Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Αριθ. Γ5(α)/οικ. 65623/2017 Έγκριση του θετικού καταλόγου της παραγράφου 1, περίπτωσης α, του άρθρου 12 του ν. 3816/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει

$
0
0
Αριθ. Γ5(α)/οικ.65623

(ΦΕΚ Β' 3028/01-09-2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

Α. Της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 (ΦΕΚ 6/Α’/26-01-2010), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

Β. Του άρθρου 35 του ν. 3918/2011 (31/Α΄), «Διαρθρωτικές αλλαγές στο σύστημα υγείας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν.

Γ. Του ν. 4052/2012 (41/Α΄), ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ «Ρύθμιση θεμάτων Εθνικού Συστήματος Υγείας και εποπτευόμενων φορέων».

Δ. Του ν. 4213/2013 (261/Α΄). «Προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2011/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 2011 περί εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στο πλαίσιο της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης (L88/45/4.4.2011) και άλλες διατάξεις».

Ε. Των παρ. 6 και 7 του άρθρου 127 του ν. 4249/2014 (73/Α΄).

ΣΤ. Του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (29/Α΄), «Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».

Ζ. Του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (98/Α΄).

Η. Του π.δ. 106/2014 (173/Α΄), «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας», όπως ισχύει.

Θ. Του π.δ. 73/2015 (116/Α’), «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

Ι. Του π.δ. 24/2015 (20/Α΄), «Σύσταση και μετονομασία Υπουργείων, μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων» 24/2015 (20/Α΄).

Ια. Του ν. 4446/2016 (Α΄ 240) «Πτωχευτικός Κώδικας, Διοικητική Δικαιοσύνη, Τέλη - Παράβολα, Οικειοθελής αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών, Ηλεκτρονικές συναλλαγές, Τροποποιήσεις του ν. 4270/2014 και λοιπές διατάξεις».

Ιβ. Του άρθρου 86 του ν. 4472/2017 (Α’ 74), «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση των διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις».

2. Την Α1β/Γ.Π.οικ.3899 (94/Β’) υπουργική απόφαση «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και του δικαιώματος υπογραφής εγγράφων “Με εντολή Υπουργού” στο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Υγείας».

3. Την Γ5(α)/οικ. 90552/02-12-2016 (3890/Β΄) υπουργική απόφαση «Διατάξεις τιμολόγησης Φαρμάκων», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

4. Την ΔΥΓ3(α)/οικ. 104744/2012 υπουργική απόφαση (2912/Β΄), όπως τροποποιήθηκε με την ΔΥΓ3(α)/οικ. 19389/2012 (3356/Β΄) και την 82961/2013 υπουργική απόφαση (2219/Β΄).

5. Την οικ. 38733/14 (1144/Β΄) υπουργική απόφαση, τροποποίηση του άρθρου 14 παρ. 2 της οικ. 3457/14 (64/B΄) υπουργικής απόφασης, «Ρύθμιση θεμάτων τιμολόγησης φαρμάκων», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

6. Την Γ5/17229 ( 1119/Β΄/2016) απόφαση, «Αναθεώρηση των καταλόγων για τη θεραπεία σοβαρών ασθενειών της παρ. 2 του άρθρου 12 ν (6/Α΄/2010)».

7. Την οικ. 45001/2014 (1435/Β΄/) απόφαση, «Ρυθμίσεις διάθεσης και χορήγησης των φαρμακευτικών προϊόντων .... όπως τροποποιήθηκε και ισχύει».

8. Την οικ. 49516/2014 (1511/Β΄) απόφαση, «Διατάξεις Συνταγογράφησης και Αποζημίωσης Ογκολογικών Φαρμάκων».

9. Την οικ. 66790/2014 (ΦΕΚ 2084/Β΄/30-07-2014) απόφαση, «Τροποποίηση της υπ’ αριθ. ΔΥΓ3(α)/οικ. 104744 υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 2912/Β΄/30-10-2012) “Διαδικασία εφαρμογής συστήματος τιμών αναφοράς για την κατάρτιση, αναθεώρηση και συμπλήρωση του καταλόγου συνταγογραφούμενων φαρμάκων” ως προς το άρθρο 5 παράγραφος 2».

10. Την Α1β/Γ.Π.οικ 19599/2015 (197/ΥΟΔΔ/31-03-2015), «Συγκρότηση Ειδικής Επιτροπής κατάρτισης καταλόγου συνταγογραφούμενων φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων και εξορθολογισμού πλαισίου χορήγησης ιδιοσκευασμάτων για σοβαρές ασθένειες».

11. Τη Γ5(α)/Γ.Π.37974/19-05-2017 απόφαση του Υπουργού Υγείας με θέμα «Διορθωτικό δελτίο τιμών νέων φαρμάκων ανθρώπινης χρήσης».

12. Τη Γ5(α)/Γ.Π 53895/13-07-2017 απόφαση του Υπουργού Υγείας με θέμα «Διορθωτικό Δελτίο Τιμών Φαρμάκων ανθρώπινης χρήση (ανατιμολόγησης) ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ».

13. Τη Γ5(α)οικ.48650/30-06-2017 απόφαση του Υπουργού Υγείας με θέμα «Κατάλογος ενδεικτικών τιμών λιανικής πώλησης μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ.)».

14. Της Γ5(α)οικ.54934/08-08-2017 και Γ5(α)61857/23-8-2017, απόφασης του Υπουργού Υγείας με θέμα «Συμπληρωματικό Δελτίο τιμών φαρμάκων ανθρώπινης χρήσης, κατόπιν αιτημάτων των ΚΑΚ για μείωση τιμής φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων».

15. Τη Γ5(α)/55332/20-7-2017 (ΦΕΚ Β΄ 2560/24-7-2017) απόφαση με θέμα: «Έγκριση του θετικού καταλόγου της παραγράφου 1, περίπτωσης α, του άρθρου 12 του ν. 3816/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει».

16. Τη Γ5(α)/οικ.60379/07-08-2017 (ΦΕΚ 2756/Β΄/07-08-2017) απόφαση με θέμα: «Τροποποίηση της με αριθ. Γ5(α)/55332/20-7-2017 (Β΄ 2560/2017) απόφασης».

17. Το με αρ. πρ. 63671/13-7-2017 (αρ. πρ. ΥΥ55332/18-7-2017), έγγραφο της Ειδικής Επιτροπής Κατάρτισης Καταλόγου Συνταγογραφούμενων Φαρμακευτικών Ιδιοσκευασμάτων με τα συνημμένα αναθεωρημένα αρχεία Θετικού Καταλόγου.

18. Το Β2β/Γ.Π.64679/24-08-2017, έγγραφο της Γενικής Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών σύμφωνα με το οποίο: « ... σύμφωνα με το αριθ. πρωτ. ΔΒ4Α/Γ24/76/24-08-2017 έγγραφο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., απαιτείται η ύπαρξη του όγκου των πωλήσεων και της Τιμής Αποζημίωσης των προϊόντων προκειμένου να εκτιμηθεί με ακρίβεια η επίδραση στη φαρμακευτική δαπάνη του Οργανισμού από την εφαρμογή της προωθούμενης υπουργικής απόφασης. Σε κάθε περίπτωση, η φαρμακευτική δαπάνη τόσο των Νοσοκομείων όσο και του ΕΟΠΥΥ δεν επιβαρύνει πρόσθετα ούτε τον κρατικό προϋπολογισμό ούτε τον προϋπολογισμό των ανωτέρω φορέων, καθότι κατά την υπέρβαση των ορίων των ετήσιων προϋπολογισμών τους ενεργοποιείται ο μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (CLAW BACK)»,

αποφασίζουμε:

Την έγκριση του θετικού καταλόγου της παραγράφου 1, περίπτωσης α, του άρθρου 12 του ν. 3816/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, λόγω της έκδοσης του συμπληρωματικού δελτίου τιμών του σχ. 14 και ο οποίος έχει ως εξής:


O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.



- Σε περιορισμούς φαρμάκων όπου αναγράφεται «μέγιστη ανεκτή δόση» ως τέτοια ορίζεται η ημερήσια δόση του φαρμάκου σε υπέρβαση της οποίας εμφανίζεται δοσο - εξαρτώμενη ανεπιθύμητη ενέργεια ή δυσανεξία, η οποία θα πρέπει να τεκμηριώνεται υποχρεωτικώς με αναφορά κίτρινης κάρτας στον ΕΟΦ.

- Σε περιορισμούς φαρμάκων όπου αναγράφεται «δυσανεξία ή αντένδειξη» αυτή θα πρέπει να αποδεικνύεται με παράλληλη υποχρεωτική υποβολή «κίτρινης κάρτας».

Η παρούσα έχει ισχύ από 05-09-2017.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 28 Αυγούστου 2017

Ο Υπουργός
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 182/2017 Τράπεζα της Ελλάδος. Έκτακτη εισφορά ν. 3808/2009 και ν. 3845/2010

$
0
0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως : 182 /2017

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
(Α' ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

Συνεδρίαση της 19ης Ιουλίου 2017

Σύνθεση:

Πρόεδρος: Μιχαήλ Απέσσος, Πρόεδρος ΝΣΚ.

Μέλη: Αλέξανδρος Καραγιάννης, Χρυσαφούλα Αυγερινού, Μεταξία Ανδροβιτσανέα, Νικόλαος Μουδάτσος, Αντιπρόεδροι ΝΣΚ, Στέφανος Δέτσης, Παρασκευάς Βαρελάς, Ασημίνα Ροδοκάλη, Θεόδωρος Ψυχογυιός, Ευγενία Βελώνη, Νίκη Μαριόλη, Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, Βασιλική Τύρου, Στυλιανή Χαριτάκη, Δημήτριος Χανής, Νικόλαος Δασκαλαντωνάκης, Γαρυφαλιά Σκιάνη, Αφροδίτη Κουτούκη, Δήμητρα Κεφάλα, Δημήτριος Αναστασόπουλος, Κωνσταντίνος Κατσούλας, Κωνσταντίνος Κηπουρός, Αλέξανδρος Ροϊλός, Κωνσταντίνο Χριστοπούλου, Ευαγγελία Σκαλτσά, Αθηνά Αλεφάντη, Αγγελική Καστανά, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, Παναγιώτης Παππάς, Πέτρος Κωνσταντινόπουλος, Διονύσιος Χειμώνας, Βασιλική Παπαθεοδώρου, Παναγιώτα-Ελευθερία Δασκαλέα-Ασημακοπούλου, Γεώργιος Γρυλωνάκης, Βασίλειος Κορκίζογλου, Χαράλαμπος Μπρισκόλας, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.

Εισηγήτρια: Χριστίνα Διβάνη, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους.

Αριθμός ερωτήματος: Το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΑΦ Β 1046619ΕΞ2017 έγγραφο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων/Γενική Δ/νση Φορολογικής Διοίκησης/Δ/νση Εφαρμογής Άμεσης Φορολογίας/Τμήμα Β'.

Ερώτημα: Αν στα κέρδη της Τράπεζας της Ελλάδος επιβάλλεται η έκτακτη εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις των ν. 3808/2009 και ν.3845/2010.

Επί του ανωτέρω ερωτήματος, το οποίο παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ' αριθμ. 165/2017 γνωμοδότηση του Β' Τμήματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Α' Ολομέλεια Διακοπών) γνωμοδότησε ως εξής:

Ιστορικό

Από το έγγραφο της ερωτώσας Υπηρεσίας προκύπτει ότι το ερώτημα υποβλήθηκε με βάση το ακόλουθο πραγματικό :

1. Από τα στοιχεία του με αριθ. πρωτ.23607/8.9.2016 εγγράφου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), το οποίο περιήλθε στην ερωτώσα υπηρεσία, μέσω της Δ/νσης Ελέγχων, προκύπτει ότι στο πλαίσιο διενέργειας μερικού επιτόπιου ελέγχου στην Τράπεζα της Ελλάδος για την παραγραφόμενη διαχειριστική χρήση 2008 διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι από τα στοιχεία του σχετικού φακέλου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ και με βάση τις υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος (αρχική και τροποποιητική), καθώς και τα καθαρά κέρδη της Τράπεζας, όπως αυτά απεικονίζονται στους δημοσιευμένους ισολογισμούς της, ο έλεγχος πρόκειται να προβεί σε καταλογισμό της έκτακτης εισφοράς βάσει των διατάξεων του ν.3808/2009.

2. Ωστόσο, λόγω της απαλλακτικής διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και του σκεπτικού της αριθ. 323/2016 γνωμοδότησης της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ, ανέκυψε το εν θέματι ερώτημα.

Νομοθετικό πλαίσιο

3. Στο άρθρο 28 παρ.1 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζεται ότι:

«1 Οι γενικά παραδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωση τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Η εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμβάσεων στους αλλοδαπούς τελεί πάντοτε υπό τον όρο της αμοιβαιότητας».

4. Με το άρθρο IV παρ. 1 του ν. 3423/1927 «Περί κυρώσεως του εν Γενεύη υπογραφέντος τη 15η Σεπτεμβρίου 1927 Πρωτοκόλλου του Λονδίνου περί εγκρίσεως συνάψεως δανείου Λιρών Στερλινών 9.000.000» (Α' 298) ορίσθηκε ότι:

«Άρθρον IV - Εκδοτική Τράπεζα

1. Νέα και ανεξάρτητος Τράπεζα, κληθησομένη «Τράπεζα της Ελλάδος», θα ιδρυθή εν Ελλάδι το ταχύτερον και θ' αρχίσει λειτουργούσα το βραδύτερον έξ μήνας μετά την έκδοσιν του δανείου, συμφώνως προς το σχέδιον συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και το σχέδιον καταστατικού, τα προσαρτώμενα τω παρόντι (Παραρτήματα III και IV]. Η εν λόγω Τράπεζα θα εκτελή τας λειτουργίας τα ανατιθεμένας εις αυτήν υπό της ρηθείσης συμβάσεως και καταστατικού, ιδία δε θα πραγματοποιήση και θα διατηρή την σταθεροποίησιν του Ελληνικού νομίσματος εν σχέσει προς τον χρυσόν και την συγκέντρωσιν εις την Τράπεζαν όλων των εισπράξεων και πληρωμών του Κράτους και των κρατικών επιχειρήσεων.»

5. Ακολούθως, στα άρθρα 1, 2, 4, 7 , 72 και 73 του ν. 3424/1927 «Περί κυρώσεως της από 27 Οκτωβρίου 1927 συμβάσεως περί παραιτήσεως της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος από του προνομίου της εκδόσεως τραπεζικών γραμματίων και συστάσεως νέας Τραπέζης υπό την επωνυμίαν «ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» και του προσαρτωμένου τη συμβάσει καταστατικού (1) της Τραπέζης της Ελλάδος» (Α' 298), όπως ισχύει σήμερα, μετά την τροποποίησή του με σειρά διατάξεων νεωτέρων νομοθετημάτων, ορίζονται τα εξής:

«Άρθρο 1

Συνιστάται δια του παρόντος ανώνυμος εταιρεία υπό την επωνυμία «Τράπεζα της Ελλάδος» εδρεύουσα εν Αθήναις και διεπομένη υπό του παρόντος καταστατικού. Η διάρκεια της Τραπέζης ορίζεται μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1970 (2), δυνάμενη να παραταθεί δι' αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μετόχων, εγκρινομένης δια διατάγματος.

Άρθρο 2

Οι κύριες αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος είναι οι εξής:...

α) Χαράσσει και ασκεί τη νομισματική πολιτική. Στην έννοια της νομισματικής πολιτικής περιλαμβάνεται και η πιστωτική πολιτική,
β)....
γ) Κατέχει και διαχειρίζεται τα επίσημα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας, στα οποία περιλαμβάνονται τα σε συνάλλαγμα και χρυσό διαθέσιμα της Τράπεζας της Ελλάδος και του Δημοσίου και ενεργεί πράξεις σε συνάλλαγμα,
δ) Ασκεί την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και άλλων επιχειρήσεων και οργανισμών του χρηματοπιστωτικού τομέα της οικονομίας, καθώς και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 55Α του παρόντος,
ε) Προωθεί και επιβλέπει την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών, καθώς και συστημάτων διαπραγμάτευσης, διακανονισμού και εκκαθάρισης εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών επί τίτλων και λοιπών χρηματοπιστωτικών μέσων, σύμφωνα με το άρθρο 55 αριθμός 5 του παρόντος,
στ)...
ζ) Ενεργεί ως ταμίας και εντολοδόχος του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 45 επ. του παρόντος.

Άρθρο 4

Πρωταρχικός σκοπός της Τράπεζας της Ελλάδος είναι η διασφάλιση της σταθερότητας του γενικού επιπέδου των τιμών. Με την επιφύλαξη του πρωταρχικού σκοπού η Τράπεζα στηρίζει τη γενική οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης. Από της υιοθετήσεως του ευρώ ως του εθνικού νομίσματος της χώρας, η Τράπεζα της Ελλάδος επιδιώκει τον πρωταρχικό σκοπό της διατηρήσεως της σταθερότητας των τιμών, ως αναπόσπαστο μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και κατά τους όρους του άρθρου 105 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Άρθρο 7

Το παρόν κατασταπκόν δύναται να τροποποιηθεί δι' αποφάσεως της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, κυρουμένης δια νόμου.

Άρθρο 72

Αί διατάξεις των περί ανωνύμων εταιρειών και Τραπεζών νόμων δεν έχουσιν εφαρμογήν επί της Τραπέζης της Ελλάδος, εφ' όσον αντιβαίνουσι προς το παρόν καταστατικόν.

Άρθρο 73

1. Η Τράπεζα απαλλάσσεται παντός φόρου ή τέλους. Ιδία απαλλάσσεται της πληρωμής οιουδήποτε φόρου ή τέλους επί των εκδιδομένων τραπεζικών γραμματίων, πλην του επιβλητέου φόρου εν ωρισμέναις περιπτώσεσι προβλεπομέναις εν άρθρ. 63 (α).

2. Συμβάσεις δανείου ή παροχής πιστώσεως, συναπτόμενοι μεταξύ της Τραπέζης της Ελλάδος και αλλοδαπού νομικού ή φυσικού προσώπου, απαλλάσσονται παντός τέλους χαρτοσήμου και πάσης εισφοράς ή τέλους υπέρ οιουδήποτε Ασφαλιστικού Ταμείου ή οιουδήποτε τρίτου. Ο καταβαλλόμενος υπό της Τραπέζης της Ελλάδος τόκος εις δανειστάς αυτής, όταν το δάνειον παρεσχέθη υπό αλλοδαπού φυσικού ή νομικού προσώπου, δεν υπόκειται εις φόρον εισοδήματος ούτε εις άλλον φόρον ή τέλος».

6. Περαιτέρω, με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930 «Περί κυρώσεως της από 25 Νοεμβρίου 1929 συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Τραπέζης της Ελλάδος» (Α' 100) ορίσθηκε ότι: «Η έννοια του άρθρου 73 του Καταστατικού είναι ότι η Τράπεζα απαλλάσσεται πάσης αμέσου ή εμμέσου φορολογικής επιβαρύνσεως επιβαλλομένης υπό μορφήν δημοσίου φόρου ή δασμού, τέλους ή άλλης οιασδήποτε αναγκαστικής εισφοράς, συμπεριλαμβανομένων και των ταχυδρομικών και τηλεγραφικών τελών (εσωτερικού)».

7. Τέλος, στο άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3842/2010 (Α' 58) ορίζεται ότι:

«Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι απαλλαγές από το φόρο εισοδήματος που προβλέπονται με γενικές ή ειδικές διατάξεις όλων των νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που προβλέπονται στο άρθρο 101 του Κ.Φ.Ε., με εξαίρεση: ε) τις απαλλαγές που ορίζονται:...μμ) με το άρθρο 73 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο κυρώθηκε με το ν. 3424/1927 (ΦΕΚ298Α ') »

8. Επίσης, στα άρθρα 1 και 2 του ν. 3808/2009 «Εκτακτη οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, έκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας και άλλες διατάξεις» (Α' 227) ορίζεται: «Αρθρο 1 έκτακτη οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης).

1. Καταβάλλεται έκτακτη οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, για τη στήριξη των οικογενειών των μισθωτών, συνταξιούχων και αγροτών με πολύ χαμηλό εισόδημα και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, ύψους από τριακόσια (300) ευρώ έως και χίλια τριακόσια (1.300) ευρώ.

2. Δικαιούχοι της ενίσχυσης είναι:....

Άρθρο 2 (,Εκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης στα μεγάλα κέρδη των επιχειρήσεων)

1. Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2009, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παρ.4 και 101 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α'). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 31 παρ. 19 και 105 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά. Για τις επιχειρήσεις που δημοσίευσαν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Α.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από το συνολικό καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στα προηγούμενα εδάφια και υπερβαίνουν τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ.

2. Η έκτακτη εισφορά, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή στα καθαρά κέρδη της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται ανά κλιμάκιο ως εξής: ».

9. Εξ άλλου, με το άρθρο πέμπτο του ν. 3845/2010 «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη - μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» (Α' 65), ορίσθηκαν τα εξής:
«1. Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2010, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παράγραφος 4 και 101 παράγραφος 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151/Α'). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 31 παράγραφος 19 και 105 παράγραφος 7 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά...».

10. Τέλος, στην παρ. 4 του άρθρου 2 και στην παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 «Κύρωση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος» (Α' 151), όπως οι διατάξεις αυτές ίσχυαν για φορολογικά έτη πριν την 1.1.2014, από της οποίας καταργήθηκαν με το ν.4172/2013 (Α' 167), ορίζονται, πλην άλλων, τα εξής:

«Άρθρο 2

4. Σε φόρο υπόκεινται επίσης, οι ομόρρυθμες και οι ετερόρρυθμες εταιρίες, οι κοινωνίες αστικού δικαίου, που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρίες, οι συμμετοχικές ή αφανείς, καθώς και οι κοινοπραξίες της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α')

Άρθρο 101

1. Στο φόρο υπόκεινται:

α) Οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες,
β) Οι δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα,
γ) Οι συνεταιρισμοί που έχουν συσταθεί νόμιμα και οι ενώσεις τους,
δ) Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιονδήποτε τύπο εταιρίας, καθώς και οι κάθε είδους αλλοδαποί οργανισμοί που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων,
ε) Οι ημεδαπές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης,
στ) Οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες».

Ερμηνεία διατάξεων

Από τις ανωτέρω διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς αλλά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, συνάγονται τα ακόλουθα :

11. Με το από 15 Σεπτεμβρίου 1927 Πρωτόκολλο του Λονδίνου, που υπεγράφη στη Γενεύη μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως (μετά από αίτησή της προς το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών, η οποία ενέκρινε τους όρους της συμβάσεως) και των αντιπροσώπων των χωρών της Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας και κυρώθηκε με το ν. 3423/1927, εγκρίθηκε από την Κοινωνία των Εθνών η χορήγηση προς την Ελλάδα δανείου, ύψους 9.000.000 αγγλικών λιρών, για την σταθεροποίηση του ελληνικού νομίσματος, την εκκαθάριση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού του Ελληνικού Κράτους και τη συνέχιση του έργου της αποκατάστασης των προσφύγων. Μεταξύ άλλων, με τις διατάξεις του ανωτέρω Πρωτοκόλλου προβλέφθηκε η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία ήθελε λειτουργήσει σύμφωνα με το επισυναπτόμενο στο Πρωτόκολλο σχέδιο συμβάσεως, μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Εθνικής Τράπεζας και το σχέδιο του καταστατικού της (βλέπ. άρθρο IV του Πρωτοκόλλου και Παραρτήματα III και IV). Ακολούθησε η θέσπιση του ν. 3424/1927, περί συστάσεως νέας Τράπεζας με την επωνυμία Τράπεζα της Ελλάδος (εφεξής «ΤτΕ») μετά του προσαρτωμένου στη σύμβαση Καταστατικού της, δυνάμει του οποίου συνεστήθη η Τράπεζα της Ελλάδος με τη μορφή ανωνύμου εταιρείας (άρθρο 1 του Καταστατικού). Η διάρκεια της Τράπεζας της Ελλάδος ορίστηκε αρχικά μέχρι την 31-12-1970, έκτοτε, δε, παρατάθηκε διαδοχικά μέχρι την 31-12-2050.

12. Με τις διατάξεις του άρθρου 28 του Συντάγματος αναγνωρίζεται η υπεροχή των κανόνων που θεσπίζονται με διεθνείς συμβάσεις, που έχουν κυρωθεί με νόμο, έναντι των κοινών νόμων που ψηφίζονται από τη Βουλή, ανεξαρτήτως αν οι διεθνείς συμβάσεις αυτές έχουν κυρωθεί με νόμο πριν από την έναρξη ισχύος του Συντάγματος 1975, διότι και επ' αυτών έχει εφαρμογή το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν κατά την έναρξη εφαρμογής του (ΣτΕ 466/2003, 4555/19SS, 1975/1991, 2289/1987, 1093/1987, 2960/1980, 395/1978, 4950/1976 κ.ά.).

13. Συνεπώς και το άρθρο 73 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που αποτελούσε προσαρτώμενο τμήμα των ως άνω διεθνών συμβάσεων που κυρώθηκαν με τους προαναφερθέντες νόμους (3423 και 3424/1927) υπερισχύει, κατ' αρχάς, κάθε αντίθετης διάταξης τυπικού νόμου ως προς τις θεσπιζόμενες με το άρθρο αυτό απαλλαγές, για την έκταση των οποίων γίνεται λόγος στη συνέχεια.

14. Με τις διατάξεις του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύει σήμερα μετά από διαδοχικές τροποποιήσεις, προβλέπεται ότι η λειτουργία της Τράπεζας διέπεται από ιδιαίτερο νομοθετικό καθεστώς, καθώς ρητώς ορίσθηκε ότι οι διατάξεις των νόμων περί ανωνύμων εταιρειών και τραπεζών δεν έχουν εφαρμογή, εάν αντιβαίνουν στο Καταστατικό (άρθρο 72 ν. 3424/1927 - Καταστατικού). Ειδικότερα, με τη ρητή διάταξη του άρθρου 73 παρ. 1 του ρηθέντος Καταστατικού, όπως ερμηνεύθηκε αυθεντικά με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930, η Τράπεζα απαλλάσσεται παντός φόρου ή τέλους.

15. Συναφώς προς τα ανωτέρω, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους έχει γνωμοδοτήσει ότι η ως άνω γενική απαλλαγή, από κάθε τέλος, της ΤτΕ περιλαμβάνει και την απαλλαγή της από το επιβληθέν, δυνάμει του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 τέλος ακίνητης περιουσίας, για ακίνητα ιδιοκτησίας της (ΝΣΚ 445/1994), ενώ, καθόσον αφορά τον θεσπισθέντα με τις διατάξεις του ν. 4223/2013 ΕΝ.Φ.Ι.Α ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν υποχρεούται στην καταβολή του για τα προβλεπόμενα στον ίδιο νόμο εμπράγματα δικαιώματά της επί ακινήτων, μόνον εφόσον τα ακίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση των, κύριων ή έστω παρεπόμενων, εργασιών της Τράπεζας κατά την άσκηση των υπό του Καταστατικού της προβλεπομένων εξαιρετικής φύσεως αρμοδιοτήτων της (ΟλΝΣΚ 323/2016)

16. Ωστόσο, κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η φορολογική απαλλαγή του άρθρου 73 παρ. 1 του ρηθέντος Καταστατικού, όπως ερμηνεύθηκε αυθεντικά με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930, συνδέεται άρρηκτα με τις εργασίες εκείνες που ρητώς και λεπτομερώς αναφέρονται στο Καταστατικό και αποτελούν τον κύκλο των κυρίων ή έστω παρεπόμενων τραπεζικών της εργασιών, μη παρεχόμενη πέραν των ορίων της ειδικής και εξαιρετικής της λειτουργίας, δοθέντος ότι ούτε από την ερμηνεία των οικείων διατάξεων ούτε από την φύση τους προκύπτει ότι σκοπήθηκε η πλήρης και απεριόριστη απαλλαγή της Τράπεζας από κάθε φορολογική επιβάρυνση ή συμμετοχή στα κρατικά βάρη (ΟλΣτΕ 854/1934). Άλλωστε, έχει συναφώς κριθεί ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν απαλλάσσεται των δημοτικών τελών (ΣτΕ 447/1982, 1580/1980, 3441/1977, 1645/1958, 903/1957 κλπ.) και ότι με νεότερη διάταξη, εισαχθείσα όμως πριν από την ισχύ του Συντάγματος 1975, νομίμως καταργήθηκε η δασμοφορολογική, κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων, απαλλαγή της Τραπέζης (ΣτΕ 2130, 2131/1978) ως και η ταχυδρομική της ατέλεια (ΟλΣτΕ 1332/1953).

Περαιτέρω κατά την ενώπιον της Ολομελείας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διατυπώθηκαν δύο γνώμες:

17. Η γνώμη της πλειοψηφίας, που απαρτίσθηκε από τους Αλέξανδρο Καραγιάννη, Μεταξία Ανδροβιτσανέα, Νικόλαο Μουδάτσο, Αντιπροέδρους ΝΣΚ, Στέφανο Δέτση, Παρασκευά Βαρελά, Γαρυφαλιά Σκιάνη, Αφροδίτη Κουτούκη, Δήμητρα Κεφάλα, Δημήτριο Αναστασόπουλο, Κωνσταντίνο Κατσούλα, Κωνσταντίνο Κηπουρό, Αλέξανδρο Ροϊλό, Κωνσταντίνα Χριστοπούλου, Ευαγγελία Σκαλτσά, Αθηνά Αλεφάντη, Αγγελική Καστανά, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, Παναγιώτη Παππά, Πέτρο Κωνσταντινόπουλο, Διονύσιο Χειμώνα, Βασιλική Παπαθεοδώρου, Παναγιώτα-Ελευθερία Δασκαλέα-Ασημακοπούλου, Γεώργιο Γρυλωνάκη και Βασίλειο Κορκίζογλου, Νομικούς Συμβούλους του Κράτους (ψήφοι είκοσι πέντε - 25), δέχθηκε τα εξής:

18. Κατά την πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (3) οι επίμαχες έκτακτες εισφορές εντάσσονται στα πλαίσια μιας σειράς δημοσιονομικών μέτρων, που έλαβε ο νομοθέτης για την ικανοποίηση των κριτηρίων δημοσιονομικής πειθαρχίας (μείωση του ελλείμματος και του χρέους), καθώς για λόγους μειωμένης πιστοληπτικής ικανότητας του κράτους δεν ενδεικνυόταν η προσφυγή του στο δημόσιο δανεισμό. Περιελάμβαναν, μεταξύ άλλων, μέτρα όπως μείωση μισθών του Δημοσίου και συντάξεων, αύξηση ή επιβολή νέων φόρων, καθώς και έκτακτη εισφορά (πρβλ ΟλΣτΕ 668/2012 κ.ά.).

19. Ως εκ τούτου ο νομοθέτης, ορίζοντας με το άρθρο 2 του ν.3808/2009 και το άρθρο πέμπτο του ν. 3845/2010 ότι επιβάλλεται «έκτακτη εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης» σε όλα τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 (ημεδαπές Α.Ε., ΕΠΕ, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς που έχουν συσταθεί νόμιμα και τις ενώσεις τους, αλλοδαπές επιχειρήσεις υπό οποιονδήποτε τύπο, ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες) και της παρ. 4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου (προσωπικές εταιρίες, κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κοινοπραξίες κλπ), απέβλεψε στην επιβολή της εισφοράς ως μέτρου έκτακτης οικονομικής επιβάρυνσης σε όλες γενικά τις επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις της χώρας, ακόμα και τις δημόσιες, των ΟΤΑ, τις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δηλαδή ανεξαρτήτως εάν τα νομικά αυτά πρόσωπα υπάγονται στις φορολογικές διατάξεις του νόμου αυτού (περί φορολογίας εισοδήματος) ή σε οιοδήποτε άλλο φορολογικό καθεστώς, με μόνη προϋπόθεση για την υπαγωγή σ' αυτή τα ως άνω νομικά πρόσωπα να έχουν πραγματοποιήσει κατά το έτος βάσης επιβολής των εισφορών αυτών καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη άνω του οριζομένου στις διατάξεις αυτές ορίου.

20. Υπό τα δεδομένα αυτά, όπως παγίως έχει κριθεί σε ανάλογες περιπτώσεις επιβολής εκτάκτων εισφορών (βλ. ΣτΕ 1685/2013 Ολομ.1317, 1318/1979 Ολομ., 3098, 3653/1981, 3202/1982, 116, 2209, 3515/1983, 357/1984 επταμ., 3639/1984, 797, 2729/1986 και ΟλΝΣΚ 130/2017) το εισόδημα αυτό ή τα καθαρά κέρδη δεν αποτελεί το αντικείμενο της επιβαλλόμενης κατά τα ανωτέρω εισφοράς, αλλά το κριτήριο βάσει του οποίου θεωρείται, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, ότι υπάρχει η σχετική φοροδοτική ικανότητα των υποκειμένων στην εισφορά επιχειρήσεων, καθώς και η βάση υπολογισμού της.

21. Συνεπώς, σύμφωνα με την γνώμη της πλειοψηφίας, στις εν θέματι εισφορές υπόκειται και η Τράπεζα της Ελλάδος. Τούτο προκύπτει ιδίως από την ευρύτητα του κύκλου των νομικών προσώπων και επιχειρήσεων που υπόκεινται στις εισφορές αυτές και από το γεγονός ότι οι σχετικές διατάξεις δεν εξαιρούν την Τράπεζα της Ελλάδος από την επιβολή των εισφορών αυτών. Περαιτέρω, από την αιτιολογική έκθεση του ν. 3845/2010 και από τις σχετικές κοινοβουλευτικές συζητήσεις και τα συναφή στοιχεία συνάγεται ότι ο νομοθέτης δεν ηθέλησε να εξαιρέσει από την γενική προσπάθεια για την υπέρβαση της κρίσης το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο (πρβλ ΟλΣτΕ 99/2017, ΣτΕ 1/2016). Τα παραπάνω δεν αναιρούνται από την παραπομπή του νόμου στις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. για τον προσδιορισμό του εισοδήματος που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού των εισφορών αυτών και συνεπώς οι ένδικες εισφορές δεν αποτελούν φόρο εισοδήματος. Εάν ο νομοθέτης επιθυμούσε να εξαιρεθεί η Τράπεζα της Ελλάδος από την επιβολή των εν θέματι εκτάκτων εισφορών, θα περιελάμβανε ρητή εξαίρεση, όπως έπραξε σε άλλες περιπτώσεις φορολογιών (βλ. ενδεικτικά την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 12§1 περ. μμ του ν. 3842/2010, με την οποία εξαίρεσε την Τράπεζα της Ελλάδος από την κατάργηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 73 του Καταστατικού της απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος).

22. Η γνώμη της μειοψηφίας, που απαρτίσθηκε από τους Μιχαήλ Απέσσο, Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Χρυσαφούλα Αυγερινού, Αντιπρόεδρο ΝΣΚ, Ασημίνα Ροδοκάλη, Θεόδωρο Ψυχογυιό, Ευγενία Βελώνη, Νίκη Μαριόλη, Ανδρέα Ανδρουλιδάκη, Βασιλική Τύρου, Στυλιανή Χαριτάκη, Δημήτριο Χανή, Νικόλαο Δασκαλαντωνάκη και Χαράλαμπο Μπρισκόλα, Νομικούς Συμβούλους του Κράτους (ψήφοι δώδεκα -12), δέχθηκε τα εξής:

Ενόψει της ρητής και αναμφισβήτητης απαλλαγής, που απολαύει η Τράπεζα της Ελλάδος από οιονδήποτε φόρο, δυνάμει της, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξης του άρθρου 73 παρ. 1 του κυρωθέντος με το ν. 3424/1927 Καταστατικού της, όπως η διάταξη αυτή ερμηνεύτηκε αυθεντικά με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930, είναι σαφές ότι αυτή απαλλάσσεται ωσαύτως και από την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε δυνάμει του άρθρου 2 του ν. 3808/2009. Και τούτο, διότι με την υπ' αριθ. 1222/2017 πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. σκ. 15 και 18), έγινε ad hoc δεκτό ότι η ως άνω έκτακτη εισφορά, που επιβλήθηκε με τη συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη, συνιστά φόρο και δη φόρο εισοδήματος.

Επομένως, ενόψει του εν λόγω ερμηνευτικού χαρακτηρισμού της επίμαχης εισφοράς από το αναφερθέν Δικαστήριο, πρέπει αυτονόητα να ενεργοποιηθούν οι ρηθείσες απαλλακτικές διατάξεις και, ως εκ τούτου, η Τράπεζα της Ελλάδος δέον να εξαιρεθεί της εις βάρος της επιβολής της εν λόγω εισφοράς, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι ο ν. 3808/09 δεν περιέχει ιδία πρόβλεψη περί εξαίρεσης της εν λόγω Τράπεζας (πρβλ. ΟλΝΣΚ 323/2016, σκ. 11 και 17).

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν ήθελε κριθεί ότι η επίμαχη εισφορά του άρθρου 2 του ν. 3808/09 δεν συνιστά φόρο, τότε και πάλι δεν δύναται να τεθεί ζήτημα επιβολής αυτής εις βάρος της ως άνω Τράπεζας, καθόσον η επιβολή αυτή θα προσέκρουε σαφώς στην εν προκειμένω εφαρμοστέα, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξη του άρθρου 73 του Καταστατικού της, όπως αυτή έχει ερμηνευτεί αυθεντικά, με την οποία προβλέπεται ρητά η απαλλαγή της Τράπεζας «από πάσης αναγκαστικής εισφοράς», άρα και από την προκείμενη έκτακτη εισφορά. Η ορθότητα της ως άνω ερμηνευτικής θέσης καταφάσκεται πλήρως από την ευρύτητα, με την οποία διατυπώνεται η έννοια της μη επιβαλλόμενης εισφοράς στην ως άνω διάταξη, ενόψει, άλλωστε, της ενδεδειγμένης ερμηνευτικής προσέγγισης των φοροαπαλλακτικών διατάξεων αποκλειστικά με κριτήριο τη γραμματική διατύπωση αυτών και όχι βάσει των προθέσεων του νομοθέτη (και δη επί άλλων, μεταγενεστέρων, διατάξεων).

Περαιτέρω δε, κατόπιν της ως άνω ερμηνευτικής παραδοχής πρέπει, ασφαλώς, να γίνει δεκτό ότι η Τράπεζα της Ελλάδος χαίρει απαλλαγής και από την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε, δυνάμει του άρθρου πέμπτου του ν. 3845/2010, στο συνολικό καθαρό εισόδημα των νομικών προσώπων που μνημονεύονται στο εν λόγω άρθρο.

Απάντηση

23. Κατ' ακολουθία των προεκτεθέντων, επί του τεθέντος ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΑΌλομέλεια Διακοπών), γνωμοδοτεί, κατά πλειοψηφία, ως εξής: 

Στα κέρδη της Τράπεζας της Ελλάδος επιβάλλεται η έκτακτη εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις των ν.3808/2009 και 3845/2010.


ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ Αθήνα, 21 Ιουλίου 2017

Ο Πρόεδρος
Μιχαήλ Απέσσος
Πρόεδρος Ν.Σ.Κ.

Η εισηγήτρια
Χριστίνα Διβάνη
Νομικός Σύμβουλος του Κράτους

___________________
1 Το οποίο αποτελεί κατά λέξη μεταφορά του σχεδίου καταστατικού που περιλαμβάνεται ως παράρτημα IV στο από 15 Σεπτεμβρίου 1927 Πρωτόκολλο του Λονδίνου, που υπεγράφη στην Γενεύη.

2 Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν.δ. 413/1970 (Α' 16), «η διάρκεια της εν Αθήναις εδρευούσης ανωνύμου εταιρείας υπό την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» παρατείνεται δυνάμει του παρόντος, ουδεμίας άλλης διατυπώσεως ή πράξεως απαιτουμένης, από της λήξεως της οριζομένης υπό του εν ισχύϊ καταστατικού της, ήτοι μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 2000». Περαιτέρω, με το άρθρο μόνον του ν. 2010/1992 (Α' 20) ορίστηκε: «Κυρώνεται η απόφαση της γενικής συνέλευσης της Τράπεζας της Ελλάδος της 29/4/1991 περί παρατάσεως της διάρκειας της Τράπεζας της Ελλάδος μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 2020». Τέλος, στο άρθρο 165 παρ. 7α του ν. 4099/2012 (Α' 250) ορίσθηκε ότι «Κυρώνεται, σύμφωνα με το άρθρο 7 του κυρωμένου με το ν. 3424/1927 (Α' 298) Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, η από 24 Απριλίου 2012 απόφαση της 79ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος, περί τροποποίησης άρθρων του Καταστατικού της ίδιας Τράπεζας, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής: α) Στο άρθρο 1 οι λέξεις «31 Δεκεμβρίου 2020» αντικαθίστανται ως εξής: «31 Δεκεμβρίου 2050». Η κύρωση έλαβε χώρα ύστερα από την υπ' αριθμ. CON/2012/31/16-4-2012 θετική γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η οποία ζητήθηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 127 παρ. 4 και 282παρ. 5 της Σ.Λ.Ε.Ε.

3 βλ. ΟλΣτΕ 99/2017, ΣτΕ 1/2016, που έκριναν ότι στην εισφορά του ν. 3845/2010 υπόκεινται και τα νομικά πρόσωπα που έχουν στην κυριότητά τους πλοία εγγεγραμμένα σε ελληνικά νηολόγια, δεδομένου ότι «αφού η ένδικη εισφορά δεν αποτελεί φόρο εισοδήματος, ζήτημα αντιθέσεως των σχετικών διατάξεων προς τις διατάξεις των Κεφαλαίων Α έως και Δ του τμήματος Α' του ν. 27/1975, οι οποίες ρυθμίζουν την φορολόγηση του εισοδήματος από την εκμετάλλευση πλοίων με ελληνική σημαία, έχουν δε αυξημένη τυπική ισχύ και, άρα, δεν μπορούν να τροποποιηθούν με κοινό νόμο, δεν τίθεται»).

Αριθ. πρωτ: ΔΕΕΦ Β 1182799 ΕΞ 2016 Τέλη χαρτοσήμου επί προκαταβολής μισθών εργαζομένων

Next: ΠΟΛ.1133/2017 Κατάλογος οντοτήτων και λογαριασμών που πρέπει να αντιμετωπιστούν ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί για τα έτη 2016 και 2017, και ειδικότερα θέματα σχετικά με την τήρηση των κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας δυνάμει των εξουσιοδοτήσεων του άρθρου 9 παρ. 5 περίπτ. β' δεύτερο εδάφιο και παρ. 7 περίπτ. γ' του ν. 4170/2013 (Α' 163) και του άρθρου πέμπτου παρ. 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο και παρ. 5 του ν. 4428/2016 (Α' 190)
$
0
0
Αθήνα, 7 Δεκεμβρίου 2016
Αριθ. Πρωτ: ΔΕΕΦ Β 1182799 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ
ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡ. ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦ. ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’ ΤΕΛΩΝ και ΕΙΔ. ΦΟΡ.

Ταχ.Δ/νση: Σίνα 2- 4
Ταχ.Κωδ.:  10672 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Ν. Ζωγραφάκης
Τηλέφωνο: 210-3642922
FAX: 2103642251

ΘΕΜΑ: Τέλη χαρτοσήμου επί προκαταβολής μισθών εργαζομένων.

Απαντώντας σε γραπτά και προφορικά αιτήματα, με τα οποία ζητούνται διευκρινίσεις σχετικά με την φορολογική αντιμετώπιση, από πλευράς τελών χαρτοσήμου, της προκαταβολής μισθών σε εργαζομένους σε ιδιωτική εταιρεία, μετά την εφαρμογή των διατάξεων του νέου κώδικα φορολογίας εισοδήματος (ν. 4172/2013), σας γνωρίζουμε τα εξής:

1. Στην περίπτωση προκαταβολών μισθών που συμψηφίζονται εφάπαξ και μέσα στον ίδιο μήνα με τον μισθό των υπαλλήλων, δεν θεωρείται ότι υφίσταται δανειακή σχέση μεταξύ του εργοδότη και των υπαλλήλων.

2. Στην περίπτωση προκαταβολών μισθών, που εξοφλούνται δια μηνιαίων κρατήσεων από τις αποδοχές των υπαλλήλων, υφίσταται δανειακή σχέση κατά την έννοια του άρθρου 806 του Αστικού Κώδικα και υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου 3% ή 2% (πλέον εισφοράς υπέρ ΟΓΑ 20% επ’ αυτού), κατά τις διακρίσεις των άρθρων 13§1.α και 15§1.α. του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου.

3. Οι διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 3 ν. 4172/2013 θέτουν τις προϋποθέσεις για τον υπολογισμό παροχής σε είδος σε περίπτωση χορήγησης δανείων από τον εργοδότη στον εργαζόμενο. Από τη διατύπωση της διάταξης αυτής προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση προκαταβολής μισθού αυτή λογίζεται ως δάνειο και εξ αντιδιαστολής μόνο προκύπτει ότι προκαταβολές μισθών έως τρείς μήνες δεν θεωρούνται δάνεια. Αυτό έχει την περαιτέρω συνέπεια ότι για τις προκαταβολές αυτές δεν υπολογίζεται πρόσθετη παροχή σε είδος για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος. Ωστόσο η φύση της συναλλαγής ως δανείου δεν μεταβάλλεται, αφού το άρθρο 13 παρ. 3 ν. 4172/2013 θεσπίζει τεκμήριο για τον υπολογισμό της παροχής σε είδος χωρίς να επιδρά το τεκμήριο αυτό στη φορολογία χαρτοσήμου.

4. Σε κάθε περίπτωση, η εξέταση των πραγματικών περιστατικών, καθώς και της συνδρομής των προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν για την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας, εναπόκειται, ως ζήτημα πραγματικό, στην κρίση των ελεγκτικών υπηρεσιών.


Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΠΟΛ.1133/2017 Κατάλογος οντοτήτων και λογαριασμών που πρέπει να αντιμετωπιστούν ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί για τα έτη 2016 και 2017, και ειδικότερα θέματα σχετικά με την τήρηση των κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας δυνάμει των εξουσιοδοτήσεων του άρθρου 9 παρ. 5 περίπτ. β' δεύτερο εδάφιο και παρ. 7 περίπτ. γ' του ν. 4170/2013 (Α' 163) και του άρθρου πέμπτου παρ. 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο και παρ. 5 του ν. 4428/2016 (Α' 190)

$
0
0

ΠΟΛ 1133/2017

(ΦΕΚ Β' 3035/04-09-2017)

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) Του άρθρου 9, παρ. 5 περίπτ. β, δεύτερο εδάφιο και παρ. 7 περίπτ. γ' του ν. 4170/2013 (Α' 163) «Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ, ρύθμιση θεμάτων της ΕΛ.Τ.Ε., αναμόρφωση Οργανισμού του Ν.Σ.Κ. και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, και ιδίως αναφορικά με την έκδοση απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), σχετικά με την έκδοση καταλόγου οντοτήτων και λογαριασμών που πρέπει να αντιμετωπιστούν ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί και τη ρύθμιση θεμάτων σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών της παρ. 1 περίπτ. β' του ίδιου άρθρου.

β) Του Κεφαλαίου Η', Παράρτημα Ι, Τμήμα ΙΙΙ, Ενότητα Β' παρ. 5 και Ενότητα Γ' παρ. 5 στοιχείο γ' και Τμήμα VIII, Ενότητα Β' παρ. 1 στοιχείο γ' και Ενότητα Γ' παρ. 17 στοιχείο ζ' του ν. 4170/2013, όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει.

γ) Του άρθρου δεύτερου, παρ. 3 υποπαρ. α' και του άρθρου πέμπτου, παρ. 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο και παρ. 5 του ν. 4428/2016 (Α' 190) «Κύρωση της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών και διατάξεις εφαρμογής».

δ) Του άρθρου τρίτου, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα ΙΙΙ, Ενότητα Β' παρ. 5 και Ενότητα Γ' παρ. 5 στοιχείο γ' και Τμήμα VIII, Ενότητα Β' παρ. 1 στοιχείο γ' και Ενότητα Γ' παρ. 17 στοιχείο ζ' του ν. 4428/2016.

ε) Του άρθρου 1 του ν. 3756/2009 (Α' 53) «Σύστημα Άυλων Τίτλων, διατάξεις για την Κεφαλαιαγορά, φορολογικά θέματα και λοιπές διατάξεις».

στ) Των άρθρων 12, παρ. 3 στοιχείο ζ, 14 παρ. 1 στοιχείο ι, 15 παρ. 4, 62 παρ. 1 στοιχείο ε, 64 παρ. 1 στοιχείο ε' και 72 παρ. 1 και 16 του ν. 4172/2013 (Α' 167) «Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις».

ζ) Του άρθρου 5 στοιχεία α', γ' και ζ' του ν. 4364/2016 (Α' 13) «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθμ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθμ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθμ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις».

η) Του ν. 4174/2013 (Α' 170) (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας) και ιδίως των άρθρων 15, 23 και 29.

θ) Του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α' 94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις».

2. Την από 24.9.2015, 25.9.2015 και 18.11.2016 ηλεκτρονική αλληλογραφία της Τράπεζας της Ελλάδος προς τη Δ/νση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (Δ/νση ΔΟΣ) της ΑΑΔΕ.

3. Την από 25.9.2015 ηλεκτρονική αλληλογραφία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς προς τη Δ/νση ΔΟΣ της ΑΑΔΕ.

4. Την από 25.9.2015 και 22.12.2016 ηλεκτρονική αλληλογραφία της Δ/νσης ΔΟΣ της ΑΑΔΕ προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

5. Τον κατάλογο λογαριασμών που πρέπει να αντιμετωπιστούν ως εξαιρούμενοι λογαριασμοί για τους σκοπούς του Τμήματος VΙΙΙ, Ενότητα Γ' παρ. 17 στοιχείο ζ' του Παραρτήματος Ι της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου 2011 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει (EE L 64 της 11.3.2011, EE L 359 της 16.12.2014, ΕΕ L 332 της 18.12.2015, ΕΕ L 146 της 3.6.2016 και EE L 342 της 16.12.2016), όπως δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναθεωρήθηκε (ΕΕ C 362 της 31.10.2015, ΕΕ C της 23.12.2016 και ΕΕ C 139 της 4.5.2017).

6. Τον κατάλογο των οντοτήτων που πρέπει να αντιμετωπίζονται ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα για τους σκοπούς του Τμήματος VIII, Ενότητα Β' παρ. 1 στοιχείο γ' του Παραρτήματος Ι της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, όπως δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ C 362 της 31.10.2015).

7. Τα Σχόλια του ΟΟΣΑ επί του Κοινού Προτύπου Αναφοράς (ΚΠΑ), όπως εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο του ΟΟΣΑ στις 15 Ιουλίου 2014 και ισχύουν.

8. Την αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960/10.3.2017 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» (Β' 968).

9. Την αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β' 130 και Β' 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» και την αριθμ. Δ6Α 1145867 ΕΞ 2013/25.9.2013 (Β' 2417) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκαν, συμπληρώθηκαν και ισχύουν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαρ. α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

10. Την αριθμ. 1 της 20.1.2016 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» (Υ.Ο.Δ.Δ. 18), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

11. Την εισήγηση της Δ/νσης ΔΟΣ της ΑΑΔΕ ως αρμόδιας αρχής κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4170/2013.

12. Την ανάγκη ρύθμισης όλων των σχετικών θεμάτων προκειμένου να εφαρμοστεί ομαλά και απρόσκοπτα το πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών.

13. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού της ΑΑΔΕ,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Υποχρεώσεις εποπτευόντων φορέων σχετικά με την εφαρμογή της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών


1. Για το σκοπό της διασφάλισης των προϋποθέσεων που παρατίθενται στο Κεφάλαιο Η, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Β' παρ. 1 στοιχείο γ' και Ενότητα Γ' παρ. 17 στοιχείο ζ' του ν. 4170/2013 και στο άρθρο τρίτο, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Β' παρ. 1 στοιχείο γ' και Ενότητα Γ' παρ. 17 στοιχείο ζ' του ν. 4428/2016, η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζουν στη Δ/νση ΔΟΣ της ΑΑΔΕ, ως αρμόδιας αρχής κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4170/2013, κατάλογο οντοτήτων και λογαριασμών που πρέπει να αντιμετωπιστούν ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί, λαμβάνοντας υπόψη τα αντίστοιχα Σχόλια του ΟΟΣΑ επί του ΚΠΑ, όπως εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο του ΟΟΣΑ στις 15 Ιουλίου 2014 και ισχύουν.

2. Σε περίπτωση μη ύπαρξης οντοτήτων ή/και λογαριασμών της προηγούμενης παραγράφου, η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οφείλουν να ενημερώσουν σχετικώς τη Δ/νση ΔΟΣ της ΑΑΔΕ.

3. Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζουν στη Δ/νση ΔΟΣ της ΑΑΔΕ κατάλογο των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων, κατά την έννοια του Κεφαλαίου Η, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Α' παρ. 1 του ν.4170/2013 και του άρθρου τρίτου, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Α' παρ. 1 του ν. 4428/2016.

Άρθρο 2
Χρόνος και τρόπος υποβολής των καταλόγων του άρθρου 1


1. Για την εφαρμογή των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της παρούσας, ως χρόνος υποβολής του καταλόγου Μη Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων ή/και των Εξαιρούμενων Λογαριασμών ή ως χρόνος ενημέρωσης της Δ/νσης ΔΟΣ της ΑΑΔΕ για τη μη ύπαρξή τους ορίζεται η 15η Σεπτεμβρίου του προηγούμενου έτους από το έτος εφαρμογής των κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με το Κεφάλαιο Η', Παραρτήματα Ι και ΙΙ του ν. 4170/2013 και το άρθρο τρίτο, παρ. 1 και 2 του ν. 4428/2016.

2. Για την εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 1 της παρούσας, η υποβολή του καταλόγου των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων λαμβάνει χώρα εντός μηνός από το τέλος του έτους εφαρμογής των κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με το Κεφάλαιο Η, Παραρτήματα Ι και ΙΙ του ν. 4170/2013 και το άρθρο τρίτο, παρ. 1 και 2 του ν. 4428/2016.
Ειδικά για το έτος 2016, η υποβολή αυτού του καταλόγου μπορεί να λάβει χώρα εντός μηνός από το τέλος του τρέχοντος έτους.

3. Ο κατάλογος των Μη Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων ή/και των Εξαιρούμενων Λογαριασμών της παρ. 1 του άρθρου 1 της παρούσας, υποβάλλεται σε ηλεκτρονική μορφή σύμφωνα με τα υποδείγματα που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα 1 και 2 της παρούσας, αντίστοιχα, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της.

Άρθρο 3
Διαβίβαση του καταλόγου των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων


Ο κατάλογος της παρ. 3 του άρθρου 1 της παρούσας διαβιβάζεται από τη Δ/νση ΔΟΣ στη Δ/νση Ελέγχων της Γενικής Δ/νσης Φορολογικής Διοίκησης της ΑΑΔΕ.

Άρθρο 4
Κατάλογος οντοτήτων και λογαριασμών που αντιμετωπίζονται ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί


1. Για τα έτη 2016 και 2017, καμία Οντότητα, κατά την έννοια του Κεφαλαίου Η, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητας Ε' παρ. 3 και του άρθρου τρίτου, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Ε' παρ. 3 του ν. 4428/2016, δεν λογίζεται ως Μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

2. Για τα έτη 2016 και 2017, ως Εξαιρούμενος Λογαριασμός λογίζονται τα ομαδικά ασφαλιστήρια συνταξιοδοτικών συμβολαίων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 3 στοιχείο ζ', 14 παρ. 1 στοιχείο ι, 15 παρ. 4, 62 παρ. 1 στοιχείο ε, 64 παρ. 1 στοιχείο ε' και 72 παρ. 1 και 16 του ν. 4172/2013 και του άρθρου 5 στοιχεία α, γ' και ζ' του ν. 4364/2016.

Άρθρο 5
Ειδικότερες ρυθμίσεις σχετικά με τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς των Κεντρικών Αποθετηρίων Τίτλων


1. Στην περίπτωση Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών Θεματοφυλακής, κατά την έννοια του Κεφαλαίου Η', Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Γ' παρ. 3 του ν. 4170/2013 και του άρθρου τρίτου, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα VIII, Ενότητα Γ' παρ. 3 του ν. 4428/2016, της Τράπεζας της Ελλάδος (που ενεργεί ως Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων) ή του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών (Διαχειριστής του Συστήματος Άυλων Τίτλων), όπως ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 3756/2009, όπως κάθε φορά ισχύει, στους οποίους καταχωρίζονται τίτλοι που τηρούνται από ή μέσω ενός ή περισσότερων άλλων Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων, οι σχετικοί Χρηματοοικονομικοί Λογαριασμοί θεωρείται ότι τηρούνται από αυτά τα άλλα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Η, Παράρτημα ΙΙ, παρ. 4 περίπτ. α' του ν. 4170/2013 και στο άρθρο τρίτο, παρ. 2, Παράρτημα ΙΙ, παρ. 4 περίπτ. α' του ν. 4428/2016. Αυτά τα άλλα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα ευθύνονται για οποιαδήποτε υποβολή στοιχείων απαιτείται σε σχέση με αυτούς τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ. 1 περίπτ. β' και στο Κεφάλαιο Η, Παράρτημα Ι, Τμήμα ΙΙΙ, Ενότητα Β' παρ. 5 και Ενότητα Γ' παρ. 5 περίπτ. γ' του ν. 4170/2013 και τα οριζόμενα στο άρθρο δεύτερο παρ. 3 υποπαρ. α' και άρθρο τρίτο, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα ΙΙΙ, Ενότητα Β' παρ. 5 και Ενότητα Γ' παρ. 5 περίπτ. γ' του ν. 4428/2016.

2. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, κατά περίπτωση, μπορεί να υποβάλλει στοιχεία για λογαριασμό των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων της παρ. 1, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Η, Παράρτημα Ι, Τμήμα ΙΙ Ενότητα Γ' του ν. 4170/2013 και στο άρθρο τρίτο, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα ΙΙ Ενότητα Δ' του ν. 4428/2016.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 23 Αυγούστου 2017

Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΠΟΛ.1136/2017 Οφειλή τελών κυκλοφορίας στην περίπτωση επιβατικών αυτοκινήτων οχημάτων τα οποία δεν τελούν υπό την φυσική κατοχή των ιδιοκτητών τους, λόγω μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας μεταβίβασής τους από αγοραστές

Previous: ΠΟΛ.1133/2017 Κατάλογος οντοτήτων και λογαριασμών που πρέπει να αντιμετωπιστούν ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί για τα έτη 2016 και 2017, και ειδικότερα θέματα σχετικά με την τήρηση των κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας δυνάμει των εξουσιοδοτήσεων του άρθρου 9 παρ. 5 περίπτ. β' δεύτερο εδάφιο και παρ. 7 περίπτ. γ' του ν. 4170/2013 (Α' 163) και του άρθρου πέμπτου παρ. 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο και παρ. 5 του ν. 4428/2016 (Α' 190)
$
0
0
Αθήνα, 1 /9/2017
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ


 
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β

Ταχ. Δ/νση    :Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας :10672 Αθήνα
Πληροφορίες :Β. Ζαρκαδούλα
Τηλέφωνο    :2103644781,
2103642570

ΠΟΛ 1136 /2017

Θέμα: «Οφειλή τελών κυκλοφορίας στην περίπτωση επιβατικών αυτοκινήτων οχημάτων τα οποία δεν τελούν υπό την φυσική κατοχή των ιδιοκτητών τους, λόγω μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας μεταβίβασής τους από αγοραστές.»


Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος έχει υποβληθεί σειρά ερωτημάτων από πολίτες και υπηρεσίες με τα οποία τίθεται το ζήτημα της χρέωσης τελών κυκλοφορίας σε βάρος ιδιοκτητών επιβατικών αυτοκινήτων οχημάτων, ενώ αυτά δεν τελούν πλέον υπό την φυσική κατοχή τους, λόγω μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας μεταβίβασής τους από την πλευρά του νέου κατόχου με αλλαγή της άδειας κυκλοφορίας στο όνομά του. Η μη ολοκλήρωση γίνεται είτε εσκεμμένα, (εξαπάτηση του πωλητή), είτε λόγω αδράνειας του αγοραστή ή του εξουσιοδοτημένου για το σκοπό αυτό τρίτου προσώπου. Eπί του θέματος έχουν ήδη δοθεί οδηγίες με τις ΠΟΛ.1133/2015 και 1147/2015. Για λόγους ομοιόμορφης εφαρμογής από τις Δ.Ο.Υ., δίδονται με την παρούσα πρόσθετες διευκρινίσεις :

1.    Ως πρόσωπο υπόχρεο για την καταβολή των τελών κυκλοφορίας ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 16 του ν. 2367/1953, ο ιδιοκτήτης του οχήματος όπως αυτός προκύπτει από την άδεια κυκλοφορίας, ή ο κάτοχος αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαρ. Ε7 του άρθρου πρώτου ν. 4093/2012 (222 Α').

2.    Με τις ΠΟΛ 1133/2015 και ΠΟΛ 1147/2015 εδόθησαν οδηγίες σύμφωνα με τις οποίες, τα οχήματα των εν λόγω περιπτώσεων δύναται να τεθούν σε αναγκαστική ακινησία από την ημερομηνία έκδοσης της βεβαίωσης της Τροχαίας. Για τα τέλη που οφείλονται από την φερόμενη ημερομηνία της μεταβίβασης (η οποία δεν ολοκληρώθηκε) έως το χρόνο θέσης σε αναγκαστική ακινησία κατά τα προαναφερθέντα, η Φορολογική Διοίκηση έχει κάνει δεκτό ότι ο ιδιοκτήτης του οχήματος δεν υπέχει υποχρέωση καταβολής τελών κυκλοφορίας εφόσον το γεγονός που επικαλείται διαπιστούται δια δικαστικής αποφάσεως.

3.    Οι δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται για το σκοπό αυτό, είτε από ποινικά είτε από αστικά δικαστήρια, όπως είναι λογικό, ποικίλουν ως προς το διατακτικό τους, ανάλογα με
τη φύση της διαφοράς (ποινικού ή αστικού χαρακτήρα). Το εκάστοτε δικαστήριο αφού αξιολογήσει τα τιθέμενα υπόψη του περιστατικά, αποφαίνεται, ανάλογα, για την ύπαρξη ή μη ευθύνης ή ενοχής, του αγοραστή ενώ περαιτέρω δύναται να επιδικάσει κατά περίπτωση: α) πρόστιμο, β) υποχρέωση αποζημίωσης, γ) υποχρέωση σε δήλωση βουλήσεως, κλπ. Σε αρκετές δε περιπτώσεις η δίκη διεξάγεται ερήμην του κατηγορούμενου/εναγόμενου.

4.    Για τις ανάγκες εκτέλεσης της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης από την Φορολογική Διοίκηση, το κρίσιμο στοιχείο που πρέπει να εξετάζεται από τις Δ.Ο.Υ. είναι εάν από την απόφαση προκύπτει η ευθύνη (επί αστικής δίκης) ή ενοχή (επί ποινικής δίκης) του αγοραστή για μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας μεταβίβασης του οχήματος με την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας στο όνομά του, όπως όφειλε να πράξει.
Στις περιπτώσεις αυτές, και κατ' εφαρμογήν της δικαστικής απόφασης, γίνεται δεκτό ότι ο πωλητής δεν υπέχει υποχρέωση καταβολής τελών κυκλοφορίας από την ημερομηνία που, σύμφωνα με την δικαστική απόφαση, διαπιστώνεται το γεγονός της πώλησης του οχήματος στο νέο κάτοχο - αγοραστή, έως την θέση αυτού σε αναγκαστική ακινησία σύμφωνα με την ΠΟΛ 1133/2015.
Κατά συνέπεια, με την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης θα μπορεί ο πωλητής να υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για διαγραφή από τον ΑΦΜ του των βεβαιωμένων τελών κυκλοφορίας και των σχετικών προστίμων τα οποία αφορούν στην προαναφερθείσα χρονική περίοδο όπως αυτή προκύπτει από την απόφαση.

5.    Στη συνέχεια, και χωρίς καμία καθυστέρηση, οι Δ.Ο.Υ. θα πρέπει να προβαίνουν σε όλες τις διαθέσιμες ελεγκτικές και διασταυρωτικές ενέργειες που περιγράφονται παρακάτω, για την φορολογική ταυτοποίηση του προσώπου που, σύμφωνα πάντοτε με τη δικαστική απόφαση, αναγνωρίζεται ως αγοραστής ή κηρύχθηκε ένοχο επειδή δεν προέβη σε έκδοση της άδειας κυκλοφορίας στο όνομά του όπως είχε υποχρέωση ή φέρει την ευθύνη για την μη ολοκλήρωση της μεταβίβασης.
Συγκεκριμένα οι Δ.Ο.Υ. θα πρέπει να προβαίνουν στις κάτωθι διασταυρώσεις και ελεγκτικές ενέργειες προκειμένου να εξαντλήσουν τα περιθώρια φορολογικής ταυτοποίησης του αγοραστή, ακόμα κι αν τα στοιχεία που διαθέτουν προς το σκοπό αυτό είναι ιδιαιτέρως περιορισμένα:
1)    Πρόσβαση    στο υποσύστημα "Επιβεβαίωση στοιχείων ταυτότητας"
2)    Πρόσβαση    στο υποσύστημα "Επιβεβαίωση στοιχείων μεταναστών"
3)    Πρόσβαση    στο υποσύστημα "Μητρώο"των Δ.Ο.Υ.
4)    Πρόσβαση    πληροφοριακό σύστημα της ΗΔΙΚΑ (για ΑΜΚΑ κ.λ.π.)
5)    Έγγραφο    στη Γ.Α.Δ.Α. "Γραφείο Εξακριβώσεων".
Εφόσον ολοκληρωθεί η διαδικασία φορολογικής ταυτοποίησης, τα ποσά των τελών κυκλοφορίας και των προστίμων που αφορούν στην χρονική περίοδο που, σύμφωνα με την δικαστική απόφαση, ο αγοραστής ήταν «εν τοις πράγμασι κάτοχος» του οχήματος, επιβάλλονται στον ΑΦΜ του προσώπου αυτού.

6.    Ενδέχεται επίσης να προσκομισθεί στη Δ.Ο.Υ. από φορολογούμενο (πωλητή) τελεσίδικη δικαστική απόφαση κατά τα ανωτέρω οριζόμενα, χωρίς να έχουν βεβαιωθεί ακόμα στο όνομά του τα τέλη κυκλοφορίας της επίμαχης περιόδου. Σε μια τέτοια περίπτωση ο φορολογούμενος δεν αιτείται την διαγραφή ήδη βεβαιωμένων τελών αλλά την μη επιβολή τους στο όνομά του. Είναι στην αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. αφού διενεργήσει έλεγχο
οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας για το συγκεκριμένο όχημα να προβαίνει στην εξαρχής επιβολή των τελών κυκλοφορίας στο πρόσωπο που, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, ήταν ο «εν τοις πράγμασι κάτοχος» κατά την χρονική αυτή περίοδο.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΠΟΛ.1135/2017 Καθορισμός του καταλόγου των Δικαιοδοσιών των Αρμόδιων Αρχών της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου πέμπτου του ν. 4428/2016 (Α' 190)

$
0
0
ΠΟΛ 1135/2017

(ΦΕΚ Β' 3053/05-09-2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Του άρθρου πέμπτου, παρ. 2 του ν. 4428/2016 (Α' 190) «Κύρωση της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών και διατάξεις εφαρμογής», σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου πρώτου του ίδιου νόμου.
β) Του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α' 94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις».

2. Τον από Ιούνιο 2017 κατάλογο του ΟΟΣΑ με τις δικαιοδοσίες που έχουν δεσμευθεί για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του Κοινού Προτύπου
Αναφοράς με πρώτη ανταλλαγή πληροφοριών το 2017 και το 2018, τον από 29.06.2017 κατάλογο του ΟΟΣΑ με τις δικαιοδοσίες που έχουν υπογράψει την Πολυμερή Συμφωνία Αρμοδίων Αρχών για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών, και την από 12.05.2017 έκθεση παρακολούθησης του Παγκοσμίου Φόρουμ του ΟΟΣΑ για τη Διαφάνεια και την Ανταλλαγή Πληροφοριών για Φορολογικούς Σκοπούς.

3. Την από 30.06.2017 Γνωστοποίηση της Ελληνικής Δημοκρατίας δυνάμει του Τμήματος 7, παρ. 1, περίπτ. στ' της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμοδίων Αρχών για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών (ΠΣΑΑ) προς τη Γραμματεία Συντονιστικού Οργάνου του ΟΟΣΑ, σχετικά με τον κατάλογο των Δικαιοδοσιών των Αρμοδίων Αρχών ως προς τις οποίες η Αρμόδια Αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας προτίθεται να θέσει σε ισχύ και να εφαρμόζει την ΠΣΑΑ.

4. Την αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» (Β' 968/22.03.2017).

5. Το π.δ. 73/2015 (Α' 116/23.9.2015) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

6. Το π.δ. 125/2016 (Α' 210/5.11.2016) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

7. Την απόφαση με αριθμό ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016, (Β' 3696/15.11.2016) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».

8. Την αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β' 130 και Β' 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» και την αριθμ. Δ6Α 1145867 ΕΞ2013/25.9.2013 (Β' 2417) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκαν, συμπληρώθηκαν και ισχύουν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαρ. α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

9. Την αριθμ. 1 της 20.1.2016 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» (Υ.Ο.Δ.Δ. 18), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Κατάλογος με τις Δικαιοδοσίες Αρμόδιων Αρχών


Ορίζεται ο κατάλογος με τις Δικαιοδοσίες Αρμόδιων Αρχών ως προς τις οποίες η Αρμόδια Αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας προτίθεται να θέσει σε ισχύ και εφαρμογή, σε διμερή βάση, την Πολυμερή Συμφωνία Αρμόδιων Αρχών για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών (ΠΣΑΑ), με βάση τις δηλώσεις βούλησης εκ μέρους όλων των Δικαιοδοσιών που έχουν υπογράψει την ΠΣΑΑ ως προς το έτος της πρώτης ανταλλαγής πληροφοριών, ως εξής:

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΩΝ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΡΟΤΙΘΕΤΑΙ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΣΕ ΙΣΧΥ ΚΑΙ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΥΜΕΡΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΜΕ ΠΡΩΤΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟ 2017

Δικαιοδοσίες Αρμόδιων Αρχών

Α/Α

Ονομασία στην ελληνική γλώσσα

Ονομασία στην αγγλική γλώσσα

Πλήρης Ονομασία Δικαιοδοσίας στην ελληνική γλώσσα

Κωδικός Δικαιοδοσίας

1

Ανγκουίλα

Anguilla

Ανγκουίλα (υπερπόντιο έδαφος Η.Β.)

ΑΙ

2

Αργεντινή

 

Δημοκρατία της Αργεντινής

AR

3

Βερμούδες

Bermuda

Βερμούδες (υπερπόντιο έδαφος Η.Β.)

BM

4

Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι

British Virgin Islands

Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι (υπερπόντιο έδαφος Η.Β.)

VG

5

Nήσοι ^ιμαν

Cayman Islands

Έδαφος των Νήσων Κάιμαν (υπερπόντιο έδαφος Η.Β.)

ΚΥ

6

Κολομβία

Colombia

Δημοκρατία της Κολομβίας

CO

7

Φερόες Νήσοι

Faroe Islands

Φερόες Νήσοι (αυτοδιοικούμενο έδαφος της Δανίας)

FO

8

Γροιλανδία

Greenland

Γροιλανδία (αυτοδιοικούμενο έδαφος της Δανίας)

GL

9

Γκέρνζι

Guernsey

Βαϊλάτο του Γκέρνζι (εξαρτημένο έδαφος του Η.Β. για θέματα εξωτερικών σχέσεων)

GG

10

Ισλανδία

Iceland

Ισλανδία

IS

11

Ινδία

India

Δημοκρατία της Ινδίας

IN

12

Νήσος του Μαν

Isle of Man

Νήσος του Μαν (εξαρτημένο έδαφος του Η.Β. για θέματα εξωτερικών σχέσεων)

IM

13

Τζέρζι

Jersey

Βαϊλάτο του Τζέρζι (εξαρτημένο έδαφος του Η.Β. για θέματα εξωτερικών σχέσεων)

JE

14

Νότια Κορέα

Korea

Δημοκρατία της Κορέας

KR

15

Μεξικό

Mexico

Ηνωμένες Πολιτείες του Μεξικού

MX

16

Μοντσεράτ

Montserrat

Μοντσεράτ

MS

17

Κάτω Χώρες (σχετικά με τις νήσους Μποναίρ, Άγιος Ευστάθιος και Σάμπα)

Netherlands (in respect to BQ ISO code territories: the islands of Bonaire, Sint Eustatius and Saba)

Βασίλειο των Κάτω Χωρών (σχετικά με τις νήσους Μποναίρ, Άγιος Ευστάθιος και Σάμπα)

NL

(νήσοι Μποναίρ, Αγιος Ευστάθιος και Σάμπα με κωδικό BQ)

18

Νορβηγία

Norway

Βασίλειο της Νορβηγίας

NO

19

Σεϋχέλλες

Seychelles

Δημοκρατία των Σεϋχελλών

SC

20

Νότια Αφρική

South Africa

Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής

ZA

21

Νήσοι Τερκ και Κάικος

Turks and Caicos Islands

Νήσοι Τερκ και Κάικος (υπερπόντια εδάφη Η.Β.)

TC





Β. ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΩΝ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΡΟΤΙΘΕΤΑΙ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΣΕ ΙΣΧΥ ΚΑΙ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΥΜΕΡΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΜΕ ΠΡΩΤΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟ 2018

Δικαιοδοσίες Αρμόδιων Αρχών

Α/Α

Ονομασία στην ελληνική γλώσσα

Ονομασία στην αγγλική γλώσσα

Πλήρης Ονομασία Δικαιοδοσίας στην ελληνική γλώσσα

Κωδικός Δικαιοδοσίας

1

Αντίγκουα και Μπαρμπούντα

Antigua and Barbuda

Αντίγκουα και Μπαρμπούντα

AG

2

Αρούμπα

Aruba

Αρούμπα (αυτόνομη οντότητα του Βασιλείου των Κάτω Χωρών)

AW

3

Αυστραλία

Australia

Κοινοπολιτεία της Αυστραλίας

AU

4

Μπαχρέιν

Bahrain

Βασίλειο του Μπαχρέιν

BH

5

Μπαρμπάντος

Barbados

Μπαρμπάντος (τα)

BB

6

Μπελίζε

Belize

Μπελίζε (η)

BZ

7

Βραζιλία

Brazil

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας

BR

8

Καναδάς

Canada

Καναδάς

CA

9

Χιλή

Chile

Δημοκρατία της Χιλής

CL

10

Κίνα

China

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

CN

11

Κόστα Ρίκα

Costa Rica

Δημοκρατία της Κόστα Ρίκα

CR

12

Νήσοι Κουκ

Cook Islands

ΝήσοιΚουκ

CK

13

Κουρασάο

Curagao

Κουρασάο (αυτόνομη οντότητα του Βασιλείου των Κάτω Χωρών από 10.10.2010)

CW

14

Γκάνα

Ghana

Δημοκρατία της Γκάνας

GH

15

Γρενάδα

Grenada

Γρενάδα

GD

16

Ινδονησία

Indonesia

Δημοκρατία της Ινδονησίας

ID

17

Ισραήλ

Israel

Κράτοςτου Ισραήλ

IL

18

Ιαπωνία

Japan

Ιαπωνία

JP

19

Κουβέιτ

Kuwait

Κράτος του Κουβέιτ

KW

20

Λίβανος

Lebanon

Δημοκρατία του Λιβάνου

LB

21

Μαλαισία

Malaysia

Μαλαισία

MY

22

Νήσοι Μάρσαλ

Marshall Islands

Δημοκρατία των Νήσων Μάρσαλ

MH

23

Μαυρίκιος

Mauritius

Δημοκρατία του Μαυρικίου

MU

24

Ναουρού

Nauru

Δημοκρατία του Ναουρού

NR

25

Νέα Ζηλανδία

New Zealand

Νέα Ζηλανδία

NZ

26

Νιούε

Niue

Νιούε (το)

NU

27

Πακιστάν

Pakistan

Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν

ΡΚ

28

Ρωσία

Russian Federation

Ρωσική Ομοσπονδία

RU

29

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις

Saint Kitts and Nevis

Ομοσπονδία Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις

KN

30

Αγία Λουκία

Saint Lucia

Αγία Λουκία

LC

31

Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες

Saint Vincent and the Grenadines

Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες

VC

32

Σαμόα

Samoa

Ανεξάρτητο Κράτος της Σαμόα

WS

33

Σαουδική Αραβία

Saudi Arabia

Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας

SA

34

Σινγκαπούρη

Singapore

Δημοκρατία της Σινγκαπούρης

SG

35

Άγιος Μαρτίνος

Sint Maarten

Άγιος Μαρτίνος (αυτόνομη οντότητα του Βασιλείου των Κάτω Χωρών από 10.10.2010)

SX

36

Τουρκία

Turkey

Δημοκρατία της Τουρκίας

TR

37

Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα

United Arab Emirates

Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα

AE

38

Ουρουγουάη

Uruguay

Ανατολική Δημοκρατία της Ουρουγουάης

UY




Γ. ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΩΝ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΡΟΤΙΘΕΤΑΙ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΣΕ ΙΣΧΥ ΚΑΙ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΥΜΕΡΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΜΕ ΠΡΩΤΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ 2018

Δικαιοδοσίες Αρμόδιων Αρχών

Α/Α

Ονομασία στην ελληνική γλώσσα

Ονομασία στην αγγλική γλώσσα

Πλήρης Ονομασία Δικαιοδοσίας στην ελληνική γλώσσα

Κωδικός Δικαιοδοσίας

1

Αλβανία

Albania

Δημοκρατία της Αλβανίας

AL




Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 29 Αυγούστου 2017

Ο Υπουργός   
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Αριθ. πρωτ.: 29341/2017 Γνωστοποίηση ρυθμίσεων του άρθρου 28 του ν. 4483/2017 (Α’ 107)

Next: Αριθ. πρωτ.: οικ. 34188/2017 Περαίωση της διαδικασίας κτηματογράφησης - καταχώριση των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία - Ορισμός της ημερομηνίας για την έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου: α) στο Δήμο Νέας Μάκρης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Νέας Μάκρης του Δήμου Μαραθώνος της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, β) στο Δήμο Ραφήνας του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Ραφήνας του Δήμου Ραφήνας- Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, γ) στην Κοινότητα Ανθούσης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Ανθούσης του Δήμου Παλλήνης της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής και δ) στην Κοινότητα Πικερμίου του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Πικερμίου του Δήμου Ραφήνας - Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής
$
0
0
Αθήνα, 1 /9 / 2017
Αριθ.Πρωτ: 29341

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Τ.Α.
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Τ.Α.

Ταχ. Δ/νση : Σταδίου 27
Τ.Κ. : 10183 Αθήνα
Πληροφορίες : Μ..Διαμάντη
Τηλέφωνο : 213-1364390
FAX : 213-1364359

ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: Γνωστοποίηση ρυθμίσεων του άρθρου 28 του ν.4483/2017 (Α’ 107)


Σας γνωρίζουμε ότι με τις διατάξεις του άρθρου 28 του ν.4483/2017 (ΦΕΚ Α’ 107) «Ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) – Ρυθμίσεις σχετικές με την οργάνωση, τη λειτουργία, τα οικονομικά και το προσωπικό των Ο.Τ.Α. – Ευρωπαϊκοί Όμιλοι Εδαφικής Συνεργασίας – Μητρώο Πολιτών και άλλες διατάξεις», παρατάθηκε η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της παρ.2 του άρθρου 43 του ν.4369/2016.

Μέχρι την ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης και λειτουργίας των δημοτικών παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών, με την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος που προβλέπεται στην παρ.1 του άρθρου 43 του ν.4369/2016, και προκειμένου οι παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί που λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των δήμων ή ως υπηρεσία αυτών να έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην συγχρηματοδοτούμενη πράξη «Εναρμόνιση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής» του Ε.Σ.Π.Α., η οριζόμενη στο πρώτο εδάφιο της παρ.2 του ως άνω άρθρου προθεσμία, παρατείνεται από τη λήξη της και μέχρι 31 Ιουλίου 2018.

Κατόπιν τούτων, παρακαλούμε όπως ενημερώσετε τους δήμους χωρικής σας αρμοδιότητας.

Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε πληροφορία και περαιτέρω διευκρίνιση.



Ο Γενικός Γραμματέας
Κώστας Πουλάκης

Αριθ. πρωτ.: οικ. 34188/2017 Περαίωση της διαδικασίας κτηματογράφησης - καταχώριση των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία - Ορισμός της ημερομηνίας για την έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου: α) στο Δήμο Νέας Μάκρης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Νέας Μάκρης του Δήμου Μαραθώνος της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, β) στο Δήμο Ραφήνας του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Ραφήνας του Δήμου Ραφήνας- Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, γ) στην Κοινότητα Ανθούσης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Ανθούσης του Δήμου Παλλήνης της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής και δ) στην Κοινότητα Πικερμίου του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Πικερμίου του Δήμου Ραφήνας - Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής

$
0
0

Αριθ. πρωτ. οικ. 34188

(ΦΕΚ Β' 3055/05-09-2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 11 (παρ. 1), 12 και 13α (παρ. 4) του ν. 2308/1995 «Κτηματογράφηση για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου. Διαδικασία έως τις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία και άλλες διατάξεις» (Α'/114), όπως ισχύουν.

2. Τις διατάξεις του άρθρου 1 (παρ. 3) του ν. 2664/1998 «Εθνικό Κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις» (Α'/275), όπως ισχύει.

3. Τις διατάξεις των άρθρων 1 (παρ. 1 και 11), 3 και 13 (παρ. 2) του ν. 4164/2013 «Συμπλήρωση των διατάξεων περί Εθνικού Κτηματολογίου και άλλες ρυθμίσεις» (Α'/156).

4. Τις διατάξεις της αριθ. 10887/2007 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων περί μεταφοράς πόρων και αρμοδιοτήτων του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος στην εταιρεία ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε. (Β'/416).

5. Την αριθ. οικ. 201/5-1-2016 απόφαση του Υπουργού και του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας με θέμα «Εξουσιοδότηση υπογραφής "Με εντολή Υπουργού" του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και "Με εντολή Αναπληρωτή Υπουργού" του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο Γενικό Γραμματέα Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο Γενικό Γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος, στο Γενικό Γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, στον Ειδικό Γραμματέα Υδάτων, στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων στους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων και στους Προϊσταμένους Τμημάτων και των Αυτοτελών Τμημάτων και τους Προϊσταμένους του ΣΕΠΔΕΜ και τον Προϊστάμενο και τους Προϊσταμένους Μονάδων της Επιτελικής Δομής ΕΣΠΑ ΥΠΕΝ» (Β'/6).

6. Την αριθ. 9400/1.03.2007 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Β'/429) με την οποία κηρύχθηκαν υπό κτηματογράφηση, μεταξύ άλλων οι Δήμοι Νέας Μάκρης, Ραφήνας και οι Κοινότητες Ανθούσης και Πικερμίου του Νομού Αττικής.

7. Το αριθ. 744/2/2/20-07-2017 απόσπασμα πρακτικού του Δ.Σ. της εταιρείας «ΕΘΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (διακριτικός τίτλος «ΕΚΧΑ Α. Ε.»).

8. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1


Διαπιστώνεται η περαίωση της διαδικασίας κτηματογράφησης και η ολοκλήρωση της καταχώρισης των πρώτων εγγραφών στο κτηματολογικό βιβλίο για τα ακίνητα: α) του Δήμου Νέας Μάκρης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτικής Ενότητας Νέας Μάκρης του Δήμου Μαραθώνος της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, β) του Δήμου Ραφήνας του Νομού Αττικής, νυν Δημοτικής Ενότητας Ραφήνας του Δήμου Ραφήνας - Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, γ) της Κοινότητας Ανθούσης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτικής Ενότητας Ανθούσης του Δήμου Παλλήνης της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής και δ) της Κοινότητας Πικερμίου του Νομού Αττικής, νυν Δημοτικής Ενότητας Πικερμίου του Δήμου Ραφήνας - Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής κατά μεταφορά από τους αναμορφωμένους κτηματολογικούς πίνακες και διαγράμματα της Ανάρτησης, όπου αυτά περιλαμβάνονται, με αριθμό ειδικού πρωτοκόλλου παραλαβής κτηματολογικών στοιχείων από την ΕΚΧΑ Α.Ε. 282/05-07-2017 για τις ίδιες περιοχές.

Άρθρο 2

1. Ως ημερομηνία έναρξης ισχύος του Κτηματολογίου σε όλες τις περιοχές του άρθρου 1 ορίζεται η 05.09.2017, ημέρα Τρίτη.

2. Η έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου στις περιοχές αυτές αφορά μόνο στα ακίνητα που περιλαμβάνονται στους αναμορφωμένους κτηματολογικούς πίνακες και διαγράμματα της ανάρτησης με αριθμό ειδικού πρωτοκόλλου παραλαβής κτηματολογικών στοιχείων από την «ΕΚΧΑ Α.Ε.» 282/05-07-2017, για τα οποία διενεργήθηκαν οι πρώτες εγγραφές στο κτηματολογικό βιβλίο.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 31 Ιουλίου 2017

Με εντολή Υπουργού

Η Γενική Γραμματέας Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος
ΕΙΡΗΝΗ ΚΛΑΜΠΑΤΣΕΑ


Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1129434 ΕΞ 2017 Δασμολογική κατάταξη συνόλων συσκευασμένων για τη λιανική πώληση που περιλαμβάνουν είδη αμελητέας αξίας που δεν σχετίζονται με το σύνολο - Γενικός Κανόνας 3β) του Δασμολογίου

Previous: Αριθ. πρωτ.: οικ. 34188/2017 Περαίωση της διαδικασίας κτηματογράφησης - καταχώριση των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία - Ορισμός της ημερομηνίας για την έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου: α) στο Δήμο Νέας Μάκρης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Νέας Μάκρης του Δήμου Μαραθώνος της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, β) στο Δήμο Ραφήνας του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Ραφήνας του Δήμου Ραφήνας- Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, γ) στην Κοινότητα Ανθούσης του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Ανθούσης του Δήμου Παλλήνης της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής και δ) στην Κοινότητα Πικερμίου του Νομού Αττικής, νυν Δημοτική Ενότητα Πικερμίου του Δήμου Ραφήνας - Πικερμίου της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής
$
0
0
Αθήνα, 5 Σεπτεμβρίου 2017
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1129434 ΕΞ2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α: ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΔΑΣΜΟΛΟΓ. ΑΞΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση:Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:Ε.Μπίρμπιλα
Τηλέφωνο:210-69.87.475
Fax:210-69.87.506
E-Mail:ebirbila@2001.syzefxis.gov.gr
Url:www.aade.gr
 
Θέμα: «Δασμολογική κατάταξη συνόλων συσκευασμένων για τη λιανική πώληση που περιλαμβάνουν είδη αμελητέας αξίας που δεν σχετίζονται με το σύνολο - Γενικός Κανόνας 3β) του Δασμολογίου»

Σχετ: Η αριθ. Δ17Α 5015590 ΕΞ 2013/22-4-2013 ΕΔΥΟ για την κοινοποίηση των Κατευθυντήριων Οδηγιών της Ε.Επιτροπής για τη δασμολογική κατάταξη εμπορευμάτων που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση

Σε συνέχεια της ανωτέρω σχετικής, και με σκοπό τη διευκόλυνσή σας όσον αφορά τη δασμολογική κατάταξη συνδυασμών ειδών που πληρούν τις προϋποθέσεις να καταταγούν ως «σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση», περιλαμβάνουν ωστόσο είδη «αμελητέας αξίας» τα οποία δεν σχετίζονται με τα λοιπά είδη του συνόλου, διευκρινίζουμε τα ακόλουθα:

1. Όπως είναι γνωστό, ως «σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση» με την έννοια του γενικού κανόνα 3β) για την ερμηνεία του Δασμολογίου, θεωρούνται τα είδη για τα οποία πληρούνται σωρευτικά όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

• Πρόκειται για είδη τα οποία, εφόσον παρουσιαστούν χωριστά, υπάγονται σε διαφορετικές δασμολογικές κλάσεις (4 ψηφία) ή διακρίσεις (6 ψηφία) του Δασμολογίου. Είδη τα οποία υπάγονται στην ίδια 6ψήφια δασμολογική διάκριση αλλά σε διαφορετικό 8ψήφιο κωδικό Σ.Ο. εντός της διάκρισης αυτής, δεν πληρούν την παρούσα προϋπόθεση.

• Τα επιμέρους είδη του συνόλου σχετίζονται μεταξύ τους και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από κοινού ή σε συνδυασμό μεταξύ τους για την εξυπηρέτηση μιας συγκεκριμένης ανάγκης ή την άσκηση μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας, ανεξαρτήτως του αν είναι εφικτό, μετά το άνοιγμα της συσκευασίας, να χρησιμοποιηθούν και χωριστά από τον καταναλωτή.

• Τα είδη παρουσιάζονται συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, δηλαδή με τρόπο που να παρέχει τη δυνατότητα απευθείας πώλησής τους. Αυτό σημαίνει ότι όλα τα στοιχεία του συνόλου παρουσιάζονται ταυτόχρονα και στην ίδια διασάφηση καθώς και στην ίδια συσκευασία, η οποία παρέχει τη δυνατότητα απευθείας πώλησης του συνδυασμού ειδών στους καταναλωτές / χρήστες, χωρίς επανασυσκευασία. Ορισμένες εξαιρέσεις προβλέπονται αποκλειστικά για είδη για τα οποία δικαιολογούνται χωριστές συσκευασίες λόγω μεγέθους, χημικής σύνθεσης, βάρους, τήρησης κανόνων ασφαλείας κλπ., υπό την προϋπόθεση ότι δεν επανασυσκευάζονται πριν από την τελική πώλησή τους στους καταναλωτές.

2. Εφόσον πληρούνται όλες οι ανωτέρω προϋποθέσεις, το σύνολο κατατάσσεται σε μία μόνο δασμολογική κλάση, δηλαδή σε αυτή στην οποία κατατάσσεται το είδος που προσδίδει στο σύνολο τον ουσιώδη χαρακτήρα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι δασμολογικές κλάσεις των υπόλοιπων ειδών. Το κριτήριο αυτό εφαρμόζεται κατά περίπτωση ανάλογα με τη φύση του συνόλου και την προβλεπόμενη λειτουργία για την οποία προορίζεται. Έτσι, η επιλογή του είδους βάσει του οποίου θα γίνει η δασμολογική κατάταξη του συνόλου μπορεί να πραγματοποιείται με βάση κριτήρια όπως ο όγκος, το βάρος, οι διαστάσεις, το υλικό κατασκευής, η αξία, η ανθεκτικότητα και η διάρκεια ζωής, η σημασία/βαρύτητα του κάθε είδους στην ικανοποίηση της ανάγκης ή στην άσκηση της δραστηριότητας για την οποία προορίζεται το σύνολο, κλπ.
Αντίθετα, εφόσον δεν πληρούται έστω και μία προϋπόθεση από αυτές που απαριθμούνται στην παρ. 1, τότε το σύνολο διαχωρίζεται στα συστατικά του είδη και το κάθε ένα από αυτά κατατάσσεται χωριστά στην κατάλληλη δασμολογική κλάση που αντιστοιχεί σε αυτό.

3. Όσον αφορά, ειδικότερα, την προϋπόθεση ότι τα είδη του συνόλου πρέπει να προορίζονται για την εξυπηρέτηση μιας ανάγκης ή την άσκηση μιας δραστηριότητας, αυτή γενικά θεωρείται ότι ικανοποιείται μόνον εφόσον όλα ανεξαιρέτως τα είδη του συνόλου προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μαζί για το σκοπό αυτό. Η παρουσία έστω και ενός είδους εντός του συνόλου το οποίο δεν σχετίζεται με τα λοιπά είδη, δηλαδή δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί μαζί με αυτά για μια συγκεκριμένη ανάγκη ή δραστηριότητα, έχει σαν συνέπεια τη χωριστή δασμολογική κατάταξη όλων των ειδών του συνόλου, ακόμη και αυτών που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μαζί. Με άλλα λόγια, δεν επιτρέπεται κατ' αρχήν ο διαχωρισμός ενός συνόλου σε διαφορετικά «υποσύνολα» μέσα σε αυτό, για σκοπούς διευκόλυνσης της δασμολογικής κατάταξης.

4. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως, η απαρέγκλιτη εφαρμογή του κανόνα της παρ. 3 μπορεί να οδηγήσει σε δυσανάλογο διοικητικό βάρος και φόρτο εργασίας, τόσο για την τελωνειακή υπηρεσία όσο και για τους οικονομικούς φορείς. Αυτό συμβαίνει ιδίως στις περιπτώσεις όπου τα είδη ενός συνόλου συσκευασμένου για τη λιανική πώληση συμπεριλαμβάνουν ένα είδος «αμελητέας αξίας» που δεν σχετίζεται με τα λοιπά είδη του συνόλου, αλλά συνήθως έχει το χαρακτήρα «δώρου», «έκπληξης», κλπ.

5. Για τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών στις περιπτώσεις αυτές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις «Κατευθυντήριες γραμμές για τη δασμολογική κατάταξη εμπορευμάτων που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση» που σας κοινοποιήθηκαν με τη σχετική ΕΔΥΟ (Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε., C-105/2013), Μέρος Β(ΙΙΙ), προβλέπει τη δυνατότητα παρέκκλισης από τον κανόνα της παρ. 3 για ορισμένες περιπτώσεις ειδών αμελητέας αξίας που παρουσιάζονται μαζί με είδη που κατά τα λοιπά συνιστούν σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση καθώς πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 της παρούσας.
Έτσι, στις περιπτώσεις αυτές, και υπό αυστηρές προϋποθέσεις, προβλέπεται ότι η ύπαρξη είδους αμελητέας αξίας που δε σχετίζεται με τα υπόλοιπα συστατικά στοιχεία του συνόλου, δε λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης του συνόλου βάσει του γενικού κανόνα 3β), έτσι ώστε να μην απαιτείται χωριστή δασμολογική κατάταξη των ειδών που αποτελούν το σύνολο. Με άλλα λόγια, το σύνολο θα υπαχθεί στη δασμολογική κλάση που προσδίδει σε αυτό τον ουσιώδη χαρακτήρα, μεταξύ των ειδών που σχετίζονται μεταξύ τους και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μαζί για συγκεκριμένη ανάγκη ή δραστηριότητα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη του είδους αμελητέας αξίας που δεν σχετίζεται με αυτά.

6. Ειδικότερα, οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται σωρευτικά προκειμένου να μη ληφθεί υπόψη η ύπαρξη ενός μη σχετιζόμενου είδους αμελητέας αξίας εντός συνόλου συσκευασμένου για τη λιανική πώληση, για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ε.Επιτροπής, είναι οι ακόλουθες:
• Το είδος αποτελεί τυχαίο ή άνευ σημασίας στοιχείο στο σύνολο, π.χ. αναφέρεται ως είδος - έκπληξη ή δώρο.
• Ο χαρακτήρας του συνόλου δε μεταβάλλεται λόγω της παρουσίας του είδους αυτού.
• Η αξία του είδους είναι αμελητέα σε σύγκριση με τη συνολική αξία των εμπορευμάτων που παρουσιάζονται στο σύνολο.
• Το είδος έχει ελάχιστη, ασήμαντη ή περιορισμένη πρακτική χρήση, π.χ. δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατ' επανάληψη ή έχει περιορισμένη διάρκεια ζωής.
Επομένως, εφόσον πληρούνται όλες ανεξαιρέτως οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, το σύνολο κατατάσσεται με βάση το είδος που προσδίδει σε αυτό τον ουσιώδη χαρακτήρα σύμφωνα με το γενικό κανόνα 3β) του Δασμολογίου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η παρουσία του είδους αμελητέας αξίας σε αυτό.
Αντιθέτως, η μη εκπλήρωση έστω και μίας από τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις σημαίνει ότι το είδος αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης του συνόλου, και συνεπώς όλα τα είδη που συνιστούν το συνδυασμό εμπορευμάτων θα πρέπει να καταταγούν χωριστά στις κατάλληλες δασμολογικές κλάσεις τους.

7. Ορισμένα παραδείγματα ειδών «αμελητέας αξίας» τα οποία δε λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης του συνόλου στο οποίο περιλαμβάνονται, παρόλο που δεν σχετίζονται με τα λοιπά είδη, καθώς πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παρ. 6 ανωτέρω, παρατίθενται στις Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ε.Επιτροπής:
• Γομολάστιχα που περιλαμβάνεται ως «δώρο - έκπληξη» εντός της συσκευασίας συνόλου δημιουργικότητας για παιδιά.
• Μικρό κερί τύπου «ρεσώ» που περιλαμβάνεται σε σύνολο με διάφορα παρασκευάσματα καλλωπισμού.
• Μικρά αυτοκόλλητα που περιλαμβάνονται σε σύνολο γραμμικού σχεδίου, κλπ.

8. Αντίθετα, τα είδη που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 6 ανωτέρω, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «είδη αμελητέας αξίας» για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης, έστω και αν παρουσιάζονται με τη μορφή «δώρου» ή «έκπληξης» εντός ενός συνόλου συσκευασμένου για τη λιανική πώληση. Πρόκειται, επομένως, για είδη που δεν σχετίζονται με τα λοιπά είδη του συνόλου και, επιπλέον, δεν έχουν αμελητέα αξία ή/και είναι κατάλληλα για εκτεταμένη πρακτική χρήση.
Στις περιπτώσεις αυτές, όλα τα είδη που περιλαμβάνονται στη συσκευασία θα πρέπει να διαχωριστούν για σκοπούς δασμολογικής κατάταξης, ακόμη και αυτά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μαζί για μια συγκεκριμένη ανάγκη ή δραστηριότητα.

9. Τέλος, για σκοπούς διευκόλυνσης της δασμολογικής κατάταξης εμπορευμάτων, στις Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ε.Επιτροπής παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής των ανωτέρω προϋποθέσεων όχι μόνο στις περιπτώσεις συνόλων συσκευασμένων για τη λιανική πώληση με βάση το γενικό κανόνα 3β), αλλά και όταν ένα μόνο «κύριο» είδος παρουσιάζεται μαζί με ένα είδος αμελητέας αξίας με το χαρακτήρα «έκπληξης» ή «δώρου». Έτσι, στις περιπτώσεις αυτές, τα δύο είδη δεν διαχωρίζονται όσον αφορά τη δασμολογική τους κατάταξη, δηλαδή δεν κατατάσσονται χωριστά στις κατάλληλες δασμολογικές κλάσεις τους, αλλά το είδος αμελητέας αξίας ακολουθεί τη δασμολογική κατάταξη του «κύριου» είδους, με την εφαρμογή των γενικών κανόνων 1 και 6 του Δασμολογίου. Τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να είναι, για παράδειγμα, η συμπερίληψη αυτοκόλλητων ή μικρών πλαστικών παιχνιδιών αμελητέας αξίας μέσα σε συσκευασίες δημητριακών ή μέσα σε σακούλες με πατατάκια, ποπ-κορν, γαριδάκια κλπ., τα οποία κατατάσσονται μαζί σαν να αποτελούσαν ένα και μόνο είδος.
Αντίθετα, στις περιπτώσεις όπου τα είδη που παρουσιάζονται ως «δώρο» ή «έκπληξη» δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 6 ανωτέρω και κατά συνέπεια δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «είδη αμελητέας αξίας», θα πρέπει να κατατάσσονται χωριστά στις κατάλληλες δασμολογικές κλάσεις τους. Τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να είναι, για παράδειγμα, η συμπερίληψη μέσα σε κουτί δημητριακών ενός CD/DVD με παιχνίδια, μουσική, βίντεο κλπ., το οποίο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «είδος αμελητέας αξίας», και κατά συνέπεια κατατάσσεται χωριστά από τα δημητριακά.

Παρακαλούμε για την εφαρμογή των παραπάνω όσον αφορά τη δασμολογική κατάταξη συνόλων συσκευασμένων για τη λιανική πώληση ή «κύριων» ειδών που παρουσιάζονται μαζί με είδη «αμελητέας αξίας», όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 6 της παρούσας.




Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ
Π. ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ

ΑΠ 415/2017 Αρχή εύνοιας μισθωτών. Πότε δεν εφαρμόζεται . Οι ευνοϊκότεροι για τους εργαζόμενους όροι των ατομικών συμβάσεων εργασίας υπερισχύουν των δυσμενέστερων όρων των συλλογικών συμβάσεων, εφαρμόζεται όχι μόνο στην σχέση συλλογικής και ατομικής σύμβασης εργασίας, αλλά και στην σχέση περισσότερων πηγών (νόμου, συλλογικής σύμβασης εργασίας, κανονισμού, ατομικής σύμβασης) διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδα.

$
0
0


Περίληψη

Από την διαπνέουσα ολόκληρο το εργατικό δίκαιο γενικότερη αρχή της προστασίας των μισθωτών, με την εφαρμογή της οποίας αποτρέπεται η σύγκρουση των όρων εργασίας που διαμορφώνονται από περισσότερες πηγές διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδας, συνάγεται ότι η αποτελούσα ειδική μορφή αυτής αρχή της εύνοιας υπέρ των μισθωτών, προβλεπομένη ήδη από το άρθρο 680 ΑΚ και τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν.1876/1990, κατά την οποία οι ευνοϊκότεροι για τους εργαζόμενους όροι των ατομικών συμβάσεων εργασίας υπερισχύουν των δυσμενέστερων όρων των συλλογικών συμβάσεων, εφαρμόζεται όχι μόνο στην σχέση συλλογικής και ατομικής σύμβασης εργασίας, αλλά και στην σχέση περισσότερων πηγών (νόμου, συλλογικής σύμβασης εργασίας, κανονισμού, ατομικής σύμβασης) διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδας (Ολ ΑΠ 5/2011, ΑΠ 26/2007).

Για την εφαρμογή, όμως, της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών κατά την συσχέτιση ΣΣΕ ή άλλης πηγής, ως ρυθμιστικού παράγοντα της εργασιακής σχέσης, και ατομικής σύμβασης εργασίας και γενικότερα κατά την συσχέτιση διαφόρων πηγών μεταξύ τους οι αποδοχές συγκρίνονται ως μία ενότητα, αφού (εκτός αντίθετης ειδικής ρύθμισης) δεν είναι δυνατή η επιλεκτική αναζήτηση τμήματος αποδοχών από τη μία πηγή και άλλου από διαφορετική πηγή, διότι δεν είναι επιτρεπτή η σύγχρονη εφαρμογή όλων των πηγών αυτών ως προς την έννοια των αποδοχών (τούτο ειδικά ως προς την συσχέτιση περισσοτέρων ΣΣΕ αποτυπώνεται ρητά στο άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 1876/1990).

Κατά την συσχέτιση περισσοτέρων πηγών της αυτής ιεραρχικής βαθμίδας δεν εφαρμόζεται η ως άνω αρχή της εύνοιας, ούτε η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 3 του ν. 1876/1990 (που ρυθμίζει την σχέση νόμου και ΣΣΕ), αλλά οι νεότεροι και ειδικοί κανόνες αποκλείουν την εφαρμογή των παλαιότερων και γενικών και αυτοί εφαρμόζονται, όταν ρυθμίζουν το ίδιο γενικά θέμα κατά τρόπο αντίθετο και σε κάθε περίπτωση διαφορετικό και ασυμβίβαστο προς τη ρύθμιση των παλαιοτέρων κανόνων, είτε ευνοϊκότερο είτε δυσμενέστερο σε σχέση με αυτούς (άρθρο 2 ΑΚ).

Σε σχέση και συνάφεια προς τα προαναφερθέντα για την συσχέτιση διαφόρων πηγών, ως προς τους Κανονισμούς Εργασίας που καταρτίσθηκαν και κυρώθηκαν υπό την ισχύ και με τη διαδικασία του ν.δ. 3789/1957, οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις της κοινής (γενικής) εργατικής νομοθεσίας υπερισχύουν, εφόσον περιέχουν ρυθμίσεις, στο σύνολό τους λαμβανόμενες, ευνοϊκότερες για τους εργαζόμενους ως διατάξεις ανώτερης βαθμίδας, των διατάξεων των εχόντων ισχύ ουσιαστικού νόμου διατάξεων Κανονισμών Εργασίας, που καταρτίσθηκαν και κυρώθηκαν υπό την ισχύ και κατά τη διαδικασία του ν.δ. 3789/1957.

Αντίθετα, υπερισχύουν οι διατάξεις των Κανονισμών Εργασίας εάν, με την αυτή προϋπόθεση, είναι ευνοϊκότερες των αντίστοιχων της κοινής εργατικής νομοθεσίας.

Περαιτέρω, σε σχέση με τις αποδοχές και το επίδομα αδείας των εργαζομένων γενικά και ως προς όλους καταρχήν τους εργαζόμενους, τον κεντρικό κορμό και τον πυρήνα του ρυθμιστικού καθεστώτος του θεσμού των αδειών αποτελεί ο α.ν 539/1945 "περί χορηγήσεως κατ` έτος εις τους μισθωτούς αδειών μετ` αποδοχών", όπως έχει κατά καιρούς τροποποιηθεί. Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνει διασφαλίζουν τις ελάχιστες υπέρ όλων των εργαζομένων εγγυήσεις, λόγω δε του εντόνως προστατευτικού χαρακτήρα τους και του στενού δεσμού τους με την ικανοποίηση και προστασία του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, αποτελούν μονομερώς αναγκαστικό δίκαιο και κατά συνέπεια απόκλιση από τις σχετικές διατάξεις αυτού επιτρέπεται μόνο για την εφαρμογή ευμενέστερων για τον εργαζόμενο διατάξεων άλλων πηγών, με την προαναφερθείσα έννοια της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών.

Με το άρθρο 3 παρ.1 του ως άνω α.ν. 539/1945 ορίζεται ότι κατά τη διάρκεια της αδείας ο μισθωτός δικαιούται τις συνήθεις αποδοχές,τις οποίες θα εδικαιούτο, εάν απασχολείτο στην υπόχρεη επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο ή τις τυχόν για την περίπτωση αυτή καθορισμένες με συλλογική σύμβαση, ενώ με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι για τον κατ' αποκοπή ή κατ' άλλο σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών αμειβόμενο μισθωτό, οι αποδοχές που δικαιούται κατά τη διάρκεια της αδείας του, εξευρίσκονται πολλαπλασιαζομένων των κατά μέσο όρο από της λήξεως της αδείας του προηγουμένου έτους... μέχρι της ενάρξεως της αδείας, ημερησίων αποδοχών του, επί τον αριθμό των εργασίμων ημερών οι οποίες περιλαμβάνονται στη χορηγηθείσα άδεια και κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, στην έννοια των αποδοχών περιλαμβάνονται και οι κάθε είδους πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές.

Εξάλλου, ο νομοθέτης, με πρόθεση να ενισχυθεί ο σκοπός της αναψυχής του εργαζόμενου που επιδιώκεται με το θεσμό της άδειας, θέσπισε, με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 16 του ν. 4504/1966, ένα πρόσθετο ποσό, το επίδομα αδείας, το οποίο ισούται με το σύνολο των αποδοχών αδείας, με το διαλαμβανόμενο σ' αυτή χρονικό περιορισμό, κατά την οποία "Οι επί σχέσει εργασίας του ιδιωτικού δικαίου απασχολούμενοι, παρ` οιωδήποτε εργοδότη, μισθωτοί δικαιούνται κατ` έτος "επιδόματος αδείας" ίσου προς το σύνολον των αποδοχών των υπό του α.ν. 539/1945 ή άλλων διατάξεων καθοριζομένων ημερών αδείας αναπαύσεως μετ` αποδοχών, ων δικαιούται έκαστος μισθωτός, υπό τον περιορισμόν ότι το επίδομα τούτο δεν δύναται να υπερβαίνει τας αποδοχάς ενός 15νθημέρου, διά τους επί μηνιαίω μισθώ αμειβόμενους, των 13 δε εργασίμων ημερών δια τους επί ημερομίσθιω ή κατά μονάδα εργασίας ή επί ποσοστοίς ή κατ` άλλον τρόπον αμειβομένους μισθωτούς. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται ομού μετά των αποδοχών της αδείας αναπαύσεως του μισθωτού...".

Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων με τις διατάξεις των άρθρων 648, 653, 666, 679 ΑΚ, της κυρωθείσας με το ν. 3248/1955 με αριθμ. 95/1949 Διεθνούς Σύμβασης "περί προστασίας του ημερομισθίου", 2 της κυρωθείσας με το ν. 133/1975 από 26-2-1975 ΕΓΣΣΕ,  (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 1975) 1 παρ.1 του ν. 435/1976, 1παρ. 2 του ν. 1082/1980 και του άρθρου 3 της υπ' αριθμ. 19040/1981 Υπουργικής Απόφασης "χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου''(ΦΕΚ Β' 742) προκύπτει ότι ως "συνήθεις αποδοχές", με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές και το ισούμενο προς αυτές, υπό τον ως άνω χρονικό περιορισμό, επίδομα αδείας, ταυτίζονται δε προς τις "τακτικές αποδοχές", που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, και είναι ίσες με τις αποδοχές που θα εδικαιούτο ο μισθωτός, αν είχε απασχοληθεί κατά τον αντίστοιχο χρόνο της αδείας του και όμοιες με τις αποδοχές των αμειβομένων με το σύστημα των κυμαινόμενων, νοούνται ο συμβατικός ή ο νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας.

Έτσι, εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, η κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή προσαυξήσεις του 1/25 του μηνιαίου μισθού με βάση τις 8900/1946 και 25825/1951 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας για εργασία κατά τις Κυριακές και από το νόμο καθιερωμένες ως μη εργάσιμες εορτές του έτους, εφόσον η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα.

Δεν περιλαμβάνονται, όμως, στις ανωτέρω αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, διότι η αμοιβή αυτή οφείλεται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ακόμη και όταν η υπερωριακή απασχόληση παρέχεται σταθερά και μόνιμα δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού, η αμοιβή για την εργασία κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, έστω και αν παρέχεται σταθερά και μόνιμα δεν αποτελεί τακτικό μισθό, διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού και τα επιδόματα εορτών (Ολ ΑΠ 5/2011, ΑΠ 191/2011).

Αν οι εν λόγω τακτικές εργοδοτικές παροχές δεν είναι σταθερές κατά ποσό, αλλά διαφέρουν από μήνα σε μήνα, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος του προηγούμενου χρονικού διαστήματος, το οποίο μεσολάβησε από τη λήξη της προηγούμενης αδείας του μέχρι την έναρξη της νέας άδειας.



ΑΠ   415/2017

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ασπασία Καρέλλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Πάσσο, Παναγιώτη Κατσιρούμπα, Δήμητρα Κοκοτίνη και Θεόδωρο Τζανάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 13 Δεκεμβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "...................................." και τον διακριτικό τίτλο ................... που εδρεύει στον .......................... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ........................, με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., που κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1............................. 2)...............................ι οποίοι παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Σαξώνη, που κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 23/3/2007 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 5861/2007, 1820/2008 διορθωτική αυτής του ίδιου Δικαστηρίου, 283/2010 μη οριστική και 215/2014 οριστική του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα εταιρεία με την από 27/7/2015 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Δήμητρα Κοκοτίνη ανέγνωσε την από 17/3/2016 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή των πρώτου και τρίτου λόγων και την απόρριψη του δεύτερου λόγου της από 27/7/2015 αίτησης για αναίρεση της 215/2014 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου τους στη δικαστική δαπάνη τους.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 1 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις εφαρμογής του, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ ΑΠ 7/2014, ΑΠ 2/2013).
Εξάλλου, με την παρ. 1 του άρθρου πρώτου του ν. 2688/1999, το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία ''Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς'', που ιδρύθηκε με το ν.4748/1930 και αναμορφώθηκε με τον α.ν. 1559/1950, που κυρώθηκε με το ν.1630/1951, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα, μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ''.......................'' και το διακριτικό τίτλο ''........................'', η οποία είναι ανώνυμη εταιρεία κοινής ωφέλειας με σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και διέπεται από το νόμο αυτό και τον κ.ν. 2190/1920 και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του ν. 2414/1996, καθώς και του α.ν 1559/1950, όπως κάθε φορά ισχύουν.

Περαιτέρω, από τη διαπνέουσα ολόκληρο το εργατικό δίκαιο γενικότερη αρχή της προστασίας των μισθωτών, με την εφαρμογή της οποίας αποτρέπεται η σύγκρουση των όρων εργασίας που διαμορφώνονται από περισσότερες πηγές διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδας, συνάγεται ότι η αποτελούσα ειδική μορφή αυτής αρχή της εύνοιας υπέρ των μισθωτών, προβλεπομένη ήδη από το άρθρο 680 ΑΚ και τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν.1876/1990, κατά την οποία οι ευνοϊκότεροι για τους εργαζόμενους όροι των ατομικών συμβάσεων εργασίας υπερισχύουν των δυσμενέστερων όρων των συλλογικών συμβάσεων, εφαρμόζεται όχι μόνο στην σχέση συλλογικής και ατομικής σύμβασης εργασίας, αλλά και στην σχέση περισσότερων πηγών (νόμου, συλλογικής σύμβασης εργασίας, κανονισμού, ατομικής σύμβασης) διαφορετικής ιεραρχικής βαθμίδας (Ολ ΑΠ 5/2011, ΑΠ 26/2007).

Για την εφαρμογή, όμως, της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών κατά την συσχέτιση ΣΣΕ ή άλλης πηγής, ως ρυθμιστικού παράγοντα της εργασιακής σχέσης, και ατομικής σύμβασης εργασίας και γενικότερα κατά την συσχέτιση διαφόρων πηγών μεταξύ τους οι αποδοχές συγκρίνονται ως μία ενότητα, αφού (εκτός αντίθετης ειδικής ρύθμισης) δεν είναι δυνατή η επιλεκτική αναζήτηση τμήματος αποδοχών από τη μία πηγή και άλλου από διαφορετική πηγή, διότι δεν είναι επιτρεπτή η σύγχρονη εφαρμογή όλων των πηγών αυτών ως προς την έννοια των αποδοχών (τούτο ειδικά ως προς την συσχέτιση περισσοτέρων ΣΣΕ αποτυπώνεται ρητά στο άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 1876/1990).
Κατά την συσχέτιση περισσοτέρων πηγών της αυτής ιεραρχικής βαθμίδας δεν εφαρμόζεται η ως άνω αρχή της εύνοιας, ούτε η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 3 του ν. 1876/1990 (που ρυθμίζει την σχέση νόμου και ΣΣΕ), αλλά οι νεότεροι και ειδικοί κανόνες αποκλείουν την εφαρμογή των παλαιότερων και γενικών και αυτοί εφαρμόζονται, όταν ρυθμίζουν το ίδιο γενικά θέμα κατά τρόπο αντίθετο και σε κάθε περίπτωση διαφορετικό και ασυμβίβαστο προς τη ρύθμιση των παλαιοτέρων κανόνων, είτε ευνοϊκότερο είτε δυσμενέστερο σε σχέση με αυτούς (άρθρο 2 ΑΚ).
Σε σχέση και συνάφεια προς τα προαναφερθέντα για την συσχέτιση διαφόρων πηγών, ως προς τους Κανονισμούς Εργασίας που καταρτίσθηκαν και κυρώθηκαν υπό την ισχύ και με τη διαδικασία του ν.δ. 3789/1957, οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις της κοινής (γενικής) εργατικής νομοθεσίας υπερισχύουν, εφόσον περιέχουν ρυθμίσεις, στο σύνολό τους λαμβανόμενες, ευνοϊκότερες για τους εργαζόμενους ως διατάξεις ανώτερης βαθμίδας, των διατάξεων των εχόντων ισχύ ουσιαστικού νόμου διατάξεων Κανονισμών Εργασίας, που καταρτίσθηκαν και κυρώθηκαν υπό την ισχύ και κατά τη διαδικασία του ν.δ. 3789/1957.
Αντίθετα, υπερισχύουν οι διατάξεις των Κανονισμών Εργασίας εάν, με την αυτή προϋπόθεση, είναι ευνοϊκότερες των αντίστοιχων της κοινής εργατικής νομοθεσίας.

Περαιτέρω, σε σχέση με τις αποδοχές και το επίδομα αδείας των εργαζομένων γενικά και ως προς όλους καταρχήν τους εργαζόμενους, τον κεντρικό κορμό και τον πυρήνα του ρυθμιστικού καθεστώτος του θεσμού των αδειών αποτελεί ο α.ν 539/1945 "περί χορηγήσεως κατ` έτος εις τους μισθωτούς αδειών μετ` αποδοχών", όπως έχει κατά καιρούς τροποποιηθεί. Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνει διασφαλίζουν τις ελάχιστες υπέρ όλων των εργαζομένων εγγυήσεις, λόγω δε του εντόνως προστατευτικού χαρακτήρα τους και του στενού δεσμού τους με την ικανοποίηση και προστασία του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, αποτελούν μονομερώς αναγκαστικό δίκαιο και κατά συνέπεια απόκλιση από τις σχετικές διατάξεις αυτού επιτρέπεται μόνο για την εφαρμογή ευμενέστερων για τον εργαζόμενο διατάξεων άλλων πηγών, με την προαναφερθείσα έννοια της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών.

Με το άρθρο 3 παρ.1 του ως άνω α.ν. 539/1945 ορίζεται ότι κατά τη διάρκεια της αδείας ο μισθωτός δικαιούται τις συνήθεις αποδοχές,τις οποίες θα εδικαιούτο, εάν απασχολείτο στην υπόχρεη επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο ή τις τυχόν για την περίπτωση αυτή καθορισμένες με συλλογική σύμβαση, ενώ με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι για τον κατ' αποκοπή ή κατ' άλλο σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών αμειβόμενο μισθωτό, οι αποδοχές που δικαιούται κατά τη διάρκεια της αδείας του, εξευρίσκονται πολλαπλασιαζομένων των κατά μέσο όρο από της λήξεως της αδείας του προηγουμένου έτους... μέχρι της ενάρξεως της αδείας, ημερησίων αποδοχών του, επί τον αριθμό των εργασίμων ημερών οι οποίες περιλαμβάνονται στη χορηγηθείσα άδεια και κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, στην έννοια των αποδοχών περιλαμβάνονται και οι κάθε είδους πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές.

Εξάλλου, ο νομοθέτης, με πρόθεση να ενισχυθεί ο σκοπός της αναψυχής του εργαζόμενου που επιδιώκεται με το θεσμό της άδειας, θέσπισε, με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 16 του ν. 4504/1966, ένα πρόσθετο ποσό, το επίδομα αδείας, το οποίο ισούται με το σύνολο των αποδοχών αδείας, με το διαλαμβανόμενο σ' αυτή χρονικό περιορισμό, κατά την οποία "Οι επί σχέσει εργασίας του ιδιωτικού δικαίου απασχολούμενοι, παρ` οιωδήποτε εργοδότη, μισθωτοί δικαιούνται κατ` έτος "επιδόματος αδείας" ίσου προς το σύνολον των αποδοχών των υπό του α.ν. 539/1945 ή άλλων διατάξεων καθοριζομένων ημερών αδείας αναπαύσεως μετ` αποδοχών, ων δικαιούται έκαστος μισθωτός, υπό τον περιορισμόν ότι το επίδομα τούτο δεν δύναται να υπερβαίνει τας αποδοχάς ενός 15νθημέρου, διά τους επί μηνιαίω μισθώ αμειβόμενους, των 13 δε εργασίμων ημερών δια τους επί ημερομίσθιω ή κατά μονάδα εργασίας ή επί ποσοστοίς ή κατ` άλλον τρόπον αμειβομένους μισθωτούς. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται ομού μετά των αποδοχών της αδείας αναπαύσεως του μισθωτού...".

Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων με τις διατάξεις των άρθρων 648, 653, 666, 679 ΑΚ, της κυρωθείσας με το ν. 3248/1955 με αριθμ. 95/1949 Διεθνούς Σύμβασης "περί προστασίας του ημερομισθίου", 2 της κυρωθείσας με το ν. 133/1975 από 26-2-1975 ΕΓΣΣΕ, 1 παρ.1 του ν. 435/1976, 1παρ. 2 του ν. 1082/1980 και του άρθρου 3 της υπ' αριθμ. 19040/1981 Υπουργικής Απόφασης "χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου''(ΦΕΚ Β' 742) προκύπτει ότι ως "συνήθεις αποδοχές", με βάση τις οποίες υπολογίζονται οι αποδοχές και το ισούμενο προς αυτές, υπό τον ως άνω χρονικό περιορισμό, επίδομα αδείας, ταυτίζονται δε προς τις "τακτικές αποδοχές", που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, και είναι ίσες με τις αποδοχές που θα εδικαιούτο ο μισθωτός, αν είχε απασχοληθεί κατά τον αντίστοιχο χρόνο της αδείας του και όμοιες με τις αποδοχές των αμειβομένων με το σύστημα των κυμαινόμενων, νοούνται ο συμβατικός ή ο νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας.

Έτσι, εφόσον παρέχονται τακτικά και σταθερά, περιλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, η κατά 75% προσαύξηση του ημερομισθίου ή προσαυξήσεις του 1/25 του μηνιαίου μισθού με βάση τις 8900/1946 και 25825/1951 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας για εργασία κατά τις Κυριακές και από το νόμο καθιερωμένες ως μη εργάσιμες εορτές του έτους, εφόσον η εργασία αυτή παρέχεται σταθερά και μόνιμα.
Δεν περιλαμβάνονται, όμως, στις ανωτέρω αποδοχές, μεταξύ άλλων, η αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση, διότι η αμοιβή αυτή οφείλεται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ακόμη και όταν η υπερωριακή απασχόληση παρέχεται σταθερά και μόνιμα δεν αποτελεί τακτικό μισθό, ακριβώς διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού, η αμοιβή για την εργασία κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, έστω και αν παρέχεται σταθερά και μόνιμα δεν αποτελεί τακτικό μισθό, διότι δεν φέρει το χαρακτήρα νόμιμου ή συμβατικού ανταλλάγματος για την εργασία του μισθωτού και τα επιδόματα εορτών (Ολ ΑΠ 5/2011, ΑΠ 191/2011).
Αν οι εν λόγω τακτικές εργοδοτικές παροχές δεν είναι σταθερές κατά ποσό, αλλά διαφέρουν από μήνα σε μήνα, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος του προηγούμενου χρονικού διαστήματος, το οποίο μεσολάβησε από τη λήξη της προηγούμενης αδείας του μέχρι την έναρξη της νέας άδειας.

Εξάλλου, με την 45058/7/1971 ΚΥΑ των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εμπορικής Ναυτιλίας και Εργασίας (ΦΕΚ Β` 579) εγκρίθηκε ο Κανονισμός Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς (με τον προσαρτημένο σ` αυτόν πίνακα συνθέσεων εργατικών ομάδων και αποδόσεων αυτών σε τόνους ή m3), με τον οποίο ρυθμίζονται οι όροι εργασίας και αμοιβής του εργατικού προσωπικού (μόνιμο και έκτακτο), που συνδέεται με τον .............(και ήδη την αναιρεσείουσα ..................) πάντοτε με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου (άρθρα 1 και 10), καθώς και οι συνθήκες και ο τρόπος διεξαγωγής των φορτοεκφορτωτικών εργασιών στην περιοχή του Λιμένος Πειραιώς (άρθρο 1 παρ.1).
Ο Κανονισμός αυτός, που καταρτίσθηκε και εγκρίθηκε υπό την ισχύ και κατά τη διαδικασία των άρθρων 1 και 2 του ν.δ. 3789/1957, όπως και στο προοίμιό του αναφέρεται, έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου, με αυτόν δε ορίζονται ειδικότερα τα εξής σε σχέση με τον τρόπο υπολογισμού των αποδοχών και του επιδόματος αδείας του ως άνω προσωπικού σε συνάρτηση και με το είδος και τις κατηγορίες των εργασιών αυτών, ενώ το εκάστοτε ύψος του βασικού ημερομισθίου των διαφόρων κατηγοριών (ειδών) φορτοεκφορτωτικών εργασιών ορίζεται με τις οικείες ΣΣΕ:
1) Σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ.1εδ. β' οι αποδοχές αδείας ισούνται προς το γινόμενο των ημερών αδείας που δικαιούται κάθε μισθωτός επί το βασικό ημερομίσθιο της απασχόλησής του, όπως δε διευκρινίζεται με την παρ. ε' του ίδιου άρθρου ως "βασικό ημερομίσθιο" για τον υπολογισμό των αποδοχών αδείας των μονίμων εργατών λογίζεται αυτό της επικρατέστερης απασχόλησής τους κατά το τελευταίο πριν από τη χορήγηση της αδείας τρίμηνο και προκειμένου για εργάτες που απασχολούνται σε φορτοεκφορτωτικές εργασίες δημητριακών και γαιανθράκων το βασικό ημερομίσθιο που καθορίζεται για τις εργασίες αυτές.
Κατά δε τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 35 του ως άνω Κανονισμού, ''Μετά των αποδοχών κανονικής αδείας του εργατικού προσωπικού καταβάλλεται και το ιδιαίτερον επίδομα αδείας...'' (παρ. 3) και ''Εις άπαντας τους εργάτας (μονίμους, δοκίμους και ελευθέρους), τους καθ' οιονδήποτε τρόπον απασχολουμένους κατά το μικτόν σύστημα ή επί ημερομισθίω εις φορτοεκφορτωτικάς και λοιπάς εργασίας του λιμένος, αι καταβαλλόμεναι αυτοίς αποδοχαί αδείας προσαυξάνονται κατά ποσοστόν 25%''(παρ. 4).
Ως "επικρατέστερη απασχόληση" νοείται κατά τη διάταξη αυτή η επικρατέστερη κατά χρόνο, δηλαδή εκείνη η οποία είχε συνολικά τη μεγαλύτερη διάρκεια και στην οποία ο εργαζόμενος πραγματοποίησε τα περισσότερα ημερομίσθια κατά το τελευταίο πριν από την λήψη της άδειας τρίμηνο. Βάση, επομένως, υπολογισμού των αποδοχών αδείας είναι το βασικό ημερομίσθιο και όχι η τελική αμοιβή που προκύπτει από τυχόν προσαυξήσεις λόγω αποδόσεως (για τους εργαζόμενους "επί αποδόσει") ή λόγω τριπλασιασμού του βασικού ημερομισθίου (για τους απασχολούμενους στις γερανογέφυρες) ή λόγω άλλων προβλεπομένων προσαυξήσεων, οι προκύπτουσες δε και καταβαλλόμενες με τον υπολογισμό αυτό αποδοχές αδείας προσαυξάνονται για όλους τους εργάτες κατά ποσοστό 25%. 2) Το ύψος του βασικού ημερομισθίου των (μονίμων κλπ.) εργατών του ΟΛΠ, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό των αποδοχών και του επιδόματος αδείας, ορίζεται ειδικά στο άρθρο 23 παρ.1 του Κανονισμού (αναπροσαρμοζόμενο εκάστοτε με τις οικείες ΕΣΣΕ) ανάλογα και σε αντιστοιχία με το είδος της απασχόλησής τους κατά τις διακρίσεις του άρθρου 12 παρ.1 του Κανονισμού (στο οποίο ρητά παραπέμπει το άρθρο 23 παρ.1), είναι δε αυτές: α) η απασχόληση σε φορτοεκφορτώσεις γενικά χύδην φορτίων δημητριακών, γαιανθράκων κλπ., β) η απασχόληση σε φορτοεκφορτώσεις επί πλοίων γενικά και επί παντός είδους πλωτών ναυπηγημάτων και γ) η απασχόληση σε κομιστικές εργασίες (μεταφοράς των εμπορευμάτων από τον τόπο της οριστικής εναπόθεσής τους στα μεταφορικά μέσα των παραληπτών και αντίστροφα), σε εργασίες μεταφοράς των αποσκευών των επιβατών, σε εργασίες κάλυψης και αποκάλυψης των υπαιθρίων εμπορευμάτων και σε λοιπές βοηθητικές εργασίες σχετιζόμενες με την φορτοεκφόρτωση. Στις κατηγορίες αυτές απασχόλησης, ειδικότερα, δεν προβλέπεται και δεν περιλαμβάνεται στο ως άνω άρθρο, ως είδος απασχόλησης η "επί αποδόσει", αφού αυτή, κατά το άρθρο 20 του Κανονισμού, που έχει ακριβώς τον τίτλο "τρόπος διεξαγωγής της εργασίας", προβλέπεται ως τρόπος εργασίας και όχι ως κατηγορία (διάκριση) απασχόλησης.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ως άνω άρθρο 20 του Κανονισμού: 1) Η εργασία στον λιμένα διεξάγεται "επί αποδόσει" στις περιπτώσεις εκφόρτωσης ή φόρτωσης και ειδικότερα στις περιπτώσεις της, από το κύτος ή τις φορτηγίδες μέχρι τον τόπο οριστικής απόθεσης, μεταφοράς α) γαιανθράκων, ορυκτών, μεταλλευμάτων, πορσελάνης και χωμάτων (χύμα) χωρίς τη χρήση αρπάγης, β) σιτηρών και λοιπών δημητριακών "εις χύμα", χωρίς τη χρήση αρπάγης, γ) ξυλείας, δ) φορτίων σε σάκους γενικά, ε) σιδήρων, σιδηροφύλλων κλπ, στ) ειδών γενικού εμπορίου και ζ) φορτίων πλοίων ψυγείων, κατ` εξαίρεση, όμως, εφόσον οι συνθήκες διεξαγωγής των εργασιών για τα παραπάνω φορτία (υπό στοιχεία α-ζ) παρεμποδίζουν την ''επί αποδόσει'' εργασία με τον ως άνω τρόπο, αυτός μπορεί με απόφαση των αρμοδίων οργάνων να μεταβληθεί (επειδή ακριβώς η "επί αποδόσει" εργασία δεν αποτελεί είδος απασχόλησης, αλλά τρόπο εκτέλεσης της εργασίας) σε εργασία "επί ημερομισθίω". 2) Η εργασία "επί ημερομισθίω" εκτελείται για α) την από την αποθήκη ή ύπαιθρο μεταφορά όλων των ανωτέρω ειδών (πλην της ξυλείας) μέχρι το μεταφορικό μέσο του παραλήπτη και αντίστροφα, β) φορτοεκφορτώσεις αποσκευών των επιβατών, γ) φορτοεκφορτώσεις νωπών ιχθύων, φρούτων και λαχανικών, δ) φορτοεκφορτώσεις φορτίων κάθε είδους "εις χύμα" (δι' αρπάγης ή μηχανημάτων αναρροφήσεως) και ε) εργασίες εκφόρτωσης βαγονιών και αυτοκινήτων που μεταφέρουν εμπορεύματα εξωτερικού και 3) οι εργασίες πλήρωσης και εκκένωσης εμπορευματοκιβωτίων, ρυμουλκούμενων οχημάτων και αυτοκινήτων μεταφερόμενων με οχηματαγωγά πλοία εξωτερικού, καθώς και οι εργασίες φορτοεκφόρτωσης στρατιωτικών εφοδίων επί αυτοκινήτων κλπ. μπορούν να εκτελούνται "επί αποδόσει" με βάση τους 6 τόνους κατά εργάτη κλπ.
Η αμοιβή για την "επί αποδόσει" εργασία έχει προβλεφθεί στο άρθρο 27 και καταβάλλεται και στις τρεις περιπτώσεις απασχόλησης του άρθρου 12 παρ.1 επιπρόσθετα του βασικού ημερομισθίου του άρθρου 23 παρ. 1 και 3) Με το άρθρο 26 του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς προβλέπονται οι καθοριζόμενες σ' αυτό έκτακτες αμοιβές για την ''επί ημερομισθίω εργασίαν'', ενώ με το άρθρο 28 αυτού προβλέπονται οι καθοριζόμενες εκεί πρόσθετες και έκτακτες αμοιβές για την ''επί αποδόσει εργασίαν'', όπως για πρόσθετες εργασίες ανοίγματος και κλεισίματος των κυτών του πλοίου, εξαρμώσεις διαφραγμάτων (μπουλμέδων) ή υποστηριγμάτων και περισυλλογή της ξυλείας κλπ, για καθυστέρηση ενάρξεως εργασίας ή διακοπή αυτής εντός των κανονικών χρονικών ορίων απασχολήσεως, για καθυστερήσεις σημειούμενες σε έκτακτα χρονικά όρια εργασίας τακτικών και εκτάκτων φυλάκων κλπ. Τέλος, κατά το άρθρο 30 παρ.1 το "ασφαλιστικό ημερομίσθιο", που καταβάλλεται στους μόνιμους εργάτες για όσες εργάσιμες ημέρες δεν διατίθενται σε φορτοεκφορτωτικές εργασίες του λιμένος λόγω έλλειψης εργασίας, είναι ίσο προς αυτό που καταβάλλεται στους μόνιμους εργάτες που απασχολούνται σε κομιστικές εργασίες του άρθρου 23 παρ.1 εδ. β`, μετά των συντρεχόντων επιδομάτων εμπειρίας, ειδικών συνθηκών και γάμου, δεν αποτελεί, δηλαδή, το "ασφαλιστικό ημερομίσθιο'' το κατώτερο ημερομίσθιο, αλλά αυτό καθορίζεται ίσο προς το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο για τις κομιστικές εργασίες, ενώ κατά το άρθρο 31 παρ. 1 σε περίπτωση ματαιώσεως προγραμματισμένης εργασίας καταβάλλεται το βασικό ημερομίσθιο. Περαιτέρω, με τα άρθρα 4 παρ. 3 και 5 εδ. ε` του ν. 2668/1999, ο ως άνω Κανονισμός Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς διατηρήθηκε, καταρχάς, σε ισχύ και μετά την μετατροπή της αναιρεσείουσας από ΝΠΔΔ σε ανώνυμη εταιρεία, ενώ με την 5115.01/02/2004 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών - Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β` 390/26- 2-2004) εγκρίθηκε και δημοσιεύθηκε ο καταρτισθείς στα πλαίσια και κατ` εξουσιοδότηση των άρθρων 4, 12 και 13 του ως άνω ν. 2688/1999 Γενικός Κανονισμός Προσωπικού της ΟΛΠ ΑΕ (που άρχισε να ισχύει 10 ημέρες μετά τη δημοσίευσή του στην ΕτΚ, κατά το άρθρο 83 αυτού) για τη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων σ` αυτήν, σύμφωνα δε με αυτόν το προσωπικό της αναιρεσείουσας (τακτικό, έκτακτο και δόκιμο), στο οποίο υπάγεται ως ιδιαίτερη υπηρεσιακή κατηγορία το λιμενεργατικό προσωπικό και δη οι λιμενεργάτες (άρθρο 5 παρ.1α, 2 και 4α), δικαιούται ετήσιας άδειας με αποδοχές, καθώς και επιδόματος αδείας, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία (γίνεται, δηλαδή, παραπομπή στον α.ν. 539/1945) σε συνδυασμό με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας ΕΓΣΣΕ, τις ειδικότερες συλλογικές συμβάσεις εργασίας που εφαρμόζονται στην εταιρεία (αναιρεσείουσα) και τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού (άρθρο 55 παρ.1) (Ολ ΑΠ 5/2011).


2. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης και την προσβαλλόμενη απόφαση, παραδεκτώς, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκοπούμενα, οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητοι, με το αγωγικό δικόγραφο εξέθεταν ότι οι όροι εργασίας, οι αμοιβές, οι συνθήκες εργασίας και ο τρόπος διεξαγωγής των φορτοεκφορτωτικών εργασιών τους ως λιμενεργατών, απασχολούμενων στην εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα, ρυθμίζονται από τον Κανονισμό Εργασίας Λιμένος Πειραιώς (από δε την 1-3-2004 ισχύει ο Γενικός Κανονισμός Προσωπικού της ΟΛΠ ΑΕ), οι ειδικότεροι δε όροι εργασίας τους ρυθμίζονται με ΕΣΣΕ, που υπογράφονται μεταξύ των εκπροσώπων της εναγομένης και της Ένωσης Μονίμων και Δοκίμων Λιμενεργατών ΟΛΠ. Ότι ως λιμενεργάτες εκτελούν στο λιμάνι του Πειραιά κάθε λιμενεργατική δραστηριότητα που σχετίζεται με τη φορτοεκφόρτωση και διακίνηση φορτίων, όπως επίσης και άλλες εργασίες εντός του λιμανιού, στις εργασίες δε αυτές, που παρουσιάζουν ιδιομορφίες, απασχολούνται εκ περιτροπής όλοι ο λιμενεργάτες, δηλαδή ορισμένες ημέρες στα χύδην φορτία, άλλες στις γερανογέφυρες, άλλες στην απόδοση και άλλες χωρίς απόδοση.
Η κύρια όμως απασχόλησή τους είναι στις γερανογέφυρες κατά ποσοστό 75-80%. Ότι, για να προσδιορισθεί το βασικό ημερομίσθιο που προκύπτει από την απόδοσή τους, αθροίζονται όλοι οι τόνοι που εκφορτώθηκαν από τον καθένα, πολλαπλασιάζονται επί το ημερομίσθιο το προβλεπόμενο από τις ΕΣΣΕ και έτσι ο τρόπος αμοιβής τους ποικίλλει, αφού αμείβονται είτε με απόδοση (όταν εργάζονται στις φορτοεκφορτώσεις χύδην φορτίων και λοιπών εν γένει εμπορευμάτων), είτε με συγκεκριμένο ποσό (τρία βασικά ημερομίσθια λιμενεργάτη και επί πλέον διορθωτικό ποσό από 1-1-2005, όταν εργάζονται στις γερανογέφυρες) είτε με το ασφαλιστικό ημερομίσθιο όταν βρίσκονται σε εργασιακή ετοιμότητα. Ότι, αφού προσδιορισθεί το βασικό ημερομίσθιο που είναι κυμαινόμενο, υπολογίζονται επ' αυτού όλα τα επιδόματα, πλην η εναγομένη, ενώ υπολόγιζε επί του διαμορφωμένου βασικού ημερομισθίου με την απόδοση όλα τα επιδόματα, εσφαλμένα τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας τα υπολόγισε μόνο επί του ημερομισθίου βάσης των ΕΣΣΕ, κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού, των ΕΣΣΕ και της εργατικής νομοθεσίας.

Ακολούθως οι ενάγοντες παραθέτουν αυτούσιο το άρθρο 35 παρ. 1β' του Κανονισμού και τον καθοριζόμενο μ' αυτό τρόπο υπολογισμού των αποδοχών αδείας και του επιδόματος αδείας που δικαιούται κάθε μόνιμος εργάτης, ήτοι επί το βασικό ημερομίσθιο της απασχόλησής του, ως τέτοιο λογιζόμενο εκείνο της επικρατέστερης απασχόλησης κατά το τελευταίο τρίμηνο προ της χορηγήσεως της άδειας και εκθέτουν ότι ο Κανονισμός για τον υπολογισμό αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας δεν θεωρεί ως βασικό ημερομίσθιο το εκάστοτε προβλεπόμενο από τις ΕΣΣΕ, αλλά εκείνο της επικρατέστερης απασχόλησης. Ότι, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 539/1945, όπως ισχύει, και του ν.4504/1966 οι αποδοχές και το επίδομα αδείας υπολογίζονται με βάση τις τακτικές αποδοχές του μισθωτού, δηλαδή με το ημερομίσθιο και κάθε άλλη παροχή που καταβάλλεται τακτικά και σταθερά από τον εργοδότη, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας του.
Με βάση τα ανωτέρω, παραθέτοντας αριθμητικά τις καταβληθείσες μηνιαίες αποδοχές, κατά τα αναφερόμενα επί μέρους χρονικά διαστήματα, τις οποίες διαιρούν δια του 3 και εξευρίσκουν έτσι το μέσο όρο αποδοχών του τελευταίου τριμήνου, καθόσον δε αφορά το επίδομα αδείας του τελευταίου 12μήνου, τις οποίες διαιρούν δια 10,9 για τα έτη 2001 έως και 2004 και 10,366 αντίστοιχα για το έτος 2005, το δε πηλίκον αναφέρουν ότι είναι ο μηνιαίος μέσος όρος αποδοχών του τελευταίου τριμήνου, ζήτησαν την επιδίκαση διαφορών αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας του χρονικού διαστήματος 2001-2005.
Το Εφετείο Πειραιά, με την προσβαλλόμενη 215/2014 απόφασή του, ερμηνεύοντας, στη μείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού του, τις ως άνω διατάξεις των άρθρων 680, 648 επ. ΑΚ, 10 του ν.1876/1990, 3 του α.ν. 539/1945, 3 παρ.16 του ν. 4504/1966, ως ανωτέρω, καθώς και των άρθρων 20 παρ.1, 23, 27, 30 και 35 του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς, δέχθηκε, καθόσον αφορά τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας των εργαζομένων όσα στην αρχή της παρούσας αναφέρονται, αναφορικά με την αρχή της προστασίας των μισθωτών και την αποτελούσα ειδικότερη μορφή αυτής αρχή της εύνοιας, καθόσον δε αφορά τους λιμενεργάτες που απασχολούνται στο λιμάνι του Πειραιά όσα εκτέθηκαν αναφορικά με τον κατ' άρθρο 35 παρ. 1 του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς, υπολογισμό των αποδοχών αδείας και του επιδόματος αδείας και στη συνέχεια απέρριψε ως μη νόμιμο το κονδύλιο των διαφορών αποδοχών αδείας, με το σκεπτικό ότι οι ενάγοντες κατά τον προσδιορισμό του εν λόγω κονδυλίου ζήτησαν την επιλεκτική εφαρμογή και της ρύθμισης του άρθρου 3 του α.ν. 539/1945 και της διάταξης του άρθρου 35 του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς.
Αναφορικά με το κονδύλιο των διαφορών του επιδόματος αδείας του χρονικού διαστήματος 2001-2005, κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας του κεφαλαίου αυτού, το Εφετείο στην ελάσσονα πρόταση δέχθηκε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Ότι οι ενάγοντες προσλήφθηκαν από το πρώην νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ήδη από 2-5-1999 ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ''......................'' και το διακριτικό τίτλο ''......................'' στις 11-10-1973 ο πρώτος και στις 18-7-1988 ο δεύτερος με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου προκειμένου να εργασθούν στην τελευταία με την ειδικότητα του λιμενεργάτη. Ότι αντικείμενο της εργασίας τους ήταν η εκτέλεση κάθε λιμενεργατικής εργασίας, η οποία σχετίζεται με τη φορτοεκφόρτωση διαφόρων εμπορευμάτων εντός του χώρου του λιμένος Πειραιώς.
Ότι οι όροι εργασίας των εναγόντων διέπονταν από τον Κανονισμό Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς και από τις εκάστοτε συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που καταρτίζονταν μεταξύ του ............. και του σωματείου των εργαζομένων με την επωνυμία '' Ένωση Μονίμων και Δοκίμων Λιμενεργατών ................''. Ότι ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες ανάγκες οι ενάγοντες κατανέμονταν από τα αρμόδια όργανα της εναγομένης εταιρείας σε διάφορες βάρδιες και απασχολούντο με όλα τα είδη των λιμενικών εργασιών, είτε αυτές διεξάγονταν με απόδοση, είτε με σταθερό ημερομίσθιο και, ανάλογα με την εργασία που παρείχαν, καταβάλλονταν σ' αυτούς το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του Κανονισμού Εργασίας Εργατών Λιμένος Πειραιώς και τις οικείες ΕΣΣΕ σταθερό ημερομίσθιο ή το κυμαινόμενο ημερομίσθιο απόδοσης, που αναλογεί στις ποσότητες που φορτοεκφορτώνονταν επιπλέον του ελάχιστου ορίου φορτοεκφόρτωσης, με βάση δε το ημερομίσθιο αυτό διαμορφώνονταν και καταβάλλονταν κατά την ένδικη χρονική περίοδο από 1-1-2001 έως 31-12-2005 όλα τα προβλεπόμενα επιδόματα και οι λοιπές πρόσθετες παροχές, εκτός από τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας.
Ότι η κυμαινόμενη και ανώτερη αυτή αμοιβή απόδοσης προβλέπεται και καταβάλλεται στους εργαζόμενους της εναγομένης τακτικά και σταθερά ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας και, συνεπώς, η αμοιβή αυτή έχει την έννοια των τακτικών αποδοχών, επί των οποίων πρέπει να υπολογίζονται οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας. Ότι, ειδικότερα, το επίδομα αδείας που ελάμβαναν οι ενάγοντες κατά την ως άνω χρονική περίοδο δεν διαμορφώνονταν με βάση το ημερομίσθιο που προέκυπτε από την πραγματική απόδοσή τους και καταβαλλόταν σ' αυτούς κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη λήψη της άδειας, όπως θα έπρεπε, αλλά με βάση το κατώτερο ημερομίσθιο ασφαλείας, προσαυξημένο κατά 20% από το έτος 1990 και 25% αργότερα, κατά την πρόβλεψη των αντίστοιχων ΕΣΣΕ.
Ότι ο τρόπος αυτός υπολογισμού του επιδόματος αδείας σε ποσά κατώτερα από εκείνα που αναλογούσαν στο προβλεπόμενο και πραγματικά καταβαλλόμενο ημερομίσθιο απόδοσης κατά το τελευταίο πριν από τη λήψη της άδειας δωδεκάμηνο, είναι βλαπτικός γι' αυτούς, οι οποίοι δικαιούνται να αξιώσουν τον υπολογισμό του επιδόματος αδείας σύμφωνα με τις ευμενέστερες διατάξεις της κοινής εργατικής νομοθεσίας, δηλαδή του άρθρου 3 παρ. 16 του ν. 4504/1966 και του άρθρου 3 του αν 539/1945, κατά τις οποίες το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές 13 εργασίμων ημερών με βάση ημερομίσθιο που εξευρίσκεται με τη διαίρεση του συνόλου όλων των συνυπολογιστέων κατά νόμο αποδοχών του εργαζόμενου κατά το τελευταίο πριν από τη λήψη της άδειας δωδεκάμηνο, ώστε να συνυπολογισθούν όλες οι εργοδοτικές παροχές που καταβλήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα αυτό ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά ανά μήνα, δια του αριθμού 12, ενώ οι διατάξεις αυτές, στο σύνολό τους λαμβανόμενες, υπερισχύουν, με βάση την αρχή της εύνοιας υπέρ των μισθωτών, από τις αντίθετες και δυσμενέστερες για τους εργαζόμενους διατάξεις των σχετικών Κανονισμών εργασίας ή των οικείων ΕΣΣΕ.
Με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας έκρινε στη συνέχεια το Εφετείο ότι καθ' όλο το επίδικο χρονικό διάστημα, στο οποίο δεν προέκυψε ότι στο μηνιαίο σύνολο των αποδοχών των εναγόντων περιλαμβάνονται και ποσά που αντιστοιχούν σε παράνομες υπερωρίες, έξοδα κίνησης και αποζημίωση για εκτός έδρας εργασία, ο ενάγων Ε. Ν. δικαιούται να λάβει για διαφορές επιδόματος αδείας κατά το έτος 2001 τις αποδοχές 13 ημερομισθίων, δηλαδή με αποδοχές 1.616.995 δραχμές τον Ιούλιο 2000 + 1.210.628 δραχμές τον Αύγουστο 2000 + 1.494.759 δραχμές τον Σεπτέμβριο 2000 + 1.191.290 δραχμές τον Οκτώβριο 2000 + 1.004.839 δραχμές το Νοέμβριο 2000 + 873.299 δραχμές το Δεκέμβριο 2000 + 1.200.990 δραχμές τον Ιανουάριο 2001 + 1.125.504 δραχμές το Φεβρουάριο 2001 + 1.093.260 δραχμές το Μάρτιο 2001 + 1.161.424 δραχμές τον Απρίλιο 2001+ 1.341.947 δραχμές το Μάϊο 2001 + 1.204.122 δραχμές τον Ιούνιο 2001 = 14.519.157 δραχμές, δηλαδή το ισόποσο των 42.609,41 ευρώ :12 μήνες απασχόλησης = 3.550,78 ευρώ ο μέσος όρος του τελευταίου 12μήνου :25 ημέρες = 142,03 ευρώ το ημερομίσθιο χ 13 ημέρες = 1.846,40 ευρώ. Αντ' αυτών έλαβε ο Ε. Ν. 565,34 ευρώ και δικαιούται τη διαφορά των 1.281,06 ευρώ. Στη συνέχεια, με όμοιο τρόπο, υπολόγισε το Εφετείο τις διαφορές επιδόματος αδείας για τα υπόλοιπα χρονικά διαστήματα ως προς τον πρώτο ενάγοντα, καθώς και για ολόκληρο το επίδικο χρονικό διάστημα όσον αφορά το δεύτερο ενάγοντα Π. Μ. και επιδίκασε σε αυτούς τα ποσά των 10.716,87 και 8.259,86 ευρώ αντίστοιχα.
Με την κρίση του αυτή το Εφετείο, εφόσον εφάρμοσε, κατά τις διαλαμβανόμενες στην προσβαλλόμενη απόφαση παραδοχές, την αρχή της εύνοιας υπέρ των μισθωτών και για τον υπολογισμό των αιτούμενων διαφορών του επιδόματος αδείας των εναγόντων έλαβε υπόψη το σύνολο των αποδοχών με βάση την κυμαινόμενη και ανώτερη του βασικού ημερομισθίου ''αμοιβή απόδοσης'' και της ''επικρατέστερης απασχόλησής'' τους, όπως τα ποσά αυτά εζητούντο με την αγωγή, ως μιας ενότητας αποδοχών, καθοριζομένης από τον Κανονισμό, στις ρυθμίσεις του οποίου, με το αγωγικό δικόγραφο γινόταν σαφής αναφορά, όφειλε, προκειμένου να οδηγηθεί στην εφαρμοστέα ως ευνοϊκότερη για τους ενάγοντες ρύθμιση, ενόψει του προεκτεθέντος περιεχομένου της αγωγής και προκειμένου για μισθωτούς αμειβόμενους με σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών, κατά τις ίδιες παραδοχές, να συγκρίνει το ρυθμιζόμενο από τις δύο αυτές πηγές επίδομα αδείας για να καταλήξει στην ευνοϊκότερη για τους μισθωτούς ρύθμιση.

Ειδικότερα: Α) ακολουθώντας τις επιταγές του άρθρου 35 του Κανονισμού να εξεύρει τις δικαιούμενες αξιώσεις με βάση το ''βασικό ημερομίσθιο'', λογιζομένου ως τέτοιου εκείνου της ''επικρατέστερης απασχόλησής ''τους κατά το τελευταίο προ της χορηγήσεως της άδειας τρίμηνο, κατά τα οριζόμενα από τον Κανονισμό και τις ισχύουσες ΕΣΣΕ, προσαυξανόμενο κατά 25% και πολλαπλασιαζόμενο επί 13 και

Β) ακολουθώντας τις επιταγές της κοινής εργατικής νομοθεσίας, εφόσον έλαβε υπόψη τις εν λόγω αποδοχές ως μία ενότητα, να υπαγάγει για εξεύρεση της βάσης υπολογισμού του εν λόγω επιδόματος εκείνες που ενέπιπταν στην προσαπαιτούμενη από το ν. 4504/1966 σε συνδυασμό με τον α.ν. 539/1945, με τον οποίο άρρηκτα, κατά τούτο συνδέεται, έννοια των συνήθων -τακτικών αποδοχών, όπως στην αρχή αναφέρθηκε, ενόψει του ότι από τον ίδιο τον Κανονισμό, που επικαλείται και αναλύει η προσβαλλόμενη απόφαση, προβλέπονται, για την ''επί αποδόσει'' και ''επί ημερομισθίω'' αμοιβή και έκτακτες αμοιβές, για δε το ''ασφαλιστικό ημερομίσθιο'' προβλέπεται επίσης και βασικό ημερομίσθιο (για την περίπτωση ματαιώσεως προγραμματισμένης εργασίας), οι οποίες, κατά τα εκτεθέντα, για να αποτελέσουν βάση υπολογισμού θα πρέπει να εμπίπτουν, κατά το ένδικο διάστημα, στην έννοια των ''τακτικών αποδοχών''.
Είναι δε διαφορετικό το ζήτημα αν, προκειμένου περί τακτικών - συνήθων αποδοχών, αυτές διαφέρουν από μήνα σε μήνα, ώστε τότε να χωρήσει επ' αυτών η εξεύρεση του μέσου όρου από της λήξεως της αδείας του προηγούμενου έτους μέχρι της ενάρξεως της νέας άδειας, μετά την αντιπαράθεση δε αυτών να καταλήξει, κατ' εφαρμογή της αρχής της εύνοιας, στην εφαρμοστέα ευμενέστερη για τους μισθωτούς- ενάγοντες ρύθμιση.
Καταλήγοντας το Εφετείο διαφορετικά, χωρίς να προβεί στα ανωτέρω και χωρίς την προαπαιτούμενη νόμιμη προϋπόθεση ότι οι γενόμενες δεκτές συνολικές αγωγικές μηνιαίες αποδοχές, που αποτέλεσαν βάση υπολογισμού του εν λόγω επιδόματος, ενέπιπταν στο σύνολό τους στην έννοια των ''τακτικών'' αποδοχών κατά τα ένδικα επί μέρους χρονικά διαστήματα, αλλά χρησιμοποιώντας ως βάση υπολογισμού την τελική αμοιβή που προέκυπτε ''από την απόδοση'' και την ''επικρατέστερη απασχόληση'', κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Εργασίας, για τον προσδιορισμό αυτών, παραβίασε ευθέως τις ρηθείσες διατάξεις που εφάρμοσε, αφού δεν είναι επιτρεπτή η σύγχρονη επιλεκτική εφαρμογή όλων των πηγών προς εξεύρεση του εν λόγω επιδόματος.
Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος της αίτησης αναίρεσης, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι ανωτέρω αιτιάσεις, είναι βάσιμος. Πρέπει, επομένως, κατά παραδοχή του λόγου αυτού, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το αναφερόμενο στην επιδίκαση διαφορών επιδόματος αδείας μέρος της, παρελκούσης της έρευνας των δεύτερου και τρίτου, επικουρικά ασκηθέντων, αναιρετικών λόγων. Μετά από αυτά, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το άνω μέρος, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση, κατά το άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, καθόσον η υπόθεση χρειάζεται περαιτέρω διευκρίνηση. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, που κατέθεσε προτάσεις (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 215/2014 απόφαση του Εφετείου Πειραιά κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό της παρούσας μέρος.
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το μέρος αυτό, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσίβλητους στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες τριακόσια (2300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 31 Ιανουαρίου 2017.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 14 Μαρτίου 2017.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
 

Yπόθεση C‑28/16 Έκπτωση του φόρου εισροών — Υποκείμενος στον φόρο ο οποίος ασκεί τόσο οικονομικές όσο και μη οικονομικές δραστηριότητες — Εταιρία συμμετοχών που παρέχει υπηρεσίες στις θυγατρικές της χωρίς αντάλλαγμα»

$
0
0

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)  της 12ης Ιανουαρίου 2017
 
 «Προδικαστική παραπομπή — Άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου — Φόρος προστιθεμένης αξίας — Οδηγία 2006/112/ΕΚ — Άρθρα 2, 9, 26, 167, 168 και 173 — Έκπτωση του φόρου εισροών — Υποκείμενος στον φόρο ο οποίος ασκεί τόσο οικονομικές όσο και μη οικονομικές δραστηριότητες — Εταιρία συμμετοχών που παρέχει υπηρεσίες στις θυγατρικές της χωρίς αντάλλαγμα»
 
 Στην υπόθεση C‑28/16,
 
 με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Kúria (Ανώτατο Δικαστήριο, Ουγγαρία) με απόφαση της 7ης Ιανουαρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Ιανουαρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης
 
 MVM Magyar Villamos Művek Zrt.
 
 κατά
 
 Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatóság,
 
 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),
 
 συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, J.-C. Bonichot και C. G. Fernlund (εισηγητή), δικαστές,
 
 γενικός εισαγγελέας: M. Bobek
 
 γραμματέας: A. Calot Escobar
 
 έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
 
 λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
 
 — η MVM Magyar Villamos Művek Zrt., εκπροσωπούμενη από τους Sz. Vámosi-Nagy και P. Vaszari, ügyvédek,
 
 — η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Bóra, G. Koós και M. Z. Fehér,
 
 — η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την J. Kraehling, επικουρούμενη από την H. L. McCarthy, solicitor,
 
 — η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον V. Bottka και την L. Lozano Palacios,
 
 κατόπιν της απόφασης που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη σύμφωνα με το άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου,
 
 εκδίδει την ακόλουθη
 
 Διάταξη
 
 1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 2, 9, 26, 167, 168 και 173 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1).
 
 2  Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της MVM Magyar Villamos Művek Zrt. και της Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebviteli Igazgatósága (Διεύθυνση Ενστάσεων της Εθνικής Αρχής Φορολογίας και Τελωνείων, Ουγγαρία, στο εξής: φορολογική αρχή), σχετικά με το δικαίωμα της MVM να εκπέσει τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) επί των εισροών που βάρυνε υπηρεσίες τις οποίες αγόρασε για τις θυγατρικές της.
 
 Το νομικό πλαίσιο
 
 Το δίκαιο της Ένωσης
 
 3 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112 ορίζει τα εξής:
 
 «Στον ΦΠΑ υπόκεινται οι ακόλουθες πράξεις:
 
 […]
 
 γ) οι παροχές υπηρεσιών, που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος ενός κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή·
 
 […]».
 
 4 Το άρθρο 9, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας έχει ως εξής:
 
 «Νοείται ως “υποκείμενος στον φόρο” οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.
 
 Ως “οικονομική δραστηριότητα” θεωρείται κάθε δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εξόρυξης, των αγροτικών δραστηριοτήτων καθώς και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελμάτων. Ως οικονομική δραστηριότητα θεωρείται, επίσης, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.»
 
 5 Το άρθρο 26, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα εξής:
 
 «Εξομοιώνονται με παροχές υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας οι ακόλουθες πράξεις:
 
 […]
 
 β) η χωρίς αντάλλαγμα παροχή υπηρεσιών από τον υποκείμενο στον φόρο για ίδιες ανάγκες αυτού ή του προσωπικού του ή, γενικότερα, για σκοπούς ξένους προς την επιχείρησή του.»
 
 6 Το άρθρο 167 της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:
 
 «Το δικαίωμα έκπτωσης γεννάται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ο προς έκπτωση φόρος γίνεται απαιτητός.»
 
 7 Το άρθρο 168 της οδηγίας 2006/112 ορίζει τα εξής:
 
 «Στο βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεών του, ο υποκείμενος στον φόρο έχει το δικαίωμα, στο κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιεί τις πράξεις του, να εκπίπτει από τον οφειλόμενο φόρο τα ακόλουθα ποσά:
 
 α)  τον οφειλόμενο ή καταβληθέντα στο εν λόγω κράτος μέλος ΦΠΑ για τα αγαθά που του παραδόθηκαν ή πρόκειται να του παραδοθούν και για τις υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν ή πρόκειται να του παρασχεθούν από άλλον υποκείμενο στον φόρο,
 
 […]».
 
 8 Το άρθρο 173, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας προβλέπει τα εξής:
 
 «Όσον αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από υποκείμενο στον φόρο για την πραγματοποίηση τόσο πράξεων που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης και προβλέπονται στα άρθρα 168, 169 και 170, όσο και πράξεων, οι οποίες δεν παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης, η έκπτωση επιτρέπεται μόνο για το μέρος του ΦΠΑ, το οποίο αναλογεί στο ποσό που αφορά τις πράξεις της πρώτης κατηγορίας.
 
 […]»
 
 Το ουγγρικό δίκαιο
 
 9 Τα άρθρα 2, 6, 14, 119, 120 και 123 του az általános forgalmi adóról szóló 2007. évi CXXVII. törvény (νόμος αριθ. CXXVII του 2007 για τον ΦΠΑ) μεταφέρουν στην ουγγρική έννομη τάξη αντιστοίχως τα άρθρα 2, 9, 26, 167, 168 και 173 της οδηγίας 2006/112. Οι διατάξεις αυτές του εσωτερικού δικαίου έχουν, κατ’ ουσίαν, την ίδια διατύπωση με τα άρθρα της εν λόγω οδηγίας τα οποία μεταφέρουν στην εσωτερική έννομη τάξη.
 
 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
 
 10 Η MVM είναι κρατική εμπορική εταιρία η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα της ενέργειας. Αφενός, εκμισθώνει σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και δίκτυα οπτικών ινών. Αφετέρου, είναι ιδιοκτήτρια διαφόρων εταιριών που, κατά κύριο λόγο, παράγουν ή διανέμουν ηλεκτρική ενέργεια.
 
 11 Συνάπτοντας με τις θυγατρικές της την επονομαζόμενη σύμβαση «ελέγχου», κατά την έννοια του ουγγρικού δικαίου, η MVM συνέστησε όμιλο εταιριών αναγνωριζόμενο βάσει του εν λόγω δικαίου (στο εξής: όμιλος). Η σύσταση ενός τέτοιου ομίλου δεν είχε πάντως ως αποτέλεσμα τη δημιουργία χωριστού νομικού προσώπου ή την εξάλειψη της νομικής προσωπικότητας των μελών του ομίλου. Εξάλλου, τα μέλη αυτά δεν προσχώρησαν σε καθεστώς υπαγωγής ομίλου στον ΦΠΑ.
 
 12 Η διαφορά της κύριας δίκης έχει ως αντικείμενο την απόφαση την οποία έλαβε η φορολογική αρχή κατόπιν ελέγχου των δηλώσεων ΦΠΑ της MVM για τα έτη 2008 έως 2010.
 
 13 Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, η MVM ήταν επιφορτισμένη με τη στρατηγική διαχείριση του ομίλου. Για τον σκοπό αυτό, χρησιμοποίησε νομικές υπηρεσίες, υπηρεσίες διοικήσεως επιχειρήσεων και υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων, πρώτον, για δικό της όφελος, δεδομένου ότι οι υπηρεσίες αυτές παρεσχέθησαν στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της με αντικείμενο την εκμίσθωση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και δικτύων οπτικών ινών, που υπόκειται, ως τέτοια, στον ΦΠΑ, δεύτερον, προς όφελος ολόκληρου του ομίλου και, τρίτον, προς όφελος καθενός από τα μέλη του ομίλου αυτού. Η MVM εξέπεσε τον ΦΠΑ που αφορούσε το σύνολο των υπηρεσιών αυτών. Πάντως, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι εν λόγω υπηρεσίες εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα ολόκληρου του ομίλου ή συνδέονταν άμεσα με τις φορολογητέες δραστηριότητες των λοιπών μελών του ως άνω ομίλου, η MVM, πλην ορισμένων εξαιρέσεων, δεν χρέωσε τις υπηρεσίες αυτές στις θυγατρικές της. Η MVM δεν χρέωνε ούτε γενικό αντάλλαγμα, στο πλαίσιο του ομίλου, για τη στρατηγική της διαχείριση, με αποτέλεσμα η διαχείριση αυτή να πραγματοποιείται δωρεάν.
 
 14 Η φορολογική αρχή έκρινε ότι ο ΦΠΑ που αφορούσε τις νομικές υπηρεσίες, τις υπηρεσίες διοικήσεως επιχειρήσεων και τις υπηρεσίες δημοσίων σχέσεων δεν ήταν εκπεστέος, βάσει του νόμου CXXVII του 2007 για τον ΦΠΑ, παρά μόνο στο μέτρο που η MVM είχε χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες αυτές για να πραγματοποιήσει παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών. Έτσι, η ως άνω αρχή δεν δέχθηκε το δικαίωμα της MVM να εκπέσει τον ΦΠΑ που αφορούσε τις εν λόγω υπηρεσίες, όταν αυτές είχαν χρησιμοποιηθεί προς το συμφέρον των λοιπών μελών του ομίλου ή όταν επρόκειτο για υπηρεσίες διοικήσεως επιχειρήσεων σχετικές ιδίως με την απόκτηση συμμετοχών (στο εξής: επίμαχες υπηρεσίες). Ειδικότερα, στις περιπτώσεις αυτές, η φορολογική αρχή εκτίμησε ότι η MVM αποτελούσε τον τελικό αποδέκτη των ως άνω υπηρεσιών.
 
 15 Η MVM άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως της φορολογικής αρχής, υποστηρίζοντας ότι οι επίμαχες υπηρεσίες αποτελούσαν γενικές δαπάνες που αφορούσαν τη φορολογητέα δραστηριότητά της, δεδομένου ότι η ίδια έχει την ιδιότητα του υποκειμένου στον ΦΠΑ ο οποίος δεν ασκεί καμία δραστηριότητα που να απαλλάσσεται από τον φόρο. Στο πλαίσιο της προσφυγής αυτής, η MVM υποστήριξε ακόμη ότι η μη χρέωση των θυγατρικών της δεν έθιγε το δικαίωμά της προς έκπτωση του ΦΠΑ.
 
 16 Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αυτή, με το σκεπτικό ότι οι επίμαχες υπηρεσίες δεν είχαν χρησιμοποιηθεί για την άσκηση δραστηριότητας υποκειμένου στον ΦΠΑ και ότι δεν υφίστατο δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών για τέτοιες υπηρεσίες.
 
 17 Η MVM άσκησε αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Kúria (Ανώτατο Δικαστήριο, Ουγγαρία).
 
 18 Το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει ότι, κατά την κρίσιμη για την ενώπιόν του υπόθεση περίοδο, η MVM ενεργούσε ως παθητική εταιρία συμμετοχών από πλευράς χρεώσεως, στο μέτρο που οι θυγατρικές της δεν της κατέβαλλαν, καταρχήν, παρά μόνο μερίσματα, αλλά ως ενεργητική εταιρία συμμετοχών σε ό,τι αφορούσε την άσκηση της συγκεντρωτικής διαχειρίσεως των δραστηριοτήτων του ομίλου.
 
 19 Το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί όμως ότι, από οικονομικής απόψεως, η εκ μέρους εταιρίας συμμετοχών χρέωση υπηρεσιών στις θυγατρικές της δεν αποτελεί, για τους αμιγώς εθνικούς ομίλους εταιριών, παρά τεχνικό και μόνο ζήτημα. Εξάλλου, δεν υφίσταται χαριστικός χαρακτήρας, εφόσον η MVM λαμβάνει υψηλότερα μερίσματα για τις υπηρεσίες που παρέχει, δήθεν χωρίς αντάλλαγμα, στις θυγατρικές της.
 
 20 Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Kúria (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
 
 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
 
 21 Κατά το άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν ερώτημα που υποβάλλεται με αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι ταυτόσημο με ερώτημα επί του οποίου το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί, όταν η απάντηση σε τέτοιο ερώτημα μπορεί να συναχθεί σαφώς από τη νομολογία ή όταν δεν υπάρχει καμία εύλογη αμφιβολία ως προς την απάντηση που προσήκει στο υποβληθέν με αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ερώτημα, το Δικαστήριο, κατόπιν προτάσεως του εισηγητή δικαστή και αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, μπορεί οποτεδήποτε να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη.
 
 22 Το άρθρο αυτό πρέπει να εφαρμοσθεί στην υπό κρίση υπόθεση.
 
 23 Με τα τέσσερα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να συνεξετασθούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν τα άρθρα 2, 9, 26, 167, 168 και 173 της οδηγίας 2006/112 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι η ανάμειξη εταιρίας συμμετοχών, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, στη διαχείριση των θυγατρικών της, σε περίπτωση που αυτή δεν έχει χρεώσει στις εν λόγω θυγατρικές της ούτε το τίμημα των υπηρεσιών που αγόρασε προς το συμφέρον ολόκληρου του ομίλου εταιριών ή ορισμένων από τις θυγατρικές της, ούτε τον σχετικό ΦΠΑ, μπορεί να θεωρηθεί ως «οικονομική δραστηριότητα», κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, παρέχουσα το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών που καταβλήθηκε για τις υπηρεσίες αυτές.
 
 24 Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι, μολονότι η οδηγία 2006/112/ΕΚ ορίζει ευρύτατο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ, στον φόρο αυτό υπόκεινται μόνον οι δραστηριότητες οι οποίες έχουν οικονομικό χαρακτήρα (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 29ης Οκτωβρίου 2009, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, C‑246/08, EU:C:2009:671, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Ειδικότερα, από το άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας προκύπτει ότι, από τις παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιούνται στο έδαφος κράτους μέλους, στον ΦΠΑ υπόκεινται μόνον οι παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή.
 
 25 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι κατά κανόνα μια δραστηριότητα χαρακτηρίζεται ως «οικονομική» οσάκις εμφανίζει διαρκή χαρακτήρα και πραγματοποιείται έναντι αμοιβής την οποία λαμβάνει εκείνος που διενεργεί την πράξη (απόφαση της 29ης Οκτωβρίου 2009, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, C‑246/08, EU:C:2009:671, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 26 Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ, όπως προβλέπεται στα άρθρα 167 επόμενα της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, συνιστά θεμελιώδη αρχή του κοινού συστήματος του ΦΠΑ και δεν δύναται, καταρχήν, να περιορισθεί. Το δικαίωμα αυτό ασκείται αμέσως για το σύνολο των φόρων που έχουν επιβληθεί στις πράξεις εισροών (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, Barlis 06 – Investimentos Imobiliários e Turísticos, C‑516/14, EU:C:2016:690, σκέψεις 37 και 38 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 27 Σκοπός του συστήματος των εκπτώσεων είναι να απαλλαγεί πλήρως ο επιχειρηματίας από την επιβάρυνση του ΦΠΑ που οφείλεται ή καταβάλλεται στο πλαίσιο όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων του. Το κοινό σύστημα του ΦΠΑ διασφαλίζει, συνεπώς, την ουδετερότητα ως προς τη φορολογική επιβάρυνση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων, ανεξαρτήτως του σκοπού ή των αποτελεσμάτων τους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω δραστηριότητες υπόκεινται καταρχήν στον ΦΠΑ (απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, Barlis 06 – Investimentos Imobiliários e Turísticos, C‑516/14, EU:C:2016:690, σκέψη 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 28 Όσον αφορά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη γένεση του δικαιώματος εκπτώσεως του ΦΠΑ, από το άρθρο 168, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112 προκύπτει ότι τα αγαθά ή οι υπηρεσίες των οποίων γίνεται επίκληση προς θεμελίωση του δικαιώματος αυτού πρέπει να χρησιμοποιούνται σε μεταγενέστερο χρόνο από τον υποκείμενο στον φόρο για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεών του και ότι, προηγουμένως, τα ως άνω αγαθά ή υπηρεσίες πρέπει να παραδίδονται ή να παρέχονται, αντιστοίχως, από άλλον υποκείμενο στον φόρο (απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, Barlis 06 – Investimentos Imobiliários e Turísticos, C‑516/14, EU:C:2016:690, σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 29 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, προκειμένου να είναι εκπεστέος ο ΦΠΑ, πρέπει οι πράξεις εισροών να παρουσιάζουν άμεσο και απευθείας σύνδεσμο με πράξεις εκροών που παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση. Έτσι, το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ που βαρύνει την απόκτηση αγαθών ή υπηρεσιών σε προγενέστερο στάδιο προϋποθέτει ότι οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την απόκτηση των αγαθών ή των υπηρεσιών αυτών αποτελούν μέρος των συστατικών στοιχείων της τιμής των φορολογούμενων πράξεων εκροών οι οποίες παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C‑108/14 και C‑109/14, EU:C:2015:496, σκέψη 23 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 30 Όσον αφορά, ειδικότερα, το δικαίωμα προς έκπτωση το οποίο έχει μια εταιρία συμμετοχών, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι δεν έχει την ιδιότητα του υποκειμένου στον ΦΠΑ, κατά την έννοια του άρθρου 9 της οδηγίας 2006/112, ούτε δικαίωμα προς έκπτωση, κατά το άρθρο 167 της ως άνω οδηγίας, εταιρία συμμετοχών μοναδικός σκοπός της οποίας είναι η απόκτηση μεριδίων συμμετοχής σε άλλες επιχειρήσεις, χωρίς η εταιρία αυτή να αναμειγνύεται άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση των επιχειρήσεων αυτών, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει η εν λόγω εταιρία συμμετοχών ως μέτοχος ή εταίρος (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C‑108/14 και C‑109/14, EU:C:2015:496, σκέψη 18 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 31 Η απλή απόκτηση και κατοχή εταιρικών μεριδίων δεν πρέπει να θεωρούνται ως οικονομικές δραστηριότητες κατά την έννοια της οδηγίας 2006/112, οι οποίες προσδίδουν στον ενδιαφερόμενο την ιδιότητα του υποκειμένου στον φόρο. Η απλή οικονομική συμμετοχή σε άλλες επιχειρήσεις δεν αποτελεί δηλαδή εκμετάλλευση αγαθού προς τον σκοπό της άντλησης εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, διότι το ενδεχόμενο μέρισμα, καρπός αυτής της συμμετοχής, απορρέει απλώς και μόνον από την κυριότητα επί του αγαθού (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C‑108/14 και C‑109/14, EU:C:2015:496, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 32 Αυτό δεν ισχύει όταν η συμμετοχή συνοδεύεται από άμεση ή έμμεση ανάμειξη στη διαχείριση των εταιριών στις οποίες αποκτώνται μερίδια συμμετοχής, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει ο κάτοχος των μεριδίων αυτών ως μέτοχος ή εταίρος (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C‑108/14 και C‑109/14, EU:C:2015:496, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 33 Συναφώς, από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η ανάμειξη εταιρίας συμμετοχών στη διαχείριση των εταιριών στο κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει συνιστά οικονομική δραστηριότητα, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, καθόσον συνεπάγεται τη διενέργεια πράξεων που υπόκεινται στον ΦΠΑ δυνάμει του άρθρου 2 της ως άνω οδηγίας, όπως είναι η παροχή διοικητικών, χρηματοοικονομικών, εμπορικών και τεχνικών υπηρεσιών από την εταιρία συμμετοχών προς τις θυγατρικές της (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt, C‑108/14 και C‑109/14, EU:C:2015:496, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
 
 34 Συνακόλουθα, η απλή ανάμειξη εταιρίας συμμετοχών στη διαχείριση των θυγατρικών της, χωρίς τη διενέργεια πράξεων που υπόκεινται στον ΦΠΑ δυνάμει του άρθρου 2 της οδηγίας 2006/112, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «οικονομική δραστηριότητα», κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, διάταξη της 12ης Ιουλίου 2001, Welthgrove, C‑102/00, EU:C:2001:416, σκέψεις 16 και 17). Συνεπώς, μια τέτοια διαχείριση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.
 
 35 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι, κατά την κρίσιμη για την υπόθεση της κύριας δίκης περίοδο, η MVM συνήθως δεν ελάμβανε αμοιβή από τις θυγατρικές της για την εκ μέρους της συγκεντρωτική διαχείριση των δραστηριοτήτων του ομίλου. Έτσι, βάσει των προηγούμενων εκτιμήσεων, διαπιστώνεται ότι η ανάμειξη της MVM στη διαχείριση των θυγατρικών της δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «οικονομική δραστηριότητα», κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112, δυνάμενη να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω οδηγίας.
 
 36 Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι δεν μπορεί να παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ επί των εισροών ο οποίος επιβάρυνε δαπάνες του υποκειμένου στον φόρο στο μέτρο που ο εν λόγω ΦΠΑ αφορά δραστηριότητες οι οποίες, λόγω του μη οικονομικού χαρακτήρα τους, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2006/112 (αποφάσεις της 13ης Μαρτίου 2008, Securenta, C‑437/06, EU:C:2008:166, σκέψη 30, και της 29ης Οκτωβρίου 2009, SKF, C‑29/08, EU:C:2009:665, σκέψη 59).
 
 37 Εξ αυτού συνάγεται ότι η MVM δεν μπορεί να τύχει του δικαιώματος εκπτώσεως του ΦΠΑ που κατέβαλε για τις επίμαχες υπηρεσίες, στο μέτρο που οι υπηρεσίες αυτές συνδέονται με πράξεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2006/112.
 
 38 Η εκτίμηση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η MVM άσκησε και άλλες δραστηριότητες, όπως η εκμίσθωση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και δικτύων οπτικών ινών, εφόσον οι επίμαχες υπηρεσίες δεν φαίνονται να έχουν άμεσο και απευθείας σύνδεσμο με οποιαδήποτε φορολογητέα οικονομική δραστηριότητα, κατά την έννοια της παρατιθέμενης στη σκέψη 29 της παρούσας διατάξεως νομολογίας, πράγμα του οποίου η επαλήθευση αποτελεί πάντως έργο του αιτούντος δικαστηρίου.
 
 39 Συναφώς, επισημαίνεται ότι, όπως έκρινε το Δικαστήριο στη σκέψη 24 της αποφάσεως της 16ης Ιουλίου 2015, Larentia + Minerva και Marenave Schiffahrt (C‑108/14 και C‑109/14, EU:C:2015:496), η ύπαρξη δικαιώματος προς έκπτωση αναγνωρίζεται υπέρ του υποκειμένου στον φόρο, ακόμη και ελλείψει αμέσου και απευθείας συνδέσμου μεταξύ μιας συγκεκριμένης πράξης εισροών και μιας ή περισσότερων πράξεων εκροών που παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση, όταν το κόστος των επίμαχων υπηρεσιών αποτελεί μέρος των γενικών δαπανών του υποκειμένου στον φόρο προσώπου και, επομένως, συστατικό στοιχείο της τιμής των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχει ο εν λόγω υποκείμενος στον φόρο. Ειδικότερα, το κόστος αυτό εμφανίζει άμεσο και απευθείας σύνδεσμο με το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας του υποκειμένου στον φόρο.
 
 40 Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι, κατά την κρίσιμη για την υπόθεση της κύριας δίκης περίοδο, η MVM άσκησε μια φορολογητέα οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή την εκμίσθωση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και δικτύων οπτικών ινών. Δύσκολα όμως νοείται να έχουν οι επίμαχες υπηρεσίες, δηλαδή υπηρεσίες οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν προς το συμφέρον των λοιπών μελών του ομίλου και υπηρεσίες διοικήσεως επιχειρήσεων που αφορούσαν ιδίως την απόκτηση συμμετοχών, άμεσο και απευθείας σύνδεσμο με τη δραστηριότητα αυτή εκμισθώσεως, έστω και θεωρούμενη στο σύνολό της, πράγμα του οποίου η επαλήθευση αποτελεί πάντως έργο του αιτούντος δικαστηρίου.
 
 41 Κατά τα λοιπά, η MVM υποστηρίζει, στις παρατηρήσεις που υπέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι, από 1ης Ιανουαρίου 2015, έχει ένα περιθώριο κέρδους επί των πράξεων που αφορούν τη στρατηγική διαχείριση των μετεχουσών στον όμιλο εταιριών.
 
 42 Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι, ακόμη και στην περίπτωση που η διαχείριση αυτή πρέπει να θεωρηθεί, από την ημερομηνία αυτή και μετά, ως οικονομική δραστηριότητα, οι δαπάνες που δηλώθηκαν μεταξύ 2008 και 2010 για την απόκτηση των επίμαχων υπηρεσιών δεν μπορούν να αποτελέσουν μέρος των συστατικών στοιχείων της τιμής των νέων αυτών φορολογητέων πράξεων και δεν μπορούν επομένως να παράσχουν δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ.
 
 43 Ενώπιον του Δικαστηρίου, η MVM υποστήριξε επίσης ότι οι επίμαχες υπηρεσίες εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα του ομίλου και ότι, δεδομένου ότι οι θυγατρικές της ασκούσαν δραστηριότητες οι οποίες παρείχαν δικαίωμα προς έκπτωση, οι υπηρεσίες αυτές συνδέονται με τις οικονομικές δραστηριότητες ολόκληρου του ομίλου.
 
 44 Πρέπει όμως να επισημανθεί εν προκειμένω ότι η αδυναμία εκπτώσεως του αφορώντος τις επίμαχες υπηρεσίες ΦΠΑ είναι απόρροια της επιλογής της MVM να μη χρεώσει στα μέλη του ομίλου τις υπηρεσίες διαχειρίσεως τις οποίες παρείχε.
 
 45 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, αφενός, οι επιχειρηματίες είναι εν γένει ελεύθεροι να επιλέγουν τις οργανωτικές δομές και τις μεθόδους συναλλαγών που κρίνουν ως πλέον κατάλληλες για τις δραστηριότητές τους (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2013, Le Crédit Lyonnais, C‑388/11, EU:C:2013:541, σκέψη 46) και, αφετέρου, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας δεν συνεπάγεται ότι ένας υποκείμενος στον φόρο ο οποίος έχει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο πράξεων μπορεί να επιλέξει τη μία και να επικαλεστεί τα αποτελέσματα της άλλης (απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2001, Cantor Fitzgerald International, C‑108/99, EU:C:2001:526, σκέψη 33).
 
 46 Τέλος, αν το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει, κατόπιν της διαλαμβανόμενης στις σκέψεις 38 και 40 της παρούσας διατάξεως εξετάσεως, ότι ορισμένες από τις επίμαχες υπηρεσίες αφορούν τόσο οικονομικές, όσο και μη οικονομικές, δραστηριότητες της MVM, υπενθυμίζεται ότι οι διατάξεις της οδηγίας 2006/112 δεν περιέχουν κανόνες για τις μεθόδους ή τα κριτήρια που πρέπει να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη κατά τη θέσπιση διατάξεων που επιτρέπουν τον επιμερισμό του καταβληθέντος ΦΠΑ επί των εισροών αναλόγως του αν οι αντίστοιχες δαπάνες συνδέονται με οικονομικές ή με μη οικονομικές δραστηριότητες (απόφαση της 13ης Μαρτίου 2008, Securenta, C‑437/06, EU:C:2008:166, σκέψη 33).
 
 47 Υπ’ αυτές τις συνθήκες, προκειμένου οι υποκείμενοι στον φόρο να μπορέσουν να προβούν στους αναγκαίους υπολογισμούς, στα κράτη μέλη εναπόκειται να προβλέψουν τις ενδεδειγμένες προς τούτο μεθόδους και κριτήρια, τηρώντας τις αρχές στις οποίες στηρίζεται το κοινό σύστημα ΦΠΑ. Ιδίως, τα κράτη μέλη πρέπει να ασκούν την εξουσία τους εκτιμήσεως κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν ότι η έκπτωση πραγματοποιείται μόνο για το μέρος του ΦΠΑ που αναλογεί στο ποσό το οποίο αντιστοιχεί στις παρέχουσες δικαίωμα προς έκπτωση πράξεις. Πρέπει ως εκ τούτου να μεριμνούν ώστε ο υπολογισμός της αναλογίας μεταξύ οικονομικών και μη οικονομικών δραστηριοτήτων να αντανακλά αντικειμενικά το πραγματικό ποσό των δαπανών για τις εισροές που αναλογεί σε καθεμία από τις δύο αυτές κατηγορίες δραστηριοτήτων (απόφαση της 13ης Μαρτίου 2008, Securenta, C‑437/06, EU:C:2008:166, σκέψεις 34 και 37).
 
 48 Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 2, 9, 26, 167, 168 και 173 της οδηγίας 2006/112 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι, όταν η ανάμειξη εταιρίας συμμετοχών, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, στη διαχείριση των θυγατρικών της δεν συνιστά «οικονομική δραστηριότητα» κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, για τον λόγο ότι η ως άνω εταιρία συμμετοχών δεν έχει χρεώσει στις εν λόγω θυγατρικές της ούτε το τίμημα των υπηρεσιών που αγόρασε προς το συμφέρον ολόκληρου του ομίλου εταιριών ή ορισμένων από τις θυγατρικές της, ούτε τον σχετικό ΦΠΑ, μια τέτοια εταιρία συμμετοχών δεν μπορεί να τύχει του δικαιώματος εκπτώσεως του ΦΠΑ επί των εισροών για τις υπηρεσίες αυτές τις οποίες αγόρασε, στο μέτρο που οι εν λόγω υπηρεσίες συνδέονται με πράξεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω οδηγίας.
 
 Επί των δικαστικών εξόδων
 
 49 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
       
 
 Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:
       
 
 Τα άρθρα 2, 9, 26, 167, 168 και 173 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι, όταν η ανάμειξη εταιρίας συμμετοχών, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, στη διαχείριση των θυγατρικών της δεν συνιστά «οικονομική δραστηριότητα» κατά την έννοια της ως άνω οδηγίας, για τον λόγο ότι η ως άνω εταιρία συμμετοχών δεν έχει χρεώσει στις εν λόγω θυγατρικές της ούτε το τίμημα των υπηρεσιών που αγόρασε προς το συμφέρον ολόκληρου του ομίλου εταιριών ή ορισμένων από τις θυγατρικές της, ούτε τον σχετικό φόρο προστιθέμενης αξίας, μια τέτοια εταιρία συμμετοχών δεν μπορεί να τύχει του δικαιώματος εκπτώσεως του φόρου προστιθέμενης αξίας επί των εισροών για τις υπηρεσίες αυτές τις οποίες αγόρασε, στο μέτρο που οι εν λόγω υπηρεσίες συνδέονται με πράξεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω οδηγίας.
       
 
 (υπογραφές)

Αριθμ. οικ. 68415/28223/2017 Σύσταση της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 4399/2016 και καθορισμός της διαδικασίας λειτουργίας της

$
0
0

Αριθμ. οικ. 68415/28223

(ΦΕΚ Β' 3040/05-09-2017)

Ο ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΙΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του ν.4399/2016 (ΦΕΚ 117/Α'/22-6-2016) «Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας - Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα το άρθρο 27, καθώς και την παράγραφο 7 του άρθρου 85, αυτού.

2. Τις διατάξεις του ν.3852/2010 (Φ.Ε.Κ. 87/Α'/7-6-2010) και συγκεκριμένα των παραγράφων 1 και 7 του άρθρου 241 «Νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης», καθώς και των άρθρων 186 παρ. ΙΙ περ. Α20', 159 παρ. 1 περ. ιβ' και 283 παρ.3 του ίδιου νόμου.

3. Το προεδρικό διάταγμα με αριθμό π.δ. 147/2010, «Οργανισμός της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών», (Φ.Ε.Κ. 240/ Α'/27-12-2010).

4. Την απόφαση με αριθμό 827/2014 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κέρκυρας Εκούσια Δικαιοδοσία, σύμφωνα με την οποία ανακηρύσσεται Περιφερειάρχης Ιόνιων Νησιών ο επικεφαλής του συνδυασμού «ΑΝ.Α.Σ.Α.» Θεόδωρος Γαλιατσάτος.

5. Το από 09-08-2014 πρακτικό ορκωμοσίας του νεοεκλεγέντος Περιφερειάρχη Ιόνιων Νησιών Θεόδωρου Γαλιατσάτου.

6. Τις διατάξεις του ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 45/ Α709-03-1999) και ειδικότερα τα άρθρα 13, 14 και 15 αυτού (Συλλογικά Όργανα της Διοίκησης).

7. Την υπ' αριθμ. 26226/03-03-2017 (ΦΕΚ 117/Υ.Ο.Δ.Δ./ 13-03-2017) κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1


1) Συστήνεται στην έδρα της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών Συστήνεται στην έδρα της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 4399/2016, Περιφερειακή Γνωμοδοτική Επιτροπή, μέλη της οποίας είναι:
1. Ο Περιφερειάρχης Ιόνιων Νησιών ως Πρόεδρος, με αναπληρώτρια την Αντιπεριφερειάρχη Περιφερειακής Ενότητας Κέρκυρας.
2. Ο Αντιπεριφερειάρχης στον Τομέα Επιχειρηματικότητας, Επενδύσεων και Εμπορίου.
3. Η Προϊσταμένη της δ/νσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών.
4. Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Κινήτρων Περιφερειακής Ανάπτυξης της δ/νσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών.
5. Ο Γενικός διευθυντής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών.
6. Ο Γενικός διευθυντής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών.
7. Ένας εκπρόσωπος του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού Ιόνιων Νησιών.
8. Ένας εκπρόσωπος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) για την Περιφέρεια Ιονίων Νήσων.
9. Ένας εκπρόσωπος του Επιμελητηρίου Ελλάδας.
10. Ένας εκπρόσωπος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
11. Ένας εκπρόσωπος Τραπεζών.

2) Της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής προεδρεύει ο Περιφερειάρχης Ιόνιων Νησιών ή ο νόμιμος αναπληρωτής του που ορίζεται η Αντιπεριφερειάρχης Περιφερειακής Ενότητας Κέρκυρας.

3) Για κάθε μέλος της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής δύναται να ορίζεται και αναπληρωτής του.

Άρθρο 2
Έργο της Γνωμοδοτικής Επιτροπής


Έργο της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής είναι η γνωμοδότηση για έκδοση:

1. Αποφάσεων ανάκλησης και επιστροφής ενισχύσεων, εκτός από αυτές που εκδίδονται κατόπιν αιτήσεων των φορέων των επενδύσεων, καθώς για τον τρόπο συμμόρφωσης προς δικαστικές αποφάσεις και συστάσεις ελεγκτικών οργάνων για επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 4399/2016, σύμφωνα με το άρθρο 23 αυτού.

2. Αποφάσεων ανάκλησης και επιστροφής ενισχύσεων, εκτός από αυτές που εκδίδονται κατόπιν αιτήσεων των φορέων των επενδύσεων, καθώς και για τον τρόπο συμμόρφωσης προς δικαστικές αποφάσεις και συστάσεις ελεγκτικών οργάνων για επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις των νόμων 3908/2011, 3299/2004, 2601/1998 και 1892/1990.

3. Αποφάσεων τροποποιήσεων της εγκριτικής απόφασης επενδυτικών σχεδίων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου 4399/2016 ή των νόμων 3908/2011, 3299/2004, 2601/1998 και 1892/1990, όταν με πρόταση της Διεύθυνσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού και αποδοχή από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, εξετάζονται θέματα τα οποία:
i) αφορούν παράταση της προθεσμίας ολοκλήρωσης της επένδυσης για λόγους ανωτέρας βίας,
ii) εμπίπτουν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης και δεν έχουν επιλυθεί ή διευκρινιστεί, ή δεν είναι δεδομένη η πρακτική της Διοίκησης, ή δεν υπάρχει σχετική νομολογία ή γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
iii) σχετίζονται με υποβολή αιτημάτων θεραπείας των φορέων των επενδύσεων.

4. Αποφάσεων πιστοποίησης της ολοκλήρωσης και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας επενδύσεων των επενδυτικών σχεδίων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου 4399/2016 ή των νόμων 3908/2011, 3299/2004, 2601/1998 και 1892/1990, όταν με πρόταση της Διεύθυνσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού και αποδοχή από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, εξετάζονται θέματα τα οποία:
i) εμπίπτουν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης και δεν έχουν επιλυθεί ή διευκρινιστεί, ή δεν είναι δεδομένη η πρακτική της Διοίκησης, ή δεν υπάρχει σχετική νομολογία ή γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
ii) σχετίζονται με υποβολή αιτημάτων θεραπείας των φορέων των επενδύσεων.
iii) αφορούν ιδιαίτερα χαμηλό ενισχυόμενο κόστος, σύμφωνα με την πιστοποίηση του οργάνου ελέγχου, ήτοι μικρότερο του 60% του ενισχυόμενου κόστους της εγκριτικής απόφασης.

Άρθρο 3
Καθορισμός Εισηγητών και Γραμματέων


1. Αρμόδια για την εισήγηση των θεμάτων που καθορίζονται στο άρθρο 2 της παρούσας απόφασης είναι η Διεύθυνση Αναπτυξιακού Προγραμματισμού της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών.

2. Η Διεύθυνση Αναπτυξιακού Προγραμματισμού της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών συντάσσει για την Περιφερειακή Γνωμοδοτική Επιτροπή πλήρεις και αιτιολογημένες εισηγήσεις.

3. Εισηγητές της Επιτροπής ορίζονται οι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών που χειρίζονται το εκάστοτε εξεταζόμενο θέμα.

4. Γραμματέας της Επιτροπής καθώς και αναπληρωτής βοηθός Γραμματέας ο οποίος επικουρεί τον Γραμματέα κατά τις συνεδριάσεις, ορίζονται υπάλληλοι της Διεύθυνσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών ή άλλης Διεύθυνσης της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών. Ο Γραμματέας και ο Αναπληρωτής βοηθός Γραμματέας είναι αρμόδιοι για την τήρηση των πρακτικών των συνεδριάσεων και για κάθε Γραμματειακή υποστήριξη που απαιτείται για την ομαλή λειτουργία της επιτροπής.

Άρθρο 4
Κανονισμός λειτουργίας της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής


1. Οι συνεδριάσεις της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής γίνονται στην έδρα της Περιφέρειας Ιόνιων Νησιών μετά από έγγραφη πρόσκληση των μελών της από τον Πρόεδρο, οποιαδήποτε εργάσιμη μέρα εντός ή πέρα από το ωράριο των Δημοσίων Υπηρεσιών.

2. Η ημερήσια διάταξη, που εκδίδεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, κοινοποιείται στα μέλη με μέριμνα της Γραμματείας, τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, μαζί με τις αντίστοιχες εισηγήσεις των εισηγητών της παραγράφου 1 του άρθρου 3 της παρούσης απόφασης.

3. Η Επιτροπή γνωμοδοτεί επί θεμάτων που εισηγείται η Διεύθυνση Αναπτυξιακού Προγραμματισμού και τα μέλη της δύνανται να ενημερώνονται επί όλων των θεμάτων και στοιχείων των σχετικών φακέλων.

4. Οι Γραμματείς της Επιτροπής τηρούν πρακτικά των συζητήσεων των θεμάτων κάθε συνεδρίασης. Τα πρακτικά μετά τη σύνταξή τους κοινοποιούνται ηλεκτρονικά στα παρασταθέντα στη συνεδρίαση μέλη, τα οποία εντός πέντε (5) ημερών δύνανται να διατυπώσουν τις τυχόν αντιρρήσεις τους, διαφορετικά τεκμαίρεται η σύμφωνη γνώμη τους. Τα πρακτικά υπογράφονται από τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα της Επιτροπής. Η διαδικασία έγκρισης των πρακτικών ολοκληρώνεται εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία συνεδρίασης της Γνωμοδοτικής Επιτροπής. Οι Γραμματείς μεριμνούν για την κοινοποίηση των Πρακτικών στη Διεύθυνση Αναπτυξιακού Προγραμματισμού, για τις περαιτέρω ενέργειες και την έκδοση των σχετικών αποφάσεων. Τα υπογεγραμμένα πρακτικά καθώς και τα σχέδια των εισηγήσεων τηρούνται στο αρχείο της Γραμματείας.

5. Η Περιφερειακή Γνωμοδοτική Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντες ο Πρόεδρος ή ο Αναπληρωτής του και τα μισά τουλάχιστον από τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής.

6. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

7. Η αποστολή της πρόσκλησης, των εισηγήσεων και κάθε άλλης ενημέρωσης γίνεται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Άρθρο 5

Η συγκρότηση της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής της παρούσας απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 27 του ν. 4399/2016 γίνεται με απόφαση του Περιφερειάρχη Ιόνιων Νησιών που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 6
Περιορισμοί και όροι για τα μέλη της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής


1. Δεν μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της Γνωμοδοτικής Επιτροπής τα μέλη, σύμβουλοι ή φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο ή στη διοίκηση επιχειρήσεων ή έχουν καταρτίσει ή συμμετάσχει στην κατάρτιση επενδυτικών σχεδίων ή έχουν αξιολογήσει ή ελέγξει αιτήσεις υπαγωγής, κατά την τελευταία πενταετία, που έχουν υπαχθεί ή έχουν υποβάλει αίτηση για να υπαχθούν στους νόμους 4399/2016, 3908/2011, 3299/2004 και 2601/1998, εφόσον στις συνεδριάσεις αυτές εξετάζονται θέματα των επιχειρήσεων αυτών ή θέματα άλλων επιχειρήσεων ίδιου ή συναφούς αντικειμένου.

2. Στα μέλη και τους εισηγητές της Περιφερειακής Γνωμοδοτικής Επιτροπής εφαρμόζονται οι διατάξεις περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής τους κατάστασης (ν. 3213/2003, όπως ισχύει).

Άρθρο 7

1. Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται πρόσθετη επιβάρυνση σε βάρος του προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων, πέραν αυτής για την οποία έχει εγγραφεί σχετική πίστωση στον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην με αρ. 26226/3.3.2017 (ΦΕΚ 117/Υ.Ο.Δ.Δ./13-03-2017) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Κέρκυρα, 10 Αυγούστου 2017

Ο Περιφερειάρχης
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΣ

ΔΕΔ Αθήνας αποφ. 121/2017 Αποδοχή αιτήματος για αναστολή καταβολής ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί αμφισβητούμενου ποσού

$
0
0

Καλλιθέα, 14/7/2017
Αριθμός απόφασης: 121

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β1 ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κωδ. : 17671, Καλλιθέα
Τηλ. : 213 1604 522
FAX : 213 1604 524

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ.ΟΡΓ.Α 1036960/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Την από «.........» και με αριθμό πρωτοκόλλου «........./.........», κατατεθείσα στη Δ.Ο.Υ. Αγίων Αναργύρων ενδικοφανή προσφυγή της «.........» του «.........», με Α.Φ.Μ. «.........», με την οποία συνυποβάλλεται αίτημα αναστολής καταβολής του συνολικά αμφισβητούμενου ποσού της υπ' αριθμόν ......... «........./.........» πράξης επιβολής προστίμου επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων για τη διαχειριστική περίοδο από 01-01 έως 31-12-2007 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αγίων Αναργύρων, με τα συνημμένα αυτής.

5. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Β1 Νομικής Υποστήριξης, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Με την από «.........» και με αριθμό πρωτοκόλλου «........./.........» αίτησή της η «.........» του «.........», με Α.Φ.Μ. «.........», .........  κάτοικος .........  «......... »,  .........  οδός «......... » αρ. «.........  », ζητά την αναστολή καταβολής ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της ανωτέρω πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Αγίων Αναργύρων, συνολικού ποσού 4.492,67 ευρώ, ήτοι ποσού 2.246,33 ευρώ (4.492,67 ευρώ Χ 50%).

Επί της κρινόμενης αίτησης, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων του αιτήματος αναστολής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 63 του Ν. 4174/2013, «Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%)».

Επειδή, όπως προβλέπεται στην παρ. 4 του ιδίου ανωτέρω άρθρου και νόμου, «Ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να υποβάλει, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής της καταβολής που προβλέπεται στην παράγραφο 3. Η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης δύναται να αναστείλει την εν λόγω πληρωμή, μέχρι την έκδοση της απόφασής της, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η πληρωμή θα είχε ως συνέπεια ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. Εάν δεν εκδοθεί απόφαση εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της αίτησης στη Φορολογική Διοίκηση, η αίτηση αναστολής θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. Τυχόν αναστολή της πληρωμής δεν απαλλάσσει τον υπόχρεο από την υποχρέωση καταβολής των τόκων λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του φόρου».

Επειδή, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 της ΠΟΛ.1064/2017 (ΦΕΚ 1440/27.04.2017, Τεύχος Β') Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.: «1. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, εφόσον καταβληθεί το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%), εκτός αν υποβληθεί γι' αυτό και γίνει αποδεκτό αίτημα αναστολής...

2. Εφόσον υποβληθεί από τον υπόχρεο, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής του καταβλητέου ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δύναται να αναστείλει την πληρωμή του εν λόγω ποσοστού μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια την ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. Η αναστολή αυτή ισχύει μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής στον υπόχρεο, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της. Το αίτημα αναστολής υποβάλλεται με το έγγραφο της ενδικοφανούς προσφυγής ή αυτοτελώς με ιδιαίτερο έγγραφο που κατατίθεται την ίδια ημέρα με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής».

Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 3 του ιδίου ανωτέρω άρθρου 6 της ιδίας ΠΟΛ: «Με την αίτηση αναστολής υποβάλλονται στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και τα αποδεικτικά στοιχεία με τα οποία τεκμηριώνονται οι ισχυρισμοί του αιτούντος και απαραιτήτως υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 ν. 1599/1986 στην οποία ο αιτών δηλώνει :α) τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματά του από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον έτος και β) την περιουσιακή του κατάσταση στην Ελλάδα και οπουδήποτε στην αλλοδαπή κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής.

Αν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, δηλώνονται επιπλέον και τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματα από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον έτος, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση, οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή του ή της συζύγου και των ανηλίκων τέκνων αυτού κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής

Η περιουσιακή κατάσταση περιλαμβάνει ιδίως τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε ακίνητα, τις καταθέσεις οποιουδήποτε είδους και τα συναφή τραπεζικά προϊόντα, τις επενδύσεις σε κινητές αξίες, τα μηχανοκίνητα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, τα δάνεια και τις δωρεές, τις μετοχές, τα μερίδια, τα δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής σε κεφάλαιο σε οποιασδήποτε μορφής νομική οντότητα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του Κ.Φ.Δ. και τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε κινητά αξίας άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Μαζί με την περιουσιακή κατάσταση δηλώνεται από τον αιτούντα και η εκτιμώμενη αγοραία αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτήν. Για τα ακίνητα δηλώνεται και η αντικειμενική αξία αυτών».

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1069/4.3.2014, παράγραφος Γ': «....2. Εφόσον υποβληθεί από τον υπόχρεο, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής του καταβλητέου ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δύναται να αναστείλει την πληρωμή του εν λόγω ποσοστού μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια την ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο...........3. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών προκειμένου να εκτιμήσει την ανεπανόρθωτη βλάβη του υπόχρεου, λαμβάνει υπόψη της του ισχυρισμούς αυτού, τα συνυποβαλλόμενα στοιχεία και ιδίως την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου ... καθώς και κάθε άλλο πρόσφορο για την περίπτωση αυτή στοιχείο ...».

Επειδή, στην υπό εξέταση υπόθεση, η αιτούσα την αναστολή ισχυρίζεται ότι τα εισοδήματά της, όπως προκύπτει από τα τελευταία εκκαθαριστικά της σημειώματα ήταν ελάχιστα έως και μηδενικά και δεν επαρκούν για την καταβολή του αμφισβητούμενου ποσού της προσβαλλόμενης πράξης. Συνεπώς, εάν δεν χορηγηθεί στην αιτούσα η αιτούμενη αναστολή και υποχρεωθεί στην καταβολή του ως άνω ποσού θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη.

Προς απόδειξη των ισχυρισμών της, η αιτούσα προσκομίζει:

1. Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 ν. 1599/1986, με την οποία δηλώνει ότι «τα εισοδήματά της είναι αυτά που αναφέρουν οι υποβληθείσες δηλώσεις και δεν έχει περιουσιακά στοιχεία οπουδήποτε».

2. Αντίγραφο της από «.........» έκθεσης ιατρικών εξετάσεων από θεράποντα ιατρό του Γενικού Νοσοκομείο Αεροπορίας.

3. Αντίγραφο του από «.........» εξιτηρίου της αιτούσας από το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας.

Από τα ανωτέρω προσκομισθέντα στοιχεία, από όσα αναφέρει η αιτούσα στο περιεχόμενο της αίτησής αναστολής της, καθώς και από τα στοιχεία τα οποία έχουν καταχωρηθεί στο μητρώο της Δ.Ο.Υ. Αγίων Αναργύρων και τις υποβληθείσες από την αιτούσα δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 2014, 2015 και 2016 που βρίσκονται καταχωρημένες στο σύστημα TAXIS, προκύπτουν τα εξής:

1. Η αιτούσα βρίσκεται σε διάσταση με τον σύζυγό της. Διατηρούσε επιχείρηση «.........» στο «.........» Αττικής, της οποίας η λειτουργία διεκόπη στις «.........», οπότε και υπεβλήθη η δήλωση διακοπής εργασιών στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., αφότου προηγήθηκε βίαιη αποβολή της από το μίσθιο, στο οποίο εδράζονταν η ως άνω επιχείρηση, όπως προκύπτει από την υπ' αρ. πρωτ. «........./.........» υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 Ν.1599/1986 του εκμισθωτή «.........». Επιπλέον, η υγεία της είναι βεβαρυμμένη.

2. Τα έσοδά της κατά τα φορολογικά έτη 2016 και 2014 ήταν μηδενικά και το φορολογικό έτος 2015 ανερχόταν σε 600 Ευρώ. Επιπλέον, δεν διαθέτει ακίνητη περιουσία ούτε κάποιο μεταφορικό μέσο.

Επειδή, κατά πάγια νομολογία, η οικονομική ζημία που προκαλείται από την εκτέλεση διοικητικής πράξης δεν συνιστά καταρχήν βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη, ικανή να δικαιολογήσει την αποδοχή αίτησης αναστολής εκτέλεσης της πράξης, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι έχει τέτοια έκταση ώστε να προκαλείται ο οικονομικός κλονισμός της επιχείρησης του αιτούντος ή η στέρηση των μέσων βιοπορισμού του (Επ. Αν. ΣτΕ 45/2010, ΣτΕ 1041/2009, ΣτΕ 732/2007, 463, 698, ΣτΕ 707/2006, 181, 661/2001, ΣτΕ 208/2000). Ως «ανεπανόρθωτη» δε βλάβη νοείται όχι μόνον η κατά κυριολεξία μη αναστρέψιμη, αλλά και εκείνη, της οποίας η αποκατάσταση, υπό τις συγκεκριμένες οικονομικές και λοιπές συνθήκες, είναι για τον διάδικο δυσχερής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει (Επ.Αν. ΣτΕ 496/2011).

Επειδή, από τα ανωτέρω έγγραφα, τα οποία προσκόμισε η αιτούσα και από όσα είναι καταχωρημένα στο σύστημα TAXIS και στο μητρώο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., προκύπτει εναργώς ότι η καταβολή του αμφισβητούμενου ποσού της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης ευρίσκεται εκτός των οικονομικών της δυνατοτήτων. Επομένως, η ως άνω καταβολή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τα οποιαδήποτε μέσα βιοπορισμού της αιτούσας και ως εκ τούτου χωρίς να της προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Συνεπώς, δικαιολογείται η χορήγηση της ως άνω αναστολής.

Αποφασίζουμε


Την αποδοχή του αιτήματος της «.........» του «.........», με Α.Φ.Μ. «.........», για αναστολή καταβολής ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της υπ' αριθμόν «........./.........» πράξης επιβολής προστίμου επί παραβάσεων τήρησης βιβλίων και στοιχείων της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. Αγίων Αναργύρων, μέχρι την έκδοση της απόφασης της Υπηρεσίας μας επί της ενδικοφανούς προσφυγής, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της.


Με εντολή του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΠΑΝΔΗ

Ακριβές Αντίγραφο   
Η Υπάλληλος του Τμήματος   
α/α

Αριθμ. απόφ. 91439/2017 Σύσταση ομάδας εργασίας από μέλη του Εθνικού Μητρώου Πιστοποιημένων Ελεγκτών για την πραγματοποίηση διοικητικών ελέγχων επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από την ηλιακή ενέργεια συνολικής ισχύος μέχρι 150 kw, που υπήχθησαν στις διατάξεις του ν. 3299/2004, και καθορισμός του καταμερισμού εργασιών, του τρόπου λειτουργίας και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας

$
0
0

Αριθμ. απόφ. 91439

(ΦΕΚ Β' 3073/06-09-2017)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του ν. 4399/2016 «Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας - Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» (Α' 117), και ειδικότερα τις παραγράφους 1 και 9 του άρθρου 85, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 του ν. 4479/2017 (Α'94), καθώς και των άρθρων 16 και 25 αυτού.

2. Τις διατάξεις του ν. 3299/2004 «Κίνητρα Ιδιωτικών Επενδύσεων για την Οικονομική Ανάπτυξη και την Περιφερειακή Σύγκλιση» (Α'261).

3. Το άρθρο 90 του «Κώδικα για την Κυβέρνηση και κυβερνητικά όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005, (ΦΕΚ Α'98).

4. Τις διατάξεις του π.δ. 116/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας» (Α' 185), όπως ισχύει.

5. Τις διατάξεις του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (Α'208).

6. Το π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α'210).

7. Την απόφαση του Πρωθυπουργού με αριθμ. Υ197/ 16.11.2016 «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξανδρο Χαρίτση» (ΦΕΚ Β' 3722), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση του πρωθυπουργού με αριθμ. Υ226/28-12-2016 «Τροποποίηση απόφασης ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξανδρο Χαρίτση» (Β'4233).

8. Την υπ' αρ. 20283/3.5.2012 Υπουργική απόφαση «Καθορισμός διαδικασιών "Διοικητικών Ελέγχων" στα επενδυτικά σχέδια παραγωγής ηλεκτρισμού ισχύος έως 150 kw» (Β' 1518), όπως τροποποιήθηκε με την υπ' αρ. 54247/31-10-2014 απόφαση (Β' 3090).

9. Την υπ' αρ. 26953/12.6.2012 Εγκύκλιο «Καθορισμός διαδικασιών "Διοικητικών Ελέγχων" στα επενδυτικά σχέδια παραγωγής ηλεκτρισμού συνολικής ισχύος έως 150 kw σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ. α του π.δ. 33/2011 (ΦΕΚ Α'83)».

10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων,

αποφασίζουμε,

Άρθρο 1
Σύσταση ομάδας εργασίας


α. Συστήνεται στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, ομάδα εργασίας, για την πραγματοποίηση διοικητικών ελέγχων επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από την ηλιακή ενέργεια, συνολικής ισχύος 150 kw, που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3299/2004, όπως ισχύει.
β. Στην ομάδα εργασίας συμμετέχουν τουλάχιστον είκοσι (20) και μέχρι τριάντα (30) μέλη που προέρχονται από το Εθνικό Μητρώο Πιστοποιημένων Ελεγκτών (ΕΜΠΕ) του Π.Δ. 33/2011. Για την επιλογή των μελών της ομάδας πραγματοποιείται τυχαία κλήρωση, με κριτήριο την ειδικότητα τους, από το σύνολο των μελών του ΕΜΠΕ που δήλωσαν, κατόπιν πρόσκλησης, διαθεσιμότητα συμμετοχής στην ομάδα εργασίας.
γ. Η συγκρότηση της ομάδας γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης. Με την ίδια απόφαση, επιπροσθέτως, ορίζονται δύο (2) στελέχη της Διεύθυνσης Έγκρισης και Παρακολούθησης Ιδιωτικών Επενδύσεων, ως συντονιστές της ομάδας εργασίας.
δ. Τα μέλη της ομάδας εργασίας κατανέμονται, με ευθύνη της Γενικής Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων, στη βάση τυχαίας κλήρωσης, και με κριτήριο την ειδικότητα τους, σε Όργανα Ελέγχου αποτελούμενα από δύο (2) μέλη, η συγκρότηση των οποίων γίνεται σύμφωνα με την παρ. δ του άρθρου 3. Το έργο των διμελών οργάνων ελέγχου ολοκληρώνεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. ι του άρθρου 3.

Άρθρο 2
Έργο της ομάδας εργασίας


Έργο της ομάδα εργασίας αποτελεί η διενέργεια, από τα συγκροτούμενα διμελή όργανα ελέγχου, του συνόλου των εκκρεμών, στη Γενική Διεύθυνση Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, διοικητικών ελέγχων των επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από την ηλιακή ενέργεια, συνολικής ισχύ-ος μέχρι 150 kw, που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3299/2004, όπως ισχύει. Αντικείμενο του διοικητικού ελέγχου αποτελεί: α. Ο έλεγχος και καταγραφή της υλοποίησης, ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας του επενδυτικού σχεδίου (έλεγχος υλοποίησης φυσικού αντικειμένου) κατά την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος για την ολοκλήρωση και πιστοποίηση της έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας.
β. Ο έλεγχος των βιβλίων, στοιχείων και παραστατικών που αφορούν την υλοποίηση και ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου (έλεγχος οικονομικού αντικειμένου).
γ. Η διαπίστωση της συμμόρφωσης του φορέα του επενδυτικού σχεδίου προς τις διατάξεις του ν. 3299/2004 καθώς και της τήρησης των προϋποθέσεων και των όρων της απόφασης υπαγωγής.

Άρθρο 3
Κανονισμός Λειτουργίας


α. Τα εκάστοτε συγκροτούμενα διμελή όργανα ελέγχου λειτουργούν υπό τον συντονισμό και τις οδηγίες των δύο (2) ορισθέντων στελεχών της Διεύθυνσης Έγκρισης και Παρακολούθησης Ιδιωτικών Επενδύσεων.
β. Η ανάθεση στα όργανα ελέγχου των εκκρεμών αιτημάτων ελέγχου των επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από την ηλιακή ενέργεια, συνολικής ισχύος μέχρι 150 kw, που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3299/2004, πραγματοποιείται κατά σειρά προτεραιότητας με κριτήριο την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος του Φορέα του επενδυτικού σχεδίου.
γ. Σε κάθε διμελές όργανο ελέγχου ανατίθενται, με τυχαία επιλογή και με ευθύνη της Γενικής Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων, μέχρι και δέκα (10) υποβληθέντα αιτήματα διενέργειας διοικητικών ελέγχων.
δ. Η συγκρότηση των οργάνων ελέγχου με τα ανατιθέμενα σ' αυτά εκκρεμή αιτήματα ελέγχου γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης. Η απόφαση αυτή, δύναται να είναι και συλλογική ατομική απόφαση.
ε. Η ολοκλήρωση της διενέργειας των ανατιθέμενων ελέγχων πραγματοποιείται εντός (1) μηνός από την έκδοση της απόφασης συγκρότησης και ανάθεσης. Με αιτιολογημένο ενημερωτικό σημείωμα του διμελούς οργάνου ελέγχου προς την αρμόδια υπηρεσία, το χρονικό αυτό διάστημα δύναται να παρατείνεται μέχρι είκοσι (20) επιπλέον ημέρες. Μέχρι τη λήξη της προθεσμίας αυτής, υποβάλλεται η σχετική έκθεση ελέγχου.
στ. Ο διοικητικός έλεγχος θα πραγματοποιείται επί των εγγράφων του προς έλεγχο φακέλου που έχει υποβληθεί από τον φορέα του επενδυτικού σχεδίου, σε συνάρτηση με τον φάκελο του επενδυτικού σχεδίου που είχε υποβληθεί με την αίτηση υπαγωγής καθώς και την απόφαση υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου. Προς τούτο, η αρμόδια υπηρεσία θέτει στη διάθεση των διμελών οργάνων ελέγχου τους εν λόγω φακέλους. Για τους διοικητικούς ελέγχους της παρούσας εφαρμόζονται τα οριζόμενα στον Οδηγό Ελέγχου Επενδύσεων της παρ. 9 του άρθρου 16 του ν. 4399/2016.
ζ. Ο διοικητικός έλεγχος θα πραγματοποιείται σε συγκεκριμένο χώρο της αρμόδιας υπηρεσίας ιδιωτικών επενδύσεων που θα υποδεικνύεται κάθε φορά.
η. Με την ολοκλήρωση του διοικητικού ελέγχου συντάσσεται σχετική έκθεση ελέγχου, η οποία υπογράφεται από τα μέλη του οργάνου ελέγχου και υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία μέσω του Πληροφοριακού Συστήματος Κρατικών Ενισχύσεων καθώς και σε έντυπη μορφή.
θ. Η αρμόδια υπηρεσία διενεργεί έλεγχο πληρότητας της υποβληθείσας έκθεσης ελέγχου και αν διαπιστώσει ελλείψεις ήσσονος σημασίας που αφορούν είτε στην έκθεση ελέγχου είτε στο επενδυτικό σχέδιο, ζητεί την προσκόμιση συμπληρωματικής έκθεσης ελέγχου. Αν διαπιστώσει σοβαρές ελλείψεις της έκθεσης ελέγχου, ορίζει την εκ νέου διενέργεια διοικητικού ελέγχου από άλλο διμελές όργανο, εντός των ως άνω προθεσμιών.
ι. Με την ολοκλήρωση της διενέργειας των ανατεθέντων ελέγχων με την απόφαση συγκρότησης του διμελούς οργάνου ελέγχου, γίνεται συγκρότηση νέου διμελούς οργάνου ελέγχου, κατά τη διαδικασία της πα-ρούσας απόφασης. Επίσης, νέο όργανο ελέγχου συγκροτείται και στις περιπτώσεις αδυναμίας συμμετοχής ενός εκ των ορισθέντων μελών στα όργανα ελέγχου.

Άρθρο 4
Λοιπές Διατάξεις


1. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης καταργούνται τυχόν αποφάσεις συγκροτήσεων οργάνων ελέγχων που έχουν εκδοθεί για τη διενέργεια διοικητικών ελέγχων επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από την ηλιακή ενέργεια, συνολικής ισχύος μέχρι 150 kw, που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3299/2004, όπως ισχύει και εφόσον μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δεν έχουν υποβληθεί στην αρμόδια Υπηρεσία οι εκθέσεις ελέγχου.

2. Το έργο της ομάδα εργασίας ολοκληρώνεται με την διενέργεια του συνόλου των εκκρεμών στη Γενική Διεύθυνση Ιδιωτικών Επενδύσεων αιτημάτων διοικητικών ελέγχων.

3. Οι αποζημιώσεις για κάθε έλεγχο (υποβολή έκθεσης) είναι οι οριζόμενες στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 της υπ' αρ. 26226/3-3-2017 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός αποζημιώσεων των συμμετεχόντων στις διαδικασίες αξιολόγησης, ελέγχου και παρακολούθησης των επενδυτικών σχεδίων των αναπτυξιακών νόμων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4399/2016» (ΥΟΔΔ' 117).

Άρθρο 5


1. Από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Οι αποζημιώσεις των μελών των οργάνων ελέγχου της ομάδα εργασίας συναρτώνται με τον αριθμό των διενεργούμενων ελέγχων και έχουν εκτιμηθεί κατά την έκδοση της υπ' αρ. 26226/ 3-3-2017 κοινής υπουργικής απόφασης.

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η παρούσα απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 24 Αυγούστου 2017

Ο Υπουργός   
ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ

Αριθμ. 27354/444 Τροποποίηση της με αριθ. πρωτ. 4872/105/ 13-02-2017 κοινής υπουργικής απόφασης με θέμα «Καθορισμός ανώτατου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία πολιτών τρίτων χωρών για τα έτη 2017 και 2018» (Β΄ 398).

$
0
0

Αριθμ. 27354/444

(ΦΕΚ Β' 3080/6-9-2017)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις» (Α΄ 80) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

2. Τις διατάξεις του άρθρου 27 ν. 4320/2015 «Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις» (Α΄ 29).

3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).

4. Τις διατάξεις του π.δ. 70/2015 «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού (Α΄ 114).

5. Τις διατάξεις του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 116).

6. Τις διατάξεις του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (Α΄ 208).

7. Τις διατάξεις του π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 210).

8. Τις διατάξεις της υπ’αριθ. οικ. 66224/2014 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Υγείας, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Καθορισμός ειδικότερων ζητημάτων σχετικά με τη διαδικασία καθορισμού του όγκου εισδοχής πολιτών τρίτων χωρών και τη διαδικασία μετάκλησης για εξαρτημένη εργασία, εποχική απασχόληση, απασχόληση αλιεργατών και υψηλής ειδίκευσης (Β΄ 7/2015).

9. Τις διατάξεις της υπ’ αριθ. Υ56/21-10-2015 απόφασης του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Ουρανία Αντωνοπούλου» (Β΄ 2281) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

10. Τις διατάξεις της υπ’ αριθ. 18686/09-06-2017 απόφασης του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Ιωάννη Μπαλάφα» (Β΄ 1998)

11. Το με αριθ. πρωτ. 661/31-05-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, το με αριθ. πρωτ. 33057/ 13297/08-05-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, το με αριθ. πρωτ. 52687/10-03-2017 έγραφο της Περιφέρειας Αττικής, το με αριθ. πρωτ. 49384/ 07-03-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Αττικής, τα με αριθ. πρωτ. 70279/15294/21-03-2017, 139381/31939/ 30-05-2017 και 2222/14-06-2017 έγγραφα της Περιφέρειας Πελοποννήσου, το με αριθ. πρωτ. 300/ 09-02-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, το με αριθ. πρωτ. 2695/05-05-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Ηπείρου, το με αριθ. πρωτ. Φ.Δ/104060/499/ 18-05-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, το με αριθ. πρωτ. 245/2-6-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Θεσσαλίας, τα με αριθ. πρωτ. 210646 (449)/14-06-2017 και 246591 (589)/19-06-2017 έγγραφα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, το με αριθ. πρωτ. Γ/ΕΞ/977-1/ 29-05-2017 έγγραφο της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης.

12. Το με αριθ. πρωτ. 3350.00.001/8372/18-07-2017 έγγραφο της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

13. Το με αριθ. πρωτ. 52127/14-07-2017 έγγραφο του Ο.Α.Ε.Δ.

14. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Την τροποποίηση της με αριθ. πρωτ. 4872/105/ 13-02-2017 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 398) με θέμα «Καθορισμός ανώτατου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία πολιτών τρίτων χωρών για τα έτη 2017 και 2018», ως εξής:

1. Στην Περιφέρεια Αττικής, συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εποχική εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 8.690 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΠΟΧΙΚΗ Εργάτες γης 5300
ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΥΝΟΛΟ 5300
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 390
ΣΥΝΟΛΟ 390
  Εργάτες γης 2500
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας (Βοσκοί)  
  500
  ΣΥΝΟΛΟ 3000


Η μία (1) θέση Μελετητή και Συντηρητή πλακετών Μηχανών κατασκευής κονσέρβας που είχε προβλεφθεί στην Π.Ε Πειραιά με την με αριθ. πρωτ. 4872/105/13-02-2017 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 398) μεταφέρεται στην Π.Ε. Δυτκής Αττικής.

Η μία (1) θέση Ψάλτη Κοπτορθόδοξης Εκκλησίας που είχε προβλεφθεί στην Π.Ε. Δυτικής Αττικής με την με αριθ. πρωτ. 4872/105/13-02-2017 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 398) μεταφέρεται στην Π.Ε. Αντολικής Αττικής.

2. Στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 6 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΛΕΣΒΟΥ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Καθαριστής σφαγείου 4
  Εργάτης κτηνοτροφίας 2
  ΣΥΝΟΛΟ 6


Στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για αλιεργάτες για τα έτη 2017 και 2018 κατά 124 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΩΝ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΑΛΙΕΡΓΑΤΕΣ Αλιεργάτες 120
ΣΥΝΟΛΟ 120
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΥΚΛΑΔΩΝ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Υπάλληλος υποδοχής 2
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων 2
  ΣΥΝΟΛΟ 4


Στην Περιφέρεια Ιονίων Νήσων συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία και για υψηλή εξειδίκευση για τα έτη 2017 και 2018 κατά 9 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΚΑΙ ΙΘΑΚΗΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εκπαιδευτής σκύλων 1
ΣΥΝΟΛΟ 1
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΖΑΚΥΝΘΟΥ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Μαλάκτης (Μασέρ) 2
ΣΥΝΟΛΟ 2
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΛΕΥΚΑΔΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΥΨΗΛΗ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ Μάγειρες 6
ΣΥΝΟΛΟ 6


5. Στην Περιφέρεια Πελοποννήσου συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία και για αλιεργάτες για τα έτη 2017 και 2018 κατά 3007 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 20
Τυροκόμοι 4
ΣΥΝΟΛΟ 24
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες κτηνοτροφίας 10
  Εργάτες γης 15
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Μάγειρες ξένης κουζίνας 5
  ΣΥΝΟΛΟ 30
ΑΛΙΕΡΓΑΤΕΣ Αλιεργάτες 12
ΣΥΝΟΛΟ 12
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΑΡΚΑΔΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 10
Εργάτες γης 15
ΣΥΝΟΛΟ 25
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες κτηνοτροφίας 50
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 700
  Οικιακοί βοηθοί 15
  ΣΥΝΟΛΟ 765
  Εργάτες γης 1000
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 50
  ΣΥΝΟΛΟ 1050
ΑΛΙΕΡΓΑΤΕΣ Αλιεργάτες 10
ΣΥΝΟΛΟ 10
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΛΑΚΩΝΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 1.091
ΣΥΝΟΛΟ 1.091


6. Στην Περιφέρεια Ηπείρου συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 450 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 300
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 150
  ΣΥΝΟΛΟ 450


7. Στην Περιφέρεια Στέρεας Ελλάδας συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 2657 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες κτηνοτροφίας 20
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 30
  ΣΥΝΟΛΟ 50
  Εργάτες γης 300
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 100
  ΣΥΝΟΛΟ 400
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΟΙΩΤΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 300
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες για γραφείο τελετών 3
  ΣΥΝΟΛΟ 303
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 1.500
ΣΥΝΟΛΟ 1.500
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΥΒΟΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 300
ΣΥΝΟΛΟ 300
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΦΩΚΙΔΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 10
  Εργάτες κτηνοτροφίας 10
  Εργάτες πτηνοτροφείου 5
  Οικιακοί βοηθοί 10
  Εργάτες υδατοκαλλιεργειών 2
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Χειριστές γεωτρύπανου 2
  ΣΥΝΟΛΟ 39
  Εργάτες κτηνοτροφίας 20
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 30
  ΣΥΝΟΛΟ 50
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες κτηνοτροφίας 10
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 5
  ΣΥΝΟΛΟ 15


8. Στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 1 θέση, η οποία κατανέμεται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΡΟΔΟΠΗΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Ζαχαροπλάστης αρμένικης ζαχαροπλαστικής  
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1
  ΣΥΝΟΛΟ 1


9. Στην Περιφέρεια Θεσσαλίας συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 5350 θέσεις, οι οποίες κατανέμεται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΛΑΡΙΣΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 200
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 400
  ΣΥΝΟΛΟ 600
  Εργάτες γης 150
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 400
  ΣΥΝΟΛΟ 550
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΡΙΚΑΛΩΝ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 100
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 150
  ΣΥΝΟΛΟ 250
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 300
ΣΥΝΟΛΟ 300
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΠΟΡΑΔΩΝ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης - Θερμοκηπίων 100
 
  Εργάτες κτηνοτροφίας- Εργάτες πτηνοτροφίας- Εργάτες μελισσοκομίας  
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ  
  50
  ΣΥΝΟΛΟ 150
  Εργάτες γης 3000
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 100
  ΣΥΝΟΛΟ 3100
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 100
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 100
  ΣΥΝΟΛΟ 200
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες γης 200
ΣΥΝΟΛΟ 200


10. Στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας συμπληρώνεται το ανώτατο όριο αδειών διαμονής για εξαρτημένη εργασία για τα έτη 2017 και 2018 κατά 950 θέσεις, οι οποίες κατανέμονται στις παρακάτω Περιφερειακές Ενότητες ως εξής:
 

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Μάγειρες - Ζαχαροπλάστες 100
  Υπάλληλοι παροχής ψυχαγωγίας 50
  Υπάλληλοι παροχής υπηρεσίας σε τουριστικά γραφεία (Συνοδοί)  
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 100
  ΣΥΝΟΛΟ 250
     
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΘΕΣΕΩΝ
  Εργάτες γης 30
ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 250
  ΣΥΝΟΛΟ 280
  Εργάτες γης 120
ΕΠΟΧΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εργάτες κτηνοτροφίας 300
  ΣΥΝΟΛΟ 420


Η αντιστοιχία της καλλιεργήσιμης έκτασης ανά εργαζόμενο για την μετάκληση υπηκόων τρίτων χωρών για εξαρτημένη εργασία και για εποχιακή απασχόληση καθορίζεται ως εξής:
 

ΦΥΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Είδος καλλιέργειας Έκταση σε στρέμματα
Αβοκάντο 25
Αγγούρια υπαίθρου 15
Αγγούρια υπό κάλυψη 2
Αγκινάρες 15
Ακτινίδια 20
Αλόη 5
Αμύγδαλα 40
Αραβόσιτος 130
Αραχίδα (Ζωωτροφή) 220
Αρωματικά 25
Αρώνια 5
Αχλάδια 15
Βαμβάκι σύσπορο 95
Βατόμουρα 5
Βερίκοκα 25
Βίκος 350
Βρώμη 875
Βύσσινα 20
Γκοτζιμπέρι 5
Γλυκάνισο 50
Δαμάσκηνα νωπά 15
Δαμάσκηνα ξηρά 15
Ελαιοκράμβη 195
Ελιές βρώσιμες 30
Ελιές για λάδι 40
Ηλίανθος 195
Ιπποφαές 5
Καπνός 10
Καρότα 15
Καρπούζια 35
Καρύδια 50
Κάστανα 40
Κεράσια 5
Κεχρί 875
Κίτρα 20
Κολοκύθια υπαίθρου 15
Κολοκύθια υπό κάλυψη 10
Κολοκυθόσπορος 40
Κορόμηλα 35
Κουκιά, Λαθούρια 80
Κουμ-κουάτ 20
Κουνουπίδι, Μπρόκολο 25
Κρεμμύδια νωπά 10
Κρεμμύδια ξηρά 25
Κριθάρι 875
Κρόκος 15
Κυδώνια 30
Λάχανο 25
Λεμόνια 20
Λωτοί 25
Μανιτάρια καλλιεργούμενα 20
Μαρούλια υπαίθρου 10
Μαρούλια υπό κάλυψη 5
Μαστιχόδενδρα 20
Μελιτζάνες υπαίθρου 15
Μελιτζάνες υπό κάλυψη 5
Μηδική 115
Μήλα 20
Μουριές (φύλλα) 35
Μούσμουλα 35
Μπάμιες 10
Μπανάνες υπό κάλυψη 5
Μπιζέλια, Αρακάς 15
Νεκταρίνια 25
Πατάτες 50
Πεπόνια υπαίθρου 40
Πεπόνια υπό κάλυψη 30
Πιπεριές 5
Πορτοκάλια 20
Ρεβύθια 80
Ρίγανη 25
Ροδάκινα 25
Ρόδια 35
Ρύζι 160
Σακχαρότευτλα 65
Σησάμι 25
Σίκαλη και Σμιγός 875
Σίτος 875
Σκόρδα νωπά 10
Σκόρδα ξηρά 10
Σόγια 150
Σόργο 90
Σπανάκι 15
Σπαράγγι 20
Σταφίδα κορινθιακή 20
Σταφίδα σουλτανίνα 20
Σταφύλια επιτραπέζια 20
Σταφύλια οινοποιήσιμα 45
Στέβια 25
Σύκα νωπά 30
Σύκα ξηρά 40
Τοματάκι (Θήρας) 2
Τομάτες βιομηχανικές 25
Τομάτες νωπές υπαίθρου 5
Τομάτες νωπές υπό κάλυψη 2
Τριτικάλε 875
Τριφύλλι 160
Τρούφα 5
Τσάι του βουνού 25
Φακές 80
Φασολάκια νωπά υπαίθρου 10
Φασολάκια νωπά υπό κάλυψη 5
Φασόλια 75
Φιστίκια 35
Φουντούκια 70
Φράουλες 5
Φράπες, Grapefruit 20
   
ΖΩΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Είδος καλλιέργειας Αριθμός ζώων
Αγελάδες Γαλακτοπαραγωγής 15
Βοοειδή 20
Αίγες 90
Πρόβατα 105
Χοίροι 10


Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 1 Σεπτεμβρίου 2017

Οι Υπουργοί

Οικονομίας και Ανάπτυξης
ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Αναπληρώτρια Υπουργός Εργασίας,
Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΟΥΡΑΝΙΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ

Εξωτερικών
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ

Υφυπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΑΦΑΣ

Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ


Αριθ. πρωτ.: 1237/76214/4.7.2016 Διευκρινιστική εγκύκλιος του ν.4384/2016 (ΦΕΚ Α' 78) «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις».

$
0
0
Αθήνα, 4 Ιουλίου 2016
Αριθ. Πρωτ.: 1237/76214

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
και ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
και ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΑΓΡ. ΣΥΝ/ΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ
και ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ και ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση: Μενάνδρου 22
Ταχ. Κωδ.: 105 52 Αθήνα
Πληροφορίες: Αναστασία Παπουτσή
Τηλ.: 210 2125078
Fax: 210 5246056
Ηλεκτρονική Δ/νση: li210u099@minagric.gr

ΘΕΜΑ: Διευκρινιστική εγκύκλιος του ν.4384/2016 (ΦΕΚ Α' 78) «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις».

O ν.4384/2016 (ΦΕΚ Α' 78) «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις», αντικαθιστά προηγούμενες διατάξεις σε ενιαία μορφή και είναι σαφής. Η δημιουργία συνεταιρισμών και άλλων μορφών αγροτικών ενώσεων απλοποιείται και διευκολύνεται..

Επί των άρθρων του ν.4384/2016, παρέχονται οι κατωτέρω διευκρινήσεις:

Με το άρθρο 1 ορίζεται ο Αγροτικός Συνεταιρισμός, στο εξής ΑΣ, ως αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει με την αμοιβαία βοήθεια και την αλληλεγγύη των μελών της, τη συλλογική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιόκτητης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης. Αναφέρονται ενδεικτικά και άλλα είδη συνεταιρισμών οποιουδήποτε κλάδου ή δραστηριότητας της αγροτικής οικονομίας όπως οι αλιευτικοί, κτηνοτροφικοί, πτηνοτροφικοί, μελισσοκομικοί, σηροτροφικοί, αγροτουριστικοί, αγροβιοτεχνικοί, οικοτεχνικοί. Οι Δασικοί Συνεταιρισμοί και οι Ενώσεις αυτών, δεν διέπονται από τις διατάξεις του ν.4384/2016 όπως και οι Αναγκαστικοί Συνεταιρισμοί Δασοκτημόνων του α.ν. 1627/1939 (ΦΕΚ Α'64) που εμπίπτουν στους Δασικούς Συνεταιρισμούς.

Με το άρθρο 2 θεσπίζονται για πρώτη φορά ο Γυναικείοι Συνεταιρισμοί, στο εξής γυναικείοι ΑΣ, στους οποίους, σύμφωνα με το οικείο καταστατικό, μέλη μπορούν να γίνουν αποκλειστικά γυναίκες. Για τη σύστασή τους απαιτείται ελάχιστος αριθμός πέντε (5) ιδρυτικών μελών ενώ αν τα μέλη είναι λιγότερα από δέκα (10) δεν απαιτείται η εκλογή διοικητικού συμβουλίου, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό.

Στο άρθρο 3 αναφέρεται η υποχρεωτική δήλωση του κυρίου σκοπού ή αντικειμένου δραστηριότητας στην επωνυμία του ΑΣ και της έδρας του. Για παράδειγμα, ένας συνεταιρισμός που δραστηριοποιείται στο Καλό Χωριό με κύριο σκοπό την παραγωγή γάλακτος, οφείλει να αναφέρεται ως «Αγροτικός Συνεταιρισμός Γαλακτοπαραγωγών Καλού Χωριού». Στην επωνυμία μπορεί να περιλαμβάνεται και διακριτικός τίτλος.
Ειδικότερα, για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς που προέρχονται από μετατροπή των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών του άρθρου 26 του ν.2810/2000 (ΦΕΚ Α' 61), και επιθυμούν να φέρουν τον τίτλο «ΕΝΩΣΗ», αυτός πρέπει να δηλώνεται ως διακριτικός τίτλος και να έπεται της επωνυμίας, δηλαδή να αναφέρονται π.χ. ως «Αγροτικός Συνεταιρισμός Πρέβεζας Ή ΕΝΩΣΗ'». Στα έντυπα του ΑΣ, εκτός της επωνυμίας του και του διακριτικού τίτλου, όπου υπάρχει, αναφέρονται η έδρα, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) και ο αριθμός μητρώου ΑΣ.
Για τη σύσταση ΑΣ σύμφωνα με το άρθρο 4, απαιτείται η σύνταξη καταστατικού και η υπογραφή του από είκοσι (20) τουλάχιστον φυσικά πρόσωπα. Αν πρόκειται για αλιευτικό ΑΣ και για ΑΣ με μέλη αποκλειστικά καλλιεργητές βιολογικών προϊόντων απαιτείται ελάχιστος αριθμός δέκα (10) φυσικών προσώπων.

Με αίτησή του στο Ειρηνοδικείο της έδρας του ΑΣ, το προσωρινό διοικητικό συμβούλιο καταθέτει, δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου, το προς έγκριση καταστατικό. Έπειτα από έλεγχο νομιμότητας του καταστατικού, με πράξη του Ειρηνοδίκη πραγματοποιείται η καταχώριση του καταστατικού στο βιβλίο μητρώου αγροτικών συνεταιρισμών, εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση της αίτησης. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου, ο Ειρηνοδίκης αρνείται την καταχώριση και με την ίδια πράξη καλεί το προσωρινό διοικητικό συμβούλιο υποδεικνύοντας τις απαραίτητες διορθώσεις. Κατά της αρνητικής πράξης του Ειρηνοδίκη και εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοσή της μπορεί να ασκηθεί ανακοπή η οποία δικάζεται με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας από το Ειρηνοδικείο της έδρας του ΑΣ. Εντός τριάντα (30) ημερών από την καταχώριση του καταστατικού, η γραμματεία του Ειρηνοδικείου αποστέλλει αντίγραφο στην αρμόδια αρχή.

Για την απόκτηση ΑΦΜ από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ), οι ΑΣ προσκομίζουν σε αυτήν βεβαίωση εγγραφής τους στο Μητρώο, η οποία χορηγείται από την αρμόδια αρχή και αναγράφει τον αριθμό μητρώου. Μετά την εκλογή του οριστικού Διοικητικού Συμβουλίου και του Εποπτικού Συμβουλίου, αποστέλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα στο Μητρώο της αρμόδιας αρχής πρακτικό των αρχαιρεσιών για την ανάδειξη των ως άνω Συμβουλίων.

Με την ίδια διαδικασία πραγματοποιείται και η τροποποίηση του καταστατικού του ΑΣ και η σύσταση των ΚΑΣ και ΚΕΑΣ.

Σύμφωνα με το άρθρο 6, μέλος του ΑΣ μπορεί να γίνει φυσικό πρόσωπο που έχει πλήρη ικανότητα για δικαιοπραξία, απασχολείται σε οποιονδήποτε κλάδο ή δραστηριότητα της αγροτικής οικονομίας που εξυπηρετείται από τις δραστηριότητες του ΑΣ, πληροί τους όρους του καταστατικού του και αποδέχεται να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες του. Στο καταστατικό προβλέπεται η συμμετοχή και το ποσοστό συμμετοχής και άλλου ΑΣ ή νομικού προσώπου με αποκλειστικά αγροτική δραστηριότητα στον ΑΣ. Επίσης, στο καταστατικό μπορεί να προβλεφθεί η εγγραφή στον ΑΣ φυσικών/νομικών προσώπων μελών-επενδυτών με τους όρους και τις προϋποθέσεις εισόδου- εξόδου, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Τα μέλη - επενδυτές κατέχουν προαιρετικές συνεταιρικές μερίδες, χωρίς δικαιώματα ψήφου.

Τα ιδρυτικά μέλη αποκτούν τη συνεταιριστική ιδιότητα από την καταχώριση του καταστατικού στο βιβλίο μητρώου αγροτικών συνεταιρισμών που τηρείται στο Ειρηνοδικείο, εφόσον έχουν καταβάλει το ποσοστό της αξίας της υποχρεωτικής συνεταιρικής μερίδας που προβλέπει ο νόμος και το καταστατικό του ΑΣ.

Το Διοικητικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 7, αποφασίζει αιτιολογημένα για την αποδοχή ή μη της αίτησης εγγραφής προσώπου ως μέλους του ΑΣ στην πρώτη του συνεδρίαση μετά την υποβολή της αίτησης. Η Γενική Συνέλευση αποφασίζει για τις αιτήσεις εγγραφής που δεν έγιναν δεκτές από το Διοικητικό Συμβούλιο. Με την προϋπόθεση ότι ο αιτών έχει καταβάλει το ποσοστό της αξίας της υποχρεωτικής μερίδας που προβλέπεται από το νόμο και το καταστατικό, η ιδιότητα του μέλους αποκτάται από την ημερομηνία της απόφασης αποδοχής της αίτησης από το ΔΣ ή εάν αυτή δεν έγινε δεκτή, από την ημερομηνία απόφασης της Γενικής Συνέλευσης. Δεν εγγράφονται μέλη ΑΣ τρεις (3) μήνες πριν την ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών για την ανάδειξη των μελών του ΔΣ και ΕΣ.

Η αποχώρηση μέλους του ΑΣ από αυτόν πραγματοποιείται οποτεδήποτε, αφού προειδοποιήσει έγκαιρα, σε προθεσμία που προβλέπεται στο καταστατικό, εγγράφως το Διοικητικό Συμβούλιο. Για συγκεκριμένους λόγους, το καταστατικό μπορεί να προβλέπει την υποχρεωτική παραμονή των μελών του ΑΣ για ορισμένο διάστημα σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΑΣ αποφασίζει αιτιολογημένα για τη διαγραφή μέλους του ΑΣ έπειτα από ακρόαση του μέλους. Στο καταστατικό καθορίζονται οι λόγοι και η διαδικασία διαγραφής του μέλους. Το μέλος μπορεί, σε προθεσμία που ορίζεται από το καταστατικό, να προσφύγει κατά της απόφασης διαγραφής του στη Γενική Συνέλευση του ΑΣ, η οποία συγκαλείται μέσα σε έξι (6) μήνες από την ημερομηνία της προσφυγής. Η απώλεια της ιδιότητας του μέλους επέρχεται με την κοινοποίηση της απορριπτικής επί της προσφυγής απόφασης της Γενικής Συνέλευσης ή όταν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής στη Γενική Συνέλευση. Μετά την αποχώρηση ή τη διαγραφή του μέλους του ΑΣ, οι συνεταιρικές του μερίδες επιστρέφονται στην ονομαστική τους αξία μέσα σε ένα (1) έτος από την ημερομηνία που το μέλος έχασε την συνεταιριστική του ιδιότητα.

Με το άρθρο 8 ορίζεται ότι το μέλος του ΑΣ πρέπει να ασκεί τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4384/2016, τους όρους του καταστατικού του ΑΣ και τις αποφάσεις των οργάνων διοίκησης του ΑΣ. Επίσης, ορίζει την υποχρέωση αποχής από δραστηριότητες ανταγωνιστικές με εκείνες του ΑΣ ή από πράξεις που μπορούν με οποιονδήποτε τρόπο να βλάψουν τα συμφέροντα του ΑΣ. Ρυθμίζεται η υποχρέωση των μελών να παραδίδουν τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό (80%) της παραγωγής τους στον ΑΣ.
Διευκρινίζεται ότι η συμμετοχή μέλους ΑΣ σε νομικό πρόσωπο συνεταιριστικής ή άλλης μορφής, ιδίου σκοπού ή ιδίων δραστηριοτήτων δεν καθίσταται δυνατή κατά την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Επίσης στο καταστατικό προβλέπεται το ποσοστό κάθε είδους εφοδίων απαραίτητων για τις ανάγκες των εκμεταλλεύσεων ή της οικιακής τους οικονομίας, που το μέλος υποχρεούται να προμηθεύεται από τον ΑΣ. Η μη τήρηση της υποχρέωσης παράδοσης των προϊόντων στον ΑΣ ή προμήθειας εφοδίων από τον ΑΣ, συνεπάγεται τη διαγραφή του μέλους, πέραν άλλων κυρώσεων που θέτει το καταστατικό. Τα μέλη απαλλάσσονται από τις άνω υποχρεώσεις με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης ειλημμένη με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως α) αντικειμενική αδυναμία του μέλους εκπλήρωσης της δεσμευτικής υποχρέωσης, β) ύπαρξη προγενέστερης της εισόδου του μέλους στον ΑΣ σύναψης σύμβασης πώλησης των προϊόντων του σε τρίτους που αποδεικνύεται με δικαιολογητικά και ενημερώνεται εγκαίρως ο ΑΣ για τη διάρκεια, τον όγκο παραγωγής και άλλες λεπτομέρειες και γ) αδυναμία του ΑΣ να απορροφήσει την προσφερόμενη παραγωγή.

Η προσωπική εργασία που παρέχει το μέλος του ΑΣ προς αυτόν δεν θεωρείται εξαρτημένη εργασία. Για την παρασχεθείσα προσωπική εργασία, ο ΑΣ εκδίδει σχετικό παραστατικό (με την ένδειξη δωρεάν), όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παρ.10 του ν.4308/2014 (ΦΕΚ Α'251). Η αξία της προσωπικής εργασίας μεταφέρεται στο πλεόνασμα του ΑΣ της οικείας διαχειριστικής χρήσης και αποδίδεται στα δικαιούχα μέλη σε διαστήματα που αποφασίζει το ΔΣ του ΑΣ. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή υπό την προϋπόθεση ύπαρξης πλεονάσματος.

Με το άρθρο 9, ορίζεται η συνεταιρική μερίδα ως το ελάχιστο χρηματικό ποσό συμμετοχής κάθε μέλους στο κεφάλαιο, ενώ καταργείται το ελάχιστο ποσό του συνεταιριστικού κεφαλαίου των €10.000. Κάθε μέλος συμμετέχει στον ΑΣ με μία (1) υποχρεωτική συνεταιρική μερίδα και έχει μία (1) ψήφο στη Γενική Συνέλευση του ΑΣ. Η συνεταιρική μερίδα είναι αδιαίρετη και ίση για όλα τα μέλη. Την αξία της συνεταιρικής μερίδας αποφασίζουν τα μέλη του συνεταιρισμού, βάσει καταστατικού, και κάθε μεταβολή της αξίας της συνεταιρικής μερίδας του ΑΣ γίνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης και με τροποποίηση του καταστατικού του. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει όρους και προϋποθέσεις για την απόκτηση από κάθε μέλος προαιρετικών μερίδων χωρίς δικαίωμα ψήφου. Με την εγγραφή, καταβάλλεται το 50% της συνεταιρικής μερίδας και το υπόλοιπο εξοφλείται το αργότερο μέσα σε ένα (1) έτος από την εγγραφή, εκτός αν το καταστατικό προβλέπει βραχύτερο διάστημα για την εξόφληση. Μέλη των ΑΣ που υφίστανται και λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016 οφείλουν να εξοφλήσουν την αξία της συνεταιρικής τους μερίδας κατά την προσαρμογή του καταστατικού του ΑΣ στον ως άνω νόμο. Σε ΑΣ που υφίστανται και λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016, τυχόν πρόσθετες υποχρεωτικές μερίδες με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΑΣ είτε επιστρέφονται στα μέλη στην ονομαστική τους αξία, αυξημένη ή μειωμένη ανάλογα με τα αποτελέσματα της τελευταίας χρήσης, ή μετατρέπονται σε προαιρετικές μερίδες, βάσει του καταστατικού.

Η μεταβίβαση της συνεταιρικής μερίδας είναι δυνατή μόνο με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου σε πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 6 περί μελών, εφόσον δεν απαγορεύεται από το καταστατικό.

Σε περίπτωση θανάτου μέλους του ΑΣ, ο κληρονόμος ή όταν υπάρχουν περισσότεροι κληρονόμοι, αυτός που υποδείχθηκε με έγγραφη συμφωνία τους, υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μέλους που πέθανε, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 6 περί μελών. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η ονομαστική αξία της συνεταιρικής μερίδας αποδίδεται στους νόμιμους κληρονόμους του μέλους μέσα σε ένα (1) έτος από την ημερομηνία θανάτου του μέλους. Σε κάθε περίπτωση, οι κληρονόμοι ενημερώνουν τον ΑΣ με αίτησή τους για την εφαρμογή των προαναφερόμενων διατάξεων.

Με το άρθρο 10 ορίζεται ότι η ευθύνη των μελών για τις υποχρεώσεις του ΑΣ προς τρίτους είναι επικουρική, με την έννοια ότι προκύπτει μόνο αν δεν υπάρχει άλλη πηγή ικανοποίησης των απαιτήσεων των πιστωτών. Η έκταση της ευθύνης καθορίζεται στο καταστατικό και είναι ίση με την αξία της υποχρεωτικής μερίδας ή με ακέραιο πολλαπλάσιο του ποσού αυτής. Τα μέλη φέρουν την προαναφερόμενη ευθύνη και μετά την έξοδό τους από τον ΑΣ, για υποχρεώσεις που δημιουργήθηκαν ενώ ήταν μέλη. Αξιώσεις τρίτων από την ευθύνη του μέλους του ΑΣ παραγράφονται μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους στο οποίο γεννήθηκαν, ενώ η ευθύνη του μέλους παύει οπωσδήποτε μετά την πάροδο ενός (1) έτους από το πέρας της πτώχευσης ή της εκκαθάρισης του ΑΣ, εκτός αν μέσα στο έτος έχει ασκηθεί εναντίον του αγωγή. Για υποχρεώσεις του ΑΣ προς τρίτους και το Δημόσιο, καθώς και για υποχρεώσεις μεταξύ μελών και ΑΣ δεν απαγγέλλεται προσωπική κράτηση των μελών του ΑΣ. Οι δανειστές μέλους του ΑΣ δεν έχουν δικαίωμα επί της περιουσίας του ΑΣ ή των πλεονασμάτων χρήσεων ή των συνεταιρικών μερίδων των υπόλοιπων μελών για την ικανοποίηση αξιώσεών τους κατά του μέλους. Επίσης δεν υπόκεινται σε κατάσχεση ή στη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, για οφειλές των μελών προς τρίτους, η υποχρεωτική και προαιρετική συνεταιρική μερίδα.

Όργανα διοίκησης του ΑΣ, σύμφωνα με το άρθρο 11, είναι η Γενική Συνέλευση (ΓΣ), το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) και το Εποπτικό Συμβούλιο (ΕΣ). Αγροτικοί Συνεταιρισμοί με αριθμό μελών μικρότερο από τριάντα (30) δεν υποχρεούνται να εκλέγουν εποπτικό συμβούλιο, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό.

Σύμφωνα με το άρθρο 12, στη Γενική Συνέλευση μετέχουν αυτοπροσώπως τα μέλη που έχουν εκπληρώσει όλες τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους προς τον ΑΣ, τα δε νομικά πρόσωπα - μέλη εκπροσωπούνται νομίμως. Κάθε μέλος έχει μία (1) ψήφο. Στην έναρξη της συνεδρίασης η ΓΣ εκλέγει από τα μέλη της πρόεδρο, γραμματέα και εφορευτική επιτροπή. Δεν εκλέγεται πρόεδρος της ΓΣ μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΑΣ.

Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης ανήκουν μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το άρθρο 12, η απόφαση για απαλλαγή από τις υποχρεώσεις παράδοσης παραγωγής στον ΑΣ ή προμήθειας εφοδίων από αυτόν και η απόφαση για την αγορά και πώληση ακινήτων. Επίσης η ΓΣ ορίζει τους ελεγκτές του άρθρου 21 για την επόμενη οικονομική χρήση και καθορίζει την αμοιβή τους. Η Γενική Συνέλευση μπορεί με απόφασή της να μεταβιβάσει τις αρμοδιότητες της ψήφισης του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας και του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης Προσωπικού, καθώς και την απόφαση για τη συγκρότηση και λειτουργία από τα μέλη του ΑΣ Ομάδων Παραγωγών ή Οργανώσεων Παραγωγών, στο Διοικητικό Συμβούλιο.

Η ΓΣ συγκαλείται σε τακτική συνεδρίαση από το ΔΣ με πρόσκληση στην οποία περιλαμβάνονται τα θέματα της ημερήσιας διάταξης μία (1) φορά το χρόνο και συνεδριάζει στην έδρα του ΑΣ μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της διαχειριστικής χρήσης.

Έκτακτη ΓΣ συγκαλείται για λόγους που προβλέπονται από το καταστατικό ή όταν αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του ΑΣ. Το ένα πέμπτο (1/5) του συνόλου των μελών μπορεί να ζητήσει με αίτησή του από το ΔΣ τη σύγκληση έκτακτης ΓΣ με την υποχρεωτική αναφορά των προς συζήτηση θεμάτων. Επίσης το ΕΣ του ΑΣ μπορεί να ζητήσει με αίτησή του από το ΔΣ τη σύγκληση έκτακτης ΓΣ, όταν προκύπτει ανάγκη μετά από έλεγχο που έχει ασκήσει. Αν το ΔΣ δεν συγκαλέσει τη ΓΣ μέσα σε είκοσι (20) μέρες από την υποβολή της αίτησης, τα παραπάνω μέλη ή το ΕΣ έχουν το δικαίωμα σύγκλησής της.

Σε ΑΣ με περισσότερα από πεντακόσια (500) μέλη, το καταστατικό μπορεί να προβλέπει την εκλογή αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης με ελάχιστο αριθμό μελών τα 400 μέλη. Ο αριθμός των 400 μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης αυξάνεται κατά 30% για τα επιπλέον μέλη του ΑΣ με 501 έως 3.000 μέλη. Σε ΑΣ με περισσότερα από 3.000 μέλη, ο αριθμός των μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 1.500 μελών. Στο καταστατικό καθορίζονται ο ακριβής αριθμός των μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, τα καθήκοντά τους και ο τρόπος ανάκλησής τους.

Στους ΑΣ που λειτουργεί αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση μπορεί να συγκαλείται έκτακτη γενική συνέλευση του συνόλου των μελών του ΑΣ, μετά από αίτημα του 1/20 τουλάχιστον των μελών του ΑΣ προς το διοικητικό συμβούλιο για σπουδαίους λόγους που αφορούν την οικονομική κατάσταση ή/και τη σημαντική μείωση των δραστηριοτήτων του ΑΣ, καθώς και για αποφάσεις που αφορούν θέματα όπως α) τη μεταβολή του σκοπού του ΑΣ, β) τη συγχώνευση με άλλον ΑΣ και γ) τη λύση του ΑΣ.

Οι διατάξεις των παρ 7 και 8 του άρθρου 12 για τον ελάχιστο αριθμό μελών της αντιπροσωπευτικής ΓΣ και την σύγκληση έκτακτης ΓΣ από το ΔΣ ισχύουν και για τους ΑΣ που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016 με αντιπροσωπευτική ΓΣ του ν.2810/2000 ή του ν. 4015/2011. Οι ανωτέρω ΑΣ οφείλουν να αναδείξουν άμεσα αντιπροσωπευτικές ΓΣ που θα πληρούν τον ελάχιστο αριθμό μελών της παρ. 7 του άρθρου 12, αφού, μετά την θέση σε ισχύ του ν. 4384/2016, αντιπροσωπευτικές ΓΣ που δεν πληρούν τον ελάχιστο αριθμό μελών της παρ. 7 του άρθρου 12 δεν μπορούν να λάβουν νόμιμες αποφάσεις.

Σύμφωνα με το άρθρο 13, για να είναι νόμιμη η συνεδρίαση της ΓΣ πρέπει κατά την έναρξή της να είναι παρόντα περισσότερα από τα μισά μέλη με δικαίωμα ψήφου. Αν διαπιστωθεί έλλειψη απαρτίας κατά την έναρξη της συνεδρίασης, η ΓΣ συνέρχεται σε επαναληπτική συνεδρίαση, χωρίς νέα πρόσκληση, στον ίδιο τόπο, την ίδια μέρα κα ώρα της επόμενης εβδομάδας και με τα ίδια θέματα της αρχικής ημερήσιας διάταξης. Σε αυτή την περίπτωση, απαρτία υπάρχει οποιοσδήποτε κι αν είναι ο αριθμός των παριστάμενων ή εκπροσωπούμενων μελών του ΑΣ με δικαίωμα ψήφου.

Για αποφάσεις που αφορούν στη μεταβολή του σκοπού του ΑΣ, συγχώνευση με άλλον ΑΣ, λύση του ΑΣ, τροποποίηση του καταστατικού του ΑΣ, απαλλαγή της υποχρέωσης παράδοσης παραγωγής ή προμήθειας εφοδίων, απαιτείται αυξημένη απαρτία, δηλαδή τουλάχιστον τα δύο τρία (2/3) των μελών με δικαίωμα ψήφου, κατά την έναρξη της συνεδρίασης. Κατά την επαναληπτική συνεδρίαση απαιτείται η απλή απαρτία του μισού αριθμού του συνόλου των μελών με δικαίωμα ψήφου. Στο καταστατικό μπορεί να ορίζονται και άλλα συγκεκριμένα θέματα, για τη λήψη αποφάσεων, που απαιτείται αυξημένη απαρτία.

Οι αποφάσεις της ΓΣ, σύμφωνα με το άρθρο 14, για τα θέματα της ημερήσιας διάταξης λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό. Οι αποφάσεις της ΓΣ είναι υποχρεωτικές για όλα τα μέλη του ΑΣ.

Αποφάσεις που αφορούν στη μεταβολή του σκοπού του ΑΣ, τη συγχώνευση με άλλον ΑΣ, τη λύση του ΑΣ, την τροποποίηση του καταστατικού του ΑΣ, την απαλλαγή της υποχρέωσης παράδοσης παραγωγής ή προμήθειας εφοδίων, λαμβάνονται με αυξημένη πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των παρόντων μελών. Στο καταστατικό μπορεί να ορίζονται και άλλα συγκεκριμένα θέματα, για τη λήψη αποφάσεων, που απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία.

Η ΓΣ αποφασίζει με μυστική ψηφοφορία για θέματα που αφορούν στις αρχαιρεσίες, απαλλαγή από την ευθύνη των μελών του ΔΣ, έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων του άρθρου 22, προσωπικά θέματα, ανάκληση των μελών του ΔΣ, διαγραφή μέλους ΑΣ και οποιοδήποτε άλλο θέμα, εφόσον το ζητήσει το ένα πέμπτο (1/5) τουλάχιστον των παρόντων μελών.

Αν τα μέλη του ΔΣ δεν απαλλαγούν από την ευθύνη ή δεν εγκριθούν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις του άρθρου 22, η ΓΣ αποφασίζει για την ανάκληση ή μη των μελών του ΔΣ. Σε περίπτωση ανάκλησης, εκλέγεται προσωρινό ΔΣ που υποχρεούται σε είκοσι (20) μέρες να συγκαλέσει ΓΣ των μελών του ΑΣ για την εκλογή νέου ΔΣ.

Τα μέλη του ΔΣ δικαιούνται να μετάσχουν στην ψηφοφορία για τα θέματα απαλλαγής από την ευθύνη τους.

Σύμφωνα με το άρθρο 15, η ακυρότητα των αποφάσεων της ΓΣ που είναι αντίθετες στο νόμο ή το καταστατικό κηρύσσεται με απόφαση του Ειρηνοδικείου της έδρας του ΑΣ. Η αίτηση προς το Ειρηνοδικείο ασκείται, από μέλος του ΑΣ, την αρμόδια αρχή εποπτείας, ή τρίτου που έχει έννομο συμφέρον και εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας. Η αίτηση ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη λήψη της απόφασης από τη ΓΣ και κοινοποιείται στον ΑΣ. Η απόφαση του Ειρηνοδικείου υπόκειται σε έφεση, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ΚΠολΔικ. Αν η απόφαση δεν επιδοθεί, η έφεση ασκείται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης. Δικαίωμα άσκησης έφεσης έχει και η αρμόδια αρχή.

Όπως αναφέρεται στο άρθρο 16, το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) και το Εποπτικό Συμβούλιο (ΕΣ) εκλέγεται από τη ΓΣ με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία. Μέλη του ΔΣ και ΕΣ μπορούν να εκλεγούν φυσικά πρόσωπα-μέλη του ΑΣ καθώς και οι νόμιμοι εκπρόσωποι των νομικών προσώπων-μελών του ΑΣ. Ο αριθμός των μελών του Διοικητικού (ΔΣ) και Εποπτικού Συμβουλίου (ΕΣ) ορίζεται από το καταστατικό, είναι πάντοτε περιττός και δεν μπορεί να είναι μικρότερος από τρία (3). Η διάρκεια της θητείας των μελών των δύο συμβουλίων ορίζεται από το καταστατικό και είναι από τρία (3) έως πέντε (5) έτη. Οι πρόεδροι των δύο συμβουλίων μπορούν να εκλεγούν μόνο για δύο (2) συνεχόμενες θητείες. Για αρχαιρεσίες που έχουν διενεργηθεί πριν τη δημοσίευση του νόμου, η διάταξη εφαρμόζεται από τη λήξη της θητείας. Για παράδειγμα, ένας πρόεδρος ΔΣ που εξελέγη την 20η Απριλίου 2016 και έχει θητεία μίας τετραετίας μπορεί να κατέχει το αξίωμα του προέδρου για επιπλέον δύο τετραετίες και μπορεί να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για πρόεδρος μετά την παρέλευση μιας θητείας. Δεν υπάρχει περιορισμός για τη διάρκεια που μπορεί να θητεύσει ως μέλος του ΔΣ/ΕΣ. Όσοι συνεταιρισμοί διενεργήσουν αρχαιρεσίες πριν την προσαρμογή του καταστατικού τους προς το ν. 4384/2016, εφαρμόζουν τις διατάξεις του εν λόγω νόμου, η δε διάρκεια της θητείας του ΔΣ και του ΕΣ είναι η οριζόμενη στο καταστατικό κατά τον χρόνο διενέργειας των αρχαιρεσιών. Οι ιδιότητες μέλους του ΔΣ και μέλους του ΕΣ δεν επιτρέπεται να συμπίπτουν. Επίσης, μεταξύ των μελών του ΔΣ και του ΕΣ δεν επιτρέπεται να υπάρχει συγγενική σχέση πρώτου βαθμού, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας.

Όλα τα μέλη των δύο συμβουλίων των ΑΣ παρακολουθούν άπαξ και κατά τη διάρκεια των έξι (6) πρώτων μηνών της θητείας τους τη βασική συνεταιριστική εκπαίδευση μέσω σεμιναρίων που οργανώνονται με τη συνδρομή του ταμείου του άρθρου 39. Η εκπαίδευση αυτή θα διεξαχθεί από 26 Απριλίου 2018 και μόνο τα μέλη που την έχουν παρακολουθήσει μπορούν να συμμετέχουν στο ΔΣ/ΕΣ.

Αν τρεις (3) μήνες πριν από την εκλογή των μελών του ΔΣ, ο αριθμός προσωπικού του ΑΣ είναι μεγαλύτερος από είκοσι (20) άτομα, μετέχει στο ΔΣ εκπρόσωπος του προσωπικού του ΑΣ, ως επιπλέον μέλος του και έχει δικαίωμα ψήφου μόνο σε θέματα προσωπικού.

Το ΔΣ εκπροσωπεί τον ΑΣ δικαστικώς και εξωδίκως και μπορεί να αναθέτει την εκπροσώπησή του αυτή στον πρόεδρο ή σε άλλο μέλος του ΔΣ ή στο γενικό διευθυντή/διευθυντή. Το ΔΣ συνεδριάζει τουλάχιστον μία (1) φορά το μήνα και είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά στη διοίκηση του ΑΣ, στη διαχείριση της περιουσίας και των υποθέσεών του και την επιδίωξη του σκοπού του. Οι αρμοδιότητές του καθορίζονται από το καταστατικό.

Το ΕΣ ελέγχει τις πράξεις του ΔΣ και την τήρηση των διατάξεων του νόμου, του καταστατικού και των αποφάσεων της ΓΣ. Το ΕΣ έχει δικαίωμα και υποχρέωση να λαμβάνει γνώση οποιουδήποτε βιβλίου, εγγράφου, ή στοιχείου του ΑΣ και να παρακολουθεί την πορεία των υποθέσεων του ΑΣ. Μπορεί να υποβάλλει προτάσεις στο ΔΣ για τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών, την ανάπτυξη του ΑΣ και εισηγείται προγράμματα συνεταιριστικής εκπαίδευσης των υπηρεσιακών και αιρετών στελεχών και των μελών του ΑΣ. Αν διαπιστωθούν παραβάσεις του νόμου, του καταστατικού και των αποφάσεων της ΓΣ υποδεικνύει στο ΔΣ την επανόρθωσή τους, με σχετική έκθεσή του που κοινοποιείται και στην αρμόδια αρχή.

Το ΔΣ και ΕΣ βρίσκονται σε απαρτία όταν τα παρόντα μέλη είναι περισσότερα από τα απόντα, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να είναι λιγότερα από τρία (3). Οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Μέλος του ΔΣ και του ΕΣ δεν μπορεί να ψηφίζει στις συνεδριάσεις τους για θέματα που αφορούν το ίδιο το μέλος, το σύζυγο, ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και δευτέρου βαθμού.

Τα μέλη του ΔΣ και του ΕΣ ευθύνονται προσωπικά και εις ολόκληρον, για κάθε ζημιά που προκάλεσαν στον ΑΣ κατά την άσκηση των καθηκόντων τους από δόλο ή βαριά αμέλεια. Οι αξιώσεις του ΑΣ παραγράφονται πέντε (5) έτη αφότου διαπιστώθηκε η ζημιά από τον ΑΣ, εκτός αν πρόκειται για ζημιά από δόλο, οπότε παραγράφονται μετά από δέκα (10) έτη.

Σε ΑΣ με κύκλο εργασιών πάνω από ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, είναι υποχρεωτικός ο διορισμός γενικού διευθυντή ή διευθυντή με δικαιώματα, υποχρεώσεις και αρμοδιότητες που ορίζονται με απόφαση του ΔΣ και έπειτα από προκήρυξη της θέσης που δημοσιεύεται σε μία ημερήσια εφημερίδα της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του ΑΣ (ή σε περιοδική εφημερίδα αν δεν εκδίδεται ημερήσια) και σε μία ημερήσια εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας καθώς και στον ιστότοπο του ΑΣ, αν υπάρχει.

Οι πρόεδροι του ΔΣ, οι γενικοί διευθυντές ή οι διευθυντές των ΑΣ που έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ έχουν την υποχρέωση να υποβάλουν δήλωση περιουσιακής κατάστασης στην Επιτροπή του ν.3213/2003 (Α' 309) όπως ισχύει.
Επίσης είναι δυνατή η διεξαγωγή συνεδρίασης του ΔΣ μέσω τηλεδιάσκεψης, εφόσον προβλέπεται στο καταστατικό, όπου καθορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Για αρχαιρεσίες για Διοικητικό Συμβούλιο και Εποπτικό Συμβούλιο των ΑΣ, που διενεργούνται μετά τη δημοσίευση του ν.4384/2016, ισχύουν επίσης τα κάτωθι:

Σύμφωνα με το άρθρο 17, οι αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των μελών του ΔΣ και ΕΣ του ΑΣ και αντιπροσώπων σε νομικά πρόσωπα που συμμετέχει ο ΑΣ (π.χ. άλλον ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, άλλες συλλογικές μορφές του ν.4384/2016), διενεργούνται από εφορευτική επιτροπή της οποίας προεδρεύει δικαστικός λειτουργός που διορίζεται από το Πρωτοδικείο της έδρας του ΑΣ. Αν με έγγραφο του οικείου Πρωτοδικείου βεβαιώνεται η αδυναμία διορισμού δικαστικού λειτουργού, κατόπιν αιτήματος του ΑΣ , διορίζεται δικηγόρος από τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο που καθορίζει και το ύψος της αμοιβής του. Σε ΑΣ με λιγότερα από τριάντα (30) μέλη, οι εκλογές διενεργούνται χωρίς την παρουσία δικαστικού λειτουργού, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό.

Η διαδικασία εκλογής και ο αριθμός μελών της εφορευτικής επιτροπής καθορίζονται από το καταστατικό. Για τις αρχαιρεσίες τηρείται από την εφορευτική επιτροπή πρακτικό.

Το ποσοστό των γυναικών, εφόσον υπάρχουν μέλη και επιθυμούν να θέσουν υποψηφιότητα, να εκλεγούν μέλη του ΔΣ και ΕΣ αντιστοιχεί κατ' ελάχιστο στο ποσοστό των γυναικών μελών του ΑΣ. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραια μονάδα.

Η εκλογή των μελών του ΔΣ και ΕΣ διενεργείται με μυστική ψηφοφορία και με ενιαίο ψηφοδέλτιο. Στο ψηφοδέλτιο αναγράφονται με αλφαβητική σειρά τα ονοματεπώνυμα των υποψηφίων και ο αριθμός των σταυρών προτίμησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα τρίτο (1/3) του όλου αριθμού των μελών του ΔΣ ή ΕΣ. Αν προκύπτει κλάσμα ισχύει ο αμέσως επόμενος ακέραιος αριθμός. Ψηφοδέλτια που περιέχουν αριθμό σταυρών μεγαλύτερο από αυτόν που ορίζεται από το καταστατικό ή χωρίς σταυρό είναι άκυρα.

Εκλεγέντες είναι αυτοί που συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση. Όσοι δεν εκλεγούν είναι επιλαχόντες κατά τη σειρά του αριθμού των ψήφων που έλαβαν και καταλαμβάνουν θέσεις τακτικών μελών που μένουν κενές μέχρι τη λήξη της θητείας τους.

Το ΔΣ κα ΕΣ στην πρώτη μετά την εκλογή τους συνεδρίαση συγκροτούνται σε σώμα, όπως ορίζει το καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί επίσης να προβλέπει τη δυνατότητα και τις προϋποθέσεις ανακατανομής των αξιωμάτων στο ΔΣ. Αν δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη, ανακατανομή αξιωμάτων μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον αποφασισθεί από τα δύο τρία (2/3) του συνόλου των μελών του ΔΣ.

Αν μείνει κενή θέση μέλους του ΔΣ ή ΕΣ και δεν υπάρχουν επιλαχόντα μέλη, το ΔΣ με απόφαση των λοιπών μελών του συμπληρώνει την κενή θέση με την εκλογή σε αυτήν μέλους του ΑΣ. Η ιδιότητα αυτή διατηρείται μέχρι τη σύγκληση της πρώτης τακτικής ή έκτακτης ΓΣ που επικυρώνει την εκλογή τους. Σε αντίθετη περίπτωση η ΓΣ εκλέγει νέα μέλη. Αν παραιτηθεί η πλειοψηφία ή το σύνολο το μελών του ΔΣ και δεν υπάρχουν επιλαχόντες διενεργούνται αρχαιρεσίες.

Για να θέσει υποψηφιότητα κάποιο μέλος στο ΔΣ ή ΕΣ του ΑΣ πρέπει να εκπληρώνει την υποχρέωση παράδοσης προϊόντων στον ΑΣ η οποία βεβαιώνεται εγγράφως ενώπιον της εφορευτικής επιτροπής από τον πρόεδρο του ΔΣ του ΑΣ πριν την έναρξη της εκλογικής διαδικασίας. Η διάταξη αυτή ισχύει για τις αρχαιρεσίες που διενεργούνται μετά τη δημοσίευση του ν.4384/2016, και για συνεταιρισμούς που δεν έχουν τροποποιήσει τα καταστατικά τους στο νέο νόμο, καθώς η υποχρέωση αυτή υπήρχε και με το ν.4015/2011.

Για τα κωλύματα εκλογιμότητας μέλους σε ΔΣ και ΕΣ του ΑΣ που αναφέρονται στο άρθρο 17 παρ 8, προσκομίζεται υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/1986 (Α'75) στον πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής με την οποία δηλώνεται ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του τα κωλύματα αυτά. Το μέλος εκπίπτει αυτοδικαίως από μέλος του ΔΣ και ΕΣ αν κατά τη διάρκεια της θητείας του οργάνου διαπιστωθεί η ύπαρξη κάποιου από τα κωλύματα εκλογιμότητας του άρθρου 17 παρ 8.

Σύμφωνα με το άρθρο 18, η κρατική εποπτεία επί των ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ασκείται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δια της Διεύθυνσης Οικονομικών Ελέγχων και Επιθεώρησης, στο εξής αρμόδια αρχή. Η εποπτεία αφορά στη σύννομη λειτουργία και την υποβοήθηση του έργου των ανωτέρω συλλογικών μορφών, τη διαπίστωση της νομιμότητας των πράξεων και την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, του καταστατικού και των αποφάσεων των οργάνων διοίκησης και περιλαμβάνει ιδίως την τήρηση των διατάξεων των νόμων, του καταστατικού και των αποφάσεων των ΓΣ, την τήρηση του Μητρώου και την αξιολόγησή τους μέσω αυτού, την εξακρίβωση της αλήθειας των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και γενικά των βιβλίων και στοιχείων που τηρούνται από τους ανωτέρω, καθώς και την εξακρίβωση της καταβολής της αξίας των συνεταιρικών μερίδων ή άλλων ληξιπρόθεσμων οικονομικών υποχρεώσεων των μελών τους.
Η αρμόδια αρχή τηρεί και το Εθνικό Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών φορέων (Μητρώο) του άρθρου 19, που αποτελεί ψηφιακή βάση δεδομένων και αποτελεί συνέχεια του Εθνικού Μητρώου Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων του άρθρου 2 του ν.4015/2011 (ΦΕΚ Α' 210).

Στο Μητρώο εγγράφονται οι ΑΣ, οι ΚΑΣ και ΚΕΑΣ, οι ΑΕΣ των οποίων το 51% του μετοχικού τους κεφαλαίου ανήκει σε ΑΣ, οι αναγκαστικοί συνεταιρισμοί του άρθρου 32 του ν.4384/2016 και το ταμείο αγροτικής συνεταιριστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης του άρθρου 39 του ν.4384/2016.

Οι ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ απαλλάσσονται από την υποχρέωση εγγραφής τους στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ), στο Μητρώο Εμπόρων του ν.3955/2011 (ΦΕΚ Α' 89) και στα Εμπορικά Επιμελητήρια της περιφέρειάς τους.

Εν αναμονή δημοσίευσης υπουργικής απόφασης που θα συμπληρώνει ή θα τροποποιεί τη μορφή, το περιεχόμενο και τη διαδικασία καταγραφής στο Μητρώο, αναφέρονται συνοπτικά τα κάτωθι:

Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, που συστήνονται με το ν.4384/2016, υποβάλλουν, εντός μηνός, από την καταχώριση του καταστατικού τους στο βιβλίο μητρώου αγροτικών συνεταιρισμών του Ειρηνοδικείου, αίτηση καταχώρισης στο Μητρώο, ηλεκτρονικά. Τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την εγγραφή των ΑΣ είναι:

α) αντίγραφο του καταστατικού και βεβαίωση εγγραφής τους στο βιβλίο μητρώου αγροτικών συνεταιρισμών του οικείου Ειρηνοδικείου,

β) κατάσταση των ιδρυτικών μελών με το ΑΦΜ τους

γ) βεβαίωση ότι έχουν καταβάλει το 50% της αξίας της συνεταιρικής μερίδας και δ) συνοπτικό επιχειρησιακό πλάνο τριετίας για τη λειτουργία τους, που περιγράφει τις δραστηριότητες τους σε συγκεκριμένους τομείς παραγωγής, τις ποσότητες που πρόκειται να διαχειριστούν, τις προγραμματισμένες δράσεις και τυχόν επενδυτικά σχέδια που προτίθενται να υλοποιήσουν.

Η αρμόδια αρχή εφόσον διαπιστώσει την πληρότητα των ανωτέρω στοιχείων παρέχει στους ΑΣ αριθμό Μητρώου και βεβαίωση εγγραφής, η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια ΔΟΥ για την απόκτηση ΑΦΜ. Ο αριθμός Μητρώου αναγράφεται υποχρεωτικά σε κάθε έγγραφο του ΑΣ και στον ιστότοπό τους, αν διαθέτουν.

Οι τακτικές ετήσιες δηλώσεις των ΑΣ υποβάλλονται ηλεκτρονικά στο Μητρώο ως τις 30 Ιουνίου εκάστου έτους και περιλαμβάνουν:

α) επικαιροποίηση των στοιχείων εγγραφής στο Μητρώο

β) ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις του άρθρου 22

γ) αποδεικτικό αποστολής του καταλόγου υπόχρεων προσώπων προς τα αρμόδια όργανα ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προέδρων του ΔΣ και γενικών διευθυντών ή διευθυντών ΑΣ με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ

δ) υπεύθυνη δήλωση του προέδρου του ΔΣ ότι τα μέλη του ΑΣ παραδίδουν την παραγωγή τους ή προμηθεύονται τα εφόδια τους σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό. Επισημαίνεται ότι και σύμφωνα με το ν.4015/2011, τα μέλη των ΑΣ δεσμεύονταν από την προαναφερόμενη διάταξη.

Οι τακτικές ετήσιες δηλώσεις των ήδη εγγεγραμμένων στο Μητρώο ΑΣ για το έτος 2016 μπορούν να κατατεθούν έως 31-07-2016.
Διαγραφή από το Μητρώο πραγματοποιείται αν οι ΑΣ δεν προσαρμόσουν τα καταστατικά τους στο νόμο εντός έτους από την έναρξη ισχύος αυτού και για λόγους που αφορούν τη μη υποβολή των απαιτούμενων εγγράφων και δικαιολογητικών της τακτικής ετήσιας δήλωσης, τη μη τήρηση των διατάξεων του νόμου και του καταστατικού, όπως οι λόγοι αυτοί θα εξειδικευτούν σε σχετική υπουργική απόφαση.

Σύμφωνα με το άρθρο 22, η διαχειριστική χρήση των ΑΣ δεν μπορεί αν περιλαμβάνει περισσότερους από δώδεκα (12) μήνες. Κατά τη λήξη της χρήσης κλείνονται τα λογιστικά βιβλία του ΑΣ και καταρτίζονται οι ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4308/2014. Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 21, διενεργείται ετησίως οικονομικός, λογιστικός και διαχειριστικός έλεγχος των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων των ΑΣ. Σε ΑΣ για τους οποίους συντρέχουν οι προϋποθέσεις τακτικού ελέγχου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων των νομικών οντοτήτων του ν.4308/2014 (ΦΕΚ Α' 251) από ελεγκτές ή ελεγκτικό γραφείο του ν.3693/2008 (ΦΕΚ Α' 174), ο έλεγχος πραγματοποιείται ετησίως από τους ελεγκτές αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.4334/2015 (ΦΕΚ Α'94). Στους λοιπούς ΑΣ διενεργείται από έναν (1) τουλάχιστον ελεγκτή που έχει άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος, σύμφωνα με το Π.Δ. 475/1991 (ΦΕΚ Α' 176). Οι ΑΣ που έχουν λιγότερα από πενήντα (50) μέλη και ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους είναι μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, μπορούν να πραγματοποιούν τους οικονομικοδιαχειριστικούς ελέγχους κάθε τρεις (3) συνεχόμενες διαχειριστικές χρήσεις σωρευτικά.
Οι ελεγκτές της πρώτης εταιρικής χρήσης ορίζονται από το καταστατικό. Η προηγούμενη του ελέγχου τακτική ΓΣ ορίζει τους ελεγκτές της επόμενης διαχειριστικής χρήσης και μπορούν να επαναπροσδιορίζονται μέχρι και για πέντε (5) συνεχείς χρήσεις. Η αμοιβή τους ορίζεται από το καταστατικό ή από την απόφαση ορισμού τους. Δεν ορίζονται ελεγκτές μέλη και υπάλληλοι του ΑΣ ή συγγενείς αυτών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και δεύτερου βαθμού.

Η έκθεση των ελεγκτών υποβάλλεται στο ΔΣ το αργότερο τριάντα (30) μέρες πριν από τη ΓΣ ενώ αντίγραφό της υποβάλλεται και στην αρμόδια αρχή. Το ΔΣ υποχρεούται να ανακοινώσει την έκθεση των ελεγκτών στην πρώτη μετά τον έλεγχο ΓΣ των μελών του μαζί με τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και την έκθεση διαχείρισης πεπραγμένων του ΔΣ για το έτος που έληξε. Το ΔΣ επίσης συντάσσει πρόγραμμα δράσης και ανάπτυξης του ΑΣ για την επόμενη χρήση με προϋπολογισμό εσόδων-εξόδων και το υποβάλλει για έγκριση στην τακτική ΓΣ.

Ο ΑΣ υποχρεούται να δημοσιεύει κατ' έτος τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις του στον ιστότοπο του ΑΣ, εφόσον διαθέτει καθώς και στον υπό διαμόρφωση ιστότοπο του ΥπΑΑΤ, το αργότερο είκοσι (20) ημέρες πριν από την ημερομηνία σύγκλησης της ετήσιας τακτικής ΓΣ η οποία τις εγκρίνει.

Σύμφωνα με το άρθρο 23, ως διαχειριστικό υπόλοιπο ορίζεται η διαφορά μεταξύ ακαθάριστων εσόδων του ΑΣ και παντός είδους δαπανών, ζημιών, αποσβέσεων, τόκων των προαιρετικών μερίδων. Το διαχειριστικό υπόλοιπο αυτό περιλαμβάνει τα πλεονάσματα και τα κέρδη. Τα πλεονάσματα προέρχονται από τις συναλλαγές του ΑΣ με τα μέλη του και με μέλη-επενδυτές που συναλλάσσονται με τον ΑΣ και τα κέρδη προέρχονται από τις συναλλαγές με τρίτους. Ο όγκος των συναλλαγών με τρίτους σε σχέση με τα μέλη του ΑΣ καθορίζεται από το καταστατικό ενώ οι όροι αγοράς προϊόντων τρίτων από τον ΑΣ και διάθεσης σε αυτούς εφοδίων δεν μπορεί να είναι ευνοϊκότεροι από τους αντίστοιχους όρους συναλλαγών με τα μέλη του.

Για φορολογικούς σκοπούς διανομής του πλεονάσματος και τήρησης των αποθεματικών, τηρούνται διακριτοί λογαριασμοί για το σχηματισμό των πλεονασμάτων και των κερδών. Τα πλεονάσματα διανέμονται στα μέλη και στα μέλη-επενδυτές, εφόσον συναλλάσσονται με τον ΑΣ. Η φορολογία των κερδών και πλεονασμάτων των συνεταιρισμών, καθορίζεται με εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Εσόδων.

Από το πλεόνασμα κρατείται ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) για το σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και λογίζεται ως ισόποση εισφορά των μελών και δεν υπόκειται σε φόρο. Το υπόλοιπο του πλεονάσματος διατίθεται για την α) απόδοση στα μέλη, ανάλογα με τις συναλλαγές τους με τον ΑΣ, β) ανάπτυξη του ΑΣ, γ) υποστήριξη δραστηριοτήτων κοινωνικού σκοπού, σε ποσοστό που καθορίζεται από το καταστατικό και δ) εκπαίδευση των μελών του ΑΣ, σε ποσοστό τουλάχιστον δύο τοις εκατό (2%). Τα ποσά που δαπανώνται για κοινωνικούς σκοπούς, αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο της έκπτωσης των δαπανών με βάση τα οριζόμενα στο ν.4172/2013.

Οι ΑΣ τηρούν τα λογιστικά βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται από τον ν.4308/2014 καθώς και βιβλίο μητρώου μελών, βιβλία πρακτικών των οργάνων διοίκησής τους θεωρημένα από το Ειρηνοδικείο της έδρας τους καθώς και κάθε άλλο βιβλίο που προβλέπεται από το καταστατικό.

Δύο η περισσότεροι ΑΣ μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 24 να συγχωνευθούν, εφόσον ο ΑΣ που προέρχεται από τη συγχώνευση έχει θετική οικονομική θέση.

Για τη συγχώνευση με τη σύσταση νέου ΑΣ απαιτούνται περιληπτικά:

α) σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης που καταρτίζουν εγγράφως τα ΔΣ των ΑΣ που συγχωνεύονται

β) απόφαση των ΓΣ των προς συγχώνευση ΑΣ με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία

γ) δημοσίευση περίληψης του σχεδίου συγχώνευσης εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης της ΓΣ

δ) κοινή ΓΣ των μελών των υπό συγχώνευση ΑΣ για την έγκριση του νέου καταστατικού και εκλογή προσωρινού ΔΣ με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Στην κοινή ΓΣ λαμβάνουν μέρος μόνο τα μέλη των υπό συγχώνευση ΑΣ. Τυχόν νέα μέλη μπορούν να εγγραφούν στον νέο ΑΣ μετά την έγκριση του νέου καταστατικού. Η απόφαση της ΓΣ αποστέλλεται στην αρμόδια αρχή.

ε) υποβολή του νέου καταστατικού στο Ειρηνοδικείο της έδρας του νέου ΑΣ για καταχώρισή του στο βιβλίο μητρώου αγροτικών συνεταιρισμών.

Από την ημερομηνία καταχώρισης του καταστατικού συντελείται η συγχώνευση και όλα τα περιουσιακά στοιχεία των συγχωνευομένων ΑΣ αποτελούν περιουσία του νέου ΑΣ.. Η πράξη του Ειρηνοδίκη περί καταχώρισης του καταστατικού αποτελεί τίτλο μεταγραφής για τα ακίνητα που περιέρχονται στον νέο ΑΣ.

Με την ολοκλήρωση της συγχώνευσης ο νέος ΑΣ εγγράφεται στο Μητρώο σύμφωνα με τα προαναφερόμενα.

Ο νέος ΑΣ υποκαθίσταται αυτοδικαίως, από την ημέρα που συντελείται η συγχώνευση, σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Ας που συγχωνεύθηκαν, καθώς και στις εκκρεμείς δίκες τους. Επίσης τα μέλη των ΑΣ που συγχωνεύθηκαν είναι αυτοδικαίως μέλη του νέου ΑΣ με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ορίζει το νέο καταστατικό. Οι ΑΣ που συγχωνεύθηκαν παύουν να ισχύουν από τη συντέλεση της συγχώνευσης, δηλαδή λύονται χωρίς εκκαθάριση.

Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την καταχώριση του καταστατικού στο βιβλίο μητρώου αγροτικών συνεταιρισμών του Ειρηνοδικείου, το προσωρινό ΔΣ αποστέλλει πρόσκληση για σύγκληση ΓΣ εντός ενός (1) μηνός, για την εκλογή του νέου ΔΣ και ΕΣ.
Οι διατάξεις του άρθρου 24 εφαρμόζονται αναλογικά και για την περίπτωση της συγχώνευσης με απορρόφηση, ενώ θέματα που δεν ρυθμίζονται με το ως άνω άρθρο, εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Ο ΑΣ λύεται, σύμφωνα με το άρθρο 26:
α) αν έληξε ο χρόνος διάρκειάς του

β) με απόφαση της ΓΣ που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία

γ) αν κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης

δ) με απόφαση του Ειρηνοδικείου της έδρας του ΑΣ, περί λύσης και ορισμού εκκαθαριστών, που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

αα) μετά από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, αν από το ανύπαρκτο της δραστηριότητας του συνάγεται εγκατάλειψη του σκοπού του

ββ) μετά από αίτηση της αρμόδιας αρχής, αν ο ΑΣ δεν έχει υποβάλλει στο Μητρώο τις εγκεκριμένες από τη ΓΣ οικονομικές καταστάσεις τριών (3) συνεχόμενων διαχειριστικών χρήσεων, καθώς και αν ο ΑΣ διαγραφεί από το Μητρώο.

Αν το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων του ΑΣ, όπως αναγράφονται στον ισολογισμό, καταστεί κατώτερο από το ένα πέμπτο (1/5) του συνεταιριστικού κεφαλαίου, το ΔΣ υποχρεούται να συγκαλέσει ΓΣ, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη της χρήσης, η οποία αποφασίζει είτε α) την υιοθέτηση σχεδίου εξυγίανσης για έγκριση από τον πιστωτή με το μεγαλύτερο ύψος απαιτήσεων ή
β) τη λήψη μέτρων για την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων ή γ) τη λύση του ΑΣ.

Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση, αμέσως μετά τη λήψη της, αποστέλλεται στην αρμόδια αρχή.

Αν ο ΑΣ λύθηκε λόγω λήξης της διάρκειάς του, είναι δυνατή η αναβίωση του με απόφαση της ΓΣ που συγκαλείται από το ένα πέμπτο (1/5) των μελών του και λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Η αναβίωση αποκλείεται όταν έχει αρχίσει η διανομή της περιουσίας του ΑΣ.

Η λύση του ΑΣ και η απόφαση αναβίωσής του κατατίθεται με φροντίδα του ΑΣ στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο και στην αρμόδια αρχή.

Η λύση του ΑΣ ακολουθείται πάντα από το στάδιο της εκκαθάρισης, σύμφωνα με το άρθρο 27. Ο ΑΣ που λύεται εξακολουθεί να υπάρχει και να λειτουργεί για τις ανάγκες τις εκκαθάρισης. Η ΓΣ διατηρεί τα δικαιώματά της κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης, λειτουργεί για τις ανάγκες της εκκαθάρισης και λαμβάνει αποφάσεις για οποιοδήποτε θέμα με απλή απαρτία και πλειοψηφία.

Ο διορισμός εκκαθαριστών συνεπάγεται αυτοδικαίως την παύση της εξουσίας του ΔΣ και του ΕΣ. Οι συζητήσεις και οι αποφάσεις των εκκαθαριστών καταχωρούνται περιληπτικά στο βιβλίο πρακτικών του ΔΣ.

Η εκκαθάριση διενεργείται από έναν (1) ή περισσότερους εκκαθαριστές που ορίζονται από τη ΓΣ που αποφασίζει και τη λύση του ΑΣ, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό. Αν η ΓΣ δεν όρισε εκκαθαριστές, καθώς και σε περίπτωση θανάτου, μόνιμης αδυναμίας άσκησης καθηκόντων, παραίτησης ή αδράνειας των εκκαθαριστών, μετά από αίτηση μέλους ή πιστωτή του ΑΣ, το Ειρηνοδικείο της έδρας του ΑΣ που δικάζει με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, διορίζει άλλους εκκαθαριστές.

Οι εκκαθαριστές μέσα σε έναν (1) μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης διορισμού τους δημοσιεύουν περίληψη της απόφασης που διατάσσει την εκκαθάριση και το διορισμό τους και καλούν τους πιστωτές να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους και κοινοποιούν πρόσκληση, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 62 του Ν.Δ. 356/1974 (ΦΕΚ Α'90). Η απόφαση περί εκκαθάρισης και διορισμού τους καθώς και ο ισολογισμός έναρξης εκκαθάρισης αποστέλλεται και στην αρμόδια αρχή και καταχωρίζεται στο Μητρώο. Σημειώνεται ότι ο ισολογισμός έναρξης εκκαθάρισης συντάσσεται εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) έτους από τη λύση του ΑΣ.

Απαιτήσεις πιστωτών κατά του υπό εκκαθάριση ΑΣ παραγράφονται μετά την πάροδο τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της απόφασης εκκαθάρισης.

Οι εκκαθαριστές υποχρεούνται να περατώνουν χωρίς καθυστέρηση τις εκκρεμείς υποθέσεις του ΑΣ, να μετατρέπουν σε χρήμα τη συνεταιριστική περιουσία , να εξοφλούν τα χρέη του και να εισπράττουν τις απαιτήσεις του ΑΣ. Μπορούν να ενεργήσουν και νέες πράξεις εφόσον με αυτές εξυπηρετούνται η εκκαθάριση και το συμφέρον του ΑΣ. Επίσης οι εκκαθαριστές υποχρεούνται να ενημερώσουν άμεσα τον εισαγγελέα στην περίπτωση που κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους διαπιστώσουν την τέλεση αξιόποινων πράξεων.

Οι ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις λήξης της εκκαθάρισης εγκρίνονται από τη ΓΣ. Μετά το πέρας της εκκαθάρισης αντίγραφο των τελικών χρηματοοικονομικών καταστάσεων αποστέλλεται στην αρμόδια αρχή και καταχωρίζεται στο Μητρώο.

Από το προϊόν της εκκαθάρισης εξοφλούνται τα ληξιπρόθεσμα χρέη του ΑΣ που εκκαθαρίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Οι προαιρετικές μερίδες εξοφλούνται μετά την ικανοποίηση των Τραπεζικών Ιδρυμάτων, του Ελληνικού Δημίου, των Ασφαλιστικών Ταμείων και των εργαζομένων. Το υπόλοιπο του ενεργητικού που απομένει (π.χ. κτίρια, αποθήκες) διατίθεται σε άλλον ΑΣ ή για άλλο κοινωνικό σκοπό, σύμφωνα με όσα ορίζει το καταστατικό, και δεν διανέμεται στα μέλη.

Εάν το στάδιο της εκκαθάρισης υπερβεί τα πέντε (5) έτη, ο εκκαθαριστής υποχρεούται να συγκαλέσει ΓΣ, στην οποία υποβάλλει σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης για έγκριση. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει έκθεση για τις μέχρι τότε εργασίες της εκκαθάρισης, τους λόγους της καθυστέρησης και τα μέτρα που προτείνονται για την ταχεία περάτωση της. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν παραίτηση του ΑΣ από δικαιώματα, δικόγραφα και αιτήσεις, αν η επιδίωξη αυτών είναι ασύμφορη σε σχέση με τα προσδοκώμενα οφέλη ή αβέβαιη ή απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα, συμβιβασμούς, αναδιαπραγματεύσεις, καταγγελίες συμβάσεων ή και σύναψη νέων. Για ΑΣ, ΕΑΣ, ΚΕΣΕ, ΚΑΣΟ και ΣΕ που βρίσκονται σε εκκαθάριση κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η πενταετία υπολογίζεται από την ημερομηνία δημοσίευσης της εκκαθάρισης.

Εάν το σχέδιο εγκριθεί από τη ΓΣ, ο εκκαθαριστής ολοκληρώνει τη διαχείριση, σύμφωνα με οριζόμενα στο σχέδιο. Εάν το σχέδιο δεν εγκριθεί, ο εκκαθαριστής ή μέλη του ΑΣ που εκπροσωπούν το ένα τρίτο (1/3) του αριθμού των μελών μπορούν να ζητήσουν την έγκριση του από το Ειρηνοδικείο της έδρας του ΑΣ με αίτησή τους που δικάζεται με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας. Το δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει τα μέτρα που προβλέπει το σχέδιο, δεν μπορεί όμως να προσθέσει μέτρα που δεν προβλέπονται σε αυτό. Ο εκκαθαριστής δεν ευθύνεται για την εφαρμογή σχεδίου που εγκρίθηκε σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Σύμφωνα με τα άρθρα 29 και 30, οι ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, αναγκαστικοί συνεταιρισμοί του άρθρου 32, οι ΑΕΣ του άρθρου 33, που είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο, έχουν δικαίωμα πρόσβασης α) στις οικονομικές ενισχύσεις, φορολογικές απαλλαγές και κίνητρα του άρθρου 29, καθώς και των εκάστοτε αναπτυξιακών νόμων και ενωσιακών προγραμμάτων και β) σε όλα τα αναπτυξιακά προγράμματα, τα οποία προκηρύσσονται από το Ελληνικό Δημόσιο ή για λογαριασμό του και χρηματοδοτούνται από εθνικούς και ενωσιακούς πόρους.
Θεσπίζονται επίσης με το άρθρο 31 οι Κλαδικοί ΑΣ (ΚΑΣ) μεταξύ δύο (2) ή περισσοτέρων ΑΣ με αντικείμενο δραστηριότητας που αφορά ένα προϊόν ή μια ομάδα ομοειδών προϊόντων ενώ με πρωτοβουλία τουλάχιστον των 2/3 των ΑΣ που δραστηριοποιούνται σε ένα προϊόν ή σε μια ομάδα ομοειδών προϊόντων μπορεί να συνιστούν σε εθνικό επίπεδο έναν Κλαδικό Εθνικό ΑΣ ανά προϊόν ή ομάδα ομοειδών προϊόντων. Οι διατάξεις του ν.4384/2016 περί ΑΣ εφαρμόζονται αναλόγως για τους ΚΑΣ και ΚΕΑΣ.

Με το άρθρο 33 διατηρούνται οι Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις ως ανώνυμες εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε οποιονδήποτε κλάδο της αγροτικής οικονομίας, τις οποίες συνιστούν ΑΣ και στις οποίες μπορούν να συμμετέχουν και άλλες ΑΕΣ. Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις που συστάθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν.4015/2011 και υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016, συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 του ν.4384. ΑΕΣ των οποίων το 51% του μετοχικού τους κεφαλαίου ανήκει σε ΑΣ, εγγράφονται στο Μητρώο.

Οι Διεπαγγελματικές Οργανώσεις του άρθρου 34 συγκροτούνται, λειτουργούν και αναγνωρίζονται σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και τα συμπληρωματικά εθνικά μέτρα εφαρμογής του. Για την αναγνώριση και λειτουργία τους σε εθνικό επίπεδο, ισχύουν τα διαλαμβανόμενα στην 336178/2000 (Β'421) Υπουργική Απόφαση, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του Εθνικού Δικαίου και του οικείου Ενωσιακού Κανονισμού. Εξυπακούεται ότι σε κάθε περίπτωση που το εθνικό δίκαιο έρχεται σε αντίθεση με το κοινοτικό, υπερισχύουν οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

Οι υφιστάμενες Διεπαγγελματικές Οργανώσεις, συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34.

Οι ομάδες παραγωγών, οι οργανώσεις παραγωγών και οι ενώσεις οργανώσεων παραγωγών του άρθρου 37, συγκροτούνται, αναγνωρίζονται και λειτουργούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ενωσιακού Δικαίου και τα συμπληρωματικά εθνικά μέτρα εφαρμογής του.

Για την αναγνώρισή τους, ισχύουν τα διαλαμβανόμενα στο Π.Δ. 36/1986 (Α'12), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του Εθνικού Δικαίου και του οικείου Ενωσιακού Κανονισμού. Εξυπακούεται ότι σε κάθε περίπτωση που το εθνικό δίκαιο έρχεται σε αντίθεση με το κοινοτικό, υπερισχύουν οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

Ο όρος νομική οντότητα, περιλαμβάνει κάθε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με εμπορική ιδιότητα, που έχει συσταθεί με νόμιμο τρόπο, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία, λειτουργεί στη χώρα μας και πληροί τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τους οικείους ανά τομέα παραγωγής Κανονισμούς της Ε.Ε.. Τέτοια νομικά πρόσωπα είναι οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί και οι Εταιρείες του Εμπορικού Δικαίου.

Ο όρος σαφώς οριζόμενο μέρος της νομικής οντότητας, περιλαμβάνει μέρος της νομικής οντότητας, δηλαδή μέρος του νομικού προσώπου, όπως για παράδειγμα, σε έναν Αγροτικό Συνεταιρισμό, σαφώς οριζόμενο μέρος του αποτελούν οι παραγωγοί κάποιου συγκεκριμένου γεωργικού προϊόντος όπως τομάτα, κ.λ.π., οι οποίοι είναι μέλη του Α.Σ. και θέλουν να συστήσουν Ο.Π.

Επίσης θεσπίζεται με το άρθρο 39 το ταμείο αγροτικής συνεταιριστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Το Ταμείο αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Εγγράφεται στο Μητρώο. Μέλη του Ταμείου είναι οι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο ΑΣ και ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός «ΔΗΜΗΤΡΑ». Έπειτα από πρόσκληση της αρμόδιας αρχής, οι εκπρόσωποι των ΑΣ που το οικονομικό έτος 2015 είχαν διαχειριστικό πλεόνασμα και ο εκπρόσωπος του ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ» καταρτίζουν μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου το καταστατικό του.

Περί μετατροπής αναγκαστικών συνεταιρισμών

Με το άρθρο 50 παράγραφος 1 περ β) διατηρούνται σε ισχύ οι αναγκαστικοί συνεταιρισμοί του άρθρου 47 του ν.2169/1993 (ΦΕΚ Α'149).
Η μετατροπή των ανωτέρω αναγκαστικών συνεταιρισμών σε ελεύθερους μπορεί να πραγματοποιηθεί με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στις εξής περιπτώσεις:

α) Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης τους με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία και στην συνέχεια αίτημά τους προς την αρμόδια αρχή,

β) κατόπιν έκδοσης σχετικής αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης γ) προς εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας.

Η μετατροπή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32 μέσα σε έξι (6) μήνες από την δημοσίευση της εκάστοτε κατά περίπτωση Κ.ΥΑ.

Μεταβατικές διατάξεις Όσοι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί λειτουργούν και είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο του ν.4015/2011, κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016, υποχρεούνται μέχρι τις 26-04-2017: α) να τροποποιήσουν τα καταστατικά τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4384/2016 και β) να προσαρμόσουν τον αριθμό μελών τους στη διάταξη του άρθρου 4 παρ 1 (20 φυσικά πρόσωπα μέλη). Οι ΑΣ που δεν έχουν προσαρμόσει το καταστατικό τους εντός της ως άνω προθεσμίας διαγράφονται από το Μητρώο.

Όσοι ΑΣ λειτουργούσαν την 26η Απριλίου 2016 με λιγότερα από είκοσι (20) μέλη και έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή έχουν την έδρα τους σε νησιά εκτός Κρήτης και Εύβοιας, καθώς και σε ορεινές περιοχές , όπως αυτές ορίζονται στην Οδηγία 81/645/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως ισχύει κάθε φορά, δεν απαιτείται να προσαρμόσουν τον αριθμό μελών τους στα νέα δεδομένα.
Αγροτικός Συνεταιρισμός που δεν έχει υποβάλει αίτηση πρώτης εγγραφής στο Μητρώο του ν.4015/2011 ή έχει καταχωριστεί σε αυτό ως ανενεργός κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016, έχει προθεσμία ενός (1) έτους, είτε να συγχωνευθεί, σύμφωνα με το άρθρο 24 του 4384/2016, με άλλον εγγεγραμμένο στο Μητρώο του ν.4015/2011 Αγροτικό Συνεταιρισμό, ή να αποφασίσει τη λύση και την εκκαθάρισή του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 26 και 27 του ν.4384/2016.

Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών, Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις και Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων του ν.2810/2000, που έχουν ήδη μετατραπεί σε αγροτικούς συνεταιρισμούς ή αγροτικές εταιρικές συμπράξεις, σύμφωνα με το ν.4015/2011, μπορούν να διενεργήσουν εκ νέου, και μέχρι 26-07-2016, οποιαδήποτε πράξη είτε παρέλειψαν να διενεργήσουν είτε διενήργησαν πλημμελώς κατά τη διαδικασία συγχώνευσης ή μετατροπής τους. Οι πράξεις πρέπει να εγκριθούν από τη γενική συνέλευση του νέου αγροτικού συνεταιρισμού, σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 3 και άρθρο 14 παρ. 2, ή της αγροτικής εταιρικής σύμπραξης.

Επισημαίνουμε ότι Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (ΚΕΣΕ) του ν.2810/2000, που διατηρήθηκαν σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 50 του ν.4315/2014 (ΦΕΚ Α' 269) και λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016, υποχρεούνται να μετατραπούν σε ΚΕΑΣ ή ΚΑΣ με απόφαση των Γενικών Συνελεύσεών τους μέχρι 26 Απριλίου 2017. Οι υπόλοιπες ΚΕΣΕ και οι Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΚΑΣΟ) του ν.2810/2000, που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του ν.4384/2016, έχουν καθαρή οικονομική θέση ή σχέδιο βιωσιμότητας εγκεκριμένο από τον πιστωτή με το μεγαλύτερο ύψος απαιτήσεων, υποχρεούνται να μετατραπούν σε ΑΣ του ν.4384/2016 δια της συγχώνευσης των αγροτικών συνεταιρισμών-μελών τους, μέχρι 26 Οκτωβρίου 2016. Η απόφαση περί μετατροπής λαμβάνεται με την αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία της Γενικής Συνέλευσης των ΚΕΣΕ -ΚΑΣΟ. Μέλη των ΑΣ που θα προκύψουν είναι αυτοδικαίως όλα τα φυσικά πρόσωπα που είναι μέλη των αγροτικών συνεταιρισμών μελών των υπό μετατροπή ΚΕΣΕ και ΚΑΣΟ. Μετά την πάροδο της ανωτέρω ημερομηνίας, ΚΕΣΕ και ΚΑΣΟ που δεν έχουν μετατραπεί δεν υπάγονται στο ν.4384/2016.


Ο Γενικός Γραμματέας
Νικ. Αντώνογλου

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 182/2017 Τράπεζα της Ελλάδος. Έκτακτη εισφορά ν. 3808/2009 και ν. 3845/2010

$
0
0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως : 182 /2017

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
(Α' ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

Συνεδρίαση της 19ης Ιουλίου 2017

Σύνθεση:

Πρόεδρος: Μιχαήλ Απέσσος, Πρόεδρος ΝΣΚ.

Μέλη: Αλέξανδρος Καραγιάννης, Χρυσαφούλα Αυγερινού, Μεταξία Ανδροβιτσανέα, Νικόλαος Μουδάτσος, Αντιπρόεδροι ΝΣΚ, Στέφανος Δέτσης, Παρασκευάς Βαρελάς, Ασημίνα Ροδοκάλη, Θεόδωρος Ψυχογυιός, Ευγενία Βελώνη, Νίκη Μαριόλη, Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, Βασιλική Τύρου, Στυλιανή Χαριτάκη, Δημήτριος Χανής, Νικόλαος Δασκαλαντωνάκης, Γαρυφαλιά Σκιάνη, Αφροδίτη Κουτούκη, Δήμητρα Κεφάλα, Δημήτριος Αναστασόπουλος, Κωνσταντίνος Κατσούλας, Κωνσταντίνος Κηπουρός, Αλέξανδρος Ροϊλός, Κωνσταντίνο Χριστοπούλου, Ευαγγελία Σκαλτσά, Αθηνά Αλεφάντη, Αγγελική Καστανά, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, Παναγιώτης Παππάς, Πέτρος Κωνσταντινόπουλος, Διονύσιος Χειμώνας, Βασιλική Παπαθεοδώρου, Παναγιώτα-Ελευθερία Δασκαλέα-Ασημακοπούλου, Γεώργιος Γρυλωνάκης, Βασίλειος Κορκίζογλου, Χαράλαμπος Μπρισκόλας, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.

Εισηγήτρια: Χριστίνα Διβάνη, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους.

Αριθμός ερωτήματος: Το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΑΦ Β 1046619ΕΞ2017 έγγραφο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων/Γενική Δ/νση Φορολογικής Διοίκησης/Δ/νση Εφαρμογής Άμεσης Φορολογίας/Τμήμα Β'.

Ερώτημα: Αν στα κέρδη της Τράπεζας της Ελλάδος επιβάλλεται η έκτακτη εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις των ν. 3808/2009 και ν.3845/2010.

Επί του ανωτέρω ερωτήματος, το οποίο παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ' αριθμ. ΝΣΚ 165/2017 γνωμοδότηση του Β' Τμήματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Α' Ολομέλεια Διακοπών) γνωμοδότησε ως εξής:

Ιστορικό

Από το έγγραφο της ερωτώσας Υπηρεσίας προκύπτει ότι το ερώτημα υποβλήθηκε με βάση το ακόλουθο πραγματικό :

1. Από τα στοιχεία του με αριθ. πρωτ.23607/8.9.2016 εγγράφου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), το οποίο περιήλθε στην ερωτώσα υπηρεσία, μέσω της Δ/νσης Ελέγχων, προκύπτει ότι στο πλαίσιο διενέργειας μερικού επιτόπιου ελέγχου στην Τράπεζα της Ελλάδος για την παραγραφόμενη διαχειριστική χρήση 2008 διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι από τα στοιχεία του σχετικού φακέλου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ και με βάση τις υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος (αρχική και τροποποιητική), καθώς και τα καθαρά κέρδη της Τράπεζας, όπως αυτά απεικονίζονται στους δημοσιευμένους ισολογισμούς της, ο έλεγχος πρόκειται να προβεί σε καταλογισμό της έκτακτης εισφοράς βάσει των διατάξεων του ν.3808/2009.

2. Ωστόσο, λόγω της απαλλακτικής διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και του σκεπτικού της αριθ. 323/2016 γνωμοδότησης της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ, ανέκυψε το εν θέματι ερώτημα.

Νομοθετικό πλαίσιο

3. Στο άρθρο 28 παρ.1 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζεται ότι:

«1 Οι γενικά παραδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωση τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Η εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμβάσεων στους αλλοδαπούς τελεί πάντοτε υπό τον όρο της αμοιβαιότητας».

4. Με το άρθρο IV παρ. 1 του ν. 3423/1927 «Περί κυρώσεως του εν Γενεύη υπογραφέντος τη 15η Σεπτεμβρίου 1927 Πρωτοκόλλου του Λονδίνου περί εγκρίσεως συνάψεως δανείου Λιρών Στερλινών 9.000.000» (Α' 298) ορίσθηκε ότι:

«Άρθρον IV - Εκδοτική Τράπεζα

1. Νέα και ανεξάρτητος Τράπεζα, κληθησομένη «Τράπεζα της Ελλάδος», θα ιδρυθή εν Ελλάδι το ταχύτερον και θ' αρχίσει λειτουργούσα το βραδύτερον έξ μήνας μετά την έκδοσιν του δανείου, συμφώνως προς το σχέδιον συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και το σχέδιον καταστατικού, τα προσαρτώμενα τω παρόντι (Παραρτήματα III και IV]. Η εν λόγω Τράπεζα θα εκτελή τας λειτουργίας τα ανατιθεμένας εις αυτήν υπό της ρηθείσης συμβάσεως και καταστατικού, ιδία δε θα πραγματοποιήση και θα διατηρή την σταθεροποίησιν του Ελληνικού νομίσματος εν σχέσει προς τον χρυσόν και την συγκέντρωσιν εις την Τράπεζαν όλων των εισπράξεων και πληρωμών του Κράτους και των κρατικών επιχειρήσεων.»

5. Ακολούθως, στα άρθρα 1, 2, 4, 7 , 72 και 73 του ν. 3424/1927 «Περί κυρώσεως της από 27 Οκτωβρίου 1927 συμβάσεως περί παραιτήσεως της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος από του προνομίου της εκδόσεως τραπεζικών γραμματίων και συστάσεως νέας Τραπέζης υπό την επωνυμίαν «ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» και του προσαρτωμένου τη συμβάσει καταστατικού (1) της Τραπέζης της Ελλάδος» (Α' 298), όπως ισχύει σήμερα, μετά την τροποποίησή του με σειρά διατάξεων νεωτέρων νομοθετημάτων, ορίζονται τα εξής:

«Άρθρο 1

Συνιστάται δια του παρόντος ανώνυμος εταιρεία υπό την επωνυμία «Τράπεζα της Ελλάδος» εδρεύουσα εν Αθήναις και διεπομένη υπό του παρόντος καταστατικού. Η διάρκεια της Τραπέζης ορίζεται μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1970 (2), δυνάμενη να παραταθεί δι' αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μετόχων, εγκρινομένης δια διατάγματος.

Άρθρο 2

Οι κύριες αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος είναι οι εξής:...

α) Χαράσσει και ασκεί τη νομισματική πολιτική. Στην έννοια της νομισματικής πολιτικής περιλαμβάνεται και η πιστωτική πολιτική,
β)....
γ) Κατέχει και διαχειρίζεται τα επίσημα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας, στα οποία περιλαμβάνονται τα σε συνάλλαγμα και χρυσό διαθέσιμα της Τράπεζας της Ελλάδος και του Δημοσίου και ενεργεί πράξεις σε συνάλλαγμα,
δ) Ασκεί την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και άλλων επιχειρήσεων και οργανισμών του χρηματοπιστωτικού τομέα της οικονομίας, καθώς και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 55Α του παρόντος,
ε) Προωθεί και επιβλέπει την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών, καθώς και συστημάτων διαπραγμάτευσης, διακανονισμού και εκκαθάρισης εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών επί τίτλων και λοιπών χρηματοπιστωτικών μέσων, σύμφωνα με το άρθρο 55 αριθμός 5 του παρόντος,
στ)...
ζ) Ενεργεί ως ταμίας και εντολοδόχος του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 45 επ. του παρόντος.

Άρθρο 4

Πρωταρχικός σκοπός της Τράπεζας της Ελλάδος είναι η διασφάλιση της σταθερότητας του γενικού επιπέδου των τιμών. Με την επιφύλαξη του πρωταρχικού σκοπού η Τράπεζα στηρίζει τη γενική οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης. Από της υιοθετήσεως του ευρώ ως του εθνικού νομίσματος της χώρας, η Τράπεζα της Ελλάδος επιδιώκει τον πρωταρχικό σκοπό της διατηρήσεως της σταθερότητας των τιμών, ως αναπόσπαστο μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και κατά τους όρους του άρθρου 105 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Άρθρο 7

Το παρόν κατασταπκόν δύναται να τροποποιηθεί δι' αποφάσεως της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, κυρουμένης δια νόμου.

Άρθρο 72

Αί διατάξεις των περί ανωνύμων εταιρειών και Τραπεζών νόμων δεν έχουσιν εφαρμογήν επί της Τραπέζης της Ελλάδος, εφ' όσον αντιβαίνουσι προς το παρόν καταστατικόν.

Άρθρο 73

1. Η Τράπεζα απαλλάσσεται παντός φόρου ή τέλους. Ιδία απαλλάσσεται της πληρωμής οιουδήποτε φόρου ή τέλους επί των εκδιδομένων τραπεζικών γραμματίων, πλην του επιβλητέου φόρου εν ωρισμέναις περιπτώσεσι προβλεπομέναις εν άρθρ. 63 (α).

2. Συμβάσεις δανείου ή παροχής πιστώσεως, συναπτόμενοι μεταξύ της Τραπέζης της Ελλάδος και αλλοδαπού νομικού ή φυσικού προσώπου, απαλλάσσονται παντός τέλους χαρτοσήμου και πάσης εισφοράς ή τέλους υπέρ οιουδήποτε Ασφαλιστικού Ταμείου ή οιουδήποτε τρίτου. Ο καταβαλλόμενος υπό της Τραπέζης της Ελλάδος τόκος εις δανειστάς αυτής, όταν το δάνειον παρεσχέθη υπό αλλοδαπού φυσικού ή νομικού προσώπου, δεν υπόκειται εις φόρον εισοδήματος ούτε εις άλλον φόρον ή τέλος».

6. Περαιτέρω, με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930 «Περί κυρώσεως της από 25 Νοεμβρίου 1929 συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Τραπέζης της Ελλάδος» (Α' 100) ορίσθηκε ότι: «Η έννοια του άρθρου 73 του Καταστατικού είναι ότι η Τράπεζα απαλλάσσεται πάσης αμέσου ή εμμέσου φορολογικής επιβαρύνσεως επιβαλλομένης υπό μορφήν δημοσίου φόρου ή δασμού, τέλους ή άλλης οιασδήποτε αναγκαστικής εισφοράς, συμπεριλαμβανομένων και των ταχυδρομικών και τηλεγραφικών τελών (εσωτερικού)».

7. Τέλος, στο άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3842/2010 (Α' 58) ορίζεται ότι:

«Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι απαλλαγές από το φόρο εισοδήματος που προβλέπονται με γενικές ή ειδικές διατάξεις όλων των νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που προβλέπονται στο άρθρο 101 του Κ.Φ.Ε., με εξαίρεση: ε) τις απαλλαγές που ορίζονται:...μμ) με το άρθρο 73 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο κυρώθηκε με το ν. 3424/1927 (ΦΕΚ298Α ') »

8. Επίσης, στα άρθρα 1 και 2 του ν. 3808/2009 «Εκτακτη οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, έκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας και άλλες διατάξεις» (Α' 227) ορίζεται: «Αρθρο 1 έκτακτη οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης).

1. Καταβάλλεται έκτακτη οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, για τη στήριξη των οικογενειών των μισθωτών, συνταξιούχων και αγροτών με πολύ χαμηλό εισόδημα και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, ύψους από τριακόσια (300) ευρώ έως και χίλια τριακόσια (1.300) ευρώ.

2. Δικαιούχοι της ενίσχυσης είναι:....

Άρθρο 2 (,Εκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης στα μεγάλα κέρδη των επιχειρήσεων)

1. Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2009, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παρ.4 και 101 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α'). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 31 παρ. 19 και 105 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά. Για τις επιχειρήσεις που δημοσίευσαν οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Α.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από το συνολικό καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στα προηγούμενα εδάφια και υπερβαίνουν τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ.

2. Η έκτακτη εισφορά, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή στα καθαρά κέρδη της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται ανά κλιμάκιο ως εξής: ».

9. Εξ άλλου, με το άρθρο πέμπτο του ν. 3845/2010 «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη - μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» (Α' 65), ορίσθηκαν τα εξής:
«1. Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2010, των νομικών προσώπων του άρθρου 2 παρ.4 και 101 παράγραφος 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151/Α'). Η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 31 παρ. 19 και 105 παράγραφος 7 του ίδιου Κώδικα, εφόσον το εισόδημα αυτό υπερβαίνει τα εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Η εισφορά επιβάλλεται στο σύνολο του καθαρού εισοδήματος. Αν το καθαρό εισόδημα είναι ίσο ή μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, δεν επιβάλλεται εισφορά...».

10. Τέλος, στην παρ. 4 του άρθρου 2 και στην παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 «Κύρωση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος» (Α' 151), όπως οι διατάξεις αυτές ίσχυαν για φορολογικά έτη πριν την 1.1.2014, από της οποίας καταργήθηκαν με το ν.4172/2013 (Α' 167), ορίζονται, πλην άλλων, τα εξής:

«Άρθρο 2

4. Σε φόρο υπόκεινται επίσης, οι ομόρρυθμες και οι ετερόρρυθμες εταιρίες, οι κοινωνίες αστικού δικαίου, που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρίες, οι συμμετοχικές ή αφανείς, καθώς και οι κοινοπραξίες της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α')

Άρθρο 101

1. Στο φόρο υπόκεινται:

α) Οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες,
β) Οι δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα,
γ) Οι συνεταιρισμοί που έχουν συσταθεί νόμιμα και οι ενώσεις τους,
δ) Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιονδήποτε τύπο εταιρίας, καθώς και οι κάθε είδους αλλοδαποί οργανισμοί που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων,
ε) Οι ημεδαπές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης,
στ) Οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες».

Ερμηνεία διατάξεων

Από τις ανωτέρω διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς αλλά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, συνάγονται τα ακόλουθα :

11. Με το από 15 Σεπτεμβρίου 1927 Πρωτόκολλο του Λονδίνου, που υπεγράφη στη Γενεύη μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως (μετά από αίτησή της προς το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών, η οποία ενέκρινε τους όρους της συμβάσεως) και των αντιπροσώπων των χωρών της Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας και κυρώθηκε με το ν. 3423/1927, εγκρίθηκε από την Κοινωνία των Εθνών η χορήγηση προς την Ελλάδα δανείου, ύψους 9.000.000 αγγλικών λιρών, για την σταθεροποίηση του ελληνικού νομίσματος, την εκκαθάριση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού του Ελληνικού Κράτους και τη συνέχιση του έργου της αποκατάστασης των προσφύγων. Μεταξύ άλλων, με τις διατάξεις του ανωτέρω Πρωτοκόλλου προβλέφθηκε η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία ήθελε λειτουργήσει σύμφωνα με το επισυναπτόμενο στο Πρωτόκολλο σχέδιο συμβάσεως, μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και της Εθνικής Τράπεζας και το σχέδιο του καταστατικού της (βλέπ. άρθρο IV του Πρωτοκόλλου και Παραρτήματα III και IV). Ακολούθησε η θέσπιση του ν. 3424/1927, περί συστάσεως νέας Τράπεζας με την επωνυμία Τράπεζα της Ελλάδος (εφεξής «ΤτΕ») μετά του προσαρτωμένου στη σύμβαση Καταστατικού της, δυνάμει του οποίου συνεστήθη η Τράπεζα της Ελλάδος με τη μορφή ανωνύμου εταιρείας (άρθρο 1 του Καταστατικού). Η διάρκεια της Τράπεζας της Ελλάδος ορίστηκε αρχικά μέχρι την 31-12-1970, έκτοτε, δε, παρατάθηκε διαδοχικά μέχρι την 31-12-2050.

12. Με τις διατάξεις του άρθρου 28 του Συντάγματος αναγνωρίζεται η υπεροχή των κανόνων που θεσπίζονται με διεθνείς συμβάσεις, που έχουν κυρωθεί με νόμο, έναντι των κοινών νόμων που ψηφίζονται από τη Βουλή, ανεξαρτήτως αν οι διεθνείς συμβάσεις αυτές έχουν κυρωθεί με νόμο πριν από την έναρξη ισχύος του Συντάγματος 1975, διότι και επ' αυτών έχει εφαρμογή το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν κατά την έναρξη εφαρμογής του (ΣτΕ 466/2003, ΣτΕ 4555/1996, ΣτΕ 1975/1991, ΣτΕ 2289/1987, ΣτΕ 1093/1987, ΣτΕ 2960/1980, ΣτΕ 395/1978, ΣτΕ 4950/1976 κ.ά.).

13. Συνεπώς και το άρθρο 73 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, που αποτελούσε προσαρτώμενο τμήμα των ως άνω διεθνών συμβάσεων που κυρώθηκαν με τους προαναφερθέντες νόμους (3423 και 3424/1927) υπερισχύει, κατ' αρχάς, κάθε αντίθετης διάταξης τυπικού νόμου ως προς τις θεσπιζόμενες με το άρθρο αυτό απαλλαγές, για την έκταση των οποίων γίνεται λόγος στη συνέχεια.

14. Με τις διατάξεις του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύει σήμερα μετά από διαδοχικές τροποποιήσεις, προβλέπεται ότι η λειτουργία της Τράπεζας διέπεται από ιδιαίτερο νομοθετικό καθεστώς, καθώς ρητώς ορίσθηκε ότι οι διατάξεις των νόμων περί ανωνύμων εταιρειών και τραπεζών δεν έχουν εφαρμογή, εάν αντιβαίνουν στο Καταστατικό (άρθρο 72 ν. 3424/1927 - Καταστατικού). Ειδικότερα, με τη ρητή διάταξη του άρθρου 73 παρ. 1 του ρηθέντος Καταστατικού, όπως ερμηνεύθηκε αυθεντικά με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930, η Τράπεζα απαλλάσσεται παντός φόρου ή τέλους.

15. Συναφώς προς τα ανωτέρω, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους έχει γνωμοδοτήσει ότι η ως άνω γενική απαλλαγή, από κάθε τέλος, της ΤτΕ περιλαμβάνει και την απαλλαγή της από το επιβληθέν, δυνάμει του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 τέλος ακίνητης περιουσίας, για ακίνητα ιδιοκτησίας της (ΝΣΚ 445/1994), ενώ, καθόσον αφορά τον θεσπισθέντα με τις διατάξεις του ν. 4223/2013 ΕΝ.Φ.Ι.Α ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν υποχρεούται στην καταβολή του για τα προβλεπόμενα στον ίδιο νόμο εμπράγματα δικαιώματά της επί ακινήτων, μόνον εφόσον τα ακίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση των, κύριων ή έστω παρεπόμενων, εργασιών της Τράπεζας κατά την άσκηση των υπό του Καταστατικού της προβλεπομένων εξαιρετικής φύσεως αρμοδιοτήτων της (ΟλΝΣΚ 323/2016)

16. Ωστόσο, κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η φορολογική απαλλαγή του άρθρου 73 παρ. 1 του ρηθέντος Καταστατικού, όπως ερμηνεύθηκε αυθεντικά με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930, συνδέεται άρρηκτα με τις εργασίες εκείνες που ρητώς και λεπτομερώς αναφέρονται στο Καταστατικό και αποτελούν τον κύκλο των κυρίων ή έστω παρεπόμενων τραπεζικών της εργασιών, μη παρεχόμενη πέραν των ορίων της ειδικής και εξαιρετικής της λειτουργίας, δοθέντος ότι ούτε από την ερμηνεία των οικείων διατάξεων ούτε από την φύση τους προκύπτει ότι σκοπήθηκε η πλήρης και απεριόριστη απαλλαγή της Τράπεζας από κάθε φορολογική επιβάρυνση ή συμμετοχή στα κρατικά βάρη (ΟλΣτΕ 854/1934). Άλλωστε, έχει συναφώς κριθεί ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν απαλλάσσεται των δημοτικών τελών (ΣτΕ 447/1982, ΣτΕ 1580/1980, ΣτΕ 3441/1977, ΣτΕ 1645/1958, ΣτΕ 903/1957 κλπ.) και ότι με νεότερη διάταξη, εισαχθείσα όμως πριν από την ισχύ του Συντάγματος 1975, νομίμως καταργήθηκε η δασμοφορολογική, κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων, απαλλαγή της Τραπέζης (ΣτΕ 2130/1978, ΣτΕ 2131/1978) ως και η ταχυδρομική της ατέλεια (ΟλΣτΕ 1332/1953).

Περαιτέρω κατά την ενώπιον της Ολομελείας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διατυπώθηκαν δύο γνώμες:

17. Η γνώμη της πλειοψηφίας, που απαρτίσθηκε από τους Αλέξανδρο Καραγιάννη, Μεταξία Ανδροβιτσανέα, Νικόλαο Μουδάτσο, Αντιπροέδρους ΝΣΚ, Στέφανο Δέτση, Παρασκευά Βαρελά, Γαρυφαλιά Σκιάνη, Αφροδίτη Κουτούκη, Δήμητρα Κεφάλα, Δημήτριο Αναστασόπουλο, Κωνσταντίνο Κατσούλα, Κωνσταντίνο Κηπουρό, Αλέξανδρο Ροϊλό, Κωνσταντίνα Χριστοπούλου, Ευαγγελία Σκαλτσά, Αθηνά Αλεφάντη, Αγγελική Καστανά, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, Παναγιώτη Παππά, Πέτρο Κωνσταντινόπουλο, Διονύσιο Χειμώνα, Βασιλική Παπαθεοδώρου, Παναγιώτα-Ελευθερία Δασκαλέα-Ασημακοπούλου, Γεώργιο Γρυλωνάκη και Βασίλειο Κορκίζογλου, Νομικούς Συμβούλους του Κράτους (ψήφοι είκοσι πέντε - 25), δέχθηκε τα εξής:

18. Κατά την πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (3) οι επίμαχες έκτακτες εισφορές εντάσσονται στα πλαίσια μιας σειράς δημοσιονομικών μέτρων, που έλαβε ο νομοθέτης για την ικανοποίηση των κριτηρίων δημοσιονομικής πειθαρχίας (μείωση του ελλείμματος και του χρέους), καθώς για λόγους μειωμένης πιστοληπτικής ικανότητας του κράτους δεν ενδεικνυόταν η προσφυγή του στο δημόσιο δανεισμό. Περιελάμβαναν, μεταξύ άλλων, μέτρα όπως μείωση μισθών του Δημοσίου και συντάξεων, αύξηση ή επιβολή νέων φόρων, καθώς και έκτακτη εισφορά (πρβλ ΟλΣτΕ 668/2012 κ.ά.).

19. Ως εκ τούτου ο νομοθέτης, ορίζοντας με το άρθρο 2 του ν.3808/2009 και το άρθρο πέμπτο του ν. 3845/2010 ότι επιβάλλεται «έκτακτη εφάπαξ εισφορά κοινωνικής ευθύνης» σε όλα τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 (ημεδαπές Α.Ε., ΕΠΕ, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς που έχουν συσταθεί νόμιμα και τις ενώσεις τους, αλλοδαπές επιχειρήσεις υπό οποιονδήποτε τύπο, ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες) και της παρ. 4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου (προσωπικές εταιρίες, κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κοινοπραξίες κλπ), απέβλεψε στην επιβολή της εισφοράς ως μέτρου έκτακτης οικονομικής επιβάρυνσης σε όλες γενικά τις επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις της χώρας, ακόμα και τις δημόσιες, των ΟΤΑ, τις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δηλαδή ανεξαρτήτως εάν τα νομικά αυτά πρόσωπα υπάγονται στις φορολογικές διατάξεις του νόμου αυτού (περί φορολογίας εισοδήματος) ή σε οιοδήποτε άλλο φορολογικό καθεστώς, με μόνη προϋπόθεση για την υπαγωγή σ' αυτή τα ως άνω νομικά πρόσωπα να έχουν πραγματοποιήσει κατά το έτος βάσης επιβολής των εισφορών αυτών καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη άνω του οριζομένου στις διατάξεις αυτές ορίου.

20. Υπό τα δεδομένα αυτά, όπως παγίως έχει κριθεί σε ανάλογες περιπτώσεις επιβολής εκτάκτων εισφορών (βλ. ΣτΕ 1685/2013 Ολομ. ΣτΕ 1317/1979, ΣτΕ 1318/1979 Ολομ., ΣτΕ 3098/1981, ΣτΕ 3653/1981, ΣτΕ 3202/1982, ΣτΕ 116/1983, ΣτΕ 2209/1983, ΣτΕ 3515/1983, ΣτΕ 357/1984 επταμ., ΣτΕ 3639/1984, ΣτΕ 797/1986, ΣτΕ 2729/1986 και ΟλΝΣΚ 130/2017) το εισόδημα αυτό ή τα καθαρά κέρδη δεν αποτελεί το αντικείμενο της επιβαλλόμενης κατά τα ανωτέρω εισφοράς, αλλά το κριτήριο βάσει του οποίου θεωρείται, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, ότι υπάρχει η σχετική φοροδοτική ικανότητα των υποκειμένων στην εισφορά επιχειρήσεων, καθώς και η βάση υπολογισμού της.

21. Συνεπώς, σύμφωνα με την γνώμη της πλειοψηφίας, στις εν θέματι εισφορές υπόκειται και η Τράπεζα της Ελλάδος. Τούτο προκύπτει ιδίως από την ευρύτητα του κύκλου των νομικών προσώπων και επιχειρήσεων που υπόκεινται στις εισφορές αυτές και από το γεγονός ότι οι σχετικές διατάξεις δεν εξαιρούν την Τράπεζα της Ελλάδος από την επιβολή των εισφορών αυτών. Περαιτέρω, από την αιτιολογική έκθεση του ν. 3845/2010 και από τις σχετικές κοινοβουλευτικές συζητήσεις και τα συναφή στοιχεία συνάγεται ότι ο νομοθέτης δεν ηθέλησε να εξαιρέσει από την γενική προσπάθεια για την υπέρβαση της κρίσης το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο (πρβλ ΟλΣτΕ 99/2017, ΣτΕ 1/2016). Τα παραπάνω δεν αναιρούνται από την παραπομπή του νόμου στις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. για τον προσδιορισμό του εισοδήματος που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού των εισφορών αυτών και συνεπώς οι ένδικες εισφορές δεν αποτελούν φόρο εισοδήματος. Εάν ο νομοθέτης επιθυμούσε να εξαιρεθεί η Τράπεζα της Ελλάδος από την επιβολή των εν θέματι εκτάκτων εισφορών, θα περιελάμβανε ρητή εξαίρεση, όπως έπραξε σε άλλες περιπτώσεις φορολογιών (βλ. ενδεικτικά την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 12§1 περ. μμ του ν. 3842/2010, με την οποία εξαίρεσε την Τράπεζα της Ελλάδος από την κατάργηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 73 του Καταστατικού της απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος).

22. Η γνώμη της μειοψηφίας, που απαρτίσθηκε από τους Μιχαήλ Απέσσο, Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Χρυσαφούλα Αυγερινού, Αντιπρόεδρο ΝΣΚ, Ασημίνα Ροδοκάλη, Θεόδωρο Ψυχογυιό, Ευγενία Βελώνη, Νίκη Μαριόλη, Ανδρέα Ανδρουλιδάκη, Βασιλική Τύρου, Στυλιανή Χαριτάκη, Δημήτριο Χανή, Νικόλαο Δασκαλαντωνάκη και Χαράλαμπο Μπρισκόλα, Νομικούς Συμβούλους του Κράτους (ψήφοι δώδεκα -12), δέχθηκε τα εξής:

Ενόψει της ρητής και αναμφισβήτητης απαλλαγής, που απολαύει η Τράπεζα της Ελλάδος από οιονδήποτε φόρο, δυνάμει της, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξης του άρθρου 73 παρ. 1 του κυρωθέντος με το ν. 3424/1927 Καταστατικού της, όπως η διάταξη αυτή ερμηνεύτηκε αυθεντικά με το άρθρο 5 του ν. 4502/1930, είναι σαφές ότι αυτή απαλλάσσεται ωσαύτως και από την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε δυνάμει του άρθρου 2 του ν. 3808/2009. Και τούτο, διότι με την υπ' αριθ. 1222/2017 πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. σκ. 15 και 18), έγινε ad hoc δεκτό ότι η ως άνω έκτακτη εισφορά, που επιβλήθηκε με τη συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη, συνιστά φόρο και δη φόρο εισοδήματος.

Επομένως, ενόψει του εν λόγω ερμηνευτικού χαρακτηρισμού της επίμαχης εισφοράς από το αναφερθέν Δικαστήριο, πρέπει αυτονόητα να ενεργοποιηθούν οι ρηθείσες απαλλακτικές διατάξεις και, ως εκ τούτου, η Τράπεζα της Ελλάδος δέον να εξαιρεθεί της εις βάρος της επιβολής της εν λόγω εισφοράς, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι ο ν. 3808/09 δεν περιέχει ιδία πρόβλεψη περί εξαίρεσης της εν λόγω Τράπεζας (πρβλ. ΟλΝΣΚ 323/2016, σκ. 11 και 17).

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν ήθελε κριθεί ότι η επίμαχη εισφορά του άρθρου 2 του ν. 3808/09 δεν συνιστά φόρο, τότε και πάλι δεν δύναται να τεθεί ζήτημα επιβολής αυτής εις βάρος της ως άνω Τράπεζας, καθόσον η επιβολή αυτή θα προσέκρουε σαφώς στην εν προκειμένω εφαρμοστέα, υπερνομοθετικής ισχύος, διάταξη του άρθρου 73 του Καταστατικού της, όπως αυτή έχει ερμηνευτεί αυθεντικά, με την οποία προβλέπεται ρητά η απαλλαγή της Τράπεζας «από πάσης αναγκαστικής εισφοράς», άρα και από την προκείμενη έκτακτη εισφορά. Η ορθότητα της ως άνω ερμηνευτικής θέσης καταφάσκεται πλήρως από την ευρύτητα, με την οποία διατυπώνεται η έννοια της μη επιβαλλόμενης εισφοράς στην ως άνω διάταξη, ενόψει, άλλωστε, της ενδεδειγμένης ερμηνευτικής προσέγγισης των φοροαπαλλακτικών διατάξεων αποκλειστικά με κριτήριο τη γραμματική διατύπωση αυτών και όχι βάσει των προθέσεων του νομοθέτη (και δη επί άλλων, μεταγενεστέρων, διατάξεων).

Περαιτέρω δε, κατόπιν της ως άνω ερμηνευτικής παραδοχής πρέπει, ασφαλώς, να γίνει δεκτό ότι η Τράπεζα της Ελλάδος χαίρει απαλλαγής και από την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε, δυνάμει του άρθρου πέμπτου του ν. 3845/2010, στο συνολικό καθαρό εισόδημα των νομικών προσώπων που μνημονεύονται στο εν λόγω άρθρο.

Απάντηση

23. Κατ' ακολουθία των προεκτεθέντων, επί του τεθέντος ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΑΌλομέλεια Διακοπών), γνωμοδοτεί, κατά πλειοψηφία, ως εξής: 

Στα κέρδη της Τράπεζας της Ελλάδος επιβάλλεται η έκτακτη εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις των ν.3808/2009 και 3845/2010.


ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ Αθήνα, 21 Ιουλίου 2017

Ο Πρόεδρος
Μιχαήλ Απέσσος
Πρόεδρος Ν.Σ.Κ.

Η εισηγήτρια
Χριστίνα Διβάνη
Νομικός Σύμβουλος του Κράτους

___________________
1 Το οποίο αποτελεί κατά λέξη μεταφορά του σχεδίου καταστατικού που περιλαμβάνεται ως παράρτημα IV στο από 15 Σεπτεμβρίου 1927 Πρωτόκολλο του Λονδίνου, που υπεγράφη στην Γενεύη.

2 Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν.δ. 413/1970 (Α' 16), «η διάρκεια της εν Αθήναις εδρευούσης ανωνύμου εταιρείας υπό την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» παρατείνεται δυνάμει του παρόντος, ουδεμίας άλλης διατυπώσεως ή πράξεως απαιτουμένης, από της λήξεως της οριζομένης υπό του εν ισχύϊ καταστατικού της, ήτοι μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 2000». Περαιτέρω, με το άρθρο μόνον του ν. 2010/1992 (Α' 20) ορίστηκε: «Κυρώνεται η απόφαση της γενικής συνέλευσης της Τράπεζας της Ελλάδος της 29/4/1991 περί παρατάσεως της διάρκειας της Τράπεζας της Ελλάδος μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 2020». Τέλος, στο άρθρο 165 παρ. 7α του ν. 4099/2012 (Α' 250) ορίσθηκε ότι «Κυρώνεται, σύμφωνα με το άρθρο 7 του κυρωμένου με το ν. 3424/1927 (Α' 298) Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, η από 24 Απριλίου 2012 απόφαση της 79ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος, περί τροποποίησης άρθρων του Καταστατικού της ίδιας Τράπεζας, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής: α) Στο άρθρο 1 οι λέξεις «31 Δεκεμβρίου 2020» αντικαθίστανται ως εξής: «31 Δεκεμβρίου 2050». Η κύρωση έλαβε χώρα ύστερα από την υπ' αριθμ. CON/2012/31/16-4-2012 θετική γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η οποία ζητήθηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 127 παρ. 4 και 282παρ. 5 της Σ.Λ.Ε.Ε.

3 βλ. ΟλΣτΕ 99/2017, ΣτΕ 1/2016, που έκριναν ότι στην εισφορά του ν. 3845/2010 υπόκεινται και τα νομικά πρόσωπα που έχουν στην κυριότητά τους πλοία εγγεγραμμένα σε ελληνικά νηολόγια, δεδομένου ότι «αφού η ένδικη εισφορά δεν αποτελεί φόρο εισοδήματος, ζήτημα αντιθέσεως των σχετικών διατάξεων προς τις διατάξεις των Κεφαλαίων Α έως και Δ του τμήματος Α' του ν. 27/1975, οι οποίες ρυθμίζουν την φορολόγηση του εισοδήματος από την εκμετάλλευση πλοίων με ελληνική σημαία, έχουν δε αυξημένη τυπική ισχύ και, άρα, δεν μπορούν να τροποποιηθούν με κοινό νόμο, δεν τίθεται»).

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 772 ΕΞ 11.5.2017 Χρόνος αναγνώρισης εσόδου και δαπάνης τιμολογίου που τροποποιεί το αρχικό τιμολογηθέν ποσό λόγω πλήρωσης αίρεσης

$
0
0
Αθήνα, 11.05.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 772 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

( - ΜΟΡΦΗ ΤΕΣΤ - )

ΣΛΟΤ 772/2017

ΘΕΜΑ : Χρόνος αναγνώρισης εσόδου και δαπάνης τιμολογίου που τροποποιεί το αρχικό τιμολογηθέν ποσό λόγω πλήρωσης αίρεσης


ΕΡΩΤΗΜΑ


Θα θέλαμε την γνώμη σας σχετικά με την λογιστική αντιμετώπιση της παρακάτω συναλλαγής:

Εταιρεία (Α) παρέχει συνεχείς υπηρεσίες σε συνδεδεμένη εταιρεία (Β), η οποία είναι εταιρεία περιορισμένου κινδύνου, κατά την διάρκεια όλου τού έτους, προκειμένου η λήπτρια εταιρεία (Β) να είναι σε θέση να παρέχει υπηρεσίες σε τρίτους.

Επιπροσθέτως, η Α αναλαμβάνει την κάλυψη σημαντικών κινδύνων της Β, που σχετίζονται με τις παρεχόμενες υπηρεσίες σε τρίτους (π.χ. κάλυψη ζημιών, δικαστικών εξόδων και αποζημιώσεων, κ.α.).

Κατά την διάρκεια του έτους παροχής των υπηρεσιών, οι εν λόγω ενδοομιλικές υπηρεσίες τιμολογούνται με τίμημα που προβλέπεται σε σύμβαση (περιθώριο κέρδους), το οποίο είναι σύμφωνο με την αρχή των ίσων αποστάσεων (arm’s length principle), βάσει εξωτερικών συγκρίσιμων στοιχείων.

Το τελικό εν λόγω τίμημα όμως για τις υπηρεσίες και τα ρίσκα που αναλαμβάνει η Α, τελεί υπό την αίρεση της μελέτης αξιολόγησης της ετήσιας απόδοσης της λήπτριας εταιρείας Β, κατ’ εφαρμογή της υπογραφείσας, μεταξύ των δύο εταιρειών, σύμβασης. Η εν λόγω μελέτη αξιολογεί μεγέθη τα οποία, εκ των πραγμάτων, δεν είναι γνωστά σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν της οριστικοποίησης των οικονομικών στοιχείων της χρήσης που παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες και των δύο εταιρειών (τελικά ετήσια έσοδα και κόστη των Α και Β που σχετίζονται με την παροχή υπηρεσιών που παρείχε η εταιρεία Β σε τρίτους).

Βάσει των παραπάνω και κατ’ εφαρμογή του σχετικού συμβατικού όρου, σε περίπτωση που, από την μελέτη, η λήπτρια εταιρεία Β κριθεί πως υποαποδίδει έναντι συγκεκριμένου στόχου της σύμβασης, εκδίδεται χρεωστικό τιμολόγιο από την εταιρεία Α. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Β διακρατεί σε ετήσια βάση μόνο το μέρος των κερδών (από συναλλαγές με τρίτους) που αντιστοιχεί στο επίπεδο απόδοσής της, όπως αυτό προβλέπεται από την σύμβαση, τηρώντας έτσι και την προβλεπόμενη αρχή των «ίσων αποστάσεων».

Επισημαίνεται πως το εκδοθέν τιμολόγιο δεν αναφέρεται/διορθώνει συγκεκριμένο τιμολόγιο του παρελθόντος. Αντιθέτως, επαναπροσδιορίζει το συνολικό τίμημα του συνόλου των υπηρεσιών που παρασχέθησαν από την Α στην Β κατά την διάρκεια του έτους (για τις οποίες είχε εκδοθεί πλήθος τιμολογίων), μεταξύ των οποίων είναι και η ανάληψη των κινδύνων που έχει αναλάβει η Α, οι οποίοι κίνδυνοι σχετίζονται άμεσα και με την απόδοση της Β.

Ερωτάται ποιός είναι ο λογιστικός χειρισμός του εν λόγω τιμολογίου - ειδικότερα:

Όσον αφορά τον εκδότη του τιμολογίου (εταιρεία Α):

1) Σε ποιάς περιόδου τα έσοδα πρέπει να συμπεριληφθεί το ποσό του τιμολογίου; Σε αυτά της χρήσης που παρέχονται οι υπηρεσίες, ή σε αυτά της επομένης χρήσης, εντός της οποίας αξιολογείται η και η απόδοση της εταιρείας Β και εκδίδεται το σχετικό τιμολόγιο επαναπροσδιορίζοντας το τίμημα;
Επισημαίνεται πως η απαραίτητη μελέτη δεν δύναται να διενεργηθεί σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν της οριστικοποίησης των οικονομικών αποτελεσμάτων (και των δύο εταιρειών) της χρήσης παροχής των υπηρεσιών.

Όσον αφορά τον λήπτη (εταιρεία Β):

2) Πότε θεωρείται η δαπάνη δεδουλευμένη; ποιάς διαχειριστικής περιόδου τα αποτελέσματα πρέπει να επιβαρυνθούν με το εν λόγω ποσό και πως;
Επισημαίνεται πως, κατά το έτος παροχής των υπηρεσιών δεν είναι δυνατό να σχηματιστεί πρόβλεψη, καθώς μέχρι τη οριστικοποίηση των λογιστικών βιβλίων δεν πρόκειται για πιθανή εκροή οικονομικών πόρων (η πιθανότητα πραγματοποίησης δεν υπερβαίνει 50%, όπως απαιτεί η παρ. 22.11.1 της Λογιστικής Οδηγίας- σύμφωνα με το IAS 37 πρόκειται για ενδεχόμενη υποχρέωση που δεν αναγνωρίζεται, ενώ επίσης δεν είναι δυνατό να γίνει οποιαδήποτε εκτίμηση του ποσού).

ΑΠΑΝΤΗΣΗ


Από λογιστικής απόψεως και βάσει της αρχής του δουλευμένου, το συμπληρωματικό έσοδο αναγνωρίζεται στα έσοδα της περιόδου στην οποία παρέχονται οι υπηρεσίες, εφόσον το εν λόγω έσοδο προσδιορίζεται αξιόπιστα μέχρι το χρόνο έγκρισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων από το αρμόδιο όργανο της διοίκησης, εντός της επομένης περιόδου, και επιπλέον είναι σφόδρα πιθανό, κατά τη στιγμή της αναγνώρισης, ότι θα εισπραχθεί.

Το ίδιο ισχύει, με βάση τα περιγραφόμενα περιστατικά, και για τη λαμβάνουσα το τιμολόγιο επιχείρηση. Δηλαδή, η λήπτρια πρέπει να αναγνωρίσει τη σχετική δαπάνη στην περίοδο που λαμβάνονται οι υπηρεσίες, βάσει της αρχής του δουλευμένου. Για τη λήπτρια οντότητα η δαπάνη δεν αφορά πρόβλεψη, διότι από ότι αντιλαμβανόμαστε από την περιγραφή του ερωτήματος, τα σχετικά ποσά έχουν καταστεί οριστικά κατά την 31.12., αφού δεν εξαρτώνται από γεγονότα και καταστάσεις που θα λάβουν χώρα εντός του επόμενου έτους, αλλά για διάφορους λόγους (π.χ. οριστικοποίηση λογιστικών αρχείων, έλλειψη χρόνου κ.λ.π.), δεν έχουν γίνει μέχρι την 31.12. οι σχετικοί υπολογισμοί. Βάσει της αρχής του δουλευμένου, η επεξεργασία και οριστικοποίηση στην επόμενη περίοδο δεδομένων, για γεγονότα που έχουν λάβει χώρα μέχρι την 31.12, συνιστά διορθωτικό γεγονός της περιόδου που έληξε την 31.12 και ως εκ τούτου αναγνωρίζεται σε εκείνη την περίοδο.

Για παράδειγμα αν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των εταιρειών της χρήσεως 2016 εγκριθούν από τις διοικήσεις των εταιρειών περί τα μέσα του Απριλίου 2017 (και μέχρι την ημερομηνία αυτή έχει οριστικοποιηθεί το ποσό της διαφοράς), θα αναγνωρισθεί και από τις δύο επιχειρήσεις ως έσοδο/απαίτηση και έξοδο/υποχρέωση αντίστοιχα στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της 31.12.2016, μέσω των εγγραφών κλεισίματος της περιόδου 2016.

 

 
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 747 ΕΞ 11.5.2017 Ειδικός φόρος κατανάλωσης σε υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου

$
0
0
Αθήνα, 11.05.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 747 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

( - ΜΟΡΦΗ ΤΕΣΤ - )

ΣΛΟΤ 747/2017

ΘΕΜΑ : Ειδικός φόρος κατανάλωσης σε υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου


ΕΡΩΤΗΜΑ

Θα ήθελα να θέσω τα ακόλουθα ερωτήματα σχετικά με την λογιστική αντιμετώπιση του Ε.Φ.Κ. σε υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου.

Εταιρεία (Ατομική επιχείρηση με απλογραφικά βιβλία) είναι εγκεκριμένος παραγωγός και παράγει υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου. Με την παραγωγή τους εισάγονται σε φορολογική αποθήκη.

Όταν πραγματοποιείται πώληση, αυτόματα χρεώνεται ο πελάτης με τον Ε.Φ.Κ. και τον Φ.Π.Α. της τιμής και του Ε.Φ.Κ.. Οι παραπάνω φόροι γίνονται απαιτητοί από το Ελληνικό Δημόσια μέχρι την 25η ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα εξαγωγής από την φορολογική αποθήκη, με ειδική δήλωση στο αρμόδιο τελωνείο. Επίσης αποδίδεται πέραν του Ε.Φ.Κ. και του σχετικού Φ.Π.Α. και ο Φ.Π.Α. των συνολικών πωλήσεων των εν λόγω προϊόντων με δυνατότητα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των εισροών, με την υποβολή του προβλεπόμενου παραστατικού στην αρμόδια τελωνειακή αρχή, βάσει του άρθρου 30 του ν.2859/2000.

Οι ερωτήσεις μου είναι οι ακόλουθες:

1. Ποιος είναι ο ορθός λογιστικός χειρισμός των εν λόγω φόρων; Δλδ με την λογιστική εγγραφή που θα πραγματοποιείται στα βιβλία της επιχείρησης (απλογραφικά) θα το αντιμετωπίζουμε σαν έσοδα και θα εμφανίζεται στον συνολικό τζίρο της επιχείρησης και την απόδοση του ως έξοδο; Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας λογαριασμός π.χ. 54... ο οποίος θα εμφανίζεται και σε ξεχωριστή στήλη στα βιβλία της επιχείρησης;

2. Η απόδοση του Ε.Φ.Κ. και του Φ.Π.Α. στο αρμόδιο τελωνείο είναι μηνιαία ενώ στην αρμόδια φορολογική αρχή (Δ.Ο.Υ.) τριμηνιαία. Με ποιο προβλεπόμενο παραστατικό θα μπορώ να εκπέσω τον Φ.Π.Α. των εισροών στο αρμόδιο τελωνείο;

3. Η επιχείρηση, λόγω επενδύσεων, στις 31/12/2016 έχει ένα σημαντικό ποσό πιστωτικού ΦΠΑ, πως θα μπορέσει αυτό να συμψηφιστεί όταν αποδίδεται κάθε μήνα στο τελωνείο το Φ.Π.Α. των εκροών της;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

1. Βάσει της έννοιας του κόστους κτήσης, τα περιγραφόμενα πραγματικά περιστατικά, και ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο ΕΦΚ στη συγκεκριμένη περίπτωση προκύπτει κατά την πώληση (και όχι προγενέστερα) και εισπράττεται από τον πελάτη για λογαριασμό του δημοσίου, έχουμε τη γνώμη ότι το σχετικό ποσό αφορά υποχρέωση και όχι έσοδο και έξοδο και συνεπώς καταχωρείται σε ιδιαίτερο λογαριασμό (π.χ. ΚΑ 54).

2. Τα ερωτήματα 2 και 3 δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του ΣΛΟΤ αλλά του Υπουργείου Οικονομικών.

 

 
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 739 ΕΞ 11.5.2017 Ρύθμιση αυθαιρέτου

$
0
0

Αθήνα, 11.05.2017
Αριθμ. Πρωτ.: 739 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

( - ΜΟΡΦΗ ΤΕΣΤ - )

ΣΛΟΤ 739/2017

ΘΕΜΑ : Ρύθμιση αυθαιρέτου

ΕΡΩΤΗΜΑ

Θα ήθελα να ρωτήσω το εξής:

1) Ποιος είναι ο λογιστικός χειρισμός των προστίμων που προκύπτουν από τη δήλωση ένταξης για την τακτοποίηση των αυθαιρέτων σύμφωνα με το ν.4178/2013; Θα καταχωρηθούν στα πάγια και θα αποσβένονται παράλληλα με τις αποσβέσεις των παγίων ή θα καταχωρηθούν στις δαπάνες; Τα ποσά είναι μεγαλύτερα των 1.500 €.

2) Εκπίπτουν φορολογικά τα εν λόγω πρόστιμα;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ


Γενικά, με βάση το άρθρο 18 του ν.4308/2014, τα πρόστιμα δεν θεωρούνται δαπάνες βελτίωσης των παγίων όπως αυτή (η βελτίωση) καθορίζεται στο Προσάρτημα ορισμών του νόμου.

Πάντως, δεδομένου ότι μέσω αυτών επέρχεται νομιμοποίηση που διευκολύνει τη χρήση και την εκποίησή τους, τα εν λόγω πρόστιμα μπορούν να αναγνωρίζονται σε αύξηση της αξίας των παγίων, στο βαθμό που η λογιστική αξία που διαμορφώνεται μετά την προσαύξηση με τα πρόστιμα, δεν υπερβαίνει την ανακτήσιμη αξία τους, όπως αυτή καθορίζεται από το άρθρο 18 και το προσάρτημα ορισμών του νόμου.

Όταν τα εν λόγω πρόστιμα αναγνωρίζονται σε αύξηση της αξίας των παγίων, αποσβένονται όπως και η υπόλοιπη αξία τους.

 

 
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΤΑ ΜΕΛΗ

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>