Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Αριθ. Πρωτ.: 18/18.5.2017 Προυποθέσεις χορήγησης επιδόματος ανεργείας

$
0
0
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ
Αθήνα, 08 Μαϊου 2017
Αριθ. Πρωτ.: 18
Ταχ. Κώδικας: 101 10 - Αθήνα TELEFAX: 210 5203872
Πληροφορίες: Ζ. Αδαμοπούλου
Τηλέφωνο: 2131516472
Ταχ. Δ/νση: Σταδίου 29
e-mail: vpertns(a)vpakp.qr

ΘΕΜΑ: Μέτρα στήριξης του τουρισμού στα νησιά Αιγαίου.

Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού, που κατατέθηκε στη Βουλή από το Βουλευτή κ. Μ. Κόνσολα, σας πληροφορούμε τα εξής:

Η Τακτική Επιδότηση Ανεργίας είναι μια παροχή που χορηγείται σε μισθωτούς, ασφαλισμένους στον κλάδο ανεργίας του ΟΑΕΔ των οποίων η εργασιακή σχέση είτε έληξε (σύμβαση ορισμένου χρόνου) είτε καταγγέλθηκε από τον εργοδότη, με χρονική διάρκεια από πέντε έως 12 μήνες ανάλογα με τις ημέρες εργασίας που έχουν πραγματοποιήσει οι δικαιούχοι σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα πριν από τη λύση ή τη λήξη της εργασιακής τους σχέσης, που ορίζονται ως κρίσιμα.

Για τη χορήγηση της τακτικής επιδότησης ανεργίας στους δικαιούχους απαιτείται η συνδρομή των κάτωθι γενικών προϋποθέσεων:

1.    Να είναι ασφαλισμένοι ως εργαζόμενοι στον κλάδο ανεργίας του ΟΑΕΔ
2.    Να έχει προηγηθεί Καταγγελία Σύμβασης Εργασίας (όχι Οικειοθελής Αποχώρηση)
3.    Να έχει προηγηθεί Λήξη Σύμβασης Ορισμένου Χρόνου (όχι Οικειοθελής Αποχώρηση)
4.    Να μην αυτοαπασχολούνται
5.    Να έχουν την ιδιότητα του ανέργου κατά την αίτηση για την επιδότηση
6.    Πραγματοποίηση συγκεκριμένων ημερών εργασίας επί συγκεκριμένης χρονικής περιόδου - η προϋπόθεση αυτή εξετάζεται ξεχωριστά για κάθε υποψήφιο δικαιούχο.

Επιπλέον, για τους εργαζόμενους σε επαγγελματικές κατηγορίες που χαρακτηρίζονται από εποχικότητα της απασχόλησης έχει καθιερωθεί το ειδικό εποχικό βοήθημα που καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ ως βοήθημα για το διάστημα που δεν μπορούν να ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα. Η καταβολή του βοηθήματος γίνεται σε ετήσια βάση και το ύψος του εξαρτάται από τον επαγγελματικό κλάδο στον οποίο ανήκει ο δικαιούχος. Οι δικαιούχοι που ασκούν εποχικό επάγγελμα πρέπει να έχουν πραγματοποιήσει κατά το έτος που προηγείται της καταβολής του εποχικού βοηθήματος 50 έως 210 ημέρες ασφάλισης και όχι πάνω από 240 ημερομίσθια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι αν ο δικαιούχος πρόκειται για μισθωτό τουριστικών και επισιτιστικών επαγγελμάτων πρέπει να έχει πραγματοποιήσει κατά το έτος που προηγείται της καταβολής του εποχικού βοηθήματος τουλάχιστον 75 ημερομίσθια αλλά όχι περισσότερα από 50 την περίοδο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου. Ανώτατο όριο ημερομισθίων στον κλάδο ορίζονται τα 240.

Κατά τα λοιπά, αρμόδια να απαντήσουν είναι τα συνερωτώμενα Υπουργεία.
Η ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΥΡΑΝΙΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ

Αριθ. πρωτ.: ΔΔΑΔ Β 1072503 ΕΞ 2017 Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την ενίσχυση του Αυτοτελούς Τμήματος Συντονισμού Μεταρρυθμιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας

$
0
0
Αθήνα, 12/05/2017
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΑΔ Β 1072503 ΕΞ 2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ Β

Ταχ. Δ/νση : Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας : 10184 Αθήνα
Τηλέφωνο : 210 3375138-9
Fax : 210 3375049

Θέμα: «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την ενίσχυση του Αυτοτελούς Τμήματος Συντονισμού Μεταρρυθμιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας»

Στο πλαίσιο ενίσχυσης του Αυτοτελούς Τμήματος Συντονισμού Μεταρρυθμιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας, καλούνται οι ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι όλων των κλάδων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατηγορίας ΠΕ, να αποστείλουν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σύμφωνα με το συνημμένο υπόδειγμα και προαιρετικά βιογραφικό σημείωμα έως 22/5/17 στο fax 210 3375049 διαμέσου των Υπηρεσιών στις οποίες ανήκουν οι υπάλληλοι, συνοδευόμενες από διαβιβαστικό της Υπηρεσίας τους, στο οποίο να αναφέρεται η γνώμη του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο υπ’ αριθ. πρωτ. ΔΔΑΔ Β 1048262 ΕΞ 2015 / 08-04-2015 έγγραφο. Κατά την εξέταση των αιτήσεων θα ληφθούν υπόψη και οι υπηρεσιακές ανάγκες των υπηρεσιών προέλευσης των υπαλλήλων.

Oι ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι απαιτείται να διαθέτουν τα κάτωθι αναφερόμενα προσόντα:

Θέση 1 :
1) Πτυχίο ή/και Μεταπτυχιακό Πανεπιστημιακής Σχολής με αντικείμενο το Marketing/Διαφήμιση
2) Άριστη γνώση Αγγλικών –Επιθυμητή η γνώση δεύτερης ξένης γλώσσας
3) Γνώση χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών (MS OFFICE)
4) Γνώση διαχείρισης του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
5) Επιθυμητή η προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα σε τμήμα Marketing/Διαφήμισης

Θέση 2 :
1) Άριστη γνώση Αγγλικών –Επιθυμητή η γνώση δεύτερης ξένης γλώσσας
2) Γνώση χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών (MS OFFICE)
3) Γνώση διαχείρισης του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
4) Επιθυμητή η κατοχή Πτυχίου ή/και Μεταπτυχιακού Πανεπιστημιακής Σχολής με αντικείμενο την επικοινωνία, τη διαφήμιση ή/και τη διοίκηση επιχειρήσεων
5) Επιθυμητή η προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα σε τμήμα επικοινωνίας ή σε διαφημιστική εταιρεία ή σε θέση γραμματειακής υποστήριξης

Θέση 3 :
1) Άριστη γνώση Αγγλικών –Επιθυμητή η γνώση δεύτερης ξένης γλώσσας
2) Γνώση χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών (MS OFFICE)
3) Γνώση διαχείρισης του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
4) Επιθυμητή η εμπειρία σε διαχείριση CMS
5) Επιθυμητή η κατοχή Πτυχίου ή/και Μεταπτυχιακού Πανεπιστημιακής Σχολής με αντικείμενο την επικοινωνία, τη διαφήμιση ή/και τη διοίκηση επιχειρήσεων
6) Επιθυμητή η προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα σε τμήμα επικοινωνίας ή σε διαφημιστική εταιρεία ή σε θέση γραμματειακής υποστήριξης

Οι αιτήσεις που θα υποβληθούν με βάση την παρούσα πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος δεν είναι δεσμευτικές για την υπηρεσία.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΠΙΤΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 22/ 2017 Σχετικά με τη χρήση του προγράμματος Διαύγεια

$
0
0

Αθήνα, 15 Μαΐου 2017
Αριθμ. Πρωτ.:707567

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση : Αγίου Κωνσταντίνου 8
Ταχ. Κώδικας: 102 41 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο : Μ Δρακάκη: 210-52.21.127
Α.Ρενιέρης: 210-52.26.842

ΕΞ.ΕΠΕΙΓΟΝ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Αριθ.: 22

ΘΕΜΑ: «Σχετικά με τη χρήση του προγράμματος Διαύγεια»


Από τον Οκτώβριο του 2010 όλοι οι δημόσιοι φορείς είναι υποχρεωμένοι να αναρτούν τις πράξεις των διοικητικών τους οργάνων στο διαδίκτυο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3861/2010 (ΦΕΚ112/τ.Α΄/13.7.2010) και τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν.4210/2013 (ΦΕΚ 254/τ.Α΄/21.11.2013). Οι κατηγορίες των αναρτητέων στο διαδίκτυο πράξεων ορίζονται αναλυτικά στους παραπάνω νόμους.

Με την ίδρυση του ΕΦΚΑ τέθηκαν κάποια επιπλέον ζητήματα που θα πρέπει να διευθετηθούν όσον αφορά την ανωτέρω διαδικασία. Κατ΄ αρχάς, οι παλιοί χρήστες θα πρέπει να προμηθευτούν νέους κωδικούς ώστε να κάνουν αναρτήσεις στο νέο διαδικτυακό τόπο του ΕΦΚΑ στη «Διαύγεια» (δεν ισχύουν οι παλιοί κωδικοί που χρησιμοποιούσαν πριν τη δημιουργία του ΕΦΚΑ). Απαραίτητη προϋπόθεση για την απόκτηση νέου κωδικού είναι η δημιουργία νέου υπηρεσιακού email που θα αποκτήσουν μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος, στο οποίο θα συμπληρώνουν το ονοματεπώνυμό τους, το τηλέφωνο της υπηρεσίας και τον λόγο για τον οποίο ζητούν το email (δηλ. χρήση προγράμματος «Διαύγεια») καθώς και την ονομασία της οργανικής τους μονάδας και θα το αποστέλλουν στην ηλεκτρονική διεύθυνση: tm.network@efka.gov.gr (τηλ. επικοινωνίας: 2107457509, 2107457390, 210 7457508). Η αποστολή του ηλεκτρονικού μηνύματος θα πρέπει να γίνει από τον επίσημο λογαριασμό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της υπηρεσιακής μονάδας. Ο ορισμός των χρηστών με δικαίωμα ανάρτησης γίνεται κατόπιν απόφασης του Προϊσταμένου Διεύθυνσης.

Επιπλέον, θα πρέπει να δηλωθούν εξαρχής όλες οι οργανικές μονάδες σύμφωνα με την ονομασία τους, όπως αυτή προκύπτει από τις διατάξεις των νόμων 4387/2016 και 4445/2016. Τέλος, θα πρέπει να δηλωθούν οι υπογράφοντες (προϊστάμενος και ένας αναπληρωτής προϊστάμενος Διεύθυνσης) της κάθε οργανικής μονάδας καθώς και η ημερομηνία ανάληψης υπηρεσίας αυτών. Για την διευκόλυνσή σας, επισυνάπτεται υπόδειγμα πίνακα, ο οποίος θα συμπληρώνεται ηλεκτρονικά, με τα απαραίτητα στοιχεία που θα πρέπει να έχουμε στη διάθεσή μας για να απαντήσουμε στα ανωτέρω αιτήματα και θα αποστέλλεται στο fax: 2105228482.

Εξυπακούεται ότι, με ευθύνη των προϊσταμένων των Διευθύνσεων των οργανικών μονάδων του ΕΦΚΑ, θα πρέπει να γίνεται επικαιροποίηση στοιχείων κάθε φορά που προκύπτει κάποια υπηρεσιακή μεταβολή (νέα καταχώριση ή απενεργοποίηση χρήστη ή υπογράφοντα λόγω μετάθεσης/συνταξιοδότησης κ.λ.π.), συμπληρώνοντας ηλεκτρονικά πίνακα σύμφωνα με το συνημμένο υπόδειγμα και αποστέλλοντάς τον στο fax: 2105228482, προκειμένου να καταχωρηθούν οι μεταβολές αυτές στο πρόγραμμα «Διαύγεια» από τους διαχειριστές του προγράμματος.

Σας γνωρίζουμε ότι στην αρχική σελίδα του προγράμματος «Διαύγεια» στην ενότητα Εκπαιδευτικό Υλικό περιλαμβάνονται: α) Οδηγός Γενικής Χρήσης της Διαύγειας και β) Βίντεο – Παρουσιάσεις με οδηγίες χρήσης που ενημερώνουν επαρκώς κάθε νέο ή παλιό χρήστη του προγράμματος. Επίσης, στην ενότητα Συχνές Ερωτήσεις εφιστούμε την προσοχή σας στην απάντηση για την Ορθή Επανάληψη, την Ανάκληση, και τη Διόρθωση Δεδομένων. Παραθέτουμε συνοπτικά σε ποιες περιπτώσεις κάνουμε χρήση των ενεργειών αυτών:

Α) Ανάκληση ανάρτησης

Αρμόδιοι για την ανάκληση της αναρτημένης πράξης στη «Διαύγεια» είναι οι διαχειριστές του προγράμματος (οι οποίοι ανήκουν στο τμήμα μας).

Επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις λάθους στην ανάρτηση του σχετικού εγγράφου λόγω:
- Ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων
- Εντελώς λανθασμένου εγγράφου (πχ. Επιλογή λανθασμένου pdf)

Δεν επιτρέπεται όταν:
- Υπάρχει λάθος διοικητικό, ορθογραφικό, συντακτικό στο έγγραφο
- Υπάρχει λάθος στα μεταδεδομένα (π.χ.: ημερομηνία έκδοσης, είδος, θέμα, θεματικές κατηγορίες, αριθ. πρωτοκόλλου κ.λ.π.)

Η ανάκληση μιας αναρτημένης πράξης γίνεται έπειτα από ενυπόγραφο αίτημα (από τον προϊστάμενο Διεύθυνσης της οργανικής μονάδας), στο οποίο θα αναγράφεται καθαρά ο ΑΔΑ, ο οποίος ζητείται να ακυρωθεί, καθώς και ο λόγος για τον οποίο ζητείται η ακύρωσή του, προκειμένου να προβούμε στις απαιτούμενες ενέργειες, και θα αποστέλλεται στο fax: 2105228482.

Β) Ορθή Επανάληψη

Το πρόγραμμα «Διαύγεια», δίνει πλέον τη δυνατότητα στους χρήστες που έχουν δικαίωμα ανάρτησης να προβούν σε ορθή επανάληψη μιας ήδη αναρτημένης πράξης.

Επιτρέπεται:
- Σε οποιαδήποτε περίπτωση διόρθωσης διοικητικού, ορθογραφικού ή συντακτικού λάθους. Το λανθασμένο έγγραφο παραμένει αναρτημένο, με εμφανή τον ΑΔΑ και τίθεται επ’ αυτού υδατογράφημα που αναφέρει: «ΜΗ ΕΓΚΥΡΟ. ΔΙΟΡΘΩΘΗΚΕ ΜΕ ΝΕΟΤΕΡΟ». Η αναζήτηση γίνεται πάντα με την τελευταία (έγκυρη) έκδοση του εγγράφου. Το διορθωμένο έγγραφο διατηρεί τον ίδιο ΑΔΑ με το λανθασμένο έγγραφο και έχει νεότερη έκδοση.

Γ) Διόρθωση δεδομένων ανάρτησης

Επιτρέπεται:
- Μόνο σε περιπτώσεις διόρθωσης μεταδεδομένων ανάρτησης (π.χ.: ημερομηνία έκδοσης, είδος, θέμα, θεματικές κατηγορίες, αριθ. πρωτοκόλλου κ.λ.π.).

Τέλος, όλοι οι χρήστες του προγράμματος «Διαύγεια» θα πρέπει να διαβάσουν στην αρχική σελίδα ολόκληρη την ενότητα Ανάρτηση πράξεων – Συχνές ερωτήσεις (Διευκρινίσεις επί της διαδικασίας ανάρτησης, Ερωτήσεις για τα είδη πράξεων που αναρτώνται, Ερωτήσεις που αφορούν Νομικά Θέματα, Τεχνικά θέματα), προκειμένου να διαχειρίζονται σωστά το πρόγραμμα καθώς, συχνά, έχουν παρατηρηθεί πολλά λάθη και παραλείψεις.

Παρακαλούνται οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων να μεριμνήσουν για την εφαρμογή των οδηγιών της παρούσας εγκυκλίου. Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση ή πληροφορία.




Η ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΥ

Κ.Υ.Α. αριθμ. 7888 /2017 Απλούστευση πλαισίου λειτουργίας και χρήσης κολυμβητικών δεξαμενών

$
0
0

Αριθμ. 7888

(ΦΕΚ Β' 1654/15-05-2017)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Έχοντας υπόψη τις διατάξεις:

1. Του ν. 4442/2016 (Α' 230) «Νέο θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και άλλες διατάξεις» και ιδίως του άρθρου 41 παρ. 6.

2. Του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98/Α/22.4.2005) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα».

3. Του π.δ. 112/2014 (Α'179) «Οργανισμός του Υπουργείου Τουρισμού», όπως ισχύει.

4. Του π.δ. 116/2014 (Α' 185) «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας».

5. Του π.δ. 125/2016 (Α' 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

6. Του π.δ 123/2016 (Α' 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».

7. Του ν. 3766/2009 (Α' 102) «Λειτουργική Τακτοποίηση και λοιπές διατάξεις».

8. Του ν. 4070/2012 (Α'82) «Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις».

9. Του ν. 4276/2014 (Α'155) «Απλούστευση διαδικασιών λειτουργίας τουριστικών επιχειρήσεων και τουριστικών υποδομών, ειδικές μορφές τουρισμού και άλλες διατάξεις».

10. Την υπ' αρ. Υ197/2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξανδρο Χαρίτση» (Β' 3722), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την υπ' αρ. Υ226/2016 όμοια.

11. Την υπ' αρ. Υ29/2015 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη» (Β' 2168).

12. Το γεγονός ότι από την παρούσα δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Πεδίο Εφαρμογής

Η παρούσα απόφαση ορίζει και περιγράφει τη διαδικασία γνωστοποίησης στη Διοίκηση της λειτουργίας των κολυμβητικών δεξαμενών εντός των τουριστικών καταλυμάτων, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 39 του ν. 4442/2016 και εξειδικεύονται στο Παράρτημα Ι της παρούσης.

Άρθρο 2
Γνωστοποίηση


1. Οι κολυμβητικές δεξαμενές εντός τουριστικών καταλυμάτων λειτουργούν μετά την υποβολή γνωστοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 5 του ν. 4442/2016. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται η άδεια λειτουργίας, ή οποιαδήποτε άλλη διαδικασία έναρξης λειτουργίας των κολυμβητικών δεξαμενών του άρθρου 1 της παρούσας, εφεξής νοείται η γνωστοποίηση.

2. Όταν υπάρχουν περισσότερες της μιας κολυμβητικές δεξαμενές εντός του ίδιου τουριστικού καταλύματος, υποβάλλεται κοινό έντυπο γνωστοποίησης, στο οποίο περιγράφεται αναλυτικά μία εκάστη κολυμβητική δεξαμενή.

Άρθρο 3
Περιεχόμενο Γνωστοποίησης


1. Περιεχόμενο της γνωστοποίησης αποτελούν:
α) τα στοιχεία για το φορέα δραστηριότητας του καταλύματος εντός του οποίου λειτουργεί η κολυμβητική δεξαμενή όπως και τα στοιχεία της υπεύθυνης -για την λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής- επιχείρησης, όταν αυτή δεν συμπίπτει με τον φορέα δραστηριότητας του καταλύματος,
β) η ακριβής τοποθεσία του τουριστικού καταλύματος, ήτοι η διεύθυνση και οι γεωγραφικές συντεταγμένες,
γ) ο Κωδικός Αριθμός Δραστηριότητας (ΚΑΔ) του τουριστικού καταλύματος.

2. Το υπόδειγμα της γνωστοποίησης περιλαμβάνεται στο Παράρτημα II της παρούσας, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της.

Άρθρο 4
Διαδικασία Γνωστοποίησης


1. Για τη γνωστοποίηση λειτουργίας των κολυμβητικών δεξαμενών του άρθρου 1 υποβάλλεται είτε στην αρμόδια υπηρεσία τουρισμού, είτε σε οποιοδήποτε Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), που λειτουργεί ως Ενιαίο Κέντρο Εξυπηρέτησης (ΕΚΕ), δήλωση του ενδιαφερόμενου με την οποία γνωστοποιεί την λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής, σύμφωνα με το Παράρτημα II της παρούσας. Όταν τεθεί σε εφαρμογή η λειτουργία του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ) του άρθρου 14 του ν. 4442/2016 για το τμήμα που αφορά τη γνωστοποίηση των κολυμβητικών δεξαμενών, η υποβολή της γνωστοποίησης γίνεται αποκλειστικά μέσω αυτού.

2. Κατά την υποβολή της γνωστοποίησης δεν συνυποβάλλονται τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής.

3. Μετά την ολοκλήρωση της υποβολής της γνωστοποίησης η αρμόδια υπηρεσία τουρισμού ή το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) χορηγεί στον ενδιαφερόμενο αποδεικτικό υποβολής της γνωστοποίησης. Το αποδεικτικό υποβολής της γνωστοποίησης συνίσταται σε φωτοαντίγραφο της υποβληθείσας γνωστοποίησης στο οποίο εμφαίνεται ο αριθμός πρωτοκόλλου της γνωστοποίησης και ο μοναδικός αριθμός αυτής. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας γνωστοποίησης, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ξεκινήσει τη λειτουργία της δραστηριότητας.

4. Κατά την διάρκεια λειτουργίας, ο φορέας οφείλει να τηρεί φάκελο με τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής, τον οποίο οφείλει να επιδεικνύει όταν του ζητείται από τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές. Ο φάκελος περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
α) Αποδεικτικό υποβολής της γνωστοποίησης του παραρτήματος II της παρούσας,
β) Βεβαίωση αρμόδιου διπλωματούχου μηχανικού μέλους TEE ή πτυχιούχου μηχανικού μέλους της ΕΕΤΕΜ σύμφωνα με τα επαγγελματικά του δικαιώματα ότι η κολυμβητική δεξαμενή είναι κατασκευασμένη κατά τρόπο άρτιο και σύμφωνα με τις ισχύουσες προδιαγραφές ηλεκτρομηχανολογικής επάρκειας.
γ) Υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου διπλωματούχου μηχανικού μέλους TEE ή πτυχιούχου μηχανικού μέλους της ΕΕΤΕΜ ότι η κολυμβητική δεξαμενή πληροί τις ισχύουσες προδιαγραφές της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.3766/2009.
δ) Άδεια δόμησης ή βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας διατήρησης του χώρου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3843/2010 ή του ν. 4178/2013, ή βεβαίωση υπαγωγής στις ρυθμίσεις του άρθρου 24 του ν.4014/2011.
ε) Σχεδιάγραμμα υπογεγραμμένο από διπλωματούχο μηχανικό μέλος Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (TEE), σύμφωνα με τα επαγγελματικά του δικαιώματα.
στ) Τεχνική Έκθεση Διπλωματούχου Μηχανικού μέλους TEE, σύμφωνα με τα επαγγελματικά του δικαιώματα, στην οποία θα περιλαμβάνονται αποκλειστικά τα παρακάτω στοιχεία:
- προέλευση νερού τροφοδοσίας,
- χωρητικότητα δεξαμενής, οριζόντιες διαστάσεις και βάθη αυτής,
- ρυθμός ανακυκλοφορίας ύδατος,
- φίλτρα (επιφάνεια διήθησης σε m2, διηθητική ικανότητα, αριθμός), αντλίες ανακυκλοφορίας τύπος, ιπποδύναμη, παροχή), εκκένωσης (αποχετευτική ικανότητα), αύλακες υπερχείλισης, σήμανση βάθους,
- περιγραφή του τρόπου διάθεσης υγρών αποβλήτων,
- απολύμανση, (τρόπος απολύμανσης, έλεγχος αλγοειδών, τρόπος ρύθμισης ΡΗ, έλεγχος υπολειμματικού χλωρίου),
- έλεγχος μικροβιολογικής ποιότητας νερού και εργαστηριακές εξετάσεις,
- μέτρα ασφαλείας λουσμένων, σωσίβια, κατάλογος τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης, σήμανση, κλίση πυθμένα,
- ορισμός Υπευθύνου Ασφαλείας με αναφορά στα καθήκοντα του σχετικά με την εξασφάλιση της παροχής πρώτων βοηθειών σε λουόμενους κατά τη λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής,
ζ) Υπεύθυνη Δήλωση του φορέα εκμετάλλευσης ότι πληρούνται οι κανόνες ασφαλείας, σύμφωνα με την Υγειονομική διάταξη Π/443/1973 (Β'87) όπως τροποποιήθηκε με την Γ4/1150/1976 (Β'937) και την ΔΥΓ2/80825/2005 (Β'120) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Σε περίπτωση γνωστοποίησης για περισσότερες κολυμβητικές δεξαμενές στο ίδιο ξενοδοχειακό κατάλυμα, τα ως άνω δικαιολογητικά τηρούνται ξεχωριστά για εκάστη δεξαμενή.

5. Η αρμόδια υπηρεσία τουρισμού διαβιβάζει αμελλητί τη γνωστοποίηση στις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες υγείας και τις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες δόμησης, που πρέπει να λάβουν γνώση της έναρξης λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής.

6. Ο προβλεπόμενος έλεγχος της νόμιμης λειτουργίας των κολυμβητικών δεξαμενών διενεργείται εκ των υστέρων από τις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 5
Παράβολο


Για την υποβολή της γνωστοποίησης της παρούσας, καταβάλλεται παράβολο εκατό (100) ευρώ κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11 του ν. 4442/2016.

Άρθρο 6
Μεταβολή Γνωστοποίησης


1. α) Αν πρόκειται να μεταβληθούν για οποιονδήποτε λόγο τα στοιχεία τα οποία έχουν γνωστοποιηθεί για τη λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής, ο φορέας υποχρεούται σε προηγουμένη γνωστοποίηση της επιδιωκόμενης μεταβολής μέσω του ΟΠΣ-ΑΔΕ. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ η γνωστοποίηση της επιδιωκόμενης μεταβολής υποβάλλεται με αναφορά στο μοναδικό αριθμό γνωστοποίησης, επιλέγοντας «Μεταβολή» σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος II, στην αρμόδια υπηρεσία τουρισμού ή το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος II.
β) Σε περίπτωση αλλαγής φορέα δραστηριότητας σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 4442/2016, ο παλαιός φορέας υποχρεούται σε γνωστοποίηση των στοιχείων του νέου φορέα μέσω του ΟΠΣ-ΑΔΕ. Ο νέος φορέας αποδέχεται τη μεταβολή μέσω του ΟΠΣ-ΑΔΕ. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ ο παλαιός και ο νέος φορέας της δραστηριότητας υποχρεούνται να προβούν ο καθένας αυτοτελώς σε γνωστοποίηση της μεταβολής εντός δέκα (10) ημερών από την αλλαγή με δήλωση των στοιχείων του νέου φορέα επιλέγοντας «Μεταβολή» στο έντυπο του Παραρτήματος II.
Η αρμόδια υπηρεσία τουρισμού ή το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) χορηγεί στον ενδιαφερόμενο αποδεικτικό της μεταβολής γνωστοποίησης της κολυμβητικής δεξαμενής.

2. Η αρμόδια υπηρεσία τουρισμού στη συνέχεια διαβιβάζει αμελλητί την μεταβολή της γνωστοποίησης στις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες υγείας και τις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες δόμησης, που πρέπει να λάβουν γνώση της μεταβολής.

3. Σε περίπτωση διακοπής λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής, ο φορέας υποβάλλει γνωστοποίηση διακοπής της λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής μέσω του ΟΠΣ-ΑΔΕ. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ- ΑΔΕ η μεταβολή γνωστοποίησης υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία τουρισμού, είτε σε οποιοδήποτε Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), που λειτουργεί ως Ενιαίο Κέντρο Εξυπηρέτησης (ΕΚΕ) σύμφωνα με το Παράρτημα II της παρούσας. Η αρμόδια υπηρεσία τουρισμού ή το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) χορηγεί στον ενδιαφερόμενο αποδεικτικό γνωστοποίησης διακοπής λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής.

4. Η αρμόδια υπηρεσία τουρισμού στη συνέχεια διαβιβάζει αμελλητί τη γνωστοποίηση διακοπής λειτουργίας στις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες υγείας και τις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες δόμησης, που πρέπει να λάβουν γνώση της διακοπής.

Άρθρο 7
Κυρώσεις


1. Στον φορέα εκμετάλλευσης της κολυμβητικής δεξαμενής για την παράλειψη υποβολής της ως άνω γνωστοποίησης του άρθρου 2 της παρούσας, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ.

2. Παράλειψη υποβολής της ως άνω μεταβολής γνωστοποίησης του άρθρου 6 της παρούσας, επάγεται επιβολή προστίμου ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ.

3. Δήλωση αναληθών στοιχείων ως προς τα στοιχεία Α, Β και Γ της γνωστοποίησης επάγεται επιβολή προστίμου ύψους χιλίων (1.000) ευρώ. Δήλωση αναληθών στοιχείων ως προς τα στοιχεία Δ της γνωστοποίησης επάγεται επιβολή προστίμου ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ. Δήλωση αναληθών στοιχείων ως προς τα στοιχεία του παραρτήματος της γνωστοποίησης επάγεται επιβολή προστίμου ύψους οκτακοσίων (800) ευρώ.

4. Το πρόστιμο δύναται να προσαυξάνεται ή να μειώνεται ως εξής:
α) Εάν διαπιστώνεται παράβαση καθ' υποτροπή εντός δύο ετών από τη διαπίστωση της προηγούμενης, το πρόστιμο προσαυξάνεται έως και χίλια ευρώ.
β) Εάν ο φορέας συνεργάζεται άμεσα και ανταποκρίνεται στη συμμόρφωση, το πρόστιμο μπορεί να μειώνεται κατά 25%. Εάν ο φορέας συνεργάζεται άμεσα και συμμορφώνεται εντός πέντε (5) ημερών, το πρόστιμο μπορεί να μειώνεται κατά 50%, εκτός από την περίπτωση που η παράβαση συνίσταται σε παράλειψη πρώτης γνωστοποίησης, οπότε εάν ο φορέας συνεργάζεται άμεσα και συμμορφώνεται εντός 5 ημερών, το πρόστιμο μπορεί να μειώνεται κατά 25%. Ειδικά στην περίπτωση που η παράβαση συνίσταται στη μη υποβολή του απαιτούμενου παραβόλου, εάν ο φορέας συνεργάζεται άμεσα και συμμορφώνεται εντός πέντε (5) ημερών, δεν επιβάλλεται πρόστιμο.

5. Πριν την επιβολή του προστίμου, καλείται ο φορέας της δραστηριότητας να εκθέσει εγγράφως τις απόψεις του εντός πέντε (5) ημερών από τη σχετική ειδοποίηση. Εφόσον η ως άνω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, εκδίδεται η απόφαση επιβολής προστίμου και χωρίς τις απόψεις του φορέα.

6. Πέραν των προστίμων που προβλέπονται στις ως άνω 1, 2 και 3 παραγράφους του άρθρου αυτού, εφόσον κατά τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών σε κολυμβητικές δεξαμενές διαπιστωθεί ότι ο φορέας δεν τηρεί στο φάκελο της επιχείρησης τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 της παρούσης δικαιολογητικά, ή έχει παραβιάσει οποιοδήποτε επιμέρους όρο και προϋπόθεση που προβλέπεται για τη λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής, απαγορεύεται η λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής μέχρι συμμόρφωσης του φορέα με τις διατάξεις του ν. 4070/2012 και του ν. 3766/2009.

7. Όπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπεται η κύρωση της αφαίρεσης άδειας λειτουργίας κολυμβητικής δεξαμενής, νοείται εφεξής η διακοπή λειτουργίας και χρήσης της κολυμβητικής δεξαμενής με τη σφράγισή της.

Άρθρο 8
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή με τα παραρτήματά της να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 8 Μαΐου 2017

Οι Υπουργοί

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Τουρισμού
ΕΛΕΝΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως – Ρήτρα συμβάσεως εργασίας παραπέμπουσα στους όρους εργασίας που προβλέπονται σε συλλογική σύμβαση και στις μεταγενέστερες της μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως τροποποιήσεις των όρων αυτών»

$
0
0

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

YVES BOT

της 19ης Ιανουαρίου 2017 (1)

Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑680/15 και C‑681/15

Asklepios Kliniken Langen-Seligenstadt GmbH (C‑680/15),

Asklepios Dienstleistungsgesellschaft mbH (C‑681/15)

κατά

Ivan Felja,

Vittoria Graf

[αιτήσεις του Bundesarbeitsgericht (ομοσπονδιακού δικαστηρίου εργατικών διαφορών, Γερμανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2001/23/EΚ – Άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3 – Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως – Ρήτρα συμβάσεως εργασίας παραπέμπουσα στους όρους εργασίας που προβλέπονται σε συλλογική σύμβαση και στις μεταγενέστερες της μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως τροποποιήσεις των όρων αυτών»






1.        Οι υπό κρίση αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (2), και του άρθρου 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

2.        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο ένδικων διαφορών μεταξύ, αφενός, του Ivan Felja και της Vittoria Graf (στο εξής: ενάγοντες) και, αφετέρου, των Asklepios Kliniken Langen-Seligenstadt GmbH και Asklepios Dienstleistungsgesellschaft mbH (στο εξής: Asklepios), σχετικά με την εφαρμογή συλλογικής συμβάσεως.

3.        Κατόπιν της εκδόσεως των αποφάσεων της 9ης Μαρτίου 2006, Werhof (C‑499/04, EU:C:2006:168, στο εξής: απόφαση Werhof), και της 18ης Ιουλίου 2013, Alemo-Herron κ.λπ. (C‑426/11, EU:C:2013:521, στο εξής: απόφαση Alemo-Herron κ.λπ.), η γενική προβληματική την οποία εγείρει η παρούσα υπόθεση έγκειται στο κατά πόσον είναι δυνατόν ο διάδοχος εργοδότης, κατόπιν της μεταβιβάσεως επιχειρήσεως, να υποχρεωθεί να εφαρμόσει τους όρους εργασίας που απορρέουν από συλλογικές συμβάσεις οι οποίες συνομολογήθηκαν μετά τη μεταβίβαση αυτή.

4.        Η ιδιομορφία των προμνημονευθεισών αποφάσεων καθώς και της υπό κρίση υποθέσεως έγκειται στο ότι η εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων στις εργασιακές σχέσεις μεταξύ εργοδότη και των μισθωτών του είναι το αποτέλεσμα παραπομπής στις εν λόγω συμβάσεις την οποία περιέχουν οι συμβάσεις εργασίας.

5.         Οι συμβάσεις εργασίας μπορούν, πράγματι, να περιλαμβάνουν δύο τύπους ρητρών παραπομπής, είτε στατικού είτε δυναμικού χαρακτήρα.

6.        Οι ρήτρες αυτές λειτουργούν στατικά ή δυναμικά, αναλόγως του αν παραπέμπουν μόνο σε συγκεκριμένη ισχύουσα συλλογική σύμβαση ή και στις μελλοντικές τροποποιήσεις της συμβάσεως αυτής.

7.        Οι στατικές ρήτρες παραπέμπουν, επομένως, σε συγκεκριμένη συλλογική σύμβαση, μόνον στην εκδοχή που ισχύει κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως.

8.        Αντιθέτως, όταν εντάσσουν στη σύμβαση εργασίας δυναμική ρήτρα, τα συμβαλλόμενα μέρη συνομολογούν ότι ορισμένες ουσιαστικές διατάξεις στη σχέση εργασίας που υφίσταται μεταξύ τους πρέπει να προκύπτουν κατά δυναμικό τρόπο από εξωτερικό νομικό πλαίσιο και να συνεχίσουν να εξελίσσονται. Επομένως, οι εφαρμοστέοι όροι εργασίας αντιστοιχούν στις συλλογικές συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο περιοδικής διαπραγματεύσεως από τις αρμόδιες οργανώσεις.

9.        Η ένταξη ρητρών αυτού του τύπου στις συμβάσεις εργασίας εξηγείται, στο πλαίσιο του γερμανικού δικαίου, από τη μέριμνα να διασφαλιστούν δικαιώματα στους μισθωτούς, ανεξαρτήτως του αν αυτοί ανήκουν σε συνδικαλιστική οργάνωση.

10.      Αυτές οι ρήτρες παραπομπής παρέχουν επομένως τη δυνατότητα στους εργοδότες που ανήκουν σε εργοδοτική ένωση η οποία διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε κλαδική συλλογική σύμβαση να την εφαρμόσει και στους μισθωτούς που δεν είναι μέλη συνδικαλιστικής οργανώσεως.

11.      Αυτές οι ρήτρες παραπομπής καθιστούν επίσης δυνατή στους εργοδότες οι οποίοι δεν ανήκουν σε εργοδοτική ένωση που διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε συλλογική σύμβαση την οικειοθελή εφαρμογή της στους μισθωτούς (είτε είναι μέλη συνδικαλιστικής οργανώσεως είτε όχι).

12.      Αντικείμενο της υπό κρίση υποθέσεως είναι η τελευταία αυτή κατηγορία περιπτώσεων: μεταβιβάζων ο οποίος δεν ανήκει σε εργοδοτική ένωση που διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε συλλογική σύμβαση επέλεξε να εντάξει σε συμβάσεις εργασίας των μισθωτών του ρήτρα παραπομπής σε αυτή τη συλλογική σύμβαση. Η εν λόγω ρήτρα παραπομπής έχει δυναμικό χαρακτήρα, στο μέτρο που αφορά τις μελλοντικές τροποποιήσεις της εν λόγω συλλογικής συμβάσεως.

13.      Κατόπιν της μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως του μεταβιβάζοντος, ο διάδοχος εργοδότης φρονεί ότι δεν είναι υποχρεωμένος να εφαρμόσει τους όρους εργασίας που απορρέουν από τις μεταγενέστερες της μεταβιβάσεως τροποποιήσεις της συλλογικής συμβάσεως.

14.      Το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί αν, υπό τις συνθήκες αυτές, ο δυναμικός χαρακτήρας της ρήτρας παραπομπής αντιβαίνει προς την οδηγία 2001/23. Με άλλα λόγια, απαγορεύει η οδηγία αυτή να υποχρεούται ο διάδοχος εργοδότης να εφαρμόσει τους όρους εργασίας που απορρέουν από τις μελλοντικές τροποποιήσεις της συλλογικής συμβάσεως στην οποία παραπέμπουν οι συμβάσεις εργασίας;

15.      Με τις προτάσεις αυτές θα δώσω καταφατική απάντηση στο εν λόγω ερώτημα.

I –    Το νομικό πλαίσιο

 Α –Το δίκαιο της Ένωσης

16.      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2001/23, η οποία αντικαθιστά και κωδικοποιεί την οδηγία 77/187/ΕΟΚ (3), προβλέπει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε μεταβίβαση επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης σε άλλον εργοδότη, ως αποτέλεσμα [συμφωνίας περί μεταβίβασης] ή συγχώνευσης.»

17.      Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:

«1.      Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του [μεταβιβάζοντος], που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφισταμένη κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, μεταβιβάζονται, διά της μεταβιβάσεως αυτής, στον [διάδοχο εργοδότη].

[...]

3.      Μετά τη μεταβίβαση, ο [διάδοχος εργοδότης] εξακολουθεί να τηρεί τους συμφωνηθέντες με συλλογική σύμβαση όρους εργασίας, ως αυτοί εφαρμόζονται και έναντι του [μεταβιβάζοντος], σύμφωνα με τη σύμβαση, μέχρι την ημερομηνία της καταγγελίας ή λήξεως της συλλογικής συμβάσεως ή της ενάρξεως της ισχύος ή εφαρμογής άλλης συλλογικής συμβάσεως.

Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την περίοδο τηρήσεως των εν λόγω όρων εργασίας, υπό την αίρεση ότι η περίοδος αυτή δεν θα είναι κατώτερη του έτους.

[…]»

18.      Το άρθρο 8 της ίδιας οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμό[ζ]ουν ή να εισάγουν ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ή να προωθούν ή επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων για τους εργαζομένους συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ των [κοινωνικών] εταίρων.»

 Β –Το γερμανικό δίκαιο

19.      Στη Γερμανία, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις σε περίπτωση μεταβιβάσεως εγκαταστάσεως ρυθμίζονται από το άρθρο 613a του Bürgerliches Gesetzbuch (Αστικού Κώδικα, στο εξής: BGB), του οποίου η παράγραφος 1 ορίζει τα εξής:

«Όταν μια εγκατάσταση ή μέρος της εγκαταστάσεως μεταβιβάζεται βάσει σχετικής δικαιοπραξίας σε άλλον κύριο, ο δεύτερος υποκαθίσταται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μεταβιβάζοντος εκ των συμβάσεων εργασίας που ισχύουν κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως. Σε περίπτωση κατά την οποία αυτά τα δικαιώματα και υποχρεώσεις διέπονται από τους νομικούς κανόνες συλλογικής συμβάσεως ή συμφωνίας με επιχείρηση, καθίστανται αναπόσπαστο μέρος της συμβάσεως εργασίας μεταξύ του νέου κυρίου και των εργαζομένων και δεν μπορούν να τροποποιηθούν σε βάρος των δευτέρων πριν από το πέρας ενός έτους υπολογιζομένου από την ημερομηνία της μεταβιβάσεως. Η δεύτερη φράση δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του νέου κυρίου διέπονται από τις διατάξεις άλλης συλλογικής συμβάσεως ή από άλλη συμφωνία με επιχείρηση. Πριν από την εκπνοή της προβλεπομένης στη δεύτερη φράση προθεσμίας, αυτά τα δικαιώματα και υποχρεώσεις μπορούν να τροποποιηθούν εάν η συλλογική σύμβαση ή η συμφωνία με επιχείρηση έχει πλέον παύσει να τυγχάνει εφαρμογής ή ελλείψει αμοιβαίας υποχρεώσεως συμμορφώσεως προς άλλη συλλογική σύμβαση της οποίας η εφαρμογή έχει συμφωνηθεί μεταξύ του νέου κυρίου και των εργαζομένων.»

II – Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

20.      Οι ενάγοντες απασχολούνται στο νοσοκομείο του Dreieich-Lange (Γερμανία) ως επιστάτης/κηπουρός από το 1978 και ως νοσηλεύτρια από το 1986, αντιστοίχως. Μετά τη μεταβίβαση, το 1995, του νοσοκομείου από το διαμέρισμα του Offenbach (Γερμανία), που είναι οργανισμός τοπικής αυτοδιοικήσεως (δήμος), σε μια GmbH (εταιρία περιορισμένης ευθύνης) ιδιωτικού δικαίου, το τμήμα της εγκαταστάσεως στο οποίο απασχολούνται οι ενάγοντες μεταβιβάσθηκε το 1997 στην επιχείρηση KLS Facility Management GmbH (στο εξής: KLS FM).

21.      Η KLS FM, η οποία δεν ήταν μέλος εργοδοτικής ενώσεως, συνομολόγησε, με ατομική σύμβαση εργασίας, με τους ενάγοντες ότι η εργασιακή σχέση θα ρυθμιζόταν –όπως και πριν από τη μεταβίβαση– από την Bundesmanteltarifvertrag für Arbeiter gemeindlicher Verwaltungen und Betriebe (συλλογική σύμβαση εργασίας συναφθείσα για τον δημόσιο τομέα, στο εξής: BMT‑G II) καθώς και από τις συλλογικές συμβάσεις που θα την συμπλήρωναν, τροποποιούσαν και αντικαθιστούσαν.

22.      Στη συνέχεια, η KLS FM εντάχθηκε στον όμιλο Asklepios. Στον όμιλο αυτό ανήκουν πολλές επιχειρήσεις του νοσοκομειακού τομέα.

23.      Την 1η Ιουλίου 2008 το τμήμα εγκαταστάσεως στο οποίο απασχολούνταν οι ενάγοντες μεταβιβάσθηκε από την KLS FM σε άλλη εταιρία του ομίλου, συγκεκριμένα δε την Asklepios. Η εταιρία αυτή επίσης δεν δεσμευόταν ούτε δεσμεύεται μέχρι σήμερα διά της συμμετοχής σε εργοδοτική ένωση από την BMT‑G II ούτε από την Tarifvertrag für den öffentlichen Dienst (συλλογική σύμβαση για τους δημοσίους υπαλλήλους, στο εξής: TVöD), η οποία την αντικαθιστά από την 1η Οκτωβρίου 2005, ούτε από την Tarifvertrag zur Überleitung der Beschäftigten der kommunalen Arbeitgeber in den TVöD und zur Regelung des Übergangsrechts (συλλογική σύμβαση περί των όρων μεταβάσεως στο νέο σύστημα αμοιβών των συμβασιούχων υπαλλήλων των οργανισμων τοπικής αυτοδιοικήσεως σύμφωνα με την TVöD και περί μεταβατικών διατάξεων, στο εξής: TVÜ‑VKA).

24.      Οι ενάγοντες ζήτησαν από τα δικαστήρια να αναγνωρίσουν ότι οι διατάξεις της TVöD και των συλλογικών συμβάσεων που τη συμπληρώνουν, όπως αυτές της TVÜ‑VKA, εφαρμόζονται στη εργασιακή σχέση τους, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν αντιστοίχως, δηλαδή τυγχάνουν δυναμικής εφαρμογής.

25.      Η Asklepios υποστήριξε ότι η προβλεπόμενη από το εθνικό δίκαιο έννομη συνέπεια της δυναμικής εφαρμογής των κανόνων των συλλογικών συμβάσεων των δημοσίων υπαλλήλων στις οποίες παραπέμπει η σύμβαση εργασίας αντιβαίνει στην οδηγία 2001/23 και στο άρθρο 16 του Χάρτη. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα, κατά την ίδια, μετά τη μεταβίβαση, στη στατική και μόνον εφαρμογή στην εργασιακή σχέση των όρων εργασίας που συνομολογήθηκαν με τη σύμβαση εργασίας και αντλούνται από τις συλλογικές συμβάσεις που παρατίθενται στην εν λόγω σύμβαση.

26.      Τα κατώτερα δικαστήρια δέχθηκαν τις αγωγές που άσκησαν οι ενάγοντες.

27.      Το Bundesarbeitsgericht (ομοσπονδιακό δικαστήριο εργατικών διαφορών, Γερμανία), το οποίο επελήφθη αιτήσεως αναιρέσεως, ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί των ακολούθων προδικαστικών ερωτημάτων:

«Ι.

1.      Αντιβαίνει στο άρθρο 3 της οδηγίας 2001/23 εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι, σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως, όλοι οι όροι εργασίας που ο μεταβιβάζων και ο εργαζόμενος έχουν συμφωνήσει με ατομική σύμβαση και στο πλαίσιο της ιδιωτικής αυτονομίας μεταφέρονται αμετάβλητοι στον διάδοχο εργοδότη, ως εάν να είχε συνάψει ο ίδιος ατομική σύμβαση με τον εργαζόμενο, όταν το εθνικό δίκαιο προβλέπει για τον διάδοχο δυνατότητες προσαρμογής των όρων εργασίας, τόσο από κοινού με τον εργαζόμενο, όσο και μονομερώς;

2.Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως επί του πρώτου ερωτήματος εν γένει ή εν μέρει για συγκεκριμένη ομάδα ατομικώς συμφωνηθέντων όρων εργασίας από τη σύμβαση εργασίας μεταξύ μεταβιβάζοντος και εργαζομένου:

Προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/23 ότι συγκεκριμένοι όροι εργασίας που μεταβιβάζων και εργαζόμενος έχουν συμφωνήσει στο πλαίσιο της ιδιωτικής αυτονομίας πρέπει να εξαιρούνται από την αμετάβλητη μεταβίβαση στον διάδοχο και να υπόκεινται σε προσαρμογή εκ μόνης της μεταβιβάσεως επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως;

3.Εάν, με γνώμονα τις απαντήσεις του Δικαστηρίου επί του πρώτου και του δεύτερου ερωτήματος, προκύπτει ότι στον διάδοχο δεν μεταφέρεται αμετάβλητη συμφωνηθείσα με ατομική σύμβαση ρήτρα παραπομπής, δυνάμει της οποίας συγκεκριμένες ρυθμίσεις συλλογικής συμβάσεως καθίστανται κατά τρόπο δυναμικό, στο πλαίσιο της ιδιωτικής αυτονομίας, περιεχόμενο της ατομικής συμβάσεως:

α)Ισχύει το ανωτέρω και σε περίπτωση που ούτε ο μεταβιβάζων ούτε ο διάδοχος είναι ή ανήκουν στους συμβαλλομένους συλλογικής συμβάσεως εργασίας, ήτοι εάν οι απορρέουσες από συλλογική σύμβαση ρυθμίσεις δεν θα εφαρμόζονταν στη σχέση εργασίας με τον μεταβιβάζοντα ούτε προ της μεταβιβάσεως επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως χωρίς τη συνομολόγηση ρήτρας παραπομπής με ατομική σύμβαση στο πλαίσιο της ιδιωτικής αυτονομίας;

β)Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως επί του ερωτήματος αυτού:

Ισχύει το ανωτέρω και σε περίπτωση που μεταβιβάζων και διάδοχος εργοδότης αποτελούν επιχειρήσεις του ιδίου ομίλου;

II.

Αντιβαίνει στο άρθρο 16 του [Χάρτη] εθνική ρύθμιση που έχει θεσπιστεί για τη μεταφορά της οδηγίας 77/187 ή 2001/23 στην εσωτερική έννομη τάξη, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως ή εγκαταστάσεως, ο διάδοχος εξακολουθεί να δεσμεύεται από τους όρους εργασίας που μεταβιβάζων και εργαζόμενος είχαν συνομολογήσει προ της εν λόγω μεταβιβάσεως με ατομική σύμβαση και στο πλαίσιο της ιδιωτικής αυτονομίας, ως εάν να τους είχε συμφωνήσει ο ίδιος ο διάδοχος, όταν οι εν λόγω όροι ενσωματώνουν στη σύμβαση εργασίας κατά δυναμικό τρόπο συγκεκριμένες ρυθμίσεις συλλογικής συμβάσεως, οι οποίες ειδάλλως δεν θα είχαν ισχύ στη σχέση εργασίας, λαμβανομένου υπόψη ότι το εθνικό δίκαιο προβλέπει δυνατότητες προσαρμογής των όρων εργασίας για τον διάδοχο, τόσο από κοινού με τον εργαζόμενο, όσο και μονομερώς;»

III – Η ανάλυσή μου

28.      Με τα ερωτήματά του, τα οποία προσήκει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Δικαστήριο να αποφανθεί αν το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/23, εξεταζόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 16 του Χάρτη, έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι, σε περίπτωση μεταβιβάσεως εγκαταστάσεως, η διατήρηση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν για τον μεταβιβάζοντα από σύμβαση εργασίας επεκτείνεται στη ρήτρα τέτοιας συμβάσεως, η οποία παραπέμπει κατά τρόπο δυναμικό στους όρους εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση, όταν το εθνικό δίκαιο προβλέπει, υπέρ του διαδόχου εργοδότη, δυνατότητες προσαρμογής τόσο συναινετικής όσο και μονομερούς. Το αιτούν δικαστήριο τονίζει το γεγονός ότι, αφενός, ούτε ο μεταβιβάζων ούτε ο διάδοχος είναι, άμεσα ή έμμεσα, συμβαλλόμενα μέρη στην επίμαχη συλλογική σύμβαση και, αφετέρου, ο μεταβιβάζων και ο διάδοχος είναι επιχειρήσεις του ιδίου ομίλου.

 Α –Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

29.      Θεωρώ αναγκαίο, εκ προοιμίου, να επανέλθω στα δύο νομολογιακά προηγούμενα που συνιστούν οι αποφάσεις Werhof και Alemo-Herron κ.λπ.

1.      Η απόφαση Werhof

30.      Η υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η ως άνω απόφαση είχε ως αντικείμενο σύμβαση εργασίας, η οποία, όσον αφορά τη μισθολογική εξέλιξη, παρέπεμπε σε ισχύουσα συλλογική σύμβαση, την οποία είχε διαπραγματευθεί και υπογράψει εργοδοτική ένωση στην οποία ήταν μέλος η μεταβιβάζουσα επιχείρηση, όχι όμως ο διάδοχος εργοδότης. Η επίμαχη στην υπόθεση εκείνη συμβατική ρήτρα ήταν στατικής φύσεως, δηλαδή παρέπεμπε στην τότε ισχύουσα ειδική συλλογική σύμβαση και όχι στις συλλογικές συμβάσεις που θα τη διαδέχονταν στο μέλλον.

31.      Μετά τη μεταβίβαση του τμήματος της εγκαταστάσεως στο οποίο εργαζόταν ο H. Werhof, συνήφθη νέα συλλογική σύμβαση. Δεδομένου ότι η σύμβαση αυτή προέβλεπε μισθολογική αύξηση, ο H. Werhof ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι ο εργοδότης του ήταν υποχρεωμένος να εφαρμόσει στην περίπτωσή του την εν λόγω μισθολογική αύξηση.

32.      Υποστήριξε, συγκεκριμένα, ότι, όταν μια ατομική σύμβαση εργασίας περιλαμβάνει ρήτρα παραπομπής στις συλλογικές συμβάσεις οι οποίες συνομολογούνται στο πλαίσιο συγκεκριμένου κλάδου, η ρήτρα αυτή έχει οπωσδήποτε «δυναμικό» χαρακτήρα και παραπέμπει, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, στις συλλογικές συμβάσεις οι οποίες συνομολογούνται μετά την ημερομηνία μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως.

33.      Το Δικαστήριο δεν ακολούθησε την προσέγγιση αυτή. Έκρινε, αντιθέτως, ότι η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι, όταν η σύμβαση εργασίας παραπέμπει σε συλλογική σύμβαση δεσμεύουσα τον μεταβιβάζοντα, δεν απαγορεύει να μη δεσμεύεται ο διάδοχος, ο οποίος δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος σε τέτοια συλλογική σύμβαση, από συλλογικές συμβάσεις μεταγενέστερες εκείνης που ίσχυε κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως της εγκαταστάσεως.

34.      Για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό, το Δικαστήριο υιοθέτησε την ακόλουθη συλλογιστική.

35.      Το Δικαστήριο επισήμανε, κατ’ αρχάς, ότι συμβατική ρήτρα παραπομπής όπως η επίμαχη στην υπόθεση εκείνη αποτελεί αντικείμενο του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187. Επομένως, δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, «τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από συλλογική σύμβαση στην οποία παραπέμπει η σύμβαση εργασίας μεταβιβάζονται αυτοδικαίως στον νέο κύριο της επιχειρήσεως, έστω και αν [...] ο τελευταίος δεν μετέχει σε καμία συλλογική σύμβαση. Συνεπώς, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από συλλογική σύμβαση εξακολουθούν να δεσμεύουν τον νέο κύριο της εγκαταστάσεως μετά τη μεταβίβασή της» (4).

36.      Επομένως, είναι σαφές ότι, κατά το Δικαστήριο, επί τη βάσει ακριβώς του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από συλλογική σύμβαση στην οποία παραπέμπει ρήτρα που περιλαμβάνεται σε σύμβαση εργασίας μεταβιβάζονται στον διάδοχο εργοδότη.

37.      Κατόπιν της διευκρινίσεως αυτής, το Δικαστήριο έπρεπε, στη συνέχεια, να καθορίσει αν, λαμβανομένων υπόψη των κανόνων που περιλαμβάνονταν στην οδηγία 77/187, αυτό το είδος ρητρών έπρεπε να ερμηνευθεί ως παραπέμπον στη συλλογική σύμβαση που ίσχυε για τον μεταβιβάζοντα κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως, ή, ευρύτερα, στις μεταγενέστερες εξελίξεις της συμβάσεως αυτής.

38.      Το Δικαστήριο διατύπωσε τότε πλείονες κανόνες, οι οποίοι, όπως θα δούμε, είναι απολύτως πρόσφοροι για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα που υπέβαλε το Bundesarbeitsgericht (ομοσπονδιακό δικαστήριο εργατικών διαφορών) στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως.

39.      Πράγματι, το Δικαστήριο έκρινε σαφώς ότι, «[γ]ια την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας [77/187], ρήτρα παραπέμπουσα σε συλλογική σύμβαση δεν μπορεί να έχει περιεχόμενο ευρύτερο εκείνου της συμβάσεως στην οποία παραπέμπει. Κατά συνέπεια, πρέπει να ληφθεί υπόψη η παράγραφος 2 του άρθρου 3 της οδηγίας, που προβλέπει περιορισμούς στην αρχή της δυνατότητας εφαρμογής [αυτής] της συλλογικής συμβάσεως στην οποία παραπέμπει η σύμβαση εργασίας» (5).

40.      Επομένως, το Δικαστήριο διατυπώνει τον κανόνα ότι, όταν ανακύπτει ζήτημα συμβατικής ρήτρας παραπομπής στους όρους εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση, μολονότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187 συνιστά σαφώς το έρεισμα της μεταβιβάσεως των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων στον διάδοχο εργοδότη, η διάταξη αυτή, πάντως, πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του άρθρου 3, παράγραφος 2, της ως άνω οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23. Υπενθυμίζω συναφώς ότι η διάταξη αυτή προβλέπει την προσωρινή διατήρηση των όρων εργασίας που απορρέουν από τις συλλογικές συμβάσεις σε περίπτωση μεταβιβάσεως εγκαταστάσεως.

41.      Βάσει του γράμματος του άρθρου 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 77/187, συνάγεται, κατά το Δικαστήριο, αφενός, ότι οι όροι εργασίας που διέπονται από συλλογική σύμβαση «διατηρούνται μόνον έως την ημερομηνία καταγγελίας της ή λήξεως της ισχύος της, ή έως την έναρξη της ισχύος ή την εφαρμογή άλλης συλλογικής συμβάσεως. Επομένως, ουδόλως προκύπτει από το κείμενο της οδηγίας ότι ο νομοθέτης [της Ένωσης] θέλησε να δεσμεύσει τον [διάδοχο εργοδότη] με άλλες συλλογικές συμβάσεις πέραν αυτής που ίσχυε κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως και, κατά συνέπεια, να επιβάλει μεταγενέστερη τροποποίηση των όρων εργασίας διά της εφαρμογής νέας συλλογικής συμβάσεως συναφθείσας μετά τη μεταβίβαση» (6).

42.      Το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι «[α]υτή η εκτίμηση είναι, εξάλλου, σύμφωνη προς τον σκοπό της εν λόγω οδηγίας, που περιορίζεται στη διατήρηση των υφισταμένων κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των εργαζομένων. Αντιθέτως, πρόθεση της οδηγίας [77/187] δεν ήταν να προστατεύσει απλές προσδοκίες και, ως εκ τούτου, τα υποθετικά οφέλη που προκύπτουν από τις μεταγενέστερες εξελίξεις των συλλογικών συμβάσεων» (7).

43.      Αφετέρου, το Δικαστήριο επισήμανε ότι, όπως μνημονεύεται στο ίδιο το γράμμα του άρθρου 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 77/187, «τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν τον χρόνο διατηρήσεως των όρων εργασίας που απορρέουν από τη συλλογική σύμβαση, υπό τον όρο ότι ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να είναι βραχύτερος του έτους» (8).

44.      Το Δικαστήριο διευκρίνισε, επιπλέον, ότι «ναι μεν, σύμφωνα προς τον σκοπό της οδηγίας, πρέπει να προστατεύονται τα συμφέροντα των εργαζομένων τους οποίους αφορά η μεταβίβαση, δεν μπορούν όμως να αγνοηθούν και τα συμφέροντα του [διαδόχου εργοδότη], ο οποίος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στις αλλαγές και τις προσαρμογές που είναι αναγκαίες για τη συνέχιση της δραστηριότητάς του» (9).

45.      Το Δικαστήριο αντιμετώπισε, στη συνέχεια, το αίτημα του εφεσείοντος να ερμηνευθεί η συμβατική ρήτρα κατά δυναμικό τρόπο σε συνδυασμό με την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι του διαδόχου εργοδότη.

46.      Το Δικαστήριο έκρινε, συναφώς, ότι «η “στατική” ερμηνεία της εν λόγω ρήτρας [...] καθιστά δυνατή την αποφυγή της δεσμεύσεως του [διαδόχου κυρίου] της εγκαταστάσεως, ο οποίος δεν μετέχει στη συλλογική σύμβαση, από τις μελλοντικές εξελίξεις της συμβάσεως αυτής. Έτσι, διασφαλίζεται πλήρως το δικαίωμά του του μη συνεταιρίζεσθαι» (10). Υπό τις συνθήκες αυτές, «ο [εκκαλών] δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι μια ρήτρα που περιλαμβάνεται σε ατομική σύμβαση εργασίας και παραπέμπει στις συλλογικές συμβάσεις που συνάπτονται σε ορισμένο κλάδο είναι αναγκαστικά “δυναμικής φύσεως” και παραπέμπει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας [77/187], στις συλλογικές συμβάσεις που συνάπτονται μετά την ημερομηνία μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως» (11).

47.      Επί τη βάσει της συλλογιστικής αυτής, το Δικαστήριο κατέληξε στη λύση της οποίας γίνεται μνεία στο σημείο 33 των προτάσεων αυτών.

48.      Μολονότι το Δικαστήριο, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου ερωτήθηκε, δεν έφτασε μέχρι του σημείου να αποφανθεί ότι το άρθρο 3 της οδηγίας 77/187 απαγορεύει να μπορούν μεταγενέστερες της μεταβιβάσεως εγκαταστάσεως συλλογικές συμβάσεις να αντιταχθούν στον διάδοχο, το σκεπτικό που αναπτύσσει περιέχει ψήγματα της λύσεως αυτής, η οποία, άλλωστε, θα υιοθετηθεί αργότερα με την απόφαση Alemo-Herron κ.λπ. Πάντως, όπως θα εκθέσω, το Δικαστήριο, για να καταλήξει στη λύση αυτή, αναπτύσσει διαφορετική συλλογιστική.

2.      Η απόφαση Alemo-Herron κ.λπ.

49.      Στο πλαίσιο της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η ως άνω απόφαση, ένα από τα τοπικά συμβούλια του Λονδίνου μεταβίβασε την υπηρεσία «ψυχαγωγίας» σε επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα, η οποία ενσωμάτωσε τους εργαζομένους στην υπηρεσία αυτή στο προσωπικό της. Στη συνέχεια, η επιχείρηση αυτή μεταβίβασε με τη σειρά της την εν λόγω υπηρεσία σε άλλη επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα.

50.      Κατά τον χρόνο που η υπηρεσία «ψυχαγωγίας» ανήκε στον δημόσιο τομέα, στους εργαζομένους της υπηρεσίας αυτής εφαρμόζονταν οι όροι εργασίας που προέκυπταν από την περιοδική διαπραγμάτευση στο πλαίσιο του NJC, το οποίο είναι όργανο συλλογικής διαπραγματεύσεως για τον τομέα της τοπικής αυτοδιοικήσεως. Η υποχρέωση εφαρμογής των συμφωνιών που προκύπτουν από τη διαπραγμάτευση στο πλαίσιο του NJC δεν απέρρεε από τον νόμο, αλλά από ρήτρα των συμβάσεων εργασίας.

51.      Κατόπιν της μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως, συνήφθη νέα συμφωνία στο πλαίσιο της NJC. Η επιχείρηση προς την οποία έγινε η μεταβίβαση έκρινε ότι η νέα αυτή συμφωνία δεν τη δέσμευε, λόγω του ότι είναι μεταγενέστερη της μεταβιβάσεως, και, κατά συνέπεια, αρνήθηκε να χορηγήσει στους εργαζομένους τις μισθολογικές αυξήσεις που απέρρεαν από αυτή, με το αιτιολογικό ότι η συμφωνία συνήφθη μετά τη μεταβίβαση.

52.      Επιληφθέν αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ των εργαζομένων και της επιχειρήσεως προς την οποία έγινε η μεταβίβαση, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/23 έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό ρύθμιση κράτους μέλους προβλέπουσα ότι, σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως, ισχύουν έναντι του διαδόχου εργοδότη οι ρήτρες δυναμικής παραπομπής σε συλλογικές συμβάσεις των οποίων η διαπραγμάτευση και η σύναψη είναι μεταγενέστερες της ημερομηνίας της μεταβιβάσεως, στην περίπτωση που αυτός δεν έχει τη δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία διαπραγματεύσεως αυτών των συλλογικών συμβάσεων εργασίας που συνάπτονται μετά τη μεταβίβαση.

53.      Για να καταλήξει στη λύση αυτή, το Δικαστήριο υπενθύμισε, κατ’ αρχάς, ότι από την απόφασή του Werhof προκύπτει ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187 έχει την έννοια ότι, όταν η σύμβαση εργασίας παραπέμπει σε συλλογική σύμβαση δεσμεύουσα τον μεταβιβάζοντα, δεν απαγορεύει να μη δεσμεύεται ο διάδοχος εργοδότης, ο οποίος δεν μετέχει σε τέτοια συλλογική σύμβαση, από συλλογικές συμβάσεις μεταγενέστερες εκείνης που ίσχυε κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως.

54.      Δεδομένου ότι η διάταξη αυτή δεν απαγορεύει να προβλέπει το εθνικό δίκαιο ότι ρήτρα παραπομπής έχει αποκλειστικά στατικό χαρακτήρα, το Δικαστήριο εξέτασε, στη συνέχεια, αν το άρθρο 8 της οδηγίας 2001/23 μπορούσε να παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να υιοθετήσουν ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους εθνικές διατάξεις. Υπενθυμίζω, συναφώς, ότι η διάταξη αυτή διευκρινίζει ότι η οδηγία αυτή «δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμό[ζ]ουν ή να εισάγουν ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ή προωθούν ή επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων για τους εργαζομένους συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ των [κοινωνικών] εταίρων». Ο έλεγχος αυτός ήταν δικαιολογημένος, κατά το Δικαστήριο, για τον λόγο ότι οι ρήτρες δυναμικής παραπομπής αποδεικνύονται ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους από τις στατικές ρήτρες.

55.      Για να εκτιμήσει τη διακριτική ευχέρεια που καταλείπει στα κράτη μέλη το άρθρο 8 της οδηγίας 2001/23 υπό τις περιστάσεις της υποθέσεως εκείνης, το Δικαστήριο τόνισε τα ακόλουθα στοιχεία.

56.       Πρώτον, κατά το Δικαστήριο, η οδηγία 2001/23 «δεν έχει αποκλειστικό σκοπό τη διαφύλαξη, σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως, των συμφερόντων των εργαζομένων, αλλά επιδιώκει τη διασφάλιση δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων τους, αφενός, και των συμφερόντων του [διαδόχου εργοδότη], αφετέρου. Ειδικότερα, διευκρινίζει ότι ο [διάδοχος εργοδότης] θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στις αλλαγές και τις προσαρμογές που είναι αναγκαίες για τη συνέχιση της δραστηριότητάς του» (12).

57.      Τούτο είναι κατά μείζονα λόγο αναγκαίο όταν πρόκειται για μεταβίβαση επιχειρήσεως από τον δημόσιο τομέα στον ιδιωτικό τομέα (13). Όμως, κατά το Δικαστήριο, «οι ρήτρες δυναμικής παραπομπής σε συλλογικές συμβάσεις των οποίων η διαπραγμάτευση και η σύναψη είναι μεταγενέστερες της ημερομηνίας της μεταβιβάσεως της οικείας επιχειρήσεως, οι οποίες προορίζονται να ρυθμίσουν την εξέλιξη των όρων εργασίας στον δημόσιο τομέα, ενδέχεται να περιορίσουν ουσιωδώς το περιθώριο κινήσεων που είναι αναγκαίο για τη λήψη των εν λόγω μέτρων διευθετήσεως και προσαρμογής από ιδιώτη [διάδοχο]» (14). Σε τέτοια περίπτωση, το Δικαστήριο έκρινε ότι «οι ρήτρες αυτές μπορεί να θίξουν τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του [διαδόχου κυρίου] ως εργοδότη, αφενός, και των συμφερόντων των εργαζομένων, αφετέρου» (15).

58.      Δεύτερον, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ερμηνεία του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/23 έπρεπε να είναι σύμφωνη με το άρθρο 16 του Χάρτη, το οποίο αναγνωρίζει την επιχειρηματική ελευθερία και του οποίου μια συνιστώσα είναι η ελευθερία των συμβάσεων (16).

59.      Κατά το Δικαστήριο, «[ό]σον αφορά το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/23, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, βάσει της επιχειρηματικής ελευθερίας, ο [διάδοχος εργοδότης] πρέπει να έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής προασπίσεως των συμφερόντων του στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεως στην οποία μετέχει και διαπραγματεύσεως των στοιχείων που καθορίζουν την εξέλιξη των όρων εργασίας των εργαζομένων του ενόψει της μελλοντικής οικονομικής του δραστηριότητας» (17).

60.      Συναφώς, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο διάδοχος εργοδότης στην υπόθεση εκείνη δεν είχε καμία δυνατότητα συμμετοχής στον οργανισμό συλλογικής διαπραγματεύσεως, πράγμα που του στερούσε τη δυνατότητα να προασπίσει αποτελεσματικά τα συμφέροντά του (18). Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο έκρινε ότι η συμβατική ελευθερία του διαδόχου εργοδότη περιοριζόταν σοβαρά, ώστε ο περιορισμός αυτός να μπορεί να θίξει την ίδια την ουσία του δικαιώματός του στην επιχειρηματική ελευθερία (19).

61.      Στο μέτρο που «το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/23, σε συνδυασμό με το άρθρο 8 της ίδιας οδηγίας, δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα τα οποία, παρότι είναι ευνοϊκότερα για τους εργαζομένους, ενδέχεται να θίξουν την ίδια την ουσία του δικαιώματος του [διαδόχου εργοδότη] στην επιχειρηματική ελευθερία» (20), το Δικαστήριο κατέληξε στη λύση που παρατίθεται στο σημείο 52 των προτάσεων αυτών.

62.      Επομένως, από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι, μολονότι τα κράτη μέλη μπορούν, κατ’ αρχήν, εφαρμόζοντας το άρθρο 8 της οδηγίας 2001/23, να επιλέξουν τον δυναμικό χαρακτήρα των συμβατικών ρητρών παραπομπής στις συλλογικές συμβάσεις, η εφαρμογή της δυνατότητας αυτής εξαρτάται, πάντως, από τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και ιδίως της επιχειρηματικής ελευθερίας του διαδόχου εργοδότη. Πάντως, η επιχειρηματική ελευθερία του διαδόχου δεν προστατεύεται όταν αυτός δεν έχει τη δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία διαπραγματεύσεως των συλλογικών συμβάσεων που συνάπτονται μετά τη μεταβίβαση.

 Β –Η εκτίμησή μου

63.      Φρονώ ότι, για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα που υπέβαλε το Bundesarbeitsgericht (ομοσπονδιακό δικαστήριο εργατικών διαφορών), το Δικαστήριο θα πρέπει να στηρίξει το σκεπτικό του σε εκείνο το οποίο ανέπτυξε στην απόφαση Werhof. Τούτο δικαιολογείται κατά μείζονα λόγο καθόσον, και στις δύο υποθέσεις, αντιπαρατίθεται το γερμανικό δίκαιο στους κανόνες σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως, οι οποίοι διατυπώνονται με την οδηγία 2001/23. Βασικότερα δε, θεωρώ αναγκαίο να αξιοποιήσει το Δικαστήριο την ευκαιρία της υπό κρίση υποθέσεως για να διευκρινίσει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να συνδυαστούν το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής.

1.      Το σημείο αφετηρίας: η συμβατική ρήτρα παραπομπής σε συλλογική σύμβαση εμπίπτει στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23

64.      Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, «[τ]α δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του [μεταβιβάζοντος] που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφισταμένη κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, μεταβιβάζονται, διά της μεταβιβάσεως αυτής, στον [διάδοχο]». Όπως έχει ήδη διευκρινίσει το Δικαστήριο, η διάταξη αυτή «παραπέμπει γενικά και χωρίς καμία επιφύλαξη στα [προαναφερθέντα] δικαιώματα και υποχρεώσεις» (21). Κατά συνέπεια, από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις μεταβιβάζονται στον διάδοχο, εφόσον απορρέουν από σύμβαση εργασίας που συνήφθη μεταξύ του μεταβιβάζοντος και των εργαζομένων τους οποίους αφορά μεταβίβαση επιχειρήσεως.

65.      Κατά πάγια νομολογία, η οδηγία 2001/23 αποσκοπεί στη διασφάλιση της διατηρήσεως των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβολής του επιχειρηματικού φορέα, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να παραμείνουν στην υπηρεσία του νέου φορέα υπό τους ίδιους όρους με αυτούς που είχαν συμφωνηθεί με τον μεταβιβάζοντα εργοδότη (22).

66.      Δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, ο προς ον η μεταβίβαση υποκαθιστά τον μεταβιβάζοντα όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εργασιακή σχέση (23).

67.      Το Δικαστήριο έκρινε, άλλωστε, ότι οι κανόνες της οδηγίας 2001/23 πρέπει να θεωρηθούν ως επιτακτικού χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπεται δυσμενής για τους εργαζομένους παρέκκλιση από αυτούς. Επομένως, οι υφιστάμενες κατά την ημερομηνία τη μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως συμβάσεις και σχέσεις εργασίας μεταξύ του μεταβιβάζοντος και των εργαζομένων που απασχολούνται στη μεταβιβαζόμενη επιχείρηση μεταβιβάζονται αυτοδικαίως από τον μεταβιβάζοντα στον διάδοχο συνεπεία του γεγονότος και μόνον της μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως (24).

68.      Κατά τη Νορβηγική Κυβέρνηση, η γραμματική και τελολογική ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 θα πρέπει να έχει ως συνέπεια ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από σύμβαση εργασίας δυνάμει της οποίας ο εργαζόμενος και ο μεταβιβάζων συμφώνησαν να τηρήσουν τους όρους εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση στην εφαρμοστέα δυναμική εκδοχή της, όπως συμβαίνει στην υπό κρίση υπόθεση, μεταβιβάζονται στον διάδοχο.

69.      Η προσέγγιση που προκρίνει τη διατήρηση σε ισχύ των όρων εργασίας που προβλέπουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεως και υιοθετήθηκαν μετά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως στηρίζεται στην ιδέα ότι ο μεταβιβάζων και οι εργαζόμενοι δέχθηκαν οικειοθελώς, με την ενσωμάτωση στη σύμβαση εργασίας τους ρήτρας παραπομπής σε συλλογική σύμβαση, ότι οι διατάξεις της συλλογικής αυτής συμβάσεως διέπουν την εργασιακή σχέση τους. Επομένως, ο εργαζόμενος έχει αναγνωρισμένο συμβατικό δικαίωμα να εφαρμόζονται στην περίπτωσή του οι περιοδικώς συνομολογούμενοι σε συλλογικό επίπεδο όροι. Η πηγή της υποχρεώσεως είναι η ατομική σύμβαση εργασίας και όχι η συλλογική σύμβαση. Η διαπίστωση αυτή συνεπάγεται την άνευ όρων και επιφυλάξεων εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, υπέρ της διατηρήσεως της ισχύος των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στη σύμβαση εργασίας. Δεδομένου ότι το δικαίωμα του εργαζομένου να εφαρμοστούν στην περίπτωσή του οι περιοδικώς συνομολογούμενοι σε συλλογικό επίπεδο όροι εργασίας μπορεί να αντιταχθεί στον μεταβιβάζοντα, θα πρέπει, μετά τη μεταβίβαση, να μπορεί να αντιταχθεί στον διάδοχο, διότι η σύμβαση θεωρείται ότι συνήφθη εξ αρχής με τον διάδοχο.

70.      Φρονώ, πάντως, ότι, υπό συνθήκες όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 δεν μπορεί να εξετασθεί μεμονωμένα, αλλά πρέπει να ερμηνευθεί σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής.

2.      Ο περιορισμός: όταν υπάρχει συμβατική ρήτρα παραπομπής σε συλλογική σύμβαση, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 πρέπει να ερμηνευθεί σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής

71.      Υπενθυμίζω ότι το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 ορίζει τα εξής:

«Μετά τη μεταβίβαση, ο [διάδοχος] εξακολουθεί να τηρεί τους συμφωνηθέντες με συλλογική σύμβαση όρους εργασίας, ως αυτοί εφαρμόζονται και έναντι του [μεταβιβάζοντος], σύμφωνα με τη σύμβαση, μέχρι την ημερομηνία της καταγγελίας ή λήξεως της συλλογικής συμβάσεως ή της ενάρξεως της ισχύος ή εφαρμογής άλλης συλλογικής συμβάσεως.

Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την περίοδο τηρήσεως των εν λόγω όρων εργασίας, υπό την αίρεση ότι η περίοδος αυτή δεν θα είναι κατώτερη του έτους.»

72.      Το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2001/23 συνδέει δύο κανόνες. Κατ’ αρχάς, τον γενικό κανόνα ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από υφιστάμενη κατά την ημερομηνία μεταβιβάσεως υπό την έννοια της οδηγίας αυτής σύμβαση εργασίας πρέπει να μεταβιβασθούν στον διάδοχο. Στη συνέχεια, την έκταση κατά την οποία ο διάδοχος εργοδότης εξακολουθεί να δεσμεύεται από όρους που συνομολογήθηκαν στο πλαίσιο συλλογικής συμβάσεως η οποία ίσχυε έναντι του μεταβιβάζοντος κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως.

73.      Όταν ρήτρα της συμβάσεως εργασίας η οποία συνήφθη μεταξύ του μεταβιβάζοντος εργοδότη και του προσωπικού του περιλαμβάνει παραπομπή στους όρους εργασίας που συνομολογούνται περιοδικώς με συλλογικές διαπραγματεύσεις, η περίπτωση διέπεται, κατά τη γνώμη μου, από το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής.

74.      Δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, η ρήτρα συμβάσεως εργασίας η οποία περιέχει παραπομπή στους όρους εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση μεταβιβάζεται στον διάδοχο εργοδότη συνεπεία της μεταβιβάσεως της εγκαταστάσεως.

75.      Εντούτοις, στο μέτρο που πρόκειται για όρους εργασίας οι οποίοι προβλέπονται από συλλογική σύμβαση, το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής περιορίζει το περιεχόμενο των υποχρεώσεων που υπέχει ο διάδοχος δυνάμει της ρήτρας αυτής. Από την ως άνω διάταξη προκύπτει ότι μόνον οι όροι εργασίας που προβλέπονται στην ισχύουσα κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως συλλογική σύμβαση πρέπει να διατηρηθούν σε ισχύ από τον διάδοχο. Πράγματι, από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η υποχρέωση τηρήσεως των όρων εργασίας διαρκεί για όσο διάστημα η ισχύουσα κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως συλλογική σύμβαση παραμένει η ίδια σε ισχύ, δηλαδή «μέχρι την ημερομηνία της καταγγελίας ή λήξεως της συλλογικής συμβάσεως ή της ενάρξεως της ισχύος ή εφαρμογής άλλης συλλογικής συμβάσεως».

76.      Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να περιορίσουν την περίοδο διατηρήσεως σε ισχύ των όρων εργασίας υπό την επιφύλαξη ότι αυτή δεν είναι κατώτερη του έτους. Επιβάλλεται να διευκρινιστεί ότι το γερμανικό δίκαιο προβλέπει ρητώς τον εν λόγω χρονικό περιορισμό.

77.      Το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 αποτυπώνει μια συμβιβαστική λύση, η οποία αποσκοπεί στον συμβιβασμό των συμφερόντων του διαδόχου εργοδότη και των συμφερόντων των εργαζομένων που αποτελούν το αντικείμενο της μεταβιβάσεως επιχειρήσεως.

78.      Πρέπει να επισημανθεί ότι, με την πρόταση οδηγίας που υπέβαλε στις 29 Μαΐου 1974, η Επιτροπή είχε ήδη εξετάσει την περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως στο πλαίσιο της οποίας ο διάδοχος δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συλλογική σύμβαση που δεσμεύει τον μεταβιβάζοντα και η σύμβαση αυτή δεν κατέστη υποχρεωτική (25). Κατά την Επιτροπή, «η επιβολή στον διάδοχο της υποχρεώσεως να προσχωρήσει, χωρίς τη βούλησή του, σε συλλογική σύμβαση θα αντέβαινε, στην περίπτωση αυτή, στην αρχή της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι. Πάντως, για να αποτραπεί το ενδεχόμενο να παύσουν οι εργαζόμενοι να τυγχάνουν της προστασίας των όρων εργασίας τους που προβλέπονται από τη σύμβαση, επιδιώχθηκε, στην παράγραφο 3, να δοθεί μια συμβιβαστική λύση: χωρίς να δεσμεύεται από τις συλλογικές συμβάσεις, ο διάδοχος θα είναι, πάντως, υποχρεωμένος να τηρήσει τους όρους που αυτές καθορίζουν, μέχρι τη λήξη της συμβάσεως στην περίπτωση συμβάσεως ορισμένης διάρκειας και κατά τη διάρκεια ενός έτους στην περίπτωση συμβάσεως αόριστης διάρκειας» (26).

79.      Το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 εξασφαλίζει επομένως ισορροπία μεταξύ αντικρουομένων συμφερόντων: αφενός, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να εφαρμοστούν στην περίπτωσή του οι ειδικοί όροι που συνομολογήθηκαν προηγουμένως με τον μεταβιβάζοντα, αλλά, αφετέρου, ο διάδοχος εργοδότης έχει θεμιτό δικαίωμα να γνωρίζει την έκταση των μελλοντικών του υποχρεώσεων και, κατά συνέπεια, να μη δεσμεύεται από νέους όρους εργασίας που καθορίζονται κατά τη λήξη μιας διαδικασίας συλλογικής διαπραγματεύσεως στην οποία δεν θέλει ή δεν μπορεί να συμμετάσχει.

80.      Το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 παρέχει μάλιστα στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να περιορίσουν, προς το συμφέρον του διαδόχου, τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία αυτός θα δεσμεύεται από τους όρους εργασίας που προβλέπονται στη συλλογική σύμβαση η οποία ίσχυε κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως, υπό την επιφύλαξη ότι η διάρκεια αυτή δεν είναι κατώτερη του έτους. Η διάταξη αυτή αντικατοπτρίζει επίσης την ισορροπία που επιδίωξε ο νομοθέτης της Ένωσης μεταξύ των συμφερόντων των εργαζομένων και του διαδόχου εργοδότη, αντιστοίχως, σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεως.

81.      Φρονώ ότι η ρήτρα δυναμικής παραπομπής παύει να παράγει τα αποτελέσματά της στις περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23: εκπνοή, καταγγελία ή αντικατάσταση καθώς και, όταν το κράτος μέλος το έχει προβλέψει, πάροδο τουλάχιστον ενός έτους από τη μεταβίβαση της επιχειρήσεως. Κατά συνέπεια, οι ρήτρες αυτές δεν καλύπτουν τις συλλογικές συμβάσεις που συνομολογούνται μετά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, εκτός αν ο νέος εργοδότης εκφράζει διαφορετική βούληση.

82.      Φρονώ ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα που εγείρει η διαφορά της κύριας δίκης με τη μεμονωμένη εξέταση του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής. Μια τέτοια εξέταση θα κατέληγε, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως αυτής, στο ότι ο διάδοχος δεσμεύεται από το σύνολο των συμβατικών ρητρών οι οποίες δέσμευαν τον μεταβιβάζοντα, ανεξαρτήτως της φύσεώς τους. Μολονότι, βεβαίως, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 ουδόλως διακρίνει αναλόγως του περιεχομένου των συμβατικών ρητρών, η περίπτωση κατά την οποία συμβατική ρήτρα παραπέμπει σε όρους εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση έχει ιδιαίτερη φύση. Πράγματι, μια τέτοια παραπομπή στους όρους εργασίας τους οποίους προβλέπει συλλογική σύμβαση συνιστά περίπτωση η οποία συνδέει, αφενός, τη διατήρηση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από σύμβαση εργασίας και, αφετέρου, τη διατήρηση των όρων εργασίας που απορρέουν από συλλογική σύμβαση.

83.      Η μικτή αυτή κατάσταση με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 δεν μπορεί να ερμηνευθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, το οποίο επιβεβαιώνει τον προσωρινό χαρακτήρα των όρων εργασίας τους οποίους προβλέπει συλλογική σύμβαση.

84.      Δεν ασκεί συναφώς επιρροή το γεγονός ότι η εφαρμογή στους εργαζομένους των όρων εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση απορρέει άμεσα από τη συλλογική σύμβαση, λόγω του υποχρεωτικού χαρακτήρα της για την επίμαχη επιχείρηση ή τον επίμαχο τομέα, ή έμμεσα από τη σύμβαση αυτή λόγω παραπομπής την οποία περιέχει ρήτρα της συμβάσεως εργασίας.

85.      Προσήκει συναφώς να γίνει μνεία της συμβολής της αποφάσεως της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, Österreichischer Gewerkschaftsbund (C‑328/13, EU:C:2014:2197, στο εξής: απόφαση Österreichischer Gewerkschaftsbund). Με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο πράγματι διευκρίνισε ότι «το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 δεν έχει ως αντικείμενο τη συνέχιση της εφαρμογής της συλλογικής συμβάσεως αυτής καθαυτήν, αλλά τη συνέχιση της εφαρμογής των συμφωνηθέντων με τέτοια συλλογική σύμβαση “όρων εργασίας”» (27). Συνεπώς, «το άρθρο 3, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας επιτάσσει την τήρηση των συμφωνηθέντων με συλλογική σύμβαση όρων εργασίας, χωρίς να είναι καθοριστική η συγκεκριμένη πηγή της ισχύος τους» (28). Επομένως, κατά το Δικαστήριο, «οι όροι εργασίας που συμφωνούνται με συλλογική σύμβαση εμπίπτουν, κατ’ αρχήν, στο άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23, ανεξαρτήτως της χρησιμοποιουμένης μεθόδου για να ισχύσουν οι όροι αυτοί εργασίας ως προς τους ενδιαφερομένους. Αρκεί ως προς το σημείο αυτό οι ως άνω όροι να έχουν συμφωνηθεί με συλλογική σύμβαση και να δεσμεύουν πράγματι τον [μεταβιβάζοντα] και τους εργαζομένους των οποίων οι σχέσεις εργασίας μεταβιβάστηκαν» (29). Εφαρμόζοντας τη συλλογιστική αυτή στην επίμαχη υπόθεση, το Δικαστήριο έκρινε ότι «δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι όροι εργασίας που προβλέπονται από συλλογική σύμβαση αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της διατάξεως αυτής απλώς και μόνον επειδή η ισχύς τους ως προς τους ενδιαφερομένους στηρίζεται σε κανόνα περί μετενέργειας συλλογικής συμβάσεως, όπως ο επίμαχος στην κύρια δίκη» (30).

86.      Βεβαίως η απόφαση εκείνη δεν αφορούσε ρήτρα παραπομπής που περιλαμβάνεται σε σύμβαση εργασίας, αλλά εκτιμώ ότι μπορεί να εφαρμοστεί κατ’ αναλογία στο πλαίσιο της υποθέσεώς μας.

87.      Πράγματι, ο λόγος υπάρξεως ρήτρας παραπομπής είναι να καταλήξει στο ίδιο αποτέλεσμα με αυτό που θα προέκυπτε εάν η συλλογική σύμβαση εφαρμοζόταν ευθέως στην επιχείρηση ή στον επίμαχο τομέα, για παράδειγμα λόγω της προσχωρήσεως της επιχειρήσεως αυτής στην εργοδοτική ένωση που διαπραγματεύθηκε αυτή τη συλλογική σύμβαση ή λόγω του ότι η εν λόγω σύμβαση κηρύχθηκε ως γενικώς υποχρεωτική, δηλαδή το κράτος της συμβάσεως της προσέδωσε γενική ισχύ έναντι όλων των εργοδοτών και, επομένως, όλων των μισθωτών του κλάδου. Η ρήτρα παραπομπής συμπληρώνει, έτσι, το κενό που προκύπτει από το γεγονός ότι ο εργοδότης δεν δεσμεύεται από το κανονιστικό αποτέλεσμα συλλογικής συμβάσεως.

88.      Επομένως, η ρήτρα παραπομπής παρέχει τη δυνατότητα στους εργοδότες, οι οποίοι δεν είναι μέλη εργοδοτικής ενώσεως η οποία διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε κλαδική συλλογική σύμβαση, να εφαρμόσουν τη σύμβαση αυτή και στους μισθωτούς που δεν είναι μέλη συνδικαλιστικής οργανώσεως.

89.      Η ρήτρα αυτή παρέχει επίσης τη δυνατότητα στους εργοδότες, οι οποίοι δεν είναι μέλη εργοδοτικής ενώσεως η οποία διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε συλλογική σύμβαση, όπως συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση, να την εφαρμόσουν οικειοθελώς στους μισθωτούς (μέλη συνδικαλιστικής οργανώσεως και μη).

90.      Φρονώ ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, ρυθμίζει τις δύο αυτές κατηγορίες περιπτώσεων. Επομένως, κατ’ εμέ, δεν έχει σημασία το ότι ο μεταβιβάζων δεν είναι μέλος της εργοδοτικής ενώσεως η οποία διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε την επίμαχη συλλογική σύμβαση.

91.      Βεβαίως, το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 προβλέπει ότι οι όροι εργασίας πρέπει να διατηρούνται σε ισχύ «ως αυτοί εφαρμόζονται και έναντι του [μεταβιβάζοντος], σύμφωνα με τη [συλλογική] σύμβαση». Η διάταξη αυτή σκοπεί έτσι να εξασφαλίσει, παρά τη μεταβίβαση εγκαταστάσεως, τη διατήρηση των όρων εργασίας «σύμφωνα με τη βούληση των συμβαλλομένων μερών στη συλλογική σύμβαση» (31). Πάντως, αντιθέτως προς ό,τι υποστήριξαν το αιτούν δικαστήριο και η Νορβηγική Κυβέρνηση, δεν πιστεύω ότι το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23, όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο, απαιτεί για την εφαρμογή του να ανήκει ο μεταβιβάζων στην εργοδοτική ένωση η οποία διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε την επίμαχη συλλογική σύμβαση. Αυτό που έχει σημασία είναι να δεσμεύεται πράγματι ο μεταβιβάζων από τη συλλογική αυτή σύμβαση, όπως τόνισε το Δικαστήριο με τη σκέψη 25 της αποφάσεως Österreichischer Gewerkschaftsbund. Επομένως, η επίμαχη συλλογική σύμβαση μπορεί να αντιταχθεί στον μεταβιβάζοντα κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο. Και στις δύο περιπτώσεις, ο μεταβιβάζων έχει, κατά τον έναν ή τον άλλο τρόπο, εκφράσει τη βούλησή του να δεσμευθεί από την εν λόγω συλλογική σύμβαση.

92.      Επιπλέον, εκτιμώ ότι η εξάρτηση της εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23 από τη θέση του μεταβιβάζοντος έναντι της επίμαχης συλλογικής συμβάσεως θα κατέληγε σε διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των μισθωτών σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, ανάλογα με το αν ο μεταβιβάζων ανήκει ή όχι στην εργοδοτική ένωση η οποία διαπραγματεύθηκε και υιοθέτησε την εν λόγω συλλογική σύμβαση.

93.      Προσθέτω ότι οι εκτιμήσεις τις οποίες ανέπτυξε το Δικαστήριο με την απόφαση Werhof σε σχέση με τη συνδυασμένη ερμηνεία των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 της οδηγίας 77/187 διατυπώνονται γενικώς και δεν φαίνεται να περιορίζονται στην περίπτωση κατά την οποία ο μεταβιβάζων είναι μέλος εργοδοτικής ενώσεως η οποία έχει διαπραγματευθεί και υιοθετήσει την επίμαχη συλλογική σύμβαση.

94.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, φρονώ, επομένως, ότι, σε μια περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης και βάσει συνδυασμένης ερμηνείας των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/23, οι συλλογικές συμβάσεις οι οποίες δεν ίσχυαν κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως αλλά αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεως και υιοθετήθηκαν μετά τη μεταβίβαση δεν μπορούν να δεσμεύουν τον διάδοχο εργοδότη απεριόριστα.

95.      Όπως διευκρίνισε το Δικαστήριο στη σκέψη 29 της αποφάσεως Werhof, ο σκοπός της οδηγίας «περιορίζεται στη διατήρηση των υφισταμένων κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των εργαζομένων» (32), και τίποτα περισσότερο. Έτσι, η οδηγία 2001/23 δεν εγγυάται στον εργαζόμενο ότι θα απολαύει στην υπηρεσία του διαδόχου των ιδίων όρων εργασίας με αυτούς που θα μπορούσε να απολαύει μέσω της ρήτρας δυναμικής παραπομπής, εάν εξακολουθούσε να απασχολείται στον μεταβιβάζοντα.

96.      Άλλωστε, καθόσον έκρινε με την ίδια αυτή απόφαση ότι «πρόθεση της οδηγίας δεν ήταν να προστατεύσει απλές προσδοκίες και, ως εκ τούτου, τα υποθετικά οφέλη που προκύπτουν από τις μεταγενέστερες εξελίξεις των συλλογικών συμβάσεων» (33), το Δικαστήριο έλαβε προφανώς υπόψη τον αβέβαιο και απρόβλεπτο χαρακτήρα των όρων εργασίας που απορρέουν από τη μελλοντική εξέλιξη των συλλογικών συμβάσεων, και τα αρνητικά αποτελέσματα που αυτό μπορεί να έχει για τον διάδοχο εργοδότη.

97.      Όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας Ruiz‑Jarabo Colomer με τις προτάσεις που ανέπτυξε στην υπόθεση Werhof (34), «αν οι μελλοντικές συλλογικές συμβάσεις μπορούσαν να επηρεάζουν μονίμως έναν εργοδότη που δεν μετέχει στη διαπραγμάτευσή τους, [...] [α]υτό θα είχε [...] ως αποτέλεσμα να υπέχει ο εργοδότης που δεν έχει υπογράψει μια συλλογική σύμβαση περισσότερες υποχρεώσεις από τον εργοδότη που την έχει υπογράψει, καθόσον θα τελούσε σε αβεβαιότητα, εκτεθειμένος σε τυχόν συμφωνίες που θα συνάπτονταν εν αγνοία του».

98.      Το Δικαστήριο φαίνεται να δέχθηκε ότι, σε ορισμένο στάδιο, τα συμφέροντα του διαδόχου απαιτούν να τίθενται κάποια όρια στην προστασία που παρέχεται στους εργαζομένους κατά τη μεταβίβαση επιχειρήσεως. Συναφώς, το Δικαστήριο αναφέρθηκε ρητώς στους περιορισμούς που προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 77/187, το οποίο, υπενθυμίζω, αντιστοιχεί στο άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23.

99.      Στη σκέψη 28 της αποφάσεως Werhof, η διάταξη αυτή περιγράφεται ως προβλέπουσα «περιορισμούς στην αρχή της δυνατότητας εφαρμογής της συλλογικής συμβάσεως στην οποία παραπέμπει η σύμβαση εργασίας». Ο ένας από τους περιορισμούς αυτούς έγκειται στο ότι «οι όροι εργασίας που διέπονται από αυτή τη συλλογική σύμβαση διατηρούνται μόνον έως την ημερομηνία καταγγελίας της ή λήξεως της ισχύος της, ή έως την έναρξη της ισχύος ή την εφαρμογή άλλης συλλογικής συμβάσεως», όπως διευκρινίζει η σκέψη 29 της αποφάσεως.

100. Εάν το αποτέλεσμα της εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23 συνίστατο στο να καθιστά υποχρεωτικές για τον διάδοχο εργοδότη τις συλλογικές συμβάσεις που υιοθετούνται μετά τη μεταβίβαση και στις οποίες παραπέμπει ρήτρα που περιλαμβάνεται στη σύμβαση εργασίας, θα ήταν μη συμβατό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23, διότι κάτι τέτοιο θα κατέληγε σε υπέρβαση του ρητού περιορισμού τον οποίο προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας.

101. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση όπως αυτή της διαφοράς της κύριας δίκης, όπου ούτε ο μεταβιβάζων ούτε ο διάδοχος είναι συμβαλλόμενα μέρη σε συλλογική σύμβαση, μια ρήτρα παραπομπής στη σύμβαση αυτή μπορεί να αντιταχθεί στον διάδοχο μόνον εντός των ορίων που προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/23.

102. Φρονώ ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να υιοθετηθεί διαφορετική λύση όταν η μεταβίβαση εγκαταστάσεως λαμβάνει χώρα εντός του ιδίου ομίλου. Πράγματι, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι η οδηγία 77/187 έχει ως σκοπό να διέπει μεταβιβάσεις μεταξύ δύο θυγατρικών εταιριών του ιδίου ομίλου (35). Στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως, η ρήτρα παραπομπής περιελήφθη στις συμβάσεις εργασίας από την KLS FM σε μια εποχή κατά την οποία η εταιρία αυτή δεν είχε ακόμη ενταχθεί στον όμιλο Asklepios. Υπό το πρίσμα της προμνημονευθείσας νομολογίας, το γεγονός ότι η αμφισβήτηση του δυναμικού χαρακτήρα της ρήτρας αυτής ήταν μεταγενέστερη της εντάξεως της KLS FM στον όμιλο αυτόν και, ακριβέστερα, εκδηλώθηκε με την ευκαιρία της μεταβιβάσεως στον όμιλο Asklepios του τμήματος εγκαταστάσεως στο οποίο απασχολούνται οι ενάγοντες δεν μπορεί να αποκλείσει την εφαρμογή των κανόνων που προβλέπει η οδηγία 2001/23.

103. Τέλος, η Νορβηγική Κυβέρνηση υπογράμμισε τη διαφορά πλαισίου μεταξύ της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Werhof και της παρούσας υποθέσεως.

104. Η υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Werhof αφορούσε ρήτρα παραπομπής συνταχθείσα κατά στατικό τρόπο και την αξίωση των εργαζομένων να ερμηνευθεί η ρήτρα αυτή ως έχουσα δυναμικό χαρακτήρα. Για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η οδηγία 77/187 δεν επέβαλλε τον δυναμικό χαρακτήρα της ρήτρας, το Δικαστήριο ανέπτυξε συλλογιστική η οποία ανέλυε διεξοδικά τους λόγους για τους οποίους το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 2, αυτής, έπρεπε να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι προσδίδει στον τύπο αυτό ρητρών παραπομπής στατικό χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, το Δικαστήριο παρέθεσε τους λόγους για τους οποίους δεν ήταν δυνατόν να γίνει δεκτό ότι ο διάδοχος εργοδότης ήταν υποχρεωμένος να εφαρμόσει τις μισθολογικές αυξήσεις που απέρρεαν από μεταγενέστερες της μεταβιβάσεως συλλογικές συμβάσεις.

105. Η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης περίπτωση εμφανίζεται υπό την αντίστροφη προοπτική. Πράγματι, η ρήτρα παραπομπής έχει συνταχθεί κατά δυναμικό τρόπο. Ενόψει της αξιώσεως των εργαζομένων να αντιταχθούν στον διάδοχο οι επελθούσες μετά τη μεταβίβαση εγκαταστάσεως τροποποιήσεις της συλλογικής συμβάσεως την οποία αφορά η ρήτρα αυτή, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να κρίνει αν αντιβαίνει στην οδηγία 2001/23 ο δυναμικός χαρακτήρας της εν λόγω ρήτρας.

106. Το διαφορετικό αυτό πλαίσιο των δύο υποθέσεων δεν πρέπει, πάντως, να αναιρέσει το ότι πρόκειται σε κάθε περίπτωση για το ίδιο νομικό πρόβλημα, δηλαδή το συμβατό του δυναμικού χαρακτήρα ρήτρας παραπομπής με τους κανόνες του παραγώγου δικαίου της Ένωσης στον τομέα της μεταβιβάσεως επιχειρήσεως.

107. Επομένως, παρά το διαφορετικό πλαίσιο μεταξύ των δύο υποθέσεων, οι λόγοι τους οποίους εξέθεσε το Δικαστήριο με την απόφασή του Werhof για να εξηγήσει γιατί μια στατική ρήτρα δεν μπορούσε, υπό το πρίσμα της ρυθμίσεως του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187, εξεταζόμενης υπό το φως του άρθρου 3, παράγραφος 2, αυτής, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι έχει δυναμικό χαρακτήρα είναι οι ίδιοι με αυτούς που θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να οδηγήσουν το Δικαστήριο στη διαπίστωση ότι αντιβαίνει στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, αυτής, η αναγνώριση, σε περίπτωση μεταβιβάσεως εγκαταστάσεως, του δυναμικού χαρακτήρα ρήτρας παραπομπής σε συλλογική σύμβαση.

3.      Η ευχέρεια που παρέχεται στα κράτη μέλη να υιοθετούν ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους διατάξεις: το άρθρο 8 της οδηγίας 2001/23

108. Υπενθυμίζω ότι, κατά το άρθρο 8 της οδηγίας 2001/23, αυτή «δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμό[ζ]ουν ή να εισάγουν ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ή να προωθούν ή επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων για του εργαζομένους συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ των [κοινωνικών] εταίρων».

109. Όπως επισήμανε το Δικαστήριο με την απόφασή του Alemo-Herron κ.λπ., η ερμηνεία ότι οι συμβατικές ρήτρες παραπομπής σε συλλογική σύμβαση έχουν δυναμικό χαρακτήρα μπορεί να είναι ευνοϊκότερη για τους εργαζομένους, εάν ληφθεί ως αφετηρία η υπόθεση ότι οι μελλοντικές εξελίξεις της συλλογικής συμβάσεως θα περιέχουν βελτιώσεις για τα δικαιώματα των εργαζομένων.

110. Φρονώ, πάντως, ότι, υπό συνθήκες όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι, υπό το πρόσχημα της υιοθετήσεως ευνοϊκότερης λύσεως για τους εργαζομένους επί τη βάσει του άρθρου 8 της οδηγίας 2001/23, τα εθνικά δικαστήρια μπορούν, ακολουθώντας την ερμηνεία ότι οι ρήτρες παραπομπής έχουν δυναμικό χαρακτήρα, να παρακάμψουν τους κανόνες του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2001/23, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη με το άρθρο 613a του BGB.

111. Πράγματι, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σαφώς προέκρινε, μεταφέροντας την οδηγία 2001/23 στο εθνικό δίκαιο, την προσωρινή διατήρηση των όρων εργασίας που προβλέπονται από συλλογικές συμβάσεις, καθόσον επέλεξε, ειδικότερα, να περιορίσει τον χρόνο της διατηρήσεως των όρων αυτών εργασίας σε ένα έτος. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν νομίζω ότι το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής παρέχει στα εθνικά δικαστήρια τη δυνατότητα να υιοθετήσουν λύση η οποία θα ήταν αντίθετη προς την επιλογή του Γερμανού νομοθέτη.

112. Άλλωστε, όπως προκύπτει από την απόφαση Alemo-Herron κ.λπ., η εφαρμογή από τα κράτη μέλη του άρθρου 8 της οδηγίας 2001/23 πρέπει να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα που προστατεύονται από τον Χάρτη.

113. Πάντως, δεν διακρίνω την ανάγκη να εξετασθούν τα προβλήματα που εγείρει η παρούσα υπόθεση υπό το πρίσμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων τα οποία προστατεύονται από τον Χάρτη, στο μέτρο που τα προβλήματα αυτά μπορούν να επιλυθούν με την εφαρμογή αποκλειστικά και μόνο του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2001/23. Διευκρινίζω, συναφώς, ότι, καθόσον αποτρέπει την επιβάρυνση του διαδόχου εργοδότη κατά τρόπο απεριόριστο και αβέβαιο με υποχρεώσεις που απορρέουν από μελλοντικές συλλογικές συμβάσεις τις οποίες δεν μπορεί να επηρεάσει, η λύση που προτείνω μπορεί να συνδυαστεί με τη μέριμνα διασφαλίσεως της επιχειρηματικής ελευθερίας του διαδόχου την οποία διατύπωσε το Δικαστήριο με την απόφασή του Alemo-Herron κ.λπ.

114. Επιπλέον, στο μέτρο που, κατά την ανάλυσή μου, ο κανόνας δυνάμει του οποίου οι όροι εργασίας που προβλέπει συλλογική σύμβαση πρέπει, σε περίπτωση μεταβιβάσεως, να διατηρηθούν σε ισχύ από τον διάδοχο προσωρινώς και μόνον, τούτο δε και στην περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση εργασίας παραπέμπει στην εν λόγω συλλογική σύμβαση, απορρέει από το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2001/23, όπως μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο με το άρθρο 613a του BGB, παρέλκει, κατά τη γνώμη μου, η εξέταση του ζητήματος αν ο διάδοχος όντως διαθέτει, στοιχείο το οποίο αμφισβητεί ο όμιλος Asklepios, τις δυνατότητες που προβλέπει το γερμανικό δίκαιο των συμβάσεων να τροποποιήσει μονομερώς ή βάσει συναινέσεως τη ρήτρα παραπομπής που έχει ενσωματωθεί σε σύμβαση εργασίας.

IV – Πρόταση

115. Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο Bundesarbeitsgericht (ομοσπονδιακό δικαστήριο εργατικών διαφορών, Γερμανία) ως εξής:

Σε περίπτωση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, όπου η σύμβαση εργασίας η οποία συνήφθη μεταξύ του μεταβιβάζοντος και των εργαζομένων περιέχει ρήτρα παραπομπής στους όρους εργασίας τους οποίους καθορίζει συλλογική σύμβαση εργασίας και όπου ούτε ο μεταβιβάζων ούτε ο διάδοχος εργοδότης μπορούν να μετάσχουν στη διαδικασία διαπραγματεύσεως της συλλογικής αυτής συμβάσεως, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, έχει την έννοια ότι απαγορεύει να έχει μια τέτοια ρήτρα, μετά τη μεταβίβαση εγκαταστάσεως, δυναμικό χαρακτήρα, δηλαδή να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παραπέμπει και στις μελλοντικές προσαρμογές της εν λόγω συλλογικής συμβάσεως. Αντιθέτως, ο συνδυασμός των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/23 απαιτεί να υπόκειται η παραπομπή που περιέχει η ρήτρα η οποία περιλαμβάνεται στη σύμβαση εργασίας στους χρονικούς περιορισμούς του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, οι οποίοι εφαρμόζονται στους όρους εργασίας που συμφωνήθηκαν με συλλογική σύμβαση.


1       Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.

2       ΕΕ 2001, L 82, σ. 16.

3       Οδηγία του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 171).

4       Σκέψη 27 της αποφάσεως Werhof.

5       Σκέψη 28 της αποφάσεως Werhof.

6       Σκέψη 29 της αποφάσεως Werhof.

7       Σκέψη 29 της αποφάσεως Werhof.

8       Σκέψη 30 της αποφάσεως Werhof.

9       Σκέψη 31 της αποφάσεως Werhof.

10       Σκέψη 35 της αποφάσεως Werhof.

11       Σκέψη 36 της αποφάσεως Werhof.

12       Σκέψη 25 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

13       Σκέψεις 26 και 27 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

14       Σκέψη 28 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

15       Σκέψη 29 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

16       Σκέψεις 31 και 32 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

17       Σκέψη 33 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

18       Σκέψη 34 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

19       Σκέψη 35 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

20       Σκέψη 36 της αποφάσεως Alemo-Herron κ.λπ.

21       Βλ., ιδίως, απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 1985, Abels (135/83, EU:C:1985:55, σκέψη 36).

22       Βλ., ιδίως, αποφάσεις της 27ης Νοεμβρίου 2008, Juuri (C‑396/07, EU:C:2008:656, σκέψη 28 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), καθώς και της 6ης Μαρτίου 2014, Amatori κ.λπ. (C‑458/12, EU:C:2014:124, σκέψη 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

23       Βλ., ιδίως, απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 2000, Collino και Chiappero (C‑343/98, EU:C:2000:441, σκέψη 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

24       Βλ., ιδίως, απόφαση Werhof (σκέψη 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

25       Βλ. πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου, για την εναρμόνιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των πλεονεκτημάτων σε περίπτωση συγχωνεύσεων εταιρειών, εξαγορών εγκαταστάσεων και ενοποιήσεων επιχειρήσεων [COM(74) 351 τελικό].

26       Βλ. σημείο 6 της εν λόγω προτάσεως οδηγίας.

27 Σκέψη 23 της αποφάσεως Österreichischer Gewerkschaftsbund.

28 Σκέψη 24 της αποφάσεως Österreichischer Gewerkschaftsbund.

29 Σκέψη 25 της αποφάσεως Österreichischer Gewerkschaftsbund. Η επισήμανση δική μου.

30 Σκέψη 26 της αποφάσεως Österreichischer Gewerkschaftsbund.

31       Βλ. απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2008, Juuri (C‑396/07, EU:C:2008:656, σκέψη 33).

32       Η επισήμανση δική μου.

33       Σκέψη 29 της αποφάσεως Werhof.

34       C‑499/04, EU:C:2005:686, σημείο 52.

35       Βλ. απόφαση της 6ης Μαρτίου 2014, Amatori κ.λπ. (C‑458/12, EU:C:2014:124, σκέψη 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

Άρθρα Ο «αχρείαστος» «Πίνακας Κ» και η «περιπέτεια» της τοποθέτησης των «Λογιστικών αναμορφώσεων» στα Φορολογικά έντυπα.

$
0
0

Ο « αχρείαστος» «Πίνακας Κ» και η «περιπέτεια» της τοποθέτησης των « Λογιστικών αναμορφώσεων » στα Φορολογικά έντυπα.

Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος
Ορκωτός ελεγκτής λογιστής – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
Επιστημονικός Συνεργάτης Taxheaven


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος

Α. « Λογιστική βάση » και « Φορολογική Βάση »

Β. Πίνακας των «Λογιστικών Διαφορών» με διαχωρισμό σε « Μόνιμες » και « Προσωρινές».

Γ. Η απεικόνιση των δεδομένων της « Λογιστικής βάσης » και της « Φορολογικής Βάσης », στα έντυπα Φορολογίας εισοδήματος ( Έντυπα Ε3 και Ν ).

Δ. Παράδειγμα διαχωρισμού « μονίμων» και «προσωρινών» διαφορών

Ε. Παραρτήματα ( Ορισμοί – Οδηγίες για τον Πίνακα Κ – Ερμηνευτική Λογιστική/Φορολογική βάση – Τρόπος παρακολούθησης « λογιστικής» και «φορολογικής» βάσης )

Επίλογος


Πρόλογος

Η εισαγωγή του «Πίνακα Κ», στο έντυπο Ε3 και ο διαχωρισμός των «Λογιστικών Διαφορών» σε « μόνιμες» και «προσωρινές» , δεν φαίνεται να έχει κάποιο ουσιαστικό ενδιαφέρον, από την άποψη της παροχής «πληροφοριών», από τις επιχειρήσεις προς την Φορολογική Διοίκηση. Αυτό σε συνδυασμό με τις «ελλιπείς οδηγίες» και τους « αντικρουόμενους κωδικούς» στα φορολογικά έντυπα, έχει δημιουργήσει « κομφούζιο». Χαρακτηριστικά παραδείγματα : α) Στην « Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης», ο κωδικός 2003 « Μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές», αφορά « προσωρινή διαφορά» και πρέπει να υπολογίζεται στον « Πίνακα Κ » , β) Στο Έντυπο Ν, ο κωδικός 462 « Ποσό που φορολογήθηκε σε προηγούμενες χρήσεις λόγω αναμόρφωσης προβλέψεων», αφορά « προσωρινή διαφορά» και πρέπει να υπολογίζεται στον « Πίνακα Κ » [ Συγκεκριμένα στην ΠΟΛ.1047/2017 , αναφέρονται τα εξής : «ιη) Στον κωδικό 462 αναγράφεται το αχρησιμοποίητο ποσό των προβλέψεων το οποίο επιβαρύνει τα αποτελέσματα του τρέχοντος φορολογικού έτους το οποίο όμως έχει ήδη φορολογηθεί τα προηγούμενα έτη (λόγω αναμόρφωσης). Επίσης, στον κωδικό αυτό αναγράφονται ποσά δαπανών που έχουν βαρύνει το λογιστικό αποτέλεσμα προηγούμενων φορολογικών ετών τα οποία είχαν αναμορφωθεί και πρέπει να βαρύνουν το φορολογικό αποτέλεσμα του τρέχοντος φορολογικού έτους (π.χ καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές [ ;;;;;; ], φόροι, κλπ. με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο).» ]

Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι τα δεδομένα του «Πίνακας Κ», δεν μπορούν αφενός να αποτελέσουν, στοιχείο «αξιοποιήσιμο» από τις φορολογικές αρχές και αφετέρου η συμπλήρωσή τους απαιτεί σημαντικό χρόνο από τους Λογιστές, με τον κίνδυνο της μη ορθής συμπλήρωσης να ελλοχεύει.

Για να απλουστεύσουμε τα πράγματα, κατά την άποψή μας χρειάζεται πριν αρχίζουμε να « συμπληρώνουμε» τα έντυπα ( «Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης» = « μόνιμες διαφορές» και « Πίνακας Κ» = « Προσωρινές διαφορές» ), να συγκεντρώσουμε όλες τις « Λογιστικές διαφορές ( θετικές και αρνητικές ) » και να υπολογίσουμε τα φορολογητέα κέρδη ( Λογιστικά Κέρδη +/- Λογιστικές διαφορές ), ώστε μετά την συμπλήρωση των εντύπων Ε3 και Ν να μπορούμε να « τσεκάρουμε » την ορθότητα υπολογισμού των φορολογητέων κερδών. Λίγο το «κακό» νομίζω, αν δεν έχουμε κάνει τον σωστό διαχωρισμό μεταξύ « μονίμων» και « προσωρινών διαφορών».

Τέλος για όσους έχουν απλές περιπτώσεις διαφορών μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης, προτείνω να ξεκινήσουν διαβάζοντας το τέλος ( δηλαδή τον « Επίλογο » ), αυτού του άρθρου. Γιατί ενώ δεν το ήθελα, το άρθρο αυτό είναι μεγάλο σε έκταση.

●●●

Α. « Λογιστική βάση » και « Φορολογική Βάση »

αα) Το αποτέλεσμα ( Κέρδος ή ζημιά ) προκύπτει ( κατ΄ αρχήν και φορολογικά ) με βάση τους κανόνες του ν. 4308/2014.

« 1. Ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα θεωρείται το σύνολο των εσόδων από τις επιχειρηματικές συναλλαγές μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις. Στα έσοδα από τις επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται και τα έσοδα από την πώληση των στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης, καθώς και το προϊόν της εκκαθάρισής της, όπως αυτά προκύπτουν στη διάρκεια του φορολογικού έτους…… 2. Το κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα προσδιορίζεται για κάθε φορολογικό έτος με βάση το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης, ο οποίος συντάσσεται σύμφωνα με το Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο και τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (Κ.Φ.Α.Σ.), όπως ισχύει [Σχόλια :τώρα του ν. 4308/2014 ] . Σε περίπτωση που η επιχείρηση εφαρμόζει Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, το κέρδος προσδιορίζεται αποκλειστικά, σύμφωνα με τον πίνακα φορολογικών αποτελεσμάτων χρήσης ». (Ν. 4172/2013, άρθρο 21. Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα)

Άρα καταρχήν ( είτε απλογραφικά, είτε διπλογραφικά βιβλία τηρούμε ), πρέπει να προσδιορίσουμε το αποτέλεσμα με βάση τους κανόνες του Ν. 4308/2014

●●●

αβ) Το αποτέλεσμα που προσδιορίστηκε με βάση τους κανόνες του ν. 4308/2014, πρέπει να «αναμορφωθεί», με δύο τύπου «Λογιστικές διαφορές» :

Οι διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης διακρίνονται σε μόνιμες και προσωρινές. Σε αντιδιαστολή προς τις προσωρινές, μόνιμες είναι οι διαφορές μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης που δεν αντιστρέφονται. Για παράδειγμα εάν στη χρήση 2016 η επιχείρηση κατέβαλε για προσαυξήσεις φόρων και πρόστιμα το ποσό των 500 ευρώ, ποσό που δεν αναγνωρίζεται φορολογικά, το λογιστικό αποτέλεσμα θα εμφανίζεται ισόποσα μειωμένο έναντι του φορολογικού, χωρίς η διαφορά αυτή να αντιστραφεί στο μέλλον. Δηλαδή :

i) Όταν η «Φορολογική Νομοθεσία » ( Ν. 4172/2013 ), ορίζει διαφορετικούς κανόνες του χρόνου αναγνώρισης μιας δαπάνης ( κυρίως ) ή εσόδου από ότι ο ν. 4308/2014 ( « Λογιστική δαπάνη » ) έχουμε : « Προσωρινή Λογιστική Διαφορά ».

Για παράδειγμα αν κάνεις λογιστικές αποσβέσεις με συντελεστές απόσβεσης διαφορετικούς από τους φορολογικούς, οι «Λογιστικές αποσβέσεις» δεν συμπίπτουν με τις «φορολογικές αποσβέσεις» στην τρέχουσα χρονιά. Όμως το συνολικό ποσό των αποσβέσεων του παγίου μέχρι την πλήρη απόσβεση του είναι συγκεκριμένο ( η αξία κτήσης μείον 0,01). Άρα όταν αποσβεσθεί πλήρως το πάγιο οι φορολογικές και οι λογιστικές αποσβέσεις σύνολα θα είναι ίσες, όμως θα έχουν άλλη χρονική κατανομή.

Προσωρινές «διαφορές» συνήθως είναι : Ασφαλιστικές εισφορές που δεν πληρώθηκαν εμπρόθεσμα./ Αποτίμηση υποχρεώσεων και απαιτήσεων σε ξένο Νόμισμα./ Αποτίμηση μετοχών και χρεογράφων./ ΕΝ.Φ.Ι.Α, που δεν εξοφλήθηκε μέσα στο έτος / Αποσβέσεις με την χρήση διαφορετικών συντελεστών, από αυτούς που προβλέπει η «Φορολογική Νομοθεσία »./ Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ( εφόσον η « αναγνώριση» τους γίνεται σε διαφορετικό φορολογικό έτος )/ κ.λπ

ii ) Όταν η «Φορολογική Νομοθεσία » ( Ν. 4172/2013 ), δεν αναγνωρίζει την « φορολογική έκπτωση» μιας δαπάνης έχουμε : « Μόνιμη Λογιστική Διαφορά »

Μόνιμες «διαφορές» συνήθως είναι : Πρόστιμα και προσαυξήσεις /Εξόφληση δαπανών, χωρίς την χρήση ( στις περιπτώσεις φυσικά που απαιτείται ), χωρίς την χρήση « τραπεζικού τρόπου» / Διάφορες δαπάνες, που δεν αναγνωρίζονται φορολογικά./ κ.λπ.

Άρα «αναμορφώνουμε» το « Λογιστικό Αποτέλεσμα » με : α) Μόνιμες « Λογιστικές Διαφορές» και β) Προσωρινές « Λογιστικές Διαφορές» .
Επίσης έχουμε και Θετικές ( υπέρ της επιχείρησης ) μόνιμες φορολογικές αναμορφώσεις ( δείτε κατωτέρω ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : 2. Οδηγίες για τον «ΠΙΝΑΚΑ Κ », την « ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ» και το « ΕΝΤΥΠΟ Ν » ) . Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τον πίνακα αυτό ως «Κατάσταση Θετικών ( υπέρ της επιχείρησης ) φορολογικών αναμορφώσεων ».


●●●

αγ) Τα «δουλευμένα έξοδα και έσοδα», δεν συνιστούν ( εκτός ελαχίστων περιπτώσεων ) « προσωρινές διαφορές »

Οι σχετικές διατάξεις προβλέπουν τα εξής :

i ) «Λογιστική βάση» : Θεμελιώδης αρχή [Η αρχή του δεδουλευμένου ] :

Ν.4308/2014 - Άρθρο 17: Γενικές αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρ. : 1 «Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με σαφήνεια, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις παραδοχές του δουλευμένου και της συνέχισης της δραστηριότητας,….»
«17.1.2 Η θεμελιώδης αρχή του δεδουλευμένου επιτάσσει την αναγνώριση των επιπτώσεων των συναλλαγών και γεγονότων της οντότητας και τη συμπερίληψή τους στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της στο χρόνο που προκύπτουν και όχι στο χρόνο που διακανονίζονται ταμειακά (εισπράττονται ή πληρώνονται). Για παράδειγμα, η λήψη ενός δανείου κατά την ημερομηνία ισολογισμού, επιβάλλεται να αναγνωρισθεί στην κλειόμενη περίοδο, ώστε να απεικονισθούν τα ληφθέντα ταμιακά διαθέσιμα και η αντίστοιχη χρηματοοικονομική υποχρέωση. Ομοίως, οι δουλευμένοι τόκοι ενός δανείου επιβάλλεται να αναγνωρισθούν ως έξοδο στην περίοδο που αφορούν, έστω και εάν σύμφωνα με τη σχετική δανειακή σύμβαση οφείλονται να πληρωθούν στην επόμενη περίοδο. Ο χειρισμός αυτός οδηγεί στην εμφάνιση του σχετικού εξόδου στην κλειόμενη χρήση που αφορά, καθώς και στην αντίστοιχη αύξηση της χρηματοοικονομικής υποχρέωσης προς τον δανειστή και τη μείωση της καθαρής θέσης» (ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΟΔΗΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 4308/2014 ) .

ii ) « «Φορολογική βάση» : Ακολουθεί την «αρχή του δεδουλευμένου », εκτός των περιπτώσεων, που ρητά αναφέρονται στο άρθρο 23 του Ν.4172/2013 ( ασφαλιστικές εισφορές και ΕΝ.Φ.Ι.Α ) και την «περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας η οποία ολοκληρώνεται σε επόμενη χρήση»

« Ε. Χρόνος έκπτωσης δαπανών σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας η οποία ολοκληρώνεται σε επόμενη χρήση : 1. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίσθηκε, αναφορικά με τον χρόνο έκπτωσης των επιχειρηματικών δαπανών, ότι αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 (π.χ. χρόνος έκπτωσης ασφαλιστικών εισφορών, κ.λπ.). Οι δαπάνες των οποίων τα δικαιολογητικά εκδίδονται ή λαμβάνονται έως την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αφορούν την κλειόμενη χρήση επίσης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους που αφορούν. 2. Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας, η οποία ολοκληρώνεται το επόμενο φορολογικό έτος, ανεξάρτητα αν το σχετικό δικαιολογητικό εκδίδεται πριν ή μετά την προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού, η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο φορολογικό έτος εντός του οποίου ολοκληρώνεται η παροχή και υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του σχετικού δικαιολογητικού » . (ΠΟΛ.1094/30.6.2016 )

Επίσης :


«4. Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξής του. Κατ' εξαίρεση, για τις ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές που εισπράττει καθυστερημένα ο δικαιούχος εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις σε φορολογικό έτος μεταγενέστερο, χρόνος απόκτησης του εν λόγω εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος που εισπράττονται, εφόσον αναγράφονται διακεκριμένα στην ετήσια βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται στον δικαιούχο. Με βάση την αιτιολογική έκθεση του άρθρου 8 του ν.4172/2013, με τις πιο πάνω διατάξεις τίθεται ως γενικός κανόνας για το χρόνο κτήσης του εισοδήματος το σύστημα της δεδουλευμένης βάσης, ήτοι ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξης του εισοδήματος, όπως άλλωστε ίσχυε και με τις προϊσχύσασες διατάξεις του ν.2238/1994, εν αντιθέσει με το σύστημα της ταμειακής βάσης το οποίο εφαρμόζεται κατά ρητή διατύπωση του νόμου μόνο για τις ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές που εισπράττει καθυστερημένα ο δικαιούχος εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις σε φορολογικό έτος μεταγενέστερο. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι για την υπαγωγή εισοδήματος σε φόρο απαιτείται να συντρέχουν για το εισόδημα αυτό σωρευτικά δύο προϋποθέσεις: α) να έχει καταστεί δεδουλευμένο εντός του οικείου φορολογικού έτους και β) να έχει αποκτηθεί το δικαίωμα είσπραξής του εντός του ίδιου έτους. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις για φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2015 και μετά είναι ανάλογες με τις τιθέμενες από τα άρθρα 11 και 13 του ν.4308/2014 προϋποθέσεις σχετικά με το χρόνο έκδοσης τιμολογίου ή στοιχείου λιανικής πώλησης. Επομένως, το εισόδημα θεωρείται σε κάθε περίπτωση ότι αποκτάται στο χρόνο που υπάρχει υποχρέωση έκδοσης των προβλεπόμενων παραστατικών, καθόσον κατά το χρόνο αυτό πληρούνται και οι δύο ως άνω προϋποθέσεις. Στην περίπτωση που το σχετικό παραστατικό εκδίδεται εντός του επόμενου φορολογικού έτους, όπως προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις του ν.4308/2014 (μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα), αλλά αφορά το προηγούμενο φορολογικό έτος, το σχετικό εισόδημα θεωρείται ότι έχει αποκτηθεί στο φορολογικό έτος το οποίο αφορά, δηλαδή το προηγούμενο.
Εξαίρεση από τα προαναφερόμενα αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία έχει εκδοθεί εντός του φορολογικού έτους το προβλεπόμενο παραστατικό χωρίς ωστόσο να έχει καταστεί δεδουλευμένο το σχετικό εισόδημα (π.ρ. απόκτηση δικαιώματος λήψης υπηρεσίας όπως συμβαίνει σε γυμναστήρια, υπηρεσίες οδικής βοήθειας, κ.λπ.). Στην περίπτωση αυτή το σχετικό εισόδημα αποκτάται στο φορολογικό έτος που καθίσταται δεδουλευμένο, ήτοι στο χρόνο που παρέχονται οι σχετικές υπηρεσίες. Ομοίως, ποσά που εισπράττονται σε ένα φορολογικό έτος ως προκαταβολή δεν θεωρούνται έσοδα του φορολογικού έτους στο οποίο εισπράχθηκαν, αλλά αυτού το οποίο αφορούν και καθίστανται δεδουλευμένα.

Όταν δεν έχει αποκτηθεί δικαίωμα είσπραξης για παροχή υπηρεσίας που διαρκεί πέραν του φορολογικού έτους, διότι δεν έχει ολοκληρωθεί η παροχή του συνόλου ή μέρους της υπηρεσίας αυτής, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του προβλεπόμενου παραστατικού (β' προϋπόθεση), το εισόδημα που καθίσταται λογιστικώς δεδουλευμένο δεν θεωρείται εισόδημα του φορολογικού έτους εντός του οποίου καθίσταται λογιστικώς δεδουλευμένο, αλλά του φορολογικού έτους εντός του οποίου ολοκληρώνεται το σύνολο ή μέρος της παροχής και υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του σχετικού παραστατικού. Τα ως άνω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που παρέχονται υπηρεσίες στο Ελληνικό Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται πλέον ως χρόνος κτήσης του εισοδήματος ο χρόνος είσπραξής του, όπως οριζόταν με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 48 του ν.2238/1994……» (ΠΟΛ.1223/8.10.2015
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 8 του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) )

Άρα σε γενικές γραμμές και οι δύο βάσεις δέχονται την « αρχή του δεδουλευμένου» και στα έσοδα και στα έξοδα. Η « Λογιστική βάση » σε όλες τις περιπτώσεις, ενώ η «φορολογική βάση», με τις εξής κυρίως εξαιρέσεις : (1) ασφαλιστικές εισφορές , (2) φόροι-τέλη, (3) συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσίας, η οποία ολοκληρώνεται το επόμενο φορολογικό έτος. Οι δύο πρώτες περιπτώσεις είναι « ξεκάθαρες, αντίθετα με την τρίτη, για την οποία πρέπει να δοθούν περισσότερες διευκρινήσεις από την Φορολογική Διοίκηση.

●●●

αδ) Τι γίνεται στην πράξη σε αρκετές περιπτώσεις :

i) Σε περιπτώσεις που οι « Λογιστικοί Κανόνες », διαφέρουν από τους « φορολογικούς », ακολουθούμε μόνο τους « φορολογικούς κανόνες ».


Π.χ : Δεν διενεργούμε αποτίμηση υποχρεώσεων και απαιτήσεων σε ξένο Νόμισμα ή αποτίμηση μετοχών και χρεογράφων, ή τέλος καταχωρούμε λογιστικά ως έξοδο όχι το σύνολο του ΕΝ.Φ.Ι.Α, αλλά μόνο αυτόν που πληρώθηκε, μέσα στην χρήση.

ii ) Στα απλογραφικά βιβλία δεν καταχωρούμε έξοδα ( π.χ πρόστιμα ) που χρήζουν φορολογικής αναμόρφωσης.

Σε αυτές τις περιπτώσεις φυσικά δεν θα προβούμε σε « φορολογικές αναμορφώσεις » και το πρόβλημα είναι ότι το « Λογιστικό Αποτέλεσμα», δεν είναι « ορθό » . Φυσικά το « πρόβλημα » αυτό έχει περισσότερο αντίκτυπο, ανάλογα με το ύψος του ποσού, στις μεγάλες επιχειρήσεις, που η «ποιότητα » των « Οικονομικών Καταστάσεων» τους, είναι βασικό κριτήριο για την χρηματοδότησή τους ( ή γενικότερα την λήψη πίστωσης ) και πολύ λιγότερα έως ασήμαντα για τις μικρές επιχειρήσεις.

Σημειώνουμε επίσης ότι με βάση τα Ε.Λ.Π :

(1) Στα λογιστικά αρχεία καταχωρείται κάθε συναλλαγή και γεγονός της οντότητας, ανεξάρτητα από την αξία. Συνεπώς, η οντότητα πρέπει να καταχωρεί στο λογιστικό της σύστημα τις επιπτώσεις όλων των συναλλαγών και όλων των γεγονότων και δεν δύναται να επικαλείται το ασήμαντο ποσό αυτών για να αιτιολογήσει μη καταχώρηση.

(2) Σημαντικό μέγεθος (material): Παραλείψεις ή σφάλματα σε κονδύλια είναι σημαντικά εάν θα μπορούσαν ατομικά ή αθροιστικά, να επηρεάσουν τις οικονομικές αποφάσεις των χρηστών που λαμβάνονται βάσει των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Το σημαντικό μέγεθος εξαρτάται από το μέγεθος και τη φύση της παράλειψης ή του σφάλματος, κρινόμενο υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις. Το μέγεθος ή η φύση του κονδυλίου, ή ένας συνδυασμός και των δύο, θα μπορούσε να είναι καθοριστικός παράγων.

●●●

αε) Τι προβλέπει το Νομοθετικό πλαίσιο, για την διακριτή παρακολούθηση «Λογιστικής » και « Φορολογικής », βάσης :

« 3.5.1 Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τόσο τη λογιστική αξία όσο και τη φορολογική βάση, εφόσον διαφέρουν, των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση. Η υποχρέωση αυτή είναι αυτονόητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων της οντότητας. Η παρακολούθηση δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων .………. Είναι προφανές ότι η οντότητα οφείλει να είναι σε θέση να τεκμηριώσει αναλυτικά, από τις εγγραφές στα βιβλία της και τα σχετικά παραστατικά, τα ποσά των διαφορών της φορολογικής από τη λογιστική βάση του ανωτέρω πίνακα, και να θέτει την τεκμηρίωση αυτή στη διάθεση του ελέγχου. Η υποχρέωση για παρακολούθηση της φορολογικής βάσης δεν αφορά μόνο έσοδα και έξοδα αλλά και στοιχεία του ισολογισμού. Μάλιστα, μεταβολές στοιχείων του ισολογισμού μπορεί να επηρεάζουν τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, είτε οι μεταβολές αυτές συσχετίζονται με έσοδα / έξοδα είτε όχι (π.χ. διακανονισμός του σχετικού στοιχείου του ισολογισμού όπως καταβολή αποζημίωσης προσωπικού από δημιουργημένη πρόβλεψη). Σημαντικό είναι επίσης η οντότητα να παρακολουθεί τη φορολογική βάση της καθαρής της θέσης, και ιδίως των «κερδών εις νέο» για να γνωρίζει τα ποσά για τα οποία υπάρχει υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος σε περίπτωση διανομής » . (ΠΟΛ.1003/31.12.2014 ). Δείτε σχετικά κατωτέρω « ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 » και « ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 »

Άρα πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να έχουμε ένα λογιστικό αρχείο ( τα λογιστικά μας βιβλία δηλαδή ) από το οποίο να προκύπτει το « Λογιστικό αποτέλεσμα » και επιμέρους βοηθητικά αρχεία ( π.χ excel, κ.λπ ), το αλγεβρικό άθροισμα των οποίων θα δίνει το « φορολογικό αποτέλεσμα »

●●●

αστ) Αναβαλλόμενη φορολογία

« 3. Αναβαλλόμενοι φόροι. Οι οντότητες δύνανται να αναγνωρίζουν αναβαλλόμενο φόρο εισοδήματος στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις τους. Οι οντότητες που αναγνωρίζουν αναβαλλόμενο φόρο, πρέπει να αναγνωρίζουν όλες τις αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις. Αντίθετα, οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις αναγνωρίζονται στο βαθμό που είναι σφόδρα πιθανό και τεκμηριωμένο ότι θα υπάρχουν φορολογητέα κέρδη έναντι των οποίων οι εκπιπτόμενες προσωρινές διαφορές μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Χρεωστικά και πιστωτικά υπόλοιπα των αναβαλλόμενων φόρων υπόκεινται σε συμψηφισμό και τα αντίστοιχα καθαρά ποσά παρουσιάζονται στον ισολογισμό και στην κατάσταση αποτελεσμάτων. 4. Ο αναβαλλόμενος φόρος, είτε περιουσιακό στοιχείο είτε υποχρέωση, αναγνωρίζεται αρχικά και επιμετράται μεταγενέστερα στο ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του ισχύοντος φορολογικού συντελεστή σε κάθε προσωρινή διαφορά. 5. Οι μεταβολές στο ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης ή υποχρέωσης του ισολογισμού που προκύπτουν από περίοδο σε περίοδο αναγνωρίζονται σε μείωση ή αύξηση αναλόγως του φόρου εισοδήματος της κατάστασης αποτελεσμάτων. Κατ’ εξαίρεση, οι διαφορές που προκύπτουν από περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις των οποίων οι μεταβολές αναγνωρίζονται στην καθαρή θέση, αναγνωρίζονται ομοίως κατ’ ευθείαν στην καθαρή θέση, σε μείωση ή αύξηση αναλόγως του σχετικού κονδυλίου. ( Ν. 4308/2014, άρθρο 23. Κρατικές επιχορηγήσεις και αναβαλλόμενοι φόροι ) »

Άρα οι επιχειρήσεις δύνανται ( δεν είναι υποχρεωτικό ) να αναγνωρίζουν αναβαλλόμενο φόρο εισοδήματος στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα « υπολογίζουν φόρο» επί των προσωρινών λογιστικών διαφορών. Και φυσικά ο μη υπολογισμός ενός τέτοιου φόρου ( «αναβαλλόμενου» ), δεν επηρεάζει την υποχρέωση της επιχείρησης να παρακολουθεί και την «φορολογική βάση».

●●●

Β. Πίνακας των «Λογιστικών Διαφορών» με διαχωρισμό σε « Μόνιμες » και « Προσωρινές».

Το καίριο ερώτημα, που πρέπει να κάνει κάποιος κατά την διαδικασία διαχωρισμού των «Λογιστικών Διαφορών» είναι, να απαντάει στα ερωτήματα :

(1) Αυτό που δεν αναγνωρίζεται φορολογικά σε αυτή την χρήση, μπορεί (υπό προϋποθέσεις φυσικά ) να αναγνωριστεί στις επόμενες χρήσεις ;
Αν ναι η « διαφορά» είναι « προσωρινή», αν όχι τότε η « διαφορά» είναι « μόνιμη ».

(2) Αυτό που δεν είχε αναγνωριστεί φορολογικά σε προηγούμενες χρήσεις, μήπως μπορεί να αναγνωριστεί φορολογικά σε αυτή την χρήση ;

Πίνακας «διαχωρισμού » των Λογιστικών διαφορών σε «Μόνιμες» και « Προσωρινές»
 

Α/Α ΕΙΔΟΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΜΟΝΙΜΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΩΔΙΚΟΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ - ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1 α) Οι τόκοι από δάνεια που λαμβάνει μία επιχείρηση από τρίτους εκτός από τα τραπεζικά, κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν, εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.  ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2001
2 β) Κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ, από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.  ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2002
  Δαπάνη χρήσεων 2014-2015, που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ και η εξόφληση στην χρήση 2016, δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.      Πρέπει να γίνει τροποποιητική δήλωση στο έτος που αφορά η δαπάνη
3 γ)  Οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές.      ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2003 
  γ1) Οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές του φορολογικού έτους που αφορά η "Δήλωση΄΄.    ΝΑΙ ( + ) ΠΙΝΑΚΑΣ  Κ
  γ2) Οι  καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές προηγούμενων ετών ( 2015 &2014) .    ΝΑΙ ( - ) ΠΙΝΑΚΑΣ  Κ
  γ3) Πρόστιμα και Προσαυξήσεις καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών προηγούμενων ετών.  ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2005
  γ4) Ασφαλιστικές εισφορές εταίρων ΕΠΕ/ΙΚΕ που είναι ταυτόχρονα και διαχειριστές, καθώς και μελών ΔΣ ΑΕ που κατέχουν άνω του 3% του μετοχικού κεφαλαίου της Α.Ε. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2020
4 δ) Οι κάθε είδους προβλέψεις     ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2004
  δ1) Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ( με ίδιο ποσό αναγνώρισης στην ''Λογιστική'' και ΄΄ Φορολογική΄΄ βάση).     Δεν γίνεται φορολογική αναμόρφωση
  δ2) Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ( με διαφορετικό ποσό αναγνώρισης στην ''Λογιστική'' και ΄΄ Φορολογική΄΄ βάση).   ΝΑΙ (+/ - ) Σημ. : Υπάρχει και ο Κωδ. Ν - 462
  δ3 ) Οι προβλέψεις για υποτιμήσεις συμμετοχών/χρεογράφων π.   ΝΑΙ (+ ) Σημ. : Υπάρχει και ο Κωδ. Ν - 462
  δ4) Αποτέλεσμα από πώληση χρεογράφων, μετά την τυχόν υποτιμηση τους [ Είχε αναμορφωθεί φορολογικά, η αποτίμηση τους ].   ΝΑΙ ( - ) Σημ. : Υπάρχει και ο Κωδ. Ν - 462
  δ5) Απομείωση παγίων σύμφωνα με τα Ε.Λ.Π   ΝΑΙ (+ ) Σημ. : Υπάρχει και ο Κωδ. Ν - 462
  δ6) Συναλλαγματικές διαφορές αποτίμησης   ΝΑΙ (+/ - ) Σημ. : Υπάρχει και ο Κωδ. Ν - 462
  δ7) Πρόβλεψη για απαξίωση αποθεμάτων     Δεν γίνεται φορολογική αναμόρφωση
  δ8 ) Πρόβλεψη για αποζημίωση προσωπικού    ΝΑΙ (+ )  
  δ9) Αποζημιώσεις απολύσεων που συμψηφίστηκαν λογιστικά με Πρόβλεψεις για αποζημίωση προσωπικού    ΝΑΙ ( - ) Σημ. : Υπάρχει και ο Κωδ. Ν - 462
5 ε) Τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές     ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2005
  ε1) κάθε είδους χρηματική κύρωση για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας (π.χ. τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά ΚΦΔ ή ΚΕΔΕ)  ΝΑΙ    
  ε2) κάθε είδους χρηματική κύρωση για παραβάσεις της ασφαλιστικής νομοθεσίας (περιλαμβανομένου του ποσού των προσαυξήσεων που κατέβαλε η επιχείρηση για την εκπρόθεσμη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών προς ασφαλιστικά ταμεία),  ΝΑΙ    
  ε3) οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται εξαιτίας αθετήσεως συμβατικών υποχρεώσεων της επιχείρησης,  ΝΑΙ    
  ε4) το ποσό της εξαγοράς ποινών που επιβάλλονται από δικαστήρια, ΝΑΙ    
  ε5) οι τόκοι υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, δασμών, εισφορών, αμοιβών, κ.λπ. ΝΑΙ    
  ε6) οι τόκοι που καταλογίζονται, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 169 του ν. 4099/2012, σε βάρος επιχείρησης κατά την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων  ΝΑΙ    
  ε7) Πρόστιμα και  προσαυξήσεις για δάνεια ή γενικά πιστώσεις ( ΠΟΛ. 1094/2016)     Δεν γίνεται φορολογική αναμόρφωση
6 στ) Η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή σε είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2006
7 ζ) Οι φόροι -τέλη.      ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2007
  ζ1) το τέλος επιτηδεύματος, ΝΑΙ    
  ζ2)  Ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ.Π.Α. εισροών από το Φ.Π.Α. εκροών ΝΑΙ    
  ζ3) Τέλη κυκλοφορίας (προκαταβάλλονται και κατά συνέπεια εκπίπτουν το επόμενο φορολογικό έτος ) - Εφόσον στην '' Λογιστική βάση'', έχουν καταχωρηθεί σε '' μεταβατικούς λογ/μους''.     Δεν γίνεται φορολογική αναμόρφωση
  ζ4) ΕΝ.Φ.Ι.Α που καταχωρήθηκε στο σύνολο, αλλά μέσα στο 2016, πληρώθηκαν ορισμένες δόσεις.   ΝΑΙ (+ ) Οι δόσεις που δεν πληρώθηκαν
  ζ4) ΕΝ.Φ.Ι.Α δόσεις προηγούμενου έτους που πληρώθηκαν στο 2016.   ΝΑΙ (- )  
8 η) Το τεκμαρτό μίσθωμα από ιδιοχρησιμοποίηση , κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2008
9 θ) Οι δαπάνες για την οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων που αφορούν στη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της επιχείρησης,  κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το 0,5% επί του ετήσιου ακαθάριστου  ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2009
10 ι) Οι δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων και οι δαπάνες σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων, κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το 0,5% επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2010
11 ια) Οι δαπάνες ψυχαγωγίας.  ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2011
12 ιβ) Οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2012
13 ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2013
14   Δαπάνες ενδοομιλικών μερισμάτων . ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2014
15  Τόκοι υποκεφαλαιοδότησης  ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2015
16  Αποσβέσεις από υπεραξία συγχώνευσης. (Άρθρο 52 του Ν. 4172/2013). ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2016
17 Δαπάνες φορέων Γενικής Κυβέρνησης που αφορούν απαλλασσόμενα έσοδα. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2017
18  Δαπάνες ναυτιλιακών επιχειρήσεων  που αφορούν απαλλασσόμενα έσοδα. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2018
19 Δαπάνες απαλλασσομένων Ν.Π . ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2019
20  Λοιπές δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2020
  20-1) Δαπάνες που δεν εκπίπτουν λόγω « παραγωγικότητας »  ΝΑΙ    
  20-2 ) Διενέργεια αποσβέσεων μεγαλύτερων από αυτές που αναγνωρίζονται φορολογικά .   ΝΑΙ (+ )  
  20-3 ) Διενέργεια αποσβέσεων μικρότερων από αυτές που αναγνωρίζονται φορολογικά .   ΝΑΙ (- )  
  20-4 ) Διενέργεια αποσβέσεων  για τις οποίες έχει χαθεί το δικαίωμα φορολογικής έκπτωσης.   ΝΑΙ    
  20-5) Οι δαπάνες διαφήμισης δεν εκπίπτουν στην περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλόμενων τελών διαφήμισης ή αγγελιοσήμου. ΝΑΙ    
  20-5) Στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης (ΚΑ:2020) καταχωρούνται και τα ποσά που διανέμονται από τα κέρδη της τρέχουσας χρήσης σε μέλη Δ.Σ. καθώς και στο προσωπικό της επιχείρησης, τα οποία με βάση τις διατάξεις του ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π.) αντιμετωπίζονται ως δαπάνες (παροχές σε εργαζομένους). ΝΑΙ    
21  Δαπάνες αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών που αφορούν έσοδα μη υποκείμενα στο φόρο. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2021
22  Δαπάνες Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) που αφορούν έσοδα απαλλασσόμενα της φορολογίας. ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2022
23  ιδ) Δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης , εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρινικού μέσου πληρωμής. [ Ισχύς από 22/12/2016 και μετά ] ΝΑΙ   ΦΟΡ. ΑΝΑΜ. 2023


Επεξηγήσεις :

(1) Η αύξουσα αρίθμηση του πίνακα ακολουθεί την αρίθμηση του εντύπου « Κατάσταση Φορολογικής αναμόρφωσης»

(2) Η εσωτερική αρίθμηση του πίνακα ( α, β …. ιδ) ακολουθεί την αρίθμηση των περιπτώσεων του άρθρου 23 του Ν. 4172/2013.

Επισημάνσεις :

(1) Πρέπει να τηρούμε αναλυτικό αρχείο για τα ποσά που περιλαμβάνουμε στον «Πίνακα Κ », ώστε να παρακολουθούμε το «κλείσιμο», των προσωρινών αυτών διαφορών.

(2) Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη και τα ποσά που συνιστούν « προσωρινή διαφορά» αλλά δεν τα έχουμε συμπεριλάβει στον «Πίνακα Κ ». ( π.χ. διαφοροποιήσεις « φορολογικής » και « λογιστικής βάσης», που κάναμε κατά την πρώτη εφαρμογή των Ε.Λ.Π.

(3) Να «παρακολουθούμε » ( με ξεχωριστούς λογαριασμούς « υπολοίπου κερδών εις νέον» ), τις περιπτώσεις εκείνες ( π.χ μειωμένοι « λογιστικοί » συντελεστές αποσβέσεων ), που δημιουργούν υψηλότερο κέρδος από ότι το φορολογικό και ταυτόχρονα έχουμε και διανομή του αποτελέσματος αυτού. Γιατί στην περίπτωση αυτή πρέπει να υπάρξει η σχετική φορολόγηση.

●●●

Γ. Η απεικόνιση των δεδομένων της « Λογιστικής βάσης » και της « Φορολογικής Βάσης », στα έντυπα Φορολογίας εισοδήματος ( Έντυπα Ε3 και Ν ).

Σε όλες τις περιπτώσεις είναι απαραίτητη η σύνταξη των : α) «Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης » και β) Πίνακας Κ : « Προσωρινές λογιστικές διάφορες », οι οποίοι είναι ίδιοι για το σύνολο των επιχειρήσεων. Επισημαίνεται ότι για περιπτώσεις που δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης και δεν θα συμπληρωθεί ο πίνακας Κ'.

Ανάλογα με το είδος της επιχείρησης και την κατηγορία βιβλίων, συμπληρώνονται οι κωδικοί των εντύπων ( Ε3 ή Ν ) ως εξής :
 

ΝΟΜΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ & ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΩΔΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΕΙΤΑΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ Κ ΚΩΔΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΕΙΤΑΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΤΗΣ  ''ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ''
Ατομική επιχείρηση με απλογραφικά βιβλία Ε3 - 320  ή Ε3 - 321 Ε3 - 564-567
Ατομική επιχείρηση με διπλογραφικά βιβλία Ε3 - 489  ή Ε3 - 490 Ε3 - 196
Νομικά πρόσωπα με απλογραφικά βιβλία Ν -118 ή Ν -119 Ν - 455
Νομικά πρόσωπα με διπλογραφικά βιβλία Ν -118 ή Ν -119 Ν - 455


Περίπτωση 1 : Ατομική επιχείρηση με απλογραφικά βιβλία

i) Πίνακας Στ (ζ). Λογιστικός προσδιορισμός καθαρών κερδών επιχειρήσεων με απλογραφικά στοιχεία


Κωδικός 563: Ο κωδικός αυτός συμπληρώνεται με το ποσό που προκύπτει από την αφαίρεση των ποσών στους κωδικούς 555 ( Κόστος πωληθέντων ( αναλώσεων ) και 559 ( Δαπάνες χρήσης ) , από το ποσού του κωδικού 551 ( Ακαθάριστα έσοδα ).

Δηλαδή το ποσό αυτό πρέπει να προκύπτει από την « Λογιστική βάση » ( Λογιστικά βιβλία).

Κωδικοί 564-567: Μεταφέρετε εδώ τις δαπάνες που δεν εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα της επιχείρησης (οντότητας) σύμφωνα με τα ποσό που απορρέει από τον «πίνακα φορολογικής αναμόρφωσης». Δηλαδή οι « μόνιμες λογιστικές διαφορές »

ii) Πίνακας Ζ': Προσδιορισμός φορολογητέων κερδών ατομικών επιχειρήσεων με απλογραφικά βιβλία



Κωδικός 320: Αναγράφονται οι θετικές διαφορές του κωδικού 797 του πίνακα Κ όπου έχουν καταχωρηθεί αναλυτικά. Οι θετικές διαφορές του κωδικού 797 του Πίνακα Κ' θα μεταφέρονται στον κωδικό 320 και θα προστίθενται στα λογιστικά κέρδη

Κωδικός 321: Αναγράφονται οι αρνητικές διαφορές του κωδικού 798 του πίνακα Κ

Οι αρνητικές διαφορές του κωδικού 798 του Πίνακα Κ' θα μεταφέρονται στον κωδικό 321 και θα αφαιρούνται από τα καθαρά κέρδη που έχουν προσδιοριστεί λογιστικά. Το τελικό αποτέλεσμα θα διαμορφώνει τα φορολογητέα καθαρά αποτελέσματα από επιχειρηματική δραστηριότητα (κωδ. 346).

Τα φυσικά πρόσωπα με απλογραφικά βιβλία, μετά τον προσδιορισμό του λογιστικού αποτελέσματος στον υποπίνακα ζ' του πίνακα ΣΤ' του εντύπου Ε3, αναμορφώνουν τα κέρδη τους, κατά περίπτωση, στον Πίνακα Ζ' (κωδικοί 319, 318, 312, 382, 324, 325, 342, 317, 320, 321, 592, 313) και το τελικό φορολογητέο αποτέλεσμα των κωδικοί 346, 347 και 348 κατά περίπτωση, μεταφέρεται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος (Ε1).

●●●

Περίπτωση 2 : Ατομική επιχείρηση με διπλογραφικά βιβλία

i) Πίνακας Θ': Αναλυτικές οικονομικές πληροφορίες επιχειρήσεων με διπλογραφικά βιβλία

Κωδικοί: 473 – 479. Στους κωδικούς 473 και 479 μεταφέρονται τα αντίστοιχα ποσά από τις λογιστικές καταστάσεις της επιχείρησης.

Στους κωδικούς 489 και 490, θα μεταφέρονται οι προσωρινές διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης από τον Πίνακα Κ' όπου έχουν καταχωρηθεί αναλυτικά. Οι θετικές διαφορές του κωδικού 797 του Πίνακα Κ' θα μεταφέρονται στον κωδικό 489 και θα προστίθενται στα λογιστικά κέρδη ενώ οι αρνητικές διαφορές του κωδικού 798 του Πίνακα Κ' θα μεταφέρονται στον κωδικό 490 και θα αφαιρούνται από τα καθαρά κέρδη που έχουν προσδιοριστεί λογιστικά. Το τελικό αποτέλεσμα θα μεταφέρεται στον κωδικό 481 (καθαρά κέρδη που φορολογούνται), αφού συμπεριληφθεί το ποσό του κωδικού 196 που αφορά στη φορολογική αναμόρφωση και στο τέλος θα μεταφερθεί στους αντίστοιχους κωδικούς της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1).

●●●

Περίπτωση 3 : Νομικά πρόσωπα με απλογραφικά βιβλία

i) Πίνακας Στ (ζ). Λογιστικός προσδιορισμός καθαρών κερδών επιχειρήσεων με απλογραφικά στοιχεία

Τα νομικά πρόσωπα με απλογραφικά βιβλία δεν συμπληρώνουν τον πίνακα Ζ' καθόσον η αναμόρφωση των φορολογητέων κερδών τους γίνεται στο έντυπο Ν.

Ως εκ τούτου, μετά τη συμπλήρωση των κωδικών 551, 555, 559 και 563 του υποπίνακα ζ' του πίνακα ΣΤ' μεταφέρουν το αποτέλεσμά τους (κωδικός 563) στο έντυπο Ν για τυχόν φορολογική αναμόρφωση (δαπάνες μη εκπιπτόμενες, απαλλασσόμενα μερίσματα, κ.λ.π) και φορολόγηση στο έντυπο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων. Ο κωδικοί 567, 575 και 571 επίσης δεν συμπληρώνονται από τα νομικά πρόσωπα (ΠΟΛ.1043/2017).

ii) Έντυπο Ν – I. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ



●●●

Περίπτωση 4 : Νομικά πρόσωπα με διπλογραφικά βιβλία

i) Πίνακας Θ': Αναλυτικές οικονομικές πληροφορίες επιχειρήσεων με διπλογραφικά βιβλία


Τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες με διπλογραφικά βιβλία συμπληρώνουν τους πίνακες Η' και Θ', με βάση την σχετική περιγραφή που αναγράφεται στους κατ' είδους κωδικούς προκειμένου να προκύψει το αποτέλεσμα χρήσης (ΚΑ 479) το οποίο μεταφέρεται στο έντυπο Ν για φορολογική αναμόρφωση και φορολόγηση στο έντυπο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.

ii) Έντυπο Ν – I. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ

[ Δείτε ανωτέρω ]

●●●

Δ. Παράδειγμα διαχωρισμού « μονίμων» και «προσωρινών» διαφορών
 

ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΟΣΑ ( ΣΕ ΕΥΡΩ )
ΚΕΡΔΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ ( Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΣΥΝΤΑΧΘΕΙ ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ Ε.Λ.Π )      - 200.000,00
ΣΥΝΟΛΟ ΕΞΟΔΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ ( " ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΒΑΣΗ'' )      - 1.130.500,00


●●●

Βήμα πρώτο : Έλεγχος για τυχόν αντιστροφή των « προσωρινών διαφορών », που υπήρχαν την 31/12/2015.
 

  ΣΩΡΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΕΤΩΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ ΓΙΑ ΤΥΧΟΝ "ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ'' ΤΟ 2016
  ΕΤΟΣ 2015    
1 Μη Καταβληθείσες στο έτος 2015, Ασφαλιστικές εισφορές, που αφορούσαν το έτος 2015 ( "Προσωρινή Λογιστική Διαφορά'' του 2015 ). -12.000,00 "Αντιστρέφεται''
2 Συναλλαγματικές Διαφορές ( ζημιές ) από αποτίμηση του έτους 2015. ( "Προσωρινή Λογιστική Διαφορά'' του 2015 ). -8.000,00 "Αντιστρέφεται''
3 ΕΝ.Φ.Ι.Α  [ Ποσό δόσεων  χρήσης 2015, που δεν πληρώθηκε το 2015 ] -2.000,00 "Αντιστρέφεται''
4 Πρόβλεψη για επισφαλείς απαιτήσεις, η οποία είχε αναμορφωθεί  φορολογικά το 2015  ]. -10.000,00 "Αντιστρέφεται''
5 Πρόβλεψη υποτίμησης Χρεογράφων  -20.000,00 "Αντιστρέφεται''
6 Απόσβέσεις ενσώματων παγίων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μικρότερων συντελεστών απόσβεσης ) -20.000,00 Δεν ''αντιστρέφεται''
7 Απόσβέσεις άυλων στοιχείων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μεγαλύτερων συντελεστών απόσβεσης ) 5.000,00 Δεν ''αντιστρέφεται''
8 Πρόβλεψη υποτιμησης Μετοχών  50.000,00 Δεν ''αντιστρέφεται''
  ΣΥΝΟΛΟ -17.000,00  
  ΠΟΣΑ ΠΟΥ '' ΑΝΤΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΙ΄΄ ΣΤΟ 2016 -52.000,00  
  ΠΟΣΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΈΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ 2017 35.000,00


●●●

Βήμα δεύτερο : Διαχωρισμός των λογιστικών διαφορών του έτους 2016, σε «μόνιμες» και « προσωρινές ».
 

 

Α/Α ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ( ΜΟΝΙΜΕΣ και ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ Ε.Λ.Π ) ΣΥΝΟΛΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΙΔΟΣ ''ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ''
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ - " ΠΙΝΑΚΑΣ Κ'' ΜΟΝΙΜΗ - '' ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ''
1 Δαπάνες άνω των 500 ευρώ, οι οποίες δεν εξοφλήθηκαν με τραπεζικό τρόπο. 8.000,00   8.000,00
2 Μη καταβληθείσες εμπρόθεσμα Ασφαλιστικές εισφορές, που αφορούν το έτος 2016. 20.000,00 20.000,00  
3 Πρόστιμα, ποινές προσαυξήσεις 12.000,00   12.000,00
4 ΄Έξοδα φιλοξενίας ( το ποσό που δεν αναγνωρίζεται ) 3.000,00   3.000,00
5 Φόροι - τέλη που δεν εκπίπτουν ( π.χ. Τέλος επιτηδεύματος ) 1.000,00   1.000,00
6 ΕΝ.Φ.Ι.Α  [ Σύνολο δαπάνης 5.000, πληρωμές στο 2016 3.000 ] 2.000,00 2.000,00  
6 Δαπάνες ψυχαγωγίας 1.800,00   1.800,00
7 Προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες. 4.000,00   4.000,00
8 Απόσβέσεις ενσώματων παγίων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μικρότερων συντελεστών απόσβεσης ) -20.000,00 -20.000,00  
9 Απόσβέσεις άυλων στοιχείων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μεγαλύτερων συντελεστών απόσβεσης ) 5.000,00 5.000,00  
10 Συναλλαγματικές Διαφορές ( ζημιές ) από αποτίμηση [ Δεν αναγνωρίζονται φορολογικά ]. 5.000,00 5.000,00  
11 Πρόβλεψη για επισφαλείς απαιτήσεις ( κατά το ποσό που υπερβαίνει τις φορολογικές ) [ Δεν αναγνωρίζεται φορολογικά ]. 30.000,00 30.000,00  
12 Ζημιά από αποτίμηση χρεογράφων [ Δεν αναγνωρίζεται φορολογικά ]. 15.000,00 15.000,00  
  ΣΥΝΟΛΟ 86.800,00 57.000,00 29.800,00

 

 


●●●

Βήμα τρίτο : Άθροιση των «προσωρινών διαφορών » και σύνταξη του « Πίνακα Κ ».
 

  ΣΥΝΟΛΟ ''ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ''    
  ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ  ΕΤΟΥΣ 2016   57.000,00
  ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΕΤΩΝ   -52.000,00
  ΣΥΝΟΛΟ   5.000,00


«Πίνακας Κ»



Στη στήλη «Λογιστική Βάση» καταχωρείται η συνολική λογιστική αξία των αντίστοιχων λογαριασμών της περιγραφόμενης κατηγορίας (π.χ. ενσώματα πάγια, προβλέψεις κ.ο.κ) όπως προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία (Δ.Λ.Π. ή Ε.Λ.Π) της επιχείρησης στην οποία υφίστανται διαφορές από την αντίστοιχη αξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του ν.4172/2013 και η οποία καταχωρείται στην στήλη «Φορολογική Βάση».

Στην συνέχεια, στη στήλη «Διαφορές» και ειδικότερα στους κωδικούς 787, 795, υπολογίζονται από το σύστημα οι διαφορές (θετικές-αρνητικές) για τους λογαριασμούς εσόδων με βάση τα δεδομένα που αναγράφονται στους κωδικούς 771 και 779, ενώ στους κωδικούς 788, 796, υπολογίζονται οι αντίστοιχες διαφορές για τους λογαριασμούς εξόδων με βάση τα δεδομένα που αναγράφονται στους κωδικούς 772 και 780, προκειμένου στη συνέχεια να μεταφερθεί το σύνολο των διαφορών (θετικών-αρνητικών) από τους κωδικούς 797 και 798 στους αντίστοιχους κωδικούς 118 και 119 του εντύπου Ν ή όσον αφορά τις ατομικές επιχειρήσεις στους αντίστοιχους κωδικούς του εντύπου Ε3 ( Δείτε ανωτέρω ) . Τέλος, στους αντίστοιχους κωδικούς 781, 789, 782, 790, 783, 791, 784,792, 785, 793, 786 και 794 δεν υπολογίζονται διαφορές με βάση τα δεδομένα της λογιστικής-φορολογικής βάσης καθόσον οι διαφορές αυτές αφορούν λογαριασμούς ενεργητικού-παθητικού, οι οποίες δεν λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των φορολογικών αποτελεσμάτων του τρέχοντος φορολογικού έτους στα έντυπα Ν ή Ε.

Άρα με βάση το παράδειγμά μας έχουμε :

Κωδικός: 772 ( Λογιστική βάση ) = 1.130.500,00 ( Σύνολο εξόδων )

Κωδικός: 780 ( Φορολογική βάση ) = 1.125.500,00 ( = 1.130.500,00 - 5.000,00 )

Κωδικοί: 788 & 797 (Διαφορές - Θετικές ) = 5.000,00 ( = 1.130.500,00-1.125.500,00 )

●●●

Βήμα τέταρτο : Υπολογισμός του «Φορολογητέου αποτελέσματος» .
 

ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ  
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ 200.000,00
ΠΛΕΟΝ  : ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ("ΠΙΝΑΚΑΣ Κ'' ) 5.000,00
ΠΛΕΟΝ : ΜΟΝΙΜΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ( ''Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης'' ) 29.800,00
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ 234.800,00


Ή με άλλον τρόπο :
 

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ 205.000,00 Προκύπτει από τα "Λογιστικά βιβλία'' συν τον «Πίνακα Κ» 
ΣΥΝ : ΜΟΝΙΜΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ 29.800,00 Προκύπτει από την «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ»
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ 234.800,00      



●●●

Βήμα πέμπτο : Υπολογισμός των σωρευμένων «Προσωρινών διαφορών» της 31/12/2016.
 

 

  ΣΩΡΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΕΤΩΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΓΙΑ ΤΥΧΟΝ "ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ'' ΤΟ 2017
ΕΤΟΣ 2016
ΑΠΌ ΤΟ ΕΤΟΣ 2015
1 Αποσβέσεις ενσώματων παγίων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μικρότερων συντελεστών απόσβεσης ) -20.000,00  
2 Αποσβέσεις άυλων στοιχείων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μεγαλύτερων συντελεστών απόσβεσης ) 5.000,00  
3 Πρόβλεψη υποτίμησης Μετοχών  50.000,00  
  Σύνολο έτους 2015 35.000,00  
ΑΠΌ ΤΟ ΕΤΟΣ 2016  
1 Μη καταβληθείσες εμπρόθεσμα Ασφαλιστικές εισφορές, που αφορούν το έτος 2016. 20.000,00  
2 ΕΝ.Φ.Ι.Α  [ Σύνολο δαπάνης 5.000, πληρωμές στο 2016 3.000 ] 2.000,00  
3 Αποσβέσεις ενσώματων παγίων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μικρότερων συντελεστών απόσβεσης ) -20.000,00  
4 Αποσβέσεις άυλων στοιχείων κατά το ποσό που διαφοροποιείται από τις φορολογικές ( λόγω χρήσης μεγαλύτερων συντελεστών απόσβεσης ) 5.000,00  
5 Συναλλαγματικές Διαφορές ( ζημιές ) από αποτίμηση [ Δεν αναγνωρίζονται φορολογικά ]. 5.000,00  
6 Πρόβλεψη για επισφαλείς απαιτήσεις ( κατά το ποσό που υπερβαίνει τις φορολογικές ) [ Δεν αναγνωρίζεται φορολογικά ]. 30.000,00  
7 Ζημιά από αποτίμηση χρεογράφων [ Δεν αναγνωρίζεται φορολογικά ]. 15.000,00  
  Σύνολο έτους 2015 57.000,00  
  Γενικό σύνολο 92.000,00

 


●●●

Ε. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : 1. ΟΡΙΣΜΟΙ

Αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (deferred tax asset): Το ποσό του φόρου εισοδήματος που είναι ανακτήσιμος σε μελλοντικές περιόδους από εκπιπτόμενες προσωρινές διαφορές, μεταφερόμενες φορολογικές ζημιές και μεταφερόμενους αχρησιμοποίητους πιστωτικούς φόρους (tax credits).

Αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση (deferred tax liability): Το ποσό του φόρου εισοδήματος που οφείλεται σε μελλοντικές περιόδους, σε σχέση με φορολογητέες προσωρινές διαφορές.

Δουλευμένο ή Πραγματοποίηση, παραδοχή (accrual assumption): Λογιστική αρχή σύμφωνα με την οποία οι επιπτώσεις των συναλλαγών και άλλων γεγονότων αναγνωρίζονται και συμπεριλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις όταν προκύπτουν και όχι όταν διακανονίζονται ταμειακά.

Λογιστική αξία (book value or carrying amount): Η αξία με την οποία ένα στοιχείο αναγνωρίζεται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.

Προσωρινή διαφορά (temporary difference): Η διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου, υποχρέωσης ή άλλου στοιχείου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και της φορολογικής του βάσης, που η οντότητα αναμένει να επηρεάσει στο μέλλον τα φορολογητέα αποτελέσματα, όταν η λογιστική αξία του περιουσιακού στοιχείου ή της υποχρέωσης θα ανακτηθεί ή διακανονιστεί, ή στην περίπτωση άλλων στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, όταν θα επηρεαστούν τα φορολογητέα αποτελέσματα.

Φόρος εισοδήματος (έξοδο ή έσοδο) (income tax, expense or income): To άθροισμα τρέχοντος φόρου (έξοδο ή έσοδο) και, κατά περίπτωση, αναβαλλόμενου φόρου (έξοδο ή έσοδο) της κατάστασης αποτελεσμάτων. Περιλαμβάνει τον τρέχοντα φόρο (έξοδο ή έσοδο) που αναλογεί στην περίοδο, τις διαφορές φορολογικού ελέγχου για φόρο εισοδήματος και προσαυξήσεις που προκύπτουν στην περίοδο από φορολογικό έλεγχο της τρέχουσας ή προηγουμένων περιόδων, και τον αναβαλλόμενο φόρο (έξοδο ή έσοδο).

Φορολογική βάση (tax basis): Η αξία που αναγνωρίζεται για ένα περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος.

●●●

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : 2. Οδηγίες για τον «ΠΙΝΑΚΑ Κ », την « ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ» και το « ΕΝΤΥΠΟ Ν ».

α) ΠΟΛ.1043/2017Οδηγίες συμπλήρωσης έντυπου Ε3 (Κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα) και Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης φορολογικού έτους 2016

« 10. ΠΙΝΑΚΑΣ Κ': ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ - ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ

Στον πίνακα Κ' καταχωρούνται οι προσωρινές διαφορές μεταξύ λογιστικής αξίας, για τις επιχειρήσεις που τηρούν τα βιβλία τους με βάση τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (Δ.Λ.Π) ή τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π.) και φορολογικής αξίας όπως αυτές προκύπτουν με βάση τις διατάξεις του ν.4172/2013.

Ειδικότερα, στη στήλη «Λογιστική Βάση» καταχωρείται η συνολική λογιστική αξία των αντίστοιχων λογαριασμών της περιγραφόμενης κατηγορίας (π.χ. ενσώματα πάγια, προβλέψεις κ.ο.κ) όπως προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία (Δ.Λ.Π. ή Ε.Λ.Π) της επιχείρησης στην οποία υφίστανται διαφορές από την αντίστοιχη αξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του ν.4172/2013 και η οποία καταχωρείται στην στήλη «Φορολογική Βάση».

Στην συνέχεια, στη στήλη «Διαφορές» και ειδικότερα στους κωδικούς 787, 795, υπολογίζονται από το σύστημα οι διαφορές (θετικές-αρνητικές) για τους λογαριασμούς εσόδων με βάση τα δεδομένα που αναγράφονται στους κωδικούς 771 και 779, ενώ στους κωδικούς 788, 796, υπολογίζονται οι αντίστοιχες διαφορές για τους λογαριασμούς εξόδων με βάση τα δεδομένα που αναγράφονται στους κωδικούς 772 και 780, προκειμένου στη συνέχεια να μεταφερθεί το σύνολο των διαφορών (θετικών-αρνητικών) από τους κωδικούς 797 και 798 στους αντίστοιχους κωδικούς 118 και 119 του εντύπου Ν. Τέλος, στους αντίστοιχους κωδικούς 781, 789, 782, 790, 783, 791, 784,792, 785, 793, 786 και 794 δεν υπολογίζονται διαφορές με βάση τα δεδομένα της λογιστικής-φορολογικής βάσης καθόσον οι διαφορές αυτές αφορούν λογαριασμούς ενεργητικού-παθητικού, οι οποίες δεν λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των φορολογικών αποτελεσμάτων του τρέχοντος φορολογικού έτους στο έντυπο Ν.

Β) ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ

Στον Πίνακα της Φορολογικής Αναμόρφωσης ενσωματώθηκε και η περίπτωση ιδ' του άρθρου 23 του ΚΦΕ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 72 του ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α' 240/22-12-2016) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 22/12/2016 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 129 του ίδιου νόμου. Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, δεν εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα και συνεπώς πρέπει να περιλαμβάνονται στη φορολογική αναμόρφωση » .

●●●

β) ΠΟΛ.1047/2017 . Οδηγίες για τη συμπλήρωση και την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2016

« ΙΙ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ - ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΠΙΝΑΚΩΝ

1. Οι κωδικοί 116, 117, 118 και 119 θα συμπληρώνονται από όλα τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, που συντάσσουν τις οικονομικές καταστάσεις τους είτε με βάση τα Δ.Λ.Π. είτε με τα Ε.Λ.Π. Επισημαίνεται ότι οι κωδικοί 118 και 119 θα συμπληρώνονται μόνο από αυτούς που εμφανίζουν διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης, καθόσον διαφορετικά θα συμπληρώνονται μόνο οι κωδικοί 116 και 117, αντίστοιχα.

Όσον αφορά στον κωδικό 650 «Εφαρμογή Δ.Λ.Π/ Ε.Λ.Π», αυτός θα παραμείνει ανενεργός, αφού σε κάθε περίπτωση η συμπλήρωση της δήλωσης θα ξεκινά από τους κωδικούς 116 και 117.

2. Στον κωδικό 455 θα μεταφέρεται το σύνολο των μη εκπιπτόμενων δαπανών από την κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης, καθόσον η ανάλυση, σε επιμέρους κωδικούς, των αντίστοιχων δαπανών καταχωρείται πλέον μόνο στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης από όπου μεταφέρεται το συνολικό ποσό αυτών στη δήλωση.

Επισημαίνεται ότι στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης (ΚΑ:2020) καταχωρούνται και τα ποσά που διανέμονται από τα κέρδη της τρέχουσας χρήσης σε μέλη Δ.Σ. καθώς και στο προσωπικό της επιχείρησης, τα οποία με βάση τις διατάξεις του ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π.) αντιμετωπίζονται ως δαπάνες (παροχές σε εργαζομένους)…….

6. Στους κωδικούς 495, 474, 458, 465, 466, 470, 463, 467, 459, 468, 471, 472, 469, 559, 752, 475, 473, 550 και 462, αναγράφονται τα έσοδα που με βάση τις αναφερόμενες στους οικείους κωδικούς διατάξεις του ν.4172/2013 απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος. Επισημαίνεται ότι οι ως άνω κωδικοί συμπληρώνονται χωρίς να ελέγχεται η επάρκεια κερδών με βάση το ποσό του κωδικού 016. Σε περίπτωση που μετά την αφαίρεση των ως άνω κωδικών από τον κωδικό 024 προκύψει ζημία, η ζημία αυτή αναγνωρίζεται φορολογικά. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που προσαυξάνονται οι ζημίες του κωδικού 224 λόγω της αφαίρεσης των πιο πάνω κωδικών.

Ειδικότερα:

εικονα----

[ Επισημάνσεις : . Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τον πίνακα αυτό ως «Κατάσταση Θετικών ( υπέρ της επιχείρησης ) φορολογικών αναμορφώσεων ».

( * ) = Δεν πρόκειται για διαφορά φορολογικής και λογιστικής βάσης αλλά για κέρδη/Έσοδα που αναγνωρίζουν και οι δύο βάσεις, αλλά ο φορολογικός συντελεστής είναι μηδέν ( αφορολόγητα ) και φυσικά δεν ενημερώνεται ο Πίνακας Κ ]


α) Στον κωδικό 495 (*) αναγράφεται το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 48 του ν.4172/2013. …

β) Στον κωδικό 474 (*) αναγράφεται το ποσό των εσόδων λόγω συμμετοχής που έχει αποκτήσει νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα από αφορολόγητα έσοδα του ν.2238/1994, τα οποία φορολογήθηκαν κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 12 και 13 του άρθρου 72 του ν.4172/2013, προκειμένου κατά την περαιτέρω διανομή τους να μην έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4172/2013 (φορολόγηση με συντελεστή 29%) καθόσον με την επιβολή της αυτοτελούς φορολόγησης (15% ή 19%), εξαντλήθηκε κάθε φορολογική υποχρέωση και των μετόχων ή εταίρων που τα απέκτησαν.

Επιπλέον, στον κωδικό αυτό αναγράφονται και τα ποσά των πλεονασμάτων των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων του ν.4015/2011, διανεμηθέντων και μη, προκειμένου οι υπόψη συνεταιρισμοί να τύχουν απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος καθόσον τα ποσά αυτά δεν φορολογούνται στο όνομα των αγροτικών συνεταιρισμών αλλά των μελών αυτών με βάση τα αναφερόμενα στο αριθ.ΔΕΑΦ Β 1068288 ΕΞ 2016/26.4.2016 έγγραφό μας.

γ) Στον κωδικό 458 (*) αναγράφεται η υπερτίμηση που προκύπτει από τυχόν αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου η οποία δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, όπως διευκρινίσθηκε στην ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας.

δ) Στον κωδικό 465 (*) αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί κατ' εφαρμογή του ν.3156/2003, καθώς και εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί από εταιρείες με έδρα σε χώρες της Ε.Ε και του ΕΟΧ/ΕΖΕΣ, όπως έχει διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1032/26.1.2015 εγκύκλιό μας.

ε) Στον κωδικό 466 (*) αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ (ημεδαπών, Ε.Ε., ΕΟΧ/ΕΖΕΣ), όπως έχει διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1032/26.1.2015 εγκύκλιό μας, καθώς και τα διανεμόμενα κέρδη από μερίδια ΟΣΕΚΑ (ημεδαπών, Ε.Ε., ΕΟΧ/ΕΖΕΣ) με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1042/26.1.2015 εγκύκλιό μας…... Επισημαίνεται, ότι η τυχόν ζημία από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ, θα πρέπει να καταχωρηθεί στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης ως μη εκπιπτόμενη δαπάνη.

στ) Στον κωδικό 470 (*) αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση της άδειας κυκλοφορίας και του οχήματος αυτοκινήτων δημοσίας χρήσης κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του ν.2579/1998, καθόσον οι υπόψη διατάξεις ως ειδικότερες κατισχύουν του ν.4172/2013. Στον ίδιο κωδικό αναγράφεται και η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση μετοχών ανωνύμων εταιρειών ΚΤΕΛ, όταν η μετοχική ιδιότητα μεταβιβάζεται ταυτόχρονα με τη μεταβίβαση του λεωφορείου Δ.Χ, κυριότητας του μεταβιβάζοντας μετόχου(ΠΟΛ.1128/15.6.2015 εγκύκλιος). Επίσης, στον ίδιο κωδικό αναγράφεται και το ποσό της υπεραξίας από τη μεταβίβαση αυτοκινήτου ΙΧ του ν.δ.1146/1972 νομικού προσώπου με απλογραφικά βιβλία, σε περίπτωση που έχει επιλεγεί η αυτοτελής φορολόγηση με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και το σχετικό ποσό έχει καταχωρηθεί στα βιβλία του.

ζ) Στον κωδικό 463 (*) αναγράφεται το ποσό της υπεραξίας σε περίπτωση εισφοράς ενεργητικού ή συγχώνευσης με τις διατάξεις των άρθρων 52 και 54 του ν.4172/2013, αντίστοιχα, η οποία με βάση τις ίδιες διατάξεις δεν φορολογείται κατά τον χρόνο του μετασχηματισμού.

η) Στον κωδικό 467 (*) αναγράφεται το ποσό των τόκων που προκύπτουν από ομόλογα που εκδόθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), κατ' εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, οι οποίοι απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 47 του ν.4172/2013.

θ) Ο κωδικός 459 (*) συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις που αποκτούν κέρδη από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 58 του ν.4172/2013.

ι) Στον κωδικό 468 (*) αναγράφονται τα απαλλασσόμενα έσοδα των φορέων γενικής κυβέρνησης που είναι κεφαλαιουχικές εταιρείες και στις οποίες συμμετέχει το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με ποσοστό 100%, προκειμένου τα υπόψη νομικά πρόσωπα να φορολογηθούν για το εισόδημά τους από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περ. α' του άρθρου 46 του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2017 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα, προκειμένου να υπαχθεί τελικά σε φορολόγηση, κατά την εκκαθάριση της δήλωσης, το οριζόμενο από το νόμο αντίστοιχο εισόδημα (κεφάλαιο και υπεραξία κεφαλαίου).

ια) Στον κωδικό 471 (*) αναγράφονται τα έσοδα των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών που αποτελούν εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα (π.χ. συνδρομές και εγγραφές των μελών, χορηγίες ή δωρεές προς τις εταιρείες, κ.λπ.) και τα οποία όπως έχει γίνει δεκτό με την ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων και συνεπώς δεν φορολογούνται. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κωδικός 2021 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα πιο πάνω ποσά, προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των υπόψη νομικών οντοτήτων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

ιβ) Στον κωδικό 472 (*) αναγράφονται οι εισφορές των μελών των Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (συνδρομές - δικαιώματα εγγραφής), οι οποίες δεν φορολογούνται καθόσον δεν αποτελούν έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές (ΔΕΑΦ Β 1102518 2015/23.7.2015 έγγραφό μας). Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κωδικός 2022 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα πιο πάνω ποσά, προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των υπόψη νομικών οντοτήτων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

ιγ) Στον κωδικό 469 (*) αναγράφονται τα έσοδα των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που απαλλάσσονται της φορολογίας κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 του ν.4172/2013 (π.χ. Τράπεζα Ελλάδος) ή ειδικών διατάξεων νόμων (π.χ απαλλασσόμενα έσοδα τεχνικών εταιρειών του άρθρου 9 του ν.4171/1961, απαλλασσόμενα έσοδα αεροπορικών εταιρειών κατ' εφαρμογή Σ.Α.Δ.Φ, απαλλασσόμενα έσοδα ανωνύμων εταιριών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία του ν.2778/1999). Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2019 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες των υπόψη προσώπων και οντοτήτων προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των εισοδημάτων τους στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

ιδ) Στον κωδικό 559 (*) αναγράφονται τα έσοδα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων η φορολόγηση των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του ν.27/1975, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παρ.14 και 15 του άρθρου 72 του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2018 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα για λόγους εκκαθάρισης της δήλωσης.

Για τα ως άνω απαλλασσόμενα ποσά, σε περίπτωση διανομής τους από τους δικαιούχους, δεν οφείλεται φόρος νομικού προσώπου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013, καθόσον ο κατά τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 2 του ν.27/1975 επιβαλλόμενος φόρος εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση των μετόχων ή εταίρων όσον αφορά τα κέρδη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση πλοίων. Σε περίπτωση που οι ως άνω επιχειρήσεις έχουν εισόδημα και από άλλους κλάδους δραστηριότητας, θα συμπληρώνουν τον κωδικό 559 μόνο με τα έσοδα του ναυτιλιακού κλάδου. Εάν διανείμουν κέρδη, θα γίνεται επιμερισμός του ποσού των κερδών κατά τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1012/23.1.2017 εγκύκλιό μας.

ιε) Ο κωδικός 752 [ Σχόλια : Στην ουσία πρόκειται για διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης και θα έπρεπε να απεικονίζεται στον «Πίνακα Κ», όμως επειδή οι οδηγίες είναι ρητές και ταυτόχρονα πρέπει να συμπληρωθεί ο «Πίνακας V», πρέπει να το απεικονίσουμε εδώ ] συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις (νομικά πρόσωπα των περ. α' και δ' του άρθρου 45, ήτοι κεφαλαιουχικές εταιρείες, συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών) για τις οποίες η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος τους από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει ισόποσα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από τον χρόνο διακράτησης των ομολόγων. Επίσης, από τις ίδιες επιχειρήσεις συμπληρώνονται οι κωδικοί 746, 747, 753 και 748 (Πίνακας V), προκειμένου να δηλώσουν το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς, το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς που αποσβέσθηκε στις προηγούμενες χρήσεις, το ποσό απόσβεσης της χρεωστικής διαφοράς του τρέχοντος φορολογικού έτους και το υπολειπόμενο ποσό της χρεωστικής διαφοράς προς απόσβεση, αντίστοιχα.

ιστ) Ο κωδικός 475 (*) συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που αποκτούν ωφέλεια από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους τους, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 62 του ν.4389/2016.

Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση διανομής του ως άνω ποσού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013.

ιζ) Στον κωδικό 550 (*) αναγράφεται το ποσό των αποσβέσεων των αδειών Φ.Δ.Χ που εκπίπτει με βάση τις διατάξεις του ν.3888/2010 και με βάση τις διευκρινίσεις που έχουν δοθεί με την ΠΟΛ.1106/11.5.2011 εγκύκλιό μας.

ιη) Στον κωδικό 462 [ Σχόλια : Στην ουσία πρόκειται για διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης και θα έπρεπε να απεικονίζεται στον «Πίνακα Κ». Αν φυσικά το απεικονίσουμε εδώ, δεν το απεικονίσουμε στον «Πίνακα Κ». ] αναγράφεται το αχρησιμοποίητο ποσό των προβλέψεων το οποίο επιβαρύνει τα αποτελέσματα του τρέχοντος φορολογικού έτους το οποίο όμως έχει ήδη φορολογηθεί τα προηγούμενα έτη (λόγω αναμόρφωσης). Επίσης, στον κωδικό αυτό αναγράφονται ποσά δαπανών που έχουν βαρύνει το λογιστικό αποτέλεσμα προηγούμενων φορολογικών ετών τα οποία είχαν αναμορφωθεί και πρέπει να βαρύνουν το φορολογικό αποτέλεσμα του τρέχοντος φορολογικού έτους (π.χ καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, φόροι, κλπ. με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο). …

Σημειώνουμε ότι :

Στις ατομικές επιχειρήσεις, ( λόγω μη συμπλήρωσης του εντύπου Ν, συμπληρώνονται αντίστοιχοι κωδικοί στο έντυπο Ε.

(1) Απλογραφικά βιβλία :

Πίνακας Στ (ζ). Λογιστικός προσδιορισμός καθαρών κερδών επιχειρήσεων με απλογραφικά στοιχεία

Κωδικός 572: Αναγράφονται τυχόν αφορολόγητα έσοδα για τον κλάδο εμπορίας ή μεταποίησης που έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία της επιχείρησης και έχουν συμπεριληφθεί στις αντίστοιχες στήλες εσόδων του πίνακα ΣΤ' και συνεπώς πρέπει να αφαιρεθούν από τα κέρδη που προσδιορίστηκαν λογιστικά προκειμένου να μην φορολογηθούν. Επισημαίνεται ότι η συμπλήρωση των εν λόγω κωδικών πραγματοποιείται μόνο από τις ατομικές επιχειρήσεις.

Πίνακας Ζ
Προσδιορισμός φορολογητέων κερδών επιχειρήσεων με απλογραφικά βιβλία.




(2) Διπλογραφικά βιβλία :



●●●

γ) ΠΟΛ.1097/28.4.2015. Οδηγίες συμπλήρωσης Ε3 (Κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα) και Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης φορολογικού έτους 2014

« Β) ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ.

Η κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης για το φορολογικό έτος 2014 τροποποιείται και η κατηγοριοποίηση των δαπανών που αναμορφώνονται γίνεται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 22, 22Α, 23, 24 και 26 του ν.4172/2013 (εκπιπτόμενες και μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες, προβλέψεις κ.λπ.).

Οι Πίνακες που αφορούσαν τις δαπάνες των Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων καθώς και η κατάσταση για την κινητή τηλεφωνία απαλείφθηκαν καθόσον καταργήθηκαν οι αντίστοιχες διατάξεις (άρθρο 31 ν.2238/1994).

Τέλος, εξακολουθεί να ισχύει κατά περίπτωση η ΠΟΛ.1235/24.11.2011 εγκύκλιος μας, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για τη συμπλήρωση της κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης».

●●●

δ) ΠΟΛ.1235/24.11.2011

Οδηγίες συμπλήρωσης κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης

« Με τον ν. 3842/2010 με τίτλο «Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις» καθιερώθηκαν σημαντικές αλλαγές στο φορολογικό σύστημα της χώρας. Μια σημαντική αλλαγή που αφορά άμεσα τους λογιστές - φοροτεχνικούς, είναι αυτή που προβλέπεται με την παράγραφο 9 του άρθρου 17 του ν. 3842/2010. Με τη διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε η παράγραφος 3 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 σχετικά με την ευθύνη και τις αρμοδιότητες του λογιστή φοροτεχνικού.

Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 όπως ισχύει: « Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ορθή μεταφορά των οικονομικών δεδομένων από τα στοιχεία στα βιβλία, για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία. Επίσης, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Το περιεχόμενο της κατάστασης αυτής υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε.. Τέλος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος δηλώνεται ότι κατά τη διαρρεύσασα διαχειριστική περίοδο έχουν υποβληθεί ορθά όλες οι δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων……

Δηλαδή με τη νέα διάταξη προβλέπεται ότι οι λογιστές φοροτεχνικοί είναι υπεύθυνοι, πέρα από την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των δηλώσεων που υποβάλλουν, ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν κατά τη μεταφορά τους από τα στοιχεία στα βιβλία και από τα βιβλία στις κατά περίπτωση δηλώσεις, και για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται, καθώς και για την ορθή υποβολή όλων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων…..»

●●●

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : 3. « ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΚΡΙΣΗ « ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ » ΚΑΙ « ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ » ΒΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΤΩΝ Ε.Λ.Π ( Ν. 4308/2014 ) »

« 3.5.1 Το λογιστικό σύστημα της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τόσο τη λογιστική αξία όσο και τη φορολογική βάση, εφόσον διαφέρουν, των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, κατά περίπτωση. Η υποχρέωση αυτή είναι αυτονόητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων της οντότητας. Η παρακολούθηση δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων.

3.5.2 Οι διαφορές μεταξύ φορολογικής και λογιστικής βάσης διακρίνονται σε μόνιμες και προσωρινές. Προσωρινή διαφορά βάσει του ορισμού του Παραρτήματος Α είναι η διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας και της φορολογικής βάσης ενός στοιχείου, όταν η διαφορά αυτή αναστρέφεται στο μέλλον. Για παράδειγμα, όταν ένα έξοδο ποσού 100 ευρώ αναγνωρίζεται λογιστικά στη χρήση 20Χ4 αλλά θα εκπεστεί για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος στη χρήση 20Χ5, το λογιστικό αποτέλεσμα της χρήσεως 20Χ4 είναι μικρότερο κατά 100 ευρώ από το φορολογικό αποτέλεσμα αυτής, ενώ στη χρήση 20Χ5 θα συμβεί το αντίστροφο.

Τέτοια περίπτωση προκύπτει, για παράδειγμα, από τη χρήση διαφορετικών συντελεστών απόσβεσης για λογιστικούς και φορολογικούς σκοπούς ή από την αναγνώριση, στη διάρκεια του εργασιακού βίου των εργαζομένων, εξόδων για παροχές προς αυτούς μετά την αφυπηρέτηση.

Τα ποσά αυτά αντιστρέφονται μέχρι την τελική εκκαθάριση των σχετικών στοιχείων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση ενός παγίου η αντιστροφή των διαφορών των αποσβέσεων θα γίνει είτε με μέσω αντίθετων διαφορών αποσβέσεων σε μελλοντικές περιόδους (μικρότερες / μεγαλύτερες, αντίστοιχα, φορολογικές από λογιστικές) είτε μέσω του αποτελέσματος (κέρδους ή ζημίας) που θα προκύψει κατά την απόσυρση του παγίου. Στην περίπτωση προβλέψεων για παροχές σε εργαζομένους μετά την αφυπηρέτηση, η αντιστροφή θα γίνει κατά την καταβολή τους, χρόνος στον οποίο αυτές αναγνωρίζονται φορολογικά.

3.5.3 Σε αντιδιαστολή προς τις προσωρινές, μόνιμες είναι οι διαφορές μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης που δεν αντιστρέφονται. Για παράδειγμα εάν στη χρήση 20Χ4 η επιχείρηση κατέβαλε για προσαυξήσεις φόρων και πρόστιμα το ποσό των 200 ευρώ, ποσό που δεν αναγνωρίζεται φορολογικά, το λογιστικό αποτέλεσμα θα εμφανίζεται ισόποσα μειωμένο έναντι του φορολογικού, χωρίς η διαφορά αυτή να αντιστραφεί στο μέλλον.

Παράδειγμα 3.5.1:Λογιστική και φορολογική βάση – δεδομένα μόνο για έσοδα και έξοδα περιόδου

Δίνονται τα παρακάτω δεδομένα από το ισοζύγιο της οντότητας ΑΛΦΑ για το έτος 20Χ5.
 

  Λογαριασμός Λογιστική αξία
1 Πωλήσεις 9.400
2 Έξοδα μισθοδοσίας(πλην προβλέψεων) 4.000
3 Προβλέψεις αποζημίωσης προσωπικού(έξοδο) 500
4 Αποσβέσεις παγίων 1.200
5 Απομείωση ενσώματων παγίων(ζημία) 500
6 Αναστροφή απομείωσης χρηματ/μικών στοιχείων(κέρδος) 700
7 Πρόστιμα και προσαυξήσεις 100
8 Έξοδα-προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες 120
9 Δαπάνες ψυχαγωγίας 180
10 Τέλος επιτηδεύματος 100
11 Λοιπά έξοδα και ζημιές 300
12 Λοιπά έσοδα και κέρδη 200


Επιπλέον δίνονται οι παρακάτω πρόσθετες πληροφορίες:

1. Το ποσό των φορολογικά αναγνωριζόμενων αποσβέσεων χρήσης ανήλθε σε 1.400 ευρώ.

2. Οι προβλέψεις (έξοδο) αποζημίωσης προσωπικού και η απομείωση παγίων δεν εκπίπτουν για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος στο έτος που αναγνωρίζονται λογιστικά.

3. Τα πρόστιμα δεν αναγνωρίζονται φορολογικά αλλά συνιστούν μόνιμη διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης (δεν αντιστρέφονται).

4. Η αναστροφή απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων (κέρδος) δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, συνιστώντας προσωρινή διαφορά λογιστικής-φορολογικής βάσης.

5. Για τα λοιπά έξοδα και ζημιές και τα λοιπά έσοδα και κέρδη δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ λογιστικής και η φορολογικής βάσης (δεν υπάρχουν «λογιστικές διαφορές»).

6. Ο φορολογικός συντελεστής είναι 26%

Με βάση τα παραπάνω:

α) Να καταρτιστεί πίνακας με τη λογιστική και φορολογική βάση των στοιχείων εσόδων και εξόδων της περιόδου.

β) Να υπολογιστεί το ποσό των φορολογητέων κερδών, του φόρου εισοδήματος και των καθαρών λογιστικών κερδών της περιόδου.

γ) Να καταρτιστεί πίνακας με τις διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης, ταξινομημένες σε μόνιμες και προσωρινές.

Λύση

Ερώτημα α

Πίνακας 3.2: Λογιστική και φορολογική βάση εσόδων και εξόδων της ΑΛΦΑ,20Χ5
 

  Λογαριασμός  Λογιστική βάση  Φορολογική βάση 
1 Πωλήσεις 9.400 9.400
2 Έξοδα μισθοδοσίας (πλην προβλέψεων) -4.000 -4.000
3 Προβλέψεις αποζημίωσης προσωπικού (έξοδο) -500 0
4 Αποσβέσεις παγίων -1.200 -1.400
5 Απομείωση ενσώματων παγίων (ζημία) -500 0
6 Αναστροφή απομείωσης χρηματ/μικών στοιχείων (κέρδος) 700 0
7 Πρόστιμα και προσαυξήσεις -100 0
8 Έξοδα - προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες -120 0
9 Δαπάνες ψυχαγωγίας -180 0
10 Τέλος επιτηδεύματος -100 0
11 Λοιπά έξοδα και ζημιές -300 -300
12 Λοιπά έσοδα και κέρδη 200 200
13 Κέρδη προ φόρων / Φορολογητέα κέρδη 3.300 3.900


Ερώτημα β και γ
 

Πίνακας 3.3 : Διαφορές Λογιστικής και φορολογικής βάσης και υπολογισμός φορολογητέων κερδών ΑΛΦΑ 20Χ5
    Λογιστική Φορολ/κή Διαφορά
Λογαριασμός βάση βάση βάσεων
         
(Ι)Λογιστικά κέρδη ισολογισμού προ φόρων     3300
Πλέον:      
(ΙΙ) Προσωρινές (αναστρέψιμες) διαφορές      
2 Προβλέψεις αποζημίωσης προσωπικού (έξοδο) -500 0 500
3 Αποσβέσεις παγίων 1.200 -1.400 -200
4 Απομείωση ενσώματων παγίων (ζημία) -500 0 500
5 Αναστροφή απομείωσης χρηματ/μικών στοιχείων (κέρδος) 700 0 -700
  Σύνολο προσωρινών διαφορών -1.500 -1.400 100
         
(ΙΙΙ)Μόνιμες λογιστικές διαφορές      
6 Πρόστιμα και προσαυξήσεις -100 0 100
7 Έξοδα-προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες κατά ν.4172 -120 0 120
8 Δαπάνες ψυχαγωγίας -180 0 180
9 Τέλος επιτηδεύματος -100 0 100
        500
Φορολογητέα κέρδη περιόδου (Ι+ΙΙ+ΙΙΙ)     3.900
Φόρος εισοδήματος 26%     -1.014


Είναι προφανές ότι η οντότητα οφείλει να είναι σε θέση να τεκμηριώσει αναλυτικά, από τις εγγραφές στα βιβλία της και τα σχετικά παραστατικά, τα ποσά των διαφορών της φορολογικής από τη λογιστική βάση του ανωτέρω πίνακα, και να θέτει την τεκμηρίωση αυτή στη διάθεση του ελέγχου.

Η υποχρέωση για παρακολούθηση της φορολογικής βάσης δεν αφορά μόνο έσοδα και έξοδα αλλά και στοιχεία του ισολογισμού. Μάλιστα, μεταβολές στοιχείων του ισολογισμού μπορεί να επηρεάζουν τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, είτε οι μεταβολές αυτές συσχετίζονται με έσοδα / έξοδα είτε όχι (π.χ. διακανονισμός του σχετικού στοιχείου του ισολογισμού όπως καταβολή αποζημίωσης προσωπικού από δημιουργημένη πρόβλεψη).

Σημαντικό είναι επίσης η οντότητα να παρακολουθεί τη φορολογική βάση της καθαρής της θέσης, και ιδίως των «κερδών εις νέο» για να γνωρίζει τα ποσά για τα οποία υπάρχει υποχρέωση καταβολής φόρου εισοδήματος σε περίπτωση διανομής.

Για πιο ολοκληρωμένη παρουσίαση του θέματος παρατίθεται το επόμενο παράδειγμα, το οποίο αναφέρεται ειδικά σε οντότητες που επιλέγουν να χρησιμοποιούν εύλογες αξίες.

Παράδειγμα 3.5.2. Λογιστική και φορολογική βάση – διαφορές από μεταβολές λογ/μών ισολογισμού

Για την επιχείρηση ΒΗΤΑ δίνονται οι εξής πληροφορίες για τη χρήση 20Χ5.

1. Τα ενσώματα πάγια αποσβένονται με λογιστικό συντελεστή 8% και φορολογικό 10%.

2. Τα άυλα πάγια αποσβένονται με λογιστικό συντελεστή 15% και φορολογικό 10%.

3. Τα διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στην εύλογη αξία με αναγνώριση των διαφορών σε αποθεματικό της καθαρής θέσης, ενώ φορολογικά παρακολουθούνται στο κόστος.

4. Η αξία των αποθεμάτων δεν διαφέρει λογιστικά και φορολογικά.

5. Οι απαιτήσεις υπόκεινται σε απομείωση λόγω επισφάλειας για λογιστικούς σκοπούς, ενώ φορολογικά παρακολουθούνται στο κόστος.

6. Το εμπορικό χαρτοφυλάκιο (χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία) αποτιμάται σε εύλογες αξίες και οι μεταβολές καταχωρούνται στα αποτελέσματα, ενώ φορολογικά οι διαφορές αυτές δεν αναγνωρίζονται (το εμπορικό χαρτοφυλάκιο φορολογικά παρακολουθείται στο κόστος κτήσης).

7. Οι προβλέψεις για αποζημίωση προσωπικού λογίζονται με την αρχή του δουλευμένου σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα ενώ οι πληρωμές μειώνουν την αξία τους. Σημείωση: από φορολογικής απόψεως δεν αναγνωρίζονται οι προβλέψεις κατά το σχηματισμό τους αλλά αναγνωρίζονται (εκπίπτουν) οι καταβολές για τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος.

8. Δεν έγινε διανομή κερδών στη διάρκεια της χρήσης.

Για τη ΒΗΤΑ δίνεται επίσης η λογιστική και φορολογική βάση των χρηματ/κών της καταστάσεων:

Πίνακας 3.4: Ισολογισμός λογιστικής και φορολογικής βάσης, ΒΗΤΑ 2015
 

  20Χ5 20Χ4
  Λογιστική Φορολογική Λογιστική Φορολογική
Μη κυκλοφορούντα στοιχεία αξία βάση αξία βάση
Ενσώματα πάγια (κόστος κτήσεως) 2.800 2.800 2.800 2.800
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων -896 -1.120 -672 -840
Αναπόσβεστη αξία 1.904 1.680 2.128 1.960
Άυλα 1.200 1.200 1.200 1.200
Αποσβέσεις -720 -480 -540 -360
Αναπόσβεστη αξία 480 720 660 840
Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά στοιχεία (κόστος) 1.000 1.000 1.000 1.000
Διαφορές επιμέτρησης στην εύλογη αξία -100 0 10 0
Εύλογη αξία διαθεσίμων για πώληση 900 1.000 1.010 1.000
Σύνολο μη κυκλοφορούντων στοιχείων 3.284 3.400 3.798 3.800
Κυκλοφορούντα στοιχεία        
Αποθέματα 300 300 200 200
Εμπορικές απαιτήσεις (κόστος) 350 350 600 600
Απομειώσεις (επισφάλειες) -120 0 -100 0
Καθαρή αξία εμπορικών απαιτήσεων 230 350 500 600
Εμπορικό χαρτοφυλάκιο (κόστος) 200 200 0 0
Διαφορές εύλογης αξίας εμπορικού χαρτοφυλακίου 50 0 0 0
Εύλογη αξία εμπορικού χαρτοφυλακίου 250 200 0 0
Διαθέσιμα 20 20 5 5
Σύνολο κυκλοφορούντων στοιχείων 800 870 705 805
Σύνολο ενεργητικού 4.084 4.270 4.503 4.605
Καθαρή θέση        
Καταβλημένο κεφάλαιο 2.500 2.500 2.500 2.500
Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση -100 0 10 0
Αποτελέσματα εις νέον -479 307 -522 300
Σύνολο καθαρής θέσης 1.921 2.807 1.988 2.800
Προβλέψεις        
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους 450 0 460 0
Λοιπές προβλέψεις 250 0 250 0
Σύνολο προβλέψεων 700 0 710 0
Υποχρεώσεις        
Τραπεζικά δάνεια 700 700 900 900
Εμπορικές υποχρεώσεις 550 550 600 600
Τρέχων φόρος εισοδήματος 13 13 70 70
Λοιπές υποχρεώσεις 200 200 235 235
Σύνολο υποχρεώσεων 1.463 1.463 1.805 1.805
Σύνολο καθαρής θέσης, προβλέψεων και υποχρεώσεων 4.084 4.270 4.503 4.605

 

Πίνακας 3.5 : Κατάσταση αποτελεσμάτων, ΒΗΤΑ 20Χ5    
  20Χ5 20Χ4
Πωλήσεις 2000 2000
Αναλώσεις υλικών -987 -987
Μεταβολή αποθεμάτων 100 100
Παροχές σε εργαζομένους -300 -300
Προβλέψεις παροχών σε εργαζομένους μετά τη συνταξ/τηση -30 0
Καταβολές αποζημιώσεων σε εργαζομένους 0 -40
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων -224 -280
Αποσβέσεις άυλων στοιχείων -180 -120
Λοιπά έξοδα -280 -280
Έξοδα ψυχαγωγίας -15 0
Τέλος επιτηδεύματος -5 0
Απομειώσεις εμπορικών απαιτήσεων -20 0
Κέρδος εμπορικού χαρτοφυλακίου 50 0
Χρεωστικοί τόκοι -43 -43
Πρόστιμα -10 0
Κέρδη προ φόρου εισοδήματος (λογιστικά/φορολογητέα) 56 50
Φόροςεισοδήματοςμεσυντελεστή26% -13 -13
Κέρδη μετά από το φόρο εισοδήματος(λογιστικά/φορολογικά) 43 37


Ζητείται

Να καταρτιστεί πίνακας με τις διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης, ταξινομημένες σε μόνιμες και προσωρινές.
 

Πίνακας3.6 : Διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης των χρηματ/κών καταστάσεων της ΒΗΤΑ, 20Χ5      
  Λογιστική αξία Φορολογική βάση Διαφορά βάσεων
Διαφορές στοιχείων του Ενεργητικού      
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων -896 -1.120 -224
Αποσβέσεις άυλων στοιχείων -720 -480 240
Διαφορές επιμέτρησης διαθέσιμων για πώληση στην εύλογη αξία -100 0 100
Σύνολο μη κυκλοφορούντων -1.716 -1.600 116
Απομείωση εμπορικών απαιτήσεων -120 0 120
Διαφορές εύλογης αξίας εμπορικού χαρτοφυλακίου 50 0 -50
  -70 0 70
Σύνολο διαφορών ενεργητικού     186
Διαφορές καθαρής θέσης      
Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση -100 0 100
Αποτελέσματα εις νέον -479 307 786
  -579 307 886
Διαφορές προβλέψεων      
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζόμενους 450 0 -450
Λοιπές προβλέψεις 250 0 -250
  700 0 -700
Σύνολο διαφορών καθαρής θέσης, προβλέψεων και υποχρεώσεων     186
       
Διαφορές της κατάστασης αποτελεσμάτων και προσδιορισμός φορολογητέων κερδών      
       
(Ι)Λογιστικά κέρδη ισολογισμού προ φόρων     56
Πλέον:      
(ΙΙ)Προσωρινές (αντιστρέψιμες) λογιστικές διαφορές      
Προβλέψεις παροχών σε εργαζομένους μετά τη συνταξ/τηση -30 0 30
Καταβολές αποζημιώσεων σε εργαζομένους 0 -40 -40
Αποσβέσεις ενσωμάτων παγίων -224 -280 -56
Αποσβέσεις άυλων στοιχείων -180 -120 60
Απομειώσεις εμπορικών απαιτήσεων -20 0 20
Κέρδος εμπορικού χαρτοφυλακίου 50 0 -50
  -404 -440 -36
(ΙΙΙ) Μόνιμες (μη αντιστρέψιμες) λογιστικές διαφορές      
Έξοδα ψυχαγωγίας -15 0 15
Τέλος επιτηδεύματος -5 0 5
Πρόστιμα -10 0 10
  -30 0 30
       
Φορολογητέα κέρδη     50
Φόρος εισοδήματος (50χ φορολογικός συντελεστής 26%)     13
Καθαρά λογιστικά κέρδη περιόδου (κέρδη προ φόρων μείον φόρος εισοδήματος, 56-13)     43
Καθαρό φορολογικό αποτέλεσμα (φορολογητέα κέρδη μείον φόρος εισοδήματος, 50-13)     37


Σημειώσεις

Για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος λαμβάνονται υπόψη μόνο οι διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης της Κατάστασης Αποτελεσμάτων. Οι διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης λογαριασμών του ισολογισμού θα επηρεάσουν τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος σε μελλοντικές περιόδους.

Η φορολογική βάση των «Αποτελεσμάτων εις νέο» του έτους 20Χ5 προκύπτει εάν στο ποσό του αντίστοιχου κονδυλίου του 20Χ4 προστεθούν για τη χρήση 20Χ5: α) το φορολογικό αποτέλεσμα μετά από φόρους (ποσού 37), και β) οι μόνιμες φορολογικές διαφορές (ποσού -30).

Για την κατανόηση του θέματος αυτού σημειώνεται ότι τα ποσά των μόνιμων διαφορών της χρήσης 20Χ5 έχουν αφαιρεθεί από το λογιστικό αποτέλεσμα, καθώς αντιπροσωπεύουν έξοδα που έχουν μειώσει το ενεργητικό (το ταμείο, υποθέτοντας εξόφληση) και την καθαρή θέση (Κέρδη εις νέο). Ωστόσο, τα ποσά αυτά δεν έχουν μειώσει τη φορολογική καθαρή θέση αφού προστέθηκαν για να υπολογιστούν τα φορολογητέα κέρδη και ο φόρος εισοδήματος. Συνεπώς, πρέπει να αφαιρεθούν.

Τέλος, σημειώνεται ότι η φορολογική βάση των κερδών εις νέο αντιπροσωπεύει το ποσό που έχει ήδη υποβληθεί σε φόρο εισοδήματος, και συνεπώς είναι σημαντική πληροφορία για τη διανομή κερδών.

Παράδειγμα 3.5.3. Λογιστική και φορολογική βάση – Πώληση παγίου με διαφορετικές λογιστικές και φορολογικές αποσβέσεις

Κατά την 31 Δεκεμβρίου 20Χ4 η επιχείρηση ΓΑΜΑ είχε στην κατοχή της πάγιο με τα εξής δεδομένα:
 

Αξία κτήσης 1.300 1.300
Σωρευμένες αποσβέσεις 800 600
Αναπόσβεστη αξία 500 700


Το πάγιο αυτό πωλήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 20Χ5 αντί 550.

Ζητείται

Να υπολογιστεί η λογιστική και η φορολογική βάση της συναλλαγής(κέρδος ή ζημία)για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της ΓΑΜΑ της χρήσης 20Χ5.

Απάντηση
 

  Λογιστική βάση Φορολογική βάση
Αξία κτήσης 1.300 1.300
Σωρευμένες αποσβέσεις 800 600
Αναπόσβεστη αξία 500 700
Τιμή πώλησης 550 550
Κέρδος/Ζημιά – λογιστική / φορολογική βάση 50 -150


Δηλαδή, από την πώληση προκύπτει λογιστικό κέρδος 50 και φορολογική ζημιά 150 ευρώ (είχαν γίνει περισσότερες λογιστικές αποσβέσεις από ότι φορολογικές κατά 200 ευρώ). Ως εκ τούτου, η διαφορά φορολογικής και λογιστικής βάσης είναι -150-50=200. Επομένως, από το λογιστικό αποτέλεσμα (που περιλαμβάνει κέρδος 50 ευρώ) θα αφαιρεθεί το ποσό της διαφοράς των 200 ευρώ για να υπολογιστεί το φορολογητέο αποτέλεσμα της χρήσης » . (ΠΟΛ.1003/31.12.2014 )

●●●

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : 4.

Απόσπασμα από το βιβλίο : «Λογιστική Οργάνωση στα Πλαίσια των Ε.Λ.Π. » ( των Κων. Καραμάνη και Παν. Βρουστούρη, http://elp-books.gr/book ) ,

[ Λογιστική οργάνωση στα πλαίσια των Ε.Λ.Π. μετά την εφαρμογή του Ν. 4308/2014 και ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου και καινοτομικού συστήματος για την ασφαλή παρακολούθηση της λογιστικής και της φορολογικής βάσης των διαφόρων στοιχείων του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων, με λογιστικές εγγραφές ] .

« 1.5 Εισαγωγή στο σύστημα παρακολούθησης Λογιστικής και φορολογικής βάσης.

Ο νόμος των ΕΛΠ απαιτεί ρητά από την οντότητα να παρακολουθεί τόσο τη λογιστική όσο και τη φορολογική βάση των στοιχείων του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων. Όπως είναι γνωστό, διαφορές των δύο βάσεων προκαλούνται από την απόκλιση της κείμενης φορολογικής νομοθεσίας από τους ισχύοντες λογιστικούς κανόνες αναγνώρισης και επιμέτρησης. Σημειώνεται ότι η απαίτηση για παρακολούθηση των διαφορών λογιστικής και φορολογικής βάσης είναι αυτονόητη, όταν υπάρχουν τέτοιες διαφορές, διότι διαφορετικά δεν είναι δυνατή η ορθή υποβολή φορολογικής δήλωσης

Στην πράξη, η παρακολούθηση των δύο Βάσεων γίνεται με διάφορους τρόπους κα τεχνικές, αλλά υπάρχουν δύο βασικές προσεγγίσεις:

α) Ανεξάρτητη και πλήρης παρακολούθηση κάθε μιας Βάσης ξεχωριστά, ή

β) Παρακολούθηση μιας εκ των δύο βάσεων και συμπληρωματική παρακολούθηση των όποιων διαφορών προκύπτουν, ώστε το άθροισμα της παρακολουθούμενης βάσης και των διαφορών να οδηγεί στα ποσά της άλλης βάσης.

Περαιτέρω, οι δύο βάσεις μπορεί να ενσωματώνονται στο μηχανογραφικό πληροφοριακό σύστημα της οντότητας, είτε μέσω λογιστικών εγγραφών είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Μπορεί επίσης να παρακολουθούνται εκτός του μηχανογραφικού πληροφοριακού συστήματος με τη χρήση ενός ξεχωριστού ηλεκτρονικού (π.χ. excel) ή χειρόγραφου αρχείου. Άλλωστε, ο νόμος παρέχει τη σχετική ελευθερία επιλογής στις υποκείμενες οντότητες. Ωστόσο, η παρακολούθηση των δύο βάσεων με απλοϊκό τρόπο, όπως σε αρχείο excel ή χειρόγραφα, εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους λαθών, όταν η οντότητα έχει σημαντικό αριθμό διαφορών λογιστικής - φορολογικής βάσης. …….

Οι διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης αφορούν τόσο στοιχεία του ισολογισμού όσο και στοιχεία της κατάστασης αποτελεσμάτων.

Συνεπώς, οι δημιουργούμενοι λογαριασμοί διαφορών βάσεων αφορούν τόσο στοιχεία του ισολογισμού όσο και στοιχεία των αποτελεσμάτων.

Περαιτέρω, παρακολουθείται κάθε διαφορά λογιστικά και φορολογικής βάσης, είτε πρόκειται για μόνιμη είτε για προσωρινή διαφορά.

Μόνιμη διαφορά φορολογικής και λογιστικής βάσης είναι η διαφορά που δεν αντιστρέφεται ποτέ. Για παράδειγμα, ένα έξοδο που κρίνεται φορολογικά ότι δεν διενεργείται για την προώθηση των σκοπών της οντότητας στη χρήση 20X1, δεν πρόκειται να εκπέσει για φορολογικούς σκοπούς σε καμία χρήση. Αντίθετα, προσωρινή είναι Γ διαφορά φορολογικής και λογιστικής βάσης όταν αυτή αντιστρέφεται σε μελλοντική περίοδο. Για παράδειγμα, το έξοδο της πρόβλεψης για παροχές στους εργαζόμενοι που αναγνωρίζεται λογιστικά σε μια χρήση δεν εκπίπτει στην ίδια χρήση για φορολογικούς σκοπούς, αλλά θα εκπέσει στο μέλλον, όταν το σχετικό ποσό θα καταβληθεί…….»

●●●

Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 2668 ΕΞ 29.12.2015

ΘΕΜΑ: « ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΣΤΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΒΑΣΗ »

ΕΡΩΤΗΜΑ


Ερώτημα σε σχέση με την παρακολούθηση των αξιών προσαρμογής στη Λογιστική Βάση:

Αντί της τήρησης ειδικών για το σκοπό αυτό λογαριασμών στο λογιστικό μας σχέδιο, θα θέλαμε μια επιβεβαίωση ότι η εναλλακτική παρακάτω μεθοδολογία είναι ΙΣΟΔΥΝΑΜΗ:

1. Χρήση των ΙΔΙΩΝ (οικείων) ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ (χωρίς αλλαγή λογιστικού σχεδίου για το σκοπό αυτό)

2. Χρήση ΕΙΔΙΚΟΥ για το σκοπό αυτό ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Με βάση το Ημερολόγιο στο οποίο θα εγγράφονται οι διαφορές, το λογιστικό μας σύστημα θα εξάγει Καθολικά, Ισοζύγια και κάθε είδους λογιστικές καταστάσεις τόσο για τη ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΗ (εξαιρώντας τις εγγραφές «Ημερολογίων Προσαρμογής») όσο και για τη ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΒΑΣΗ (περιλαμβάνοντας τις εγγραφές «Ημερολογίων Προσαρμογής»). Παράλληλα, σε κάθε κατάσταση που χρησιμοποιείται για τη λογιστική ΣΥΜΦΩΝΙΑ θα παρέχει «διπλή» εικόνα και για τη φορολογική και για τη λογιστική βάση π.χ. Αναλυτικό Ισοζύγιο Πελατών, Αναλυτικό Μητρώο Παγίων κ.ο.κ.

Παραθέτουμε και την εξής σχετική αναφορά της Λογιστικής Οδηγίας (σελ. 200, §Γ.3.2)

Σε ένα λογιστικό σύστημα που βασίζεται στη χρήση σύγχρονης πληροφορικής τεχνολογίας, η ανάλυση που προσφέρει ένα «σχέδιο λογαριασμών» του χειρόγραφου συστήματος ή ενός πεπαλαιωμένου τέτοιου συστήματος, παρέχεται ευχερώς, σε πολύ μεγαλύτερη ανάλυση και με μεγαλύτερη ασφάλεια, μέσω κατάλληλης οργάνωσης των ηλεκτρονικών αρχείων, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ Η ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΑΥΤΗΣ της ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΣΤΟ «ΣΧΕΔΙΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ». Συνεπώς, δίνεται η δυνατότητα στις οντότητες να παρέχουν την απαιτούμενη ή ισοδύναμη ανάλυση και συγκέντρωση πληροφοριών που προδιαγράφεται από το σχέδιο λογαριασμών του παρόντος νόμου, μέσα από το πληροφοριακό τους σύστημα…

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Η παράγραφος 5 άρθρο 3 του νόμου 4308/2014, επιβάλλει την παρακολούθηση της λογιστικής βάσης των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης, καθώς και την παρακολούθηση της φορολογικής βάσης των στοιχείων των εσόδων, εξόδων, περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων και καθαρής θέσης.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του νόμου ορίζει ότι η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη της τήρησης αξιόπιστου λογιστικού συστήματος, χωρίς να ορίζει περαιτέρω την μεθοδολογία και τον τρόπο τήρησης.

Βάσει των προαναφερθέντων κάθε μεθοδολογία παρακολούθησης που διασφαλίζει τις προϋποθέσεις αξιοπιστίας και δυνατότητας ελέγχου του νόμου, είναι αποδεκτή .

●●●

Επίλογος

Στις «απλές περιπτώσεις», που είναι και οι συνηθέστερες έχουμε τις εξής περιπτώσεις :

Περίπτωση πρώτη : Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ « λογιστικής » και « φορολογικής » βάσης. Δεν συμπληρώνουμε τον «Πίνακα Κ», συμπληρώνουμε την «κατάσταση της φορολογικής αναμόρφωσης» ( όπως παλιά ) και προσδιορίζουμε το φορολογητέο αποτέλεσμα.

●●●

Περίπτωση δεύτερη : Η διαφορά μεταξύ «Λογιστικής» και «Φορολογικής βάσης», είναι μόνο οι δόσεις του ΕΝ.Φ.Ι.Α, οι οποίες δεν εξοφλήθηκαν το 2016. Τότε προσδιορίζω τις λογιστικές διαφορές ως εξής :
 

Α/Α ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ( ΜΟΝΙΜΕΣ και ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ Ε.Λ.Π ) ΣΥΝΟΛΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΟΝΙΜΗ - '' ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ'' ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ - " ΠΙΝΑΚΑΣ Κ''
1 Δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται φορολογικά ( όπως προκύπτουν από την " Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης'' ) 15.000,00 15.000,00  
2 ΕΝ.Φ.Ι.Α  [ Σύνολο δαπάνης 5.000, πληρωμές στο 2016 2.000 ] 3.000,00   3.000,00
3 ΕΝ.Φ.Ι.Α  [ Σύνολο δαπάνης 5.000 χρήσης 2015, πληρωμές στο 2016  3.000 ] - Είχαν αναμορφωθεί το έτος 2015. -2.000,00   -2.000,00
  ΣΥΝΟΛΟ 16.000,00 15.000,00 1.000,00


Αν βέβαια κάποιος καταχωρεί στα λογιστικά βιβλία τον ΕΝ.Φ.Ι.Α, με βάση τις πληρωμές ( σε αντίθεση με τις προβλέψεις των Ε.Λ.Π ), τότε δεν θα συμπληρώσει τον «Πίνακα Κ», καθώς δεν θα υπάρχει διαφορά μεταξύ «Λογιστικής» και «Φορολογικής βάσης», όσον αφορά τον ΕΝ.Φ.Ι.Α.

●●●

Περίπτωση τρίτη : Η διαφορά μεταξύ «Λογιστικής» και «Φορολογικής βάσης», είναι μόνο οι « ασφαλιστικές εισφορές» , οι οποίες δεν εξοφλούνται εμπρόθεσμα. Τότε προσδιορίζω τις λογιστικές διαφορές ως εξής :
 

Α/Α ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ( ΜΟΝΙΜΕΣ και ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ Ε.Λ.Π ) ΣΥΝΟΛΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΟΝΙΜΗ - '' ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ'' ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ - " ΠΙΝΑΚΑΣ Κ''
1 Δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται φορολογικά ( όπως προκύπτουν από την " Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης'' ) 18.000,00 18.000,00  
2 Ασφαλιστικές εισφορές έτους 2016  [ Σύνολο εισφορών 90.000. Πληρωμές στο 2016 και εμπρόθεσμες στο 2017, που αφορούν το 2016 = 75.000 ] 15.000,00   15.000,00
3 Ασφαλιστικές εισφορές έτους 2015, που πληρώθηκαν το 2016 ( ποσό χωρίς τις προσαυξήσεις ) - Εννοείται ότι είχαν αναμορφωθεί το 2015 -8.000,00   -8.000,00
  ΣΥΝΟΛΟ 25.000,00 18.000,00 7.000,00


●●●

Ας ελπίσουμε ότι η Ομάδα Εργασίας στην Α.Α.Δ.Ε. για τον ανασχεδιασμό του εντύπου Ε3, θα σχεδιάσει ένα εύχρηστο και πρακτικό έντυπο . Όμως, όπως έγραφα και στο «Σχόλιο της Δευτέρας ( 20/4/2017 ) » : « Η παρουσία στην επιτροπή μόνο συναδέλφων εφοριακών και όχι και εκπροσώπων των Λογιστών ( των χρηστών δηλαδή ) , μειώνει την πιθανότητα για την δημιουργία ενός νέου « εύχρηστου» εντύπου, το οποίο θα είναι συμβατό και αυτοματοποιημένο σε σχέση με τις πληροφορίες που δίδονται από τα Ε.Λ.Π. και με μη επιλαμβανόμενες σε άλλα φορολογικά έντυπα πληροφορίες . Ελπίζω επίσης, να διορθωθεί η « αστοχία » του « Πίνακα Κ » και να υπάρχουν αναλυτικές και σαφείς οδηγίες για τους κωδικούς του « Νέου Εντύπου». Καλή Επιτυχία ».

Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 147 ΕΞ 20.1.2017 Συναλλαγές και στοιχεία σε ξένο νόμισμα

$
0
0

Αθήνα, 20.01.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 147 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ και ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 147/2017

(-TEST MODE )

ΘΕΜΑ : Συναλλαγές και στοιχεία σε ξένο νόμισμα

ΕΡΩΤΗΜΑ

Θα σας παρακαλούσα να μας απαντήσετε για το σωστό λογιστικό χειρισμό μετατροπής ισοτιμίας της εισαγωγής εμπορευμάτων από Τρίτη χώρα και πώληση εμπορευμάτων σε ξένο νόμισμα με προπληρωμή όλης της αξίας, έναντι και με πίστωση.

20.2.1 Το κόστος κτήσης των αποθεμάτων περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών που απαιτούνται για να φθάσουν αυτά στην παρούσα θέση και κατάστασή τους. Ο όρος «παρούσα θέση» αναφέρεται στη γεωγραφική θέση στην οποία βρίσκονται (π.χ. σε αποθήκη στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη). Ο όρος «κατάσταση» αναφέρεται στο στάδιο επεξεργασίας για παραγόμενα προϊόντα.

20.2.2 Το κόστος αγοράς για εμπορεύματα και υλικά περιλαμβάνει την τιμή αγοράς, τους εισαγωγικούς δασμούς και άλλους φόρους (εκτός εκείνων που η οντότητα μπορεί στη συνέχεια να ανακτήσει από την φορολογική αρχή, όπως ο ΦΠΑ), μεταφορικά, κόστη παράδοσης και άλλα κόστη άμεσα επιρριπτέα στην απόκτηση των ετοίμων αγαθών, υλικών και υπηρεσιών. Εμπορικές εκπτώσεις, μειώσεις τιμών και άλλα παρόμοια στοιχεία αφαιρούνται κατά τον προσδιορισμό του κόστους κτήσης των αποθεμάτων.

27.1.3 Η βασική αρχή που ακολουθείται στην αρχική αναγνώριση μιας συναλλαγής σε ξένο νόμισμα (έσοδο, έξοδο, περιουσιακό στοιχείο, υποχρέωση ή καθαρή θέση) είναι ότι η συναλλαγή αυτή μετατρέπεται στο νόμισμα στο οποίο καταρτίζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας με την ισχύουσα, κατά περίπτωση, συναλλαγματική ισοτιμία κατά τη συναλλαγή. (συναλλαγή θεωρείται η ημερομηνία του τιμολογίου; Η ημερομηνία παραλαβής; Η ημερομηνία αποστολής από τον προμηθευτή που αποξενώνεται από τα εμπορεύματα;)

Α) Εισαγωγή από Τρίτη χώρα:
Τιμολόγιο οίκου εξωτερικού 16/11/2016 100.000,00 usd
Διασάφηση εισαγωγής 02/12/2016
Τιμολόγιο εκτελωνιστή 30/12/2016
Τιμολόγιο ΟΛΠ 02/12/2016 (Με ημερομηνία άφιξης εμπορευμάτων στο τιμολόγιο 23/11/2016)
Ερωτάται με ποιά ισοτιμία θα προσδιοριστεί το πραγματικό κόστος εισαγωγής σε περίπτωση που το τιμολόγιο
- έχει προπληρωθεί
- έχουν γίνει πληρωμές έναντι
- έχει εκδοθεί επί πιστώσει

Β) Πώληση σε usd
Τιμολόγιο πώλησης 10/11/2016 100.000,00 usd
Ερωτάται με ποιά ισοτιμία θα προσδιοριστεί το πραγματικό έσοδο σε περίπτωση που το τιμολόγιο:
- προπληρωμή 15/09/2016
- έναντι εισπράξεις
- επί πιστώσει

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

(α) Γενικά, για λογιστικούς σκοπούς, ημερομηνία της συναλλαγής κατά την απόκτηση των αποθεμάτων είναι η συμφωνηθείσα ημερομηνία απόκτησης του ελέγχου επί αυτών. Η ημερομηνία αυτή είναι η ημερομηνία που συμβατικά, τα αποθέματα τίθενται στη διάθεση του αγοραστή από τον πωλητή. Για παράδειγμα, αν τα αγαθά φορτωθούν από τις εγκαταστάσεις του πωλητή και μετά την έξοδο από τις εγκαταστάσεις, ταξιδεύουν με ευθύνη του αγοραστή, ή συναλλαγή έχει πραγματοποιηθεί με την φόρτωση των αποθεμάτων.

(β) Ημερομηνία συναλλαγής σε ξένο νόμισμα, είναι η ημερομηνία της ανάληψης της δέσμευσης για πληρωμή ή είσπραξη ποσού συναλλάγματος.

(γ) Βάσει αυτών, εάν το ποσό του ξένου νομίσματος έχει προπληρωθεί, δηλαδή έχει πληρωθεί πριν τη συναλλαγή απόκτησης των αποθεμάτων κατά τα ανωτέρω, η συναλλαγή σε ξένο νόμισμα έχει πραγματοποιηθεί κατά την ημερομηνία του εμβάσματος. Στην περίπτωση αυτή, το κόστος κτήσης του αποθέματος, (όσον αφορά τον προμηθευτή) είναι το ποσό του ξένου νομίσματος σε ευρώ με την ισοτιμία της ημερομηνίας του εμβάσματος της προπληρωμής, δηλαδή το ποσό που εμβάσθηκε σε ευρώ.

(δ) Αν το ποσό του ξένου νομίσματος έχει προπληρωθεί μερικώς, κατά το μέρος της προπληρωμής ισχύει το (γ) ανωτέρω.

(ε) Όταν η αγορά γίνεται με πίστωση, (μερικώς ή ολικώς), το κόστος κτήσης του αποθέματος είναι το ποσό του ξένου νομίσματος σε ευρώ με την ισοτιμία της ημερομηνίας της συναλλαγής απόκτησης του αποθέματος κατά το (α) ανωτέρω.

Τα ίδια ακριβώς κατ΄ αναλογία ισχύουν και στην περίπτωση της πώλησης.



Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 110 ΕΞ 20.1.2017 Μέθοδοι αποτίμησης αποθεμάτων στο τέλος της χρήσης και αλλαγή λογιστικής πολιτικής σύμφωνα με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

$
0
0

Αθήνα, 20.01.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 110 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ και ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 110/2017

( - TEST MODE - )

ΘΕΜΑ : Μέθοδοι αποτίμησης αποθεμάτων στο τέλος της χρήσης και αλλαγή λογιστικής πολιτικής σύμφωνα με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

ΕΡΩΤΗΜΑ

1) Σύμφωνα με τον Νόμο 4308/2014 Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, στο άρθρο 4, ορίζονται τα εξής:
….4. Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων: Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται:
…γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 7 του ίδιου νόμου, ορίζονται τα ακόλουθα:
….7. Το κόστος κτήσης του τελικού αποθέματος:
α) Προσδιορίζεται, σύμφωνα με τη μέθοδο «Πρώτο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (FIFO) ή τη μέθοδο του μέσου σταθμικού όρου ή άλλη τεκμηριωμένα γενικά αποδεκτή μέθοδο. Η χρήση της μεθόδου «Τελευταίο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (LIFO) δεν επιτρέπεται.

Η μέθοδος αυτή (FIFO) θεωρεί ότι η πρώτη εισαγωγή είναι και η πρώτη εξαγωγή, δηλ. ότι το χρονικά αγορασμένο πρώτα εμπόρευμα πουλιέται πρώτο. Έτσι τα αποθέματα εμπορευμάτων της απογραφής τέλους χρήσης προέρχονται από τις τελευταίες αγορές, ενώ η ποσότητα και η αξία των πωλούμενων εμπορευμάτων (το κόστος πωληθέντων) προέρχεται από τα αρχικά αποθέματα και τις αρχικές αγορές.
Επίσης, σύμφωνα με τις αρχές της Χρηματοοικονομικής Λογιστικής και συγκεκριμένα όσο αναφορά τις μεθόδους υπολογισμού της τιμής κτήσης των αποθεμάτων, μία από τις γνωστότερες μέθοδοι υπολογισμού της τιμής κτήσης είναι η μέθοδος του βασικού αποθέματος.
Η μέθοδος αυτή χωρίζει τα αποθέματα σε δύο κατηγορίες. Η μία κατηγορία αφορά το βασικό απόθεμα (απόθεμα ασφαλείας), το οποίο είναι αναγκαίο για την παραγωγική δραστηριότητα της επιχείρησης και το ύψος του δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από κάποια συγκεκριμένη ποσότητα. Η άλλη κατηγορία είναι το υπεραπόθεμα. Αυτό είναι η ποσότητα εμπορευμάτων που υπάρχει στην επιχείρηση, πάνω από το όριο ασφαλείας και χρησιμοποιείται για μια έκτακτη ανάγκη ή όταν η επιχείρηση σκοπεύει να αυξήσει τη μελλοντική παραγωγική της δραστηριότητα.

Ερωτάσθε:
Α) εάν δύναται να χρησιμοποιηθούν οι δύο μέθοδοι αποτίμησης, FIFO και μέθοδος του βασικού αποθέματος για την αποτίμηση του τελικού αποθέματος της κλειόμενης χρήσης 2016 και
Β) αν η προαναφερόμενη μέθοδος του βασικού αποθέματος μπορεί να θεωρηθεί από τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα ως γενικά αποδεκτή μέθοδος αποτίμησης.

2) Ο ίδιος νόμος (4308/2014), ορίζει στο άρθρο 28, τα εξής:
1. Οι μεταβολές των λογιστικών πολιτικών και οι διορθώσεις λαθών αναγνωρίζονται αναδρομικά με τη διόρθωση:
α) Των λογιστικών αξιών των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και της καθαρής θέσης, για τη σωρευτική επίδραση της μεταβολής κατά την έναρξη και λήξη της συγκριτικής και της τρέχουσας περιόδου, και
β) των εσόδων, κερδών, εξόδων και ζημιών, όσον αφορά την επίδραση επί των λογιστικών μεγεθών της συγκριτικής περιόδου.


Ερωτάσθε εάν υπάρχει υποχρέωση να γίνει αλλαγή στις οικονομικές καταστάσεις της χρήσης 2015 όπως και στην Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος που υποβλήθηκε το 2016 και αφορά τη χρήση 2015, στην περίπτωση της αλλαγής μεθόδου αποτίμησης των αποθεμάτων της χρήσης 2016 και εάν ναι, τα ΕΛΠ ορίζουν ότι η λογιστική πολιτική που ακολουθεί η εταιρία και στη συγκεκριμένη περίπτωση η μέθοδος της αποτίμησης των αποθεμάτων, θα πρέπει να τηρείται για 4 χρόνια. Η έναρξη ισχύος των ΕΛΠ είναι η 01/01/2015. Αναγνωρίζονται τα προηγούμενα έτη, δηλαδή πριν την έναρξη ισχύος του εν λόγω νόμου, ώστε να είναι δυνατή η αλλαγή της λογιστικής πολιτικής που διατηρεί η εταιρία από τη χρήση 2010;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Οι έννοιες που αναφέρονται στο ερώτημα (βασικό απόθεμα και υπεραπόθεμα) δεν είναι λογιστικές έννοιες και συνεπώς δεν επηρεάζουν τις μεθόδους αποτίμησης που προβλέπονται από το ν. 4308/2014 και τα ΔΠΧΑ (Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς), οι οποίες είναι καθολικής εφαρμογής για όλα τα αποθέματα, ανεξαρτήτως του πώς χαρακτηρίζονται αυτά για επιχειρηματικούς ή άλλους σκοπούς.

Με βάση την παράγραφο 20.7.3 της Λογιστικής Οδηγίας Εφαρμογής του νόμου, επιτρέπεται διαφορετική μέθοδος αποτίμησης για αποθέματα που δεν έχουν την ίδια φύση η χρήση. Για παράδειγμα μπορεί από την ίδια οντότητα, να χρησιμοποιείται η μέθοδος FIFO για τα υλικά προς βιομηχανοποίηση και η μέθοδος του μέσου σταθμικού όρου για τα εμπορεύματα.

Τα ΕΛΠ δεν καθορίζουν χρονικά διαστήματα για την αλλαγή λογιστικής πολιτικής, αλλά μόνο τον τρόπο λογιστικής παρουσίασης αυτών, όταν η αλλαγή αποφασισθεί και τεκμηριωθεί από τη διοίκηση της οντότητας. Συνεπώς μεταβολή της μεθόδου αποτίμησης των αποθεμάτων, για παράδειγμα βάσει του άρθρου 25 του νόμου 4172/2013, παρουσιάζεται λογιστικά, βάσει του άρθρου 28 του νόμου 4308/2014.



Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ


Αριθμ. Δ.Σ.Σ. Α 1067278 ΕΞ 2017 Επιχειρησιακό Σχέδιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) για το έτος 2017.

$
0
0
Αριθμ. Δ.Σ.Σ. Α 1067278 ΕΞ 2017

Επιχειρησιακό Σχέδιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) για το έτος 2017.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων του Κεφαλαίου Α΄ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα:
α) την περίπτωση ζ παράγραφος 2 του άρθρου 2 σχετικά με την αρμοδιότητα της Αρχής για το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδιασμό των δράσεων όλων των υπηρεσιών της και την κατάρτιση στοχοθεσίας και δεικτών απόδοσης,
β) την περίπτωση β παράγραφος 2 του άρθρου 14, σύμφωνα με την οποία ο Διοικητής της Αρχής καταρτίζει και αναθεωρεί, εφόσον απαιτείται, το ετήσιο επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής και καθορίζει τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους,
γ) τις παραγράφους 1, 2, 4 και 5 του άρθρου 22, σχετικά με το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο και τα λοιπά σχέδια δράσης της Αρχής,
δ) την περίπτωση β παράγραφος 1 του άρθρου 9 για την ανάγκη παροχής σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής για το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής,
ε) την παράγραφο 1 του άρθρου 23 σύμφωνα με την οποία και με γνώμονα την επίτευξη των στρατηγικών στόχων, κοινοποιείται στις υπηρεσίες ο επιχειρησιακός σχεδιασμός της Αρχής και καθορίζονται οι ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι των οργανικών μονάδων, ο βαθμός προτεραιότητας για κάθε στόχο, οι δείκτες μέτρησης των αποτελεσμάτων, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα,
στ) την παράγραφο 1 του άρθρου 23 σύμφωνα με την οποία οι προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων, οι οποίοι με την τοποθέτησή τους και την ανάληψη υπηρεσίας αποδέχονται αυτοδικαίως τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους των οργανικών μονάδων, που προσδιορίζονται από τον Διοικητή της Αρχής, κατανέμουν αυτούς, στους προϊσταμένους των υπό αυτών οργανικών μονάδων, επιπέδου υποδιεύθυνσης ή τμήματος ή αυτοτελούς γραφείου, οι δε προϊστάμενοι των τμημάτων ή αυτοτελών γραφείων κατανέμουν αυτούς μεταξύ των υπαλλήλων, κατά περίπτωση.
2. Την υπ’ αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 2017 (ΦΕΚ 968/Β/22-3-2017) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
3. Την υπ’ αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β΄ 130 και Β΄ 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» και την υπ’ αριθμ. Δ6Α 1145867 ΕΞ2013/25-9-2013 (Β΄ 2417) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκαν, συμπληρώθηκαν και ισχύουν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
4. Την υπ’ αριθμ. 2/77928/0004/27.9.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 507) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Διορισμός μελών του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
5. Την υπ’ αριθμ. 2/77929/0004/27-9-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 507) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Ορισμός Εμπειρογνώμονα για την παροχή εξειδικευμένων συμβουλευτικών υπηρεσιών στο Συμβούλιο Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
6. Το υπ’ αριθμ. 11 πρακτικό της από 04/05/2017 συεδρίασης του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατά την οποία παρείχε τη σύμφωνη γνώμη του για το Επιχειρησιακό Σχέδιο 2017 της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της υποπαραγράφου β της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 4389/2016.
7. Την υπ’ αριθμ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
8. Την υπ’ αριθμ. Δ.Σ.Σ. Α 1045585 ΕΞ 2017/24-03-2017 (ΦΕΚ 1053 Β΄/27-03-2017) απόφαση του Διοικητή για την έκδοση του Στρατηγικού Σχεδίου της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).
9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων(Α.Α.Δ.Ε.), αποφασίζουμε:

Την έκδοση του Επιχειρησιακού Σχεδίου της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων σύμφωνα με το άρθρο 22 και τον καθορισμό στοχοθεσίας σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) των οργανικών μονάδων της Αρχής για το έτος 2017, ως ακολούθως


O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.




Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 5 Μαΐου 2017
Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αριθμ 52635/9.5.2017 Τροποποίηση της υπουργικής απόφασης 56885/10.112014 (Β΄ 3107) «Κώδικας δεοντολογίας για την προστασία του καταναλωτή κατά τις προσφορές, τις εκπτώσεις και τις προωθητικές ενέργειες»

$
0
0

Αριθ. 52635
Τροποποίηση της υπουργικής απόφασης 56885/10.112014 (Β΄ 3107) «Κώδικας δεοντολογίας για την προστασία του καταναλωτή κατά τις προσφορές, τις εκπτώσεις και τις προωθητικές ενέργειες»

(ΦΕΚ Β 1664/15.5.2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Έχοντας υπόψη: Α. Τις διατάξεις:
1.    Του πρώτου άρθρου παράγραφος ΣΤ., υποπαράγραφος ΣΤ.5.2 του ν. 4254/2014 «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 85).
2.    Του ν. 4177/13 «Κανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 173) και ειδικότερα του άρθρου 15 και των άρθρων 21-23 αυτού.
3.    Του ν. 3892/2010 «Ηλεκτρονική καταχώριση και εκτέλεση ιατρικών συνταγών και παραπεμπτικών εξετάσεων», άρθρο 9 «Στελέχωση και οργάνωση της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή» (ΦΕΚ Α΄ 189), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 34 του ν. 4210/2013 (ΦΕΚ Α΄ 254).
4.    Του ν. 2251/1994 «Προστασία των καταναλωτών» (ΦΕΚ Α΄ 191).
5.    Του π.δ. 116/2014 (ΦΕΚ Α΄ 185) «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας».
6.    Του π.δ. 123/2016 (ΦΕΚ Α΄ 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου...Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
7.    Του π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
8.    Του π.δ. 69/2015 (Α΄ 113) «Διορισμός του Αλέξιου Τσίπρα του Παύλου, Αρχηγού του Κόμματος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) ως Πρωθυπουργού».
9.    Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο 1 του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α΄ 98).
10.    Της Α2-718/31.07.2014 απόφασης «Κανόνες Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.)» (ΦΕΚ Β΄ 2090).
11.    Της αριθ. Α4-766/13.12.2013 απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας «Πωλήσεις εποχικών ειδών με μειωμένες τιμές» (ΦΕΚ Β΄ 3234).
12.    Τα αποτελέσματα της διαβούλευσης με συλλογικούς φορείς της αγοράς.
Β. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Την τροποποίηση της υπουργικής απόφασης 56885/10.11.2014 (Β΄ 3107) «Κώδικας δεοντολογίας για την προστασία του καταναλωτή κατά τις προσφορές, τις εκπτώσεις και τις προωθητικές ενέργειες», με την προσθήκη εδαφίου στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 3 ως εξής:

«Για τα βιομηχανικά προϊόντα μακράς διάρκειας και τα είδη ένδυσης και υπόδησης, ως παλαιά τιμή ορίζεται η τιμή στην οποία διατέθηκε το προϊόν για χρονική διάρκεια τουλάχιστον ενός μηνός αμέσως πριν από την μείωση της».


Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 9, Μαΐου 2017
Ο Υπουργός
ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Άρθρα Φορολογία αγροτών - Ορισμένα «φλέγοντα» ζητήματα

$
0
0


Κωνσταντίνος Νιφορόπουλος.
Ορκωτός ελεγκτής λογιστής – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
Επιστημονικός Συνεργάτης Taxheaven

Γεώργιος Παπαδημητρίου
Φοροτεχνικός Πρόεδρος Σ.Ε.ΕΛ.Φ.Ο. Καρδίτσας
Οικονομικός Επόπτης Ε.Β.Ε. Καρδίτσας


[Σημαντικό μέρος του παρόντος άρθρου, είναι «αναδημοσίευση», από το βιβλίο μας «Φορολογικός και Λογιστικός Σύμβουλος του Αγρότη», που θα κυκλοφορήσει την επόμενη εβδομάδα].

 

Περιεχόμενα

Α. (Ειδικές) Προθεσμίες

Β. Υποχρεωτική Ένταξη στο «κανονικό καθεστώς»

Γ. Είδος επιδότησης, που λαμβάνεται υπόψη για την μετάταξη από το « ειδικό » στο «κανονικό» καθεστώς Φ.Π.Α .

Δ. Ταξινόμηση των κωδικών των επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ, στους Κωδικούς του πίνακα Ε, του Εντύπου Ε3.

Ε. Φορολόγηση των Επιδοτήσεων.

ΣΤ. Κωδικοί Δήλωσης του εντύπου Ε1.

Ζ. Συνέπειες της επανένταξης στο ειδικό καθεστώς αγροτών .

Η. «Τεκμήρια» Αγροτών .

Θ. Ο χαρακτηρισμός « Επαγγελματίας Αγρότης».

 

Α. ( Ειδικές ) Προθεσμίες

·         12 Μαΐου 2017.  Υποβολή δήλωσης μετάταξης αγροτών από το «ειδικό» στο «κανονικό» καθεστώς Φ.Π.Α .

[ Η ανωτέρω προθεσμία δεν καταλαμβάνει, τις προαιρετικές μετατάξεις αγροτών. Επίσης, δεν καταλαμβάνει τις δηλώσεις ΦΠΑ και τις δηλώσεις αποθεμάτων μετάταξης των αγροτών που εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς υποχρεωτικά από 01.01.2017 ]

·         12 Μαΐου 2017.  Υποβολή δήλωσης μεταβολών μετάταξης, χωρίς την επιβολή προστίμου, για την «απένταξη» από το «κανονικό καθεστώς» και  ένταξή τους στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ με ημερομηνία μεταβολής την 01.01.2017.

[ Αφορά όσους αγρότες εντάχθηκαν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ λόγω υπέρβασης του ορίου των 5.000 ευρώ από επιδοτήσεις, με συνυπολογισμό και των ποσών επιδοτήσεων που εισπράχθηκαν εντός του έτους 2016 και αφορούν παλαιότερα φορολογικά έτη. Αυτοί δύνανται να επιλέξουν την επαναφορά της αγροτικής τους εκμετάλλευσης στο ειδικό καθεστώς των αγροτών εφόσον, βεβαίως, πληρούν και τις λοιπές προϋποθέσεις ένταξης στο ειδικό καθεστώς, δηλαδή (1) Πωλήσεις μικρότερες  του ορίου των 15.000 ευρώ ή (2) Δεν :  α) ασκούν τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις με τη μορφή εταιρείας οποιουδήποτε τύπου ή αγροτικών συνεταιρισμών, β) πωλούν αγροτικά προϊόντα παραγωγής τους, ύστερα από επεξεργασία που μπορεί να προσδώσει σε αυτά χαρακτήρα βιομηχανικών ή βιοτεχνικών προϊόντων, γ) ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για την οποία έχουν υποχρέωση να τηρούν λογιστικά αρχεία (βιβλία) σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία. δ) παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις των προϊόντων τους προς άλλο κράτος - μέλος της Ε. Ε.. ]

·         15 Μαΐου 2017.  Υποβολή ενιαίας αίτησης ενίσχυσης έτους 2017.

·          9 Ιουνίου 2017. Λήξη προθεσμίας αιτήσεων μεταβίβασης δικαιωμάτων βασικής ενίσχυσης έτους 2017. [ Δείτε σχετικά : α)  Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.: Έναρξη της διαδικασίας μεταβίβασης δικαιωμάτων βασικής ενίσχυσης 2017 και β) Μεταβιβάσεις ΔΒΕ 2017 - Παρουσίαση Άμεσων Ενισχύσεων ].

·         15 Ιουνίου 2017 . Έκδοση πιστωτικών τιμολογίων, στην περίπτωση που έχουν πραγματοποιηθεί παραδόσεις αγροτικών προϊόντων με ΦΠΑ, οι αγρότες (που επανεντάσσονται στο « ειδικό καθεστώς») εκδίδουν πιστωτικά τιμολόγια για την επιστροφή του εισπραχθέντος από αυτούς ΦΠΑ στους αντισυμβαλλομένους. Η άποψή μας, αυτή στηρίζεται στην ΠΟΛ.1003/31.12.2014 (όπως τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ.1261/3.12.2015), στην οποία αναφέρονται τα εξής : « 11.2.10 Για το πιστωτικό τιμολόγιο, όπως και για τα παραστατικά της παραγράφου 10 του άρθρου 8 του νόμου αυτού (λ.χ. «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ,) που εκδίδονται για την τεκμηρίωση συναλλαγής της υποκείμενης στο νόμο οντότητας με πρόσωπα μη υπόχρεα σε έκδοση τιμολογίου, δεν ορίζεται ρητά από τις παρούσες διατάξεις χρόνος έκδοσης αυτού. Ωστόσο, ισχύουν κατ’ αναλογία τα αναφερόμενα στο χρόνο έκδοσης του τιμολογίου και ειδικότερα: α) επί παροχής εκπτώσεων εκ των υστέρων, για πωλήσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, το (πιστωτικό) τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από το χρόνο που γεννάται η υποχρέωση χορήγησης της έκπτωσης,…γ) για άλλες διαφορές, που έχουν σχέση και επηρεάζουν την αξία ή το περιεχόμενο γενικά του αρχικού τιμολογίου, το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από τη διαπίστωση των διαφορών (θέμα πραγματικό) ».

·         30  Ιουνίου 2017 : [ αφορά αγρότες που είχαν ενταχθεί στο «κανονικό καθεστώς» και λόγω αλλαγής των κριτηρίων επιδότησης επέλεξαν να ενταχθούν στο ξανά στο   «ειδικό καθεστώς» ].  Καταληκτική προθεσμία για την υποβολή των δηλώσεων και την καταβολή του οφειλόμενου φόρου για πράξεις που πραγματοποιήσαν έως τις 12.5.2017 (π.χ. λόγω μη δυνατότητας έκδοσης πιστωτικών τιμολογίων, ή λόγω πραγματοποίησης λιανικών πωλήσεων ή λόγω πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λοιπών πράξεων για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών), οι αγρότες έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν τις δηλώσεις ΦΠΑ καθώς και να καταβάλουν τον οφειλόμενο φόρο.

·         Προθεσμίες ένταξης από το καθεστώς των «ανένταχτων/αφανών», στο «ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α ».

(i) Αγρότης ο οποίος το φορολογικό έτος 2016 πραγματοποιεί αποκλειστικά και μόνο λιανικές πωλήσεις (π.χ. πωλεί τα προϊόντα σε ένα πάγκο που έχει στην άκρη του χωραφιού του), χωρίς να έχει δικαίωμα επιστροφής με τον κατ' αποκοπή συντελεστή 6% για τις πωλήσεις αυτές, εντάσσεται υποχρεωτικά στο ειδικό καθεστώς πριν την πρώτη πώληση που θα πραγματοποιήσει εντός του φορολογικού έτους 2017. Αν η πρώτη πώληση προηγηθεί της ένταξης, η ένταξη θεωρείται εκπρόθεσμη.

( ii ) Οι αγρότες που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς και πραγματοποιούν αποκλειστικά παραδόσεις ή και παροχές προς άλλους υποκειμένους στο φόρο, πριν την υποβολή της δήλωσης- αίτησης επιστροφής του φόρου εγγράφονται στο ειδικό καθεστώς αυτό με δηλούμενη ημερομηνία τουλάχιστον την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου φορολογικού έτους, προκειμένου να έχουν δικαίωμα επιστροφής για το φορολογικό αυτό έτος.

[ Από 1/1/2017 και μετά, ( ΠΟΛ.1201/28.12.2016),  ισχύουν  τα εξής : «· Προβλέπεται η υποχρέωση έκδοσης ειδικού στοιχείου από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος για παραδόσεις των προϊόντων τους ή παροχές αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς πρόσωπα μη υποκείμενα στο φόρο και η υποχρεωτική εγγραφή των εν λόγω αγροτών στο ειδικό καθεστώς, ακόμη και στην περίπτωση που αποκλειστικά πραγματοποιούν αυτές τις πράξεις….. Παράδειγμα : Συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος το φορολογικό έτος 2016 έχει αγροτική εκμετάλλευση (καλλιέργεια και παραγωγή λαδιού) από την οποία εισέπραξε, από χονδρικές πωλήσεις, 12.000 ευρώ και έλαβε επιδότηση αξίας 3.000 ευρώ . Ο εν λόγω συνταξιούχος θα μπορεί να είναι αγρότης του ειδικού καθεστώτος και από 01.01.2017 ». Με βάση τα ανωτέρω : α) Όσοι έχουν αγροτικά εισοδήματα και διενεργούν πωλήσεις πρέπει να ενταχθούν στο « ειδικό καθεστώς» [ Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ελαιοπαραγωγών οι οποίοι «ισχυρίζονται» ότι δεν πουλάνε και παράγουν το λάδι μόνο για τον εαυτό τους. Θα πρέπει στην περίπτωση αυτή να πληρώσουν μετρητοίς στο ελαιοτριβείο το δικαίωμα, τη δακοκτονία, τα χαρτόσημα και ό,τι προκύπτει ως υποχρέωση  γιατί η «πληρωμή σε είδος», θεωρείται πώληση και ως εκ τούτου θα πρέπει να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς ],   και  β) Όσοι λαμβάνουν αγροτικές επιδοτήσεις πρέπει να ενταχθούν στο « ειδικό καθεστώς». Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή και Ελληνική Νομοθεσία, ισχύουν τα εξής : Ως «γεωργός» νοείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ομάδα φυσικών ή νομικών προσώπων, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος που προσδίδει το εθνικό δίκαιο στην ομάδα και τα μέλη της, που διαθέτει εκμετάλλευση ….. και ασκεί γεωργική δραστηριότητα. Βασική προϋπόθεση για τη χορήγηση άμεσων ενισχύσεων είναι ο γεωργός να πληροί, κάθε χρόνο, την ιδιότητα του «ενεργού γεωργού». Γεωργοί, οι οποίοι το 2015 έλαβαν άμεσες ενισχύσεις μέχρι 5.000 ευρώ εξ' ορισμού θεωρούνται ενεργοί χωρίς διενέργεια άλλων ελέγχων…..Δεν χορηγούνται άμεσες ενισχύσεις σε γεωργούς όταν το συνολικό ποσό των προς καταβολή αμέσων ενισχύσεων  για το δεδομένο ημερολογιακό έτος δεν υπερβαίνει τα 250 ευρώ, και η γη, η καλλιεργούμενη έκταση να ξεπερνά τα 4 στρέμματα. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η λήψη «άμεσης ενίσχυσης» ( επιδότησης ), σημαίνει ότι ο λαμβάνων την επιδότηση, με την αίτησή του, για την λήξη της ( Δήλωση ΟΣΔΕ ),  έχει αποδεχθεί  την ιδιότητα του Αγρότη. Άρα : Συνταξιούχοι, υπάλληλοι ή άνεργοι που λαμβάνουν μόνο επιδοτήσεις <5.000€ και ιδιοκαταναλώνουν την παραγωγή, πρέπει να ενταχθούν ειδικό, γιατί έχουν «αγροτική εκμετάλλευση».

 Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας φορτηγού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης (Φ.Ι.Χ) : Θεωρείται ότι έχει αγροτική εκμετάλλευση και άρα πρέπει να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς ( αν βέβαια καλύπτει τις προϋποθέσεις εντάσσεται  στο «κανονικό» )  ]

 

Β. Υποχρεωτική Ένταξη στο «κανονικό καθεστώς»

Μετά τις τροποποιήσεις, που έγιναν με : α) του άρθρου 47 του ν.4410/2016 (ΦΕΚ Α' 141/03.08.2016) και ισχύει από 1.1.2017  και β) με την παράγραφο 3γ του άρθρου 16 του ν. 4467/2017 (ΦΕΚ Α' 56/13-04-2017) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι 13/4/2017, έχουμε τα εξής :

α) Ένταξη στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. λόγω αριθμητικών κριτηρίων

Οι αγρότες, οι οποίοι κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος πραγματοποίησαν προς οποιοδήποτε πρόσωπο παραδόσεις αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και παροχές αγροτικών υπηρεσιών των οποίων η αξία ήταν ανώτερη των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ ή έλαβαν επιδοτήσεις ανώτερες των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Επισημαίνεται ότι :

 (1)  Στον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ περιλαμβάνεται το συνολικό ποσό, που προέρχεται από την παράδοση αγροτικών προϊόντων των αγροτών από δική τους αγροτική εκμετάλλευση ή παροχή αγροτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο της αγροτικής τους εκμετάλλευσης, όχι μόνο προς άλλους υποκείμενους στο φόρο και προς απαλλασσόμενα πρόσωπα (νοσοκομεία, κλινικές κλπ) αλλά και σε άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος και σε πρόσωπα μη υποκείμενα στο φόρο (ιδιώτες, ΝΠΔΔ, δημόσιο, δήμοι κλπ), όπως το ποσό αυτό προκύπτει από τα τιμολόγια αγοράς που εκδίδουν στον πωλητή αγρότη οι υποκείμενοι στο φόρο αγοραστές των αγροτικών προϊόντων, καθώς και από τα ειδικά στοιχεία που εκδίδει ο αγρότης του ειδικού καθεστώτος. Ειδικότερα, όμως, για το έτος 2016, δεδομένου ότι δεν υπήρχε υποχρέωση, για τον αγρότη του ειδικού καθεστώτος, έκδοσης «ειδικού στοιχείου» για τις παραδόσεις των προϊόντων του και τις παροχές των υπηρεσιών του, για τον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ λαμβάνεται υπόψη οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο (π.χ. απόδειξη είσπραξης, δεδομένα Ε3 της δήλωσης φόρου εισοδήματος) που αποδεικνύει την αξία των ανωτέρω πράξεων.

Το νέο στοιχείο, που εισάγει ως στοιχείο ένταξης η ΠΟΛ.1201/28.12.2016, είναι το ότι στο τζίρο για τον προσδιορισμό του ορίου των 15.000,00€ υπολογίζονται και τα έσοδα από παροχή υπηρεσιών προς άλλους αγρότες. Δηλαδή αν κάποιος αγρότης εργάστηκε στο χωράφι άλλου αγρότη και πληρώθηκε με εργόσημο, τότε στον προσδιορισμό του τζίρου από τις πωλήσεις της παραγωγής του, προστίθεται και το σύνολο των εργόσημων που έλαβε από την εργασία του. [ Αυτό προκύπτει από το Παράδειγμα της ΠΟΛ.1201/28.12.2016 « 3. Αγρότης του ειδικού καθεστώτος πραγματοποίησε το φορολογικό έτος 2016 χονδρικές πωλήσεις αξίας 7.000 ευρώ και παροχές αγροτικών του υπηρεσιών (με λήψη εργόσημου) αξίας 3.000 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 4.000 ευρώ. Ο εν λόγω αγρότης παραμένει στο ειδικό καθεστώς αγροτών από 1.1.2017 » ] .

(2)  Διευκρινίζεται ότι στο ποσό των επιδοτήσεων, περιλαμβάνεται οποιοδήποτε ποσό επιδότησης ή ενίσχυσης καταβλήθηκε στον αγρότη, όπως πράσινη ενίσχυση, βασική ενίσχυση, ενίσχυση για γεωργούς νεαρής ηλικίας, συνδεδεμένες ενισχύσεις, εξισωτική, ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι κ.λπ. Δεν θεωρούνται επιδοτήσεις ή ενισχύσεις και δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ορίου των 5.000 ευρώ, οι κάθε είδους ενισχύσεις από το κράτος για την πραγματοποίηση επενδύσεων, καθώς και οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από τον ΕΛΓΑ.

(3) [ Μεταβατικό στάδιο ] Ειδικά, για το φορολογικό έτος 2017, στον προσδιορισμό του ορίου των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ από επιδοτήσεις που έλαβαν οι αγρότες κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, λαμβάνονται υπόψη τα ποσά των επιδοτήσεων που αφορούν μόνο το έτος 2016.

(4)  Στον προσδιορισμό του ορίου των 5.000 ευρώ από επιδοτήσεις, από 01.01.2018 και εφεξής, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό επιδοτήσεων ή ενισχύσεων κάθε μορφής που πράγματι καταβλήθηκε στον αγρότη εντός του προηγούμενου φορολογικού έτους, έστω και αν στο ποσό αυτό περιέχονται και ποσά επιδοτήσεων ή ενισχύσεων που αφορούν άλλα φορολογικά έτη (χρήσεις). Συνεπώς, για να κριθεί το καθεστώς ενός αγρότη την 1.1.2018, λαμβάνεται υπόψη το ποσό των επιδοτήσεων που πράγματι έλαβε ο αγρότης εντός του 2017, ακόμη κι αν πρόκειται για ποσά που ανάγονται σε παλαιότερα έτη (π.χ. 2016, 2015 κλπ).

Παράδειγμα:

(α) Εισέπραξε κάποιος το 2016 τα κάτωθι ποσά:

-          25.04.16 Εξόφληση βασικής ενίσχυσης 2015           = 282,82€

-          25.04.16 Πρασίνισμα έτους 2015                             = 1.462,09€

-          25.07.16 Συνδεδεμένη ενίσχυση 2015                        = 2.000,00€

-          27.10.16 Βασική ενίσχυση 2016                                 = 2.071,48€

-          16.12.16 Εξόφληση βασικής ενίσχυσης 2016           = 874,78€

-          16.12.16 Πρασίνισμα έτους 2016                              = 1.456,66€

Συνολικές επιδοτήσεις εισπραχθείσες το 2016            = 8.147,83€

 

Επειδή  λαμβάνουμε  υπόψη μόνο οι επιδοτήσεις το έτος 2016, ο Αγρότης, δεν έχει την υποχρέωση να ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς αφού, το ποσό των επιδοτήσεων του 2016 είναι 4.402,92€ ( Ισχύει το «μεταβατικό καθεστώς» ).

●●●

Αν κάποιος λάβει αντίστοιχες επιδοτήσεις το έτος 2017, δηλαδή :

Εισέπραξε το 2017 τα κάτωθι ποσά:

-          25.04.16 Εξόφληση βασικής ενίσχυσης 2016           = 282,82€

-          25.04.16 Πρασίνισμα έτους 2016                              = 1.462,09€

-          25.07.16 Συνδεδεμένη ενίσχυση 2016                       = 2.000,00€

-          27.10.16 Βασική ενίσχυση 2017                                 = 2.071,48€

-          16.12.16 Εξόφληση βασικής ενίσχυσης 2017              = 874,78€

-          16.12.16 Πρασίνισμα έτους 2017                                 = 1.456,66€

Συνολικές επιδοτήσεις εισπραχθείσες το 2017            = 8.147,83€

 

Ο δικαιούχος του παραδείγματος από την 01.01.18 πρέπει  να ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς, εξαιτίας της άθροισης όλων των επιδοτήσεων, ανεξαρτήτως του έτους που αφορούν .

 (β)  Αγρότης του ειδικού καθεστώτος, πραγματοποίησε το φορολογικό έτος 2016 χονδρικές πωλήσεις αξίας 14.500 ευρώ και παράλληλα πραγματοποίησε λιανικές πωλήσεις (π.χ. από τις παραδόσεις 20 τενεκέδων λαδιού που τους πούλησε πόρτα -πόρτα με έκδοση ειδικού στοιχείου ) αξίας 600 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 3.000 ευρώ. Από την 1.1.2018 θα ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, δεδομένου ότι οι πωλήσεις των αγροτικών προϊόντων του υπερβαίνουν τις 15.000 ευρώ.

(γ)  Αγρότης του ειδικού καθεστώτος πραγματοποίησε το φορολογικό έτος 2016 χονδρικές πωλήσεις αξίας 7.000 ευρώ και παροχές αγροτικών του υπηρεσιών (με λήψη εργόσημου) αξίας 3.000 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 4.000 ευρώ. Ο εν λόγω αγρότης παραμένει στο ειδικό καθεστώς αγροτών από 1.1.2017.

(5) Επισημαίνουμε ότι η άθροιση των επιδοτήσεων για τον εντοπισμό όσων υποχρεούνται να ενταχθούν στο κανονικό καθεστώς, δεν έχει καμία σχέση με τη φορολόγηση ή μη των επιδοτήσεων.

●●●

β)  Ένταξη λόγω άλλης αιτίας ( χωρίς την εξέταση  αριθμητικών κριτηρίων/ορίων )

Εντάσσονται στο κανονικό καθεστώς οι αγρότες οι οποίοι:

(1) Ασκούν τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και παρέχουν τις αγροτικές υπηρεσίες, με τη μορφή εταιρείας οποιουδήποτε τύπου ή αγροτικών συνεταιρισμών,

Παράδειγμα:  Αγρότης του ειδικού καθεστώτος συστήνει εταιρεία με άλλους αγρότες με σκοπό την καλλιέργεια μανιταριών. Η εταιρεία για τη δραστηριότητα αυτή δεν θα υπάγεται στο ειδικό καθεστώς. Στην περίπτωση που ο εν λόγω αγρότης διατηρεί και ατομική αγροτική εκμετάλλευση μανιταριών, υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αγροτών και δικαιούται επιστροφής με τον κατ' αποκοπή συντελεστή για τις πωλήσεις που πραγματοποιεί από την ατομική του αυτή αγροτική δραστηριότητα, καθόσον η εταιρεία αποτελεί διαφορετικό πρόσωπο. Επισημαίνεται ότι σε μια τέτοια περίπτωση η διάκριση των περιουσιακών στοιχείων και των συναλλαγών της ατομικής αγροτικής εκμετάλλευσης και της εταιρείας πρέπει να είναι σαφής και αποτελεί αντικείμενο ελέγχου.

(2) Πωλούν αγροτικά προϊόντα παραγωγής τους, ύστερα από επεξεργασία που μπορεί να προσδώσει σε αυτά χαρακτήρα βιομηχανικών ή βιοτεχνικών προϊόντων,

Ο αγρότης που προβαίνει σε επεξεργασία των προϊόντων του και η εν λόγω επεξεργασία προσδίδει σε αυτά το χαρακτήρα βιομηχανικών ή βιοτεχνικών προϊόντων δεν εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς αγροτών για τα προϊόντα που επεξεργάζεται και διαθέτει ως βιομηχανικό ή βιοτεχνικό προϊόν και οι πωλήσεις του κατ' αρχήν υπάγονται στο ΦΠΑ. Διευκρινίζεται ότι ο αγρότης εξακολουθεί να υπάγεται στο ειδικό καθεστώς, έστω και αν πωλεί τα προϊόντα του ύστερα από κάποια στοιχειώδη επεξεργασία που γίνεται με συνηθισμένα μέσα, στα πλαίσια της αγροτικής του παραγωγής, και εφόσον μετά την επεξεργασία αυτή, τα προϊόντα του δεν χαρακτηρίζονται ως βιομηχανικά ή βιοτεχνικά . Στο πλαίσιο αυτό π.χ. ο ελαιοπαραγωγός που πωλεί το λάδι σε τενεκέδες ή ο αγρότης που πωλεί εμφιαλωμένο κρασί ή τσίπουρο, το οποίο δεν έχει υποστεί ιδιαίτερη επεξεργασία, αλλά είναι προϊόν φυσικής ζύμωσης, ή ο κτηνοτρόφος που παρασκευάζει τυρί με συνήθη μέσα, καθώς και ο αγρότης που μαζεύει διάφορα βότανα και τα συσκευάζει σε μικρά σακουλάκια, δεν μπορεί να αποκλειστεί από το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών. Σχετική, με το εν λόγω θέμα, είναι η εγκύκλιος ΠΟΛ.1132/10.4.1996, η οποία κοινοποίησε τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ 783/95, σύμφωνα με την οποία, εφόσον οι μεταποιητικές δραστηριότητες του αγρότη δεν φέρουν τα χαρακτηριστικά της βιομηχανικής ή βιοτεχνικής δραστηριότητας, έτσι ώστε να δημιουργείται νέο προϊόν και, εφόσον δεν έχουμε μαζική παραγωγή, τότε οι μεταποιητικές δραστηριότητες του αγρότη, βάσει του άρθρου 42, παρ. 3,    περ. ε', του Κώδικα ΦΠΑ, εντάσσονται στο πλαίσιο των αγροτικών δραστηριοτήτων και ο εν λόγω αγρότης παραμένει στο ειδικό καθεστώς αγροτών.

Παράδειγμα  : Αγρότης, ιδιοκτήτης 100 στρεμμάτων, καλλιεργεί 80 στρέμματα με βερύκοκα, τα οποία στη συνέχεια τα επεξεργάζεται περαιτέρω για την παραγωγή κομπόστας σε κονσέρβες. Στα υπόλοιπα 20 στρέμματα καλλιεργεί καλαμπόκι το οποίο διαθέτει στην αγορά αυτούσιο. Ο αγρότης αυτός, δεδομένου ότι για την παραγωγή και επεξεργασία του βερύκοκου σε κονσέρβες δεν μπορεί να ανήκει στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ αγροτών, δεν εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς ούτε για την παραγωγή του καλαμποκιού του, οπότε από 1.1.2017 θα ανήκει στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για το σύνολο της εκμετάλλευσης του (παραγωγή και επεξεργασία βερύκοκων και παραγωγή καλαμποκιού).

(3) Ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα, για την οποία έχουν υποχρέωση να τηρούν λογιστικά αρχεία (βιβλία) σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.

( α) Διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η λειτουργία αγροτοτουριστικών μονάδων και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται στην τήρηση λογιστικών βιβλίων.

Οι αγρότες οι οποίοι, παράλληλα με την αγροτική εκμετάλλευση, ασκούν και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται στην τήρηση λογιστικών βιβλίων (απλογραφικά ή διπλογραφικά), μεταξύ των οποίων και η διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η λειτουργία αγροτοτουριστικών μονάδων, υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για την αγροτική τους εκμετάλλευση, έχοντας όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από το καθεστώς αυτό.

Παράδειγμα : Αγρότης, ο οποίος παράλληλα με την αγροτική του εκμετάλλευση ασχολείται και με τη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW, για την οποία τηρεί απλογραφικά βιβλία, ανεξάρτητα του ύψους των πωλήσεων του κατά το φορολογικό έτος 2016 από την αγροτική του εκμετάλλευση καθώς και των επιδοτήσεων που έλαβε, από την 1.1.2017 θα υπάγεται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και θα τηρεί βιβλία όχι μόνο για τη δραστηριότητα της διαχείρισης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά και για την αγροτική του εκμετάλλευση.

Υπάγονται και Επαγγελματίες που απαλλάσσονται από το ΦΠΑ, για την άλλη δραστηριότητά τους.

Επισημαίνεται ότι η ανωτέρω υποχρέωση αφορά όχι μόνο επαγγελματίες που για την άσκηση της δραστηριότητάς τους υπάγονται σε ΦΠΑ (π.χ. λογιστές) αλλά και επαγγελματίες που απαλλάσσονται από το ΦΠΑ (π.χ. γιατροί, ασφαλιστικοί πράκτορες κ.λ.π).

Παράδειγμα :  Γιατρός, ο οποίος ταυτόχρονα με την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος, κατά το φορολογικό έτος 2016 ασκεί και αγροτική εκμετάλλευση, ανεξαρτήτως ορίου για την εν λόγω αγροτική εκμετάλλευση θα υποχρεωθεί από 1.1.2017 να ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για την αγροτική του δραστηριότητα, εφόσον εξακολουθήσει να την ασκεί.

Εκμετάλλευση αγροτικών μηχανημάτων.

 Επίσης, σημειώνεται ότι ως άλλη, κι όχι αγροτική, δραστηριότητα, για την οποία υφίσταται υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχειών, θεωρείται και η εκμετάλλευση αγροτικών μηχανημάτων, όπως είναι οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές, τα σπαρτικά μηχανήματα που προσαρτώνται σε τρακτέρ, κλπ, επομένως αγρότες οι οποίοι παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες υποχρεούνται να ενταχθούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και για την αγροτική τους εκμετάλλευση.

 Παράδειγμα : Αγρότης που καλλιεργεί και πουλά ακτινίδια λιανικώς και παράλληλα παρέχει υπηρεσίες με τη θεριζοαλωνιστική μηχανή του, ανεξαρτήτως της αξίας των παραδόσεων των ακτινιδίων παραγωγής του, θα υποχρεωθεί από 1.1.2017 να εντάξει στο κανονικό καθεστώς και την αγροτική του εκμετάλλευση (καλλιέργεια ακτινιδίων).

 (4) Παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις των προϊόντων τους προς άλλο κράτος - μέλος της Ε. Ε.

Υπάγονται υποχρεωτικά στο κανονικό καθεστώς για το σύνολο της αγροτικής τους δραστηριότητας οι αγρότες οι οποίοι παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή πραγματοποιούν εξαγωγές ή παραδόσεις των προϊόντων τους προς άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. Πρόκειται για τις περιπτώσεις των αγροτών που έως και 31.12.2016 είχαν δικαίωμα επιστροφής ΦΠΑ με το συντελεστή 6% για τις πωλήσεις τους προς άλλους υποκειμένους στο φόρο και με το συντελεστή 3% για τις λοιπές, ως άνω, πωλήσεις των προϊόντων τους.

Παραδείγματα : (α)  Αγρότης, κατά το φορολογικό έτος 2016, πραγματοποίησε πωλήσεις στη λαϊκή αγορά αξίας 8.000 ευρώ και χονδρικές πωλήσεις εκτός λαϊκής αγοράς αξίας 4.000 ευρώ και, επίσης, έλαβε επιδοτήσεις 2.000 ευρώ. Από την 1.1.2017 θα εντάξει στο κανονικό καθεστώς όχι μόνο τις πωλήσεις των προϊόντων του στη λαϊκή αγορά αλλά και τις πωλήσεις των προϊόντων του εκτός λαϊκής αγοράς. (β)  Αγρότης του ειδικού καθεστώτος, παράλληλα με την αγροτική του εκμετάλλευση διατηρεί και ένα πάγκο εκτός οργανωμένων λαϊκών αγορών και πωλεί αγροτικά προϊόντα παραγωγής του. Κατά το φορολογικό έτος 2016 πραγματοποίησε πωλήσεις από τον πάγκο αξίας 6.000 ευρώ και χονδρικές πωλήσεις αξίας 10.000 ευρώ και έλαβε επιδοτήσεις 6.000 ευρώ. Από την 1.1.2017 θα ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ δεδομένου ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια της παραγράφου 1 του άρθρου 41.

 

Γ. Είδος επιδότησης, που λαμβάνεται υπόψη για την μετάταξη από το « ειδικό » στο «κανονικό» καθεστώς Φ.Π.Α .

ΕΙΔΟΣ

ΚΩΔ.

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ή ΌΧΙ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΟΡΙΟΥ ΜΕΤΆΤΑΞΗΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

909

ΌΧΙ

 

 

 

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

 

 

ΠΥΛΩΝΑΣ 1

 

 

ΒΑΣΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ

901

ΝΑΙ

ΠΡΑΣΙΝΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

902

ΝΑΙ

ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

903

ΝΑΙ

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

907

ΌΧΙ

ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

908

ΝΑΙ

 

 

 

ΠΥΛΩΝΑΣ 2

 

 

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

910

ΌΧΙ

ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

911

ΝΑΙ

ΠΡΟΩΡΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗ

912

ΌΧΙ

 

 

 

ΑΛΙΕΙΣ (*)

 

 

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

913

ΌΧΙ

ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ (*)

914

ΝΑΙ

 

 (*) : Λαμβάνεται υπόψη και η δυνατότητα ένταξης στο « κατ΄ αποκοπή καθεστώς » Φ.Π.Α.   

 

Δ. Ταξινόμηση των κωδικών των επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ, στους Κωδικούς του πίνακα Ε, του Εντύπου Ε3.

Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει «επίσημη» αντιστοίχιση, των κωδικών αυτών με τους κωδικούς που εμφανίζονται στην « ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΦΟΡΙΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2016 », που εκδίδει ο ΟΠΕΚΕΠΕ.

Κατωτέρω προσπαθήσαμε να συγκεντρώσουμε και να ταξινομήσουμε τους κωδικούς ( αναφέρονται στην πρώτη στήλη της κατάστασης ),  που εμφανίζονται στις «βεβαιώσεις» του ΟΠΕΚΕΠΕ. 

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

[1]        Επιδοτήσεις συνδεδεμένες με την παραγωγή                    (αφορά μέχρι και το 2013)

[2]        Επιδοτήσεις μη συνδεδεμένες με την παραγωγή (αφορά μέχρι και το 2013)

[3]        Λοιπές αγροτικές επιδοτήσεις / ενισχύσεις                        (Αφορά τα έτη 2014-2015)

[4]        Επιδοτήσεις για επενδυτικές δαπάνες                                (Αφορά τα έτη 2014-2015)

[6]        Πυλώνας 1 - Βασική ενίσχυση                                                  ( Αφορά το 2016)

[7]        Πυλώνας 1 – Πράσινη ενίσχυση                               ( Αφορά το 2016)

 [9]       Πυλώνας 1 – Επενδυτικές ενισχύσεις / επιδοτήσεις  ( Αφορά το 2016)

[10]      Πυλώνας 1 – Λοιπές περιπτώσεις ενισχύσεων / επιδοτήσεων ( Αφορά το 2016)

[11]      Πυλώνας 2 – Επενδυτικές ενισχύσεις / επιδοτήσεις ( Αφορά το 2016)

[12]      Πυλώνας 2 – Εξισωτική αποζημίωση 2016 ( Αφορά το 2016)

[13]      Πυλώνας 2 – Πρόωρη συνταξιοδότηση      

 

 

 

●●●

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΚΩΔΙΚΩΝ  ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΕΤΟΣ

Μέχρι και το φορολογικό έτος 2013 (οικ. έτος 2014)

[1]        Συνδεδεμένες με την παραγωγή                               

[2]        Μη συνδεδεμένες με την παραγωγή


Αφορά τα φορολογικά έτη 2014 και 2015

[3]        Όλες οι επιδοτήσεις των ετών 2014, 2015 (η φορολογία είναι αθροιστικά)

[4]        Εκσυγχρονισμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων

 


Επισημάνσεις :

α) Κριτήριο μετάταξης  : Οι επιδοτήσεις που αφορούν έτη πριν από το 2016, δεν λαμβάνονται υπόψη ( μεταβατική διάταξη, που ισχύει μόνο για το 2017 ) .

β) Φορολογία εισοδήματος : Οι επιδοτήσεις που αφορούν έτη πριν από το 2016, δεν περιλαμβάνονται στο έτος 2016 και για τα ποσά αυτά, που τυχόν λήφθηκαν στο 2016, πρέπει να γίνουν οι αντίστοιχες τροποποιητικές δηλώσεις στα έτη που αφορούν ( εφόσον φυσικά δεν συμπεριλήφθηκαν στις δηλώσεις των προηγούμενων αυτών ετών, με βάση την δυνατότητα πληροφόρησης από την «κατάσταση πληρωμών» του ΟΠΕΚΕΠΕ .


●●●


Φορολογικό έτος 2016 .

( Αντιστοιχίζουμε τους κωδικούς της « Βεβαίωσης»  του ΟΠΕΚΕΠΕ, με τους κωδικούς του πίνακα Ε του εντύπου Ε3 )

[6]        Βασική ενίσχυση έτους 2016                                     Κωδ. 901

[7]        Πρασίνισμα 2016                                                        Κωδ. 902

 [9]       Βελτίωση στην παραγωγή και εμπορία μελιού                      Κωδ. 907       

[10]      Νέοι γεωργοί 2016                                                      Κωδ. 908

[10]      Αναδιάρθρωση αμπελώνων 2016  (*)                                    Κωδ. 911       

[11]      Ανειλημμένες υποχρεώσεις Μ.121 (αγορά παγίου εξοπλισμού {η εν λόγω υποχρέωση αφορά αγορά παγίου μηχανολογικού εξοπλισμού}  Κωδ. 910

[12]      Εξισωτική αποζημίωση 2016                                      Κωδ. 911

[13]      Πρόωρη συνταξιοδότηση                                            Κωδ. 912       

           

( * ) Κατά την άποψή μας  οι επιδοτήσεις, για αναδιάρθρωση αμπελώνα, είναι επί της ουσίας « επενδυτικές επιδοτήσεις». Σύμφωνα με την αριθ. 3714/110476/04-09-2014 ΥΑ «Αναδιάρθρωση και μετατροπή των αμπελουργικών εκτάσεων στην Ελλάδα [(άρθρο 46 Καν. (ΕΕ) 1308/2013]» (Β’ 2443/15-09-2014), στόχος του προγράμματος είναι η ποιοτική βελτίωση του Ελληνικού αμπελώνα μέσω της υλοποίησης των ακόλουθων δράσεων: 1. ποικιλιακή μετατροπή συμπεριλαμβανομένου του επανεμβολιασμού, 2. μετεγκατάσταση αμπελώνα σε άλλη θέση,  3. βελτίωση τεχνικών διαχείρισης. Τα κατ’ αποκοπή ποσά που χορηγούνται στους παραγωγούς για την εκτέλεση των εξής δράσεων του προγράμματος :  α). Εκρίζωση και προετοιμασία εδάφους-αναφύτευση (σύνολο) (συμπεριλαμβάνεται και η απώλεια εισοδήματος)  β). Φύτευση αμπελώνων, γ). Επανεμβολιασμός (συμπεριλαμβάνεται και η απώλεια εισοδήματος), δ). Βελτίωση τεχνικών διαχείρισης.

 

Ε. Φορολόγηση των Επιδοτήσεων

ΕΙΔΟΣ

ΚΩΔ. Ε3

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ή ΌΧΙ ΣΤΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΕΣΟΔΑ

 ΤΥΧΗ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΣΤΑ ΕΣΟΔΑ

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

909

OΧΙ

Δεν μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660

 

 

 

 

ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

 

 

 

ΠΥΛΩΝΑΣ 1

 

 

 

ΒΑΣΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ

901

ΝΑΙ

Δεν υπάρχει υπόλοιπο προς μεταφορά

ΠΡΑΣΙΝΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

902

Ναι - Μόνο εφόσον το ποσό υπερβαίνει τις 12.000

Μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660 , κατά το ποσό που δεν περιλαμβάνεται στα έσοδα.

ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

903

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

907

OΧΙ

Δεν μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660 / Είναι μειωτικό της αξίας των παγίων

ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

908

OΧΙ

Μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660

 

 

 

 

ΠΥΛΩΝΑΣ 2

 

 

 

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

910

OΧΙ

Δεν μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660 / Είναι μειωτικό της αξίας των παγίων

ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

911

OΧΙ

Μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660.

ΠΡΟΩΡΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗ

912

OΧΙ

Μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660 (* ).

 

 

 

 

ΑΛΙΕΙΣ

 

 

 

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

913

OΧΙ

Δεν μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660 / Είναι μειωτικό της αξίας των παγίων

ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

914

OΧΙ

Μεταφέρεται στον Κωδ. 659-660

 

 

 (* ) Η κατηγορία της πρόωρης συνταξιοδότησης (κωδικός 912), αν και δεν προσμετράται στον προσδιορισμό του κέρδους, αντιμετωπίζεται φορολογικά όπως οι εισοδηματικές ενισχύσεις/επιδοτήσεις, δύναται δηλαδή να καλύπτει τεκμήρια και ως εκ τούτου αναγράφεται στους κωδικούς 659-660 του εντύπου Ε1. Για τα προηγούμενα έτη  στο έγγραφο του Υπο. Οικονομικών ΔΕΑΦ Α 1081788 ΕΞ 2015/16.6.2015 οριζόταν ότι: «Στα πλαίσια εφαρμογής του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) που ισχύει για το φορολογικό έτος 2014 και επόμενα, σας γνωρίζουμε ότι η αποζημίωση για την πρόωρη παύση της γεωργικής δραστηριότητας, εντάσσεται στην κατηγορία εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις». 

 

ΣΤ. Κωδικοί Δήλωσης του εντύπου Ε1.

(1) κωδ. 021-022 οι οποίοι συμπληρώνονται όταν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα και ο φορολογούμενος είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ. Ο σκοπός της συμπλήρωσης είναι ο επαγγελματίας, ασφαλισμένος στον Ο.Γ.Α, που έχει και « αγροτικά εισοδήματα», να έχει την έκπτωση φόρου, που προβλέπεται για τα  «αγροτικά εισοδήματα» του.

Οι κωδικοί αυτοί είναι προσυμπληρωμένοι με την ένδειξη ‘’ΝΑΙ’’ όταν ο φορολογούμενος είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ,  σύμφωνα με την επίσημη ταυτοποίηση από τον  Ο.Γ.Α.

[ Προσοχή μπορεί να μην εμφανίζεται  ένδειξη ‘’ΝΑΙ’’, όταν  ο φορολογούμενος φέρεται ασφαλισμένος στον Ο.Γ.Α , ως «αγρότης» και όχι ως « ασκών επιχειρηματική δραστηριότητα », με δικαίωμα ασφάλισης στον Ο.Γ.Α ]. 

(2) κωδ. 037-038 καταχωρείται η ένδειξη ότι ο ασκών αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα είναι κατ’ επάγγελμα αγρότης σύμφωνα με την επίσημη ταυτοποίηση από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης (άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 3874/2010 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 65 του ν. 4389/2016). Ο σκοπός της συμπλήρωσης είναι ο χαρακτηρισμένος ως « επαγγελματίας αγρότης», να έχει την έκπτωση φόρου, που προβλέπεται για τα  «αγροτικά εισοδήματα» του.

Οι κωδικοί αυτοί είναι προσυμπληρωμένοι με την ένδειξη ‘’ΝΑΙ’’ όταν ο ασκών αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα είναι κατ’ επάγγελμα αγρότης σύμφωνα με την επίσημη ταυτοποίηση από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης

Προσοχή : Οι φορείς που συντάσσουν τις δηλώσεις ΟΣΔΕ, έχουν υποχρέωση να καταχωρήσουν στο μητρώο τα στοιχεία του υπόχρεου αγρότη, μετά την ολοκλήρωση της δήλωσης ΟΣΔΕ. Ελέγχουν τα δικαιολογητικά που χρειάζονται και ενημερώνουν τον αγρότη – παραγωγό ότι πρέπει να πάει να οριστικοποιήσει την εγγραφή του στο ΚΕΠΠΥΕΛ. Οι προσυμπληρωμένοι κωδικοί είναι βασισμένοι στην εκκαθάριση του φορολογικού έτους 2015,  όσον αφορά την προϋπόθεση  του 50% του συνολικού εισοδήματος. Για την προϋπόθεση ασφάλισης στον ΟΓΑ, εξαιρούνται ( υπό προϋποθέσεις οι συνταξιούχοι αγρότες).

Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις υπόχρεων οι οποίοι είναι κατ’ επάγγελμα αγρότες και δεν εμφανίζεται τσεκαρισμένος ο κωδικός 037/038 και αντίστροφα. Τι πρέπει να γίνει όμως στην προκειμένη περίπτωση;

 Εστω φορολογούμενος ο οποίος είναι κατ’ επάγγελμα αγρότης και το σύστημα δεν εμφανίζει στη δήλωσή του τσεκαρισμένο τον κωδικό 037.

 Κάνοντας εκκαθάριση τη δήλωσή του προκύπτει ένα σημαντικό ποσό φόρου.

 Η δήλωση είναι έτοιμη για υποβολή. Αν την υποβάλουμε, θα βγει επιτόπου το εκκαθαριστικό του, το ποσό του φόρου που θα προκύψει θα βεβαιωθεί στην προσωποποιημένη πληροφόρηση και θα οφείλει φόρο τον οποίο δεν πρέπει να καταβάλει.

 Πρέπει λοιπόν να απευθυνθεί την υπηρεσία ΚΕΠΠΥΕΛ της περιοχής του και να ζητήσει να του εκδώσουν τη βεβαίωση ότι είναι κατ’ επάγγελμα αγρότης.

 Όταν την παραλάβει θα πρέπει να υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος στην αρμόδια ΔΟΥ και να ζητήσει να γίνει επανεκκαθάριση της αρχικής δήλωσης ώστε να εκδοθεί το σωστό εκκαθαριστικό και να διαγραφεί το ποσό του φόρου που είχε αρχικά βεβαιωθεί. Ο χρόνος που θα απαιτηθεί για την τακτοποίηση του προβλήματος με τον τρόπο αυτό, δεν ξέρουμε ποιος μπορεί να είναι. Εξαρτάται από το πότε θα δώσει τη δυνατότητα το υπουργείο στις κατά τόπους ΔΟΥ, να μπορούν να κάνουν εκκαθάριση.

 Η άλλη λύση είναι η εξής: Θα υπολογίσω τον φόρο, αλλά θα υποβάλω τη δήλωση με επιφύλαξη.

 Στην περίπτωση αυτή δεν εκκαθαρίζεται και κατ’ επέκταση δεν βεβαιώνεται ο φόρος, αλλά πρέπει να υποβληθούν όλα τα δικαιολογητικά στη ΔΟΥ η οποία θα κάνει και την εκκαθάριση. Ο φορολογούμενος θα απευθυνθεί στο ΚΕΠΠΥΕΛ, θα ζητήσει τη βεβαίωση την οποία θα προσκομίσει στη ΔΟΥ.

 Με τον τρόπο αυτό:

 • Δεν βεβαιώνεται άδικα ο φόρος στην προσωποποιημένη του πληροφόρηση.

 • Δεν χάνει τη «ρύθμιση» που πιθανώς να έχει κάνει και που προσπαθεί να την κρατήσει ζωντανή.

 Να επισημάνουμε ότι η δήλωση με επιφύλαξη υποβάλλεται -και αυτή- ηλεκτρονικά.

Ενδεχομένως (σύμφωνα με «πληροφορίες»)  όμως,  να υπάρξει και δυνατότητα επικαιροποίησης των στοιχείων της Γ.Γ.Π.Σ, από τα αρχεία των ΚΕΠΠΥΕΛ, μετά την ολοκλήρωση υποβολής των φορολογικών δηλώσεων.

 

Ζ. Συνέπειες της επανένταξης στο ειδικό καθεστώς αγροτών (ΠΟΛ.1073/2017) .

(1)  Η επανένταξη στο ειδικό καθεστώς αγροτών δεν παρέχεται για τους αγρότες αυτούς από 01.01.2017 δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, ενώ τα αποτελέσματα των δηλώσεων αποθεμάτων μετάταξης που τυχόν έχουν υποβληθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του ίδιου άρθρου, δεν λαμβάνονται υπόψη.
(2)  Οι αγρότες οι οποίοι, παρόλο που πληρούν το κριτήριο για την επανένταξή τους στο ειδικό καθεστώς αγροτών έως τις 12.05.2017, τελικά επιλέξουν να παραμείνουν για το φορολογικό έτος 2017 στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, δεν υποχρεούνται να παραμείνουν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για μια τριετία, αλλά από το επόμενο φορολογικό έτος μπορούν να μετατάσσονται στο ειδικό καθεστώς αγροτών.

(3) Οι αγρότες που θα επιλέξουν, την υπαγωγή τους στο ειδικό καθεστώς αγροτών από 01.01.2017, έχουν, εκτός από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης μεταβολών σύμφωνα με τα ανωτέρω, κατά περίπτωση και τις ακόλουθες υποχρεώσεις.
α)  Έκδοση πιστωτικών τιμολογίων
Στην περίπτωση που έχουν πραγματοποιηθεί παραδόσεις αγροτικών προϊόντων με ΦΠΑ, οι αγρότες εκδίδουν πιστωτικά τιμολόγια για την επιστροφή του εισπραχθέντος από αυτούς ΦΠΑ στους αντισυμβαλλομένους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 8 του
ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.). καθώς και τα αναφερόμενα στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1052/2017, περί έκδοσης πιστωτικού τιμολογίου για διαφορές που σχετίζονται με ΦΠΑ.

 [ 8.6.1 Με την παράγραφο αυτή προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου για εκπτώσεις, επιστροφές ή άλλες διαφορές. Τέτοιες διαφορές μπορεί να είναι η διαπίστωση ελλειμμάτων κατά την αποστολή και παράδοση των αγαθών, λανθασμένου υπολογισμού αξίας, λανθασμένη αναγραφή επωνυμίας, εσφαλμένης χρέωσης Φ.Π.Α. επί του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και τυχόν άλλες διαφορές, που έχουν σχέση και επηρεάζουν το περιεχόμενο του αρχικού τιμολογίου. Επισημαίνεται ότι, σε κάθε περίπτωση το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται από πωλητή των αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο για την έκδοση τιμολογίου (ΠΟΛ. 1003/31.12.2014 ) ] και [2. Στην περίπτωση εσφαλμένης χρέωσης του ΦΠΑ από τον εκδότη του τιμολογίου, προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου μόνο για ΦΠΑ, προκειμένου να διορθωθεί η αρχικά εσφαλμένη χρέωση και να μην επιβαρύνεται ο αποδέκτης του τιμολογίου με το ποσό αυτό. Εάν ο λήπτης του τιμολογίου έχει ασκήσει δικαίωμα έκπτωσης βάσει του αρχικού στοιχείου, έχει υποχρέωση διόρθωσης της εσφαλμένης έκπτωσης, με το πιστωτικό τιμολόγιο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 30, 32 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής. …. 4. Επισημαίνεται ότι, όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, δεν απαγορεύεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου για το σύνολο της αξίας του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και στη συνέχεια η έκδοση νέου τιμολογίου, στο οποίο θα αναγράφεται η διάταξη βάσει της οποίας η εν λόγω συναλλαγή απαλλάσσεται από το Φ.Π.Α. 5. Η δυνατότητα έκδοσης πιστωτικών τιμολογίων, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν απαγορεύεται από τις διατάξεις του ν.4308/2014 για αρχικά τιμολόγια που έχουν εκδοθεί πριν την 1.1.2015 ανεξαρτήτως της χρήσης που είχαν αυτά εκδοθεί, με την επιφύλαξη των περί παραγραφής διατάξεων. 6. Το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται, σε κάθε περίπτωση, μεταξύ των αντισυμβαλλομένων , οι οποίοι θα πρέπει να ενεργούν με την ιδιότητα που είχαν κατά την έκδοση του αρχικού στοιχείου. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, μετά την ημερομηνία παύσης εργασιών του λήπτη του αρχικού τιμολογίου…… 11. Τα πιστωτικά τιμολόγια περιλαμβάνονται στις υποβληθείσες καταστάσεις φορολογικών στοιχείων για διασταύρωση πληροφοριών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ.1022/7.1.2014, με βάση την ημερομηνία έκδοσής τους, ανεξαρτήτως εάν εκδίδονται εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα (ΠΟΛ.1052/2017

Έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, για διαφορές που σχετίζονται με τον Φ.Π.Α.  ) . ]
β)  Υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ και συναφείς υποχρεώσεις
Στην περίπτωση που υπάρχει υποχρέωση καταβολής τυχόν ποσών ΦΠΑ για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν έως τις 12.5.2017 (π.χ. λόγω μη δυνατότητας έκδοσης πιστωτικών τιμολογίων, ή λόγω πραγματοποίησης λιανικών πωλήσεων ή λόγω πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λοιπών πράξεων για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών), οι αγρότες έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν τις δηλώσεις ΦΠΑ που περιγράφονται στις κατωτέρω περιπτώσεις α' και β' καθώς και να καταβάλουν τον οφειλόμενο φόρο. Εξυπακούεται ότι οι αγρότες που επανεντάσσονται από 1.1.17 στο ειδικό καθεστώς στερούνται από την ίδια ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ των εισροών. Ως καταληκτική προθεσμία για την υποβολή των δηλώσεων και την καταβολή του οφειλόμενου φόρου θεωρείται η 30.6.2017.
(α) Περιπτώσεις που δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις ΦΠΑ
Εφόσον υπάρχει υποχρέωση καταβολής τυχόν ποσών ΦΠΑ οι αγρότες έχουν υποχρέωση υποβολής έκτακτης δήλωσης.
(β) Περιπτώσεις που έχουν υποβληθεί δηλώσεις ΦΠΑ.
i) Σε περίπτωση που η υποβληθείσα δήλωση ΦΠΑ είναι χρεωστική, ανεξαρτήτως εάν το οφειλόμενο ποσό φόρου έχει καταβληθεί στη φορολογική διοίκηση οι αγρότες έχουν υποχρέωση υποβολής νέας δήλωσης ΦΠΑ για τη μερική ή ολική διαγραφή του οφειλόμενου ποσού, η οποία επέχει θέση τροποποιητικής δήλωσης για τη φορολογική διοίκηση. Κατά το ποσό της διαγραφής η νέα αυτή δήλωση θα έχει πιστωτικό υπόλοιπο το οποίο συμψηφίζει το χρεωστικό υπόλοιπο της αρχικής δήλωσης.
Για την εν λόγω διαγραφή, καθώς και για την επιστροφή του τυχόν καταβληθέντος στη φορολογική διοίκηση ποσού ΦΠΑ υποβάλλεται έντυπη αίτηση επιστροφής σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΑΓΓΔΕ
ΠΟΛ.1104/13.5.2015 και ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται στην Απόφαση αυτή για τις εκπρόθεσμες αιτήσεις επιστροφής (σχετ. το άρθρο 2 αυτής), ανεξαρτήτως εάν η νέα δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα σύμφωνα με τα οριζόμενα ανωτέρω.
Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση μερικής διαγραφής του οφειλόμενου ποσού υφίσταται υποχρέωση καταβολής του υπόλοιπου ποσού βάσει της ανωτέρω ορισθείσας ημερομηνίας (30.6.2017) και όχι βάσει της ημερομηνίας της αρχικής βεβαίωσης. Ειδικότερα διευκρινίζονται τα εξής:
Η νέα δήλωση υποβάλλεται σε έντυπη μορφή και ως ημερολογιακή περίοδος αναγράφεται η περίοδος «01.01.2017 έως 01.01.2017» με την προϋπόθεση ότι έχει υποβληθεί η δήλωση μεταβολής.
Εφόσον με τη νέα δήλωση δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ στην ανωτέρω δήλωση συμπληρώνονται οι εξής κωδικοί: ο κωδικός 403 με το ποσό του χρεωστικού υπολοίπου της αρχικά υποβληθείσας δήλωσης, ο κωδικός 503 καθώς και ο κωδικός 507 με επιλογή ως αιτία επιστροφής τη «μείωση χρεωστ. υπολοίπου».
Εφόσον με τη νέα δήλωση υφίσταται υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ στην δήλωση αυτή συμπληρώνονται οι εξής κωδικοί: κατά περίπτωση οι κωδικοί 301 έως 307 και αντίστοιχα οι κωδικοί 331 έως 336, καθώς και ο κωδικός 403 με το ποσό του χρεωστικού υπολοίπου της αρχικά υποβληθείσας δήλωσης, ο κωδικός 503 και ο κωδικός 507 με επιλογή ως αιτία επιστροφής τη «μείωση χρεωστ. υπολοίπου» μόνο στην περίπτωση που μειώνεται το αρχικά χρεωστικό υπόλοιπο, ή ο κωδικός 511 στην περίπτωση αύξησης του αρχικά χρεωστικού υπολοίπου.
ii) Σε περίπτωση που η υποβληθείσα δήλωση ΦΠΑ είναι πιστωτική και έχει αναγραφεί το σύνολο του πιστωτικού υπολοίπου στον κωδικό 502, ή έχει αναγραφεί μέρος ή το σύνολο του πιστωτικού υπολοίπου στον κωδικό 503 και δεν έχει υποβληθεί αίτηση επιστροφής ΦΠΑ, καθώς και στην περίπτωση που η υποβληθείσα δήλωση ΦΠΑ είναι μηδενική, το αποτέλεσμα αυτών δεν λαμβάνεται υπόψη και το τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο δεν μπορεί να ζητηθεί προς επιστροφή.
Στην περίπτωση που υπάρχει υποχρέωση καταβολής τυχόν ποσών ΦΠΑ υποβάλλεται έκτακτη δήλωση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περίπτωση α'.
iii) Σε περίπτωση που η υποβληθείσα δήλωση ΦΠΑ είναι πιστωτική, και το πιστωτικό υπόλοιπο αναγράφεται στον κωδικό 503 του εντύπου και έχει υποβληθεί αίτηση επιστροφής ΦΠΑ, ο αγρότης έχει υποχρέωση να προβεί σε ανάκληση της αίτησης επιστροφής. Εφόσον δεν είναι δυνατή η ανάκληση αυτή (πχ έχει ήδη εκταμιευθεί το ποσό) υφίσταται υποχρέωση υποβολής νέας δήλωσης ΦΠΑ, η οποία υποβάλλεται σε έντυπη μορφή και ως ημερολογιακή περίοδος αναγράφεται η περίοδος «01.01.2017 έως 01.01.2017» με την προϋπόθεση ότι έχει υποβληθεί η δήλωση μεταβολής.

Επισημαίνεται ότι : Για τις δηλώσεις ΦΠΑ που έχουν υποβληθεί, έως την έκδοση της παρούσας, από τους αγρότες που τηρούν απλογραφικά βιβλία η Δ.Ο.Υ. η Φορολογική Διοίκηση, αποστέλλει σχετικό έγγραφο στη Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για μετάπτωση της φορολογικής περιόδου του πρώτου τριμήνου 2017 σε ημερολογιακή περίοδο «01.01.2017 έως 01.01.2017». Σε κάθε άλλη περίπτωση απευθύνεται στην ίδια ως άνω Διεύθυνση για παροχή σχετικών οδηγιών σε τεχνικής φύσεως θέματα, ενημερώνοντας σχετικά την Δ/νση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας (π.χ. παύση εργασιών αγρότη εντός της φορολογικής περιόδου, υποβολή περισσότερων δηλώσεων για την ίδια φορολογική περίοδο).
γ)  Υποβολή δήλωσης μεταβολών για διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών.
Στην περίπτωση που οι αγρότες που υπήχθησαν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ από 01.01.2017 έχουν πραγματοποιήσει ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών ή λήψεις υπηρεσιών, θα πρέπει να δηλώσουν στην ίδια δήλωση μεταβολών για την ένταξή τους στο ειδικό καθεστώς και την πραγματοποίηση των εν λόγω πράξεων. Η δήλωση μεταβολών για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών συναλλαγών στην περίπτωση αυτή θεωρείται υποχρεωτικού χαρακτήρα και ισχύει μέχρι την μεταβολή της.
( Για την «ιστορία» δείτε και το άρθρο μας (12-04-2017)
 Η «μετάταξη» των αγροτών και της λογικής )

 

Η. «Τεκμήρια» Αγροτών .

( 1) Καλλιεργητικά δάνεια και γενικά επιχειρηματικά  δάνεια -   Δεν αποτελούν τεκμήριο τα τοκοχρεολύσια αποπληρωμής τους.

 « Ένα ζήτημα που μας απασχολούσε εδώ και αρκετά χρόνια ήταν αυτό της εφαρμογής ή όχι του τεκμηρίου απόκτησης (δαπάνη απόκτησης περιουσιακών στοιχείων) στις περιπτώσεις καταβολής τοκοχρεολυτικών δόσεων που αφορούσαν σε επαγγελματικά δάνεια που συνήψαν ατομικές επιχειρήσεις . Ήταν —και παραμένει— σύνηθες, στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, κάποιοι φορολογούμενοι με ατομικές επιχειρήσεις να συνάπτουν επαγγελματικά δάνεια με πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να υλοποιήσουν ένα επιχειρηματικό σχέδιο. Πολλές φορές οι δόσεις που καταβάλλουν οι εν λόγω επιχειρηματίες σε ετήσια βάση είναι αρκετά μεγάλες με αποτέλεσμα η αναγραφή τους στους οικείους κωδικούς του εντύπου Ε1 να τους δημιουργεί μείζον πρόβλημα. Παρόλο που στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1076/26.3.2015 είχε γίνει αναφορά που προέβλεπε σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 32 του ν. 4172/2013 ότι, «οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται μόνο όταν τις οικείες δαπάνες πραγματοποιούν φυσικά πρόσωπα, ως ιδιώτες και όχι στα πλαίσια άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας όπου οι σχετικές αγορές έχουν καταχωρηθεί στα λογιστικά τους αρχεία», εντούτοις η αντιμετώπιση από την κάθε Δ.Ο.Υ. ήταν διαφορετική με συνέπεια τη δημιουργία προστριβών μεταξύ φορολογούμενων και υπαλλήλων των Δ.Ο.Υ. Με τη ΠΟΛ.1034/2017 δίνεται λύση στο παραπάνω πρόβλημα από τους υπηρεσιακούς παράγοντες του υπ. Οικονομικών, αφού στις οδηγίες της εγκυκλίου αυτής αναφορικά με τη συμπλήρωση του πίνακα 5 του εντύπου Ε1 αναφέρονται τα ακόλουθα:  Όπως έγινε δεκτό με την ΠΟΛ.1076/26.3.2015, οι διατάξεις του άρθρου 32 του ν. 4172/2013 εφαρμόζονται μόνο όταν τις οικείες δαπάνες πραγματοποιούν φυσικά πρόσωπα, ως ιδιώτες και όχι στα πλαίσια άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας όπου οι σχετικές αγορές έχουν καταχωρηθεί στα λογιστικά τους αρχεία. Συνεπώς, οι καταβληθείσες δόσεις επιχειρηματικών δανείων που έχουν καταχωρηθεί στα λογιστικά αρχεία των ατομικών επιχειρήσεων και αφορούν σε δανειακές συμβάσεις που συνήψαν τα εν λόγω πρόσωπα για επιχειρηματικούς σκοπούς, δεν αποτελούν δαπάνη απόκτησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 32 (περίπτωση στ' της παρ. 1 του άρθρου αυτού), οπότε δεν θα αναγράφονται στους κωδικούς 727-728 του εντύπου Ε1.

Σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή των ανωτέρω είναι θέμα πραγματικό και ανήκει στην εξελεγκτική αρμοδιότητα του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ο οποίος, εξετάζοντας τα πραγματικά στοιχεία και παραστατικά θα κρίνει αν τα ποσά των εν λόγω δανειακών συμβάσεων αφορούν σε επιχειρηματικά δάνεια και αν έχουν τηρηθεί οι υπόλοιπες προϋποθέσεις (σκοπός χορήγησης του δανείου, τεκμηρίωση βάσει των λογιστικών αρχείων, καταχώριση των τόκων στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης, κ.λπ.). Τα ανωτέρω ισχύουν και για τις δόσεις που καταβάλλονται από τα παραπάνω πρόσωπα στα πλαίσια συμβάσεων που χαρακτηρίζονται από τα πιστωτικά ιδρύματα ως «δάνεια κεφαλαίου κίνησης» ή ως «σύμβαση πίστωσης δι' ανοιχτού λογαριασμού».

  Ένα άλλο θέμα που πρέπει να εξεταστεί είναι πως πρέπει να αντιμετωπιστούν τυχόν περιπτώσεις κατά τις οποίες τα τραπεζικά ιδρύματα στείλουν στη ΔΗΛΕΔ (μέσω των αρχείων που στέλνουν κάθε χρόνο) ποσά που αφορούν σε τέτοιου είδους τοκοχρεολυτικές δόσεις. Να σημειώσουμε ότι οι κωδικοί 727-728 δεν προσυμπληρώνονται, απλά εμφανίζονται σε ειδικό παράθυρο τα ποσά που διαθέτει η Α.Α.Δ.Ε. Δηλαδή, πρέπει να διευκρινιστεί αν θα υπάρχει κάποιο κώλυμα κατά την εκκαθάριση της δήλωσης σε περίπτωση που έχουν σταλεί από τα τραπεζικά ιδρύματα τέτοια ποσά που αφορούν σε καταβληθείσες δόσεις επιχειρηματικών δανείων, κ.λπ. (σύμφωνα με όσα μνημονεύονται ανωτέρω) και ο φορολογούμενος δεν τα αναγράψει στους κωδικούς αυτούς.

Επισήμανση: Άσχετα με την αντιμετώπιση του παραπάνω ζητήματος και της λύσης που δόθηκε από το Υπ. Οικ., σε κάθε περίπτωση —παρόλο που δεν θα αναγράφονται τα σχετικά ποσά των δόσεων στο έντυπο Ε1— προκειμένου να αποφεύγονται προβλήματα σε μελλοντικούς ελέγχους που ενδεχομένως θα γίνουν στο πλαίσιο των έμμεσων τεχνικών ελέγχου κ.λπ., καλό είναι να φροντίζουν οι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να αποδείξουν την πραγματική προέλευση των χρημάτων που καταβάλλονται κάθε χρόνο για την απόσβεση τέτοιων δανείων.
 (Άρθρο του Κωνσταντίνου Δημ. Γραβιά )
[ Μπορείτε να το δείτε ολόκληρο από εδώ
]

 

●●●

 

(2)   Αγορά χωραφιών – Κατά την άποψή μας, αποτελούν « τεκμήριο»  .

 

Στην ΠΟΛ.1076/26.3.2015 «Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή του εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας εισοδήματος (άρθρα 30-34 Ν.4172/2013) » , μεταξύ άλλων ορίζονται τα εξής : « Άρθρο 32. Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Σημειώνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται μόνο όταν τις οικείες δαπάνες πραγματοποιούν φυσικά πρόσωπα, ως ιδιώτες και όχι στα πλαίσια άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας όπου οι σχετικές αγορές έχουν καταχωρηθεί στα λογιστικά τους αρχεία. ……..

Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, ως ετήσια δαπάνη του φορολογουμένου της συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών του λογίζονται τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλονται, για:… β) Αγορά επιχειρήσεων ή σύσταση ή αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων που λειτουργούν ατομικώς ή με τη μορφή ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης ή ανώνυμης εταιρείας ή περιορισμένης ευθύνης εταιρίας ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή αγορά εταιρικών μερίδων και χρεογράφων γενικώς. Η διατύπωση της διάταξης αυτής είναι γενική και καταλαμβάνει επομένως κάθε περίπτωση δαπάνης για συμμετοχή σε οποιασδήποτε μορφής εταιρία. Υπάγονται κατ' ακολουθία όλα τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται, ως εισφορά σε νεοϊδρυόμενο νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ως κεφάλαιο για την ίδρυση ατομικής επιχείρησης καθώς και τα ποσά για αύξηση κεφαλαίου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας. ….

Άρθρο 33. Μη εφαρμογή αντικειμενικών δαπανών και υπηρεσιών

Με τις διατάξεις του άρθρου 33 προσδιορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν εφαρμόζεται η ετήσια αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Η μη εφαρμογή αυτής της δαπάνης διασφαλίζει τη μη εφαρμογή του εναλλακτικού τρόπου προσδιορισμού της ελάχιστης φορολογίας στις περιπτώσεις αυτές. Με βάση τις νέες διατάξεις τα άρθρα 31 και 32 δεν έχουν εφαρμογή: …………..

ε) Για την αγορά πάγιου εξοπλισμού επαγγελματικής χρήσης από πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Στην έννοια του πάγιου εξοπλισμού περιλαμβάνονται μηχανήματα, υπολογιστές, έπιπλα, σκεύη, Φ.Δ.Χ. αυτοκίνητα, Φ.Ι.Χ. αυτοκίνητα, Ε.Δ.Χ. αυτοκίνητα, Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητα, μοτοποδήλατα, μοτοσυκλέτες, σκάφη, αεροσκάφη που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση επιχείρησης ή ελευθέριου επαγγέλματος».

Επίσης η απόφαση [ Προσοχή : Αφορούσε το αντίστοιχο καθεστώς, που ίσχυε με το ν.2238/1994 ]  1122684/2274/Α0012/22.12.2008 «Εφαρμογή των διατάξεων της περ. ιδ του άρθρου 18 του ν. 2238/1994», όριζε τα εξής : « 1.  Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ' του άρθρου  17 του ν.2238/1994) ως ετήσια τεκμαρτή δαπάνη του φορολογούμενου, της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν λογίζονται και  τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλονται, μεταξύ άλλων, για αγορά ή χρονομεριστική ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων ή ανέγερση οικοδομών. 2.    Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ιδ' του άρθρου 18 του ν.2238/1994 το τεκμήριο προσδιορισμού της ετήσιας δαπάνης δεν εφαρμόζεται προκειμένου για αγορά παγίου εξοπλισμού επαγγελματικής χρήσης από πρόσωπα που ασκούν εμπορική ή γεωργική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα, ενώ περαιτέρω με την 348/06 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και με έναρξη ισχύος από 18.12.06 έγινε δεκτό, ότι η αγορά επιβατικού αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης (ΕΔΧ) και φορτηγού δημόσιας χρήσης (ΦΔΧ) εμπίπτει στις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή.
3.
    Κατόπιν των ανωτέρω, προκύπτει ότι η δαπάνη ανέγερσης ενοικιαζόμενων δωματίων εμπίπτει στις διατάξεις της περίπτωσης γ' του άρθρου 17 και κατά συνέπεια η δαπάνη για την ανέγερση λογίζεται ως τεκμήριο απόκτησης περιουσιακού στοιχείου » .

Με βάση τα ανωτέρω, κατά την άποψη μας, η αγορά αγροτεμαχίου από αγρότη, δεν αποτελεί αγορά παγίου επαγγελματικού εξοπλισμού και επομένως,  τον βαρύνει με «τεκμήρια». Σε κάθε περίπτωση όμως η Φορολογική Διοίκηση οφείλει, να δώσει περαιτέρω  διευκρινήσεις για την περίπτωση αυτή.

Επίσης  διευκρινήσεις πρέπει να δοθούν και για την περίπτωση της σύστασης ατομικής επιχείρησης, ποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις αποτελούν «τεκμήριο». 

 

 

Θ. Ο χαρακτηρισμός « Επαγγελματίας Αγρότης».

Ο χαρακτηρισμός « Επαγγελματίας αγρότης», έχει σημαντική σημασία στην φορολόγηση των  εισοδήματών που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα, γιατί η μείωση του φόρου ( από 1.900 έως 2.100 ευρώ ), και στην ουσία το αφορολόγητο των 9.000 ευρώ περίπου, εφαρμόζεται μόνο για τους κατ' επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία . Σύμφωνα με το Ν. 3874/2010 ( όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4389/2016 ) « Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων»,  Επαγγελματίας αγρότης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, εφόσον πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

1) Είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης.

Αγροτική εκμετάλλευση είναι η μονάδα παραγωγής προς πώληση αγροτικών προϊόντων.

Κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο ή το νομικό πρόσωπο που είναι:
α) Κύριος, συγκύριος ή νομέας αγροτικής εκμετάλλευσης.
β) Μισθωτής ή αγρολήπτης της αγροτικής εκμετάλλευσης, εφόσον η μίσθωση ή η επίμορτη αγροληψία έχει συναφθεί εγγράφως και έχει θεωρηθεί από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) ή
γ) Μισθωτής υδάτινης έκτασης προκειμένου για υδατοκαλλιέργεια.

2) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του.

Για την απόδειξη της κατοχής αγροτικής εκμετάλλευσης και τον υπολογισμό του ετήσιου χρόνου απασχόλησης στην αγροτική εκμετάλλευση, χρησιμοποιούνται τα στοιχεία της «Ενιαίας Αίτησης Ενίσχυσης» .

Σχετικά με τον προσδιορισμό δείτε :

Τροποποίηση της αριθμ. 169653/3.6.2011 απόφασης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Προσδιορισμός της ετήσιας απασχόλησης στην αγροτική εκμετάλλευση» (Β΄1181/9.6.2011). – Φ.Ε.Κ  τ. Β΄- Αρ. Φύλλου 2386 – 3/8/2016.

««2. Για τη μέτρηση της εργασίας χρησιμοποιείται η Μονάδα Ανθρώπινης Εργασίας (ΜΑΕ), η οποία ορίζεται ως η εργασία που προσφέρεται υπό καθεστώς πλήρους

απασχόλησης, από φυσικό πρόσωπο κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους, σε όλους του τομείς της οικονομίας και αντιστοιχεί σε εργασία 1.750 ωρών.

Ο συνολικός ετήσιος χρόνος απασχόλησης που μπορεί να ληφθεί υπόψη στους υπολογισμούς για εργασία που προσφέρεται εντός και εκτός της εκμετάλλευσης δεν

μπορεί να υπερβεί τις 1.750 ώρες ετησίως.

 Τα πρόσωπα που έχουν μόνιμη εξωαγροτική απασχόληση (πάνω από 1.750 ώρες ετησίως), εξαρτημένη ή μη, δεν μπορούν, ανεξαρτήτως πραγματικού γεγονότος, να θεωρηθούν ότι προσφέρουν εργασία στη γεωργική τους εκμετάλλευση.

Τα πρόσωπα που έχουν μη μόνιμη εξωαγροτική απασχόληση, που συμπληρώνουν πάνω από 1.225 ώρες απασχόλησης ετησίως στη δραστηριότητά τους αυτή, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν επαγγελματίες αγρότες, δεδομένου ότι πάνω από το 70% του συνολικού ετήσιου χρόνου απασχόλησης τους είναι εξωαγροτικό».

[ Στο Φ.Ε.Κ περιλαμβάνεται και ΠΙΝΑΚΑΣ, με τις ώρες εργασίας, ανά είδος καλλιέργειας. ]

Επίσης στην Αριθμ. 169653/3.6.2011 Προσδιορισμός της ετήσιας απασχόλησης στην αγροτική εκμετάλλευση, αναφέρεται ότι :

Άρθρο 2, παρ. 2. « Στην περίπτωση που το αγροτικό εισόδημα του αγρότη αποτελεί το 100% του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του, όπως αυτό υπολογίζεται στην υπ’ αριθμ. 134430/4.3.2011 (ΦΕΚ 392Β/11) κοινή υπουργική απόφαση, τότε θεωρείται ότι απασχολείται επαγγελματικά σε αγροτική εκμετάλλευση κατά το 100% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του ».

3) Λαμβάνει από την απασχόλησή του σε αγροτική δραστηριότητα το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του

Για τον υπολογισμό του αγροτικού εισοδήματος χρησιμοποιούνται : Αντίγραφο της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Ε1, το αντίστοιχο Εκκαθαριστικό Φόρου Εισοδήματος και αντίγραφο του έντυπου Ε3 .

«1. Για τον υπολογισμό του αγροτικού εισοδήματος: Αντίγραφο της τελευταίας Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Ε1, το αντίστοιχο Εκκαθαριστικό Φόρου Εισοδήματος και αντίγραφο της Κατάστασης Οικονομικών Στοιχείων από Επιχειρηματική Δραστηριότητα έντυπο Ε3 του ιδίου έτους, όπου εκεί θα αποτυπώνεται η αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (έσοδα-έξοδα, κ.λ.π.) της αγροτικής εκμετάλλευσης του ενδιαφερομένου. Συγκεκριμένα συγκρίνεται το καθαρό κέρδος με λογιστικό προσδιορισμό Αγροτικής Δραστηριότητας σε σχέση με το συνολικό καθαρό κέρδος με λογιστικό προσδιορισμό. » (  Αριθ. πρωτ.: 360/26071/1.3.2016 Εγκύκλιος δικαιολογητικών για τη χορήγηση βεβαίωσης ΜΑΑΕ)

 

●●●

 

Ο προσδιορισμός του αγροτικού εισοδήματος

Όσον αφορά τον ακριβή προσδιορισμό του αγροτικού εισοδήματος η υπ' αριθμ. 134430/4.3.2011 (ΦΕΚ 382/Β'/14-3-2011) Κοινή Υπουργική Απόφαση αναφέρει τα εξής:

Άρθρο 1. Για τον προσδιορισμό του προβλεπόμενου στα εδάφια (αγ) της περίπτωσης α΄ και (βα) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 3874/2010 (ΦΕΚ Α΄ 151) ποσοστού εισοδήματος, συγκρίνεται το αγροτικό με το συνολικό εισόδημα.

Η σύγκριση αγροτικού και συνολικού εισοδήματος γίνεται σε ατομικό επίπεδο και περιλαμβάνει τα ακόλουθα επιμέρους εισοδήματα, όπως αυτά δηλώνονται στη αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Άρθρο 2. 1. Το αγροτικό εισόδημα για τις ανάγκες εφαρμογής του ν.3874/2010 αποτελείται από:

α) Εισοδήματα που αποκτώνται από τις δραστηριότητες της αγροτικής εκμετάλλευσης, στις οποίες περιλαμβάνεται η παραγωγή, αποθήκευση, τυποποίηση, συσκευασία, η εν γένει τοποθέτηση μέχρι και το στάδιο της χονδρικής και λιανικής πώλησης αποκλειστικά των προϊόντων που παράγει η ίδια η αγροτική εκμετάλλευση καθώς και η πρώτη χωρική ή οικοτεχνική μεταποίησή τους.

β) Εισοδήματα που αποκτώνται από την θαλάσσια αλιεία και την αλιεία εσωτερικών υδάτων (εξαιρείται ή υπερπόντια αλιεία), την σπογγαλιεία, την οστρακαλιεία, τη δασοπονία, την υδατοκαλλιέργεια και τη θηραματοπονία.

γ) Εισοδήματα που προέρχονται από τη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ισχύος μέχρι 100 KW.

δ) Εισοδήματα που προέρχονται από τη λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων δυναμικότητας έως 10 δωματίων.

ε) Εισοδήματα που προέρχονται από την παροχή αγροτικής εργασίας σε δασαρχεία και από την αγροτική εργασία σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις τρίτων.

στ) Οι αγροτικές ενισχύσεις και οι αποζημιώσεις επί της παραγωγής.

 2. Τα εισοδήματα που δεν προσμετρούνται στο αγροτικό εισόδημα για τη εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου, είναι αυτά που προέρχονται από: την απασχόληση σε εμπορικές επιχειρήσεις, βιοτεχνικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις, ελευθέρια επαγγέλματα, μισθωτές υπηρεσίες και κάθε μορφής εξαρτημένη εργασία, συντάξεις (κύριες, επικουρικές, αναπηρικές κ.α.).

Άρθρο 3. Στο συνολικό εισόδημα, το οποίο συγκρίνεται με το αγροτικό εισόδημα του άρθρου 2 της απόφασης αυτής, δεν προσμετρώνται τα ακόλουθα:

(α) Εισόδημα από ακίνητα.

(β) Εισόδημα από κινητές αξίες π.χ. μερίσματα, προμερίσματα, ομολογίες, ομολογιακά δάνεια, χρεόγραφα κ.α.

(γ) Τόκοι καταθέσεων.

(δ) Έξοδα παράστασης και αποζημιώσεις αιρετών οργάνων, των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού, συνδικαλιστικών και αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων καθώς και αμοιβές και ποσοστά (εκτός μισθού) των μελών του διοικητικού συμβουλίου νομικών προσώπων.

(ε) Επιδόματα ανεργίας, πολυτέκνων και πάσης φύσεως προνοιακά επιδόματα.

4) Είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση, όπου απαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

Για την απόδειξη ασφάλισης στον ΟΓΑ, χρησιμοποιούνται: Βεβαίωση Ασφαλιστικής Ενημερότητας ή Βεβαίωση Ασφάλισης από τον ΟΓΑ.

5) Τηρεί λογιστικά βιβλία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

Για την περίπτωση αυτή πρέπει να δοθούν επιπλέον διευκρινήσεις, για το αν η μη τήρηση αυτής της προϋπόθεσης,   αφαιρεί από το Αγρότη, ο οποίος απαλλάσσεται νομίμως από την τήρηση βιβλίων, την ιδιότητα του  « Επαγγελματία αγρότη».

Προσοχή :  

Πρέπει να συντρέχουν και οι πέντε προϋποθέσεις, εκτός των  περιπτώσεων :

α) Φυσικών  προσώπων,  απασχολούμενα στη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW ή στη λειτουργία αγροτοτουριστικών μονάδων έως 10 δωματίων που δεν είναι ασφαλισμένα στον Ο.Γ.Α., έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο, ως επαγγελματίες αγρότες, εφόσον πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις .

β) Για τους νεοεισερχόμενους στον αγροτικό τομέα, οι οποίοι έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο, προκειμένου να χαρακτηριστούν ως επαγγελματίες αγρότες, δεν ισχύει το κριτήριο του εισοδήματος, (υποπερίπτωση αγ' )  .

Αρκεί οι ανωτέρω να προσκομίσουν στην αρμόδια υπηρεσία υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, στην οποία να δηλώνουν ότι θα εγγραφούν στα μητρώα του ΟΓΑ και ότι, για το σκοπό αυτόν, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών, θα υποβάλλουν προς τον ΟΓΑ σχετική αίτηση εγγραφής τους στα μητρώα του και επιλογής ασφαλιστικής κατηγορίας, σύμφωνα με τις σχετικές προς τούτο διατάξεις του ΟΓΑ. Με τη συμπλήρωση των δύο (2) ετών, ο νεοεισερχόμενος υποχρεούται να προσκομίσει τη σχετική βεβαίωση εγγραφής στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΟΓΑ. Σε κάθε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής, με υπαιτιότητα του, αναζητούνται και εισπράττονται εντόκως από το Δημόσιο όλα τα ωφελήματα που ο νεοεισερχόμενος τυχόν αποκόμισε από την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.

…………………..

 

Επίσης :

 Επαγγελματίας αγρότης θεωρείται και το απασχολούμενο στην αλιεία (θαλάσσια, εσωτερικών υδάτων, σπογγαλιεία, οστρακαλιεία, υδατοκαλλιέργεια) ενήλικο φυσικό πρόσωπο, εφόσον σωρευτικά:
α)
Είναι κάτοχος ατομικής επαγγελματικής άδειας αλιείας και ιδιοκτήτης, συνιδιοκτήτης, μισθωτής ή συμμετέχει, με οποιονδήποτε τρόπο, στην εκμετάλλευση επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους εκτός από σκάφη υπερπόντιας αλιείας ή απασχολείται στην υδατοκαλλιέργεια ως κάτοχος ή μισθωτής υδατοκαλλιεργητικής εκμετάλλευσης. Το ως άνω φυσικό πρόσωπο ασχολείται με μία ή περισσότερες εκ των ανωτέρω δραστηριοτήτων τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του και λαμβάνει από την απασχόλησή του αυτή το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του.
β) Προμηθεύεται ως ιδιοκτήτης ή συνιδιοκτήτης ή μισθωτής επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους καύσιμα θαλάσσης για την κίνηση του σκάφους του τουλάχιστον μία φορά κάθε τρία έτη και
γ) Είναι ασφαλισμένος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Οι προϋποθέσεις της απόληψης του 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος και της προμήθειας καυσίμων θαλάσσης απαιτείται να συντρέχουν για τους ιδιοκτήτες επαγγελματικών αλιευτικών σκαφών ολικού μήκους μέχρι έξι (6) μέτρα.

●●●

 

Αριθ. πρωτ.: 360/26071/1.3.2016. Εγκύκλιος δικαιολογητικών για τη χορήγηση βεβαίωσης ΜΑΑΕ. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Στα πλαίσια εφαρμογής του ν. 3874/2010 «Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων» και δεδομένου ότι:
1. για την έκδοση βεβαίωσης εγγραφής στο ΜΑΑΕ εξετάζονται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 του
ανωτέρω,
2. σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1δ του
ανωτέρω νόμου, αγροτική εκμετάλλευση είναι η μονάδα παραγωγής προς πώληση αγροτικών προϊόντων και
3. από το φορολογικό έτος 2014 (εισοδήματα 2014) άλλαξε ο τρόπος φορολόγησης των αγροτών (κατάργηση από 1/1/2014 του τεκμαρτού προσδιορισμού του αγροτικού εισοδήματος) βλ. αρ. 21 παρ. 1 του
ν. 4172/2013.
σας γνωρίζουμε ότι προκειμένου για τη χορήγηση βεβαίωσης εγγραφής στο ΜΑΑΕ και τον έλεγχο για την ιδιότητα του κατόχου αγροτικής εκμετάλλευσης ή του επαγγελματία αγρότη θα πρέπει, να εξετάζονται υποχρεωτικά τα εξής δικαιολογητικά:
Α. Επαγγελματίες Αγρότες
1.
Για τον υπολογισμό του αγροτικού εισοδήματος:

Αντίγραφο της τελευταίας Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Ε1, το αντίστοιχο Εκκαθαριστικό Φόρου Εισοδήματος και αντίγραφο της Κατάστασης Οικονομικών Στοιχείων από Επιχειρηματική Δραστηριότητα έντυπο Ε3 του ιδίου έτους, όπου εκεί θα αποτυπώνεται η αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (έσοδα-έξοδα, κ.λ.π.) της αγροτικής εκμετάλλευσης του ενδιαφερομένου. Συγκεκριμένα συγκρίνεται το καθαρό κέρδος με λογιστικό προσδιορισμό Αγροτικής Δραστηριότητας σε σχέση με το συνολικό καθαρό κέρδος με λογιστικό προσδιορισμό.
2. Για την απόδειξη της κατοχής αγροτικής εκμετάλλευσης και τον υπολογισμό του ετήσιου χρόνου απασχόλησης στην αγροτική εκμετάλλευση:

Αντίγραφο της Ενιαίας Αίτησης Ενίσχυσης, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις, του αντίστοιχου έτους με την Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος.
3. Για την απόδειξη ασφάλισης στον ΟΓΑ:

Βεβαίωση Ασφαλιστικής Ενημερότητας ή Βεβαίωση Ασφάλισης από τον ΟΓΑ.
Β. Κάτοχοι αγροτικής εκμετάλλευσης
1.
Για την απόδειξη της δραστηριότητας της αγροτικής εκμετάλλευσης: Αντίγραφο της τελευταίας Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Ε1, το αντίστοιχο Εκκαθαριστικό Φόρου Εισοδήματος και αντίγραφο της Κατάστασης Οικονομικών Στοιχείων από Επιχειρηματική Δραστηριότητα έντυπο Ε3 του ιδίου έτους, όπου εκεί θα αποτυπώνεται η αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (έσοδα-έξοδα) της αγροτικής εκμετάλλευσης του ενδιαφερομένου.
2. Για την απόδειξη της κατοχής αγροτικής εκμετάλλευσης: Αντίγραφο της Ενιαίας Αίτησης Ενίσχυσης, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις, του αντίστοιχου έτους με την Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος.
3. Στις περιπτώσεις πρόσφατης απόκτησης της αγροτικής εκμετάλλευσης όταν δεν υπάρχει η δυνατότητα υποβολής Αίτησης Ενιαίας Ενίσχυσης, θα προσκομίζονται:
- Αντίγραφο της τελευταίας Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Ε1, το αντίστοιχο Εκκαθαριστικό Φόρου Εισοδήματος, όπου εκεί δεν θα αποτυπώνεται αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα από την αγροτική εκμετάλλευση του ενδιαφερομένου.
- Για μόνιμες φυτείες: Συμβόλαια αγοράς αγροτικών εκτάσεων, νομίμως μετεγγραμμένα που προέρχονται από αγορά, γονική παροχή, αποδοχή κληρονομιάς, κ.λ.π, (εφόσον δεν εκμισθώνονται σε τρίτους) ή αποδεικτικά μίσθωσης αγροτικών εκτάσεων που έχουν υποβληθεί στο taxisnet και αντίγραφα ελαιοκομικού, αμπελουργικού μητρώου ή άλλων μητρώων, συναπτόμενα εντός του έτους αναφοράς.
- Για μονοετείς καλλιέργειες: Συμβόλαια αγοράς αγροτικών εκτάσεων, νομίμως μετεγγραμμένα που προέρχονται από αγορά, γονική παροχή, αποδοχή κληρονομιάς, κ.λ.π. (εφόσον δεν εκμισθώνονται σε τρίτους), ή αποδεικτικά μίσθωσης αγροτικών εκτάσεων που έχουν υποβληθεί στο taxisnet, και παραστατικά αγοράς σπόρων ή φυτωρίων ή πώλησης προϊόντων της εκμετάλλευσης, εντός της χρονικής περιόδου του έτους αναφοράς.
- Αποδεικτικά κατοχής ζωικού κεφαλαίου ή μελισσοσμηνών το οποίο είναι καταγεγραμμένο στα μητρώα και βιβλιάρια του ΥΠΑΑΤ (μητρώο αιγοπροβάτων, βοοειδών, μελισσοκομικό βιβλιάριο, κ.λ.π.), εντός της χρονικής περιόδου του έτους αναφοράς.
- Αντίγραφο Ενιαίας Δήλωσης καλλιέργειας / εκτροφής ΕΛΓΑ.

 Γ. Ασκούντες αγροτική δραστηριότητα
1.
Για την απόδειξη της αγροτικής δραστηριότητας: Αντίγραφο της τελευταίας Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Ε1, το αντίστοιχο Εκκαθαριστικό Φόρου Εισοδήματος.
2. Βεβαίωση αποδοχών ή ένσημα ΙΚΑ για τους δασεργάτες και αντίγραφα εργοσήμων για τους εργάτες γης, για το αντίστοιχο έτος με αυτό της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος.
3. Βεβαίωση ασφαλιστικού φορέα ΙΚΑ ή ΟΓΑ.
Κατά περίπτωση μπορεί να κριθούν απαραίτητα και άλλα δικαιολογητικά όπως αυτά περιγράφονται σε προηγούμενα έγγραφα μας, τα οποία και ισχύουν. Είμαστε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση.


●●●

Tα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά υποβάλλονται από τον ενδιαφερόμενο ή από εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του με αίτηση στο οικείο Κέντρο Ελέγχου και Πιστοποίησης Πολλαπλασιαστικού Υλικού και Ελέγχου Λιπασμάτων (ΚΕΠΠΥΕΛ). Το πιστοποιητικό εγγραφής στο ΜΑΑΕ και η βεβαίωση για την ιδιότητα του επαγγελματία αγρότη, επικυρώνονται από τους προϊστάμενους των ΚΕΠΠΥΕΛ, κατόπιν ελέγχου των δικαιολογητικών.

(υπουργική απόφαση 134416/14-2-2011 ΦΕ, Τεύχος Β΄, 273/21-2-2011).

 

20680/814/15.5.2017 Οδηγίες υπολογισμού προσαύξησης συντάξιμων αποδοχών βάσει του κατά κεφαλήν κοινωνικού πόρου.

$
0
0

Αθήνα, 15 - 05 - 2017
Αρ. Πρωτ.: οικ. 20680/814

ΠΡΟΣ: ΕΦΚΑ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ/ΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ7-
Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΝΠΔΔ
ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΓΕΝ. ΓΡΑΜ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Δ14-
Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ
ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΩΝ

Πληρ.: Νιάρχος Π. Τζαγκαρουλάκης Ι.
Τηλ. 2131516857 2131516856
Ταχ. Δ/νση: Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας: 101 10 e-mail: doikepoptia@ypakp.gr

ΘΕΜΑ: Οδηγίες υπολογισμού προσαύξησης συντάξιμων αποδοχών βάσει του κατά κεφαλήν κοινωνικού πόρου.

Σε συνέχεια των υπ' αριθ. Φ.80000/οικ.60271/2195/23.12.2016 (ΑΔΑ ΨΩΤΤ465Θ1Ω-64Ω) και οικ. 15726/605/5.4.2017 (ΑΔΑ 7ΙΣΒ465Θ1Ω-ΘΕΒ) εγκυκλίων και σε ότι αφορά στην προσαύξηση των συνταξίμων αποδοχών για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης, βάσει του κατά κεφαλήν κοινωνικού πόρου, σύμφωνα με την παρ.β του άρθρου 28 του Ν.4387/2016, σας διευκρινίζουμε τα εξής:

Α. Με την ανωτέρω αναφερόμενη διάταξη « Για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του άρθρου 40, το εισόδημα, το οποίο υπόκειται σε εισφορές, σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 40, καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου. Για το διάστημα μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης, συνυπολογιζομένων, με αναγωγή κατά κεφαλήν, τυχόν υφισταμένων κατά το διάστημα αυτό κοινωνικών πόρων υπέρ των αντίστοιχων ταμείων».

Β. Για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων, από το έτος 2002 και εντεύθεν, σας επισυνάπτουμε συνημμένα, Πίνακες μηνιαίων κατά κεφαλήν, κατά το διάστημα 2002-2016 κοινωνικών πόρων υπέρ των τομέων ασφάλισης των αντίστοιχων τ. ταμείων αυτοαπασχολουμένων. Σημειώνουμε ότι το ποσό του κοινωνικού πόρου δίδεται ετησίως για 12 μήνες. Η προσαύξηση των μηνιαίων συνταξίμων αποδοχών υπολογίζεται με διαίρεση του κατά κεφαλήν ποσού του κοινωνικού πόρου δια 0,20 (ποσοστό εισφοράς 20%, π.χ. 48,32/0,2 = 241,60 €). Οι ετήσιες συντάξιμες αποδοχές προσαυξάνονται με πολλαπλασιασμό του μηνιαίου ποσού επί 12 (241,60 € χ 12 = 2.899,20 €). Στη συνέχεια οι συνολικές συντάξιμες αποδοχές προσαυξάνονται με την αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, όπως προβλέπεται στη σχετική εγκύκλιο.

Οι υπηρεσίες μας είναι στη διάθεσή σας για κάθε περαιτέρω διευκρίνιση.
 

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Πίνακες μηνιαίων κατά κεφαλήν, τυχόν υφισταμένων κατά το διάστημα 2002-2016 κοινωνικών πόρων υπέρ των τομέων ασφάλισης των αντίστοιχων τ. ταμείων αυτοαποσχολουμένων 

τ. ΕΤΑΑ ΜΗΝΙΑΙΟ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΠΟΣΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΕ €
  ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ ΕΤΑΑ-ΤΑΝ ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ    
2002 48,32 44,17 0,20    
2003 57,57 53,45 0,24    
2004 52,65 607,59 0,34    
2005 40,19 143,90 0,36    
2006 46,27 166,88 0,39    
2007 62,01 191,06 0,67    
2008 57,8 202,56 0,62    
2009 89,49 307,88 0,63    
2010 67,16 165,39 0,61    
2011 40,73 133,41 4,24    
2012 35,35 106,46 0,27    
2013 26,31 96,18 0,05    
2014 28,15 66,53 0,29    
2015 13,03 59,30 0,28    
2016 3,18 24,12 0,25    
           
τ. ΟΑΕΕ ΜΗΝΙΑΙΟ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΠΟΣΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΕ €
  ΟΑΕΕ OAEE-ΤΣΑ ΟΑΕΕ-ΤΑΕ ΟΑΕΕ-ΤΕΒΕ ΟΑΕΕ-ΤΑΠΕΑΠΙ
2002   69,51 2,99 3,71  
2003   44,74 2,91 3,61  
2004   31,75 2,76 3,59  
2005   18,22 2,60 3,62  
2006   19,08 3,51 3,55  
2007 6,54 27,08      
2008 6,32 0,12     1.685,14
2009 6,48 0,13     384,52
2010 1,28 0,18     54,8
2011 1,03 0,58     204,16
2012 2,40 0,54     0,00
2013 4,33 0,77     0,00
2014 0,01 0,63     0,00
2015 0,00 0,00     0,00
2016 0,00 0,00     0,00

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 23/2017 Υπενθύμιση οδηγιών σχετικά με την υποχρέωση αποστολής δειγμάτων υπογραφής των υπαλλήλων του ΕΦΚΑ, στα πλαίσια της Σύμβασης της Επισημείωσης της Σφραγίδας της Χάγης (Apostille)

$
0
0

Αθήνα, 15 Μαΐου 2017
Αριθμ. Πρωτ.: 713724

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση : Αγίου Κωνσταντίνου 8
Ταχ. Κώδικας: 102 41 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Ε. Καπακουλάκη
Τηλέφωνο : 210-52.15.222

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 23

ΘΕΜΑ : «Υπενθύμιση οδηγιών σχετικά με την υποχρέωση αποστολής δειγμάτων υπογραφής των υπαλλήλων του ΕΦΚΑ, στα πλαίσια της Σύμβασης της Επισημείωσης της Σφραγίδας της Χάγης (Apostille)».


Η Σφραγίδα της Χάγης (Apostille) είναι η σφραγίδα η οποία απαιτείται, σύμφωνα με την Σύμβαση της Επισημείωσης της Σφραγίδας της Χάγης (5/10/1961), να τεθεί στα δημόσια έγγραφα από το κράτος που τα έχει συντάξει, προκειμένου να βεβαιωθεί η γνησιότητα της υπογραφής και η ιδιότητα με την οποία ενήργησε ο υπογράφων το έγγραφο καθώς και η ταυτότητα της σφραγίδας που φέρει το έγγραφο. Η χορήγηση της Σφραγίδας της Χάγης είναι βασική προϋπόθεση για να γίνουν δεκτά τα δημόσια έγγραφα μεταξύ οποιουδήποτε κράτους έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση και οποιωνδήποτε κρατών δεν έχουν προβάλλει αντίρρηση κατά της προσχώρησής του (βλ. επικαιροποιημένο κατάλογο κρατών που έχουν προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης-www.ypes.gr και www.hcch.net).

Η χώρα μας κύρωσε την ανωτέρω Σύμβαση με το νόμο 1497/1984-ΦΕΚ Α' 188/27.11.1984. Για τη χορήγηση της Σφραγίδας της Χάγης είναι απαραίτητη η ύπαρξη του δείγματος υπογραφής του υπογράφοντος το δημόσιο έγγραφο. Όταν τα έγγραφα πρόκειται να σταλούν σε κράτος μη μέλος της Σύμβασης της Χάγης (Apostille) ή σε κράτος για το οποίο η χώρα μας έχει εγείρει αντιρρήσεις, ακολουθείται η οδός της επικύρωσης των εγγράφων αυτών από τα εποπτευόμενα Υπουργεία και στη συνέχεια από το ΥΠΕΞ.

Η σύσταση του ΕΦΚΑ σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4387/2016 υπαγορεύεται από την ανάγκη εκσυγχρονισμού των υπηρεσιών του προκειμένου να ανταποκρίνονται έγκαιρα και επαρκώς στις ανάγκες των πολιτών. Μέσα στο πλαίσιο αυτό και εξαιτίας της συνένωσης των τέως φορέων κοινωνικής ασφάλισης, υπενθυμίζουμε την υποχρέωση αποστολής δειγμάτων υπογραφής των υπαλλήλων του ΕΦΚΑ (διευθυντών, προϊσταμένων και αναπληρωτών τους ),οι οποίοι έχουν δικαίωμα τελικής υπογραφής εγγράφων, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στο εξωτερικό στα πλαίσια της Σύμβασης της Χάγης, στις κατά τόπους Αποκεντρωμένες Διοικήσεις της χώρας (επικαιροποιημένο κατάλογο των 7 Αποκεντρωμένων Διοικήσεων μπορείτε να βρείτε στο www.ypes -Αποκεντρωμένη Διοίκηση). Αν πρόκειται για κράτος, το οποίο δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση ή η χώρα μας έχει εγείρει αντίρρηση, τότε η σχετική επικύρωση γίνεται από το Υπουργείο Εξωτερικών - Μεταφραστική Υπηρεσία: Αρίωνος 10/ΤΚ:10554 Αθήνα (Fax:2103285777, 2103285779 και τηλέφωνα: 2103285713-17, 2103285758). Για το λόγο αυτό και οι δύο ανωτέρω υπηρεσίες θα πρέπει να είναι οι παραλήπτες του πίνακα με τα δείγματα υπογραφών των υπαλλήλων των οργανικών μας μονάδων.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, παρακαλούμε να μεριμνήσετε α) για την αποστολή δειγμάτων υπογραφής των υπαλλήλων των υπηρεσιών σας, εφόσον τα στοιχεία αυτά δεν έχουν αποσταλεί στις αρμόδιες αρχές και β) για την επικαιροποίηση και την αποστολή του καταλόγου δειγμάτων υπογραφής σε περίπτωση αποχώρησης ή αλλαγής υπαλλήλου που φέρει την ιδιότητα του τελικού υπογράφοντα, προκειμένου να συνεχίζεται απρόσκοπτα η χορήγηση της Σφραγίδας της Χάγης σε όσα έγγραφα απαιτείται. Για την διευκόλυνσή σας, σας ενημερώνουμε ότι θα βρείτε πλήρες εγχειρίδιο της διαδικασίας του Apostille με αναλυτικές πληροφορίες για τα κράτη που συμμετέχουν στη Σύμβαση της Χάγης αλλά και εκείνα για τα οποία η χώρα μας έχει εγείρει αντιρρήσεις, στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Υπουργείου Εσωτερικών:www.ypes.gr-Υπουργείο - Πολιτικές και δράσεις - Apostille.


Η ΑΝ. ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΟΙΚΟΝ/ΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ και ΔΙΟΙΚ/ΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΕΛΛΟΥ

Αριθ. πρωτ.: 2/29861/0004/ 2017 Τροποποίηση της αριθ. 2/ 84174/0004/ 24.10.2016 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Εργασίας για την Επισκόπηση Δαπανών (Spending Review) του Υπουργείου Οικονομικών» (ΑΔΑ: ΩΒΝΓΗ-Ι2Φ)

$
0
0

Αθήνα, 16 Μαΐου 2017
Αριθ.πρωτ.: 2/29861/0004

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚ.ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Τμήμα Ε'

Ταχ. Δ/νση: Πανεπιστημίου 37
Τ.Κ.101 65, Αθήνα
Πληροφορίες :Μ. Ματζοράκη
Τηλέφωνο :210-33.38.283
fax :210-33.38.202
e-mail:m.matzoraki@glk.gr
 
ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση της αριθ. 2/84174/0004/24.10.2016 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Εργασίας για την Επισκόπηση Δαπανών (Spending Review) του Υπουργείου Οικονομικών» (ΑΔΑ: ΩΒΝΓΗ-Ι2Φ)».

Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 34 του ν.1914/1990 «Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη του δημόσιου τομέα και της αγοράς, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» (Α'178), όπως αποσαφηνίστηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν.2346/1995 (Α'220)
β) του άρθρου 21 του ν.4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» (Α' 176), όπως ισχύει.
γ) των άρθρων 13 έως 15 του ν.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α' 45), όπως ισχύει
δ) του Π.Δ. 111/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α' 178), όπως ισχύει

2. Το αριθ. ΓΔΟΥ 268/6.4.2017 έγγραφο της Προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθ. 2/84174/0004/24.10.2016 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με θέμα «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Εργασίας για την Επισκόπηση Δαπανών (Spending Review) του Υπουργείου Οικονομικών» (ΑΔΑ: ΩΒΝΓΗ-Ι2Φ).

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε

Τροποποιούμε την αριθ. 2/84174/0004/24.10.2016 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΑΔΑ: ΩΒΝΓΗ-Ι2Φ) ως προς τον ορισμό μελών, και αντικαθιστούμε στην περίπτωση Ι της παραγράφου Β του διατακτικού της απόφασης το υπ' αριθ. 7 μέλος, ως εξής:
«7. Νικολέττα Δελχανίδου του Ευαγγέλου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη Τμήματος στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της ΓΓΠΣκαιΔΥ»

Κατά τα λοιπά ισχύει η ανωτέρω τροποποιούμενη απόφαση.



Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Αριθμ. 52625/ 2017 Τροποποίηση της υπουργικής απόφασης Α2-718/31.7.2014 (Β΄ 2090) «Κωδικοποίηση Κανόνων Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.)»

$
0
0

Αριθμ. 52625

(ΦΕΚ Β' 1677/16-05-2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Έχοντας υπόψη τις διατάξεις:

1. Του ν. 4177/2013 (Α΄ 173) «Κανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» και ιδίως τα άρθρα 4 και 22 του ίδιου νόμου.

2. π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

3. Του π.δ. 123/2016 (Α΄ 208) «Ανασύσταση και μετονομασία Υπουργείων ... Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού.

4. Του π.δ. 69/2015 (Α΄ 113) «Διορισμός του Αλέξιου Τσίπρα του Παύλου, Αρχηγού του Κόμματος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) ως Πρωθυπουργού».

5. Του π.δ. 116/2014 (Α΄ 185) «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας».

6. Του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα».

7. Της υπουργικής απόφασης Α2-718/2014 (Β΄ 2090) «Κωδικοποίηση Κανόνων Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.)».

8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζει:

Άρθρο 1


Η περίπτωση αβ της παραγράφου 5 του άρθρου 84 της υπουργικής απόφασης Α2-718/2014 (ΦΕΚ 2090Β΄) τροποποιείται ως εξής:

«αβ. Δύο χιλιάδες ευρώ (€ 2.000) ανά κωδικό προϊόντος, για διάθεση ή/και διαθεσιμότητα στην αγορά απορρυπαντικών ή προϊόντων καθαρισμού τα οποία δεν έχουν συσκευασία ή/και επισήμανση σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία».

Άρθρο 2

Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 9 Μαΐου 2017

Ο Υπουργός
ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ


Αριθμ. οικ. 53346/645/Φ.61 Καθορισμός της διαδικασίας εγκατάστασης και λειτουργίας των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής (Κ.Α.Δ.), σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4302/2014 (Α΄ 225), και λοιπών συναφών θεμάτων.

$
0
0

Αριθμ. οικ. 53346/645/Φ.61

(ΦΕΚ Β' 1668/16-5-2017)

OΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Το ν. 4302/2014 (Α΄ 225) «Ρύθμιση θεμάτων Εφοδιαστικής και άλλες διατάξεις» και ιδίως το άρθρο 8 αυτού.

2. Το ν. 3982/2011 (Α΄ 143) «Απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών πάρκων και άλλες διατάξεις» και ιδίως τα άρθρα 17 έως 40.

3. Το ν. 4442/2016 (Α΄ 230/2016) «Νέο θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και άλλες διατάξεις».

4. Το ν. 4014/2011 (Α΄ 209) «Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής».

5. Το άρθρο 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 98), όπως ισχύει.

6. Το π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων» (Α΄ 208).

7. Το Π.Δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 116).

8. Το π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 210).

9. Την υπ’ αριθμ. Υ197/2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξανδρο Χαρίτση» (Β΄ 3722), όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. Υ226/2016 όμοια (Β΄ 4233).

10. Την υπ’ αριθμ. οικ. 4402/88/24.1.2017 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων Υφυπουργού Υποδομών και Μεταφορών Νικόλαου Μαυραγάνη» (Β΄ 127).

11. Το π.δ. 116/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας» (Α΄ 185).

12. Το π.δ. 109/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (Α΄ 176).

13. Το Π.Δ. 100/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής» (Α΄ 167).

14. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Περιεχόμενο και διαδικασία χορήγησης της άδειας εγκατάστασης των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής του ν. 4302/2014 και των δραστηριοτήτων εντός αυτών


1. Για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής (Κ.Α.Δ.), που ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη μηχανολογικού εξοπλισμού, κατατάσσονται στην υποκατηγορία Α1 και Α2 του ν. 4014/2011 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, η αδειοδοτούσα αρχή εκδίδει άδεια εγκατάστασης με την προσκόμιση των απαραίτητων δικαιολογητικών και εγκρίσεων.

2. Ο ενδιαφερόμενος για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής, για να λάβει τεκμηριωμένα τις σχετικές πληροφορίες, υποβάλλει στην Αδειοδοτούσα Αρχή συμπληρωμένο Ερωτηματολόγιο του Παραρτήματος Ι. Η Αδειοδοτούσα Αρχή εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών υποχρεούται να απαντά στο ανωτέρω ερωτηματολόγιο προσδιορίζοντας την περιβαλλοντική κατάταξη, τον βαθμό όχλησης και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά εκ των αναφερομένων στα άρθρα 2 και 6 για την χορήγηση της άδειας εγκατάστασης και την λειτουργία του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής. Κατόπιν της υποβολής του ερωτηματολογίου, ο ενδιαφερόμενος, είτε μετά την απάντηση της Αδειοδοτούσας Αρχής επί του Ερωτηματολογίου, είτε αυτοτελώς με ευθύνη του, υποβάλλει τα δικαιολογητικά και φακέλους (μελέτες, σχεδιαγράμματα κ.λπ.) του άρθρου 2 της παρούσης, στην Αδειοδοτούσα Αρχή και αιτείται την χορήγησης άδειας εγκατάστασης από την Αδειοδοτούσα Αρχή.

3. Κατά τα λοιπά ακολουθούνται οι προβλέψεις και οι διαδικασίες του άρθρου 5 της με αριθμ. οικ. 483/35/Φ.15/17.1.2012 (Β΄ 158) υπουργικής απόφασης.

4. Στην άδεια εγκατάστασης πρέπει να αναγράφεται ο φορέας και η θέση της εγκατάστασης, το είδος των προς αποθήκευση εμπορευμάτων και οι τυχόν δευτερεύουσες ή λοιπές δραστηριότητες, καθώς επίσης και τυχόν άλλοι όροι και προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληροί το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής κατά την λειτουργία του.

Άρθρο 2
Δικαιολογητικά που απαιτούνται για την χορήγηση άδειας εγκατάστασης Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής


Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την χορήγηση άδειας εγκατάστασης Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής είναι τα ακόλουθα:

α. Ερωτηματολόγιο (συμπληρωμένο) (Παράρτημα Ι).

β. Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων.

γ. Βεβαίωση χρήσης γης από την αρμόδια Πολεοδομική Αρχή συνοδευόμενη από το αντίστοιχο τοπογραφικό διάγραμμα.

δ. Συνοπτική Τεχνική Περιγραφή Εγκαταστάσεων, υπογεγραμμένη από τον κατά τον νόμο υπεύθυνο μηχανικό, με περιεχόμενο:

• Τοπογραφικό διάγραμμα στο οποίο αποτυπώνονται οι κτηριακές εγκαταστάσεις και οι απαραίτητες πληροφορίες σήμανσης και κυκλοφοριακών ρυθμίσεων εντός του οικοπέδου.

• Περιγραφή δραστηριότητας (είδος αποθηκευόμενων εμπορευμάτων, διάγραμμα ροής εκτελούμενων εργασιών, κ.λπ.).

• Περιγραφή μηχανολογικού εξοπλισμού ανεξαρτήτως μεγέθους εγκατεστημένης ισχύος για την άσκηση κύριων δραστηριοτήτων (εφόσον υπάρχει).

ε. Μηχανολογική μελέτη του εξοπλισμού για τις ασκούμενες κατά περίπτωση δευτερεύουσες δραστηριότητες, εφόσον η εγκατεστημένη κινητήρια ισχύς τους ξεπερνά τα 37ΚW ή η θερμική τα 70ΚW.

στ. Όταν το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής θα λειτουργήσει σε υφιστάμενο κτήριο, δήλωση αρμόδιου κατά νόμο μηχανικού περί του ότι το κτήριο έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με την οικοδομική του άδεια και τις τυχόν τακτοποιήσεις και νομιμοποιήσεις αυτού και τις μελέτες που συνοδεύουν αυτές, ότι διατηρεί στατική επάρκεια για την λειτουργία του ως Κ.Α.Δ., ότι δεν απαιτείται έκδοση νέας άδειας δόμησης, τακτοποίηση ή νομιμοποίηση για την λειτουργία του ως Κ.Α.Δ. Στην Υπεύθυνη Δήλωση αναφέρονται επίσης και οι αριθμοί των οικοδομικών αδειών, καθώς και των τακτοποιήσεων και νομιμοποιήσεων αυτού.

Όταν το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής πρόκειται να λειτουργήσει σε κτήριο που θα κατασκευαστεί, απαιτείται διάγραμμα κάλυψης και αρχιτεκτονικά σχέδια (κατόψεις, τομές) των κτηριακών εγκαταστάσεων που πρόκειται να κατασκευασθούν, σε κατάλληλη κλίμακα.

ζ. Υπεύθυνη Δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986, του μελετητή της εγκατάστασης αρμόδιου μηχανικού, στην οποία δηλώνεται ότι, έχει υποβληθεί στην αρμόδια υπηρεσία για τη συντήρηση της οδού (ή των οδών) έμπροσθεν του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής, με τον Α.Π. της, αίτηση, η οποία πληροί όλες τις προϋποθέσεις, για χορήγηση,

ζα) είτε έγκρισης απότμησης υποβιβασμού της στάθμης του πεζοδρομίου, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της κοινής υπουργικής απόφασης της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 4302/2014, σε περίπτωση που το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής αιτείται να εγκατασταθεί σε περιοχή εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως,

ζβ) είτε έγκρισης κυκλοφοριακής σύνδεσης σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις του υπ’ αριθμ. β.δ. 465/1970, σε περίπτωση που το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής αιτείται να εγκατασταθεί σε περιοχή εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως και το γήπεδο αυτού έχει πρόσωπο επί εθνικής ή επαρχιακής οδού,

ζγ) είτε έγκρισης εισόδου εξόδου σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 39 του υπ’ αριθμ. β.δ. 465/1970, σε περίπτωση που το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής αιτείται να εγκατασταθεί σε περιοχή εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως και το γήπεδο αυτού έχει πρόσωπο επί δημοτικής κοινοτικής οδού.

Άρθρο 3
Περιεχόμενο γνωστοποίησης λειτουργίας


1. Όλα τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής λειτουργούν νόμιμα μετά την υποβολή γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4302/2014.

2. Η γνωστοποίηση για την λειτουργία ενός Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής περιλαμβάνει:

α. Πληροφορίες σχετικά με τον φορέα του Κ.Α.Δ..

β. Πληροφορίες σχετικά με το Κ.Α.Δ..

γ. Πληροφορίες σχετικά με τις ασκούμενες δραστηριότητές.

δ. Ειδικότερες πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος των ασκούμενων δραστηριοτήτων, την εγκατάσταση και τον εξοπλισμό τους.

ε. Λοιπές πληροφορίες κατά περίπτωση.

3. Υπόδειγμα (έντυπο) της γνωστοποίησης περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ της παρούσας, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής.

Άρθρο 4
Διαδικασία γνωστοποίησης λειτουργίας και καθορισμός των αρχών στις οποίες κοινοποιείται


1. Ο ενδιαφερόμενος, εφόσον δεν έχει προηγηθεί άδεια εγκατάστασης, προκειμένου να λάβει τεκμηριωμένα τις σχετικές πληροφορίες για τη λειτουργία του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής, υποβάλλει στην Αδειοδοτούσα Αρχή συμπληρωμένο Ερωτηματολόγιο του Παραρτήματος Ι. Η Αδειοδοτούσα Αρχή εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών υποχρεούται να απαντά στο ανωτέρω ερωτηματολόγιο, προσδιορίζοντας τις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (όπου απαιτείται), την όχληση και τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά εκ των αναφερομένων στο άρθρο 6 που πρέπει να τηρούνται στο αρχείο του Κέντρου Αποθήκευσής και Διανομής.

2. Για την έναρξη λειτουργίας των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής και των δραστηριοτήτων που ασκούνται σε αυτά, ο φορέας του Κ.Α.Δ., μετά την έκδοση της άδειας εγκατάστασης, είτε, εφόσον δεν απαιτείται άδεια εγκατάστασης, μετά τη υποβολή του ερωτηματολογίου, δύναται είτε μετά την απάντηση της Αδειοδοτούσας Αρχής επί του Ερωτηματολογίου, είτε αυτοτελώς με ευθύνη του, να υποβάλλει στην Αδειοδοτούσα Αρχή γνωστοποίηση, σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος ΙΙ, θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής. Κανένα δικαιολογητικό δεν υποβάλλεται από τον φορέα της δραστηριότητας κατά την υποβολή της γνωστοποίησης. Η Αδειοδοτούσα Αρχή παραλαμβάνει τη γνωστοποίηση σε κάθε περίπτωση, με ευθύνη του ενδιαφερομένου για τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σε αυτή. Τα δικαιολογητικά του άρθρου 6 φυλάσσονται στο χώρο της εγκατάστασης από τον φορέα.

3. Ο φορέας της δραστηριότητας λαμβάνει αυθημερόν από την Αδειοδοτούσα Αρχή αντίγραφο της υποβληθείσας γνωστοποίησης στο οποίο θα εμφαίνεται ο μοναδικός αριθμός αυτής. Ακολούθως η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται να κοινοποιεί τη γνωστοποίηση εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών, βάσει του είδους των ασκούμενων δραστηριοτήτων και των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην γνωστοποίηση, στην αρμόδια, Υπηρεσία Δόμησης, Υπηρεσία Περιβάλλοντος, Χημική Υπηρεσία, Πυροσβεστική Υπηρεσία, Υγειονομική Υπηρεσία, Κτηνιατρική Υπηρεσία, Διεύθυνση Υδάτων, Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, δημοτική και περιφερειακή Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών, περιφερειακή υπηρεσία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, περιφερειακή υπηρεσία του ΕΦΕΤ, προκειμένου αυτές να λάβουν γνώση περί της έναρξης λειτουργίας και να δύνανται να ασκούν τους κατά νόμο προβλεπόμενους ελέγχους.

4. Η Αδειοδοτούσα Αρχή είναι υποχρεωμένη να διατηρεί ειδικό κατάλογο των γνωστοποιήσεων με τη βοήθεια λογιστικού φύλλου και το πρώτο δεκαπενθήμερο εκάστου έτους, υποβάλλει προς τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης τον ως άνω ειδικό κατάλογο με τις εγκαταστάσεις οι οποίες γνωστοποιήθηκαν το προηγούμενο έτος, με συνημμένα τα αντίστοιχα αντίγραφα των καταχωρημένων γνωστοποιήσεων σύμφωνα με τον ν. 4302/2014, με ηλεκτρονικό τρόπο.

Άρθρο 5
Διαδικασία μεταβολής των στοιχείων της γνωστοποίησης


1. Αν πρόκειται να μεταβληθούν για οποιονδήποτε λόγο τα στοιχεία τα οποία έχουν γνωστοποιηθεί, ο φορέας της οικονομικής δραστηριότητας υποχρεούται σε προηγουμένη γνωστοποίηση της επιδιωκόμενης μεταβολής υποβάλλοντας στην αρμόδια αρχή τη γνωστοποίηση του Παραρτήματος ΙΙ με την ένδειξη μεταβολή.

2. Ο φορέας του Κ.Α.Δ. οφείλει να τηρεί στην εγκατάσταση αρχείο με τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά του άρθρου 6 επικαιροποιημένα σύμφωνα με τη δηλωθείσα μεταβολή.

3. Η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται να κοινοποιεί τη γνωστοποίηση εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών, όπου αυτό είναι απαραίτητο, βάσει του είδους των ασκούμενων δραστηριοτήτων και των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην γνωστοποίηση, στις αρχές της παραγράφου 3 του άρθρου 4 της παρούσας, προκειμένου αυτές να λάβουν γνώση περί της μεταβολής των στοιχείων της γνωστοποίησης και να δύνανται να ασκούν τους κατά νόμο προβλεπόμενους ελέγχους.

4. Σε περίπτωση αλλαγής φορέα ο παλαιός και ο νέος φορέας της δραστηριότητας υποχρεούνται να προβούν αυτοτελώς σε γνωστοποίηση των στοιχείων του νέου φορέα επιλέγοντας «Μεταβολή» στη φόρμα του παραρτήματος ΙΙ , θεωρημένη για το γνήσιο των υπογραφών, επισυνάπτοντας τις υπεύθυνες δηλώσεις του άρθρου 13 της με αριθμ. οικ. 483/35/Φ.15/17.1.2012 (Β΄ 158) υπουργικής απόφασης. Η τροποποιημένη γνωστοποίηση κοινοποιείται στις αρχές της παραγράφου 3 του άρθρου 4. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι προβλέψεις του άρθρου 23 του ν. 3982/2011 και των άρθρων 13 και 14 της υπουργικής απόφασης που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο.

5. Σε περίπτωση παύσης λειτουργίας της εγκατάστασης ο φορέας της οικονομικής δραστηριότητας υποχρεούται σε γνωστοποίηση της παύσης λειτουργίας επιλέγοντας «Ακύρωση» σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος ΙΙ, στην Αδειοδοτούσα Αρχή, η οποία την κοινοποιεί στις αρχές της παραγράφου 3 του άρθρου 4 της παρούσας.

6. Αν πρόκειται να μεταβληθεί ο τόπος άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας, ο φορέας της δραστηριότητας υποχρεούται να υποβάλλει νέα γνωστοποίηση. Η υποβολή της γνωστοποίησης γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4.

Άρθρο 6
Δικαιολογητικά που πρέπει να τηρούνται στην εγκατάσταση


Ο φορέας του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής οφείλει επιμελώς να τηρεί στο χώρο της εγκατάστασης ξεχωριστό φάκελο με τα ακόλουθα στοιχεία:

Α) Στην περίπτωση άσκησης μόνο κύριας δραστηριότητας εφοδιαστικής

αα. Αντίγραφο Γνωστοποίησης

αβ. Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων ή Πρότυπες Περιβαλλοντικές δεσμεύσεις όπου απαιτείται.

αγ. Βεβαίωση χρήσης γης από την αρμόδια Πολεοδομική Αρχή, συνοδευόμενη από το αντίστοιχο τοπογραφικό.

αδ. Συνοπτική Τεχνική Περιγραφή Εγκαταστάσεων, για τα Κ.Α.Δ. που κατατάσσονται στην κατηγορία Α και Β του ν. 4014/2011, υπογεγραμμένη από τον κατά τον νόμο υπεύθυνο μηχανικό, με περιεχόμενο:

• Τοπογραφικό διάγραμμα στο οποίο αποτυπώνονται οι κτηριακές εγκαταστάσεις και οι απαραίτητες πληροφορίες σήμανσης και κυκλοφοριακών ρυθμίσεων εντός του οικοπέδου.

• Περιγραφή δραστηριότητας (είδος αποθηκευόμενων εμπορευμάτων, διάγραμμα ροής εκτελούμενων εργασιών, κ.λπ.)

• Περιγραφή μηχανολογικού εξοπλισμού ανεξαρτήτως μεγέθους εγκατεστημένης ισχύος για την άσκηση της κύριας δραστηριότητας (εφόσον υπάρχει)

αε. Άδεια Δόμησης, με το σύνολο των μελετών και των σχεδίων που τη συνοδεύουν, συμπεριλαμβανομένων και των τυχόν τακτοποιήσεων, ρυθμίσεων ή νομιμοποιήσεων αυθαιρέτων κατασκευών καθώς και τις σχετικές βεβαιώσεις πληρωμής προστίμων.

αστ. Πιστοποιητικό (ενεργητικής) πυροπροστασίας, το οποίο εκδίδεται από την οικεία Πυροσβεστική Υπηρεσία, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 13/2013 (Β΄ 1586) Πυροσβεστική Διάταξη ή σύμφωνα με την υπ’αριθμ. κοινή υπουργική απόφαση Φ15/οικ. 1589/104/30.1.2006 (Β΄ 90).

αζ. Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 των επιβλεπόντων κατά νόμο υπευθύνων Μηχανικών Π.Ε. ή Μηχανικών ΤΕ, ότι:

1. η κατασκευή του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής και οι εντός αυτού κτιριακές και ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις, καθώς και οι τυχόν ειδικές εγκαταστάσεις του, υλοποιήθηκαν, σύμφωνα με τα σχεδιαγράμματα και τις τεχνικές εκθέσεις που συνοδεύουν την άδεια εγκατάστασης εφόσον υπάρχει,

2. βεβαιώνεται η στατική επάρκεια για την λειτουργία του κτηρίου ως Κ.Α.Δ., η βιομηχανική βιοτεχνική / αποθηκευτική χρήση του κτηρίου και η εγκατάσταση του μηχανολογικού εξοπλισμού για την άσκηση των δραστηριοτήτων του Κ.Α.Δ. σε χώρο κύριας χρήσης (όχι βοηθητικό ή κοινόχρηστο), στην περίπτωση που δεν υπάρχει άδεια εγκατάστασης.

αη. Έγκριση απότμησης-υποβιβασμού στάθμης πεζοδρομίου ή έγκριση κυκλοφοριακής σύνδεσης, ή έγκρισης εισόδου εξόδου, από την αρμόδια για την συντήρηση της οδού (ή των οδών) έμπροσθεν του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής, Υπηρεσία, συνοδευόμενη και από σχετική Βεβαίωση αρμόδιας Αρχής περί της ορθής εφαρμογής και καλής εκτέλεσης των ανωτέρω.

αθ. Υπεύθυνη Δήλωση ανάθεσης ανάληψης της επίβλεψης, λειτουργίας και συντήρησης του Κ.Α.Δ. από τον κάτοχό του και τον αρμόδιο κατά νόμο μηχανικός αντίστοιχα, όταν η συνολική κινητήρια ισχύς του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής υπερβαίνει τα 59 KW (80 HP) ή συμβόλαιο συντήρησης του μηχανολογικού εξοπλισμού για τις κύριες δραστηριότητες από τον κατασκευαστή με ανάληψη ευθύνης όσον αφορά στην ορθή λειτουργία της υποδομής ή ασφαλιστήριο συμβόλαιο με ταυτόσημο αντικείμενο.

αι. Έγκριση της αρμόδιας Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, εφόσον απαιτείται.

αια. Άδεια κατασκευής λιμενικού έργου και χρήσης αιγιαλού και παραλίας, εφόσον απαιτείται.

Β) Στην περίπτωση άσκησης εκτός της κύριας και τυχόν δευτερευουσών δραστηριοτήτων

βα. Μηχανολογική μελέτη του εξοπλισμού για τις ασκούμενες κατά περίπτωση δευτερεύουσες δραστηριότητες, εφόσον η εγκατεστημένη κινητήρια ισχύς του ξεπερνά τα 37ΚW ή η θερμική τα 70ΚW.

ββ. Πιστοποιητικό υδραυλικής δοκιμασίας για τους ατμολέβητες ή τις ατμογεννήτριες της εγκατάστασης καθώς και πιστοποιητικό παραλαβής, βάσει της υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3853/2010 (ΦΕΚ Α΄ 90), εφόσον απαιτείται.

βγ. Πιστοποιητικό ελέγχου σε ισχύ δεξαμενών υγραερίου σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Δ3/14858/1993 (ΦΕΚ 477 Β΄/1993), άρθρο 3.3.13, όπως ισχύει κατά περίπτωση, εφόσον απαιτείται.

βδ. Άδεια χρήσης νερού, στην περίπτωση χρήσης νερού από γεώτρηση για βιοτεχνική χρήση, εφόσον απαιτείται.

βε. Άδεια ηλεκτροπαραγωγού ζεύγους στην περίπτωση ύπαρξης ή / και χρήσης του, εφόσον απαιτείται.

Γ) Άδειες Βεβαιώσεις ειδικών δραστηριοτήτων του άρθρου 11 του ν. 4302/2014:

γα. Άδεια λειτουργίας πρατηρίου υγρών καυσίμων ιδιωτικής χρήσης, για τον ανεφοδιασμό φορτηγών αυτοκινήτων με υγρά καύσιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του β.δ. 465/1970 (Α΄ 150) ή του π.δ. 1224/1981 (Α΄ 303), όπως ισχύουν.

γβ. Άδεια λειτουργίας πρατηρίου αμιγώς υγραερίου (LPG) ή μικτού πρατηρίου υγραερίου (LPG) και υγρών καυσίμων ιδιωτικής χρήσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 595/1984 (Α΄ 218)όπως ισχύει εφόσον επιτρέπεται από την κείμενη νομοθεσία

γγ. Βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας πλυντηρίου ή / και λιπαντηρίου φορτηγών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, εφόσον αυτό επιτρέπεται από την κείμενη νομοθεσία, όπως κάθε φορά ισχύει.

γδ. Άδεια / Βεβαίωση λειτουργίας συνεργείου επισκευής και συντήρησης φορτηγών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 78/1988 (Α΄ 34), εφόσον απαιτείται.

γε. Άδεια από την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης, σύμφωνα με τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις για την ανέγερση κεκλιμένου επιπέδου επιθεώρησης, εφόσον απαιτείται.

Άρθρο 7
Λοιπές Διατάξεις


1. Για την έκδοση της άδειας εγκατάστασης υποβάλλεται το παράβολο του παραγράφου Α του άρθρου 1 της με αριθμ. οικ. 14684/914/Φ.15/17.12.2012 (Β΄ 3533) κοινής υπουργικής απόφασης.

2. Για την υποβολή γνωστοποίησης υποβάλλεται το παράβολο που προβλέπεται στην παράγραφο Β άρθρο 1 της με αριθμ. οικ. 14684/914/Φ.15/17.12.2012 (Β΄ 3533) κοινής υπουργικής απόφασης.

3. Για την παράλειψη γνωστοποίησης πριν την έναρξη λειτουργίας ή παράλειψη των στοιχείων που πρόκειται να μεταβληθούν ή μεταβλήθηκαν, ή παροχή αναληθών στοιχείων κατά την γνωστοποίηση εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις για έλλειψη άδειας λειτουργίας ή υποβολής Υπεύθυνης Δήλωσης Λειτουργίας της με αριθμ. 484/36/Φ.15/17.1.2012 (Β΄ 230) υπουργικής απόφασης.

4. Κατά λοιπά ως προς την επιβολή κυρώσεων εφαρμόζεται το άρθρο 29 του ν. 3982/2011.

5. Μετά την υποβολή γνωστοποίησης η Αδειοδοτούσα Αρχή διενεργεί ελέγχους για την ορθότητα των στοιχείων της γνωστοποίησης και την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων ή των Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων και για κάθε άλλο θέμα σχετικά με την ασφάλεια λειτουργίας της εγκατάστασης, σύμφωνα με την περιγραφόμενη διαδικασία του άρθρου 7 της με αριθμ. Πρωτ. οικ. 483/35/Φ. 15/2012 (Β΄ 158) υπουργικής απόφασης.

6. Για τον προσδιορισμό των Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων εφαρμόζεται η υπ’ αριθμ. Φ.15/4187/266/11.4.2012 (Β΄ 1275) κοινή υπουργική απόφαση.

7. Τα δικαιολογητικά του άρθρου 6 τηρούνται στο σύνολο τους, εφόσον απαιτούνται, ανάλογα με το είδος των ασκούμενων δραστηριοτήτων στο Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής.

8. Ως προς την τηρητέα διαδικασία και τις προϋποθέσεις για την έκδοση άδειας εγκατάστασης, τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, καθώς και κάθε άλλο θέμα που δεν ρυθμίζεται με την παρούσα, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 19, 20, 22, 24 έως και 28 του ν. 3982/2011, καθώς και των κανονιστικών διατάξεων που έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτών.

Άρθρο 8 Παραρτήματα

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας τα Παραρτήματα Ι και ΙΙ.

Άρθρο 9 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 10 Μαΐου 2017

Οι Υπουργοί

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ

Περιβάλλοντος και Ενέργειας
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

Υποδομών και Μεταφορών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ

ΔΕΔ Αθήνας αποφ. 646/23.1.2017 Απόρριψη ενδικοφανούς προσφυγής πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου Ν.4223/2013

$
0
0
Καλλιθέα 23.01.2017
αριθμός απόφασης 646

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ A3

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604529
ΦΑΞ: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις :

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.

β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).

γ. Του άρθρου 59 του π.δ. 111/2014 (Α' 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

δ. Του άρθρου 6 της αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014 (ΦΕΚ Β' 865, 1079 και 1846) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

ε. Της ΠΟΛ.1002/31.12.2013 Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 55/16-1-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει από 1/1/2014 και καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (πρώην Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής».

στ. Της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α' 94)

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την με αριθμ. ΔΕΔ 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016(ΦΕΚ2759/τ.β'/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 27.09.2016 και αριθμό πρωτοκόλλου ......................... ενδικοφανή προσφυγή της .............. ΑΦΜ ......, κατοίκου ..........., οδός ............, κατά της με αρ. ειδοποίησης ...πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) της Γ.Γ.Δ.Ε, έτους 2016, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα. 

5. Τη με αριθμ. Ειδοποίησης....... Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού φόρου ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) έτους 2016, της Γ.Γ.Δ.Ε , της οποίας ζητείται η ακύρωση άλλως η τροποποίηση αυτής.

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α3 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 27.09.2016 και με αριθμό πρωτοκόλλου.....................ενδικοφανούς προσφυγής της ........... του .........................., η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την με αρ. ειδοποίησης ........................ πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) της Γ.Γ.Δ.Ε, έτους 2016, η οποία εκδόθηκε την 28.08.2016, επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων, ποσού 968,72 €, πλέον συμπληρωματικός φόρος, ποσού 425,72€, ήτοι συνολικό ποσό ύψους 1.394,44€.

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης (στην υπό κρίση ενδικοφανή αναγράφεται αριθμός ειδοποίησης της προσβαλλόμενης πράξης...........αντί του ορθού αριθμού ..................), να αναγνωριστεί ότι η τιμή ζώνης για το ακίνητό της επι της .................................., δεν είναι αυτή των 1.750,00€ ανα τμ, που της προσδιόρισε η Διοίκηση, αλλά η πραγματική αξία είναι 900,00€ ανα τμ και το ποσό που θα υπολογισθεί και έχει καταβάλει ή να συμψηφισθεί με μελλοντική οφεική της προς το Ελληνικό Δημόσιο ή όπως της αποδοθεί, προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

• Η φορολόγηση που πραγματοποιείται με αντικείμενο την περιουσία, πρέπει να ανταποκρίνεται στη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών.

• Ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας των εντός αντικειμενικού προσδιορισμόυ ακινήτων της δεν είναι νόμιμος, αφού σύμφωνα με το άρθρο 41 ν. 1249/1982( στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 4 ν. 4223/13) οι φορολογητέες αξίες των ακινήτων αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο αν διετία με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών προκειμένου να συμβαδίζουν προς τις αγοραίες. Επομένως, η πάροςδος απράκτου της διετίας χωρίς αναπροσαρμογή των τιμών συνιστά παράνομη παράλειψη έκδοσης κανονιστικής πράξης εκ μέρους της διοίκησης.

• Να υποχρεωθεί η Διοίκηση να προβεί σε έκδοση της απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της χώρας , που να ανταποκρίνεται στην ελληνική πραγματικότητα σύμφωνα με τις αποφάσεις Ολ.ΣτΕ 4003/2014.

Προς επίρρωση των ισχυρισμών της επικαλείται οκτώ (8) αγγελίες ιστοσελίδας κτηματομεσιτικής.

Επειδή, η με αριθμό ειδοποίησης...........προσβαλλόμενη Πράξη εκδόθηκε βάσει της με αριθμ. .................υποβληθείσης από την προσφεύγουσα, δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9) και σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4223/2013.

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 1§1 του Ν 4223/2013 (ΦΕΚ Α 287/31.12.2013), ορίζεται ότι:

«1. Από το έτος 2014 και για κάθε επόμενο έτος επιβάλλεται Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) στα δικαιώματα της παραγράφου 2 του παρόντος, σε ακίνητα που βρίσκονται στην Ελλάδα και ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή κάθε είδους νομικές οντότητες την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.»

Επειδή, η δημόσια διοίκηση δεσμεύεται από την αρχή της νομιμότητας, όπως αυτή καθιερώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 2, 43, 50, 82, 83 και 95 & 1 του Συντάγματος (ΣτΕ 8721/1992, 2987/1994), και η οποία συνεπάγεται ότι η διοίκηση οφείλει ή μπορεί να προβαίνει μόνο σε ενέργειες που προβλέπονται και επιβάλλονται ή επιτρέπονται από τους κανόνες που θεσπίζουν το Σύνταγμα, οι νομοθετικές πράξεις, οι διοικητικές κανονιστικές πράξεις, που έχουν εκδοθεί βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης, καθώς και από κάθε κανόνα ανώτερης ή ισοδύναμης προς αυτούς τυπικής ισχύος.

Επειδή, με την ΠΟΛ.1009/2016 Απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών αναπροσαρμόστηκαν οι τιμές του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου όλης της χώρας.

Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, για τον προσδιορισμό του ΕΝΦΙΑ η Διοίκηση υποχρεούται, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4223/2013, μεταξύ άλλων και σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 περί αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, καθώς και των εν ισχύ αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών περί αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών.

Επειδή, εξάλλου, οι κανονιστικές αποφάσεις της Διοίκησης προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ.

Επειδή σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους».

Επειδή ο νομοθέτης με την επιβολή του ΕΝΦΙΑ επί της περιουσίας απέβλεψε επιτρεπτώς κατά το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος, στην φοροδοτική ικανότητα που απορρέει από αυτή καθεαυτή την κατοχή της ακίνητης περιουσίας, ως φορολογητέας ύλης (πηγής πλούτου) διαφορετικής από το εισόδημα, δεδομένου ότι, κατά την συνταγματική αυτή διάταξη, αντικείμενο φορολογικής επιβαρύνσεως μπορούν να αποτελέσουν όχι μόνον το εισόδημα, αλλά, αυτοτελώς, και η περιουσία, οι δαπάνες ή οι συναλλαγές (ΣτΕ 1972/2012, ΣτΕ 3343/2013). 

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης 27.09.2016 και αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της................................, ΑΦΜ........................

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υποχρέου με βάση την παρούσα απόφαση:

Έτος 2016:

Ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) έτους 2016: 1.394,44€

Το παραπάνω ποσό βεβαιώθηκε με την αριθμό ειδοποίησης .......................................... Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου ν. 4223/2013 'Έτους 2016 της Γ.Γ.Δ.Ε..

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.


ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ
Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α3
ΜΑΡΤΙΝΗ ΑΝΝΑ

Ακριβές αντίγραφο
η υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης.

Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή.

ΑΠ 114/2017 Επίσχεση εργασίας

$
0
0

ΑΠ 114 / 2017    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Περίληψη
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 648 ΑΚ, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να πληρώσει στον εργαζόμενο τις συμφωνημένες αποδοχές του, μετά την παροχή της εργασίας που συμφώνησαν να του προσφέρει. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 325 του ΑΚ, που εφαρμόζονται και στις σχέσεις εργοδότη και εργαζομένου στα πλαίσια της εργασιακής σύμβασης, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 329, 353 και 656 του ίδιου Κώδικα, υφισταμένης συμβάσεως εργασίας, εάν ο εργαζόμενος έχει ληξιπρόθεσμη αξίωση κατά του εργοδότη σχετική με την οφειλόμενη απ’ αυτόν παροχή εργασίας (κατ’ εξοχήν για την καταβολή του μισθού, αλλά και για την παράβαση εργοδοτικού διευθυντικού δικαιώματος) δικαιούται, ασκώντας το δικαίωμα επισχέσεως της εργασίας του, να αρνηθεί την εκπλήρωση της δικής του παροχής, απέχοντας από την εργασία του, ώσπου ο εργοδότης να εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει.

Η επίσχεση έχει ως συνέπεια ότι, αν και ο εργαζόμενος παύει να παρέχει την εργασία του, δεν είναι υπερήμερος αυτός αλλά ο εργοδότης, ο οποίος έχει την υποχρέωση όσο διαρκεί η υπερημερία του, να πληρώνει στον εργαζόμενο τις αποδοχές του σαν να εργαζόταν κανονικά. Το δικαίωμα επισχέσεως δεν χρησιμεύει προς ευθεία ικανοποίηση εκείνου που το ασκεί, αλλά μόνο προς εξασφάλιση της ανταπαιτήσεώς του, δηλαδή χρησιμεύει απλώς ως έμμεσος εξαναγκασμός του δανειστή προς εκπλήρωση της οφειλόμενης απ’ αυτόν αντιπαροχής. Κατ’ ακολουθία, αν υφίσταται ασφάλεια ως προς την εκπλήρωση της ανταξιώσεώς του αίρεται το δικαίωμα περαιτέρω επισχέσεως. Εξ άλλου, το δικαίωμα επισχέσεως της μέλλουσας να παρασχεθεί εργασίας του εργαζομένου, όπως και κάθε άλλο δικαίωμα, υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 281 του ΑΚ.

Συνεπώς, η άσκηση αυτού πρέπει να γίνεται εντός των ορίων της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, να αποβλέπει δε στην εξυπηρέτηση του οικονομικού σκοπού για τον οποίο θεσπίσθηκε. Τούτο δε διότι, ενώ, κατά κανόνα, η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης συνεπάγεται για το δανειστή τη μετάθεση του χρονικού σημείου εκπλήρωσης της οφειλόμενης προς αυτόν παροχής, χωρίς κατά τα λοιπά να θίγεται η αξίωσή του, στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η παροχή εργασίας για όσο χρόνο διαρκεί η επίσχεση καθίσταται αδύνατη και ο εργαζόμενος απαλλάσσεται οριστικά.

Η συνέπεια αυτή δεν αποκλείει την επίσχεση εργασίας, λόγω όμως της ιδιοτυπίας της παροχής πρέπει να ασκείται μέσα στα διαγραφόμενα από το άρθρο 281 ΑΚ όρια. Διαφορετικά, η άσκησή του είναι καταχρηστική και ως τέτοια είναι παράνομη και δεν παράγει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή δεν καθιστά υπερήμερο τον εργοδότη.

Ως καταχρηστικώς δε ενασκούμενο θεωρείται το δικαίωμα επισχέσεως της εργασίας του μισθωτού και όταν, μεταξύ άλλων, δεν υπάρχει χρονικά αξιόλογη καθυστέρηση της εκπληρώσεως των υποχρεώσεων του εργοδότη (όπως της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων μισθών) ή όταν η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη, αλλά σε απρόβλεπτες περιστάσεις ή αντιξοότητες ή σε πρόσκαιρη οικονομική δυσπραγία ή σε εξαιρετικά δυσμενείς γι’ αυτόν περιστάσεις ή όταν η επίσχεση προξενεί δυσβάσταχτη και δυσανάλογη ζημία στον εργοδότη, σε σχέση με το σκοπούμενο αποτέλεσμα ή όταν στρέφεται κατά αξιόπιστου και αξιόχρεου εργοδότη ή όταν αναφέρεται σε ασήμαντη αντιπαροχή του εργοδότη.

Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ . 3 του ν. 2112/1920 και 173, 200 και 288 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση αποχής του μισθωτού από την εργασία του, που δεν οφείλεται σε ασθένεια βραχείας διάρκειας ή λοχεία ή στην κατά το νόμο 3514/1928 στράτευσή του, αλλά σε άλλη αιτία, όπως σε επίσχεση της εργασίας του, το δικαστήριο, εκτιμώντας γενικά τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αποχή, κρίνει σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αν η αποχή αυτή, κατά κρίση αντικειμενική, πρέπει να θεωρηθεί ως σιωπηρή δήλωση βούλησης του εργαζόμενου να λύσει τη σύμβαση εργασίας του, δηλαδή ως σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία αυτής, με όλες τις δυσμενείς γι’ αυτόν επιπτώσεις.




ΑΠ  114/2017

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασπασία Καρέλλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Πάσσο, Παναγιώτη Κατσιρούμπα, Δήμητρα Κοκοτίνη και Γεώργιο Μιχολιά, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 25 Οκτωβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... ανώνυμος εταιρεία", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Αναστασίου, που κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Κ. Α. του Γ., κατοίκου Αθηνών, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Πέτρο Τσαντίνη, που κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10/4/2012 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1438/2012 του ίδιου Δικαστηρίου και 2030/2014 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 30/9/2015 αίτησή της και με τους από 21/9/2016 προσθέτους λόγους αυτής. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Δήμητρα Κοκοτίνη ανέγνωσε την από 11/10/2016 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του πρώτου λόγου (κατά το πρώτο σκέλος) της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης καθώς και του πρόσθετου λόγου αναίρεσης και την απόρριψη του δεύτερου σκέλους του πρώτου λόγου, καθώς και των δεύτερου και τρίτου λόγων της ως άνω αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη της αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 ΚΠολΔ, στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ κατά το άρθρο 96 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα , κατά τη διαδικασία ενώπιον του Αρείου Πάγου και στις περιπτώσεις του άρθρου 98 η πληρεξουσιότητα δίνεται μόνο με συμβολαιογραφική πράξη ή με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση. Στο άρθρο 104 εδάφιο τελευταίο ΚΠολΔ ορίζεται ότι το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της. Περαιτέρω, το άρθρο 665 παρ. 2 εδάφιο τελευταίο ΚΠολΔ, το οποίο όριζε ότι ‘ ‘ Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Αρείου Πάγου η πληρεξουσιότητα μπορεί να δίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, το οποίο φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του διαδίκου από Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών ή οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική αρχή’ ‘ , καταργήθηκε σιωπηρά με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (Α’ 87), με το οποίο ορίζεται ότι αντικαθίσταται το βιβλίο τέταρτο (άρθρα 591-681Δ’ ) του ΚΠολΔ και παρατίθενται ως νέες διατάξεις τα άρθρα 591-645. Εξάλλου, το άρθρο ένατο του ως άνω κεφαλαίου του ν. 4335/2015, με τον τίτλο ‘ ‘ Μεταβατικές και άλλες διατάξεις’ ‘ ορίζει στην μεν παράγραφο 2 ότι ‘ ‘ Οι διατάξεις για τα ένδικα μέσα και τις ειδικές διαδικασίες των άρθρων 591-645 εφαρμόζονται για τα κατατιθέμενα από την 1-1-2016 ένδικα μέσα και αγωγές’ ‘ , στη δε παράγραφο 4 ότι ‘ ‘ Κατά τα λοιπά, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις, η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από 1-1-2016’ ‘ . Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 12 του Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ, ‘ ‘ Στις δίκες που κατά την εισαγωγή του ΚΠολΔ είναι εκκρεμείς στον πρώτο βαθμό, οι διαδικαστικές πράξεις ρυθμίζονται από τις διατάξεις του, όσες όμως είχαν ενεργηθεί πριν από την εισαγωγή του, ρυθμίζονται από το προγενέστερο δίκαιο’ ‘ . Από τον συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων προκύπτει ότι η πληρεξουσιότητα που χορηγείται μετά την 1-1-2016 σε δικηγόρο για την εκπροσώπηση κάποιου διαδίκου ενώπιον του Αρείου Πάγου δίνεται πλέον μόνο με συμβολαιογραφική πράξη ή με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση και όχι με ιδιωτικό έγγραφο, όπως γινόταν υπό την ισχύ της διάταξης του άρθρου 665 παρ. 2 ΚΠολΔ, που έπαυσε να ισχύει από 1-1-2016. Η έλλειψη της πληρεξουσιότητας, εξεταζόμενη και αυτεπαγγέλτως, έχει ως συνέπεια τη μη προσήκουσα παράσταση του διαδίκου κατά τη συζήτηση της υποθέσεως (Ολ ΑΠ 13/2008). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 576 παρ. 2, 568 παρ. 1, 498 παρ. 1 και 621 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο ισχύει μετά το νόμο 4335/2015, συνάγεται ότι ο Άρειος Πάγος οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν κλήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως ο μη εμφανισθείς αντίδικος του επισπεύδοντος την συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως και σε καταφατική περίπτωση να προχωρήσει στη συζήτηση παρά την απουσία του. Στην προκείμενη περίπτωση, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου, η αναιρεσίβλητη Κ. Α. δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο, αλλά εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ............, στον οποίο, με την από 21-10-2016 εξουσιοδότηση, χορήγησε πληρεξουσιότητα για να την εκπροσωπήσει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Η εν λόγω πληρεξουσιότητα, που δόθηκε μετά την 1-1-2016, δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, με συνέπεια η αναιρεσίβλητη να θεωρείται δικονομικά απούσα. Από την .../20-5-2016 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Γ. Λ., που προσκομίζει και επικαλείται η αναιρεσείουσα , προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης για αναίρεση της 2030/2014 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, με την κάτω απ’ αυτή πράξη κατάθεσης και ορισμού δικασίμου, καθώς και κλήση για συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε με εντολή του πληρεξουσίου δικηγόρου της αναιρεσείουσας, η οποία επισπεύδει την συζήτηση της αίτησης αναίρεσης, στην αναιρεσίβλητη, νομίμως και εμπροθέσμως. Περαιτέρω, από την .../22-9-2016 έκθεση επιδόσεως του ίδιου πιο πάνω δικαστικού επιμελητή, που προσκομίζει η αναιρεσείουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο του από 21-9-2016 πρόσθετου λόγου αναίρεσης με την κάτω από αυτόν πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην αναιρεσίβλητη.
Επομένως, πρέπει η υπόθεση να συζητηθεί σαν να ήταν και αυτή παρούσα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 576 παρ. 2 και 621 παρ. 2 ΚΠολ.Δ.


2. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 648 ΑΚ, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να πληρώσει στον εργαζόμενο τις συμφωνημένες αποδοχές του, μετά την παροχή της εργασίας που συμφώνησαν να του προσφέρει. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 325 του ΑΚ, που εφαρμόζονται και στις σχέσεις εργοδότη και εργαζομένου στα πλαίσια της εργασιακής σύμβασης, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 329, 353 και 656 του ίδιου Κώδικα, υφισταμένης συμβάσεως εργασίας, εάν ο εργαζόμενος έχει ληξιπρόθεσμη αξίωση κατά του εργοδότη σχετική με την οφειλόμενη απ’ αυτόν παροχή εργασίας (κατ’ εξοχήν για την καταβολή του μισθού, αλλά και για την παράβαση εργοδοτικού διευθυντικού δικαιώματος) δικαιούται, ασκώντας το δικαίωμα επισχέσεως της εργασίας του, να αρνηθεί την εκπλήρωση της δικής του παροχής, απέχοντας από την εργασία του, ώσπου ο εργοδότης να εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει.
Η επίσχεση έχει ως συνέπεια ότι, αν και ο εργαζόμενος παύει να παρέχει την εργασία του, δεν είναι υπερήμερος αυτός αλλά ο εργοδότης, ο οποίος έχει την υποχρέωση όσο διαρκεί η υπερημερία του, να πληρώνει στον εργαζόμενο τις αποδοχές του σαν να εργαζόταν κανονικά. Το δικαίωμα επισχέσεως δεν χρησιμεύει προς ευθεία ικανοποίηση εκείνου που το ασκεί, αλλά μόνο προς εξασφάλιση της ανταπαιτήσεώς του, δηλαδή χρησιμεύει απλώς ως έμμεσος εξαναγκασμός του δανειστή προς εκπλήρωση της οφειλόμενης απ’ αυτόν αντιπαροχής. Κατ’ ακολουθία, αν υφίσταται ασφάλεια ως προς την εκπλήρωση της ανταξιώσεώς του αίρεται το δικαίωμα περαιτέρω επισχέσεως. Εξ άλλου, το δικαίωμα επισχέσεως της μέλλουσας να παρασχεθεί εργασίας του εργαζομένου, όπως και κάθε άλλο δικαίωμα, υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 281 του ΑΚ.
Συνεπώς, η άσκηση αυτού πρέπει να γίνεται εντός των ορίων της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, να αποβλέπει δε στην εξυπηρέτηση του οικονομικού σκοπού για τον οποίο θεσπίσθηκε. Τούτο δε διότι, ενώ, κατά κανόνα, η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης συνεπάγεται για το δανειστή τη μετάθεση του χρονικού σημείου εκπλήρωσης της οφειλόμενης προς αυτόν παροχής, χωρίς κατά τα λοιπά να θίγεται η αξίωσή του, στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η παροχή εργασίας για όσο χρόνο διαρκεί η επίσχεση καθίσταται αδύνατη και ο εργαζόμενος απαλλάσσεται οριστικά.
Η συνέπεια αυτή δεν αποκλείει την επίσχεση εργασίας, λόγω όμως της ιδιοτυπίας της παροχής πρέπει να ασκείται μέσα στα διαγραφόμενα από το άρθρο 281 ΑΚ όρια. Διαφορετικά, η άσκησή του είναι καταχρηστική και ως τέτοια είναι παράνομη και δεν παράγει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή δεν καθιστά υπερήμερο τον εργοδότη (ΑΠ 447/2015, ΑΠ 940/2015, ΑΠ 1248/2015, ΑΠ 790/2014).
Ως καταχρηστικώς δε ενασκούμενο θεωρείται το δικαίωμα επισχέσεως της εργασίας του μισθωτού και όταν, μεταξύ άλλων, δεν υπάρχει χρονικά αξιόλογη καθυστέρηση της εκπληρώσεως των υποχρεώσεων του εργοδότη (όπως της πληρωμής των ληξιπρόθεσμων μισθών) ή όταν η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη, αλλά σε απρόβλεπτες περιστάσεις ή αντιξοότητες ή σε πρόσκαιρη οικονομική δυσπραγία ή σε εξαιρετικά δυσμενείς γι’ αυτόν περιστάσεις ή όταν η επίσχεση προξενεί δυσβάσταχτη και δυσανάλογη ζημία στον εργοδότη, σε σχέση με το σκοπούμενο αποτέλεσμα ή όταν στρέφεται κατά αξιόπιστου και αξιόχρεου εργοδότη ή όταν αναφέρεται σε ασήμαντη αντιπαροχή του εργοδότη (ΑΠ 940/2015, ΑΠ 1248/2015, ΑΠ 790/2014, ΑΠ 1342/2014, 2094/2014, ΑΠ 1502/2010).
Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ . 3 του ν. 2112/1920 και 173, 200 και 288 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση αποχής του μισθωτού από την εργασία του, που δεν οφείλεται σε ασθένεια βραχείας διάρκειας ή λοχεία ή στην κατά το νόμο 3514/1928 στράτευσή του, αλλά σε άλλη αιτία, όπως σε επίσχεση της εργασίας του, το δικαστήριο, εκτιμώντας γενικά τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αποχή, κρίνει σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αν η αποχή αυτή, κατά κρίση αντικειμενική, πρέπει να θεωρηθεί ως σιωπηρή δήλωση βούλησης του εργαζόμενου να λύσει τη σύμβαση εργασίας του, δηλαδή ως σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία αυτής, με όλες τις δυσμενείς γι’ αυτόν επιπτώσεις.


3. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 1 εδ. α’ ΚΠολΔ, λόγος αναιρέσεως για ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμόσθηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμόσθηκε, ενώ δεν έπρεπε, γιατί δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, δηλαδή αν το δικαστήριο της ουσίας απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοσθέντα κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσία την υπόθεση, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και την υπαγωγή αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως αν οι πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν εμφανή την παράβαση (Ολ ΑΠ 7/2014,  ΑΠ 2/2013).
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την υπόψη διάταξη, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος απ’ αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία) (Ολ ΑΠ 1/1999).
Δεν υπάρχει, όμως, ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές, αλλά πλήρεις αιτιολογίες (Ολ ΑΠ 15/2006). Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς, και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε (ΑΠ 455/2014).
Για να είναι όμως ορισμένος ο λόγος αυτός πρέπει να αναφέρεται ο κανόνας ουσιαστικού δικαίου, σε σχέση με την εφαρμογή του οποίου υπάρχει η έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με πληρότητα και σαφήνεια, σε τι συνίσταται η ανεπάρκεια των αιτιολογιών, ποια, δηλαδή, στοιχεία αναγκαία για την επάρκειά τους λείπει και σε τι συνίσταται η αντίφαση των αιτιολογιών και από ποια αντιτιθέμενα μέρη τους προκύπτει (ΑΠ 121/2014, ΑΠ 1504/2011, ΑΠ 479/2009).


4. Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο Αθηνών, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κρίνοντας επί εφέσεως της αναιρεσίβλητης-εργαζόμενης, επί αγωγής αυτής για την καταβολή των αποδοχών της από την υπερημερία της αναιρεσείουσας-εργοδότριάς της, στην οποία αυτή περιήλθε κατά το χρονικό διάστημα της επίσχεσης εργασίας της εξαιτίας της μη καταβολής ληξιπρόθεσμων απαιτήσεών της, αλλά και μετά από τη λήξη της επίσχεσης, δέχθηκε, όπως από αυτή προκύπτει, ανελέγκτως τα ακόλουθα, σε σχέση με τους ερευνώμενους αναιρετικούς λόγους: Ότι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε στην Αθήνα στις 31/1/1986 μεταξύ των διαδίκων, η ενάγουσα προσλήφθηκε από την εναγομένη για να εργασθεί ως βοηθός κομμωτή σε ένα από τα κομμωτήρια που διατηρούσε η εργοδότρια στην περιοχή των Αθηνών. Ο μηνιαίος μισθός της συμφωνήθηκε σε ποσοστό 25% επί της παραγωγής της και, εφόσον υπολειπόταν, συμφωνήθηκε να της καταβάλλεται ο μισθός που θα καθοριζόταν από την εκάστοτε ισχύουσα εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας. Την 1-7-2005 οι όροι της εργασιακής σύμβασης των διαδίκων μεταβλήθηκαν και καθορίσθηκε η ειδικότητα της ενάγουσας ως κομμώτρια και ως τόπος παροχής της εργασίας της ορίσθηκε το κομμωτήριο που διατηρούσε η εναγομένη στην ...- Αθήνα, διατηρουμένου του δικαιώματος της εναγομένης να μεταφέρει την ενάγουσα σε οποιοδήποτε άλλο από τα τρία κομμωτήρια που είχε στην Αθήνα. Ότι οι αποδοχές της ενάγουσας καθορίσθηκαν σε ποσοστό 40% επί της παραγωγής της και προβλέφθηκε ότι σε κάθε περίπτωση ο μισθός της δεν θα ήταν κατώτερος από τον προβλεπόμενο στην εκάστοτε ισχύουσα εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας, τον Ιούλιο δε του 2011 ο μηνιαίος συμβατικός μισθός της καθορίσθηκε τουλάχιστον στο ποσό των 1.161,75 ευρώ. Ότι η εναγομένη εταιρεία ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1950 και δραστηριοποιείται στο χώρο της κομμωτικής και των συναφών υπηρεσιών. Ότι διατηρεί κομμωτήρια στην Αττική και συγκεκριμένα επί της οδού ... στο Σύνταγμα, επί της οδού ... στο κέντρο της Αθήνας, επί της Πλατείας ... στο Κολωνάκι και επί της Λεωφόρου ... στο Χαλάνδρι. Ότι λόγω της μακροχρόνιας υψηλής ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών της είχε αποκτήσει φήμη και πελατεία. Το έτος 2009, λόγω της ύφεσης που άρχισε να πλήττει την ελληνική οικονομία, παρουσίασε μείωση του κύκλου εργασιών της και οικονομική δυσχέρεια στην κάλυψη των λειτουργικών εξόδων της επιχείρησής της. Ότι, επειδή η μείωση του κύκλου εργασιών συνεχίστηκε με επίταση και τα έτη 2010 -2011, από τον Αύγουστο του έτους 2010 άρχισε να καθυστερεί την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του προσωπικού της κατά ένα μήνα περίπου και περί τα μέσα του έτους 2011 σταμάτησε τη λειτουργία του καταστήματος, που διατηρούσε στην οδό .... Ότι, από το προσωπικό που απασχολούσε στο συγκεκριμένο κατάστημα, απέλυσε ορισμένους εργαζόμενους, τους περισσότερους, όμως, τους μετέφερε στα άλλα τρία κομμωτήριά της. Ότι στις 30 Νοεμβρίου 2011, αποσκοπώντας να μειώσει το κόστος μισθοδοσίας του προσωπικού της κατά το επερχόμενο έτος 2012 χωρίς να προβεί σε περαιτέρω απολύσεις εργαζομένων, με έγγραφη ανακοίνωσή της κάλεσε όλους τους υπαλλήλους της σε διαβούλευση, προκειμένου να εφαρμόσει το σύστημα της εκ περιτροπής απασχόλησής τους για τους επόμενους εννέα μήνες, επιφυλασσόμενη να λάβει και κάθε άλλο μέτρο που θα έκρινε αναγκαίο για την επιβίωση της επιχείρησής της. Επίσης, το Δεκέμβριο του 2011 πρότεινε σε ορισμένους μισθωτούς της, μεταξύ των οποίων ήταν και η ενάγουσα, να συνάψουν σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μερικής απασχόλησης με ανάλογη μείωση των αποδοχών τους, η πρότασή της όμως αυτή δεν έγινε αποδεκτή τουλάχιστον από την ενάγουσα. Εν τω μεταξύ κατέβαλε με καθυστέρηση άλλοτε τριών και άλλοτε τεσσάρων μηνών τις δεδουλευμένες αποδοχές του προσωπικού της, στο οποίο κατέβαλε τον μισθό του Αυγούστου του 2011 το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, καταβάλλοντας μέσα στον ίδιο μήνα (εμπρόθεσμα) και το Δώρο Χριστουγέννων. Έτσι, την 1/1/2012 όφειλε στην ενάγουσα τους δεδουλευμένους μισθούς των μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου και Νοεμβρίου καθώς και το μεγαλύτερο τμήμα του μισθού του Δεκεμβρίου, αφού εκκρεμούσε μόνο η εκκαθάριση της διαφοράς που τυχόν υπήρχε μεταξύ του οφειλομένου ποσοστού επί της παραγωγής της και του συμφωνηθέντος μισθού της. Εξαιτίας της καθυστέρησης αυτής, η ενάγουσα από κοινού με άλλες οκτώ συναδέλφους της στις 2/1/2012 κοινοποίησε στην έδρα της εναγομένης την με ίδια ημερομηνία εξώδικη δήλωση επίσχεσης εργασίας, στην οποία ανέφερε ότι η εργασία της αποτελούσε το αποκλειστικό μέσο συντήρησης και διαβίωσής της, με συνέπεια το χρονικό διάστημα από το Σεπτέμβριο μέχρι και το Δεκέμβριο του 2011, που δεν πληρώθηκε, αν και εργάσθηκε κανονικά, να καταφύγει στην ανάλωση των ελάχιστων αποταμιεύσεών της και στο δανεισμό της από συγγενικά και φιλικά της πρόσωπα για να καλύψει τις στοιχειώδεις βιοτικές της ανάγκες. Επίσης, την κάλεσε μέχρι και την 3/1/2012 να της καταβάλει τους οφειλόμενους δεδουλευμένους μισθούς, τους οποίους υπολόγισε στο ελάχιστο συμφωνηθέν ποσό των 1.161,75 ευρώ το μήνα και της δήλωσε ότι σε περίπτωση μη καταβολής από 4/1/2012 θα ασκήσει το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, αρνούμενη να παρέχει την εργασία της από την ημερομηνία αυτή (δηλαδή από 4/1/2012) και μέχρις ότου εξοφληθούν οι αποδοχές της. Ότι η εναγομένη απάντησε στη πιο πάνω δήλωση με την από 4/1/2012 εξώδικη απάντηση -διαμαρτυρία -δήλωση μετ’ επιφυλάξεως δικαιωμάτων, που κοινοποίησε στην ενάγουσα στις 5/1/2012, ισχυριζόμενη ότι η καθυστέρηση στην καταβολή των μισθών δεν είναι μακροχρόνια και σημαντική και δεν δικαιολογεί την εκ μέρους της ενάγουσας (και των οκτώ συναδέλφων της) επίσχεση εργασίας, η οποία είναι καταχρηστική, ότι η καθυστέρηση αυτή οφείλεται σε εξαιρετικά δυσμενείς περιστάσεις και ότι η εν γένει συμπεριφορά της οφείλεται σε κακοβουλία της με σκοπό ιδίως να εισπράξει την αποζημίωση απόλυσης. Με το ίδιο έγγραφο η εναγομένη δήλωσε ότι η αποχή της ενάγουσας από την εργασία της ήταν αδικαιολόγητη, ότι η συνέχισή της συνιστά αντισυμβατική εκ μέρους της συμπεριφορά, που την καθιστά υπερήμερη ως προς την παροχή εργασίας και, τέλος, την κάλεσε να προσέλθει και να αναλάβει εργασία την επομένη από τη λήψη της επιστολής της, δηλώνοντας ότι άλλως θα θεωρήσει ότι κατήγγειλε η ίδια τη σύμβαση εργασίας της. Ότι μετά την κοινοποίηση της από 4/1/2012 δήλωσης της εναγομένης, η ενάγουσα, (καθώς και οι λοιπές οκτώ συνάδελφοί της) συνέχισε την επίσχεση εργασίας της και στις 9/1/2012 κοινοποίησε στην εναγομένη την από 5/1/2012 εξώδικη απάντηση- πρόσκληση, στην οποία δήλωσε ότι εμμένει στην επίσχεση εργασίας της, η οποία δεν συνιστά εκ μέρους της καταγγελία της εργασιακής της σύμβασης, αλλά αποτελεί ενάσκηση νόμιμου δικαιώματος, μέχρις ότου η εναγομένη της καταβάλει τους δεδουλευμένους μισθούς. Στη συνέχεια, στις 11/1/2012, η εναγομένη επέδωσε στην ενάγουσα την από 9/1/2012 εξώδικη απάντηση -διαμαρτυρία- δήλωση μετ’ επιφυλάξεως δικαιωμάτων, με την οποία δήλωσε ότι έναντι των οφειλομένων θα της κατέβαλε το μισθό του Σεπτεμβρίου 2011 μόλις θα προσερχόταν προς ανάληψη εργασίας και για τους υπόλοιπους οφειλόμενους μισθούς των μηνών Οκτωβρίου 2011, Νοεμβρίου 2011, καθώς και για το μισθό του Δεκεμβρίου 2011 μετά την εκκαθάρισή του, τη διαβεβαίωσε ότι θα προβεί "σε κάθε δυνατή νόμιμη ενέργεια" προκειμένου να την εξοφλήσει το συντομότερο. Με το ίδιο έγγραφο, μεταξύ άλλων, την κάλεσε να προσέλθει να αναλάβει εργασία, δηλώνοντας κατά λέξη ότι "άλλως θα θεωρήσουμε ότι καταγγείλατε οριστικά και αμετάκλητα εσείς τη σύμβαση εργασίας σας και μάλιστα χωρίς να τηρήσετε την εκ του νόμου προθεσμία, και θα ασκήσουμε παν νόμιμο δικαίωμά μας". Ότι στις 12/1/2012 η ενάγουσα, (καθώς και οι λοιπές οκτώ συνάδελφοί της) δεν προσήλθε να εργασθεί, αλλά συνέχισε την άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης της εργασίας της, αφού με το τελευταίο έγγραφο της εναγομένης δηλωνόταν σαφώς η πρόθεσή της να μην καταβάλει το σύνολο των δεδουλευμένων και μη καταβληθέντων μισθών της. Απάντησε, όμως, στην εργοδότριά της με την από 12/1/2012 κοινή με τις συναδέλφους της εξώδικη πρόσκληση, που στις 16/1/2012 κοινοποιήθηκε στην εναγομένη, δηλώνοντας ότι εμμένει στην από 4/1/2011 επίσχεση εργασίας, η οποία δεν συνιστά αδικαιολόγητη απουσία και "πολλώ μάλλον δεν συνιστά εκ μέρους μας καταγγελία της σύμβασης εργασίας μας" και καλώντας την εργοδότρια να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, προκειμένου να επανέλθει στην εργασία της και να αναλάβει τα καθήκοντά της. Ακολούθησε η από 17/1/2012 "εξώδικη απάντηση -διαμαρτυρία-δήλωση μετ’ επιφυλάξεως δικαιωμάτων" της εναγομένης, που επιδόθηκε στην ενάγουσα στις 18/1/2012, με την οποία, για πρώτη φορά, εκαλούντο η ενάγουσα και οι συνάδελφοί της που ασκούσαν επίσχεση εργασίας να προσέλθουν στο λογιστήριο της εργοδότριας σε συγκεκριμένες ημερομηνίες για να εισπράξουν τις δεδουλευμένες αποδοχές των μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2011. Ειδικότερα, η εναγομένη δεσμευόταν να καταβάλει στην ενάγουσα στις 24/1/2012 το μισθό του Σεπτεμβρίου του 2011, στις 7/2/2012 το μισθό του Οκτωβρίου 2011, στις 13/3/2012 το μισθό του Νοεμβρίου 2011 και στις 17/4/2012 το μισθό του Δεκεμβρίου του 2011. Στο έγγραφό της αυτό, η εναγομένη, αν και με λεπτομέρεια εξέθετε την πρόταση που της είχε κάνει για εκ περιτροπής εργασία και παρέθετε το ακριβές κείμενο της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας μερικής απασχόλησης, που είχε προτείνει να το υπογράψουν ορισμένοι από τους υπαλλήλους της, συμφωνώντας στην αλλαγή των εργασιακών τους όρων, καθώς και το κείμενο της από 30/11/2011 "ανακοίνωσης μετά ενημερώσεως και προσκλήσεως σε διαβούλευση", που είχε απευθύνει προς το σύνολο των εργαζομένων στα καταστήματά της (κομμωτήρια), δεν περιέλαβε και την από 13/1/2012 "αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού" , την οποία υπέγραψε μόνο αυτή και την ίδια ημερομηνία κατέθεσε στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού και στην οποία δήλωσε στον ως άνω αρμόδιο Οργανισμό ότι η ενάγουσα απασχολήθηκε στην επιχείρησή της μέχρι τις 13/1/2012 με την ειδικότητα "κομμωτής", οπότε αποχώρησε οικειοθελώς. Απαντώντας στην από 18/1/2012 εξώδικη δήλωση της εναγομένης, η ενάγουσα σε κοινή "εξώδικη απάντηση- πρόσκληση" με τις λοιπές οκτώ συναδέλφους της, που στις 20/1/2012 επιδόθηκε στην εναγομένη, δήλωσε στην τελευταία ότι, επειδή καλόπιστα πιστεύει ότι θα τηρήσει την υπόσχεσή της για εξόφληση των δεδουλευμένων αποδοχών της στις προαναφερθείσες ημερομηνίες και ότι στο μέλλον θα τηρήσει την υποχρέωσή της για έγκαιρη καταβολή της μισθοδοσίας της, στις 24/1/2012 διακόπτει την επίσχεση εργασίας της και αναλαμβάνει τα καθήκοντά της αμέσως μετά την καταβολή του μισθού του Σεπτεμβρίου του 2011 από το λογιστήριο της εργοδότριας. Η εναγομένη, όμως, με την από 22/1/2012 εξώδικη δήλωσή της, που επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο της ενάγουσας στις 23/1/2012, αρνήθηκε να αποδεχθεί την εργασία της, επικαλούμενη την πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων της, τη μειωμένη απόδοσή της και κατά λέξη ότι "η αδικαιολόγητη προβαλλόμενη δυσπιστία σας που ήταν όψιμη και μαρτυρούσε για ακόμη μία φορά την έλλειψη εκ μέρους σας του απαραίτητου και ελάχιστου πνεύματος συνεργασίας, η μόνιμη άρνησή σας να επιδείξετε την τόσο απαραίτητη για την παρούσα συγκυρία και αληθώς για πρώτη φορά ζητηθείσα εκ μέρους της εταιρείας μας καλή πίστη, συμπεριφορά πόρρω απέχουσα από αυτήν της συντριπτικής πλειοψηφίας του προσωπικού μας, σε συνδυασμό και με την παγιωθείσα μειωμένη απόδοσή σας, επισφραγίσατε τη στάση σας και επιβεβαίωσε τη βούλησή σας για τη λύση της εργασιακής σχέσης". Παρά την τελευταία εξώδικη δήλωση της εργοδότριας, στις 24/1/2012 η ενάγουσα εμφανίσθηκε στο κατάστημα - κομμωτήριο της εναγομένης, που βρίσκεται στην Πλατεία ... στην Αθήνα για να εργασθεί, αλλά δεν της επιτράπηκε η είσοδος από τον υπεύθυνο του καταστήματος, ο οποίος ενήργησε κατ’ εντολή της εναγομένης. Δέχεται περαιτέρω το Εφετείο, ότι την ίδια ημέρα η ενάγουσα προσέφυγε στο τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης Ανατολικού Τομέα Αθηνών και κατέθεσε αίτηση για να ορισθεί ημερομηνία συζήτησης της εργατικής διαφοράς μεταξύ αυτής και της εναγομένης, που αφορούσε στη μη καταβολή των μισθών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2011 και στη μη αποδοχή της εργασίας της μετά την διακοπή της επίσχεσης εργασίας, στην οποία προέβη λόγω της υπόσχεσης της εργοδότριας για τμηματική καταβολή των οφειλομένων δεδουλευμένων μισθών της. Ότι η διαφορά αυτή συζητήθηκε στις 27/1/2012 και κατ’ αυτή οι διάδικοι, που εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, ενέμειναν στις θέσεις που είχαν διατυπώσει στις εξώδικες δηλώσεις που είχαν ανταλλάξει μεταξύ τους το διάστημα από 3/1/2012 μέχρι και 23/1/2012, τις επανέλαβαν δε και με τις από 25/1/2012 εξώδικες δηλώσεις, που εκ νέου αντάλλαξαν. Ότι η ενάγουσα, που είναι έγγαμη και μητέρα δύο παιδιών, κάλυπτε τις βιοτικές της ανάγκες με το μισθό που εισέπραττε από την εργασία της στην εναγομένη. Ότι η τελευταία από τις αρχές του έτους 2011 είχε προγραμματίσει συστηματικά να καθυστερεί την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών της ενάγουσας, όπως και όλου του προσωπικού της, και μόνο όσοι εργαζόμενοι είχαν ζητήσει κάποια καταβολή μισθού πριν από την προγραμματισμένη καθυστέρηση ή κάποια οικονομική ενίσχυση γενικώς λόγω πιεστικών οικονομικών αναγκών των ίδιων ή της οικογένειάς τους η εταιρεία ικανοποιούσε το αίτημά τους, ενώ ως μόνη εξόφληση των οφειλομένων μισθών αναφέρει η μάρτυρας Θ. Φ. την περίπτωση του εργαζόμενου Α. Π., επειδή χρειαζόταν χρήματα για νοσηλεία σε νοσοκομείο. Ότι, ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι η ενάγουσα επί αρκετό χρονικό διάστημα παρουσίαζε μειωμένη απόδοση, επιδείκνυε μη επαγγελματική συμπεριφορά σε πελάτες και άσκησε το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας για να διαταράξει την εργασιακή ειρήνη με στόχο να εξαναγκάσει την εργοδότρια να καταγγείλει την εργασιακή τους σύμβαση και να της καταβάλει την αποζημίωση απόλυσης, αν και επιβεβαιώνεται από τις ένορκες βεβαιώσεις κυρίως των Α. Λ. και Α. Κ., που εργάζονταν στο ίδιο κατάστημα με την ενάγουσα, δεν αποδείχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμος, διότι, εάν της άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης εργασίας είχε προηγηθεί μειωμένη απόδοση και αντιεπαγγελματική συμπεριφορά της ενάγουσας, με σκοπό τον εξαναγκασμό της εργοδότριας να την απολύσει και να της καταβάλει την σχετική αποζημίωση, αυτό θα είχε επισημανθεί άμεσα στην από 4/1/2012 απάντηση της εναγομένης στην από 2/1/2012 έγγραφη αναγγελία της επίσχεσης εργασίας της ενάγουσας, στην από 9/1/2012 εξώδικη απάντησή της, στην οποία χαρακτηριστικά αναφέρει ότι "ουδέποτε σας θίξαμε καθ’ οιονδήποτε τρόπο ως εργαζόμενες και ως προσωπικότητες" και στην από 17/1/2012 εξώδικη απάντησή της, η οποία, μάλιστα, συντάχθηκε και κοινοποιήθηκε στην ενάγουσα μετά τη δήλωση της εναγομένης στον αρμόδιο ΟΑΕΔ περί οικειοθελούς αποχώρησης της πρώτης. Ότι, ο ισχυρισμός της εναγομένης περί αδιαφορίας, πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων της ενάγουσας και δηλώσεων της τελευταίας "ας απολυθώ να τελειώνουμε", κρίνεται οψιγενής και μη αληθής, διότι περιέχεται για πρώτη φορά στην από 22/1/2012 εξώδικη δήλωσή της, με την οποία απαντά στην από 19/1/2012 έγγραφη γνωστοποίηση της ενάγουσας ότι στις 24/1/2012, και μετά την καταβολή του μισθού του Σεπτεμβρίου του 2011, θα διέκοπτε την επίσχεση και θα επανερχόταν στην εργασία της. Εξάλλου, αν και τον ισχυρισμό αυτό επιβεβαιώνουν ένορκα, ως έχουσες προσωπική γνώση, οι προαναφερθείσες υπάλληλοί της, οι τελευταίες δεν καταθέτουν συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά για να τον θεμελιώσουν, αλλά αρκούνται να επαναλαμβάνουν τους όψιμους ισχυρισμούς της εργοδότριάς τους και η ως άνω αντισυμβατική συμπεριφορά της ενάγουσας δεν περιγράφεται στην ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης Α. Π., ο οποίος επί δέκα οκτώ έτη απασχολείται ως υπεύθυνος στο κατάστημα της ..., στο οποίο εργαζόταν και η ενάγουσα, αφού ο συγκεκριμένος μάρτυρας δεν κατέθεσε για αδιαφορία της, για πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων της και για άσκηση εκ μέρους της του δικαιώματος της επίσχεσης εργασίας αποσκοπώντας να διαταράξει την εργασιακή ειρήνη και να εξαναγκάσει την εργοδότρια να την απολύσει και να της καταβάλει αποζημίωση. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα παραπάνω γεγονότα, τα οποία αποδεικνύονται εναργώς από όλα τα προαναφερθέντα αποδεικτικά μέσα, όταν στις 4/1/2012 η ενάγουσα άσκησε το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας, είχε ληξιπρόθεσμη αξίωση κατά της εναγομένης, σχετική με την παροχή της εργασίας της, δηλαδή είχε αξίωση για την καταβολή των ελάχιστων συμφωνηθέντων και δεδουλευμένων μισθών που αφορούσαν το διάστημα από 1/9/2011 μέχρι 31/12/2011. Επομένως, μέσα στα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη είχε το δικαίωμα να αρνηθεί την εκπλήρωση της δικής της παροχής, απέχοντας από την εργασία της, ώσπου η εναγομένη-εργοδότρια να της καταβάλει τους ληξιπρόθεσμους μισθούς, οι οποίοι ήταν η κύρια πηγή του εισοδήματός της και τους οποίους η εναγομένη προγραμματισμένα και συστηματικά (και όχι εξαιτίας πρόσκαιρης δυσπραξίας) καθυστερούσε να της δώσει στα πλαίσια της προσπάθειάς της να διαχειρισθεί τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε επί ένα και πλέον έτος. Κατά συνέπεια, η επίσχεση εργασίας, στην οποία η ενάγουσα προέβη το διάστημα από 4/1/2012 μέχρι και 23/1/2012, δεν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που θέτουν η καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, καθώς και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του συγκεκριμένου δικαιώματος. Επιπλέον, από τα ίδια αποδεικτικά μέσα, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα κατήγγειλε σιωπηρώς τη μεταξύ των διαδίκων εργασιακή σύμβαση, εμμένοντας στην επίσχεση εργασίας και αρνούμενη να παρέχει τις υπηρεσίες της και μετά την από 9/1/2012 "εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωση μετ’ επιφυλάξεως δικαιωμάτων" της εναγομένης, με την οποία την καλούσε να προσέλθει και να αναλάβει εργασία την επομένη από τη λήψη της, αφού η εναγομένη, όπως η ίδια δήλωνε, δεν εκπλήρωνε την υποχρέωση που τη βάρυνε ως εργοδότρια, δηλαδή δεν προέβαινε στην καταβολή όλων των ληξιπρόθεσμων μισθών που όφειλε στην ενάγουσα, αλλά της προσέφερε μόνο το μισθό του μηνός Σεπτεμβρίου 2011. Συνακόλουθα, το διάστημα από 4/1/2012 μέχρι 23/1/2012, που η ενάγουσα προέβη σε επίσχεση εργασίας, η εναγομένη, που κατά τη διάρκειά της δεν κατέβαλε τις καθυστερούμενες αποδοχές, κατέστη υπερήμερη και οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα τις αποδοχές της σαν να εργαζόταν κανονικά. Ότι η υπερημερία της αυτή συνεχίστηκε και το διάστημα από 24/1/2012, που η ενάγουσα προσήλθε για να εργασθεί, αλλά αυτή δεν αποδέχθηκε τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες της, μέχρι και τις 30/5/2012, διότι, όπως προαναφέρθηκε, η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση δεν καταγγέλθηκε από την ενάγουσα. Κατόπιν τούτου, για μισθούς υπερημερίας του ως άνω διαστήματος η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 5.808,75 ευρώ (δηλαδή 1.161,75 ευρώ το μήνα Χ 5 μήνες). Επίσης, οφείλει να της καταβάλει για δώρο Πάσχα του έτους 2012 το ποσό 605,08 ευρώ (δηλαδή 1.161,75 Χ 1/2 Χ 1,041666) και για επίδομα αδείας του ιδίου έτους το ποσό των 580,87 ευρώ και συνολικά οφείλει να της δώσει 6.994,70 ευρώ. Με βάση τις παραδοχές αυτές η προσβαλλόμενη απόφαση, αφού δέχθηκε κατ’ ουσία την έφεση της ήδη αναιρεσίβλητης κατά της πρωτόδικης απόφασης, η οποία έκρινε ουσιαστικά βάσιμη την ένσταση της εναγομένης περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της ενάγουσας για επίσχεση εργασίας και κατόπιν τούτου ότι δεν δικαιούται μισθούς υπερημερίας, εξαφάνισε την πρωτοβάθμια απόφαση και έκανε δεκτή την αγωγή, αναγνωρίζοντας ότι η ενάγουσα άσκησε νόμιμα το διάστημα από 4-1-2012 έως 23-1-2012 το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας, ότι δεν έχει λυθεί η σύμβαση εργασίας αυτής και υποχρέωσε την εναγομένη να απασχολεί πραγματικά την ενάγουσα στη θέση εργασίας που κατείχε πριν την άσκηση της επίσχεσης εργασίας και επιδίκασε στην ενάγουσα για μισθούς υπερημερίας, δώρο Πάσχα και επίδομα αδείας του έτους 2012 το συνολικό ποσό των 6.884,87 ευρώ. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου την ουσιαστικού δικαίου διάταξη τoυ άρθρου 281 ΑΚ, αφού αφενός μεν προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεως, αφετέρου δε διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του ασαφείς και ανεπαρκείς αιτιολογίες ως προς το κρίσιμο για την έκβαση της δίκης ζήτημα της καταχρηστικής ή μη άσκησης του δικαιώματος της επίσχεσης εργασίας από μέρους της αναιρεσίβλητης, με αποτέλεσμα να είναι ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος ως προς την ορθή εφαρμογή της ως άνω διατάξεως. Ειδικότερα, το Εφετείο παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, διότι από τις ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης ότι: α) η αναιρεσίβλητη εργαζόταν στην αναιρεσείουσα εταιρεία από το έτος 1986 και ουδέποτε μέχρι τον Αύγουστο του έτους 2010 είχε η τελευταία καθυστερήσει την καταβολή των αποδοχών της, β) εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, που έπληξε τη χώρα από το έτος 2009, η αναιρεσείουσα παρουσίασε από το έτος 2010 μείωση του κύκλου εργασιών της και οικονομική δυσχέρεια στην κάλυψη των εξόδων λειτουργίας της, γ) το έτος 2011 αναγκάσθηκε να σταματήσει τη λειτουργία του καταστήματός της επί της οδού ... στο Σύνταγμα και από τους εργαζόμενους που απασχολούσε σ’ αυτό κατήγγειλε τις συμβάσεις ορισμένων εργαζομένων της και μετέφερε τους υπόλοιπου,που ήταν και οι περισσότεροι, στα άλλα τρία καταστήματά της, δ) το Νοέμβριο του έτους 2011, προκειμένου να μειώσει το κόστος μισθοδοσίας του προσωπικού της κατά το επερχόμενο έτος 2012, χωρίς να προβεί σε απολύσεις άλλων εργαζομένων της, με έγγραφη ανακοίνωσή της κάλεσε τους υπαλλήλους της σε διαβούλευση για την εφαρμογή του συστήματος της εκ περιτροπής απαχόλησης για τους επόμενους εννέα μήνες, ε) το Δεκέμβριο του έτους 2011 πρότεινε σε ορισμένους μισθωτούς της, μεταξύ των οποίων και στην αναιρεσίβλητη, να συνάψουν σύμβαση μερικής απασχόλησης με ανάλογη μείωση των αποδοχών τους και αυτή δεν έγινε αποδεκτή από την τελευταία, στ) στις 2-1-2012, που επιδόθηκε η δήλωση επίσχεσης εργασίας στην αναιρεσείουσα, η τελευταία είχε καθυστέρηση στην καταβολή των αποδοχών της αναιρεσίβλητης των μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου 2011, μέρους των αποδοχών του Δεκεμβρίου 2011, οι οποίες δεν ήταν ληξιπρόθεσμες, αφού κατά τα συμφωνηθέντα έπρεπε να εξοφληθούν μέσα στο πρώτο τετραήμερο του επόμενου μήνα (Ιανουαρίου 2012), ενώ είχε καταβάλει εμπρόθεσμα το δώρο Χριστουγέννων 2011, ζ) η αναιρεσίβλητη, που είναι έγγαμη με δύο τέκνα από το Σεπτέμβριο μέχρι το Δεκέμβριο του έτους 2011, που δεν πληρώθηκε, κατέφυγε στην ανάλωση των ελάχιστων αποταμιεύσεών της και στο δανεισμό της από συγγενικά και φιλικά πρόσωπα για να καλύψει τις στοιχειώδεις βιοτικές ανάγκες της, η) αυτή, με τη δήλωση επίσχεσης κάλεσε την αναιρεσείουσα να της καταβάλει τις οφειλόμενες αποδοχές την επόμενη ημέρα από την επίδοση της εξώδικης δήλωσης επίσχεσης, δηλαδή στις 3-1-2012, δηλώνοντάς της ότι σε περίπτωση μη καταβολής των οφειλομένων θα ασκήσει από τις 4-1-2012 το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, θ) στις 11-1-2012 η αναιρεσείουσα δήλωσε στην αναιρεσίβλητη ότι μόλις θα προσέρχονταν για εργασία θα της κατέβαλε το μισθό του Σεπτεμβρίου 2011 και για τους υπόλοιπους μισθούς τη διαβεβαίωνε ότι θα προβεί σε κάθε δυνατή και νόμιμη ενέργεια προκειμένου να την εξοφλήσει το συντομότερο, ι) στις 12-1-2012 η αναιρεσίβλητη δεν προσήλθε να εργασθεί, αλλά συνέχισε την επίσχεση εργασίας, αφού με το τελευταίο έγγραφο της αναιρεσείουσας δηλωνόταν σαφώς η πρόθεσή της να μην καταβάλει το σύνολο των δεδουλευμένων και μη καταβληθέντων μισθών της, ια) στις 18-1-2012 για πρώτη φορά καλείται η αναιρεσίβλητη να προσέλθει στο λογιστήριο της αναιρεσείουσας σε συγκεκριμένες ημερομηνίες για να εισπράξει τις δεδουλευμένες αποδοχές των ως άνω μηνών και συγκεκριμένα στις 24-1-2012 το μισθό του Σεπτεμβρίου 2011, στις 7-2-2012 το μισθό του Οκτωβρίου 2011, στις 13-3-2012 το μισθό του Νοεμβρίου 2011 και στις 17-4-2012 το μισθό του Δεκεμβρίου 2011 και ιβ) η εναγομένη από τις αρχές του 2011 είχε προγραμματίσει συστηματικά και όχι από πρόσκαιρη δυσπραξία να καθυστερεί την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών της ενάγουσας, όπως και όλου του προσωπικού της, αποβλέποντας να διαχειριστεί καλύτερα τα σοβαρά οικονομικά της προβλήματα, που διαρκούσαν επί ένα έτος, δεν δικαιολογείται η σχετική κρίση της ότι η άσκηση του δικαιώματος επισχέσεως της ενάγουσας δεν παρίσταται καταχρηστική, ως μη υπερβαίνουσα προφανώς τα αντικειμενικά όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (άρθρο 281 ΑΚ). Περαιτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν διαλαμβάνει με σαφήνεια τα εξής ουσιώδη για την έκβαση της δίκης ως προς την καταχρηστική ή μη άσκηση του δικαιώματος επισχέσεως της ενάγουσας περιστατικά, ήτοι:1) αν η αναιρεσίβλητη ειδοποίησε την αναιρεσείουσα για την πρόθεσή της να ασκήσει το δικαίωμα για επίσχεση εργασίας πριν τις 2-1-2012, που της επέδωσε την εξώδικη δήλωση, με την οποία της δήλωσε ότι από 4-1-2012 ασκεί το δικαίωμα επίσχεσης και γι’ αυτό παύει να παρέχει τις υπηρεσίες της στην αναιρεσείουσα, ώστε να δώσει σ’ αυτή εύλογο χρόνο να τακτοποιήσει τις οικονομικές της εκκρεμότητες, 2) αν είναι χρονικά αξιόλογη η καθυστέρηση καταβολής μέχρι τις 2-1-2012 των αποδοχών των μηνών Σεπτεμβρίου- Νοεμβρίου 2011 και εν όψει της παραδοχής ότι η εξόφληση του Δεκεμβρίου έπρεπε να γίνει στο πρώτο τετραήμερο του Ιανουαρίου 2012, αφού προηγουμένως υπολογίσει η αναιρεσείουσα το ποσοστό επί της παραγωγής της αναιρεσίβλητης του μηνός Δεκεμβρίου, πράγμα το οποίο δεν μπορούσε να γίνει μέχρι τις 3-1-2012, 3) από πότε έγινε τρίμηνη και τετράμηνη η καθυστέρηση στην καταβολή των μηνιαίων αποδοχών της αναιρεσίβλητης, η οποία αρχικά ήταν μηνιαία, 4) αν είναι ή όχι αξιόχρεη και αξιόπιστη η αναιρεσείουσα εταιρεία, στην οποία η αναιρεσίβλητη απασχολείται από το έτος 1986 και εφόσον αυτή δεν καθυστερούσε τις αποδοχές του προσωπικού της μέχρι και τον Αύγουστο του έτους 2010, που άρχισε να τις καθυστερεί κατά ένα μήνα περίπου, και αργότερα, που της καθυστερούσε από ένα έως τέσσερις μήνες, λόγω της οικονομικής κρίσης που έπληξε την ελληνική οικονομία και είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του κύκλου εργασιών της και την οικονομική δυσχέρεια στην κάλυψη των εξόδων λειτουργίας της, 5) αν η αναιρεσείουσα καθυστερούσε να πληρώσει τις υποχρεώσεις της και έναντι άλλων οφειλετών της, όπως τους προμηθευτές της, το ΙΚΑ και το Δημόσιο, 6) αν η αντιπαροχή της αναιρεσείουσας εργοδότριας είναι ή όχι σημαντική με βάση όχι μόνο τις ανάγκες της αναιρεσίβλητης αλλά και με βάση τις λοιπές συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, 7) αν η καθυστέρηση στην πληρωμή των ανωτέρω αναφερόμενων αποδοχών οφείλεται σε υπαιτιότητα της αναιρεσείουσας και όχι σε δικαιολογημένη ταμειακή της δυσχέρεια, καθόσον η αναφορά της προσβαλλόμενης απόφασης ότι ‘ ‘ είχε προγραμματίσει συστηματικά να καθυστερεί την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών της ενάγουσας, όπως και όλου του προσωπικού της’ ‘ δεν καταδεικνύει τι ακριβώς δέχεται η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς το ζήτημα αυτό και ιδίως αν μπορούσε η αναιρεσείουσα να είναι εμπρόθεσμη στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, παρά τις οικονομικές αντιξοότητες που προήλθαν από την οικονομική κρίση, και παρά ταύτα από κακοβουλία δεν ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις της και 8) αν η στάση της αναιρεσίβλητης προκάλεσε ή όχι δυσανάλογη ζημία στην αναιρεσείουσα σε σχέση με το επιδιωκόμενο με την επίσχεση αποτέλεσμα. Eπομένως, ο πρώτος λόγος του κυρίου δικογράφου,κατά το πρώτο σκέλος, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, και ο μοναδικός λόγος των από 21-9-2016 πρόσθετων λόγων αναίρεσης, από τον αριθμό 1 εδ. α’ του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τους οποίους επισημαίνεται η ευθεία παραβίαση της προαναφερόμενης διάταξης και η έλλειψη νόμιμης βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης ως προς το κρίσιμο ζήτημα της καταχρηστικής ή μη άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης από μέρους της ενάγουσας-αναιρεσίβλητης, πρέπει να γίνουν δεκτοί ως βάσιμοι. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναίρεσης, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κατά το οποίο υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης ή ανεπάρκεια αιτιολογιών στην προσβαλλόμενη απόφαση σχετικά με το ουσιώδες για την έκβαση της δίκης ζήτημα της οικειοθελούς αποχώρησης της αναιρεσίβλητης από την εργασία της από τις 13-1-2012, επειδή δεν επικαλείται: α) κλονιστικά γεγονότα, αναγκαία για την εξακολούθηση της ένδικης σύμβασης εργασίας σχέσης εμπιστοσύνης, όπως η υποβολή μηνύσεως από μέρους της αναιρεσίβλητης κατά του νομίμου εκπροσώπου της αναιρεσείουσας, οι ύβρεις κατ’ αυτού και η δημιουργία επεισοδίων έξω από το κομμωτήριο, παρουσία πελατών, β) περιστατικά για τη μειωμένη απόδοση της αναιρεσίβλητης σε σχέση με άλλες συναδέλφους της, εκτεινόμενα σε βάθος χρόνου, που δεν αποτελούν στιγμαίες εκδηλώσεις συμπεριφοράς αυτής, αλλά μια παγιωμένη από καιρό στάση, η οποία βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με τη μεμονωμένη και προσχηματική δήλωση αυτής στο εξώδικο ότι επιθυμεί τη συνέχιση της εργασιακής σχέσης της με την αναιρεσείουσα και γ) γιατί έπρεπε τα γεγονότα της μειωμένης απόδοσης και της αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς της αναιρεσίβλητης να τα περιλάβει η αναιρεσείουσα στις εξώδικες από 4-1-2012, 9-1-2012 και 17-1-2012 δηλώσεις της προς την αναιρεσίβλητη, αυτό (σκέλος) είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο, πρωτίστως διότι δεν επικαλείται η αναιρεσείουσα τον κανόνα ουσιαστικού δικαίου που παραβιάσθηκε ως προς την απόρριψη του ισχυρισμού της αναιρεσείουσας περί σιωπηρής καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από μέρους της αναιρεσίβλητης σε σχέση με την εφαρμογή του οποίου υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης, αλλά και διότι οι αιτιάσεις αυτές, σχετικά με την ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων, που αφορούν στο πιο πάνω κρίσιμο ζήτημα και τα επί του αντιθέτου επιχειρήματα της αναιρεσείουσας, που έχουν σχέση με το τελικό αποδεικτικό πόρισμα, στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο και βρίσκονται, κατά την αναιρεσείουσα, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς που πρόβαλε στο δικαστήριο της ουσίας, είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες, αφού το από τις αποδείξεις πόρισμα εκτίθεται με σαφήνεια, πειστικότητα και κατά λογική ακολουθία τρόπο στην προσβαλλόμενη απόφαση, πέραν του ότι μέσω των προαναφερόμενων επιχειρημάτων της αναιρεσείουσας πλήττεται πλέον η ουσία αποκλειστικά της υπόθεσης, που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο. Επομένως, το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναίρεσης, είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο.


5. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 11 περ.γ Κ.Πολ.Δ. λόγος αναίρεσης παρέχεται αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Κατά την έννοια της πιο πάνω διάταξης για την ίδρυση του λόγου αυτού αναίρεσης αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών για τη λήψη υπόψη από το δικαστήριο προσκομισθέντων με επίκληση αποδεικτικών μέσων, τα οποία το δικαστήριο έχει υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη κατά τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 335, 338, 339 και 346 Κ.Πολ.Δ. (Ολ.Α.Π. 2/2008). Περαιτέρω, μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, η μη λήψη υπόψη των οποίων ιδρύει το λόγο αναίρεσης του άρθρου 559 αριθμός11 περ.γ’ Κ.Πολ.Δ., περιλαμβάνεται και η ομολογία, δικαστική ή εξώδικη (άρθρα 339 και 352 Κ.Πολ.Δ.). Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί του αν συνάγεται εξώδικη ομολογία, η οποία κατά το άρθρο 352 παρ.2 Κ.Πολ.Δ. εκτιμάται ελεύθερα, από έγγραφα τα οποία επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, αποτελεί κρίση περί τα πράγματα και ως εκ τούτου δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (άρθρο 561 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.), ενώ εξάλλου δεν ιδρύεται λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθμός 11 περ.γ’ Κ.Πολ.Δ. αν από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη του το έγγραφο από το οποίο, σύμφωνα με το λόγο αναίρεσης, συνάγεται ομολογία (Α.Π 447/2015, ΑΠ 156/2014, ΑΠ 1322/2014, ΑΠ 297/2009). Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι δεν έλαβε υπόψη την εξώδικη ομολογία της αναιρεσίβλητης, ότι ήταν αληθές το περιεχόμενο της δήλωσης οικειοθελούς αποχώρησης αυτής από την εργασία της, την οποία (δήλωση) κατέθεσε η αναιρεσείουσα στον ΟΑΕΔ, η δε εξώδικη αυτή ομολογία συνάγεται από το γεγονός ότι η αναιρεσίβλητη αποδέχθηκε την Εισαγγελική Διάταξη με αριθμό ΕΓ-53-13/157/ 54Δ/13, με την οποία τέθηκε στο αρχείο για λόγους ουσιαστικούς η έγκληση της αναιρεσίβλητης σε βάρος του νομίμου εκπροσώπου της αναιρεσείουσας για το έγκλημα της ψευδούς αναφοράς στην αρχή, καθόσον κρίθηκε με την εν λόγω Εισαγγελική Διάταξη ότι η υποβολή προς τον ΟΑΕΔ της από 13-1-2012 δήλωσης οικειοθελούς αποχώρησης δεν ήταν ψευδής και η αναιρεσίβλητη δεν άσκησε προσφυγή κατ’ αυτής εντός τριμήνου, όπως είχε δικαίωμα, αποδεχθείσα έτσι την αλήθεια του ως άνω γεγονότος. Και ότι αυτή επικαλέστηκε με τις προτάσεις της ενώπιον του Εφετείου την επίμαχη εξώδικη ομολογία της αναιρεσίβλητης, η οποία είναι ουσιώδης για την έκβαση της δίκης, σχετικά με τον ισχυρισμό της ότι η αναιρεσίβλητη αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία της στις 13-1-2002. Από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, στην οποία διαλαμβάνεται ότι για το σχηματισμό του αποδεικτικού της πορίσματος έγινε εκτίμηση από το Εφετείο, εκτός των άλλων, και "των εγγράφων, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι’ ‘ , σε συνδυασμό με το αιτιολογικό αυτής, δεν δημιουργούνται αμφιβολίες ότι δεν ελήφθη υπόψη από το Εφετείο η ανωτέρω Εισαγγελική Διάταξη. Η κρίση δε του δικαστηρίου της ουσίας περί του αν συνάγεται εξώδικη ομολογία από έγγραφο, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ανάγεται σε πράγματα και ως εκ τούτου δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο, ενώ δεν ιδρύεται λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 11 γ’ του άρθρου 559 ΚΠολΔ, όταν με αυτόν προβάλλεται μη λήψη υπόψη εξώδικης ομολογίας αν από την απόφαση προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε και το ανωτέρω έγγραφο, από το οποίο, κατά τον αναιρετικό λόγο, συνάγεται εξώδικη ομολογία.
Συνεπώς, ο ανωτέρω δεύτερος λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος.


6. Παραμόρφωση περιεχομένου εγγράφου, που ιδρύει τον αναιρετικό λόγο από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας από εσφαλμένη ανάγνωση αποδεικτικού εγγράφου δέχθηκε ως περιεχόμενό του κάτι διαφορετικό από το πραγματικό. Δηλαδή ότι περιέχει περιστατικά προφανώς διάφορα από εκείνα που πράγματι περιλαμβάνει, όχι δε και όταν από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο το δικαστήριο ορθώς ανέγνωσε, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, αφού στην περίπτωση αυτή πρόκειται για παράπονο αναγόμενο στην εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, που εκφεύγει από τον αναιρετικό έλεγχο. Παραμόρφωση εγγράφου συνιστά πάντως και η παράλειψη του δικαστηρίου να αναγνώσει μέρος του εγγράφου, όταν το μέρος αυτό είναι κρίσιμο για την ουσία της υπόθεσης, δηλαδή για να θεμελιώνεται ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ θα πρέπει το δικαστήριο της ουσίας να έχει στηρίξει το αποδεικτικό του πόρισμα αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στο έγγραφο που φέρεται ότι παραβιάσθηκε κατά το περιεχόμενό του. Δεν αρκεί έτσι ότι το συνεκτίμησε απλώς με άλλα αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξάρει το περιεχόμενό του σε σχέση με το αποδεικτικό πόρισμα στο οποίο κατέληξε και το οποίο, εξάλλου, θα πρέπει να είναι επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα αναφορικά με πράγματα που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (Ολ ΑΠ 2/2008, 1/1999, ΑΠ 1056/2014, 1663/2013). Στην προκείμενη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, αποδίδεται στο Εφετείο η πλημμέλεια ότι με την προσβαλλόμενη απόφασή του παραμόρφωσε το περιεχόμενο των παρακάτω εγγράφων :α) της από 9-1-2012 εξώδικης δήλωσής της προς την αναιρεσίβλητη, που, ενώ στο ως άνω έγγραφο, κατά την παρατιθέμενη αυτολεξεί περικοπή του, η αναιρεσείουσα απευθυνόμενη προς την αναιρεσίβλητη εκθέτει ότι ‘ ‘ εις ένδειξη ειλικρινούς εκ μέρους της εταιρείας μας διάθεσης θα σας καταβάλουμε έναντι των οφειλομένων την μισθοδοσία του μηνός Σεπτεμβρίου 2011 σε εκάστη εξ υμών άμα τη εμφανίσει στις εγκαταστάσεις μας προς ανάληψη εργασίας... Για το υπόλοιπο των οφειλομένων μισθοδοσιών μηνών Οκτωβρίου 2011 και Νοεμβρίου 2011 και της μισθοδοσίας μηνός Δεκεμβρίου 2011 μετά την εκκαθάρισή της, σας διαβεβαιώνουμε και πάλι ότι θα προβούμε σε κάθε δυνατή και νόμιμη ενέργεια προκειμένου να σας εξοφλήσουμε το συντομότερο’ ‘ , το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, συνήγαγε ότι από το έγγραφο αυτό αποδείχθηκε ότι η αναιρεσείουσα δήλωνε ότι δεν θα προέβαινε στην καταβολή όλων των ληξιπρόθεσμων μισθών που όφειλε στην αναιρεσίβλητη, αφού της πρόσφερε μόνο το μισθό του μηνός Σεπτεμβρίου 2011 και β) της από 22-1-2012 εξώδικης δήλωσης της αναιρεσείουσας προς την αναιρεσίβλητη, στην οποία εκθέτει, κατά την παρατιθέμενη αυτολεξεί περικοπή , ότι ‘ ‘ οι διαλαμβανόμενοι στις εξωδίκους σας ισχυρισμοί σας αυτοαναιρούνται και αυτοδιαψεύδονται, ευρίσκονται δε σε πλήρη αναντιστοιχία με τις ενέργειές σας και την πραγματική κατάσταση της μόνιμης πλέον, όπως εξελίχθηκε, μη παροχής εργασίας εκ μέρους σας στην εταιρεία μας. Η εταιρεία ουδέν άλλο σας οφείλει εκ της κατά τα ανωτέρω λυθείσης σχέσεως εργασίας, πέραν των αναλυομένων για την κάθε μία εξ υμών στην από 17-1-2012 εξώδικο της εταιρείας μας, ποσά που κι εσείς συνομολογήσατε ως αληθή και πραγματικά δηλώνοντας ότι αυτά τα ποσά αποδέχεστε να εισπράξετε κατά τον συμφωνηθέντα χρόνο και τόπο’ ‘ , το Εφετείο όμως,με την προσβαλλόμενη απόφασή του, συνήγαγε ότι από το έγγραφο αυτό αποδείχθηκε ότι ‘ ‘ η εναγομένη με την από 22-1-2012 εξώδικη δήλωσή της, που επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο της ενάγουσας στις 23-1-2012, αρνήθηκε να αποδεχθεί την εργασία της (ενάγουσας), επικαλούμενη την πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων της, τη μειωμένη απόδοσή της ...’ ‘ , ενώ από το έγγραφο αυτό, κατά την άποψη της αναιρεσείουσας, προκύπτει ότι η ίδια η αναιρεσίβλητη κατήγγειλε την σύμβαση εργασίας της, απέχοντας από την εργασία της και αγνοώντας τις επανειλημμένες εκκλήσεις της να επανέλθει στη θέση εργασίας της και ότι δεν υπάρχει άλλη εκκρεμής οφειλή πέραν όσων είχε αναγνωρίσει η αναιρεσείουσα με προηγούμενες εξώδικες δηλώσεις της. Όμως, εν όψει της αναιρετικής εμβέλειας των λόγων που έγιναν δεκτοί, από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, που εκτείνεται και καλύπτει το δια του σκέλους με το στοιχείο α’ πληττόμενο κεφάλαιο της προσβαλλόμενης απόφασης, παρέλκει η έρευνα αυτού. Το υπό στοιχείο β’ σκέλος του τρίτου λόγου είναι απορριπτέο ως αβάσιμο, διότι το Εφετείο, εκτιμώντας και αξιολογώντας το περιεχόμενο της από 22-1-2012 εξώδικης δήλωσης μαζί με τα άλλα αποδεικτικά μέσα, ορθά διέγνωσε το περιεχόμενό του και απλά κατέληξε σε αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που η αναιρεσείουσα θεωρεί ως ορθό, ενώ, εξάλλου, τη σχετική του κρίση το Εφετείο δεν τη στήριξε αποκλειστικά ή κύρια στο έγγραφο αυτό.
Συνεπώς, ο τρίτος λόγος του κυρίου δικογράφου,κατά το δεύτερο σκέλος, από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.


7. Εν όψει όλων αυτών πρέπει, κατά μερική παραδοχή της αίτησης αναίρεσης και κατά παραδοχή του πρόσθετου λόγου αναίρεσης, να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το μέρος τούτο, κατά το οποίο χρειάζεται διευκρινίσεις, στο δικαστήριο που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση, εφόσον αυτό μπορεί να συγκροτηθεί από άλλο δικαστή (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη σε μέρος των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας (άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 2030/2014 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος της.
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το μέρος αυτό, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ως άνω δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλο δικαστή. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη σε μέρος των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει σε χίλια επτακόσια (1.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 22 Νοεμβρίου 2016.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 19 Ιανουαρίου 2017.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Yπόθεση C‑36/16 Δεν εμπίπτει στο ΦΠΑ η μεταβίβαση ακινήτου στο Δημόσιο ή σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ενόψει της εξοφλήσεως φορολογικής οφειλής.

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Μαΐου 2017  «Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ – Άρθρο 14, παράγραφος 1 – Πράξεις υποκείμενες στον φόρο – Έννοια της “παραδόσεως αγαθών που πραγματοποιείται εξ επαχθούς αιτίας” – Μεταβίβαση ακινήτου στο Δημόσιο ή σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ενόψει της εξοφλήσεως φορολογικής οφειλής – Δεν εμπίπτει»

Στην υπόθεση C‑36/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Naczelny Sąd Administracyjny (ανώτατο διοικητικό δικαστήριο, Πολωνία) με απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Ιανουαρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Minister Finansów

κατά

Posnania Investment SA,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Ilešič, πρόεδρο τμήματος, A. Prechal, A. Rosas, C. Toader (εισηγήτρια) και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις L. Lozano Palacios και M. Owsiany‑Hornung,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία περί ΦΠΑ).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Minister Finansów (Υπουργού Οικονομικών Πολωνίας, στο εξής: Υπουργός) και της Posnania Investment SA (στο εξής: Posnania), με αντικείμενο την υπαγωγή στον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) πράξεως, στο πλαίσιο της οποίας η εταιρία αυτή μεταβίβασε σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης την κυριότητα επί ακινήτου, προς διακανονισμό φορολογικής οφειλής.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η οδηγία περί ΦΠΑ ορίζει στο άρθρο 12, παράγραφος 1, τα ακόλουθα:

«Στον ΦΠΑ υπόκεινται οι ακόλουθες πράξεις:

α)      οι παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος ενός κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή,

[...]».

4        Το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«Νοείται ως “υποκείμενος στον φόρο” οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.

Ως “οικονομική δραστηριότητα” θεωρείται κάθε δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εξόρυξης, των αγροτικών δραστηριοτήτων καθώς και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελμάτων. Ως οικονομική δραστηριότητα θεωρείται, επίσης, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.»

5        Κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, ως «παράδοση αγαθού» νοείται η μεταβίβαση της εξουσίας να διαθέτει κανείς ενσώματο αγαθό ως κύριος.

6        Το άρθρο 16 της οδηγίας περί ΦΠΑ ορίζει τα ακόλουθα:

«Εξομοιώνεται με παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας η ανάληψη από τον υποκείμενο στον φόρο αγαθού της επιχείρησής του, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για ίδιες ανάγκες ή για ανάγκες του προσωπικού του ή να το μεταβιβάσει δωρεάν ή, γενικότερα, να το χρησιμοποιήσει για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, όταν το αγαθό αυτό ή τα συστατικά του στοιχεία δημιούργησαν δικαίωμα ολικής ή μερικής έκπτωσης από τον ΦΠΑ.

Ωστόσο, δεν εξομοιώνεται με παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας η ανάληψη που γίνεται για τις ανάγκες της επιχείρησης και αφορά τη χορήγηση δώρων μικρής αξίας και δειγμάτων.»

 Το πολωνικό δίκαιο

7        Το άρθρο 2, σημείο 6, του ustawa o podatku od towarów i usług (νόμου περί του φόρου επί αγαθών και υπηρεσιών), της 11ης Μαρτίου 2004, όπως έχει τροποποιηθεί (Dz. U. του 2011, αριθ. 177, θέση 1054, στο εξής: νόμος περί ΦΠΑ), ορίζει τα ακόλουθα:

«Για τους σκοπούς των κατωτέρω διατάξεων νοούνται ως “αγαθά” τα πράγματα και τα συστατικά τους, καθώς και η ενέργεια οιασδήποτε μορφής.»

8        Το άρθρο 5, παράγραφος 1, σημείο 1, του νόμου αυτού ορίζει τα εξής:

«Τη βάση επιβολής του φόρου επί αγαθών και υπηρεσιών συνιστούν: οι παραδόσεις αγαθών και η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό εξ επαχθούς αιτίας.»

9        Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του εν λόγω νόμου προβλέπει τα εξής:

«Ως παράδοση αγαθών, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, σημείο 1, νοείται η μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος πράγματα, ως κύριος [...].»

10      Κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του ίδιου νόμου:

«Ως υποκείμενοι στον φόρο νοούνται τα νομικά πρόσωπα, οι οργανωτικές μονάδες χωρίς νομική προσωπικότητα και τα φυσικά πρόσωπα τα οποία ασκούν, κατά τρόπο αυτοτελή, μια εκ των οικονομικών δραστηριοτήτων της παραγράφου 2, ανεξαρτήτως του σκοπού ή των αποτελεσμάτων της δραστηριότητας αυτής.»

11      Το άρθρο 15, παράγραφος 2, του νόμου περί ΦΠΑ ορίζει τα εξής:

«Ως οικονομική δραστηριότητα νοείται κάθε δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, συμπεριλαμβανόμενων των εξορυκτικών και των γεωργικών δραστηριοτήτων, καθώς και των δραστηριοτήτων των ασκούντων ελεύθερο επάγγελμα, ακόμη και όταν η δραστηριότητα ασκείται μεν άπαξ, αλλά υπό συνθήκες από τις οποίες συνάγεται η πρόθεση επαναλήψεώς της. Ως οικονομική δραστηριότητα νοείται, επίσης, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού προς τον σκοπό της αντλήσεως εσόδων σε μόνιμη βάση.»

12      Το άρθρο 66 του ordynacja podatkowa της 29ης Αυγούστου 1997 (φορολογικού κώδικα, Dz. U. του 2015, θέση 613) ορίζει τα εξής:

«§ 1. Ειδική περίπτωση αποσβέσεως φορολογικής οφειλής αποτελεί η μεταβίβαση της κυριότητας επί πραγμάτων ή περιουσιακών δικαιωμάτων:

1)      στο Δημόσιο – προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στον κρατικό προϋπολογισμό,

2)      σε δήμο, διαμέρισμα ή περιφέρεια – προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στους προϋπολογισμούς αυτών.

§ 2.      Η μεταβίβαση πραγματοποιείται κατόπιν αιτήσεως του υποκείμενου στον φόρο:

1)      στην περίπτωση της παραγράφου 1, σημείο 1, βάσει συμβάσεως που συνάπτεται, με τη συγκατάθεση του διευθυντή της αρμόδιας φορολογικής αρχής ή του διευθυντή του αρμόδιου τελωνείου, μεταξύ του εκτελούντος τα καθήκοντα της κεντρικής διοικήσεως προέδρου του διαμερίσματος και του υποκείμενου στον φόρο,

2)      στην περίπτωση της παραγράφου 1, σημείο 2, βάσει συμβάσεως που συνάπτεται μεταξύ του κοινοτάρχη, του δημάρχου, του προέδρου του διαμερίσματος ή του περιφερειάρχη και του υποκείμενου στον φόρο.

[...]

§ 4.      Στις περιπτώσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 1, χρόνος αποσβέσεως της φορολογικής οφειλής είναι ο χρόνος μεταβιβάσεως της κυριότητας επί πραγμάτων ή περιουσιακών δικαιωμάτων.

[…]»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

13      Η Posnania είναι εταιρία πολωνικού δικαίου και ασκεί οικονομική δραστηριότητα στον τομέα της αγοραπωλησίας ακινήτων. Ως εκ τούτου, υπέχει υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ. Προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών, πρότεινε στον Δήμο του Czerwonak (Πολωνία, στο εξής: Δήμος) να συνάψουν, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 66 του φορολογικού κώδικα, σύμβαση με αντικείμενο τη μεταβίβαση στον τελευταίο της κυριότητας επί ενός μη οικοδομημένου οικοπέδου που της ανήκε.

14      Η συναφθείσα στις 5 Φεβρουαρίου 2013 σύμβαση αυτή επέφερε μερική απόσβεση της φορολογικής οφειλής της Posnania, ταυτόχρονα με τη μεταβίβαση στον Δήμο της κυριότητας επί του εν λόγω ακινήτου.

15      Η Posnania υπέβαλε στον Υπουργό αίτηση για έκδοση φορολογικής ερμηνευτικής αποφάσεως, προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον, σε μια τέτοια περίπτωση, η συναλλαγή που πραγματοποιήθηκε με τον Δήμο υπέκειτο στον ΦΠΑ και κατά πόσον η ίδια είχε, συνεπώς, την υποχρέωση να εκδώσει το αντίστοιχο τιμολόγιο.

16      Στην αίτησή της, η Posnania υποστήριξε ότι η κρίσιμη πράξη δεν έπρεπε να υπόκειται στον ΦΠΑ, βασιζόμενη στη νομολογία του αιτούντος δικαστηρίου, του Naczelny Sąd Administracyjny (ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου, Πολωνία), κατά την οποία η μεταβίβαση κυριότητας προς το Δημόσιο προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στον κρατικό προϋπολογισμό δεν συνιστά πράξη που υπόκειται στον ΦΠΑ.

17      Με τη φορολογική ερμηνευτική απόφαση της 10ης Μαΐου 2013, ο Υπουργός έκρινε ότι, με τη μεταβίβαση της κυριότητας επί ακινήτου από την Posnania στον Δήμο, ο τελευταίος διέθετε όλες τις εξουσίες ενός κυρίου και, ως εκ τούτου, η εν λόγω μεταβίβαση κυριότητας προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών συνιστούσε παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας, υπό την έννοια της πολωνικής νομοθεσίας, και υπέκειτο καταρχήν στον ΦΠΑ.

18      Η Posnania άσκησε ενώπιον του Wojewódzki Sąd Administracyjny w Warszawie (διοικητικού δικαστηρίου της περιφέρειας της Βαρσοβίας, Πολωνία) προσφυγή για την ακύρωση της εν λόγω φορολογικής ερμηνευτικής αποφάσεως.

19      Με απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2014, το ανωτέρω δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή και ακύρωσε την εν λόγω φορολογική ερμηνευτική απόφαση, καθότι έκρινε ότι είναι δυνατόν να υφίσταται υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ σε περίπτωση μεταβιβάσεως της κυριότητας επί πραγμάτων πραγματοποιούμενης κατ’ εντολή δημόσιας αρχής ή βάσει νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι η μεταβίβαση αυτή γίνεται έναντι αντιπαροχής. Δεδομένου ότι, βάσει του πολωνικού δικαίου, δεν συνέτρεχε τέτοια περίπτωση εν προκειμένω, το εν λόγω δικαστήριο απεφάνθη ότι η μεταβίβαση προς το Δημόσιο της κυριότητας επί πράγματος προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στον κρατικό προϋπολογισμό δεν συνιστά πράξη που υπόκειται στον ΦΠΑ.

20      Κατά της ως άνω αποφάσεως ο Υπουργός άσκησε αναίρεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

21      Στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι, καίτοι δεν αμφισβητείται ότι η Posnania είναι υποκείμενη στον φόρο, εντούτοις, ανακύπτει το ερώτημα κατά πόσον είναι δυνατόν να εκληφθεί ως «παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας», κατά την έννοια της οδηγίας περί ΦΠΑ, η πραγματοποιούμενη ως αντάλλαγμα για φορολογική οφειλή μεταβίβαση της εξουσίας να διαθέτει κανείς ενσώματο αγαθό ως κύριος.

22      Επ’ αυτού, το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει τη δική του νομολογία κατά την οποία η μεταβίβαση της κυριότητας επί πραγμάτων στο Δημόσιο προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στον κρατικό προϋπολογισμό δεν συνιστά πράξη που υπόκειται στον ΦΠΑ, στον βαθμό που ο φόρος δεν αποτελεί χρηματική παροχή δυνάμενη να αποκτηθεί ως αντάλλαγμα για άλλη παροχή, δεδομένου ότι βασικό γνώρισμά του αποτελεί ο ετεροβαρής του χαρακτήρας.

23      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Naczelny Sąd Administracyjny (ανώτατο διοικητικό δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Συνιστά φορολογητέα πράξη (παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας), κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 14, παράγραφος 1, της οδηγίας [περί ΦΠΑ], η μεταβίβαση της κυριότητας επί οικοπέδου (αγαθού) από τον υποκείμενο στο φόρο

α)      στο Δημόσιο, προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στον κρατικό προϋπολογισμό ή

β)      στον δήμο, στο διαμέρισμα ή στην περιφέρεια, προς διακανονισμό ληξιπρόθεσμων οφειλών από φόρους αποδιδόμενους στους προϋπολογισμούς αυτών,

όταν οδηγεί σε απόσβεση της φορολογικής οφειλής;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

24      Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί κατά πόσον το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ έχουν την έννοια ότι η εκ μέρους ενός υποκείμενου στον ΦΠΑ μεταβίβαση της κυριότητας επί ακινήτου υπέρ του δημοσίου ταμείου κράτους μέλους ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης κράτους μέλους, η οποία πραγματοποιείται, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, προς πληρωμή ληξιπρόθεσμης φορολογικής οφειλής, συνιστά παράδοση αγαθού εξ επαχθούς αιτίας που υπόκειται στον ΦΠΑ.

25      Επιβάλλεται ευθύς εξαρχής η υπόμνηση ότι η οδηγία περί ΦΠΑ εγκαθιδρύει κοινό σύστημα ΦΠΑ το οποίο στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε ενιαίο ορισμό των φορολογητέων πράξεων (απόφαση της 20ής Ιουνίου 2013, Newey, C‑653/11, EU:C:2013:409, σκέψη 39).

26      Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, υπόκεινται στον ΦΠΑ οι παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος ενός κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή.

27      Βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ, ως «υποκείμενος στον φόρο» νοείται οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής. Ως «οικονομική δραστηριότητα» νοείται ιδίως η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.

28      Το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ ορίζει ως «παράδοση αγαθών» τη μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, ενσώματο αγαθό.

29      Σε ό,τι αφορά την επίμαχη στην κύρια δίκη πράξη, δεν αμφισβητείται, πρώτον, ότι η συναφθείσα μεταξύ της Posnania και του Δήμου σύμβαση είχε ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση του δικαιώματος κυριότητας επί ακινήτου και, δεύτερον, ότι η Posnania έχει την ιδιότητα του υποκείμενου στον φόρο.

30      Τρίτον, η σχετική με τον τόπο παραδόσεως του αγαθού προϋπόθεση πληρούται αναμφισβήτητα, δεδομένου ότι η πράξη πραγματοποιήθηκε επί του εδάφους κράτους μέλους, ήτοι στην Πολωνία.

31      Όσον αφορά, τέταρτον, τον ενδεχομένως επαχθή χαρακτήρα της αιτίας για την οποία πραγματοποιήθηκε η πράξη μεταβιβάσεως της κυριότητας επί ακινήτου σε δημόσιο φορέα, εν προκειμένω η μεταβίβαση οικοπέδου σε δήμο, προς πληρωμή ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών, πρέπει να επισημανθεί ότι η παράδοση αγαθών πραγματοποιείται «εξ επαχθούς αιτίας», κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, μόνον εφόσον υφίσταται μεταξύ του προμηθευτή και του αγοραστή έννομη σχέση στο πλαίσιο της οποίας ανταλλάσσονται αμοιβαίες παροχές, το δε τίμημα που εισπράττει ο προμηθευτής αποτελεί το πραγματικό αντάλλαγμα για το παρασχεθέν αγαθό (αποφάσεις της 27ης Απριλίου 1999, Kuwait Petroleum, C‑48/97, EU:C:1999:203, σκέψη 26, και της 21ης Νοεμβρίου 2013, Dixons Retail, C‑494/12, EU:C:2013:758, σκέψη 32).

32      Εν προκειμένω, υφίσταται μεν έννομη σχέση μεταξύ του μεταβιβάζοντος το ακίνητο και του νέου κυρίου του, όπως αυτή που συνδέει έναν δανειστή με τον οφειλέτη του.

33      Εντούτοις, η υποχρέωση καταβολής που υπέχει ο φορολογούμενος, ως οφειλέτης φορολογικής οφειλής, έναντι της φορολογικής διοικήσεως, ως δανειστή της οφειλής αυτής, είναι ετεροβαρής, στο μέτρο που η καταβολή του φόρου από τον εν λόγω φορολογούμενο συνεπάγεται απλώς και μόνον την εκ του νόμου απόσβεση της οφειλής, ακόμη και όταν το πράττει, όπως εν προκειμένω, με τη μεταβίβαση ακινήτου αντί καταβολής.

34      Ο φόρος αποτελεί πράγματι υποχρεωτική εισφορά που επιβάλλεται αναγκαστικά από τη δημόσια αρχή επί των εισοδημάτων των προσώπων που εμπίπτουν στη φορολογική της αρμοδιότητα. Η εισφορά αυτή προορίζεται να αποδοθεί, μέσω του κρατικού προϋπολογισμού, σε υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Μια τέτοια εισφορά, είτε αφορά χρηματικό ποσό είτε, όπως εν προκειμένω, ενσώματο αγαθό, δεν συνεπάγεται καμία παροχή εκ μέρους της δημόσιας αρχής και, ως εκ τούτου, καμία αντιπαροχή εκ μέρους του υποκείμενου στον φόρο.

35      Κατά συνέπεια, δεν πρόκειται περί έννομης σχέσεως κατά τη διάρκεια της οποίας ανταλλάσσονται αμοιβαίες παροχές, κατά την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου που υπομνήσθηκε στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως.

36      Στο μέτρο αυτό, πράξη δόσεως αγαθού αντί καταβολής, η οποία σκοπεί στην απόσβεση φορολογικής οφειλής, δεν μπορεί να εκληφθεί ως πράξη εξ επαχθούς αιτίας, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, και δεν μπορεί να υπόκειται στον ΦΠΑ.

37      Πρέπει, εντούτοις, να σημειωθεί επιπροσθέτως ότι, μολονότι το εθνικό δικαστήριο είναι το μόνο αρμόδιο να εκτιμήσει τα κρίσιμα στην υπόθεση της κύριας δίκης πραγματικά περιστατικά και να ερμηνεύσει την εθνική νομοθεσία, το Δικαστήριο, καλούμενο, στο πλαίσιο προδικαστικής παραπομπής, να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμες απαντήσεις, είναι αρμόδιο να παράσχει, με βάση τον φάκελο της υποθέσεως της κύριας δίκης και τις παρατηρήσεις που του έχουν υποβληθεί, τα στοιχεία που θα δώσουν στο αιτούν δικαστήριο τη δυνατότητα να εκδώσει την απόφασή του (απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 2015, Grünewald, C‑559/13, EU:C:2015:109, σκέψη 32).

38      Όσον αφορά πράξη όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, πρέπει να επισημανθεί ότι δεν αποκλείεται ένας υποκείμενος στον φόρο, όπως η Posnania, να προέβη ήδη, ως υποκείμενος στον ΦΠΑ, σε έκπτωση του φόρου επί των εισροών σε σχέση με το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης ακίνητο.

39      Συναφώς, όπως ανέφερε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 44 των προτάσεών της, καίτοι ελλοχεύει ο κίνδυνος μη φορολογήσεως της τελικής καταναλώσεως, εντούτοις ο κίνδυνος αυτός καλύπτεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 της οδηγίας περί ΦΠΑ.

40      Συγκεκριμένα, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι σκοπός της τελευταίας αυτής διατάξεως είναι η διασφάλιση ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ, αφενός, του υποκειμένου στον φόρο ο οποίος αναλαμβάνει αγαθό προς κάλυψη ιδίων αναγκών ή αναγκών του προσωπικού του και, αφετέρου, του τελικού καταναλωτή ο οποίος αποκτά πανομοιότυπο αγαθό (βλ., συναφώς, απόφαση της 17ης Ιουλίου 2014, BCR Leasing IFN, C‑438/13, EU:C:2014:2093, σκέψη 23 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

41      Για την επίτευξη του ως άνω σκοπού, το άρθρο 16 της οδηγίας περί ΦΠΑ εξομοιώνει προς παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας την ανάληψη, από τον υποκείμενο στον φόρο, αγαθού της επιχειρήσεώς του, το οποίο χρησιμοποιεί για ίδιες ανάγκες ή για ανάγκες του προσωπικού του, μεταβιβάζει δωρεάν ή, γενικότερα, διαθέτει για σκοπούς ξένους προς την επιχείρησή του, όταν το αγαθό αυτό ή τα συστατικά του στοιχεία έχουν δημιουργήσει δικαίωμα για ολική ή μερική έκπτωση του ΦΠΑ (απόφαση της 17ης Ιουλίου 2014, BCR Leasing IFN, C‑438/13, EU:C:2014:2093, σκέψη 24).

42      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθεισών σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ έχουν την έννοια ότι η εκ μέρους ενός υποκείμενου στον ΦΠΑ μεταβίβαση της κυριότητας επί ακινήτου υπέρ του δημοσίου ταμείου κράτους μέλους ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης κράτους μέλους, η οποία πραγματοποιείται, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, προς πληρωμή ληξιπρόθεσμης φορολογικής οφειλής, δεν συνιστά παράδοση αγαθού εξ επαχθούς αιτίας που υπόκειται στον ΦΠΑ.

 Επί των δικαστικών εξόδων

43      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχουν την έννοια ότι η εκ μέρους ενός υποκείμενου στον φόρο προστιθέμενης αξίας μεταβίβαση της κυριότητας επί ακινήτου υπέρ του δημοσίου ταμείου κράτους μέλους ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης κράτους μέλους, η οποία πραγματοποιείται, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, προς πληρωμή ληξιπρόθεσμης φορολογικής οφειλής, δεν συνιστά παράδοση αγαθού εξ επαχθούς αιτίας που υπόκειται στον φόρο προστιθέμενης αξίας.

Άρθρα Η μη έκπτωση της δαπάνης μισθοδοσίας και η έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών

$
0
0

Κωνσταντίνος Δημ. Γραβιάς
Πτυχιούχος Οικον. Παν/μίου Πειραιά
Λογιστής - φοροτεχνικός
Μέλος της επιστημονικής ομάδας του TAXHEAVEN
 

Αναφορικά με το ζήτημα της μη έκπτωσης της δαπάνης μισθοδοσίας αν δεν εξοφληθεί σύμφωνα με τον οριζόμενο στο άρθρο 23 του ν. 4172/2013 (βλ. περ. ιδ' του άρθρου αυτού), αλλά και την έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών έχουμε να επισημάνουμε τα εξής:

 

Α. Δαπάνη στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης (βλ. ΠΟΛ. 1061/12.4.2017)

«[…] Κατόπιν των ανωτέρω, πέραν της μεταφοράς χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών και της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών, ως κατάλληλα μέσα πληρωμής για την έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης νοούνται ενδεικτικά και τα ακόλουθα:

- Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του μισθωτού, έστω και αν υπάρχουν περισσότεροι συνδικαιούχοι, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),

- Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής - ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων,

- Η χρήση τραπεζικής επιταγής,

- Η έκδοση επιταγής σε διαταγή του μισθωτού.

Κατά ρητή διατύπωση των σχετικών διατάξεων, σε περίπτωση που μέρος των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης δεν εξοφληθεί με κάποιο από τα μέσα που παρατίθενται πιο πάνω, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση το σύνολο της δαπάνης […]».
 

Β. Έκπτωση ασφαλιστικών εισφορών (βλ. ΠΟΛ.1113/3.6.2015)

«[…] γ) Οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές. Συνεπώς, οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί εμπρόθεσμα (εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους ή τυχόν παράτασής της), ακόμη και σε επόμενο φορολογικό έτος, εκπίπτουν από τα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν. Ασφαλιστικές εισφορές που αφορούν στα έτη 2014 και επόμενα, οι οποίες καταβάλλονται εκπρόθεσμα, εκπίπτουν κατά το έτος καταβολής τους ανεξαρτήτως του έτους που αφορούν. Στην έννοια της δαπάνης των ασφαλιστικών εισφορών, που αν δεν έχουν καταβληθεί δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται τόσο οι εισφορές του εργοδότη, όσο και του εργαζομένου, οι οποίες, ως εμπεριεχόμενες στις αμοιβές του, βαρύνουν τον εργοδότη. Σε περίπτωση που οι εκπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές ετών 2014 και επομένων έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, αυτές θα εκπίπτουν κατά το χρόνο καταβολής τους σύμφωνα με την υπόψη ρύθμιση […]».


Γ. Παλαιότερη εγκύκλιος σχετική με την έκπτωση της δαπάνης μισθοδοσίας (βλ. ΠΟΛ.1135/4.10.2010)

«[…] Επίσης, οι λογιστές φοροτεχνικοί στην κατάσταση των λογιστικών διαφορών που είναι υποχρεωμένοι, με βάση τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 38 του ν.2873/2000, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παρ. 9 του άρθρου 17 του ν. 3842/2010, να συνυποβάλλουν με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος της επιχείρησης, πρέπει να μνημονεύουν και το ύψος των μισθών για το οποίο δεν έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές. Περαιτέρω, με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ότι οι δαπάνες μισθοδοσίας θα αναγνωρίζονται μόνο αν έχουν εξοφληθεί μέσω επαγγελματικού τραπεζικού λογαριασμού της επιχείρησης ή επιταγής που εξοφλείται μέσω τραπεζικού λογαριασμού. Επισημαίνεται, ότι στην έννοια των δαπανών μισθοδοσίας δεν περιλαμβάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΙΚΑ ή άλλου ασφαλιστικού φορέα που καταβάλλει η επιχείρηση, αλλά μόνο οι καταβαλλόμενοι μισθοί – αμοιβές […]1».
 

Δ. Συμπεράσματα

Μετά την παράθεση των ανωτέρω επισημαίνουμε εν συντομία τα ακόλουθα:

α) Αν δεν ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία εξόφλησης της μισθοδοσίας του προσωπικού, τότε δεν εκπίπτει η εν λόγω δαπάνη. Ως δαπάνη που δεν εκπίπτει θεωρείται το συνολικό ποσό των πληρωτέων αποδοχών των εργαζομένων.
β) Η μισθοδοσία του κάθε μηνός εξετάζεται ξεχωριστά και ανά άτομο αναφορικά με την εκπεσιμότητά της. Δηλαδή, αν τους έντεκα μήνες του έτους εξοφληθεί η μισθοδοσία με τον προβλεπόμενο τρόπο για έναν εργαζόμενο και ο ένας μόνο μήνας με διαφορετικό τρόπο τότε, μόνο για τον έναν αυτόν μήνα δεν θα εκπέσει η δαπάνη. Επίσης η κάθε μισθοδοτική περίοδος εξετάζεται ξεχωριστά αναφορικά με τον τρόπο εξόφλησης (π.χ. Απρίλιος και δώρο Πάσχα). Εξυπακούεται ότι δεν επηρεάζεται η εκπεσιμότητα της δαπάνης μισθοδοσίας του τυχόν άλλου προσωπικού εφόσον ακολουθηθεί —για το προσωπικό αυτό— η προβλεπόμενη διαδικασία εξόφλησης της μισθοδοσίας.
γ) Οι δαπάνες μισθοδοσίας που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του φορολογικού έτους, αλλά δεν έχουν εξοφληθεί στο έτος αυτό, κρίνονται οριστικά, ως προς την εκπεσιμότητά τους, στο φορολογικό έτος που θα λάβει χώρα η εξόφλησή τους.
δ) Στην περίπτωση που στο έτος εξόφλησης των δαπανών διαπιστωθεί ότι οι εν λόγω δαπάνες εξοφλήθηκαν χωρίς να γίνει χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή διαμεσολάβηση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. με μετρητά) η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση του φορολογικού έτους που αφορά η δαπάνη, προσθέτοντας τα ποσά αυτών των δαπανών ως θετική λογιστική διαφορά.
ε) Αναφορικά με την έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών, αυτές θα εκπέσουν βάσει των ειδικότερων διατάξεων της περίπτωσης γ' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, χωρίς να επηρεάζεται η εκπεσιμότητά τους από τρόπο εξόφλησης της μισθοδοσίας.

 

Ε. Παραδείγματα

Ας δούμε μερικά παραδείγματα ώστε να γίνουν κατανοητά όλα τα παραπάνω:

Παράδειγμα 1ο

 

 

Παράδειγμα 2ο




Παράδειγμα 3ο




Παράδειγμα 4ο




Παράδειγμα 5ο






___________________
[1]
Παραθέσαμε το έντονα υπογραμμισμένο εδάφιο της εγκυκλίου αυτής προκειμένου να θυμίσουμε τη θέση της Διοίκησης αναφορικά με το ποια θεωρείται ως δαπάνη μισθοδοσίας.
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>