Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Γνωμοδότηση ΝΣΚ 24/2018 Υποχρέωση επιστροφής του ΦΠΑ που καταβλήθηκε από κατασκευαστή, βάσει ειδικής δηλώσεως μεταβιβάσεως ακινήτου, και είχε υπολογιστεί επί της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζομένου ακινήτου, στην περίπτωση που μετέπειτα επήλθε αναδρομική μείωση των αντικειμενικών αξιών

$
0
0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 24/2018

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (Β' ΤΜΗΜΑ)

Συνεδρίαση της 13ης Φεβρουαρίου 2018

ΣΥΝΘΕΣΗ:
Πρόεδρος : Αλέξανδρος Καραγιάννης, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.
Μέλη : Στέφανος Δέτσης, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ., Θεόδωρος Ψυχογυιός, Δημήτριος Χανής, Ευφροσύνη Μπερνικόλα, Αλέξανδρος Ροϊλός, Αδαμαντία Καπετανάκη, Ελένη Πασαμιχάλη, Χριστίνα Διβάνη, και Διονύσιος Χειμώνας, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.
Εισηγήτρια : Γεωργία Μπουρδάκου, Πάρεδρος ΝΣΚ (γνώμη χωρίς ψήφο).
Αριθμός Ερωτήματος: Το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΕΦ Α 1158047ΕΞ2017/20.10.2017 έγγραφο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας (Τμήμα Α').
Ερώτημα : Εάν, η αρμόδια φορολογική αρχή υποχρεούται να επιστρέψει τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), ο οποίος καταβλήθηκε από τον φορολογούμενο, βάσει της ειδικής δηλώσεως μεταβιβάσεως ακινήτου, κατά την διάταξη του άρθρου 36 παρ. 4 περ. γ υποπερ. ί του ν.2859/2000 και είχε υπολογιστεί επί της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζομένου ακινήτου με βάση την υπ' αριθμ. 1020564/487/ΟΟΤ/Δ/27- 2-2007 ΠΟΛ.1034/27.2.2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β' 269/28- 2-2007), η οποία ίσχυε πριν από την αναδρομική αναπροσαρμογή της αντικειμενικής αξίας αυτής, από 21-5-2015, δυνάμει της ΠΟΛ.1009/26.1.2016 αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (Β' 48/20.1.2016), που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την υπ' αριθμ. 4446/2015 ακυρωτική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).

Επί του ανωτέρω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Β' Τμήμα) γνωμοδότησε ως εξής:

Ιστορικό

Εκ του εγγράφου της ερωτώσης υπηρεσίας και του υπ' αριθμ. πρωτ. 26739/30-5-2016 εγγράφου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.ΟΎ.) Λαμίας προκύπτει το ακόλουθο πραγματικό:

1. Με το 18868/26-10-2015 πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου «Δ.Π.» μεταβιβάστηκε από την ομόρρυθμη εταιρεία «Δ.Κ» στον «Κ.Κ.» ακίνητο (κατάστημα) και καταβλήθηκε ο οικείος φόρος προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), βάσει της ειδικής δηλώσεως του άρθρου 36 παρ.4, περ. γ, υποπερ. ί του ν.2859/2000, ο οποίος είχε υπολογιστεί επί της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζομένου ακινήτου, όπως αυτή ίσχυε πριν την αναπροσαρμογή της με την ΠΟΛ.1009/2016 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών. Εν συνεχεία, η εταιρεία υπέβαλε τροποποιητική δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, αιτούμενη την επιστροφή της διαφοράς του φόρου αυτού, η οποία προέκυψε μεταξύ του καταβληθέντος, με τον αντικειμενικό τρόπο προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, με βάση την υπ' αριθμ. 1020564/487/ΟΟΤ/Δ/27-2-2007 ΠΟΛ.1034/27.2.2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β' 269/28-2-2007) και του προκύπτοντος με τον αντικειμενικό τρόπο προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων δυνάμει της προαναφερθείσης ΠΟΛ.1009/26.1.2016 (Β' 48/20.1.2016), με την οποία αναπροσαρμόστηκαν αναδρομικώς από 21-5-2015 οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, σε συμμόρφωση προς την υπ' αριθμ. 4446/2015 ακυρωτική απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ.

Νομοθετικό πλαίσιο

2. Στο άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος, ορίζεται ότι: «Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς πς δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης».

Εξάλλου στις διατάξεις του άρθρου 50 (παρ. 1,4 και 5) του π.δ. 18/1989 (Α'8) ορίζονται τα εξής:

Άρθρο 50

«Συνέπειες απόφασης 1. Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργηση της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη 4. Οι διοικητικές αρχές, σε εκτέλεση της υποχρέωσής τους κατά το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος, πρέπει να συμμορφώνονται ανάλογα με κάθε περίπτωση, με θετική ενέργεια προς το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου, ή να απέχουν από κάθε ενέργεια που είναι αντίθετη προς όσα κρίθηκαν από αυτό. Ο παραβάτης, εκτός από τη δίωξη κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα, υπέχει και προσωπική ευθύνη για αποζημίωση. 5. Οι αποφάσεις της Ολομελείας, ακυρωτικές και απορριπτικές, καθώς και των Τμημάτων, αποτελούν μεταξύ των διαδίκων δεδικασμένο που ισχύει και σε κάθε υπόθεση ή διαφορά ενώπιον δικαστικής ή άλλης αρχής, κατά την οποία προέχει το διοικητικής φύσεως ζήτημα που κρίθηκε από το Συμβούλιο».

3. Στις διατάξεις των άρθρων 73 και 90 τταρ.1 της 2006/112/ΕΚ Οδηγίας του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα Φόρου Προστιθεμένης Αξίας (οδηγία περί ΦΠΑ) ορίζονται τα εξής:

Άρθρο73

«Για τις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών, εκτός αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 74 έως77, η βάση επιβολής του φόρου περιλαμβάνει ο,τιδή- ποτε αποτελεί την αντιπαροχή, την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει για τις πράξεις αυτές ο προμηθευτής ή ο παρέχων τις υπηρεσίες από τον αποκτώντα, τον λήπτη ή τρίτο πρόσωπο, περιλαμβανομένων των επιδοτήσεων που συνδέονται άμεσα με την τιμή των πράξεων αυτών».

Άρθρο 90

«1. Σε περίπτωση ακύρωσης, καταγγελίας, λύσης, ολικής ή μερικής μη καταβολής, ή μείωσης της τιμής, που επέρχεται μετά την πραγματοποίηση της πράξης, η βάση επιβολής του φόρου μειώνεται ανάλογα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τα κράτη μέλη».

4. Στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ.1, 6 (παρ.1, 3 και 4),16 παρ.3, 36 (παρ. 4 περ. γ'), 48 παρ.2, 49 παρ.2 α' και 52 (παρ. 1, 2, 3, 4 και 7) του ν. 2859/2000 «Κύρωση Κώδικα Φόρου Προστιθεμένης Αξίας» (Α'248), όπως ισχύουν, ορίζονται τα εξής:

Άρθρο 5

«1. Παράδοση αγαθών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, θεωρείται κάθε πράξη με την οποία μεταβιβάζεται το δικαίωμα να διαθέτει κάποιος ως κύριος ενσώματα κινητά αγαθά, καθώς και τα ακίνητα του άρθρου 6. Εξομοιώνονται με ενσώματα αγαθά η ηλεκτρική ενέργεια, το αέριο, η θερμότητα ή το ψύχος και παρόμοια αγαθά».

Άρθρο 6

«1. Παράδοση ακινήτων είναι η μεταβίβαση αποπερατωμένων ή ημιτελών κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά ως ενιαία ιδιοκτησία ή ιδανικών μεριδίων οικοπέδου επί των οποίων εφαρμόζεται το αμάχητο τεκμήριο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του α. ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α) που κυρώθηκε με το ν. 1587/1950 (ΦΕΚ 294 Α), εφόσον πραγματοποιείται από επαχθή
αιτία πριν από την πρώτη εγκατάσταση σε αυτά .2 3. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1...., στις οποίες επιβάλλεται ο φόρος του παρόντος νόμου, δεν περίπτωσης α της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για ακίνητα, των οποίων η άδεια κατασκευής εκδίδεται ή αναθεωρείται από 1ης Ιανουαρίου 2006. εφόσον μέχρι την ημερομηνία αναθεώρησης δεν έχουν αρχίσει οι εργασίες κατασκευής. ».

Άρθρο 16

«3. Ειδικά για τις πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις των παραγράφων 1 Φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά το χρόνο: α) υπογραφής του οριστικού συμβολαίου....» .

Άρθρο 36

«4. Ο υποκείμενος στα φόρο υποχρεούται επίσης: α... β... γ) να υποβάλλει στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο. Υ:
i) Ειδική δήλωση Φ.Π.Α., όταν ενεργεί πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α" της παραγράφου 2 του άρθρου 6. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 16. Με την υποβολή της δήλωσης αυτής, καταβάλλεται εφάπαξ ο αναλογών στην παράδοση του ακινήτου φόρος, αφού συμψηφισθεί ο φόρος εισροών κατά το ποσοστό που βαρύνει τη μεταβιβαζόμενη ιδιοκτησία, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι τη
χρονική στιγμή γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης iv) Υπεύθυνη δήλωση με την οποία γνωστοποιεί τις τυχόν αιτίες για τις οποίες πρόκειται να συνταχθεί έγγραφο με το οποίο διορθώνεται, συμπληρώνεται, τροποποιείται ή επαναλαμβάνεται άλλο έγγραφο το οποίο αφορά πράξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 6» (Σημείωση: Η περίπτωση iv προστέθηκε με το άρθρο 8 παρ.3 ν.3763/2009, Α' 80/27.05.2009).

Άρθρο 48

«1.... 2. Ο Προϊστάμενος ΔΟΥ ελέγχει την ακρίβεια των υποβαλλόμενων δηλώσεων και προβαίνει στην εξακρίβωση των υπόχρεων που δεν έχουν υποβάλει δήλωση. Κατά την υποβολή της ειδικής δήλωσης Φ.Π.Α που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης γ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 και σε περίπτωση κατά την οποία το δηλούμενο από τον υποκείμενο στον φόρο τίμημα υπολείπεται της αγοραίας αξίας, ο Προϊστάμενος της Δ. Ο. Υ. ελέγχει άμεσα την ακρίβεια της υποβαλλόμενης δήλωσης, λαμβάνοντας υπόψη του τις αξίες όπως αυτές ισχύουν στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων και στη φορολογία εισοδήματος, καθώς και το συνολικό κόστος του παραδιδόμενου ακινήτου σε συνδυασμό με τα τεχνικά, ποσοτικά και οικονομικά δεδομένα που αφορούν την άδεια ανέγερσης του ακινήτου. Σε περίπτωση κατά την οποία ο υποκείμενος στο φόρο δεν αποδέχεται το αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού, η αξία του παραδιδόμενου ακινήτου υπόκειται στη δεσμευτική κρίση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε αναγκαίο στοιχείο ή λεπτομέρεια που αφορά τον έλεγχο αυτόν» .

Άρθρο 49

«1.. 2. α) Αν ο προσδιορισμός του φόρου με μία πράξη είναι δυσχερής, εκδίδεται μερική πράξη στην οποία περιλαμβάνεται η φορολογητέα ύλη για την οποία ο Προϊστάμενος ΔΟΥ διαθέτει τα απαιτούμενα στοιχεία, β) Μερική πράξη είναι και η πράξη που εκδίδεται επί ειδικής δήλωσης για τη μεταβίβαση ακινήτων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 48. Η έκδοση της πράξης αυτής δεν αποκλείει την έκδοση συμπληρωματικής πράξης επί της ειδικής δήλωσης όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της υποπερίπτωσης ίν της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36».

Άρθρο 52

«1. Ο υπόχρεος, σε βάρος του οποίου εκδόθηκε η πράξη που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 49 και 50 μπορεί, αν αμφισβητεί την ορθότητά της, να προτείνει στον αρμόδιο Προϊστάμενο ΔΟΥ τη διοικητική επίλυση της διαφοράς. 2. Η πρόταση υποβάλλεται με το δικόγραφο της προσφυγής ή με ιδιαίτερη αίτηση που κατατίθεται μέσα στη νόμιμη προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής. Αυτός που υποβάλλει την αίτηση για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς προσκομίζει τα αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη της αίτησής του και αναπτύσσει σ' αυτήν τους ισχυρισμούς του. Αν υποβληθεί αίτημα για Διοικητική επίλυση της διαφοράς με ιδιαίτερη αίτηση, η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αναστέλλεται με την υποβολή της αίτησης, μη υπολογιζόμενης της ημέρας υποβολής αυτής και συνεχίζεται από την επόμενη εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα, της ημέρας υπογραφής της πράξης ματαίωσης ή μερικής επίλυσης της διαφοράς 3. Ο Προϊστάμενος ΔΟΥ, αφού λάβει υπόψη του και εκτιμήσει όλα τα στοιχεία του φακέλου που προσκομίζονται από τον υπόχρεο και όσα αναπτύσσονται από αυτόν προφορικά ή γραπτά, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με την υπόθεση στοιχείο, μπορεί, αν κρίνει το αίτημα βάσιμο εν όλω ή εν μέρει, να αποδεχθεί την ακύρωση της πράξης, την τροποποίησή της ή τη διαγραφή μερικών στοιχείων προσδιορισμού του φόρου, καθώς και τον περιορισμό του φόρου αυτού. 4. Αν συμπέσουν οι απόψεις του Προϊσταμένου της ΔΟΥ και του υπόχρεου, συντάσσεται και υπογράφεται και από τους δύο πρακτικό διοικητικής επίλυσης της διαφοράς. Με το πρακτικό αυτό, που επέχει θέση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, η διαφορά επιλύεται κατά το μέρος που επήλθε συμφωνία. Αντίγραφο του πρακτικού της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς παραδίδεται στον υπόχρεο. Το πρακτικό αυτό επέχει και θέση ατομικής ειδοποίησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν.Δ. 356/1974(Κ.Ε.Δ.Ε.).

5 6 7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο του πρακτικού διοικητικής επίλυσης της διαφοράς».

5. Σε εκτέλεση των διατάξεων της περιπτώσεως γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), όπως αυτές ισχύουν ύστερα από το ν. 3427/2005 (Α'312) και των διατάξεων της παραγράφου 8 του άρθρου 48 και της παραγράφου 5 του άρθρου 49 του ίδιου Κώδικα, εκδόθηκε η 103/2006 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών «Έλεγχος ειδικής δήλωσης ΦΠΑ μεταβίβασης ακινήτων» (Β' 385/2006) στην οποία ορίζονται, πλην άλλων, τα εξής:

Άρθρο 1

«1. Ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. στην οποία κατατίθεται, η ειδική δήλωση ΦΠΑ της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ των υποκείμενων στο φόρο που ενεργούν πράξεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης Α' της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ίδιου Κώδικα, ελέγχει άμεσα με την καταχώρηση της τη δήλωση αυτή ως προς το δηλούμενο τίμημα του μεταβιβαζόμενου ακινήτου 2. Γfa δηλώσεις της προηγούμενης παραγράφου για τις οποίες από τον έλεγχο κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή διαπιστώνεται ότι το δηλούμενο τίμημα του μεταβιβαζόμενου ακινήτου είναι ίσο ή μεγαλύτερο της μεγαλύτερης αξίας μεταξύ της αξίας αυτού που λαμβάνεται υπόψη στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων και του δηλούμενου απολογιστικού ή προϋπολογιστικού κόστους, κατά περίπτωση, καταβάλλεται εφάπαξ, με την ολοκλήρωση του ελέγχου, ο αναλογών στο δηλούμενο τίμημα φόρος Με την ως άνω καταβολή η καταχωρηθείσα δήλωση θεωρείται πλέον παραληφθείσα, καθώς και περαιωθείσα ως ειλικρινής ως προς την αξία του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, με την προϋπόθεση ότι τα δηλωθέντα στοιχεία και εν γένει χαρακτηριστικά αυτού είναι ειλικρινή 3 4. Εφόσον η αναγραφόμενη κατά την προηγούμενη παράγραφο από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. αξία του μεταβιβαζόμενου ακινήτου γίνει αποδεκτή από τον υποκείμενο στο φόρο εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από την παράγραφο 1, συντάσσεται από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. επί της καταχωρηθείσας δήλωσης σχετική πράξη που περιέχει την αξία αυτή, το φόρο που αναλογεί σ' αυτήν καθώς και τον αναλογούντα επί του δηλούμενου τιμήματος φόρο, η οποία υπογράφεται από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. καθώς και τον υποκείμενο στο φόρο και περαιτέρω καταβάλλεται εφάπαξ, άμεσα με την υπογραφή της παραπάνω πράξης, τόσο ο αναλογών στο δηλούμενο τίμημα φόρος αφού συμψηφιστεί ο βάσει δήλωσης οικείος φόρος εισροών κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4.γ.ί του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ, όσο και η διαφορά του φόρου μεταξύ των ποσών φόρων που αναλογούν στην ως άνω αναγραφόμενη από τον προϊστάμενο της Δ. Ο. Υ. αξία και στο δηλούμενο τίμημα, με την έκδοση ιδιαίτερων διπλότυπων είσπραξης. Τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 έχουν ανάλογη εφαρμογή και εν προκειμένω. 5. Εφόσον η αναγραφόμενη κατά την παράγραφο 3 από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. αξία του μεταβιβαζόμενου ακινήτου δεν γίνει αποδεκτή κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, ο υποκείμενος στο φόρο δύναται να ζητήσει με αίτηση του προς το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών (Σ.Ο.Ε.) εκτίμηση της αξίας του μεταβιβαζόμενου ακινήτου από το Σώμα αυτό, η κρίση του οποίου είναι δεσμευτική για τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.

6. Στις διατάξεις των άρθρων 19 και 34 του ν.4174/ 2013 (Α' 170/2013), όπως η παράγραφος 3 του άρθρου 19 ίσχυε πριν από την τροποποίηση της με το άρθρο 397 παρ. 2 του ν. 4512/2018 (Α'5/17-1-2018), ορίζονταν τα εξής:

Άρθρο 19

«1. Αν ο φορολογούμενος διαπιστώσει, ότι η φορολογική δήλωση που υπέβαλε στη Φορολογική Διοίκηση περιέχει λάθος ή παράλειψη, υποχρεούται να υποβάλει τροποποιητική φορολογική δήλωση. 2. Αν ο φορολογούμενος υποβάλει τροποποιητική φορολογική δήλωση εντός της προθεσμίας υποβολής της αρχικής φορολογικής δήλωσης, τότε και η τροποποιητική φορολογική δήλωση επέχει θέση αρχικής δήλωσης και θεωρείται ότι και οι δύο, αρχική και τροποποιητική έχουν υποβληθεί εμπρόθεσμα. 3. Τροποποιητική φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την έκδοση εντολής ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης με όλες τις συνέπειες περί εκπρόθεσμης δήλωσης».

Άρθρο 34

«Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί, μετά από έλεγχο, σε έκδοση πράξης διόρθωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμενος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος. Ο διορθωτικός προσδιορισμός φόρου «που εκδίδεται κατόπιν πλήρους φορολογικού ελέγχου,» υπόκειται σε μεταγενέστερη διόρθωση, μόνο εάν προκύψουν νέα στοιχεία, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 25 του «Κώδικα». Ο φορολογούμενος δύναται να ζητά την έκδοση πράξης διόρθωσης διοικητικού προσδιορισμού φόρου, σε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης σχετικά με την οποία έχει εκδοθεί πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου. Η Φορολογική Διοίκηση υποχρεούται να εκδώσει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μόνο εφόσον κάνει αποδεκτή την τροποποιητική δήλωση. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί σε έκδοση πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και στην περίπτωση κατά την οποία δεν υποβλήθηκε δήλωση από τον φορολογούμενο και δεν έχει εκδοθεί πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου».

7. Με την υπ' αριθμ. 4003/2014 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ διαπιστώθηκε ότι η Διοίκηση έχει παραλείψει παρανόμως να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982 έκδοση αποφάσεως αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας, αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής αποφάσεως και τάχθηκε στη Διοίκηση εξάμηνη προθεσμία από την κοινοποίηση της αποφάσεως, προκειμένου να προβεί στην άνω οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια. Επειδή, όμως, η Διοίκηση δεν εξέδωσε απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών ούτε εντός της ταχθείσης προθεσμίας ούτε και μεταγενέστερα, το ΣτΕ επανήλθε και με την υπ' αριθμ. 4446/2015 απόφαση της Ολομέλειας αυτού ακύρωσε την παράλειψη της Διοικήσεως να προβεί στην έκδοση αποφάσεως αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας και όρισε χρόνο ενάρξεως της ουσιαστικής ισχύος της αποφάσεως που υποχρεούται να εκδώσει η Διοίκηση την 21η Μαΐου 2015. Μετά ταύτα, η Διοίκηση, σε συμμόρφωση προς την προμνησθείσα ακυρωτική απόφαση, εξέδωσε την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1009/2016 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Αναπροσαρμογή τιμών του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των με οποιαδήποτε αιτία μεταβιβαζομένων ακινήτων, που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου όλης της Χώρας» (Β' 48/20-1-2016), με την οποία αναπροσαρμόστηκαν αναδρομικά από 21-5-2015 οι τιμές Ζώνης και οι συντελεστές εμπορικότητας των ακινήτων.

Στην εν λόγω απόφαση ορίζονται, πλην άλλων, τα εξής:

«2. Αναπροσαρμόζουμε τις τιμές οι οποίες είχαν καθοριστεί με τις με αριθ. πρωτ. 1020564/487//00ΤΥ/Δ/ 28-12-2010 ΠΟΛ.1200/28.12.2010 (ΦΕΚ 2038/Β/29-12-2010) και ΠΟΛ.1093/29.4.2013 (ΦΕΚ 1068/Β/29-4- 2013) αποφάσεις, όπως αυτές ισχύουν σήμερα, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των εντός σχεδίου πόλης ή ορίων οικισμού ακινήτων που μεταβιβάζονται με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεά, γονική παροχή και περιλαμβάνονται στα αντίστοιχα βιβλία τιμών που τις συνοδεύουν, ως ακολούθως: ........».

8. Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (2334 έως και 2337/2016, ενδεχομένως και με άλλες που εκδόθηκαν ή μπορεί να εκδοθούν) η υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1009/18.1.2016 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (Β' 48/20.1.2016) ακυρώθηκε κατά το μέρος της με το οποίο ορίστηκε η τιμή εκκίνησης του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων σε διάφορες συγκεκριμένες περιοχές και ορίσθηκε ως χρόνος ενάρξεως του ακυρωτικού αποτελέσματος των αποφάσεων χρόνος διάφορος του ορισθέντος με την υπ' αριθμ. 4446/2015 απόφαση του ΣτΕ. Επομένως, το γνωμοδοτικό πόρισμα της παρούσης αφορά στα αποτελέσματα της υπ' αριθ. ΠΟΛ.1009/18.1.2016 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (Β' 48/20.1.2016) κατά το μέρος που δεν ακυρώθηκε, μπορεί δε να τύχει ανάλογης εφαρμογής και κατά το μέρος που η ως άνω κανονιστική απόφαση ακυρώθηκε με αποφάσεις του ΣτΕ, με βάση το ακυρωτικό αποτέλεσμα των αποφάσεων αυτών και τον ορισθέντα χρόνο έναρξης της ουσιαστικής ισχύος τους. Ερμηνεία και εφαρμογή διατάξεων Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγονται τα ακόλουθα: Επί των διατάξεων των άρθρων 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 50 (παρ. 1,4 και 5) του π.δ. 18/1989

9. Η Διοίκηση, συμμορφούμενη προς ακυρωτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, υποχρεούται όχι μόνον να θεωρήσει ανίσχυρη και μη υφιστάμενη στο νομικό κόσμο την διοικητική πράξη που ακυρώθηκε, αλλά και να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής καταστάσεως που προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από τις πράξεις αυτές, ανακαλώντας ή τροποποιώντας τις σχετικές στο μεταξύ εκδοθείσες πράξεις ή εκδίδοντας άλλες με αναδρομική ισχύ, για να αποκαταστήσει τα πράγματα στη θέση στην οποία θα βρίσκονταν, αν από την αρχή δεν είχε ισχύσει η κριθείσα αντίθετη προς το Σύνταγμα νομοθετική πράξη ή η ακυρωθείσα διοικητική πράξη. Το ειδικότερο, εξ άλλου, περιεχόμενο και η έκταση των υποχρεώσεων της διοικήσεως προσδιορίζονται από το αντικείμενο της ακυρώσεως, το οποίο, μεταξύ άλλων, καθορίζεται από το είδος και τη φύση της ακυρωθείσης πράξεως, καθώς και από τα επιτασσόμενα από την ακυρωτική απόφαση. Από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται, περαιτέρω, ότι η συμμόρφωση της διοικήσεως προς τις ακυρωτικές αποφάσεις πρέπει, να είναι πλήρης και, κατά το δυνατόν, άμεση, υπό την έννοια ότι μετά την δημοσίευση της αποφάσεως η αρμόδια αρχή οφείλει να προβαίνει σε κάθε ενέργεια που είναι απαραίτητη για την υλοποίηση του ακυρωτικού αποτελέσματος και δεν δύναται να αδρανεί, επικαλούμενη λόγους οι οποίοι δεν εδράζονται σε συνταγματικές διατάξεις, διότι, άλλως, αναιρείται ο σκοπός της θεσπίσεως της διατάξεως του άρθρου 95 παρ. 5 του Συντάγματος (πρβλ. Ολ ΣτΕ 1125/2016, ΣτΕ 4010/2015, ΣτΕ 2854/1985, 1986, ΣτΕ 1512/2000, ΝΣΚ26/2016).

10. Ωστόσο, η Διοίκηση δεν έχει υποχρέωση να προβεί αυτεπαγγέλτως και σε περαιτέρω θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής καταστάσεως η οποία προέκυψε από την ακυρωθείσα πράξη και την μετ' αυτήν, σε αντικατάσταση της, εκδοθείσα υπ'αριθ. ΠΟΛ.1009/2016, ήτοι δεν υποχρεούται σε οίκοθεν υπολογισμό ΦΠΑ με βάση την νέα αντικειμενική αξία των ακινήτων ούτε σε επιστροφή της τυχόν προκύπτουσας διαφοράς του φόρου ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, αλλά απαιτείται προς τούτο σχετικό αίτημα με την εκ μέρους του φορολογουμένου υποβολή τροποιητικής δηλώσεως - βλ. κατωτέρω παράγραφο 15 - (πρβλ. Ολ ΣτΕ 2176/2004, ΣτΕ 1175/2008, ΣτΕ 855/2016, ΟλΝΣΚ 138/2015, 434/2006, ΝΣΚ 26/2016).

Επί των διατάξεων περί ΦΠΑ και του ΚΦΔ

11. Κατά το άρθρο 73 της οδηγίας περί ΦΠΑ, η βασική αρχή του κοινού συστήματος ΦΠΑ συνίσταται στην επιβολή επί των αγαθών και των υπηρεσιών του γενικού φόρου κατανάλωσης, ακριβώς ανάλογου με την τιμή τους και ότι η βάση επιβολής του φόρου περιλαμβάνει ο,τιδήποτε αποτελεί την αντιπαροχή, την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει για της σχετικές πράξεις ο προμηθευτής ή ο παρέχων τις υπηρεσίες από τον αποκτώντα, τον λήπτη ή τρίτο πρόσωπο. Η διάταξη του άρθρου 90 παρ.1, της οδηγίας που αναφέρεται στις περιπτώσεις ακυρώσεως, καταγγελίας, λύσεως, ολικής ή μερικής μη καταβολής, ή μειώσεως της τιμής μετά την ημερομηνία πραγματοποιήσεως της πράξεως, υποχρεώνει τα κράτη μέλη να προβαίνουν σε μείωση της βάσεως επιβολής του φόρου, άρα και του ποσού του ΦΠΑ που οφείλει ο υποκείμενος στον φόρο οσάκις, μετά τη σύναψη της οικείας συμβάσεως, ο υποκείμενος στον φόρο δεν λαμβάνει την αντιπαροχή ή ένα μέρος της. Η διάταξη αυτή συνιστά έκφραση μιας θεμελιώδους αρχής της οδηγίας ΦΠΑ σύμφωνα με την οποία η βάση επιβολής του φόρου συνίσταται στην πράγματι λαμβανόμενη αντιπαροχή, συνέπεια δε της αρχής της είναι ότι η φορολογική αρχή δεν μπορεί να εισπράξει, στο πλαίσιο του ΦΠΑ, ποσό υψηλότερο αυτού που έλαβε ο υποκείμενος στον φόρο (απόφαση Almos Agrarkulkereskedelmi, υπόθεση C-337/13, σκέψη 22, απόφαση της 2ας Ιουλίου 2015 υπόθεση C-209/14 σκέψη35, απόφαση Kraft Foods Polska της 26ης Ιανουαρίου 2012 υπόθεση C-588/10).

12. Από τις διατάξεις των άρθρων 19, 36 (παρ.4 περ.γ' iv), 48 παρ.2 και 49 παρ. 2β του Κώδικα ΦΠΑ, και υπό το φως της νομολογίας του ΔΕΚ επί της 2006/112/ΕΚ Οδηγίας του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006, συνάγεται ότι, σε περίπτωση μεταβιβάσεως αποπερατωμένων ή ημιτελών κτιρίων ή τμημάτων τους, κατά τον χρόνο υπογραφής του οριστικού συμβολαίου, οπότε γεννάται η φορολογική υποχρέωση και καθίσταται απαιτητός ο σχετικός φόρος (άρθρο 16), ο υποκείμενος σε φόρο προστιθεμένης αξίας υποχρεούται να υποβάλει στον αρμόδιο Προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) ειδική δήλωση ΦΠΑ.Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ελέγχει την ακρίβεια της δηλώσεως αυτής, λαμβάνοντας υπόψη του, μεταξύ άλλων, και το συνολικό κόστος του παραδιδομένου ακινήτου και εκδίδει πράξη προσδιορισμού του φόρου, η οποία θεωρείται μερική πράξη προσδιορισμού του φόρου. Με την υποβολή της δηλώσεως αυτής, καταβάλλεται εφάπαξ ο αναλογών στην παράδοση του ακινήτου φόρος.

13. Η έκδοση της ως άνω πράξεως προσδιορισμού του φόρου δεν δεσμεύει την φορολογική αρχή να εκδώσει συμπληρωματική πράξη, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της υποπεριπτώσεως της περιπτώσεως γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36, δηλαδή όταν υποβληθεί από τον υπόχρεο υπεύθυνη δήλωση με την οποία γνωστοποιεί τις αιτίες για τις οποίες πρόκειται να συνταχθεί έγγραφο, με το οποίο διορθώνεται, συμπληρώνεται, τροποποιείται ή επαναλαμβάνεται άλλο έγγραφο το οποίο αφορά τις συγκεκριμένες πράξεις μεταβιβάσεως αποπερατωμένων ή ημιτελών κτιρίων. Στην περίπτωση αυτή, ο αρμόδιος Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. κατόπιν επανελέγχου, αφού λάβει υπόψη του και εκτιμήσει όλα τα στοιχεία του φακέλου, αν κρίνει το αίτημα βάσιμο, εν όλω ή εν μέρει, εκδίδει πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου. Στην ερμηνευτική αυτή εκδοχή συνηγορούν και οι διατάξεις των άρθρων 19 και 34 εδάφ. τρίτο και τέταρτο του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ο οποίος κατά τη ρητή διατύπωση του άρθρου 2 αυτού έχει εφαρμογή και στον φόρο προστιθεμένης αξίας), σύμφωνα με τις οποίες ο φορολογούμενος δύναται να ζητήσει την έκδοση πράξεως διορθώσεως διοικητικού προσδιορισμού φόρου, σε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δηλώσεως σχετικά με την οποία έχει εκδοθεί πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου και ότι η Διοίκηση υποχρεούται να εκδώσει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μόνον εφόσον κάνει αποδεκτή την τροποποιητική δήλωση( ΝΣΚ 9/2016).

14. Συνεπώς, στην συγκεκριμένη περίπτωση, η Φορολογική Διοίκηση νομίμως, κατ' αρχήν, προσδιόρισε τον φόρο προστιθεμένης αξίας σύμφωνα με την αντικειμενική αξία που ίσχυε κατά τον χρόνο υπογραφής του συμβολαίου, πλην όμως μετά την έκδοση της ΠΟΛ.1009/2016 αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, η πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ, με την οποία είχε υπολογισθεί ο ΦΠΑ με βάση την υπ' αριθμ. 1020564/487/ΟΟΤ/Δ/2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, απώλεσε εν μέρει εξ επιγενόμενου λόγου ένα εκ των ερεισμάτων προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας, ήτοι τις τιμές του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων.

15. Εν όψει των ανωτέρω, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. υποχρεούται, εφόσον ο υπόχρεος υπέβαλε την τροποποιητική δήλωση κατ' άρθρο 19 παρ 3 του ΚΦΔ, επικαλούμενος ως αιτία την αναδρομική μείωση της αντικειμενικής αξίας, βάσει της ΠΟΛ.1009/2016, να προβεί σε επανέλεγχο της ειδικής δηλώσεως μεταβιβάσεως ακινήτου, κατά την διάταξη του άρθρου 36 παρ.4 περ. γ υποπερ. ί του ν.2859/2000, και να εκδώσει διορθωτική πράξη επανϋπολογίζοντας τον φόρο προστιθεμένης αξίας, (ο οποίος είχε υπολογιστεί, επί της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζομένου ακινήτου, όπως ίσχυε πριν την αναπροσαρμογή αυτής με την ΠΟΛ.1009/2016 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών) με βάση την αναπροσαρμοσθείσα αντικειμενική αξία του ακινήτου σύμφωνα με την άνω υπουργική Απόφαση και στην περίπτωση κατά την οποία προκύπτει μείωση φορολογητέας ύλης, συντρέχει νόμιμος λόγος επιστροφής του επιπλέον καταβληθέντος φόρου, εφόσον, βεβαίως, η σχετική αξίωση του φορολογουμένου δεν έχει υποπέσει σε παραγραφή. Η ως άνω υποχρέωση της φορολογικής αρχής υπαγορεύεται και από τις αρχές της χρηστής διοικήσεως και του κράτους δικαίου, που πρέπει να διέπουν τη διοικητική δράση (πρβλ ΣτΕ 92/2016), συγχρόνως, όμως, αποτελεί και αυτονόητη συνέπεια της εφαρμογής της αναδρομικής κανονιστικής αποφάσεως περί των νέων αντικειμενικών αξιών, η οποία, στην αντίθετη περίπτωση, θα καθίστατο κενή περιεχομένου, κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας, ενώ τυχόν άρνηση εφαρμογής της θα ισοδυναμούσε, κατ' αποτέλεσμα, και με ανεπίτρεπτη άρνηση συμμόρφωσης με την ως άνω ακυρωτική δικαστική απόφαση.

16. Η ως άνω άποψη δεν αναιρείται από το γεγονός ότι κατά τις διατάξεις της 103/2006 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του άρθρου 52 παρ.4 του ν. 2859/2000 η υποβολή της ειδικής δηλώσεως συνεπάγεται τον άμεσο έλεγχο της, κατά τον οποίον, η δήλωση ελέγχεται, λαμβανομένων υπόψη των αξιών, όπως αυτές ισχύουν στην φορολογία μεταβιβάσεως ακινήτων και στην φορολογία εισοδήματος, καθώς και το συνολικό κόστος του ακινήτου, με συνέπεια ο φορολογούμενος να μην είναι υποχρεωμένος να αποδεχτεί την αξία που προκύπτει από τον έλεγχο και στην περίπτωση που την αποδεχτεί, υπογράφει την πράξη με τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., η οποία πράξη πλέον επέχει θέση επίλυσης της διαφοράς και συνεπώς τις συνέπειες αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως. Τούτο, δε, διότι η ανωτέρω διαδικασία και η στο πλαίσιο αυτής άσκηση των δικαιωμάτων του φορολογουμένου και οι οριζόμενες συνέπειες αφορούν στο χρόνο διενέργειας του ελέγχου της δηλώσεως και όχι σε περιπτώσεις απώλειας εξ επιγενόμενου λόγου ενός εκ των ερεισμάτων προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας, ήτοι τις τιμές του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων. Αντίθετη εκδοχή δεν θα ήταν σύμφωνη προς την θεμελιώδη αρχή της οδηγίας ΦΠΑ, σύμφωνα με την οποία η βάση επιβολής του φόρου συνίσταται στην πράγματι λαμβανόμενη αντιπαροχή, ούτε στις διατάξεις των άρθρων 48 και 49 του ν.2859/2000, θα συνιστούσε δε και άρνηση συμμορφώσεως προς την ΣτΕ 4446/2015 ακυρωτική απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

17. Μειοψήφησε ο Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, Διονύσιος Χειμώνας, ο οποίος διατύπωσε την γνώμη ότι η φορολογική αρχή, στο πλαίσιο της συμμορφώσεώς της προς την υπ' αριθμ. ΣτΕ 4446/2015 απόφαση του ΣτΕ, έχει υποχρέωση να προβεί οίκοθεν σε επανυπολογισμό του φόρου προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) βάσει της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων, η οποία καθορίσθηκε με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1009/26.1.2016 (Β' 48/20.1.2016) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με την οποία αναπροσαρμόστηκαν αναδρομικώς από 21-5-2015 οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, σε συμμόρφωση προς την υπ' αριθμ. 4446/2015 ακυρωτική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και μετά ταύτα να επιστρέψει στον φορολογούμενο τη διαφορά του φόρου, η οποία προκύπτει μεταξύ του κατά τα ανωτέρω επανυπολογισθέντος και του καταβληθέντος, βάσει της ειδικής δηλώσεως μεταβιβάσεως ακινήτου, κατά την διάταξη του άρθρου 36 παρ.4 περ. γ υποπερ. ί του ν.2859/2000 και υπολογισθέντος βάσει της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, όπως είχε προσδιορισθεί δυνάμει της υπ' αριθμ. 1020564/487/ΟΟΤ/Δ/27-2-2007 ΠΟΑ. 1034 απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β' 269/28-2-2007).

Απάντηση

18. Ενόψει των ανωτέρω, στο τεθέν ερώτημα το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β') γνωμοδοτεί, κατά πλειοψηφία, ότι η φορολογική αρχή υποχρεούται, ύστερα από υποβολή σχετικής τροποποιητικής δηλώσεως του φορολογουμένου να επιστρέψει σε αυτόν τη διαφορά του φόρου προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), η οποία προκύπτει μεταξύ αφενός μεν του καταβληθέντος, βάσει της ειδικής δηλώσεως μεταβιβάσεως ακινήτου, κατά την διάταξη του άρθρου 36 παρ.4 περ. γ υποπερ. ί του ν.2859/2000 και υπολογισθέντος βάσει της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, όπως είχε προσδιορισθεί δυνάμει της υπ' αριθμ. 1020564/487/ΟΟΤ/Δ/27-2-2007 ΠΟΛ.1034/27.2.2007 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β' 269/28-2-2007) και αφετέρου του προκύπτοντος βάσει της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων, όπως προσδιορίστηκε δυνάμει της υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1009/26.1.2016 (Β' 48/20.1.2016) αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με την οποία αναπροσαρμόστηκαν αναδρομικώς από 21-5-2015 οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, σε συμμόρφωση προς την υπ' αριθμ. ΣτΕ 4446/2015 ακυρωτική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την εξυπακουόμενη επιφύλαξη/ίων όσων εκτέθηκαν στην παράγραφο 8 της παρούσης.



Αθήνα, 26-2-2018


Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αρμόδιας Αρχής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα και διατάξεις εφαρμογής

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΑΝΑ ΧΩΡΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ»


Α. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Με τον παρόντα νόμο κυρώνεται:
η «Συμφωνία μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αρμόδιας Αρχής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα» («Διμερής ΣΑΑ»), "Arrangement between the Competent Authority of the Hellenic Republic and the Competent Authority of the United States of America on the Exchange of Country-by-Country Reports" ("Bilateral CAA"), που υπογράφηκε στο Όσλο στις 27 Σεπτεμβρίου 2017.

Ο νόμος χωρίζεται σε δύο Μέρη. Το Μέρος Πρώτο αποτελείται από το άρθρο πρώτο και περιλαμβάνει αυτούσιο το κείμενο της Διμερούς ΣΑΑ για την ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα (ΕαΧ) και την μετάφρασή του στην ελληνική γλώσσα, ενώ το Μέρος Δεύτερο αποτελείται από τα άρθρα δεύτερο έως και έβδομο και περιλαμβάνει τις διατάξεις εφαρμογής της κυρούμενης Διμερούς ΣΑΑ.

Ειδικότερα, όσον αφορά στο Μέρος Πρώτο, επισημαίνεται ότι η Διμερής ΣΑΑ αποτελεί ειδικότερη Συμφωνία στο πλαίσιο εφαρμογής της Σύμβασης μεταξύ της Ελλάδος και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής περί Αποφυγής της Διπλής Φορολογίας και Αποτροπής της Φορολογικής Διαφυγής εν σχέσει προς τους Φόρους επί του Εισοδήματος, που υπεγράφη στην Αθήνα την 20η Φεβρουαρίου 1950 (η «Σύμβαση»), στην οποία και παραπέμπει ευθέως η Διμερής ΣΑΑ και η οποία επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών. Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών έχει ως νομική βάση την Πολυμερή Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΟΣΑ σχετικά με την Αμοιβαία Διοικητική Συνδρομή σε Φορολογικά Θέματα, όπως τροποποιήθηκε το 2010, η οποία κυρώθηκε με τις διατάξεις του ν. 4153/2013 (Α' 116), και η οποία προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ξεχωριστής συμφωνίας μεταξύ των Αρμόδιων Αρχών των Συμβαλλόμενων Μερών, η οποία μπορεί να είναι σε ισχύ μεταξύ δύο ή περισσότερων μερών, επιτρέποντας έτσι μια ενιαία συμφωνία, είτε με δύο είτε με περισσότερα μέρη (διμερής ή πολυμερής), με την πραγματική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών να λαμβάνει χώρα πάντοτε σε διμερή βάση. Με την κυρούμενη Διμερή ΣΑΑ ενεργοποιείται και τίθεται σε λειτουργία η αυτόματη ανταλλαγή των ΕαΧ μεταξύ των Αρμόδιων Αρχών των δύο Συμβαλλομένων Μερών της.

Όσον αφορά στο Μέρος Δεύτερο, περιλαμβάνονται διατάξεις εφαρμογής της εν λόγω Συμφωνίας και ειδικότερα, επιπρόσθετοι της Διμερούς ΣΑΑ ορισμοί, ειδικότερες ρυθμίσεις σχετικά με τη διαδικασία και τον χρόνο υποβολής, καθώς και το περιεχόμενο των ΕαΧ ενώπιον της ελληνικής φορολογικής διοίκησης, την επιβολή κυρώσεων και τέλος, την εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για την ορθή εφαρμογή της διαδικασίας ανταλλαγής των ΕαΧ.

1. Επισκόπηση διεθνών εξελίξεων

Τα διεθνή φορολογικά θέματα δεν ήταν ποτέ τόσο υψηλά στην πολιτική ατζέντα όσο είναι σήμερα. Η ενσωμάτωση των εθνικών οικονομιών και αγορών έχει αυξηθεί ουσιαστικά τα τελευταία χρόνια, θέτοντας έναν περιορισμό στους διεθνείς φορολογικούς κανόνες, που σχεδιάστηκαν τουλάχιστον έναν αιώνα πριν. Οι αδυναμίες στους σύγχρονους κανόνες δικαίου δημιουργούν έδαφος για διάβρωση της φορολογικής βάσης Kat μεταφορά κερδών (Base Erosion and Profit Shifting - BEPS), απαιτώντας γενναίες κινήσεις από αυτούς που διαμορφώνουν πολιτική, προκειμένου να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στο διεθνές σύστημα και να διασφαλίσουν ότι τα κέρδη φορολογούνται εκεί όπου πραγματοποιούνται οι οικονομικές δραστηριότητες.

Με βάση την Έκθεση "Addressing Base Erosion and Profit Shifting" το Φεβρουάριο 2013, ο ΟΟΣΑ και οι χώρες της ομάδας G20 υιοθέτησαν ένα Σχέδιο Δράσης 15 - σημείων σχετικά με το BEPS το Σεπτέμβριο 2013.

Το Σχέδιο Δράσης αναγνώρισε 15 Δράσεις με τρία βασικά σημεία: τη συνοχή στους εθνικούς κανόνες που αφορούν διασυνοριακές δραστηριότητες, την ενίσχυση των κύριων απαιτήσεων στα υπάρχοντα διεθνή πρότυπα και τη βελτίωση της διαφάνειας και της σταθερότητας.

Έκτοτε, όλες οι χώρες της ομάδας G20 και του ΟΟΣΑ έχουν εργαστεί σε ισότιμη βάση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επίσης καταθέσει τις προτάσεις της μέσω του έργου BEPS. Οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν δεσμευτεί εκτεταμένα μέσω διάφορων μηχανισμών, μεταξύ των οποίων και η άμεση συμμετοχή στην Επιτροπή φορολογικών Υποθέσεων του ΟΟΣΑ. Διάφοροι φορείς σε διεθνές επίπεδο έχουν συμμετάσχει σε μεγάλο βαθμό. Συνολικά, το έργο BEPS έλαβε περισσότερες από 1.400 αιτήσεις από τη βιομηχανία, συμβουλευτικές εταιρίες, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) και ακαδημαϊκούς.

Μετά από δύο χρόνια εργασίας, οι 15 δράσεις έχουν πλέον ολοκληρωθεί και όλα τα διαφορετικά συμπεράσματα έχουν περιληφθεί σε ένα συγκεντρωτικό πακέτο. Το πακέτο μέτρων BEPS αποτελεί την πρώτη ουσιαστική καινοτομία των διεθνών φορολογικών κανόνων μέσα σε σχεδόν έναν αιώνα. Μόλις τα νέα μέτρα εφαρμοστούν, προσδοκάται ότι θα αποδοθούν τα αναλογούντα κέρδη εκεί όπου πραγματοποιούνται οι οικονομικές δραστηριότητες.

Κατ' επέκταση, η εφαρμογή αυτών των μέτρων είναι κομβικής σημασίας σε αυτό το στάδιο. Το πακέτο BEPS είναι σχεδιασμένο να εφαρμόζεται μέσω αλλαγών στα εθνικά δίκαια και τις διοικητικές πρακτικές και μέσω προβλέψεων συμφωνιών. Οι χώρες του ΟΟΣΑ και της ομάδας G20 έχουν επίσης συμφωνήσει τη συνέχιση της συνεργασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί μια επαρκής συντονισμένη εφαρμογή των συστάσεων BEPS. Η παγκοσμιοποίηση απαιτεί να υπάρχουν διεθνείς λύσεις και διάλογος, πέραν των χωρών του ΟΟΣΑ και της ομάδας G20.

Η Δράση 13 του Σχεδίου Δράσης για τη Διάβρωση της φορολογικής Βάσης και τη Μεταφορά Κερδών (BEPS Action Plan, ΟΟΣΑ,2013) απαιτεί την ανάπτυξη των κανόνων σχετικά με την τεκμηρίωση των ενδοομιλικών συναλλαγών, προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια για τη φορολογική διοίκηση, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος συμμόρφωσης για την επιχείρηση. Οι κανόνες θα περιλαμβάνουν την υποχρέωση των Ομίλων Πολυεθνικών Επιχειρήσεων (Ομίλων ΠΕ) να υποβάλλουν στις αρμόδιες φορολογικές διοικήσεις όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με το παγκόσμιο εισόδημα, την οικονομική δραστηριότητα και τους φόρους μεταξύ κρατών σύμφωνα με έναν κοινό πίνακα.

Σύμφωνα με την εν λόγω απαίτηση, έχει αναπτυχθεί μια τυποποιημένη τριών επιπέδων προσέγγιση τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών. Πρώτον, απαιτείται από τους Ομίλους Π Ε να παρέχουν στις φορολογικές διοικήσεις πληροφορίες υψηλού επιπέδου σχετικά με τις παγκόσμιες επιχειρηματικές δραστηριότητές τους και τις πολιτικές ενδοομιλικών συναλλαγών σε ένα «Βασικό Φάκελο Τεκμηρίωσης», ο οποίος θα μπορεί να είναι διαθέσιμος σε όλες τις σχετιζόμενες φορολογικές διοικήσεις. Δεύτερον, απαιτείται να παρέχεται λεπτομερειακή τεκμηρίωση ενδοομιλικών συναλλαγών, ειδικά για κάθε χώρα σε έναν «Τοπικό Φάκελο Τεκμηρίωσης», περιλαμβάνοντας υλικό σχετικά με τις συναλλαγές των Ομίλων ΠΕ, τα ποσά συναλλαγών και την εταιρική ανάλυση. Τρίτον, οι μεγάλοι Όμιλοι Π Ε απαιτείται να υποβάλλουν την «ΕαΧ», που θα παρέχει σε ετήσια βάση και για κάθε περιοχή Δικαιοδοσίας, στην οποία δραστηριοποιείται ο Όμιλος ΠΕ, το ποσό των εσόδων, τα κέρδη προ φόρου εισοδήματος και τον καταβληθέντα φόρο εισοδήματος. Επίσης, απαιτείται να αναφέρεται ο αριθμός των εργαζομένων, το μετοχικό κεφάλαιο, τα συσσωρευμένα κέρδη και τα υλικά περιουσιακά στοιχεία για κάθε περιοχή Δικαιοδοσίας. Τέλος, απαιτείται έγγραφο ταυτοποίησης κάθε Συνιστώσας Οντότητας του Ομίλου ΠΕ, με το οποίο καθορίζεται η περιοχή Δικαιοδοσίας στην οποία έχει τη φορολογική της κατοικία και η φύση της κύριας επιχειρηματικής δράστηριότητάς της.

Ως σύνολο, αυτά τα τρία έγγραφα (ο Βασικός και Τοπικός Φάκελος Τεκμηρίωσης και η ΕαΧ) παρέχουν στις φορολογικές διοικήσεις χρήσιμες πληροφορίες για τους σκοπούς της αξιολόγησης υψηλών κινδύνων σε σχέση με τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών και άλλων κινδύνων σε σχέση με τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών.

Επισημαίνεται ότι η ακριβής και αποτελεσματική εφαρμογή των κριτηρίων της τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών και ειδικότερα, των ΕαΧ είναι απαραίτητη. Για αυτόν τον λόγο, οι χώρες του ΟΟΣΑ και της ομάδας G20 συμφώνησαν στα βασικά στοιχεία της εφαρμογής της τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών και των ΕαΧ. Με βάση αυτή τη συμφωνία, ο Βασικός και Τοπικός Φάκελος Τεκμηρίωσης υποβάλλονται από τους Ομίλους ΠΕ απευθείας στις τοπικές φορολογικές αρχές. Εν προκειμένω, οι ΕαΧ υποβάλλονται στη Δικαιοδοσία της φορολογικής κατοικίας της Τελικής Μητρικής Οντότητας και διανέμονται μεταξύ των δύο Δικαιοδοσιών μέσω της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που έχει ως βάση τη Σύμβαση.

Με τη Διμερή ΣΑΑ ρυθμίζεται η ανταλλαγή των ΕαΧ, η οποία εφαρμόζεται για φορολογικά έτη που ξεκινούν από ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2016 και αφορά Ομίλους ΠΕ με ετήσια συνολικά ενοποιημένα έσοδα ίσα ή πάνω από 750 εκατομμύρια ευρώ.

2. Νομική και λειτουργική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών

Το άρθρο 18 της Σύμβασης επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο Αρμόδιων Αρχών, συμπεριλαμβανομένης της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών. Τόσο η Σύμβαση όσο και η Διμερής ΣΑΑ, όπως όλες οι συμβάσεις και τα εργαλεία ανταλλαγής πληροφοριών, περιέχουν αυστηρές διατάξεις, που απαιτούν οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται να παραμένουν εμπιστευτικές, να περιορίζονται τα πρόσωπα στα οποία οι πληροφορίες μπορούν να αποκαλύπτονται και οι σκοποί για τους οποίους οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Ο ΟΟΣΑ εκδίδει κατά διαστήματα Οδηγούς σχετικά με την ορθή χρήση και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων, οι οποίοι καθορίζουν τις βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών και παρέχουν πρακτικές οδηγίες για τον τρόπο διασφάλισης ενός ικανοποιητικού επιπέδου προστασίας τους. Πριν από τη θέση σε ισχύ μιας συμφωνίας για αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών με άλλη χώρα, είναι σημαντικό η λαμβάνουσα χώρα να έχει το νομικό πλαίσιο και τη διοικητική ικανότητα, καθώς και τις αναγκαίες διαδικασίες, ώστε να διασφαλίζει το απόρρητο των πληροφοριών που λαμβάνει, καθώς και το γεγονός ότι αυτές οι πληροφορίες χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς που προσδιορίζονται στο οικείο νομικό εργαλείο.

Β. ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

1. Επί του άρθρου πρώτου του Μέρους Πρώτου

1.1 Βασικά σημεία της Διμερούς ΣΑΑ


Στο σχέδιο νόμου παρατίθεται το πρωτότυπο κείμενο της Συμφωνίας μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αρμόδιας Αρχής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα (Διμερής ΣΑΑ), που υπογράφηκε από τον Διοικητή της ΑΑΔΕ, κ. Γεώργιο Πιτσιλή, στο Όσλο στις 27 Σεπτεμβρίου 2017, στην αγγλική γλώσσα, καθώς και μετάφραση αυτού στην ελληνική.

Στη συνέχεια παρατίθεται το προοίμιο, ήτοι το σκεπτικό της Διμερούς ΣΑΑ, που έχει ως εξής:

Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής επιθυμούν να ενισχύσουν τη διαφάνεια σε φορολογικά θέματα σε διεθνές επίπεδο και να βελτιώσουν την πρόσβαση των φορολογικών αρχών τους στις πληροφορίες που αφορούν στην σε παγκόσμιο επίπεδο κατανομή του εισοδήματος, στους καταβληθέντες φόρους και σε ορισμένους δείκτες εντοπισμού της οικονομικής δραστηριότητας μεταξύ φορολογικών δικαιοδοσιών στις οποίες οι Όμιλοι ΠΕ ασκούν τις δραστηριότητές τους μέσω της αυτόματης ανταλλαγής των ετήσιων ΕαΧ, για τους σκοπούς της αξιολόγησης υψηλών κινδύνων σε σχέση με τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών και άλλων κινδύνων σε σχέση με τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών, και κατά περίπτωση, για σκοπούς οικονομικής και στατιστικής ανάλυσης.

Η νομοθεσία της Ελληνικής Δημοκρατίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής συμφωνείται να επιβάλει στην Αναφέρουσα Οντότητα του Ομίλου ΠΕ να υποβάλλει κάθε έτος την ΕαΧ.

Η ΕαΧ αποτελεί μέρος μιας τυποποιημένης προσέγγισης τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών, η οποία συμφωνείται να παρέχει στις φορολογικές διοικήσεις σχετική και αξιόπιστη πληροφόρηση για την υλοποίηση
αποτελεσματικής και αξιόπιστης ανάλυσης κινδύνων σε σχέση με τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών.

Το Άρθρο 18 (Ανταλλαγή πληροφοριών) της Σύμβασης μεταξύ της Ελλάδος και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής περί Αποφυγής της Διπλής Φορολογίας και Αποτροπής της Φορολογικής Διαφυγής εν σχέσει προς τους Φόρους επί του Εισοδήματος, που υπεγράφη στην Αθήνα την 20η Φεβρουαρίου 1950 (η «Σύμβαση») επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών.

Η Αρμόδια Αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Αρμόδια Αρχή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (οι «Αρμόδιες Αρχές») αναγνωρίζουν ότι η κάθε δικαιοδοσία έχει θέσει σε εφαρμογή τις κατάλληλες διασφαλίσεις αναφορικά με την εμπιστευτικότητα και την ορθή χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται και την υποδομή για μια αποτελεσματική σχέση ανταλλαγής πληροφοριών.

Οι Αρμόδιες Αρχές επιθυμούν να συνάψουν την παρούσα Συμφωνία για την ανταλλαγή των ΕαΧ με βάση την υποβολή στοιχείων βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας και την αμοιβαία αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών βάσει της Σύμβασης, και υπό την προϋπόθεση εμπιστευτικότητας και άλλων μέτρων προστασίας που προβλέπονται στη Σύμβαση, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που περιορίζουν τη χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται βάσει της Σύμβασης.

1.2 Επί των Τμημάτων της Διμερούς ΣΑΑ

Η Διμερής ΣΑΑ περιλαμβάνει Τμήματα με τους ορισμούς (Τμήμα 1), τους γενικούς όρους που διέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με Ομίλους ΠΕ (Τμήμα 2), το χρόνο και τον τρόπο ανταλλαγής των πληροφοριών (Τμήμα 3), τη συνεργασία για τη διαβίβαση και σφάλματα (Τμήμα 4), την εμπιστευτικότητα, τη διασφάλιση και την ορθή χρήση των δεδομένων (Τμήμα 5), τις διαβουλεύσεις μεταξύ των Αρμόδιων Αρχών (Τμήμα 6), τις τροποποιήσεις της Διμερούς ΣΑΑ (Τμήμα 7), τους όρους της Διμερούς ΣΑΑ (Τμήμα 8). Ειδικότερα:

Το Τμήμα 1 περιλαμβάνει τους βασικούς ορισμούς της Διμερούς ΣΑΑ. Όποιος άλλος ορισμός δεν ορίζεται στην ΠΣΑΑ έχει την έννοια που του αποδίδεται τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή βάσει της ελληνικής εσωτερικής νομοθεσίας.

Το Τμήμα 2 περιλαμβάνει τους γενικούς όρους που διέπουν την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σε σχέση με την ΕαΧ. Η προβλεπόμενη ανταλλαγή πληροφοριών διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 της Σύμβασης.

Το Τμήμα 3 περιλαμβάνει τους ειδικούς όρους που διέπουν την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, ήτοι τον χρόνο και τον τρόπο ανταλλαγής πληροφοριών. Η ανταλλαγή πληροφοριών πραγματοποιείται μόνον εφόσον και τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη έχουν θέσει σε ισχύ την εσωτερική νομοθεσία που απαιτεί την υποβολή της ΕαΧ για το φορολογικό έτος που καλύπτεται από την Έκθεση.

Το Τμήμα 4 ρυθμίζει τη συνεργασία μεταξύ των Αρμόδιων Αρχών για τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις της Διμερούς ΣΑΑ, καθώς και την επιβολή αυτών στα υπόχρεα πρόσωπα. Η λαμβάνουσα Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί στην αποστέλλουσα Αρμόδια Αρχή την περίπτωση ανακριβούς ή λανθασμένης υποβολής στοιχείων, καθώς και επιτυχούς ή μη λήψης ενός αρχείου. Η τελευταία οφείλει να
λάβει τα απαραίτητα μέτρα βάσει της εσωτερικής της νομοθεσίας, ώστε να αντιμετωπίσει αυτές τις περιπτώσεις.

Το Τμήμα 5 περιλαμβάνει τους όρους για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών και άλλες διασφαλίσεις που προβλέπονται στη Σύμβαση, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που περιορίζουν τη χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται. Γίνεται ευθεία παραπομπή στους κανόνες εμπιστευτικότητας που προβλέπει η Σύμβαση, ορίζεται η ορθή χρήση των δεδομένων που θα πρέπει να περιορίζεται σε συγκεκριμένες αναλυτικά περιγραφόμενες χρήσεις και θεσπίζεται η υποχρέωση μιας Αρμόδιας Αρχής για οποιεσδήποτε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης σχετικά με την εμπιστευτικότητα και διασφάλιση δεδομένων.

Το Τμήμα 6 περιλαμβάνει τη διαδικασία επίλυσης υποθέσεων για προσαρμογή του φορολογητέου εισοδήματος μιας Συνιστώσας Οντότητας, σύμφωνα με την παρ. 2 του Άρθρου 16 της Σύμβασης (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού), καθώς και τους όρους των διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο Αρμόδιων Αρχών σχετικά με οποιεσδήποτε τυχόν δυσκολίες κατά την εφαρμογή της Διμερούς ΣΑΑ.

Το Τμήμα 7 περιλαμβάνει του όρους τροποποίησης της Διμερούς ΣΑΑ.

Το Τμήμα 8 περιλαμβάνει την προϋπόθεση για τη θέση σε ισχύ της Διμερούς ΣΑΑ, που είναι η υποβολή γνωστοποίησης κάθε Αρμόδιας Αρχής ότι το Συμβαλλόμενο Κράτος διαθέτει την απαραίτητη νομοθεσία για την υποχρέωση υποβολής της ΕαΧ. Περαιτέρω, περιλαμβάνεται η διαδικασία αναστολής ανταλλαγής πληροφοριών βάσει της Διμερούς ΣΑΑ στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης της άλλης Αρμόδιας Αρχής με συγκεκριμένες υποχρεώσεις, καθώς και η διαδικασία καταγγελίας της Διμερούς ΣΑΑ.

2. Επί του άρθρου δεύτερου του Μέρους Δεύτερου

Στο άρθρο αυτό περιλαμβάνονται κάποιοι ορισμοί επιπροσθέτως των ορισμών της Διμερούς ΣΑΑ, οι οποίοι κρίνονται απαραίτητοι για την ορθή εφαρμογή της Διμερούς ΣΑΑ.

3. Επί του άρθρου τρίτου του Μέρους Δεύτερου

Στο άρθρο αυτό περιγράφεται η υποχρέωση υποβολής των ΕαΧ από τους Ομίλους ΠΕ και το περιεχόμενο αυτών. Γίνεται παραπομπή στην εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου πέμπτου του ν. 4490/2017 (Α'150), όπου περιλαμβάνονται αναλυτικά οι ακριβείς πληροφορίες που θα πρέπει να περιέχονται στην ΕαΧ και επισυνάπτεται το σχετικό Παράρτημα με πίνακες και σχετικές οδηγίες συμπλήρωσης. Τέλος, γίνεται μνεία στον ηλεκτρονικό τρόπο υποβολής των ΕαΧ.

4. Επί του άρθρου τέταρτου του Μέρους Δεύτερου

Στο άρθρο αυτό ορίζεται η προθεσμία υποβολής των ΕαΧ, με ιδιαίτερη μνεία στο πρώτο έτος εφαρμογής, για το οποίο ορίζεται η 31Π Μαρτίου 2018.

5. Επί του άρθρου πέμπτου του Μέρους Δεύτερου

Επειδή η υποβολή ΕαΧ αποτελεί, μαζί με την τήρηση Φακέλου Τεκμηρίωσης (Βασικού και Τοπικού) και την υποβολή Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών μέρος της φορολογικής υποχρέωσης για την τεκμηρίωση των ενδοομιλικών συναλλαγών, οι προτεινόμενες κυρώσεις είναι ανάλογες με εκείνες που προβλέπονται στις περιπτώσεις μη τήρησης της υποχρέωσης τεκμηρίωσης του άρθρου 56 του ν. 4174/2013 - Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), (Α'170) και κρίνονται ως αναλογικές, αποτελεσματικές και αποτρεπτικές.

6. Επί του άρθρου έκτου του Μέρους Δεύτερου

Στο άρθρο αυτό περιλαμβάνεται εξουσιοδοτική διάταξη που προβλέπει την έκδοση αποφάσεων του Διοικητή της ΑΑΔΕ σχετικά με τη διαδικασία υποβολής των ΕαΧ. Οι αποφάσεις αυτές κρίνονται αναγκαίες για την ομαλή και απρόσκοπτη εφαρμογή της Διμερούς ΣΑΑ.

7. Επί του άρθρου έβδομου του Μέρους Δεύτερου


Στο άρθρο αυτό ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου και της Διμερούς ΣΑΑ που κυρώνεται, από την πλήρωση των προϋποθέσεων της παρ. 1 του Τμήματος 8 αυτής.

Αθήνα, 14 Μαρτίου 2018

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ






ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΑΝΑ ΧΩΡΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Άρθρο πρώτο


Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αρμόδιας Αρχής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την Ανταλλαγή Εκθέσεων ανά Χώρα, που υπογράφηκε στο Όσλο στις 27 Σεπτεμβρίου 2017, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα, και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, έχει ως εξής:

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΑΝΑ ΧΩΡΑ

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής επιθυμούν να ενισχύσουν τη διαφάνεια σε φορολογικά θέματα σε διεθνές επίπεδο και να βελτιώσουν την πρόσβαση των φορολογικών αρχών τους στις πληροφορίες που αφορούν στην σε παγκόσμιο επίπεδο κατανομή του εισοδήματος, στους καταβληθέντες φόρους και σε ορισμένους δείκτες εντοπισμού της οικονομικής δραστηριότητας μεταξύ φορολογικών δικαιοδοσιών στις οποίες οι όμιλοι πολυεθνικών επιχειρήσεων («Όμιλοι ΠΕ») ασκούν τις δραστηριότητές τους μέσω της αυτόματης ανταλλαγής των ετήσιων εκθέσεων ανά χώρα («ΕαΧ»), για τους σκοπούς της αξιολόγησης υψηλών κινδύνων σε σχέση με τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών και άλλων κινδύνων σε σχέση με τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών, και κατά περίπτωση, για σκοπούς οικονομικής και στατιστικής ανάλυσης.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία της Ελληνικής Δημοκρατίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής συμφωνείται να επιβάλει στην Αναφέρουσα Οντότητα του Ομίλου ΠΕ να υποβάλλει κάθε έτος την ΕαΧ.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕαΧ αποτελεί μέρος μιας τυποποιημένης προσέγγισης τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών, η οποία συμφωνείται να παρέχει στις φορολογικές διοικήσεις σχετική και αξιόπιστη πληροφόρηση για την υλοποίηση αποτελεσματικής και αξιόπιστης ανάλυσης κινδύνων σε σχέση με τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών

Λαμβάνοντας υπόψη ότι το Άρθρο 18 (Ανταλλαγή πληροφοριών) της Σύμβασης μεταξύ της Ελλάδος και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής περί Αποφυγής της Διπλής Φορολογίας και Αποτροπής της Φορολογικής Διαφυγής εν σχέσει προς τους Φόρους επί του Εισοδήματος, που υπεγράφη στην Αθήνα την 20η Φεβρουαρίου 1950 (η «Σύμβαση») επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αρμόδια Αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Αρμόδια Αρχή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (οι «Αρμόδιες Αρχές») αναγνωρίζουν ότι η κάθε δικαιοδοσία έχει θέσει σε εφαρμογή τις κατάλληλες διασφαλίσεις αναφορικά με την εμπιστευτικότητα και την ορθή χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται και την υποδομή για μια αποτελεσματική σχέση ανταλλαγής πληροφοριών.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Αρμόδιες Αρχές επιθυμούν να συνάψουν την παρούσα Συμφωνία για την ανταλλαγή των ΕαΧ με βάση την υποβολή στοιχείων βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας και την αμοιβαία αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών βάσει της Σύμβασης, και υπό την προϋπόθεση εμπιστευτικότητας και άλλων μέτρων προστασίας που προβλέπονται στη Σύμβαση, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που περιορίζουν τη χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται βάσει της Σύμβασης.

Ως εκ τούτου, οι Αρμόδιες Αρχές δηλώνουν την πρόθεσή τους ως εξής:

ΤΜΗΜΑ 1
Ορισμοί


1. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, οι ακόλουθοι όροι έχουν τις ακόλουθες έννοιες:
α) ο όρος «Όμιλος» σημαίνει σύνολο επιχειρήσεων που σχετίζονται μέσω ιδιοκτησίας ή ελέγχου τέτοιου είδους που είτε απαιτείται να συντάσσουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις για σκοπούς χρηματοοικονομικής πληροφόρησης βάσει των εφαρμοζόμενων αρχών λογιστικής είτε θα υπήρχε αυτή η απαίτηση εάν το μετοχικό κεφάλαιο οποιασδήποτε από τις επιχειρήσεις αποτελούσε αντικείμενο συναλλαγής σε χρηματιστήριο.
β) ο όρος «όμιλος πολυεθνικών επιχειρήσεων» ή «Όμιλος ΠΕ» σημαίνει κάθε Όμιλος που: βα) περιλαμβάνει δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις, οι φορολογικές κατοικίες των οποίων βρίσκονται σε διαφορετικές δικαιοδοσίες, ή περιλαμβάνει επιχείρηση, η φορολογική κατοικία της οποίας βρίσκεται σε μία δικαιοδοσία και υπόκειται σε φορολόγηση όσον αφορά στις επιχειρηματικές δραστηριότητες που ασκούνται μέσω μόνιμης εγκατάστασης σε άλλη περιοχή δικαιοδοσίας, και ββ) δεν είναι Εξαιρούμενος Όμιλος ΠΕ.
γ) ο όρος «Εξαιρούμενος Όμιλος Π Ε» σημαίνει ο Όμιλος, ο οποίος δεν υποχρεούται να υποβάλλει την ΕαΧ, επειδή ο ετήσιος ενοποιημένος κύκλος εργασιών του που έχει πραγματοποιηθεί κατά το αμέσως προηγούμενο φορολογικό έτος από το Φορολογικό Έτος Υποβολής Εκθέσεων, όπως αποτυπώνεται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του για το εν λόγω προηγούμενο φορολογικό έτος, είναι κατώτερος του ορίου που προβλέπεται από την εσωτερική νομοθεσία της δικαιοδοσίας της φορολογικής κατοικίας της Αναφέρουσας Οντότητας, σύμφωνα με την Έκθεση του 2015 (για τους σκοπούς των ανωτέρω, το όριο καθορίζεται, όπως αυτό μπορεί να τροποποιηθεί μετά την επανεξέταση της Έκθεσης του 2015 που θα πραγματοποιηθεί το 2020).
δ) ο όρος «Συνιστώσα Οντότητα» σημαίνει:
δα) αναφορικά με Όμιλο Π Ε που έχει Αναφέρουσα Οντότητα με φορολογική κατοικία στην Ελληνική Δημοκρατία: Α) οποιαδήποτε χωριστή επιχειρηματική μονάδα του Ομίλου ΠΕ, που συμπεριλαμβάνεται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις για σκοπούς χρηματοοικονομικής πληροφόρησης ή που θα συμπεριλαμβανόταν σε αυτές, εάν το μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω επιχειρηματικής μονάδας του Ομίλου ΠΕ αποτελούσε αντικείμενο συναλλαγής σε χρηματιστήριο, Β) οποιαδήποτε χωριστή επιχειρηματική μονάδα που εξαιρείται από τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του Ομίλου ΠΕ αποκλειστικά για λόγους μεγέθους ή ουσίας και Γ) οποιαδήποτε μόνιμη εγκατάσταση οποιασδήποτε χωριστής επιχειρηματικής μονάδας του Ομίλου ΠΕ που περιλαμβάνεται στις ως άνω υποπεριπτ. Α) ή Β), με την προϋπόθεση ότι η επιχειρηματική μονάδα συντάσσει ξεχωριστή οικονομική κατάσταση για την εν λόγω μόνιμη εγκατάσταση για σκοπούς χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, ρύθμισης, υποβολής φορολογικής δήλωσης ή ελέγχου εσωτερικής διαχείρισης και δβ) αναφορικά με Όμιλο ΠΕ που έχει Αναφέρουσα Οντότητα με φορολογική κατοικία στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάθε «Συνιστώσα Οντότητα» όπως αυτή ορίζεται στους σχετικούς Κανονισμούς του Υπουργείου Οικονομικών των Η.Π.Α..
ε) ο όρος «Αναφέρουσα Οντότητα» σημαίνει τη Συνιστώσα Οντότητα η οποία, κατ' εφαρμογή της εσωτερικής νομοθεσίας της δικαιοδοσίας της φορολογικής της κατοικίας, υποβάλλει την ΕαΧ εκ μέρους του Ομίλου ΠΕ.
στ) ο όρος «ΕαΧ» σημαίνει την Έκθεση ανά Χώρα, την οποία η Αναφέρουσα Οντότητα του Ομίλου ΠΕ οφείλει, σύμφωνα με τη νομοθεσία της δικαιοδοσίας όπου έχει την φορολογική της κατοικία, να υποβάλλει ετησίως μαζί με τις πληροφορίες που πρέπει να δηλωθούν, σύμφωνα με αυτήν τη νομοθεσία, και η οποία περιέχει τα στοιχεία και έχει τη μορφή που υιοθετήθηκε στην Έκθεση του 2015 (για τους σκοπούς των ανωτέρω, οι πληροφορίες και η μορφή καθορίζονται όπως αυτά μπορεί να τροποποιηθούν μετά την επανεξέταση της Έκθεσης του 2015 που θα πραγματοποιηθεί το 2020).
ζ) ο όρος «Φορολογικό Έτος» σημαίνει:
ζα) αναφορικά με Όμιλο ΠΕ που έχει Αναφέρουσα Οντότητα με φορολογική κατοικία στην Ελληνική Δημοκρατία, την ετήσια λογιστική περίοδο, για την οποία η Αναφέρουσα Οντότητα του Ομίλου ΠΕ συντάσσει τις οικονομικές καταστάσεις της και
ζβ) αναφορικά με Όμιλο Π Ε που έχει Αναφέρουσα Οντότητα με φορολογική κατοικία στις Ηνωμένες Πολιτείες, την «Περίοδο Αναφοράς» όπως αυτή ορίζεται στους σχετικούς Κανονισμούς του Υπουργείου Οικονομικών των Η.Π.Α., και
η) ο όρος «Έκθεση του 2015» σημαίνει την τελική έκθεση, με τον τίτλο Τεκμηρίωση Τιμών Ενδοομιλικών Συναλλαγών και Υποβολή Εκθέσεων ανά Χώρα, η οποία συντάσσεται βάσει της Δράσης 13 του Σχεδίου Δράσης του ΟΟΣΑ και των χωρών της ομάδας G20 για την αντιμετώπιση της Διάβρωσης της Φορολογικής Βάσης και της Μεταφοράς Κερδών.

2. Οι όροι «Ελληνική Δημοκρατία», «Ηνωμένες Πολιτείες», «Αρμόδια Αρχή» και «Συμβαλλόμενο Κράτος» έχουν την έννοια που έχουν στη Σύμβαση.

3. Για την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας ανά πάσα στιγμή από μια Αρμόδια Αρχή, οποιοσδήποτε όρος που δεν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα Συμφωνία έχει, εκτός εάν απαιτείται διαφορετικά από τα συμφραζόμενα ή εάν οι Αρμόδιες Αρχές συμφωνούν σε μια κοινή έννοια (όπως επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο), την έννοια που του αποδίδεται εκείνη τη χρονική στιγμή, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους που εφαρμόζει την παρούσα Συμφωνία, ενώ οποιαδήποτε έννοια, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους φορολογικούς νόμους αυτού του Συμβαλλόμενου Κράτους, υπερισχύει έναντι της έννοιας που αποδίδεται στον όρο, σύμφωνα με άλλους νόμους αυτού του Συμβαλλόμενου Κράτους.

ΤΜΗΜΑ 2
Ανταλλαγή Πληροφοριών σχετικά με Ομίλους ΠΕ


Σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 18 της Σύμβασης, κάθε Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να ανταλλάσσει με την άλλη Αρμόδια Αρχή ετησίως, σε αυτόματη βάση, την ΕαΧ, που υποβάλλει κάθε Αναφέρουσα Οντότητα, η οποία έχει τη φορολογική κατοικία της στη δικαιοδοσία της, υπό την προϋπόθεση ότι, με βάση τις πληροφορίες που περιέχονται στην ΕαΧ, μία ή περισσότερες Συνιστώσες Οντότητες του Ομίλου ΠΕ της Αναφέρουσας Οντότητας έχουν τη φορολογική κατοικία τους στη δικαιοδοσία της άλλης Αρμόδιας Αρχής, ή υπόκεινται σε φόρο για δραστηριότητες που ασκούνται μέσω κάποιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται στη δικαιοδοσία της άλλης Αρμόδιας Αρχής.

ΤΜΗΜΑ 3
Χρόνος και Τρόπος Ανταλλαγής Πληροφοριών


1. Για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών του Τμήματος 2, τα ποσά που περιέχονται σε κάθε ΕαΧ συμφωνείται να αποτυπώνονται σε ένα νόμισμα, το οποίο συμφωνείται να προσδιορίζεται στην ΕαΧ.

2. Η ΕαΧ συμφωνείται να ανταλλάσσεται για πρώτη φορά όσον αφορά στα Φορολογικά Έτη των Ομίλων ΠΕ που αρχίζουν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2016. Αυτή η ΕαΧ συμφωνείται να ανταλλάσσεται όσο το δυνατόν νωρίτερα και το αργότερο δεκαοχτώ (18) μήνες μετά την τελευταία ημέρα του Φορολογικού Έτους του Ομίλου ΠΕ, στο οποίο αναφέρεται η ΕαΧ. Οι ΕαΧ όσον αφορά στα Φορολογικά Έτη των Ομίλων Π Ε που αρχίζουν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2017 συμφωνείται να ανταλλάσσονται όσο το δυνατόν νωρίτερα και το αργότερο δεκαπέντε (15) μήνες μετά την τελευταία ημέρα του Φορολογικού Έτους του Ομίλου ΠΕ, στο οποίο αναφέρεται η ΕαΧ. Παρά τα προαναφερθέντα, η ανταλλαγή των ΕαΧ συμφωνείται να ξεκινήσει μόνο εφόσον η παρούσα Συμφωνία τεθεί σε ισχύ, και η Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να έχει την υποχρέωση να ανταλλάξει τις ΕαΧ μέχρι την εκπνοή των χρονικών ορίων που τίθενται στην παρούσα παράγραφο ή τρεις μήνες αφότου η παρούσα Συμφωνία τεθεί σε ισχύ, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

3. Οι Αρμόδιες Αρχές συμφωνούν να ανταλλάσσουν αυτόματα τις ΕαΧ μέσω ενός κοινού σχήματος σε Επεκτάσιμη Γλώσσα Σήμανσης (XML).

4. Οι Αρμόδιες Αρχές συμφωνούν να εργάζονται προς την κατεύθυνση και να αποφασίσουν για μία ή περισσότερες μεθόδους ηλεκτρονικής διαβίβασης δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων κρυπτογράφησης.

ΤΜΗΜΑ 4
Συνεργασία για τη Διαβίβαση και Σφάλματα


1. Κάθε Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να ειδοποιεί την άλλη Αρμόδια Αρχή, όταν η πρώτη αναφερόμενη Αρμόδια Αρχή έχει λόγο να πιστεύει, εφόσον πρόκειται για Αναφέρουσα Οντότητα με φορολογική κατοικία στη δικαιοδοσία της άλλης Αρμόδιας Αρχής, ότι ένα σφάλμα μπορεί να έχει οδηγήσει σε υποβολή λανθασμένων ή ελλιπών πληροφοριών ή ότι υφίσταται περίπτωση μη συμμόρφωσης από μια Αναφέρουσα Οντότητα προς την υποχρέωσή της, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο της δικαιοδοσίας της άλλης Αρμόδιας Αρχής για υποβολή της ΕαΧ. Η Αρμόδια Αρχή, που έχει ειδοποιηθεί σχετικά, συμφωνεί να λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που είναι διαθέσιμα, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, για να αντιμετωπίσει τα σφάλματα ή τη μη συμμόρφωση με το εθνικό της δίκαιο που περιγράφονται στην ειδοποίηση.

2. Εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επιτυχή λήψη ενός αρχείου που περιέχει την ΕαΧ κατά τον χρόνο και με τον τρόπο που περιγράφονται στο Τμήμα 3, η Αρμόδια Αρχή που λαμβάνει το αρχείο συμφωνείται να αποστέλλει ειδοποίηση αυτής της επιτυχούς λήψης προς την Αρμόδια Αρχή που έστειλε το αρχείο. Η ειδοποίηση δεν απαιτείται να αποτυπώνει την άποψη της λαμβάνουσας Αρμόδιας Αρχής σχετικά με την επάρκεια των πληροφοριών που λήφθηκαν ή σχετικά με το κατά πόσον η λαμβάνουσα Αρμόδια Αρχή πιστεύει ότι η αποστέλλουσα Αρμόδια Αρχή θα έπρεπε να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την παρ. 1 του παρόντος Τμήματος, για να αντιμετωπίσει τα σφάλματα ή τη μη συμμόρφωση προς το εθνικό της δίκαιο.

3. Εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την λήψη ενός αρχείου που περιέχει πληροφορίες, οι οποίες δεν είναι δυνατό να τύχουν επεξεργασίας, η λαμβάνουσα Αρμόδια Αρχή συμφωνείται να αποστέλλει ειδοποίηση αυτής της αποτυχίας επεξεργασίας προς την αποστέλλουσα Αρμόδια Αρχή.

ΤΜΗΜΑ 5
Εμπιστευτικότητα, Διασφάλιση και Ορθή Χρήση Δεδομένων


1. Όλες οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται υπόκεινται στους κανόνες εμπιστευτικότητας και σε άλλες διασφαλίσεις, που προβλέπονται στη Σύμβαση, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που περιορίζουν τη χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται.

2. Κατά το μέτρο που συνάδει με το Άρθρο 18 της Σύμβασης, κάθε Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να περιορίζει τη χρήση των πληροφοριών από την φορολογική της διοίκηση στις χρήσεις που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο. Ειδικότερα, οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μέσω της υποβολής της ΕαΧ θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τη φορολογική διοίκηση για τους σκοπούς της αξιολόγησης υψηλών κινδύνων σε σχέση με τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών και άλλων κινδύνων σε σχέση με τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών, και κατά περίπτωση, για σκοπούς οικονομικής και στατιστικής ανάλυσης. Οι πληροφορίες αυτές δε θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τις φορολογικές διοικήσεις αντί μιας λεπτομερούς ανάλυσης των τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών σχετικά με συγκεκριμένες συναλλαγές και τιμολογήσεις με βάση ολοκληρωμένη λειτουργική και συγκριτική ανάλυση. Κάθε Αρμόδια Αρχή αναγνωρίζει ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην ΕαΧ δεν αποτελούν αποδεικτικό στοιχείο για το εάν οι τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών είναι ή δεν είναι κατάλληλες, και, κατά συνέπεια, η φορολογική διοίκηση δεν θα πρέπει να προβεί σε προσαρμογές των ενδοομιλικών τιμών με βάση τις πληροφορίες της ΕαΧ. Ακατάλληλες προσαρμογές που τυχόν έχουν γίνει από τη φορολογική διοίκηση, κατά παράβαση της παρούσας παραγράφου, συμφωνείται να ακυρώνονται σύμφωνα με την ορισθείσα από κάθε αρμόδια αρχή Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 16 της Σύμβασης (Αποφυγή Διπλής Φορολογίας). Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μέσω της υποβολής των ΕαΧ μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως βάση για την πραγματοποίηση περαιτέρω ερευνών, όσον αφορά στις ρυθμίσεις του Ομίλου ΠΕ για τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών ή όσον αφορά σε άλλα φορολογικά θέματα στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, και ως εκ του αποτελέσματος αυτών των περαιτέρω ερευνών, ενδέχεται να γίνουν οι κατάλληλες προσαρμογές στο φορολογητέο εισόδημα μιας Συνιστώσας Οντότητας. Για τους σκοπούς των ανωτέρω, ο όρος «φορολογική διοίκηση» σημαίνει στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, και στην περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών την Υπηρεσία Εσωτερικών Εσόδων.

3. Στο μέτρο που το επιτρέπει η νομοθεσία της, κάθε Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να ειδοποιεί την άλλη Αρμόδια Αρχή αμέσως για οποιεσδήποτε περιπτώσεις χρήσης ή αποκάλυψης πληροφοριών κατά παράβαση των κανόνων των παρ. 1 και 2 του παρόντος Τμήματος, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε διορθωτικών ενεργειών ή μέτρων που έχουν ληφθεί αναφορικά με αυτές τις περιπτώσεις παράβασης των προαναφερόμενων παραγράφων.

ΤΜΗΜΑ 6
Διαβουλεύσεις


1. Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο θεωρεί ότι μια προσαρμογή του φορολογητέου εισοδήματος μιας Συνιστώσας Οντότητας, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά από συμπληρωματικές έρευνες με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στην ΕαΧ, επιφέρει για αυτό το πρόσωπο φορολογικά αποτελέσματα που δεν είναι σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης και παρουσιάζει την υπόθεσή του στην Αρμόδια Αρχή που ορίζεται στη Σύμβαση, οι Αρμόδιες Αρχές αναγνωρίζουν την υποχρέωσή τους να προσπαθήσουν να επιλύσουν την υπόθεση, σύμφωνα με την παρ. 2 του Άρθρου 16 της Σύμβασης.

2. Εάν προκύψουν οποιεσδήποτε δυσκολίες, κατά την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, κάθε Αρμόδια Αρχή μπορεί να ζητήσει διαβουλεύσεις για τη λήψη κατάλληλων μέτρων για την πλήρη εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας.

3. Μια Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να διαβουλεύεται με την άλλη Αρμόδια Αρχή, πριν συμπεράνει την ύπαρξη συστημικής αδυναμίας από πλευράς της άλλης Αρμόδιας Αρχής, σχετικά με την ανταλλαγή των ΕαΧ, η οποία αδυναμία, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, μπορεί να οδηγήσει σε υποχρέωση υποβολής των ΕαΧ από μια Συνιστώσα Οντότητα του Ομίλου Π Ε, για τον οποίο πρόκειται να γίνει ανταλλαγή των ΕαΧ, σύμφωνα με την παρούσα Συμφωνία. Για τους σκοπούς των ανωτέρω, ο όρος «συστημική αδυναμία» σημαίνει, όσον αφορά στην ανταλλαγή των ΕαΧ από μια Αρμόδια Αρχή, ότι αυτή η Αρμόδια Αρχή έχει αναστείλει την αυτόματη ανταλλαγή, με βάση την παρούσα Συμφωνία (για λόγους άλλους από αυτούς που προβλέπονται από τους όρους της παρούσας Συμφωνίας) ή άλλως ότι κατ' εξακολούθηση παρέλειψε να παράσχει αυτόματα τις ΕαΧ που βρίσκονται στην κατοχή της, οι οποίες πρόκειται να ανταλλαχθούν με την άλλη Αρμόδια Αρχή, σύμφωνα με το Τμήμα 2 της παρούσας Συμφωνίας.

ΤΜΗΜΑ 7
Τροποποιήσεις


Η παρούσα Συμφωνία μπορεί να τροποποιηθεί με αμοιβαία γραπτή απόφαση των Αρμόδιων Αρχών.

ΤΜΗΜΑ 8
Διάρκεια της Συμφωνίας


1. Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία υποβολής της μεταγενέστερης από τις γνωστοποιήσεις κάθε Αρμόδιας Αρχής ότι το Συμβαλλόμενο Κράτος διαθέτει τους απαραίτητους νόμους για την επιβολή στις Αναφέρουσες Οντότητες της υποχρέωσης υποβολής της ΕαΧ.

2. Μια Αρμόδια Αρχή μπορεί να παρέχει γραπτή ειδοποίηση προς την άλλη Αρμόδια Αρχή ότι αναστέλλει προσωρινά την ανταλλαγή πληροφοριών βάσει της παρούσας Συμφωνίας, όταν έχει διαπιστώσει ότι η άλλη Αρμόδια Αρχή έχει ενεργήσει κατά παράβαση των παρ. 1 και 2 του Τμήματος 5 ή της παρ. 1 του Τμήματος 6 της παρούσας Συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων της Σύμβασης που αναφέρονται εκεί, ή ότι η Αρμόδια Αρχή παραλείπει ή παρέλειψε να παρέχει έγκαιρες ή επαρκείς πληροφορίες, όπως απαιτείται βάσει της παρούσας Συμφωνίας. Πριν λάβει την απόφαση αυτή, η πρώτη αναφερόμενη Αρμόδια Αρχή συμφωνεί να διαβουλεύεται με την άλλη Αρμόδια Αρχή. Η αναστολή της ανταλλαγής των πληροφοριών, βάσει της παρούσας Συμφωνίας, συμφωνείται να τεθεί σε ισχύ αμέσως και συμφωνείται να διαρκέσει έως ότου η δεύτερη αναφερόμενη Αρμόδια Αρχή αποδείξει κατά τρόπο ικανοποιητικό για αμφότερες τις Αρμόδιες Αρχές ότι δεν έχει υπάρξει πράξη κατά παράβαση των προαναφερθεισών παραγράφων ή ότι η δεύτερη αναφερόμενη Αρμόδια Αρχή έλαβε τα προσήκοντα μέτρα για την αποκατάσταση αυτών των παραβάσεων.

3. Κάθε Αρμόδια Αρχή μπορεί να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία και συμφωνείται να παρέχει γραπτή γνωστοποίηση της καταγγελίας προς την άλλη Αρμόδια Αρχή. Αυτή η καταγγελία συμφωνείται ότι τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της καταγγελίας. Σε περίπτωση καταγγελίας, όλες οι πληροφορίες που έχουν ανταλλαχθεί προγενέστερα βάσει της παρούσας Συμφωνίας παραμένουν εμπιστευτικές και υπόκεινται στους όρους της Σύμβασης.

Για την Αρμόδια Αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας:
Γεώργιος Πιτσιλής
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων
Όσλο, Νορβηγία
27 Σεπτεμβρίου 2017

Για την Αρμόδια Αρχή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής:
Douglas W. Ο' Donnell
Commissioner, Large Business & International, Internal Revenue Service
OSLO, NORWAY
9/27/2017

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Άρθρο δεύτερο
Επιπρόσθετοι ορισμοί


Για τους σκοπούς του παρόντος, οι επόμενοι όροι έχουν το περιεχόμενο που αναφέρεται κατωτέρω:
α) Ο όρος «Τελική Μητρική Οντότητα» σημαίνει τη Συνιστώσα Οντότητα του Ομίλου ΠΕ, η οποία πληροί σωρευτικά τα ακόλουθα κριτήρια:
αα) κατέχει άμεσα ή έμμεσα επαρκές μετοχικό κεφάλαιο σε μία ή περισσότερες άλλες Συνιστώσες Οντότητες του εν λόγω Ομίλου Π Ε, ώστε να απαιτείται να συντάσσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τις αρχές λογιστικής που εφαρμόζονται γενικά στη δικαιοδοσία της φορολογικής κατοικίας της, ή θα υπήρχε αυτή η απαίτηση εάν το μετοχικό της κεφάλαιο αποτελούσε αντικείμενο συναλλαγής σε χρηματιστήριο στη δικαιοδοσία της φορολογικής κατοικίας της και
αβ) δεν υπάρχει άλλη Συνιστώσα Οντότητα του εν λόγω Ομίλου ΠΕ, που να κατέχει άμεσα ή έμμεσα μετοχικό κεφάλαιο, όπως περιγράφεται στην υποπερίπτ. αα' στην πρώτη αναφερόμενη Συνιστώσα Οντότητα.
β) Ο όρος «Εξαιρούμενος Όμιλος ΠΕ» σημαίνει τον Όμιλο, ο οποίος δεν υποχρεούται να υποβάλλει την ΕαΧ, επειδή ο ετήσιος ενοποιημένος κύκλος εργασιών που έχει πραγματοποιήσει κατά αμέσως το προηγούμενο φορολογικό έτος από το Φορολογικό Έτος Υποβολής Εκθέσεων, όπως αποτυπώνεται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του για το προηγούμενο αυτό φορολογικό έτος, είναι κατώτερος των 750.000.000 ευρώ.
γ) Ο όρος «Φορολογικό Έτος Υποβολής Εκθέσεων» σημαίνει εκείνο το Φορολογικό Έτος, τα οικονομικά και επιχειρησιακά αποτελέσματα του οποίου αντικατοπτρίζονται στην ΕαΧ, που αναφέρεται στο άρθρο τρίτο.
δ) Ο όρος «ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις» σημαίνει τις οικονομικές καταστάσεις ενός Ομίλου ΠΕ, στις οποίες τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού, τα έσοδα, τα έξοδα και οι ταμειακές ροές της Τελικής Μητρικής Οντότητας και των Συνιστωσών Οντοτήτων εμφανίζονται ως εάν επρόκειτο για ενιαία οικονομική οντότητα.
ε) Ο όρος «Αρμόδια Αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας», που ενεργεί ως ο εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος του Υπουργού Οικονομικών, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κυρούμενης Συμφωνίας για τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) του ν. 4389/2016 (Α' 94), σημαίνει την Αρμόδια Αρχή κατά την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4170/2013 (Α'163), με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου. Αρμόδια Αρχή για τις γνωστοποιήσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας προς την Αρμόδια Αρχή των ΗΠΑ δυνάμει των παρ. 1 και 3 του Τμήματος 8 της κυρούμενης Συμφωνίας είναι ο Υπουργός Οικονομικών κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της ΑΑΔΕ.
Ως αρμόδια κατ' ανάθεση αρχή για την υποδοχή και την αποστολή πληροφοριών στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής των ΕαΧ για τους σκοπούς της εφαρμογής των διατάξεων της κυρούμενης Συμφωνίας ορίζεται το «Τμήμα Διασύνδεσης» κατά την παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4170/2013.

Άρθρο τρίτο
Υποχρέωση υποβολής και περιεχόμενο της ΕαΧ


1. Κάθε Τελική Μητρική Οντότητα ενός Ομίλου ΠΕ, που έχει τη φορολογική της κατοικία στην Ελλάδα, υποβάλλει ενώπιον της ελληνικής φορολογικής διοίκησης την ΕαΧ, σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο, για το Φορολογικό Έτος Υποβολής Εκθέσεων πριν ή κατά την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο τέταρτο.

2. Ως προς το περιεχόμενο και την καταχώριση στην ΕαΧ των πληροφοριών σχετικά με τον Όμιλο Π Ε, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν. 4490/2017 (Α' 150). Η υποβολή των ΕαΧ γίνεται μέσω ειδικής ηλεκτρονικής εφαρμογής Υποβολής αυτών, που λειτουργεί στην ιστοσελίδα της ΑΑΔΕ.

Άρθρο τέταρτο
Χρόνος υποβολής στοιχείων


Η ΕαΧ υποβάλλεται στην ελληνική φορολογική διοίκηση εντός δώδεκα (12) μηνών από την τελευταία ημέρα του Φορολογικού Έτους Υποβολής Εκθέσεων του Ομίλου ΠΕ. Ειδικά για το πρώτο έτος εφαρμογής, η ΕαΧ υποβάλλεται στην ελληνική φορολογική διοίκηση μέχρι την 31η Μαρτίου 2018.

Άρθρο πέμπτο
Κυρώσεις


1. Σε περίπτωση μη υποβολής ΕαΧ, εκ μέρους των κατά τις ανωτέρω διατάξεις υποχρέων, επιβάλλεται πρόστιμο είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, ενώ σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς ΕαΧ επιβάλλεται πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.

2. Ο Διοικητής της ΑΑΔΕ είναι αρμόδιος για την έκδοση των πράξεων επιβολής των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου. Οι διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α'170) και ιδίως, αυτές που αφορούν στον φορολογικό έλεγχο, την επιβολή του προστίμου και την είσπραξη, εφαρμόζονται αναλόγως και για τις πράξεις της παρ. 1.

Άρθρο έκτο
Εξουσιοδοτική διάταξη


Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ μπορεί να καθορίζονται οι διοικητικές διαδικασίες και τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της τήρησης των ειδικότερων όρων που περιλαμβάνονται στην κυρούμενη Συμφωνία, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε άλλο συναφές θέμα σχετικά με την εφαρμογή της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται σε αυτήν, συμπεριλαμβανομένων του τρόπου και χρόνου υλοποίησής της, καθώς επίσης και θέματα αξιολόγησης και αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών.

Άρθρο έβδομο
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η ισχύς της κυρούμενης Συμφωνίας μεταξύ των δύο Αρμόδιων Αρχών, από την πλήρωση των προϋποθέσεων της παρ. 1 του Τμήματος 8 αυτής. Η πρώτη υποβολή των ΕαΧ θα αφορά στο Φορολογικό Έτος Υποβολής Εκθέσεων με έναρξη την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2016.



ARRANGEMENT BETWEEN THE COMPETENT AUTHORITY OF THE HELLENIC REPUBLIC AND THE COMPETENT AUTHORITY OF THE UNITED STATES OF AMERICA ON THE EXCHANGE OF COUNTRY-BY-COUNTRY REPORTS

Whereas the Government of the Hellenic Republic and the Government of the United States of America desire to increase international tax transparency and improve access of their respective tax authorities to information regarding the global allocation of the income, the taxes paid, and certain indicators of the location of economic activity among tax jurisdictions in which multinational enterprise groups ("MNE Groups") operate through the automatic exchange of annual country-by-country reports ("CbC Reports"), with a view to assessing high-level transfer pricing risks and other base erosion and profit shifting related risks, as well as for economic and statistical analysis, where appropriate;

Whereas the laws of the Hellenic Republic and the United States of America are expected to require the Reporting Entity of an MNE Group to annually file a CbC Report;

Whereas the CbC Report is one element of a standardized approach to transfer pricing documentation which is intended to provide tax administrations with relevant and reliable information to perform an efficient and robust transfer pricing risk assessment analysis;

Whereas Article 18 (Exchange of Information) of the Convention Between the Kingdom of Greece and the United States of America for the Avoidance of Double Taxation and the Prevention of Fiscal Evasion with Respect to Taxes on Income, done at Athens on February 20,1950 (the "Convention"), authorizes the exchange of information for tax purposes, including the automatic exchange of information;

Whereas the Competent Authority of the Hellenic Republic and the Competent Authority of the United States of America (the "Competent Authorities") recognize that each jurisdiction has in place the appropriate safeguards with respect to confidentiality and use of information exchanged and the infrastructure for an effective exchange relationship;

Whereas the Competent Authorities desire to conclude this Arrangement on exchange of CbC Reports based on domestic reporting and reciprocal automatic exchange pursuant to the Convention and subject to the confidentiality and other protections provided for in the Convention, including the provisions limiting the use of the information exchanged under the Convention;

Now, therefore, the Competent Authorities declare their intent as follows:

SECTION 1
Definitions

1. For the purposes of this Arrangement, the following terms have the following meanings:
a) the term "Group" means a collection of enterprises related through ownership or control such that it is either required to prepare consolidated financial statements for financial reporting purposes under applicable accounting principles or would be so required if equity interests in any of the enterprises were traded on a public securities exchange;
b) the term "multinational enterprise group" or "MNE Group" means any Group that (i) includes two or more enterprises the tax residences of which are in different jurisdictions, or includes an enterprise that is resident for tax purposes in one jurisdiction and is subject to tax with respect to the business carried out through a permanent establishment in another jurisdiction, and (ii) is not an Excluded MNE Group;
c) the term "Excluded MNE Group" means a Group that is not required to file a CbC Report on the basis that the annual consolidated group revenue of the Group during the fiscal year immediately preceding the reporting fiscal year, as reflected in its consolidated financial statements for such preceding fiscal year, is below the threshold that is defined in domestic law by the jurisdiction of tax residence of the Reporting Entity and is consistent with the 2015 Report (for purposes of the foregoing, the threshold includes any modifications that may result from the 2020 review contemplated in the 2015 Report);
d) the term "Constituent Entity" means:
(i) with respect to an MNE Group having a Reporting Entity resident for tax purposes in the Hellenic Republic, (A) any separate business unit of an MNE Group that is included in the consolidated financial statements for financial reporting purposes or would be so included if equity interests in such business unit of an MNE Group were traded on a public securities exchange, (B) any separate business unit that is excluded from the MNE Group's consolidated financial statements solely on size or materiality grounds, and (C) any permanent establishment of any separate business unit of the MNE Group included in (A) or (B) above provided the business unit prepares a separate financial statement for such permanent establishment for financial reporting, regulatory, tax reporting, or internal management control purposes; and
(ii) with respect to an MNE Group having a Reporting Entity resident for tax purposes in the United States, any "Constituent Entity" as defined in the relevant U.S. Treasury regulations;
e) the term "Reporting Entity" means the Constituent Entity that, by virtue of domestic law in its jurisdiction of tax residence, files the CbC Report in its capacity to do so on behalf of the MNE Group;
f) the term "CbC Report" means the Country-by-Country Report to be filed annually by the Reporting Entity in accordance with the laws of its jurisdiction of tax residence and with the information required to be reported under such laws covering the items and reflecting the format set out in the 2015 Report (for purposes of the foregoing, the information and format includes any modifications that result from the 2020 review contemplated in the 2015 Report);
g) the term "Fiscal Year" means:
(i) with respect to an MNE Group having a Reporting Entity resident for tax purposes in the Hellenic Republic, the annual accounting period with respect to which the Reporting Entity prepares its financial statements; and
(ii) with respect to an MNE Group having a Reporting Entity resident for tax purposes in the United States, the "Reporting Period" as defined in the relevant U.S. Treasury regulations; and
h) the term "2015 Report" means the final consolidated report, entitled Transfer Pricing Documentation and Country-by-Country Reporting, on Action 13 of the OECD/ G20 Action Plan on Base Erosion and Profit Shifting.

2. The terms "the Hellenic Republic," "United States," "Competent Authority," and "Contracting State" have the meaning they have in the Convention.

3. As regards the application of this Arrangement at any time by a Competent Authority, any term not defined in this Arrangement, unless the context otherwise requires or the Competent Authorities decide on a common meaning (as permitted by domestic law), is intended to have the meaning that it has at that time under the law of the Contracting State applying this Arrangement, any meaning under the applicable tax laws of that Contracting State prevailing over a meaning given to the term under other laws of that Contracting State.

SECTION 2
Exchange of Information with Respect to MNE Groups

Pursuant to the provisions of Article 18 of the Convention, each Competent Authority intends to exchange with the other Competent Authority annually on an automatic basis the CbC Report received from each Reporting Entity that is resident for tax purposes in its jurisdiction, provided that, on the basis of the information provided in the CbC Report, one or more Constituent Entities of the MNE Group of the Reporting Entity are resident for tax purposes in the jurisdiction of the other Competent Authority, or are subject to tax with respect to the business carried out through a permanent establishment situated in the jurisdiction of the other Competent Authority.

SECTION 3
Time and Manner of Exchange of Information

1. For the purposes of the exchange of information in Section 2, the amounts contained in each CbC Report are expected to be stated in a single currency, which is expected to be specified in the CbC Report.

2. A CbC Report is intended to be first exchanged with respect to Fiscal Years of MNE Groups commencing on or after January 1, 2016. Such CbC Report is intended to be exchanged as soon as possible and no later than 18 months after the last day of the Fiscal Year of the MNE Group to which the CbC Report relates. CbC Reports with respect to Fiscal Years of MNE Groups commencing on or after January 1, 2017 are intended to be exchanged as soon as possible and no later than 15 months after the last day of the Fiscal Year of the MNE Group to which the CbC Report relates. Notwithstanding the foregoing, the exchange of CbC Reports is intended to commence only once this Arrangement becomes operative, and a Competent Authority is intended to have until the expiration of the time periods set out in this paragraph or three months after this Arrangement becomes operative, whichever is later, to exchange the CbC Reports.

3. The Competent Authorities intend to exchange the CbC Reports automatically through a common schema in Extensible Markup Language (XML).

4. The Competent Authorities intend to work toward and decide on one or more methods for electronic data transmission including encryption standards.

SECTION 4
Collaboration on Transmission and Errors

1. Each Competent Authority intends to notify the other Competent Authority when the first- mentioned Competent Authority has reason to believe, with respect to a Reporting Entity that is resident for tax purposes in the jurisdiction of the other Competent Authority, that an error may have led to incorrect or incomplete information reporting or that there is noncompliance of the Reporting Entity with respect to its obligation under the domestic law of the jurisdiction of the other Competent Authority to file a CbC Report. The notified Competent Authority intends to take appropriate measures available under its domestic law to address the errors or the non¬compliance with its domestic law described in the notice.

2. Within 15 days of successfully receiving a file containing the CbC Report in the time and manner described in Section 3, the Competent Authority receiving the file is expected to provide notice of such successful receipt to the Competent Authority providing the file. The notice need not express the receiving Competent Authority's view about the adequacy of the information received or whether the receiving Competent Authority believes that the providing Competent Authority should take measures pursuant to paragraph 1 of this Section to address errors or non¬compliance with its domestic law.

3. Within 15 days of receiving a file containing information that cannot be processed, the receiving Competent Authority is expected to provide notice of such processing failure to the providing Competent Authority.

SECTION 5
Confidentiality, Data Safeguards and Appropriate Use

1. All information exchanged is subject to the confidentiality and other protections provided for in the Convention, including the provisions limiting the use of the information exchanged.

2. To the extent consistent with Article 18 of the Convention, each Competent Authority intends to limit the use of the information by its tax administration to the uses described in this paragraph. In particular, information exchanged by means of the CbC Report should be used by the tax administration for assessing high-level transfer pricing risks, base erosion and profit shifting related risks, and, where appropriate, for economic and statistical analysis. The information should not be used by the tax administrations as a substitute for a detailed transfer pricing analysis of individual transactions and prices based on a full functional analysis and a full comparability analysis. Each Competent Authority acknowledges that information in the CbC Report on its own does not constitute conclusive evidence that transfer prices are or are not appropriate and, consequently, the tax administration should not base transfer pricing adjustments on the CbC Report. Inappropriate adjustments in contravention of this paragraph made by the tax administration are expected to be conceded in any competent authority mutual agreement proceedings under Article 16(2) (Elimination of Double Taxation) of the Convention. The CbC Report data may be used as a basis for making further inquiries into the MNE Group's transfer pricing arrangements or into other tax matters in the course of a tax audit and, as a result of such further inquiries, making appropriate adjustments to the taxable income of a Constituent Entity. For purposes of the foregoing, the term "tax administration" means in the case of the Hellenic Republic, the Independent Authority for Public Revenue, and in the case of the United States, the Internal Revenue Service.

3. To the extent permitted under applicable law, each Competent Authority intends to notify the other Competent Authority immediately regarding any cases of use or disclosure inconsistent with the rules set out in paragraphs 1 and 2 of this Section, including regarding any remedial actions or measures taken in respect of such cases that are inconsistent with the above- mentioned paragraphs.

SECTION 6
Consultations

1. Where a person considers that an adjustment to the taxable income of a Constituent Entity, as a result of further inquiries based on the data in the CbC Report, results for such person in taxation not in accordance with the provisions of the Convention and presents its case to the Competent Authority specified in the Convention, the Competent Authorities acknowledge their obligation to endeavor to resolve the case under Article 16(2) of the Convention.

2. If any difficulties in the implementation of this Arrangement arise, either Competent Authority may request consultations to develop appropriate measures to fully implement this Arrangement.

3. A Competent Authority intends to consult with the other Competent Authority before the first- mentioned Competent Authority determines that there is a systemic failure by the other Competent Authority, which under its domestic law may result in a local filing requirement for a Constituent Entity that is a member of an MNE Group for which CbC Reports are intended to be exchanged under this Arrangement. For purposes of the foregoing, the term "systemic failure" means, with respect to the exchange of CbC Reports by a Competent Authority, such Competent Authority has suspended automatic exchange under this Arrangement (for reasons other than those that are consistent with the terms of this Arrangement) or has otherwise persistently failed to provide automatically the CbC Reports in its possession that are intended to be exchanged with the other Competent Authority under Section 2 of this Arrangement.

SECTION 7
Modifications

This Arrangement may be modified by mutual written decision of the Competent Authorities.

SECTION 8
Term of Arrangement

1. This Arrangement becomes operative on the date of the later of the notifications provided by each Competent Authority that its Contracting State has the necessary laws in place to require Reporting Entities to file a CbC Report.

2. A Competent Authority may provide notice in writing to the other Competent Authority that it is temporarily suspending the exchange of information under this Arrangement based on its determination that the other Competent Authority is or has been acting inconsistently with paragraphs 1 and 2 of Section 5 or paragraph 1 of Section 6 of this Arrangement, including the provisions of the Convention referred to therein, or that the Competent Authority is or has been failing to provide timely or adequate information as intended under this Arrangement. Before making such a determination, the first-mentioned Competent Authority intends to consult with the other Competent Authority. A suspension of the exchange of information under this Arrangement is intended to become operative immediately and is intended to last until the second-mentioned Competent Authority establishes in a manner acceptable to both Competent Authorities that there has been no act inconsistent with the paragraphs referenced above or that the second-mentioned Competent Authority has adopted relevant measures that address such inconsistencies.

2. Either Competent Authority may discontinue this Arrangement and is expected to provide notice of discontinuation in writing to the other Competent Authority. Such discontinuation is intended to become operative on the first day of the month following the expiration of a period of 12 months after the date of the notice of discontinuation. In the event of discontinuation, all information previously exchanged under this Arrangement remains confidential and subject to the terms of the Convention.

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 16/2018 Αποσύνδεση της ασφάλισης των αυτοαπασχολούμενων πρώην ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ- ΤΑΝ (δικηγόρων) από την ιδιότητα

Next: Αριθμ. Γ3β/Γ.Π.οικ.15670/2018 Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθμ. Α4β/Γ.Π./οικ.63439/2017 (Β΄ 2932) απόφασης του Υπουργού Υγείας με θέμα «Πλαίσιο εκπόνησης πολιτικών ψυχικής υγείας και καθορισμός κριτηρίων, προϋποθέσεων, δικαιολογητικών, διαδικασίας και κάθε άλλης λεπτομέρειας για έγκριση σκοπιμότητας και χορήγηση άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας Μονάδων Ψυχικής Υγείας στον Ιδιωτικό Κερδοσκοπικό και μη Κερδοσκοπικό Τομέα του άρθρου 11 του ν. 2716/1999»
$
0
0

Αθήνα, 16/3/2018
Αρ. Π ρωτ.: Δ.ΑΣΦ./291/382406

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ και ΕΛΕΓΧΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Πληροφορίες: Β. Μπερούτσου
Τηλέφωνο: 210 - 5285569
fax: 210 - 5229840
e-mail: d.asfalisis@efka.gov.gr

Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

Πληροφορίες: Ελ. Δουλκερίδου
Τηλέφωνο: 210 - 5285617
fax: 210 - 5285599
e-mail: tm.eisf.mmisth@efka.gov.gr
Ταχ. Δ/νση: Σατωβριάνδου 18
10432 Αθήνα

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ: 16

ΘΕΜΑ: «Αποσύνδεση της ασφάλισης των αυτοαπασχολούμενων πρώην ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ- ΤΑΝ (δικηγόρων) από την ιδιότητα»


ΣΧΕΤ: Το αρ. πρωτ. Δ.15/Δ/οικ.3376/73/14-2-2018 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 4488/2017 (Φ.Ε.Κ.137/τ.Α'/13-9-2017) «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες διατάξεις» με θέμα την αποσύνδεση της ασφάλισης των αυτοαπασχολούμενων του τ. ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ και τ. ΕΤΑΑ - ΤΑΝ (δικηγόρων) από την ιδιότητα.

Όπως είναι γνωστό, στην υποχρεωτική ασφάλιση των εν λόγω φορέων υπάγονταν τα μέλη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ) ή οι εγγεγραμμένοι στους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους, με κριτήριο την ιδιότητά τους και ανεξάρτητα εάν ασκούσαν ή όχι επαγγελματική δραστηριότητα. 

Με τις κοινοποιούμενες διατάξεις και τις οδηγίες του σχετικού εγγράφου, μεταβάλλονται οι προϋποθέσεις υπαγωγής των προαναφερόμενων προσώπων και καθορίζεται η ασφαλιστική διαχείριση των προσώπων αυτών μετά την έναρξη ισχύος των ανωτέρω διατάξεων.

Θεσπίζεται ως βασικό στοιχείο υπαγωγής στην ασφάλιση η έναρξη της επαγγελματικής δραστηριότητας στη Δ.Ο.Υ.

Για την πληρέστερη κατανόηση και την ενιαία εφαρμογή των νέων διατάξεων παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες:

1. Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των νέων διατάξεων αρχίζει την 1/1/2017.

2. Πεδίο εφαρμογής

Στο πεδίο εφαρμογής εμπίπτουν αυτοαπασχολούμενοι/ μη μισθωτοί του τ. ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ και δικηγόροι του τ. ΕΤΑΑ - ΤΑΝ, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι ή θα εγγραφούν στο ΤΕΕ ή στους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους, αντίστοιχα, και εφόσον:

- έχουν πραγματοποιήσει έναρξη ατομικά για τη δραστηριότητα αυτή στη Δ.Ο.Υ. ή

- μετέχουν ως, εταίροι, μέλη ή διαχειριστές σε τεχνικές ή κατασκευαστικές εταιρείες με τεχνικό αντικείμενο (αποκλειστικά ή κατά κύρια δραστηριότητα), ανεξαρτήτως νομικής μορφής, οι οποίες είναι καταχωρημένες στο ΓΕΜΗ ή στο Βιβλίο Τεχνικών Επωνυμιών του ΤΕΕ και έχουν έναρξη εργασιών στη Δ.Ο.Υ. ή

- είναι εταίροι «δικηγορικών εταιρειών», σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), οι οποίες έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα με την εγγραφή τους στο Μητρώο Εταιρειών του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου ή

- είναι δικηγόροι σε αναστολή, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), εφόσον δεν έχουν διακόψει τη δραστηριότητά τους στη Δ.Ο.Υ..

3. Έναρξη ασφάλισης

Η ημερομηνία έναρξης ασφάλισης ανατρέχει στην πρώτη μέρα του μήνα έναρξης άσκησης ατομικής δραστηριότητας στη Δ.Ο.Υ..

Στις περιπτώσεις συμμετοχής σε νομικά πρόσωπα ανατρέχει στην πρώτη μέρα του μήνα έναρξης δραστηριότητας του νομικού προσώπου ή - αν πρόκειται για προσθήκη μέλους - στην πρώτη ημέρα του μήνα μεταβολής στη Δ.Ο.Υ..

4. Διακοπή ασφάλισης

Η διακοπή της ασφάλισης επέρχεται την τελευταία μέρα του μήνα διακοπής άσκησης ατομικής επαγγελματικής δραστηριότητας στη Δ.Ο.Υ.
Προκειμένου περί νομικών προσώπων, την τελευταία ημέρα του μήνα διακοπής δραστηριότητας του νομικού προσώπου ή αποχώρησης του μέλους.

ΠΡΟΣΟΧΗ:

Στις περιπτώσεις που η διαγραφή από το ΤΕΕ ή τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο (απώλεια ιδιότητας) προηγείται της ημερομηνίας διακοπής δραστηριότητας στη Δ.Ο.Υ., η διακοπή ασφάλισης ανατρέχει στην τελευταία ημέρα του μήνα διαγραφής από τον επαγγελματικό σύλλογο.

5. Προαιρετική ασφάλιση παρ. 4 του άρθρου 20

Με την κοινοποιούμενη διάταξη προβλέπεται ότι τα πρόσωπα που είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ ή τ. ΕΤΑΑ - ΤΑΝ (δικηγόροι), μέχρι τη δημοσίευση του Ν. 4488/2017 (δηλ. μέχρι 12/9/2017), και για τα οποία προκύπτει ότι δεν υπάρχει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, μετά την 1.1.2017, λόγω διακοπής δραστηριότητας ή μη έναρξης δραστηριότητας μέχρι την ημερομηνία αυτή, μπορούν προαιρετικά να συνεχίσουν την ασφάλισή τους για το σύνολο των κλάδων ασφάλισης στους οποίους υπάγονταν μέχρι τη διακοπή της υποχρεωτικής τους ασφάλισης, πλην της συνεισπραττόμενης εισφοράς υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας (άρθρ.44 παρ.2 Ν.3986/2011 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 50 του Ν.4144/2013).

Ειδικότερα:

• Το δικαίωμα στην προαιρετική ασφάλιση, σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρου 20, παρέχεται άπαξ και αποκλειστικά στα πρόσωπα που υπήχθησαν στην ασφάλιση έως 12/9/2017, συμπεριλαμβανομένων και αυτών για τα οποία εκκρεμεί αίτηση υπαγωγής που ανατρέχει έως την ημερομηνία αυτή και:

- είτε διέκοψαν την άσκηση δραστηριότητας (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 της παρούσης) έως 12/9/2017.

- είτε δεν είχαν πραγματοποιήσει έναρξη δραστηριότητας και, ως εκ τούτου, δεν υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως μη μισθωτοί από 1/1/2017.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Σε περιπτώσεις διακοπής της επαγγελματικής δραστηριότητας από τη Δ.Ο.Υ. μετά την 13/9/2017, για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης εφαρμόζονται οι όροι και προϋποθέσεις των διατάξεων των {start}άρθρων 18{end}, {start}37{end} και {start}96 παρ. 2{end}, όπως ισχύει, του Ν. 4387/2016 (εγκύκλιο 3/2018 ΕΦΚΑ).

• Για την άσκηση του δικαιώματος προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης υποβάλλεται αίτηση του ενδιαφερόμενου στην αρμόδια Υπηρεσία του ΕΦΚΑ.

• Η προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης αρχίζει από την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα διακοπής της δραστηριότητας, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 της παρούσης.

• Η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του προβλεπόμενου, από το {start}άρθρο 39{end} του Ν.4387/2016, ελάχιστου μηνιαίου εισοδήματος για τους ασφαλισμένους άνω πενταετίας (586,08€). Οι ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται σε μηνιαία βάση, με καταληκτική ημερομηνία καταβολής την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα.

• Ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται εκπρόθεσμα επιβαρύνονται με τις νόμιμες προσαυξήσεις.

• Σε περίπτωση προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης της {start}παρ. 4 του άρθρου 20{end} Ν. 4488/2017 και παράλληλης άσκησης άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα της {start}παρ. 1 του άρθρου 36{end} και {start}παρ. 2 του άρθρου 96{end}, όπως ισχύει, του Ν. 4387/2016.

• Η μη καταβολή εισφορών δεν συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης.

• Για τις περιπτώσεις που από 1/1/2017 έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές επί υψηλότερου εισοδήματος βάσει του πιο πρόσφατα εκκαθαρισμένου έτους, και ο ασφαλισμένος αιτηθεί την κατά τα ανωτέρω προαιρετική ασφάλιση, θα πραγματοποιηθεί επανυπολογισμός των ασφαλιστικών εισφορών.

• Η προαιρετική ασφάλιση διακόπτεται:

- με αίτηση του ασφαλισμένου, με ημερομηνία διακοπής την τελευταία ημέρα του μήνα της αίτησης

- με την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης

- με την επανέναρξη υποχρεωτικής ασφάλισης με την ιδιότητα αυτοαπασχολούμενου τ. ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ ή δικηγόρου τ. ΕΤΑΑ - ΤΑΝ, από την πρώτη μέρα του μήνα επανέναρξης.

• Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές μέχρι την ημερομηνία διακοπής είναι απαιτητές.

• Μετά τη διακοπή της προαιρετικής, παρέχεται δικαίωμα συνέχισης προαιρετικής ασφάλισης, βάσει των διατάξεων των {start}άρθρων 18{end}, {start}37{end} και {start}96 παρ. 2{end}, όπως ισχύει, του Ν. 4387/2016, εφόσον πληρούνται οι προβλεπόμενες, από τις διατάξεις αυτές, προϋποθέσεις (εγκύκλιο 3/2018 ΕΦΚΑ).

• Αν έχει υποβληθεί συνταξιοδοτικό αίτημα, από 1/1/2017 έως 12/9/2017, και προκύπτει αναδρομική διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, ο χρόνος αυτός θεωρείται ως χρόνος προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην {start}παρ. 4 του άρθρου 20{end} Ν. 4488/2017, εκτός εάν ο ασφαλισμένος δηλώσει με αίτησή του ότι δεν επιθυμεί να συνυπολογιστεί με τον χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιήσει μέχρι την ημερομηνία διακοπής της υποχρεωτικής ασφάλισης.

• Ο χρόνος της προαιρετικής ασφάλισης, της {start}παρ. 4 του άρθρου 20{end} Ν. 4488/2017 δεν λογίζεται ως αναγνωριζόμενος χρόνος και ως εκ τούτου, δεν συνυπολογίζεται στο προβλεπόμενο, κατά περίπτωση, ανώτατο όριο αναγνωριζόμενων χρόνων ασφάλισης, σύμφωνα με το {start}άρθρο 40{end} του Ν. 3996/2011.

Ο εν λόγω χρόνος, επίσης, δεν συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης που προβλέπονται στα {start}άρθρα 18{end} και {start}37{end} του Ν.4387/2016.

6. Μεταβατικές Διατάξεις

Μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης των νέων διατάξεων, 13.9.2017, η ασφάλιση στους εν λόγω Φορείς είχε χωρίσει με το προϊσχύον καθεστώς (ιδιότητα).

Δεδομένης της αναδρομικότητας ισχύος (1.1.2017) ρυθμίζεται η ασφαλιστική αντιμετώπιση των προσώπων αυτών για το μεσοδιάστημα, ως εξής:

Ασφαλισμένοι που δεν έχουν δραστηριότητα στη ΔΟΥ

Από 1.1.2017, δεν έχουν υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ-ΤΣΜΕΔΕ και ΕΦΚΑ-ΤΑΝ.

• Καταβληθείσες εισφορές Κλάδου Σύνταξης συμψηφίζονται με τυχόν οφειλές. Εφόσον δεν υπάρχουν οφειλές επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες. Εάν δεν έχουν καταβληθεί εισφορές, δεν αναζητούνται.

• Για τη διαχείριση των εισφορών του Κλάδου Υγείας ελέγχεται η ασφαλιστική ικανότητα του προσώπου.

α. Εάν είχε χορηγηθεί ασφαλιστική ικανότητα, οι καταβληθείσες εισφορές δεν επιστρέφονται.

Εάν δεν έχουν καταβληθεί είναι απαιτητές έως 12.9.2017, υπολογιζόμενες επί της κατώτατης βάσης (586,08€). β. Εάν δεν είχε χορηγηθεί ασφαλιστική ικανότητα, οι καταβληθείσες εισφορές Κλάδου Υγείας συμψηφίζονται με τυχόν οφειλές. Εφόσον δεν υπάρχουν οφειλές επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες. Εάν δεν έχουν καταβληθεί εισφορές δεν αναζητούνται.

• Η ασφάλιση δύναται να συνεχιστεί προαιρετικά με τις διατάξεις της {start}παρ. 4 του άρθρου 20{end} Ν.4488/2017.

Ασφαλισμένοι που έχουν δραστηριότητα στη Δ.Ο.Υ. (Φ.Π. ή μετέχουν σε Ν.Π.) και διακοπή έως 12.9.2017

• Από 1.1.2017 έχουν υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ-ΤΣΜΕΔΕ και ΕΦΚΑ-ΤΑΝ.

• Οι εισφορές είναι απαιτητές μέχρι την ημερομηνία διακοπής δραστηριότητας ή διαγραφής από το ΤΕΕ - Δικηγορικούς Συλλόγους και υπολογίζονται, κατά τα γνωστά, σύμφωνα με τις διατάξεις του {start}άρθρ.39{end} Ν.4387/2016.

• Εισφορές Κλάδων Σύνταξης και Υγείας, για το χρονικό διάστημα από τη διακοπή δραστηριότητας και έως την 30.9.2017, αντιμετωπίζονται όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη παράγραφο.

• Η ασφάλιση δύναται να συνεχιστεί προαιρετικά με τις διατάξεις της {start}παρ. 4 του άρθρου 20{end} Ν.4488/2017.

Όλες οι ανωτέρω περιπτώσεις για την περίοδο μέχρι 31.12.2016 αντιμετωπίζονται με το προϊσχύον καθεστώς ασφάλισης.

Της παρούσας να λάβουν γνώση ενυπόγραφα με ευθύνη των προϊσταμένων οι υπάλληλοι της μονάδας.


Ο ΥΠΟΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΕΦΚΑ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η πρ/νη του Αυτοτελούς Τμ. Διοικητικής Μέριμνας
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Αριθμ. Γ3β/Γ.Π.οικ.15670/2018 Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθμ. Α4β/Γ.Π./οικ.63439/2017 (Β΄ 2932) απόφασης του Υπουργού Υγείας με θέμα «Πλαίσιο εκπόνησης πολιτικών ψυχικής υγείας και καθορισμός κριτηρίων, προϋποθέσεων, δικαιολογητικών, διαδικασίας και κάθε άλλης λεπτομέρειας για έγκριση σκοπιμότητας και χορήγηση άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας Μονάδων Ψυχικής Υγείας στον Ιδιωτικό Κερδοσκοπικό και μη Κερδοσκοπικό Τομέα του άρθρου 11 του ν. 2716/1999»

Next: ΠΟΛ.1050/2018 Τροποποίηση της ΠΟΛ.1005/11-1-2018 (Β’ 20) απόφασης του Υπουργείου Οικονομικών με θέμα: «Καθορισμός της διαδικασίας και των λοιπών απαιτούμενων λεπτομερειών για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμό 1067780/82/Γ0013/09.06.1994 (Β’ 549) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών από τους πιστοποιημένους εκτιμητές εγγεγραμμένους στο Μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών στο πεδίο ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017
$
0
0
Αριθμ. Γ3β/Γ.Π.οικ.15670

(ΦΕΚ Β' 939/16-03-2018)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Την υπ’ αριθμ. Α4β/Γ.Π./οικ.63439/18.8.2017 (Β΄ 2932) απόφαση του Υπουργού Υγείας με θέμα «Πλαίσιο εκπόνησης πολιτικών ψυχικής υγείας και καθορισμός κριτηρίων, προϋποθέσεων, δικαιολογητικών, διαδικασίας και κάθε άλλης λεπτομέρειας για έγκριση σκοπιμότητας και χορήγηση άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας Μονάδων Ψυχικής Υγείας στον Ιδιωτικό Κερδοσκοπικό και μη Κερδοσκοπικό Τομέα του άρθρου 11 του ν. 2716/1999».

2. Τις διατάξεις του ν. 2716/1999 (ΦΕΚ 96Α΄) για την «Ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

3. Τις διατάξεις του ν. 4461/2017 (ΦΕΚ 38Α΄) για τη «Μεταρρύθμιση της Διοικητικής οργάνωσης των υπηρεσιών ψυχικής Υγείας, Κέντρα Εμπειρογνωμοσύνης σπάνιων και πολύπλοκων νοσημάτων, τροποποίηση συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων του ν. 4387/2016 και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.

4. Τις διατάξεις του π.δ. 121/2017 (ΦΕΚ 148Α΄) «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας».

5. Την απόφαση 876/16.5.2000, (Β΄ 661) των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας «Καθορισμός του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των Μονάδων Ψυχοκοινωνικές Αποκατάστασης (Οικοτροφεία, Ξενώνες) και των προγραμμάτων Προστατευμένων Διαμερισμάτων του άρθρου 9 του ν. 2716/1999», όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 56675/11.6.2013, (Β΄ 1426) των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας «Τροποποίηση της κοινής υπουργικής απόφασης Α3/οικ.876/16-05-2000 καθορισμός του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης (Οικοτροφεία, Ξενώνες) και των Προγραμμάτων Προστατευμένων Διαμερισμάτων του άρθρου 9 του ν. 2716/1999».

6. Την απόφαση 156618/25.11.2009, (Β΄ 2444) της Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Καθορισμός του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των Κέντρων Ημέραςτουάρθρου 8 τουν. 2716/1999», όπωςισχύει τροποποιηθείσα με την απόφαση 44810/26.04.2012, (Β΄ 1656) του Υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τις αποφάσεις 50557/29.5.2013, (Β΄ 1299) και 56669/11.6.2013, (Β΄ 1426) της Υφυπουργού Υγείας.

7. Την απόφαση 1662/21.5.2001, (Β΄ 691) του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας «Καθορισμός του τρόπου λειτουργίας και της στελέχωσης των Κινητών Μονάδων Ψυχικής Υγείας του άρθρου 7 του ν. 2716/1999 καθώς και κάθε λεπτομέρειας εφαρμογής του ιδίου άρθρου», όπως τροποποιήθηκε με την αριθμ. Υ5β/Γ.Π.οικ. 50552/ 29-5-2013 (ΦΕΚ Β΄ 1299/29.05.2013) υπουργική απόφαση με θέμα «Τροποποίηση της υπουργικής απόφασης με αριθμ. Υ5β/οικ.1662/21-5-2001 (ΦΕΚ 691/Β΄/2001) με θέμα «Καθορισμός του τρόπου λειτουργίας και της στελέχωσης των Κινητών Μονάδων.

8. Την απόφαση 107931/22.11.2013 (ΑΔΑ: ΒΛΟ80-ΝΜΚ) της Υφυπουργού Υγείας με θέμα «Επικαιροποίηση προδιαγραφών κτιριακής υποδομής Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (Ξενώνες και Οικοτροφεία) στα πλαίσια του προγράμματος ΨΥΧΑΡΓΩΣ».

9. Την απόφαση 107933/22.11.2013 (ΑΔΑ: ΒΛ08Θ-ΚΣΞ) της Υφυπουργού Υγείας με θέμα «Επικαιροποίηση προδιαγραφών κτιριακής υποδομής Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (Κέντρα Ημέρας) στα πλαίσια του προγράμματος ΨΥΧΑΡΓΩΣ».

10. Την αριθμ. B1α/13805/15.2.2018 εισήγηση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας.

11. Την ανάγκη εξορθολογισμού της διαδικασίας εκπόνησης σχεδιασμού.

12. Την ανάγκη διασφάλισης διαφάνειας και αξιοκρατίας κατά τη διαδικασία επιλογής φυσικών προσώπων και φορέων που αναπτύσσουν Μονάδες Ψυχικής Υγείας.

13. Την ανάγκη υιοθέτησης ασφαλιστικών δικλείδων στην κατεύθυνση της διασφάλισης της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας.

14. Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38/Α΄/1997) και το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Την τροποποίηση και συμπλήρωση της απόφασης Α4β/Γ.Π./οικ.63439/18.8.2017 (Β΄ 2932) του Υπουργού Υγείας με θέμα «Πλαίσιο εκπόνησης πολιτικών ψυχικής υγείας και καθορισμός κριτηρίων, προϋποθέσεων, δικαιολογητικών, διαδικασίας και κάθε άλλης λεπτομέρειας για έγκριση σκοπιμότητας και χορήγηση άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας Μονάδων Ψυχικής Υγείας στον Ιδιωτικό Κερδοσκοπικό και μη Κερδοσκοπικό Τομέα του άρθρου 11 του ν. 2716/1999», ως κάτωθι:

1. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 3 διαγράφονται οι λέξεις «κατ’ ελάχιστον».

2. Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«α. Προκειμένου για νομικό πρόσωπο, χαρακτηριστικά (προφίλ) και ιστορικό δράσεων του φορέα, με έμφαση στις κοινωφελείς και εθελοντικές δράσεις του φορέα για την υποστήριξη κοινωνικά ευπαθών ομάδων και ιδιαίτερα στις δράσεις ψυχικής υγείας, καθώς και στις δράσεις των μελών της προτεινόμενης θεραπευτικής ομάδας (βιογραφικά σημειώματα).

Προκειμένου για φυσικό πρόσωπο, αντίστοιχο αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα, καθώς και βιογραφικά σημειώματα της προτεινόμενης θεραπευτικής ομάδας.

β. Βιογραφικό σημείωμα και άδεια άσκησης επαγγέλματος του προσώπου που πρόκειται να οριστεί Επιστημονικά Υπεύθυνος της προτεινόμενης Μονάδας, συνοδευόμενο από τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την απόδειξη των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων.

Ο Επιστημονικά Υπεύθυνος πρέπει να διαθέτει τα προσόντα των ειδικοτήτων του ψυχιάτρου, παιδοψυχιάτρου, ψυχολόγου, κοινωνικού λειτουργού, εργοθεραπευτή, φυσιοθεραπευτή, νοσηλευτή, επισκέπτη υγείας και να διαθέτει τεκμηριωμένη εμπειρία τουλάχιστον δύο (2) χρόνων στη διεύθυνση εξωνοσοκομειακών Μονάδων Ψυχικής Υγείας ή Μονάδων και Προγραμμάτων ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και επαγγελματικής επανένταξης ή τουλάχιστον πενταετή εργασιακή εμπειρία σε ανάλογες Μονάδες.

Ειδικά στις Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας (ΚΜΨΥ) και τα Κέντρα Ημέρας, ο Επιστημονικά Υπεύθυνος πρέπει να είναι ψυχίατρος ή ψυχολόγος.

Στα Κέντρα Ημέρας για πάσχοντες από άνοιαAlzhmeirer, ο Επιστημονικά Υπεύθυνος μπορεί να έχει την ειδικότητα του νευρολόγου.

Στα Κέντρα Ημέρας για παιδιά-εφήβους, ο Επιστημονικά Υπεύθυνος μπορεί να έχει την ειδικότητα του παιδοψυχιάτρου.

Σε όλες τις περιπτώσεις, ο Επιστημονικά Υπεύθυνος Κινητής Μονάδας ή Κέντρου Ημέρας πρέπει να διαθέτει τριετή εργασιακή εμπειρία σε Κινητή Μονάδα ή Κέντρο Ημέρας ή πενταετή τουλάχιστον κλινική εμπειρία σε Μονάδες Ψυχικής Υγείας ή σε συναφείς κοινοτικές (μη –ιδρυματικές) Μονάδες του ευρύτερου δημοσίου τομέα και του εξωτερικού.

γ. Υπεύθυνη δήλωση του φορέα στην οποία θα αναγράφεται η σύνθεση της πολυκλαδικής θεραπευτικής ομάδας (αριθμός ανά ειδικότητα), όπως προσδιορίζεται στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, και ότι το 1/3 τουλάχιστον του προσωπικού θα διαθέτει αποδεδειγμένη εργασιακή εμπειρία τουλάχιστον 6 μηνών σε εξωνοσοκομειακές Μονάδες Ψυχικής Υγείας ή Μονάδες Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης, ή σε συναφείς κοινοτικές (μη-ιδρυματικές) Μονάδες του ευρύτερου δημόσιου τομέα και του εξωτερικού.»

3. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η τεχνογνωσία και εμπειρία του φορέα στη λειτουργία Μονάδων Ψυχικής Υγείας, και ειδικότερα η τεχνογνωσία και η εμπειρία στο συγκεκριμένο τύπο μονάδας, καθώς και η τεχνογνωσία και εμπειρία των μελών της προτεινόμενης θεραπευτικής ομάδας (βιογραφικά σημειώματα).»

4. Η περίπτωση γ΄ του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«γ. Η πληρότητα της υποβαλλόμενης πρότασης, όπως τεκμηριώνεται από τα στοιχεία των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου»

5. Το άρθρο 6 μετονομάζεται σε «Χορήγηση άδειας ίδρυσης Μονάδας Ψυχικής Υγείας».

6. Διαγράφεται η παράγραφος 1 του άρθρου 6 και αναριθμούνται οι υπόλοιπες παράγραφοι σε 1, 2.

7. Το πρώτο εδάφιο της αναριθμημένης παραγράφου 1 του άρθρου 6 αναδιατυπώνεται ως εξής:

««Μέσα σε ένα μήνα από την ανάρτηση στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» του τελικού πίνακα σύμφωνα με την παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου, ο φορέας υποβάλλει φάκελο στη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας με τα δικαιολογητικά όπως προβλέπονται στο επόμενο άρθρο».

8. Στην αναριθμημένη παράγραφο 2 του άρθρου 6 διαγράφονται οι λέξεις «μετά την έκδοση της απόφασης έγκρισης σκοπιμότητας».

9. Στην περίπτωση 2 του άρθρου 7, το τελευταίο εδάφιο αναδιατυπώνεται ως εξής:

«Σε περίπτωση που η Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας δεν εγκρίνει τη μεταβολή αυτή και ο φορέας δε συμμορφωθεί σχετικά, ο Υπουργός Υγείας, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας, αναθέτει την ανάπτυξη της Μονάδας στους επόμενους επιλαχόντες φορείς της προηγηθείσας διαδικασίας αξιολόγησης κατά τη σειρά κατάταξής τους και στην περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατό, ακολουθείται η διαδικασία πρόσκλησης ενδιαφέροντος σύμφωνα με το Κεφάλαιο Α΄.»

10. Η περίπτωση 4 του άρθρου 7 αναδιατυπώνεται ως εξής:

«Υπεύθυνη δήλωση του φορέα περί μη μεταβολής των μελών της προτεινόμενης θεραπευτικής ομάδας σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 4.

Μεταβολές μελών του προσωπικού, και ειδικότερα του ψυχιάτρου, παιδοψυχιάτρου, ψυχολόγου, κοινωνικού λειτουργού, εργοθεραπευτή, φυσικοθεραπευτή, νοσηλευτή, επισκέπτη υγείας, καθώς και πρόσθετων ειδικοτήτων ανάλογα με τον τύπο της Μονάδας Ψυχικής Υγείας, τελούν σε κάθε περίπτωση υπό την προϋπόθεση έγκρισης της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας, ώστε να διασφαλίζεται η παροχή υπηρεσιών υψηλής τεχνογνωσίας και εμπειρίας, όπως αυτή προτάθηκε και αξιολογήθηκε από την Επιτροπή Αξιολόγησης. Σε περίπτωση που η Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας δεν εγκρίνει κάποια μεταβολή και ο φορέας δεν συμμορφωθεί σχετικά, ο Υπουργός Υγείας, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας, αναθέτει την ανάπτυξη της Μονάδας στους επόμενους επιλαχόντες φορείς της προηγηθείσας διαδικασίας αξιολόγησης κατά τη σειρά κατάταξής τους και στην περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατό, ακολουθείται η διαδικασία πρόσκλησης ενδιαφέροντος σύμφωνα με το Κεφάλαιο Α΄.»

11. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 αναδιατυπώνεται ως εξής:

«Σε αντίθετη περίπτωση, ο Υπουργός Υγείας μετά από εισήγηση της ως άνω Διεύθυνσης προβαίνει σε ανάκληση της άδειας ίδρυσης, και αναθέτει την ανάπτυξη της Μονάδας στους επόμενους επιλαχόντες φορείς της προηγηθείσας διαδικασίας αξιολόγησης κατά τη σειρά κατάταξής τους και στην περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατό, ακολουθείται η διαδικασία πρόσκλησης ενδιαφέροντος σύμφωνα με το Κεφάλαιο Α΄.»

12. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 8 αναδιατυπώνεται ως εξής:

«β. Οι συγκεκριμένοι στόχοι της μονάδας, όπως αυτοί καθορίζονται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και την υποβληθείσα πρόταση».

13. Στην περίπτωση 3 του άρθρου 9 αντικαθίσταται η φράση «σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 7 της παρούσας» με τη φράση «σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις 2 και 4 του άρθρου 7 της παρούσας».

14. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 11 αντικαθίσταται η φράση «σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 7 της παρούσας» με τη φράση «σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις 2 και 4 του άρθρου 7 της παρούσας».

15. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 15 προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Στις Μονάδες Ψυχικής Υγείας που ήδη λειτουργούν δίνεται προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευσης της παρούσας προκειμένου να προβούν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες, ώστε να πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου.
Οι Κινητές Μονάδες (ΚΜΨΥ) και τα Κέντρα Ημέρας που ήδη λειτουργούν εξαιρούνται από την πρόβλεψη του τρίτου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 3, μετά από έγκριση της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας».

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 23 Φεβρουαρίου 2018

Ο Υπουργός
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ

ΠΟΛ.1050/2018 Τροποποίηση της ΠΟΛ.1005/11-1-2018 (Β’ 20) απόφασης του Υπουργείου Οικονομικών με θέμα: «Καθορισμός της διαδικασίας και των λοιπών απαιτούμενων λεπτομερειών για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμό 1067780/82/Γ0013/09.06.1994 (Β’ 549) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών από τους πιστοποιημένους εκτιμητές εγγεγραμμένους στο Μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών στο πεδίο ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017

Previous: Αριθμ. Γ3β/Γ.Π.οικ.15670/2018 Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθμ. Α4β/Γ.Π./οικ.63439/2017 (Β΄ 2932) απόφασης του Υπουργού Υγείας με θέμα «Πλαίσιο εκπόνησης πολιτικών ψυχικής υγείας και καθορισμός κριτηρίων, προϋποθέσεων, δικαιολογητικών, διαδικασίας και κάθε άλλης λεπτομέρειας για έγκριση σκοπιμότητας και χορήγηση άδειας ίδρυσης και άδειας λειτουργίας Μονάδων Ψυχικής Υγείας στον Ιδιωτικό Κερδοσκοπικό και μη Κερδοσκοπικό Τομέα του άρθρου 11 του ν. 2716/1999»
$
0
0

Αριθμ. ΠΟΛ.1050

(ΦΕΚ Β' 951/16-03-2018)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ, Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017 (Α’ 201).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 (Α’43), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.

3. Τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (Α’143) «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις».

4. Τις διατάξεις του π.δ. 80/2016 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους διατάκτες» (Α’145).

5. Τις διατάξεις του μέρους Β, άρθρου 3, παρ. Γ, υποπαρ. ν, του ν. 4336/2015 (Α’94) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της συμφωνίας».

6. Την με αριθμ. πρωτ. 1067780/82/Γ0013/09.06.1994 (Β’ 549) απόφαση Υπουργού Οικονομικών, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, με την οποία τροποποιούνται, βελτιώνονται και κωδικοποιούνται οι διατάξεις που αφορούν τη φορολογητέα αξία μεταβιβαζομένων με οποιαδήποτε αιτία ακινήτων εντός σχεδίου, κατά το αντικειμενικό σύστημα.

7. Τις διατάξεις του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’116).

8. Την με αριθμ. πρωτ. Υ29/8.10.2015 (Β’2168) απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη».

9. Την με αριθμ. πρωτ. ΥΠΟΙΚ 0010218ΕΞ2013/ 14.11.2016 (Β’3696) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».

10. Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 (Α’181).

11. Την ανάγκη ανάθεσης της σύνταξης εισήγησης για το καθορισμό των τιμών εκκίνησης που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμ. πρωτ. 1067780/82/Γ0013/09.06.1994 (Β’549) απόφασης Υπουργού Οικονομικών, όπως ισχύει, σε πιστοποιημένους εκτιμητές εγγεγραμμένους στο Μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών στο πεδίο ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών.

12. Την με αριθμ. πρωτ. ΓΓΔΠ0020593ΕΞ2017 (ΑΔΑ: ΩΝΖΝΗ-ΓΡ7) Δημόσια Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος της Γενικής Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας. 13.Τηνμεαριθμ. πρωτ. ΓΓΔΠ0001472ΕΞ2018/25-1-2018 (ΑΔΑ: ΩΙΠΘΗ-ΩΟΟ) Συμπληρωματική Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος της Γενικής Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας.

14. Την ΠΟΛ. 1005/11.01.2018 (Β’ 20) απόφαση Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός της διαδικασίας και των λοιπών απαιτούμενων λεπτομερειών για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμ. 1067780/82/Γ0013/09.06.1994 (Β’ 549) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών από τους πιστοποιημένους εκτιμητές, εγγεγραμμένους στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών στο πεδίο ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017».

15. Την με αριθμ. πρωτ. 2/1549/ΔΠΔΑ/8.1.18 εισήγηση της ΓΔΟΥ.

16. Την ανάγκη παροχής διευκρινίσεων επί του θέματος καθορισμού αποζημίωσης των πιστοποιημένων εκτιμητών και του τρόπου καταβολής της.

17. Το γεγονός ότι υφίσταται ανάγκη παράτασης της προθεσμίας υποβολής των εκτιμήσεων από τους πιστοποιημένους εκτιμητές.

18. Το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαση προκαλείται δαπάνη συνολικού ύψους 2.500.000 € περίπου σε βάρος του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών έτους 2018 και ειδικότερα του Ε.Φ. 23-110 και ΚΑΕ 0871 και 0873 για την αντιμετώπιση της οποίας θα εγγραφούν οι αναγκαίες πιστώσεις για το σκοπό αυτό,

αποφασίζουμε:

1. Τροποποιούμε την με αρ. ΠΟΛ.1005/11.01.2018 (Β’ 20) απόφαση με θέμα: «Καθορισμός της διαδικασίας και των λοιπών απαιτούμενων λεπτομερειών για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμό 1067780/82/ Γ0013/9.6.1994 (Β’ 549) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών από τους πιστοποιημένους εκτιμητές εγγεγραμμένους στο Μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών στο πεδίο ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017» και ορίζουμε τα ακόλουθα:

Α. Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:

«Μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, στην οθόνη εργασίας του εκτιμητή που έχει ολοκληρώσει το έργο του θα εμφανίζεται μία προσωποποιημένη βεβαίωση ολοκλήρωσης του ανατεθειμένου έργου, η οποία θα περιλαμβάνει τα στοιχεία του εκτιμητή (Α.Φ.Μ., e-mail, IBAN του τραπεζικού του λογαριασμού), τους Δήμους ή τις Δημοτικές Ενότητες/Κοινότητες που του ανατέθηκαν με τη σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, τις ζώνες που αντιστοιχούν στους Δήμους αυτούς και το συνολικό ποσό της αμοιβής του, λαμβάνοντας υπόψη το ύψος της αμοιβής που έχει καθορισθεί με την με αριθμ. πρωτ. ΓΓΔΠ 0020593 ΕΞ2017 (ΑΔΑ: ΩΝΖΝΗ-ΓΡ7) Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος της Γενικής Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας ανά ζώνη τιμών ακινήτων, το οποίο ανέρχεται σε 50 ευρώ πλέον ΦΠΑ».

Β. Η τρίτη παράγραφος του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο κάθε εκτιμητής θα εκτυπώνει και θα προσκομίζει στη Γραμματεία της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών αίτηση για την πληρωμή της αμοιβής του με συνημμένη την ανωτέρω βεβαίωση, μαζί με το εκδοθέν από αυτόν τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών. Επίσης για τους εκτιμητές που αμείβονται με παραστατικό παρεχόμενων υπηρεσιών (τίτλος κτήσης) θα εκδοθεί ο εν λόγω τίτλος κατόπιν σχετικής υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 ότι δεν έχουν υποχρέωση να εκδίδουν στοιχεία προβλεπόμενα από τα Ε.Λ.Π.».

Γ. Το άρθρο 7 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 7

Οι εκτιμητές που έως ώρα 23:59:59 της 22 Μαρτίου 2018 δεν έχουν προβεί στην επιτυχή κατά τα ανωτέρω ολοκλήρωση του έργου τους θεωρείται ότι δεν ολοκλήρωσαν το έργο που τους ανατέθηκε με την προβλεπόμενη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017 (Α’ 201). Οι εκτιμητές αυτοί δεν αποζημιώνονται για τυχόν υποβολή εισήγησης για τμήμα του έργου που τους ανατέθηκε, καθότι η αμοιβή καταβάλλεται αποκλειστικά και μόνο μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στα δύο προηγούμενα άρθρα.».

2. Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν από 11-1-2018. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 15 Μαρτίου 2018

Ο Υπουργός
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

ΣτΕ 431/2018 Αντισυνταγματικότητα διατάξεων με τις οποίες θεσπίστηκαν αναδρομικές μειώσεις των αποδοχών των ιατρών του ΕΣΥ.

Previous: ΠΟΛ.1050/2018 Τροποποίηση της ΠΟΛ.1005/11-1-2018 (Β’ 20) απόφασης του Υπουργείου Οικονομικών με θέμα: «Καθορισμός της διαδικασίας και των λοιπών απαιτούμενων λεπτομερειών για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της με αριθμό 1067780/82/Γ0013/09.06.1994 (Β’ 549) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών από τους πιστοποιημένους εκτιμητές εγγεγραμμένους στο Μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών στο πεδίο ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 4509/2017
$
0
0

Αριθμός 431/2018

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Δεκεμβρίου 2016 με την εξής σύνθεση: Νικ. Σακελλαρίου, Πρόεδρος, Αθ. Ράντος, Χρ. Ράμμος, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ι. Μαντζουράνης, Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Αντωνόπουλος, Α. Καλογεροπούλου, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνης, Αντ. Χλαμπέα, Τ. Κόμβου, Ηλ. Μάζος, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Β. Κίντζιου, Ελ. Παπαδημητρίου, Β. Πλαπούτα, Ο. Παπαδοπούλου, Σύμβουλοι, Ε. Σταυρουλάκη, Ο. Νικολαράκου, Τ. Βαρουφάκη, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Ηλ. Μάζος και Β. Πλαπούτα, καθώς και η Πάρεδρος Τ. Βαρουφάκη μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.

Για να δικάσει την από 13ης Νοεμβρίου 2014 προσφυγή:

των: ..........σωματείου με την επωνυμία «.................», που εδρεύει στην Αθήνα, οι οποίοι παρέστησαν με τους δικηγόρους: α) Μιχαήλ Μιχαήλ (Α.Μ. 21826) και β) Παναγιώτη Ζαμπίτη (Α.Μ. 6607 Δ.Σ. Θεσσαλονίκης), που τους διόρισαν με πληρεξούσια,

κατά των: 1) Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Αγγελική Καστανά, Νομική Σύμβουλο του Κράτους, και 2) νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών "Ο Ευαγγελισμός – Οφθαλμιατρείο Αθηνών – Πολυκλινική"», που εδρεύει στην Αθήνα (Υψηλάντου 45 – 47), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο Αικατερίνη – Φωτεινή Μπουρνάζου (Α.Μ. 11512), που τη διόρισε με πληρεξούσιο.

Στη δίκη παρεμβαίνουν υπέρ των προσφευγόντων οι:

1) δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση με την επωνυμία «..............., που εδρεύει στην Αθήνα (Λαμίας 2), 2) νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «.............» (Π.Ι.Σ.), οι οποίοι παρέστησαν με τους δικηγόρους: α) ................... και β) ................. (Α.Μ. 6607 Δ.Σ. Θεσσαλονίκης), που τους διόρισαν με πληρεξούσια, και 3) ..., κάτοικος, ως εκ της υπηρεσίας της, Κηφισιάς (...), η οποία παρέστη με τη δικηγόρο........... (Α.Μ. 20174), που τη διόρισε με πληρεξούσιο.

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 23ης Μαρτίου 2015 πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3900/2010 και της από 30ής Μαρτίου 2015 πράξεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδάφ. α´, 20 και 21 του π.δ. 18/1989.

Με την αίτηση αυτή οι προσφεύγοντες επιδιώκουν να ακυρωθούν οι μισθοδοτικές καταστάσεις του μηνός Σεπτεμβρίου 2014 των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων, με τις οποίες τους καταβλήθηκαν μειωμένες αποδοχές, σύμφωνα με τους ορισμούς των διατάξεων της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) και της 2/83408/0022/14.11.2012 αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (Β΄ 3017) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Θ. Αραβάνη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξουσίους των προσφευγόντων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους προσφυγής και ζήτησαν να γίνει δεκτή η προσφυγή, τους πληρεξουσίους των παρεμβαινόντων, οι οποίοι ζήτησαν να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις και την πληρεξουσία του καθ' ου νοσοκομείου καθώς και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίες ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. 3910839 - 40/2014 και 1328960 1328963/2015 ειδικά έντυπα παραβόλου), οι τέσσερις πρώτοι προσφεύγοντες ιατροί του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.), υπηρετούντες στο ν.π.δ.δ. «Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Ο Ευαγγελισμός Οφθαλμιατρείο Αθηνών - Πολυκλινική», ο πρώτος με βαθμό Συντονιστή Διευθυντή Γαστρεντερολογίας, η δεύτερη με βαθμό Συντονιστή Διευθυντή Αναισθησιολογίας, ο τρίτος με βαθμό Διευθυντή ΠνευμονολογίαςΦυματιολογίας και ο τέταρτος με βαθμό Επιμελητή Β΄ Πνευμονολογίας, και το πέμπτο προσφεύγον σωματείο, με την επωνυμία «Ένωσις Ιατρών Νοσοκομείων Αθηνών-Πειραιώς», ζητούν την ακύρωση ή μεταρρύθμιση των από 25.9.2014 μισθοδοτικών καταστάσεων («βεβαιώσεων αποδοχών») των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων, για τον λόγο ότι οι αποδοχές αυτές μειώθηκαν δραστικά από 1.8.2012 κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περιπτώσεως 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) και της αποφάσεως οικ. 2/83408/0022/14.11.2012 του Αναπλ. Υπουργού Οικονομικών (Β΄ 3017), οι οποίες, κατά τους αιτούντες, αντίκειται στο Σύνταγμα, την Ε.Σ.Δ.Α. και το Διεθνές Σύμφωνο του Ο.Η.Ε. για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα, προκειμένου οι αποδοχές τους να επανέλθουν στο προ της 1.8.2012 ύψος.


2. Επειδή, η κρινόμενη προσφυγή ασκήθηκε στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, εισήχθη δε στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατόπιν της αιτήσεως των προσφευγόντων, η οποία έγινε δεκτή με την πράξη 5/23.3.2015 της κατ' άρθρο 1 παράγρ. 1 του ν. 3900/2010 Τριμελούς Επιτροπής, για να κριθεί το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα της συνταγματικότητας (προσβολή των άρθρων 2, 4, 5, 21, 22, 25 και 106 του Συντάγματος), και της συμφωνίας με το άρθρο 1ο του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. και το άρθρο 7 του Διεθνούς Συμφώνου του Ο.Η.Ε. για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα, των ανωτέρω διατάξεων του ν. 4093/2012, με τις οποίες επήλθαν περικοπές στον μηνιαίο μισθό των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων. Η πράξη αυτή της Επιτροπής δημοσιεύθηκε σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών («ΤΑ ΝΕΑ», φύλλο της 2.4.2015 και «ΕΣΤΙΑ», φύλλο της 2.4.2015), όπως ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 3900/2010. Περαιτέρω, με την από 30.3.2015 πράξη του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας η υπόθεση εισήχθη, λόγω σπουδαιότητας, στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου.


3. Επειδή, στην παράγρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), ορίζονται τα εξής: «Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε τακτικού διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς Επιτροπής, αποτελούμενης από τον Πρόεδρό του, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο και τον Πρόεδρο του αρμόδιου καθ’ ύλην Τμήματος, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων ή του Γενικού Επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων, όταν με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. Τα αιτήματα των διαδίκων συνοδεύονται, επί ποινή απαραδέκτου, από παράβολο τριακοσίων (300) ευρώ υπέρ του Δημοσίου. … Η πράξη της Επιτροπής δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών και συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες τίθεται το ίδιο ζήτημα. Η αναστολή δεν καταλαμβάνει την προσωρινή δικαστική προστασία. Μετά την επίλυση του ζητήματος, το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί να παραπέμψει το ένδικο μέσο ή βοήθημα στο αρμόδιο τακτικό διοικητικό δικαστήριο. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεσμεύει τους διαδίκους της ενώπιόν του δίκης, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι παρεμβάντες. Στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να παρέμβει κάθε διάδικος σε εκκρεμή δίκη, στην οποία τίθεται το ίδιο ζήτημα, και να προβάλει τους ισχυρισμούς του σχετικά με το ζήτημα αυτό. Για την εν λόγω παρέμβαση δεν καταλογίζεται δικαστική δαπάνη, η δε μη άσκησή της δεν δημιουργεί δικαίωμα ασκήσεως ανακοπής ή τριτανακοπής». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, εφ’ όσον αίτημα διαδίκου να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας ένδικο βοήθημα ή μέσο αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, για τον λόγο ότι τίθεται με αυτό ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύ κύκλο προσώπων, γίνει δεκτό από την προβλεπομένη από τις διατάξεις αυτές τριμελή Επιτροπή, η οποία αποφασίζει εκ των ενόντων, βάσει των προβαλλομένων ισχυρισμών και των στοιχείων του φακέλου που διαθέτει, το Δικαστήριο αυτό εκδικάζει σε Ολομέλεια ή σε Τμήμα το ένδικο βοήθημα ή μέσο, εφαρμόζοντας ως προς την πληρεξουσιότητα τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 27 του π.δ/τος 18/1989 και κατά τα λοιπά, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, τις ισχύουσες για το ένδικο βοήθημα ή μέσο οικείες διατάξεις (ΣΕ Ολομ. ΣτΕ 3170/2014, ΣτΕ 1118/2014, ΣτΕ 694/2013, 1971, 1619, ΣτΕ 601/2012).


4. Επειδή, στην παρούσα δίκη παρεμβαίνει παραδεκτώς υπέρ των προσφευγόντων, κατ’ άρθρο 1 παράγρ. 1 του ν. 3900/2010, με το 211/20.5.2016 δικόγραφο, η Ευγενία Παπαδάκου, Επιμελήτρια Α΄ του κλάδου ιατρών ΕΣΥ στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών ΚΑΤ, η οποία είναι διάδικος σε εκκρεμή δίκη (βλ. αγωγή της με ΓΑΚ 762/2015 ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών κατά του νοσοκομείου ΚΑΤ), στην οποία τίθεται το αυτό θέμα της συνταγματικότητας των ως άνω διατάξεων του ν. 4092/2012. Εξ άλλου, εν όψει του αντικειμένου της παρούσας δίκης και του τιθεμένου ζητήματος γενικώτερου ενδιαφέροντος, παραδεκτώς παρεμβαίνει υπέρ των προσφευγόντων με το 534/26.10.2015 δικόγραφο, κατ’ άρθρο 113 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [«Κ.Δ.Δ.», ν. 2717/1999 (Α΄ 97)], η δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση «Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (Ο.Ε.Ν.Γ.Ε.)», η οποία έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων (βλ. άρθρο 2 του από 29.9.1987 καταστατικού της), την προαγωγή και διαφύλαξη των εργασιακών, οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των νοσοκομειακών ιατρών καθώς και τη βελτίωση των συνθηκών και των όρων εργασίας αυτών (πρβλ. ΣτΕ 690/2013 7μ.). Τέλος, παραδεκτώς, για τον ίδιο λόγο, παρεμβαίνει με το 577/10.11.2015 δικόγραφο παρεμβάσεως το ν.π.δ.δ. «Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (Π.Ι.Σ.)», ο οποίος, όπως προβάλλει, είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και όχι αμιγώς επαγγελματικό σωματείο (ΣΕ 3208/2014 Ολομ. σκ. 2), αποτελεί το κεντρικό συντονιστικό όργανο και την εποπτεύουσα αρχή όλων των ιατρών της χώρας [άρθρο 1 παράγρ. 1 του ν. 727/1977 (Α΄ 308)], έχει δε ως σκοπό την διαχείριση των «γενικής φύσεως ζητημάτων» (παράγρ. 2 του αυτού άρθρου), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα αφορώντα τον καθορισμό της αμοιβής των ιατρών του Ε.Σ.Υ., δεδομένου ότι συνδέονται ευθέως με τις συνθήκες ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος, ήτοι με ζήτημα γενικού ενδιαφέροντος για τους ιατρούς (πρβλ. ΣΕ 3962/2014, ΣτΕ 284/1961 Ολομ., βλ. Επίσης ΣτΕ 3803/2014 Ολομ.).


5. Επειδή, οι πληττόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις, οι οποίες εκδόθηκαν από το καθ’ ου νοσοκομείο που αποτελεί ν.π.δ.δ. [βλ. άρθρα 2 παρ. 1 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) και 1 της κ.υ.α. Υ4α/οικ.123908/ 31.12.2012 (Β΄ 3515)] και αφορούν την ενεστώσα μισθολογική κατάσταση των προσφευγόντων ιατρών, είναι εκτελεστές ατομικές διοικητικές πράξεις και προσβάλλονται παραδεκτώς με προσφυγή ουσίας (βλ. ΣτΕ 3402/2014 Ολομ., σκ. 8, ΣτΕ 612/2012 Ολομ., σκ. 28). Περαιτέρω η προσφυγή ασκείται με έννομο συμφέρον από τους τέσσερις πρώτους προσφεύγοντες ιατρούς που υπηρετούν στο καθ’ ου νοσοκομείο και οι οποίοι παραδεκτώς ομοδικούν [άρθρο 115 παράγρ. 3 του Κ.Δ.Δ., όπως η παράγρ. αυτή προστέθηκε με το άρθρο 11 παράγρ. 1 του ν. 2944/2001 (Α΄ 222) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 παράγρ. 2 του ν. 3226/2004 (Α΄ 24)], δεδομένου ότι οι ένδικες απαιτήσεις είναι ομοειδείς και ερείδονται σε όμοια κατά τα ουσιώδη στοιχεία νομική βάση, για όλες δε τις προσβαλλόμενες πράξεις αρμόδιο κατά τόπο είναι το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών. Αντιθέτως, η προσφυγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη καθ’ ο μέρος ασκείται από το πέμπτο προσφεύγον σωματείο («Ένωσις Ιατρών Νοσοκομείων Αθηνών – Πειραιώς»), δεδομένου ότι οι πληττόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις αφορούν αποκλειστικά τους προσφεύγοντες ιατρούς και δεν θίγουν αμέσως την λειτουργία του (πρβλ. ΣτΕ 1094/2008). Κατά τα λοιπά, η προσφυγή είναι εμπρόθεσμη εφ’ όσον δεν προκύπτει κοινοποίηση ή γνώση των προσβαλλομένων μισθοδοτικών καταστάσεων από τους προσφεύγοντες σε χρόνο πέραν των 60 ημερών από την κατάθεσή της, ενώ εξ άλλου μόνη η είσπραξη του μισθού εκ μέρους του ενδιαφερομένου δεν αποδεικνύει άνευ ετέρου πλήρη γνώση του περιεχομένου της αντίστοιχης μισθοδοτικής καταστάσεως, δεδομένου ότι το περιεχόμενο των καταστάσεων αυτών δεν είναι πάντοτε ευχερώς κατανοητό λόγω του τεχνικού χαρακτήρα των (βλ. ΣτΕ 1895/1994 7μ.).


6. Επειδή, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 5 παράγρ. 5, η οποία προστέθηκε κατά την αναθεώρηση του 2001 με το Ψήφισμα της 6.4.2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (Α΄ 84), ότι «Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας …», στο άρθρο 21 παράγρ. 3 ότι «Το κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών …» και στο άρθρο 22 παράγρ. 5, όπως η παράγρ. αυτή αναριθμήθηκε με την αναθεώρηση του 2001, ότι «Το κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει». Όπως έχει κριθεί, από τις διατάξεις αυτές του Συντάγματος συνάγεται ότι γεννάται ευθεία υποχρέωση του Κράτους και των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως για την προστασία της υγείας των πολιτών, εργαζομένων και συνταξιούχων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η παροχή υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου (ΣτΕ 3802/2014 Ολομ. σκ. 15, 9/2016 7μ. σκ. 4, 2381/2016 σκ. 7, πρβλ. ΣτΕ 1187-8/2009, 400/2016 Ολομ., ΣτΕ 3485/2010, ΣτΕ 1634/2009), οι οποίες πρέπει να καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες διαγνώσεως και θεραπείας των σχετικών παθήσεων, τις χειρουργικές επεμβάσεις, εφ' όσον απαιτούνται, ως και γενικώς τις ανάγκες νοσηλείας των πολιτών. Η υποχρέωση αυτή υπόκειται σε νομοθετικούς περιορισμούς, υπό τον όρο ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν οδηγούν στην ανατροπή του δικαιώματος στην προστασία της υγείας (βλ. ΣτΕ 3962/2014 Ολομ., ΣτΕ 1812/2013, ΣτΕ 2033/2009, 1187-8/2009 Ολομ., ΣτΕ 9/2016 7μ., ΣτΕ 2381/2016 κ.ά.). Εν όψει των ανωτέρω επιταγών του Συντάγματος, η άσκηση κάθε επαγγελματικής δραστηριότητας, η οποία συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών σχετικών με την υγεία, επιτρέπεται μόνον σε εκείνα τα πρόσωπα που έχουν τα προσόντα, τα οποία ο νομοθέτης κρίνει αναγκαία προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου (βλ. ΣτΕ 1634/2009, ΣτΕ 2267/2005).


7. Επειδή, περαιτέρω, το Σύνταγμα στο άρθρο 4 παρ. 5 ορίζει ότι: «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους», στο άρθρο 25 παρ. 1 και 4 ότι: «1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. ... Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. ... 4. Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης», στο άρθρο 79 παρ. 1 ότι: «Η Βουλή κατά την τακτική ετήσια συνοδό της ψηφίζει τον προϋπολογισμό των εσόδων και εξόδων του Κράτους για το επόμενο έτος ...» και στο άρθρο 106 παρ. 1 ότι: «Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού συμφέροντος το Κράτος προγραμματίζει και συντονίζει την οικονομική δραστηριότητα στη Χώρα, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη όλων των τομέων της εθνικής οικονομίας ...». Όπως έχει κριθεί (βλ. ΣΕ Ολομ. ΣτΕ 4741/2014 σκ. 12, ΣτΕ 2193/2014 σκ. 18), από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι σε περιπτώσεις παρατεταμένης οικονομικής κρίσεως, ο κοινός νομοθέτης δύναται να θεσπίσει μέτρα περιστολής των δημοσίων δαπανών που συνεπάγονται σοβαρή οικονομική επιβάρυνση μεγάλων κατηγοριών του πληθυσμού και, ιδίως, όσων λαμβάνουν μισθό ή σύνταξη από το δημόσιο ταμείο, λόγω της άμεσης εφαρμογής και αποτελεσματικότητας των επιβαλλομένων σε βάρος τους μέτρων για τον περιορισμό του δημοσίου ελλείμματος. Η δυνατότητα, όμως, αυτή δεν μπορεί να είναι απεριόριστη αλλά έχει ως όριο τις αρχές της αναλογικότητας, της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, οι οποίες επιτάσσουν όπως το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής κατανέμεται μεταξύ όλων των κατηγοριών απασχολουμένων τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, ως επίσης και των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα, δεδομένου μάλιστα ότι η βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών είναι προς όφελος όλων. Και τούτο διότι, εν όψει και της καθιερουμένης στο άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος αξιώσεως του Κράτους να εκπληρώνουν όλοι οι πολίτες το χρέος της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, δεν είναι επιτρεπτό η επιβάρυνση από τα μέτρα που λαμβάνονται προς αντιμετώπιση της δυσμενούς και παρατεταμένης οικονομικής συγκυρίας να κατανέμεται πάντοτε σε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, ώστε η σωρευτική επιβάρυνση αυτών να είναι ιδιαίτερα μεγάλη και να είναι πλέον εμφανής η υπέρβαση των ορίων της αναλογικότητας και της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών, αντί της προωθήσεως διαρθρωτικών μέτρων και της εισπράξεως των φορολογικών εσόδων, από την μη εφαρμογή των οποίων ευνοούνται κυρίως άλλες κατηγορίες πολιτών (βλ. ΣΕ Ολομ. ΣτΕ 3372/2015 - ΣτΕ 3373/2015, ΣτΕ 2193/2014 σκ.18, ΣτΕ 668/2012 σκ. 37). Επί πλέον όριο στην εξουσία του νομοθέτη να περιστέλλει δαπάνες και συναφώς να μειώνει αποδοχές δημοσίων λειτουργών πηγάζουν και από τυχόν ειδικές διατάξεις του Συντάγματος σχετικές με τις θιγόμενες ομάδες του πληθυσμού.


8. Επειδή, προς εκπλήρωση της συνταγματικής επιταγής για την λήψη μέτρων προστασίας της υγείας εκδόθηκε ο ν. 1397/1983 «Εθνικό σύστημα υγείας» (Α΄ 143). Με το νόμο αυτόν οργανώθηκε η παροχή υπηρεσιών υγείας προς τους πολίτες με τη δημιουργία δημόσιου τομέα υγείας και ρυθμίστηκαν, μεταξύ άλλων, τα ζητήματα της υπηρεσιακής καταστάσεως και του μισθολογικού καθεστώτος των ιατρών του κλάδου Ε.Σ.Υ. Ειδικότερα, ο νόμος αυτός, όπως ισχύει, ορίζει στο άρθρο 1 ότι «Το κράτος έχει την ευθύνη για την παροχή υπηρεσιών υγείας στο σύνολο των πολιτών» (παρ. 1) και ότι «Οι υπηρεσίες υγείας παρέχονται ισότιμα σε κάθε πολίτη, ανεξάρτητα από την οικονομική, κοινωνική και επαγγελματική του κατάσταση, μέσα από ενιαίο και αποκεντρωμένο εθνικό σύστημα υγείας .., » (παρ. 2), στο άρθρο 5, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του ν. 2071/1992 (Α΄ 123), ότι «Η περίθαλψη διακρίνεται σε πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια, παρέχεται δε από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς» (παρ. 1), στο άρθρο 24 ότι: «1. Οι θέσεις του ιατρικού προσωπικού των νοσοκομείων οποιασδήποτε νομικής μορφής και των κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού κέντρων υγείας, εκτός από τα νοσοκομεία των ενόπλων δυνάμεων και των Α.Ε.Ι., συνιστώνται ως θέσεις γιατρών πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. 2. Οι γιατροί αυτοί είναι μόνιμοι δημόσιοι λειτουργοί και απαγορεύεται ν’ ασκούν την ιατρική ως ελεύθερο επάγγελμα ή οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα εκτός από αυτά που έχουν σχέση με συγγραφική ή καλλιτεχνική δραστηριότητα και να κατέχουν οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή ιδιωτική θέση. Επίσης απαγορεύεται να είναι ιδιοκτήτες ιδιωτικής κλινικής ή φαρμακευτικής επιχείρησης ή να μετέχουν σε εταιρείες με αντίστοιχα αντικείμενα [όπως το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 αντικαταστάθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 29 του ν. 1579/1985 (Α΄ 217)], στο δε άρθρο 25 παρ. 1 ότι «Στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας συνιστάται κλάδος γιατρών Ε.Σ.Υ.». Περαιτέρω, ο ν. 2071/1992 «Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση Συστήματος Υγείας» (Α΄ 123, διόρθ. σφαλμ. Α΄ 148) ορίζει στο άρθρο 63 ότι «Οι θέσεις του ιατρικού προσωπικού των νοσοκομείων ν.π.δ.δ. και των κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού κέντρων υγείας, εκτός από τα νοσοκομεία των Ενόπλων Δυνάμεων και των Α.Ε.Ι., συνιστώνται εφεξής ως θέσεις ιατρών πλήρους και αποκλειστικής ή μερικής απασχόλησης» (παρ. 1), ότι οι υπηρετούντες μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού ιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και οι ιατροί, οι οποίοι έχουν κριθεί επιτυχώς να καταλάβουν θέση, πριν τη δημοσίευση του ίδιου νόμου «είναι μόνιμοι  δημόσιοι  λειτουργοί» (παρ. 2), ότι οι «Οι παραπάνω μόνιμοι ιατροί είτε υπηρετούν σε οργανικές θέσεις είτε σε προσωποπαγείς θέσεις απαγορεύεται να ασκούν την ιατρική… ως ελεύθερο επάγγελμα ή οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα εκτός από αυτά που έχουν  σχέση με συγγραφική, καλλιτεχνική ή διδακτική δραστηριότητα, και να κατέχουν οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή ιδιωτική θέση, πλην εκείνων, που προβλέπονται κατ’ εξαίρεση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου» (παρ. 3), ότι οι ιατροί που διορίζονται για πρώτη φορά σε θέσεις του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ. πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης που προκηρύσσονται μετά τη δημοσίευση του εν λόγω νόμου «είναι δημόσιοι λειτουργοί επί θητεία και ισχύουν γι’ αυτούς οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού μόνο σε ό,τι αφορά την άσκηση ελεύθερου ή άλλου επαγγέλματος» (παρ. 4), ότι «Οι ιατροί, που διορίζονται σε θέσεις μερικής απασχόλησης ασκούν δημόσιο λειτούργημα επί θητεία και διατηρούν το δικαίωμα ετεροαπασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα της ιατρικής ή το δικαίωμα διατηρήσεως ιδιωτικού ιατρείου ή οδοντιατρείου.» (παρ. 5) και ότι «Οι ιατροί πλήρους και αποκλειστικής ή μερικής απασχόλησης … απαγορεύεται να είναι ιδιοκτήτες ιδιωτικής κλινικής ή φαρμακευτικής επιχείρησης ή να μετέχουν σε προσωπική εταιρεία ή Ε.Π.Ε. ή στη διοίκηση Α.Ε. με αντίστοιχα αντικείμενα» (παρ. 7). Περαιτέρω, στο άρθρο 64 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι «… 3. Οι  θέσεις ιατρών του κλάδου Ε.Σ.Υ., πλήρους και αποκλειστικής ή μερικής απασχόλησης, διαβαθμίζονται σε θέσεις: α) διευθυντών, β) επιμελητών Α΄, γ) επιμελητών Β΄ … Οι πιο πάνω θέσεις συνιστώνται κατά ειδικότητα … 4. Σε όλα τα νοσοκομεία ν.π.δ.δ., υπηρετούν ιατροί πλήρους και αποκλειστικής ή μερικής απασχόλησης ή σύμβουλοι ιατροί, οι οποίοι προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καθώς οι ειδικευόμενοι ιατροί. …». Στο άρθρο 65 ορίζονται ως τυπικά προσόντα για την πρόσληψη σε θέση του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ. όλων των κατηγοριών και βαθμίδων η Ελληνική ιθαγένεια ή ιθαγένεια κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, άδεια ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος, τίτλος ειδικότητας αντίστοιχος με τη θέση (παράγρ. 1, περιπτ. α - γ αντιστοίχως) καθώς και ορισμένη ηλικία ανάλογα με την προς κατάληψη θέση [περίπτ. δ΄ της παραγρ. 1 και παράγρ. 2 του άρθρου 65, όπως η παράγρ. 2 ίσχυε κατά την κατάθεση της κρινόμενης προσφυγής τροποποιηθείσα με το άρθρο 18 του ν. 3580/2007 (Α΄ 134), βλ. ήδη περίπτ. δ΄ της παραγρ. 1 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 παρ. 3 του ν. 4368/2016 (Α΄ 21/21.2.2016)], και ότι «Πρόσληψη ιατρών ή παροχή υπηρεσιών σε ν.π.δ.δ. από ιατρούς, που κατέχουν άλλη θέση στο Δημόσιο απαγορεύεται.» (παράγρ. 4). Στο άρθρο 69 ορίζονται τα της πληρώσεως θέσεων του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ. μετά από προκήρυξη των θέσεων από το αρμόδιο όργανο (παρ. 1, βλ. ήδη άρθ. 35 παρ. 1 του ν. 4368/2016 περί αντικαταστάσεως της παρ. 1), ότι κάθε ιατρός μπορεί να υποβάλει αίτηση και να κριθεί για περισσότερες της μιας θέσεων και ότι οι υποψήφιοι κρίνονται από ειδικά συμβούλια επιλογής ιατρικού προσωπικού (παρ. 2), στην δε παρ. 5 του ίδιου άρθρου ορίζονται τα της κατατάξεως των υποψηφίων και του διορισμού των επιτυχόντων. Στο άρθρο 70 καθορίζεται η θητεία για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ. όλων των κατηγοριών και βαθμίδων (παρ. 1), καθώς και ανώτατος χρόνος παραμονής στην θέση, μετά την εξάντληση του οποίου η θέση επαναπροκηρύσσεται (παρ. 2). Στο άρθρο 72 ορίζονται τα της βαθμολογικής εξελίξεως των ιατρών με την κατάληψη κενής θέσεως ανωτέρου βαθμού μετά από προκήρυξη της θέσεως και σχετική κρίση (παρ. 1), αν όμως ο ιατρός δεν καταλάβει ανώτερη θέση μετά τη συμπλήρωση και τρίτης θητείας δεν μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου τη θέση του, η οποία προκηρύσσεται εντός δύο μηνών, ο δε ιατρός τίθεται στη διάθεση του Υπουργείου Υγείας και τοποθετείται με τον ίδιο βαθμό στην ίδια υγειονομική περιφέρεια σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας (παρ. 4). Στο άρθρο 73 ορίζεται ότι  «Οι ιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης εργάζονται πέντε (5) ημέρες την εβδομάδα σε συνεχές πρωινό οκτάωρο ημερησίως (παρ. 1). Στο άρθρο 77 παρ. 1 ορίζονται τα πειθαρχικά αδικήματα, μεταξύ των οποίων και η άσκηση ελεύθερου ή άλλου επαγγέλματος από ιατρούς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης (περ. α), η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας (περ. β), η συνεργασία με ιατρούς που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή με ιδιωτικές κλινικές (περ. γ), και η αδικαιολόγητη απουσία ή εγκατάλειψη θέσεως, για την οποία, μετά την δεύτερη υποτροπή, μπορεί να επιβληθεί η ποινή της οριστικής παύσεως [περ. ζ, όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 11 παρ. 6 του ν. 3329/2005 (Α΄ 81)]. Περαιτέρω, στην παράγρ. 5 του ίδιου άρθρου 77, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 98 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), ορίζεται ότι για τα αδικήματα, μεταξύ άλλων, των ανωτέρω περιπτ. α΄ και β΄ της παραγρ. 1 του άρθρου αυτού, «ο ιατρός τιμωρείται υποχρεωτικώς με ποινή οριστικής παύσης και σωρευτικά με ποινή προστίμου, από 5.000 μέχρι 30.000 ευρώ για την περίπτωση α` και το ποσό του ανταλλάγματος προσαυξημένο επί 50 φορές για την περίπτωση β΄», στην δε παράγρ. 7 ότι «Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί για …. τα αδικήματα της παρ. 1 περ. β΄, γ΄, δ΄ του νόμου αυτού, για τα αδικήματα της χρησιμοποίησης θέσης για εξυπηρέτηση ατομικών συμφερόντων ή τρίτων, της ατελούς ή μη έγκαιρης εκπλήρωσης των καθηκόντων τους …». Στη συνέχεια, με το άρθρο 11 του ν. 2889/2001 «Βελτίωση και εκσυγχρονισμός του Εθνικού Συστήματος Υγείας ...» (Α΄ 37), ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και ότι η λειτουργία ιδιωτικού ιατρείου εντός του νοσοκομείου ή του κέντρου υγείας και η απασχόλησή τους στον ιδιωτικό τομέα αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα που συνεπάγεται την άμεση αναστολή καθηκόντων και την παραπομπή του υπαιτίου με το ερώτημα της οριστικής παύσης [παράγρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 του ν. 4272/2014 (Α΄ 145)], ότι, κατ’ εξαίρεση, πανεπιστημιακοί ιατροί πλήρους απασχόλησης σε πανεπιστημιακές κλινικές, εργαστήρια ή μονάδες εντός νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις να διατηρούν ιδιωτικό ιατρείο (παράγρ. 2, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 30 παρ. 2 του ν. 4025/2011), ότι οι προσλαμβανόμενοι το πρώτον ως Επιμελητές Α, Β, Γ και ως Διευθυντές διορίζονται με πενταετή θητεία, στο τέλος της οποίας η θέση των τριών πρώτων βαθμών επαναπροκηρύσσεται και εφ’ όσον καταληφθεί από τον ίδιο ιατρό αυτός διορίζεται ως μόνιμος, ενώ οι Διευθυντές μονιμοποιούνται μετά από θετική αξιολόγηση από το αρμόδιο συμβούλιο [παρ. 5, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3204/2003 (Α΄ 296)]. Ακολούθως, με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 3754/2009 «Ρύθμιση όρων απασχόλησης των νοσοκομειακών ιατρών του ΕΣΥ ...» (Α΄ 43), όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση του νόμου, καθιερώθηκε ένα νέο σύστημα (πολυδιευθυντικό) για την ένταξη και εξέλιξη των ιατρών στο σύστημα Ε.Σ.Υ., οι οργανικές θέσεις των οποίων μετονομάσθηκαν σε θέσεις ειδικευμένων ιατρών, και παρασχέθηκε σε κάθε άξιο επιστήμονα η δυνατότητα να εξαντλήσει την ιεραρχία των βαθμίδων από τον εισαγωγικό βαθμό του Επιμελητή Β΄ μέχρι τον βαθμό του Διευθυντή (περιπτ. Α - Γ), ήδη δε μέχρι τον βαθμό του Συντονιστή Διευθυντή [περίπτ. Δ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 55 παρ. 1 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31)], καθορίσθηκαν λεπτομερώς τα όργανα και η διαδικασία αξιολόγησης της επιστημονικής επάρκειας των ιατρών από ειδικά συμβούλια αξιολόγησης (περιπτ. Δ και επόμ., όπως ισχύουν), προβλέφθηκε δε η δημιουργία θέσεως Συντονιστή Διευθυντή σε κάθε Τμήμα νοσοκομείου του Ε.Σ.Υ. στο οποίο υπηρετούν περισσότεροι Διευθυντές και καθορίσθηκαν οι προϋποθέσεις και η διαδικασία πληρώσεώς της [περίπτ. Ζ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 3868/2010 (Α΄ 129)].

 
9. Επειδή, περαιτέρω, για την απόκτηση του πτυχίου ιατρικής των Τμημάτων Ιατρικής των ημεδαπών ΑΕΙ απαιτείται εξαετής φοίτηση (δώδεκα εξάμηνα) σύμφωνα με το άρθρο μόνο παρ. 1 του π.δ. 327/1985 (Α΄ 115), το οποίο εξακολουθεί να ισχύει μέχρι τη ρύθμιση του θέματος με τον Οργανισμό κάθε ιδρύματος [βλ. άρθρα 81 περίπτ. 43 και 80 παράγρ. 22 περίπτ. α του ν. 4009/2011 (Α΄ 195)]. Εξ άλλου, για την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος απαιτείται άδεια, η οποία χορηγείται κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, εφ’ όσον ο αιτών είναι πτυχιούχος Ιατρικής Σχολής ημεδαπού Πανεπιστημίου [άρθρα 1-3 του Κώδικα Ασκήσεως Ιατρικού Επαγγέλματος, α.ν. 1565/1939 (Α΄ 16)], ενώ οι πτυχιούχοι ξένων σχολών «ίνα τύχωσιν αδείας, δέον να έχωσιν υποστή επιτυχώς την υπό των κειμένων Νόμων προβλεπομένην δοκιμασίαν» [βλ. άρθρο 2 του ν.δ. 67/1968 (Α΄ 303) που αφορά την αναγνώριση αλλοδαπών πτυχίων ιατρικής κατόπιν εξετάσεως, βλ. ΣΕ 4719/2012]. Η άδεια ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εγγραφή ιατρού σε Ιατρικό Σύλλογο (άρθρο 6 του β.δ. της 11.10 – 7.11.1957 (Α΄ 225), συνιστά δε, όπως ήδη εκτέθηκε, τυπικό προσόν για την πρόσληψη σε θέση του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ. Τέλος, για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας, η οποία κατά τα εκτεθέντα συνιστά επίσης τυπικό προσόν για την πρόσληψη σε θέση του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ., απαιτείται άδεια χορηγούμενη από τον αρμόδιο για Υπουργό μετά από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιατρικών Ειδικοτήτων [άρθρο 5 του ν.δ. 3366/1955 (Α΄ 258)], οι αρμοδιότητες του οποίου περιήλθαν ακολούθως στο Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας [άρθρα 110 παρ. 2 του π.δ. 544/1977 (Α΄ 178) και 3 παρ. 2 του ν. 1278/1982 (Α΄ 105), όπως ισχύει]. Για την απόκτηση της εν λόγω άδειας απαιτείται άδεια ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος, μετεκπαίδευση σε αναγνωρισμένη κλινική η εργαστήριο, επιτυχής δοκιμασία ενώπιον εξεταστικής επιτροπής και βεβαίωση εκπληρώσεως υπηρεσίας υπαίθρου [άρθρο 8 παρ. 1 περιπτ. α - δ του ν.δ. 3366/1955, όπως η περίπτ. δ προστέθηκε με το άρθ. 22 παρ. 1 του ν. 4208/2013 (Α΄ 252)]. Τέλος, με το άρθρο 1 του π.δ. 415/1994 (Α΄ 236), όπως ισχύει, καθορίσθηκε ο αναγκαίος χρόνος ειδικεύσεως για την απόκτηση της ιατρικής ειδικότητας (βλ. ιδίως περιπτ. … 6.Αναισθησιολογία-5 έτη, 7. Γαστρεντερολογία 6 έτη, … 31.Πνευμονολογία – Φυματιολογία - 5 έτη).
 

10. Επειδή, εξ άλλου, η μισθολογική εξέλιξη των ιατρών του Ε.Σ.Υ. είχε μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 ως εξής: Με το άρθρο 30 του ν. 1397/1983 καθορίσθηκε ειδικό μισθολόγιο για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ., αποτελούμενο από τον βασικό μισθό, κλιμακούμενο ανάλογα με τον βαθμό και τα χρόνια υπηρεσίας (0 - 3 χρόνια, 3 - 6 χρόνια και 6 - 9 χρόνια, Βοηθός: 35.000, 40.000 και 45.000 δρχ., Επιμελητής Β΄: 60.000, 65.000 και 70.000 δρχ., Επιμελητής Α΄: 75.000, 80.000 και 85.000 δρχ. και Διευθυντής: 95.000, 110.000 και 130.000 δρχ. Αντιστοίχως, βλ. παράγρ. 1), και από διάφορες αποζημιώσεις, επιδόματα και προσαυξήσεις, όπως τα επιδόματα για δαπάνες βιβλιοθήκης και κίνησης λόγω των ειδικών συνθηκών του επαγγέλματος και για την ετοιμότητα κάλυψης έκτακτων αναγκών και η αποζημίωση λόγω συμμετοχής σε συνέδρια και εκπαιδευτικό έργο (παράγρ. 2). Προβλέφθηκε επίσης αυτόματη τιμαριθμική προσαρμογή των αμοιβών (παράγρ. 5) και προσαύξηση για κάθε πέντε χρόνια ασκήσεως της ιατρικής ειδικότητας [παράγρ. 6, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 παράγρ. 5 του ν. 1759/88 (Α΄ 50)], ενώ με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου 30 προβλέφθηκε για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ. η κατάργηση όλων των άλλων επιδομάτων εκτός των οικογενειακών. Επιπλέον, με το άρθρο 29 του ίδιου νόμου, πριν την κατάργηση του άρθρου αυτού με το άρθρο 132 του ν. 2071/1992, προβλέφθηκε η χορήγηση στους γιατρούς του Ε.Σ.Υ. αποζημίωσης για υπερωριακή απασχόληση (ενεργού εφημερίας, εφημερίας ετοιμότητας κ.λπ.). Όπως εκτίθεται στην εισηγητική έκθεση του ν. 1397/1983, ο θεσμός του ιατρού πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης του Ε.Σ.Υ. αποτελεί βασικό άξονα στήριξης του Ε.Σ.Υ., κύριο δε χαρακτηριστικό του είναι «η καθιέρωση ειδικού μισθολογίου που εξασφαλίζει στο γιατρό αποδοχές που ανταποκρίνονται στο έργο που προσφέρει, στις συνθήκες που ασκεί το έργο του, τις ευθύνες που του δημιουργεί η αποστολή του, στην πολύχρονη πανεπιστημιακή και μεταπανεπιστημιακή (ειδίκευση) εκπαίδευση και στη διαρκή εκπαίδευσή του για να μην αποκόβεται από τις προόδους και τις εξελίξεις της επιστήμης» (σελ. 8). Κατά την ίδια εισηγητική έκθεση (σελ. 29), η θέσπιση του ειδικού μισθολογίου υπαγορεύθηκε «από την ανάγκη να εξασφαλισθεί στο γιατρό του Ε.Σ.Υ. ένα εισόδημα που να τον απαλλάσσει από τις βιοποριστικές ανάγκες ... (ώστε) να αφήνεται απερίσπαστος στην επιτέλεση του έργου του», ως κριτήρια δε για τη διαμόρφωση των συνολικών αποδοχών των ιατρών ελήφθησαν υπόψη «α) οι ειδικότερες συνθήκες άσκησης του ιατρικού έργου, β) οι ιδιαίτερες ευθύνες που δημιουργεί στο γιατρό η άσκηση του λειτουργήματός του και η σημασία του έργου του για το κοινωνικό σύνολο και το συγκεκριμένο άτομο που του εμπιστεύεται την υγεία του, την ίδια του τη ζωή, γ) η ανάγκη και υποχρέωση του γιατρού για διαρκή εκπαίδευση στην επιστήμη του, δ) η συνεχής ενημέρωση, συμπλήρωση και ανανέωση των γνώσεων του γιατρού πάνω στις εξελίξεις της ιατρικής επιστήμης αλλά και της ιατρικής τεχνολογίας και η ευθύνη του για την αξιοποίηση των επιτευγμάτων των εξελίξεων αυτών προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, ε) τα περισσότερα χρόνια σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες επιστήμες πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, στ) η πολύχρονη μεταπανεπιστημιακή μετεκπαίδευση για ειδίκευση και λήψη τίτλου ειδικότητας (κατά μέσο όρο πέντε (5) χρόνια σήμερα), ζ) ο περισσότερος συγκριτικά με άλλους κλάδους της δημόσιας διοίκησης, χρόνος εργασίας, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του Νόμου, αλλά κύρια η υποχρέωση του γιατρού να εργάζεται και πέραν από το κανονικό ωράριο εργασίας του και η υποχρεωτική εφημερία ετοιμότητας που αποτελεί ισχυρή δέσμευση της ιδιωτικής ζωής του γιατρού, η) οι πάγιες ανάγκες του γιατρού για απόκτηση επιστημονικών συγγραμμάτων και περιοδικών που είναι απαραίτητα για την ενημέρωσή του πάνω στη διεθνή και εσωτερική βιβλιογραφία  που αφορά σε ιατρικά θέματα, θ) η δεοντολογική υποχρέωση του γιατρού να παρέχει τις υπηρεσίες του σε οποιοδήποτε έχει την ανάγκη του και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, ι) η απαγόρευση του γιατρού ν’ ασκεί οποιοδήποτε ιδιωτικό έργο και η αποκλειστική του απασχόληση στο εθνικό σύστημα, περιορισμός που δεν ισχύει για κανένα κλάδο». Ακολούθως, με το ν. 2606/1998 «Μισθολογικές ρυθμίσεις διπλωματικών υπαλλήλων ..., καθώς και των γιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας ...» (Α΄ 89) θεσπίσθηκε από 1.1.1998 νέο μισθολόγιο για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ. (βλ. άρθρο 21), προκειμένου, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, οι αμοιβές, τα επιδόματα και οι αποζημιώσεις που λαμβάνουν αυτοί να αποκατασταθούν σε επίπεδα που ανταποκρίνονται στο ρόλο τους ως δημοσίων λειτουργών και στις ιδιόμορφες συνθήκες εργασίας τους. Ειδικότερα, στο Β΄ Κεφάλαιο του ανωτέρω νόμου, υπό τον τίτλο «Μισθολόγιο κλάδου γιατρών Εθνικού Συστήματος Υγείας», προβλέφθηκαν τα εξής: «Άρθρο 4. Βασικός μισθός. 1. Ο μηνιαίος βασικός μισθός όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου των γιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.) καθορίζεται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Επιμελητή Β΄, με τους παρακάτω συντελεστές και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη εκατοντάδα: α. Διευθυντής 1,40, β. Επιμελητής Α΄ 1.20, γ. Επιμελητής Β΄ 1.00, δ. Επιμελητής Γ΄ και ειδικευόμενος 0,70. 2. Για τη διαμόρφωση των βασικών μισθών της προηγούμενης παραγράφου, ο μηνιαίος βασικός μισθός του Επιμελητή Β΄ ορίζεται σε διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) δραχμές [αυξηθείς σε 260.000 δρχ. από 1.1.1999 με το άρθρο 15 παρ. 1 περ. ιγ΄ του ν. 2702/1999 (Α΄ 70)]. …. Άρθρο 5. Επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις. Πέρα από το βασικό μισθό του προηγούμενου άρθρου παρέχονται και τα εξής επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις: 1. Επίδομα χρόνου υπηρεσίας, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγρ. 1 του άρθρου 8 και του άρθρου 17 του ν. 2470/1997, υπολογιζόμενου και του χρόνου απόκτησης ειδικότητας. 2. Επίδομα μεταπτυχιακών σπουδών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του ν. 2470/1997. 3. Επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου οριζόμενο κατά βαθμό ως εξής: α. Διευθυντής: 170.000 δραχμές το μήνα, β. Επιμελητής Α΄: 150.000 δραχμές το μήνα, γ. Επιμελητής Β΄: 130.000 δραχμές το μήνα, δ. Επιμελητής Γ΄: 110.000 δραχμές το μήνα. 4. Πάγια μηνιαία αποζημίωση, για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης, οριζόμενη κατά βαθμό ως εξής: α. Διευθυντής: 110.000 δραχμές το μήνα, β. Επιμελητής Α΄: 95.000 δραχμές το μήνα, γ. Επιμελητής Β΄: 80.000 δραχμές το μήνα, δ. Επιμελητής Γ΄: 60.000 δραχμές το μήνα. 5. Οικογενειακή παροχή, στο ίδιο ύψος και με τις ίδιες προϋποθέσεις που χορηγείται στους μόνιμους υπαλλήλους του Δημοσίου. 6. Επιδόματα εορτών και άδειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9 του ν. 2470/1997. 7. Επίδομα θέσεως - ευθύνης στους Διευθυντές, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντα του βαθμού τους, οριζόμενο στις ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές το μήνα. Στους Επιμελητές Α΄, που απονέμεται ο τίτλος του Αναπληρωτή Διευθυντή, καταβάλλεται επίδομα θέσεως - ευθύνης ίσο με τα σαράντα εκατοστά (40/100) του αντίστοιχου επιδόματος του Διευθυντή, για όσο χρονικό διάστημα φέρουν τον τίτλο αυτόν. Το ίδιο επίδομα και στο αυτό ύψος με τους Αναπληρωτές Διευθυντές καταβάλλεται και σε γιατρούς που υπηρετούν σε προσωποπαγείς θέσεις διευθυντών. Το επίδομα θέσεως ευθύνης καταβάλλεται και στην περίπτωση απουσίας του δικαιούχου από τα καθήκοντά του, για οποιαδήποτε αιτία, αλλά όχι πέρα των δύο (2) μηνών συνολικά κατ έτος…». Στη συνέχεια, με το άρθρο 55 παρ. 2 του ν. 3205/2003 «Μισθολογικές ρυθμίσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου ... κ.λπ. » (Α΄ 297) [“Ενιαίο μισθολόγιο”], καταργήθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ανωτέρω άρθρα 4 και 5 του ν. 2606/1998, οι ρυθμίσεις των οποίων επανελήφθησαν στα άρθρα 43 και 44 του νεότερου αυτού νόμου. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του τελευταίου αυτού νόμου, κρίθηκε επιβεβλημένη η αναδιάρθρωση και ο εξορθολογισμός της δομής των ειδικών μισθολογίων που ρυθμίζουν τις αποδοχές συγκεκριμένων κατηγοριών λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, ειδικώς δε ως προς τις αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ. διαπιστώθηκε η ανάγκη αναπροσαρμογής του πλαισίου των αμοιβών που είχε θεσπισθεί με το ν. 2606/1998, με σκοπό τη βελτίωση των αποδοχών των νοσοκομειακών ιατρών και την αποτελεσματικότερη λειτουργία του Ε.Σ.Υ. Ειδικότερα, στο Κεφάλαιο Γ΄ του εν λόγω νόμου, με τίτλο «ΙΑΤΡΟΙ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΓΕΙΑΣ», ορίσθηκαν τα εξής: «Άρθρο 43. Βασικός μισθός. 1. Ο μηνιαίος βασικός μισθός όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου των ιατρών του ... (Ε.Σ.Υ.) καθορίζεται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Επιμελητή Β΄, ο οποίος πολλαπλασιάζεται με τους παρακάτω συντελεστές και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ: α. Διευθυντής 1,40, β. Επιμελητής Α΄ 1,20, γ. Επιμελητής Β΄ 1,00, δ. Επιμελητής Γ΄ και ειδικευόμενος 0,70. 2. Για τη διαμόρφωση των βασικών μισθών της προηγούμενης παραγράφου, ο μηνιαίος βασικός μισθός του Επιμελητή Β΄ ορίζεται σε χίλια σαράντα δύο ευρώ (1.042 ευρώ). Άρθρο 44. Επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις. Α. Πέρα από το βασικό μισθό του προηγούμενου άρθρου παρέχονται και τα εξής επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις κατά μήνα: 1. Χρόνου υπηρεσίας, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου Α. 1. του άρθρου 30 του νόμου αυτού. Ως υπηρεσία για τη χορήγηση του επιδόματος αυτού λαμβάνεται υπόψη εκείνη που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου, υπολογιζομένου και του χρόνου απόκτησης ειδικότητας. 2. Μεταπτυχιακών σπουδών, για τη χορήγηση του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου Α. 1. του άρθρου 8 του νόμου αυτού. 3. Νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου οριζόμενη κατά βαθμό, ως εξής: α. Διευθυντής 450 €, β. Επιμελητής Α΄ 389 €, γ. Επιμελητής Β΄ 327 €, δ. Επιμελητής Γ΄ και ειδικευόμενος 265 €. 4. Πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης, οριζόμενη κατά βαθμό, ως εξής: α. Διευθυντής 339 €, β. Επιμελητής Α΄ 293 €, γ. Επιμελητής Β΄ 247 €,  δ. Επιμελητής Γ΄ και ειδικευόμενος 185 €. 5. Οικογενειακή παροχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος νόμου. 6. Θέσεως ευθύνης στους Διευθυντές, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντα του βαθμού τους, οριζόμενο σε διακόσια τριάντα πέντε ευρώ (235 €). Στους Επιμελητές Α΄, που απονέμεται ο τίτλος του Αναπληρωτή Διευθυντή, καταβάλλεται επίδομα θέσεως ευθύνης ίσο με τα σαράντα εκατοστά (40/100) του αντίστοιχου επιδόματος του Διευθυντή, για όσο χρονικό διάστημα φέρουν τον τίτλο αυτόν. Το ίδιο επίδομα και στο αυτό ύψος με τους Αναπληρωτές Διευθυντές καταβάλλεται και σε ιατρούς που υπηρετούν σε προσωποπαγείς θέσεις Διευθυντών. Το επίδομα θέσεως ευθύνης καταβάλλεται και στην περίπτωση απουσίας του δικαιούχου από τα καθήκοντά του, για οποιαδήποτε αιτία, αλλά όχι πέραν των δύο (2) μηνών συνολικά κατ’ έτος. Β. 1. Εορτών και αδείας, χορηγούμενα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του νόμου αυτού. 2. …». Στη συνέχεια, ο μηνιαίος βασικός μισθός του Επιμελητή Β΄ ιατρού του Ε.Σ.Υ. αναπροσαρμόσθηκε από 1.1.2005 σε 1.080 ευρώ με το άρθρο 2 παρ. 1 περ. ιδ΄ του ν. 3336/2005 (Α΄ 96), από 1.1.2006 σε 1.112 ευρώ με το άρθρο 11 περ. ιδ΄ του ν. 3453/2006 (Α΄ 74), από 1.1.2007 σε 1.151 ευρώ με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. ιδ΄ του ν. 3554/2007 (Α΄ 80) και από 1.1.2008 και 1.10.2008 σε 1.180 και 1.203 ευρώ αντίστοιχα με το άρθρο 5 περ. ιδ΄ του ν. 3670/2008 (Α΄ 117). Ακολούθως, με τον προαναφερθέντα ν. 3754/2009 ρυθμίσθηκε, όπως προκύπτει από τη σχετική αιτιολογική έκθεση, σειρά σημαντικών ζητημάτων για τους νοσοκομειακούς ιατρούς με σκοπό την εξασφάλιση συνθηκών απασχόλησης και απολαβών «που ανταποκρίνονται στην επιστημοσύνη τους και την επαγγελματική τους αξιοπρέπεια», τονίζεται δε ότι οι θεσπιζόμενες μισθολογικές ενισχύσεις «αποτελούν τη βάση του νέου μισθολογίου των γιατρών, που θα ανταποκρίνεται στην ιδιαιτερότητα και τη σπουδαιότητα του λειτουργήματός τους». Ειδικότερα, στο άρθρο 6 του εν λόγω νόμου, με τίτλο «Μισθολόγιο», ορίσθηκαν τα εξής: «1. Το άρθρο 43 του ν. 3205/2003 ... αντικαθίσταται ως κάτωθι: «1. Οι μηνιαίοι βασικοί μισθοί όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου των ιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) ορίζονται από 1ης Ιανουαρίου 2009, στα παρακάτω ποσά: α. Διευθυντής 2.054 €, β. Επιμελητής Α΄ 1.759 €, γ. Επιμελητής Β΄ 1.468 €, δ. Ειδικευόμενος 1.027 €. 2. …». 2. Το εδάφιο δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 44 του ν. 3205/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «δ. Ειδικευόμενος 355 €». Εξ άλλου, με το άρθρο 55 παρ. 2 του μνημονευθέντος ν. 3918/2011 αντικαταστάθηκε εκ νέου το ανωτέρω άρθρο 43 του ν. 3205/2003, εν όψει της θεσπίσεως με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου του βαθμού του “Συντονιστή Διευθυντή”, και ορίσθηκε ότι: «1. Οι μηνιαίοι βασικοί μισθοί όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου των ιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) ορίζονται από 1ης Ιανουαρίου 2011, στα παρακάτω ποσά: α. Συντονιστής Διευθυντής 2.055 ευρώ. β. Διευθυντής 2.054 ευρώ. γ. Επιμελητής Α` 1.759 ευρώ. δ. Επιμελητής Β` 1.468 ευρώ. ε. Ειδικευόμενος 1.027 ευρώ», ενώ με το άρθρο 66 παρ. 33 του ν. 3984/2011 (Α΄ 150) αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης 6 της πρώτης παραγράφου του άρθρου 44 του ν. 3205/2003 και προβλέφθηκε η χορήγηση επιδόματος «Θέσεως - Ευθύνης στους Συντονιστές Διευθυντές, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντα του βαθμού τους, οριζόμενο σε διακόσια τριανταπέντε (235) ευρώ».

 11. Επειδή, περαιτέρω, για την αποτελεσματικότερη λειτουργία των μονάδων του Ε.Σ.Υ. ο νόμος καθιέρωσε πρόγραμμα υποχρεωτικών εφημεριών των ιατρών του Ε.Σ.Υ. Ειδικότερα, με την μνημονευθείσα διάταξη του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 1397/1983 ορίσθηκε ότι οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. όλων των βαθμών, πέρα από το τακτικό ωράριο εργασίας, υποχρεούνται σε ενεργό εφημερία μέσα στο νοσοκομείο ή το κέντρο υγείας, καθώς και σε εφημερία ετοιμότητας, για την οποία καταβάλλεται αποζημίωση κατά τις διατάξεις περί υπερωριακής απασχόλησης. Ακολούθως, ο ν. 1892/1990 (Α΄ 101) στο άρθρο 54 με τίτλο “Διασφάλιση της ετοιμότητας της λειτουργίας του Ε.Σ.Υ.” όρισε, μεταξύ άλλων, το ύψος της μηνιαίας αποζημίωσης για την πραγματοποίηση εφημεριών ετοιμότητας των ιατρών του ΕΣΥ ανάλογα με τον βαθμό και τα χρόνια υπηρεσίας [παράγρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 2071/1992] και τον αριθμό των υποχρεωτικών εφημεριών ετοιμότητας για τους ιατρούς που λαμβάνουν την πάγια αποζημίωση εφημεριών ετοιμότητας σε “τέσσερις (4) ολοήμερες εφημερίες ετοιμότητας δεκαέξι (16) ωρών κάθε μιας” (παράγρ. 3). Με το ίδιο άρθρο ορίσθηκε περαιτέρω ότι “.. οι γιατροί, οι οποίοι λαμβάνουν την πάγια αποζημίωση εφημεριών ετοιμότητας, εφόσον κληθούν στο νοσοκομείο ή κέντρο υγείας κατά το χρονικό διάστημα της ετοιμότητάς τους, δεν δικαιούνται πρόσθετης αποζημίωσης, υπό μορφή ενεργού εφημερίας, τροποποιουμένης αναλόγως της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 1397/1983” (παράγρ. 7), με την δε παράγρ. 8 παρασχέθηκε εξουσιοδότηση για τον καθορισμό, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, των υποχρεώσεων των ιατρών κατά τη διάρκεια της εφημερίας ετοιμότητας και των συνεπειών της μη τηρήσεως αυτών [βλ. συναφώς υπουργικές αποφάσεις Α2β/10241/27.3.1991 (Β΄ 229) για το έτος 1991, Δγ/οικ.1000/ 24.2.1992 (Β΄ 139) για το έτος 1992, ΔΥ1γ/1010/3.2.1993 (Β΄ 89) για το έτος 1993, ΔΥ13/α/70.000/28.12.1993 (Β΄ 64) για το έτος 1994, ΔΥ13α/330/18.1.1995 (Β΄ 93) για το έτος 1995, ΔΥ13α/31700/ 24.1.1996 (Β΄ 33, αναδημ. Β΄ 426) για το έτος 1996 και κ.υ.α. ΔΥ13α/4325/31.1.1997 (Β΄ 101) για το έτος 1997]. Περαιτέρω, με το άρθρο 88 παράγρ. 1 του ν. 2071/1992, όπως η παράγρ. αυτή αντικαταστάθηκε τελικώς με το άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 3204/2003 (Α΄ 296), ορίσθηκε ότι οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. όλων των βαθμών υποχρεούνται σε εφημερία ετοιμότητας ανάλογα με τις ανάγκες των τμημάτων, εργαστηρίων και ειδικών μονάδων στα οποία υπηρετούν, για την οποία καταβάλλεται αποζημίωση για υπερωριακή απασχόληση κατά τις κείμενες διατάξεις, και ότι οι σχετικές λεπτομέρειες θα καθορισθούν με υπουργική απόφαση (παράγρ. 2). Στη συνέχεια, με το άρθρο 7 του ν. 2606/1998 αρχικώς και στη συνέχεια με το άρθρο 45 του μνημονευθέντος ν. 3205/2003 (Ενιαίο μισθολόγιο) ρυθμίσθηκαν τα των εφημεριών των ιατρών του Ε.Σ.Υ. Ειδικότερα, με το άρθρο αυτό ορίσθηκε ότι η συμμετοχή όλων των ιατρών του Ε.Σ.Υ. στο πρόγραμμα εφημεριών είναι υποχρεωτική για όλους τους βαθμούς και βαθμίδες, σύμφωνα με τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες (παράγρ. 1). Περαιτέρω, για την οργάνωση των εν λόγω εφημεριών, τα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας όλης της χώρας κατετάγησαν σε τρεις ζώνες Α, Β και Γ, ανάλογα με την έδρα τους [παράγρ. 2, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 34 του ν. 3896/2010 (Α΄ 207) και τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως], περαιτέρω δε ορίσθηκε ανώτατο όριο συμμετοχής των ιατρών σε εφημεριακή απασχόληση, ενεργό και ετοιμότητας, κατά νοσοκομείο για κάθε ζώνη (παράγρ. 3), η συνολική αμοιβή (ωρομίσθιο) για κάθε ενεργό εφημερία ανάλογα με το βαθμό και τις συνθήκες απασχόλησης (παράγρ. 4), η αμοιβή για κάθε εφημερία ετοιμότητας (παράγρ. 5), οι υποχρεώσεις των συμμετεχόντων στις εφημερίες ιατρών (παράγρ. 6) και η έννοια της “μικτής εφημερίας”, αποτελουμένης από ενεργό 6ωρη εφημερία, μετά το πέρας του τακτικού ωραρίου, που συνεχίζεται με εφημερία ετοιμότητας μέχρι τη συμπλήρωση του 16ώρου (παράγρ. 7). Στο ίδιο άρθρο ορίσθηκε επίσης ότι το σύνολο των πρόσθετων αμοιβών και απολαβών των ιατρών, περιλαμβανομένων και των αποζημιώσεων από εφημερίες, δεν επιτρέπεται να υπερβεί κατά μήνα τις αποδοχές της οργανικής τους θέσεως, χωρίς συνυπολογισμό της οικογενειακής παροχής και των επιδομάτων εορτών και αδείας, και ότι το σύνολο των μηνιαίων αποδοχών της οργανικής θέσεως και των πρόσθετων αμοιβών δεν μπορεί να υπερβεί τις μηνιαίες αποδοχές Εφέτη με 19 χρόνια υπηρεσίας, χωρίς την οικογενειακή παροχή, όπως καθορίζονται στο άρθρο 57 του ν. 3691/2008 (Α΄ 166) [παράγρ. 9, όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3808/2009 (Α΄ 227)]. Περαιτέρω, με την παράγρ. 11 προβλέφθηκε η καταβολή μηνιαίας αποζημιώσεως στους ιατρούς του Ε.Σ.Υ., αντιστοιχούσης σε ορισμένο αριθμό εφημεριών κατά μήνα ανάλογα με τον βαθμό και τη ζώνη (παράγρ. 11, όπως προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 3868/2010 και τροποποιήθηκε στη συνέχεια). Τέλος, με τον μνημονευθέντα ν. 3754/2009 ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι οι νοσοκομειακοί ιατροί του Ε.Σ.Υ., οι πανεπιστημιακοί ιατροί και οι ειδικευόμενοι πραγματοποιούν τις απαραίτητες εφημερίες για την ασφαλή λειτουργία των Νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας, το πρόγραμμα των οποίων (εφημεριών) καταρτίζεται κατά τις κείμενες διατάξεις και σχετική κλαδική σύμβαση (άρθρο 1), ότι το επίσημο ωράριο των νοσοκομειακών ιατρών είναι επτάωρο, συνεχές, πρωινό και πενθήμερο από Δευτέρα έως Παρασκευή και ότι μετά από κάθε ενεργό εφημερία παρέχεται στον ιατρό, σε εργάσιμη ημέρα, εικοσιτετράωρη ανάπαυση [άρθρο 2, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 4208/2013 (Α΄ 252)]. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, με τις προεκτεθείσες ρυθμίσεις του άρθρου 2 περί θεσπίσεως επταώρου τακτικού πρωινού ωραρίου των ιατρών του Ε.Σ.Υ. και χορηγήσεως ημερανάπαυσης μετά από κάθε ενεργό εφημερία «κατοχυρώνονται … ικανά αντισταθμιστικά οφέλη για την ανάπαυση των γιατρών, στο μέτρο που υπερβαίνουν τα ανώτατα επιτρεπτά όρια εργασίας για τις ανάγκες εκτέλεσης του προγράμματος των εφημεριών. Με τη βελτίωση των όρων εργασίας των γιατρών και την εξασφάλιση χρόνου ανάπαυσής τους, βελτιστοποιούνται και η προοπτική παροχής αποδοτικότερων υπηρεσιών υγείας, επ’ ωφελεία του ΕΣΥ και του κοινωνικού συνόλου».


12. Επειδή, τέλος, με το άρθρο 9 του προαναφερθέντος ν. 2889/2001 και την κ.υ.α. Υ4α/ΓΠ οικ. 40620/6.12.2001 (Β΄ 1643) είχε επιτραπεί από 1.1.2002 στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., μετά το τακτικό ωράριο, η λειτουργία απογευματινών ιατρείων και η διενέργεια διαγνωστικών και θεραπευτικών πράξεων. Το ανωτέρω άρθρο 9, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του μνημονευθέντος ν. 3868/2010, ορίζει μεταξύ άλλων ότι καθιερώνεται η ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων που ανήκουν στο Ε.Σ.Υ. με την επέκταση των εξωτερικών ιατρείων και τη διενέργεια διαγνωστικών, θεραπευτικών και επεμβατικών πράξεων πέραν του τακτικού ωραρίου (παρ. 1), ότι το ιατρικό, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό των μονάδων του Ε.Σ.Υ. «μπορεί» να προσφέρει τις υπηρεσίες του πέραν του τακτικού ωραρίου υπό ορισμένες προϋποθέσεις (παρ. 2), ότι η δαπάνη για την ιατρική επίσκεψη και τις διαγνωστικές κλπ πράξεις, που πραγματοποιούνται πέραν του τακτικού ωραρίου, βαρύνει κατά περίπτωση τον ασφαλιστικό φορέα του ασθενούς, την ασφαλιστική του εταιρία ή τον ίδιο τον ασθενή (παρ. 5), και ότι τα έσοδα από την πέραν του τακτικού ωραρίου λειτουργία κατατίθενται στο ταμείο του νοσοκομείου και διατίθενται κατά προτεραιότητα για την κάλυψη των αναγκών του νοσηλευτικού ιδρύματος (παρ. 7) – βλ. και εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση του άρθ. 9 παρ. 6 του ν. 2889/2001, όπως ισχύει, κ.υ.α. Υ4α/147881/ 25.11.2010 (Β΄ 1851), με την οποία ρυθμίζονται λεπτομερώς τα παραπάνω θέματα.


13. Επειδή, από τις παρατεθείσες διατάξεις που αναφέρονται στην υπηρεσιακή εξέλιξη των ιατρών του Ε.Σ.Υ. (σκέψεις 8 - 9), σε αντιπαραβολή προς τις αντίστοιχες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, συνάγεται ότι οι μόνιμοι ιατροί του Ε.Σ.Υ τελούν υπό ιδιαίτερο υπηρεσιακό καθεστώς εν σχέσει προς τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους. Ειδικότερα, οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. εισέρχονται στη δημόσια υπηρεσία όχι μόνο στον εισαγωγικό βαθμό του κλάδου τους, όπως προβλέπεται, κατ' αρχήν, για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους [βλ. Υ.Κ., ν. 2683/1999 (Α΄ 19) άρθ. 79, ν. 3528/2007 (Α΄ 26) άρθ. 80, βλ. και άρθ. 6 ν. 4024/2011 (Α΄ 226) [Ενιαίο μισθολόγιο - βαθμολόγιο]), αλλά και σε βαθμό ανώτερο αυτού, ακόμη και απευθείας στο βαθμό του Διευθυντή του Ε.Σ.Υ., ανάλογα με τα τυπικά και ουσιαστικά τους προσόντα, μετά από προκήρυξη της οικείας θέσης και απόφαση των αρμοδίων συμβουλίων. Τα ανώτατα όρια ηλικίας διορισμού τους (45ο έτος για Επιμελητή Β΄, 50ο για Επιμελητή Α΄ και 55ο για Διευθυντή σύμφωνα με το άρθ. 26 ν. 1397/1983, όπως είχε αρχικά, τα οποία αυξήθηκαν στο 50ο, 55ο και 60ο έτος, αντιστοίχως, με το άρθρο 65 παρ. 1 εδ. δ΄ του ν. 2071/1992) ορίζονται πολύ μεγαλύτερα από αυτά των δημοσίων υπαλλήλων (35ο και 30ο για τις κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, ΥΕ αντιστοίχως, άρθρο 6 ν. 2683/1999, άλλως ήδη κατ’ άρθ. 6 παρ. 2 ν. 3528/2007), κατά δε την πρώτη εφαρμογή του ν. 1397/1983 ορίσθηκε ότι σε κάθε νοσοκομείο αρκούσε για όλες τις θέσεις οι υποψήφιοι να μην έχουν υπερβεί το 63ο έτος της ηλικίας (άρθρο 26 παρ. 3 του ν. 1397/1983, πριν καταργηθεί με άρθ. 132 ν. 2071/1992). Περαιτέρω, για τον διορισμό τους στο Ε.Σ.Υ. λαμβάνεται υπόψη όλη η προηγούμενη ιατρική υπηρεσία τους, ποσοτική και ποιοτική, σε νοσοκομεία, δημόσια ή ιδιωτικά, σε ασφαλιστικούς οργανισμούς, ελεύθερο επάγγελμα κ.λπ., η δε εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την προϋπηρεσία αυτή και το ιατρικό και επιστημονικό έργο που παρήγαγαν κατά τη διάρκειά της, αξιολογούνται κατά την κρίση και την επιλογή τους για την κατάληψη της θέσεως για την οποία είναι υποψήφιοι [βλ. αποφάσεις Υπ. Υγείας Πρόνοιας 17653/1984 (Β΄ 849) και 13α/οικ. 39832/1997 (Β΄ 1088)]. Τέλος, για την βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υπηρεσίας τους στο Ε.Σ.Υ. και ο βαθμός της θέσης τον οποίο κατέχουν. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι μόνιμοι γιατροί του Ε.Σ.Υ. τελούν υπό ειδικές συνθήκες από άποψη εισόδου και εξελίξεως στη δημόσια υπηρεσία σε σχέση προς τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους, αφού εισέρχονται σ’ αυτήν σε μεγαλύτερη ηλικία, αξιολογείται δε κατά τον διορισμό τους, από τα αρμόδια όργανα επιλογής, όλη η μέχρι τότε ιατρική προϋπηρεσία τους, ανεξαρτήτως αν έχει προσφερθεί σε δημόσια ή ιδιωτικά νοσοκομεία, στα οποία είναι δυνατόν να έχουν διανύσει μεγάλο μέρος ή και το σύνολο της ιατρικής προϋπηρεσίας τους (ΣΕ 1292/2003, βλ. και 4519/2011). Περαιτέρω, από τις παρατεθείσες διατάξεις που αφορούν τη μισθολογική εξέλιξη των ιατρών του Ε.Σ.Υ. (σκ. 10, βλ. και σκ. 11 - 12), προκύπτει ότι ο νομοθέτης επεφύλαξε διαχρονικώς στους ιατρούς του Ε.Σ.Υ. ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση, με αποδοχές προβλεπόμενες ειδικώς στο νόμο και ύψους αναλόγου προς την σημασία του λειτουργήματός τους, κατ’ εκτίμηση των ειδικών συνθηκών ασκήσεως του εν λόγω λειτουργήματος, των ιδιαίτερων απαιτήσεων του ιατρικού επαγγέλματος, όσον αφορά το χρόνο απασχόλησης, την ένταση και την ποιότητα της εργασίας, των ιδιαιτέρων ευθυνών που απορρέουν από την άσκησή του, του καθεστώτος πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης υπό το οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες τους, του μεγαλύτερου χρόνου γενικής εκπαίδευσης εν σχέσει με άλλους επιστήμονες, της πολυετούς μεταπανεπιστημιακής μετεκπαίδευσής τους για ειδίκευση αλλά και της ανάγκης για διαρκή εκπαίδευση στην επιστήμη τους (βλ. ΣτΕ 78/2003, ΣτΕ 3115/2002, 3901, ΣτΕ 2215/2001, ΣτΕ 2440/2000, 2/1998, 5624/1996, 3613, 3582/1996 7μ., βλ. επίσης ΣτΕ 2398/2013, ΣτΕ 1594/2009 κ.ά.). H ευνοϊκή αυτή μεταχείριση δεν ταυτίζεται με εκείνη των άμεσων πολιτειακών οργάνων του Κράτους, η οποία θεμελιώνεται στο άρθρο 26 του Συντάγματος και, ειδικότερα, όσον αφορά τους δικαστικούς λειτουργούς, κατοχυρώνεται και ρητώς στο άρθρο 88 παρ. 2 αυτού, το οποίο επιτάσσει ευθέως την χορήγηση σ’ αυτούς, με ειδικό νόμο, αποδοχών αναλόγων προς το λειτούργημά τους. Η αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεως των ιατρών του Ε.Σ.Υ. απορρέει εμμέσως από την κατά το Σύνταγμα (άρθρο 21 παρ. 3) υποχρέωση του Κράτους για την παροχή υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου προς όλους τους πολίτες, την οποία υλοποιούν κατ’ εξοχήν οι ιατροί του Ε.Σ.Υ., και εγγυάται τη διαμόρφωση του ύψους των αποδοχών τους με κριτήρια συναπτόμενα όχι μόνο προς τον βαθμό και τα καθήκοντα της θέσεώς τους, αλλά και προς τις ιδιαίτερες συνθήκες ασκήσεως και την επικινδυνότητα του επαγγέλματός τους (κίνδυνοι εκθέσεως σε μολυσματικούς παράγοντες κλπ), ώστε οι αποδοχές τους να είναι επαρκείς για αξιοπρεπή διαβίωση και ανάλογες της σημασίας της αποστολής τους, συγχρόνως δε για να αποτρέπεται η εξωϋπηρεσιακή τους απασχόληση, και δη σε τομείς της ιδιωτικής οικονομίας που ιδιαιτέρως εξυπηρετούνται από την ιατρική τους ιδιότητα (προμήθειες υλικών, χορήγηση σκευασμάτων, συνεργασία με ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας κλπ), καθώς και οι συνδεόμενοι με την άσκηση των καθηκόντων τους αυξημένοι κίνδυνοι διαφθοράς (πρβλ. ΣτΕ 2192 2194/2014 Ολομ., βλ. και αιτιολογική έκθεση του ν. 1397/1983 σελ. 8). Η υποχρέωση τηρήσεως από τον κοινό νομοθέτη της εν λόγω αρχής αποτελεί μία πρόσθετη θεσμική εγγύηση που εξασφαλίζει την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής του Ε.Σ.Υ. μέσω της ενισχύσεως του ηθικού του ιατρικού προσωπικού του, αλλά και δικαίωμα των ιατρών, λόγω των απαγορεύσεων και περιορισμών, στους οποίους υπόκεινται και της επικινδυνότητας των καθηκόντων τους. Και ναι μεν στο πλαίσιο της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και κατ’ εκτίμηση των εκάστοτε κρατουσών οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών ο κοινός νομοθέτης δύναται να προβεί σε μείωση του βασικού μισθού και των επιδομάτων των ιατρών του Ε.Σ.Υ., δεδομένου μάλιστα ότι από καμία αυξημένης τυπικής ισχύος διάταξη ή αρχή δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε αποδοχές συγκεκριμένου ύψους (ΣΕ Ολομ. 3177/2014 σκ. 8, 2192/2014 σκ. 12, απόφαση Ε.Δ.Δ.Α. της 7.5.2013, Κουφάκη και ΑΔΕΔΥ κατά Ελλάδος σκ. 33 κ.ά.), όμως η μεταβολή του μισθολογικού καθεστώτος των εν λόγω δημοσίων λειτουργών με τέτοιας φύσεως ή εκτάσεως μείωση των αποδοχών, που να επιφέρει ανατροπή του έως τότε ισχύοντος μισθολογικού καθεστώτος, δεν μπορεί να γίνει χωρίς να έχει προηγουμένως εκτιμηθεί το δημοσιονομικό όφελος, σε σχέση με τις επιπτώσεις, που η μείωση αυτή μπορεί να έχει στην λειτουργία του Ε.Σ.Υ., καθώς και αν η μείωση είναι αναγκαία ή θα μπορούσε να αναπληρωθεί με άλλα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, με μικρότερο κόστος για το ιατρικό προσωπικό του Ε.Σ.Υ. Η υποχρέωση αυτή, η οποία ισχύει, κατ’ αρχήν, για κάθε σημαντική μείωση αποδοχών, η οποία στρέφεται κατά συγκεκριμένης κατηγορίας υπαλλήλων ή λειτουργών του Δημοσίου, καθίσταται εντονότερη στην περίπτωση των ιατρών του Ε.Σ.Υ., υπέρ των οποίων ο νομοθέτης, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, υποχρεούται κατά τον προσδιορισμό του ύψους των αποδοχών τους να λαμβάνει υπόψη, εκτός από τα συνήθη κριτήρια, και τις ιδιαίτερες συνθήκες ασκήσεως και την επικινδυνότητα του λειτουργήματός τους, καθώς και την κατ’ αρχήν αποκλειστική αφιέρωση στο λειτούργημα αυτό, ώστε οι αποδοχές τους να είναι επαρκείς για αξιοπρεπή διαβίωση και ανάλογες της σημασίας της αποστολής τους. Στο αρμόδιο δε δικαστήριο επιφυλάσσεται ο έλεγχος της συνταγματικότητας των σχετικών διατάξεων από την άποψη της λήψεως υπόψη από τον νομοθέτη, στην συγκεκριμένη περίπτωση, των ως άνω νομίμων κριτηρίων και όχι άλλων προδήλως απροσφόρων, έλεγχος πάντως που είναι οριακός (πρβλ. ΣτΕ 2192/2014 - ΣτΕ 2194/2014 Ολομ., πρβλ. ΣτΕ 3443/1998 Ολομ., 119, ΣτΕ 545/2001, ΣτΕ 1333/2000).


14. Επειδή, οι ιατροί του Ε.Σ.Υ., μέχρι την αναδρομική από 1.8.2012 μείωση των αποδοχών τους που επήλθε με τις διατάξεις της περιπτ. 27 της υποπαραγρ. Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, υπέστησαν, διαδοχικώς, τις ακόλουθες μειώσεις στις αποδοχές τους: Με το άρθρο 1 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40/15.3.2010, έναρξη ισχύος από 1.1.2010, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 1 του ίδιου νόμου) ορίσθηκαν τα εξής: «1. … 2. Τα πάσης φύσεως επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη προβλεπόμενα, των λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) …. μειώνονται κατά ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%)  … τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας μειώνονται κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) αντίστοιχα… 3. [όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 90 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58)] Από τη μείωση της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται τα επιδόματα που προβλέπονται στις παρακάτω διατάξεις, όπως ισχύουν κάθε φορά: α) οικογενειακής παροχής [άρθρο … 44 παρ. Α5 … του ν. 3205/2003…], β) χρόνου υπηρεσίας (άρθρα… 44 παρ. Α.1 … του ν. 3205/2003), γ) εφημεριών (άρθρο 45 του ν. 3205/2003), δ) … ι) μεταπτυχιακών σπουδών [… άρθρο 44 παρ. 2 … του ν. 3205/2003 …] … 9. Τα ποσά που προκύπτουν από τη μείωση που προβλέπεται στο άρθρο αυτό και αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2010 μέχρι την εφαρμογή του νόμου αυτού παρακρατούνται από τη μισθοδοσία των επόμενων της ψήφισης του νόμου αυτού μηνών ως εξής: …». Ακολούθως, με το άρθρο τρίτο του ν. 3845/2010 «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη - μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» (Α΄ 65/6.5.2010, έναρξη ισχύος άρθρου τρίτου από 1.6.2010, βλ. άρθρο έβδομο παρ. 1 του νόμου) [Μνημόνιο Ι] ορίσθηκαν τα εξής: «1. Τα πάσης φύσεως επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη προβλεπόμενα των λειτουργών και υπαλλήλων των φορέων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010 ... μειώνονται κατά ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%). 2. Από τη μείωση της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται τα επιδόματα που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. 3. … 6. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραγράφων 1 έως και 4, … καθορίζονται ως εξής: α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ. β) Το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. γ) Το επίδομα αδείας σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Τα επιδόματα του προηγουμένου εδαφίου καταβάλλονται εφόσον οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων του προηγουμένου εδαφίου, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερβαίνουν το ύψος αυτό, τα επιδόματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογη μείωσή τους. 7. … 8. … 9. …».  Με το άρθρο 38 παρ. 5 του ν. 3986/2011 «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012 - 2015» (Α΄ 152/1.7.2011) ορίσθηκε ότι: «Αναστέλλονται από 1.7.2011 και μέχρι τη θέσπιση νέου ενιαίου μισθολογίου: α) Οι διατάξεις… της παραγράφου Α.1. του άρθρου 44… του ν. … του ν. 3205/2003 [που προβλέπουν το επίδομα χρόνου υπηρεσίας των ιατρών του Ε.Σ.Υ.] … β) …», οι διατάξεις δε του ανωτέρω άρθρου διατηρήθηκαν σε ισχύ με την παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226), στην οποία προστέθηκαν οι λέξεις «και μέχρι την τροποποίηση των διατάξεων του Β΄ Μέρους του ν. 3205/2003 με τις οποίες επέρχονται μειώσεις στα ειδικά μισθολόγια» με το εδάφιο β΄ της περιπτώσεως 38 της αναφερομένης κατωτέρω υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Με το άρθρο 55 παρ. 23 περ. δ΄ του ν. 4002/2011 «Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου – Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση – κ.λπ.» (Α΄ 180/22.8.2011) μειώθηκε από 1.7.2011 εκ νέου κατά ποσοστό 20% το προβλεπόμενο από την παρ. Α.3 του άρθρου 44 του ν. 3205/2003 επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου, όπως είχε ήδη διαμορφωθεί. Σύμφωνα δε με την αιτιολογική έκθεση της σχετικής τροπολογίας «κρίνεται αναγκαία η μείωση των επιδομάτων που λειτουργούν ως κίνητρο απόδοσης ή ταχύτερης διεκπεραίωσης ή ειδικής απασχόλησης του έργου των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της δημοσιονομικής κρίσης και του περιορισμού του μισθολογικού κόστους, με τελικό στόχο τη μείωση των δημοσίων δαπανών».   Εξ άλλου, με το άρθρο 6 παρ. 9 του μνημονευθέντος ν. 4052/2012 μειώθηκε, από 1.1.2012, ο συντελεστής βάσει του οποίου υπολογίζεται το ωρομίσθιο των εφημεριών από 0,0059 σε 0,0052 επί του βασικού μισθού, ενώ με την ίδια διάταξη μειώθηκε, από 1.1.2012, και το μηνιαίο ποσό που καταβάλλεται ως αποζημίωση εφημεριών στους Διευθυντές που υπηρετούν σε Νοσοκομεία της Α΄ Ζώνης από 55% σε 49% του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού του Διευθυντή Ε.Σ.Υ, στρογγυλοποιούμενο στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ. Παραλλήλως, οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. υπεβλήθησαν και στο σύνολο των γενικής φύσεως οικονομικών και φορολογικών μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας, τέτοια δε μέτρα ήσαν, μεταξύ άλλων, η σταδιακή μείωση του αφορολόγητου ορίου, ο περιορισμός των κλιμακίων και η αύξηση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος (άρθρα 27 του ν. 3986/2011, άρθρο 1 επ. του ν. 3842/2010, 38 του ν. 4024/2011 κ.α.), η επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης (άρθρο 29 του ν. 3986/2011), η διαδοχική αύξηση των συντελεστών του φόρου προστιθέμενης αξίας, η υπαγωγή στους αυξημένους συντελεστές αγαθών και υπηρεσιών που υπάγονταν σε κατώτερη κλίμακα και η αύξηση των ειδικών φόρων κατανάλωσης (άρθρα 12 επ. του ν. 3833/2010, 34 του ν. 3986/2011 κ.α.), η εξίσωση του φόρου πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης (άρθρο 36 του ν. 3986/2011), καθώς και η σταδιακή αύξηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και η επιβολή του ειδικού φόρου ηλεκτροδοτουμένων [άρθρα 33 του ν. 3986/2011, 53 του ν. 4021/2011 (Α΄ 218) κ.ά.].

 
15. Επειδή, με τον ν. 4046/2012 [Μνημόνιο ΙΙ] (Α΄ 28/14.2.2008) εγκρίθηκε το Σχέδιο του Μνημονίου Συνεννόησης (Memorandum of Understanding) μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος (άρθρο 1 παρ. 2) ως προϋπόθεση για την υπογραφή και τη θέση σε ισχύ των Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, τα σχέδια των οποίων επίσης εγκρίθηκαν με τον ίδιο νόμο και προσαρτήθηκαν σ’ αυτόν ως Παράρτημα V (άρθρο 1 παρ. 1). Το εν λόγω Μνημόνιο αποτελείται από τα ακόλουθα μέρη: α) Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής (Memorandum of Economic and Financial Policies), β) Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής (Memorandum of Understanding on Specific Εconomic Policy Conditionality) και γ) Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Technical Memorandum of Understanding). Στο πρώτο από τα ανωτέρω τρία επί μέρους Μνημόνια, δηλαδή στο Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, το οποίο προσαρτάται στον ν. 4046/2012 ως Παράρτημα V_1, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής στο κεφάλαιο με τίτλο «Δημοσιονομική Πολιτική»: «… 7. Οι βασικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν καθοριστεί στη ΜΔΣ και στον προϋπολογισμό του 2012, περιλαμβάνουν: … Μεταρρύθμιση της αποζημίωσης των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα. Μέχρι το τέλος Ιουνίου 2012, θα μεταρρυθμίσουμε τα ειδικά μισθολόγια του δημοσίου (που αφορούν το ένα τρίτο της μισθολογικής δαπάνης του δημόσιου τομέα). Σε συμφωνία με τις αρχές της μεταρρύθμισης που ξεκίνησε το 2011, θα προσαρμόσουμε τις αποδοχές για τα ειδικά μισθολόγια (συμπεριλαμβανομένων των δικαστών, των διπλωματών, των μετακλητών, των ιατρών, των καθηγητών, της αστυνομίας και των ένοπλων δυνάμεων), ενώ θα προστατεύσουμε όσους είναι στις χαμηλότερες μισθολογικές κλίμακες με στόχο την πραγματοποίηση μόνιμων καθαρών εξοικονομήσεων ύψους περίπου 0,2 τοις εκατό του ΑΕΠ σε ετήσια βάση. Θα αναθεωρήσουμε επίσης το νέο σύστημα προαγωγών για να διασφαλίσουμε ότι υπάρχουν οι κατάλληλοι έλεγχοι κατά της αύξησης του μισθολογικού κόστους μέσω των προαγωγών … 8. Δεδομένης της χαμηλής είσπραξης φόρων σε σύγκριση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, η στρατηγική προσαρμογής μας βασίζεται στην εισαγωγή εκτενών μεταρρυθμίσεων στη φορολογική διοίκηση ... 9. Έχουμε δεσμευθεί να πετύχουμε τον δημοσιονομικό μας στόχο και είμαστε έτοιμοι να λάβουμε διορθωτικά μέτρα στην περίπτωση υποαπόδοσης. Τα διορθωτικά μέτρα, εάν κριθούν αναγκαία, θα περιλαμβάνουν πρόσθετες στοχευμένες μειώσεις στο μισθολογικό κόστος του δημόσιου τομέα και στις κοινωνικές δαπάνες, … Παρομοίως, στην περίπτωση μιας διαρκούς υπέρ απόδοσης, η οποία θεωρηθεί μόνιμη, θα θέσουμε αυστηρότερους στόχους για το έλλειμμα, αλλά μπορεί επίσης να εξετάσουμε μια μείωση εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Πρόθεσή μας είναι να διατηρήσουμε το σχετικό φορολογικό βάρος από τους έμμεσους φόρους.». Στο δεύτερο από τα ανωτέρω δύο Μνημόνια, δηλαδή στο Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής, το οποίο προσαρτάται στον ν. 4046/2012 ως Παράρτημα V_2, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στο κεφάλαιο 1 με τίτλο «Δημοσιονομική εξυγίανση» τα εξής: «… Πριν την εκταμίευση, η Κυβέρνηση προβαίνει επίσης στις ακόλουθες εκκρεμείς ενέργειες: … Μέχρι τον Ιούνιο του 2012 η Κυβέρνηση θα θεσπίσει νομοθετικά μία μείωση κατά μέσο όρο 10% στα αποκαλούμενα «ειδικά μισθολόγια» του δημοσίου τομέα, στα οποία το νέο μισθολόγιο δεν ισχύει. Τούτο θα εφαρμοσθεί από την 1η Σεπτεμβρίου 2012 και εντεύθεν και θα επιφέρει εξοικονομήσεις της τάξεως των 114 εκατομμυρίων Ευρώ τουλάχιστον (με αντίκτυπο μεταφοράς 226 εκατομμυρίων Ευρώ το 2013) (καθαρό ποσόν αφού ληφθεί υπόψη η επίπτωση επί των φόρων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης) … Η Κυβέρνηση δηλώνει την ετοιμότητά της να ορίσει και να θεσπίσει πρόσθετα μέτρα, εάν παραστεί ανάγκη, έτσι ώστε να τηρηθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι». Στη συνέχεια, με τον ν. 4051/2012 (Α΄ 40/29.2.2012) εισήχθησαν επείγουσες ρυθμίσεις για την εφαρμογή του, κατά τα ανωτέρω, εγκριθέντος Μνημονίου Συνεννόησης και επήλθαν οι αναγκαίες προσαρμογές στον εγκριθέντα με τον ν. 4032/2011 (Α΄ 257) προϋπολογισμό του 2012. Στην αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 2 του νόμου αυτού αναφέρεται ότι: «... η μεγαλύτερη από την αναμενόμενη ύφεση της ελληνικής οικονομίας είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αποκλίσεων μεταξύ των αρχικών εκτιμήσεων και των τελικών αποτελεσμάτων του οικονομικού έτους 2011. Συνέπεια της απόκλισης αυτής είναι η ανάγκη επανακαθορισμού των μεγεθών του προϋπολογισμού του 2012 έτσι ώστε να είναι εφικτή η σύγκλιση με τους στόχους που έχουν τεθεί με το αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής που έχει εγκριθεί από τη Βουλή. Οι παρεμβάσεις αυτές που γίνονται για την αντιστάθμιση των εκτιμώμενων αποκλίσεων αποτυπώνονται στον κατωτέρω πίνακα ...». Στον πίνακα αυτό με τίτλο «Νέες Δημοσιονομικές παρεμβάσεις: α. Κρατικός Προϋπολογισμός» προβλέφθηκε, μεταξύ άλλων, εξοικονόμηση της τάξης των 205 εκατομμυρίων ευρώ από τη μείωση των ειδικών μισθολογίων. Ακολούθως, στις 9 Μαρτίου 2012, ολοκληρώθηκε επιτυχώς, η διαδικασία για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (PSI) με την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, συνολικής ονομαστικής αξίας 198,045 δισεκατομμυρίων ευρώ έναντι νέων ομολόγων, ονομαστικής αξίας 92,072 δισεκατομμυρίων ευρώ, γεγονός που οδήγησε σε άμεση μείωση του δημοσίου χρέους της χώρας κατά 105,973 δισεκατομμύρια ευρώ και σε περιορισμό των μελλοντικών δαπανών για τόκους. Εν όψει της ολοκλήρωσης της διαδικασίας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους και της ανακοίνωσης από την ελληνική κυβέρνηση, το Φεβρουάριο του 2012, μέτρων με στόχο τη μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος κατά το 2012, συμπεριλαμβανομένης και της έγκρισης συμπληρωματικού προϋπολογισμού, εκδόθηκε η 2012/211/ΕΕ απόφαση του Συμβουλίου της 13-3-2012 (L 113), με την οποία, αναθεωρήθηκε η 2011/734/ΕΕ προηγούμενη απόφασή του. Στην εν λόγω απόφαση γίνεται μνεία της λήψης μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής από την Ελλάδα για την μείωση του υπερβολικού ελλείμματος, μεταξύ δε των μέτρων αυτών περιλαμβάνεται και «η μείωση κατά 12% κατά μέσο όρο των "ειδικών μισθών" του δημόσιου τομέα για τους οποίους δεν ισχύει το νέο μισθολόγιο», η οποία θα ισχύει από την 1η Ιουλίου 2012, με συνολική ετήσια εξοικονόμηση της τάξεως των 205 εκατομμυρίων ευρώ». Ακολούθως, εκδόθηκε ο ν. 4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 - 2016 - Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 - 2016» (Α΄ 222/12.11.2012). Με τις διατάξεις της παραγράφου Α (με τίτλο ΕΓΚΡΙΣΗ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ 2013-2016) του άρθρου πρώτου του νόμου αυτού εγκρίθηκε το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο. Στην αιτιολογική έκθεση του μεσοπροθέσμου πλαισίου (βλ. σχετ. κείμενο του Υπουργείου Οικονομικών Οκτωβρίου 2012) και ιδίως στην ενότητα 1 «Δημοσιονομική στρατηγική και πολιτικές» του Κεφαλαίου 3 του μεσοπροθέσμου, υποενότητα 1.4 «Η νέα δημοσιονομική προσπάθεια στην περίοδο 2013 - 2016», καθώς και στους συνοδεύοντες αυτό πίνακες, οι οποίοι προσαρτήθηκαν ως παράρτημα στον ν. 4093/2012 αναφέρεται ότι: «οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή των πολιτικών, κυρίως στον τομέα των διαρθρωτικών αλλαγών και η περιορισμένη εφαρμογή ή/και χαμηλότερη αποδοτικότητα κάποιων μέτρων, που οδήγησαν σε πολύ χαμηλότερες αποδόσεις του συνολικού πακέτου των μέτρων της προηγούμενης περιόδου σε σχέση με τους αρχικούς υπολογισμούς, σε συνδυασμό και με την βαθύτερη, από ότι προβλεπόταν, ύφεση, δημιούργησαν μεγάλες αποκλίσεις ακόμη και από τους χαμηλότερους (μετά την επιμήκυνση) στόχους του πρωτογενούς ελλείμματος Γενικής Κυβέρνησης της περιόδου 2013-2016. Προκειμένου να επανέλθει το πρόγραμμα στις αρχικές του προβλέψεις, κρίθηκε απαραίτητο να συνεχισθεί και να ενταθεί η δημοσιονομική προσαρμογή…». Προβλέπεται δε, ότι το δημοσιονομικό όφελος από τον εξορθολογισμό των ειδικών μισθολογίων θα υπερβεί τα 257 εκατομμύρια ευρώ, για την περίοδο 2013-2016. Τέλος, στην ενότητα 5 «Δαπάνες Κρατικού Προϋπολογισμού» του ίδιου Κεφαλαίου 3 υπό ενότητα 5.3.1 αναφέρεται ότι: «Οι δαπάνες για μισθούς εμφανίζονται μειωμένες κατά 2.490 εκατ. ευρώ, το 2016 σε σύγκριση με την σχετική εκτίμηση για το 2012 προ της λήψεως των μέτρων. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 13.112 εκατ. ευρώ ή 6,76% του ΑΕΠ το 2012, σε 11.811 εκατ. ευρώ ή 6,45% του ΑΕΠ το 2013, σε 11.248 εκατ. ευρώ ή 6,16% του ΑΕΠ το 2014, σε 10.942 εκατ. ευρώ ή 5,83% του ΑΕΠ το 2015 και σε 10.630 εκατ. ευρώ ή 5,41% του ΑΕΠ το 2016. Η διαμόρφωση των εξοικονομήσεων στο ύψος των ανωτέρω δαπανών, εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί ως αποτέλεσμα των εξής σχεδιαζομένων παρεμβάσεων: εξορθολογισμός των ειδικών μισθολογίων...». Εξ άλλου, σύμφωνα με τον πίνακα 3.12 («Τακτικός Προϋπολογισμός Δαπανών κατά κατηγορία») της ίδιας ενότητας 5 (βλ. και τον ομοίου περιεχομένου Πίνακα Β΄, της ενότητας IV «Δαπάνες Τακτικού Προϋπολογισμού και Μεταβιβάσεις», του Κεφαλαίου Α΄ του Παραρτήματος Ι του ν. 4093/2012) οι μισθοί του προσωπικού των νοσηλευτικών ιδρυμάτων εκτιμώνται σε 2.198 εκατ. ευρώ για το 2012, σε 1.939 εκατ. ευρώ για το 2013, σε 1.900 εκατ. ευρώ για το 2014, σε 1.885 εκατ. ευρώ για το 2015 και σε 1.881 εκατ. ευρώ για το 2016, ενώ οι εφημερίες των ιατρών του Ε.Σ.Υ. υπολογίζονται σε 323 εκατ. ευρώ για το 2012, σε 285 εκατ. ευρώ για το 2013, σε 280 εκατ. ευρώ για το 2014, σε 277 εκατ. ευρώ για το 2015 και σε 272 εκατ. ευρώ για το 2016. Περαιτέρω, με τις κρίσιμες διατάξεις των περιπτώσεων 13-36 της υποπαραγράφου Γ.1 (με τίτλο «ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ»), της παραγράφου Γ (με τίτλο «ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ»), του άρθρου πρώτου του ανωτέρω νόμου επήλθαν μειώσεις σε όλα τα χαρακτηρισθέντα από τον νομοθέτη ως «ειδικά μισθολόγια», με βάση τα οποία αμείβονται διάφορες κατηγορίες λειτουργών και υπαλλήλων. Ειδικότερα, με την περίπτωση 1 της ανωτέρω υποπαραγράφου (Γ1) ορίσθηκε ότι: «Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη, … για λειτουργούς,… καταργούνται από 1.1.2013», ενώ με την περίπτωση 27 τροποποιήθηκε το άρθρο 43 του ν. 3205/2003 και επήλθαν περαιτέρω μειώσεις στις αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ., με τη μείωση του μηνιαίου βασικού μισθού όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου (περίπτ. 27.α.), τη μείωση των προβλεπομένων στις παραγράφους 3, 4 και 6 του άρθρου 44 του ν. 3205/2003 επιδομάτων και αποζημιώσεων (επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου, πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης και επίδομα θέσεως ευθύνης, αντίστοιχα) (περίπτ. 27.β. και 27.γ.), τη μείωση του συντελεστή βάσει του οποίου υπολογίζεται το ωρομίσθιο των εφημεριών, τη μείωση της προσαύξησης ενεργού εφημερίας που καταβάλλεται στους Διευθυντές του Ε.Σ.Υ. και τον καθορισμό προσαύξησης ενεργού εφημερίας 30 ευρώ αδιακρίτως για όλους τους βαθμούς της ιεραρχίας (περίπτ. 27.δ.), τη μείωση της αποζημίωσης εφημεριών που καταβάλλεται στους Συντονιστές Διευθυντές των Νοσοκομείων της Α΄ Ζώνης και στους Διευθυντές των πανεπιστημιακών κλινικών εργαστηρίων και μονάδων (περίπτ. 27.ε.) και, τέλος, την, συνεπεία των ανωτέρω ρυθμίσεων, μείωση της αμοιβής της μικτής εφημερίας (περ. 27. στ.). Συγκεκριμένα, στην εν λόγω περίπτωση 27 ορίζονται τα εξής: «α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 43 του ν. 3205/2003, αντικαθίσταται από 1.8.2012 ως εξής: «1. Οι μηνιαίοι βασικοί μισθοί όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου των ιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) ορίζονται στα παρακάτω ποσά: α. Συντονιστής Διευθυντής 1.665 € β. Διευθυντής 1.580 € γ. Επιμελητής Α΄ 1.513 € δ. Επιμελητής Β΄ 1.321 € ε. Ειδικευόμενος 1.007 €.» β. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 44 του ν. 3205/2003, αντικαθίστανται από 1.8.2012 ως εξής: «3. Νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου οριζόμενο κατά βαθμό, ως εξής: α. Συντονιστής Διευθυντής, Διευθυντής 238 € β. Επιμελητής Α΄ 205 € γ. Επιμελητής Β΄ 174 € δ. Ειδικευόμενος 190 € 4. Πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης, οριζόμενη κατά βαθμό, ως εξής: α. Συντονιστής Διευθυντής, Διευθυντής 225 € β. Επιμελητής Α΄ 195 € γ. Επιμελητής Β΄ 164 € δ. Ειδικευόμενος 123 €.» γ. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 44 του ν. 3205/2003, αντικαθίσταται, από 1.8.2012, ως εξής: «6. Θέσης − Ευθύνης στους Συντονιστές Διευθυντές και σε όσους Διευθυντές ασκούν χρέη Συντονιστή, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντα των βαθμών τους, οριζόμενο σε εκατόν πενήντα έξι (156) ευρώ.» δ. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 45 του ν. 3205/2003, αντικαθίστανται, από 1.8.2012, ως εξής: «Τα ανωτέρω προκύπτοντα συνολικά ποσά αμοιβής δεκαεπτάωρης ή εικοσιτετράωρης ενεργού εφημερίας, κατά περίπτωση, προσαυξάνονται κατά τριάντα ευρώ (30 €). Το ωρομίσθιο των εφημεριών υπολογίζεται με συντελεστή 0,0042 επί του βασικού μισθού που κατέχει ο δικαιούχος.» ε. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παρ. 4 του άρθρου 45 του ν. 3205/2003 αντικαθίσταται από 1.8.2012 ως εξής: «ε. Στους ιατρούς που υπηρετούν με βαθμό Συντονιστή Διευθυντή σε Νοσοκομεία της Α΄ Ζώνης και στους Διευθυντές των πανεπιστημιακών κλινικών εργαστηρίων και μονάδων, ως αποζημίωση εφημεριών καταβάλλεται μηνιαίο ποσό, ίσο με το τριάντα τοις εκατό (30%) του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού του Συντονιστή Διευθυντή Ε.Σ.Υ, στρογγυλοποιούμενο στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ.» στ. Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 45 του ν. 3205/2003 αντικαθίστανται από 1.8.2012 ως εξής: «Οι ιατροί και οδοντίατροι των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας του Ε.Σ.Υ., όπως αναφέρονται στο άρθρο 43 του παρόντος, συμμετέχουν σε μικτή εφημερία, αποτελούμενη από ενεργό 6ωρη εφημερία, μετά το πέρας του τακτικού ωραρίου, που συνεχίζεται με εφημερία ετοιμότητας μέχρι τη συμπλήρωση του 17ώρου. Η αμοιβή της εφημερίας αυτής καθορίζεται συνολικά σε εβδομήντα εκατοστά (70/100) της αντίστοιχης συνολικής αμοιβής της 17ωρης ενεργού εφημερίας.». Εξ άλλου, στην περίπτωση 37 της ανωτέρω υποπαραγράφου Γ.1 ορίσθηκε ότι: «Ο χρόνος και ο τρόπος επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών ή συντάξεων, που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας υποπαραγράφου, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών». Κατ’ εξουσιοδότηση της τελευταίας διατάξεως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη οικ. 2/83408/022/14.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών με τίτλο «Επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών και συντάξεων που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων της υποπαραγράφου Γ1 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 …» (Β΄ 3017/14.11.2012), στην οποία ορίζονται τα εξής: «1. Τα ποσά που προκύπτουν από τη μείωση των αποδοχών και συντάξεων κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των περιπτώσεων 13 έως 36 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ 222/Α/12-112012) και αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.8.2012 μέχρι την εφαρμογή του νόμου αυτού, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μισθοδοσία ή σύνταξη του μηνός Ιανουαρίου 2013, παρακρατούνται από τη μισθοδοσία ή σύνταξη των μηνών Ιανουαρίου έως Δεκεμβρίου 2013, ως εξής: (α) για ποσά μέχρι εκατό ευρώ (€100) εφάπαξ, (β) για ποσά μέχρι διακόσια πενήντα ευρώ (€250) σε δύο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (γ) για ποσά μέχρι πεντακόσια ευρώ (€500) σε τρεις ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (δ) για ποσά μέχρι επτακόσια πενήντα ευρώ (€750) σε τέσσερις ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (ε) για ποσά μέχρι χίλια ευρώ (€1.000) σε πέντε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (στ) για ποσά μέχρι χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500) σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (ζ) για ποσά μέχρι δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) σε επτά ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (η) για ποσά μέχρι δύο χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€2.500) σε οκτώ ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (θ) για ποσά μέχρι τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) σε εννιά ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (ι) για ποσά μέχρι τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) σε δέκα ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (ια) για ποσά μέχρι πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) σε έντεκα ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (ιβ) για ποσά άνω των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000) σε δώδεκα ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις καταληκτική ημερομηνία για την παρακράτηση των οφειλόμενων ποσών είναι η 31-12-2013. 2. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω ποσά αναφέρονται σε αυτά που προκύπτουν από τις μεικτές αποδοχές ή τη μεικτή σύνταξη του υπαλλήλου, λειτουργού, στρατιωτικού ή συνταξιούχου, αφαιρουμένων των προβλεπομένων κρατήσεων. Τα οφειλόμενα ποσά που προκύπτουν από την ανωτέρω μείωση θα παρακρατούνται αναλογικά από τους οικείους κωδικούς που εκταμιεύθηκαν. 3. Στην περίπτωση που λειτουργός, υπάλληλος ή στρατιωτικός αποχώρησε από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης και έχει εισπράξει αποδοχές, στις οποίες δεν έχει εφαρμοσθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου μείωση, τα σχετικά αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά θα παρακρατηθούν συμψηφιστικά από τη σύνταξη του ή σε περίπτωση μεταβίβασης αυτής, από τη σύνταξη των μελών της οικογένειας του. Η παρακράτηση γίνεται με πράξη του αρμόδιου Διευθυντή Συντάξεων, ύστερα από σχετική βεβαίωση του εκκαθαριστή αποδοχών, για το ποσό που καταβλήθηκε. 4. Στην περίπτωση που λειτουργός, υπάλληλος ή στρατιωτικός αποχώρησε από την υπηρεσία για οποιοδήποτε λόγο, πλην της περίπτωσης της συνταξιοδότησης, και έχει εισπράξει αποδοχές, στις οποίες δεν έχει εφαρμοσθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου μείωση, τα σχετικά αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά θα πρέπει να επιστραφούν εφάπαξ. Σε περίπτωση που οι ανωτέρω αρνηθούν την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων, γίνεται σε αυτούς καταλογισμός σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α)». Στην αιτιολογική έκθεση του ως άνω ν. 4093/2012 αναφέρονται, ως προς την υποπαράγραφο Γ.1, τα εξής: «Γ. Ρυθμίσεις θεμάτων Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής. Υποπαράγραφος Γ1. Μισθολογικές διατάξεις του Δημοσίου Τομέα. Με τις παρούσες διατάξεις ρυθμίζονται θέματα μισθολογικού περιεχομένου, τα οποία προβλέπονται στο πλαίσιο εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής. Ειδικότερα: … Με τις διατάξεις των περιπτώσεων 13 έως 36 προβλέπονται, από 1.8.2012 οι μειώσεις επί των αποδοχών όλων των αμειβομένων με ειδικά μισθολόγια. Με τις διατάξεις της περίπτωσης 37 προβλέπεται ότι με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών θα καθορισθεί ο χρόνος και ο τρόπος επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών λόγω της εφαρμογής των διατάξεων που προβλέπουν την περικοπή των αποδοχών των αμειβομένων με ειδικά μισθολόγια. Με τις διατάξεις της περίπτωσης 38 καθορίζονται θέματα που αναφέρονται στη χορήγηση χρονοεπιδόματος σε όλους τους λειτουργούς και υπαλλήλους του Δημοσίου που αμείβονται με ειδικά μισθολόγια». Επ’ ευκαιρία δε της διατάξεως της υποπεριπτώσεως β΄ της περιπτώσεως 38 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 ορίσθηκε, με την 2/85127/0022/22.11.2012 πράξη του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με την οποία κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις της ανωτέρω υποπαραγράφου Γ.1 στα αρμόδια για την εφαρμογή τους όργανα, ότι επαναφέρονται μεν σε ισχύ, από 1.8.2012, οι ανασταλείσες με την παρ. 5 του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 διατάξεις για τη χορήγηση επί πλέον ποσοστού στο επίδομα χρόνου υπηρεσίας και για τη χορήγηση ή αύξηση του επιδόματος αυτού στους αμειβομένους με βάση ειδικά μισθολόγια και ότι, κατόπιν τούτου, είναι δυνατή πλέον η αναδρομική χορήγηση επιπλέον ποσοστού στο επίδομα χρόνου υπηρεσίας με τη συμπλήρωση του απαιτουμένου χρόνου υπηρεσίας από 1.7.2011 και εντεύθεν, αλλά ότι τα οικονομικά αποτελέσματα από την κατά τα ανωτέρω χορήγηση επιδόματος χρόνου υπηρεσίας και μισθολογικών προαγωγών δεν δύνανται να ανατρέχουν σε ημερομηνία προγενέστερη της 1-8-2012 και ότι ο προσδιορισμός των σχετικών ποσών του εν λόγω επιδόματος και των μισθολογικών προαγωγών θα γίνει επί των νέων (μειωμένων) αποδοχών που ισχύουν από 1.8.2012 και εντεύθεν και δεν δύνανται να ανατρέχουν σε ημερομηνία προγενέστερη αυτής. Περαιτέρω, στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που συνόδευε το σχέδιο του ανωτέρω νόμου 4093/2012 κατά την υποβολή του προς ψήφιση στη Βουλή, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Παράγραφος Γ. Τροποποιούνται οι μισθολογικές διατάξεις που διέπουν τους φορείς του δημόσιου τομέα ως ακολούθως: - Καταργούνται, από 1.1.2013, τα επιδόματα εορτών και άδειας υπέρ των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου, των ο.τ.α. και των άλλων ν.π.δ.δ., καθώς και υπέρ των μισθωτών των ν.π.ι.δ… - Επανακαθορίζονται, αναδρομικά από 1.8.2012, οι μηνιαίες αποδοχές των υπαλλήλων και λειτουργών, που αμείβονται με ειδικά μισθολόγια. Στις κυριότερες από τις κατηγορίες αυτές, οι οποίες καλύπτουν σχεδόν το 99% του συνόλου των μισθοδοτούμενων, επέρχονται μεταβολές: α) στο βασικό μισθό του βαθμού βάσης, β) στους συντελεστές που προσδιορίζουν το ύψος του βασικού μισθού των λοιπών βαθμών της κατηγορίας και γ) στο ύψος επιμέρους επιδομάτων και παροχών. Έτσι, ανά κατηγορία, οι μεταβολές συνοψίζονται ως ακολούθως: … ΙΙΙ. Μισθολόγιο γιατρών Ε.Σ.Υ. α) Βασικός µισθός ● Συντονιστής Διευθυντής 1.665 € (σήµερα 2.055 €) ● Διευθυντής 1.580 € (σήµερα 2.054 €) ● Επιµελητής Α΄ 1.513 € (σήµερα 1.759 €) ● Επιµελητής Β΄ 1.321 € (σήµερα 1.468 €) ● Ειδικευόµενος 1.007 € (σήµερα 1.027 €) β) Επίδοµα νοσοκοµειακής απασχόλησης ● Διευθυντής - Συντονιστής 238 € (σήµερα 291,46 €) ● Επιµελητής Α΄ 205 € (σήµερα 251,94 €) ● Επιµελητής Β΄ 174 € (σήµερα 211,79 €) ● Ειδικευόµενος 190 € (σήµερα 229,93 €) γ) Πάγια αποζηµίωση για ενηµέρωση βιβλιοθήκης κ.λπ. ● Διευθυντής - Συντονιστής 225 € (σήµερα 274,45 €) ● Επιµελητής Α΄ 195 € (σήµερα 237,21 €) ● Επιµελητής Β΄ 164 € (σήµερα 199,97 €) ● Ειδικευόµενος 123 € (σήµερα 149,78 €) δ) Επίδοµα θέσης ευθύνης. Ορίζεται σε 156 € για τους Συντονιστές Διευθυντές και όσους Διευθυντές ασκούν χρέη Συντονιστή (σήµερα 190,26 €). ε) Ωροµίσθιο εφηµεριών. Υπολογίζεται µε συντελεστή 0,0042 (αντί 0,0059) επί του βασικού µισθού που κατέχει ο δικαιούχος. στ) Αποζηµίωση εφηµεριών Διευθυντών νοσοκοµείων Α΄ Ζώνης. Η µηνιαία αποζηµίωση των Συντονιστών Διευθυντών νοσοκοµείων Α΄ Ζώνης και των Διευθυντών των πανεπιστηµιακών κλινικών εργαστηρίων και µονάδων είναι ίση µε το 30%, του βασικού µισθού του Συντονιστή, αντί το[υ] 49% του βασικού µισθού του Διευθυντή που ισχύει». Τέλος, στο επικαιροποιημένο Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής του Δεκεμβρίου 2012 αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής : «10.6 Πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα για το 2012 και Μεσοπρόθεσμη Δημοσιονομική Στρατηγική για 2013-2016. Τα δημοσιονομικά μέτρα στη Μεσοπρόθεσμη Δημοσιονομική Στρατηγική (ΜΔΣ) ως το 2016 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα: 1. Εξορθολογισμός του μισθολογικού κόστους κατά 1.110 εκατομμύρια Ευρώ το 2013 και επιπρόσθετα 259 εκατομμύρια Ευρώ το 2014, μέσω:.. εξορθολογισμού της μισθολογικής δαπάνης της κεντρικής κυβέρνησης… ● προοδευτικές μειώσεις στις μηνιαίες αμοιβές των υπαλλήλων των ειδικών μισθολογίων (δικαστές, διπλωμάτες, γιατροί, διδακτικό προσωπικό ΑΕΙ και ΤΕΙ, ένοπλες δυνάμεις και αστυνομία, υπάλληλοι αεροδρομίων, και γενικοί γραμματείς) με εφαρμογή από 1η Αυγούστου 2012, ως ακολούθως: 2 τοις εκατό κάτω από 1.000 ευρώ, 10 τοις εκατό για 1000-1500 Ευρώ, 30 τοις εκατό για 2.500-4.000 Ευρώ και 35 τοις εκατό από 4000 Ευρώ».

 
16. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, οι τέσσερις πρώτοι προσφεύγοντες, ιατροί του Ε.Σ.Υ. (ο πρώτος ιατρός γαστρεντερολόγος με βαθμό Συντονιστή Διευθυντή, η δεύτερη ιατρός αναισθησιολόγος με βαθμό Συντονιστή Διευθυντή, ο τρίτος ιατρός πνευμονολόγος με βαθμό Διευθυντή και ο τέταρτος ιατρός πνευμονολόγος με βαθμό Επιμελητή Α΄), υπηρετούν στο ενιαίο ν.π.δ.δ. «Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Ο Ευαγγελισμός Οφθαλμιατρείο Αθηνών - Πολυκλινική», ζητούν δε, με την κρινόμενη προσφυγή, την ακύρωση, άλλως μεταρρύθμιση, των μισθοδοτικών καταστάσεων, που εκδόθηκαν για καθέναν από αυτούς κατά το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2014, με τις οποίες μειώθηκαν οι συνολικές αποδοχές τους κατ’ εφαρμογή της  περιπτώσεως 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου, του ν. 4093/2012, και την επαναφορά των συνολικών μηνιαίων αποδοχών τους στο προ της 1.8.2012 ύψος τους. Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι υπέστησαν διαδοχικώς τις ακόλουθες μειώσεις: (α) με το ν. 3833/2010 μείωση κατά ποσοστό 12% των επιδομάτων, αποζημιώσεων και πρόσθετων αμοιβών τους (επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου, πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης και επίδομα θέσεως ευθύνης), (β) με το ν. 3845/2010 μείωση κατά ποσοστό 8% των ως άνω επιδομάτων, αποζημιώσεων και πρόσθετων αμοιβών τους, (γ) μείωση των επιδομάτων εορτών και αδείας κατά 30% (άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3833/2010), τα οποία στη συνέχεια καθορίσθηκαν στο ενιαίο ποσό των 1.000 ευρώ κατ’ έτος και, για όσους εξ αυτών ελάμβαναν μηνιαίες μεικτές αποδοχές ανώτερες των 3.000 ευρώ, καταργήθηκαν πλήρως (άρθρο τρίτο παρ. 6 του ν. 3845/2010), (δ) μείωση κατά 20% του επιδόματος νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου (άρθρο 55 παρ. 23 περ. δ΄ του ν. 4002/2011). Προβάλλουν επίσης ότι οι αποδοχές τους μειώθηκαν περαιτέρω και με άλλες διατάξεις (μείωση του αφορολόγητου ορίου από 12.000 ευρώ σε 5.000 ευρώ με το άρθρο 38 παρ. 2 του ν. 4024/2011, επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης με το άρθρο 29 του ν. 3986/2011, επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας με το άρθρο 38 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 3986/2011, επιβολή ειδικής εισφοράς υπέρ του ΤΠΔΥ με το άρθρο 38 παρ. 2 περ. β΄ του ν. 3986/2011) και, τελικά, μειώθηκαν δραστικά με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, σε επίπεδο που αυτές δεν τους επιτρέπουν πλέον να ανταποκριθούν στα έξοδα διαβίωσης και στα ιατρικά τους καθήκοντα. Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι, ως αποτέλεσμα των μειώσεων που επήλθαν με τις διατάξεις του τελευταίου νόμου στον βασικό μισθό, στο επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, στην πάγια αποζημίωση, στο επίδομα θέσεως ευθύνης, και, συνεπεία των ανωτέρω, και στο χρονοεπίδομα, οι ακαθάριστες αποδοχές του πρώτου προσφεύγοντος μειώθηκαν κατά 759,57 ευρώ το μήνα, της δεύτερης προσφεύγουσας κατά 759,57 ευρώ το μήνα, του τρίτου προσφεύγοντος κατά 710,69 ευρώ το μήνα και του τέταρτου προσφεύγοντος κατά 343,52 ευρώ το μήνα και ότι οι αποδοχές τους κατά το μήνα Σεπτέμβριο 2014 διαμορφώθηκαν ως εξής: α) για τον πρώτο προσφεύγοντα, ακαθάριστες αποδοχές 3.358 και καθαρές 1.833,48 ευρώ, β) για την δεύτερη προσφεύγουσα, ακαθάριστες αποδοχές 3.358 και καθαρές 1.947,70 ευρώ, γ) για τον τρίτο προσφεύγοντα ακαθάριστες αποδοχές 3.103,40 και καθαρές 1.835,85 ευρώ και δ) για τον τέταρτο προσφεύγοντα ακαθάριστες αποδοχές 2.472,16 και καθαρές 1.520,47 ευρώ. Με τα δεδομένα αυτά, οι προσφεύγοντες προβάλλουν ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις του ν. 4093/2012 και της αποφάσεως οικ.2/83408/022/14.11.2012 του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών αντίκεινται α) στα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 5 παρ. 1, 21 παρ. 3, 22, 25 παρ. 1 και 4 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος, β) στο άρθρο 1ο του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., γ) στο άρθρο 7 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 1532/1985 (Α΄ 45) Διεθνούς Συμφώνου του Ο.Η.Ε. για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα, με το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα επί του μισθού και το δικαίωμα ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας και δ) στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Ειδικότερα, κατά τα προβαλλόμενα με την προσφυγή, η ως άνω πληττόμενη ρύθμιση, εν όψει i) του πάγιου και όχι προσωρινού χαρακτήρα της, ii) της ελλείψεως μέτρων αντιστάθμισης των απωλειών και iii) του σωρευτικού αποτελέσματος ένεκα των προηγούμενων δυσμενών μέτρων, επιφέρει δραστική μείωση των αποδοχών τους, η οποία δεν δικαιολογείται από τους δημοσιονομικούς λόγους που επικαλείται ο νομοθέτης, είναι δυσανάλογη με την παρεχόμενη από τους προσφεύγοντες ιατρούς εργασία και δεν εξασφαλίζει ανεκτό επίπεδο διαβίωσης και, ως εκ τούτου, αντίκειται στις προαναφερθείσες υπέρτερης τυπικής ισχύος διατάξεις και στις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης.

 

17. Επειδή, από τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι με τις διατάξεις των περιπτώσεων 13 - 37 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, οι οποίες θεσπίσθηκαν από τη Βουλή των Ελλήνων κυριαρχικώς (ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 668/2012, 1116, 2192 - ΣτΕ 96/2014), ο νομοθέτης, αφού διαπίστωσε ότι η οικονομική ύφεση συνεχίζεται και ότι η χώρα εξακολουθεί να έχει συνεχή προβλήματα με τη φορολογική «συμμόρφωση», την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Κράτος και την προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αποφάσισε να λάβει και πάλι, μεταξύ άλλων, ως άμεσο μέτρο για την αντιμετώπιση της παρατεταμένης οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης, την περαιτέρω μείωση των αποδοχών των μισθοδοτουμένων από το Δημόσιο βάσει «ειδικών μισθολογίων» υπαλλήλων και λειτουργών. Εξ άλλου, αν και καθένα από τα ως άνω «ειδικά μισθολόγια» αφορούσε διαφορετική κατηγορία λειτουργών ή υπαλλήλων, με απολύτως διακεκριμένα καθήκοντα και αποστολή καθώς και διαφορετικά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, για ορισμένες δε από τις κατηγορίες αυτές συνδεόταν με την άσκηση της εκ του Συντάγματος κρατικής τους αποστολής, ο νομοθέτης τα αντιμετώπισε συλλήβδην ως ένα ενιαίο οικονομικό μέγεθος, το οποίο έπρεπε, υπολογιζόμενο ως σύνολο, να μειωθεί κατά ποσοστό 10% στο πλαίσιο της επιχειρούμενης μειώσεως του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημοσίου χρέους. Με βάση το εξισωτικό αυτό κριτήριο θεσπίσθηκαν μεγαλύτερα ποσοστά μείωσης (άνω δηλαδή του 10%, το οποίο εξελήφθη ως μέσος όρος για τις μειώσεις σε όλα τα μισθολόγια) στα μισθολόγια στα οποία το ύψος των αποδοχών ήταν γενικά μαθηματικώς υψηλότερο, και μικρότερα ποσοστά σε εκείνα στα οποία το ύψος των αποδοχών ήταν μαθηματικώς χαμηλότερο, εντός δε του ίδιου μισθολογίου μείωσε κατά μεγαλύτερο ποσοστό τις αποδοχές των κατεχόντων τους ανώτερους και ανώτατους βαθμούς λειτουργούς και υπαλλήλους (βλ. ΣΕ Ολομ. ΣτΕ 4174/2014, 2192 - ΣτΕ 2196/2014). Κατ’ εφαρμογή του αμιγώς αριθμητικού αυτού κριτηρίου, με τις διατάξεις της περιπτ. 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 επιβλήθηκαν νέες μειώσεις στις αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ., με τη μείωση του μηνιαίου βασικού μισθού όλων των βαθμών της ιεραρχίας του κλάδου, τη μείωση των χορηγούμενων σε αυτούς επιδομάτων και αποζημιώσεων (επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου, πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης και επίδομα θέσεως ευθύνης), τη μείωση του συντελεστή βάσει του οποίου υπολογίζεται το ωρομίσθιο των εφημεριών, τη μείωση της προσαύξησης ενεργού εφημερίας που καταβάλλεται στους Διευθυντές του Ε.Σ.Υ. και τον καθορισμό προσαύξησης ενεργού εφημερίας 30 ευρώ αδιακρίτως για όλους τους βαθμούς της ιεραρχίας, τη μείωση της αποζημίωσης εφημεριών που καταβάλλεται στους Συντονιστές Διευθυντές των Νοσοκομείων της Α΄ Ζώνης και στους Διευθυντές των πανεπιστημιακών κλινικών εργαστηρίων και μονάδων και τέλος την, συνεπεία των ανωτέρω ρυθμίσεων, μείωση της αμοιβής της μικτής εφημερίας. Ειδικότερα, επιβλήθηκαν μεγαλύτερες, έναντι των υπολοίπων ιατρών του Ε.Σ.Υ., μειώσεις (άνω του 10%) στον μηνιαίο βασικό μισθό των Συντονιστών Διευθυντών, των Διευθυντών και των Επιμελητών Α΄, ενώ οι μειώσεις επί των προαναφερθέντων επιδομάτων κυμάνθηκαν άνω του 10% για όλους τους βαθμούς της ιεραρχίας του κλάδου των ιατρών. Άνω του 10% ήταν και η μείωση του συντελεστή βάσει του οποίου υπολογίζεται το ωρομίσθιο των εφημεριών, της προσαύξησης ενεργού εφημερίας που καταβάλλεται στους Διευθυντές του Ε.Σ.Υ., καθώς και του μηνιαίου ποσού που καταβάλλεται ως αποζημίωση εφημεριών στους Συντονιστές Διευθυντές που υπηρετούν σε Νοσοκομεία της Α΄ Ζώνης, με συνέπεια την δραστική μείωση των αποδοχών των προσφευγόντων, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, έχουν τον χαρακτήρα κινήτρου για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση της αποστολής τους και αντισταθμίσματος για τις ιδιαίτερες συνθήκες εκτελέσεως των καθηκόντων τους (πρβλ. ΣΕ 2192 - 96/2014 Ολομ.). Όπως δε εκτέθηκε ήδη, ναι μεν ο νομοθέτης έχει διακριτική ευχέρεια για την εισαγωγή νέων ρυθμίσεων και ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως για τη διαμόρφωση των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ., τα δικαστήρια όμως δύνανται και οφείλουν, χωρίς να υπεισέλθουν στην έρευνα της σκοπιμότητας των επιλογών του, να ερευνήσουν το αμιγώς νομικό ζήτημα, αν ελήφθη υπόψη η ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των ιατρών αυτών, η οποία απορρέει εμμέσως από το άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος, καθώς και η συνταγματική αρχή της ισότητας υπό την δεύτερη όψη της, δηλαδή της υποχρεώσεως του νομοθέτη να μεταχειρίζεται ανίσως τις άνισες καταστάσεις. Η τεκμηρίωση αυτή, αναγκαία και εκ του ότι τα επίμαχα μέτρα διασπούν μία πάγια μισθολογική μεταχείριση των λειτουργών αυτών, θα έπρεπε να αναφέρεται στην εξέλιξη των οικονομικών εν γένει συνθηκών και του γενικού κόστους διαβίωσης, στην ανάγκη διαφύλαξης του κύρους του δημοσίου λειτουργήματος των ιατρών του Ε.Σ.Υ. λόγω της φύσεως των καθηκόντων τους και της σημασίας της αποστολής τους, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες ασκήσεως του εν λόγω λειτουργήματος, τις ιδιαίτερες απαιτήσεις του ιατρικού επαγγέλματος όσον αφορά τον χρόνο απασχόλησης, την ένταση και την ποιότητα της εργασίας, τις ιδιαίτερες ευθύνες που απορρέουν από την άσκησή του, το καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης υπό το οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες τους, τον μεγαλύτερο χρόνο γενικής εκπαίδευσης των ιατρών εν σχέσει προς άλλους επιστήμονες, την πολυετή μεταπανεπιστημιακή μετεκπαίδευσή τους για ειδίκευση αλλά και την ανάγκη για διαρκή εκπαίδευση στην επιστήμη τους, καθώς και το γεγονός ότι, εν όψει των ανωτέρω, εισέρχονται στη δημόσια υπηρεσία σε μεγαλύτερη ηλικία σε σχέση με τους λοιπούς υπαλλήλους και λειτουργούς. Επιπλέον, έπρεπε να ληφθούν υπόψη και οι δυσμενείς επιπτώσεις επί της λειτουργίας του Ε.Σ.Υ., της ποιότητας των παρεχόμενων από το Κράτος υπηρεσιών υγείας και του επιπέδου της ιατρικής στη χώρα, η λόγω της αδυναμίας εξασφαλίσεως ικανοποιητικών αποδοχών διαρροή έμπειρων επιστημόνων στο εξωτερικό, για την εκπαίδευση των οποίων διατέθηκαν σημαντικοί πόροι τόσο εξ ιδίων όσο και από το Κράτος (πανεπιστημιακές και νοσοκομειακές υποδομές, συγγράμματα, εκπαιδευτικό προσωπικό υψηλού επιπέδου κλπ). Όμως, ούτε από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του ν. 4093/2012, ούτε από το κείμενο του εγκριθέντος με τον νόμο αυτό Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου, ούτε τέλος από το κείμενο του εγκριθέντος με τον ν. 4046/2012 Μνημονίου Συνεννόησης προκύπτει ότι κατά τον προσδιορισμό του ύψους των περικοπών στο μισθολόγιο των ιατρών του Ε.Σ.Υ. με τις κρίσιμες διατάξεις, ελήφθησαν υπόψη, πέραν του ανωτέρω καθαρώς αριθμητικού και, ως εκ τούτου, προδήλως απρόσφορου κριτηρίου, της επίτευξης δηλαδή συγκεκριμένης μεσοσταθμικής μειώσεως του μισθολογικού κόστους του Δημοσίου, τα παρατεθέντα ανωτέρω στοιχεία, εν όψει των οποίων θεσπίσθηκε ιδιαίτερο μισθολόγιο για την εν λόγω κατηγορία δημοσίων λειτουργών (βλ. Ελ. Συν. 7412/2015 Ολομ.). Ειδικότερα, δεν προκύπτει ότι εκτιμήθηκαν ειδικώς οι επιπτώσεις από τις εν λόγω μειώσεις στη λειτουργία του Ε.Σ.Υ., ούτε αν οι εκ των μειώσεων επιπτώσεις είναι μικρότερες ή μεγαλύτερες από το προκύπτον οικονομικό όφελος, ούτε αν θα μπορούσαν να ληφθούν άλλα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος με μικρότερο κόστος για το ιατρικό προσωπικό του Ε.Σ.Υ. (βλ. Ελ. Συν. 7412/2015 Ολομ.). Επίσης δεν εξετάσθηκε αν οι αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ. παραμένουν και μετά τις νέες μειώσεις, επαρκείς για την αντιμετώπιση του κόστους αξιοπρεπούς διαβίωσής τους και ανάλογες της αποστολής τους (βλ. Ελ. Συν. 7412/2015 Ολομ.). Περαιτέρω, με τα δεδομένα που ίσχυαν κατά το χρόνο δημοσιεύσεως του ν. 4093/2012, οι επίδικες μειώσεις των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ., που επήλθαν με τον νόμο αυτό, συνυπολογιζόμενες με την πλήρη κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας, τις προηγούμενες μειώσεις που, κατά τα ανωτέρω, επεβλήθησαν διαδοχικώς επί των πάσης φύσεως επιδομάτων, αποζημιώσεων και αμοιβών τους (ν. 3833/2010 μείωση κατά 12% και ν. 3845/2010 μείωση κατά 8% του επιδόματος νοσοκομειακής απασχόλησης, της πάγιας αποζημίωσης για συμμετοχή σε σεμινάρια και του επιδόματος θέσεως ευθύνης, ν. 4002/2011 μείωση κατά 20% του επιδόματος νοσοκομειακής απασχόλησης, ν. 4052/2012 μείωση του συντελεστή βάσει του οποίου υπολογίζεται το ωρομίσθιο των εφημεριών από 0,0059 σε 0,0052 επί του βασικού μισθού και μείωση του μηνιαίου ποσού που καταβάλλεται ως αποζημίωση εφημεριών στους Διευθυντές που υπηρετούν σε Νοσοκομεία της Α΄ Ζώνης από 55% σε 49% του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού του Διευθυντή Ε.Σ.Υ.), καθώς και με άλλες μειώσεις του εισοδήματος των προσφευγόντων ιατρών με παράπλευρα νομοθετήματα της περιόδου της κρίσεως (επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης με το άρθρο 29 του ν. 3986/2011, επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας με το άρθρο 38 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 3986/2011, επιβολή ειδικής εισφοράς υπέρ του Τ.Π.Δ.Υ. με το άρθρο 38 παρ. 2 περ. β΄ του ν. 3986/2011 και αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις), υπερβαίνουν, λόγω του σωρευτικού τους αποτελέσματος και της εκτάσεώς τους, το όριο που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη, δεδομένης άλλωστε και της χρονίζουσας αδυναμίας προωθήσεως των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της εισπράξεως των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών που απετέλεσαν, κατά τα προεκτεθέντα, έναν από τους λόγους για τους οποίους κρίθηκαν και πάλι αναγκαίες, μεταξύ άλλων, οι νέες μειώσεις στις αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ. (βλ. Ελ. Συν. 7412/2015 Ολομ.). Εν όψει τούτων, οι κρίσιμες διατάξεις της περιπτ. 27 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες θεσπίσθηκαν οι επίδικες μειώσεις των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ., καθώς και οι διατάξεις της αποφάσεως οικ. 2/83408/022/14.11.2012 του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες οι μειώσεις αυτές επιβλήθηκαν αναδρομικώς από 1.8.2012, αντίκεινται στο άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεώς των ιατρών του Ε.Σ.Υ., καθώς και προς τις αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη (βλ. Ελ. Συν. 7412/2015 Ολομ.). Η πλημμέλεια αυτή δεν αίρεται από την δυνατότητα συμμετοχής των ιατρών του Ε.Σ.Υ. στην ολοήμερη λειτουργία των μονάδων του Ε.Σ.Υ. και της λήψεως αμοιβής για τις διενεργούμενες πέραν του τακτικού ωραρίου πράξεις. Και τούτο διότι αφ’ ενός η συμμετοχή των ιατρών στην ολοήμερη λειτουργία των μονάδων του Ε.Σ.Υ. είναι προαιρετική, αφ’ ετέρου δε, όπως έχει γίνει δεκτό, η αμοιβή για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών αποτελεί αντιστάθμισμα για μία επί πλέον παροχή υγείας προς τους πολίτες, εν πάση δε περιπτώσει πρόκειται για επιτρεπόμενη επαγγελματική δραστηριότητα εντός των δημόσιων νοσοκομείων, εντελώς ανεξάρτητη από την εργασία που παρέχουν οι ιατροί ως δημόσιοι λειτουργοί κατά τη διάρκεια του τακτικού ωραρίου λειτουργίας των νοσοκομείων, και η οποία δεν θίγει το υφιστάμενο σύστημα των γενικών εφημεριών τους (βλ. ΣτΕ 2113/2014 Ολομ., σκ. 7 και 11). Τέλος, η 2012/211/ΕΕ απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως της 13.3.2012, με την οποία προβλέφθηκε «μείωση κατά 12% κατά μέσο όρο των ειδικών μισθών του δημόσιου τομέα για τους οποίους δεν ισχύει το νέο μισθολόγιο», δεν έχει πάντως την έννοια ότι απαλλάσσει τον εθνικό νομοθέτη, κατά την άσκηση της εθνικής δημοσιονομικής πολιτικής στο πλαίσιο εκπληρώσεως των διεθνών υποχρεώσεων της Χώρας, από την τήρηση των προαναφερόμενων συνταγματικών διατάξεων και αρχών (ΣΕ 4741/2014 Ολομ. σκ. 23, 2192/2014 Ολομ. σκ. 21 κ.ά.). Για τους λόγους αυτούς, που προβάλλονται βασίμως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις, μηνός Σεπτεμβρίου 2014, των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων ιατρών, οι οποίες εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων που είναι ανίσχυρες καθ’ ο μέρος προβλέπουν νέα μείωση των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ., η δε υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στη Διοίκηση προς διενέργεια των δεόντων σύμφωνα με τα κριθέντα με την παρούσα απόφαση.

 

18. Επειδή, μειοψήφησε ο Αντιπρόεδρος Αθ. Ράντος ο οποίος, αναφερόμενος στην μειοψηφία της αποφάσεως ΣτΕ 4741/2014 Ολομ. (σκ. 24), διατύπωσε την εξής γνώμη: Τα επίδικα μέτρα αποβλέπουν στην άμεση περιστολή των δημοσίων δαπανών προς αντιμετώπιση της σοβούσας οικονομικής κρίσεως, ήτοι σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, αφορούν κατηγορία λειτουργών αμειβομένων με «ειδικό μισθολόγιο», ήδη ευνοϊκότερο από αυτό των λοιπών δημοσίων υπαλλήλων, με τη θέσπιση του οποίου πληρούται κατ’ αρχήν η υποχρέωση για «ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείρισή» τους, και δεν θίγουν υπέρμετρα τους προσφεύγοντες ούτε θέτουν σε κίνδυνο την αξιοπρεπή τους διαβίωση, εν όψει και των προβλεπομένων από το νόμο επιδομάτων και προσαυξήσεων αποδοχών για την αντιμετώπιση των ειδικών συνθηκών ασκήσεως του επαγγέλματός των και της δυνατότητας πρόσθετης, πέραν του νομίμου ωραρίου, απασχολήσεως των ιατρών, έναντι αμοιβής, στις μονάδες υγείας του Ε.Σ.Υ. Με τα δεδομένα δε αυτά δεν παρίστανται προδήλως απρόσφορα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, κατά την εκφεύγουσα του οριακού δικαστικού ελέγχου ουσιαστική εκτίμηση του νομοθέτη, και συνεπώς οι κρίσιμες διατάξεις του ν. 4093/2012 και της υπουργικής αποφάσεως 2/83408/022/14.11.2012 δεν αντίκεινται σε καμία διάταξη ή αρχή του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ. Μειοψήφησε επίσης ο Αντιπρόεδρος Χρ. Ράμμος, ο οποίος διατύπωσε την ακόλουθη γνώμη: Από καμία συνταγματική διάταξη (ούτε και από την διάταξη του άρθρου 21 παρ. 3 του Συντάγματος, που ορίζει ότι το κράτος οφείλει να μεριμνά για την υγεία των πολιτών) ή συνταγματική αρχή, δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις εκάστοτε συνθήκες και λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική κατάσταση του κράτους, να προβαίνει σε αναμόρφωση του μισθολογίου των δημοσίων λειτουργών ή υπαλλήλων, εισάγοντας νέες ρυθμίσεις, οι οποίες υπόκεινται μόνο σε δικαστικό έλεγχο ορίων (πρβλ. Ολομ. ΣτΕ 3177/2014, Ολομ. 2192 - 2196/2014, Ολομ. ΣτΕ 668/2012, ΣτΕ 1372 - 1373/2012 7μ. σκ. 5, ΣτΕ 2672/2009 σκ. 3). Και ναι μεν στην περίπτωση των ιατρών του Ε.Σ.Υ. η φύση των ως άνω καθηκόντων και της αποστολής τους επιτάσσει την υποχρέωση εξασφάλισης των απαραιτήτων προϋποθέσεων απρόσκοπτης άσκησης του λειτουργήματός τους, ως εγγύηση για την παροχή υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου, που περιλαμβάνει και την υποχρέωση για «ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείρισή τους». Η υποχρέωση όμως, του νομοθέτη για «ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείρισή τους» δεν επιβάλλει την εξομοίωσή τους με άλλες κατηγορίες λειτουργών ή υπαλλήλων (πρβλ. ΣτΕ 574/2014, ΣτΕ 575/2014). Κατά συνέπεια, οι εξαιρούμενοι από το ενιαίο μισθολόγιο δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, για τους οποίους καθιερώνονται με νόμο «ειδικά μισθολόγια» αποτελούν διαφορετικές μεταξύ τους κατηγορίες, με απολύτως διακεκριμένα καθήκοντα και αποστολή. Ειδικότερα, για τους ιατρούς του Ε.Σ.Υ., με την πρόβλεψη «ειδικού μισθολογίου», ευνοϊκότερου έναντι του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων για την αντιμετώπιση των ειδικών συνθηκών άσκησης του λειτουργήματός τους (επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης, απόδοσης και ειδικών συνθηκών άσκησης ιατρικού έργου, πάγια αποζημίωση για συμμετοχή σε σεμινάρια και ενημέρωση βιβλιοθήκης και επίδομα θέσεως ευθύνης), καθώς και με την πρόβλεψη αμοιβής για την πραγματοποίηση των απαραιτήτων για την λειτουργία του Ε.Σ.Υ. εφημεριών, πληρούται η υποχρέωση της «ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισής» τους, ο δε νομοθέτης δεν δεσμεύεται να καταργεί ή να μεταβάλλει το νομοθετικό καθεστώς που αφορά στις αποδοχές τους, δεδομένου ότι, όπως ήδη εξετέθη, από καμία συνταγματική διάταξη ή αρχή, αλλά ούτε από το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ε.Σ.Δ.Α. δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε αποδοχές συγκεκριμένου ύψους (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 3372/2015, 2192 - ΣτΕ 2196/2014, ΣτΕ 668/2012 σκ.34, Ε.Δ.Δ.Α. Vilho Eskelinen και λοιποί κατά Φινλανδίας της 19.4.2007 σκ. 94). Δύναται, επομένως, ο νομοθέτης για λόγους που αυτός εκτιμά και η κατ’ ουσίαν εκτίμηση των οποίων δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, να θεσπίσει μέτρα περιστολής των δημοσίων δαπανών που συνεπάγονται σοβαρή οικονομική επιβάρυνση μεγάλων κατηγοριών του πληθυσμού και, ιδίως, όσων λαμβάνουν μισθό ή σύνταξη από το δημόσιο ταμείο, μεταξύ των οποίων και κατηγοριών για τις οποίες προβλέπονται «ειδικά μισθολόγια», λόγω της ανάγκης άμεσης εφαρμογής και αποτελεσματικότητας των επιβαλλομένων σε βάρος τους μέτρων για τον περιορισμό του δημοσίου ελλείμματος. Στις περιπτώσεις αυτές το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης δεν προσδιορίζεται με βάση τις προηγούμενες αποδοχές κάθε συγκεκριμένης κατηγορίας δημοσίων λειτουργών ή υπαλλήλων, αλλά με βάση τις γενικότερα επικρατούσες συνθήκες και σε συνάρτηση με το επίπεδο διαβίωσης των υπολοίπων δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, καθώς και του πληθυσμού της χώρας εν γένει. Ενόψει τούτου και δεδομένου ότι, στην κρινόμενη περίπτωση, με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 4093/2012, ο νομοθέτης αποφάσισε, μεταξύ άλλων, την περαιτέρω μείωση των αποδοχών των μισθοδοτούμενων από το Δημόσιο βάσει «ειδικών μισθολογίων» λειτουργών και υπαλλήλων ως άμεσο μέτρο για την αντιμετώπιση της, κατά την εκτίμησή του, συνεχιζόμενης οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης, το μέτρο δε αυτό αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής  προσαρμογής και προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας, το οποίο συνολικώς εφαρμοζόμενο, αποσκοπεί τόσο στην αντιμετώπιση της, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, άμεσης ανάγκης κάλυψης οικονομικών αναγκών της Χώρας, όσο και στην βελτίωση της μελλοντικής δημοσιονομικής και οικονομικής κατάστασής της, δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπών, που συνιστούν σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος (πρβλ ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 3372/2015 σκ. 17, ΣτΕ 3177/2014 Ολομ σκ. 8, 668/2012 Ολομ. σκ. 35) δυναμένους να δικαιολογήσουν την λήψη μέτρων περιστολής μισθολογικών δαπανών του Δημοσίου, οι διατάξεις της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, που προβλέπουν περαιτέρω μείωση των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ., δεν αντίκεινται, κατά την μειοψηφήσασα αυτή άποψη, στο άρθρο  21 παρ. 3 του Συντάγματος, διότι και μετά τη νέα αυτή, αναγκαία κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, μείωση των αποδοχών τους, πληρούται η υποχρέωση της «ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισής» τους, εφόσον οι αποδοχές τους προβλέπονται από «ειδικό μισθολόγιο», ευνοϊκότερο έναντι του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων, και χορηγούνται επιπλέον σε αυτούς ειδικά επιδόματα σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων τους και αμοιβές για τις πραγματοποιούμενες από αυτούς εφημερίες. Άλλωστε, η επίμαχη μείωση αποδοχών, που έγινε στο πλαίσιο της αναρρύθμισης του βασικού μισθού όλων των λειτουργών που αμείβονται με «ειδικά μισθολόγια», ήταν η πρώτη που αφορούσε τον βασικό μηνιαίο μισθό της συγκεκριμένης κατηγορίας δημοσίων λειτουργών, ενώ οι λοιπές προσφάτως προηγηθείσες μειώσεις αφορούσαν περικοπή μόνο επιδομάτων, αποζημιώσεων και αμοιβών εφημεριών. Το δε προκύπτον μετά την επιχειρηθείσα τελευταία μείωση (μείωση στις ακαθάριστες αποδοχές εκάστου προσφεύγοντος ιατρού μηνιαίως κατά 759,57 €, 759,57 €, 710,69 € και 343,52 € αντίστοιχα) τελικό ύψος των συνολικών καθαρών αποδοχών των προσφευγόντων ιατρών (μηνιαίως 1833,48 €, 1947,70 €, 1835,85 € και 1520,47 € αντίστοιχα), αν και όντως διαμορφώνεται σε μη ικανοποιητικά επίπεδα, δεν εξικνείται, πάντως, σε σημείο που να διακυβεύεται το αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης αυτών (πρβλ. Ε.Δ.Δ.Α. Κουφάκη και ΑΔΕΔΥ κατά Ελλάδος της 7.5.2013), εν όψει των σημερινών εν γένει οικονομικών συνθηκών της χώρας, ή να καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής η άσκηση των σημαντικών καθηκόντων του λειτουργήματός τους. Περαιτέρω, η μείωση των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ. με τις προαναφερθείσες διατάξεις του ν. 4093/2012, η οποία, κατά τα ανωτέρω, ευρίσκεται εντός των πλαισίων της ελευθερίας του νομοθέτη να διαμορφώνει το μισθολόγιό τους, εκτιμώντας τις εκάστοτε συνθήκες και λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική κατάσταση του  κράτους, ενόψει του επιδιωκόμενου ως άνω σκοπού δημοσίου συμφέροντος, δεν στερείται προδήλως εύλογης βάσης, δεδομένου ότι λόγω της φύσης του το μέτρο αυτό συμβάλλει αμέσως στην περιστολή των δημοσίων δαπανών. Εν όψει τούτων, εφόσον η επίμαχη μείωση αποδοχών των ιατρών του  Ε.Σ.Υ. δεν είναι απρόσφορη ή μη αναγκαία για την εκπλήρωση του επιδιωκόμενου σκοπού (πρβλ ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 668/2012 σκ. 35, ΣτΕ 1210/2010 σκ. 24), και ότι η ως άνω μείωση αποδοχών δεν είναι τέτοιου ύψους, ώστε να θέτει σε διακινδύνευση την αξιοπρεπή διαβίωση των προσφευγόντων, επιπλέον δε και ότι η αναδρομική εφαρμογή του εν λόγω μέτρου αφορά σε περιορισμένο χρονικό διάστημα διάρκειας τριών (3) περίπου μηνών πριν από τη δημοσίευση του νόμου (12.11.2012), ενώ η παρακράτηση αποδοχών για το χρονικό διάστημα από 1.8.2012 έως 31.12.2012, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. οικ.2/83408/022/14.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, δεν λαμβάνει χώρα εφ άπαξ αλλά τμηματικώς, σε μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από τις αποδοχές του μηνός Ιανουαρίου 2013, δεν παραβιάστηκε η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της προστασίας των δικαιωμάτων των προσφευγόντων και, κατά συνέπεια, οι διατάξεις της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ  του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καθώς και της υπ’ αριθ. οικ.2/83408/022/14.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών δεν αντίκεινται στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, ούτε στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ε.Σ.Δ.Α. (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 668/2012 σκ. 34). Τέλος, οι ανωτέρω διατάξεις δεν αντίκεινται ούτε στο άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος (που ορίζει ότι οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις  στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους), αλλά ούτε και στο άρθρο 25 παρ. 4 αυτού (που ορίζει ότι το κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της εθνικής και κοινωνικής αλληλεγγύης), διότι ο νομοθέτης αποφάσισε με αυτές, μεταξύ άλλων, την περαιτέρω μείωση και των αποδοχών των ιατρών του Ε.Σ.Υ. που μισθοδοτούνται από το Δημόσιο, για τον προαναφερθέντα σκοπό δημοσίου συμφέροντος, καθώς και όλων των κατηγοριών λειτουργών και υπαλλήλων που αμείβονται με «ειδικά μισθολόγια» καθώς και άλλων κατηγοριών λειτουργών και υπαλλήλων. Αποτελούν, εξ άλλου, οι περικοπές αυτές αποδοχών ένα από περισσότερα μέτρα, η συνδυασμένη εφαρμογή των οποίων είναι, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, αναγκαία, εν όψει των συντρεχουσών περιστάσεων, για την άμεση αντιμετώπιση της κρίσιμης δημοσιονομικής κατάστασης της Χώρας περί των οποίων αναλυτικά οι διάφορες περιπτώσεις της παραγράφου Γ, υποπαραγράφου Γ1, του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Ενόψει όλων των προεκτεθέντων, σύμφωνα με την γνώμη αυτή, οι διατάξεις της περίπτωσης 27 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ  του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καθώς και της υπ’ αριθ. οικ.2/83408/022/ 14.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών δεν προσκρούουν σε καμία διάταξη του Συντάγματος, αλλά ούτε και στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ε.Σ.Δ.Α., και, κατά συνέπεια, νομίμως εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις, η δε κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.



19. Επειδή, στο άρθρο 95 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών ... β) ... γ) Η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ’ αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. δ) ...». 2. ... 3. ... 4. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει. 5. ...». Περαιτέρω, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3900/2010 προβλέφθηκε και ρυθμίσθηκε ο θεσμός της πρότυπης η «πιλοτικής» δίκης, η οποία αφορά πάσης φύσεως διαφορές, ακυρωτικές η ουσίας. Εξ άλλου, η δικονομία του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμιζόταν παγίως με ειδικά νομοθετήματα, περιορισμένης εκτάσεως, συμπληρωνόταν δε με παραδοχές μιας ευέλικτης νομολογίας. Ειδικώς το ζήτημα των συνεπειών της ακυρωτικής αποφάσεως απετέλεσε αντικείμενο του άρθρου 50 του αρχικού νόμου περί Συμβουλίου της Επικρατείας 3713/1928 (Α΄ 273), το οποίο όριζε στην παρ. 1: «Η δεχομένη την αίτησιν απόφασις απαγγέλλει την ακύρωσιν της προσβαλλομένης πράξεως, επαγομένη νόμιμον αυτής κατάργησιν έναντι πάντων …». Με όμοιο περιεχόμενο και σε ταυτάριθμο άρθρο επαναλαμβάνεται η ρύθμιση στο ν.δ. 170/1973 και εν συνεχεία και στο ισχύον άρθρο 50 του π.δ. 18/1989, το οποίο ορίζει στην παρ. 1: «Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη». Την παρατεθείσα διάταξη του άρθρου αυτού, την οποία το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως εφήρμοζε με την έννοια ότι η ακύρωση της διοικητικής πράξεως ανατρέχει στον χρόνο εκδόσεώς της, τροποποίησε το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), το οποίο προσέθεσε παρ. 3β έχουσα ως εξής: «Σε περίπτωση αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατά διοικητικής πράξεως, το δικαστήριο, σταθμίζοντας τις πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί κατά το χρόνο εφαρμογής της, ιδίως δε υπέρ των καλόπιστων διοικουμένων, καθώς και το δημόσιο συμφέρον, μπορεί να ορίσει ότι τα αποτελέσματα της ακυρώσεως ανατρέχουν σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο του χρόνου έναρξης της ισχύος της και σε κάθε περίπτωση προγενέστερο του χρόνου δημοσίευσης της απόφασης ...». Με την νέα διάταξη εδόθη η δυνατότητα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό προϋποθέσεις τις οποίες το ίδιο σταθμίζει, να αποκλίνει, σε εξαιρετικές πάντως περιπτώσεις, από τον κανόνα της αναδρομικής ακυρώσεως και να καθορίσει μεταγενέστερο χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως (βλ. ΣΕ Ολομ. ΣτΕ 4446/2015). Τα αυτά και για τους ίδιους λόγους δέον αναλογικώς να ισχύσουν και επί αγωγών και άλλων διαφορών ουσίας, που άγονται προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας μέσω του νέου δικονομικού θεσμού της πρότυπης δίκης (βλ. ΣΕ Ολομ. ΣτΕ 4741/2014 σκ. 25, ΣτΕ 2288/2015 σκ. 25, πρβλ. ΔΕΚ C-43/75 της 8.4.1976 Defrenne κατά Sabena και C-262/78 της 17.5.1990 Barber).


20. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων της περιπτώσεως 27 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των ιατρών του Ε.Σ.Υ., και των διατάξεων της αποφάσεως οικ. 2/83408/022/14.11.2012 του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες οι μειώσεις αυτές επιβλήθηκαν αναδρομικά από 1.8.2012, θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των αποδοχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων, όχι μόνο στους προσφεύγοντες (για το χρονικό διάστημα από την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων και εντεύθεν), αλλά και σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη (βλ. έγγραφα Α2α/Γ.Π.οικ/23.11.2015 του Υπουργείου Υγείας και 2/70311/ΔΠΓΚ/ 20.11.2015 του Υπουργείου Οικονομικών προς το Δικαστήριο, κατά τα οποία στο τέλος του έτους 2014 υπηρετούσαν στο Ε.Σ.Υ. συνολικά 21.300 ιατροί, βλ. και όμοιο έγγραφο ΓΠΒ1β/87044/17.11.2015 του Υπουργείου Υγείας, κατά το οποίο το σύνολο των ιατρών του Ε.Σ.Υ. στην επικράτεια, χωρίς την 4η και 5η Υ.Πε, για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία, ανερχόταν τον Σεπτέμβριο του 2015 σε 18.019). Εν όψει των δεδομένων τούτων, το Δικαστήριο, μετά στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξυμμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, ορίζει ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα επέλθουν μετά τη δημοσίευση της αποφάσεώς του επί της κρινόμενης προσφυγής. Οίκοθεν νοείται ότι για τους τέσσερις πρώτους εκ των προσφευγόντων και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αξιώσεων άλλων ιατρών του Ε.Σ.Υ. που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, αποδοχές τους, ή για τη θεμελίωση αιτημάτων επιστροφής των περικοπεισών αυτών αποδοχών, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της εκδοθησόμενης επί της κρινόμενης προσφυγής αποφάσεως. Η άποψη αυτή δεν συγκρούεται ούτε με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος περί της αξιώσεως δικαστικής προστασίας, ούτε με τα άρθρα 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου αυτής, διότι αφ’ ενός μεν η αναδρομικότητα των συνεπειών των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν είναι αυτονόητη και αποκλειστική κάθε άλλης ρυθμίσεως, αφ’ ετέρου δε με τον ως άνω τιθέμενο περιορισμό δεν διαταράσσεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικουμένων, εφ’ όσον αυτοί δεν αποστερούνται των δικαιωμάτων τους, τα οποία απλώς περιορίζονται, για τους προαναφερόμενους λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος (πρβλ. ΣτΕ 4741/2014 Ολομ. σκ. 26, 2288/2015 σκ. 25). Κατά την γνώμη, όμως, του Συμβούλου Ηλία Μάζου, το Δικαστήριο δεν έχει την εξουσία προσδιορισμού των έναντι των τρίτων αποτελεσμάτων της εκδοθησομένης επί της κρινομένης προσφυγής αποφάσεώς του. Και τούτο διότι για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των διοικουμένων, τον οποίο συνεπάγεται η άσκηση της εξουσίας αυτής, όπως δέχεται η πλειοψηφήσασα άποψη, απαιτείται σχετική πρόβλεψη στον νόμο, η δε διάταξη του άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ/τος 18/1989, η οποία επιτρέπει τον περιορισμό της αναδρομικότητας των συνεπειών αποφάσεως επί αιτήσεως ακυρώσεως, δεν είναι δεκτική αναλογικής εφαρμογής και στην περίπτωση άλλου ενδίκου βοηθήματος, όπως εν προκειμένω, και μάλιστα εις βάρος των συμφερόντων τρίτων.


21. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή και οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις και να παραπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προς διενέργεια των νομίμων, περαιτέρω δε πρέπει να ορισθεί ως χρονικό σημείο επελεύσεως των αποτελεσμάτων της διαγνωσθείσας αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων ο χρόνος δημοσιεύσεως της παρούσας αποφάσεως.

22. Επειδή, εν όψει της εν μέρει αποδοχής και της εν μέρει απορρίψεως της προσφυγής, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη των διαδίκων.


Διά ταύτα

Δέχεται τις παρεμβάσεις,

Επιλύει το παραπεμφθέν γενικότερης φύσεως θέμα, Απορρίπτει την προσφυγή καθ’ ο μέρος ασκείται από το σωματείο «Ένωσις Ιατρών Νοσοκομείων Αθηνών - Πειραιώς»,
Εκικάζει και δέχεται την προσφυγή κατά τα λοιπά,
Ακυρώνει τις από 25.9.2014 μισθοδοτικές καταστάσεις («βεβαιώσεις αποδοχών») των τεσσάρων πρώτων προσφευγόντων,
Ορίζει ως χρονικό σημείο επελεύσεως των αποτελεσμάτων της διαγνωσθείσης αντισυνταγματικότητος της περιπτώσεως 17 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 τον χρόνο δημοσιεύσεως της παρούσης αποφάσεως,

Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου από την ........................................και την επιστροφή των κατατεθέντων παραβόλων από τους τέσσερις πρώτους προσφεύγοντες, και

Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη των διαδίκων.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 20 Μαρτίου 2017

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 26ης Φεβρουαρίου 2018.

 

Άρθρα Ξενοδοχεία και Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (GDPR)

$
0
0
Του Γιώργου Ασημάκη, με τη συνεργασία του Γιώργου Ζούμπο*
www.artion.gr

Εισαγωγή

Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (Κανονισμός ΕΕ 2016/679) είναι μια δεσμευτική νομοθετική πράξη μέσω της οποίας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτίθενται να ενισχύσουν και να ενοποιήσουν την προστασία των δεδομένων για όλα τα άτομα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Αφορά επίσης την εξαγωγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εκτός της ΕΕ.

Ο Κανονισμός εγκρίθηκε στις 27 Απριλίου 2016 κι εφαρμόζεται από τις 25 Μαΐου 2018 μετά από μεταβατική περίοδο περίπου δύο ετών σε όλα τα κράτη μέλη κι αντίθετα από μια οδηγία, δεν απαιτεί από τις εθνικές κυβερνήσεις να εγκρίνουν οποιαδήποτε νομοθετική πράξη με συνέπεια να είναι άμεσα δεσμευτικός και εφαρμόσιμος.

Ο Κανονισμός εισάγει ένα νέο σύνολο «δικαιωμάτων» για τους πολίτες της ΕΕ και υποχρεώσεων για τις επιχειρήσεις, σε μια εποχή που η οικονομική αξία των προσωπικών δεδομένων αυξάνεται και ιδιαίτερα στην ψηφιακή οικονομία.

Ο Ξενοδοχειακός Κλάδος και ο Κανονισμός

Η συμβουλευτική εταιρεία EDC μελέτησε 300 ξενοδοχεία στην Αγγλία (Νοέμβριος 2017) και ανέφερε ότι περίπου 60% δεν έχουν αρχίσει προετοιμασία για τον Κανονισμό και ότι 67% θεωρεί τον κλάδο ως την πλέον τρωτή σε παραβιάσεις βιομηχανία.

Όσον αφορά την ασφάλεια των δεδομένων, υπάρχουν λίγοι τομείς που είναι τόσο ευάλωτοι σε απειλές, όσο ο κλάδος των ξενοδοχείων. Το ξενοδοχείο επεξεργάζεται και σε πολλές περιπτώσεις αποθηκεύει μακροπρόθεσμα έναν πολύ μεγάλο όγκο προσωπικών πληροφοριών και οικονομικών συναλλαγών. Λαμβάνει, επίσης, σχετικές πληροφορίες από πολλές πηγές, όπως συστήματα κρατήσεων τρίτων, συστήματα σημείων πώλησης, παραχωρήσεις, ηλεκτρονικά μηνύματα, φαξ, τηλέφωνα και walk-ins. Επιπλέον, τα ξενοδοχεία τείνουν να αποθηκεύουν δεδομένα σε διάφορα σημεία.

Με τον όγκο των επεξεργασμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και πιστωτικών καρτών, σε καθημερινή βάση, ο ξενοδοχειακός κλάδος είναι σήμερα ένας από τους πιο ευάλωτους σε παραβιάσεις (έρευνα για την παραβίαση δεδομένων, Verizon 2016).

Μετά τις 25 Μαΐου 2018, κάθε ξενοδοχείο, ανεξάρτητα από το μέγεθος του, εφόσον επεξεργάζεται προσωπικά δεδομένα κατοίκων της ΕΕ, πρέπει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του Κανονισμού.

Καταγραφή και Χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Με τον όρο «Δεδομένα Προσωπικού Χαρακτήρα» νοείται οποιαδήποτε πληροφορία που αφορά ένα φυσικό πρόσωπο, είτε σχετίζεται με την ιδιωτική, επαγγελματική ή δημόσια ζωή του, σε ψηφιακή ή σε φυσική μορφή.

Μπορεί να είναι οτιδήποτε από όνομα, διεύθυνση κατοικίας, φωτογραφία, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τραπεζικά στοιχεία, αναρτήσεις σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, ιατρικές πληροφορίες, διατροφικές προτιμήσεις ή διεύθυνση IP ενός υπολογιστή.

Σε ένα ξενοδοχείο, τέτοιες προσωπικές πληροφορίες μπορεί να διατίθενται σε όλα σχεδόν τα ξενοδοχειακά τμήματα, όπως για παράδειγμα, πωλήσεις και μάρκετινγκ, κρατήσεις, φαγητό / ποτό, κέντρο αναψυχής ή spa.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό, τα προσωπικά δεδομένα, πρέπει να συλλέγονται για σαφείς και νόμιμους σκοπούς και δεν μπορούν να επεξεργαστούν περαιτέρω κατά τρόπο αντίθετο με τους σκοπούς που περιγράφηκαν αρχικά. Για παράδειγμα, λαμβάνοντας μια διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατά την κράτηση και στη συνέχεια χρησιμοποιώντας τη, χωρίς περαιτέρω συγκατάθεση, για το μάρκετινγκ ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε μεταγενέστερο στάδιο.

Το ξενοδοχείο πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι πελάτες γνωρίζουν τις συγκεκριμένες χρήσεις των δεδομένων τους.

Συνεπώς, το ξενοδοχείο πρέπει να αναπτύξει μια στρατηγική για τη λήψη συναίνεσης του πελάτη, με την κατάλληλη μορφή, πριν από την έναρξη ισχύος του Κανονισμού.

Προμηθευτές του ξενοδοχείου

Στο πλαίσιο της συμμόρφωσης με τον Κανονισμό, πρέπει να επανεξεταστούν οι συμβάσεις συνεργασίας του ξενοδοχείου με τους προμηθευτές του που χρησιμοποιούν τα προσωπικά δεδομένα των επισκεπτών, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών παροχής υπηρεσιών εστίασης, των συνεργείων καθαριότητας, των παρόχων υπηρεσιών φυσικής και ηλεκτρονικής ασφάλειας, των online ταξιδιωτικών πρακτορείων, των μεταφορικών εταιρειών, κα.

Το ξενοδοχείο, ως Υπεύθυνος Επεξεργασίας Δεδομένων, πρέπει να δώσει έμφαση στο σχεδιασμό συμβάσεων συνεργασίας με τους παραπάνω, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Κανονισμού. Επίσης, για να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα αυτά δεν θα παραμείνουν περισσότερο από ό,τι είναι απαραίτητο, πρέπει να οριστούν χρονικά όρια από το ξενοδοχείο για διαγραφή ή για περιοδική αναθεώρηση. Επιπρόσθετα, το ξενοδοχείο οφείλει να λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για να πιστοποιείται ότι τα στοιχεία προσωπικών δεδομένων που είναι ανακριβή, διορθώνονται ή και διαγράφονται.

Τι νέο εισάγει ο Κανονισμός

Σήμερα, οι κανόνες σχετικά με τη συλλογή στοιχείων επισκεπτών (ή δυνητικών επισκεπτών) είναι κάπως ευέλικτοι. Οι ξενοδόχοι μπορούν να αξιοποιούν τη δυνατότητα opt-out και τη σιωπηρή συγκατάθεση για την εγγραφή πελατών σε διάφορα ενημερωτικά δελτία και καμπάνιες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Τα γενικευμένα αιτήματα συγκατάθεσης και ένας μεγάλος αριθμός λιστών με ονόματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε το ξενοδοχείο να προσεγγίσει πιθανούς επισκέπτες.

Όλα αυτά αλλάζουν στο πλαίσιο του Κανονισμού. Η απαίτηση για σαφή και διαφανή συγκατάθεση του πελάτη σημαίνει ότι το ξενοδοχείο πρέπει να του εξηγήσει:
• τι δεδομένα συλλέγει,
• γιατί συλλέγει αυτά τα δεδομένα
• ποιος τα ζητάει (ποιος είναι ο Υπεύθυνος Επεξεργασίας) και
• ποιος άλλος θα έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι τα φυσικά πρόσωπα να γνωρίζουν με σαφήνεια τι πληροφορίες θέλει το ξενοδοχείο και τι σχεδιάζει να κάνει με αυτές.

Ωστόσο, το δύσκολο μέρος για το ξενοδοχείο είναι ότι η συναίνεση που κάποιος τους παρέχει, ισχύει μόνο για το σκοπό που έχει δηλωθεί ρητά.

Σήμερα, το ξενοδοχείο μπορούσε να αντλήσει τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μια φορά και στη συνέχεια να την επαναχρησιμοποιεί σε καμπάνιες και ενημερωτικά δελτία. Ωστόσο, με τη θέσπιση του Κανονισμού, αυτή η «αοριστία» πρέπει να περιοριστεί. Εάν έχετε καταγράψει την ηλεκτρονική διεύθυνση για την αποστολή ενημερωτικού δελτίου, τότε θα πρέπει να ζητήσετε ξανά ρητή συγκατάθεση για μια άλλη προωθητική καμπάνια, ιδιαίτερα μάλιστα όταν πρόκειται για μη συναφή σκοπό.

Τι αλλάζει στο μάρκετινγκ

Συχνά το ξενοδοχείο βασίζεται σε online προωθητικές ενέργειες, ως μια μορφή μάρκετινγκ, όποτε ο Κανονισμός μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη στρατηγική μάρκετινγκ. Ο Κανονισμός αναφέρει ότι οι πελάτες θα πρέπει να έχουν δυνατότητα Opt-in, σε αντίθεση με το σημερινό ευρέως χρησιμοποιούμενο σύστημα opt-out.

Η πρόκληση, από την προοπτική του ψηφιακού μάρκετινγκ, είναι ότι τα ξενοδοχεία πρέπει να είναι απολύτως διαφανή με τον πελάτη, αλλά αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια ‘’βαριά’’ και λιγότερο φιλική ιστοσελίδα, όπου τα πολλά Opt-in πιθανώς θα κουράσουν τον πελάτη.

Το ξενοδοχείο πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει ότι έχει τη συγκατάθεση των πελατών του για την περαιτέρω χρήση των δεδομένων τους για σκοπούς μάρκετινγκ και πρέπει επίσης να έχει καθορίσει ποια δεδομένα επιθυμούν να χρησιμοποιηθούν. Αν αγοραστεί κατάλογος πιθανών πελατών, τότε το ξενοδοχείο πρέπει να έχει λάβει τεκμηρίωση που αποδεικνύει ότι υπήρξε συγκατάθεση χρήσης των δεδομένων από αυτούς τους πελάτες.

Τι πρέπει να γίνει;

Για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον Κανονισμό, το ξενοδοχείο θα πρέπει να σχεδιάσει ορισμένες φαινομενικά προφανείς αλλά μάλλον προσεκτικά σχεδιασμένες ενέργειες για τη διασφάλιση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των πελατών του και την αποφυγή επιπτώσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν από την έλλειψη συμμόρφωσης, οπότε το ξενοδοχείο πρέπει:
• Να καθορίσει τις βασικές του αρχές όσον αφορά τα δεδομένα πελατών (και των εργαζομένων), και να αναγνωρίσει ότι τα δεδομένα ανήκουν στον επισκέπτη και όχι στο ξενοδοχείο.
• Να περιγράψει τον τρόπο συλλογής και διαχείρισης δεδομένων (information flow / data mapping).
• Να θεσπίσει κώδικα δεοντολογίας ή πολιτικής απορρήτου για το ξενοδοχείο και το προσωπικό του.
• Να ορίσει τρόπο ‘’αυτό-ελέγχου’’ του ως προς τη συμμόρφωση με τον Κανονισμό (reporting / monitoring).
• Να τεκμηριώσει γιατί χρειάζεται να επεξεργαστεί τα προσωπικά δεδομένα και πόσο καιρό σκοπεύει να τα διατηρήσει.
• Να διατηρεί δομημένα αρχεία για να αποδείξει ότι προστατεύει τα δεδομένα.
• Να επιτρέπει στους πελάτες την πρόσβαση, τροποποίηση ή τη διαγραφή πληροφοριών.
• Να γνωρίζει τη θέση των δεδομένων που κατέχει. Αυτά τα δεδομένα μπορούν να βρεθούν σε πολλά σημεία (από την ρεσεψιόν και το εστιατόριο μέχρι το σπα και το θυρωρείο) σε υπολογιστές, σε προσωπικά τηλέφωνα, σε φακέλους, σε παλιά αρχεία αρχειοθέτησης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ακόμη και σε post-it που απομένουν στη ρεσεψιόν ή στο back office. Μόλις ληφθούν υπόψη τα παραπάνω, θα πρέπει να ληφθούν αποφάσεις σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης. Οι ενέργειες μπορούν να περιλαμβάνουν τη διαγραφή, την επεξεργασία, την κρυπτογράφηση, την καταστροφή ή την αποθήκευση (σε μια ασφαλή τοποθεσία, όπου είναι εύκολη η πρόσβαση από το προσωπικό, αλλά με ελεγχόμενη πρόσβαση).
• Το προσωπικό του ξενοδοχείου πρέπει να γνωρίζει πώς να συλλέγει, να αποκτά πρόσβαση, να χρησιμοποιεί και να αποκαλύπτει προσωπικές πληροφορίες καθώς και τον τρόπο περιορισμού της πρόσβασης στα δεδομένα κατόχων καρτών. Οι εργαζόμενοι πρέπει επίσης να ενημερώνονται σχετικά με τον τρόπο δημιουργίας ισχυρών κωδικών πρόσβασης και να γνωρίζουν πώς να διαθέτουν σωστά τα έγγραφα που περιέχουν προσωπικά δεδομένα. Τα παραπάνω διασφαλίζονται με εκπαίδευση (από ευαισθητοποίηση μέχρι επιμόρφωση).
• Να αναρτήσει την πολιτική του για την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων και, πιθανώς να καθορίσει τον Υπεύθυνο για την Προστασία των Δεδομένων.
• Να μεριμνήσει για την τοποθέτηση και συντήρηση ασφαλών συστημάτων για την αποφυγή παραβιάσεων δεδομένων και επένδυση σε τεχνολογίες φυσικής και ηλεκτρονικής ασφάλειας.

Κάθε ξενοδοχείο, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, επηρεάζεται από τον Κανονισμό, ανεξάρτητα από το μέγεθος ή την τοποθεσία.

Το ξενοδοχείο που θα κινηθεί, σήμερα, για τη συμμόρφωσή του θα επιβιώνει και αύριο στο νέο ψηφιακό κόσμο.

Τα ανωτέρω θα μπορούσαν να περιγραφούν σε 5 βήματα ως μια συνοπτική προσέγγιση στο πλαίσιο συμμόρφωσης με τον Κανονισμό:

Χαρτογράφηση δεδομένων - Data mapping

Το ξενοδοχείο θα χρειαστεί να σχεδιάσει μια διαδικασία χαρτογράφησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για να καταλάβει τι δεδομένα συλλέγονται, πού φυλάσσονται, και πώς χρησιμοποιούνται, πριν ξεκινήσει τη διαδικασία για την προστασία των δεδομένων.

Αξιολόγηση της ασφάλειας – ΙΤ

Μετά τη χαρτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το ξενοδοχείο πρέπει να ελέγξει και να τεκμηριώσει πόσο ασφαλή είναι τα δεδομένα (σε ψηφιακή και έντυπη μορφή) και να εντοπίσει τυχόν αδυναμίες.

Σχεδιασμός Πολιτικών

Το ξενοδοχείο θα πρέπει να αναθεωρήσει τις τρέχουσες πολιτικές (όπως η πολιτική απορρήτου / privacy policy τους, η πολιτική πρόσβασης στα δεδομένα / subject access request, η πολιτική διατήρησης / retention policy, κλπ) στο πλαίσιο της συμμόρφωσης του με τον Κανονισμό.

Εφαρμογή νέων πολιτικών – διαδικασιών

Εκκίνηση της επίπονης εργασίας ‘’ξεκαθάρισμα σημερινών αρχείων δεδομένων’’ με τη διαγραφή των δεδομένων και αρχείων που δεν χρειάζονται και την επικύρωση των δεδομένων & αρχείων που απαιτούνται.
Εκκίνηση της διαδικασίας για επικοινωνία με τους πελάτες ώστε να ενημερωθούν για τη νέα πολιτική και να επιβεβαιωθούν τα προσωπικά δεδομένα τους και η χρήση τους (σκοπός διεργασίας).

Καταγραφή όλων των τυποποιημένων διαδικασιών λειτουργίας (SOP) και επένδυση στην ευαισθητοποίηση / κατάρτιση όλων των εργαζομένων, για να διασφαλιστεί ότι θα έχουν πλήρη γνώση των νέων διαδικασιών και των επιπτώσεων από την εφαρμογή του Κανονισμού.

Συμμόρφωση reporting & monitoring

Το ξενοδοχείο πρέπει να παρακολουθεί την υλοποίηση, να παρέχει επανεκπαίδευση όταν απαιτείται, να διασφαλίζει τη δημιουργία μιας κουλτούρας για την προστασία της ιδιωτικότητας και την ασφάλεια των δεδομένων, από ενδεχόμενες παραβιάσεις.

Η εφαρμογή του Κανονισμού, της σχετικής νομοθεσίας και των οδηγιών που εκδίδονται, είναι βέβαιο πως συνιστούν ένα …. ταξίδι.


*O κ. Γιώργος Ασημάκης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας Grand Value A.E., εταιρείας του Ομίλου Artion και ο κ. Γιώργος Ζούμπος είναι Σύμβουλος Διοίκησης της Grand Value A.E.

Άρθρα Οδηγός «φορολογικής αναμόρφωσης» - Αναμόρφωση Εξόδων και Εσόδων κατά «κωδικό δηλώσεων» και κατά «λογαριασμό λογιστικής».

$
0
0

Οδηγός «φορολογικής αναμόρφωσης» - Αναμόρφωση Εξόδων και Εσόδων κατά «κωδικό δηλώσεων» και κατά «λογαριασμό λογιστικής».
[Έκδοση 1] (*)


Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος
Ορκωτός ελεγκτής λογιστής – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
Επιστημονικός Συνεργάτης Taxheaven

(*) Ο «Οδηγός» αυτός θα επικαιροποιείται σε τακτά χρονικά διαστήματα, καθώς αναμένουμε : α) Τις αναλυτικές οδηγίες για την συμπλήρωση του Εντύπου Ε3 ( και ιδιαίτερα του « Πίνακα Ε » ( πρώην «Κ» ), β) Οδηγίες για την συμπλήρωση του Εντύπου Ν, του φορολογικού έτους 2017 και γ) Εγκυκλίους που θα διευκρινίζουν θέματα «φορολογικής αναμόρφωσης » .
 


●●●●●●
 


1. Γενικά για την « φορολογική αναμόρφωση » των δαπανών.

1.1 Προϋποθέσεις έκπτωσης των δαπανών


Για την «φορολογική αναμόρφωση», αναφέρονται κυρίως τα άρθρα 22 « Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες» και 23 « Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες» του Ν. 4172/2013.
Βασική εγκύκλιος για την φορολογική αναμόρφωση είναι η : ΠΟΛ.1113/2.6.2015
Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 22, 22Α και 23 του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167Α')


Γενικά
Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) καθιερώνει νέους κανόνες για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρηματικών δαπανών για τους ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα είτε είναι φυσικά πρόσωπα, είτε είναι νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες. Ειδικότερα:
α) με τις διατάξεις του άρθρου 22 τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών με την έννοια ότι κατ' αρχήν εκπίπτουν όλες οι δαπάνες που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης και επιπροσθέτως πληρούν τα λοιπά κριτήρια που τίθενται στο άρθρο αυτό. Το εν λόγω άρθρο πρέπει να εξετάζεται συστηματικά με το άρθρο 23 που αφορά τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες και την παράγραφο 4 του άρθρου 48 σχετικά με τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες που αφορούν τα ενδοομιλικά μερίσματα που απαλλάσσονται από το φόρο. Κατά συνέπεια, ο κανόνας που εισάγεται είναι ότι όποια δαπάνη πληροί τα κριτήρια του άρθρου 22 και συγχρόνως δεν εμπίπτει στον περιοριστικό κατάλογο των μη εκπιπτόμενων δαπανών του άρθρου 23 εκπίπτει,….γ) με τις διατάξεις του άρθρου 23 ορίζονται περιοριστικά οι κατηγορίες δαπανών που δεν εκπίπτουν. Οι μη εκπιπτόμενες δαπάνες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, σε αυτές που λόγω του είδους τους δεν εκπίπτουν χωρίς να απαιτείται η συνδρομή άλλου όρου ή προϋπόθεσης και σε αυτές που δεν εκπίπτουν μόνον κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το τιθέμενο στο άρθρο αυτό αριθμητικό όριο.


Άρθρο 22. Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες
1. Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, οι οποίες πληρούν αθροιστικά τα ακόλουθα κριτήρια, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48, αναφορικά με τις δαπάνες που κατά ρητή διατύπωση του νόμου δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.
2. Ειδικότερα, εκπίπτουν οι δαπάνες που:
α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της.
Συγκεκριμένα, στις δαπάνες της περίπτωσης αυτής εμπίπτει κάθε δαπάνη, που κρίνεται απαραίτητη από τον επιχειρηματία ή τη διοίκηση της επιχείρησης, ανεξάρτητα εάν αυτή πραγματοποιείται δυνάμει νόμιμης ή συμβατικής υποχρέωσης, για την επίτευξη του επιχειρηματικού σκοπού, την ανάπτυξη των εργασιών, τη βελτίωση της θέσης της στην αγορά, εφόσον αυτή ενεργείται στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της και μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία εισοδήματος ή άλλως αποβλέπει στη διεύρυνση των εργασιών της και στην αύξηση του εισοδήματος της (ΣτΕ 2033/2012) ή στην υλοποίηση δράσεων στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Δεν επιτρέπεται, δε, στη φορολογική αρχή να ελέγχει τη σκοπιμότητα και το προσήκον μέτρο των δαπανών αυτών (ΣτΕ 2963/2013, ΣτΕ 1729/2013, ΣτΕ 1604/2011, κ.ά.), εκτός αν τούτο ορίζεται ρητά και ειδικά στο νόμο (π.χ. ενδοομιλικές συναλλαγές).

Επισημαίνεται ότι ως προς τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ισχύουν όσα ειδικότερα αναφέρονται κατωτέρω στην παρούσα.

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, η αξία της οποίας δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.

Ως προς την έννοια της πραγματικής συναλλαγής, διευκρινίζεται ότι οι δαπάνες δεν πρέπει να είναι εικονικές ή μερικώς εικονικές ή ανύπαρκτες, όπως ενδεικτικά είναι η δαπάνη που δεν έχει πραγματοποιηθεί άλλα έχει καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία ή αφορά σε συναλλαγές που δεν είναι πραγματικές ως προς το είδος ή το πρόσωπο ή την αξία αυτών.

Ως προς το ζήτημα της εικονικότητας ως προς το πρόσωπο του εκδότη φορολογικού στοιχείου, επισημαίνεται η προσφάτως εκδοθείσα ΠΟΛ.1071/31.3.2015 εγκύκλιος, με την οποία κοινοποιήθηκε η αριθ. 170/2014 γνωμοδότηση ΝΣΚ, σύμφωνα με την οποία ο καλόπιστος λήπτης φορολογικού στοιχείου εικονικού ως προς το πρόσωπο του εκδότη δύναται να εκπέσει τη σχετική δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδά του.

Επίσης, σημειώνεται ότι η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων, χρεογράφων, υποχρεώσεων, κ.λπ. δεν είναι δαπάνη που αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή, αλλά η όποια δαπάνη θα προκύψει κατά τη μεταβίβαση των υπόψη τίτλων, κ.λπ. ή εξόφληση της σχετικής υποχρέωσης.

Το αν η αξία της συναλλαγής είναι ανώτερη ή κατώτερη της αγοραίας (αρχή των ίσων αποστάσεων) είναι θέμα πραγματικό.

Διευκρινίζεται ότι αυτή εφαρμόζεται μόνο στην περίπτωση των ενδοομιλικών συναλλαγών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 50 του Κ.Φ.Ε.

γ) εγγράφονται στα λογιστικά αρχεία (βιβλία) της επιχείρησης την περίοδο που πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.

Επομένως, οι δαπάνες θα πρέπει να έχουν καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία του φορολογικού έτους που αυτές έχουν πραγματοποιηθεί με βάση τα κατάλληλα δικαιολογητικά.

Διευκρινίζεται ότι η έννοια των δικαιολογητικών είναι ευρύτερη των φορολογικών στοιχείων και περιλαμβάνει κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως ενδεικτικά, στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, απολογιστικά στοιχεία (π.χ. αποσβέσεις), δήλωση στην περίπτωση ιδιοχρησιμοποίησης, κ.λπ.
Ειδικά στην περίπτωση απώλειας των πρωτότυπων φορολογικών στοιχείων, θα λαμβάνονται υπόψη και επικυρωμένα φωτοαντίγραφα των στοιχείων αυτών από τον εκδότη τους.

Σημειώνεται ότι εφόσον πρόκειται για επιχείρηση η οποία σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 δεν έχει υποχρέωση τήρησης βιβλίων, οι δαπάνες του εν λόγω άρθρου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές αναφερόμενες πιο πάνω προϋποθέσεις, πλην αυτής της εγγραφής στα τηρούμενα βιβλία (π.χ. αγρότες που δεν τηρούν βιβλία, απαλλαγή από την τήρηση βιβλίων σύμφωνα με την ΠΟΛ.1007/9.1.2015 Απόφαση ΓΓΔΕ).

Σύμφωνα με τα ανωτέρω οι επιχειρηματικές δαπάνες εκπίπτουν, εφόσον πληρούν αθροιστικά τα κριτήρια του άρθρου 22 και δεν ανήκουν στον περιοριστικό κατάλογο του άρθρου 23 ή της παραγράφου 4 του άρθρου 48.

4. Εάν η διανομή κερδών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 προκύπτει από συμμετοχή σε άλλο νομικό πρόσωπο, ο φορολογούμενος δεν μπορεί να εκπέσει τις επιχειρηματικές δαπάνες που συνδέονται με τη συμμετοχή αυτή.


1.2 Χρόνος έκπτωσης των δαπανών
Αναφορικά με το χρόνο έκπτωσής τους, αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 (π.χ. χρόνος έκπτωσης ασφαλιστικών εισφορών, κ.λπ.).
Οι δαπάνες των οποίων τα δικαιολογητικά εκδίδονται ή λαμβάνονται έως την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αφορούν την κλειόμενη χρήση επίσης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους που αφορούν.

Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω συνιστούν τον γενικό κανόνα έκπτωσης των δαπανών, καθόσον κάθε δαπάνη πρέπει να εξετάζεται ως ξεχωριστή περίπτωση, από την αρμόδια ελεγκτική αρχή, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής.
 

Άρθρο 23. Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες
1. Με τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 καθορίζονται περιοριστικά οι μη εκπιπτόμενες δαπάνες από τα ακαθάριστα έσοδα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων. Ειδικότερα, με τις διατάξεις αυτές ρητά ορίζεται ότι δεν εκπίπτουν:
( Δείτε κατωτέρω : «Κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης » )


●●●
 

ΠΟΛ.1094/30.6.2016. Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες
Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με τα πιο κάτω ζητήματα, σας παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:

....Ε. Χρόνος έκπτωσης δαπανών σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας η οποία ολοκληρώνεται σε επόμενη χρήση

1.
Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό  διευκρινίσθηκε, αναφορικά με τον χρόνο έκπτωσης των επιχειρηματικών δαπανών, ότι αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 (π.χ. χρόνος έκπτωσης ασφαλιστικών εισφορών, κ.λπ.). Οι δαπάνες των οποίων τα δικαιολογητικά εκδίδονται ή λαμβάνονται έως την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αφορούν την κλειόμενη χρήση επίσης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους που αφορούν.

2. Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας, η οποία ολοκληρώνεται το επόμενο φορολογικό έτος, ανεξάρτητα αν το σχετικό δικαιολογητικό εκδίδεται πριν ή μετά την προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού, η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο φορολογικό έτος εντός του οποίου ολοκληρώνεται η παροχή και υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του σχετικού δικαιολογητικού.


●●●

 

Το θέμα του χρόνου τιμολόγησης στις περιπτώσεις παροχής συνεχιζόμενης υπηρεσίας αναδεικνύεται μέσα από μια πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ., μετά από προσφυγή λογιστή στον οποίον επιβλήθηκε ένα αρκετά υψηλό πρόστιμο για μη έκδοση στοιχείων.
Στη συγκεκριμένη Δ.Ε.Δ. θίγεται το ζήτημα, σχετικά με τον χρόνο έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1003/31.12.2014 έτσι όπως έχει τροποποιηθεί, ισχύουν τα ακόλουθα:

11.2.3 ..... Συγκεκριμένα ορίζεται ότι το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της περιόδου στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.

11.2.4 Διευκρινίζεται ότι για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, παροχή υπηρεσιών τήρησης λογιστικών αρχείων από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.) το κρίσιμο στοιχείο είναι το εάν ο πωλητής, βάσει σύμβασης ή της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής δύναται να απαιτήσει/διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των αγαθών ή υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή το έργο που έχει παράξει.

Η αναφορά στο νόμο σε «μέρος της αμοιβής που καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί», υποδηλώνει ότι, βάσει της σχετικής σύμβασης (προφορικής ή έγγραφης) των δύο μερών, γίνεται δεκτή τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας. Η περίπτωση αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση στην οποία:

α) έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται χωρίς να συνδέεται με την πρόοδο της παροχής υπηρεσίας ή του έργου, στην έναρξη ή στη διάρκεια της σχετικής περιόδου, ποσό ή ποσά έναντι του συνολικού τιμήματος (προκαταβολή), ακόμη και μέχρι πλήρους εξόφλησης του τιμήματος, και

β) έχει συμφωνηθεί ότι η υπηρεσία ή το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος της σχετικής περιόδου.

Για το θέμα αυτό δείτε και τα σχόλια στο 23/2/2018 briefing της ημέρας στο taxheaven .


●●●

 


Ο χρόνος έκπτωσης δαπάνης από λογαριασμούς κοινής ωφέλειας - Τι δεν θεωρείται ως συνεχιζόμενη υπηρεσία και οι διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης
Η φορολογική έκπτωση συνεχιζόμενης υπηρεσίας κατά την ΠΟΛ.1094/30.6.2016


Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις διατάξεις του ν. 4172/2013, και ειδικότερα τις γενικές αρχές που καθιερώνονται από το συνδυασμό των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 8, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 21-28 και 47 (Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα), η βάση για τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών μιας οντότητας είναι η αρχή του δεδουλευμένου, όπως αυτή εξειδικεύεται κατά τους λογιστικούς κανόνες.

Ειδικότερα, η περ. (γ) του άρθρου 22 ορίζει ότι εκπίπτουν οι δαπάνες που «εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά» (δική μας έμφαση).

Με βάση τις ανωτέρω ρυθμίσεις του ν. 4172/2013, εκδόθηκε η ερμηνευτική ΠΟΛ.1113/2.6.2015 (παρ. 1) η οποία ρητά αναφέρει ότι «οι επιχειρηματικές δαπάνες εκπίπτουν, εφόσον πληρούν αθροιστικά τα κριτήρια του άρθρου 22 και δεν ανήκουν στον περιοριστικό κατάλογο του άρθρου 23 ή της παραγράφου 4 του άρθρου 48. Αναφορικά δε με το χρόνο έκπτωσής τους, αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 (π.χ. χρόνος έκπτωσης ασφαλιστικών εισφορών, κ.λπ.). Οι δαπάνες των οποίων τα δικαιολογητικά εκδίδονται ή λαμβάνονται έως την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αφορούν την κλειόμενη χρήση επίσης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους που αφορούν».

Εν συνεχεία, με την ΠΟΛ.1094/30.6.2016, η οποία εκδόθηκε για την συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2.6.2015, ερμηνεύτηκε από τη φορολογική διοίκηση ότι «σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας, η οποία ολοκληρώνεται το επόμενο φορολογικό έτος, ανεξάρτητα αν το σχετικό δικαιολογητικό εκδίδεται πριν ή μετά την προθεσμία κλεισίματος του ισολογισμού, η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο φορολογικό έτος εντός του οποίου ολοκληρώνεται η παροχή και υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του σχετικού δικαιολογητικού». (ΠΟΛ.1094/30.6.2016 σημείο Ε.2).

Δηλαδή, παρατηρούμε ότι στην περίπτωση της συνεχιζόμενης υπηρεσίας, η φορολογική διοίκηση φαίνεται να υιοθετεί για την έκπτωση της σχετικής δαπάνης την έννοια του «οφειλόμενου», κατ΄ αναλογία της έννοιας του απαιτητού που εισάγει ο ν. 4172/2013 για την αναγνώριση του εσόδου, την οποία υιοθετούν και τα Ε.Λ.Π. (ν. 4308/2014) για τον καθορισμό του χρόνου έκδοσης τιμολογίου.

Ανεξάρτητα από το εάν η παρέκκλιση που εισήγαγε η ΠΟΛ.1094/30.6.2016 από την γενική αρχή του δεδουλευμένου του ν. 4172/2013 και από τους ερμηνευτικούς κανόνες της αρχικής ΠΟΛ.1113/2.6.2015, έχει στέρεο νομικό έρεισμα και είναι δικαιολογημένη, έχει υποστηριχτεί δημοσίως η άποψη ότι η διάταξη της ΠΟΛ.1094/30.6.2016 στην περίπτωση της συνεχιζόμενης υπηρεσίας, έχει εφαρμογή και για τους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας γενικά, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας, του φυσικού αερίου, των τηλεπικοινωνιών και της ύδρευσης, που τιμολογούνται σε καθορισμένα εκ των προτέρων χρονικά διαστήματα, π.χ. μήνας, τρίμηνο, κτλ.

Η άποψη αυτή, βάσει των διατάξεων της ενσωματωμένης στο εσωτερικό μας δίκαιο ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αλλά και σύμφωνα με την πάγια πρακτική των συναλλαγών, είναι απόλυτα εσφαλμένη. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 1 του άρθρου 15 της Οδηγίας 2006/112/ΕΕ, η οποία ενσωματώθηκε στο άρθρο 5 του Κώδικα ΦΠΑ (παράδοση αγαθών – ν. 2859/2000), ορίζει ότι εξομοιώνονται με ενσώματα αγαθά η ηλεκτρική ενέργεια, το αέριο, η θερμότητα, η ψύξη και παρόμοια αγαθά. Επομένως, η πώληση ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και νερού ύδρευσης, είναι συνεχιζόμενη παροχή αγαθών και σε καμία περίπτωση η πώληση αυτών δεν συνιστά συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσίας.

Συνεπώς, η θέση της φορολογικής διοίκησης για την έκπτωση των δαπανών συνεχιζόμενης υπηρεσίας στο χρόνο στον οποίο ολοκληρώνεται και υπάρχει υποχρέωση έκδοσης του σχετικού δικαιολογητικού, δεν μπορεί να έχει εφαρμογή για την περίπτωση των δαπανών ηλεκτρικής, θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας, φυσικού αερίου, ύδατος και παρόμοιων αγαθών.
Έχει ωστόσο εφαρμογή στην περίπτωση συναλλαγών που αφορούν υπηρεσίες κατά την έννοια του νόμου, όπως οι τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρονικές υπηρεσίες κτλ.

Σημειώνεται ότι η δαπάνη ηλεκτρικής ενέργειας, και ενδεχομένως ύδρευσης σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική για αρκετές επιχειρήσεις. Επομένως, εσφαλμένη φορολογική αντιμετώπιση των σχετικών δαπανών θα δημιουργήσει, άνευ λόγου, σοβαρά προβλήματα σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου.

Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η ρύθμιση της ΠΟΛ.1094/30.6.2016 περί έκπτωσης των δαπανών συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας, δημιουργεί, άνευ λόγου και οποιουδήποτε ουσιαστικού δημοσιονομικού οφέλους, διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης. Δηλαδή, οδηγούνται οι επιχειρήσεις σε πρόσθετο γραφειοκρατικό κόστος. Η αναγνώριση τέτοιων διαφορών είναι αναπόφευκτη, ιδίως για εκείνες τις επιχειρήσεις που έχουν σημαντικές δαπάνες για τέτοιες υπηρεσίες, ενώ η καθιερωμένη διαχρονικά πρακτική (και με βάση τις διατάξεις τον 4172/2013), είναι η αναγνώριση των δαπανών βάσει της αρχής του δεδουλευμένου.

Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω, υπάρχει ένα ζήτημα που, για λόγους νομικής ασφάλειας και μείωσης κόστους συμμόρφωσης, μπορεί και πρέπει να ρυθμιστεί από τη φορολογική διοίκηση, και αφορά σχεδόν το σύνολο των επιχειρήσεων, που μετά το τέλος κάθε έτους λαμβάνουν τουλάχιστον 3-4 λογαριασμούς κοινής ωφέλειας (ηλεκτρική ενέργεια, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες, κλπ.), που εν μέρει αφορούν την κλειόμενη και εν μέρει την επόμενη περίοδο. Κατά το γράμμα του φορολογικού νόμου, για όλα αυτά τα παραστατικά, που ανέρχονται σε εκατομμύρια σε όλη τη χώρα, και ανεξαρτήτως ποσού, οι λογιστές πρέπει να προβούν σε μερισμό στις δύο περιόδους. Ο μερισμός αυτός είναι ένα πολύ σοβαρό γραφειοκρατικό κόστος συμμόρφωσης, χωρίς κανένα ουσιαστικό δημοσιονομικό όφελος.

Ως εκ τούτου, και με δεδομένο ότι η φορολογική διοίκηση έχει ήδη δεχθεί ερμηνευτικά σε ορισμένες περιπτώσεις την παρέκκλιση από την αρχή του δεδουλευμένου, κρίνεται σκόπιμο να γίνει επίσημα δεκτό, κάτι που ενδεχομένως γίνεται στην πράξη, ότι τέτοιας φύσεως παραστατικά μέχρι ενός ορισμένου ποσού (π.χ. μέχρι 300 ή 500 ευρώ) μπορεί να εκπίπτουν στο χρόνο έκδοσής τους, εφόσον η μέθοδος αυτή ακολουθείται παγίως.

Μια τέτοια προσέγγιση, εδράζεται στην αρχή του ουσιώδους που ισχύει διεθνώς στα λογιστικά πρότυπα, ενώ στην πράξη μπορεί να εφαρμόζεται και στη φορολογική πρακτική.

Κ. Καραμάνης -Δ. Λεβεντάκης - Κ. Κουλογιάννης


 


●●●●●●
 



1.3 Φορολογική μεταχείριση δαπανών τις οποίες μία επιχείρηση επαναχρεώνει σε άλλες εταιρείες.

Αρ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1111174 ΕΞ 2017
Φορολογική μεταχείριση δαπανών τις οποίες μία επιχείρηση επαναχρεώνει σε συνδεδεμένες σε αυτή εταιρείες ή σε τρίτες εταιρείες (πελάτες της)

.......Με βάση στοιχεία που έχουν περιέλθει στην υπηρεσία μας τόσο από γραπτά όσο και από προφορικά ερωτήματα προκύπτει ότι εταιρείες βάσει σύμβασης που έχουν συνάψει με πελάτες τους (ανεξάρτητες επιχειρήσεις) επαναχρεώνουν σε αυτούς δαπάνες, όπως κόστη παροχής υπηρεσιών, διοικητικά κόστη, χρηματοοικονομικά κόστη, καθώς και δαπάνες οι οποίες περιλαμβάνονται στις αναφερόμενες μη εκπιπτόμενες δαπάνες του άρθρου 23 του ν.4172/2013 (π.χ. της περ. ι' του άρθρου 23 που αφορούν στη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, σίτιση και διαμονή φιλοξενούμενων προσώπων). Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση εταιρειών που δεν έχουν ενταχθεί στις διατάξεις του ν.89/1967 και έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών προς συνδεδεμένες επιχειρήσεις για τις οποίες και προβαίνουν σε δαπάνες τις οποίες επαναχρεώνουν σε αυτές.

2.......Το αν η αξία της συναλλαγής είναι ανώτερη ή κατώτερη της αγοραίας (αρχή των ίσων αποστάσεων) είναι θέμα πραγματικό. Διευκρινίζεται ότι αυτή εφαρμόζεται μόνο στην περίπτωση των ενδοομιλικών συναλλαγών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 50 του Κ.Φ.Ε.


....5. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι προκειμένου για την έκπτωση των δαπανών θα πρέπει να ισχύουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ΚΦΕ, δηλαδή δαπάνες που δεν αφορούν στην επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης και τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της δεν εκπίπτουν. Οι ίδιες προϋποθέσεις ισχύουν και για τις δαπάνες εκείνες που επαναχρεώνονται προς τον πελάτη εταιρείας βάσει σχετικής σύμβασης που έχει υπογραφεί με αυτόν. Όσον αφορά δε την επαναχρέωση δαπανών προς συνδεδεμένες εταιρείες μετά την εφαρμογή των προϋποθέσεων του άρθρου 22 του ΚΦΕ εφαρμογή θα έχουν τα ειδικότερα αναφερόμενα με βάση το άρθρο 50 ΚΦΕ περί ενδοομιλικών συναλλαγών.

6. Επομένως, βάσει των ανωτέρω, η έκπτωση των δαπανών που μία εταιρεία επαναχρεώνει είτε σε συνδεδεμένες σε αυτή εταιρείες είτε σε τρίτες εταιρείες (πελάτες της) δεν εκπίπτουν λόγω της επαναχρέωσης αυτής και μόνο, αλλά εξαρτάται από το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ΚΦΕ ή όχι, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48, αναφορικά με τις δαπάνες που κατά ρητή διατύπωση του νόμου δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. Κατά συνέπεια, δαπάνες που επαναχρεώνονται και περιλαμβάνονται στις περιοριστικά κατονομαζόμενες μη εκπιπτόμενες δαπάνες του άρθρου 23 δεν εκπίπτουν.
Είναι προφανές ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 εφαρμόζονται και για τις εταιρείες εκείνες που δέχονται την επαναχρέωση. Ωστόσο τονίζεται ότι σκόπιμη και προς διευκόλυνση του ελέγχου, προκειμένου για την έκπτωση των δαπανών, θα ήταν η επαναχρέωση κάθε δαπάνης διακεκριμένα και όχι του συνόλου αυτών.

 


●●●●●●
 



2. Έντυπο « Κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης » ( Χρήσης 2017 )




Σε σχέση με το έντυπο της προηγούμενης χρήσης προστέθηκαν οι κωδικοί : (1) 2024. (2) 2025 και (3) 2026


●●●●●●
 


Σχετικά με τις ανωτέρω κατηγορίες σημειώνουμε τα εξής :

1-14 ) [ Κωδικοί 2001 – 2013 & 2023 ] Οι δεκατέσσερεις περιπτώσεις δαπανών του άρθρου 23 του Ν. 4172/2013, οι οποίες δεν εκπίπτουν .

1) [ Κωδικός 2001 ]. Τόκοι από δάνεια που λαμβάνει μία επιχείρηση από τρίτους.

[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
65.06 Τόκοι και έξοδα λοιπών βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων ]


α) Οι τόκοι από δάνεια που λαμβάνει μία επιχείρηση από τρίτους, εκτός από τα τραπεζικά, διατραπεζικά και ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες, κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν, εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Το σχετικό επιτόκιο που λαμβάνεται υπόψη είναι το τελευταίο επίσημα δημοσιευμένο επιτόκιο της πλησιέστερης χρονικής περιόδου πριν την ημερομηνία δανεισμού, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος.

Επομένως, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων το υπερβάλλον ποσό των τόκων που προκύπτει για την επιχείρηση, όταν το επιτόκιο δανεισμού είναι μεγαλύτερο από το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και ως εκ τούτου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα οι τόκοι που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους μέχρι το ποσό των τόκων που θα προέκυπτε εάν το δάνειο αφορούσε αλληλόχρεο λογαριασμό προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.
Επισημαίνεται ότι στην έννοια των δανείων που λαμβάνει μία επιχείρηση από τρίτους περιλαμβάνονται όλα τα δάνεια, εκτός των δανείων από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και των ομολογιακών δανείων που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες, που λαμβάνει μία επιχείρηση από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την έννοια των διατάξεων της περ. β' του άρθρου 2 του ν. 4172/2013.

Επομένως, οι τόκοι από τραπεζικά δάνεια, διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν οι ανώνυμες εταιρείες, εκπίπτουν στο σύνολό τους με την επιφύλαξη του άρθρου 49 του νόμου αυτού. Στην έννοια των τόκων εμπίπτουν και οι τόκοι υπερημερίας από δανειακή σύμβαση, καθόσον ακολουθούν τη σύμβαση αυτή.

Επισημαίνεται ότι προκειμένου για τόκους δανείων που καταβάλλονται προς μη συνδεδεμένες επιχειρήσεις μετά την εφαρμογή της υπόψη περ. α' θα έχουν εφαρμογή στη συνέχεια οι διατάξεις του άρθρου 49 του Κ.Φ.Ε περί υποκεφαλαιοδότησης.

Ειδικά στην περίπτωση δανείων μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων κατά την έννοια των διατάξεων της περ. ζ' του άρθρου 2 του ν.4172/2013, και με την προϋπόθεση ότι αθροιστικά πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 22, εφαρμόζονται αποκλειστικά οι ειδικότερες διατάξεις του άρθρου 50 του Κ.Φ.Ε., περί εφαρμογής της αρχής των ίσων αποστάσεων και των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για τις ενδοομιλικές συναλλαγές και όχι οι διατάξεις της περ. α' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού. Επιπλέον, όπως έχει ήδη διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1037/2.2.2015 εγκύκλιό μας, στην περίπτωση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων μετά την εφαρμογή του άρθρου 50 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 49 περί υποκεφαλαιοδότησης.

Για την καλύτερη κατανόηση όλων των ανωτέρω, παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα:

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Τον Μάιο του 2015 η επιχείρηση Α λαμβάνει δάνειο 200.000.000 ευρώ από μη συνδεδεμένη επιχείρηση με επιτόκιο 12%. Επίσης, λαμβάνει δάνειο 100.000.000 ευρώ από συνδεδεμένη επιχείρηση με επιτόκιο 10% και τραπεζικό δάνειο 300.000.000 ευρώ με επιτόκιο 11%. Το επιτόκιο δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις της το Μάρτιο του 2015, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι 6,25%.

Για την εφαρμογή της περίπτωσης α' του άρθρου αυτού θα υπολογιστούν μόνο οι τόκοι του δανείου από τη μη συνδεδεμένη επιχείρηση. Ειδικότερα, οι πληρωτέοι τόκοι υπολογίζονται σε 24.000.000 ευρώ (200.000.000 x 12%). Αν ληφθεί υπόψη το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, οι πληρωτέοι τόκοι υπολογίζονται σε 12.500.000 ευρώ (200.000.000 x 6,25%). Η διαφορά των 11.500.000 ευρώ δεν εκπίπτει. Για τους τόκους του δανείου από τράπεζα 33.000.000 ευρώ (300.000.000 x 11%), οι οποίοι εκπίπτουν στο σύνολό τους, καθώς και για το ποσό των 12.500.000 ευρώ, ήτοι συνολικά 45.500.000 ευρώ, θα έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο άρθρο 49 του Κ.Φ.Ε. Για τους τόκους του δανείου από συνδεδεμένες επιχειρήσεις θα έχουν εφαρμογή καταρχήν οι διατάξεις του άρθρου 50 και στη συνέχεια εκείνες του άρθρου 49.
Στην έννοια των τόκων δανείων της παρούσας παραγράφου δεν εμπίπτει η ζημία, η οποία προκύπτει σε βάρος επιχείρησης λόγω εκχώρησης απαιτήσεών της σε εταιρεία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) του ν. 1905/1990 (τράπεζα ή ανώνυμη εταιρεία) ή σε αλλοδαπή εταιρεία factoring, η οποία λειτουργεί νόμιμα στην αλλοδαπή ή στην περίπτωση εκχώρησης απαιτήσεων σε ημεδαπή ή αλλοδαπή εταιρεία, αλλά η ζημία αυτή εξετάζεται υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 22 του ν. 4172/2013. ( ΠΟΛ.1113/2.6.2015 )
 

●●●●●●




2) [ Κωδικός 2002 ]. Τρόπος εξόφλησης δαπάνης , άνω των 500 ευρώ.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
60.02 Παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
61 ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΤΡΙΤΩΝ
62.07 Επισκευές και συντηρήσεις
64 ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΞΟΔΑ

Πιο εύκολο μάλλον είναι ο έλεγχος της «πληρωμής » είναι να γίνει μέσω του λογ/μου 38.00 Ταμείο. ]

β) Κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ,
από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής. Για την περίπτωση αυτή έχουν παρασχεθεί αναλυτικές οδηγίες με τις ΠΟΛ.1216/1.10.2014 και ΠΟΛ.1079/6.4.2015 εγκυκλίους .
Με βάση λοιπόν τις ερμηνευτικές (αναφέρονται στο τέλος του άρθρου) προκύπτουν τα εξής:
 

Α. ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΟ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΟΝ «ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ».


(1) Δαπάνες που υπάγονται [ Κατωτέρω δείτε και σχετικές εξαιρέσεις ]
Δεν εκπίπτει φορολογικά κάθε είδους δαπάνη, που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των €500, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.
Για την εφαρμογή της περίπτωσης αυτής, στην έννοια της αγοράς των αγαθών και της λήψης των υπηρεσιών εμπίπτουν :
α) οι αγορές πρώτων και βοηθητικών υλών, εμπορευμάτων, υλικών,
β) παγίων, κ.λπ.,
γ) οι πάσης φύσεως δαπάνες της επιχείρησης καθώς και οι πάσης φύσεως υπηρεσίες που λαμβάνει η επιχείρηση
 

(2) Υπαγόμενες επιχειρήσεις και ευθύνες Λογιστών
Υπάγονται όλες οι επιχειρήσεις ανεξαρτήτως της κατηγορίας τήρησης βιβλίων ( απλογραφικά ή διπλογραφικά ) και ανεξαρτήτως της νομικής μορφής και του σκοπού των.
Σημειώνουμε ότι, με βάση το άρθρο 38. «Ρυθμίσεις θεμάτων λογιστών – φοροτεχνικών», του Ν. 2873/2000 ισχύουν τα εξής : « 3. Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ορθή μεταφορά των οικονομικών δεδομένων από τα στοιχεία στα βιβλία, για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία. Επίσης, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. …. 5.Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος προβλέπονται οι ακόλουθες κυρώσεις: α) Για τους υπόχρεους επιτηδευματίες αυτοτελές πρόστιμο, κατά τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν.2523/1997…. β) Για τους υπεύθυνους σύνταξης των δηλώσεων επιβάλλεται πρόστιμο της τάξεων του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν.2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου, αν οι δηλώσεις είναι ανακριβείς σε σχέση με τα προκύπτοντα από τα βιβλία και στοιχεία δεδομένα και ο υπόχρεος επιτηδευματίας, συνεπεία αυτής της ανακρίβειας, δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε επιστροφή ποσού πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) του προκύπτοντος φόρου, ο οποίος υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών. Το πρόστιμο αυτό είναι αυτοτελές ανά δήλωση. [Δείτε για το θέμα αυτό και το άρθρο του κόμβου : « Υποχρεώσεις λογιστών - Συνέργεια στην τέλεση εγκλημάτων φοροδιαφυγής (Νομοθετική και πρακτική επισκόπηση) » της Κας ΝΕΝΑ Π. ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ, Δικηγόρου.]

Στις περιπτώσεις τήρησης «απλογραφικών βιβλίων», υπάρχει σημαντικό πρόβλημα και απαιτείται σημαντικός χρόνος, για την εξεύρεση των ενδεχόμενων «λογιστικών διαφορών », που προκύπτουν εξαιτίας της μη πληρωμής με τον προβλεπόμενο από το άρθρο 23 περ. β, τρόπο. Πρέπει να σημειώσουμε, ότι στην περίπτωση των « απλογραφικών βιβλίων» δεν προκύπτει η υποχρέωση λογιστικής παρακολούθησης των πληρωμών και εισπράξεων εκ μέρους του Λογιστή,

Λογιστές καθώς και Ενώσεις Λογιστών ( π.χ. Σ.Ε.Ε.Λ.Φ.Ο.Καρδίτσας ) , με σκοπό τον περιορισμό της τυχόν ευθύνης των Λογιστών , έχουν προτείνει την υιοθέτηση «υπεύθυνης δήλωσης (άρθρο 8 Ν.1599/1986)» που θα υπογράφεται από τον επιχειρηματία ή τον διαχειριστή και η οποία θα αναφέρει μεταξύ άλλων ότι : «Όλα τα παραστατικά αξίας άνω των πεντακοσίων (500,00€), έχουν εξοφληθεί με τους προβλεπόμενους από τις κείμενες διατάξεις τρόπους, (κατάθεση σε λογαριασμό του προμηθευτή, έκδοση επιταγής, δίγραμμη επιταγή, χρεωστική ή πιστωτική κάρτα κλπ.).»

( 3) Υπαγόμενες συναλλαγές σχετικά με τον αντισυμβαλλόμενο
Εμπίπτει κάθε δαπάνη ( αξίας άνω των €500 ), από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή και
Στις υπόψη διατάξεις εμπίπτουν και οι περιπτώσεις εξόφλησης δαπανών που αφορούν στην αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών από πρόσωπα που δεν έχουν υποχρέωση έκδοσης στοιχείου .

(4) Όριο ένταξης
Ως αξία συναλλαγής λαμβάνεται υπόψη το καθαρό ποσό της αξίας της συναλλαγής, προ ΦΠΑ, εφόσον είναι 500,01 και παραπάνω
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α: ΟΡΙΣΜΟΙ του Ν. 4308/2014 ( Ε.Λ.Π ) : « Συναλλαγή (Transaction): Συναλλαγή είναι κάθε πράξη μεταξύ της οντότητας και ενός ή περισσότερων συμβαλλομένων, η οποία δημιουργεί μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία και / ή τις υποχρεώσεις αυτής, όπως για παράδειγμα η πώληση ή ανταλλαγή αγαθών, ή η λήψη ενός δανείου, συμπεριλαμβανομένων μεταβολών σε ενδεχόμενα περιουσιακά στοιχεία και ενδεχόμενες υποχρεώσεις.»

(5) Περιπτώσεις πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών για λογαριασμό τρίτου.
Με τραπεζικό μέσο πληρωμής αποκλειστικά και μόνο εξοφλούνται, μερικά ή ολικά και οι συναλλαγές αξίας άνω των €500, στις περιπτώσεις πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών για λογαριασμό τρίτου. Δηλαδή, ο αντιπρόσωπος – εντολοδόχος πρέπει να πληρωθεί με τραπεζικό μέσο πληρωμής και να αποδώσει το προϊόν της πώλησης (ποσό) στον εντολέα του, εφόσον προκύπτει αξία άνω των €500 ανά εκκαθάριση μετά την αφαίρεση από αυτόν της προμήθειας που δικαιούται, με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.

(6) Περιπτώσεις προκαταβολών έναντι της αξίας του προς αγορά αγαθού
Σε περίπτωση που καταβάλλονται προκαταβολές έναντι της αξίας του προς αγορά αγαθού ή υπηρεσίας ή όταν πραγματοποιούνται τμηματικές καταβολές που αφορούν συναλλαγές συνολικού ύψους άνω των €500, απαιτείται η χρήση τραπεζικού μέσου, ανεξαρτήτως του ποσού της κάθε τμηματικής καταβολής ή προκαταβολής.

Β. ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ.
(1) Εξαιρέσεις λόγω ορίου δαπανών

Εξαιρούνται οι περιπτώσεις στις οποίες το καθαρό ποσό της αξίας της συναλλαγής, προ ΦΠΑ είναι 500 ευρώ και μικρότερο( Φυσικά πρέπει για την φορολογική έκπτωση της δαπάνης να πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των άρθρων 22, και 23 του ν. 4172/2013 ).

(2) Εξαιρέσεις λόγω κατηγοριών δαπανών
Η εξόφληση με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, δεν απαιτείται ( ανεξαρτήτως ύψους του ποσού ) για τις παρακάτω κατηγορίες δαπανών:

α1. Mισθούς, ημερομίσθια προσωπικού, έκτακτες αμοιβές προσωπικού, αμοιβές καταβαλλόμενες σε υπαλλήλους πέραν των συμβατικών ή νομίμων, πάγια μηνιαία αποζημίωση η οποία συνιστά συγκεκαλλυμένη επαύξηση μισθού, που χορηγούνται από τον εργοδότη στον εργαζόμενο, καθόσον οι ανωτέρω δαπάνες δεν αφορούν στη λήψη υπηρεσιών αλλά στην παροχή μισθωτής εργασίας

α2. Απολαβές διευθυντών ή μελών του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,


β. Μισθώματα ακινήτων, καθότι δεν πρόκειται για λήψη υπηρεσιών αλλά για χρήση μισθίου (εισόδημα από κεφάλαιο για τον εκμισθωτή, σχετ. άρθρο 39 ν4172/2013).

γ. Τόκους και συναφή έξοδα, καθόσον δεν εμπεριέχουν τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά της παροχής υπηρεσίας


(3) Εξαιρέσεις λόγω «λογιστικών συμψηφισμών»
Σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ταυτόχρονα προμηθευτές και πελάτες, επιτρέπεται να προβούν σε εκατέρωθεν λογιστικούς συμψηφισμούς, εφόσον αυτό δεν αντιβαίνει σε διατάξεις άλλων νόμων. Όταν η διαφορά που απομένει μετά τον συμψηφισμό είναι μεγαλύτερη των 500 ευρώ, τότε για να αναγνωρισθεί το σύνολο των αγορών απαιτείται η εξόφλησή της με τραπεζικό μέσο πληρωμής. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση πώλησης αγαθών μεταξύ υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών με «ανταλλαγή».
ΠΟΛ.1158/24.10.2016 Πρόσθετες διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της περ. β' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 σε περίπτωση συμψηφισμού αμοιβαίων ανταπαιτήσεων αντισυμβαλλομένων.

«……3. Κατόπιν των ανωτέρω, διευκρινίζεται ότι τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1216/1.10.2014 εγκύκλιό μας, αναφορικά με τους λογιστικούς συμψηφισμούς σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ταυτόχρονα προμηθευτές και πελάτες, ισχύουν και για κάθε περίπτωση συμψηφισμού υποχρεώσεων από αγορές αγαθών ή υπηρεσιών με απαιτήσεις έναντι των ίδιων προσώπων που έχουν γεννηθεί από άλλη αιτία (π.χ. απαιτήσεις των αγροτικών συνεταιρισμών έναντι των μελών τους για την κάλυψη της συνεταιριστικής τους μερίδας, απαίτηση για απόδοση των ποσών που εισέπραξε εταιρεία ταχυμεταφορέων - courier - «εισπράκτορα για λογαριασμό τρίτων» κατ' εντολή της επιχείρησης από πελάτες της, κ.λπ.).
Επομένως, σε περίπτωση που οι σχετικές υποχρεώσεις εξοφλούνται δια συμψηφισμού τους με απαιτήσεις έναντι των ίδιων προσώπων, οι αντίστοιχες δαπάνες αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών, κατά το μέρος που διαμορφώνουν το κόστος πωληθέντων κάθε φορολογικού έτους, αναγνωρίζονται ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, ανεξάρτητα από την αιτία προέλευσης των απαιτήσεων αυτών.

Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι σε περίπτωση που, μετά τον συμψηφισμό, η εναπομένουσα υποχρέωση από την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών υπερβαίνει τα 500 ευρώ, η εξόφλησή της θα πρέπει να γίνει με τραπεζικό μέσο πληρωμής προκειμένου να αναγνωρισθεί προς έκπτωση το σύνολο του κόστους πωληθέντων που αναλογεί στις σχετικές αγορές.»
 

(4) Εξαιρέσεις σε περιπτώσεις «ταχυμεταφοράς (courier )», εμπορικών αντιπροσώπων ή εισπρακτόρων .
Σε περίπτωση αγοράς αγαθών που παραδίδονται από επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ταχυμεταφοράς (ταχυμεταφορέας - courier - «εισπράκτορας για λογαριασμό τρίτων») με αντικαταβολή του τιμήματος χωρίς τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής αλλά με μετρητά, τότε η επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ταχυμεταφοράς αναγράφει στο «συνοδευτικό δελτίο ταχυμεταφοράς» (ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ) που υποχρεούται να εκδίδει με βάση τον Κανονισμό Γενικών Αδειών (αριθμ. Απόφ. 686/064 της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων - Ε.Ε.Τ.Τ. /ΦΕΚ 1700Β'/10.07.2013) τον αριθμό και την ημερομηνία του τιμολογίου που εξοφλείται και το ακριβές ποσό των μετρητών που παραλαμβάνει. Η επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ταχυμεταφοράς έχει την υποχρέωση να καταθέσει συνολικά τα ποσά σε τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας εντολέα - πωλητή, εντός δύο (2) ημερών από την έκδοση του ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ. Το αντίγραφο του «συνοδευτικού δελτίου ταχυμεταφοράς» (ΣΥ.ΔΕ.ΤΑ.) που παραδίδεται στον αγοραστή των αγαθών και αναγράφει το ποσό που αυτός κατέβαλε διαφυλάσσεται μέχρι το χρόνο παραγραφής της χρήσης μέσα στην οποία το έλαβε.

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που οι συναλλαγές πραγματοποιούνται μέσω εμπορικών αντιπροσώπων ή εισπρακτόρων, κ.λπ

(5) Εξαιρέσεις σε περιπτώσεις συναλλαγών, που διενεργούνται σε ημέρες και ώρες μη λειτουργίας των τραπεζών ή που για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι δυνατή η εξόφληση με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής

Σε περιπτώσεις συναλλαγών, που διενεργούνται σε ημέρες και ώρες μη λειτουργίας των τραπεζών ή που για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι δυνατή η εξόφληση με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής και καταβάλλονται σε μετρητά ή παραδίδονται συναλλαγματικές οι οποίες εξοφλούνται εκτός τραπεζικού συστήματος, προκειμένου η δαπάνη να αναγνωρισθεί φορολογικά από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, πρέπει :

α) Η εταιρεία που παρέχει την υπηρεσία ή πουλάει τα αγαθά, υποχρεούται να καταθέσει εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την έκδοση του παραστατικού (απόδειξη είσπραξης μετρητών ή παραλαβής συναλλαγματικών εκτός τραπεζικού συστήματος) σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί σε οποιαδήποτε αναγνωρισμένη τράπεζα ή πιστωτικό οργανισμό το ποσό των μετρητών που εισέπραξε.

β) Ο λόγος της αδυναμίας εξόφλησης με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής πρέπει να αναγράφεται πάνω στο σώμα του στοιχείου του Κ.Φ.Α.Σ. ( Ε.Λ.Π ) και να αποδεικνύεται με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζεται και μία δαπάνη η οποία εξοφλήθηκε με μετρητά, εφόσον ο προμηθευτής που έλαβε τα μετρητά προβεί στις ανωτέρω ενέργειες ( α ) και ( β)


(6) Εξαιρέσεις λόγω της « Τραπεζικής Αργίας » [ Αφορά το χρονικό διάστημα : 28 Ιουνίου 2015 έως και 19 Ιουλίου 2015 ]
[Τραπεζική αργία ορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο Πρώτο της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 28ης Ιουνίου 2015, η χρονική περίοδος από 28 Ιουνίου έως και 6 Ιουλίου 2015. Παρατάθηκε μέχρι την 8η Ιουλίου σύμφωνα με την Γ.Δ.Ο.Π.0000937ΕΞ2015/Χ.Π. 2255/6.7.2015, στη συνέχεια μέχρι την 13η Ιουλίου 2015 με την Γ.Δ.Ο.Π.0000945ΕΞ 2015/Χ.Π. 2261/8.7.2015 μέχρι την 15η Ιουλίου με την Γ.Δ.Ο.Π.0000966 ΕΞ2015/Χ.Π. 2297/13.6.2015 με την ΠΝΠ της 14.7.2015 μέχρι την 16η Ιουλίου 2015 και τέλος με την Γ.Δ.Ο.Π. 0000989 ΕΞ2015/Χ.Π.2314/16.7.2015 μέχρι την 19η Ιουλίου ]


Οι δαπάνες που αφορούν σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών και εξοφλούνται κατά το χρονικό διάστημα από 28 Ιουνίου και έως τη λήξη της προβλεπόμενης από την Π.Ν.Π. «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας» (ΦΕΚ 65Α΄/28.06.2015) τραπεζικής αργίας, χωρίς τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα κατά παρέκκλιση των διατάξεων της περ. β΄ του άρθρου 23 του ν.4172/2013. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για την εξόφληση τιμολογίων και γενικά στοιχείων που έχουν εκδοθεί ως και την 28.06.2015. (ΠΟΛ.1143/3.7.2015 )
 

Τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1143/3.7.2015 εγκύκλιό μας σχετικά με την έκπτωση των δαπανών που αφορούν σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών και εξοφλούνται στη διάρκεια της προβλεπόμενης από την Π.Ν.Π. (ΦΕΚ 65Α’/28.06.2015) τραπεζικής αργίας χωρίς τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της περ. β’ του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, ισχύουν και κατά το χρονικό διάστημα ισχύος κάθε μεταγενέστερης παράτασης της διάρκειας της αργίας αυτής. ( ΠΟΛ.1153/15.7.2015 ) .
 

(7) Εξαιρέσεις εξόφλησης λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και νερού με μετρητά.

Με πρόσφατη απόφαση της, ( Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1069397 ΕΞ 2016/26.4.2016 ) η Φορολογική Διοίκηση ΑΝΑΚΑΛΕΣΕ προηγούμενη απόφαση της ΔΕΑΦΒ 1139502 ΕΞ 2015/26.10.2015

Σύμφωνα με την νέα απόφαση ισχύουν τα εξής :
«5. Η εξόφληση των υπόψη δαπανών στα ταμεία (γκισέ) των επιχειρήσεων δεν θέτει εν αμφιβόλω τη διενέργεια πραγματικής ως προς το ύψος συναλλαγής, αφού οι εν λόγω επιχειρήσεις εκδίδουν παραστατικά με βάση καθορισμένη τιμολογιακή πολιτική και γενικούς όρους συναλλαγών στους οποίους προσχωρεί ο καταναλωτής.
6. Κατόπιν των ανωτέρω και για τη διευκόλυνση πλήθους συναλλαγών των καταναλωτών, οι δαπάνες για την προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος και νερού που εξοφλούνται στα ταμεία (γκισέ) των επιχειρήσεων καθώς και στα συμβεβλημένα καταστήματα που πραγματοποιούν εισπράξεις για λογαριασμό τους, εφόσον αποδεικνύονται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά τα οποία φέρουν τα στοιχεία του πελάτη, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι αναγνωρίζονται φορολογικά ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες από το χρόνο έναρξης ισχύος του ν.4172/2013, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της περ. β' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 και ανακαλούμενων των όσων αναφέρονται στο αριθ. πρωτ. ΔΕΑΦΒ 1139502 ΕΞ 2015/26.10.2015 έγγραφό μας.»
( Απόφαση : ΔΕΑΦ Β 1069397 ΕΞ 2016/26.4.2016)


●●●
 


Γ. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ « ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΜΕΣΟΥ ΠΛΗΡΩΜΗΣ »
(1) Η έννοια του « τραπεζικού μέσου πληρωμής»

i. Τραπεζικά μέσα πληρωμής
Ως τραπεζικό μέσο πληρωμής ενδεικτικά νοείται:
α. Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα)
β. Η χρήση χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών της εταιρείας που πραγματοποιεί την πληρωμή
γ. Η έκδοση τραπεζικής επιταγής της επιχείρησης ή η εκχώρηση επιταγών τρίτων
δ. Η χρήση συναλλαγματικών οι οποίες εξοφλούνται μέσω τραπέζης
ε. Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής – ταχυπληρωμής
στ. Η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων
ζ. Η καταβολή σε λογαριασμό πληρωμών του προμηθευτή, που τηρείται στο πιστωτικό ίδρυμα PayPal (Europe) S.ar.l. et Cie, S.C.A.
ii. Ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής
Ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής νοείται, κάθε μέσο πληρωμής κατά την έννοια της περ. ιδ' του άρθ. 62 του ν.4446/2016, που απαιτεί τη μεσολάβηση ενός τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού δικτύου και μπορεί να γίνει ενδεικτικά:
α. Με κάρτες και μέσα πληρωμής με κάρτες (χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες, προπληρωμένες κάρτες (prepaid card))
β. Μέσω λογαριασμού πληρωμών Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών όπως π.χ.:
β1. Με μεταφορά πίστωσης
β2. Με εντολές άμεσης χρέωσης
β3. Με πάγιες εντολές
β4. Με τραπεζικές ή ταχυδρομικές επιταγές
β5. Μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking)
β6. Μέσω ηλεκτρονικού πορτοφολιού (e-wallet)
β7. Με πληρωμή σε γκισέ
β8. Με πληρωμή σε μηχανήματα τύπου «easy-pay»
iii. Πληρωμές μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμής
Η έννοια του «παρόχου υπηρεσιών πληρωμών» ορίζεται με τις διατάξεις της περ. δ' του άρθ. 62 του ν.4446/2016 και είναι ευρύτερη από αυτή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3862/2010. Στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών και τα ιδρύματα πληρωμών, ανεξάρτητα αν έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (Ε.Ε., τρίτες χώρες). Πληρωμές μέσω παρόχου μπορούν να γίνουν ενδεικτικά:
α. Με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα)
β. Με χρήση ταχυδρομικής επιταγής - ταχυπληρωμής
γ. Με κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων
δ. Με χρήση τραπεζικής επιταγής
ε. Με έκδοση επιταγής σε διαταγή του δικαιούχου
 

(2) Εξόφληση δαπάνης, μέσω « τραπεζικού λογαριασμό» τρίτου.
« Από τη γραμματική διατύπωση των διατάξεων προκύπτει, ότι ο νόμος απαιτεί η εξόφληση να γίνεται με τραπεζικό μέσο πληρωμής, προκειμένου να αποδεικνύεται η ύπαρξη και η πραγματοποίηση της συναλλαγής, χωρίς να κάνει διάκριση ως προς το πρόσωπο του καταβάλλοντος, ούτε να θέτει ως προϋπόθεση όπως το πρόσωπο στο οποίο ανήκει ο λογαριασμός μέσω του οποίου εξοφλούνται οι σχετικές δαπάνες να είναι και αυτό που είχε τη σχετική απαίτηση από τον καταβάλλοντα (άμεσα αντισυμβαλλόμενος).
Κατόπιν των ανωτέρω, σε περίπτωση εξόφλησης σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή – πιστωτή από τρίτο πρόσωπο (ημεδαπό ή αλλοδαπό), το οποίο, κατ’ εντολή της επιχείρησης, εξοφλεί τη σχετική υποχρέωση προς απόσβεση ισόποσης υποχρέωσης αυτού προς αυτή, η σχετική δαπάνη εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, αρκεί να αποδεικνύεται με βάση τα κατάλληλα στοιχεία (τραπεζικά παραστατικά ή άλλα έγγραφα) η εξόφληση του προμηθευτή καθώς και ο λόγος εξόφλησης των δαπανών από τον τρίτο.
Ομοίως, σε περίπτωση που, με βάση τα ανωτέρω, η εξόφληση γίνεται, κατ’ εντολή της επιχείρησης, από τρίτο, πελάτη της, προς απόσβεση δικής του υποχρέωσης από αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών από την επιχείρηση, η σχετική δαπάνη αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα του τρίτου με τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις και εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις που τίθενται για την εκπεσιμότητα των δαπανών με τις διατάξεις του ν.4172/2013, παρόλο που ο τραπεζικός λογαριασμός στον οποίο κατατέθηκαν τα μετρητά ή μεταφέρθηκαν τα σχετικά εμβάσματα δεν ανήκει σε πρόσωπο έναντι του οποίου υφίστατο και η σχετική υποχρέωση. (ΠΟΛ.1055/26.4.2016 )
 

(3) Τράπεζα στην οποία τηρείται ο «Λογαριασμός»
Διευκρινίζεται ότι για την εξασφάλιση του δικαιώματος έκπτωσης μιας δαπάνης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της περ. β’ του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, η καταβολή μπορεί να γίνεται και σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή σε αλλοδαπή τράπεζα, του νόμου μη διακρίνοντος. (ΠΟΛ.1055/26.4.2016 )
 

(4) Είδος «Λογαριασμού»
Σε περίπτωση που ο δικαιούχος των αμοιβών είναι φυσικό πρόσωπο που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα αρκεί η καταβολή σε απλό λογαριασμό.
 

 

Δ. ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΕΤΟΣ ΧΩΡΙΣ «ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΜΕΣΟ ΠΛΗΡΩΜΗΣ»
Οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του φορολογικού έτους αλλά δεν έχουν εξοφληθεί στο έτος αυτό, κρίνονται οριστικά, ως προς την εκπεσιμότητά τους, στο φορολογικό έτος που θα λάβει χώρα η εξόφληση αυτών. Στην περίπτωση που στο έτος εξόφλησης των δαπανών διαπιστωθεί ότι οι δαπάνες αυτές εξοφλήθηκαν χωρίς να γίνει χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής (π.χ. με μετρητά), η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση του φορολογικού έτους εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή, προσθέτοντας τα ποσά αυτών των δαπανών ως θετική λογιστική διαφορά.
Δηλαδή η επιχείρηση εκπίπτει κανονικά την δαπάνη στο έτος ( π.χ 2014 ) που καταχώρησε το παραστατικό της δαπάνης και φυσικά δεν χρειάζεται η πληρωμή της στο ίδιο έτος . Εφόσον όμως η εξόφληση της οφειλής στο επόμενο έτος 2015 , έγινε χωρίς τον προβλεπόμενο τρόπο τότε θα πρέπει να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση για το έτος 2014.
Ιδιαίτερα αναλυτικό για το θέμα αυτό είναι και το άρθρο του Κωνσταντίνου Δημ. Γραβιά«Εξόφληση τιμολογίων άνω των 500 ευρώ σε διαφορετικό φορολογικό έτος από την ημερομηνία έκδοσής τους»


Ε. ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΔΑΠΑΝΗΣ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ ΚΑΤ' ΑΡΧΗΝ ΕΙΚΟΝΙΚΟΤΗΤΑ
Η μη εξόφληση των ως άνω δαπανών με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής δεν συνιστά, από μόνη της, εικονικότητα ως προς τη συναλλαγή και δεν έχει ως αποτέλεσμα τον προσδιορισμό του εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του ιδίου νόμου, εφόσον δεν συντρέχουν και άλλοι λόγοι.
 

ΣΤ. ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΝΤΥΠΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΛΟΓΩ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΟΥ ΤΡΟΠΟΥ

α) Καταρχήν προσδιορίζονται οι εξοφλήσεις των προμηθευτών, οι οποίες δεν έγιναν με τον προβλεπόμενο από το άρθρο 23 περ. β, τρόπο. Τα ποσά των περιπτώσεων αυτών διαχωρίζονται σε τρείς κατηγορίας :

i ) Εξοφλήσεις προμηθευτών, τα παραστατικά δαπανών των οποίων, επιβάρυναν το αποτέλεσμα της Χρήσης και για τις οποίες πρέπει να γίνει η κατάλληλη φορολογική αναμόρφωση στην φορολογική δήλωση της χρήσης.

ii ) Εξοφλήσεις προμηθευτών ( π.χ παγίων ),τα παραστατικά δαπανών των οποίων επιβάρυναν το αποτέλεσμα της Χρήσης μόνο κατά ένα μέρος ( μέσω των αποσβέσεων ) και για τις οποίες πρέπει να γίνει η κατάλληλη φορολογική αναμόρφωση στην φορολογική δήλωση της χρήσης, αλλά και των επομένων. Δηλαδή σε περίπτωση που η αγορά ενός παγίου δεν εξοφλήθηκε με τον « προβλεπόμενο τρόπο», η φορολογικά αναμόρφωση πρέπει να αφορά μόνο το ποσό των αποσβέσεων της Χρήσης και αντίστοιχα στις επόμενες Χρήσεις πρέπει να αναμορφωθούν φορολογικά οι αποσβέσεις που αντιστοιχούν στο πάγιο αυτό

iii) Εξοφλήσεις προμηθευτών, τα παραστατικά δαπανών των οποίων επιβάρυναν το αποτέλεσμα προηγουμένων Χρήσεων και άρα στην περίπτωση αυτή πρέπει να προβούμε σε υποβολή τροποποιητικής δήλωσης που αφορά την προηγούμενη χρήση, με σχετική φορολογική αναμόρφωση.

β) Στις περιπτώσεις που με τον ίδιο προμηθευτή υπάρχουν συναλλαγές άνω αλλά και κάτω των 500 ευρώ, χρήσιμο θα είναι ( για την αποφυγή προστριβών σε φορολογικό έλεγχο ), σε κάθε πληρωμή με μετρητά να αναγράφουμε τα στοιχεία του παραστατικού ( τιμολογίου κ.λ.π ), που εξοφλούμε

γ) Η « διαφορά» αυτή μεταξύ « λογιστικής βάσης» και «φορολογικής βάσης», που προκύπτει θεωρείται μόνιμη και άρα δεν συμπληρώνεται ο «Πίνακας Κ» ( τώρα Ε) του εντύπου Ε3, αλλά η «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ» και συγκεκριμένα ο κωδικός 2002 « Δαπάνη για αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών άνω 500 ευρώ χωρίς την χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής ( περ. β΄ του άρθρου 23 »
 

Δείτε επίσης σχετικούς ενημερωτικούς πίνακες από σχετικό άρθρο του κόμβου σχετικά με τις επιπτώσεις από την εξόφληση συναλλαγών με μη προβλεπόμενο τρόπο
 

I. Συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ επαγγελματιών/επιχειρήσεων

Συναλλαγές μεταξύ επαγγελματιών/επιχειρήσεων

Ποσό συναλλαγής Προβλεπόμενος τρόπος εξόφλησης Κυρώσεις επί μη προβλεπόμενου τρόπου εξόφλησης Σχετικές διατάξεις
Έως 500,00€ (χωρίς Φ.Π.Α.) Με οποιονδήποτε τρόπο ----
 
περ. β' άρθ. 23 ν.4172/2013
ΠΟΛ.1216/2014
ΠΟΛ.1079/2015
ΠΟΛ.1055/2016
ΠΟΛ.1158/2016
ΔΕΑΦΒ 1068191/26.4.2016
ΔΕΑΦΒ 1069397/26.4.2016
Από 500,01€ και πάνω (χωρίς Φ.Π.Α.)  Με τραπεζικά μέσα πληρωμής* Δεν εκπίπτει η δαπάνη

(*) [Αυτός ο τρόπος εξόφλησης δεν ισχύει για τις δαπάνες προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος και νερού που εξοφλούνται στα ταμεία (γκισέ) των επιχειρήσεων καθώς και στα συμβεβλημένα καταστήματα που πραγματοποιούν εισπράξεις για λογαριασμό τους, εφόσον αποδεικνύονται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά τα οποία φέρουν τα στοιχεία του πελάτη].


 

ΙI. Πωλήσεις αγαθών ή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται από επαγγελματίες/επιχειρήσεις προς ιδιώτες

Πωλήσεις επαγγελματιών/επιχειρήσεων προς ιδιώτες από 22.12.2016

Ποσό λιανικής πώλησης Προβλεπόμενος τρόπος εξόφλησης από τους ιδιώτες Κυρώσεις επί μη προβλεπόμενου τρόπου εξόφλησης σε επαγγελματία/επιχείρηση Σχετικές διατάξεις
Πάνω από 500€ (συμπ/μένου Φ.Π.Α.) Με τραπεζικά μέσα πληρωμής Πρόστιμο 100 ευρώ
για κάθε παράβαση
(Περ. θ' παρ. 2 άρθ. 54 ν.4174/2013) (*)
 
Παρ. 3 άρθ. 20 ν.3842/2010
Περ. ιζ' παρ. 1 άρθ. 54 ν.4174/2013 (**)

(*) Όπως προστέθηκε με την παρ. 4β του άρθρου 12 του ν. 4474/2017 (ΦΕΚ Α' 80/7-6-2017) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 7.6.2017
 

(**) Όπως προστέθηκε με την παρ. 4α του άρθρου 12 του ν. 4474/2017 (ΦΕΚ Α' 80/7-6-2017) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 7.6.2017
 

 

ΙΙI. Δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης από επαγγελματίες/επιχειρήσεις

Εξόφληση δαπάνης μισθοδοσίας, αλλά και δαπανών στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης των επαγγελματιών/επιχειρήσεων

Είδος δαπάνης Προβλεπόμενος τρόπος εξόφλησης Σχετικές  διατάξεις Κυρώσεις επί μη προβλεπόμενου τρόπου εξόφλησης Κυρώσεις Σ.ΕΠ.Ε.
  Από 1.6.2017
Μόνο για δαπάνη μισθοδοσίας, ανεξαρτήτως ποσού   (όχι για τις λοιπές περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ) α. Με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής
β. Μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμής
περ. ιδ' άρθ. 23 ν.4172/2013
ΠΟΛ.1061/2017
Δεν εκπίπτει η δαπάνη (αφορά δαπάνες μισθοδοσίας μηνός Ιανουαρίου 2017 και μετά)(*)

Εάν δεν καταβληθούν οι αποδοχές αποκλειστικά στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών, επιβάλλονται κυρώσεις από το Σ.ΕΠ.Ε, σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 24 του ν. 3996/2011(**)

Κ.Υ.Α. αριθμ. οικ. 22528/430/18.5.2017

Λοιπές περιπτώσεις εργασιακής σχέσης της παρ. 2 του  άρθρου 12 ΚΦΕ, (ανεξαρτήτως ποσού) α. Με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής
β. Μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμής
περ. ιδ' άρθ. 23 ν.4172/2013
ΠΟΛ.1061/2017
Δεν εκπίπτει η δαπάνη (αφορά αμοιβές μηνός Ιανουαρίου 2017 και μετά)(***) Δεν υπάρχουν κυρώσεις

 

(*)  [ σ.σ. βάσει της ΠΟΛ.1061/2017 έγινε δεκτό ότι, οι εν λόγω διατάξεις ρυθμίζουν ζήτημα έκπτωσης δαπανών, η εφαρμογή τους καταλαμβάνει τις δαπάνες εκείνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης μετά τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (22.12.2016) και επομένως, εφαρμόζονται για δαπάνες μισθοδοσίας του μηνός Ιανουαρίου 2017 και μετά. Σχετικά με την έκπτωση της δαπάνης μισθοδοσίας δείτε και το σχετικό άρθρο του κόμβου "Η μη έκπτωση της δαπάνης μισθοδοσίας και η έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών" ].

(**) [ Η καταβολή των αποδοχών στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή παρόχων υπηρεσιών πληρωμών ].

(***) [ σ.σ. βάσει της ΠΟΛ.1061/2017 έγινε δεκτό ότι, εξαιρετικά, για τις αμοιβές που αφορούν τον μήνα Ιανουάριο 2017 και λόγω της πρώτης εφαρμογής των υπόψη διατάξεων, τυχόν προκαταβολές που έχουν καταβληθεί πριν τη δημοσίευση του νόμου θα αναγνωρίζονται προς έκπτωση ανεξαρτήτως του τρόπου εξόφλησής τους ].
 


 

3) [ Κωδικός 2003 ]. Μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές

γ) Οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), οι οποίοι πρέπει να «ερευνηθούν», για την διαπίστωση της ύπαρξης τέτοιων περιπτώσεων :

55 ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ
55.00 Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ)
55.01 Λοιπά Ταμεία κύριας ασφαλίσεως
55.02 Επικουρικά Ταμεία
55.99 Κρατήσεις και εισφορές καθυστερούμενες προηγούμενων χρήσεων ]

[ Κανονικά τα ποσά αυτά πρέπει να καταχωρηθούν στον «Πίνακα Ε » ( πρώην Κ ), του εντύπου Ε3, ως προσωρινή διαφορά μεταξύ «Λογιστικής » και « Φορολογικής » βάσης ]

Συνεπώς, οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί εμπρόθεσμα (εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους ή τυχόν παράτασής της), ακόμη και σε επόμενο φορολογικό έτος, εκπίπτουν από τα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν.

Ασφαλιστικές εισφορές που αφορούν στα έτη 2014 και επόμενα, οι οποίες καταβάλλονται εκπρόθεσμα, εκπίπτουν κατά το έτος καταβολής τους ανεξαρτήτως του έτους που αφορούν.

Στην έννοια της δαπάνης των ασφαλιστικών εισφορών, που αν δεν έχουν καταβληθεί δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται τόσο οι εισφορές του εργοδότη, όσο και του εργαζομένου, οι οποίες, ως εμπεριεχόμενες στις αμοιβές του, βαρύνουν τον εργοδότη. Σε περίπτωση που οι εκπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές ετών 2014 και επομένων έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, αυτές θα εκπίπτουν κατά το χρόνο καταβολής τους σύμφωνα με την υπόψη ρύθμιση.

Ειδικά για το φορολογικό έτος 2014 και όσον αφορά στις υποχρεωτικές ασφαλιστικές εισφορές που αποδίδονται στα ασφαλιστικά ταμεία από τους ίδιους τους ασφαλισμένους (ΟΑΕΕ, ΤΕΒΕ, κ.λπ.), εξακολουθούν να ισχύουν τα αναφερόμενα στο αριθ. Δ12 1006031 ΕΞ 2015/19.1.2015 έγγραφό μας, δηλαδή για φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, τα ποσά των ασφαλιστικών εισφορών τους που αφορούν στην περίοδο 01.01.2014 έως 31.12.2014 και τα οποία καταβάλλονται μέσα στο 2015 και μέχρι τη νόμιμη προθεσμία που ορίζει ο οικείος ασφαλιστικός φορέας ή μέχρι την τυχόν παράτασή της, μπορούν να τα εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους 2014. Από 01.01.2015 θα ισχύει ο γενικός κανόνας που περιγράφεται στην παράγραφο αυτή, ανακαλουμένων του τελευταίου εδάφιου της παραγράφου 7 του αριθ. Δ12Α 1054299 ΕΞ 26.3.2014 και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 6 του αριθ. Δ12Α 1170320 ΕΞ 2014/30.12.2014 εγγράφων μας.
 

Ειδικά ως προς τη φορολογική μεταχείριση των ασφαλιστικών εισφορών και αμοιβών διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

α) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των ασφαλιστικών εισφορών των μελών προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε.) και αστικών εταιρειών:
i) Οι ασφαλιστικές εισφορές φυσικού προσώπου, το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα (μέσω ατομικής επιχείρησης) και είναι παράλληλα μέλος προσωπικής ή αστικής εταιρείας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής του επιχείρησης. Αν η ατομική επιχείρηση έχει τεθεί σε αδράνεια, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας.
ii) Οι ασφαλιστικές εισφορές φυσικού προσώπου, το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και είναι μέλος προσωπικής ή αστικής εταιρείας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας, ανακαλουμένων των όσων αναφέρονται για το θέμα αυτό στο αριθ. ΔΕΑΦΑ 1064780 ΕΞ 2015/11.5.2015 έγγραφό μας.
Σε περίπτωση συμμετοχής εταίρου σε περισσότερες προσωπικές εταιρείες, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από την εταιρεία από την οποία λαμβάνει το μεγαλύτερο φορολογητέο εισόδημα.

β) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των ασφαλιστικών εισφορών εταίρων Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. και των μελών Δ.Σ. Α.Ε. ή διαχειριστών Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε.:
i) Οι ασφαλιστικές εισφορές των εταίρων Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των εταιρειών αυτών, αλλά, σε περίπτωση που οι εταίροι λαμβάνουν αμοιβή και ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, οι ασφαλιστικές τους εισφορές θα εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής τους επιχείρησης. Αν δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και επιπλέον οι αμοιβές που λαμβάνουν από την Ε.Π.Ε. ή την Ι.Κ.Ε. θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τότε οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν από το εισόδημά τους από μισθωτές υπηρεσίες και θα δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).
ii) Οι ασφαλιστικές εισφορές μελών Δ.Σ. Α.Ε. ή διαχειριστών Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν συμμετέχουν στο κεφάλαιο των υπόψη εταιρειών και επιπλέον οι αμοιβές που λαμβάνουν λόγω της ιδιότητάς τους αυτής θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τότε οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν από το εισόδημά τους από μισθωτές υπηρεσίες και θα δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).

γ) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των αμοιβών των μελών προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε.) και αστικών εταιρειών που δεν προέρχονται από τα κέρδη:
i) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου μέλους προσωπικής ή αστικής εταιρείας, το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα (μέσω ατομικής επιχείρησης) και λαμβάνει αμοιβή από την εταιρεία για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου που αυτή του ανέθεσε στα πλαίσια της άσκησης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας.
ii) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου μέλους προσωπικής ή αστικής εταιρίας το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και λαμβάνει αμοιβές για υπηρεσίες που απορρέουν από τη συμμετοχή του στην εταιρεία δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής ή αστικής εταιρείας.

δ) Ως προς τη φορολογική μεταχείριση των αμοιβών εταίρων Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. και των μελών Δ.Σ. Α.Ε. ή διαχειριστών Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. που δεν προέρχονται από τα κέρδη:
i) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου εταίρου Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε., το οποίο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα (μέσω ατομικής επιχείρησης) και λαμβάνει αμοιβή από την εταιρεία για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου που αυτή του ανέθεσε στα πλαίσια της άσκησης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε, κατά περίπτωση.
ii) Οι αμοιβές φυσικού προσώπου διαχειριστή Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε. ή μέλους Δ.Σ. Α.Ε. το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και λαμβάνει αμοιβές οι οποίες θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ΕΠΕ ή Ι.Κ.Ε. ή Α.Ε, κατά περίπτωση.

 


●●●
 


Η έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών από τα ακαθάριστα έσοδα για το έτος 2017

Σύμφωνα με τη γενική αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, οι δαπάνες στην πλειονότητά τους αναγνωρίζονται στη χρήση κατά την οποία καθίστανται δεδουλευμένες και εκκαθαρισμένες, ανεξάρτητα αν έχει καταβληθεί το αντίτιμο τους ή όχι. Όμως, αναφορικά με την έκπτωση των μη καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών υπάρχει ρητή αναφορά στο άρθρο 23 του ν. 4172/2013 σχετικά με την έκπτωσή τους Πιο συγκεκριμένα, στην ερμηνευτική εγκύκλιο που κοινοποιήθηκε στις αρχές Ιουνίου του έτους 2015 (ΠΟΛ.1113/2.6.2015) αναφέρονται τα εξής αναφορικά με το εν λόγω θέμα:
 

«[...] γ) Οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές. Συνεπώς, οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί εμπρόθεσμα (εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους ή τυχόν παράτασής της), ακόμη και σε επόμενο φορολογικό έτος, εκπίπτουν από τα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν.[...]»
 

Από το εκάστοτε φορολογικό έτος εκπίπτουν οι ασφαλιστικές εισφορές που αφορούν στο έτος αυτό και καταβάλλονται είτε εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα μέσα σ' αυτό. Επίσης, εκπίπτουν οι ασφαλιστικές εισφορές που αφορούν στο φορολογικό έτος αυτό εφόσον καταβάλλονται εμπρόθεσμα (εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους ή τυχόν παράτασής της) και στο επόμενο φορολογικό έτος. Να σημειώσουμε επίσης ότι, όπως αναφέρεται και ανωτέρω, στο έτος που καταβάλλονται εκπίπτουν και οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση (σ.σ. εκπίπτουν μόνο οι ασφαλιστικές εισφορές και όχι οι προσαυξήσεις που εμπεριέχονται στις μηνιαίες καταβολές). 
 

Συνεπώς στο φορολογικό έτος 2017 εκπίπτουν:

Οι εισφορές που αφορούν στο φορολογικό έτος 2017 και καταβάλλονται εμπρόθεσμα είτε στο 2017 είτε στο 2018 (εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής ή της τυχόν παράτασης).
Οι εισφορές που αφορούν στο φορολογικό έτος 2017 ή άλλα προηγούμενα έτη (π.χ. 2015 ή 2016) και έχουν καταβληθεί εκπρόθεσμα μέσα στο φορολογικό έτος 2017.
 

 Σημείωση: Η προθεσμία καταβολής εισφορών
- του έτους 2016 για τους ασφαλισμένους του τ. ΕΤΑΑ-ΤΑΝ
- του Β΄εξαμήνου 2016 για τους ασφαλισμένους του τ. ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ και του τ. ΕΤΑΑ- ΤΣΑΥ
- του Β΄εξαμήνου 2016 για τους ασφαλισμένους του τ. ΟΓΑ (αυτοτελώς απασχολούμενων και εργοδοτών)
παρατάθηκε έως την 31-1-2018.

Προσοχή:
Οι ασφαλιστικές εισφορές του έτους 2016 των ανωτέρω περιπτώσεων (σ.σ. για τις οποίες δηλαδή δόθηκε παράταση έως 31.1.2018) που θα καταβληθούν εμπροθέσμως μέχρι την 31η Ιανουαρίου 2018 θα εκπέσουν στο φορολογικό έτος 2016 με την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και όχι στο φορολογικό έτος 2017.

 

 


Περιπτωσιολογία ασφαλιστικών εισφορών και έκπτωσή τους από τα ακαθάριστα έσοδα

Ας δούμε όμως όλες τις περιπτώσεις που αφορούν στην έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών:

Ατομική επιχείρηση, ελεύθεροι επαγγελματίες (αγρότες, λογιστές, δικηγόροι, μηχανικοί, κ.α.) οι οποίοι καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 1 του άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από το ακαθάριστο εισόδημα τους.
 

Μέλη σε Ο.Ε.-Ε.Ε. (με απλογραφικό ή διπλογραφικό σύστημα) τα οποία καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 2 του  άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρίας (Ο.Ε. ή Ε.Ε.). Σε περίπτωση συμμετοχής ενός εταίρου σε περισσότερες προσωπικές εταιρείες, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από την εταιρεία από την οποία λαμβάνει το μεγαλύτερο φορολογητέο εισόδημα.
 

Μέλη σε Ο.Ε.-Ε.Ε. τα οποία διατηρούν ταυτόχρονα και ατομική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα

Οι ασφαλιστικές εισφορές των μελών εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής ή του ελευθέριου επαγγέλματός τους.

Αν η ατομική επιχείρηση έχει τεθεί σε αδράνεια, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσωπικής εταιρείας. Σε περίπτωση συμμετοχής ενός εταίρου σε περισσότερες προσωπικές εταιρείες, οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από την εταιρεία από την οποία λαμβάνει το μεγαλύτερο φορολογητέο εισόδημα.
 

Μέλη σε Ε.Π.Ε. τα οποία καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 7 του άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της Ε.Π.Ε., αλλά ούτε και από το εισόδημα των μελών κατά την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1).
 

Μέλη/διαχειριστές σε Ε.Π.Ε. τα οποία καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 7 του άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της Ε.Π.Ε., αλλά ούτε και από το εισόδημα των μελών κατά την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1).
 

Μέλη/διαχειριστές σε Ε.Π.Ε. τα οποία λαμβάνουν αμοιβές διαχείρισης και καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 7 του άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές των μελών εκπίπτουν από το εισόδημα τους διότι οι αμοιβές διαχείρισης θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Οι ασφαλιστικές εισφορές σ' αυτή την περίπτωση εκπίπτουν εφόσον δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).

Μέλη σε Ε.Π.Ε. τα οποία καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 7 του άρθρου 39 ν.4387/2016, ενώ ταυτόχρονα ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα ή ατομική επιχείρηση

Οι ασφαλιστικές εισφορές των μελών εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής επιχείρησης ή του ελευθέριου επαγγέλματος.
 

Διαχειριστές σε Ι.Κ.Ε.  οι οποίοι λαμβάνουν αμοιβές διαχείρισης και καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 7 του άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από το εισόδημα αυτό διότι οι αμοιβές διαχείρισης θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Οι ασφαλιστικές εισφορές σ' αυτή την περίπτωση εκπίπτουν εφόσον δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).

Μέλη Δ.Σ. σε Α.Ε. με συμμετοχή στο κεφάλαιο άνω του 3% οι οποίοι λαμβάνουν αμοιβές διοικητικού συμβουλίου, καθώς και μερίσματα και καταβάλλουν (για τα μερίσματα) εισφορές με βάση την παράγραφο 7 του άρθρου 39 ν.4387/2016

Οι ασφαλιστικές εισφορές (σ.σ. αυτές που αφορούν στο άρθρο 39 παρ. 7, ήτοι για τα μερίσματα που λαμβάνουν, αφού για τις αμοιβές μελών Δ.Σ. είναι γνωστό ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 38 του ιδίου νόμου) εκπίπτουν από το εισόδημα τους καθώς οι αμοιβές Δ.Σ. θεωρούνται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Οι ασφαλιστικές εισφορές σε αυτή την περίπτωση εκπίπτουν εφόσον δηλωθούν από τα φυσικά πρόσωπα στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους (Ε1).

Ατομική επιχείρηση - ελεύθεροι επαγγελματίες  οι οποίοι καταβάλλουν εισφορές με βάση την παράγραφο 9 του άρθρου 39 ν.4387/2016 (μπλοκάκια)

Το ποσοστό των εισφορών που αντιστοιχεί στον συμβαλλόμενο (μπλοκάκια) εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της ατομικής επιχείρησης ή του ελευθέριου επαγγέλματός του. Οι εν λόγω φορολογούμενοι μπορούν να αφαιρέσουν από το ακαθάριστο εισόδημά τους μόνο τις ασφαλιστικές εισφορές που τους παρακράτησε ο εργοδότης τους (σ.σ. το ποσοστό αυτό είναι όπως είναι γνωστό 9,22 %). Μέχρι και σήμερα δεν έχει γίνει γνωστό από τη φορολογική Διοίκηση πως θα μπορεί να εκπέσει ο κάθε «μπλοκάκιας» το ποσό που αντιστοιχεί στις ασφαλιστικές εισφορές του (σ.σ. με τι παραστατικό θα εκπίπτει η δαπάνη, πως και πότε θα γίνεται η σχετική καταχώριση στα βιβλία, αν θα δίνεται κάποια βεβαίωση από τον εργοδότη ο οποίος παρακρατεί και αποδίδει το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών της περίπτωσης αυτής, κ.λπ.).

 

Δείτε και αναλυτικό άρθρο με παραδείγματα στον κόμβο taxheaven - Έκπτωση ασφαλιστικών εισφορών μη μισθωτών για το έτος 2017 - Παραδείγματα


●●●●●●
 




4) [ Κωδικός 2004 ]. Προβλέψεις
δ) Οι κάθε είδους προβλέψεις, με εξαίρεση τις οριζόμενες στο άρθρο 26 του ίδιου νόμου, αναφορικά με την πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων. Για το άρθρο αυτό έχουν δοθεί από την υπηρεσία μας διευκρινίσεις με την ΠΟΛ.1056/2.3.2015 εγκύκλιο.

[ Δείτε και το άρθρο : Λογιστική και φορολογική μεταχείριση των σχηματισμένων προβλέψεων, για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων. (Άρθρο 26 ν. 4172/2013-Κ.Φ.Ε.) [ΣΟΛ ΑΕΟΕ] της Κωνσταντίνας Γιαννοπούλου - Ορκωτής Ελέγκτριας Λογίστριας της ΣΟΛ Α.Ε.]
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :

68 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΣ
68.00 Προβλέψεις για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία
68.01 Προβλέψεις για υποτιμήσεις συμμετοχών και χρεογράφων
68.09 Λοιπές προβλέψεις εκμεταλλεύσεως

83 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΕΚΤΑΚΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ
83.10 Προβλέψεις απαξιώσεων και υποτιμήσεων πάγιων στοιχείων
83.10.18 Προβλέψεις για κάλυψη ζημίας από συμμετοχή σε κοινοπραξία ή ο.ε. ή ε.ε. (Γνωμ. 118/1845/1993)
83.11 Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις
83.12 Προβλέψεις για εξαιρετικούς κινδύνους και έκτακτα έξοδα
83.13 Προβλέψεις για έξοδα προηγούμενων χρήσεων
83.98 Λοιπές έκτακτες προβλέψεις ]

[ Κανονικά τα ποσά αυτά ( στις περισσότερες των περιπτώσεων ) πρέπει να καταχωρηθούν στον «Πίνακα Ε » ( πρώην Κ ), του εντύπου Ε3, ως προσωρινή διαφορά μεταξύ «Λογιστικής » και « Φορολογικής » βάσης ]
 


●●●
 

 

ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ (Σ.Δ.)

ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΒΑΣΗ ( ν. 4308/2014 )

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΗ ( ν. 4172/2013 )

"Πραγματοποιθείσες" Σ.Δ - Χρεωστικές

Περιλαμβάνονται στα έξοδα

Περιλαμβάνονται στα έξοδα

"Πραγματοποιθείσες" Σ.Δ - Πιστωτικές

Περιλαμβάνονται στα έσοδα

Περιλαμβάνονται στα έσοδα

 Σ.Δ ''αποτίμησης'' - Χρεωστικές

Περιλαμβάνονται στα έξοδα

Δεν περιλαμβάνονται στα έξοδα

 Σ.Δ ''αποτίμησης'' - Πιστωτικές

Περιλαμβάνονται στα έσοδα

Δεν περιλαμβάνονται στα έσοδα



Δείτε αναλυτικά το άρθρο :
Συναλλαγματικές διαφορές (Σ.Δ) - Λογιστικός και φορολογικός χειρισμός - Πίνακας Κ του εντύπου Ε3 και έντυπο Ν . Αθανασόπουλος Λάμπρος Manager της «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ».
 

 

« Α. Ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης λόγω εκχώρησης απαιτήσεών της
1.
Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό  διευκρινίστηκε ότι με τις διατάξεις του άρθρου 22 τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών, με την έννοια ότι κατ' αρχήν εκπίπτουν όλες οι δαπάνες που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης και επιπροσθέτως πληρούν τα λοιπά κριτήρια που τίθενται στο άρθρο αυτό, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48, αναφορικά με τις δαπάνες που κατά ρητή διατύπωση του νόμου δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.

2. Με την ίδια ως άνω εγκύκλιο διευκρινίστηκε ότι η ζημία η οποία προκύπτει σε βάρος επιχείρησης λόγω εκχώρησης απαιτήσεων της σε εταιρεία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) του ν.1905/1990 (τράπεζα ή ανώνυμη εταιρεία) ή σε αλλοδαπή εταιρεία factoring, η οποία λειτουργεί νόμιμα στην αλλοδαπή ή στην περίπτωση εκχώρησης απαιτήσεων σε ημεδαπή ή αλλοδαπή εταιρεία, εξετάζεται υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 22 του ν.4172/2013.

3. Με τις διατάξεις του άρθρου 361 σε συνδυασμό με τα άρθρα 455 επ. ΑΚ ορίζεται ότι για τη σύσταση ή αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ενώ ο δανειστής μπορεί με σύμβαση να μεταβιβάσει σε άλλον την απαίτησή του χωρίς τη συναίνεση του οφειλέτη (εκχώρηση).

4. Κατόπιν των ανωτέρω διευκρινίζεται ότι η ζημία που προκύπτει από την εκχώρηση απαιτήσεων των επιχειρήσεων σύμφωνα με τα αναφερθέντα στην παράγραφο 3, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται αθροιστικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, κατ' ανάλογη εφαρμογή των όσων έχουν διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο για τη ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης λόγω εκχώρησης απαιτήσεων σε εταιρεία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) του ν.1905/1990 (τράπεζα ή ανώνυμη εταιρεία) ή σε αλλοδαπή εταιρεία factoring η οποία λειτουργεί νόμιμα στην αλλοδαπή, καθόσον πρόκειται για μια οικονομική συναλλαγή που αποβλέπει στην αντιμετώπιση χρηματοδοτικών αναγκών της επιχείρησης.

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 50 του ν. 4172/2013 περί τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών και στην περ. ιγ' του άρθρου 23 του ίδιου νόμου σχετικά με τη φορολογική μεταχείριση των δαπανών που καταβάλλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς.»
( ΠΟΛ.1094/2016. Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες )

 


●●●
 

Β. Ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης από την εκκαθάριση εταιρείας στην οποία συμμετέχει, καθώς και λόγω μείωσης μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας

1.
Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίστηκε ότι η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων, χρεογράφων, υποχρεώσεων, κ.λπ. δεν είναι δαπάνη που αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή, αλλά η όποια δαπάνη θα προκύψει κατά τη μεταβίβαση των υπόψη τίτλων, κ.λπ. ή εξόφληση της σχετικής υποχρέωσης.

2.
Από τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων έχει κριθεί ότι όταν μια επιχείρηση κατέχει μετοχές ανώνυμης εταιρείας, η τελευταία δε προβεί σε μείωση του μετοχικού της κεφαλαίου και σε αντίστοιχη μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών της, η υποτίμηση αυτή των μετοχών δεν συνιστά για την επιχείρηση κάτοχο των εν λόγω μετοχών πραγματοποιηθείσα ζημία που να μπορεί να εκπεσθεί από τα ακαθάριστα έσοδα της, εφόσον δεν έλαβε χώρα και εκποίηση μετοχών στην υποτιμηθείσα αξία τους (ΣτΕ 1168/1988 7μελούς, 290/1989, 936/1992).

3
. Η Συνέλευση των Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων της Διοίκησης με την αριθ. 628/08.06.1984 γνωμοδότησή της γνωμοδότησε ότι, όταν μία επιχείρηση κατέχει μετοχές ανώνυμης εταιρείας και λόγω αυτής της συμμετοχής φέρεται ότι αποκτά ζημία, η ζημία αυτή καθίσταται οριστική και εκκαθαρισμένη όταν αποκτάται από την πώληση των υπόψη συμμετοχών, ενώ αν δεν λάβει χώρα πώληση αυτή οριστικοποιείται με την εκκαθάριση της ανώνυμης εταιρείας.

4. Η Δ/νση Ανωνύμων Εταιρειών και Πίστεως (Τμήμα Α') της Γενικής Δ/νσης Εσωτερικού Εμπορίου του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (νυν Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού), μετά από σχετικό ερώτημα της υπηρεσίας μας για τον χρόνο που προκύπτει το τελικό προϊόν της εκκαθάρισης Α.Ε., μας γνώρισε με το αριθ. πρωτ. Κ2 - 3748/21.6.2011 έγγραφό της, μεταξύ άλλων, ότι ο ισολογισμός λήξης της εκκαθάρισης καθίσταται οριστικός και επιφέρει αποτελέσματα από την έγκρισή του από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, η οποία είναι το αρμόδιο για την έγκρισή του όργανο (αριθ. πρωτ. Δ12 1103713 ΕΞ 2011/19.07.2011 έγγραφό μας).

5.
Με τις διατάξεις του άρθρου 293 του ν.4072/2012 ορίζεται ότι η κοινοπραξία είναι εταιρεία χωρίς νομική προσωπικότητα. Εφόσον καταχωρηθεί στο Γ.ΕΜΗ. ή εμφανίζεται προς τα έξω, αποκτά, ως ένωση προσώπων, ικανότητα δικαίου και πτωχευτική ικανότητα. Στην κοινοπραξία που συστήθηκε με σκοπό το συντονισμό της δραστηριότητας των μελών της εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την αστική εταιρεία. Η σύμβαση κοινοπραξίας μπορεί να προβλέπει ότι για τις υποχρεώσεις της κοινοπραξίας έναντι τρίτων τα κοινοπρακτούντα μέλη θα ευθύνεται εις ολόκληρον. Εφόσον, η κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα, καταχωρίζεται υποχρεωτικά στο Γ.Ε.ΜΗ. και εφαρμόζονται ως προς αυτή αναλόγως οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρεία.

6. Με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι οι όροι που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε. έχουν την έννοια που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, εκτός αν ο Κ.Φ.Ε. ορίζει διαφορετικά. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, για τους σκοπούς του ισχύοντος Κ.Φ.Ε. νοείται ως νομική οντότητα και κάθε φύσης κοινοπραξία.

7. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι κατά την εκκαθάριση εταιρείας (θυγατρικής) της οποίας τις μετοχές κατέχει άλλη εταιρεία (μητρική), η υπόψη αξία στα βιβλία της δεύτερης εταιρείας αποτελεί ζημία οριστική και εκκαθαρισμένη, καθόσον η ζημία των συμμετοχών οριστικοποιείται με την αναγκαστική διαγραφή τους και εμφάνιση της αξίας αυτών σε αποτελεσματικό λογαριασμό (απώλεια πάγιου περιουσιακού στοιχείου - σχετ. 5449/2013 ΔΕΦ ΑΘ). Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι δεν πρόκειται για μία αποτίμηση των υπόψη συμμετοχών, αλλά για οριστική διαγραφή συμμετοχών, το υπόψη ποσό εκπίπτει με τις προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 του ν.4172/2013. Επισημαίνεται ότι αν οι υπόψη εταιρείες είχαν καταστεί συνδεδεμένες κατά το άρθρο 2 του ν. 4172/2013 μέσω της αγοράς μετοχών, για τις εν λόγω συναλλαγές εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 50 του ίδιου νόμου περί ενδοομιλικών συναλλαγών.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση εκκαθάρισης κοινοπραξίας, δεδομένου ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 293 του ν. 4072/2012, η κοινοπραξία που ασκεί εμπορική δραστηριότητα αντιμετωπίζεται ως ομόρρυθμη εταιρεία.

8. Όσον αφορά στη ζημία από την εκκαθάριση αλλοδαπής εταιρείας, αυτή εξετάζεται στο πλαίσιο των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 27 του ν. 4172/2013, με βάση τις οποίες η ζημία αυτή ως ζημία αλλοδαπής καταρχήν δεν μπορεί να συμψηφιστεί με εισοδήματα που προκύπτουν στην ημεδαπή. Ωστόσο, μπορεί να συμψηφιστεί με εισοδήματα που προκύπτουν σε κράτη - μέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., τα οποία δεν απαλλάσσονται στη βάση ΣΑΔΦ που έχει συνάψει και εφαρμόζει η Ελλάδα (σχετ. η ΠΟΛ.1088/24.6.2016 εγκύκλιός μας). Ειδικότερα, η ζημία από την εκκαθάριση αλλοδαπής από κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. θα πρέπει να παρακολουθείται διακεκριμένα στα βιβλία της επιχείρησης προκειμένου να συμψηφισθεί εντός πενταετίας με μελλοντικά έσοδα από χώρες της ΕΕ και του Ε.Ο.Χ. (εξαιρουμένων των εισοδημάτων εκείνων που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος). Ως κρίσιμος χρόνος για την έναρξη της πενταετίας λαμβάνεται εκείνος της πίστωσης της ζημίας από εκκαθάριση στα βιβλία της ημεδαπής επιχείρησης.

9. Όσον αφορά στη ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης από την επιστροφή και ακύρωση μέρους των μετοχών ανώνυμης εταιρείας στην οποία συμμετέχει, λόγω μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας, αυτή δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον δεν έχει λάβει χώρα η εκποίηση των μετοχών. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση κατά την οποία η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας πραγματοποιηθεί με αντίστοιχη μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών της.
 

Γ. Ζημία από τη μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων του ν.3156/2003
1.
Με την ΠΟΛ.1032/26.1.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίστηκε ότι από τον φόρο εισοδήματος απαλλάσσεται και η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση ημεδαπών εταιρικών ομολόγων, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 14 του ν.3156/2003, καθόσον οι διατάξεις αυτές ως ειδικότερες κατισχύουν του άρθρου 42 του ν.4172/2013. Για λόγους ίσης μεταχείρισης και σύμφωνα με την πάγια νομολογία ΔΕΕ, της ίδιας απαλλαγής τυγχάνουν και τα εταιρικά ομόλογα που έχουν εκδοθεί από εταιρείες ΕΕ και ΕΟΧ/ΕΖΕΣ. Ωστόσο, σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης της υπόψη υπεραξίας, αυτή φορολογείται με βάση τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013.

2. Κατά συνέπεια, η τυχόν ζημία που προκύπτει από τη μεταβίβαση των ως άνω εταιρικών ομολόγων αναγνωρίζεται προς έκπτωση κατά τον χρόνο πραγματοποίησής της, καθόσον, όπως διευκρινίσθηκε πιο πάνω η υπεραξία από την ίδια αιτία φορολογείται κατά την κεφαλαιοποίηση ή τη διανομή της με βάση τις διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4172/2013.

3. Όταν η μεταβίβαση πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο η ζημία δεν αναγνωρίζεται σε καμία περίπτωση.
( ΠΟΛ.1094/2016. Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου μας, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες )

 


●●●●●●
 


5) [ Κωδικός 2005]. Πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές
ε) Τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων (πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής), που επιβάλλονται εξαιτίας αθετήσεως συμβατικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων ή παραβάσεων διατάξεων νόμου, κ.λπ.

[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
81.00 Έκτακτα και ανόργανα έξοδα
81.00.00 Φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις
01 Προσαυξήσεις εισφορών ασφαλιστικών ταμείων
02 Καταπτώσεις εγγυήσεων - ποινικών ρήτρων ]


Στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες δαπάνες:
i) κάθε είδους χρηματική κύρωση για παραβάσεις της φορολογικής (π.χ. τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά ΚΦΔ ή ΚΕΔΕ) ή ασφαλιστικής (περιλαμβανομένου του ποσού των προσαυξήσεων που κατέβαλε η επιχείρηση για την εκπρόθεσμη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών προς ασφαλιστικά ταμεία), κ.λπ. νομοθεσίας,
ii) οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται εξαιτίας αθετήσεως συμβατικών υποχρεώσεων της επιχείρησης, κ.λπ.,
iii) το ποσό της εξαγοράς ποινών που επιβάλλονται από δικαστήρια,
iv) οι τόκοι υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, δασμών, εισφορών, αμοιβών, κ.λπ.

ν) οι τόκοι που καταλογίζονται, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 169 του ν. 4099/2012, σε βάρος επιχείρησης κατά την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων τις οποίες έλαβαν λόγω του σχηματισμού ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού με βάση τα άρθρα 2 και 3 του ν. 3220/2004, καθόσον οι τόκοι αυτοί καταλογίζονται αντί πρόσθετων φόρων και προστίμων και επιπλέον, σε αντίθετη περίπτωση, η ωφέλεια από την έκπτωση των τόκων αυτών ενδέχεται να κριθεί ως νέα παράνομη κρατική ενίσχυση.
Τα ανωτέρω ισχύουν και για τους τόκους (προσαυξήσεις) που επιβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθόσον αποτελούν προσαύξηση επί του επιβληθέντος προστίμου σε επιχείρηση από την Επιτροπή.
 


●●●●●●
 

« Δ. Φορολογική μεταχείριση τόκων υπερημερίας που προκύπτουν λόγω οφειλής φόρων, τελών, εισφορών προς το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ

1. Με τις διατάξεις της περ. ε' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων δεν εκπίπτουν τα πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων.

2. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίσθηκε ότι τα υπόψη πρόστιμα και ποινές προέρχονται από την αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων ή παραβάσεων διατάξεων νόμου. Επίσης, με την ίδια εγκύκλιό μας διευκρινίστηκε ότι στην έννοια των προστίμων και ποινών, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων, που δεν εκπίπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ε' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και οι τόκοι υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, δασμών, εισφορών, αμοιβών, κ.λπ.

3. Εξάλλου, με τις διατάξεις της περ. α' του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου ορίζεται ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων δεν εκπίπτουν οι τόκοι από δάνεια που λαμβάνει μία επιχείρηση από τρίτους, πλην τραπεζικών δανείων, διατραπεζικών δανείων και ομολογιακών δανείων ανωνύμων εταιρειών, κατά το μέτρο εκείνο που ορίζεται με τις ίδιες αυτές διατάξεις. Στους ανωτέρω τόκους περιλαμβάνονται κάθε είδους τόκοι δανείων ή πιστώσεων γενικά της επιχείρησης χωρίς να γίνεται διάκριση ως προς το είδος των τόκων (συμβατικοί ή υπερημερίας).

4. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι τα πρόστιμα και οι ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με εξαίρεση τους τόκους δανείων ή γενικά πιστώσεων, καθόσον από τη συστηματική ερμηνεία των διατάξεων της περ. α' του άρθρου 23 του ίδιου νόμου εκπίπτουν όλοι οι τόκοι που δεν υπερβαίνουν το οριζόμενο από τις ίδιες διατάξεις όριο.

5. Κατόπιν όλων όσων αναφέρθηκαν παραπάνω και δεδομένου ότι καταρχήν εκπίπτουν όλοι οι τόκοι δανείων και πιστώσεων, με την επιφύλαξη του ορίου που τίθεται με την περ. α' του άρθρου 23 του ν.4172/2013, χωρίς να γίνεται διάκριση ως προς το είδος τους, διευκρινίζεται ότι στην έννοια των τόκων υπερημερίας που δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα μίας επιχείρησης περιλαμβάνονται μόνο εκείνοι που προκύπτουν λόγω οφειλής φόρων, τελών, δασμών, εισφορών, αμοιβών προς το Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
( ΠΟΛ.1094/2016. Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες )


 


●●●●●●
 




6) [ Κωδικός 2006 ]. Αμοιβές από « Ξέπλυμα Χρήματος»
στ) Η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή σε είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα, όπως ενδεικτικά τα ποσά που προέρχονται από νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από τα οποία προκύπτει περιουσιακό όφελος, όπως δωροδοκίες.
« 13. «Ύποπτη συναλλαγή ή δραστηριότητα»: Η συναλλαγή ή οι συναλλαγές ή δραστηριότητες από τις οποίες εκτιμάται ότι προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ή υπόνοιες για πιθανή απόπειρα ή διάπραξη των αδικημάτων του άρθρου 2 του παρόντος νόμου ή για εμπλοκή του συναλλασσόμενου ή του πραγματικού δικαιούχου σε εγκληματικές δραστηριότητες, με βάση την αξιολόγηση των στοιχείων της συναλλαγής (φύση της συναλλαγής, κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου, συχνότητα, πολυπλοκότητα και ύψος της συναλλαγής, χρήση ή μη μετρητών) και του προσώπου (επάγγελμα, οικονομική επιφάνεια, συναλλακτική ή επιχειρηματική συμπεριφορά, φήμη, παρελθόν, επίπεδο διαφάνειας του νομικού προσώπου − πελάτη, άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά).»
( Ν. 3691/2009 Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις.)


 


●●●●●●
 



7) [ Κωδικός 2007 ]. Φόροι -τέλη
ζ) Οι φόροι -τέλη.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
63 ΦΟΡΟΙ - ΤΕΛΗ
63.00 Φόρος εισοδήματος μη συμψηφιζόμενος
63.03 Φόροι - Τέλη κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων
63.98 Διάφοροι φόροι - τέλη
02 Φόρος ακίνητης περιουσίας ( ΕΝ.Φ.Ι.Α )
08 ΦΠΑ εκπιπτόμενος στη φορολογίας εισοδήματος
09 ΦΠΑ μη εκπιπτόμενος στη φορολογία εισοδήματος
Και σε συνδυασμό με :
54.05 Φόροι - Τέλη κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων
54.09 Λοιποί φόροι και τέλη –( Υπολ/σμος : ΕΝΦΙΑ )
54.99 Φόροι - Τέλη προηγούμενων χρήσεων ]

Ειδικότερα (περιοριστικά):
αα) ο φόρος εισοδήματος,
ββ) το τέλος επιτηδεύματος,

γγ) οι έκτακτες εισφορές, που επιβάλλονται στα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, η έκτακτη ειδική εισφορά αλληλεγγύης του ν. 4093/2012 εκπίπτει εφάπαξ από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι αυτή επιβαλλόταν επί του τιμήματος των πωλήσεων ηλεκτρικής ενέργειας στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, και όχι επί των κερδών. Το ποσό της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης των ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ του ν. 4093/2012 των χρήσεων 2012 και 2013, για το οποίο απομένει αναπόσβεστο υπόλοιπο, με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις του ν. 2238/1994, προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των φορολογικών ετών 2014 έως και 2017 (3/5 και 4/5, αντίστοιχα), θα εξακολουθήσει να αναγνωρίζεται ως έξοδο των αντίστοιχων φορολογικών ετών.
δδ) ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ.Π.Α. εισροών από το Φ.Π.Α. εκροών, με βάση τις διατάξεις του ν. 2859/2000 περί Φ.Π.Α.

Για παράδειγμα, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων ο Φ.Π.Α. για τον οποίο δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης από το Φ.Π.Α. εκροών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2859/2000, όπως π.χ. δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, έξοδα ψυχαγωγίας, κ.λπ. και ο οποίος αντιστοιχεί στο μη εκπιπτόμενο ποσό αυτών, ήτοι το υπερβάλλον ποσό των 300 ευρώ της δαπάνης ενός εκ των συμμετεχόντων στην εορταστική εκδήλωση το οποίο δεν εκπίπτει με βάση τις διατάξεις της περ. ι' του άρθρου αυτού του ν. 4172/2013 και του συνόλου των δαπανών ψυχαγωγίας με βάση τις διατάξεις της περ. ια' του υπόψη άρθρου και νόμου, αντίστοιχα.

Διευκρινίζεται ότι ο Φ. Π. Α. για τον οποίο δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης από το φόρο των εκροών και αντιστοιχεί σε εκπιπτόμενες δαπάνες κατά τον Κ.Φ.Ε., εκπίπτεται κανονικά από τα ακαθάριστα έσοδα.

Σημειώνεται, ότι ο Φ.Π.Α. που επιβάλλεται επί των δαπανών που αφορούν στην επέκταση, προσθήκη ή βελτίωση παγίων τα οποία χρησιμοποιούνται σε πράξεις μη υπαγόμενες σε Φ.Π.Α., προσαυξάνει την αξία κτήσης των πιο πάνω παγίων, η οποία υπόκειται σε απόσβεση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 24 του ν. 4172/2013, καθόσον ο φόρος αυτός αφενός δεν εκπίπτει ούτε επιστρέφεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2859/2000 και αφετέρου βαρύνει τις δαπάνες αυτές, οι οποίες περαιτέρω βαρύνουν την αξία κτήσης των εν λόγω κτισμάτων. Ομοίως ο Φ. Π. Α. που βαρύνει τις αγορές ενσώματων παγίων των επιχειρήσεων και ο οποίος δεν μπορεί να εκπέσει από το Φ.Π.Α. εκροών, προσαυξάνει την τιμή κτήσης του παγίου και κατά συνέπεια, εκπίπτει δια μέσω των αποσβέσεων επί της συνολικής αξίας του παγίου αυτού με βάση το άρθρο 24.

Πέραν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι, δεν εκπίπτουν και οι φόροι των οποίων η μη έκπτωση προβλέπεται ρητά από ειδικές διατάξεις νόμων.
Στην περίπτωση που οι ανωτέρω φόροι επαναχρεώνονται στην αντισυμβαλλόμενη επιχείρηση, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι αυτοί εκπίπτουν ως δαπάνη της επιχείρησης που τους επαναχρεώνει εφόσον το ποσό της επαναχρέωσης έχει συμπεριληφθεί στα φορολογητέα έσοδα της επιχείρησης.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι φόροι που δεν εκπίπτουν απαριθμούνται περιοριστικά στις υπόψη υποπεριπτώσεις και κατά συνέπεια, λοιποί φόροι που δεν περιλαμβάνονται σε αυτές εκπίπτουν (π.χ. ΕΝΦΙΑ, τέλη κυκλοφορίας, τέλη χαρτοσήμου, ανταποδοτικά τέλη υπέρ Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, κ.λπ.).
Οι ανωτέρω φόροι - τέλη εκπίπτουν κατά το χρόνο που καταβάλλονται.
[ Κανονικά τα ποσά αυτά ( στις περισσότερες των περιπτώσεων ) πρέπει να καταχωρηθούν στον «Πινακα Ε » ( πρώην Κ ), του εντύπου Ε3, ως προσωρινή διαφορά μεταξύ «Λογιστικής » και « Φορολογικής » βάσης ]


Εξαίρεση αποτελούν τα τέλη κυκλοφορίας τα οποία προκαταβάλλονται και κατά συνέπεια εκπίπτουν το επόμενο φορολογικό έτος, δηλαδή το έτος που αφορούν, καθώς και τα τέλη διαφήμισης, τα οποία εκπίπτουν κατά το χρόνο που αφορούν, με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται κατωτέρω.
 


●●●
 

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦΒ 1086181 2016/ 6.6.2016 Έκπτωση του μεταβατικού τέλους ασφάλειας εφοδιασμού (ΜΤΑΕ) και των ειδικών τελών του άρθρου 25 του ν.3468/2006 από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων (μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας)
« 6. Κατόπιν όλων όσων αναφέρθηκαν παραπάνω συνάγεται ότι, το μεταβατικό τέλος ασφάλειας εφοδιασμού του ν. 4001/2011 εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων (μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας) που είναι συνδεδεμένες στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα και Δίκτυο, καθόσον δεν περιλαμβάνεται στις περιοριστικά αναφερόμενες υποπεριπτώσεις της περ. ζ' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013. Τα ίδια ισχύουν και για το ειδικό τέλος του άρθρου 25 του ν.3468/2006. Ως χρόνος έκπτωσης των τελών αυτών λαμβάνεται το φορολογικό έτος που αφορούν τα έσοδα επί των οποίων υπολογίζονται, καθόσον στο έτος αυτό τα υπόψη τέλη εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της επιχείρησης και αποδεικνύονται με τα κατάλληλα δικαιολογητικά.»


●●●
 

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦΒ 1084012 ΕΞ 2016/ 1.6.2016 Διευκρινίσεις σχετικά με την έκπτωση ΕΝΦΙΑ από οικοδομική επιχείρηση
«6. Κατόπιν των ανωτέρω, οι δαπάνες που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, στις οποίες περιλαμβάνεται και ο ΕΝΦΙΑ, εκπίπτουν για πωλήσεις οικοδομών για τις οποίες το κέρδος τους προσδιορίζεται λογιστικά, ενώ για πωλήσεις οικοδομών με οικοδομική άδεια πριν το 2006 για τις οποίες το κέρδος τους προσδιορίζεται τεκμαρτά με βάση το άρθρο 34 του ν.2238/1994, οι εν λόγω δαπάνες δεν εκπίπτουν.»


●●●
 

Η. Φορολογική μεταχείριση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)

1. Η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων με το αριθ. 1129 ΕΞ 15.10.2012 έγγραφό της αποφάνθηκε ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης όταν γίνεται απαιτητός από το Ελληνικό Δημόσιο βαρύνει το κόστος των αποθεμάτων και στη συνέχεια με την πώληση των αποθεμάτων εμφανίζεται/ προσαυξάνει τις πωλήσεις.

2. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο Ε.Φ.Κ. περιλαμβάνεται στο κόστος πωληθέντων και κατά συνέπεια επηρεάζει τα αποτελέσματα χρήσης μέσω του κόστους πωληθέντων κατά την οριστική πώληση των καπνοβιομηχανικών προϊόντων. Κατά συνέπεια, αυτός δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των υπόψη επιχειρήσεων ως αυτοτελής δαπάνη (διπλή έκπτωση).

3. Ειδικά για το κρασί αναφέρεται ότι με τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν.4346/2015 τροποποιήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 91 και 93 του ν.2960/2001 (Τελωνειακός Κώδικας) και επιβλήθηκε από την 01.01.2016 Ε.Φ.Κ. στο κρασί. Κατ' εξαίρεση για το φορολογικό έτος 2016 και δεδομένου ότι κατά την απογραφή στις 31.12.2015 δεν είχε ληφθεί υπόψη ο Ε.Φ.Κ. για εκείνα τα (αδιάθετα) αποθέματα που εμφανίζονται στις 31.12.2015 και πρόκειται να πωληθούν κατά το φορολογικό έτος 2016, με την παρούσα γίνεται δεκτό ότι ειδικά για αυτά τα αδιάθετα αποθέματα ο Ε.Φ.Κ. θα εκπέσει κατά το φορολογικό έτος που θα καταβληθεί.
( ΠΟΛ.1094/2016. Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες )


●●●●●●
 


8) [ Κωδικός 2008 ]. Τεκμαρτό μίσθωμα από ιδιοχρησιμοποίηση
η) Το τεκμαρτό μίσθωμα από ιδιοχρησιμοποίηση
της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του ν. 4172/2013, κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 41α του ν. 1249/1982. Ειδικότερα, για τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία, εκπίπτει το τεκμαρτό μίσθωμα στο σύνολό του ανεξάρτητα αν υπερβαίνει το 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.


●●●
 

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1021369 ΕΞ 2017 (10-2-2017)
Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος από ιδιόχρηση


1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 39 του ν. 4172/2013, ο όρος «εισόδημα από ακίνητη περιουσία» σημαίνει το εισόδημα, σε χρήμα ή σε είδος, που προκύπτει από την εκμίσθωση ή την ιδιοχρησιμοποίηση ή τη δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων.
Το εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση τεκμαίρεται ότι συνίσταται στο τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

2. Επίσης, με τις διατάξεις της περίπτωσης η' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, το τεκμαρτό μίσθωμα της παραγράφου 2 του άρθρου 39 σε περίπτωση ιδιόχρησης κατά το μέτρο που υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα.

3. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι, για τον προσδιορισμό των καθαρών φορολογητέων κερδών, το τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση αποτελεί εισόδημα από ακίνητα και συνίσταται στο 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου και αποτελεί ταυτόχρονα και εκπιπτόμενη δαπάνη κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

4. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη συμπλήρωση του εντύπου Ε3, θα συμπληρωθούν οι κωδικοί που αφορούν στο καθαρό αποτέλεσμα με λογιστικό προσδιορισμό και στη συνέχεια με τη βοήθεια του πίνακα Κ' (πίνακας προσωρινών διαφορών μεταξύ φορολογικής - λογιστικής βάσης) θα υπολογιστούν οι διαφορές μεταξύ Ε.Λ.Π. και φορολογικής βάσης και αφού ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, θα διαμορφωθούν τα τελικά καθαρά φορολογητέα κέρδη που θα αναγραφούν στους αντίστοιχους κωδικούς του Πίνακα Ζ'.


●●●●●●
 

9) [ Κωδικός 2009 ]. Δαπάνες για την οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως
05 Έξοδα συνεδρίων - δεξιώσεων και άλλων παρεμφερών εκδηλώσεων
06 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενείας
60.02 Παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
02 Επιχορηγήσεις και λοιπά έξοδα κυλικείου - εστιατορίου
03 Έξοδα ψυχαγωγίας προσωπικού (π.χ. κατασκηνώσεων, εκδρομών, χοροεσπερίδων ή εορταστικών εκδηλώσεων) ]

θ) Οι δαπάνες για την οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων που αφορούν στη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της επιχείρησης, για την ενημέρωσή τους σε θέματα στρατηγικής των επιχειρήσεων, οριοθέτησης μελλοντικών στόχων, εισαγωγής νέων προϊόντων στην αγορά, προώθησης των προϊόντων, ενημέρωσης σε νέες τεχνικές, κ.λπ., είτε οργανώνονται από την ίδια την επιχείρηση είτε από τρίτο, κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το 0,5% επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης.

Στις δαπάνες για τη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων της επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες που γίνονται για την αίθουσα των εκδηλώσεων, τη μεταφορά των επισκεπτών, τυχόν αμοιβές ομιλητών, ενώ περιλαμβάνονται τα τέλη που σχετίζονται με τη διαμονή (π.χ. δημοτικοί φόροι ημεδαπής ή αλλοδαπής - «city tax»).

Το ποσό των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα εφαρμόζεται ανά ενημερωτική ημερίδα - συνάντηση. Εφόσον το συνολικό ετήσιο ποσό της εν λόγω δαπάνης υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης, τότε η συνολική δαπάνη εκπίπτει μόνο μέχρι του ποσού που δεν υπερβαίνει το εν λόγω ποσοστό. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση η εκπιπτόμενη δαπάνη δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, παραθέτουμε τα ακόλουθα παραδείγματα:

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1

Επιχείρηση με ακαθάριστα έσοδα 2.000.000 ευρώ δαπάνησε στα πλαίσια διοργάνωσης ενημερωτικής ημερίδας, για σίτιση και διαμονή 50 ατόμων 21.500 ευρώ συνολικά. Ειδικότερα, για 20 από αυτά δαπάνησε το ποσό των 700 ευρώ για κάθε έναν, ήτοι συνολικά 14.000 ευρώ (20 x 700) και για τα υπόλοιπα 30 άτομα το ποσό των 250 ευρώ για κάθε έναν, ήτοι συνολικά 7.500 ευρώ (30 x 250).
Η μη εκπιπτόμενη δαπάνη θα υπολογισθεί ως εξής:
i) Για τα 20 άτομα για τα οποία δαπάνησε το ποσό των 700 ευρώ η δαπάνη θα περιοριστεί στα 300 ευρώ, συνεπώς ως αρχικό μη εκπιπτόμενο ποσό από τα ακαθάριστα έσοδα θα ληφθεί το ποσό των 8.000 ευρώ [(700 - 300) x 20].
ii) Η εναπομένουσα δαπάνη ύψους 13.500 ευρώ (21.500 - 8.000) συγκρίνεται με το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων, ήτοι 10.000 ευρώ (2.000.000 x 0,5%) και περιορίζεται σε αυτό το ύψος, δηλαδή θα αναμορφωθεί επίσης ποσό ίσο με 3.500 ευρώ (13.500 - 10.000).
Στο παράδειγμα αυτό θα αναμορφωθεί συνολικά ποσό ύψους 11.500 ευρώ, ήτοι ποσό 8.000 ευρώ από τον περιορισμό στα 300 ευρώ της δαπάνης σε όσους συμμετέχοντες είναι μεγαλύτερη και 3.500 ευρώ γιατί το ποσό που απέμεινε υπερβαίνει το 0,5% επί των ακαθάριστων εσόδων.
Εάν στο παραπάνω παράδειγμα τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης ήταν 3.000.000 ευρώ, τότε η εναπομένουσα δαπάνη ύψους 13.500 ευρώ θα συγκριθεί με το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων, ήτοι με 15.000 ευρώ (3.000.000 x 0,5%) και επειδή είναι μικρότερη δεν τίθεται θέμα άλλου περιορισμού.

Στην περίπτωση αυτή θα αναμορφωθεί συνολικά ποσό ύψους 8.000 ευρώ, ήτοι μόνο το ποσό από τον περιορισμό στα 300 ευρώ της δαπάνης σε όσους συμμετέχοντες είναι μεγαλύτερη, δεδομένου ότι το εναπομένον ποσό είναι μικρότερο από το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2

Επιχείρηση με ακαθάριστα έσοδα 1.000.000 ευρώ δαπάνησε στα πλαίσια διοργάνωσης ενημερωτικής ημερίδας για σίτιση και διαμονή 25 ατόμων 6.000 ευρώ συνολικά. Η υπόψη δαπάνη δεν ξεπέρασε το ποσό των 300 ευρώ για κανέναν από τους συμμετέχοντες. Η μη εκπιπτόμενη δαπάνη θα υπολογισθεί ως εξής:

Η δαπάνη ύψους 6.000 ευρώ συγκρίνεται με το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων, ήτοι με 5.000 ευρώ (1.000.000 x 0,5%) και περιορίζεται σε αυτό το ύψος, δηλαδή θα αναμορφωθεί το ποσό των 1.000 ευρώ (6.000 - 5.000).
Στο παράδειγμα αυτό θα αναμορφωθεί συνολικά ποσό ύψους 1.000 ευρώ, ήτοι μόνο το ποσό από τον περιορισμό 0,5% των ακαθάριστων εσόδων της συνολικής δαπάνης, δεδομένου ότι δεν υπήρχε συμμετέχων για τον οποίον να δαπανήθηκε μεγαλύτερο ποσό.
Εάν στο παραπάνω παράδειγμα τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης ήταν 2.000.000 ευρώ, τότε η δαπάνη ύψους 6.000 ευρώ θα συγκριθεί με το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων, ήτοι 10.000 ευρώ (2.000.000 x 0,5%) και επειδή είναι μικρότερη δεν θα αναμορφωθεί κανένα ποσό.

 


●●●●●●
 

10) [ Κωδικός 2010 ] . Δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων και οι δαπάνες σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως
05 Έξοδα συνεδρίων - δεξιώσεων και άλλων παρεμφερών εκδηλώσεων
06 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενείας ]


ι) Οι δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων και οι δαπάνες σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων, κατά το μέτρο που υπερβαίνουν το ποσό των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα και κατά το μέτρο που η συνολική ετήσια δαπάνη υπερβαίνει το 0,5% επί του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματος της επιχείρησης.
Στις δαπάνες για τη διαμονή φιλοξενούμενων προσώπων περιλαμβάνονται και τα τέλη που σχετίζονται με τη διαμονή (π.χ. δημοτικοί φόροι ημεδαπής ή αλλοδαπής - «city tax»).
Το ανωτέρω όριο των 300 ευρώ ανά συμμετέχοντα εφαρμόζεται ανά εορταστική εκδήλωση. Εφόσον το συνολικό ετήσιο ποσό της εν λόγω δαπάνης υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης, τότε η συνολική δαπάνη εκπίπτει μόνο μέχρι του ποσού που δεν υπερβαίνει το εν λόγω ποσοστό. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση η εκπιπτόμενη δαπάνη δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων.
Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που μία επιχείρηση καταβάλει δημοτικό φόρο στην αλλοδαπή, θα πρέπει να εξετάζεται αν η καταβολή πραγματοποιείται στα πλαίσια των περιπτώσεων θ' ή ι', δηλαδή αν ακολουθεί την κύρια δαπάνη διαμονής πελατών ή εργαζομένων της στα πλαίσια ενημερωτικών ημερίδων ή διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων. Σε περίπτωση που ο δημοτικός φόρος αλλοδαπής δεν αφορά στις παραπάνω περιπτώσεις, θα πρέπει να συναρτάται με την κύρια αντίστοιχη δαπάνη για την έκπτωση των οποίων πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22.
 


●●●●●●
 


« Θ. Φορολογική μεταχείριση των δαπανών σίτισης και διαμονής που πραγματοποιούν οι φαρμακευτικές εταιρείες, για οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων


1. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας διευκρινίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι το ποσό των 300 ευρώ για ενημερωτικές ημερίδες και συναντήσεις που αναφέρεται στην περ. θ' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, οι οποίες είτε οργανώνονται από την ίδια την επιχείρηση είτε από τρίτο, θα εφαρμόζεται ανά συμμετέχοντα και ανά ενημερωτική ημερίδα - συνάντηση με την προϋπόθεση ότι το συνολικό ετήσιο ποσό της εν λόγω δαπάνης να μην υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης.
Επισημαίνεται ότι η αναφορά στην ως άνω εγκύκλιο σε ημερίδες και συναντήσεις που οργανώνονται από τρίτους καταλαμβάνει αυτές που οργανώνονται μέσω τρίτων που ασκούν κατ' επάγγελμα αυτή τη δραστηριότητα (διοργάνωση συνεδρίων και ενημερωτικών ημερίδων) και όχι αυτές την οργάνωση των οποίων καταλαμβάνουν λοιποί κρατικοί ή μη φορείς (π.χ. πανεπιστήμια, κρατικά νοσοκομεία, κ.λπ.).

2.
Από ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας προκύπτει, ότι φαρμακευτικές εταιρείες, στο πλαίσιο ενημέρωσης επιστημόνων υγείας (γιατροί, φαρμακοποιοί κ.ο.κ.) συμμετέχουν στο κόστος οργάνωσης και διεξαγωγής ενημερωτικών ημερίδων ή συνεδρίων, μετά από προηγούμενη έγκριση του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ), μέσω της κάλυψης των εξόδων διαμονής και σίτισης των συμμετεχόντων (επιστημόνων υγείας), δεδομένου ότι οι επιστήμονες υγείας είναι το εξειδικευμένο κοινό προς το οποίο πρωτίστως απευθύνονται και μέσω των οποίων διατίθενται τα προϊόντα των υπόψη εταιρειών, θεωρούνται δηλαδή πελάτες για τις ανάγκες εφαρμογής των διατάξεων της περίπτωσης θ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013.
Οι ενημερωτικές ημερίδες ή συνέδρια οργανώνονται είτε από ίδιες τις φαρμακευτικές εταιρείες (ανεξάρτητα αν την οργάνωσή τους στην πράξη αναλαμβάνουν τρίτοι οι οποίοι ασκούν κατ' επάγγελμα αυτή τη δραστηριότητα), είτε από λοιπούς φορείς, κρατικούς (πανεπιστήμια, κρατικά νοσοκομεία κ.λπ.) ή μη (επιστημονικά σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, επιστημονικές ενώσεις κάθε νομικής μορφής μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, κ.λπ.), υπό την αιγίδα των οποίων συμμετέχουν οι φαρμακευτικές εταιρίες.

3.
Από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και δεδομένου ότι οι ενημερωτικές ημερίδες ή συνέδρια οργανώνονται μετά από προηγούμενη έγκριση του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ) προκύπτει, ότι στον περιορισμό της περίπτωσης θ' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, εμπίπτουν οι αντίστοιχες δαπάνες σίτισης και διαμονής πελατών ή εργαζομένων που συμμετέχουν σε ενημερωτικές ημερίδες ή συνέδρια που οργανώνονται από την ίδια την φαρμακευτική επιχείρηση (αυτοτελώς ή μέσω τρίτων, όπως διευκρινίστηκε πιο πάνω υπό 1).
Αντίθετα, για ενημερωτικές ημερίδες οι οποίες πραγματοποιούνται από λοιπούς κρατικούς ή μη φορείς (ανεξάρτητα από το αν διοργανώνονται από τους ίδιους ή από τρίτες εταιρείες που ασκούν κατ' επάγγελμα αυτή τη δραστηριότητα), οι δαπάνες οργάνωσης και διεξαγωγής αυτών που βαρύνουν τις φαρμακευτικές εταιρίες και αφορούν στη σίτιση και διαμονή πελατών ή εργαζομένων τους εμπίπτουν στον γενικό κανόνα έκπτωσης, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013.
Τα ανωτέρω αποτελούν γενικό κανόνα έκπτωσης για όλες τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν δαπάνες σίτισης και διαμονής πελατών ή εργαζομένων τους στα πλαίσια οργάνωσης και διεξαγωγής ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων, επισημαίνοντας ότι σε κάθε περίπτωση τα αναφερόμενα πιο πάνω ως προς τον εν τοις πράγμασι διοργανωτή συνεδρίου - ενημερωτικής ημερίδας (τρίτο ή την ίδια την εταιρεία) καθώς και γενικότερα οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 22 και 23, θα πρέπει να εξετάζονται σε κάθε περίπτωση ως θέμα πραγματικό από την αρμόδια ελεγκτική αρχή, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε δαπάνης.» ( ΠΟΛ.1094/2016. Συμπλήρωση της ΠΟΛ.1113/2015 εγκυκλίου μας, σχετικά με τις εκπιπτόμενες και μη δαπάνες )
 


●●●●●●
 



11) [ Κωδικός 2011 ]. Δαπάνες ψυχαγωγίας
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως
05 Έξοδα συνεδρίων - δεξιώσεων και άλλων παρεμφερών εκδηλώσεων
06 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενείας
60.02 Παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
02 Επιχορηγήσεις και λοιπά έξοδα κυλικείου - εστιατορίου
03 Έξοδα ψυχαγωγίας προσωπικού (π.χ. κατασκηνώσεων, εκδρομών, χοροεσπερίδων ή εορταστικών εκδηλώσεων) ]

ια) Οι δαπάνες ψυχαγωγίας. Εξαιρούνται δαπάνες ψυχαγωγίας που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων που έχουν ως κύριο αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ψυχαγωγίας, οι οποίες δικαιούνται να εκπέσουν το σύνολο των υπόψη δαπανών.


 


●●●●●●
 



12) [ Κωδικός 2012 ] Προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
60.02 Παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
60.02.00 Είδη ενδύσεως
01 Έξοδα στεγάσεως (π.χ. κατοικιών)
02 Επιχορηγήσεις και λοιπά έξοδα κυλικείου - εστιατορίου
04 Έξοδα επιμορφώσεως προσωπικού (π.χ. δίδακτρα, έξοδα εκπαιδευτικών ταξιδιών ή έξοδα μετεκπαιδεύσεων)
05 Έξοδα ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως (π.χ. νοσήλια, φάρμακα, έξοδα εγχειρήσεων, έξοδα κηδειών)
06 Ασφάλιστρα προσωπικού (π.χ. ομαδικής ή ατομικής ασφαλίσεως)

62.03 Τηλεπικοινωνίες
62.03.00 Τηλεφωνικά – Τηλεγραφικά ( κινητά τηλέφωνα )
 

64.00 Έξοδα μεταφορών
64.00.00 Έξοδα κινήσεως (καύσιμα - λιπαντικά - διόδια) ιδιοκτητών
μεταφορικών μέσων
64.01 Έξοδα ταξιδιών
64.01.00 Έξοδα ταξιδιών εσωτερικού
64.01.01 Έξοδα ταξιδιών εξωτερικού ]


ιβ) Οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες.
Διευκρινίζεται ότι όποια δαπάνη έχει χαρακτηρισθεί ως παροχή σε είδος με βάση το άρθρο 13 του ν. 4172/2013 (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 εγκύκλιός μας) και φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία, θεωρείται ότι πραγματοποιείται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτει ως έξοδο μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22.

Λοιπές δαπάνες που δεν εμπίπτουν στην έννοια των παροχών σε είδος (π.χ. διατακτικές μέχρι 6 ευρώ, παροχές μέχρι 300 ευρώ, χρήση κινητών τηλεφώνων σύμφωνα με την ΠΟΛ.1219/6.10.2014, παραχώρηση εταιρικών οχημάτων για το 70% του κόστους των αναφερομένων στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 δαπανών, καύσιμα και διόδια εταιρικών οχημάτων, κ.λπ.) εκπίπτουν υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 22.
Τα ίδια ισχύουν και για τα ποσά των περ. α' και β' της παρ.1 του άρθρου 14 του ν. 4172/2013, αναφορικά με την κάλυψη δαπανών (διαμονής, σίτισης και κίνησης) από την επιχείρηση που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους, τα οποία επίσης εκπίπτουν με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22.
Ειδικότερα, σε περίπτωση που χορηγείται δάνειο προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του νόμου αυτού δεν εκπίπτουν οι τόκοι που προκύπτουν, σε περίπτωση έγγραφης συμφωνίας, για τους οποίους το φυσικό πρόσωπο φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία, καθότι αυτό αποτελεί τεκμαρτό εισόδημα για αυτόν και δεν αποτελεί πραγματική δαπάνη για την εταιρεία.


●●●
 

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΑΦΒ 1121357 ΕΞ2015/14.9.2015
Διευκρινίσεις σχετικά με την έκπτωση των διατακτικών σίτισης που χορηγεί επιχείρηση σε εργαζομένους της

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, οι οποίες ισχύουν, σύμφωνα με την παραγράφου 2 του άρθρου 72 του ίδιου νόμου, για δαπάνες που αφορούν φορολογικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά, κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη βέβαια των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε. οι οποίες:
α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,
β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,
γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.

2. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο μας, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των άρθρων 22, 22Α και 23 του ν. 4172/2013 διευκρινίσθηκε, όσον αφορά στις προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες, ότι όποια δαπάνη έχει χαρακτηρισθεί ως παροχή σε είδος με βάση το άρθρο 13 του ν. 4172/2013 (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 εγκύκλιος μας) και φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία, θεωρείται ότι πραγματοποιείται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτει ως έξοδο μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περιπτώσεων β' και γ' του άρθρου 22. Λοιπές δαπάνες που δεν εμπίπτουν στην έννοια των παροχών σε είδος (π.χ. διατακτικές μέχρι 6 ευρώ, παροχές μέχρι 300 ευρώ, χρήση κινητών τηλεφώνων σύμφωνα με την ΠΟΛ.1219/6.10.2014, παραχώρηση εταιρικών οχημάτων για το 70% του κόστους των αναφερομένων στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 δαπανών, καύσιμα και διόδια εταιρικών οχημάτων, κ.λπ.) εκπίπτουν υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 22.

3. Με βάση ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας προκύπτει ότι εταιρείες χορηγούν διατακτικές σίτισης έως 6 ευρώ (132 ευρώ μηνιαίως) στους εργαζομένους τους, τις οποίες πρόκειται να εξαργυρώνουν και σε supermarkets κατά περιοδικά χρονικά διαστήματα, προκειμένου για την αγορά προϊόντων με τα οποία θα προετοιμάζουν το γεύμα τους το οποίο στη συνέχεια θα καταναλώνουν στις εταιρείες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους.

4. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω προκύπτει ότι δεν υπάρχει περιορισμός ως προς τον τρόπο εξαργύρωσης των διατακτικών σίτισης έως 6 ευρώ (σε εστιατόρια ή supermarkets) προκειμένου για την έκπτωση των σχετικών δαπανών, και συνεπώς ότι οι υπόψη δαπάνες, οι οποίες συνιστούν προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες, αναγνωρίζονται σε κάθε περίπτωση για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο μας.


●●●
 

«στ) η παροχή της χρήσης εταιρικών συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας που γίνεται στους εργαζόμενους, διευθυντές, διαχειριστές και μέλη διοίκησης κατά το μέρος που υπερβαίνει το κόστος των προγραμμάτων χρήσης και υπό την προϋπόθεση ότι το υπερβάλλον ποσό του προγράμματος χρήσης χρησιμοποιείται για προσωπικούς τους σκοπούς και όχι για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη, λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές επιχειρήσεις καλύπτουν τη συγκεκριμένη παροχή στα προαναφερόμενα πρόσωπα με σκοπό την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών τους, την αύξηση της παραγωγικότητάς τους και την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών (επικοινωνία με πελάτες, συνεργάτες, κ.λπ.) ακόμα και πέραν του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου. Ο διαχωρισμός της παροχής που εξυπηρετεί την επιχειρηματική δραστηριότητα του εργοδότη από την παροχή που εξυπηρετεί προσωπικούς σκοπούς των ανωτέρω προσώπων είναι εφικτός διότι κατά την έκδοση του λογαριασμού από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας παρέχεται ανάλυση ανά αριθμό.
Σε κάθε περίπτωση, ο διαχωρισμός μπορεί να βασιστεί και σε βεβαίωση του εργοδότη, με την οποία βεβαιώνεται σε ετήσια βάση το ποσό που αφορά σε επαγγελματική χρήση ή άλλη χρήση της εταιρικής σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός ή ο εργοδότης δεν προβεί στον διαχωρισμό αυτό για οποιοδήποτε λόγο και δεν χορηγήσει σχετική βεβαίωση, τότε το υπερβάλλον ποσό του κόστους του προγράμματος χρήσης θεωρείται ως παροχή σε είδος. Στην παροχή αυτή που προσαυξάνει το φορολογητέο εισόδημα των ανωτέρω προσώπων εντάσσονται και οι φόροι και τα τέλη που αντιστοιχούν σε αυτήν (Φ.Π.Α., λοιπά τέλη).
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παρατίθεται το ακόλουθο παράδειγμα: Επιχείρηση χορήγησε μέσα στο 2014 σε εργαζόμενό της κινητό τηλέφωνο πληρώνοντάς του όλους τους λογαριασμούς, οι οποίοι αθροιστικά για το έτος αυτό ανήλθαν σε 2.000 ευρώ. Το πρόγραμμα χρήσης είναι 100 ευρώ ανά μήνα, ήτοι 1.200 ευρώ ετησίως.
Περίπτωση α': Από την ανάλυση ανά αριθμό προέκυψε ότι από τη διαφορά των 800 ευρώ (δηλαδή το υπερβάλλον ποσό του προγράμματος χρήσης), 300 ευρώ αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα του εργοδότη και τα 500 ευρώ αφορούν προσωπικούς σκοπούς του εργαζόμενου. Κατά συνέπεια ως παροχή σε είδος προς τον εργαζόμενο θεωρείται το ποσό των 500 ευρώ.
Περίπτωση β': Εφόσον από τον αναλυτικό λογαριασμό δεν προκύπτει ή δεν έγινε ο διαχωρισμός επιχειρηματικής ή προσωπικής χρήσης (συμπεριλαμβανομένης της παροχής βεβαίωσης της επιχείρησης κατά τα ανωτέρω), τότε το σύνολο της διαφοράς (ήτοι τα 800 ευρώ) θεωρείται ως παροχή σε είδος για τον εργαζόμενο. Διευκρινίζεται ότι όταν η επιχείρηση καλύπτει για το ίδιο εκ των ανωτέρω πρόσωπο και την παροχή της χρήσης περισσότερων της μίας συσκευής και εταιρικής σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας, τότε η συνολική αξία των επιπρόσθετων συσκευών και εταιρικών συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας θεωρείται παροχή σε είδος και προσαυξάνει το φορολογητέο εισόδημα του δικαιούχου.
Τέλος, η αξία των παραχωρούμενων προς τα ανωτέρω πρόσωπα εργαλείων εργασίας π.χ. tablets, φορητοί υπολογιστές ακόμα και πέραν του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου δεν προσαυξάνει το φορολογητέο εισόδημα του δικαιούχου δεδομένου ότι η παραχώρηση αυτή εξυπηρετεί λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης, την αύξηση της παραγωγικότητάς της και την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών. Το ανωτέρω ισχύει για ένα εργαλείο εργασίας ανά είδος (π.χ. έναν φορητό υπολογιστή, ένα tablet κ.λπ.). Επισημαίνεται ότι ομοίως δεν θεωρούνται παροχές σε είδος οι δαπάνες πρόσβασης στο διαδίκτυο ως προς τα ανωτέρω εργαλεία εργασίας (π.χ. Mobile internet)…» (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 Φορολογική μεταχείριση παροχών σε είδος του άρθρου 13 του ν.4172/2013)


●●●
 

Αρ. πρωτ: ΔΕΑΦΑ 1134898 ΕΞ 2016
Έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης των παροχών κοινωνικού χαρακτήρα προς τους εργαζομένους τους ή συγγενείς αυτών

« 1. Όπως ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 13 του ν.4172/2013 και με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
2. Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι το ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος που αποκτώνται στο πλαίσιο της υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
3. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 4172/2013, ορίζεται ότι κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες: α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της, β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση, γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.
4. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περ. ζ' του άρθρου 23 του ν. 4172/2013, ορίζεται ότι δεν εκπίπτουν οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες.
5. Με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας, με την οποία κοινοποιήθηκαν οι ανωτέρω διατάξεις, διευκρινίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι όποια δαπάνη έχει χαρακτηρισθεί ως παροχή σε είδος με βάση το άρθρο 13 του ν. 4172/2013 (ΠΟΛ.1219/6.10.2014 εγκύκλιός μας) και φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία, θεωρείται ότι πραγματοποιείται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτει ως έξοδο μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22. Λοιπές δαπάνες που δεν εμπίπτουν στην έννοια των παροχών σε είδος (π.χ. διατακτικές μέχρι 6 ευρώ, παροχές μέχρι 300 ευρώ, χρήση κινητών τηλεφώνων σύμφωνα με την ΠΟΛ.1219/6.10.2014, παραχώρηση εταιρικών οχημάτων για το 70% του κόστους των αναφερομένων στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 δαπανών, καύσιμα και διόδια εταιρικών οχημάτων, κ.λπ.) εκπίπτουν υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 22.
Τα ίδια ισχύουν και για τα ποσά των περ. α' και β' της παρ.1 του άρθρου 14 του ν. 4172/2013, αναφορικά με την κάλυψη δαπανών (διαμονής, σίτισης και κίνησης) από την επιχείρηση που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους, τα οποία επίσης εκπίπτουν με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22.
6. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω συνάγεται, ότι οι κοινωνικού χαρακτήρα παροχές που δίνουν οι επιχειρήσεις σε εργαζομένους τους ή σε συγγενικά αυτών πρόσωπα (π.χ. ως δώρα λόγω γάμου αυτών ή των τέκνων τους ή λόγω γέννησης παιδιού, καθώς και τα βοηθήματα σε οικογένεια θανόντος εργαζομένου) αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
Επομένως, οι σχετικές δαπάνες θεωρείται ότι πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτουν ως έξοδα μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22 του ν.4172/2013.

 


●●●●●●
 



13) [ Κωδικός 2013 ] Δαπάνες που καταβάλλονται σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς,
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), οι οποίοι πρέπει να «ερευνηθούν», για την διαπίστωση της ύπαρξης τέτοιων περιπτώσεων :
50.01 Προμηθευτές εξωτερικού ]


ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς,

ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους.

Σχόλια επιστημονικής ομάδας:
Η περίπτωση ιγ' επανήλθε όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της από την παράγραφο 1 του άρθρου 21 του νόμου 4321/2015, η οποία καταργείται σύμφωνα με την περίπτωση 11ζ της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ' του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015, από τότε που ίσχυσε.


●●●
 

ΠΟΛ.1197/2016
Φορολογική μεταχείριση των δαπανών που καταβάλλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης ιγ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013, όπως ισχύουν

Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1.
Με τις διατάξεις της περ. ιγ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α' 167), οι οποίες έχουν επανέλθει σε ισχύ ως αρχικώς είχαν τεθεί με το ν.4172/2013, καθώς οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α' 32), με τις οποίες είχε τροποποιηθεί η περ. ιγ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013, καταργήθηκαν από τότε που ίσχυσαν με τις διατάξεις της υποπερ. ζ' της περ. 11 της υποπαρ. Δ.1. της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν.4336/2015 (ΦΕΚ Α' 94) (σχετ. η ΠΟΛ.1217/24.9.2015 εγκύκλιος), ορίζεται ότι δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή (μαχητό τεκμήριο). Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους.
2. Επομένως, οι δαπάνες που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο κράτους το οποίο, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 65, χαρακτηρίζεται ως κράτος μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς δεν εκπίπτουν κατ' αρχήν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, και επιπλέον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των άρθρων 22 και 23.
Αντιθέτως, οι δαπάνες που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο κράτους - μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., το οποίο χαρακτηρίζεται με βάση τις ίδιες διατάξεις ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και με το οποίο υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους, κατ' αρχήν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εφόσον πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 για την εκπεσιμότητα των δαπανών. Σε περίπτωση όμως αμφισβήτησης, η αρμόδια ελεγκτική αρχή απευθύνει τεκμηριωμένο αίτημα διοικητικής συνδρομής μέσω της αρμόδιας Δ/νσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, Τμήμα Γ' Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας και αν από τη διενεργούμενη από τη Φορολογική Διοίκηση ανταλλαγή πληροφοριών αποδεικνύεται ότι οι σχετικές δαπάνες δεν αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, οι εν λόγω δαπάνες δεν αναγνωρίζονται τελικώς για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των πιο πάνω επιχειρήσεων.
Ως νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών νοούνται οι διατάξεις του άρθρου του σχετικού με την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών των Συμβάσεων για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος (ΣΑΔΦ) σε ισχύ, των διατάξεων της Συμφωνίας Ανταλλαγής Πληροφοριών σχετικά με φορολογικά θέματα μεταξύ Ελλάδας - Γκέρνσεϋ (ν.4240/2014, ΦΕΚ Α' 47), των διατάξεων της Κοινής Σύμβασης Συμβουλίου της Ευρώπης - ΟΟΣΑ για την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε φορολογικά θέματα (ν.4153/2013, ΦΕΚ Α' 116), και τέλος των διατάξεων της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ (ν.4170/2013, ΦΕΚ Α' 163) όπως έχει τροποποιηθεί με τον ν.4378/2016 (ΦΕΚ Α' 55) και ισχύει.

3. Προκειμένου να στοιχειοθετηθεί κατά τον φορολογικό έλεγχο ότι οι υπόψη συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών, εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτές πραγματικά έχουν λάβει χώρα και ότι έχουν αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην ελεγχόμενη επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες (αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, κ.λπ.).
Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα στοιχεία:
α) - ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου με την αλλοδαπή εταιρεία, που να ορίζει τους όρους της συναλλαγής (αντικείμενο, διάρκεια, τίμημα, τρόπους πληρωμής και υποχρεώσεις των μελών) η οποία να έχει καταχωρηθεί στην Κατάσταση Συμφωνητικών της παρ. 16 του άρθρου 8 του ν.1882/1990, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται με την αριθμ. 1065606/7222/ΔΕ-Β/18.7.2000 (ΦΕΚ 951 Β731.7.2000) Α.Υ.Ο., όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει,
- καταβολή του τιμήματος αγοράς σε τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου (τιμολόγια και τραπεζικά εμβάσματα),
- πραγματική μεταφορά και λήψη των αγαθών (CMR, φορτωτικές, τελωνειακά έγγραφα από τα οποία προκύπτει η είσοδος των αγαθών στο εσωτερικό της χώρας) ή την πραγματική παροχή των υπηρεσιών (π.χ. πρωτόκολλο ολοκλήρωσης και παράδοσης του έργου, παραδοτέα έγγραφα).
β) η αλλοδαπή εταιρεία να πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, δηλαδή:
- να έχει αποδεδειγμένα φυσική υπόσταση στη χώρα εγκατάστασής της (έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση, μόνιμα απασχολούμενο προσωπικό, ενεργό Α.Φ.Μ./VIES εφόσον πρόκειται για φορολογικό κάτοικο άλλου κράτους - μέλους, κ.λπ.). Ισολογισμοί της αλλοδαπής εταιρείας και στοιχεία σχετικά με την οργάνωσή της δεν θεωρούνται από μόνα τους επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, μπορεί ωστόσο να αποτελέσουν ενδείξεις για την υπόσταση των εν λόγω επιχειρήσεων στη χώρα εγκατάστασης τους.
- να φορολογείται στην αλλοδαπή χώρα στην οποία έχει την έδρα της και όχι απλώς να είναι φορολογικός κάτοικος της χώρας αυτής.
γ) η δαπάνη να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 και να μην αποτελεί μη εκπιπτόμενη επιχειρηματική δαπάνη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 23 του ίδιου νόμου.
Διευκρινίζεται ότι τα αναφερόμενα πιο πάνω είναι ενδεικτικά και όχι περιοριστικά και συνεπώς ο φορολογικός έλεγχος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τυχόν άλλα στοιχεία που προσκομίζει ο φορολογούμενος και τα οποία κρίνονται ικανά να υποστηρίξουν ότι οι υπό εξέταση συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών, εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.

4. Όσον αφορά στο θέμα του πραγματικού οικονομικού οφέλους που αποφέρει μια συναλλαγή με εταιρεία της αλλοδαπής, αυτό μπορεί να εκτιμηθεί εάν εξετασθούν ενδεικτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
α) οι τιμές αγοράς των προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως αυτές προκύπτουν από συγκριτική οικονομική ανάλυση για ομοειδή προϊόντα άλλων επιχειρήσεων, φορολογικών κατοίκων σε συνεργάσιμα κράτη ή κράτη που δεν υπόκεινται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Αν η τιμή των αγοραζόμενων αγαθών ή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων και των παρεπόμενων εξόδων, π.χ. μεταφορικών, εξόδων ασφάλειας και αποθήκευσης) από τα μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη είναι κατώτερη από τις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις συνεργάσιμων κρατών, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι επιτυγχάνεται οικονομικό όφελος για την ημεδαπή επιχείρηση. Η ανάλυση αυτή θα μπορούσε να επεκταθεί και στη διερεύνηση άλλων παραγόντων, από τους οποίους αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή με τα μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη έχει περισσότερα πλεονεκτήματα από παρόμοιες συναλλαγές με προμηθευτές από άλλες χώρες της ίδιας ή διαφορετικής γεωγραφικής περιοχής (π.χ. χρόνος μεταφοράς των αγαθών, οργάνωση προμηθευτή, κ.λπ.),
β) αγορά προϊόντων ή πρώτων υλών από μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος (π.χ. Μαλαισία, κ.λπ.) λόγω μη παραγωγής τους σε χώρα που θεωρείται συνεργάσιμη ή χωρίς προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Επίσης, λήψη υπηρεσιών από μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος, οι οποίες βάσει των δεδομένων της κοινής πείρας και των συναλλακτικών ηθών συνήθως παρέχονται από εταιρείες σε τέτοια κράτη (π.χ. υπηρεσίες θαλάσσιας μεταφοράς από ναυτιλιακές εταιρίες του Παναμά),
γ) αν η τιμή αγοράς του προϊόντος (π.χ. καφέ) είναι η ίδια με την τιμή κλεισίματος αυτού σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, τότε η δαπάνη αγοράς του πρέπει να αναγνωρίζεται προς έκπτωση, έστω και αν πραγματοποιείται από επιχείρηση με έδρα σε μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση η αγορά από το υπόψη κράτος δεν συνεπάγεται υπερτιμολόγηση.
Επίσης, ειδικά για τα αεροσκάφη που είναι νηολογημένα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και μισθώνονται από ημεδαπές αεροπορικές εταιρείες ή υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών εγκατεστημένα στην Ελλάδα, τα μισθώματα αυτά πρέπει να αναγνωρίζονται ως δαπάνη του μισθωτή (φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας), καθόσον οι εταιρείες από τις οποίες μπορεί κανείς να μισθώσει τέτοια εμπορικά αεροσκάφη είναι περιορισμένες και ανήκουν συνήθως στις κατασκευάστριες και με την προϋπόθεση ότι δεν προκύπτει μεγάλη διαφοροποίηση σε σχέση με τα μισθώματα που καταβάλλουν άλλες αεροπορικές εταιρείες για τα ίδια τύπου και ηλικίας αεροσκάφη.
Τέλος, επισημαίνεται ότι οι δαπάνες αγοράς αγαθών, λήψης υπηρεσιών, κ.λπ. από εταιρείες με έδρα σε μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος δεν εμπίπτουν στις προαναφερθείσες διατάξεις, όταν καταβάλλονται σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους στην αλλοδαπή, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές προβλέπεται η τήρηση ειδικών φακέλων, προκειμένου για την τεκμηρίωση των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών (άρθρο 21 του ν.4174/2013).
Επισημαίνεται ότι τα μη συνεργάσιμα κράτη της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν.4172/2013 και τα κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς των παρ. 6 και 7 του ίδιου άρθρου και νόμου καθορίστηκαν, για το φορολογικό έτος 2014, με τις αριθ. ΔΟΣ Γ 1039110 ΕΞ 2014/4.3.2014 (ΦΕΚ Β' 570) και Δ12 1039188 ΕΞ 2014/4.3.2014 (ΦΕΚ Β' 570) αποφάσεις του Υπουργού και Υφυπουργού Οικονομικών, αντίστοιχα, και για το φορολογικό έτος 2015, με τις ΠΟΛ.1279/29.12.2015 (ΦΕΚ Β' 2905) και ΠΟΛ.1277/29.12.2015 (ΦΕΚ Β' 2905) αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, αντίστοιχα.

5.
Οι διατάξεις της περ. ιγ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 ισχύουν για δαπάνες που αφορούν φορολογικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά.


●●●●●●
 


ΠΟΛ.1173/10.11.2017
Καθορισμός των κρατών που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 65 του ν.4172/2013 για τα φορολογικά έτη 2016 και 2017

1. Καθορίζουμε τα κράτη που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 6 του άρθρου 65 του ν.4172/2013, τα κράτη εκείνα στα οποία το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου του οποίου ο συντελεστής είναι ίσος ή κατώτερος από το πενήντα τοις εκατό (50%) του συντελεστή φορολογίας νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν φορολογικός κάτοικος ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 6 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος στην Ελλάδα.
Με βάση το πιο πάνω κριτήριο τα κράτη αυτά, για το φορολογικό έτος 2016, είναι τα ακόλουθα:

1

Άγιος Ευστάθιος

St Eustatius

2

Άγιος Μαρίνος

San Marino

3

Αλβανία

Albania

4

Ανδόρα

Andorra

5

Ανγκουίλα

Anguilla

6

Βανουάτου

Vanuatu

7

Βερμούδες

Bermuda

8

Βοσνία -Ερζεγοβίνη

Bosnia-Herzegovina

9

Βουλγαρία

Bulgaria

10

Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι

British Virgin Islands

11

Γιβραλτάρ

Gibraltar

12

Γκέρνσεϋ

Guernsey

13

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

United Arab Emirates

14

Ιορδανία

Hashemite Kingdom of Jordan

15

Ιρλανδία

Ireland

16

Κατάρ

Qatar

17

Κόσσοβο

Kosovo

18

Κύπρος

Cyprus

19

Λίχτενσταϊν

Liechtenstein

20

Μακάο

Macau

21

Μαλδίβες

Republic of Maldives

22

Μαυροβούνιο

Montenegro

23

Μολδαβία

Republic of Moldova

24

Μονακό

Monaco

25

Μονσεράτ

Montserrat

26

Μπαχάμες

the Bahamas

27

Μπαχρέϊν

Bahrain

28

Μπελίζ

Belize

29

Μποναίρ

Bonaire

30

Ναουρού

Nauru

31

Νήσοι Κέϋμαν

Cayman Islands

32

Νήσοι Μάρσαλ

Marshall Islands

33

Νήσοι Τέρκς και Κάϊκος

Turks and Caicos

34

Νήσος του Μάν

Isle of Man

35

Ουζμπεκιστάν

Uzbekistan

36

Ομάν

Oman

37

Παραγουάη

Paraguay

38

ΠΓΔΜ

FYROM

39

Σαουδική Αραβία

Saudi Arabia

40

Σεϋχέλλες

Seychelles

41

Σρι - Λάνκα

Sri Lanka

42

Τζέρσεϋ

Jersey



2. Για το φορολογικό έτος 2017 ως κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς λαμβάνονται αυτά της παραγράφου 1 με την προσθήκη και της Ουγγαρίας (Hungary).
 


●●●●●●
 


ΠΟΛ.1024/13.2.2018
Καθορισμός των μη συνεργάσιμων κρατών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013 για το φορολογικό έτος 2017

1. Τα μη συνεργάσιμα κράτη (κράτη ή περιοχές δικαιοδοσίας ή υπερπόντιες χώρες ή εδάφη που τελούν υπό οποιοδήποτε καθεστώς σύνδεσης ή εξάρτησης, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 65),του ν. 4172/2013, για το έτος 2017 είναι τα εξής:
 

1

Αγία Λουκία

St. Lucia έως 28/02/2017

2

Αντίγκουα και Μπαρμπούντα

Antigua and Barbuda

3

Βανουάτου

Vanuatu

4

Γουατεμάλα

Guatemala έως 30/09/2017

5

Γρενάδα

Grenada

6

Λιβερία

Liberia

7

Λίβανος

Lebanon έως 31/08/2017

8

Μαλαισία

Malaysia έως 30/04/2017

9

Μπαχάμες

Bahamas

10

Μπαχρέιν

Bahrain

11

Μπρουνέι

Brunei

12

Μονακό

Monaco έως 31/03/2017

13

Νήσοι Κούκ

Cook Islands έως 31/08/2017

14

Νήσοι Μάρσαλ

Marhsall Islands έως 31/03/2017

15

Ντομίνικα

Dominica

16

Παναμάς

Panama έως 30/06/2017

17

Παρθένοι Νήσοι ΗΠΑ

US Virgin Islands

18

ΠΓΔΜ

FYROM

19

Φιλιππίνες

Philippines

20

Χόνγκ Κόνγκ

Hong Kong


●●●●●●
 



14) [ Κωδικός 2023 ] . Τρόπος εξόφλησης αμοιβών προσωπικού
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), οι οποίοι πρέπει να «ερευνηθούν», για την διαπίστωση της ύπαρξης τέτοιων περιπτώσεων :
53.00 Αποδοχές προσωπικού πληρωτέες ( οι χρεώσεις του λογ/μού ) ]

ιδ) Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

« Β) ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ
Στον Πίνακα της Φορολογικής Αναμόρφωσης ενσωματώθηκε και η περίπτωση ιδ' του άρθρου 23 του ΚΦΕ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 72 του ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α' 240/22-12-2016) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 22/12/2016 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 129 του ίδιου νόμου. Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, δεν εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα και συνεπώς πρέπει να περιλαμβάνονται στη φορολογική αναμόρφωση.» ( ΠΟΛ. 1043/2017 )


●●●
 

ΠΟΛ.1061/12.4.2017
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 72 του ν. 4446/2016 που αφορούν στην έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 72 του ν.4446/2016 προστίθεται νέα περίπτωση ιδ' στον κατάλογο των μη εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών του άρθρου 23 του ν.4172/2013. Συγκεκριμένα, τίθεται περιορισμός στην έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, ανεξαρτήτως ποσού, όταν η τμηματική ή ολική εξόφληση αυτών δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
2. Ως «ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής», για την εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων, νοείται κάθε μέσο πληρωμής, κατά την έννοια της περ. ιδ' του άρθρου 62 του νόμου αυτού, που απαιτεί τη μεσολάβηση ενός τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού δικτύου, όπως π.χ. η μεταφορά χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών («e-banking»), καρτών, το «ηλεκτρονικό πορτοφόλι», κ.λπ., ενώ η έννοια του «παρόχου υπηρεσιών πληρωμών» ορίζεται με τις διατάξεις της περ. δ' του άρθρου 62 του ν.4446/2016 και είναι ευρύτερη από αυτή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3862/2010. Επομένως, στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών και τα ιδρύματα πληρωμών, ανεξάρτητα αν έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (Ε.Ε., τρίτες χώρες).
3. Κατόπιν των ανωτέρω, πέραν της μεταφοράς χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών και της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών, ως κατάλληλα μέσα πληρωμής για την έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης νοούνται ενδεικτικά και τα ακόλουθα:
- Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του μισθωτού, έστω και αν υπάρχουν περισσότεροι συνδικαιούχοι, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),
- Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής - ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων,
- Η χρήση τραπεζικής επιταγής,
- Η έκδοση επιταγής σε διαταγή του μισθωτού.
4. Κατά ρητή διατύπωση των σχετικών διατάξεων, σε περίπτωση που μέρος των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης δεν εξοφληθεί με κάποιο από τα μέσα που παρατίθενται πιο πάνω, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση το σύνολο της δαπάνης. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία μέρος του μισθού παρακρατείται από τον εργοδότη με σκοπό την εξόφληση υποχρεώσεών του (π.χ. δάνειο που του έχει χορηγήσει ο εργοδότης) ή την εκτέλεση κατάσχεσης απαίτησης εις χείρας τρίτου (π.χ. οφειλές του εργαζόμενου προς το Δημόσιο), οπότε η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο σύνολό της όταν το εναπομείναν ποσό έχει εξοφληθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
5. Επισημαίνεται ότι οι κοινοποιούμενες διατάξεις καταλαμβάνουν όλες τις περιπτώσεις δαπανών που καταβάλλονται δυνάμει εργασιακής σχέσης, όπως αυτή ορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013. Επομένως, η έκπτωση των δαπανών αναφορικά με τη λήψη υπηρεσιών, βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, από πρόσωπα που δεν αποκτούν την εμπορική ιδιότητα, που προσδίδουν την έννοια της εργασιακής σχέσης ή από δικηγόρους βάσει πάγιας αντιμισθίας, κ.λπ. εξετάζονται υπό το πρίσμα της νέας περίπτωσης ιδ' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 και όχι με βάση την περ. β' του άρθρου αυτού. Εξαίρεση από τα ανωτέρω αποτελούν οι παροχές σε είδος που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις προς τους εργαζομένους τους οι οποίες εξακολουθούν να εκπίπτουν με τον περιορισμό που θέτουν οι διατάξεις της περ. β' του άρθρου 23 του ν.4172/2013 καθώς και οι δαπάνες που εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος των δικαιούχων από μισθωτή εργασία και συντάξεις με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 14 του νόμου αυτού. Αντίθετα, οι αμοιβές για μισθωτή εργασία και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο με βάση τις διατάξεις της περ. ε' της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν.4172/2013, εκπίπτουν με τις προϋποθέσεις των κοινοποιούμενων διατάξεων.
6. Δεδομένου ότι οι εν λόγω διατάξεις ρυθμίζουν ζήτημα έκπτωσης δαπανών, η εφαρμογή τους καταλαμβάνει τις δαπάνες εκείνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης μετά τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (22.12.2016) και επομένως, εφαρμόζονται για δαπάνες μισθοδοσίας του μηνός Ιανουαρίου 2017 και μετά. Εξαιρετικά, για τις αμοιβές που αφορούν τον μήνα Ιανουάριο 2017 και λόγω της πρώτης εφαρμογής των υπόψη διατάξεων, τυχόν προκαταβολές που έχουν καταβληθεί πριν τη δημοσίευση του νόμου θα αναγνωρίζονται προς έκπτωση ανεξαρτήτως του τρόπου εξόφλησής τους.
Επισημαίνεται ότι οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του φορολογικού έτους αλλά δεν έχουν εξοφληθεί στο έτος αυτό, κρίνονται οριστικά, ως προς την εκπεσιμότητά τους, στο φορολογικό έτος που θα λάβει χώρα η εξόφληση αυτών. Στην περίπτωση που στο έτος εξόφλησης των δαπανών διαπιστωθεί ότι οι δαπάνες αυτές εξοφλήθηκαν χωρίς να γίνει χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή διαμεσολάβηση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. με μετρητά), η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση του φορολογικού έτους που αφορά η δαπάνη, προσθέτοντας τα ποσά αυτών των δαπανών ως θετική λογιστική διαφορά.

 


●●●●●●
 



(15) [Κωδικός 2020 ] Λοιπές δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται.
Αφορούν δαπάνες που δεν εντάσσονται σε μια από τις ανωτέρω κατηγορίες ( 1-14). Τέτοιες δαπάνες μπορεί να είναι:
i) Δαπάνες που δεν εκπίπτουν λόγω « παραγωγικότητας » [ Κάποιες από αυτές θα πρέπει να καταχωρηθούν στην περ. 12 «προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες» της «κατάστασης» ]
[ Άρθρο 22 του Ν. 4172/2013 «α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της, β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση, ...»], για το θέμα δείτε :
α) Προϋποθέσεις έκπτωσης επιχειρηματικών δαπανών (Άρθρο του Δημήτρη Μιχ. Γιώγου),
β) Αρ. πρωτ.: Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. 301/9.1.2015 - Περί του υπολογισμού ή της απαλλαγής της δαπάνης των καυσίμων και διοδίων από το φορολογητέο εισόδημα που προκύπτει λόγω παραχώρησης εταιρικού οχήματος.
[6. Επομένως, αναφορικά με το ερώτημα που μας ετέθη, η θέση της υπηρεσίας μας είναι ότι για τον υπολογισμό των παροχών σε είδος λόγω παραχώρησης εταιρικού οχήματος (αποτίμηση αγοραίας αξίας) σε εργαζόμενο, εταίρο ή μέτοχο, δεν θα λάβετε υπόψη τις δαπάνες καυσίμων και διοδίων. Εντούτοις, υπογραμμίζεται ότι οι εν λόγω δαπάνες θα εξετασθούν ως προς την παραγωγικότητά τους και κατ’ επέκταση, ως προς την ανάγκη αναμόρφωσής τους ή μη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 22 και 23 του Ν. 4172/2013. ]
ii) Οι δαπάνες διαφήμισης δεν εκπίπτουν στην περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλομένων τελών διαφήμισης, δηλαδή μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, καθόσον με τις διατάξεις της περ. δ' της κατηγορίας Δ' της παρ.1 του άρθρου 15 του από 24.9/20.10.1958 βασιλικού διατάγματος, όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 2880/2001, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν, ορίζεται ότι σε περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλόμενων τελών, οι σχετικές δαπάνες διαφήμισης δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα, κατά τις φορολογικές διατάξεις. (ΠΟΛ.1113/2.6.2015 )


[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως
07 Έξοδα προβολής δια λοιπών μεθόδων
64.07 Έντυπα και γραφική ύλη
64.07.00 Έντυπα
64.08.99 Λοιπά υλικά άμεσης αναλώσεως ]


iii ) Διενέργεια αποσβέσεων μεγαλύτερων από αυτές που αναγνωρίζονται φορολογικά ή αποσβέσεων για τις οποίες έχει χαθεί το δικαίωμα έκπτωσης.
[ Στοιχεία τα οποία πρέπει να «ερευνηθούν», για την διαπίστωση της ύπαρξης τέτοιων περιπτώσεων : «Μητρώο Παγίων» - Συντελεστές απόσβεσης ]
[ Κανονικά τα ποσά αυτά ( στις περισσότερες των περιπτώσεων ) πρέπει να καταχωρηθούν στον «Πίνακα Ε » ( πρώην Κ ), του εντύπου Ε3, ως προσωρινή διαφορά μεταξύ «Λογιστικής » και « Φορολογικής » βάσης ]


Για το θέμα δείτε :
[ Δείτε και το άρθρο : Πάγια και αποσβέσεις (Λογιστική και φορολογική βάση - Ομοιότητες και διαφορές) - Πίνακας συντελεστών φορολογικών αποσβέσεων (Κατά λογαριασμό λογιστικής) της Λίνα Μοντεσάντου Λογίστρια-Φοροτεχνικός»] και
ΠΟΛ.1073/31.3.2015 - Κοινοποίηση και ερμηνεία των διατάξεων περί φορολογικών αποσβέσεων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν.4172/2013
« 6. Με την παρ. 5 του ιδίου άρθρου, ορίζεται ότι η διενέργεια των φορολογικών αποσβέσεων για κάθε έτος με τους καθορισθέντες νέους συντελεστές αποσβέσεων της παρ.4 γίνεται σε ετήσια βάση, είναι υποχρεωτική και δεν επιτρέπεται η μεταφορά αποσβενόμενων ποσών μεταξύ οικονομικών χρήσεων (φορολογικών ετών). Υπόχρεοι είναι φορολογούμενοι, οι οποίοι έχουν στην κυριότητά τους πάγια περιουσιακά στοιχεία, ανεξαρτήτως αν τα χρησιμοποιούν οι ίδιοι ή τα εκμισθώνουν ή τα εκμεταλλεύονται με οποιοδήποτε τρόπο, καθώς και ο μισθωτής σε περίπτωση χρηματοοικονομικής μίσθωσης της παρ.2.
Σε περίπτωση, που διενεργηθούν αποσβέσεις αλλά με συντελεστή μεγαλύτερο από τον προβλεπόμενο, οι επιπλέον αποσβέσεις δεν αναγνωρίζονται φορολογικά και οι επιχειρήσεις υποχρεούνται με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος να αναμορφώσουν τα προκύψαντα αποτελέσματα με την προσθήκη αυτών ως λογιστική διαφορά, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, αν δεν διενεργηθούν ή διενεργηθούν με συντελεστή μικρότερο από τον προβλεπόμενο, η επιχείρηση χάνει το δικαίωμα να πραγματοποιήσει στο μέλλον τις αποσβέσεις που όφειλε να διενεργήσει και δεν διενήργησε…»
iv ) Επισημαίνεται ότι στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης (ΚΑ:2020) καταχωρούνται και τα ποσά που διανέμονται από τα κέρδη της τρέχουσας χρήσης σε μέλη Δ.Σ. καθώς και στο προσωπικό της επιχείρησης, τα οποία με βάση τις διατάξεις του ν.4308/2014 (Ε.Λ.Π.) αντιμετωπίζονται ως δαπάνες (παροχές σε εργαζομένους). (ΠΟΛ.1047/2017)

Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 823 ΕΞ 1.6.2016
Χρόνος καταχώρησης των διανεμόμενων από τα κέρδη αμοιβών διοικητικού συμβουλίου και βάση υπολογισμού του τακτικού αποθεματικού και του πρώτου μερίσματος στις ανώνυμες εταιρείες σε εταιρείες που εφαρμόζουν τα Ε.Λ.Π.

ΕΡΩΤΗΜΑ
Ο Κ.Ν.2190/1920 επιτρέπει μέρος των προς διάθεση κερδών της χρήσεως να διανέμεται ως αμοιβή στα μέλη του Δ.Σ. Οι αμοιβές αυτές έχουν διαφορετική φορολογική αντιμετώπιση (φορολογούνται ως μέρισμα) από τις λοιπές αμοιβές που βαρύνουν τις λειτουργικές δαπάνες των επιχειρήσεων και φορολογούνται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία.
Για τις αμοιβές που χορηγούνται από τα κέρδη στα μέλη του Δ.Σ στο άρθρο 24 του Κ.Ν, 2190/1920 αναφέρεται:
1. Πάσα επί των κερδών χορηγούμενη εις μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αμοιβή, δέον να λαμβάνηται εκ του απομένοντας υπολοίπου των καθαρών κερδών μετά την αφαίρεσιν των κρατήσεων δια τακτικόν αποθεματικόν και του απαιτουμένου ποσού προς διανομήν του πρώτου μερίσματος υπέρ των μετόχων, ίσου τουλάχιστον προς 6% επί του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου.
Στη συνέχεια οι λοιπές διατάξεις για τη σειρά διανομής κερδών αναφέρουν:
Άρθρο 44.
Ετησίως αφαιρείται το εικοστόν τουλάχιστον των καθαρών κερδών προς σχηματισμόν τακτικού αποθεματικού. Η προς σχηματισμόν αποθεματικού αφαίρεσις παύει ούσα υποχρεωτική, άμα ως τούτο φθάση τουλάχιστον το τρίτον του εταιρικού κεφαλαίου. Το αποθεματικόν τούτο χρησιμοποιείται αποκλειστικώς προς εξίσωσιν προ πάσης διανομής μερίσματος του τυχόν χρεωστικού υπολοίπου του λογαριασμού κερδών και ζημιών.
Άρθρο 45.
1. Καθαρά κέρδη της εταιρείας είναι τα προκύπτοντα μετά την αφαίρεσιν εκ των πραγματοποιηθέντων ακαθαρίστων κερδών παντός εξόδου, πάσης ζημίας, των κατά τον νόμον αποσβέσεων και παντός άλλου εταιρικού βάρους.
2. Τα καθαρά κέρδη διανέμονται κατά την εξής σειράν:
α) αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμο ή το καταστατικόν κράτησις δια τακτικόν αποθεματικόν.
β) κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του μερίσματος, που προβλέπεται από το άρθρο 3 του α.ν.148/1967 (ΦΕΚ173 Α').
γ) το υπόλοιπον διατίθεται κατά τους ορισμούς του καταστατικού.
Περαιτέρω στη λογιστική οδηγία εφαρμογής του ν. 4308/2014 στις οδηγίες για την αρχική μετάβαση (παρ 37) αναφέρεται:
"Οι οριστικά εγκριθείσες από τη γενική συνέλευση αμοιβές των μελών διοικητικού συμβουλίου εκ των κερδών του 2014 θα αναγνωρισθούν ως έξοδο (παροχές σε εργαζομένους), στην κατάσταση αποτελεσμάτων του 2015 (πρώτη περίοδος εφαρμογής)”.
Η αναφορά αυτή είναι σε συνέχεια των οδηγιών για την αντιμετώπιση της διανομής κερδών που πλέον στα Ε.Λ.Π. δεν καταχωρείται σε μείωση της καθαρής θέσης στις οικονομικές καταστάσεις της χρήσης, επί των αποτελεσμάτων της οποίας υπολογίζονται, αλλά παραμένουν στο υπόλοιπο εις νέο για να μεταφερθούν στις υποχρεώσεις μέσω που πίνακα μεταβολής ιδίων κεφαλαίων. Διαφορετική είναι η περίπτωση των προτεινόμενων αμοιβών μελών Διοικητικού Συμβουλίου όπου κατά τη γνώμη μας θα πρέπει να σχηματίζεται πρόβλεψη δαπάνης στη χρήση που προέκυψαν τα κέρδη από τα οποία θα καταβληθούν. Μάλιστα η δαπάνη αυτή θα πρέπει να εξαιρεθεί από τη βάση υπολογισμού του τακτικού αποθεματικού και του πρώτου μερίσματος αλλιώς μπορεί να υπάρξει καταστρατήγηση των περί διανομής διατάξεων και να περιοριστεί ή και να μηδενιστεί το ποσό του τακτικού αποθεματικού ή του πρώτου μερίσματος.
Η οδηγία για την καταχώριση της δαπάνης στη χρήση έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων και όχι στη χρήση στην οποία αφορούν δεν προκύπτει ρητά από το νόμο, δημιουργεί νομικά προβλήματα στην εφαρμογή των περί διανομής κερδών διατάξεων και στην ουσία μετακυλίει βέβαιες δαπάνες της χρήσεως στην επόμενη. Κατά συνέπεια η μη καταχώριση αυτών των δαπανών στη χρήση επί των εσόδων της οποίας έχουν υπολογιστεί έρχεται σε αντίθεση με την αρχή του δουλευμένου.
Με την καταχώριση των αμοιβών αυτών ως δαπάνης της χρήσεως μέσα στην οποία εγκρίνονται, σε περίπτωση χορηγήσεως σημαντικών ποσών τέτοιων αμοιβών, ενδέχεται να περιοριστεί ή και να μηδενιστεί το αποτέλεσμα της χρήσεως αυτής και να καταστρατηγηθούν οι σχετικές με τον σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού και την διανομή πρώτου μερίσματος διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920. Επισημαίνεται ότι ο σχηματισμός του τακτικού αποθεματικού είναι υποχρεωτικός και δεν μπορεί να περιοριστεί με οποιαδήποτε απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων.
Θα παρακαλούσαμε να έχουμε την γνώμη σας επί του παραπάνω θέματος.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Οι αμοιβές που δίνονται στα μέλη του Δ.Σ. από τα κέρδη βάσει του άρθρου 24 του νόμου 2190/1920, καθίστανται δουλευμένες όταν εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση των μετόχων η οποία συνέρχεται την επόμενη χρήση και καταχωρούνται στην κατάσταση αποτελεσμάτων, της χρήσεως στην οποία εγκρίνονται ως έξοδο, δεδομένου ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνουν αυτές τις αμοιβές ως εργαζόμενοι.
Ωστόσο, πέραν των ανωτέρω γενικών αρχών, σημειώνουμε ότι βάσει της αρχής του δουλευμένου:
α) Όταν τεκμαίρεται ότι κατά τη σύνταξη των καταστάσεων είναι γνωστό (βάσει συμφωνίας ή πάγιας πρακτικής) το ποσό που πρόκειται να λάβουν τα πρόσωπα αυτά και εκκρεμεί η τυπική μόνο έγκριση της Γενικής Συνέλευσης, η αναγνώριση του εξόδου γίνεται στη χρήση που αφορά (δηλαδή στη χρήση από τα κέρδη της οποίας γίνεται η διανομή) και όχι στη χρήση στην οποία λαμβάνεται τυπικά η απόφαση από τη ΓΣ.
β) Όταν το ήδη σχηματισμένο τακτικό αποθεματικό σε μια χρήση δεν υπερβαίνει το ελάχιστο όριο που ορίζει ο νόμος και είναι μάλλον βέβαιο ότι η Γενική Συνέλευση θα προβεί στο σχηματισμό τακτικού αποθεματικού συγκεκριμένου ποσού, δεδομένου ότι αυτό είναι υποχρεωτικό εκ του νόμου, η εταιρεία μπορεί να προβαίνει στο σχηματισμό και λογιστική απεικόνιση του τακτικού αποθεματικού με το εν λόγω ποσό στο τέλος της κλειόμενης χρήσης και όχι με την έγκρισή του από γενική συνέλευση της επόμενης χρήσης.
Για τα φορολογικά και τα νομικά θέματα που ενδεχομένως να προκύπτουν σε τέτοιες περιπτώσεις, το ΣΛΟΤ δεν έχει αρμοδιότητα.


●●●
 

Σ.ΛΟ.Τ. αριθ. πρωτ.: 2075 ΕΞ 30.9.2016
Αμοιβές Δ.Σ από διανεμόμενα κέρδη της χρήσης
ΕΡΩΤΗΜΑ
Παρακαλώ θα ήθελα την απάντησή σας για το κατωτέρω:
→ Σύμφωνα όμως με το άρθρο 37 του Ν.4308/2014 (ΕΛΠ) «Οι οριστικά εγκριθείσες από την Γ.Σ αμοιβές των Μελών του Δ.Σ από τα κέρδη αποτελούν παροχές σε εργαζόμενους (Δαπάνες Μισθοδοσίας) της χρήσης που εγκρίνονται» και δεν καταχωρούνται σε μείωση της καθαρής θέσης.
→ Η Λογιστική εγγραφή που θα γίνει για τις ανωτέρω αμοιβές εφόσον εγκριθούν οριστικά από την Γενική Συνέλευση και δεν έχουν καταχωρηθεί στην χρήση από τα κέρδη της οποίας προέκυψαν (ΣΛΟΤ 823 ΕΞ 1.6.2016) θα είναι η κατωτέρω:
Ημερομηνία καταχώρησης (η ημερομηνία της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης)
→ Χρέωση 60.95, Πίστωση 53.08
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ορθά περιγράφεται η λογιστική εγγραφή και ο χρόνος αναγνώρισης. Στην πίστωση πρέπει επιπλέον να αναγνωρισθούν και οι σχετικοί φόροι που παρακρατούνται από τις αμοιβές και αποδίδονται στο δημόσιο.
 


●●●
 

v ) Επισημαίνεται, ότι η τυχόν ζημία από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ, θα πρέπει να καταχωρηθεί στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης ως μη εκπιπτόμενη δαπάνη. (ΠΟΛ.1047/2017)
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
64.12 Διαφορές (ζημίες) από πώληση συμμετοχών και χρεογράφων ]

 

vi ) Δαπάνες που αφορούν προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
82.00 Έξοδα προηγούμενων χρήσεων ]
«4. Στη φορολογία εισοδήματος ισχύει η βασική αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, γι' αυτό δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση στην τρέχουσα χρήση δαπάνες που αφορούν προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις έστω και αν καλύπτονται με δικαιολογητικά της τρέχουσας χρήσης, καθόσον οι δαπάνες κατά κανόνα αναγνωρίζονται στην χρήση κατά την οποία καθίστανται δεδουλευμένες και εκκαθαρισμένες, ανεξάρτητα αν έχει καταβληθεί το αντίτιμό τους ή όχι.» (Αρ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1034297 ΕΞ 2016/3.3.2016)

vii ) Μισθωμάτα που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising)
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
61.98.00 Χρήσεις δικαιωμάτων (Royalties) ]


Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Β 1017519 ΕΞ 2018
Φορολογική μεταχείριση μισθωμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising)

Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1029/2017 εγκυκλίου μας, σας γνωρίζουμε τα εξής:
1. Με την ως άνω εγκύκλιό μας αντιμετωπίστηκε η περίπτωση σύμβασης δικαιόχρησης (franchising) όπου ο δικαιοπάροχος τυγχάνει να είναι και προμηθευτής των πωλούμενων εμπορευμάτων. Ειδικότερα, διευκρινίστηκε ότι οι κάθε είδους καταβολές δικαιωμάτων προς τον δικαιοπάροχο (franchisor) - προμηθευτή, είτε για μισθώματα για τη χρήση δικαιωμάτων είτε για τη χρήση των επωνυμιών των εμπορευμάτων που λαμβάνει από τον ίδιο, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του δικαιοδόχου (franchisee) μέσω του κόστους πωληθέντων με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, καθόσον η καταβολή των υπόψη ποσών εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης επιχειρηματικής συνεργασίας μεταξύ δύο ανεξαρτήτων επιχειρήσεων με σκοπό την πώληση συγκεκριμένου τύπου προϊόντων ή παροχής υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες (σύμβαση franchising). Για τον σκοπό αυτό, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίσθηκε ότι δεν είναι δυνατή η έκπτωση των αντίστοιχων δαπανών σε περίπτωση έκδοσης χωριστού στοιχείου για τα δικαιώματα αυτά, καθόσον στην περίπτωση αυτή θα υπήρχε το ενδεχόμενο διπλής έκπτωσης, τόσο κατά τον χρόνο καταβολής των δικαιωμάτων όσο και κατά τον χρόνο πώλησης των εμπορευμάτων μέσω του κόστους πωληθέντων.
2. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση μία εταιρεία που εμπορεύεται προϊόντα τα οποία προμηθεύεται τόσο από προμηθευτές (δικαιοπάροχους) προς τους οποίους καταβάλλει δικαιώματα όσο και από τρίτους, οι καταβολές των δικαιωμάτων εκπίπτουν κατά τον χρόνο πώλησης των εμπορευμάτων μέσω του κόστους πωληθέντων. Κατά συνέπεια, η εταιρεία θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει σε ποια εμπορεύματα αντιστοιχούν οι καταβολές δικαιωμάτων και σε ποια όχι. Ωστόσο αν αυτό δεν είναι εφικτό και οι εν λόγω καταβολές δεν έχουν ενσωματωθεί εν τέλει στο κόστος πωληθέντων, τα ποσά που εμφανίζονται σε τυχόν χωριστά τιμολόγια θα εκπίπτουν με βάση τις γενικές διατάξεις των άρθρων 22 και 23 περί έκπτωσης των δαπανών.


 


●●●●●●
 



(16) [Κωδικός 2014 ] Δαπάνες ενδοομιλικών μερισμάτων .
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
61.02 Λοιπές προμήθειες τρίτων
64.10 Έξοδα συμμετοχών και χρεογράφων
65 ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΕΞΟΔΑ ( αν κάποια δάνεια αφορούν την απόκτηση μετοχών ) ]

Για το θέμα δείτε : ΠΟΛ.1039/26.1.2015 - Οδηγίες για την εφαρμογή των άρθρων 48 και 63 του ν.4172/2013, αναφορικά με την απαλλαγή ενδοομιλικών μερισμάτων και παρακράτησης φόρου ενδοομιλικών πληρωμών
4. Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού προβλέπεται ότι εάν η διανομή κερδών προκύπτει από συμμετοχή σε άλλο νομικό πρόσωπο, o φορολογούμενος (νομικό πρόσωπο) δεν έχει τη δυνατότητα να εκπέσει τυχόν επιχειρηματικές δαπάνες που συνδέονται με τη συμμετοχή αυτή. Το νόημα της παραγράφου αυτής είναι ότι εφόσον το εισόδημα (εισπραττόμενο μέρισμα) απαλλάσσεται της φορολογίας με βάση τις προϋποθέσεις του άρθρου 48, τότε οι τυχόν δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί και συνδέονται με αυτή τη συμμετοχή, όπως συμβολαιογραφικά έξοδα, φόροι, αμοιβές τρίτων, κλπ., καθώς και τυχόν χρηματοοικονομικά έξοδα (τόκοι δανείων για την απόκτηση των συμμετοχών), κλπ., δεν εκπίπτουν στο σύνολό τους.
[ Δείτε και κατωτέρω ΠΟΛ.1047/2017 ( αναφέρεται στο έντυπο Ν ) : «α) Στον κωδικό 495 αναγράφεται το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 48 του ν.4172/2013……» ]
 


●●●●●●
 




(17) [Κωδικός 2015 ]. Τόκοι υποκεφαλαιοδότησης
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
65 ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΕΞΟΔΑ ]


Ν. 4172/2013 : Αρθρο 49. Υποκεφαλαιοδότηση
« 1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, οι δαπάνες τόκων δεν αναγνωρίζονται ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες, στο βαθμό που οι πλεονάζουσες δαπάνες τόκων υπερβαίνουν το τριάντα τοις εκατό (30%) των φορολογητέων κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA). Τα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων καθορίζονται με βάση τις οικονομικές καταστάσεις που συντάσσονται σύμφωνα με τους ελληνικούς κανόνες λογιστικής με τις φορολογικές αναπροσαρμογές που προβλέπονται στον Κ.Φ.Ε..
2. Ο όρος «πλεονάζουσες δαπάνες τόκων» σημαίνει το πλεόνασμα των δαπανών τόκων έναντι του εισοδήματος από τόκους.
3. Οι δαπάνες τόκων της παραγράφου 1 αναγνωρίζονται πλήρως ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες εφόσον το ποσό των εγγεγραμμένων στα βιβλία καθαρών δαπανών τόκων δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ το χρόνο.
4. Κάθε δαπάνη τόκων που δεν εκπίπτει σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μεταφέρεται χωρίς χρονικό περιορισμό.
[ Κανονικά τα ποσά αυτά, πρέπει να καταχωρηθούν στον «Πινακα Ε » ( πρώην Κ ), του εντύπου Ε3, ως προσωρινή διαφορά μεταξύ «Λογιστικής » και « Φορολογικής » βάσης ]

5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται για τα πιστωτικά ιδρύματα, τις εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986 και τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων του ν. 1905/1990 που λαμβάνουν άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος και τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»
Για το θέμα δείτε : ΠΟΛ.1037/2.2.2015 - Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 49 και της παρ. 9 του άρθρου 72 του ν.4172/2013, αναφορικά με την υποκεφαλαιοδότηση.
 


●●●●●●
 



(18) [Κωδικός 2016 ] Αποσβέσεις από υπεραξία συγχώνευσης.
Άρθρα 52 και 54 του Ν. 4172/2013.

2. Ως «εισφορά ενεργητικού» θεωρείται κάθε πράξη με την οποία μια εταιρεία (εφεξής η «εισφέρουσα εταιρεία»), χωρίς να λυθεί, μεταβιβάζει έναν ή περισσότερους κλάδους δραστηριότητας σε άλλη εταιρεία (εφεξής η «λήπτρια εταιρεία»), έναντι της έκδοσης ή μεταβίβασης τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας. Ως «κλάδος δραστηριότητας» θεωρείται το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού ενός τμήματος μιας επιχείρησης, τα οποία συνιστούν από οργανωτική άποψη αυτόνομη εκμετάλλευση, δηλαδή ένα σύνολο ικανό να λειτουργήσει αυτοδύναμα. Ως εισφορά ενεργητικού νοείται και η μετατροπή υποκαταστήματος σε νεοσυσταθείσα εταιρία που αποτελεί θυγατρική της εισφέρουσας εταιρείας. ... 4. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία πραγματοποιεί τις αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού σύμφωνα με τους κανόνες που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε γίνει η εισφορά ενεργητικού.
Άρθρο 54 του Ν. 4172/2013.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «συγχώνευση» θεωρείται κάθε πράξη με την οποία: α) μία ή περισσότερες εταιρείες (εφεξής: οι «εισφέρουσες εταιρείες»), κατά τη διάλυσή τους χωρίς να τεθούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, μεταβιβάζουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε άλλη υφιστάμενη εταιρεία (εφεξής: η «λήπτρια εταιρεία») με αντάλλαγμα την έκδοση ή μεταβίβαση στους μετόχους ή εταίρους της εισφέρουσας εταιρείας τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας,
β) δύο ή περισσότερες εταιρείες (εφεξής: οι «εισφέρουσες εταιρείες»), κατά τη διάλυσή τους χωρίς να τεθούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, μεταβιβάζουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε εταιρεία που συστήνουν (εφεξής: η «λήπτρια εταιρεία») με αντάλλαγμα την έκδοση ή τη μεταβίβαση στους μετόχους ή εταίρους της εισφέρουσας εταιρείας τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας.... 9. Η λήπτρια εταιρεία διενεργεί αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού σύμφωνα με τους κανόνες που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε λάβει χώρα η συγχώνευση ή η διάσπαση.
 


●●●●●●
 



(19) [Κωδικός 2017] Δαπάνες φορέων Γενικής Κυβέρνησης που αφορούν απαλλασσόμενα έσοδα.
«Αντίστοιχα, για τους φορείς γενικής κυβέρνησης και δεδομένου ότι αυτοί φορολογούνται για το εισόδημα που αποκτούν από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, εκπίπτουν οι δαπάνες που αντιστοιχούν στα εισοδήματα αυτά, ενώ δεν εκπίπτουν οι λοιπές δαπάνες. Σε περίπτωση κοινών δαπανών, αυτές επιμερίζονται κατά την αναλογία των απαλλασσόμενων και μη εισοδημάτων.» (ΠΟΛ.1113/2.6.2015 )
[ΠΟΛ.1047/2017
( αναφέρεται στο έντυπο Ν ) : «ι) Στον κωδικό 468 αναγράφονται τα απαλλασσόμενα έσοδα των φορέων γενικής κυβέρνησης που είναι κεφαλαιουχικές εταιρείες και στις οποίες συμμετέχει το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με ποσοστό 100%, προκειμένου τα υπόψη νομικά πρόσωπα να φορολογηθούν για το εισόδημά τους από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περ. α' του άρθρου 46 του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2017 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα, προκειμένου να υπαχθεί τελικά σε φορολόγηση, κατά την εκκαθάριση της δήλωσης, το οριζόμενο από το νόμο αντίστοιχο εισόδημα (κεφάλαιο και υπεραξία κεφαλαίου).……» ]
 


●●●●●●
 



(20) [Κωδικός 2018 ] Δαπάνες ναυτιλιακών επιχειρήσεων που αφορούν απαλλασσόμενα έσοδα.
[ ΠΟΛ.1047/2017 ( αναφέρεται στο έντυπο Ν ) : «ιδ) Στον κωδικό 559 αναγράφονται τα έσοδα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων η φορολόγηση των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του ν.27/1975, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παρ.14 και 15 του άρθρου 72 του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2018 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα για λόγους εκκαθάρισης της δήλωσης.
Για τα ως άνω απαλλασσόμενα ποσά, σε περίπτωση διανομής τους από τους δικαιούχους, δεν οφείλεται φόρος νομικού προσώπου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013, καθόσον ο κατά τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 2 του ν.27/1975 επιβαλλόμενος φόρος εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση των μετόχων ή εταίρων όσον αφορά τα κέρδη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση πλοίων. Σε περίπτωση που οι ως άνω επιχειρήσεις έχουν εισόδημα και από άλλους κλάδους δραστηριότητας, θα συμπληρώνουν τον κωδικό 559 μόνο με τα έσοδα του ναυτιλιακού κλάδου. Εάν διανείμουν κέρδη, θα γίνεται επιμερισμός του ποσού των κερδών κατά τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1012/23.1.2017 εγκύκλιό .……» ]
 


●●●●●●
 



(21) [Κωδικός 2019 ] Δαπάνες απαλλασσομένων Ν.Π .
« iii) Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της περ. γ' του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 [γ) τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, με εξαίρεση μόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο φόρου,] διευκρινίζεται, ότι όσον αφορά στις δαπάνες που αυτά πραγματοποιούν, γίνεται διάκριση ανάλογα με το αν αυτές αφορούν στην επιχειρηματική τους δραστηριότητα ή στην επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους. Το μέρος εκείνων των δαπανών που αφορούν σε επιχειρηματική δραστηριότητα εκπίπτει προκειμένου για τον προσδιορισμό του εισοδήματος αυτού, με την επιφύλαξη των άρθρων 22 και 23. Αντίθετα, δεν εκπίπτουν δαπάνες που αφορούν έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο φόρου.
Σε περίπτωση που υπάρχουν δαπάνες που είναι κοινές, δηλαδή μπορούν να συμβάλλουν στη δημιουργία τόσο εισοδήματος υπαγόμενου σε φόρο όσο και εισοδήματος μη υπαγόμενου σε φόρο, τότε οι δαπάνες αυτές επιμερίζονται κατά την αναλογία των αντίστοιχων εσόδων.
Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και για αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες της παρ. ε' του άρθρου 45 του ν. 4172/2013.[ ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές εταιρείες, συμμετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα,] » (ΠΟΛ.1113/2.6.2015 )

 


●●●●●●
 



(22) [Κωδικός 2021 ] Δαπάνες αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών που αφορούν έσοδα μη υποκείμενα στο φόρο.
[ΠΟΛ.1047/2017 ( αναφέρεται στο έντυπο Ν ) : «ια) Στον κωδικό 471 αναγράφονται τα έσοδα των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών που αποτελούν εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα (π.χ. συνδρομές και εγγραφές των μελών, χορηγίες ή δωρεές προς τις εταιρείες, κ.λπ.) και τα οποία όπως έχει γίνει δεκτό με την ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων και συνεπώς δεν φορολογούνται. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κωδικός 2021 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα πιο πάνω ποσά, προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των υπόψη νομικών οντοτήτων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.).……» ]

 


●●●●●●
 



(23) [Κωδικός 2022 ] Δαπάνες Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) που αφορούν έσοδα απαλλασσόμενα της φορολογίας.

[ΠΟΛ.1047/2017 ( αναφέρεται στο έντυπο Ν ) : «ιβ) Στον κωδικό 472 αναγράφονται οι εισφορές των μελών των Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (συνδρομές - δικαιώματα εγγραφής), οι οποίες δεν φορολογούνται καθόσον δεν αποτελούν έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές (ΔΕΑΦ Β 1102518 2015/23.7.2015 έγγραφό μας). Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κωδικός 2022 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα πιο πάνω ποσά, προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των υπόψη νομικών οντοτήτων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. ……» ]
 


●●●●●●
 



(24) [Κωδικός 2024 ] Ζημιά χρήσης εταιρειών που λειτουργούν με το σύστημα εναλλακτικής διαχείρησης ( ν. 2939/2001 )

[ Αφορά εταιρείες του Ν. 2939/2001 (ΦΕΚ A 179/06-08-2001) Συσκευασίες και εναλλακτική διαχείριση των συσκευασιών και άλλων προϊόντων - Ίδρυση Εθνικού Οργανισμού Εναλλακτικής Διαχείρισης Συσκευασιών και άλλων προϊόντων (ΕΟΕΔΣΑΠ) και άλλες διατάξεις ]

 


●●●●●●
 



(25) [Κωδικός 2025 ] Υπερβάλον ποσό δαπανών πολιτιστικών χορηγιών ( άρθρο 12, παρ. 1, του ν. 3525/2007 )
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους συνήθως παρουσιάζονται τέτοιες δαπάνες :
64.06 Δωρεές – Επιχορηγήσεις ]


[Αρθρο 12. Έκπτωση πολιτιστικών χορηγιών από το εισόδημα : 1. Το χρηματικό ποσό ή η αξία της παροχής μετά από χρηματική αποτίμηση αυτής από ειδική εκτιμητική επιτροπή, που προσφέρεται ως πολιτιστική χορηγία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εκπίπτει εξ ολοκλήρου από το φορολογητέο εισόδημα του φορολογουμένου ή τα ακαθάριστα εισοδήματα της επιχείρησης που προσέφεραν τη χορηγία. Το αφαιρούμενο συνολικό ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού φορολογούμενου εισοδήματος ή των καθαρών κερδών που προκύπτουν από τα βιβλία της επιχείρησης που προσέφερε τη χορηγία…… Αρθρο 1. Ορισμοί : Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου οι κατωτέρω όροι έχουν την εξής έννοια: Ως «Πολιτιστική χορηγία» νοείται η χρηματική ή άλλης μορφής οικονομική παροχή σε είδος, σε άυλα αγαθά ή υπηρεσίες από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, για την ενίσχυση συγκεκριμένων πολιτιστικών δραστηριοτήτων ή σκοπών του αποδέκτη της χορηγίας με αντιστάθμισμα την προβολή του κοινωνικού προσώπου και της ευποιίας του χορηγού. Ως «Χορηγός» νοείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό, του ιδιωτικού δικαίου που προβαίνει σε πολιτιστική χορηγία. Ως «Αποδέκτης χορηγίας» νοείται το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός κάθε φορά οριοθετείται, καθώς και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες του άρθρου 741 Α.Κ., που επιδιώκουν, κατά το καταστατικό τους, σκοπούς πολιτιστικούς. Ως «Πολιτιστική δραστηριότητα» νοείται η δραστηριότητα που αποσκοπεί στην προστασία, αξιοποίηση και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως η τελευταία ορίζεται στο ν. 3028/2002 (ΦΕΚ 153 Α΄/28.6.2002), καθώς και στην ενίσχυση και προβολή του νεότερου και σύγχρονου πολιτισμού, ο οποίος περιλαμβάνει κάθε δράση που αποσκοπεί ιδίως στην παραγωγή, καλλιέργεια, προαγωγή και διάδοση των γραμμάτων, της μουσικής, του χορού, του θεάτρου, του κινηματογράφου, της αρχιτεκτονικής, της ζωγραφικής, της γλυπτικής, των εικαστικών τεχνών. ….. Αρθρο 2. Διάκριση από συγγενείς έννοιες : Η πολιτιστική χορηγία διακρίνεται από τις ακόλουθες έννοιες, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου:
από τη «δωρεά», η οποία αποτελεί παροχή στον δωρεοδόχο ενός περιουσιακού αντικειμένου, χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα ή αντιστάθμισμα, από την «επιχορήγηση», η οποία αποτελεί καταβολή από το Δημόσιο χρηματικής ενίσχυσης σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες κ.λπ., για την πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου ή προγράμματος, από τη «διαφήμιση», η οποία αποτελεί παρουσίαση στο κοινό προϊόντων ή υπηρεσιών και προβολή των πλεονεκτημάτων τους, με σκοπό την παρακίνηση του κοινού να αποκτήσει τα διαφημιζόμενα προϊόντα ή υπηρεσίες, από την «προώθηση πωλήσεων», η οποία αποτελεί κάθε δραστηριότητα, στο πλαίσιο της εμπορικής επικοινωνίας, με στόχο την αύξηση της πώλησης προϊόντων ή υπηρεσιών, με τρόπους άλλους πλην της διαφήμισης, οι οποίοι κατά κανόνα βασίζονται στην προσωπική επαφή με τον καταναλωτή, όπως προσφορές, διαγωνισμοί, εκδηλώσεις.]
 


●●●●●●
 



(26) [Κωδικός 2026 ] Δαπάνες επένδυσης Κινηματογραφικής παραγωγής ( άρθρο 8, του ν. 3905/2010 )
[Αφορά Παρόχους Υπηρεσιών Οπτικουακουστικών Μέσων (τηλεοπτικούς σταθμούς ) ]


 


●●●●●●
 




3. «Θετικές » Λογιστικές Διαφορές

ΠΡΟΣΟΧΗ : Οι περιπτώσεις θετικών ( υπέρ της επιχείρησης ) φορολογικών αναμορφώσεων, δεν καταγράφονται σ΄ αυτό το έντυπο «Κατάσταση Φορολογικής Αναμόρφωσης » αρνητικά , αλλά στη δήλωση ( Έντυπο Ν ) , στον πίνακα « Σε περίπτωση κερδών αφαιρούνται και σε περίπτωση ζημιάς προστίθενται »

Έντυπο Ν ( Νομικών προσώπων και Νομικών Οντοτήτων )
Έχει ιδιαίτερη ανάλυση για τις περιπτώσεις θετικών ( υπέρ της επιχείρησης ) φορολογικών αναμορφώσεων. :
« Σε περίπτωση κερδών αφαιρούνται και σε περίπτωση ζημιάς προστίθενται »







ΠΟΛ.1047/2017
Οδηγίες για τη συμπλήρωση και την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2016 .
[ Σημειώνεται ότι : Έως σήμερα δεν έχει εκδοθεί η αντίστοιχη ΠΟΛ. Για το φορολογικό έτος 2017 ]


●●●
 

ΙΙ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ - ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΠΙΝΑΚΩΝ
1. Οι κωδικοί 116, 117, 118 και 119 θα συμπληρώνονται από όλα τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, που συντάσσουν τις οικονομικές καταστάσεις τους είτε με βάση τα Δ.Λ.Π. είτε με τα Ε.Λ.Π. Επισημαίνεται ότι οι κωδικοί 118 και 119 θα συμπληρώνονται μόνο από αυτούς που εμφανίζουν διαφορές φορολογικής και λογιστικής βάσης, καθόσον διαφορετικά θα συμπληρώνονται μόνο οι κωδικοί 116 και 117, αντίστοιχα.

2. Στον κωδικό 455 θα μεταφέρεται το σύνολο των μη εκπιπτόμενων δαπανών από την κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης, καθόσον η ανάλυση, σε επιμέρους κωδικούς, των αντίστοιχων δαπανών καταχωρείται πλέον μόνο στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης από όπου μεταφέρεται το συνολικό ποσό αυτών στη δήλωση.
 

6. Στους κωδικούς 495, 474, 458, 465, 466, 470, 463, 467, 459, 468, 471, 472, 469, 559, 752, 475, 473, 550 και 462, αναγράφονται τα έσοδα που με βάση τις αναφερόμενες στους οικείους κωδικούς διατάξεις του ν.4172/2013 απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος. Επισημαίνεται ότι οι ως άνω κωδικοί συμπληρώνονται χωρίς να ελέγχεται η επάρκεια κερδών με βάση το ποσό του κωδικού 016. Σε περίπτωση που μετά την αφαίρεση των ως άνω κωδικών από τον κωδικό 024 προκύψει ζημία, η ζημία αυτή αναγνωρίζεται φορολογικά. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που προσαυξάνονται οι ζημίες του κωδικού 224 λόγω της αφαίρεσης των πιο πάνω κωδικών.
Ειδικότερα:
α) Στον κωδικό 495 αναγράφεται το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 48 του ν.4172/2013. Για την τεκμηρίωση της πλήρωσης των προϋποθέσεων το νομικό πρόσωπο θα συμπληρώνει υποχρεωτικά τον Πίνακα 4. Ο κωδικός αυτός συμπληρώνεται ανεξάρτητα από την κατηγορία των βιβλίων (απλογραφικά ή διπλογραφικά) που τηρούν τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων αποτελεσμάτων τους. Επίσης, σε περίπτωση που ο λήπτης νομικό πρόσωπο ζητήσει προσωρινά απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος με κατάθεση αντίστοιχης εγγυητικής επιστολής, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 48, θα πρέπει να αναγράψει στον ίδιο πίνακα τα στοιχεία της εγγυητικής επιστολής (ΠΟΛ.1039/26.1.2015 εγκύκλιος) και ταυτόχρονα να συμπληρώσει τον κωδικό 656.
Αντίθετα, σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο που δεν έχει συμπληρώσει την περίοδο των 24 μηνών έχει επιλέξει να μην καταθέσει εγγυητική επιστολή και επομένως να φορολογηθεί με τις γενικές διατάξεις, θα συμπληρώσει τον κωδικό 655 (και τον κωδικό 656 με την ένδειξη «ΟΧΙ») και στη συνέχεια θα πρέπει να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση, χωρίς κυρώσεις, για το ίδιο φορολογικό έτος μόλις συμπληρωθεί η προϋπόθεση διακράτησης του ποσοστού συμμετοχής (2 έτη) προκειμένου να φορολογηθεί με τη μέθοδο της απαλλαγής. Τυχόν επιπλέον χρεωστικά ποσά που προκύπτουν από την εκκαθάριση της τροποποιητικής δήλωσης βεβαιώνονται.

[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
76.00 Έσοδα συμμετοχών
76.01 Έσοδα χρεογράφων ]


β) Στον κωδικό 474
αναγράφεται το ποσό των εσόδων λόγω συμμετοχής που έχει αποκτήσει νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα από αφορολόγητα έσοδα του ν.2238/1994, τα οποία φορολογήθηκαν κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 12 και 13 του άρθρου 72 του ν.4172/2013, προκειμένου κατά την περαιτέρω διανομή τους να μην έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4172/2013 (φορολόγηση με συντελεστή 29%) καθόσον με την επιβολή της αυτοτελούς φορολόγησης (15% ή 19%), εξαντλήθηκε κάθε φορολογική υποχρέωση και των μετόχων ή εταίρων που τα απέκτησαν.
Επιπλέον, στον κωδικό αυτό αναγράφονται και τα ποσά των πλεονασμάτων των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων του ν.4015/2011, διανεμηθέντων και μη, προκειμένου οι υπόψη συνεταιρισμοί να τύχουν απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος καθόσον τα ποσά αυτά δεν φορολογούνται στο όνομα των αγροτικών συνεταιρισμών αλλά των μελών αυτών με βάση τα αναφερόμενα στο αριθ.ΔΕΑΦ Β 1068288 ΕΞ 2016/26.4.2016 έγγραφό μας.

γ) Στον κωδικό 458 αναγράφεται η υπερτίμηση που προκύπτει από τυχόν αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου η οποία δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, όπως διευκρινίσθηκε στην ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
81.03.00 Κέρδη από εκποίηση ακινήτων ]

δ) Στον κωδικό 465 αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί κατ' εφαρμογή του ν.3156/2003, καθώς και εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί από εταιρείες με έδρα σε χώρες της Ε.Ε και του ΕΟΧ/ΕΖΕΣ, όπως έχει διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1032/26.1.2015 εγκύκλιό μας.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
76.04 Διαφορές (κέρδη) από πώληση συμμετοχών και χρεογράφων ]

ε) Στον κωδικό 466 αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ (ημεδαπών, Ε.Ε., ΕΟΧ/ΕΖΕΣ), όπως έχει διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1032/26.1.2015 εγκύκλιό μας, καθώς και τα διανεμόμενα κέρδη από μερίδια ΟΣΕΚΑ (ημεδαπών, Ε.Ε., ΕΟΧ/ΕΖΕΣ) με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1042/26.1.2015 εγκύκλιό μας.
Για τα ως άνω ποσά, σε περίπτωση διανομής τους από τους δικαιούχους, δεν οφείλεται φόρος νομικού προσώπου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013, καθόσον κατισχύουν οι ειδικότερες διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 103 του ν.4099/2012, από τις οποίες προκύπτει ότι οι μεριδιούχοι ή μέτοχοι, κατά περίπτωση, των ΟΣΕΚΑ απαλλάσσονται από κάθε φόρο, δεδομένου ότι με την καταβολή του φόρου στο επίπεδο του ΟΣΕΚΑ (ειδικός φόρος επί του ενεργητικού του), εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των ΟΣΕΚΑ και των μεριδιούχων ή μετόχων του.
Στον ίδιο κωδικό αναγράφεται και το ποσό των μερισμάτων που εισπράττουν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες από εταιρίες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία του ν.2778/1999, για τα οποία επίσης δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013 σε περίπτωση τυχόν διανομής τους κατά το τρέχον φορολογικό έτος (σχετ. το αριθ. ΔΕΑΦΒ 1097106 ΕΞ 2016/24.6.2016 έγγραφό μας).
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
76.04 Διαφορές (κέρδη) από πώληση συμμετοχών και χρεογράφων ]
Επισημαίνεται, ότι η τυχόν ζημία από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ, θα πρέπει να καταχωρηθεί στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης ως μη εκπιπτόμενη δαπάνη.

στ) Στον κωδικό 470 αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση της άδειας κυκλοφορίας και του οχήματος αυτοκινήτων δημοσίας χρήσης κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του ν.2579/1998, καθόσον οι υπόψη διατάξεις ως ειδικότερες κατισχύουν του ν.4172/2013. Στον ίδιο κωδικό αναγράφεται και η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση μετοχών ανωνύμων εταιρειών ΚΤΕΛ, όταν η μετοχική ιδιότητα μεταβιβάζεται ταυτόχρονα με τη μεταβίβαση του λεωφορείου Δ.Χ, κυριότητας του μεταβιβάζοντας μετόχου (ΠΟΛ.1128/15.6.2015 εγκύκλιος).
Επίσης, στον ίδιο κωδικό αναγράφεται και το ποσό της υπεραξίας από τη μεταβίβαση αυτοκινήτου ΙΧ του ν.δ.1146/1972 νομικού προσώπου με απλογραφικά βιβλία, σε περίπτωση που έχει επιλεγεί η αυτοτελής φορολόγηση με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και το σχετικό ποσό έχει καταχωρηθεί στα βιβλία του.

[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
81.03 Έκτακτα κέρδη
03 Κέρδη από εκποίηση μεταφορικών μέσων
04 Κέρδη από εκποίηση επίπλων και λοιπού εξοπλισμού
05 Κέρδη από μεταβίβαση δικαιωμάτων και λοιπών ασώματων ακινητοποιήσεων ]


ζ) Στον κωδικό 463 αναγράφεται το ποσό της υπεραξίας σε περίπτωση εισφοράς ενεργητικού ή συγχώνευσης με τις διατάξεις των άρθρων 52 και 54 του ν.4172/2013, αντίστοιχα, η οποία με βάση τις ίδιες διατάξεις δεν φορολογείται κατά τον χρόνο του μετασχηματισμού.

η) Στον κωδικό 467 αναγράφεται το ποσό των τόκων που προκύπτουν από ομόλογα που εκδόθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), κατ' εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, οι οποίοι απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 47 του ν.4172/2013.
[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
76.03 Λοιποί πιστωτικοί τόκοι ]

θ) Ο κωδικός 459 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις που αποκτούν κέρδη από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 58 του ν.4172/2013.
[ 5. Τα κέρδη των επιχειρήσεων των περιπτώσεων α' , β' , δ' , ε' και στ' του άρθρου 45, (α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, δ) συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών, ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές εταιρείες, συμμετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα, στ) κοινοπραξίες,) εφόσον αυτές εμπίπτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς την εταιρεία «Δ.Ε.Η. Α.Ε.» ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) Kw», κατόπιν απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3468/2006 (Α' 8), απαλλάσσονται του φόρου. Η εν λόγω απαλλαγή χορηγείται με την προϋπόθεση ότι τα κέρδη εμφανίζονται σε ειδικό λογαριασμό με την ονομασία «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) Kw». Σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους, φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα κατά το χρόνο διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους αντίστοιχα.
[Ως πολύ μικρή επιχείρηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 2 του Παραρτήματος της Σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, θεωρείται η επιχείρηση η οποία απασχολεί λιγότερους από δέκα εργαζομένους και της οποίας ο ετήσιος κύκλος εργασιών ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια ευρώ. ]

[ Κωδικοί του Λογιστικού Σχεδίου ( ΕΓΛΣ ), στους οποίους παρουσιάζονται τέτοια έσοδα :
Ομάδα 7 Έσοδα – Υπολογαριασμός κέρδη από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, μείον Έξοδα παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας = κέρδη από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. ]

ι) Στον κωδικό 468 αναγράφονται τα απαλλασσόμενα έσοδα των φορέων γενικής κυβέρνησης που είναι κεφαλαιουχικές εταιρείες και στις οποίες συμμετέχει το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με ποσοστό 100%, προκειμένου τα υπόψη νομικά πρόσωπα να φορολογηθούν για το εισόδημά τους από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περ. α' του άρθρου 46 του ν.4172/2013.
Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2017 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα, προκειμένου να υπαχθεί τελικά σε φορολόγηση, κατά την εκκαθάριση της δήλωσης, το οριζόμενο από το νόμο αντίστοιχο εισόδημα (κεφάλαιο και υπεραξία κεφαλαίου).

ια) Στον κωδικό 471 αναγράφονται τα έσοδα των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών που αποτελούν εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα (π.χ. συνδρομές και εγγραφές των μελών, χορηγίες ή δωρεές προς τις εταιρείες, κ.λπ.) και τα οποία όπως έχει γίνει δεκτό με την ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων και συνεπώς δεν φορολογούνται. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κωδικός 2021 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα πιο πάνω ποσά, προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των υπόψη νομικών οντοτήτων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

ιβ) Στον κωδικό 472 αναγράφονται οι εισφορές των μελών των Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (συνδρομές - δικαιώματα εγγραφής), οι οποίες δεν φορολογούνται καθόσον δεν αποτελούν έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές (ΔΕΑΦ Β 1102518 2015/23.7.2015 έγγραφό μας). Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει να συμπληρωθεί ο κωδικός 2022 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα πιο πάνω ποσά, προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των υπόψη νομικών οντοτήτων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

ιγ) Στον κωδικό 469 αναγράφονται τα έσοδα των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που απαλλάσσονται της φορολογίας κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 του ν.4172/2013 (π.χ. Τράπεζα Ελλάδος) ή ειδικών διατάξεων νόμων (π.χ απαλλασσόμενα έσοδα τεχνικών εταιρειών του άρθρου 9 του ν.4171/1961, απαλλασσόμενα έσοδα αεροπορικών εταιρειών κατ' εφαρμογή Σ.Α.Δ.Φ, απαλλασσόμενα έσοδα ανωνύμων εταιριών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία του ν.2778/1999). Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2019 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες των υπόψη προσώπων και οντοτήτων προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των εισοδημάτων τους στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

ιδ) Στον κωδικό 559 αναγράφονται τα έσοδα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων η φορολόγηση των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του ν.27/1975, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παρ.14 και 15 του άρθρου 72 του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2018 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα για λόγους εκκαθάρισης της δήλωσης.
Για τα ως άνω απαλλασσόμενα ποσά, σε περίπτωση διανομής τους από τους δικαιούχους, δεν οφείλεται φόρος νομικού προσώπου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013, καθόσον ο κατά τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 2 του ν.27/1975 επιβαλλόμενος φόρος εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση των μετόχων ή εταίρων όσον αφορά τα κέρδη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση πλοίων. Σε περίπτωση που οι ως άνω επιχειρήσεις έχουν εισόδημα και από άλλους κλάδους δραστηριότητας, θα συμπληρώνουν τον κωδικό 559 μόνο με τα έσοδα του ναυτιλιακού κλάδου. Εάν διανείμουν κέρδη, θα γίνεται επιμερισμός του ποσού των κερδών κατά τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1012/23.1.2017 εγκύκλιό μας.

ιε) Ο κωδικός 752 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις (νομικά πρόσωπα των περ. α' και δ' του άρθρου 45, ήτοι κεφαλαιουχικές εταιρείες, συνεταιρισμοί και ενώσεις αυτών) για τις οποίες η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος τους από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει ισόποσα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από τον χρόνο διακράτησης των ομολόγων. Επίσης, από τις ίδιες επιχειρήσεις συμπληρώνονται οι κωδικοί 746, 747, 753 και 748 (Πίνακας V), προκειμένου να δηλώσουν το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς, το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς που αποσβέσθηκε στις προηγούμενες χρήσεις, το ποσό απόσβεσης της χρεωστικής διαφοράς του τρέχοντος φορολογικού έτους και το υπολειπόμενο ποσό της χρεωστικής διαφοράς προς απόσβεση, αντίστοιχα.

ιστ) Ο κωδικός 475 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που αποκτούν ωφέλεια από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους τους, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 62 του ν.4389/2016.
Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση διανομής του ως άνω ποσού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 47 του ν.4172/2013.
 

Αρθρο 62. Λοιπές φορολογικές διατάξεις
1. Η ωφέλεια νομικού πρόσωπου, νομικής οντότητας, καθώς και φυσικού προσώπου που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία προκύπτει από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 (Α' 176) στο πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού ή σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης, δεν θεωρείται δωρεά και απαλλάσσεται του φόρου εισοδήματος.
2. Για διαγραφές χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 στο πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού, η παρ. 1 εφαρμόζεται αποκλειστικά για οφειλές που την 31 η Μαρτίου 2016 βρίσκονταν σε καθυστέρηση ή ήταν επίδικες ή ρυθμισμένες και για συμφωνίες εξωδικαστικού συμβιβασμού που συνάπτονται από την 1η Ιανουαρίου 2016 μέχρι και την 31 η Δεκεμβρίου 2017.

3. Για διαγραφές χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης, η παρ. 1 εφαρμόζεται αποκλειστικά για οφειλές οι οποίες την 31 η Μαρτίου 2016 ήταν επίδικες ή για οφειλές οι οποίες κατά την ανωτέρω ημερομηνία ήταν ρυθμισμένες με δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από την 1η Ιανουαρίου 2016 ή για οφειλές που κατά την 31 η Μαρτίου 2016 ήταν σε καθυστέρηση και οι σχετικές αιτήσεις ενώπιον δικαστηρίων υποβάλλονται μέχρι και την 31 η Δεκεμβρίου 2017.
4. Η ωφέλεια που αποκτά φυσικό πρόσωπο και η οποία προκύπτει από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 στο πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν θεωρείται εισόδημα και απαλλάσσεται του φόρου δωρεάς.
5. Η παρ. 4 εφαρμόζεται αποκλειστικά για οφειλές που την 31η Μαρτίου 2016 βρίσκονταν σε καθυστέρηση ή ήταν επίδικες ή ρυθμισμένες και για συμφωνίες εξωδικαστικού συμβιβασμού που συνάπτονται μέχρι και την 31 η Δεκεμβρίου 2017.



ιζ) Στον κωδικό 550 αναγράφεται το ποσό των αποσβέσεων των αδειών Φ.Δ.Χ που εκπίπτει με βάση τις διατάξεις του ν.3888/2010 και με βάση τις διευκρινίσεις που έχουν δοθεί με την ΠΟΛ.1106/11.5.2011 εγκύκλιό μας.

ιη) Στον κωδικό 462 αναγράφεται το αχρησιμοποίητο ποσό των προβλέψεων το οποίο επιβαρύνει τα αποτελέσματα του τρέχοντος φορολογικού έτους το οποίο όμως έχει ήδη φορολογηθεί τα προηγούμενα έτη (λόγω αναμόρφωσης). Επίσης, στον κωδικό αυτό αναγράφονται ποσά δαπανών που έχουν βαρύνει το λογιστικό αποτέλεσμα προηγούμενων φορολογικών ετών τα οποία είχαν αναμορφωθεί και πρέπει να βαρύνουν το φορολογικό αποτέλεσμα του τρέχοντος φορολογικού έτους (π.χ καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, φόροι, κλπ. με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιο).
[ Κανονικά τα ποσά αυτά, πρέπει να καταχωρηθούν στον « Πίνακα Ε » ( πρώην Κ ), του εντύπου Ε3, ως προσωρινή διαφορά μεταξύ «Λογιστικής » και « Φορολογικής » βάσης ]


●●●
 

11. Στους κωδικούς 046, 044, 045, 041 και 099 καταχωρούνται ποσά κινήτρων, είτε βάσει αναπτυξιακών νόμων, είτε βάσει ειδικών διατάξεων νόμων προκειμένου τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες να τύχουν των ευεργετημάτων των σχετικών διατάξεων.
Κωδικός 041
Άρθρο 71Α. Κίνητρα Ευρεσιτεχνίας ( Ν. 4172/2913 )

1. Τα κέρδη της επιχείρησης από την πώληση προϊόντων παραγωγής της, για την οποία παραγωγή χρησιμοποιήθηκε ευρεσιτεχνία διεθνώς αναγνωρισμένη στο όνομα της ίδιας επιχείρησης που αναπτύχθηκε από την ίδια, απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος για τρεις συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά έσοδα από την πώληση των πιο πάνω προϊόντων. Η απαλλαγή χορηγείται και όταν τα προϊόντα παράγονται σε εγκαταστάσεις τρίτων. Επίσης, καταλαμβάνει και τα κέρδη που προέρχονται από παροχή υπηρεσιών, όταν αυτή αφορά σε εκμετάλλευση ευρεσιτεχνίας, επίσης διεθνώς αναγνωρισμένης.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, εγκρίνεται η επιχείρηση που υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου αυτού για το συγκεκριμένο προϊόν ή είδος υπηρεσίας, που παράγει ή παρέχει κατά περίπτωση, μετά από αίτηση που υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία του πιο πάνω Υπουργείου.

3. Τα απαλλασσόμενα κέρδη εμφανίζονται σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού και υπολογίζονται με βάση τα καθαρά κέρδη που δηλώνονται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία και εμφανίζονται στον ισολογισμό και τα οποία προέρχονται από το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, μετά την αφαίρεση των κερδών που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος και των κερδών από συμμετοχή σε άλλες επιχειρήσεις, των κρατήσεων για το σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και των κερδών της χρήσης που διανέμονται πραγματικά ή αναλαμβάνονται από τους εταίρους ή τον επιχειρηματία, καθώς και των αφορολόγητων εκπτώσεων επενδύσεων αναπτυξιακών νόμων. Προκειμένου για ανώνυμη εταιρεία και εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, το τακτικό αποθεματικό και τα διανεμόμενα κέρδη ανάγονται σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος σε αυτά φόρου. Για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία, το αποθεματικό σχηματίζεται από τα καθαρά κέρδη που δηλώνονται με την αρχική δήλωση, αφού αφαιρεθούν οι απολήψεις. Όταν η επιχείρηση πραγματοποιεί έσοδα που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος, ως κέρδη που απαλλάσσονται της φορολογίας είναι το μέρος των πιο πάνω κερδών που αντιστοιχεί στα έσοδα από την πώληση των προϊόντων ή από την παροχή υπηρεσιών της παραγράφου 1.

4. Το ειδικό αποθεματικό που σχηματίζεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο υπόκειται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις του Κ.Φ.Ε., κατά το μέρος που διανέμεται, κεφαλαιοποιείται ή αναλαμβάνεται κάθε φορά.

5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται οι φορείς πιστοποίησης της ευρεσιτεχνίας, οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

6. Το άρθρο 71 του ν. 3842/2010 (Α' 58) καταργείται. Υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 71 του ν. 3842/2010 εξακολουθούν να ισχύουν έως την τυχόν έκδοση νέων αποφάσεων των παραγράφων 2 και 5 του παρόντος.

 

Προϋπόθεση καταχώρησης ποσών στους ως άνω κωδικούς είναι να εμφανίζονται αντίστοιχα ποσά στον κωδικό 016 «Φορολογικά κέρδη χρήσης».
Σε περίπτωση που μετά την αφαίρεση των ως άνω κωδικών από τον κωδικό 040 προκύψει ζημία, η ζημία αυτή δεν αναγνωρίζεται φορολογικά. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που προσαυξάνονται οι ζημίες του κωδικού 400 λόγω της αφαίρεσης των πιο πάνω κωδικών.
Επισημαίνεται ότι αναφορικά με τη φύση των ποσών που καταχωρούνται στους ανωτέρω κωδικούς έχουν δοθεί αναλυτικές οδηγίες και διευκρινίσεις στην ΠΟΛ.1059/18.3.2015 εγκύκλιό μας, ενώ ειδικά για την καταχώρηση ποσών των αφορολόγητων αποθεματικών αναπτυξιακών νόμων στο έντυπο Ν, με το αριθ.ΔΕΑΦ Β'1110127 ΕΞ 2016/18.7.2016 έγγραφό μας.

12. Ο κωδικός 060 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες τα οποία έχουν πραγματοποιήσει δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας προκειμένου, πέραν της έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδά τους, να αφαιρούν (εξωλογιστικά) και ποσοστό των δαπανών αυτών από τα καθαρά κέρδη τους.

Άρθρο 22Α. Δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας
1.
Οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του εξοπλισμού και των οργάνων, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους προσαυξημένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%). Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιο πάνω δαπανών καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Αν προκύψουν ζημίες μετά την αφαίρεση του ως άνω ποσοστού μεταφέρονται με βάση το άρθρο 27 του παρόντος.

2. Συγχρόνως με την υποβολή της φορολογικής της δήλωσης, η επιχείρηση υποβάλλει στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων τα απαραίτητα δικαιολογητικά για τις δαπάνες έρευνας και τεχνολογίας που πραγματοποίησε. Ο έλεγχος και η πιστοποίηση των δαπανών αυτών διενεργούνται εντός χρονικού διαστήματος έξι (6) μηνών. Μετά την άπρακτη παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας θεωρείται ότι οι σχετικές δαπάνες έχουν εγκριθεί. Σε κάθε περίπτωση, το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ενημερώνει σχετικά το Υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο προεδρικό διάταγμα.


ΠΟΛ.1210/2017
Δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας ετών 2017 και επομένων


1. Με τις διατάξεις της περ. α' της παρ.8 του άρθρου 24 του ν.4386/2016 αντικαταστάθηκε η παρ.1 του άρθρου 22Α του ν.4172/2013. Με βάση τις διατάξεις αυτές, οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του εξοπλισμού και των οργάνων, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής τους προσαυξημένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%). Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιο πάνω δαπανών καθορίζονται με κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Αν προκύψουν ζημίες μετά την αφαίρεση του ως άνω ποσοστού μεταφέρονται για συμψηφισμό με μελλοντικά κέρδη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν.4172/2013. 

2.
Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περ. β' της παρ.8 του άρθρου 24 του ν.4386/2016 ορίζεται ότι στην παράγραφο 4 του άρθρου 24 προστίθεται νέα κατηγορία ενεργητικού με αντίστοιχο συντελεστή απόσβεσης 40% και νέα περίοδο ως εξής: «Εξοπλισμός και όργανα, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας ...40%.
Ως εξοπλισμός και όργανα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας νοείται αυτός που θα καθορίζεται με την κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας που πρόκειται να εκδοθεί.»

3. Με την ΠΟΛ.1111/18.7.2016 εγκύκλιό μας με την οποία κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρων 24 και 30 του ν. 4386/2016 διευκρινίσθηκε ότι ως έναρξη ισχύος των υπόψη διατάξεων και δεδομένου ότι δεν ορίζεται κάτι διαφορετικό από τις διατάξεις αυτές, λαμβάνεται η ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου στο ΦΕΚ (11.5.2016), ήτοι καταλαμβάνει δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις 11.5.2016 και μετά.
Περαιτέρω, με την ίδια εγκύκλιο έγινε δεκτό ότι, σε περίπτωση που κατά τον χρόνο διενέργειας αποσβέσεων (31.12.2016) δεν έχει εκδοθεί η υπόψη κοινή Υπουργική Απόφαση οι αποσβέσεις επί του εξοπλισμού αυτού κατά το φορολογικό έτος 2016 θα διενεργούνται με βάση τους λοιπούς συντελεστές του άρθρου 24 και κατά το έτος που θα εκδοθεί η σχετική κοινή Υπουργική Απόφαση εντός μηνός θα πρέπει να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση του φορολογικού έτους 2016 με την οποία θα αναγνωρίζεται φορολογικά το υπόλοιπο των αποσβέσεων και επιπλέον θα εκπίπτει εξωλογιστικά και το 30% αυτών με βάση τα οριζόμενα της περ. α' της παρ.8 του άρθρου 24 του ν.4386/2016 που αντικατέστησε την παρ.1 του άρθρου 22Α του ν.4172/2013.
Η ανωτέρω Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων εκδόθηκε στις 11.7.2017 (αριθμ. 109343/Ι2/29.6.2017 (ΦΕΚ Β' 2351/11-7-2017)).

4. Ωστόσο, με τις διατάξεις της παρ. 21 του άρθρου 69 του ν. 4485/2017, τροποποιήθηκε η έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρ.8 του άρθρου 24 του ν.4386/2016, με βάση τις οποίες ορίζεται πλέον ρητά ότι αυτές ισχύουν από την 1.1.2017 και μετά.

5.
Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένης της νέας έναρξης ισχύος των διατάξεων της παρ.8 του άρθρου 24 του ν.4386/2016, προκύπτει ότι τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1111/18.7.2016 εγκύκλιό μας, ως προς την έναρξη ισχύος δεν έχουν πλέον εφαρμογή και ως εκ τούτου για δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας που πραγματοποιήθηκαν μέχρι 31.12.2016 ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 22Α του ν.4172/2013 (όπως αυτές ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με το άρθρο 24 του ν.4386/2016) και οι οδηγίες που είχαν δοθεί με την ΠΟΛ.1113/2.6.2015 εγκύκλιό μας.
Όσον αφορά στις δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας που πραγματοποιούνται από την 1.1.2017 και μετά, προκειμένου για την αναγνώρισή τους, έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 22Α του ν.4172/2013 όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 69 του ν.4485/2017 και τα όσα ειδικότερα έχουν καθορισθεί με την κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων αριθμ. 109343/Ι2/29.6.2017 (ΦΕΚ Β' 2351/11.7.2017) και ερμηνευτεί με την ΠΟΛ.1111/18.7.2016 εγκύκλιό μας.

6.
Επίσης, με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 69 του ν.4485/2017 αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρου 22Α του ν.4172/2013 προκειμένου ο έλεγχος και η πιστοποίηση των δαπανών αυτών να διενεργούνται πλέον εντός χρονικού διαστήματος δέκα (10) μηνών και όχι έξι (6) μηνών όπως ίσχυε.
Κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένου ότι με τις νέες διατάξεις δεν προβλέπεται πλέον η αυτοδίκαιη έγκριση των δαπανών μετά την άπρακτη παρέλευση της οριζόμενης από τον νόμο προθεσμίας, συνάγεται ότι η επιχείρηση οφείλει, σε περίπτωση ρητής μη έγκρισης του συνόλου ή μέρους των υπόψη δαπανών από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και εφόσον αυτή κοινοποιείται στον φορολογούμενο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής φορολογικών δηλώσεων του οικείου έτους ή μετά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, να υποβάλει τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος προκειμένου να εκπέσει μικρότερο ποσό δαπανών από αυτό που είχε δηλωθεί αρχικά. Η δήλωση αυτή εφόσον υποβάλλεται εντός μηνός από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης θεωρείται εμπρόθεσμη.
Για την εξυπηρέτηση του ως άνω σκοπού το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων ενημερώνει σχετικά το Υπουργείο Οικονομικών (νυν ΑΑΔΕ) σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στην αριθμ. 109343/Ι2/29.6.2017 (ΦΕΚ Β' 2351/11.7.2017) κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κατά ρητή διατύπωση των οριζομένων στην παρ.2 του άρθρου 69 του ν.4485/2017. Η διαδικασία αυτή ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 5 της κοινής απόφασης σύμφωνα με την οποία, για την πιστοποίηση των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιχειρήσεων, η ΓΓΕΤ εκδίδει σχετικές βεβαιώσεις τις οποίες κοινοποιεί στην αρμόδια Φορολογική Αρχή του δικαιούχου καθώς και στις δικαιούχους επιχειρήσεις.

13. Ο κωδικός 076 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που πραγματοποιούν επένδυση στην παραγωγή κινηματογραφικού έργου προκειμένου να αφαιρείται (εξωλογιστικά) από τα καθαρά τους κέρδη το ποσό που επένδυσαν, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 9-12 του άρθρου 73 του ν.3842/2010.

14. Ο κωδικός 071 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες προκειμένου να αφαιρείται (εξωλογιστικά) από τα καθαρά τους κέρδη το ποσό των 1.500 ευρώ, για κάθε άτομο που απασχολούν μέσα στο φορολογικό έτος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω.
 

10.Για τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών των επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από την κατηγορία βιβλίων του Κ.Β.Σ. που τηρούν, αφαιρείται από τα καθαρά κέρδη τους, τα οποία προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ποσό χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, για κάθε άτομο που απασχολούν με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω. (Άρθρο 4, Νόμος 3522/2006 )



15. Στον κωδικό 053 καταχωρούνται τα κέρδη των Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας (Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις και Συνεταιρισμοί Εργαζομένων) τα οποία διανέμονται στους εργαζομένους τους προκειμένου να αφαιρεθούν από τα κέρδη τους και να φορολογηθούν στο όνομα των εργαζομένων τους, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 72 του ν.4430/2016.
Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω ισχύουν, προκειμένου για το φορολογικό έτος 2016, για όσους φορείς ήταν εγγεγραμμένοι στο Γενικό Μητρώο Κοινωνικής Οικονομίας του ν.4019/2011 και εξακολουθούν να είναι εγγεγραμμένοι, από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου (ν.4430/2016), και στο Γενικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας. Νέοι φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας δεν έχουν πιστοποιηθεί ακόμη στο Γενικό Μητρώο Φορέων Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας του ν.4430/2016 μέσα στο έτος 2016 (σχετ. το αριθ. πρωτ.1402/Δ5.35/2.2.2017 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης).

Από τα ποσά που καταχωρούνται στους κωδικούς 060, 076, 071 και 053 μόνο το ποσό του κωδικού 060, συναθροιζόμενο με τα αποτελέσματα (κέρδη ή ζημίες) από επιχειρηματική δραστηριότητα του ίδιου φορολογικού έτους, δημιουργεί αναγνωρίσιμη φορολογικά ζημία.

16. Ο κωδικός 100 συμπληρώνεται από τις οικοδομικές επιχειρήσεις, προκειμένου να προσδιορισθούν τα κέρδη τους τεκμαρτά, με βάση τις οδηγίες που έχουν δοθεί στην ΠΟΛ.1060/19.3.2015, καθώς και στην ΠΟΛ.1043/2017 εγκύκλιό μας αναφορικά με τη συμπλήρωση του εντύπου Ε3 του φορολογικού έτους 2016.
«Τέλος και αναφορικά με τις οικοδομικές επιχειρήσεις οι οποίες αποκτούν εισοδήματα τόσο από την πώληση οικοδομών όσο και από λοιπές επιχειρηματικές δραστηριότητες, οι κοινές δαπάνες επιμερίζονται κατά την αναλογία των εισοδημάτων αυτών.
Ειδικά στην περίπτωση πώλησης ακινήτων οικοδομικής επιχείρησης μετά την 01.01.2014 των οποίων η άδεια κατασκευής εκδόθηκε μετά την 01.01.2006 που προσδιορίζουν τα κέρδη τους λογιστικά και η ανέγερση των οποίων έχει ήδη ολοκληρωθεί σε προηγούμενα έτη, για τον λογιστικό προσδιορισμό των κερδών λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες που αφορούν στα πωληθέντα ακίνητα έστω και αν αυτές πραγματοποιήθηκαν και καταχωρήθηκαν σε προηγούμενο φορολογικό έτος, ήτοι στο έτος ή στα έτη κατασκευής (σχετ. ΠΟΛ.1102/11.5.2015 και ΠΟΛ.1097/28.4.2015). Τα παραπάνω ισχύουν και σε περίπτωση πώλησης ημιτελών οικοδομών, δηλαδή για τον λογιστικό προσδιορισμό των κερδών λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν και καταχωρήθηκαν σε προγενέστερα έτη. Αν οι δαπάνες πραγματοποιούνται σε μεταγενέστερο χρόνο της πώλησης, αυτές εκπίπτουν κατά το χρόνο πραγματοποίησής τους με βάση τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 της δεύτερης ενότητας της παρούσας (Άρθρο 22 Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες).»
 


ΟΑΕΔ αριθμ. απόφ. 553/15/2018 Τροποποίηση της 3701/55/22-11-2011 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των παρ. 2 και 3 του άρθρου 71 του ν. 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α΄) και αφορά στην επικοινωνία και εγγραφή των ανέργων στον ΟΑΕΔ

$
0
0
Αριθμ. απόφ. 553/15/27-02-2018

(ΦΕΚ Β' 929/16-03-2018)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

Έχοντας υπόψη:

1. Την παρ. 2 του άρθρ. 71 του ν. 3996/2011 (ΦΕΚ 170/ Α΄/5.8.2011 ).

2. Την παρ. 4 του άρθρ. 18 του ν. 4302/2014 (ΦΕΚ 223/ Α΄/07.10.2014).

3. Την αριθμ. 3701/55/22−11−2011 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ (ΦΕΚ 3018/Β΄/ 30.12.2011) όπως τροποποιήθηκε στη συνέχεια με τις αριθμ. 3032/52/21.10.2014 (ΦΕΚ 3018/2011, τ.Β΄), 576/11/3.3.2015 (ΦΕΚ  464/2015,  τ.Β΄),  2969/68/8.12.2015 (ΦΕΚ 3045/2015, τ.Β΄) και 1138/18/19.4.2016 (ΦΕΚ 1543/2016, τ.Β΄) αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού.

4. Τη γνώμη των μελών του και

5. Το γεγονός ότι από την παρούσα πράξη δεν προκύπτει δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ή προϋπολογισμού του ΟΑΕΔ,

αποφασίζει:

Την τροποποίηση της αριθμ. 3701/55/22−11−2011 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ (ΦΕΚ 3018/Β΄/30.12.2011), ως ακολούθως:

Μετά την περίπτωση β΄, της παρ. 1, του άρθρου 6, του Κεφαλαίου Α΄ προστίθενται τρεις νέες περιπτώσεις ως εξής:
γ) Βεβαίωση Δομών προσωρινής Φιλοξενίας ή βεβαίωση διαμονής σε παραχωρημένο ακίνητο ή παραχωρητήριο συμβόλαιο για άνεργους πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο.
δ) Βεβαίωση διαμονής από Ανοιχτό Κέντρο Ημέρας Αστέγων/Υπνωτήριο ή βεβαίωση από Κοινωνική Υπηρεσία ότι ο ωφελούμενος διαβιεί στο δρόμο ή σε ακατάλληλα καταλύματα ή βεβαίωση διαμονής σε ειδικές δομές φιλοξενίας ή σε Μονάδες Κλειστής Φροντίδας ή σε Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης ή σε Ξενώνες Μεταβατικής Φιλοξενίας Αστέγων ή Κοινωνικό Ξενώνα Βραχυχρόνιας Φιλοξενίας για άνεργους αστέγους.
ε) Βεβαίωση φιλοξενίας από αντίστοιχες Δομές Φιλοξενίας για:
- Άνεργες γυναίκες που φιλοξενούνται σε Ξενώνες Γυναικών θυμάτων βίας.
- Ανέργους που φιλοξενούνται σε Δομές Παιδικής Προστασίας, έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, δεν σπουδάζουν και δεν έχουν πρόσβαση σε κατοικία.
- Ανέργους που φιλοξενούνται σε Μονάδες Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης (οικοτροφεία, ξενώνες κ.τλ.) ή είναι δικαιούχοι του προγράμματος Προστατευομένων Διαμερισμάτων του αριθμ. 9 του ν. 2716/1999.

Οι περιπτώσεις γ, δ, ε και στ της παρ. 1 του άρθρου 6, του κεφαλαίου Α΄ αναριθμούνται σε στ, ζ, η και θ.

Κατά τα λοιπά ισχύει η υπ' αριθμ. 3701/55/22−11−2011 απόφαση Διοικητικού Συμβουλίου (ΦΕΚ 3018/Β΄/ 30.12.2011).

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 2 Μαρτίου 2018

Η Πρόεδρος
ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΑΜΕΣΙΝΗ

Αριθμ. 28876/ΕΥΣΣΑ498/2018 Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. 23451/ ΕΥΣΣΑ 493/ 24.02.2017 υπουργικής απόφασης που αφορά στις «Διαδικασίες κατάρτισης, έγκρισης και υλοποίησης προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας, διαδικασίες δημιουργίας και διατήρησης καταλόγων προμηθευτών για την ανάθεση και υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας» (ΦΕΚ Β΄ 677), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει

$
0
0
Αριθμ. 28876 /ΕΥΣΣΑ 498

(ΦΕΚ Β' 938/16-03-2018)

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Το άρθρο 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98/τ.Α΄/22.04.2005).

2. Το ν. 4314/2014 (ΦΕΚ 265/τ.Α΄/23.12.2014) «Α) Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014 – 2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2012/17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16.6.2012) στο ελληνικό δίκαιο, τροποποίηση του ν. 3419/2005 (ΦΕΚ 297/τ.Α΄) και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει, και ειδικότερα τα άρθρα 48 και 70 αυτού.

3. Το ν. 3614/2007 (ΦΕΚ 267/τ.Α΄/03.12.2007) «Διαχείριση, έλεγχος και εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2007-2013», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

4. Το ν. 4412/2016 (ΦΕΚ 147/τ.Α΄/08.08.2106) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» και ειδικότερα τα άρθρα 119 παρ. 4 και 329 παρ. 4 αυτού, ως ισχύει.

5. Το π.δ. 147/2017 (ΦΕΚ 192/τ.Α΄/13-12-2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης».

6. Το π.δ. 123/2016 (ΦΕΚ 208/τ.Α΄/04.11.2016) περί ανασύστασης και μετονομασίας υπουργείων.

7. Το π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ 210/τ.Α΄/05.11.2016) περί Διορισμού Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών.

8. Την αριθμ. Υ197/16.11.2016 απόφαση ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον αναπληρωτή υπουργό οικονομίας και ανάπτυξης, Αλέξανδρο Χαρίτση (ΦΕΚ Β΄ 3722).

9. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 1083/2006.

10. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1080/2006.

11. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1304/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1081/2006.

12. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1698/2005 του Συμβουλίου.

13. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 508/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση των Κανονισμών 2328/2003, 861/2006, 1168/2006, 791/2007 και 1255/2011.

14. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1300/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ταμείο Συνοχής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1084/2006.

15. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1299/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της Ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.

16. Τις αποφάσεις έγκρισης των Προγραμμάτων συνεργασίας που υποστηρίζονται από τα ΕΔΕΤ στο πλαίσιο του στόχου της Ευρωπαϊκής Εδαφικής Συνεργασίας σε όλα τα κράτη μέλη με τη συμμετοχή της Ισλανδίας, του Λιχτενστάιν, της Νορβηγίας και της Ελβετίας.

17. Την αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ493/24.2.2017 υπουργική απόφαση «Διαδικασίες κατάρτισης, έγκρισης και υλοποίησης προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας, διαδικασίες δημιουργίας και διατήρησης καταλόγων προμηθευτών για την ανάθεση και υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας» (ΦΕΚ 677/τ.Β΄/03.03.2017) καθώς και την αριθμ. πρωτ. 120497/ΕΥΣΣΑ 2403 (ΦΕΚ 3943/τ.Β΄/09.11.2017)
τροποποίηση αυτής.

18. Την αριθμ. 69136/ΕΥΘΥ 627/22.06.2015 (ΦΕΚ 1451/τ.Β΄/10.07.2015) υπουργική απόφαση περί «Αναδιάρθρωσης της Ειδικής Υπηρεσίας Στρατηγικής, Σχεδιασμού και Αξιολόγησης του άρθρου 15 παρ. 1 του ν. 4314/2014 και αντικατάσταση της αριθμ. 35257/17.10.2001 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β΄/1352), όπως κάθε φορά ισχύει». 19. Την αριθμ. 69137/ΕΥΘΥ 628/22.6.2015 (ΦΕΚ 1451/
τ.Β΄/10.07.2015) υπουργική απόφαση περί «Αναδιάρθρωσης της Ειδικής Υπηρεσίας Θεσμικής Υποστήριξης του άρθρου 15 παρ. 3 του ν. 4314/2014 και αντικατάσταση της αριθμ. 3861/ΕΥΣ524/29.1.2008 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β΄/333), όπως κάθε φορά ισχύει.

20. Την απόφαση της Επιτροπής των ΕΚ με αριθμό C(2014) 7801 final/29.10.2014 για την έγκριση ορισμένων στοιχείων της αναθεωρημένης Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης με την Ελλάδα, η οποία κατήργησε την απόφαση C(2014)3542, ως ισχύει.

21. Την αριθμ. 110427/ΕΥΘΥ 1020/20.10.2016 (ΦΕΚ 3521/τ.Β΄/01.11.2016) υπουργική απόφαση περί «Τροποποίηση και αντικατάσταση της αριθμ. 81986/ΕΥΘΥ 712/21.7.2015 (ΦΕΚ 1822/τ.Β΄) υπουργικής απόφασης «Εθνικοί κανόνες επιλεξιμότητας δαπανών για τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014 2020 Έλεγχοι νομιμότητας δημοσίων συμβάσεων συγχρηματοδοτούμενων πράξεων ΕΣΠΑ 2014 2020 από Αρχές Διαχείρισης και Ενδιάμεσους Φορείς Διαδικασία ενστάσεων επί των αποτελεσμάτων αξιολόγησης πράξεων», ως ισχύει.

22. Το γεγονός ότι οι ενέργειες Τεχνικής Βοήθειας αφορούν στον προγραμματισμό, σχεδιασμό, προετοιμασία, διαχείριση, παρακολούθηση, αξιολόγηση, δημοσιότητα, εφαρμογή και έλεγχο των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, καθώς και δραστηριότητες για την ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας για την υλοποίηση των προγραμμάτων. Οι ανωτέρω ενέργειες χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή ενωσιακούς πόρους μέσω του προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

23. Την αναγκαιότητα προσαρμογής του καθεστώτος υλοποίησης των ενεργειών τεχνικής βοήθειας στις απαιτήσεις της προγραμματικής περιόδου 2014-2020, καθώς και στο νέο θεσμικό πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων στη βάση και της εμπειρίας από την υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας, που απαιτεί επαναπροσδιορισμό της επιλεξιμότητας των δράσεων για τη βελτίωση της ποιότητας και της διαφάνειας στη διαχείρισή τους, καθώς και τη μεγαλύτερη δυνατή θετική επίπτωση στην υποβοήθηση υλοποίησης των παρεμβάσεων.

24. Την αριθμ. 4/2017 θετική γνώμη της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. που εκδόθηκε κατ’ άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ υποπερ. γγ του ν. 4013/2011 (ΦΕΚ 204/τ.Α΄), που αφορούσε στην έγκριση της υπουργικής απόφασης 23451/ΕΥΣΣΑ 493/ 24.02.2017 (ΦΕΚ 677/τ.Β΄/03.03.2017).

25. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Την τροποποίηση της αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ493/24.2.2017 υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 677/τ.Β΄/ 03.03.2017) εφεξής υπουργική απόφαση, ως εξής:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 10 η παράγραφος 2 της υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:

«Για τις υπηρεσίες της Ε.Α.Σ., τους δικαιούχους του Ε.Π.

«Τεχνική Βοήθεια 2014 -2020» καθώς και την ΕΥ ΧΜ ΕΟΧ συγκροτείται ενιαίος κατάλογος προμηθευτών και παρόχων υπηρεσιών με πρωτοβουλία της Ε.Υ.Σ.Σ.Α.».

Άρθρο 2

Στο άρθρο 12 η παράγραφος 5 της υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:

«Για τις συμβάσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου απαιτείται Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών η οποία θα εισηγείται στο αρμόδιο όργανο για την έκδοση της απόφασης ανάθεσης. Για τις συμβάσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου δεν απαιτείται Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών, εκτός εάν στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας έχουν υποβληθεί άνω της μίας προσφοράς».

Άρθρο 3

Το παράρτημα της υπουργικής απόφασης Υποπρόγραμμα Β΄ τροποποιείται ως ακολούθως:

1. Προστίθενται κατηγορίες επιλέξιμων ενεργειών Τεχνικής Βοήθειας ως ακολούθως:

Α. ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ

Α. 1. Εξοπλισμός Γραφείων

Περιλαμβάνεται η προμήθεια εξοπλισμού γραφείου (έπιπλα, βιβλιοθήκες, συσκευές κλιματισμού, κ.λπ.).

Η κατηγορία αυτή είναι επιλέξιμη μόνο για τη Αρχή Ελέγχου.

Η εν λόγω κατηγορία είναι επιλέξιμη με ανώτατο όριο 10.000€/έτος, εφόσον η ΜΟΔ Α.Ε. δηλώνει εγγράφως ότι δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της.

Α.2. Η/Υ Περιφερειακά και λοιπός εξοπλισμός Περιλαμβάνεται η προμήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών και η εγκατάστασή τους συμπεριλαμβανομένων των βασικών λογισμικών και λογισμικών αυτοματισμού γραφείου, περιφερειακών (εκτυπωτών, σκάνερ κ.λπ.), φωτοαντιγραφικών μηχανημάτων, μηχανημάτων τηλεομοιοτυπίας, τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού (τηλεφωνικό κέντρο, συσκευές κ.λπ.), μηχανών γραφείου και φορητών μηχανών εξοπλισμού γραφείου (μηχανές βιβλιοδεσίας κ.λπ.), εργαστηριακού εξοπλισμού. Η κατηγορία αυτή είναι επιλέξιμη μόνο για την Αρχή Ελέγχου.

Στην περίπτωση που υπάρχει έγγραφη δήλωση αδυναμίας από τη ΜΟΔ Α.Ε. κάλυψης των συγκεκριμένων αναγκών, είναι επιλέξιμη για υλοποίηση από την Αρχή Ελέγχου, με ανώτατο όριο 25.000€/έτος.

Στην κατηγορία αυτή είναι επιλέξιμη και η χρονομίσθωση (leasing) των ανωτέρω μηχανημάτων.

Α.3. Έντυπα, βιβλία κ.λπ.

Προμήθεια εγχειριδίων βιβλίων και εντύπων, τα οποία είναι απαραίτητα κατά τη λειτουργία της Υπηρεσίας στο πλαίσιο οργάνωσης της βιβλιοθήκης της και μέχρι του ποσού των 5.000 € ανά έτος. Η κατηγορία αυτή είναι επιλέξιμη μόνο για την Αρχή Ελέγχου.

2. Στην κατηγορία ενέργειας Γ3. Γενικά Έξοδα λειτουργίας προστίθεται περίπτωση ως ακολούθως:

«δαπάνες για υπηρεσίες καθαριότητας των χώρων στέγασης, καθώς και των κοινοχρήστων χώρων με την προϋπόθεση ότι οι χώροι ευρίσκονται εκτός της έδρας του υπουργείου ή της περιφέρειας στην οποία υπάγονται. Εφόσον συστεγάζονται επιτρέπεται μόνο για τους χώρους που καταλαμβάνουν οι ανωτέρω υπηρεσίες. Η περίπτωση αυτή αφορά μόνο στις Υπηρεσίες της ΕΑΣ.».

3. Στην κατηγορία ενέργειας Γ6. Έξοδα μετακινήσεων εσωτερικού εξωτερικού Προϊστάμενων Αρχών και λοιπού προσωπικού αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 ως ακολούθως:

Επιπροσθέτως, περιλαμβάνονται δαπάνες για την κάλυψη των εξόδων μετακίνησης, διαμονής και εκτός έδρας αποζημίωσης των Αρχών, που προΐστανται των Ειδικών Υπηρεσιών του ν. 4314/2014 (π.χ. υπουργός/ Αναπληρωτής Υπουργός/Υφυπουργός, Γενικός ή Ειδικός Γραμματέας Υπουργείου, Περιφερειάρχης, Προϊστάμενος Ε.Α.Σ.) καθώς επίσης και τα έξοδα μετακίνησης, διαμονής και εκτός έδρας αποζημίωσης του οδηγού, των συνοδών ασφαλείας και των συνεργατών συμβούλων τους.

Άρθρο 4

Στο παράρτημα της υπουργικής απόφασης στο Υποπρόγραμμα Α και στο Υποπρόγραμμα Β στην κατηγορία ενέργειας Γ3. Γενικά Έξοδα λειτουργίας προστίθεται περίπτωση ως ακολούθως:

«Δαπάνες για υπηρεσίες απολύμανσης των χώρων στέγασης καθώς και των κοινοχρήστων χώρων με την προϋπόθεση ότι οι χώροι ευρίσκονται εκτός της έδρας του υπουργείου ή της περιφέρειας στην οποία υπάγονται. Εφόσον συστεγάζονται επιτρέπεται μόνο για τους χώρους που καταλαμβάνουν οι ανωτέρω υπηρεσίες.».

Η παρούσα ισχύει από την δημοσίευσή της στο ΦΕΚ. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 12 Μαρτίου 2018

Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ

Αριθμ. 656/37132/2018 Αντικατάσταση του άρθρου 6 της με αριθ. 2062/ 132509/2016 (Β’ 3938) απόφασης «Μορφή, περιεχόμενο, διαδικασία καταγραφής και τήρηση Εθνικού Μητρώου Αγροτικών Συνεταιρισμών, Κλαδικών Αγροτικών Συνεταιρισμών, Κλαδικών Εθνικών Αγροτικών Συνεταιρισμών, Αγροτικών Εταιρικών Συμπράξεων και Ταμείου Αγροτικής Συνεταιριστικής Εκπαίδευσης, διαδικασία εγγραφής και τακτικών ετήσιων δηλώσεων και κριτήρια αξιολόγησής τους

$
0
0
Αριθμ. 656/37132/09-03-2018

(ΦΕΚ Β' 913/15-03-2018)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Του άρθρου 19 παρ. 2, του άρθρου 20 παρ. 5 και του άρθρου 49 παρ. 1 του ν.4384/2016, «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ Α' 78),
β) του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» (ΦΕΚ Α’ 98).

2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, 

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Αντικατάσταση του άρθρου 6 της με αρ. 2062/132509/2016 (Β’ 3938) απόφασης


Το άρθρο 6 της με αρ. 2062/132509/25.11.2016 (Β’ 3938) απόφασης «Μορφή, περιεχόμενο, διαδικασία καταγραφής και τήρηση Εθνικού Μητρώου Αγροτικών Συνεταιρισμών, Κλαδικών Αγροτικών Συνεταιρισμών, Κλαδικών Εθνικών Αγροτικών Συνεταιρισμών, Αγροτικών Εταιρικών Συμπράξεων και Ταμείου Αγροτικής Συνεταιριστικής Εκπαίδευσης, διαδικασία εγγραφής και τακτικών ετήσιων δηλώσεων και κριτήρια αξιολόγησής τους», αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 6
Διαγραφή από το Μητρώο
1. Οι ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ΑνΣ, ΕΑνΣ και ΑΕΣ διαγράφονται οριστικά από το Μητρώο:
α) Αν λυθούν και εκκαθαριστούν.
β) Αν δεν έχουν εφαρμόσει τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 49 του ν. 4384/2016 εντός της προβλεπόμενης σε αυτό προθεσμίας.
γ) Οι ΑΕΣ, αν ανακληθεί η άδεια λειτουργίας τους ή διαγραφούν από το Γ.Ε.ΜΗ, η παραβούν τις διατάξεις του άρθρου 33 του ν.4384/2016.
δ) Αν ο κύκλος εργασιών της περ. ε της παρ.1 του άρθρου 5 δεν υπερβαίνει κατά μέσο όρο τριετίας τα 30.000 ευρώ. Το ποσό αυτό μειώνεται στα 10.000 ευρώ για τους γυναικείους συνεταιρισμούς, τους συνεταιρισμούς βιολογικών προϊόντων, τους συνεταιρισμούς σε νησιά εκτός Κρήτης και Εύβοιας καθώς και τους συνεταιρισμούς σε ορεινές περιοχές.
2. Οι ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ΑνΣ, ΕΑνΣ και ΑΕΣ διαγράφονται προσωρινά από το Μητρώο μετά από έγγραφη ειδοποίηση της αρμόδιας αρχής.
α) Αν δεν υποβάλλουν στο Μητρώο, οικονομικές καταστάσεις τριών (3) συνεχόμενων διαχειριστικών χρήσεων, για έξι μήνες.
β) Αν διαπιστωθεί από την αρμόδια αρχή παραβίαση των διατάξεων του νόμου και του καταστατικού τους, για ένα έτος.
γ) Στις περιπτώσεις που δεν υποβάλλουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά των τακτικών ετήσιων δηλώσεων του άρθρου 5 της παρούσας, ή παραλείψουν να επικαιροποιήσουν τα στοιχεία του Μητρώου για έξι μήνες.
3. Η αρμόδια αρχή με πράξη της, στην οποία αναγράφονται:
α) τα στοιχεία του ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ΑνΣ, ΕΑνΣ και ΑΕΣ και του νόμιμου εκπροσώπου του και
β) η περιγραφή της παράβασης και
γ) στην περίπτωση της παραγράφου 2, ο τρόπος θεραπείας της, διαγράφει προσωρινά ή οριστικά τους ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ΑνΣ, ΕΑνΣ και ΑΕΣ από το Μητρώο.
4. Οι διαγραφόμενοι, εφόσον δεν συμφωνούν με την απόφαση προσωρινής ή οριστικής διαγραφής, έχουν δικαίωμα ένστασης για λόγους νομιμότητας, ενώπιον του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εντός προθεσμίας ενός μηνός από τη γνωστοποίηση της πράξης της αρμόδιας αρχής. Ο Υπουργός αποφαίνεται επί της ενστάσεως εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών.
5. Η προσωρινή διαγραφή επιφέρει την απώλεια του δικαιώματος πρόσβασης στις οικονομικές ενισχύσεις, φορολογικές απαλλαγές και κίνητρα καθώς και την ένταξη σε εθνικά ή ευρωπαϊκά αναπτυξιακά προγράμματα σύμφωνα με το άρθρο 30 του ν. 4384/2016, καθώς και την απώλεια της φορολογικής μεταχείρισης του άρθρου 29 του ν. 4384/2016. Ο διαγραφόμενος δεν δικαιούται βεβαίωσης ενημερότητας. Σε περίπτωση θεραπείας του λόγου διαγραφής εντός εξαμήνου ή έτους ανάλογα με την περίπτωση, η αρμόδια αρχή ενεργοποιεί την εγγραφή στο Μητρώο με νέα πράξη της.
6. Αν δεν αρθεί ο λόγος της προσωρινής διαγραφής εντός του εξαμήνου ή έτους, η αρμόδια αρχή εκδίδει οριστική πράξη διαγραφής της παρ. 3 και υποβάλει αίτηση στο ειρηνοδικείο της έδρας του ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ΑνΣ, ΕΑνΣ και ΑΕΣ για τη λύση του και το διορισμό εκκαθαριστή».

Άρθρο 2
Μεταβατική Διάταξη


Οι διαγραφέντες, για τους λόγους της παρ. 2 του άρθρου 6, από το Μητρώο ΑΣ, ΚΑΣ, ΚΕΑΣ, ΑνΣ, ΕΑνΣ και ΑΕΣ οφείλουν, για την επανεγγραφή τους σε αυτό, να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις της αρμόδιας αρχής εντός ενός έτους από τη δημοσίευση της παρούσας. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εφαρμόζεται η παρ. 6 του ίδιου άρθρου.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 9 Μαρτίου 2018

Ο Υπουργός
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Αριθμ. πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ.2./27/οικ.10178/2018 Αξιολόγηση προσωπικού για το έτος 2017

$
0
0
Αθήνα,14 Μαρτίου 2018
Αριθμ. Πρωτ.:ΔΙΔΑΔ/Φ.2. /27/οικ.10178

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ταχυδρομική Διεύθυνση: Βασ. Σοφίας 15
106 74, Αθήνα
Τηλ.: 2131313390, -3240, - 3385
Fax: 2131313389

ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: Αξιολόγηση προσωπικού για το έτος 2017


Σας ενημερώνουμε ότι το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης θα προβεί σε αναγκαίες τεχνικές αναπροσαρμογές της διαδικασίας αξιολόγησης.

Ως εκ τούτου, και προς αποφυγή περιττών γραφειοκρατικών βαρών, παρακαλούμε να ανασταλεί προσωρινά η διαδικασία αξιολόγησης του προσωπικού μέχρι την έκδοση νεότερης διευκρινιστικής εγκυκλίου, η οποία θα πραγματοποιηθεί μέχρι την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου.

Οι Διευθύνσεις Διοικητικού/Προσωπικού παρακαλούνται να κοινοποιήσουν, με κάθε πρόσφορο τρόπο, την παρούσα σε όλους τους υπαλλήλους αρμοδιότητάς τους καθώς και στους φορείς που εποπτεύουν.

Η Διεύθυνση Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών παρακαλείται για την άμεση κοινοποίηση της παρούσας στους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού.

Η παρούσα εγκύκλιος βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση της Υπηρεσίας μας www.minadmin.gov.gr, στη διαδρομή: Διοικητική Ανασυγκρότηση – Ανθρώπινο Δυναμικό-Αξιολόγηση.


Η Υπουργός
Όλγα Γεροβασίλη

Κ.Υ.Α. αριθμ. Φ30316/54142/2000/2018 Καθορισμός ημερομηνιών καταβολής των μερισμάτων του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Μ.Τ.Π.Υ.)

$
0
0
Αριθμ. Φ30316/54142/2000/15-03-2018

(ΦΕΚ Β' 951/16-03-2018)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 34, παρ. 7 του ν. 4111/2013 (ΦΕΚ 18 Α’) όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 4144/2013 (ΦΕΚ 88 Α’).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (ΦΕΚ 29 Α’).

3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98 Α’).

4. Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΦΕΚ 168 Α’).

5. Το π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 210 Α’).
 
6. Το π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 116 Α’).

7. Την αριθμ. Υ29/2015 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη» (ΦΕΚ 2168/Β’).

8. Την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων που λήφθηκε κατά την αριθμ. 48/13-11-2017 συνεδρίασή του.

9. Την αριθμ. Φ 30316/54142/Δ15.934/21-12-2017 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Καθορισμός τρόπου καταβολής μερισμάτων από το ΜΤΠΥ για το έτος 2018 (ΦΕΚ 4657 Β’)».

10. Την αριθμ. πρωτ. οικ. 1366/62/10-01-2018 εισήγηση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

11. Το γεγονός ότι από την εφαρμογή της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων,

αποφασίζουμε:


Καθορίζουμε τις ημερομηνίες καταβολής των μερισμάτων του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) ανά ημερολογιακό τρίμηνο ως εξής:

Α. Τα μερίσματα του πρώτου τριμήνου την προτελευταία εργάσιμη ημέρα του Μαρτίου.

Β. Τα μερίσματα του δεύτερου τριμήνου την προτελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιουνίου.

Γ. Τα μερίσματα του τρίτου τριμήνου την προτελευταία εργάσιμη ημέρα του Σεπτεμβρίου.

Δ. Τα μερίσματα του τέταρτου τριμήνου την προτελευταία εργάσιμη ημέρα του Δεκεμβρίου.

Η απόφαση αυτή ισχύει από 01-01-2018.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 15 Μαρτίου 2018

Οι Υπουργοί     

Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Κ.Υ.Α. αριθμ. 172574/222/2018 Τροποποίηση της με Α.Π. 171563/131/21.02.2018 (Β΄ 756/02.03.2018) κοινής απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης με τίτλο: «Προκήρυξη του προγράμματος “Εξοικονόμηση κατ' οίκον II”, που θα υλοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020»

$
0
0
Αριθμ. 172574/222

(ΦΕΚ Β' 952/16-03-2018)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Το άρθρο 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 98).

2. Το ν. 4314/2014 (Α΄ 265) «Α) Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014-2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2012/17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16.06.2012) στο ελληνικό δίκαιο, τροποποίηση του ν. 3419/2005 (Α΄ 297) και άλλες διατάξεις.», όπως ισχύει και ειδικότερα το άρθρο 28 παράγραφος 4 αυτού.

3. Τον ν. 4122/2013 (Α΄ 42) «Ενεργειακή Απόδοση Κτιρίων Εναρμόνιση με την Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις» και ειδικότερα το άρθρο 10 αυτού.

4. Το π.δ. 70/2015 (Α΄ 114) «Ανασύσταση των Υπουργείων... Μετονομασία... του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας...».

5. Το π.δ. 125/2016 (Α΄210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

6. Το π.δ. 123/2016 (A΄ 208/04.11.2016) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».

7. Το π.δ. 116/2014 (Α΄ 185) «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας».

8. Το π.δ. 132/2017 (Α΄ 160) «Οργανισμός του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Υ.Π.ΕΝ.)».

9. Την υπ’αριθμ. Υ172/04-11-2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Καθορισμός σειράς Τάξης των Υπουργείων» (Β΄ 3610).

10. Την υπ’ αριθμ. Υ197/16-11-2016 απόφαση του Πρωθυπουργού περί ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, Α. Χαρίτση (Β΄ 3722), όπως ισχύει.

11. Την υπ’αριθμ. 34686/27.3.2015 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού «Διορισμός μετακλητής Ειδικής Γραμματέως της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Τομεακών ΕΠ του ΕΤΠΑ και ΤΣ του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού» (ΦΕΚ ΥΟΔΔ 178/27.3.2015).

12. Την υπ’ αριθμ. 110427/ΕΥΘΥ/1020 20.10.2016 (Β΄ 3521/1.11.2016) υπουργική απόφαση περί «Τροποποίηση και αντικατάσταση της υπ’ αριθμ. 81986/ ΕΥΘΥ712/21.07.2015 (ΦΕΚ Β΄ 1822) υπουργικής απόφασης «Εθνικοί κανόνες επιλεξιμότητας δαπανών για τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014-2020 Έλεγχοι νομιμότητας δημοσίων συμβάσεων συγχρηματοδοτούμενων πράξεων ΕΣΠΑ 2014-2020 από Αρχές Διαχείρισης και Ενδιάμεσους Φορείς Διαδικασία ενστάσεων επί των αποτελεσμάτων αξιολόγησης πράξεων», όπως ισχύει.

13.Την126829/ΕΥΘΥ1217/9.12.2015(Β΄2784/21.12.2015) κοινή υπουργική απόφαση «Σύστημα δημοσιονομικών διορθώσεων και διαδικασίες ανάκτησης αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών από πόρους του κρατικού προϋπολογισμού για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020 σύμφωνα με το αρ.22 του ν. 4314/2014».

14. Την υπ’ αριθμ. 88238/ΕΥΘΥ 811/29.08.2016 (Β΄2733/31.8.2016) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τίτλο «Σύσταση της Ειδικής Υπηρεσίας “Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Τομέα Ενέργειας” και αντικατάσταση των υπ’αριθμ. Δ13/Φ7.11/18797/29.7.2008 (Β΄1540) και Δ13/ Φ7.11/18801/29.07.2008 (Β΄1577) κοινή υπουργική απόφαση, όπως ισχύουν».

15. Το ν. 3912/2011 (Α΄ 17) περί σύστασης του Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.).

16. Την υπ’ αριθμ. 7313/1818/29.11.2016 (Β΄ 3905/ 5.12.2016) κοινή υπουργική απόφαση για τη «Σύσταση Ταμείου Χαρτοφυλακίου με την επωνυμία “ΤΑΜΕΙΟ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ ΙΙ”».

17. Την από 30.11.2016 Συμφωνία Χρηματοδότησης μεταξύ της ΕΤΕΑΝ ΑΕ και του Ελληνικού Δημοσίου για το Ταμείο «Εξοικονομώ ΙΙ».

18. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 8069/Β1/2939/27.12.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 733/30.12.2016) κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης για τη «Συγκρότηση της Επενδυτικής Επιτροπής του Ταμείου Χαρτοφυλακίου με την επωνυμία “ΤΑΜΕΙΟ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ ΙΙ”».

19. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και την κατάργηση του υπ’ αρ. 1080/2006 Κανονισμού του Συμβουλίου.

20. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 «περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1083/2006».

21. Τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1407/2013 της Επιτροπής της 18ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Την Οδηγία 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Μαΐου 2010 για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων.

22. Την υπ’αριθμ. C(2014) 10162/18.12.2014 απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την έγκριση του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» του ΕΣΠΑ 2014-2020.

23. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 7327/2388/Α20/30.11.2016 απόφαση ένταξης της πράξης «Σύσταση Ταμείου Εξοικονομώ II» με Κωδικό ΟΠΣ 5003387 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία 2014-2020».

24. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 3218/1168/Α2/03.07.2017 απόφαση ένταξης της πράξης «Ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών» με Κωδικό ΟΠΣ 5007782 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία 2014-2020».

25. Την υπ’αριθμ. πρωτ. οικ.2386/01.11.2017 απόφαση ένταξης της πράξης «Ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών Βόρειο Αιγαίο» με Κωδικό ΟΠΣ 5010477 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Βόρειο Αιγαίο 2014-2020».

26. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 598/05.03.2018 απόφαση ένταξης της πράξης «Ενίσχυση της ενεργειακής απόδοσης των νοικοκυριών στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου» με Κωδικό ΟΠΣ 5017627 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Νότιο Αιγαίο 2014-2020».

27. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 391/07.03.2018 απόφαση ένταξης της πράξης «Αξιοποίηση συστημάτων εξοικονόμησης ενέργειας στον τομέα της κατοικίας στα Ιόνια Νησιά» με Κωδικό ΟΠΣ 5027208 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ιόνια Νησιά 2014-2020».

28. Τα υπ’ αριθμ. πρωτ.496/Β1/65/24.01.2018 και 686/ Β1/101/31.01.2018 έγγραφα της ΕΥΔ ΕΠΑΝΕΚ με θέμα:
«Έγκριση Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος "Εξοικονόμηση Κατ' Οίκον II"».

29. Το υπ’αριθμ. πρωτ. οικ. 118/23.01.2018 έγγραφο της ΕΥΔ ΕΠ Περιφέρειας Βορ. Αιγαίου με θέμα: «Οδηγός Εφαρμογής του Προγράμματος "Εξοικονομώ Κατ' Οίκον II"».

30. Το υπ’αριθμ. πρωτ. 3357/ΕΥΣ/1338/27.01.2011 έγγραφο της Εθνικής Αρχής Συντονισμού του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με θέμα «Στοιχεία συστήματος για τον έλεγχο σώρευσης κρατικών ενισχύσεων».

31. Την υπ’αριθμ. πρωτ. 102805/ΕΥΚΕ 6407/26-09-2017 έγγραφο της ΕΥΚΕ σχετικά με την σώρευση στο Πρόγραμμα «Εξοικονομώ» στην Προγραμματική περίοδο 2014-2020.

32. Τον ν. 2472/1997 (Α΄ 50) περί «Προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», όπως ισχύει.

33. Τον ν. 3471/2006 (ΦΕΚ Α΄ 133/2006) περί «Προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τροποποίηση του ν. 2472/1997».

34. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Ενεργειακή Απόδοση (ΣΔΕΑ), Δεκέμβριος 2014.

35. Το ν. 4342/2015 (Α΄ 143) «... Ενσωμάτωση στο Ελληνικό δίκαιο της Οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 "Για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των Οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των Οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ", όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2013/12/ΕΕ του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 2013 "Για την προσαρμογή της Οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ενεργειακή απόδοση, λόγω της προσχώρησης της Δημοκρατίας της Κροατίας" και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.

36. Το άρθρο 6 ν. 3818/2010 (Α΄ 17) «Προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων του Ν. Αττικής, σύσταση Ειδικής Γραμματείας Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και λοιπές διατάξεις», σχετικά με την σύσταση της Ειδικής Γραμματείας.

37. Την υπ’ αριθμ. ΔΕΠΕΑ/οικ. 178581/30.06.2017 (Β΄ 2367/12.07.2017) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας σχετικά με την Έγκριση Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

38. Την υπ’ αριθμ. ΔΕΠΕΑ/οικ. 182365/17.11.2017 (Β΄ 4003/17.11.2017) απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Έγκριση και εφαρμογή των Τεχνικών Οδηγιών TEE για την Ενεργειακή Απόδοση Κτιρίων», όπως ισχύει (βλ. ΦΕΚ Β΄ 4108/23.11.2017).

39. Το από 5.2.2017 Παραδοτέο 1 της υπ’αριθμ. πρωτ. Υ.Π.ΕΝ. 170192/9/5.1.2017 σύμβασης υλοποίησης του έργου: «Εκπόνηση απαιτούμενων ενεργειών για την αναθεώρηση του υφιστάμενου πλαισίου για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων», όπως έχει αναθεωρηθεί.

40. Την από 04-08-2017 με αριθμό ΑΔΑ: 62ΔΠ46ΨΧΨΖΞΟΖ «Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για την επιλογή Χρηματοπιστωτικών Οργανισμών, φορέων ή εταιρειών του Δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα (εφεξής καλούμενοι Χρηματοπιστωτικοί Οργανισμοί), που θα ενεργήσουν ως φορείς χρηματοδοτικών μέσων κατά την έννοια του άρθρου 37 και 38 του Κανονισμού (ΕΚ) 1303/2013 όπως ισχύει και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 39 του Κανονισμού (ΕΚ) 651/2014, όπως ισχύει» της ΕΤΕΑΝ ΑΕ.

41. Το ν. 3862/2010 (Α΄ 113) «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις Οδηγίες 2007/64/ΕΚ, 2007/44/ ΕΚ και 2010/16/ΕΕ που αφορούν υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, προληπτική αξιολόγηση προτάσεων απόκτησης συμμετοχής σε επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα και άλλες διατάξεις.» όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.

42. Την υπ’ αριθμ. 45231/20.4.2017 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄1445) «Ρύθμιση υποχρέωσης αποδοχής πληρωμών με κάρτα, σύμφωνα με το άρθρο 65 του ν. 4446/2016, (Α΄ 240) όπως έχει τροποποιηθεί με την κοινή υπουργική απόφαση ΔΕΑΦ1167412 ΕΞ 2017/6.11.2017 (ΦΕΚ Β΄ 3944) σχετικά με την υποχρέωση τήρησης Επαγγελματικού Λογαριασμού.

43. Το ν. 4270/2014 (Α΄ 143), «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.

44. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 134453/23.12.2015 (Β΄2857/ 28.12.2015) κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών «Ρυθμίσεις για τις πληρωμές των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ΠΔΕ (Τροποποίηση και αντικατάσταση της κοινής υπουργικής απόφασης 46274/26.09.2014 (ΦΕΚ 2573/τ.Β΄)».

45. Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 171563/131/21.02.2018 (Β΄756/02.03.2018) κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης με τίτλο: «Προκήρυξη του προγράμματος “Εξοικονόμηση κατ' οίκον ΙΙ”, που θα υλοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020».

46. Την ανάγκη διευκόλυνσης της διαδικασίας υποβολής αιτήσεων στο πληροφοριακό σύστημα της επίσημης διαδικτυακής πύλης του Προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ' οίκον II».

47. Τα υπ’αριθμ. πρωτ. 1632/281/15.03.2018, οικ. 500/ 15.03.2018, 539/15.03.2018 και 740/15.03.2018 έγγραφα της ΕΥΔ ΕΠΑΝΕΚ και των ΕΥΔ ΕΠ Περιφερειών Βορ. Αιγαίου, Ιονίων Νήσων και Νοτ. Αιγαίου αντίστοιχα, που αφορούν στην έγκριση της 1ης τροποποίησης του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος.

48. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Την τροποποίηση της με Α.Π. 171563/131/21.02.2018 (Β΄756/02.03.2018) κοινής απόφασης Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης με τίτλο: «Προκήρυξη του προγράμματος“Εξοικονόμηση κατ’οίκον II”, που θα υλοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020», ως κατωτέρω: Α. Στο τέλος του δέκατου τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος προστίθεται η φράση: «όπως αναλυτικότερα περιγράφεται στην παράγραφο 2.2».

Β. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2.1.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1), του προσώπου που τη χρησιμοποιεί, για το έτος βάσει των εισοδημάτων του οποίου γίνεται η κατάταξη του Ωφελούμενου στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1.».

Γ. Το έβδομο εδάφιο της παραγράφου 2.1.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Σε περίπτωση που από τα στοιχεία της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του επικαρπωτή/κύριου, για το έτος βάσει των εισοδημάτων του οποίου γίνεται η κατάταξη στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1, προκύπτει ότι το ακίνητο δεν ήταν σε χρήση (κενό διαμέρισμα, κενή μονοκατοικία) το εν λόγω φορολογικό έτος, δύναται για την πιστοποίηση της κύριας χρήσης κατοικίας να χρησιμοποιηθούν αντίστοιχα δικαιολογητικά ενός εκ των δύο προηγούμενων φορολογικών ετών από το έτος βάσει των εισοδημάτων του οποίου αξιολογείται η αίτηση.».

Δ. Τα εδάφια 18 έως 21 της παραγράφου 2.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίστανται και προστίθεται νέο εδάφιο μετά το εδάφιο 19 ως εξής:

«Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, η κατάταξη στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1 γίνεται με βάση τα εισοδήματα της τελευταίας, από την υποβολή της αίτησης, εκκαθαρισμένης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Εάν η αίτηση στο πρόγραμμα υποβάλλεται σε ημερομηνία που εμπεριέχεται στην περίοδο υποβολής εμπρόθεσμων δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, η κατάταξη στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1 γίνεται με βάση τα εισοδήματα που δηλώθηκαν με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος κατά το προηγούμενο έτος από το έτος υποβολής της αίτησης. Εάν η ημερομηνία κατά την οποία ο αιτών υποβάλλει αίτηση στο πρόγραμμα είναι μεταγενέστερη της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής εμπρόθεσμων δηλώσεων, απαιτείται πριν την υποβολή της αίτησης στο πρόγραμμα να έχει ολοκληρωθεί η εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Εάν δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το έτος βάσει των εισοδημάτων του οποίου γίνεται η κατάταξη στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1, θα πρέπει να προσκομιστεί το αντίγραφο της σχετικής υπεύθυνης δήλωσης που έχει κατατεθεί στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική υπηρεσία (ΔΟΥ). Επίσης, όποιος εμπίπτει στην ανωτέρω περίπτωση θα πρέπει να προσκομίσει, επιπλέον, υπεύθυνη δήλωση, στην οποία θα δηλώνει ότι κατά το επίμαχο έτος δεν ήταν κάτοικος εξωτερικού ή ήταν κάτοικος εξωτερικού αλλά δεν υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης».

Ε. Το εδάφιο 27 της παραγράφου 2.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Η αύξηση του ποσοστού επιχορήγησης γίνεται στη βάση του αριθμού των εξαρτώμενων τέκνων που έχουν δηλωθεί στον πίνακα 8.1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για το έτος βάσει των εισοδημάτων του οποίου γίνεται η κατάταξη του Ωφελούμενου στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1.»

ΣΤ. Η περιγραφή των υποκατηγοριών 2.Α και 2.Β του Πίνακα Παρεμβάσεων του κεφαλαίου 3 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«2.Α Θερμομόνωση δώματος».

«2.Β Θερμομόνωση στέγης ή οριζόντιας οροφής κάτω από μη θερμομονωμένη στέγη».

Ζ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4.1 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο επιλέξιμος προϋπολογισμός παρεμβάσεων ανά αίτηση Ωφελούμενου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 250 € ανά τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας κύριας χρήσης της κατοικίας, όπως προκύπτει από το Ε9 του κάθε διαμερίσματος/μονοκατοικίας και τυχόν επιπλέον επιφάνειας κύριας χρήσης (m2) για την οποία έχει γίνει υπαγωγή της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης σε νόμο τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών (προσκομίζεται η δήλωση υπαγωγής του αυθαιρέτου όπου αποτυπώνεται η πλήρης εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου) και δεν έχει δηλωθεί στο Ε9, με μέγιστο κόστος παρεμβάσεων ανά μονοκατοικία/διαμέρισμα τις 25.000 €, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.».

Η. Το έβδομο εδάφιο της παραγράφου 5.1 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Επισημαίνεται ότι θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία καταβολής του συνόλου του ενιαίου ειδικού προστίμου της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης».

Θ. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται και προστίθεται πίνακας ως εξής:

«Για την αποφυγή φόρτου στο πληροφοριακό σύστημα η έναρξη υποβολής των αιτήσεων ορίζεται διαδοχική ως εξής:

  Έναρξη υποβολής αιτήσεων
Περιφέρεια
Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας, Δυτικής Ελλάδας Από 19.03.2018
Δυτικής Μακεδονίας, Ιονίων Νήσων, Στερεάς Ελλάδας, Πελοποννήσου, Βορείου Αιγαίου, Κρήτης Από 26.03.2018
Αττικής, Νοτίου Αιγαίου Από 02.04.2018

»

I. To πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Β των ειδικών περιπτώσεων αιτήσεων της παραγράφου 5.2 του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής: «Στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος δεν είχε εμπράγματο δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας επί του ακινήτου και για πρώτη φορά αποκτήθηκε τέτοιο δικαίωμα μετά την υποβολή της τελευταίας φορολογικής δήλωσης για το έτος βάσει των εισοδημάτων του οποίου γίνεται η κατάταξη στις κατηγορίες του πίνακα 2.2.1, θα πρέπει να προηγηθεί η καταχώρηση / τροποποίηση των στοιχείων στο Ε9 και μετά να προχωρήσει ο ενδιαφερόμενος στην υποβολή αίτησης».

ΙΑ. Τα εδάφια ένα έως τέσσερα του σημείου 1 του Παραρτήματος Ι-Α του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίστανται ως εξής:
«Οικοδομική Άδεια ή/και άλλο αντίστοιχο/πρόσθετο νομιμοποιητικό έγγραφο (όπως για παράδειγμα υπαγωγή της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης σε νόμο τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών)1.

Για μονοκατοικία, η διαφορά (m2) μεταξύ ωφέλιμης επιφάνειας ΠΕΑ και επιφάνειας κύριας χρήσης της οικοδομικής άδειας ή/και άλλου νομιμοποιητικού εγγράφου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 7m2. H επιφάνεια κύριας χρήσης της οικοδομικής άδειας ή/και άλλου νομιμοποιητικού εγγράφου πρέπει να ταυτίζεται με την επιφάνεια κύριων χώρων που έχει δηλωθεί στο Ε9, αθροιζόμενης στην τελευταία τυχόν επιφάνειας κύριας χρήσης (m2) για την οποία έχει γίνει υπαγωγή της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης σε νόμο τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών (προσκομίζεται η δήλωση υπαγωγής του αυθαιρέτου όπου αποτυπώνεται η πλήρης εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου) και δεν έχει δηλωθεί στο Ε9. Για διαμέρισμα, η διαφορά (m2) μεταξύ ωφέλιμης επιφάνειας ΠΕΑ και επιφάνειας κύριων χώρων που έχει δηλωθεί στο Ε9, αθροιζόμενης στην τελευταία τυχόν επιφάνειας κύριας χρήσης (m2) για την οποία έχει γίνει υπαγωγή της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης σε νόμο τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών (προσκομίζεται η δήλωση υπαγωγής του αυθαιρέτου όπου αποτυπώνεται η πλήρης εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου) και δεν έχει δηλωθεί στο Ε9, δεν μπορεί να υπερβαίνει
τα 7m2.».

IB. Η υποσημείωση 1 στο Παράρτημα Ι-Α του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Επισημαίνεται ότι για την περίπτωση ζ της παρ. 2 του άρθρου 82 του ν. 4495/2017 (ΦΕΚ 167/Α΄/03.11.2017) προσκομίζεται η δήλωση υπαγωγής της αυθαίρετης κατασκευής ή χρήσης όπου αποτυπώνεται η πλήρης εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου.».

ΙΓ. Το πρώτο εδάφιο του σημείου 2 του Παραρτήματος Ι-Β του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Οικοδομική Άδεια ή/και άλλο αντίστοιχο/ πρόσθετο νομιμοποιητικό έγγραφο (όπως για παράδειγμα υπαγωγή της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης σε νόμο τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών), από τα οποία να προκύπτει το σύνολο της υφιστάμενης επιφάνειας κύριας χρήσης (κατοικίας), βοηθητικών και κοινόχρηστων χώρων της πολυκατοικίας, όπως καταγράφεται στο ΠΕΑ (συνολική επιφάνεια).2».

ΙΔ. Η υποσημείωση 2 στο Παράρτημα Ι-Β του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Επισημαίνεται ότι για την περίπτωση ζ της παρ.2 του άρθρου 82 του ν. 4495/2017 (ΦΕΚ 167/Α΄/03.11.2017) προσκομίζεται η δήλωση υπαγωγής της αυθαίρετης κατασκευής ή χρήσης όπου αποτυπώνεται η πλήρης εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου.».

ΙΕ. Η έβδομη και όγδοη περίπτωση της παραγράφου με υπέρτιτλο «Αντίστοιχα/Πρόσθετα της οικοδομικής άδειας νομιμοποιητικά έγγραφα» του Παραρτήματος Ι του Οδηγού Εφαρμογής του Προγράμματος, αντικαθίστανται ως εξής:

«-Βεβαίωση Περαίωσης της υπαγωγής στο ν. 4178/2013 (η βεβαίωση εκδίδεται και για τις δηλώσεις που έχουν υπαχθεί στο ν. 4014/2011 και έχουν μεταφερθεί στο ν. 4178/2013, πριν τη λήξη του) ή δήλωση υπαγωγής του αυθαιρέτου στο ν. 4178/2013, από την οποία να προκύπτει η ολοκλήρωση της διαδικασίας καταβολής του συνόλου του ενιαίου ειδικού προστίμου της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης.

Βεβαίωση περαίωσης της υπαγωγής στο ν. 4495/2017 (η βεβαίωση εκδίδεται και για τις δηλώσεις που έχουν υπαχθεί στο ν. 4014/2011 και ν. 4178/2013 και έχουν μεταφερθεί στο ν. 4495/2017 σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις) ή δήλωση υπαγωγής του αυθαιρέτου στο ν. 4495/2017, από την οποία να προκύπτει η ολοκλήρωση της διαδικασίας καταβολής του συνόλου του ενιαίου ειδικού προστίμου της δηλούμενης κατασκευής ή χρήσης».

2. Κατάταλοιπάισχύειημε Α.Π. 171563/131/21.02.2018 (Β΄756/02.03.2018) κοινή απόφαση Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης με τίτλο: «Προκήρυξη του προγράμματος“Εξοικονόμηση κατ' οίκον II”, που θα υλοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020».

3. Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 15 Μαρτίου 2018

Οι Υπουργοί

Αναπληρωτής Υπουργός  Οικονομίας και Ανάπτυξης
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ

Περιβάλλοντος και Ενέργειας
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Αριθ. πρωτ.: Φ.80000/οικ.12151/274/2018 Οδηγίες για την εφαρμογή του άρθρου 20 του ν.4387/2016 για την απασχόληση συνταξιούχων λόγω γήρατος

$
0
0

Αθήνα, 19/3/2018
Αριθ. Πρωτ. : Φ.80000/οικ.12151/274

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ ΚΥΡΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ: Α΄

Πληροφορίες: Ε. Βρέκου
Τηλέφωνο: 2131516791
FAX: 210 – 3368116

Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ και ΕΙΣΦΟΡΩΝ
Πληροφορίες: Ε. Κουτσιμπού
Τηλέφωνο: 2131516788

Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ και ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Πληροφορίες: Αλ. Παπανικολοπούλου
Τηλέφωνο: 2131516774

Δ/ΝΣΗ EΙΔΙΚΟΤΕΡΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ και ΠΑΡΟΧΩΝ

Πληροφορίες: Θ. Καραχρήστου
Τηλέφωνο: 2131516842
Ταχ. Δ/νση: Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας: 10110 - Αθήνα

ΘΕΜΑ: «Οδηγίες για την εφαρμογή του άρθρου 20 του ν.4387/2016 για την απασχόληση συνταξιούχων λόγω γήρατος».

Με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016 διαμορφώνεται νέο πλαίσιο σχετικά με την καταβολή σύνταξης σε συνταξιούχους λόγω γήρατος που αναλαμβάνουν εργασία ή αυτοαπασχόληση μετά την ισχύ του ανωτέρω νόμου, με ταυτόχρονη κατάργηση για τα πρόσωπα αυτά των προγενέστερων σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων.

Α. Πεδίο Εφαρμογής - Έναρξη εφαρμογής

Ι. Παράγραφος 1 του άρθρου 20

Οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016 εφαρμόζονται σε συνταξιούχους λόγω γήρατος που λαμβάνουν σύνταξη από τους πρώην φορείς κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, και οι οποίοι βάσει του άρθρου 53 του ν.4387/2016 εντάχθηκαν από 1.1.2017 στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), _καθώς και στα πρόσωπα που λαμβάνουν χορηγία ή βουλευτική σύνταξη από το Δημόσιο.

Το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την απασχόληση συνταξιούχων εφαρμόζεται στους συνταξιούχους λόγω γήρατος που θα αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχόληση μετά την ισχύ του ν.4387/2016, δηλαδή από 13.5.2016, εφόσον προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις σχετικές γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις που ίσχυαν μέχρι 31.12.2016 στους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς ασφάλισης ή το Δημόσιο.

Συνεπώς, σε περίπτωση που αναληφθεί δραστηριότητα για την οποία δεν προκύπτει βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, δεν έχει εφαρμογή η κοινοποιούμενη ρύθμιση περί απασχόλησης συνταξιούχων, ακόμη και εάν από την ασκούμενη επαγγελματική δραστηριότητα προκύπτει εισόδημα.

Αντίστοιχα, οι συνταξιούχοι που αναλαμβάνουν εργασία ή δραστηριότητα για την οποία είτε λαμβάνουν αμοιβές (π.χ. έξοδα κίνησης) που δεν υπόκεινται βάσει νόμου σε ασφαλιστικές εισφορές κλάδου κύριας σύνταξης ή λαμβάνουν αποδοχές για τις οποίες από την ισχύουσα νομοθεσία υφίσταται δυνατότητα παραίτησης και παραιτούνται του δικαιώματος είσπραξής τους, δεν εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016 περί αναστολής ή περικοπής της σύνταξής τους (κύριας και επικουρικής). Επισημαίνεται ότι, με σχετική εγκύκλιο θα οριοθετηθούν με λεπτομέρεια οι μη υποκείμενες σε ασφαλιστικές εισφορές κατηγορίες αμοιβών.

Στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 δεν εμπίπτουν επίσης οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν αμοιβές από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ή άλλα συγγενικά δικαιώματα σύμφωνα με την α.π. Φ80000/οικ.10568/222/16.2.2018 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Σημειώνουμε ότι, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 20 του ν.4387/2016 αφορά στη χρονική περίοδο που παρέχεται η αναληφθείσα επαγγελματική δραστηριότητα, για την οποία προκύπτει η υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, και όχι στη χρονική περίοδο καταβολής των σχετικών αμοιβών για την αναληφθείσα δραστηριότητα. Για παράδειγμα, εάν ο συνταξιούχος απασχολήθηκε για το σύνολο του έτους 2017 και στη συνέχεια διέκοψε την απασχόλησή του, όμως η σχετική αμοιβή για την παρασχεθείσα κατά το έτος 2017 εργασία καταβληθεί το έτος 2018, θα θεωρηθεί ότι απασχολήθηκε το έτος 2017 και συνεπώς η σύνταξη αναστέλλεται ή περικόπτεται για το έτος 2017, ενώ για το έτος 2018 η σύνταξη καταβάλλεται χωρίς περιορισμό δεδομένου ότι έχει διακοπεί η αναληφθείσα δραστηριότητα.

Το νέο καθεστώς απασχόλησης συνταξιούχων αφορά πρόσωπα που συνταξιοδοτούνται από 13/5/2016 και μετά, ανεξάρτητα εάν η ασκούμενη δραστηριότητα αναλήφθηκε πριν ή μετά την συνταξιοδότησή τους (σχετική η αριθ. 531/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους), καθώς και πρόσωπα που έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία με βάση το προγενέστερο του ν.4387/2016 νομοθετικό πλαίσιο και αναλαμβάνουν την ασκούμενη δραστηριότητα μετά την ανωτέρω ημερομηνία.

Για παράδειγμα ασφαλισμένος του ΕΦΚΑ που παράλληλα παρέχει εξαρτημένη εργασία (υπαγόμενος στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ) και ασκεί ελεύθερο επάγγελμα (υπαγόμενος στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ), υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος εντός του 2017, συνεχίζει όμως να ασκεί το ελεύθερο επάγγελμα. Στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016. Αντίστοιχα, συνταξιούχος του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ από το 2010 ασκεί ελεύθερο επάγγελμα από 1.1.2017, υπαγόμενος στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ. Και στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016.

Σημειώνουμε ότι, σε περίπτωση ανανέωσης σύμβασης που έχει συναφθεί πριν την 13.5.2016 εξακολουθεί να εφαρμόζεται το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο ως προς την απασχόληση συνταξιούχων, εφόσον η σύμβαση αυτή εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ και μετά την 13.5.2016 ή ανανεώνεται μετά την 13.5.2016 χωρίς να μεσολαβεί κενό χρονικό διάστημα μεταξύ της λήξης της σύμβασης και της ανανέωσής της.

Επομένως εάν λήξει σύμβαση που έχει καταρτιστεί μέχρι και 12.5.2016 και συνάπτεται νέα σύμβαση με τον εργοδότη, χωρίς να προκύπτει χρονικό κενό μεταξύ των δύο συμβάσεων, εξακολουθεί και στην περίπτωση αυτή να εφαρμόζεται το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο.

Παράδειγμα: συνταξιούχος από το 2012 του πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ είχε αναλάβει μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα από 1.1.2014 έως 31.10.2017. Από 1.11.2017 αναλαμβάνει εργασία στον ίδιο (ή σε άλλον εργοδότη) καταρτίζοντας σύμβαση από 1.11.2017 έως 31.12.2019.

Στην περίπτωση αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο ως προς την απασχόληση συνταξιούχων. Εάν όμως η νέα σύμβαση ισχύει από 2.11.2017, θεωρείται ότι υπάρχει διακοπή και συνεπώς εφαρμόζεται από 2.11.2017 το άρθρο 20 του ν.4387/2016.

Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση ανάληψης υπηρεσίας σε φορέα γενικής κυβέρνησης πριν την 13.5.2016, αν επακολούθησε διορισμός στην ίδια ή άλλη θέση χωρίς χρονικό κενό, εφόσον η λήξη της υπηρεσίας και ο επαναδιορισμός συντελέστηκαν ταυτόχρονα, με επακόλουθο η υπηρεσία να είναι συνεχής. Εάν όμως προκύπτει διακοπή μεταξύ των αναληφθεισών υπηρεσιών, ανεξαρτήτως της χρονικής διάρκειας της διακοπής, έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του κοινοποιούμενου άρθρου.

Το άρθρο 20 του ν.4387/2016 εφαρμόζεται και στην περίπτωση συνταξιούχου του ΕΦΚΑ ο οποίος από 13.5.2016 και εφεξής αυτοαπασχολείται ή εργάζεται ως μισθωτός σε χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε χώρα με την οποία δεν έχει συναφθεί διμερής σύμβαση κοινωνικής ασφάλειας βάσει των διατάξεων του ν.2335/1995.

Δεν εφαρμόζονται οι περιορισμοί των διατάξεων του άρθρου 20 στην περίπτωση εργασίας συνταξιούχου, ο οποίος λαμβάνει είτε αυτοτελή σύνταξη από άλλο κράτος μέλος της ΕΕ είτε αναλογική σύνταξη με βάση τις διατάξεις περί συνυπολογισμού περιόδων ασφάλισης, των ΕΚ 883/04 και του Εφαρμοστικού του 987/09.

ΙΙ. Παράγραφος 3 του άρθρου 20

Σύμφωνα με την παρ. 3 της κοινοποιούμενης ρύθμισης, το νέο νομοθετικό πλαίσιο περί απασχόλησης συνταξιούχων εφαρμόζεται σε συνταξιούχους λόγω γήρατος που διορίζονται σε θέσεις της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.3833/2010 (αιρετά όργανα ΟΤΑ, διοικητές, υποδιοικητές, πρόεδροι, αντιπρόεδροι και τα μέλη συλλογικών οργάνων διοίκησης των ΝΠΔΔ, κ.λπ.), εφόσον ο διορισμός στις ανωτέρω θέσεις γίνει μετά την 13.5.2016, και εφόσον προκύπτει υποχρέωση ασφάλισής τους στον ΕΦΚΑ.

Σημειώνουμε ότι οι συνταξιούχοι που διορίζονται στις ανωτέρω θέσεις υπόκεινται σε αναστολή της σύνταξης κύριας και επικουρικής ή των συντάξεών τους σε περίπτωση συρροής, εφόσον διορίζονται σε φορείς της γενικής κυβέρνησης.

Σε περίπτωση, δε, που τα ανωτέρω πρόσωπα δεν δικαιούνται ή έχουν παραιτηθεί της προβλεπόμενης για τη θέση που κατέχουν αμοιβής, εφόσον προβλέπεται από το νόμο η σχετική δυνατότητα, δεν έχουν εφαρμογή οι κοινοποιούμενες ρυθμίσεις.

Ομοίως οι ρυθμίσεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016 δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση που τα πρόσωπα αυτά λαμβάνουν αποκλειστικά ποσά ως έξοδα αποζημίωσης ή έξοδα παράστασης, τα οποία εκ της φύσεώς τους καταβάλλονται για την κάλυψη των δαπανών στις οποίες υποβάλλεται ο αιρετός κατά την άσκηση του λειτουργήματός του.

Β. Περικοπή - Αναστολή Σύνταξης

Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.4387/2016, σε περίπτωση που, με βάση τα ανωτέρω, προκύπτει απασχόληση συνταξιούχου, το ποσό της ακαθάριστης σύνταξης ή συντάξεων σε περίπτωση συρροής, κύριας και επικουρικής, καταβάλλεται μειωμένο κατά 60% για όσο χρονικό διάστημα ο συνταξιούχος απασχολείται και έχει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ και στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ.

Ως εκ τούτου, το ποσό της σύνταξης που λαμβάνει ο συνταξιούχος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20, καταβάλλεται μειωμένο κατά 60% για όσες ημέρες αντιστοιχούν στην απασχόλησή του, για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης. Ειδικά στις περιπτώσεις που ο συνταξιούχος αναλάβει εργασία σε φορείς της γενικής κυβέρνησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 του ν.4270/2014, η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων σε περίπτωση συρροής συντάξεων, κύριας και επικουρικής, αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η εργασία.

Έτσι, ο συνταξιούχος θα υφίσταται ανάλογη με τις ημέρες απασχόλησής του περικοπή ή αναστολή του δικαιούμενου ποσού σύνταξης, και μόνο για το διάστημα που αντιστοιχεί στις συγκεκριμένες ημέρες. Δεδομένου, δε, ότι και στην απασχόληση συνταξιούχων, οι ημέρες ασφάλισης υπολογίζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις οικείες καταστατικές, γενικές ή ειδικές διατάξεις, και πάντως μέχρι 25 ημέρες ανά μήνα, προκειμένου να εξευρεθεί το ποσό της σύνταξης που αναλογεί σε κάθε ημέρα ανάληψης ασφαλιστέας εργασίας ή δραστηριότητας, αυτό θα επιμερίζεται στις 25 ως άνω ημέρες. Στη συνέχεια, θα περικόπτεται κατά 60% ή θα αναστέλλεται το ποσό που αντιστοιχεί σε κάθε ημέρα για την οποία απασχολήθηκε και ασφαλίστηκε ο απασχολούμενος συνταξιούχος. Σε κάθε περίπτωση, ως ημέρες απασχόλησης εκλαμβάνονται αυτές που αντιστοιχούν στην ασφάλιση της οικείας εργασίας ή δραστηριότητας.

Σημειώνουμε ότι σε περίπτωση άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος (υπαγωγή στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΟΑΕΕ) ή αυτοαπασχόλησης (υπαγωγή στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΕΤΑΑ), όπου η ασφάλιση γίνεται με βάση τον μήνα, η σύνταξη περικόπτεται κατά 60% για το σύνολο του μήνα που ασκείται επαγγελματική δραστηριότητα.

Παράδειγμα 1: Συνταξιούχος του ΕΦΚΑ λαμβάνει κύρια σύνταξη ύψους €800,00 και επικουρική σύνταξη από το ΕΤΕΑΕΠ ύψους €100,00, και αναλαμβάνει εργασία στον ιδιωτικό τομέα, με πλήρη απασχόληση (25 ημέρες ασφάλισης). Ο εν λόγω συνταξιούχος θα λάβει μειωμένη κύρια και επικουρική σύνταξη κατά 60%, δηλαδή η μηνιαία κύρια σύνταξη θα ανέρχεται σε €320,00 [(€800,00 - (60% x €800,00)] και η μηνιαία επικουρική σύνταξη θα ανέρχεται σε €40,00 [€100,00 - (60% x €100,00)].

Παράδειγμα 2: Συνταξιούχος του ΕΦΚΑ λαμβάνει κύρια σύνταξη ύψους €800,00, και επικουρική σύνταξη από το ΕΤΕΑΕΠ ύψους €100,00 και εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα για 2 ημέρες τον μήνα, με πλήρες ωράριο. Στην περίπτωση αυτή, το ποσό της κύριας σύνταξης για κάθε ημέρα ανέρχεται σε €32,00 (€800,00/25) και για κάθε ημέρα απασχόλησης το ποσό της κύριας σύνταξης μειώνεται κατά €19,20 (60% x €32,00).
Συνολικά, ο συνταξιούχος απασχολείται 2 ημέρες το μήνα και, συνεπώς, θα λάβει κύρια σύνταξη ύψους €761,60 [€800,00 - (2 x €19,20)].

Αντίστοιχα, το ποσό της επικουρικής σύνταξης για κάθε ημέρα ανέρχεται σε €4,00 (€100,00/25) και για κάθε ημέρα απασχόλησης το ποσό της επικουρικής σύνταξης μειώνεται κατά €2,40 (60% x €4,00). Συνολικά, ο συνταξιούχος που απασχολείται 2 ημέρες το μήνα, θα λάβει επικουρική σύνταξη ύψους €95,20 [€100,00 - (2 x €2,40)].

Παράδειγμα 3: Συνταξιούχος του ΕΦΚΑ λαμβάνει κύρια σύνταξη, ύψους €800,00, και επικουρική σύνταξη από το ΕΤΕΑΕΠ, ύψους €100,00, και εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα για 5 ημέρες τον μήνα, με μειωμένο ωράριο. Στην απασχόλησή του αυτή έστω ότι αντιστοιχούν 3 ημέρες ασφάλισης ανά μήνα. Επομένως, θα έχει την ίδια αντιμετώπιση με τον συνταξιούχο του προηγούμενου παραδείγματος, δηλαδή θα του καταβληθεί μειωμένο κατά 60% το ποσό που αντιστοιχεί στα 3/25 της κύριας και επικουρικής σύνταξής του.

Παράδειγμα 4: Συνταξιούχος του ΕΦΚΑ λαμβάνει κύρια σύνταξη ύψους €800,00, και επικουρική σύνταξη από το ΕΤΕΑΕΠ, ύψους €100,00, και παρέχει υπηρεσίες σε ΝΠΔΔ, που είναι φορέας γενικής κυβέρνησης, για 2 ημέρες τον μήνα, με πλήρες ωράριο. Το ποσό της κύριας σύνταξης για κάθε ημέρα ανέρχεται σε €32,00 (€800,00/25). Συνολικά, ο συνταξιούχος απασχολείται 2 ημέρες το μήνα και, συνεπώς, θα λάβει κύρια σύνταξη ύψους €736,00 [€800,00 - (2 x €32,00)]. Αντίστοιχα, το ποσό της επικουρικής σύνταξης για κάθε ημέρα ανέρχεται σε €4,00 (€100,00/25). Συνολικά, ο συνταξιούχος που απασχολείται 2 ημέρες το μήνα, θα λάβει επικουρική σύνταξη ύψους €92,00 [€100,00 - ( 2 x €4,00)].

Παράδειγμα 5: Ομοίως συνταξιούχος του ΕΦΚΑ συμμετέχει ως ηθοποιός/τραγουδιστής σε δύο παραστάσεις ανά εβδομάδα. Θα περικοπεί μόνο το ποσό της σύνταξης που αντιστοιχεί στην απασχόλησή του για τις δύο παραστάσεις ανά εβδομάδα σύμφωνα με τα παραπάνω παραδείγματα.

Κατά τη διάρκεια περικοπής ή αναστολής της σύνταξης, σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο συνταξιούχος καταβάλλει τις προβλεπόμενες κατά περίπτωση ασφαλιστικές εισφορές κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας (όπου οι τελευταίες προβλέπονται) καθώς και όποιες εισφορές ο ΕΦΚΑ συνεισπράττει. Συνεπώς, σε ό,τι αφορά τους αυτοαπασχολούμενους καταργείται η προβλεπόμενη από το προϊσχύον καθεστώς προσαύξηση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 50%.

Σημειώνεται, επίσης, ότι η καταβαλλόμενη στον απασχολούμενο συνταξιούχο επικουρική σύνταξη του ΕΤΕΑΕΠ αναστέλλεται ή περικόπτεται μόνο εφόσον προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ για την αναληφθείσα εργασία ή αυτοαπασχόληση.

Όσον αφορά την εισφορά ασθένειας επισημαίνεται ότι, ο απασχολούμενος συνταξιούχος υποχρεούται στην καταβολή εισφοράς για ασθένεια επί του μισθού ή του/των ημερομισθίου/ων ή του εισοδήματος που προκύπτει από την άσκηση της απασχόλησης, αλλά γίνεται και παρακράτηση εισφοράς ασθένειας επί της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν.4387/2016.

Η προβλεπόμενη εισφορά ασθένειας επί της σύνταξης βάσει των ανωτέρω διατάξεων σε περίπτωση περικοπής της σύνταξης υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που καταβάλλεται μετά την περικοπή της κύριας και επικουρικής σύνταξης. Σε περίπτωση που προκύπτει πλήρης αναστολή της σύνταξης, εξυπακούεται ότι ο απασχολούμενος συνταξιούχος δεν υποχρεούται στην καταβολή εισφοράς επί της ανασταλείσας σύνταξης.

Οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι που υπάγονται για παροχή υγειονομικής περίθαλψης εκτός ΕΟΠΥΥ, λόγω της απασχόλησης ή της σύνταξης, δεν καταβάλλουν διπλή εισφορά συνταξιούχου και απασχολούμενου, αλλά εξακολουθούν να ισχύουν τα προβλεπόμενα από τους κανονισμούς των φορέων ασθένειας που έχουν διατηρήσει την αυτοτέλειά τους.

Γ. Αξιοποίηση του χρόνου ασφάλισης για την κύρια σύνταξη

Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιείται από τους απασχολούμενους συνταξιούχους μπορεί να αξιοποιηθεί για προσαύξηση της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης, χωρίς περαιτέρω περιορισμούς τόσο στις περιπτώσεις που γίνεται περικοπή όσο και στις περιπτώσεις που γίνεται αναστολή της σύνταξης.

Συγκεκριμένα, ο απασχολούμενος συνταξιούχος, μετά τη διακοπή της αναληφθείσας εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, δικαιούται να προσαυξήσει το ανταποδοτικό μέρος της κύριας σύνταξής του κατά 60% του ποσού που υπολογίζεται κατ' αναλογική εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν.4387/2016.

Με βάση την πρόβλεψη αυτή, το ύψος της προσαύξησης υπολογίζεται για κάθε έτος απασχόλησης με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς, επί των συντάξιμων αποδοχών που προκύπτουν βάσει του άρθρου 28 του ν.4387/2016 για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η απασχόληση του συνταξιούχου, ενώ ο συνταξιούχος θα λάβει τελικά το 60% του ποσού που προκύπτει σύμφωνα με τα ανωτέρω.

Σημειώνουμε ότι ο ανωτέρω υπολογισμός της προσαύξησης για τον χρόνο ασφάλισης έχει εφαρμογή και στις περιπτώσεις συνταξιούχων φορέων κύριας ασφάλισης, που έχουν λάβει σύνταξη με βάση το προγενέστερο του ν.4387/2016 νομοθετικό πλαίσιο, αλλά απασχολούνται από 13.5.2016, το δε ποσό που προκύπτει, σύμφωνα με τα ανωτέρω, θα προσαυξήσει την καταβαλλόμενη σύνταξη.

Δ. Δήλωση ανάληψης απασχόλησης

Οι συνταξιούχοι που αναλαμβάνουν εργασία ή αυτοαπασχόληση οφείλουν να γνωρίσουν στον ΕΦΚΑ και στο ΕΤΕΑΕΠ την ανάληψη της δραστηριότητας και τη διάρκεια της (προκειμένου περί μειωμένης κατά μήνα απασχόλησης), ενώ η σχετική δήλωση υποβάλλεται υποχρεωτικά με την ανάληψη της δραστηριότητας.

Σε περίπτωση που δεν υποβληθεί η σχετική δήλωση και συνεπώς οι φορείς δεν προβούν σε περικοπή ή αναστολή της σύνταξης, γίνεται καταλογισμός σε βάρος του συνταξιούχου του ποσού που έπρεπε να παρακρατηθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω, ενώ το καταλογισθέν ποσό επιβαρύνεται με ετήσιο επιτόκιο 4,56%.

Το οφειλόμενο ποσό μπορεί να παρακρατείται από τις καταβαλλόμενες κύριες και επικουρικές συντάξεις σε περίπτωση που προκύπτει περικοπή των συντάξεων, και από τις μελλοντικές συντάξεις, και μέχρι το 1/4 του ποσού της μηνιαίας κύριας και επικουρικής σύνταξης έως την εξόφληση της οφειλής.

Ε. Πρόσωπα που εξαιρούνται από τη ρύθμιση - Διατήρηση προγενέστερου νομοθετικού πλαισίου

Από το πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης εξαιρούνται ρητά, σύμφωνα με τις παρ. 6 και 7, οι μέχρι 12.5.2016 συνταξιούχοι λόγω γήρατος που έχουν αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχόληση μέχρι την ημερομηνία αυτή και συνεχίζουν την απασχόλησή τους.

Για τα ανωτέρω πρόσωπα εξακολουθεί να εφαρμόζεται το προγενέστερο του ν.4387/2016 νομοθετικό πλαίσιο για την απασχόληση συνταξιούχων, όπως ισχύει κατά περίπτωση, με βάση τον φορέα συνταξιοδότησης και την παρασχεθείσα εργασία στο δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα ή τον ιδιωτικό τομέα ή την αυτοαπασχόληση πριν και μετά τη συνταξιοδότηση.
(άρθρο 63 ν.2676/1999, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 16 του ν.3863/2010, άρθρο 10 του ν.3865/2010, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5γ του άρθρου 4 του ν.4151/2013, άρθρο 8 παρ. 14 του ν.2592/1998, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο πρώτο, παράγραφος Β, υποπαράγραφος Β, περίπτωση 1β του ν.4093/2012 και επεκτάθηκε στους φορείς κύριας ασφάλισης με το άρθρο 4 παρ. 2α του ν.4151/2013, οι καταστατικές διατάξεις των φορέων κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων που προβλέπουν αναστολή σύνταξης σε περίπτωση συνταξιούχων τους που αναλαμβάνουν εκ νέου εργασία ή αυτοαπασχόληση υπαγόμενοι στην ασφάλιση των εν λόγω φορέων, καθώς και οι καταστατικές διατάξεις των ενταχθέντων στο ΕΤΕΑΕΠ φορέων επικουρικής ασφάλισης που προβλέπουν αναστολή της επικουρικής σύνταξης κατ' εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 42 του ν.3996/2011).

Εξαιρούνται, επίσης, από την περικοπή ή την πλήρη αναστολή της σύνταξης, οι συνταξιούχοι της Τράπεζας της Ελλάδας οι οποίοι, ανεξάρτητα από το χρονικό σημείο ανάληψης εργασίας μετά την συνταξιοδότηση, καταλαμβάνονται από τις προϊσχύουσες του άρθρου 20 του ν.4387/2016 ρυθμίσεις για την απασχόληση συνταξιούχων. Εξυπακούεται ότι σε περίπτωση ανάληψης εργασίας ή αυτοαπασχόλησης υπακτέας στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ καταβάλλονται οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του ν.4387/2016 εισφορές .

Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας, τους συνταξιοδοτούμενους με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977, καθώς και με διατάξεις που παραπέμπουν σ' αυτόν και σε όσους λαμβάνουν μόνο το επίδομα παρατετραπληγίας εφαρμόζεται το προϊσχύον του άρθρου 20 του ν.4387/2016 νομοθετικό πλαίσιο.

Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι όσον αφορά στην εφαρμογή του άρθρου 20 του ν.4387/2016 σε συνταξιούχους του πρώην ΟΓΑ από 1.1.2017 και μετά, που συνεχίζουν να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία υφίσταται υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων υπαγωγής στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, οι ρυθμίσεις του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 έχουν εφαρμογή σε όσους συνταξιοδοτούνται από 1.1.2025 σύμφωνα με την α.π. Φ10034/18282/566/20.4.2017 εγκύκλιο ( ΑΔΑ: Ω6ΣΛ465Θ1Ω-Κ5Π.)

Για τους συνταξιούχους των λοιπών - πλην του πρώην ΟΓΑ- φορέων κύριας ασφάλισης ή του δημοσίου μέχρι 12.5.2016 καθώς και για εκείνους στους οποίους η έναρξη καταβολής σύνταξης ανατρέχει μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, οι οποίοι έχουν εισόδημα από άσκηση αγροτικής δραστηριότητας, δεν ήταν υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον πρώην ΟΓΑ μέχρι 31.12.2016 και εξακολουθούν να μην είναι υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ από 1.1.2017, δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 20 του ν.4387/2016 σύμφωνα με τις οδηγίες της εγκυκλίου α.π. Φ.10043/οικ.27751/824/16.6.2017 (ΑΔΑ: 70ΞΖ465Θ1Ω-7Ι3).

Στις κοινοποιούμενες ρυθμίσεις του άρθρου 20 εμπίπτουν οι συνταξιούχοι λοιπών φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου (μετά την 13.5.2016) που έχουν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα και υπό την προϋπόθεση ότι αυτό ξεπερνά το ελάχιστο ασφαλιστέο εισόδημα του άρθρου 40 του ν. 4387/2016 σε ετήσια βάση, ήτοι 410,26 Χ12= 4.923,12 ευρώ.

Σε περίπτωση που το εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα δεν ξεπερνά το ανωτέρω όριο δεν δύναται να θεωρηθεί ως επανένταξη στην αγορά εργασίας του συνταξιούχου, αλλά μόνο ως διατήρηση της αγροτικής περιουσίας.


Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Αριθ. πρωτ.: Γ36/04/110/2018 Αντιμετώπιση περιπτώσεων ανακοπής και αναστολής εκτέλεσης κατά της ταμειακής βεβαίωσης μη επιδοθεισών πράξεων από Έλεγχο Δηλωθέντων - Καταβληθέντων (ΕΔΚ) ή καταλογιστικών πράξεων εν γένει με εκκρεμή ένσταση στην ΤΔΕ

$
0
0

Αθήνα, 16 Μαρτίου 2018
Αρ. Πρωτ.: Γ36/04/110

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Ε.Φ.Κ.Α.)

ΚΕΝΤΡΟ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Δ/ΝΣΗ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

Ταχ.Δ/νση: Πειραιώς 28, ΤΚ.10437, Αθήνα
Τηλ.: 210 52.91.778,
FAX: 210 52.91.726
E-mail: anagkastika@keao.gov.gr
Πληροφορίες: Σώχου Αναστασία

Θέμα: «Αντιμετώπιση περιπτώσεων ανακοπής και αναστολής εκτέλεσης κατά της ταμειακής βεβαίωσης μη επιδοθεισών πράξεων από Έλεγχο Δηλωθέντων - Καταβληθέντων (ΕΔΚ) ή καταλογιστικών πράξεων εν γένει με εκκρεμή ένσταση στην ΤΔΕ.»

Σχετ.: Γ36/04/235/28.4.2016 έγγραφο της Δ/νσης Αναγκ. Μέτρων Είσπραξης και Νομ. Υποστ. Κ.Ε.Α.Ο.

Όπως γνωρίζετε με το άρθρο 17 του Ν.4075/2012 ο Έλεγχος Δηλωθεισών - Καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών καθιερώθηκε υποχρεωτικά ως τυπική ελεγκτική διαδικασία και ολοκληρώνεται εντός του επομένου μηνός από τον μήνα υποβολής της Α.Π.Δ..

Εάν από τη διενέργεια του ελέγχου αυτού, προκύψει ότι δεν έχουν καταβληθεί στο σύνολό τους οι εισφορές που δηλώθηκαν στην Α.Π.Δ. εκδίδεται η σχετική Πράξη Επιβολής Εισφορών σε βάρος του υπόχρεου υποβολής Α.Π.Δ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στις οικείες διατάξεις.

Οι πράξεις που εκδίδονται με τη διαδικασία αυτή παράγονται αυτόματα ως αποτέλεσμα της δήλωσης του ίδιου του οφειλέτη. Για το χρέος που προσδιορίστηκε κατά τα ανωτέρω αποστέλλεται αυτόματα στον ηλεκτρονικό λογαριασμό που τηρεί ο οφειλέτης (κατόπιν πιστοποίησης στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες) σχετική ηλεκτρονική ειδοποίηση γνωστοποιώντας του το χρέος και δεν είναι δυνατή η αποστολή της επόμενης ΑΠΔ πριν την ανάγνωση της ειδοποίησης αυτής.

Από τις υπηρεσίες του Κ.Ε.Α.Ο. παρατηρήθηκε ότι μεγάλος αριθμός οφειλετών μετά την παραλαβή της Ατομικής Ειδοποίησης και προκειμένου να αποφύγει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του καθώς και τη λήψη αναγκαστικών μέτρων, καταφεύγει στην προσβολή της ταμειακής βεβαίωσης με το ένδικο βοήθημα της ανακοπής, ασκώντας παράλληλα αίτηση αναστολής εκτέλεσης ή και έκδοση προσωρινής διαταγής. Ο λόγος που προβάλλεται για την ευδοκίμηση της ανακοπής και της αναστολής εκτέλεσης είναι η μη επίδοση των Πράξεων που εκδόθηκαν με βάση τις Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις που ο ίδιος υπέβαλλε και η συνακόλουθη στέρηση του δικαιώματος για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής στην κατά τόπο αρμόδια Τ.Δ.Ε., παρά το γεγονός ότι ο ίδιος αναγνώρισε την υποχρέωση καταβολής του συγκεκριμένου ποσού εισφορών και δημιούργησε στον εαυτό του την αντίστοιχη οφειλή.

Παρ' όλα αυτά τα διοικητικά δικαστήρια λαμβάνοντας υπ' όψιν τη σχετική νομολογία δικαιώνουν όσους οφειλέτες προσβάλουν την ταμειακή βεβαίωση των παραστατικών αυτών με νομικό επιχείρημα τη στέρηση της δυνατότητας άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής και με αποτέλεσμα τη θέση σε αναστολή από τη λήψη αναγκαστικών μέτρων σημαντικών ποσών ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Προκειμένου να αναχαιτιστεί η καταχρηστική άσκηση από οφειλέτες/εργοδότες του τ. Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. των προβλεπόμενων από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) ενδίκων βοηθημάτων της ανακοπής/αναστολής/προσωρινής διαταγής, προσβάλλοντας την ταμειακή βεβαίωση τέτοιων Πράξεων Επιβολής Εισφορών οι περιφερειακές υπηρεσίες Κ.Ε.Α.Ο. καλούνται:

• να ενημερώνουν εγγράφως την αρμόδια υπηρεσία μισθωτών Έ.Φ.Κ.Α., επικαλούμενες το παρόν έγγραφο, προκειμένου να προβούν άμεσα στη νομότυπη επίδοση στον εργοδότη των επίδικων καταλογιστικών πράξεων και μόλις η επίδοση επιβεβαιωθεί

• να αναθέτουν την υπόθεση σε συνεργαζόμενο δικηγόρο προκειμένου να κατατεθεί στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο αίτηση ανάκλησης της ισχύουσας προσωρινής διαταγής/απόφασης αναστολής, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρ. 205 του Κ.Δ.Δ., σύμφωνα με τις οποίες «Οι αποφάσεις που εκδίδονται για την αίτηση αναστολής μπορούν να ανακληθούν εν όλω ή εν μέρει, ύστερα από αίτηση διαδίκου ή τρίτου που έχει έννομο συμφέρον, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία.».

Ως νέα στοιχεία θα προσκομίζονται τα αποδεικτικά επίδοσης των καταλογιστικών πράξεων και με τον τρόπο αυτό θα αντικρούεται το κύριο επιχείρημα της μη επίδοσής τους.

Αντίστοιχα, στις περιπτώσεις προσβολής της ταμειακής βεβαίωσης καταλογιστικών πράξεων από οποιαδήποτε αιτία (ΕΔΚ, Ουσιαστικός Έλεγχος, κλπ) όπου ο λόγος που προβάλλεται για την ευδοκίμηση της ανακοπής και της αναστολής εκτέλεσης είναι η εκκρεμής εξέταση υποβληθείσας από τον οφειλέτη ένστασης ενώπιον της αρμόδιας Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής, θα πρέπει οι περιφερειακές υπηρεσίες Κ.Ε.Α.Ο.:

• να ενημερώνουν εγγράφως την αρμόδια υπηρεσία μισθωτών Έ.Φ.ΚΑ., επικαλούμενες το υπ' αρ. Γ36/04/235/28.4.2016 άνωθεν σχετικό μας έγγραφο καθώς και το παρόν, ζητώντας την επίσπευση της εξέτασης της ένστασης προσδιορίζοντας κατά το δυνατόν συντομότερη ημερομηνία συνεδρίασης κι εφόσον αυτή εξεταστεί πρωτύτερα της συζήτησης της αίτησης ανακοπής και απορριφθεί

• να αναθέτουν την υπόθεση σε συνεργαζόμενο δικηγόρο προκειμένου να κατατεθεί στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο αίτηση ανάκλησης της ισχύουσας προσωρινής διαταγής/απόφασης αναστολής, προσκομίζοντας ως νέα στοιχεία τη σχετική απορριπτική απόφαση.

Επισημαίνεται ότι οι υποδεικνυόμενες με το παρόν έγγραφο ενέργειες αφορούν μόνο στις περιπτώσεις όπου η άσκηση του ενδίκου μέσου της ανακοπής/αναστολης εκτέλεσης της ταμειακής βεβαίωσης έχει ασκηθεί από τους πρωτοφειλέτες (και όχι από τα συνυπόχρεα κατά νόμο ευθυνόμενα πρόσωπα) και είναι απολύτως αναγκαίες για την αποτροπή παρελκυστικών τακτικών που έχουν σκοπό την αποφυγή της εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους με καταχρηστική άσκηση νόμιμων δικονομικών μέσων.

Τέλος, σας υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 48 του Κ.Δ.Δ. οι επιδόσεις εκ μέρους των ιδιωτών διαδίκων δικαστικών πράξεων/αποφάσεων οι οποίες εκδίδονται από τα διοικητικά δικαστήρια θεωρούνται νομότυπες μόνο εφόσον πραγματοποιούνται από δικαστικό επιμελητή κατόπιν σχετικής έγγραφης παραγγελίας του διαδίκου.


Η ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ Κ.Ε.Α.Ο.
ΧΑΤΖΗΕΥΣΤΑΘΙΑΔΟΥ ΒΑΡΒΑΡΑ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ και ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ
ΗΡΑΚΛΗΣ ΑΕΡΑΚΗΣ

Άρθρα Η εορτή της 25ης Μαρτίου - Πως αμείβεται η εργασία κατά την ημέρα αυτή

$
0
0

Ανδρέας Κ. Σακελλαριάδης
Λογιστής – Φοροτέχνης

Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ 25η ΜΑΡΤΙΟΥ


Η 25η Μαρτίου ανήκει στις υποχρεωτικές αργίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Β.Δ. 748/1966 .

Άρα κατά την ημέρα αυτή και σύμφωνα με την ως άνω διάταξη απαγορεύεται η απασχόληση των μισθωτών και η λειτουργία των επιχειρήσεων, εκτός εκείνων που λειτουργούν νομίμως τις Κυριακές.

Φέτος η 25η Μαρτίου συμπίπτει με ημέρα Κυριακή, θέμα μεταθέσεως αυτής δεν γεννάται μετά το Ν. 1400/1983.

Με το άρθρο 1 του Ν.1157/1981 είχε καθιερωθεί για τους υπαλλήλους του Δημοσίου η μετάθεση αργίας, οσάκις αυτή συνέπιπτε με ημέρα Κυριακής. Επίσης, το άρθρο 6 παράγραφος 2 του Ν.549/1977 πρόβλεπε τη μεταφορά αυτή και για τους μισθωτούς που συνδέονται με τον εργοδότη τους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου .

Το άρθρο 4 του Ν.1346/1983 όριζε ότι: «Αν οποιαδήποτε από τις ημέρες αργίας των οποιοσδήποτε φύσεως επιχειρήσεων, εκμεταλλεύσεων και εργασιών γενικά-που έχουν καθορισθεί με νόμο, διάταγμα, διοικητική πράξη, συλλογική σύμβαση εργασίας, εσωτερικό κανονισμό ή έθιμο-και εφόσον συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των αργιών που ισχύουν κάθε φορά για τις δημόσιες υπηρεσίες, συμπίπτει με ημέρα Κυριακή ή ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν παρέχεται εργασία, λόγω εφαρμογής συστήματος πενθήμερης εβδομάδας εργασίας, ως ημέρα αργίας ορίζεται η πρώτη εργάσιμη ημέρα που ακολουθεί». Έτσι γεννήθηκε η μετάθεση αργίας που συνέπιπτε με Κυριακή ή Σάββατο.
Όμως με το άρθρο 7 του Ν.1400/1983 καταργήθηκαν ρητώς όλες οι παραπάνω διατάξεις και συνεπώς καταργήθηκε και η μετάθεση αργίας, μετά βραχεία σχετικώς εφαρμογή.

Για την αργία της 25ης Μαρτίου θα ισχύσουν τα εξής :


Η αμοιβή του εργαζόμενου-υπαλλήλου κατά την εορτή αργία, που δεν απασχολείται λόγω της απαγόρευσης δεν μειώνεται ούτε αυξάνεται, επειδή ο μισθός που δίνεται ως αντάλλαγμα της απασχόλησης του κατά τις εργάσιμες ημέρες του μήνα (ΑΠ 96/1977).
Αντίθετα αν ο αμειβόμενος με μηνιαίο μισθό εργαζόμενος-υπάλληλος κατά την εορτή αργία- που από το Νόμο επιτρέπεται η εργασία – απουσιάζει αδικαιολόγητα οι αποδοχές μειώνονται κατά 1/25.

Οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο αν κατά την εορτή αργία που επιτρέπεται η εργασία, δεν εργασθούν από δική τους υπαιτιότητα δεν δικαιούνται το ημερομίσθιο, αν όμως δεν απασχοληθούν για λόγους που δεν οφείλεται σε αυτούς δικαιούνται να λάβουν το ημερομίσθιο τους.
Στην περίπτωση που η εορτή αργία συμπέσει με Κυριακή, οι εργαζόμενοι ημερομίσθιοι δικαιούνται να λάβουν το συνηθισμένο ημερομίσθιο τους (ΑΠ 303/1961 -  ΑΠ 469/1960).
Αν την ημέρα αυτή συμπίπτουν δύο εορτές αργίες (π.χ Δευτέρα του Πάσχα και Πρωτομαγιά), οι ημερομίσθιοι εργαζόμενοι δικαιούνται δύο (2) ημερομίσθια (NΣΚ 239/1978).

Αν η εξαιρέσιμη εορτή συμπέσει σε χρόνο ασθένειας του εργάτη, θα πρέπει και πάλι να καταβληθεί το ημερομίσθιο για την ημέρα αυτή, σαν να εργαζόταν ο εργάτης αυτός κανονικά, από το οποίο όμως θα αφαιρεθεί ότι λάβει αυτός από το Ι.Κ.Α για τη συγκεκριμένη ημέρα. Αν ο εργάτης ήταν με άδεια κανονική τον καιρό που συμπίπτει και η εξαιρέσιμη εορτή, τότε στην άδεια αυτή δεν μετριέται και η ημέρα της εξαιρέσιμης εορτής, ενώ αν η άδεια αυτή είναι χωρίς αποδοχές ή την ημέρα αυτή γίνεται απεργία, τότε δεν καταβάλλεται στον εργάτη το ημερομίσθιο.

Επιπλέον

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.435/1976 και των αποφάσεων με αριθμ. 8900/46 και 25825/51 των Υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών,οι μισθωτοί που θα εργαστούν θα έχουν πρόσθετη αμοιβή 75% επί του νομίμου ωρομισθίου για όσες ώρες απασχοληθούν. (1)

Νόμιμο ωρομίσθιο είναι το προκύπτον από τον μισθό ή το ημερομίσθιο που προβλέπεται στην οικεία ΣΣΕ, ΔΑ ή άλλη απόφαση. Α.Π. 4/99

Κατά τις ισχύουσες σήμερα διατάξεις ως νόμιμα κατώτατα όρια στα οποία υπολογίζεται η προσαύξηση 75% θεωρούνται τα εξής:

1) Τα νομοθετημένα κατώτατα όρια του Νόμου 4093/2012 εφόσον δεν υπάρχει ειδικότερη συλλογική ρύθμιση για τον μισθωτό.
2) Τα θεσπιζόμενα κατώτατα όρια με τους κανονιστικούς όρους ΣΣΕ-ΔΑ που βρίσκονται σε ισχύ.
3) Τα νομίμως κατώτατα όρια ΣΣΕ-ΔΑ που έχει λήξει ή καταγγελθεί και ισχύουν βάση της ΠΥΣ 6/2012 ( βασικός μισθός ή βασικό ημερομίσθιο- τα επιδόματα ωρίμανσης-τέκνων-σπουδών-επικίνδυνης εργασίας)

Συμπληρωματική ημέρα ανάπαυσης

Οι εργαζόμενοι που θα απασχοληθούν την Κυριακή 25 Μαρτίου άνω των 5 ωρών θα λάβουν αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης και πρόσθετη αμοιβή 75% του 1/25 του νομίμου μηνιαίου μισθού ή του νομίμου ημερομισθίου, οι μισθωτοί που θα απασχοληθούν (5) ή λιγότερες ώρες δικαιούνται προσαύξηση 75% για τις ώρες που θα απασχοληθούν, ωστόσο δεν θεμελιώνουν δικαίωμα ισόχρονης αναπληρωματικής ημέρας ανάπαυσις, δύναται όμως να την αξιώσουν.(2)


Σε περίπτωση που δεν χορηγηθεί αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης γεννάται ζήτημα καταβολής και του 1/25 του μηνιαίου μισθού, που στηρίζεται στο πραγματικό γεγονός της παροχής επιπλέον εργασίας για την οποία οφείλεται σύμφωνα με το άρθρο 648 του Αστικού Κώδικα αμοιβή αφού δεν καλύπτεται από τον μισθό.

Η ημέρα της αναπληρωματικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης καθορίζεται από τον εργοδότη με την υποχρέωση όπως, στο έντυπο Ε4 ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΩΡΑΡΙΟΥ το οποίο υποβάλλεται το αργότερο ως και την ίδια ημέρα της ημέρας αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας και σε κάθε περίπτωση πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τους εργαζόμενους, περίπ. Α παράγραφος 1 του άρθρου 55 του Ν.4310/2014, Αρ. πρωτ.: 46755/847/11.12.2014 ,στις παρατηρήσεις να αναγράφεται η ημέρα της αναπληρωματικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης (Απόφ. Υπ. Εργασίας 3762/67).

Σε περίπτωση που η ημέρα αναπαύσεως συμπέσει με ημέρα εξαιρέσιμης εορτής δεν προβλέπεται για τον ιδιωτικό τομέα υποχρέωση του εργοδότη να χορηγήσει άλλη ημέρα ανάπαυσης.

Τέλος η απαίτηση του μισθωτού για αμοιβή σε Κυριακές και εξαιρέσιμες εορτές καθώς και για την προσαύξηση 75% αυτής, όταν η απασχόληση αυτή είναι νόμιμη παραγράφεται σε 5 χρόνια και όταν η απασχόληση είναι παράνομη παραγράφεται σε 20 χρόνια, μετρούμενα μετά από την λήξη του έτους που γεννήθηκε η απαίτηση. (Μον. Πρωτ. Αθηνών 2770/15- ΑΠ 1184/1974) (3)

-------------------------


1. «Μισθωτοί απασχολούμενοι κατά τας Κυριακάς και τας κατωτέρω αναφερομένας εορτάς δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, της υπό της υπ. αριθμ. 8900/1946 Κοινής Αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, ως αυθεντικώς ηρμηνεύθη διά της υπ. αριθ. 25825/1951 τοιαύτης, προβλεπομένης προσαυξήσεως εξ 75% κατά τα υπό των εν λόγω αποφάσεων, ως αύται ισχύουν σήμερον, οριζόμενα»

«Απόφ. 8900/46 Υπ. Οικονομικών και Εργασίας « περί του καθορισμού ηυξημένης αμοιβής είς τους εργαζόμενους έν γένει κατά Κυριακάς και εορτάς».
Είς το εν γένει προσωπικών πασών εν γένει των νε τη χώρα επιχειρήσεων και εργασιών, περιλαμβανομένων και των ξενοδοχείων ύπνου, όπερ, λόγω της φύσεως της εργασίας του, απασχολείται κατά τας Κυριακάς και τας εκ του Νόμου καθιερωμένας ως μη εργάσιμους εορτάς του έτους, καταβάλλεται, δια τας ημέρας ταύτας το κεκανονισμένον εκάσοτε ημερομίσθιον, ηυξημένον κατά εβδομήκοντα πέντε τοις εκατόν (75%).
Αι διατάξεις της παρούσης δεν αφορούν τους επί ποσοστοίς αμειβόμενους σερβιτόρους εστιατορίων, καφενείων, ζαχαροπλαστείων και συναφών καταστημάτων.
Η παρούσα ης η ισχύς άρχεται από της υπογραφής της, εκτείνεται καθ΄ άπασαν την χώραν και περιλαμβάνει και τους μισθωτούς τους υπό των συμμαχικών Αρχών απασχολουμένους είς ξενοδοχεία ύπνου και τα λοιπάς εργασίας αυτών.

«Απόφ. 25825/51 ΥΠ. Οικονομικών και Εργασίας «περί ερμηνείας των ύπ’ αρ’ιθμ. 8900/46 και 18310/46 αποφάσεων, περί προσαυξήσεως αποδοχών κατά Κυριακάς και ωυκτερινάς ώρας».
Άρθρο 1.- Ι. Ερμηνεύοντες την ύπ’ αρίθμ. 8900/46 απόφασιν ημών ορίζομεν της δι’ αυτής καθορισθείσης κατά 75% προσαυξήσεως των ημερομισθίων ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού των ασχολουμένων μισθωτών κατά τας Κυριακάς και λοιπάς εκ του νόμου καθιερωμένας, ως μη εργασίμους εορτάς του έτους, των επιχειρήσεων και των εργασιών εν γένει, συνεχούς ή μη λειτουργίας, δικαιούται οι απασχολούμενοι από του μεσονυκτίου του αγόντος προς τας ως άνω ημέρας μέχρι του επομένου μεσονυκτίου, είναι δε αυτή ανεξαρτήτος προς παρεχόμενην πάσαν ετέραν προσαύξησιν δια την κατά τας νυκτερινάς ώρας εργασίαν.
ΙΙ. Η κατά τα ανωτέρω 75% προσαύξησηις των μισθών και ημερομισθίων υπολογίζεται πάντοτε επί των υποχρεωτικώς τεθεσπισμένων ελαχίστων ορίων μισθών και ημερομισθίων, δεν συμψηφίζεται προς τυχόν, καταβαλλόμενας ανωτέρας τούτων αποδοχάς, μειύται δε αναλογως δια την επί ελάττον του κεκανονισμένου ωραρίου απασχόλισην.


2. Όπως ορίζει η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Β.Δ 748/1966,:
1. Μισθωτοί εκ των υπαγομένων εις τας διατάξεις του παρόντος απασχολούμενοι κατά Κυριακήν, εξαιρέσει της περιπτώσεως της παρ. 1 του άρθρο 6 του παρόντος άνω των πέντε ωρών, δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως διαρκείας 24 συνεχών ωρών κατ΄ άλλην εργάσιμον ημέραν της αρξαμένης την Κυριακήν εβδομάδος, αρχομένων από της ώρας λήξεως της εργασία, οφείλεται μόνον για την εργασία της Κυριακής και όχι και για την εργασία των υποχρεωτικών-προαιρετικών ημερών αργίας. (Εάν συμπέσει η αργία με Κυριακή, τότε ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης, εφόσον ο εργαζόμενος έχει απασχοληθεί πάνω από πέντε (5) ώρες, σε άλλη ημέρα της εβδομάδας)


3 «Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρο 250 αριθ.17 και 253 ΑΚ προκύπτει ότι παραγράφονται σε πέντε χρόνια οι κάθε είδους μισθοί παροχές που επαναλαμβάνονται περιοδικά και ότι η παραγραφή αρχίζει μόλις λήξη το ημερολογιακό έτος εντός του οποίου γεννήθηκε και κατέστη απαιτητή η αξίωση προς καταβολή του μισθού. Στην ίδια παραγραφή υπόκεινται επίσης και οι αξιώσεις άλλων αμοιβών, όπως είναι τα δώρα εορτών, το επίδομα αδείας και η πρόσθετη αμοιβή για εργασία που παρασχέθηκε την Κυριακή». Μον. Πρωτ. Αθηνών 2770/15

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:
«Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»


Α. Γενικά:

Με τις διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου αφενός επιδιώκεται η ενσωμάτωση της Οδηγίας (EE) 2015/1794 στην ελληνική έννομη τάξη (Μέρος Α', άρθρα 1-9 και Μέρος Β', άρθρα 10-12) αφετέρου η ρύθμιση επιμέρους ζητημάτων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Μέρος Γ', άρθρα 13-27).

Σκοπός των διατάξεων του Μέρους Α' και του Μέρους Β', σύμφωνα και με το άρθρο 1 αυτού, είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία (EE) 2015/1794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εξεδόθη την 6η Οκτωβρίου 2015 και τροποποιεί τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/94/ΕΚ, 2009/38/ΕΚ και 2002/14/ΕΚ, και τις οδηγίες του Συμβουλίου 98/59/ΕΚ και 2001/23/ΕΚ, όσον αφορά τους ναυτικούς, καθώς και λοιπές διατάξεις.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πριν την υιοθέτηση της Οδηγίας (EE) 2015/1794, προέβη σε διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους σε ενωσιακό επίπεδο και, στο πλαίσιο αυτό, οι κοινωνικοί εταίροι του ναυτιλιακού τομέα κατέληξαν σε κοινή συμφωνία, η οποία είναι μείζονος σημασίας για τον σκοπό της Οδηγίας αυτής, καθόσον επιτυγχάνεται εξισορρόπηση των αναγκών βελτίωσης των συνθηκών και των όρων εργασίας των ναυτικών και αποτελεσματικής παροχής υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά του τομέα. Ως εκ τούτου, με δεδομένη την ιδιομορφία του τομέα της ναυτιλίας και τις ιδιαιτερότητες του ναυτικού επαγγέλματος, τροποποιούνται καταλλήλως οι οδηγίες 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (EE L283/36, 28.10.2008), 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (EEL 122/28, 16.5.2009) και 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2002 περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (EE L80/29, 23.3.2002), καθώς και οι οδηγίες 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (EE L 225/16, 12.8.1998) και 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (EEL 82/16, 22.3.2001).

Κατά τον τρόπο αυτό, με το παρόν σχέδιο νόμου, επιδιώκεται η αποτελεσματικότερη προστασία των ναυτικών, σε περιπτώσεις ομαδικών απολύσεων (οδηγία 98/59/ΕΚ), καθώς και συμμετοχής σε διαδικασίες σχετικά με την ενημέρωση και διαβούλευση σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας (οδηγία 2009/38/ΕΚ) και τη διατήρηση των δικαιωμάτων των ναυτικών, σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων (Οδηγία 2001/23/ΕΚ). Συναφώς, με την άρση των υφιστάμενων εξαιρέσεων και της διαμόρφωσης του οικείου θεσμικού πλαισίου καταλλήλως, ώστε οι ναυτικοί να απολαμβάνουν ίσης μεταχείρισης στο βαθμό που δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, επιχειρείται η ενίσχυση της ελκυστικότητας του ναυτικού επαγγέλματος που θα συμβάλλει ουσιωδώς στη βιώσιμη ανάπτυξη των θαλασσίων μεταφορών. Επιπροσθέτως, αίρεται και η εξαίρεση που υφίστατο από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2008/94/ΕΚ για τους αλιείς που αμείβονται «με το κομμάτι» διασφαλίζοντας έτσι την προστασία και της συγκεκριμένης κατηγορίας αλιέων στην περίπτωση εγκατάλειψής τους και περιορίζοντας τον αρνητικό αντίκτυπο από την εκδήλωση τέτοιων φαινομένων.

Αναφορικά με την Οδηγία 2002/14/ΕΚ, η οποία ομοίως τροποποιείται από την Οδηγία 2015/1794/ΕΚ, σημειώνεται ότι έχει ήδη εκδοθεί το π.δ.190/2008 «Θέσπιση γενικού πλαισίου ενημέρωσης και διαβούλευσης πληρωμάτων ποντοπόρων πλοίων, σε συμμόρφωση με την οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2002 «περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα» (L 80)» (Α' 248) και, ως εκ τούτου, στο παρόν σχέδιο νόμου δεν περιλαμβάνονται αντίστοιχες διατάξεις προσαρμογής.

Β. Ειδικότερα επί των άρθρων:

Το Μέρος Α' (άρθρα 1-9) επιδιώκει την ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας (EE) 2015/1974. Συγκεκριμένα:

Με το άρθρο 1, καθορίζεται ο σκοπός του παρόντος νόμου, ήτοι η ενσωμάτωση της Οδηγίας (EE) 2015/1794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2015, που τροποποιεί τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/94/ΕΚ, 2009/38/ΕΚ και 2002/14/ΕΚ και τις οδηγίες του Συμβουλίου 98/59/ΕΚ και 2001/23/ΕΚ όσον αφορά τους ναυτικούς, καθώς και η θέσπιση άλλων διατάξεων.

Με το άρθρο 2, επιχειρείται η προσαρμογή στο άρθρο 1 της Οδηγίας 2015/1794/ΕΚ που αφορά στην τροποποίηση της Οδηγίας 2008/94/ΕΚ και συγκεκριμένα στην άρση εξαίρεσης των αλιέων που αμείβονται με το «κομμάτι» από το πεδίο εφαρμογής αυτής. Προς τον σκοπό αυτό, η υποπερίπτ. β' της περίπτ. II της παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 1/1990 (ΑΊ), που προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 40/2017 (Α' 34), με την οποία η ανωτέρω κατηγορία εργαζομένων εξαιρούταν από το οικείο πεδίο εφαρμογής, καταργείται και η υποπερίπτ. γ' αναριθμείται σε υποπερίπτ. β'.

Με το άρθρο 3, επιχειρείται η προσαρμογή στο άρθρο 2 της Οδηγίας 2015/1794/ΕΚ που αφορά στην τροποποίηση της Οδηγίας 2009/38/ΕΚ και ειδικότερα τροποποιούνται οι διατάξεις του ν. 4052/2012 (Α' 41), προκειμένου να επικαιροποιηθούν οι απαιτήσεις ενημέρωσης και διαβούλευσης σε κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας και να εφαρμοσθούν κατά τον πλέον κατάλληλο τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης νέων τεχνολογιών για την εξ αποστάσεως επικοινωνία, όπως με ενίσχυση της διαθεσιμότητας του διαδικτύου και την εξασφάλιση της λελογισμένης χρήσης του επί των θαλασσοπλοούντων πλοίων υπό ελληνική σημαία, ούτως ώστε μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντων πλοίων υπό ελληνική σημαία, εφόσον είναι εφικτό να συμμετάσχουν στις εν λόγω διαδικασίες.

Ειδικότερα, καταργείται η παράγραφος 2 του άρθρου 50 του ν. 4052/2012, ώστε να απαλειφθεί η εξαίρεση εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου IB αυτού για τα δικαιώματα των εργαζομένων στην ενημέρωση και διαβούλευση σε κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων στους ναυτικούς πληρώματα θαλασσοπλοούντων υπό ελληνική σημαία πλοίων, και συμπληρώνεται η παράγραφος 3 του άρθρου 64 του ν. 4052/2012, ώστε, αν ναυτικός μέλος πληρώματος θαλασσοπλοούντος πλοίου ή ο/η αναπληρωτής/τρια του δεν βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα κράτους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο η ναυτιλιακή επιχείρηση έχει την έδρα της, να δύναται να συμμετάσχει σε συνεδριάσεις της Ειδικής Διαπραγματευτικής Ομάδας (Ε.Δ.Ο.) ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εργαζομένων (Ε.Σ.Ε.), εφόσον είναι μέλος. Συναφώς, προβλέπεται, όπου είναι εφικτό, οι συνεδριάσεις να προγραμματίζονται, ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των μελών ή των αναπληρωτών, που είναι μέλη των πληρωμάτων θαλασσοπλοούντων πλοίων. Περαιτέρω, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν δύναται να παραστεί στη συνεδρίαση, εξετάζεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης, εφόσον είναι εφικτό, νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας.

Περαιτέρω, συμπληρώνεται η παράγραφος 4 του άρθρου 66 του ν. 4052/2012, ώστε να μη θίγονται οι διαδικασίες ενημέρωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 6 του π.δ. 190/2008 και συμπληρώνονται τα άρθρα 51 και 70 του ν. 4052/2012 καταλλήλως, ώστε σε περίπτωση που στους εργαζόμενους της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή/και του ομίλου επιχειρήσεων συμπεριλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντων υπό ελληνική σημαία πλοίων, εκπρόσωποι των εργαζόμενων αναλόγως των διαδικασιών που εφαρμόζονται να μπορεί να είναι μέλη της Ε.Δ.Ο. και του Ε.Σ.Ε. και οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία (Π.Ν.Ο.), η οποία προς τούτο λαμβάνει δεόντως υπόψη τη γνώμη των πρωτοβαθμίων οργανώσεων της δύναμής της. Επιπροσθέτως, προβλέπεται παράλληλα η ενημέρωση και της Διεύθυνσης Ναυτικής Εργασίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αναφορικά με τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 75 του ν. 4052/2012, στην περίπτωση που στους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους αυτών συμπεριλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων.

Με τα άρθρα 4 έως 9, επιχειρείται η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2015/1794/ΕΕ που αφορά σε τροποποιήσεις στην Οδηγία 98/59/ΕΚ σχετικά με την άρση της εξαίρεσης που υφίστατο ως προς την υποχρέωση εφαρμογής της επί των πληρωμάτων θαλασσοπλοούντων πλοίων και, κατά τον τρόπον αυτό, επιτυγχάνεται η ενίσχυση της προστασίας των ναυτικών, σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και χωρίς να θεωρείται ότι θίγεται η ελευθερία του πλοιοκτήτη να προβεί ή όχι σε ομαδικές απολύσεις στο βαθμό που τηρούνται οι διαδικασίες διαβουλεύσεων, ώστε μέσω αυτών να αναδειχθούν οι δυνατότητες αποφυγής ή μείωσης των ομαδικών απολύσεων, καθώς και οι δυνατότητες άμβλυνσης των συνεπειών, με σκοπό την παροχή διευκολύνσεων για την επαναπασχόληση ή τον αναπροσανατολισμό των απολυομένων ναυτικών.

Ειδικότερα, με το άρθρο 4, προσδιορίζονται οι έννοιες των «ομαδικών απολύσεων» και των «εκπροσώπων των εργαζομένων», καθώς και το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, εκ των οποίων εξαιρούνται οι ομαδικές απολύσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμβάσεων εργασίας ναυτικών που έχουν συναφθεί για ορισμένο χρόνο ή κατά πλουν, εκτός εάν οι απολύσεις αυτές γίνουν πριν από τη λήξη των συμβάσεων αυτών ή την εκτέλεση του πλου, καθώς και οι ομαδικές απολύσεις επί των ναυτικών θαλασσοπλούντων πλοίων που ανήκουν στο δημόσιο ή σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

Με το άρθρο 5, θεσπίζεται η υποχρέωση του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των ναυτικών, όταν προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας. Στην η εν γένει διαδικασία παρέχεται εκ μέρους του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή και η αναγκαία πληροφόρηση αναφορικά με το λόγο των ομαδικών απολύσεων, την περίοδο που αυτές θα πραγματοποιηθούν, τα κριτήρια απόλυσης, τη μεθοδολογία προσδιορισμού ενδεχόμενης επιπρόσθετης αποζημίωσης. Για την εξασφάλιση ενεργοποίησης της διαδικασίας διαβούλευσης, προβλέπεται ότι το επιχείρημα του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ότι η επιχείρηση που έλαβε την απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις δεν του παρέσχε τις αναγκαίες πληροφορίες, δεν θα λαμβάνεται υπόψη.

Με το άρθρο 6, προβλέπεται η υποχρέωση του εφοπλιστή ή πλοιοκτήτη να ενημερώνει το Συμβούλιο Εμπορικού Ναυτικού (Σ.Ε.Ν.) του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αναφορικά με τα στοιχεία της γραπτής ανακοίνωσης προς τους εκπροσώπους των ναυτικών, σε περίπτωση σχεδιαζόμενης ομαδικής απόλυσης, κοινοποιώντας τα στοιχεία στους εκπροσώπους των εργαζομένων, ακόμη και στην περίπτωση σχεδίου ομαδικών απολύσεων που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας του πλοίου, η οποία επέρχεται κατόπιν δικαστικής απόφασης, Παράλληλα, οι εκπρόσωποι των ναυτικών δύνανται να υποβάλλουν τυχόν παρατηρήσεις τους στο Σ.Ε.Ν.

Με το άρθρο 7, θεσπίζεται διοικητική διαδικασία καταλλήλως, με σκοπό την αποτελεσματικότερη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υπό απόλυση ναυτικών, καθώς και προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται για τις ομαδικές απολύσεις ναυτικών. Ειδικότερα, προβλέπεται προθεσμία τριάντα ημερών για τη διεξαγωγή των διαβουλεύσεων μεταξύ των ναυτικών και του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή και η υποχρέωση καταχώρησης των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης σε πρακτικό που υποβάλλεται στο Σ.Ε.Ν., στο οποίο οι εκπρόσωποι των ναυτικών δύναται να καταθέσουν και σχετικό υπόμνημα. Εφόσον επέλθει συμφωνία μεταξύ των μερών ακόμη και νωρίτερα της προθεσμίας των 30 ημερών προς διαβούλευση οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται, σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας που διατυπώνεται στο πρακτικό διαβουλεύσεων και ισχύουν δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του πρακτικού διαβούλευσης στο Σ.Ε.Ν. Συναφώς, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των ναυτικού επαγγέλματος και με σκοπό την παροχή της αναγκαίας πρόνοιας για την εύρυθμη ρύθμιση περιπτώσεων που δύναται να ανακύψουν και αφορούν σε λόγους, όπως παλιννόστηση, νέα ναυτολόγηση, εκπαίδευση/ ενημέρωση ναυτικών, δύναται η έναρξη των έννομων αποτελεσμάτων να είναι νωρίτερα του χρονικού διαστήματος των 10 ημερών, κατ' επιλογή ελευθέρως των ναυτικών που καταχωρείται στο πρακτικό διαβουλεύσεων. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται συμφωνία μεταξύ των μερών, προβλέπεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών το Σ.Ε.Ν., με αιτιολογημένη απόφασή του, να διαπιστώνει αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή προς ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των ναυτικών, καθώς και η υποχρέωση κοινοποίησης των σχετικών εγγράφων, σύμφωνα με το άρθρο 5. Αν το Σ.Ε.Ν. αποφασίσει ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή τηρήθηκαν, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την ανωτέρω αιτιολογημένη απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Σε αντίθετη περίπτωση, το Σ.Ε.Ν. παρατείνει τις διαβουλεύσεις των μερών ή τάσσει προθεσμία στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, ώστε εκείνος να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προς εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεων. Αν το Σ.Ε.Ν., με νέα απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την έκδοση της απόφασης. Σε κάθε περίπτωση, οι απολύσεις ισχύουν εξήντα (60) ημέρες από την κοινοποίηση του πρακτικού διαβούλευσης της παραγράφου 1, με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν τα κατά περίπτωση δικαιώματα ως προς την προθεσμία προειδοποίησης, σύμφωνα με τις παραγράφους 7, 8 και 9 του άρθρου 6 του Κανονισμού για την εφαρμογή απαιτήσεων της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που εγκρίθηκε με την 3522.2/08/2013 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Ναυτιλίας και Αιγαίου (Β' 1671). Περαιτέρω και λαμβάνοντας υπόψη και σκοπό της υπό ενσωμάτωση Οδηγίας, το Σ.Ε.Ν. μεριμνά κατά το χρονικό διάστημα των προθεσμιών του παρόντος άρθρου για την εύρεση λύσεων στα προβλήματα που δημιουργούνται από τις σχεδιαζόμενες ομαδικές απολύσεις. Επιπροσθέτως, εισάγεται και υποχρέωση διαβούλευσης - σύνταξης πρακτικού και σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων που προκαλούνται από τη διακοπή δραστηριότητας του πλοίου κατόπιν δικαστικής απόφασης, χωρίς ωστόσο να εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως 4 του άρθρου 7.

Με το άρθρο 8, θεσπίζεται ακυρότητα των ομαδικών απολύσεων που γίνονται κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 έως 7 του παρόντος νόμου και αποσαφηνίζεται ότι, στις περιπτώσεις αυτές, εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις, που σχετίζονται με την έγκυρη λύση της εργασιακής σχέσης και την καταβλητέα αποζημίωση.

Με το άρθρο 9, επιδιώκεται η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στο άρθρο 5 της Οδηγίας (EE) 2015/1794 που αφορά στην τροποποίηση της Οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του π.δ. 178/2002 (Α' 162), για την εξασφάλιση διατήρησης των δικαιωμάτων πλέον και των ναυτικών κατά την περίπτωση μεταβίβασης θαλασσοπλοούντος πλοίου εγγεγραμμένου στο ελληνικό νηολόγιο όταν αποτελεί μέρος μεταβίβασης επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης κατά την έννοια του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, υπό τον όρο ότι ο εκδοχέας έχει την έδρα του ή η μεταβιβασθείσα επιχείρηση, εγκατάσταση, ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης παραμένει εντός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα εφόσον το πλοίο παραμένει εγγεγραμμένο σε νηολόγιο Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περαιτέρω, καθορίζεται ότι, όταν το αντικείμενο της μεταβίβασης αποτελείται αποκλειστικά από ένα ή περισσότερα θαλασσοπλοούντα πλοία, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του π.δ. 178/2002. Επιπροσθέτως, προσδιορίζονται οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, σε περίπτωση μεταβίβασης θαλασσοπλοούντος πλοίου υπό ελληνική σημαία, και καθορίζονται οι κυρώσεις και οι αρχές επιβολής αυτών για κάθε παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 του π.δ. 178/2002 όσον αφορά σε μεταβίβαση θαλασσοπλοούντος πλοίου καθώς και οι συναφείς περί άσκησης προσφυγής διατάξεις του άρθρου 8 του π.δ. 178/2002.

Το Μέρος Β' (άρθρα 10-12) αφορά σε λοιπές διατάξεις που αποσκοπούν στην προσαρμογή του εθνικού θεσμικού πλαισίου με τις διατάξεις της Οδηγίας (EE) 2015/1794. Ειδικότερα:

Με το άρθρο 10, για τη διασφάλιση της ανεπηρέαστης άσκησης των καθηκόντων τους, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση του άρθρου 56 παρ. 3 του ν. 4052/2012, οι ναυτικοί που είναι μέλη της Ε.Δ.Ο. και του Ε.Σ.Ε. προβλέπεται να λαμβάνουν προστασία,σύμφωνα με τα άρθρα 26 έως 28 του ν. 330/1976 (Α' 129).

Με το άρθρο 11 και λαμβάνοντας υπόψη το ορισμένο πλαίσιο δρομολόγησης και στελέχωσης των πλοίων που εκτελούν θαλάσσιες ενδομεταφορές, καθώς και δραστηριοποίησης των τουριστικών πλοίων, καθορίζονται περιπτώσεις που δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 4 έως 9 επί ομαδικών απολύσεων ναυτικών και συγκεκριμένα, όταν αυτές σύμφωνα με τις οικείες προϋποθέσεις πραγματοποιούνται, λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων πλοίων που εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων Τέταρτο, Τέταρτο α', έκτο, έβδομο και όγδοο του ν. 2932/2001 (Α' 145), ή λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων τουριστικών πλοίων που δραστηριοποιούνται εποχιακά, όπως επίσης και για τους λόγους που καθορίζονται στο άρθρο 68 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με τον ν. 3816/1958 (Α' 32). Συναφώς και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας περί καθορισμού οργανικής σύνθεσης - στελέχωσης των πλοίων έχουν χαρακτήρα δημοσίου δικαίου, και, ως εκ τούτου, τα πλοία που δραστηριοποιούνται είναι στελεχωμένα ως προς αριθμό και προσόντα ναυτικών σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, αποσαφηνίζεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 4 έως 8 που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών δεν θίγουν την οικεία περί οργανικής σύνθεσης - στελέχωσης πλοίων νομοθεσία.

Με το άρθρο 12, λαμβάνεται μέριμνα, με σχετική ειδική μνεία στην παράγραφο 2 του άρθρου 118 του ν. 4504/2017 (Α' 184), ώστε να καθίσταται σαφές ότι το γνωμοδοτικού χαρακτήρα όργανο του Σ.Ε.Ν., ειδικά αναφορικά με τις ρυθμίσεις του παρόντος έχει την αρμοδιότητα έκδοσης αποφάσεων, την ευθύνη για την εξεύρεση λύσεων και τον έλεγχο αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών.

Στο Μέρος Γ (άρθρα 13-27) του σχεδίου νόμου θεσμοθετούνται λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Συγκεκριμένα:

Ως προς το άρθρο 13, σημειώνονται τα ακόλουθα:

Με την πρόσφατη αντικατάσταση της περίπτωσης κε' και κστ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (Α' 309) καθώς και την αντικατάσταση της υποπερίπτωσης αα' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 και την κατάργηση του στοιχείου δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ιδίου νόμου, με το άρθρο 83 του ν. 4504/2017 (Α' 184), οι Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης του ν. 3213/2003 που αφορούν:
(α) στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ.) υποβάλλονται και ελέγχονται από τον εποπτεύοντα τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ο οποίος επικουρείται προς τούτο από την οικεία υπηρεσία, αντί του αντίστοιχου της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά, ο οποίος επικουρείτο από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής,
(β) στο πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής υποβάλλονται και ελέγχονται από την Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, αντί του εισαγγελικού λειτουργού της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά, ο οποίος επικουρείτο από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Ωστόσο, σημειώνονται τα εξής: Πρώτον, στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής εξακολουθούν να τηρούνται αρχειοθετημένες οι έντυπες Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και του πολιτικού προσωπικού του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που είχαν υποβληθεί σε αυτήν προ της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του ν. 4504/2017. Για να δοθεί η δυνατότητα και ο απαιτούμενος χρόνος διαβίβασης των δηλώσεων αυτών στην νέα αρμόδια αρχή ελέγχου - κατά περίπτωση - είναι απαραίτητο να θεσπισθεί σχετική μεταβατική διάταξη ως προς τη διαχείριση.

Δεύτερον, στην ίδια Υπηρεσία, σύμφωνα με το άρθρο 49 του ν. 2935/2001 (Α' 162), περιέρχονται εισαγγελικές παραγγελίες, ιδίως από Εισαγγελίες Ναυτοδικείων, και διερευνούνται υποθέσεις, για τις οποίες κρίνεται επιβεβλημένος ο έλεγχος των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης-Δηλώσεων Οικονομικών Στοιχείων (Δ.Π.Κ.- Δ.Ο.Σ.) του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., προς διαπίστωση της εκπλήρωσης ή μη της υποχρέωσης υποβολής Δ.Π.Κ.-Δ.Ο.Σ. από το προσωπικό του Υπουργείου κατά τα παρελθόντα έτη και της τυχόν αδικαιολόγητης μεταβολής της οικονομικής κατάστασης των ελεγχόμενων υπόχρεων. Επίσης, εξακολουθούν να υποβάλλονται αιτήματα των υπόχρεων για την έκδοση βεβαιώσεων περί υποβολής Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, ενώ αναμένεται ότι θα εξακολουθήσουν να περιέρχονται έντυπες Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης παρελθόντων ετών.

Τρίτον, κατ' εφαρμογή του π.δ. 112/2007 «Καθορισμός του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος που υποχρεούται να υποβάλλει δήλωση περιουσιακής κατάστασης, της διαδικασίας, του τρόπου υποβολής και του ελέγχου των δηλώσεων» (Α' 144), στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι σε εξέλιξη η διενέργεια ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., στο πλαίσιο διερεύνησης υποθέσεων ή και κατόπιν σχετικών εισαγγελικών παραγγελιών. Για την περάτωση των αναγκαίων διαδικασιών που αφορούν στις εν λόγω υποθέσεις είναι αναγκαία η νόμιμη πρόσβαση της Υπηρεσίας στο φυσικό και ηλεκτρονικό αρχείο Δ.Π.Κ.-Δ.Ο.Σ., καθώς και η νομιμοποίηση διενέργειας των απαραίτητων διοικητικών ενεργειών.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και την ομαλή διεκπεραίωση των ως άνω υποθέσεων και ελέγχων, προτείνονται τα εξής:
(α) η παροχή δυνατότητας στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής να επικουρεί τον εποπτεύοντα τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών.
(β) η ρύθμιση του ζητήματος της διαβίβασης του τηρούμενου αρχείου ΔΠΚ που αφορά στο πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων στην αρμόδια πλέον Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.

Με το προτεινόμενο άρθρο 14, επιδιώκεται η οικονομική ενίσχυση των σπουδαστών μεικτής φοίτησης των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.), με στόχο την ενίσχυση και υποστήριξη της έγκαιρης ολοκλήρωσης των σπουδών τους, ιδίως εκείνων που διαθέτουν χαμηλά εισοδήματα (παράγραφος 1), επιφέροντας ουσιαστική αναβάθμιση στην παρεχόμενη ναυτική εκπαίδευση.

Με τον τρόπο αυτό, βελτιώνεται το ισχύον άρθρο 145 του ν. 4504/2017 (Α' 184), δεδομένου ότι επεκτείνεται το ευεργετικό κανονιστικό πεδίο της ρύθμισης όχι μόνο στους σπουδαστές εσωτερικής φοίτησης αλλά στους σπουδαστές μεικτής (εσωτερικής και εξωτερικής) φοίτησης. Παράλληλα, διασφαλίζεται η ισότιμη συμμετοχή σε ανώτερες βαθμίδες των ατόμων που ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικά ομάδες.

Το ποσό του επιδόματος καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησής του προσδιορίζονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, σύμφωνα με την προτεινόμενη παράγραφο 2.

Η ενίσχυση αυτή, σε ότι αφορά στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), παρέχεται βάσει της χρηματοδοτικής ροής του Επιχειρησιακού Προγράμματος της εν ισχύ Προγραμματικής Περιόδου (παράγραφος 3). Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα προπληρωμής από το Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαίδευσης (Κ.Ν.Ε.), μέσω των παγίων προκαταβολών Κ.Ν.Ε. των οικείων Α.Ε.Ν., κατά τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση της παραγράφου 7 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017.

Τέλος, με την παράγραφο 4, προστίθεται παράγραφος 9 στο άρθρο 145 του ν. 4504/2017, βάσει της οποίας ορίζεται ρητά ότι η έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού είναι το εκπαιδευτικό έτος 2017-2018.

Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής προωθεί, με το άρθρο 15, στο πλαίσιο των αρχών της καλής νομοθέτησης, βελτιωτικές ρυθμίσεις που αφορούν στη Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.), η οποία διέπεται από τον ιδρυτικό ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α' 94). Ειδικότερα, εντοπίζονται διατάξεις του ν. 4389/2016 που διέπουν την ίδρυση και λειτουργία της Ρ.Α.Λ., οι οποίες χρήζουν τροποποίησης, λόγω ασάφειας, δυσλειτουργιών που προκαλούν κατά την εφαρμογή τους ή κανονιστικών ελλείψεων αυτών. Συγκεκριμένα:

Με την παράγραφο 1, προωθείται προσθήκη στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 113 του ν. 4389/2016, με την οποία λαμβάνεται μέριμνα για τη θεσμοθέτηση της διαιτησίας ως προς τις διαφορές μεταξύ προσώπων που δραστηριοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο στις λιμενικές υπηρεσίες. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια από δικαστικές προσφυγές και εκτιμάται ότι θα προωθηθεί ο Πειραιάς και η Ελλάδα ως κέντρο διαιτησίας, με σκοπό την ανάπτυξη του διεθνούς και εγχώριου εμπορίου. Όσον αφορά στα πλεονεκτήματα της διαιτησίας, ενδεικτικά, αναφέρονται η ταχύτητα στην έκδοση αποφάσεων, η μυστικότητα της διαδικασίας και κυρίως το ουσιαστικό αποτέλεσμα που επιδιώκεται από τα μέρη, δηλαδή ο μη περιορισμός στα αυστηρά δικονομικά όρια που διέπουν τη λειτουργία της απόδοσης δικαιοσύνης.

Με την παράγραφο 2, προτείνεται η απάλειψη της λέξης «δεν» στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016 στη φράση «δεν εξετάζονται σε ποινικές δίκες», καθώς, σύμφωνα με τη διατύπωση που ισχύει σήμερα, δημιουργείται ουσιώδες νομικό πρόβλημα για την υποχρέωση παροχής πληροφοριών από φυσικά πρόσωπα. Με τον τρόπο αυτό, αίρεται η προαναφερόμενη δυσλειτουργία και διευκολύνεται το έργο της Ρ.Α.Λ.

Με την παράγραφο 3, προτείνεται η εισαγωγή της φράσης «ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016, με στόχο την επέκταση του κανονιστικής της ισχύος στο σύνολο των φορέων που συνιστούν το ελληνικό λιμενικό σύστημα. Δικαιολογητικός λόγος της προτεινόμενης προσθήκης είναι το γεγονός ότι οι φορείς διαχείρισης λιμένων στο ελληνικό λιμενικό σύστημα διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, ήτοι τους Οργανισμούς Λιμένων, με χαρακτήρα νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, καθώς και τα Λιμενικά Ταμεία και Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία, με χαρακτήρα νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, τα οποία εξαιρούνται βάσει της ισχύουσας ρύθμισης. Τονίζεται ότι τα Λιμενικά Ταμεία, συνολικού αριθμού άνω των ογδόντα (80), διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαχείριση του ελληνικού λιμενικού συστήματος και, σύμφωνα με το άρθρο 113 του ν. 4389/2016 (Ρυθμιστικές αρμοδιότητες Ρ.Α.Λ.), επιβλέπονται από την Αρχή. Επιπλέον, σύμφωνα με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αριθμ. 340/14- 04-2014 «Καθορισμός τέλους για τη χρηματοδότηση της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων (Ρ.Α.Λ.)» (Β' 924), και ειδικότερα βάσει των άρθρων 1-3, επιβάλλεται τέλος που ανέρχεται σε ποσοστό 0,2% επί των ετήσιων εσόδων των Λιμενικών Ταμείων και Δημοτικών Λιμενικών Ταμείων υπέρ της Ρ.Α.Λ. Επιπρόσθετα, σημαντικός αριθμός υποθέσεων/ καταγγελιών οι οποίες εξετάζονται από την Ρ.Α.Λ. αφορούν ή σχετίζονται με Λιμενικά Ταμεία και Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία.

Σύμφωνα με την ισχύουσα διατύπωση της παραγράφου 5 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016, τυχόν επιβολή κυρώσεων από τη Ρ.Α.Λ. δεν βρίσκει έρεισμα στο κείμενο του νόμου, παρά την ύπαρξη σχετικής ρητής πρόβλεψης στο άρθρο 9 της απόφασης της Ρ.Α.Λ. αριθμ. 330/16-05-2017 «Κανονισμός Διερεύνησης Καταγγελιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων» (Β' 1923), για την επιβολή προστίμων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παράγραφο 5 του άρθρου 114 ν. 4389/2016 και τις λοιπές διατάξεις του ν. 4389/2016 ή άλλα νομοθετήματα σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ήτοι στα Λιμενικά Ταμεία και τα Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία. Έτσι, εξαιτίας της έλλειψης ρητής πρόβλεψης παροχής δυνατότητας επιβολής προστίμου σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μένει άνευ κυρώσεως τυχόν δυστροπία των Λιμενικών Ταμείων για: α) τη μη παροχή στοιχείων και απόψεων επί υπόθεσης/καταγγελίας υπό εξέταση από τη Ρ.Α.Λ., β) την καταβολή του τέλους υπέρ της Ρ.Α.Λ., και ν) την παροχή οικονομικών στοιχείων.

Στο πλαίσιο αυτό, η προωθούμενη διάταξη αποσκοπεί στην κάλυψη του σχετικού νομικού κενού και τη νομιμοποιημένη διεύρυνση των κυρωτικών αρμοδιοτήτων της Ρ.Α.Λ. και επί νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Με την προτεινόμενη παράγραφο 4, επιδιώκεται η επαρκής κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών της Ρ.Α.Λ. για τη βέλτιστη λειτουργία της καθώς και η αρτιότερη στελέχωσή της με προσωπικό που γνωρίζει αποδεδειγμένα στην πράξη τη λειτουργία των λιμένων, τη λειτουργία των Λιμενικών Αρχών και τον τρόπο συνεργασίας με αυτές. Θεωρείται δε αναγκαία η αξιοποίηση των εξειδικευμένων γνώσεων και της εξοικείωσης του προτεινόμενου προς απορρόφηση προσωπικού με θέματα λιμένων, λιμενικής πολιτικής, Κανονισμών Λιμένων, επιτόπιων ερευνών κ.ο.κ. Επιπρόσθετα, τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. θεωρούνται τα πλέον κατάλληλα και καταρτισμένα, προκειμένου να υποστηρίζουν τις ελεγκτικές αρμοδιότητες της Ρ.Α.Λ. εντός λιμενικής ζώνης υπό τη διεύθυνση και την εποπτεία του κατά περίπτωση αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 114 του ν.4389/2016.

Η διάταξη κρίνεται αναγκαία για την άμεση ενίσχυση της στελέχωσης της Ρ.Α.Λ., προκειμένου να επιτελεί απρόσκοπτα την αποστολή της, στο πλαίσιο της γενικότερης εποπτείας και διασφάλισης της νομιμότητας των σχέσεων μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων του εθνικού λιμενικού συστήματος.

Ως προς την προτεινόμενη παράγραφο 5, σημειώνονται τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 125 του ν. 4389/2016, προβλέπεται ότι:
«6. Με αιτιολογημένη απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση άλλων πιστώσεων με τη διαδικασία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.».

Εξάλλου, στην παράγραφο 3 του άρθρου 125 του ιδίου νόμου προβλέπονται τα ακόλουθα:
«3. Τα έσοδα της Ρ.Α.Λ. εισπράττονται στο όνομα και για λογαριασμό της και κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Ρ.Α.Λ., σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της (π.δ. 19/2016, Α' 28). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, κατόπιν εισήγησης της Ρ.Α.Λ., καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών. Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. διαμορφώνονται ετησίως με απόφαση αυτής για να καλύψουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του επόμενου έτους. Η Ρ.Α.Λ. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσίου λογιστικού και όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Ρ.Α.Λ. και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με την ετήσια έκθεση του επόμενου έτους.».

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα ανωτέρω, η παράγραφος 3 αναφέρεται σε διαδικασία είσπραξης ποσών κι όχι σε διαδικασία σύνταξης ή τροποποίησης - αναμόρφωσης προϋπολογισμού. Επιπλέον, δεν καθίσταται πλήρως σαφές με το εδάφιο που ορίζει ότι «Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. διαμορφώνονται ετησίως με απόφαση αυτής για να καλύψουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του επόμενου έτους», ότι η Ρ.Α.Λ. δύναται να προβαίνει σε αναγκαίες, μικρούς εύρους τροποποιήσεις υφιστάμενου προϋπολογισμού, εφόσον τούτο απαιτηθεί για την εύρυθμη διαχειριστική της λειτουργία, όπως π.χ. καταβολές μισθοδοσίας, ασφαλιστικών εισφορών, καταβολές για τις διαγωνιστικές διαδικασίες στελέχωσης της Αρχής κ.ά.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 16, τροποποιούνται οι καταστατικού χαρακτήρα διατάξεις του β.δ. 160/1970 «Περί Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος» (Α'44), κατά το μέρος που αφορούν αφενός στους πόρους του Ταμείου που προέρχονται από κρατήσεις επί των μηνιαίων αποδοχών που καταβάλλονται στους μετόχους (στελέχη Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.) του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.) αφετέρου στον υπολογισμό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί το Ταμείο στους μετόχους (στελέχη Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.) που εξέρχονται από την ενεργό Υπηρεσία.

Η αναγκαιότητα ρύθμισης του θέματος έγκειται στη θεσμοθέτηση του ν. 4472/2017 «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις» (Α' 74), που έχει αναδρομική εφαρμογή από 01/01/2017. Συγκεκριμένα, με τον εν λόγω νόμο, καταργήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 50-51 του ν. 3205/2003 (Α' 297), στις οποίες προβλεπόταν η χορήγηση των μισθολογικών στοιχείων (βασικός μισθός, επίδομα χρόνου υπηρεσίας, επίδομα εξομάλυνσης μισθολογικών διαφορών, επίδομα ειδικής απασχόλησης για την Εθνική Άμυνα, Δημόσια Τάξη και Ασφάλεια και επίδομα θέσης υψηλής ή αυξημένης ευθύνης), τα οποία λαμβάνονταν υπόψη στην περίπτωση του Τ.Α.Λ.Σ., σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 15 του β.δ. 160/1970, για τον υπολογισμό των εισφορών αλλά και του παρεχόμενου εφάπαξ βοηθήματος.

Η παραπάνω ρύθμιση αποσκοπεί στην προσαρμογή των διατάξεων του β.δ. 160/1970 με εκείνες που προβλέπονται στον ν. 4472/2017, όπως ισχύει, και οι οποίες καθορίζουν το νέο μισθολόγιο των μετόχων του Ταμείου (στελεχών Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ.).

Εξάλλου, με την έκδοση των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 4505/2017 (Α' 189) και του άρθρου 45 του ν. 4509/2017 (Α' 201), ρυθμίστηκαν ζητήματα των εισπραττόμενων εισφορών και των καταβαλλόμενων εφάπαξ βοηθημάτων, αντίστοιχα, για τους Ειδικούς Λογαριασμούς Αλληλοβοήθειας των Μετοχικών Ταμείων Στρατού (Μ.Τ.Σ.), Ναυτικού (Μ.Τ.Ν.) και Αεροπορίας (Μ.Τ.Α.) που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Επίσης, με την Υπουργική Απόφαση αριθμ. ΓΔΟΕΣ/1/1/55-α' (Β' 4603/28-12-2017) ρυθμίστηκαν τα σχετικά θέματα ως προς το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (Αστυνομία και Πυροσβεστική - Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α.) που εποπτεύεται από το Υπουργείο Εσωτερικών.

Ως εκ τούτου, καθίσταται αναγκαία η άμεση θεσμοθέτηση των αντίστοιχων ρυθμίσεων που αφορούν στο Ταμείο Αρωγής Λιμενικού Σώματος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, των υπέρ αυτού κρατήσεων και του εφάπαξ των απόστρατε υ θέντων στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που εκκρεμεί, με απώτερο στόχο την εύρυθμη εκτέλεση του προϋπολογισμού του Τ.Α.Λ.Σ. Η ανάγκη αυτή απορρέει από την ανάγκη άμεσης τακτοποίησης της υφιστάμενης εκκρεμότητας ως προς τις παρακρατούμενες εισφορές των στελεχών αλλά και για λόγους ίσης μεταχείρισης των στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Με την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 17, τροποποιείται η περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 4256/2014 «Τουριστικά πλοία και άλλες διατάξεις» (Α' 92).

Συγκεκριμένα, επιδιώκεται η απαλοιφή της προϋπόθεσης που προέβλεπε το πλοίο αναψυχής να έχει μεταφορική ικανότητα άνω των δώδεκα (12) ατόμων, προκειμένου να επιτρέπεται σε αυτό η εκτέλεση σύμβασης ναύλωσης στην οποία ο τόπος παράδοσης και ο τόπος επαναπαράδοσης του βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια.

Σκοπός της προτεινόμενης διάταξης είναι να αρθούν υφιστάμενα εμπόδια, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε περισσότερα πλοία αναψυχής να δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό αλλά και για να επιτευχθεί η περαιτέρω ανάπτυξη του θαλασσίου τουρισμού αναψυχής, προς όφελος της εθνικής οικονομίας.

Με το προτεινόμενο άρθρο 18, θεσπίζεται το πλαίσιο για την παροχή δυνατότητας χρήσης και αποδοχής ηλεκτρονικών πιστοποιητικών από τους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς (νηογνώμονες).
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού FAL.5/Circ.39/Rev.2 της 20ης Απριλίου 2016, τα κράτη μέλη του Οργανισμού καλούνται να μειώσουν τα διοικητικά εμπόδια και να προωθήσουν την έκδοση πιστοποιητικών σε ηλεκτρονική μορφή. Ανάλογη παραίνεση διατυπώθηκε και στην κοινή διακήρυξη της τρίτης Συνόδου των Υπουργών των Μνημονίων Συνεννόησης των Παρισίων και Τόκυο για τον έλεγχο του κράτους λιμένα (Third Joint Ministerial Conference of the Paris and Tokyo Memoranda of Understanding on Port State Control), η οποία διενεργήθηκε στον Καναδά από τις 3 έως τις 4 Μαΐου του 2017.

Με τη χορήγηση της δυνατότητας έκδοσης ηλεκτρονικών πιστοποιητικών στους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς, αναβαθμίζεται και εκσυγχρονίζεται το πλαίσιο λειτουργίας της ναυτιλιακής διοίκησης, χωρίς να δημιουργείται πρόσθετο διοικητικό βάρος, δεδομένου ότι αρκετοί εξουσιοδοτημένοι οργανισμοί ήδη διαθέτουν τις αναγκαίες υποδομές για την έκδοση ηλεκτρονικών πιστοποιητικών, ενώ σε κάθε περίπτωση η αξιοποίηση της δυνατότητας που παρέχεται με την προτεινόμενη διάταξη είναι δυνητική γι' αυτούς.

Τέλος, η έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να θεσπιστούν οι αναγκαίοι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη χρήση και αποδοχή των ηλεκτρονικών πιστοποιητικών από τους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς καθώς και τα σχετικά με τη διασφάλιση της αυθεντικότητας αυτών πρότυπα. Επισημαίνεται δε ότι η έκδοση της εν λόγω κανονιστικής πράξης προσδιορίζεται εντός έξι (6) μηνών, παρέχοντας επαρκές χρονικό διάστημα για την προσαρμογή των εξουσιοδοτημένων οργανισμών στο προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο.

Με το άρθρο 19, επιδιώκεται η διασφάλιση της αναγνώρισης των πιστοποιητικών αυτοδυτών που χορηγούνται από το Παράρτημα της Σχολής Υποβρύχιων Καταστροφών (Σ.Υ.Κ.) του Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Επιπέδου 2 (ΚΔΒΜ2) του Κέντρου Εκπαίδευσης (Κ.Ε.) ΠΑΛΑΣΚΑΣ στα στελέχη των Ειδικών Δυνάμεων-Σωμάτων Ασφαλείας (Ε.Δ.-Σ.Α.) ως ισότιμων με τα πιστοποιητικά εκπαίδευσης για ερασιτέχνες αυτοδύτες επιπέδου 2, δεδομένης της έλλειψης σχετικής νομοθετικής πρόβλεψης, η οποία απαιτεί τροποποίηση του άρθρου 9 του ν. 3409/2005 «Καταδύσεις αναψυχής και άλλες διατάξεις» (Α' 273).

Σημειώνεται ότι στην παράγραφο 5 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005 προβλέπεται ότι αναφορικά με τα πτυχία υποβρύχιου καταστροφέα και υποβρυχίων αποστολών του προσωπικού του Π.Ν. και του Λ.Σ. παρέχεται δυνατότητα αναγνώρισης ισοτιμίας με τα πιστοποιητικά εκπαίδευσης για εκπαιδευτές αυτοδύτες ανώτερης κατηγορίας, με σχετική εξουσιοδοτική διάταξη. Αντιθέτως, ελλείπει αντίστοιχη νομοθετική μέριμνα για την αναγνώριση της ισοτιμίας των πιστοποιητικών των αυτοδυτών που χορηγούνται από το Παράρτημα Σ.Υ.Κ. ΠΑΛΑΣΚΑΣ.

Για το λόγο αυτό, προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 6 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005, με την οποία τα συγκεκριμένα πιστοποιητικά εκπαίδευσης αναγνωρίζονται ως ισότιμα για ερασιτέχνες αυτοδύτες (επιπέδου 2). Έτσι, με την προτεινόμενη διάταξη, τα πιστοποιητικά εκπαίδευσης του Παραρτήματος Σ.Υ.Κ. του Κ.Ε. ΠΑΛΑΣΚΑΣ, που χορηγούνται στους αποφοίτους του Σχολείου Αυτοδυτών της Σχολής Υποβρυχίων Καταστροφών, κατόπιν εκπαίδευσης, η οποία ακολουθεί τις απαιτήσεις του ισχύοντος εθνικού προτύπου καταδύσεων αναψυχής για την εκπαίδευση ερασιτεχνών αυτοδυτών επιπέδου 2 (ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 24801-2), αναγνωρίζονται ως ισότιμα των πιστοποιητικών εκπαίδευσης για ερασιτέχνες αυτοδύτες επιπέδου 2.

Τονίζεται ότι η προώθηση της εν λόγω ρύθμισης είναι αναγκαία για την υλοποίηση των συμπεφωνημένων, στο πλαίσιο του Μνημονίου Αρχών Συνεργασίας Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.) - Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ.).

Με το άρθρο 20, επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017«Δια βίου εκπαίδευση προσωπικού Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ενδυνάμωση της διαφάνειας και της αξιοκρατίας σε θέματα αρμοδιότητας Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ενίσχυση της κοινωνικής συμμετοχής στην ακτοπλοΐα, θέματα πολιτικού προσωπικού, συμπλήρωση διατάξεων για τα λιμενικά έργα και άλλες διατάξεις» (Α' 184), με το οποίο επέρχεται ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ. (Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων). Οι ρυθμίσεις που προτείνονται κρίνονται απαραίτητες για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος των Πανελληνίων Εξετάσεων για την εισαγωγή στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Συγκεκριμένα:

Με την παράγραφο 1, επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017, με στόχο την αναμόρφωση της εισαγωγής στη Σχολή Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Ειδικότερα, προτείνεται οι ιδιώτες υποψήφιοι να δύνανται να εισάγονται μέσω Πανελλαδικών Εξετάσεων σε δύο (2) μόνο βαθμίδες εκπαίδευσης, ήτοι εν προκειμένω στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, οι οποίες, με την έκδοση των προβλεπόμενων αντίστοιχα προεδρικών διαταγμάτων, εντάσσονται στην ανώτερη και ανώτατη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης, παρέχονται οι αναγκαίες νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις για τη ρύθμιση επιμέρους ζητημάτων εισαγωγής των υποψηφίων στις Σχολές αυτές (περιπτώσεις β και γ της παραγράφου 1 του προτεινόμενου άρθρου 20 ΣχΝ).

Επίσης, προβλέπεται προσθήκη στην παράγραφο 3 του άρθρου 79, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα προσδιορισμού με την προβλεπόμενη ήδη κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής του ποσοστού των προερχομένων υποχρεωτικά ισάριθμα ανά κατηγορία από τους εν ενεργεία μόνιμους Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες που εισάγονται στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ., με στόχο την ισότιμη παροχή δυνατότητας αξιοποίησης της εμπειρίας τους στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς και των προσόντων αυτών.

Περαιτέρω, με την παράγραφο 2 που προτείνεται, επιδιώκεται η έκδοση των απαραίτητων Κανονισμών Εκπαίδευσης της Σχολής Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων με εξουσιοδοτικές διατάξεις, ήτοι στην περίπτωση της Σχολής Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. με κοινή απόφαση των Αρχηγών Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και στην περίπτωση της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ. Με τον τρόπο αυτό, συμπληρώνεται η παράγραφος 4 του άρθρου 79 του ν. 4504/2017, που προβλέπει την έκδοση προεδρικού διατάγματος για τη ρύθμιση θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας των Σχολών αυτών, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα ευέλικτης κανονιστικής διαδικασίας έκδοσης και κυρίως αναμόρφωσης των Κανονισμών Εκπαίδευσης των Σχολών αυτών, υπό μορφή κοινής απόφασης και όχι προεδρικού διατάγματος που συνιστά χρονοβόρα κανονιστική μέθοδο, προκειμένου να διασφαλίζεται η ευχερέστερη προσαρμογή των Κανονισμών Εκπαίδευσης στα σύγχρονα μεταβαλλόμενα δεδομένα και τις πραγματικές ανάγκες του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Με την παράγραφο 3, λαμβάνεται μέριμνα, ώστε οι απόφοιτοι της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων να έχουν τη δυνατότητα να προαχθούν στο βαθμό του Κελευστή Λ.Σ., μετά την παρέλευση τριετίας από την ονομασία τους ως Λιμενοφύλακες, μέσω προαγωγικών εξετάσεων και ταχύρρυθμη εκπαίδευσή τους διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων. Παράλληλα, με την προτεινόμενη διάταξη, δίνεται σχετική νομοθετική εξουσιοδότηση για την ολοκληρωμένη ρύθμιση των επιμέρους θεμάτων εφαρμογής της.

Η παράγραφος 4 διασαφηνίζει ότι από τη θέση σε ισχύ του προτεινόμενου σχεδίου νόμου, η βασική εκπαίδευση του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. θα παρέχεται στις παραγωγικές Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Δοκίμων Λιμενοφυλάκων Λ.Σ., κατόπιν ρητής κατάργησης της Σχολής Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ. (Σ.Δ.Υ.Λ.Σ.), σε συνάρτηση με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Με την παράγραφο 5, λαμβάνεται μέριμνα από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για την παροχή δικαιώματος εισαγωγής στις παραγωγικές σχολές του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά τις διατάξεις του άρθρου 79 σε ειδικές κατηγορίες υποψηφίων, όπως αναλυτικά καθορίζονται με την προβλεπόμενη κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του ν 4504/2017, με γνώμονα την προστασία ευάλωτων κοινωνικά ομάδων της κοινωνίας. Επισημαίνεται ότι, υπό το παλαιότερο καθεστώς εισαγωγής στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. (με προκήρυξη διαγωνισμού), οι ειδικές αυτές κατηγορίες αναφέρονταν στις διατάξεις των περιπτώσεων α, β και γ της παραγράφου 2 και της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002 (Α' 311), οι οποίες προτείνεται να καταργηθούν με την παράγραφο 2 του άρθρου 26 του παρόντος σχεδίου νόμου, δεδομένου ότι η διατήρηση των προαναφερόμενων διατάξεων έρχεται σε αντίθεση με το νέο θεσμικό πλαίσιο περί Πανελληνίων Εξετάσεων και δημιουργεί σύγχυση ως προς το πεδίο εφαρμογής τους. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η θέσπιση ρητών αντίστοιχων διατάξεων στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 για λόγους ασφάλειας δικαίου.

Έτσι, προτείνεται η ρητή αναφορά των ειδικών κατηγοριών για τις οποίες προβλέπεται ποσόστωση για την εισαγωγή τους μέσω Πανελληνίων Εξετάσεων και αυτές είναι: πολύτεκνοι και τα τέκνα τους, τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, αναπήρων ή θυμάτων ειρηνικής περιόδου του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. εν ενεργεία ή συνταξιοδοτημένου για το λόγο αυτόν, τέκνα των αναγνωρισμένων ως αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τρίτεκνοι και τα τέκνα τους, τέκνα αποβιώσαντος στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας αυτής, τέκνα στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που κατέστη ανάπηρος συνεπεία τραυματισμού ή ασθένειας σε ποσοστό άνω του 67% κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής, καθώς και ιδιώτες που έχουν αποδεδειγμένα συμμετάσχει ενεργά σε επιχειρήσεις διάσωσης που συντονίζονται από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή τις Λιμενικές Αρχές της χώρας, πλην των υπαλλήλων Λιμένων, για τη διάσωση προσώπων υπό κίνδυνο, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που αναφέρονται ρητά στην οικεία διάταξη.

Σημειώνεται ότι, με την παράγραφο 3 του άρθρου 79 του ν. 4504/2017, παρέχεται σχετική νομοθετική εξουσιοδότηση, προκειμένου οι ειδικές κατηγορίες των υποψηφίων των Πανελληνίων Εξετάσεων να καθορισθούν αναλυτικά με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Με το άρθρο 21, επέρχονται τροποποιήσεις στον ν. 3079/2002 (Α' 311), με στόχο την αναμόρφωση του συστήματος εισαγωγής στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., ως προς συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες προσωπικού του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 αυτού, επανακαθορίζεται ο τρόπος κατάταξης στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Αξιωματικών ειδικότητας Υγειονομικού (Ιατρών) και Αξιωματικών ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας (Οδοντιάτρων και Ψυχολόγων). Ειδικότερα, παρέχεται η δυνατότητα για τους Αξιωματικούς ειδικότητας Υγειονομικού (Ιατρούς) και τους Αξιωματικούς ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας με ειδικότητα Οδοντιάτρου, να προέρχονται όχι μόνο από ιδιώτες αλλά και από αποφοίτους της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων (Σ.Σ.Α.Σ.).

Επίσης, στην παράγραφο 2, για λόγους συστηματικής ενότητας του άρθρου, το οποίο αναφέρεται σε τροποποιήσεις του ν. 3079/2002 (Α' 311), προτείνεται η αντικατάσταση της περίπτωσης δ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002. Η προτεινόμενη διάταξη αποβλέπει ειδικά ως προς την ειδική κατηγορία των εν χηρεία συζύγων προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και των συζύγων προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. με αναπηρία άνω του 67% που έχουν στη ζωή ένα τουλάχιστον ανήλικο τέκνο, για τις/ τους οποίες/οποίους ίσχυε η τροποποιούμενη διάταξη της περίπτωσης δ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002, να προσλαμβάνονται στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή σε εποπτευόμενα από αυτό ν.π.δ.δ., είτε μετά από αίτησή τους, ως διοικητικοί υπάλληλοι είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν. 4504/2017 και όπως αναλυτικά καθορίζεται στην οικεία κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 79.

Με το άρθρο 22, ρυθμίζονται, επίσης, ζητήματα ως προς την εισαγωγή των υποψηφίων στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 1 αυτού, αντικαθίσταται η παράγραφος 9 του άρθρου 33 του ν. 4256/2014, ώστε, με την προτεινόμενη τροποποίηση, η προσκόμιση του παραβόλου ύψους δέκα (10) ευρώ να διατηρείται μόνο για διαγωνισμούς απευθείας κατάταξης προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που εξακολουθούν να ισχύουν για ειδικές κατηγορίες προσλαμβανόμενων (νομικοί, οικονομολόγοι, τεχνικοί, κ.ά.). Με τον τρόπο αυτό, καθίσταται σαφές ότι, σε καμία περίπτωση, η προσκόμιση του προαναφερόμενου παραβόλου δεν αφορά σε διαγωνισμούς για εισαγωγή στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ-ΕΛ.ΑΚΤ. με το σύστημα των Πανελληνίων Εξετάσεων.

Με την παράγραφο 2 και την αντίστοιχη τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4186/2013 (Α' 193), προστίθενται και περιλαμβάνονται ρητά οι Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, μεταξύ άλλων, στις Σχολές στις οποίες παρέχεται δυνατότητα εισαγωγής αποφοίτων Γενικού Λυκείου.

Αντίστοιχα, με την παράγραφο 3, τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα της περίπτωσης Α' της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4186/2013 (Α' 193), ώστε οι απόφοιτοι Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) να έχουν δικαίωμα συμμετοχής στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, η οποία προστίθεται ρητά στις προβλεπόμενες Σχολές εισαγωγής αυτών με Πανελλήνιες Εξετάσεις.

Με το άρθρο 23, αναγνωρίζεται βαθμολογικά η πενταετής υπηρέτηση στις Ένοπλες Δυνάμεις (υπηρεσία πενταετούς υποχρέωσης υπό το θεσμό του Ο.Π.Υ.- Ε.Π.Υ.), η οποία αποτελούσε προσόν μοριοδότησης κατά την εισαγωγή στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς ήδη αυτή υπολογίζεται μισθολογικά και δεν προκύπτει καμιά επιπλέον οικονομική επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Σημειώνεται ότι τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. φέρουν την ιδιότητα του στρατιωτικού, σύμφωνα με τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα (Σ.Π.Κ.). Εξάλλου, δεδομένου ότι η θέση του στρατιωτικού που τελείται σε ότι αφορά στη σχέση του με την υπηρεσία καλείται κατάσταση και σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 του π.δ. 37/2012 (Α' 37), τα είδη των καταστάσεων είναι δύο, η ενέργεια και η εφεδρεία, το προσωπικό του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. διέπεται κάθε φορά από τις ισχύουσες διατάξεις για τους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού προς τους οποίους εξομοιώνεται σε ότι αφορά την κατάσταση (άρθρο 129 ν. 3079/2002). Συνεπώς, τα στελέχη Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που είχαν υπηρετήσει πριν την εισαγωγή τους στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. στις Ένοπλες Δυνάμεις με την ιδιότητα του Ο.Π.Υ.-Ε.Π.Υ. ήταν στρατιωτικοί σε κατάσταση ενέργειας και διέπονται από τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις για τους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές και Υπαξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού και κατ' επέκταση τις Ένοπλες Δυνάμεις προς τους οποίους εξομοιώνεται σε ότι αφορά την κατάσταση. Για τους Λιμενοφύλακες από την κατάταξή τους στη Σχολή Λιμενοφυλάκων εφαρμόζονται ανάλογα οι εκάστοτε ισχύουσες για τους Υπαξιωματικούς του Λ.Σ. διατάξεις, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον Κώδικα αυτόν (άρθρο 129 ν. 3079/2002).

Έτσι, τα πέντε έτη υπηρεσίας σε κατάσταση ενέργειας στις Ένοπλες Δυνάμεις εξομοιώνονται και προσμετρώνται ως 5 έτη υπηρεσίας σε κατάσταση ενέργειας στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Εξάλλου, τα πέντε έτη υπηρεσίας αποτέλεσαν απαραίτητο προσόν συμμετοχής στην προκήρυξη του διαγωνισμού στη συγκεκριμένη ειδική κατηγορία υποψηφίων για εισαγωγή στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., εφόσον επιλεγούν.

Περαιτέρω, σημειώνεται ότι τα πέντε έτη υπηρεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις ήδη αναγνωρίζονται από το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. αναφορικά με την προαγωγή στον εκάστοτε μισθολογικό βαθμό/ κλιμάκια (μισθολογικές προαγωγές) και για την προαγωγή στην επόμενη κατηγορία του χρονοεπιδόματος, ενώ αναγνωρίζονται και συνταξιοδοτικά, ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία.

Τονίζεται ότι η πενταετής υπηρεσία αυτή δεν πρέπει να συγχέεται και, σε καμία περίπτωση, ούτε εξομοιώνεται με τη στρατιωτική θητεία, η οποία και αποτελεί απλώς τυπικό προσόν για την εισαγωγή στη Σχολή Λιμενοφυλάκων, καθώς προσδιορίζεται με διακριτό νόμο, ο οποίος την ορίζει ως σχέση εργασίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 14, 1 και 2 του άρθρου 15 και 1 του άρθρου 16 του ν. 1513/1985 (Α' 12).

Επί της ουσίας, δηλαδή, με την προτεινόμενη διάταξη, λαμβάνεται μέριμνα για τη βαθμολογική εξέλιξη των στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που προέρχονται από υπηρεσία πενταετούς υποχρέωσης στις Ένοπλες Δυνάμεις, δεδομένου μάλιστα ότι αυτή αποτέλεσε προσόν μοριοδότησης για την εισαγωγή στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, καθώς ήδη υπολογίζεται μισθολογικά και δεν προκύπτει επιπλέον οικονομική επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισμού. Έτσι, με την προτεινόμενη διάταξη, επιδιώκεται ο χρόνος υπηρεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις υπό το θεσμό του Ο.Π.Υ.-Ε.Π.Υ. να θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στελέχους Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ. και να προσμετράται για τη συμπλήρωση του απαιτούμενου προς προαγωγή χρόνου.

Με το άρθρο 24, η προτεινόμενη διάταξη για την αντικατάσταση του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973 (Α' 261), επιδιώκει τη βελτίωση της διαδικασίας επιβολής των διοικητικών κυρώσεων για παραβάσεις των αστυνομικών διατάξεων (Κανονισμών Λιμένων), δεδομένου ότι: α) συντομεύεται η διοικητική διαδικασία, με την ενσωμάτωση της έκθεσης βεβαίωσης παράβασης και κλήσης σε απολογία σε ένα έντυπο, β) δίνεται η δυνατότητα πρόβλεψης συγκεκριμένων ορίων προστίμων για κάθε παράβαση, ρύθμιση η οποία αναμένεται ότι θα συντελέσει τόσο στην ομοιόμορφη αντιμετώπιση των παραβατών όσο και στην αποτροπή τυχόν παράνομων συνδιαλλαγών ως προς το ύψος του επιβληθέντος κάθε φορά προστίμου και γ) αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της αδυναμίας είσπραξης προστίμων που βεβαιώνονται σε πρόσωπα που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό και δεν διαθέτουν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να τίθεται τέλος στην απώλεια δημοσίων εσόδων για το λόγο αυτό.

Με την παράγραφο 1 της προτεινόμενης διάταξης, προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής εκ μέρους του προϊσταμένου της Λιμενικής Αρχής προστίμου συγκεκριμένου ύψους, ήτοι από πενήντα (50,00) έως και εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ, για παραβάσεις που αφορούν σε Κανονισμούς Λιμένων, Γενικούς ή Ειδικούς. Σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη του άρθρου 157 του ν.δ. 187/1973 (Α' 261), το ανώτατο όριο του οποίου αναπροσαρμόζεται σε ετήσια βάση κατά 5% και σήμερα ανέρχεται σε 58.105.11 ευρώ. Δεδομένου ότι το προαναφερόμενο όριο προστίμου είναι αρκετά υψηλό για τις παραβάσεις των αστυνομικών διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων και δεν πρέπει να αυξηθεί περαιτέρω, σε εναρμόνιση με την αρχή της αναλογικότητας, ενώ η κατ' έτος αναπροσαρμογή του, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, δημιουργεί σύγχυση τόσο στους πολίτες όσο και στα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., κρίνεται απαραίτητη η αναπροσαρμογή του ύψους του προστίμου, στο πλαίσιο του εξορθολογισμού του και της διαμόρφωσης κανονιστικών όρων ασφάλειας δικαίου. Για το λόγο αυτό, θεσμοθετείται η δυνατότητα πρόβλεψης συγκεκριμένου πλαισίου ύψους του προστίμου για κάθε διακριτή παράβαση των Κανονισμών Λιμένων. Η τροποποίηση αυτή αποσκοπεί στο να εφαρμοστεί σταδιακά η συγκεκριμένη διαδικασία στο σύνολο των Κανονισμών Λιμένων, έτσι ώστε, αφενός να εκλείψει το φαινόμενο της επιβολής προστίμου διαφορετικού ύψους για όμοιες παραβάσεις που διαπιστώνονται σε όλη την Επικράτεια, αφετέρου να αποτραπούν τυχόν παράνομες συναλλαγές ως προς το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται κάθε φορά από τον προϊστάμενο της εκάστοτε Λιμενικής Αρχής. Παράλληλα, επιδιώκεται η εναρμόνιση του ύψους των προστίμων με την αρχή της αναλογικότητας, αφού προβλέπονται ρητά και λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια της βαρύτητας της παράβασης, των συνθηκών τέλεσης αυτής, του βαθμού επανάληψής της και της βλάβης που προκλήθηκε στο Δημόσιο κατά την επιβολή των εκάστοτε διοικητικών προστίμων.

Περαιτέρω, προσδιορίζεται με σαφήνεια η διαδικασία επιβολής προστίμου (παράγραφος 2), στο πλαίσιο της οποίας απαιτείται η σύνταξη σχετικής έκθεσης βεβαίωσης που κοινοποιείται στον παραβάτη και στην οποία ενσωματώνεται κλήση σε έκθεση απόψεων εντός συγκεκριμένης προθεσμίας από την κοινοποίηση της έκθεσης βεβαίωσης παράβασης. Τονίζεται ότι, με την ενσωμάτωση της κλήσης για διατύπωση αντιρρήσεων στην έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, η διοικητική διαδικασία καθίσταται λιγότερο χρονοβόρα και γραφειοκρατική και εξοικονομείται πολύτιμος χρόνος απασχόλησης του προσωπικού του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Σημειώνεται ότι αναφορικά με την παράγραφο 3 της προτεινόμενης διάταξης, η οποία επιτρέπει την επιβολή της διοικητικής κύρωσης της απαγόρευσης απόπλου πλοίου σε βάρος πλοιοκτήτη, εφοπλιστή, πλοιάρχου ή κυβερνήτη, η εφαρμογή της είναι δυνητική από τον προϊστάμενο της οικείας Λιμενικής Αρχής. Σημειώνεται ότι λαμβάνεται μέριμνα με ειδική νομοθετική μνεία σε αυτή για μη εφαρμογή της, επί παραδείγματι, για συγκοινωνιακούς λόγους, ώστε να μην ανακύπτει κίνδυνος καθυστερήσεων, παρακώλυσης του συγκοινωνιακού έργου και ταλαιπωρίας του επιβατικού κοινού, στην περίπτωση των δρομολογημένων πλοίων που εξυπηρετούν τακτικές ανάγκες συγκοινωνιακού περιεχομένου. Ουσιαστικά, πρόκειται για αναμόρφωση της ήδη ισχύουσας διάταξης, η οποία αποβλέπει στην επιβολή αντικινήτρων στους υποψήφιους παραβάτες, λαμβάνοντας παράλληλα μέριμνα για λόγους δημοσίου συμφέροντος (συγκοινωνιακοί λόγοι, κ.ο.κ.).

Η παράγραφος 4 της προτεινόμενης διάταξης υπενθυμίζει την υποχρέωση τήρησης της κείμενης νομοθεσίας, ήτοι των Κανονισμών Λιμένων, επιβάλλοντας τη δυνατότητα επιβολής του διοικητικού μέτρου της αναστολής άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας, αφού τίθεται ανώτατο όριο εξήντα (60) ημερών, ώστε το μέτρο να μην καθίσταται εξοντωτικό για την επαγγελματική υπόσταση του παραβάτη. Παράλληλα, προτείνεται να συνιστά πλημμέλημα (με ποινή μέχρι ενός έτους) η μη τήρηση του μέτρου της αναστολής άσκησης δραστηριότητας, με στόχο το μέτρο αυτό να λειτουργεί προληπτικά και αποτρεπτικά σε επαρκή βαθμό ως προς την εξακολούθηση της ίδιας παραβατικής συμπεριφοράς.

Επίσης, με την παράγραφο 5, επιδιώκεται η αντιμετώπιση και ο δραστικός περιορισμός του φαινομένου της ατιμωρησίας και της μη είσπραξης του επιβαλλόμενου προστίμου σε βάρος παραβατών των αστυνομικών διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων, ιδίως ιδιωτικών σκαφών αναψυχής, των οποίων οι ιδιοκτήτες-χειριστές είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού και δεν διαθέτουν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) στην Ελλάδα.

Με τον τρόπο αυτό, διασφαλίζεται αφενός η είσπραξη των προστίμων σε περιπτώσεις παραβάσεων προς ενίσχυση των δημοσίων εσόδων αφετέρου η ισότιμη μεταχείριση των παραβατών είτε διαμένουν στην Ελλάδα είτε όχι, δεδομένου ότι ως προς τους μόνιμους κατοίκους εξωτερικού δεν είναι εφικτός ο εντοπισμός τους και η βεβαίωση και είσπραξη του σε βάρους επιβληθέντος προστίμου, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται πλαίσιο άδικης μεταχείρισης των παραβατών που είναι μόνιμοι κάτοικοι εσωτερικού και διαθέτουν Α.Φ.Μ. στη χώρα μας.

Εξάλλου, παράλληλα με το πιστοποιητικό αξιοπλοΐας, προτείνεται να αφαιρείται και το πιστοποιητικό κυριότητας, μέτρο που επίσης εκτιμάται ότι μπορεί να επιφέρει θετικά προληπτικά αποτελέσματα στην προσπάθεια περιορισμού των παραβάσεων των αστυνομικών διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων. Αντίστοιχη πρόβλεψη προτείνεται και αναφορικά με την περίπτωση που η παράβαση αφορά στο όχημα και ο παραβάτης δεν διαθέτει Α.Φ.Μ. στην Ελλάδα, για την οποία προβλέπεται η αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας και των πινακίδων του οχήματος.

Η παράγραφος 6 αποτελεί αναμόρφωση των ισχυουσών παρόμοιων διατάξεων.

Ως προς την παράγραφο 7, επιδιώκεται η παροχή ευχέρειας αύξησης ή μείωσης του ανώτατου ορίου του προστίμου της παραγράφου 1, με την πιο ευέλικτη διαδικασία της έκδοσης προεδρικού διατάγματος, μετά από πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, χωρίς δηλαδή να απαιτείται τροποποίηση του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973. Με τον τρόπο αυτό, μειώνεται το κανονιστικό βάρος που προκαλείται από τη ρύθμιση για την ελληνική έννομη τάξη.

Με τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας έκδοσης υπουργικής απόφασης της παραγράφου 8, παρέχεται η ευχέρεια καθορισμού επιμέρους διαδικασιών και λεπτομερειών, που ενδεχομένως κρίνεται απαραίτητο να απαιτηθούν για την ομαλή εφαρμογή του συνόλου των προτεινόμενων διατάξεων του παρόντος.

Σημειώνεται ότι η ρύθμιση που προτείνεται κρίνεται αναγκαίο να προωθηθεί άμεσα, δεδομένου ότι θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα επίσης η επεξεργασία των Κανονισμών Λιμένων για τη σταδιακή εφαρμογή της παραγράφου 2 αυτής.,

Αναφορικά με το άρθρο 25, σημειώνονται τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με την περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4256/2014 (Α' 92), τα ιδιωτικά πλοία αναψυχής υπό ελληνική σημαία ή σημαία των άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφοδιάζονται με Δελτίο Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), το οποίο χορηγείται από οποιαδήποτε Λιμενική Αρχή, ανεξαρτήτως του τόπου ελλιμενισμού ή από τη Λιμενική Αρχή του λιμένα στον οποίο καταπλέουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η διάρκεια ισχύος του ΔΕ.Κ.Π.Α. είναι αορίστου χρόνου και υπόκειται σε ετήσια θεώρηση από τη Λιμενική Αρχή.

Κατ' εξουσιοδότηση της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4256/2014, εκδόθηκε η κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αριθμ. 3133.1/76888/2016/08-09-2016 «Καθορισμός τύπου Δελτίου Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), κριτήρια έκδοσης, προϋποθέσεις θεώρησης και ανανέωσης του» (Β' 3061), με την οποία καθορίζονται ο τύπος του ΔΕ.Κ.Π.Α., τα κριτήρια έκδοσής του και οι προϋποθέσεις θεώρησης και ανανέωσήςτου.

Κατά παράβαση της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4256/2014 αλλά και των διατάξεων της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης, επιβαλλόταν διοικητική ποινή προστίμου ύψους από πέντε χιλιάδες (5.000) έως και είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σύμφωνα με την περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014, όπως συμπληρώθηκε με την περίπτωση α της παραγράφου 3 του άρθρου 55 του ν. 4276/2014 (Α' 155).

Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017 (Α' 184), προστέθηκε εδάφιο στην περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014 και το πρόστιμο που επιβάλλεται, σε περίπτωση μη εφοδιασμού υπόχρεου πλοίου με ΔΕ.Κ.Π.Α. ή σε περίπτωση μη ετήσιας θεώρησής του, μειώθηκε σε χίλια (1.000) και πεντακόσια (500) αντίστοιχα ευρώ.

Ως εκ τούτου, τονίζονται τα εξής:
(α) Οι αποφάσεις επιβολής προστίμων που εκδόθηκαν από τις Λιμενικές Αρχές πριν την ως άνω τροποποίηση του ύψους των προστίμων και αφορούν σε πλοία που δεν ήταν εφοδιασμένα με ΔΕ.Κ.Π.Α. ή δεν είχαν προβεί σε ετήσια θεώρησή του ή δεν είχαν προβεί σε μεταβολή των στοιχείων που αναγράφονται σε αυτό, επιβάλλουν τα οριζόμενα κατά την ημερομηνία έκδοσής τους πρόστιμα και ειδικότερα πρόστιμα ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, δηλαδή το κατώτατο προβλεπόμενο κατά την ημερομηνία έκδοσής τους πρόστιμο.
(β) Τα πρόστιμα, όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017, αφορούν στις περιπτώσεις μη έκδοσης ΔΕ.Κ.Π.Α. (πρόστιμο ύψους 1.000 ευρώ) και μη θεώρησής του (πρόστιμο ύψους 500 ευρώ), και όχι σε περιπτώσεις παραβάσεων των διατάξεων της προαναφερόμενης κοινής υπουργικής απόφασης αριθμ. 3133.1/76888/2016/08-09-2016, όπως η μη μεταβολή των στοιχείων που αναγράφονται σε αυτό.

Αξιολογώντας το γεγονός ότι το ύψος του προστίμου είναι ιδιαίτερο υψηλό και δυσανάλογο της παράβασης - άλλωστε εξ αυτού του λόγου προωθήθηκε και θεσμοθετήθηκε η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017 - προτείνεται η εν λόγω ρύθμιση για τον εξορθολογισμό και την εναρμόνιση της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014 με την αρχή της αναλογικότητας.

Στο άρθρο 26, με την παράγραφο 1 αυτού, προτείνεται από τη δημοσίευση του παρόντος, η κατάργηση των παραγράφων 1-6 άρθρου 4 του ν. 3079/2002, που αναφέρεται στην κατάταξη των Υπαξιωματικών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., δεδομένης της προτεινόμενης κατάργησης της Σχολής Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ. με την προτεινόμενη παράγραφο 1 του άρθρου 20 του σχεδίου νόμου. Αντιθέτως, διατηρείται σε ισχύ η διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 3079/2002, όπως είχε προστεθεί με την παράγραφο 6 του άρθρου 42 του ν. 4256/2014 (Α' 92) και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 63 του ν. 4504/2017 (Α' 184), δεδομένου ότι αναφέρεται σε Υπαξιωματικούς Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. ειδικότητας Υγειονομικού (βοηθοί ακτινολογικού εργαστηρίου, βοηθοί μικροβιολογικού εργαστηρίου, νοσηλευτές, οδοντοτεχνικοί, φυσιοθεραπευτές, εργοθεραπευτές και λογοθεραπευτές) που προέρχονται από ιδιώτες υποψηφίους.

Επίσης, με την παράγραφο 2, προτείνεται η κατάργηση των διατάξεων των περιπτώσεων α, β και γ της παραγράφου 2 και της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002, με τις οποίες καθορίζονταν ειδικές κατηγορίες υποψηφίων και ποσοστά θέσεων για αυτούς, σε περίπτωση προκήρυξης διαγωνισμού με το παλαιό σύστημα εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς η διατήρησή τους έρχεται σε αντίθεση με το νέο νομικό πλαίσιο και δημιουργεί σύγχυση ως προς το πεδίο εφαρμογής τους. Εξάλλου, με την τροποποίηση της παραγράφου 3 του άρθρου 79 του ν.4504/2017, όπως προτείνεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 20 του σχεδίου νόμου, παρέχεται εξουσιοδότηση, προκειμένου οι ειδικές κατηγορίες των υποψηφίων να καθορισθούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Με το άρθρο 27, ως προς το Μέρος Α' τίθεται η ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος σχεδίου νόμου από την 10η Οκτωβρίου 2017, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 της Οδηγίας (EE) 2015/1794.

Επίσης, ως προς το Μέρος Β' (Λοιπές Διατάξεις) και το Μέρος Γ' (Λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) ορίζεται διακριτή ημερομηνία έναρξης ισχύος των οικείων διατάξεων, ήτοι από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις, όπως ενδεικτικά στο άρθρο 16 του σχεδίου νόμου.



ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:
«Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»


ΜΕΡΟΣ Α'
«Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2015/1794»

Άρθρο 1
Σκοπός


Με τις διατάξεις του παρόντος μέρους, ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία (EE) 2015/1794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 2015 (EE L263/1, 8.10.2015), που τροποποιεί τις οδηγίες 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (EE L283/36, 28.10.2008), 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (EEL 122/28, 16.5.2009) και 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2002 περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (EE L80/29, 23.3.2002) και τις οδηγίες 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ης Ιουλίου 1998 για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (EE L 225/16, 12.8.1998) και 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (EEL 82/16, 22.3.2001), όσον αφορά τους ναυτικούς και άλλες διατάξεις.

Άρθρο 2
(άρθρο 1 παρ. 3 Οδηγίας 2008/94/ΕΚ)


Η υποπερίπτ. β της περίπτ. II της παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 1/1990 (Α' 1), που προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 40/2017 (Α' 34), καταργείται και η υποπερίπτ. γ αναριθμείται σε υποπερίπτ. β.

Άρθρο 3
(Άρθρα 1 παρ. 7, 2, 8 παρ. 1,10 παρ. 3,12 Οδηγίας 2009/38/ΕΚ)


1. Η παρ. 2 του άρθρου 50 του ν. 4052/2012 (Α' 41) καταργείται.

2. Στο τέλος της περίπτ. δ της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν στους εργαζόμενους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντων υπό ελληνική σημαία πλοίων, εκπρόσωποι των εργαζόμενων μπορεί να είναι και οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των πρωτοβάθμιων οργανώσεών της.».

3. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 62 του ν. 4052/2012 προστίθεται η ακόλουθη φράση:
«και, εάν στους εργαζόμενους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων, σύμφωνα και με το άρθρο 5 του π.δ. 190/2008 (Α' 248).».

4. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 64 του ν. 4052/2012 προστίθενται τα εξής εδάφια:
«Μέλος της Ειδικής Διαπραγματευτικής Ομάδας (Ε.Δ.Ο.) ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εργαζομένων (Ε.Σ.Ε.), ή ο αναπληρωτής τους, που είναι μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντος υπό ελληνική σημαία πλοίου, δικαιούται να μετέχει σε συνεδρίαση της Ε.Δ.Ο. ή του Ε.Σ.Ε. ή σε οποιαδήποτε άλλη συνάντηση, κατά τις διαδικασίες που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 56, αν, κατά την πραγματοποίηση της συνεδρίασης, το μέλος αυτό ή ο αναπληρωτής του δεν βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα κράτους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο η ναυτιλιακή επιχείρηση έχει την έδρα της. Οι συνεδριάσεις, όπου είναι εφικτό, προγραμματίζονται, ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των μελών ή των αναπληρωτών τους, που είναι μέλη των πληρωμάτων θαλασσοπλοούντων πλοίων. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, σύμφωνα με τα παραπάνω, ένα μέλος της Ε.Δ.Ο. ή του Ε.Σ.Ε. ή ο αναπληρωτής του, δεν μπορεί να παραστεί στη συνεδρίαση, εξετάζεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης, εφόσον είναι εφικτό, νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας.».

5. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 66 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις διαδικασίες ενημέρωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 6 του π.δ. 190/2008 (Α' 248).».

6. Στο τέλος του άρθρου 70 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν στους εργαζόμενους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων, στους εκπροσώπους των εργαζόμενων μπορεί να μετέχουν και οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των πρωτοβάθμιων οργανώσεών της.».

7. Στο τέλος του άρθρου 75 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν στους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων, τα ανωτέρω στοιχεία γνωστοποιούνται εγγράφως εντός τριμήνου από την έναρξη λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εργαζομένων και στη Διεύθυνση Ναυτικής Εργασίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.».

Άρθρο 4
(Άρθρο 1 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως 8, ως «ομαδικές απολύσεις» νοούνται οι απολύσεις ναυτικών θαλασσοπλοούντος πλοίου εγγεγραμμένου στο ελληνικό νηολόγιο, οι οποίες πραγματοποιούνται από τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή για έναν ή περισσότερους λόγους που δεν αφορούν στο πρόσωπο των απολυομένων και υπερβαίνουν, για περίοδο τριάντα (30) ημερών, τα όρια της επόμενης παραγράφου.

2. Τα όρια πέρα από τα οποία οι απολύσεις θεωρούνται ομαδικές καθορίζονται από τον αριθμό των ναυτικών που απασχολούνται στην αρχή του μήνα και είναι τα εξής:
α) Μέχρι έξι (6) ναυτικούς για πλοία, στα οποία απασχολούνται συνήθως είκοσι (20) έως εκατόν πενήντα (150) ναυτικοί.
β) Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) των ναυτικών και μέχρι τριάντα (30) ναυτικούς για πλοία, στα οποία απασχολούνται συνήθως πάνω από εκατόν πενήντα (150) ναυτικοί.

3. Για τον υπολογισμό του αριθμού των απολύσεων που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου, όλοι οι τρόποι λήξης της σύμβασης ναυτικής εργασίας που γίνονται με πρωτοβουλία του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή για έναν ή περισσότερους λόγους, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με το πρόσωπο των ναυτικών, εξομοιώνονται με τις ανωτέρω απολύσεις, υπό τον όρο ότι οι απολύσεις είναι τουλάχιστον πέντε (5).

4. Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως 8, ως «εκπρόσωποι των ναυτικών» νοούνται οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των οργανώσεών της, αναλόγως της ειδικότητας ναυτολόγησης των προς απόλυση ναυτικών. Ο αριθμός των οριζομένων δεν μπορεί να είναι μικρότερος των τριών (3) και μεγαλύτερος του αριθμού των ειδικοτήτων των προς απόλυση ναυτικών.

5. Τα άρθρα 4 έως 8 δεν εφαρμόζονται:
α) επί ομαδικών απολύσεων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμβάσεων εργασίας ναυτικών που έχουν συναφθεί για ορισμένο χρόνο ή κατά πλουν, εκτός εάν οι απολύσεις αυτές γίνουν πριν από τη λήξη των συμβάσεων αυτών ή την εκτέλεση του πλου,
β) επί των ναυτικών θαλασσοπλοούντων πλοίων που ανήκουν στο δημόσιο ή σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 5
(Άρθρο 2 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Όταν ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, υποχρεούται να πραγματοποιεί, εγκαίρως, διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των ναυτικών, με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας.

2. Οι διαβουλεύσεις αφορούν τουλάχιστον τις δυνατότητες αποφυγής ή μείωσης των ομαδικών απολύσεων, καθώς και τις δυνατότητες άμβλυνσης των συνεπειών, με προσφυγή σε συνοδευτικά κοινωνικά μέτρα που έχουν σκοπό τη βοήθεια για την επαναπασχόληση ή τον αναπροσανατολισμό των απολυόμενων ναυτικών.
Οι εκπρόσωποι των ναυτικών μπορούν να προσφεύγουν σε εμπειρογνώμονες.

3. Για να μπορέσουν οι εκπρόσωποι των ναυτικών να διατυπώσουν εποικοδομητικές προτάσεις, ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής οφείλει, εγκαίρως, κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων:
α) να τους παρέχει όλες τις χρήσιμες πληροφορίες και
β) να τους ανακοινώνει εγγράφως:
αα) τους λόγους του σχεδίου απολύσεων,
ββ) τον αριθμό και τις ειδικότητες των υπό απόλυση ναυτικών,
γγ) τον αριθμό και τις κατηγορίες των συνήθως απασχολούμενων ναυτικών,
δδ) την περίοδο κατά την οποία πρόκειται να γίνουν οι απολύσεις,
εε) τα προβλεπόμενα κριτήρια για την επιλογή των ναυτικών που θα απολυθούν, τηρουμένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για τη σύνθεση του πληρώματος θαλασσοπλοούντων πλοίων.
στστ) την προβλεπόμενη μέθοδο υπολογισμού οποιασδήποτε ενδεχόμενης αποζημίωσης απόλυσης, εκτός εκείνης που απορρέει από την εθνική νομοθεσία ή και την πρακτική.
Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής οφείλει να διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εμπορικού Ναυτικού (Σ.Ε.Ν.), που συστάθηκε στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με το άρθρο 118 του ν. 4504/2017 (Α' 184) αντίγραφο της γραπτής ανακοίνωσης της περ. β'.

4. Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής μπορεί να θέσει υπ' όψη των ναυτικών κοινωνικό πλάνο για τους υπό απόλυση ναυτικούς, δηλαδή μέτρα άμβλυνσης των επιπτώσεων της απόλυσης, όπως ποσά για κάλυψη αυτασφάλισης, διαθέσιμα ποσά μέσω εταιρικής κοινωνικής ευθύνης για κατάρτιση και συμβουλευτική για επανένταξη στην αγορά εργασίας, ενέργειες για την αξιοποίηση ειδικών προγραμμάτων αντιμετώπισης της επαπειλούμενης ανεργίας των υπό απόλυση ναυτικών, καθώς και δυνατότητες, μεθόδους και κριτήρια για την κατά προτεραιότητα επαναπρόσληφή τους.

5. Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παρ. 1, 2 και 3 εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το εάν η απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις λαμβάνεται από τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή ή από επιχείρηση που ελέγχει τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή.

6. Σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων ενημέρωσης, διαβούλευσης και κοινοποίησης που ορίζονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 6, δεν λαμβάνεται υπόψη, ως δικαιολογία, το επιχείρημα του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ότι η επιχείρηση που έλαβε την απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις δεν του παρέσχε τις αναγκαίες πληροφορίες.

Άρθρο 6
(Άρθρο 3 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής κοινοποιεί εγγράφως στο Σ.Ε.Ν. κάθε σχεδιαζόμενη ομαδική απόλυση.
Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής υποχρεούται να κοινοποιήσει εγγράφως στο Σ.Ε.Ν., σχέδιο ομαδικών απολύσεων που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας του πλοίου, η οποία επέρχεται ύστερα από δικαστική απόφαση.
Η κοινοποίηση περιέχει κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τη σχεδιαζόμενη ομαδική απόλυση και τις διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των ναυτικών που προβλέπονται στο άρθρο 5, και ιδίως τους λόγους της απόλυσης, τον αριθμό των υπό απόλυση ναυτικών, τον αριθμό των συνήθως απασχολουμένων και την περίοδο μέσα στην οποία πρόκειται να πραγματοποιηθούν οι απολύσεις.

2. Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής διαβιβάζει στους εκπροσώπους των ναυτικών και στους ναυτικούς αντίγραφο του κοινοποιούμενου, σύμφωνα με την παρ. 1, σχεδίου απολύσεων. Οι εκπρόσωποι των ναυτικών μπορούν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους στο Σ.Ε.Ν..

Άρθρο 7
(Άρθρο 4, 5, 6 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Η προθεσμία των διαβουλεύσεων μεταξύ των ναυτικών και του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή είναι τριάντα (30) ημέρες και αρχίζει από την πρόσκληση του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή για διαβουλεύσεις στους εκπροσώπους των ναυτικών. Το αποτέλεσμα της διαβούλευσης διατυπώνεται σε πρακτικό που υποβάλλεται από τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή στο Σ.Ε.Ν. . Οι εκπρόσωποι των ναυτικών μπορούν να καταθέσουν στο Σ.Ε.Ν. υπόμνημα επί των διαβουλεύσεων.

2. Αν υπάρξει συμφωνία των μερών ακόμη και σε χρόνο προγενέστερο της προθεσμίας της παρ. 1, οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται, σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας που διατυπώνεται στο πρακτικό διαβουλεύσεων και ισχύουν δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του πρακτικού διαβούλευσης στο Σ.Ε.Ν., υπό την επιφύλαξη έγγραφης δήλωσης των ναυτικών κατ' επιλογήν τους που καταχωρείται σε παραπάνω πρακτικό για προ του ανωτέρω χρονικού διαστήματος έναρξης ισχύος των απολύσεων.

3. Αν δεν υπάρξει συμφωνία των μερών, το Σ.Ε.Ν., εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία υποβολής του πρακτικού διαβούλευσης, με αιτιολογημένη απόφαση του διαπιστώνει αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή προς ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των ναυτικών, καθώς και η υποχρέωση κοινοποίησης των σχετικών εγγράφων, σύμφωνα με το άρθρο 5. Για τον σκοπό αυτό, το Σ.Ε.Ν. μπορεί να καλεί και να ακούει τόσο τους εκπροσώπους των ναυτικών και τον ενδιαφερόμενο πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή όσο και πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις πάνω σε επιμέρους τεχνικά θέματα.
Αν το Σ.Ε.Ν. αποφασίσει ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή τηρήθηκαν, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την ανωτέρω αιτιολογημένη απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Σε αντίθετη περίπτωση, το Σ.Ε.Ν. παρατείνει τις διαβουλεύσεις των μερών ή τάσσει προθεσμία στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, ώστε εκείνος να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προς εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεων. Αν το Σ.Ε.Ν., με νέα απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την έκδοση της απόφασης.
Σε κάθε περίπτωση, οι απολύσεις ισχύουν εξήντα (60) ημέρες από την κοινοποίηση του πρακτικού διαβούλευσης της παρ. 1, με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν τα κατά περίπτωση δικαιώματα ως προς την προθεσμία προειδοποίησης, σύμφωνα με τις παρ. 7, 8 και 9 του άρθρου 6 του Κανονισμού για την εφαρμογή απαιτήσεων της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που εγκρίθηκε με την 3522.2/08/2013 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Ναυτιλίας και Αιγαίου (Β' 1671).

4. Το Σ.Ε.Ν. μεριμνά, κατά το χρονικό διάστημα των προθεσμιών του παρόντος άρθρου, για την εύρεση λύσεων στα προβλήματα που δημιουργούνται από τις σχεδιαζόμενες ομαδικές απολύσεις.

5. Σε ομαδικές απολύσεις που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας του πλοίου, κατόπιν δικαστικής απόφασης, δεν εφαρμόζονται οι παρ. 2 έως 4.

Άρθρο 8
(Άρθρο 6 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Ομαδικές απολύσεις που γίνονται κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 έως 7 του παρόντος νόμου είναι άκυρες.

2. Στις ομαδικές απολύσεις εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις, οι σχετικές με την έγκυρη λύση της εργασιακής σχέσης και την καταβλητέα αποζημίωση.

Άρθρο 9
(Άρθρο 3 παρ. 1 Οδηγίας 2001/23/ΕΚ)


1. Η παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 178/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το παρόν π.δ/μα εφαρμόζεται σε μεταβίβαση θαλασσοπλοούντος πλοίου εγγεγραμμένου στο ελληνικό νηολόγιο, όταν αποτελεί μέρος μεταβίβασης επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης κατά την έννοια των παρ. 1 και 2, με τον όρο ότι ο εκδοχέας έχει την έδρα του, ή η μεταβιβασθείσα επιχείρηση ή η εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης παραμένει εντός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα, εφόσον το πλοίο παραμένει εγγεγραμμένο σε νηολόγιο κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το παρόν π.δ/μα δεν εφαρμόζεται, όταν το αντικείμενο της μεταβίβασης αποτελείται αποκλειστικά από ένα ή περισσότερα θαλασσοπλοουντα πλοία.».

2. Στο τέλος της περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 178/2002 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Σε περίπτωση μεταβίβασης θαλασσοπλοούντος πλοίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2, εκπρόσωποι των εργαζομένων νοούνται αυτοί που ορίζονται στην περίπτ. δ' του άρθρου 2 του π.δ. 190/2008 (Α' 248).».

3. Στο άρθρο 9 του π.δ. 178/2002 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Για κάθε παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 όσον αφορά μεταβίβαση θαλασσοπλοούντος πλοίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2, επιβάλλονται από τη λιμενική αρχή του λιμένα νηολόγησης του πλοίου οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 45 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το ν.δ. 187/1973 (Α' 261), άρθρο που έχει εφαρμογή και για την άσκηση προσφυγής.».

ΜΕΡΟΣ Β'
Λοιπές Διατάξεις

Άρθρο 10


Τα μέλη της Ε.Δ.Ο., του Ε.Σ.Ε. που είναι μέλη πληρώματος και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων εμπορικών πλοίων που ασκούν τα καθήκοντά τους, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση της παρ. 3 του άρθρου 56 του ν. 4052/2012απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, της ίδιας προστασίας που προβλέπεται στα άρθρα 26 έως 28 του ν. 330/1976 (Α' 129).

Άρθρο 11

1. Τα άρθρα 4 έως 8 του παρόντος δεν εφαρμόζονται επί ομαδικών απολύσεων ναυτικών που πραγματοποιούνται, λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων πλοίων που εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων Τέταρτο, Τέταρτο α, έκτο, έβδομο και όγδοο του ν. 2932/2001 (Α' 145), ή λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων τουριστικών πλοίων που δραστηριοποιούνται εποχιακά, καθώς και για τους λόγους που καθορίζονται στο άρθρο 68 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με τον ν. 3816/1958 (Α' 32).

2. Οι διατάξεις των άρθρων 4 έως 8 που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών δεν θίγουν τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας περί καθορισμού οργανικής σύνθεσης - στελέχωσης των πλοίων.

Άρθρο 12

Στην παρ. 2 του άρθρου 118 του ν. 4504/2017 (Α' 184) προστίθεται περίπτωση δ ως εξής:
«δ) την έκδοση αποφάσεων, τη μέριμνα για την εξεύρεση λύσεων και τον έλεγχο σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών.».

ΜΕΡΟΣ Γ'
Λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής

Άρθρο 13
Ρυθμίσεις λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων


1. Η περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 (Α' 309), αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις κε', κη' και κθ' στον εποπτεύοντα την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ο οποίος επικουρείται προς τούτο από την οικεία υπηρεσία, καθώς και την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για τις δηλώσεις που αφορούν στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής,».

2. Στο άρθρο 83 του ν. 4504/2017 (Α' 184) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης που έχουν υποβληθεί μέχρι και την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος, στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, από υπόχρεους, οι οποίοι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος υποχρεούνται να τις υποβάλουν στη Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, διαβιβάζονται αρμοδίως.».

Άρθρο 14
Τροποποιήσεις του άρθρου 145 του ν. 4504/2017


1. Η παρ. 1 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στους σπουδαστές των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.) μεικτής φοίτησης χορηγείται ετήσιο επίδομα σίτισης, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες διαβίωσης που συνεπάγεται η φοίτηση στις εν λόγω Ακαδημίες.».

2. Η παρ. 7 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζεται το ποσό, η διαδικασία, ο τρόπος πληρωμής του ανωτέρω επιδόματος, ο χρόνος πληρωμής του, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η αρχή ή οι φορείς ελέγχου και εκκαθάρισης της δαπάνης, η αρχή ή οι φορείς πληρωμής αυτού, ο τρόπος λογιστικής τακτοποίησης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος».

3. Η παρ. 8 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι προκαλούμενες δαπάνες βαρύνουν το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), εθνικό ή συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δύναται να προπληρωθούν από το Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαίδευσης (Κ.Ν.Ε.), μέσω των παγίων προκαταβολών Κ.Ν.Ε. των οικείων Α.Ε.Ν., κατά τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση της παρ. 7 του παρόντος.».

4. Προστίθεται παράγραφος 9 στο άρθρο 145 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«Το παρόν τίθεται σε ισχύ από το εκπαιδευτικό έτος 2017-2018.».

Άρθρο 15
Τροποποιήσεις διατάξεων του ν. 4389/2016 που αφορούν στη Ρ.Α.Λ.


1. Ηπερίπτ. δ της παρ. 1 του άρθρου 113 του ν. 4389/2016 (Α' 94) αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) τη διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαιτησία, σύμφωνα με Κανονισμό που εκδίδει η Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων, τη διαχείριση παραπόνων, και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της,».

2. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Δεν υπέχουν υποχρέωση παροχής πληροφοριών τα πρόσωπα που εξετάζονται σε ποινικές δίκες.»

3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Σε περίπτωση άρνησης, δυστροπίας ή καθυστέρησης παροχής των αιτούμενων κατά περίπτωση πληροφοριών ή σε περίπτωση παροχής πληροφοριών ανακριβών ή ελλιπών από επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, διευθυντές και υπαλλήλους τους, όπως και ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, η Ρ.Α.Λ. επιβάλλει πρόστιμο δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ με ανώτατο όριο το 1% του κύκλου εργασιών, και για κάθε παράβαση.».

4. Το ένατο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μετά από εισήγηση της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων, είναι δυνατόν να διατίθεται ή να αποσπάται εκτός οργανικών θέσεων στη Ρ.Α.Λ. προσωπικό που υπηρετεί στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, στο Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή και σε νομικά πρόσωπα εποπτείας του, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3528/2007 (Α' 26) και του π.δ. 33/2009 (Α' 50) αντίστοιχα.
Η διάθεση ή απόσπαση δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή υπαλλήλων νομικών προσώπων εποπτευομένων από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., καθώς και η απόσπαση έως κατ' ανώτατο όριο τριών (3) στελεχών του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, γίνεται για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, με δυνατότητα ανανέωσης, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου οργάνου, είναι δε υποχρεωτική για την υπηρεσία τους. Για τη διακοπή απόσπασης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Ρ.Α.Λ., σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 4».

5. Η παρ. 6 του άρθρου 125 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Με αιτιολογημένη απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση άλλων πιστώσεων.».

Άρθρο 16
Προσαρμογή καταστατικών διατάξεων του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.) με τις ρυθμίσεις για το νέο μισθολόγιο


1. Η παρ. 1 του άρθρου 9 του β.δ. 160/1970 (Α' 44) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Εισφορές από κρατήσεις ποσοστού 4,32% επί των μηνιαίων αποδοχών που καταβάλλονται στους μετόχους του Ταμείου και στις οποίες περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και το επίδομα ιδιαιτέρων συνθηκών.».

2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 15 του β.δ. 160/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α. Το παρεχόμενο στους ασφαλισμένους εφάπαξ βοήθημα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, όπως ισχύει κάθε φορά, ορίζεται στα 56/100 των αποδοχών, στις οποίες περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα 50/100 του επιδόματος ιδιαιτέρων συνθηκών του τελευταίου μήνα πριν από την αποχώρηση του ασφαλισμένου από την Υπηρεσία, πολλαπλασιαζόμενων επί τα έτη, τους μήνες και τις ημέρες της πραγματικής στρατιωτικής του υπηρεσίας μόνο στο Λιμενικό Σώμα.».

3. Οι πόροι της παρ. 1 και ο υπολογισμός του παρεχόμενου εφάπαξ βοηθήματος, σύμφωνα με την παρ. 2, δύνανται να τροποποιούνται, με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν πρότασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

4. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από την 1η.1.2017.

Άρθρο 17
Τροποποίηση της περίπτ. α' της παρ. Β του άρθρου 3 του ν. 4256/2014


Η περίπτ. α της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 4256/2014 (Α' 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«3.α. Η εκτέλεση σύμβασης ναύλωσης, στην οποία ο τόπος παράδοσης και ο τόπος επαναπαράδοσης του πλοίου αναψυχής βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια, επιτρέπεται στα ακόλουθα πλοία αναψυχής: α) υπό σημαία ελληνική ή άλλου κράτους - μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., καθώς και β) υπό σημαία κράτους εκτός της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., ολικού μήκους άνω των τριάντα πέντε (35) μέτρων, εφόσον είναι κατασκευασμένα κατά το μεγαλύτερο μέρος τους από μέταλλο ή πλαστικό.».

Άρθρο 18
Δυνατότητα έκδοσης κυβερνητικών πιστοποιητικών με ηλεκτρονική υπογραφή από εξουσιοδοτημένους οργανισμούς


1. Οι εξουσιοδοτημένοι από την Αρχή οργανισμοί (νηογνώμονες) δύνανται να προβαίνουν στην έκδοση κυβερνητικών πιστοποιητικών, υπογεγραμμένων ηλεκτρονικά, για τα πλοία υπό ελληνική σημαία που πιστοποιούνται από αυτούς για λογαριασμό της Αρχής.

2. Εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη χρήση και αποδοχή των ηλεκτρονικών πιστοποιητικών από τους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς καθώς και τα σχετικά με τη διασφάλιση της αυθεντικότητας αυτών πρότυπα.

Άρθρο 19
Συμπλήρωση στην παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005


Στην παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005 (Α' 273) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως ακολούθως:
«Τα Πιστοποιητικά αυτοδυτών του Παραρτήματος της Σχολής Υποβρυχίων Καταστροφών (Σ.Υ.Κ.) του Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Επιπέδου 2 (Κ.Δ.Β.Μ.-2) του Κέντρου Εκπαίδευσης (Κ.Ε.) ΠΑΛΑΣΚΑΣ αναγνωρίζονται ως ισότιμα των πιστοποιητικών εκπαίδευσης για ερασιτέχνες αυτοδύτες επιπέδου 2, σύμφωνα με τα ισχύοντα εθνικά πρότυπα καταδύσεων αναψυχής.».

Άρθρο 20
Τροποποιήσεις του άρθρου 79 του ν. 4504/2017


1. Στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:
α) Η παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ρυθμίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις ένταξης της Σχολής Δόκιμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος και της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων στην ανώτατη και ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.».
β) Η παρ. 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με προεδρικό διάταγμα της παρ. 1 καθορίζονται και τα θέματα εισαγωγής για κάθε Σχολή αντίστοιχα, με το σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η ένταξη των Σχολών σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο θα ισχύσει από το ακαδημαϊκό έτος που αρχίζει μετά την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος.».
γ) Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ρυθμίζονται τα ποσοστά ανά κατηγορία των υποψηφίων, το ποσοστό των προερχομένων υποχρεωτικά ισάριθμα ανά κατηγορία από τους εν ενεργεία μόνιμους Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες που εισάγονται στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ., τα προσόντα, οι ειδικές κατηγορίες υποψηφίων, οι προϋποθέσεις πρόσληψης και κατάταξης που πρέπει να πληρούν οι υποψήφιοι, οι απαιτούμενες πρακτικές δοκιμασίες και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.».

2. Στην παρ. 4 του άρθρου 79 του ν. 4504/2017προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Αρχηγών Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, κυρώνεται ο Κανονισμός Εκπαίδευσης της Σχολής Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. Με απόφαση του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής κυρώνεται ο Κανονισμός Εκπαίδευσης της Σχολής Λιμενοφυλάκων.».

3. Προστίθεται παρ. 5 στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«5. Οι απόφοιτοι της Σχολής Λιμενοφυλάκων που έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον τρία (3) χρόνια στο βαθμό του Λιμενοφύλακα, έχουν τη δυνατότητα να προαχθούν στο βαθμό του Κελευστή του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. μέσω προαγωγικών εξετάσεων. Οι προϋποθέσεις διεξαγωγής των εξετάσεων, η διαδικασία, η εξεταστέα ύλη, το πρόγραμμα και η οργάνωση της εκπαίδευσής τους, η οποία θα είναι ταχύρρυθμη και διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων, θέματα που αφορούν στη διδακτέα ύλη, το διδακτικό προσωπικό, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εκπαιδευόμενων, των εξετάσεων και του ελέγχου της επίδοσής τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Με όμοια απόφαση, κατόπιν εισήγησης του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, καθορίζεται κάθε φορά ο αριθμός των προκηρυσσόμενων θέσεων. Ο καταληκτικός βαθμός εν ενεργεία όσων προάγονται στο βαθμό του Κελευστή Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. μέσω των προαγωγικών εξετάσεων, είναι ο βαθμός που προβλέπεται για τους Αξιωματικούς που προέρχονται από τη Σχολή Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., σύμφωνα με τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις.».

4. Προστίθεται παρ. 6 στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«6. Από τη δημοσίευση του παρόντος, η βασική εκπαίδευση του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. παρέχεται στις παραγωγικές Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Δοκίμων Λιμενοφυλάκων.».

5. Προστίθεται παρ. 7 στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«Παρέχεται το δικαίωμα εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν.4504/2017, και όπως αναλυτικά καθορίζεται στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 3 αυτού, στις εξής ειδικές κατηγορίες υποψηφίων:
αα. Πολύτεκνοι και τα τέκνα τους, τέκνα των αναπήρων και θυμάτων πολέμου, καθώς και των αναπήρων ή θυμάτων ειρηνικής περιόδου του προσωπικού του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που είναι στην ενέργεια ή έχει συνταξιοδοτηθεί για το λόγο αυτόν, τέκνα των αναγνωρισμένων ως αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τρίτεκνοι και τα τέκνα τους.
ββ. Τέκνα αποβιώσαντος στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας αυτής, καθώς και τέκνα στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που κατέστη ανάπηρος συνεπεία τραυματισμού ή ασθένειας σε ποσοστό άνω του 67% κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής.
γγ. Ιδιώτες που έχουν συμμετάσχει ενεργά σε επιχειρήσεις, που συντονίζονται από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή και τις Λιμενικές Αρχές της χώρας, πλην υπαλλήλων Λιμένος, για διάσωση κινδυνευόντων ατόμων στη θάλασσα ή στους χερσαίους χώρους αρμοδιότητας του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., εκθέτοντας αποδεδειγμένα τη ζωή τους σε κίνδυνο, με την προϋπόθεση ότι διαθέτουν τα προβλεπόμενα από τις οικείες διατάξεις προσόντα. Η συνδρομή των προαναφερόμενων προϋποθέσεων, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, προκύπτει από πόρισμα Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης.».

Άρθρο 21
Τροποποιήσεις του ν. 3079/2002


1. Η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3079/2002 (Α' 311), η οποία αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 4504/2017, αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Οι Αξιωματικοί ειδικότητας Υγειονομικού (Ιατροί) προέρχονται:
αα) Από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων. Στη Σχολή αυτή εισάγονται, ειδικά για τον σκοπό αυτόν και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μαθητές, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται κάθε φορά, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα έξοδα εκπαίδευσης, στρατωνισμού και συντήρησης των μαθητών αυτών βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών που αφορούν τους μαθητές της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, εφαρμόζονται και για τους ανωτέρω, οι οποίοι αποφοιτούν από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων με το βαθμό του Σημαιοφόρου Λ.Σ. και εντάσσονται στην αντίστοιχη επετηρίδα.
ββ) Από ιδιώτες ιατρούς πτυχιούχους Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμων και αντίστοιχων της αλλοδαπής, με ειδικότητα και ηλικία μέχρι και τριάντα οκτώ (38) ετών. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν εκπληρώσει ή να εκπληρώνουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να βρίσκονται νόμιμα εκτός στρατεύματος. Οι επιτυχόντες κατατάσσονται απευθείας στο Σώμα με το βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ. ειδικότητας Υγειονομικού, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και παρακολουθούν ταχύρρυθμη βασική εκπαίδευση, η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται οι απαιτούμενες, κατά περίπτωση, ιατρικές ειδικότητες και τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων κατά ειδικότητα, η διαδικασία επιλογής, τα θέματα που αφορούν τη διεξαγωγή του διαγωνισμού ή της πρόσληψης με μοριοδότηση, που προκηρύσσεται, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την κατάταξη και εκπαίδευσή τους.Η διεξαγωγή του διαγωνισμού ή της πρόσληψης με μοριοδότηση προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
β) Οι Αξιωματικοί ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας με ειδικότητα Οδοντιάτρου προέρχονται:
αα) Από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων. Στη σχολή αυτή εισάγονται, ειδικά για τον σκοπό αυτόν και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μαθητές, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται κάθε φορά, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Παιδείας, Έρευνας και θρησκευμάτων και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα έξοδα εκπαίδευσης, στρατωνισμού και συντήρησης των μαθητών αυτών βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών που αφορούν τους μαθητές της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, εφαρμόζονται και για τους ανωτέρω, οι οποίοι αποφοιτούν από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων με το βαθμό του Σημαιοφόρου Λ.Σ. και εντάσσονται στην αντίστοιχη επετηρίδα.
ββ) Από ιδιώτες οδοντιάτρους πτυχιούχους Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμων και αντίστοιχων της αλλοδαπής. Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι ηλικίας μέχρι και τριάντα οκτώ (38) ετών και να έχουν εκπληρώσει ή να εκπληρώνουν τις στρατιωτικούς τους υποχρεώσεις ή να βρίσκονται νόμιμα εκτός στρατεύματος. Οι επιτυχόντες κατατάσσονται απευθείας στο Σώμα με το βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ. ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και παρακολουθούν ταχύρρυθμη βασική εκπαίδευση, η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων, η διαδικασία επιλογής, τα θέματα που αφορούν στη διεξαγωγή του διαγωνισμού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την κατάταξη και εκπαίδευσή τους. Ο διαγωνισμός του προηγούμενου εδαφίου προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
γ) Οι Αξιωματικοί ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας με ειδικότητα Ψυχολόγου προέρχονται από ιδιώτες πτυχιούχους Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμων και αντίστοιχων της αλλοδαπής. Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι ηλικίας μέχρι και τριάντα οκτώ (38) ετών και να έχουν εκπληρώσει ή να εκπληρώνουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να βρίσκονται νόμιμα εκτός στρατεύματος. Οι επιτυχόντες κατατάσσονται απευθείας στο Σώμα με το βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ. ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και παρακολουθούν ταχύρρυθμη βασική εκπαίδευση, η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων, η διαδικασία επιλογής, τα θέματα που αφορούν στη διεξαγωγή του διαγωνισμού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την κατάταξη και εκπαίδευσή τους. Ο διαγωνισμός του προηγούμενου εδαφίου προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.».

2. Η περίπτ. δ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«αα) Οι διατελούντες σε χηρεία σύζυγοι του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που απεβίωσε κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας της υπηρεσίας, εφόσον έχουν στη ζωή ένα τουλάχιστον ανήλικο τέκνο, προσλαμβάνονται, μετά από αίτησή τους, ως διοικητικοί υπάλληλοι με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και σε θέση ανάλογη των προσόντων τους στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή στα εποπτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. Στην ίδια ρύθμιση και με τις ίδιες προϋποθέσεις υπάγονται και οι σύζυγοι προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που καθίστανται ανάπηροι συνεπεία τραυματισμού ή ασθένειας σε ποσοστό άνω του 67% κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής. Η συνδρομή των προϋποθέσεων και των αιτιών της αναπηρίας στρατιωτικού Λ.Σ. προκύπτει από πόρισμα Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης. Η αναπηρία διαπιστώνεται από την Ανωτάτη Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή.
ββ) Εναλλακτικά, στις ανωτέρω περιπτώσεις, παρέχεται το δικαίωμα εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν. 4504/2017 και όπως αναλυτικά καθορίζεται στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 3 αυτού.».

Άρθρο 22
Ρυθμίσεις περί εισαγωγής στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.


1. Η παρ. 9 του άρθρου 33 του ν. 4256/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την υποβολή αίτησης μετά δικαιολογητικών συμμετοχής σε διαγωνισμούς απευθείας κατάταξης προσωπικού στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., εξαιρουμένων των διαγωνισμών για εισαγωγή στις παραγωγικές Σχολές Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων, απαιτείται επιπλέον η προσκόμιση παραβόλου ύψους δέκα (10) ευρώ.Τα ποσά που θα προκύψουν από την καταβολή των εν λόγω παραβόλων αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού. Το ποσό του παραβόλου μπορεί να αναπροσαρμόζεται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.».

2. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4186/2013 (Α' 193) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι εξετάσεις για την εισαγωγή στις Σχολές, τα Τμήματα και τις Εισαγωγικές Κατευθύνσεις Τμημάτων των Πανεπιστημίων, των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, των Τ.Ε.Ι., των Ανώτερων Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Τουρισμού, των Ανωτάτων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Σ.Ε.Ι.) και Ανώτερων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών (Α.Σ.Σ.Υ.), των Σχολών της Αστυνομικής και Πυροσβεστικής Ακαδημίας, της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού καθώς και των Σχολών Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Λιμενοφυλάκων διεξάγονται σε πανελλαδικό επίπεδο με θέματα από την εξεταστέα ύλη της τάξης αυτής, που προκύπτουν αποκλειστικά από κεντρική επιτροπή εξετάσεων".».

3. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτ. αα' της περίπτ. Α' της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4186/2013, αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης, απόφοιτοι όλων των τομέων των ΕΠΑΛ έχουν δικαίωμα εισαγωγής σε κοινή ομάδα που περιλαμβάνει Τμήματα Σχολών ΤΕΙ, Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, Σχολή Αστυφυλάκων, Σχολή Πυροσβεστικής, Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων και Σχολές της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού.».

Άρθρο 23
Αναγνώριση πενταετούς υπηρέτησης στις Ένοπλες Δυνάμεις


Αναγνωρίζεται βαθμολογικά η υπηρεσία πενταετούς υποχρέωσης στις Ένοπλες Δυνάμεις, η οποία αποτέλεσε προσόν μοριοδότησης για την εισαγωγή στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, και η οποία ήδη υπολογίζεται μισθολογικά.

Άρθρο 24
Αντικατάσταση του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 187/1973)


Το άρθρο 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973 (Α' 261), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 157
Κυρώσεις κατά των παραβατών
1. Στους παραβάτες των διατάξεων των Γενικών και Ειδικών Κανονισμών Λιμένων που εκδίδονται κατά το προηγούμενο άρθρο επιβάλλεται, με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, πρόστιμο ύφους πενήντα (50,00) έως και εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ. Οι Κανονισμοί Λιμένων δύνανται να προβλέπουν συγκεκριμένα όρια έως του ανώτατου ορίου που καθορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο για κάθε διάταξή τους. Το ύφος των προβλεπόμενων στα προηγούμενα εδάφια προστίμων είναι ανάλογο με τη βαρύτητα της παράβασης, τις συνθήκες τέλεσής της, το βαθμό επανάληψής της και τη βλάβη που προκλήθηκε στο Δημόσιο.
2. Το προσωπικό Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. συντάσσει σχετική έκθεση βεβαίωσης που κοινοποιείται στον παραβάτη και ο ενδιαφερόμενος καλείται να εκθέσει τις απόψεις του εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίησή της.
3. Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης επιβολής προστίμου σε βάρος πλοιοκτήτη, εφοπλιστή, πλοιάρχου ή κυβερνήτη, μπορεί να απαγορευτεί ο απόπλους του πλοίου, εκτός εάν κατατεθεί ισόποση με το πρόστιμο εγγυητική επιστολή τράπεζας ή εάν συγκοινωνιακοί ή άλλοι λόγοι επιβάλλουν τον απόπλου κατά την κρίση του προϊσταμένου της Λιμενικής Αρχής.
4. Εκτός από το πρόστιμο της παρ. 1, στους παραβάτες μπορεί να επιβάλλεται και το διοικητικό μέτρο της αναστολής άσκησης της δραστηριότητάς τους για χρονικό διάστημα έως και εξήντα (60) ημέρες. Όσοι δεν τηρούν το μέτρο του προηγούμενου εδαφίου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης μέχρι ενός (1) έτους.
5. Στις περιπτώσεις που ο παραβάτης δεν διαθέτει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.φ.Μ.), συντάσσεται βεβαίωση παράβασης από το αρμόδιο στέλεχος Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και αφαιρείται από τον παραβάτη το έγγραφο εθνικότητας ή το πιστοποιητικό κυριότητας και το πιστοποιητικό αξιοπλοΐας του υπό την κυριότητα ή κατοχή του παραβάτη πλοίου. Εάν η παράβαση αφορά σε όχημα και ο παραβάτης δεν διαθέτει Α.Φ.Μ., αφαιρείται η άδεια κυκλοφορίας και οι πινακίδες αυτού.Τα αφαιρούμενα έγγραφα των προηγούμενων εδαφίων αποδίδονται στον νόμιμο κάτοχο τους μετά την πληρωμή του προστίμου ή την έκδοση απαλλακτικής απόφασης, ή την κατάθεση ισόποσης εγγυητικής επιστολής τράπεζας, εφόσον είναι ανέφικτη η καταβολή του προστίμου ή η κατάθεση εγγυητικής επιστολής τράπεζας.
6. Εάν από την παράβαση των διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων, οι οποίοι εκδίδονται κατά το προηγούμενο άρθρο, δημιουργείται κίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια ελλιμενιζόμενων πλοίων, εγκαταστάσεων, κτιρίων ή τη θαλάσσια συγκοινωνία και ο υπαίτιος δεν μεριμνά εγκαίρως και σε εξαιρετικώς κατεπείγουσες περιπτώσεις αμέσως για την εξάλειψη του σχετικού κινδύνου, ο προϊστάμενος της Λιμενικής Αρχής μπορεί να προβεί στις απαιτούμενες, προς το σκοπό αυτό, ενέργειες και να καταλογίσει τις καταβληθείσες δαπάνες σε βάρος του παραβάτη, οι οποίες εισπράττονται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

7. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μπορεί να τροποποιείται το ανώτατο όριο ύψους προστίμου της παρ. 1 του παρόντος.

8. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μπορεί να καθορίζεται η διαδικασία διενέργειας των αστυνομικών ελέγχων από τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., ο τρόπος διαπίστωσης των διοικητικών παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων, ο τύπος και το περιεχόμενο των απαιτούμενων πράξεων βεβαίωσης, κλήσης του παραβάτη και απόφασης επιβολής προστίμου καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.».

Άρθρο 25
Τροποποίηση περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014


Η περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017, αντικαθίσταται ως εξής:
«Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, για κάθε άλλη παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 έως 16 του παρόντος νόμου, πλην των αναφερόμενων στις περιπτώσεις α και β ανωτέρω, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους από πέντε χιλιάδες (5.000) έως εικοσιπέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ. Ειδικότερα, σε περίπτωση μη εφοδιασμού ιδιωτικού πλοίου αναψυχής, υπό ελληνική σημαία ή σημαία άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε., με Δελτίο Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), επιβάλλεται πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ, ενώ σε περίπτωση μη ετήσιας θεώρησής του, πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ. Πλην των ως άνω αναφερομένων, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αριθμ. 3133.1/76888/2016/08-09-2016 (Β' 3061), επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ.».

Άρθρο 26
Καταργούμενες διατάξεις


Από την έναρξη ισχύος του παρόντος μέρους, καταργούνται:

1. οι παρ. 1-6 του άρθρου 4 του ν. 3079/2002 (Α'311) και

2. οι περιπτ. α, β και γ της παρ. 2 και η παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002.

Άρθρο 27
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς των άρθρων 1-9 αρχίζει από την 10η Οκτωβρίου 2017 και των λοιπών άρθρων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Yπόθεση C-482/16 Ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή – Εισάγουσα δυσμενή διάκριση νομοθεσία κράτους μέλους που αποκλείει την προσμέτρηση, για τον καθορισμό των αποδοχών, περιόδων απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας – Κατάργηση των διατάξεων που αντιβαίνουν στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 2018  «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Άρθρο 45 ΣΛΕΕ – Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ηλικίας – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 21, παράγραφος 1 – Οδηγία 2000/78/ΕΚ – Άρθρα 2, 6 και 16 – Ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή – Εισάγουσα δυσμενή διάκριση νομοθεσία κράτους μέλους που αποκλείει την προσμέτρηση, για τον καθορισμό των αποδοχών, περιόδων απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας – Κατάργηση των διατάξεων που αντιβαίνουν στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως»

Στην υπόθεση C‑482/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Oberlandesgericht Innsbruck (εφετείο Innsbruck, Αυστρία) με απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 7 Σεπτεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Georg Stollwitzer

κατά

ÖBB Personenverkehr AG,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο τμήματος, J.‑C. Bonichot, A. Arabadjiev (εισηγητής), S. Rodin και E. Regan, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi,

γραμματέας: K. Malacek, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 5ης Ιουλίου 2017,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        ο G. Stollwitzer, εκπροσωπούμενος από τους M. Orgler και J. Pfurtscheller, Rechtsanwälte,

–        η ÖBB Personenverkehr AG, εκπροσωπούμενη από τον C. Wolf, Rechtsanwalt,

–        η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Schmoll και τον G. Hesse,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους D. Martin και B.-R. Killmann,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 23ης Νοεμβρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 45 ΣΛΕΕ, του άρθρου 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των άρθρων 2, 6 και 16 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ 2000, L 303, σ. 16).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Georg Stollwitzer και της ÖBB-Personenverkehr AG (στο εξής: ÖBB), σχετικά με τη νομιμότητα του συστήματος επαγγελματικών αποδοχών το οποίο θέσπισε ο Αυστριακός νομοθέτης με σκοπό την εξάλειψη διακρίσεως λόγω ηλικίας.

 Το νομικό πλαίσιο

 Ηοδηγία 2000/78

3        Κατά το άρθρο 1 της οδηγίας 2000/78, «[σ]κοπός της […] είναι η θέσπιση γενικού πλαισίου για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω θρησκείας ή πεποιθήσεων, ειδικών αναγκών, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας, προκειμένου να υλοποιηθεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης στα κράτη μέλη».

4        Το άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«1.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η αρχή της ίσης μεταχείρισης σημαίνει την απουσία άμεσης ή έμμεσης διάκρισης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1.

2.      Για τους σκοπούς της παραγράφου 1:

α)      συντρέχει άμεση διάκριση όταν, για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1, ένα πρόσωπο υφίσταται μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν την οποία υφίσταται, υπέστη ή θα υφίστατο σε ανάλογη κατάσταση ένα άλλο πρόσωπο,

β)      συντρέχει έμμεση διάκριση όταν μια εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική ενδέχεται να προκαλέσει μειονεκτική μεταχείριση ενός προσώπου μιας ορισμένης θρησκείας ή πεποιθήσεων, με μια ορισμένη ειδική ανάγκη, μιας ορισμένης ηλικίας, ή ενός ορισμένου γενετήσιου προσανατολισμού, σε σχέση με άλλα άτομα εκτός εάν,

i)      η εν λόγω διάταξη, κριτήριο ή πρακτική δικαιολογείται αντικειμενικά από ένα θεμιτό στόχο και τα μέσα για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι πρόσφορα και αναγκαία [...]

[...]»

5        Η εν λόγω οδηγία εφαρμόζεται, κατά το άρθρο της 3, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, εντός των ορίων των εξουσιών που απονέμονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλα τα πρόσωπα, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων φορέων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τις εργασιακές συνθήκες και τους όρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών.

6        Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής έχει ως εξής:

«Κατά παρέκκλιση εκ του άρθρου 2 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η λόγω ηλικίας διαφορετική μεταχείριση δεν συνιστά διάκριση εφόσον δικαιολογείται στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου αντικειμενικά και λογικά από έναν θεμιτό στόχο, ιδίως δε από θεμιτούς στόχους της πολιτικής στον τομέα της απασχόλησης, της αγοράς εργασίας και της επαγγελματικής κατάρτισης, και εφόσον τα μέσα επίτευξης του στόχου αυτού είναι πρόσφορα και αναγκαία.

Αυτή η διαφορετική μεταχείριση μπορεί ιδίως να περιλαμβάνει:

α)      την καθιέρωση ειδικών συνθηκών για την πρόσβαση στην απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση, για την απασχόληση και την εργασία, συμπεριλαμβανομένων των όρων απόλυσης και αμοιβής, για τους νέους, τους ηλικιωμένους και τους εργαζομένους που συντηρούν άλλα πρόσωπα, προκειμένου να ευνοείται η επαγγελματική τους ένταξη ή να εξασφαλίζεται η προστασία τους·

β)      τον καθορισμό ελάχιστων όρων ηλικίας, επαγγελματικής εμπειρίας ή αρχαιότητας στην απασχόληση για την πρόσβαση στην απασχόληση ή σε ορισμένα πλεονεκτήματα που συνδέονται με την απασχόληση,

[...]»

7        Το άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2000/78 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να καταργηθεί κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη αντιβαίνουσα στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

 Το αυστριακό δίκαιο

8        Κατόπιν της αποφάσεως της 18ης Ιουνίου 2009, Hütter (C‑88/08, EU:C:2009:381), ο Bundesgesetz zur Neuordnung der Rechtsverhältnisse der Österreichischen Bundesbahnen (Bundesbahngesetz 1992) [ομοσπονδιακός νόμος για την αναδιοργάνωση του νομικού καθεστώτος των αυστριακών ομοσπονδιακών σιδηροδρόμων (ομοσπονδιακός νόμος του 1992 περί σιδηροδρόμων), BGBl. I, 825/1992)] τροποποιήθηκε το 2011 (BGBl. I, 129/2011, στο εξής: ομοσπονδιακός νόμος του 2011 περί σιδηροδρόμων). Η τροποποίηση αυτή επέφερε, στο άρθρο 53a του νόμου αυτού και με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2004, επαναπροσδιορισμό της ημερομηνίας αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή.

9        Στην απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38), το Δικαστήριο έκρινε ότι το καθεστώς που εισήγαγε το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2011 περί σιδηροδρόμων αντέβαινε στο δίκαιο της Ένωσης και ιδίως στα άρθρα 2 και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78, στο μέτρο που, προκειμένου να θέσει τέλος σε διάκριση λόγω ηλικίας, η χωρήσασα νομοθετική τροποποίηση προσμετρούσε μεν τις περιόδους προϋπηρεσίας πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, αλλά ταυτοχρόνως εισήγε, αποκλειστικώς και μόνο για τους εργαζομένους που είχαν υποστεί τη δυσμενή αυτή διάκριση, μια διάταξη με την οποία παρατεινόταν κατά ένα έτος η περίοδος που απαιτούνταν για την προαγωγή σε καθένα από τα τρία πρώτα μισθολογικά κλιμάκια, παγιώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο μια διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας. Κατόπιν της αποφάσεως αυτής, ο ομοσπονδιακός νόμος του 2011 περί σιδηροδρόμων τροποποιήθηκε εκ νέου το 2015 (BGBl. I, 64/2015, στο εξής: ομοσπονδιακός νόμος του 2015 περί σιδηροδρόμων).

10      Το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων έχει ως εξής:

«(1)      Ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή είναι η ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να τρέχει για πρώτη φορά η προθεσμία για την άνοδο στο ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο.

(2)      Για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή, προσμετρώνται μόνον οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο σχέσεως εργασίας ή μαθητείας με:

a)       [την ÖBB], κάποια από τις προκατόχους της ή, από της ενάρξεως ισχύος των διαταχθεισών διαδικασιών διασπάσεως και αναδιοργανώσεως της ÖBB-Holding AG, τις εταιρίες που αναγράφονται στο τρίτο μέρος του παρόντος ομοσπονδιακού νόμου –υπό την εκδοχή του ομοσπονδιακού νόμου που δημοσιεύτηκε στο BGBl. I 138/2003–, τις εταιρίες που διαδέχθηκαν τις εταιρίες αυτές και τις επιχειρήσεις που προήλθαν από μια εκ των ως άνω εταιριών κατόπιν των μέτρων αναδιοργανώσεως που ελήφθησαν στο πλαίσιο του ισχύοντος δικαίου εταιριών, καθώς και με τις επιχειρήσεις στις οποίες περιήλθαν, συμβατικώς ή κατόπιν μιας (ή περισσοτέρων) μεταβιβάσεων επιχειρήσεως, οι σχέσεις εργασίας των υπαλλήλων που υπηρετούσαν στην [ÖBB] την 31η Δεκεμβρίου 2003 και

b)       επιχειρήσεις σιδηροδρομικών υποδομών και/ή μεταφορών κράτους μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), της Δημοκρατίας της Τουρκίας ή της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, στο μέτρο που μια τέτοια υποχρέωση απορρέει, αντιστοίχως, από τις συμφωνίες συνδέσεως ή ελεύθερης κυκλοφορίας.

(3)      Η μισθολογική προαγωγή λαμβάνει χώρα κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους που έπεται της λήξεως της προθεσμίας για την πραγματοποίησή της.

[...]

(5)      Κατόπιν δέουσας γνωστοποιήσεως και τεκμηριώσεως των περιόδων προϋπηρεσίας και το αργότερο μετά την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 4, η κατάταξη πραγματοποιείται στα μισθολογικά κλιμάκια των πινάκων αποδοχών των παραρτημάτων 2 και 2a των [Allgemeine Vertragsbedingungen für Dienstverträge bei den Österreichischen Bundesbahnen (AVB) (γενικών όρων των συμβάσεων εργασίας με τους αυστριακούς σιδηροδρόμους)], βάσει της ημερομηνίας αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή που προσδιορίζεται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2.

(6)       Η κατά την παράγραφο 5 κατάταξη δεν συνεπάγεται μείωση των μισθών που λαμβάνονταν πριν από τη δημοσίευση του [ομοσπονδιακoύ νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων]. Εφόσον η κατάταξη κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 5 συνεπάγεται μείωση σε σχέση με τον μισθό ο οποίος λαμβανόταν κατά τον τελευταίο μήνα πριν από τη δημοσίευση του [ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων], το τελευταίο αυτό επίπεδο του μισθού διατηρείται μέχρις ότου ο μισθός που προκύπτει από την κατάταξη βάσει της παραγράφου 5 ανέλθει στο επίπεδο του διατηρούμενου μισθού, σύμφωνα με τα παραρτήματα 2 και 2a των [γενικών όρων των συμβάσεων εργασίας με τους αυστριακούς σιδηροδρόμους].

[...]»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11      Ο G. Stollwitzer άρχισε να εργάζεται σε μια από τις προκατόχους της ÖBB στις 17 Ιανουαρίου 1983. Βάσει των περιόδων προϋπηρεσίας που είχε πραγματοποιήσει ο G. Stollwitzer πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του, ως ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή του προσδιορίστηκε η 2α Ιουλίου 1980.

12      Η ημερομηνία αυτή καθορίζει μεταξύ άλλων τη μισθολογική κατηγορία στον πίνακα αποδοχών στο πλαίσιο του οποίου ο εργαζόμενος ανά τακτά χρονικά διαστήματα προάγεται στο επόμενο κλιμάκιο. Κατά τη συγκεκριμένη περίοδο η ημερομηνία αυτή προσδιοριζόταν προσμετρωμένων των περιόδων που είχαν πραγματοποιηθεί πριν από την ανάληψη καθηκόντων, εξαιρουμένων όμως των περιόδων που προηγούνταν της συμπληρώσεως του 18ου έτους της ηλικίας. Η περίοδος που απαιτούνταν για τη μισθολογική προαγωγή είχε καθοριστεί σε δύο έτη για όλα τα κλιμάκια.

13      Θεσπίζοντας το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων, ο Αυστριακός νομοθέτης επέλεξε ως προς την ÖBB την πλήρη και αναδρομική μεταρρύθμιση του τρόπου προσμετρήσεως των περιόδων προηγούμενης απασχολήσεως προκειμένου να εξαλειφθεί η διάκριση λόγω ηλικίας την οποία είχε διαπιστώσει το Δικαστήριο στην απόφασή του της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38).

14      Βασιζόμενος στις αποφάσεις της 18ης Ιουνίου 2009, Hütter (C‑88/08, EU:C:2009:381), και της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38), o G. Stollwitzer ενήγαγε την ÖBB ενώπιον του Landesgericht Innsbruck (πρωτοδικείου Innsbruck, Αυστρία), ζητώντας να υποχρεωθεί αυτή να του καταβάλει τη διαφορά μεταξύ του μισθού που είχε λάβει από το 2008 έως και το 2015 και του μισθού που, κατά τη γνώμη του, θα του οφειλόταν αν οι περίοδοι που απαιτούνταν για τη μισθολογική προαγωγή είχαν υπολογιστεί βάσει του νομικού καθεστώτος που υφίστατο προ της ενάρξεως ισχύος του άρθρου 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων, προσμετρωμένων όμως των περιόδων προϋπηρεσίας πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του.

15      Το Landesgericht Innsbruck (πρωτοδικείο Innsbruck) απέρριψε την αγωγή, εκτιμώντας ότι η αναδρομική εφαρμογή του άρθρου 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων είχε θέσει τέλος σε κάθε διάκριση λόγω ηλικίας. Δεδομένου ότι ο G. Stollwitzer δεν ήταν σε θέση να αποδείξει τις περιόδους προϋπηρεσίας τις οποίες απαιτούσε το άρθρο 53a, παράγραφος 2, του νόμου αυτού, στην περίπτωσή του δεν είχε επέλθει καμία μεταβολή όσον αφορά τον υπολογισμό της ημερομηνίας αναφοράς για τις αποδοχές.

16      Ο G. Stollwitzer εφεσίβαλε την απόφαση αυτή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Oberlandesgericht Innsbruck (εφετείου Innsbruck, Αυστρία). Ταυτοχρόνως άσκησε προσφυγή ενώπιον του Verfassungsgerichtshof (Συνταγματικού Δικαστηρίου, Αυστρία), επί της οποίας το τελευταίο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων ήταν σύμφωνο προς τους αυστριακούς συνταγματικούς κανόνες. Το Verfassungsgerichtshof (Συνταγματικό Δικαστήριο) επισήμανε συναφώς ότι, κατόπιν της αποφάσεως της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38), είχε γίνει ενδελεχής επανυπολογισμός των ημερομηνιών αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή όλων των εργαζομένων της επιχειρήσεως. Σε περίπτωση που η μεταβολή των ημερομηνιών αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή καθιστούσε δυσμενέστερη τη θέση κάποιων εξ αυτών, κατά το άρθρο 53a, παράγραφος 6, του νόμου αυτού (στο εξής: ρήτρα διασφαλίσεως) θα διατηρούνταν οι μέχρι τούδε λαμβανόμενοι μισθοί ούτως ώστε να τηρηθεί η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

17      Κατά το αιτούν δικαστήριο, πρέπει να εξεταστεί αν το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων όντως εξάλειψε πλήρως τις διακρίσεις λόγω ηλικίας. Συναφώς, πρέπει να εξεταστεί μήπως η διάταξη αυτή εισάγει διαφορετική μορφή διακρίσεως από ό,τι οι προϊσχύσαντες κανόνες.

18      Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Oberlandesgericht Innsbruck (εφετείο Innsbruck) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχουν οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, όπως ισχύουν σήμερα, και ειδικότερα η γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης περί ίσης μεταχειρίσεως, η γενική αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ηλικίας κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, ΣΕΕ και του άρθρου 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η απαγόρευση διακρίσεων στο πλαίσιο της κατά το άρθρο 45 ΣΛΕΕ ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων και η οδηγία 2000/78 την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική ρύθμιση η οποία, προκειμένου να άρει διάκριση λόγω ηλικίας που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την απόφαση [της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38)] (ήτοι τη μη προσμέτρηση των προγενέστερων της συμπληρώσεως του 18ου έτους της ηλικίας περιόδων προϋπηρεσίας των υπαλλήλων [των ÖBB]), προσμετρά μεν τις προγενέστερες του 18ου έτους της ηλικίας περιόδους προϋπηρεσίας για μικρό ποσοστό των υπαλλήλων των ÖBB οι οποίοι υφίσταντο διάκριση βάσει της προϊσχύσασας ρυθμίσεως (αλλά μόνον τις περιόδους προϋπηρεσίας που έχουν από ουσιαστικής απόψεως πραγματοποιηθεί στους ÖBB και σε παρεμφερείς δημόσιες επιχειρήσεις σιδηροδρομικών υποδομών και/ή σιδηροδρομικών μεταφορών που είναι εγκατεστημένες στην ΕΕ, στον ΕΟΧ και στις χώρες που συνδέονται με την ΕΕ με συμφωνίες συνδέσεως και/ή με συμφωνίες ελεύθερης κυκλοφορίας), πλην όμως για το μεγαλύτερο ποσοστό των υπαλλήλων των ÖBB οι οποίοι υφίσταντο αρχικώς διάκριση δεν προσμετρά καμία άλλη προγενέστερη του 18ου έτους της ηλικίας περίοδο προϋπηρεσίας και ιδίως δεν προσμετρά ούτε τις περιόδους εκείνες που παρέχουν στους εν λόγω υπαλλήλους των ÖBB τη δυνατότητα να εκπληρούν καλύτερα τα καθήκοντά τους, όπως επί παραδείγματι τις περιόδους προϋπηρεσίας σε ιδιωτικές και σε άλλες δημόσιες επιχειρήσεις μεταφορών και/ή υποδομών, οι οποίες κατασκευάζουν, πωλούν ή συντηρούν υποδομές που χρησιμοποιεί ο εργοδότης [ÖBB] (τροχιοδρομικά οχήματα, σιδηροτροχιές, αγωγούς, ηλεκτρικές και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις ελέγχου κυκλοφορίας, σιδηροδρομικούς σταθμούς κ.λπ.), ή σε παρεμφερείς επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα στην πραγματικότητα να παγιώνει την άνιση μεταχείριση λόγω ηλικίας της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπαλλήλων των ÖBB τους οποίους καταλάμβαναν οι διακρίσεις που ενείχε η προϊσχύσασα ρύθμιση;

2)      Σε περίπτωση που κράτος μέλος, το οποίο είναι ο μοναδικός ιδιοκτήτης επιχειρήσεως σιδηροδρομικών μεταφορών και εν τοις πράγμασι εργοδότης των υπαλλήλων που απασχολούνται στην επιχείρηση αυτή, επιχειρεί για αμιγώς δημοσιονομικούς λόγους, μέσω νομοθετικών τροποποιήσεων που θέσπισε το 2011 και το 2015 με αναδρομική ισχύ, να αποσβέσει τις εδραζόμενες στο δίκαιο της Ένωσης απαιτήσεις των υπαλλήλων αυτών για αναδρομική καταβολή αποδοχών λόγω διαπιστωθείσας από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με διάφορες αποφάσεις [αποφάσεις της 18ης Ιουνίου 2009, Hütter (C‑88/08, EU:C:2009:381), της 16ης Ιανουαρίου 2014, Pohl (C‑429/12, EU:C:2014:12), και της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38)] δυσμενούς διακρίσεως, μεταξύ άλλων, λόγω ηλικίας, της οποίας η συνδρομή διαπιστώθηκε επίσης με διάφορες αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένου του Oberster Gerichtshof [Ανωτάτου Δικαστηρίου, Αυστρία] [...], πληροί η συμπεριφορά αυτή τις προϋποθέσεις που έχουν καθοριστεί στη νομολογία του Δικαστηρίου για τη στοιχειοθέτηση ευθύνης του ως άνω κράτους μέλους βάσει του δικαίου της Ένωσης και ειδικότερα την προϋπόθεση της κατάφωρης παραβάσεως του δικαίου της Ένωσης, ήτοι, ενδεχομένως, του άρθρου 2, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, της οδηγίας 2000/78, όπως έχουν ερμηνευθεί με [τις] αποφάσεις [αυτές] του Δικαστηρίου [...];»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

19      Με το πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 45 ΣΛΕΕ και τα άρθρα 2, 6 και 16 της οδηγίας 2000/78 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία, προκειμένου να θέσει τέλος σε διάκριση λόγω ηλικίας, που προέκυψε λόγω της εφαρμογής εθνικής νομοθεσίας με την οποία προσμετρώνταν, για τους σκοπούς της μισθολογικής κατατάξεως των εργαζομένων μιας επιχειρήσεως, μόνο οι περίοδοι απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, καταργεί, αναδρομικώς και για όλους τους εργαζομένους αυτούς, το ηλικιακό αυτό όριο, αλλά δεν επιτρέπει να προσμετράται παρά μόνον η εμπειρία που αποκτήθηκε σε επιχειρήσεις του ίδιου οικονομικού τομέα.

20      Εκ προοιμίου, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τόσο από την επικεφαλίδα και το προοίμιο όσο και από το περιεχόμενο και τον σκοπό της οδηγίας 2000/78 προκύπτει ότι αυτή σκοπεί στον καθορισμό γενικού πλαισίου για να εξασφαλίζεται σε όλους ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, προσφέροντας στους ενδιαφερόμενους αποτελεσματική προστασία από τις διακρίσεις οι οποίες βασίζονται σε έναν από τους απαριθμούμενους στο άρθρο της 1 λόγους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η ηλικία (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2016, de Lange, C‑548/15, EU:C:2016:850, σκέψη 16 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

21      Υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78, για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως σημαίνει την απουσία άμεσης ή έμμεσης διάκρισης για έναν από τους λόγους που παρατίθενται στο άρθρο της 1.

22      Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, συντρέχει άμεση διάκριση όταν, λόγω της ηλικίας του, ένα πρόσωπο υφίσταται μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν την οποία υφίσταται, υπέστη ή θα υφίστατο σε ανάλογη κατάσταση ένα άλλο πρόσωπο. Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2000/78, συντρέχει έμμεση διάκριση όταν μια εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική ενδέχεται να προκαλέσει μειονεκτική μεταχείριση ενός προσώπου ορισμένης ηλικίας σε σχέση με άλλα άτομα εκτός εάν η εν λόγω διάταξη, κριτήριο ή πρακτική δικαιολογείται αντικειμενικά από έναν θεμιτό στόχο και τα μέσα για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι πρόσφορα και αναγκαία.

23      Όπως προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία, το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων προβλέπει τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο συνίσταται στον αναδρομικό επανυπολογισμό της ημερομηνίας αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή του οικείου εργαζομένου στο πλαίσιο του πίνακα αποδοχών που συνδέεται με τη θέση εργασίας του. Συναφώς, για τον υπολογισμό της νέας αυτής ημερομηνίας, η νομοθεσία αυτή προσμετρά, εξ ολοκλήρου και ανεξάρτητα από την ηλικία κατά την οποία ο εργαζόμενος αυτός τις πραγματοποίησε, μόνο τις προηγούμενες περιόδους απασχολήσεως σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις της ημεδαπής, άλλων κρατών μελών, της Δημοκρατίας της Τουρκίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας. Αντιθέτως, η νέα νομοθεσία δεν προβλέπει πλέον προσμέτρηση των λοιπών περιόδων προηγούμενης απασχολήσεως του εν λόγω εργαζομένου.

24      Το δεύτερο στάδιο συνίσταται στην εκ νέου κατάταξη του οικείου εργαζομένου με βάση τη νέα ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή του, ήτοι στην εφαρμογή σε αυτόν του καθεστώτος που εισάγει το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων. Συναφώς, η νέα ημερομηνία αναφοράς που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της μισθολογικής προαγωγής μπορεί να συνεπάγεται αύξηση του μισθού και να προκαλέσει κατά συνέπεια την καταβολή μισθών υπερημερίας. Κατά τη ρήτρα διασφαλίσεως, αν η νέα ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή συνεπάγεται κατάταξη του οικείου εργαζομένου σε χαμηλότερο κλιμάκιο, ο μισθός που λαμβάνεται πράγματι κατά το χρονικό σημείο προσδιορισμού της νέας αυτής ημερομηνίας διατηρείται για λόγους προστασίας των κεκτημένων δικαιωμάτων. Ο μισθός αυτός παραμένει εγγυημένος για τον εργαζόμενο μέχρις ότου αυτός συμπληρώσει τον αναγκαίο χρόνο υπηρεσίας για να ανέλθει σε ανώτερο κλιμάκιο βάσει της νέας ημερομηνίας αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή.

25      Το τρίτο στάδιο το οποίο προβλέπει ο Αυστριακός νομοθέτης συνίσταται στην εισαγωγή, για όλους τους εργαζομένους της ÖBB, ενός συμπληρωματικού μισθολογικού κλιμακίου πριν από το τελευταίο κλιμάκιο, το οποίο προορίζεται να αντισταθμίσει τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες που θα είχε διαφορετικά η μεταβολή της ημερομηνίας αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή τους.

26      Πρέπει να εξεταστεί μήπως η νομοθεσία αυτή διαιωνίζει τις διακρίσεις λόγω ηλικίας τις οποίες ενείχαν τα προηγούμενα καθεστώτα και μήπως εισάγει νέα διάκριση λόγω ηλικίας μεταξύ των εργαζομένων της ÖBB.

27      Κατά το αιτούν δικαστήριο, η μισθολογική αύξηση λόγω της προσμετρήσεως, κατ’ εφαρμογήν των αποφάσεων της 18ης Ιουνίου 2009, Hütter (C‑88/08, EU:C:2009:381), και της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, ECLI:EU:C:2015:38), των περιόδων προϋπηρεσίας που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας εκμηδενίζεται από το καθεστώς το οποίο εισάγει το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων καθόσον, πρώτον, δεν προσμετρώνται σχεδόν καθόλου οι περίοδοι προϋπηρεσίας που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της ηλικίας των 18 ετών και της αναλήψεως καθηκόντων, οι οποίες όμως παρέχουν στον οικείο εργαζόμενο τη δυνατότητα να εκπληρώνει καλύτερα τα καθήκοντά του, δεύτερον, εισήχθη νέο προτελευταίο μισθολογικό κλιμάκιο και, τρίτον, προβλέπεται ρήτρα διασφαλίσεως. Τα μέτρα αυτά οδηγούν σε κάθε περίπτωση σε μείωση των εισοδημάτων που αποκτούν καθ’ όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής ζωής τους οι εργαζόμενοι οι οποίοι δεν υφίσταντο διάκριση μέχρι τώρα.

28      Πρώτον, επισημαίνεται ότι το αιτούν δικαστήριο στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία των αποφάσεων αυτών. Ειδικότερα, η εξασφάλιση της συμμορφώσεως της εθνικής νομοθεσίας προς την απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38), δεν απονέμει οπωσδήποτε στους εργαζομένους οι οποίοι υπέστησαν τη διαπιστωθείσα από το Δικαστήριο δυσμενή διάκριση αξίωση σε μια τέτοια μισθολογική αύξηση. Όπως επισήμανε το Δικαστήριο στις σκέψεις 43 έως 45 της αποφάσεως αυτής, μολονότι τα κράτη μέλη οφείλουν, κατά το άρθρο 16 της οδηγίας 2000/78, να καταργήσουν κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη που αντιβαίνει στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, το άρθρο αυτό δεν τους επιβάλλει παρ’ όλ’ αυτά την υποχρέωση να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα σε περίπτωση παραβιάσεως της απαγορεύσεως των διακρίσεων, αλλά τους αφήνει την ελευθερία να επιλέξουν, μεταξύ των διαφόρων λύσεων που προσφέρονται για την επίτευξη του σκοπού του, τη λύση που τους φαίνεται καταλληλότερη προς τούτο, αναλόγως των διαφόρων καταστάσεων που μπορούν να ανακύψουν.

29      Συνεπώς, μια τέτοια συμμόρφωση με σκοπό να εξαλειφθεί, σύμφωνα με το άρθρο 16 της ως άνω οδηγίας, μια διάκριση λόγω ηλικίας, δεν θα σημαίνει οπωσδήποτε ότι θα επιτρέπεται σε εργαζόμενο ο οποίος, εξαιτίας της εφαρμογής της εισάγουσας διακρίσεις εθνικής νομοθεσίας, δεν έτυχε προσμετρήσεως, κατά τον υπολογισμό της μισθολογικής προαγωγής του, των περιόδων απασχολήσεως που είχε πραγματοποιήσει πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του, να λαμβάνει χρηματική αποζημίωση ίση με τη διαφορά μεταξύ του μισθού τον οποίο θα είχε λάβει αν δεν είχε υποστεί δυσμενή διάκριση και του μισθού τον οποίο όντως έλαβε.

30      Με άλλα λόγια, η κατάργηση μιας διακρίσεως δεν σημαίνει παρ’ όλ’ αυτά ότι το πρόσωπο που υπέστη τη δυσμενή διάκριση υπό το προϊσχύσαν νομικό καθεστώς αποκτά αυτομάτως αξίωση να λάβει αναδρομικώς μια τέτοια μισθολογική διαφορά ή αύξηση των μελλοντικών μισθών. Τέτοια περίπτωση συντρέχει μόνον εφόσον δεν έχουν ληφθεί από τον εθνικό νομοθέτη μέτρα για την αποκατάσταση της ίσης μεταχειρίσεως και για όσο χρόνο εξακολουθούν να μη λαμβάνονται τέτοια μέτρα. Ειδικότερα, στην περίπτωση αυτή, η τήρηση της αρχής της ισότητας μπορεί να διασφαλισθεί μόνο με τη χορήγηση στα πρόσωπα που ανήκουν στην ευρισκόμενη σε δυσμενέστερη θέση κατηγορία των ιδίων πλεονεκτημάτων με εκείνα που χορηγούνται στα πρόσωπα της ευνοημένης κατηγορίας· ένα τέτοιο καθεστώς, ελλείψει ορθής εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, παραμένει το μόνο έγκυρο σύστημα αναφοράς (απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr, C‑417/13, EU:C:2015:38, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

31      Επομένως, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 36 των προτάσεών του, για να εξαλείψει τη διάκριση λόγω ηλικίας την οποία διαπίστωσε το Δικαστήριο στην απόφαση της 18ης Ιουνίου 2009, Hütter (C‑88/08, EU:C:2009:381), ο Αυστριακός νομοθέτης μπορούσε να αποφασίσει, όπως και έπραξε, να τροποποιήσει αναδρομικώς ολόκληρο το σύστημα προσμετρήσεως των περιόδων προηγούμενης απασχολήσεως. Η απλή απάλειψη της απαγορεύσεως να προσμετράται η κτηθείσα πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας επαγγελματική εμπειρία ήταν μία μόνο από τις δυνατότητες που διέθετε ο ως άνω νομοθέτης για τη συμμόρφωσή του προς τις διατάξεις της οδηγίας 2000/78.

32      Διαπιστώνεται επίσης ότι, λόγω της αναδρομικής θέσεώς του σε ισχύ, το κριτήριο της ηλικίας καταργείται τυπικώς, παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα να προσμετράται η επαγγελματική εμπειρία ανεξαρτήτως της ηλικίας στην οποία αποκτήθηκε.

33      Ακόμη, το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων εφαρμόζεται αδιακρίτως σε όλους τους εργαζόμενους της ÖBB, δηλαδή τόσο σε εκείνους που υφίσταντο διάκριση βάσει του παλαιού συστήματος όσο και σε εκείνους που ευνοούνταν από το σύστημα αυτό, μεταφέρει δε όλους τους εργαζομένους αυτούς στο νέο σύστημα αποδοχών που καθιερώνει.

34      Από την άποψη αυτή, το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων διαφέρει από την εθνική νομοθεσία που ήταν επίμαχη στις υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι αποφάσεις της 11ης Νοεμβρίου 2014, Schmitzer (C‑530/13, EU:C:2014:2359), και της 28ης Ιανουαρίου 2015, ÖBB Personenverkehr (C‑417/13, EU:C:2015:38), στο πλαίσιο των οποίων η νέα νομοθεσία ανέπτυσσε τα αποτελέσματά της μόνον έναντι των εργαζομένων που υφίσταντο δυσμενή διάκριση βάσει του παλαιού συστήματος και διατηρούσε κατ’ αυτόν τον τρόπο τη διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των δύο αυτών ομάδων εργαζομένων όσον αφορά την κατάταξή τους στη μισθολογική κλίμακα.

35      Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι στους εργαζομένους οι οποίοι, πριν συμπληρώσουν το 18ο έτος της ηλικίας τους, πραγματοποίησαν περιόδους απασχολήσεως ή καταρτίσεως που δεν συγκαταλέγονται στις περιόδους οι οποίες προσμετρώνται βάσει του καθεστώτος του άρθρου 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων (στο εξής: μη συναφής εμπειρία) οι περίοδοι αυτές εξακολουθούν, όπως και προ της ενάρξεως ισχύος του νόμου αυτού, να μην προσμετρώνται, τόσο για τους σκοπούς του καθορισμού των αποδοχών που λαμβάνονταν πριν από τη δημοσίευση του εν λόγω νόμου, τη διατήρηση των οποίων εγγυάται ο νόμος αυτός δυνάμει της ρήτρας διασφαλίσεως, όσο και για τους σκοπούς της καταβολής των μισθών υπερημερίας που δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή.

36      Η κατηγορία αυτή αποτελείται όμως αποκλειστικώς από τους εργαζομένους οι οποίοι διαθέτουν μόνο μη συναφή εμπειρία.

37      Συνεπώς, ο συλλογισμός του αιτούντος δικαστηρίου ότι διάκριση λόγω ηλικίας θα μπορούσε να προκύπτει από τη μη προσμέτρηση των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν σε άλλες επιχειρήσεις πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας ισοδυναμεί με αμφισβήτηση των νέων κανόνων προσμετρήσεως της επαγγελματικής εμπειρίας τους οποίους αποφάσισε ο εθνικός νομοθέτης.

38      Η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστηρίζει συναφώς ότι η άνευ περιορισμών προσμέτρηση του ημίσεος της μη συναφούς εμπειρίας, στην οποία προέβαινε η προϊσχύσασα νομοθεσία, έβαινε πέραν της επιβραβεύσεως της εμπειρίας που είχε αποκτηθεί στον οικείο τομέα και κατ’ ουσίαν παρουσίαζε τα ίδια μειονεκτήματα με το κριτήριο της ηλικίας, στο μέτρο που δεν στηριζόταν στην εμπειρία που παρείχε στον οικείο εργαζόμενο τη δυνατότητα να εκπληρώνει καλύτερα τα καθήκοντά του στην υπηρεσία της ÖBB.

39      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, αφενός, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η επιβράβευση της επαγγελματικής εμπειρίας που έχει αποκτηθεί στον οικείο τομέα, η οποία παρέχει στον εργαζόμενο τη δυνατότητα να εκπληρώνει καλύτερα τα καθήκοντά του, συνιστά θεμιτό σκοπό μισθολογικής πολιτικής (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, αποφάσεις της 3ης Οκτωβρίου 2006, Cadman, C‑17/05, EU:C:2006:633, σκέψεις 34 επ., και της 18ης Ιουνίου 2009, Hütter, C‑88/08, EU:C:2009:381, σκέψη 47 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Καταρχήν, επομένως, ο εργοδότης είναι ελεύθερος να προσμετρήσει, όσον αφορά τις αποδοχές, μόνο τέτοιες περιόδους προηγούμενης απασχολήσεως.

40      Αφετέρου, το Δικαστήριο έκρινε ότι ναι μεν μια διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία προσμετρά ορισμένες μόνο περιόδους προηγούμενης απασχολήσεως και αγνοεί άλλες τέτοιες περιόδους μπορεί να συνεπάγεται διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των εργαζομένων αναλόγως της ημερομηνίας προσλήψεώς τους από την οικεία επιχείρηση, πλην όμως η διαφορετική αυτή μεταχείριση δεν βασίζεται, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, στην ηλικία ούτε σε γεγονός συνδεόμενο με την ηλικία. Ειδικότερα, η κτηθείσα σε άλλες επιχειρήσεις επαγγελματική εμπειρία δεν λαμβάνεται υπόψη, ανεξαρτήτως της ηλικίας στην οποία αυτή αποκτήθηκε ή της ηλικίας στην οποία προσλήφθηκε ο οικείος εργαζόμενος (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 7ης Ιουνίου 2012, Tyrolean Airways Tiroler Luftfahrt Gesellschaft, C‑132/11, EU:C:2012:329, σκέψη 29).

41      Τρίτον, όσον αφορά τη ρήτρα διασφαλίσεως, δυνάμει της οποίας, αν η νέα ημερομηνία αναφοράς για τη μισθολογική προαγωγή συνεπάγεται κατάταξη του οικείου εργαζομένου σε χαμηλότερο κλιμάκιο, διατηρείται ο μισθός ο οποίος λαμβανόταν πράγματι κατά το χρονικό σημείο προσδιορισμού της νέας αυτής ημερομηνίας, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι η ρήτρα αυτή παρέχει στον εργαζόμενο την εγγύηση της μεταφοράς του στο νέο σύστημα χωρίς οικονομικές απώλειες, τηρουμένων των κεκτημένων δικαιωμάτων και διαφυλασσομένης της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, πράγμα που συνιστά θεμιτό σκοπό της πολιτικής απασχόλησης και αγοράς εργασίας.

42      Εν πάση περιπτώσει, επισημαίνεται ότι μια τέτοια ρήτρα δεν αφορά παρά μόνο τους εργαζομένους που δεν μπορούν πλέον να επικαλεστούν τη μη συναφή εμπειρία τους. Συνεπώς, μια υποτιθέμενη δυσμενής διάκριση εξαιτίας των συνεπειών της εφαρμογής της ρήτρας διασφαλίσεως δεν θα θεμελιωνόταν πάντως στο κριτήριο της ηλικίας αλλά στον τρόπο προσμετρήσεως της προηγούμενης επαγγελματικής εμπειρίας. Πλην όμως από τις σκέψεις 39 και 40 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι μια τέτοια θεμελίωση δεν μπορεί εν προκειμένω να αμφισβητηθεί.

43      Το ίδιο ισχύει όσον αφορά την εισαγωγή ενός προτελευταίου μισθολογικού κλιμακίου, το οποίο, όπως προκύπτει ιδίως από τις απαντήσεις σε ερώτημα που τέθηκε από το Δικαστήριο, σκοπεί στην αντιστάθμιση των αποτελεσμάτων μιας υπαγωγής σε χαμηλότερο κλιμάκιο συνεπεία της ανακατατάξεως.

44      Συνεπώς, δεδομένων των υποχρεώσεων τις οποίες υπέχουν τα κράτη μέλη από το δίκαιο της Ένωσης όσον αφορά την εξάλειψη μιας διακρίσεως λόγω ηλικίας κατά την προσμέτρηση των περιόδων προηγούμενης απασχολήσεως και της ελευθερίας του εθνικού νομοθέτη να ρυθμίσει το μισθολογικό καθεστώς των εργαζομένων της ÖBB, διαπιστώνεται ότι η απαραίτητη τροποποίηση του ισχύοντος δικαίου δεν χάνει τον χαρακτήρα της ως μη εισάγουσας διακρίσεις για τον λόγο ότι δεν καταλήγει, στο πλαίσιο μιας γενικής μεταφοράς των εργαζομένων σε ένα νέο μη συνεπαγόμενο διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας σύστημα προσμετρήσεως της προηγούμενης επαγγελματικής εμπειρίας, να ευνοήσει όλους τους εργαζομένους. Επομένως, στο πλαίσιο αυτό, προκύπτει ότι ο Αυστριακός νομοθέτης δεν υπερέβη τα όρια της εξουσίας την οποία διαθέτει στον συγκεκριμένο τομέα.

45      Υπ’ αυτές τις συνθήκες, πρέπει να κριθεί, δεδομένου του ευρέος περιθωρίου εκτιμήσεως που αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη όχι μόνον όσον αφορά την επιλογή του συγκεκριμένου σκοπού που θα επιδιώξουν στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης, αλλά και όσον αφορά τον καθορισμό των κατάλληλων για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρων, ότι ο Αυστριακός νομοθέτης εξισορρόπησε, στο πλαίσιο της διαδικασίας θεσπίσεως του άρθρου 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων, την εξάλειψη της διακρίσεως λόγω ηλικίας με τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων που είχαν κτηθεί υπό το προϊσχύσαν νομικό καθεστώς.

46      Όσον αφορά τέλος το άρθρο 45 ΣΛΕΕ, στο μέτρο που το άρθρο 53a του ομοσπονδιακού νόμου του 2015 περί σιδηροδρόμων προβλέπει ρητώς την προσμέτρηση των περιόδων προηγούμενης απασχολήσεως στον σιδηροδρομικό τομέα που πραγματοποιήθηκαν σε άλλα κράτη μέλη, διαπιστώνεται ότι το Δικαστήριο δεν διαθέτει κανένα στοιχείο βάσει του οποίου θα μπορούσε να διαπιστώσει τυχόν παραβίαση της προβλεπόμενης στο άρθρο αυτό ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων.

47      Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 45 ΣΛΕΕ και τα άρθρα 2, 6 και 16 της οδηγίας 2000/78 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία, προκειμένου να θέσει τέλος σε διάκριση λόγω ηλικίας, που προέκυψε λόγω της εφαρμογής εθνικής νομοθεσίας με την οποία προσμετρώνταν, για τους σκοπούς της μισθολογικής κατατάξεως των εργαζομένων μιας επιχειρήσεως, μόνο οι περίοδοι απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, καταργεί, αναδρομικώς και για όλους τους εργαζομένους αυτούς, το ηλικιακό αυτό όριο, αλλά δεν επιτρέπει να προσμετράται παρά μόνον η εμπειρία που αποκτήθηκε σε επιχειρήσεις του ίδιου οικονομικού τομέα.

 Επί του δευτέρου ερωτήματος

48      Δεδομένης της απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

49      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 45 ΣΛΕΕ και τα άρθρα 2, 6 και 16 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία, προκειμένου να θέσει τέλος σε διάκριση λόγω ηλικίας, που προέκυψε λόγω της εφαρμογής εθνικής νομοθεσίας με την οποία προσμετρώνταν, για τους σκοπούς της μισθολογικής κατατάξεως των εργαζομένων μιας επιχειρήσεως, μόνο οι περίοδοι απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, καταργεί, αναδρομικώς και για όλους τους εργαζομένους αυτούς, το ηλικιακό αυτό όριο, αλλά δεν επιτρέπει να προσμετράται παρά μόνον η εμπειρία που αποκτήθηκε σε επιχειρήσεις του ίδιου οικονομικού τομέα.

ΟΑΕΔ αριθμ. απόφ. 98/02/2018 Τροποποίηση της με αριθμό 1553/35/30-5-2017 απόφασης του Δ.Σ. του Οργανισμού (ΦΕΚ 2379/ Β΄/12-7-2017) στα πλαίσια του «Προγράμματος επιχορήγησης για την ενίσχυση της οργανωτικής ικανότητας της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., της Ε.Σ.Ε.Ε. και των οργανώσεων μελών αυτών, του Σ.Ε.Β., του Σ.Ε.Τ.Ε. καθώς και των Πανελλήνιων Οργανώσεων μελών του Σ.Ε.Τ.Ε.»

$
0
0

Αριθμ. απόφ. 98/02/16-01-2018

(ΦΕΚ Β' 941/16-03-2018)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
Α. Του ν. 2224/1994, άρθρα 14 και 15 (ΦΕΚ 112/Α΄/ 08-07-1994).
Β. Του ν. 2336/1995, άρθρο 10 (ΦΕΚ 189/Α΄/ 12-09-1995)
Γ. Του ν. 2434/1996, άρθρο 1 (ΦΕΚ 188/Α΄/20-08-1996)
Δ. Του ν. 2956/2001, άρθρο 6 παρ. 7, άρθρο 8 παρ. 2 εδ. ΙΔ, άρθρο 9 παρ. 2 εδ. 2 (ΦΕΚ 258/Α΄/08-11-2001).
Ε. Του ν. 4144/2013, άρθρα 26 και 34 (ΦΕΚ 88/Α΄/ 18-04-2013).

2. Τη με αριθμό 15/02/16-01-2018 απόφαση της Επιτροπής του ΕΛΕΚΠ.

3. Τη γνώμη των μελών του.
Για το εν λόγω πρόγραμμα εκδόθηκε η με αριθμό 7008/144/21-02-2018 τροποποίηση απόφασης έγκρισης ανάληψης υποχρέωσης του  εποπτεύοντος  Υπουργείου με ΑΔΑ: 7Μ1Ξ465Θ1Ω-95Η καθώς και η με αριθμό 14965/01-03-2018 έγκριση ανάληψης πολυετούς υποχρέωσης της Γενικής Δ/νσης Υποστήριξης του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) με ΑΔΑ: 6ΖΕΗ4691Ω2-ΒΛ1,

αποφασίζει:

1) Την αποδοχή της με αριθμό 15/02/16-01-2018 γνωμοδότησης της Επιτροπής του ΕΛΕΚΠ σχετικά με την τροποποίηση των άρθρων 1 και 2 της με αριθμό 1553/35/30-05-2017/28.6.2017 απόφασης του Δ.Σ. του Οργανισμού (ΦΕΚ 2379/Β΄/12-7-2017), στα πλαίσια του «Προγράμματος επιχορήγησης για την ενίσχυση της οργανωτικής ικανότητας της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., της Ε.Σ.Ε.Ε. και των οργανώσεων μελών αυτών, του Σ.Ε.Β., του Σ.Ε.Τ.Ε. καθώς και των Πανελλήνιων Οργανώσεων μελών του Σ.Ε.Τ.Ε.» ως εξής:

Το άρθρο 1 της ανωτέρω απόφασης του Δ.Σ. «Αντικείμενο προγράμματος Στόχος Προγράμματος» αντικαθίσταται ως εξής:
«Σκοπός του προγράμματος είναι η προώθηση της απασχόλησης συνολικά διακοσίων τριάντα (260) ανέργων, ηλικίας 18-66 ετών και η ενίσχυση της οργανωτικής ικανότητας της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., της Ε.Σ.Ε.Ε. και των Οργανώσεων μελών αυτών, του Σ.Ε.Β., του Σ.Ε.Τ.Ε. και των Πανελληνίων Οργανώσεων μελών του Σ.Ε.Τ.Ε.. Συγκεκριμένα, θα απασχοληθούν εκατόν είκοσι (120) άτομα στη Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. και στις Δευτεροβάθμιες και Πρωτοβάθμιες Οργανώσεις μέλη αυτής, ενενήντα (90) άτομα στην Ε.Σ.Ε.Ε. και σε Οργανώσεις μέλη αυτής καθώς και σαράντα πέντε (45) άτομα στο Σ.Ε.Τ.Ε. και στις Πανελλήνιες Οργανώσεις μέλη του Σ.Ε.Τ.Ε. Όσον αφορά στις εκατόν (120) θέσεις που αφορούν στη Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. και στις Δευτεροβάθμιες και Πρωτοβάθμιες Οργανώσεις μέλη αυτής κατανέμονται ως εξής:
Πέντε (5) θέσεις στη Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. και από τρεις (3) θέσεις στις Δευτεροβάθμιες και δύο (2) θέσεις στις Πρωτοβάθμιες Οργανώσεις αντίστοιχα, κατά σειρά προτεραιότητας μέχρι την κάλυψη και της τελευταίας θέσης.
Όσον αφορά στις πέντε (5) θέσεις που αφορούν στο ΣΕΒ δικαιούχοι φορείς είναι οι παρακάτω σύνδεσμοι:
1) Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιώς: Δύο (2) θέσεις
2) Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βιοτεχνιών Ροδόπης: Μία (1) θέση
3) Σύνδεσμος Βιομηχανιών Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδος: Μία (1) θέση
4) Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδας: Μία (1) θέση

Το άρθρο 2 της ανωτέρω απόφασης του Δ.Σ. «Αντικείμενο προγράμματος Στόχος Προγράμματος» αντικαθίσταται ως εξής:
Το Πρόγραμμα χρηματοδοτείται από τον κλάδο ΛΑΕΚ και η μέγιστη συνολική δαπάνη θα ανέλθει στο ποσό των 5.850.000 ευρώ (ΚΑΕ 2493) το οποίο κατανέμεται σε ετήσια βάση ως εξής;
- Για το έτος 2014: 750.000 ευρώ
- Για το έτος 2015:1.500.000 ευρώ
- Για το έτος 2016:1.500.000 ευρώ
- Για το έτος 2017: 750.000 ευρώ
- Για το έτος 2018: 275.000 ευρώ
- Για το έτος 2019: 300.000 ευρώ
- Για το έτος 2020: 325.000 ευρώ
- Για το έτος 2021: 225.000 ευρώ
- Για το έτος 2022: 225.000 ευρώ
2) Την υποβολή αιτήματος στο εποπτεύον Υπουργείο περί της τροποποίησης της αριθμ. 26051/989/27-6-2017 απόφασης προέγκρισης του εποπτεύοντος Υπουργείου ως προς την επιβάρυνση των επόμενων ετών των πιστώσεων του ΚΑΕ 2493 του προϋπολογισμού του ΛΑΕΚ και η οποία κατ’ έτος έχει ως εξής:
- Για το έτος 2019: 300.000 ευρώ.
- Για το έτος 2020: 325.000 ευρώ.
- Για το έτος 2021: 225.000 ευρώ.
- Για το έτος 2022: 225.000 ευρώ.
3) Την έγκριση της δέσμευσης και ανάληψης του ποσού των 275.000,00 ευρώ σε βάρος των πιστώσεων του ΚΑΕ 2493 του προϋπολογισμού του ΛΑΕΚ έτους 2018, της ανάληψης του ποσού των 300 χιλιάδων ευρώ σε βάρος των πιστώσεων του ΚΑΕ 2493 του προϋπολογισμού του ΛΑΕΚ έτους 2019, του ποσού των 325 χιλιάδων ευρώ του προϋπολογισμού του ΛΑΕΚ έτους 2020, του ποσού των 225 χιλιάδων ευρώ σε βάρος των πιστώσεων του ΚΑΕ 2493 του προϋπολογισμού του ΛΑΕΚ έτους 2021 και του ποσού των 225 χιλιάδων ευρώ σε βάρος των πιστώσεων του ΚΑΕ 2493 του προϋπολογισμού του ΛΑΕΚ έτους 2022.
4) Τη χορήγηση εξουσιοδότησης στον Προϊστάμενο της Γενικής Δ/νσης Υποστήριξης για την υπογραφή της απόφασης ανάληψης πολυετούς υποχρέωσης.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 2 Μαρτίου 2018

Η Διοικήτρια
Μ. ΚΑΡΑΜΕΣΙΝΗ

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>