση προσιτής και λειτουργικής ασφαλιστικής κάλυψης υγείας στην ιδιωτική ασφάλιση υγείας αναγνωρίζεται ως σημαντικό συμφέρον για το κοινό καλό. Η οικονομική μαζική επεξεργασία απαιτεί τη χρήση αυτοματοποιημένων διαδικασιών, ιδίως όταν πρόκειται για την εφαρμογή νόμιμων και επομένως τυποποιημένων χρεώσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) του ΓΚΠΔ πρέπει η εθνική νομική ρύθμιση να βρίσκεται σε αναλογική σχέση προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, να διατηρεί την ουσία του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και να παρέχει επαρκή και συγκεκριμένα μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των συμφερόντων του ενδιαφερομένου. Αυτό το νόημα έχει εξάλλου και η αναφορά στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ΣχΝ.
 

1. Το δικαίωμα βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ να μην υπόκειται κανείς σε απόφαση που βασίζεται αποκλειστικά στην αυτοματοποιημένη επεξεργασία υφίσταται, εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχεία α) και γ) του ΓΚΠΔ, και όταν η απόφαση λαμβάνεται στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών βάσει ασφαλιστικής σύμβασης, και
α) το αίτημα του υποκειμένου ικανοποιήθηκε· ή
β) η απόφαση βασίζεται στην εφαρμογή δεσμευτικών χρεώσεων για ιατρική περίθαλψη και ο υπεύθυνος επεξεργασίας για την περίπτωση που η αίτηση δεν έχει γίνει πλήρως δεκτή, λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για τη διαφύλαξη των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, στα οποία περιλαμβάνεται τουλάχιστον το δικαίωμα να μεσολαβεί ανθρώπινη παρέμβαση εκ μέρους του υπεύθυνου επεξεργασίας, ώστε το υποκείμενο των δεδομένων να εκφράσει την άποψή του και να αμφισβητήσει την απόφαση· ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για τα δικαιώματα αυτά το αργότερο κατά τη στιγμή της ανακοίνωσης ότι το αίτημά του δεν θα ικανοποιηθεί πλήρως.
2. Οι αποφάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να βασίζονται στην επεξεργασία δεδομένων υγείας με την έννοια του άρθρου 4 στοιχείο 15) του ΓΚΠΔ. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα κατάλληλα και ειδικά μέτρα για τη διαφύλαξη των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 22.



Άρθρο 37
Υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σε ιδιωτικούς φορείς

Με το άρθρο 37 προβλέπεται ότι εκτός των περιπτώσεων του άρθρου 37 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του ΓΚΠΔ, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ορίζει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων, όταν διενεργεί πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται σε εκτίμηση αντικτύπου σύμφωνα με το άρθρο 35 του ΓΚΠΔ.
 

Εκτός των περιπτώσεων του άρθρου 37 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του ΓΚΠΔ, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ορίζει ΥΠΔ, όταν διενεργεί πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται σε εκτίμηση αντικτύπου σύμφωνα με το άρθρο 35 του ΓΚΠΔ.



Άρθρο 38
Διαπίστευση φορέων πιστοποίησης και πιστοποίηση

Σε συμμόρφωση με την παράγραφο 1 του άρθρου 43 του ΓΚΠΔ - η οποία προβλέπει τους οργανισμούς πιστοποίησης που είναι υπεύθυνοι για την πιστοποίηση των υπεύθυνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία - ορίζεται με το άρθρο 38 ότι η διαπίστευση των φορέων που χορηγούν πιστοποιήσεις σύμφωνα με το άρθρο 42 του ΓΚΠΔ, πραγματοποιείται από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης, με διακριτικό τίτλο «Ε.ΣΥ.Δ», το οποίο αποτελεί σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 4468/2017 (Α'61) τον Εθνικό Οργανισμό Διαπίστευσης κατά την έννοια των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 (L 218/30), με βάση το πρότυπο EN-ISO/IEC 17065/2012 και σύμφωνα με συμπληρωματικές απαιτήσεις που έχουν οριστεί από την Αρχή. Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου προβλέπονται οι περιπτώσεις υποχρεωτικής ανάκλησης της διαπίστευσης από το Ε.ΣΥ.Δ.
 

1. Η διαπίστευση των φορέων που χορηγούν πιστοποιήσεις σύμφωνα με το άρθρο 42 του ΓΚΠΔ πραγματοποιείται από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (Ε.ΣΥ.Δ.) με βάση το πρότυπο EN-ISO/IEC 17065/2012 και σύμφωνα με συμπληρωματικές απαιτήσεις που έχουν οριστεί από την Αρχή.
2. Το Ε.ΣΥ.Δ. ανακαλεί διαπίστευση αν ενημερωθεί από την Αρχή ότι δεν πληρούνται πλέον οι απαιτήσεις διαπίστευσης ή ο φορέας πιστοποίησης παραβαίνει τον ΓΚΠΔ και τις διατάξεις του παρόντος.



Άρθρο 39 Ποινικές κυρώσεις

Με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ΣχΝ προτείνεται η θέσπιση κατ'εφαρμογή του άρθρου 84 παραγράφου 1 ΓΚΠΔ, κανόνων περί ποινικών κυρώσεων για παραβάσεις του ΓΚΠΔ και των διατάξεων προσαρμογής της εθνικής νομοθεσίας στον ΓΚΠΔ. Έτσι εδώ, ο εθνικός νομοθέτης κάνει χρήση της ευχέρειας που ο ενωσιακός νομοθέτης δίδει στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να θεσπίσουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινές ποινικής φύσης. Ελήφθη, ωστόσο, πρόνοια ώστε η επιβολή των εν λόγω ποινικών κυρώσεων να μην προσκρούει στην αρχή " ne bis in idem" (απαγόρευση του διπλού αξιοποίνου), όπως την ερμηνεύει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).
Με το προτεινόμενο άρθρο στην παράγραφο 1 τυποποιούνται σε αυτοτελή ποινικά αδικήματα (με επαπειλούμενη την ποινή της φυλάκισης μέχρι ενός έτους, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη πράξη) η χωρίς δικαίωμα "εισβολή- εισχώρηση - επέμβαση" από έξω σε συστήματα αρχειοθέτησης (που τηρούνται είτε σε ηλεκτρονική μορφή είτε με χειρόγραφο τρόπο) δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και στις παραγράφους 2 (με επαπειλούμενη την ποινή της φυλάκισης, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη πράξη) και 3 (με επαπειλούμενη την ποινή της φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και χρηματικής ποινής έως 100.000 ευρώ, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη πράξη) η χωρίς δικαίωμα "χρήση" από τον αποκτώντα σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 του περιεχομένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η "χρήση" του περιεχομένου των εν λόγω δεδομένων μπορεί να λάβει χώρα με τη χρησιμοποίησή τους, την καθ' οιονδήποτε τρόπο μετάδοσή τους, διάδοση ή κοινολόγησή τους κ.λπ.
Ειδικότερα, οι παράγραφοι 2 και 3 συνιστούν "εγκλήματα χρήσης" και μάλιστα λόγω της έντασης της βλάβης που προκαλείται με την τέλεσή τους στο έννομο αγαθό των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου συνθέτουν διακεκριμένες μορφές του βασικού εγκλήματος της παραγράφου 1 περίπτωση α'. Ειδικότερα, στην παράγραφο 3 το περιεχόμενο του αδίκου περιλαμβάνει τη "χρήση" ιδιαίτερων κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και ποινικών καταδικών και αδικημάτων και των σχετικών με αυτά μέτρων ασφαλείας (άρθρο 10 ΓΚΠΔ) που ως εκ της φύσεώς τους ως ιδιαίτερα ευαίσθητα για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες του ατόμου καθιστούν αναγκαία την πρόβλεψη αυστηρότερης ποινής σε σύγκριση με την ποινή που προβλέπεται στην παράγραφο 2.
Η βασική μορφή του εγκλήματος της παραγράφου 1 καλύπτει τόσο τη "διακινδύνευση" του έννομου αγαθού των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσο και τη "βλάβη" του. Ήδη, η χωρίς δικαίωμα επέμβαση με οποιονδήποτε τρόπο σε σύστημα αρχειοθέτησης που έχει ως αποτέλεσμα τη γνώση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (παράγραφος 1 περίπτωση α') "θέτει σε διακινδύνευση" το εν λόγω έννομο αγαθό, ενώ με την αντιγραφή κλπ. των δεδομένων αυτών το "βλάπτει" (παράγραφος 1 περίπτωση β'). Αντικείμενο προσβολής με την εγκληματική πράξη της παραγράφου 1 αποτελεί το "σύστημα αρχειοθέτησης" όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο 6 του ΓΚΠΔ. Η ποινική απαξία της εγκληματικής συμπεριφοράς (παράγραφος 1 περίπτωση β') καλύπτει εδώ ορισμένες μορφές επεξεργασίας από το δράστη, όταν με την χωρίς δικαίωμα "εισχώρησή του" επεμβαίνει σε ένα σύστημα αρχειοθέτησης, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο 6 του ΓΚΠΔ. Ωστόσο, οι μορφές της χωρίς δικαίωμα επεξεργασίας που στην πραγματικότητα αποτελούν πράξεις "χρήσης" του περιεχομένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντάσσονται στο περιεχόμενο του αδίκου των παραγράφων 2 και 3 του εν λόγω άρθρου ανάλογα.
Χωρίς δικαίωμα ενεργεί ο δράστης στις παραγράφους 1, 2 και 3 όταν τελεί τις παραπάνω πράξεις χωρίς να υφίσταται σχετική διάταξη νόμου που να του το επιτρέπει ή ενεργεί καθ' υπέρβαση άλλης νομικής πράξης (λ.χ. εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας, σύμβασης κ.ο.κ.).
Στην παράγραφο 4 προβλέπεται διακεκριμένης μορφής έγκλημα (κακούργημα), όταν ο υπαίτιος τελέσεως των εγκλημάτων των παραγράφων 1 -3 είχε σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή να προκαλέσει περιουσιακή ζημία σε άλλον ή να βλάψει άλλον και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ (120.000) ευρώ. Η μεγάλη οικονομική αξία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και η επεξεργασία τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα εξαιρετικά μεγάλου όγκου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ενίοτε δε και ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθιστά αντεγκληματοπολιτικά αναγκαία την πρόβλεψη μιας τέτοιας ποινικής διάταξης, που επισύρει για το δράστη την ποινή της καθείρξεως και της χρηματικής ποινής.
Επιπλέον, στην παράγραφο 5 προβλέπεται κακουργηματικής μορφής έγκλημα σύμφωνα με το οποίο ο υπαίτιος τέλεσης των εγκλημάτων των παραγράφων 1-3 τιμωρείται με κάθειρξη και χρηματική ποινή έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, εάν προκλήθηκε κίνδυνος για την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή για την εθνική ασφάλεια.
Στην παράγραφο 6 προβλέπεται, τέλος, η ποινική ευθύνη του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων (ΥΠΔ) για παραβίαση της υποχρέωσης εχεμύθειας με επαπειλούμενη την ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. Πρόκειται για «ιδιαίτερο έγκλημα» που η πρόβλεψή του δικαιολογείται ως εκ της εμπιστευτικής θέσης του ΥΠΔ κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Τα κακουργήματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εκδικάζονται από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων (παράγραφος 7).
Η ποινική δίωξη για τα εγκλήματα του εν λόγω άρθρου ασκείται αυτεπάγγελτα.
 

1. Όποιος, χωρίς δικαίωμα: α) επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και με την πράξη του αυτή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών· β) τα αντιγράφει, αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, συλλέγει, καταχωρεί, οργανώνει, διαρθρώνει, αποθηκεύει, προσαρμόζει, μεταβάλλει, ανακτά, αναζητεί πληροφορίες, συσχετίζει, συνδυάζει, περιορίζει, διαγράφει, καταστρέφει, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός (1) έτους, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
2. Όποιος χρησιμοποιεί, μεταδίδει, διαδίδει, κοινολογεί με διαβίβαση, διαθέτει, ανακοινώνει ή καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία απέκτησε σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 ή επιτρέπει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα να λάβουν γνώση των δεδομένων αυτών, τιμωρείται με φυλάκιση, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
3. Εάν η πράξη της παραγράφου 2 αφορά ειδικών κατηγοριών δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του άρθρου 9 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ ή δεδομένα που αφορούν ποινικές καταδίκες και αδικήματα ή τα σχετικά με αυτά μέτρα ασφαλείας του άρθρου 10 του ΓΚΠΔ, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
4. Με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών τιμωρείται ο υπαίτιος των πράξεων των προηγούμενων παραγράφων, εάν είχε σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή να προκαλέσει περιουσιακή ζημία σε άλλον ή να βλάψει άλλον και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ.
5. Εάν από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως και 3 προκλήθηκε κίνδυνος για την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή για την εθνική ασφάλεια, επιβάλλεται κάθειρξη και χρηματική ποινή έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
6. ΥΠΔ που παραβιάζει την υποχρέωση εχεμύθειας, που τον βαρύνει σύμφωνα με τις διατάξεις του ΓΚΠΔ και του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 7, ανακοινώνοντας ή αποκαλύπτοντας σε άλλον γεγονότα ή πληροφορίες που περιήλθαν σε γνώση του από τη θέση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή επ' ευκαιρία αυτών, με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία ή το υποκείμενο των δεδομένων, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός (1) έτους, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
7. Τα κακουργήματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο υπάγονται στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.



Άρθρο 40
Διοικητικές κυρώσεις

Με το άρθρο 40 θεσπίζεται, σε εκτέλεση και της σχετικής ευχέρειας που παρέχεται με το άρθρο 83 παράγραφος 3 του ΓΚΠΔ στον εθνικό νομοθέτη, ένα σύστημα διοικητικών κυρώσεων που η Αρχή μπορεί να επιβάλει σε βάρος φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014, εξαιρουμένων των δημοσίων επιχειρήσεων και των οργανισμών του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (ΔΕΚΟ), για παραβάσεις των υποχρεώσεων των ανωτέρω φορέων του δημόσιου τομέα που απορρέουν από τον ΓΚΠΔ και διατάξεις του προτεινόμενου ΣχΝ.
Ο προσδιορισμός των διοικητικών αυτών κυρώσεων βασίστηκε στα κριτήρια της αποτελεσματικότητας, της αναλογικότητας και της αποτρεπτικότητας, σύμφωνα και με το άρθρο 83 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ. Ρητώς, εξάλλου, ορίζεται ότι οι διοικητικές αυτές κυρώσεις επιβάλλονται με την επιφύλαξη και των λοιπών διορθωτικών εξουσιών της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ. Με την παράγραφο 1 προβλέπεται ότι οι διοικητικές αυτές κυρώσεις επιβάλλονται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση της Αρχής, μετά από προηγούμενη κλήση για παροχή εξηγήσεων των ενδιαφερομένων για συγκεκριμένες παραβάσεις του ΓΚΠΔ και διατάξεων του ΣχΝ, ενώ με την παράγραφο 2 ορίζονται τα κριτήρια και οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό τόσο της ανάγκης επιβολής της διοικητικής κύρωσης, όσο και του ύψους της.
Τέλος, με την παράγραφο 3 ορίζεται ότι σε περίπτωση που ο φορέας του δημόσιου τομέα για τις ίδιες ή για συνδεδεμένες πράξεις επεξεργασίας, παραβιάζει περισσότερες διατάξεις του ΓΚΠΔ ή του προτεινόμενου ΣχΝ, το συνολικό ύψος του διοικητικού προστίμου δεν υπερβαίνει το ποσό που ορίζεται για τη βαρύτερη παράβαση.
 

1. Με την επιφύλαξη των διορθωτικών εξουσιών της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ, η Αρχή με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της και ύστερα από προηγούμενη κλήση για παροχή εξηγήσεων των ενδιαφερομένων μπορεί να επιβάλει στους φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α'143), εξαιρουμένων των δημοσίων επιχειρήσεων και των οργανισμών του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (Α'314), υπό την ιδιότητα τους ως υπεύθυνων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τις παρακάτω διοικητικές κυρώσεις :
α) για παραβάσεις της περίπτωσης α) της παραγράφου 4 του άρθρου 83 του ΓΚΠΔ, εκτός των άρθρων 8, 27, 29, 42, 43 του ΓΚΠΔ, διοικητικό πρόστιμο έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ,
β) για παραβάσεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 83 του ΓΚΠΔ, εκτός των άρθρων 17, 20, 47, 90 και 91 του ΓΚΠΔ, διοικητικό πρόστιμο έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ και
γ) για παραβάσεις των άρθρων 5, 6, 7, 22, 24 , 26, 27 (πλην της παραγράφου 7 αυτού), 28 έως και 31, και των άρθρων 32 παράγραφος 1 περίπτωση α', 33 έως και 35 του παρόντος, διοικητικό πρόστιμο έως τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ.
2. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την επιβολή διοικητικού προστίμου, καθώς και για τον καθορισμό του ύψους αυτού, για κάθε εξατομικευμένη περίπτωση λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
α) η φύση, η βαρύτητα, η διάρκεια της παράβασης, η έκταση ή ο σκοπός της σχετικής επεξεργασίας, καθώς και ο αριθμός των υποκειμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έθιξε η παράβαση και το μέγεθος της ζημίας που αυτά υπέστησαν,
β) οποιεσδήποτε ενέργειες στις οποίες προέβη o φορέας του δημόσιου τομέα, για να μετριάσει τη ζημία που υπέστησαν τα υποκείμενα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
γ) τυχόν σχετικές προηγούμενες παραβάσεις του φορέα του δημόσιου τομέα ,
δ) οι κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θίγει η παράβαση,
ε) ο τρόπος με τον οποίο η Αρχή πληροφορήθηκε την παράβαση, ειδικότερα αν και κατά πόσο ο φορέας του δημόσιου τομέα κοινοποίησε την παράβαση και
στ) εάν έχουν ήδη διαταχθεί σε βάρος του φορέα του δημόσιου τομέα, για την ίδια παράβαση, τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ, ο βαθμός συμμόρφωσής του με αυτά.
3. Σε περίπτωση που ο φορέας του δημόσιου τομέα για τις ίδιες ή για συνδεδεμένες πράξεις επεξεργασίας, παραβιάζει περισσότερες διατάξεις του ΓΚΠΔ ή του παρόντος, το συνολικό ύψος του διοικητικού προστίμου δεν υπερβαίνει το ποσό που ορίζεται για τη βαρύτερη παράβαση.



Άρθρο 41
Δικαστική προστασία κατά του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία

Με το άρθρο 41 τίθεται σε εφαρμογή το άρθρο 79 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ. Το άρθρο 79 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ δεν ρυθμίζει την κατά τόπον αρμοδιότητα των εθνικών δικαστηρίων, αλλά τη διεθνή δικαιοδοσία, χωρίς ωστόσο να επηρεάζει την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 (Βρυξέλλες ΙΙ).
Για την εφαρμογή όμως του ΓΚΠΔ απαιτείται η θέσπιση και συμπληρωματικών ρυθμίσεων για την κατά τόπον αρμοδιότητα των εθνικών (πολιτικών) δικαστηρίων. Ως εκ τούτου απαιτείται η δημιουργία μιας ειδικής δωσιδικίας της εγκατάστασης του υπεύθυνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του προτεινόμενου άρθρου. Και τούτο διότι, δεν θα μπορούσε να θεμελιωθεί η δωσιδικία εθνικού (πολιτικού) δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΠολΔ ούτε με βάση τη συνήθη διαμονή του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία στην Ελλάδα, αφού κατά το άρθρο 79 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ, απαιτείται ο εναγόμενος να έχει την εγκατάστασή του στην Ελλάδα. Η πρόβλεψη ειδικής δωσιδικίας εγκατάστασης του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία θεωρείται εξάλλου επιβεβλημένη για τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες δεν θα συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις ούτε της δωσιδικίας της περιουσίας (άρθρο 40 ΚΠολΔ) λόγω έλλειψης περιουσίας στην ημεδαπή, ούτε και της δωσιδικίας της αδικοπραξίας (άρθρο 35 ΚΠολΔ) λόγω του ότι μία αδικοπραξία μπορεί να μην επιδρά στο εσωτερικό της χώρας. Για να καλυφθούν, λοιπόν, και αυτές οι περιπτώσεις με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του προτεινόμενου άρθρου δημιουργείται σωρευτικά μια ειδική δωσιδικία του τόπου της συνήθους διαμονής του υποκειμένου των δεδομένων.
Στις εν λόγω ρυθμίσεις του προτεινόμενου άρθρου υπάγονται τόσο οι αξιώσεις για παράβαση των διατάξεων εντός του πεδίου εφαρμογής του ΓΚΠΔ περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσο και οι σχετικές με την εκπλήρωση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αξιώσεις (π.χ. δικαίωμα πληροφόρησης ή διόρθωσης).
Με την παράγραφο 2 εισάγεται εξαίρεση από την παράγραφο 1 στην περίπτωση λήψης μέτρων κατά δημόσιων αρχών με την ιδιότητα των υπεύθυνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία, όταν αυτές ενεργούν κατ' ενάσκηση κυριαρχικής δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί. Η εξαίρεση αυτή αντιστοιχεί στη διάταξη του άρθρου 79 παράγραφος 2 εδάφιο β' (in fine) του ΓΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία η σχετική διαδικασία, προκειμένου περί αγωγών κατά δημοσίων αρχών με την ιδιότητα των υπεύθυνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία που ενήργησαν κατ' ενάσκηση κυριαρχικής δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, κινείται σύμφωνα με διαδικαστικούς (εσωτερικούς) κανόνες ειδικών δικαστηρίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τέλος, κατά το άρθρο 27 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, ο οποίος σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΓΚΠΔ, δεν έχει εγκατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να ορίσει εκπρόσωπό του στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο εκπρόσωπος αυτός, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 4 του ΓΚΠΔ, χρησιμεύει ως σημείο επαφής των υποκειμένων των δεδομένων και των εποπτικών αρχών. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεωρηθεί ως εξουσιοδοτούμενος (πληρεξούσιος)-αντίκλητος του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία, ο οποίος καθίσταται αρμόδιος να λαμβάνει τις επιδόσεις που άπτονται διαδικαστικών πράξεων (ενεργειών) που λαμβάνουν χώρα εκτός και ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 142 παράγραφος 1, εδάφιο β' ΚΠολΔ, η οποία επιτρέπει τη δήλωση διορισμού του αντίκλητου με ειδικό πληρεξούσιο. Με τη σχετική πρόβλεψη της παραγράφου 3 του άρθρου 41 υπερακοντίζονται οι πρακτικές δυσκολίες της διασυνοριακής επίδοσης.
 

1. Οι αγωγές του υποκειμένου των δεδομένων κατά του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία λόγω παραβίασης των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων εντός του πεδίου εφαρμογής του ΓΚΠΔ ή των δικαιωμάτων του υποκειμένου που περιέχονται σε αυτόν εισάγονται στο πολιτικό δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχει την εγκατάστασή του. Οι αγωγές του προηγούμενου εδαφίου μπορούν να εισαχθούν και στο πολιτικό δικαστήριο, στην περιφέρεια του οποίου, το υποκείμενο των δεδομένων έχει τη συνήθη διαμονή του.
2. Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις αγωγές κατά δημοσίων αρχών, όταν οι αρχές αυτές ασκούν κυριαρχική δημόσια εξουσία που τους έχει ανατεθεί.
3. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχει ορίσει εκπρόσωπο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ, ο εν λόγω εκπρόσωπος θεωρείται αντίκλητος για όλες τις επιδόσεις που γίνονται στο πλαίσιο της πολιτικής δίκης σύμφωνα με την παράγραφο 1.



Άρθρο 42
Εκπροσώπηση του υποκειμένου των δεδομένων

Με το άρθρο 42 του ΣχΝ παρέχεται στο υποκείμενο των δεδομένων το δικαίωμα, όταν κατά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορά θεωρεί ότι παραβιάζεται ο ΓΚΠΔ, να αναθέτει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις σε μη κερδοσκοπικό φορέα, οργανισμό, οργάνωση ή σωματείο ή ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχει συσταθεί και λειτουργεί νομίμως στην Ελληνική Επικράτεια, επιδιώκει δε ένα σκοπό δημοσίου συμφέροντος και δραστηριοποιείται στον τομέα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να υποβάλει στο όνομά του ενώπιον της Αρχής καταγγελία σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 77 του ΓΚΠΔ. Πρόκειται για προτεινόμενη περιορισμένη ρύθμιση κατ'εφαρμογή του άρθρου 80 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ. Αντίστοιχη διάταξη περιελάμβανε το άρθρο 28 παράγραφος 4 της Οδηγίας 95/46/ΕΚ. Σε σύγκριση με την τελευταία, η ρύθμιση του άρθρου 80 παράγραφος 1 του ΓΚΠΔ θέτει συγκεκριμένες προϋποθέσεις σχετικά με τη λειτουργία και τους σκοπούς των εν λόγω "φορέων κ.λπ.", "ενώσεων προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα κ.λπ.".
 

Όταν το υποκείμενο των δεδομένων θεωρεί ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορά παραβιάζει τον ΓΚΠΔ, έχει το δικαίωμα να αναθέσει σε μη κερδοσκοπικό φορέα, οργανισμό, οργάνωση ή σωματείο ή ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχει συσταθεί και λειτουργεί νομίμως στην Ελληνική Επικράτεια, οι στόχοι του είναι προς το δημόσιο συμφέρον και δραστηριοποιείται στον τομέα προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να υποβάλει στο όνομά του ενώπιον της Αρχής καταγγελία σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 77 του ΓΚΠΔ.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας ( ΕΕ) 2016/680

Οι ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Δ' (άρθρα 43 έως 82) έχουν ως αντικείμενο την ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2016/680 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου. Όπως επισημαίνεται στις αιτιολογικές σκέψεις 7 και 11 του προοιμίου της Οδηγίας «η διασφάλιση συνεκτικής και υψηλής προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των φυσικών προσώπων και η διευκόλυνση της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών έχουν καθοριστική σημασία για την αποτελεσματική δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την αστυνομική συνεργασία. Για το σκοπό αυτόν, το επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους, θα πρέπει να είναι ισοδύναμο σε όλα τα κράτη μέλη. Η ουσιαστική προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση απαιτεί την ενίσχυση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων και των υποχρεώσεων εκείνων που επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα καθώς και αντίστοιχες εξουσίες παρακολούθησης και διασφάλισης της συμμόρφωσης προς τους κανόνες που διέπουν την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα κράτη μέλη».

Τμήμα Ι
Πεδίο εφαρμογής - Γενικές Αρχές

Στο Τμήμα Ι προσδιορίζεται το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Κεφαλαίου σε σχέση με τους επιδιωκόμενους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 43 και καθορίζονται οι Γενικές Αρχές που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 43
Πεδίο εφαρμογής
(Άρθρα 1 και 2 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 43 ενσωματώνονται οι προβλέψεις των άρθρων 1 και 2 της Οδηγίας στην εθνική νομοθεσία και καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Δ'. Ειδικότερα, με το άρθρο αυτό για τις ανάγκες ενσωμάτωσης της Οδηγίας στην εθνική νομοθεσία οριοθετείται το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων του παρόντος Κεφαλαίου οι οποίες, όπως επιτάσσει η Οδηγία, εφαρμόζονται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης. Ορίζεται περαιτέρω, ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται από τις αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από τις απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους, με σεβασμό της ειδικής φύσης των εν λόγω δραστηριοτήτων. Όπως διευκρινίζεται και στην προς ενσωμάτωση Οδηγία, στις δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνεται επίσης η άσκηση αρμοδιότητας με τη λήψη μέτρων καταναγκασμού, όπως οι αστυνομικές δραστηριότητες σε διαδηλώσεις, σημαντικά αθλητικά γεγονότα και ταραχές. Περιλαμβάνεται επίσης η τήρηση του νόμου και της τάξης, ως καθήκον που ανατίθεται στην αστυνομία ή σε άλλες αρχές επιβολής του νόμου, όπου αυτό είναι αναγκαίο για την προστασία και την αποτροπή όσον αφορά σε απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και κατά θεμελιωδών δικαιωμάτων και εννόμων συμφερόντων που ενδέχεται να οδηγήσουν σε διάπραξη εγκλήματος (αιτιολογικές σκέψεις 11 και 12 του Προοιμίου της Οδηγίας). Τέτοιες αρχές είναι οι δικαστικές (ποινικά δικαστήρια, συμπεριλαμβανομένων και των ανακριτών και πταισματοδικών) και εισαγγελικές αρχές και εν γένει οι αρχές επιβολής του νόμου (αστυνομία, λιμενικό σώμα,
ελληνική ακτοφυλακή, Πυροσβεστικό Σώμα) καθώς και οι τελωνειακές αρχές και άλλες δημόσιες αρχές, όταν επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του προτεινόμενου άρθρου. Επισημαίνεται ότι στις ως άνω περιπτώσεις οι αρμόδιες αρχές θεωρούνται πάντοτε ως υπεύθυνοι επεξεργασίας. Όπου στο παρόν Κεφάλαιο περιλαμβάνονται διατάξεις για τους εκτελούντες την επεξεργασία, οι διατάξεις του εφαρμόζονται και σε αυτούς.
 

Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου εφαρμόζονται στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιες αρχές που είναι αρμόδιες για την πρόληψη, διερεύνηση, ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους. Στις ως άνω περιπτώσεις οι αρμόδιες αρχές θεωρούνται πάντοτε ως υπεύθυνοι επεξεργασίας. Όπου στο παρόν Κεφάλαιο περιλαμβάνονται διατάξεις για τους εκτελούντες την επεξεργασία, οι διατάξεις του εφαρμόζονται και σε αυτούς.



Άρθρο 44 Ορισμοί (άρθρο 3 της Οδηγίας)

Στο άρθρο αυτό ενσωματώνονται στην εθνική νομοθεσία οι ορισμοί της Οδηγίας και περιλαμβάνονται επιπρόσθετα και απαραίτητοι ορισμοί για την ευχερή εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου (ορισμένοι εκ των οποίων αποτελούν επιλογή του εθνικού νομοθέτη).
Ειδικότερα, με την περίπτωση ι' του προτεινόμενου άρθρου 1 ενσωματώνεται ο ορισμός της «παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα». Ωστόσο, για λόγους ισχυρότερης διασφάλισης για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ορίστηκε ότι ως παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα νοείται η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, μεταβολή, άνευ αδείας κοινολόγηση ή πρόσβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Με την περίπτωση ιδ' του προτεινόμενου άρθρου κρίθηκε σκόπιμο, για την ευχερή εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου, δοθέντος ότι η έννοια «ειδικών κατηγοριών δεδομένων» απαντάται στο κείμενο του συγκεκριμένου Κεφαλαίου του ΣχΝ., να ενταχθεί στο άρθρο σχετικός ορισμός.
Τέλος, με την περίπτωση ιζ' εντάσσεται στον κατάλογο των ορισμών ο ορισμός της έννοιας της «συγκατάθεσης», το περιεχόμενο της οποίας διαφοροποιείται από εκείνο του ΓΚΠΔ, κατά ρητή εξάλλου πρόβλεψη της αιτιολογικής σκέψης 35 της προς ενσωμάτωση Οδηγίας. Σύμφωνα με την εν λόγω αιτιολογική σκέψη η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων όπως ορίζεται στον ΓΚΠΔ, δεν θα πρέπει να περιέχει νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές. Περαιτέρω όμως, όπως επισημαίνεται στην ανωτέρω αιτιολογική σκέψη της προς ενσωμάτωση Οδηγίας «όταν το υποκείμενο των δεδομένων υποχρεούται να συμμορφωθεί προς νομική υποχρέωση, δεν έχει ουσιαστική και ελεύθερη επιλογή και, κατά συνέπεια, η αντίδραση του υποκειμένου των δεδομένων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ελεύθερη δήλωση της βούλησής του. Αυτό όμως δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προβλέπουν με νόμο ότι το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να συμφωνήσει με την επεξεργασία των δικών του δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, όπως εξέταση DNA στις ποινικές έρευνες ή την επιτήρηση της θέσης στην οποία αυτός ή αυτή βρίσκεται με ηλεκτρονικές ετικέτες με σκοπό την εκτέλεση των ποινικών κυρώσεων». Υπό τα ανωτέρω δεδομένα ως συγκατάθεση για τις ανάγκες του παρόντος Κεφαλαίου ορίστηκε κάθε οικειοθελής, και για τις ανάγκες της συγκεκριμένης περίστασης, αδιαμφισβήτητη και μετά από ενημέρωση του υποκειμένου σαφής ένδειξη της επιθυμίας του με την οποία εκδηλώνει με δήλωση ή σαφή θετική ενέργεια ότι συμφωνεί να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.
 

1. Για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου νοούνται ως:
α) «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο («υποκείμενο των δεδομένων»)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως σε όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου·
β) «επεξεργασία»: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται, με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή·
γ) «περιορισμός της επεξεργασίας»: η επισήμανση αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τον περιορισμό της επεξεργασίας τους στο μέλλον·
δ) «κατάρτιση προφίλ»: οποιαδήποτε μορφή αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συνίσταται στη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών ενός φυσικού προσώπου, ιδίως για την ανάλυση ή
την πρόβλεψη πτυχών που αφορούν την απόδοση στην εργασία, στην οικονομική κατάσταση, στην υγεία, στις προσωπικές προτιμήσεις, στα ενδιαφέροντα, στην αξιοπιστία, στη συμπεριφορά, στη θέση ή στις μετακινήσεις του εν λόγω φυσικού προσώπου·
ε) «ψευδωνυμοποίηση»: η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τρόπο ώστε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να μην μπορούν πλέον να αποδοθούν σε συγκεκριμένο υποκείμενο των δεδομένων χωρίς τη χρήση συμπληρωματικών πληροφοριών, εφόσον οι εν λόγω συμπληρωματικές πληροφορίες διατηρούνται χωριστά και υπόκεινται σε τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν μπορούν να αποδοθούν σε ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο·
στ) «σύστημα αρχειοθέτησης»: κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι προσβάσιμα με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση·
ζ) «υπεύθυνος επεξεργασίας»: η δημόσια αρχή η οποία, μόνη ή από κοινού με άλλους, καθορίζει τους σκοπούς και τον τρόπο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
η) «εκτελών την επεξεργασία»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή ή άλλος φορέας που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας·
θ) «αποδέκτης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή άλλος φορέας, προς τα οποία κοινολογούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, είτε πρόκειται για τρίτον είτε όχι. Ωστόσο, οι δημόσιες αρχές που ενδέχεται να λάβουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο συγκεκριμένης έρευνας σύμφωνα με το ενωσιακό ή άλλο δίκαιο δεν θεωρούνται ως αποδέκτες· η επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τις εν λόγω δημόσιες αρχές πραγματοποιείται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες προστασίας δεδομένων ανάλογα με τους σκοπούς της επεξεργασίας·
ι) «παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα»: η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, μεταβολή, άνευ άδειας κοινολόγηση ή πρόσβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία·
ια) «γενετικά δεδομένα»: τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν στα γενετικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου που κληρονομήθηκαν ή αποκτήθηκαν, όπως προκύπτουν, ιδίως, από ανάλυση βιολογικού δείγματος του εν λόγω φυσικού προσώπου και τα οποία παρέχουν μοναδικές πληροφορίες σχετικά με τη φυσιολογία ή την υγεία του εν λόγω φυσικού προσώπου·
ιβ) «βιομετρικά δεδομένα»: δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία προκύπτουν από ειδική τεχνική επεξεργασία συνδεόμενη με φυσικά, βιολογικά ή συμπεριφορικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου, και τα οποία επιτρέπουν ή επιβεβαιώνουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του εν λόγω φυσικού προσώπου, όπως εικόνες προσώπου ή δακτυλοσκοπικά δεδομένα·
ιγ) «δεδομένα που αφορούν στην υγεία»: δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία σχετίζονται με τη σωματική ή ψυχική υγεία ενός φυσικού προσώπου, περιλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών υγειονομικής φροντίδας, και τα οποία αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της υγείας του·
ιδ) «ειδικές κατηγορίες δεδομένων»: δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, γενετικά δεδομένα, βιομετρικά δεδομένα για την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση ενός φυσικού προσώπου, δεδομένα που αφορούν την υγεία, δεδομένα που αφορούν τη σεξουαλική ζωή ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό φυσικού προσώπου·
ιε) «εποπτική αρχή»: Ανεξάρτητη διοικητική αρχή, η οποία έχει συσταθεί από το κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 41 της Οδηγίας ( ΕΕ) 2016/680·
ιστ) «διεθνής οργανισμός»: οργανισμός και οι υπαγόμενοι σε αυτόν φορείς που διέπονται από το δημόσιο διεθνές δίκαιο ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας που έχει ιδρυθεί δυνάμει ή επί τη βάσει συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων χωρών·
ιζ) «Συγκατάθεση»: κάθε οικειοθελής, για τις ανάγκες της συγκεκριμένης περίστασης, αδιαμφισβήτητη και μετά από ενημέρωση του υποκειμένου σαφής ένδειξη της επιθυμίας του με την οποία εκδηλώνει με δήλωση ή σαφή θετική ενέργεια ότι συμφωνεί να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.



Άρθρο 45
Γενικές αρχές
(άρθρο 4 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 45 ενσωματώνεται το άρθρο 4 παράγραφος 1 της Οδηγίας και με αυτό τίθενται οι γενικές αρχές που πρέπει να διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τις ανάγκες του παρόντος Κεφαλαίου. Η σχετική ρύθμιση αναφέρεται στις θεμελιώδεις αρχές της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι οποίες καταρχήν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε πληροφορία που αφορά σε ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο, συνεπώς δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε ανώνυμες πληροφορίες, δηλαδή σε πληροφορίες μη σχετιζόμενες με ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο ή σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν καταστεί ανώνυμα κατά τρόπο ώστε το υποκείμενο των δεδομένων να μην είναι πλέον ταυτοποιήσιμο (αιτιολογική σκέψη 21 του προοιμίου της Οδηγίας). Η αρχή της σύμφωνης με το νόμο και δίκαιης επεξεργασίας για την προστασία των δεδομένων είναι έννοια που απορρέει από το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, όπως η αρχή αυτή ορίζεται στο άρθρο 47 του Χάρτη και στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ).
 

1. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να: α) υποβάλλονται σε σύννομη και δίκαιη επεξεργασία·
β) συλλέγονται για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς·
γ) είναι κατάλληλα, συναφή και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία·
δ) είναι ακριβή και, όταν απαιτείται, επικαιροποιούνται· λαμβάνονται όλα τα εύλογα μέτρα που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, τα οποία διασφαλίζουν τη χωρίς καθυστέρηση διαγραφή ή διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, λαμβανομένων υπόψη των σκοπών της επεξεργασίας·
ε) διατηρούνται σε μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των υποκειμένων των δεδομένων για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από
αυτό που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία·
στ) υποβάλλονται σε επεξεργασία, κατά τρόπο που να εγγυάται τη δέουσα ασφάλειά τους, μεταξύ άλλων την προστασία από μη εγκεκριμένη ή παράνομη επεξεργασία ή τυχαία απώλεια, καταστροφή ή φθορά, με χρήση κατάλληλων τεχνικών ή οργανωτικών μέτρων.
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, οφείλει να είναι σε θέση να αποδείξει την τήρηση των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.



Τμήμα ΙΙ
Νομικές βάσεις της επεξεργασίας

Άρθρο 46
Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
(άρθρο 10 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 46 ενσωματώνεται το άρθρο 10 της Οδηγίας και ρυθμίζεται η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δηλαδή αυτών που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, ή τη συνδικαλιστική δράση, καθώς και την επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων για την αποκλειστική ταυτοποίηση ενός φυσικού προσώπου ή δεδομένων που αφορούν την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός φυσικού προσώπου. Με την παράγραφο 1 τίθεται ως νομική βάση για την επεξεργασία των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με την ενσωμάτωση του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 10 της Οδηγίας, και συγκεκριμένα προβλέπεται η επεξεργασία αυτή να υπαγορεύεται από την αναγκαιότητα ενάσκησης των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας. Προς ενίσχυση της προστασίας του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην παράγραφο 2 γίνεται ενδεικτική μόνο απαρίθμηση κατάλληλων μέτρων νομικού, οργανωτικού και τεχνικού χαρακτήρα, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται κατά την επεξεργασία σύμφωνα και με την αιτιολογική σκέψη 37 της Οδηγίας.
 

1. Η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία για την ενάσκηση των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας.
2. Όταν υποβάλλονται σε επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εφαρμόζονται οι κατάλληλες διασφαλίσεις για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων. Οι κατάλληλες διασφαλίσεις μπορεί να είναι ιδίως:
α) ειδικές απαιτήσεις για την ασφάλεια των δεδομένων ή την παρακολούθηση της προστασίας των δεδομένων·
β) ειδικές προθεσμίες εντός των οποίων τα δεδομένα πρέπει να επανεξετάζονται για διαγραφή·
γ) μέτρα για την ενδυνάμωση της ευαισθητοποίησης του προσωπικού που συμμετέχει στις εργασίες επεξεργασίας·
δ) περιορισμοί στην πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του υπεύθυνου επεξεργασίας (του αρμοδίου φορέα)·
ε) επεξεργασία των δεδομένων αυτών με χωροταξικό και οργανωτικό διαχωρισμό· στ) η ψευδωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ζ) η κρυπτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ή
η) ειδικοί κώδικες δεοντολογίας για τη διασφάλιση της νόμιμης επεξεργασίας σε περίπτωση διαβίβασης ή επεξεργασίας για άλλους σκοπούς.



Άρθρο 47
Επεξεργασία για άλλους σκοπούς
(άρθρο 4 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 47 ενσωματώνεται το άρθρο 4 παράγραφος 2 της Οδηγίας και ρυθμίζεται η νομιμότητα της επεξεργασίας όλων εν γένει των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο επεξεργασίας για σκοπό άλλο από αυτόν για τον οποίο έχουν το πρώτον συλλεγεί. Γίνεται διάκριση μεταξύ της περίπτωσης που ο σκοπός αυτός είναι ένας εκ των ρητώς προβλεπόμενων στο άρθρο 43 και της περίπτωσης που ο σκοπός δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των σκοπών του άρθρου 43, αλλά προβλέπεται σε άλλη διάταξη νόμου. Στην πρώτη περίπτωση η επεξεργασία είναι νόμιμη, εφόσον εμπίπτει στα καθήκοντα του υπεύθυνου επεξεργασίας και είναι απαραίτητη και ανάλογη προς τον σκοπό αυτόν. Στη δεύτερη περίπτωση αρκεί η ρητή πρόβλεψη στο νόμο.
 

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπό διαφορετικό από εκείνον για τον οποίο έχουν συλλεγεί, επιτρέπεται εάν ο άλλος σκοπός είναι ένας από τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 43, ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι εξουσιοδοτημένος να επεξεργάζεται δεδομένα για το σκοπό αυτό και η επεξεργασία που διενεργείται είναι απαραίτητη και ανάλογη προς τον σκοπό αυτό. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλο σκοπό, που δεν αναφέρεται στο άρθρο 43, επιτρέπεται εφόσον προβλέπεται ρητώς στο νόμο.



Άρθρο 48
Επεξεργασία για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή στατιστικούς σκοπούς
(άρθρο 4 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 48 ενσωματώνεται το άρθρο 4 παράγραφος 3 της Οδηγίας και ορίζεται ότι η νομιμότητα της επεξεργασίας που πραγματοποιείται με σκοπό την αρχειοθέτηση για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή σκοπούς συλλογής και τήρησης στατιστικών στοιχείων υπαγορεύεται από το δημόσιο συμφέρον υπό τον περιορισμό της ταυτόχρονης διασφάλισης των εννόμων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, ενώ αναφέρονται ενδεικτικώς και ανάλογες διασφαλίσεις.
 

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο των σκοπών που αναφέρονται στο άρθρο 43 για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή στατιστικούς σκοπούς, εάν αυτό είναι προς το δημόσιο συμφέρον και εφαρμόζονται οι κατάλληλες διασφαλίσεις για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων.Οι εν λόγω διασφαλίσεις μπορούν να συνίστανται στην ανωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα το ταχύτερο δυνατόν, τη λήψη μέτρων για την αποτροπή μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης τρίτων ή την επεξεργασία τους με χωροταξικό και οργανωτικό διαχωρισμό από άλλα εξειδικευμένα καθήκοντα.



Άρθρο 49 Συγκατάθεση

Με το άρθρο 49 τίθενται όροι και διασφαλίσεις της νομιμότητας της επεξεργασίας από τις κατ'άρθρο 43 αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς που καθορίζονται με το ίδιο άρθρο. Η ρύθμιση προσδιορίζει ειδικότερα τους όρους με τους οποίους παρέχεται η συγκατάθεση, όταν αυτή προβλέπεται ρητά σε διάταξη νόμου ή αφορά μέτρα που έχει ζητήσει το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους αυτή ανακαλείται. Τέτοιες περιπτώσεις, όπως αναφέρονται και στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδηγίας, είναι π.χ. η υποβολή σε εξέταση DNA στις ποινικές έρευνες ή η επιτήρηση της θέσης στην οποία βρίσκεται κάποιος με ηλεκτρονικές ετικέτες με σκοπό την εκτέλεση των ποινικών κυρώσεων («ηλεκτρονικό βραχιολάκι»).
 

1. Στο βαθμό που η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να γίνει, σύμφωνα με τον νόμο, βάσει συγκατάθεσης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει την παροχή συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων.
2. Σε περίπτωση που η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων παρέχεται στο πλαίσιο γραπτής δήλωσης η οποία αφορά και άλλα θέματα, η αίτηση για λήψη της συγκατάθεσης πρέπει να παρουσιάζεται κατά τρόπο διακριτό από τα άλλα θέματα, σε μία εύληπτη και ευχερώς προσβάσιμη μορφή και με χρήση απλής και κατανοητής γλώσσας.
3. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή. Η ανάκληση της συγκατάθεσης δεν θίγει τη νομιμότητα της επεξεργασίας με βάση τη συγκατάθεση που παρασχέθηκε πριν από την ανάκλησή της. Το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται γι ' αυτό το δικαίωμά του πριν από την παροχή της συγκατάθεσής του.
4. Η συγκατάθεση παράγει τα έννομα αποτελέσματά της μόνο όταν βασίζεται στην ελεύθερη βούληση του υποκειμένου των δεδομένων. Κατά την αξιολόγηση εάν η συγκατάθεση παρεσχέθη ελεύθερα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι περιστάσεις υπό τις οποίες αυτή παρεσχέθη. Το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται για τον επιδιωκόμενο σκοπό της επεξεργασίας. Εάν είναι απαραίτητο σύμφωνα με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης ή κατόπιν αιτήματος, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται επίσης για τις συνέπειες της άρνησης της συγκατάθεσης.
5. Σε περίπτωση ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η συγκατάθεση πρέπει να αναφέρεται ρητώς στα δεδομένα αυτά.



Άρθρο 50
Επεξεργασία υπό την εποπτεία του υπεύθυνου επεξεργασίας
(Άρθρο 23 της Οδηγίας)


Το άρθρο 50 με το οποίο ενσωματώνεται το άρθρο 23 της Οδηγίας, προβλέπει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τις ανάγκες του παρόντος Κεφαλαίου διενεργείται σύμφωνα με τις οδηγίες του υπεύθυνου επεξεργασίας, εκτός εάν ο νόμος ορίζει άλλως.
 

Κάθε πρόσωπο που ενεργεί υπό την εποπτεία του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία, ο οποίος έχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, επεξεργάζεται τα δεδομένα αυτά σύμφωνα με τις οδηγίες του υπεύθυνου επεξεργασίας, εκτός εάν ο νόμος ορίζει άλλως.



Άρθρο 51 Εμπιστευτικότητα

Με το άρθρο αυτό ρυθμίζεται η υποχρέωση τήρησης της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας των προσώπων που απασχολούνται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα και με την αιτιολογική σκέψη 28 της Οδηγίας.
 

Τα πρόσωπα που απασχολούνται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα επεξεργάζονται μετά από άδεια (εμπιστευτικότητα) υποχρεούνται κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους στη διατήρηση της εμπιστευτικότητας. Η υποχρέωση τήρησης εμπιστευτικότητας συνεχίζεται μετά τη λήξη της απασχόλησής τους.



Άρθρο 52
Αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων
(άρθρο 11 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 52, με το οποίο ενσωματώνεται το άρθρο 11 της Οδηγίας, τίθεται η απαγόρευση της λήψης απόφασης με αποκλειστικά αυτοματοποιημένο τρόπο, περιλαμβανόμενης της κατάρτισης προφίλ. Εντούτοις, μια τέτοια επεξεργασία επιτρέπεται κατ 'εξαίρεση σύμφωνα με την παράγραφο 1, εφόσον προβλέπεται ρητά από τον νόμο. Λόγω της φύσης των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την παράγραφο 2 τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις για την επεξεργασία τους. Τέλος, με την παράγραφο 3 τίθεται ρητή απαγόρευση της κατάρτισης προφίλ που οδηγεί σε διακρίσεις σε βάρος προσώπων με βάση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι εκ φύσεως ιδιαίτερα ευαίσθητα, λαμβανομένων υπόψη και των προβλεπόμενων στα άρθρα 21 και 52 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
 

1. Η λήψη απόφασης που βασίζεται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία, η οποία παράγει δυσμενή έννομα αποτελέσματα στο υποκείμενο των δεδομένων ή το επηρεάζει σημαντικά, επιτρέπεται μόνον εφόσον προβλέπεται από τον νόμο.
2. Οι αποφάσεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο δεν εφαρμόζονται σε ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εκτός εάν υφίστανται κατάλληλα μέτρα για τη διαφύλαξη των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων.
3. Απαγορεύεται η κατάρτιση προφίλ που οδηγεί σε διακρίσεις σε βάρος φυσικών προσώπων βάσει ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.



Τμήμα ΙΙΙ
Δικαιώματα του Υποκειμένου των δεδομένων Στο Τμήμα ΙΙΙ ρυθμίζονται τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων.

Άρθρο 53
Γενικές πληροφορίες σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων
(άρθρο 12 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 53 ενσωματώνεται το άρθρο 12 της Οδηγίας και ορίζονται οι γενικές πληροφορίες που πρέπει να χορηγούνται στο υποκείμενο των δεδομένων, ώστε να μπορεί να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της.
 

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει γενικές και ευχερώς προσβάσιμες στο κοινό πληροφορίες σε απλή και κατανοητή γλώσσα και μέσω του διαδικτυακού τόπου της δημόσιας αρχής αναφορικά με:
α) τους σκοπούς της επεξεργασίας,
β) το δικαίωμα του υποκειμένου να ζητήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας πρόσβαση, διόρθωση, διαγραφή ή περιορισμό της επεξεργασίας,
γ) την ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας και του ΥΠΔ,
δ) το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην Αρχή, και ε) τα στοιχεία επικοινωνίας της Αρχής.



Άρθρο 54
Δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου
(άρθρο 13 της Οδηγίας)


Το άρθρο 54 ενσωματώνει στην εθνική νομοθεσία το άρθρο 13 της Οδηγίας, εισάγει δε και ρυθμίζει το δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων σε ειδικές περιπτώσεις και ιδίως όταν τα δεδομένα έχουν συλλεχθεί σε συνθήκες μυστικότητας ή εν αγνοία του υποκειμένου ( παράγραφος 1). Η παράγραφος 2 περιλαμβάνει τους λόγους για τους οποίους ο υπεύθυνος επεξεργασίας δύναται να καθυστερήσει ή να περιορίσει ή και να παραλείψει την παροχή στο υποκείμενο των δεδομένων των προβλεπόμενων πληροφοριών. Στην περίπτωση αυτή τίθεται ως διαδικαστική εγγύηση η δυνατότητα του υποκειμένου να υποβάλει καταγγελία στην Αρχή και ακολούθως κατά της απόφασης της Αρχής να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την πρόβλεψη της παραγράφου 7 του επόμενου άρθρου.
 

1. Σε ειδικές περιπτώσεις και ιδίως όταν η συλλογή των δεδομένων του υποκειμένου πραγματοποιήθηκε υπό συνθήκες μυστικότητας, και προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση των δικαιωμάτων του, το υποκείμενο θα πρέπει, επιπλέον των πληροφοριών του προηγούμενου άρθρου, τουλάχιστον να ενημερώνεται για:
α) τη νομική βάση της επεξεργασίας·
β) την περίοδο για την οποία θα αποθηκευτούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό της εν λόγω περιόδου·
δ) τους αποδέκτες των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν υπάρχουν·
ε) όταν είναι απαραίτητο, να του παρέχονται επιπλέον πληροφορίες, ιδίως όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα συλλέχθηκαν εν αγνοία του.
2. Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να καθυστερήσει, να περιορίσει ή να παραλείψει την ενημέρωση του υποκειμένου εφ' όσον αυτό είναι αναγκαίο:
α) για την εκτέλεση των καθηκόντων των αρμοδίων αρχών, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 43,
β) για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια ασφάλεια, ή
γ) για την προστασία των έννομων συμφερόντων τρίτων, τα οποία θα απειλούνταν διαφορετικά, εάν το συμφέρον για την αποφυγή αυτών των απειλών υπερισχύει έναντι του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων να τύχει ενημέρωσης.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του επόμενου άρθρου εφαρμόζονται και για τους περιορισμούς της προηγούμενης παραγράφου.



Άρθρο 55
Δικαίωμα πρόσβασης
(άρθρα 14-15 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 55 ενσωματώνονται τα άρθρα 14 και 15 της Οδηγίας και ρυθμίζεται το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και τα οποία τηρούνται από τις κατά το άρθρο 43 αρμόδιες αρχές καθώς και οι περιορισμοί στο δικαίωμα αυτό. Η παράγραφος 1 προβλέπει την έκταση της πληροφόρησης που πρέπει να παρέχεται στο υποκείμενο των δεδομένων, ενώ με τις επόμενες παραγράφους ρυθμίζονται οι λόγοι για τους οποίους μπορεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας να περιορίσει εν όλω ή εν μέρει την παροχή των πληροφοριών, η σχετική πληροφόρηση του προσώπου σε περίπτωση περιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης, καθώς και η δυνατότητα υποβολής καταγγελίας στην Αρχή και ακολούθως κατά της απόφασης της Αρχής η δυνατότητα που έχει να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει, κατόπιν αιτήσεώς του, το υποκείμενο των δεδομένων για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται, επίσης, για:
α) τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τις κατηγορίες στις οποίες ανήκουν·
β) τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την προέλευση των δεδομένων· γ) τους σκοπούς και τη νομική βάση για την επεξεργασία·
δ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους κοινοποιήθηκαν τα δεδομένα, ιδίως τους αποδέκτες σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·
ε) την περίοδο για την οποία θα αποθηκευτούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, για τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό της εν λόγω περιόδου·
στ) τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος διόρθωσης ή διαγραφής ή περιορισμού της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
ζ) το δικαίωμα κατ' εφαρμογή του άρθρου 58 να υποβάλει καταγγελία στην Αρχή, και
η) τα στοιχεία επικοινωνίας της Αρχής.
2. Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο επειδή δεν μπορούν να διαγραφούν λόγω νομικών απαιτήσεων διατήρησης ή εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς ασφάλειας των δεδομένων ή ελέγχων προστασίας των δεδομένων, εάν η παροχή πληροφοριών απαιτεί δυσανάλογη προσπάθεια και η επεξεργασία για άλλους σκοπούς μέσω ενδεδειγμένων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων αποκλείεται.
3. Δεν παρέχονται πληροφορίες, εάν το υποκείμενο των δεδομένων δεν παρέχει πληροφορίες που να επιτρέπουν ανεύρεση των δεδομένων του και, κατά συνέπεια, η απαιτούμενη προσπάθεια είναι δυσανάλογη έναντι του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων για παροχή πληροφοριών.
4. Με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 του προηγούμενου άρθρου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 ή να περιορίσει, εν όλω ή εν μέρει, την ενημέρωση σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1.
5. Δεν γνωστοποιείται στο υποκείμενο των δεδομένων η ταυτότητα φυσικών προσώπων από τα οποία προήλθαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όταν η πληροφόρηση αυτή μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους καθώς και όταν πρόκειται για προστατευόμενους μάρτυρες ή πληροφοριοδότες.
6. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί εγγράφως και χωρίς καθυστέρηση στο υποκείμενο των δεδομένων την απόφασή του με την οποία αρνείται ή περιορίζει την πρόσβαση. Η ανωτέρω υποχρέωση γνωστοποίησης του υπεύθυνου επεξεργασίας δεν ισχύει όταν η παροχή των εν λόγω πληροφοριών συνεπάγεται κίνδυνο σύμφωνα με την παράγραφο 2 του προηγούμενου άρθρου. Η ανωτέρω γνωστοποίηση περιλαμβάνει τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους στους οποίους βασίζεται η άρνηση ή ο περιορισμός, εκτός εάν η ανωτέρω αιτιολόγηση θα έβλαπτε τον επιδιωκόμενο σκοπό της άρνησης ή του περιορισμού της πρόσβασης.
7. Το υποκείμενο των δεδομένων σε περίπτωση άρνησης ή περιορισμού της πρόσβασης, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ενημερώνεται για τη δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος πρόσβασης μέσω της Αρχής και ειδικότερα για την σύμφωνα με το άρθρο 58 δυνατότητα υποβολής καταγγελίας στην Αρχή και την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της απορριπτικής απόφασης της Αρχής, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η απόφαση του υπεύθυνου επεξεργασίας διαβιβάζεται στην Αρχή, εκτός και εάν αυτός επικαλεσθεί λόγους εθνικής ασφάλειας. Στην περίπτωση της καταγγελίας ενώπιον της Αρχής, η τελευταία ερευνά τη συνδρομή των προϋποθέσεων του περιορισμού του δικαιώματος και ενημερώνει το υποκείμενο, τουλάχιστον ότι έλαβαν χώρα όλες οι αναγκαίες επαληθεύσεις ή η επανεξέταση από αυτή καθώς και εάν παραβιάσθηκαν οι διατάξεις σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε περίπτωση άρνησης ή περιορισμού δικαιώματος της παραγράφου 1 για λόγους εθνικής ασφάλειας, η Αρχή ασκεί τις απορρέουσες από το παρόν άρθρο αρμοδιότητές της αποκλειστικά μέσω του Προέδρου της ή του νόμιμου αναπληρωτή του.
8. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει τους πραγματικούς και νομικούς λόγους στους οποίους βασίζεται η απόφασή του.



Άρθρο 56
Δικαίωμα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμοί ως προς την επεξεργασία
(Άρθρο 16 της Οδηγίας)

Το άρθρο 56 ρυθμίζει, ενσωματώνοντας το άρθρο 16 της Οδηγίας, το περιεχόμενο και τον τρόπο άσκησης των δικαιωμάτων διόρθωσης ή/και διαγραφής του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και τους περιορισμούς της επεξεργασίας. Ομοίως και στην περίπτωση αυτή δίδεται η δυνατότητα υποβολής καταγγελίας στην Αρχή και ακολούθως κατά της απόφασης της Αρχής η δυνατότητα του υποκειμένου να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
 

1. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ζητήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη χωρίς καθυστέρηση διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Ειδικότερα, στην περίπτωση δηλώσεων ή αποφάσεων, το ζήτημα της ακρίβειας δεν έχει σημασία για το περιεχόμενο της δήλωσης ή της απόφασης. Εάν η ακρίβεια ή η ανακρίβεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν μπορεί να διαπιστωθεί, ο υπεύθυνος επεξεργασίας περιορίζει την επεξεργασία αντί να διαγράψει τα δεδομένα. Στην περίπτωση αυτή, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων πριν προβεί ξανά στον περιορισμό. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί επίσης να ζητήσει τη συμπλήρωση ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τους σκοπούς της επεξεργασίας, είναι εύλογο.
2. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ζητά χωρίς καθυστέρηση από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, όταν η επεξεργασία τους παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, η γνώση των δεδομένων αυτών δεν είναι πλέον απαραίτητη για την εκτέλεση καθηκόντων ή τα δεδομένα αυτά πρέπει να έχουν διαγραφεί, προκειμένου ο υπεύθυνος επεξεργασίας να εκπληρώσει νόμιμη υποχρέωσή του.
3. Αντί της διαγραφής, ο υπεύθυνος επεξεργασίας περιορίζει την επεξεργασία, όταν:
α) υπάρχει λόγος να υποτεθεί ότι η διαγραφή θα έβλαπτε τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων,
β) τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα επιβάλλεται να διατηρηθούν, εφόσον χρησιμεύουν ως αποδεικτικά μέσα για τους σκοπούς του άρθρου 43 ή γ) η διαγραφή θα ήταν αδύνατη ή θα συνεπαγόταν δυσανάλογη προσπάθεια λόγω του ειδικού τρόπου αποθήκευσης.
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται σε περιορισμένη επεξεργασία σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνο για τον σκοπό που εμπόδισε τη διαγραφή τους.
4. Στα συστήματα αυτοματοποιημένης αρχειοθέτησης, τεχνικά μέτρα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι ο περιορισμός της επεξεργασίας είναι ευδιάκριτος και ότι η επεξεργασία για άλλους σκοπούς δεν είναι δυνατή χωρίς περαιτέρω εξέταση.
5. Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει διορθώσει ανακριβή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κοινοποιεί τη διόρθωση στο φορέα από τον οποίο τα έλαβε. Σε περίπτωση διόρθωσης, διαγραφής ή περιορισμού της επεξεργασίας σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως και 3, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τους αποδέκτες στους οποίους διαβιβάσθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με τα μέτρα αυτά. Ο αποδέκτης διορθώνει ή διαγράφει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή περιορίζει την επεξεργασία τους.
6. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει εγγράφως το υποκείμενο των δεδομένων για οποιαδήποτε άρνηση διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή περιορισμού της επεξεργασίας τους. Αυτό δεν ισχύει όταν η παροχή των εν λόγω πληροφοριών συνεπάγεται κίνδυνο σύμφωνα με στην παράγραφο 2 του άρθρου 54. Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο περιλαμβάνουν τους λόγους της άρνησης, εκτός εάν οι λόγοι αυτοί θέτουν σε κίνδυνο τον επιδιωκόμενο σκοπό της άρνησης.
7. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι παράγραφοι 7 και 8 του προηγούμενου άρθρου.



Άρθρο 57
Τρόπος άσκησης των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων
(Άρθρο 12 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 57 ενσωματώνεται το άρθρο 12 της Οδηγίας καθ'ο μέρος ορίζεται ειδικότερα ο τρόπος άσκησης των δικαιωμάτων του υποκείμενου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Προβλέπεται, ειδικότερα, ότι η επικοινωνία μπορεί να γίνει και με ηλεκτρονικά μέσα, ενώ λαμβάνεται ιδιαίτερη πρόνοια για τους ανηλίκους. Προβλέπεται, επίσης, όταν μια αίτηση σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56 είναι προδήλως αβάσιμη ή ασκείται καταχρηστικά, η επιβολή τέλους από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή το δικαίωμα να αρνηθεί να ενεργήσει σύμφωνα με το αίτημα.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας επικοινωνεί με το υποκείμενο των δεδομένων σε συνοπτική, κατανοητή και ευχερώς προσβάσιμη μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση, ιδίως όταν απευθύνεται σε ανηλίκους. Οι πληροφορίες, επιφυλασσομένων ειδικών διατάξεων, παρέχονται με κάθε κατάλληλο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και των ηλεκτρονικών μέσων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να παρέχει τις πληροφορίες στη μορφή που υποβλήθηκε το αίτημα.
2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 55 και της παραγράφου 6 του άρθρου 56 ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το υποκείμενο των δεδομένων για την πορεία της αίτησής του.
3. Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 53, κάθε επικοινωνία που πραγματοποιείται σύμφωνα με τα άρθρα 54 και 64 καθώς και οι αιτήσεις που υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56, δεν υπόκεινται σε τέλος. Όταν μια αίτηση σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56 είναι προδήλως αβάσιμη ή ασκείται καταχρηστικά, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να επιβάλει ένα εύλογο τέλος βάσει των διοικητικών του εξόδων ή μπορεί να αρνηθεί να ενεργήσει βάσει του αιτήματος. Στην περίπτωση αυτή, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει τον προδήλως αβάσιμο ή καταχρηστικό χαρακτήρα της αίτησης.
4. Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει εύλογες αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υποκειμένου των δεδομένων που υποβάλλει την αίτηση σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να ζητήσει την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών αναγκαίων για την επιβεβαίωση της ταυτότητας του υποκειμένου.



Άρθρο 58
Δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην Αρχή
(Άρθρο 17 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 58 ενσωματώνεται το άρθρο 17 της Οδηγίας και δίδεται στο υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η δυνατότητα, καθ' υπέρβαση των προβλέψεων της παραγράφου 1 του άρθρου 17 της Οδηγίας, παρέχοντας επαρκέστερες εγγυήσεις, να υποβάλει καταγγελία ενώπιον της Αρχής εάν πιστεύει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν από δημόσιες αρχές για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 43 παραβιάζει τα δικαιώματά του. Προβλέπεται, περαιτέρω, ρητώς ότι αυτό δεν ισχύει για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, όταν επεξεργάζονται τα δεδομένα αυτά στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών καθηκόντων τους. Περαιτέρω, τίθεται υποχρέωση της Αρχής να ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την πρόοδο και το αποτέλεσμα της καταγγελίας και για τη δυνατότητα άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της απόφασης της Αρχής επί της καταγγελίας του, σύμφωνα με το άρθρο 20. Τέλος, ρυθμίζεται η περίπτωση υποβολής καταγγελίας ενώπιον της Αρχής, ενώ αρμόδια είναι η εποπτική αρχή άλλου κράτος μέλους.
 

1. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία στην Αρχή, εάν πιστεύει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν από δημόσιες αρχές για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 43 παραβιάζει τα δικαιώματά του. Αυτό δεν ισχύει για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, όταν επεξεργάζονται τα δεδομένα αυτά στο πλαίσιο της δικαστικής λειτουργίας και των δικαστικών καθηκόντων τους. Η Αρχή ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων για την πρόοδο και το αποτέλεσμα της καταγγελίας και για τη δυνατότητα άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της απόφασής επί της καταγγελίας του, σύμφωνα με το άρθρο 20.
2. Σε περίπτωση υποβολής καταγγελίας σχετικά με την επεξεργασία ενώπιον της Αρχής, αντί της αρμόδιας εποπτικής αρχής άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Αρχή πρέπει να διαβιβάσει, χωρίς καθυστέρηση, στην εποπτική αρχή του άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την καταγγελία που εμπίπτει στην αρμοδιότητά της. Στην περίπτωση αυτή, η Αρχή ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με τη διαβίβαση της καταγγελίας του και του παράσχει κατόπιν αιτήματός του οποιαδήποτε βοήθεια.



Άρθρο 59
Δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων σε ποινικές έρευνες και διαδικασίες
(Άρθρο 18 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 59 ενσωματώνεται το άρθρο 18 της Οδηγίας και λαμβάνεται ειδική πρόνοια του εθνικού νομοθέτη ώστε στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και διαδικασίας, τα δικαιώματα ενημέρωσης για την επεξεργασία, πρόσβαση, διόρθωση ή διαγραφή και περιορισμού των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 54 έως και 56, να ασκούνται σύμφωνα με όσα ορίζουν οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ειδικές δικονομικές διατάξεις και ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως κάθε φορά ισχύουν.
 

Στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και διαδικασίας, τα δικαιώματα ενημέρωσης για την επεξεργασία, πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής και περιορισμού των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά τις διατάξεις τω άρθρων 54 έως και 56, ασκούνται σύμφωνα με όσα ορίζουν οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ειδικές δικονομικές διατάξεις και ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως κάθε φορά ισχύουν.



Τμήμα IV
Υποχρεώσεις εκτελούντος την επεξεργασία και υπεύθυνου επεξεργασίας


Στο Τμήμα IV περιλαμβάνονται ρυθμίσεις που αφορούν τις υποχρεώσεις εκτελούντος την επεξεργασία και υπεύθυνου επεξεργασίας

Άρθρο 60
Εκτελών την επεξεργασία
(Άρθρα 22 και 23 της Οδηγίας)


Το άρθρο 60 του ΣχΝ, ενσωματώνοντας τα άρθρα 22 και 23 της Οδηγίας, προβλέπει τις ειδικότερες υποχρεώσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας, όταν αναθέτει την επεξεργασία σε εκτελούντα την επεξεργασία καθώς και του εκτελούντος επεξεργασία, όταν διενεργεί την επεξεργασία για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας, τόσο σε σχέση με την υποχρέωση συμμόρφωσής τους με τα προβλεπόμενα στο ΣχΝ και με άλλες διατάξεις σχετικές με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όσο και, προκειμένου για τον εκτελούντα την επεξεργασία έναντι του υπεύθυνου επεξεργασίας.
 

1. Όταν η επεξεργασία διενεργείται για λογαριασμό υπεύθυνου επεξεργασίας, αυτός μεριμνά για την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και από άλλες διατάξεις σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Το δικαίωμα του υποκειμένου για ενημέρωση, διόρθωση, διαγραφή και περιορισμό της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και η αξίωση αποζημίωσης στην περίπτωση αυτή ασκούνται έναντι του υπεύθυνου επεξεργασίας.
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιτρέπεται να αναθέσει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μόνο σε εκτελούντες την επεξεργασία, οι οποίοι εξασφαλίζουν με κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ότι η επεξεργασία διενεργείται σύμφωνα με το νόμο και ότι διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των υποκειμένων επεξεργασίας.
3. Η επεξεργασία μέσω εκτελούντος την επεξεργασία πρέπει να βασίζεται σε σύμβαση ή άλλη νομική πράξη που συνδέει τον εκτελούντα την επεξεργασία με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, η οποία καθορίζει το αντικείμενο, τη διάρκεια, τη φύση και το σκοπό της επεξεργασίας, τη φύση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τις κατηγορίες των υποκειμένων και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του υπεύθυνου προσώπου. Η σύμβαση ή άλλη νομική πράξη προβλέπει ιδίως ότι ο εκτελών την επεξεργασία:
α) ενεργεί μόνο κατ' εντολή και σύμφωνα με τις οδηγίες του υπεύθυνου επεξεργασίας· εάν ο εκτελών την επεξεργασία θεωρεί ότι μια εντολή είναι παράνομη ,πρέπει να ενημερώσει τον υπεύθυνο επεξεργασίας χωρίς καθυστέρηση·
β) εγγυάται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι υποχρεωμένα να τηρούν την εμπιστευτικότητα, στο μέτρο που αυτά δεν υπόκεινται σε καμία εύλογη νομική υποχρέωση διατήρησης του απορρήτου·
γ) βοηθά με τα κατάλληλα μέσα τον υπεύθυνο επεξεργασίας για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων·
δ) μετά την ολοκλήρωση της παροχής των υπηρεσιών επεξεργασίας κατά την κρίση του υπεύθυνου επεξεργασίας επιστρέφει ή διαγράφει όλα τα προσωπικά δεδομένα και καταστρέφει τα υπάρχοντα αντίγραφα, εκτός εάν υπάρχει νομική υποχρέωση αποθήκευσης των δεδομένων·
ε) παρέχει στον υπεύθυνο επεξεργασίας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, ιδίως τις δημιουργηθείσες καταχωρίσεις σύμφωνα με το άρθρο 74, ως απόδειξη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις του·
στ) επιτρέπει και συμβάλλει στη διενέργεια ελέγχων που διενεργεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν ελεγκτής·
ζ) λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 62·
η) λαμβανομένης υπόψη της φύσης της επεξεργασίας και των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του, βοηθά τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στα άρθρα 62 έως 65 και 67.
4. Σε περίπτωση που ο εκτελών την επεξεργασία αναθέτει σε άλλον εκτελούντα την επεξεργασία, πρέπει να του επιβάλει τις ίδιες υποχρεώσεις σύμφωνα με τη σύμβασή του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 3, η οποία ισχύει και για τον ίδιο, εκτός εάν οι υποχρεώσεις αυτές δεσμεύουν ήδη τον άλλο εκτελούντα την επεξεργασία βάσει άλλων διατάξεων.
5. Ο εκτελών την επεξεργασία δύναται να αναθέσει την επεξεργασία σε άλλον, μόνο κατόπιν προηγούμενης έγγραφης αδείας του υπεύθυνου επεξεργασίας. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει χορηγήσει στον εκτελούντα την επεξεργασία γενική άδεια για τη συμμετοχή και άλλου εκτελούντος την επεξεργασία, ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας για τυχόν αλλαγές, στις οποίες σκοπεύει να προβεί και που αφορούν την ενδεχόμενη συμπλήρωση ή αντικατάσταση άλλων εκτελούντων την επεξεργασία. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δύναται στην περίπτωση αυτή να αρνηθεί αυτές τις αλλαγές.
6. Η σύμβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 πρέπει να είναι έγγραφη ή ηλεκτρονική.
7. Ο εκτελών την επεξεργασία που καθορίζει τους σκοπούς και τα μέσα επεξεργασίας κατά παράβαση του παρόντος άρθρου θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας.



Άρθρο 61
Από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας
(Άρθρο 21 της Οδηγίας)


Το άρθρο 61 ενσωματώνει το άρθρο 21 της Οδηγίας ρυθμίζοντας τα ζητήματα καθορισμού αρμοδιοτήτων, καθηκόντων και ευθυνών στην περίπτωση που δύο ή περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζουν από κοινού τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας και οι οποίοι αποτελούν τους «από κοινού υπεύθυνους επεξεργασίας».
 

1. Σε περίπτωση που δύο ή περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζουν από κοινού τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας, καθίστανται από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας. Τα καθήκοντα και οι ευθύνες καθενός εκ των από κοινού υπεύθυνων επεξεργασίας ορίζονται με διαφανή τρόπο, με έγγραφη συμφωνία στο βαθμό που τα καθήκοντα και οι ευθύνες τους δεν καθορίζονται από τον νόμο. Συγκεκριμένα, η συμφωνία πρέπει να καθορίζει ποιός πρέπει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληροφόρησης και ενώπιον τίνος τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους.
2. Η ύπαρξη συμφωνίας της προηγούμενης παραγράφου δεν εμποδίζει το υποκείμενο των δεδομένων να ασκήσει τα δικαιώματά του έναντι καθενός εκ των από κοινού υπεύθυνων επεξεργασίας.



Άρθρο 62
Ασφάλεια επεξεργασίας
(Άρθρο 19 και 29 της Οδηγίας)

Με το άρθρο αυτό ενσωματώνονται τα άρθρα 19 και 29 της Οδηγίας και προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία να λαμβάνουν τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφαλείας, ιδίως αναφορικά με την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα μέτρα αυτά πρέπει να διασφαλίζουν την ακεραιότητα και τη διαθεσιμότητα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και την προσβασιμότητα σε αυτά ανά πάσα στιγμή.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία, λαμβανομένων υπόψη της διαθέσιμης τεχνολογίας, του κόστους υλοποίησης, της φύσης, του πεδίου εφαρμογής, των περιστάσεων και των σκοπών της επεξεργασίας, καθώς και της πιθανότητας και σοβαρότητας των κινδύνων επεξεργασίας για τα υποκείμενα των δεδομένων, λαμβάνουν τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ένα επίπεδο ασφάλειας κατάλληλο για τον κίνδυνο κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως όσον αφορά την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Τα μέτρα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο μπορεί να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την ψευδωνυμοποίηση και την κρυπτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον τα εν λόγω μέσα είναι δυνατά για τους σκοπούς της επεξεργασίας, Τα μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρέπει να διασφαλίζουν:
α) την εμπιστευτικότητα, ακεραιότητα, διαθεσιμότητα και ανθεκτικότητα των συστημάτων και υπηρεσιών που σχετίζονται με την επεξεργασία · και
β) τη δυνατότητα να αποκατασταθεί έγκαιρα η διαθεσιμότητα και η πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε περίπτωση φυσικού ή τεχνικού συμβάντος.
3. Σε σχέση με την αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία, μετά από αξιολόγηση των κινδύνων, εφαρμόζουν μέτρα που έχουν ως σκοπό:
α) την απαγόρευση τής πρόσβασης μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία (έλεγχος πρόσβασης σε εξοπλισμό)·
β) την αποτροπή τής μη εξουσιοδοτημένης ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή αφαίρεσης μέσων αποθήκευσης (έλεγχος μέσων αποθήκευσης)·
γ) την αποτροπή τής μη εξουσιοδοτημένης εισαγωγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του μη εξουσιοδοτημένου ελέγχου, τροποποίησης ή διαγραφής αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος αποθήκευσης)·
δ) την αποτροπή τής χρήσης συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα που χρησιμοποιούν εξοπλισμό επικοινωνίας δεδομένων (έλεγχος χρηστών)·
ε) την εξασφάλιση ότι πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να χρησιμοποιούν ένα σύστημα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που καλύπτει η εξουσιοδότησή τους (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα)·
στ) την εξασφάλιση ότι είναι δυνατόν να επαληθευτεί και εξακριβωθεί σε ποιους φορείς διαβιβάστηκαν ή διατέθηκαν ή ενδέχεται να διαβιβαστούν ή να διατεθούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τη χρήση εξοπλισμού επικοινωνίας δεδομένων (έλεγχος επικοινωνίας)·
ζ) την εξασφάλιση ότι είναι δυνατόν να επαληθευτεί και να εξακριβωθεί εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν σε συστήματα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, καθώς και πότε και από ποιόν (έλεγχος εισαγωγής)·
η) την αποτροπή τής μη εξουσιοδοτημένης ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή κατά τη μεταφορά μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος διαβίβασης)·
θ) την εξασφάλιση ότι η λειτουργία των εγκαταστημένων συστημάτων μπορεί να αποκατασταθεί σε περίπτωση διακοπής της (αποκατάσταση)·
ι) την εξασφάλιση λειτουργικότητας των συστημάτων και ότι αναφέρεται η εμφάνιση δυσλειτουργιών στο σύστημα (έλεγχος αξιοπιστίας)·
ια) την εξασφάλιση ότι οι λειτουργίες του συστήματος εκτελούνται, ότι η εμφάνιση σφαλμάτων στις λειτουργίες αναφέρεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση (αξιοπιστία) και ότι τα αποθηκευμένα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα παραμένουν αναλλοίωτα σε περίπτωση δυσλειτουργίας του συστήματος (ακεραιότητα)· ιβ) την εξασφάλιση ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνο σύμφωνα με τις οδηγίες του υπεύθυνου επεξεργασίας (έλεγχος επεξεργασίας)·
ιγ) την εξασφάλιση ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προστατεύονται από απώλεια και καταστροφή (έλεγχος της διαθεσιμότητας)·
ιδ) την εξασφάλιση ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται για διαφορετικούς σκοπούς μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία με οργανωτικό ή χωροταξικό διαχωρισμό (δυνατότητα διαχωρισμού).
Ο σκοπός του πρώτου εδαφίου στις περιπτώσεις β' έως και ε' μπορεί να επιτευχθεί ιδίως με τη χρήση τεχνολογίας κρυπτογράφησης.



Άρθρο 63
Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Αρχή
(Άρθρο 30 της Οδηγίας)

Προκειμένου να ενισχυθεί η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας λήψης και εφαρμογής μέτρων ασφαλείας, αλλά και για την καλύτερη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υποκειμένων, το άρθρο 63 ενσωματώνει το άρθρο 30 της Οδηγίας και εισάγει την υποχρέωση γνωστοποίησης της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Αρχή, εκτός εάν η παραβίαση δεν είναι πιθανό να επιφέρει κίνδυνο για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα των φυσικών προσώπων. Το προαναφερόμενο άρθρο ορίζει λεπτομερώς τις πληροφορίες που πρέπει να γνωστοποιηθούν, την προθεσμία, διαδικασία και τις άλλες σχετικές υποχρεώσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας, αλλά και του εκτελούντος την επεξεργασία έναντι αυτού.
 

1. Σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί στην Αρχή την παραβίαση χωρίς καθυστέρηση και, εφόσον είναι δυνατόν, το αργότερο εντός εβδομήντα δύο (72) ωρών από τότε που έλαβε γνώση της παραβίασης, εκτός εάν αιτιολογημένα κρίνει ότι η παραβίαση δεν είναι πιθανό να θέσει σε κίνδυνο τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα φυσικού προσώπου. Η γνωστοποίηση της παραβίασης στην Αρχή μετά την πάροδο των εβδομήντα δύο (72) ωρών θα πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς ως προς τους λόγους της καθυστέρησης.
2. Ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας χωρίς καθυστέρηση, μόλις αντιληφθεί παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
3. Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) τη φύση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον είναι δυνατόν, των κατηγοριών, του αριθμού των ενδιαφερόμενων υποκειμένων των δεδομένων, καθώς και των κατηγοριών και του αριθμού των σχετικών αρχείων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
β) το ονοματεπώνυμο και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων ή άλλου σημείου επικοινωνίας, από το οποίο μπορούν να αντληθούν περισσότερες πληροφορίες·
γ) περιγραφή των συνεπειών που ενδέχεται να έχει η παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· και
δ) περιγραφή των μέτρων που λαμβάνονται ή προτείνεται να ληφθούν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την αντιμετώπιση της παραβίασης των δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για την άμβλυνση ενδεχόμενων δυσμενών συνεπειών της.
4. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να παρασχεθούν οι πληροφορίες της προηγούμενης παραγράφου ταυτόχρονα με τη γνωστοποίηση της παραβίασης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να τις παράσχει σταδιακά από τη στιγμή που αυτές είναι διαθέσιμες, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση.
5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει κάθε παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αναφέροντας τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν την παραβίαση, τις συνέπειές της και τα ληφθέντα επανορθωτικά μέτρα.
6. Σε περίπτωση που η παραβίαση δεδομένων αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάστηκαν από ή προς τον υπεύθυνο επεξεργασίας άλλου κράτους μέλους, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 γνωστοποιούνται στον υπεύθυνο επεξεργασίας του εν λόγω κράτους μέλους χωρίς καθυστέρηση.
7. Περαιτέρω υποχρεώσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας σχετικά με την κοινοποίηση των παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παραμένουν ανεπηρέαστες.



Άρθρο 64
Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων
(άρθρο 31 της Οδηγίας)

Το άρθρο 64 ενσωματώνει το άρθρο 31 της Οδηγίας και ρυθμίζει τη γνωστοποίηση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα υποκείμενα των δεδομένων, τα οποία θίγονται από την παραβίαση αυτή. Προβλέπονται περαιτέρω οι όροι υπό τους οποίους η γνωστοποίηση αυτή μπορεί να αναβληθεί, να περιοριστεί ή ακόμη και να παραλειφθεί (παράγραφος 5).
 

1. Όταν η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενδέχεται να προκαλέσει σημαντικό κίνδυνο για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα φυσικού προσώπου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί αμέσως στο υποκείμενο των δεδομένων το περιστατικό.
2. Κατά τη γνωστοποίηση στο υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιγράφεται κατά τρόπο εύληπτο και σαφή η φύση της παραβίασης
και αναφέρεται τουλάχιστον το περιεχόμενο των περιπτώσεων β', γ' και δ' της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου.
3. Γνωστοποίηση στο υποκείμενο των δεδομένων δεν απαιτείται, εφόσον πληρούται οποιοσδήποτε από τους παρακάτω όρους:
α) ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει λάβει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφαλείας και έχει εφαρμόσει τα μέτρα αυτά στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που θίγονται από την παραβίαση· αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα μέτρα, όπως η κρυπτογράφηση, μέσω της οποίας τα δεδομένα καθίσταται απρόσιτα σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα·
β) ο υπεύθυνος επεξεργασίας έλαβε εκ των υστέρων μέτρα που διασφαλίζουν
την προστασία έναντι της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ή
γ) απαιτούνται δυσανάλογες προσπάθειες. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να γίνεται δημόσια γνωστοποίηση ή να λαμβάνονται παρόμοια μέτρα, ώστε το υποκείμενο των δεδομένων να ενημερώνεται με εξίσου αποτελεσματικό τρόπο.
4. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων για τυχόν παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Αρχή μπορεί να δηλώσει επισήμως ότι θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3. Με τον τρόπο αυτό, πρέπει να λάβει υπόψη την πιθανότητα ότι η ζημία θα οδηγήσει σε σημαντικό κίνδυνο κατά την έννοια της παραγράφου 1.
5. Η κοινοποίηση στο υποκείμενο των δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να αναβληθεί, να περιοριστεί ή να παραλειφθεί υπό τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 54 παράγραφος 2, εκτός εάν τα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων υπερτερούν του σημαντικού κινδύνου της παραβίασης κατά την έννοια της παραγράφου 1.



Άρθρο 65
Εκτίμηση αντικτύπου της επεξεργασίας στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
(άρθρο 27 της Οδηγίας)

Το άρθρο 65 ενσωματώνει το άρθρο 27 της Οδηγίας και προβλέπει την υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου της επεξεργασίας δεδομένων, όταν πιθανολογείται ότι η επεξεργασία αυτή ενδέχεται να προκαλέσει σημαντικό κίνδυνο για το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου των δεδομένων, αλλά και για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα των ενδιαφερομένων. Όταν πρόκειται για περισσότερους τύπους επεξεργασίας που παρουσιάζουν παρόμοιες δυνατότητες σημαντικού κινδύνου, προβλέπεται η διεξαγωγή κοινής εκτίμησης αντικτύπου. Η εκτίμηση αντικτύπου πρέπει κατ' ελάχιστον να περιέχει περιγραφή των πράξεων και σκοπών της επεξεργασίας, εκτίμηση της αναγκαιότητας των πράξεων επεξεργασίας σε σχέση με τους σκοπούς στους οποίους αυτή αποβλέπει, εκτίμηση των κινδύνων και πρόβλεψη των αναγκαίων μέτρων, εγγυήσεων και διασφαλίσεων για την εξασφάλιση της προστασίας των δεδομένων.
 

1. Εάν μια μορφή επεξεργασίας, ιδίως όταν χρησιμοποιούνται νέες τεχνολογίες, ενδέχεται να δημιουργήσει σημαντικό κίνδυνο για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα των ενδιαφερομένων λόγω της φύσης, του πεδίου εφαρμογής, των συνθηκών και των σκοπών της επεξεργασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας αξιολογεί πρώτα τις συνέπειες της εκτέλεσης της επεξεργασίας για τα υποκείμενα των δεδομένων.
2. Για τη διερεύνηση περισσότερων παρόμοιων πράξεων επεξεργασίας με παρόμοιες δυνατότητες σημαντικού κινδύνου, μπορεί να διεξαχθεί κοινή εκτίμηση αντίκτυπου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δύναται να εμπλέκει την Αρχή κατά την εφαρμογή της εκτίμησης αντικτύπου.
4. Η εκτίμηση αντικτύπου λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα του υποκειμένου που επηρεάζονται από την επεξεργασία και πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) συστηματική περιγραφή των προβλεπόμενων πράξεων και σκοπών της επεξεργασίας·
β) εκτίμηση της αναγκαιότητας και αναλογικότητας των πράξεων επεξεργασίας σε συνάρτηση με τους επιδιωκόμενους σκοπούς·
γ) εκτίμηση των κινδύνων για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων· και
δ) τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων, των διασφαλίσεων και των διαδικασιών για την εξασφάλιση της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την απόδειξη της συμμόρφωσης με τις νομικές απαιτήσεις.
5. Όταν κρίνεται απαραίτητο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ελέγχει κατά πόσον η επεξεργασία ακολουθεί τις απαιτήσεις που προέκυψαν από την εκτίμηση αντικτύπου.



Άρθρο 66
Συνεργασία με την Αρχή
(άρθρο 26 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 66 ενσωματώνεται το άρθρο 26 της Οδηγίας και προβλέπεται η υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας και του εκτελούντος επεξεργασία να συνεργάζονται με την Αρχή.
 

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία συνεργάζονται με την Αρχή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.



Άρθρο 67
Προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή
(Άρθρο 28 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 67 ενσωματώνεται το άρθρο 28 της Οδηγίας και προβλέπονται οι περιπτώσεις, στις οποίες εισάγεται ως υποχρέωση η προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή. Η παράγραφος 2 προβλέπει ρητά την υποχρέωση διαβούλευσης με την Αρχή κατά την εκπόνηση σχεδίων νόμου ή κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση νόμου, τα οποία αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις κατά το άρθρο 43 αρμόδιες αρχές ή συνδέονται με αυτήν. Στην παράγραφο 3 προβλέπεται η δυνατότητα κατάρτισης καταλόγου πράξεων επεξεργασίας για τις οποίες προηγείται υποχρεωτικά διαβούλευση με την Αρχή, ενώ στην παράγραφο 4 απαριθμούνται τα στοιχεία που τίθενται στη διάθεση της Αρχής από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, προκειμένου να εκτιμήσει η Αρχή τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διαβουλεύεται με την Αρχή πριν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία θα περιληφθούν σε νέο σύστημα αρχειοθέτησης που πρόκειται να δημιουργηθεί, εφόσον:
α) προκύπτει από την εκτίμηση του άρθρου 65 ότι η επεξεργασία θα προκαλέσει σημαντικό κίνδυνο στα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των
δεδομένων εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν λάβει μέτρα για τον μετριασμό του· ή
β) ο τύπος επεξεργασίας, ιδίως λόγω της χρήσης νέων τεχνολογιών, μηχανισμών ή διαδικασιών, ενέχει σημαντικό κίνδυνο για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων.
2. Κατά την εκπόνηση σχεδίων νόμου ή κανονιστικών πράξεων, τα οποία αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές, για τους σκοπούς του άρθρου 43 ή συνδέονται με αυτή ζητείται εγκαίρως η γνώμη της Αρχής.
3. Η Αρχή μπορεί να καταρτίζει κατάλογο πράξεων επεξεργασίας, οι οποίες υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η Αρχή κοινοποιεί τον εν λόγω κατάλογο στον υπεύθυνο επεξεργασίας.
4. Κατά τη διενέργεια της προηγούμενης διαβούλευσης υποβάλλονται στην Αρχή :
α) η εκτίμηση αντικτύπου για την προστασία των δεδομένων που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 65·
β) κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τις αρμοδιότητες του υπεύθυνου επεξεργασίας, των από κοινού υπεύθυνων επεξεργασίας και των εμπλεκομένων εκτελούντων την επεξεργασία·
γ) πληροφορίες σχετικά με τους σκοπούς και τα μέσα της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας·
δ) πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα και τις διασφαλίσεις που αποσκοπούν στην προστασία των έννομων συμφερόντων των υποκειμένων των δεδομένων· και
ε) το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του ΥΠΔ.
Κατόπιν αιτήματος, η Αρχή λαμβάνει κάθε άλλη πληροφορία που απαιτείται για να εκτιμήσει τη νομιμότητα της επεξεργασίας και, ιδίως, τους υφιστάμενους κινδύνους για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των υποκειμένων των δεδομένων και τις σχετικές διασφαλίσεις.
5. Εάν η Αρχή πιστεύει ότι η προβλεπόμενη επεξεργασία θα παραβίαζε το νόμο, ιδίως επειδή ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει προσδιορίσει επαρκώς τον κίνδυνο ή δεν έχει λάβει επαρκή μέτρα για τον μετριασμό του κινδύνου, μπορεί να παράσχει, εντός προθεσμίας έξι (6) εβδομάδων από την λήψη της αίτησης διαβούλευσης, έγγραφες συστάσεις στον υπεύθυνο επεξεργασίας, και κατά περίπτωση, στον εκτελούντα την επεξεργασία, όσον αφορά τα πρόσθετα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η Αρχή μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή κατά ένα (1) μήνα εάν η προγραμματισμένη επεξεργασία είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Στην περίπτωση αυτή η Αρχή ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για την παράταση αυτή.
6. Εάν η επιχειρούμενη επεξεργασία έχει σημαντική σημασία για την εκτέλεση των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας και, ως εκ τούτου, είναι ιδιαίτερα επείγουσα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να κινήσει την επεξεργασία μετά την έναρξη της διαβούλευσης, αλλά πριν από τη λήξη της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή, οι συστάσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη εκ των υστέρων και ο τρόπος επεξεργασίας προσαρμόζεται αναλόγως.



Άρθρο 68
Αρχεία των δραστηριοτήτων επεξεργασίας
(άρθρο 24 της Οδηγίας)

Το άρθρο 68 ενσωματώνει το άρθρο 24 της Οδηγίας και προβλέπει την υποχρέωση τήρησης αρχείων δραστηριοτήτων επεξεργασίας από υπεύθυνο επεξεργασίας και εκτελούντα την επεξεργασία. Η τήρηση των αρχείων αυτών, το περιεχόμενο των οποίων ρυθμίζεται αναλυτικά, συνιστά στοιχείο ελεγξιμότητας της επεξεργασίας και έκφανση της υποχρέωσης λογοδοσίας του υπεύθυνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να τηρεί αρχείο για όλες τις κατηγορίες δραστηριοτήτων επεξεργασίας που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του. Το αρχείο περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οποιουδήποτε από κοινού υπεύθυνου επεξεργασίας και ΥΠΔ ·
β) τους σκοπούς της επεξεργασίας·
γ) τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους γνωστοποιήθηκαν ή πρόκειται να γνωστοποιηθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένων των αποδεκτών σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·
δ) περιγραφή των κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων και των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
ε) τη χρήση κατάρτισης προφίλ, όπου συντρέχει περίπτωση·
στ) τις κατηγορίες διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, όταν συντρέχει περίπτωση·
ζ) αναφορά της νομικής βάσης της επεξεργασίας·
η) τις προβλεπόμενες προθεσμίες για τη διαγραφή των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή για την επανεξέταση της ανάγκης διαγραφής τους· και
θ) γενική περιγραφή των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας του άρθρου 62.
2. Ο εκτελών την επεξεργασία πρέπει να διατηρεί αρχείο για όλες της κατηγορίες επεξεργασίας που εκτελούνται για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας, το οποίο περιλαμβάνει:
α) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία και τα στοιχεία επικοινωνίας κάθε εκτελούντος την επεξεργασία, κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας για λογαριασμό του οποίου ενεργεί ο εκτελών και, κατά περίπτωση, του ΥΠΔ·
β) τις κατηγορίες επεξεργασίας που διενεργούνται για λογαριασμό κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας·
γ) τις κατά περίπτωση διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς αναφερόμενη τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, εφόσον ο εκτελών την επεξεργασία έχει λάβει ρητή σχετική εντολή από τον υπεύθυνο επεξεργασίας · και
δ) γενική περιγραφή των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας του άρθρου 62, εφόσον είναι δυνατόν.
3. Τα αρχεία των παραγράφων 1 και 2 τηρούνται εγγράφως.
4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία, θέτουν τα αρχεία στη διάθεση της Αρχής κατόπιν αιτήσεώς της.



Άρθρο 69
Προστασία δεδομένων από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού
(άρθρο 20 της Οδηγίας)

Το άρθρο 69 ενσωματώνει το άρθρο 20 της Οδηγίας και αναφέρεται στην υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας να διασφαλίζει, με κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, την υιοθέτηση των αρχών προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (παράγραφος 1). Ρητά εισάγεται, επίσης, η υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας να διασφαλίζει ότι υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι απαραίτητα για τον εκάστοτε σκοπό της επεξεργασίας (παράγραφος 2).
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, τόσο κατά τον καθορισμό των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά τον χρόνο της επεξεργασίας, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή των αρχών προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η ελαχιστοποίηση των δεδομένων, με αποτελεσματικό τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις νομικές απαιτήσεις και την προστασία των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας, το κόστος εφαρμογής και τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, καθώς και τους κινδύνους διαφορετικής πιθανότητας και σοβαρότητας για τα προστατευόμενα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων της επεξεργασίας. Ειδικότερα, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία και τα συστήματα επεξεργασίας επιλέγονται και σχεδιάζονται σύμφωνα με την αρχή της ελαχιστοποίησης. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα καθίστανται ανώνυμα ή ψευδωνυμοποιούνται όσο το δυνατόν ταχύτερα, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με τον σκοπό της επεξεργασίας.
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίσει ότι, εξ ορισμού, υφίστανται επεξεργασία μόνο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αναγκαία για κάθε συγκεκριμένο σκοπό της επεξεργασίας. Αυτό ισχύει για τον αριθμό των συλλεγόμενων δεδομένων, την έκταση της επεξεργασίας τους, την περίοδο αποθήκευσής τους και την προσβασιμότητα τους. Ειδικότερα, τα μέτρα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, εξ ορισμού, τα δεδομένα δεν γίνονται προσπελάσιμα με αυτοματοποιημένα μέσα σε αόριστο αριθμό προσώπων.



Άρθρο 70
Διάκριση μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων
(άρθρο 6 της Οδηγίας)

Το άρθρο 70 ενσωματώνει το άρθρο 6 της Οδηγίας και επιτάσσει, κατ' εφαρμογή της αρχής της ακρίβειας, τη διάκριση μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων, ώστε να αποφευχθούν λάθη, αλλά και ο στιγματισμός προσώπων λόγω πιθανών ασαφειών ως προς την ιδιότητα με την οποία εμπλέκονται, λ.χ. στην επεξεργασία για τη διακρίβωση ενός ποινικού αδικήματος. Σε κάθε περίπτωση η κατηγοριοποίηση αυτή και η αντίστοιχη επεξεργασία λαμβάνει υπόψη το τεκμήριο της αθωότητας, όπως κατοχυρώνεται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών της ΕΕ και από την ΕΣΔΑ, όπως αυτό ερμηνεύεται από τη νομολογία του ΔΕΕ και του ΕΔΔΑ.
 

1. Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβαίνει, στο μέτρο του εφικτού, σε σαφή διάκριση μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων. Αυτό ισχύει ιδίως για τις ακόλουθες κατηγορίες:
α) προσώπων για τα οποία υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύεται ότι έχουν διαπράξει ποινικό αδίκημα·
β) προσώπων για τα οποία υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύεται ότι πρόκειται να διαπράξουν ποινικό αδίκημα·
γ) προσώπων που έχουν καταδικαστεί για ποινικό αδίκημα·
δ) θυμάτων εκ ποινικού αδικήματος ή προσώπων για τα οποία ορισμένα πραγματικά περιστατικά δημιουργούν την πεποίθηση ότι μπορεί να είναι θύματα εκ ποινικού αδικήματος· και
ε) άλλων προσώπων, όπως μαρτύρων, πληροφοριοδοτών ή συνδέσμων ή συνεργατών των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και δ'.



Άρθρο 71
Διάκριση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και επαλήθευση της ταυτότητάς τους
(άρθρο 7 της Οδηγίας)


Την αρχή της ακρίβειας και την προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων υπηρετεί και η ρύθμιση του άρθρου 71 που αφορά τη διάκριση μεταξύ των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την επαλήθευση της ποιότητας αυτών και ενσωματώνει το άρθρο 7 της Οδηγίας. Η αρχή της ακρίβειας των δεδομένων εφαρμόζεται με γνώμονα τη φύση και τον σκοπό της εκάστοτε επεξεργασίας.
 

Κατά την επεξεργασία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας διακρίνει, στο μέτρο του εφικτού, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που βασίζονται σε πραγματικές καταστάσεις και αυτά που βασίζονται σε προσωπικές εκτιμήσεις. Για το σκοπό αυτό, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προσδιορίζει τις αξιολογήσεις που βασίζονται σε προσωπικές εκτιμήσεις ως τέτοιες, στο μέτρο του εφικτού στο πλαίσιο της εν λόγω επεξεργασίας. Πρέπει επίσης να είναι δυνατό να προσδιοριστεί ποιά δημόσια αρχή διατηρεί τα αρχεία στα οποία βασίζεται η αξιολόγηση κατόπιν προσωπικής εκτίμησης.



Άρθρο 72
Διαδικασία διαβίβασης
(άρθρο 9 της Οδηγίας)

Σε αντιστοιχία προς το άρθρο 9 της Οδηγίας, το άρθρο 71 ρυθμίζει την περίπτωση των διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του άρθρου 43.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι ανακριβή ή δεν είναι πλέον επικαιροποιημένα δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται με άλλο τρόπο. Για το σκοπό αυτό, ο υπεύθυνος επεξεργασίας επαληθεύει, στο μέτρο του δυνατού, καταβάλλοντας εύλογη προσπάθεια, την ποιότητα των δεδομένων πριν από τη διαβίβαση ή τη διάθεσή τους. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει επίσης, στο μέτρο του δυνατού και εύλογου, σε όλες τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να περιλαμβάνει τις απαραίτητες πληροφορίες που θα επιτρέπουν στον αποδέκτη να αξιολογεί τον βαθμό ακρίβειας, πληρότητας και αξιοπιστίας των δεδομένων, καθώς και τον βαθμό στον οποίο αυτά είναι επικαιροποιημένα.
2. Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υπόκειται σε ειδικούς όρους, όσον αφορά τη διαβίβασή τους, η διαβιβάζουσα αρχή ενημερώνει τον αποδέκτη για τους όρους αυτούς και την υποχρέωση τήρησής της. Η υποχρέωση παροχής πληροφοριών μπορεί να πληρούται με την ανάλογη επισήμανση των δεδομένων.
3. Η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή δεν εφαρμόζει τους όρους της προηγούμενης παραγράφου στους αποδέκτες σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε οργανισμούς, υπηρεσίες και όργανα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τον τίτλο V κεφάλαια 4 και 5 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός από εκείνους που ισχύουν για ανάλογες διαβιβάσεις δεδομένων εντός της ελληνικής επικράτειας.



Άρθρο 73
Διόρθωση και διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμός της επεξεργασίας
(άρθρο 5 της Οδηγίας)

Το άρθρο 73 ενσωματώνει το άρθρο 5 της Οδηγίας, ρυθμίζοντας την υποχρέωση διόρθωσης ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (παράγραφος 1) καθώς επίσης και την χωρίς καθυστέρηση διαγραφή τους, όταν πρόκειται για παράνομη επεξεργασία, όταν προβλέπεται από νόμο ή όταν η γνώση των δεδομένων δεν είναι πλέον απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας (παράγραφος 2). Σε συνάρτηση προς την αρχή της περιορισμένης χρονικής διάρκειας διατήρησης των δεδομένων, το άρθρο αυτό, επιφυλασσομένων των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας, υποχρεώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας να προβλέψει κατάλληλες προθεσμίες για την αποθήκευση ή τη διαγραφή των δεδομένων, ύστερα από την παρέλευση των οποίων ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται σε διαγραφή, καθώς και κατάλληλες προθεσμίες περιοδικής επανεξέτασης της ανάγκης αποθήκευσης των δεδομένων. Ωστόσο, στην παράγραφο 4 θεμελιώνεται η υποχρέωση στα αυτοματοποιημένα συστήματα αρχειοθέτησης ο περιορισμός αντί της διαγραφής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να είναι ευδιάκριτος με ειδικά τεχνικά μέσα και να μην είναι δυνατή η επεξεργασία για άλλους σκοπούς χωρίς περαιτέρω εξέταση. Επίσης, καθιερώνεται η υποχρέωση ενημέρωσης του αποδέκτη των δεδομένων ότι τα δεδομένα αυτά έχουν διαβιβαστεί παράνομα καθώς και η υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας που έχει διορθώσει ανακριβή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να κοινοποιεί τη διόρθωση στο φορέα από τον οποίο τα έλαβε. Προκειμένου να αποτρέπεται η αέναη διατήρηση των δεδομένων, που συνεπάγεται σοβαρούς κινδύνους για τα δικαιώματα των προσώπων, απαιτείται η αιτιολόγηση της ανάγκης περαιτέρω διατήρησης, ενώ προβλέπεται και η εμπλοκή του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων στη διαδικασία της σχετικής επανεξέτασης (παράγραφος 4).
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διορθώνει ανακριβή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διαγράφει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς καθυστέρηση, εάν η επεξεργασία τους είναι παράνομη, και αυτά πρέπει να διαγραφούν προς εκπλήρωση νομικής υποχρέωσης ή η γνώση τους δεν είναι πλέον απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων του.
3. Οι παράγραφοι 3 έως και 5 του άρθρου 56 εφαρμόζονται αναλόγως. Ο αποδέκτης ενημερώνεται επίσης εάν έχουν διαβιβαστεί ανακριβή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έχουν διαβιβαστεί παράνομα.
4. Με την επιφύλαξη των οριζόμενων από νομικές διατάξεις μέγιστων προθεσμιών αποθήκευσης ή διαγραφής, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβλέπει τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή την περιοδική επανεξέταση της ανάγκης για την αποθήκευσή τους και εξασφαλίζει με διαδικαστικές ρυθμίσεις την τήρηση των προθεσμιών αυτών.



Άρθρο 74 Καταχωρίσεις
(άρθρο 25 της Οδηγίας)


Το άρθρο 74 προβλέπει, ενσωματώνοντας το άρθρο 25 της Οδηγίας, την υποχρέωση καταχώρισης των προσδιοριζόμενων πράξεων επεξεργασίας. Οι καταχωρίσεις αυτές εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και την ελεγξιμότητα των πράξεων επεξεργασίας, ενώ σκοπός τους είναι περαιτέρω να διευκολύνουν τη συμμόρφωση προς τις ειδικότερες υποχρεώσεις νομιμότητας, αλλά και τις υποχρεώσεις ασφάλειας της επεξεργασίας. Επίσης, η υποχρέωση διαγραφής καθιστά αναγκαία την πρόβλεψη συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος εντός του οποίου πρέπει να πραγματοποιηθεί η διαγραφή αυτή.
 

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία τηρούν καταχωρίσεις σε αυτοματοποιημένα συστήματα επεξεργασίας τουλάχιστον για τις ακόλουθες πράξεις επεξεργασίας:
α) συλλογή,
β) μεταβολή,
γ) διαβούλευση,
δ) κοινολόγηση, συμπεριλαμβανομένων των διαβιβάσεων, ε) συνδυασμό και στ) διαγραφή.
2. Οι καταχωρίσεις διαβουλεύσεων και κοινολογήσεων πρέπει να επιτρέπουν να εξακριβώνεται η αιτιολόγηση, η ημερομηνία και η ώρα των εν λόγω πράξεων και, στο μέτρο του δυνατού, η ταυτότητα του προσώπου που συμβουλεύτηκε ή κοινολόγησε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και η ταυτότητα των αποδεκτών του δεδομένων.
3. Οι καταχωρίσεις μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για την επαλήθευση της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Αρχή και το υποκείμενο των δεδομένων, καθώς και για τον αυτοέλεγχο, τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων και για την ποινική διαδικασία.
4. Οι καταχωρίσεις διαγράφονται στο τέλος του έτους που έπεται του έτους κατά το οποίο δημιουργήθηκαν.
5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία θέτουν τις καταχωρίσεις στη διάθεση της Αρχής κατόπιν αιτήματός της.



Τμήμα V
Διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς

Στο Τμήμα V με τα άρθρα 75-78 που αντιστοιχούν στα άρθρα 35, 37, 38 και 39 της Οδηγίας ρυθμίζονται οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις κατά το άρθρο 43 αρμόδιες αρχές σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς και για τους αναφερόμενους στο άρθρο 43 σκοπούς.

Άρθρο 75
Γενικές αρχές που διέπουν τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
(άρθρο 35 της Οδηγίας)

Το άρθρο 75 ενσωματώνει το άρθρο 35 της Οδηγίας, θέτει τις γενικές αρχές και ορίζει τις νόμιμες βάσεις τέτοιων διαβιβάσεων. Αξιοσημείωτη είναι η επιταγή να εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν υπονομεύεται το επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων που διασφαλίζει η Οδηγία, όπως ενσωματώνεται στην εθνική νομοθεσία με το παρόν Κεφάλαιο. Συνεπεία αυτού, με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν επιτρέπεται, παρά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προς την επάρκεια, να προβεί στη διαβίβαση, εάν κρίνεται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να διασφαλισθεί ότι θα γίνει κατάλληλη και αναλογική μεταχείριση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τα θεμελιώδη δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων δεν είναι επαρκώς διασφαλισμένα στο πεδίο αρμοδιότητας του παραλήπτη των δεδομένων ή εάν μια διαβίβαση ενδέχεται να συγκρούεται με υπέρτερα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων π.χ. θα πρέπει να συνεκτιμήσει εάν τα δεδομένα ενδέχεται να υποστούν επεξεργασία για άλλους σκοπούς εκτός των σκοπών της διαβίβασης, καθώς επίσης να λάβει υπόψη ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν θα χρησιμοποιηθούν για να ζητηθεί θανατική ποινή, να εκδοθεί ή να εκτελεστεί τέτοια απόφαση επιβολής θανατικής ποινής ή να λάβει χώρα οποιαδήποτε μορφή βάναυσης και απάνθρωπης μεταχείρισης, (βλ. αιτιολογική σκέψη 71 της Οδηγίας).
 

1. Εάν πληρούνται όλες οι λοιπές προϋποθέσεις που ισχύουν για τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτές καθορίζονται με το παρόν Κεφάλαιο, επιτρέπεται η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αρχές τρίτων χωρών ή σε διεθνείς οργανισμούς εφόσον:
α) η αρχή ή ο διεθνής οργανισμός είναι αρμόδιοι για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 43, και
β) η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση περί εξασφάλισης επαρκούς επιπέδου προστασίας από την τρίτη χώρα, εδαφική περιοχή ή από έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς στην εν λόγω τρίτη χώρα ή από τον εν λόγω διεθνή οργανισμό ή, ελλείψει τέτοιας απόφασης, έχουν παρασχεθεί κατάλληλες εγγυήσεις ή διαπιστώνεται η ύπαρξή τους σύμφωνα με το επόμενο άρθρο ή, ελλείψει των ανωτέρω, ισχύουν παρεκκλίσεις για ειδικές καταστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 77.
2. Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται, παρά την ύπαρξη απόφασης επάρκειας σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο και παρόλο που το επιτάσσει το δημόσιο συμφέρον, εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να διασφαλισθεί η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων κατά την επεξεργασία των δεδομένων του από τον αποδέκτη τους. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εκτιμά τον βαθμό διασφάλισης προστασίας των ως άνω δικαιωμάτων και έννομων συμφερόντων του υποκειμένου με βάση το κατά πόσον ο παραλήπτης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην τρίτη χώρα εγγυάται στη συγκεκριμένη περίπτωση την κατάλληλη προστασία τους.
3. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται ή διατίθενται από άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να διαβιβάζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, η διαβίβαση αυτή πρέπει πρώτα να εγκριθεί από την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους. Διαβιβάσεις χωρίς προηγούμενη άδεια επιτρέπονται μόνον εάν η μεταφορά είναι αναγκαία για την αποφυγή άμεσου και σοβαρού κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια ενός κράτους ή για τα ουσιώδη συμφέροντα ενός κράτους μέλους και η προηγούμενη έγκριση δεν μπορεί να ληφθεί έγκαιρα. Στην περίπτωση της παραγράφου 2, η αρχή ή ο οργανισμός του άλλου κράτους μέλους ο οποίος θα ήταν υπεύθυνος για τη χορήγηση της άδειας ενημερώνεται αμέσως για τη διαβίβαση.
4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας που διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι ο παραλήπτης διαβιβάζει μόνο τα διαβιβασθέντα δεδομένα σε άλλες τρίτες χώρες ή σε άλλους διεθνείς οργανισμούς, εφόσον ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει προηγουμένως επιτρέψει τη διαβίβαση αυτή. Όταν αποφασίζει να χορηγήσει την έγκριση, ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, ιδίως τη σοβαρότητα του αδικήματος, τον σκοπό της αρχικής διαβίβασης και το υπάρχον στην τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό, όπου πρέπει να διαβιβαστούν τα δεδομένα, επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Άδεια μπορεί να χορηγηθεί μόνο εάν επιτρέπεται η απευθείας διαβίβαση στην άλλη τρίτη χώρα ή σε άλλο διεθνή οργανισμό.



Άρθρο 76
Διαβιβάσεις που υπόκεινται σε κατάλληλες εγγυήσεις (άρθρο 37 της Οδηγίας)

Το άρθρο 76 ενσωματώνει το άρθρο 37 και αφορά τις διαβιβάσεις που μπορούν να λάβουν χώρα χωρίς απόφαση επάρκειας, αλλά επί τη βάσει κατάλληλων εγγυήσεων. Οι εγγυήσεις αυτές πρέπει να έχουν τον χαρακτήρα μιας νομικά δεσμευτικής πράξης (όπως λ.χ. νομικά δεσμευτικές διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί από τα κράτη μέλη, έχουν ενσωματωθεί στην έννομη τάξη τους, συμφωνίες συνεργασίας που έχουν συναφθεί μεταξύ της Europol ή της Eurojust και τρίτων χωρών, οι οποίες επιτρέπουν την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα).
 

1. Ελλείψει απόφασης περί εξασφάλισης επαρκούς επιπέδου προστασίας σύμφωνα με παράγραφο 1 εδάφιο β' του προηγούμενου άρθρου, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον: α) παρασχέθηκαν σε νομική πράξη κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή
β) ο υπεύθυνος επεξεργασίας αξιολόγησε τις συνθήκες της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και έκρινε ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία τους.
2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας καταχωρίζει τις διαβιβάσεις σύμφωνα με την περίπτωση β της παραγράφου 1. Η καταχώριση περιλαμβάνει την ημερομηνία και την ώρα της καταγραφής, την ταυτότητα του αποδέκτη, τον λόγο της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Η ανωτέρω καταχώριση τίθεται στη διάθεση της Αρχής κατόπιν αιτήματός της.



Άρθρο-77
Παρεκκλίσεις για ειδικές καταστάσεις (άρθρο 38 της Οδηγίας)

Το άρθρο 77 ενσωματώνει το άρθρο 38 της Οδηγίας και ρυθμίζει τις περιπτώσεις διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ελλείψει απόφασης περί επάρκειας. Η παράγραφος 1 προβλέπει τους σκοπούς για τους οποίους μία τέτοια διαβίβαση επιτρέπεται να γίνει κατά παρέκκλιση και εφόσον κριθεί αναγκαία και υπό την αίρεση ότι η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή δεν κρίνει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υπερισχύουν του δημοσίου συμφέροντος για τη διαβίβαση.
 

1. Ελλείψει απόφασης περί εξασφάλισης επαρκούς επιπέδου προστασίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο β' του άρθρου 75 ή κατάλληλων εγγυήσεων δυνάμει της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, διαβιβάσεις που πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 75 διενεργούνται μόνο εφόσον αυτό είναι απαραίτητο:
α) για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου·
β) για την προστασία έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων·
γ) για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια μιας χώρας·
δ) σε εξατομικευμένες περιπτώσεις για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 43· ή
ε) σε εξατομικευμένες περιπτώσεις για τη θεμελίωση, την άσκηση ή την υποστήριξη νομικών αξιώσεων, οι οποίες σχετίζονται με τους σκοπούς του άρθρου 43.
2 .Δεν επιτρέπεται η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, όταν η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή κρίνει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων υπερτερούν του δημοσίου συμφέροντος για τη διενέργεια της διαβίβασης.
3. Για τις διαβιβάσεις της παραγράφου 1 εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 2 του προηγούμενου άρθρου.



Άρθρο 78
Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς αποδέκτες εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες (άρθρο 39 της Οδηγίας)

Το άρθρο 78 ενσωματώνει το άρθρο 39 της Οδηγίας και ρυθμίζει τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς αποδέκτες εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες. Μία τέτοια διαβίβαση έχει μεμονωμένο και όλως εξαιρετικό χαρακτήρα και υπόκειται στις σωρευτικά προβλεπόμενες προϋποθέσεις και όρους της παραγράφου 1. Τα δικαιώματα των προσώπων προστατεύονται μέσω των διασφαλίσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως και 5.
 

1. Σε ειδικές εξατομικευμένες περιπτώσεις και εάν πληρούνται όλες οι άλλες απαιτήσεις για διαβιβάσεις δεδομένων σε τρίτες χώρες, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας μπορούν να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απευθείας σε αποδέκτες σε τρίτες χώρες που δεν αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 75, εάν η διαβίβαση είναι απολύτως απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και
α) στη συγκεκριμένη περίπτωση, κανένα θεμελιώδες δικαίωμα του υποκειμένου των δεδομένων δεν υπερτερεί του δημοσίου συμφέροντος για τη διαβίβαση·
β) η διαβίβαση στις αρχές που αναφέρονται στην περίπτωση α) της παραγράφου 1 του άρθρου 75 θα ήταν αναποτελεσματική ή ακατάλληλη, ιδίως επειδή η διαβίβαση δεν μπορεί να διενεργηθεί εγκαίρως· και
γ) ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τον αποδέκτη για τους σκοπούς της επεξεργασίας και δίνει σαφείς οδηγίες σε αυτόν ότι τα διαβιβασθέντα δεδομένα μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνο στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για τους σκοπούς αυτούς.
2. Στην περίπτωση της παραγράφου 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τις αρχές που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 75, εκτός εάν αυτό είναι αναποτελεσματικό ή ακατάλληλο.
3. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 75 εφαρμόζονται αναλόγως στις διαβιβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1.
4. Στην περίπτωση διαβιβάσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεώνει τον αποδέκτη να επεξεργάζεται τα διαβιβασθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς τη συγκατάθεση του υπεύθυνου επεξεργασίας μόνο για τον σκοπό για τον οποίο διαβιβάσθηκαν.
5. Οι συμφωνίες στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας δεν επηρεάζονται.



Τμήμα VI Συνεργασία μεταξύ εποπτικών αρχών

Άρθρο 79
Αμοιβαία συνδρομή
(άρθρο 50 της Οδηγίας)


Το άρθρο 79 ενσωματώνει το άρθρο 50 της Οδηγίας, προβλέποντας την υποχρέωση παροχής συνδρομής από μέρους της Αρχής προς τις εποπτικές αρχές άλλων κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων τους, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεκτική εφαρμογή και επιβολή των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου.
 

1. Η Αρχή παρέχει στις εποπτικές αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης πληροφορίες και αμοιβαία συνδρομή στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου. Η αμοιβαία συνδρομή καλύπτει ιδίως αιτήματα παροχής πληροφοριών και εποπτικά μέτρα, όπως αιτήματα για διαβουλεύσεις, ελέγχους και έρευνες.
2. Η Αρχή λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για να απαντήσει χωρίς καθυστέρηση σε αίτημα αμοιβαίας συνδρομής άλλης εποπτικής αρχής κράτους μέλους και το αργότερο σε ένα μήνα μετά την παραλαβή της αίτησης.
3. Η Αρχή μπορεί να αρνηθεί να συμμορφωθεί με το αίτημα:
α) εάν δεν είναι αρμόδια για το αντικείμενο του αιτήματος ή για τα μέτρα που καλείται να εκτελέσει· ή
β) η συμμόρφωση με το αίτημα παραβιάζει το νόμο.
4. Η Αρχή ενημερώνει την αιτούσα εποπτική αρχή του άλλου κράτους μέλους για τα αποτελέσματα ή, κατά περίπτωση, για την πρόοδο ή τα μέτρα που έλαβε για να ανταποκριθεί στο αίτημα. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, αιτιολογεί την άρνησή της να συμμορφωθεί με το αίτημα.
5. Η Αρχή παρέχει, κατά κανόνα, τις πληροφορίες που ζητούνται από την εποπτική αρχή του άλλου κράτους μέλους με ηλεκτρονικά μέσα και σε τυποποιημένη μορφή.
6. Η Αρχή δεν χρεώνει τέλος για τις ενέργειες που αναλαμβάνονται σύμφωνα με το αίτημα αμοιβαίας συνδρομής, εκτός εάν έχει συμφωνήσει με την εποπτική αρχή του άλλου κράτους σε εξατομικευμένες περιπτώσεις σε αποζημίωση για συγκεκριμένες δαπάνες που προκύπτουν από την παροχή αμοιβαίας συνδρομής.
7. Τα αιτήματα συνδρομής στην Αρχή παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου του σκοπού του αιτήματος και των λόγων υποβολής του. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν.



Τμήμα VII
Ευθύνη και Κυρώσεις

Με το Τμήμα VII ρυθμίζεται η ευθύνη και οι κυρώσεις κατά υπεύθυνου επεξεργασίας

Άρθρο 80
Αστική ευθύνη του υπεύθυνου επεξεργασίας (άρθρα 54 και 56 της Οδηγίας)


Με το άρθρο 80 ενσωματώνονται τα άρθρα 54 και 56 της Οδηγίας και προβλέπεται δικαίωμα αποζημίωσης του προσώπου που έχει υποστεί ζημία (υλική ή άυλη) εξαιτίας αθέμιτης επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές.
Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι υπεύθυνος επεξεργασίας για τις ανάγκες τόσο των άρθρων 6 έως και 8, όσο και των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου είναι δημόσια αρχή, προβλέφθηκε η υποχρέωση αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης του προσώπου που έχει υποστεί ζημία εξαιτίας αθέμιτης επεξεργασίας της αρμόδιας αρχής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ με τις οποίες ρυθμίζεται ειδικότερα η αστική ευθύνη του ελληνικού δημοσίου.
 

Δημόσια αρχή, με την ιδιότητα του υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,που έχει προκαλέσει παρανόμως ζημία στο υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 6 έως και 8 ή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου υποχρεούται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ, σε αποζημίωση ή σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης στο υποκείμενο των δεδομένων.



Άρθρο 81 Ποινικές κυρώσεις (άρθρα 54 και 57 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 81 ενσωματώνονται τα άρθρα 54 και 57 της Οδηγίας και προβλέπεται η επιβολή ποινικών κυρώσεων, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στο άρθρο 39 του παρόντος.
 

Το άρθρο 39 εφαρμόζεται και στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς του άρθρου 43.



Άρθρο 82
Διοικητικές κυρώσεις
(άρθρα 54 και 57 της Οδηγίας)

Με το άρθρο 82 ενσωματώνονται τα άρθρα 54 και 57 της Οδηγίας και θεσπίζεται σύστημα διοικητικών κυρώσεων που η Αρχή μπορεί να επιβάλει σε βάρος αρμοδίων αρχών για παραβάσεις των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από το Κεφάλαιο Α' και από διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, με την επιφύλαξη πάντοτε των εξουσιών ελέγχου της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος. Ο προσδιορισμός των διοικητικών αυτών κυρώσεων βασίστηκε στα κριτήρια της αποτελεσματικότητας, της αναλογικότητας και της αποτρεπτικότητας. Με την παράγραφο 1 προβλέπεται ότι οι διοικητικές αυτές κυρώσεις επιβάλλονται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση της Αρχής, μετά από προηγούμενη κλήση για παροχή εξηγήσεων των ενδιαφερομένων για συγκεκριμένες παραβάσεις άρθρων του Κεφαλαίου Α' και διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, ενώ με την παράγραφο 2 ορίζονται τα κριτήρια και οι περιστάσεις που λαμβάνονται υπόψη για την επιβολή της διοικητικής κύρωσης, και του ύψους της.
 

1. Με την επιφύλαξη των εξουσιών ελέγχου της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος, η Αρχή με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της και κατόπιν προηγούμενης κλήσης για παροχή εξηγήσεων των ενδιαφερομένων μπορεί να επιβάλει σε αρμόδιες αρχές για παραβάσεις των υποχρεώσεών τους ως υπεύθυνων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα παρακάτω διοικητικά πρόστιμα:
α) για παραβάσεις των άρθρων 6 έως 8 και των άρθρων 60 έως 78 διοικητικό πρόστιμο έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ,
β) για παραβάσεις των άρθρων 45 έως 57, διοικητικό πρόστιμο ευρώ έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ και
γ) για μη συμμόρφωση προς εντολή της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 4 διοικητικό πρόστιμο έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ.
2. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την επιβολή διοικητικού προστίμου, καθώς και για το ύψος αυτού, για κάθε εξατομικευμένη περίπτωση λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
α) η φύση, η βαρύτητα, η διάρκεια της παράβασης, η έκταση ή ο σκοπός της σχετικής επεξεργασίας, καθώς και ο αριθμός των υποκειμένων των δεδομένων που έθιξε η παράβαση και το μέγεθος της ζημίας που αυτά υπέστησαν,
β) οποιεσδήποτε ενέργειες στις οποίες προέβη η αρμόδια αρχή για να μετριάσει τη ζημία που υπέστησαν τα υποκείμενα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
γ) τυχόν σχετικές προηγούμενες παραβάσεις της αρμόδιας αρχής,
δ) οι κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θίγει η παράβαση,
ε) ο τρόπος με τον οποίο η Αρχή πληροφορήθηκε την παράβαση, ειδικότερα αν και κατά πόσον η αρμόδια αρχή κοινοποίησε την παράβαση και
στ) εάν έχουν ήδη διαταχθεί σε βάρος τη αρμόδιας αρχής για την ίδια παράβαση, τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4, ο βαθμός συμμόρφωσής της με αυτά.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Τελικές και μεταβατικές διατάξεις


Το Κεφάλαιο Ε' ( άρθρα 83- 86) περιέχει μεταβατικές και τελικές ρυθμίσεις, ενόψει και της κατάργησης του ν. 2472/1997 και θέσης σε ισχύ των νέων διατάξεων.

Άρθρο 83
Μεταβατικές διατάξεις


Με την παράγραφο 1 τίθεται η ειδικότερη πρόβλεψη, σύμφωνα με την οποία «όπου γίνεται αναφορά στον ν. 2472/1997, αυτή να νοείται ως αναφορά στις οικείες διατάξεις του ΓΚΠΔ και του παρόντος». Προβλέφθηκε περαιτέρω ότι διατηρούνται σε ισχύ οι οδηγίες και κανονιστικές πράξεις που έχει εκδώσει η Αρχή, εφόσον δεν προσκρούουν στον ΓΚΠΔ και στις ρυθμίσεις του παρόντος (παράγραφος 2). Περαιτέρω, λαμβάνεται πρόνοια τόσο για τη μεταφορά του υπηρετούντος προσωπικού της Αρχής όσο και για την ολοκλήρωση της θητείας του Προέδρου και των μελών της Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το διορισμό τους.
 

1. Όπου σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας γίνεται αναφορά στον ν. 2472/1997 νοείται ως αναφορά στις οικείες διατάξεις του ΓΚΠΔ και του παρόντος.
2. Οι οδηγίες και κανονιστικές πράξεις της Αρχής διατηρούνται σε ισχύ, εφόσον δεν προσκρούουν στον ΓΚΠΔ και στις ρυθμίσεις του παρόντος.
3. Η θητεία του Προέδρου και των μελών της Αρχής που έχουν επιλεγεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος, ολοκληρώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο διορισμού τους.
4. Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικό που υπηρετεί, κατά την ψήφιση του παρόντος, στην Αρχή, κατατάσσεται αυτοδικαίως σε αντίστοιχες, κατά κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα, θέσεις δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα με τα τυπικά του προσόντα.
5. Αιτήσεις που εκκρεμούσαν ενώπιον της Αρχής έως 25.5.2018, πέραν των παραδεκτών προσφυγών των υποκειμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα , τίθενται στο αρχείο με διαπιστωτική πράξη του Προέδρου της Αρχής.



Άρθρο 84
Καταργούμενες διατάξεις


Ο ν. 2472/1997 καταργείται, εντούτοις κρίθηκε σκόπιμο να διατηρηθούν σε ισχύ ορισμένες από τις διατάξεις του, όπως αυτές που αφορούν μόνο τη σύσταση της Αρχής (άρθρο 15 παράγραφος 1), της διάταξης του άρθρου 18 παράγραφος 3 με την οποία ρυθμίζεται η πειθαρχική ευθύνη του Προέδρου και των μελών της και το άρθρο 13 παράγραφος 3, σύμφωνα με το οποίο ορίζεται ότι καθένας έχει δικαίωμα να δηλώσει στην Αρχή ότι δεδομένα που το αφορούν δεν επιθυμεί να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από οποιονδήποτε για λόγους προώθησης πωλήσεων αγαθών ή παροχής υπηρεσιών εξ αποστάσεως. Περαιτέρω, κρίθηκε σκόπιμη η διατήρηση από τον ν. 2472/1997 των ορισμών του άρθρου 2, στους οποίους γίνεται ενδεικτικά παραπομπή τόσο στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του ν. 3917/2011 ( Α'22), για την διατήρηση δεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών , όσο και στο άρθρο 2 του ν. 3471/2006 ( Α'133) για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, του δευτέρου έως και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β' του άρθρου 2 και του εδαφίου β' της παραγράφου 2 του άρθρου 3, μόνο ως προς τα αδικήματα που περιγράφονται σε αυτό για την ανακοίνωση και δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του τρίτου έως και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ανωτέρω νόμου, για την εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης. Επισημαίνεται τέλος, ότι τα άρθρα 21 έως και 29 του π.δ. 28/2015 «Κωδικοποίηση διατάξεων για την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα και στοιχεία» (Α'34) με τα οποία κωδικοποιούνται καταργηθείσες σύμφωνα με το προτεινόμενο άρθρο διατάξεις του ν. 2472/1997, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2472/1997, οι οποίες ρητώς με το προτεινόμενο άρθρο διατηρούνται σε ισχύ, θεωρούνται επίσης ότι έχουν καταργηθεί.
 

Ο ν. 2472/1997, με την επιφύλαξη των ορισμών του άρθρου 2, όπου γίνεται ρητή παραπομπή σε αυτούς σε σχετική με τα προσωπικά δεδομένα νομοθεσία, του δεύτερου έως και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β' του άρθρου 2 για την ανακοίνωση και δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του εδαφίου β' της παραγράφου 2 του άρθρου 3, μόνο ως προς τα αδικήματα που περιγράφονται σ'αυτό , του τρίτου έως και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ανωτέρου νόμου για την εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης, του άρθρου 13 παράγραφος 3, της σύστασης της Αρχής με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 και του άρθρου 18 παράγραφος 3,τα οποία διατηρούνται σε ισχύ, καταργείται.



Άρθρο 85
Ισχύς διεθνών ή διμερών διεθνών συμφωνιών


Με το άρθρο 85 προβλέφθηκε ρητώς ότι Διεθνείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες 
που αφορούν στη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας για ποινικές υποθέσεις ή υποθέσεις αστυνομικής συνεργασίας πριν από την 6.5.2016 και οι οποίες είναι συμβατές προς το εφαρμοστέο πριν από την ημερομηνία αυτή ενωσιακό δίκαιο εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή ανακληθούν.
 

Διεθνείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες που αφορούν στη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας για ποινικές υποθέσεις ή αστυνομικής συνεργασίας πριν από την 6.5.2016 και οι οποίες είναι συμβατές προς το εφαρμοστέο πριν από την ημερομηνία αυτή ενωσιακό δίκαιο εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή ανακληθούν.



Άρθρο 86 Έναρξη ισχύος

Ορίζεται ότι η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Δ.ΟΡΓ.Β. 1113022 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Β 1097103 ΕΞ2016/28-06-2016 (ΑΔΑ: 7ΝΙ4Η-3Α9) απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, περί σύστασης, συγκρότησης και ορισμού μελών τριών (3) Τριμελών Επιτροπών στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, για την λεπτομερή καταγραφή και επαναξιολόγηση των υποθέσεων της πρώην Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, που εκκρεμούν

Previous: Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016
$
0
0

Αθήνα, 9 Αυγούστου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Δ.ΟΡΓ.Β.1113022ΕΞ2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Γ.Δ.Α.Δ.Ο.)
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Δ.ΟΡΓ.)
ΤΜΗΜΑ Β' - ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Ν. Παπαδόπουλος
 Σπ. Καραγκούνη  
Τηλέφωνο: 210 - 3311291
Fax: 213 - 2112954
E-Mail: n.papadopoulos6@aade.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Β 1097103 ΕΞ2016/28-06-2016 (ΑΔΑ: 7ΝΙ4Η-3Α9) απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, περί σύστασης, συγκρότησης και ορισμού μελών τριών (3) Τριμελών Επιτροπών στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, για την λεπτομερή καταγραφή και επαναξιολόγηση των υποθέσεων της πρώην Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, που εκκρεμούν».

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α' 94) και ειδικότερα της υποπαραγράφου ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 14, της παραγράφου 1 του άρθρου 2, του άρθρου 7, καθώς και των παραγράφων 2 έως και 5 του άρθρου 41 αυτού.
β) του άρθρου 34 του ν. 1914/1990 (Α' 178), όπως αποσαφηνίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2346/1995 (Α' 220) και τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 5 του ν. 2343/2015 (Α'211), καθώς και τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
γ) του άρθρου 89 του π.δ. 284/1988 (Α' 128) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών» και του τρίτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
δ) Της υποπαραγράφου 3 της παραγράφου Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α' 87) «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν.
ε) Της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β' 968 & 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει. 
στ) των άρθρων 13 έως 15 του ν. 2690/1999 (Α' 45) «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν.
ζ) του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α' 176) «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», όπως ισχύει.

2. Τις αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων με αριθ.:
α) Δ.ΟΡΓ.Β 1097103 ΕΞ 2016/28.6.2016 (ΑΔΑ: 7ΝΙ4Η-3Α9), με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών τριών (3) Τριμελών Επιτροπών στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, για την λεπτομερή καταγραφή και επαναξιολόγηση των υποθέσεων της πρώην Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, που εκκρεμούν», όπως τροποποιήθηκε με την Δ.ΟΡΓ.Β 1046682ΕΞ2017/27-3-2017 (ΑΔΑ:6ΖΞΒΗ-Χ1Ε) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και ισχύει.
β) Δ6Α 1103068ΕΞ2014/11-7-2014 (ΑΔΑ: 7ΥΕΒΗ-66Δ), με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδων Έργου στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, για τη μεταφορά φακέλων εκκρεμών υποθέσεων, εντολών και αρχείου Υπηρεσιών της πρώην Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης», όπως τροποποιήθηκε.
γ) Δ6Α 1122676ΕΞ2014/4-9-2014 (ΑΔΑ: 75Ξ1Η-ΗΩΜ), με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Έργου στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, για τη μεταφορά φακέλων εκκρεμών υποθέσεων, εντολών και αρχείου Υπηρεσιών των πρώην Διευθύνσεων Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλονίκης και Υπολοίπου Κεντρικής Μακεδονίας», όπως τροποποιήθηκε.
δ) Δ6Α 1132969ΕΞ2014/30-9-2014 (Α.Δ.Α: Α.ΩΤΡ6Η-ΕΦΔ), με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Τριμελούς Επιτροπής στην Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, για την παραλαβή, την καταγραφή και τον διαχωρισμό, κατά αρμόδια υπηρεσία, των φακέλων των υποθέσεων, οι οποίες έχουν σταλεί από την καταργηθείσα Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης», όπως τροποποιήθηκε.
ε) Δ.ΟΡΓ.Β.1073429ΕΞ2015/26-5-2015 (Α.Δ.Α.:Ω20ΑΗ-ΓΦΚ), με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Έργου στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, για τον διαχωρισμό από το περαιωμένο αρχείο των τέως Οικονομικών Επιθεωρήσεων Θεσσαλονίκης και Υπολοίπου Κεντρικής Μακεδονίας του αρχείου που αφορά στους διαχειριστικούς ελέγχους και την παράδοση του πρώτου στην Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων και του δεύτερου στο Περιφερειακό Γραφείο Θεσσαλονίκης της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων».

3. Τα έγγραφα:
α) του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, με αριθ.:
αα) Δ.ΕΣ.ΥΠ.Α167204ΕΞ2018ΕΜΠ/10-12-2018, Δ.ΕΣ.ΥΠ.Α117664ΕΞ2019ΕΜΠ/26-3-2019, Δ.ΕΣ.ΥΠ.168480ΕΞ2018ΕΜΠ/14-12-2018, Δ.ΕΣ.ΥΠ. Α 168884ΕΞ2018ΕΜΠ/18-12-2018, με τα οποία διαβιβάζονται τα αριθ. Δ.ΕΣ.ΥΠ.Α166855ΕΙ2019ΕΜΠ/7-12-2018, Δ.ΕΣ.ΥΠ.Α 117460ΕΙ2019ΕΜΠ/22- 3-2019, Δ.ΕΣ.ΥΠ.Β168451ΕΙ2018ΕΜΠ/14-12-2018 και Δ.ΕΣ.ΥΠ.Α168476ΕΙ2018ΕΜΠ/14-12-2018 έγγραφα, αντίστοιχα,
ββ) Δ.ΕΣ.ΥΠ.123473ΕΞ2019ΕΜΠ/17-4-2019, Δ.ΕΣ.ΥΠ.1064128ΕΞ2019/2-5-2019 (ΣΕ ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ), Δ.ΕΣ.ΥΠ.1074783ΕΞ2019/23-5-2019 και Δ.ΕΣ.ΥΠ.141080 ΕΞ2019ΕΜΠ/12.7.2019
β) της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Εσωτερικών Ελέγχων, με αριθ. Δ.ΕΣ.ΕΛ.124023 ΕΞ2019 ΕΜΠ/19-04-2019,
γ) του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης (Ε.Μ.ΕΙΣ.), με αριθ. Ε.ΜΕΙΣ.Α1185552ΕΞ2018/14-12-2018 και
δ) της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Οργάνωσης, με αριθ.: Δ.ΟΡΓ.Β 122777ΕΞ2019ΕΜΠ/12-4- 2019 και Δ.ΟΡΓ.Β 128276ΕΞ2019ΕΜΠ/14-5-2019.

4. το από 19-4-2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης και το από 25/4/2019 όμοιο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Οργάνωσης.

5. Το αριθ. Δ.ΟΡΓ.Β 138979ΕΞ2019ΕΜΠ/2-7-2019 ενημερωτικό σημείωμα και το αριθ. Δ.ΟΡΓ.Β 144295ΕΞ2019ΕΜΠ/26-7-2019 συμπληρωματικό αυτού και την από 29/7/2019 επισημειωματική πράξη επ' αυτού.

6. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ2013/28-1-2013 (Β' 130 και 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

7. Την αριθ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθ. 39/3/30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

8. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της απόφασης αυτής, δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

I.- Τροποποιούμε την υποπαράγραφο Ι «ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ» της παραγράφου Β' και την παράγραφο Ε' της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Β 1097103 ΕΞ 2016/28.6.2016 (ΑΔΑ:7ΝΙ4Η-3Α9) απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), περί σύστασης, συγκρότησης και ορισμού μελών τριών (3) Τριμελών Επιτροπών στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, για την λεπτομερή καταγραφή και επαναξιολόγηση των υποθέσεων της πρώην Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, που εκκρεμούν, αντικαθιστούμε την Πρόεδρο της Τριμελούς Επιτροπής στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης και την αναπληρώτριά της, καθώς και το, με α/α 3, μέλος αυτής, Φωτεινή Λιάπη, Γιαννούλα Κουτσούκη και Μαγδαληνή Μπίτουλη, αντίστοιχα, για τους λόγους που αναφέρονται στα σχετικά έγγραφα του προοιμίου, με α/α 3, ορίζουμε στη θέση τους, για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της Επιτροπής, τους Ιωάννη Παπανικολάου, Ιωάννη Κατράκη και Ελένη Νικολακοπούλου, ως Πρόεδρο, αναπληρωτή του Προέδρου και, με α/α 3 μέλος αυτής, επικαιροποιούμε τους βαθμούς των με, α/α 2, τακτικού και αναπληρωματικού μέλους, διαγράφουμε την παράγραφο Ε', αναριθμούμε τις υφιστάμενες παραγράφους ΣΤ' έως και Η' αυτής σε Ε' έως και Ζ', αντίστοιχα και διαμορφώνουμε την υποπαράγραφο I της παραγράφου Β', ως εξής:

«Β. Ι. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

1. Ιωάννη Παπανικολάου, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, που υπηρετεί στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων (Δ.ΕΣ.ΥΠ.), ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον Ιωάννη Κατράκη, ίδιου βαθμού και κλάδου, Υπεύθυνο του Αυτοτελούς Γραφείου Γραμματειακής Υποστήριξης της ίδιας Διεύθυνσης.

2. Σάββα Χατζηδαμιανό, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, που υπηρετεί στη Διεύθυνση Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.), ως μέλος, με αναπληρώτρια την Παρασκευή Κορρέ, υπάλληλο ίδιου βαθμού και κλάδου, που υπηρετεί στην ίδια Διεύθυνση.

3. Ελένη Νικολακοπούλου, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, που υπηρετεί στην Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης, ως μέλος.».

II. - Η αναριθμηθείσα παράγραφος Ζ' της τροποποιούμενης απόφασης ισχύει και για τον Πρόεδρο, τον αναπληρωτή αυτού, και για το, με α/α 3, μέλος της τριμελούς Επιτροπής, που ορίζονται με την παρούσα απόφαση.

III. - Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. Δ.ΟΡΓ.Β 1097103 ΕΞ 2016/28.6.2016 (ΑΔΑ:7ΝΙ4Η-3Α9) απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, όπως τροποποιήθηκε με την Δ.ΟΡΓ.Β 1046682 ΕΞ 2017/27-03-2017 (ΑΔΑ:6ΖΞΒΗ-Χ1Ε) απόφασή μας.

IV. - Η παρούσα απόφαση ισχύει από την ημερομηνία αναρτήσεώς της στο πρόγραμμα «Διαύγεια».



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΉΣ
ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γεώργιος Πιτσιλής

ΑΠ 661/2019 Χαρακτηρισμός μηχανοτεχνίτη επισκευής αυτοκινήτων ως υπαλλήλου ή εργάτη.

$
0
0


Περίληψη
Η διάκριση του μισθωτού ως εργάτη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι από τον περιεχόμενο στη σύμβαση εργασίας χαρακτηρισμό αυτού ή από τον τρόπο της αμοιβής του. Εργασία δε εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ, όταν η εργασία είναι προϊόν πνευματικής καταβολής, τότε και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται γι` αυτήν και την εκτελεί με υπευθυνότητα, θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων.

Η παρακολούθηση σεμιναρίων εκ μέρους του ενάγοντος για την διαχείριση δύσκολων καταστάσεων, την αποτελεσματική λειτουργία του συνεργείου, την διαχείριση των ανταλλακτικών και την εξυπηρέτηση των πελατών, ουδόλως δύναται να προσδώσει στον ενάγοντα την ιδιότητα του υπαλλήλου.



Αριθμός 661/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Τζανάκη, Νικόλαο Πιπιλίγκα Αντιγόνη Καραΐσκου - Παλόγου - Εισηγήτρια και Λουκά Μόρφη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 13 Νοεμβρίου 2018, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Α. Β. του Γ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ιωάννα Μιχαλοπούλου, που κατέθεσε προτάσεις. Της αναιρεσίβλητης: εταιρείας με την επωνυμία "..." και τον διακριτικό τίτλο "... ΕΠΕ", πρώην "... ..." που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Νικολαΐδη, που κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12/3/2013 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 430/2015 του ίδιου Δικαστηρίου και 436/2017 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 14/2/2018 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η πληρεξούσια του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Με την από 14-2-2018 και με αριθ. κατάθεσης 137/16-2-2018 αίτηση αναίρεσης, προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών με αριθμό 436/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Με την προσβαλλομένη απόφαση έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, η από 15-7-2015 έφεση της εναγομένης και ήδη αναιρεσίβλητης, κατά της με αριθμό 430/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που είχε κάνει δεκτή καθ'ολοκληρίαν την από 12-3-2013 και με αριθμό κατάθ. 1172/2013 αγωγή του ενάγοντος και ήδη αναιρεσείοντος και είχε επιδικάσει στον ενάγοντα για τις αιτίες που αναλυτικά σ'αυτήν αναφέρονται το συνολικό ποσό των 29.260,79 ευρώ, νομιμότοκα κατά τις εκεί διακρίσεις και δικάζοντας την άνω αγωγή, απέρριψε αυτή καθ'ολοκληρίαν από ουσιαστική άποψη. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθ. 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 παρ.1 και 144 ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή και (άρθ. 577 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων αναίρεσης (άρθ. 577 παρ. 3 του ΚΠολΔ). 2. Με τη διάταξη του άρθρ. 10 του Ν. 3514/1928, ο οποίος κωδικοποιήθηκε με το από 8/13.12.1928 Π.Δ/μα, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρ. 7 του Ν. 4558/1930 και αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 1 του Ν.Δ/τος 2655/1953, ορίζεται ότι: "Ιδιωτικός υπάλληλος κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου θεωρείται παν πρόσωπο κατά κύριον επάγγελμα ασχολούμενον επ` αντιμισθία, ανεξαρτήτως τρόπου πληρωμής, εις υπηρεσίαν ιδιωτικού καταστήματος, γραφείου ή εν γένει επιχειρήσεως ή οιασδήποτε εργασίας και παρέχον εργασίαν αποκλειστικώς ή κατά κύριον χαρακτήρα μη σωματικήν. Δεν θεωρούνται ιδιωτικοί υπάλληλοι οι υπηρέται πάσης κατηγορίας, καθώς και πάν εν γένει πρόσωπον, το οποίον χρησιμοποιείται εν τη παραγωγή αμέσως ως βιομηχανικός, βιοτεχνικός, μεταλλευτικός ή γεωργικός εργάτης ή ως βοηθός ή μαθητευόμενος των εν λόγω κατηγοριών ή παρέχει υπηρετικάς εν γένει υπηρεσίας". Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η διάκριση του μισθωτού ως εργάτη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι από τον περιεχόμενο στη σύμβαση εργασίας χαρακτηρισμό αυτού ή από τον τρόπο της αμοιβής του. Εργασία δε εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ, όταν η εργασία είναι προϊόν πνευματικής καταβολής, τότε και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται γι` αυτήν και την εκτελεί με υπευθυνότητα, θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων.

Συνεπώς, για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως υπαλλήλου, απαιτείται εξειδικευμένη εμπειρία, θεωρητική μόρφωση και ιδίως ανάπτυξη πρωτοβουλίας και ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, διότι μόνο όταν συντρέχουν αυτά τα στοιχεία κατά την εκτέλεση της εργασίας το πνευματικό στοιχείο υπερτερεί του σωματικού (ΟλΑΠ 295/1969, ΑΠ 1391/2018, ΑΠ 1114/2017, ΑΠ 1405/2014, ΑΠ 90/2009, ΑΠ 2054/2006, ΑΠ 637/2005). Ειδικότερα, ο μισθωτός που απασχολείται με την επισκευή ή συντήρηση μηχανών αυτοκινήτων ή μηχανοκίνητων οχημάτων χαρακτηρίζεται ως υπάλληλος, όταν συνεισφέρει την εξειδιασμένη εμπειρία και θεωρητική του μόρφωση και αναπτύσσει πρωτοβουλία, αναλαμβάνοντας υπεύθυνα την εργασία του, γιατί με την ανάπτυξη αυτών των ικανοτήτων υπερτερεί το πνευματικό στοιχείο σε σύγκριση με το σωματικό (ΑΠ 1391/2018, Α.Π 1114/2017, ΑΠ 335/1989, Α.Π 1445/1982). Ο προβλεπόμενος από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 εδ. α` ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας ουσιαστικού δικαίου παραβιάζεται, εάν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή, αντίθετα, αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου (όταν προσδίδεται σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή) είτε ως κακή εφαρμογή (όταν γίνεται εσφαλμένη υπαγωγή των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης), με αποτέλεσμα την κατάληξη σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 1/2016). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ενστάσεων των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την αξιοποίηση των ουσιαστικών παραδοχών, ήτοι αποκλειστικά των πραγματικών περιστατικών που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (ΑΠ 319/2017, ΑΠ 130/2016). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αρ.19 ΚΠολΔ, αναίρεση χωρεί αν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ανεπάρκεια αιτιολογιών, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, υπάρχει όταν δεν προκύπτουν από την απόφαση σαφώς και επαρκώς τα περιστατικά, που είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, ή όταν η απόφαση έχει ελλείψεις, όσον αφορά το νομικό χαρακτηρισμό των κρίσιμων περιστατικών που έγιναν δεκτά. Αντιφατικότητα αιτιολογιών υπάρχει, όταν εξαιτίας της δεν προκύπτει ποια πραγματικά περιστατικά δέχθηκε το δικαστήριο για να στηρίξει το διατακτικό, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί, αν σωστά εφάρμοσε το νόμο. Η αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια πρέπει να έχει σχέση με ουσιώδεις ισχυρισμούς και κεφάλαια παροχής έννομης προστασίας και επιθετικά ή αμυντικά μέσα και όχι με την επιχειρηματολογία των διαδίκων ή του δικαστηρίου, ούτε την εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή διατυπώνεται σαφώς (ΟλΑΠ 24/1992, ΑΠ 681/2014).

3. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης (ΚΠολΔ 561 παρ.2), το Μονομελές Εφετείο Αθηνών, εκτιμώντας όλα τα αποδεικτικά μέσα, που παραδεκτά επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του και κατά το μέρος που ενδιαφέρει τον αναιρετικό έλεγχο, τα εξής ουσιώδη: " Η εναγομένη, η οποία διατηρεί συνεργείο επισκευής αυτοκινήτων μάρκας peugeot επί της ... στην ..., στις 19 Οκτωβρίου 1994 προσέλαβε με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον ενάγοντα, απόφοιτο λυκείου, ως βοηθό μηχανοτεχνίτη αυτοκινήτων (βλ.από 19.10.1994 αναγγελία πρόσληψης), εργάστηκε δε ο τελευταίος ως τέτοιος μέχρι τον Μάρτιο του 2005. Στις 17 Απριλίου 2003 και 23 Σεπτεμβρίου 2003 ο ενάγων παρακολούθησε στη σχολή εκπαίδευσης της ... ΑΕ, κείμενη στην …, ..., προγράμματα εκπαίδευσης που διοργανώθηκαν από την προαναφερόμενη εταιρία, γενική αντιπρόσωπο αυτοκινήτων Peugeot, και αφορούσαν α. την διαμόρφωση εγκεφάλων ψεκασμού & ΒSI και τη διάγνωση στη λειτουργία εγκεφάλων ψεκασμού & ΒSI, και β. την αναδιπλούμενη οροφή 206 cc, αντίστοιχα. Τα προγράμματα αυτά, λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας που εφαρμοζόταν στην κατασκευή των αυτοκινήτων νέας τεχνολογίας, ήταν απαραίτητα προκειμένου να μπορεί ο ενάγων να προβαίνει στις απαραίτητες και αναγκαίες επισκευές των εισερχόμενων στο συνεργείο αυτοκινήτων νέας τεχνολογίας. Ο ενάγων μετά την απόκτηση στις 21.3.2005 της άδειας άσκησης επαγγέλματος μηχανοτεχνίτη από την Δ/νση Συγκοινωνιών της Νομαρχίας Αθηνών-Ανατολικός Τομέας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών εργάστηκε στην εναγομένη ως μηχανικός αυτοκινήτων. Ο ενάγων προσερχόταν καθημερινά στο συνεργείο με την φόρμα του όπου ασχολείτο με τη διάγνωση των μηχανικών προβλημάτων των αυτοκινήτων που του ανατίθεντο από την Μ. Λ., υπεύθυνη του συνεργείου, καθώς και με την επισκευή των μηχανικών βλαβών τους. Υπεύθυνη του συνεργείου, ως προαναφέρθηκε, ήταν και εξακολουθεί να είναι η Μ. Λ., η οποία βρίσκεται στο γραφείο υποδοχής των πελατών, υποδέχεται τους πελάτες, ανοίγει καρτέλες με τις αναφερόμενες από τους πελάτες βλάβες, ακολούθως αναθέτει, βάσει των αναφερόμενων βλαβών, στους μηχανικούς ή ηλεκτρολόγους, αναλόγως των βλαβών, την επισκευή των οχημάτων. Η προαναφερόμενη, με την ως άνω ιδιότητα της, φρόντιζε για την επισκευή τυχόν βλαβών των μηχανημάτων του συνεργείου, την παραγγελία των ανταλλακτικών και των αναλώσιμων μετά από την καταγραφή των ελλείψεων από τον εργαζόμενο στο τμήμα των ανταλλακτικών και γενικά φρόντιζε για την σωστή και εύρυθμη λειτουργία του συνεργείου επιλύοντας κάθε πρόβλημα που ανέκυπτε. Κατά τη διάρκεια της εργασίας του και μέχρι τέλη Δεκεμβρίου 2012, ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά από Δευτέρα έως Παρασκευή επί 8 ώρες κάθε μέρα λάμβανε δε μέχρι και τον Οκτώβριο του 2012 μηνιαίες μεικτές αποδοχές, ανερχόμενες στο ποσό των 2.079,22 ευρώ. Το ποσό αυτό, το οποίο είχε συμφωνηθεί μεταξύ αυτού και της εναγομένης ως καταβαλλόμενο, ανεξαρτήτως των προβλέψεων της εφαρμοστέας ΣΣΕ (η από 24.6.2008 ΣΣΕ εργατοτεχνιτών και υπαλλήλων μετάλλου όλων των μεταλλουργικών επιχειρήσεων, καθώς και τμημάτων παραγωγής, επεξεργασίας συναρμολόγησης, συσκευασίας, επισκευής κλπ μετάλλου άλλων επιχειρήσεων όλης της χώρας, η οποία κηρύχθηκε υποχρεωτική με την υπ'αριθμ 69005/3224/6.10.2008 Υπουργική Απόφαση,(ΦΕΚ Β 2107/10.10.2008), πράγματι του καταβαλλόταν σταθερά και ομοιόμορφα τα τελευταία χρόνια και μέχρι τέλος Οκτωβρίου 2012. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις 25.10.2012 μεταξύ 6 εργαζομένων της εναγομένης από τους 8 συνολικά, ήτοι του Α. Γ., Γ. Β., Δ. Π., Λ. Δ., Π. Α. και Σ. Φ., συστήθηκε ένωση προσώπων αποτελούμενη από τα 3/5 του συνολικού προσωπικού της εναγομένης, καθόσον στην τελευταία δεν υφίστατο επιχειρησιακή συνδικαλιστική οργάνωση με σκοπό την σύναψη της επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας με την εναγομένη και με εκπροσώπους της τους Γ. Β. και 1. Ακολούθως με την από 8.11.2012 επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας που υπογράφηκε μεταξύ των ως άνω εκπροσώπων της ένωσης προσώπων και του εκπροσώπου της εναγομένης συμφωνήθηκε με το άρθρο 2 αυτής, "ότι οι εργαζόμενοι θα αμείβονται στο εξής με σταθερό ημερομίσθιο ή μηνιαίο μισθό, το οποίο θα είναι ίσο με το ύψος των γενικών κατώτατων ορίων του ανειδίκευτου εργατοτεχνίτη ή των υπαλλήλων κατά περίπτωση της ΕΓΣΣΕ, ανεξάρτητα αν τα όρια της ΕΓΣΣΕ μειωθούν. Η σύμβαση αυτή ισχύει για δύο έτη από την ημερομηνία κατάθεσης της στην Επιθεώρηση Εργασίας, η οποία κατατέθηκε στην ως άνω υπηρεσία στις 9.11.2012. Με βάση τη σύμβαση αυτή η εναγομένη από τον Νοέμβριο του 2012 μείωσε τις μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος από 2.079,22 ευρώ σε 1.663,48 ευρώ, μείωση η οποία όμως, δεν αποτελεί μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του ενάγοντος, ως αβασίμως ισχυρίζεται ο τελευταίος στην ένδικη αγωγή του, καθόσον αυτή ήταν αποτέλεσμα της ως άνω επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης, που καταρτίσθηκε μεταξύ των προαναφερομένων συμβαλλομένων. Ο ενάγων εργάσθηκε στο συνεργείο της εναγομένης μέχρι τις 31.12.2012, που η εναγομένη κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του και του κατέβαλε αποζημίωση απολύσεως εργατοτεχνίτη ύψους 7.464,35 ευρώ, υπολογισθείσα με βάση ημερομίσθιο 63,98 ευρώ, την οποία ο τελευταίος εισέπραξε με επιφύλαξη. Ως προς τον ισχυρισμό του ενάγοντος ότι ήταν υπάλληλος καθόσον ήταν τεχνικός σύμβουλος-προϊστάμενος του συνεργείου και όχι εργατοτεχνίτης οι μάρτυρες απόδειξης και ανταπόδειξης κατέθεσαν τα εξής: Ο μάρτυρας απόδειξης Β. Ν., ...... κατέθεσε ότι ........ Η μάρτυρας της εναγομένης Φ. Σ., κατέθεσε ότι....... Περαιτέρω ο μάρτυρας του ενάγοντος Σ. Π., στην ένορκη βεβαίωση του, κατέθεσε ότι......... Εξάλλου ο μάρτυρας της εναγομένης Δ. Κ., στην ένορκη βεβαίωση του, κατέθεσε ότι .............. Με βάση τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία η υποδοχή, η εξυπηρέτηση και εν γένει επικοινωνία με τους πελάτες της επιχείρησης γινόταν από την Μ. Λ. και όχι από τον ενάγοντα, η παραγγελία των απαραιτήτων για την επισκευή ανταλλακτικών γινόταν από την τελευταία, η επισκευή των αυτοκινήτων γινόταν κατόπιν οδηγιών της προαναφερομένης, ουδέποτε δε ο ενάγων λειτούργησε ως προϊστάμενος άλλων εργαζομένων της επιχείρησης αφού ουδέποτε έδωσε οδηγίες και εντολές για την εκτέλεση συγκεκριμένων επισκευών, με συνέπεια η παρασχεθείσα από αυτόν εργασία, η οποία δεν απαιτούσε εξειδιασμένη θεωρητική κατάρτιση και ιδιάζουσα εμπειρία και κατά την εκτέλεση της οποίας ο ενάγων δεν ανέπτυσσε προσωπική πρωτοβουλία με υπερέχον το πνευματικό στοιχείο, να μην συνιστά προϊόν πνευματικής εργασίας, το οποίο να κυριαρχεί της σωματικής ενέργειας που κατέβαλε ο ενάγων για την εκτέλεση της ανατεθείσας σε αυτόν εργασίας αλλά και της εκτελεσθείσας (επισκευή οχημάτων), ώστε να δύναται να χαρακτηριστεί η εργασία του ως εργασία υπαλλήλου και να προσδίδεται σε αυτόν η υπαλληλική ιδιότητα. Σημειώνεται ότι ο ενάγων, προκειμένου να θεμελιώσει την ιδιότητα του ως υπαλλήλου, προσκομίζει δύο βεβαιώσεις της εταιρίας ..., γενική αντιπροσωπεία αυτοκινήτων peugeot, φέρουσες ημερομηνία 19.11.2012 και οι δύο, οι οποίες αναφέρουν η μεν μία ότι ο ενάγων ".... έχει παρακολουθήσει επιτυχώς τα τεχνικά σεμινάρια ..... από 1.2.2001 έως και σήμερα και αφορούν τεχνική παρουσίαση αυτοκινήτων της γκάμας καθώς και διάγνωση και επισκευή τεχνικών προβλημάτων σε μηχανικά, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά μέρη των αυτοκινήτων αυτών.", η δε δεύτερη ότι o ενάγων "...παρακολούθησε επιτυχώς τα παρακάτω σεμινάρια.......1) Σεμινάριο Receptionist Συνεργείου "Διαχείριση δύσκολων καταστάσεων και τηλεφωνική επικοινωνία", 2) Σεμινάριο Receptionist Συνεργείου' Ο Receptionist στην αποτελεσματική λειτουργία του Συνεργείου", 3) Σεμινάριο "Διαχείριση Ανταλλακτικών και Αποθήκης", 4) Σεμινάριο 'Διαδικασίες-Μέθοδοι και Τεχνικές εξυπηρέτησης πελατών Συνεργείου"....". Η παρακολούθηση σεμιναρίων εκ μέρους του ενάγοντος για την διαχείριση δύσκολων καταστάσεων, την αποτελεσματική λειτουργία του συνεργείου, την διαχείριση των ανταλλακτικών και την εξυπηρέτηση των πελατών, ουδόλως δύναται να προσδώσει στον ενάγοντα την ιδιότητα του υπαλλήλου δεδομένου ότι οι προαναφερόμενες δύσκολες καταστάσεις αντιμετωπίζονταν στην επιχείρηση της εναγομένης από την υπάλληλο Μ. Λ., η οποία ήταν και η μόνη αρμόδια να έρχεται σε επαφή με τους πελάτες. Εξάλλου και η παρακολούθηση εκ μέρους του ενάγοντος σεμιναρίων από 1.2.2001 έως 19.11.2012 που αφορούσαν την τεχνική παρουσίαση αυτοκινήτων της γκάμας καθώς και τη διάγνωση και την επισκευή τεχνικών προβλημάτων σε μηχανικά, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά μέρη των αυτοκινήτων αυτών ουδόλως δύναται να προσδώσει στον ενάγοντα την ιδιότητα του υπαλλήλου αφού η παρακολούθηση αυτών των σεμιναρίων ήταν απαραίτητη για την εκτέλεση της ανατιθέμενης σε αυτόν εργασίας αφού άλλως δεν θα μπορούσε να εκτελεί την ανατιθέμενη σε αυτόν κάθε φορά εργασία επισκευής καθόσον η συνεχώς εξελισσόμενη προηγμένη τεχνολογία που εφαρμόζεται στα νέας τεχνολογίας οχήματα απαιτεί να μπορεί ο μηχανικός, έστω και εμπειρικός, όπως ήταν ο ενάγων, να διαγνώσκει και να επισκευάζει τα τυχόν ανακύπτοντα προβλήματα. Σημειώνεται ότι ο τρόπος πληρωμής του ενάγοντος με μηναίο μισθό και όχι με ημερομίσθιο δεν αποτελεί στοιχείο καθοριστικό για την υπαγωγή του στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων και τούτο διότι μόνο το είδος της παρεχόμενης εργασίας. Με βάση τα ανωτέρω και δεδομένου ότι η εργασία που προσέφερε ο ενάγων στην εναγομένη ήταν προϊόν σωματικής ενέργειας και όχι προϊόν πνευματικής εργασίας, ως αποδείχθηκε, η αποζημίωση απόλυσης που έπρεπε να του δοθεί κατά τον χρόνο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ήταν αυτή του εργατοτεχνίτη και όχι του υπαλλήλου, ως αβασίμως ισχυρίζεται ο ενάγων, η οποία έπρεπε να υπολογιστεί με βάση ημερομίσθιο ποσού 63,98 ευρώ. Επομένως, η δοθείσα στον ενάγοντα αποζημίωση απόλυσης εργάτη ποσού 7.464,35 (100 Χ 63,98 Χ 1/6) ευρώ κατά την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ήταν η νόμιμη, δεδομένου ότι η αποζημίωση υπολογίστηκε με βάση το ημερομίσθιο των 63,98 ευρώ, το οποίο ήταν αυτό που του καταβαλλόταν κατά τον τελευταίο προ της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας μήνα εργασίας του, και συνεπώς η ένδικη αγωγή κατά το αίτημα της περί καταβολής της διαφοράς μεταξύ της καταβληθείσας αποζημίωσης και της νόμιμης, ως υπαλλήλου σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, ποσού 26.496,24 ευρώ, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη". Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Μονομελές Εφετείο, αφού έκανε δεκτή από ουσιαστική άποψη την έφεση της εναγομένης, εκεί εκκαλούσας, εξαφάνισε την πρωτοβάθμια απόφαση, που είχε κρίνει ότι ο ενάγων είχε την ιδιότητα του υπαλλήλου και είχε επιδικάσει σ'αυτόν για την αιτία αυτή τη διαφορά μεταξύ της καταβληθείσας αποζημίωσης και της νόμιμης( ως υπαλλήλου), ήτοι το ποσό των 13.734,45 ευρώ καταψηφιστικά και το ποσό των 12.761 ευρώ αναγνωριστικά, και αφού δίκασε επί της αγωγής την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη κατά το κονδύλιο αυτό.


4. Με την κρίση του αυτή το Μονομελές Εφετείο, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 10 του κωδικοποιημένου ν. 3514/1928, όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 7 του ν. 4558/1930 και τελικά αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 2655/1953. Ειδικότερα, καίτοι δέχθηκε ότι: 1) στις 17 Απριλίου 2003 και 23 Σεπτεμβρίου 2003 ο ενάγων παρακολούθησε στη σχολή εκπαίδευσης της ... ΑΕ,προγράμματα εκπαίδευσης που διοργανώθηκαν από την προαναφερόμενη εταιρία, γενική αντιπρόσωπο αυτοκινήτων Peugeot, και αφορούσαν α. την διαμόρφωση εγκεφάλων ψεκασμού & ΒSI και τη διάγνωση στη λειτουργία εγκεφάλων ψεκασμού & ΒSI, και β. την αναδιπλούμενη οροφή 206 cc, αντίστοιχα, 2) τα προγράμματα αυτά λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας που εφαρμοζόταν στην κατασκευή των αυτοκινήτων νέας τεχνολογίας, ήσαν απαραίτητα προκειμένου να μπορεί ο ενάγων να προβαίνει στις απαραίτητες και αναγκαίες επισκευές των εισερχόμενων στο συνεργείο αυτοκινήτων νέας τεχνολογίας, 3) ο ενάγων μετά την απόκτηση στις 21.3.2005 της άδειας άσκησης επαγγέλματος μηχανοτεχνίτη από την Δ/νση Συγκοινωνιών της Νομαρχίας Αθηνών-Ανατολικός Τομέας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών εργάστηκε στην εναγομένη ως μηχανικός αυτοκινήτων, 4) ο ενάγων προσερχόταν καθημερινά στο συνεργείο με την φόρμα του όπου ασχολείτο με τη διάγνωση των μηχανικών προβλημάτων των αυτοκινήτων, 5) "ο ενάγων προσκομίζει δύο βεβαιώσεις της εταιρίας ..., γενική αντιπροσωπεία αυτοκινήτων peugeot, φέρουσες ημερομηνία 19.11.2012 και οι δύο, οι οποίες αναφέρουν η μεν μία ότι αυτός έχει παρακολουθήσει επιτυχώς τα τεχνικά σεμινάρια ..... από 1.2.2001 έως και σήμερα και αφορούν τεχνική παρουσίαση αυτοκινήτων της γκάμας καθώς και διάγνωση και επισκευή τεχνικών προβλημάτων σε μηχανικά, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά μέρη των αυτοκινήτων αυτών.", η δε δεύτερη ότι o ενάγων "...παρακολούθησε επιτυχώς τα παρακάτω σεμινάρια.......1)Σεμινάριο Receptionist Συνεργείου "Διαχείριση δύσκολων καταστάσεων και τηλεφωνική επικοινωνία", 2)Σεμινάριο Receptionist Συνεργείου' Ο Receptionist στην αποτελεσματική λειτουργία του Συνεργείου"", εσφαλμένα στη συνέχεια υπήγαγε τα άνω πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, στις άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, με το να κρίνει ότι 1)ο ενάγων δεν διαθέτει θεωρητική κατάρτιση και ιδιάζουσα εμπειρία 2) ότι προέχει η σωματική ενέργεια του ενάγοντος, 3) ότι δεν υπερέχει απ' αυτήν το πνευματικό στοιχείο, καθώς και 4)ότι η παρακολούθηση σεμιναρίων εκ μέρους του ενάγοντος για την διαχείριση δύσκολων καταστάσεων, την αποτελεσματική λειτουργία του συνεργείου, την διαχείριση των ανταλλακτικών και την εξυπηρέτηση των πελατών, ουδόλως δύναται να προσδώσει στον ενάγοντα την ιδιότητα του υπαλλήλου.

Περαιτέρω τις άνω διατάξεις τις παραβίασε και εκ πλαγίου, καθόσον διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του ανεπαρκείς, ασαφείς και με αντιφάσεις αιτιολογίες, ως προς το ζήτημα των υπηρεσιών που παρείχε ο ενάγων και οι οποίες καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, καίτοι στην προσβαλλόμενη απόφαση εκτίθενται οι επί μέρους εργασίες που εκτελούσε ο ενάγων, από τις οποίες προέκυπτε ότι η εργασία του ως μηχανοτεχνίτη επισκευής αυτοκινήτων ήταν κατά κύριο λόγο μη σωματική και προείχε το πνευματικό στοιχείο, αφού πρωτίστως ασχολείτο με τη διάγνωση των μηχανικών προβλημάτων των αυτοκινήτων, αναπτύσσοντας πρωτοβουλία και αναλαμβάνοντας αξιόλογη ευθύνη σχετικά με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, διέθετε δε, τόσο την απαιτούμενη ανάλογη κατάρτιση παρακολουθώντας σεμινάρια και έχοντας αποκτήσει άδεια άσκησης επαγγέλματος μηχανοτεχνίτη από την Δ/νση Συγκοινωνιών και εργαζόμενος στην εναγομένη ως μηχανικός αυτοκινήτων, όσο και εξειδικευμένη εμπειρία, την οποία είχε αποκτήσει από την μακροχρόνια απασχόλησή του στο ίδιο αντικείμενο, επιδεικνύοντας πρωτοβουλία και υπευθυνότητα στο αντικείμενο της εργασίας τους, εντούτοις με ασαφείς, ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, δέχεται ότι οι δύσκολες καταστάσεις της επιχείρησης σχετικά με τις επισκευές των εισερχομένων στην εναγομένη εταιρία αυτοκινήτων αντιμετωπίζονταν αποκλειστικά από την υπάλληλο Μ. Λ. και όχι από τον ενάγοντα, χωρίς να εκθέτει πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτουν οι εξειδικευμένες γνώσεις της τελευταίας, ήτοι η δυνατότητα της εν λόγω υπαλλήλου σχετικά με την διάγνωση των προβλημάτων αυτών και τον ενδεικνυόμενο τρόπο αποκατάστασής τους, κατ' αποκλεισμό του ενάγοντος. Επομένως, ο δεύτερος λόγος της αίτησης, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι αναιρετικές πλημμέλειες του άρθρου 559 αρ.1 και αρ. 19 ΚΠολΔ, είναι βάσιμος.


5. Μετά από αυτά πρέπει, κατά παραδοχή του δευτέρου λόγου της αναίρεσης, που κρίθηκε βάσιμος και αφού παρέλκει η έρευνα του πρώτου λόγου, που αναφέρεται στο ίδιο κεφάλαιο, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το κεφάλαιό της, που αφορά την αιτούμενη από τον αναιρεσείοντα, με την αγωγή διαφορά μεταξύ της καταβληθείσας και νόμιμης αποζημίωσης υπαλλήλου, το οποίο και πλήττεται με την αίτηση αναίρεσης. Να παραπεμφθεί δε η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστή άλλον, από εκείνο που την εξέδωσε (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ), και να καταδικαστεί η αναιρεσίβλητη, ως ηττώμενη, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 436/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, κατά το κεφάλαιο που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το κεφάλαιο αυτό, για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 19 Απριλίου 2019.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 11 Ιουνίου 2019.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

81/6/08.08.2019 Καθορισμός της ημερομηνίας μέχρι την οποία είναι επιτρεπτή η υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και η κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος για τα ακίνητα των περιοχών στους Καλλικρατικούς Δήμους Ηράκλειας, Σερρών και Σιντικής της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

$
0
0

Αριθμ. απόφ. 81/6/08.08.2019

(ΦΕΚ Β' 3194/13.08.2019)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΦΟΡΕΑ «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» (ΝΠΔΔ)

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της περίπτ. β της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2308/1995, «Κτηματογράφηση για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου. Διαδικασία έως τις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία και άλλες διατάξεις» (Α’ 114), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 3 του ν. 4164/2013, και της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2308/1995, καθώς και του άρθρου 13 του ν. 2308/1995 σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παρ. 1 και 11 του άρθρου 1 του ν. 4164/2013 «Συμπλήρωση των διατάξεων περί Εθνικού Κτηματολογίου και άλλες ρυθμίσεις» (Α’ 156), όπως ισχύει

2. Τις διατάξεις των παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 1 και την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4512/2018 «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις» (Α’ 5).

3. Τις διατάξεις του Άρθρου έκτου παρ. 2 του νόμου 4617/2019 «Κύρωση του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια σχετικά με την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφειλών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους, στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιοποικιλότητα και άλλες διατάξεις» (Α’88).

4. Την υπ’ αριθμ. 29/1/04.09.2018 απόφαση του Δ.Σ. του Φορέα «Ελληνικό Κτηματολόγιο» για τον ορισμό Αντιπροέδρου.

5. Την υπ’αριθμ. ΓΔ 1498/1939319/05.08.2019 Εισήγηση της Ασκούσας Καθήκοντα Γενικού Διευθυντή.

6. Το γεγονός ότι από την έκδοση της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο Μόνον

Καθορίζεται η 2α Οκτωβρίου 2020, ως ημερομηνία μέχρι την οποία είναι επιτρεπτή η υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και η κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος για τα ακίνητα στις υπό κτηματογράφηση περιοχές στους Καλλικρατικούς Δήμους Ηράκλειας, Σερρών και Σιντικής της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Ο Πρόεδρος κ.α.α.
Η Αντιπρόεδρος
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΕΤΡΟΥ ΒΑΡΟΥΧΑΚΗ


Α.Τ.Δ. Α 1110493 ΕΞ 2019 Καθορισμός ωραρίου λειτουργίας της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων

$
0
0

Αριθ. ΦΕΚ: 3185/B'/13.08.2019
Αθήνα, 02 Αυγούστου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Α.Τ.Δ. Α 1110493 ΕΞ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

1.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ,
ΓΡΑΦΕΙΟ Α' - ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

2.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΦΟΡΩΝ,
ΤΜΗΜΑ Α'ΤΑΚΤΙΚΟΥ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Μ.Π.Δ.Σ.

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 Αθήνα
Πληροφορίες: Β. Πικάση, Β. Ράμμος
Τηλέφωνο: 2103375110, 545
Fax: 2103375004
E-Mail: v.pikasi@aade.gr
v.rammos@aade.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Καθορισμός ωραρίου λειτουργίας της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων.»

ΑΠΟΦΑΣΗ

O ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Του Κεφαλαίου Α' του Μέρους Πρώτου του Ν. 4389/2016 (Α' 94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» περί της Σύστασης Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και ειδικότερα της παρ. 4 του άρθρου 1, των παρ. 1, 4 και 5 του άρθρου 14, των άρθρων 2 και 7, της παρ. 1 του άρθρου 17, των παρ. 5 και 6 του άρθρου 19, των παρ. 2, 3, 7 και 10 του άρθρου 41 αυτού.
β) Της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-3-2017 (Β' 968) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως συμπληρώθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει.
γ) Του άρθρ. 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το «άρθρο πρώτο» του π.δ. 63/2005 (Α' 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» και των παρ. 5 και 6 του άρθρ. 19 του ν.4389/2016.
δ) Της παρ. 5 του αρθρ. 5 του ν. 3943/2011(Α'66), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του αρθ. 12 του ν.4110/2013 (Α'17) και ισχύει. 
ε) Του αρθρ. 20 του ν. 4354/2015(Α'176) «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
στ) Του αρθ. 2 του ν.3861/2010 (Α' 112) «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο "Πρόγραμμα Διαύγεια" και άλλες διατάξεις».

2. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β' 130) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στο Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με την υποπαράγραφο α' της παρ. 3 του άρθ. 41 του ν. 4389/2016.

3. Την αριθ. 1 της 20.01.2016 (ΥΟΔΔ. 18) Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν.4389/2016 και την αριθ. 39/3/30.11.2017 (ΥΟΔΔ 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

4. Την αριθ. 1078370/1894/0001Α /14.9.2006 (Β' 1439) «Καθορισμός του ωραρίου εργασίας και των ωρών εισόδου του κοινού στην Κεντρική Υπηρεσία, στις Ειδικές Αποκεντρωμένες Υπηρεσίες και στις Περιφερειακές Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών» απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

5. Το αριθ. πρωτ. Δ.ΕΣ.ΥΠ. 141475 ΕΞ 2019 ΕΜΠ/15.7.2019 έγγραφο της Δ/νσης Εσωτερικών Υποθέσεων με θέμα: «Λειτουργία της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων σε 24ωρη βάση».

6. Την αριθ. Δ.Δ.Α.Δ. Γ 1011163 ΕΞ 2017/25.01.2017 (ΑΔΑ: 6Ω9ΞΗ-7ΣΚ) απόφαση «Επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης»

7. Την ανάγκη καθορισμού ιδιαίτερου ωραρίου λειτουργίας για τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων προκειμένου να επιτελέσουν το ρόλο τους στην πάταξη των φαινομένων της διαφθοράς στο περιβάλλον των Υπηρεσιών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

8. Την αιτιολογημένη γνώμη της Γ.Δ.Ο.Υ. της Α.Α.Δ.Ε. με βάση το αριθ. (9) κατωτέρω σχετικό.

9. Το γεγονός ότι από την εφαρμογή της παρούσης προκαλείται επιπλέον δαπάνη απροσδιορίστου ποσού κατά το τρέχον έτος και τα επόμενα έτη, καθώς εξαρτάται από την εκάστοτε ετήσια κατανομή των ωρών στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων για υπερωριακή εργασία και εργασία κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες, αργίες και τις νυχτερινές ώρες, η οποία θα καλυφθεί εντός των ανωτάτων ορίων του Τακτικού Προϋπολογισμού της ΑΑΔΕ τρέχοντος και επόμενων οικονομικών ετών (Ειδικός Φορέας 1023-801-0000000, ΑΛΕ 2120201001, 2120202001), με βάση το ισχύον Μ.Π.Δ.Σ.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων επιτρέπεται να λειτουργεί όλο το εικοσιτετράωρο, καθώς και τις εξαιρέσιμες ημέρες και αργίες, με την απαιτούμενη εναλλαγή του προσωπικού, το οποίο υποχρεούται σε τακτική ή και υπερωριακή εργασία και κατά τις ημέρες αργιών και κατά τις νυχτερινές ώρες, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.

2. Η παρούσα απόφαση ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΔΔΘΕΚΑ Α 1112040 ΕΞ 2019 Αποστολή πινάκων νέων κωδικών TARIC έτους 2019

$
0
0

Αθήνα, 8 Αυγούστου 2019
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1112040 ΕΞ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α: ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΔΑΣΜΟΛΟΓ. ΑΞΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση: Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Ε. Μπίρμπιλα
Τηλέφωνο: 210-69.87.475
Fax: 210-69.87.506
E-Mail: e.mpirmpila@aade.gr
Url: www.aade.gr

Θέμα: «Αποστολή πινάκων νέων κωδικών TARIC έτους 2019»

Σχετ: Η αριθ. ΔΔΘΕΚΑ Α 1162070 ΕΞ/2-11-2018 εγκύκλιος

Σε συνέχεια της ανωτέρω σχετικής, με την οποία γνωστοποιήθηκε η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε. της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) - Κοινού Δασμολογίου της Ε.Ε. για το έτος 2019 (καν. 2018/1602 της Επιτροπής, τεύχος L- 273/31.10.2018) και δόθηκαν οδηγίες για την αναζήτησή της, αποστέλλουμε συνημμένα, για τη διευκόλυνσή σας, πίνακα συσχετισμού των νέων κωδικών TARIC με ημερομηνία εφαρμογής από 2/1/2019 έως και 1/7/2019, σε σχέση με τους αντίστοιχους κωδικούς από τους οποίους αυτοί προέρχονται, όπως αναρτήθηκαν στη βάση δεδομένων CIRCA BC της Ε.Επιτροπής (28/6/2019).

Ο εν λόγω πίνακας παρουσιάζει την αντιστοιχία μεταξύ παλαιών και νέων κωδικών εμπορευμάτων, μετά από τις αλλαγές που επήλθαν σε επίπεδο 10ψήφιων κωδικών TARIC εντός του έτους 2019. Οι εν λόγω κωδικοί εφαρμόζονται με την αναγραφή τους στη θέση 33 του ΕΔΕ για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης εμπορευμάτων καθώς και εφαρμογής εθνικών και ενωσιακών μέτρων, με την επιφύλαξη τυχόν περαιτέρω αλλαγών.

Ειδικότερα, ο συνημμένος Πίνακας περιλαμβάνει:

- Στην 1η στήλη με τίτλο «Νέοι κωδικοί», όλους τους νέους κωδικούς εμπορευμάτων με έναρξη ισχύος από 2/1/2019 έως και 1/7/2019. 

- Στη 2η στήλη με τίτλο «Προέρχονται από», τους προηγούμενους κωδικούς εμπορευμάτων από τους οποίους προήλθαν οι νέοι κωδικοί της 1ης στήλης.

Τέλος, επισημαίνουμε ότι οι πίνακες αντιστοιχίας που επισυνάπτονται με την παρούσα έχουν καθαρά πληροφοριακό σκοπό, κοινοποιούνται αποκλειστικά για τη διευκόλυνσή σας όσον αφορά τον εντοπισμό της αντιστοιχίας μεταξύ των κωδικών εμπορευμάτων 2018-2019, και δε συνιστούν νομικό κείμενο. Συνεπώς, εξυπακούεται πως η ημερομηνία έκδοσής τους από την Ε.Επιτροπή (28/6/2018) δεν επηρεάζει με κανέναν τρόπο τη δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων και τη συνακόλουθη εφαρμογή δασμών, επιβαρύνσεων και λοιπών εθνικών και ενωσιακών μέτρων πριν από την ημερομηνία αυτή. Ειδικότερα, όπως είναι γνωστό, η δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων από 1/1/2019 πραγματοποιείται με βάση τη Συνδυασμένη Ονοματολογία (Κοινό Δασμολόγιο) της Ε.Ε. για το έτος 2019 που συνιστά το βασικό νομικό κείμενο αναφοράς για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης, της οποίας η δημοσίευση γνωστοποιήθηκε εγκαίρως με την α) σχετική. Κατά συνέπεια, δε νοείται αιτιολόγηση λανθασμένης δασμολογικής κατάταξης εμπορευμάτων από 1/1/2019 με το σκεπτικό της μη έκδοσης των πινάκων αντιστοιχίας από την Ε.Επιτροπή.



Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ
Π. ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ


 

ΠΙΝΑΚΑΣ
Νέοι κωδικοί Ημερομηνία έναρξης ισχύος Προέρχονται από
0904110010 80 14/01/2019 0904110000 80
0904110090 80 14/01/2019 0904110000 80
1106309060 80 18/06/2019 1106309000 80
2207100011 10 01/07/2019 2207100012 10
2207100011 80 01/07/2019 2207100017 80
2207100011 80 01/07/2019 2207100012 20
2207100011 80 01/07/2019 2207100012 80
2207200011 10 01/07/2019 2207200000 80
2207200011 80 01/07/2019 2207200012 80
2207200011 80 01/07/2019 2207200017 80
2207200011 80 01/07/2019 2207200012 20
2208909911 10 01/07/2019 2208909912 10
2208909911 80 01/07/2019 2208909912 80
2208909911 80 01/07/2019 2208909917 80
2208909911 80 01/07/2019 2208909912 20
2309903187 10 01/07/2019 2309903189 80
2309903187 80 01/07/2019 2309903189 80
2309903188 80 01/07/2019 2309903189 80
2818101110 80 01/07/2019 2818101100 80
2818101190 80 01/07/2019 2818101100 80
2828100010 80 01/07/2019 2828100000 80
2828100090 80 01/07/2019 2828100000 80
2905320010 80 01/07/2019 2905320000 80
2905320090 80 01/07/2019 2905320000 80
2909309035 80 01/07/2019 2909309090 80
2910900025 80 01/07/2019 2910900090 80
2912290055 80 01/07/2019 2912290090 80
2915907015 80 01/07/2019 2915907090 80
2916399057 80 01/07/2019 2916399090 80
2917110040 80 01/07/2019 2917110099 80
2918300025 80 01/07/2019 2918300090 80
2918999033 80 01/07/2019 2918999090 80
2920907020 80 01/07/2019 2920907090 80
2921199975 80 01/07/2019 2921199990 80
2921430070 80 01/07/2019 2921430090 80
2921450030 80 01/07/2019 2921450090 80
2921450080 80 01/07/2019 2921450090 80
2921490035 80 01/07/2019 2921490090 80
2922190055 80 01/07/2019 2922190090 80
2922290033 80 01/07/2019 2922290090 80
2923900065 80 01/07/2019 2923900090 80
2924190075 80 01/07/2019 2924190090 80
2924297067 80 01/07/2019 2924297099 80
2924297070 80 01/07/2019 2924297099 80
2926907060 80 01/07/2019 2926907090 80
2930909838 80 01/07/2019 2930909899 80
2930909850 80 01/07/2019 2930909899 80
2930909894 80 01/07/2019 2930909899 80
2930909896 80 01/07/2019 2930909899 80
2932190065 80 01/07/2019 2932190090 80
2932209075 80 01/07/2019 2932209090 80
2932990027 80 01/07/2019 2932990090 80
2933199065 80 01/07/2019 2933199090 80
2933399956 80 01/07/2019 2933399990 80
2933399959 80 01/07/2019 2933399990 80
2933399961 80 01/07/2019 2933399990 80
2933399962 80 01/07/2019 2933399990 80
2933399964 80 01/07/2019 2933399990 80
2933399968 80 01/07/2019 2933399990 80
2933499080 80 01/07/2019 2933499090 80
2933540010 80 01/07/2019 2933540000 80
2933540090 80 01/07/2019 2933540000 80
2933599563 80 01/07/2019 2933599590 80
2933698027 80 01/07/2019 2933698090 80
2933998049 80 01/07/2019 2933998090 80
2933998058 80 01/07/2019 2933998090 80
2933998059 80 01/07/2019 2933998090 80
2933998061 80 01/07/2019 2933998090 80
2933998063 80 01/07/2019 2933998090 80
2933998068 80 01/07/2019 2933998090 80
2934999078 80 01/07/2019 2934999090 80
2934999080 80 01/07/2019 2934999090 80
2935909033 80 01/07/2019 2935909099 80
2935909037 80 01/07/2019 2935909099 80
2935909060 80 01/07/2019 2935909099 80
3204170031 80 01/07/2019 3204170090 80
3205000020 80 01/07/2019 3205000090 80
3205000030 80 01/07/2019 3205000090 80
3208901955 80 01/07/2019 3208901990 80
3814001010 80 01/07/2019 3814001017 80
3814001010 80 01/07/2019 3814001011 10
3814001010 80 01/07/2019 3814001011 80
3814009070 80 01/07/2019 3814009079 80
3814009070 80 01/07/2019 3814009071 10
3814009070 80 01/07/2019 3814009071 80
3815120020 80 01/07/2019 3815120090 80
3815120030 80 01/07/2019 3815120090 80
3815909043 80 01/07/2019 3815909090 80
3820000010 80 01/07/2019 3820000011 80
3820000010 80 01/07/2019 3820000019 80
3820000010 80 01/07/2019 3820000011 10
3824999231 80 01/07/2019 3824999299 80
3824999633 80 01/07/2019 3824999699 80
3904698020 10 01/07/2019 3904698081 80
3904698020 80 01/07/2019 3904698099 80
3904698030 80 01/07/2019 3904698099 80
3920995930 80 01/07/2019 3920995990 80
3926300040 80 01/07/2019 3926300090 80
5402440010 80 01/07/2019 5402440000 80
5402440090 80 01/07/2019 5402440000 80
6909190055 80 01/07/2019 6909190090 80
7006009040 80 01/07/2019 7006009090 80
7019390080 10 21/02/2019 7019390090 80
7019390080 80 21/02/2019 7019390090 80
7019390085 80 21/02/2019 7019390090 80
7019400080 10 21/02/2019 7019400099 80
7019400080 80 21/02/2019 7019400099 80
7019400085 80 21/02/2019 7019400099 80
7019520040 80 01/07/2019 7019520090 80
7019590080 10 21/02/2019 7019590090 80
7019590080 80 21/02/2019 7019590090 80
7019590085 80 21/02/2019 7019590090 80
7019900080 10 21/02/2019 7019900090 80
7019900080 80 21/02/2019 7019900090 80
7019900085 80 21/02/2019 7019900090 80
7325991055 80 28/02/2019 7325991090 80
7325991055 80 28/02/2019 7325991051 80
7607209010 80 01/07/2019 7607209000 80
7607209090 80 01/07/2019 7607209000 80
8301200010 80 01/07/2019 8301200000 80
8301200090 80 01/07/2019 8301200000 80
8302300010 80 01/07/2019 8302300000 80
8302300090 80 01/07/2019 8302300000 80
8409910060 80 01/07/2019 8409910090 80
8409910070 80 01/07/2019 8409910090 80
8409990065 80 01/07/2019 8409990090 80
8414102530 80 01/07/2019 8414102590 80
8414108930 80 01/07/2019 8414108990 80
8414308930 80 01/07/2019 8414308990 80
8414593520 80 01/07/2019 8414593590 80
8479907083 10 01/07/2019 8479907080 10
8481807930 80 01/07/2019 8481807990 80
8481809930 80 01/07/2019 8481809990 80
8484200020 80 01/07/2019 8484200090 80
8501101030 80 01/07/2019 8501101090 80
8501320040 10 01/07/2019 8501320060 10
8501320040 80 01/07/2019 8501320099 80
8501330025 80 01/07/2019 8501330099 80
8503009955 80 01/07/2019 8503009999 80
8504408890 80 01/07/2019 8504408830 80
8504408890 80 01/07/2019 8504408830 10
8504408890 80 01/07/2019 8504408899 80
8507102090 80 01/07/2019 8507102080 80
8507102090 80 01/07/2019 8507102080 10
8507102090 80 01/07/2019 8507102099 80
8507600013 80 01/07/2019 8507600090 80
8507600018 80 01/07/2019 8507600090 80
8507903020 80 01/07/2019 8507903090 80
8518299590 80 01/07/2019 8518299540 80
8518299590 80 01/07/2019 8518299530 80
8518299590 80 01/07/2019 8518299530 10
8518299590 80 01/07/2019 8518299599 80
8518408090 80 01/07/2019 8518408093 80
8518408090 80 01/07/2019 8518408092 80
8518408090 80 01/07/2019 8518408091 80
8518408090 80 01/07/2019 8518408099 80
8518900045 10 01/07/2019 8518900030 10
8529906528 80 01/07/2019 8529906590 80
8529909252 80 01/07/2019 8529909299 80
8529909254 80 01/07/2019 8529909299 80
8536490040 10 01/07/2019 8536490030 10
8536501190 80 01/07/2019 8536501135 10
8536501190 80 01/07/2019 8536501199 80
8536501190 80 01/07/2019 8536501140 80
8536501190 80 01/07/2019 8536501135 80
8536501990 80 01/07/2019 8536501993 10
8536501990 80 01/07/2019 8536501993 80
8536501990 80 01/07/2019 8536501999 80
8536508090 80 01/07/2019 8536508083 80
8536508090 80 01/07/2019 8536508099 80
8536508090 80 01/07/2019 8536508081 10
8536508090 80 01/07/2019 8536508081 80
8536508090 80 01/07/2019 8536508082 80
8537109157 80 01/07/2019 8537109199 80
8537109159 80 01/07/2019 8537109199 80
8537109163 80 01/07/2019 8537109199 80
8537109167 80 01/07/2019 8537109199 80
8708402060 80 01/07/2019 8708402090 80
8708405050 80 01/07/2019 8708405090 80
8708502060 80 01/07/2019 8708502090 80
8708502065 80 01/07/2019 8708502090 80
8708502070 80 01/07/2019 8708502090 80
8708502075 80 01/07/2019 8708502090 80
8708509915 80 01/07/2019 8708509990 80
8708509920 80 01/07/2019 8708509990 80
8708509925 80 01/07/2019 8708509990 80
8708509935 80 01/07/2019 8708509990 80
8708701080 20 15/02/2019 8708701080 10
8708701092 10 15/02/2019 8708701080 10
8708701092 80 15/02/2019 8708701080 80
8708701095 80 15/02/2019 8708701085 80
8708709920 10 15/02/2019 8708709915 80
8708709920 80 15/02/2019 8708709915 80
8708709930 80 15/02/2019 8708709915 80
8708709980 10 15/02/2019 8708709990 80
8708709980 80 15/02/2019 8708709990 80
8708709985 80 15/02/2019 8708709990 80
8708809920 80 01/07/2019 8708809990 80
8708929910 80 01/07/2019 8708929900 80
8708929920 80 01/07/2019 8708929900 80
8708929930 80 01/07/2019 8708929900 80
8708929990 80 01/07/2019 8708929900 80
8708991045 80 01/07/2019 8708991090 80
8708999765 80 01/07/2019 8708999790 80
8716909095 10 15/02/2019 8716909080 10
8716909095 20 15/02/2019 8716909080 80
8716909095 80 15/02/2019 8716909080 80
8716909096 80 15/02/2019 8716909080 80
8716909097 10 15/02/2019 8716909085 80
8716909097 80 15/02/2019 8716909085 80
8716909098 80 15/02/2019 8716909085 80
9002110018 80 01/07/2019 9002110090 80
9029203120 80 01/07/2019 9029203190 80
9029900030 80 01/07/2019 9029900090 80


 

Ε.2153/2019 Κοινοποίηση ανακοίνωσης σχετικά με την προσωρινή εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας που θεσπίζει το πλαίσιο για συμφωνία οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Ανατολικής και της Μεσημβρινής Αφρικής (Ενωση Κομορών) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της

$
0
0
«ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ – ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ Α.Δ.Α.»

Αθήνα, 7 Αυγούστου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Ε.2153/7-8-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Βασιλική Παπακωνσταντίνου
Τηλέφωνο: 210 6987486
Fax: 210 6987506
E-Mail: d17-c@2001.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

Θέμα: Κοινοποίηση ανακοίνωσης σχετικά με την προσωρινή εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας που θεσπίζει το πλαίσιο για συμφωνία οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Ανατολικής και της Μεσημβρινής Αφρικής (Ενωση Κομορών) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της

Σχετ.: 1) Η αρ.πρωτ. ΔΔΘΕΚΑ Β 1177228 ΕΞ2018/29-11-2018 [Ανακοίνωση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου 1 της ενδιάμεσης συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών της Ανατολικής και Μεσημβρινής Αφρικής, σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας. Σώρευση μεταξύ της Δημοκρατίας του Μαυρικίου και άλλων χωρών (2018/C407/05)]
2) Η αρ.πρωτ. Δ17Γ 5041417 ΕΞ2013/11-11-2013 «Παροχή οδηγιών επί της Ενδιάμεσης Συμφωνίας Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ της Ε.Ε. και της Ανατολικής και Μεσημβρινής Αφρικής (ΑΜΑ)»
3) Η αρ.πρωτ. Δ17Γ 5032623 ΕΞ2012/16-08-2012 «Κοινοποίηση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ των κρατών της Ανατολικής και της Μεσημβρινής Αφρικής και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της»

Σε συνέχεια των ανωτέρω σχετικών, σας κοινοποιούμε για ενημέρωση και εφαρμογή την Ανακοίνωση των κρατών της Ανατολικής και της Μεσημβρινής Αφρικής (Ένωση Κομορών) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται για την προσωρινή εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Ανατολικής και της Μεσημβρινής Αφρικής (Ένωση Κομορών) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, σύμφωνα με το άρθρο 62 της εν λόγω Συμφωνίας, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (L 194/22-07-2019).

Ειδικότερα, από την 7η Φεβρουαρίου 2019 τίθεται προσωρινά σε εφαρμογή η ενδιάμεση συμφωνία οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ένωσης των Κομορών και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Το πλήρες κείμενο της ενδιάμεσης συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης είναι δημοσιευμένο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (L 111/24-04-2012). 

Οι επαγγελματικοί ή συνδικαλιστικοί φορείς προς τους οποίους κοινοποιείται η παρούσα με τα συνημμένα, παρακαλούνται όπως μεριμνήσουν για τη σχετική ενημέρωση των μελών τους.



Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ

57429/2019 Κατανομή ποσοστού 40% της εκλογικής χρηματοδότησης στα δικαιούχα πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων για τη διενέργεια των βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019

Next: Α.1319/2019 Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων καιρικών φαινομένων (έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες) στις 10-7-2019 στις Δημοτικές Ενότητες Μαρωνείας και Σαπών του Δήμου Μαρωνείας Σαπών, στη Δημοτική Ενότητα Ιάσμου του Δήμου Ιάσμου της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης και στη Δημοτική Ενότητα Μύκης του Δήμου Μύκης της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.
$
0
0

Αριθμ. 57429

(ΦΕΚ B’ 3189/13.08.2019)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. των άρθρων 1 και 3 του ν. 3023/2002 «Χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από το Κράτος. Έσοδα και δαπάνες, προβολή, δημοσιότητα και έλεγχος των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών» (Α' 146), όπως αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 1 και 2 του ν. 4304/2014 «Έλεγχος των οικονομικών και πολιτικών κομμάτων και των αιρετών αντιπροσώπων Βουλής και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και άλλες διατάξεις» (Α' 234),
β. του άρθρου 7Α του ν. 3023/2002 όπως προστέθηκε με το άρθρο 23 του ν. 4203/2013 (Α΄ 235),
γ. του ν. 3861/2010 «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο ’’Πρόγραμμα Διαύγεια’’ και άλλες διατάξεις» (Α' 112),
δ. του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (Α' 143 ), όπως ισχύει,
ε. του ν. 4584/2018 «Κύρωση του κρατικού προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2019» (Α' 213),
στ. του άρθρου 32 του ν. 4531/2018 «Ι) Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας, ΙΙ) Ενσωμάτωση της 2005/214/ΔΕΥ απόφασης πλαίσιο, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρηματικών ποινών και III) Άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και λοιπές διατάξεις» (Α' 62),
ζ. του άρθρου 112 παρ. 1α του ν. 4604/2019 «Προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας Ρυθμίσεις για την απονομή Ιθαγένειας Διατάξεις σχετικές με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση -Λοιπές διατάξεις.» (Α' 50), που αντικατέστησαν την περ. ββ) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3023/2002, όπως ίσχυε,
η. του π.δ. 80/2016 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (Α' 145),
θ. του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (Α' 208),
ι. του π.δ. 141/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εσωτερικών» (Α' 180),
ια. του π.δ. 56/2019 «Διάλυση της Βουλής, προκήρυξη εκλογής Βουλευτών και σύγκληση της νέας Βουλής» (Α' 97),
ιβ. του π.δ. 83/2019 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 121).

2. Την αριθμ. 149/2016 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ., περί μη υπαγωγής σε τέλος χαρτοσήμου της κρατικής χρηματοδότησης στα δικαιούχα πολιτικά κόμματα, η οποία έγινε αποδεκτή από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εσωτερικών.

3. Την 12415/19-12-2013 απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής με θέμα: «Αναστολή κρατικής χρηματοδότησης και οικονομικής ενίσχυσης του κόμματος ’’ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ’’» (Α' 281).

4. Το με αριθμ. ΕΠ 678/8-11-2013, έγγραφο της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.

5. Την 51776/23-12-2013 υπουργική απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών περί αναστολής κάθε είδους κρατικής χρηματοδότησης προς το πολιτικό κόμμα «ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ» (Β' 3275).

6. Τις 1/2019 και 2/2019 αποφάσεις της Ανωτάτης Εφορευτικής Επιτροπής, με τις οποίες κατανεμήθηκαν οι έδρες που ανήκουν στα πολιτικά κόμματα και τους συνασπισμούς που εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Εθνικό Κοινοβουλιο, αντίστοιχα και από τις οποίες προκύπτει το ποσοστό εγκύρων ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν τα πολιτικά κόμματα και συνασπισμοί κομμάτων που συμμετείχαν στις αντίστοιχες εκλογές.

7. Την με αριθμ. ΠΟΛ 1005/2014, «Απόδοση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, το οποίο πραγματοποιεί οποιαδήποτε οικονομική συναλλαγή με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, τα πιστωτικά ιδρύματα και τα ιδρύματα πληρωμών της ημεδαπής» (Β' 19).

8. Το, από 07-06-2019, ιδιωτικό συμφωνητικό των κομμάτων που συγκροτούν το συνασπισμό «Κίνημα Αλλαγής (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα "ΠΑΣΟΚ" Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών "ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ." Ένωση Δημοκρατικής Εθνικής Μεταρρύθμισης "Ε.Δ.Ε.Μ." Ανανεωτική Αριστερά -Προοδευτικό Κέντρο Κινήσεις Πολιτών)», όπως τροποποιήθηκε με το από 10-06-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό των κομμάτων που συγκροτούν τον εν λόγω συνασπισμό.

9. Το, με αριθμ. 34831/07-05-2019 έγγραφο του Υπουργού Εσωτερικών «Κατανομή εκλογικής χρηματοδότησης στα δικαιούχα κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων ενόψει των ευρωεκλογών του 2019».

10. Το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. β. της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3023/2002, όπως αντικαστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4304/2014, τα δικαιούχα πολιτικά κόμματα και συνασπισμοί πολιτικών κομμάτων που θα λάβουν το 40% του κατανεμητέου ποσού των δύο εκατομμυρίων εκατόν σαράντα έξι χιλιάδων ευρών (2.146.000,00 €), το οποίο ανέρχεται σε οκτακόσιες πενήντα οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων ευρώ (858.400,00 €), προσδιορίζονται ως εξής:
1. ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (ΝΔ)
2. ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
3. Κίνημα Αλλαγής (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα - Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών -Ανανεωτική Αριστερά - Προοδευτικό Κέντρο - "ΕΔΕΜ" - Κινήσεις Πολιτών)
4. ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
5. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ
6. ΜέΡΑ25
7. ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ
8. ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΖΩΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
9. ΠΟΤΑΜΙ

11. Την 46655/20-06-2019 απόφαση δέσμευσης πίστωσης με α/α 58120 στο Βιβλίο Εγκρίσεων και Εντολών Πληρωμής.

12. Την, από 01-08-2019 εισήγηση της περ. ε της παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 4270/2014, όπως ισχύει, της Γενικής Διευθύντριας Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης του Υπουργείου Εσωτερικών, (Α.Π.: ΓΔΟΥΔΥ/ 155).

13. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται επιπλέον δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Α. την κατανομή ποσοστού 40% του διατιθέμενου ποσού για την εκλογική κρατική χρηματοδότηση, ύψους 858.400,00 € στα δικαιούχα κόμματα και συνασπισμούς κομμάτων, ως εξής:
 

Α/Α ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΙ ΠΟΣΟ
1 ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (ΝΔ) 357.000,06
2 ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ   ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ 270.437,29
3 Κίνημα Αλλαγής (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα - Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών - Ανανεωτική Αριστερά - Προοδευτικό Κέντρο - "ΕΔΕΜ" - Κινήσεις Πολιτών) 77.404,08
4 ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ 52.122,56
5 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ - ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ 38.569,19
6 ΜέΡΑ25 24.179,16
7 ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ - ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ 31.033,57
8 ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ - ΖΩΗ  ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ 3.934,76
9 ΠΟΤΑΜΙ 3.719,33
  ΣΥΝΟΛΟ 858.400,00


Β. Κατανέμουμε τα ανωτέρω ποσά της εκλογικής κρατικής χρηματοδότησης, που αντιστοιχούν:

Στο συνασπισμό Κίνημα Αλλαγής (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα "ΠΑΣΟΚ" Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών "ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ." Ένωση Δημοκρατικής Εθνικής Μεταρρύθμισης "Ε.Δ.Ε.Μ." -Ανανεωτική Αριστερά Προοδευτικό Κέντρο Κινήσεις Πολιτών) τό ποσό 77.404,08 €, ως εξής:
 

ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ
Κίνημα Αλλαγής 58.053,06
ΠΑΣΟΚ 19.351,02
ΣΥΝΟΛΟ 77.404,08


Γ. Αναστέλλεται, δυνάμει των σχετικών 1β, 3 και 5, η καταβολή του ποσού των 31.033,57€ στο δικαιούχο κόμμα «ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ -ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ». Το ανωτέρω ποσό παρακρατείται και θα καταβληθεί ατόκως στο δικαιούχο κόμμα σε περίπτωση συνδρομής των όρων της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 7 Α του ν. 3023/2002, όπως ισχύει.

Δ. Καταβάλλουμε την εκλογική χρηματοδότηση, ποσοστού 40%, συνολικού ύψους 827.366,43 € στα δικαιούχα πολιτικά κόμματα και συνασπισμούς πολιτικών κομμάτων για τις Βουλευτικές Εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019, σύμφωνα με τον κάτωθι πίνακα:
 

Α/Α ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΙ ΠΟΣΟ ΕΚΛΟΓΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ
1. ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (ΝΔ) 357.000,06
2. ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ 270.437,29
3. Κίνημα Αλλαγής 58.053,06
4. ΠΑΣΟΚ 19.351,02
5. ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ 52.122,56
6. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ - ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ 38.569,19
7. ΜέΡΑ25 24.179,16
8. ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ - ΖΩΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ 3.934,76
9. ΠΟΤΑΜΙ 3.719,33

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ

827.366,43


Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 5 Αυγούστου 2019

Ο Υπουργός
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΙΚΑΚΟΣ
 

Α.1319/2019 Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων καιρικών φαινομένων (έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες) στις 10-7-2019 στις Δημοτικές Ενότητες Μαρωνείας και Σαπών του Δήμου Μαρωνείας Σαπών, στη Δημοτική Ενότητα Ιάσμου του Δήμου Ιάσμου της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης και στη Δημοτική Ενότητα Μύκης του Δήμου Μύκης της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

$
0
0

Αριθ. ΦΕΚ: 3190 Β'/13-08-2019
Αθήνα, 8 Αυγούστου 2019
Α.1319/8-8-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
2. ΑΑΔΕ

Α. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α'

Β.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 3605159
Fax: 210 3635077
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων καιρικών φαινομένων (έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες) στις 10.07.2019 στις Δημοτικές Ενότητες Μαρωνείας και Σαπών του Δήμου Μαρωνείας - Σαπών, στη Δημοτική Ενότητα Ιάσμου του Δήμου Ιάσμου της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης και στη Δημοτική Ενότητα Μύκης του Δήμου Μύκης της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης»

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1284/1982 (114Α'), όπως ισχύει, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών να παρατείνει, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις τις προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο και Τρίτους που εισπράττονται από τις Δ.Ο.Υ.

2. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν.2275/1994 (238 Α'), όπως ισχύει, με τις οποίες ο Υπουργός Οικονομικών, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις σεισμών, πλημμύρων ή άλλων θεομηνιών, από τις οποίες προκαλούνται σημαντικές ζημιές σε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων, να αναστέλλει την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο.

3. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (90 Α' Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.

4. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (170 Α'-Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύουν.

5. Το Π.Δ.142/2017 (181 Α') «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών».

6. Την αριθμ. Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 (968 Β') απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (A.A.Δ.Ε.)», όπως ισχύει.

7. Το π.δ. 83/2019 (121 Α') «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

8. Την απόφαση του Πρωθυπουργού Υ2/9-7-2019 (2901 Β') «Σύσταση θέσεων Αναπληρωτή Υπουργού και Υφυπουργών».

9. Την 339/18-7-2019 (Β'3051/26-7-2019) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Απόστολο Βεσυρόπουλο».

10. Τις διατάξεις του ν.4389/2016 (94 Α') «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», ιδίως το άρθρο 41.

11. Την 5241/15-7-2019 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ:9ΔΝΑ46ΜΚ6Π-Τ6Ρ), με την οποία κηρύχθηκαν σε κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας εώς και την 10-1-2020 οι Δημοτικές Ενότητες Μαρωνείας και Σαπών του Δήμου Μαρωνείας Σαπών, η Δημοτική Ενότητα Ιάσμου του Δήμου Ιάσμου της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης και η Δημοτική Ενότητα Μύκης του Δήμου Μύκης της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και τη διαχείριση των συνεπειών που προέκυψαν από τα έντονα καιρικά φαινόμενα (έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες) που εκδηλώθηκαν στις 10-7-2019 στις ανωτέρω περιοχές.

12. Το αριθμ. ΡΓΑ 384/7-8-2019 έγγραφο του Αντιπεριφερειάρχη Π.Ε. Ροδόπης προς τον Υφυπουργό Οικονομικών Απόστολο Βεσυρόπουλο.

13. Το γεγονός ότι τα εν λόγω έντονα καιρικά φαινόμενα είχαν ως αποτέλεσμα να απορρυθμιστεί η κοινωνική και οικονομική ζωή στις ανωτέρω περιοχές.

14. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Παρατείνονται μέχρι και την 10-1-2020 οι προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα οφειλών των φυσικών και νομικών προσώπων και οντοτήτων με κύρια κατοικία ή κύρια εγκατάσταση (έδρα) στις Δημοτικές Ενότητες Μαρωνείας και Σαπών του Δήμου Μαρωνείας Σαπών, στη Δημοτική Ενότητα Ιάσμου του Δήμου Ιάσμου της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης και στη Δημοτική Ενότητα Μύκης του Δήμου Μύκης της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης που λήγουν ή έληξαν από 10-7-2019 μέχρι και την 10-1-2020. Έως την ίδια ημερομηνία και για τις ίδιες οφειλές και πρόσωπα, παρατείνονται και οι προθεσμίες καταβολής των δόσεων ρυθμίσεων/διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών.

2. Αναστέλλεται μέχρι και την 10-1-2020 η πληρωμή των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων την 10-7-2019 οφειλών των ανωτέρω προσώπων και οντοτήτων.

3. Η παρούσα απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

83635/2019 Εγκύκλιος εκτιμήσεων πληρωμών 2019 και προβλεπόμενων δαπανών στο πλαίσιο του ΜΠΔΣ 2020 - 2023 του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ)

Previous: Α.1319/2019 Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων καιρικών φαινομένων (έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες) στις 10-7-2019 στις Δημοτικές Ενότητες Μαρωνείας και Σαπών του Δήμου Μαρωνείας Σαπών, στη Δημοτική Ενότητα Ιάσμου του Δήμου Ιάσμου της Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης και στη Δημοτική Ενότητα Μύκης του Δήμου Μύκης της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.
$
0
0

Αθήνα, 13 Αυγούστου 2019
Αριθ. Πρωτ.: 83635

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΑ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Νίκης 5-7, 101 80 Αθήνα, dde@mnec.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
Εκτιμήσεων πληρωμών 2019 και προβλεπόμενων δαπανών στο πλαίσιο του ΜΠΔΣ 2020 - 2023 του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ)


1. Γενικά

Για τη χρηματοδότηση του ΠΔΕ 2019 και τον προγραμματισμό των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) στο πλαίσιο του ΜΠΔΣ 2020-2023, το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων θα αξιολογήσει και επεξεργαστεί τα στοιχεία εκτιμήσεων και προβλέψεων των Φορέων Χρηματοδότησης ΠΔΕ ανά Πρόγραμμα, προκειμένου να διαμορφώσει τα συνολικά, ανά Φορέα Κεντρικής Διοίκησης, μεγέθη του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων 2020-2023.

Οι προτάσεις εκτιμήσεων και προβλέψεων των Φορέων θα γίνουν με γνώμονα τη γενικότερη οικονομική πολιτική όπου το ΠΔΕ, ως βασικό εργαλείο αναπτυξιακής πολιτικής, έχει ως στόχο να συμβάλλει με αναπτυξιακές δράσεις στην ανάταξη και ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας.

Βασική προτεραιότητα αποτελεί η επιτάχυνση της υλοποίησης των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων της Προγραμματικής Περιόδου (ΠΠ) 2014-2020 (Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης-ΕΣΠΑ, Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης-ΠΑΑ, Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας-ΕΠΑΛΘ κλπ). Για το λόγο αυτό κατά τη διατύπωση των προβλέψεων για το 2020-2023 θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη διασφάλιση επαρκών πιστώσεων για την ταχεία υλοποίηση έργων και προγραμμάτων της ΠΠ 2014-2020.

Επισημαίνεται ότι η κατάρτιση και εκτέλεση του ΠΔΕ ακολουθεί τη συνολική μεταρρυθμιστική προσπάθεια για την χρηστή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και τον εκσυγχρονισμό του δημοσιονομικού πλαισίου εν γένει, εστιάζοντας στην εντατικοποίηση του προγραμματισμού, την απλοποίηση των διαδικασιών υλοποίησης και την αξιόπιστη παρακολούθηση της εφαρμογής της επενδυτικής πολιτικής που χρηματοδοτείται από τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, οι Φορείς Χρηματοδότησης του ΠΔΕ καλούνται να εντείνουν τις προσπάθειες τους για στοχευμένο προγραμματισμό των επιμέρους προγραμμάτων τους, αποστέλλοντας τα σχετικά στοιχεία σύμφωνα με τις αναλυτικές οδηγίες που ακολουθούν.

2. Οδηγίες για την αποστολή στοιχείων εκτιμήσεων και προβλέψεων για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων

Α) Κατάρτιση και αποστολή των προτάσεων

Η υποβολή των στοιχείων εκτιμήσεων και προβλέψεων του ΠΔΕ 2019-2023 θα πραγματοποιηθεί από τις αρμόδιες Υπηρεσίες των Φορέων Χρηματοδότησης του ΠΔΕ που υποβάλλουν τις προτάσεις για την κατάρτιση και έγκριση των επιμέρους προγραμμάτων τους, με τη συμπλήρωση ειδικού πίνακα που έχει διαμορφωθεί προς το σκοπό αυτό (βλ. Παράρτημα, Πίνακας Α: Εκτιμήσεις - προβλέψεις για το ΠΔΕ 2019-2023), κατά τα πρότυπα των πινάκων προγραμματισμού του ΠΔΕ.

Για τα Περιφερειακά Προγράμματα (ΣΑΕΠ/ΜΠ και ΣΑΝΑ), οι προτάσεις θα αποσταλούν από τις Διευθύνσεις Αναπτυξιακού Προγραμματισμού των Περιφερειών ή τις διευθύνσεις που έχουν τις αντίστοιχες αρμοδιότητες.

Οι Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης όλων των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (τομεακών και περιφερειακών) καλούνται να συνεργαστούν άμεσα με τις αρμόδιες Υπηρεσίες των Φορέων Χρηματοδότησης του ΠΔΕ για τα έργα που διαχειρίζονται, παρέχοντάς τους όλες τις σχετικές πληροφορίες, ώστε κατά την υποβολή των ζητούμενων στοιχείων να έχουν συνεκτιμηθεί οι στόχοι για την επιτάχυνση της υλοποίησης των έργων της ΠΠ 2014-2020, η χρηματοδοτική δυνατότητα του ΠΔΕ, οι πραγματικές ανάγκες των έργων και ο πραγματικά απαιτούμενος χρόνος υλοποίησης.

Β) Οδηγίες για τη συμπλήρωση του Πίνακα Α

Ακολουθεί η αναλυτική περιγραφή των στοιχείων που πρέπει να συμπληρωθούν στον Πίνακα Α ανά στήλη και γραμμή.

Στήλη (1): Καταγράφεται ο αύξων αριθμός της Συλλογικής Απόφασης (ΣΑ). Επισημαίνεται ότι για κάθε ΣΑ με τον ίδιο αύξοντα αριθμό θα υπάρχουν δύο γραμμές εγγραφής, η πρώτη για τα συνεχιζόμενα στο ΠΔΕ έργα και η δεύτερη για τα νέα έργα που αναμένεται ή προγραμματίζεται να προταθούν για ένταξη στο ΠΔΕ κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους ή τα επόμενα έτη 2020-2023.

Στήλη (2): Συμπληρώνεται ο κωδικός της ΣΑ.

Στήλη (3): Συμπληρώνεται ο τομέας της ΣΑ.

Στήλη (4): Συμπληρώνεται ο αριθμός των έργων της ΣΑ.

Στήλη (5): Συμπληρώνεται ο εγκεκριμένος προϋπολογισμός (π/υ) των έργων της ΣΑ και αφορά μόνο στα ενταγμένα στο ΠΔΕ έργα.

Στήλη (6): Συμπληρώνεται ο εκτιμώμενος π/υ των έργων της ΣΑ και αφορά α) εκτιμήσεις για αυξήσεις προϋπολογισμού ήδη ενταγμένων στο ΠΔΕ έργων, όπου καταγράφεται στη γραμμή των συνεχιζόμενων έργων η διαφορά του συνολικού εγκεκριμένου π/υ των ενταγμένων έργων της ΣΑ με τον συνολικά προτεινόμενο π/υ των ενταγμένων έργων της ΣΑ, ή/και β) εκτιμήσεις για τον π/υ των νέων έργων, όπου καταγράφεται στη γραμμή των νέων έργων της ΣΑ η συνολική εκτίμηση του π/υ τους που θα ενταχθεί στο ΠΔΕ.

Στήλη (7): Συμπληρώνεται το ύψος του συμβασιοποιημένου προϋπολογισμού των έργων της ΣΑ έως 31/12/2018.

Στήλη (8): Συμπληρώνεται το ύψος των εκκρεμών δεσμεύσεων των έργων της ΣΑ έως 31/12/2018, συμπεριλαμβανομένης κάθε είδους δέσμευσης, όπως συμβάσεις, λογαριασμοί, εκκρεμείς υποχρεώσεις κλπ.

Στήλη (9): Συμπληρώνεται το ύψος των νομικών δεσμεύσεων (συμβάσεων κ.λ.π) των έργων της ΣΑ που έχουν ήδη αναληφθεί φέτος ή αναμένεται να αναληφθούν έως το τέλος του έτους 2019.

Στήλη (10): Συμπληρώνεται το ύψος των νέων νομικών δεσμεύσεων (συμβάσεων κ.λ.π.) των έργων της ΣΑ που αναμένεται να αναληφθούν έως το τέλος του 2020.

Στήλη (11): Συμπληρώνεται το ύψος των νέων νομικών δεσμεύσεων (συμβάσεων κ.λ.π.) των έργων της ΣΑ που αναμένεται να αναληφθούν έως το τέλος του 2021.

Στήλη (12): Συμπληρώνεται το ύψος των νέων νομικών δεσμεύσεων (συμβάσεων κ.λ.π.) των έργων της ΣΑ που αναμένεται να αναληφθούν έως το τέλος του 2022.

Στήλη (13): Συμπληρώνεται το ύψος των νέων νομικών δεσμεύσεων (συμβάσεων κ.λ.π.) των έργων της ΣΑ που αναμένεται να αναληφθούν έως το τέλος του 2023.

Στήλη (14): Συμπληρώνεται το σύνολο των νομικών δεσμεύσεων (συμβάσεων κ.λ.π.) των έργων της ΣΑ που αναλήφθηκαν ή αναμένεται να αναληφθούν για το διάστημα 2019-2023 (εκκρεμείς δεσμεύσεις έως 31/12/2018 και νέες δεσμεύσεις 2019-2023).

Στήλη (15): Καταγράφονται οι εκτιμώμενες δαπάνες των έργων της ΣΑ του έτους 2019.

Στήλη (16): Καταγράφονται οι προβλέψεις δαπανών των έργων της ΣΑ του έτους 2020.

Στήλη (17): Καταγράφονται οι προβλέψεις δαπανών των έργων της ΣΑ του έτους 2021.

Στήλη (18): Καταγράφονται οι προβλέψεις δαπανών των έργων της ΣΑ του έτους 2022.

Στήλη (19): Καταγράφονται οι προβλέψεις δαπανών των έργων της ΣΑ του έτους 2023.

Στήλη (20): Καταγράφονται οι εκτιμήσεις και προβλέψεις δαπανών των έργων της ΣΑ για το διάστημα 2019-2023.

Στήλη (21): Καταγράφονται πιθανές παρατηρήσεις.

Γ) Όρια Δαπανών

Προς διευκόλυνση της διαδικασίας στο Παράρτημα παρατίθεται πίνακας (Πίνακας Γ: Δαπάνες ΠΔΕ κατά Φορέα 2019-2023), που περιλαμβάνει ανά Φορέα Χρηματοδότησης ΠΔΕ τα όρια δαπανών ΠΔΕ για τα έτη 2019-2023 ανά έτος. Επισημαίνεται ότι για την αποτύπωση των παραπάνω ορίων λήφθηκαν υπόψη οι αλλαγές στις δομές των Υπουργείων που πραγματοποιήθηκαν με τα π.δ. 81/2019 (ΦΕΚ 119/Α708.07.2019) και π.δ. 84/2019 (ΦΕΚ 123/Α'/17.07.2019).

Οι Φορείς καλούνται:

• Για το έτος 2019 να υποβάλλουν τις εκτιμήσεις τους, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών τροποποιήσεων που θα αιτηθούν τεκμηριωμένα, έως το τέλος του έτους

• Για τα επόμενα έτη 2020-2023, με βάση τα όρια δαπανών ανά Φορέα, να διαμορφώσουν τεκμηριωμένες προτάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των προβλέψεων δαπανών για τη χρηματοδότηση όλων των συγχρηματοδοτούμενων έργων του ΠΔΕ που αφορούν στην ΠΠ 2014¬2020.

Επισημαίνεται ότι οι προβλέψεις/προτάσεις των Φορέων θα πρέπει να είναι εμπεριστατωμένες και να μην υπερεκτιμούν ή υποεκτιμούν τα πραγματικά στοιχεία ώστε να είναι εφικτή η ορθή κατάρτιση του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Δ) Εναρμόνιση παρακολούθησης εκτέλεσης δαπανών Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων με δαπάνες λοιπού Κρατικού Προϋπολογισμού - Συμπλήρωση Πινάκων Β και Ε

Το ΠΔΕ χρηματοδοτείται από τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων που αποτελεί διακριτό τμήμα του Κρατικού Προϋπολογισμού και διέπεται κατά την εκτέλεσή του από ειδικές διατάξεις. Οι δαπάνες του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων διαφοροποιούνται από τις τακτικές δαπάνες του Κράτους δεδομένου ότι αφορούν στη χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων τα οποία κατά το μεγαλύτερο τμήμα τους συγχρηματοδοτούνται από την Ε.Ε. Ωστόσο, η υλοποίηση του ΠΔΕ θα πρέπει να ακολουθεί κατά την παρακολούθησή του κανόνες που διέπουν συνολικά την εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού διευκολύνοντας την ενιαία παρακολούθηση των οικονομικών του Κράτους.

Προς την κατεύθυνση αυτή, οι Φορείς Χρηματοδότησης του ΠΔΕ (αφορά μόνο στους Φορείς της Κεντρικής Διοίκησης - Υπουργεία), καλούνται να αποστείλουν συμπληρωμένο τον πίνακα Β του Παραρτήματος, όπου ζητούνται αναλυτικά στοιχεία πραγματοποιήσεων, εκτιμήσεων και προβλέψεων για τα έτη 2018-2023, αναφορικά με τις επιχορηγήσεις/χρηματοδοτήσεις του ΠΔΕ, ανά υποτομέα Γενικής Κυβέρνησης και ανά ειδικότερη κατηγορία.

Πιο συγκεκριμένα, οι Φορείς θα πρέπει:

• να συμπληρώσουν τον πίνακα Β με στοιχεία επιχορηγήσεων/κατανομών του ΠΔΕ που έχουν πραγματοποιηθεί το 2018 και εκτιμούν ή προβλέπουν για τα έτη 2019-2023, ότι θα δοθούν από το ΠΔΕ για επιχορηγήσεις/χρηματοδοτήσεις σε φορείς εντός και εκτός της Γενικής Κυβέρνησης.

• κατά τη συμπλήρωση των στοιχείων να καταχωρίσουν σε ξεχωριστές γραμμές τους φορείς που επιχορηγούνται/χρηματοδοτούνται με σημαντικά ποσά (στο υπόδειγμα είναι συμπληρωμένοι ενδεικτικά κάποιοι από αυτούς).

• για το έτος 2019 να καταγράψουν διακριτά την πραγματοποίηση έως 31/7/19 και την εκτίμηση πραγματοποίησης έως του τέλος του έτους.

• όπου δεν υπάρχει Φορέας με σημαντικό ποσό, να δώσουν εκτίμηση - πρόβλεψη συνολικού ποσού ανά κατηγορία (εντός ή εκτός Γενικής Κυβέρνησης).

Επιπλέον, οι Φορείς Χρηματοδότησης του ΠΔΕ (αφορά μόνο στους Φορείς της Κεντρικής Διοίκησης - Υπουργεία), θα πρέπει να συμπληρώσουν και αποστείλουν στοιχεία για τους Φορείς που εποπτεύουν. Ειδικότερα θα πρέπει να αποστείλουν συμπληρωμένο τον πίνακα Ε με στοιχεία α) εσόδων που προέρχονται από το ΠΔΕ και β) δαπανών επενδύσεων ΠΔΕ, που έχουν πραγματοποιηθεί το 2018 ή εκτιμάται/προβλέπεται ότι θα δαπανηθούν τα έτη 2019-2020, από τους Φορείς που εποπτεύουν.

3. Ενέργειες - Προθεσμίες

Οι προτάσεις για τις εκτιμήσεις πληρωμών του έτους 2019 και τις προβλέψεις δαπανών για τα έτη 2020¬2023 του ΠΔΕ, που θα διαμορφωθούν σύμφωνα με τις οδηγίες της παρούσας εγκυκλίου με την συμπλήρωση των Πινάκων Α και Β του Παραρτήματος, αποστέλλονται στην Διεύθυνση Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης & Επενδύσεων σε ηλεκτρονική μορφή (dde@mnec.gr και protokollo@mnec.gr), το αργότερο έως τις 04/09/2019.

Ειδικότερα ο Πίνακας Ε του Παραρτήματος μπορεί να αποσταλεί, με την παραπάνω διαδικασία, έως τις 30/9/2019.

Οι συμπληρωμένοι πίνακες θα πρέπει να αποσταλούν και σε επεξεργάσιμη μορφή στην κα Δαφνή Σοφία (210 333 2659, s.dafni@mnec.gr) και την κα Μπάστα Διονυσία (210 333 2989, dmpasta@mnec.gr). 

Επισημαίνεται ότι όλα τα έγγραφα/προτάσεις που απευθύνονται στη ΔΔΕ θα πρέπει να πρωτοκολλούνται ηλεκτρονικά, διαδικασία που πραγματοποιείται μόνο από το Γενικό Πρωτόκολλο του ΥΠΟΙΑΝ (Νίκης 5-7, 2ος όροφος, γρ. 219, protokollo@mnec.gr). Στην περίπτωση που ο Φορέας επιβεβαιώσει την ηλεκτρονική πρωτοκόλληση του εγγράφου, δεν απαιτείται η αποστολή του και σε έντυπη μορφή.

Παρακαλούνται όλοι οι αρμόδιοι φορείς που εμπλέκονται στη διαδικασία κατάρτισης και εκτέλεσης του ΠΔΕ για την αυστηρή τήρηση των παραπάνω οδηγιών και προθεσμιών, έτσι ώστε να συμβάλλουν στον ορθό προγραμματισμό για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του ΠΔΕ.


ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οργάνωσης, Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης
κ.α.α.
ΜΗΝΑ ΜΑΡΙΑ

Ο Υφυπουργός
Ιωάννης Τσακίρης


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας Α: Εκτιμήσεις και προβλέψεις Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων 2019-2023
Πίνακας Β: Εκτιμήσεις κατανομής επιχορηγήσεων/χρηματοδοτήσεων ΠΔΕ 2019-2023
Πίνακας Γ: Δαπάνες Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατά Φορέα 2019-2023
Πίνακας Δ: Κωδικοί Φορέων - Ειδικών Φορέων ΠΔΕ
Πίνακας Ε: Εκτιμήσεις δαπανών επενδύσεων ΠΔΕ 2019-2020

Άρθρα Η τακτική Γενική Συνέλευση με βάση τον ν. 4548/2018 (Περί Ανώνυμων Εταιρειών)

$
0
0

Η  τακτική Γενική Συνέλευση με βάση τον Ν. 4548/2018 ( Περί Ανώνυμων Εταιρειών (*) )

 

Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος
Ορκωτός ελεγκτής λογιστής – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
Επιστημονικός Συνεργάτης
Taxheaven

 

(*) Οι Α.Ε με μετοχές εισηγμένες σε Οργανωμένη Αγορά, έχουν και άλλες υποχρεώσεις/δυνατότητες/περιορισμούς, για τα οποία δεν γίνεται μνεία στο παρόν άρθρο.

 

Περιεχόμενα

1)      Πρόσκληση Γενικής Συνέλευσης

2)      Δικαιώματα Μετόχων

3)      Απαρτία και πλειοψηφία Γ.Σ

4)      Κατάρτιση, υπογραφή, Έλεγχος,  Έγκριση και Δημοσίευση των Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων

5)      Ετήσια έκθεση διαχείρισης

6)      Διάθεση Κερδών - Κανόνες Διανομής Κερδών ( Άρθρα 158-164)

7)      Πρακτικά Γενικών Συνελεύσεων

8)      Χρονολόγιο Ενεργειών

9)      Παραβάσεις σχετικές με τις Χρηματοοικονομικές Καταστάσεις και την Γενική Συνέλευση

10)  Υπόδειγμα Πρόσκλησης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης

 

1)     Πρόσκληση Γενικής Συνέλευσης

α) Ημερομηνία συνεδρίασης

Η γενική συνέλευση συνέρχεται υποχρεωτικά τουλάχιστον μία φορά κάθε εταιρική χρήση το αργότερο έως τη δεκάτη (10η) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης, προκειμένου να αποφασίσει για την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και για την εκλογή ελεγκτών (τακτική γενική συνέλευση). Η τακτική γενική συνέλευση μπορεί να αποφασίσει και για οποιοδήποτε άλλο θέμα αρμοδιότητάς της. ( άρθρο 119, παρ. 1 )

Δηλαδή : Ουσία της τακτικής Γ.Σ. είναι η έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένων και των ενοποιημένων για την εταιρεία που τις συντάσσει. Συχνά εκλέγεται στην τακτική Γ.Σ.  Δ.Σ., η απόφαση αυτή όμως μπορεί να λαμβάνεται και σε έκτακτη Γ.Σ.

β) Ημερομηνία και περιεχόμενο της πρόσκλησης για συνεδρίαση

Με εξαίρεση τις επαναληπτικές συνελεύσεις, η πρόσκληση της γενικής συνέλευσης πρέπει να δημοσιεύεται είκοσι (20) τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης. ( άρθρο 122, παρ. 1)

Η γενική συνέλευση μπορεί να συνεδριάζει οπουδήποτε και χωρίς σχετική πρόβλεψη του καταστατικού, όταν στη συνέλευση παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται μέτοχοι που εκπροσωπούν το σύνολο του κεφαλαίου με δικαίωμα ψήφου και δεν αντιλέγει κανείς στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης και τη λήψη αποφάσεων. ( άρθρο 120, παρ. 2 )

Η πρόσκληση της γενικής συνέλευσης περιλαμβάνει τουλάχιστον :

·         το οίκημα με ακριβή διεύθυνση,

·         τη χρονολογία και την ώρα της συνεδρίασης,

·         τα θέματα της ημερήσιας διάταξης με σαφήνεια,

·          τους μετόχους που έχουν δικαίωμα συμμετοχής, καθώς και

·         ακριβείς οδηγίες για τον τρόπο με τον οποίο οι μέτοχοι θα μπορέσουν να μετάσχουν στη συνέλευση και να ασκήσουν τα δικαιώματά τους αυτοπροσώπως ή διά αντιπροσώπου ή, ενδεχομένως, και από απόσταση. ( άρθρο 121, παρ. 3)

Προσοχή :

Πρόσκληση για σύγκληση γενικής συνέλευσης δεν απαιτείται στην περίπτωση κατά την οποία στη συνέλευση παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται μέτοχοι που εκπροσωπούν το σύνολο του κεφαλαίου και κανείς από αυτούς δεν αντιλέγει στην πραγματοποίησή της και στη λήψη αποφάσεων (καθολική γενική συνέλευση). ( άρθρο 121, παρ. 5)

Επισημάνσεις :

Η γενική συνέλευση είναι μόνη αρμόδια να αποφασίζει (μεταξύ άλλων )  για:

·         Την έγκριση της συνολικής διαχείρισης κατά το άρθρο 108 και την απαλλαγή των ελεγκτών.

[ Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με φανερή ψηφοφορία μετά την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, μπορεί να εγκρίνεται η συνολική διαχείριση που έλαβε χώρα κατά την αντίστοιχη χρήση. Παραίτηση όμως της εταιρείας από αξιώσεις της κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή άλλων προσώπων ή συμβιβασμός της εταιρείας με αυτούς μπορεί να λάβει χώρα μόνο με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 102. Κατά τη δίκη για αποζημίωση της εταιρείας λόγω ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου κατά τα άρθρα 102 και επ. συνεκτιμάται η παραπάνω έγκριση.

Προσοχή :

To άρθρο 108 αντιστοιχεί στο άρθρο 35 του κ.ν. 2190/1920, που αφορά την απαλλαγή του Δ.Σ. με απόφαση της γενικής συνέλευσης μετά την ψήφιση του ισολογισμού. Σύμφωνα με τη νέα διάταξη, η γενική συνέλευση δεν «απαλλάσσει» το Δ.Σ. «από πάσης ευθύνης» (κάτι που είχε δημιουργήσει δυσεπίλυτα νομικά προβλήματα, ιδίως ως προς τη θέση της «απαλλαγής» αυτής στο σύστημα της ευθύνης του Δ.Σ.), αλλά εγκρίνει τη «συνολική διαχείριση», τη διακυβέρνηση δηλ. της εταιρείας γενικά, όχι δε και επιμέρους πράξεις ή παραλείψεις που έχουν τυχόν βλάψει την εταιρεία. Συνεπώς η ευθύνη του Δ.Σ. παραμένει ακέραιη, κρινόμενη με βάση τις οικείες διατάξεις, ορίζεται όμως ότι η τυχόν έγκριση της συνολικής διαχείρισης θα συνεκτιμηθεί, εφόσον δόθηκε, όταν κρίνεται δικαστικά το θέμα της ευθύνης.

Άρα το αντίστοιχο θέμα στην Γ.Σ θα πρέπει να είναι :

«Έγκριση της συνολικής διαχείρισης κατά το άρθρο 108 του Ν. 4548/2018 και την απαλλαγή των ελεγκτών»

·          Έγκριση των ετήσιων και των τυχόν ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Διάθεση των ετήσιων κερδών. [ Δείτε αναλυτικά κατωτέρω ( Θέμα 6)  ]

·          Την έγκριση παροχής αμοιβών ή προκαταβολής αμοιβών κατά το άρθρο 109.

Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δικαιούνται να λάβουν αμοιβή ή άλλες παροχές, σύμφωνα με το νόμο και τα οριζόμενα στο καταστατικό .

Αμοιβή ή παροχή που χορηγείται σε μέλος του διοικητικού συμβουλίου και δεν ρυθμίζεται στον νόμο ή το καταστατικό βαρύνει την εταιρεία μόνο αν εγκριθεί με ειδική απόφαση της γενικής συνέλευσης με την επιφύλαξη των οριζομένων στα άρθρα 110 έως 112. ( άρθρο 109, παρ. 1)

Αμοιβή συνιστάμενη σε συμμετοχή στα κέρδη της χρήσεως παρέχεται μόνον αν αυτό προβλέπεται στο καταστατικό. Αμοιβή χορηγούμενη από τα κέρδη της χρήσεως λαμβάνεται από το υπόλοιπο των καθαρών κερδών που απομένει μετά την αφαίρεση των νόμιμων κρατήσεων για τακτικό αποθεματικό και τη διανομή του ελάχιστου μερίσματος υπέρ των μετόχων. ( άρθρο 109, παρ. 2)

Αμοιβή σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου για υπηρεσίες προς την εταιρεία βάσει ειδικής σχέσης, όπως ενδεικτικώς, από σύμβαση εργασίας, έργου ή εντολής καταβάλλεται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 99 έως 101. ( άρθρο 109, παρ. 3)

Προσοχή  ( Νέα δυνατότητα ) :

Η γενική συνέλευση μπορεί να επιτρέψει προκαταβολή αμοιβής για το χρονικό διάστημα μέχρι την επόμενη τακτική γενική συνέλευση. Η προκαταβολή της αμοιβής τελεί υπό την αίρεση της έγκρισής της από την επόμενη τακτική γενική συνέλευση ( άρθρο 109, παρ. 4)

Προσοχή :

Με την εξαίρεση των αμοιβών της παραγράφου 3, αμοιβή ή παροχή που καταβλήθηκε ή αποφασίστηκε να καταβληθεί σε συγκεκριμένο μέλος του διοικητικού συμβουλίου κατά τα ανωτέρω, μπορεί να μειωθεί από το δικαστήριο αν, με τις υφιστάμενες συνθήκες, είναι κατά εύλογη κρίση υπέρογκη και αντιτάχθηκαν στην απόφαση αυτή μέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) του κεφαλαίου.

Προσοχή :

Χρήσιμο θα ήταν ( παρότι οι προθεσμίες τους δεν λήγουν στις 10/9/2019 ), να περιληφθούν στα θέματα της Γ.Σ  και τα εξής θέματα :

(1) Ονομαστικοποίηση των Μετοχών

Δείτε αναλυτικά το άρθρο : Ονομαστικοποίηση μετοχών - Βιβλίο μετόχων - Μεταβίβαση μετοχών Ανώνυμης Εταιρείας, με βάση τον ν. 4548/2018

(2) Εναρμόνιση Καταστατικού

Δείτε αναλυτικά το άρθρο : Υποδείγματα καταστατικού Ανώνυμης Εταιρείας με βάση τις διατάξεις του ν. 4548/2018

γ) Δημοσίευση της πρόσκλησης για συνεδρίαση

Η πρόσκληση της γενικής συνέλευσης δημοσιεύεται με την καταχώρισή της στη Μερίδα της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ.. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει την υποχρέωση της εταιρείας να ενημερώσει τους μετόχους για την καταχώριση της πρόσκλησης και με άλλους τρόπους, τη διαδικασία ενημέρωσης ή και επιπλέον τρόπους δημοσίευσης της πρόσκλησης ή αποστολής της στους μετόχους. Σε αυτές τις περιπτώσεις η απόδειξη της τήρησης των διατυπώσεων για την ενημέρωση των μετόχων βαρύνει την εταιρεία. ( άρθρο 122, παρ. 2)

Προσοχή ( Νέα δυνατότητα ) :

Ανεξάρτητα από τους παραπάνω τρόπους δημοσίευσης της πρόσκλησης, κάθε μέτοχος με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά έχει το δικαίωμα να ζητήσει από την εταιρεία να του αποστέλλει με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ατομική πληροφόρηση για επικείμενες γενικές συνελεύσεις τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης. ( άρθρο 122, παρ. 4)

 

2)     Δικαιώματα Μετόχων

α)  Ενημέρωση των μετόχων πριν από τη Γ.Σ..

Ρυθμίζεται ειδικώς το ζήτημα της ενημέρωσης των μετόχων πριν από τη Γ.Σ.. Επεκτείνονται οι υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών στους μετόχους από τη δημοσίευση της πρόσκλησης και για τις μη εισηγμένες εταιρείες, πλην της υποχρέωσης ανάρτησης σχεδίων αποφάσεων. Η παράβαση των διατάξεων αυτών δημιουργεί ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου και μάλιστα άμεση, έναντι των μετόχων, στο μέτρο που προέκυψε ζημία για τους τελευταίους, δεν επηρεάζεται όμως το κύρος των αποφάσεων που έλαβε η Γ.Σ., δεδομένου ότι το άρθρο 137 παράγραφος 2 αναφέρεται σε μη παροχή πληροφοριών που ζητήθηκαν από μετόχους κατά το άρθρο 141.

Ειδικότερα :

·         Δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της, καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών.  ( άρθρο 123, παρ. 1)

Άρα : Οι Χρηματοοικονομικές καταστάσεις, καθώς και οι εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και των ελεγκτών πρέπει να υπάρχουν, ως επίσημα εγκεκριμένα έγγραφα, δέκα ημέρες πριν την Γ.Σ .

·         Από την ημέρα δημοσίευσης της πρόσκλησης για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης μέχρι και την ημέρα της γενικής συνέλευσης, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της στην έδρα της, τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:
α) την πρόσκληση για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης,
β) το συνολικό αριθμό των μετοχών και των δικαιωμάτων ψήφου που οι μετοχές ενσωματώνουν κατά την ημερομηνία της πρόσκλησης, αναφέροντας και χωριστά σύνολα ανά κατηγορία μετοχών, και
γ) τα έντυπα που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την ψήφο μέσω εκπροσώπου ή αντιπροσώπου και, εφόσον προβλέπονται, για την ψήφο με αλληλογραφία και για την ψήφο με ηλεκτρονικά μέσα, εκτός αν τα εν λόγω έντυπα αποστέλλονται απευθείας σε κάθε μέτοχο. ( άρθρο 123, παρ. 3)

β)  Δικαίωμα συμμετοχής στη Γ.Σ.

Στη γενική συνέλευση δικαιούται να συμμετάσχει κάθε μέτοχος o οποίος έχει και αποδεικνύει την ιδιότητα αυτή κατά την ημέρα διεξαγωγής της γενικής συνέλευσης. Μέτοχοι που είναι νομικά πρόσωπα μετέχουν στη γενική συνέλευση διά των εκπροσώπων τους. Δικαιούνται να μετάσχουν στη γενική συνέλευση, δεν υπολογίζονται όμως για το σχηματισμό της απαρτίας οι μέτοχοι με μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Το καταστατικό μπορεί να εξαρτά τη συμμετοχή στη γενική συνέλευση από την προηγούμενη κατάθεση των μετοχών στο ταμείο της εταιρείας, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων, που λειτουργεί στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος-μέλος και έχει το δικαίωμα να δέχεται τίτλους προς φύλαξη, ή και σε άλλα πρόσωπα, τα οποία αναγράφονται στην πρόσκληση. Το καταστατικό μπορεί ακόμη να προβλέπει ότι οι μετοχές που κατατίθενται, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν θα μπορούν να αναληφθούν ή και να εκποιηθούν πριν από τη διεξαγωγή της γενικής συνέλευσης.

Στο καταστατικό μπορεί ακόμη να προβλέπεται ότι στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να καταρτίζει και θέτει στη διάθεση των μετόχων, είκοσι τέσσερις (24) τουλάχιστον ώρες πριν από τη συνέλευση, πίνακα των μετόχων που κατέθεσαν τις μετοχές τους και ενδεχομένως τα έγγραφα αντιπροσώπευσης ή εκπροσώπησης. Ο πίνακας αυτός αναφέρει και τις διευθύνσεις των μετόχων, τα ονόματα των αντιπροσώπων ή εκπροσώπων τους και τον αριθμό των μετοχών και ψήφων κάθε μετόχου.

Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα συμμετοχής στη γενική συνέλευση από απόσταση με οπτικοακουστικά ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα, χωρίς τη φυσική παρουσία του μετόχου στον τόπο διεξαγωγής της. ( άρθρο 125, παρ. 1)

Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα συμμετοχής στην ψηφοφορία από απόσταση, διά αλληλογραφίας ή με ηλεκτρονικά μέσα, διεξαγόμενης πριν από τη συνέλευση. Τα θέματα και τα ψηφοδέλτια μπορεί να διατίθενται και η συμπλήρωσή τους να γίνεται και ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου ή σε έντυπη μορφή στην έδρα της εταιρείας. ( άρθρο 126, παρ. 1)

Στη γενική συνέλευση δικαιούνται να παρίστανται και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και οι ελεγκτές της εταιρείας. ( άρθρο 127, παρ. 1)

Ο πρόεδρος της γενικής συνέλευσης μπορεί με ευθύνη του να επιτρέψει την παρουσία στη συνέλευση και άλλων προσώπων, που δεν έχουν μετοχική ιδιότητα ή δεν είναι εκπρόσωποι μετόχων, στο μέτρο που τούτο δεν αντιτίθεται στο εταιρικό συμφέρον. Τα πρόσωπα αυτά δεν θεωρείται ότι μετέχουν στη συνέλευση για μόνο το λόγο ότι έλαβαν το λόγο για λογαριασμό παριστάμενου μετόχου ή ύστερα από πρόσκληση του προέδρου. ( άρθρο 127, παρ. 2)

Ο μέτοχος μπορεί να διορίσει αντιπρόσωπο για μία ή περισσότερες γενικές συνελεύσεις και για ορισμένο χρόνο. Ο αντιπρόσωπος ψηφίζει, σύμφωνα με τις οδηγίες του μετόχου, αν υφίστανται. Τυχόν μη συμμόρφωση του αντιπροσώπου με τις οδηγίες που έχει λάβει, δεν επηρεάζει το κύρος των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης, ακόμη και αν η ψήφος του αντιπροσώπου ήταν αποφασιστική για την επίτευξη της πλειοψηφίας. ( άρθρο 128, παρ. 3)

Προσοχή :

Καταργήθηκε, η υποχρεωτική παρουσία του συμβολαιογράφου και η προσυπογραφή του Πρακτικού από αυτόν σε περίπτωση παράστασης μόνο ενός μετόχου σε ΓΣ.

γ)  Δικαιώματα Μειοψηφίας

Με αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να εγγράψει στην ημερήσια διάταξη γενικής συνέλευσης, που έχει ήδη συγκληθεί, πρόσθετα θέματα, αν η σχετική αίτηση περιέλθει στο διοικητικό συμβούλιο δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη γενική συνέλευση. Τα πρόσθετα θέματα πρέπει να δημοσιεύονται ή να γνωστοποιούνται, με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου, κατά το άρθρο 122, επτά (7) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη γενική συνέλευση. … Τόσο σε εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά όσο και σε εταιρείες χωρίς μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, αν τα θέματα αυτά δεν δημοσιευθούν, οι αιτούντες μέτοχοι δικαιούνται να ζητήσουν την αναβολή της γενικής συνέλευσης, σύμφωνα με την παράγραφο 5 και να προβούν οι ίδιοι στη δημοσίευση, κατά τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, με δαπάνη της εταιρείας. ( άρθρο 141, παρ. 1)

Με αίτηση μετόχου ή μετόχων που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, ο πρόεδρος της συνέλευσης υποχρεούται να αναβάλει μία μόνο φορά τη λήψη αποφάσεων από τη γενική συνέλευση, τακτική ή έκτακτη, για όλα ή ορισμένα θέματα, ορίζοντας ημέρα συνέχισης της συνεδρίασης, αυτήν που ορίζεται στην αίτηση των μετόχων, η οποία όμως δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από είκοσι (20) ημέρες από τη χρονολογία της αναβολής. Η ύστερα από αναβολή γενική συνέλευση αποτελεί συνέχιση της προηγούμενης και δεν απαιτείται η επανάληψη των διατυπώσεων δημοσίευσης της πρόσκλησης των μετόχων.  ( άρθρο 141, παρ. 5)

Ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε μετόχου, που υποβάλλεται στην εταιρεία πέντε (5) τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από τη γενική συνέλευση, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να παρέχει στη γενική συνέλευση τις αιτούμενες συγκεκριμένες πληροφορίες για τις υποθέσεις της εταιρείας, στο μέτρο που αυτές είναι σχετικές με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. ( άρθρο 141, παρ. 6)

Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και με την προϋπόθεση ότι το προβλέπει το καταστατικό, κάθε μέτοχος μπορεί να ζητήσει να του χορηγηθεί πίνακας των μετόχων της εταιρείας, με ένδειξη του ονοματεπωνύμου, της διεύθυνσης και του αριθμού μετοχών κάθε μετόχου. Η εταιρεία δεν υποχρεούται να περιλάβει στον πίνακα μετόχους που κατέχουν μέχρι ένα εκατοστό (1%) του κεφαλαίου. ( άρθρο 141, παρ. 11)

 

3)     Απαρτία και πλειοψηφία Γ.Σ

 «Απλή» απαρτία

Η γενική συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το ένα πέμπτο (1/5) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

Αν δεν επιτευχθεί η απαρτία αυτή, η γενική συνέλευση συνέρχεται εκ νέου μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη χρονολογία της ματαιωθείσας συνεδρίασης, ύστερα από πρόσκληση προ δέκα (10) τουλάχιστον πλήρων ημερών. Στην επαναληπτική αυτή συνεδρίαση η γενική συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της αρχικής ημερησίας διάταξης, οσοδήποτε και αν είναι το εκπροσωπούμενο σε αυτήν τμήμα του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

«Ενισχυμένη » απαρτία

Κατ’ εξαίρεση, προκειμένου για αποφάσεις που αφορούν τη μεταβολή της εθνικότητας της εταιρείας, τη μεταβολή του αντικειμένου της επιχείρησης αυτής, την επαύξηση των υποχρεώσεων των μετόχων, την τακτική αύξηση του κεφαλαίου, εκτός αν επιβάλλεται από το νόμο ή γίνεται με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών, τη μείωση του κεφαλαίου, εκτός αν γίνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 21 ή την παράγραφο 6 του άρθρου 49, τη μεταβολή του τρόπου διάθεσης των κερδών, τη συγχώνευση, διάσπαση, μετατροπή, αναβίωση, παράταση της διάρκειας ή διάλυση της εταιρείας, την παροχή ή ανανέωση εξουσίας προς το διοικητικό συμβούλιο για αύξηση του κεφαλαίου, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που ορίζεται στο νόμο ότι η γενική συνέλευση αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, η συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της αρχικής ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το ήμισυ (1/2) του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

Στην περίππτωση της προηγούμενης παραγράφου, αν δεν επιτευχθεί η απαρτία του τελευταίου εδαφίου, η γενική συνέλευση προσκαλείται και συνέρχεται εκ νέου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, βρίσκεται δε σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της αρχικής ημερήσιας διάταξης, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου.

ΠΡΟΣΟΧΗ

Ειδικά για την «Διάθεση Κερδών», δείτε αναλυτικά κατωτέρω ( θέμα 6 )

ΠΡΟΣΟΧΗ

Το καταστατικό μπορεί να ορίζει για όλα ή συγκεκριμένα θέματα μεγαλύτερα ποσοστά απαρτίας από τα προβλεπόμενα. Η προβλεπόμενη από το καταστατικό απαρτία για τα θέματα της «Απλής» απαρτίας, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο τρίτα (2/3) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

«Απλή» Πλειοψηφία

Οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των εκπροσωπούμενων σε αυτή ψήφων.

«Ενισχυμένη » Πλειοψηφία

Κατ’ εξαίρεση, οι αποφάσεις που προβλέπονται «Ενισχυμένη » απαρτία, λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των ψήφων που εκπροσωπούνται στη συνέλευση.

ΠΡΟΣΟΧΗ

Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι για όλες ή συγκεκριμένες αποφάσεις να απαιτούνται μεγαλύτερα ποσοστά από αυτά που προβλέπονται στο Νόμο.

Στον επόμενο πίνακα εμφανίζονται συνοπτικά τα ανωτέρω :

 

Απαρτία

Πρώτη Γ.Σ

Επαναληπτική Γ.Σ

«Απλή» απαρτία - Ελάχιστη

20,00%

Μία μετοχή

«Ενισχυμένη » απαρτία - Ελάχιστη

50,00%

33,33%

Πλειοψηφία

Πρώτη Γ.Σ

Επαναληπτική Γ.Σ

«Απλή» Πλειοψηφία - Επί των παρόντων

50,00%

50,00%

«Ενισχυμένη »Πλειοψηφία - Επί των παρόντων

66,67%

66,67%

 

4)     Κατάρτιση, υπογραφή, Έλεγχος,  Έγκριση και Δημοσίευση των Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων

α) Κατάρτιση

Οι ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της ανώνυμης εταιρείας καταρτίζονται, ελέγχονται και εγκρίνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 και σύμφωνα με κάθε άλλη ειδική διάταξη που ρυθμίζει τα ζητήματα αυτά. ( άρθρο 145)

β) Υπογραφή

Για να ληφθεί από τη γενική συνέλευση έγκυρη απόφαση επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν καταρτιστεί από το διοικητικό συμβούλιο, πρέπει να έχουν υπογραφεί από τρία διαφορετικά πρόσωπα, και συγκεκριμένα από:

( α) τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου ή τον αναπληρωτή του,

( β) τον διευθύνοντα ή εντεταλμένο σύμβουλο και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος ή η ιδιότητά του συμπίπτει με εκείνη των παραπάνω προσώπων, από ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου που ορίζεται από αυτό και

(γ) τον κατά νόμο υπεύθυνο λογιστή πιστοποιημένο από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος κάτοχο άδειας Α΄ τάξης για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων ή, εφόσον πρόκειται για πιστωτικά ιδρύματα και από πρόσωπο ή πρόσωπα στα οποία το Διοικητικό Συμβούλιο έχει αναθέσει την ευθύνη για τη σύνταξη οικονομικών καταστάσεων. ( άρθρο 146, παρ. 1)

Τα παραπάνω πρόσωπα, σε περίπτωση διαφωνίας από πλευράς νομιμότητας του τρόπου κατάρτισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οφείλουν να εκθέτουν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους στη γενική συνέλευση. ( άρθρο 147, παρ. 1)

Προσοχή :

(1) Από τον νόμο 4548/2018, δεν προκύπτει προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να εγκριθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο της Α.Ε οι «Χρηματοοικονομικές  καταστάσεις». Πρέπει όμως αυτές να είναι διαθέσιμες στους μετόχους, δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση.

(2) Η κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρόνο από:  α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή  β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας [ Σημ. : Η προθεσμία υποβολής δηλώσεων χρήσεως 2018, έληξε στις 30-7-2019 ]  .  ( Άρθρο 6 , παρ. 3, του Ν. 4308/2014)

Κατά την άποψή μου, κατά την υποβολή της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος, ο Λογιστής της Α.Ε, για ασφάλειά του ( συγκρούσεις μελών Δ.Σ ή μετόχων, κ.λπ, που ενδεχομένως ‘’τροποποιούσαν’’ τις «Καταστάσεις», μετά την δήλωση και πριν την έγκρισή τους ), καθώς και τις απαιτήσεις του ν. 4308/204, πρέπει να έχει εγκεκριμένες από το Δ.Σ. της Α.Ε. , «Χρηματοοικονομικές  καταστάσεις».

γ) Έλεγχος χρηματοοικονομικών καταστάσεων

Οι διατάξεις που ρυθμίζουν τον τακτικό έλεγχο των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι αυτές της Υποπαραγράφου Α1* του ν. 4336/2015, η οποία ισχύει από 1-1-2016.

(Πηγή: Taxheaven https://www.taxheaven.gr/news/news/view/id/41495)

« Τακτικός έλεγχος χρηματοοικονομικών καταστάσεων : 1. I) Υπόκεινται σε τακτικό έλεγχο …. α) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων των περιπτώσεων α' και β' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 (Α' 251), όταν βάσει των κριτηρίων μεγέθους του άρθρου 2 του ίδιου νόμου χαρακτηρίζονται ως μεσαίες και μεγάλες οντότητες. β) Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου ανεξαρτήτως μεγέθους, όταν οι οντότητες αυτές χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος (συμφέροντος), κατά την έννοια του ορισμού του Παραρτήματος Α' του ν. 4308/2014. γ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσουν οι όμιλοι οι οποίοι βάσει της παρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 4308/2014 χαρακτηρίζονται ως «μεγάλοι». δ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσουν οι όμιλοι ανεξαρτήτως μεγέθους, όταν οι όμιλοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως δημοσίου ενδιαφέροντος (συμφέροντος), κατά την έννοια του ορισμού του Παραρτήματος Α' του ν. 4308/2014. II) Εξακολουθούν να ισχύουν διατάξεις ειδικής νομοθεσίας που υπαγάγουν σε έλεγχο από νόμιμο ελεγκτή ειδικές κατηγορίες οντοτήτων. 2. Προαιρετικός τακτικός έλεγχος
Μικρές οντότητες κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν.
4308/2014 (Α' 251) μπορούν να προβλέπουν στο καταστατικό τους ή, εάν δεν προβλέπεται σε αυτό, να αποφασίζουν δια της γενικής συνέλευσης των μετόχων ή της συνέλευσης των εταίρων, την υποβολή των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων σε έλεγχο, σύμφωνα με τα ισχύοντα ελεγκτικά πρότυπα. 3. α) Ο έλεγχος των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της παραγράφου 1 αποτελεί προϋπόθεση του κύρους της έγκρισης των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων από τη γενική συνέλευση ή άλλο αρμόδιο όργανο……»
δ) Έγκριση

Οι ετήσιες και οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση της εταιρείας που τις συνέταξε. ( άρθρο 148)

ε) Δημοσίευση

Οι ανώνυμες εταιρείες δημοσιεύουν στο Γ.Ε.ΜΗ.: α) τις νόμιμα εγκεκριμένες από την τακτική γενική συνέλευση ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, β) την έκθεση διαχείρισης και γ) τη γνώμη του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή της ελεγκτικής εταιρείας όπου απαιτείται, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την έγκρισή τους από την τακτική γενική συνέλευση. Όπου βάσει της περίπτωσης 1 της υποπαραραγράφου Α1 της παρ. Α΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) απαιτείται γνώμη ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτικής εταιρείας, οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και η έκθεση διαχείρισης δημοσιεύονται με τη μορφή και το περιεχόμενο βάσει των οποίων ο ορκωτός ελεγκτής λογιστής ή η ελεγκτική εταιρεία έχουν συντάξει το πιστοποιητικό ελέγχου. Συνοδεύονται επίσης από το πλήρες κείμενο της έκθεσης ελέγχου. ( άρθρο 149, παρ. 1)

Προσοχή :

Οι συντεταγμένες κατά τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) εγκεκριμένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και οι εγκεκριμένες ετήσιες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, καθώς και οι λοιπές προβλεπόμενες από το νόμο εκθέσεις των εταιρειών:
α) δημοσιεύονται στο Γ.Ε.ΜΗ. κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 και στο παρόν άρθρο,
β) αναρτώνται στην ιστοσελίδα της εταιρείας και παραμένουν προσβάσιμες για χρονικό διάστημα δύο (2) τουλάχιστον ετών από την πρώτη δημοσίευσή τους και
γ) εφόσον πρόκειται για εταιρείες με μετοχές ή άλλες κινητές αξίες τους εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΜΠΔ, κατατίθενται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. ( άρθρο 149, παρ. 8)

 

5)     Ετήσια έκθεση διαχείρισης

Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας υποχρεούται κάθε χρόνο να συντάσσει και να υποβάλλει στη γενική συνέλευση έκθεση διαχείρισης. ( άρθρο 150, παρ. 1)

Η ετήσια έκθεση διαχείρισης και, όπου συντρέχει περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 152, η δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης, εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο και υπογράφονται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. ( άρθρο 147, παρ. 3)

«Τα άρθρα 149 έως και 157 του ν. 4548/2018, επαναλαμβάνουν περίπου αυτούσια τα άρθρα 1-4 και 7 του ν. 4403/2016 με τον οποίο ενσωματώθηκαν στον κ.ν. 2190/1920 οι διατάξεις της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ, όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2014/95/ΕΕ, στο μέτρο που αφορούν τη δημοσίευση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και τις εκθέσεις που πρέπει να καταρτίζουν και να δημοσιεύουν είτε οι ανώνυμες εταιρείες εν γένει είτε ορισμένες ειδικές κατηγορίες ανωνύμων εταιρειών (βλ. και αιτιολογική έκθεση του ν. 4403/2016). …» (Αιτιολογική ν. 4548/2018).

Προσοχή :

Οι πολύ μικρές ανώνυμες εταιρείες, εκτός από τις εταιρείες οι οποίες αποτελούν οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος κατά την έννοια του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014, απαλλάσσονται από την υποχρέωση δημοσίευσης της έκθεσης διαχείρισης. ( άρθρο 149, παρ. 2)

Αναλυτικά για την Έκθεση  Διαχείρισης και «Υπόδειγμα» :

Έκθεση διαχείρισης (ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ) και «υπόδειγμα» (μετά τους νόμους 4403/2016 και 4548/2018)

 

6)     Διάθεση Κερδών - Κανόνες Διανομής Κερδών ( Άρθρα 158-164)

Οι διατάξεις του για τις διανομές κερδών εφαρμόζονται στις διανομές που αποφασίζονται από γενικές συνελεύσεις που λαμβάνουν χώρα από την 1/1/2019 και μετά.

α) «Τακτικό Αποθεματικό »: Σε σχέση με την υποχρεωτική παρακράτηση τακτικού αποθεματικού αναπαράγεται χωρίς μεταβολές το άρθρο 44 του κ.ν. 2190/1920. Δηλαδή : (1/20) [ 5% ] τουλάχιστον των καθαρών κερδών για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού. Η αφαίρεση για σχηματισμό αποθεματικού παύει να είναι υποχρεωτική, μόλις τούτο φθάσει το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον του κεφαλαίου.

β) Περιορισμοί στην διανομή κερδών ( άρθρο 159 ) :

β1) Σε σχέση με τις προϋποθέσεις και τον περιορισμό των διανομών αναπαράγεται κατά βάση το άρθρο 44α του κ.ν. 2190/1920. Η διαφοροποίηση ως προς την παράγραφο 1 του άρθρου 44α συνίσταται στο ότι προϋπόθεση για τη διανομή κερδών είναι, κατά την ημερομηνία λήξης της τελευταίας χρήσης, το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας (καθαρή θέση), όπως προσδιορίζονται στο νόμο, να μην είναι ή, μετά από τη διανομή αυτή, να μην γίνεται κατώτερο από το ποσό του κεφαλαίου, προσαυξημένου όχι μόνο με τα αποθεματικά των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό, αλλά και με τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν, καθώς επίσης και με τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 προστέθηκε για καλύτερη εναρμόνιση με τη δεύτερη Οδηγία (ήδη Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132).

Δηλαδή :

Σύνολο Ιδίων Κεφαλαίων

(μετά την διανομή) μεγαλύτερο >

Άθροισμα των (α-δ) :

α) Μετοχικό Κεφάλαιο

β) Αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό

γ) Τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν  [ Επιπλέον περιορισμός  σε σχέση με το ν. 2190/1920 ]

δ) Τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη (*) . [ Επιπλέον περιορισμός  σε σχέση με το ν. 2190/1920 ]

 

(*) (*)   Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη

73.02 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές επιμέτρησης

76 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων και απομειώσεων

77 Κέρδη από επιμέτρηση στην εύλογη αξία

78.02 Αναβαλλόμενος φόρος περιόδου έσοδο

79.03 Κέρδος από αγορά οντότητας σε τιμή ευκαιρίας

β2) Αντίστοιχα, στην παράγραφο 2 ορίζεται ότι το ποσό που διανέμεται στους μετόχους δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των αποτελεσμάτων της τελευταίας χρήσης που έχει λήξει, προσαυξημένο με τα κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις και δεν έχουν διατεθεί, και τα αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους, και μειωμένο όχι μόνο κατά το ποσό των ζημιών προηγούμενων χρήσεων και κατά τα ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό, αλλά και κατά το ποσό των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.

Δηλαδή :

Ανώτατο ποσό διανεμομένων κερδών

Αλγεβρικό Άθροισμα των (α-στ) :

Συν :

α) Αποτελέσματα  Χρήσης ( μετά φόρων )

β) Κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις

γ) αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους

Μείον :

δ) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη

ε) Ζημιές προηγούμενων χρήσεων

στ) Ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.


γ) Σειρά διάθεσης των Καθαρών Κερδών ( άρθρο 160 ) :

Τα καθαρά κέρδη, διατίθενται με απόφαση της γενικής συνέλευσης κατά την εξής σειρά:

α) Αφαιρούνται τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη. [ π.χ : Αποτιμήσεις στην «εύλογη αξία», αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα, κ.λπ ].

β) Αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμο και το καταστατικό κράτηση για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού.

γ) Κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του ελάχιστου μερίσματος, δ) Το υπόλοιπο των καθαρών κερδών, όπως και τα τυχόν λοιπά κέρδη, που μπορεί να προκύψουν και να διατεθούν, διατίθεται κατά τους ορισμούς του καταστατικού και τις αποφάσεις της γενικής συνέλευσης.
Αυτό το οποίο αλλάζει σε σχέση με τη διάθεση των καθαρών κερδών είναι ότι στην σειρά που προβλέπεται προηγείται η αφαίρεση των ποσών των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη (π.χ., υπεραξίες, κ.λπ).
δ) Ελάχιστο μέρισμα [ 0% έως 35% ] ( άρθρο 161 ):

(1) Εξακολουθεί να ανέρχεται σε 35% των καθαρών κερδών, ύστερα από αφαίρεση της κράτησης για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και των λοιπών πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν προέρχονται από πραγματοποιημένα κέρδη. Η διανομή του ελάχιστου μερίσματος μπορεί να μη γίνει σε μετρητά αλλά σε είδος.

(2) Προβλέπεται όμως τόσο η κεφαλαιοποίηση των κερδών, όσο και η καταβολή του μερίσματος, αν το εγκρίνει η Γ.Σ. με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, σε μετοχές και άλλους τίτλους που ανήκουν στην εταιρεία ή, με ομόφωνη απόφαση όλων των μετόχων και όχι μόνο των εκπροσωπουμένων στη Γ.Σ., και σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, που θα πρέπει να αποτιμηθούν.

(3) Προβλέπεται ακόμη η μείωση του μερίσματος από τη Γ.Σ., όχι όμως κάτω του 10% των καθαρών κερδών, επίσης με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, ενώ κατάργηση τούτου επιτρέπεται μόνο με ακόμη μεγαλύτερη πλειοψηφία 80% του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση κεφαλαίου. Εννοείται ότι άρνηση της πλειοψηφίας αυτής να εγκρίνει μέρισμα, παρά την ύπαρξη ικανών κερδών, μπορεί κατά τις περιστάσεις να κριθεί καταχρηστική.

 

Δηλαδή :

ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΜΕΡΙΣΜΑ (*)

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ

( Ν. 4548/2018 )

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ

(διατάξεις ν. 2190/20 )

35%

Απλή απαρτία και πλειοψηφία. >50% των παρόντων στην Γ.Σ

Απλή απαρτία και πλειοψηφία. >50% των παρόντων στην Γ.Σ

10%

>66,67% [ 2/3 ]

.----

0%

>80%

>70%

 

 

 

(*) ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ

Κέρδη μετά φόρων

Μείον :

α) Τακτικό αποθεματικό

β) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη [ Επιπλέον περιορισμός  σε σχέση με το ν. 2190/1920 ]

 

Σημειώσεις :

(1) [ Δυνατότητα κεφαλαιοποίησης των διανεμομένων κερδών ] Με απόφαση της γενικής συνέλευσης που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία είναι δυνατόν τα κέρδη που είναι διανεμητέα ως ελάχιστο μέρισμα να κεφαλαιοποιηθούν και να διανεμηθούν σε όλους τους μετόχους με μορφή μετοχών, υπολογιζόμενων στην ονομαστική τους αξία.

(2) [ Δυνατότητα χορήγησης των διανεμομένων κερδών όχι σε μετρητά αλλά σε τίτλους ] Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, είναι δυνατόν τα κέρδη, που είναι διανεμητέα ως ελάχιστο μέρισμα, να χορηγηθούν με μορφή τίτλων ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιρειών, εισηγμένων σε ρυθμιζόμενη αγορά, ή ιδίων τίτλων τους οποίους έχει στην κυριότητά της η εταιρεία, εφόσον είναι και αυτοί εισηγμένοι, με την επιφύλαξη της τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων και με την προϋπόθεση ότι οι ως άνω τίτλοι θα αποτελέσουν αντικείμενο αποτίμησης, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18.

(3) [ Δυνατότητα χορήγησης των διανεμομένων κερδών όχι σε μετρητά αλλά σε άλλα στοιχεία ( εκτός από ‘’τίτλους’’ ) ]

Διανομή άλλων περιουσιακών στοιχείων αντί μετρητών είναι επιτρεπτή με τις παραπάνω προϋποθέσεις μόνο ύστερα από ομόφωνη απόφαση όλων των μετόχων. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται στις εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρεωτικό ή σε προαιρετικό έλεγχο από ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία.

 

Γνωματεύσεις Σ.ΛΟ.Τ :

α) « Η καθαρή θέση που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας (φορολογική βάση) δεν λαμβάνεται υπόψη για τη διάθεση των αποτελεσμάτων και, κατά συνέπεια, για τη διανομή μερίσματος.

Από τη λογιστική καθαρή θέση (λογιστική βάση) δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν κονδύλια που προέρχονται από μη πραγματοποιηθέντα κέρδη, κατά την έννοια των προηγούμενων διατάξεων του κ.ν. 2190/1920, καθώς και τα κονδύλια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 159 του ν. 4548/2018.
Η διάθεση των αποτελεσμάτων και ειδικότερα η διανομή μερίσματος γίνεται από τα λογιστικά κέρδη τα οποία, σύμφωνα με την
παράγραφο 1 του άρθρου 160 του ν. 4548/2018, «απεικονίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων και είναι τα προκύπτοντα κατ’ εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας». Από τα κέρδη αυτά δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν τα κονδύλια που αναφέρονται στο εδάφιο (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 160 του ν. 4548/2018, μη πραγματοποιημένα (υπολογιστικά) έσοδα και κέρδη, τα οποία, συνήθως, προκύπτουν από την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία τους.»

( ΣΛΟΤ 212/12-2- 2019 Διανομή μερίσματος)

β)  «Αναφορικά με το ερώτημά σας, θα μπορούσε να σχηματισθεί ειδικό αποθεματικό εφόσον δεν παραβιάζονται οι όροι του άρθρου 161 « Ελάχιστο μέρισμα» του ν. 4548/2018 και του καταστατικού.»  ( ΣΛΟΤ 1397/2019 Σχηματισμός ειδικού αποθεματικού)

γ) «Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 159 και 160 του Ν 4548/2018, προκύπτει ότι κατά τον προσδιορισμό των διανεμητέων κερδών μιας χρήσεως, λαμβάνονται υπόψη (αφαιρούνται) και οι συσσωρευμένες λογιστικές ζημιές προηγουμένων χρήσεων.
Σημειώνεται ότι το κονδύλι των καθαρών κερδών της χρήσεως, έχει προκύψει μετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται επί των φορολογητέων κερδών, δηλαδή μετά την φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων και τις διαφορές λογιστικής – φορολογικής βάσης
Κατά την ίδια έννοια σχηματίζονται τόσο τα αποθεματικά της ΕΠΕ, όσο και της ΙΚΕ.
 » ( ΣΛΟΤ 652/2019 Κατά τον προσδιορισμό των διανεμητέων κερδών μιας χρήσεως, λαμβάνονται υπόψη (αφαιρούνται) και οι συσσωρευμένες λογιστικές ζημιές προηγουμένων χρήσεων)

 

 

Παράδειγμα διανομής Κερδών

 

Α

Δεδομένα Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων

 

 Αποτελέσματα Χρήσης 31/12/ΧΧΧ1

Ποσά

1

Κέρδη μετά φόρων

200.000,00

2

Ποσά  πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.

10.000,00

3

 Κέρδη μετά φόρων και μετά την αφαίρεση των μη  πραγματοποιημένων κερδών.

190.000,00

 

 Ισολογισμός 31/12/ΧΧΧ1 ( προ της Διανομής )

 

4

Μετοχικό Κεφάλαιο 31/12/ΧΧΧ1

1.000.000,00

5

Τακτικό Αποθεματικό ( συσωρευμένο ) 31/12/ΧΧΧ0

280.000,00

6

Αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό

500.000,00

7

Λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν

200.000,00

8

Αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται  η διανομή τους

100.000,00

9

 Κέρδη προηγούμενων χρήσεων

150.000,00

10

 Ζημιές προηγούμενων χρήσεων

0,00

 

 

 

Β

Υπολογισμός ελάχιστου τακτικού αποθεματικού, που πρέπει να σχηματιστεί

 

β1

Υπολογισμός τακτικού αποθεματικού με βάση τα Κέρδη

 

 

Καθαρά κέρδη χρήσεως ( Κέρδη μετά φόρων) και μετά την αφαίρεση των μη  πραγματοποιημένων κερδών.

190.000,00

 

Συντελεστής κράτησης τακτικού αποθεματικού

5,00%

 

Τακτικό αποθεματικό

9.500,00

β2

Έλεγχος δυνατότητας λόγω υπέρβασης του 1/3 του Μετοχικού Κεφαλαίου

 

 

Μετοχικό Κεφάλαιο 31/12/ΧΧΧ1

1.000.000,00

 

Τακτικό Αποθεματικό ( συσσωρευμένο ) 31/12/ΧΧΧ0

280.000,00

 

1/3 του Μετοχικού Κεφαλαίου

333.333,33

 

Απαιτούμενο ποσό, προς συμπλήρωση του 1/3

53.333,33

β3

Τακτικό Αποθεματικό που πρέπει να σχηματιστεί

9.500,00

 

 

Γ. Υπολογισμός Ανώτατου ποσού διανεμομένων κερδών


α) Αποτελέσματα  Χρήσης

200.000,00

β) Κέρδη, τα οποία προέρχονται από προηγούμενες χρήσεις

150.000,00

γ) αποθεματικά για τα οποία επιτρέπεται και αποφασίστηκε από τη γενική συνέλευση η διανομή τους

100.000,00

Μείον :

 

δ) Πιστωτικά κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη

-10.000,00

ε) Ζημιές προηγούμενων χρήσεων

0,00

στ) Ποσά που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό.

 0,00

Τακτικό Αποθεματικό που πρέπει να σχηματιστεί

-9.500,00

Ανώτατο ποσό Διανομής

430.500,00

 

 

 

 

 

Δ

Υπολογισμός του  ελάχιστου μερίσματος


Δ1

Βάση υπολογισμού του υποχρεωτικού ελάχιστου μερίσματος



 Κέρδη μετά φόρων και μετά την αφαίρεση των μη  πραγματοποιημένων κέρδων.

190.000,00


Μείον : Τακτικό αποθεματικό

9.500,00


Βάση υπολογισμού

180.500,00

Δ2

Υπολογισμός υποχρεωτικού ελάχιστου μερίσματος

 


α) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία κατέχει ποσοστό μικρότερο από τα 2/3 των μετοχών

 


Ποσοστό 35% επί της βάσης υπολογισμού

63.175,00


β) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία κατέχει ποσοστό μεταξύ των 2/3  και του 80% των μετοχών

 


Ποσοστό 10% επί της βάσης υπολογισμού

18.050,00


 

 


γ) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία κατέχει ποσοστό μεταξύ των 80%  και του 100% των μετοχών

 


Μπορεί να μην διανείμει μέρισμα

0,00

 

 

7)     Πρακτικά Γενικών Συνελεύσεων

Οι συζητήσεις και αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη γενική συνέλευση καταχωρίζονται σε περίληψη σε ειδικό βιβλίο πρακτικών. Στο ίδιο βιβλίο καταχωρίζεται και κατάλογος των μετόχων που παραστάθηκαν ή αντιπροσωπεύθηκαν στη γενική συνέλευση. Με αίτηση μετόχου ο πρόεδρος της γενικής συνέλευσης υποχρεούται να καταχωρίσει στα πρακτικά περίληψη της γνώμης του. Ο πρόεδρος της γενικής συνέλευσης δικαιούται να αρνηθεί την καταχώριση γνώμης, αν αυτή αναφέρεται σε ζητήματα προφανώς εκτός ημερήσιας διάταξης ή το περιεχόμενό της αντίκειται καταφανώς στα χρηστά ήθη ή το νόμο. Αντίγραφα πρακτικών συνεδριάσεων της γενικής συνέλευσης υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 93. [ 3. Αντίγραφα πρακτικών συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου, για τα οποία υπάρχει υποχρέωση καταχώρισής τους στο Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με το άρθρο 12  [ 1. Σε δημοσιότητα υποβάλλονται οι εξής πράξεις και στοιχεία: ….. γ) Ο διορισμός και η για οποιοδήποτε λόγο παύση, με τα στοιχεία ταυτότητας, των προσώπων που:… γγ) είναι αρμόδια να ασκούν τον τακτικό της έλεγχο. …στ) Οι εγκεκριμένες ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και οι σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών της ανώνυμης εταιρείας. Οι ετήσιες και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις πρέπει να περιέχουν τα ατομικά στοιχεία των προσώπων που, κατά νόμο, τις υπογράφουν και τις πιστοποιούν. ] ] του παρόντος νόμου ή άλλες διατάξεις, υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου. ( άρθρο 134, παρ. 1 )

Η εταιρεία υποχρεούται να χορηγεί στους μετόχους της αντίγραφα πρακτικών γενικών συνελεύσεων ύστερα από αίτησή τους. Οι μέτοχοι στους οποίους η εταιρεία αρνείται να χορηγήσει αντίγραφα των πρακτικών γενικής συνέλευσης, στην οποία παρέστησαν αυτοπροσώπως ή με νόμιμα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, μπορούν να απευθυνθούν στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., όπου τηρείται ο φάκελος της εταιρείας, η οποία υποχρεούται να τους χορηγήσει τα αντίγραφα αυτά, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3419/2005, εφόσον πρόκειται για πράξεις που καταχωρούνται στο Γ.Ε.ΜΗ.. Οι τρίτοι που έχουν έννομο συμφέρον και οι μη παραστάντες στη γενική συνέλευση μέτοχοι μπορούν να λάβουν αντίγραφα των πρακτικών της γενικής συνέλευσης από το Γ.Ε.ΜΗ., σε περίπτωση δε άρνησης αυτού, να χορηγήσει το πρακτικό ύστερα από σχετική εισαγγελική παραγγελία. ( άρθρο 134, παρ. 2 )

 

8)     Χρονολόγιο Ενεργειών

Ενέργειες που πρέπει να γίνουν

Απώτατες Ημερομηνίες

Απώτατη ημερομηνία υποβολής Πρόσκλησης Γενικής Συνέλευσης  στο Γ.Ε.ΜΗ. (εφόσον η ημερομηνία σύγκλησης της Γενικής συνέλευσης, έχει αποφασιστεί για την 10η Σεπτεμβρίου 2019)

20.8.2019

Δέκα (10) ημέρες πριν από την τακτική γενική συνέλευση, η εταιρεία θέτει στη διάθεση των μετόχων της τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της, καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών.  ( Άρα  πρέπει να υπάρχουν, ως επίσημα εγκεκριμένα έγγραφα, τουλάχιστον, δέκα ημέρες πριν την Γ.Σ .)

31.8.2019

Απώτατη ημερομηνία σύγκλησης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης  των Μετόχων

10.9.2019

Απώτατη ημερομηνία υποβολής στο Γ.Ε.ΜΗ. αποφάσεων Τακτικής Γενικής Συνέλευσης, μαζί με εγκεκριμένες οικονομικές Καταστάσεις χρήσης (εφόσον δηλαδή η ημερομηνία σύγκλησης της Γενικής συνέλευσης, γίνει την 10η Σεπτεμβρίου 2019)

30.9.2019

Το προς διανομή ποσό καταβάλλεται στους μετόχους μέσα σε δύο (2) μήνες από την απόφαση της τακτικής γενικής συνέλευσης που ενέκρινε τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και αποφάσισε τη διανομή.

10.11.2019

 

 

9)     Παραβάσεις σχετικές με τις Χρηματοοικονομικές Καταστάσεις και την Γενική Συνέλευση

Γενικά

« Οι ποινικές διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, πού μέχρι σήμερα έχουν τύχει ελάχιστης εφαρμογής, έχουν ελαφρά αναμορφωθεί. Πρέπει βέβαια να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν παράλληλες ποινικές διατάξεις σε άλλους νόμους (π.χ. για την κατάχρηση αγοράς), που, στο μέτρο που εφαρμόζονται, καθιστούν περιττή την ύπαρξη συναφών ποινικών διατάξεων και στο νόμο για τις Α.Ε.. Επίσης υπάρχουν συμπεριφορές που τιμωρούνται ήδη με βάση τις γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, ώστε να μην απαιτείται η κατάστρωση ειδικής ποινικής μεταχείρισης για τις ανώνυμες εταιρείες. Τέλος, ορισμένες ποινικές διατάξεις συνδεόμενες με την κρατική εποπτεία έχουν εκ των πραγμάτων απαλειφθεί, λόγω της ουσιαστικής κατάργησης της εποπτείας αυτής (π.χ. άρθρο 57 περίπτωση ε΄ του κ.ν. 2190/1920). Καταργήθηκαν εξάλλου και οι διοικητικές κυρώσεις που είχαν εισαχθεί με το άρθρο 63δ του κ.ν. 2190/1920, δεδομένου ότι ανάλογες κυρώσεις προβλέπονται από το άρθρο 17 του ν. 3419/2005 για το Γ.Ε.ΜΗ.. Άλλωστε η αρμοδιότητα εποπτείας για τις παραβάσεις του εταιρικού δικαίου, που θα δικαιολογούσε την επιβολή προστίμου, έχει ουσιαστικά καταργηθεί. Από την άλλη πλευρά προστέθηκαν ποινικές διατάξεις π.χ. για την παρά το νόμο κτήση ιδίων μετοχών από την εταιρεία και την παρά τον νόμο παροχή πιστώσεων, εγγυήσεων κλπ. για την απόκτηση ιδίων μετοχών (άρθρο 177 περιπτώσεις 3 και 4), επειδή οι πράξεις αυτές αντιβαίνουν στην προστασία του κεφαλαίου και θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των πιστωτών, όπως και η ήδη τιμωρούμενη παρά τον νόμο διανομή κερδών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε καμιά περίπτωση (αντίθετα προς το ποινικό δίκαιο του κ.ν. 2190/1920) η παράβαση του καταστατικού δεν συνιστά αξιόποινη πράξη». ( Από την «Αιτιολογική» του Νόμου 4548/2018 )

Προσοχή :

Δεν αποκλείονται και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από ειδικότερες διατάξεις.

Ειδικότερα :

α) Τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή από 10.1 μέχρι 100.000 ευρώ το μέλος του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο:
1. Εν γνώσει του συντάσσει ή εγκρίνει ανακριβείς ή παραπλανητικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, που οφείλει να συντάξει, ή τις συντάσσει κατά παράβαση του νόμου ως προς το περιεχόμενό τους. Ποινή δεν επιβάλλεται σε περίπτωση επουσιωδών ελλείψεων, που δεν επηρεάζουν τη συνολική εικόνα των καταστάσεων.
2. Προβαίνει σε διανομή κερδών ή άλλων ωφελημάτων σε μετόχους της εταιρείας ή τρίτο πρόσωπο, που δεν προκύπτουν από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή χωρίς να έχουν συνταχθεί χρηματοοικονομικές καταστάσεις ή με βάση χρηματοοικονομικές καταστάσεις που εν γνώσει του είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ή συντάχθηκαν κατά παράβαση του νόμου….
5. Εν γνώσει του συντάσσει αναληθή ή ελλιπή έκθεση διαχείρισης ή άλλη υποχρεωτική κατά το νόμο ετήσια έκθεση. ( άρθρο 177, παρ. 1 )

β) Τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή από 10.000 μέχρι 100.000 ευρώ ή και με τις δύο ποινές:
1. Ο τακτικός ελεγκτής ανώνυμης εταιρείας, ο οποίος θεωρεί οικονομική κατάσταση αυτή που εν γνώσει του έχει καταρτισθεί κατά παράβαση των διατάξεων του νόμου ως προς το περιεχόμενό τους.
2. Ο τακτικός ελεγκτής ανώνυμης εταιρείας ή ο διενεργών έκτακτο έλεγχο, ο οποίος παραβιάζει το καθήκον εχεμύθειας που έχει από το νόμο. Η ποινική δίωξη στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου ασκείται μόνο με έγκληση της εταιρείας. ( άρθρο 178 )

γ) Τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 50.000 ευρώ:
1. Όποιος συνάπτει για λογαριασμό της εταιρείας σύμβαση, για την οποία απαιτείται προηγούμενη άδεια κατά το άρθρο 100, αν η άδεια δεν δόθηκε. Το αξιόποινο εξαλείφεται αν η άδεια δοθεί κατά το άρθρο 100 μετά τη σύναψη της σύμβασης…..
3. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που παραλείπει να συντάξει ή συντάσσει εκπρόθεσμα τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εταιρείας ή τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις ή την ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου ή την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης ή την πολιτική αποδοχών ή την έκθεση αποδοχών, που οφείλει να συντάξει, ή άλλη κατά το νόμο ετήσια έκθεση, που οφείλει να συντάξει….
5. Όποιος παρακωλύει τη διενέργεια ελέγχου της εταιρείας από τους τακτικούς ελεγκτές ή τους ελεγκτές που έχουν ορισθεί για τη διενέργεια εκτάκτου ελέγχου ή δεν παρέχει σε αυτούς τις πληροφορίες που οφείλει να παράσχει και οι οποίες του ζητούνται νομίμως. ( άρθρο 179 )

δ) Τιμωρείται με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρι 15.000 ευρώ:
1. Όποιος παραλείπει να συγκαλέσει γενική συνέλευση των μετόχων ή ομολογιούχων ή να συμπεριλάβει ορισμένο θέμα στην ημερήσια διάταξη κατά παράβαση του παρόντος νόμου ή του προγράμματος έκδοσης ομολογιών. Αν η υποχρέωση σύγκλησης γενικής συνέλευσης ή προσθήκης θέματος στην ημερήσια διάταξη ανακύψει ύστερα από αίτηση μετόχου ή ομολογιούχου, η ποινική δίωξη ασκείται μόνο με έγκληση αυτού.
2. Όποιος εν γνώσει του μετέχει σε γενική συνέλευση μετόχων ή ομολογιούχων ή ψηφίζει χωρίς να έχει το δικαίωμα αυτό.
3. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου που παραβιάζει την υποχρέωση παροχής πληροφοριών σε μετόχους, σύμφωνα με το άρθρο 141 «Συλλογικά και ατομικά δικαιώματα μειοψηφίας» [ Δείτε ανωτέρω : Θέμα 2 ]. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο με έγκληση εκείνου που υπέβαλε το αίτημα παροχής πληροφοριών. ( άρθρο 180 )

 

10)                        Υπόδειγμα Πρόσκλησης Τακτικής Γενικής Συνέλευσης

« [ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ]………………………………………… Α. Ε.»

Αρ. ΓΕΜΗ  ………………. - «Αρ. ΜΑΕ  …………………..

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

TAKTIKΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

Κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας με την επωνυμία «……………», καλούνται οι Μέτοχοι της Εταιρίας σε Τακτική Γενική Συνέλευση την ……… …… ………. 2019, ώρα ….., στα γραφεία της εταιρείας επί της οδού ………………… στον Δήμο ……….. για να αποφασίσουν επί των ακολούθων θεμάτων της ημερήσιας διάταξης:

 1.  Έγκριση των [Ατομικών και Ενοποιημένων] Ετήσιων Οικονομικών Καταστάσεων της εταιρικής χρήσης 2018 και των σχετικών Εκθέσεων του Διοικητικού Συμβουλίου [ και των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών ].

2. Έγκριση συνολικής διαχείρισης της Εταιρείας, από το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά την εταιρική χρήση 2018.

3. [ Απαλλαγή των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών, από κάθε ευθύνη, για την εταιρική χρήση 2018 ].

4. Διάθεση των κερδών της χρήσης 2018

5. [ Εκλογή ελεγκτικής εταιρίας για την εταιρική χρήση 2019 ] .

6. [ Έγκριση αμοιβών χρήσης 2018 σύμφωνα με το  άρθρο 24 του Κ.Ν. 2190/1920 ] .

7. [  Έγκριση αμοιβών μέχρι την επόμενη Τακτική Γενική Συνέλευση σύμφωνα με το άρθρο 109 του Ν. 4548/2018 ].

8. [ Προσαρμογή/ Εναρμόνιση του Καταστατικού σύμφωνα με τον Ν. 4548/2018, όπως  ισχύει.  Τροποποίηση των άρθρων …………………… του Καταστατικού και κωδικοποίηση αυτού σε ενιαίο κείμενο. ]

9. [ Διάφορες  ανακοινώσεις και συζήτηση θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος, για την Εταιρεία  ].

[ ] = Εφόσον συντρέχει περίπτωση

Σε περίπτωση μη επίτευξης της απαιτούμενης εκ του Νόμου απαρτίας για την λήψη απόφασης σε οποιοδήποτε από τα θέματα της Ημερησίας Διάταξης, η τυχόν Επαναληπτική Τακτική Γενική Συνέλευση θα συνέλθει την ………………….. 2019, ώρα ………………, στον ίδιο χώρο.

Στη γενική συνέλευση δικαιούται να συμμετάσχει κάθε μέτοχος, ο οποίος έχει και αποδεικνύει την ιδιότητα αυτή κατά την ημέρα διεξαγωγής της γενικής συνέλευσης [ ή όπως προβλέπει το Καταστατικό ].

Ο μέτοχος συμμετέχει στη Γενική Συνέλευση και ψηφίζει είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω αντιπροσώπων. Για την ψήφο μέσω εκπροσώπου ή αντιπροσώπου θα πρέπει …………….[ Δείτε : Άρθρο 128. Αντιπροσώπευση στη γενική συνέλευση   ]  όπου ο μέτοχος εξουσιοδοτεί τον αντιπρόσωπο του προς εκπροσώπηση.

 

 


ΔΕΔ Α 2272/2019 ΣΑΔΦ Ελλάδος - Αγγλίας - Το εισόδημα που αποκτά φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής, με οποιαδήποτε μορφή (ως φυσικό ή νομικό πρόσωπο), από την εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα δεν τον καθιστά φορολογικό κάτοικο Ελλάδας.

$
0
0

Καλλιθέα, 12/07/2019
Αριθμός απόφασης: 2272

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝ ΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ: Α1 Επανεξέτασης
Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 2131604534
Φαξ: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 968/22.3.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
γ. Της ΠΟΛ. 1064/12.4.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27.4.2017).

2. Την ΠΟΛ. 1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 01/04/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου 12218 ενδικοφανή προσφυγή του του , ΑΦΜ Δ.Ο.Υ. Ρόδου, κατοίκου, κατά δήλωση του με την ενδικοφανή προσφυγή του, Fallowfield Manchester, Ηνωμένου Βασιλείου, οδός αριθμός κατά της υπ' αριθμ. πρωτ. 48212/16-01-2019 αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου επί της από 21-12-2018 ταυτάριθμης αίτησης, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την υπ' αριθμ. πρωτ. 48212/16-01-2019 αρνητική απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου επί της από 21-12-2018 ταυτάριθμης αίτησης του προσφεύγοντος για εκκαθάριση της δήλωσης του ΦΕφπ φορολογικού έτους 2017 (με επιφύλαξη) ως φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής, της οποίας ζητείται η ακύρωση, άλλως η τροποποίηση. 

6, Τις απόψεις του Προϊσταμένου της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α1, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

******************

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης από 01/04/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου 12218 ενδικοφανούς προσφυγής του του , ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αριθμ. πρωτ. 48212/16-01-2019 αρνητική απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου απορρίφθηκε η από 21-12-2018 ταυτάριθμη αίτηση του προσφεύγοντος για εκκαθάριση της δήλωσής του φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (ΦΕφπ) φορολογικού έτους 2017 (με επιφύλαξη) ως φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής, ώστε να μη θεωρείται για το εν λόγω έτος από τη Φορολογική Διοίκηση φορολογικός κάτοικος Ελλάδας.

Συγκεκριμένα, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΡΟΔΟΥ αφού έλαβε υπόψη του α) τις διατάξεις των άρθρων 4 και 39 του ν.4172/2013, των ΠΟΛ.1069/2015 και ΠΟΛ.1112/2017, β) τα στοιχεία του μητρώου του taxis από τα οποία προκύπτει ότι ο προσφεύγων από 01/09/2013 έχει προβεί σε έναρξη δραστηριότητας «Άλλα καταλύματα» και «Υπηρεσίες ενοικίασης ακινήτου που προορίζεται για κατοίκηση», γ) τα δηλωθέντα ποσά στο έντυπο Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (ΦΕφπ) φορολογικού έτους 2017 καθώς και δ) το με α/α .../2013 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης που έχει κατατεθεί στη Δ.Ο.Υ., έκρινε ότι ο προσφεύγων ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και ορθώς φορολογείται το εισόδημά του με βάση το άρθρο 21 του ν.4172/2013. Επίσης, έκρινε ότι η παροχή υπηρεσιών επιβάλλει την εκ του σύνεγγυς παρακολούθηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας που ασκείται καθ' όλη την τουριστική περίοδο που υπερβαίνει τους έξι μήνες και ειδικά όταν είναι ενεργή όπως αποδεικνύεται από το Ε3 της δήλωσης. Ως εκ τούτου η δήλωση εισοδήματος φορολογικού έτους 2017 δεν δύναται να εκκαθαριστεί, ως φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής.

Με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή του και με το αριθ. πρωτ. ΔΕΔ 129147 ΕΙ 2019/17-05-2019 (αρ. πρωτ. 16283/06-05-2019 Δ.Ο.Υ ΡΟΔΟΥ) συμπληρωματικό του υπόμνημα, ο προσφεύγων ζητά την ακύρωση, άλλως την τροποποίηση της ως άνω υπ' αριθμ. πρωτ. 48212/16-01-2019 ρητής αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου, με σκοπό να πραγματοποιηθεί η εκκαθάριση της φορολογικής του υποχρέωσης, ως φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής, προβάλλοντας, συνοπτικά, τους ακόλουθους λόγους:

1) Δεν έχει τη μόνιμη του κατοικία στην Ελλάδα, αλλά στο Ηνωμ. Βασίλειο, όπου εργάζεται και διαμένει μόνιμα με τη σύζυγο του, του και τα δύο ενήλικα τέκνα τους, τον 19 ετών ο οποίος σπουδάζει στο πανεπιστήμιο του και τον 18 ετών, ο οποίος πηγαίνει ακόμη σχολείο στο . Τόσο ό ίδιος από το έτος 2012 όσο και η σύζυγός του από το 2016 εργάζονται συνεχώς ως ιδιωτικοί υπάλληλοι στην εταιρεία αντικείμενο ενασχόλησης τα συνταξιοδοτικά ζητήματα.

2) Το επίκεντρο των ζωτικών, επαγγελματικών και κοινωνικών συμφερόντων του βρίσκεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, η δε βραχυχρόνια εκμίσθωση της ακίνητης συνιδιοκτησίας του και της συζύγου του στο νησί της Ρόδου συνιστά μεν ατομική επιχείρηση και όχι άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας υπό την έννοια του αρ. 21 του ΚΦΕ και δεν συνεπάγεται δε, άνευ ετέρου, μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα.

3) Δεν έχει ούτε τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα καθώς η σχέση του περιορίζεται στη βραχυχρόνια εκμίσθωση της ιδιόκτητης εξοχικής κατοικίας που διατηρεί στη Ρόδο. Οι σχετικές συνεννοήσεις και συναλλαγές με τους μισθωτές διενεργούνται εξ' αποστάσεως από το Ην. Βασίλειο, διαδικτυακά και μέσω τραπεζικού συστήματος. Επισκέπτεται την Ελλάδα για ελάχιστες μέρες κάθε χρόνο, οι οποίες δεν ξεπερνούν σε καμία περίπτωση τις 183 μέρες συνολικά, ώστε να θεωρείται μόνιμος κάτοικος Ελλάδος, υπαγόμενος για το σύνολο των εισοδημάτων του στη φορολογική δικαιοδοσία της,

4) Η απόκτηση εισοδήματος από βραχυχρόνια εκμίσθωση κατοικίας στην Ελλάδα δεν προϋποθέτει τη φυσική παρουσία του στην Ελλάδα, άρα δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής.

5) Επικαλείται τις πρόσφατες αποφάσεις με αρ. πρωτ. ΔΕΔ 2797/2017, ΔΕΔ 3257/2017, ΔΕΔ 3285/2018 και ΔΕΔ 3297/2018 της ΔΕΔ, όπου δέχθηκαν πως ο ασκών ατομική επιχείρηση εκμετάλλευσης τουριστικής κατοικίας στην ΡΟΔΟ, μπορεί να είναι φορολογικός κάτοικος Πολωνίας, Ηνωμένου Βασιλείου, Ελβετίας, με υποχρέωση την δήλωση και φορολόγηση στην ελλάδα, μόνο του εισοδήματος που απέκτησε στην Ελλάδα και όχι και το παγκόσμιο εισόδημά του.

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου IIΙ παρ. 1-2 του ν.δ. 2732/1953 (Σύμβαση για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας μεταξύ της Ελλάδας και του Ηνωμένου Βασιλείου, ΣΑΔΦ- Ηνωμένο Βασίλειο),: «1 Τα βιομηχανικά ή εμπορικά κέρδη επιχειρήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα υπόκεινται εις τον Ελληνικόν φόρον εκτός αν η επιχείρησις διεξάγη εμπόριον ή εργασίαν εν Ελλάδι δια μονίμου εν αυτή εγκαταστάσεως. Αν διεξάγη εμπόριον ή εργασίαν ως προελέχθη δύναται να επιβληθή υπό της Ελλάδος φόρος επί των κερδών τούτων, αλλά μόνον δια το μέρος αυτών το οποίον θεωρείται ότι ανήκει εις την μόνιμον αυτήν εγκατάστασιν. 2. Τα βιομηχανικά ή εμπορικά κέρδη Ελληνικής επιχειρήσεως δεν θα υπόκεινται εις τον φόρον του Ηνωμένου Βασιλείου εκτός αν η επιχείρησις διεξάγη εμπόριον ή εργασίαν εν τω Ηνωμένω Βασιλείω δια μονίμου εν αυτώ εγκαταστάσεως. Αν διεξάγη εμπόριον ή εργασίαν ως προελέχθη, δύναται να επιβληθή υπό του Ηνωμένου Βασιλείου φόρος επί των κερδών τούτων αλλά μόνον επί του μέρους αυτών το οποίον θεωρείται ότι ανήκει εις την μόνιμον αυτήν εγκατάστασιν.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου II παρ. 1 της ΣΑΔΦ-Ηνωμένο Βασίλειο: «Εν τη παρούση Συμβάσει, εκτός αν άλλως απαιτεί η έννοια του κειμένου: α) [...]. ε) Ο όρος «πρόσωπον» περιλαμβάνει οιανδήποτε ομάδα προσώπων συσταθείσαν εις νομικόν πρόσωπον ή μη. ζ) [...]. η) Οι όροι «κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου» και «κάτοικος της Ελλάδος», υποδηλούν οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον είναι κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου δια τους σκοπούς του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου και ουχί πρόσωπον κατοικούν ή διαμένον εν Ελλάδι δια τους σκοπούς του Ελληνικού φόρου και οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον είναι κάτοικος ή διαμένει εν Ελλάδι δια τους σκοπούς του Ελληνικού φόρου και ουχί κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου δια τους σκοπούς του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου. [...]. θ) Οι όροι «κάτοικος ενός των εδαφών» και «κάτοικος του ετέρου εδάφους» υποδηλούν πρόσωπον το οποίον είναι κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου ή πρόσωπον το οποίον είναι κάτοικος της Ελλάδος, ως απαιτεί η έννοια του κειμένου, ι) Οι όροι «επιχείρησις του Ηνωμένου Βασιλείου» και «Ελληνική επιχείρησις» υποδηλούν βιομηχανικήν ή εμπορικήν επιχείρησιν διεξαγομένην υπό κατοίκου του Ηνωμένου Βασιλείου και βιομηχανικήν ή εμπορικήν επιχείρησιν διεξαγομένην υπό κατοίκου της Ελλάδος και οι όροι «επιχείρησις ενός των εδαφών» και «επιχείρησις του ετέρου εδάφους» υποδηλούν επιχείρησιν του Ηνωμένου Βασιλείου ή Ελληνικήν επιχείρησιν, ως απαιτεί η έννοια του κειμένου, κ) [...]. λ) Δια του όρου «μόνιμος εγκατάστασις» εφ' όσον ούτος χρησιμοποιείται δι' επιχείρησιν ενός των εδαφών, νοείται το Υποκατάστημα, έδρα, εργοστάσιον ή άλλος μόνιμος τόπος εργασίας [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου XIV παρ. 1-3 της ΣΑΔΦ-Ηνωμένο Βασίλειο: «1 Οι νόμοι των Συμβαλλομένων Μερών θα εξακολουθήσουν διέποντες την φορολογίαν του εισοδήματος του προκύπτοντος εις εκάτερον των εδαφών, εκτός εις ας περιπτώσεις προβλέπεται ρητώς το αντίθετον εν τη παρούση Συμφωνία. Εις ας περιπτώσεις το εισόδημα υπόκειται εις φόρον εις αμφότερα τα εδάφη θα δίδεται απαλλαγή από την διπλήν φορολογίαν συμφώνως προς τας ακολούθους παραγράφους του παρόντος άρθρου. 2. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του νόμου του Ηνωμένου Βασιλείου περί εκπτώσεως εκ του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου του φόρου του καταβλητέου εις έδαφος εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Ελληνικός φόρος ο καταβλητέος, είτε απ' ευθείας είτε δι' εκπτώσεως δι' εισόδημα εκ πηγών ευρισκομένων εντός της Ελλάδος, θα εκπίπτεται εκ του φόρου του Ηνωμένου Βασιλείου του καταβλητέου δια το εισόδημα τούτο. 3. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του Ελληνικού νόμου περί εκπτώσεως εκ του Ελληνικού φόρου του φόρου του καταβλητέου εις έδαφος εκτός της Ελλάδος, ο φόρος του Ηνωμένου Βασιλείου, ο καταβλητέος, είτε απ' ευθείας, είτε δι' εκπτώσεως, δι' εισόδημα εκ πηγών ευρισκομένων εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, θα εκπίπτεται εκ του Ελληνικού φόρου του καταβλητέου δια το εισόδημα τούτο, [...]. 4. [...].»

Επειδή, όπως προκύπτει από την ερμηνεία των προπαρατεθεισών διατάξεων της ΣΑΔΦ- Ηνωμένο Βασίλειο, τα κέρδη που αποκτά φορολογικός κάτοικος (φυσικό πρόσωπο) Ηνωμένου Βασιλείου από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκεί στην Ελλάδα μπορούν να φορολογηθούν και στην Ελλάδα μόνο αν θεωρηθεί ότι η εν λόγω επιχειρηματική δραστηριότητα, από την άσκηση της οποίας αποκτήθηκαν τα κέρδη αυτά, ασκήθηκε-διεξήχθη μέσω μόνιμης εγκατάστασης της εν λόγω ατομικής επιχείρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα. Εξάλλου, όπως προκύπτει από την ερμηνεία των ίδιων ως άνω προπαρατεθεισών διατάξεων της ΣΑΔΦ-Ηνωμένο Βασίλειο, τα κέρδη που αποκτά φορολογικός κάτοικος (φυσικό πρόσωπο) Ελλάδας από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκεί στην Ελλάδα φορολογούνται μόνο στην Ελλάδα.

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 4172/2013, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2015 και την 31.12.2016: «Ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.) ρυθμίζει τη φορολογία του εισοδήματος: α) των φυσικών προσώπων, β) των νομικών προσώπων και των κάθε είδους νομικών οντοτήτων.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 4172/2013,: «Οι όροι που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε. έχουν την έννοια που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, εκτός εάν ο Κ.Φ.Ε. ορίζει διαφορετικά. Για τους σκοπούς του παρόντος νοούνται ως: α) «φορολογούμενος»: κάθε πρόσωπο που υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., β) «πρόσωπο»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα, γ) [...], στ) «συγγενικό πρόσωπο»: ο/η σύζυγος και οι ανιόντες ή κατιόντες σε ευθεία γραμμή, ζ) [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 4172/2013: «1 Ο φορολογούμενος που έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημα του που προκύπτει στην ημεδαπή και την αλλοδαπή, ήτοι το παγκόσμιο εισόδημα του που αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος. [...]. 2. Ο φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημα του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 και 2 του ν. 4172/2013,: «1 Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον: α) έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του ή β) [...]. 2. Ένα φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στην Ελλάδα συνεχώς για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις (183) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στην Ελλάδα. [...]. Η παρούσα παράγραφος δεν αποκλείει την εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4172/2013,: «1 Εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή είναι κάθε εισόδημα πηγής Ελλάδας και ιδίως: α) το εισόδημα από μισθωτή εργασία που ασκείται στην ημεδαπή, καθώς και το εισόδημα από μισθωτή εργασία που ασκείται στην αλλοδαπή και καταβάλλεται από το Ελληνικό Δημόσιο, β) το εισόδημα από συντάξεις που καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο, από ημεδαπό κύριο και επικουρικό φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης, καθώς και από επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο στην Ελλάδα, γ) το εισόδημα από υπηρεσίες διοίκησης, συμβουλευτικές και τεχνικές που παρέχονται στην ημεδαπή, μέσω μόνιμης εγκατάστασης, δ) το εισόδημα από καλλιτεχνικές και αθλητικές δραστηριότητες που παρέχονται στην ημεδαπή, ε) το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκείται στην ημεδαπή, μέσω μόνιμης εγκατάστασης, στ) το εισόδημα από τη μεταβίβαση παγίων περιουσιακών στοιχείων από αλλοδαπό που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα μέσω μόνιμης εγκατάστασης στην ημεδαπή, ζ) το εισόδημα από ακίνητη περιουσία και το εισόδημα από λοιπά δικαιώματα που προκύπτουν από την ακίνητη περιουσία, εφόσον τα ακίνητα βρίσκονται στην ημεδαπή, η) το εισόδημα από την πώληση ακίνητης περιουσίας, η οποία βρίσκεται στην ημεδαπή, θ) το εισόδημα από την πώληση ολόκληρης επιχείρησης, εταιρικών μεριδίων ή ποσοστών συμμετοχής, μετοχών, εισηγμένων ή μη ομολόγων και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, εφόσον οι παραπάνω τίτλοι έχουν εκδοθεί από ημεδαπή επιχείρηση, ι) το εισόδημα από μερίσματα ή λοιπά διανεμόμενα ποσά από νομικό πρόσωπο που έχει τη φορολογική του κατοικία στην ημεδαπή, ια) το εισόδημα από μερίσματα ή λοιπά διανεμόμενα ποσά από τις νομικές οντότητες που έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην αυτό) κατοικία, πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα πρόσφορα στοιχεία (πρβλ, ΣτΕ 1948/1956, ΣτΕ 3870/2002, ΣτΕ 3973/2005, ΣτΕ 1113/2008, ΣτΕ 259/2011 κ.α.), όπως ιδίως η ύπαρξη στέγης, η φυσική παρουσία του ίδιου, των μελών της οικογένειας του (στην οποία δεν περιλαμβάνονται μόνον ο ή η σύζυγος και τα τέκνα αυτού), ο τόπος άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ο τόπος των περιουσιακών συμφερόντων, ο τόπος των διοικητικών δεσμών με τις δημόσιες αρχές και φορείς (ασφαλιστικούς, επαγγελματικούς, κοινωνικούς), ο τόπος ανάπτυξης πολιτικών, πολιτισμικών ή άλλων δραστηριοτήτων. Συνεπώς, για τη θεμελίωση της προαναφερόμενης φορολογικής υποχρέωσης ενός φυσικού προσώπου, η φορολογική αρχή πρέπει να προβαίνει σε ειδικώς αιτιολογημένη κρίση αναφορικά με το εάν το πρόσωπο αυτό έχει κατοικία στην Ελλάδα, φέρουσα κατ' αρχήν και το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που τεκμηριώνουν, επαρκώς, ενόψει των συνθηκών, την ύπαρξη της. [...]. Τέλος, σε περίπτωση που φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 4172/2013, φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, δεν ανακύπτει ανάγκη διευθέτησης περίπτωσης διπλής κατοικίας και άρσης σύγκρουσης της φορολογικής εξουσίας της Ελλάδας και εκείνης άλλου κράτους [...].»

Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του μητρώου του taxis και το υποβληθέν έντυπο Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, φορολογικού έτους 2017, ο προσφεύγων έχει κάνει έναρξη εργασιών με δραστηριότητες «Άλλα καταλύματα» και «Υπηρεσίες ενοικίασης ακινήτου που προορίζεται για κατοικία».

Επειδή, ο προσφεύγων προσκομίζει αποδεικτκώς, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα αποδεικτικά μέσα:

α) Τα από 19/02/2019 Πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας Ηνωμένου Βασιλείου (Certificate of residence request) για την περίοδο 01/01/2018-31/12/2018, που έχουν εκδοθεί από την φορολογική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΜ Revenue & Customs, Personal Tax), που αφορούν τον προσφεύγοντα και τη σύζυγο του, (τα οποία φέρουν την επισημείωση της Σύμβασης της Χάγης, προσκομίζονται δε μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα).

β) Το από 27/06/2018 Πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας Ηνωμένου Βασιλείου (Certificate of residence request) για την περίοδο 01/01/2017-31/12/2017, που έχει εκδοθεί από την φορολογική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΜ Revenue & Customs, Personal Tax), που αφορά τον προσφεύγοντα (η οποία φέρει την επισημείωση της Σύμβασης της Χάγης, προσκομίζεται δε μεταφρασμένη στην ελληνική γλώσσα).

γ) Την από 17/01/2017 Επιστολή επιβεβαίωσης φορολογικής κατοικίας Ηνωμένου Βασιλείου (Letter of confirmation of residence) για την περίοδο 06/04/2010-05/04/2016, που έχει εκδοθεί από την φορολογική αρχή του Ηνωμένου Βασ;λείου (ΗΜ Revenue & Customs, Personal Tax), που αφορά τον προσφεύγοντα (η οποία φέρει την επισημείωση της Σύμβασης της Χάγης, προσκομίζεται δε μεταφρασμένη στην ελληνική γλώσσα).

δ) Σύνοψη υπολογισμού φόρου για τα έτη 2017-18, 2016-17, 2014-15, 2013-14, 2012-13 από την φορολογική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου, μεταφρασμένα στην Ελληνική γλώσσα.

ε) έντυπο δήλωσης φορολογίας εισοδήματος έτους 2018 του ίδιου και της συζύγου του

στ) Βεβαίωση αποδοχών από την εταιρεία - μηνός Νοεμβρίου 2018 του ίδιου και της συζύγου του.

Ζ) Βεβαιώσεις από την τράπεζα Barclays σχετικά με την τήρηση ανοιχτού αλληλόχρεου κοινού με τη σύζυγο του τραπεζικού λογαριασμού,

η) Βεβαίωση καταβολή δημοτικών τελών για την κατοικία τους στο Manchester.

Επειδή, με τη με αριθμό 48212/16-01-2019 απαντήση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. δεν έγινε δεκτή η ταυτάριθμη αίτηση του προσφεύγοντος για αλλαγή φορολογικής κατοικίας και για εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογ, έτους 2017, ως κατοίκου αλλοδαπής διότι είχε έναρξη δραστηριότητας στην Ελλάδα.

Επειδή, ο προσφεύγων στις υποβληθείσες δηλώσεις του (El, Ε2 και Ε3) δηλώνει εισόδημα από ακίνητα στα πλαίσια επιχειρηματικής δραστηριότητας, εισόδημα από ακίνητα και εισόδημα από τόκους.

Επειδή, σύμφωνα με τη Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας προκύπτει ότι το εισόδημα που αποκτά ο κάτοικος ενός εκ των συμβαλλόμενων κρατών στο άλλο κράτος δεν τον καθιστά κάτοικο του άλλου κράτους. Εν προκειμένω, το εισόδημα που αποκτά ο προσφεύγων, με οποιαδήποτε μορφή (ως φυσικό ή νομικό πρόσωπο), από την εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα δεν τον καθιστά φορολογικό κάτοικο Ελλάδας.

Επειδή, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή του ο προσφεύγων προβάλλει ότι κατά το φορολογικό έτος 2017 ήταν φορολογικός κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου και όχι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, για το λόγο αυτό ισχυρίζεται ότι η δήλωση του ΦΕφπ του φορολογικού έτους 2017 πρέπει να εκκαθαριστεί ως δήλωση ΦΕφπ φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής, προσκομίζει δε συναφώς (μεταξύ άλλων) τα δικαιολογητικά που αναφέρθηκαν στις αμέσως προηγούμενες σκέψεις της παρούσας απόφασης της Υπηρεσίας μας.

Ο ισχυρισμός αυτός του προσφεύγοντος πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσία βάσιμος. Κι αυτό, γιατί, ανεξαρτήτως του ποιος (ο προσφεύγων ή η Φορολογική Διοίκηση) φέρει εν προκειμένω το βάρος απόδειξης ότι κατά το φορολογικό έτος 2017 ο προσφεύγων ήταν (και) φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, πάντως από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικώς από τον ίδιο τον προσφεύγοντα έγγραφα και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης δεν προκύπτει ότι αυτός κατά το φορολογικό έτος 2017 είχε στην Ελλάδα τη μόνιμη ή εν πάση περιπτώσει την κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων (έστω κι αν είχε κατά το έτος αυτό και με την Ελλάδα οικονομικούς δεσμούς, και συγκεκριμένα τους σχετιζόμενους με το υπό κρίση ακίνητο του στη Ρόδο), αλλά ούτε και το ότι εντός του έτους 2017 βρέθηκε στην Ελλάδα συνεχώς για χρονικό διάστημα που υπερέβη τις 183 ημέρες, με αποτέλεσμα να αποδεικνύεται (πλήρης απόδειξη) ότι κατά το φορολογικό έτος 2017 ο προσφεύνων δεν ήταν (και) φορολογικός κάτοικος Ελλάδας. Απεναντίας, και στο πνεύμα των προπαρατεθεισών διατάξεων της υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1201/2017 (ΦΕΚ Β' 4441/15.12.2017) απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ (όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία υποβολής της ως άνω υπ' αρθμ. πρωτ. 48212/21-12-2018 αίτησης του προσφεύγοντος για εκκαθάριση της δήλωσης του ΦΕφπ φορολογικού έτους 2017 (με επιφύλαξη) ως φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής), ο προσφεύγων προσκομίζει μεταξύ άλλων βεβαίωση φορολογικής κατοικίας για τη περίοδο 01/01- 31/12/2017, και συνδυαστικώς εκτιμωμένων, προκύπτει ότι κατά το φορολογικό έτος 2017 ο προσφεύγων ήταν φορολογικός κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου. Για όλους τους παραπάνω λόγους, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι κατά το φορολογικό έτος 2017 δεν ήταν (και) φορολογικός κάτοικος Ελλάδας πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσία βάσιμος και συνεπώς η δήλωση του ΦΕφπ του εν λόγω φορολογικού έτους 2017 πρέπει να εκκαθαριστεί ως δήλωση ΦΕφπ φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής.

Αποφασίζουμε

τη αποδοχή της από 01/04/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου 12218 ενδικοφανούς προσφυγής του του. ΑΦΜ και την ακύρωση της υπ' αριθμ. πρωτ. 48212/16-01-2019 αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ρόδου επί της υπ' αριθμ. πρωτ. 48212/21-12-2018 αίτησής του προσφεύγοντος για εκκαθάριση της δήλωσης ΦΕφπ φορολογικού έτους 2017 (με επιφύλαξη) ως φορολογικού κατοίκου αλλοδαπής.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον προσφεύγοντα.

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Σημείωση: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Ο ΔΕΕΦ Α 1113548 ΕΞ 2019 Παροχή οδηγιών και διευκρινίσεων αναφορικά με τις ενέργειες των υπηρεσιακών χρηστών της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης για την ηλεκτρονική εφαρμογή «e-Μητρώο Πλοίων» του ν. 4256/2014 (ΦΕΚ Α'92) και λοιπά θέματα

$
0
0

Αθήνα, 9/8/2019
Ο ΔΕΕΦ Α 1113548 ΕΞ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Α. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α'
Β. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Φ.Κ.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΚ ΚΑΙ Φ.Π.Α.
ΤΜΗΜΑ Ε: Φ.Π.Α. ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ - ΕΞΑΓΩΓΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 106 72
Πληροφορίες: 2132122400
2106987448
Τηλέφωνο: 2103645613
Fax: 2103645613
E-Mail: vat-customs@2001.syzefxis.gov.gr
dfpa.a1@syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

Θέμα: Παροχή οδηγιών και διευκρινίσεων αναφορικά με τις ενέργειες των υπηρεσιακών χρηστών της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης για την ηλεκτρονική εφαρμογή «e-Μητρώο Πλοίων» του ν. 4256/2014 (ΦΕΚ Α'92) και λοιπά θέματα.

Σχετ.: 1. Η αριθμ. ΠΟΛ.1209/2018 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής «Καθορισμός διαδικασίας καταχώρισης και μεταβολής των στοιχείων από τα υπόχρεα πρόσωπα για τη λειτουργία του Μητρώου Τουριστικών πλοίων και Μικρών σκαφών του άρθρου 2 του ν. 4256/2014 και λοιπά θέματα για την ανάπτυξη και εφαρμογή αυτού».

2. Η αριθμ. πρωτ. Ε.2094/2019 εγκύκλιος «Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 20 του ν.4613/2019 (ΦΕΚ Α' 78/24.5.2019) για τις προθεσμίες καταχώρισης στο e-Μητρώο Πλοίων και παροχή διευκρινίσεων για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 51 του ν.4569/2018 (ΦΕΚ Α' 179/2018) και του ν.4256/2014 (ΦΕΚ Α'92/2014) όπως ισχύει σήμερα».

A. Ενέργειες Υπηρεσιακών Χρηστών της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης

Σε συνέχεια των ανωτέρω σχετικών παρέχουμε τις παρακάτω οδηγίες και διευκρινίσεις αναφορικά με τη λειτουργία της ηλεκτρονικής εφαρμογής του «e-Μητρώου Πλοίων» περιγράφοντας συνοπτικά τις απαιτούμενες ενέργειες των υπηρεσιακών χρηστών της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης οι οποίες αφορούν την παρούσα έκδοση της ηλεκτρονικής εφαρμογής e-Μητρώο Πλοίων. Σημειώνεται ότι υπηρεσιακοί χρήστες νοούνται και οι υπάλληλοι του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Υ.ΝΑ.Ν.Π.) για τα στοιχεία του e-Μητρώου Πλοίων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους. Ειδικότερα διευκρινίζονται τα εξής:

1. Η πρόσβαση στην εφαρμογή γίνεται μέσω της ιστοσελίδας της Α.Α.Δ.Ε. «https://www.aade.gr/polites/mitroo-ploion», στην οποία ο υπηρεσιακός χρήστης μπορεί να αναζητήσει το εγχειρίδιο των «Συχνών ερωτήσεων - απαντήσεων» και τον πίνακα με τις σχετικές προθεσμίες.

Επιπλέον σχετικά εγχειρίδια χρήσης της εφαρμογής με τίτλο «Οδηγίες Χρήσης της εφαρμογής Μητρώο Τουριστικών Πλοίων για το ρόλο Υπάλληλος», «Προσωρινή αποθήκευση- Υπηρεσιακοί Χρήστες» ο υπηρεσιακός χρήστης μπορεί να αναζητήσει στην ηλεκτρονική διεύθυνση «https://elearning.aade.gr/» εφόσον έχει επιλεγεί από την Υπηρεσία του ως χρήστης του e-Μητρώου Πλοίων, καθώς και στο «Εκπαιδευτικό υλικό» στην ηλεκτρονική βιβλιοθήκη της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας ανεξαρτήτως εάν έχει επιλεγεί από την Υπηρεσία του ως χρήστης της ανωτέρω εφαρμογής.

Για την πρόσβαση στο εκπαιδευτικό υλικό της ηλεκτρονικής βιβλιοθήκης πληροφορίες μπορεί να αναζητηθούν στην ερώτηση πέντε (5) των συχνών ερωτήσεων και απαντήσεων της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας («https://www.aade.gr/sites/default/files/2019-01/FAQs_forolog_telon_akad.pdf»).

2. Αρμόδιες υπηρεσίες σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3 της ΠΟΛ.1209/2018 ορίζονται οι Δ.Ο.Υ. ή τα Τελωνεία, για τον έλεγχο, τη βεβαίωση της ορθότητας των καταχωρισμένων οικονομικών στοιχείων καθώς και τη μεταβολή αυτών στο e-Μητρώο Πλοίων της ενότητας 10.

Η επιβεβαίωση των οικονομικών στοιχείων πραγματοποιείται (είτε κατά την εγγραφή του πλοίου/σκάφους στο e-Μητρώο Πλοίων, είτε κατά την μεταβολή των στοιχείων πλοιοκτησίας ή του εφοπλισμού του):

α) Για τα υπό ελληνική σημαία πλοία/σκάφη, μετά την υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης εγγραφής του υπόχρεου προσώπου και την πρώτη αποθήκευση για υπηρεσιακή χρήση από τις υπηρεσίες του Υ.ΝΑ.Ν.Π.

β) Για τα υπό ξένη σημαία πλοία/σκάφη, μετά την υποβολή ηλεκτρονικής αίτησης του υπόχρεου προσώπου και την υποβολή του εντύπου κατάθεσης δικαιολογητικών του Παραρτήματος ΙΙ της ανωτέρω απόφασης.

Συνεπώς οι υπηρεσιακοί χρήστες των Δ.Ο.Υ. ή των Τελωνείων για την επιβεβαίωση των οικονομικών στοιχείων της αίτησης αναμένουν, είτε μήνυμα που αποστέλλεται αυτόματα από την εφαρμογή ή από τους υπηρεσιακούς χρήστες του Υ.ΝΑ.Ν.Π. για τα υπό ελληνική σημαία πλοία, είτε την υποβολή του εντύπου κατάθεσης δικαιολογητικών για τα υπό ξένη σημαία πλοία.

Για το σκοπό αυτό απαιτείται η συστηματική λήψη των μηνυμάτων (καθημερινά) της εφαρμογής του e-Μητρώου Πλοίων με ευθύνη των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών καθώς και η διαχείριση αυτών, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι θα πραγματοποιούνται όλες οι απαιτούμενες ενέργειες άμεσα.

Σημειώνεται ότι σε περίπτωση μεταβολής στοιχείων των ήδη καταχωρισμένων πλοίων ανεξαρτήτως του ποια υπηρεσία έχει πραγματοποιήσει τη μεταβολή (Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο, ή Υ.ΝΑ.Ν.Π.), η εφαρμογή αυτόματα θα επαναφέρει το εν λόγω σκάφος για έλεγχο σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. Στις περιπτώσεις όπου οι εν λόγω μεταβολές δεν είναι διακριτές τότε διενεργείται επικοινωνία με τους λοιπούς υπηρεσιακούς χρήστες προκειμένου να εντοπιστούν οι αλλαγές και να επιβεβαιωθούν εκ νέου τα στοιχεία της ενότητας 10.

3. Επισημαίνεται ότι προκειμένου να εμφανίζεται ένα πλοίο σε ένα Τελωνείο ή σε μια Δ.Ο.Υ σαν εκκρεμότητα στην ενότητα 10, προς επιβεβαίωση των στοιχείων του, και προκειμένου να είναι δυνατό για τους επιχειρησιακούς χρήστες να επιβεβαιώσουν, εγκρίνουν ή τροποποιήσουν τα στοιχεία αυτά, θα πρέπει να έχει καταχωρηθεί στο πεδίο 5 η ανωτέρω υπηρεσία, Τελωνείο ή Δ.Ο.Υ., ως η αρμόδια υπηρεσία.

Σε περίπτωση εσφαλμένης καταχώρισης της αρμόδιας υπηρεσίας (Τελωνείο ή Δ.Ο.Υ), δηλαδή στην περίπτωση όπου ένα πλοίο/σκάφος έχει καταχωρηθεί, είτε από τον συναλλασσόμενο είτε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής - Υ.ΝΑ.Ν.Π.-, στην ενότητα 5 Τελωνείο ή Δ.Ο.Υ. που δεν είναι αρμόδια για να διαχειριστεί την καταχώριση αυτού του πλοίου, θα εμφανίζονται ειδοποιήσεις εκκρεμών πλοίων σε Τελωνεία ή Δ.Ο.Υ. στα οποία ωστόσο δεν θα υφίσταται σχετικός φάκελος ή εκκρεμότητα, ενώ στις υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ. ή Τελωνεία) που θα υφίσταται ο σχετικός φάκελος ή η εκκρεμότητα θα εμφανίζονται οι σχετικές εγγραφές στην ηλεκτρονική εφαρμογή του e- Μητρώου Πλοίων αλλά δεν θα είναι δυνατόν οι υπηρεσιακοί χρήστες των Δ.Ο.Υ ή των Τελωνείων να τις επιβεβαιώσουν ή να τις τροποποιήσουν.

Στις περιπτώσεις αυτές οι ανωτέρω υπηρεσίες των Δ.Ο.Υ. ή των Τελωνείων που έχουν λάβει σχετική ειδοποίηση χωρίς να υφίσταται σε αυτές ο σχετικός φάκελος ή η εκκρεμότητα, για τα υπό ελληνική σημαία πλοία/σκάφη θα αποστέλλουν σχετικό μήνυμα στις υπηρεσίες του Υ.ΝΑ.Ν.Π. (μέσω της εφαρμογής του e-Μητρώου Πλοίων) προκειμένου οι τελευταίες να διορθώσουν την αρμόδια Υπηρεσία της Φορολογικής ή Τελωνειακής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο), ενώ για τα υπό ξένη σημαία πλοία/σκάφη για τα οποία ο πρώτος υπηρεσιακός χρήστης είναι υπάλληλος της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου θα ενημερώνεται ο πλοιοκτήτης, εφοπλιστής ή ιδιοκτήτης προκειμένου να προβεί σε διόρθωση του πεδίου 5 και νέα ορθή αποθήκευση της αρμόδιας υπηρεσίας.

4. Για τα πλοία/σκάφη που καταχωρούνται για πρώτη φορά στο e-Μητρώο Πλοίων, ή που μεταβάλλονται τα στοιχεία πλοιοκτησίας ή εφοπλισμού τους, επιβεβαιώνονται υποχρεωτικά τα οικονομικά στοιχεία σε όλες τις περιπτώσεις (στην περίπτωση των πλοίων/σκαφών υπό ελληνική σημαία η επιβεβαίωση πραγματοποιείται βάσει των δικαιολογητικών που έχουν ήδη υποβληθεί σε προηγούμενο χρόνο με σκοπό την απόκτηση της ελληνικής σημαίας από τα υπόχρεα για την εγγραφή πρόσωπα, για τα υπό ξένη σημαία η επιβεβαίωση πραγματοποιείται με βάση το έντυπο κατάθεσης δικαιολογητικών που προσκομίζουν).

Για τα ήδη νηολογημένα ή εγγεγραμμένα στο Βιβλίο Εγγραφής Μικρών Σκαφών πλοία/σκάφη κατά τις 15.11.2018 (έναρξη λειτουργίας του e-Μητρώου Πλοίων), οι υπηρεσιακοί χρήστες επιλέγουν, εάν θα εγκρίνουν τα οικονομικά στοιχεία άμεσα (επιλογή πεδίου «Εγκρίνεται») προκειμένου να διενεργήσουν τον έλεγχο σε μεταγενέστερο χρόνο ή θα προβούν άμεσα στον έλεγχο και επιβεβαίωση (επιλογή πεδίου «Εγκρίνεται» και επιλογή πεδίου «Ελέγχθηκε») των οικονομικών στοιχείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. δ' της παρ. 4 του άρθρου 5 της ΠΟΛ 1209/2018. Η δυνατότητα αυτή δεν παρέχεται κατά την επιβεβαίωση των υπό ξένη σημαία πλοίων/σκάφων, τα στοιχεία των οποίων θα πρέπει να ελεγχθούν και επιβεβαιωθούν άμεσα.

Ο υπηρεσιακός χρήστης προβαίνει στην επιβεβαίωση των ανωτέρω στοιχείων επιλέγοντας και το σχετικό πεδίο ελέγχου στην εφαρμογή του e-Μητρώου ώστε να είναι σαφές στους λοιπούς χρήστες ότι τα στοιχεία αυτά έχουν επιβεβαιωθεί. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται ο προγραμματισμός των υπηρεσιών καθώς υφίσταται υποχρέωση επαλήθευσης και επιβεβαίωσης των καταχωρισμένων στοιχείων των επαγγελματικών πλοίων αναψυχής ή επαγγελματικών τουριστικών ημερόπλοιων, τα οποία υποβάλλουν εμπρόθεσμα αίτηση έως και 15.9.2019, το αργότερο έως και την 15.5.2023.

Σε περιπτώσεις πέραν των ανωτέρω όπου απαιτείται για δεόντως αιτιολογημένους λόγους η διενέργεια εκ των υστέρων ελέγχου και κατά συνέπεια η ολοκλήρωση της ελεγκτικής διαδικασίας απαιτεί χρόνο πέραν των οριζόμενων προθεσμιών τότε δύναται κατ' εξαίρεση να εγκρίνονται άμεσα τα οικονομικά στοιχεία και ο έλεγχος αυτών να πραγματοποιείται σε μεταγενέστερο χρόνο, σύμφωνα με τα ανωτέρω.

Τα καταχωρισμένα στοιχεία θα πρέπει το συντομότερο δυνατό και χωρίς καθυστέρηση να επιβεβαιώνονται με τα στοιχεία των τηρούμενων/ προσκομιζόμενων φακέλων πριν την εξάντληση της ανωτέρω προθεσμίας. Ειδικά στις περιπτώσεις μεταβίβασης πλοίου/σκάφους που έχει εγγραφεί στο e- Μητρώο Πλοίων αλλά τα στοιχεία του οποίου δεν έχουν επιβεβαιωθεί, ο σχετικός έλεγχος των στοιχείων θα ολοκληρώνεται κατά τη διαδικασία της μεταβίβασης.

Η επιβεβαίωση των στοιχείων πραγματοποιείται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο και κατά φορολογικό αντικείμενο (Φ.Π.Α., Εισόδημα, Κεφάλαιο) και διακριτά ανά φορολογία (μία ξεχωριστή επιβεβαίωση για κάθε φορολογία). Σημειώνεται ότι το «Hull Number» επιβεβαιώνεται μόνο από τους υπηρεσιακούς χρήστες της Α.Α.Δ.Ε. αρμόδιους για το αντικείμενο του Φ.Π.Α. (Τελωνείο ή Δ.Ο.Υ.).

Σε περίπτωση ολικής ναύλωσης θα πρέπει οπωσδήποτε να συμπληρώνονται τα στοιχεία του εφοπλιστή και τα οικονομικά στοιχεία που αφορούν την ναύλωση.

Σε περίπτωση που κάποιο από τα οικονομικά στοιχεία (συμπεριλαμβανομένου του «Hull Number») δεν υφίσταται ή δεν είναι δυνατό για τον φορολογούμενο να το προσκομίσει θα αναγράφεται η ένδειξη «Δεν υφίσταται/ΑΦΜ (υποκειμένου)». Στις περιπτώσεις αυτές σκόπιμος είναι ο έλεγχος από την Τελωνειακή ή Φορολογική αρχή κατά λόγω αρμοδιότητας και κατά την κρίση της Υπηρεσίας. Εφιστάται η προσοχή ώστε η δυνατότητα αυτή να μην αποτελέσει λόγο καταστρατήγησης, λαμβάνοντας όμως πάντοτε υπόψη τη σημαντικότητα καταχώρισης των ορθών και πραγματικών στοιχείων στην εν λόγω εφαρμογή και την ανάγκη μοναδικοποίησης της εγγραφής του σκάφους.

Η επιβεβαίωση των οικονομικών στοιχείων πρέπει να πραγματοποιείται κατά απόλυτη προτεραιότητα με βάση την ημερομηνία λήψης των μηνυμάτων από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υ.ΝΑ.Ν.Π. για τα υπό ελληνική σημαία πλοία/σκάφη ή την ημερομηνία υποβολής του εντύπου κατάθεσης δικαιολογητικών για τα υπό ξένη σημαία πλοία/σκάφη, με εξαίρεση τις αιτήσεις που αφορούν μεταβίβαση της πλοιοκτησίας ή μεταβολή του εφοπλισμού του πλοίου/σκάφους για τα οποία θα ακολουθείται ξεχωριστή προτεραιότητα.

5. Οι υπηρεσιακοί χρήστες (των Δ.Ο.Υ ή Τελωνείων) επιβεβαιώνουν μόνο τα οικονομικά στοιχεία, της ενότητας 10 της εφαρμογής, σε περίπτωση εγγραφής πλοίων/σκαφών στο e-Μητρώο Πλοίων, ή μεταβολής της πλοιοκτησίας ή του εφοπλισμού τους για τα ήδη εγγεγραμμένα πλοία/σκάφη.

Επίσης καταχωρίζουν μεταβολές που αφορούν αποκλειστικά τα οικονομικά στοιχεία κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης από το υπόχρεο πρόσωπο.

Εφόσον εντοπίσουν καταχωρισμένα στοιχεία σε πεδίο διαφορετικό της αρμοδιότητάς τους, τα οποία όμως δεν ανταποκρίνονται στα πραγματικά περιστατικά τότε οφείλουν να ενημερώσουν την αρμόδια υπηρεσία προκειμένου εκείνη να προβεί στην διόρθωση - επικαιροποίηση των εν λόγω πεδίων προκειμένου στην εφαρμογή να εντοπίζονται τα πραγματικά στοιχεία.

Σημειώνεται ότι οι υπηρεσιακοί χρήστες του Υ.ΝΑ.Ν.Π. είναι αρμόδιοι να μεταβάλλουν τα στοιχεία αρμοδιότητάς τους, ενότητες 1 έως και 9.

Μετά την επιβεβαίωση των οικονομικών στοιχείων οι υπηρεσιακοί χρήστες αναμένουν την ολοκλήρωση της εγγραφής του πλοίου/σκάφους στο e- Μητρώο Πλοίων.

6. Στην περίπτωση που ο πλοιοκτήτης δεν διαθέτει ελληνικό ΑΦΜ θα πρέπει να συμπληρωθούν στα στοιχεία του πλοιοκτήτη και του εφοπλιστή, τα στοιχεία του εφοπλιστή, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατό, κατά την πρώτη φάση λειτουργίας της εφαρμογής, να καταχωριστούν στοιχεία πλοιοκτήτη με μη ελληνικό ΑΦΜ.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να ελέγχουν εάν η απόκτηση του πλοίου και η μίσθωση/ναύλωση του σκάφους νόμιμα έχει φορολογηθεί ή απαλλαγεί ή δεν έχει επιβαρυνθεί με Φ.Π.Α.

7. Η πρώτη αποθήκευση για υπηρεσιακή χρήση προκειμένου για την εγγραφή, ή μεταβολή της πλοιοκτησίας ή του εφοπλισμού, των τουριστικών πλοίων και μικρών σκαφών πραγματοποιείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για τα υπό ελληνική σημαία πλοία (ιδιωτικά και επαγγελματικά) και από τις Δ.Ο.Υ. ή Τελωνεία, για τα επαγγελματικά πλοία αναψυχής και τα τουριστικά ημερόπλοια υπό ξένη σημαία. Η επικοινωνία των υπηρεσιακών χρηστών προκειμένου για την οριστική εγγραφή των τουριστικών πλοίων και μικρών σκαφών στο e-Μητρώο πραγματοποιείται με μηνύματα τα οποία αποστέλλονται και λαμβάνονται μέσω της εφαρμογής.

Μηνύματα αποστέλλονται αυτόματα από το Υ.ΝΑ.Ν.Π. στην Α.Α.Δ.Ε. κατά την διαδικασία εγγραφής του πλοίου/σκάφους καθώς και σε κάθε περίπτωση μεταβολής της πλοιοκτησίας (όχι του εφοπλισμού).

Στην περίπτωση αποθήκευσης από τον υπηρεσιακό χρήστη της Α.Α.Δ.Ε. του πλοίου υπό ξένη σημαία δεν αποστέλλεται μήνυμα αυτόματα από την εφαρμογή του e- Μητρώου Πλοίων στην αρμόδια Υπηρεσία του Υ.ΝΑ.Ν.Π. Στο πλαίσιο αυτό ο υπηρεσιακός χρήστης της Α.Α.Δ.Ε. μετά την επιβεβαίωση των οικονομικών στοιχείων θα πρέπει να αποστείλει σχετικό μήνυμα στην αρμόδια Υπηρεσία του Υ.ΝΑ.Ν.Π. μέσω της εφαρμογής.

Οι αποθηκευμένες εγγραφές από τους υπηρεσιακούς χρήστες της Α.Α.Δ.Ε. συνεχίζουν να εμφανίζονται στις εκκρεμείς εγγραφές του μητρώου με διαφορετικό όμως χρώμα. Εάν κάποιο στοιχείο μεταβληθεί στα πεδία της εφαρμογής μετά την έγκριση της Α.Α.Δ.Ε. τότε για λόγους ασφάλειας ζητείται εκ νέου ο έλεγχος και η έγκριση των πεδίων της Α.Α.Δ.Ε.

8. Η απενεργοποίηση των τουριστικών πλοίων αναψυχής και μικρών σκαφών διενεργείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υ.ΝΑ.Ν.Π. σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 της ΠΟΛ.1209/2018.

9. Σε περίπτωση διαπίστωσης, από υπηρεσιακούς χρήστες της Α.Α.Δ.Ε., παραβάσεων για τις οποίες προβλέπεται η επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν. 4256/2014 θα ενημερώνονται αρμοδίως οι υπηρεσίες του Υ.ΝΑ.Ν.Π. καθώς είναι αποκλειστικά αρμόδιες για την επιβολή αυτών (π.χ. υποβολή εκπρόθεσμης δήλωσης εγγραφής στο e-Μητρώο Πλοίων για υπό ξένη σημαία πλοίο που ο πρώτος υπηρεσιακός χρήστης είναι ο χρήστης της Α.Α.Δ.Ε.).

10. Όπως έχει ήδη αναφερθεί στην αριθμ. πρωτ. Ε.2094/2019 εγκύκλιο του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε., για την εκμετάλλευση των επαγγελματικών πλοίων αναψυχής και τουριστικών ημερόπλοιων, από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του e-Μητρώου Πλοίων, δεν εκδίδεται σχετική άδεια αλλά απαιτείται η καταχώρισή τους σε αυτό σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.4256/14. Συνεπώς για την χορήγηση απαλλαγής Φ.Π.Α. που σχετίζεται με την επαγγελματική δραστηριοποίηση των πλοίων θα πρέπει να ελέγχεται η κατάσταση του πλοίου (εγγραφή ως επαγγελματικό) στο e-Μητρώο πλοίων όσο και αν ιδιοχρησιμοποιείται (δεν χορηγούνται στην περίπτωση αυτή απαλλαγές για τα καύσιμα).

11. Περαιτέρω Ενέργειες υπηρεσιακού χρήστη της Τελωνειακής Διοίκησης

Σε περίπτωση εισαγωγής σκάφους ή απόκτησης καινούργιου από άλλο ΚΜ επιβεβαιώνεται η απαλλαγή από Φ.Π.Α. από το υποβαλλόμενο παραστατικό (Διασάφηση Εισαγωγής ή Δήλωση καινούργιου θαλάσσιου μεταφορικού μέσου).

Ι. Όσον αφορά την απόκτηση του πλοίου/σκάφους:

Στις περιπτώσεις εισαγωγής, ενδοκοινοτικής απόκτησης, κατασκευής σε ελεύθερο τελωνειακό συγκρότημα, του άρθρου 2 του ν. 4256/2014 συμπληρώνονται τα αντίστοιχα πεδία της ενότητας 10 Γ:

α) Hull Identification Number

β) Φ.Π.Α. : ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΠΛΟΙΟΥ ΑΝΑΨΥΧΗΣ ή ΜΙΚΡΟΥ ΣΚΑΦΟΥΣ

II. Όσον αφορά την εξαγωγή πλοίου/σκάφους

Στις περιπτώσεις εξαγωγής σκάφους που έχει καταχωρισθεί στο e-Μητρώο πλοίων, το τελωνείο εξαγωγής θα πρέπει να ενημερώσει μέσω της εφαρμογής του e-Μητρώου πλοίων το αρμόδιο τελωνείο όπως αυτό εμφανίζεται στην ενότητα 5, περί της τήρησης διατυπώσεων εξαγωγής του σκάφους .

Το αρμόδιο τελωνείο όπως αυτό εμφανίζεται στην ενότητα 5 θα πρέπει να καταχωρίσει τα αναγκαία στοιχεία στο πεδίο Φ.Π.Α.: ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΛΟΓΩ ΕΞΑΓΩΓΗΣ.

III. Όσον αφορά την μεταβολή πλοίου/σκάφους

i. Στις περιπτώσεις όπου ένα σκάφος έχει καταχωρηθεί στο e-Μητρώο πλοίων σαν ιδιωτικό και πρόκειται να μετατραπεί σε επαγγελματικό, δεν θα υπάρξει μεταβολή στην ενότητα 10 Γ. Ωστόσο επειδή θα υπάρξουν αλλαγές στα πεδία 1-9 της εφαρμογής θα ζητηθεί να επιβεβαιωθούν ξανά τα στοιχεία του εν λόγω πεδίου.

Αντιθέτως στις περιπτώσεις μεταβολής επαγγελματικού σκάφους, για το οποίο έχουν προηγουμένως καταχωρισθεί στοιχεία από το αρμόδιο τελωνείο στην ενότητα 10Γ, σε ιδιωτικό, υπάρχει μεταβολή στα στοιχεία αρμοδιότητας της τελωνειακής υπηρεσίας και για το λόγο αυτό θα πρέπει να συμπληρωθούν και να καταχωριστούν τα αντίστοιχα σημεία στο εν λόγω πεδίο με τίτλο «ΚΑΤΑΒΟΛΗ Φ.Π.Α. ΛΟΓΩ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ ΑΠΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΟ».

ii. Κατά την διαδικασία καταχώρισης των σκαφών στο e-Μητρώο ελέγχονται πάντοτε τα καταχωρισμένα στοιχεία όπως αυτά προκύπτουν είτε από τον φυσικό φάκελο είτε από τα καταχωρισμένα στοιχεία στο ICISnet.

Σε κάθε περίπτωση οι υπηρεσιακοί χρήστες φροντίζουν να εξετάσουν την ορθή συμπλήρωση της ενότητας 5 και να αναζητήσουν τη διασάφηση εισαγωγής ή τη Δήλωση καινούργιου θαλάσσιου μεταφορικού μέσου προκειμένου να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για την συμπλήρωση των ορθών στοιχείων στην ενότητα 10 Γ.

iii. Σε περίπτωση όπου τα στοιχεία του σκάφους δεν είναι συμπληρωμένα σωστά ή δεν είναι όλα τα απαιτούμενα πεδία συμπληρωμένα τότε οι υπηρεσιακοί χρήστες αναζητούν τα στοιχεία κατά τα ανωτέρω (ICISnet, κ.λπ), είτε ζητούν την προσκόμιση των απαραιτήτων δικαιολογητικών και επικοινωνούν μέσω της εφαρμογής με τις συναρμόδιες υπηρεσίες για την ολοκλήρωση της καταχώρισης.

iv. Επιπλέον διευκρινίζεται ότι η καταχώριση του βιβλίου ατέλειας αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο όσον αφορά τα στοιχεία του σκάφους και δεν πρέπει να συγχέεται το τελωνείο έκδοσης του βιβλίου ατέλειας με το αρμόδιο τελωνείο της ενότητας 5 για την έγκριση και επιβεβαίωση των στοιχείων του σκάφους.

12. Όσον αφορά τις ενέργειες του υπηρεσιακού χρήστη της Φορολογικής Διοίκησης για την επιβεβαίωση των οικονομικών στοιχείων διευκρινίζονται περαιτέρω τα εξής:

α) Ελέγχει το τελευταίο στάδιο της συναλλαγής που αφορά την απόκτηση του πλοίου ή τον εφοπλισμό του από το πρόσωπο που καταχωρίζει το πλοίο στο e-Mητρώο Πλοίων.

β) Σε περίπτωση απόκτησης του πλοίου στην Ελλάδα ή μεταφοράς του από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., θα αναζητείται η καταβολή του Φ.Π.Α. (δήλωση Φ.Π.Α. ή/και ανακεφαλαιωτικός πίνακας αντίστοιχα), ή η απαλλαγή από το Φ.Π.Α., ή μη επιβάρυνση με Φ.Π.Α. στη Ελλάδα, λόγω π.χ. απόκτησης από ιδιώτη ή φορολόγησής του εκτός Ελλάδας.

γ) Σε περίπτωση πλοίου που εισέρχεται από Τρίτη χώρα θα πρέπει οι υπηρεσιακοί χρήστες να επιβεβαιώνουν ότι έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις εισαγωγής στην Ε.Ε.

Στις περιπτώσεις όπου έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις εισαγωγής θα πρέπει το αρμόδιο τελωνείο (το τελωνείο όπου τηρήθηκαν οι διατυπώσεις εισαγωγής) να δηλώνεται στην ενότητα 5 της εφαρμογής. Εφόσον για το πλοίο έχουν τηρηθεί διατυπώσεις εισαγωγής σε άλλο ΚΜ και αυτό επιβεβαιώνεται με την προσκόμιση του τελωνειακού παραστατικού ή βεβαίωση της τελωνειακής αρχής του ΚΜ στο οποίο τηρήθηκαν οι διατυπώσεις εισαγωγής, τότε το πλοίο θεωρείται ότι μεταφέρεται από το κράτος μέλος αυτό.

Στις περιπτώσεις όπου δεν έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις εισαγωγής τότε ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής θα καταθέτει υπεύθυνη δήλωση ότι το σκάφος μεταφέρεται από τρίτη χώρα και ότι δεν έχει υποβληθεί διασάφηση εισαγωγής. Ο υπηρεσιακός χρήστης της Δ.Ο.Υ., βάσει της υπεύθυνης δήλωσης αυτής, θα προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες (αποστολή μηνύματος μέσω της εφαρμογής και τηλεφωνική επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές του Υ.ΝΑ.Ν.Π.) προκειμένου να συμπληρωθεί στην ενότητα 5 το αρμόδιο τελωνείο (το τελωνείο στο οποίο θα πραγματοποιηθούν οι διατυπώσεις εισαγωγής), καθ' υπόδειξη του συναλλασσομένου.

δ) Σε περίπτωση ναύλωσης πλοίου από υποκείμενο στο φόρο (Ελληνα ή μη εγκατεστημένο στην Ελλάδα), σε υποκείμενο στο φόρο Έλληνα που διαθέτει Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. στην Ελλάδα ο οποίος πρόκειται να το χρησιμοποιήσει για περαιτέρω μίσθωση ή ναύλωση (το σκάφος βρίσκεται στην Ελλάδα ή διατίθεται στην Ελλάδα):

i) Ο ναυλωτής υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση στη Δ.Ο.Υ. που δηλώνει το χρονικό διάστημα της ναύλωσης καθώς και εάν ο εκναυλωτής διαθέτει πλήρωμα ή όχι, σε περίπτωση που τα ανωτέρω δεν προκύπτουν από τα έγγραφα που προσκομίζει, ώστε να είναι σαφές εάν η εν λόγω υπηρεσία αφορά μεταφορά προσώπων (ναύλωση με πλήρωμα) ή μίσθωση (ναύλωση χωρίς πλήρωμα) και στην περίπτωση της μίσθωσης εάν αφορά βραχυχρόνια ή μακροχρόνια.

ii) Εάν ο εκναυλωτής είναι Έλληνας θα εξετάζεται εάν έχει λάβει σχετική απαλλαγή από τη Δ.Ο.Υ. Σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να χρεώνεται Φ.Π.Α. για την ναύλωση του σκάφους. Στην τελευταία περίπτωση και έως ότου δημιουργεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή του e-Μητρώου Πλοίων, συμπληρώνεται στην ενότητα «ΟΛΙΚΗ ΝΑΥΛΩΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ στην περίπτωση εφοπλισμού σύμφωνα με το άρ. 27.1.δ' του Κώδικα Φ.Π.Α.» η απαλλαγή ή το λεκτικό «ΧΡΕΩΣΗ Φ.Π.Α. ΠΟΣΟΥ ...».

iii) Εάν ο εκναυλωτής δεν έχει ελληνικό Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α., θα πρέπει στην περίπτωση μακροχρόνιας μίσθωσης (συνεχής κατοχή ή χρήση για διάστημα που υπερβαίνει τις 90 ημέρες - χωρίς πλήρωμα) ο λήπτης να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα στην περίπτωση ενδοκοινοτικής παροχής υπηρεσιών, καθώς και χρεοπίστωση στη δήλωση Φ.Π.Α., εφαρμόζοντας τις διατάξεις του άρθρου 14.2.α' του Κώδικα Φ.Π.Α. Στην περίπτωση αυτή και έως ότου δημιουργηθεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή του e-Μητρώου Πλοίων, συμπληρώνεται στην ενότητα «ΟΛΙΚΗ ΝΑΥΛΩΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ στην περίπτωση εφοπλισμού σύμφωνα με το άρ. 27.1.δ' του Κώδικα Φ.Π.Α.» το λεκτικό «ΚΑΤΑΒΟΛΗ Φ.Π.Α. ΜΕ ΤΗ ΔΗΛΩΣΗ Φ.Π.Α. ΠΟΣΟΥ.../ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 14.2.α'».

iv) Εάν ο εκναυλωτής δεν έχει ελληνικό Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. θα πρέπει στην περίπτωση βραχυχρόνιας μίσθωσης (συνεχής κατοχή ή χρήση για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες - χωρίς πλήρωμα) να λάβει ελληνικό Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. οπότε εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην περίπτωση (ii). Σε αντίθετη περίπτωση ο ναυλωτής θα πρέπει να κάνει χρεοπίστωση στη δήλωση Φ.Π.Α., χωρίς υποβολή ανακεφαλαιωτικού πίνακα (εφαρμογή άρθρου 35.1.η' του Κώδικα Φ.Π.Α.). Στην τελευταία περίπτωση και έως ότου δημιουργηθεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή, συμπληρώνεται στην ενότητα «ΟΛΙΚΗ ΝΑΥΛΩΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ στην περίπτωση εφοπλισμού σύμφωνα με το άρ. 27.1.δ' του Κώδικα Φ.Π.Α.» το λεκτικό «ΚΑΤΑΒΟΛΗ Φ.Π.Α. ΠΟΣΟΥ .... /ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 35.1.η'».

ε) Σε περίπτωση πλοίου το οποίο έχει αποκτηθεί ή εφοπλιστεί σε άλλο κράτος και εκ των υστέρων μεταφέρεται στην Ελλάδα είτε από τον πλοιοκτήτη, είτε από τον εφοπλιστή, για σκοπούς περαιτέρω ναύλωσης (ο πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής διαθέτει Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. στο εσωτερικό της Χώρας):

i) Σε περίπτωση μεταφοράς του πλοίου από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. δεν θεωρείται ότι πραγματοποιείται ενδοκοινοτική απόκτηση σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 7 του Κώδικα Φ.Π.Α. και εκ του λόγου αυτού δεν αναζητείται ανακεφαλαιωτικός πίνακας.

Σε περίπτωση μεταφοράς του πλοίου από τον πλοιοκτήτη, συμπληρώνεται έως ότου δημιουργηθεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή, στην ενότητα «ΜΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΜΕ Φ.Π.Α.» ^ «ΑΓΟΡΑ ΑΠΟ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ» ^ «ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ Φ.Π.Α. ΣΤΟ ΑΛΛΟ ΚΜ» το λεκτικό «ΤΟΠΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ».

Σε περίπτωση μεταφοράς του πλοίου από τον εφοπλιστή, συμπληρώνεται, έως ότου δημιουργηθεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή, στην ενότητα «ΟΛΙΚΗ ΝΑΥΛΩΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ στην περίπτωση εφοπλισμού σύμφωνα με το άρ. 27.1.δ' του Κώδικα Φ.Π.Α.» το λεκτικό «ΝΑΥΛΩΣΗ ΠΛΟΙΟΥ ΠΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ».

ii) Σε περίπτωση μεταφοράς του πλοίου από κράτος εκτός Ε.Ε. εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο σημείο γ'. Ειδικά σε περίπτωση μεταφοράς του πλοίου από τον εφοπλιστή, συμπληρώνεται περαιτέρω, έως ότου δημιουργηθεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή, στην ενότητα «ΟΛΙΚΗ ΝΑΥΛΩΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ στην περίπτωση εφοπλισμού σύμφωνα με το άρ. 27.1.δ' του Κώδικα Φ.Π.Α.» το λεκτικό «ΝΑΥΛΩΣΗ ΠΛΟΙΟΥ ΠΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ».

στ) Στην περίπτωση ιδιοκατασκευής σκάφους στο εσωτερικό της Χώρας και έως ότου δημιουργηθεί ξεχωριστό πεδίο στην εφαρμογή, συμπληρώνεται στην ενότητα «ΜΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΜΕ Φ.Π.Α.» ^ «ΑΓΟΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ» ^ «ΕΚΤΟΣ ΠΕΔΙΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ Φ.Π.Α. - ΑΓΟΡΑ ΑΠΟ ΙΔΙΩΤΗ» το λεκτικό «ΙΔΙΟΚΑΤΑΣΚΕΥΗ/ΑΦΜ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ» σε όλα τα υποχρεωτικά πεδία της συγκεκριμένης ενότητας.

Β. Ροή εργασιών των υπηρεσιακών χρηστών στο e-Μητρώο Πλοίων

Στο Παράρτημα Ι της παρούσας εγκυκλίου απεικονίζεται σχηματικά η ροή των εργασιών που πρέπει να ακολουθείται από τους υπηρεσιακούς χρήστες της Α.Α.Δ.Ε. κατά την διαδικασία καταχώρισης ενός σκάφους στο e-Μητρώο πλοίων.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ



Παράρτημα Ι. Σχηματική απεικόνιση της Ροής εργασιών στο e- Μητρώο Πλοίων

1. Πλοία με Ελληνική σημαία





2. Πλοία με Ξένη σημαία




Δ. ΟΡΓ. Α 1112465 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805ΕΞ2017/31-7-2017 (Β' 2743) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, περί μεταβίβασης αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότησης υπογραφής «Με εντολή Διοικητή» σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, όπως ισχύει

$
0
0

ΑΡΙΘ. ΦΕΚ: Β'3196/16-08-2019
Αθήνα, 08 Αυγούστου 2019
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ.: Δ. ΟΡΓ. Α 1112465 ΕΞ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Γ.Δ.Α.Δ.Ο.)
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Δ.ΟΡΓ.)
ΤΜΗΜΑ Α'-ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας: 10184 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Σοφία Σωμαρακάκη
Τηλέφωνο: 213-2112912
Fax: 210-3230829
E-mail: s.somarakaki@aade.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805ΕΞ2017/31-7-2017 (Β' 2743) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, περί μεταβίβασης αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότησης υπογραφής «Με εντολή Διοικητή» σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, όπως ισχύει»

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1.- Τις διατάξεις:
α) του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του ν. 4389/2016 (Α' 94) και ειδικότερα των υποπαραγράφων β' και γ' της παραγράφου 6, των παραγράφων 1 και 5, καθώς και της περίπτωσης ββ' της υποπαραγράφου θ' της παραγράφου 4 του άρθρου 14, των άρθρων 2, 7, 37 και των παραγράφων 2 έως και 5 του άρθρου 41 αυτού.
β) του ν. 4174/2013 (Α' 170) «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα του άρθρου 4 αυτού.
γ) του ν.δ. 356/1974 (Α' 90) «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων», όπως ισχύει και ειδικότερα της παρ. 1 του άρθρου 2 αυτού, σε συνδυασμό με τις παρ. 8 και 9 του άρθρου 8 του ν. 4224/2013 (Α' 288) «Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο Αξιοποίησης Περιουσίας του Δημοσίου και άλλες επείγουσες διατάξεις».
δ) του άρθρου 39 του ν. 1914/1990 (Α' 178) «Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη του δημοσίου τομέα και της κεφαλαιαγοράς, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις».
ε) του άρθρου 81 του ν. 1892/1990 (Α' 101) «Για τον εκσυγχρονισμό και την Ανάπτυξη και άλλες διατάξεις». 

2. - Την αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β' 968 και 1238) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει.

3. - Την αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1111775 ΕΞ 2019/07-08-2019 απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Εξειδίκευση της καθ'ύλην αρμοδιότητας του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών (Κ.Ε.ΟΦ.) Αττικής της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

4. Την αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 (Β' 2743) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής "Με εντολή Διοικητή" σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.», όπως τροποποιήθηκε με τις αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1191978 ΕΞ 2017/22-12-2017 (Β' 4750), Δ.ΟΡΓ.Α 1004403 ΕΞ 2018/10-01-2018 (Β'119), Δ. ΟΡΓ. Α 1009670 ΕΞ 2018/19-1-2018 (Β'183), Δ. ΟΡΓ. Α 1125477 ΕΞ 2018/22-08-2018 (Β' 3718), Δ.ΟΡΓ.Α 1160682 ΕΞ 2018/29-10-2018 (Β'4970), Δ. ΟΡΓ. Α 1038871 ΕΞ 2019/13-03-2019 (Β' 1124), Δ.ΟΡΓ.Α 1062366 ΕΞ 2019/23-04-2019 (Β' 1590 και 1676) και Δ. ΟΡΓ. Α 1107758 ΕΞ 2019/26-07-2019 (Β' 3105) όμοιες.

5. Την αριθμ. Δ.ΟΡΓ. Β 1134539 ΕΞ 2018/6-9-2018 (Α.Δ.Α:6Λ6546ΜΠ3Ζ-ΘΗΙ) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Διοίκησης Προγράμματος (Ο.Δ.Π.) στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), για τον συντονισμό, την καθοδήγηση, την παρακολούθηση και την υλοποίηση του προγράμματος, με τίτλο «Κεντρικοποίηση της Είσπραξης» στην Α.Α.Δ.Ε., σε θέματα είσπραξης φορολογικών και τελωνειακών οφειλών.», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Β 1147156 ΕΞ 2018/05-10-2018 (Α.Δ.Α:64Κ846ΜΠ3Ζ-Δ3Υ) και Δ.ΟΡΓ.Β 1069382 ΕΞ 2019/08-05-2019 (Α.Δ.Α. 6ΒΝΙ46ΜΠ3Ζ-ΧΞΦ) όμοιες.

6. - Τα κατωτέρω μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας:
α) από 21-06-2019, της Αναπληρώτριας του Συντονιστή της Ομάδας Διοίκησης Προγράμματος, μεταξύ άλλων και προς τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε. και
β) από 12, 16, 18, 29 και 30-07-2019 και 06-08-2019 (σε ορθή επανάληψη), του Προϊσταμένου της Γ.Δ.Φ.Δ..

7. - Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β' 130 και Β' 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως συμπληρώθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

8. - Την αριθ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθ. 39/3/30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

9. - Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της απόφασης αυτής, δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

Αποφασίζουμε:

I.- Τροποποιούμε τις κατωτέρω περιπτώσεις του Πίνακα του άρθρου 1 της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 (Β' 2743) απόφασης, με θέμα «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής "Με Εντολή Διοικητή" σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ως εξής:

1) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 5 των περιπτώσεων 2 και 3, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν. 1914/1990 (Α'178), όπως ισχύει ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής ή της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης, για τις υποθέσεις αρμοδιότητας της εν λόγω Υποδιεύθυνσης, με έδρα την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης ή της ΔΙ.Π.Α.Ε.Ε. ή ο Προϊστάμενος της αντίστοιχης Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., για υποθέσεις Τμημάτων που δεν υπάγονται σε Υποδιεύθυνση και εδρεύουν εντός της έδρας της Υπηρεσίας ή για υποθέσεις που αφορούν σε περισσότερες της μίας Υποδιεύθυνσης ή ο Προϊστάμενος της οικείας Υποδιεύθυνσης της αντίστοιχης Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., για υποθέσεις Τμημάτων που εδρεύουν εντός της έδρας της Υποδιεύθυνσης ή ο Προϊστάμενος του οικείου Τμήματος της αντίστοιχης Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., για υποθέσεις Τμημάτων που εδρεύουν εκτός της έδρας της Υποδιεύθυνσης ή της Διεύθυνσης ή κάθε άλλης οργανικής μονάδας.».

2) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στο πρώτο εδάφιο της στήλης 5 των περιπτώσεων:
α) 4 και 5, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν. 1914/1990, όπως ισχύει, υπάλληλος των οποίων διενεργεί τον έλεγχο ή ένας εκ των υπαλλήλων που φέρουν τη σχετική εντολή ελέγχου, στην περίπτωση που καθίσταται αναγκαία η άμεση υποβολή έγγραφου αιτήματος ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου που επιδιώκει την είσπραξη της οφειλής ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που παραλαμβάνει την προβλεπόμενη δήλωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα.»
β) 6 και 7, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν. 1914/1990, όπως ισχύει, υπάλληλος των οποίων διενεργεί τον έλεγχο ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου που επιδιώκει την είσπραξη της οφειλής ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που παραλαμβάνει την προβλεπόμενη δήλωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα.».
γ) 8, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν. 1914/1990, όπως ισχύει, υπάλληλος των οποίων διενεργεί τον έλεγχο ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου που επιδιώκει την είσπραξη της οφειλής ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που παραλαμβάνει την προβλεπόμενη, ανά φορολογία, δήλωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα.».
δ) 9, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο υπάλληλος της Δ.Ο.Υ. που παραλαμβάνει την προβλεπόμενη, ανά φορολογία, δήλωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα, καθώς και ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του Ν. 1914/1990, όπως ισχύει, υπάλληλος των οποίων διενεργεί τον έλεγχο ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου που επιδιώκει την είσπραξη της οφειλής ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής.».

3) Προσθέτουμε στο τέλος της στήλης 5 της περίπτωσης 34, νέο εδάφιο, το οποίο έπεται του έβδομου εδαφίου, ως εξής:
«-Επιπλέον, ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής για τις υποθέσεις αρμοδιότητάς του, σύμφωνα με τις διατάξεις της αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1111775 ΕΞ 2019/07-08-2019 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., με θέμα «Εξειδίκευση της καθ'ύλην αρμοδιότητας του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών (Κ.Ε.ΟΦ.) Αττικής της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» όπως εκάστοτε ισχύουν».

4) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 2 της περίπτωσης 34Α, ως εξής:
«Η επιλογή των κατά προτεραιότητα προς επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υποθέσεων, η αποστολή των υποθέσεων αυτών στους αρμόδιους για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ., των Ελεγκτικών Κέντρων και του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, η παροχή οδηγιών προς αυτούς, ο έλεγχος των αποτελεσμάτων από τη λήψη μέτρων είσπραξης και η παροχή οδηγιών για διορθωτικές ενέργειες.».

5) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 5 της περίπτωσης 37, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».

6) Προσθέτουμε νέα περίπτωση, με α/α 38Α, η οποία έπεται της περίπτωσης 38, ως εξής:
 

-ΣΤΗΛΗ 1-
α/α
-ΣΤΗΛΗ 2-
Αρμοδιότητες και πράξεις ή έγγραφα προς υπογραφή
-ΣΤΗΛΗ 3- Μεταβίβαση αρμοδιότητας ή
Εξουσιοδότηση υπογραφής
-ΣΤΗΛΗ 4-
Διατάξεις από τις οποίες προβλέπονται οι αρμοδιότητες ή οι πράξεις ή τα άλλα έγγραφα
-ΣΤΗΛΗ 5-
Όργανα στα οποία μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα ή τα οποία εξουσιοδοτούνται να υπογράφουν πράξεις ή άλλα έγγραφα «Με εντολή Διοικητή».
-ΣΤΗΛΗ 6- Δυνατότητα περαιτέρω εξουσιοδότησης από όργανα της στήλης 5
«38Α. Την έκδοση και την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης καταβολής χρεών, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κ.Ε.Δ.Ε. για τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα πριν από τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης. Εξουσιοδότηση υπογραφής - Κ.Ε.Δ.Ε. άρθ. 2, παρ. 1 και άρθ. 4 και- Ν.4224/2013 άρθ. 8, παρ. 8 Ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής για τις οφειλές, για τις οποίες είναι αρμόδιος για την επιδίωξης της είσπραξής τους. -------»


7) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 5 των περιπτώσεων:
α) 40, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο Προϊστάμενος οποιασδήποτε Δ.Ο.Υ., Ελεγκτικού Κέντρου, του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, καθώς και της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης.».
β) 62, ως εξής:
«Ο αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».
γ) 63, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».

8) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στο πρώτο εδάφιο της στήλης 5 της περίπτωσης 64, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις μείζονος σημασίας, ο Προϊστάμενος της αντίστοιχης Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., υπάλληλοι των οποίων διενεργούν τον έλεγχο ή ο αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης ή ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που παραλαμβάνει τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος κατά τον χρόνο έκδοσης της πράξης.».

9) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 5 της περίπτωσης 66, ως εξής:
«Κατά περίπτωση, ο αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».

10) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στο πρώτο εδάφιο της στήλης 5 της περίπτωσης 67, ως εξής:
«Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής ή ο Προϊστάμενος της αντίστοιχης Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. που έχει λάβει τα προληπτικά / διασφαλιστικά μέτρα.».

11) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 5 της περίπτωσης 68, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».

12) Προσθέτουμε νέο εδάφιο στο τέλος της στήλης 5 της περίπτωσης 70, ως εξής:
«-Επιπλέον, ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής για την παραπομπή πινάκων κατάταξης πλειστηριασμού στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για έλεγχο ορθότητας κατάταξης του Δημοσίου αναφορικά με αναγγελθείσες απαιτήσεις του.».

13) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στη στήλη 5 των περιπτώσεων:
α) 71, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής, για την οποία διενεργείται η κατάσχεση, Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».
β) 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, και 84, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».
γ) 85, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης, καθώς και ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. στον οποίο έγινε η επίδοση της περίληψης της κατασχετήριας έκθεσης ή του προγράμματος πλειστηριασμού σύμφωνα τα οριζόμενα στο άρθρο 54 του Κ.Ε.Δ.Ε..».
δ) 88, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.»
ε) 90, 98 και 100, ως εξής:
«Οποιοσδήποτε υπάλληλος της υπηρεσίας ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης, εκτός των υπαλλήλων του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής.».
στ) 110 και 111, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή ο Προϊστάμενος του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 34 της παρούσας απόφασης.».

14) Αντικαθιστούμε τα αναγραφόμενα στο πρώτο εδάφιο της στήλης 5 των περιπτώσεων:
α) 115, ως εξής:
«Ο κατά περίπτωση Προϊστάμενος της υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή Ειδικού Συνεργείου ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, κατά περίπτωση) που εξέδωσε την αρχική τροποποιηθείσα ή ακυρωθείσα πράξη.».
β) 116, ως εξής:
«Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., του Ελεγκτικού Κέντρου, της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης και του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής, που εξέδωσε την πράξη η νομιμότητα της οποίας αμφισβητείται, καθώς και ο Προϊστάμενος της Υποδιεύθυνσης Νομικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, για πράξεις της Υπηρεσίας αυτής που εκδόθηκαν επί υποθέσεων αρμοδιότητας των Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και της Υποδιεύθυνσης Νομικών Θεμάτων και ο Προϊστάμενος του Τμήματος Β4 -Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης, για πράξεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών που εκδόθηκαν επί υποθέσεων αρμοδιότητας της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης (ή των πρώην Αυτοτελών Τμημάτων Επανεξέτασης και Επανεξέτασης, Νομικής και Διοικητικής Υποστήριξης), με έδρα την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης.».
γ) 117, ως εξής:
«Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., του Ελεγκτικού Κέντρου, της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής και της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών που εξέδωσε την πράξη η νομιμότητα της οποίας αμφισβητείται.».
δ) 119, ως εξής:
«Οποιοσδήποτε υπάλληλος της Δ.Ο.Υ., του Ελεγκτικού Κέντρου, της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, του Κέντρου Είσπραξης Οφειλών Αττικής και της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, η πράξη των οποίων, κατά περίπτωση, προσβάλλεται.».

II.- Η παρούσα απόφαση ισχύει από 15/09/2019.

III. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31.7.2017 (Β' 2743) απόφαση, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1191978 ΕΞ 2017/22-12-2017 (Β' 4750), Δ.ΟΡΓ.Α 1004403 ΕΞ 2018/10-01-2018 (Β' 119), Δ.ΟΡΓ.Α 1009670 ΕΞ 2018/19-1-2018 (Β' 183), Δ. ΟΡΓ. Α 1125477 ΕΞ 2018/22-08-2018 (Β' 3718), Δ.ΟΡΓ.Α 1160682 ΕΞ 2018/29-10-2018 (Β'4970), Δ. ΟΡΓ. Α 1038871 ΕΞ 2019/13-03-2019 (Β' 1124), Δ.ΟΡΓ.Α 1062366 ΕΞ 2019/23-04-2019 (Β' 1590 και 1676) και Δ.ΟΡΓ.Α 1107758 ΕΞ 2019/26-07-2019 (Β' 3105) όμοιες.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ.ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Ε.2159/2019 Κοινοποίηση της. Κ.Υ.Α. υπ αριθμ. Οικ. Α 11574/638/18/6-6-2019 (Β'2118) «Διαγραφή αυτοκινήτων από το on-line μηχανογραφικό σύστημα έκδοσης αδειών κυκλοφορίας (μητρώο αδειών κυκλοφορίας) αυτοκίνητων οχημάτων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών λόγω εξαγωγής/αποστολής σε άλλη χώρα κατά τον ν. 4254/2014 (Α' 85)»

$
0
0

Αθήνα, 9/8/2019
Ε.2159/9-8-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

1.ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β

Ταχ. Δ/νση: Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας: 10672 Αθήνα
Τηλ.: 2132122400

Θέμα: Κοινοποίηση της. Κ.Υ.Α. υπ αριθμ. Οικ. Α 11574/638/18/6-6-2019 (Β'2118) «Διαγραφή αυτοκινήτων από το on-line μηχανογραφικό σύστημα έκδοσης αδειών κυκλοφορίας (μητρώο αδειών κυκλοφορίας) αυτοκίνητων οχημάτων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών λόγω εξαγωγής/αποστολής σε άλλη χώρα κατά τον ν. 4254/2014 (Α' 85)».

Κοινοποιούμε την εν θέματι Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, που αναφέρεται σε θέματα διαγραφής οχημάτων λόγω εξαγωγής/επαναταξινόμησης τους σε άλλη χώρα, που εκδόθηκε κατ'εξουσιοδότηση των διατάξεων της υποπαρ. Δ4 του άρθρου τρίτου του ν. 4254/2014 (Α'85), για ενημέρωσή σας και παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διαλαμβανομένων σε αυτή:

Στις περιπτώσεις διαγραφής οχήματος λόγω επαναταξινόμησής του σε άλλο Κ-Μ της ΕΕ ή ΕΟΧ ή Τρίτη χώρα (είτε με προηγούμενη παράδοση των στοιχείων κυκλοφορίας στην αρμόδια για τη διαγραφή Περιφέρεια είτε χωρίς παράδοση αυτών), απαιτείται βεβαίωση περί μη οφειλής τελών κυκλοφορίας από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του ιδιοκτήτη ή κατόχου.

Προκειμένου να χορηγηθεί η σχετική βεβαίωση περί μη οφειλής τελών κυκλοφορίας, υπόδειγμα της οποίας επισυνάπτεται στην εν λόγω Κ.Υ.Α., ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος δεν πρέπει να έχει οφειλές από τέλη κυκλοφορίας για τα έτη που το όχημα βρισκόταν στην κατοχή του και μέχρι την ημερομηνία επαναταξινόμησης του οχήματος στο άλλο κράτος (ημερομηνία χορήγησης νέας άδειας κυκλοφορίας) στις περιπτώσεις που δεν έχουν παραδοθεί τα στοιχεία κυκλοφορίας κατά τη διαγραφή, με τη διακριτή διαγραφή στο σώμα της βεβαίωσης της επιλογής «εξαγωγή».

Στην περίπτωση διαγραφής οχήματος λόγω επαναταξινόμησης με προηγούμενη παράδοση των στοιχείων κυκλοφορίας στην αρμόδια για τη διαγραφή Περιφέρεια, για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας της διαγραφής λόγω εξαγωγής, ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος δεν πρέπει να έχει οφειλές από τέλη κυκλοφορίας για τα έτη που το όχημα βρισκόταν στην κατοχή του, το οποίο αποδεικνύεται με την προσκόμιση της σχετικής βεβαίωσης περί μη οφειλής τελών κυκλοφορίας που κατατίθεται μαζί με τα στοιχεία κυκλοφορίας του οχήματος, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην περ. ii) της παρ. 1 και στην περ. ii ) της παρ. 2 της εν λόγω Κ.Υ.Α., με τη διακριτή διαγραφή στο σώμα της βεβαίωσης της επιλογής «επαναταξινόμηση» .

Στην περίπτωση που τα στοιχεία κυκλοφορίας του οχήματος, άδεια και πινακίδες, παραδίδονται στην αρμόδια Περιφέρεια προκειμένου το όχημα να εξαχθεί, και για τις περιπτώσεις που το έτος εξαγωγής διαφέρει από το έτος της κατάθεσης των στοιχείων κυκλοφορίας στην Περιφέρεια (πχ. η διαδικασία εξαγωγής ξεκινά στο τέλος του έτους αλλά η εξαγωγή του οχήματος πραγματοποιείται το νέο έτος), και δεδομένου ότι το όχημα δεν δύναται να κυκλοφορεί χωρίς τα εν λόγω στοιχεία, γίνεται δεκτό ότι το όχημα έχει τεθεί σε ακινησία και δεν οφείλονται τέλη κυκλοφορίας, από την ημερομηνία παράδοσης των στοιχείων κυκλοφορίας στην Περιφέρεια.

Για τις περιπτώσεις οχημάτων που είναι σε ακινησία στην Δ.Ο.Υ., τα στοιχεία κυκλοφορίας διαβιβάζονται υπηρεσιακά από τη Δ.Ο.Υ. στην αρμόδια για τη διαγραφή Περιφερειακή Δ/νση κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν αίρεται η ακινησία.

Τέλος, εάν για οποιαδήποτε λόγο ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος, δεν προβεί εν τέλει στην οριστική διαγραφή του οχήματος λόγω επαναταξινόμησης και θέσει το όχημά του σε κίνηση (επιστροφή των στοιχείων κυκλοφορίας από την Περιφέρεια), ενημερώνεται άμεσα η Δ.Ο.Υ..

Με νεότερη εγκύκλιο θα δοθούν τυχόν αναλυτικότερες οδηγίες.

Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, παρακαλείται να ενημερώσει τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Μεταφορών για το περιεχόμενο της παρούσας.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΑΔΕ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

52316/2019 Προκήρυξη διαγωνισμού υποψηφίων διαχειριστών αφερεγγυότητας έτους 2019

$
0
0

Αθήνα, 16/7/2019
Α.Π. 52316

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ

Πληροφορίες: Γ. Αρχοντίδης
Ταχ. Δ/νση: Μεσογείων 96
Ταχ. Κωδ.: 115 27 Αθήνα
Τηλέφωνο: 213.130.7072
Fax: 213.130.7072
E-mail: grammateia-eda@justice.gov.gr

Θέμα: «Προκήρυξη διαγωνισμού υποψηφίων διαχειριστών αφερεγγυότητας έτους 2019»

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) της παρ. 22 της υποπαρ. Γ3 της παρ. Γ' του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις - Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης», όπως η ανωτέρω παρ. 22 τελικά αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 4423/2016 (Α' 182) και εν συνεχεία τροποποιήθηκε με το άρθρο 32 του ν. 4474/2017 (Α'80),
β) του π.δ/τος Π.Δ.133/2016 (Α'242) «Ρύθμιση του επαγγέλματος του διαχειριστή αφερεγγυότητας», ιδίως των άρθρων 2, 4, 5, 6, 7 και 8,

2. Την αριθ. 28761οίκ/19-5-2017 (ΒΊ779) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τον Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας,

3. Την αριθ. 28767/19-5-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 238 ΑΔΑ: ΩΟΟΖΩ-ΝΣΞ) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τον ορισμό Προέδρου και μελών της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθ. 51477/30-6-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 323, ΑΔΑ:69Δ5Ω-Π91) και 35222/17-5-2019 (Υ.Ο.Δ.Δ. 315, ΑΔΑ: 6ΓΠ3Ω-79Η) όμοιες αποφάσεις, 

4. Την αριθ. 35228/7-6-2019 (Υ.Ο.Δ.Δ. 360, ΑΔΑ: 6ΡΔΔΩ-ΝΔΖ) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τον ορισμό Προέδρου και μελών της Επιτροπής Εξετάσεων του άρθρου 6 του π.δ/τος. Π.Δ.133/2016 (Α'242),

5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού προϋπολογισμού,

Αποφασίζουμε:

Προκηρύσσουμε γραπτές πανελλήνιες εξετάσεις υποψήφιων διαχειριστών αφερεγγυότητας έτους 2019, οι οποίες θα διενεργηθούν στην Αθήνα, το Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019.

Όσοι επιθυμούν τη συμμετοχή τους στον διαγωνισμό οφείλουν μέχρι και την Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019, να καταθέσουν την αίτηση και τα δικαιολογητικά τους με την ένδειξη προς την Επιτροπή Εξετάσεων για τον διαγωνισμό υποψήφιων διαχειριστών αφερεγγυότητας, στο Τμήμα Γραμματείας, του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ισόγειο, γραφείο 58, οδός Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527, Αθήνα, ή να τα αποστείλουν στην ίδια διεύθυνση ταχυδρομικώς, με συστημένη επιστολή. Πέραν των δικαιολογητικών, οι υποψήφιοι οφείλουν, επί ποινή αποκλεισμού, να επισυνάψουν στην αίτησή τους τη συνημμένη στην παρούσα προκήρυξη δήλωσης συγκατάθεσης συλλογής, τήρησης και επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων.
Η εμπρόθεσμη υποβολή των αιτήσεων μαζί με τα δικαιολογητικά που θα αποσταλούν ταχυδρομικώς αποδεικνύεται από τη σφραγίδα του ταχυδρομείου. Στη σχετική αίτηση επισυνάπτονται υποχρεωτικά:

1. Φωτοτυπία αστυνομικής ταυτότητας
2. Φωτοτυπία τίτλων σπουδών
3. Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου γενικής χρήσης
4. Υπεύθυνη δήλωση ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο των υποψηφίων τα κωλύματα που αναφέρονται παρακάτω στην υποπαράγραφο β).
5. Αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας
6. Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας
7. Πιστοποιητικό άσκησης επαγγέλματος
8. Βεβαίωση από τη γραμματεία πτωχεύσεως περί άσκησης καθηκόντων συνδίκου ή εκκαθαριστή, όπου απαιτείται.
9. Διπλότυπο είσπραξης από τη ΔΟΥ ποσού ύψους εκατό (100) ευρώ που θα πιστωθεί στον ΚΑΕ 3741 «Παράβολο από κάθε αιτία» και στο οποίο θα αναγράφεται το ονοματεπώνυμο του υποψηφίου και η αιτιολογία «Συμμετοχή στο διαγωνισμό υποψηφίων διαχειριστών αφερεγγυότητας έτους 2019 ή οπαράβολο, ύψους εκατό (100) ευρώ, με κωδικό τύπου 8409 και ονομασία «Συμμετοχή στις εξετάσεις για το μητρώο διαχειριστών αφερεγγυότητας».
10. Βιογραφικό σημείωμα από το οποίο να προκύπτουν κατ' ελάχιστον, πληροφορίες σχετικά με το ονοματεπώνυμο, την επαγγελματική διεύθυνση, την ηλεκτρονική διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας του υποψηφίου καθώς και την επωνυμία, τη διεύθυνση, την ηλεκτρονική διεύθυνση της εταιρίας στην οποία απασχολείται ή με την οποία συνδέεται ως μέτοχος ή εταίρος ή μέλος διοίκησης ή με οιονδήποτε άλλο τρόπο.

Προϋπόθεση συμμετοχής στις εξετάσεις είναι η επί πενταετία τουλάχιστον άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ή αυτού του ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή του λογιστή φοροτεχνικού Α' τάξεως.

Τα πρόσωπα που πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις εγγράφονται στη βαθμίδα Β' του μητρώου του άρθρου 8 του π.δ. 133/2016. Για την απευθείας εγγραφή στη βαθμίδα Α' του μητρώου, εκτός από τη συμμετοχή στις εξετάσεις, απαιτείται η άσκηση ενός εκ των ως άνω επαγγελμάτων για δέκα (10) τουλάχιστον έτη και η αποδεδειγμένη άσκηση καθηκόντων συνδίκου ή εκκαθαριστή σε τουλάχιστον τρεις υποθέσεις.

Στον διαγωνισμό δεν μπορούν να λάβουν μέρος όσοι:
α) Είναι διοικητικοί υπάλληλοι του δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή υπάλληλοι των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης οιουδήποτε βαθμού,
β) Έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα για οποιοδήποτε κακούργημα ή για τα πλημμελήματα κατά της ιδιοκτησίας, των περιουσιακών δικαιωμάτων, της παραβίασης απορρήτων, σχετικά με την υπηρεσία, την απονομή της δικαιοσύνης, περί τα υπομνήματα και το νόμισμα καθώς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, της φοροδιαφυγής, των άρθρων 29 και 30 του ν. 3340/2005 και του άρθρου 44 του ν. 3959/2011.
γ) Έχουν στερηθεί των πολιτικών δικαιωμάτων τους ή
δ) Έχουν τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση, πλήρη ή μερική, κατά το άρθρο 1676 του Αστικού Κώδικα.

Για τα επαγγελματικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του Π.Δ.38/2010. Τα θέματα είναι κοινά για τους υποψήφιους.

Όσοι δεν γίνουν δεκτοί στο διαγωνισμό, θα ενημερωθούν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τη σχετική απόφαση της Επιτροπής Εξετάσεων του άρθρου 6 του π.δ/τος Π.Δ.133/2016.

Με τον ίδιο τρόπο θα ενημερωθούν οι υποψήφιοι, σε περίπτωση υποβολής ενστάσεων ή αιτήσεων θεραπείας κατόπιν σχετικής απόφασης της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας.

Οι διαγωνιζόμενοι εξετάζονται γραπτώς στα εξής γνωστικά αντικείμενα: αστικό δίκαιο (γενικές αρχές, ενοχικό, εμπράγματο), εμπορικό δίκαιο (γενικό εμπορικό, δίκαιο εταιριών, πτωχευτικό), γενικές αρχές λογιστικής και φορολογίας επιχειρήσεων.

Το αναλυτικό πρόγραμμα των εξετάσεων και ο τόπος διεξαγωγής τους θα καθοριστεί σε μεταγενέστερο χρόνο και θα αναρτηθεί στον διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης (www.ministryofiustice.gr). Στον ίδιο διαδικτυακό τόπο, θα αναρτηθούν πίνακες επιτυχόντων και αποτυχόντων. Η αναζήτηση στους ανωτέρω πίνακες θα γίνεται με τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης των υποψηφίων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων τους. Διευκρινίσεις παρέχονται στο τηλέφωνο 213.130.7072. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας
Γεώργιος Τριανταφυλλάκης

Ακριβές αντίγραφο
Με εντολή Υπουργού
Η Προϊσταμένη του Τμήματος
Ευτέρπη Γαβάνα


ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ, ΤΗΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Η Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας (Ε.Δ. Α) για την εκτέλεση του έργου της υποχρεούται να συλλέγει και να επεξεργάζεται προσωπικά δεδομένα των υποψηφίων διαχειριστών αφερεγγυότητας προς τον σκοπό διενέργειας των εξετάσεων διαχειριστών αφερεγγυότητας, βαθμολόγησης των γραπτών των συμμετεχόντων στις εξετάσεις, σύνταξης πίνακα επιτυχόντων και αποτυχόντων με ένδειξη της σχετικής βαθμολογίας, ανάρτησης του πίνακα αποτυχόντων και επιτυχόντων στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, κατάρτισης, τήρησης και ανάρτησης στην ιστοσελίδα του άνω υπουργείου του μητρώου διαχειριστών αφερεγγυότητας με ένδειξη των στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 8 του Π.Δ.133/2016 καθώς και της ημερομηνίας λήξης της απαιτουμένης από το άρθρο 7§3 του Π.Δ.133/2016 ασφάλισης και των εκθέσεων του άρθρου 14 παρ. 4 του Π.Δ.133/2016.

Η Ε.Δ.Α θα προστατεύει το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων που μας γνωστοποιείτε και θα τα χρησιμοποιεί μόνον στα πλαίσια των ανωτέρω υποχρεώσεων που προκύπτουν από διατάξεις του Π.Δ.133/2016, θα τηρεί δε τα στοιχεία αυτά για όσο χρόνο επιβάλλεται από τη νομοθεσία και το κανονιστικό πλαίσιο βάσει του εκάστοτε σκοπού επεξεργασίας.

Σας ενημερώνουμε ότι σας παρέχεται η δυνατότητα να ενημερωθείτε για τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων σας, να έχετε πρόσβαση σε αυτά, να αιτηθείτε την διόρθωση, τον περιορισμό της επεξεργασίας, την φορητότητα καθώς και την διαγραφή αυτών, εκτός εάν η διατήρησή τους επιβάλλεται από το νόμο για αποδεικτικούς ή δικαστικούς σκοπούς και για δίωξη παράνομων πράξεων.

Έλαβα γνώση των άνω όρων και δηλώνω ότι συναινώ στην συλλογή, τήρηση και επεξεργασία των ανωτέρω αναφερομένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συμπεριλαμβάνονται στην Αίτησή μου για τη συμμετοχή μου στο διαγωνισμό διαχειριστών αφερεγγυότητας, στο συνημμένο σε αυτή βιογραφικό μου σημείωμα καθώς και σε άλλα έγγραφα που θα υποβάλω στην Ε.Δ.Α, στα πλαίσια των υποχρεώσεών μου που προβλέπονται από τις διατάξεις του Π.Δ.133 2016, της υπ' αριθμ. 28763 οικ./19.5.2017 Απόφασης του Υπουργού Δ.Δ.Α.Δ «Θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας Διαχειριστών Αφερεγγυότητας» καθώς και τις αποφάσεις της Ε.Δ.Α, της Επιτροπής εξετάσεων και των Πειθαρχικών Οργάνων.

Αθήνα, ....................

Ονοματεπώνυμο: ............................

Υπογραφή: ............................

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live