Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 27/2017 Παράλληλη ασφάλιση κατ' εφαρμογή των άρθρ. 17 παρ.1 και 36 παρ.1,2,6 και 7 του Ν. 4387/16

$
0
0
Αθήνα 15 / 6 /2017
Αριθμ. Πρωτ. Δ.ΕΙΣΦ.Μ./144

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ και ΕΛΕΓΧΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Ταχ. Δ/νση: Σατωβριάνδου 18
Τ.Κ. 104 32 ΑΘΗΝΑ
Αριθ. Τηλεφώνου : 210 5285641
: 210 5285684 : 210 5285598 : 210 5285690
e-mail: d.asfalisis@efka.gov.gr
d.eisf.mmisth@efka.gov.gr
d.eisf.misth@efka.gov.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 27

ΘΕΜΑ: «Παράλληλη ασφάλιση κατ' εφαρμογή των άρθρ. 17 παρ.1 και 36 παρ.1,2,6 και 7 του Ν. 4387/16»


Σχετικά : 1. Οι αριθμ. 1/2017, 3/2017, 11/2017 και 4/2017, 5/2017,6/2017, 18/2017, 19/2017 Εγκύκλιες οδηγίες των Δ/νσεων Εισφορών Μη Μισθωτών και Μισθωτών αντίστοιχα.

2. Οι αριθμ. οικ. 61501/3398/30.12.2016 και 61502/3399/30.12.2016 ΥΑ (ΦΕΚ ΤΒ'4330/30.12.2016)

3. Η αριθμ. Φ.10043/οικ.14226/431/24-3-2017 Ερμηνευτική Εγκύκλιος του Υπουργείου Εργασίας , Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ.1 και 2, 17 παρ.1 και 36 παρ. 1,2,6 και 7 του Ν. 4387/2016 (ΦΕΚ 85 / 12-5-2016 τ. Α') «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού -συνταξιοδοτικού συστήματος - Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις » σχετικά με την παράλληλη ασφάλιση σε δύο η περισσότερους φορείς ή τομείς ασφάλισης που εντάσσονται στον ΕΦΚΑ ή το Δημόσιο και καταβολή των αντιστοίχων ασφαλιστικών εισφορών για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα και σας παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την εφαρμογή τους:

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 17 παρ.1 (Δημόσιο)

« 1.Ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς ή τομείς ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α., καταβάλλουν για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον παρόντα νόμο. Στην περίπτωση αυτή για τη δεύτερη αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζεται η υποχρέωση καταβολής ελάχιστης μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς του άρθρου 39 παράγραφος 3».

Άρθρο 5 παρ.1 και 2 (Δημόσιο)

«1. Από 1.1.2017 το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ε. Φ.Κ.Α. ασφαλισμένου και εργοδότη ορίζεται σε 20% επί των συντάξιμων μηνιαίων αποδοχών των προσώπων της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με την επιφύλαξη της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 περίπτωση γ' του παρόντος άρθρου.

2.α. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη συνίσταται στο δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

β. Το ανώτατο όριο της προηγούμενης περίπτωσης εφαρμόζεται και επί πολλαπλής μισθωτής απασχόλησης ή έμμισθης εντολής όσον αφορά στην εισφορά ασφαλισμένου ».

Άρθρο 36 παρ.1,2,6 και 7. (Μισθωτοί - Μη Μισθωτοί Ιδιωτικού Τομέα)

«1. Ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς,
κλάδους και λογαριασμούς ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε. Φ.Κ.Α., καταβάλλουν για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον παρόντα νόμο. Στην περίπτωση αυτή για τις πλέον της πρώτης αναληφθείσες επαγγελματικές δραστηριότητες δεν εφαρμόζεται η υποχρέωση καταβολής ελάχιστης μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς».

«2. Ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, που παρέχουν εξαρτημένη εργασία και ταυτόχρονα αυταπασχολούνται σε δραστηριότητες για τις οποίες υπάγονταν ή θα υπάγονται βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, στην ασφάλιση ενός φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε. Φ.Κ.Α., καταβάλλουν υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α.: α) μηνιαία ασφαλιστική εισφορά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 38, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών και β) ασφαλιστική εισφορά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 39, για το εισόδημα, εφόσον υπάρχει, από άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος, για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 39».

«6. Οι διατάξεις του παρόντος, πλην της παρ. 5, έχουν εφαρμογή από 1.1.2017».

«7. Καταργείται το άρθρο 39 του Ν. 2084/1992, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα του παρόντος».

ΓΕΝΙΚΑ

Ι. Στις παρ. 1 των άρθρων 17 και 36 του κοινοποιούμενου νόμου ρυθμίζονται θέματα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση παράλληλης επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του ν.4387/2016, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση σε περισσότερους του ενός φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς ασφάλισης, για παράδειγμα:

- Μισθωτός που ασκεί συγχρόνως ελεύθερο επάγγελμα είχε, μέχρι 31/12/2016, υποχρέωση ασφάλισης στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και στον τ.ΟΑΕΕ

- Δημόσιος υπάλληλος και συγχρόνως απασχολούμενος ως μισθωτός που είχε, μέχρι 31/12/2016, υποχρέωση ασφάλισης στο Δημόσιο και στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ .

ΙΙ. Στην παρ. 2 του άρθρου 36 ρυθμίζονται τα θέματα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση πολλαπλής επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του ν.4387/2016, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής σε έναν φορέα, τομέα, κλάδο και λογαριασμό ασφάλισης ( π.χ υγειονομικός που απασχολείται ως μισθωτός σε ιδιωτική κλινική και συγχρόνως διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο με υποχρέωση ασφάλισης μέχρι 31/12/2016 στο τ. ΕΤΑΑ- ΤΣΑΥ και για τις δύο δραστηριότητες.).

ΙΙΙ. Οι κοινοποιούμενες διατάξεις ισχύουν και για τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως ελεύθεροι επαγγελματίες βάσει των σχετικών διατάξεων του τ. Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων του ΟΑΕΕ, καθώς και για τα αναφερόμενα στην αριθ. Φ11321/59554/2170/22-12-2016 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 4569, Β', 30-12-2016), ασφαλισμένους του τ. ΕΤΑΠ - ΜΜΕ και του τ. ΙΚΑ
- ΕΤΑΜ (Πωλητές λαϊκών αγορών, εφημεριδοπώλες).

IV. Με την παρ. 7 του άρθρου 36 επέρχεται βασική αλλαγή που αφορά στην κατάργηση των διατάξεων του άρθρου 39 του ν.2084/1992, όπως ίσχυε, περί υποχρεωτικής ασφάλισης και καταβολής μίας ασφαλιστικής εισφοράς σε έναν φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, των «νέων» ασφαλισμένων, που είχαν υποχρέωση ασφάλισης σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ασφάλισης λόγω απασχόλησης ή ιδιότητας.

V. Με την διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 17, από 1/1/2017 προκύπτει για τους δημόσιους υπαλλήλους , «παλαιούς» και «νέους», που παράλληλα απασχολούνται σε εργασία υπακτέα στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ως μισθωτοί, υποχρέωση ασφάλισης σε όλους τους Κλάδους . (Η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 1 και 2 εδ.β,' του Ν.3863/2010 καθίσταται ανενεργή).

VI. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 36 του Ν.4387/2016 ορίζεται ρητά ότι, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των ανωτέρω σχετικών διατάξεων για την παράλληλη ασφάλιση είναι η 1/1/2017.

Με τις ανωτέρω σχετικές (1) Εγκύκλιες του Φορέα δόθηκαν οδηγίες για την μεθοδολογία που πρέπει να ακολουθείται για την δημιουργία της βάσης υπολογισμού εισφορών και τον υπολογισμό τους στις περιπτώσεις μοναδικής ασφάλισης.

Με την παρούσα παρέχονται οδηγίες για τον προσδιορισμό της βάσης υπολογισμού εισφορών και την εισφοροδότηση στις περιπτώσεις άσκησης πολλαπλών/παράλληλων ασφαλιστέων δραστηριοτήτων/ιδιοτήτων Μη Μισθωτών ή Μισθωτών - Μη Μισθωτών.

Για την καλύτερη κατανόηση και ενιαία εφαρμογή των οδηγιών παρατίθενται οι πιο κάτω οδηγίες - διευκρινήσεις:

ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΦΟΡΕΙΣ (παρ. 1 των άρθρων 17 και 36 Ν. 4387/2016).

Από 01/01/2017, πρόσωπα που ασκούν παράλληλη επαγγελματική δραστηριότητα υπάγονται σε ένα φορέα ασφάλισης, τον ΕΦΚΑ, και για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα, καταβάλλουν ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 5, 38, 39 και 40 του ν.4387/2016.

Α. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΒΑΣΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ

Κατά τη διαδικασία δημιουργίας της βάσης υπολογισμού εισφορών διακρίνονται οι εξής κατηγορίες :

Α.1 ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ - ΑΣΚΗΣΗ ΕΛ.ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΗΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

Σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης και άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόλησης για τις οποίες προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή του Δημοσίου και τ. ΟΑΕΕ ή του τ. ΕΤΑΑ αντίστοιχα, μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα από την άσκηση του ελεύθερου επαγγέλματος ή της αυτοαπασχόλησης.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος σε κάθε περίπτωση λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 .

Ως κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €586,08.

Το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, €586,08, ισχύει ακόμη και αν πρόκειται για μισθωτό κάτω των 25 ετών ή για ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση κάτω της 5ετίας.

Α.2 ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ - ΑΣΚΗΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

Σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης ή απασχόλησης στο Δημόσιο και άσκησης αγροτικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του τ.ΟΓΑ, ως βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από την αγροτική δραστηριότητα.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις μισθωτής απασχόλησης και αγροτικής δραστηριότητας, λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €410,26 (κατώτατο όριο εισοδήματος βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016).

Α.3 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

Σε περίπτωση άσκησης περισσοτέρων της μίας μη μισθωτών επαγγελματικών δραστηριοτήτων/ιδιοτήτων για τις οποίες θα προέκυπτε υποχρέωση ασφάλισης σε τουλάχιστον δύο εκ των προυφιστάμενων φορέων ΟΑΕΕ, ΟΓΑ, ΕΤΑΑ μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την βασική πηγή βιοπορισμού, δηλαδή το υψηλότερο εισόδημα, και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των λοιπών δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08, (ακόμη και αν πρόκειται για ασφαλισμένο που για τις δύο εκ των πολλαπλών δραστηριοτήτων θεωρείται ότι είναι ασφαλισμένος κάτω της 5ετίας).

Επισημαίνουμε ότι, σύμφωνα με την παρ.11 του άρθρ. 40 του ν.4387/2016 καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 34 του Ν.1140/1981 (περί μη υπαγωγής στην ασφάλιση του ΟΓΑ ασφαλισμένων ή Συνταξιούχων άλλων ΦΚΑ), και πλέον από 01/01/2017 ασφαλισμένοι με εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, καταβάλλουν εισφορά στον ΕΦΚΑ σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ιδίου άρθρου.

Εισοδήματα από Αγροτική δραστηριότητα, μη ασφαλιστέα κατά τα ανωτέρω, στον Κλ. Κύριας Ασφάλισης Αγροτών έως 31/12/2016, έπονται κάθε άλλου στο κριτήριο βιοπορισμού.

Α.4 ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Σε περίπτωση παράλληλης άσκησης μισθωτής εργασίας και πολλαπλών μη μισθωτών δραστηριοτήτων (ως η ανωτέρω περίπτωση Α.3), ως βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα.

Για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού στις ανωτέρω περιπτώσεις, λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την μισθωτή εργασία και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των λοιπών δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους.

Ως ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος λαμβάνεται το ποσό των €5.860,80 ενώ το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώνεται σε €586,08.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

- Σε κάθε περίπτωση η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί των αποδοχών από την μισθωτή απασχόληση και επί του εισοδήματος από κάθε ιδιότητα/δραστηριότητα, όπως καθορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 5, 38, 39 και 40 του ν.4387/2016 όπως ισχύουν.

- Συνεισπραττόμενες εισφορές (μη μισθωτών) που υπολογίζονται ως ποσοστό επί του εισοδήματος καθώς και οι λοιποί κλάδοι (π.χ Επικουρικής Ασφάλισης , Πρόνοιας ) υπολογίζονται, κατ' ελάχιστο, επί της κατώτερης βάσης μηνιαίου εισοδήματος.

- Οι διατάξεις του άρθρου 98 του ανωτέρω νόμου που αφορούν στην μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των αυτοαπασχολουμένων (ασφαλισμένων του τ. ΕΤΑΑ) εφαρμόζονται επί της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει από το εισόδημα αυτοαπασχόλησης.

- Για την διαπίστωση ενεργής Ιδιότητας Μισθωτού κατά την 01/01/2017, λαμβάνεται υπόψη η πιο πρόσφατη ενημέρωση που διαθέτει το Μητρώο Ασφ/νων ΕΦΚΑ και μετά την ολοκλήρωση διασύνδεσης των συστημάτων , ο Αναλυτικός Λογαριασμός Ασφάλισης με οριστικοποιημένες εγγραφές της αντίστοιχης περιόδου.

- Για τη διαμόρφωση της βάσης υπολογισμού εισφορών μη μισθωτών στις περιπτώσεις μερικής μισθωτής απασχόλησης, από την κατώτερη βάση αφαιρούνται οι αποδοχές μερικής - μειωμένης απασχόλησης.

Στο παράρτημα της παρούσης παρατίθενται τα κατώτατα όρια και το ποσοστό ασφαλίστρου κλάδου σύνταξης, ανά αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και το τελικό κατώτατο όριο και το ποσοστό ασφαλίστρου που εφαρμόζεται στις περιπτώσεις παράλληλης ασφάλισης επί αυτού .

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ - ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/2017 αποτελούν οι μηνιαίες αποδοχές σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης και το μηνιαίο εισόδημα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας/ιδιότητας.

Συνεπώς για τον καθορισμό της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ύψος του εισοδήματος που προέρχεται από κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα.

Η μεθοδολογία διαμόρφωσης της βάσης παρατίθεται κατά αντιστοιχία της κατηγοριοποίησης που προηγήθηκε.

ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ - ΑΣΚΗΣΗ ΕΛ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΗΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΗΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ (Α.1, Α.2)

Ελέγχεται το εισόδημα ως προς το ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ως εξής:

α. Αν οι αποδοχές από μισθωτές υπηρεσίες υπερβαίνουν το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος 5.860,80 €), οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί του ανώτατου ορίου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 του Ν.4387/2016 και ως εκ τούτου δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής εισφορών για την επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα.

β. Αν οι αποδοχές από μισθωτές υπηρεσίες δεν υπερβαίνουν το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, προστίθεται το εισόδημα της επιχειρηματικής ή αγροτικής δραστηριότητας. Αν το άθροισμα υπερβαίνει το ανώτατο όριο περικόπτεται το εισόδημα Μη Μισθωτής δραστηριότητας.

Η εισφορά υπολογίζεται στο εισόδημα της Μισθωτής απασχόλησης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 του Ν.4387/2016 και της Μη Μισθωτής δραστηριότητας, κατά περίπτωση, με τις διατάξεις των άρθρων 39,40, και 98.

γ. Αν τα δύο εισοδήματα αθροιστικά είναι μεταξύ κατώτατου και ανώτατου ορίου, τότε το σύνολο του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 και το σύνολο του εισοδήματος από επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 , 40 και 98 του Ν.4387/2016.

δ. Αν το άθροισμα του εισοδήματος από μισθωτές υπηρεσίες και από την άσκηση επιχειρηματικής ή αγροτικής δραστηριότητας υπολείπεται του κατώτατου ορίου μηνιαίου εισοδήματος, τότε:

• το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 ή 38 του Ν.4387/2016

• το εισόδημα από ελεύθερη ή αγροτική δραστηριότητα υπόκειται σε ασφαλιστική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39, 40 και 98 του Ν.4387/2016. Η εισφορά, στο ποσό που υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση του κατώτατου ορίου (586,08€ ή 410,26€) υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 ή 40 του ν. 4387/16 κατά περίπτωση.

Παραδείγματα δημιουργίας βάσης και υπολογισμού εισφορών περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 2 και 3 της παρούσης.

ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ (Α.3 )

Ελέγχεται το εισόδημα ως προς το ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ως εξής:

α. Αν το μεγαλύτερο εισόδημα (βιοποριστικό κριτήριο) υπερβαίνει την ανώτατη βάση περικόπτεται στο ύψος της ανώτατης βάσης.

Η εισφορά υπολογίζεται σύμφωνα με την διάταξη που διέπει την Ιδιότητα από την οποία προέρχεται το εισόδημα (άρθρ. 39,40,98).

β. Αν το μεγαλύτερο εισόδημα υπολείπεται της ανώτατης βάσης συμπληρώνεται από το δεύτερο εισόδημα. Αν το άθροισμα υπερβαίνει την ανώτερη βάση, περικόπτεται το δεύτερο κατά σειρά βιοπορισμού εισόδημα.

Οι εισφορές υπολογίζονται για κάθε εισόδημα με την αντίστοιχη διάταξη (ως ανωτέρω).

γ. Αν το άθροισμα πρώτου και δεύτερου εισοδήματος είναι μεταξύ κατώτατης και ανώτατης βάσης, τα εισοδήματα παραμένουν ως έχουν και εισφοροδοτούνται ανάλογα.

δ. Αν το άθροισμα των εισοδημάτων είναι κάτω της κατώτατης βάσης, σε κάθε περίπτωση ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται η κατώτατη βάση (586,08 €).

ε. Αν τα εισοδήματα εμφανίζονται σε μία πηγή, το εισόδημα κατανέμεται ισόποσα σε κάθε Ιδιότητα ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή:

• Αν το συνολικό εισόδημα υπερβαίνει την ανώτατη βάση, θα περικόπτεται στο σύνολό του πριν την κατανομή.

• Αν το συνολικό εισόδημα είναι κάτω από την κατώτατη βάση, ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται, το κατά περίπτωση, κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό περιγράφεται στην παρούσα (Παράρτημα 1).

Τα αναφερόμενα της περ. ε εφαρμόζονται και στην περίπτωση ισόποσου εισοδήματος προερχόμενων από δύο πηγές εισοδημάτων.

Ο υπολογισμός των εισφορών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζουν την εισφοροδότηση κάθε δραστηριότητας/ιδιότητας.

Παραδείγματα υπολογισμού εισφορών περιλαμβάνονται στο Παράρτημα 3.

ΜΙΣΘΩΤΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (Α.4)

Εφαρμόζονται συνδυαστικά τα περιλαμβανόμενα στις ανωτέρω περιπτώσεις (Α.1, Α.2 και Α.3).

Για την δημιουργία της βάσης υπολογισμού εισφορών λαμβάνεται αρχικά το εισόδημα από την μισθωτή απασχόληση και στη συνέχεια προστίθεται το εισόδημα από κάθε μία μη μισθωτή δραστηριότητα κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους (βιοποριστικό κριτήριο).

Β. ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΩΣ ΜΙΣΘΩΤΟΙ

ΠΡΟΪΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Με τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ. 1 και 2 εδ.β,' και 75 παρ. 1 του Ν.3863/2010 (ΦΕΚ 115/15-7-2010 τ.Α') οι δημόσιοι όσο και οι δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι οι οποίοι ήταν «παλαιοί» ασφαλισμένοι, εφόσον κατά το ίδιο χρονικό διάστημα που λογίζονταν συντάξιμη η υπηρεσία τους σύμφωνα με τη νομοθεσία του Δημοσίου , παρείχαν και άλλη εργασία υπακτέα στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σε διαφορετικό εργοδότη, υπάγονταν υποχρεωτικά για τη δεύτερη αυτή εργασία τους στην ασφάλιση μόνο του Κλάδου Κύριας σύνταξης του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

Οι «νέοι» ασφαλισμένοι οι οποίοι παράλληλα με την εργασία τους ως δημόσιοι υπάλληλοι, παρείχαν και άλλη εργασία προς άλλο εργοδότη υπακτέα στην ασφάλιση του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δεν εξαιρούνταν για την απασχόλησή τους αυτή από την ασφάλιση του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ , αλλά είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν φορέα ασφάλισης σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.2084/92, κατά τα γνωστά.

ΙΣΧΥΟΝ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 παρ.1 του Ν.4387/2016 από 1/1/2017 ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς ή τομείς ασφάλισης που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α., καταβάλλουν για κάθε αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, όπως αυτές καθορίζονται από τον παρόντα νόμο.

Κατά συνέπεια , από την 1/1/2017 και εφεξής οι δημόσιοι υπάλληλοι «παλαιοί» και «νέοι» ασφαλισμένοι, οι οποίοι παράλληλα απασχολούνται σε εργασία ως μισθωτοί (τ.ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) υπάγονται, εκτός από την απασχόλησή τους ως δημόσιοι υπάλληλοι (άρθρο 4 και 5 του Ν.4387/2016) , και για την απασχόλησή τους αυτή ( ως μισθωτοί άρθρο 38 του Ν.4387/2016) στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ για όλους τους κλάδους.

Για την πληρέστερη κατανόηση του θέματος παραθέτουμε το παρακάτω παράδειγμα:

Δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος εργάζεται π.χ. από 1/6/2009 μέχρι σήμερα παράλληλα σε ασφαλιστέα στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εργασία:

• Εάν είναι «παλαιός» ασφαλισμένος, για την εργασία του αυτή, για το χρονικό διάστημα από 1/6/2009 μέχρι 14/7/2010 εξαιρείτο από την ασφάλιση του τ. ΙΚΑ- ΕΤΑΜ ενώ για το χρονικό διάστημα από 15/7/2010 μέχρι 31/12/2016 είχε υποχρέωση ασφάλισης μόνο στον κλάδο κύριας σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

• Εάν είναι «νέος» ασφαλισμένος, για το χρονικό διάστημα από 1/6/2009 μέχρι την 14/7/2010 εξαιρείτο από την ασφάλιση του Ιδρύματος, ενώ για το χρονικό διάστημα από την 15/7/2010 μέχρι 31/12/2016 είχε δικαίωμα επιλογής φορέα ασφάλισης σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.2084/1992 (εξαιρουμένων των περιπτώσεων που υπάγονταν στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ).

Από 1/1/2017 και για τις δύο ανωτέρω αναφερόμενες περιπτώσεις έχει υποχρέωση ασφάλισης σε έναν φορέα, εν προκειμένω στον ΕΦΚΑ, και καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν.4387/2016 ως δημόσιος υπάλληλος και σύμφωνα με το άρθρο 38 του ίδιου νόμου ως μισθωτός υπαγόμενος στην ασφάλιση του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για όλους τους κλάδους (σύνταξη , ασθένεια, επικουρικό, συνεισπραττόμενους κλάδους) , με την επιφύλαξη των αναφερομένων στο άρθρο 5 παρ.2 α και 38 παρ. 2 α σχετικά με το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών.

ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (Μισθωτή - Μη Μισθωτή) - ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΕ ΕΝΑ ΦΟΡΕΑ (παρ.2 του άρθρου 36 Ν.4387/2016).

Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν.4387/2016 ρυθμίζεται η εισφοροδότηση προσώπων που ασκούν πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα (μισθωτή εργασία και αυτοαπασχόληση), για τις οποίες μέχρι 31/12/2016 προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής σε έναν μόνο φορέα κύριας ασφάλισης.

Στην περίπτωση αυτή, ο ασφαλισμένος καταβάλλει :

α) εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το εισόδημα που προέρχεται από την παροχή εξαρτημένης εργασίας και

β) εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 για τυχόν υπάρχον εισόδημα που προέρχεται από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος, για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.4387/2016 περί κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος.

Το άθροισμα του εισοδήματος από την εξαρτημένη εργασία και το ελεύθερο επάγγελμα δεν μπορεί να υπολείπεται του κατωτάτου ορίου εισοδήματος, δηλαδή του ποσού των €586,08 ή (€410,26 για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας), και να μην υπερβαίνει το ανώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή το ποσό των €5.860,80.

Παράδειγμα:

Ιατρός (ασφαλισμένος άνω της 5ετίας), παρέχει μισθωτή εργασία σε ιδιωτική κλινική και συγχρόνως διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο. Και για τις δύο αυτές δραστηριότητες μέχρι 31/12/2016 υπαγόταν υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ - ΤΣΑΥ.

Από 01/01/2017 ο ασφαλισμένος θα καταβάλλει:

α) εισφορά βάσει του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για το εισόδημα που προέρχεται από την παροχή μισθωτής εργασίας και

β) εισφορά βάσει του άρθρου 39 του ν.4387/2016 εισόδημα που προέρχεται από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος.

Παρακαλούμε με ευθύνη των Προϊστάμενων Δ/νσεων και Υποκαταστημάτων να λάβει γνώση ενυπόγραφα το προσωπικό των υπηρεσιών αρμοδιότητάς σας.


Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΕΦΚΑ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΠΑΚΑΛΕΞΗΣ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ


Αριθ. πρωτ.: 2/45897/0026/2017 Παροχή οδηγιών επί διατάξεων του ν. 4270/2014

$
0
0

Αθήνα, 14 Ιουνίου 2017
Αριθ. πρωτ.: 2/45897/0026

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ   
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ   
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜ/ΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜ. ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΥ
Δ/ΝΣΗ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΜ /ΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Λ. Κηφισίας 124 και Ιατρίδου 2
Ταχ. Κώδικας: 115 26, Αθήνα
Πληροφορίες:
Τηλέφωνο: 2106987729,704
Φαξ: 2106987730
email: d26@glk.gr

ΘΕΜΑ: «Παροχή οδηγιών επί διατάξεων του ν.4270/2014»

Προκειμένου να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις των παρ. 2 του άρθρου 24 και 1 του άρθρου 25 του ν.4270/2014, αλλά και κατόπιν ερωτημάτων που τέθηκαν από τις υπηρεσίες αναφορικά με την εφαρμογή διατάξεων του ανωτέρω νόμου, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

Κεφάλαιο Α' -Κεντρική Διοίκηση

Α. Αρμοδιότητα Διατάκτη και μεταβίβαση αρμοδιοτήτων/εξουσιοδότηση υπογραφής


1. α. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν.4270/2014 (Α' 143), όπως ισχύει, Διατάκτης είναι ο Υπουργός ή το προβλεπόμενο από την κείμενη νομοθεσία ή τις οργανικές διατάξεις όργανο κάθε φορέα της Γενικής Κυβέρνησης ή οποιοδήποτε άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτούς όργανο, που είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση του προϋπολογισμού του φορέα του, αναλαμβάνει υποχρεώσεις σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού αυτού και προσδιορίζει τις απαιτήσεις σε βάρος του. Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις των άρθρων 66 και 71 του ιδίου νόμου, καθώς και με αυτές του Π.Δ. 80/2016 (Α' 145) καθορίζονται ειδικά αρμοδιότητες του διατάκτη αναφορικά με τις αναλήψεις υποχρεώσεων.

β. Με τις διατάξεις του άρθρου 22 καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Υπουργών και Λοιπών επικεφαλής Φορέων Γενικής Κυβέρνησης. Μεταξύ αυτών είναι η διαχείριση και εκτέλεση του προϋπολογισμού του Υπουργείου ή του φορέα του οποίου προΐστανται ή διοικούν, σύμφωνα με το εκάστοτε ισχύον πλαίσιο για τα δημόσια οικονομικά, η ανακατανομή πιστώσεων του προϋπολογισμού τους, η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων.

γ. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 69Γ, οι Γενικές Διευθύνσεις Οικονομικών Υπηρεσιών των Υπουργείων και λοιπών φορέων που ανήκουν στο νομικό πρόσωπο του Κράτους αναδιοργανώθηκαν προκειμένου να αναλάβουν αποκλειστικά όλες τις αρμοδιότητες οικονομικής υπηρεσίας.

2.α. Στις διατάξεις του άρθρου 54 του πδ 63/2005 (Α' 98), προβλέπεται ότι οι υπουργοί, αναπληρωτές υπουργοί και υφυπουργοί μπορούν με απόφασή τους που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως να μεταβιβάζουν στο γενικό γραμματέα του υπουργείου, σε γενικούς γραμματείς που προΐστανται γενικών γραμματειών, σε ειδικούς γραμματείς, σε διευθυντές και γενικά σε προϊστάμενους υπηρεσιακών μονάδων ορισμένες αρμοδιότητές τους ή το δικαίωμα να υπογράφουν κατά περίπτωση «με εντολή υπουργού» ή «με εντολή υφυπουργού».

β. Με τις διατάξεις της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν.4152/2013 (Α'107) ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη τάξη η Οδηγία 2011/7/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές (ΕΕ L 48) προκειμένου να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να ενισχυθεί με τον τρόπο αυτόν η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρών και μεσαίων (ΜΜΕ). Στις διατάξεις αυτές προβλέπεται μεταξύ άλλων και η πληρωμή των πιστωτών του Δημοσίου σε εμπορικές συναλλαγές κατά την έννοια των διατάξεων αυτών εντός συγκεκριμένων προθεσμιών. Η μη τήρηση των προθεσμιών αυτών συνεπάγεται την καταβολή τόκων υπερημερίας και εφάπαξ χρηματικού ποσού που θα επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό του κάθε φορέα.

3.α. Στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένων των αλλαγών που έχουν επέλθει στην οργανωτική δομή των φορέων απαιτείται να επανεξεταστεί το όλο θέμα των αρμοδιοτήτων που αφορούν σε ενέργειες διατάκτη σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού του κάθε φορέα. Οι αλλαγές θα πρέπει να διενεργηθούν προς την κατεύθυνση της διατήρησης από τον υπουργό/ανώτατο όργανο διοίκησης των αρμοδιοτήτων μόνο στις περιπτώσεις έργων ή προμηθειών εξοπλισμού μείζονος σημασίας και υψηλής δαπάνης, σε σχέση με το συνολικό ύψος των εγγεγραμμένων πιστώσεων στον προϋπολογισμό του οικείου Υπουργείου.

β. Ενδεικτικά, ενέργειες εκτέλεσης προϋπολογισμού όπως:
> η υπογραφή του τεκμηριωμένου αιτήματος προς την αρμόδια οικονομική υπηρεσία (παρ. 3α του άρθρου 66 του ν.4270/2014 και 1α του άρθρου 4 του Π.Δ. 80/2016),
> η υπογραφή των αποφάσεων ανάληψης υποχρέωσης (παρ. 1 του άρθρου 66 του ν.4270/2014 και Π.Δ. 80/2014),
> η υπογραφή συμβάσεων ή αποφάσεων απευθείας ανάθεσης και συγκρότησης των σχετικών επιτροπών,
> η ανακατανομή πιστώσεων σύμφωνα με τους κανόνες που θέτουν οι διατάξεις του άρθρου 71 του ν.4270/2014,
> η έγκριση έκδοσης Χρηματικού Εντάλματος Προπληρωμής και ο ορισμός υπολόγου
> η υπογραφή απόφασης έγκρισης επιχορήγησης
δύναται να ανατεθούν σε υφιστάμενα ιεραρχικά διοικητικά όργανα καθ' ύλην αρμόδια, δηλαδή σε προϊσταμένους επιχειρησιακών οργανικών μονάδων του φορέα πλην αυτών βέβαια με οικονομικό αντικείμενο που υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (ΓΔΟΥ).

γ. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι οι ανωτέρω ενέργειες είναι διακριτές και η ανάθεσή τους δύναται να διενεργηθεί σε διαφορετικού επιπέδου ιεραρχικά όργανα. Δηλαδή, το ίδιο όργανο στο οποίο έχει ανατεθεί η αρμοδιότητα της υπογραφής εγγράφου τεκμηριωμένου αιτήματος δεν απαιτείται να υπογράφει και τη σχετική απόφαση ανάληψης υποχρέωσης. Εύλογο είναι βέβαια η υποβολή τεκμηριωμένου αιτήματος προς την ΓΔΟΥ να ακολουθεί την κατανομή του προϋπολογισμού του υπουργείου, διαφορετικά οι υποβάλλοντες το τεκμηριωμένο αίτημα δεν θα γνωρίζουν το ύψος των πιστώσεων που τους έχουν διατεθεί για την εκτέλεση του έργου τους.

δ. Προτείνεται, στο πλαίσιο της ελληνικής έννομης τάξης, της διοικητικής οργάνωσης του ελληνικού κράτους, αλλά και των διατάξεων του άρθρου 25 του υπαλληλικού κώδικα {ν.3528/2007 (Α' 260)}, οι αρμοδιότητες του άρθρου 26 παρ. 1 του ν.4270/2014, του άρθρου 4 παρ. 1γ του Π.Δ. 80/2016 και του άρθρου 75 παρ. 5 του ν.4446/2016 (Α' 240), να μην μεταβιβάζονται. Οι αρμοδιότητες αυτές είναι διακριτές από την αρμοδιότητα υπογραφής της αντίστοιχης απόφασης ανάληψης υποχρέωσης και προκειμένου να είναι σε γνώση του αρμόδιου υπουργού η τυχόν διαφωνία μεταξύ διατάκτη και γδου, συστήνεται η εντολή για την εκτέλεση μη νόμιμης δαπάνης (κατά την κρίση του γδου) να δίδεται από τον αρμόδιο υπουργό. Το ίδιο συστήνεται και για την περίπτωση διαφωνίας λόγω διαπίστωσης του ΓΔΟΥ ότι το τεκμηριωμένο αίτημα του διατάκτη υπερβαίνει την πίστωση που θα έπρεπε εύλογα να κατανεμηθεί στον συγκεκριμένο διατάκτη, ακόμα και αν η προς έκδοση απόφαση ανάληψη υποχρέωσης είναι εντός της συνολικά διαθέσιμης πίστωσης του φορέα.

ε. Αντίθετα, για δαπάνες που διενεργούνται από περιφερειακές και αποκεντρωμένες υπηρεσίες των υπουργείων και ανώτατων διοικητικών αρχών σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν.4270/2014, οι ανωτέρω αρμοδιότητες (άρθρα 26 παρ.1 του ν.4270/2014, 4 παρ.1γ του Π.Δ. 80/2016 και 75 παρ.5 του ν.4446/2016) δύναται να ασκούνται από τους αρμόδιους διατάκτες ανά νομό.

4. Κατόπιν αυτών και για την ενιαία αντιμετώπιση του θέματος από όλους του φορείς, προτείνονται τα ακόλουθα:

α. αναφορικά με τις αναλήψεις υποχρέωσης κατά αρμόδιο όργανο υπογραφής η κλιμάκωση του ύψους της ως ακολούθως:
i. Μέχρι του ποσού των 40.000 Ευρώ Προϊστάμενος Διεύθυνσης (της Υπηρεσίας που αφορά η προς ανάληψη δαπάνη).
ii. Από του ποσού των 40.001 Ευρώ και μέχρι 200.000 Προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης (της Υπηρεσίας που αφορά η προς ανάληψη δαπάνη).
iii. Από του ποσού των 200.001 και μέχρι 10.000.000 Ευρώ αρμόδιος Γενικός Γραμματέας.
iv. Από του ποσού των 10.000.001 και άνω ο αρμόδιος Υπουργός, Αναπληρωτής Υπουργός, Υφυπουργός/ ανώτατο όργανο διοίκησης.

β. Στις περιπτώσεις φορέων που δεν υφίσταται η ανωτέρω ιεραρχική δομή, η κλιμάκωση μπορεί να προσαρμοστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε η εν λόγω ευθύνη να ανατίθεται με γνώμονα την αποτελεσματική εκτέλεση του προϋπολογισμού τους.

γ. Η υπογραφή του τεκμηριωμένου αιτήματος δύναται να ακολουθεί την ανωτέρω κλιμάκωση, εξαρτάται όμως από τη διοικητική κουλτούρα του φορέα, την εν γένει διάρθρωση του φορέα αλλά και τις εσωτερικές διοικητικές διαδικασίες επικοινωνίας και το ύψος του προϋπολογισμού που ο κάθε φορέας διαχειρίζεται.

5. Επισημαίνεται ότι για την έκδοση των σχετικών αποφάσεων κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 54 του πδ 63/2005, θα πρέπει όχι μόνο να τεθούν ως άνω χρηματικά όρια (κατώφλια), αλλά θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι αρμοδιότητες της κάθε επιχειρησιακής οργανικής μονάδας της οποίας προΐσταται ο προϊστάμενος που του μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα είτε η εξουσιοδότηση υπογραφής «Με εντολή ...........». Συνεπώς, για δαπάνες γενικού ενδιαφέροντος που αφορούν περισσότερες της μίας Γενικές Διευθύνσεις, η υπογραφή της σχετικής απόφασης ανάληψης θα πρέπει ανεξαρτήτως ποσού να ανατίθεται στον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα, ενώ για δαπάνες γενικού ενδιαφέροντος που αφορούν περισσότερες της μίας Γενικές Γραμματείες, η υπογραφή της σχετικής απόφασης ανάληψης θα πρέπει ανεξαρτήτως ποσού να ανατίθεται στον αρμόδιο Υπουργό, Αν. Υπουργό ή Υφυπουργό.

Παράδειγμα: απόφαση ανάληψης υποχρέωσης ύψους 80.000 Ευρώ για προμήθεια χαρτιού που αφορά τρεις Γενικές Διευθύνσεις, παρόλο που, σύμφωνα με τα πιο πάνω όρια, ανήκει στις αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή, πρέπει να υπογραφεί από τον Γενικό Γραμματέα που προΐσταται των εν λόγω Γενικών Διευθύνσεων ή από τον αρμόδιο Υπουργό αν αφορά Γενικές Διευθύνσεις που υπάγονται σε διαφορετικές Γενικές Γραμματείες.

6. Αναφορικά με τη σύναψη συμβάσεων προμηθειών, παροχής υπηρεσιών ή δημόσιων έργων, επισημαίνεται ότι η αρμοδιότητα υπογραφής τους αποτελεί αρμοδιότητα διατάκτη. Η Διεύθυνση ή το Τμήμα Προμηθειών και οι αρμόδιοι προϊστάμενοι διενεργούν τις απαραίτητες πράξεις ή προπαρασκευαστικές ενέργειες προκειμένου να συναφθεί η σχετική σύμβαση, σύμφωνα με τις οργανικές διατάξεις του φορέα. Το ίδιο ισχύει και για την αρμοδιότητα συγκρότησης συλλογικών οργάνων που αφορούν τις ως άνω συμβάσεις. Στην περίπτωση αυτή προτείνεται η κλιμάκωση του ύψους της σύμβασης κατά αρμόδιο όργανο υπογραφής τους, αντιστοίχως με τα όρια που αναφέρθηκαν προηγουμένως για την υπογραφή αποφάσεων ανάληψης και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις (καθ' ύλην αρμοδιότητα, χρηματικά όρια).

7. Τα αναφερόμενα ισχύουν και για λοιπές αρμοδιότητες όπως η υπογραφή αποφάσεων έγκρισης επιχορηγήσεων, έγκρισης έκδοσης Χρηματικών Ενταλμάτων Προπληρωμής (ΧΕΠ) κλπ.

8. Προς αποφυγή παρανοήσεων τονίζεται ότι προϊστάμενος οργανικής μονάδας, ο οποίος έχει εξουσιοδοτηθεί από τον αρμόδιο υπουργό/ανώτατο όργανο διοίκησης ή από το κατά νόμο αρμόδιο όργανο, δεν δύναται να εξουσιοδοτήσει άλλο διοικητικό όργανο καθώς μία τέτοια ενέργεια θα συνιστούσε υπεξουσιοδότηση η οποία είναι ανεπίτρεπτη.

Β. Αρμοδιότητες ΓΔΟΥ και εξουσιοδότηση υπογραφής

1.α. Με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4270/2014, σε κάθε Υπουργείο συνεστήθη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών της οποίας ο επικεφαλής είναι ο Προϊστάμενος Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου. Ο ορισμός και η αναπλήρωση των προϊσταμένων οικονομικών υπηρεσιών διέπονται από τις κείμενες διατάξεις, εφόσον από τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου δεν ρυθμίζεται διαφορετικά.

β. Οι αρμοδιότητες του ΓΔΟΥ καθορίζονται με τις διατάξεις των άρθρων 24, 26, 66 και 69Γ του ν.4270/2014. Κύρια αρμοδιότητά του είναι η διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης του υπουργείου/φορέα του και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων και η εποπτεία των διαδικασιών που αφορούν στον προϋπολογισμό και την ορθή λογιστική αποτύπωση των δραστηριοτήτων του υπουργείου/φορέα και των εποπτευόμενων νομικών προσώπων.

γ. Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 65, ο διατάκτης, επικουρούμενος από τον προϊστάμενο οικονομικών υπηρεσιών, οφείλει να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την ορθή εκτέλεση του προϋπολογισμού του φορέα του, καθώς και για την επίτευξη των στόχων του.

δ. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 24 οι προϊστάμενοι οικονομικών υπηρεσιών, με απόφασή τους, δύνανται να εξουσιοδοτούν ιεραρχικά υφιστάμενά τους όργανα, καθώς και επικεφαλής γραφείων/ αυτοτελών γραφείων, να υπογράφουν με εντολή τους πράξεις, βεβαιώσεις και τίτλους πληρωμής, σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

2.α. Κατόπιν αυτών και προκειμένου να ασκούνται οι ανωτέρω αρμοδιότητες σύμφωνα με τις γενικές αρχές του άρθρου 33 του ν.4270/2014 και ιδιαίτερα την αρχή της διαφάνειας, στην κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 24 απόφαση του ΓΔΟΥ απαιτείται να αναφέρονται λεπτομερώς οι πράξεις των οποίων η υπογραφή εξουσιοδοτείται σε υφιστάμενα διοικητικά όργανα.

β. Ειδικότερα, ο ΓΔΟΥ δύναται να εξουσιοδοτεί την υπογραφή: i) της βεβαίωσης δέσμευσης πίστωσης (άρθρο 66 του ν.4270/2014 και Π.Δ. 80/2016), ii) των τίτλων πληρωμής (χρηματικά εντάλματα, μισθοδοτικές καταστάσεις), iii) της πράξης εκκαθάρισης (άρθρο 76 του ν.4446/2016), iv) λοιπές διοικητικές πράξεις και έγγραφα.
Επισημαίνεται ότι δεν υπάγονται στις ανωτέρω διατάξεις αρμοδιότητες όπως η παροχή γνώμης, απλής ή σύμφωνης, όπου αυτή απαιτείται.

γ. Καθώς η απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 24 είναι κανονιστικού περιεχομένου διοικητική πράξη κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν.2690/1999 (Α' 45), είναι δημοσιευτέα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι πράξεις που υπογράφονται κατόπιν παροχής εξουσιοδότησης («Με εντολή .... ) από ένα όργανο (ΓΔΟΥ) στο άλλο (υφιστάμενο ιεραρχικό όργανο), αν και φέρουν την υπογραφή του εξουσιοδοτημένου οργάνου, θεωρούνται πράξεις του οργάνου που έδωσε την εξουσιοδότηση.

δ. Διαφορετική από την εξουσιοδότηση υπογραφής είναι η αναπλήρωση του προσώπου του ΓΔΟΥ, σε περίπτωση απουσίας ή νόμιμου κωλύματός του. Στην περίπτωση της αναπλήρωσης, παρά τη διαφορά των προσώπων, τις αρμοδιότητες θεωρείται ότι ασκεί ο ίδιος ο ΓΔΟΥ και όχι άλλο διοικητικό όργανο. Την αναπλήρωση ρυθμίζουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν.2690/1999 και του άρθρου 87 του υπαλληλικού κώδικα. Για την εφαρμογή της, ιδιαιτέρως αφού πρόκειται για ενέργειες με οικονομικό αντικείμενο, χρειάζεται η έκδοση σχετικής πράξης που θα καθορίζει τον αναπληρωτή. Η πράξη αυτή εκδίδεται από τον αναπληρούμενο και έχει ατομικό χαρακτήρα.

3. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν.4270/2014, ο ΓΔΟΥ είναι υπεύθυνος για τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση του υπουργείου/φορέα και μεριμνά για τη σύσταση και την εφαρμογή εσωτερικών δικλείδων στη δημοσιονομική διαχείριση του φορέα του. Κατά συνέπεια, η εξουσιοδότηση της υπογραφής κατά την παρ. 2 του άρθρου 24, πρέπει να δίδεται κατά τρόπο που διασφαλίζεται η χρηστή διαχείριση του δημόσιου χρήματος.

4.α. Κατόπιν αυτών και για την ενιαία αντιμετώπιση του θέματος από όλα τα υπουργεία/φορείς, προτείνεται αναφορικά με τις βεβαιώσεις δέσμευσης πίστωσης, τις πράξεις εκκαθάρισης και τους τίτλους πληρωμής, κατά αρμόδιο όργανο υπογραφής, η κλιμάκωση του ύψους των, ως ακολούθως:
i. Μέχρι του ποσού των 50.000 Ευρώ ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης.
ii. Από του ποσού των 50.001 και άνω Ευρώ ο ΓΔΟΥ.

β. Σε περιπτώσεις Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών που ανήκουν στο νομικό πρόσωπο του Κράτους (άρθρο 14 παρ. 1στ) και στις οποίες η αρμόδια για την εκτέλεση του προϋπολογισμού οικονομική υπηρεσία λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος, δύναται να ανατεθεί η εξουσιοδότηση υπογραφής των ανωτέρω πράξεων και στον αρμόδιο τμηματάρχη με την προϋπόθεση ότι οι ανωτέρω πράξεις θα φέρουν τρεις υπογραφές (μονογραφή εκκαθαριστή, την υπογραφή του προϊσταμένου γραφείου και την υπογραφή του αρμόδιου τμηματάρχη). Σε περίπτωση που δεν δύναται να εφαρμοστεί η ανωτέρω αρχή, διότι δεν υφίσταται σχετική δομή (γραφείο) αυτό θα πρέπει να κοινοποιηθεί στην αρμόδια Διεύθυνση με σχετική τεκμηρίωση για προσαρμογή του ΟΠΣΔΠ, προκειμένου τα χρηματικά εντάλματα να εκδίδονται με μία μονογραφή και μία υπογραφή.

γ. Αναφορικά με τις ενέργειες/πράξεις που αφορούν στην εξόφληση των χρηματικών ενταλμάτων διενεργούνται/προσυπογράφονται και υπογράφονται αποκλειστικά από τον προϊστάμενο του Τμήματος/Γραφείου Πληρωμών και τους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτό. Για τους εν λόγω υπαλλήλους δεν απαιτείται καμία περαιτέρω διατύπωση πλην της απόφασης τοποθέτησή τους στο οικείο Τμήμα/Γραφείο. Για τους προϊσταμένους του αντίστοιχου Τμήματος/Γραφείου απαιτείται η εξουσιοδότηση υπογραφής (Με εντολή ... ) από τον οικείο ΓΔΟΥ με την απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν.4270/2014.

5. Αναφορικά με τις αρμοδιότητες του άρθρου 26 παρ. 1 του ν.4270/2014, του άρθρου 4 παρ. 1γ του Π.Δ. 80/2016 και του άρθρου 75 παρ. 5 του ν.4446/2016 (Α' 240), κατά το μέρος που αφορά την επικοινωνία με τον κύριο διατάκτη (Υπουργό/εκ του νόμου αρμόδιου οργάνου), θεωρείται διακριτή αρμοδιότητα και κρίνεται επιβεβλημένη η άσκησή της από το ίδιο τον ΓΔΟΥ πλην των περιπτώσεων εκείνων που η εν λόγω αρμοδιότητα ασκείται από τον προϊστάμενο της ΔΥΕΕ.

Γ. Ασυμβίβαστα κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού και την πληρωμή των δαπανών

1. α. Με τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν.4270/2014 ορίζεται ότι τα καθήκοντα του διατάκτη είναι ασυμβίβαστα με τα καθήκοντα του προϊσταμένου οικονομικών υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις όπου ο προϊστάμενος των οικονομικών υπηρεσιών ταυτίζεται με τον διατάκτη ή αυτός είναι αρμόδιος για οποιαδήποτε ενέργεια που τείνει στην ανάληψη υποχρέωσης σε βάρος πίστωσης της Γενικής Διεύθυνσης στην οποία προΐσταται, είναι υποχρεωμένος να εκχωρήσει την αρμοδιότητα δημοσιονομικής έγκρισης για δεσμεύσεις στο νόμιμο κατά τον Υπαλληλικό Κώδικα αντικαταστάτη του. Η παράβαση της υποχρέωσης του προηγούμενου εδαφίου συνιστά πειθαρχικό αδίκημα. Τα καθήκοντα του διατάκτη είναι ασυμβίβαστα με τα καθήκοντα του δημόσιου υπόλογου. Αν ο διατάκτης αναμιχθεί στα καθήκοντα του τελευταίου, ευθύνεται ως δημόσιος υπόλογος.

β. Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν.4270/2014 ορίζεται ότι για τους προϊσταμένους οικονομικών υπηρεσιών και τα από αυτούς εξουσιοδοτούμενα, ιεραρχικά υφιστάμενά τους όργανα, ισχύουν οι απαγορεύσεις και τα ασυμβίβαστα που ισχύουν κατά τη δημοσίευση του ανωτέρω νόμου {εν. οι διατάξεις του ν.4337/2015 (Α' 129) με τις οποίες τροποποιήθηκε ο ν.4270/2014} για τους υπαλλήλους των ΥΔΕ.

γ. Σύμφωνα με το άρθρο 101 δεν επιτρέπεται η έκδοση ΧΕΠ στο όνομα υπαλλήλων που υπηρετούν σε ΥΔΕ ή ΔΟΥ ή διαχειρίζονται χρήματα και αξίες του Δημοσίου, εκτός αν πρόκειται για δαπάνες μετακινήσεως αυτών και για έξοδα διακινήσεως του μηχανογραφικού υλικού εισπράξεων και πληρωμών. Επίσης, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 109 δεν επιτρέπεται η ανάθεση της διαχείρισης πάγιων προκαταβολών σε υπαλλήλους των ΥΔΕ και των ΔΟΥ.

δ. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 151 του ιδίου νόμου τα καθήκοντα των διαχειριστών χρημάτων, αξιών και υλικού του Δημοσίου (υπόλογος-διαχειριστής χρημάτων, αξιών και υλικού) είναι ασυμβίβαστα με τα καθήκοντα του διατάκτη και του εκκαθαριστή.

ε. Με τις διατάξεις του άρθρου 150 ορίζεται ότι οι δημόσιοι υπόλογοι διακρίνονται σε: i) υπολόγους χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής και προσωρινών, ii) διαχειριστές πάγιων προκαταβολών, iii) εφοριακούς και τελωνειακούς υπολόγους, iv) ειδικούς ταμίες, v) υπολόγους νπδδ και οτα και vi) διαχειριστές έργων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.

2. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτουν σαφώς τα παρακάτω ασυμβίβαστα καθήκοντα:
> Τα καθήκοντα του Διατάκτη με τα καθήκοντα του ΓΔΟΥ.
> Τα καθήκοντα του Διατάκτη με τα καθήκοντα του δημόσιου υπολόγου.
> Τα καθήκοντα των υπαλλήλων των ΥΔΕ, κατά συνέπεια και των ασκούντων τις σχετικές οικονομικές αρμοδιότητες, με:
- τα καθήκοντα του υπολόγου ΧΕΠ, πλην των περιπτώσεων που ρητά ο νόμος ορίζει,
- τα καθήκοντα του διαχειριστή πάγιας προκαταβολής,
- τα καθήκοντα αυτών που διαχειρίζονται χρήματα και αξίες του Δημοσίου,

3. Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητο να διαχωρίζονται τα καθήκοντα και κατά συνέπεια οι ευθύνες των υπαλλήλων - υπεύθυνων πληρωμών που παράγουν στο ΟΠΣΔΠ την Εντολή Μεταφοράς και Πίστωσης Λογαριασμού με εκείνα των εκκαθαριστών δαπανών, οι οποίοι εντέλλονται την πληρωμή. Και αυτό γιατί σύμφωνα με την διεθνή πρακτική οι υπάλληλοι που καταχωρίζουν τους κωδικούς IBAN και BIC, για την πίστωση των τραπεζικών λογαριασμών των δικαιούχων με το προϊόν των εκδιδόμενων για την πληρωμή των απαιτήσεών τους από το Δημόσιο ΧΕ πρέπει να έχουν σαφώς διαχωρισμένα καθήκοντα από τους συναδέλφους τους που εγκρίνουν και εντέλλονται τις πληρωμές.

4. Σύμφωνα, εξάλλου, με τις βασικές αρχές της ελεγκτικής, μεταξύ των οποίων και η μη σύμπτωση στο ίδιο πρόσωπο ελεγκτή και ελεγχόμενου, και προκειμένου η οργανωτική δομή του Υπουργείου αλλά και το σύνολο των διοικητικών διαδικασιών που ακολουθούνται εντός της ΓΔΟΥ να υποστηρίζουν την αποτελεσματική μεν, χρηστή δε δημοσιονομική διαχείριση του προϋπολογισμού μέσω της παραγωγής νόμιμων και κανονικών δαπανών, δόθηκαν οδηγίες με τις αριθ. 2/89424/ΔΠΓΚ/30.11.2012 (ΑΔΑ:Β4Μ4Η-ΖΓΩ) και 2/77786/0026/26.9.2016 (ΑΔΑ: 6ΞΓΑΗ-ΦΒΑ) εγκυκλίους.

5.α. Κατά συνέπεια, απαιτείται οι αρμοδιότητες Διατάκτη να ασκούνται εκτός Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών, πλην των περιπτώσεων εκείνων στις οποίες υπάγονται στη ΓΔΟΥ δομές χωρίς οικονομικό αντικείμενο (δεύτερο εδάφιο, παρ. 1, άρθρο 24 του ν.4270/2014). Στις περιπτώσεις αυτές, καθώς και στις περιπτώσεις της εκτέλεσης του προϋπολογισμού που αφορά την ίδια, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 65 του ν.4270/2014, ήτοι: «Στις περιπτώσεις όπου ο προϊστάμενος των οικονομικών υπηρεσιών ταυτίζεται με το διατάκτη ή αυτός είναι αρμόδιος για οποιαδήποτε ενέργεια που τείνει στην ανάληψη υποχρέωσης σε βάρος πίστωσης της Γενικής Διεύθυνσης στην οποία προΐσταται, είναι υποχρεωμένος να εκχωρήσει την αρμοδιότητα δημοσιονομικής έγκρισης για δεσμεύσεις στον νόμιμο κατά τον Υπαλληλικό Κώδικα αντικαταστάτη του».

β. Επιπρόσθετα, οι ασκούντες τις αρμοδιότητες των Διευθύνσεων/ Τμημάτων Προμηθειών δεν δύνανται να εμπλέκονται καθοιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία δέσμευσης των πιστώσεων και πληρωμής των δαπανών (εκκαθάριση δαπάνης/έκδοση τίτλου πληρωμής/εξόφληση), ενώ οι προϊστάμενοι και υπάλληλοι που υπηρετούν στις Διευθύνσεις/ Τμήματα Οικονομικής Διαχείρισης και Προμηθειών δεν δύναται να μετέχουν σε επιτροπές προμηθειών ή να ορίζονται διαχειριστές πάγιας προκαταβολής ή υπόλογοι ΧΕΠ.

γ. Τέλος, σημειώνεται ότι προϊστάμενοι και υπάλληλοι που υπηρετούν σε οργανικές μονάδες με καθαρά οικονομικό αντικείμενο δεν δύναται να ασκούν αρμοδιότητες Διατάκτη, με εντολή του.

Κεφάλαιο Β' - Περιφέρειες

Τα αναφερόμενα στις παραγράφους Α' και Β' του Κεφαλαίου Α' της παρούσας ισχύουν εν γένει και για τις περιφέρειες, οι οποίες αποτελούν φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Ειδικότερα:

Α. Αρμοδιότητες Διατάκτη

1. α. Οι αρμοδιότητες των διοικητικών οργάνων (συλλογικών και μονοπρόσωπων) που εγκρίνουν και εκτελούν τον προϋπολογισμό της κάθε περιφέρειας καθορίζονται με τις διατάξεις του ν.3852/2010 (Α' 87). Σύμφωνα με τα άρθρα 159 επ. ο Περιφερειάρχης είναι ο προϊστάμενος των υπηρεσιών της περιφέρειας. Μεταξύ άλλων διατάσσει την είσπραξη των εσόδων της περιφέρειας και αποφασίζει για τη διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού, υπογράφει τις συμβάσεις που συνάπτει η περιφέρεια και είναι διατάκτης των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

β. Το περιφερειακό συμβούλιο ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που ανήκουν στην περιφέρεια, εκτός από εκείνες που έχουν ανατεθεί με ρητή διάταξη σε άλλο όργανο της περιφέρειας ή έχουν μεταβιβαστεί από το ίδιο το συμβούλιο σε επιτροπή του.

γ. Η οικονομική επιτροπή είναι αρμόδια για την κατάρτιση σχεδίου του προϋπολογισμού της περιφέρειας και την εισήγηση στο περιφερειακό συμβούλιο για την ψήφιση, κατάρτιση, επεξεργασία, προέλεγχο του απολογισμού και υποβολή σχετικής έκθεσης στο περιφερειακό συμβούλιο, την έγκριση των δαπανών και τη διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού, εκτός από εκείνες που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις αποφασίζει το περιφερειακό συμβούλιο. Επίσης, αποφασίζει αιτιολογημένα για περιπτώσεις απευθείας ανάθεσης εκτέλεσης έργων, προμηθειών, παροχής υπηρεσιών, εκπόνησης μελετών, την κατάρτιση των όρων, τη σύνταξη των διακηρύξεων, τη διεξαγωγή και κατακύρωση κάθε μορφής δημοπρασιών και διαγωνισμών, καθώς και τη συγκρότηση των ειδικών επιτροπών διεξαγωγής και αξιολόγησης από μέλη της ή ειδικούς επιστήμονες, υπαλλήλους της περιφέρειας ή δημόσιους υπαλλήλους.

2. Τον περιφερειάρχη όταν απουσιάζει ή κωλύεται ή έχει τεθεί σε αργία ή για οποιονδήποτε λόγο η θέση είναι κενή, στα καθήκοντα του τον αναπληρώνει ένας από τους αντιπεριφερειάρχες με τη σειρά αναπλήρωσης που αυτός έχει ορίσει.

3.α. Η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων του περιφερειάρχη προς τους αντιπεριφερειάρχες διενεργείται με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι αντιπεριφερειάρχες με τη σειρά τους μπορούν για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους οι οποίες μεταβιβάζονται σε αυτούς από τον περιφερειάρχη να παρέχουν εξουσιοδότηση υπογραφής με εντολή τους σε προϊσταμένους υπηρεσιών της περιφέρειας. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι απαιτείται προσοχή κατά την έκδοση της σχετικής απόφασης προκειμένου να μην εξουσιοδοτείται σε υπαλλήλους που ασκούν αρμοδιότητες της οικονομικής υπηρεσίας η υπογραφή πράξεων που αφορούν σε ενέργειες διατάκτη.

β. Ειδικά, για την υποβολή του τεκμηριωμένου αιτήματος προς την αρμόδια οικονομική υπηρεσία (παρ. 3α του άρθρου 66 του ν.4270/2014 και 1α του άρθρου 4 του Π.Δ. 80/2016) το σχετικό έγγραφο δύναται να υπογράφεται από προϊσταμένους διευθύνσεων ειδικά εξουσιοδοτημένους για το λόγο αυτό. Στη συνέχεια, η οικονομική υπηρεσία προετοιμάζει το σχετικό φάκελο, ο οποίος με την εισήγηση του αρμόδιου οργάνου κατατίθεται στην οικονομική επιτροπή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, για την έγκριση της δαπάνης. Αφού εγκριθεί η δαπάνη αρμοδίως, η αρμόδια οικονομική υπηρεσία προβαίνει στις απαιτούμενες ενέργειες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν.4270/2014 και του Π.Δ. 80/2016.

Β. Αρμοδιότητες Προϊσταμένου Οικονομικών Υπηρεσιών

1. α. Οι αρμοδιότητες που καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ανωτέρω νόμου ασκούνται από τον προϊστάμενο οικονομικών υπηρεσιών σύμφωνα με τον Οργανισμό της κάθε περιφέρειας.

β. Κατά συνέπεια, στις περιφέρειες ο ρόλος του προϊσταμένου οικονομικών υπηρεσιών ασκείται είτε από τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικού της έδρας της περιφέρειας είτε από τον Γενικό Διευθυντή Εσωτερικής Λειτουργίας ή τον αρμόδιο Γενικό Διευθυντή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον οικείο Οργανισμό.

γ. Η αναπλήρωσή τους διέπεται από τις διατάξεις που ισχύουν για τον οικείο φορέα και, εάν υπάρχει, από το καταστατικό του φορέα, εφόσον από τις διατάξεις του δημόσιου λογιστικού δεν προβλέπεται διαφορετική διαδικασία.

2. α. Οι προϊστάμενοι Οικονομικών Υπηρεσιών, με απόφασή τους, δύνανται να εξουσιοδοτούν ιεραρχικά υφιστάμενά τους όργανα, καθώς και προϊσταμένους γραφείων/αυτοτελών γραφείων, να υπογράφουν με εντολή τους πράξεις, βεβαιώσεις και τίτλους πληρωμής, σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Επισημαίνεται όμως ότι ο προϊστάμενος οικονομικών υπηρεσιών είναι ο υπεύθυνος για τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση του φορέα και μεριμνά για τη σύσταση και την εφαρμογή εσωτερικών δικλείδων στη δημοσιονομική διαχείριση, αναφορικά τόσο με τις δαπάνες όσο και με τα έσοδα της περιφέρειας.

β. Κατόπιν αυτών και για την ενιαία αντιμετώπιση του θέματος από όλες τις περιφέρειες, προτείνεται, αναφορικά με τις βεβαιώσεις δέσμευσης πίστωσης, τις πράξεις εκκαθάρισης και τους τίτλους πληρωμής κατά αρμόδιο όργανο υπογραφής η κλιμάκωση του ύψους των ως ακολούθως:

-Για τις Οικονομικές Υπηρεσίες που λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης:
i. Μέχρι του ποσού των 10.000 Ευρώ ο Προϊστάμενος του αρμόδιου τμήματος.
ii. Από του ποσού των 10.001 Ευρώ και άνω ο προϊστάμενος της οικονομικής υπηρεσίας.

-Για τις Οικονομικές Υπηρεσίες που λειτουργούν σε επίπεδο Γενικής Διεύθυνσης, δηλαδή ο οικονομικά υπεύθυνος είναι ο Γενικός Διευθυντής:
i. Μέχρι του ποσού των 5.000 Ευρώ ο Προϊστάμενος του αρμόδιου Τμήματος.
ii. Από του ποσού των 5.001 Ευρώ και μέχρι του ποσού των 20.000 Ευρώ ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Διεύθυνσης.
iii. Από του ποσού των 20.001 Ευρώ και άνω ο αρμόδιος Γενικός Διευθυντής.

γ. Διευκρινίζεται ότι αναφορικά με τις ενέργειες/πράξεις που αφορούν στην εξόφληση των χρηματικών ενταλμάτων διενεργούνται/προσυπογράφονται και υπογράφονται αποκλειστικά από τον προϊστάμενο της Ταμειακής Υπηρεσίας και τους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτήν.

Τέλος, τα ασυμβίβαστα που αναλύονται στην Παράγραφο Γ' του Α' Κεφαλαίου ισχύουν και για τους υπηρετούντες στις οικονομικές υπηρεσίες των περιφερειών.

 



Ο Αν. Υπουργός
Γεώργιος Χουλιαράκης

Ε.Φ.Κ.Α. αρ. πρωτ.: Τ01/652/35/2017 Θέματα σχετικά με την διεκπεραίωση αιτημάτων επικουρικής σύνταξης

$
0
0
Αθήνα, 15 / 6 / 2017
Αρ.Πρωτ. Τ01/652/35

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ



ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Μ. ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ  
ΤΑΧ. Δ/ΝΣΗ: ΑΓ. ΚΩΝ/ΝΟΥ 8 ΑΘΗΝΑ   
ΤΗΛΕΦΩΝΟ:2105215280
FAX: 2105228747 

ΓΕΝΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΘΕΜΑ: Θέματα σχετικά με την διεκπεραίωση αιτημάτων επικουρικής σύνταξης.


ΣΧΕΤ : α) Το 92156/30-05-2017 έγγραφο ΕΤΕΑΕΠ με συνημμένο το από 3/5/2017 έγγραφο ΕΤΕΑΕΠ.
β) Το Τ01/652/130/27-9-2016 ΓΕ μας με το οποίο γνωστοποιούνται οι οδηγίες του 139307/15-9-2016 εγγράφου του ΕΤΕΑΕΠ.

Σας κοινοποιούμε προς γνώση και εφαρμογή το ανωτέρω σχετικό έγγραφο του ΕΤΕΑΕΠ, με το οποίο παρατείνεται η αναστολή έκδοσης συνταξιοδοτικών αποφάσεων επί αιτημάτων γήρατος, αναπηρίας και θανάτου από 1/1/2015.

Επιπλέον με το συν/νο από 3/5/2017 έγγραφο ΕΤΕΑΕΠ, δίδεται η δυνατότητα διεκπεραίωσης των από 1/1/2015 αιτήσεων απονομής επικουρικής σύνταξης λόγω θανάτου συνταξιούχου, για θανάτους έως 12/5/2016 (μεταβιβάσεις).

Παρακαλούμε για την πιστή και άμεση εφαρμογή των ανωτέρω.

Για περαιτέρω διευκρινίσεις να απευθύνεστε στο ΕΤΕΑΕΠ.




ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Π. ΚΑΤΩΠΟΔΗ

Η ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΤΡΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
ΙΩΑΝΝΑ ΓΑΤΗ -ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Αριθμ. ΔΔΠ0008701/0544Β/ΕΞ2017 Διαδικασία διεξαγωγής των δημοπρασιών (προφορικών και ηλεκτρονικών) για την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών, η οποία προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α΄ 285) όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 15 του ν. 4467/2017 (ΦΕΚ Α΄ 56)

$
0
0
Αριθμ. ΔΔΠ0008701/0544Β/ΕΞ2017

(ΦΕΚ Β' 2042/14-6-2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) του ν. 2971/2001 «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 285 Α΄) και ειδικότερα των άρθρων 2, 13, 15 και 31 αυτού, ως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν,

β) της παραγράφου 7 του άρθρου 34 του ν. 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ ΕΕ) » (ΦΕΚ 147 Α΄).

γ) του π.δ. 111/2014 (ΦΕΚ 178 Α΄) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών» (ΦΕΚ 178 Α΄).

δ) του π.δ. 73/2015 « Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 116 Β΄).

ε) του π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 210 Α΄).

στ) του αρ. 90 του κώδικα για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α΄98).

2. Τη με αριθ. 646/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Τμήμα Ε΄).

3. Τη με αριθ. 3944/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Τμήμα Ε΄).

4. Τη με αριθ. ΔΔΠ0007378/0454ΒΈΞ2017/11.5.2017 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας με θέμα «Καθορισμός όρων, προϋποθέσεων, τεχνικών θεμάτων, αναγκαίων λεπτομερειών και διαδικασίας για την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών» (ΦΕΚ 1636 Β΄/12-05-2017).

5. Τη με αριθ. ΥΠΟΙΚ0010218ΕΞ2016 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών με θέμα ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου» (ΦΕΚ 3696 Β΄).

6. Τη με αριθ. 2/15931/0004/10.04.2017 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με θέμα Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Διοίκησης Έργου (Ο.Δ.Ε.) στο Υπουργείο Οικονομικών, για την υλοποίηση του έργου «Διεξαγωγή Ηλεκτρονικών Δημοπρασιών Παραχώρησης Δικαιώματος Απλής Χρήσης Αιγιαλού, Παραλίας, Όχθης και Παρόχθιας Ζώνης» (ΑΔΑ: 7Ξ9ΚΗ-ΠΒΜ).

7. Το με αρ. πρωτ. 003/24.05.2017 διαβιβαστικό έγγραφο της Ομάδας Διοίκησης Έργου στο Υπ. Οικ. για την υλοποίηση του Έργου «Διεξαγωγή Ηλεκτρονικών Δημοπρασιών Παραχώρησης Δικαιώματος Απλής Χρήσης Αιγιαλού, Παραλίας, Όχθης και Παρόχθιας Ζώνης» με τη συνημμένη σε αυτό πρόταση για τη διαμόρφωση σχεδίου απόφασης του Υπουργού των Οικονομικών με θέμα: «Διαδικασία διεξαγωγής των δημοπρασιών (προφορικών και ηλεκτρονικών) για την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών, η οποία προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α΄285) όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 15 του ν. 4467/2017 (ΦΕΚ Α΄ 56)».

8. Το υπ' αριθ. Γ.Γ.Δ.Π. 0008089 ΕΞ 2017/25.05.2017, έγγραφο της Γενικής Γραμματέως Δημόσιας Περιουσίας

9. Το γεγονός ότι με την παρούσα δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζει:

Τη διαδικασία, τους γενικούς όρους και τις προϋποθέσεις της διενέργειας των δημοπρασιών (προφορικών και ηλεκτρονικών) για την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών η οποία προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ 285 Α΄) (όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 15 του ν. 4467/2017 (ΦΕΚ 56 Α΄), ως ακολούθως:

Άρθρο 1
Σύνταξη και έγκριση της διακήρυξης


Η Διακήρυξη της δημοπρασίας συντάσσεται από: α) την Τριμελή Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας (ΠΔΔΠ) για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες και τις προφορικές για δημοπρατούμενες θέσεις εντός της χωρικής αρμοδιότητας της έδρας της και β) από την Τριμελή Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών των Αυτοτελών Γραφείων Δημόσιας Περιουσίας (ΑΓΔΠ) για τις προφορικές δημοπρασίες των δημοπρατούμενων θέσεων εντός της χωρικής αρμοδιότητας κάθε Αυτοτελούς Γραφείου, υπογράφεται από τον Προϊστάμενο του Β΄ Τμήματος Αιγιαλού και Παραλίας της Π.Δ.Δ.Π. και εγκρίνεται από τον Προϊστάμενο της Π.Δ.Δ.Π.

Άρθρο 2
Χρόνος, Τόπος και Επιτροπές Διενέργειας των Δημοπρασιών


Οι ηλεκτρονικές δημοπρασίες πραγματοποιούνται διαδικτυακά, σε ημέρα και ώρα που θα καθορίζεται από τη Διακήρυξη της δημοπρασίας και διεξάγονται από την Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π.

Οι προφορικές δημοπρασίες πραγματοποιούνται είτε στα γραφεία των Π.Δ.Δ.Π. (για δημοπρατούμενες θέσεις εντός της χωρικής αρμοδιότητας της έδρας της Π.Δ.Δ.Π.), είτε στα γραφεία των Α.Γ.Δ.Π. (για δημοπρατούμενες θέσεις εντός της χωρικής αρμοδιότητας της έδρας των Α.Γ.Δ.Π.), σε ημέρα και ώρα που θα καθορίζεται από τη Διακήρυξη της δημοπρασίας.

Οι Δημοπρασίες διεξάγονται από Επιτροπή του άρθρου 1 της παρούσας, στην οποία θα προεδρεύει: για τη μεν έδρα της Π.Δ.Δ.Π. ο Προϊστάμενος του τμήματος Β΄: Αιγιαλού και Παραλίας ή ο αναπληρωτής του που θα ορίζεται από τον Προϊστάμενο της Π.Δ.Δ.Π., για τα δε Αυτοτελή Γραφεία ο εξουσιοδοτημένος υπάλληλος ή ο αναπληρωτής του που θα ορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π. Η επιτροπή θα αποτελείται και από δύο ακόμα υπαλλήλους με τους αναπληρωτές τους, που θα ορίζονται με απόφαση του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π.

Άρθρο 3
Δημοσίευση της διακήρυξης


Η Διακήρυξη της δημοπρασίας δημοσιεύεται καταρχάς, και επί ποινή ακυρότητας της διαδικασίας, ταυτόχρονα στο Διαύγεια και στη διαδικτυακή πύλη του ΥΠΟΙΚ με επιμέλεια του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π., δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες προ της ημερομηνίας διεξαγωγής της δημοπρασίας. Παράλληλα τοιχοκολλάται στα γραφεία της Π.Δ.Δ.Π., των Α.Γ.Δ.Π. και των αντίστοιχων ΟΤΑ. Τα αποδεικτικά τοιχοκόλλησης των ΟΤΑ αποστέλλονται άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο στην Π.Δ.Δ.Π. και στα αρμόδια κατά τόπους Αυτοτελή Γραφεία.
Η ανάρτηση της διακήρυξης στη διαδικτυακή πύλη του ΥΠΟΙΚ συνοδεύεται από εικόνα που ορίζει την προς δημοπράτηση έκταση, με συντεταγμένες Χ, Ψ σε ΕΓΣΑ΄87.

Οι ενδιαφερόμενοι λαμβάνουν γνώση των διακηρύξεων με δική τους επιμέλεια και ευθύνη, ενώ για την παροχή διευκρινίσεων επ' αυτών, απευθύνονται στις κατά τόπους Π.Δ.Δ.Π. και τα αντίστοιχα αυτών Α.Γ.Δ.Π.

Άρθρο 4
Περιεχόμενο διακήρυξης


Η διακήρυξη θα πρέπει να περιέχει:

α) Τη Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) της ΠΔΔΠ, την ταχυδρομική διεύθυνση και τα τηλέφωνα επικοινωνίας της Υπηρεσίας,

β) Την ημέρα, τον τόπο και την ώρα διεξαγωγής της δημοπρασίας,

γ) Το Δήμο, με την ακριβή θέση (π.χ. τοπωνύμιο), τα όρια, το είδος της χρήσης και την έκταση του κοινόχρηστου χώρου που παραχωρείται με συντεταγμένες,

δ) Τους δυνατούς χρόνους έναρξης και λήξης της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης.

ε) Την ελάχιστη τιμή πρώτης προσφοράς, όπως αυτή έχει καθοριστεί,

στ) Ότι ο τύπος της δημοπρασίας είναι «απλή πλειοδοτική» (Αγγλικού τύπου), δηλ. οι δημοπρατούμενες θέσεις κατακυρώνονται στον ενδιαφερόμενο που θα προσφέρει το υψηλότερο τίμημα.

ζ) Ότι κάθε νέα προσφορά, προκειμένου να γίνει δεκτή, πρέπει να είναι μεγαλύτερη της αμέσως προηγούμενης(υπερισχύουσας), κατά το βήμα της δημοπρασίας το οποίο ορίζεται σε 3% της τιμής εκκίνησης, ή ακέραιο πολλαπλάσιο αυτού. Η πρώτη προσφορά γίνεται αποδεκτή, εφόσον είναι τουλάχιστον ίση με την τιμή εκκίνησης και εντός του χρόνου που ορίζεται από τη διακήρυξη. Δεν επιτρέπεται να δίνεται προσφορά ίση με την τελευταία υψηλότερη έγκυρη προσφορά,

η) Ότι οι προσφορές γίνονται αποδεκτές εφ' όσον είναι χρονικά έγκυρες, δηλ. το σύστημα τις επεξεργάζεται εντός του χρόνου διενέργειας της δημοπρασίας και τυχόν παρατάσεων του. Ο χρόνος μετράται αποκλειστικά από το σύστημα διεξαγωγής ηλεκτρονικών δημοπρασιών (για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες),

θ) Ότι οι συμμετέχοντες δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνουν σχόλια στις προσφορές τους, ούτε αυτά λαμβάνονται υπ' όψιν κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της δημοπρασίας (για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες).

ι) Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης μεταξύ του τελευταίου πλειοδότη και του Προϊσταμένου του Τμήματος Β΄: Αιγιαλού και Παραλίας της Π.Δ.Δ.Π. ή του εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου του Α.Γ.Δ.Π. (άρθρα 5 και 10 της παρούσας),

ια) Ότι η καταβολή του ανταλλάγματος γίνεται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, της αριθ. ΔΔΠ 0007378/0454Β΄ ΕΞ2017/11-05-2017 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, (ΦΕΚ 1636Β΄/12-05-2017), «Καθορισμός όρων, προϋποθέσεων, τεχνικών θεμάτων, αναγκαίων λεπτομερειών και διαδικασίας για την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών».

ιβ) Ότι η έκδοση των πρακτικών της Δημοπρασίας (προφορικής και ηλεκτρονικής) γίνεται από την Επιτροπή που διενήργησε τη Δημοπρασία. Ότι η αναφορά με το αποτέλεσμα και το ιστορικό της ηλεκτρονικής δημοπρασίας επισυνάπτεται στα πρακτικά της δημοπρασίας που εκδίδει η Επιτροπή. Ότι η έγκριση των πρακτικών της δημοπρασίας γίνεται από τον Προϊστάμενο της Π.Δ.Δ.Π..

ιγ) Ότι ο υπερού δεν δικαιούται τη μείωση του ανταλλάγματος από της κατακυρώσεως της θέσης και εφεξής.

ιδ) Ότι ο υπερού υποχρεούται να διατηρεί την κατοχή του παραχωρούμενου κοινόχρηστου χώρου, τα όρια αυτού και εν γένει τον παραχωρούμενο κοινόχρηστο χώρο σε καλή κατάσταση, άλλως λαμβάνονται όλα τα μέτρα προστασίας των διατάξεων περί προστασίας των
Δημοσίων Κτημάτων.

ιε)Τις απαραίτητες πληροφορίες για το ηλεκτρονικό σύστημα, τις ελάχιστες προδιαγραφές της υπολογιστικής υποδομής των συμμετεχόντων, τις τεχνικές προδιαγραφές σύνδεσης(για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες).

ιστ) Ότι για τα προβλήματα του λογισμικού και της υλικοτεχνικής υποδομής των συμμετεχόντων δεν ευθύνεται το ΥΠΟΙΚ (για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες),

ιζ) Ότι η δημοπρασία μπορεί να συνεχιστεί και πέραν της οριζόμενης στη διακήρυξη ώρας, εφόσον εξακολουθούν άνευ διακοπής οι προσφορές. Για τη συνέχιση της δημοπρασίας και πέραν της οριζόμενης ώρας αποφασίζει η Επιτροπή Διεξαγωγής της Δημοπρασίας, η απόφαση της οποίας καταχωρείται στα πρακτικά (για τις προφορικές δημοπρασίες).

ιη) Ότι η διάρκεια του πλειστηριασμού είναι τριάντα λεπτά (30')Εάν όμως εντός του τελευταίου τρίλεπτου πριν τη λήξη του χρόνου της ηλεκτρονικής δημοπρασίας υπάρχει αποδεκτή από το σύστημα προσφορά, το πέρας του χρονικού διαστήματος θα παρατείνεται αυτομάτως για ένα τρίλεπτο. Η παράταση επαναλαμβάνεται εφ' όσον στο διάστημα των 3 λεπτών υπάρξει έστω και μια έγκυρη προσφορά, μέχρι να παρέλθει άπρακτο τρίλεπτο παράτασης (για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες).

ιθ) Ότι καθ' όλη την διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειοδοτικού διαγωνισμού ο συμμετέχων θα ενημερώνεται διαρκώς για την σειρά κατάταξης του (για τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες).

κ) Ότι μετά τη λήξη του διαγωνισμού καμία προσφορά δεν γίνεται δεκτή.

Άρθρο 5
Προϋποθέσεις συμμετοχής στις δημοπρασίες


Προκειμένου να συμμετάσχει στη δημοπρασία ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει:

1. Ηλεκτρονική δημοπρασία:

Εντός της αποκλειστικής προθεσμίας των επτά (7) ημερών από τη δημοσίευση της διακήρυξης στο ΔΙΑΥΓΕΙΑ και στην ιστοσελίδα του ΥΠΟΙΚ.

α) Να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του, καταθέτοντας αίτηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) στις κατά τόπους αρμόδιες Π.Δ.Δ.Π. ή ηλεκτρονικά μέσω των ψηφιακών υπηρεσιών/ αιτήσεων υπηρεσιών δημόσιας περιουσίας στον επίσημο ιστότοπο του Υπουργείου Οικονομικών (www.minfin.gr). Στην αίτησή του ο ενδιαφερόμενος πρέπει να αναγράφει κατ' ελάχιστον ονοματεπώνυμο, ΑΦΜ, αριθμό δελτίου και στοιχεία αστυνομικής ταυτότητας, στοιχεία επικοινωνίας, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στοιχεία της εγγυητικής επιστολής που θα καταθέσει και τη θέση για την οποία ενδιαφέρεται. Η συμμετοχή των νομικών προσώπων γίνεται δια του νομίμου εκπροσώπου τους.

β) Με μέριμνα του ενδιαφερομένου θα πρέπει να περιέλθει, εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, στις κατά θέση αρμόδιες Π.Δ.Δ.Π., πρωτότυπη εγγυητική επιστολή του και υπογεγραμμένη υπεύθυνη δήλωση του στην οποία θα αναγράφεται ότι έλαβε γνώση των όρων της διακήρυξης και τους αποδέχεται ανεπιφύλακτα, ότι αποδέχεται τους όρους που διέπουν τη διαδικασία της διεξαγωγής των ηλεκτρονικών πλειοδοτικων δημοπρασιών, ότι αναγνωρίζει την εγκυρότητα του συστήματος διεξαγωγής των ηλεκτρονικών δημοπρασιών, καθώς και ότι έχει στην κατοχή του κατά το χρόνο αποστολής της αίτησης του ισχυρά τα υπόλοιπα απαιτούμενα δικαιολογητικά (άρθρο 10 της παρούσης).

Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος επιθυμεί να διεκδικήσει περισσότερες από μια δημοπρατούμενες θέσεις, τα παραπάνω δικαιολογητικά κατατίθενται για κάθε θέση ενδιαφέροντος χωριστά.

γ) Να εγγραφεί στο μητρώο συμμετεχόντων, κατόπιν πρόσκλησης που θα του αποσταλεί από την Π.Δ.Δ.Π. με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, εφ' όσον τα δικαιολογητικά του γίνουν αποδεκτά από την αρμόδια Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π.

δ) Να εκπαιδευτεί με δική του ευθύνη και επιμέλεια στο σύστημα ηλεκτρονικών δημοπρασιών, σύμφωνα με οδηγίες που θα του έχει αποστείλει η επιτροπή της Π.Δ.Δ.Π.. Η εκπαίδευση περιλαμβάνει και εικονική δημοπρασία, και λαμβάνει χώρα σε εργάσιμες ημέρες και ώρες, το αργότερο 2 ημέρες πριν τη διεξαγωγή της δημοπρασίας. Το ΥΠΟΙΚ δεν ευθύνεται για τυχόν λανθασμένη χρήση του συστήματος εκ μέρους των συμμετεχόντων. 2. Προφορική δημοπρασία:

Να προσκομίσει κατά την ημέρα και ώρα διεξαγωγής της δημοπρασίας φάκελο που να περιέχει αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην οποία πρέπει να αναγράφει κατ' ελάχιστον ονοματεπώνυμο, ΑΦΜ, στοιχεία επικοινωνίας, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τη θέση για την οποία ενδιαφέρεται, εγγυητική επιστολή και υπεύθυνη δήλωση στην οποία θα αναγράφεται ότι έλαβε γνώση των όρων της διακήρυξης και τους αποδέχεται ανεπιφύλακτα, καθώς και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά συμμετοχής του στη δημοπρασία σύμφωνα με το άρθρο 10 της παρούσης.

Η εγγυητική επιστολή των ανωτέρω περιπτώσεων 1 και 2, εκδίδεται για ποσό ίσο με το ένα δέκατο (1/10) της τιμής εκκίνησης της δημοπρασίας, ως εγγύηση για την έγκυρη συμμετοχή στη δημοπρασία και επιστρέφεται μετά την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης με τον τελευταίο πλειοδότη. Στην εγγυητική επιστολή τίθεται όρος, ότι θα καταπέσει άμεσα μετά την έγκαιρη ειδοποίηση της Υπηρεσίας.

Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος επιθυμεί να διεκδικήσει περισσότερες από μια δημοπρατούμενες θέσεις, τα παραπάνω δικαιολογητικά κατατίθενται για κάθε θέση ενδιαφέροντος χωριστά.

Άρθρο 6
Εξέταση των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών


Στις ηλεκτρονικές δημοπρασίες η Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π. πριν από την έναρξη της δημοπρασίας παραλαμβάνει τον φάκελο που σχηματίστηκε σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 της παρούσης, εξετάζει την πληρότητα του φακέλου και την τήρηση των όρων της αριθ. ΔΔΠ 0007378/0454Β΄ ΕΞ2017/11-05-2017 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΦΕΚ 1636Β΄/12-05-2017) όπως ισχύει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα της παρούσης υπουργικής απόφασης και ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για την εγκυρότητα ή μη της συμμετοχής τους στη διαδικασία της δημοπρασίας.

Στις προφορικές δημοπρασίες η Επιτροπή Διεξαγωγής της Δημοπρασίας, πριν από την έναρξη της δημοπρασίας παραλαμβάνει τον φάκελο με την αίτηση εκδήλωσης, την εγγυητική επιστολή, την υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 5 της παρούσας, καθώς και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά συμμετοχής στη δημοπρασία σύμφωνα με το άρθρο 10 της παρούσας και εξετάζει την πληρότητα του και την τήρηση των όρων της αριθ. ΔΔΠ 0007378/0454Β΄ ΕΞ2017/11-05-2017 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, (ΦΕΚ 1636Β΄/12-05-2017) όπως ισχύει, σύμφωνα μετά προβλεπόμενα της παρούσης υπουργικής απόφασης.

Σε περίπτωση απόρριψης εκάστου ενδιαφερομένου από τη διαδικασία, η απάντηση της Επιτροπής Διεξαγωγής των Δημοπρασιών πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

Άρθρο 7 Παραμετροποίηση της ηλεκτρονικής δημοπρασίας

Η ηλεκτρονική δημοπρασία παραμετροποιείται από την Επιτροπή του άρθρου 1 της παρούσης στο σύστημα διεξαγωγής ηλεκτρονικών δημοπρασιών, προκειμένου να υποστηρίξει τα χαρακτηριστικά της (τιμή εκκίνησης, βήμα, ημερομηνία και ώρα έναρξης, εμφάνιση στον συμμετέχοντα της σειράς κατάταξης του κ.λπ.). Δεσμευτικό για την παραμετροποίηση είναι ότι οι συμμετέχοντες κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας δε λαμβάνουν γνώση της ταυτότητας των άλλων συμμετεχόντων (παρ. 7 του αρ.34 ν. 4412/2016).

Άρθρο 8
Τρόπος διεξαγωγής δημοπρασίας


Α) Ηλεκτρονική δημοπρασία

Διενεργείται διαδικτυακά υπό την εποπτεία της Επιτροπής Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π. η οποία κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας θα βρίσκεται στα γραφεία της αντίστοιχης κατά χωρική αρμοδιότητα Π.Δ.Δ.Π.

Η προσφορά κάθε συμμετέχοντα εφόσον γίνει αποδεκτή από το ηλεκτρονικό σύστημα τον δεσμεύει, δεν τροποποιείται και δεν ανακαλείται. Κάθε νέα προσφορά του ίδιου συμμετέχοντα, εφόσον γίνει αποδεκτή από το ηλεκτρονικό σύστημα ακυρώνει όλες τις προηγούμενες προσφορές του, τον δεσμεύει, δεν τροποποιείται και δεν ανακαλείται. Ο τελευταίος πλειοδότης δεσμεύεται από την προσφορά του και η δημοπρατούμενη θέση κατακυρώνεται σε αυτόν.

Κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας στο συμμετέχοντα εμφανίζονται: η τιμή εκκίνησης, η κατάταξη του, το ιστορικό των προσφορών του και ο χρόνος του συστήματος διεξαγωγής των ηλεκτρονικών δημοπρασιών.

Για την αποδοχή κάθε προσφοράς, ισχύουν τα αναγραφόμενα στο άρθρο 4 της παρούσης.

Ακύρωση δημοπρασίας επιτρέπεται αποκλειστικά μόνο σε περίπτωση σφάλματος του συστήματος διεξαγωγής των ηλεκτρονικών δημοπρασιών που καθιστά αδύνατη την ολοκλήρωση της δημοπρασίας κατόπιν έκδοσης πρακτικού της Επιτροπής Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π. και απόφασης έγκρισης του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π.. Σε περίπτωση αποκατάστασης του σφάλματος πριν τη λήξη του χρόνου ολοκλήρωσης της δημοπρασίας, η Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π. κατά την κρίση της μπορεί να συνεχίσει τη δημοπρασία και να παρατείνει το χρόνο διεξαγωγής της. Η δημοπρασία δε διακόπτεται για λόγους προβλήματος υποδομής του συμμετέχοντα ή αδυναμίας υποβολής προσφοράς αυτού.

Β) Προφορική δημοπρασία

Ο συμμετέχων καταθέτει την προσφορά του, στην Επιτροπή Διεξαγωγής της Δημοπρασίας. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής εκφωνεί όλες τις προσφορές μεγαλοφώνως. Οι προσφορές των πλειοδοτών αναγράφονται στα πρακτικά με το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία του πλειοδότη με τη σειρά που εκφωνούνται.

Κάθε προσφορά είναι δεσμευτική για τον εκάστοτε πλειοδότη, η δέσμευση δε αυτή μεταφέρεται αλληλοδιαδοχικά από τον πρώτο στους ακόλουθους και επιβαρύνει οριστικά των τελευταίο πλειοδότη.

Για την αποδοχή κάθε προσφοράς, ισχύουν τα αναγραφόμενα στο άρθρο 4 της παρούσας.

Αν κάποιος πλειοδοτεί για λογαριασμό άλλου, οφείλει να το δηλώσει προς την Επιτροπή Διεξαγωγής της Δημοπρασίας, πριν την έναρξη αυτής, παρουσιάζοντας νόμιμη απλή εξουσιοδοτική πράξη, αλλιώς θεωρείται ότι μετέχει για δικό του λογαριασμό.

Άρθρο 9
Εξαγωγή αποτελεσμάτων, έκδοση και έγκριση των πρακτικών δημοπρασίας


Α) Ηλεκτρονική δημοπρασία

Η αναφορά με το αποτέλεσμα και το ιστορικό της δημοπρασίας εξάγεται ηλεκτρονικά από το σύστημα διεξαγωγής των ηλεκτρονικών δημοπρασιών και εκτυπώνεται από την Επιτροπή. Βάσει της σειράς κατάταξης η Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π. εκδίδει τα πρακτικά της ηλεκτρονικής δημοπρασίας άμεσα. Ο Προϊστάμενος της Π.Δ.Δ.Π., εκδίδει απόφαση έγκρισης των πρακτικών της δημοπρασίας την οποία κοινοποιεί άμεσα εγγράφως και με απόδειξη ή ηλεκτρονικά (με ψηφιακή υπογραφή) στους συμμετέχοντες. Αφού παρέλθει ο χρόνος υποβολής των ενστάσεων του άρθρου 13 της παρούσης, με μέριμνα του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π. καλείται ο τελευταίος πλειοδότης, ο οποίος οφείλει να προσέλθει για υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης εφόσον προσκομίσει τα δικαιολογητικά του άρθρου 10 της παρούσης. Σε περίπτωση μη υπογραφής της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης η κατατεθείσα εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου.

Β) Προφορική δημοπρασία

Μετά τη λήξη της δημοπρασίας τα πρακτικά υπογράφονται από την Επιτροπή Διεξαγωγής της Δημοπρασίας και τον τελευταίο πλειοδότη.

Ο Προϊστάμενος της Π.Δ.Δ.Π., εκδίδει απόφαση έγκρισης των πρακτικών της δημοπρασίας την οποία κοινοποιεί άμεσα εγγράφως και με απόδειξη ή ηλεκτρονικά (με ψηφιακή υπογραφή) στους συμμετέχοντες. Αφού παρέλθει ο χρόνος υποβολής των ενστάσεων του άρθρου 13 της παρούσης, με μέριμνα του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π. καλείται ο τελευταίος πλειοδότης, ο οποίος οφείλει να προσέλθει για υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης εφόσον προσκομίσει τα δικαιολογητικά του άρθρου 10 της παρούσης. Σε περίπτωση μη υπογραφής της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης η κατατεθείσα εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου.

Άρθρο 10
Σύναψη Σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης


Εντός 5 ημερών από την ανωτέρω κοινοποίηση της εγκριτικής απόφασης των πρακτικών, υπογράφεται σύμβαση παραχώρησης απλής χρήσης, μεταξύ του Προϊσταμένου του Τμήματος Β΄ της Π.Δ.Δ.Π. (για τις παραχωρήσεις χωρικής αρμοδιότητας της έδρας της Π.Δ.Δ.Π. και τις ηλεκτρονικά δημοπρατούμενες θέσεις) ή του εξουσιοδοτημένου από τον Προϊστάμενο της Π.Δ.Δ.Π. υπαλλήλου του κατά τόπους αρμόδιου Α.Γ.Δ.Π. (για τις παραχωρήσεις χωρικής αρμοδιότητας της έδρας του Α.Γ.Δ.Π.) και του τελευταίου πλειοδότη υπερού.

Στις ηλεκτρονικές δημοπρασίες η σύμβαση παραχώρησης απλής χρήσης υπογράφεται εφόσον ο τελευταίος πλειοδότης προσκομίσει τα υπόλοιπα προβλεπόμενα στη διακήρυξη δικαιολογητικά, τα οποία είχε δεσμευτεί ότι θα προσκομίσει με την υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 5. Τα δικαιολογητικά αυτά είναι:
α) φορολογική ενημερότητα τελευταίου τριανταήμερου (30 ημέρες),
β) νόμιμη άδεια λειτουργίας επιχείρησης υπαγόμενης στις επιτρεπτές από το ν. 2971/2001 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, χρήσεις (δραστηριότητες, που εξυπηρετούν τους λουόμενους ή την αναψυχή του κοινού), προκειμένου να του επιτραπεί η παραχώρηση δικαιώματος απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας,
γ) φωτοτυπία της αστυνομικής του ταυτότητας.

δ) εγγυητική επιστολή για την ακριβή εκπλήρωση (καλή εκτέλεση) των όρων της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης κοινοχρήστου χώρου η οποία εκδίδεται για ποσό ίσο με το 1/10 του επιτευχθέντος τιμήματος της δημοπρασίας και επιστρέφεται μετά τη λήξη της παραχώρησης.
Στην εγγυητική επιστολή τίθεται όρος, ότι θα καταπέσει άμεσα μετά την έγκαιρη ειδοποίηση της Υπηρεσίας.

Η Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της ΠΔΔΠ εξετάζει την εγκυρότητα των παραπάνω δικαιολογητικών. Εάν τα δικαιολογητικά δεν είναι πλήρη ή πάσχουν ακυρότητας, τότε η Επιτροπή Διεξαγωγής των Δημοπρασιών της Π.Δ.Δ.Π. εκδίδει νέο πρακτικό, όπου καταγράφονται οι λόγοι απόρριψης του προσφέροντα και ο Προϊστάμενος της Π.Δ.Δ.Π. εκδίδει απόφαση έγκρισης του πρακτικού. Το δικαίωμα υπογραφής σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης μεταβιβάζεται στον προσφέροντα με τη δεύτερη υψηλότερη προσφορά, ο οποίος ενημερώνεται σύμφωνα με το άρθρο 9 της παρούσης και καλείται για την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης απλής χρήσης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα (ομοίως αν απορριφθεί και ο δεύτερος). Στις προφορικές δημοπρασίες τα ανωτέρω δικαιολογητικά ((α), (β), (γ)) προσκομίζονται την ημέρα και ώρα διεξαγωγής της δημοπρασίας, ενώ το (δ) την ημέρα υπογραφής της σύμβασης.

Προ της υπογραφής της σύμβασης παραχώρησης, ο υπερού δεν μπορεί να λάβει στην κατοχή του τον παραχωρούμενο κοινόχρηστο χώρο.

Η διάρκεια των συμβάσεων ορίζεται στην αριθ. ΔΔΠ 0007378/0454Β΄ ΕΞ2017/11-05-2017 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας,(ΦΕΚ 1636Β΄/12-05-2017).

Άρθρο 11
Περιπτώσεις επανάληψης δημοπρασίας


Επαναλαμβάνεται η δημοπρασία με εντολή του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π., εφόσον αυτή αποβεί άγονη.

Άρθρο 12
Κήρυξη επαναληπτικής δημοπρασίας


Οι επαναληπτικές δημοπρασίες διακηρύσσονται με περιληπτική διακήρυξη που συντάσσεται από τις Επιτροπές Διεξαγωγής των Δημοπρασιών του άρθρου 1 της παρούσης, την επόμενη μέρα της διεξαγωγής της αρχικής δημοπρασίας (εφόσον αυτή έχει αποβεί άγονη), υπογράφονται από τον Προϊστάμενο του Β΄ Τμήματος: Αιγιαλού και Παραλίας της Π.Δ.Δ.Π., εγκρίνονται από τον Προϊστάμενο της Π.Δ.Δ.Π.. Την ίδια ημέρα δημοσιεύονται με επιμέλεια του προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π., στο Διαύγεια και στη διαδικτυακή πύλη του ΥΠΟΙΚ. και διενεργούνται σύμφωνα με τους όρους της αρχικής εντός τριών (3) ημερών μετά τη δημοσίευση τους. Παράλληλα τοιχοκολλούνται στα γραφεία της Π.Δ.Δ.Π., των Α.Γ.Δ.Π. και των αντίστοιχων ΟΤΑ. Τα αποδεικτικά τοιχοκόλλησης των ΟΤΑ αποστέλλονται άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο στην Π.Δ.Δ.Π. και στα αρμόδια κατά τόπους Αυτοτελή Γραφεία.

Άρθρο 13
Υποβολή ενστάσεων


Ένσταση κατά της απόφασης έγκρισης των πρακτικών της δημοπρασίας, μπορεί να υποβληθεί εγγράφως από τους συμμετέχοντες και να περιέλθει με μέριμνα τους ενώπιον του Προϊσταμένου της Π.Δ.Δ.Π., εντός της αποκλειστικής προθεσμίας των δύο (2) ημερών από την κοινοποίηση της ως άνω απόφασης.

Άρθρο 14
Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοπρασιών


Η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης με ρόλο τεχνικού υπεύθυνου:

• μεριμνά για την τεχνική υποστήριξη της διαδικασίας του συνολικού κύκλου ζωής των Ηλεκτρονικών Δημοπρασιών, όσον αφορά την κεντρική εφαρμογή του biding ("χτυπήματα" προσφορές), λοιπών υποοτηρικτικών εφαρμογών εργαλείων ιστοτόπων, αλλά και του τρόπου διασύνδεσης αυτών,

• αναλαμβάνει να σχεδιάζει και συντονίζει δράσεις που αφορούν στην εξέλιξη και βελτίωση της πληροφορικής πλατφόρμας διεξαγωγής Ηλεκτρονικών Δημοπρασιών,

• μεριμνά για τον συντονισμό τεχνικών θεμάτων που αφορούν σε παραμετροποίηση προσαρμογή, διαχείριση και υποστήριξη της πληροφορικής πλατφόρμας διεξαγωγής Ηλεκτρονικών Δημοπρασιών,

• μεριμνά για την εκπαίδευση και τεχνική υποστήριξη στελεχών της Γ.Γ.Δ.Π. και των χρηστών της εφαρμογής,

• μεριμνά για την ομαλή διεξαγωγή των ηλεκτρονικών δημοπρασιών κατά την διάρκεια εκτέλεσής τους.

Η Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας, με ρόλο επιχειρησιακού υπευθύνου:

• Καταγράφει τις επιχειρησιακές απαιτήσεις, τις αλλαγές και συνέργιες με άλλα πληροφοριακά συστήματα.

• Παρακολουθεί και αναφέρει στη ΓΓΠΣ και ΔΥ προβλήματα χρηστών καθώς το σύστημα εξελίσσεται και λειτουργεί.

• Παρέχει οδηγίες και υποστήριξη των εμπλεκομένων στελεχών του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικών δημοπρασιών.

Εγχειρίδιο χρήσης και λειτουργίας των ηλεκτρονικών εφαρμογών διεξαγωγής των ηλεκτρονικών δημοπρασιών αναρτάται: α) για τα εμπλεκόμενα στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών στην αρχική σελίδα του ΨΥΔΗΠΕΕΚ και β) για τους ενδιαφερόμενους πολίτες στον επίσημο ιστότοπο του Υπουργείου Οικονομικών (www. minfin.gr).

Άρθρο 15 Τελικές διατάξεις

Η απόφαση αυτή δεν υποκαθιστά τυχόν άδειες ή προεγκρίσεις άλλων αρχών ή υπηρεσιών ή φορέων όπου απαιτούνται κάθε φορά για την άσκηση δραστηριοτήτων στους κοινόχρηστους χώρους για τους οποίους παραχωρήθηκε το δικαίωμα της απλής χρήσης.

Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 7 Ιουνίου 2017

Ο Υπουργός
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

ΠΟΛ.1077/2017 Ρύθμιση καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών, για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από τα έντονα καιρικά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν στις 22.10.2016 στις Δημοτικές Ενότητες Ναυπάκτου, Αντιρρίου και Χάλκειας του Δήμου Ναυπακτίας της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας

$
0
0

ΠΟΛ 1077/2017

(ΦΕΚ Β' 2059/15-06-2017)

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν.2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α'), όπως ισχύει, με τις οποίες με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις σεισμών, πλημμύρων ή άλλων θεομηνιών από τις οποίες προκαλούνται σημαντικές ζημιές σε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων να αναστέλλεται η είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο για χρονικό διάστημα μέχρι 6 μηνών και να ρυθμίζεται η καταβολή των χρεών αυτών.

2. Την απόφαση Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1159/31.10.2016 (ΦΕΚ 3600 Β' /04.11.2016)

3. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α' - Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.

4. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α'-Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύουν.

5. Την υπ'αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960/10.3.2017 (ΦΕΚ Β' 968/2017) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

6. Το π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ Α'210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

7. Την υπ' αριθ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14.11.2016 (ΦΕΚ 3696 Β') απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».

8. Τις διατάξεις του ν.4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α') «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», ιδίως το άρθρο 41.

9. Την υπ' αριθμ. 7700/24.10.2016 απόφαση Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ: ΩΓΔΖ465ΦΘΕ- ΜΘΧ) με την οποία κηρύχθηκαν σε κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας οι Δημοτικές Ενότητες Ναυπάκτου, Αντιρρίου και Χάλκειας του Δήμου Ναυπακτίας της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας λόγω των έντονων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων βροχοπτώσεων στις 22.10.2016.

10.    Την υπ' αριθ. 2911/24.04.2017 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ: 6ΜΧΝ465ΧΘ7- ΞΡΓ): «Παράταση κήρυξης σε κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας των Δημοτικών Ενοτήτων Ναυπάκτου, Αντιρρίου και Χάλκειας του Δήμου Ναυπακτίας της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, καθώς εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι κήρυξης και το έργο της διαχείρισης των συνεπειών από την εκδήλωση έντονων βροχοπτώσεων στις 22.10.2016 δεν έχει ολοκληρωθεί».

11. Το υπ' αριθμ. 4310/27.04.2017 έγγραφο αίτημα του Επιμελητηρίου Αιτωλοακαρνανίας προς την Υφυπουργό Οικονομικών Α. Παπανάτσιου (αρ. πρωτ. ΥΦΟΙΚ0000747/04.05.2017). 

12. Το γεγονός ότι τα εν λόγω έντονα καιρικά φαινόμενα είχαν ως αποτέλεσμα να απορρυθμιστεί η κοινωνική και οικονομική ζωή στις ανωτέρω περιοχές.

13. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Τα χρέη στη Φορολογική Διοίκηση των φυσικών και νομικών προσώπων και των νομικών οντοτήτων, που έχουν την κύρια κατοικία ή κύρια εγκατάσταση (έδρα) στις Δημοτικές Ενότητες Ναυπάκτου, Αντιρρίου και Χάλκειας του Δήμου Ναυπακτίας της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, τα οποία ήταν ληξιπρόθεσμα μέχρι την έκδοση της απόφασης Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1159/31.10.2016 (ΦΕΚ 3600 Β'/04.11.2016) και η είσπραξη τους ανεστάλη με την παράγραφο 2 της ανωτέρω απόφασης, ρυθμίζονται κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αντιστοιχούν σε αυτά από τις 04/11/2016 κατά τις ισχύουσες διατάξεις του ΚΕΔΕ και του ΚΦΔ. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη παρούσα ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι τις 30/06/2017. Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή δεν επιβαρύνεται με επιπλέον προσαυξήσεις/τόκους/ πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής κατά τη διάρκεια της ρύθμισης.

Η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέχρι την 30/06/2017 και οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.

Κατά τα λοιπά ισχύουν τα αναφερόμενα στις διατάξεις της ρύθμισης της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α' ) όπως ισχύουν.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 29 Μαΐου 2017

Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

ΠΟΛ.1076/2017 Ρύθμιση καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από τα έντονα καιρικά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν στις 21 και 22.10.2016 στο Δήμο Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας

$
0
0

ΠΟΛ 1076/2017

(ΦΕΚ Β' 2059/15-06-2017)

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν.2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α'), όπως ισχύει, με τις οποίες με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις σεισμών, πλημμύρων ή άλλων θεομηνιών από τις οποίες προκαλούνται σημαντικές ζημιές σε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων να αναστέλλεται η είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο για χρονικό διάστημα μέχρι 6 μηνών και να ρυθμίζεται η καταβολή των χρεών αυτών.

2. Την απόφαση Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1160/31.10.2016 (ΦΕΚ 3600 Β'/04.11.2016)

3. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α' - Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.

4. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α'-Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύουν.

5. Την υπ' αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960/10.3.2017 (ΦΕΚ Β' 968/2017) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

6. Το π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ Α'210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

7. Την υπ' αριθ. ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14.11.2016 (ΦΕΚ 3696 Β') απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».

8. Τις διατάξεις του ν.4389/2016 (ΦΕΚ 94 Α') «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», ιδίως το άρθρο 41.

9. Την υπ' αριθ. 7680/22.10.2016 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ: 90ΙΓ465ΦΘΕ- 2ΑΦ): «Κήρυξη σε κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας του Δήμου Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση έντονων βροχοπτώσεων στις 21 και 22.10.2016».

10. Το με αριθμ. πρωτ. 7277/06.04.2017 έγγραφο αίτημα του Δημάρχου Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου προς την Υφυπουργό Οικονομικών Α. Παπανάτσιου με θέμα «Αίτημα για ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών στα ταμεία του Δημοσίου» (αρ. πρωτ. ΥΦΟΙΚ0000694/12.04.2017).

11. Το γεγονός ότι τα εν λόγω έντονα καιρικά φαινόμενα είχαν ως αποτέλεσμα να απορρυθμιστεί η κοινωνική και οικονομική ζωή στις ανωτέρω περιοχές.

12. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Τα χρέη στη Φορολογική Διοίκηση των φυσικών και νομικών προσώπων και των νομικών οντοτήτων, που έχουν την κύρια κατοικία ή κύρια εγκατάσταση (έδρα) στο Δήμο Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου της Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, τα οποία ήταν ληξιπρόθεσμα μέχρι την έκδοση της απόφασης Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1160/31.10.2016 (ΦΕΚ 3600 Β'/04.11.2016) και η είσπραξη τους ανεστάλη με την παράγραφο 2 της ανωτέρω απόφασης, ρυθμίζονται κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αντιστοιχούν σε αυτά από τις 04/11/2016 κατά τις ισχύουσες διατάξεις του ΚΕΔΕ και του ΚΦΔ. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη παρούσα ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι τις 30/06/2017. Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή δεν επιβαρύνεται με επιπλέον προσαυξήσεις/τόκους/πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής κατά τη διάρκεια της ρύθμισης.

Η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέχρι την 30/06/2017 και οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.

Κατά τα λοιπά ισχύουν τα αναφερόμενα στις διατάξεις της ρύθμισης της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α') όπως ισχύουν.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 29 Μαΐου 2017

Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Άρθρα (Ενημερωμένο) Πόθεν έσχες. Δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης (Δ.Π.Κ. ν.3213/2003) και οικονομικών συμφερόντων (Δ.Ο.Σ. άρθ. 229 ν.4281/2014)

$
0
0
Ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης: 13.04.2017 (παράταση προθεσμίας υποβολής έτους 2016 -για τη χρήση 2015-)

Επιμέλεια:
Επιστημονική ομάδα Taxheaven


Υπόχρεοι

Αρχή ελέγχου που υποβάλλονται οι δηλώσεις

Στοιχεία επικοινωνίας


Τρόπος υποβολής

Προθεσμίες υποβολής

Πολιτικά πρόσωπα (Πρωθυπουργός, Αρχηγοί πολιτικών κομμάτων, βουλευτές κ.λπ.)

Παράρτημα 1

Ανεξάρτητη επιτροπή ελέγχου του άρθρου 3Α του ν.3213/2003

Βασιλίσσης Σοφίας 11, 4ος όροφος γρ. 414, 10671 Αθήνα
Τηλ.: 2103692417

Από το έτος 2016 (χρήση 2015) και εφεξής η Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης (Δ.Π.Κ.) και η Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.) σύμφωνα με το Ν. 4389/2016 καθώς και με την υπ' αριθμ. ΑΥΤ. ΤΜ. ΣΤΡ. 0000910 ΕΞ 2015/24.11.2015 (ΦΕΚ Β' 2579) Κ.Υ.Α. υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίστηκε ότι θα πραγματοποιείται αποκλειστικά ηλεκτρονικά μέσω του νέου (προσθήκη νέων στοιχείων) συστήματος «ΠΟΘeΝ» στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.pothen.gr 

Η πρόσβαση στο νέο πληροφοριακό σύστημα “ΠΟΘeΝ” θα πραγματοποιείται αποκλειστικά από τους υπόχρεους με τη χρήση προσωπικών κωδικών Taxisnet.

 


Υποβάλλεται αρχική δήλωση μέσα σε 90 ημέρες από την απόκτηση της ιδιότητας των υπόχρεων.

Ειδικά κατά το έτος 2016 (χρήση 2015) ενόψει της έναρξης της ηλεκτρονικής υποβολής, οι νέοι υπόχρεοι που δεν υπέβαλαν τις δηλώσεις στην προβλεπόμενη προθεσμία των 90 ημερών (ή τις υπέβαλαν εντύπως στις αρμόδιες αρχές), πρέπει να καταχωρίσουν την αρχική δήλωση το δυνατόν συντομότερο με την έναρξη λειτουργίας της εφαρμογής και με ημερομηνία αναφοράς το αργότερο 90 ημέρες μετά την απόκτηση της ιδιότητας που τους κατέστησε υπόχρεους (σύμφωνα με το έγγραφο με αριθ. πρωτ.: 105/Γ/5.10.2016 της Γ’ Μονάδας της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης).

Κατά τα επόμενα έτη η δήλωση υποβάλλεται το αργότερο τρεις (3) μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των υπόχρεων.

Κατ' εξαίρεση και ειδικώς για την υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης του έτους 2016 (χρήση 2015) του ν. 3213/2003 και των δηλώσεων οικονομικών συμφερόντων του άρ. 229 του ν. 4281/2014 η προθεσμία υποβολής αρχίζει την 15 Οκτωβρίου 2016 και λήγει την 30η Ιουνίου 2017 (Βάσει του άρθρου 11 του ν.4467/2017 ΦΕΚ Α 56/13.4.2017 του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τίτλο «Τροποποιήσεις διατάξεων της Δασικής Νομοθεσίας και άλλες διατάξεις.»)



Γενικοί & ειδικοί γραμματείς, Αντιδήμαρχοι, Δικαστικοί, Διοικητές, διευθυντές, αρχηγοί, υπαρχηγοί, πρόεδροι, προϊστάμενοι, διευθύνοντες σύμβουλοι κ.λπ. κρατικών υπηρεσιών, δημοσιογράφοι κ.λπ.

Παράρτημα 2

Γ’ Μονάδα Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης

Πειραιώς 207 και Αλκίφρονος 92, 11853 Αθήνα,
Tηλ.: 2103401951, Fax: 210340944
url: http://62.1.45.82/fiu/
e-mail : pothen@hellenic-fiu.gr


Μέλη Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου του Δημοσίου, προϊστάμενοι Διευθύνσεων Υπηρ. Δημοσιονομικού Ελέγχου, Πρόεδρος και μέλη Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από εγκληματικές Δραστ. κ.λπ.


Παράρτημα 3

Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης
Λ. Κηφησίας 1-3, 11523 Αθήνα
Τηλ.: 210-6470370
Help Desk: 2144164384
Ιστοχώρος: www.gedd.gr, www.pothen.gr

 

Αστυνομικό προσωπικό, συνοριακοί φύλακες, ειδικοί φρουροί, πολιτικό προσωπικό Ελληνικής Αστυνομίας, προσωπικό Πυροσβεστικού Σώματος κ.λπ.

Παράρτημα 4

Εποπτεύοντας την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικός λειτουργός της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών

Λ. Κηφισίας 23, 15123 Μαρούσι Αττικής
Τηλ.: 2108779825-721-747-751

Προσωπικό Λιμενικού Σώματος, Ελληνικής Ακτοφυλακής, προσωπικό τέως Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου του υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού

Παράρτημα 5

Εισαγγελικός λειτουργός της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά

Ακτή Βασιλειάδη, πύλες Ε1-Ε2, 18510, Πειραιάς
Υψηλάντου 109 και Τσαμαδού, 18532, Πειραιάς
Τηλ.: 2131371389

Περιεχόμενα:

1) Αλλαγές στον ν.3213/2003 με τους νόμους 4389/2016, 4396/2016 και 4427/2016.
2) Πότε, για πόσα έτη και πως υποβάλλονται οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων. Λοιπές προθεσμίες.
3) Τύπος  και  περιεχόμενο δήλωσης  περιουσιακής  κατάστασης (Δ.Π.Κ.)  και οικονομικών  συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.). Υποδείγματα  και λοιπές  οδηγίες.  Διαδικασία και διασφάλιση ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων. Συνημμένα δικαιολογητικά που επισυνάπτονται ηλεκτρονικά. Μεταβατικές διατάξεις.
4) Κυρώσεις, διοικητικά πρόστιμα, ποινικές διατάξεις.
5) Διαδικασία ελέγχου των δηλώσεων από τα αρμόδια όργανα. Κατάλογος ελεγχόμενων προσώπων.
6) Συμπεράσματα, επισημάνσεις, προβληματισμοί.
7)
Κέντρο Εξυπηρέτησης Υπόχρεων σε δήλωση πόθεν έσχες.
8) Παραρτήματα.



1) Αλλαγές στον ν.3213/2003 με τους νόμους 4389/2016, 4396/2016 και 4427/2016.

Σημαντικές τροποποιήσεις στο νόμο για το «Πόθεν έσχες» (ν.3213/2003) έφεραν οι νόμοι 4389/27.5.2016, 4396/8.6.2016 και 4427/8.10.2016

Μεταξύ άλλων, επήλθαν και οι ακόλουθες μεταβολές:

1. Επανακαθορίστηκε η κατηγοριοποίηση των υπόχρεων σε δήλωση

2. Θεσπίστηκε υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να χορηγούν τις απαιτούμενες βεβαιώσεις χωρίς επιβάρυνση

3. Επανακαθορίστηκε το περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (μίσθωση θυρίδων σε τράπεζες - πιστωτικά ιδρύματα, κινητά μεγάλης αξίας, δανειακές υποχρεώσεις, οφειλές από πρόστιμα –ποινές- φόρους - τέλη προς το Δημόσιο, Ο.Τ.Α., εισφορές Ο.Κ.Α. κ.λπ.).

4. Ρυθμίστηκαν εκ νέου θέματα αναφορικά με τη δημοσίευση στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής στοιχείων των δηλώσεων συγκεκριμένων υπόχρεων, τα οποία θα καθορίζονται με Κ.Υ.Α.

5. Επανακαθορίστηκαν, τα όργανα ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης προσδιορίζοντας εκ νέου τους υπόχρεους, οι δηλώσεις των οποίων α) εξακολουθούν να εξετάζονται από την Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Βουλής (άρθρο 3Α του ν.3213/2003), β) ελέγχονται εφεξής από τη Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και γ) ελέγχονται από το Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.

6. Ρυθμίστηκαν ειδικότερα θέματα αναφορικά με τη διαδικασία ελέγχου των δηλώσεων από τα αρμόδια όργανα όπως θέσπιση προστίμων από 50 έως 300 ευρώ για τους υπόχρεους που δεν ανταποκρίνονται στην κλήση των αρμοδίων οργάνων ελέγχου.

7. Θεσπίστηκαν διοικητικά πρόστιμα από 150 έως 400 ευρώ για τους υπόχρεους που υποβάλλουν τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης μετά την πάροδο της προβλεπόμενης προθεσμίας (90 ημέρες από την απόκτηση της ιδιότητας), ενώ οι ισχύουσες ποινικές κυρώσεις επιβάλλονται μόνο σε όσους παραλείπουν να υποβάλλουν δήλωση μετά την πάροδο 30 ημερών από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας.

8. Θεσπίστηκαν, α) διατάξεις για την απαγόρευση συγκεκριμένων υπόχρεων αλλά και παρένθετων προσώπων τους, συμμετοχής στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση εταιριών που έχουν πραγματική ή καταστατική έδρα σε κράτος μη συνεργάσιμο στο, φορολογικό τομέα ή σε κράτος, που έχει προνομιακό φορολογικό καθεστώς κατά την έννοια του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε. (ν. 4172/2013) β) καθολική απαγόρευση συμμετοχής πολιτικών αλλά και άλλων προσώπων που κατέχουν δημόσιο αξίωμα,  στο κεφάλαιο και στην διοίκηση εταιριών με έδρα την αλλοδαπή είτε αυτοπροσώπως, είτε με παρένθετα πρόσωπα και γ)  κυρώσεις άμεσης ή δια παρένθετου προσώπου συμμετοχής, σε εταιρεία που έχει έδρα στην αλλοδαπή, με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) έως και πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.

(Μέσα σε αποκλειστική προθεσμία εξήντα ημερών από τη δημοσίευση του νόμου στο Φ.Ε.Κ. (δηλαδή έως την 7η Αυγούστου 2016), τα ανωτέρω πρόσωπα  οφείλουν να μεταβιβάσουν τα περιουσιακά στοιχεία που αναφέρονται στην διάταξη, χωρίς η μεταβίβαση να επηρεάζει και να αίρει το αξιόποινο για τις ήδη συντελεσθείσες παραβάσεις των διατάξεων που αφορούν σε εταιρίες που έχουν πραγματική ή καταστατική έδρα σε κράτος μη συνεργάσιμο στο φορολογικό τομέα ή σε κράτος που έχει προνομιακό φορολογικό καθεστώς κατά την έννοια του άρθρου 65 του ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.) και των υπουργικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ' επίκληση των ως άνω διατάξεων, όπως ισχύουν).

9. Η δήλωση οικονομικών συμφερόντων (άρθ. 229 του ν.4281/2014) θα υποβάλλεται από τους υπόχρεους ηλεκτρονικά μέσω ενιαίας ειδικής εφαρμογής.

10. Εισήχθησαν μεταβατικής ισχύος διατάξεις, ως προς τον έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης υπόχρεων προσώπων.

11. Υποχρέωση αποστολής ηλεκτρονικά στο αρμόδιο όργανο ελέγχου, εφάπαξ κατά την υποβολή της αρχικής δήλωσης και στις περιπτώσεις μη αρχικής εφόσον υπάρχουν μεταβολές  δικαιολογητικά (συμβόλαια ακινήτων, βεβαιώσεις επενδυτικών προϊόντων κ.λπ.) των α) ελεγχόμενων προσώπων της "Ανεξάρτητης επιτροπής ελέγχου του άρθρου 3Α του ν.3213/2003" (Παράρτημα 6α) και β) υποχρεωτικά ελεγχόμενων προσώπων (αα' έως και ζζ' παρ. γ' παρ. 3 άρθ. 7Α ν.3691/2008) της Γ’ Μονάδας Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (Παράρτημα 6β), όπως ορίστηκε από το άρθ. 79 του ν.4427/2016, που πρόσθεσε νέο εδάφιο στην περ. γ' του άρθ. 2 του ν.3213/2013.


2) Πότε, για πόσα έτη και πως υποβάλλονται οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων. Λοιπές προθεσμίες.

1) Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων υποβάλλονται από τους υπόχρεους μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την απόκτηση της ιδιότητάς τους (αρχική δήλωση), κάθε χρόνο για τα μετέπειτα έτη κατά το διάστημα της θητείας, της άσκησης της δραστηριότητας ή της διατήρησης της ιδιότητας των υπόχρεων και για ένα (1) έτος.

Ειδικά για τον Πρωθυπουργό, τους Αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση αλλά και όσων διαχειρίζονται τα οικονομικά τους, Υπουργών, αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών, Βουλευτών και Ευρωβουλευτών, Περιφερειαρχών και Δημάρχων, για τρία (3) έτη, μετά από την απώλεια ή τη λήξη της και το αργότερο τρεις (3) μήνες μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

Εξαιρετικά κατά το έτος 2016 (χρήση 2015) ενόψει της έναρξης της ηλεκτρονικής υποβολής, οι νέοι υπόχρεοι που δεν υπέβαλαν τις δηλώσεις στην προβλεπόμενη προθεσμία των 90 ημερών (ή τις υπέβαλαν εντύπως στις αρμόδιες αρχές), πρέπει να καταχωρίσουν την αρχική δήλωση το δυνατόν συντομότερο με την έναρξη λειτουργίας της εφαρμογής και με ημερομηνία αναφοράς το αργότερο 90 ημέρες μετά την απόκτηση της ιδιότητας που τους κατέστησε υπόχρεους (σύμφωνα με το έγγραφο με αριθ. πρωτ.: 105/Γ/5.10.2016 της Γ’ Μονάδας της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης).

2) Τον μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους διαβιβάζεται, κατά περίπτωση, στα αρμόδια όργανα ελέγχου κατάλογος των ελεγχόμενων προσώπων. Ο κατάλογος συντάσσεται από τον Πρόεδρο της Βουλής για τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και ε' της παραγράφου 1 του ν.3213/2003 (Πρωθυπουργός, Αρχηγοί πολιτικών κομμάτων κ.λπ.) και από τον αρμόδιο Υπουργό, τον γενικό γραμματέα αποκεντρωμένης διοίκησης ή το όργανο διοίκησης του νομικού προσώπου για τα πρόσωπα που υπάγονται στο φορέα αυτόν ή από τον οποίο εποπτεύονται και σε κάθε άλλη περίπτωση από τα όργανα διοίκησης του οικείου φορέα. Το αρμόδιο όργανο ελέγχου μπορεί να ζητά από οποιαδήποτε υπηρεσία, φορέα ή νομικό ή φυσικό πρόσωπο που διαθέτει στοιχεία για πρόσωπα που υπάγονται στις περιπτώσεις της παραγράφου 1, κατάλογο των οικείων προσώπων.

3) Αμφισβητήσεις ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου επιλύονται με πράξη των κατά περίπτωση αρμοδίων οργάνων ελέγχου, η οποία εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την υποβολή σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου ή των οργάνων, που είναι αρμόδια να υποβάλλουν την κατάσταση υπόχρεων.

4) Τα τραπεζικά και τα κάθε είδους πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την υποβολή σε αυτά σχετικού αιτήματος του υπόχρεου, να χορηγούν χωρίς επιβάρυνση βεβαιώσεις περί του υπολοίπου των καταθέσεων αυτού την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Ειδικά για τους υπόχρεους των περιπτώσεων α' έως ε' του άρθρου 1 παράγραφος 1 του ν.3213/2003 (Πρωθυπουργός, Αρχηγοί πολιτικών κομμάτων κ.λπ.), τα τραπεζικά και τα κάθε είδους πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, ομοίως χωρίς επιβάρυνση και μέσα στην ίδια προθεσμία, να εκδίδουν αναλυτική κατάσταση των προς αυτά οφειλών των ως άνω υπόχρεων κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγουμένου έτους.

5) Από το έτος 2016 (χρήση 2015) και εφεξής η Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης (Δ.Π.Κ.) και η Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.) σύμφωνα με το Ν. 4389/2016 καθώς και με την υπ' αριθμ. ΑΥΤ. ΤΜ. ΣΤΡ. 0000910 ΕΞ 2015/24.11.2015 (ΦΕΚ Β' 2579) Κ.Υ.Α. υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίστηκε ότι θα πραγματοποιείται αποκλειστικά ηλεκτρονικά μέσω του νέου (προσθήκη νέων στοιχείων) συστήματος «ΠΟΘeΝ» στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.pothen.gr  Η πρόσβαση στο νέο πληροφοριακό σύστημα “ΠΟΘeΝ” θα πραγματοποιείται αποκλειστικά από τους υπόχρεους με τη χρήση προσωπικών κωδικών Taxisnet. Από τις υπηρεσίες των λοιπών οργάνων ελέγχου, αναμένεται ενημέρωση με λοιπές οδηγίες για τους υπόχρεους.

Κατ' εξαίρεση και ειδικώς για την υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης του έτους 2016 (χρήση 2015) του ν. 3213/2003 και των δηλώσεων οικονομικών συμφερόντων του άρ. 229 του ν. 4281/2014 η προθεσμία υποβολής αρχίζει την 15 Οκτωβρίου 2016 και λήγει την 30η Ιουνίου 2017
(Βάσει:
α) της τροπολογίας του υπουργείου Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων στο άρθρο 20 του ν.4425/2016
"Επείγουσες ρυθμίσεις των Υπουργείων Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις" που τροποποίησε την παρ. 6 του άρθ. 66 του ν.4409/2016 "Πλαίσιο για την ασφάλεια στις υπεράκτιες εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/30/ΕΕ, τροποποίηση του π.δ. 148/2009 και άλλες διατάξεις"
όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 3 του ν.4448/2017 (ΦΕΚ. Α'1/13.1.2017) και
β) της τροπολογίας
του υπουργείου Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων στο άρθρο 11 του ν.4467/2017 ΦΕΚ Α56/13.4.2017 του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τίτλο "Τροποποιήσεις διατάξεων της Δασικής Νομοθεσίας και άλλες διατάξεις").





3) Τύπος και περιεχόμενο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (Δ.Π.Κ.) και οικονομικών συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.). Υποδείγματα και λοιπές οδηγίες. Διαδικασία και διασφάλιση ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων. Συνημμένα δικαιολογητικά που επισυνάπτονται ηλεκτρονικά. Μεταβατικές διατάξεις.

α) Δήλωση περιουσιακής κατάστασης (ν.3213/2003).

1.α. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει λεπτομερώς τα υφιστάμενα κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους περιουσιακά στοιχεία στην ημεδαπή και την αλλοδαπή με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του ν.3213/2003 -απαγόρευση συμμετοχής σε εταιρεία με έδρα στην αλλοδαπή ή μη συνεργάσιμα φορολογικά ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη, πολιτικών προσώπων-. Ειδικώς, η αρχική δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία.

Ως περιουσιακά στοιχεία θεωρούνται ιδίως:

i. Τα έσοδα από κάθε πηγή.

ii. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους.

iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών (με την επιφύλαξη της απαγόρευσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του ν.3213/2003 -απαγόρευση συμμετοχής σε εταιρεία με έδρα στην αλλοδαπή ή μη συνεργάσιμα φορολογικά ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη, πολιτικών προσώπων-), τα ομόλογα και ομολογίες κάθε είδους, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα κάθε είδους.

iv. Οι κάθε είδους καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και τα κάθε είδους χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και καταπιστεύματα (trusts).

v. Η μίσθωση θυρίδων σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης, το σύνολο των μετρητών, που δεν περιλαμβάνονται στην περίπτωση iv., εφόσον το συνολικό ποσό υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ. Τα προαναφερόμενα ποσά αφορούν αθροιστικά τον υπόχρεο, το σύζυγό και τα ανήλικα τέκνα.

vi. Τα κινητά μεγάλης αξίας, εφόσον η αξία αυτών υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.. Αν τα κινητά πράγματα αποτελούν κατά τις συναλλακτικές αντιλήψεις ενιαίο σύνολο, για τον υπολογισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η αξία του συνόλου των πραγμάτων. Η δηλούμενη αξία προκύπτει είτε από σχετικό παραστατικό αγοράς ή από πράξη της φορολογικής αρχής για την επιβολή φόρου αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας κατά το χρόνο κτήσης τους. Στην περίπτωση κατά την οποία τα κινητά είναι ασφαλισμένα κατά κινδύνων κλοπής, πυρκαγιάς και λοιπών κινδύνων, η εκτιμώμενη αξία δεν μπορεί να είναι κατώτερη αυτής που αναγράφεται στη σχετική σύμβαση.

vii. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα.

viii. Η συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση (με την επιφύλαξη της απαγόρευσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του ν.3213/2003 -απαγόρευση συμμετοχής σε εταιρεία με έδρα στην αλλοδαπή ή μη συνεργάσιμα φορολογικά ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη, πολιτικών προσώπων-).

ix. Ειδικά η δήλωση των υπόχρεων, που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και ε' του άρθρου 1 παράγραφος 1, περιλαμβάνει και τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς ημεδαπά και αλλοδαπά πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα, λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και φυσικά πρόσωπα. Η δήλωση των παραπάνω υπόχρεων περιλαμβάνει και κάθε οφειλή που προέρχεται από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους.

1.β.i. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου ή επαύξησης υφιστάμενου, στη δήλωση περιλαμβάνεται, υποχρεωτικώς, το ύψος της σχετικής δαπάνης, καθώς και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης μνημονεύεται το εισπραχθέν τίμημα.

ii. Στη δήλωση αναφέρονται τα προσωπικά, υπηρεσιακά και φορολογικά στοιχεία των υπόχρεων. Οι υπόχρεοι προσκομίζουν στο αρμόδιο όργανο ελέγχου αντίγραφα των οικείων παραστατικών εφόσον τους ζητηθεί.

γ. Μετά την αρχική δήλωση, στην ετήσια δήλωση τους οι υπόχρεοι δηλώνουν μόνον τις μεταβολές που επήλθαν στην περιουσιακή τους κατάσταση κατά το χρονικό διάστημα που αφορά η δήλωση.

Η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο και υπογράφεται από τον ίδιο, για τα δικά του περιουσιακά στοιχεία, τη σύζυγό του, για τα δικά της στοιχεία, και από αμφότερους τους συζύγους, για τα περιουσιακά στοιχεία των ανήλικων τέκνων τους. Η δήλωση συνοδεύεται από αντίγραφο της φορολογικής δήλωσης του υπόχρεου για το προηγούμενο έτος και αντίγραφο του τελευταίου Εντύπου Ε9 που υποβλήθηκε στην αρμόδια ΔΟΥ.

δ. Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν στον Πρόεδρο της Γ' Μονάδας Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης αντίγραφο κάθε συμβολαιογραφικού εγγράφου, που συντάσσεται από αυτούς, με το οποίο αναλαμβάνεται η υποχρέωση ή μεταβιβάζεται από ή προς δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό, σύζυγο ή τέκνο του, οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, κινητό ή ακίνητο, ή δικαίωμα, εφόσον οι εν λόγω λειτουργοί είναι εν ενεργεία και μέχρι δύο χρόνια από την παύση της ιδιότητας. Το αυτό ισχύει και για την αποδοχή κληρονομίας.

2. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης συντάσσονται σε ειδικό έντυπο, το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται, για μεν τους υπόχρεους των περιπτώσεων του άρθρου 3 παράγραφος 1 περίπτωση α' με απόφαση του Προέδρου της Βουλής και για τους άλλους υπόχρεους, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Με όμοιες αποφάσεις, μπορεί να ορίζεται ότι η δήλωση υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω ενιαίας ειδικής εφαρμογής, οπότε προσδιορίζεται ο κατά περίπτωση υπεύθυνος διαχείρισης και καθορίζεται κάθε αναγκαία προς τούτο λεπτομέρεια, οι αναγκαίες διασφαλίσεις για τα πρόσωπα και τους όρους πρόσβασης στα στοιχεία τους και τυχόν ρυθμίσεις μεταβατικού χαρακτήρα.

Οι δηλώσεις υπόκεινται σε ηλεκτρονική επεξεργασία από αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων, μετά την οποία πρέπει να προκύπτει ευκρινώς το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και η αξία τους ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, καθώς και η χρονολογία κτήσης. Για την επεξεργασία λαμβάνεται υπόψη, εφόσον είναι διαθέσιμη, η αξία κτήσης.

3. Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης, μπορούν να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο αυθορμήτως σε προθεσμία ενός μηνός από την υποβολή της δήλωσης.

4. Υποχρέωση υποβολής δήλωσης υφίσταται και στην περίπτωση που δεν έχει μεταβληθεί η περιουσιακή κατάσταση.

5. Κατά την υποβολή Δ.Π.Κ. από τον υπόχρεο, τα βασικά στοιχεία αυτού δηλαδή ο Α.Φ.Μ., το επώνυμο, το όνομα και το πατρώνυμο, εμφανίζονται όπως τηρούνται στο φορολογικό μητρώο. Σε περίπτωση ανακρίβειας αυτών, απαιτείται, πριν την υποβολή της δήλωσης, η διόρθωση των ανακριβών στοιχείων στο φορολογικό μητρώο.

6. Με τη Δ.Π.Κ. δηλώνονται τα φυλασσόμενα εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων ή εντός θυρίδων και ιδίως μετρητά, τιμαλφή, πολύτιμα είδη, πολύτιμα μέταλλα, πολύτιμοι λίθοι, όταν το μεν συνολικό ποσό των μετρητών υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ η δε συνολική αξία των λοιπών υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Τα προαναφερόμενα ποσά αφορούν αθροιστικά υπόχρεο, σύζυγο και ανήλικα τέκνα.

7. Σε περίπτωση απόκτησης νέου εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου ή απώλειας εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου, που έχει δηλωθεί σε προηγούμενες δηλώσεις του υπόχρεου, δηλώνονται τα στοιχεία του συμβολαίου απόκτησης ή μεταβίβασης. Σε περίπτωση απόκτησης εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων λόγω κληρονομικής διαδοχής, δηλώνονται τα στοιχεία του κληρονομούμενου καθώς και ο τρόπος και η ιδιότητα με την οποία ο υπόχρεος έγινε κληρονόμος.

8. Σε περίπτωση απόκτησης και απώλειας οποιουδήποτε εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου, εντός του έτους που αφορά η δήλωση, δηλώνονται και οι δύο μεταβολές. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση απόκτησης και μεταβίβασης, εντός του έτους που αφορά η δήλωση, οχημάτων καθώς και πλωτών και εναερίων μέσων.

9. Τα προσωπικά στοιχεία του υπόχρεου, όπως Α.Δ.Τ., διεύθυνση, τηλέφωνο κ.λπ., δηλώνονται ως έχουν κατά την ημερομηνία της υποβολής της Δ.Π.Κ.. Τα λοιπά στοιχεία, όπως υπηρεσιακά, οικογενειακά κ.λπ. δηλώνονται ως είχαν κατά το έτος που αφορά η δήλωση.

10. Τα πρόσωπα, των οποίων οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης ελέγχονται υποχρεωτικά α) από την Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (άρθρο 3Β παρ. 2 του ν.3213/2003 (Παράρτημα 6α)  και β) από τη Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (άρθρο 7Α παρ. 3 του ν. 3691/2008) (Παράρτημα 6β) επισυνάπτουν αντίγραφα των αναγκαίων εγγράφων, από τα οποία προκύπτει η δηλούμενη περιουσιακή κατάσταση.
(Όπως προβλέπεται από το άρθ. 79 του ν.4427/2016 (Φ.Ε.Κ. 188/Α/8.10.2016) Υπουργείου Μεταφορών και Δικτύων με τίτλο «Σύσταση Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας, Αναδιάρθρωση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας και άλλες διατάξεις», το οποίο πρόσθεσε νέο εδάφιο στην περίπτωση γ' της παρ.1 του άρθ. 2 του ν.3213/2003).


β) Δήλωση οικονομικών συμφερόντων (άρθ. 229 ν.4281/2014).

1. Οι υπόχρεοι σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης κατά το ν. 3213/2003, εκτός από την ετήσια δήλωση περιουσιακής κατάστασης, υποβάλουν στην ίδια προθεσμία, δήλωση οικονομικών συμφερόντων των ιδίων και των συζύγων τους, η οποία περιλαμβάνει:

α) τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες,

β) τη συμμετοχή τους στη διοίκηση πάσης φύσεως νομικών προσώπων και εταιριών, ενώσεων προσώπων και μη κυβερνητικών οργανώσεων,

γ) οποιαδήποτε αμειβόμενη τακτική δραστηριότητα που αναλαμβάνουν παράλληλα, με την άσκηση των καθηκόντων τους είτε ως υπάλληλοι είτε ως αυτοαπασχολούμενοι,

δ) οποιαδήποτε αμειβόμενη περιστασιακή δραστηριότητα (περιλαμβανομένων της συγγραφικής δραστηριότητας, του διδακτικού έργου ή της παροχής συμβουλών) που αναλαμβάνουν παράλληλα με την άσκηση των καθηκόντων τους, εάν η συνολική αμοιβή υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ ανά ημερολογιακό έτος,

ε) τη συμμετοχή σε εταιρεία ή κοινοπραξία, όταν αυτή η συμμετοχή ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στη δημόσια πολιτική ή όταν δίνει στον υπόχρεο τη δυνατότητα σημαντικής επιρροής επί υποθέσεων της εν λόγω εταιρείας ή σύμπραξης,

στ) για την περίπτωση προσώπων που υπηρετούν σε αιρετή δημόσια θέση, οποιαδήποτε οικονομική υποστήριξη από τρίτους, σε προσωπικό ή σε υλικούς πόρους, που χορηγείται σε συνάρτηση με τη δημόσια δραστηριότητά τους, με ένδειξη της ταυτότητας των τρίτων αυτών, εάν η συνολική αξία υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.

ζ) οποιαδήποτε συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα που προκάλεσαν άμεση ή δυνητική σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με τα καθήκοντά τους. Ως σύγκρουση συμφερόντων νοείται η περίπτωση κατά την οποία υπόχρεος έχει προσωπικό συμφέρον που θα μπορούσε να επηρεάσει αθέμιτα την εκτέλεση των καθηκόντων του. Σύγκρουση συμφερόντων δεν υπάρχει στην περίπτωση που ο υπόχρεος αντλεί κάποιο όφελος μόνο ως μέλος του γενικότερου κοινού ή μίας ευρύτερης κατηγορίας ατόμων.

2. Η δήλωση περιλαμβάνει τα συμφέροντα και δραστηριότητες των ανωτέρω περιπτώσεων που αφορούν στο προηγούμενο της υποβολής οικονομικό έτος. Η δήλωση υπογράφεται χωριστά από τον υπόχρεο ή τη σύζυγο για τα στοιχεία εκάστου.

3. Η δήλωση συντάσσεται σε ειδικό έντυπο.

4. Στις περιπτώσεις που προβλέπεται κατά το νόμο δημοσιοποίηση των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, μπορεί, υπό τους ίδιους όρους, να δημοσιοποιηθούν και στοιχεία των δηλώσεων οικονομικών συμφερόντων.

γ) Υποδείγματα Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης (Δ.Π.Κ) και της Δήλωσης Οικονομικών Συμφερόντων (Δ.Ο.Σ) λοιπές οδηγίες.


1. Η Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης και η Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.) υποβάλλεται :

i) Από τους υπόχρεους υποβολής δήλωσης στην Ανεξάρτητη Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 3Α του  ν. 3213/2003 (Παράρτημα 1), σύμφωνα με το παρακάτω υπόδειγμα:

O browser δεν υποχτηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε τους πίνακες από εδώ: Download PDF.



ii) Από τους υπόλοιπους υπόχρεους (Παραρτήματα 2, 3, 4 και 5), σύμφωνα με το παρακάτω υπόδειγμα:

O browser δεν υποχτηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε τους πίνακες από εδώ: Download PDF.



2. Κατά την υποβολή Δ.Π.Κ. από τον υπόχρεο, τα βασικά στοιχεία αυτού, δηλαδή, ο Α.Φ.Μ., το επώνυμο, το όνομα και το πατρώνυμο, εμφανίζονται όπως τηρούνται στο φορολογικό Μητρώο. Σε περίπτωση ανακρίβειας αυτών, απαιτείται, πριν από την υποβολή της δήλωσης, η διόρθωση των ανακριβών στοιχείων στο φορολογικό Μητρώο.

3. Τα προσωπικά στοιχεία του υπόχρεου, όπως Α.Δ.Τ., διεύθυνση, τηλέφωνο κ.λπ., δηλώνονται ως έχουν κατά την ημερομηνία της υποβολής της Δ.Π.Κ. Τα λοιπά στοιχεία, όπως υπηρεσιακά, οικογενειακά κ.λπ., ως και η ιδιότητα του υπόχρεου δηλώνονται ως είχαν κατά το έτος, που αφορά η δήλωση.

4. Η αρχική δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα στην ημεδαπή και την αλλοδαπή κατά τον χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία, καθώς και την αξία κτήσης τους, εφόσον είναι διαθέσιμη. Η ετήσια Δ.Π.Κ. περιέχει τα υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους, στο οποίο αφορά η δήλωση, στην ημεδαπή και την αλλοδαπή, καθώς και την αξία κτήσης τους, εφόσον είναι διαθέσιμη.

5. Σε περίπτωση απόκτησης νέου περιουσιακού στοιχείου κατά τη χρήση, που αφορά η δήλωση, δηλώνονται υποχρεωτικώς ο τρόπος απόκτησης, το ύψος της σχετικής δαπάνης (καταβληθέν τίμημα), καθώς και αναλυτική παράθεση της πηγής προέλευσης των σχετικών πόρων. Σε περίπτωση εκποίησης περιουσιακού στοιχείου, που είχε δηλωθεί σε προηγούμενη δήλωση του υπόχρεου, δηλώνεται το εισπραχθέν τίμημα.

6. Ειδικά σε περίπτωση απόκτησης νέου εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου ή εκποίησης εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου, που έχει δηλωθεί σε προηγούμενες δηλώσεις του υπόχρεου, δηλώνονται τα στοιχεία του συμβολαίου απόκτησης ή εκποίησης. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει συμβόλαιο απόκτησης εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων λόγω κληρονομικής διαδοχής, δηλώνονται τα στοιχεία του κληρονομούμενου, καθώς και ο τρόπος και η ιδιότητα, με την οποία ο υπόχρεος έγινε κληρονόμος.

7. Στην περίπτωση απόκτησης και απώλειας εμπράγματου δικαιώματος επί του ίδιου ακινήτου κατά τη χρήση, που αφορά η δήλωση, δηλώνονται και οι δύο μεταβολές. Το άνω ισχύει αντίστοιχα και για τα οχήματα, πλωτά και εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και για τις συμμετοχές σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση.


δ) Διαδικασία και διασφάλιση ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων.


1. Ο υπόχρεος υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (Δ.Π.Κ.) απαιτείται να είναι ενεργός χρήστης των υπηρεσιών του TAXISnet, προκειμένου να υποβάλει τη δήλωση αποκλειστικά ηλεκτρονικά μέσω ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής. Η Δ.Π.Κ. υποβάλλεται από τον υπόχρεο και αφορά την περιουσιακή κατάστασή του, καθώς και του/της συζύγου και των ανήλικων τέκνων του. Υποχρέωση υποβολής δήλωσης υφίσταται και στην περίπτωση, που δεν έχει μεταβληθεί η περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου.

2. Η ταυτοποίηση  υπόχρεου  και  συζύγου  από την εφαρμογή  ηλεκτρονικής  υποβολής  Δ.Π.Κ., γίνεται  με  τη  χρήση  των  προσωπικών  κωδικών  στο TAXISnet. Διακριτούς  προσωπικούς  κωδικούς TAXISnet πρέπει  να έχει τόσο ο υπόχρεος, όσο  και ο/η σύζυγος  υπόχρεου υποβολής Δ.Π.Κ., προκειμένου να καταστεί δυνατή η υποχρεωτική έγκριση των περιουσιακών  στοιχείων, που δηλώθηκαν από  τον υπόχρεο και αφορούν στον/στην σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα. Η αίτηση για τη χορήγηση και η διαχείριση των κωδικών αυτών, γίνεται αποκλειστικά μέσω του συστήματος TAXISnet.

3. Κατά την υποβολή ετήσιας Δ.Π.Κ. ο  υπόχρεος οφείλει σε  κάθε περίπτωση  να  επικαιροποιήσει  την περιουσιακή  του κατάσταση, σε σχέση με το αντίγραφο της Δ.Π.Κ. του αμέσως  προηγούμενου έτους, που  παράγεται από  την ηλεκτρονική  εφαρμογή  για  την  υποβοήθησή  του  και  να  διατηρήσει  αναλλοίωτα  τα  στοιχεία,  τα  οποία  δεν έχουν μεταβληθεί.

4. Ο υπόχρεος υποβάλλει με τον/την σύζυγο κοινή Δ.Π.Κ.

5. Σε περίπτωση άρνησης ή αδυναμίας του/της συζύγου υπόχρεου, να συνυποβάλλει κοινή δήλωση, η δήλωση υποβάλλεται μόνον από τον υπόχρεο, ο οποίος οφείλει να αναφέρει συγχρόνως στις παρατηρήσεις του συστήματος το γεγονός της άρνησης ή της αδυναμίας. Άρνηση θεωρείται και η βεβαιωμένη διάσταση των συζύγων, που έχει δηλωθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του υπόχρεου.

6. Για την υποβοήθησή του στην ηλεκτρονική υποβολή της Δ.Π.Κ., ο υπόχρεος, μετά την ταυτοποίησή του μέσω των κωδικών του TAXISnet και εφόσον συναινέσει με υπεύθυνη δήλωσή του σε αυτό, μπορεί να μεταφέρει στη Δ.Π.Κ. τα δεδομένα της τελευταίας ηλεκτρονικά υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) του έτους, στο οποίο αφορά η Δ.Π.Κ., καθώς και τα στοιχεία των ακινήτων, που περιλαμβάνονται στη «βεβαίωση της περιουσιακής του κατάστασης» κατά την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους, στο οποίο αφορά η Δ.Π.Κ., εφόσον η Δ.Π.Κ. είναι αρχική ή του τρέχοντος έτους, εφόσον η Δ.Π.Κ. είναι ετήσια, όπως αυτά τηρούνται ηλεκτρονικά στη Γ.Γ.Δ.Ε.

7. Όλα   τα  δεδομένα των  ανωτέρω  δηλώσεων  φορολογίας   εισοδήματος,  όπως   αυτά   έχουν  διαμορφωθεί,  κατά την  οριστική  υποβολή   της Δ.Π.Κ.,  από  τυχόν υποβολή τροποποιητικών ή/και συμπληρωματικών δηλώσεων εισοδήματος για το έτος που αφορά η Δ.Π.Κ., καθώς και τα στοιχεία της περιουσιακής κατάστασης του υπόχρεου κατά την ημερομηνία  της ανωτέρω παραγράφου,  θα  επισυνάπτονται  αυτόματα ηλεκτρονικά στην υποβαλλόμενη Δ.Π.Κ., όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 της παραγράφου 1 περ. γ΄ του ν.3213/2003.

8. Η  Διεύθυνση   Ηλεκτρονικής   Διακυβέρνησης (Δ.ΗΛΕ.Δ.) της  Γ.Γ.Δ.Ε., που  είναι  η  αρμόδια  υπηρεσία  για  τις  ανωτέρω  χορηγήσεις όλων  των στοιχείων των δηλώσεων εισοδήματος και ακινήτων των  υπόχρεων, οφείλει να  τηρεί  αρχείο για  αυτές, με  το στοιχείο της ημερομηνίας και ώρας χορήγησης/πρόσβασης, καθώς και το μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης  της  οριστικοποιημένης Δ.Π.Κ., που  σχετίζεται με την κάθε χορήγηση. Για τις Δ.Π.Κ. των ετών 2015 και 2016, που έχουν οριστικοποιηθεί ηλεκτρονικά από τους υπόχρεους πριν από την έκδοση της παρούσας, θα πρέπει να επισυναφθούν ηλεκτρονικά από τη Δ.ΗΛΕ.Δ. σε συνεργασία με το φορέα λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής υποβολής Δ.Π.Κ., τα συνυποβαλλόμενα της ανωτέρω παραγράφου 2.

9. Για τη διευκόλυνση του ελέγχου των Δ.Π.Κ., όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 3 του Ν. 3213/2003, όπως ισχύει, η φορολογική διοίκηση χορηγεί στα αρμόδια όργανα ελέγχου, μετά από αίτησή τους, στοιχεία για όλες τις πιθανές τροποποιήσεις των παραπάνω δηλώσεων εισοδήματος και ακινήτων των υπόχρεων αρμοδιότητάς τους, οι οποίες τηρούνται ηλεκτρονικά.

10. Με  την  οριστική  υποβολή  της  δήλωσης,  ο  υπόχρεος  δύναται  να αποθηκεύσει  στον  ηλεκτρονικό του υπολογιστή αντίγραφο της υποβληθείσας Δ.Π.Κ., ως αποδεικτικό υποβολής, όπου εμφανίζονται ο αριθμός αυτής και η ημερομηνία υποβολής της.

ε) Συνημμένα δικαιολογητικά που επισυνάπτονται ηλεκτρονικά.

Στη Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης επισυνάπτονται ηλεκτρονικά τα αναγκαία έγγραφα από τα οποία προκύπτει η δηλούμενη περιουσιακή κατάσταση και ειδικότερα:

i) Από τους υπόχρεους υποβολής δήλωσης στην Ανεξάρτητη Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 3Α του  ν. 3213/2003 (Παράρτημα 1) :

α. Αντίγραφα συμβολαίων όλων των ακινήτων κατά την υποβολή αρχικής δήλωσης και αντίγραφα συμβολαίων των ακινήτων που αποκτήθηκαν ή εκποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους που αφορά η δήλωση, κατά την υποβολή ετήσιας δήλωσης.
β. Βεβαιώσεις για τα δηλωθέντα επενδυτικά προϊόντα και χαρτοφυλάκια χρηματοοικονομικών εργαλείων, όπως περιγράφονται στο στοιχείο iii της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 3213/2003 (Α΄ 309), που περιλαμβάνουν, κατ’ ελάχιστον, το όνομα του χειριστή της μερίδας, το όνομα του προϊόντος, το κόστος κτήσης και την αποτίμηση αυτών.
γ. Βεβαιώσεις ή παραστατικά από τα οποία να προκύπτουν τα δηλωθέντα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών, καθώς και αντίστοιχες βεβαιώσεις ή παραστατικά για κάθε είδους, δηλωθέντα, χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και καταπιστευμάτων (trusts).
δ. Παραστατικά Τραπεζών, Ταμιευτηρίων και άλλων ημεδαπών ή αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, από τα οποία αποδεικνύεται η μίσθωση θυρίδων σε αυτά. Τα εν λόγω παραστατικά, εφόσον υποβληθούν το πρώτον, δεν θα υποβάλλονται εκ νέου σε επόμενες ετήσιες δηλώσεις, εκτός εάν έχουν επέλθει μεταβολές.
ε. Παραστατικά αγοράς ή πράξεις φορολογικής αρχής ή ασφαλιστήρια συμβόλαια, εφόσον υφίστανται, για κινητά μεγάλης αξίας εφόσον η αξία αυτών υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. Τα εν λόγω παραστατικά, εφόσον υποβληθούν το πρώτον, δεν θα υποβάλλονται εκ νέου σε επόμενες ετήσιες δηλώσεις, εκτός εάν έχουν επέλθει μεταβολές.
στ. Άδειες κυκλοφορίας πλωτών και εναέριων μεταφορικών μέσων και κάθε χρήσης οχημάτων και, κατά την υποβολή ετήσιας δήλωσης, επιπλέον, παραστατικά αγοράς ή πώλησης πλωτών, εναερίων μεταφορικών μέσων και κάθε χρήσης οχημάτων που αποκτήθηκαν ή εκποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους που αφορά η δήλωση.
ζ. Παραστατικά για δηλωθείσα συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση. Τα εν λόγω παραστατικά, εφόσον υποβληθούν το πρώτον, δεν θα υποβάλλονται εκ νέου σε επόμενες ετήσιες δηλώσεις, εκτός εάν έχουν επέλθει μεταβολές.
η. Παραστατικά από τα οποία να προκύπτουν οι δανειακές υποχρεώσεις προς ημεδαπά και αλλοδαπά πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα, λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και φυσικά πρόσωπα, καθώς επίσης και κάθε οφειλή που υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους που αφορά η δήλωση και προέρχεται από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης.

ii) Από τους υπόλοιπους υπόχρεους (Παραρτήματα 2, 3, 4 και 5) :

α. Συμβόλαια των ακινήτων.
β. Βεβαιώσεις επενδυτικών προϊόντων και χαρτοφυλακίων χρηματοοικονομικών προϊόντων, όπως αυτά περιγράφονται στο στοιχείο iii της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 3213/2003, που κατ’ ελάχιστον θα περιλαμβάνουν το όνομα του χειριστή της μερίδας, το όνομα των προϊόντων, το κόστος κτήσης και την αποτίμηση αυτών.
γ. Βεβαιώσεις ή παραστατικά από τα οποία να προκύπτουν τα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών, καθώς και αντίστοιχες βεβαιώσεις ή παραστατικά για κάθε είδους χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και καταπιστευμάτων (trusts)
δ. Παραστατικά των Τραπεζών, Ταμιευτηρίων και άλλων ημεδαπών ή αλλοδαπών πιστωτικών Ιδρυμάτων απ’ τα οποία θα αποδεικνύεται η μίσθωση θυρίδων.
ε. Παραστατικά αγοράς ή πράξεις φορολογικής αρχής ή ασφαλιστήρια συμβόλαια για τα κινητά μεγάλης αξίας άνω των 30.000,00 €, όπως ειδικότερα αυτά προσδιορίζονται στο στοιχείο vi της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 3213/2003.
στ. Άδειες κυκλοφορίας πλωτών και εναερίων μεταφορικών μέσων, καθώς και των κάθε χρήσης οχημάτων και σε περίπτωση απόκτησης ή εκποίησης κατά την διάρκεια του χρόνου που αφορά η δήλωση επιπλέον παραστατικά αγοράς ή πώλησης.
ζ. Παραστατικά για συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση.


στ) Μεταβατικές διατάξεις.

i) Για τους υπόχρεους υποβολής δήλωσης στην Ανεξάρτητη Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 3Α του  ν. 3213/2003 (Παράρτημα 1) :

1. Όσοι υπόχρεοι, κατά το έτος 2016, έχουν ήδη υποβάλλει Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης εγγράφως, είτε αρχική είτε ετήσια (για το έτος 2015) υποχρεούνται να υποβάλλουν και ηλεκτρονικά τις παραπάνω δηλώσεις από την 15η Οκτωβρίου τ.έ. έως και τις 13 Απριλίου 2017, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 66 του Ν. 4409/2016 (ΦΕΚ Α΄ 136/28.07.2016), όπως ισχύει.
2. Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν για πρώτη φορά ηλεκτρονικά ετήσια Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης δηλώνουν το σύνολο των υφιστάμενων κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους που αφορά η δήλωση περιουσιακών τους στοιχείων και όχι μόνο τις μεταβολές που επήλθαν κατά το έτος που αφορά η δήλωση. Η ως άνω υποχρέωση δεν αφορά και την ηλεκτρονική επισύναψη της παραγράφου 6 του άρθρου 4 της με  Αριθμ. πρωτ.: 16327/13.10.2016 απόφασης.
3. Γενικές οδηγίες και επεξηγήσεις, όσον αφορά τη συμπλήρωση και υποβολή των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης και των Δηλώσεων Οικονομικών Συμφερόντων, εκδίδονται από την Επιτροπή του άρθρου 3Α του Ν. 3213/2003 (Α΄309).

ii) Για τους υπόλοιπους υπόχρεους (Παραρτήματα 2, 3, 4 και 5) :

1. Όσοι υπόχρεοι έως τη δημοσίευση της παρούσας δεν έχουν υποβάλει Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. κατά το 2016, μέσω της ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής, υποχρεούνται να υποβάλλουν ηλεκτρονικά τις παραπάνω δηλώσεις.
2. Κατά την υποβολή της πρώτης ετήσιας ηλεκτρονικής δήλωσης δηλώνεται το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του υπόχρεου, καθώς και η αξία κτήσης τους, εφόσον είναι διαθέσιμη.
3. Γενικές οδηγίες και επεξηγήσεις, όσον αφορά στη συμπλήρωση και υποβολή των δηλώσεων Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ., εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα ελέγχου, ανά κατηγορία υπόχρεου υποβολής δήλωσης.



4) Κυρώσεις, διοικητικά πρόστιμα, ποινικές διατάξεις.

Σε όσους καλούνται από όργανο ελέγχου και δεν ανταποκρίνονται στην κλήση είτε αυτοπροσώπως είτε δια νόμιμου αντιπροσώπου επιβάλλεται από το όργανο ελέγχου πρόστιμο από πενήντα (50) έως τριακόσια (300) ευρώ, το οποίο εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

Όποιος παρεμποδίζει, με οποιονδήποτε τρόπο, το ελεγκτικό έργο της Επιτροπής του άρθρου 3Α και ιδίως αρνείται την παροχή στοιχείων στην Επιτροπή ή στους ορκωτούς ελεγκτές τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών.

Διοικητικό πρόστιμο εκατό πενήντα (150) έως τετρακόσια (400) ευρώ, το οποίο εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, επιβάλλεται σε όποιον υποβάλλει δήλωση μετά την πάροδο της προθεσμίας που προβλέπεται.

Υπόχρεος που παραλείπει να υποβάλει δήλωση μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται, ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Αν η παράλειψη έγινε από αμέλεια, επιβάλλεται χρηματική ποινή. Το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.

Σε περίπτωση που ο υπόχρεος τελεί το αδίκημα με σκοπό την απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου που απέκτησε επωφελούμενος της ιδιότητάς του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ ή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, αν η συνολική αξία της αποκρυπτόμενης περιουσίας του ιδίου και των λοιπών προσώπων για τα οποία αυτός οφείλει να υποβάλει δήλωση υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης. Στον παραπάνω υπαίτιο, επιβάλλεται και αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως πέντε (5) έτη, αν η ποινή είναι φυλάκιση, και από δύο (2) έως δέκα (10) έτη, αν η ποινή είναι κάθειρξη. Η έκπτωση του υπαιτίου από το αιρετό δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό αξίωμα ή τη δημόσια, δημοτική ή κοινοτική θέση που κατέχει, ως συνέπεια της αποστέρησης των πολιτικών του δικαιωμάτων, επέρχεται αυτοδικαίως μόλις η καταδικαστική απόφαση καταστεί αμετάκλητη και δεν μπορεί να αποκλειστεί με εφαρμογή του άρθρου 64 του Ποινικού Κώδικα.

Τρίτος ο οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην παράλειψη δήλωσης περιουσιακών στοιχείων τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή.

Τα φυσικά πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν. 3691/2008 που παραβιάζουν την υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν.3213/2003 τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

Τρίτος, ο οποίος αρνείται την παροχή στοιχείων και πληροφοριών, καθώς και όποιος παρεμποδίζει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου προσώπου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών.

Με την ίδια ποινή (φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών) τιμωρείται όποιος δημοσιεύει τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου ή υπόχρεων προσώπων με τρόπο που αντιβαίνει στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν.3213/2003.

Με την ίδια ποινή τιμωρείται επίσης (φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών), όποιος, παρ’ ότι είναι υπεύθυνος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν.3213/2003, για τη σύνταξη και διαβίβαση καταλόγου των υπόχρεων προσώπων των περιπτώσεων ζ΄, η΄, ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄ της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου του ως άνω νόμου, παραλείπει τη σύνταξη και διαβίβαση του καταλόγου αυτού.

Όπου στις διατάξεις των άρθρων 1 έως 8 του ν.3213/2003 προβλέπεται αθροιστικά ποινή στερητική της ελευθερίας και χρηματική, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 83 περ. ε' του Ποινικού Κώδικα.

Τα περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν στην περίπτωση κάποιου από τα αδικήματα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 του ν.3213/2003, δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση, εκτός αν ο υπαίτιος αποδεικνύει τη νόμιμη προέλευσή τους.

Το μερίδιο συμμετοχής που ανήκει άμεσα ή έμμεσα στον υπαίτιο του αδικήματος της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν.3213/2003 και τα προϊόντα, το εισόδημα ή τα άλλα οφέλη που αποκτήθηκαν από το μερίδιο αυτό ή τη συμμετοχή στη διοίκηση της εξωχώριας εταιρείας δημεύονται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση.

Αν τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε δήμευση, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις, δεν υπάρχουν πλέον, δεν έχουν βρεθεί, δεν είναι δυνατόν να κατασχεθούν ή ανήκουν σε τρίτο σε βάρος του οποίου δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί δήμευση, δημεύονται περιουσιακά στοιχεία του υπαιτίου ίσης αξίας με αυτά κατά το χρόνο της καταδικαστικής απόφασης, όπως προσδιορίζονται από το δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει και χρηματική ποινή μέχρι το ποσό της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, αν κρίνει ότι δεν υπάρχουν πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία για δήμευση ή τα υπάρχοντα υπολείπονται της αξίας των υποκειμένων σε δήμευση.

Σε βάρος του ελεγχόμενου καταλογίζεται χρηματικό ποσό μέχρι της αξίας περιουσιακού αποκτήματος, το οποίο απέκτησε ο ίδιος, ο/η σύζυγός του ή το ανήλικο τέκνο του, εφόσον η προέλευση του περιουσιακού οφέλους δεν δικαιολογείται. Ο καταλογισμός γίνεται υπέρ του Δημοσίου από το αρμόδιο τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Ο καταλογισμός αποκλείεται εάν το περιουσιακό στοιχείο έχει δημευθεί.

Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για τη διάδοση των πληροφοριών σχετικά με καταδικαστική απόφαση για εγκλήματα του ν.3213/2003, συμπεριλαμβανομένης της ανάρτησης της απόφασης στο διαδίκτυο, καθώς και της πλήρους ή μερικής δημοσίευσής της στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.




5) Διαδικασία ελέγχου των δηλώσεων από τα αρμόδια όργανα. Κατάλογος ελεγχόμενων προσώπων.

Ο έλεγχος της αρχικής δήλωσης αφορά στη διαπίστωση του αληθούς περιεχομένου για τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία. Για τα μετέπειτα έτη ο έλεγχος, πέραν της διαπίστωσης του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης, περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, τη διακρίβωση, εάν η απόκτηση νέων περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων, δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσης των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων. Η δήλωση δεν θεωρείται ανακριβής ή ελλιπής σε περίπτωση επουσιώδους ανακρίβειας ή έλλειψης ή εφόσον, ύστερα από πρόσκληση του οργάνου ελέγχου, αποδεικνύεται η νομιμότητα της πηγής προέλευσης του ανακριβώς δηλωθέντος στοιχείου.

Σε περιπτώσεις δειγματοληπτικού ή στοχευμένου ελέγχου, το αρμόδιο όργανο ελέγχου λαμβάνει υπόψη του και τεχνικές ανάλυσης επικινδυνότητας με τη χρήση πληροφοριακών συστημάτων. Το όργανο ελέγχου μπορεί να καταρτίζει πρόγραμμα συνοπτικών ή/ και ειδικών - θεματικών ελέγχων, δίχως να θίγεται η δυνατότητα επέκτασής τους σε τακτικούς.

Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, το όργανο ελέγχου μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία, εντός ρητής προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες, η οποία μπορεί να παραταθεί για διάστημα δέκα (10) το πολύ ημερών. Σε έκτακτες περιπτώσεις αδυναμίας των ελεγχόμενων προσώπων για έγκαιρη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, το όργανο ελέγχου δύναται κατ' εξαίρεση να παρατείνει την προθεσμία με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση.

Η Επιτροπή του άρθρου 3A για τις δηλώσεις της αρμοδιότητάς της, μπορεί να ζητά από τα υπόχρεα πρόσωπα όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων της, στις οποίες περιλαμβάνονται και ομαδοποιημένες πληροφορίες που αφορούν ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών ή δραστηριοτήτων φυσικών ή νομικών προσώπων ή οντοτήτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, τις κρατικές χρηματοδοτήσεις τους, τις ιδιωτικές και τις παντός είδους εισφορές ή προσφορές. Η Επιτροπή αξιολογεί και διερευνά τις πληροφορίες που διαβιβάζονται ή καθ' οιονδήποτε τρόπο περιέρχονται σε αυτήν σχετικά με την υποβολή των δηλώσεων, τις ανακρίβειες ή ελλείψεις αυτών. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής, υπηρεσίας ή Οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα, καθώς και στο σύστημα «Τειρεσίας» και μπορεί να ζητά, στο πλαίσιο των ελέγχων και των ερευνών, τη συνεργασία και την παροχή στοιχείων κάθε είδους από φυσικά πρόσωπα, δικαστικές, προανακριτικές ή ανακριτικές αρχές, δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου και οργανισμούς οποιασδήποτε μορφής, υποχρεουμένων όλων στην άμεση παροχή των ανωτέρω στοιχείων, ενημερώνουν δε τις αρμόδιες αρχές για περιπτώσεις ελλιπούς συνεργασίας ή μη συμμόρφωσής τους προς τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τον ν.2313/2003. Έναντι της Επιτροπής δεν ισχύει, κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών της, οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο, με την επιφύλαξη των άρθρων 212, 261 και 262 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σε κάθε περίπτωση και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, η Επιτροπή συνεπικουρείται στο έργο της από επίκουρο Εισαγγελέα Διαφθοράς του ν. 4139/2013, τον οποίο προτείνει ο Εισαγγελέας Διαφθοράς μετά από αίτημα της Επιτροπής. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς ελεγκτές και ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τα στοιχεία των δηλώσεων και των αντίστοιχων δικαιολογητικών και συντάσσουν αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στην Επιτροπή για την υποβοήθηση του έργου της. Προς τον ίδιο σκοπό, η Επιτροπή μπορεί να ζητά τη συνδρομή οποιασδήποτε δημόσιας ελεγκτικής αρχής προσδιορίζοντας το αντικείμενό της. Με το πέρας κάθε ελέγχου, η Επιτροπή αποφασίζει αν πρέπει να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να διαβιβαστεί με αιτιολογημένο και εμπεριστατωμένο πόρισμά της στον αρμόδιο Εισαγγελέα, εφόσον τα στοιχεία κρίνονται βάσιμα και επαρκή. Αν συντρέχει περίπτωση καταλογισμού, το πόρισμα αποστέλλεται και στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και εφόσον κρίνεται ανάγκη διερεύνησης επί θεμάτων φορολογικής ή άλλης αρχής ή υπηρεσίας, το πόρισμα αποστέλλεται και σε αυτές. Σε περίπτωση υποθέσεως που τέθηκε στο αρχείο, αυτή δύναται να ανασυρθεί μόνο όταν γίνεται επίκληση ή αναφαίνονται νέα πραγματικά στοιχεία που δικαιολογούν την επανεξέταση ή καθίσταται αναγκαίος ο συσχετισμός της υποθέσεως με άλλη έρευνα της Επιτροπής.

Η διαδικασία ελέγχου είναι εμπιστευτική. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ο Πρόεδρος, τα Μέλη, το προσωπικό της Επιτροπής, καθώς και τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν.3213/2003 έχουν υποχρέωση να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας και να απέχουν από την εξέταση υποθέσεων για τις οποίες υπάρχει πιθανότητα σύγκρουσης συμφερόντων ή στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα συγγενικά ή οικεία. Έχουν καθήκον να τηρούν εχεμύθεια για πληροφορίες των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η υποχρέωση αυτή διατηρείται και μετά από την αποχώρησή τους από την Επιτροπή ή την εκτέλεση των καθηκόντων. Οι παραβαίνοντες το ανωτέρω καθήκον εχεμύθειας τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.

Μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους ο αρμόδιος φορέας, στον οποίον υπάγονται οι υπόχρεοι ετήσιας Δ.Π.Κ., οφείλει να καταχωρίσει ηλεκτρονικά, μέσω της ενιαίας διαδικτυακής εφαρμογής, τον προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 3 του Ν. 3213/2003 κατάλογο των ελεγχόμενων προσώπων και να τον οριστικοποιήσει, προκειμένου να κοινοποιηθεί στο αρμόδιο όργανο ελέγχου. Ο κατάλογος θα περιλαμβάνει υπόχρεους, που απέκτησαν, κατέχουν ή απώλεσαν την ιδιότητα του υπόχρεου στην προηγούμενη χρήση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η μη ύπαρξη υπόχρεων πρέπει να δηλώνεται ηλεκτρονικά με την οριστικοποίηση μηδενικού καταλόγου από πιστοποιημένο χρήστη του φορέα.



6) Συμπεράσματα, επισημάνσεις, προβληματισμοί.

α) Όλοι οι υπόχρεοι με μεταβολές στα στοιχεία των δηλώσεων Δ.Π.Κ και Δ.Ο.Σ. κατά το έτος 2015 (υπόχρεοι υποβολής και κατά το προηγούμενο έτος), θα υποβάλλουν τις δηλώσεις τους ηλεκτρονικά από 15 Οκτωβρίου 2016 έως 30 Ιουνίου 2017 μέσω του συστήματος «ΠΟΘeΝ», όπως προκύπτει από τον νόμο, αλλά και από τι αλλεπάλληλες αποφάσεις που έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα.

β) Οι νέοι υπόχρεοι, αυτοί δηλαδή που απέκτησαν ιδιότητα που τους υποχρεώνει σε υποβολή δήλωσης για πρώτη φορά (αρχική δήλωση που περιλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία, στοιχεία οικονομικών συμφερόντων και δραστηριοτήτων), καθώς δεν προκύπτει διαφορετικά από το ν.3213/2003, ούτε από τις τροποποιήσεις που του έγιναν με το ν. 4409/2016 "Πλαίσιο για την ασφάλεια στις υπεράκτιες εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/30/ΕΕ, τροποποίηση του π.δ. 148/2009 και άλλες διατάξεις", θα πρέπει να καταθέσουν τις δηλώσεις τους στις αρμόδιες αρχές ελέγχου εντός προθεσμίας 90 ημερών από την απόκτηση της ιδιότητας. Οι αρμόδιες αρχές δεν είναι σε θέση να απαντήσουν με σιγουριά αν πρέπει να δεχτούν τις δηλώσεις των νέων αυτών υπόχρεων χειρόγραφα, (δεδομένης της αδυναμίας υποβολής της ηλεκτρονικά μέχρι σήμερα (σ.σ. 27.7.2016) από την εφαρμογή ΠΟΘeΝ). Λόγω της μη δυνατότητας υποβολής της δήλωσης ηλεκτρονικά από ορισμένους "νέους" υπόχρεους, καλό θα ήταν πριν ολοκληρωθεί το 90ήμερο να υπάρξει επικοινωνία με την αρμόδια αρχή για περαιτέρω διευκρινίσεις. Να σημειώσουμε εδώ ότι ορισμένες αρχές δέχονται δηλώσεις πόθεν έσχες από νέους υπόχρεους χειρόγραφα, αν και αυτό δεν προβλέπεται πλέον από 1.1.2016. Το πιο πιθανό πάντως είναι, πως αυτοί οι υπόχρεοι ακόμη κι αν καταθέσουν την αρχική τους δήλωση χειρόγραφα στην αρμόδια αρχή, θα καλεστούν όταν ολοκληρωθεί το ηλεκτρονικό σύστημα, να την υποβάλλουν και εκεί…

σ.σ.
Ως προς τον παραπάνω προβληματισμό που εκφράσαμε για την έλλειψη οδηγιών διαδικασίας και προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων για τους νέους υπόχρεους (αλλά και για όσους τυχόν υπέβαλαν τις δηλώσεις τους εντύπως), μετά την έκδοση του εγγράφου με αριθ. πρωτ.: 105/Γ/5.10.2016 της Γ’ Μονάδας της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης) ορίστηκε πως, ειδικά κατά το έτος 2016 (χρήση 2015) ενόψει της έναρξης της ηλεκτρονικής υποβολής, οι νέοι υπόχρεοι πρέπει να καταχωρίσουν την αρχική δήλωση το δυνατόν συντομότερο με την έναρξη λειτουργίας της εφαρμογής και με ημερομηνία αναφοράς το αργότερο 90 ημέρες μετά την απόκτηση της ιδιότητας που τους κατέστησε υπόχρεους καθώς και, όσοι εκ των υπόχρεων έχουν υποβάλει ετήσιες ή αρχικές Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. σε έντυπη μορφή κατά το 2016 πριν την έναρξη λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής, υποχρεούνται να υποβάλουν και ηλεκτρονικά τις παραπάνω δηλώσεις.


7) Κέντρο Εξυπηρέτησης Υπόχρεων σε δήλωση πόθεν έσχες.

Οι ενδιαφερόμενοι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης πόθεν έσχες μπορούν να ενημερώνονται σχετικά, στο "Κέντρο Εξυπηρέτησης Υπόχρεων σε δήλωση πόθεν έσχες" (Κ.Ε.Υ.-ΠΟΘΕΝ) της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης του Υπουργείου Οικονομικών, στον τηλεφωνικό αριθμό 210 48.02.100 (αστική χρέωση), από τις 07:00 έως τις 17:00 κατά τις εργάσιμες ημέρες.



8. Παραρτήματα.

Παράρτημα 1.

Υπόχρεοι υποβολής δήλωσης στην ανεξάρτητη επιτροπή ελέγχου του άρθρου 3Α του ν.3213/2003.

Ως υπόχρεοι υποβολής δήλωσης περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους στην επιτροπή αυτή ορίζονται τα παρακάτω πρόσωπα:

1. Ο Πρωθυπουργός.

2. Οι Αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.

3. Οι Υπουργοί, οι αναπληρωτές Υπουργοί και οι Υφυπουργοί.

4. Οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές.

5. Οι Περιφερειάρχες, οι Δήμαρχοι και όσοι διαχειρίζονται τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων της περίπτωσης β'.

Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των παραπάνω προσώπων δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής και η δημοσιοποίηση λαμβάνει χώρα μετά τον έλεγχο και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τριών μηνών από την πάροδο της προθεσμίας που ορίζεται για την υποβολή τους. Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων διαρκεί όσο η θητεία των υπόχρεων πλέον τριών ετών από την λήξη αυτής. Το αντικείμενο της δημοσιοποίησης και ιδίως η μορφή, ο τύπος, τα προς δημοσίευση συγκεντρωτικά ή μη στοιχεία ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η δημοσίευση των δημοσιοποιούμενων στοιχείων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το περιεχόμενό τους.


Παράρτημα 2.

Υπόχρεοι υποβολής δήλωσης στην Γ’ Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.

Ως υπόχρεοι υποβολής δήλωσης περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους στον φορέα αυτό ορίζονται τα παρακάτω πρόσωπα:

1. Οι γενικοί και ειδικοί γραμματείς της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και οι υπάλληλοι ή σύμβουλοι ειδικών θέσεων και οι μετακλητοί υπάλληλοι, οι οποίοι τοποθετούνται από μονομελές ή συλλογικό κυβερνητικό όργανο.

2. Ο διοικητής και οι υποδιοικητές της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ) και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ).

3. Οι Γενικοί Γραμματείς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και, όταν διοριστούν, οι Συντονιστές Αποκεντρωμένων Διοικήσεων (άρ. 28 του ν. 4325/2015), οι Αντιπεριφερειάρχες, οι Πρόεδροι και τα μέλη των Περιφερειακών Συμβουλίων, καθώς και οι Προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων των Περιφερειών

4. Οι Αντιδήμαρχοι, οι Πρόεδροι και τα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, των επιτροπών των Δήμων, οι Πρόεδροι και τα μέλη των Δημοτικών Συμβουλίων, οι Πρόεδροι, οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων και οι Γενικοί Διευθυντές των δημοτικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των αμιγών ή μεικτών δημοτικών επιχειρήσεων των ανωτέρω Ο.Τ.Α. και των συνδέσμων Δήμων, καθώς και οι Προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων των Δήμων.

5. Οι Πρόεδροι, οι Αντιπρόεδροι, οι Διοικητές, οι Υποδιοικητές, τα εκτελεστικά μέλη, οι διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι και οι Γενικοί Διευθυντές νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων, δημοσίων οργανισμών, καθώς και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.

6. Οι Πρόεδροι, τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη όλων των επιτροπών διαγωνισμών προμηθειών και παροχής υπηρεσιών των κρατικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και των ενόπλων δυνάμεων, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται, τακτικώς, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, των δημόσιων επιχειρήσεων και των δημόσιων οργανισμών, εφόσον υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ ανά διαγωνισμό, καθώς επίσης ο Γενικός Διευθυντής και Διευθυντές της Γενικής Διεύθυνσης Κρατικών Προμηθειών και οι κατέχοντες θέσεις προϊσταμένων οποιουδήποτε οργανωτικού επιπέδου οργανικών μονάδων προμηθειών στο Δημόσιο και στα ανωτέρω νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, στις δημόσιες επιχειρήσεις και τους δημόσιους οργανισμούς. Την ίδια υποχρέωση υπέχουν ο πρόεδρος και τα μέλη όλων των επιτροπών διαγωνισμού έργων των ανωτέρω φορέων, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις του ν. 1418/1984 (Α' 23) και του π.δ. 609/1985 (Α' 223), εφόσον ο προϋπολογισμός του έργου υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.

7. Οι Δικαστικοί και οι Εισαγγελικοί λειτουργοί και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

8. Ο Διοικητής, οι Υποδιοικητές, οι εντεταλμένοι σύμβουλοι και οι διευθυντές της Τράπεζας της Ελλάδος.

9. Οι Πρόεδροι, οι Αντιπρόεδροι, οι Διευθύνοντες σύμβουλοι, οι Διοικητές, οι Υποδιοικητές, τα εκτελεστικά μέλη Δ.Σ. και οι γενικοί διευθυντές πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθώς και επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.

10. Ο Πρόεδρος και τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικά Χρηματιστήρια ΑΕ (ΕΧΑΕ) και οι κατέχοντες διευθυντική θέση στην εταιρία αυτή σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα οργανισμό της ή σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου.

11. Ο Πρόεδρος και τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των ελεγχόμενων από της Ελληνικά Χρηματιστήρια ΑΕ (ΕΧΑΕ) ανωνύμων εταιριών και οι κατέχοντες διευθυντική θέση στις εταιρίες αυτές σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό της εταιρίας ή σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου.

12. Ο Πρόεδρος και τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε άλλου φορέα οργανωμένης χρηματιστηριακής αγοράς που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα και οι κατέχοντες διευθυντική θέση σε αυτόν σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό του ή σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου.

13. Οι ιδιοκτήτες, οι μέτοχοι, οι εταίροι, οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα εκτελεστικά μέλη του Δ.Σ., οι διαχειριστές, καθώς και οι γενικοί διευθυντές και οι διευθυντές ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει έχουν την εκμετάλλευση τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών, καθώς και ραδιοφωνικών σταθμών, όπως και των βασικών μετόχων αυτών.

14. Οι ιδιοκτήτες, οι μέτοχοι, οι εταίροι, οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα εκτελεστικά μέλη του Δ.Σ., οι διαχειριστές, καθώς και οι γενικοί διευθυντές και οι διευθυντές ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που εκμεταλλεύονται διαδικτυακά ενημερωτικά μέσα ή εκδίδουν ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας ή τοπικής κυκλοφορίας, όπως και των βασικών μετόχων αυτών.

15. Οι δημοσιογράφοι μέλη των οικείων ενώσεων συντακτών, καθώς και όσοι παρέχουν δημοσιογραφικές υπηρεσίες σε επιχειρήσεις έκδοσης εντύπων και σε ραδιοτηλεοπτικά ή διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης με σύμβαση εργασίας ή έργου.

16. Οι ιατροί Διευθυντές και Συντονιστές Διευθυντές που υπηρετούν στα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), στα στρατιωτικά νοσοκομεία, σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία, κλινικές και εργαστήρια, καθώς και στο Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (ΠΕΔΥ).

17. Οι πρόεδροι, τα μέλη και οι προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης και Διεύθυνσης όλων των Ανεξάρτητων Αρχών, συμπεριλαμβανομένων των ανεξάρτητων διοικητικών και ρυθμιστικών Αρχών, της Επιτροπής Ανταγωνισμού, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και οι Ειδικοί Επιθεωρητές που εργάζονται με απόσπαση στο γραφείο του.

18. Οι Αρχηγοί, Υπαρχηγοί, διευθυντές κλάδων του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, των Γενικών Επιτελείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, οι δικαστικοί λειτουργοί του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και ο Γενικός Διευθυντής και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας.

19. Οι αρχηγοί και οι υπαρχηγοί της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.

20. Το προσωπικό της υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας και του Λιμενικού Σώματος- Ελληνικής Ακτοφυλακής.

21. Οι Γενικοί Διευθυντές του Υπουργείου Οικονομικών, οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.),των Διαπεριφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Δ. Ε. Κ.) του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕ.ΦΟ.ΜΕ.Π.), του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων Ελέγχου και όλοι οι υπάλληλοι που υπηρετούν στα Τμήματα Ελέγχου των παραπάνω υπηρεσιών, καθώς και όλοι οι υπάλληλοι που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα και υπηρετούν στις υπηρεσίες αυτές, ο Προϊστάμενος Διεύθυνσης της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων των Τελωνείων, οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων Γενικών Θεμάτων και Τελωνειακών Διαδικασιών των Τελωνείων, όλοι οι υπάλληλοι των Τελωνείων που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα, οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων και Τμημάτων, καθώς και οι υπάλληλοι των Ελεγκτικών Υπηρεσιών Τελωνείων (ΕΛ.Υ.Τ.) και της Διεύθυνσης Παρακολούθησης και Ελέγχου Ανασταλτικών Καθεστώτων (ΔΙ.Π.Ε.Α.Κ). καθώς και οι Προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων των Κτηματικών Υπηρεσιών του Δημοσίου.

22. Οι Προϊστάμενοι των Επιχειρησιακών Διευθύνσεων Ειδικών Υποθέσεων του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ), οι Προϊστάμενοι των Περιφερειακών Διευθύνσεων και Τμημάτων ελέγχου-δράσης αυτών, καθώς και οι υπάλληλοι -ελεγκτές που υπηρετούν στις παραπάνω υπηρεσίες.

23. Οι προϊστάμενοι και οι υπάλληλοι των οργανικών μονάδων δόμησης οποιουδήποτε οργανωτικού επιπέδου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

24. Το προσωπικό της Ειδικής Γραμματείας Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, καθώς και οι Πρόεδροι, Διευθύνοντες Σύμβουλοι ή διαχειριστές των εταιριών του ιδιωτικού τομέα που μετέχουν σε τέτοιου είδους συμπράξεις.

25. Ο Πρόεδρος και τα μέλη ΔΣ Αθλητικών Ομοσπονδιών και τα πρόσωπα που είναι μέλη Διοίκησης Αθλητικών Ανωνύμων Εταιριών (Α.Α.Ε.) ή Τμημάτων Αμειβόμενων Αθλητών (Τ.Α.Α.) ή τους έχει ανατεθεί η διαχείριση Τ.Α.Α. ή είναι μέτοχοι Α.Α.Ε. με συνολικό ποσοστό μεγαλύτερο του 1% του μετοχικού της κεφαλαίου. Σε περίπτωση που το εν λόγω ποσοστό συμμετοχής ανήκει σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ή εταιρία, η υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης βαρύνει τον πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αυτών.

26. Οι αξιολογημένοι διαιτητές, βοηθοί διαιτητές και παρατηρητές διαιτησίας πρωταθλημάτων επαγγελματικού αθλητισμού και όσοι μετέχουν στα αντίστοιχα όργανα ή τις επιτροπές διαιτησίας, καθώς και ο Πρόεδρος, τα μέλη της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού και οι αναπληρωτές αυτών.

27. Οι Πρόεδροι, Διευθύνοντες Σύμβουλοι, οι εντεταλμένοι σύμβουλοι και Γενικοί Διευθυντές των αναφερόμενων στις περιπτώσεις ε' και στ' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 280 Α') όπως αυτές ισχύουν, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, εφόσον τα νομικά αυτά πρόσωπα είναι φορείς ανάθεσης και εκτέλεσης δημόσιων έργων ή ανάθεσης και εκπόνησης μελετών δημόσιων έργων.

28. Οι Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και Τμημάτων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ως και οι σύμφωνα με τα άρθρα 28 του π.δ. 609/1985 (Α' 223) και 15 του ν. 716/1977 (Α' 205) ασκούντες καθήκοντα επιβλεπόντων μηχανικών δημόσιων έργων και μελετών δημοσίων έργων. Οι κατέχοντες αντίστοιχες θέσεις στο Δημόσιο, στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, εφόσον κατά το νόμο ή τον οργανισμό του οικείου Υπουργείου ή του νομικού προσώπου έχουν αρμοδιότητες σχετικές με την ανάθεση δημόσιων έργων ή μελετών δημόσιων έργων ή ασκούν καθήκοντα επιβλεπόντων μηχανικών δημόσιων έργων ή μελετών.

29. Ο Ιδιοκτήτης, οι Εταίροι, οι Βασικοί Μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα διευθυντικά στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα και φέρουν οποιαδήποτε από τις ανωτέρω ιδιότητες σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, εφόσον το αντικείμενό τους υπερβαίνει τα αναφερόμενα στην περίπτωση 6 ποσά ανά περίπτωση.

30. Τα μέλη και οι εισηγητές των γνωμοδοτικών επιτροπών, τα μέλη των οργάνων ελέγχου τα επιφορτισμένα με την εκταμίευση των ενισχύσεων όργανα, τα μέλη των οργάνων αξιολόγησης και εξέτασης των επενδυτικών σχεδίων, ελέγχου επενδύσεων και εκταμίευσης των παρεχόμενων ενισχύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.

31. Οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων Αλλοδαπών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων.

32. Τα μέλη των Επιτροπών Εξετάσεων Υποψηφίων Οδηγών.

33. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Κοινωνίας της Πληροφορίας, οι Διευθυντές και οι Αναπληρωτές Διευθυντές των Επιχειρησιακών Μονάδων. Τα μέλη του Μητρώου Αξιολογητών Δράσεων Κρατικών Ενισχύσεων και άλλοι εξωτερικοί συνεργάτες που έχουν συμμετάσχει σε αξιολογήσεις, Γνωμοδοτικές Επιτροπές και Επιτροπές Προσφυγών Δράσεων Κρατικών Ενισχύσεων, οι Πρόεδροι και τα Μέλη Επιτροπών Αξιολόγησης Προσφορών κάθε βαθμού, καθώς και Επιτροπών Προσφυγών έργων Δημοσίου Τομέα, οι Πρόεδροι και τα Μέλη των επιτροπών Παρακολούθησης και Παραλαβής Έργων Δημοσίου Τομέα, οι Υπεύθυνοι Έργων Δημοσίου Τομέα και Δράσεων Κρατικών Ενισχύσεων. Οι Προϊστάμενοι, οι αναπληρωτές Προϊστάμενοι και οι Προϊστάμενοι Μονάδων όλων των Ειδικών Υπηρεσιών και των λοιπών φορέων που ασκούν καθήκοντα ή και αρμοδιότητες διαχείρισης, εφαρμογής, συντονισμού και ελέγχου, στο πλαίσιο των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων της Προγραμματικής Περιόδου 2007 - 2013 και 2014 - 2020.

34. Οι προϊστάμενοι των Υπηρεσιών Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

35. Ο πρόεδρος και οι διαχειριστές Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (Μ.Κ.Ο.) που επιχορηγούνται από το κράτος.

36. Το προσωπικό του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ) και του Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ) που ασκεί καθήκοντα ελεγκτικής μορφής ή χορήγησης αδειών κάθε μορφής και οι προϊστάμενοι των παραπάνω υπηρεσιών.
37. Κάθε άλλο πρόσωπο για το οποίο προβλέπεται υποχρέωση υποβολής δήλωσης από ειδική διάταξη νόμου.


Παράρτημα 3.

Υπόχρεοι υποβολής δήλωσης στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.

Ως υπόχρεοι υποβολής δήλωσης περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ορίζονται τα παρακάτω πρόσωπα:

1. Τα μέλη όλων των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου του Δημοσίου, οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων οποιασδήποτε Υπηρεσίας Επιθεώρησης, Εσωτερικού Ελέγχου ή Εσωτερικών Υποθέσεων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού, καθώς και οι υπάλληλοι των μονάδων αυτών που ασκούν οποιαδήποτε ελεγκτικά καθήκοντα.

2. Οι προϊστάμενοι Διευθύνσεων των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ. Ε.) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

3. Ο πρόεδρος, τα μέλη και οι υπάλληλοι της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.


Παράρτημα 4.

Υπόχρεοι υποβολής δήλωσης στον εποπτεύοντα την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών.

Ως υπόχρεοι υποβολής δήλωσης περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους στον εποπτεύοντα την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας ορίζονται τα παρακάτω πρόσωπα:

1. Το αστυνομικό προσωπικό, οι συνοριακοί φύλακες, οι ειδικοί φρουροί και το πολιτικό προσωπικό που υπηρετούν στην Ελληνική Αστυνομία, καθώς και το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος.

2. Οι Σωφρονιστικοί υπάλληλοι και οι εξωτερικοί φρουροί των καταστημάτων κράτησης.

3. Οι προϊστάμενοι των Δασαρχείων και των Δασονομείων.


Παράρτημα 5.

Υπόχρεοι υποβολής δήλωσης στον εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά.

Ως υπόχρεοι υποβολής δήλωσης περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους και των ανήλικων τέκνων τους στον εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά ορίζεται το προσωπικό του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, καθώς και το πολιτικό προσωπικό του τέως Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού.


Παράρτημα 6.

Πρόσωπα που επισυνάπτουν αντίγραφα των αναγκαίων εγγράφων, από τα οποία προκύπτει η δηλούμενη περιουσιακή κατάσταση.

α)
1. Ο Πρωθυπουργός.
2. Οι Αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
3. Οι Υπουργοί, οι αναπληρωτές Υπουργοί και οι Υφυπουργοί.
4. Οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές.
5. Οι Περιφερειάρχες, οι Δήμαρχοι και όσοι διαχειρίζονται τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων της περίπτωσης β'.

β)
1) Γενικοί και Ειδικοί Γραμματείς της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης,
2) Γενικοί Γραμματείς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και των Συντονιστών Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, όταν αυτοί διοριστούν (άρθρο 28 του ν. 4325/2015),
3) Πρόεδροι, Αντιπρόεδροι, Διοικητές και διευθύνοντες σύμβουλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών,
4) Δικαστικοί και Εισαγγελικοί λειτουργοί των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας,
5) Πρόεδρος και Αντιπρόεδροι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
6) Ιδιοκτήτες, βασικοί μέτοχοι, πρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι, διαχειριστές, καθώς και γενικοί διευθυντές και διευθυντές ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει έχουν την εκμετάλλευση:
     i) τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών, και
    ii) επιχειρήσεων ή εταιρειών που εκμεταλλεύονται ή εκδίδουν ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας, όπως και των βασικών μετόχων αυτών,
7) Αρχηγοί και Υπαρχηγοί της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.



Συχνές ερωτήσεις - απαντήσεις



https://www.pothen.gr


1. Πότε ο υπόχρεος υποβάλλει δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν.3213/2003 (αρχική δήλωση);

Ο υπόχρεος υποβάλλει αρχική δήλωση περιουσιακής κατάστασης μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες, από την ημερομηνία απόκτησης, ιδιότητας που τον καθιστά υπόχρεο. Διευκρινίζεται ότι αποτελεί δήλωση αρχικού διορισμού και όχι την πρώτη δήλωση περιουσιακής κατάστασης.

2. Τι περιλαμβάνει η αρχική δήλωση περιουσιακής κατάστασης;

Η αρχική δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της, περιουσιακά στοιχεία υπόχρεου, συζύγου και των ανήλικων τέκνων αυτών.

3. Πότε ο υπόχρεος υποβάλλει ετήσια δήλωση περιουσιακής κατάστασης (ΔΠΚ);

Ο υπόχρεος υποβάλλει κάθε έτος, εφόσον διατηρεί την ιδιότητά του και για ένα (1) έτος μετά την απώλεια αυτής. Η υποχρέωση υποβολής της ΔΠΚ για ένα (1) έτος μετά την απώλεια της ιδιότητας του υπόχρεου αφορά στο αμέσως επόμενο ημερολογιακό έτος, από το έτος απώλειας αυτής. Όσοι άσκησαν καθήκοντα για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα κατά το 2015, θα υποβάλλουν ετήσια δήλωση περιουσιακής κατάστασης (το 2016) ακόμη και αν στη συνέχεια απώλεσαν την ιδιότητα, που τους καθιστά υπόχρεους υποβολής ΔΠΚ. Ειδικά για τις περιπτώσεις α’ έως ε’ του άρθρ. 1 της παρ. 1 του ν.3213/2003 όπως ισχύει, που αφορούν στους υπόχρεους στην Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, Άρθρου 3Α, η υποχρέωση υφίσταται για τρία (3) έτη μετά την απώλεια της ιδιότητας του υπόχρεου. Τα παραπάνω ισχύουν εκτός αν προβλέπεται διαφορετική περίοδος από ειδική διάταξη νόμου.

4.Τι περιλαμβάνει η ετήσια ΔΠΚ;

Η ετήσια ΔΠΚ περιλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους περιουσιακά στοιχεία, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Κατά την υποβολή της ΔΠΚ ο υπόχρεος επικαιροποιεί την περιουσιακή του κατάσταση σε σχέση με την τελευταία (ηλεκτρονικά) υποβληθείσα ΔΠΚ και διατηρεί αναλλοίωτα τα στοιχεία, τα οποία δεν έχουν μεταβληθεί. Κατά την πρώτη ηλεκτρονική υποβολή, η ετήσια ΔΠΚ περιλαμβάνει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του υπόχρεου και όχι μόνον τις μεταβολές.

5. Καταχωρίζονται περιουσιακά στοιχεία που αποκτούνται και εκποιούνται/διαγράφονται εντός του ιδίου έτους;

Σε περίπτωση απόκτησης και απώλειας οποιουδήποτε εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου, εντός του έτους που αφορά η δήλωση, δηλώνονται και οι δύο μεταβολές. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση απόκτησης και μεταβίβασης, εντός του έτους που αφορά η δήλωση, οχημάτων, πλωτών και εναερίων μέσων, καθώς και συμμετοχών σε κάθε είδους εταιρία.

6. Πρέπει η ΔΠΚ να εγκριθεί και από τον/την σύζυγο του υπόχρεου κατά την υποβολή;

Η ΔΠΚ είναι κοινή για τον υπόχρεο και τον/την σύζυγο. Η ΔΠΚ πρέπει να εγκριθεί/οριστικοποιηθεί και από τον/την σύζυγο του υπόχρεου. Η έγκριση από τον/την σύζυγο γίνεται μετά την οριστικοποίηση της ΔΠΚ από τον υπόχρεο. Ο/Η σύζυγος του υπόχρεου πρέπει να συνδεθεί εκ νέου στο σύστημα, κάνοντας χρήση των προσωπικών κωδικών στο TAXISnet. Σε περίπτωση άρνησης ή αδυναμίας, του ή της συζύγου του υπόχρεου, να υποβάλλει κοινή δήλωση, η δήλωση υποβάλλεται μόνον από τον υπόχρεο, ο οποίος οφείλει να αναφέρει συγχρόνως στις παρατηρήσεις του συστήματος, το γεγονός της άρνησης ή αδυναμίας έγκρισης από τον/την σύζυγο, σε ένα από τα διαθέσιμα πεδία οποιασδήποτε καρτέλας περιουσιακού στοιχείου.

7. Με ποιό τρόπο ο/η σύζυγος εγκρίνει τα περιεχόμενα της ΔΠΚ που τον/την αφορούν;

Μετά την οριστικοποίηση της ΔΠΚ από τον υπόχρεο, ο/η σύζυγος πρέπει να συνδεθεί εκ νέου στο σύστημα, με τους προσωπικούς (διακριτούς) κωδικούς TAXISnet. Μέσω του κουμπιού/επιλογής “Προβολή Δήλωσης (pdf)” το σύστημα παρέχει τη δυνατότητα στο/στη σύζυγο του υπόχρεου, να εμφανίσει μόνο τα ατομικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς και αυτά των ανήλικων τέκνων που έχει υποβάλλει με τη ΔΠΚ του, ο υπόχρεος. Η έγκριση γίνεται μετά την επιλογή του κουμπιού “Οριστικοποίηση”. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι ο υπόχρεος προηγουμένως να έχει οριστικοποιήσει τη ΔΠΚ.

8. Μετά την οριστικοποίηση της ΔΠΚ και εφόσον διαπιστωθεί από τον υπόχρεο ότι υποβλήθηκαν λάθος στοιχεία, τι ενέργειες πρέπει να γίνουν;

Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης μπορούν να συμπληρωθούν αυθορμήτως από τον υπόχρεο εντός μηνός από την υποβολή της δήλωσης, βάσει της παρ. 4, του αρθρ. 2, του ν. 3213/2003 (Α’ 309/2003).

9. Τα στοιχεία που αντλούνται στο σύστημα ΠΟΘΕΝ από το σύστημα TAXIS είναι επαρκή για την πληρότητα της ΔΠΚ;

Όχι. Για τη συμπλήρωση της ΔΠΚ απαιτούνται επιπλέον στοιχεία που αφορούν στην περιουσιακή κατάσταση υπόχρεου, συζύγου και ανήλικων τέκνων (π.χ. κάθε περιουσιακό στοιχείο στο εξωτερικό, εμπράγματα δικαιώματα στην ημεδαπή που δηλώνονται από άλλο ΑΦΜ από αυτό του υπόχρεου και με διακριτούς κωδικούς TAXISnet, μοτοσυκλέτες κ.α.). Ενδεχόμενη διαφοροποίηση των πραγματικών στοιχείων σε σχέση με αυτά που αντλούνται από το σύστημα TAXIS δεν απαλλάσσει τον υπόχρεο από την ευθύνη για την ορθή καταχώρισή τους.

10. Στη ΔΠΚ πρέπει να καταχωρηθούν τα περιουσιακά στοιχεία όλων των τέκνων;

Ο υπόχρεος δηλώνει στη ΔΠΚ την περιουσιακή κατάσταση μόνον των ανήλικων τέκνων αυτού και του/της συζύγου.

11. Συμπληρώνονται υποχρεωτικά όλοι οι πίνακες της ΔΠΚ;

Ναι. Οι πίνακες της ΔΠΚ συμπληρώνονται υποχρεωτικά εφόσον ο υπόχρεος έχει στην κατοχή του αντίστοιχα με τους πίνακες περιουσιακά στοιχεία. Η επιλογή του σχετικού κουμπιού/check box «Επιβεβαιώνω την ορθότητα και την πληρότητα των ανωτέρω στοιχείων...» γίνεται σε όλους τους πίνακες ακόμη και σε αυτούς που δεν έχουν δηλωθεί αντίστοιχα περιουσιακά στοιχεία (λόγω μη ύπαρξης).

12. Πως ολοκληρώνεται η οριστικοποίηση/υποβολή της ΔΠΚ;

Κατά τη διαδικασία συμπλήρωσης της ΔΠΚ, ο υπόχρεος επιλέγει σε κάθε πίνακα το κουτί/check box “Επιβεβαιώνω την ορθότητα και την πληρότητα των ανωτέρω στοιχείων...”. Στη συνέχεια ο υπόχρεος επιλέγει το ενεργοποιημένο πλέον κουμπί “Οριστικοποίηση Δήλωσης”.

13. Πότε ο υπόχρεος επισυνάπτει έγγραφα στην ηλεκτρονική ΔΠΚ;

Τα συνυποβαλλόμενα εκ του νόμου (άρθρ. 2 παρ.1, περ. γ΄ του ν. 3213/2003), δεδομένα των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και περιουσιακής κατάστασης, επισυνάπτονται αυτόματα ηλεκτρονικά στην υποβαλλόμενη ΔΠΚ και ως εκ τούτου, ο υπόχρεος κατά την ηλεκτρονική υποβολή, δε χρειάζεται να κάνει οποιαδήποτε σχετική ενέργεια. Οι υπόχρεοι μπορούν να επισυνάπτουν (εφόσον το επιθυμούν) οποιοδήποτε δικαιολογητικό θεωρούν ότι συμβάλει στην πληρότητα της δήλωσης τους και επιβεβαιώνει την ακρίβεια των στοιχείων που παραθέτουν. Υπόχρεοι που ανήκουν στις κατηγορίες των υποχρεωτικά ελεγχόμενων ιδιοτήτων ή/και σε όσους εμφανισθεί σχετικό μήνυμα στην καρτέλα «Στοιχεία Υπόχρεου» του συστήματος, οφείλουν να επισυνάψουν ηλεκτρονικά, τα δικαιολογητικά που αναφέρονται αναλυτικά σε επόμενη σχετική ερώτηση. Τέλος, όσοι έλαβαν αναδρομικά προηγούμενων ετών, από μισθωτές υπηρεσίες, οφείλουν να επισυνάψουν ηλεκτρονικά τη σχετική βεβαίωση αποδοχών, στην οποία αναγράφονται αναλυτικά τα εισπραχθέντα ποσά αναδρομικών.

14. Πότε υποβάλλεται η Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων (ΔΟΣ);

Η ΔΟΣ υπάρχει σαν ξεχωριστός πίνακας στο σύστημα υποβολής ΔΠΚ. Η ΔΟΣ υποβάλλεται ταυτόχρονα με τη ΔΠΚ.

15. Μετά την υποβολή αρχικής ΔΠΚ υπάρχει υποχρέωση υποβολής ετήσιας ΔΠΚ μέσα στο ίδιο έτος;

Όχι.

16. Στην περίπτωση που ο/η σύζυγος δεν κατέχει κανένα περιουσιακό στοιχείο υποχρεούται να συμφωνήσει με την ΔΠΚ του/της υπόχρεου;

Ο/η σύζυγος υποχρεούται σε κάθε περίπτωση να συμφωνήσει με τη ΔΠΚ της/του υπόχρεου.

17. Πώς δηλώνονται τα κοινά περιουσιακά στοιχεία του υπόχρεου με τον/την σύζυγο (π.χ ακίνητο εξ αδιαιρέτου);

Σε κάθε περίπτωση ακινήτου και όσον αφορά στον υπόχρεο θα πρέπει να καταχωρίζονται στην ίδια εγγραφή/καταχώριση, όλα τα εμπράγματα δικαιώματά του, για το ίδιο ακίνητο και στο ποσοστό που του αναλογεί. Αντίστοιχη ξεχωριστή καταχώριση θα πρέπει να πραγματοποιείται και για το/τη σύζυγο, υπόχρεου προσώπου.

18. Σε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1), τι ενέργειες πρέπει να γίνουν;

Στην περίπτωση αυτή ο υπόχρεος πρέπει να επικοινωνήσει με το αρμόδιο όργανο ελέγχου.

19. Αν είναι και ο/η σύζυγος υπόχρεος/η σε υποβολή ΔΠΚ από άλλη ιδιότητα υποβάλλεται μία μόνο ΔΠΚ;

Όχι. Ο καθένας από τους συζύγους υποβάλλει ξεχωριστή ΔΠΚ εκ της δικής του ιδιότητας.

20. Οι αλλαγές που πραγματοποιούν οι υπόχρεοι στα στοιχεία που αντλούνται στο σύστημα ΠΟΘΕΝ από το σύστημα TAXIS, αποθηκεύονται και στα δύο συστήματα;

Όχι. Το σύστημα ΠΟΘΕΝ και το σύστημα TAXIS είναι ανεξάρτητα συστήματα. Διαλειτουργούν μεταξύ τους με τρόπο που να διευκολύνεται ο υπόχρεος στη προσυμπλήρωση της δήλωσης με ατομικά του στοιχεία τα οποία είναι ήδη καταχωρημένα στο TAXIS. Οι αλλαγές που πραγματοποιούνται σε αυτά τα στοιχεία παραμένουν αποθηκευμένα μόνο στο σύστημα ΠΟΘΕΝ.

21. Κατά τη διαδικασία υποβολής της ΔΠΚ, πότε επιλέγεται από τον υπόχρεο η τιμή «ΑΛΛΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ»;

Επιλέγεται όταν καμία άλλη εκ των προτεινόμενων από το σύστημα τιμών δε μπορεί να σχετισθεί με το υπό καταχώρηση στοιχείο. Στην περίπτωση αυτή ο υπόχρεος πρέπει να καταχωρίσει επιπλέον, στο σχετικό πεδίο παρατηρήσεων, την αναλυτική του περιγραφή.

22. Υπόχρεος που έχει υποβάλλει ηλεκτρονικά ετήσια ΔΠΚ 2016 (φορολογικό 2015), πριν την 15η Οκτωβρίου 2016, έχει υποχρέωση να υποβάλλει εκ νέου, μετά την ημερομηνία αυτή;

Όχι, εφόσον η ετήσια ΔΠΚ 2016, έχει υποβληθεί ηλεκτρονικά μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής και προς το αρμόδιο όργανο ελέγχου.

23. Με ποιές ιδιότητες οι υπόχρεοι, είναι υποχρεωτικά ελεγχόμενοι από τα όργανα ελέγχου και ποιά πρόσθετα δικαιολογητικά οφείλουν να επισυνάψουν κατά την ηλεκτρονική υποβολή;

Υποχρεωτικά ελεγχόμενοι είναι οι υπόχρεοι με τις εξής ιδιότητες:
Πρωθυπουργός
Αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
Υπουργοί, αναπληρωτές Υπουργοί και Υφυπουργοί.
Βουλευτές και ευρωβουλευτές.
Περιφερειάρχες, Δήμαρχοι και όσοι διαχειρίζονται τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων, που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
Γενικοί και Ειδικοί Γραμματείς της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης.
Γενικοί Γραμματείς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και οι Συντονιστές των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων.
Πρόεδροι, Αντιπρόεδροι, Διοικητές και Διευθύνοντες Σύμβουλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων οργανισμών.
Δικαστικοί και Εισαγγελικοί λειτουργοί των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας.
Πρόεδρος και Αντιπρόεδροι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Ιδιοκτήτες, βασικοί μέτοχοι, πρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι, διαχειριστές, καθώς και γενικοί διευθυντές και διευθυντές ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών, που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει έχουν την εκμετάλλευση:
τηλεοπτικών σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών, και
επιχειρήσεων ή εταιρειών που εκμεταλλεύονται ή εκδίδουν ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας.
Αρχηγοί και Υπαρχηγοί της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος

Οι ανωτέρω ιδιότητες, που ανήκουν στους υποχρεωτικά ελεγχόμενους, οφείλουν κατά την υποβολή της ηλεκτρονικής ΔΠΚ, να επισυνάψουν (ηλεκτρονικά) τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
Αντίγραφα συμβολαίων όλων των ακινήτων κατά την υποβολή αρχικής δήλωσης και αντίγραφα συμβολαίων των ακινήτων που αποκτήθηκαν ή εκποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους που αφορά η δήλωση, κατά την υποβολή ετήσιας δήλωσης.
Βεβαιώσεις για τα δηλωθέντα επενδυτικά προϊόντα και χαρτοφυλάκια χρηματοοικονομικών εργαλείων, όπως περιγράφονται στο στοιχείο iii της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3213/2003 (Α’ 309), που περιλαμβάνουν, κατ’ ελάχιστον, το όνομα του χειριστή της μερίδας, το όνομα του προϊόντος, το κόστος κτήσης και την αποτίμηση αυτών.
Βεβαιώσεις ή παραστατικά από τα οποία να προκύπτουν τα δηλωθέντα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών, καθώς και αντίστοιχες βεβαιώσεις ή παραστατικά για κάθε είδους, δηλωθέντα, χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και καταπιστευμάτων (trusts).
Παραστατικά Τραπεζών, Ταμιευτηρίων και άλλων ημεδαπών ή αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, από τα οποία αποδεικνύεται η μίσθωση θυρίδων σε αυτά. Τα εν λόγω παραστατικά, εφόσον υποβληθούν το πρώτον, δεν θα υποβάλλονται εκ νέου σε επόμενες ετήσιες δηλώσεις, εκτός εάν έχουν επέλθει μεταβολές.
Παραστατικά αγοράς ή πράξεις φορολογικής αρχής ή ασφαλιστήρια συμβόλαια, εφόσον υφίστανται, για κινητά μεγάλης αξίας, εφόσον η αξία αυτών υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. Τα εν λόγω παραστατικά, εφόσον υποβληθούν το πρώτον, δεν θα υποβάλλονται εκ νέου σε επόμενες ετήσιες δηλώσεις, εκτός εάν έχουν επέλθει μεταβολές.
Άδειες κυκλοφορίας πλωτών και εναέριων μεταφορικών μέσων και κάθε χρήσης οχημάτων, κατά την υποβολή ετήσιας δήλωσης, επιπλέον, παραστατικά αγοράς ή πώλησης πλωτών, εναερίων μεταφορικών μέσων και κάθε χρήσης οχημάτων που αποκτήθηκαν ή εκποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους που αφορά η δήλωση.
Παραστατικά για δηλωθείσα συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση. Τα εν λόγω παραστατικά, εφόσον υποβληθούν το πρώτον, δεν θα υποβάλλονται εκ νέου σε επόμενες ετήσιες δηλώσεις, εκτός εάν έχουν επέλθει μεταβολές.
Παραστατικά από τα οποία να προκύπτουν οι δανειακές υποχρεώσεις προς ημεδαπά και αλλοδαπά πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα, λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και φυσικά πρόσωπα, καθώς επίσης και κάθε οφειλή που υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους που αφορά η δήλωση και προέρχεται από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. (εφαρμόζεται μόνον για τους υπόχρεους υποβολής ΔΠΚ στην Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, Άρθρου 3Α).

24. Οι υπόχρεοι με ποιό τρόπο θα γνωρίζουν ότι έχουν υποβάλλει ΔΠΚ για ένα συγκεκριμένο έτος;

Υπόχρεοι που έχουν οριστικοποιήσει τη δήλωσή τους, μπορούν να βεβαιωθούν ότι αυτή υποβλήθηκε οριστικά και επιτυχώς, επιλέγοντας αρχικά «Προβολή Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης», στη συνέχεια το έτος που τους ενδιαφέρει από τον (πάνω) πίνακα «Τελικές Δηλώσεις» και βλέπουν στον κάτω πίνακα «Τροποποιήσεις» το ιστορικό των Οριστικοποιημένων και Προσωρινά Αποθηκευμένων Δηλώσεων για το έτος επιλογής. Μια δήλωση θεωρείται οριστικοποιημένη όταν αναγράφεται ο σχετικός Αριθμός Δήλωσης και η αντίστοιχη Ημερομηνία Οριστικοποίησης.

25. Στα «Έγγραφα Δήλωσης» που αφορούν τη ΔΠΚ, τι τύπου και τι μεγέθους, αρχεία μπορούν να προστεθούν;

Προκειμένου να μη ξεπεραστεί το μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος (2 MΒ) κάθε αρχείου που επισυνάπτεται στην ηλεκτρονική ΔΠΚ, προτείνεται να ψηφιοποιηθούν τα σχετικά έγγραφα με σαρωτή (scanner), επιλέγοντας τύπο σάρωσης ασπρόμαυρο (black & white), μέγιστη ανάλυση 300 dpi, και τύπο αρχείου pdf. Ακολουθώντας τις ανωτέρω οδηγίες, θα καταστεί δυνατό να επισυναφθεί ηλεκτρονικά, η πλειοψηφία των εγγράφων. Οι υπόχρεοι οφείλουν να προσθέσουν τα έγγραφά τους με αποδεκτή ευκρίνεια ώστε να είναι δυνατή η επεξεργασία τους. Αποδεκτοί τύποι αρχείων είναι όλα τα images, pdf, txt, doc, docx, xls και xlsx.

26. Υπόχρεοι που έλαβαν, μέσα στο έτος αναφοράς, αναδρομικά από μισθωτές υπηρεσίες προηγούμενων ετών, ποιες πρόσθετες υποχρεώσεις έχουν όσον αφορά στις ετήσιες ΔΠΚ;

Υπόχρεος σε ετήσια ΔΠΚ 2016 (για το φορολογικό έτος 2015), ο οποίος μέσα στο 2015 έλαβε (ατομικά ή οικογενειακά) αναδρομικά από μισθωτές υπηρεσίες για τα φορολογικά έτη 2012, 2013 και 2014, θα δηλώσει στην ετήσια ΔΠΚ 2016, το σύνολο των εσόδων του κατά το 2015, στα οποία θα συμπεριληφθούν, μεταξύ άλλων, και τα εν λόγω αναδρομικά, επιλέγοντας για το ποσό αυτών, την τιμή «αναδρομικά προηγούμενων ετών» στο είδος εσόδου. Επιπρόσθετα, οφείλει να επισυνάψει ηλεκτρονικά κατά την υποβολή της ΔΠΚ, τη σχετική ετήσια βεβαίωση αποδοχών, στην οποία αναφέρονται αναλυτικά τα αναδρομικά προηγούμενων ετών. Δεν απαιτείται η επισύναψη των τροποποιητικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος (Ε1) προηγούμενων ετών, ούτε η υποβολή τροποποιητικών ΔΠΚ προηγούμενων ετών, εξαιτίας των εν λόγω αναδρομικών.

27. Υπάρχει υποχρέωση για δήλωση τραπεζικών λογαριασμών χωρίς κίνηση, ή/και σχεδόν μηδενικού υπολοίπου; Πώς δηλώνονται οι τραπεζικοί λογαριασμοί όπου υπόχρεος (ή/και σύζυγος, ή/και ανήλικο τέκνο) είναι (συν)δικαιούχοι σε λογαριασμό τρίτου;

Στη ΔΠΚ δηλώνονται όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί στους οποίους υπόχρεος, σύζυγος και ανήλικα τέκνα αυτών, συμπεριλαμβάνονται στη λίστα των δικαιούχων κατά την ημερομηνία αναφοράς της δήλωσης (31/12 στην ετήσια ΔΠΚ και η ημέρα οριστικής υποβολής για την αρχική ΔΠΚ). Στο πεδίο "Δικαιούχος" αναγράφεται το όνομα ενός εκ των ατόμων που υποβάλλουν τη ΔΠΚ (υπόχρεος, σύζυγος, ανήλικο τέκνο) και εμφανίζεται στη λίστα των δικαιούχων του λογαριασμού (ανεξάρτητα αν είναι πρώτο ή τελευταίο όνομα). Από τα check-boxes δικαιούχοι λογαριασμού – κατάθεσης, επιλέγουμε "τρίτοι" και αναγράφουμε το πλήθος των δικαιούχων του λογαριασμού, ως αριθμό, στο επόμενο πεδίο.

Άρθρα Συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης: Φορολογικό και λογιστικό πλαίσιο από την πλευρά του μισθωτή που εφαρμόζει Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

$
0
0

Συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης: Φορολογικό και λογιστικό πλαίσιο από την πλευρά του μισθωτή που εφαρμόζει Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

Βλάχος Θεόδωρος
Λογιστής-Φοροτεχνικός


Περιεχόμενα

1. Εισαγωγή
2. Φορολογικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων από 01.01.2014 και μετά
2.1 Γενικά
2.2 Συμβάσεις leasing ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2014 και μετά
2.3 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2014 και μετά
2.3.1 Γενικά
2.3.2 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2014 έως 31.12.2014
2.3.3 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά
3. Φορολογικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων έως και 31.12.2013
3.1 Γενικά
3.2 Συμβάσεις leasing ακινήτων συναφθείσες έως 31.12.2013
3.3 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες έως 31.12.2013
4. Λογιστικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων από 01.01.2014 και μετά
4.1 Γενικά
4.2 Συμβάσεις leasing συναφθείσες από 01.01.2014 έως και 31.12.2014
4.3 Συμβάσεις leasing συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά
4.3.1 Συμβάσεις leasing ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά
4.3.2 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά
5. Λογιστικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων έως 31.12.2013
5.1 Γενικά
5.2 Αναδρομική εφαρμογή της λογιστικής πολιτικής που προβλέπεται από τον Ν.4308/2014
5.3 Διατήρηση του υφιστάμενου έως 31.12.2013 λογιστικού χειρισμού
5.4 Χρήση της δυνατότητας επιλογής του άρθρου 141 του Ν 2190/1920
6. Πρακτικές εφαρμογές
6.1 Πρακτική εφαρμογή σύμβασης leasing ακινήτου (από 01.01.2014 και μετά)
6.1.1 Φορολογικός χειρισμός
6.1.2 Λογιστικός χειρισμός
6.2 Πρακτική εφαρμογή σύμβασης sale and lease back (από 01.01.2014 έως 31.12.2014)
6.2.1 Φορολογικός χειρισμός
6.2.2 Λογιστικός χειρισμός
6.3 Πρακτική εφαρμογή σύμβασης sale and lease back (από 01.01.2015 και μετά)
6.3.1 Φορολογικός χειρισμός
6.3.2 Λογιστικός χειρισμός
6.4 Πρακτική εφαρμογή υπαγωγής στο άρθρο 141 του Ν.2190
7. Επίλογος


1. Εισαγωγή

Η χρηματοδοτική μίσθωση περιουσιακών στοιχείων καθιερώθηκε ως εργαλείο χρηματοδότησης των επιχειρήσεων με τον Ν.1665/1986.
Το φορολογικό και λογιστικό πλαίσιο που διέπει τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων, έχει υποστεί σημαντικές μεταβολές μετά την θέση σε ισχύ του Ν.4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος με έναρξη ισχύος από 01.01.2014) και του Ν.4308/2014 (Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα με έναρξη ισχύος από 01.01.2015). Κοινό στοιχείο των ανωτέρω νομοθετημάτων, είναι ο διαχωρισμός των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων ανάλογα με τον χρόνο σύναψης τους, σε συναφθείσες έως και 31.12.2013 και σε συναφθείσες από 01.01.2014 και μετά. Επίσης, στις περιπτώσεις συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων, ο φορολογικός νόμος διακρίνει περαιτέρω τις “νέες” συμβάσεις, σε εκείνες που έχουν συναφθεί κατά την χρονική περίοδο από 01.01.2014 έως και 31.12.2014 και σε εκείνες που έχουν συναφθεί από 01.01.2015 και έπειτα. Στην παρούσα ανάλυση θα επιχειρηθεί η προσέγγιση του ορθού φορολογικού και λογιστικού χειρισμού των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης από την πλευρά του μισθωτή ο οποίος εφαρμόζει Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, διακρίνοντας αυτές σε δύο κατηγορίες με κριτήριο τον χρόνο σύναψής τους, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν.

2. Φορολογικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων από 01.01.2014 και μετά (ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου ΚΦΕ Ν.4172/2013)

2.1 Γενικά

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του Ν.4172/2013, οι αποσβέσεις των περιουσιακών στοιχείων του ενεργητικού εκπίπτουν:

α) από τον κύριο των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης και

β) από τον μισθωτή, σε περίπτωση χρηματοοικονομικής μίσθωσης

Επίσης, στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 του Ν.4172/2013 (ΚΦΕ), αναφέρεται ότι “ο όρος χρηματοοικονομική μίσθωση, σημαίνει οποιαδήποτε προφορική ή έγγραφη σύμβαση με την οποία ο εκμισθωτής (κύριος) υποχρεούται έναντι μισθώματος να παραχωρεί στον μισθωτή (χρήστη) την χρήση ενός περιουσιακού στοιχείου, εφόσον πληρούνται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α) Η κυριότητα του περιουσιακού στοιχείου να περιέρχεται στον μισθωτή με την λήξη του χρόνου της μίσθωσης,

β) Η σύμβαση της μίσθωσης περιλαμβάνει όρο συμφέρουσας προσφοράς για την εξαγορά του εξοπλισμού σε τιμή κατώτερη της αγοραίας αξίας

γ) Η περίοδος της μίσθωσης καλύπτει τουλάχιστον το 90% της οικονομικής διάρκειας ζωής του περιουσιακού στοιχείου όπως αυτή προκύπτει από τον πίνακα της παραγράφου 4 ακόμη και στην περίπτωση που ο τίτλος δεν μεταβιβάζεται κατά την λήξη της μίσθωσης,

δ) Κατά την σύναψη της σύμβασης της μίσθωσης, η παρούσα αξία των μισθωμάτων ανέρχεται τουλάχιστον στο 90% της αγοραίας αξίας του περιουσιακού στοιχείου που εκμισθώνεται,

ε) Τα περιουσιακά στοιχεία που εκμισθώνονται είναι τέτοιας ειδικής φύσης που μόνο ο μισθωτής δύναται να τα μεταχειριστεί δίχως να προβεί σε σημαντικές αλλοιώσεις.”

Επισημαίνεται ότι αρκεί η πλήρωση ενός μόνο εκ των παραπάνω κριτηρίων για να χαρακτηριστεί μία μίσθωση ως “χρηματοοικονομική” για φορολογικούς σκοπούς καθώς επίσης και ότι μία σύμβαση χαρακτηρίζεται ως χρηματοοικονομική ανεξάρτητα από τον νομικό τύπο της σύμβασης.

Ορισμοί της ΠΟΛ.1073/31.3.2015:

Αγοραία αξία για την εφαρμογή του κριτηρίου β’: Είναι αυτή που έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία που ασκείται το δικαίωμα αγοράς

Αγοραία αξία για την εφαρμογή του κριτηρίου δ’: Είναι αυτή που διαμορφώνεται κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης μίσθωσης

Οικονομική διάρκεια ζωής για την πλήρωση του κριτηρίου γ’: Αυτή που προκύπτει βάση των συντελεστών απόσβεσης της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του Ν.4172/2013 και όχι η ωφέλιμη διάρκεια ζωής του, όπως αυτή ενδεχομένως εκτιμάται από την επιχείρηση.

Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή για συμβάσεις που θα συναφθούν από 01.01.2014 και μετά και όχι για τις συναφθείσες πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Ν.4172/2013 (01.01.2014) συμβάσεις, για τις οποίες σύμφωνα με την παράγραφο 18 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013 “η παράγραφος 2 του άρθρου 24 τίθεται σε ισχύ από 01.01.2019”.

Συμπερασματικά, για τις “νέες” συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων οι οποίες έχουν συναφθεί μετά την θέση σε ισχύ του Ν.4172/2013 (από 01.01.2014 και μετά) θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1,β του άρθρου 24. Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1073/31.3.2015 “ο μισθωτής παρά το γεγονός πως δεν τυγχάνει κύριος του περιουσιακού στοιχείου, θα αναγνωρίσει στις οικονομικές του καταστάσεις αφ’ ενός το μίσθιο ως περιουσιακό στοιχείο με αξία την χαμηλότερη μεταξύ της τρέχουσας (αγοραίας) και της παρούσας αξίας των μελλοντικών μισθωμάτων και αφ’ ετέρου μία ισόποση υποχρέωση. Επί της τρέχουσας αξίας του μισθίου θα διενεργεί αποσβέσεις πλέον ο μισθωτής σύμφωνα με τους οριζόμενους από το άρθρο 24 συντελεστές απόσβεσης και ταυτόχρονα θα εκπίπτει και τους τόκους (με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 49 του Ν.4172/2013) που περιλαμβάνονται στο καταβαλλόμενο μίσθωμα εφόσον πληρούνται και οι λοιπές γενικές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος”.

2.2 Συμβάσεις leasing ακινήτων (συναφθείσες από 01.01.2014 και μετά)

Ιδιαίτερο φορολογικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων. Η ιδιαιτερότητα τους σε σχέση με τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης λοιπών περιουσιακών στοιχείων, έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι σε αντίθεση με τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία, οι αποσβέσεις διενεργούνται μόνο επί της αξίας του κτίσματος και όχι επί της αξίας του οικοπέδου. Με το υπ’ αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΑΦ Β 1095090 ΕΞ 2016/21.6.2016 έγγραφο της η φορολογική διοίκηση, διευκρίνισε ότι “σε περίπτωση ακινήτων επί των οποίων έχουν ανεγερθεί κτίρια, οι φορολογικές αποσβέσεις διενεργούνται μόνο επί της αξίας που αναλογεί στα κτίσματα και όχι επί της αξίας που αντιστοιχεί στο οικόπεδο. Στην περίπτωση αυτή ως αξία του κτίσματος για την διενέργεια αποσβέσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του Ν.4172/2013, θα λαμβάνεται το μέρος της συνολικής αξίας του ακινήτου (κτίσμα-οικόπεδο) που αναλογεί στο κτίσμα με βάση το ποσοστό συμμετοχής του όπως αυτό προκύπτει από τις αντίστοιχες αξίες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της φορολογίας κεφαλαίου”. Με την ίδια λογική στην ΠΟΛ.1108/22.3.2000, η φορολογική διοίκηση είχε διευκρινίσει ότι “για την εξεύρεση του μη εκπιπτόμενου μέρους των μισθωμάτων, θα λαμβάνεται από τα συνολικά καταβληθέντα μέσα στην χρήση μισθώματα, ποσοστό ίσο με αυτό με το οποίο συμμετέχει το οικόπεδο στη συνολική αξία οικοπέδου-κτιρίου με βάση τα οριζόμενα στη φορολογία κεφαλαίου”, προκειμένου το μέρος αυτό να μην αναγνωριστεί φορολογικά σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου ιστ’ του {start}άρθρου 31{end} του Ν.2238/1994, για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης.

Συμπερασματικά και με δεδομένο το γεγονός ότι οι αποσβέσεις σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτου θα διενεργηθούν μόνο επί της αξίας του κτιρίου και όχι επί της αξίας του οικοπέδου, ο διαχωρισμός της αξίας του μισθωμένου ακινήτου σε κτίριο και οικόπεδο, με την οποία αυτό αναγνωρίζεται στις οικονομικές καταστάσεις του μισθωτή σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ΠΟΛ.1073/31.3.2015, θα πραγματοποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη τα ποσοστά που αναλογούν στην συνολική αξία του ακινήτου βάση των αξιών κτιρίου-οικοπέδου, όπως αυτές προσδιορίζονται για τις ανάγκες της φορολογίας κεφαλαίου.

2.3 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2014 και μετά

2.3.1 Γενικά

Όπως αναφέρθηκε και στην εισαγωγή, ο φορολογικός νόμος διακρίνει περαιτέρω τις συναφθείσες από 01.01.2014 και μετά συμβάσεις πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων, σε συμβάσεις που συνάφθηκαν στο διάστημα από 01.01.2014 έως 31.12.2014 και σε συμβάσεις που συνάφθηκαν από 01.01.2015 και μετά. Ο διαχωρισμός των συμβάσεων αφορά στον διαφορετικό φορολογικό χειρισμό της όποιας υπεραξίας προκύπτει από την πώληση του ακινήτου στα πλαίσια των συμβάσεων sale and lease back.

2.3.2 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2014 έως 31.12.2014

Αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση ακινήτου στα πλαίσια των συναφθέντων στο διάστημα από 01.01.2014 έως και 31.12.2014 συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων, η φορολογική διοίκηση διευκρίνισε με την ΠΟΛ.1235/21.10.2015 ότι “για την υπεραξία που αποκτά ένα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα του άρθρου 45 του Ν.4172/2013 από πώληση και επαναμίσθωση ακινήτου, για συμβάσεις που συνάφθηκαν την περίοδο από 01.01.2014 έως και 31.12.2014, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 28 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013, δηλαδή αυτή θα αντιμετωπισθεί, για φορολογικούς σκοπούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ΔΛΠ 17”. Σε περίπτωση πρόωρης εξαγοράς του ακινήτου από τον μισθωτή ή διακοπής της σύμβασης, το εναπομείναν ποσό της υπεραξίας μεταφέρεται στα αποτελέσματα του φορολογικού έτους που έγινε η εξαγορά ή διακόπηκε η σύμβαση”.

Ειδικότερα για την υπεραξία που προκύπτει στα πλαίσια συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων που συνάπτονται στο διάστημα από 01.01.2014 έως και 31.12.2014, θα εφαρμοστούν και για φορολογικούς σκοπούς οι πρόνοιες του ΔΛΠ 17 “Μισθώσεις” σύμφωνα με τις οποίες “αν μία συναλλαγή πώλησης και επαναμίσθωσης καταλήγει σε χρηματοδοτική μίσθωση, οποιαδήποτε θετική διαφορά πάνω από το προϊόν της πώλησης του στοιχείου αυτού, σε σχέση με την λογιστική του αξία, δεν θα αναγνωριστεί άμεσα ως έσοδο από τον πωλητή-μισθωτή. Αντί για αυτό πρέπει να εμφανιστεί στις οικονομικές καταστάσεις του πωλητή-μισθωτή ως έσοδο επομένων χρήσεων και να μεταφέρεται τμηματικά στα αποτελέσματα καθ’ όλη την διάρκεια της μίσθωσης (παράγραφος 59)”.

2.3.3 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά

Αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση ακινήτου στα πλαίσια των συναφθέντων από την 01.01.2015 και μετά συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων, η φορολογική διοίκηση διευκρίνισε με την ΠΟΛ.1235/21.10.2015 ότι “αναφορικά με την υπεραξία που προκύπτει για συμβάσεις που συνάπτονται από την 01.01.2015 και μετά και δεδομένου ότι αφενός μεν για αυτή δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του Ν.4172/2013, ειδική φορολογική μεταχείριση, αφετέρου δε το κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα προσδιορίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Ν.4172/2013, με βάση το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης που συντάσσεται σύμφωνα με το Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο και τον Κ.Φ.Α.Σ, νυν Ν.4308/2014, συνάγεται ότι η φορολογική μεταχείριση της εν λόγω υπεραξίας δεν διαφέρει από την λογιστική μεταχείρισή της, όπως αυτή υπαγορεύεται από τις διατάξεις του Ν.4308/2014 ({start}άρθρο 18 παρ.5{end} και {start}6{end})”. Ειδικότερα, σύμφωνα με την {start}παράγραφο 5γ του άρθρου 18{end} του Ν.4308/2014 “πώληση περιουσιακών στοιχείων τα οποία στην συνέχεια επαναμισθώνονται με χρηματοδοτική μίσθωση λογιστικά αντιμετωπίζονται από τον μισθωτή ως εγγυημένος δανεισμός. Το εισπραττόμενο από την πώληση ποσό αναγνωρίζεται ως υποχρέωση η οποία μειώνεται με τα καταβαλλόμενα χρεολύσια, ενώ οι σχετικοί τόκοι αναγνωρίζονται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Τα πωληθέντα στοιχεία συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στον ισολογισμό ως περιουσιακά στοιχεία”. Επίσης στην λογιστική οδηγία εφαρμογής των ΕΛΠ και ειδικότερα στην παράγραφο 18.5.7 αναφέρεται ότι “η ουσία της συναλλαγής αυτής είναι η λήψη δανείου και για τον λόγο αυτό η πώληση του περιουσιακού στοιχείου από τον μισθωτή στον εκμισθωτή δεν λαμβάνεται υπόψη για λογιστικούς σκοπούς”. Συνεπώς, το μεταβιβασθέν πάγιο συνεχίζει να αναγνωρίζεται από τον μισθωτή και να τυγχάνει του λογιστικού χειρισμού που είχε πριν την μεταβίβαση, το δε ποσό των χρημάτων που λαμβάνεται από την πώληση, λογίζεται ως υποχρέωση (δάνειο)”. Συμπερασματικά δεν τίθεται ζήτημα φορολόγησης της όποιας υπεραξίας προκύπτει στα πλαίσια σύμβασης πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων η οποία συνάφθηκε από 01.01.2015 και μετά, με εξαίρεση την αναφερόμενη στην επόμενη παράγραφο περίπτωση.
Στην ίδια εγκύκλιο αναφέρεται επίσης ότι “για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που δυνάμει των διατάξεων της περ. ι’ της {start}παραγράφου 1 του άρθρου 30{end} του Ν.4308/2014 αντιμετωπίζουν όλες τις συμβάσεις μίσθωσης, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της πώλησης και επαναμίσθωσης (sale and lease back) σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία, ήτοι για τις πολύ μικρές οντότητες της περίπτωσης γ’ της {start}παραγράφου 2 του άρθρου 1{end} του ίδιο νόμου , η εν λόγω υπεραξία αναγνωρίζεται και φορολογείται ως έσοδο από επιχειρηματική δραστηριότητα στα αποτελέσματα του έτους που προέκυψε, ελλείψει ρητής διάταξης με την οποία να ορίζεται διαφορετική φορολογική μεταχείριση.

3. Φορολογικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων έως και 31.12.2013

3.1 Γενικά

Σύμφωνα με την παράγραφο 18 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013 “για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν την έναρξη εφαρμογής του παρόντος κώδικα η παράγραφος 2 του άρθρου 24 τίθεται σε ισχύ από 01.01.2019”. Για τις συγκεκριμένες συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης συνεπώς, ο μισθωτής δεν διενεργεί φορολογικές αποσβέσεις, τις οποίες εξακολουθεί να εκπίπτει από τα φορολογητέα έσοδά του ο εκμισθωτής, ως κύριος του ακινήτου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του Ν.4172/2013, ενώ ο μισθωτής θα εκπίπτει τα μισθώματα που καταβάλλει στον εκμισθωτή.

3.2 Συμβάσεις leasing ακινήτων συναφθείσες έως 31.12.2013

Αναφορικά με τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων που είχαν συναφθεί έως 31.12.2013, γεννήθηκε το ερώτημα σχετικά με το εάν υπάρχει περιορισμός στο δικαίωμα έκπτωσης του καταβαλλόμενου μισθώματος, όπως συνέβαινε με τον προηγούμενο κώδικα φορολογίας εισοδήματος και ειδικότερα με την παράγραφο ιστ’ του {start}άρθρου 31{end} του Ν.2238/1994 με την οποία οριζόταν ότι “δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα φορολογητέα έσοδα το τμήμα εκείνο του μισθώματος που αναλογεί στο μέρος του οικοπέδου”. Με το υπ’ αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΑΦ Β 1087176 ΕΞ 2015/25.06.2015 έγγραφό του το υπουργείο διευκρίνισε ότι “ειδικά σε ότι αφορά τα μισθώματα που καταβάλλονται για ακίνητα και δεδομένου ότι με τον νέο ΚΦΕ (Ν.4172/2013), δεν προβλέπεται ρητά η μη έκπτωση των μισθωμάτων κατά το μέρος που αναλογούν στην αξία του οικοπέδου, αυτά εξακολουθούν και με τις νέες διατάξεις να εκπίπτουν με τον ως άνω περιορισμό, εφόσον βέβαια πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 22 του Ν.4172/2013. Άλλωστε, και σε περίπτωση που η επιχείρηση (μισθώτρια) προέβαινε στην αγορά των υπόψη ακινήτων, δεν θα είχε δικαίωμα να διενεργήσει αποσβέσεις στην αξία του οικοπέδου.” Θα μπορούσε να λεχθεί ότι η αιτιολογική βάση της φορολογικής διοίκησης για την διατήρηση του ως άνω περιορισμού της έκπτωσης των καταβαλλόμενων μισθωμάτων στο σύνολό τους με δεδομένο ότι δεν γίνεται ρητή αναφορά στο φορολογικό νόμο (Ν.4172/2013), είναι ότι τα μισθώματα έχουν τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του κόστους κτήσης του ακινήτου.

3.3 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες έως 31.12.2013

Αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας που προέκυψε από την πώληση ακινήτου στα πλαίσια των συναφθέντων έως 31.12.2013 συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων, είχαν εφαρμογή οι διατάξεις του προηγούμενου ΚΦΕ (Ν.2238/1994). Ειδικότερα, σύμφωνα με την παράγραφο 3ζ του άρθρου 28 του Ν.2238/1994 “η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση ακινήτου επιχείρησης σε εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης, για το οποίο στην συνέχεια θα συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης μεταξύ εταιρίας χρηματοδοτικής μίσθωσης και της πωλήτριας επιχείρησης, απαλλάσσεται από τον φόρο εισοδήματος, με την προϋπόθεση ότι θα εμφανιστεί σε ιδιαίτερο λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού, το οποίο φορολογείται σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της επιχείρησης, καθώς και λόγω λύσης της σύμβασης ή υποκατάστασης του μισθωτή από νέο πρόσωπο, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις”. Επίσης, σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013 όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τον Ν.4254/2014, επιτρέπεται η συνέχιση της τήρησης των συγκεκριμένων λογαριασμών αφορολόγητων αποθεματικών και για ισολογισμούς που κλείνουν από 31.12.2014 και μετά και συνεπώς εξαιρούνται από την αυτοτελή φορολόγηση των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013. Τα συγκεκριμένα αποθεματικά σύμφωνα με την ΠΟΛ.1059/2015 σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους “θεωρούνται φορολογικά κέρδη του φορολογικού έτους εντός του οποίου έγινε η διανομή ή κεφαλαιοποίηση και φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 του Ν.4172/2013, συναθροιζόμενα με τα λοιπά αποτελέσματα (κέρδη ή ζημιές) από επιχειρηματική δραστηριότητα με την δήλωση φορολογίας εισοδήματος που θα υποβληθεί για το φορολογικό έτος αυτό. Είναι αυτονόητο ότι αν το αποτέλεσμα από επιχειρηματική δραστηριότητα είναι ζημιογόνο, το διανεμηθέν ή κεφαλαιοποιηθέν ποσό θα μειώσει το ζημιογόνο αυτό αποτέλεσμα.” Επίσης σε περίπτωση διανομής τους τα συγκεκριμένα αποθεματικά υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου 10% σύμφωνα με το άρθρο 64 του Ν.4172/2013 (ΠΟΛ.1143/2014).

4. Λογιστικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων από 01.01.2014 και μετά

4.1 Γενικά

Αναφορικά με τον λογιστικό χειρισμό των συναφθέντων από 01.01.2014 και μετά συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε αυτές σε συναφθείσες από 01.01.2014 έως και 31.12.2014 (χρονικό διάστημα που ήταν σε ισχύ ο ΚΦΑΣ) και σε συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά (χρονικό διάστημα ισχύος των ΕΛΠ).

4.2 Συμβάσεις leasing συναφθείσες από 01.01.2014 έως και 31.12.2014

Το λογιστικό πλαίσιο το οποίο ρύθμιζε τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων που συνάφθηκαν στο διάστημα από 01.01.2014 έως και 31.12.2014 ήταν αυτό του ΚΦΑΣ (Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών). Ειδικότερα στην παράγραφο 7 του άρθρου 4 του ΚΦΑΣ οριζόταν ότι “ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που εντάσσεται σε τήρηση διπλογραφικών βιβλίων για την άσκηση του επαγγέλματός του, τηρεί διπλογραφικά βιβλία κατά την διπλογραφική μέθοδο με οποιοδήποτε λογιστικό σύστημα, σύμφωνα με τις γενικά παραδεκτές αρχές της λογιστικής” ενώ στην παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου οριζόταν ότι “για την τήρηση των ημερολογίων και καθολικών εφαρμόζεται υποχρεωτικά το ΕΓΛΣ (ΠΔ 1123/1980) μόνο ως προς την δομή, την ονοματολογία και το περιεχόμενο των πρωτοβάθμιων, δευτεροβάθμιων και των υπογραμμισμένων τριτοβάθμιων λογαριασμών”. Παρατηρούμε συνεπώς, ότι για τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης που συνάπτονται στο χρονικό διάστημα από 01.01.2014 έως 31.12.2014 ενώ προβλέπεται από τον φορολογικό νόμο η διάκρισή τους σε χρηματοδοτικές και λειτουργικές δεν συμβαίνει το ίδιο με το λογιστικό πλαίσιο καθώς το ΠΔ.1123/1980 προέβλεπε την αντιμετώπιση του συνόλου των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης ως λειτουργικών. Σε κάθε περίπτωση η οντότητα στα τηρούμενα βιβλία και προκειμένου να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας θα πρέπει να χειριστεί λογιστικά τις συγκεκριμένες συμβάσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2.2,2.3.2 της παρούσας ανάλυσης. Ωστόσο δεν πρέπει να παραβλεφθεί η δυνατότητα που είχαν οι εταιρίες να εφαρμόσουν το άρθρο 141 του Κ.Ν. 2190/1920 και να παρακολουθήσουν τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης σύμφωνα με την προδιαγραφόμενη από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα λογιστική μέθοδο. Η συγκεκριμένη δυνατότητα η οποία αναλύεται εκτενώς στην παράγραφο 5.4 της παρούσας ανάλυσης, υπήρχε για περιόδους που λήγουν έως 31.12.2014.

4.3 Συμβάσεις leasing συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά

Αναφορικά με τις συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν.4308/2014 (ΕΛΠ).

Στο παράρτημα Α του Ν.4308/2014 δίδεται ο ορισμός της χρηματοδοτικής μίσθωσης. Ειδικότερα χρηματοδοτική είναι “η μίσθωση η οποία μεταφέρει ουσιωδώς όλους τους κινδύνους και τα οφέλη που προκύπτουν από την ιδιοκτησία ενός περιουσιακού στοιχείου” ενώ επίσης αναφέρεται ότι “ο τίτλος ιδιοκτησίας μπορεί τελικά να μεταβιβάζεται είτε όχι”. Τέλος, αναφέρονται παραδείγματα καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής και τα οποία είναι τα εξής:

Α) Η μίσθωση μεταβιβάζει την κυριότητα του περιουσιακού στοιχείου στο μισθωτή κατά τη λήξη της μισθωτικής περιόδου,

Β) Ο μισθωτής έχει το δικαίωμα αγοράς του περιουσιακού στοιχείου σε τιμή που αναμένεται να είναι επαρκώς χαμηλότερη από την εύλογη αξία, κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος, έτσι ώστε, κατά την έναρξη της μίσθωσης, να θεωρείται ευλόγως βέβαιο ότι το δικαίωμα θα ασκηθεί,

Γ) Η διάρκεια της μίσθωσης εκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ζωής του περιουσιακού στοιχείου, έστω και αν ο τίτλος κυριότητας δε μεταβιβάζεται,

Δ) Κατά την έναρξη της μίσθωσης, η παρούσα αξία των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων, στα οποία δεν λαμβάνεται υπόψη το κόστος τυχόν προσφερόμενων υπηρεσιών στην διάρκεια της μίσθωσης, καλύπτει ουσιωδώς το σύνολο της εύλογης αξίας του μισθωμένου περιουσιακού στοιχείου,

Ε) Τα μισθωμένα περιουσιακά στοιχεία είναι ειδικής φύσης, ώστε μόνο ο μισθωτής να μπορεί να τα χρησιμοποιεί χωρίς να απαιτούνται σοβαρές τροποποιήσεις,

Ενδείξεις καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν επίσης να συνεπάγονται την κατάταξη της μίσθωσης ως χρηματοδοτικής είναι οι εξής:

Α) Εάν ο μισθωτής έχει το δικαίωμα να ακυρώσει την μίσθωση, οι ζημιές του εκμισθωτή που συνδέονται με την ακύρωση καλύπτονται από τον μισθωτή,

Β) Κέρδη ή ζημιές από την διακύμανση της εύλογης αξίας του υπολείμματος ανήκουν στον μισθωτή (για παράδειγμα με τη μορφή έκπτωσης του μισθώματος που ισούται με το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος της πώλησης στη λήξη της μίσθωσης),

Γ) Ο μισθωτής έχει την δυνατότητα να παρατείνει την μίσθωση με μίσθωμα σημαντικά χαμηλότερο από τα τρέχοντα μισθώματα της αγοράς

Μεταξύ των ορισμών του Ν.4308/2014 περιλαμβάνονται και οι κάτωθι:

Καθαρή επένδυση σε χρηματοδοτική μίσθωση: Καθαρή επένδυση σε χρηματοδοτική μίσθωση είναι η μικτή επένδυση στην μίσθωση, προεξοφλούμενη με το προκύπτον επιτόκιο της μίσθωσης. Η μικτή επένδυση στη μίσθωση προσδιορίζεται από το άθροισμα:

α. Των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων που μπορεί να απαιτήσει ο εκμισθωτής βάσει της χρηματοδοτικής μίσθωσης, και

β. κάθε μη εγγυημένης υπολειμματικής αξίας που δικαιούται ο εκμισθωτής.

Παρούσα αξία: Η αξία που προκύπτει από την προεξόφληση στο παρόν, ενός μελλοντικού ποσού χρημάτων ή μιας σειράς ταμειακών ροών με ένα κατάλληλο επιτόκιο, στη φυσιολογική πορεία των πραγμάτων.

Επίσης, σύμφωνα με την {start}παράγραφο 5 του άρθρου 18{end} του Ν.4308/2014 (ΕΛΠ) “Ένα περιουσιακό στοιχείο που περιέρχεται στην οντότητα (μισθωτής) με χρηματοδοτική μίσθωση αναγνωρίζεται ως περιουσιακό στοιχείο της οντότητας με το κόστος κτήσης που θα είχε προκύψει εάν το στοιχείο αυτό είχε αγοραστεί, με ταυτόχρονη αναγνώριση αντίστοιχης υποχρέωσης προς την εκμισθώτρια οντότητα (υποχρέωση χρηματοδοτικής μίσθωσης). Μεταγενέστερα, τα εν λόγω πάγια στοιχεία αντιμετωπίζονται λογιστικά βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου για τα αντίστοιχα ιδιόκτητα στοιχεία. Η υποχρέωση χρηματοδοτικής μίσθωσης αντιμετωπίζεται ως δάνειο, το δε μίσθωμα διαχωρίζεται σε χρεολύσιο, το οποίο μειώνει το δάνειο και σε τόκο που αναγνωρίζεται ως χρηματοοικονομικό έξοδο”.

Τέλος στην παράγραφο 18.5.4 της λογιστικής οδηγίας εφαρμογής του Ν.4308/2014 (ΕΛΠ) αναφέρεται πως “ως γενική αρχή πάντως, η αναγνώριση του μισθωμένου περιουσιακού στοιχείου από τον μισθωτή γίνεται στην μικρότερη αξία μεταξύ της εύλογης αξίας του στοιχείου και της παρούσας αξίας των μελλοντικών μισθωμάτων, προεξοφλούμενων με το επιτόκιο της μίσθωσης”.

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παράγραφο 18.3α.4 της λογιστικής οδηγίας εφαρμογής των ΕΛΠ “με βάση τα πραγματικά περιστατικά της κάθε οντότητας, η διοίκηση της δύναται να υιοθετήσει τους φορολογικούς συντελεστές απόσβεσης, όπως ισχύουν κάθε φορά με βάση την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία , εάν κατά την κρίση της προσεγγίζουν τους λογιστικούς συντελεστές απόσβεσης. Στην περίπτωση αυτή δεν γεννάται θέμα διαφορών λογιστικής και φορολογικής βάσης και συνακόλουθα δεν υπάρχει ανάγκη τήρησης διπλών μητρώων παγίων.”

4.3.1 Συμβάσεις leasing ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά

Για τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων που συνάφθηκαν στο χρονικό διάστημα από 01.01.2015 και μετά, ισχύουν τα όσα προαναφέρθηκαν στην παράγραφο 4.3. Η μόνη ιδιαιτερότητα των συγκεκριμένων συμβάσεων είναι το γεγονός ότι οι αποσβέσεις του μισθωμένου περιουσιακού στοιχείου θα υπολογιστούν μόνο επί της αξίας του κτιρίου και όχι του οικοπέδου. Συνεπώς, η οντότητα θα πρέπει να διαχωρίσει την αξία του ακινήτου σε αξία που αφορά στο οικόπεδο και αξία που αφορά στο κτίριο. Ο διαχωρισμός της αξίας του ακινήτου σε περίπτωση που δεν προκύπτει αλλιώς, μπορεί να γίνει σύμφωνα με τις εύλογες αξίες σύμφωνα με την υπ’ αριθμό 1626 ΕΞ 19.10.2015 απάντηση του ΣΛΟΤ σε γραπτό ερώτημα. Αναφορικά με τους συντελεστές απόσβεσης του ακινήτου (κτιρίου) ισχύουν τα όσα αναφέρθηκαν στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4.3. Τέλος, επισημαίνεται ότι και για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα με χρηματοδοτική μίσθωση περιουσιακά στοιχεία υπάρχει η δυνατότητα επιμέτρησής τους στην εύλογη αξία σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το {start}άρθρο 24{end} του Ν.4308/2014.

4.3.2 Συμβάσεις sale and lease back ακινήτων συναφθείσες από 01.01.2015 και μετά

Αναφορικά με τις συμβάσεις sale and lease back ακινήτων και σύμφωνα με την {start}παράγραφο 5γ του άρθρου 18{end} του Ν.4308/2014 “πώληση περιουσιακών στοιχείων τα οποία στην συνέχεια επαναμισθώνονται με χρηματοδοτική μίσθωση λογιστικά αντιμετωπίζονται από τον μισθωτή ως εγγυημένος δανεισμός. Το εισπραττόμενο από την πώληση ποσό αναγνωρίζεται ως υποχρέωση η οποία μειώνεται με τα καταβαλλόμενα χρεολύσια, ενώ οι σχετικοί τόκοι αναγνωρίζονται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Τα πωληθέντα στοιχεία συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στον ισολογισμό ως περιουσιακά στοιχεία”.

5. Λογιστικό πλαίσιο συμβάσεων leasing συναφθέντων έως 31.12.2013

5.1 Γενικά

Για τις συναφθείσες έως 31.12.2013 συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων, οι οντότητες με την θέση σε ισχύ του Ν.4308/2014 (ΕΛΠ), είχαν και έχουν ακόμα την δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ της αναφερόμενης στην {start}παράγραφο 2 του άρθρου 37{end} του Ν.4308/2014 “αναδρομικής εφαρμογής” της λογιστικής πολιτικής που προβλέπεται για τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων από τα ΕΛΠ (Ν.4308/2014) και της διατήρησης για λογιστικούς σκοπούς και μετά τις 31.12.2013 του υφιστάμενου έως τότε και προβλεπόμενου από τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας (Ν.4172/2013) χειρισμού έως και τις 31.12.2018 (όπως ορίζεται από την φορολογική νομοθεσία η συγκεκριμένη ημερομηνία στην παράγραφο 19 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013). Η ανωτέρω δυνατότητα επιλογής προβλέπεται από την συνδυαστική ερμηνεία των διατάξεων των {start}παραγράφων 3{end} α1 και {start}5 του άρθρου 37{end} του Ν.4308/2014, από την παράγραφο 37.5.2 της λογιστικής οδηγίας εφαρμογής των διατάξεων του Ν.4308/2014 αλλά και από τα αναφερόμενα στην με αριθμό 1626 ΕΞ 19.10.2015 απάντηση του ΣΛΟΤ σε σχετικό ερώτημα.

5.2 Αναδρομική εφαρμογή της λογιστικής πολιτικής που προβλέπεται από τον Ν.4308/2014

Σύμφωνα με τις διατάξεις της {start}παραγράφου 2 του άρθρου 37{end} του Ν.4308/2014 “η πρώτη εφαρμογή των κανόνων επιμέτρησης και σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων των κεφαλαίων 4 έως 7, αντιμετωπίζεται ως αλλαγή λογιστικής πολιτικής σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος νόμου”, με την αναδρομική εφαρμογή δηλαδή των κανόνων αναγνώρισης και επιμέτρησης του Ν.4308/2014 για τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης εν προκειμένω, ως εάν ο Ν.4308/2014 να ίσχυε κατά την ημερομηνία σύναψης της σύμβασης.
Μεγαλύτερη ανάλυση του θέματος παρέχεται σε αυτή την πρακτική εφαρμογή. (https://www.taxheaven.gr/laws/circular/view/id/23202) .

5.3 Διατήρηση του υφιστάμενου έως 31.12.2013 λογιστικού χειρισμού

Σε αυτή την περίπτωση η οντότητα που επιλέγει να μην εφαρμόσει αναδρομικά την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του Ν.4308/2014 λογιστική πολιτική για τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, θα εξακολουθήσει να αναγνωρίζει τα καταβαλλόμενα μισθώματα ως έξοδα στην κατάσταση αποτελεσμάτων της περιόδου. Δεν θα αναγνωρίσει δηλαδή στις οικονομικές της καταστάσεις αφ’ ενός το μισθωμένο περιουσιακό στοιχείο με το κόστος κτήσης που θα είχε το στοιχείο αυτό εάν θα είχε αγοραστεί από την οντότητα και αφ’ ετέρου μια ισόποση υποχρέωση.

5.4 Χρήση της δυνατότητας επιλογής του άρθρου 141 του Ν.2190/1920

Εταιρίες οι οποίες είχαν συνάψει συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης πριν την έναρξη εφαρμογής του Ν.4308/2014 (ΕΛΠ) και οι οποίες επιθυμούσαν να επιμετρήσουν και να απεικονίσουν τις συγκεκριμένες συμβάσεις ως χρηματοοικονομικές (και όχι ως λειτουργικές όπως προβλεπόταν από το τότε Ελληνικό Λογιστικό Πλαίσιο), είχαν την δυνατότητα να εφαρμόσουν το άρθρο 141 του Ν.2190/1920 σύμφωνα με την 1η παράγραφο του οποίου “Οι εταιρίες, που συνάπτουν χρηματοδοτικές μισθώσεις, είτε ως εκμισθωτές είτε ως μισθωτές, έχουν την δυνατότητα της επιμέτρησης και απεικόνισης των συναλλαγών αυτών στα λογιστικά τους βιβλία, είτε με βάση τους ισχύοντες κανόνες που προδιαγράφονται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα είτε με βάση τους ισχύοντες κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι η μέθοδος που επιλέγεται ακολουθείται με συνέπεια μέχρι τη λήξη της κάθε συγκεκριμένης χρηματοδοτικής μίσθωσης”. Επίσης στην παράγραφο 2 της συγκεκριμένης διάταξης αναφερόταν πως “η υιοθέτηση της προδιαγραφόμενης από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα μεθόδου λογιστικής απεικόνισης των χρηματοδοτικών μισθώσεων δεν συνεπάγεται αναμόρφωση του λογιστικού κέρδους (ή ζημίας), για σκοπούς προσδιορισμού του φορολογητέου κέρδους (ή ζημίας). Και τέλος, στην παράγραφο 3 αναφερόταν πως “κατά την πρώτη εφαρμογή της προδιαγραφόμενης από τα ΔΛΠ μεθόδου λογιστικής απεικόνισης υφιστάμενης σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, η διαφορά που προκύπτει μεταξύ των μέχρι της στιγμής εκείνης λογιστικά αναγνωρισθέντων εσόδων ή εξόδων και των εσόδων ή εξόδων που θα είχαν αναγνωρισθεί, εάν είχε εφαρμοστεί η προδιαγραφόμενη από τα ΔΛΠ μέθοδος, από την αρχική σύναψη της χρηματοδοτικής μισθωτικής σύμβασης, προστίθεται ή αφαιρείται από το φορολογητέο κέρδος (ή ζημία) που προκύπτει μέσα στην χρήση κατά την οποία εφαρμόζεται, για πρώτη φορά, η μέθοδος που προδιαγράφεται από τα ΔΛΠ”.

Στην αιτιολογική έκθεση του Ν.3229/2004 με τον οποίο τέθηκε η ανωτέρω διάταξη αναφέρεται ότι “και στις δύο περιπτώσεις, το συνολικό ποσό που επιβαρύνει τα αποτελέσματα της επιχείρησης καθ ‘όλη την διάρκεια της μίσθωσης είναι το ίδιο και συνεπώς, η ουσιαστική διαφορά μεταξύ των δύο μεθόδων λογιστικοποίησης των συναλλαγών αυτής της κατηγορίας (από πλευράς επιβάρυνσης των αποτελεσμάτων) έγκειται στον ενδεχόμενο ετεροχρονισμό της επιβάρυνσης” και ότι “παρέχεται η δυνατότητα εξουδετέρωσης των φορολογικών συνεπειών της υιοθέτησης της προδιαγραφόμενης από τα ΔΛΠ μεθόδου λογιστικής απεικόνισης των χρηματοδοτικών μισθώσεων και ρυθμίζεται το θέμα της διαφοράς που θα προκύψει κατά την πρώτη εφαρμογή, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει ότι η αλλαγή δεν οδηγεί στην συνολική επιβάρυνση των αποτελεσμάτων με ποσό μεγαλύτερο ή μικρότερο από το ποσό με το οποίο θα είχαν επιβαρυνθεί τα αποτελέσματα αν δεν είχε επέλθει η αλλαγή. Η προτεινόμενη ρύθμιση έχει ως βασικό στόχο την αποφυγή της άσκοπης ταλαιπωρίας των επιχειρήσεων με την επιβολή της υποχρέωσης παρακολούθησης των συναλλαγών αυτών κατά δύο διαφορετικούς τρόπους”.

Αναφορικά με την συγκεκριμένη διάταξη γεννήθηκε το ερώτημα σχετικά με το εάν θα μπορούσε να έχει εφαρμογή ως προς το φορολογικό της σκέλος. Κατά την γνώμη μου, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν αλλά και με δεδομένο ότι το άρθρο 141 του Ν.2190/1920 είναι διάταξη μεταγενέστερη και ειδικότερη του έως 31.12.2013 ισχύοντος κώδικα φορολογίας εισοδήματος, η χρήση από εταιρία της συγκεκριμένης διάταξης έως 31.12.2013, συνεπάγεται την εφαρμογή της τόσο ως προς το λογιστικό αλλά και ως προς το φορολογικό της σκέλος.
Στην πρακτική εφαρμογή της παραγράφου 6.4 μπορεί να διαπιστωθεί πως από την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης επιτυγχάνεται “η φορολογική ουδετερότητα” για την οποία γίνεται λόγος στην αιτιολογική έκθεση, καθώς στο τέλος της χρονικής διάρκειας της μίσθωσης το ποσό των εξόδων που τελικά επιβάρυναν τα φορολογητέα αποτελέσματα δεν διαφέρει από το ποσό που θα τα είχε επιβαρύνει στην περίπτωση που δεν είχε γίνει χρήση της επιλογής της συγκεκριμένης διάταξης. Επισημαίνεται ότι στην αναφερόμενη στην προηγούμενη παράγραφο πρακτική εφαρμογή η διάρκεια της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν εκτείνεται μετά την έναρξη ισχύος του Ν.4172/2013 (ΚΦΕ) (01.01.2014).

Η συγκεκριμένη διάταξη καταργήθηκε για περιόδους που αρχίζουν από 31.12.2014 και μετά καθώς από 01.01.2015 τέθηκε σε ισχύ ο Ν.4308/2014 (ΕΛΠ). Αυτό που δεν είναι σαφές είναι ο χειρισμός που θα πρέπει να ακολουθηθεί αναφορικά με συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης η διάρκεια των οποίων εκτείνεται και μετά την θέση σε ισχύ του Ν.4172/2013 (01.01.2014) και για τις οποίες είχε γίνει χρήση της επιλογής του άρθρου 141 του Ν.2190/1920 (και ως προς το λογιστικό αλλά και ως προς το φορολογικό σκέλος).

Ειδικότερα γεννάται το ερώτημα εάν ο Ν.4172/2013, ως μη ανταποκρινόμενος στην ιδιαιτερότητα της περίπτωσης την οποία καλύπτει το άρθρο 141 του Ν.2190/1920, δεν θίγει την ισχύ της συγκεκριμένης προγενέστερης ρύθμισης για τις εταιρίες οι οποίες έχουν υπαχθεί σε αυτή και εάν η κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης για περιόδους που αρχίζουν από 31.12.2014 και μετά αφορά μόνο στο σκέλος της δυνατότητας επιλογής της συγκεκριμένης ρύθμισης από 01.01.2015. Σε κάθε περίπτωση η απάντηση στον παραπάνω προβληματισμό δεν μπορεί να δοθεί με ευκολία καθώς απαιτεί μεταξύ άλλων και νομικές γνώσεις.

6. Πρακτικές εφαρμογές

6.1 Πρακτική εφαρμογή σύμβασης leasing ακινήτου (από 01.01.2014 και μετά)

Η ανώνυμη εταιρία Α συνάπτει την 01.01.2015 σύμβασης χρηματοοικονομικής μίσθωσης ακινήτου με τα δεδομένα του πίνακα που ακολουθεί:
 

Δεδομένα πρακτικής εφαρμογής
Μίσθιο Ακίνητο
Ωφέλιμη ζωή κτιρίου 40 Έτη
Ωφέλιμη ζωή γηπέδου Απεριόριστη
Οικονομική διάρκεια ζωής κτιρίου (φορολογική 100/4) 25 έτη
Οικονομική διάρκεια ζωής γηπέδου Απεριόριστη
Αντικειμενική αξία κτιρίου 300.000,00
Αντικειμενική αξία οικοπέδου 200.000,00
Εύλογη αξία κτιρίου 600.000,00
Εύλογη αξία γηπέδου 350.000,00
Ημερομηνία σύναψης της σύμβασης ΧΜ 01.01.2015
Ημερομηνία λήξης σύμβασης ΧΜ 31.12.2034
Τρέχουσα αξία μισθίου που ισούται με την παρούσα αξία των μισθωμάτων 950.000,00
Υπολειμματική αξία κτιρίου 0
Τιμολογιακή αξία μισθίου τοις μετρητοίς 950.000,00
Λοιπά έξοδα κατά την σύναψη της μίσθωσης 0
Διάρκεια σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης 20 Έτη
Επιτόκιο σύμβασης 5,00%
Ετήσιο μίσθωμα 76.230,46
Βάση καταβολής μισθώματος Ετήσια στο τέλος της περιόδου
Δικαίωμα εξαγοράς μισθίου στην λήξη Ναι
Τίμημα εξαγοράς στην λήξη 0


6.1.1 Φορολογικός χειρισμός

H οντότητα θα αναγνωρίσει στις οικονομικές της καταστάσεις το μίσθιο ως περιουσιακό στοιχείο στην τρέχουσα αξία του (950.000,00€) η οποία τυγχάνει να είναι η ίδια με την παρούσα αξία των μισθωμάτων και μία ισόποση υποχρέωση. Ειδικότερα και για τον διαχωρισμό της τρέχουσας αξίας του ακινήτου σε οικόπεδο και κτίριο, θα εφαρμοστούν ποσοστά επί της τρέχουσας αξίας του μισθίου τα οποία όμως θα προκύψουν σύμφωνα με τις αξίες κτιρίου-γηπέδου, όπως αυτές υπολογίζονται για τις ανάγκες της φορολογίας κεφαλαίου (αντικειμενικές αξίες). Συνεπώς, το κτίριο θα αναγνωριστεί στις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας με αξία 570.000,00€ (950.000,00*300.000,00/500.000,00) ενώ το γήπεδο θα αναγνωριστεί στις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας με αξία 380.000,00€ (950.000,00*200.000,00/500.000,00).

Ο πίνακας της χρηματοοικονομικής μίσθωσης διαμορφώνεται ως κάτωθι:
 

Α/Α Μισθώματος Ημερομηνία καταβολής μισθώματος Μίσθωμα (συνάρτηση Excel PMT) Τόκος (συνάρτηση Excel IPMT) Κεφάλαιο Υπολειπόμενο κεφάλαιο
1 31.12.2015 76.230,46 47.500,00 28.730,46 921.269,54
2 31.12.2016 76.230,46 46.063,48 30.166,98 891.102,56
3 31.12.2017 76.230,46 44.555,13 31.675,33 859.427,23
4 31.12.2018 76.230,46 42.971,36 33.259,10 826.168,14
5 31.12.2019 76.230,46 41.308,41 34.922,05 791.246,08
6 31.12.2020 76.230,46 39.562,30 36.668,15 754.577,93
7 31.12.2021 76.230,46 37.728,90 38.501,56 716.076,37
8 31.12.2022 76.230,46 35.803,82 40.426,64 675.649,73
9 31.12.2023 76.230,46 33.782,49 42.447,97 633.201,76
10 31.12.2024 76.230,46 31.660,09 44.570,37 588.631,39
11 31.12.2025 76.230,46 29.431,57 46.798,89 541.832,50
12 31.12.2026 76.230,46 27.091,63 49.138,83 492.693,67
13 31.12.2027 76.230,46 24.634,68 51.595,77 441.097,89
14 31.12.2028 76.230,46 22.054,89 54.175,56 386.922,33
15 31.12.2029 76.230,46 19.346,12 56.884,34 330.037,99
16 31.12.2030 76.230,46 16.501,90 59.728,56 270.309,43
17 31.12.2031 76.230,46 13.515,47 62.714,99 207.594,44
18 31.12.2032 76.230,46 10.379,72 65.850,74 141.743,71
19 31.12.2033 76.230,46 7.087,19 69.143,27 72.600,44
20 31.12.2034 76.230,46 3.630,02 72.600,44 0
    1.524.609,16 574.609,16 950.000,00  


Η οντότητα θα εκπίπτει από τα φορολογητέα έσοδά της για τον προσδιορισμό του φορολογητέου της κέρδους τις αποσβέσεις επί της αξίας του κτιρίου όπως αυτή προσδιορίστηκε παραπάνω και τους τόκους που περιλαμβάνονται στο καταβαλλόμενο μίσθωμα, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. Το ποσό του κεφαλαίου που περιλαμβάνεται στα καταβαλλόμενα μισθώματα, θα μειώνει το ποσό της υποχρέωσης (κεφαλαίου) και δεν θα επιφέρει καμία επίδραση στο φορολογητέο αποτέλεσμα.

Ο πίνακας υπολογισμού των αποσβέσεων του κτιρίου θα έχει ως κάτωθι:
 

Πίνακας υπολογισμού αποσβέσεων κτιρίου
Φορολογικό Έτος Αξία κτήσης κτιρίου Αποσβέσεις περιόδου Συνολικές αποσβέσεις Αναπόσβεστη αξία
2015 570.000,00 22.800,00 22.800,00 547.200,00
2016 570.000,00 22.800,00 45.600,00 524.400,00
2017 570.000,00 22.800,00 68.400,00 501.600,00
2018 570.000,00 22.800,00 91.200,00 478.800,00
2019 570.000,00 22.800,00 114.000,00 456.000,00
2020 570.000,00 22.800,00 136.800,00 433.200,00
2021 570.000,00 22.800,00 159.600,00 410.400,00
2022 570.000,00 22.800,00 182.400,00 387.600,00
2023 570.000,00 22.800,00 205.200,00 364.800,00
2024 570.000,00 22.800,00 228.000,00 342.000,00
2025 570.000,00 22.800,00 250.800,00 319.200,00
2026 570.000,00 22.800,00 273.600,00 296.400,00
2027 570.000,00 22.800,00 296.400,00 273.600,00
2028 570.000,00 22.800,00 319.200,00 250.800,00
2029 570.000,00 22.800,00 342.000,00 228.000,00
2030 570.000,00 22.800,00 364.800,00 205.200,00
2031 570.000,00 22.800,00 387.600,00 182.400,00
2032 570.000,00 22.800,00 410.400,00 159.600,00
2033 570.000,00 22.800,00 433.200,00 136.800,00
2034 570.000,00 22.800,00 456.000,00 114.000,00
2035 570.000,00 22.800,00 478.800,00 91.200,00
2036 570.000,00 22.800,00 501.600,00 68.400,00
2037 570.000,00 22.800,00 524.400,00 45.600,00
2038 570.000,00 22.800,00 547.200,00 22.800,00
2039 570.000,00 22.799,99 569.999,99 0,01


Επισημαίνεται ότι για τον υπολογισμό των φορολογικών αποσβέσεων λαμβάνονται υπόψη οι συντελεστές απόσβεσης που ορίζονται στο άρθρο 24 του Ν.4172/2013 και όχι αυτοί που προκύπτουν βάση της ωφέλιμης ζωής του μισθίου. Συγκεκριμένα, από το άρθρο 24 του Ν.4172/2013 προκύπτει ότι ο συντελεστής απόσβεσης των κτιρίων είναι 4% και αντιστοιχεί σε οικονομική ζωή 25 ετών (100/4) ενώ ο συντελεστής απόσβεσης που λαμβάνεται υπόψη για λογιστικούς σκοπούς είναι 2,5% και αντιστοιχεί σε ωφέλιμη ζωή 40 ετών.

Οι λογιστικές εγγραφές (στην φορολογική βάση) που θα διενεργήσει η οντότητα αναφορικά με την σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης του ακινήτου θα είναι οι κάτωθι:
 

Ημερομηνία Αιτιολογία Λογαριασμός Χρέωση Πίστωση
01.01.2015 Αναγνώριση μισθωμένου κτιρίου Ακίνητα (Κτίρια) 570.000,00  
01.01.2015 Αναγνώριση μισθωμένου οικοπέδου Ακίνητα (Οικόπεδα) 380.000,00  
01.01.2015 Αναγνώριση υποχρέωσης χρηματοδοτικής μίσθωσης Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις)   950.000,00
31.12.2015 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Έξοδο (αποσβέσεις κτιρίων) 22.800,00  
31.12.2015 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Ακίνητα λογαριασμός αποσβέσεων (Κτίρια)   22.800,00
31.12.2015 Καταβολή μισθώματος περιόδου Ταμειακά διαθέσιμα   76.230,46
31.12.2015 Χρηματοοικονομικό κόστος leasing (τόκοι) Έξοδο (τόκοι σύμβασης leasing) 47.500,00  
31.12.2015 Υποχρέωση leasing (κεφάλαιο) Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις) 28.730,46  


6.1.2 Λογιστικός χειρισμός

Για τις ανάγκες του λογιστικού χειρισμού ο πίνακας της χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν διαφέρει από τον πίνακα της παραγράφου 6.1.1.

Ωστόσο τα ποσά με τα οποία θα αναγνωριστούν στα λογιστικά βιβλία της οντότητας το κτίριο και το γήπεδο θα διαφέρουν από τα ποσά με τα οποία αναγνωρίστηκαν για τις ανάγκες της φορολογίας (φορολογική βάση). Ειδικότερα ο διαχωρισμός της αξίας του ακινήτου στα πλαίσια του λογιστικού χειρισμού της σύμβασης leasing θα γίνει βάση των εύλογων αξιών κτιρίου-οικοπέδου (βλέπε παράγραφο 4.3.1). Το κτίριο θα αναγνωριστεί στα λογιστικά βιβλία με αξία 600.000,00€ ενώ το οικόπεδο με αξία 350.000,00€ και ταυτόχρονα θα αναγνωριστεί και μία ισόποση υποχρέωση ποσού 950.000,00€.

Ο πίνακας υπολογισμού των αποσβέσεων του κτιρίου θα διαμορφωθεί ως κάτωθι:
 

Πίνακας υπολογισμού αποσβέσεων κτιρίου
Φορολογικό Έτος Αξία κτήσης κτιρίου Αποσβέσεις περιόδου Συνολικές αποσβέσεις Αναπόσβεστη αξία
2015 600.000,00 15.000,00 15.000,00 585.000,00
2016 600.000,00 15.000,00 30.000,00 570.000,00
2017 600.000,00 15.000,00 45.000,00 555.000,00
2018 600.000,00 15.000,00 60.000,00 540.000,00
2019 600.000,00 15.000,00 75.000,00 525.000,00
2020 600.000,00 15.000,00 90.000,00 510.000,00
2021 600.000,00 15.000,00 105.000,00 495.000,00
2022 600.000,00 15.000,00 120.000,00 480.000,00
2023 600.000,00 15.000,00 135.000,00 465.000,00
2024 600.000,00 15.000,00 150.000,00 450.000,00
2025 600.000,00 15.000,00 165.000,00 435.000,00
2026 600.000,00 15.000,00 180.000,00 420.000,00
2027 600.000,00 15.000,00 195.000,00 405.000,00
2028 600.000,00 15.000,00 210.000,00 390.000,00
2029 600.000,00 15.000,00 225.000,00 375.000,00
2030 600.000,00 15.000,00 240.000,00 360.000,00
2031 600.000,00 15.000,00 255.000,00 345.000,00
2032 600.000,00 15.000,00 270.000,00 330.000,00
2033 600.000,00 15.000,00 285.000,00 315.000,00
2034 600.000,00 15.000,00 300.000,00 300.000,00
2035 600.000,00 15.000,00 315.000,00 285.000,00
2036 600.000,00 15.000,00 330.000,00 270.000,00
2037 600.000,00 15.000,00 345.000,00 255.000,00
2038 600.000,00 15.000,00 360.000,00 240.000,00
2039 600.000,00 15.000,00 375.000,00 225.000,00
2040 600.000,00 15.000,00 390.000,00 210.000,00
2041 600.000,00 15.000,00 405.000,00 195.000,00
2042 600.000,00 15.000,00 420.000,00 180.000,00
2043 600.000,00 15.000,00 435.000,00 165.000,00
2044 600.000,00 15.000,00 450.000,00 150.000,00
2045 600.000,00 15.000,00 465.000,00 135.000,00
2046 600.000,00 15.000,00 480.000,00 120.000,00
2047 600.000,00 15.000,00 495.000,00 105.000,00
2048 600.000,00 15.000,00 510.000,00 90.000,00
2049 600.000,00 15.000,00 525.000,00 75.000,00
2050 600.000,00 15.000,00 540.000,00 60.000,00
2051 600.000,00 15.000,00 555.000,00 45.000,00
2052 600.000,00 15.000,00 570.000,00 30.000,00
2053 600.000,00 15.000,00 585.000,00 15.000,00
2054 600.000,00 15.000,00 600.000,00 0


Η οντότητα θα καταχωρεί ως έξοδα στα λογιστικά της βιβλία τις αποσβέσεις επί της αξίας του κτιρίου όπως αυτή προσδιορίστηκε παραπάνω και τους τόκους που περιλαμβάνονται στο καταβαλλόμενο μίσθωμα. Το ποσό του κεφαλαίου που περιλαμβάνεται στα καταβαλλόμενα μισθώματα θα μειώνει το ποσό της υποχρέωσης (κεφαλαίου).

Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε ότι τα ποσά των αποσβέσεων που θα καταχωρηθούν στα λογιστικά βιβλία για τις ανάγκες της φορολογίας εισοδήματος (φορολογική βάση) διαφέρουν από τα ποσά των αποσβέσεων που θα καταχωρηθούν για λογιστικούς σκοπούς (λογιστική βάση) κάτι το οποίο οφείλεται αφ’ ενός στον διαφορετικό τρόπο διαχωρισμού της αξίας του ακινήτου σε κτίριο και οικόπεδο και αφ’ ετέρου στην διάσταση μεταξύ της οικονομικής (φορολογικής) και της ωφέλιμης ζωής του κτιρίου που συνεπάγεται την απόσβεση του με διαφορετικούς συντελεστές σε κάθε βάση. Προκύπτει δηλαδή διαφορά μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης και σχετική υποχρέωση παρακολούθησης των δύο βάσεων (του περιουσιακού στοιχείου και της υποχρέωσης) σύμφωνα με την {start}παράγραφο 5 του άρθρου 3{end} του Ν.4308/2014.
Επισημαίνεται ότι η εφαρμογή λογιστικής αναβαλλόμενης φορολογίας δεν είναι υποχρεωτική σύμφωνα με την παράγραφο 23.3.6 της λογιστικής οδηγίας εφαρμογής του Ν.4308/2014.

Ωστόσο η οντότητα εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 18.3.α.4 της λογιστικής οδηγίας εφαρμογής των ΕΛΠ (βλέπε και παράγραφο 4.3 του παρόντος), μπορεί να υιοθετήσει τους φορολογικούς συντελεστές απόσβεσης και για λογιστικούς σκοπούς.

Οι λογιστικές εγγραφές (στην λογιστική βάση) που θα διενεργήσει η οντότητα αναφορικά με την σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης του ακινήτου θα είναι οι κάτωθι:
 

Ημερομηνία Αιτιολογία Λογαριασμός Χρέωση Πίστωση
01.01.2015 Αναγνώριση μισθωμένου κτιρίου Ακίνητα (Κτίρια) 600.000,00  
01.01.2015 Αναγνώριση μισθωμένου οικοπέδου Ακίνητα (Οικόπεδα) 350.000,00  
01.01.2015 Αναγνώριση υποχρέωσης χρηματοδοτικής μίσθωσης Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις)   950.000,00
31.12.2015 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Έξοδο (αποσβέσεις κτιρίων) 15.000,00  
31.12.2015 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Ακίνητα λογαριασμός αποσβέσεων (Κτίρια)   15.000,00
31.12.2015 Καταβολή μισθώματος περιόδου Ταμειακά διαθέσιμα   76.230,46
31.12.2015 Χρηματοοικονομικό κόστος leasing (τόκοι) Έξοδο (τόκοι σύμβασης leasing) 47.500,00  
31.12.2015 Υποχρέωση leasing (κεφάλαιο) Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις) 28.730,46  


6.2 Πρακτική εφαρμογή σύμβασης sale and lease back (από 01.01.2014 έως 31.12.2014)

Η ανώνυμη εταιρία Α η οποία κατείχε στις 31.12.2013 ένα ακίνητο (γήπεδο με κτίριο), σύναψε την 01.01.2014 σύμβαση πώλησης και επαναμίσθωσης του συγκεκριμένου ακινήτου με εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης. Η λογιστική αξία του συγκεκριμένου ακινήτου στις 31.12.2013 ανερχόταν σε 300.000,00€ (με αξία κτήσης 500.000,00€ και σωρευμένες αποσβέσεις 200.000,00€) για το κτίριο και σε 200.000,00€ για το γήπεδο. Το τίμημα της πώλησης του ακινήτου στην εταιρία leasing ανήλθε σε 950.000,00€. Στην συνέχεια για το συγκεκριμένο ακίνητο συνάφθηκε σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης με τα παρακάτω δεδομένα:
 

Δεδομένα πρακτικής εφαρμογής
Μίσθιο Ακίνητο
Ωφέλιμη ζωή κτιρίου 40 Έτη
Ωφέλιμη ζωή γηπέδου Απεριόριστη
Οικονομική διάρκεια ζωής κτιρίου (φορολογική 100/4) 25 έτη
Οικονομική διάρκεια ζωής γηπέδου Απεριόριστη
Αντικειμενική αξία κτιρίου 360.000,00
Αντικειμενική αξία οικοπέδου 240.000,00
Εύλογη αξία κτιρίου 600.000,00
Εύλογη αξία γηπέδου 350.000,00
Ημερομηνία σύναψης της σύμβασης ΧΜ 01.01.2014
Ημερομηνία λήξης σύμβασης ΧΜ 31.12.2033
Τρέχουσα αξία μισθίου που ισούται με την παρούσα αξία των μισθωμάτων 950.000,00
Υπολειμματική αξία κτιρίου 0
Τιμολογιακή αξία μισθίου τοις μετρητοίς 950.000,00
Λοιπά έξοδα κατά την σύναψη της μίσθωσης 0
Διάρκεια σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης 20 Έτη
Επιτόκιο σύμβασης 5,00%
Ετήσιο μίσθωμα 76.230,46
Βάση καταβολής μισθώματος Ετήσια στο τέλος της περιόδου
Δικαίωμα εξαγοράς μισθίου στην λήξη Ναι
Τίμημα εξαγοράς στην λήξη 0


6.2.1 Φορολογικός χειρισμός

Από την συναλλαγή πώλησης του ακινήτου θα προκύψει υπεραξία η οποία ανέρχεται στο ποσό των 450.000,00€, η οποία είναι αποτέλεσμα της διαφοράς μεταξύ του τιμήματος πώλησης του ακινήτου (950.000,00€) και της αξίας με την οποία αυτό εμφανίζεται στα λογιστικά βιβλία της εταιρίας την ημερομηνία της πώλησης (500.000,00€). Η συγκεκριμένη υπεραξία σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2.3.2 της παρούσας ανάλυσης, δεν θα αναγνωριστεί άμεσα ως έσοδο από τον πωλητή-μισθωτή, αλλά θα εμφανιστεί στις οικονομικές του καταστάσεις ως έσοδο επομένων χρήσεων και θα μεταφέρεται τμηματικά στα αποτελέσματα ως έσοδο καθ’ όλη την διάρκεια της μίσθωσης σύμφωνα με τον πίνακα που ακολουθεί:
 

Φορολογικό Έτος Ποσό υπεραξίας που μεταφέρεται στα αποτελέσματα Υπόλοιπο υπεραξίας για μεταφορά
2014 22.500,00 427.500,00
2015 22.500,00 405.000,00
2016 22.500,00 382.500,00
2017 22.500,00 360.000,00
2018 22.500,00 337.500,00
2019 22.500,00 315.000,00
2020 22.500,00 292.500,00
2021 22.500,00 270.000,00
2022 22.500,00 247.500,00
2023 22.500,00 225.000,00
2024 22.500,00 202.500,00
2025 22.500,00 180.000,00
2026 22.500,00 157.500,00
2027 22.500,00 135.000,00
2028 22.500,00 112.500,00
2029 22.500,00 90.000,00
2030 22.500,00 67.500,00
2031 22.500,00 45.000,00
2032 22.500,00 22.500,00
2033 22.500,00 0


Στην συνέχεια η σύναψη της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης του ακινήτου θα αντιμετωπιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 του Ν.4172/2013. Συνεπώς, η οντότητα θα αναγνωρίσει στις οικονομικές της καταστάσεις το μίσθιο ως περιουσιακό στοιχείο στην τρέχουσα αξία του (950.000,00€), η οποία τυγχάνει να είναι η ίδια με την παρούσα αξία των μισθωμάτων και ταυτόχρονα μία ισόποση υποχρέωση. Ειδικότερα και για τον διαχωρισμό της τρέχουσας αξίας του ακινήτου σε οικόπεδο και κτίριο θα εφαρμοστούν ποσοστά επί της τρέχουσας αξίας του μισθίου τα οποία όμως θα προκύψουν σύμφωνα με τις αξίες κτιρίου-γηπέδου όπως αυτές υπολογίζονται για τις ανάγκες της φορολογίας κεφαλαίου (αντικειμενικές αξίες). Συνεπώς, το κτίριο θα αναγνωριστεί στις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας με αξία 570.000,00€ (950.000,00*360.000,00/600.000,00) ενώ το γήπεδο θα αναγνωριστεί στις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας με αξία 380.000,00€ (950.000,00*240.000,00/600.000,00).

Ο πίνακας της χρηματοοικονομικής μίσθωσης διαμορφώνεται ως κάτωθι:
 

Α/Α Μισθώματος Ημερομηνία καταβολής μισθώματος Μίσθωμα (συνάρτηση Excel PMT) Τόκος (συνάρτηση Excel IPMT) Κεφάλαιο Υπολειπόμενο κεφάλαιο
1 31.12.2014 76.230,46 47.500,00 28.730,46 921.269,54
2 31.12.2015 76.230,46 46.063,48 30.166,98 891.102,56
3 31.12.2016 76.230,46 44.555,13 31.675,33 859.427,23
4 31.12.2017 76.230,46 42.971,36 33.259,10 826.168,14
5 31.12.2018 76.230,46 41.308,41 34.922,05 791.246,08
6 31.12.2019 76.230,46 39.562,30 36.668,15 754.577,93
7 31.12.2020 76.230,46 37.728,90 38.501,56 716.076,37
8 31.12.2021 76.230,46 35.803,82 40.426,64 675.649,73
9 31.12.2022 76.230,46 33.782,49 42.447,97 633.201,76
10 31.12.2023 76.230,46 31.660,09 44.570,37 588.631,39
11 31.12.2024 76.230,46 29.431,57 46.798,89 541.832,50
12 31.12.2025 76.230,46 27.091,63 49.138,83 492.693,67
13 31.12.2026 76.230,46 24.634,68 51.595,77 441.097,89
14 31.12.2027 76.230,46 22.054,89 54.175,56 386.922,33
15 31.12.2028 76.230,46 19.346,12 56.884,34 330.037,99
16 31.12.2029 76.230,46 16.501,90 59.728,56 270.309,43
17 31.12.2030 76.230,46 13.515,47 62.714,99 207.594,44
18 31.12.2031 76.230,46 10.379,72 65.850,74 141.743,71
19 31.12.2032 76.230,46 7.087,19 69.143,27 72.600,44
20 31.12.2033 76.230,46 3.630,02 72.600,44 0
    1.524.609,16 574.609,16 950.000,00  


Ο πίνακας υπολογισμού των αποσβέσεων του κτιρίου θα διαμορφωθεί ως κάτωθι:
 

Πίνακας υπολογισμού αποσβέσεων κτιρίου
Φορολογικό Έτος Αξία κτήσης κτιρίου Αποσβέσεις περιόδου Συνολικές αποσβέσεις Αναπόσβεστη αξία
2014 570.000,00 22.800,00 22.800,00 547.200,00
2015 570.000,00 22.800,00 45.600,00 524.400,00
2016 570.000,00 22.800,00 68.400,00 501.600,00
2017 570.000,00 22.800,00 91.200,00 478.800,00
2018 570.000,00 22.800,00 114.000,00 456.000,00
2019 570.000,00 22.800,00 136.800,00 433.200,00
2020 570.000,00 22.800,00 159.600,00 410.400,00
2021 570.000,00 22.800,00 182.400,00 387.600,00
2022 570.000,00 22.800,00 205.200,00 364.800,00
2023 570.000,00 22.800,00 228.000,00 342.000,00
2024 570.000,00 22.800,00 250.800,00 319.200,00
2025 570.000,00 22.800,00 273.600,00 296.400,00
2026 570.000,00 22.800,00 296.400,00 273.600,00
2027 570.000,00 22.800,00 319.200,00 250.800,00
2028 570.000,00 22.800,00 342.000,00 228.000,00
2029 570.000,00 22.800,00 364.800,00 205.200,00
2030 570.000,00 22.800,00 387.600,00 182.400,00
2031 570.000,00 22.800,00 410.400,00 159.600,00
2032 570.000,00 22.800,00 433.200,00 136.800,00
2033 570.000,00 22.800,00 456.000,00 114.000,00
2034 570.000,00 22.800,00 478.800,00 91.200,00
2035 570.000,00 22.800,00 501.600,00 68.400,00
2036 570.000,00 22.800,00 524.400,00 45.600,00
2037 570.000,00 22.800,00 547.200,00 22.800,00
2038 570.000,00 22.799,99 569.999,99 0,01


Η οντότητα θα εκπίπτει από τα φορολογητέα έσοδά της για τον προσδιορισμό του φορολογητέου της κέρδους τις αποσβέσεις επί της αξίας του κτιρίου όπως αυτή προσδιορίστηκε παραπάνω και τους τόκους που περιλαμβάνονται στο καταβαλλόμενο μίσθωμα εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. Το ποσό του κεφαλαίου που περιλαμβάνεται στα καταβαλλόμενα μισθώματα θα μειώνει το ποσό της υποχρέωσης (κεφαλαίου) και δεν θα επιφέρει καμία επίδραση στο φορολογητέο αποτέλεσμα.

Οι λογιστικές εγγραφές που θα διενεργήσει η οντότητα αναφορικά με την σύμβαση πώλησης και επαναμίσθωσης του ακινήτου θα είναι οι κάτωθι:
 

Ημερομηνία Αιτιολογία Λογαριασμός Χρέωση Πίστωση
01.01.2014 Διαγραφή οικοπέδου λόγω πώλησης Οικόπεδα   200.000,00
01.01.2014 Διαγραφή κτιρίου λόγω πώλησης Κτίρια   300.000,00
01.01.2014 Είσπραξη τιμήματος πώλησης ακινήτου Ταμειακά διαθέσιμα 950.000,00  
01.01.2014 Κέρδος από πώληση ακινήτων Υποχρεώσεις (Έσοδα επομένων χρήσεων)   450.000,00
01.01.2014 Αναγνώριση μισθωμένου κτιρίου Ακίνητα (Κτίρια) 570.000,00  
01.01.2014 Αναγνώριση μισθωμένου οικοπέδου Ακίνητα (Οικόπεδα) 380.000,00  
01.01.2014 Αναγνώριση υποχρέωσης χρηματοδοτικής μίσθωσης Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις)   950.000,00
31.12.2014 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Έξοδο (αποσβέσεις κτιρίων) 22.800,00  
31.12.2014 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Ακίνητα λογαριασμός αποσβέσεων (Κτίρια)   22.800,00
31.12.2014 Καταβολή μισθώματος περιόδου Ταμειακά διαθέσιμα   76.230,46
31.12.2014 Χρηματοοικονομικό κόστος leasing (τόκοι) Έξοδο (τόκοι σύμβασης leasing) 47.500,00  
31.12.2014 Υποχρέωση leasing (κεφάλαιο) Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις) 28.730,46  
31.12.2014 Μεταφορά μέρους υπεραξίας από πώληση ακινήτου Υποχρεώσεις (Έσοδα επομένων χρήσεων) 22.500,00  
31.12.2014 Μεταφορά μέρους υπεραξίας από πώληση ακινήτου Έσοδα (υπεραξία πώλησης που αφορά στην περίοδο)   22.500,00


6.2.2 Λογιστικός χειρισμός

Ο λογιστικός χειρισμός για την περίοδο 01.01.2014-31.12.2014 δεν διαφέρει από τον φορολογικό χειρισμό όπως αυτός παρουσιάστηκε στην παράγραφο 6.2.1 και σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στην παράγραφο 4.2 της παρούσας εφαρμογής. Αναφορικά με την λογιστική περίοδο 01.01.2015 έως 31.12.2015 η οντότητα έχει την δυνατότητα επιλογής μεταξύ της αναδρομικής εφαρμογής της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του Ν.4308/2014 λογιστικής πολιτικής που προβλέπεται για τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης με την αναμόρφωση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της συγκριτικής λογιστικής περιόδου (01.01.2014-31.12.2014) και μεταξύ της εφαρμογής των διατάξεων της {start}παραγράφου 5 του άρθρου 37{end} του Ν.4308/2014 σύμφωνα με την οποία “κονδύλια ισολογισμού που δεν πληρούν τα κριτήρια αναγνώρισης του παρόντος νόμου, αλλά αναγνωρίζονταν με το προηγούμενο λογιστικό πλαίσιο, δύναται να συνεχίσουν να εμφανίζονται στον ισολογισμό και μετά την 31.12.2014 και μέχρι την ολοσχερή απόσβεσή τους, βάση των κείμενων φορολογικών διατάξεων ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο διάθεσή τους”. Στην δεύτερη περίπτωση δεν θα υφίσταται διαφορά μεταξύ της λογιστικής και της φορολογικής βάσης και κατά επέκταση υποχρέωση παρακολούθησης των δύο βάσεων.

6.3 Πρακτική εφαρμογή σύμβασης sale and lease back (από 01.01.2015 και μετά)

Η ανώνυμη εταιρία Α η οποία κατείχε στις 31.12.2014 ένα ακίνητο (γήπεδο με κτίριο), σύναψε την 01.01.2015 σύμβαση πώλησης και επαναμίσθωσης του συγκεκριμένου ακινήτου με εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης. Η λογιστική αξία του συγκεκριμένου ακινήτου στις 31.12.2014 ανερχόταν σε 300.000,00€ (με αξία κτήσης 500.000,00€ και σωρευμένες αποσβέσεις 200.000,00€) για το κτίριο και σε 200.000,00€ για το γήπεδο. Το τίμημα της πώλησης του ακινήτου στην εταιρία leasing ανήλθε σε 950.000,00€. Στην συνέχεια για το συγκεκριμένο ακίνητο συνάφθηκε σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης με τα παρακάτω δεδομένα:
 

Δεδομένα πρακτικής εφαρμογής
Μίσθιο Ακίνητο
Ωφέλιμη ζωή κτιρίου 40 Έτη
Ωφέλιμη ζωή γηπέδου Απεριόριστη
Οικονομική διάρκεια ζωής κτιρίου (φορολογική 100/4) 25 έτη
Οικονομική διάρκεια ζωής γηπέδου Απεριόριστη
Αντικειμενική αξία κτιρίου 360.000,00
Αντικειμενική αξία οικοπέδου 240.000,00
Εύλογη αξία κτιρίου 600.000,00
Εύλογη αξία γηπέδου 350.000,00
Ημερομηνία σύναψης της σύμβασης ΧΜ 01.01.2015
Ημερομηνία λήξης σύμβασης ΧΜ 31.12.2034
Τρέχουσα αξία μισθίου που ισούται με την παρούσα αξία των μισθωμάτων 950.000,00
Υπολειμματική αξία κτιρίου 0
Τιμολογιακή αξία μισθίου τοις μετρητοίς 950.000,00
Λοιπά έξοδα κατά την σύναψη της μίσθωσης 0
Διάρκεια σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης 20 Έτη
Επιτόκιο σύμβασης 5,00%
Ετήσιο μίσθωμα 76.230,46
Βάση καταβολής μισθώματος Ετήσια στο τέλος της περιόδου
Δικαίωμα εξαγοράς μισθίου στην λήξη Ναι
Τίμημα εξαγοράς στην λήξη 0


6.3.1 Φορολογικός χειρισμός

Από την συναλλαγή πώλησης του ακινήτου θα προκύψει υπεραξία η οποία ανέρχεται στο ποσό των 450.000,00€, η οποία είναι αποτέλεσμα της διαφοράς μεταξύ του τιμήματος πώλησης του ακινήτου (950.000,00€) και της αξίας με την οποία αυτό εμφανίζεται στα λογιστικά βιβλία της εταιρίας την ημερομηνία της πώλησης (500.000,00€).

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2.3.3 της παρούσας ανάλυσης αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση ακινήτου στα πλαίσια συναφθέντων από 01.01.2015 και μετά συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων, η συγκεκριμένη συναλλαγή αντιμετωπίζεται από τον μισθωτή ως εγγυημένος δανεισμός χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πώληση του ακινήτου. Το εισπραττόμενο από την πώληση του ακινήτου ποσό (950.000,00€) αναγνωρίζεται ως υποχρέωση η οποία μειώνεται με τα καταβαλλόμενα χρεολύσια ενώ οι σχετικοί τόκοι αναγνωρίζονται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Τα πωληθέντα στοιχεία συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στον ισολογισμό ως περιουσιακά στοιχεία.

Ο πίνακας της χρηματοοικονομικής μίσθωσης διαμορφώνεται ως κάτωθι:
 

Α/Α Μισθώματος Ημερομηνία καταβολής μισθώματος Μίσθωμα (συνάρτηση Excel PMT) Τόκος (συνάρτηση Excel IPMT) Κεφάλαιο Υπολειπόμενο κεφάλαιο
1 31.12.2015 76.230,46 47.500,00 28.730,46 921.269,54
2 31.12.2016 76.230,46 46.063,48 30.166,98 891.102,56
3 31.12.2017 76.230,46 44.555,13 31.675,33 859.427,23
4 31.12.2018 76.230,46 42.971,36 33.259,10 826.168,14
5 31.12.2019 76.230,46 41.308,41 34.922,05 791.246,08
6 31.12.2020 76.230,46 39.562,30 36.668,15 754.577,93
7 31.12.2021 76.230,46 37.728,90 38.501,56 716.076,37
8 31.12.2022 76.230,46 35.803,82 40.426,64 675.649,73
9 31.12.2023 76.230,46 33.782,49 42.447,97 633.201,76
10 31.12.2024 76.230,46 31.660,09 44.570,37 588.631,39
11 31.12.2025 76.230,46 29.431,57 46.798,89 541.832,50
12 31.12.2026 76.230,46 27.091,63 49.138,83 492.693,67
13 31.12.2027 76.230,46 24.634,68 51.595,77 441.097,89
14 31.12.2028 76.230,46 22.054,89 54.175,56 386.922,33
15 31.12.2029 76.230,46 19.346,12 56.884,34 330.037,99
16 31.12.2030 76.230,46 16.501,90 59.728,56 270.309,43
17 31.12.2031 76.230,46 13.515,47 62.714,99 207.594,44
18 31.12.2032 76.230,46 10.379,72 65.850,74 141.743,71
19 31.12.2033 76.230,46 7.087,19 69.143,27 72.600,44
20 31.12.2034 76.230,46 3.630,02 72.600,44 0
    1.524.609,16 574.609,16 950.000,00  


Ο πίνακας υπολογισμού των αποσβέσεων του κτιρίου θα διαμορφωθεί ως κάτωθι:
 

Πίνακας υπολογισμού αποσβέσεων κτιρίου
Φορολογικό Έτος Αξία κτήσης κτιρίου Αποσβέσεις περιόδου Συνολικές αποσβέσεις Αναπόσβεστη αξία
Έως 31.12.2014 500.000,00 200.000,00 200.000,00 300.000,00
2015 500.000,00 20.000,00 220.000,00 280.000,00
2016 500.000,00 20.000,00 240.000,00 260.000,00
2017 500.000,00 20.000,00 260.000,00 240.000,00
2018 500.000,00 20.000,00 280.000,00 220.000,00
2019 500.000,00 20.000,00 300.000,00 200.000,00
2020 500.000,00 20.000,00 320.000,00 180.000,00
2021 500.000,00 20.000,00 340.000,00 160.000,00
2022 500.000,00 20.000,00 360.000,00 140.000,00
2023 500.000,00 20.000,00 380.000,00 120.000,00
2024 500.000,00 20.000,00 400.000,00 100.000,00
2025 500.000,00 20.000,00 420.000,00 80.000,00
2026 500.000,00 20.000,00 440.000,00 60.000,00
2027 500.000,00 20.000,00 460.000,00 40.000,00
2028 500.000,00 20.000,00 480.000,00 20.000,00
2029 500.000,00 20.000,00 500.000,00 0


Οι λογιστικές εγγραφές (στην φορολογική βάση) που θα διενεργήσει η οντότητα αναφορικά με την σύμβαση πώλησης και επαναμίσθωσης του ακινήτου θα είναι οι κάτωθι:
 

Ημερομηνία Αιτιολογία Λογαριασμός Χρέωση Πίστωση
01.01.2015 Είσπραξη τιμήματος πώλησης ακινήτου Ταμειακά διαθέσιμα 950.000,00  
01.01.2015 Αναγνώριση υποχρέωσης χρηματοδοτικής μίσθωσης Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις)   950.000,00
31.12.2015 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Έξοδο (αποσβέσεις κτιρίων) 20.000,00  
31.12.2015 Αποσβέσεις κτιρίων περιόδου Ακίνητα λογαριασμός αποσβέσεων (Κτίρια)   20.000,00
31.12.2015 Καταβολή μισθώματος περιόδου Ταμειακά διαθέσιμα   76.230,46
31.12.2015 Χρηματοοικονομικό κόστος leasing (τόκοι) Έξοδο (τόκοι σύμβασης leasing) 47.500,00  
31.12.2015 Υποχρέωση leasing (κεφάλαιο) Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις) 28.730,46  


6.3.2 Λογιστικός χειρισμός,

Όπως προαναφέρθηκε στην παράγραφο 2.3.3 της παρούσας ανάλυσης ο λογιστικός χειρισμός των συμβάσεων πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων που συνάπτονται από 01.01.2015 και μετά δεν διαφέρουν από τον φορολογικό τους χειρισμό σε όσα αφορούν την υπεραξία από την πώληση του ακινήτου. Συνεπώς για την υπεραξία από την πώληση του ακινήτου και για λογιστικούς σκοπούς ισχύουν τα όσα αναφέρθηκαν στην παράγραφο 6.3.1. Οι διαφορές μεταξύ της λογιστικής και της φορολογικής βάσης θα προκύψουν από τον διαφορετικό τρόπο διαχωρισμού της αξίας του ακινήτου σε κτίριο-οικόπεδο και από τους διαφορετικούς συντελεστές απόσβεσης που μπορεί να εφαρμοστούν μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης περίπτωση η οποία αναλύθηκε εκτενώς στην πρακτική εφαρμογή της παραγράφου 6.1 της παρούσας ανάλυσης.

6.4 Πρακτική εφαρμογή υπαγωγής στο άρθρο 141 του Ν.2190/1920

Η ανώνυμη εταιρία Α έχει συνάψει την 01.01.2003 σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης μηχανήματος τα δεδομένα της οποίας αναλύονται στον πίνακα που ακολουθεί:
 

Δεδομένα πρακτικής εφαρμογής
Μίσθιο Μηχάνημα
Ωφέλιμη ζωή μηχανήματος 10 Έτη
Φορολογικός συντελεστής απόσβεσης 10%
Λογιστικός συντελεστής απόσβεσης 10%
Ημερομηνία σύναψης της σύμβασης ΧΜ 01.01.2003
Ημερομηνία λήξης σύμβασης ΧΜ 31.12.2012
Τρέχουσα αξία μισθίου που ισούται με την παρούσα αξία των μισθωμάτων 100.000,00
Υπολειμματική αξία μηχανήματος 0
Τιμολογιακή αξία μισθίου τοις μετρητοίς 100.000,00
Λοιπά έξοδα κατά την σύναψη της μίσθωσης 0
Διάρκεια σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης 10 Έτη
Επιτόκιο σύμβασης 5,00%
Ετήσιο μίσθωμα 12.950,46
Βάση καταβολής μισθώματος Ετήσια στο τέλος της περιόδου
Δικαίωμα εξαγοράς μισθίου στην λήξη Ναι
Τίμημα εξαγοράς στην λήξη 0


Ο πίνακας της χρηματοδοτικής μίσθωσης έχει ως κάτωθι:
 

Α/Α Μισθώματος Ημερομηνία καταβολής μισθώματος Μίσθωμα (συνάρτηση Excel PMT) Τόκος (συνάρτηση Excel IPMT) Κεφάλαιο Υπολειπόμενο κεφάλαιο
1 31.12.2003 12.950,46 5.000,00 7.950,46 92.049,54
2 31.12.2004 12.950,46 4.602,48 8.347,98 83.701,56
3 31.12.2005 12.950,46 4.185,08 8.765,38 74.936,18
4 31.12.2006 12.950,46 3.746,81 9.203,65 65.732,53
5 31.12.2007 12.950,46 3.286,63 9.663,83 56.068,70
6 31.12.2008 12.950,46 2.803,44 10.147,02 45.921,68
7 31.12.2009 12.950,46 2.296,08 10.654,38 35.267,30
8 31.12.2010 12.950,46 1.763,37 11.187,09 24.080,21
9 31.12.2011 12.950,46 1.204,01 11.746,45 12.333,76
10 31.12.2012 12.950,45 616,69 12.333,76 0
    129.504,59 29.504,59 100.000,00  


Η εταιρία παρακολουθεί την συγκεκριμένη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης έως και την χρήση 2007 ως λειτουργική μίσθωση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας αναγνωρίζοντας δηλαδή ως εκπιπτόμενη δαπάνη από τα φορολογητέα έσοδά της το μίσθωμα της κάθε χρήσης. Εντός της χρήσης 2008 η εταιρία επιλέγει να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχει το άρθρο 141 του Ν.2190/1920 προκειμένου να επιμετρήσει και να απεικονίσει την συγκεκριμένη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του ΔΛΠ 17 “Χρηματοδοτικές Μισθώσεις”.

Για τις ανάγκες εφαρμογής της παραγράφου 3 του συγκεκριμένου άρθρου (βλέπε παράγραφο 5.4 της παρούσας), ο λογιστής της εταιρίας καταρτίζει τον πίνακα υπολογισμού των αποσβέσεων του μηχανήματος καθώς επίσης και ένα πίνακα προκειμένου να προσδιορίσει την διαφορά των εξόδων που έχουν αναγνωριστεί έως 31.12.2007 και των εξόδων που θα είχαν αναγνωριστεί, εάν η εταιρία παρακολουθούσε λογιστικά την συγκεκριμένη σύμβαση σύμφωνα με τις πρόνοιες του ΔΛΠ 17 από την αρχή της.

Ο πίνακας υπολογισμού των αποσβέσεων είχε ως κάτωθι:
 

Πίνακας υπολογισμού αποσβέσεων μηχανήματος
Φορολογικό Έτος Αξία κτήσης κτιρίου Αποσβέσεις περιόδου Συνολικές αποσβέσεις Αναπόσβεστη αξία
31.12.2003 100.000,00 10.000,00 10.000,00 90.000,00
31.12.2004 100.000,00 10.000,00 20.000,00 80.000,00
31.12.2005 100.000,00 10.000,00 30.000,00 70.000,00
31.12.2006 100.000,00 10.000,00 40.000,00 60.000,00
31.12.2007 100.000,00 10.000,00 50.000,00 50.000,00
31.12.2008 100.000,00 10.000,00 60.000,00 40.000,00
31.12.2009 100.000,00 10.000,00 70.000,00 30.000,00
31.12.2010 100.000,00 10.000,00 80.000,00 20.000,00
31.12.2011 100.000,00 10.000,00 90.000,00 10.000,00
31.12.2012 100.000,00 9.999,99 99.999,99 0,01


Και τέλος ο πίνακας αναδρομικού υπολογισμού των διαφορών μεταξύ των 2 μεθόδων είχε ως κάτωθι:
 

  Έξοδα που έχουν αναγνωριστεί έως 31.12.2007 σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία Έξοδα που θα είχαν αναγνωριστεί έως 31.12.2007 αν εφαρμοζόταν το ΔΛΠ 17 Διαφορές εξόδων μεταξύ των δύο μεθόδων
Μισθώματα leasing 64.752,30 0 64.752,30
Τόκοι σύμβασης 0 20.821,00 -20.821,00
Αποσβέσεις μηχανήματος 0 50.000,00 -50.000,00
Σύνολα 64.752,30 70.821,00 -6.068,70


Συμπερασματικά, κατά την πρώτη εφαρμογή της προδιαγραφόμενης από τα ΔΛΠ μεθόδου παρακολούθησης της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης προκύπτει μία αρνητική διαφορά η οποία ανέρχεται στο ποσό των 6.068,70€ η οποία και θα αφαιρεθεί από τα φορολογητέα έσοδα της χρήσης 2008 για τον προσδιορισμό του φορολογητέου κέρδους.

Επισημαίνεται ότι από την χρήση 2008 και μετά και σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 141 του Ν.2190/1920 η υιοθέτηση της προδιαγραφόμενης από τα ΔΛΠ μεθόδου λογιστικής απεικόνισης της χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν συνεπάγεται αναμόρφωση του φορολογητέου κέρδους (ή ζημίας). Συνεπώς, το έξοδο των τόκων της σύμβασης και των αποσβέσεων του μηχανήματος που αφορούν τις χρήσεις από το 2018 και μετά θα αναγνωρίζονται στο σύνολό τους ως εκπιπτόμενες δαπάνες για τον προσδιορισμό του φορολογητέου κέρδους.

Οι λογιστικές εγγραφές που θα διενεργήσει η εταιρία θα έχουν ως κάτωθι:
 

Ημερομηνία Αιτιολογία Λογαριασμός Χρέωση Πίστωση
01.01.2008 Αναγνώριση μηχανήματος (πρώτη εφαρμογή) Μηχανήματα 50.000,00  
01.01.2008 Αναγνώριση υποχρέωσης leasing (πρώτη εφαρμογή) Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις)   56.068,70
01.01.2008 Αναγνώριση διαφοράς στην καθαρή θέση (πρώτη εφαρμογή) Καθαρή θέση 6.068,70  
31.12.2008 Αποσβέσεις μηχανημάτων περιόδου Έξοδο (αποσβέσεις μηχανημάτων) 10.000,00  
31.12.2008 Αποσβέσεις μηχανημάτων περιόδου Μηχανήματα   10.000,00
31.12.2008 Καταβολή μισθώματος περιόδου Ταμειακά διαθέσιμα   12.950,46
31.12.2008 Χρηματοοικονομικό κόστος leasing (τόκοι) Έξοδο (τόκοι σύμβασης leasing) 2.803,44  
31.12.2008 Υποχρέωση leasing (κεφάλαιο) Υποχρεώσεις (Χρηματοδοτικές μισθώσεις) 10.147,02  


Όπως μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί από τον πίνακα της χρηματοδοτικής μίσθωσης το ποσό των εξόδων που θα είχαν επιβαρύνει τα φορολογητέα (αλλά και τα λογιστικά) αποτελέσματα στην περίπτωση που δεν είχε γίνει χρήση της εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 141 θα ισούταν με το ποσό που τελικά θα επιβαρύνει τα φορολογητέα αποτελέσματα λόγω της χρήσης της επιλογής του άρθρου 141 όπως μπορεί να διαπιστωθεί και από τον πίνακα που ακολουθεί:
 

  Έξοδα που θα αναγνωριστούν σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία Έξοδα που θα αναγνωριστούν με χρήση της επιλογής του άρθρου 141
Χρήση Μισθώματα leasing Τόκοι σύμβασης leasing Αποσβέσης μισθωμένου μηχανήματος Σύνολο τόκων και αποσβέσεων
2003 12.950,46 5.000,00 10.000,00 15.000,00
2004 12.950,46 4.602,48 10.000,00 14.602,48
2005 12.950,46 4.185,08 10.000,00 14.185,08
2006 12.950,46 3.746,81 10.000,00 13.746,81
2007 12.950,46 3.286,63 10.000,00 13.286,63
2008 12.950,46 2.803,44 10.000,00 12.803,44
2009 12.950,46 2.296,08 10.000,00 12.296,08
2010 12.950,46 1.763,37 10.000,00 11.763,37
2011 12.950,46 1.204,01 10.000,00 11.204,01
2012 12.950,45 616,69 10.000,00 10.616,69
  129.504,59 29.504,59 100.000,00 129.504,59


7. Επίλογος

Όπως προαναφέρθηκε στην παράγραφο 3.1 της παρούσας μελέτης, για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν την 01.01.2014 (έναρξη εφαρμογής του Ν.4172/2013), η παράγραφος 2 του άρθρου 24 του ΚΦΕ τίθεται σε ισχύ από 01.01.2019. Για τις συγκεκριμένες συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης συνεπώς και μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία (31.12.2018), ο μισθωτής δεν διενεργεί φορολογικές αποσβέσεις, τις οποίες εξακολουθεί να εκπίπτει από τα φορολογητέα έσοδά του ο εκμισθωτής, ως κύριος του ακινήτου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του Ν.4172/2013, ενώ ο μισθωτής θα εκπίπτει τα μισθώματα που καταβάλλει στον εκμισθωτή.
Συνεπώς, οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης οι οποίες έχουν συναφθεί έως και την 31η Δεκεμβρίου του έτους 2013 και η χρονική διάρκεια των οποίων εκτείνεται μετά την 31η Δεκεμβρίου του έτους 2018, θα αντιμετωπιστούν για φορολογικούς σκοπούς ως χρηματοοικονομικές από 01.01.2019. Γεννάται συνεπώς ένας προβληματισμός σχετικά με τον τρόπο που θα γίνει φορολογικά η συγκεκριμένη μετάβαση και ειδικότερα αναφορικά με την αξία με την οποία θα αναγνωριστούν τα μισθωμένα περιουσιακά στοιχεία στις οικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων κάτι το οποίο θα καθορίσει την αξία των φορολογικών αποσβέσεων οι οποίες θα αναγνωριστούν για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των φορολογικών ετών που έπονται από την 01.01.2019 έως και την λήξη της διάρκειας των συγκεκριμένων συμβάσεων. Το άρθρο 141 του Ν.2190/1920 παρά το γεγονός ότι δεν είχε ευρεία εφαρμογή από τις εταιρίες ειδικά ως προς το φορολογικό του σκέλος, όριζε και περιέγραφε την μέθοδο με την οποία μπορούσε να γίνει η “φορολογική μετάβαση” της αντιμετώπισης μιας σύμβασης μίσθωσης από λειτουργική σε χρηματοδοτική για τις ανάγκες της υιοθέτησης της προδιαγραφόμενης από τα ΔΛΠ μεθόδου λογιστικής απεικόνισης των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης (βλέπε και παραγράφους 5.4 και 6.4 της παρούσας). Εννοείται πως η ανωτέρω καταργηθείσα διάταξη δεν έχει εφαρμογή για τους σκοπούς μετάβασης των προ του 2014 συναφθέντων συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης στο νέο καθεστώς φορολογικής τους αντιμετώπισης από 01.01.2019, αλλά μνημονεύεται κυρίως καθώς αναφέρεται σε ένα παρόμοιο αν όχι ακριβώς όμοιο ζήτημα.

Τέλος, επισημαίνεται ότι από 01.01.2019 εισάγεται το ΔΠΧΑ 16 “Μισθώσεις”, με την ταυτόχρονη κατάργηση του ΔΛΠ 17. Το ΔΠΧΑ 16 “Μισθώσεις” επιφέρει σημαντικές αλλαγές ειδικά σε ότι αφορά στην λογιστική αντιμετώπιση των λειτουργικών μισθώσεων.


Αθήνα 14.06.2017


Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 511 ΕΞ 14.3.2017 Συμπλήρωση κατάστασης αποτελεσμάτων σε ΙΚΕ που έχει προέλθει από ΟΕ βάσει του άρθρου 107 του ν. 4072/2012 στις 30/12/2016

$
0
0
Αθήνα, 14.03.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 511 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ KAI ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 511/2017

(- TEST MODE -)

ΘΕΜΑ: Συμπλήρωση κατάστασης αποτελεσμάτων σε ΙΚΕ που έχει προέλθει από ΟΕ βάσει του άρθρου 107 του ν. 4072/2012 στις 30/12/2016


ΕΡΩΤΗΜΑ

Στις 30/12/2016 μετατράπηκε ΟΕ με απλογραφικά βιβλία σε ΙΚΕ βάσει άρθρου 107 ν 4072/2012. Εξάγαμε το λογιστικό αποτέλεσμα από 01/01 - 29/12/2016 και το καταχωρήσαμε στο βιβλίο της ΙΚΕ με 30/12/2016 καθώς και όλες τις λοιπές ενέργειες λόγω αλλαγής κατηγορίας βιβλίων.

Όσον αφορά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος αυτή θα είναι μια για όλο το έτος αναφέροντας στον κωδ. 197 του Ε3 το λογιστικό αποτέλεσμα από τα απλογραφικά βιβλία.

Ερωτάται πώς θα συντάξω την κατάσταση αποτελεσμάτων, θα αναφέρω τα οικονομικά στοιχεία όλης της χρήσης 2016 με τη βοήθεια φύλλου μερισμού παρόλο που είχα απλογραφικά βιβλία ή θα μεταφέρω απευθείας στα αποτελέσματα προ φόρων το λογιστικό αποτέλεσμα από τα απλογραφικά;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Από λογιστική σκοπιά, η αλλαγή νομικού τύπου της Ο.Ε. του ερωτήματος δεν συνεπάγεται μεταβολή της αναφερόμενης οντότητας, αυτής καθαυτής.

Ως εκ τούτου η κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσεως για λογιστικούς σκοπούς, θα είναι η κατάσταση αποτελεσμάτων της ΟΕ, όπως αυτή διαμορφώνεται από τα διαθέσιμα αρχεία της, πλέον οποιαδήποτε τυχούσα δραστηριότητα της ΙΚΕ μέχρι το τέλος της χρήσης.

Για τα φορολογικά θέματα το ΣΛΟΤ δεν έχει αρμοδιότητα.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 510 ΕΞ 14.3.2017 Αξία παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων

$
0
0
Αθήνα, 14.03.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 510 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 510/2017

(- TEST MODE -)

ΘΕΜΑ : Αξία παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων


ΕΡΩΤΗΜΑ

Με την υπ’ αριθμόν 17759/Β.769 (ΦΕΚ 611/10.5.2010) Υπουργική Απόφαση, καθορίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού του τρόπου υπολογισμού του ύψους και επιμερισμού της ετήσιας τακτικής εισφοράς των Μελών του Συνεγγυητικού, στο κεφάλαιο του Συνεγγυητικού.

Στο άρθρο 1 της εν λόγω απόφασης ορίζεται η αξία των περιουσιακών στοιχείων των πελατών επί των οποίων υπολογίζεται η ετήσια τακτική εισφορά κατά κλιμάκιο αξίας, βάσει του άρθρου 2 της απόφασης, ως εξής:

«Αξία περιουσιακών στοιχείων πελατών, είναι ο μέσος όρος της τρέχουσας αξίας του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων πελατών, τα οποία κατείχε ή στα οποία είχε εξουσία διάθεσης το Μέλος του Συνεγγυητικού κατά τις ημερομηνίες αναφοράς. Προκειμένου για παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα του άρθρου 5 του ν. 3606/2007, ως αξία λογίζεται η αξία των συμβολαίων και των δικαιωμάτων κατά τις ημερομηνίες αναφοράς».

Βάσει αυτών και στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων σας, παρακαλούμε όπως γνωμοδοτήσετε για το τι θεωρείται αξία παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων κατά τις ημερομηνίες αναφοράς.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Με βάση τη θεωρία όπως αυτή διατυπώνεται στη διεθνή βιβλιογραφία και στα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) που εφαρμόζονται υποχρεωτικά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο από τις οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος καθώς και την πρακτική, στα παράγωγα αποδίδονται δύο αξίες:

(α) η υποθετική ή ονομαστική αξία (notional amount). Είναι το ποσό επί του οποίου υπολογίζεται η τρέχουσα/εύλογη/αγοραία αξία του παραγώγου (οι όροι είναι ισοδύναμοι), βάσει της μεταβλητότητας του υποκείμενου τίτλου (underlying),

(β) η τρέχουσα ή εύλογη ή αγοραία αξία του παραγώγου. Είναι η αξία διακανονισμού του παραγώγου τη δεδομένη χρονική στιγμή, δηλαδή η αξία την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη (αγοραστής και πωλητής) θα αποδέχονταν για να κλείσουν τη θέση τους.

Η αναφορά στην απόφαση 17759/Β.769, του όρου «τρέχουσα αξία των περιουσιακών στοιχείων πελατών», δηλώνει σαφώς την εύλογη/αγοραία αξία όλων των στοιχείων, περιλαμβανομένων των παραγώγων, κατά την ημερομηνία αναφοράς. Η ειδική αναφορά της απόφασης στα παράγωγα, κατά τη γνώμη μας είναι διευκρινιστική και αποσκοπεί στο να δηλώσει ότι για τα παράγωγα, που διαφοροποιούνται από τα άλλα χρηματοοικονομικά στοιχεία, ως αξία για σκοπούς εφαρμογής της απόφασης, λαμβάνεται η τρέχουσα αξία των εν ισχύει συμβολαίων κατά τις ημερομηνίες αναφοράς.

     

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 434 ΕΞ 14.3.2017 Βιβλίο Εσόδων - Εξόδων - Δεν υπάρχει υποχρέωση ανάλυσης των πωλήσεων κατά Μοναδικό Συντελεστή Καθαρού Κέρδους, στα απλογραφικά βιβλία

$
0
0

Αθήνα, 14.03.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 434 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 434/2017

(- TEST MODE -)

ΘΕΜΑ : Βιβλίο Εσόδων - Εξόδων


ΕΡΩΤΗΜΑ

Θα ήθελα μία διευκρίνηση σχετικά με την εμφάνιση των εσόδων και εξόδων μίας επιχείρησης που τηρεί βιβλία β' κατηγορίας.

Παλαιότερα λόγω του Μοναδικού Συντελεστή Καθαρού Κέρδους (Μ.Σ.Κ.Κ.) αναλύαμε σε στήλες στο βιβλίο εσόδων εξόδων τα είδη που πωλούσαμε. Πλέον σύμφωνα με το Άρθρο 3, παράγραφος 12α του Νόμου 4308/2014 μπορούμε να έχουμε πιο γενικές κατηγορίες όπως πώληση εμπορευμάτων 13%, πώληση εμπορευμάτων 24%, πώληση προϊόντων 13% κτλ; Και αν ναι υπάρχει κάπου αλλού η υποχρέωση να αναλύουμε τις πωλήσεις μας σύμφωνα με τα είδη πωληθέντων;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Με βάση το ν. 4308/2014, δεν υπάρχει υποχρέωση ανάλυσης των πωλήσεων κατά Μοναδικό Συντελεστή Καθαρού Κέρδους, στα απλογραφικά βιβλία. Οι πληροφορίες που πρέπει να προκύπτουν από τα απλογραφικά βιβλία προσδιορίζονται στην παρ. 12 του άρθρου 3 του ν. 4308/2014.     

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1090967 ΕΞ 2017 Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη

$
0
0

Αθήνα, 15 Ιουνίου 2017
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1090967 ΕΞ 2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΑΔΕ
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και ΕΦΚ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ και ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α' ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ και ΔΑΣΜΟΛ. ΑΞΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση: Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84
Πληροφορίες: Μ.Λύτρα
Τηλέφωνο: 210-69.87.480
Fax: 210-69.87.506
E-Mail: m.lytra@2001.syzefxis.gov.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη»

ΣΧΕΤ.: H με αριθ. πρωτ. Δ.718/446/27.04.2006 Δ.Υ.Ο.Ο.

Αναφορικά με το ανωτέρω θέμα και σύμφωνα με:

- το άρθρο 74 παράγραφος 2γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα ,

- το άρθρο 142 παράγραφος 6 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2447 της Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής , ο οποίος σας κοινοποιήθηκε με την παραπάνω σχετική Δ.Υ.Ο.Ο.,

σας γνωστοποιούμε τις κατά μονάδα αξίες για τη διαμόρφωση της δασμολογητέας αξίας, ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων, που εισάγονται αποκλειστικά με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη, (χωρίς συναλλακτική αξία και τιμολόγια), και ισχύουν για τη χρονική περίοδο από 16.06.2017 έως και 29.06.2017. Σημειώνεται ότι, οι κατά μονάδα αξίες δεν εφαρμόζονται για τις χρονικές περιόδους και για τα εμπορεύματα για τα οποία θεσπίζονται τιμές εισόδου βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 (άρθ. 136 παρ.2 και άρθ.137) της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε, με τον Καν. (ΕΕ) αριθ. 499/2014 της Επιτροπής, και ισχύει.

Για τα εμπορεύματα για τα οποία δεν καθορίζονται τιμές θα πρέπει να εφαρμόζεται η μέθοδος προσδιορισμού της δασμολογητέας αξίας του άρθρου 74 παράγραφος 2γ του Καν. 952/2013.

Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Περιφερειών παρακαλούνται για την άμεση ενημέρωση των Τελωνείων δικαιοδοσίας τους.


ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ 

Κατάλογος εμπορευμάτων Παραρτήματος Ι του καν. (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής Απλοποιημένη διαδικασία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη σύμφωνα με το άρθρο 74 παράγραφος 2γ) του Τελωνειακού Κώδικα

 

Κωδικός ΣΟ (TARIC) Περιγραφή εμπορευμάτων Περίοδος ισχύος Κατά μονάδα
αξία (EUR/100Kg)
0701 90 50 Πατάτες πρώιμες 01/01 - 30/06 _
0703 10 19 Κρεμμύδια 01/01 - 31/12 35,38
0703 20 00 Σκόρδα 01/01 - 31/12 231,75
0708 20 00 Φασόλια 01/01 - 31/12 357,82
0709 20 00 10 Σπαράγγια : - πράσινα 01/01 - 31/12 677,5
0709 20 00 90 Σπαράγγια : - άλλα 01/01 - 31/12 -
0709 60 10 Γλυκοπιπεριές 01/01 - 31/12 253,88
0714 20 10 Γλυκοπατάτες, νωπές, ολόκληρες, προορισμένες για ανθρώπινη κατανάλωση 01/01 - 31/12 95,35
0804 30 00 90 Ανανάδες 01/01 - 31/12 79,13
0804 40 00 10 Αχλάδια της ποικιλίας avocats 01/01 - 31/12 182,22
0805 10 20 Πορτοκάλια γλυκά 01/06 - 30/11 60,26
0805 20 10 05 Κλημεντίνες ( Clementines ) 01/03 - 31/10 170,83
0805 20 30 05 Monreales και Satsumas 01/03 - 31/10 89,43
0805 20 50 07 0805 20 50 37 Μανταρίνια και Wilkings 01/03 - 31/10 106,91
0805 20 70 05 0805 20 90 05 0805 20 90 09 Tangerines και άλλα 01/03 - 31/10 129,05
0805 40 00 11 0805 40 00 31 Φράπες και γκρέϊπ - φρουτ : - λευκά 01/01 - 31/12 107,32
0805 40 00 19 0805 40 00 39 Φράπες και γκρέϊπ - φρουτ : - ροδόχροα 01/01 - 31/12 113,6
0805 50 90 11 0805 50 90 19 Γλυκολέμονα(Citrus aurantifolia, citrus latifolia ) 01/01 - 31/12 79,94
0806 10 10 Επιτραπέζια σταφύλια 21/11 - 20/07 184,82
0807 11 00 Καρπούζια 01/01 - 31/12 44,91
0807 19 00 50 Amarillo, Cuper, Honey Dew (συμπεριλαμβανομένων Can- talene), Onteniente, Piel de Sapo (συμπεριλαμβανομένων Verde Liso), Rochet, Tendral, Futuro 01/01 - 31/12 68,36
0807 19 00 90 Άλλα πεπόνια 01/01 - 31/12 63,3
0808 30 90 10 Αχλάδια : 01/05 - 30/06 194,16
-           Nashi ( Pyrus pyrifolia )
-          Ya ( Pyrus bretscheideri)
0808 30 90 90 Αχλάδια : - άλλα 01/05 - 30/06 114,46
0809 10 00 Βερίκοκα 01/01 - 30/05 και -
01/08 - 31/12
0809 30 10 Νεκταρίνια 01/01 - 10/06 και  
01/10 - 31/12
0809 30 90 Ροδάκινα 01/01 - 10/06 και  
01/10 - 31/12
0809 40 05 Δαμάσκηνα 01/10 - 10/06 -
0810 10 00 Φράουλες 01/01 - 31/12 95,66
0810 20 10 Σμέουρα 01/01 - 31/12 407,96
0810 50 00 Ακτινίδια ( κίουι ) 01/01 - 31/12 138,49

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 8ης Ιουνίου 2017 για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα

$
0
0

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 8ης Ιουνίου 2017 για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (1) (ο κώδικας), και ιδίως τα άρθρα 8, 11, 17, 25, 58, 63, 66, 76, 100, 132, 152, 157, 161, 165, 169, 181, 232, 236, 266, 268, 273 και 276,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Μετά τη δημοσίευση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 (2) της Επιτροπής, διαπιστώθηκαν σφάλματα διαφόρων ειδών, τα οποία πρέπει να διορθωθούν. Η διόρθωση ορισμένων από τα σφάλματα αυτά προϋποθέτει την τροποποίηση διαφόρων άλλων σχετικών διατάξεων του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(2)

Η αιτιολογική σκέψη 61 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να αντικατοπτρίζει με ορθό τρόπο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας σχετικά με τον εν λόγω εκτελεστικό κανονισμό στο πλαίσιο της επιτροπής τελωνειακού κώδικα, η οποία δεν διατύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που όρισε ο πρόεδρός της.

(3)

Η διατύπωση των διατάξεων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 που παρατίθενται κατωτέρω θα πρέπει να διορθωθεί, ώστε οι διατάξεις να καταστούν σαφέστερες, χωρίς ωστόσο να εισαχθούν νέα στοιχεία: άρθρο 67 παράγραφος 4, άρθρο 87 (τίτλος), άρθρα 102, 137 και 138, άρθρο 143 παράγραφος 2, άρθρα 214 και 220, άρθρο 230 παράγραφος 2 και παράρτημα 21-01.

(4)

Σε διάφορες διατάξεις και παραρτήματα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, οι παραπομπές σε άλλες νομοθετικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένης της παραπομπής στις διατάξεις του εφαρμοζόμενου κώδικα, θα πρέπει να διορθωθούν ή να διατυπωθούν με μεγαλύτερη ακρίβεια.

(5)

Το άρθρο 67 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί, ώστε να συμπεριληφθούν οι επαναποστολείς ως οικονομικοί φορείς που μπορούν να λάβουν το καθεστώς εγκεκριμένου εξαγωγέα, σύμφωνα με το άρθρο 69 του εκτελεστικού κανονισμού, το οποίο επιτρέπει στους επαναποστολείς να αντικαθιστούν τις δηλώσεις καταγωγής που έχουν συνταχθεί από εγκεκριμένους εξαγωγείς με αποδεικτικά καταγωγής αντικατάστασης.

(6)

Για λόγους συνέπειας με το άρθρο 55 παράγραφοι 4 και 6 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής (3), το άρθρο 92 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να απαλειφθεί.

(7)

Στο άρθρο 110 παράγραφος 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, σχετικά με την εκ των υστέρων επαλήθευση των πιστοποιητικών καταγωγής τύπου Α και των δηλώσεων τιμολογίου, η Τουρκία αναφέρεται, μαζί με τη Νορβηγία και την Ελβετία, ως μία από τις χώρες στις οποίες μπορούν να αποστέλλονται αιτήσεις για εκ των υστέρων επαλήθευση. Ωστόσο, δεδομένου ότι μεταξύ της Ένωσης και της Τουρκίας δεν προβλέπεται η χρήση αποδεικτικών καταγωγής αντικατάστασης, δεν θα αποστέλλεται στην Τουρκία καμία αίτηση για εκ των υστέρων επαλήθευση αποδεικτικών καταγωγής αντικατάστασης που εκδίδονται ή συντάσσονται στη συγκεκριμένη χώρα. Ως εκ τούτου, η αναφορά στην Τουρκία θα πρέπει να διαγραφεί.

(8)

Το άρθρο 199 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί ώστε να συμπληρωθεί ο κατάλογος των αποδεκτών μέσων απόδειξης του ενωσιακού χαρακτήρα των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης εμπορευμάτων που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με την οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου (4), με την προσθήκη αναφοράς στο ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο και στη διαδικασία συνέχειας των δραστηριοτήτων που προβλέπονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 21 και 26 της εν λόγω οδηγίας. Οι εν λόγω αναφορές παραλείφθηκαν εκ παραδρομής.

(9)

Το άρθρο 306 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί. Η διάταξη θα πρέπει να ορίζει ότι ο κύριος αριθμός αναφοράς (MRN) της διασάφησης διαμετακόμισης πρέπει να προσκομίζεται στο τελωνείο προορισμού, και όχι σε κάθε τελωνείο διέλευσης, όπως εσφαλμένα ορίζεται βάσει της τρέχουσας διατύπωσης του άρθρου. (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)

(10)

Τα σφάλματα και οι παραλείψεις που διαπιστώθηκαν στα παραρτήματα Α και Β του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 μετά τη δημοσίευσή του θα πρέπει να διορθωθούν.

(11)

Το παράρτημα 12-01 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί, ώστε να εξασφαλιστεί η χρήση εναρμονισμένου μορφότυπου του ίδιου στοιχείου σε ολόκληρο το εν λόγω παράρτημα.

(12)

Μεταξύ των παραρτημάτων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να συμπεριληφθεί το παράρτημα 12-03 για τον καθορισμό του σχεδιασμού των ετικετών που τίθενται στις παραδιδόμενες αποσκευές οι οποίες καταγράφονται σε αερολιμένα της Ένωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 44 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού αλλά εκ παραδρομής παραλείφθηκε.

(13)

Στο παράρτημα 22-13 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί ένα γραμματικό σφάλμα στο ουγγρικό κείμενο της δήλωσης τιμολογίου.

(14)

Επιπλέον των διορθώσεων, ορισμένες διατάξεις πρέπει να τροποποιηθούν λαμβανομένων υπόψη των αλλαγών που επήλθαν στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο μετά την έκδοση του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού. Επομένως, το άρθρο 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να εναρμονιστεί με το άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, όπως τροποποιήθηκε με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής (5).

(15)

Η διαδικασία που προβλέπεται επί του παρόντος στα άρθρα 57, 58 και 59 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 είχε δημιουργηθεί αρχικά το 1989 με σκοπό τη διασφάλιση της ομαλής και εναρμονισμένης εφαρμογής της μη προτιμησιακής δασμολογικής ποσόστωσης που κατανέμεται ανά χώρα. Τα εν λόγω άρθρα αντιστοιχούν ουσιαστικά στα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής (6), ο οποίος εφαρμοζόταν έως τις 30 Απριλίου 2016. Διάφοροι κανονισμοί της Ένωσης βάσει των οποίων έχουν ανοιχτεί μη προτιμησιακές δασμολογικές ποσοστώσεις παραπέμπουν στα άρθρα 56 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93. Κατά συνέπεια, στο άρθρο 57 θα πρέπει να εισαχθεί ένας κανόνας συσχέτισης για τις αναφορές στα πιστοποιητικά καταγωγής που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 οι οποίες περιλαμβάνονται σε άλλους κανονισμούς, ώστε να αποφευχθεί η τροποποίηση καθενός από τους εν λόγω κανονισμούς χωριστά.

(16)

Το κείμενο του άρθρου 62 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 επιτρέπει επί του παρόντος οι δηλώσεις τακτικού προμηθευτή να καλύπτουν μόνο προγενέστερη ή μεταγενέστερη περίοδο. Η διάταξη θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να συμπεριληφθεί η δυνατότητα μια ενιαία δήλωση τακτικού προμηθευτή να καλύπτει τόσο τα εμπορεύματα που έχουν ήδη παραδοθεί έως την ημερομηνία έκδοσης της δήλωσης όσο και τα εμπορεύματα που πρόκειται να παραδοθούν σε μεταγενέστερο χρόνο. Για λόγους μεγαλύτερης σαφήνειας και ευχερέστερης εφαρμογής του κανόνα, η πρώτη και η τελευταία ημερομηνία έναρξης της περιόδου την οποία καλύπτει η δήλωση τακτικού προμηθευτή θα πρέπει να ορίζονται με σημείο αναφοράς την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω δήλωσης. Συνεπώς, παρότι η μέγιστη περίοδος την οποία καλύπτει μια δήλωση θα πρέπει να ορίζεται στους 24 μήνες, η εν λόγω περίοδος δεν θα πρέπει να εκτείνεται πέραν των 12 προηγούμενων μηνών ούτε να ξεκινά σε ημερομηνία μεταγενέστερη των 6 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης.

(17)

Το άρθρο 68 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να καταστεί σαφές ότι, στο πλαίσιο προτιμησιακής συμφωνίας με τρίτη χώρα στην οποία εφαρμόζεται το σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων (σύστημα ΣΕΕ), οι εξαγωγείς που συμπληρώνουν έγγραφα σχετικά με την καταγωγή αποστολών αξίας άνω των 6 000 EUR θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι εξαγωγείς, εκτός εάν η σχετική προτιμησιακή συμφωνία προσδιορίζει διαφορετικό κατώτατο όριο αξίας. Ωστόσο, έως ότου ο εξαγωγέας εγγραφεί στο σύστημα ΣΕΕ, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, ο εξαγωγέας μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τον αριθμό εγκεκριμένου εξαγωγέα στα έγγραφα σχετικά με την καταγωγή, χωρίς να απαιτείται υπογραφή, για συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών με τρίτες χώρες στο πλαίσιο των οποίων ο εξαγωγέας διαφορετικά θα έπρεπε να είναι εγγεγραμμένος.

(18)

Βάσει του ισχύοντος κειμένου του άρθρου 69 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, ο εγγεγραμμένος εξαγωγέας δεν έχει το δικαίωμα να αντικαθιστά με βεβαιώσεις καταγωγής αντικατάστασης άλλα αποδεικτικά καταγωγής πέραν των βεβαιώσεων καταγωγής. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος είναι να αντικατασταθεί το σύστημα εγκεκριμένων εξαγωγέων με το σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων (ΣΕΕ), οι εγγεγραμμένοι εξαγωγείς θα πρέπει να μπορούν να αντικαθιστούν με βεβαιώσεις καταγωγής αντικατάστασης τον ίδιο τύπο αποδεικτικών καταγωγής με τους εγκεκριμένους εξαγωγείς δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 2 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(19)

Στο άρθρο 73 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να προστεθεί παράγραφος 3, η οποία να ορίζει ότι η Επιτροπή υποχρεούται να αποστέλλει στις δικαιούχες χώρες, κατόπιν αιτήματός τους, δείγματα των αποτυπωμάτων των σφραγίδων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη. Η εν λόγω υποχρέωση είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των κανόνων σχετικά με την περιφερειακή σώρευση.

(20)

Το άρθρο 80 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές δικαιούχου χώρας ή στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών την υποχρέωση να ενημερώνουν τον εγγεγραμμένο εξαγωγέα για τυχόν τροποποιήσεις των δεδομένων εγγραφής του σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.

(21)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνοχή μεταξύ των κανόνων που εφαρμόζονται στην Ένωση κατά τη μεταβατική περίοδο έως την εφαρμογή του συστήματος ΣΕΕ, στο άρθρο 85 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να προβλέπεται έως πότε οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς που δεν έχουν εγγραφεί ακόμη στο σύστημα ΣΕΕ θα μπορούν να συντάσσουν δηλώσεις τιμολογίου για τους σκοπούς της διμερούς σώρευσης. Η σχετική ημερομηνία θα πρέπει να οριστεί στις 31 Δεκεμβρίου 2017, η οποία είναι η καταληκτική ημερομηνία έως την οποία οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών μπορούν να εκδίδουν πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR.1 και συνεπώς η ημερομηνία λήξης της εν λόγω μεταβατικής περιόδου.

(22)

Σε αντίθεση με τη Νορβηγία και την Ελβετία, η Τουρκία δεν θα εφαρμόσει το σύστημα ΣΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2017. Για τον λόγο αυτό, το άρθρο 86 παράγραφος 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει ότι η εγγραφή για τους εξαγωγείς στις δικαιούχες χώρες θα ισχύει για το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων (ΣΓΠ) της Τουρκίας μόνον όταν η εν λόγω χώρα αρχίσει να εφαρμόζει το σύστημα ΣΕΕ. Προκειμένου να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό η ημερομηνία εφαρμογής του συστήματος ΣΕΕ από την Τουρκία, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την υποχρέωση να δημοσιεύσει την εν λόγω ημερομηνία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(23)

Το άρθρο 158 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 σχετικά με τον καθορισμό του επιπέδου συνολικής εγγύησης θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά τη βάση για την εφαρμογή της μείωσης των συνολικών εγγυήσεων που καλύπτουν τους εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και άλλες επιβαρύνσεις. Το άρθρο 158 θα πρέπει να κάνει σαφή διάκριση μεταξύ της μείωσης που προβλέπεται στο άρθρο 95 παράγραφος 3 του κώδικα για όλους τους εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς όσον αφορά τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις που έχουν γεννηθεί, και των μειώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 95 παράγραφος 2 του κώδικα. Οι τελευταίες εφαρμόζονται όσον αφορά τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις που ενδέχεται να γεννηθούν, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 84 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.

(24)

Για να αποτραπεί η χρήση τίτλου μεμονωμένης εγγύησης μετά την ανάκληση της παρασχεθείσας δήλωσης τριτεγγύησης ή την παραίτηση του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις του που απορρέουν απ' αυτήν, στην περίπτωση του εν λόγω τίτλου, στο άρθρο 161 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να προστεθεί διάταξη η οποία θα αναφέρει ότι οι τίτλοι που εκδίδονται πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της ανάκλησης αυτής της δήλωσης τριτεγγύησης ή της παραίτησης του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις του που απορρέουν απ' αυτήν, δεν επιτρέπεται πλέον να χρησιμοποιούνται για την υπαγωγή εμπορευμάτων στο καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης.

(25)

Όπως απαιτείται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 3 της τελωνειακής σύμβασης περί των διεθνών μεταφορών εμπορευμάτων διά των δελτίων TIR (7), συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επόμενων τροποποιήσεων αυτής (σύμβαση TIR), το άρθρο 163 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 καθορίζει το όριο έως το οποίο κάθε εγγυοδοτικός οργανισμός, εγκατεστημένος στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, μπορεί να καταστεί υπεύθυνος στο πλαίσιο συγκεκριμένης πράξης TIR. Το άρθρο 163 θα πρέπει να τροποποιηθεί λόγω της ανακοίνωσης της Διεθνούς Ένωσης Οδικών Μεταφορών (ΔΕΟΜ) ότι η διεθνής ασφαλιστική εταιρεία της έχει αυξήσει, για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης TIR, το ύψος της καλυπτόμενης εγγύησης από 60 000 EUR σε 100 000 EUR ανά δελτίο TIR.

(26)

Το άρθρο 231 παράγραφος 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να αποσαφηνιστεί ότι μόνον οι συγκεκριμένες ανταλλαγές πληροφοριών για τους ελέγχους που προβλέπονται στις παραγράφους 5 και 6 του εν λόγω άρθρου αναστέλλονται έως ότου καταστούν διαθέσιμα τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα. Παρότι τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν είναι διαθέσιμα, η υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 179 παράγραφοι 4 και 5 του κώδικα όσον αφορά τη διενέργεια των ελέγχων και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με αυτούς θα πρέπει να εκπληρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341.

(27)

Το άρθρο 329 παράγραφος 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να απαλειφθεί. Το άρθρο αυτό προβλέπει ορισμένες εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα σχετικά με τον προσδιορισμό του τελωνείου εξόδου για την εξαγωγή εμπορευμάτων που υπάγονται στη συνέχεια σε καθεστώς διαμετακόμισης. Λόγω σφάλματος επαναρίθμησης, το άρθρο 329 παράγραφος 8 παραπέμπει εσφαλμένα στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, ωστόσο δεν υπήρχε σε καμία περίπτωση πρόθεση να προβλεφθεί εξαίρεση για τα εμπορεύματα που φορτώνονται σε πλοίο το οποίο δεν εξυπηρετεί τακτική γραμμή θαλάσσιων μεταφορών. Στον βαθμό που η οδηγία 2008/118/ΕΚ εφαρμόζεται όταν εμπορεύματα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τελούν υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης πρόκειται να εξέλθουν από το έδαφος της Ένωσης, το άρθρο 329 παράγραφος 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 δεν θα πρέπει να αναφέρεται ούτε σε τέτοιου είδους εμπορεύματα. Τέλος, δεν απαιτείται ειδικός κανόνας για τον προσδιορισμό του τελωνείου εξόδου όταν τα εμπορεύματα που υπόκεινται σε διατυπώσεις εξαγωγής, με σκοπό τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής, παραδίδονται για εξαγωγή και υπάγονται στη συνέχεια σε καθεστώς διαμετακόμισης. Ο λόγος είναι ότι, σύμφωνα με το άρθρο 189 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, τα εν λόγω εμπορεύματα μπορούν να υπαχθούν μόνο σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, γεγονός που σημαίνει ότι χάνουν τον τελωνειακό τους χαρακτήρα ως ενωσιακών εμπορευμάτων και υπόκεινται πλέον σε αυστηρή τελωνειακή επιτήρηση.

(28)

Επί του παρόντος, διαπιστώνονται διαφορές ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα επιμέρους κράτη μέλη αντιμετωπίζουν τις εξαγωγές που ακολουθούνται από διαμετακόμιση. Σε ορισμένα κράτη μέλη, η επιβεβαίωση εξόδου παρέχεται άμεσα, κατά την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο καθεστώς διαμετακόμισης, ενώ σε άλλα κράτη μέλη η επιβεβαίωση αυτή παρέχεται μόνο μετά την εκκαθάριση του καθεστώτος διαμετακόμισης. Η διαφορά αυτή εντοπίζεται τόσο στις περιπτώσεις εξωτερικής διαμετακόμισης όσο και σε άλλες περιπτώσεις εκτός της εξωτερικής διαμετακόμισης. Σύμφωνα με το άρθρο 333 παράγραφος 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, κατά τη μεταβατική περίοδο, έως την έναρξη λειτουργίας του ΕΤΚ — Αυτοματοποιημένο Σύστημα Εξαγωγών (ΑΣΕ), το τελωνείο εξόδου μπορεί να ενημερώσει το τελωνείο εξαγωγής για την έξοδο των εμπορευμάτων, όταν τα εν λόγω εμπορεύματα υπάγονται σε καθεστώς διαμετακόμισης εκτός της εξωτερικής διαμετακόμισης, έως την επομένη της ημέρας εκκαθάρισης του καθεστώτος διαμετακόμισης. Η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να επεκταθεί επίσης στα εμπορεύματα που υπάγονται σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, ώστε κατά τη μεταβατική περίοδο να επιτρέπεται στα κράτη μέλη στα οποία έχουν αυτοματοποιηθεί οι διαδικασίες να συνεχίζουν την πρακτική τους με την έκδοση επιβεβαίωσης εξόδου είτε κατά την υπαγωγή σε καθεστώς διαμετακόμισης είτε κατά την εκκαθάριση του καθεστώτος διαμετακόμισης.

(29)

Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή στα αντίστοιχα ηλεκτρονικά συστήματα των μορφότυπων και των κωδικών ορισμένων απαιτήσεων περί δεδομένων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διασαφήσεων και γνωστοποιήσεων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, θα πρέπει να τροποποιηθεί το παράρτημα Β του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(30)

Οι οδηγίες εκτύπωσης του παραρτήματος 22-02 και οι εισαγωγικές σημειώσεις του παραρτήματος 22-14 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να διευκρινιστεί έως πότε είναι επίσης δυνατή η χρήση των παλαιότερων εκδόσεων των εντύπων. Η χρήση των εν λόγω εκδόσεων θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να διακοπεί μετά την 1η Μαΐου 2019.

(31)

Στο παράρτημα 22-06 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, τα πρόσθετα στοιχεία επικοινωνίας που πρέπει να συμπληρώνονται από τους οικονομικούς φορείς οι οποίοι υποβάλλουν αίτηση εγγραφής στο σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων στη θέση 2 του εντύπου της αίτησης, θα πρέπει να καταστούν προαιρετικά, διότι στη θέση 1 του εντύπου της αίτησης ζητείται ήδη η υποβολή των βασικών στοιχείων επικοινωνίας. Πέραν τούτου, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα απαλλαγής από την υποχρέωση επικύρωσης του εντύπου της αίτησης με υπογραφή ή σφραγίδα σε περίπτωση που ο εξαγωγέας και οι τελωνειακές αρχές διαθέτουν ηλεκτρονικά την επαλήθευση της γνησιότητας της ταυτότητας.

(32)

Στα παραρτήματα 32-01, 32-02 και 32-03 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, στο κείμενο της δήλωσης εγγύησης τριτεγγυητή θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Σερβίας στη σύμβαση περί κοινού καθεστώτος διαμετακόμισης (8) την 1η Φεβρουαρίου 2016. Η Σερβία θα πρέπει επίσης να προστεθεί στον κατάλογο των οικείων χωρών στις αντίστοιχες θέσεις του πιστοποιητικού συνολικής εγγύησης και του πιστοποιητικού απαλλαγής από την εγγύηση στο παράρτημα 72-04 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(33)

Στο παράρτημα 72-04 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέχεια των δραστηριοτήτων κατά την εφαρμογή του καθεστώτος ενωσιακής διαμετακόμισης, θα πρέπει να εισαχθούν διάφορες διατάξεις σχετικά με την ισχύ των εγγυήσεων: διάταξη σχετικά με την ισχύ του πιστοποιητικού συνολικής εγγύησης και του πιστοποιητικού απαλλαγής από την εγγύηση· διάταξη που απαγορεύει τη χρήση πιστοποιητικών σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης ή ανάκλησης και υπαναχώρησης από ανάληψη υποχρέωσης που παρέχεται στην περίπτωση της συνολικής εγγύησης· και διάταξη σχετικά με την κοινοποίηση των μέσων αναγνώρισης των έγκυρων πιστοποιητικών από τα κράτη μέλη.

(34)

Οι διορθώσεις και οι τροποποιήσεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να αρχίσουν να ισχύουν το συντομότερο δυνατό προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν νομική αβεβαιότητα όσον αφορά την ορθή εκδοχή των ισχυουσών διατάξεων.

(35)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής τελωνειακού κώδικα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Διορθώσεις στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/2447

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 διορθώνεται ως εξής:

1)

Η αιτιολογική σκέψη 61 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(61)

Η επιτροπή τελωνειακού κώδικα δεν διατύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που όρισε ο πρόεδρός της.».

2)

Στο άρθρο 7 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής για τη θέσπιση μεταβατικών κανόνων για ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, στην περίπτωση που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν ακόμη αρχίσει να λειτουργούν» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341».

3)

Στο άρθρο 12 παράγραφος 1, οι λέξεις «άρθρο 22» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 22 παράγραφος 2».

4)

Το άρθρο 67 διορθώνεται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, οι λέξεις «οι εξαγωγείς που είναι εγκατεστημένοι στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι εξαγωγείς και οι επαναποστολείς που είναι εγκατεστημένοι στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης»·

β)

στην παράγραφο 4, οι λέξεις «Πριν από τον αριθμό αδείας του τελωνείου αναγράφεται ο κωδικός» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Ο αριθμός αδείας του τελωνείου αρχίζει με τον κωδικό»·

γ)

στην παράγραφο 6, οι λέξεις «παράρτημα 22-09» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράρτημα 22-13».

5)

Το άρθρο 70 διορθώνεται ως εξής:

α)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Σε περίπτωση που χώρα ή έδαφος έχει διαγραφεί από το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1), οι κανόνες και διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 55 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 και οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 72, 80 και 108 του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να ισχύουν για την εν λόγω χώρα ή έδαφος για χρονικό διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία διαγραφής από το εν λόγω παράρτημα.

(*1)  Κανονισμός (EE) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 303 της 31.10.2012, σ. 1).»."

6)

Στο άρθρο 75 παράγραφος 1, οι λέξεις «άρθρο 67 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 71 παράγραφος 2».

7)

Στο άρθρο 77 παράγραφος 1 στοιχείο β), οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446» διαγράφονται.

8)

Το άρθρο 87 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 87

Σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων: απαίτηση δημοσίευσης

(άρθρο 64 παράγραφος 1 του κώδικα)

Η Επιτροπή δημοσιεύει στον δικτυακό τόπο της την ημερομηνία κατά την οποία οι δικαιούχες χώρες αρχίζουν να εφαρμόζουν το σύστημα ΣΕΕ. Η Επιτροπή επικαιροποιεί τις πληροφορίες αυτές.».

9)

Στο άρθρο 89, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανάκληση της εγγραφής».

10)

Στο άρθρο 90, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αυτόματη ανάκληση των εγγραφών όταν μια χώρα διαγράφεται από τον κατάλογο των δικαιούχων χωρών».

11)

Στο άρθρο 92 παράγραφος 1, το τρίτο εδάφιο απαλείφεται.

12)

Το άρθρο 102 διορθώνεται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, η λέξη «ελλιπής» αντικαθίσταται από τη λέξη «απλουστευμένη»·

β)

στην παράγραφο 3 στοιχείο β), οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446» διαγράφονται.

13)

Το άρθρο 110 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Όταν υποβάλλεται αίτηση για εκ των υστέρων επαλήθευση, η επαλήθευση διενεργείται και τα πορίσματά της γνωστοποιούνται στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών το αργότερο εντός έξι μηνών ή, για τις αιτήσεις που αποστέλλονται στη Νορβηγία ή την Ελβετία για την επαλήθευση αποδεικτικών καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσονται στα εδάφη τους βάσει πιστοποιητικού καταγωγής τύπου Α ή δήλωσης τιμολογίου που έχει συνταχθεί σε δικαιούχο χώρα, το αργότερο εντός οκτώ μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία εστάλη η αίτηση. Τα αποτελέσματα αυτά επιτρέπουν να διαπιστωθεί αν το αμφισβητούμενο αποδεικτικό καταγωγής αφορά τα πράγματι εξαχθέντα προϊόντα και αν τα προϊόντα αυτά μπορούν να θεωρηθούν προϊόντα καταγωγής της δικαιούχου χώρας.».

14)

Στο άρθρο 119 παράγραφος 4, οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446» διαγράφονται.

15)

Το άρθρο 126 διορθώνεται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, οι λέξεις «Το παρόν υποτμήμα εφαρμόζεται» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Τα υποτμήματα 10 και 11 εφαρμόζονται»·

β)

στην παράγραφο 3, οι λέξεις «του παρόντος τμήματος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των υποτμημάτων 10 και 11».

16)

Στο άρθρο 137 παράγραφος 4 στοιχείο β), οι λέξεις «άλλο μέσο μεταφοράς» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άλλους τρόπους μεταφοράς».

17)

Στο άρθρο 138 παράγραφος 1, οι λέξεις «το ίδιο μεταφορικό μέσο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τον ίδιο τρόπο μεταφοράς».

18)

Στο άρθρο 143 παράγραφος 2, οι λέξεις «το επιμερισμένο κόστος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την επιμερισμένη αξία».

19)

Στο άρθρο 164, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχεία β) και γ) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) του κώδικα]».

20)

Στο άρθρο 186, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(άρθρο 128 του κώδικα)».

21)

Το άρθρο 187 διορθώνεται ως εξής:

α)

ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(άρθρο 128 του κώδικα)»·

β)

στην παράγραφο 4, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

υποβάλλεται συνοπτική διασάφηση εισόδου στον πρώτο ενωσιακό λιμένα ή αερολιμένα για το σύνολο των εμπορευμάτων που μεταφέρονται με το εκάστοτε πλοίο ή αεροσκάφος. Οι τελωνειακές αρχές στον εν λόγω λιμένα ή αερολιμένα διενεργούν την ανάλυση κινδύνων για λόγους ασφάλειας και προστασίας για το σύνολο των εμπορευμάτων που μεταφέρονται με το εκάστοτε πλοίο ή αεροσκάφος. Πρόσθετες αναλύσεις κινδύνου είναι δυνατό να διενεργηθούν για τα εν λόγω εμπορεύματα στον λιμένα ή αερολιμένα εκφόρτωσης·».

22)

Στο άρθρο 192 παρεμβάλλεται ο ακόλουθος υπότιτλος:

«(άρθρο 145 του κώδικα)».

23)

Στο άρθρο 199 παράγραφος 1, το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

τα στοιχεία της δήλωσης ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναφέρονται στα άρθρα 21, 26 και 34 της οδηγίας 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου (*2)·

(*2)  Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12).»."

24)

Το άρθρο 214 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 214

Προϊόντα θαλάσσιας αλιείας και εμπορεύματα που παράγονται από τα προϊόντα αυτά τα οποία μεταφορτώνονται και μεταφέρονται διαμέσου χώρας ή εδάφους που δεν αποτελεί μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης

(άρθρο 153 παράγραφος 2 του κώδικα)

1.   Εάν, πριν εισέλθουν στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, τα προϊόντα ή εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 119 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 έχουν μεταφορτωθεί και μεταφερθεί μέσω χώρας ή εδάφους που δεν αποτελεί μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, προσκομίζεται, για αυτά τα προϊόντα και εμπορεύματα κατά την είσοδό τους στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, πιστοποίηση της τελωνειακής αρχής της εν λόγω χώρας ή εδάφους ότι τα προϊόντα ή τα εμπορεύματα τελούσαν υπό τελωνειακή επιτήρηση ενόσω βρίσκονταν στην εν λόγω χώρα ή έδαφος και ότι δεν υποβλήθηκαν σε άλλες εργασίες εκτός από εκείνες οι οποίες ήταν αναγκαίες για τη συντήρησή τους.

2.   Η πιστοποίηση που απαιτείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 υποβάλλεται επί εκτυπωμένου αντιγράφου του ημερολογίου αλιείας που αναφέρεται στο άρθρο 133 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, το οποίο συνοδεύεται από εκτυπωμένο αντίγραφο της δήλωσης μεταφόρτωσης, κατά περίπτωση.».

25)

Ο τίτλος του άρθρου 220 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αντικείμενα αλληλογραφίας και ταχυδρομική αποστολή εμπορευμάτων».

26)

Στο άρθρο 229 παράγραφος 1, οι λέξεις «άρθρο 15» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 14».

27)

Το άρθρο 230 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια να λάβει απόφαση καθιστά διαθέσιμες όλες τις σχετικές πληροφορίες που διαθέτει στις τελωνειακές αρχές των λοιπών κρατών μελών, όσον αφορά τις δραστηριότητες σχετικά με τελωνειακές συναλλαγές τις οποίες ασκεί ο κάτοχος της άδειας κεντρικού τελωνισμού.».

28)

Στο άρθρο 251 παράγραφος 3, οι λέξεις «άρθρο 166 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 166 του κώδικα».

29)

Στο άρθρο 277 παράγραφος 1 στοιχείο α), οι λέξεις «άρθρο 268» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 275».

30)

Στο άρθρο 280 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 267» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 274».

31)

Στο άρθρο 291, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο β), άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο α) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κώδικα]».

32)

Στο άρθρο 294, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο α) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κώδικα]».

33)

Στο άρθρο 295, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κώδικα]».

34)

Το άρθρο 306 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όσον αφορά την προσκόμιση του MRN της διασάφησης διαμετακόμισης στο τελωνείο προορισμού, εφαρμόζεται το άρθρο 184 δεύτερο εδάφιο του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.».

35)

Στο άρθρο 308 παράγραφος 2, οι λέξεις «άρθρο 305» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 312».

36)

Στο άρθρο 312 παράγραφος 3, οι λέξεις «άρθρο 300» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 307».

37)

Στο άρθρο 313, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 233 παράγραφος 4 στοιχεία α), β), γ) και ε) του κώδικα]».

38)

Στο άρθρο 314 παράγραφος 2 στοιχείο α), οι λέξεις «άρθρο 291» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 298».

39)

Στο άρθρο 319 δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 15» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 14».

40)

Στο άρθρο 331, η παράγραφος 3 γίνεται παράγραφος 2.

41)

Το άρθρο 345 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ενιαίες άδειες απλουστευμένων διαδικασιών (SASP) που εκδόθηκαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93, και των οποίων η ισχύς δεν έχει λήξει ακόμη την 1η Μαΐου 2016, παραμένουν σε ισχύ έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας των συστημάτων ΚΤΕ και ΑΣΕ που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578.».

42)

Στο παράρτημα Α, ο τίτλος I «Μορφότυποι των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για αιτήσεις και αποφάσεις» διορθώνεται ως εξής:

α)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «2/4 Συνημμένα έγγραφα», η διατύπωση στις στήλες «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)» και «Πληθάριθμος» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συνολικός αριθμός εγγράφων: n..3 +

1x

Τύπος εγγράφου: an..70 +

Αναγνωριστικό εγγράφου: an..35 +

Ημερομηνία εγγράφου: n8 (εεεεμμηη)

999x»

β)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «5/3 Ποσότητα εμπορευμάτων», το κείμενο στη στήλη «Πληθάριθμος» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«999x

Για τις αποφάσεις που αφορούν δεσμευτικές πληροφορίες: 1x»·

γ)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «7/2 Είδος τελωνειακών καθεστώτων», στη στήλη «Σημειώσεις», προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Σε περίπτωση που η άδεια προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την εκμετάλλευση αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης, χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι κωδικοί:

κωδικός “XR” για δημόσια αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης τύπου I,

κωδικός “XS” για δημόσια αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης τύπου II,

κωδικός “XU” για ιδιωτική αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης.».

43)

Στο παράρτημα Β, ο τίτλος I «Μορφότυποι και πληθάριθμος των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» διορθώνεται ως εξής:

α)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «5/30 Τόπος αποδοχής», το κείμενο στη στήλη «Σημειώσεις» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εάν ο τόπος αποδοχής κωδικοποιείται σύμφωνα με τους κωδικούς UN/LOCODE, η πληροφορία έχει τη μορφή του κωδικού UN/LOCODE που ορίζεται στον τίτλο II για το στοιχείο 5/6 Τελωνείο προορισμού (και χώρα). Εάν ο τόπος αποδοχής δεν κωδικοποιείται σύμφωνα με τους κωδικούς UN/LOCODE, η χώρα στην οποία βρίσκεται ο τόπος αποδοχής προσδιορίζεται με τον κωδικό που ορίζεται στον τίτλο II για το στοιχείο 3/1 Εξαγωγέας.»·

β)

στις σειρές που αντιστοιχούν στα στοιχεία «7/9 Ταυτότητα μεταφορικού μέσου κατά την άφιξη», «7/14 Ταυτότητα του ενεργού μεταφορικού μέσου που διέρχεται τα σύνορα» και «7/16 Ταυτότητα του παθητικού μεταφορικού μέσου που διέρχεται τα σύνορα», το κείμενο στη στήλη «Σημειώσεις» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για το είδος ταυτοποίησης χρησιμοποιούνται οι κωδικοί οι οποίοι ορίζονται στον τίτλο II για το στοιχείο 7/7 Ταυτότητα μεταφορικού μέσου κατά την αναχώρηση.»·

γ)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «8/3 Αναφορά εγγύησης», το κείμενο στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«GRN: an..24 +

Κωδικός πρόσβασης: an..4 +

Κωδικός νομίσματος: a3 +

Ποσό εξαγωγικού ή εισαγωγικού δασμού και, εάν εφαρμόζεται το άρθρο 89 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κώδικα, λοιπές επιβαρύνσεις: n..16,2 +

Τελωνείο εγγύησης: an8

Ή

Άλλη αναφορά εγγύησης: an..35+

Κωδικός πρόσβασης: an..4 +

Κωδικός νομίσματος: a3 +

Ποσό εξαγωγικού ή εισαγωγικού δασμού και, εάν εφαρμόζεται το άρθρο 89 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κώδικα, λοιπές επιβαρύνσεις: n..16,2 +

Τελωνείο εγγύησης: an8».

44)

Στο παράρτημα Β, ο τίτλος II «Κωδικοί που αφορούν τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» διορθώνεται ως εξής:

α)

στο στοιχείο «1/1 Είδος διασάφησης», στους κωδικούς «EX» και «IM», η πρώτη πρόταση της περιγραφής αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο των συναλλαγών με τις χώρες και τα εδάφη που βρίσκονται εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.»·

β)

το στοιχείο «1/10. Καθεστώς» διορθώνεται ως εξής:

i)

στην περιγραφή του κωδικού «68», προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Επεξήγηση:

Ο συγκεκριμένος κωδικός πρέπει να χρησιμοποιείται για εμπορεύματα τα οποία υπόκεινται τόσο σε ΦΠΑ όσο και σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και στην περίπτωση όπου μόνον μία από τις εν λόγω κατηγορίες φόρων καταβάλλεται όταν τα εμπορεύματα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία.»·

ii)

η περιγραφή του κωδικού «78» αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Θέση των εμπορευμάτων σε ελεύθερη ζώνη. α)»·

γ)

το στοιχείο «1/11. Πρόσθετο καθεστώς» διορθώνεται ως εξής:

i)

στο τμήμα «Προσωρινή εισαγωγή», η περιγραφή του κωδικού «D18» στη στήλη «Καθεστώς» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εμπορεύματα που υποβάλλονται σε δοκιμές, πειράματα ή επιδείξεις.»·

ii)

στο τμήμα «Προσωρινή εισαγωγή», η περιγραφή του κωδικού «D20» στη στήλη «Καθεστώς» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εμπορεύματα που χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια δοκιμών, πειραμάτων και επιδείξεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (έξι μήνες).»·

iii)

στο τμήμα «Διάφορα», ο κωδικός «F42» στη στήλη «Κωδικός» αντικαθίσταται από τον κωδικό «F44»·

iv)

στο τμήμα «Διάφορα», παρεμβάλλονται οι ακόλουθες σειρές μετά τη σειρά που αφορά τον κωδικό «F45»:

«Χρήση της αρχικής δασμολογικής κατάταξης των εμπορευμάτων στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 86 παράγραφος 2 του κώδικα

F46

Απλούστευση της κατάρτισης των τελωνειακών διασαφήσεων για εμπορεύματα που υπάγονται σε διαφορετικές δασμολογικές διακρίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 177 του κώδικα

F47»

v)

στο τμήμα «Διάφορα», παρεμβάλλεται η ακόλουθη σειρά μετά τη σειρά που αφορά τον κωδικό «F61»:

«Απλούστευση της κατάρτισης των τελωνειακών διασαφήσεων για εμπορεύματα που υπάγονται σε διαφορετικές δασμολογικές διακρίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 177 του κώδικα

F65»

δ)

το στοιχείο «4/3. Υπολογισμός επιβαρύνσεων» διορθώνεται ως εξής:

i)

το όνομα του στοιχείου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4/3.

Υπολογισμός επιβαρύνσεων — Είδος επιβάρυνσης»·

ii)

η περιγραφή του κωδικού «A00» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εισαγωγικός δασμός»·

iii)

η περιγραφή του κωδικού «C00» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εξαγωγικός δασμός»·

iv)

η σειρά που αφορά τον κωδικό «C10» απαλείφεται·

ε)

το όνομα του στοιχείου «4/8. Υπολογισμός επιβαρύνσεων» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4/8.

Υπολογισμός επιβαρύνσεων — Τρόπος πληρωμής».

45)

Στο παράρτημα 12-01, στον τίτλο I «Μορφότυποι των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για την καταχώριση οικονομικών φορέων και άλλων προσώπων», στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «11 Ημερομηνία σύστασης», στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)», προστίθεται το κείμενο «(εεεεμμηη)».

46)

Το παράρτημα 12-03 παρεμβάλλεται όπως ορίζεται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

47)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)

α)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

β)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

γ)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

δ)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

ε)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο).

48)

Το παράρτημα 22-02 διορθώνεται ως εξής:

α)

προστίθεται η ακόλουθη οδηγία εκτύπωσης:

«4.

Επιτρέπεται επίσης η χρήση παλαιότερων εκδόσεων των εντύπων μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων ή έως την 1η Μαΐου 2019, αν αυτή προηγηθεί χρονικά.»·

β)

(δεν αφορά το ελληνικό κείμενο).

49)

Το παράρτημα 22-06 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

50)

Στο παράρτημα 22-07, το πρώτο εδάφιο κάτω από τον τίτλο «Βεβαίωση καταγωγής» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συντάσσεται πάνω σε κάθε είδους εμπορικό έγγραφο που περιέχει το ονοματεπώνυμο και την πλήρη διεύθυνση του εξαγωγέα και του παραλήπτη, καθώς και περιγραφή των προϊόντων και ημερομηνία έκδοσης (9).

(9)  Όταν η βεβαίωση καταγωγής αντικαθιστά άλλη βεβαίωση, σύμφωνα με το άρθρο 101 παράγραφοι 2 και 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, η βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης φέρει την ένδειξη “Replacement statement” ή “Attestation de remplacement” ή “Comunicación de sustitución”. Το έγγραφο αντικατάστασης φέρει επίσης την ημερομηνία έκδοσης της αρχικής βεβαίωσης και όλα τα άλλα αναγκαία δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 101 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447.»."

51)

Το παράρτημα 22-09 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

52)

Στο παράρτημα 22-13, το ουγγρικό κείμενο της δήλωσης τιμολογίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«A jelen okmányban szereplő áruk exportőre (vámfelhatalmazási szám: … (1)) kijelentem, hogy eltérő egyértelmű jelzés hiányában az áruk preferenciális … (2) származásúak.».

53)

Στο παράρτημα 23-02, ο τίτλος του πίνακα μετά το σημείο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 142 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6».

54)

Στο παράρτημα 32-06, μεταξύ του τίτλου «Ενωσιακή/κοινή διαμετακόμιση» και της πρώτης θέσης παρεμβάλλονται οι λέξεις «Πρόσθια όψη».

55)

Στο παράρτημα 61-03, το πρώτο εδάφιο και η εισαγωγική περίοδος του δεύτερου εδαφίου αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για την εφαρμογή του άρθρου 252, το καθαρό βάρος μιας αποστολής νωπών μπανανών προσδιορίζεται από εγκεκριμένους ζυγιστές σε κάθε τόπο εκφόρτωσης σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται κατωτέρω.

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος και του άρθρου 252, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:».

56)

Στο παράρτημα 62-02, η πρώτη σελίδα του πρωτότυπου και του αντιγράφου του εγγράφου «Έντυπο INF 3 — Δελτίο πληροφοριών επανεισαγόμενων εμπορευμάτων» αντικαθίσταται από το έντυπο που ορίζεται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Μορφότυποι και κωδικοί κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων

(άρθρο 6 παράγραφος 2 του κώδικα)

1.   Οι μορφότυποι και οι κωδικοί για τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κώδικα και στο άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 για την ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών που απαιτούνται για τις αιτήσεις και τις αποφάσεις, ορίζονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι μορφότυποι και οι κωδικοί για τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κώδικα και στο άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 για την ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών που απαιτούνται για διασαφήσεις, γνωστοποιήσεις και αποδεικτικά τελωνειακού χαρακτήρα, ορίζονται στο παράρτημα Β του παρόντος κανονισμού.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έως την ημερομηνία έναρξης της πρώτης φάσης της αναβάθμισης του συστήματος δεσμευτικών δασμολογικών πληροφοριών (“ΔΔΠ”) και του συστήματος Επιτήρηση 2 που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578 της Επιτροπής (*3), δεν εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που προβλέπονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τις αιτήσεις και αποφάσεις ΔΔΠ, και εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που ορίζονται στα παραρτήματα 2 έως 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής (*4).

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έως την ημερομηνία της αναβάθμισης του συστήματος εγκεκριμένου οικονομικού φορέα (AEO) που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, δεν εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που προβλέπονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τις αιτήσεις και άδειες AEO, και εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που ορίζονται στα παραρτήματα 6 και 7 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και αναφορικά με τα συστήματα ΤΠ που απαριθμούνται στο παράρτημα 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341, έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας ή αναβάθμισης των σχετικών συστημάτων ΤΠ που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, δεν εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων που ορίζονται στο παράρτημα Β του παρόντος κανονισμού.

Αναφορικά με τα συστήματα ΤΠ που απαριθμούνται στο παράρτημα 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341, έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας ή αναβάθμισης των σχετικών συστημάτων ΤΠ που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, η ανταλλαγή και αποθήκευση των πληροφοριών που απαιτούνται για διασαφήσεις, γνωστοποιήσεις και αποδεικτικά τελωνειακού χαρακτήρα υπόκεινται στους μορφότυπους και τους κωδικούς που ορίζονται στο παράρτημα 9 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341.

5.   Έως την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του συστήματος ΕΤΚ — Τελωνειακές Αποφάσεις που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να αποφασίζουν ότι σχετικά με τις ακόλουθες αιτήσεις και άδειες ισχύουν μορφότυποι και κωδικοί εναλλακτικοί εκείνων που παρατίθενται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού:

α)

αιτήσεις και άδειες που αφορούν την απλούστευση για τον καθορισμό των ποσών που αποτελούν μέρος της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων·

β)

αιτήσεις και άδειες που αφορούν συνολικές εγγυήσεις·

γ)

αιτήσεις και άδειες για αναβολή πληρωμής·

δ)

αιτήσεις και άδειες για τη λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 148 του κώδικα·

ε)

αιτήσεις και άδειες για τακτικές γραμμές θαλάσσιων μεταφορών·

στ)

αιτήσεις και άδειες για εγκεκριμένο εκδότη·

ζ)

αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου ζυγιστή μπανανών·

η)

αιτήσεις και άδειες για αυτοαξιολόγηση·

θ)

αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου παραλήπτη για πράξεις μεταφοράς με δελτίο TIR·

ι)

αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου αποστολέα για το καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης·

ια)

αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου παραλήπτη για το καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης·

ιβ)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση τελωνειακών σφραγίδων ειδικού τύπου·

ιγ)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση διασάφησης διαμετακόμισης με μειωμένο σύνολο δεδομένων·

ιδ)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση ηλεκτρονικού εγγράφου μεταφοράς ως τελωνειακής διασάφησης.

6.   Έως την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του συστήματος ΕΤΚ — Τελωνειακές Αποφάσεις, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να επιτρέπουν τη χρήση των μορφότυπων και των κωδικών των απαιτήσεων περί δεδομένων για αιτήσεις και άδειες που προβλέπονται στο παράρτημα 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341 αντί των απαιτήσεων περί δεδομένων που προβλέπονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού για τις ακόλουθες αιτήσεις και άδειες:

α)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση απλουστευμένης διασάφησης·

β)

αιτήσεις και άδειες για κεντρικό τελωνισμό·

γ)

αιτήσεις και άδειες για εγγραφή δεδομένων στις λογιστικές καταχωρίσεις του διασαφιστή·

δ)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση τελειοποίησης προς επανεξαγωγή·

ε)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση τελειοποίησης προς επανεισαγωγή·

στ)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση ειδικού προορισμού·

ζ)

αιτήσεις και άδειες για τη χρήση προσωρινής εισαγωγής·

η)

αιτήσεις και άδειες για τη λειτουργία εγκαταστάσεων αποθήκευσης για τελωνειακή αποταμίευση.

7.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, έως τις ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας του συστήματος ΕΤΚ — Αυτοματοποιημένο Σύστημα Εξαγωγών (ΑΣΕ) ή αναβάθμισης των εθνικών συστημάτων εισαγωγής που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, στις περιπτώσεις που αίτηση για χορήγηση άδειας βασίζεται σε τελωνειακή διασάφηση σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 163 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που ορίζονται στο παράρτημα 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341, όσον αφορά τα πρόσθετα στοιχεία που απαιτούνται για την υποβολή της εν λόγω αίτησης.

(*3)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/578 της Επιτροπής, της 11ης Απριλίου 2016, για την εκπόνηση του προγράμματος εργασιών σχετικά με την ανάπτυξη και εγκατάσταση των ηλεκτρονικών συστημάτων που προβλέπεται στον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα (ΕΕ L 99 της 15.4.2016, σ. 6)."

(*4)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μεταβατικούς κανόνες για ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα για τις περιπτώσεις που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν τεθεί ακόμη σε λειτουργία, και την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 15.3.2016, σ. 1).»."

2)

Στο άρθρο 57 παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Αναφορές, στο πλαίσιο ειδικού μη προτιμησιακού καθεστώτος εισαγωγής, σε πιστοποιητικά καταγωγής που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 θεωρούνται αναφορές στα πιστοποιητικών καταγωγής που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.».

3)

Το άρθρο 62 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 62

Δήλωση τακτικού προμηθευτή

(άρθρο 64 παράγραφος 1 του κώδικα)

1.   Όταν ένας προμηθευτής προμηθεύει τακτικά έναν εξαγωγέα ή συναλλασσόμενο με αποστολές εμπορευμάτων, και ο χαρακτήρας καταγωγής όλων αυτών των εμπορευμάτων αναμένεται να είναι ο ίδιος, μπορεί να προσκομίζει ενιαία δήλωση προμηθευτή η οποία καλύπτει πολλαπλές αποστολές των εν λόγω εμπορευμάτων (δήλωση τακτικού προμηθευτή).

2.   Η δήλωση τακτικού προμηθευτή συντάσσεται για αποστολές εμπορευμάτων που εκτελούνται κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης χρονικής περιόδου και αναγράφει τρεις ημερομηνίες:

α)

την ημερομηνία σύνταξης της δήλωσης (ημερομηνία έκδοσης)·

β)

την εναρκτήρια ημερομηνία της περιόδου (ημερομηνία έναρξης), η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες πριν από την ημερομηνία έκδοσης ή τους 6 μήνες έπειτα από αυτήν·

γ)

την καταληκτική ημερομηνία της περιόδου (ημερομηνία λήξης), η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 24 μήνες έπειτα από την ημερομηνία έναρξης.

3.   Ο προμηθευτής ενημερώνει αμέσως τον εξαγωγέα ή τον συναλλασσόμενο σε περίπτωση που η δήλωση τακτικού προμηθευτή δεν ισχύει σε σχέση με ορισμένες ή όλες τις παρτίδες των εμπορευμάτων που παραδόθηκαν ή πρόκειται να παραδοθούν.».

4)

Το άρθρο 68 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 68

Εγγραφή των εξαγωγέων εκτός του πλαισίου του συστήματος ΣΓΠ της Ένωσης

(άρθρο 64 παράγραφος 1 του κώδικα)

1.   Στις περιπτώσεις στις οποίες η Ένωση έχει συνάψει προτιμησιακή συμφωνία, βάσει της οποίας ο εξαγωγέας υποχρεούται να συμπληρώσει έγγραφο σχετικά με την καταγωγή σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, το εν λόγω έγγραφο μπορεί να συμπληρωθεί μόνον από εξαγωγέα εγγεγραμμένο προς τον σκοπό αυτό από τις τελωνειακές αρχές κράτους μέλους. Τα στοιχεία των εν λόγω εξαγωγέων καταχωρίζονται στο σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων (σύστημα ΣΕΕ) που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578. Τα υποτμήματα 2 έως 9 του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται κατ' αναλογία.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και τα άρθρα 16, 17 και 18 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 σχετικά με τους όρους για την παραλαβή αιτήσεων και την αναστολή αποφάσεων και τα άρθρα 10 και 15 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται. Οι αιτήσεις και οι αποφάσεις που σχετίζονται με το παρόν άρθρο δεν ανταλλάσσονται ούτε αποθηκεύονται στο ηλεκτρονικό σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που καθορίζεται στο άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή παρέχει στην τρίτη χώρα με την οποία η Ένωση έχει συνάψει προτιμησιακή συμφωνία τις διευθύνσεις των τελωνειακών αρχών που είναι αρμόδιες για την επαλήθευση εγγράφου σχετικά με την καταγωγή, το οποίο έχει συμπληρωθεί από εγγεγραμμένο εξαγωγέα στην Ένωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, στις περιπτώσεις στις οποίες το ισχύον προτιμησιακό καθεστώς δεν προσδιορίζει το κατώτατο όριο αξίας μέχρι το οποίο ο εξαγωγέας ο οποίος δεν είναι εγγεγραμμένος εξαγωγέας μπορεί να συμπληρώνει έγγραφο σχετικά με την καταγωγή, το εν λόγω όριο ανέρχεται σε 6 000 EUR για κάθε αποστολή.

5.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, έγγραφο σχετικά με την καταγωγή επιτρέπεται να συμπληρώνεται από μη εγγεγραμμένο εξαγωγέα, ο οποίος είναι ωστόσο εγκεκριμένος εξαγωγέας στην Ένωση. Το άρθρο 77 παράγραφος 7 εφαρμόζεται αναλόγως.».

5)

Το άρθρο 69 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Στην περίπτωση που το αποδεικτικό καταγωγής που απαιτείται για τους σκοπούς του προτιμησιακού δασμολογικού μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1, άλλο κυβερνητικό πιστοποιητικό καταγωγής, δήλωση καταγωγής ή δήλωση τιμολογίου, το αποδεικτικό καταγωγής που το αντικαθιστά εκδίδεται ή συντάσσεται με τη μορφή ενός από τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης που συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα ο οποίος αποστέλλει εκ νέου τα εμπορεύματα·

β)

δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης ή βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσεται από οποιονδήποτε επαναποστολέα των εμπορευμάτων, όταν η συνολική αξία των καταγόμενων προϊόντων της αρχικής αποστολής που πρόκειται να κατατμηθεί δεν υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο αξίας·

γ)

δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης ή βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσεται από οποιονδήποτε επαναποστολέα των εμπορευμάτων, όταν η συνολική αξία των καταγόμενων προϊόντων της αρχικής αποστολής που πρόκειται να κατατμηθεί υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο αξίας, και ο επαναποστολέας επισυνάπτει αντίγραφο του αρχικού αποδεικτικού καταγωγής στη δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης ή βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης·

δ)

πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1 που εκδίδεται από το τελωνείο υπό τον έλεγχο του οποίου τίθενται τα εμπορεύματα, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

ο επαναποστολέας δεν είναι εγκεκριμένος εξαγωγέας ούτε εγγεγραμμένος εξαγωγέας και δεν συναινεί να επισυναφθεί αντίγραφο του αρχικού αποδεικτικού καταγωγής στο αποδεικτικό αντικατάστασης·

ii)

η συνολική αξία των καταγόμενων προϊόντων κατά την αρχική αποστολή υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο αξίας άνω του οποίου ο εξαγωγέας πρέπει να είναι εγκεκριμένος εξαγωγέας ή εγγεγραμμένος εξαγωγέας προκειμένου να εκδώσει αποδεικτικό αντικατάστασης·

ε)

βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα ο οποίος αποστέλλει εκ νέου τα εμπορεύματα.».

6)

Στο άρθρο 73, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Κατόπιν αιτήματος δικαιούχου χώρας, η Επιτροπή αποστέλλει στην εν λόγω δικαιούχο χώρα τα δείγματα των αποτυπωμάτων των σφραγίδων που χρησιμοποιούνται από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών για την έκδοση των πιστοποιητικών κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1.».

7)

Στο άρθρο 80 παράγραφος 4, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Οι αρμόδιες αρχές δικαιούχου χώρας ή οι τελωνειακές αρχές κράτους μέλους τηρούν ενήμερο τον εγγεγραμμένο εξαγωγέα για τις τροποποιήσεις των οικείων δεδομένων εγγραφής.».

8)

Το άρθρο 85 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Από την 1η Ιανουαρίου 2018, οι τελωνειακές αρχές όλων των κρατών μελών παύουν να εκδίδουν πιστοποιητικά κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1 και οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς παύουν να συντάσσουν δηλώσεις τιμολογίου για τους σκοπούς της σώρευσης βάσει του άρθρου 53 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.»·

β)

στην παράγραφο 3, προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Έως την 31η Δεκεμβρίου 2017, οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς κρατών μελών οι οποίοι δεν έχουν εγγραφεί ακόμη στο σύστημα μπορούν να συντάσσουν δηλώσεις τιμολογίου για τους σκοπούς της σώρευσης βάσει του άρθρου 53 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.».

9)

Το άρθρο 86 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Για τους σκοπούς της πραγματοποίησης εξαγωγών βάσει των συστημάτων ΣΓΠ της Ένωσης, της Νορβηγίας ή της Ελβετίας, οι εξαγωγείς υποχρεούνται να εγγράφονται μία μόνον φορά.

Στον εξαγωγέα χορηγείται αριθμός εγγεγραμμένου εξαγωγέα από τις αρμόδιες αρχές της δικαιούχου χώρας με σκοπό την εξαγωγή στο πλαίσιο των συστημάτων ΣΓΠ της Ένωσης, της Νορβηγίας και της Ελβετίας, στον βαθμό που οι εν λόγω χώρες έχουν αναγνωρίσει τη χώρα στην οποία πραγματοποιήθηκε η εγγραφή ως δικαιούχο χώρα.

Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τους σκοπούς της πραγματοποίησης εξαγωγών στο πλαίσιο του συστήματος ΣΓΠ της Τουρκίας, αμέσως μετά την έναρξη εφαρμογής του συστήματος ΣΕΕ στην εν λόγω χώρα. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σειρά C) την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του εν λόγω συστήματος στην Τουρκία.».

10)

Το άρθρο 158 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 158

Επίπεδο συνολικής εγγύησης

(άρθρο 95 παράγραφοι 2 και 3 του κώδικα)

1.   Υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 84 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, το ποσό της συνολικής εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 95 παράγραφος 2 του κώδικα μειώνεται στο 50 %, στο 30 % ή στο 0 % του μέρους του ποσού αναφοράς που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 3 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.

2.   Το ποσό της συνολικής εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 95 παράγραφος 3 του κώδικα μειώνεται στο 30 % των μερών του ποσού αναφοράς που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 2 και το άρθρο 155 παράγραφος 3 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού.».

11)

Στο άρθρο 161 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Από την ημερομηνία εφαρμογής της ανάκλησης της δήλωσης τριτεγγύησης ή της παραίτησης του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις του που απορρέουν απ' αυτήν, δεν επιτρέπεται η χρήση καμίας μεμονωμένης εγγύησης με τη μορφή τίτλων που έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο για την υπαγωγή εμπορευμάτων σε καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης.».

12)

Το άρθρο 163 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 163

Ευθύνη των εγγυοδοτικών οργανισμών για τις πράξεις μεταφοράς με δελτίο TIR

[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο β) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κώδικα]

Για την εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφοι 3 και 4 της τελωνειακής σύμβασης περί της διεθνούς μεταφοράς εμπορευμάτων διά των δελτίων TIR, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επόμενων τροποποιήσεων αυτής (σύμβαση TIR), όταν μία πράξη TIR λαμβάνει χώρα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, κάθε εγγυοδοτικός οργανισμός, εγκατεστημένος στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, μπορεί να καταστεί υπεύθυνος για την πληρωμή του εγγυημένου ποσού που αναλογεί στα εμπορεύματα που αποτελούν το αντικείμενο αυτής της πράξης TIR, μέχρι του ποσού των 100 000 EUR, ή ισότιμου ποσού εκφρασμένου σε εθνικό νόμισμα, ανά δελτίο TIR.».

13)

Το άρθρο 231 παράγραφος 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11.   Έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας των συστημάτων ΑΣΕ και ΕΤΚ — Κεντρικός Τελωνισμός για Εισαγωγή (ΚΤΕ) που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 5 και 6 του παρόντος άρθρου.».

14)

Στο άρθρο 329, η παράγραφος 8 απαλείφεται.

15)

Το άρθρο 333 παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 στοιχεία β) και γ), έως τις ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας του ΑΣΕ που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 329 παράγραφοι 5 και 6, η προθεσμία εντός της οποίας το τελωνείο εξόδου ενημερώνει το τελωνείο εξαγωγής για την έξοδο των εμπορευμάτων είναι η πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την ημέρα που τα εμπορεύματα υπάγονται στο καθεστώς διαμετακόμισης ή εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης ή εκκαθαρίζεται το καθεστώς διαμετακόμισης.».

16)

Στο παράρτημα Β, ο τίτλος I «Μορφότυποι και πληθάριθμος των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» τροποποιείται ως εξής:

α)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «2/1 Απλουστευμένη διασάφηση/Προηγούμενα έγγραφα», στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)», το κείμενο «Κατηγορία εγγράφου: a1+» διαγράφεται·

β)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «4/4 Υπολογισμός των επιβαρύνσεων — Βάση επιβάρυνσης», στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)», προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ή

Ποσό: n..16,2»·

γ)

στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «5/8 Κωδικός χώρας προορισμού», στη στήλη «Σημειώσεις» προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο των πράξεων διαμετακόμισης, χρησιμοποιείται ο κωδικός χώρας ISO 3166 alpha-2.».

17)

Στο παράρτημα Β, ο τίτλος II «Κωδικοί που αφορούν τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο «2/1. Απλουστευμένη διασάφηση/Προηγούμενο έγγραφο» τροποποιείται ως εξής:

i)

το πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το συγκεκριμένο στοιχείο αποτελείται από αλφαριθμητικούς κωδικούς.

Κάθε κωδικός περιλαμβάνει τρία στοιχεία. Το πρώτο στοιχείο (an..3) το οποίο αποτελείται από συνδυασμό αριθμών και/ή γραμμάτων, χρησιμεύει για τον καθορισμό του τύπου του εγγράφου. Το δεύτερο στοιχείο (an..35) υποδηλώνει τα στοιχεία του εν λόγω εγγράφου που είναι απαραίτητα για την αναγνώρισή του, δηλαδή τον αριθμό αναγνώρισης αυτού ή άλλο αναγνωρίσιμο στοιχείο αναφοράς. Το τρίτο στοιχείο (an..5) χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του είδους του προηγούμενου εγγράφου στο οποίο γίνεται αναφορά.

Όταν κατατίθεται έντυπη τελωνειακή διασάφηση, τα τρία στοιχεία χωρίζονται με παύλες (-).»·

ii)

το τμήμα που ξεκινά με τη διατύπωση «1. Το πρώτο στοιχείο (α1):» απαλείφεται·

iii)

η επικεφαλίδα «2. Το δεύτερο στοιχείο (an..3):» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Το πρώτο στοιχείο (an..3)»·

iv)

η επικεφαλίδα «3. Το τρίτο στοιχείο (an..35):» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Το δεύτερο στοιχείο (an..35)»·

v)

η επικεφαλίδα «4. Το τέταρτο στοιχείο (an..5):» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Το τρίτο στοιχείο (n..5)»·

vi)

οι δύο περιπτώσεις του τμήματος «Παραδείγματα» υπό την επικεφαλίδα «4. Το τέταρτο στοιχείο (an..5)» αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

Το σχετικό είδος της διασάφησης ήταν το πέμπτο είδος στο έγγραφο διαμετακόμισης T1 (προηγούμενο έγγραφο), στο οποίο το τελωνείο απέδωσε τον αριθμό “238 544”. Ο κωδικός συνεπώς θα είναι “821-238544-5”. [“821” για το καθεστώς διαμετακόμισης, “238544” για τον αριθμό καταχώρισης του παραστατικού (ή ο MRN για τις πράξεις στο πλαίσιο του ΝΜΣΔ) και “5” για τον αριθμό είδους].

Τα εμπορεύματα δηλώθηκαν με απλουστευμένη διασάφηση. Αποδόθηκε ο MRN “16DE9876AB889012R1”. Στη συμπληρωματική διασάφηση, συνεπώς, ο κωδικός θα είναι “SDE-16DE9876AB889012R1”. (“SDE” για την απλουστευμένη διασάφηση, “16DE9876AB889012R1” για τον MRN του εγγράφου).»·

β)

το στοιχείο «2/2. Ειδική μνεία» τροποποιείται ως εξής:

i)

στον πίνακα του τμήματος «Γενική κατηγορία — Κωδικός 0xxxx», η τελευταία σειρά απαλείφεται·

ii)

στον πίνακα του τμήματος «Κατά την εισαγωγή: Κωδικός 1xxxx», η τελευταία σειρά απαλείφεται·

iii)

στον πίνακα του τμήματος «Κατά την εξαγωγή: Κωδικός 3xxxx», στην τρίτη σειρά, η νομική βάση που αφορά τον κωδικό «30 500» αντικαθίσταται από το κείμενο «Άρθρο 329 παράγραφος 7».

18)

Στο παράρτημα 22-14, προστίθεται η ακόλουθη εισαγωγική σημείωση:

«7.

Επιτρέπεται επίσης η χρήση πιστοποιητικών που φέρουν τυπωμένο στην άνω δεξιά θέση το κείμενο της παλαιότερης έκδοσης “ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ για την εισαγωγή γεωργικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα” και στη θέση “Σημειώσεις” το κείμενο της παλαιότερης έκδοσης, μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων ή έως την 1η Μαΐου 2019, αν αυτή προηγηθεί χρονικά.».

19)

Το παράρτημα 22-16 τροποποιείται ως εξής:

α)

το κείμενο της υποσημείωσης 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(7)

Αναγράφονται οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης. Το χρονικό διάστημα δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες.»·

β)

το κείμενο της υποσημείωσης 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(8)

Τόπος και ημερομηνία έκδοσης.».

20)

Το παράρτημα 22-18 τροποποιείται ως εξής:

α)

το κείμενο της υποσημείωσης 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(8)

Αναγράφονται οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης. Το χρονικό διάστημα δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες.»·

β)

το κείμενο της υποσημείωσης 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(9)

Τόπος και ημερομηνία έκδοσης.».

21)

Το παράρτημα 32-01 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού.

22)

Το παράρτημα 32-02 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος VIII του παρόντος κανονισμού.

23)

Το παράρτημα 32-03 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος IX του παρόντος κανονισμού.

24)

Το παράρτημα 72-04 τροποποιείται ως εξής:

α)

το μέρος I τροποποιείται ως εξής:

i)

στα σημεία 2.1. και 2.2. του κεφαλαίου I «Γενικές διατάξεις», οι λέξεις «παράρτημα B-01» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράρτημα B-01 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446»·

ii)

στο σημείο 3.1. του κεφαλαίου II «Κανόνες εφαρμογής», οι λέξεις «παράρτημα B-01» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράρτημα B-01 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446»·

iii)

στο σημείο 9 του κεφαλαίου III «Τρόπος εφαρμογής της διαδικασίας», οι λέξεις «άρθρου 300» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρου 302»·

iv)

στο κεφάλαιο III «Τρόπος εφαρμογής της διαδικασίας», μετά το σημείο 19.2. παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«19.3.

Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού συνολικής εγγύησης ή του πιστοποιητικού απαλλαγής από την υποχρέωση σύστασης εγγύησης περιορίζεται σε δύο έτη. Ωστόσο, το τελωνείο εγγύησης έχει τη δυνατότητα να παρατείνει το διάστημα αυτό άπαξ κατά δύο έτη το πολύ.

19.4.

Από την πραγματική ημερομηνία εφαρμογής της ανάκλησης άδειας για τη χρήση συνολικής εγγύησης ή της ανάκλησης και υπαναχώρησης από ανάληψη υποχρέωσης που παρέχεται στην περίπτωση συνολικής εγγύησης, κανένα εκδοθέν πιστοποιητικό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την υπαγωγή εμπορευμάτων στο καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης και επιστρέφεται χωρίς καθυστέρηση στο τελωνείο εγγύησης από τον δικαιούχο του καθεστώτος.

Κάθε κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατή η αναγνώριση των ισχυόντων πιστοποιητικών που δεν έχουν ακόμη επιστραφεί ή που έχουν δηλωθεί ως κλαπέντα, απολεσθέντα ή παραποιηθέντα. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα λοιπά κράτη μέλη.»·

β)

το μέρος II τροποποιείται ως εξής:

i)

στο κεφάλαιο VI «Πιστοποιητικό συνολικής εγγύησης», το έντυπο TC 31 — ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ αντικαθίσταται από το έντυπο που ορίζεται στο παράρτημα V του παρόντος κανονισμού·

ii)

στο κεφάλαιο VII «Πιστοποιητικό απαλλαγής από την εγγύηση», το έντυπο TC 33 — ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΓΥΗΣΗ αντικαθίσταται από το έντυπο που ορίζεται στο παράρτημα VI του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Ιουνίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 558).

(3)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 1)

(4)  Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12).

(5)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μεταβατικούς κανόνες για ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα για τις περιπτώσεις που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν τεθεί ακόμη σε λειτουργία, και την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 15.3.2016, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 252 της 14.9.1978, σ. 2.

(8)  Σύμβαση περί κοινού καθεστώτος διαμετακόμισης (ΕΕ L 226 της 13.8.1987, σ. 2).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 12-03

ΕΤΙΚΕΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΚΟΛΛΑΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΔΙΔΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΕ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΑ (άρθρο 44)

1.   ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Η ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 44 σχεδιάζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί.

α)

Η ετικέτα αυτή φέρει πράσινη λωρίδα πλάτους τουλάχιστον 5 mm καθ' όλο το μήκος των δύο άκρων των τμημάτων της που αναφέρονται στο δρομολόγιο και στα στοιχεία αναγνώρισης. Επιπλέον, οι εν λόγω πράσινες λωρίδες είναι δυνατό να εκτείνονται σε άλλα μέρη της ετικέτας αποσκευής, εκτός από όλες τις ζώνες που απεικονίζουν τον αριθμό ετικέτας με γραμμωτό κώδικα, ο οποίος πρέπει να είναι τυπωμένος σε καθαρό λευκό φόντο. [Βλέπε υποδείγματα στο σημείο 2 στοιχείο α)]

β)

Σε περίπτωση που η αποσκευή είναι ασυνόδευτη, η ετικέτα φέρει πράσινες αντί για ερυθρές διακοπτόμενες λωρίδες κατά μήκος των άκρων της. [Βλέπε υπόδειγμα στο σημείο 2 στοιχείο β)]

2.   ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ

α)

Image

β)

Image

»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 22-06

Image Κείμενο της εικόνας Image Κείμενο της εικόνας Image Κείμενο της εικόνας

(1)

Το παρόν έντυπο αίτησης είναι κοινό για τα συστήματα ΣΓΠ τεσσάρων οντοτήτων: Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), Νορβηγίας, Ελβετίας και Τουρκίας (“οντότητες”). Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι τα αντίστοιχα συστήματα ΣΓΠ των εν λόγω οντοτήτων μπορεί να διαφέρουν ως προς την κάλυψη χώρας και προϊόντος. Κατά συνέπεια, μια συγκεκριμένη εγγραφή μπορεί να είναι παράγει αποτελέσματα μόνο για τις εξαγωγές βάσει του (των) συστήματος(-των) ΣΓΠ που θεωρεί(-ούν) τη χώρα σας ως δικαιούχο χώρα.

(2)

Η αναγραφή του αριθμού EORI (καταχώριση και αναγνώριση οικονομικών φορέων) είναι υποχρεωτική για τους εξαγωγείς και τους επαναποστολείς της ΕΕ. Για τους εξαγωγείς στις δικαιούχους χώρες, στη Νορβηγία, στην Ελβετία και στην Τουρκία, είναι υποχρεωτική η αναγραφή του TIN (Αριθμός Αναγνώρισης Συναλλασσομένου).

(3)

Όταν οι αιτήσεις εγγραφής στο σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων ή άλλες ανταλλαγές πληροφοριών ανάμεσα σε εγγεγραμμένους εξαγωγείς και αρμόδιες αρχές δικαιούχων χωρών ή τελωνειακές αρχές κρατών μελών πραγματοποιούνται με χρήση ηλεκτρονικών τεχνικών επεξεργασίας δεδομένων, η υπογραφή και η σφραγίδα που αναφέρονται στα πλαίσια 5, 6 και 7 αντικαθίστανται από ηλεκτρονική επαλήθευση ταυτότητας.

»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 22-09

Δήλωση τιμολογίου

Η δήλωση τιμολογίου, το κείμενο της οποίας παρατίθεται κατωτέρω, πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με τις υποσημειώσεις. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνονται οι εν λόγω υποσημειώσεις.

Γαλλικό κείμενο

L'exportateur des produits couverts par le présent document [autorisation douanière no (1) déclare que, sauf indication claire du contraire, ces produits ont l'origine préférentielle … (2) au sens des règles d'origine du Système des préférences tarifaires généralisées de l'Union européenne… (3) et (4).

Αγγλικό κείμενο

The exporter of the products covered by this document (customs authorisation No … (1) declares that, except where otherwise clearly indicated, these products are of … preferential origin (2) according to rules of origin of the Generalised System of Preferences of the European Union (3) and (4).

Ισπανικό κείμενο

El exportador de los productos incluidos en el presente documento (autorización aduanera no (1) declara que, salvo indicación en sentido contrario, estos productos gozan de un origen preferencial … (2) en el sentido de las normas de origen del Sistema de preferencias generalizado de la Unión europea (3) y (4).

(τόπος και ημερομηνία) (5)

(Υπογραφή του εξαγωγέα· επιπλέον, πρέπει να αναγράφεται ευκρινώς το όνομα του προσώπου που υπογράφει τη δήλωση) (6)

»

(1)  Όταν η δήλωση τιμολογίου συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 77 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, πρέπει να αναγράφεται στον χώρο αυτό ο αριθμός της άδειας του εγκεκριμένου εξαγωγέα. Όταν (όπως συμβαίνει πάντοτε με τις δηλώσεις τιμολογίου που συντάσσονται σε δικαιούχους χώρες) η δήλωση τιμολογίου δεν συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα, οι λέξεις σε παρένθεση παραλείπονται ή ο χώρος παραμένει κενός.

(2)  Πρέπει να αναφέρεται η χώρα καταγωγής των προϊόντων. Όταν η δήλωση τιμολογίου αφορά, εξολοκλήρου ή εν μέρει, προϊόντα καταγωγής Θέουτα και Μελίλια, κατά την έννοια του άρθρου 112 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, ο εξαγωγέας πρέπει να το αναφέρει σαφώς στο έγγραφο στο οποίο συντάσσεται η δήλωση, με το σύμβολο “CM”.

(3)  Κατά περίπτωση, συμπληρώνεται με μία από τις ακόλουθες ενδείξεις: “EU cumulation”, “Norway cumulation”, “Switzerland cumulation”, “Turkey cumulation”, “regional cumulation”, “extended cumulation with country x” ή “Cumul UE”, “Cumul Norvège”, “Cumul Suisse”, “Cumul Turquie”, “cumul regional”, “cumul étendu avec le pays x” ή “Acumulación UE”, “Acumulación Noruega”, “Acumulación Suiza”, “Acumulación Turquía”, “Acumulación regional”, “Acumulación ampliada con en país x”.

(4)  Αν η δήλωση τιμολογίου συντάσσεται στο πλαίσιο άλλης προτιμησιακής εμπορικής συμφωνίας, η αναφορά στο Σύστημα Γενικευμένων Προτιμήσεων αντικαθίσταται από την αναφορά στην εν λόγω άλλη προτιμησιακή εμπορική συμφωνία.

(5)  Οι ενδείξεις αυτές είναι δυνατό να παραλείπονται, αν η σχετική πληροφορία περιλαμβάνεται στο ίδιο το έγγραφο.

(6)  Βλέπε άρθρο 77 παράγραφος 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 (αφορά μόνο τους εγκεκριμένους εξαγωγείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Στις περιπτώσεις που ο εξαγωγέας δεν υποχρεούται να υπογράψει, η απαλλαγή από την υποχρέωση υπογραφής συνεπάγεται και την απαλλαγή από την υποχρέωση αναγραφής του ονόματος του υπογράφοντος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

«INF 3 — Δελτίο πληροφοριών επανεισαγόμενων εμπορευμάτων

Image Κείμενο της εικόνας Image Κείμενο της εικόνας »



ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 32-01

ΔΗΛΩΣΗ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΤΡΙΤΕΓΓΥΗΤΗ — ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΗ ΕΓΓΥΗΣΗ

I.   Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή


1.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) (1)

κάτοικος (2)

εγγυώμαι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ενώπιον του τελωνείου εγγύησης …

μέχρι ανώτατου ποσού …

έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (που περιλαμβάνει το Βασίλειο του Βελγίου, τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, την Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Ελληνική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Κροατίας, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία, την Ιρλανδία, την Ιταλική Δημοκρατία, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λετονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, την Ουγγαρία, τη Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία, τη Ρουμανία, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, τη Σλοβακική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας) και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, του Βασιλείου της Νορβηγίας, της Δημοκρατίας της Σερβίας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, της Τουρκικής Δημοκρατίας (3), του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και της Δημοκρατίας του Αγίου Μαρίνου (4), κάθε ποσό για το οποίο το πρόσωπο που παρέχει την παρούσα εγγύηση (5): …

ενδεχομένως είναι ή θα καταστεί υπόχρεος έναντι των προαναφερόμενων χωρών για οφειλή υπό μορφή δασμών και άλλων επιβαρύνσεων (1) που επιβάλλονται στα εμπορεύματα τα οποία περιγράφονται στη συνέχεια και καλύπτονται από την ακόλουθη τελωνειακή διαδικασία (6): …

Περιγραφή των εμπορευμάτων: …


2.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναλαμβάνω την υποχρέωση να καταβάλω, σε πρώτη γραπτή όχληση των αρμοδίων αρχών των χωρών που αναφέρονται στο σημείο 1, και χωρίς δικαίωμα αναβολής πέρα από προθεσμία 30 ημερών από την ημερομηνία της όχλησης, τα απαιτούμενα ποσά εκτός αν αποδείξω, εγώ ή οποιοσδήποτε (οποιαδήποτε) άλλος(-η) ενδιαφερόμενος(-η), στις τελωνειακές αρχές, πριν από την παρέλευση αυτής της προθεσμίας, ότι το ειδικό καθεστώς, διαφορετικό από εκείνο του καθεστώτος ειδικού προορισμού εκκαθαρίστηκε, ότι έληξε δεόντως η τελωνειακή επιτήρηση των εμπορευμάτων με ειδικό προορισμό ή η προσωρινή εναπόθεση ή, στην περίπτωση διαδικασιών διαφορετικών από τα ειδικά καθεστώτα και την προσωρινή εναπόθεση, ότι τακτοποιήθηκε η κατάσταση των εμπορευμάτων.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, μετά από αίτηση του (της) υπογεγραμμένου(-ης) και για οποιονδήποτε έγκυρο λόγο, να παρατείνουν πέρα από την προθεσμία των 30 ημερών, η οποία υπολογίζεται από την ημερομηνία της όχλησης πληρωμής, την προθεσμία εντός της οποίας ο (η) υπογεγραμμένος(-η) υποχρεούται να καταβάλει τα αιτούμενα ποσά. Τα έξοδα που προκύπτουν από την παροχή αυτής της συμπληρωματικής προθεσμίας, και κυρίως οι τόκοι, πρέπει να υπολογίζονται έτσι ώστε το ύψος τους να είναι ισοδύναμο με εκείνο που απαιτείται για τον σκοπό αυτό στην εθνική χρηματαγορά και κεφαλαιαγορά.


3.

Η παρούσα δήλωση ισχύει από την ημέρα της έγκρισής της από το τελωνείο εγγύησης. Ο(Η) υπογεγραμμένος(-η) παραμένω υπεύθυνος(-η) για την πληρωμή της οφειλής που γεννάται από την τελωνειακή διαδικασία που καλύπτεται από την παρούσα δήλωση και έχει αρχίσει πριν από την εφαρμογή της οποιασδήποτε ανάκλησης της πράξης εγγύησης ή της παραίτησής μου από τις υποχρεώσεις μου που απορρέουν από την πράξη εγγύησης, ακόμη και αν η πληρωμή απαιτείται μετά την ημερομηνία αυτή.


4.

Για τους σκοπούς της παρούσας δήλωσης, ο (η) υπογεγραμμένος(-η) καθορίζω ως τόπο κατοικίας μου σε καθεμία από τις χώρες που αναφέρονται στο σημείο 1 (7):

Χώρα

Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία και πλήρης διεύθυνση

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναγνωρίζω ότι όλη η αλληλογραφία ή οποιαδήποτε κοινοποίηση καθώς και, γενικότερα, όλες οι διατυπώσεις ή τα διαδικαστικά μέτρα τα σχετικά με την παρούσα δήλωση, που απευθύνονται ή διενεργούνται γραπτώς σε μια από τις κατοικίες που επέλεξα, απευθύνονται έγκυρα σε εμένα τον (την) ίδιο(-α).

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναγνωρίζω τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων των τόπων όπου έχω επιλέξει κατοικία.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναλαμβάνω την υποχρέωση να διατηρώ τους τόπους κατοικίας που καθόρισα ή, εάν είμαι υποχρεωμένος να αλλάξω έναν ή περισσότερους από αυτούς, να ειδοποιώ προηγουμένως το τελωνείο εγγύησης.

(τόπος) …

(ημερομηνία) …

(Υπογραφή) (8)

II.   Έγκριση από το τελωνείο εγγύησης

Τελωνείο εγγύησης …

Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή εγκριθείσα στις …για να καλύψει την τελωνειακή διαδικασία την οποία αφορά η τελωνειακή διασάφηση/διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης αριθ. …της … (9)

(Υπογραφή και σφραγίδα)

»

(1)  Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία.

(2)  Πλήρης διεύθυνση.

(3)  Διαγράφεται η ονομασία/οι ονομασίες του κράτους/των κρατών στην επικράτεια των οποίων δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η εγγύηση.

(4)  Οι αναφορές στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας και στη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου ισχύουν μόνον για τις πράξεις ενωσιακής διαμετακόμισης.

(5)  Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία και πλήρης διεύθυνση του προσώπου που παρέχει την εγγύηση.

(1)  

Εφαρμόζεται όσον αφορά τις άλλες επιβαρύνσεις που οφείλονται σε σχέση με την εισαγωγή ή την εξαγωγή των εμπορευμάτων, όταν η εγγύηση χρησιμοποιείται για την υπαγωγή εμπορευμάτων σε καθεστώς ενωσιακής/κοινής διαμετακόμισης ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη.

(6)  Καταχωρίζεται μία από τις ακόλουθες τελωνειακές διαδικασίες:

α)

προσωρινή εναπόθεση,

β)

καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης/καθεστώς κοινής διαμετακόμισης,

γ)

καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης,

δ)

καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από τον εισαγωγικό δασμό,

ε)

καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή,

στ)

καθεστώς ειδικού προορισμού,

ζ)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει κανονικής τελωνειακής διασάφησης χωρίς αναβολή πληρωμής,

η)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει κανονικής τελωνειακής διασάφησης με αναβολή πληρωμής,

θ)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει τελωνειακής διασάφησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 166 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα,

ι)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει τελωνειακής διασάφησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 182 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα,

ια)

καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με μερική απαλλαγή από τον εισαγωγικό δασμό,

ιβ)

εάν πρόκειται για άλλη διαδικασία — αναφέρεται το άλλο είδος διαδικασίας.

(7)  Εάν στη νομοθεσία μιας από τις εν λόγω χώρες δεν προβλέπεται δυνατότητα επιλογής κατοικίας, ο τριτεγγυητής ορίζει στη χώρα αυτή αντίκλητο εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή όλων των κοινοποιήσεων που προορίζονται γι' αυτόν, η δε αναγνώριση που προβλέπεται στο σημείο 4 δεύτερο εδάφιο και η υποχρέωση που προβλέπεται στο σημείο 4 τέταρτο εδάφιο πρέπει να καθορίζονται κατ' αναλογία. Δικαιοδοσία επί διαφορών σχετικών με την παρούσα εγγύηση έχουν τα αντίστοιχα δικαστήρια των τόπων κατοικίας του τριτεγγυητή ή των αντικλήτων του.

(8)  Πριν από την υπογραφή του (της), ο (η) υπογράφων(-ουσα) πρέπει να αναγράψει ιδιοχείρως: “Η παρούσα ισχύει ως εγγύηση για το ποσό των …” (το ποσό αναφέρεται ολογράφως).

(9)  Συμπληρώνεται από το τελωνείο στο οποίο τα εμπορεύματα υπήχθησαν στο καθεστώς ή τελούσαν σε προσωρινή εναπόθεση.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 32-02

Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή — Μεμονωμένη εγγύηση με τίτλους

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΚΟΙΝΗΣ/ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ

I.   Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή


1.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) (1)

κάτοικος (2)

εγγυώμαι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ενώπιον του τελωνείου εγγύησης …

έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (που περιλαμβάνει το Βασίλειο του Βελγίου, τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, την Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Ελληνική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Κροατίας, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία, την Ιρλανδία, την Ιταλική Δημοκρατία, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λετονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, την Ουγγαρία, τη Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία, τη Ρουμανία, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, τη Σλοβακική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας) και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, του Βασιλείου της Νορβηγίας, της Δημοκρατίας της Σερβίας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, της Τουρκικής Δημοκρατίας, του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και της Δημοκρατίας του Αγίου Μαρίνου (3), την καταβολή κάθε ποσού για το οποίο ο δικαιούχος του καθεστώτος ενδεχομένως είναι ή θα καταστεί υπόχρεος έναντι των προαναφερόμενων χωρών για οφειλή υπό μορφή δασμών και άλλων επιβαρύνσεων που οφείλονται σε σχέση με την εισαγωγή ή εξαγωγή των εμπορευμάτων που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς ενωσιακής ή κοινής διαμετακόμισης, για τα οποία ο (η) υπογεγραμμένος(-η) συμφώνησε να αναλάβει την ευθύνη με την έκδοση τίτλων μεμονωμένης εγγύησης μέχρι μέγιστου ποσού 10 000 EUR ανά τίτλο.


2.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναλαμβάνω την υποχρέωση να καταβάλω, σε πρώτη γραπτή όχληση των αρμόδιων αρχών των χωρών που αναφέρονται στο σημείο 1 και χωρίς δικαίωμα αναβολής πέρα από προθεσμία 30 ημερών από την ημερομηνία της όχλησης, ποσό μέχρι 10 000 EUR το πολύ ανά τίτλο μεμονωμένης εγγύησης εκτός αν αποδείξω εγώ ή οποιοσδήποτε (οποιαδήποτε) άλλος(-η) ενδιαφερόμενος(-η) στις αρμόδιες αρχές πριν από την παρέλευση αυτής της προθεσμίας ότι το καθεστώς εκκαθαρίστηκε δεόντως για τη συγκεκριμένη πράξη διαμετακόμισης.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, μετά από αίτηση του (της) υπογεγραμμένου(-ης) και για οποιονδήποτε έγκυρο λόγο, να παρατείνουν πέρα από την προθεσμία των 30 ημερών, η οποία υπολογίζεται από την ημερομηνία της όχλησης πληρωμής, την προθεσμία εντός της οποίας ο (η) υπογεγραμμένος(-η) υποχρεούται να καταβάλει τα αιτούμενα ποσά. Τα έξοδα που προκύπτουν από την παροχή αυτής της συμπληρωματικής προθεσμίας, και κυρίως οι τόκοι, πρέπει να υπολογίζονται έτσι ώστε το ύψος τους να είναι ισοδύναμο με εκείνο που απαιτείται για τον σκοπό αυτό στην εθνική χρηματαγορά και κεφαλαιαγορά.


3.

Η παρούσα δήλωση ισχύει από την ημέρα της έγκρισής της από το τελωνείο εγγύησης. Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) παραμένω υπεύθυνος(-η) για την πληρωμή της οφειλής που γεννάται από την πράξη ενωσιακής ή κοινής διαμετακόμισης που καλύπτεται από την παρούσα δήλωση και έχει αρχίσει πριν από την εφαρμογή της οποιασδήποτε ανάκλησης της πράξης εγγύησης ή της παραίτησής μου από τις υποχρεώσεις μου που απορρέουν από την πράξη εγγύησης, ακόμη και αν η πληρωμή απαιτείται μετά την ημερομηνία αυτή.


4.

Για τους σκοπούς της παρούσας δήλωσης, ο (η) υπογεγραμμένος(-η) καθορίζω ως τόπο κατοικίας μου (4) σε καθεμία από τις χώρες που αναφέρονται στο σημείο 1:

Χώρα

Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία και πλήρης διεύθυνση

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναγνωρίζω ότι όλη η αλληλογραφία ή οποιαδήποτε κοινοποίηση καθώς και, γενικότερα, όλες οι διατυπώσεις ή τα διαδικαστικά μέτρα τα σχετικά με την παρούσα δήλωση, που απευθύνονται ή διενεργούνται γραπτώς σε μια από τις κατοικίες που επέλεξα, απευθύνονται έγκυρα σε εμένα τον (την) ίδιο(-α).

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναγνωρίζω τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων των τόπων όπου έχω επιλέξει κατοικία.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναλαμβάνω την υποχρέωση να διατηρώ τους τόπους κατοικίας που καθόρισα ή, εάν είμαι υποχρεωμένος να αλλάξω έναν ή περισσότερους από αυτούς, να ειδοποιώ προηγουμένως το τελωνείο εγγύησης.

(τόπος) …

(ημερομηνία) …

(Υπογραφή) (5)

II.   Έγκριση από το τελωνείο εγγύησης

Τελωνείο εγγύησης …

Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή εγκριθείσα στις …

(Υπογραφή και σφραγίδα)

»

(1)  Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία.

(2)  Πλήρης διεύθυνση.

(3)  Οι αναφορές στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας και στη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου ισχύουν μόνον για τις πράξεις ενωσιακής διαμετακόμισης.

(4)  Εάν στη νομοθεσία μιας από τις εν λόγω χώρες δεν προβλέπεται δυνατότητα επιλογής κατοικίας, ο τριτεγγυητής ορίζει στη χώρα αυτή αντίκλητο εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή όλων των κοινοποιήσεων που προορίζονται γι' αυτόν, η δε αναγνώριση που προβλέπεται στο σημείο 4 δεύτερο εδάφιο και η υποχρέωση που προβλέπεται στο σημείο 4 τέταρτο εδάφιο πρέπει να καθορίζονται κατ' αναλογία. Δικαιοδοσία επί διαφορών σχετικών με την παρούσα εγγύηση έχουν τα αντίστοιχα δικαστήρια των τόπων κατοικίας του τριτεγγυητή ή των αντικλήτων του.

(5)  Πριν από την υπογραφή του (της), ο (η) υπογράφων(-ουσα) πρέπει να αναγράψει ιδιοχείρως: “Η παρούσα ισχύει ως τίτλος εγγύησης”.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 32-03

Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή — Συνολική εγγύηση

I.   Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή


1.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) (1)

κάτοικος (2)

εγγυώμαι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ενώπιον του τελωνείου εγγύησης …

μέχρι ανώτατου ποσού …

έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (που περιλαμβάνει το Βασίλειο του Βελγίου, τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, την Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Ιρλανδία, την Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Κροατίας, την Ιταλική Δημοκρατία, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λετονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, την Ουγγαρία, τη Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία, τη Ρουμανία, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, τη Σλοβακική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας) και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, του Βασιλείου της Νορβηγίας, της Δημοκρατίας της Σερβίας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, της Τουρκικής Δημοκρατίας (3), του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και της Δημοκρατίας του Αγίου Μαρίνου (4),

κάθε ποσό για το οποίο το πρόσωπο που παρέχει την παρούσα εγγύηση (5): …ενδεχομένως είναι ή θα καταστεί υπόχρεο έναντι των προαναφερόμενων χωρών για οφειλή υπό μορφή δασμών και άλλων επιβαρύνσεων (6) που ενδέχεται να γεννηθεί ή έχει γεννηθεί όσον αφορά τα εμπορεύματα τα οποία καλύπτονται από τις τελωνειακές διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο 1α και/ή στο σημείο 1β.

Το μέγιστο ποσό της εγγύησης ανέρχεται σε ποσό ύψους:

α)

το οποίο ισούται με το 100/50/30 % (7) του μέρους του ποσού αναφοράς που αντιστοιχεί στο ποσό των τελωνειακών οφειλών και των άλλων επιβαρύνσεων που ενδέχεται να γεννηθούν και ισούται με το άθροισμα των ποσών που αναφέρονται στο σημείο 1α,

και

β)

το οποίο ισούται με το 100/30 % (8) του μέρους του ποσού αναφοράς που αντιστοιχεί στο ποσό των τελωνειακών οφειλών και των άλλων επιβαρύνσεων που έχουν γεννηθεί και ισούται με το άθροισμα των ποσών που αναφέρονται στο σημείο 1β,


1α.

Τα ποσά που αποτελούν το μέρος του ποσού αναφοράς που αντιστοιχεί στο ποσό των τελωνειακών οφειλών και, κατά περίπτωση, των άλλων επιβαρύνσεων που ενδέχεται να γεννηθούν είναι τα ακόλουθα για κάθε έναν από τους κατωτέρω αναφερόμενους σκοπούς (9):

α)

προσωρινή εναπόθεση — …,

β)

καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης/καθεστώς κοινής διαμετακόμισης — …,

γ)

καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης — …,

δ)

καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από τον εισαγωγικό δασμό — …,

ε)

καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή — …,

στ)

καθεστώς ειδικού προορισμού — …,

ζ)

εάν πρόκειται για άλλη διαδικασία — αναφέρεται το άλλο είδος διαδικασίας — ….


1β.

Τα ποσά που αποτελούν το μέρος του ποσού αναφοράς που αντιστοιχεί στο ποσό των τελωνειακών οφειλών και, κατά περίπτωση, των άλλων επιβαρύνσεων που έχουν γεννηθεί είναι τα ακόλουθα για κάθε έναν από τους κατωτέρω αναφερόμενους σκοπούς (10):

α)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει κανονικής τελωνειακής διασάφησης χωρίς αναβολή πληρωμής — …,

β)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει κανονικής τελωνειακής διασάφησης με αναβολή πληρωμής — …,

γ)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει τελωνειακής διασάφησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 166 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα — …,

δ)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει τελωνειακής διασάφησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 182 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα — …,

ε)

καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με μερική απαλλαγή από τον εισαγωγικό δασμό — …,

στ)

καθεστώς ειδικού προορισμού — … (11),

ζ)

εάν πρόκειται για άλλη διαδικασία — αναφέρεται το άλλο είδος διαδικασίας — ….


2.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναλαμβάνω την υποχρέωση να καταβάλω, σε πρώτη γραπτή όχληση των αρμοδίων αρχών των χωρών που αναφέρονται στο σημείο 1 και χωρίς δικαίωμα αναβολής πέρα από προθεσμία 30 ημερών από την ημερομηνία της όχλησης, τα αιτούμενα ποσά μέχρι του προαναφερόμενου μέγιστου ποσού, εκτός αν αποδείξω εγώ ή οποιοσδήποτε (οποιαδήποτε) άλλος(-η) ενδιαφερόμενος(-η) στις τελωνειακές αρχές, πριν από την παρέλευση αυτής της προθεσμίας, ότι το ειδικό καθεστώς, διαφορετικό από εκείνο του καθεστώτος του ειδικού προορισμού, εκκαθαρίστηκε, ότι έληξε δεόντως η τελωνειακή επιτήρηση των εμπορευμάτων με ειδικό προορισμό ή η προσωρινή εναπόθεση ή, στην περίπτωση διαδικασιών διαφορετικών από τα ειδικά καθεστώτα και την προσωρινή εναπόθεση, ότι τακτοποιήθηκε η κατάσταση των εμπορευμάτων.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, μετά από αίτηση του (της) υπογεγραμμένου(-ης) και για οποιονδήποτε έγκυρο λόγο, να παρατείνουν πέρα από την προθεσμία των 30 ημερών, η οποία υπολογίζεται από την ημερομηνία της όχλησης πληρωμής, την προθεσμία εντός της οποίας ο (η) υπογεγραμμένος(-η) υποχρεούται να καταβάλει τα αιτούμενα ποσά. Τα έξοδα που προκύπτουν από την παροχή αυτής της συμπληρωματικής προθεσμίας, και κυρίως οι τόκοι, πρέπει να υπολογίζονται έτσι ώστε το ύψος τους να είναι ισοδύναμο με εκείνο που απαιτείται για τον σκοπό αυτό στην εθνική χρηματαγορά και κεφαλαιαγορά.

Το ποσό αυτό δεν μπορεί να μειωθεί κατά τα ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παρούσας δήλωσης, εκτός αν ο (η) υπογεγραμμένος(-η) καλείται να καταβάλει οφειλή που γεννήθηκε επ' ευκαιρία τελωνειακής πράξης που άρχισε πριν από την παραλαβή της προηγούμενης απαίτησης πληρωμής ή εντός των 30 ημερών που ακολουθούν την τελευταία.


3.

Η παρούσα δήλωση ισχύει από την ημέρα της έγκρισής της από το τελωνείο εγγύησης. Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) παραμένω υπεύθυνος(-η) για την πληρωμή της οφειλής που γεννάται κατά τη διάρκεια τελωνειακής πράξης που καλύπτεται από την παρούσα δήλωση και έχει αρχίσει πριν από την εφαρμογή της οποιασδήποτε ανάκλησης της πράξης εγγύησης ή της παραίτησής μου από τις υποχρεώσεις μου που απορρέουν από την πράξη εγγύησης, ακόμη και αν η πληρωμή απαιτείται μετά την ημερομηνία αυτή.


4.

Για τους σκοπούς της παρούσας δήλωσης, ο (η) υπογεγραμμένος(-η) καθορίζω ως τόπο κατοικίας μου (12) σε καθεμία από τις χώρες που αναφέρονται στο σημείο 1:

Χώρα

Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία και πλήρης διεύθυνση

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναγνωρίζω ότι όλη η αλληλογραφία ή οποιαδήποτε κοινοποίηση καθώς και, γενικότερα, όλες οι διατυπώσεις ή τα διαδικαστικά μέτρα τα σχετικά με την παρούσα δήλωση, που απευθύνονται ή διενεργούνται γραπτώς σε μια από τις κατοικίες που επέλεξα, απευθύνονται έγκυρα σε εμένα τον (την) ίδιο(-α).

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναγνωρίζω τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων των τόπων όπου έχω επιλέξει κατοικία.

Ο (Η) υπογεγραμμένος(-η) αναλαμβάνω την υποχρέωση να διατηρώ τους τόπους κατοικίας που καθόρισα ή, εάν είμαι υποχρεωμένος να αλλάξω έναν ή περισσότερους από αυτούς, να ειδοποιώ προηγουμένως το τελωνείο εγγύησης.

(τόπος) …

(ημερομηνία) …

(Υπογραφή) (13)

II.   Έγκριση από το τελωνείο εγγύησης

Τελωνείο εγγύησης …

Δήλωση εγγύησης τριτεγγυητή γενομένη δεκτή στις …

(Υπογραφή και σφραγίδα)

»

(1)  Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία.

(2)  Πλήρης διεύθυνση.

(3)  Διαγράφεται η ονομασία/οι ονομασίες της χώρας/των χωρών στην επικράτεια των οποίων δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η εγγύηση.

(4)  Οι αναφορές στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας και στη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου ισχύουν μόνον για τις πράξεις ενωσιακής διαμετακόμισης.

(5)  Ονοματεπώνυμο ή εταιρική επωνυμία και πλήρης διεύθυνση του προσώπου που παρέχει την εγγύηση.

(6)  Εφαρμόζεται όσον αφορά τις άλλες επιβαρύνσεις που οφείλονται σε σχέση με την εισαγωγή ή την εξαγωγή των εμπορευμάτων, όταν η εγγύηση χρησιμοποιείται για την υπαγωγή εμπορευμάτων σε καθεστώς ενωσιακής/κοινής διαμετακόμισης ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ή συμβαλλόμενα μέρη.

(7)  Διαγράφονται οι περιττές μνείες.

(8)  Διαγράφονται οι περιττές μνείες.

(9)  Άλλα καθεστώτα πλην της κοινής διαμετακόμισης ισχύουν μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(10)  Άλλα καθεστώτα πλην της κοινής διαμετακόμισης ισχύουν μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(11)  Για ποσά που δηλώνονται σε τελωνειακή διασάφηση για το καθεστώς ειδικού προορισμού.

(12)  Εάν στη νομοθεσία μιας από τις εν λόγω χώρες δεν προβλέπεται δυνατότητα επιλογής κατοικίας, ο τριτεγγυητής ορίζει στη χώρα αυτή αντίκλητο εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή όλων των κοινοποιήσεων που προορίζονται γι' αυτόν, η δε αναγνώριση που προβλέπεται στο σημείο 4 δεύτερο εδάφιο και η υποχρέωση που προβλέπεται στο σημείο 4 τέταρτο εδάφιο πρέπει να καθορίζονται κατ' αναλογία. Δικαιοδοσία επί διαφορών σχετικών με την παρούσα εγγύηση έχουν τα αντίστοιχα δικαστήρια των τόπων κατοικίας του τριτεγγυητή ή των αντικλήτων του.

(13)  Πριν από την υπογραφή του (της), ο (η) υπογράφων(-ουσα) πρέπει να αναγράψει ιδιοχείρως: “Η παρούσα ισχύει ως εγγύηση για το ποσό των …” (το ποσό αναφέρεται ολογράφως).


Top

Αριθμ. πρωτ.: Φ21250/οικ.7262/Δ15.110/2017 Οδηγίες σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της παρ. 5β του άρθρου 42 του ν.4052/2012 και των παρ. 3 και 5 του άρθρου 96 του ν.4387/2016 για τον καθορισμό του ποσού της επικουρικής σύνταξης του ΕΤΕΑΕΠ

$
0
0

Αθήνα, 16 Ιουνίου 2017
Αριθμ. Πρωτ.: Φ21250/οικ.7262/Δ15.110

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ και ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α' και Β'

Ταχ. Δ/νση : Σταδίου 29
Ταχ. Κωδικας : 10110 Αθήνα
Fax : 2103368148
:2103368148
Τηλέφωνα : 2131516774, -777, 2103368157
E-mail : proasf@ypakp.gr

ΘΕΜΑ: Οδηγίες σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της παρ. 5β του άρθρου 42 του ν.4052/2012 και των παρ. 3 και 5 του άρθρου 96 του ν.4387/2016 για τον καθορισμό του ποσού της επικουρικής σύνταξης του ΕΤΕΑΕΠ.

Σχετ.: Η Φ80020/οικ.26308/Δ15.476/30.6.2016 (ΑΔΑ: ΩΤΝ4465Θ1Ω-ΣΕΕ) εγκύκλιος του Υπουργείου μας.

Σε συνέχεια της (α) σχετικής εγκυκλίου μας και με αφορμή ερωτήματα που έχετε υποβάλει στο Υπουργείο, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 5β του άρθρου 42 του ν.4052/2012 και των παρ. 3 και 5 του άρθρου 96 του ν. 4387/2016 (Α' 85) ως προς τον υπολογισμό του ποσού της επικουρικής σύνταξης για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013, διευκρινίζονται τα εξής:

1. Οι διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 5β του ν. 4052/2012, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το άρθρο 96 παρ. 1 του ν.4387/2016, εφαρμόζονται σε όλες τις αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί ή υποβάλλονται στο ΕΤΕΑΕΠ (πρώην ΕΤΕΑ) από 1.1.2015 και εφεξής, με έναρξη καταβολής της σύνταξης από 1.1.2015 και μετά.

Συνεπώς, σε όσες από τις ανωτέρω αιτήσεις έχει εκδοθεί απόφαση συνταξιοδότησης, πριν ή μετά την ισχύ του ν. 4387/2016, με βάση το προγενέστερο νομικό πλαίσιο, οι αποφάσεις αυτές είναι μη νόμιμες και πρέπει να αναθεωρηθούν οίκοθεν από τις αρμόδιες Υπηρεσίες που τις εξέδωσαν. Σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίζονται όπως οι νομίμως εκδοθείσες καταβαλλόμενες ή καταβλητέες την 12.5.2016 επικουρικές συντάξεις, οι οποίες αναπροσαρμόζονται βάσει των διατάξεων του άρθρου 96 παρ. 4 του ν. 4387/2016 και της ΥΑ οικ.25909/470/7.6.2016 (Β' 1605).

2. Αιτήσεις, όμως, συνταξιοδότησης (γήρατος-αναπηρίας-θανάτου) που έχουν υποβληθεί στο ΕΤΕΑΕΠ από 1.1.2015 και μετά, και βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων η καταβολή της σύνταξης ανατρέχει σε χρόνο πριν την 1.1.2015, κρίνονται ως προς τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης με βάση το ισχύον κατά την έναρξη καταβολής της σύνταξης προγενέστερο νομικό πλαίσιο. Η σύνταξη, στη συνέχεια, αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96 παρ. 4 του ν.4387/2016 και της Υπουργικής Απόφασης οικ.25909/470/7.6.2016 (Β'1605).

3. Αιτήσεις συνταξιοδότησης με θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα, οι οποίες κατατέθηκαν μέχρι και την 31.12.2014 και βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων η έναρξη καταβολής της σύνταξης αρχίζει μετά την 1.1.2015, κρίνονται ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης με βάση το προγενέστερο νομικό πλαίσιο και, στη συνέχεια, αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 96 παρ. 4 του ν.4387/2016 και της Υπουργικής Απόφασης οικ.25909/470/7.6.2016 (Β'1605).

4. Στις περιπτώσεις, ωστόσο, συνταξιοδότησης με αναστολή καταβολής της σύνταξης (λόγω μη συμπλήρωσης του απαιτούμενου ορίου ηλικίας), είτε έχει εκδοθεί συνταξιοδοτική απόφαση, είτε η απόφαση αυτή εκκρεμεί, το ποσό της σύνταξης καθορίζεται με βάση το νομικό πλαίσιο που ισχύει κατά τον χρόνο έναρξης καταβολής της, κατ' ανάλογη εφαρμογή με τα ισχύοντα στον φορέα κύριας ασφάλισης (άρθρο 94 ν. 4387/2016). Ως εκ τούτου, εφόσον το απαιτούμενο για συνταξιοδότηση όριο ηλικίας συμπληρώνεται μετά την 1.1.2015 και, συνεπώς, η σύνταξη θα αρχίσει να καταβάλλεται μετά την ημερομηνία αυτή, η σύνταξη υπολογίζεται (ή επανυπολογίζεται μετά τη λήξη της αναστολής) σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 42 παρ. 5β του ν. 4052/2012, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.

5. Κατ' αντιστοιχία, επίσης, με τον κύριο φορέα ασφάλισης στη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας, κριτήριο για το νομικό πλαίσιο που εφαρμόζεται ως προς τον υπολογισμό του ποσού της επικουρικής σύνταξης είναι η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης, εκτός εάν κατά την ημερομηνία αυτή δεν έχει διακοπεί η εργασία, οπότε κριτήριο είναι η ημερομηνία διακοπής της εργασίας του ασφαλισμένου.

Στις περιπτώσεις παράτασης της συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, εξακολουθεί να εφαρμόζεται το προγενέστερο του άρθρου 42 του ν. 4052/2012 νομικό πλαίσιο ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης, ανεξάρτητα εάν η σχετική αίτηση για την εκ νέου κρίση από τα ΚΕ.Π.Α. υποβλήθηκε πριν ή μετά την 1.1.2015. Σε περίπτωση, όμως, που προκύπτει διακοπή της συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και η σύνταξη επαναχορηγείται μετά την 1.1.2015, ο υπολογισμός της σύνταξης γίνεται με βάση το νέο νομικό πλαίσιο. Ομοίως, σε περίπτωση που υποβληθεί αίτημα για μετατροπή σύνταξης αναπηρίας σε σύνταξη γήρατος μετά την 1.1.2015, ο υπολογισμός της σύνταξης γήρατος γίνεται με βάση το νέο νομικό πλαίσιο.

6. Στις περιπτώσεις αιτήσεων μεταβίβασης σύνταξης λόγω θανάτου συνταξιούχου του Ταμείου, διευκρινίζεται ότι ο υπολογισμός της σύνταξης των δικαιοδόχων μελών πραγματοποιείται με βάση τα ποσοστά σύνταξης που ορίζονται στις επιμέρους καταστατικές διατάξεις των ενταχθέντων στο ΕΤΕΑ φορέων μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Ασφάλισης και Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ.

7. Σε ό,τι αφορά τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 96 του ν. 4387/2016, διευκρινίζεται ότι από την έναρξη ισχύος του νόμου (13.5.2016) το πρώην ΕΤΕΑ και από 1.1.2017 ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ χορηγεί αποκλειστικά την επικουρική σύνταξη, όπως προβλέπεται στο άρθρο αυτό, και παύει να χορηγεί λοιπές παροχές πλην της επικουρικής σύνταξης, όπως έξοδα κηδείας, επίδομα απολύτου αναπηρίας και προσαύξηση σύνταξης λόγω οικογενειακών επιδομάτων (συζύγου-τέκνων).

Αιτήσεις για χορήγηση εξόδων κηδείας ή επιδομάτων απολύτου αναπηρίας που έχουν υποβληθεί μέχρι και την 12.5.2016 κρίνονται με βάση το προϊσχύον νομικό πλαίσιο (καταστατικές, γενικές ή ειδικές διατάξεις), ενώ η προσαύξηση της σύνταξης λόγω οικογενειακών επιδομάτων παύει να χορηγείται σε όσους η σύνταξή τους υπολογίζεται με τον νέο τρόπο του άρθρου 42 του ν. 4052/2012, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 1 του άρθρου 96 του ν. 4387/2016.

8. Αναφορικά, τέλος, με τις συντάξιμες αποδοχές του άρθρου 42 παρ. 5 περ. βα του ν.4052/2012, όπως ισχύει, θα ακολουθήσουν οδηγίες με νεότερο έγγραφό μας, μετά την τροποποίηση των συγκεκριμένων διατάξεων με προωθούμενη νομοθετική ρύθμιση του Υπουργείου μας.




Ο Υφυπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Αναστάσιος Πετρόπουλος

Αριθμ. Φ. 10/24727/2017 Κανονισμός Λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας

$
0
0

Αριθμ. Φ. 10/24727/2017

(ΦΕΚ Β' 2065/15-06-2017)

Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Του ν. 2477/1997 (Α' 59) «Συνήγορος του Πολίτη και Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης», όπως ισχύει.
β) Του άρθρου 8 του ν. 2623/1998 (Α' 139) «Ανασύνταξη των εκλογικών καταλόγων, οργάνωση και άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των ετεροδημοτών, εκσυγχρονισμός της εκλογικής διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως συμπληρώθηκε και ισχύει.
γ) Του ν. 3051/2002 (Α' 220) «Συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές, τροποποίηση και συμπλήρωση του συστήματος προσλήψεων στο δημόσιο τομέα και συναφείς ρυθμίσεις», όπως ισχύει, και ιδίως των παρ. 5 και 7 του άρθρου 2 αυτού.
δ) Του ν. 3094/2003 (Α' 10) «Συνήγορος του Πολίτη και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
ε) Του ν. 3861/2010 (Α' 112) «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο «Πρόγραμμα Διαύγεια» και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
στ) Του ν. 4443/2016 (Α' 232) και ιδίως των άρθρων 56 - 57 περί Σύστασης Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης.
ζ) Του π.δ. 273/1999 (Α' 229) «Κανονισμός λειτουργίας του Συνηγόρου του Πολίτη», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

2. Το γεγονός ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη στον κρατικό προϋπολογισμό.

3. Τις υπηρεσιακές ανάγκες,

αποφασίζουμε:

Τη θέσπιση Κανονισμού Λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας.

Κανονισμός λειτουργίας στο Συνήγορο του Πολίτη του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας (ν. 4443/2016, Μέρος Δ')

Ι. Γενικά


1. Ο Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας (Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.) αποτελεί ειδική αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη και ασκείται στο πλαίσιο που ορίζεται από το ν. 4443/2016 (Μέρος Δ', άρθρα 56-58 και 77). Ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. εντάσσεται λειτουργικά και οργανωτικά στο Συνήγορο του Πολίτη.

2. Η εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. μπορεί να ανατίθεται με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη σε Βοηθό Συνήγορο, ο οποίος επικουρείται από ειδική ομάδα («ομάδα Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.») συγκροτούμενη από μέλη του επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού της Αρχής, που ορίζονται με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη.

3. Ο Συνήγορος του Πολίτη συντάσσει κάθε χρόνο γενικό πρόγραμμα δράσης (action plan) του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α, το οποίο περιλαμβάνει, ενδεικτικά, δράσεις ενημέρωσης και επικοινωνίας για την εν λόγω ειδική αρμοδιότητα, επισκέψεις στις ελεγχόμενες Υπηρεσίες, καθώς και σε χώρους κράτησης, που υπάγονται στην αρμοδιότητά του.

4. Για τις ανάγκες του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. τηρείται Ειδική Βάση Δεδομένων, που αποτελεί παράρτημα του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος, η πρόσβαση στην οποία παρέχεται στον Συνήγορο, στον αρμόδιο Βοηθό Συνήγορο και στα μέλη της ομάδας του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.

II. Έναρξη διαδικασίας έρευνας από τον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.

5. Ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. επιλαμβάνεται υποθέσεων αυτεπάγγελτα, κατόπιν καταγγελίας ή κατόπιν παραπομπής από τον αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα.

6.α. Στο Γραφείο Υποδοχής του Συνηγόρου του Πολίτη γίνονται δεκτές καταγγελίες για περιστατικά αυθαιρεσίας, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω πληρεξουσίου. Οι καταγγελίες πρέπει να είναι επώνυμες και έγγραφες και μπορούν να στρέφονται και κατ' αγνώστων. Σε περίπτωση προφορικής ή ανώνυμης καταγγελίας ισχύουν όσα αναφέρονται στη συνέχεια.
β. Από το Γραφείο Υποδοχής Κοινού παρέχονται γενικές πληροφορίες για τη λειτουργία του Μηχανισμού, γίνεται ταυτοποίηση του καταγγέλλοντος ή του πληρεξούσιού του και ελέγχονται τα τυπικά στοιχεία της καταγγελίας. Ο καταγγέλλων μπορεί να προσέρχεται με δικηγόρο ή διερμηνέα. Αν δεν γνωρίζει ελληνικά και προσέλθει χωρίς διερμηνέα, χρέη διερμηνέα μπορεί να τελέσει μέλος του προσωπικού του Συνηγόρου του Πολίτη με επαρκή γνώση της ξένης γλώσσας, στην οποία θα γίνει η επικοινωνία. Εφόσον ο καταγγέλλων το ζητήσει εγγράφως, γίνεται επισήμανση για τη διατήρηση της ανωνυμίας του. Στην περίπτωση αυτή του γνωστοποιείται ότι θα ενημερωθεί εάν τυχόν δεν είναι δυνατή η διερεύνηση του περιστατικού χωρίς την αποκάλυψη των στοιχείων της ταυτότητάς του.

7.α. Οι έγγραφες επώνυμες καταγγελίες καταχωρούνται στην Ειδική Βάση Δεδομένων και λαμβάνουν αριθμό πρωτοκόλλου.
Η προφορική επώνυμη καταγγελία, εφόσον ο καταγγελλων δηλώσει ότι αδυνατεί να συντάξει έγγραφο, μπορεί να γίνει ενώπιον του Ειδικού Επιστήμονα του Συνηγόρου του Πολίτη που στελεχώνει το Γραφείο Υποδοχής Κοινού, εφόσον ο τελευταίος κρίνει ότι συντρέχουν οι λόγοι που επικαλείται ο καταγγελλων. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, μπορεί να κληθεί μέλος της Ομάδας Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Η συνεργασία του καταγγελλοντος με τον Ειδικό Επιστήμονα μπορεί, εφόσον κριθεί σκόπιμο, να γίνει σε χώρο, όπου θα διασφαλίζεται η εχεμύθεια και η ανωνυμία του πρώτου.
Ο ΕΕ συντάσσει την καταγγελία και επιπλέον έκθεση, στην οποία αναφέρεται ο λόγος, για τον οποίο ο καταγγελλων αδυνατεί να γράψει την καταγγελία του. Η έκθεση αυτή υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα και τον ΕΕ που τη συνέταξε, εφόσον ο ΕΕ διαπιστώσει ότι ο καταγγελλων έχει κατανοήσει πλήρως το περιεχόμενο της καταγγελίας του και τις έννομες συνέπειες που αυτή επιφέρει. Στη συνέχεια τη καταγγελία, αφού υπογραφεί από τον καταγγέλλοντα, καταχωρείται στη φάση δεδομένων και προωθείται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.
β. Οι ανώνυμες καταγγελίες, που λαμβάνονται με οποιονδήποτε τρόπο (αυτοπροσώπως, ταχυδρομικά, με τηλεομοιοτυπία ή με διαδικασία ηλεκτρονικής αποστολής/web), ανεξάρτητα από το εάν περιέχουν επαρκή στοιχεία για τη διερεύνηση τους, πρωτοκολλούνται και προωθούνται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. με επισήμανση σχετικά με την ανωνυμία τους. Αν η ανώνυμη καταγγελία υποβάλλεται στο Γραφείο Υποδοχής Κοινού αυτοπροσώπως, παραλαμβάνεται, πρωτοκολλείται και ο καταγγέλλων ενημερώνεται ότι η εξέτασή της θα εκτιμηθεί για τυχόν αυτεπάγγελτη παρέμβαση.

8. Οι καταγγελίες που λαμβάνονται από το Συνήγορο του Πολίτη κατόπιν παραπομπής από τον αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα, διαβιβάζονται στον Ε.ΜΗ. ΔΙ.Π.Α. προς αξιολόγηση.

III. - Επεξεργασία καταγγελιών

9. Αφού η καταγγελία καταχωρηθεί σε ειδική βάση δεδομένων και σε εύλογο χρονικό διάστημα, ο Συνήγορος του Πολίτη την αξιολογεί και, εφόσον εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. αποφασίζεται η περαιτέρω επεξεργασία της, μέσα σε 10 μέρες, με έναν από τους εξής τρόπους:
i) Διερεύνηση από τον Συνήγορο του Πολίτη.
ii) Προώθηση στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο και παρακολούθηση.
iii) Θέση στο Αρχείο.

10. Διερεύνηση από τον ΣτΠ

α. Ο ΣτΠ αποφασίζει τη διερεύνηση μιας καταγγελίας ή περιστατικού, ιδίως όταν κρίνεται ότι ενδείκνυται για την εκπλήρωση της αποστολής του λόγω της βαρύτητας της καταγγελλόμενης πράξης, της βαρύτητας της προσβολής σε συνάρτηση με την ευαλωτότητα των παθόντων, του ενδεχομένου τυχόν συστηματικών συμπεριφορών αυθαιρεσίας κ.α. Εφόσον κριθεί σκόπιμο να διερευνήσει την υπόθεση ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α, ενημερώνεται εγγράφως το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για το γεγονός ότι διεξάγεται έρευνα, ώστε να ανασταλεί η τυχόν έκδοση πειθαρχικής απόφασης μέχρι την παρέλευση τριών μηνών, εάν δεν παραταθεί κατά παρέκκλιση για άλλους τρεις μήνες. Με το ίδιο έγγραφο ζητείται η διακρίβωση των ακριβών στοιχείων του καταγγελλόμενου και ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α ζητά να ενημερωθεί για το εάν η υπόθεση διερευνάται ήδη πειθαρχικά και εάν ναι, αν έχουν επιβληθεί διοικητικά μέτρα σε βάρος του πειθαρχικά ελεγχόμενου. Εάν έχει σχηματιστεί πειθαρχική δικογραφία, ο Συνήγορος ζητά αντίγραφα των στοιχείων του φακέλου σε κάθε στάδιο αυτής.
β. Ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α ερευνά την υπόθεση με βάση τη γενική διαδικασία έρευνας του ν. 3094/2003 και του παρόντος κανονισμού.
Πριν από τη σύνταξη του πορίσματος, καλείται εγγράφως ο ελεγχόμενος να λάβει γνώση των στοιχείων της έρευνας και να εκθέσει τις απόψεις του (άρ. 20 παρ. 2Σ), μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία. Στο σχετικό έγγραφο πρέπει να περιγράφεται λεπτομερώς η πράξη, για την οποία καλείται να εξετασθεί, καθώς και η ακολουθούμενη διαδικασία (αρ. 56επ. ν. 4443/2016). Ο ελεγχόμενος εκθέτει τις απόψεις του προφορικά και απαντά σε ερωτήσεις των εκπροσώπων του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α., οι οποίοι ορίστηκαν για το σκοπό αυτό. Για την κατάθεσή του αυτή συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτόν και τους εκπροσώπους του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Ο ελεγχόμενος μπορεί να υποβάλει υπόμνημα, επί του οποίου είναι δυνατό να του τεθούν διευκρινιστικές ερωτήσεις. Στη διαδικασία αυτή ο ελεγχόμενος μπορεί να παρίσταται με δικηγόρο.
γ. Μετά την εξέταση του ελεγχόμενου ή εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. προχωρά στην έκδοση πορίσματος, το οποίο αποστέλλει στον πειθαρχικό προϊστάμενο του ελεγχόμενου, για τις δικές του ενέργειες κατά τις οικείες πειθαρχικές διατάξεις.
δ. Το πόρισμα του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. πρέπει να προσδιορίζει:
α. τα αντικειμενικά ευρήματα της έρευνας, κυρίως αυτά που οδηγούν στην υπαγωγή του συγκεκριμένου περιστατικού σε συγκεκριμένες πράξεις που αναφέρονται στο άρ. 1 του ν. 3938/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το αρ. 56 §1 α-δ του ν. 4443/2016,
β. τα υποκειμενικά στοιχεία, δηλαδή την υπαιτιότητα του καταγγελλόμενου,
γ. τα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν συλλεχθεί και από τα οποία προκύπτουν τα παραπάνω ευρήματα.
ε. Εάν ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. κρίνει ότι η απόφαση του πειθαρχικού οργάνου αποκλίνει από το διατακτικό του πορίσματος του χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ενεργεί σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 3094/2003, και κοινοποιεί τις απόψεις του στον οικείο Υπουργό για τις δικές του ενέργειες.
στ. Μετά το πέρας της διαδικασίας ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. κοινοποιεί στον καταγγέλλοντα το σχετικό πόρισμα, επί πλέον δε, κατόπιν έγγραφης αίτησης του, εκείνα τα στοιχεία του φακέλου για τα οποία δεν συντρέχει κώλυμα πρόσβασης υπό τους όρους των ν. 2472/1997, 2690/1999 και 3471/2006 ή άλλων ειδικών διατάξεων. Εάν η έρευνα διεξάγεται κατόπιν παραπομπής από τον αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα, ενημερώνεται και του αποστέλλεται το σχετικό πόρισμα.

11. Προώθηση και παρακολούθηση

α) Η καταγγελία προωθείται στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο με εντολή διερεύνησης, με ειδική μνεία της υποχρέωσης του αρ 56 παρ. ν. 4443/2016 να εξεταστεί η υπόθεση κατά προτεραιότητα. Ανάμεσα στα άλλα δι-ερευνάται εάν το πειθαρχικό όργανο έχει ήδη ξεκινήσει πειθαρχική έρευνα για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
β) Η υπόθεση καταχωρείται σε βάση δεδομένων ανά πειθαρχικό όργανο, ώστε να είναι εύκολη η παρακολούθηση. Η Βάση αυτή θα ενημερώνεται για την τήρηση των προθεσμιών που ορίζονται από τις ειδικές διατάξεις κάθε πειθαρχικής διαδικασία και θα έχει δυνατότητα ειδοποίησης (alert). Κατόπιν επικοινωνίας με τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα, ορίζεται κοινώς αποδεκτή διαδικασία που θα καθιστά αποτελεσματική και άμεση την παρακολούθηση της πορείας των υπό έλεγχο υποθέσεων από τον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.
γ) Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης από το πειθαρχικό όργανο, και πριν από την έκδοση της απόφασης, ο φάκελος της υπόθεσης αποστέλλεται στον Ε.ΜΗ. ΔΙ.Π.Α. Εφόσον κριθεί σκόπιμο αναπέμπεται για συμπλήρωση μέσα σε 20 ημέρες από την λήψη του φακέλου (βλ. παραγρ. 8 ν. 4443/2016). Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται υπό τους όρους του άρ. 4 παρ. 2 του ν. 2690/1999.

12. Θέση στο Αρχείο

Με απόφαση του Συνηγόρου του Πολίτη τίθενται στο αρχείο
α) Οι απαράδεκτες επώνυμες καταγγελίες, όταν τα πραγματικά περιστατικά που περιγράφονται δεν συνιστούν τις πράξεις που ελέγχει ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. Στις περιπτώσεις που τα καταγγελλόμενα μπορούν να εξεταστούν στο πλαίσιο της γενικής αρμοδιότητας του Συνηγόρου του Πολίτη, η υπόθεση παραπέμπεται στον κατά θέμα αρμόδιο Κύκλο.
β) Οι ανεπίδεκτες εκτίμησης επώνυμες καταγγελίες, όταν το περιεχόμενο τους είναι ακατάληπτο, εντελώς αόριστο, ελλιπές και ο καταγγελλων δεν προσήλθε να προσκομίσει συμπληρωματικά στοιχεία.
γ) Οι καταγγελίες, στις οποίες η τήρηση της ανωνυμίας, που έχει ζητηθεί από τον πολίτη, καθιστά αδύνατη την συνέχιση της έρευνας. Στην περίπτωση αυτή ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται ότι η καταγγελία του θα τεθεί στο αρχείο, εφόσον ο ίδιος δεν συναινέσει εγγράφως στην ανακοίνωση του ονόματός του.
δ) Όλες οι ανώνυμες καταγγελίες, εφόσον δεν κριθεί σκόπιμη η εξέτασή τους με τη διαδικασία της αυτεπάγγελτης έρευνας.
Στις παραπάνω υπό α, β, γ περιπτώσεις, ενημερώνεται ο καταγγέλλων εγγράφως.

IV. - Ολοκλήρωση διαδικασίας

13. Στις καταγγελίες που διενεργείται έλεγχος από τον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α, η παρέμβαση της Αρχής ολοκληρώνεται με την λήψη της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου που εναρμονίζεται με το πόρισμα του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. ή αποκλίνει αιτιολογημένα, χωρίς ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. να έχει αναπέμψει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.
Στις καταγγελίες που παραπέμπονται για έλεγχο, η παρέμβαση της Αρχής ολοκληρώνεται με τη λήψη της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου και την παρέλευση 20 ημερών χωρίς ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. να έχει αναπέμψει για συμπλήρωση.
Σε όσες από τις παραπάνω υποθέσεις εισήχθησαν μετά από επώνυμη καταγγελία, αποστέλλεται σχετικό έγγραφο στον καταγγέλλοντα, ο οποίος ενημερώνεται όπως προβλέπεται στην παράγραφο 10στ' του παρόντος.

14. Εφόσον μετά το πέρας του ελέγχου του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α ή μετά την γνωστοποίηση του ελέγχου από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο προκύψουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής για ένα από τα αδικήματα του αρ. 1 του ν. 3938/2001, όπως αντικαταστάθηκε με το άρ. 56 του ν. 4443/2016, η υπόθεση παραπέμπεται στον Εισαγγελέα υπό τους όρους του αρ. 5 παρ. 8δ' του ν. 3094/2003.

V. Καταδικαστικές αποφάσεις ΕΔΔΑ

15. Οι αποφάσεις του ΕΔΔΑ σε βάρος της Ελλάδας, με τις οποίες διαπιστώνονται ελλείψεις της πειθαρχικής διαδικασίας ή νέα στοιχεία που δεν αξιολογήθηκαν στην πειθαρχική έρευνα ή την εκδίκαση της υπόθεσης, εισέρχονται στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. από τις Διευθύνσεις Προσωπικού των αρμοδίων υπηρεσιών (Σωμάτων Ασφαλείας και Καταστημάτων Κράτησης) και καταχωρούνται στη Βάση Δεδομένων, με την οποία εξασφαλίζεται η δυνατότητα παρακολούθησής τους. Με την καταχώριση στη Βάση Δεδομένων γίνεται μνεία του ακριβούς χρόνου παραγραφής της πράξης, δεδομένου ότι από το χρόνο εισόδου της απόφασης στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. συνεχίζεται η παραγραφή του πειθαρχικού αδικήματος, η οποία είχε διακοπεί από το χρόνο έκδοσης της απόφασης του πειθαρχικού οργάνου μέχρι την περιέλευση στον Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. της απόφασης του ΕΔΔΑ.

16. Μέσα σε δέκα ημέρες από την περιέλευση της απόφασης του ΕΔΔΑ, ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α., αποφασίζει:
α) εάν δεν απαιτείται η εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης, οπότε γνωστοποιεί το πόρισμά του στη Διεύθυνση Προσωπικού της αρμόδιας υπηρεσίας, για να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο,
β) εάν θα διενεργηθεί οίκοθεν έλεγχος, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3094/2003 και του παρόντος κανονισμού,
ή γ) εάν θα παραπεμφθεί η υπόθεση στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο, οπότε και διατάσσεται νέα έρευνα και συμπλήρωση του πειθαρχικού ελέγχου στο πλαίσιο της απόφασης του ΕΔΔΑ. Στο παραπεμπτικό έγγραφο ο Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. μπορεί να υποδείξει συγκεκριμένες ανακριτικές πράξεις, που πρέπει να διενεργηθούν, ή στοιχεία που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΔΑ.

17. Ο χειρισμός των παραπάνω υποθέσεων αποτελούν ειδικό κεφάλαιο στην Ετήσια Έκθεση του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α.

VI. - Ακροτελεύτια διάταξη

18. Όσα ζητήματα της λειτουργίας του Ε.ΜΗ.ΔΙ.Π.Α. δεν ρυθμίζονται ειδικά από τον παρόντα Κανονισμό, υπάγονται στις γενικές διατάξεις του Κανονισμού Λειτουργίας του Συνηγόρου του Πολίτη (π.δ. 273/1999) και το ν. 4443/2016.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 8 Ιουνίου 2017

Ο Συνήγορος του Πολίτη
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΤΤΑΚΗΣ


Αριθ. ΔΔΘΕΚΑ Δ 1081877 ΕΞ 2017 Μετεγκατάσταση του Καταστήματος Αφορολογήτων και Αδασμολόγητων Ειδών στον Λιμένα Κέρκυρας

$
0
0
Αριθ. ΔΔΘΕΚΑ Δ 1081877 ΕΞ 2017

(ΦΕΚ Β' 2057/15-06-2017)

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 827/1978 «Περί ρυθμίσεως δασμολογικών θεμάτων και άλλων τινών διατάξεων» (Φ.Ε.Κ. 194/Α/1978).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 17 του π.δ. 86/1979 «Περί συστάσεως ιδιορρύθμου Ανωνύμου Εταιρείας δια την εκμετάλλευσιν καταστημάτων πωλήσεως αφορολογήτων και αδασμολογήτων ειδών και εγκαταστάσεως και λειτουργίας τούτων εις τα σημεία εξόδου επιβατών εξωτερικού» (Φ.Ε.Κ. 17/Α/1979).

3. Τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 120 του ν. 2533/1997 «Χρηματιστηριακή Αγορά Παραγώγων και Άλλες Διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 228/Α/1997).

4. Τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 94/Α/2016).

5. Τη διάταξη του άρθρου 2, II, παρ. 5, περίπτωση (κα) της αριθ. Δ6Α 1000473 ΕΞ 2011/3-1-2011 απόφασης Υφυπουργού Οικονομικών «Εξουσιοδότηση υπογραφής με «Με εντολή Υφυπουργού» στο Γενικό Γραμματέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, στους Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων και στους Προϊσταμένους Διευθύνσεων, Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Ειδικών Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών» (Φ.Ε.Κ. 46/Β/2011 και Φ.Ε.Κ. 134/Β/2011).

6. Τη διάταξη του άρθρου 2 της αριθ. Δ6Α 1033219 ΕΞ 2012/24-2-2012 απόφαση Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση εξουσιοδότησης υπογραφής "Με εντολή Αναπληρωτή Υπουργού" στο Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών» (Φ.Ε.Κ. 465/Β/2012).

7. Το αριθ. 16/21.2.2017 αίτημα της εταιρίας «Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών Α.Ε.» με το οποίο ζητά τη μετεγκατάσταση του Καταστήματος Αφορολογήτων και Αδασμολογήτων Ειδών στον Λιμένα Κέρκυρας.

8. Το αριθ. 2024/11.5.2017 έγγραφο του Τελωνείου Κέρκυρας το οποίο περιλαμβάνει τη γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 17, παρ. 2 του π.δ. 86/1979 μετά του σχετικού τοπογραφικού διαγράμματος,

αποφασίζουμε:

1. Εγκρίνουμε τη μετεγκατάσταση του Καταστήματος Αφορολογήτων και Αδασμολογήτων Ειδών, εντός του τελωνειακά ελεγχόμενου χώρου, στον Λιμένα Κέρκυρας, στη θέση και έκταση που προσδιορίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα που συνοδεύει το από 10.5.2017 Πρακτικό Γνωμοδότησης της Επιτροπής του άρθρου 17, παραγράφου 2 του π.δ. 86/1979.

2. Ο υπό παραχώρηση χώρος θα καταλαμβάνει συνολική επιφάνεια 194 τ.μ. και θα βρίσκεται υπό τελωνειακή παρακολούθηση.

3. Το δικαίωμα εκμετάλλευσης του καταστήματος ανήκει αποκλειστικά στην εταιρία «Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών Α.Ε.».

4. Η εγκατάσταση και λειτουργία του καταστήματος διέπεται από τις διατάξεις του π.δ. 86/1979, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, από τις διατάξεις του άρθρου 120 του ν. 2533/1997, από τις διατάξεις των Υπουργικών Αποφάσεων καθώς και τις σχετικές διαταγές που ρυθμίζουν θέματα σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας, ελέγχου κ.λπ. των καταστημάτων που εκμεταλλεύεται η εταιρία «Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών Α.Ε.».

5. Η απόφαση αυτή, που δεν συνεπάγεται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 24 Μαΐου 2017

Με εντολή Υφυπουργού
Η Γενική Διευθύντρια Τελωνείων και Ε.Φ.Κ.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΛΟΥΡΗ

ΔΕΕ - Υπόθεση C-678/15 Έννοια του όρου “επενδυτικές υπηρεσίες” – Παράρτημα I, τμήμα A, σημείο 1 – Λήψη και διαβίβαση εντολών σχετικά με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα – Ζήτημα κατά πόσον περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση με σκοπό τη σύναψη συμβάσεως για τη διαχείριση χαρτοφυλακίου

Next: ΔΕΕ- Υπόθεση C‑682/15 Διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας – Άρθρο 1, παράγραφος 1 – Άρθρο 5 – Αίτημα παροχής πληροφοριών με αποδέκτη τρίτο – Άρνηση απαντήσεως – Κύρωση – Έννοια της “προβλέψιμης συνάφειας” των ζητουμένων πληροφοριών – Ασκούμενος από τη λαμβάνουσα αρχή έλεγχος – Δικαστικός έλεγχος – Έκταση – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 51 – Θέση σε εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης – Άρθρο 47 – Δικαίωμα πραγματικής ένδικης προσφυγής – Πρόσβαση του δικαστηρίου και του τρίτου στο αίτημα παροχής πληροφοριών που υπέβαλε η αιτούσα αρχή»
$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 14ης Ιουνίου 2017 «Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2004/39/ΕΚ – Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων – Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 2 – Έννοια του όρου “επενδυτικές υπηρεσίες” – Παράρτημα I, τμήμα A, σημείο 1 – Λήψη και διαβίβαση εντολών σχετικά με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα – Ζήτημα κατά πόσον περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση με σκοπό τη σύναψη συμβάσεως για τη διαχείριση χαρτοφυλακίου»

Στην υπόθεση C-678/15,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υποβλήθηκε από το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία) με απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Δεκεμβρίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης

Mohammad Zadeh Khorassani

κατά

Kathrin Pflanz,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, E. Juhász, C. Vajda (εισηγητή), K. Jürimäe και Κ. Λυκούργο, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: K. Malacek, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 16ης Νοεμβρίου 2016,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και J. Möller,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes, M. Figueiredo και J. Dias Lopes, καθώς και από την M. Rebelo,

–        η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τους D. Robertson και M. Holt, καθώς και από τη V. Kaye, με τη συνδρομή του B. Kennelly, QC, και της M. Gray, barrister,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους K.-P. Wojcik και I. Rogalski,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Φεβρουαρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 2, και του παραρτήματος I, τμήμα A, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2004, L 145, σ. 1).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Mohammad Zadeh Khorassani και της Kathrin Pflanz, με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση της τελευταίας προκειμένου να συναφθεί μεταξύ του M. Z. Khorassani και τρίτου προσώπου σύμβαση για τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η οδηγία 2004/39

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 2, 20 και 31 της οδηγίας 2004/39 έχουν ως εξής:

«(2)      Ο αριθμός των επενδυτών που συμμετέχουν ενεργά στις χρηματοπιστωτικές αγορές αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια και το φάσμα των υπηρεσιών και των μέσων που τους προσφέρονται διευρύνθηκε και έγινε πιο πολυσύνθετο. Ενόψει των εξελίξεων αυτών, το νομοθετικό πλαίσιο της Κοινότητας θα πρέπει να καλύψει όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων που απευθύνονται στους επενδυτές. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος βαθμός εναρμόνισης που θα προσφέρει στους επενδυτές υψηλό επίπεδο προστασίας και θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις επενδύσεων να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Κοινότητα, ως ενιαία αγορά, βάσει της εποπτείας της χώρας καταγωγής. Για τους λόγους αυτούς, η οδηγία 93/22/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1993, σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών (ΕΕ 1993, L 141, σ. 27),] θα πρέπει να αντικατασταθεί από νέα οδηγία.

[...]

(20)      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η δραστηριότητα της λήψης και της διαβίβασης εντολών θα πρέπει να περιλαμβάνει και την προσέγγιση δύο ή περισσοτέρων επενδυτών, η οποία καταλήγει σε συναλλαγή μεταξύ των εν λόγω επενδυτών.

[...]

(31)      Ένας από τους στόχους της παρούσας οδηγίας είναι η προστασία των επενδυτών. [...]»

4        Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/39:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις επενδύσεων και στις ρυθμιζόμενες αγορές.»

5        Το άρθρο 4, παράγραφος 1, σημεία 1, 2, 4, 5, 9 και 16, και παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως: 

1)      “επιχείρηση επενδύσεων”: κάθε νομικό πρόσωπο του οποίου σύνηθες επάγγελμα ή δραστηριότητα είναι η παροχή μιας ή περισσότερων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή/και η διενέργεια μιας ή περισσότερων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε επαγγελματική βάση,

[...]

2)      “επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες services”: οποιεσδήποτε από τις υπηρεσίες και δραστηριότητες του τμήματος Α του παραρτήματος Ι οι οποίες αφορούν οποιοδήποτε από τα μέσα που απαριθμούνται στο τμήμα Γ του παραρτήματος Ι,

[...]

4)      “επενδυτική συμβουλή”: η παροχή προσωπικών συμβουλών σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε με πρωτοβουλία της επιχείρησης επενδύσεων, σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές,

5)      “εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών”: η διαμεσολάβηση στη σύναψη συμφωνιών αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών,

[...]

9)      “διαχείριση χαρτοφυλακίου”: η διαχείριση, με εντολή του πελάτη και υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας για κάθε πελάτη, χαρτοφυλακίων που περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα,

[...]

16)      “οριακή εντολή (limit order)” : εντολή αγοράς ή πώλησης συγκεκριμένου αριθμού χρηματοπιστωτικών μέσων σε συγκεκριμένη οριακή ή καλύτερη τιμή και για συγκεκριμένο μέγεθος».

6        Το άρθρο 21 της ίδιας οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Υποχρέωση εκτέλεσης των εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς για τον πελάτη όρους», προβλέπει, πιο συγκεκριμένα στις παραγράφους 1 έως 3, τα κάτωθι:

«1.      Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να ενεργούν όλα τα ευλόγως αναγκαία ώστε να επιτυγχάνουν, κατά την εκτέλεση εντολών, το βέλτιστο αποτέλεσμα για τον πελάτη, λαμβανομένων υπόψη της τιμής, του κόστους, της ταχύτητας, της πιθανότητας εκτέλεσης και διακανονισμού, του όγκου, της φύσης και οποιουδήποτε άλλου παράγοντα αφορά την εκτέλεση της εντολής. Μολαταύτα, όταν υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες του πελάτη, η επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί την εντολή σύμφωνα με αυτές τις οδηγίες.

2.      Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν αποτελεσματικές ρυθμίσεις για να συμμορφώνονται με την παράγραφο 1. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν πολιτική εκτέλεσης εντολών που να τους επιτρέπει να επιτυγχάνουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τις εντολές των πελατών τους, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.      Η πολιτική εκτέλεσης εντολών θα πρέπει να περιέχει, για κάθε κατηγορία μέσων, στοιχεία σχετικά με τους διάφορους τόπους όπου η επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί τις εντολές των πελατών της και τους παράγοντες που επηρεάζουν την εκλογή τόπου εκτέλεσης, να περιλαμβάνει δε τουλάχιστον τους τόπους εκείνους όπου η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί συστηματικά να επιτυγχάνει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την εκτέλεση των εντολών των πελατών. [...]»

7        Στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, της οδηγίας 2004/39, αναφέρονται ως επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες οι εξής:

«1.      Λήψη και διαβίβαση εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα.

2.      Εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών.

3.      Διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό.

4.      Διαχείριση χαρτοφυλακίων.

5.      Επενδυτικές συμβουλές.

6.      Αναδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων και/ή τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης.

7.      Τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων χωρίς δέσμευση ανάληψης.

8.      Λειτουργία πολυμερούς διευκόλυνσης συναλλαγών (MTF).»

 Η οδηγία 2006/73/ΕΚ

8        Η αιτιολογική σκέψη 81 της οδηγίας2006/73/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2006, για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφοράτις οργανωτικές απαιτήσεις και τους όρους λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας (ΕΕ 2006, L 241, σ. 26), έχει ως εξής:

«Γενικές συμβουλές σχετικά με ένα είδος χρηματοπιστωτικού μέσου δεν αποτελούν επενδυτικές συμβουλές για τους σκοπούς της οδηγίας 2004/39/EΚ· η παρούσα οδηγία ορίζει πράγματι ότι για τους σκοπούς της οδηγίας 2004/39/EΚ οι επενδυτικές συμβουλές περιορίζονται σε συμβουλές που αφορούν δεδομένα χρηματοπιστωτικά μέσα. [...]»

9        Το άρθρο 52 της οδηγίας 2006/73, το οποίο τιτλοφορείται «Επενδυτική συμβουλή», ορίζει, στο δεύτερο εδάφιό του, ότι μια προσωπική σύσταση κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 4, της οδηγίας 2004/39 πρέπει να αφορά την πραγματοποίηση ενέργειας στο πλαίσιο των ακόλουθων πράξεων:

«α)      αγορά, πώληση, εγγραφή, ανταλλαγή, εξαγορά, διακράτηση ή αναδοχή δεδομένου χρηματοπιστωτικού μέσου·

β)      άσκηση ή μη άσκηση οποιουδήποτε δικαιώματος που παρέχει δεδομένο χρηματοπιστωτικό μέσο για την αγορά, πώληση, εγγραφή, ανταλλαγή, ή εξαγορά χρηματοπιστωτικού μέσου.»

 Το γερμανικό δίκαιο

10      Βάσει του άρθρου 823, παράγραφος 2, του Bürgerliches Gesetzbuch (αστικού κώδικα), όποιος παραβαίνει νόμο με τον οποίο προστατεύονται τα συμφέροντα τρίτου υπέχει υποχρέωση ανορθώσεως της ζημίας που έχει προκληθεί.

11      Το άρθρο 1, παράγραφος 1a, του Kreditwesengesetz (νόμου περί του χρηματοπιστωτικού τομέα), της 9ης Σεπτεμβρίου 1998 (BGBl. 1998 I, σ. 2776), όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο της 16ης Ιουλίου 2007 (BGBl. 2007 I, σ. 1330) (στο εξής: KWG), προβλέπει τα εξής:

«[...] Συνιστούν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες:

1.      η διαμεσολάβηση για συναλλαγές που αφορούν την απόκτηση και τη διάθεση χρηματοπιστωτικών μέσων (επενδυτική διαμεσολάβηση),

1a.      η παροχή προσωπικών συστάσεων σε πελάτες ή σε εκπροσώπους τους για συναλλαγές που αφορούν συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, εφόσον η σχετική σύσταση λαμβάνει υπόψη την προσωπική κατάσταση του επενδυτή ή είναι κατάλληλη γι’ αυτόν και δεν εκδίδεται αποκλειστικά μέσω διαύλων επικοινωνίας ούτε απευθύνεται στο κοινό (επενδυτική συμβουλή) [...]».

12      Το άρθρο 32, παράγραφος 1, του KWG ορίζει τα κάτωθι:

«1. Όποιος προτίθεται […] να παράσχει στην ημεδαπή χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες κατ’ επάγγελμα ή σε τέτοια έκταση που να απαιτείται η οργάνωση επιχειρήσεως κατά τα εμπορικά πρότυπα, υποχρεούται να λάβει γραπτή άδεια από το Bundesanstalt [für Finanzdienstleistungsaufsicht (ομοσπονδιακό ίδρυμα εποπτείας των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών)] [...]».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

13      Τον Νοέμβριο του 2007, η K. Pflanz, η οποία δεν διαθέτει την άδεια παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που μνημονεύεται στο άρθρο 32, παράγραφος 1, του KWG, συνέστησε στον M. Z. Khorassani την επένδυση «Grand-Slam». Στο πλαίσιο αυτό, τον έπεισε να συνάψει σύμβαση υπηρεσιών με την εταιρία GSS AG και σύμβαση διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων με την εταιρία D. AG, που είναι αμφότερες εγκατεστημένες στο Λιχτενστάιν. Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η τελευταία αυτή σύμβαση προέβλεπε την αγοραπωλησία και τη διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων, υπό τη μορφή της δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου.

14      Ο M. Z. Khorassani δεσμεύθηκε να καταβάλει εφάπαξ 20 000 ευρώ, καθώς και μηνιαίες δόσεις ύψους 1 000 ευρώ, προσαυξημένες κατά 5 % για τόκους και προμήθειες. Τον Δεκέμβριο του 2007, κατέβαλε συνολικό ποσό 27 000 ευρώ, εκ των οποίων 19 731,60 ευρώ ως προκαταβολική αμοιβή διαχειρίσεως και 1 285,71 ευρώ για τόκους και προμήθειες. Εν συνεχεία, ο M. Z. Khorassani υπαναχώρησε από τις συμβάσεις αυτές και ζήτησε την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών, πλέον αποζημιώσεως.

15      Το Landgericht Berlin (πρωτοδικείο του Βερολίνου, Γερμανία) έκρινε απαράδεκτη λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας την αγωγή κατά των δύο εταιριών με έδρα το Λιχτενστάιν, ενώ απέρριψε ως αβάσιμη την αγωγή κατά της K. Pflanz.

16      Αφού του επιστράφηκαν 6 803,03 ευρώ, ο M. Z. Khorassani άσκησε, ως προς το υπόλοιπο του ποσού που είχε ζητήσει, έφεση ενώπιον του Kammergericht Berlin (εφετείου του Βερολίνου, Γερμανία), η οποία όμως δεν έγινε δεκτή. Το εφετείο έκρινε ότι η K. Pflanz δεν είχε παράσχει χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1a, δεύτερο εδάφιο, σημεία 1 και 1a, του KWG, για τις οποίες απαιτείται άδεια βάσει του άρθρου 32, παράγραφος 1, του KWG, δεδομένου ότι τόσο η επενδυτική συμβουλή της όσο και η επενδυτική διαμεσολάβησή της δεν αφορούσαν κάποια πράξη σχετική με την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων, αλλά μια σύμβαση διαχειρίσεως περιουσιακών στοιχείων, η οποία, καίτοι θα μπορούσε να χρησιμεύσει μεταγενέστερα για την αγορά και την πώληση συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων, δεν αποτελούσε πάντως, αυτή καθ’ εαυτήν, τέτοιο χρηματοπιστωτικό μέσο. Επομένως, το εφετείο κατέληξε ότι ο M. Z. Khorassani δεν είχε δικαίωμα αποζημιώσεως δυνάμει του άρθρου 823, παράγραφος 2, του αστικού κώδικα, σε συνδυασμό με το άρθρο 32, παράγραφος 1, του KWG.

17      Το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία), ενώπιον του οποίου ασκήθηκε αναίρεση, εκτιμά ότι ορθώς το Kammergericht Berlin (εφετείο του Βερολίνου) αποφάνθηκε ότι η K. Pflanz δεν είχε παράσχει στον M. Z. Khorassani επενδυτική συμβουλή κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1a, δεύτερο εδάφιο, σημείο 1a, του KWG, δεδομένου ότι η διάταξη αυτή αφορά, όπως συνάγεται από το άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 4, της οδηγίας 2004/39, σε συνδυασμό με το άρθρο 52 της οδηγίας 2006/73, την παροχή προσωπικών συστάσεων σε σχέση με συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, και όχι με τη δραστηριότητα της διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου. Κατά συνέπεια, η K. Pflanz δεν παρέβη, εξ αυτού του λόγου, το άρθρο 32, παράγραφος 1, του KWG.

18      Αντιθέτως, η απάντηση στο ερώτημα αν η K. Pflanz, πείθοντας τον M. Z. Khorassani να συνάψει σύμβαση διαχειρίσεως περιουσιακών στοιχείων, του παρέσχε υπηρεσία επενδυτικής διαμεσολαβήσεως κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1a, δεύτερο εδάφιο, σημείο 1, του KWG, εξαρτάται από την ερμηνεία που θα πρέπει να δοθεί στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 2, και στο παράρτημα I, τμήμα A, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39.

19      Επ’ αυτού, το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει ότι, από τη μία πλευρά, η απόδοση της τελευταίας αυτής διατάξεως στη γερμανική γλώσσα, ήτοι «Annahme und Übermittlung von Aufträgen, die ein oder mehrere Finanzinstrument(e) zum Gegenstand haben» (λήψη και διαβίβαση εντολών με αντικείμενο ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα), μπορεί να γίνει αντιληπτή υπό την έννοια ότι καλύπτεται μόνον η διαμεσολάβηση για τη σύναψη συμβάσεων με αντικείμενο την αγορά και την πώληση συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου. Από την άλλη όμως πλευρά, το κείμενο της ίδιας διατάξεως στην ισπανική («en relación con»), την αγγλική («in relation to») και τη γαλλική γλώσσα («portant sur») θα δικαιολογούσε και ευρύτερη ερμηνεία της, υπό την έννοια ότι απαιτείται έμμεσος μόνον σύνδεσμος μεταξύ της πράξεως την οποία αφορά η διαμεσολάβηση και της αποκτήσεως ή της διαθέσεως χρηματοπιστωτικού μέσου.

20      Ως προς την όλη οικονομία της οδηγίας 2004/39, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι οι διευκρινίσεις τις οποίες παρέχουν, σε σχέση με τον όρο «επενδυτική συμβουλή» η αιτιολογική σκέψη 81 και το άρθρο 52 της οδηγίας 2006/73 μάλλον επιβεβαιώνουν την προαναφερθείσα συσταλτική ερμηνεία, στον βαθμό που, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις αυτές, η επενδυτική συμβουλή πρέπει να σχετίζεται με συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, όπερ θα μπορούσε να στηρίζεται σε μια γενική νομική συλλογιστική, η οποία ισχύει εξίσου και για τη δραστηριότητα της επενδυτικής διαμεσολαβήσεως.

21      Κατά το αιτούν δικαστήριο, θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι ο επιδιωκόμενος από την οδηγία 2004/39 σκοπός της προστασίας των καταναλωτών δεν επιβάλλει να περιλαμβάνεται η διαμεσολάβηση για τη σύναψη συμβάσεως διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου στην υπηρεσία στην οποία αναφέρεται το παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας αυτής, δεδομένου ότι και οι ίδιοι οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων υπόκεινται στις απαιτήσεις της εν λόγω οδηγίας. Εντούτοις, ενδέχεται να υφίσταται ένα κενό στην προστασία των καταναλωτών στις περιπτώσεις όπου η σύναψη συνάπτεται με διαχειριστή χαρτοφυλακίου εγκατεστημένο σε τρίτο κράτος.

22      Κατόπιν τούτου, το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία ενώπιόν του και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Συνιστά η λήψη και διαβίβαση εντολής με αντικείμενο τη διαχείριση χαρτοφυλακίου (άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 9, της οδηγίας 2004/39) επενδυτική υπηρεσία κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το παράρτημα I, τμήμα A, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

23      Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν οι συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 2, της οδηγίας 2004/39 και του παραρτήματος Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας αυτής πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι η επενδυτική υπηρεσία που συνίσταται στη λήψη και τη διαβίβαση εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση προκειμένου να συναφθεί σύμβαση με αντικείμενο την ανάληψη δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου.

24      Το άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 2, της οδηγίας 2004/39 ορίζει ότι ως επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες νοούνται όλες οι υπηρεσίες και όλες οι δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, της οδηγίας αυτής και αφορούν οποιοδήποτε από τα χρηματοπιστωτικά μέσα στα οποία αναφέρεται το τμήμα Γ του ως άνω παραρτήματος.

25      Μεταξύ των απαριθμούμενων στο τμήμα Α επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων μνημονεύεται, στο σημείο 1, η λήψη και η διαβίβαση εντολών σχετικά με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα.

26      Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα, πρέπει συνεπώς να ερμηνευθεί η διάταξη αυτή, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο όπου εντάσσεται, καθώς και τους σκοπούς που επιδιώκει η ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2016, Ognyanov, C-554/14, EU:C:2016:835, σκέψη 31).

27      Όσον αφορά τη διατύπωση στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39, μολονότι το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει κάποια απόκλιση ανάμεσα στις διάφορες γλωσσικές αποδόσεις των λέξεων «σχετικά με», οι οποίες ενδέχεται να υποδηλώνουν, η καθεμία, έναν λιγότερο ή περισσότερο άμεσο σύνδεσμο μεταξύ των εντολών και του ή των χρηματοπιστωτικών μέσων κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, πρέπει εντούτοις να υπογραμμιστεί ότι ο όρος «εντολή», της οποίας η λήψη και η διαβίβαση αποτελούν την κρίσιμη για τους σκοπούς της εν λόγω διατάξεως επενδυτική υπηρεσία ή δραστηριότητα, είναι ο ίδιος σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις της οδηγίας που παρατίθενται από το αιτούν δικαστήριο, δηλαδή στη γερμανική, την ισπανική, την αγγλική και τη γαλλική.

28      Παρότι ο συγκεκριμένος όρος δεν ορίζεται, αυτός καθ’ εαυτόν, στην οδηγία 2004/39, διαπιστώνεται ότι η φράση «σχετικά με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα» απλώς προσδιορίζει το είδος της εντολής για το οποίο γίνεται λόγος, ήτοι εντολές που σχετίζονται με την απόκτηση ή τη διάθεση τέτοιων χρηματοπιστωτικών μέσων.

29      Η ως άνω ερμηνεία του όρου «εντολή» επιβεβαιώνεται από το πλαίσιο στο οποίο αυτός εντάσσεται. Ειδικότερα, ο όρος πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα του παραρτήματος Ι, τμήμα Α, σημείο 2, της οδηγίας αυτής, όπου μνημονεύεται η επενδυτική υπηρεσία που συνίσταται στην «εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών».

30      Πράγματι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 42 των προτάσεών του, υπάρχει στενή σχέση μεταξύ, αφενός, της επενδυτικής υπηρεσίας στην οποία αναφέρεται το σημείο 1 του παραρτήματος I, τμήμα A, όπου γίνεται λόγος για λήψη και διαβίβαση εντολών, και, αφετέρου, της επενδυτικής υπηρεσίας στην οποία αναφέρεται το σημείο 2 του τμήματος Α, όπου γίνεται λόγος για εκτέλεση εντολών, δεδομένου ότι η πρώτη υπηρεσία προηγείται χρονικώς της δεύτερης και οδηγεί, κατά κανόνα, στην παροχή της τελευταίας, είτε από την ίδια είτε από άλλη επιχείρηση επενδύσεων.

31      Σημειωτέον ότι η επενδυτική δραστηριότητα η οποία μνημονεύεται στο παράρτημα I, τμήμα A, σημείο 2, της οδηγίας 2004/39 και συνίσταται στην «[ε]κτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών» ορίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 5, της οδηγίας αυτής ως «η διαμεσολάβηση στη σύναψη συμφωνιών αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών».

32      Επομένως, αντικείμενο της επενδυτικής υπηρεσίας για την οποία γίνεται λόγος στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39 είναι εντολές για την αγορά ή την πώληση ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων.

33      Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται και από άλλες διατάξεις της οδηγίας 2004/39. Παραδείγματος χάριν, η «οριακή εντολή (limit order)» ορίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 16, της εν λόγω οδηγίας ως «εντολή αγοράς ή πώλησης συγκεκριμένου αριθμού χρηματοπιστωτικών μέσων σε συγκεκριμένη οριακή ή καλύτερη τιμή και για συγκεκριμένο μέγεθος».

34      Επιπλέον, το άρθρο 21 της οδηγίας 2004/39 αφορά, όπως προκύπτει και από τον τίτλο του, την υποχρέωση εκτελέσεως των εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς για τον πελάτη όρους, όπερ σημαίνει, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος για τον πελάτη, λαμβανομένων υπόψη της τιμής, του κόστους, της ταχύτητας, καθώς και της πιθανότητας εκτελέσεως και διακανονισμού. Βάσει των παραγράφων 2 και 3 του ίδιου άρθρου, τα κράτη μέλη επιβάλλουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων την υποχρέωση να εκπονούν και να εφαρμόζουν πολιτική εκτελέσεως, η οποία θα πρέπει να περιέχει, για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, στοιχεία σχετικά τόσο με τους διάφορους τόπους όπου η εκάστοτε επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί τις εντολές των πελατών της όσο και με τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή του τόπου εκτελέσεως.

35      Κατά συνέπεια, από την ερμηνεία του γράμματος του παραρτήματος Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39, υπό το πρίσμα του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή, συνάγεται ότι η υπηρεσία που μνημονεύεται στην ως άνω διάταξη δεν καλύπτει τη διαμεσολάβηση προκειμένου να συναφθεί σύμβαση με αντικείμενο την ανάληψη δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου. Πράγματι, ακόμη και αν η σύναψη τέτοιας συμβάσεως οδηγήσει, σε μεταγενέστερο στάδιο, στη λήψη και τη διαβίβαση εντολών για την αγορά ή την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων από τον διαχειριστή του χαρτοφυλακίου στο πλαίσιο της σχετικής δραστηριότητάς τους, η ίδια η σύμβαση δεν έχει ως αντικείμενο τη λήψη ή τη διαβίβαση εντολών.

36      Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, όπως επικαλείται το Ηνωμένο Βασίλειο, η αιτιολογική σκέψη 20 της οδηγίας 2004/39 διευκρινίζει ότι, για τους σκοπούς της οδηγίας, η δραστηριότητα της λήψης και της διαβιβάσεως εντολών θα πρέπει να περιλαμβάνει και τη διευκόλυνση της προσεγγίσεως δύο ή περισσοτέρων επενδυτών, η οποία καταλήγει σε συναλλαγή μεταξύ τους.

37      Ειδικότερα, όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 44 των προτάσεών του, αυτή η αιτιολογική σκέψη αναφέρεται στη διευκόλυνση της προσεγγίσεως δύο ή περισσοτέρων επενδυτών αποκλειστικώς στο πλαίσιο της εκτελέσεως εντολών. Καλύπτει επομένως τις περιπτώσεις όπου η προσέγγιση διευκολύνεται με σκοπό την πραγματοποίηση συναλλαγών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, οπότε αποκλείεται η διαμεσολάβηση που έχει ως σκοπό τη σύναψη συμβάσεως με αντικείμενο την ανάληψη δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου.

38      Η Γερμανική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επισημαίνουν ακόμη ότι η υπηρεσία των «επενδυτικών συμβουλών», η οποία ορίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 4, και απαριθμείται στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 5, της οδηγίας 2004/39, συνίσταται, σύμφωνα με το άρθρο 52 της οδηγίας 2006/73, στη σύσταση για την πραγματοποίηση συναλλαγής σχετικά με συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο. Εξ αυτού συνάγουν ότι το γεγονός ότι στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39 δεν γίνεται λόγος για «συγκεκριμένο» χρηματοπιστωτικό μέσο υποδηλώνει ότι το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως δεν περιορίζεται μόνο στη λήψη και τη διαβίβαση εντολών οι οποίες σχετίζονται άμεσα με συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο.

39      Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να ευδοκιμήσει.

40      Ειδικότερα, η υπηρεσία των επενδυτικών συμβουλών συνίσταται, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 4, της οδηγίας 2004/39, στην παροχή προσωπικών συστάσεων σε πελάτη, όσον αφορά συναλλαγές σχετικές με χρηματοπιστωτικά μέσα. Η αιτιολογική σκέψη 81 της οδηγίας 2006/73 καθιστά σαφές ότι γενικές συμβουλές σχετικά με κάποιο είδος χρηματοπιστωτικού μέσου δεν συνιστούν επενδυτικές συμβουλές για τους σκοπούς της οδηγίας 2004/39, αφού ως τέτοιες νοούνται μόνον όσες αφορούν συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως προβλέπεται λεπτομερέστερα και στο άρθρο 52 της οδηγίας 2006/73. Άρα ούτε η προαναφερθείσα αιτιολογική σκέψη ούτε το άρθρο αυτό έχουν οποιαδήποτε επιρροή ως προς το περιεχόμενο της επενδυτικής υπηρεσίας στην οποία αναφέρεται το παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39.

41      Ο σκοπός της οδηγίας 2004/39 δεν επιβάλλει διαφορετική ερμηνεία της διατάξεως αυτής. Ομολογουμένως, όπως προκύπτει ειδικότερα από τις αιτιολογικές σκέψεις 2 και 31 της ως άνω οδηγίας, ένας από τους στόχους της είναι η διασφάλιση της προστασίας των επενδυτών (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 30ής Μαΐου 2013, Genil 48 και Comercial Hostelera de Grandes Vinos, C-604/11, EU:C:2013:344, σκέψη 39).

42      Ωστόσο, ο σκοπός αυτός δεν αρκεί για να δικαιολογήσει μια ιδιαιτέρως ευρεία ερμηνεία της επενδυτικής υπηρεσίας που μνημονεύεται στο παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας 2004/39, κατά τρόπο ώστε να περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση η οποία γίνεται προκειμένου να συναφθεί σύμβαση με αντικείμενο την ανάληψη δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου.

43      Πράγματι, κάτι τέτοιο θα αντέβαινε στη συστηματική ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως, η οποία προκύπτει, πιο συγκεκριμένα, από το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται.

44      Κατόπιν των ανωτέρω, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι οι συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 2, της οδηγίας 2004/39 και του παραρτήματος Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της οδηγίας αυτής έχουν την έννοια ότι η επενδυτική υπηρεσία που συνίσταται στη λήψη και τη διαβίβαση εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα δεν περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση προκειμένου να συναφθεί σύμβαση με αντικείμενο την ανάληψη δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου.

 Επί των δικαστικών εξόδων

45      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 2, της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σε συνδυασμό με το παράρτημα Ι, τμήμα Α, σημείο 1, της ίδιας οδηγίας, έχει την έννοια ότι η επενδυτική υπηρεσία που συνίσταται στη λήψη και τη διαβίβαση εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα δεν περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση προκειμένου να συναφθεί σύμβαση με αντικείμενο την ανάληψη δραστηριότητας διαχειρίσεως χαρτοφυλακίου.

(υπογραφές)


ΔΕΕ- Υπόθεση C‑682/15 Διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας – Άρθρο 1, παράγραφος 1 – Άρθρο 5 – Αίτημα παροχής πληροφοριών με αποδέκτη τρίτο – Άρνηση απαντήσεως – Κύρωση – Έννοια της “προβλέψιμης συνάφειας” των ζητουμένων πληροφοριών – Ασκούμενος από τη λαμβάνουσα αρχή έλεγχος – Δικαστικός έλεγχος – Έκταση – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 51 – Θέση σε εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης – Άρθρο 47 – Δικαίωμα πραγματικής ένδικης προσφυγής – Πρόσβαση του δικαστηρίου και του τρίτου στο αίτημα παροχής πληροφοριών που υπέβαλε η αιτούσα αρχή»

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 16ης Μαΐου 2017

«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2011/16/ΕΕ – Διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας – Άρθρο 1, παράγραφος 1 – Άρθρο 5 – Αίτημα παροχής πληροφοριών με αποδέκτη τρίτο – Άρνηση απαντήσεως – Κύρωση – Έννοια της “προβλέψιμης συνάφειας” των ζητουμένων πληροφοριών – Ασκούμενος από τη λαμβάνουσα αρχή έλεγχος – Δικαστικός έλεγχος – Έκταση – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 51 – Θέση σε εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης – Άρθρο 47 – Δικαίωμα πραγματικής ένδικης προσφυγής – Πρόσβαση του δικαστηρίου και του τρίτου στο αίτημα παροχής πληροφοριών που υπέβαλε η αιτούσα αρχή»

Στην υπόθεση C‑682/15,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Cour administrative (διοικητικό εφετείο, Λουξεμβούργο) με απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Δεκεμβρίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης

Berlioz Investment Fund SA

κατά

Directeur de l’administration des contributions directes,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, A. Tizzano, Αντιπρόεδρο, M. Ilešič, L. Bay Larsen, T. von Danwitz, M. Berger και A. Prechal, προέδρους τμήματος, A. Arabadjiev, C. Toader, M. Safjan, D. Šváby, E. Jarašiūnas, C. G. Fernlund (εισηγητή), C. Vajda και S. Rodin, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Wathelet

γραμματέας: V. Giacobbo-Peyronnel, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 8ης Νοεμβρίου 2016,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Berlioz Investment Fund SA, εκπροσωπούμενη από τον J.‑P. Drescher, avocat,

–        η Λουξεμβουργιανή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον A. Germeaux και την D. Holderer, επικουρούμενους από τους P.‑E. Partsch και T. Evans, avocats,

–        η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J.-C. Halleux και την M. Jacobs,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Henze,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη αρχικώς από την S. Ghiandoni, στη συνέχεια από την E. de Moustier,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον P. Garofoli, avvocato dello Stato,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον S. Hartikainen,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους R. Lyal, J.‑F. Brakeland, H. Krämer και W. Roels,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 10ης Ιανουαρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, και του άρθρου 5 της οδηγίας της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ 2011, L 64, σ. 1), καθώς και του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Berlioz Investment Fund SA (στο εξής: Berlioz) και του διευθυντή της administration des contributions directes (υπηρεσία άμεση φορολογίας, Λουξεμβούργο) με αντικείμενο τη χρηματική κύρωση που της επέβαλε λόγω της αρνήσεώς της να ανταποκριθεί σε αίτημα παροχής πληροφοριών, στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών με τη γαλλική φορολογική διοίκηση.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Ο Χάρτης

3        Το άρθρο 47 του Χάρτη, με τίτλο «Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου», ορίζει τα εξής:

«Κάθε πρόσωπο του οποίου παραβιάστηκαν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που διασφαλίζονται από το δίκαιο της Ένωσης, έχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, τηρουμένων των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να δικασθεί η υπόθεσή του δίκαια, δημόσια και εντός εύλογης προθεσμίας, από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο, που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως. Κάθε πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να συμβουλεύεται δικηγόρο και να του αναθέτει την υπεράσπιση και εκπροσώπησή του.

[…]»

 Η οδηγία 2011/16

4        Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 2, 6 έως 9 και 19 της οδηγίας 2011/16 έχουν ως εξής:

«(1)      [...] Παρατηρείται μια τεραστίων διαστάσεων εξέλιξη της κινητικότητας των φορολογουμένων, του αριθμού των διασυνοριακών συναλλαγών και της διεθνοποίησης των χρηματοοικονομικών μέσων, γεγονός το οποίο καθιστά δύσκολο για τα κράτη μέλη τον ορθό προσδιορισμό των οφειλόμενων φόρων. Η αυξανόμενη αυτή δυσκολία επηρεάζει τη λειτουργία των φορολογικών συστημάτων και συνεπάγεται διπλή φορολόγηση, γεγονός το οποίο αυτό καθαυτό εξωθεί σε φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή. [...]

(2)      [...] Προκειμένου να ξεπεραστούν οι αρνητικές επιπτώσεις αυτού του φαινομένου, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί μια νέα διοικητική συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων των κρατών μελών. Είναι απαραίτητη η εκπόνηση μέσων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών, θεσπίζοντας τους ίδιους κανόνες, τις ίδιες υποχρεώσεις και τα ίδια δικαιώματα για όλα τα κράτη μέλη.

[...]

(6)      [...] Για τον σκοπό αυτόν, κρίνεται ότι μια νέα οδηγία αποτελεί το κατάλληλο μέσο για αποτελεσματική διοικητική συνεργασία.

(7)      Η παρούσα οδηγία αξιοποιεί τα επιτεύγματα της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977, περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των αμέσων φόρων (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 86], προβλέπει όμως σαφέστερους και ακριβέστερους κανόνες που θα διέπουν τη διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών οσάκις παρίσταται ανάγκη προκειμένου να επιτευχθεί, ιδίως στην ανταλλαγή πληροφοριών, ευρύτερο πεδίο διοικητικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών. [...]

(8)      [...] [Θ]α πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για την επίτευξη περισσότερων άμεσων επαφών μεταξύ των υπηρεσιών για να γίνει η συνεργασία αποτελεσματικότερη και ταχύτερη. [...]

(9)      Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις όταν το ζητά άλλο κράτος μέλος και οφείλουν να διεξάγουν τις αναγκαίες έρευνες για να λάβουν τις πληροφορίες αυτές. Το πρότυπο της “προβλέψιμης συνάφειας” προορίζεται να προβλέπει ανταλλαγές πληροφοριών σε φορολογικά θέματα στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και ταυτόχρονα να διευκρινίζει ότι τα κράτη μέλη δεν είναι ελεύθερα να πραγματοποιούν “αλίευση πληροφοριών” ή να ζητούν πληροφορίες που είναι απίθανο να αφορούν φορολογικές υποθέσεις ενός φορολογουμένου. Παρότι το άρθρο 20 της παρούσας οδηγίας περιέχει διαδικαστικά στοιχεία, η ερμηνεία των διατάξεων αυτών θα πρέπει να είναι ελεύθερη, ώστε να μην παρεμποδίζει την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών.

[...]

(19)      Οι περιπτώσεις που ένα κράτος-μέλος μπορεί να αρνηθεί να παράσχει τις πληροφορίες που του ζητούνται θα πρέπει να προσδιορισθούν και να οριοθετηθούν με σαφήνεια, με συνεκτίμηση ορισμένων συμφερόντων ιδιωτικής φύσεως που θα πρέπει να προστατευθούν, επίσης δε και του δημοσίου συμφέροντος.»

5        Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2011/16 ορίζει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία ορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες βάσει των οποίων τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών που, κατά πάσα πιθανότητα, έχουν σημασία για τη διοίκηση και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά στους φόρους οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 2.»

6        Το άρθρο 5 της οδηγίας αυτής προβλέπει τα ακόλουθα:

«Κατόπιν αιτήματος της αιτούσας αρχής, η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή οιαδήποτε πληροφορία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 που διαθέτει ή που περιέρχεται σε αυτήν ως αποτέλεσμα διοικητικών ερευνών.»

7        Το άρθρο 16, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:

«Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ κρατών μελών υπό οιαδήποτε μορφή δυνάμει της παρούσας οδηγίας καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόμοιες πληροφορίες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που τις έλαβε. [...]

[...]»

8        Το άρθρο 17 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Όρια», ορίζει τα εξής:

«1.      Η λαμβάνουσα αρχή σε ένα κράτος μέλος παρέχει στην αιτούσα αρχή άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 με την προϋπόθεση ότι η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφόρησης τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για τη συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών χωρίς να υπάρχει κίνδυνος διακύβευσης της επίτευξης του στόχου της.

2.      Η παρούσα οδηγία δεν επιβάλλει στο κράτος μέλος από το οποίο ζητούνται πληροφορίες την υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή κοινοποίησης πληροφοριών, εάν η διεξαγωγή των ερευνών αυτών ή η συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών για ίδιους σκοπούς αντίκειται στη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους.

3.      Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται ένα αίτημα δύναται να αρνείται τη διαβίβαση πληροφοριών, όταν το αιτούν κράτος μέλος αδυνατεί, για νομικούς λόγους, να παράσχει παρόμοιες πληροφορίες.

4.      Η άρνηση διαβίβασης πληροφοριών επιτρέπεται σε περίπτωση που θα οδηγούσε στην κοινολόγηση ενός εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή μιας εμπορικής μεθόδου ή μιας πληροφορίας της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.

5.      Η λαμβάνουσα αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή για τους λόγους που είναι αντίθετη στην ικανοποίηση του αιτήματος παροχής πληροφοριών.»

9        Το άρθρο 18 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Υποχρεώσεις», έχει ως εξής:

«1.      Εάν ζητούνται πληροφορίες από ένα κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, το κράτος μέλος-αποδέκτης εφαρμόζει τα μέτρα τα οποία διαθέτει για τη συγκέντρωση πληροφοριών, προκειμένου να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ακόμη και αν αυτό το κράτος μέλος δεν χρειάζεται τις πληροφορίες αυτές για δικούς του φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 17, η επίκληση των οποίων δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να θεωρηθεί ότι επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή το εν λόγω κράτος μέλος δεν έχει εγχώριο συμφέρον στις πληροφορίες αυτές.

2.      Σε καμία περίπτωση το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 4 δεν θεωρείται ότι επιτρέπει στη λαμβάνουσα αρχή ενός κράτους μέλους να αρνείται την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή κάτοχος των πληροφοριών αυτών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του διαχειριστή ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

[...]»

10      Το άρθρο 20, παράγραφος 1, της οδηγίας 2011/16 προβλέπει, όσον αφορά τα αιτήματα παροχής πληροφοριών και διεξαγωγής ερευνών που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 5 της οδηγίας αυτής, τη χρήση, στο μέτρο του δυνατού, εντύπου που έχει καταρτίσει η Επιτροπή. Η παράγραφος 2 του εν λόγω άρθρου 20 έχει ως εξής:

«Το τυποποιημένο έντυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες, τις οποίες πρέπει να παρέχει η αιτούσα αρχή:

α)      τα στοιχεία ταυτότητος του προσώπου που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ή έρευνας·

β)      τους φορολογικούς λόγους για τους οποίους ζητούνται οι πληροφορίες.

Η αιτούσα αρχή δύναται, στον βαθμό που γνωρίζει και σύμφωνα με τις διεθνείς εξελίξεις, να παρέχει το όνομα και τη διεύθυνση κάθε προσώπου που εικάζεται ότι έχει στην κατοχή του τις [ζητούμενες] πληροφορίες, καθώς και κάθε στοιχείο που μπορεί να διευκολύνει τη συλλογή των πληροφοριών από τη λαμβάνουσα αρχή.»

11      Το άρθρο 22 της οδηγίας 2011/16 προβλέπει, στην παράγραφο 1, στοιχείο γʹ, τα εξής:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου:

[...]

γ)      να διασφαλίζουν την ομαλή εκτέλεση των διαδικασιών διοικητικής συνεργασίας τις οποίες προβλέπει η παρούσα οδηγία.»

 Το λουξεμβουργιανό δίκαιο

 Ο νόμος της 29ης Μαρτίου 2013

12      Η οδηγία 2011/16 μεταφέρθηκε στο λουξεμβουργιανό δίκαιο με τον νόμο της 29ης Μαρτίου 2013 για τη μεταφορά της οδηγίας 2011/16 στο εσωτερικό δίκαιο και για 1) την τροποποίηση του γενικού φορολογικού νόμου, 2) την κατάργηση του τροποποιημένου νόμου της 15ης Μαρτίου 1979 περί διεθνούς διοικητικής συνδρομής στον τομέα της άμεσης φορολογίας (Mémorial A 2013, σ. 756, στο εξής: νόμος της 29ης Μαρτίου 2013).

13      Το άρθρο 6 του νόμου της 29ης Μαρτίου 2013 προβλέπει τα ακόλουθα:

«Μετά από αίτημα της αιτούσας αρχής, η λαμβάνουσα αρχή του Λουξεμβούργου κοινοποιεί σε αυτήν τις πληροφορίες που κατά πάσα πιθανότητα έχουν σημασία για την εφαρμογή και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας του αιτούντος κράτους μέλους σχετικά με τους διαλαμβανόμενους στο άρθρο 1 φόρους, τις οποίες είτε έχει στη διάθεσή της είτε αποκτά μετά από διοικητική έρευνα.»

14      Το άρθρο 8, παράγραφος 1, του νόμου της 29ης Μαρτίου 2013 ορίζει τα εξής:

«Η λαμβάνουσα αρχή του Λουξεμβούργου κοινοποιεί τις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 6 πληροφορίες το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος. Ωστόσο, όταν η λαμβάνουσα αρχή του Λουξεμβούργου κατέχει ήδη σχετικές πληροφορίες, οι κοινοποιήσεις πραγματοποιούνται εντός δύο μηνών από της ημερομηνίας αυτής.»

 Ο νόμος της 25ης Νοεμβρίου 2014

15      Ο νόμος της 25ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με τη διαδικασία που εφαρμόζεται για την κατόπιν αιτήματος ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας και για την τροποποίηση του νόμου της 31ης Μαρτίου 2010 για την κύρωση των φορολογικών συμβάσεων και για την εφαρμοστέα διαδικασία στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών κατόπιν αιτήματος (Mémorial A 2014, σ. 4170, στο εξής: νόμος της 25ης Νοεμβρίου 2014), περιέχει τις ακόλουθες διατάξεις.

16      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014 ορίζει τα εξής:

«Από τη θέση του σε ισχύ, ο παρών νόμος εφαρμόζεται στα αιτήματα ανταλλαγής πληροφοριών που έχουν υποβληθεί στον τομέα της φορολογίας από την αρμόδια αρχή αιτούντος κράτους δυνάμει:

[...]

4)      του [νόμου της 29ης Μαρτίου 2013] σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας·

[...]».

17      Το άρθρο 2 του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014 προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.      Οι φορολογικές αρχές επιτρέπεται να ζητούν πάσης φύσεως πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή της προβλεπόμενης κατά τις συμβάσεις και τη νομοθεσία ανταλλαγής πληροφοριών από τον κάτοχο τέτοιων πληροφοριών.

2.      Ο κάτοχος των πληροφοριών υποχρεούται να παράσχει τις ζητούμενες πληροφορίες στο σύνολό τους, με ακρίβεια, χωρίς αλλοιώσεις, εντός προθεσμίας ενός μηνός από την κοινοποίηση της αποφάσεως με την οποία καλείται να παράσχει υποχρεωτικώς τις πληροφορίες αυτές. Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει τη διαβίβαση των στοιχείων στα οποία στηρίζονται οι πληροφορίες, χωρίς αλλοίωσή τους.

[...]»

18      Το άρθρο 3 του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014 ορίζει τα εξής:

«1.      Η αρμόδια φορολογική αρχή ελέγχει το νομότυπο του αιτήματος ανταλλαγής πληροφοριών. Το αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών είναι νομότυπο αν αναφέρει τη νομική βάση και την αρμόδια αρχή από την οποία προέρχεται καθώς και τα λοιπά στοιχεία που προβλέπονται από τις συμβάσεις και τη νομοθεσία.

[...]

3.      Αν η αρμόδια φορολογική αρχή δεν διαθέτει τις πληροφορίες που έχουν ζητηθεί, ο διευθυντής της αρμόδιας φορολογικής αρχής ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν υπάλληλος ενημερώνει με συστημένη επιστολή τον κάτοχο των πληροφοριών σχετικά με τη διαταγή παροχής των πληροφοριών που ζητήθηκαν. Η κοινοποίηση της αποφάσεως προς τον κάτοχο των πληροφοριών που ζητήθηκαν επέχει θέση κοινοποιήσεως προς κάθε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην απόφαση αυτή.

4.      Το αίτημα ανταλλαγής πληροφοριών δεν επιτρέπεται να γνωστοποιηθεί. Η διαταγή παροχής των πληροφοριών περιλαμβάνει μόνο τα στοιχεία που απαιτούνται προκειμένου ο κάτοχος των πληροφοριών να προσδιορίσει τις πληροφορίες που ζητήθηκαν.

[...]»

19      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014 ορίζει τα εξής:

«Αν δεν παρασχεθούν οι ζητηθείσες πληροφορίες εντός της προθεσμίας ενός μηνός από την κοινοποίηση της διαταγής παροχής των πληροφοριών, μπορεί να επιβληθεί στο κάτοχο των πληροφοριών διοικητικό φορολογικό πρόστιμο ύψους έως 250 000 ευρώ. Το ύψος του προστίμου προσδιορίζεται από τον διευθυντή της αρμόδιας διοικητικής αρχής ή από τον εξουσιοδοτημένο από αυτόν υπάλληλο.»

20      Το άρθρο 6 του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014 έχει ως εξής:

«1.      Κατά του αιτήματος ανταλλαγής πληροφοριών και της διαταγής παροχής πληροφοριών, που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3, δεν χωρεί προσφυγή.

2.      Κατά των αποφάσεων του άρθρου 5 μπορεί να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του tribunal administratif [διοικητικού πρωτοδικείου] από τον κάτοχο των πληροφοριών. Η προσφυγή αυτή ασκείται εντός προθεσμίας ενός μηνός από την κοινοποίηση της αποφάσεως στον κάτοχο των πληροφοριών που ζητήθηκαν. Η προσφυγή έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα […]

Οι αποφάσεις του tribunal administratif [διοικητικού πρωτοδικείου] μπορούν να προσβληθούν με έφεση ενώπιον του Cour administrative [διοικητικού εφετείου]. Η έφεση ασκείται εντός 15 ημερών από της επιδόσεως της πρωτόδικης αποφάσεως από τη γραμματεία του πρωτοδικείου […] Το Cour administrative [διοικητικό εφετείο] αποφαίνεται εντός μηνός από της καταθέσεως του υπομνήματος αντικρούσεως, άλλως εντός μηνός από της λήξεως της προθεσμίας για την κατάθεση του υπομνήματος αυτού.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

21      Η Berlioz είναι ανώνυμη εταιρία λουξεμβουργιανού δικαίου, η οποία εισέπραξε μερίσματα που της κατέβαλε η θυγατρική της, Cofima, απλοποιημένη ανώνυμη εταιρία γαλλικού δικαίου, με απαλλαγή από την παρακράτηση φόρου.

22      Στις 3 Δεκεμβρίου 2014, η γαλλική φορολογική διοίκηση, έχοντας αμφιβολίες ως προς το αν η απαλλαγή της οποίας έτυχε η Cofima πληρούσε τις προϋποθέσεις του γαλλικού δικαίου, απηύθυνε στη λουξεμβουργιανή φορολογική διοίκηση αίτημα παροχής πληροφοριών σχετικών με την Berlioz δυνάμει, μεταξύ άλλων, της οδηγίας 2011/16.

23      Κατόπιν του αιτήματος αυτού, ο διευθυντής της administration des contributions directes (υπηρεσίας άμεσης φορολογίας) έλαβε στις 16 Μαρτίου 2015 απόφαση με την οποία επισήμαινε ότι οι γαλλικές φορολογικές αρχές εξέταζαν τη φορολογική κατάσταση της Cofima και χρειάζονταν πληροφορίες προκειμένου να εκτιμήσουν αν τα μερίσματα που κατέβαλε η Cofima στην Berlioz απαλλάσσονταν όντως από την παρακράτηση φόρου. Με την απόφαση αυτή, ο διευθυντής, βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 2, του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014, επέβαλε στην Berlioz την υποχρέωση να του παράσχει ορισμένες πληροφορίες και ειδικότερα:

–        αν η έδρα της πραγματικής διοικήσεως της εταιρίας βρίσκεται στο Λουξεμβούργο και ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της, μεταξύ των οποίων η περιγραφή της έδρας αυτής, το εμβαδόν των γραφείων της, ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός και εξοπλισμός πληροφορικής της, το αντίγραφο της συμβάσεως μισθώσεως των γραφείων και η διεύθυνση, μαζί με τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία·

–        να παράσχει κατάλογο των υπαλλήλων της, με αναφορά των καθηκόντων που ασκούν εντός της εταιρίας και προσδιορισμό των υπαλλήλων που συνδέονται με την έδρα της εταιρίας·

–        αν η Berlioz προβαίνει σε μίσθωση προσωπικού στο Λουξεμβούργο·

–        αν υφίσταται σύμβαση μεταξύ της Berlioz και της Cofima και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, αντίγραφο της συμβάσεως αυτής·

–        απαρίθμηση των συμμετοχών της σε άλλες εταιρίες και αναφορά του τρόπου με τον οποίον χρηματοδοτήθηκαν οι συμμετοχές αυτές, μαζί με τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία·

–        αναφορά των ονομάτων και διευθύνσεων των εταίρων της Berlioz, καθώς και του αριθμού των μετοχών κάθε εταίρου και του ποσοστού που αντιπροσωπεύει ο αριθμός αυτός επί του μετοχικού κεφαλαίου, και

–        αναφορά του ποσού για το οποίο έγινε εγγραφή των μετοχών της Cofima στο ενεργητικό της Berlioz πριν τη γενική συνέλευση της Cofima της 7ης Μαΐου 2012, καθώς και πίνακα με τα ποσά για τα οποία έγινε εγγραφή των μετοχών της Cofima στο ενεργητικό της Berlioz κατά την εισφορά της 5ης Δεκεμβρίου 2002, την εισφορά της 31ης Οκτωβρίου 2003 και την κτήση της 2ας Οκτωβρίου 2007.

24      Στις 21 Απριλίου 2015, η Berlioz δήλωσε ότι ανταποκρινόταν στη διαταγή παροχής πληροφοριών της 16ης Μαρτίου 2015, αλλά ότι δεν γνωστοποιούσε τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εταίρων της, τον αριθμό των μετοχών κάθε εταίρου και το ποσοστό που αντιπροσώπευε ο αριθμός αυτός επί του μετοχικού κεφαλαίου, υποστηρίζοντας ότι οι πληροφορίες αυτές στερούνταν προβλέψιμης συνάφειας, κατά την έννοια της οδηγίας 2011/16, με το αντικείμενο του διενεργούμενου από τη γαλλική φορολογική διοίκηση ελέγχου και συγκεκριμένα με το αν η διανομή μερισμάτων από τη θυγατρική της έπρεπε να φορολογηθεί στην πηγή.

25      Με απόφαση της 18ης Μαΐου 2015, ο διευθυντής της administration des contributions directes (υπηρεσίας άμεσης φορολογίας) επέβαλε στην Berlioz, βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014, διοικητικό πρόστιμο ύψους 250 000 ευρώ, λόγω της αρνήσεώς της να παράσχει τις ανωτέρω πληροφορίες.

26      Στις 18 Ιουνίου 2015, η Berlioz άσκησε ενώπιον του tribunal administratif (διοικητικό πρωτοδικείο, Λουξεμβούργο) προσφυγή κατά της αποφάσεως του διευθυντή της administration des contributions directes να της επιβάλει πρόστιμο, ζητώντας να εξεταστεί η ουσιαστική νομιμότητα της διαταγής παροχής πληροφοριών της 16ης Μαρτίου 2015.

27      Με απόφαση της 13ης Αυγούστου 2015, το tribunal administratif (διοικητικό πρωτοδικείο) έκρινε εν μέρει βάσιμη την προσφυγή και μείωσε το πρόστιμο στα 150 000 ευρώ, ενώ την απέρριψε κατά τα λοιπά και έκρινε ότι δεν χρειαζόταν να αποφανθεί επί του επικουρικώς διατυπωθέντος ακυρωτικού αιτήματος.

28      Με δικόγραφο της 31ης Αυγούστου 2015, η Berlioz άσκησε έφεση ενώπιον του Cour administrative (διοικητικό εφετείο, Λουξεμβούργο) υποστηρίζοντας ότι η ερειδόμενη στο άρθρο 6, παράγραφος 1, του νόμου της 25ης Νοεμβρίου 2014 άρνηση του tribunal administratif (διοικητικού πρωτοδικείου) να εξετάσει την ουσιαστική νομιμότητα της διαταγής παροχής πληροφοριών της 16ης Μαρτίου 2015 συνιστούσε προσβολή του δικαιώματός της σε πραγματική ένδικη προσφυγή, όπως κατοχυρώνεται με το άρθρο 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950 (στο εξής: ΕΣΔΑ).

29      Το Cour administrative (διοικητικό εφετείο) έκρινε ότι ενδεχομένως να ήταν αναγκαίο να ληφθεί υπόψη, μεταξύ άλλων, το άρθρο 47 του Χάρτη το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της ΕΣΔΑ, και κάλεσε τους διαδίκους της κύριας δίκης να υποβάλουν συναφώς τις παρατηρήσεις τους.

30      Το δικαστήριο αυτό διερωτάται αν διοικούμενος, όπως η Berlioz, διαθέτει όντως δικαίωμα πραγματικής ένδικης προσφυγής στην περίπτωση που δεν έχει τη δυνατότητα να ζητήσει τον, έστω και παρεμπίπτοντα, έλεγχο του κύρους της διαταγής παροχής πληροφοριών η οποία αποτελεί τη βάση της κυρώσεως που του επιβλήθηκε. Το εν λόγω δικαστήριο έχει, ειδικότερα, αμφιβολίες ως προς την έννοια της «προβλέψιμης συνάφειας» των ζητουμένων πληροφοριών, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2011/16, και ως προς την έκταση του ελέγχου που οφείλουν να ασκούν συναφώς οι φορολογικές αρχές και οι δικαστικές αρχές του λαμβάνοντος κράτους χωρίς να διακυβεύσουν την επίτευξη του σκοπού της οδηγίας αυτής.

31      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Cour administrative (διοικητικό εφετείο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα:

«1)      Θέτει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης, με συνέπεια να καθίσταται εφαρμοστέος και ο Χάρτης, κατά το άρθρο 51, παράγραφος 1, αυτού, κράτος μέλος το οποίο, σε περίπτωση όπως η προκείμενη, επιβάλλει χρηματική διοικητική κύρωση σε διοικούμενο λόγω ελλιπούς συμμορφώσεώς του προς τις υποχρεώσεις συνεργασίας που του έχουν επιβληθεί βάσει αποφάσεως περί διαταγής παροχής πληροφοριών που έχει εκδοθεί από την εθνική αρμόδια αρχή βάσει διαδικασίας που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο στο πλαίσιο της υλοποιήσεως, από το εν λόγω κράτος μέλος ως λαμβάνον κράτος, αιτήματος ανταλλαγής πληροφοριών που έχει διατυπώσει άλλο κράτος μέλος, ιδίως βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2011/16 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος;

2)      Σε περίπτωση που πράγματι εφαρμόζεται στην υπό κρίση περίπτωση ο Χάρτης, μπορεί ο διοικούμενος να επικαλεστεί το άρθρο 47 του Χάρτη αν κρίνει ότι η χρηματική διοικητική κύρωση που του επιβλήθηκε τον υποχρεώνει να παράσχει πληροφορίες, στο πλαίσιο της υλοποιήσεως, εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του λαμβάνοντος κράτους μέλους, στο οποίο κατοικεί, αιτήματος παροχής πληροφοριών που έχει διατυπωθεί από άλλο κράτος μέλος, χωρίς το αίτημα αυτό να περιλαμβάνει κάποια αιτιολογία ως προς τον πραγματικό φορολογικό του σκοπό, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται εν προκειμένω νόμιμος σκοπός, κάτι που θα οδηγούσε στην απόκτηση πληροφοριών οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα δεν έχουν σημασία για την συγκεκριμένη περίπτωση φορολογήσεως;

3)      Σε περίπτωση που πράγματι εφαρμόζεται στην υπό κρίση περίπτωση ο Χάρτης, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη, επιβάλλει, χωρίς να χωρούν περιορισμοί βάσει του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη, ο αρμόδιος εθνικός δικαστής να διαθέτει αρμοδιότητα πλήρους δικαιοδοσίας και επομένως να διαθέτει την εξουσία να ελέγξει, έστω παρεμπιπτόντως, το κύρος αποφάσεως περί διαταγής παροχής πληροφοριών που έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους στο πλαίσιο της υλοποιήσεως αιτήματος παροχής πληροφοριών που έχει υποβληθεί από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους ιδίως βάσει της οδηγίας 2011/16, στο πλαίσιο προσφυγής που έχει ασκήσει ο τρίτος κάτοχος πληροφοριών σε βάρος του οποίου έχει εκδοθεί η απόφαση περί διαταγής παροχής πληροφοριών, κατά πράξεως επιβολής χρηματικού διοικητικού προστίμου λόγω ελλιπούς συμμορφώσεως του εν λόγω διοικουμένου προς την υποχρέωση συνεργασίας που υπέχει στο πλαίσιο της υλοποιήσεως του ανωτέρω αιτήματος;

4)      Σε περίπτωση που πράγματι εφαρμόζεται στην υπό κρίση περίπτωση ο Χάρτης, [το άρθρο] 1, παράγραφος 1, και [το άρθρο] 5 της οδηγίας 2011/16, υπό το πρίσμα, αφενός, της ομοιότητας με τον κανόνα της προβλέψιμης συνάφειας που απορρέει από το υπόδειγμα συμβάσεως του [Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ)] περί φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου και, αφετέρου, της αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 4 ΣΕΕ, και συνολικά της οικονομίας της οδηγίας 2011/16, έχουν την έννοια ότι η προβλέψιμη συνάφεια, σε σχέση με την συγκεκριμένη περίπτωση φορολογήσεως και τον αναφερόμενο φορολογικό σκοπό, των πληροφοριών που ζητεί κράτος μέλος από άλλο κράτος μέλους αποτελεί προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί το αίτημα παροχής πληροφοριών ώστε να ενεργοποιηθεί η υποχρέωση της αρμόδιας αρχής του λαμβάνοντος κράτους μέλους να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό και να είναι νόμιμη η απόφαση περί διαταγής παροχής πληροφοριών που απευθύνεται στον τρίτο κάτοχο των πληροφοριών;

5)      Σε περίπτωση που ο Χάρτης πράγματι εφαρμόζεται στην υπό κρίση περίπτωση, οι διατάξεις [του άρθρου] 1, παράγραφος 1, και [του άρθρου] 5 της οδηγίας 2011/16, και του [άρθρου] 47 του Χάρτη έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε διάταξη της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους η οποία περιορίζει κατά γενικό τρόπο την εξέταση από την αρμόδια εθνική αρχή, που ενεργεί ως αρχή του λαμβάνοντος κράτους, του κύρους αιτήματος παροχής πληροφοριών σε έναν απλό έλεγχο τυπικής ορθότητας και ότι επιβάλλουν στην εθνικό δικαστή, στο πλαίσιο προσφυγής όπως αυτή που περιγράφηκε στο τρίτο ερώτημα ανωτέρω, την υποχρέωση να ελέγξει αν τηρήθηκε η προϋπόθεση της προβλέψιμης συνάφειας των πληροφοριών που ζητήθηκαν, όσον αφορά τη σύνδεση με τη συγκεκριμένη υπόθεση φορολογήσεως, τον προβαλλόμενο φορολογικό σκοπό και την τήρηση του άρθρου 17 της οδηγίας 2011/16;

6)      Σε περίπτωση που πράγματι εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση ο Χάρτης, το άρθρο 47, [δεύτερο εδάφιο], του Χάρτη αντιτίθεται σε διάταξη της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους κατά την οποία απαγορεύεται να υποβληθεί στον αρμόδιο δικαστή του λαμβάνοντος κράτους, στο πλαίσιο προσφυγής όπως αυτή που περιγράφηκε στο τρίτο ερώτημα ανωτέρω, το αίτημα παροχής πληροφοριών που έχει διατυπώσει η αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους και επιβάλλει να προσκομιστεί το έγγραφο αυτό ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστή και να έχει πρόσβαση στο έγγραφο αυτό και ο τρίτος κάτοχος των πληροφοριών ή έστω να προσκομιστεί το έγγραφο αυτό ενώπιον του εθνικού δικαστή χωρίς να έχει πρόσβαση στο έγγραφο αυτό ο τρίτος κάτοχος των πληροφοριών λόγω του εμπιστευτικού χαρακτήρα του εν λόγω εγγράφου, υπό την προϋπόθεση τα προβλήματα που προκαλεί σε αυτόν ο περιορισμός των δικαιωμάτων του να αντισταθμίζονται επαρκώς με τη διαδικασία που ακολουθείται ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστή;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

32      Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 51, παράγραφος 1, του Χάρτη έχει την έννοια ότι κράτος μέλος θέτει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, με συνέπεια να καθίσταται εφαρμοστέος ο Χάρτης, όταν προβλέπει στη νομοθεσία του χρηματική κύρωση για τον διοικούμενο που αρνείται να παράσχει πληροφορίες στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ φορολογικών αρχών διενεργούμενης, ιδίως, βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2011/16.

33      Κατά το άρθρο 51 παράγραφος 1, του Χάρτη, οι διατάξεις του απευθύνονται στα κράτη μέλη μόνον όταν αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Συνεπώς, πρέπει να εξεταστεί αν εθνικό μέτρο που προβλέπει τέτοια κύρωση μπορεί να θεωρηθεί ότι θέτει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης.

34      Επισημαίνεται συναφώς ότι η οδηγία 2011/16 επιβάλλει ορισμένες υποχρεώσεις στα κράτη μέλη. Ειδικότερα, το άρθρο 5 της οδηγίας αυτής προβλέπει ότι η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί ορισμένες πληροφορίες στην αιτούσα αρχή.

35      Εξάλλου, κατά το άρθρο 18 της οδηγίας 2011/16, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υποχρεώσεις», το κράτος μέλος εφαρμόζει τα μέτρα τα οποία διαθέτει για τη συγκέντρωση πληροφοριών, προκειμένου να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες.

36      Επιπλέον, κατά το άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/16, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν την ομαλή διεξαγωγή των διαδικασιών διοικητικής συνεργασίας τις οποίες προβλέπει η οδηγία.

37      Επομένως, η οδηγία 2011/16 παραπέμπει μεν τα μέτρα συλλογής πληροφοριών που προβλέπει το εθνικό δίκαιο, επιβάλλει όμως συγχρόνως στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συγκεντρώνουν τις ζητούμενες πληροφορίες, ώστε να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών.

38      Διαπιστώνεται όμως ότι, για να διασφαλιστεί η πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας αυτής, τα μέτρα αυτά πρέπει να προβλέπουν συνέπειες, όπως η επιβολή της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης χρηματικής κυρώσεως, που να διασφαλίζουν ότι ο διοικούμενος θα έχει επαρκείς λόγους να ανταποκριθεί στα αιτήματα των φορολογικών αρχών και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να καθιστούν δυνατή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της λαμβάνουσας αρχής έναντι της αιτούσας αρχής.

39      Το γεγονός ότι η οδηγία 2011/16 δεν προβλέπει ρητώς την εφαρμογή κυρωτικών μέτρων δεν εμποδίζει να γίνει δεκτό ότι τέτοια μέτρα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής και, ως εκ τούτου, στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Πράγματι, οι φράσεις «μέτρα για τη συγκέντρωση πληροφοριών», κατά το άρθρο 18 της εν λόγω οδηγίας, και «αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία του συστήματος διοικητικής συνεργασίας», κατά το άρθρο 22, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας, είναι δυνατόν να καλύπτουν τέτοια μέτρα.

40      Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το γεγονός ότι η εθνική διάταξη που αποτελεί τη βάση για την επιβολή ορισμένης κυρώσεως, όπως είναι η επιβληθείσα στην Berlioz κύρωση, περιέχεται σε νόμο ο οποίος δεν εκδόθηκε για τη μεταφορά της οδηγίας 2011/16 στο εσωτερικό δίκαιο, στερείται σημασίας, δεδομένου ότι η εφαρμογή της εθνικής διατάξεως αυτής αποσκοπεί στη διασφάλιση της εφαρμογής εν λόγω οδηγίας (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2013, Åkerberg Fransson, C‑617/10, EU:C:2013:105, σκέψη 28).

41      Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία προβλέπει την επιβολή κυρώσεως σε περίπτωση μη απαντήσεως σε αίτημα που έχει υποβάλει η εθνική φορολογική αρχή, προκειμένου να μπορέσει να τηρήσει τις προβλεπόμενες από την οδηγία 2011/16 υποχρεώσεις της, θέτει σε εφαρμογή την εν λόγω οδηγία.

42      Επομένως, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 51, παράγραφος 1, του Χάρτη έχει την έννοια ότι κράτος μέλος θέτει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, με συνέπεια να καθίσταται εφαρμοστέος ο Χάρτης, όταν προβλέπει στη νομοθεσία του χρηματική κύρωση για τον διοικούμενο που αρνείται να παράσχει πληροφορίες στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ φορολογικών αρχών διενεργούμενης, ιδίως, βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2011/16.

 Επί του δευτέρου ερωτήματος

43      Με το δεύτερο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 47 του Χάρτη έχει την έννοια ότι διοικούμενος στον οποίο έχει επιβληθεί χρηματική κύρωση λόγω μη συμμορφώσεώς του προς διοικητική απόφαση που τον υποχρεώνει να παράσχει ορισμένες πληροφορίες στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ εθνικών φορολογικών διοικήσεων δυνάμει της οδηγίας 2011/16 έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως.

 Επί της υπάρξεως δικαιώματος προσφυγής βάσει του άρθρου 47 του Χάρτη

44      Κατά το άρθρο 47 του Χάρτη, το οποίο τιτλοφορείται «Δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου», κάθε πρόσωπο του οποίου παραβιάστηκαν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που διασφαλίζονται από το δίκαιο της Ένωσης έχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου. Στο δικαίωμα αυτό αντιστοιχεί η υποχρέωση την οποία επιβάλλει στα κράτη μέλη το άρθρο 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ να προβλέπουν τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που είναι αναγκαία για να διασφαλίζεται η πραγματική δικαστική προστασία στους τομείς που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης

45      Πλείονες κυβερνήσεις υποστήριξαν ότι, σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, δεν υφίσταται δικαίωμα που να «διασφαλίζεται από το δίκαιο της Ένωσης», κατά την έννοια του άρθρου 47 του Χάρτη, διότι η οδηγία 2011/16 δεν παρέχει κανένα δικαίωμα στους ιδιώτες. Κατά τις κυβερνήσεις αυτές, η εν λόγω οδηγία, όπως και η οδηγία 77/799 η οποία εξετάστηκε από το Δικαστήριο με την απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 2013, Sabou (C‑276/12, EU:C:2013:678), αφορά αποκλειστικά την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ φορολογικών διοικήσεων και παρέχει δικαιώματα μόνο σ’ αυτές. Ως εκ τούτου, διοικούμενος, όπως η Berlioz, δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει, με βάση το άρθρο 47 του Χάρτη, ότι διαθέτει δικαίωμα προσφυγής.

46      Το Δικαστήριο έκρινε συναφώς, στις σκέψεις 30 έως 36 της αποφάσεως εκείνης, ότι η οδηγία 77/799, η οποία έχει ως σκοπό να ρυθμίσει τη συνεργασία μεταξύ των φορολογικών αρχών των κρατών μελών, συντονίζει τη διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων αρχών επιβάλλοντας ορισμένες υποχρεώσεις στα κράτη μέλη, χωρίς όμως να παρέχει συγκεκριμένα δικαιώματα στον φορολογούμενο όσον αφορά τη συμμετοχή του στη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εν λόγω αρχών. Ειδικότερα, η εν λόγω οδηγία δεν επιβάλλει στις εν λόγω αρχές καμία υποχρέωση ακροάσεως του φορολογουμένου.

47      Όσον αφορά την οδηγία 2011/16, η αιτιολογική της σκέψη 7 αναφέρει ότι η οδηγία αυτή αξιοποιεί τα επιτεύγματα της οδηγίας 77/799 προβλέποντας πάντως σαφέστερους και ακριβέστερους κανόνες για τη διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών, ώστε να επιτευχθεί ένα ευρύτερο πεδίο για τη συνεργασία αυτή. Διαπιστώνεται συνεπώς ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, η οδηγία 2011/16 επιδιώκει σκοπό ανάλογο προς εκείνον της οδηγίας 77/799 την οποία αντικαθιστά.

48      Εντούτοις, από το στοιχείο αυτό δεν προκύπτει ότι διοικούμενος που βρίσκεται στην κατάσταση της Berlioz δεν έχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, να ζητήσει δικαστική προστασία στο πλαίσιο της εφαρμογής της οδηγίας 2011/16.

49      Πράγματι, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στην έννομη τάξη της Ένωσης προορίζονται να εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης, η δε εφαρμογή του δικαίου αυτού συνεπάγεται τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται με τον Χάρτη (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, αποφάσεις της 26ης Φεβρουαρίου 2013, Åkerberg Fransson, C‑617/10, EU:C:2013:105, σκέψεις 19 έως 21, καθώς και της 26ης Σεπτεμβρίου 2013, Texdata Software, C‑418/11, EU:C:2013:588, σκέψεις 72 και 73).

50      Εν προκειμένω, η διαφορά της κύριας δίκης αφορά μέτρο με το οποίο επιβλήθηκε σε διοικούμενο κύρωση λόγω μη συμμορφώσεώς του προς απόφαση που τον υποχρέωσε να παράσχει στη λαμβάνουσα αρχή ορισμένες πληροφορίες βάσει των οποίων αυτή θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε αίτημα που της υπέβαλε η αιτούσα αρχή δυνάμει, ιδίως, της οδηγίας 2011/16. Δεδομένου ότι η κύρωση αυτή έχει ως βάση της εθνική διάταξη η οποία, όπως προκύπτει από την απάντηση στο πρώτο ερώτημα, θέτει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη, οι διατάξεις του Χάρτη, ιδίως το άρθρο 47, είναι εφαρμοστέες στην υπόθεση της κύριας δίκης (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2013, Texdata Software, C‑418/11, EU:C:2013:588, σκέψεις 74 έως 77).

51      Όσον αφορά, ειδικότερα, την απαίτηση να υφίσταται δικαίωμα που διασφαλίζεται από το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 47 του Χάρτη, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η προστασία έναντι επεμβάσεων της δημόσιας εξουσίας στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής ενός προσώπου, φυσικού ή νομικού, που είναι αυθαίρετες ή δυσανάλογα επαχθείς συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης (αποφάσεις της 21ης Σεπτεμβρίου 1989, Hoechst κατά Επιτροπής, 46/87 και 227/88, EU:C:1989:337, σκέψη 19, και της 22ας Οκτωβρίου 2002, Roquette Frères, C‑94/00, EU:C:2002:603, σκέψη 27, καθώς και διάταξη της 17ης Νοεμβρίου 2005, Minoan Lines κατά Επιτροπής, C‑121/04 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2005:695, σκέψη 30).

52      Επομένως, διοικούμενος, όπως η Berlioz, δύναται να επικαλεστεί την ως άνω προστασία έναντι βλαπτικής γι’ αυτόν πράξεως, όπως είναι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης διαταγή παροχής πληροφοριών και το επίμαχο μέτρο επιβολής κυρώσεως, δύναται δηλαδή να επικαλεστεί δικαίωμα διασφαλιζόμενο από το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 47 του Χάρτη, το οποίο του παρέχει δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής.

 Επί του αντικειμένου του δικαιώματος προσφυγής

53      Όσον αφορά την επιβολή κυρώσεως, πρέπει να εξεταστεί αν η ύπαρξη δικαιώματος προσφυγής κατά της κυρώσεως αυτής, όπως σχετικώς προβλέπεται από την επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση, αρκεί για να παράσχει στον διοικούμενο τη δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματα που αντλεί από το άρθρο 47 του Χάρτη ή αν το άρθρο αυτό επιτάσσει να έχει, στο πλαίσιο αυτό, ο διοικούμενος επίσης τη δυνατότητα να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της διαταγής παροχής πληροφοριών βάσει της οποίας επιβλήθηκε η κύρωση αυτή.

54      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι η αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας συνιστά γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης, η οποία κατοχυρώνεται σήμερα με το άρθρο 47 του Χάρτη. Το εν λόγω άρθρο 47 διασφαλίζει, σε επίπεδο δικαίου της Ένωσης, την προστασία που παρέχει το άρθρο 6, παράγραφος 1, και το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ. Επομένως, προσήκει αναφορά μόνο στην πρώτη από τις διατάξεις αυτές (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2012, Otis κ.λπ., C‑199/11, EU:C:2012:684, σκέψεις 46 και 47).

55      Το άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη προβλέπει ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να δικαστεί η υπόθεσή του από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο. Για να διασφαλιστεί ο σεβασμός του δικαιώματος αυτού, απόφαση διοικητικής αρχής που δεν πληροί, αυτή καθαυτήν, τις προϋποθέσεις ανεξαρτησίας και αμεροληψίας πρέπει να υπόκειται σε μεταγενέστερο έλεγχο από δικαιοδοτικό όργανο το οποίο πρέπει, μεταξύ άλλων, να έχει αρμοδιότητα να εξετάσει όλα τα κρίσιμα ζητήματα.

56      Κατά συνέπεια, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 80 των προτάσεών του, προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 47 του Χάρτη, το εθνικό δικαστήριο ενώπιον του οποίου διοικούμενος έχει ασκήσει προσφυγή κατά της διοικητικής χρηματικής κυρώσεως, που του επιβλήθηκε λόγω μη συμμορφώσεώς του προς διαταγή παροχής πληροφοριών, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εξετάσει τη νομιμότητα της αποφάσεως αυτής.

57      Η Επιτροπή υποστήριξε ότι τυχόν παροχή στον διοικούμενο δικαιώματος προσφυγής κατά της εν λόγω διαταγής θα ισοδυναμούσε με αναγνώριση περισσότερων δικονομικών δικαιωμάτων απ’ όσα έχει ένας φορολογούμενος. Κατά την άποψη της Επιτροπής, από τη σκέψη 40 της αποφάσεως της 22ας Οκτωβρίου 2013, Sabou (C‑276/12, EU:C:2013:678), προκύπτει ότι το αίτημα παροχής πληροφοριών με αποδέκτη φορολογούμενο, το οποίο εντάσσεται στο στάδιο εκείνο της έρευνας κατά το οποίο συλλέγονται πληροφορίες, είναι απλώς προπαρασκευαστική πράξη της τελικής αποφάσεως και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

58      Εντούτοις, οι περιστάσεις της υποθέσεως της κύριας δίκης διαφέρουν από εκείνες της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 2013, Sabou (C‑276/12, EU:C:2013:678). Συγκεκριμένα, η υπόθεση εκείνη αφορούσε αιτήματα παροχής πληροφοριών που είχε απευθύνει η φορολογική διοίκηση κράτους μέλους προς τη φορολογική διοίκηση άλλου κράτους μέλους και, πιο συγκεκριμένα, το δικαίωμα φορολογουμένου ως προς τον οποίο διεξαγόταν φορολογική έρευνα στο αιτούν κράτος μέλος να μετάσχει στη σχετική με τα αιτήματα αυτά διαδικασία. Ο διοικούμενος όμως αυτός δεν είχε υπάρξει αποδέκτης αιτήματος παροχής πληροφοριών, σε αντίθεση με την Berlioz στην υπόθεση της κύριας δίκης. Ειδικότερα, στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση εκείνη, το Δικαστήριο κλήθηκε να κρίνει αν ο διοικούμενος ως προς τον οποίο είχαν υποβληθεί αιτήματα παροχής πληροφοριών μεταξύ εθνικών φορολογικών διοικήσεων είχε δικαίωμα ακροάσεως στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, και όχι, όπως εν προκειμένω, αν ο διοικούμενος, πολίτης του κράτους μέλους της λαμβάνουσας αρχής, έχει δικαίωμα προσφυγής κατά της κυρώσεως που του επιβλήθηκε λόγω μη συμμορφώσεώς του προς διαταγή παροχής πληροφοριών εκδοθείσα έναντί του από τη λαμβάνουσα αρχή κατόπιν αιτήματος παροχής πληροφοριών που της είχε απευθύνει η αιτούσα αρχή.

59      Επομένως, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 47 του Χάρτη έχει την έννοια ότι διοικούμενος στον οποίο έχει επιβληθεί χρηματική κύρωση λόγω μη συμμορφώσεώς του προς διοικητική απόφαση που τον υποχρεώνει να παράσχει ορισμένες πληροφορίες στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ εθνικών φορολογικών διοικήσεων δυνάμει της οδηγίας 2011/16 έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της αποφάσεως αυτής.

 Επί του τετάρτου ερωτήματος

60      Με το τέταρτο ερώτημά του, το οποίο πρέπει να εξεταστεί πριν από το τρίτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 έχουν την έννοια ότι η «προβλέψιμη συνάφεια» των πληροφοριών που ζητεί κράτος μέλος από άλλο κράτος μέλος αποτελεί προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί το αίτημα παροχής πληροφοριών προκειμένου να ενεργοποιηθεί η υποχρέωση του λαμβάνοντος κράτους μέλους να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό και, ως εκ τούτου, αν αποτελεί προϋπόθεση της νομιμότητας της αποφάσεως με την οποία το κράτος μέλος αυτό υποχρεώνει ορισμένο διοικούμενο να παράσχει ορισμένες πληροφορίες.

61      Δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2011/16, το οποίο αφορά το αντικείμενο της οδηγίας αυτής, τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους προς τον σκοπό της ανταλλαγής πληροφοριών που έχουν «προβλέψιμη συνάφεια» για την αιτούσα διοίκηση, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο ανήκει η διοίκηση αυτή.

62      Στο άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 γίνεται λόγος για τις πληροφορίες αυτές και προβλέπεται ότι, κατόπιν αιτήματος της αιτούσας αρχής, η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή τις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 1, παράγραφος 1, πληροφορίες τις οποίες διαθέτει ή οι οποίες περιέρχονται στην κατοχή της κατόπιν διοικητικών ερευνών. Επομένως, το άρθρο 5 επιβάλλει ορισμένη υποχρέωση στη λαμβάνουσα αρχή.

63      Όπως προκύπτει από το γράμμα των διατάξεων αυτών, με τον όρο «προβλέψιμη συνάφεια» νοούνται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχουν οι ζητούμενες πληροφορίες. Η υποχρέωση που υπέχει η λαμβάνουσα αρχή από το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 να συνεργάζεται με την αιτούσα αρχή δεν επεκτείνεται στην κοινοποίηση πληροφοριών που δεν έχουν τα χαρακτηριστικά αυτά.

64      Επομένως, η «προβλέψιμη συνάφεια» των ζητουμένων πληροφοριών συνιστά προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί το αίτημα παροχής των πληροφοριών αυτών.

65      Πρέπει επίσης να εξεταστεί ποιος και πώς αξιολογεί τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτά και αν ο διοικούμενος στον οποίο απευθύνεται η λαμβάνουσα αρχή για να λάβει τις πληροφορίες που ζητεί η αιτούσα αρχή μπορεί να υποστηρίξει ότι οι ζητούμενες πληροφορίες δεν φέρουν τα χαρακτηριστικά αυτά.

66      Θα πρέπει συναφώς να γίνει μνεία της αιτιολογικής σκέψεως 9 της οδηγίας 2011/16, κατά την οποία σκοπός του κριτηρίου της «προβλέψιμης συνάφειας» είναι να καθιστά δυνατή την ανταλλαγή πληροφοριών επί φορολογικών ζητημάτων στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και ταυτόχρονα να διευκρινίζει ότι τα κράτη μέλη δεν είναι ελεύθερα να επιχειρούν αδιακρίτως την «αλίευση πληροφοριών» ή να ζητούν πληροφορίες που είναι απίθανο να αφορούν φορολογικές υποθέσεις ορισμένου φορολογουμένου.

67      Όπως υποστήριξαν πλείονες κυβερνήσεις και η Επιτροπή, η έννοια αυτή της προβλέψιμης συνάφειας απηχεί την έννοια που περιλαμβάνεται στο άρθρο 26 του υποδείγματος συμβάσεως φορολογίας του ΟΟΣΑ, τόσο λόγω της ομοιότητας των χρησιμοποιούμενων όρων όσο και λόγω της αναφοράς που κάνει στις συμβάσεις του ΟΟΣΑ η αιτιολογική έκθεση της προτάσεως οδηγίας του Συμβουλίου COM(2009) 29 τελικό, της 2ας Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, βάσει της οποίας εκδόθηκε η οδηγία 2011/16. Σύμφωνα με τα ερμηνευτικά σχόλια επί του εν λόγω άρθρου, που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο του ΟΟΣΑ στις 17 Ιουλίου 2012, δεν επιτρέπεται στα συμβαλλόμενα κράτη «να αλιεύουν πληροφορίες» ή να ζητούν πληροφορίες που είναι σχεδόν απίθανο να είναι κρίσιμες για τη διερεύνηση των φορολογικών υποθέσεων ορισμένου φορολογούμενου. Αντιθέτως, πρέπει να υπάρχει εύλογη πιθανότητα οι ζητούμενες πληροφορίες να αποδειχθούν κρίσιμες.

68      Επομένως, ο σκοπός της έννοιας της προβλέψιμης συνάφειας, όπως αυτός προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 9 της οδηγίας 2011/16, είναι να παρέχεται στην αιτούσα αρχή η δυνατότητα να αποκτά οποιαδήποτε πληροφορία θεωρεί δικαιολογημένα αναγκαία για την έρευνά της, χωρίς ωστόσο να της επιτρέπεται να υπερβαίνει προδήλως το πλαίσιο της έρευνας αυτής ούτε να δημιουργεί υπερβολικό βάρος στη λαμβάνουσα αρχή.

69      Πράγματι, η αιτούσα αρχή θα πρέπει, στο πλαίσιο της έρευνάς της, να μπορεί να καθορίσει τις πληροφορίες που εκτιμά ότι χρειάζεται βάσει του εθνικού δικαίου της, ώστε, συμφώνως προς την αιτιολογική σκέψη 1 της οδηγίας 2011/16, να προβεί στον ορθό προσδιορισμό του ποσού των προς είσπραξη φόρων και ανάλογων βαρών.

70      Ως εκ τούτου, η αρχή αυτή, ως φορέας διεξαγωγής της έρευνας στο πλαίσιο της οποίας υποβάλλεται το αίτημα παροχής πληροφοριών, έχει καθήκον να εκτιμήσει, ανάλογα με τις περιστάσεις της εκάστοτε υποθέσεως, την προβλέψιμη συνάφεια των ζητουμένων για την έρευνα αυτή πληροφοριών με γνώμονα την πρόοδο της διαδικασίας και, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2011/16, την αξιοποίηση των συνήθων πηγών πληροφοριών τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει.

71      Μολονότι η αιτούσα αρχή διαθέτει συναφώς ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως, εντούτοις δεν δύναται να ζητήσει πληροφορίες που δεν έχουν καμία συνάφεια με την επίμαχη έρευνα.

72      Πράγματι, ένα τέτοιο αίτημα δεν θα ήταν σύμφωνο προς τα άρθρα 1 και 5 της οδηγίας 2011/16.

73      Όσον αφορά τον διοικούμενο, στην περίπτωση που η λαμβάνουσα αρχή απευθυνθεί παρά ταύτα σε αυτόν εκδίδοντας, ενδεχομένως, έναντί του απόφαση με την οποία τον υποχρεώνει να της παράσχει τις ζητούμενες πληροφορίες, από την απάντηση που δόθηκε στο δεύτερο ερώτημα προκύπτει ότι στον διοικούμενο αυτόν πρέπει να αναγνωρίζεται το δικαίωμα να προβάλει ενώπιον δικαστηρίου την αντίθεση του προαναφερθέντος αιτήματος παροχής πληροφοριών προς το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 και τον παράνομο χαρακτήρα της συνακόλουθης διαταγής παροχής πληροφοριών που εκδόθηκε έναντί του.

74      Επομένως, στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 έχουν την έννοια ότι η «προβλέψιμη συνάφεια» των πληροφοριών που ζητεί κράτος μέλος από άλλο κράτος μέλος αποτελεί προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί το αίτημα παροχής πληροφοριών προκειμένου να ενεργοποιηθεί η υποχρέωση του λαμβάνοντος κράτους μέλους να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό και, ως εκ τούτου, αποτελεί προϋπόθεση της νομιμότητας τόσο της αποφάσεως με την οποία το κράτος μέλος αυτό υποχρεώνει ορισμένο διοικούμενο να παράσχει ορισμένες πληροφορίες όσο και της κυρώσεως που του επιβάλλει σε περίπτωση μη συμμορφώσεώς του προς την απόφαση αυτή.

 Επί του τρίτου και πέμπτου ερωτήματος

75      Με το τρίτο και το πέμπτο ερώτημά του, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί, αφενός, αν το άρθρο 47 του Χάρτη έχει την έννοια ότι, στο πλαίσιο προσφυγής διοικουμένου κατά κυρώσεως επιβληθείσας από τη λαμβάνουσα αρχή λόγω μη συμμορφώσεώς του προς απόφαση με την οποία η αρχή αυτή τον υποχρέωσε να παράσχει ορισμένες πληροφορίες και την οποία εξέδωσε κατόπιν αιτήματος εκ μέρους της αιτούσας αρχής για παροχή πληροφοριών δυνάμει της οδηγίας 2011/16, το εθνικό δικαστήριο έχει πλήρη δικαιοδοσία για τον έλεγχο της νομιμότητας της αποφάσεως αυτής. Αφετέρου, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 καθώς και το άρθρο 47 του Χάρτη έχουν την έννοια ότι δεν επιτρέπουν η εκ μέρους της λαμβάνουσας αρχής εξέταση του κύρους του αιτήματος παροχής πληροφοριών που της έχει υποβάλει η αιτούσα αρχή να περιορίζεται στο νομότυπο του εν λόγω αιτήματος και αν, ως εκ τούτου, επιβάλλουν στο εθνικό δικαστήριο, στο πλαίσιο τέτοιας προσφυγής, να ελέγχει την τήρηση της προϋποθέσεως της προβλέψιμης συνάφειας από κάθε άποψη, άρα και υπό το πρίσμα του άρθρου 17 της οδηγίας 2011/16.

76      Όσον αφορά, πρώτον, τον έλεγχο που διενεργεί η λαμβάνουσα αρχή, στις σκέψεις 70 και 71 της παρούσας αποφάσεως επισημάνθηκε ότι η αιτούσα αρχή διαθέτει ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως για να αξιολογήσει την προβλέψιμη συνάφεια των πληροφοριών που ζητεί από τη λαμβάνουσα αρχή, με συνέπεια η έκταση του ελέγχου που διενεργεί η λαμβάνουσα αρχή να περιορίζεται αναλόγως.

77      Πράγματι, λαμβανομένου υπόψη του θεσπισθέντος με την οδηγία 2011/16 μηχανισμού συνεργασίας μεταξύ φορολογικών αρχών, ο οποίος, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 2, 6 και 8 της οδηγίας 2011/16, στηρίζεται σε κανόνες που αποσκοπούν στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, καθιστώντας δυνατή την αποτελεσματική και ταχεία συνεργασία, η λαμβάνουσα αρχή πρέπει καταρχήν να εμπιστεύεται την αιτούσα αρχή και να δέχεται κατά τεκμήριο ότι το αίτημα παροχής πληροφοριών που της έχει υποβάλει είναι συγχρόνως σύμφωνο με το εθνικό δίκαιο της αιτούσας αρχής και αναγκαίο για τη διεξαγωγή της έρευνάς της. Γενικώς, η λαμβάνουσα αρχή δεν διαθέτει σε βάθος γνώση του πραγματικού και νομικού πλαισίου που υφίσταται στο αιτούν κράτος, και δεν μπορεί να απαιτηθεί από αυτήν να έχει τέτοια γνώση (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 13ης Απριλίου 2000, W.N., C‑420/98, EU:C:2000:209, σκέψη 18). Εν πάση περιπτώσει, η λαμβάνουσα αρχή δεν δύναται να αντικαθιστά με τη δική της εκτίμηση την εκτίμηση της αιτούσας αρχής περί της ενδεχόμενης χρησιμότητας των ζητουμένων πληροφοριών.

78      Πάντως, παρά τα ανωτέρω, η λαμβάνουσα αρχή οφείλει να εξακριβώνει ότι οι ζητούμενες πληροφορίες δεν στερούνται οποιασδήποτε προβλέψιμης συνάφειας για την έρευνα που διεξάγει η αιτούσα αρχή.

79      Συναφώς, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 9 της οδηγίας 2011/16, πρέπει να ληφθεί υπόψη το άρθρο 20, παράγραφος 2, της οδηγίας, το οποίο απαριθμεί τα στοιχεία που είναι κρίσιμα για τον έλεγχο αυτό. Στα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται, αφενός, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από την αιτούσα αρχή, και ειδικότερα η ταυτότητα του προσώπου ως προς το οποίο διενεργείται εξέταση ή έρευνα και ο φορολογικός σκοπός για τον οποίο ζητούνται οι επίμαχες πληροφορίες και, αφετέρου, κατά περίπτωση, τα στοιχεία επικοινωνίας κάθε προσώπου που εικάζεται ότι έχει στην κατοχή του τις ζητούμενες πληροφορίες, καθώς και κάθε στοιχείο που μπορεί να διευκολύνει τη συλλογή των πληροφοριών από τη λαμβάνουσα αρχή.

80      Προκειμένου να παράσχει στη λαμβάνουσα αρχή τη δυνατότητα να προβεί στην ανωτέρω εξακρίβωση, η αιτούσα αρχή οφείλει να παραθέτει προσήκουσα αιτιολόγηση όσον αφορά τον σκοπό για τον οποίο ζητεί τις επίμαχες πληροφορίες στο πλαίσιο της φορολογικής διαδικασίας που διεξάγεται κατά του φορολογουμένου ο οποίος κατονομάζεται στο αίτημα παροχής πληροφοριών.

81      Εφόσον παραστεί ανάγκη, η λαμβάνουσα αρχή δύναται, για τους σκοπούς της εξακριβώσεως αυτής, να ζητήσει από την αιτούσα αρχή, στο πλαίσιο της διοικητικής συνεργασίας την οποία προβλέπει η οδηγία 2011/16 στον τομέα της φορολογίας, εκείνα τα συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία που είναι αναγκαία ώστε να αποκλείσει, με βάση τη δική της εκτίμηση, το ενδεχόμενο οι ζητούμενες πληροφορίες να στερούνται προδήλως προβλέψιμης συνάφειας με τα στοιχεία που μνημονεύονται στις σκέψεις 78 και 79 της παρούσας αποφάσεως.

82      Επομένως, ο έλεγχος που διενεργεί η λαμβάνουσα αρχή δεν περιορίζεται στη συνοπτική και τυπικής φύσεως εξακρίβωση του νομοτύπου του αιτήματος παροχής πληροφοριών όσον αφορά τα ανωτέρω στοιχεία, αλλά πρέπει επίσης να παρέχει στην εν λόγω αρχή τη δυνατότητα να βεβαιώνεται ότι οι ζητούμενες πληροφορίες δεν στερούνται οποιασδήποτε προβλέψιμης συνάφειας με την ταυτότητα του ενδιαφερόμενου φορολογουμένου και του τρίτου που ενδεχομένως κατέχει πληροφορίες, καθώς και με τις ανάγκες της επίμαχης φορολογικής έρευνας.

83      Δεύτερον, όσον αφορά τον έλεγχο τον οποίο ασκεί το δικαστήριο που έχει επιληφθεί προσφυγής διοικουμένου κατά κυρώσεως που του επιβλήθηκε με βάση απόφαση με την οποία η λαμβάνουσα αρχή τον υποχρέωσε να παράσχει ορισμένες πληροφορίες και την οποία αυτή εξέδωσε για να ανταποκριθεί στο αίτημα της αιτούσας αρχής για παροχή πληροφοριών, ο έλεγχος αυτός μπορεί να έχει ως αντικείμενο όχι μόνο την αναλογικότητα της κυρώσεως αυτής καταλήγοντας, κατά περίπτωση, σε μεταρρύθμισή της, αλλά επίσης τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως, όπως προκύπτει από την απάντηση στο δεύτερο ερώτημα.

84      Συναφώς, η αποτελεσματικότητα του δικαστικού ελέγχου την οποία διασφαλίζει το άρθρο 47 του Χάρτη επιβάλλει η αιτιολογία που παραθέτει η αιτούσα αρχή να παρέχει στο εθνικό δικαστήριο τη δυνατότητα να ελέγξει τη νομιμότητα του αιτήματος παροχής πληροφοριών (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, αποφάσεις της 4ης Ιουνίου 2013, ZZ, C‑300/11, EU:C:2013:363, σκέψη 53, και της 23ης Οκτωβρίου 2014, Unitrading, C‑437/13, EU:C:2014:2318, σκέψη 20).

85      Λαμβανομένων υπόψη των εκτεθέντων στις σκέψεις 70 και 71 της παρούσας αποφάσεως σχετικά με το περιθώριο εκτιμήσεως που διαθέτει η αιτούσα αρχή, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα όρια εντός των οποίων η λαμβάνουσα αρχή πρέπει να διενεργεί τον έλεγχό της ισχύουν εξίσου και για τον έλεγχο που ασκεί το δικαστήριο.

86      Ως εκ τούτου, το δικαστήριο οφείλει να ελέγχει μόνον αν η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε υποχρέωση παροχής ορισμένων πληροφοριών εκδόθηκε βάσει επαρκώς αιτιολογημένου αιτήματος της αιτούσας αρχής που αφορά πληροφορίες οι οποίες δεν στερούνται, προδήλως, οποιασδήποτε προβλέψιμης συνάφειας, αφενός, με τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο και με τον τρίτο που ενδεχομένως κατέχει πληροφορίες, και, αφετέρου, με τον επιδιωκόμενο φορολογικό σκοπό.

87      Το αιτούν δικαστήριο ζητεί επίσης να διευκρινιστεί αν αντικείμενο του δικαστικού ελέγχου πρέπει να είναι η τήρηση των διατάξεων του άρθρου 17 της οδηγίας 2011/16, το οποίο προβλέπει περιορισμούς στην κοινοποίηση των πληροφοριών που ζητεί η αρχή κράτους μέλους.

88      Επισημαίνεται συναφώς ότι οι διατάξεις αυτές, ορισμένες εκ των οποίων θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη για τη διαπίστωση της νομιμότητας αιτήματος παροχής πληροφοριών με αποδέκτη ορισμένο διοικούμενο, δεν είναι κρίσιμες για τον έλεγχο της προβλέψιμης συνάφειας των πληροφοριών αυτών. Πάντως, όπως προκύπτει από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως και από τις γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις της Berlioz, η άρνηση της τελευταίας να παράσχει ορισμένες πληροφορίες που της ζητήθηκαν στηρίζεται μόνο στην προβαλλόμενη έλλειψη προβλέψιμης συνάφειας των πληροφοριών αυτών, και όχι στη συνδρομή κάποιου «περιορισμού», κατά την έννοια του άρθρου 17 της οδηγίας 2011/16.

89      Επομένως, στο τρίτο και το πέμπτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 έχουν την έννοια ότι η εξακρίβωση στην οποία προβαίνει η λαμβάνουσα αρχή, κατόπιν αιτήματος της αιτούσας αρχής για παροχή πληροφοριών δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, δεν περιορίζεται στο νομότυπο του αιτήματος αυτού, αλλά πρέπει να παρέχει στην εν λόγω λαμβάνουσα αρχή τη δυνατότητα να βεβαιώνεται ότι οι ζητούμενες πληροφορίες δεν στερούνται οποιασδήποτε προβλέψιμης συνάφειας με την ταυτότητα του ενδιαφερόμενου φορολογουμένου και του τρίτου που ενδεχομένως κατέχει πληροφορίες καθώς και με τις ανάγκες της συγκεκριμένης φορολογικής έρευνας. Οι ίδιες αυτές διατάξεις της οδηγίας 2011/16 και το άρθρο 47 του Χάρτη έχουν την έννοια ότι το εθνικό δικαστήριο, στο πλαίσιο προσφυγής διοικουμένου κατά κυρώσεως επιβληθείσας από τη λαμβάνουσα αρχή λόγω μη συμμορφώσεώς του προς απόφαση με την οποία η αρχή αυτή τον υποχρέωσε να παράσχει ορισμένες πληροφορίες και την οποία εξέδωσε κατόπιν αιτήματος της αιτούσας αρχής για παροχή πληροφοριών δυνάμει της οδηγίας 2011/16, έχει, πέραν της εξουσίας να μεταρρυθμίσει την επιβληθείσα κύρωση, και αρμοδιότητα να ελέγξει τη νομιμότητα της αποφάσεως αυτής. Όσον αφορά τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως από απόψεως προβλέψιμης συνάφειας των ζητουμένων πληροφοριών, ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται στη διερεύνηση της πρόδηλης ελλείψεως τέτοιας συνάφειας.

 Επί του έκτου ερωτήματος

90      Με το έκτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη έχει την έννοια ότι το δικαστήριο του λαμβάνοντος κράτους μέλους, στο πλαίσιο της ασκήσεως του δικαστικού του ελέγχου, πρέπει να μπορεί να έχει πρόσβαση στο αίτημα παροχής πληροφοριών που έχει υποβάλει το αιτούν κράτος μέλος στο λαμβάνον κράτος μέλος και αν το έγγραφο αυτό πρέπει επίσης να γνωστοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο διοικούμενο εντός του τελευταίου αυτού κράτους μέλους, ώστε η υπόθεσή του να εξεταστεί κατά δίκαιη κρίση, ή αν η γνωστοποίηση αυτή μπορεί να αποκλειστεί για λόγους εμπιστευτικότητας.

91      Επισημαίνεται συναφώς ότι η εξέταση της τυχόν πρόδηλης ελλείψεως προβλέψιμης συνάφειας των ζητουμένων πληροφοριών πρέπει να διενεργείται με γνώμονα το προαναφερθέν έγγραφο.

92      Ειδικότερα, προκειμένου να παρασχεθεί στο δικαστήριο του λαμβάνοντος κράτους μέλους η δυνατότητα να ασκήσει τον δικαστικό του έλεγχο, το δικαστήριο αυτό θα πρέπει να μπορεί να έχει πρόσβαση στο αίτημα παροχής πληροφοριών που έχει υποβάλει το αιτούν κράτος μέλος στο λαμβάνον κράτος μέλος. Συναφώς, το δικαστήριο αυτό δύναται, εφόσον τούτο είναι αναγκαίο, να ζητήσει από τη λαμβάνουσα αρχή να του διαβιβάσει εκείνα τα συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία που έλαβε από την αιτούσα αρχή και τα οποία είναι αναγκαία ώστε να αποκλείσει, στο πλαίσιο της δικής του εκτιμήσεως, το ενδεχόμενο οι ζητούμενες πληροφορίες να στερούνται προδήλως προβλέψιμης συνάφειας.

93      Όσον αφορά το ζήτημα αν ο διοικούμενος έχει δικαίωμα προσβάσεως στο αίτημα παροχής πληροφοριών, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο απόρρητος χαρακτήρας που έχει το εν λόγω έγγραφο σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2011/16.

94      Ο απόρρητος αυτός χαρακτήρας εξηγείται από τη διακριτικότητα την οποία οφείλει κανονικά να επιδεικνύει η αιτούσα αρχή στο στάδιο συλλογής των πληροφοριών και την οποία μπορεί ευλόγως να αναμένει από τη λαμβάνουσα αρχή, ώστε να μην διακυβευτεί η αποτελεσματικότητα της έρευνάς της.

95      Ο απόρρητος χαρακτήρας του αιτήματος παροχής πληροφοριών μπορεί να αντιταχθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο στο πλαίσιο έρευνας.

96      Υπενθυμίζεται ότι, στο πλαίσιο ένδικης προσφυγής, η αρχή της ισότητας των όπλων, που αποτελεί απόρροια αυτής καθαυτήν της έννοιας της δίκαιης δίκης, συνεπάγεται την υποχρέωση να παρέχεται σε καθέναν από τους διαδίκους η εύλογη δυνατότητα να εκθέσει την άποψή του, περιλαμβανομένων των αποδεικτικών στοιχείων, υπό συνθήκες που δεν τον περιάγουν σε σαφώς μειονεκτική θέση έναντι του αντιδίκου (απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2012, Otis κ.λπ., C‑199/11, EU:C:2012:684, σκέψη 71).

97      Το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι η ύπαρξη προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος προσβάσεως στον φάκελο, πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τις ειδικές περιστάσεις της κάθε περιπτώσεως, ιδίως με τη φύση της επίμαχης πράξεως, το πλαίσιο εντός του οποίου αυτή εκδόθηκε και τους νομικούς κανόνες που διέπουν το σχετικό θέμα (βλ. αποφάσεις της 18ης Ιουλίου 2013, Επιτροπή κ.λπ. κατά Kadi, C‑584/10 P, C‑593/10 P και C‑595/10 P, EU:C:2013:518, σκέψη 102, καθώς και της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, G. και R., C‑383/13 PPU, EU:C:2013:533, σκέψεις 32 και 34).

98      Υπό το πρίσμα των ανωτέρω εκτιμήσεων, πρέπει να εξεταστεί αν διοικούμενος, όπως η Berlioz, ο οποίος φρονεί ότι οι πληροφορίες τις οποίες έχει κληθεί να παράσχει υποχρεωτικώς βάσει σχετικής αποφάσεως στερούνται προβλέψιμης συνάφειας, πρέπει να έχει πρόσβαση στο αίτημα παροχής πληροφοριών που υπέβαλε η αιτούσα αρχή στη λαμβάνουσα αρχή, προκειμένου να μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικώς την άποψή του ενώπιον του δικαστηρίου.

99      Συναφώς, όπως προκύπτει από την απάντηση στο τρίτο και στο πέμπτο ερώτημα, για την απόδειξη του παράνομου χαρακτήρα τόσο της αποφάσεως περί υποχρεωτικής προσκομίσεως πληροφοριών που έχει εκδοθεί βάσει του αιτήματος παροχής πληροφοριών όσο και της κυρώσεως που έχει επιβληθεί λόγω μη συμμορφώσεως προς την εν λόγω απόφαση, είναι αναγκαίο αλλά και αρκεί να αποδειχτεί η πρόδηλη έλλειψη προβλέψιμης συνάφειας του συνόλου ή μέρους των ζητουμένων πληροφοριών με τη διενεργούμενη έρευνα, λαμβανομένης υπόψη της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου φορολογουμένου και του φορολογικού σκοπού για τον οποίο ζητούνται οι επίμαχες πληροφορίες.

100    Προς τούτο, προκειμένου η υπόθεσή του να εξεταστεί κατά δίκαιη κρίση όσον αφορά το ζήτημα της προβλέψιμης συνάφειας, δεν είναι αναγκαίο ο ενδιαφερόμενος διοικούμενος να έχει πρόσβαση στο σύνολο του αιτήματος παροχής πληροφοριών. Αρκεί να έχει πρόσβαση στις βασικές πληροφορίες που διαλαμβάνονται στο άρθρο 20, παράγραφος 2, της οδηγίας 2011/16 και συγκεκριμένα στην ταυτότητα του ενδιαφερόμενου φορολογουμένου και στον φορολογικό σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι επίμαχες πληροφορίες. Εντούτοις, αν το δικαστήριο του λαμβάνοντος κράτους μέλους εκτιμήσει ότι οι εν λόγω βασικές πληροφορίες δεν αρκούν στο πλαίσιο αυτό, και αν ζητήσει από τη λαμβάνουσα αρχή συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία κατά την έννοια της σκέψεως 92 της παρούσας αποφάσεως, το δικαστήριο αυτό έχει την υποχρέωση να παράσχει τα πληροφοριακά αυτά στοιχεία στον διοικούμενο, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τον τυχόν εμπιστευτικό χαρακτήρα ορισμένων από τα εν λόγω στοιχεία.

101    Επομένως, στο έκτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη έχει την έννοια ότι το δικαστήριο του λαμβάνοντος κράτους μέλους, στο πλαίσιο της ασκήσεως του δικαστικού του ελέγχου, πρέπει να μπορεί να έχει πρόσβαση στο αίτημα παροχής πληροφοριών που έχει υποβάλει το αιτούν κράτος μέλος στο λαμβάνον κράτος μέλος. Αντιθέτως, ο ενδιαφερόμενος διοικούμενος δεν έχει δικαίωμα προσβάσεως στο σύνολο του εν λόγω αιτήματος παροχής πληροφοριών, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί απόρρητο έγγραφο σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2011/16. Προκειμένου να μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικώς την άποψή του ως προς το ζήτημα της προβλέψιμης συνάφειας των ζητουμένων πληροφοριών, αρκεί, καταρχήν, ο διοικούμενος αυτός να διαθέτει τις πληροφορίες που διαλαμβάνονται στο άρθρο 20, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής.

 Επί των δικαστικών εξόδων

102    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 51, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έννοια ότι κράτος μέλος θέτει σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, με συνέπεια να καθίσταται εφαρμοστέος ο Χάρτης, όταν προβλέπει στη νομοθεσία του χρηματική κύρωση για τον διοικούμενο που αρνείται να παράσχει πληροφορίες στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ φορολογικών αρχών διενεργούμενης, ιδίως, βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ.

2)      Το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έννοια ότι διοικούμενος στον οποίο έχει επιβληθεί χρηματική κύρωση λόγω μη συμμορφώσεώς του προς διοικητική απόφαση που τον υποχρεώνει να παράσχει ορισμένες πληροφορίες στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ εθνικών φορολογικών διοικήσεων δυνάμει της οδηγίας 2011/16 έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της αποφάσεως αυτής.

3)      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 έχουν την έννοια ότι η «προβλέψιμη συνάφεια» των πληροφοριών που ζητεί κράτος μέλος από άλλο κράτος μέλος αποτελεί προϋπόθεση την οποία πρέπει να πληροί το αίτημα παροχής πληροφοριών προκειμένου να ενεργοποιηθεί η υποχρέωση του λαμβάνοντος κράτους μέλους να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό και, ως εκ τούτου, αποτελεί προϋπόθεση της νομιμότητας τόσο της αποφάσεως με την οποία το κράτος μέλος αυτό υποχρεώνει ορισμένο διοικούμενο να παράσχει ορισμένες πληροφορίες όσο και της κυρώσεως που του επιβάλλει σε περίπτωση μη συμμορφώσεώς του προς την απόφαση αυτή.

4)      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16 έχουν την έννοια ότι η εξακρίβωση στην οποία προβαίνει η λαμβάνουσα αρχή, κατόπιν παραλαβής αιτήματος της αιτούσας αρχής για παροχή πληροφοριών δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, δεν περιορίζεται στο νομότυπο του αιτήματος αυτού, αλλά πρέπει να παρέχει στην εν λόγω λαμβάνουσα αρχή τη δυνατότητα να βεβαιώνεται ότι οι ζητούμενες πληροφορίες δεν στερούνται οποιασδήποτε προβλέψιμης συνάφειας με την ταυτότητα του ενδιαφερόμενου φορολογουμένου και του τρίτου που ενδεχομένως κατέχει πληροφορίες καθώς και με τις ανάγκες της συγκεκριμένης φορολογικής έρευνας. Οι ίδιες αυτές διατάξεις της οδηγίας 2011/16 και το άρθρο 47 του Χάρτη έχουν την έννοια ότι το εθνικό δικαστήριο, στο πλαίσιο προσφυγής διοικουμένου κατά κυρώσεως επιβληθείσας από τη λαμβάνουσα αρχή λόγω μη συμμορφώσεώς του προς απόφαση με την οποία η αρχή αυτή τον υποχρέωσε να παράσχει ορισμένες πληροφορίες και την οποία εξέδωσε κατόπιν αιτήματος της αιτούσας αρχής για παροχή πληροφοριών δυνάμει της οδηγίας 2011/16, έχει, πέραν της εξουσίας να μεταρρυθμίσει την επιβληθείσα κύρωση, και αρμοδιότητα να ελέγξει τη νομιμότητα της αποφάσεως αυτής. Όσον αφορά τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως από απόψεως προβλέψιμης συνάφειας των ζητουμένων πληροφοριών, ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται στη διερεύνηση της πρόδηλης ελλείψεως τέτοιας συνάφειας.

5)      Το άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη έχει την έννοια ότι το δικαστήριο του λαμβάνοντος κράτους μέλους, στο πλαίσιο της ασκήσεως του δικαστικού του ελέγχου, πρέπει να μπορεί να έχει πρόσβαση στο αίτημα παροχής πληροφοριών που έχει υποβάλει το αιτούν κράτος μέλος στο λαμβάνον κράτος μέλος. Αντιθέτως, ο ενδιαφερόμενος διοικούμενος δεν έχει δικαίωμα προσβάσεως στο σύνολο του εν λόγω αιτήματος παροχής πληροφοριών, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί απόρρητο έγγραφο σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2011/16. Προκειμένου να μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικώς την άποψή του ως προς το ζήτημα της προβλέψιμης συνάφειας των ζητουμένων πληροφοριών, αρκεί, καταρχήν, ο διοικούμενος αυτός να διαθέτει τις πληροφορίες που διαλαμβάνονται στο άρθρο 20, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής.

ΣτΕ 1365/2017 Εικονικό ή ανακριβές συμβόλαιο πώλησης ακινήτου ως προς την αξία πώλησης επιφέρει τις κυρώσεις του εικονικού τιμολογίου

Previous: ΔΕΕ- Υπόθεση C‑682/15 Διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας – Άρθρο 1, παράγραφος 1 – Άρθρο 5 – Αίτημα παροχής πληροφοριών με αποδέκτη τρίτο – Άρνηση απαντήσεως – Κύρωση – Έννοια της “προβλέψιμης συνάφειας” των ζητουμένων πληροφοριών – Ασκούμενος από τη λαμβάνουσα αρχή έλεγχος – Δικαστικός έλεγχος – Έκταση – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 51 – Θέση σε εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης – Άρθρο 47 – Δικαίωμα πραγματικής ένδικης προσφυγής – Πρόσβαση του δικαστηρίου και του τρίτου στο αίτημα παροχής πληροφοριών που υπέβαλε η αιτούσα αρχή»
$
0
0

ΣτΕ  1365/2017

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β'


Περίληψη

Επειδή, η υποχρέωση του επιτηδευματία για έκδοση των οριζόμενων στον ΚΒΣ στοιχείων επιβάλλεται με σκοπό την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του ίδιου και των συναλλασσόμενων με αυτόν (βλ. άρθρο 1 του ΚΒΣ). Οι παραπάνω διατάξεις της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ προβλέπουν ότι, για ορισμένες συναλλαγές του επιτηδευματία, μεταξύ των οποίων και η πώληση ακινήτων, δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης, εφόσον συντάσσεται συμβόλαιο μεταβίβασης. Παράλληλα, οι ίδιες διατάξεις προβλέπουν ότι δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης και σε άλλες περιπτώσεις, εφόσον εκδίδονται άλλα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου ή της απόδειξης πώλησης και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη.

Από τη συστηματική ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων προκύπτει ότι ο λόγος για τον οποίο προβλέπεται ότι δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξης πώλησης σε περίπτωση πώλησης ακινήτου, υπό την προϋπόθεση της σύνταξης συμβολαίου μεταβίβασης, είναι ότι το συμβόλαιο αυτό, που συντάσσεται για την οικεία συναλλαγή με τη σύμπραξη του επιτηδευματία, και αποτελεί, μάλιστα, δημόσιο έγγραφο, παραδιδόμενο στον αγοραστή, έχει κατά το νόμο περιεχόμενο που (υπερ)καλύπτει τα στοιχεία του τιμολογίου ή της απόδειξης πώλησης και, κατά λογική ακολουθία, την ανάγκη έκδοσης από τον επιτηδευματία τέτοιου στοιχείου, για την εξασφάλιση (του ελέγχου) της τήρησης των σχετικών φορολογικών υποχρεώσεων (πρβλ. ΣτΕ 1020/2017, ΣτΕ 4465/2014).
Συνεπώς, σε τέτοια περίπτωση, το συμβόλαιο μεταβίβασης του ακινήτου αποτελεί το προβλεπόμενο από τον ΚΒΣ παραστατικό στοιχείο της πώλησης, αντί για το τιμολόγιο ή την απόδειξη πώλησης. Η ερμηνεία αυτή επιρρωνύεται από την προπαρατεθείσα αιτιολογική έκθεση των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου 9 του Ν. 2753/1999 (τροποποιητικών, αντίστοιχα, των διατάξεων της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ), στην οποία γίνεται ρητή αναφορά σε έκδοση άλλων παραστατικών αντί τιμολογίων ή αποδείξεων πώλησης. Συνακόλουθα, σε περίπτωση που το συμβόλαιο είναι ανακριβές ή εικονικό ως προς την αξία της πώλησης του ακινήτου από τον επιτηδευματία, στοιχειοθετείται παράβαση του ΚΒΣ, για την οποία επιβάλλεται σε βάρος του πρόστιμο, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 2523/1997, η οποία είναι, κατά τούτο, σαφής και αρκούντως προβλέψιμη στην εφαρμογή της, για το μέσο επιμελή επιτηδευματία.
 

Αριθμός 1365/2017


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 3 Μαΐου 2017, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β' Τμήματος, Ε. Νίκα, Σ. Βιτάλη, Κ. Νικολάου, Α Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, I. Δημητρακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας ο I. Μητροτάσιος, Γραμματέας του Β' Τμήματος.


Για να δικάσει την από 8 Φεβρουαρίου 2016 αίτηση:

του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ζ' θεσσαλονίκης, ο οποίος παρέστη με την Δέσποινα Γάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
κατά του ...., κατοίκου .... (οδός ....), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Σπύρο Κωνσταντόπουλο (A.M. 2809 Δ.Σ. Θεσ/νίκης), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 2465/2015 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης.
 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου I. Δημητρακόπουλου.
 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο του αναιρεσίοντος Προϊσταμένου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο του αναιρεσίβλητου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
 

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
 

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται κατά το νόμο η καταβολή παραβόλου και η οποία έχει εισαχθεί στην επταμελή σύνθεση του Β' Τμήματος του Δικαστηρίου, λόγω σπουδαιότητας, με την από 29.3.2016 πράξη της Προέδρου του, ζητείται η αναίρεση της 2465/2015 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατά το μέρος της με το οποίο ακυρώθηκε, κατ' αποδοχή προσφυγής του ήδη αναιρεσίβλητου, (α) η 440/5.-11,2013 απόφαση- πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 70Α του Ν 2238/1994, που εκδόθηκε επί ενδικοφανούς προσφυγής του αναιρεσείοντος κατά της 106/25.1.2013 πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Καλαμαριάς Θεσσαλονίκης περί επιβολής σε βάρος του δύο προστίμων, ύψους 1.910.000 ευρώ και 8.139.-8Β4 ευρώ, αντίστοιχα, λόγω έκδοσης εικονικών ως προς την αξία στοίχε)ών του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ), κατά τη διαχειριστική περίοδο 1.1-31.12.2007 και β) η σιωπηρή απόρριψη , της ενδικοφανούς προσφυγής του αναιρεσίβλητου κατά της 107/25.1.2013 πράξης του ίδιου Προϊσταμένου, κατά το σκέλος της που αφορά στην επιβολή σε βάρος του προστίμου 6.318.000 ευρώ, λόγω έκδοσης ενός εικονικού ως προς την αξία φορολογικού στοιχείου (αποδιδόμενη παράβαση με αριθ. 2), κατά τη διαχειριστική περίοδο 1.1-31.12.2008.
 

2. Επειδή, η παράγραφος 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 και, περαιτέρω, με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α' 240/22.12.2016 - έναρξη ισχύος του άρθρου 15 από τη δημοσίευση του ν. 4446/2016 στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 32 του νόμου αυτού), ορίζει, στο εδάφιο α', ότι «Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. [...]» (η ως άνω διάταξη τέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010 και επαναλήφθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016). Επιπλέον, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010, «Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ [...]». Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, προκειμένου να κριθεί παραδεκτή αίτηση αναίρεσης, απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων αμφοτέρων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (βλ. ΣτΕ 1873/2012 έπταμ., ΣτΕ 435/2017 κ.ά.). Ειδικότερα, κατά την έννοια της πρώτης των ανωτέρω διατάξεων, ο αναιρεσείων βαρύνεται, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αίτησής του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθένα από τους προβαλλόμενους λόγους τίθεται συγκεκριμένο νομικό ζήτημα, ήτοι ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που είναι κρίσιμο για την επίλυση της διαφοράς και επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης έρχονται σε αντίθεση με μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος και όχι επί ανάλογου ή παρόμοιου (βλ. ΣτΕ 4163/2012 επταμ., ΣτΕ 435/2017 κ.ά.).
 

3. Επειδή, το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Δικαστηρίου με την παρούσα αίτηση είναι ανώτερο των 40.000 ευρώ.

4. Επειδή, ο ΚΒΣ (Π.Δ. 186/1992, Α' 84), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο, ορίζει, στο άρθρο 2 παρ. 1 (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 1 του π.δ. 134/1996, Α 105), ότι «Κάθε ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινωνία του Αστικού Κώδικα που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, αναφερόμενοι στο εξής με τον όρο "επιτηδευματίας", τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία, τις καταστάσεις και κάθε άλλο μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση»,
στο άρθρο 12 ότι «1. Για την πώληση αγαθών για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου ή δικαιώματος εισαγωγής και την παροχή υπηρεσιών από επιτηδευματία σε άλλο επιτηδευματία και τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού, για την άσκηση του επαγγέλματος τους ή την εκτέλεση του σκοπού τους, κατά περίπτωση, καθώς και για την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών εκτός της χώρας εκδίδεται τιμολόγιο. [...],.2. [...]. 9. [όπως η παράγραφος αυτή Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ". 4 του Ν. 3052/2002, Α 22] Στο τιμολόγιο αναγράφονται η ημερομηνία έκδοσης αυτού, τα πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων, τα στοιχεία της συναλλαγής, καθώς και ο αύξων αριθμός ή οι αριθμοί των δελτίων αποστολής ή ποσοτικής παραλαβής που εκδόθηκαν για τη διακίνηση ή την παραλαβή των αγαθών που αφορά το τιμολόγιο. 10. Ως πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων νοούνται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, η διεύθυνση, ο Α.Φ.Μ. και η αρμόδια Δ.Ο.Υ. [...] 11. Ως πλήρη στοιχεία της συναλλαγής νοούνται το είδος των αγαθών, η ποσότητα, η μονάδα μέτρησης, η τιμή μονάδας και η αξία ή το είδος των υπηρεσιών και η αμοιβή, η οποία, όπου συντρέχει περίπτωση, αναλύεται κατά συντελεστή Φ.Π.Α. ή απαλλαγή από το Φ.Π.Α. [...] Ακόμη αναγράφεται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής αριθμητικώς ή της αμοιβής αριθμητικώς, καθώς και ολογράφως όταν εκδίδεται χειρόγραφο τιμολόγιο. [...] 14. Το τιμολόγιο εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών στον παραλήπτη, κατά περίπτωση. [...] 16. [όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 παρ. 17 του Ν. 2753/1999, Α 249] Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή: α) Στις πωλήσεις ακινήτων, βιομηχανοστασίων, πλοίων, αυτοκινήτων, αεροσκαφών και λοιπών μηχανημάτων, εφόσον συντάσσονται συμβόλαια μεταβίβασης [...] β) Στις πωλήσεις ύδατος μη ιαματικού, αεριόφωτος, ηλεκτρικού ρεύματος, θερμικής ενέργειας ή παροχής τηλεπικοινωνιακών, ταχυδρομικών, τραπεζικών, χρηματιστηριακών, χρηματοδοτικών εργασιών, καθώς και στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., δημοτικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, εφόσον από τα ανωτέρω πρόσωπα εκδίδονται άλλα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου, εκτός της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας του αντισυμβαλλομένου και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη. [...]»,
στο άρθρο 13, ότι «1. Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας για κάθε πώληση αγαθών, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, ή παροχή υπηρεσιών προς το κοινό ή προς τα μέλη προμηθευτικού συνεταιρισμού με βάση διατακτικές του, εκδίδει απόδειξη λιανικής πώλησης ή παροχή υπηρεσιών, κατά περίπτωση. [...] 2. [όπως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής αντικαταστάθηκε με το άρθρο 43 παρ. 10 του Ν.2214/1994, Α 75] Στην απόδειξη λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών αναγράφεται κατά συντελεστή Φ.Π.Α. και η αξία της πώλησης ή το ποσό της αμοιβής, καθώς και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών επί των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών που εκδίδουν όσοι τηρούν πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10. Οι επιτηδευματίες της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του Κώδικα αυτού, καθώς και οι επιτηδευματίες που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα, κατονομαζόμενο στην παράγραφο 1 του άρθρου 45 του ν.δ. 3323/1955, στις εκδιδόμενες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών αναγράφουν το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη, το ποσό της αμοιβής αριθμητικώς καθώς και ολογράφως, όταν αυτή εκδίδεται χειρόγραφη. 3. [όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ. 8 του Ν.3052/2002, Α 221] Η απόδειξη εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής του αγαθού. [...] 4. [όπως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής αντικαταστάθηκε ως..με το άρθρο 9 παρ. 18 του Ν.2753/1999, Α 249] Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή στις συναλλαγές των περιπτώσεων α και β της παραγράφου 16 του άρθρου 12 του Κώδικα αυτού, εφόσον από τις επιχειρήσεις πώλησης των ειδών ή παροχής των υπηρεσιών αυτών ή από τα πρόσωπα είσπραξης ανταποδοτικών τελών, εκδίδονται άλλα έγγραφα, που περιλαμβάνουν τα στοιχεία της απόδειξης λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη [...]»
και, στο άρθρο 18, ότι «1. Η καταχώρηση στα βιβλία και στα στοιχεία γίνεται χειρογράφως με μελάνη ή με χρήση Η/Υ ή με άλλη μηχανή, χωρίς κενά διαστήματα επεγγραφές, παραπομπές στο περιθώριο ή ξέσματα. [...] 2. Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία. [...]».
Εξάλλου, στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 9 του Ν. 2753/1999 μνημονεύονται τα ακόλουθα σε σχέση με τις ανωτέρω διατάξεις της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ: «Παράγραφος 17: Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται η παράγραφος 16 του άρθρου 12 [του ΚΒΣ] που αφορά τη δυνατότητα έκδοσης άλλων παραστατικών αντί των οριζόμενων. Με την αντικατάσταση αυτή διευρύνονται οι διατάξεις της παρ. 16 του άρθρου 12 που προβλέπουν για ορισμένες συναλλαγές τη μη έκδοση στοιχείων ή την έκδοση άλλων παραστατικών αντί τιμολογίων. [...] Παράγραφος 18: Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίστανται οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 13, για εναρμονισμό τους με τις διατάξεις της παρ. 16 του άρθρου 12, που αντικαταστάθηκαν με την παρ. 17 του παρόντος νομοσχεδίου, ώστε οι υπόψη διευρύνσεις να καταλαμβάνουν και τις ιδιωτικές συναλλαγές (συναλλαγές με μη επιτηδευματίες - λιανικές)». Τέλος, ο Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 τ.Α') ορίζει, στο άρθρο 5 («Πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) - αντικειμενικό σύστημα») τα εξής : «1. Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων [...] τιμωρείται με πρόστιμο που προσδιορίζεται κατ' αντικειμενικό τρόπο. Για τον σκοπό αυτό καθεριώνονται δύο βάσεις υπολογισμού, συντελεστές βαρύτητας και ανώτατα όρια [...]. Οι παραβάσεις διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, γενικές και αυτοτελείς. 2. [...] 10. Οι παρακάτω περιπτώσεις, επίσης, θεωρούνται αυτοτελείς παραβάσεις, για τις οποίες εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού 2 (ΒΑΣ. ΥΠ. 2), όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στις κατ' ιδίαν διατάξεις, με τις οποίες προσδιορίζεται και η τιμή του κατά περίπτωση ισχύοντος συντελεστή βαρύτητας : α) Όταν η παράβαση αναφέρεται σε μη έκδοση ή σε ανακριβή έκδοση των στοιχείων, που ορίζονται από τον Κ.Β.Σ. και έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψή της συναλλαγής ή μέρους αυτής η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των [...] ευρώ, επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση ίσο με την αξία της συναλλαγής ή του μέρους αυτής που αποκρύφτηκε. [...] β) [όπως το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης αυτής αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 παρ. 6 του Ν. 3052/2002, Α 221] Η έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων και η λήψη εικονικών, [...] συνιστά ιδιάζουσα φορολογική παράβαση και επισύρει πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της αξίας κάθε στοιχείου ή καταχώρηση, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη των [...] ευρώ. [...] Αν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική, το ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται για το μέρος της εικονικής αξίας. [...]».


5. Επειδή, η υποχρέωση του επιτηδευματία για έκδοση των οριζόμενων στον ΚΒΣ στοιχείων επιβάλλεται με σκοπό την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του ίδιου και των συναλλασσόμενων με αυτόν (βλ. άρθρο 1 του ΚΒΣ). Οι παραπάνω διατάξεις της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ προβλέπουν ότι, για ορισμένες συναλλαγές του επιτηδευματία, μεταξύ των οποίων και η πώληση ακινήτων, δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης, εφόσον συντάσσεται συμβόλαιο μεταβίβασης. Παράλληλα, οι ίδιες διατάξεις προβλέπουν ότι δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης και σε άλλες περιπτώσεις, εφόσον εκδίδονται άλλα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου ή της απόδειξης πώλησης και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη.

Από τη συστηματική ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων προκύπτει ότι ο λόγος για τον οποίο προβλέπεται ότι δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξης πώλησης σε περίπτωση πώλησης ακινήτου, υπό την προϋπόθεση της σύνταξης συμβολαίου μεταβίβασης, είναι ότι το συμβόλαιο αυτό, που συντάσσεται για την οικεία συναλλαγή με τη σύμπραξη του επιτηδευματία, και αποτελεί, μάλιστα, δημόσιο έγγραφο, παραδιδόμενο στον αγοραστή, έχει κατά το νόμο περιεχόμενο που (υπερ)καλύπτει τα στοιχεία του τιμολογίου ή της απόδειξης πώλησης και, κατά λογική ακολουθία, την ανάγκη έκδοσης από τον επιτηδευματία τέτοιου στοιχείου, για την εξασφάλιση (του ελέγχου) της τήρησης των σχετικών φορολογικών υποχρεώσεων (πρβλ. ΣτΕ 1020/2017, ΣτΕ 4465/2014).
Συνεπώς, σε τέτοια περίπτωση, το συμβόλαιο μεταβίβασης του ακινήτου αποτελεί το προβλεπόμενο από τον ΚΒΣ παραστατικό στοιχείο της πώλησης, αντί για το τιμολόγιο ή την απόδειξη πώλησης. Η ερμηνεία αυτή επιρρωνύεται από την προπαρατεθείσα αιτιολογική έκθεση των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου 9 του Ν. 2753/1999 (τροποποιητικών, αντίστοιχα, των διατάξεων της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ), στην οποία γίνεται ρητή αναφορά σε έκδοση άλλων παραστατικών αντί τιμολογίων ή αποδείξεων πώλησης. Συνακόλουθα, σε περίπτωση που το συμβόλαιο είναι ανακριβές ή εικονικό ως προς την αξία της πώλησης του ακινήτου από τον επιτηδευματία, στοιχειοθετείται παράβαση του ΚΒΣ, για την οποία επιβάλλεται σε βάρος του πρόστιμο, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 2523/1997, η οποία είναι, κατά τούτο, σαφής και αρκούντως προβλέψιμη στην εφαρμογή της, για το μέσο επιμελή επιτηδευματία.
 

6. Επειδή, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά και κρίθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«Ο προσφεύγων διατηρεί ατομική επιχείρηση με αντικείμενο εργασιών τις διαφημίσεις και εργολαβικές εργασίες, τηρεί δε βιβλία Β' κατηγορίας του ΚΒΣ. Κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε διαπιστώθηκαν τα εξής: Σε χρόνο προγενέστερο του 1995 αγόρασε, μαζί με άλλους συνιδιοκτήτες, τα με αριθ. 638 και. 636Α συνενωμένα δύο αγροτεμάχια στην περιοχή ΑΠΟΘΗΚΕΣ του Δήμου .............., συνολικής έκτασης 20.600,65 τ.μ. Προκειμένου να αξιοποιήσουν τα παραπάνω αγροτεμάχια, ο προσφεύγων και οι υπόλοιποι συνοικοπεδούχοι αποφάσισαν την ανέγερση εμπορικού κέντρου με τον διακριτικό τίτλο ..............
Για το λόγο αυτό εκδόθηκε η με αριθ. ............. άδεια ανεγέρσεως οικοδομής της πολεοδομίας Θεσ/νίκης και συντάχθηκε το ........... εργολαβικό συμβόλαιο, μεταξύ των οικοπεδούχων και της εργολάβου εταιρίας ......
Το εν λόγω εμπορικό κέντρο αποπερατώθηκε μέσα στη χρήση 1997, τα εγκαίνια δε αυτού πραγματοποιήθηκαν το Νοέμβριο του 1997, οπότε και δόθηκε άδεια για ηλεκτροδότηση από τη ΔΕΗ [...]. Μετά την αποπεράτωση του ως άνω εμπορικού κέντρου, ο προσφεύγων είχε στην κατοχή του εβδομήντα πέντε (75) καταστήματα εντός του χώρου του κέντρου με ποσοστό συνιδιοκτησίας 27%. Στη συνέχεια, ο προσφεύγων προέβη στις παρακάτω αγοραπωλησίες των καταστημάτων του εμπορικού αυτού κέντρου: Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2001 [...] Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2002 [...] Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2003 [...] Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2004 [...] Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2007 συνέπραξε στη σύνταξη: α) του 18759/8-8-2007 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Θεσ/νίκης ...................., με το οποίο πούλησε το ακίνητο (αγροτεμάχιο) στην περιοχή.............., με μερικώς εικονική αξία ποσού 955.000 €, β) του 19061/16-10-2007 συμβολαίου του ίδιου συμβολαιογράφου, με το οποίο πούλησε ακίνητο στην περιοχή της Θέρμης Θεσ/νίκης, με μερικώς εικονική αξία ποσού 4.069.932 €.
Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1- 31/12/2008: α) ί) με το ............. συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Θεσ/νίκης ................ μεταβίβασε το ποσοστό του επί δύο (2) καταστημάτων του παραπάνω εμπορικού κέντρου, αντί τιμήματος 9.369€, ϋ) με το ............. συμβολαίου του ίδιου συμβολαιογράφου μεταβίβασε το ποσοστό του επί δύο (2) καταστημάτων του ίδιου κέντρου, αντί τιμήματος 10.800€ και β) συνέπραξε στη σύνταξη του 3065/2-4-2008. συμβολαίου της συμβολαιογράφου ................όπεδο) στην συμβολή των οδών .........................., στην ................, με μερικώς εικονική αξία ποσού 3.159.000 €.

Ενόψει των παραπάνω αγορών και πωλήσεων, οι ελεγκτές θεώρησαν ότι ο προσφεύγων άσκησε κατά τις ως άνω χρήσεις εμπορική επιχείρηση αγοραπωλησίας ακινήτων και ότι υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 34 του Ν. 2238/1994. Συνεπώς, εφόσον τα προαναφερόμενα συμβόλαια αγορών και πωλήσεων είναι στοιχεία εσόδων έπρεπε να καταχωρηθούν στα τηρούμενα από αυτόν βιβλία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του ΚΒΣ. Περαιτέρω, θεώρησαν ότι η σύμπραξη στη σύνταξη των ως άνω συμβολαίων μεταβίβασης των ακινήτων αποτελεί έκδοση εικονικού φορολογικού στοιχείου, καθόσον, όπως αναφέρεται στην έκθεση ελέγχου (σελ. 9-12), το συμβόλαιο μεταβίβασης ακινήτων, ως δημόσιο έγγραφο, αποτελεί νόμιμο παραστατικό και πρέπει να αντιμετωπίζεται όπως όλα τα προβλεπόμενα από τον ΚΒΣ (φορολογικά) στοιχεία. [...] Ακολούθως, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. Καλαμαριάς εξέδωσε τις [προσβαλλόμενες] πράξεις, με τις οποίες επέβαλε σε βάρος του προσφεύγοντος [...] αντίστοιχα πρόστιμα. [...]

Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη του ότι ο προσφεύγων αγόρασε με άλλους συνιδιοκτήτες δύο αγροτεμάχια, στα οποία ανέθεσε την ανέγερση του εμπορικού κέντρου στην εργοληπτική εταιρία ...., ότι μέσα σε σύντομο χρόνο από την αποπεράτωση του κέντρου (1997) άρχισε, από το 2000, συστηματικά σε όλες τις ελεγχόμενες χρήσεις, να πουλά το ποσοστό της αντιπαροχής που έλαβε σε καταστήματα, κρίνει, [...] ότι η ανέγερση αυτή έγινε, όχι με πρόθεση αξιοποτησης-κεφαλαίου, αλλά με σκοπό πραγματοποίησης κέρδους από τη μεταβίβαση των καταστημάτων. [...] Συνεπώς, ο προσφεύγων άσκησε καθ' όλες τις κρίσιμες εν προκειμένω διαχειριστικές περιόδους εμπορική επιχείρηση μεταπώλησης ακινήτων [...]. Από τις [...] διατάξεις των άρθρων 12 [παρ,'1 και 16] και 13 [παρ. 1 και 4] του ΚΒΣ οι οποίες αναφέρονται σε "πώληση αγαθών", είναι δε στενώς ερμηνευτέες, ως συναπτόμενες σε περίπτωση παραβίασής τους με την επιβολή σε βάρος του παραβάτη των κυρώσεων που προβλέπονται από το άρθρο 5 του Ν. 2523/1997, συνάγεται ότι η προβλεπόμενη από αυτές υποχρέωση εκδόσεως του οικείου παραστατικού αφορά μόνον τις αναφερόμενες σ' αυτές περιπτώσεις πώλησης αγαθών κλπ και όχι τις περιπτώσεις μεταβίβασης ακινήτων, οι οποίες ρητώς εξαιρούνται από την εφαρμογή τους, σύμφωνα με τις παρ. 16 και 4 αντίστοιχα των άρθρων αυτών (πρβλ. ΣτΕ 386/2005, ΣτΕ 1853/2008).
Εξάλλου, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 5 του Ν. 2523/1997, τα προβλεπόμενα από αυτές πρόστιμα επιβάλλονται μόνο παραβάσεις σχετικές με στοιχεία, των οποίων η τήρηση προβλέπεται ως υποχρεωτική από τις διατάξεις του ΚΒΣ και από κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται βάσει ειδικής εξουσιοδότησης διατάξεων του Κώδικα αυτού (πρβλ. ΣτΕ 987/2006).
Ενόψει τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εφόσον στην προκείμενη περίπτωση πρόκειται για σύμπραξη σε σύνταξη συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων, δεν είναι νόμιμη η επιβολή προστίμων λόγω εικονικότητας των συμβολαίων αυτών ως προς την αξία των μεταβιβασθέντων ακινήτων, με τις πράξεις 106 και 107/25-1-2013 (παράβαση με αριθ. 2), κατά τον βάσιμο περί τούτο λόγο που προβάλλεται με την προσφυγή.».
 

7. Επειδή, το Δημόσιο προβάλλει ότι κατ' εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 12 (παρ. 1 και 16) και 13 (παρ. 1 και 4) του ΚΒΣ, καθώς και του άρθρου 5 (παρ. 10 περιπτ. β') του Ν. 2523/1997, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι τα συμβόλαια πώλησης ακινήτων δεν συνιστούν φορολογικά στοιχεία, κατά την έννοια των προαναφερόμενων διατάξεων του ΚΒΣ, με αποτέλεσμα, σε περίπτωση σύνταξης συμβολαίου μεταβίβασης με (μερικώς) εικονικό τίμημα πώλησης, να μην είναι νόμιμη η επιβολή προστίμων, βάσει της ανωτέρω διάταξης του Ν. 2523/1997, λόγω εικονικότητας των συμβολαίων ως προς την αξία των μεταβιβαζόμενων ακινήτων. Προς θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου, ενόψει της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 53 παρ. 3 τρυ Π.Δ. 18/1989, διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της-Επικρατείας επί του παραπάνω νομικού ζητήματος.
Ο τελευταίος αυτός ισχυρισμός είναι βάσιμος και, συνεπώς, ο λόγος προβάλλεται παραδεκτώς. Περαιτέρω, είναι και βάσιμος, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 5. Επομένως, για το λόγο αυτό, πρέπει να γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το επίδικο μέρος της (βλ. σκέψη 1), η δε υπόθεση, που χρήζει διευκρίνισης ως προς το πραγματικό της, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το ίδιο μέρος της, στο Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης, για νέα νόμιμη κρίση.
 

Δια ταύτα


Δέχεται την αίτηση.


Αναιρεί εν μέρει την 2465/2015 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αντίστοιχο μέρος της, σύμφωνα με το σκεπτικό.


Επιβάλλει στον αναιρεσίβλητο τη δικαστική δαπάνη του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 Μαΐου 2017


και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 17ης Μαΐου 2017.

Αριθ. πρωτ.: Φ80020/45578/Δ15.780/2017 Προσδιορισμός των ασφαλιστέων αποδοχών, από την 1.1.2017, υπέρ επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής, για τους υπαλλήλους που υπάγονται στις διατάξεις του ν.4354/15 (νέο ενιαίο μισθολόγιο)

$
0
0

Αθήνα, 16/06/2017
Αριθ. Πρωτ.Φ80020/45578/Δ15.780

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Δ15)

ΤΑΧ. Δ/ΝΣΗ : Σταδίου 29
ΤΑΧ. ΚΩΔΙΚΑΣ : 101 10 Αθήνα
Πληροφορίες : Μ. Βογιατζόγλου (επικουρική ασφάλιση) 213-1516746
Ε. Σπύρου (εφάπαξ παροχή) 210-3368159
Telefax: 210-3368148
E-mail: proasf@ypakp.gr

ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: «Προσδιορισμός των ασφαλιστέων αποδοχών, από την 1.1.2017, υπέρ επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής, για τους υπαλλήλους που υπάγονται στις διατάξεις του ν.4354/15 (νέο ενιαίο μισθολόγιο).»


Σχετ.: 1. Η υπ' αριθμ. 2/24112/ΔΕΠ/31.3.2017 (ΑΔΑ:7ΦΘΨΗ-ΟΒΛ) κοινή εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών και του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
2. Η υπ'αριθμ. Φ80020/οικ22104/Δ15.405/30.6.2016 (ΑΔΑ: ΩΒΔ4465Θ1Ω-ΒΥ0) εγκύκλιός μας.

Αναφορικά με το παραπάνω αναφερόμενο θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

I) Επικουρική ασφάλιση

Α. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου.


1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν.4387/2016 έχουν ορισθεί νέα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης, από την 1/6/2016, και επιπλέον προσδιορίσθηκε η βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών .

Ειδικότερα, ως βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών είναι οι ασφαλιστέες αποδοχές του εργαζομένου, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν. 4387/2016.

Επισημαίνεται ότι, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 38 έχουν προσδιορισθεί τα ποσοστά των ασφαλιστικών εισφορών καθώς και η βάση υπολογισμού των μισθωτών και των εργοδοτών για κύρια σύνταξη υπέρ φορέων κοινωνικής ασφάλισης.

Ειδικά για τους μισθωτούς του δημόσιου τομέα που υπάγονται στις διατάξεις του ν.4354/2015 (νέο ενιαίο μισθολόγιο) και μέχρι 31/12/2016 υπάγονταν στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ως βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης, από την 1/1/2017, νοείται αυτή η βάση υπολογισμού όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 5 του ν.4387/2016 με το οποίο έχουν θεσπισθεί ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών υπαλλήλων Δημοσίου .

Συγκεκριμένα, με το άρθρο αυτό ορίζεται ότι, από 1.1.2017, το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ε.Φ.Κ.Α., ασφαλισμένου και εργοδότη, ανέρχεται σε ποσοστό 20% επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών.

Επιπλέον με την αναφερόμενη στο σχετ.1 κοινή εγκύκλιο, προσδιορίσθηκαν οι συντάξιμες αποδοχές, σύμφωνα με την οποία ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές θεωρούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, διατηρώντας τον διαχωρισμό των ασφαλισμένων, σε παλαιούς και νέους κατά τα προβλεπόμενα στις σχετικές διατάξεις.

2. Με τη διάταξη της παρ. 2, του άρθρου 1 του ν.4024/2011 όπως έχει τροποποιηθεί, η ισχύς της οποίας έληξε στις 31/12/2016, είχε ορισθεί μεταξύ άλλων ότι, ειδικά για τους υπαλλήλους που αμείβονταν με τις διατάξεις του νόμου αυτού και είτε υπάγονταν στο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου είτε συνταξιοδοτούνταν με βάση τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές (ασφαλισμένου και εργοδότη) για επικουρική ασφάλιση και εφάπαξ παροχή, υπολογίζονται μέχρι την παραπάνω ημερομηνία, επί των ασφαλιστέων - συντάξιμων αποδοχών τους όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί την 31η/10/2011, με εξαίρεση αυτές οι οποίες καταβάλλονταν υπό την προϋπόθεση παροχής πρόσθετου έργου.

Συνεπώς, από την 1/1/2017, τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 97 του ν.4387/2016 ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών για τα ανωτέρω πρόσωπα θα υπολογίζονται επί των πραγματικά καταβαλλόμενων αποδοχών.

3. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω προκύπτει ότι, από την 1/1/2017 για τον προσδιορισμό των ασφαλιστέων αποδοχών υπέρ επικουρικής ασφάλισης για τους "παλαιούς ασφαλισμένους" εφαρμόζονται τα όσα αναφέρονται στο Τμήμα Ι, παρ.Α1, ενώ για τους "νέους ασφαλισμένους" εφαρμόζονται τα όσα αναφέρονται στην παρ.Α2 της σχετικής κοινής εγκυκλίου του Υπουργείου Οικονομικών και του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (σχετ·1).

Συγκεκριμένα οι ασφαλιστέες αποδοχές κατά κατηγορία ασφαλισμένων είναι:

- Για τους "παλαιούς ασφαλισμένους" η βάση υπολογισμού επί της οποίας θα υπολογίζονται οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν.4387/2016 ασφαλιστικές εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης, είναι
α. ο βασικός μισθός όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 27 του ν.4354/2015,
β. το καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης
γ. το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μόνο για όσους υπηρετούν στους ΟΤΑ α' βαθμού και έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των ΒΑΕ.

- Για τους "νέους ασφαλισμένους", ως βάση υπολογισμού νοούνται οι αποδοχές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρθρ. 17 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν, δηλαδή:
α. ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 27 του ν.4354/2015 και
β. τα επιδόματα και οι παροχές των άρθρων, 15 (οικογενειακή παροχή), 16 (καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης), 18 (επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας) ανεξαρτήτως εάν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς ΒΑΕ, και 19 (επίδομα απομακρυσμένων - παραμεθορίων περιοχών) του ν.4354/2015.

Το ανώτατο όριο επί των οποίων υπολογίζονται οι τακτικές μηνιαίες εισφορές προκύπτει από τα οριζόμενα στις παρ. 2 α και β του άρθρου 5 του ν. 4387/2016 .

Συνεπώς, τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν.4387/2016 ποσοστά εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης, για τους μισθωτούς του Δημοσίου, από την 1/1/2017, υπολογίζονται σε εκείνες τις ασφαλιστέες αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για κύρια σύνταξη.

Επιπλέον, η προβλεπόμενη, από τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν.3863/2010, πρόσθετη ειδική εισφορά, για τους υπαγόμενους στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα ποσοστού 2% (επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 0,75% στον εργοδότη και 1,25% στον ασφαλισμένο) θα υπολογίζεται επί των ίδιων ασφαλιστέων αποδοχών που λαμβάνονται υπόψη για την κύρια σύνταξη (Τμήμα ΙΙ παρ.Β της ως άνω κοινής εγκυκλίου -σχετ.1).

Ειδικότερα, για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων (παλαιών και νέων) η πρόσθετη ειδική εισφορά θα υπολογίζεται επί του βασικού μισθού και του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας εφόσον είναι δικαιούχοι και πράγματι τους καταβάλλεται το εν λόγω επίδομα και όχι επί του συνόλου των αντίστοιχων συνταξίμων αποδοχών.

Επισήμανση:

■ Με το δεδομένο ότι, από 1.1.2017, η βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών είναι η ίδια τόσο στο φορέα κύριας όσο και στο φορέα επικουρικής ασφάλισης και εφόσον οι τυχόν άλλες αποδοχές - αποζημιώσεις π.χ από υπερωριακή απασχόληση ή από συμμετοχή σε Διοικητικά Συμβούλια, επιτροπές, ομάδες εργασίας κ.α., δεν αποτελούν ασφαλιστέες αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για κύρια σύνταξη και δεν υπόκεινται σε κράτηση, δεν θα αποτελούν ασφαλιστέες αποδοχές και δεν θα υπόκεινται σε κράτηση υπέρ επικουρικής ασφάλισης.

Β. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου ( ΙΔΑΧ, ΙΔΟΧ) .

Τα προβλεπόμενα, από τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν.4387/2016 ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης, για τα πρόσωπα της κατηγορίας αυτής υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν.4387/2016, δηλαδή επί των πάσης φύσεως αποδοχών με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές λόγω γάμου, γεννήσεως τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας.

ΙΙ. Εφάπαξ παροχή

Α. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου.

Με τις διατάξεις της περ.β της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 όπως ισχύει μετά και από την τροποποίησή της με το άρθ. 96 του ν. 4461/2017, προσδιορίστηκαν οι πόροι του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. και ειδικότερα καθορίστηκαν το ύψος και η βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών.

Για τους μισθωτούς οι οποίοι είναι "παλαιοί ασφαλισμένοι" εξακολουθούν να ισχύουν τα οριζόμενα στις επιμέρους καταστατικές διατάξεις των φορέων προνοίας που εντάχθηκαν στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. σε ότι αφορά στα ποσοστά και στην βάση υπολογισμού.

Για τους μισθωτούς "νέους ασφαλισμένους" το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., ορίζεται, από 1-1-2017 σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 5 του ν. 4387/2016.

Ειδικότερα διευκρινίζονται τα παρακάτω για τους ασφαλισμένους του πρώην Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων:

- Για τους "παλαιούς ασφαλισμένους", προβλέπεται ότι για το ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών εφαρμόζονται οι καταστατικές διατάξεις και επομένως συνεχίζεται να διενεργείται κράτηση ποσοστού ύψους 4% επί του Βασικού Μισθού και του Επιδόματος Χρόνου Υπηρεσίας.

Εξυπακούεται ότι, συνεχίζει να ισχύει το ανώτατο όριο επί των οποίων υπολογίζονται οι τακτικές μηνιαίες εισφορές της παρ. 5 του αρθ. 21 του ν. 3232/2004, όπως ισχύει (το όριο έχει διαμορφωθεί σε 2.622,76 €).

- Το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των "νέων ασφαλισμένων", από 1-1-2017, ορίζεται σε ποσοστό 4% και υπολογίζεται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 5 του ν. 4387/2016 όπως ισχύει.

Για τους ασφαλισμένους που είναι μισθωτοί στο δημόσιο τομέα και υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4354/2015 (νέο ενιαίο μισθολόγιο) και μέχρι τις 31/12/2016 υπάγονταν στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, γίνεται χρήση της βάσης υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών για κύρια σύνταξη, όπως η βάση αυτή προκύπτει από τον συνδυασμό των άρθρων 5 και 8 του ν. 4387/2016.

Με το άρθρο 5 ορίζεται ότι, από 1.1.2017, το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ε.Φ.Κ.Α., επιβάλλεται επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών.

Με την σχετική εγκύκλιο (σχετ. 1), που αφορά στο άρθρο 8, προσδιορίσθηκαν ως συντάξιμες αποδοχές, αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και αναφέρονται στο Τμήμα Ι, παρ. Α2 για τους "νέους" ασφαλισμένους. Αναλυτικότερα και σε συνέχεια της περ.5 του Τμήματος Ι, παρ.Α3, της σχετικής εγκύκλιου, επισημαίνεται ότι:

Για τους "νέους ασφαλισμένους", ως βάση υπολογισμού νοούνται οι αποδοχές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρθρ. 17 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν, δηλαδή:

α. ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 27 του ν.4354/2015) και

β. τα επιδόματα και οι παροχές των άρθρων, 15 (οικογενειακή παροχή), 16 (καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης), 18 (επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας) ανεξαρτήτως εάν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς ΒΑΕ, και 19 (επίδομα απομακρυσμένων - παραμεθορίων περιοχών) του ν.4354/2015.

Το ανώτατο όριο επί των οποίων υπολογίζονται οι τακτικές μηνιαίες εισφορές προκύπτει από τα οριζόμενα στις παρ. 2 α και β του άρθρου 5 του ν. 4387/2016 .

Επισήμανση:

■ Οι εισφορές για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους θα υπολογίζονται επί των πραγματικά καταβαλλόμενων αποδοχών με το νέο ενιαίο μισθολόγιο και όχι με βάση τις αποδοχές, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά την προηγούμενη της έναρξης ισχύος των διατάξεων του ν. 4024/2011 (σύμφωνα με την παρ. 5 του αρθ. 1 του ν. 4336/2015 η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 ισχύει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2016).

Β. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ)

Για τους υπαλλήλους που υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και υπάγονταν ή πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρ. 47 του ν. 3996/2011 για υπαγωγή, αντίστοιχα, στο τ. Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ, προβλέπονται τα εξής:

Για τους "παλαιούς ασφαλισμένους", για το ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών συνεχίζεται να διενεργείται κράτηση ποσοστού ύψους 4 % επί του Βασικού Μισθού και του Επιδόματος Χρόνου Υπηρεσίας.

Το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των "νέων ασφαλισμένων", από 1-1-2017, ορίζεται σε ποσοστό 4% και υπολογίζεται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν.4387/2016.

Κατόπιν τούτων, παρακαλούμε όπως ενημερώσετε άμεσα τους αρμόδιους εκκαθαριστές των εμπλεκόμενων υπηρεσιών για την ορθή εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων και είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε περαιτέρω διευκρίνιση.




Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>