Αριθμ. απόφ. 29 ΕΣ/2017
(ΦΕΚ Β' 3074/06-09-2017)
Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του ν. 4412/2016 “Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)’’ (Α΄ 147), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν και ιδίως των άρθρων 53 παρ. 5 και 281 παρ. 5 αυτού.
2. Τις διατάξεις της περίπτωσης ε) της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 (Α΄ 204) «Σύσταση ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων και Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων - Αντικατάσταση του έκτου κεφαλαίου του ν. 3588/2007 (πτωχευτικός κώδικας) - Προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
3. Την με αριθμ. 76777/10.7.2017 απόφαση (ΥΟΔΔ 347) του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, με θέμα: «Διορισμός τακτικού μέλους στην Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ)».
4. Την με αριθμ. 121047/17.11.2016 απόφαση (ΥΟΔΔ 631) του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, με θέμα: «Διορισμός μελών της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων».
5. Την με αριθμ. 87288/24.8.2016 (YOΔΔ 454) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, με θέμα: «Διορισμός Προέδρου στην Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων».
6. Την με αριθμ. 7535/6.11.2013 (YOΔΔ 563) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με θέμα: «Διορισμός τακτικών μελών της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων».
7. Την με αριθμ. 7070/14.10.2013 (YOΔΔ 497) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με θέμα: «Διορισμός Αντιπροέδρου στην Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων».
8. Την με αριθμ. 3396/5.3.2012 (YOΔΔ 94) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με θέμα: «Διορισμός μελών της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων».
9. Το Π.Δ. 122/2012 (Α΄ 215) «Κανονισμός Λειτουργίας της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.)».
10. Το Π.Δ. 123/2012 (Α΄ 216) «Οργανισμός Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.)», όπως ισχύει.
11. Την με αριθμ. 182/2016 απόφαση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. (Β΄ 4269) «Έκδοση προτύπων τευχών διακηρύξεων ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων έργου άνω των ορίων και κάτω των ορίων του ν. 4412/2016 (Α΄147), με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά με βάση την τιμή, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4412/2016».
12. Την με αριθμ. 83010/4098/26.7.2017 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Υποδομών και Μεταφορών (Β΄ 2710/2.8.2017) «Ρυθμίσεις τεχνικών ζητημάτων που αφορούν την ανάθεση των Δημοσίων Συμβάσεων έργων, μελετών, και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά μόνο βάσει τιμής και μόνο στην ανοικτή διαδικασία του άρθρου 27 σχετικά με τη χρήση των επιμέρους εργαλείων και διαδικασιών του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.)».
13. Την με αριθμ. 56902/215/19.5.2017 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης (Β΄ 1924/2.6.2017) «Τεχνικές λεπτομέρειες και διαδικασίες λειτουργίας του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.).».
14. Την ανάγκη έκδοσης νέων προτύπων τευχών διακηρύξεων ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων έργου άνω των ορίων και κάτω των ορίων του ν. 4412/2016 με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά με βάση την τιμή, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις διατάξεις του ν. 4412/2016, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, καθώς και στις διατάξεις της με αριθμ.
83010/4098/26.7.2017 κοινής υπουργικής απόφασης, σχετικώς με τη διεξαγωγή της διαδικασίας μέσω του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.
15. Την με αριθμ. 28ΕΣ/3.8.2017 απόφαση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία εγκρίθηκε η προσαρμογή των όρων των προτύπων τευχών διακηρύξεων ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων έργου
άνω των ορίων και κάτω των ορίων του ν. 4412/2016 (A΄ 147), με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά με βάση την τιμή, στις διατάξεις της με αριθμ. 83010/4098/26.7.2017 κοινής υπουργικής απόφασης.
16. Την με αριθμ. πρωτ 5189/18.8.2017 εισήγηση του Τμήματος Μελετών της Αρχής.
17. Τη διαβούλευση που διενεργήθηκε με τη Γενική Γραμματεία Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.
18. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
1. Εγκρίνουμε την έκδοση προτύπων τευχών διακηρύξεων ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων έργου άνω των ορίων και κάτω των ορίων του ν. 4412/2016, με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά με βάση την τιμή και τα οποία επισυνάπτονται στα Παραρτήματα Α και Β της παρούσας, ως αναπόσπαστο τμήμα αυτής, ως εξής:
Παράρτημα Α. Διακήρυξη ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων έργου άνω των ορίων του ν. 4412/2016, με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, με βάση την τιμή.
Παράρτημα Β. Διακήρυξη ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων έργου κάτω των ορίων του ν. 4412/2016, με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, με βάση την τιμή.
2. Τα ανωτέρω πρότυπα τεύχη διακηρύξεων ισχύουν υποχρεωτικά για τη σύναψη ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων έργου του Βιβλίου Ι του ν. 4412/2016.
3. Οι αναθέτοντες φορείς του Βιβλίου ΙΙ του ν. 4412/2016 δύνανται να χρησιμοποιούν τα πρότυπα διακηρύξεων που επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση για τη σύναψη ηλεκτρονικών συμβάσεων έργου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω βιβλίου.
Η παρούσα απόφαση και τα συνημμένα σε αυτή πρότυπα τεύχη ισχύουν από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 18 Αυγούστου 2017
Ο Αναπληρωτής Πρόεδρος
ΜΙΧΑΗΛ ΕΚΑΤΟΜΑΤΗΣ
Αριθμ. απόφ. 29 ΕΣ/2017 Έκδοση προτύπων τευχών διακηρύξεων ανοικτής διαδικασίας για τη σύναψη ηλεκτρονικών δημοσίων συμβάσεων έργου άνω των ορίων και κάτω των ορίων του ν. 4412/2016 (A΄ 147), με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά με βάση την τιμή
Αριθ. πρωτ.: ΔΔΑΔ Γ 1130962 ΕΞ 2017 Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ), της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΑΔ Γ 1130962 ΕΞ 2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ Γ' ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κώδικας:101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:Δ. Ρούβαλη
Τηλέφωνο:210.33.75.194,137,165
FAX:210-33.75.990
E-Mail:d.rouvali@aade.gr
Url:www.aade.gr
ΘΕΜΑ: «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ), της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 26, 27, 38 και 41 του ν.4389/2016 (Α'94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εκδίδουμε Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ως ακολούθως:
Πλήρωση θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) |
||
ΥΠΗΡΕΣΙΑ |
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) |
Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
||
Τμήμα Α1 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Α2 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Α3 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Α4 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Α5 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Α6 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
|
||
Τμήμα Β1 Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Νομικών Θεμάτων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Β2 Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Νομικών Θεμάτων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Β3 Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Νομικών Θεμάτων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
|
||
Τμήμα Α7 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης (με έδρα τη Θεσσαλονίκη) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Α8 Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης (με έδρα τη Θεσσαλονίκη) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
|
Τμήμα Β4 Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης (με έδρα τη Θεσσαλονίκη) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας
1.1 Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για τις αναφερόμενες θέσεις, έχουν οι υπάλληλοι στο πρόσωπο των οποίων συντρέχουν σωρευτικά οι απαιτούμενες, από τις κείμενες διατάξεις, προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα:
α) Οι υποψήφιοι, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις επιλογής του άρθρου 26, παρ. 1 και 2 γ) του ν. 4389/2016 (Α'94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ειδικότερα, ως Προϊστάμενοι Τμήματος επιλέγονται υπάλληλοι, εφόσον:
i) έχουν ασκήσει για τουλάχιστον ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος, ή
ii) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) ή κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, και κατέχουν το βαθμό Β' με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στο βαθμό αυτόν, ή
iii) κατέχουν το βαθμό Α'.
β) Επιπροσθέτως, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 68 «Κλάδοι Προϊσταμένων Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων των Υπηρεσιών» της υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ2017/10.03.2017 (Β'968) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, των τμημάτων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών προΐστανται υπάλληλοι της Αρχής, ως εξής:
- Στο Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) καθώς και στα Τμήματα Α1' έως Α6' Επανεξέτασης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και στα Τμήματα Α7' και Α8' της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης (έδρα Θεσσαλονίκη) της ιδίας Διεύθυνσης, προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού,
όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α' της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της προαναφερθείσας απόφασης ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α' της περίπτωσης 3 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της προαναφερθείσας απόφασης.
- Στα Τμήματα Β1' έως Β3' Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Νομικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.), καθώς και στο τμήμα Β4' Νομικής Υποστήριξης της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης και Νομικής Υποστήριξης (έδρα Θεσσαλονίκη) της ιδίας Διεύθυνσης, προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α' της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της προαναφερθείσας απόφασης.
1.2 Για την εφαρμογή των αναφερόμενων διατάξεων, αλλά και τη μοριοδότηση του χρόνου άσκησης καθηκόντων ευθύνης του υποψηφίου, λαμβάνεται υπόψη αποκλειστικά η εν τοις πράγμασι άσκηση καθηκόντων ευθύνης επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης ή Τμήματος, αντίστοιχα, που έχει διανυθεί σε Υπουργεία, Γενικές και Ειδικές Γραμματείες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Ν.Π.Δ.Δ., Ανεξάρτητες Αρχές, Ο.Τ.Α. Α' και Β' βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, καθώς και σε αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες.
Στις περιπτώσεις υποψηφίων που έχουν ασκήσει καθήκοντα αναπληρωτή Προϊσταμένου οργανικής μονάδας, οι εν λόγω υποψήφιοι θα πρέπει να υποβάλουν ηλεκτρονικά μαζί με την αίτηση και το απαιτούμενο βιογραφικό σημείωμα, σχετικές αποφάσεις ή διαταγές που πιστοποιούν το χρόνο άσκησης καθηκόντων αναπληρωτή Προϊσταμένου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
2. Κωλύματα υποψηφιότητας
Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν τα κωλύματα υποψηφιότητας, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 84 του ν.3528/2007 (Α'26), όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 29 του ν.4369/2016 (Α'33).
Συγκεκριμένα:
α) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου ούτε να τοποθετηθεί προϊστάμενος υπάλληλος, ο οποίος διανύει δοκιμαστική υπηρεσία ή τελεί σε διαθεσιμότητα ή αργία ή έχει καταδικαστεί τελεσιδίκως για τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 του ν.3528/2007 (Α' 26) αδικήματα ή του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του ως άνω νόμου.
β) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος που αποχωρεί αυτοδικαίως από την Υπηρεσία (συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας του) εντός ενός έτους από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων.
3. Κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων
Για την αξιολόγηση των υποψηφίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 38 του ν.4389/2016, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και οι σχετικές ρυθμίσεις της με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1130900 ΕΞ2016/08.09.2016 (Β'2922) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Καθορισμός της διαδικασίας, των οργάνων και των κριτηρίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και των Υπευθύνων Αυτοτελών Γραφείων αυτής», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σύμφωνα με τις με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1173943 ΕΞ 2016/01.12.2016 (Β'3985) και ΔΔΑΔ Γ 1063261 ΕΞ 2017/27.04.2017 (Β'1509) σχετικές αποφάσεις.
α) Όσον αφορά το κριτήριο «Χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα» (προϋπηρεσία εκτός δημοσίου τομέα), η προϋπηρεσία αυτή λαμβάνεται υπόψη για τη μοριοδότηση της ομάδας κριτηρίων (β) «Εργασιακή εμπειρία και άσκηση καθηκόντων ευθύνης», εφόσον έχει αναγνωρισθεί σύμφωνα με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, που προβλέπεται στις διατάξεις του π.δ. 69/2016 (Α'127), κατ' εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 98 του
Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 26 του ν.4369/2016, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ο χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα που δεν έχει αναγνωρισθεί, βάσει των κείμενων διατάξεων, πριν από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, προσμετράται για τη μοριοδότηση του αντίστοιχου κριτηρίου αξιολόγησης, εφόσον, έως την οριστικοποίηση του πίνακα προκριθέντων υποψηφίων από το αρμόδιο Συμβούλιο επιλογής, ή την έναρξη διεξαγωγής της προβλεπόμενης συνέντευξης, κριθεί η εν λόγω συνάφεια από τα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια.
Οι υποψήφιοι που δεν έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης προϋπηρεσίας εκτός δημοσίου τομέα στην αρμόδια υπηρεσία, καλούνται έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής υποψηφιοτήτων βάσει της παρούσας, να υποβάλουν ηλεκτρονικά σχετική αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Η συγκέντρωση και προσκόμιση των απαιτούμενων, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ. 69/2016, δικαιολογητικών, καθώς και κάθε άλλου στοιχείου που αποδεικνύει ότι συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, αποτελούν ευθύνη του ιδίου υπαλλήλου.
β) Για την απόδειξη του επιπέδου γλωσσομάθειας λαμβάνονται υπόψη τα οριζόμενα στο π.δ. 50/2001 (Α'39), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει και ειδικότερα στο Παράρτημα Γλωσσομάθειας, το οποίο είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ.
4. Διαδικασία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας
Αναφορικά με τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
α) θέσεις ευθύνης με ομοειδή χαρακτήρα:
Κατά το μέρος που αφορά και μόνο στην υποβολή υποψηφιοτήτων για την πλήρωση των θέσεων προϊσταμένων των Τμημάτων Α1 έως και Α6 - Επανεξέτασης, της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης, της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, οι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση υποψηφιότητας για τέσσερις (4) θέσεις κατ' ανώτατο όριο.
Για τις λοιπές θέσεις προϊσταμένων τμήματος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, οι υποψήφιοι εκδηλώνουν ενδιαφέρον χωρίς κανένα περιορισμό.
β) Η αίτηση υποψηφιότητας, ως το συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι, για την πλήρωση των αναφερόμενων θέσεων ευθύνης, υποβάλλεται μόνο ηλεκτρονικά στη διεύθυνση d.rouvali@aade.gr εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την καταχώριση της εν λόγω πρόσκλησης στον ιστότοπο της Α.Α.Δ.Ε. : www.aade.gr.
Ειδικότερα, η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας αρχίζει την Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017 και λήγει την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017.
γ) Η αίτηση υποψηφιότητας απαιτείται να φέρει την υπογραφή του υποψηφίου, προκειμένου να είναι έγκυρη [απαιτείται σάρωση της αίτησης, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), πριν από την ηλεκτρονική υποβολή της]. Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεωτικά από βιογραφικό σημείωμα (βλ. συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ), το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αίτησης, συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. H συμπλήρωση των εντύπων (ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι) και (ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ) είναι υποχρεωτική και πρέπει να γίνεται σε μορφότυπο word και όχι χειρόγραφα. Ο υποψήφιος υποχρεούται να συμπληρώσει τα οικεία πεδία που αναφέρονται στα υπηρεσιακά και προσωπικά του στοιχεία, καθώς και σε τυπικά, εκπαιδευτικά, επαγγελματικά προσόντα που απαιτούνται για τις προκηρυσσόμενες θέσεις και τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που κρίνει ότι θα συντείνουν στην ευνοϊκότερη αξιολόγηση της υποψηφιότητάς του.
γ) Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεωτικά από Υπεύθυνη Δήλωση του ν.1599/1986 (βλ. συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III). Η Υπεύθυνη Δήλωση απαιτείται να είναι συμπληρωμένη, υπογεγραμμένη και να φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) και να αποσταλεί ηλεκτρονικά στην ίδια διεύθυνση. Διευκρινίζεται, ότι απαιτείται σάρωση της Υπεύθυνης Δήλωσης, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), μετά την υπογραφή της και τη θεώρηση του γνησίου αυτής.
δ) Η εκπρόθεσμη υποβολή αιτήσεων ή η μη υποβολή Υπεύθυνων Δηλώσεων, κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, συνεπάγεται τον αποκλεισμό των υποψηφίων από τη διαδικασία επιλογής.
ε) Οι προϋποθέσεις και τα προσόντα επιλογής πρέπει να συντρέχουν κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
στ) Η με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1056349 ΕΞ2017/11.04.2017 (Α.Δ.Α.: 7Σ2ΔΗ- Ι9Δ) «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.), της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων», του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καταργείται και οι αιτήσεις υποψηφιότητας που υποβλήθηκαν στην Υπηρεσία μας, σε συνέχεια αυτής, δεν θα ληφθούν υπόψη.
5. Γνωστοποίηση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος
α) Η παρούσα αναρτάται στον ιστότοπο της Α.Α.Δ.Ε. www.aade.gr , καθώς και στην ιστοσελίδα του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».
β) Με ευθύνη των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών, η παρούσα αναρτάται στον Πίνακα Ανακοινώσεων κάθε Υπηρεσίας.
O ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Αριθ. πρωτ.: ΔΔΑΔ Γ 1130961 ΕΞ 2017 Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.Ε Π.), καθώς και των Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)
Αθήνα, 06 Σεπτεμβρίου 2017
Αριθ. Πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1130961 ΕΞ 2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ Γ΄ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Ευθυμία Χρήστου
Τηλέφωνο : 210.33.75.194,137,165
FAX: 210-33.75.990
E-Mail: e.christou2@aade.gr
Url: www.aade.gr
ΘΕΜΑ: «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.Ε Π.), καθώς και των Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 26, 27, 38 και 41 του ν.4389/2016 (Α΄94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εκδίδουμε Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων , ως ακολούθως:
ΠΙΝΑΚΑΣ 1. Πλήρωση θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος, του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) |
|
Τμήματα απευθείας υπαγόμενα στον Προϊστάμενο Διεύθυνσης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης (απευθείας υπαγόμενο στον Προϊστάμενο Δ/νσης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης (απευθείας υπαγόμενο στον Προϊστάμενο Δ/νσης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
3. Αυτοτελές Τμήμα Φορολογικών Διαδικασιών (απευθείας υπαγόμενο στον Προϊστάμενο Δ/νσης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
4. Αυτοτελές Τμήμα Διαχείρισης Σχέσεων με τους Μεγάλους Φορολογούμενους (απευθείας υπαγόμενο στον Προϊστάμενο Δ/νσης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
Τμήματα Ελέγχου της Υποδιεύθυνσης Ελέγχων Α΄ |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Τμήμα Ελέγχου Α΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Τμήμα Ελέγχου Β΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
3. Τμήμα Ελέγχου Γ΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
4. Τμήμα Ελέγχου Δ΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
5. Τμήμα Ελέγχου Ε΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
Τμήματα Ελέγχου της Υποδιεύθυνσης Ελέγχων Β΄ |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Τμήμα Ελέγχου ΣΤ΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Τμήμα Ελέγχου Ζ΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
3. Τμήμα Ελέγχου Η΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
4. Τμήμα Ελέγχου Θ΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
5. Τμήμα Ελέγχου Ι΄ |
Προϊστάμενος Τμήματος |
6. Τμήμα Ελέγχου ΙΑ΄, με έδρα την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης |
Προϊστάμενος Τμήματος |
ΠΙΝΑΚΑΣ 2. Πλήρωση θέσεων Προϊσταμένων των Τμημάτων Ελέγχων της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Αθηνών |
|
Τμήματα Ελέγχων της 1ης Υποδιεύθυνσης Ελέγχων |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Τμήμα Α1 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Τμήμα Α2 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
3. Τμήμα Α3 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
Τμήματα Ελέγχων της 2ης Υποδιεύθυνσης Ελέγχων |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Τμήμα Α5 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Τμήμα Α6 Ελέγχων
(έναρξη λειτουργίας από 01.08.2017, βάσει της υπ’ αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1106058 ΕΞ2017/07.07.2017 απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.) |
Προϊστάμενος Τμήματος |
ΠΙΝΑΚΑΣ 3. Πλήρωση θέσεων Προϊσταμένων των Τμημάτων Ελέγχων της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Πειραιά |
|
Τμήματα Ελέγχων της Υποδιεύθυνσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Πειραιά |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Τμήμα Α1 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Τμήμα Α2 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
3. Τμήμα Α3 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
ΠΙΝΑΚΑΣ 4. Πλήρωση θέσεων Προϊσταμένων των Τμημάτων Ελέγχων της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Θεσσαλονίκης |
|
Τμήματα Ελέγχων της Υποδιεύθυνσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Θεσσαλονίκης |
|
ΤΜΗΜΑ |
ΘΕΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ |
1. Τμήμα Α1 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
2. Τμήμα Α2 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
3. Τμήμα Α3 Ελέγχων |
Προϊστάμενος Τμήματος |
1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας
1.1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για τις αναφερόμενες θέσεις, έχουν οι υπάλληλοι στο πρόσωπο των οποίων συντρέχουν σωρευτικά οι απαιτούμενες, από τις κείμενες διατάξεις, προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα:
α) Οι υποψήφιοι, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις επιλογής του άρθρου 26, παρ. 1 και 2 γ) του ν. 4389/2016 (Α΄94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ειδικότερα, ως Προϊστάμενοι Τμήματος επιλέγονται υπάλληλοι, εφόσον:
i) έχουν ασκήσει για τουλάχιστον ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος, ή
ii) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) ή κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, και κατέχουν το βαθμό Β’ με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στο βαθμό αυτόν, ή
iii) κατέχουν το βαθμό Α’.
β) Επιπροσθέτως, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 68 «Κλάδοι Προϊσταμένων Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων των Υπηρεσιών» της υπ’ αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ2017/10.03.2017 (Β΄968) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, στα Τμήματα του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. (ως Πίνακας 1), καθώς και στα Τμήματα Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης (ως Πίνακες 2., 3. και 4.), προΐστανται υπάλληλοι της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) ως ακολούθως:
β.1.) Τμήματα του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.:
Στο Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της ως άνω απόφασης.
Στα Τμήματα Ελέγχου, στο Αυτοτελές Τμήμα Φορολογικών Διαδικασιών και Διαχείρισης Σχέσεων με τους Μεγάλους Φορολογουμένους , καθώς και στο Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών, ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της ως άνω απόφασης ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 3 του άρθρου 61 της εν λόγω απόφασης.
β.2.) Στα Τμήματα Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών, ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της ως άνω απόφασης ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 3 του άρθρου 61 της εν λόγω απόφασης.
1.2. Για την εφαρμογή των αναφερόμενων διατάξεων, αλλά και τη μοριοδότηση του χρόνου άσκησης καθηκόντων ευθύνης του υποψηφίου, λαμβάνεται υπόψη αποκλειστικά η εν τοις πράγμασι ά σκηση καθηκόντων ευθύνης επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης ή Τμήματος, αντίστοιχα, που έχει διανυθεί σε Υπουργεία, Γενικές και Ειδικές Γραμματείες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Ν.Π.Δ.Δ., Ανεξάρτητες Αρχές, Ο.Τ.Α. Α΄ και Β΄ βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, καθώς και σε αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες.
Στις περιπτώσεις υποψηφίων που έχουν ασκήσει καθήκοντα αναπληρωτή Προϊσταμένου οργανικής μονάδας, οι εν λόγω υποψήφιοι θα πρέπει να υποβάλουν ηλεκτρονικά μαζί με την αίτηση και το απαιτούμενο βιογραφικό σημείωμα, σχετικές αποφάσεις ή διαταγές που πιστοποιούν το χρόνο άσκησης καθηκόντων αναπληρωτή Προϊσταμένου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
2. Κωλύματα υποψηφιότητας
Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν τα κωλύματα υποψηφιότητας, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 84 του ν.3528/2007 (Α΄26), όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 29 του ν.4369/2016 (Α΄33).
Συγκεκριμένα:
α) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου ούτε να τοποθετηθεί προϊστάμενος υπάλληλος, ο οποίος διανύει δοκιμαστική υπηρεσία ή τελεί σε διαθεσιμότητα ή αργία ή έχει καταδικαστεί τελεσιδίκως για τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 του ν.3528/2007 (Α΄ 26) αδικήματα ή του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του ως άνω νόμου.
β) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος που αποχωρεί αυτοδικαίως από την Υπηρεσία (συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας του) εντός ενός έτους από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων.
3. Κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων
Για την αξιολόγηση των υποψηφίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 38 του ν.4389/2016, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και οι σχετικές ρυθμίσεις της με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1130900 ΕΞ2016/08.09.2016 (Β΄2922) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Καθορισμός της διαδικασίας, των οργάνων και των κριτηρίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και των Υπευθύνων Αυτοτελών Γραφείων αυτής», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σύμφωνα με τις με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1173943 ΕΞ 2016/01.12.2016 (Β΄3985) και ΔΔΑΔ Γ 1063261 ΕΞ 2017/27.04.2017 (Β΄1509)
σχετικές αποφάσεις.
α) Όσον αφορά το κριτήριο «Χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα» (προϋπηρεσία εκτός δημοσίου τομέα), η προϋπηρεσία αυτή λαμβάνεται υπόψη για τη μοριοδότηση της ομάδας κριτηρίων (β) «Εργασιακή εμπειρία και άσκηση καθηκόντων ευθύνης», εφόσον έχει αναγνωρισθεί σύμφωνα με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, που προβλέπεται στις διατάξεις του π.δ. 69/2016 (Α΄127), κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 98 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 26 του ν.4369/2016, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ο χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα που δεν έχει αναγνωρισθεί, βάσει των κείμενων διατάξεων, πριν από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, προσμετράται για τη μοριοδότηση του αντίστοιχου κριτηρίου αξιολόγησης, εφόσον, έως την οριστικοποίηση του πίνακα προκριθέντων υποψηφίων από το αρμόδιο Συμβούλιο επιλογής, ή την έναρξη διεξαγωγής της προβλεπόμενης συνέντευξης, κριθεί η εν λόγω συνάφεια από τα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια.
Οι υποψήφιοι που δεν έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης προϋπηρεσίας εκτός δημοσίου τομέα στην αρμόδια υπηρεσία, καλούνται έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής υποψηφιοτήτων βάσει της παρούσας, να υποβάλουν ηλεκτρονικά σχετική αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Η συγκέντρωση και προσκόμιση των απαιτούμενων, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ. 69/2016, δικαιολογητικών, καθώς και κάθε άλλου στοιχείου που αποδεικνύει ότι συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, αποτελούν ευθύνη του ιδίου υπαλλήλου.
β) Για την απόδειξη του επιπέδου γλωσσομάθειας λαμβάνονται υπόψη τα οριζόμενα στο π.δ. 50/2001 (Α΄39), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει και ειδικότερα στο Παράρτημα Γλωσσομάθειας, το οποίο είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ.
4. Διαδικασία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας
Αναφορικά με τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
α) Θέσεις ευθύνης με ομοειδή χαρακτήρα:
α.1.) Κατά το μέρος που αφορά και μόνο στην υποβολή υποψηφιοτήτων για την πλήρωση των θέσεων προϊσταμένων των Τμημάτων Ελέγχου των Υποδιευθύνσεων Ελέγχου Α΄ και Β΄, τ ου Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. , οι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση υποψηφιότητας για τέσσερις (4) θέσεις κατ’ ανώτατο όριο.
Για τις λοιπές θέσεις προϊσταμένων τμήματος του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. οι υποψήφιοι εκδηλώνουν ενδιαφέρον χωρίς κανένα περιορισμό.
α.2.) Κατά το μέρος που αφορά και μόνο στην υποβολή υποψηφιοτήτων για την πλήρωση των θέσεων προϊσταμένων των Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ.: Φ.Α.Ε. Αθηνών (ως Πίνακας 2.) και Φ.Α.Ε. Πειραιά (ως Πίνακας 3.), οι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλλουν αίτηση υποψηφιότητας για τέσσερις (4) θέσεις κατ’ ανώτατο όριο, συ νολικά και για τις δύο υπηρεσίες.
Διευκρινίζεται ότι για τις θέσεις του Πίνακα 4. «Πλήρωση θέσεων Προϊσταμένων των Τμημάτων Ελέγχων της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης», οι υποψήφιοι εκδηλώνουν ενδιαφέρον χωρίς κανένα περ ιορισμό.
β) Η αίτηση υποψηφιότητας, ως το συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι, για την πλήρωση των αναφερόμενων θέσεων ευθύνης, υποβάλλεται μόνο ηλεκτρονικά στη διεύθυνση e.christou2@aade.gr εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την καταχώριση της εν λόγω πρόσκλησης στον ισότοπο της Α.Α.Δ.Ε.: www.aade.gr.
Ειδικότερα, η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας αρχίζει την Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017 και λήγει την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017.
γ) Η αίτηση υποψηφιότητας απαιτείται να φέρει την υπογραφή του υποψηφίου, προκειμένου να είναι έγκυρη [απαιτείται σάρωση της αίτησης, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), πριν από την ηλεκτρονική υποβολή της]. Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεω τικά από βιογραφικό σημείωμα (βλ. συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ), το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αίτησης, συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. H συμπλήρωση των εντύπων (ως ΠΑΡΑΡΤ ΗΜΑ Ι) και (ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ)
είναι υποχρεωτική και πρέπει να γίνεται σ ε μορφό τυπο word και όχι χειρόγραφα . Ο υποψήφιος υποχρεούται να συμπληρώσει τα οικεία πεδία που αναφέρονται στα υπηρεσιακά και προσωπικά του στοιχεία, καθώς και σε τυπικά, εκπαιδευτικά, επαγγελματικά προσόντα που απαιτούνται για τις προκηρυσσόμενες θέσεις και τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που κρίνει ότι θα συντείνουν στην ευνοϊκότερη αξιολόγηση της υποψηφιότητάς του.
δ) Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεωτικά από Υπεύθυνη Δήλωση του ν.1599/1986 (βλ. συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III). Η Υπεύθυνη Δήλωση απαιτείται να είναι συμπληρωμένη, υπογεγραμμένη και να φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) και να αποσταλεί ηλεκτρονικά στην ίδια διεύθυνση. Διευκρινίζεται, ότι απαιτείται σάρωση της Υπεύθυνης Δήλωσης, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), μετά την υπογραφή της και τη θεώρηση του γνησίου αυτής.
ε) Η εκπρόθεσμη υποβολή αιτήσεων ή η μη υποβολή Υπεύθυνων Δηλώσεων, κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, συνεπάγεται τον αποκλεισμό των υποψηφίων από τη διαδικασία επιλογής.
στ) Οι προϋποθέσεις και τα προσόντα επιλογής πρέπει να συντρέχουν κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
ζ) Η με αρ. πρωτ. 1076448ΕΞ2017/18.05.2017 (Α.Δ.Α.: ΩΒΥ5Η-ΣΔΣ) «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Τμήματος του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), καθώς.…...., της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»,
καταργείται και οι αιτήσεις υποψηφιότητας που υποβλήθηκαν στην Υπηρεσία μας, σε συνέχεια αυτής, δεν θα ληφθούν υπόψη.
5. Γνωστοποίηση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφ έροντος
α) Η παρούσα αναρτάται στον ιστότοπο της Α.Α.Δ.Ε. www.aade.gr , καθώς και στην ιστοσελίδα του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».
β) Με ευθύνη των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών, η παρούσα αναρτάται στον Πίνακα Ανακοινώσεων κάθε Υπηρεσίας.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Αριθ. πρωτ.: ΔΕΦΚΦ 1130959 ΕΞ 2017 Κοινοποίηση των αριθμ. πρωτ. ΔΕΦΚΦ 1121993 ΕΞ 2017/10.8.2017 και ΔΕΦΚΦ 1121986 ΕΞ 2017/10.8.2017 (2908/Β/23.8.17) Αποφάσεων Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με τις οποίες τροποποιούνται αντίστοιχα οι υπ. αριθ. Τ.3451/41/Β0019/30.6.1999 (B'1470) και Τ.2043/87/Β.0019/22.3.1993 (Β'521) ΑΥΟ.
Αθήνα, 5 Σεπτεμβρίου 2017
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΦΚΦ 1130959 ΕΞ 2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
1. Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ,
ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ και ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ'
2. Δ/ΝΣΗ Ε.Φ.Κ. ΚΑΙ Φ.Π.Α.
ΤΜΗΜΑΤΑ Β', Γ' , Δ', E'
Ταχ. Δ/νση: Καραγεώργη Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 10184 Αθήνα
Πληροφορίες: Κ. Παναγή,
Β. Μπάλλα,
Αικ.Μελανίτου,
Ε.Κερασιώτη,
Φ.Καβαζαράκη
Τηλέφωνο: 2106987428,405,407,414, 514
Fax: 2106987408,506
E-Mail: finexcis@2001.syzefxis.gov.gr
ipr@otenet.gr
Url: www.aade.gr
Θέμα: «Κοινοποίηση των αριθμ. πρωτ. ΔΕΦΚΦ 1121993 ΕΞ 2017/10.8.2017 και ΔΕΦΚΦ 1121986 ΕΞ 2017/10.8.2017 (2908/Β/23.8.17) Αποφάσεων Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με τις οποίες τροποποιούνται αντίστοιχα οι υπ. αριθ. Τ.3451/41/Β0019/30.6.1999 (B'1470) και Τ.2043/87/Β.0019/22.3.1993 (Β'521) ΑΥΟ.»
Σας κοινοποιούμε συνημμένα για ενημέρωση και εφαρμογή τις ως άνω Αποφάσεις του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. οι οποίες δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και έλαβαν αριθμό ΦΕΚ 2908 / Β'/ 23.08.2017 (ΑΔΑ: Ω2ΦΝ46ΜΠ3Ζ-ΨΒΛ και 6Ω0Ν46ΜΠ3Ζ-Θ9Ν αντιστοίχως) με τις οποίες τροποποιούνται οι υπ. αριθ. Τ.3451/41/Β0019/30.6.1999 (B'1470) και Τ.2043/87/Β.0019/22.3.1993 (Β'521) υπουργικές αποφάσεις.
Αναλυτικότερα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
Α. Με το άρθρο 1 της κοινοποιούμενης με αριθμ. πρωτ. ΔΕΦΚΦ 1121993 ΕΞ 2017/10.8.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., τροποποιούνται τα άρθρα 2, 3, 4, 6, 7, 12, 15 και 16 της υπ' αριθμ. Τ.3451/41/Β0019/30.6.1999 (B'1470) «Διενέργεια και Φορολογημένων Πωλήσεων από τα Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών της εταιρίας ΚΑΕ Α.Ε. - Διαδικασία Πώλησης Αδασμοφορολογήτων και Φορολογημένων Προϊόντων από την εταιρία ΚΑΕ Α.Ε.» ΑΥΟ.
Με τις εν λόγω τροποποιήσεις επέρχονται οι απαραίτητες αλλαγές προκειμένου να υπαχθούν στο ισχύον κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τη διενέργεια και φορολογημένων πωλήσεων από τα Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών της εταιρείας ΚΑΕ ΑΕ και ρυθμίζει τη διαδικασία πώλησης αδασμοφορολογήτων και φορολογημένων προϊόντων από την εν λόγω εταιρεία, τα προϊόντα της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του ν.2960/2001 (Α'265) (υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου, καφές, θερμαινόμενο προϊόν καπνού), εκτός αυτών της περίπτωσης γ) της ιδίας παραγράφου (μη καβουρντισμένος καφές ), καθώς και τα φορολογημένα προϊόντα των άρθρων 90 και 92 του ν.2960/01 τα οποία προέρχονται από μικρούς οινοπαραγωγούς του άρθρου 71 του ιδίου νόμου οι οποίοι δεν διαθέτουν φορολογική αποθήκη (κρασί μικρών οινοπαραγωγών).
Διευκρινίζεται ότι τα ανωτέρω προϊόντα που προορίζονται να πωληθούν φορολογημένα, βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής της είσπραξης των φορολογικών επιβαρύνσεων, με εξαίρεση τα προϊόντα της περίπτωσης στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του ν.2960/2001 (θερμαινόμενο προϊόν καπνού) τα οποία είναι ήδη φορολογημένα και φέρουν τις προβλεπόμενες ένσημες ταινίες φορολογίας καθώς και τα φορολογημένα προϊόντα των άρθρων 90 και 92 του ν.2960/2001 τα οποία προέρχονται από μικρούς οινοπαραγωγούς του άρθρου 71 του ιδίου νόμου οι οποίοι δεν διαθέτουν φορολογική αποθήκη.
Επιπλέον, επισημαίνεται ότι η διαδικασία προμήθειας, εναποθήκευσης και διακίνησης των προοριζόμενων για φορολογημένες πωλήσεις των ανωτέρω προϊόντων διενεργείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην υπ' αριθμ. Τ.2043/87/Β0019/93 απόφαση, όπως τροποποιείται με την κοινοποιούμενη απόφαση, εκτός των εξαιρουμένων προαναφερθέντων προϊόντων (θερμαινόμενο καπνικό προϊόν, κρασί μικρών οινοπαραγωγών) για τη διακίνηση και παράδοση των οποίων εκδίδονται τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του ν.4308/2014, λογιστικά στοιχεία.
Επισημαίνεται ότι, για κάθε προϊόν που προορίζεται για αδασμοφορολόγητη ή φορολογημένη πώληση πλην των ρητά αναφερομένων στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 6 της ανωτέρω απόφασης, όπως τροποποιήθηκε με την κοινοποιούμενη απόφαση, θα πρέπει να αναγράφονται υποχρεωτικά ενδείξεις δύο τιμών.
Β. Με το άρθρο 1 της κοινοποιούμενης με αριθμ. πρωτ. ΔΕΦΚΦ 1121986 ΕΞ 2017/10.8.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. προστίθεται άρθρο 4Α και τροποποιείται το άρθρο 8 της υπ' αριθμ. Τ.2043/87/Β0019/93 (Β'521) «Διαδικασία προμήθειας, εναποθήκευσης και διακίνηση προϊόντων στα καταστήματα αδασμολόγητων και αφορολόγητων ειδών» ΑΥΟ, προκειμένου να υπαχθούν τα προϊόντα της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του ν.2960/2001 (Α'265), πλην αυτών της περίπτωσης γ) της ιδίας παραγράφου, στο ισχύον κανονιστικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη διαδικασία προμήθειας, εναποθήκευσης καθώς και τη διακίνηση προϊόντων στα καταστήματα αδασμολόγητων και αφορολόγητων ειδών.
Ειδικότερα με την προσθήκη του άρθρου 4Α στην αριθμ. Τ.2043/87/Β0019/93 ΑΥΟ, προβλέπεται η διαδικασία για την αποθήκευση και διακίνηση των υποκείμενων σε Φόρο Κατανάλωσης προϊόντων στα καταστήματα αδασμολόγητων και αφορολόγητων ειδών, η οποία διενεργείται σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στις αριθμ. ΔΕΦΚΦ Β 1182030 ΕΞ 2016/13.12.2016 (Β'4173) αναφορικά με τα υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου, αριθμ. ΔΕΦΚΦ 1188105 ΕΞ 2016/22.12.2016 (Β'4241), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αναφορικά με τα προϊόντα καφέ και αριθμ. ΔΕΦΚΦ 1119744 ΕΞ 2017/8.8.2017 (Β'2889) αναφορικά με το θερμαινόμενο προϊόν καπνού Αποφάσεις Υφυπουργού Οικονομικών.
Σημειώνεται ότι τα εν λόγω καταστήματα που επιθυμούν να αποθηκεύσουν, παραλάβουν και διακινήσουν υπό καθεστώς αναστολής του φόρου κατανάλωσης υγρά αναπλήρωσης ηλεκτρονικού τσιγάρου και το θερμαινόμενο προϊόν καπνού στις φορολογικές τους αποθήκες, οφείλουν να λάβουν από την Δ/νση Ε.Φ.Κ. και Φ.Π.Α. κατόπιν σχετικής εισήγησης της αρμόδιας τελωνειακής αρχής ελέγχου της εκάστοτε αποθήκης, την προβλεπόμενη σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 της αριθ. ΔΕΦΚΦ Β 1182030 ΕΞ 2016/13.12.2016 και άρθρο 2 της αριθμ. ΔΕΦΚΦ 1119744 ΕΞ 2017/8.8.2016 αποφάσεων αντίστοιχα, έγκριση συναποθήκευσης και επιπλέον να προβούν στην τροποποίηση των υφιστάμενων άδειων εγκεκριμένου αποθηκευτή και φορολογικής αποθήκης βιομηχανοποιημένων καπνών.
Στην περίπτωση των προϊόντων των περιπτώσεων β', δ' και ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 53Α του 2960/2001 (προϊόντα καφέ εκτός του μη καβουρδισμένου), παρέχεται η δυνατότητα είτε να συσταθεί φορολογική αποθήκη κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου του ως άνω νόμου και στο άρθρο 4 της αριθμ. ΔΕΦΚΦ 1188105 ΕΞ 2016/22.12.2016 Απόφασης, όπως ισχύει, είτε να συναποθηκευτούν σε φορολογική αποθήκη των Καταστημάτων Αφορολογήτων Ειδών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 9 της αριθμ. ΔΕΦΚΦ 1116596 ΕΞ 2017/2.8.2017 Απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε «Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων για την χορήγηση άδειας φορολογικής αποθήκης, την παρακολούθηση και τη λειτουργία αυτής». Στην περίπτωση της συναποθήκευσης, τα εν λόγω καταστήματα οφείλουν να λάβουν έγκριση συναποθήκευσης από την Δ/νση Ε.Φ.Κ. και Φ.Π.Α. κατόπιν σχετικής εισήγησης της αρμόδιας τελωνειακής αρχής ελέγχου της εκάστοτε αποθήκης.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Αριθ. πρωτ.: ΔΔΑΔ Γ 1131139 ΕΞ 2017 Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης της θέσης του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε)
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΑΔ Γ 1131139 ΕΞ 2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ Γ΄ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κώδικας : 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Ελένη Σμπόνια
Τηλέφωνο : 210.33.75.194,137,165
FAX : 210-33.75.990
E-Mail : e.smponia@aade.gr
Url: www.aade.gr
ΘΕΜΑ: «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης της θέσης του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε)».
Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 26, 27, 38 και 41 του ν.4389/2016 (Α΄94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εκδίδουμε Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένου στη θέση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε).
1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας
1.1 Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για την αναφερόμενη θέση, έχουν οι υπάλληλοι στο πρόσωπο των οποίων συντρέχουν σωρευτικά οι απαιτούμενες, από τις κείμενες διατάξεις, προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα:
α) Οι υποψήφιοι, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις επιλογής του άρθρου 26, παρ. 1 και 2 β) του ν. 4389/2016 (Α΄94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ειδικότερα, ως Προϊστάμενοι Διεύθυνσης ή αντίστοιχου ή ενδιάμεσου (μεταξύ
Διευθύνσεως και Τμήματο ς) επιπέδου οργανικής μονάδας επιλέγονται υπάλληλο ι εφόσον:
i) έχουν ασκήσει καθήκοντα Προϊσταμένου Διεύθυνσης επί ένα (1) έτος τουλάχιστον, ή
ii) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) ή κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και κατέχουν το βαθμό Α΄, ή
iii) κατέχουν το βαθμό Α΄ και έχουν ασκήσει συνολικά τουλάχιστον για ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος, ή
iv) κατέχουν το βαθμό Α΄, βάσει με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στο βαθμό αυτόν.
β) Επιπροσθέτως, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 66 «Κλάδοι Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Υποδιευθύνσεων της Κεντρικής Υπηρεσίας», της υπ’αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ2017/10.03.2017 (Β΄968, Β΄1238) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, της Διεύθυνσης
Προϋπολογισμού και Δ ημοσιονομικών Αναφορών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών , προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ όλων των κλάδων του δημοσίου .
1.2 Για την εφαρμογή των αναφερόμενων διατάξεων, αλλά και τη μοριοδότηση του χρόνου άσκησης καθηκόντων ευθύνης του υποψηφίου, λαμβάνεται υπόψη αποκλειστικά η εν τοις πράγμασι άσκηση καθηκόντων ευθύνης επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης ή Τμήματος, αντίστοιχα, που έχει διανυθεί σε Υπουργεία, Γενικές και Ειδικές Γραμματείες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Ν.Π.Δ.Δ., Ανεξάρτητες Αρχές, Ο.Τ.Α. Α΄ και Β΄ βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, καθώς και σε αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες.
Στις περιπτώσεις υποψηφίων που έχουν ασκήσει καθήκοντα αναπληρωτή Προϊσταμένου οργανικής μονάδας, οι εν λόγω υποψήφιοι θα πρέπει να υποβάλουν ηλεκτρονικά μαζί με την αίτηση και το απαιτούμενο βιογραφικό σημείωμα, σχετικές αποφάσεις ή διαταγές που πιστοποιούν το χρόνο άσκησης καθηκόντων αναπληρωτή Προϊσταμένου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
2. Κωλύματα υποψηφιότητας
Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν τα κωλύματα υποψηφιότητας, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 84 του ν.3528/2007 (Α΄26), όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 29 του ν.4369/2016 (Α΄33). Συγκεκριμένα:
α) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου ούτε να τοποθετηθεί προϊστάμενος υπάλληλος, ο οποίος διανύει δοκιμαστική υπηρεσία ή τελεί σε διαθεσιμότητα ή αργία ή έχει καταδικαστεί τελεσιδίκως για τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 του ν.3528/2007 (Α΄ 26) αδικήματα ή του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του ως άνω νόμου.
β) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος που αποχωρεί αυτοδικαίως από την Υπηρεσία (συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας του) εντός ενός έτους από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων.
3. Κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων
Για την αξιολόγηση των υποψηφίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 38 του ν.4389/2016, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καθώς και οι σχετικές ρυθμίσεις της με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1130900 ΕΞ2016/8.9.2016 (Β΄2922) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Καθορισμός της διαδικασίας, των οργάνων και των κριτηρίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και των Υπευθύνων Αυτοτελών Γραφείων αυτής», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σύμφωνα με τις με αρ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1173943 ΕΞ 2016/1.12.2016 (Β΄3985) και ΔΔΑΔ Γ 1063261 ΕΞ 2017/27.4.2017 (Β΄1509) σχετικές αποφάσεις.
α) Όσον αφορά το κριτήριο «Χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα» (προϋπηρεσία εκτός δημοσίου τομέα), η προϋπηρεσία αυτή λαμβάνεται υπόψη για τη μοριοδότηση της ομάδας κριτηρίων (β) «Εργασιακή εμπειρία και άσκηση καθηκόντων ευθύνης», εφόσον έχει αναγνωρισθεί σύμφωνα με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, που προβλέπεται στις διατάξεις του π.δ. 69/2016 (Α΄127), κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 98 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 26 του ν.4369/2016, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ο χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα που δεν έχει αναγνωρισθεί, βάσει των κείμενων διατάξεων, πριν από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, προσμετράται για τη μοριοδότηση του αντίστοιχου κριτηρίου αξιολόγησης, εφόσον, έως την οριστικοποίηση του πίνακα προκριθέντων υποψηφίων από το αρμόδιο Συμβούλιο επιλογής, ή την έναρξη διεξαγωγής της προβλεπόμενης συνέντευξης, κριθεί η εν λόγω συνάφεια από τα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια.
Οι υποψήφιοι που δεν έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης προϋπηρεσίας εκτός δημοσίου τομέα στην αρμόδια υπηρεσία, καλούνται έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής υποψηφιοτήτων βάσει της παρούσας, να υποβάλουν ηλεκτρονικά σχετική αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Η συγκέντρωση και προσκόμιση των απαιτούμενων, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ. 69/2016, δικαιολογητικών, καθώς και κάθε άλλου στοιχείου που αποδεικνύει ότι συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, αποτελούν ευθύνη του ιδίου υπαλλήλου.
β) Για την απόδειξη του επιπέδου γλωσσομάθειας λαμβάνονται υπόψη τα οριζόμενα στο π.δ. 50/2001 (Α΄39), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει και ειδικότερα στο Παράρτημα Γλωσσομάθειας, το οποίο είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ.
4. Διαδικασία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας
Αναφορικά με τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
α) Η αίτηση υποψηφιότητας, ως το συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι, για την πλήρωση της αναφερόμενης θέσης, υποβάλλεται μόνο ηλεκτρονικά στη διεύθυνση e.smponia@aade.gr εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την καταχώριση της εν λόγω πρόσκλησης στον ισότοπο της Α.Α.Δ.Ε.: www.aade.gr.
Ειδικότερα, η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας αρχίζει την Πέμπτη 07 Σεπτεμβρίου 2017 και λήγει την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017.
β) Η αίτηση υποψηφιότητας απαιτείται να φέρει την υπογραφή του υποψηφίου , προκειμένου να είναι έγκυρη [απαιτείται σάρωση της αίτησης, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), πριν από την ηλεκτρονική υποβολή της]. Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεωτικά από βιογραφικό σημείωμα (βλ. συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ), το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αίτησης, συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. H συμπλήρωση των εντύπων (ως ΠΑΡΑΡΤ ΗΜΑ Ι) και (ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ) είναι υποχρεωτική και πρέπει να γίνεται σε μορφότυπο word και όχι χειρόγραφα. Ο υποψήφιος υποχρεούται να συμπληρώσει τα οικεία πεδία που αναφέρονται στα υπηρεσιακά και προσωπικά του στοιχεία, καθώς και σε τυπικά, εκπαιδευτικά, επαγγελματικά προσόντα που απαιτούνται για την προκηρυσσόμενη θέση και τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που κρίνει ότι θα συντείνουν στην ευνοϊκότερη αξιολόγηση της υποψηφιότητάς του.
γ) Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεωτικά από Υπεύθυνη Δήλωση του ν.1599/1986 (βλ. συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III). Η Υπεύθυνη Δήλωση απαιτείται να είναι συμπληρωμένη, υπογεγραμμένη και να φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) και να αποσταλεί ηλεκτρονικά στην ίδια διεύθυνση. Διευκρινίζεται, ότι απαιτείται σάρωση της Υπεύθυνης Δήλωσης, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), μετά την υπογραφή της και τη θεώρηση του γνησίου αυτής.
δ) Η εκπρόθεσμη υποβολή αιτήσεων ή η μη υποβολή Υπεύθυνων Δηλώσεων, κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, συνεπάγεται τον αποκλεισμό των υποψηφίων από τη διαδικασία επιλογής.
ε) Επισημαίνεται ότι οι προϋποθέσεις και τα προσόντα επιλογής πρέπει να συντρέχουν κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
5. Γνωστοποίηση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφ έροντος
α) Η παρούσα αναρτάται στον ιστότοπο της Α.Α.Δ.Ε. www.aade.gr , καθώς και στην ιστοσελίδα του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».
β) Με ευθύνη των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών, η παρούσα αναρτάται στον Πίνακα Ανακοινώσεων κάθε Υπηρεσίας.
O ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Αριθ. πρωτ.: ΔΔΑΔ Γ 1131198 ΕΞ 2017 Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Διεύθυνσης και Υποδιεύθυνσης των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) Α’ και Α’-Β’ Tάξης, (πλην Αττικής), της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε)
Αριθ. Πρωτ.:ΔΔΑΔ Γ 1131198 ΕΞ 2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ Γ΄ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ
ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κώδικας : 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Ελένη Σμπόνια
Τηλέφωνο : 210.33.75.194,137,165
FAX : 210-33.75.990
E-Mail : e.smponia@aade.gr
Url: www.aade.gr
ΘΕΜΑ: «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την υποβολή υποψηφιοτήτων πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Διεύθυνσης και Υποδιεύθυνσης των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) Α’ και Α’-Β’ Tάξης, (πλην Αττικής), της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε) ».
Αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος, και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 26, 27, 38 και 41 του ν.4389/2016 (Α΄94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εκδίδουμε Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Διεύθυνσης και Υποδιεύθυνσης σε αν τίστοιχες θέσεις, των Δημόσιων Οικονο μικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) Α’ και Α’-Β’ τάξης (πλην Αττικής), της Γενικής Δ ιεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) , ως ακολούθως:
i. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ Αμπελοκήπων Θεσ/νίκης (Α΄ Τάξης)
ii. Υποδιεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Αμπελοκήπων Θεσ/νίκης (Α΄ Τάξης)
iii. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Άρτας (Α΄-Β΄ Τάξης)
iv. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Βέροιας (Α΄ Τάξης)
v. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Βόλου (Α΄ Τάξης)
vi. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Θηβών (Α΄-Β΄ Τάξης)
vii. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Καστοριάς (Α΄ Τάξης)
viii. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Λιβαδειάς (Α΄ Τάξης)
ix. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Κέρκυρας (Α΄ Τάξης)
x. Διεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Χαλκίδας (Α΄ Τάξης)
xi. Υποδιεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Καβάλας (Α΄ Τάξης)
xii. Υποδιεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης (Α΄ Τάξης)
xiii. Υποδιεύθυνση της Δ.Ο.Υ. Λαμίας (Α΄ Τάξης)
1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας
Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για τις αναφερόμενες θέσεις, έχουν οι υπάλληλοι στο πρόσωπο των οποίων συντρέχουν σωρευτικά οι απαιτούμενες, από τις κείμενες διατάξεις, προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα:
α) Οι υποψήφιοι, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις επιλογής του άρθρου 26, παρ. 1 και 2 β) του ν. 4389/2016 (Α΄94), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Ειδικότερα, ως Προϊστάμενοι Διεύθυνσης ή αντίστοιχου ή ενδιάμε σου (μεταξύ Διευθύνσεως και Τμήματος) επιπέδου οργανικής μονάδας επιλέγονται υπάλληλοι εφόσον:
i) έχουν ασκήσει καθήκοντα Προϊσταμένου Διεύθυνσης επί ένα (1) έτος τουλάχιστον, ή
ii) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) ή κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και κατέχουν το βαθμό Α΄, ή
iii) κατέχουν το βαθμό Α΄ και έχουν ασκήσει συνολικά τουλάχιστον για ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος, ή
iv) κατέχουν το βαθμό Α΄ με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στο βαθμό αυτόν.
β) Επιπροσθέτως, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 67 «Κλάδοι Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Υποδιευθύνσεων των Ειδικών Αποκεντρωμένων και Περιφερειακών Υπηρεσιών», της υπ’αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ2017/10.3.2017 (Β΄968, Β΄1238) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», στις Διευθύνσεις και Υποδιευθύνσεις των παραπάνω υπηρεσιών, προΐστανται υπάλληλοι της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ως εξής:
i) Στις Διευθύ νσεις και Υποδιευθύνσεις των προαναφερθέντων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) Α’ Τάξεως, προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της προαναφερθείσας απόφασης.
ii) Στις Διευθύνσεις των προαναφερθέντων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) Α’ – Β’ Τάξεως, προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α’ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της προαναφερθείσας απόφασης ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 3 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της εν λόγω απόφασης.
Για την εφαρμογή των αναφερόμενων διατάξεων, αλλά και τη μοριοδότηση του χρόνου άσκησης καθηκόντων ευθύνης του υποψηφίου, λαμβάνεται υπόψη αποκλειστικά η εν τοις πράγμ ασι άσκηση καθηκόντων ευθύνης επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης ή Τμήματος, αντίστοιχα, που έχει διανυθεί σε Υπουργεία, Γενικές και Ειδικές Γραμματείες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Ν.Π.Δ.Δ., Ανεξάρτητες Αρχές, Ο.Τ.Α. Α΄ και Β΄ βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ. αυτών, καθώς και σε αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες.
Στις περιπτώσεις υποψηφίων που έχουν ασκήσει καθήκοντα αναπληρωτή Προϊσταμένου οργανικής μονάδας, οι εν λόγω υποψήφιοι θα πρέπει να υποβάλουν ηλεκτρονικά μαζί με την αίτηση και το απαιτούμενο βιογραφικό σημείωμα, σχετικές αποφάσεις ή διαταγές που πιστοποιούν το χρόνο άσκησης καθηκόντων αναπληρωτή Προϊσταμένου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
2. Κωλύματα υποψηφιότητας
Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν τα κωλύματα υποψηφιότητας, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 84 του ν.3528/2007 (Α΄26), όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 29 του ν.4369/2016 (Α΄33).
Συγκεκριμένα:
α) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου ούτε να τοποθετηθεί προϊστάμενος, υπάλληλος, ο οποίος διανύει δοκιμαστική υπηρεσία ή τελεί σε διαθεσιμότητα ή αργία ή έχει καταδικαστεί τελεσιδίκως για τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 του Υ.Κ. (ν.3528/2007) αδικήματα ή του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του Υ.Κ.
β) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου, υπάλληλος που αποχωρεί αυτοδικαίως από την Υπηρεσία (συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας) εντός ενός έτους από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων.
3. Κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων
Για την αξιολόγηση των υποψηφίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 38 του ν.4389/2016 (Α’ 94), όπως ισχύουν, καθώς και οι σχετικές ρυθμίσεις της αριθ. πρωτ. ΔΔΑΔ Γ 1130900 ΕΞ2016/8.9.2016 (Β΄2922) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, «Καθορισμός της διαδικασίας, των οργάνων και των κριτηρίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και των Υπευθύνων Αυτοτελών Γραφείων αυτής», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σύμφωνα με τις υπ’αριθμ. ΔΔΑΔ Γ 1063261 ΕΞ2017/27.4.2017 (Β΄1509) και ΔΔΑΔ Γ 1173943 ΕΞ 2017/1.12.2016 (Β΄3985) σχετικές αποφάσεις.
α) Όσον αφορά το κριτήριο «Χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα» (προϋπηρεσία εκτός δημοσίου τομέα), η προϋπηρεσία αυτή λαμβάνεται υπόψη για τη μοριοδότηση της ομάδας κριτηρίων (β) «Εργασιακή εμπειρία και άσκηση καθηκόντων ευθύνης», εφόσον έχει αναγνωρισθεί σύμφωνα με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, που προβλέπεται στις διατάξεις του π.δ. 69/2016 (Α΄127), κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 98 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 26 του ν.4369/2016 (Α΄33).
Ο χρόνος απασχόλησης σε συναφή θέση στον ιδιωτικό τομέα, που δεν έχει αναγνωρισθεί βάσει των κείμενων διατάξεων, πριν από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, προσμετράται για τη μοριοδότηση του αντίστοιχου κριτηρίου αξιολόγησης, εφόσον, έως την οριστικοποίηση του πίνακα προκριθέντων υποψηφίων από το αρμόδιο Συμβούλιο επιλογής, ή την έναρξη διεξαγωγής της συνέντευξης κριθεί η συνάφεια από τα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια.
Οι υποψήφιοι που δεν έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης προϋπηρεσίας εκτός δημοσίου τομέα, στην αρμόδια υπηρεσία, καλούνται έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής υποψηφιοτήτων βάσει της παρούσας, να υποβάλουν ηλεκτρονικά σχετική αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Η συγκέντρωση και προσκόμιση των απαιτούμενων κατά το π.δ. 69/2016 δικαιολογητικών, καθώς και κάθε άλλου στοιχείου που αποδεικνύει ότι συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, αποτελούν ευθύνη του ιδίου υπαλλήλου, ο οποίος οφείλει να προσκομίσει εντός της ταχθείσας, βάσει της παρούσας, προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
β) Για την απόδειξη του επιπέδου γλωσσομάθειας λαμβάνονται υπόψη τα οριζόμενα στο π.δ. 50/2001 (Α΄39), όπως ισχύει και ειδικότερα στο Παράρτημα Γλωσσομάθειας, το οποίο είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ.
4. Διαδικασία υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας
Αναφορικά με τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
α) Η αίτηση υποψηφιότητας, ως το συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι , που αφορά τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) Α’ και Α’ – Β’ τάξης, (πλην Αττικής), υποβάλλεται μόνο ηλεκτρονικά στη διεύθυνση e.smponia@aade.gr εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την καταχώριση της εν λόγω πρόσκλησης στον ισότοπο της Α.Α.Δ.Ε.: www.aade.gr.
Ειδικότερα, η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας αρχίζει την Πέμπτη 07 Σεπτεμβρίου 2017 και λήγει την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017.
β) Η αίτηση υποψηφιότητας πρέπει να φέρει την υπογραφή του υποψηφίου, προκειμένου να είναι έγκυρη και απαιτείται σάρωση αυτής, δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), πριν από την ηλεκτρονική υποβολή της. Η αίτηση υποψηφιότητας (ως το συνημμένο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι) και το βιογραφικό σημείωμα (ως το συνημμένο ΠΑΡΑΡΤ ΗΜΑ ΙΙ), το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αίτησης, συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. H συμπλήρωση των εντύπων (ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι) και (ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ) είναι υποχρεωτική και πρέπει να γίνεται σε μορφότυπο word και όχι χειρόγραφα. Ο υποψήφιος υποχρεούται να συμπληρώσει τα οικεία πεδία που αναφέρονται στα υπηρεσιακά και προσωπικά του στοιχεία, καθώς και σε τυπικά, εκπαιδευτικά, επαγγελματικά προσόντα και τυχόν άλλα πρόσθετα που απαιτούνται για τις προκηρυσσόμενες θέσεις, αλλά και αναγκαίες πληροφορίες που εκείνος κρίνει ότι θα συντείνουν στην ευνοϊκότερη αξιολόγηση της υποψηφιότητάς του.
γ) Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται υποχρεωτικά από Υπεύθυνη Δήλωση του ν.1599/1986 ως συνημμένο αρχείο (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III). Η Υπεύθυνη Δήλωση οφείλει να είναι συμπληρωμένη, υπογεγραμμένη και να φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999, όπως ισχύει) και να αποσταλεί ηλεκτρονικά στην ίδια διεύθυνση. Διευκρινίζεται, ότι απαιτείται σάρωση της Υπεύθυνης Δήλωσης δηλαδή επεξεργασία αυτής μέσω σαρωτή (scanner), μετά την υπογραφή της και τη θεώρηση του γνησίου αυτής.
δ) Η εκπρόθεσμη υποβολή αιτήσεων ή η μη υποβολή Υπεύθυνων Δηλώσεων, συνεπάγεται τον αποκλεισμό των υποψηφίων από τη διαδικασία επιλογής.
ε) Επισημαίνεται ότι, οι προϋποθέσεις και τα προσόντα επιλογής πρέπει να συντρέχουν κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
στ) Τυχόν αιτήσεις που είχαν υποβληθεί στο παρελθόν για τις παραπάνω θέσεις ευθύνης, κατόπιν προγενέστερων προσκλήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος, δε θα ληφθούν υπόψη.
5. Γνωστοποίηση Πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος
α) Η παρούσα αναρτάται στον ιστότοπο της Α.Α.Δ.Ε.: www.aade.gr καθώς και στην ιστοσελίδα του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».
β) Με ευθύνη των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών, αναρτάται στον Πίνακα Ανακοινώσεων κάθε Υπηρεσίας, προκειμένου να λάβουν γνώση οι υπάλληλοι.
O ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
ΔΕΕ - Υπόθεση C‑175/16 Οργάνωση του χρόνου εργασίας – Προσαυξήσεις των αμοιβών – Ένωση παιδικής προστασίας – “Γονείς παιδικού χωριού” – Προσωρινή απουσία των “γονέων SOS” – Εργαζόμενες απασχολούμενες ως “αναπληρωτές γονείς SOS”
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 26ης Ιουλίου 2017 «Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 17 – Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων – Οργάνωση του χρόνου εργασίας – Προσαυξήσεις των αμοιβών – Ένωση παιδικής προστασίας – “Γονείς παιδικού χωριού” – Προσωρινή απουσία των “γονέων SOS” – Εργαζόμενες απασχολούμενες ως “αναπληρωτές γονείς SOS” – Έννοια»
Στην υπόθεση C‑175/16,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Korkein oikeus (Ανώτατο Δικαστήριο, Φινλανδία) με απόφαση της 24ης Μαρτίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Μαρτίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης
Hannele Hälvä,
Sari Naukkarinen,
Pirjo Paajanen,
Satu Piik
κατά
SOS‑Lapsikylä ry,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),
συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του τέταρτου τμήματος, E. Juhász, K. Jürimäe και Κ. Λυκούργο (εισηγητή), δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Wathelet
γραμματέας: C. Strömholm, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 2ας Μαρτίου 2017,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– οι H. Hälvä, S. Naukkarinen, P. Paajanen και S. Piik, εκπροσωπούμενες, αρχικώς, από την P. Ahonen, στη συνέχεια, από την P. Ahonen, επικουρούμενη από την T. Lehtinen, asianajaja,
– η SOS‑Lapsikylä ry, εκπροσωπούμενη, αρχικώς, από τον J. Syrjänen, στη συνέχεια, από τους J. Syrjänen και J. Nevala, asianajajat,
– η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την H. Leppo,
– η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους J. Möller και T. Henze,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους I. Koskinen και M. van Beek,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 6ης Απριλίου 2017,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ 2003, L 299, σ. 9).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Hannele Hälvä, της Sari Naukkarinen, της Pirjo Paajanen και της Satu Piik και, αφετέρου, του εργοδότη αυτών, SOS‑Lapsikylä ry, όσον αφορά την εκ μέρους του τελευταίου αυτού εργοδότη άρνηση καταβολής σ’ αυτές των αμοιβών οι οποίες αντιστοιχούν σε υπερωρίες, σε απογευματινή και νυχτερινή εργασία και σε εργασία Σαββάτου και Κυριακής που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τα έτη 2006 έως 2009.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Το άρθρο 2 της οδηγίας 2003/88 ορίζει τα εξής:
«Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:
1. “χρόνος εργασίας”: κάθε περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος ευρίσκεται στην εργασία, στη διάθεση του εργοδότη, και ασκεί τη δραστηριότητα ή τα καθήκοντά του, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές·
2. “περίοδος ανάπαυσης”: κάθε περίοδος που δεν είναι χρόνος εργασίας·
[…]».
4 Το άρθρο 7, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:
«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρέχεται σε όλους τους εργαζομένους ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές για την απόκτηση του σχετικού δικαιώματος και τη χορήγηση της άδειας.»
5 Το άρθρο 17, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας προβλέπει τα εξής:
«Τα κράτη μέλη, τηρώντας τις γενικές αρχές για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, μπορούν να παρεκκλίνουν από τα άρθρα 3, 4, 5, 6, 8 και 16, εφόσον η διάρκεια του χρόνου εργασίας, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της ασκούμενης δραστηριότητας, δεν υπολογίζεται ή/και δεν προκαθορίζεται ή μπορεί να καθορίζεται από τους ίδιους τους εργαζόμενους, ιδίως δε εφόσον πρόκειται για:
α) διευθυντικά στελέχη ή άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα να λαμβάνουν αποφάσεις αυτόνομα·
β) οικογενειακό προσωπικό, ή
γ) εργαζόμενους στον τελετουργικό τομέα των εκκλησιών και των θρησκευτικών κοινοτήτων.»
Τοφινλανδικόδίκαιο
6 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, του työaikalaki (605/1996) [νόμου (605/1996) περί του χρόνου εργασίας, στο εξής: νόμος περί του χρόνου εργασίας] ορίζει τα εξής:
«Ο παρών νόμος, πλην του άρθρου 15, παράγραφος 3, αυτού, δεν έχει εφαρμογή προκειμένου:
[…]
3) για εργασία που ο εργαζόμενος παρέχει κατ’ οίκον ή υπό άλλες συνθήκες, από τις οποίες προκύπτει ότι ο έλεγχος της οργανώσεως του χρόνου εργασίας δεν ασκείται από τον εργοδότη·
[…]».
Τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
7 Η SOS‑Lapsikylä ry, ένωση που έχει ως σκοπό την παιδική προστασία, εξασφαλίζει, για τα παιδιά που τελούν υπό την προστασία της, στέγαση σε οιονεί οικογενειακό περιβάλλον εντός επτά παιδικών χωριών, εκ των οποίων έκαστο αποτελείται από περισσότερες οικίες. Στα παιδικά χωριά εργάζονται ο διευθυντής του χωριού, οι «γονείς SOS», οι «αναπληρωτές γονείς SOS» και άλλοι υπάλληλοι. Οι οικίες αποτελούν την κατοικία των παιδιών που φιλοξενούνται στο χωριό και σε καθεμία από αυτές στεγάζονται τρία έως έξι παιδιά καθώς και ο γονέας ή οι «γονείς SOS» (ή οι αναπληρωτές αυτών, σε περίπτωση απουσίας των «γονέων SOS»).
8 Οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης απασχολήθηκαν από την ένωση SOS‑Lapsikylä ry ως «αναπληρωτές γονείς SOS» έως το 2009, ορισμένες δε εξ αυτών έως το 2010. Υπό την ιδιότητά τους ως «γονέων» που αναπλήρωναν τους «γονείς SOS» κατά τις απουσίες των τελευταίων (οι οποίες δικαιολογούνταν λόγω αργίας ή στο πλαίσιο ετησίων αδειών ή αναρρωτικών αδειών), οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης διέμεναν με τα παιδιά και ασχολούνταν, μόνες τους, με τα τρέχοντα ζητήματα της αντίστοιχης οικίας καθώς και με την εκπαίδευση και με τη μέριμνα των ανηλίκων που διέμεναν στην αντίστοιχη οικία, ιδίως, φροντίζοντας για τις προμήθειες και συνοδεύοντας τα παιδιά στις εξωτερικές δραστηριότητες.
9 Οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης άσκησαν αγωγή ενώπιον του Etelä-Savon käräjäoikeus (πρωτοδικείου Etelä-Savon, Φινλανδία) με αίτημα να διαπιστωθεί ότι η εργασία που παρείχαν στην υπηρεσία της SOS‑Lapsikylä ry συνιστούσε «εργασία» κατά την έννοια του άρθρου 1 του νόμου περί του χρόνου εργασίας και να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει σε αυτές τις οφειλόμενες αμοιβές τους για τα έτη 2006 έως 2009, δυνάμει του νόμου αυτού και της συλλογικής συμβάσεως του οικείου τομέα, για την περίπτωση που έχει παρασχεθεί υπερωριακή εργασία ή εργασία εκτελούμενη κατά τη διάρκεια των απογευματινών ωρών, των νυχτερινών ωρών ή κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου.
10 Με απόφαση της 4ης Μαΐου 2012, το Etelä-Savon käräjäoikeus (πρωτοδικείο Etelä-Savon) απέρριψε την αγωγή των αναιρεσειουσών της κύριας δίκης, εκτιμώντας ότι η εργασία τους δεν υπαγόταν στον νόμο περί του χρόνου εργασίας. Κατόπιν της απορρίψεως της αγωγής τους από το Etelä-Savon käräjäoikeus (πρωτοδικείο Etelä-Savon), οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης άσκησαν έφεση κατά της αποφάσεως του ως άνω πρωτοβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου ενώπιον του Itä-Suomen hovioikeus (εφετείου ανατολικής Φινλανδίας), το οποίο επικύρωσε την προαναφερθείσα απόφαση με απόφασή του της 4ης Ιουλίου 2013. Οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης άσκησαν αναίρεση κατά της εν λόγω αποφάσεως του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.
11 Το εν λόγω αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι οι εκπρόσωποι του εργοδότη δεν ελέγχουν την καθημερινή εργασία των «αναπληρωτών γονέων SOS» και ότι ο εργοδότης δεν τους δίνει εντολές σχετικά με τις ώρες εργασίας ή αναπαύσεως κατά τις ημέρες απασχολήσεως. Ο «αναπληρωτής γονέας SOS» έχει την ευχέρεια να κατανέμει και να καθορίζει ο ίδιος την οργάνωση και το περιεχόμενο της εργασίας του, σύμφωνα με τις ανάγκες των παιδιών. Εντούτοις, για κάθε παιδί, καταρτίζεται πρόγραμμα φροντίδας και εκπαιδεύσεως, σύμφωνα με το οποίο ο «αναπληρωτής γονέας SOS» πρέπει να φροντίζει το παιδί και σε σχέση με το οποίο συντάσσει μια έκθεση. Εξάλλου, ο «αναπληρωτής γονέας SOS» έρχεται σε συνεννόηση με τον «γονέα SOS» όσον αφορά τη λειτουργία της οικίας για την οποία είναι υπεύθυνος και όσον αφορά τα συναφή πρακτικά ζητήματα.
12 Κατά τις συμβάσεις εργασίας των αναιρεσειουσών της κύριας δίκης, η ετήσια απασχόλησή τους ανερχόταν σε 190 περιόδους των 24 ωρών, με εξαίρεση μία εξ αυτών της οποίας η ετήσια απασχόληση ανερχόταν σε 170 περιόδους των 24 ωρών, από τις οποίες έπρεπε να αφαιρούνται 30 έως 33 ημέρες για ετήσια άδεια. Στην πράξη, η διάρκεια των περιόδων αναπληρώσεως κυμαινόταν από μερικές ημέρες έως αρκετές εβδομάδες.
13 Το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει, επιπροσθέτως, ότι ο διευθυντής καταρτίζει εκ των προτέρων ημερήσιο πρόγραμμα, με το οποίο καθορίζεται η οικία στην οποία θα απασχοληθεί ο «αναπληρωτής γονέας SOS». Ο «αναπληρωτής γονέας SOS» συμφωνεί με τον «γονέα SOS» την ώρα ενάρξεως της περιόδου αναπληρώσεως. Τα ημερήσια προγράμματα πρέπει επίσης να καταρτίζονται κατά τρόπο ώστε κάθε εργαζόμενος να έχει κατά μέσο όρο δύο ελεύθερα σαββατοκύριακα μηνιαίως. Κατά την περίοδο αναπληρώσεως, ο εργαζόμενος δικαιούται επίσης μία ημέρα άδειας εβδομαδιαίως. Η αμοιβή των «αναπληρωτών γονέων SOS» καθορίζεται ως πάγιος μηνιαίος μισθός, αλλά, εάν ένας «αναπληρωτής γονέας SOS» υπερβεί τις 190 περιόδους εργασίας των 24 ωρών, δικαιούται συμπληρωματική αμοιβή.
14 Το αιτούν δικαστήριο καλείται να καθορίσει αν ο νόμος περί του χρόνου εργασίας εφαρμόζεται στους «αναπληρωτές γονείς SOS», πράγμα που θα είχε ως συνέπεια ότι η SOS‑Lapsikylä ry θα είχε υποχρέωση να καταβάλει στις αναιρεσείουσες της κύριας δίκης τις αμοιβές που αξιώνουν. Ειδικότερα, θα πρέπει να καθοριστεί αν οι δραστηριότητες των «αναπληρωτών γονέων SOS» εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ως άνω νόμου δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, σημείο 3, αυτού. Το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, κατά την εν λόγω διάταξη, η εργασία που ο εργαζόμενος παρέχει κατ’ οίκον ή, άλλως, υπό συνθήκες από τις οποίες προκύπτει ότι ο έλεγχος της οργανώσεως του διατιθέμενου στην εργασία αυτή χρόνου δεν ασκείται από τον εργοδότη δεν εμπίπτει στις διατάξεις σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, με την επιφύλαξη του άρθρου 15, παράγραφος 3, του νόμου περί του χρόνου εργασίας, το οποίο δεν είναι κρίσιμο εν προκειμένω.
15 Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο νόμος περί του χρόνου εργασίας μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο την οδηγία 2003/88, της οποίας ορισμένες διατάξεις, ιδίως δε το άρθρο 17, παράγραφος 1, αυτής, επιτρέπουν στον εθνικό νομοθέτη να εισάγει παρέκκλιση, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, από τη ρύθμιση των περιόδων εργασίας και ανάπαυσης που καθορίζεται στην εν λόγω οδηγία.
16 Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, επιπροσθέτως, ότι ο νόμος περί του χρόνου εργασίας ρυθμίζει όχι μόνο τον χρόνο εργασίας, τη νόμιμη διάρκεια της εργασίας, την υπέρβαση της εν λόγω διάρκειας, τη νυχτερινή εργασία και την εργασία με βάρδιες καθώς και τις περιόδους ανάπαυσης και την εργασία την Κυριακή, αλλά καθορίζει επίσης τις οφειλόμενες αμοιβές για διάφορους λόγους, όπως υπερωριακή εργασία και εργασία την Κυριακή.
17 Καίτοι το αιτούν δικαστήριο γνωρίζει ότι η οδηγία 2003/88 δεν εφαρμόζεται στις αμοιβές των εργαζομένων, πλην της περιπτώσεως των ετησίων αδειών μετ’ αποδοχών, εντούτοις, εκτιμά ότι η ερμηνεία της εν λόγω οδηγίας είναι απαραίτητη για την επίλυση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιόν του. Συγκεκριμένα, το δικαίωμα στις προσαυξήσεις των μισθών που καθορίζονται στον νόμο περί του χρόνου εργασίας εξαρτάται από την εφαρμογή εν προκειμένω του συγκεκριμένου νόμου, ο οποίος ρυθμίζει επίσης τον χρόνο εργασίας και ανάπαυσης.
18 Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, για την ερμηνεία της εξαιρέσεως που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 3, του νόμου περί του χρόνου εργασίας, λυσιτελής είναι πρωτίστως η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88.
19 Κατά το αιτούν δικαστήριο, από την απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 2010, Union syndicale Solidaires Isère (C‑428/09, EU:C:2010:612), απορρέει ότι, σε περίπτωση που δεν έχει αποδειχθεί ότι, αφενός, οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν για τον αριθμό των ωρών εργασίας τους και, αφετέρου, ότι δεν υποχρεούνται να παρίστανται στον τόπο εργασίας τους σε καθορισμένα ωράρια, η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 δεν τυγχάνει εφαρμογής.
20 Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι τα πραγματικά περιστατικά που έδωσαν λαβή για την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές με αυτά της υποθέσεως που εκκρεμεί ενώπιόν του, ιδίως όσον αφορά τη φύση της εργασίας και τους όρους παροχής της εργασίας αυτής.
21 Συγκεκριμένα, το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι, εν προκειμένω, η εργασία που ανέλαβαν οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης προσομοιάζει, από άποψη περιεχομένου, με την εργασία η οποία εκτελείται στο πλαίσιο μιας οικογένειας από ένα εκ των μελών της και η οποία προβλέπεται ρητώς στο άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2003/88. Εξάλλου, το εν λόγω δικαστήριο επισημαίνει ότι η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, αλλά ότι ο κατάλογος των δραστηριοτήτων που προβλέπονται στη διάταξη αυτή δεν έχει εξαντλητικό χαρακτήρα. Επομένως, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι είναι πιθανό το ενδεχόμενο η παρέκκλιση αυτή να εφαρμόζεται στην εργασία των «αναπληρωτών γονέων SOS», καίτοι δεν πρόκειται για οικογενειακό προσωπικό κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής.
22 Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, επιπροσθέτως, ότι, εν προκειμένω, οι δυνατότητες του εργοδότη να ελέγχει την οργάνωση του χρόνου εργασίας των αναιρεσειουσών της κύριας δίκης είναι περιορισμένες, καθόσον ένας τέτοιος έλεγχος θα μπορούσε να επηρεάσει τη δυνατότητα ενός «αναπληρωτή γονέα SOS» να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο που το πράττουν γενικά οι γονείς και να δημιουργεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τα παιδιά. Το εν λόγω δικαστήριο προσθέτει ότι έλεγχοι τέτοιου είδους δεν φαίνεται να έχουν πραγματοποιηθεί. Συγκεκριμένα, οι «αναπληρωτές γονείς SOS» αποφασίζουν αυτόνομα σχετικώς με τα καθήκοντά τους, με τα διαστήματα ανάπαυσής τους και με τις εκτός της αντίστοιχης οικίας μετακινήσεις τους εντός των ορίων που επιβάλλονται από τις ανάγκες των παιδιών, λαμβανομένου υπόψη ότι οι ανάγκες αυτές επηρεάζουν, στην πραγματικότητα, τη δυνατότητα των εν λόγω «αναπληρωτών γονέων SOS» να αφιερώνονται στην ενασχόληση με προσωπικές ασχολίες και να οργανώνουν ελεύθερα τη ζωή τους.
23 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Korkein oikeus (Ανώτατο Δικαστήριο, Φινλανδία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Έχει το άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 την έννοια ότι μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της η κατά τα ανωτέρω περιγραφόμενη δραστηριότητα σε κατοικία “παιδικού χωριού”, στο πλαίσιο της οποίας ο εργαζόμενος ενεργεί ως “αναπληρωτής γονέας SOS” κατά τις ημέρες αναπαύσεως των “γονέων SOS” των προστατευόμενων παιδιών, κατά το διάστημα αυτό κατοικεί με τα παιδιά σε οιονεί οικογενειακές συνθήκες και μεριμνά αυτόνομα για την ικανοποίηση των αναγκών των παιδιών και της οικογένειας με τον ίδιο τρόπο που το πράττουν γενικά οι γονείς;»
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
24 Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 έχει την έννοια ότι μπορεί να εφαρμοστεί σε μια μισθωτή δραστηριότητα, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία συνίσταται στην ανάληψη της φροντίδας παιδιών σε οιονεί οικογενειακές συνθήκες, σε αντικατάσταση του προσώπου που είναι επιφορτισμένο, κυρίως, με τα καθήκοντα αυτά.
25 Προκαταρκτικώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, εξαιρουμένης της ιδιαίτερης περιπτώσεως σχετικώς με την ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88, η εν λόγω οδηγία ρυθμίζει απλώς ορισμένα στοιχεία της οργανώσεως του χρόνου εργασίας προς εξασφάλιση της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, με αποτέλεσμα, κατ’ αρχήν, να μην εφαρμόζεται στις αμοιβές των εργαζομένων (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, Federación de Servicios Privados del sindicato Comisiones obreras, C‑266/14, EU:C:2015:578, σκέψη 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
26 Πάντως, η διαπίστωση αυτή δεν συνεπάγεται ότι δεν πρέπει να δοθεί απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο στην υπό κρίση υπόθεση.
27 Πράγματι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 45 των προτάσεών του, η διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί το αιτούν δικαστήριο αφορά το κατά πόσον ο νόμος περί του χρόνου εργασίας εφαρμόζεται στους «αναπληρωτές γονείς SOS» και αν μπορεί να θεμελιωθεί επ’ αυτού, εκ μέρους των αναιρεσειουσών της κύριας δίκης, αξίωση για τις διεκδικούμενες αποδοχές.
28 Ακριβώς υπό τις συνθήκες αυτές το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88, η οποία, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις του εν λόγω δικαστηρίου, μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο με το άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 3, του νόμου περί του χρόνου εργασίας.
29 Επομένως, πρέπει να καθοριστεί αν οι δραστηριότητες τις οποίες ασκούν οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης, υπό την ιδιότητά τους ως «αναπληρωτών γονέων SOS», μπορούν να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να παρεκκλίνουν από τα άρθρα 3, 4, 5, 6, 8 και 16 της οδηγίας αυτής, εφόσον η διάρκεια του χρόνου εργασίας, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της ασκούμενης δραστηριότητας, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή μπορεί να καθορίζεται από τους ίδιους τους εργαζόμενους.
30 Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως αναφέρει το αιτούν δικαστήριο, οι «αναπληρωτές γονείς SOS», που είναι μισθωτοί της SOS‑Lapsikylä ry, είναι επιφορτισμένοι, κατά τη διάρκεια της απουσίας των «γονέων SOS», που επίσης είναι μισθωτοί του ίδιου εργοδότη, με την καθημερινή διαχείριση μιας οικίας καθώς και με τη φροντίδα και με την εκπαίδευση των παιδιών που φιλοξενούνται στην οικία αυτή, κατά τη διάρκεια συναπτών περιόδων των 24 ωρών, περιόδων οι οποίες ενδέχεται να περιλαμβάνουν διαδοχικώς περισσότερες ημέρες, ενώ οι εν λόγω «αναπληρωτές γονείς SOS» έχουν δικαίωμα σε μία ημέρα άδειας εβδομαδιαίως και, κατά μέσο όρο, σε δύο ελεύθερα σαββατοκύριακα μηνιαίως.
31 Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η προβλεπόμενη στο άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 παρέκκλιση πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπο που να την περιορίζει στο απολύτως αναγκαίο μέτρο για τη διαφύλαξη των συμφερόντων των οποίων την προστασία καθιστά δυνατή η παρέκκλιση αυτή (αποφάσεις της 9ης Σεπτεμβρίου 2003, Jaeger, C‑151/02, EU:C:2003:437, σκέψη 89, και της 14ης Οκτωβρίου 2010, Union syndicale Solidaires Isère, C‑428/09, EU:C:2010:612, σκέψη 40).
32 Το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι το εν λόγω άρθρο 17, παράγραφος 1, εφαρμόζεται σε εργαζομένους, ο χρόνος εργασίας των οποίων, καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή μπορεί να καθορίζεται από τους ίδιους τους εργαζομένους λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ασκούμενης δραστηριότητας (αποφάσεις της 7ης Σεπτεμβρίου 2006, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, C‑484/04, EU:C:2006:526, σκέψη 20, και της 14ης Οκτωβρίου 2010, Union syndicale Solidaires Isère, C‑428/09, EU:C:2010:612, σκέψη 41).
33 Συναφώς, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εκτιμήσεως των περιστάσεων της υποθέσεως, το αιτούν δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 68 των προτάσεών του, το γεγονός ότι ο χρόνος εργασίας ενός «αναπληρωτή γονέα SOS» προκαθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη συναφθείσα με τον εργοδότη του σύμβαση εργασίας, καθόσον ο αριθμός των περιόδων των 24 ωρών, επί ετήσιας βάσεως, κατά τις οποίες αυτός οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες του καθορίζεται βάσει της συμβάσεως αυτής. Εξάλλου, το ως άνω δικαστήριο οφείλει επίσης να λάβει υπόψη το γεγονός ότι ο εν λόγω εργοδότης καταρτίζει εκ των προτέρων τους καταλόγους που αναφέρουν, ανά τακτά διαστήματα, τις περιόδους των 24 ωρών κατά τις οποίες ο «αναπληρωτής γονέας SOS» είναι επιφορτισμένος με τη διαχείριση της αντίστοιχης οικίας.
34 Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω στοιχείων, δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι ο χρόνος εργασίας των «αναπληρωτών γονέων SOS», καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή ότι μπορεί να καθορίζεται από τον ίδιο τον «αναπληρωτή γονέα SOS», λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ασκούμενης δραστηριότητας, ζήτημα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
35 Η διαπίστωση αυτή δεν κλονίζεται, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια των περιόδων στις οποίες οι «αναπληρωτές γονείς SOS» είναι επιφορτισμένοι με τη διαχείριση μιας οικίας, αυτοί διαθέτουν μια ορισμένη αυτονομία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας τους και, ειδικότερα, για την οργάνωση των καθημερινών εργασιών τους, των μετακινήσεών τους και των διαστημάτων ενεργού αναμονής τους, χωρίς να φαίνεται να υπάρχει, στην πράξη, έλεγχος εκ μέρους του εργοδότη τους.
36 Πράγματι, πρώτον, πρέπει να επισημανθεί, κατ’ αρχάς, ότι οι δυσχέρειες που ενδέχεται να αντιμετωπίζει ένας εργοδότης, όσον αφορά τον έλεγχο της καθημερινής ασκήσεως των δραστηριοτήτων των υπαλλήλων του, δεν μπορούν, κατά κανόνα, να επαρκέσουν ώστε να θεωρηθεί ότι ο χρόνος εργασίας των τελευταίων, καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή μπορεί να καθορίζεται από τον ίδιο τον εργαζόμενο, εφόσον ο εργοδότης καταρτίζει εκ των προτέρων τόσο την έναρξη όσο και το πέρας του χρόνου εργασίας.
37 Στη συνέχεια, εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο εργοδότης δεν ελέγχει τον τρόπο κατά τον οποίο ο «αναπληρωτής γονέας SOS» ασκεί τις εν λόγω δραστηριότητες κατά τις περιόδους των 24 ωρών στη διάρκεια των οποίων αυτός ο «αναπληρωτής γονέας SOS» είναι υπεύθυνος για την αντίστοιχη οικία. Αντιθέτως, ο εργοδότης καταρτίζει εκ των προτέρων καταλόγους που αναφέρουν, για κάθε ημέρα, την οικία στην οποία ο «αναπληρωτής γονέας SOS» καλείται να εργαστεί. Ο τελευταίος έρχεται σε συμφωνία με τον «γονέα SOS» σχετικά με την ώρα ενάρξεως της περιόδου αναπληρώσεως. Τα ημερήσια προγράμματα πρέπει, επιπροσθέτως, να καταρτίζονται κατά τρόπο ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, κατά μέσο όρο, δύο ελεύθερα σαββατοκύριακα μηνιαίως. Ως εκ τούτου, από κανένα στοιχείο περιλαμβανόμενο στην απόφαση περί παραπομπής δεν προκύπτει ότι ο εργοδότης δεν ήταν σε θέση να ελέγξει αν, αφενός, ο «αναπληρωτής γονέας SOS» όντως ανέλαβε υπό την ευθύνη του την οικία κατά το χρονικό σημείο της ημέρας κατά το οποίο αυτός συμφώνησε, με τον «γονέα SOS», ότι επρόκειτο να αρχίσει η αναπλήρωση και αν, αφετέρου, αυτός έφερε εις πέρας την εν λόγω αναπλήρωση μέχρι τη λήξη της περιόδου των 24 ωρών ή των περιόδων των 24 ωρών που του έχουν ανατεθεί.
38 Τέλος, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο «αναπληρωτής γονέας SOS» οφείλει να συντάσσει μια έκθεση σχετικά με τον τρόπο κατά τον οποίο εφάρμοσε το πρόγραμμα φροντίδας και εκπαιδεύσεως το οποίο έχει καταρτιστεί για κάθε παιδί. Κατά συνέπεια, η έκθεση αυτή φαίνεται ότι αποτελεί ένα μέσο ελέγχου, το οποίο έχει στη διάθεσή του ο εργοδότης και το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον τελευταίο για τον έλεγχο του τρόπου κατά τον οποίο οι υπάλληλοί του ασκούν τις δραστηριότητές τους και, επομένως, για τον υπολογισμό του χρόνου εργασίας τους.
39 Δεύτερον, όπως η κατωτέρω δυνατότητα περιγράφηκε από το αιτούν δικαστήριο, η δυνατότητα την οποία έχουν οι «αναπληρωτές γονείς SOS» ως προς το να αποφασίζουν, σε ορισμένο βαθμό, για τα διαστήματα ενεργού αναμονής τους, κατά τη διάρκεια των περιόδων των 24 ωρών κατά τις οποίες είναι υπεύθυνοι για την αντίστοιχη οικία, δεν τους επιτρέπει, εντούτοις, να καθορίζουν, με απόλυτη ελευθερία, τον αριθμό των ωρών εργασίας που πραγματοποιούν κατά τις εν λόγω περιόδους.
40 Αφενός, όπως εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι «αναπληρωτές γονείς SOS» οφείλουν να έρχονται σε συνεννόηση με τους «γονείς SOS» όσον αφορά τον τρόπο διαχειρίσεως της αντίστοιχης οικίας και ότι φαίνεται αντίθετο προς την εν γένει οικονομία του συστήματος φιλοξενίας, που έχει καθιερωθεί με τα παιδικά χωριά, το να επιτραπεί στους «αναπληρωτές γονείς SOS» να μεταβάλουν ουσιωδώς τις συνήθειες, ιδίως όσον αφορά τα ωράρια, της οικίας για την οποία είναι προσωρινώς υπεύθυνοι, συνήθειες οι οποίες έχουν εγκαθιδρυθεί από τους «γονείς SOS». Επομένως, η τήρηση των συνηθειών αυτών φαίνεται να υποδηλώνει ότι οι «αναπληρωτές γονείς SOS» δεν μπορούν, αυτοί καθαυτούς, να καθορίζουν, με απόλυτη ελευθερία, το ωράριο εργασίας τους.
41 Αφετέρου, επισημαίνεται ότι πρέπει να θεωρούνται ως «χρόνος εργασίας», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 1, της οδηγίας 2003/88, οι περίοδοι κατά τις οποίες ο εργαζόμενος βρίσκεται στην εργασία του, στη διάθεση του εργοδότη, και ασκεί τη δραστηριότητα ή τα καθήκοντά του, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή/και πρακτική (απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, Federación de Servicios Privados del sindicato Comisiones obreras, C‑266/14, EU:C:2015:578, σκέψη 25).
42 Ως εκ τούτου, τα διαστήματα ενεργού αναμονής που ενδέχεται να υπάρξουν, κατά τις περιόδους των 24 ωρών στη διάρκεια των οποίων ο «αναπληρωτής γονέας SOS» είναι υπεύθυνος για την αντίστοιχη οικία, εμπίπτουν στην άσκηση των καθηκόντων του εν λόγω εργαζομένου και αποτελούν χρόνο εργασίας όταν ο «αναπληρωτής γονέας SOS» είναι υποχρεωμένος να είναι παρών στον χώρο που έχει καθορίσει ο εργοδότης και να βρίσκεται στη διάθεση του τελευταίου για να παράσχει αμέσως τις κατάλληλες υπηρεσίες σε περίπτωση ανάγκης (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 1ης Δεκεμβρίου 2005, Dellas κ.λπ., C‑14/04, EU:C:2005:728, σκέψη 48, καθώς και διάταξη της 11ης Ιανουαρίου 2007, Vorel, C‑437/05, EU:C:2007:23, σκέψη 28).
43 Δεδομένου ότι τέτοια διαστήματα ενεργού αναμονής είναι ενσωματωμένα στον χρόνο εργασίας των «αναπληρωτών γονέων SOS», η ευχέρεια των τελευταίων να ορίζουν σε ποια χρονικά σημεία αρχίζουν και ολοκληρώνονται τα εν λόγω διαστήματα δεν ισοδυναμεί, ως εκ τούτου, με την ύπαρξη δυνατότητας των εργαζομένων αυτών να καθορίζουν ελεύθερα την έναρξη και το πέρας του χρόνου εργασίας τους.
44 Εξάλλου, και έστω και αν υποτεθεί ότι ορισμένες φάσεις ενεργού αναμονής, κατά τις περιόδους των 24 ωρών στη διάρκεια των οποίων οι «αναπληρωτές γονείς SOS» είναι υπεύθυνοι για την αντίστοιχη οικία, μπορούν να θεωρηθούν όχι ως χρόνος εργασίας, αλλά ως χρόνος ανάπαυσης, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 2, της οδηγίας 2003/88, στο μέτρο που, όπως επισήμανε και η SOS‑Lapsikylä ry κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση χωρίς να αντικρουσθεί επ’ αυτού, οι «αναπληρωτές γονείς SOS», καίτοι οφείλουν να παραμένουν διαθέσιμοι προς επικοινωνία ανά πάσα στιγμή, επιτρέπεται να αποχωρούν από τον τόπο εργασίας τους όταν τα παιδιά, για τα οποία είναι υπεύθυνοι, είναι απασχολημένα σε δραστηριότητες εκτός της οικίας, η εν λόγω δυνατότητα να αποχωρούν από τον τόπο εργασίας τους αφορά μόνον ένα μέρος του καθημερινού ωραρίου τους και φαίνεται να καθορίζεται όχι από τους ίδιους τους «αναπληρωτές γονείς SOS», αλλά από τις ώρες απουσίας των παιδιών. Ως εκ τούτου, αυτή η ιδιαιτερότητα των όρων εργασίας των «αναπληρωτών γονέων SOS» δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο χρόνος εργασίας τους, καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται, ή ότι, καθ’ ολοκληρίαν, καθορίζεται από τους ίδιους τους «αναπληρωτές γονείς SOS».
45 Από τα προεκτεθέντα απορρέει ότι, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, δεν υπάρχει καμία ένδειξη που να καταδεικνύει ότι η μισθωτή δραστηριότητα των «αναπληρωτών γονέων SOS» μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88. Κατά συνέπεια, δεν είναι αναγκαίο να εξακριβωθεί, ως εκ περισσού, αν η δραστηριότητα των «αναπληρωτών γονέων SOS» μπορεί να εξομοιωθεί, από άλλες απόψεις, με μία από τις τρεις δραστηριότητες που μνημονεύονται, εν είδει παραδειγμάτων, στο εν λόγω άρθρο και, ειδικότερα, με το «οικογενειακό προσωπικό», για το οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής.
46 Εν πάση περιπτώσει, και όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 72 έως 80 των προτάσεών του, οι «αναπληρωτές γονείς SOS» δεν μπορούν να θεωρηθούν ως οικογενειακό προσωπικό, οπότε αυτοί δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση που προβλέπεται από το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2003/88.
47 Πράγματι, μια τέτοια παρέκκλιση, η οποία πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, όπως υπογραμμίστηκε στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, αφορά αποκλειστικά την εργασία που παρέχεται σε πλαίσιο εντός του οποίου η σχέση εργασίας που συνδέει τον εργοδότη με τον εργαζόμενό του είναι οικογενειακής φύσεως. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το οποίο διέπεται από σχέσεις ιδιαίτερης εμπιστοσύνης και αφοσίωσης μεταξύ των μερών, μπορεί πράγματι να γίνει δεκτό ότι ο χρόνος εργασίας, καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή ότι μπορεί να καθορίζεται από το απασχολούμενο μέλος της οικογένειας.
48 Αντιθέτως, απλώς και μόνον το γεγονός ότι η επίμαχη δραστηριότητα προσομοιάζει με τα καθήκοντα διαπαιδαγώγησης που αναλαμβάνουν και με τις σχέσεις στοργής που αναπτύσσουν, κατ’ αρχήν, οι γονείς έναντι των παιδιών τους δεν καθιστά δυνατή την υπαγωγή της εν λόγω δραστηριότητας στην εξαίρεση που προβλέπεται από το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2003/88.
49 Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε μια μισθωτή δραστηριότητα, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία συνίσταται στην ανάληψη της φροντίδας παιδιών σε οιονεί οικογενειακές συνθήκες, σε αντικατάσταση του προσώπου που είναι επιφορτισμένο, κυρίως, με τα καθήκοντα αυτά, εφόσον δεν αποδεικνύεται ότι η διάρκεια του χρόνου εργασίας, καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή ότι μπορεί να καθορίζεται από τον ίδιο τον εργαζόμενο, ζήτημα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
Επί των δικαστικών εξόδων
50 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε μια μισθωτή δραστηριότητα, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία συνίσταται στην ανάληψη της φροντίδας παιδιών σε οιονεί οικογενειακές συνθήκες, σε αντικατάσταση του προσώπου που είναι επιφορτισμένο, κυρίως, με τα καθήκοντα αυτά, εφόσον δεν αποδεικνύεται ότι η διάρκεια του χρόνου εργασίας, καθ’ ολοκληρίαν, δεν υπολογίζεται ή δεν προκαθορίζεται ή ότι μπορεί να καθορίζεται από τον ίδιο τον εργαζόμενο, ζήτημα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
(υπογραφές)
ΔΕΕ - Υπόθεση C‑559/16 Κοινοί κανόνες αποζημιώσεως των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως και ματαιώσεως ή μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσεως – Πτήση η οποία πραγματοποιείται σε περισσότερα σκέλη – Έννοια “αποστάσεως” που λαμβάνεται υπόψη
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 7ης Σεπτεμβρίου 2017 «Προδικαστική παραπομπή – Μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Άρθρο 7, παράγραφος 1 – Κοινοί κανόνες αποζημιώσεως των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως και ματαιώσεως ή μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσεως – Πτήση η οποία πραγματοποιείται σε περισσότερα σκέλη – Έννοια “αποστάσεως” που λαμβάνεται υπόψη»
Στην υπόθεση C‑559/16,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Amtsgericht Hamburg (ειρηνοδικείο Αμβούργου, Γερμανία) με απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Νοεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης
Birgit Bossen,
Anja Bossen,
Gudula Gräßmann
κατά
Brussels Airlines SA/NV,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),
συγκείμενο από τους Μ. Βηλαρά, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský (εισηγητή) και M. Safjan, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: Y. Bot
γραμματέας: A. Calot Escobar
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– οι B. Bossen, A. Bossen και G. Gräßmann, εκπροσωπούμενες από την F. Puschkarski, Rechtsanwältin,
– η Brussels Airlines SA/NV, εκπροσωπούμενη από τον D. Smielick, Rechtsanwalt,
– η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον D. Colas και τις E. de Moustier και M-L. Kitamura,
– η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον P. Garofoli, avvocato dello Stato,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον W. Mölls και την N. Yerrell,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ 2004, L 46, σ. 1).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ των Birgit Bossen, Anja Bossen και Gudula Gräßmann και της Brussels Airlines SA/NV σχετικά με το ύψος της αποζημιώσεως που τους οφείλεται λόγω της μεγάλης καθυστερήσεως που σημειώθηκε σε μια πτήση της ως άνω αεροπορικής εταιρίας.
Το νομικό πλαίσιο
3 Το στοιχείο ηʹ του τιτλοφορούμενου «Ορισμοί» άρθρου 2 του κανονισμού 261/2004 έχει ως εξής:
«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοείται ως:
[...]
η) “τελικός προορισμός”: ο προορισμός ο οποίος αναγράφεται στο εισιτήριο που προσκομίζεται στον έλεγχο εισιτηρίων ή, στην περίπτωση πτήσεων με άμεση ανταπόκριση, ο προορισμός της τελευταίας πτήσης· οι διαθέσιμες εναλλακτικές ανταποκρίσεις πτήσεων δεν λαμβάνονται υπόψη εφόσον τηρείται ο προγραμματισμένος χρόνος αφίξεως».
4 Το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του ως άνω κανονισμού έχει ως εξής:
«1. Σε περίπτωση ματαίωσης μιας πτήσης, οι επιβάτες δικαιούνται:
[...]
γ) αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7, εκτός αν:
i) έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση δύο εβδομάδες τουλάχιστον πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ή
ii) έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση μία έως δύο εβδομάδες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με εναλλακτική πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από δύο ώρες νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από τέσσερις ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης, ή
iii) έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με άλλη πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.»
5 Το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού έχει ως εξής:
«Καθυστέρηση
1. Όταν πραγματικός αερομεταφορέας εκτιμά εύλογα ότι μια πτήση θα έχει καθυστέρηση σε σχέση με την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησής της:
α) δύο ώρες ή περισσότερο προκειμένου για όλες τις πτήσεις έως 1500 χιλιομέτρων, ή
β) τρεις ώρες ή περισσότερο προκειμένου για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων και για όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3500 χιλιομέτρων, ή
γ) τέσσερις ώρες ή περισσότερο προκειμένου για πτήσεις που δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α) ή β),
παρέχει στους επιβάτες:
i) τη βοήθεια που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2 και
ii) όταν ο ευλόγως αναμενόμενος χρόνος αναχωρήσεως είναι τουλάχιστον η επόμενη μέρα από τον χρόνο αναχωρήσεως που είχε ανακοινωθεί προηγουμένως, τη βοήθεια του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) και
iii) όταν η καθυστέρηση είναι τουλάχιστον πέντε ώρες, τη βοήθεια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α).
2. Εν πάση περιπτώσει, η βοήθεια παρέχεται μέσα στα χρονικά όρια που ορίζονται ανωτέρω για κάθε κατηγορία απόστασης.»
6 Το άρθρο 7 του ίδιου κανονισμού προβλέπει τα εξής:
«Δικαίωμα αποζημίωσης
1. Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους:
α) 250 ευρώ για όλες τις πτήσεις έως και 1500 χιλιομέτρων·
β) 400 ευρώ για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων και όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3500 χιλιομέτρων·
γ) 600 ευρώ για όλες τις πτήσεις που δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α) ή β).
Για τον προσδιορισμό της σχετικής απόστασης, λαμβάνεται ως βάση ο τελευταίος προορισμός στον οποίο ο επιβάτης θα φθάσει καθυστερημένα μετά την προγραμματισμένη ώρα εξαιτίας της άρνησης επιβίβασης [ή της ματαίωσης].
[...]
4. Οι αποστάσεις που δίδονται στις παραγράφους 1 και 2 μετρούνται με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής.»
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
7 Οι ενάγουσες πραγματοποίησαν κράτηση στην Brussels Airlines για τη μεταφορά τους από τη Ρώμη (Ιταλία) στο Αμβούργο (Γερμανία), με ανταπόκριση στις Βρυξέλλες (Βέλγιο). Η πτήση από Ρώμη για Βρυξέλλες επρόκειτο να απογειωθεί στις 10:25 και να προσγειωθεί στις 12:40, η δε πτήση από Βρυξέλλες για Αμβούργο επρόκειτο να απογειωθεί στις 13:35 και να προσγειωθεί στις 14:45.
8 Η πτήση από Ρώμη για Βρυξέλλες καθυστέρησε. Το αεροσκάφος προσγειώθηκε στις Βρυξέλλες μόλις στις 13:22 και οι ενάγουσες δεν πρόλαβαν την ανταπόκρισή τους.
9 Οι ενάγουσες μεταφέρθηκαν ακολούθως στο Αμβούργο με την επόμενη πτήση, που αφίχθη στις 18:35, ήτοι με καθυστέρηση τριών ωρών και πενήντα λεπτών σε σχέση με τον προγραμματισμένο χρόνο αφίξεως.
10 Σύμφωνα με την ορθοδρομική μέθοδο (μεγιστοκύκλια διαδρομή), η απόσταση μεταξύ Ρώμης και Αμβούργου είναι 1 326 km. Η απόσταση μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών είναι 1 173 km και η απόσταση μεταξύ Βρυξελλών και Αμβούργου είναι 483 km, ήτοι συνολική απόσταση και για τις δύο πτήσεις μαζί 1 656 km.
11 Οι ενάγουσες άσκησαν αγωγή ενώπιον του Amtsgericht Hamburg (ειρηνοδικείο Αμβούργου, Γερμανία) προκειμένου να αποζημιωθούν με το ποσό των 400 ευρώ έκαστη βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004.
12 Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι οι διάδικοι συμφωνούν ότι οι ενάγουσες δικαιούνται αποζημίωση λόγω της σημειωθείσας μεγάλης καθυστερήσεως, η δε Brussels Airlines έχει άλλωστε ήδη καταβάλει ως αποζημίωση στην καθεμία τους το ποσό των 250 ευρώ.
13 Οι ενάγουσες ζητούν πλέον συμπληρωματικώς το ποσό των 150 ευρώ καθεμία, με το αιτιολογικό ότι για τον υπολογισμό της αποστάσεως πρέπει να ληφθούν υπόψη τα δύο σκέλη της πτήσεώς τους, οπότε η απόσταση υπερβαίνει τα 1 500 km, και όχι η ορθοδρομική απόσταση μεταξύ Ρώμης και Αμβούργου.
14 Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Amtsgericht Hamburg (ειρηνοδικείο Αμβούργου) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Πρέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι με τον όρο “απόσταση” νοείται μόνον η απευθείας απόσταση μεταξύ του τόπου αναχωρήσεως και του τελευταίου προορισμού η οποία πρέπει να υπολογισθεί βάσει της ορθοδρομικής μεθόδου, τούτο δε ανεξάρτητα από την πράγματι διανυθείσα απόσταση πτήσεως;»
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
15 Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, στην περίπτωση των αεροπορικών συνδέσεων που πραγματοποιούνται με ανταποκρίσεις, με τον όρο “απόσταση” νοείται μόνον η απόσταση μεταξύ του τόπου της πρώτης αναχωρήσεως και του τελικού προορισμού, η οποία πρέπει να υπολογισθεί βάσει της ορθοδρομικής μεθόδου, τούτο δε ανεξάρτητα από την πράγματι διανυθείσα απόσταση πτήσεως.
16 Καταρχάς, διαπιστώνεται ότι δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι οι ενάγουσες της κύριας δίκης αφίχθησαν στον τελικό προορισμό τους με καθυστέρηση συνεπαγόμενη δικαίωμά τους σε αποζημίωση. Επομένως, στην υπό κρίση υπόθεση, μόνο διαφιλονικούμενο ζήτημα είναι ο καθορισμός του ύψους της αποζημιώσεως αυτής υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004.
17 Υπενθυμίζεται εξαρχής ότι στο κείμενο του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 διαλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, ότι, όποτε γίνεται παραπομπή στο άρθρο αυτό, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους από 250 ευρώ έως 600 ευρώ με βάση την απόσταση την οποία καλύπτουν οι επίμαχες πτήσεις, λαμβανομένου υπόψη του τελευταίου προορισμού του εν λόγω επιβάτη και εξυπακουομένου ότι η απόσταση αυτή πρέπει να υπολογίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 4, με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής (ορθοδρομίας).
18 Επισημαίνεται συναφώς ότι ναι μεν το άρθρο 5 του κανονισμού 261/2004, το οποίο αφορά τη ματαίωση, παραπέμπει στο άρθρο 7, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με το άρθρο 6 του κανονισμού, που αφορά την καθυστέρηση.
19 Πάντως, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι κάθε πράξη της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με το σύνολο του πρωτογενούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικά παρόμοιες καταστάσεις και να μην αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο διαφορετικές καταστάσεις, εκτός αν η αντιμετώπιση αυτή δικαιολογείται αντικειμενικώς (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ., C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψη 33).
20 Το Δικαστήριο διαπίστωσε όμως ότι οι επιβάτες των οποίων η πτήση έχει καθυστέρηση τριών ωρών και άνω και οι επιβάτες των οποίων η πτήση ματαιώνεται και οι οποίοι μεταφέρονται με άλλη πτήση χωρίς να τηρούνται τα όρια του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να θεωρούνταν ότι τελούν σε συγκρίσιμες καταστάσεις, εφόσον άπαντες υφίστανται παρόμοια ταλαιπωρία, που αποτελεί το έρεισμα της αποζημιώσεώς τους (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ., C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψη 34).
21 Επομένως, ο κανονισμός 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι επιβάτες των οποίων η πτήση έχει καθυστέρηση τριών ωρών και άνω δικαιούνται την ίδια αποζημίωση με τους επιβάτες των οποίων η πτήση ματαιώνεται και οι οποίοι μεταφέρονται με άλλη πτήση χωρίς να τηρούνται τα όρια του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 261/2004 (απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ., C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψη 38).
22 Η νομολογία αυτή πρέπει να νοείται υπό την έννοια ότι επιτάσσει οι δύο κατηγορίες επιβατών που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο όχι μόνον όσον αφορά την καθαυτό γένεση του δικαιώματος αποζημιώσεως, αλλά και όσον αφορά το ύψος της αποζημιώσεως.
23 Υπό το πρίσμα της απαιτήσεως αυτής πρέπει επομένως να ερμηνευθεί το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004, καθώς και το άρθρο του 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, περίπτωση iii.
24 Όπως όμως προκύπτει από το γράμμα τους, οι διατάξεις αυτές προβλέπουν δικαίωμα αποζημιώσεως των επιβατών χωρίς να διακρίνουν με βάση το αν αυτοί φθάνουν στον τελικό προορισμό τους με απευθείας πτήση ή με πτήση με ανταποκρίσεις.
25 Το ίδιο πρέπει να ισχύσει και ως προς τον υπολογισμό του ύψους της αποζημιώσεως.
26 Ειδικότερα, η επιλογή των διαφόρων μέτρων τα οποία προέκρινε ο νομοθέτης της Ένωσης στο πλαίσιο του κανονισμού 261/2004 και η έκταση των μέτρων αυτών ποικίλλουν ανάλογα με τη σοβαρότητα των ζημιών τις οποίες υφίστανται οι επιβάτες (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, IATA και ELFAA, C‑344/04, EU:C:2006:10, σκέψη 85). Συνεπώς, οι διαβαθμίσεις του ύψους της αποζημιώσεως η οποία οφείλεται στους επιβάτες πρέπει να θεωρηθεί ότι αντανακλούν τις διαφορές στην έκταση της ταλαιπωρίας την οποία υφίστανται οι εν λόγω επιβάτες στις περιπτώσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως γʹ, του κανονισμού 261/2004.
27 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι η αποζημίωση των επιβατών οι οποίοι εμπίπτουν στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού αυτού δικαιολογείται από το γεγονός ότι, εξαιτίας της ματαιώσεως της πτήσεώς τους την τελευταία στιγμή, ουσιαστικώς στερούνται τη δυνατότητα να αναδιοργανώσουν ελεύθερα τη μετακίνησή τους. Επομένως, αν είναι αναγκασμένοι, για οποιονδήποτε λόγο, να φθάσουν οπωσδήποτε στον τελικό προορισμό τους σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο, δεν μπορούν να αποφύγουν την απώλεια χρόνου την οποία συνεπάγεται η νέα κατάσταση, αφού δεν έχουν συναφώς κανένα περιθώριο χειρισμού (απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ., C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψη 35).
28 Δεδομένης της φύσεως της κατ’ αυτόν τον τρόπο προκαλούμενης ταλαιπωρίας, το γεγονός ότι ορισμένοι επιβάτες, οι οποίοι εμπίπτουν στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, περίπτωση iii, του κανονισμού 261/2004, φθάνουν στον τελικό προορισμό τους όχι με απευθείας πτήση αλλά αντιθέτως με πτήση με ανταποκρίσεις, με συνέπεια πραγματική αύξηση της αποστάσεως η οποία διανύεται στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεν επιτείνει αυτό καθεαυτό τον βαθμό της ταλαιπωρίας σε σύγκριση με εκείνη την οποία υφίστανται οι επιβάτες μιας απευθείας πτήσεως.
29 Συνεπώς, κατά τον καθορισμό του ύψους της αποζημιώσεως, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον η απόσταση μεταξύ του τόπου της πρώτης αναχωρήσεως και του τελικού προορισμού, ανεξάρτητα από τυχόν πτήσεις ανταποκρίσεως.
30 Κατόπιν αυτού, όπως προκύπτει από την απαίτηση για την οποία έγινε λόγος στη σκέψη 21 της παρούσας αποφάσεως, η ίδια μέθοδος υπολογισμού πρέπει να εφαρμοσθεί και ως προς τους επιβάτες των πτήσεων με καθυστέρηση τριών ωρών και άνω.
31 Ειδικότερα, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η αποζημίωση των επιβατών αυτών έχει ως έρεισμά της την ταλαιπωρία η οποία συνίσταται στο γεγονός ότι υπέστησαν απώλεια χρόνου τριών ή περισσοτέρων ωρών σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό της μεταφοράς τους, η οποία απώλεια χρόνου διαπιστώνεται, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων των πτήσεων με ανταποκρίσεις, κατά την άφιξη στον τελικό προορισμό τους (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2013, Folkerts, C‑11/11, EU:C:2013:106, σκέψη 35).
32 Δεδομένης όμως της φύσεως της κατ’ αυτόν τον τρόπο προκαλούμενης ταλαιπωρίας, τυχόν διαφορές ως προς την πράγματι διανυθείσα απόσταση δεν επηρεάζουν από μόνες τους την έκταση μιας τέτοιας ταλαιπωρίας.
33 Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, στην περίπτωση των αεροπορικών συνδέσεων που πραγματοποιούνται με ανταποκρίσεις, με τον όρο “απόσταση” νοείται μόνον η απόσταση μεταξύ του τόπου της πρώτης αναχωρήσεως και του τελικού προορισμού, η οποία πρέπει να υπολογισθεί βάσει της ορθοδρομικής μεθόδου, τούτο δε ανεξάρτητα από την πράγματι διανυθείσα απόσταση πτήσεως.
Επί των δικαστικών εξόδων
34 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, στην περίπτωση των αεροπορικών συνδέσεων που πραγματοποιούνται με ανταποκρίσεις, με τον όρο “απόσταση” νοείται μόνον η απόσταση μεταξύ του τόπου της πρώτης αναχωρήσεως και του τελικού προορισμού, η οποία πρέπει να υπολογισθεί βάσει της ορθοδρομικής μεθόδου, τούτο δε ανεξάρτητα από την πράγματι διανυθείσα απόσταση πτήσεως.
ΠΟΛ.1130/2017 Καθορισμός της αρμόδιας κατ’ ανάθεση αρχής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δυνάμει της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4170/2013 (Α’ 163) και της παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του ν. 4428/2016 (Α’ 190), και εξειδίκευση των υποχρεώσεων των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων ως προς το χρόνο και τον τρόπο υποβολής των στοιχείων και λοιπών θεμάτων σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών δυνάμει της περίπτ. γ’ της παρ. 7 του άρθρου 9 του ν. 4170/2013 και της παρ. 5 του άρθρου πέμπτου του ν. 4428/2016.
Αριθμ. ΠΟΛ. 1130
Καθορισμός της αρμόδιας κατ’ ανάθεση αρχής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δυνάμει της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4170/2013 (Α’ 163) και της παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του ν. 4428/2016 (Α’ 190), και εξειδίκευση των υποχρεώσεων των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων ως προς το χρόνο και τον τρόπο υποβολής των στοιχείων και λοιπών θεμάτων σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών δυνάμει της περίπτ. γ’ της παρ. 7 του άρθρου 9 του ν. 4170/2013 και της παρ. 5 του άρθρου πέμπτου του ν. 4428/2016.
ΠΟΛ 1130/.4.8.2017
(ΦΕΚ β' 3087/7.9.2017)
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Του άρθρου 5, παρ. 4 και 5 του ν. 4170/2013 (Α’163) «Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ, ρύθμιση θεμάτων της ΕΛ.Τ.Ε., αναμόρφωση Οργανισμού του Ν.Σ.Κ. και άλλες διατάξεις» και ιδίως για την έκδοση απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), για τον ορισμό τμήματος ή τμημάτων διασύνδεσης, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 4, παρ. 1 και του άρθρου 9, παρ.1 περίπτ. β’ του ίδιου νόμου και του Κεφαλαίου Η’ με τα Παραρτήματα Ι και II, όπως ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει. β) Του άρθρου δεύτερου, παρ. 1 του ν. 4428/2016 (Α’ 190) «Κύρωση της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών και διατάξεις εφαρμογής», σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου δεύτερου, παρ. 2 και 3 υποπαρ. α’ και του άρθρου τρίτου με τα Παραρτήματα Ι και II του ίδιου νόμου, όπως ο νόμος αυτός ισχύει.
γ) Του άρθρου 9, παρ. 7 περίπτ. γ’ του ν. 4170/2013 «Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ, ρύθμιση θεμάτων της ΕΛ.Τ.Ε., αναμόρφωση Οργανισμού του Ν.Σ.Κ. και άλλες διατάξεις» και ιδίως για την έκδοση απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ, για τον καθορισμό του χρόνου και του τρόπου υποβολής των στοιχείων από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, καθώς και λοιπών θεμάτων σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 9, παρ.1 περίπτ. β’του ίδιου νόμου, όπως ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει.
δ) Του άρθρου πέμπτου, παρ. 5 του ν. 4428/2016 (Α’ 190) «Κύρωση της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών και διατάξεις εφαρμογής» και ιδίως για την έκδοση απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ για την εξειδίκευση των διαδικασιών και υποχρεώσεων που αφορούν την υποβολή των στοιχείων από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και κάθε άλλου συναφούς θέματος σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου τρίτου, παρ. 1 και 2, Παράρτημα Ι, Τμήμα III, Ενότητα Β’ παρ. 5 και Ενότητα Γ’ παρ. 5 περίπτ. γ’. ε) Του Κεφαλαίου Α’«Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α’94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις».
2. Τον Εκτελεστικό Κανονισμό (ΕΕ) 2015/2378 της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2015 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1156/2012 (ΕΕ L 332/19, 18.12.2015), όπως τροποποιήθηκε με τον Εκτελεστικό Κανονισμό (ΕΕ) 2016/1963 της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου (ΕΕ L 303/4, 10.11.2016), και ιδίως τη διάταξη του άρθρου 2, παρ. 2 σχετικά με τον ηλεκτρονικό μορφότυπο που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. 3. Την αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» (Β’ 968). 4. Την αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β’ 130 και Β’372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» και την αριθμ. Δ6Α 1145867 ΕΞ2013/25.9.2013 (Β’ 2417) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκαν, συμπληρώθηκαν και ισχύουν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαρ. α’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
5. Την αριθμ. 1 της 20.1.2016 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών» (Υ.Ο.Δ.Δ. 18), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
6. Την εισήγηση της Διεύθυνσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων της ΑΑΔΕ ως αρμόδιας αρχής κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4170/2013 (Α’ 163).
7. Την ανάγκη ρύθμισης όλων των σχετικών θεμάτων προκειμένου να εφαρμοστεί ομαλά και απρόσκοπτα το πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών.
8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού της ΑΑΔΕ, αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Αρμόδια κατ’ ανάθεση αρχή για την υποδοχή και την αποστολή των πληροφοριών στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών
1. Δυνάμει της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4170/2013, ως «Τμήμα Διασύνδεσης» ορίζεται το Τμήμα ΣΤ’Αυτόματης Ανταλλαγής Πληροφοριών και Υποδοχής Στοιχείων της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της ΑΑΔΕ, το οποίο και ενεργεί ως αρμόδια κατ’ανάθεση αρχή για την υποδοχή και την αποστολή πληροφοριών στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους σκοπούς της εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του ίδιου νόμου και ιδίως τη διάταξη του άρθρου 9, παρ. 1 περίπτ. β’ αυτού.
2. Δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του ν. 4428/2016, ως «Τμήμα Διασύνδεσης» κατ' παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4170/2013, ορίζεται το Τμήμα ΣΤ’ Αυτόματης Ανταλλαγής Πληροφοριών και Υποδοχής Στοιχείων της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της ΑΑΔΕ, το οποίο και ενεργεί ως αρμόδια κατ’ ανάθεση αρχή για την υποδοχή και την αποστολή πληροφοριών στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τους σκοπούς της εφαρμογής της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών και ιδίως των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου, παρ. 2 και 3 υποπαρ. α’.
Άρθρο 2
Χρόνος και τρόπος υποβολής των πληροφοριών
1. Τα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν ηλεκτρονικά στην αρμόδια κατ’ ανάθεση αρχή του άρθρου 1 της παρούσας, το αργότερο μέχρι 31 Μαίου εκάστου έτους, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου:
(i) τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 9, παρ. 1 περίπτ. β’ του ν. 4170/2013,
(ii) τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο δεύτερο, παρ. 3 υποπαρ. α’ του ν. 4428/2016.
(iii) τους μη τεκμηριωμένους λογαριασμούς κατά το Κεφάλαιο Η’, Παράρτημα Ι, Τμήμα III, Ενότητα Β’ παρ. 5 και Ενότητα Γ’ παρ. 5 περίπτ. γ’ του ν. 4170/2013,
(iv) τους μη τεκμηριωμένους λογαριασμούς κατά το άρθρο τρίτο, παρ. 1, Παράρτημα Ι, Τμήμα III, Ενότητα Β’ παρ. 5 και Ενότητα Γ’ παρ. 5 περίπτ. γ’ του ν. 4428/2016. Κατ’ εξαίρεση για το έτος 2017, η πρώτη υποβολή αυτών των πληροφοριών από τα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορεί να λάβει χώρα το αργότερο μέχρι 15 Σεπτεμβρίου 2017.
2. Ο ηλεκτρονικός μορφότυπος για την υποβολή των στοιχείων και των λογαριασμών της παρ.1 του παρόντος από τα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα προσδιορίζεται βάσει του Παραρτήματος VI του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2378 της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2015, όπως ισχύει, και περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της παρούσας, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής.
3. Τα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα υποχρεούνται να εγγραφούν στο Σύστημα Αυτόματης Υποβολής Στοιχείων του Κοινού Προτύπου Αναφοράς (ΚΠΑ) της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4428/2016 και του πλαισίου Διοικητικής Συνεργασίας για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τις διατάξεις των Κεφαλαίων Α’ έως και Η’ του Πρώτου Μέρους του ν. 4170/2013, ήτοι στο «Σύστημα Αυτόματης Υποβολής Στοιχείων CRS/DAC2» της ΑΑΔΕ.
Άρθρο 3
Διαβίβαση των εισερχόμενων πληροφοριών από τις άλλες δικαιοδοσίες και των μη τεκμηριωμένων λογαριασμών στην αρμόδια αρχή
Δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 4, παρ. 1 και 5, παρ. 4 και 5 του ν. 4170/2013 διαβιβάζονται από την αρμόδια κατ’ανάθεση αρχή του άρθρου 1 της παρούσας στη Δ/νση Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της ΑΑΔΕ:
(α) Οι πληροφορίες του άρθρου 1 της παρούσας που αποστέλλονται από τις άλλες δικαιοδοσίες προς την αρμόδια κατ’ ανάθεση αρχή του ίδιου άρθρου.
(β) Οι πληροφορίες για τους λογαριασμούς των περίπτ. (iii) και (iv) της παρ. 1 του άρθρου 2 της παρούσας. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Ηλεκτρονικός μορφότυπος
O ηλεκτρονικός μορφότυπος για την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από τα Δηλούντα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 περίπτ. β’ του ν. 4170/2013 και το άρθρο δεύτερο παράγραφος 3 υποπαρ. α’ του ν. 4428/2016 πληροί την ακόλουθη δενδρική δομή και περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία και ιδιοχαρακτηριστικά, τα οποία είναι εφαρμοστέα σε μια δεδομένη υπόθεση επιπλέον της εφαρμογής των κανόνων υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα Ι και II του Κεφαλαίου Η’ του ν. 4170/2013 καθώς και στα Παραρτήματα Ι και II του άρθρου τρίτου του ν. 4428/2016 και χρειάζεται να εμφανίζονται στον ηλεκτρονικό μορφότυπο που χρησιμοποιείται στην εν λόγω υπόθεση.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 4 Αυγούστου 2017 Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Αριθμ. 50285/2017 Τροποποίηση της υπ' αριθμ. 45913 οικ./ 03-11-2015 (ΦΕΚ τ.Β'/2414/10-11-2015) απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «Σύσταση και συγκρότηση Ομάδας Εργασίας με αντικείμενο την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού παραβόλου (e-παράβολο) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» - Παράταση διάρκειας εργασιών
(ΦΕΚ Β' 3086/07-09-2017)
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1) Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 5 παρ. 6 του ν. 2408/1996 (ΦΕΚ Α' 104), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3060/2002 (ΦΕΚ Α' 242) «Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης»,
β) του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (ΦΕΚ Α' 176) «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» και
γ) του άρθρου 7 παρ. 2 περ. β' του ν. 3469/2006 «Εθνικό Τυπογραφείο, Εφημερίς της Κυβερνήσεως και λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ Α' 131), όπως ισχύει.
2) Την υπ' αριθ. 45913 οικ./3.11.2015 (ΦΕΚ τ. Β'/ 2414/10-11-2015) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για «Σύσταση και συγκρότηση Ομάδας Εργασίας με αντικείμενο την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού παραβόλου (e-παράβολο) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
3) Την υπ' αριθ. 83539 οικ./29.12.2015 (ΦΕΚ τ. Β'/ 2985/31-12-2015) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την τροποποίηση της υπ' αριθ. 45913 οικ./03-11-2015 (ΦΕΚ τ.Β'/ 2414/10-11-2015) όμοιας για «Σύσταση και συγκρότηση Ομάδας Εργασίας με αντικείμενο την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού παραβόλου (e-παράβολο) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» - Παράταση διάρκειας εργασιών.
4) Την υπ' αριθ. 25157 οικ./14.6.2016 (ΦΕΚ τ.Β'/ 1913/27-06-2016) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την τροποποίηση της υπ' αριθμ. 45913 οικ./03-11-2015 (ΦΕΚ τ.Β'/2414/10-11-2015) όμοιας για τη «Σύσταση και συγκρότηση Ομάδας Εργασίας με αντικείμενο την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού παραβόλου (e-παράβολο) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» - Παράταση διάρκειας εργασιών.
5) Την υπ' αριθ. 96377/9.1.2017 (ΦΕΚ τ.Β'/182/ 27-01-2017) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την τροποποίηση της υπ' αριθμ. 45913 οικ./03-11-2015 (ΦΕΚ τ.Β'/ 2414/10-11-2015) όμοιας για τη «Σύσταση και συγκρότηση Ομάδας Εργασίας με αντικείμενο την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού παραβόλου (e-παράβολο) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» - Παράταση διάρκειας εργασιών.
5) Το από 23-06-2017 έγγραφο της Προέδρου της ως άνω Ομάδας Εργασίας σχετικά με τη νέα ανάγκη παράτασης της διάρκειας των εργασιών της.
6) Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη,
αποφασίζουμε:
Τροποποιούμε την υπ' αριθμ. 45913 οικ./3.11.2015 (ΦΕΚ τ.Β'/2414/10-11-2015) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως εξής:
ορίζεται η 29η Δεκεμβρίου 2017 νέα ημερομηνία περάτωσης των εργασιών της Ομάδας Εργασίας με αντικείμενο την υιοθέτηση του ηλεκτρονικού παραβόλου (e-παράβολο) από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Κατά τα λοιπά ισχύει η υπ' αριθ. 45913 οικ./3.11.2015 (ΦΕΚ τ.Β'/2414/10-11-2015) απόφασή μας.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 4 Αυγούστου 2017
Ο Υπουργός
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ
Κ.Υ.Α. αριθ. 1915/90550/2017 Καθορισμός των προϋποθέσεων και της διαδικασίας χρηματοδότησης Δήμων και Συνδέσμων Δήμων για τη λειτουργία καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς και για την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης τους για το έτος 2017
Αριθ. 1915/90550
(ΦΕΚ Β' 3114/8-9-2017)
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Της παρ. 15 του άρθρου 9 του ν. 4039/2012 «Για τα δεσποζόμενα και τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς και την προστασία των ζώων από την εκμετάλλευση ή την χρησιμοποίηση με κερδοσκοπικό σκοπό» (Α΄ 15), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
β) Του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α΄87).
γ) Του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 «Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του ν. 2190/1994 και άλλες διατάξεις» (Α΄ 206).
δ) Της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4129/2013 (Α΄ 52) όπως ισχύει.
ε) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, όπως τέθηκε σε ισχύ με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98).
2. Το π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης, Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (Α΄ 208).
3. Το π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 210).
4. Την αριθ. Υ29/08.10.2015 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, Γεώργιο Χουλιαράκη» (Β΄2168).
5. Την αριθ. Υ200/21-11-2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ιωάννη Τσιρώνη» (Β΄ 3755).
6. Την αριθ. 232/74950/10.07.2017 εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της περ. ε΄ της παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 4270/2014, όπως ισχύει.
7. Το με αριθ. Κ.Μ.Κ.Ε. 00238 ΕΞ 2017 ΕΜΠ/07.07.2017 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής, Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων του Υπουργείου Οικονομικών.
8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού. Η δαπάνη χρηματοδότησης των Δήμων και των Συνδέσμων Δήμων, το ύψος της ανά δικαιούχο και η διαδικασία καταβολής της εγκρίνονται ετησίως με νέα κοινή υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 15 του άρθρου 9 του ν. 4039/2012 (Α΄ 15) για τον καθορισμό των δικαιούχων χρηματοδότησης Δήμων και Συνδέσμων Δήμων,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1 Σκοπός
Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι ο καθορισμός των προϋποθέσεων και της διαδικασίας για τη χρηματοδότηση Δήμων και Συνδέσμων Δήμων, στο εξής φορείς, με σκοπό τη λειτουργία καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς και την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των ζώων αυτών, δηλαδή την περισυλλογή, την ηλεκτρονική σήμανση, την καταγραφή, την αποπαρασίτωση, τη στείρωση, τον εμβολιασμό, την αποθεραπεία (συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης της λεϊσμανίασης), τη σίτισή τους, την υιοθεσία ή την επανένταξη τους, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις του ν. 4039/2012 (Α΄ 15), όπως ισχύει.
Άρθρο 2
Επιλεξιμότητα δαπανών
1. Επιλέξιμες δαπάνες αποτελούν οι:
α) Δαπάνες για τη βελτίωση υφιστάμενου καταφυγίου ζώων συντροφιάς, που αφορούν στον εξοπλισμό του και σε κινητά παραρτήματα, καθώς και δαπάνες που δε σχετίζονται με κατασκευή που προϋποθέτει τροποποίηση πολεοδομικής άδειας, με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσής του με τις διατάξεις για τα ενδιαιτήματα του ν. 604/1977 (Α΄ 163) και του π.δ. 463/1978 (Α΄ 96), όπως ισχύουν.
β) Δαπάνες για τη βελτίωση ήδη υφιστάμενου δημοτικού ιατρείου μικρών ζώων, με σκοπό την υλοποίηση ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, που αφορούν στον εξοπλισμό του χώρου του ιατρείου και σε κινητά παραρτήματα, καθώς και δαπάνες που δε σχετίζονται με κατασκευή που προϋποθέτει τροποποίηση πολεοδομικής άδειας.
γ) Δαπάνες για ιατρικό εξοπλισμό δημοτικού ιατρείου μικρών ζώων για τη διενέργεια κτηνιατρικών πράξεων ή επεμβάσεων, στα πλαίσια της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
δ) Δαπάνες για την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, σύμφωνα με τον ν. 4039/2012, όπως ισχύει, εξαιρουμένων όσων περιλαμβάνονται στις μη επιλέξιμες δαπάνες της παρ. 2.
ε) Δαπάνες για τη σίτιση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
2. Μη επιλέξιμες δαπάνες αποτελούν οι:
α) Δαπάνες που σχετίζονται με κατασκευή σε υφιστάμενο καταφύγιο ή δημοτικό ιατρείο μικρών ζώων, η οποία προϋποθέτει τροποποίηση πολεοδομικής άδειας. β) Δαπάνες για αγορά συστημάτων λογισμικών και εν γένει ηλεκτρονικού και τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού. γ) Δαπάνες για αγορά μεταφορικών μέσων για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
δ) Δαπάνες για μισθοδοσία υπαλλήλων, συμπεριλαμβανομένου του κτηνιάτρου που διενεργεί τις κτηνιατρικές πράξεις ή επεμβάσεις, στην περίπτωση που ο κτηνίατρος είναι υπάλληλος του Δήμου.
ε) Δαπάνες για αμοιβή των μελών των επιτροπών της παρ. 12 του άρθρου 9 του ν. 4039/2012, όπως ισχύει.
στ) Δαπάνες για έξοδα κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, υδροδότησης και τηλεπικοινωνιών των εγκαταστάσεων των καταφυγίων και των ιατρείων, καθώς και καυσίμων και διοδίων των οχημάτων περισυλλογής των αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
ζ) Δαπάνες για έξοδα υπηρεσιών φύλαξης και καθαριότητας των εγκαταστάσεων των φορέων, όπου φιλοξενούνται ή περιθάλπονται αδέσποτα ζώα συντροφιάς.
η) Δαπάνες για έξοδα συντήρησης, επισκευής ή ασφάλισης των αυτοκινήτων που χρησιμοποιούνται στα πλαίσια της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
θ) Δαπάνες για έξοδα οργάνωσης εκδηλώσεων των φορέων, γραφικής ύλης και ειδών ένδυσης.
ι) Δαπάνες για έξοδα αγοράς λοιπού εξοπλισμού λειτουργίας των εγκαταστάσεων ή του περιβάλλοντος χώρου των καταφυγίων και των ιατρείων των φορέων, όπως κηπουρικών εργασιών.
ια) Δαπάνες που αφορούν τον εξοπλισμό και τα φαρμακευτικά σκευάσματα, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 της αριθ. 1714/75275/6-7-2015 απόφασης του Υφυπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 1489).
ιβ) Δαπάνες για έξοδα χειρουργικών επεμβάσεων πλην των στειρώσεων.
3. Η χρηματοδότηση των φορέων ανέρχεται σε ποσοστό μέχρι εβδομήντα τοις εκατό (70%) του συνόλου των επιλέξιμων δαπανών της παρ. 1 που έχουν πραγματοποιήσει και εξοφλήσει. Ειδικά η χρηματοδότηση για το κόστος σίτισης των ζώων ανέρχεται σε ποσοστό μέχρι πενήντα τοις εκατό (50%) των δαπανών που έχουν πραγματοποιήσει και εξοφλήσει οι φορείς για το σκοπό αυτό.
4. Το ύψος του ποσοστού χρηματοδότησης των επιλέξιμων δαπανών προσδιορίζεται με την απόφαση της παρ. 15 του άρθρου 9 του ν. 4039/2012, όπως ισχύει, σε συνάρτηση με τον αριθμό των δικαιούχων χρηματοδότησης.
Άρθρο 3
Δυνητικοί Δικαιούχοι Προϋποθέσεις
Δυνητικοί δικαιούχοι της χρηματοδότησης για τις δαπάνες της παρ. 1 του άρθρου 2 είναι φορείς του άρθρου 1, εφόσον:
α) Η ίδρυση και η λειτουργία του καταφυγίου ή του ιατρείου είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978, όπως ισχύουν.
β) Η υλοποίηση των ενεργειών του άρθρου 1 για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του ν. 4039/2012, όπως ισχύει.
γ) Οι δαπάνες της παρ. 1 του άρθρου 2 για τις οποίες ο φορέας αιτείται χρηματοδότησης, έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και εξοφληθεί κατά την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4.
δ) Οι δραστηριότητες για τις οποίες δίνεται χρηματοδότηση, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 1 δεν έχουν εμπορικό σκοπό και δεν έχουν ενταχθεί σε άλλο εθνικό ή ενωσιακό πρόγραμμα χρηματοδότησης.
Άρθρο 4
Αίτηση χρηματοδότησης Δικαιολογητικά
1. Οι ενδιαφερόμενοι για τη χρηματοδότηση της παρούσας απόφασης φορείς, υποβάλλουν στις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) των οικείων Περιφερειακών Ενοτήτων (Π.Ε.) αίτηση χρηματοδότησης, στην οποία αναφέρονται τα πλήρη στοιχεία του φορέα και του υπεύθυνου εκπροσώπου του φορέα, με τον οποίο θα έρχονται σε επαφή οι αρμόδιες αρχές (τηλέφωνο, fax, ταχυδρομική διεύθυνση, ηλεκτρονική διεύθυνση) καθώς και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) του φορέα, και η οποία συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά των παρ. 2, 3 και 4, κατά περίπτωση.
2. Για τη βελτίωση καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς η αίτηση της παρ. 1 συνοδεύεται από τα κάτωθι δικαιολογητικά:
α) Άδεια ίδρυσης καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
β) Άδεια λειτουργίας καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
γ) Τεχνική μελέτη μετά του προβλεπόμενου κόστους στην οποία γίνεται αναλυτική περιγραφή των ενεργειών και των δαπανών που απαιτούνται για τη βελτίωση του καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς, υπογεγραμμένη από μηχανικό.
δ) Βεβαίωση Υπεύθυνη Δήλωση του αρμόδιου εκπροσώπου του φορέα, στην οποία δηλώνει:
αα) Ότι η ίδρυση και η λειτουργία του καταφυγίου ή του ιατρείου είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978, όπως ισχύουν και η υλοποίηση των ενεργειών του άρθρου 1 για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του ν. 4039/2012, όπως ισχύει.
ββ) Ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα για την οποία αιτείται χρηματοδότησης δεν έχει ενταχθεί σε άλλο εθνικό ή ενωσιακό πρόγραμμα χρηματοδότησης.
γγ) Ότι ο φορέας δεν θα αξιοποιήσει τις δραστηριότητες για τις οποίες θα λάβει χρηματοδότηση για εμπορικούς σκοπούς (όπως φιλοξενία/περίθαλψη ζώων με αμοιβή), αλλά αποκλειστικά για την υποδοχή/περίθαλψη αδέσποτων ζώων για λόγους δημόσιας υγείας και ασφάλειας.
δδ) Ότι ο φορέας θα εξασφαλίζει την ελεύθερη πρόσβαση των κτηνιάτρων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών των οικείων Περιφερειών και Π.Ε. και των κατά περίπτωση μικτών κλιμακίων ελέγχου, στις εγκαταστάσεις του ή στους χώρους που υλοποιούνται ενέργειες διαχείρισης των ζώων για οποιοδήποτε έλεγχο και θα ακολουθεί τις υποδείξεις τους.
ε) Απόφαση σύστασης του Συνδέσμου Δήμων, όταν ο ενδιαφερόμενος φορέας είναι Διαδημοτικός Σύνδεσμος, στην οποία αναφέρεται ρητά, σύμφωνα με το άρθρο 245 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114) ότι οι Δήμοι μέλη του καταβάλλουν τέλη και για την υλοποίηση ενεργειών διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
στ) νόμιμα εξοφλημένα παραστατικά δαπανών, όπως προβλέπονται στο ν. 4308/2014 (Α΄ 251).
3. Για τη βελτίωση δημοτικού ιατρείου μικρών ζώων, με σκοπό την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, η αίτηση της παρ. 1 συνοδεύεται από τα κάτωθι δικαιολογητικά:
α) Βεβαίωση συνδρομής νόμιμων προϋποθέσεων λειτουργίας ιατρείου μικρών ζώων.
β) Τεχνική μελέτη μετά του προβλεπόμενου κόστους στην οποία γίνεται αναλυτική περιγραφή των ενεργειών και των δαπανών που απαιτούνται για τη βελτίωση του δημοτικού ιατρείου μικρών ζώων, υπογεγραμμένη από μηχανικό.
γ) Τα δικαιολογητικά των περ. δ΄ ε΄ και στ΄ της παρ. 2.
4. Για την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς του άρθρου 1, η αίτηση της παρ. 1 συνοδεύεται από τα κάτωθι δικαιολογητικά:
α) Σύμβαση μεταξύ του φορέα και ιδιωτών που τυχόν έχει συναφθεί στα πλαίσια διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς.
β) Απολογιστική έκθεση των εργασιών, στην οποία αναφέρονται τα εξής στοιχεία:
αα) Αριθμός των ζώων που αντιμετωπίστηκαν κατά τη διάρκεια του έτους με τους αριθμούς ηλεκτρονικής σήμανσης του καθενός.
ββ) Είδος και ποσότητα φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν για τα ανωτέρω ζώα συνολικά.
γγ) Στην περίπτωση αγοράς ιατρικού εξοπλισμού της περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 2, αιτιολόγηση της αγοράς.
γ) Υπεύθυνη Δήλωση του αρμόδιου εκπροσώπου του φορέα, στην οποία αναφέρεται ότι ο φορέας τηρεί τα κάτωθι:
αα) Ατομικές καρτέλες των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα οποία διαχειρίστηκαν, κατά τη διάρκεια του έτους, οι οποίες περιλαμβάνουν τη φωτογραφία του αδέσποτου ζώου, το είδος, το φύλο, τη φυλή, το μέγεθος (π.χ. μικρόσωμο, μεσαίο, μεγαλόσωμο), τον αριθμό ηλεκτρονικής σήμανσης, την ημερομηνία περισυλλογής, την τοποθεσία περισυλλογής, την ημερομηνία και το είδος των εμβολιασμών, την ημερομηνία αποπαρασίτωσης, την ημερομηνία στείρωσης, το όνομα του κτηνιάτρου που πραγματοποίησε τη στείρωση, τον προορισμό του ζώου (υιοθεσία, επανένταξη, ευθανασία), την ημερομηνία επανένταξης του ζώου και τον τόπο επανένταξης του, τα στοιχεία του νέου ιδιοκτήτη στην περίπτωση υιοθεσίας του ζώου, την ημερομηνία ευθανασίας του ζώου σε περίπτωση ευθανασίας, την ημερομηνία και την αιτία θανάτου σε περίπτωση θανάτου του ζώου.
ββ) Βιβλίο εισερχομένων εξερχόμενων ζώων, στο οποίο περιγράφεται και η κατάσταση υγείας των ζώων.
γγ) Βιβλίο νοσηλείας των ασθενών ζώων, στο οποίο περιγράφονται ανά ζώο το είδος της παρεχόμενης νοσηλείας και το χρονικό διάστημα νοσηλείας.
δδ) Βιβλίο φαρμάκων, στο οποίο εγγράφονται το είδος και η ποσότητα των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται ανά ζώο και ανά ημέρα, αν ο ίδιος ο φορέας προμηθεύεται τα φάρμακα και αιτείται για τη χρηματοδότησή τους.
εε) Βιβλίο του εξοπλισμού του ιατρείου ανά είδος και ποσότητα εάν το ιατρείο ανήκει στον φορέα.
Τα βιβλία των υποπεριπτ. ββ΄, γγ΄, δδ΄, και εε΄ της παρούσας περίπτωσης αριθμούνται και θεωρούνται από τη ΔΑΟΚ της οικείας Π.Ε..
δ)Ταδικαιολογητικάτωνυποπερ.ββ΄έωςδδ΄τηςπερ.δ΄, της περ. ε΄ και της περ. στ΄ της παρ. 2.
ε) Βεβαίωση Υπεύθυνη Δήλωση του αρμόδιου εκπροσώπου του φορέα, στην οποία δηλώνει ότι η υλοποίηση των ενεργειών του άρθρου 1 για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του ν. 4039/2012, όπως ισχύει.
5. Τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση χρηματοδότησης κάθε φορέα διατηρούνται σε ατομικό φάκελο, μαζί με κατάσταση παραστατικών δαπανών από τα οποία προκύπτει το ύψος της κάθε πληρωμής.
6. Για τη χρηματοδότηση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 41 παρ. 3 του ν. 4129/2013 (Α΄ 52) όπως ισχύουν.
7. Για την έγκριση της χρηματοδότησης των φορέων απαιτούνται τα προβλεπόμενα με την αριθ. 2/39549/0026/11-6-2015 (Β΄ 1138) κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας καιΤουρισμούκαι Οικονομικώνκαιτοάρθρο 7 τουπ.δ. 80/ 2016 (Α΄ 194) δικαιολογητικά.
Άρθρο 5
Έλεγχος αίτησης χρηματοδότησης
1. Στην έδρα κάθε Π.Ε. συνιστάται τριμελής επιτροπή με έργο την αξιολόγηση των αιτήσεων των φορέων και τον έλεγχο της νομιμότητας, ορθότητας και πληρότητας των δικαιολογητικών του άρθρου 4, σύμφωνα και με τη νομοθεσία περί δημοσίου λογιστικού και περί προμηθειών του Δημοσίου. Η επιτροπή αποτελείται από:
α) Έναν υπάλληλο της οικείας Π.Ε. κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού με πτυχίο οικονομικών σπουδών, και αν δεν υπάρχει, του κλάδου ΤΕ Διοικητικού Οικονομικού με πτυχίο οικονομικών σπουδών, ως Πρόεδρο.
β) Έναν υπάλληλο της ΔΑΟΚ της οικείας Π.Ε., κλάδου ΠΕ Γεωτεχνικών με πτυχίο κτηνιατρικής, ως μέλος.
γ) Έναν υπάλληλο της οικείας Π.Ε. κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού, και αν δεν υπάρχει κλάδου ΤΕ Διοικητικού Οικονομικού, και αν δεν υπάρχει, κλάδου ΔΕ Διοικητικού Οικονομικού, ως μέλος.
Με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη ορίζονται τα μέλη της επιτροπής με τους αναπληρωτές τους. Καθήκοντα γραμματέα της επιτροπής ασκεί υπάλληλος της οικείας Π.Ε., οποιασδήποτε κατηγορίας και κλάδου. Σε περίπτωση αδυναμίας συγκρότησης της επιτροπής λόγω έλλειψης υπαλλήλων των ανωτέρω κλάδων και πτυχίων, η Π.Ε. διαβιβάζει τις αιτήσεις των φορέων σε όμορη Π.Ε. της ίδιας Περιφέρειας, προκειμένου να αξιολογηθούν από την αντίστοιχη επιτροπή.
2. Οι ΔΑΟΚ των Π.Ε. αποστέλλουν στη Διεύθυνση Προστασίας των Ζώων, Φαρμάκων και Κτηνιατρικών Εφαρμογών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εισήγηση με συνημμένο πίνακα, στον οποίο αναγράφονται σε ξεχωριστές στήλες οι φορείς που δικαιούνται χρηματοδότησης, το ποσό των εγκεκριμένων επιλέξιμων δαπανών ανά φορέα και ανά είδος δαπάνης (βελτίωση καταφυγίου, βελτίωση ιατρείου μικρών ζώων, σίτιση ζώων, υλοποίηση των υπόλοιπων ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων πλην της σίτισης των ζώων), καθώς και ο αριθμός των ζώων τα οποία έχει διαχειριστεί ο φορέας.
Άρθρο 6 Έναρξη ισχύος
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 29 Αυγούστου 2017
Οι Υπουργοί
Εσωτερικών
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗΣ
Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
Αναπληρωτής Υπουργός
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΙΡΩΝΗΣ
Αριθμ. 2613/2017 Τροποποίηση της υπ' αριθμ. 1339/11-4-2017 (ΦΕΚ 1341 Β') απόφασης της Υφυπουργού Εσωτερικών «Σύσταση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του άρθρου 27 του ν. 4399/2016 και καθορισμός του τρόπου λειτουργίας της στο Υπουργείο Εσωτερικών (τομέας Μακεδονίας και Θράκης)
Αριθμ. 2613
(ΦΕΚ Β' 3129/8-9-2017)
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α. Του ν. 4399/2016 «Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα το άρθρο 27 καθώς την παρ. 6β του άρθρου 14 και την παρ. 7 του άρθρου 85, αυτού (ΦΕΚ 117 Α').
β. Του ν. 2690/1999 «Κύρωση Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας», όπως ισχύει, και ειδικότερα τα άρθρα 13, 14 και 15 αυτού (ΦΕΚ 45 Α').
γ. Του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», όπως ισχύει (ΦΕΚ 176 Α').
δ. Του άρθρου 90 του «Κώδικα για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005, (ΦΕΚ 98 Α').
2. Το Π.Δ. 24/2015 «Σύσταση και μετονομασία Υπουργείων, μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (ΦΕΚ 20 Α').
3. Το Π.Δ. 70/2015 «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού» (ΦΕΚ 114 Α').
4. Το Π.Δ. 123/4-11-2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. (ΦΕΚ 208 Α')
5. Το π.δ. 125/5-11-2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 210 Α').
6. Το Π.Δ. 108/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Μακεδονίας και Θράκης» (ΦΕΚ Α' 175), όπως ισχύει.
7. Τη με αριθμ. 39324/6.12.2016 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εσωτερικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Εσωτερικών Μαρία Κόλλια -Τσαρουχά» (ΦΕΚ 3959 Β').
8. Τη με αριθμ. 1339/11.4.2017 απόφαση της Υφυπουργού Εσωτερικών «Σύσταση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του άρθρου 27 του ν. 4399/2016 και καθορισμός του τρόπου λειτουργίας της στο Υπουργείο Εσωτερικών (τομέας Μακεδονίας και Θράκης)» (ΦΕΚ 1341 Β').
9. Το γεγονός ότι λόγω της ιδιαίτερης σημασίας της λειτουργίας του συλλογικού οργάνου για την ανάπτυξη και γενικότερα την οικονομία της χώρας δύναται να συνεδριάζει εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας,
αποφασίζουμε:
Την τροποποίηση της υπ' αριθμ. 1339/11.4.2017 (ΦΕΚ 1341 Β') απόφασης της Υφυπουργού Εσωτερικών «Σύσταση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του άρθρου 27 του ν. 4399/2016 και καθορισμός του τρόπου λειτουργίας της στο Υπουργείο Εσωτερικών (τομέας Μακεδονίας και Θράκης)», ως προς τη σύνθεση των μελών της Γνωμοδοτικής Επιτροπής του άρθρου 1 παράγραφος 2, όπου απαλείφεται από μέλος ο Νομικός Σύμβουλος του Κράτους στο Υπουργείο Εσωτερικών (τομέας Μακεδονίας και Θράκης).
Από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη του Προϋπολογισμού Δημοσίων επενδύσεων.
Κατά τα λοιπά ισχύει η υπ' αριθμ. 1339/11.4.2017 (ΦΕΚ 1341 Β') απόφαση της Υφυπουργού Εσωτερικών.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Θεσσαλονίκη, 14 Ιουλίου 2017
Η Υφυπουργός
ΜΑΡΙΑ ΚΟΛΛΙΑ -ΤΣΑΡΟΥΧΑ
Αριθ. πρωτ.: ΦΟΡ.ΤΕΛ. ΑΚΑΔ. Α 1127760 ΕΞ 2017 Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε προγράμματα λογιστικής
Αριθ. Πρωτ: ΦΟΡ.ΤΕΛ.ΑΚΑΔ. Α1127760ΕΞ2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Τμήμα Α' -Προγραμματισμού, Ανάπτυξης και Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου
Ταχ. Δ/νση: Θεσσαλονίκης και Χανδρή 1
Ταχ. Κώδικας:18346, Μοσχάτο
Πληροφορίες:Λουίζα Χαλόφτη
Τηλέφωνο:210-4802632
Fax:
E-Mail:l.chalofti@aade.gr
Url:www.aade.gr
Θέμα: «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε προγράμματα λογιστικής»
Η Διεύθυνση της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας με στόχο την καλύτερη κατάρτιση και επιμόρφωση των στελεχών της Φορολογικής Διοίκησης, επιθυμεί να γνωρίσει στους Προϊσταμένους των Υπηρεσιών της, ότι το ΙΝ.ΕΠ. του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης στα πλαίσια του προγραμματισμού του για το Β' εξάμηνο του 2017, πρόκειται να υλοποιήσει τα εξής προγράμματα λογιστικής:
1) ΔΙΠΛΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Το πρόγραμμα είναι διάρκειας 35 ωρών και σε αυτό αναλύονται οι βασικές έννοιες της λογιστικής επιστήμης με έμφαση στην ολοκληρωμένη εφαρμογή του διπλογραφικού λογιστικού συστήματος εντός μιας χρήσης. Ειδική μνεία γίνεται στη λογιστική αποθεμάτων και παγίων, στην αποτίμηση στοιχείων απογραφής και στους μεταβατικούς λογαριασμούς και ολοκληρώνεται με τη μεθοδολογία ανάλυσης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε υπαλλήλους με βασικές γνώσεις λογιστικής.
2) ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ (ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ-ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ)
Το πρόγραμμα είναι διάρκειας 35 ωρών και σε αυτό αναλύονται το νομικό πλαίσιο και οι βασικές έννοιες των διαφόρων λογιστικών προτύπων (ΕΓΛΣ, ΕΛΠ, ΔΛΠ, IPSAS). Μέσα από τη συγκριτική παρουσίασή τους δίνεται έμφαση στα ενσώματα και άυλα μη κυκλοφορούντα (πάγια) περιουσιακά στοιχεία, στα αποθέματα και τέλος στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Παρουσιάζεται , επίσης, η μεθοδολογία κατάρτισης των ταμειακών ροών μέσω πρακτικών εφαρμογών.
Τέλος, το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με τη σύνταξη των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων στα πλαίσια των ομίλων οντοτήτων. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε υπαλλήλους με προχωρημένες γνώσεις λογιστικής.
Για την βέλτιστη διοργάνωση τμημάτων , ανάλογων με το πλήθος των συμμετεχόντων, παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για την τυχόν εκδήλωση ενδιαφέροντος , προκειμένου να συντονίσει η Διεύθυνση μας τη συμμετοχή και τη διαθεσιμότητα στα προαναφερθέντα προγράμματα.
Παρακαλώ να αποστείλετε συμπληρωμένο τον πίνακα , προκειμένου να συντονίσει η Διεύθυνση μας τη συμμετοχή.
Ο πίνακας να αποσταλεί έως την Παρασκευή 15/9/2017 στο mail: akadimia@aade.gr.
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
δρ ΘΕΟΔΩΡΑ ΛΑΖΑΡΕΤΟΥ
Ε.Ο.Π.Υ.Υ. αριθ. πρωτ.: ΔΒ4Γ/12768/2017 Παρέχονται οδηγίες σχετικά με την τήρηση των διατάξεων κατά την διαδικασία έκδοσης συνταγών
Μαρούσι, 11/9/2017
Αρ. Πρωτ.: ΔΒ4Γ/12768
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ
Εθνικός Οργανισμός
Παροχής Υπηρεσιών Υγείας
www.eopyy.gov.gr
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ: ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
και ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΑΓΟΡΑΣ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΦΑΡΜΑΚΟΥ
ΤΜΗΜΑ: ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ
ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ
ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΛΕΓΧΩΝ
Ταχ. Δ/νση: Αποστόλου Παύλου 12, Μαρούσι
Ταχ. Κώδικας: 151 23
Πληροφορίες: Α. Ξανθοπούλου
Τηλ.: 210 8110645,
Φαξ: 210 8110694
E-mail: d6@eopyy.gov.gr
ΘΕΜΑ: «Παρέχονται οδηγίες»
Με αφορμή τις διαπιστώσεις από τους ελέγχους που διενεργεί η Επιτροπή Ελέγχου Συνταγογραφίας, επανερχόμαστε και εφιστούμε την προσοχή των ιατρών στην πιστή τήρηση των διατάξεων κατά την διαδικασία έκδοσης συνταγών.
Ως γνωστόν στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ότι:
1. Αναγραφή της συνιστώμενης από τον ΕΟΦ δοσολογίας του φαρμάκου
Σύμφωνα με τον Νόμο 3457/06, άρθρο 8, παρ. 2 ορίζεται ότι «Η χορηγούμενη ποσότητα φαρμάκων ανά συνταγή δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες θεραπείας. Εξαιρούνται τα χρόνια νοσήματα, όπου εφαρμόζεται η επαναλαμβανόμενη συνταγή, όπως προβλέπεται στο Π.Δ. 67/2000» και παρ 4 «Απαγορεύεται, με ευθύνη του θεράποντος ιατρού, η συνταγογράφηση φαρμάκων εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων και δοσολογίας, όπως αυτά καθορίζονται στην Περίληψη Χαρακτηριστικών Προϊόντος που συνοδεύει το φάρμακο».
2. Συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία
Σύμφωνα με το Νόμο 4052/12, άρθρο 21, παρ. 5β ορίζεται ότι «Από 1ης Απριλίου 2012 όλοι οι ιατροί θα συνταγογραφούν στους ασφαλισμένους των ΦΚΑ κάνοντας αποκλειστική χρήση της χημικής ονομασίας (δραστική ουσία) των φαρμάκων .... Από 1ης Ιουνίου 2012 η συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία καθίσταται υποχρεωτική και καθολική», Υ.Α. ΔΥΓ3 (α)/οικ. ΓΥ/149/1.3.2012 (Εφαρμογή συνταγογράφησης με δραστική ουσία), παρ. 6: «Μετά την 1η Ιουνίου εφαρμόζεται η καθολική και υποχρεωτική συνταγογράφηση με βάση την δραστική ουσία για όλες τις θεραπευτικές κατηγορίες της θετικής λίστας» και Υ.Α. ΕΜΠ4/18.11.2012 (Μηχανισμός εφαρμογής και ενημέρωσης ιατρών για τη συνταγογράφηση βάσει δραστικής ουσίας και εξαιρέσεις από το σύστημα συνταγογράφησης βάσει δραστικής ουσίας), παρ. 3: «Η υποχρέωση τηςσυνταγογράφηση με βάση την δραστική ουσία ισχύει για όλες τις θεραπευτικές κατηγορίες και τα φάρμακα που εντάσσονται στον θετικό κατάλογο συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Εξαιρούνται από την υποχρέωση της συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία μόνον πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις φαρμάκων ή ασθενειών. Οι περιπτώσεις αυτές προσδιορίζονται με βάση ιατρικά και επιστημονικά διεθνή δεδομένα και με γνώμονα την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της θεραπείας και την ορθή διαχείριση των ασθενών και εξειδικεύονται στις παρ. 4 και 5 της παρούσας απόφασης. Στις περιπτώσεις αυτές δύναται η συνταγογράφηση να γίνεται και με την εμπορική ονομασία και επιπρόσθετα να απαγορεύεται με εντολή ιατρού η υποκατάσταση ή αλλαγή του φαρμάκου», παρ. 6: «Οι αποκλίσεις από όλες τις ανωτέρω ρυθμίσεις υποχρεωτικής συνταγογράφησης με βάση τη δραστική και τις εξαιρέσεις των παρ. 4 και 5, δεν δύναται να υπερβαίνουν το 15% της αξίας της συνολικής συνταγογράφησης του κάθε γιατρού στην διάρκεια του έτους. Ειδικότερα, όλες οι εξαιρέσεις θα πρέπει να αιτιολογούνται πλήρως, επαρκώς και γραπτώς από τους ιατρούς στο σύστημα Η.Σ.»
Επειδή έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις ιατρών που συνταγογραφούν ποσότητες φαρμάκων που υπερβαίνουν τις μέγιστες αναγκαίες για θεραπεία μηνός σε μηνιαίες συνταγές.
Επειδή έχουν παρατηρηθεί επίσης, πολλά περιστατικά συνταγογράφησης όπου ο ιατρός είτε στο πεδίο «Οδηγία» είτε στο πεδίο «Σχόλιο», προτείνει εμπορική ονομασία φαρμάκου και οι εν λόγω ιατροί δεν χρησιμοποιούν την επιλογή του 15% της εμπορικής ονομασίας που δίνει η ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Κάποιες φορές μάλιστα, παρατηρήθηκε η συμπλήρωση στο πεδίο «Σχόλιο» η φράση «Αλλαγή ή άρνηση εκτέλεσης της συνταγής συνεπάγεται πλήρη ανάληψη της ευθύνης από τον εκτελούντα για την αποτελεσματικότητα και τις τυχόν παρενέργειες των φαρμάκων». Υπενθυμίζεται ότι μόνο στην περίπτωση των εξαιρέσεων από την υποχρέωση της συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία, επιτρέπεται η απαγόρευση της υποκατάστασης ή αλλαγής του φαρμάκου με εντολή του ιατρού, σύμφωνα Υ.Α. ΕΜΠ4/18.11.2012 παρ. 3.
Παρακαλούμε για την πιστή τήρηση της νομοθεσίας κατά την συνταγογράφηση από τους ιατρούς, την αφαίρεση των μη νόμιμων λογισμικών από το σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και την μη κατεύθυνση των ασφαλισμένων σε συγκεκριμένα φαρμακεία. Η διαπίστωση παραβάσεων κατά την έκδοση συνταγών όπου δεν τηρούνται οι κείμενες διατάξεις επισύρει κυρώσεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΜΠΕΡΣΙΜΗΣ
Επ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιώς
ΔΕΕ - Υπόθεση C‑183/14 Νέος χαρακτηρισμός από την εθνική φορολογική διοίκηση συναλλαγής ως οικονομικής δραστηριότητας υποκείμενης σε ΦΠΑ — Αρχή της ασφάλειας δικαίου — Αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Εθνική ρύθμιση η οποία εξαρτά την άσκηση του δικαιώματος προς έκπτωση από την εγγραφή του οικείου οικονομικού φορέα στο μητρώο ΦΠΑ και την υποβολή φορολογικής δηλώσεως για τον συγκεκριμένο φόρο
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα)
της 9ης Ιουλίου 2015
«Προδικαστική παραπομπή — Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) — Οδηγία 2006/112/ΕΚ — Άρθρα 167, 168, 179 και 213 — Νέος χαρακτηρισμός από την εθνική φορολογική διοίκηση συναλλαγής ως οικονομικής δραστηριότητας υποκείμενης σε ΦΠΑ — Αρχή της ασφάλειας δικαίου — Αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Εθνική ρύθμιση η οποία εξαρτά την άσκηση του δικαιώματος προς έκπτωση από την εγγραφή του οικείου οικονομικού φορέα στο μητρώο ΦΠΑ και την υποβολή φορολογικής δηλώσεως για τον συγκεκριμένο φόρο»
Στην υπόθεση C‑183/14,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Curtea de Apel Cluj (Ρουμανία) με απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Απριλίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης
Radu Florin Salomie,
Nicolae Vasile Oltean,
κατά
Direcția Generală a Finanțelor Publice Cluj,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),
συγκείμενο από τους J.‑C. Bonichot (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, J. L. da Cruz Vilaça και Κ. Λυκούργο, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: N. Jääskinen
γραμματέας: L. Carrasco Marco, υπάλληλος διοικήσεως,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 11ης Μαρτίου 2015,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
—
ο R. F. Salomie και ο Ν. V. Oltean, εκπροσωπούμενοι από τους C. F. Costaş, L. Dobrinescu και T.‑D. Vidrean Capusan, avocats,
—
η Ρουμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον R.-H, Radu καθώς και από τις D. M. Bulancea και R. I. Haţieganu,,
—
η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την C. Soulay και τον A. Ştefănuc,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης καθώς και των άρθρων 167, 168, 179 και 213 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347, σ. 1).
2 Η υπό κρίση αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των R. F. Salomie και Ν. Oltean και, αφετέρου, της Direcția Generală a Finanțelor Publice Cluj (γενικής διευθύνσεως δημόσιων οικονομικών του Cluj, στο εξής: φορολογική διοίκηση) με αντικείμενο την υπαγωγή στον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) πωλήσεων ακινήτων που έλαβαν χώρα το 2009.
Το νομικό πλαίσιο
Η οδηγία 2006/112
3 Το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112 ορίζει τα εξής:
«Νοείται ως “υποκείμενος στον φόρο” οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.
Ως “οικονομική δραστηριότητα” θεωρείται κάθε δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες [...]. Ως οικονομική δραστηριότητα θεωρείται, επίσης, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.»
4 Κατά το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής:
«Τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρούν υποκείμενο στον φόρο οποιονδήποτε πραγματοποιεί ευκαιριακά πράξη αναγόμενη στις δραστηριότητες που προβλέπονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και ιδίως μία από τις ακόλουθες πράξεις:
α) παράδοση κτιρίων ή τμημάτων κτιρίων και του συνεχόμενου με αυτά εδάφους, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σε αυτά,
[...]».
5 Το άρθρο 167 της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:
«Το δικαίωμα έκπτωσης γεννάται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ο προς έκπτωση φόρος γίνεται απαιτητός.»
6 Το άρθρο 168 της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:
«Στον βαθμό που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεών του, ο υποκείμενος στον φόρο έχει το δικαίωμα, στο κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιεί τις πράξεις του, να εκπίπτει από τον οφειλόμενο φόρο τα ακόλουθα ποσά:
α) τον οφειλόμενο ή καταβληθέντα στο εν λόγω κράτος μέλος ΦΠΑ για τα αγαθά που του παραδόθηκαν ή πρόκειται να του παραδοθούν και για τις υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν ή πρόκειται να του παρασχεθούν από άλλον υποκείμενο στον φόρο,
[...]».
7 Κατά το άρθρο 169 της οδηγίας 2006/112:
«Εκτός από την έκπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 168, ο υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ που αναφέρεται στο άρθρο αυτό, εφόσον τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ακόλουθες πράξεις:
[...]».
8 Το άρθρο 179 της οδηγίας 2006/112 προβλέπει τα εξής:
«Η έκπτωση ενεργείται από τον υποκείμενο στον φόρο με την αφαίρεση, από το συνολικό ποσό του φόρου που οφείλεται για μία φορολογική περίοδο, του συνολικού ποσού του ΦΠΑ, για τον οποίο γεννήθηκε και ασκείται, σύμφωνα με το άρθρο 178, το δικαίωμα έκπτωσης, κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.
[…]»
9
Το άρθρο 213, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:
«Κάθε υποκείμενος στον φόρο δηλώνει την έναρξη, τη μεταβολή ή την παύση της δραστηριότητάς του ως υποκείμενου στον φόρο.
[...]»
10
Το άρθρο 214, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της έκτης οδηγίας έχει ως εξής:
«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να αποκτούν ατομικό αριθμό φορολογικού μητρώου τα ακόλουθα πρόσωπα:
a)
κάθε υποκείμενος στον φόρο [...] ο οποίος διενεργεί στο αντίστοιχο έδαφός τους παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών για τις οποίες του παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης [...].
[...]»
11
Το άρθρο 273 της ίδιας οδηγίας έχει ως εξής:
«Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν και άλλες υποχρεώσεις που κρίνουν αναγκαίες για τη διασφάλιση της ορθής είσπραξης του ΦΠΑ και την αποφυγή της απάτης, με την επιφύλαξη της τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των εσωτερικών πράξεων και των πράξεων που πραγματοποιούνται από υποκείμενους στον φόρο μεταξύ κρατών μελών και με την προϋπόθεση ότι οι υποχρεώσεις αυτές δεν οδηγούν, στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών, σε διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση συνόρων.
Η δυνατότητα που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την επιβολή επιπλέον υποχρεώσεων τιμολόγησης εκτός από αυτές που καθορίζονται στο κεφάλαιο 3.»
Το ρουμανικό δίκαιο
12
Το άρθρο 77bis, παράγραφος 1, του νόμου 571/2003 περί θεσπίσεως του φορολογικού κώδικα (Legea nr. 571/2003 privind Codul fiscal, Monitorul Oficial al României, μέρος I, αριθ. 927, της 23ης Δεκεμβρίου 2003, στο εξής: φορολογικός κώδικας) προβλέπει τα εξής:
«Σε περίπτωση πράξεως μεταβιβάσεως της κυριότητας ή μέρους αυτής, με δικαιοπραξίες εν ζωή αφορώσες κτίρια οποιουδήποτε είδους και το συνεχόμενο με αυτά έδαφος ή γήπεδα οποιουδήποτε είδους άνευ κτιρίων, οι φορολογούμενοι οφείλουν να καταβάλουν φόρο, ο οποίος υπολογίζεται ως εξής:
[...]».
13
Το άρθρο 127 του φορολογικού κώδικα ορίζει τα εξής:
«1) Νοείται ως “υποκείμενος στον φόρο” οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα εμπίπτουσα στην παράγραφο 2, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.
2) Κατά την έννοια του παρόντος τίτλου, οικονομικές δραστηριότητες είναι όλες οι δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εξορύξεως, των γεωργικών δραστηριοτήτων καθώς και των δραστηριοτήτων των ελευθέρων επαγγελμάτων ή των εξομοιουμένων προς αυτά. Ως οικονομική δραστηριότητα θεωρείται επίσης η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.
[...]»
14
Με το εκδοθέν κατά τη διαδικασία του επείγοντος διάταγμα 109, της 7ης Οκτωβρίου 2009, περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του νόμου 571/2003 περί θεσπίσεως του φορολογικού κώδικα, το οποίο τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2010, προστέθηκε η παράγραφος 2bis στο άρθρο 127 του φορολογικού κώδικα, η οποία έχει ως εξής:
«Με διάταξη νόμου προσδιορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα φυσικά πρόσωπα που πραγματοποιούν παραδόσεις ακίνητων αγαθών καθίστανται υποκείμενα στον φόρο.»
15
Το άρθρο 141, παράγραφος 2, του εν λόγω κώδικα, όπως ίσχυε έως τις 31 Δεκεμβρίου 2007, όριζε τα εξής:
«Απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ και οι ακόλουθες πράξεις:
[...]
f)
η παράδοση από οιονδήποτε κτιρίου, τμήματος κτιρίου και του συνεχόμενου με αυτό εδάφους, καθώς και οποιουδήποτε άλλου γηπέδου. Κατ’ εξαίρεση, η απαλλαγή δεν εφαρμόζεται στην παράδοση νέου κτιρίου, τμήματος κτιρίου ή οικοδομήσιμου γηπέδου, η οποία πραγματοποιείται από υποκείμενο στον φόρο που άσκησε ή θα μπορούσε να ασκήσει δικαίωμα εκπτώσεως, εν όλω ή εν μέρει, του φόρου που καταβλήθηκε για τη μετατροπή ή την ανέγερση του εν λόγω ακινήτου. [...]»
16
Το άρθρο 141, παράγραφος 2, στοιχείο f, του εν λόγω κώδικα, όπως είχε από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, προέβλεπε ότι από τον ΦΠΑ απαλλάσσεται:
«η παράδοση από οιονδήποτε κτιρίου, τμήματος κτιρίου και του συνεχόμενου με αυτό εδάφους, καθώς και οποιουδήποτε άλλου γηπέδου. Εντούτοις, η απαλλαγή δεν εφαρμόζεται στην παράδοση νέου κτιρίου, τμήματος κτιρίου ή οικοδομήσιμου γηπέδου [...]».
17
Το σημείο 3, παράγραφος 1, της κανονιστικής πράξεως 44/2004, της 22ας Ιανουαρίου 2004, για την κύρωση των εκτελεστικών διατάξεων του νόμου 571/2003 περί θεσπίσεως του φορολογικού κώδικα (Monitorul Oficial al României, μέρος I, αριθ. 112, της 6ης Φεβρουαρίου 2004), ως είχε από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, προβλέπει τα εξής:
«Για τους σκοπούς του άρθρου 127, παράγραφος 2, του φορολογικού κώδικα, η απόκτηση εισοδήματος από φυσικά πρόσωπα κατόπιν της πωλήσεως κατοικιών της προσωπικής τους περιουσίας ή άλλων αγαθών τα οποία χρησιμοποιούν για προσωπικούς σκοπούς δεν θεωρείται οικονομική δραστηριότητα, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι η εν λόγω δραστηριότητα ασκείται με σκοπό την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 127, παράγραφος 2, του φορολογικού κώδικα. […]»
18
Η κανονιστική πράξη 1620/2009, της 29ης Δεκεμβρίου 2009 (Monitorul Oficial al României, μέρος I, αριθ. 927 της 31ης Δεκεμβρίου 2009), συμπλήρωσε και τροποποίησε τις εκτελεστικές διατάξεις του φορολογικού κώδικα, τις οποίες θεσπίζει η κανονιστική πράξη 44/2004. Από την 1η Ιανουαρίου 2010, το σημείο 3 της κανονιστικής πράξεως 44/2004 ορίζει τα εξής:
«1)
Για τους σκοπούς του άρθρου 127, παράγραφος 2, του φορολογικού κώδικα, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, συμφώνως προς τη θεμελιώδη αρχή της ουδετερότητας του φόρου που διέπει το καθεστώς ΦΠΑ, αφορά κάθε είδος συναλλαγές, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους [...]
2)
Βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1, τα φυσικά πρόσωπα θεωρείται ότι δεν ασκούν οικονομική δραστηριότητα υποκείμενη στον φόρο όταν αποκτούν έσοδα από την πώληση κατοικιών της προσωπικής τους περιουσίας ή άλλων αγαθών τα οποία χρησιμοποιούν για προσωπικούς σκοπούς. […]
3)
Φυσικό πρόσωπο που υπόκειται ήδη στον φόρο λόγω άλλης δραστηριότητας θεωρείται ότι ασκεί οικονομική δραστηριότητα που συνίσταται στην εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, εφόσον ενεργεί υπό την ιδιότητά του κατά τρόπο ανεξάρτητο, η δε δραστηριότητα ασκείται με σκοπό την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 127, παράγραφος 2, του φορολογικού κώδικα.
4)
Σε περίπτωση ανεγέρσεως κτιρίων από φυσικά πρόσωπα με σκοπό την πώλησή τους, η οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ότι αρχίζει όταν το φυσικό πρόσωπο διαμορφώνει την πρόθεση να ασκήσει ανάλογη δραστηριότητα, η οποία εκτιμάται βάσει αντικειμενικών στοιχείων, όπως, ενδεικτικώς, το γεγονός ότι άρχισε να προβαίνει σε έξοδα ή/και σε επενδύσεις πριν την έναρξη της οικονομικής δραστηριότητας. Η οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ότι ασκείται κατά τρόπο συνεχή από την έναρξή της έως την παράδοση του ανεγερθέντος ακινήτου ή τμήματος κτιρίου, έστω και αν πρόκειται για μεμονωμένο ακίνητο.»
5)
Σε περίπτωση κτήσεως γηπέδων και/ή κτισμάτων από φυσικό πρόσωπο προς τον σκοπό πωλήσεως, η παράδοση των εν λόγω κτιρίων είναι οικονομική δραστηριότητα διαρκούς χαρακτήρα αν το φυσικό πρόσωπο πραγματοποιεί πλέον της μιας συναλλαγές κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους. Εντούτοις, αν το φυσικό πρόσωπο κατασκευάζει ήδη ακίνητο προς τον σκοπό πωλήσεως, συμφώνως προς την παράγραφο 4, δεδομένου ότι η οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ότι έχει ήδη ξεκινήσει και ότι είναι διαρκής, οποιαδήποτε άλλη συναλλαγή πραγματοποιείται μεταγενέστερα δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί ως έχουσα περιστασιακό χαρακτήρα. [...]
[...]»
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
19
Το 2007 οι R. F. Florin και Ν. Oltean, από κοινού με άλλα πέντε φυσικά πρόσωπα, συνήψαν εγγράφως σύμβαση εταιρίας, με σκοπό την ανέγερση και την πώληση τεσσάρων κτιρίων στη Ρουμανία. Η εταιρία αυτή δεν είχε νομική προσωπικότητα και δεν είχε δηλωθεί ούτε καταχωρισθεί σε μητρώο ΦΠΑ.
20
Το 2008 και το 2009, από τα 132 διαμερίσματα που είχαν κατασκευασθεί στο γήπεδο που ανήκε στην προσωπική περιουσία ενός εκ των προαναφερθέντων προσώπων, 122 πωλήθηκαν έναντι 10902275 ρουμανικών λέι (RON) συνολικώς, καθώς και 23 θέσεις σταθμεύσεως, χωρίς οι πωλήσεις αυτές να υπόκεινται σε ΦΠΑ.
21
Το 2010, κατόπιν ελέγχου πραγματοποιηθέντος από τη φορολογική διοίκηση, αυτή έκρινε ότι οι προαναφερθείσες συναλλαγές συνιστούσαν διαρκή οικονομική δραστηριότητα και ότι, επομένως, υπόκειντο σε ΦΠΑ από την 1η Οκτωβρίου 2008, καθόσον ο σχετικός με αυτές κύκλος εργασιών υπερέβαινε από τον Αύγουστο του 2008 το κατώφλι των 35000 ευρώ, κάτω από το οποίο οι οικονομικές δραστηριότητες απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ στη Ρουμανία.
22
Κατά συνέπεια, η φορολογική διοίκηση απαίτησε την απόδοση του οφειλόμενου ΦΠΑ για τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 2009 καθώς και την καταβολή τόκων υπερημερίας και εξέδωσε συναφώς διακριτές πράξεις προσδιορισμού φόρου.
23
Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι οι πωλήσεις των ακινήτων το 2008 και 2009 φορολογήθηκαν λόγω «μεταβιβάσεως ακινήτων της προσωπικής περιουσίας» συμφώνως προς το άρθρο 77bis του φορολογικού κώδικα.
24
Οι R. F. Salomie και Ν. Oltean άσκησαν ενώπιον του Tribunalul Cluj (πρωτοδικείο του Cluj) προσφυγή με αίτημα τη μερική ακύρωση των εν λόγω πράξεων προσδιορισμού φόρου, οι οποίες απορρίφθηκαν ως αβάσιμες.
25
Επιληφθέν κατόπιν προσφυγής, το Curtea de Apel Cluj (εφετείο του Cluj) ζητεί να διευκρινισθεί αν οι πράξεις προσδιορισμού φόρου τις οποίες εξέδωσε η φορολογική διοίκηση είναι σύμφωνες με την αρχή της ασφάλειας δικαίου, καθόσον, αφενός, οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων περί επιβολής ΦΠΑ στις συναλλαγές επί ακινήτων τέθηκαν σε εφαρμογή μόλις την 1η Ιανουαρίου 2010 και, αφετέρου, η διοικητική πρακτική της φορολογικής διοικήσεως συνίστατο κατά τα φαινόμενα, έως την εν λόγω ημερομηνία, στη μη επιβολή ΦΠΑ σε τέτοιου είδους συναλλαγές. Επιπλέον, η εν λόγω διοίκηση διέθετε επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να προσδιορίσει το φορολογικό καθεστώς των R. F. Salomie και Ν. Oltean από το 2008, καθώς ήταν ενήμερη σχετικά με την ύπαρξη των πωλήσεων στις οποίες αυτοί είχαν προβεί, έστω και αν τούτο οφειλόταν απλώς και μόνο στο ότι οι επίμαχες συναλλαγές είχαν φορολογηθεί δυνάμει του άρθρου 77bis του φορολογικού κώδικα.
26
Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο αμφιβάλλει ως προς τη συμβατότητα με την οδηγία 2006/112 του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών που προβλέπει το ρουμανικό δίκαιο, δυνάμει του οποίου πρόσωπο που κρίνεται καθυστερημένα ότι υπόκειται στον ΦΠΑ μπορεί να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ μόνο μετά την τακτοποίηση της φορολογικής του καταστάσεως μέσω εγγραφής στο μητρώο ΦΠΑ και την υποβολή φορολογικής δηλώσεως για τον φόρο αυτό.
27
Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Curtea de Apel Cluj ανέστειλε τη δίκη και αποφάσισε να υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1)
Μπορεί φυσικό πρόσωπο το οποίο συνάπτει με άλλα φυσικά πρόσωπα σύμβαση συστάσεως εταιρίας χωρίς νομική προσωπικότητα, η οποία δεν δηλώνεται ούτε καταχωρίζεται για φορολογικούς λόγους και έχει ως σκοπό την εκτέλεση μελλοντικού έργου (ανέγερση κτιρίου) σε γήπεδο που ανήκει στην προσωπική περιουσία ορισμένων από τους συμβαλλομένους, να θεωρηθεί, με γνώμονα τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κύριας δίκης, υποκείμενος στον ΦΠΑ, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας [2006/112], όταν [οι φορολογικές αρχές] αντιμετώπιζαν αρχικώς, από φορολογικής απόψεως, την παράδοση κτιρίων ανεγερθέντων επί γηπέδου ανήκοντος στην προσωπική περιουσία ορισμένων από τους συμβαλλομένους ως πώληση εμπίπτουσα στη διαχείριση της προσωπικής περιουσίας των εν λόγω προσώπων;
2)
Έχουν οι αρχές της ασφάλειας δικαίου, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καθώς και οι λοιπές γενικές αρχές περί ΦΠΑ, όπως απορρέουν από την οδηγία 2006/112, εξεταζόμενες με γνώμονα τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κύριας δίκης, την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική πρακτική στο πλαίσιο της οποίας [η φορολογική αρχή], αφού αρχικώς εισπράττει από το φυσικό πρόσωπο τον φόρο εισοδήματος λόγω μεταβιβάσεως περιουσιακών στοιχείων κυριότητάς του, χωρίς κάποια ουσιαστική τροποποίηση του πρωτογενούς δικαίου και βάσει των ίδιων πραγματικών στοιχείων, επανεξετάζει μετά από δύο έτη την κατάσταση και χαρακτηρίζει τις ίδιες πράξεις ως οικονομική δραστηριότητα υποκείμενη στον ΦΠΑ, υπολογίζοντας αναδρομικώς τις παρεπόμενες οφειλές;
3)
Έχουν τα άρθρα 167, 168 και 213 της οδηγίας [2006/112], εξεταζόμενα με γνώμονα την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, την έννοια ότι αντιτίθενται στον εκ μέρους [της φορολογικής αρχής], υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως στην κύρια δίκη, αποκλεισμό υποκειμένου στον φόρο από το δικαίωμά του να εκπέσει τον οφειλόμενο ή αποδοθέντα [ΦΠΑ] επί αγαθών και υπηρεσιών που χρησιμοποιήθηκαν για φορολογητέες πράξεις, για τον μόνο λόγο ότι ο υποκείμενος στον φόρο δεν είχε εγγραφεί στο μητρώο ΦΠΑ κατά τον χρόνο παροχής των σχετικών υπηρεσιών;
4)
Αντιτίθενται οι διατάξεις του άρθρου 179 της οδηγίας [2006/112], εξεταζόμενες με γνώμονα τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κύριας δίκης, σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει υποχρέωση του υποκειμένου στον φόρο, ο οποίος έχει υπαχθεί σε ειδικό καθεστώς απαλλαγής και ζήτησε εκπροθέσμως την εγγραφή του στο μητρώο ΦΠΑ, να καταβάλει τον φόρο που έπρεπε να είχε εισπραχθεί, χωρίς δικαίωμα εκπτώσεως του ποσού του εκπεστέου φόρου για κάθε φορολογική περίοδο, αν το δικαίωμα εκπτώσεως μπορεί να ασκηθεί μεταγενέστερα, μέσω φορολογικής δηλώσεως για τον συγκεκριμένο φόρο υποβληθείσας μετά την εγγραφή του υποκειμένου στον φόρο στο μητρώο ΦΠΑ, πράγμα που ενδέχεται να έχει συνέπειες όσον αφορά τον υπολογισμό των παρεπόμενων οφειλών;»
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου και του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος
28
Με τα πρώτα δύο προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν αντιβαίνει στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως στην κύρια δίκη, η απόφαση εθνικής φορολογικής διοικήσεως να επιβάλει, κατόπιν φορολογικού ελέγχου, ΦΠΑ στις συναλλαγές αυτές καθώς και η απαίτησή της να καταβληθούν επιπλέον τόκοι υπερημερίας.
29
Πρώτον, όσον αφορά την αρχή της ασφάλειας δικαίου, οι R. F. Salomie και Ν. Oltean αμφισβητούν την απόφαση αυτή, προβάλλοντας παραβίαση της συγκεκριμένης αρχής λόγω του ότι, όταν αυτοί προέβησαν στις συναλλαγές επί ακινήτων τις οποίες αφορά η εν λόγω απόφαση, τόσο η έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), η οποία ήταν σε ισχύ πριν την 1η Ιανουαρίου 2007, όσο και η κρίσιμη στον τομέα αυτό νομολογία του Δικαστηρίου δεν είχαν ακόμη δημοσιευθεί στη ρουμανική γλώσσα. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι, μέχρι το 2010, οι εθνικές φορολογικές αρχές δεν θεωρούσαν ότι οι επίμαχες συναλλαγές έπρεπε να υπόκεινται στον συγκεκριμένο φόρο.
30
Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης πρέπει να τηρούνται από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση των εξουσιών που τους παρέχουν οι οδηγίες της Ένωσης (βλ. υπό την έννοια αυτή, μεταξύ άλλων, αποφάσεις Gemeente Leusden και Holin Groep, C‑487/01 και C‑7/02, EU:C:2004:263, σκέψη 57· «Goed Wonen», C‑376/02, EU:C:2005:251, σκέψη 32, καθώς και Elmeka NE, C‑181/04 έως C‑183/04, EU:C:2006:563, σκέψη 31).
31
Όπως έχει κατ’ επανάληψη κρίνει το Δικαστήριο, η νομοθεσία της Ένωσης πρέπει να είναι σαφής, η δε εφαρμογή της προβλέψιμη από τους πολίτες, επιταγή που πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, οσάκις πρόκειται για διατάξεις που ενδέχεται να έχουν οικονομικές επιπτώσεις, ώστε να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν με ακρίβεια την έκταση των υποχρεώσεων που τους επιβάλλει η νομοθεσία της Ένωσης (απόφαση Ιρλανδία κατά Επιτροπής, 325/85, EU:C:1987:546, σκέψη 18).
32
Ομοίως, στους τομείς που καλύπτονται από το δίκαιο της Ένωσης, οι διατάξεις του δικαίου των κρατών μελών πρέπει να είναι διατυπωμένες με σαφήνεια, ώστε να καθίσταται δυνατό στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να γνωρίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους κατά τρόπο σαφή και ακριβή και στα δικαιοδοτικά όργανα να διασφαλίζουν την τήρησή τους (βλ. απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, 257/86, EU:C:1988:324, σκέψη 12).
33
Εν προκειμένω, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι διατάξεις όπως οι παρατιθέμενες στην απόφαση περί παραπομπής έχουν τέτοιο χαρακτήρα.
34
Ειδικότερα, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ως «υποκείμενος στον φόρο», κατά το άρθρο 127 του φορολογικού κώδικα, που μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο τις διατάξεις του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112, νοείται οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής και ότι ως «οικονομικές δραστηριότητες» νοούνται οι δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, εκ των οποίων, ιδίως, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.
35
Εξάλλου, το σημείο 3, παράγραφος 2, της κανονιστικής πράξεως 44/2004, για την κύρωση των εκτελεστικών διατάξεων του φορολογικού κώδικα διευκρινίζει ότι, κατά την έννοια του άρθρου 127, παράγραφος 2, του φορολογικού κώδικα, η απόκτηση εισοδήματος από φυσικά πρόσωπα κατόπιν της πωλήσεως κατοικιών της προσωπικής τους περιουσίας ή άλλων αγαθών τα οποία χρησιμοποιούν για προσωπικούς σκοπούς δεν θεωρείται οικονομική δραστηριότητα, εκτός εάν διαπιστωθεί ότι η εν λόγω δραστηριότητα ασκείται με σκοπό την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.
36
Τέλος, το άρθρο 141 του φορολογικού κώδικα, ως είχε το 2008 και το 2009, προβλέπει ότι η απαλλαγή από τον ΦΠΑ που εφαρμόζεται στην παράδοση κτιρίου ή τμήματος κτιρίου και του συνεχόμενου με αυτά εδάφους, δεν εφαρμόζεται στην παράδοση νέων κτιρίων, τμημάτων κτιρίου ή οικοδομήσιμων γηπέδων, πράγμα που, εξάλλου, είναι σύμφωνο προς τις αρχές που διέπουν τον ΦΠΑ κατά το δίκαιο της Ένωσης.
37
Επομένως, δεν μπορεί ευλόγως να υποστηριχθεί ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις του εθνικού δικαίου δεν ορίζουν κατά τρόπο αρκούντως σαφή και ακριβή ότι η παράδοση κτιρίων ή τμήματος κτιρίων και του συνεχόμενου με αυτά εδάφους μπορεί, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, να υπόκειται σε ΦΠΑ.
38
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, οι R. F. Salomie και Ν. Oltean δεν μπορούν ευλόγως να επικαλούνται, προς στήριξη του επιχειρήματός τους ότι το εφαρμοστέο εθνικό νομικό πλαίσιο δεν ήταν αρκούντως σαφές κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, τη μη δημοσίευση στη ρουμανική γλώσσα της νομολογίας του Δικαστηρίου στον τομέα αυτό καθώς και της έκτης οδηγίας 77/388, η οποία εν πάση περιπτώσει δεν ήταν πλέον σε ισχύ κατά την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Ρουμανίας στην Ένωση, την 1η Ιανουαρίου 2007.
39
Επομένως, οι περιστάσεις της υποθέσεως της κύριας δίκης δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτές της υποθέσεως στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Skoma‑Lux (C‑161/06, EU:C:2007:773), στην οποία το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι κανονισμός της Ένωσης που δεν δημοσιεύθηκε στη γλώσσα κράτους μέλους δεν μπορεί να αντιτάσσεται σε ιδιώτες εντός αυτού του κράτους.
40
Ασφαλώς, από την αρχή της ασφάλειας δικαίου προκύπτει ότι δεν μπορεί επ’ αόριστον να τίθεται εν αμφιβόλω η φορολογική κατάσταση του υποκειμένου στον φόρο (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση Fatorie, C‑424/12, EU:C:2014:50, σκέψη 46).
41
Εντούτοις, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν αντιτίθεται σε διοικητική πρακτική των εθνικών φορολογικών αρχών συνιστάμενη στην ανάκληση, εντός της προθεσμίας παραγραφής, αποφάσεως με την οποία οι εν λόγω αρχές αναγνώρισαν στον υποκείμενο στον φόρο δικαίωμα να εκπέσει τον ΦΠΑ και του επέβαλαν, κατόπιν νέου ελέγχου την υποχρέωση να αποδώσει τον φόρο αυτόν μετά τόκων υπερημερίας (βλ., υπό αυτή την έννοια, απόφαση Fatorie, C‑424/12, EU:C:2014:50, σκέψη 51).
42
Συνεπώς, το γεγονός απλώς και μόνον ότι η φορολογική διοίκηση χαρακτηρίζει εκ των υστέρων συναλλαγή ως οικονομική δραστηριότητα υποκείμενη σε ΦΠΑ, κατά τη διάρκεια προθεσμίας παραγραφής, δεν μπορεί αυτό καθεαυτό, ελλείψει άλλων περιστάσεων, να συνιστά παραβίαση της εν λόγω αρχής.
43
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να προβάλλεται ευλόγως ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, η κρίση της φορολογικής διοικήσεως, κατόπιν διενέργειας φορολογικού ελέγχου, ότι για τις επίμαχες συναλλαγές επί ακινήτων της υπό κρίση υποθέσεως είναι αντίθετη προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου.
44
Δεύτερον, όσον αφορά την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, το δικαίωμα επικλήσεως της αρχής αυτής έχουν όλοι οι πολίτες στους οποίους διοικητική αρχή δημιούργησε βάσιμες προσδοκίες, παρέχοντάς τους συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση Europäisch–Iranische Handelsbank κατά Συμβουλίου, C‑585/13 P, EU:C:2015:145, σκέψη 95).
45
Συναφώς, σκόπιμο είναι να εξετασθεί αν οι πράξεις διοικητικής αρχής δημιούργησαν σε σώφρονα και ενημερωμένο επιχειρηματία δικαιολογημένη εμπιστοσύνη και, αν τούτο ισχύει, να αποδειχθεί ο δικαιολογημένος χαρακτήρας αυτής της εμπιστοσύνης (βλ., υπό αυτή την έννοια, απόφαση Elmeka, C‑181/04 έως C‑183/04, EU:C:2006:563, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
46
Εντούτοις, από την περιγραφή της διοικητικής πρακτικής των εθνικών φορολογικών αρχών στην απόφαση περί παραπομπής, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται στην υπόθεση της κύριας δίκης.
47
Ειδικότερα, μολονότι η Ρουμανική Κυβέρνηση αμφισβήτησε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι το γεγονός ότι οι εθνικές φορολογικές αρχές δεν επέβαλαν συστηματικώς ΦΠΑ, μέχρι το 2010, σε συναλλαγές επί ακινήτων, όπως οι επίμαχες, καταρχήν δεν αρκεί, πλην όλως εξαιρετικών περιστάσεων, προκειμένου να δημιουργήσει σε σώφρονα και ενημερωμένο επιχειρηματία δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όσον αφορά τη μη υπαγωγή τέτοιου είδους συναλλαγών στον συγκεκριμένο φόρο, λαμβανομένων υπόψη όχι μόνον της σαφήνειας και της προβλεψιμότητας του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, αλλά και του γεγονότος ότι στην υπό κρίση υπόθεση πρόκειται, κατά τα φαινόμενα, για επαγγελματίες του κτηματομεσιτικού τομέα.
48
Ειδικότερα, τέτοιου είδους πρακτική, όσον αξιόμεμπτη και αν είναι, δεν είναι καταρχήν ικανή να παράσχει στους οικείους φορολογουμένους συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις όσον αφορά τη μη επιβολή του ΦΠΑ σε συναλλαγές επί ακινήτων όπως οι επίμαχες.
49
Επισημαίνεται, ακόμη, ότι, δεδομένου του μεγέθους της επίμαχης συναλλαγής επί ακινήτων, η οποία συνίστατο στην κατασκευή και την πώληση τεσσάρων κτιρίων με πλέον των 130 διαμερισμάτων, ένας σώφρων και ενημερωμένος επιχειρηματίας δεν μπορούσε ευλόγως να συναγάγει το συμπέρασμα ότι τέτοιου είδους συναλλαγή δεν υπόκειται σε ΦΠΑ, χωρίς να έχει λάβει, ή τουλάχιστον να επιχειρήσει να λάβει, σχετικώς συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις από τις αρμόδιες εθνικές φορολογικές αρχές.
50
Τρίτον και τελευταίο, όσον αφορά τη συμβατότητα με το δίκαιο της Ένωσης των τόκων υπερημερίας που επιβλήθηκαν εν προκειμένω από τη φορολογική αρχή, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι, ελλείψει εναρμονίσεως της νομοθεσίας της Ένωσης στον τομέα των κυρώσεων που επιβάλλονται σε περίπτωση μη τηρήσεως των προϋποθέσεων που προβλέπει σύστημα το οποίο έχει θεσπισθεί με τη νομοθεσία αυτή, τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να επιλέγουν τις κυρώσεις που θεωρούν κατάλληλες. Τα κράτη μέλη οφείλουν, ωστόσο, να ασκούν την αρμοδιότητα αυτή τηρώντας το δίκαιο της Ένωσης και τις γενικές αρχές του και, κατά συνέπεια, την αρχή της αναλογικότητας (βλ. απόφαση Fatorie, C‑424/12, EU:C:2014:50, σκέψη 50 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
51
Επομένως, μολονότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή είσπραξη του φόρου και η πάταξη της φοροδιαφυγής, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να προβλέπουν με τις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες τους τις κατάλληλες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμορφώσεως προς την υποχρέωση εγγραφής στο μητρώο υποκείμενων στον ΦΠΑ, οι κυρώσεις αυτές δεν πρέπει να βαίνουν πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών αυτών. Το εθνικό δικαστήριο είναι αρμόδιο να ελέγξει εάν το ύψος της κυρώσεως βαίνει πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών οι οποίοι συνίστανται στη διασφάλιση της ορθής εισπράξεως του φόρου και στην πάταξη της φοροδιαφυγής, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της εκάστοτε περιπτώσεως και ιδίως το ακριβές ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε και την ενδεχόμενη ύπαρξη απάτης ή καταστρατηγήσεως της ισχύουσας νομοθεσίας που να οφείλεται στον υποκείμενο στον φόρο στον οποίο έχει επιβληθεί κύρωση για την παράλειψή του να εγγραφεί στο μητρώο (βλ., επ’ αυτού, απόφαση Rēdlihs, C‑263/11, EU:C:2012:497, σκέψεις 45, 46 και 54).
52
Οι ίδιες αρχές ισχύουν για τους τόκους υπερημερίας, οι οποίοι, αν έχουν τον χαρακτήρα φορολογικών κυρώσεων, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, δεν μπορούν να είναι υπέρμετροι σε σχέση με τη βαρύτητα της μη τηρήσεως από τον υποκείμενο στον φόρο των υποχρεώσεών του.
53
Επομένως, στα δύο πρώτα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως στην κύρια δίκη, δεν αντιτίθεται στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης απόφαση εθνικής φορολογικής διοικήσεως να επιβάλει, κατόπιν φορολογικού ελέγχου, ΦΠΑ στις συναλλαγές καθώς και η απαίτησή της να καταβληθούν επιπλέον τόκοι υπερημερίας, υπό τον όρο ότι η απόφαση αυτή εκδόθηκε βάσει σαφών και ακριβών κανόνων και ότι η διοικητική πρακτική της εν λόγω αρχής δεν είναι ικανή να δημιουργήσει σε σώφρονα και ενημερωμένο επιχειρηματία δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όσον αφορά τη μη υπαγωγή τέτοιου είδους συναλλαγών στον συγκεκριμένο φόρο, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει. Οι τόκοι υπερημερίας που επιβάλλονται υπό τέτοιου είδους περιστάσεις πρέπει να είναι σύμφωνοι με την αρχή της αναλογικότητας.
Επί του τρίτου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος
54
Με το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν η οδηγία 2006/112 αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας αποκλείεται το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ, ο οποίος οφείλεται ή αποδίδεται επί των εισροών όσον αφορά αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο φορολογητέων συναλλαγών, του υποκείμενου στον φόρο, ο οποίος πρέπει, αντιθέτως, να αποδώσει τον φόρο που έπρεπε να είχε εισπράξει, για τον μοναδικό λόγο ότι δεν είχε εγγραφεί στο μητρώο ΦΠΑ κατά τον χρόνο παροχής των σχετικών υπηρεσιών, και τούτο έως ότου εγγραφεί προσηκόντως στο μητρώο ΦΠΑ και υποβάλει φορολογική δήλωση για τον συγκεκριμένο φόρο.
55
Τα άρθρα 167 επ. της οδηγίας 2006/112 διέπουν τη γέννηση και την έκταση του δικαιώματος προς έκπτωση. Ειδικότερα, είναι σκόπιμο να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 167 της εν λόγω οδηγίας, το συγκεκριμένο δικαίωμα γεννάται κατά τον χρόνο κατά τον οποίον ο εκπεστέος φόρος γίνεται απαιτητός.
56
Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το δικαίωμα προς έκπτωση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μηχανισμού του ΦΠΑ, το οποίο δεν μπορεί, καταρχήν, να περιορίζεται και ασκείται αμέσως για όλους τους φόρους που έχουν πλήξει τις πραγματοποιηθείσες σε προγενέστερο στάδιο πράξεις (βλ. υπό αυτή την έννοια, μεταξύ άλλων, αποφάσεις Gabalfrisa κ.λπ., C‑110/98 έως C‑147/98, EU:C:2000:145, σκέψη 43, καθώς και Idexx Laboratories Italia, C‑590/13, EU:C:2014:2429, σκέψεις 30 και 31).
57
Το καθεστώς αυτό έχει ως σκοπό να απαλλάξει πλήρως τον επιχειρηματία από το βάρος του ΦΠΑ τον οποίο οφείλει ή κατέβαλε εντός του πλαισίου των οικονομικών δραστηριοτήτων του. Κατά συνέπεια, το κοινό σύστημα του ΦΠΑ εξασφαλίζει πλήρη ουδετερότητα ως προς τη φορολογική επιβάρυνση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων, ανεξάρτητα από τον σκοπό ή τα αποτελέσματά τους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι δραστηριότητες αυτές υπόκεινται στον ΦΠΑ (βλ., υπό αυτή την έννοια, αποφάσεις Gabalfrisa κ.λπ., C‑110/98 έως C‑147/98, EU:C:2000:145, σκέψη 44, καθώς και Idexx Laboratories Italia, C‑590/13, EU:C:2014:2429, σκέψη 32).
58
Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η θεμελιώδης αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ απαιτεί να εκπίπτει ο φόρος εισροών αν ικανοποιούνται οι ουσιαστικές επιταγές, έστω και αν οι υποκείμενοι στον φόρο παρέλειψαν να τηρήσουν ορισμένες τυπικές επιταγές (βλ., υπό αυτή την έννοια, αποφάσεις Ecotrade, C‑95/07 και C‑96/07, EU:C:2008:267, σκέψη 63, Uszodaépítő, C‑392/09, EU:C:2010:569, σκέψη 39, Nidera Handelscompagnie, C‑385/09, EU:C:2010:627, σκέψεις 42 και 43, καθώς και Idexx Laboratories Italia, C‑590/13, EU:C:2014:2429, σκέψη 38).
59
Κατά συνέπεια, η φορολογική αρχή, εφόσον διαθέτει τα αναγκαία στοιχεία για να διαπιστώσει ότι έχουν τηρηθεί οι ουσιαστικές προϋποθέσεις, δεν μπορεί να επιβάλει, όσον αφορά το δικαίωμα του υποκείμενου στον φόρο προσώπου να προβεί σε έκπτωση του φόρου αυτού, πρόσθετες προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα την κατάργηση της δυνατότητας ασκήσεως του δικαιώματος αυτού (βλ. απόφαση Idexx Laboratories Italia, C‑590/13, EU:C:2014:2429, σκέψη 40).
60
Η διαλαμβανόμενη στο άρθρο 214 της οδηγίας 2006/112 χορήγηση αριθμού φορολογικού μητρώου, καθώς και η υποχρέωση του υποκείμενου στον φόρο να δηλώσει την έναρξη, τη μεταβολή και την παύση των δραστηριοτήτων του, την οποία προβλέπει το άρθρο 213 της εν λόγω οδηγίας αποτελούν τυπικές απαιτήσεις προς τους σκοπούς διενέργειας ελέγχου, οι οποίες δεν μπορούν να θέτουν εν αμφιβόλω, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα σε απαλλαγή από τον ΦΠΑ, εφόσον πληρούνται οι υλικές προϋποθέσεις της ενδοκοινοτικής παραδόσεως (βλ., υπό αυτή την έννοια, αποφάσεις Nidera Handelscompagnie, C‑385/09, EU:C:2010:627, σκέψη 50, Tóth, C‑324/11, EU:C:2012:549, σκέψη 32, και Ablessio, C‑527/11, EU:C:2013:168, σκέψη 32).
61
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ένας υποκείμενος σε ΦΠΑ δεν δύναται να εμποδιστεί να ασκήσει το δικαίωμά του εκπτώσεως με το αιτιολογικό ότι δεν είχε αποκτήσει αριθμό μητρώου ΦΠΑ πριν χρησιμοποιήσει στο πλαίσιο φορολογητέας δραστηριότητάς του τα αποκτηθέντα αγαθά (βλ., υπό αυτή την έννοια, μεταξύ άλλων, αποφάσεις Nidera Handelscompagnie, C‑385/09, EU:C:2010:627, σκέψη 51).
62
Επίσης, τα μέτρα που τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να θεσπίζουν, βάσει του άρθρου 273 της οδηγίας 2006/112, για να διασφαλίζεται η ορθή είσπραξη του φόρου και για να αποτρέπεται η απάτη δεν πρέπει να βαίνουν πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών αυτών και δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα να διακυβεύεται η ουδετερότητα του ΦΠΑ (βλ., υπό αυτή την έννοια, αποφάσεις Gabalfrisa κ.λπ., C‑110/98 έως C‑147/98, EU:C:2000:145, σκέψη 52, Collée, C‑146/05, EU:C:2007:549, σκέψη 26, Nidera Handelscompagnie, C‑385/09, EU:C:2010:627, σκέψη 49, καθώς και Idexx Laboratories Italie, C‑590/13, EU:C:2014:2429, σκέψεις 36 και 37).
63
Επομένως, ο αποκλεισμός λόγω της μη τηρήσεως από τον υποκείμενο στον φόρο των υποχρεώσεων συμβατότητας και δηλώσεως από το δικαίωμα προς έκπτωση βαίνει προδήλως πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού της διασφαλίσεως της ορθής εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων, καθόσον το δίκαιο της Ένωσης δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν, εφόσον είναι απαραίτητο, πρόστιμα ή χρηματικές ποινές ανάλογες με τη σοβαρότητα της παραβάσεως. Η εν λόγω πρακτική βαίνει επίσης πέραν του αναγκαίου μέτρου για τη διασφάλιση της επακριβούς είσπραξης του ΦΠΑ και την αποφυγή της φοροδιαφυγής, υπό την έννοια του άρθρου 273 της οδηγίας 2006/112, διότι μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα ακόμα και την απώλεια του δικαιώματος προς έκπτωση αν η διόρθωση της δήλωσης από την φορολογική αρχή πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη λήξη της αποσβεστικής προθεσμίας εντός της οποίας ο υποκείμενος στον φόρο μπορεί να ζητήσει την έκπτωση (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση Ecotrade, C‑95/07 και C‑96/07, EU:C:2008:267, σκέψεις 67 και 68).
64
Εν προκειμένω, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι πληρούνται οι ουσιαστικές απαιτήσεις που αφορούν το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου επί των εισροών και ότι, στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, κρίθηκε ότι οι προσφεύγοντες στην κύρια δίκη είναι υποκείμενοι στον ΦΠΑ. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η μετάθεση της ενεργοποιήσεως του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΠΑ στην υποβολή φορολογικής δηλώσεως εκ μέρους των εν λόγω υποκειμένων στον φόρο, για τον μοναδικό λόγο ότι δεν είχαν καταχωρισθεί στο μητρώο ΦΠΑ κατά τον χρόνο που έλαβαν χώρα οι υποκείμενες στον ΦΠΑ συναλλαγές, ενώ οι εν λόγω υποκείμενοι στην φόρο οφείλουν επιπλέον να αποδώσουν τον προαναφερθέντα φόρο, βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για τη διασφάλιση της ορθής εισπράξεως του φόρου και την αποφυγή της φοροδιαφυγής.
65
Ως εκ τούτου, στο τρίτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 2006/112 αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας αποκλείεται το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ, ο οποίος οφείλεται ή αποδίδεται επί των εισροών όσον αφορά αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο φορολογητέων συναλλαγών, υποκείμενου στον φόρο, ο οποίος πρέπει, αντιθέτως, να αποδώσει τον φόρο που όφειλε να εισπράξει, για τον μοναδικό λόγο ότι δεν είχε εγγραφεί στο μητρώο ΦΠΑ κατά τον χρόνο παροχής των σχετικών υπηρεσιών, και τούτο έως ότου εγγραφεί προσηκόντως στο μητρώο ΦΠΑ και υποβάλει φορολογική δήλωση για τον συγκεκριμένο φόρο.
Επί των δικαστικών εξόδων
66
Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφαίνεται:
1)
Υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως στην κύρια δίκη, δεν αντιβαίνουν στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης απόφαση εθνικής φορολογικής διοικήσεως να επιβάλει, κατόπιν φορολογικού ελέγχου, φόρο προστιθέμενης αξίας στις συναλλαγές καθώς και η απαίτησή της να καταβληθούν επιπλέον τόκοι υπερημερίας, υπό τον όρο ότι η απόφαση αυτή εκδόθηκε βάσει σαφών και ακριβών κανόνων και ότι η διοικητική πρακτική της εν λόγω αρχής δεν είναι ικανή να δημιουργήσει σε σώφρονα και ενημερωμένο επιχειρηματία δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όσον αφορά τη μη υπαγωγή τέτοιου είδους συναλλαγές στον συγκεκριμένο φόρο, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει. Οι τόκοι υπερημερίας που επιβάλλονται υπό τέτοιου είδους περιστάσεις πρέπει να είναι σύμφωνοι με την αρχή της αναλογικότητας.
2)
Η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας αποκλείεται το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας, ο οποίος οφείλεται ή αποδίδεται επί των εισροών όσον αφορά αγαθά και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο φορολογητέων συναλλαγών, υποκειμένου στον φόρο, ο οποίος πρέπει, αντιθέτως, να αποδώσει τον φόρο που όφειλε να εισπράξει, για τον μοναδικό λόγο ότι δεν είχε εγγραφεί στο μητρώο ΦΠΑ κατά τον χρόνο παροχής των σχετικών υπηρεσιών, και τούτο έως ότου εγγραφεί προσηκόντως στο μητρώο ΦΠΑ και υποβάλει φορολογική δήλωση για τον συγκεκριμένο φόρο.
ΔΕΕ - Yπόθεση C-6/16 Μερίσματα που διανέμονται από εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα σε κατοίκους τρίτων κρατών – Τεκμήριο – Φορολογική απάτη, φοροδιαφυγή και φορολογική κατάχρηση
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 7ης Σεπτεμβρίου 2017 «Προδικαστική παραπομπή – Άμεση φορολογία – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Παρακράτηση φόρου στην πηγή – Οδηγία 90/435/ΕΟΚ – Άρθρο 1, παράγραφος 2 – Άρθρο 5, παράγραφος 1 – Απαλλαγή – Μερίσματα που διανέμονται από εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα σε κατοίκους τρίτων κρατών – Τεκμήριο – Φορολογική απάτη, φοροδιαφυγή και φορολογική κατάχρηση»
Στην υπόθεση C- 6/16,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας, Γαλλία) με απόφαση της 30ής Δεκεμβρίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 6 Ιανουαρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης
Eqiom SAS, πρώην Holcim France SAS,
Enka SA
κατά
Ministre des Finances et des Comptes publics,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),
συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, A. Arabadjiev και C. G. Fernlund (εισηγητή), δικαστές,
γενική εισαγγελέας: J. Kokott
γραμματέας: V. Giacobbo-Peyronnel, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 30ής Νοεμβρίου 2016,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Eqiom SAS και η Enka SA, εκπροσωπούμενες από τον R. Alberti, avocat,
– η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον D. Colas και την S. Ghiandoni,
– η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον C. Thorning και την M. Wolff,
– η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και R. Kanitz,
– η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Α. Rubio González και τη V. Ester Casas,
– η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον E. De Bonis, avvocato dello Stato,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους W. Roels και L. Pamukcu,
αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιανουαρίου 2017,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 49 και 63 ΣΛΕΕ, καθώς και του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ 1990, L 225, σ. 6), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/123/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ 2004, L 7, σ. 41) (στο εξής: οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Eqiom SAS, πρώην Holcim France SAS, διαδόχου της εταιρίας Euro Stockage, και της Enka SA και, αφετέρου, της γαλλικής φορολογικής αρχής με αντικείμενο την άρνηση της τελευταίας να απαλλάξει από την παρακράτηση του φόρου στην πηγή τα μερίσματα που διένειμε η Euro Stockage στην Enka, μητρική της Euro Stockage.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Η τρίτη και η πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες αναφέρουν τα ακόλουθα:
«[Εκτιμώντας] ότι οι ισχύουσες φορολογικές διατάξεις που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ μητρικών και θυγατρικών εταιριών που ευρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη διαφέρουν αισθητά από ένα κράτος μέλος σε άλλο και είναι, γενικά, λιγότερο ευνοϊκές από τις εφαρμοζόμενες στις σχέσεις μεταξύ μητρικών και θυγατρικών εταιριών ευρισκομένων στο ίδιο κράτος μέλος– ότι, συνεπεία του γεγονότος αυτού, η συνεργασία μεταξύ εταιριών που ευρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη τίθεται σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τη συνεργασία εταιριών του ιδίου κράτους μέλους– ότι πρέπει να εξαλειφθεί αυτή η δυσμενής μεταχείριση με τη θέσπιση ενός κοινού καθεστώτος και να διευκολυνθούν έτσι οι συνενώσεις εταιριών σε κοινοτική κλίμακα–
[...]
[Εκτιμώντας] ότι πρέπει επίσης, προκειμένου να εξασφαλισθεί η φορολογική ουδετερότητα, να απαλλάσσονται από παρακράτηση στην πηγή τα διανεμηθέντα κέρδη μιας θυγατρικής εταιρίας προς τη μητρική της, εκτός από ορισμένες ειδικές περιπτώσεις [...]».
4 Το άρθρο 1 της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:
«1. Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει την παρούσα οδηγία:
– στις διανομές κερδών οι οποίες πραγματοποιούνται προς εταιρίες αυτού του κράτους και προέρχονται από θυγατρικές τους εταιρίες άλλων κρατών μελών,
– στις διανομές κερδών που πραγματοποιούνται από τις εταιρίες αυτού του κράτους προς εταιρίες άλλων κρατών μελών, των οποίων είναι θυγατρικές.
[...]
2. Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων ή διατάξεων διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις.»
5 Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα ακόλουθα:
«Τα κέρδη τα οποία η θυγατρική εταιρία καταβάλλει κατά τη διανομή στη μητρική εταιρία απαλλάσσονται από την παρακράτηση του φόρου στην πηγή.»
Το γαλλικό δίκαιο
6 Ο Code général des impôts (γενικός φορολογικός κώδικας, στο εξής: CGI), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, ορίζει στο άρθρο 119bis, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, τα ακόλουθα:
«Από τα εισοδήματα που διαλαμβάνονται στα άρθρα 108 έως 117bis παρακρατείται φόρος στην πηγή με συντελεστή καθοριζόμενο στο άρθρο 187, εφόσον αυτά αποκτώνται από πρόσωπα που δεν έχουν τη φορολογική κατοικία τους ή την έδρα τους στη Γαλλία. Οι λεπτομέρειες και οι όροι εφαρμογής της διατάξεως αυτής καθορίζονται με διάταγμα.»
7 Το άρθρο 119ter του CGI προβλέπει τα ακόλουθα:
«1. Η προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 119bis παρακράτηση στην πηγή δεν εφαρμόζεται στα μερίσματα που διανέμονται σε νομικό πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου από εταιρία ή από οργανισμό που υπόκειται σε φόρο εταιριών με τον συνήθη συντελεστή.
2. Για να τύχει της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 απαλλαγής, το νομικό πρόσωπο οφείλει να αποδείξει έναντι του οφειλέτη ή του προσώπου που προβαίνει στην καταβολή των εισοδημάτων αυτών ότι είναι ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων και ότι πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
a) η έδρα της πραγματικής διοικήσεώς του βρίσκεται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, χωρίς να είναι δυνατόν να θεωρηθεί, βάσει συμβάσεως για την αποφυγή της διπλής φορολογήσεως συναφθείσας με τρίτο κράτος, ότι έχει τη φορολογική κατοικία του εκτός της Κοινότητας·
b) έχει μια από τις νομικές μορφές που παρατίθενται στον κατάλογο που καταρτίζεται με απόφαση του υπουργού οικονομικών σύμφωνα με το παράρτημα της [οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες]·
c) συμμετέχει άμεσα, αδιαλείπτως επί σειρά δύο ή πλέον ετών, τουλάχιστον κατά ποσοστό 25 % στο κεφάλαιο του νομικού προσώπου που διανέμει τα μερίσματα, ή δεσμεύεται να διατηρήσει τη συμμετοχή αυτή αδιαλείπτως επί σειρά δύο τουλάχιστον ετών, και να ορίσει, όπως και στην περίπτωση του φόρου κύκλου εργασιών, έναν εκπρόσωπο που να είναι υπεύθυνος για την καταβολή της παρακρατήσεως στην πηγή της παραγράφου 1, σε περίπτωση αθετήσεως της δεσμεύσεως αυτής,
Το προβλεπόμενο στο προηγούμενο εδάφιο ποσοστό συμμετοχής ανέρχεται σε 20 % για τα μερίσματα που διανεμήθηκαν μεταξύ 1ηςΙανουαρίου 2005 και 31ης Δεκεμβρίου 2006, σε 15 % για τα μερίσματα που διανεμήθηκαν μεταξύ 1ηςΙανουαρίου 2007 και 31ης Δεκεμβρίου 2008 και σε 10 % για τα μερίσματα που διανεμήθηκαν από 1ηςΙανουαρίου 2009·
d) υπόκειται, στο κράτος μέλος όπου εδρεύει η πραγματική του διοίκηση, στον φόρο εταιριών του κράτους αυτού, χωρίς δυνατότητα επιλογής και χωρίς να απαλλάσσεται.
[...]
2bis. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται στα μερίσματα που διανέμονται στις μόνιμες εγκαταστάσεις των νομικών προσώπων που πληρούν τους όρους της παραγράφου 2, εφόσον οι μόνιμες αυτές εγκαταστάσεις βρίσκονται στη Γαλλία ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται οσάκις τα μερίσματα διανέμονται σε νομικό πρόσωπο που ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους κρατών μη μελών της Κοινότητας, εκτός αν το εν λόγω νομικό πρόσωπο αποδείξει ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από τις διατάξεις της παραγράφου 1.
[...]»
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
8 Η Eqiom, πρώην Holcim France, διάδοχος της Euro Stockage, εταιρία γαλλικού δικαίου, είναι θυγατρική της Enka, εταιρίας λουξεμβουργιανού δικαίου, στην οποία ανήκει κατά ποσοστό 100 %. Η τελευταία αυτή εταιρία ανήκει κατά ποσοστό άνω του 99 % στην κυπριακού δικαίου εταιρία Waverley Star Investments Ltd, η οποία υπόκειται στον πλήρη έλεγχο της εγκατεστημένης στην Ελβετία εταιρίας Campsores Holding SA.
9 Κατά τα έτη 2005 και 2006 η Euro Stockage κατέβαλε μερίσματα στη μητρική της εταιρία Enka. Κατόπιν λογιστικού ελέγχου που διενεργήθηκε στην Euro Stockage, η γαλλική φορολογική αρχή επέβαλε στην εν λόγω εταιρία την παρακράτηση στην πηγή που προβλέπεται στο άρθρο 119bis, παράγραφος 2, του CGI.
10 Οι δύο αυτές εταιρίες ζήτησαν να απαλλαγούν από την παρακράτηση στην πηγή, όπως προβλέπει το άρθρο 119ter του ανωτέρω κώδικα. Η προμνησθείσα φορολογική αρχή απέρριψε εντούτοις το αίτημά τους βάσει του άρθρου 119ter, παράγραφος 3, του εν λόγω κώδικα, το οποίο προβλέπει ότι τέτοια απαλλαγή δεν εφαρμόζεται οσάκις τα μερίσματα διανέμονται σε νομικό πρόσωπο ελεγχόμενο άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους κρατών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός αν το εν λόγω νομικό πρόσωπο αποδείξει ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την απαλλαγή.
11 Οι δύο εταιρίες προσέφυγαν ενώπιον του tribunal administratif de Montreuil (διοικητικού πρωτοδικείου του Montreuil, Γαλλία) με αίτημα την απαλλαγή από την επίμαχη παρακράτηση στην πηγή. Μετά την απόρριψη της προσφυγής τους με απόφαση της 28ης Απριλίου 2011, άσκησαν έφεση ενώπιον του cour administrative d’appel de Versailles (διοικητικού εφετείου Βερσαλλιών, Γαλλία), το οποίο επικύρωσε την απορριπτική απόφαση.
12 Οι ίδιες εταιρίες άσκησαν τότε αναίρεση ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας, Γαλλία) προβάλλοντας ότι η κρίσιμη φορολογική νομοθεσία δεν είναι συμβατή προς το πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης και προς την οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες.
13 Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Οσάκις εθνική νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους εισάγει στο εθνικό δίκαιο τη δυνατότητα την οποία προβλέπει το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435, είναι δυνατός ο έλεγχος, υπό το πρίσμα του πρωτογενούς δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των πράξεων ή των συμφωνιών με τις οποίες υλοποιείται αυτή η δυνατότητα;
2) Έχουν οι διατάξεις του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, οι οποίες παρέχουν στα κράτη μέλη ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως προκειμένου να καθορίζουν ποιες διατάξεις είναι “αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσειςˮ,την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτές η θέσπιση από κράτος μέλος μηχανισμού για τον αποκλεισμό από το πλεονέκτημα της απαλλαγής των μερισμάτων που καταβάλλονται σε νομικό πρόσωπο το οποίο ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους κρατών μη μελών της Ένωσης, εκτός αν το εν λόγω νομικό πρόσωπο αποδεικνύει ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την απαλλαγή;
3) α) Σε περίπτωση που η συμβατότητα με το δίκαιο της Ένωσης του προαναφερθέντος μηχανισμού για την πρόληψη των καταχρήσεων πρέπει να εκτιμηθεί και υπό το πρίσμα των διατάξεων της Συνθήκης, πρέπει αυτή, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού της επίδικης νομοθετικής ρυθμίσεως, να εξεταστεί υπό το πρίσμα των διατάξεων του [άρθρου 49 ΣΛΕΕ], παρά το γεγονός ότι η εταιρία στην οποία καταβάλλονται τα μερίσματα ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα, μέσω αλυσίδας συμμετοχών μεταξύ των κύριων σκοπών της οποίας συγκαταλέγεται η άντληση οφέλους από την απαλλαγή, από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών, οι οποίοι δεν μπορούν να επικαλεστούν την ελευθερία εγκαταστάσεως;
β) Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πρέπει η συμβατότητα αυτή να εξεταστεί υπό το πρίσμα των διατάξεων του [άρθρου 63 ΣΛΕΕ];
4) Έχουν οι ανωτέρω διατάξεις την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτές εθνική νομοθετική ρύθμιση που αποκλείει την απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή για τα μερίσματα τα οποία καταβάλλει εταιρία κράτους μέλους σε εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, όταν τα μερίσματα αυτά αποτελούν εισόδημα νομικού προσώπου το οποίο ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους κρατών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός αν το νομικό πρόσωπο αποδείξει ότι αυτή η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την απαλλαγή;»
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
14 Με τα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί κατά πόσον, αφενός, το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες και, αφετέρου, το άρθρο 49 ή το άρθρο 63 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική φορολογική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία εξαρτά τη χορήγηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής φορολογικού πλεονεκτήματος –ήτοι την απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή των κερδών που διανέμονται από εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, εφόσον η μητρική αυτή εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών– από την προϋπόθεση να αποδείξει η τελευταία ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την εν λόγω απαλλαγή.
Επί της δυνατότητας εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης
15 Δεδομένου ότι τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν τόσο διατάξεις της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες όσο και διατάξεις της Συνθήκης και δεδομένου ότι, σύμφωνα με πάγια νομολογία, κάθε εθνικό μέτρο σε τομέα ο οποίος έχει αποτελέσει αντικείμενο πλήρους εναρμονίσεως σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τις διατάξεις του μέτρου αυτού εναρμονίσεως και όχι εκείνες του πρωτογενούς δικαίου (απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017, Euro Park Service, C-14/16, EU:C:2017:177, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), πρέπει απαραιτήτως να καθοριστεί ευθύς εξαρχής κατά πόσον το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες προβαίνει σε τέτοια εναρμόνιση.
16 Διαπιστώνεται συναφώς ότι, όπως σαφώς προκύπτει από το γράμμα της διατάξεως αυτής, δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση εν προκειμένω.
17 Πράγματι, το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες αναγνωρίζει απλώς στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τις εθνικές διατάξεις ή τις διατάξεις διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις. Ως εκ τούτου, τέτοιες διατάξεις μπορούν να εκτιμώνται με γνώμονα το πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης.
18 Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία θεσπίστηκε προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες, μπορεί να εκτιμηθεί με γνώμονα όχι μόνον τις διατάξεις της οδηγίας αυτής, αλλά και των σχετικών επίσης διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου.
Επί του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες
19 Προκαταρκτικώς, πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν αμφισβητείται, αφενός, ότι οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης εταιρίες εμπίπτουν στην οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες και, αφετέρου, ότι τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης διανεμηθέντα κέρδη εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής.
20 Όπως προκύπτει από την τρίτη αιτιολογική της σκέψη, σκοπός της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες είναι να εξαλείψει, με τη θέσπιση κοινού φορολογικού καθεστώτος, κάθε δυσμενέστερη μεταχείριση της συνεργασίας μεταξύ εταιριών διαφορετικών κρατών μελών σε σχέση με τη συνεργασία μεταξύ εταιριών του ιδίου κράτους μέλους και να διευκολύνει επομένως τη συνένωση εταιριών σε κλίμακα Ένωσης. Η οδηγία αποβλέπει δηλαδή στο να εξασφαλίσει την ουδετερότητα, σε επίπεδο φορολογίας, της διανομής κερδών από μια εγκατεστημένη σε κράτος μέλος εταιρία στην εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος μητρική της εταιρία (απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017, Wereldhave Belgium κ.λπ., C-448/15, EU:C:2017:180, σκέψη 25 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
21 Για τον σκοπό αυτό, η πέμπτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας αναφέρει ότι, προκειμένου να εξασφαλισθεί η φορολογική ουδετερότητα, πρέπει να απαλλάσσονται από την παρακράτηση στην πηγή τα κέρδη που η θυγατρική εταιρία διανέμει στη μητρική της.
22 Με βάση τα ανωτέρω, προκειμένου να αποφευχθεί η διπλή φορολόγηση, το άρθρο 5, παράγραφος 1, της ίδιας αυτής οδηγίας εισάγει την αρχή της απαγορεύσεως των παρακρατήσεων στην πηγή επί των κερδών που διανέμει η εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος θυγατρική εταιρία στην εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος μητρική της εταιρία (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 17ης Οκτωβρίου 1996, Denkavit κ.λπ., C-283/94, C-291/94 και C-292/94, EU:C:1996:387, σκέψη 22, καθώς και της 25ης Σεπτεμβρίου 2003, Océ van der Grinten, C-58/01, EU:C:2003:495, σκέψη 83).
23 Απαγορεύοντας στα κράτη μέλη να προβαίνουν σε παρακράτηση στην πηγή επί των κερδών που διανέμει η εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος θυγατρική εταιρία στην εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος μητρική της εταιρία, το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες περιορίζει την αρμοδιότητα των κρατών μελών όσον αφορά τη φορολόγηση των κερδών που διανέμουν οι εγκατεστημένες στο έδαφός τους εταιρίες σε εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος εταιρίες (βλ., συναφώς, απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2009, Gaz de France – Berliner Investissement, C-247/08, EU:C:2009:600, σκέψη 38).
24 Τα κράτη μέλη δεν δύνανται, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν μονομερώς περιοριστικά μέτρα και να εξαρτούν από όρους το προβλεπόμενο στο προμνησθέν άρθρο 5, παράγραφος 1, δικαίωμα απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή (βλ., συναφώς, διάταξη της 4ης Ιουνίου 2009, KBC Bank και Beleggen, Risicokapitaal, Beheer, C-439/07 και C-499/07, EU:C:2009:339, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
25 Εντούτοις, το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες προβλέπει ότι η οδηγία αυτή δεν εμποδίζει την εφαρμογή εθνικών διατάξεων ή διατάξεων διεθνών συμβάσεων που είναι αναγκαίες για να αποφεύγονται φορολογικές απάτες και καταχρήσεις.
26 Όπως ανέφερε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 24 και 25 των προτάσεών της, καίτοι το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες αντανακλά τη γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης κατά την οποία ουδείς δύναται να απολαύει καταχρηστικώς ή δολίως των δικαιωμάτων που προβλέπει το νομικό σύστημα της Ένωσης, εντούτοις, στον βαθμό που συνιστά παρέκκλιση από τους φορολογικούς κανόνες που θεσπίζει η εν λόγω οδηγία, η ανωτέρω διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικώς (βλ., συναφώς, απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2003, Océ van der Grinten, C-58/01, EU:C:2003:495, σκέψη 86).
27 Επομένως, η δυνατότητα που παρέχει το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, στον τομέα που διέπεται από αυτήν, εθνικές διατάξεις ή διατάξεις διεθνών συμβάσεων προκειμένου να αποτραπούν φορολογικές απάτες και καταχρήσεις δεν επιδέχεται ερμηνεία βαίνουσα πέραν του ίδιου του γράμματος της διατάξεως αυτής (βλ., συναφώς, απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2003, Océ van der Grinten, C-58/01, EU:C:2003:495, σκέψη 86).
28 Πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι, όπως προκύπτει από το γράμμα της, η προμνησθείσα διάταξη επιτρέπει αποκλειστικώς την εφαρμογή εθνικών διατάξεων ή διατάξεων διεθνών συμβάσεων «που είναι αναγκαίες» για τον σκοπό αυτό.
29 Τίθεται επομένως το ζήτημα κατά πόσον μια εθνική φορολογική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης πληροί την απαίτηση αυτή περί αναγκαιότητας.
30 Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να υπομνησθεί ότι, για να εκληφθεί μια εθνική νομοθεσία ως σκοπούσα στην αποτροπή απάτης και καταχρήσεων, ο ειδικός της σκοπός θα πρέπει να είναι η παρεμπόδιση συμπεριφορών που συνίστανται στη δημιουργία αμιγώς τεχνητών μεθοδεύσεων, ασχέτων προς την οικονομική πραγματικότητα, με στόχο την παροχή αδικαιολογήτου φορολογικού πλεονεκτήματος (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 12ης Σεπτεμβρίου 2006, Cadbury Schweppes και Cadbury Schweppes Overseas, C-196/04, EU:C:2006:544, σκέψη 55, καθώς και της 5ης Ιουλίου 2012, SIAT, C-318/10, EU:C:2012:4153, σκέψη 40).
31 Επομένως, ένα γενικό τεκμήριο απάτης και καταχρήσεων δεν είναι δυνατόν να δικαιολογήσει φορολογικό μέτρο το οποίο διακυβεύει τους σκοπούς μιας οδηγίας, ούτε φορολογικό μέτρο που διακυβεύει την άσκηση θεμελιώδους ελευθερίας την οποία εγγυάται η Συνθήκη (αποφάσεις της 26ης Σεπτεμβρίου 2000, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑478/98, EU:C:2000:497, σκέψη 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 5ης Ιουλίου 2012, SIAT, C-318/10, EU:C:2012:4153, σκέψη 38).
32 Για να εξακριβώσουν κατά πόσον μια ενέργεια αποβλέπει σε απάτη και σε καταχρήσεις, οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεν είναι δυνατόν να περιορίζονται στη εφαρμογή προκαθορισμένων γενικών κριτηρίων, αλλά οφείλουν να προβαίνουν σε ατομική εξέταση συνολικώς της οικείας πράξεως. Η καθιέρωση φορολογικού μέτρου γενικής ισχύος που αποκλείει αυτομάτως ορισμένες κατηγορίες υποκειμένων στον φόρο από το φορολογικό πλεονέκτημα, χωρίς η φορολογική αρχή να υποχρεούται να προσκομίσει έστω και αρχή αποδείξεως ή ενδείξεων απάτης ή καταχρήσεων, θα έβαινε πέραν του αναγκαίου μέτρου για την αποτροπή απάτης ή καταχρήσεων (βλ., συναφώς, απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017, Euro Park Service, C-14/16, EU:C:2017:177, σκέψεις 55 και 56).
33 Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης φορολογική νομοθεσία δεν έχει ως ειδικό αντικείμενο να αποκλείσει από το φορολογικό πλεονέκτημα τις αμιγώς τεχνητές μεθοδεύσεις που αποβλέπουν στην αδικαιολόγητη χορήγηση του πλεονεκτήματος αυτού, αλλά αφορά, εν γένει, κάθε περίπτωση όπου μια μητρική εταιρία η οποία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από κατοίκους τρίτων κρατών έχει την έδρα της, για οιονδήποτε λόγο, εκτός Γαλλίας.
34 Πλην όμως, όπως ανέφερε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 27 και 28 των προτάσεών της, η περίσταση και μόνον ότι μια εγκατεστημένη στην Ένωση εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από κατοίκους τρίτων κρατών δεν συνεπάγεται, αυτή καθαυτήν, την ύπαρξη μιας αμιγώς τεχνητής μεθοδεύσεως, άσχετης προς την οικονομική πραγματικότητα, που δημιουργήθηκε με αποκλειστικό στόχο την παροχή αδικαιολογήτου φορολογικού πλεονεκτήματος.
35 Επιπροσθέτως, πρέπει να διευκρινιστεί ότι, εν πάση περιπτώσει, μια τέτοια εταιρία υπόκειται στη φορολογική νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου είναι εγκατεστημένη (βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2002, Lankhorst-Hohorst, C-324/00, EU:C:2002:749, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
36 Ως εκ τούτου, εξαρτώντας την απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή των κερδών που διανέμονται από μια εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία στην εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική της εταιρία από την προϋπόθεση να αποδείξει η μητρική αυτή εταιρία ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την εν λόγω απαλλαγή, χωρίς να υποχρεούται η φορολογική αρχή να προσκομίσει έστω και αρχή αποδείξεως απάτης ή καταχρήσεων, η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης νομοθεσία καθιερώνει γενικό τεκμήριο απάτης και καταχρήσεων και υπονομεύει τον σκοπό που επιδιώκει η οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες, ήτοι την αποφυγή της διπλής φορολογήσεως των κερδών που διανέμονται από θυγατρική εταιρία στη μητρική της.
37 Η ως άνω ερμηνεία δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι η οικεία μητρική εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών. Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι ουδόλως προκύπτει από κάποια διάταξη της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες ότι η καταγωγή των μετόχων των εγκατεστημένων στην Ένωση εταιριών έχει αντίκτυπο στο δικαίωμα των εταιριών αυτών να απολαύουν των φορολογικών πλεονεκτημάτων που προβλέπει η εν λόγω οδηγία.
38 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, διαπιστώνεται ότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική φορολογική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία εξαρτά τη χορήγηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής φορολογικού πλεονεκτήματος –ήτοι της απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή των κερδών που διανέμονται από εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, εφόσον η μητρική αυτή εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών– από την προϋπόθεση να αποδείξει η τελευταία ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την εν λόγω απαλλαγή.
Επί της εφαρμοστέας ελευθερίας
39 Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το ζήτημα της φορολογικής μεταχειρίσεως των μερισμάτων ενδέχεται να άπτεται τόσο της ελευθερίας εγκαταστάσεως όσο και της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων (απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, Accor, C‑310/09, EU:C:2011:581, σκέψη 30 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
40 Ως προς το κατά πόσον μια εθνική νομοθεσία εμπίπτει στη μία ή στην άλλη ελευθερία κυκλοφορίας, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το αντικείμενο της κρίσιμης νομοθεσίας (απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, Accor, C-310/09, EU:C:2011:581, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
41 Το Δικαστήριο έχει κρίνει συναφώς ότι εθνική νομοθεσία η οποία εφαρμόζεται μόνον στα μερίδια συμμετοχής τα οποία επιτρέπουν την άσκηση αναμφισβήτητης επιρροής επί των αποφάσεων μιας εταιρίας και τον καθορισμό των δραστηριοτήτων της εμπίπτει στις σχετικές με την ελευθερία εγκαταστάσεως διατάξεις της Συνθήκης. Αντιθέτως, εθνικές διατάξεις που τυγχάνουν εφαρμογής επί μεριδίων συμμετοχής τα οποία αποκτώνται με μοναδικό σκοπό την πραγματοποίηση χρηματικής επένδυσης, χωρίς πρόθεση να ασκηθεί επιρροή στη διαχείριση και τον έλεγχο της επιχειρήσεως, πρέπει να εξετάζονται αποκλειστικώς υπό το πρίσμα της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων (απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, Accor, C-310/09, EU:C:2011:581, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
42 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης φορολογική νομοθεσία εφαρμοζόταν κατά τα έτη 2005 και 2006 στις εταιρίες οι οποίες συμμετείχαν στο κεφάλαιο των θυγατρικών τους κατά ποσοστό τουλάχιστον 20 %. Αντιθέτως, η απόφαση περί παραπομπής δεν περιέχει πληροφορίες ως προς τον σκοπό της νομοθεσίας αυτής.
43 Όπως ανέφερε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 42 των προτάσεών της, μια τέτοια συμμετοχή δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη ότι η εταιρία που έχει τη συμμετοχή ασκεί αναμφισβήτητη επιρροή στις αποφάσεις της εταιρίας που διανέμει τα μερίσματα (βλ., συναφώς, απόφαση της 13ης Απριλίου 2000, Baars, C-251/98, EU:C:2000:205, σκέψη 20).
44 Υπό τέτοιες περιστάσεις, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά στοιχεία της συγκεκριμένης υποθέσεως προκειμένου να καθορισθεί αν η συγκεκριμένη περίπτωση της κύριας δίκης εμπίπτει στη μία ή στην άλλη από τις εν λόγω ελευθερίες κυκλοφορίας (βλ., συναφώς, απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2012, Test Claimants in the FII Group Litigation, C-35/11, EU:C:2012:707, σκέψεις 93 και 94).
45 Όσον αφορά τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης πραγματικά περιστατικά, από τη δικογραφία που κατατέθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, η Enka κατείχε το συνολικό κεφάλαιο της γαλλικής της θυγατρικής, Euro Stockage.
46 Διαπιστώνεται, ως εκ τούτου, ότι ένα τέτοιο μερίδιο συμμετοχής συνεπαγόταν ότι η πρώτη αυτή εταιρία ασκούσε αναμφισβήτητη επιρροή επί των αποφάσεων της δεύτερης εταιρίας, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να καθορίζει τις δραστηριότητές της. Συνεπώς, οι εφαρμοστέες στα εν λόγω μερίδια συμμετοχής εθνικές διατάξεις πρέπει να εξετασθούν με γνώμονα την ελευθερία εγκαταστάσεως.
47 Στο πλαίσιο αυτό, προέχει να διευκρινιστεί ότι, αντιθέτως προς ό,τι διατείνεται η Γαλλική Κυβέρνηση, το γεγονός ότι η εγκατεστημένη σε κράτος μέλος διαφορετικό από τη Γαλλική Δημοκρατία μητρική εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών δεν στερεί από την εν λόγω εταιρία το δικαίωμα να επικαλεστεί την ελευθερία αυτή.
48 Πράγματι, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι από καμία διάταξη του δικαίου της Ένωσης δεν προκύπτει ότι η καταγωγή των μετόχων, φυσικών ή νομικών προσώπων, των εταιριών που είναι εγκατεστημένες στην Ένωση ασκεί κάποια επιρροή στο δικαίωμα αυτό, δεδομένου ότι μια εταιρία συνδέεται με την έννομη τάξη της Ένωσης, δυνάμει του άρθρου 54 ΣΛΕΕ, με κριτήριο τον τόπο της καταστατικής έδρας της και το δίκαιο βάσει του οποίου συστάθηκε, και όχι με κριτήριο την ιθαγένεια των μετόχων της (απόφαση της 1ης Απριλίου 2014, Felixstowe Dock and Railway Company κ.λπ., C-80/12, EU:C:2014:200, σκέψη 40).
49 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν χωρεί αμφιβολία ως προς το ότι η οικεία μητρική εταιρία είναι εγκατεστημένη στην Ένωση. Κατά συνέπεια, η εταιρία αυτή μπορεί να επικαλεστεί την ελευθερία εγκαταστάσεως.
50 Η εκτίμηση αυτή δεν είναι δυνατόν να τεθεί εν αμφιβόλω από τις εκτιμήσεις που περιέχονται στις σκέψεις 99 και 100 της αποφάσεως της 13ης Μαρτίου 2007, Test Claimants in the Thin Cap Group Litigation (C-524/04, EU:C:2007:161), δεδομένου ότι, αντιθέτως προς εκείνη την περίπτωση, στην υπόθεση της κύριας δίκης η μητρική εταιρία ασκεί έλεγχο στη θυγατρική της.
51 Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, πρέπει να δοθεί απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα υπό το πρίσμα της ελευθερίας εγκαταστάσεως.
Επί της ελευθερίας εγκαταστάσεως
52 Η ελευθερία εγκαταστάσεως, την οποία το άρθρο 49 ΣΛΕΕ αναγνωρίζει στους πολίτες της Ένωσης, παρέχει σε αυτούς τη δυνατότητα αναλήψεως και ασκήσεως μη μισθωτών δραστηριοτήτων, καθώς και συστάσεως και διαχειρίσεως επιχειρήσεων υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που καθορίζει η νομοθεσία του κράτους μέλους εγκαταστάσεως για τους δικούς του πολίτες. Η ελευθερία αυτή περιλαμβάνει, κατά το άρθρο 54 ΣΛΕΕ, για τις εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους και οι οποίες έχουν την καταστατική τους έδρα, την κεντρική τους διοίκηση ή την κύρια εγκατάστασή τους εντός της Ένωσης, το δικαίωμα να ασκούν τη δραστηριότητά τους στο οικείο κράτος μέλος μέσω θυγατρικής εταιρίας, υποκαταστήματος ή πρακτορείου (απόφαση της 17ης Ιουλίου 2014, Nordea Bank Danmark, C-48/13, EU:C:2014:2087, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
53 Όσον αφορά τη μεταχείριση εντός του κράτους μέλους υποδοχής, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, δεδομένου ότι το άρθρο 49, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, ΣΛΕΕ επιτρέπει ρητώς στις επιχειρήσεις να επιλέγουν ελεύθερα την κατάλληλη νομική μορφή για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους εντός άλλου κράτους μέλους, η ελεύθερη αυτή επιλογή δεν πρέπει να περιορίζεται από φορολογικές διατάξεις οι οποίες εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις (απόφαση της 17ης Μαΐου 2017, X, C-68/15, EU:C:2017:379, σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
54 Εξάλλου, πρέπει να χαρακτηρίζεται ως περιορισμός της ελευθερίας εγκαταστάσεως οιοδήποτε μέτρο απαγορεύει, παρακωλύει ή καθιστά λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ελευθερίας αυτής (απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017, Euro Park Service, C-14/16, EU:C:2017:177, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
55 Από τη δικογραφία που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι η απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή εξαρτάται από την επίμαχη προϋπόθεση, ήτοι να αποδείξει η εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την εν λόγω απαλλαγή, αποκλειστικώς στην περίπτωση που η εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία διανέμει κέρδη στη μητρική αυτή εταιρία, η οποία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών. Αντιθέτως, οσάκις τέτοια θυγατρική διανέμει κέρδη σε μια εγκατεστημένη στην ημεδαπή μητρική εταιρία η οποία επίσης ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών, η εγκατεστημένη στην ημεδαπή μητρική αυτή εταιρία μπορεί να επωφεληθεί της απαλλαγής χωρίς να υπόκειται σε τέτοια προϋπόθεση.
56 Μια τέτοια διαφορετική μεταχείριση είναι ικανή να αποθαρρύνει μια εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία από το να ασκεί δραστηριότητα στη Γαλλία μέσω θυγατρικής εγκατεστημένης στο κράτος μέλος αυτό και συνιστά, ως εκ τούτου, περιορισμό της ελευθερίας εγκαταστάσεως.
57 Ο περιορισμός αυτός μπορεί να επιτραπεί μόνον εφόσον αφορά περιπτώσεις που δεν είναι αντικειμενικώς συγκρίσιμες ή εφόσον δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος τους οποίους αναγνωρίζει το δίκαιο της Ένωσης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο περιορισμός πρέπει, επίσης, να είναι ικανός να διασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μη βαίνει πέραν του αναγκαίου προς τούτο μέτρου (απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2015, Timac Agro Deutschland, C-388/14, EU:C:2015:829, σκέψεις 26 και 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία)
58 Όσον αφορά τον συγκρίσιμο χαρακτήρα της περιπτώσεως μιας εγκατεστημένης στην ημεδαπή εταιρίας και εκείνης μιας εγκατεστημένης στην αλλοδαπή εταιρίας που λαμβάνουν μερίσματα από μια εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή των κερδών που η θυγατρική εταιρία διανέμει στη μητρική της αποσκοπεί, όπως σημειώθηκε στη σκέψη 22 της παρούσας αποφάσεως, στην αποφυγή διπλής ή αλλεπάλληλης φορολογήσεως των κερδών αυτών.
59 Παρότι το Δικαστήριο έχει κρίνει, σε σχέση με τα μέτρα που προβλέπει κράτος μέλος για την πρόληψη ή τη μείωση της αλλεπάλληλης ή της διπλής φορολογήσεως των διανεμόμενων από εγκατεστημένη στην ημεδαπή εταιρία κερδών, ότι οι ημεδαποί δικαιούχοι μέτοχοι δεν βρίσκονται κατ’ ανάγκη σε συγκρίσιμη κατάσταση με εκείνη των δικαιούχων μετόχων που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος, έχει επίσης διευκρινίσει ότι, από τη στιγμή που ένα κράτος μέλος ασκεί τη φορολογική του αρμοδιότητα όχι μόνον επί του εισοδήματος των ημεδαπών μετόχων, αλλά και επί εκείνου των αλλοδαπών μετόχων, για τα μερίσματα που λαμβάνουν από εγκατεστημένη στην ημεδαπή εταιρία, η κατάσταση των εν λόγω αλλοδαπών μετόχων προσεγγίζει την κατάσταση των ημεδαπών μετόχων (απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2006, Denkavit Internationaal και Denkavit France, C-170/05, EU:C:2006:783, σκέψεις 34 και 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
60 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, η Γαλλική Δημοκρατία επέλεξε να ασκήσει τη φορολογική της αρμοδιότητα επί των κερδών που διανέμει η εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία στην εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, οπότε πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία τελεί σε συγκρίσιμη κατάσταση με εκείνη της εγκατεστημένης στην ημεδαπή μητρικής εταιρίας.
61 Όσον αφορά τη δικαιολόγηση και τον αναλογικό του χαρακτήρα, η Γαλλική Δημοκρατία διατείνεται ότι ο εν λόγω περιορισμός δικαιολογείται τόσο από τον σκοπό καταπολεμήσεως της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής όσο και από εκείνον που άπτεται της διασφαλίσεως της ισόρροπης κατανομής της φορολογικής εξουσίας μεταξύ των κρατών μελών.
62 Το κράτος μέλος αυτό υποστηρίζει ειδικότερα ότι σκοπός της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης νομοθεσίας είναι να παρεμποδίσει την γνωστή ως «treaty shopping» πρακτική που συνίσταται στην εξεύρεσηορισμ μεθόδων με τις οποίες εταιρίες εγκατεστημένες σε τρίτο κράτος καταστρατηγούν την εφαρμογή του προβλεπόμενου από το γαλλικό δίκαιο ή από σύμβαση συναφθείσα μεταξύ τρίτου κράτους και της Γαλλίας συντελεστή παρακράτησης στην πηγή επί των μερισμάτων ημεδαπής προελεύσεως, προκειμένου να φορολογηθούν με χαμηλότερο συντελεστή προβλεπόμενο στη σύμβαση μεταξύ άλλου κράτους μέλους και του ίδιου τρίτου κράτους, μέσω της απαλλαγής από την παρακράτηση στην πηγή μεταξύ κρατών μελών την οποία προβλέπει η οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες.
63 Πρέπει να επισημανθεί συναφώς, αφενός, ότι ο σκοπός καταπολεμήσεως της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής και ο σκοπός διαφυλάξεως της ισόρροπης κατανομής της εξουσίας φορολογήσεως μεταξύ των κρατών μελών είναι αλληλένδετοι (απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2015, Timac Agro Deutschland, C‑388/14, EU:C:2015:829, σκέψη 47 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία) και, αφετέρου, ότι είναι ικανοί να δικαιολογήσουν περιορισμό της ασκήσεως των ελευθεριών κυκλοφορίας που διασφαλίζει η Συνθήκη, καθότι αποτελούν επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος (απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017, Euro Park Service, C-14/16, EU:C:2017:177, σκέψη 65 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
64 Ωστόσο, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο σκοπός καταπολεμήσεως της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής έχει το ίδιο περιεχόμενο, ανεξαρτήτως του αν γίνεται επίκλησή του κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες ή αν προβάλλεται προς δικαιολόγηση περιορισμού στο πρωτογενές δίκαιο. Ως εκ τούτου, τα όσα παρατέθηκαν στις σκέψεις 30 έως 36 της παρούσας αποφάσεως ισχύουν επίσης όσον αφορά την ελευθερία αυτή.
65 Συνεπώς, ο σκοπός καταπολεμήσεως της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, τον οποίον επικαλείται η Γαλλική Δημοκρατία στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν είναι δυνατόν να δικαιολογήσει περιορισμό στην ελευθερία εγκαταστάσεως.
66 Λαμβανομένων υπόψη όλων των προεκτεθεισών σκέψεων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες, αφενός, και το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, αφετέρου, έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική φορολογική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία εξαρτά τη χορήγηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής φορολογικού πλεονεκτήματος –ήτοι την απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή των κερδών που διανέμονται από εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, εφόσον η μητρική αυτή εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών– από την προϋπόθεση να αποδείξει η τελευταία ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την εν λόγω απαλλαγή.
Επί των δικαστικών εξόδων
67 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 90/435/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1990, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2003/123/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, αφενός, και το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, αφετέρου, έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική φορολογική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία εξαρτά τη χορήγηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής φορολογικού πλεονεκτήματος –ήτοι την απαλλαγή από την παρακράτηση στην πηγή των κερδών που διανέμονται από εγκατεστημένη στην ημεδαπή θυγατρική εταιρία σε εγκατεστημένη στην αλλοδαπή μητρική εταιρία, εφόσον η μητρική αυτή εταιρία ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από έναν ή περισσότερους κατοίκους τρίτων κρατών– από την προϋπόθεση να αποδείξει η τελευταία ότι η αλυσίδα συμμετοχών δεν έχει ως κύριο σκοπό ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της την άντληση οφέλους από την εν λόγω απαλλαγή.
Αριθμ. ΥΦ. ΟΙΚ. 0001234 ΕΞ 2017 Καθορισμός της λειτουργίας της Διαρκούς Επιτροπής με την ονομασία «Συντονιστική Επιτροπή για την αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών ακινήτων και την αξιοποίηση της Βάσης Δεδομένων της Τράπεζας Αξιών Ακινήτων», του άρθρου 71 του ν. 4484/2017.
Αριθμ. ΥΦ. ΟΙΚ. 0001234 ΕΞ 2017
(ΦΕΚ Β' 3159/11-09-2017)
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
1) του άρθρου 71 του ν. 4484/2017 (Α΄110),
2) των άρθρων 13-15 του ν.2960/1999,
3) των του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98),
4) του Π.Δ. 111/2014 (Α΄ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών»,
5) του π.δ. 125/2016 (Α΄ 210): «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών»,
6) της υπ΄ αριθμ. ΥΑ ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14.11.2016 (Β΄3696/ 2016) απόφασης: «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».
2. Την ανάγκη καθορισμού της λειτουργίας της Επιτροπής.
3. Το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη,
αποφασίζουμε:
Οι συνεδριάσεις της Διαρκούς Επιτροπής με ονομασία «Συντονιστική Επιτροπή για την αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών ακινήτων και την αξιοποίηση της Βάσης Δεδομένων της Τράπεζας Αξιών Ακινήτων», του άρθρου 71 του ν. 4484/2017, γίνονται ως εξής:
1. Η Επιτροπή συνεδριάζει όσο συχνά απαιτείται προκειμένου να ανταποκριθεί στους στόχους της. Συγκαλείται από τον Πρόεδρό της, ο οποίος καθορίζει την ημερήσια διάταξη, καθώς και τον τόπο και το χρόνο της συνεδρίασης.
2. Για τη διαμόρφωση της ημερήσιας διάταξης, τα μέλη της Επιτροπής υποβάλλουν τις προτάσεις τους έως μία (1) εβδομάδα πριν τη συνεδρίαση αυτής.
3. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής δύναται να προσκαλεί κατά την κρίση του στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Κυβερνητικά στελέχη και Φορείς του Δημοσίου τομέα, υπηρεσιακούς παράγοντες, ειδικούς εμπειρογνώμονες, φορείς του ιδιωτικού τομέα και άλλα πρόσωπα που μπορούν να συνεισφέρουν στην καλύτερη εκτέλεση του έργου της.
4. Η Επιτροπή για την υποβοήθηση του έργου της, ζητεί πληροφορίες και στοιχεία από τους αρμόδιους φορείς και υπηρεσίες και ενημερώνεται με εισηγήσεις από τα αρμόδια Υπουργεία. Οι αρμόδιοι φορείς και υπηρεσίες έχουν υποχρέωση να παρέχουν στην Επιτροπή κάθε πληροφορία και στοιχεία που τους ζητείται.
5. Στα μέλη της Επιτροπής δεν καταβάλλεται οποιαδήποτε αμοιβή ή αποζημίωση.
6. Η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής παρέχεται από υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στης Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 6 Σεπτεμβρίου 2017
Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ
Αρ. πρωτ.: 4379/485/Α3/2017 Παράταση της προθεσμίας υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών Ένταξης του Παραρτήματος IV της Αναλυτικής Πρόσκλησης της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020
Ημερομηνία: 11 – 09 – 2017
Αρ. Πρωτ: 4379/485/Α3
Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο
Μονάδα Α3 «Αξιολόγησης και Επιλογής
Πράξεων Θ.Σ. 3, 6, 8, 10 και 11»
Πληροφορίες: Α. Φαλαγγά
Μεσογείων 56, ΤΚ 11527, Αθήνα
Τηλ: 2131503787
Φαξ: 2107473666
e-mail: falagka@mou.gr
Θέμα: Παράταση της προθεσμίας υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών Ένταξης του Παραρτήματος IV της Αναλυτικής Πρόσκλησης της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020.
Η Ειδική Γραμματέας Διαχείρισης Τομεακών ΕΠ του ΕΤΠΑ και ΤΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Το άρθρο 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98/Α/22-4-2005).
2. Το Ν.4314/2014 (ΦΕΚ Α΄ 265/23.12.2014) «Α) Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014-2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2017/17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16.6.2012) στο ελληνικό δίκαιο, τροποποίηση του ν. 3419/2005 (Α 297) και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
3. Το Π.Δ. 123/2016 (ΦΕΚ 208/Α/04.11.2016) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικης Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
4. Το Π.Δ. 125/2016 (ΦΕΚ 210/Α/05.11.2016) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
5. Τον υπ. αριθμ. 34686/27.03.2015 (ΥΟΔΔ 178) Διορισμό της μετακλητής Ειδικής Γραμματέως της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού.
6. Τη με ΑΠ 66135/ΕΥΘΥ455/15-6-2017 (ΦΕΚ/Β/2064/2017) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, και Ανάπτυξης «Τροποποίηση της με αριθμό 67743/ΕΥΘΥ/615/24-06-2015 υπουργικής απόφασης «Αναδιάρθρωση της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης του Επιχειρησιακού Προγράμματος ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ του άρθρου 5 παρ 1 του ν.4314/2014 και κατάργηση της αριθ. 1121/408Δ/Φ03/2012 (Β 655) κοινής υπουργικής απόφασης» (Β1248)
7. Την με Α.Π. 73016 - 30/06/2017 Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης με θέμα: « Τοποθέτηση Προϊσταμένων στις Μονάδες Α3 και Γ΄ της Ε.Υ. Δ ΕΠΑΝΕΚ».
8. Την με Α.Π. 113091/05.11.2015 Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού «Ανάθεση αποκλειστικών καθηκόντων Προϊσταμένης της Ε.Υ.Δ ΕΠΑΝΕΚ»
9. Το εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης (Εταιρικό Σύμφωνο για το πλαίσιο Ανάπτυξης) 2014-2020, αρ. απόφασης C(2014)3542 final/23.05.2014.
10. Την με αριθμό C(2014) 10162 final/18.12.2014 Εκτελεστική απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την έγκριση ορισμένων στοιχείων του επιχειρησιακού προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» για στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο στο πλαίσιο του στόχου «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» στην Ελλάδα, (CCI 2014GR16M2OP001).
11. Τον Κανονισμό (ΕΚ) 1407/18.12.2013 της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Ενισχύσεις Ήσσονος Σημασίας (De Minimis) όπως ισχύει.
12. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και την κατάργηση του υπ. αρ. 1080/2006 Κανονισμού του Συμβουλίου.
13. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1303/2013 της Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση τοθ κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006.
14. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1304/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και την κατάργηση του υπ. αρ. 1081/2006 Κανονισμού του Συμβουλίου.
15. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ.821/2014 της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2014, περί καθορισμού κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.1302/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις λεπτομέρειες για την μεταβίβαση και διαχείριση των συνεισφορών των προγραμμάτων, την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής, τα τεχνικά χαρακτηριστικά των μέτρων πληροφόρησης και επικοινωνίας για τις πράξεις και το σύστημα καταγραφής και αποθήκευσης των δεδομένων.
16. Την Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού 110427/ΕΥΘΥ/1020/20.10.2016 με θέμα: Τροποποίηση και αντικατάσταση τη υπ’ αριθ. 81986/ΕΥΘΥ712/31.7.2015 (ΦΕΚ Β΄1822) Υπουργικής Απόφασης «Εθνικοί κανόνες επιλεξιμότητας δαπανών για τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014-2020 – Έλεγχοι νομιμότητας δημοσίων συμβάσεων συγχρηματοδοτούμενων πράξεων ΕΣΠΑ 2014-2020 από Αρχές Διαχείρισης και Ενδιάμεσους Φορείς – Διαδικασία Ενστάσεων επί των αποτελεσμάτων αξιολόγησης πράξεων».
17. Την Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων [Επίσημη Εφημερίδα L 124 της 20.05.2003].
18. Το με Α.Π. 12078/ΕΥΘΥ/1150/25.11.2015 έγγραφο της ΕΥΘΥ με θέμα: «Περιγραφή του Συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου για τα ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014-2020 που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ και το ΤΣ στο πλαίσιο του Στόχου: Επενδύσεις στην Ανάπτυξη και την Απασχόληση», όπως ισχύει.
19. Το με Α. Π. 4843/119432/03.11.2015 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων με θέμα: «Κριτήριο Διαχωρισμού».
20. Την με Α.Π. 126829/ΕΥΘΥ 1217/8.12.2015 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού «Σύστημα δημοσιονομικών διορθώσεων και διαδικασίες ανάκτησης αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών από πόρους του Κρατικού Προϋπολογισμού για την υλοποίηση Προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020, σύμφωνα με το άρθρο 22 του Ν. 4314/2014» (ΦΕΚ 2784/Β/21.12.2015).
21. Την από 25.6.2015 απόφαση της 1ης συνεδρίασης της Επιτροπής Παρακολούθησης του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία», με την οποία εγκρίθηκε η εξειδίκευση του ΕΠ, και ειδικότερα η εξειδίκευση της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης»
22. Την με Α.Π. 2179/641/Α1/10.05.2017 απόφαση της Επιτροπής Παρακολούθησης του ΕΠΑνΕΚ για την έγκριση, μέσω της 17ης Γραπτής Διαδικασίας, Δελτίων Εξειδίκευσης, Μεθοδολογίας και κριτηρίων Αξιολόγησης και επιλογής πράξεων των Επενδυτικών Προτεραιοτήτων 8iii,3c,2a,4a και 4b του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία 2014-2020» (ΕΠΑΝΕΚ). Ειδικότερα την απόφασή της ως προς την τροποποίηση του Δελτίου Εξειδίκευσης της δράσης με κωδ. 02-8iii-2.1-01 και τίτλο «Ενίσχυση της αυτοαπασχόλησης πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» – Άξονες Προτεραιότητας 02 και 02Σ που αφορά κυρίως στην αύξηση του προϋπολογισμού της δράσης (συνολική Δημόσια Δαπάνη από 120 εκ. € σε 180 εκ. €) και την αντίστοιχη αύξηση των δεικτών εκροής.
23. Την με Α.Π. 594/103/Α1/8.2.2016 Απόφαση της Επιτροπής Παρακολούθησης του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία», με την οποία εγκρίθηκαν η μεθοδολογία και τα κριτήρια επιλογής των επιχειρηματικών σχεδίων στο πλαίσιο της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης».
24. Την με Α.Π. 668/148/Α2/11.02.2016 Απόφαση με θέμα: Πρόσκληση υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 (ΑΔΑ:6ΔΝΞ4653Ο7-ΦΔΕ).
25. Την με Α.Π. 1170/290/Α2/08.03.2016 Απόφαση με θέμα: Πρώτη (1η) τροποποίηση της Πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 (ΑΔΑ: 7ΔΒ94653Ο7-7Ι3).
26. Την με Α.Π. 1898/483/Α2/13.04.2016 Απόφαση με θέμα: Δεύτερη (2η) τροποποίηση και παράταση της Πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 (ΑΔΑ:Ψ32Ε4653Ο7-ΔΙΖ).
27. Την με Α.Π. 2335/613/A2/09.05.2016 Απόφαση με θέμα: Αύξηση προϋπολογισμού της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 - Τρίτη (3η) τροποποίηση της Πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση (ΑΔΑ:ΩΥ2Θ4653Ο7-ΕΞ6).
28. Την με Α.Π. 5826/1772/A2/12.10.2016 Απόφαση με θέμα: Τέταρτη (4η) τροποποίηση της Πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 (ΑΔΑ:Ψ7Ζ24653Ο7-Ω3Κ).
29. Την με Α.Π. 7977/2657/A2/21.12.2016 Απόφαση με θέμα: Πέμπτη (5η) τροποποίηση της Πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων και παράταση της προθεσμίας υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών Ένταξης του Παραρτήματος IV της Αναλυτικής Πρόσκλησης στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 (ΑΔΑ:6ΝΥΣ4653Ο7-56Ε).
30. Την με Α.Π. 2611/972/A2/06.06.2017 Απόφαση με θέμα: Αύξηση προϋπολογισμού της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020 - Έκτη (6η) τροποποίηση της Πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση (ΑΔΑ:ΨΞ9Α465ΧΙ8-8Ξ6).
31. Την υπ’ αριθ. 1557/432Γ/Γ01/30.3.2016 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για την Ανάδειξη Ενδιάμεσου Φορέα Διαχείρισης Κρατικών Ενισχύσεων του ΕΠΑΝΕΚ (ΑΔΑ: 6ΔΡ34653Ο7-4Υ0).
32. Την υπ’ αριθ. 2640/803Γ01/20.5.2016 σύμβαση του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για τον ΕΦΕΠΑΕ για την υλοποίηση του έργου Ενδιάμεσου Φορέα Διαχείρισης Κρατικών Ενισχύσεων του ΕΠΑΝΕΚ.
33. Την υπ’ αριθ. 3505/815/Α1/30.6.2016 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού με θέμα: «Ανάθεση καθηκόντων διαχείρισης για Πράξεις Κρατικών Ενισχύσεων του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» στον «Ενδιάμεσο Φορέα Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία -ΕΦΕΠΑΕ»
34. Την υπ’ αριθ. 62550/10.06.2016 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για τη σύσταση Ανοιχτού Καταπιστευτικού (δεσμευμένου) Λογαριασμού (escrow account) (ΦΕΚ 1738/Β/15.06.2016)
35. Την από 19.12.2016 Σύμβαση για την σύσταση ανοιχτών καταπιστευτικών λογαριασμών (Escrow Accounts), μεταξύ του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, της ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ και του ΕΦΕΠΑΕ.
36. Την με Α.Π. 3139/862/A2/13.06.2016 (ΦΕΚ ΥΟΔΔ 334/29.06.2016) Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ με θέμα: «Συγκρότηση Επιτροπής Αξιολόγησης για τη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την με Α.Π. 1146/344/Α2/09.03.2017 όμοια Απόφαση (ΦΕΚ ΥΟΔΔ 119/14.03.2017).
37. Την με Α.Π. 3490/957/Α2/30.06.2016 (ΑΔΑ:6ΔΞΖ4653Ο7-ΤΟΖ) Απόφαση με θέμα: Ορισμός Αξιολογητών για τη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020.
38. Την με 6292/1921/A2/25-10-2016 Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ με θέμα: «Προσωρινός κατάλογος Δυνητικών Δικαιούχων και Κατάλογος με τη βαθμολογική κατάταξη όλων των επιχειρηματικών σχεδίων στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020» (ΑΔΑ:70ΔΩ4653Ο7-4Η7), όπως τροποποιήθηκε με την υπ΄αριθμ. 7307/2378/Α2/29.11.2016 Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ (ΑΔΑ:ΩΤΤΔ4653Ο7-ΚΙ0).
39. Την με Α.Π. 1894/695/A2/12.04.2017 (ΑΔΑ: ΨΝ47465ΧΙ8-ΕΕΑ) Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ με θέμα: «Ένταξη Πράξεων Κρατικών Ενισχύσεων στο πλαίσιο της Πρόσκλησης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» με Κωδικό ΟΠΣ 002ΚΕ (Α/Α 1385) στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ««Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020».
40. Την με Α.Π. 3299/100/A3/06.07.2017 (ΑΔΑ: Ω8ΚΧ465ΧΙ8-Ι2Ρ) Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ με θέμα: «Τροποποίηση της Απόφασης Ένταξης Πράξεων Κρατικών Ενισχύσεων στο πλαίσιο της Πρόσκλησης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης-Τροποποίηση» με Κωδικό ΟΠΣ 1385 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ««Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία».
41. Την με Α.Π. 1465/500/A2/22.03.2017 (ΦΕΚ ΥΟΔΔ 150/29.03.2017) Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ με θέμα: Συγκρότηση Επιτροπής Αξιολόγησης Ενστάσεων για τη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020
42. Την με Α.Π. 976/20.06.2017 (Α.Π. ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ 2973/20.06.2017) επιστολή του ΕΦΕΠΑΕ με θέμα: Εισηγήσεις Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» (Α΄Κύκλος)
43. Την με Α.Π. 989/27.06.2017 (Α.Π. ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ 3123/28.06.2017) επιστολή του ΕΦΕΠΑΕ με θέμα: Προώθηση εισηγήσεων για τα έργα εκτός Προσωρινού της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» (Α΄Κύκλος).
44. Την με Α.Π. 4802/1387/Α2/16.09.2016 (ΑΔΑ:ΩΖΜ24653Ο7-ΨΜΡ) Απόφαση με θέμα: «Έγκριση πρακτικών αξιολόγησης 1/08.07.2016 & 2/14.09.2016 της Επιτροπής Αξιολόγησης της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020».
45. Την με Α.Π. 3440/171/Α3/11.7.2017 (ΑΔΑ:ΩΟΤΔ465ΧΙ8-ΤΤΔ) Απόφαση με θέμα: «Αποδοχή του Πρακτικού 17/28.06.2016 της Επιτροπής Αξιολόγησης της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020».
46. Τη με Α.Π. 1190/4-8-2017 επιστολή του ΕΦΕΠΑΕ (Α.Π. ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ 3969/07.08.2017) με θέμα: «Διαβίβαση Συμπληρωματικού Προσωρινού Καταλόγου Δυνητικών Δικαιούχων στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» - Ά Κύκλος».
47. Τα πρακτικά 18/29.6.2017 και 20/7.8.2017 της Επιτροπής Αξιολόγησης της Δράσης «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020».
48. Την με Α.Π. 4025/299/Α3/10.8.2017 Απόφαση της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ με θέμα: «Συμπληρωματικός Προσωρινός κατάλογος Δυνητικών Δικαιούχων και Κατάλογοι όλων των υπολοίπων Επιχειρηματικών Σχεδίων με τη βαθμολογική κατάταξη στη Δράση «Ενίσχυση της Αυτοαπασχόλησης Πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» του ΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία (ΕΠΑνΕΚ)», ΕΣΠΑ 2014 – 2020».
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
1. Την παράταση της προθεσμίας υποβολής του φακέλου των επιχειρηματικών σχεδίων του συμπληρωματικού προσωρινού καταλόγου για την Κατηγορία Δικαιούχων Β (Αυτοαπασχολούμενοι) με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά Ένταξης του Παραρτήματος IV της Αναλυτικής Πρόσκλησης έως την Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017.
2. Ο φάκελος των δικαιολογητικών θα υποβληθεί στην έδρα του εταίρου του ΕΦΕΠΑΕ, ανάλογα με την περιφέρεια υλοποίησης του επιχειρηματικού σχεδίου. Οι διευθύνσεις και οι περιφέρειες αρμοδιότητας των εταίρων του ΕΦΕΠΑΕ, αναγράφονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV της παρούσας.
Η ανωτέρω προθεσμία είναι οριστική και η μη τήρησή της οδηγεί στην απόρριψη του επιχειρηματικού σχεδίου.
Για όσες αιτήσεις χρηματοδότησης επιχειρηματικών σχεδίων υποβληθούν τα δικαιολογητικά πριν την ως άνω καταληκτική ημερομηνία, θα εξετάζονται κατά προτεραιότητα από τον ΕΦΕΠΑΕ και κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Αξιολόγησης, για όσα επιχειρηματικά σχέδια θεμελιώνεται το δικαίωμα υπαγωγής τους στη δράση θα εκδίδεται άμεσα η σχετική Απόφαση Ένταξής τους στη Δράση.
3. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα των προηγούμενων Αποφάσεων ως έχουν.
4. Ο ΕΦΕΠΑΕ να ενημερώσει όλους τους ενδιαφερόμενους για την απόφαση αυτή.
5. Η παρούσα Απόφαση να δημοσιευθεί στο πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ και να αναρτηθεί στις ιστοσελίδες της ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ http://www.antagonistikotita.gr, του ΕΣΠΑ www.espa.gr, του ΕΦΕΠΑΕ www.efepae.gr και του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού www.mindev.gov.gr.
Η Ειδική Γραμματέας Διαχείρισης Τομεακών Ε.Π. του ΕΤΠΑ και ΤΣ
Ευγενία Φωτονιάτα
Αριθμ. οικ. ΔΠΠ 2389/2017 Τροποποίηση της με αριθ. Φ2-1510/2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Προκήρυξη Δράσης «Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων»» (ΦΕΚ 1589/Β/2013)
(ΦΕΚ Β' 3136/11-09-2017)
Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις όπως ισχύουν:
1.1. του ν.δ. 356/1974 «Περί Κωδικός Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων», όπως ισχύει,
1.2. του ν. 2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 247/Α'/27-11-1995), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3871/2010 «Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη» (ΦΕΚ 141/Α/17-08-2010) και ισχύει, και του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) - δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 143/Α/28-06-2014),
1.3. του ν. 3614/2007 «Διαχείριση, έλεγχος και εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2007-2013» (ΦΕΚ 267/Α/03-12-2007), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3840/2010 «Αποκέντρωση, απλοποίηση και ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών του Εθνικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007 - 2013 και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 53/Α/2010) και το ν. 4072/2012 «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος - Νέα εταιρική μορφή - Σήματα - Μεσίτες Ακινήτων - Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 86/Α/2012) και ειδικότερα το άρθρο 17 αυτού, όπως ισχύει,
1.4 του ν. 4314/2014 «Α) Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014-2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2012/17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβούλιου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16.6.2012) στο ελληνικό δίκαιο, τροποποίηση του ν. 3419/2005 (Α' 297) και άλλες διατάξεις και ειδικότερα της παραγράφου 15, του άρθρου 59 αυτού όπως ισχύει,
1.5. του άρθρου 31 του ν. 3784/2009 «Αναθεώρηση διατάξεων του ν. 703/1477 περί Ανταγωνισμού και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 137/Α/2009), όπως ισχύει,
1.6. του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ.63/2005 (ΦΕΚ 98/Α/ 22-4-2005),
1.7. του π.δ. 116/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας» (ΦΕΚ 185/Α/2014),
1.8. του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία... Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» (ΦΕΚ 208/Α/04-11-2016),
1.9. του π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 125/Α/ 05-11-2016),
1.10. της Π.Α. Υ197/2016 «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξανδρο Χαρίτση» (ΦΕΚ 3722/Β/17-11-2016), όπως ισχύει,
1.11. των άρθρων 87, 88 και 89 της συνθήκης περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, περί κρατικών ενισχύσεων,
1.12. του Κανονισμού (ΕΚ) 994/1998 του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 1998 για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων, όπως αυτά τροποποιήθηκαν με τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης αντίστοιχα,
1.13. του Κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής της 21-04-2004, σχετικά με την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ, όπως ισχύει,
1.14. του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1998/2006 της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας,
1.15. του ν. 3861/2010 «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοίκητων οργάνων στο διαδίκτυο «Πρόγραμμα Διαύγεια» και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 112/Α/2010), όπως ισχύει.
2. Τις αποφάσεις:
2.1. την υπ' αριθ. Φ2-1617/07-12-2010 κοινή υπουργική απόφαση «Διαδικασίες και προδιαγραφές εγκατάστασης και ελέγχου ολοκληρωμένων συστημάτων παρακολούθησης εισροών-εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων. Απαιτήσεις συμμόρφωσης, καταγραφής, λειτουργίας και διασφάλισης των μετρήσεων και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων» (ΦΕΚ 1980/Β/2010), όπως ισχύει,
2.2. την υπ' αριθ. ΠΟΛ.1009/4.1.2012 κοινή υπουργική απόφαση «Εγκατάσταση Ολοκληρωμένου Συστήματος Ελέγχου Εισροών-Εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων και διασφάλιση συναλλαγών μέσω αυτού» (ΦΕΚ 72/Β/2012), όπως ισχύει,
2.3. την υπ' αριθ. ΠΟΛ.1206/30.8.2013 απόφαση των Υφυπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας «Εγκατάσταση Ολοκληρωμένων Συστημάτων Ελέγχου και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων Εισροών-Εκροών στις εγκαταστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης και διασφάλιση συναλλαγών μέσω αυτού» (ΦΕΚ 2237/Β/2013),
2.4. την υπ' αριθ. Β2-829Α/1.3.2013 κοινή υπουργική απόφαση «Διάθεση πιστώσεων από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για την δράση ενίσχυσης «Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων» (ΦΕΚ 540/Β/2013), όπως ισχύει,
2.5. την υπ' αριθ. Φ2-1062/24.4.2013 κοινή απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν τη διαχείριση της δράσης κρατικής ενίσχυσης «Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων» (ΦΕΚ 1171/Β/2013), όπως ισχύει,
2.6. την υπ' αριθ. Φ2 -1510/21.6.2013 κοινή απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Προκήρυξη Δράσης «"Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων"» (ΦΕΚ 1589/Β/2013), όπως ισχύει,
2.7. την υπ' αριθ. 13001/ΔΕ-1382/26-03-2013 (ΑΔΑ: ΒΕ2ΩΦ-ΘΑ0) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, για την έγκριση της ένταξης στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) 2013, στη ΣΑΕ 058/2 του έργου με την ονομασία «Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων», όπως ισχύει,
2.8. την υπ' αριθ. οικ. ΔΠΠ 3884/24-12-2015 κοινή απόφαση των Υφυπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, σύμφωνα με την οποία οι δαπάνες του Έργου θα βαρύνουν το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) μέσω της ΣΑΕ 027/2 με ενάριθμο κωδ. 2015ΣΕ02720000 του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, (ΦΕΚ 3016/Β/2015),
2.9. την από 19/03/2014 Προγραμματική Συμφωνία του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, όπως εκπροσωπήθηκε νόμιμα από τον Γενικό Γραμματέα Εμπορίου Στεφ. Κομνηνό, και της Κοινωνίας της Πληροφορίας Α.Ε., όπως εκπροσωπήθηκε νόμιμα από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο Κων. Τζοάννη.
3. Το γεγονός ότι:
3.1. το έργο αυτό αποτελεί συμπληρωματική και απαραίτητη δράση για τη λειτουργία των αντίστοιχων συστημάτων υποδοχής και ελέγχου στοιχείων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ,
3.2. από την εφαρμογή της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται επιπλέον δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού πέραν της προβλεφθείσας στην υπ' αριθ. Β2-829Α/1.3.2013 κοινή υπουργική απόφαση «Διάθεση πιστώσεων από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για τη δράση ενίσχυσης «Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων» (ΦΕΚ 540/Β/2013), όπως ισχύει,
αποφασίζουμε:
Η με αριθ. Φ2 -1510/21.6.2013 κοινή απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Προκήρυξη Δράσης «"Εκσυγχρονισμός Πρατηρίων Υγρών Καυσίμων"» (ΦΕΚ 1589/Β/2013) τροποποιείται ως εξής:
i. Οι όροι της στήλης Α, αντικαθίστανται από τους όρους της στήλης Β, ως εξής:
Στήλη Α |
Στήλη Β |
«Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Αποθηκών (ΟΣΔΑ)» |
«Ολοκληρωμένο Σύστημα Παρακολούθησης Εισροών - Εκροών» |
«Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων» |
«Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης» |
ii. Το πρώτο εδάφιο, του άρθρου 5 «Η υποβολή προτάσεων... ως ακολούθως:» αντικαθίσταται ως εξής:
«Η υποβολή προτάσεων στο πλαίσιο της Δράσης, θα διεξαχθεί σε πέντε (5) κύκλους ως ακολούθως:»
iii. Το έκτο εδάφιο, του άρθρου 5 «Ε Κύκλος:...Α, Β, Γ και Δ.» αντικαθίσταται ως εξής:
«Ε Κύκλος: Πρατήρια υγρών καυσίμων για όλη την Ελληνική Επικράτεια, που δεν έχουν ενταχθεί στους κύκλους Α, Β και Γ.».
iv. Το έβδομο εδάφιο, του άρθρου 5 «Η έναρξη κάθε κύκλου...τόπο της δράσης» αντικαθίσταται ως εξής:
«Η έναρξη και η διάρκεια κάθε κύκλου υποβολής προτάσεων, θα ανακοινώνεται επίσημα στο διαδικτυακό τόπο της δράσης.».
v. Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 6 «Ο Συνολικός...ανά μονάδα εξοπλισμού» αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο Συνολικός Προϋπολογισμός της Δράσης ανέρχεται στα είκοσι εννέα εκατομμύρια εκατό χιλιάδες ευρώ (29.100.000,00 €) και καλύπτει το σύνολο της χώρας.
Το ύψος της επιχορήγησης προς κάθε δικαιούχο θα προκύπτει με βάση τα οριζόμενα στους ακόλουθους πίνακες Ι και ΙΙ και τον αριθμό των αδειοδοτημένων εγκατεστημένων δεξαμενών του πρατηρίου ή της εγκατάστασης.».
vi. Το τρίτο εδάφιο, του άρθρου 6 «Οι επιλέξιμες δαπάνες, ... η «Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε.» αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι επιλέξιμες δαπάνες, ο επιχορηγούμενος προϋπολογισμός, και κάθε σχετικό θέμα, εξειδικεύονται στο σχετικό Οδηγό της Δράσης, που αποτελεί Παράρτημα της παρούσας.»
vii. Το πέμπτο εδάφιο, του άρθρου 6 «Ως εκ τούτου...ή με απόδειξη παραλαβής», αντικαθίσταται ως εξής:
«Ως εκ τούτου οι αρμόδιες Υπηρεσίες για την πραγματοποίηση ελέγχων σε πρατήρια υγρών καυσίμων, σύμφωνα με την υπ' αριθ. Φ2-1871/22.8.2013 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 2173/Β/2013), οι οποίες διαπιστώνουν τη μη τοποθέτηση του χρηματοδοτούμενου εξοπλισμού, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2, της με αριθ. Β2-829Α/1.3.2013 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 540/Β/2013), όπως ισχύει, ή τη μη τήρηση των όσων προβλέπονται στην παράγραφο 4.1.2. του παρόντος
Οδηγού, συντάσσουν μετά τη διενέργεια ελέγχου, εντός 15 ημερολογιακών ημερών, σχετική έκθεση ελέγχου, η οποία υποβάλλεται στη Δ/νση Πολιτικής Ποιότητας και κοινοποιείται εγγράφως, εντός 10 ημερολογιακών ημερών, στον κάθε ελεγχόμενο φορέα μέσω συστημένης επιστολής ή με απόδειξη παραλαβής.»
viii. To άρθρο 13 αντικαθίσταται ως ακολούθως: Προσαρτάται στην απόφαση αυτή και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ο Οδηγός της Δράσης, ο οποίος έχει ως ακολούθως:
H απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 8 Αυγούστου 2017
Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ
Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1131216 ΕΞ 2017 Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη
Αθήνα, 6 Σεπτεμβρίου 2017
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1131216 ΕΞ 2017
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και ΕΦΚ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ και ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α' ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ και ΔΑΣΜΟΛ. ΑΞΙΑΣ
Ταχ. Δ/νση: Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84
Πληροφορίες: Μ.Λύτρα
Τηλέφωνο: 210-69.87.480
Fax: 210-69.87.506
E-Mail: m.lytra@aade.gr
Url: www.aade.gr
ΘΕΜΑ: «Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη»
H με αριθ. πρωτ. Δ.718/446/27.4.2006 Δ.Υ.Ο.Ο.
Αναφορικά με το ανωτέρω θέμα και σύμφωνα με:
- το άρθρο 74 παράγραφος 2γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα,
- το άρθρο 142 παράγραφος 6 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2447 της Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής , ο οποίος σας κοινοποιήθηκε με την παραπάνω σχετική Δ.Υ.Ο.Ο.,
σας γνωστοποιούμε τις κατά μονάδα αξίες για τη διαμόρφωση της δασμολογητέας αξίας, ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων, που εισάγονται αποκλειστικά με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη, (χωρίς συναλλακτική αξία και τιμολόγια), και ισχύουν για τη χρονική περίοδο από 08.09.2017 έως και 21.09.2017. Σημειώνεται ότι, οι κατά μονάδα αξίες δεν εφαρμόζονται για τις χρονικές περιόδους και για τα εμπορεύματα για τα οποία θεσπίζονται τιμές εισόδου βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 (άρθ. 136 παρ.2 και άρθ.137) της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε, με τον Καν. (ΕΕ) αριθ. 499/2014 της Επιτροπής, και ισχύει.
Για τα εμπορεύματα για τα οποία δεν καθορίζονται τιμές θα πρέπει να εφαρμόζεται η μέθοδος προσδιορισμού της δασμολογητέας αξίας του άρθρου 74 παράγραφος 2γ του Καν. 952/2013.
Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Περιφερειών παρακαλούνται για την άμεση ενημέρωση των Τελωνείων δικαιοδοσίας τους.
ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ
Κατάλογος εμπορευμάτων Παραρτήματος Ι του καν. (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής Απλοποιημένη διαδικασία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη σύμφωνα με το άρθρο 74 παράγραφος 2γ) του Τελωνειακού Κώδικα
Κωδικός ΣΟ (TARIC) | Περιγραφή εμπορευμάτων | Περίοδος ισχύος | Κατά μονάδα |
αξία (EUR/100Kg) | |||
0701 90 50 | Πατάτες πρώιμες | 01/01 - 30/06 | _ |
0703 10 19 | Κρεμμύδια | 01/01 - 31/12 | _ |
0703 20 00 | Σκόρδα | 01/01 - 31/12 | 176,6 |
0708 20 00 | Φασόλια | 01/01 - 31/12 | 399,84 |
0709 20 00 10 | Σπαράγγια : - πράσινα | 01/01 - 31/12 | 721,69 |
0709 20 00 90 | Σπαράγγια : - άλλα | 01/01 - 31/12 | 637,41 |
0709 60 10 | Γλυκοπιπεριές | 01/01 - 31/12 | 304,74 |
0714 20 10 | Γλυκοπατάτες, νωπές, ολόκληρες, προορισμένες για ανθρώπινη κατανάλωση | 01/01 - 31/12 | 95,92 |
0804 30 00 90 | Ανανάδες | 01/01 - 31/12 | 77,61 |
0804 40 00 10 | Αχλάδια της ποικιλίας avocats | 01/01 - 31/12 | 216,85 |
0805 10 20 | Πορτοκάλια γλυκά | 01/06 - 30/11 | 79,12 |
0805 20 10 05 | Κλημεντίνες ( Clementines ) | 01/03 - 31/10 | 102,86 |
0805 20 30 05 | Monreales και Satsumas | 01/03 - 31/10 | 86,32 |
0805 20 50 07 0805 20 50 37 | Μανταρίνια και Wilkings | 01/03 - 31/10 | 132,23 |
0805 20 70 05 0805 20 90 05 0805 20 90 09 | Tangerines και άλλα | 01/03 - 31/10 | 90,93 |
0805 40 00 11 0805 40 00 31 | Φράπες και γκρέϊπ - φρουτ : - λευκά | 01/01 - 31/12 | 71,09 |
0805 40 00 19 0805 40 00 39 | Φράπες και γκρέϊπ - φρουτ : - ροδόχροα | 01/01 - 31/12 | 90,28 |
0805 50 90 11 0805 50 90 19 | Γλυκολέμονα(citrus aurantifolia, citrus latifolia ) | 01/01 - 31/12 | 103,71 |
0806 10 10 | Επιτραπέζια σταφύλια | 21/11 - 20/07 | _ |
0807 11 00 | Καρπούζια | 01/01 - 31/12 | 18,13 |
0807 19 00 50 | Amarillo, Cuper, Honey Dew (συμπεριλαμβανομένων Can- talene), Onteniente, Piel de Sapo (συμπεριλαμβανομένων Verde Liso), Rochet, Tendral, Futuro | 01/01 - 31/12 | 88,79 |
0807 19 00 90 | Άλλα πεπόνια | 01/01 - 31/12 | _ |
0808 30 90 10 | Αχλάδια : | 01/05 - 30/06 | _ |
_ Nashi ( Pyrus pyrifolia ) _ Ya ( Pyrus bretscheideri) | |||
0808 30 90 90 | Αχλάδια : - άλλα | 01/05 - 30/06 | _ |
0809 10 00 | Βερίκοκα | 01/01 - 30/05 και | 204,12 |
01/08 - 31/12 | |||
0809 30 10 | Νεκταρίνια | 01/01 - 10/06 και | |
01/10 - 31/12 | |||
0809 30 90 | Ροδάκινα | 01/01 - 10/06 και | |
01/10 - 31/12 | |||
0809 40 05 | Δαμάσκηνα | 01/10 - 10/06 | _ |
0810 10 00 | Φράουλες | 01/01 - 31/12 | _ |
0810 20 10 | Σμέουρα | 01/01 - 31/12 | _ |
0810 50 00 | Ακτινίδια ( κίουι ) | 01/01 - 31/12 | 157,3 |