Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 1026/2018 Η μη υποβολή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου του άρθρου 13 του ν.2238/1994 δεν συμπαρασύρει σε δεκαπενταετή παραγραφή το δικαίωμα του Δημοσίου να εκδώσει οριστική πράξη προσδιορισμού φόρου εισοδήματος εφόσον η δήλωση φορολογίας εισοδήματος έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.

$
0
0

Καλλιθέα, 29/01/2018
Αριθμός απόφασης: 1026

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ A3

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 2131604529
ΦΑΞ: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).

β. Του άρθρου 11 της Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

γ. Της παρ.3 του άρθρου 47 του ν.4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).

δ. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

ε. Την ΠΟΛ.1064/12.4.2017 Εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).

2. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

3. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 29/09/2017 και αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία
η οποία εδρεύει στη , , ΑΦΜ κατά της με αριθμό /2017 οριστικής πράξης προσδιορισμού φόρου εισοδήματος για τη διαχειριστική περίοδο 01/01/2006 - 31/12/2006 του Προϊσταμένου του ΚΕΜΕΕΠ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν έγγραφα.

4. Την 1551/25-7-2017 οριστική πράξη Προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του ΚΕΜΕΕΠ της οποίας ζητείται η ακύρωση.

5. Τις απόψεις του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου και της Προϊσταμένης του τμήματος Α3.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 29/09/2017 και αριθμ. πρωτ ενδικοφανούς προσφυγής της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία, Α.Φ.Μ και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με τη με αριθμό και με ημερομηνία έκδοσης 25.7.2017 προσβαλλόμενη οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικονομικού έτους 2007 (διαχειριστική περίοδος 01/01-31/12/2006), του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., καταλογίσθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας, φόρος εισοδήματος ποσού 27.038,49 €, πλέον πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας ποσού 32.446,19 €, ήτοι συνολικό ποσό 59.484,68 €.

Η διαφορά φόρου προέκυψε από τον βάσει ελέγχου λογιστικό προσδιορισμό των αποτελεσμάτων του ως άνω οικονομικού έτους, ήτοι τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών βάσει των διατάξεων του άρθρου 31 του ν 2238/94, καθόσον τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία της προσφεύγουσας εταιρείας για το εν λόγω οικονομικό έτος κρίθηκαν επαρκή και ακριβή με βάση τις διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 4 του Π.Δ. 186/1992 (ΚΒΣ).

Η ως άνω προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε δυνάμει της με ημερομηνία θεώρησης 25.7.2017 έκθεσης μερικού ελέγχου προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., που συντάχθηκε κατόπιν του διενεργηθέντος ελέγχου βάσει της με αριθμ. /2016 εντολής ελέγχου του ίδιου ως άνω Προϊσταμένου.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Με τη με αριθμ /16 εντολή ελέγχου του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., η οποία εκδόθηκε σε αντικατάσταση των με αριθμ /16 και /14 εντολών ελέγχου της ιδίας Υπηρεσίας, οι οποίες εκδόθηκαν ομοίως σε συνέχεια και αντικατάσταση της με αριθμ. /2012 εντολής ελέγχου του Προϊσταμένου του Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης ( λόγω κατάργησης του), διενεργήθηκε στην προσφεύγουσα εταιρεία έλεγχος για την εφαρμογή των διατάξεων του Π.Δ.186/92 (Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων), καθώς και της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1037/1.3.2005 και ΠΟΛ.1081/23.5.2005, για τις διαχειριστικές φορολογικές περιόδους 1/7/2003-31/12/2004, 1/01-31/12/2005, 1/01-31/12/2006, 1/01-31/12/2007, 1/01-31/12/2008, 1/01- 31/12/2009, 1/01-31/12/2010.

Από το διενεργηθέντα έλεγχο και βάσει του πορίσματος αυτού συντάχθηκε η με ημερομηνία θεώρησης 25.7.2017 οικεία Έκθεση Ελέγχου Κώδικα Φορολογικών Συναλλαγών (Κ.Φ.Α.Σ.) και Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., και εκδόθηκαν Πράξεις Επιβολής Προστίμων, μεταξύ των οποίων και η με αριθμό με αριθμό και με ημερομηνία έκδοσης 25.7.2017 προσβαλλόμενη Πράξη Επιβολής Προστίμου διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2009 του ιδίου ως άνω Προϊσταμένου.

Από τη με ημερομηνία θεώρησης 25.7.2017 οικεία έκθεση μερικού ελέγχου προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., αναφορικά με τις ελεγχόμενες διαχειριστικές περιόδους, μεταξύ άλλων προκύπτουν τα εξής:

α) Από το αρχείο της υπηρεσίας διαπιστώθηκε ότι μεταξύ άλλων υφίστανται και οι κάτωθι παραβάσεις Κ.Β.Σ. :

Α/Α Α.Ε.Π.

ΔΟΥ

ΗΜ. Α.Ε.Π.

ΕΚΘ. ΕΛ.

ΔΙΑΧΕΙΡ. ΠΕΡΙΟΔΟΣ

ΠΑΡΑΒΑΣΗ

ΠΡΟΣΤΙΜΟ

 

4112

12/11/2013

 

1/1-31/12/2004

Λήψη εικονικών φορ. στοιχ. (αγορά αγαθών) με μείωση Φ.Ε

47.649,82

 

4112

12/11/2013

 

1/1-31/12/2005

Λήψη εικονικών φορ. στοιχ. (αγορά αγαθών) με μείωση Φ.Ε.

6.456,00

 

4112

12/11/2013

 

1/1-31/12/2007

Λήψη εικονικών φορ. στοιχ. (αγορά αγαθών) με μείωση Φ.Ε.

13.800,00

 

4112

12/11/2013

 

1/1-31/12/2008

Λήψη εικονικών φορ. στοιχ. (αγορά αγαθών) με μείωση Φ.Ε.

31.600,00



Με τις ως άνω Αποφάσεις Επιβολής Προστίμων επιβλήθηκαν στην ελεγχόμενη από τη Δ.Ο.Υ. Βέροιας (με βάση την από 08.11.2013 οικεία έκθεση Κ.Β.Σ. της Δ.Ο.Υ. Βεροίας και σε συνέχεια των από 13.7.2012 με αρ. εντ /11 - ΥΣΕ /12 και από 13.7.2012 με αρ. εντ /11 - ΥΣΕ /11 πληροφοριακών εκθέσεων ελέγχου Κ.Β.Σ. του ΣΔΟΕ Π.Δ. Αττικής), πρόστιμα για λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων στις χρήσεις 2004 και 2005 από την ΕΠΕ Α.Φ.Μ.: και στις χρήσεις 2007 και 2008 από την ΕΠΕ Α.Φ.Μ.:

Κατά των ως άνω αποφάσεων επιβολής προστίμων, η προσφεύγουσα εταιρεία έχει ασκήσει δικαστική προσφυγή (λόγω σιωπηρής απόρριψης ενδικοφανούς προσφυγής), ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας, η οποία και εκκρεμεί προς συζήτηση.

β) Στην προσφεύγουσα εταιρεία διενεργήθηκε προσωρινός έλεγχος εισοδήματος (σχετ. το με αριθμ. πρωτ -2016 έγγραφο της Δ.Ο.Υ. Βέροιας) με ελεγχόμενες χρήσεις από 01/07/2001 έως 31/12/2010 (αρ. εντολής /2012) και συντάχθηκε η από 15.02.2013 έκθεση ελέγχου σύμφωνα με την οποία :

«Με βάση τον προσωρινό έλεγχο φορολογίας εισοδήματος που διενεργήθηκε στην επιχείρηση για τις χρήσεις 2002, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009 και 2010 διαπιστώθηκε ότι α) δεν υπέβαλε εμπρόθεσμα ήτοι ταυτόχρονα και άμεσα με την γένεση της υποχρέωσης της προς παρακράτηση και απόδοση αυτοτελή φόρου εισοδήματος πιστοποιητικό κατοικίας του αλλοδαπού δικαιούχου κατ' εφαρμογή της ΠΟΛ.1013/19.1.1990, β)δεν παρακράτησε και ούτε απέδωσε τον ως άνω αυτοτελή φόρο 20% επί των εκδοθέντων προς αυτήν τιμολογίων του Ιταλού μεσάζοντα. Μετά τα παραπάνω ο έλεγχος προβαίνει σε καταλογισμό του φόρου 20% στις αμοιβές για προμήθειες προς την αλλοδαπή επιχείρηση ως ακολούθως:

ΧΡΗΣΗ

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ

ΦΟΡΟΣ 20%

ΠΡΟΣΘΕΤΟΣ ΦΟΡΟΣ (ΟΡΙΟ 120%)

ΠΟΣΟ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΦΥΛΛΑ

1/7/2001-30/6/2002

7.988,32

1.597,66

1.917,20

3.514,86

 

1/7/2002-30/6/2003

51.088,73

10.217,75

12.261,30

22.479,04

 

1/7/2003-31/12/2004

84.551,29

16.910,26

20.292,31

37.202,57

 

1/1/2005-31/12/2005

73.035,89

14.607,18

17.528,61

32.135,79

 

1/1/2006-31/12/2006

68.183,75

13.636,75

16.364,10

30.000,85

 

1/1/2007-31/12/2007

66.252,46

13.250,49

15.900,59

29.151,08

 

1/1/2008-31/12/2008

135.223,38

27.044,68

32.453,61

59.498,29

 

1/1/2009-31/12/2009

138.110,62

27.622,12

33.146,55

60.768,67

 

1/1/2010-31/12/2010

8.121,28

1.624,26

1.949,11

3.573,36

 


...»

Κατά των παραπάνω πράξεων η ελεγχόμενη άσκησε προσφυγή στο Διοικητικό Εφετείο της Βέροιας και η υπόθεση βρίσκεται σε δικαστική διαδικασία.

Περαιτέρω από το διενεργηθέντα έλεγχο για τη διαχειριστική περίοδο 01/01-31/12/2005 διαπιστώθηκαν και τα εξής :

(α) Περιορίζονται τα απαλλασσόμενα του φόρου κέρδη της ελεγχόμενης εταιρείας από πώληση μετοχών στο Χ.Α.Α., κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1.1.2006 έως 31.12.2006, μόνο στα ποσά για τα οποία η ελεγχόμενη εταιρεία είχε σχηματίσει σχετικό αφορολόγητο αποθεματικό από πωλήσεις χρεογράφων και υπήγαγε σε φόρο τα λοιπά ποσά (σελ. 84 της εκθέσεως ελέγχου).

(β) Καταλογίζονται λογιστικές διαφορές, όπως αυτές αναφέρονται στις σελίδες 52 έως και 72 της συμπροσβαλλόμενης με την παρούσα εκθέσεως ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ..

Η προσφεύγουσα εταιρεία με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να ακυρωθεί, άλλως να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη πράξη, προβάλλοντας τα εξής : • Παραγραφή του δικαιώματος του Ελληνικού Δημοσίου προς επιβολή φόρων για την υπό κρίση διαχειριστική περίοδο 01/01-31/12/2006.

- Για την επίμαχη διαχειριστική περίοδο ισχύει καταρχήν πενταετής παραγραφή, σύμφωνα με την παρ. 1 του αρ. 84 του Κ.Φ.Ε., αρχομένη από το τέλος του έτους στο οποίο υποβάλλεται η οικεία φορολογική δήλωση, ήτοι στις 31.12.2007 και λήγουσα 31.12.2012.

- Περαιτέρω, για τη χρήση αυτή, δεν έχουν εφαρμογή ούτε οι διατάξεις των αρ. 68 παρ. 2 και 84 παρ. 4 του Ν. 2238/1994, αλλά ούτε και οι διατάξεις του άρθρου 19 παρ 18 ν 3091/2002, καθώς οι τελευταίες αφορούν σε διετή παράταση παραγραφής στη φορολογία εισοδήματος, Φ.Π.Α. και λοιπών παρακρατούμενων φόρων, εφόσον όμως οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμων Κ.Β.Σ. έχουν κοινοποιηθεί εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής.

- Αναφορικά με το θέμα των διαδοχικών παρατάσεων της παραγραφής, δυνάμει νομοθετικών διατάξεων, στο οποίο και αφορά το φορολογικό περιστατικό, εκδόθηκε σε συνέχεια της με αρ. ΣτΕ 675/2017 απόφασης της Επταμελούς Συνθέσεως του ΣτΕ, η με αριθμό ΣτΕ 1738/2017 απόφαση της Ολομελείας του ΣτΕ, με την οποία και κρίθηκε οριστικά και αμετάκλητα πλέον ότι οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων με νομοθετικές διατάξεις που θεσπίζονται πέραν του επομένου έτους, αυτού στο οποίο και αφορά η εκάστοτε φορολογική υποχρέωση, αντίκεινται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου, την Αρχή του Κράτους Δικαίου, την Αρχή της αναλογικότητας, καθώς και τις διατάξεις του άρθρου 78 παρ. 2 του Συντάγματος.

Και επομένως οι διατάξεις περί παρατάσεων πέραν της μιας φοράς των βασικών διατάξεων περί παραγραφής, δεν είναι εφαρμοστέες ως ανίσχυρες.

- Η φορολογική διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου.

- Όλες οι δαπάνες της εταιρείας, ήσαν παραγωγικές, αποσκοπούσαν στην παραγωγή κέρδους και στην αύξηση των εσόδων της, καλύπτονται από νόμιμα παραστατικά, ήταν πραγματικές, καταχωρήθηκαν σύννομα στα βιβλία της, προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις της Φορολογικής Νομοθεσίας και κατέστησαν δεδουλευμένες και εκκαθαρισμένες εντός της οικείας χρήσης.

Ειδικότερα:

-Λογ.63-98-02-000 Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας : Λογιστική διαφορά 3.504,48 €
- Λογ. 64-02-06-000 Έξοδα υποδοχής - φιλοξενίας : Λογιστική διαφορά 1.604,45 €
- Λογ. 64-06-00-000 Δωρεές για κοινωφελείς σκοπούς : Λογιστική διαφορά 70,00 €
- Λογ. 64-06-98-000 Λοιπές δωρεές : Λογιστική διαφορά 5.544,25 €
- Λογ. 66-06 Αποσβέσεις εξόδων πολυετούς απόσβεσης : Λογιστική διαφορά 4.417,00 € Οι συγκεκριμένες δαπάνες μη νόμιμα δεν έγιναν δεκτές από τον έλεγχο.

• Μη νόμιμη επιβολή πρόσθετου φόρου σύμφωνα με το ν.2523/1997, λόγω αναδρομικής εφαρμογής των ευμενέστερων διατάξεων του άρθρου 58 του ν. 4174/2013.

- Η κατ' άρθρο 1 παρ.1 του ν.2523/1997, επιβολή κύρωσης με τη μορφή του πρόσθετου φόρου( αντί της νεότερης και ευμενέστερης κύρωσης του ν.4174/2013) παραβιάζει την αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της επιεικέστερης κύρωσης και τη αρχή της χρηστής διοίκησης.

Επειδή, με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 72 της παρ. 11 εδαφ.1 του ν.4174/2013 (το άρθρο 72 αναριθμήθηκε από άρθρο 66 σε άρθρο 72 με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015) ορίζεται:

« Διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, προστίμων, προϊσχύουσες του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή για τις χρήσεις, τις περιόδους, τις υποθέσεις και τις φορολογικές υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν. Κατ' εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 εφαρμόζονται και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά τη θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί.

Όπου σε κείμενες διατάξεις ουσιαστικού φορολογικού δικαίου, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, προβλέπεται προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, πράξεις επιβολής προστίμων και κάθε άλλη συναφή πράξη, η παραγραφή διακόπτεται με την έκδοση τους. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου σε πρώτο βαθμό.».

Επειδή, στις παρ. 1 και 4 του άρθρου 84 του ν.2238/1994 (όπως η περίπτωση β' της παρ. 4 του άρθρου 84 αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 13 του ν. 3522/2006 (ΦΕΚ Α' 276/22-12-2006 και σύμφωνα με το άρθρο 39 του ιδίου νόμου ισχύει από 22/12/2006 και μετά) ορίζεται:

«1. Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 69, δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή του φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο της πενταετίας.

4.Το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής και την επιβολή φόρων, πρόσθετων φόρων, για φορολογικές παραβάσεις, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, εφόσον η μη ενάσκηση του, έστω και κατά ένα μέρος, οφείλεται:

α) Στην από πρόθεση πράξη ή παράλειψη του φορολογουμένου με τη σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου.

β)Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 68, ανεξάρτητα από το εάν έχει εκδοθεί και κοινοποιηθεί ή όχι, αρχικό φύλλο ελέγχου.

Όταν τα συμπληρωματικά στοιχεία περιέρχονται στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας το τελευταίο έτος της παραγραφής, ο χρόνος αυτής παρατείνεται για ένα ακόμη ημερολογιακό έτος».

Επειδή, με τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του ν. 2238/1994, ορίζεται:

«2. Φύλλο ελέγχου και αν ακόμη έγινε οριστικό, δεν αποκλείει την έκδοση και κοινοποίηση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, αν:

α) από συμπληρωματικά στοιχεία, που περιήλθαν με οποιονδήποτε τρόπο σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που έχει περιληφθεί στο προηγούμενο φύλλο ελέγχου,

β) η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή

γ) Στις πιο πάνω περιπτώσεις το νέο φύλλο ελέγχου εκδίδεται για το άθροισμα του εισοδήματος που προκύπτει από το προηγούμενο φύλλο ελέγχου, καθώς και αυτού που εξακριβώθηκε με βάση τα πιο πάνω στοιχεία. Αν εκδοθεί το πιο πάνω φύλλο ελέγχου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 70».

Επειδή με την ΠΟΛ.1191/2017 έγινε αποδεκτή από τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. η αριθ. ΝΣΚ 265/2017 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Τμήμα Β'). Με την εν λόγω γνωμοδότηση έγιναν δεκτά τα εξής:

«1. Κατά την έννοια των διατάξεων των παραγράφων 1 και 4 (περιπτ. β') του άρθρου 84 του ΚΦΕ, ερμηνευομένων σύμφωνα με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας των νομοθετικών διατάξεων περί παραγραφής, (α) ο φορολογικός έλεγχος (και ο βάσει αυτού καταλογισμός φόρου και πρόσθετου φόρου, λόγω ανακρίβειας της δηλώσεως) πρέπει να διενεργείται, κατ' αρχήν, εντός πενταετίας από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία για την επίδοση της οικείας δηλώσεως φορολογίας εισοδήματος, (β) κατά παρέκκλιση από τον ανωτέρω κανόνα της παραγράφου 1, χωρεί, σύμφωνα με τη στενώς ερμηνευτέα διάταξη της περιπτώσεως β' της παραγράφου 4 (σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 68 παρ. 2 περιπτ. α'), έλεγχος (ακόμα και αρχικός) και έκδοση, βάσει αυτού, πράξεως καταλογισμού φόρου και πρόσθετου φόρου, εντός δεκαετίας από το τέλος του προαναφερόμενου έτους, εάν περιέλθουν σε γνώση της φορολογικής Διοίκησης «συμπληρωματικά στοιχεία», δηλαδή στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος (πρβλ. ΣτΕ 1303/1999, ΣτΕ 2632/1996), τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπ' όψιν της η φορολογική αρχή κατά την ανωτέρω πενταετία (ΣτΕ 2426/2002). Συνεπώς, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου 84 πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπ'όψιν από αυτήν (πρβλ. ΣτΕ 3296/2008, ΣτΕ 2703/1997, ΣτΕ 2473/1996) είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια (πρβλ. ΣτΕ 2426/2002, ΣτΕ 2700/1965), ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας που προβλέπονται στο νόμο.

2. Η ανακρίβεια της δηλώσεως και των συνυποβληθέντων με αυτήν ειδικών εντύπων και καταστάσεων μπορεί να διαπιστώνεται καθ' οιονδήποτε τρόπο, ένας εκ των οποίων είναι και η διάσταση προς την οποία τελεί το περιεχόμενο της δηλώσεως (και των συνυποβληθέντων με αυτήν ειδικών εντύπων και καταστάσεων) προς τα προκύπτοντα από τα συνυποβληθέντα προς απόδειξη των δηλουμένων δικαιολογητικά, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 66§2 του ΚΦΕ. Στην περίπτωση όμως αυτή και με δεδομένο ότι τα δικαιολογητικά συνυποβάλλονται με τη δήλωση και επομένως περιέρχονται στη γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου 84 πενταετίας και μπορούν να ληφθούν προσηκόντως υπόψη από αυτήν, η μετ' έλεγχο διαπίστωση της προαναφερθείσης διαστάσεως μετά την πάροδο της πενταετούς παραγραφής του κανόνα του άρθρου 84§1 δεν παρίσταται ικανή να ενεργοποιήσει τον κανόνα της δεκαετούς παραγραφής.

3. Περαιτέρω η ανακρίβεια της δήλωσης μπορεί να διαπιστώνεται με βάση τα περιερχόμενα στην φορολογική αρχή στοιχεία και πληροφορίες από το φορολογούμενο ή τρίτα πρόσωπα ή άλλες δημόσιες αρχές ή στο πλαίσιο διενεργηθέντος φορολογικού ελέγχου . Η ανακρίβεια της δηλώσεως στην περίπτωση αυτή προκύπτει από συμπληρωματικά στοιχεία και, επομένως, η δυνατότητα εκδόσεως φύλλου ελέγχου (αρχικού ή συμπληρωματικού) με βάση συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία εφόσον περιέρχονται στη φορολογική αρχή μετά την προθεσμία της πενταετούς παραγραφής, εμπίπτει στην περίπτωση α' του άρθρου 68§2 του ΚΦΕ, πλην, όμως, καίτοι η περίπτωση αυτή φαίνεται στο νόμο ως αυτοτελής και διακεκριμένη από την περίπτωση β' του άρθρου 68§2 του ιδίου Κώδικα (ανακρίβεια της δηλώσεως), κατ' ουσίαν οι δύο αυτές περιπτώσεις νομοθετικής παρεκτάσεως του χρόνου παραγραφής σε δεκαετία, είναι εμφανές ότι αλληλοκαλύπτονται σε υποθέσεις ανακρίβειας της υποβληθείσης δηλώσεως, δεδομένου ότι τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη μη δηλωθέντος εισοδήματος και περιέρχονται μετά την πενταετία σε γνώση της φορολογικής αρχής τεκμηριώνουν, κατ' αρχήν, και την (αντικειμενική) ανακρίβεια της υποβληθείσης δηλώσεως (πρβλ ΣτΕ 2934/2017, ΣτΕ 2935/2017, σκέψη 14). Επομένως, η έκδοση φύλλου ελέγχου (αρχικού ή συμπληρωματικού) με βάση συμπληρωματικά στοιχεία πρέπει να αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο της ερμηνείας και εφαρμογής της διατάξεως της περιπτώσεως α' του άρθρου 68§2 του ΚΦΕ, διότι η αντιμετώπισή της με βάση τη διάταξη περί ανακρίβειας της δηλώσεως θα καθιστούσε χωρίς αντικείμενο τη διάταξη για τα συμπληρωματικά στοιχεία, είναι δε εντελώς διάφορο το ζήτημα των συνεπειών της ανακρίβειας της δηλώσεως, οι οποίες υφίστανται και στην περίπτωση της διαπιστώσεώς της από συμπληρωματικά στοιχεία.»


Επειδή, με τις διατάξεις της παραγράφου 18 του άρθρου 19 του ν. 3091/2002 (ΦΕΚ α' 330), ορίζεται ότι:

18. Για υποθέσεις φόρου εισοδήματος, φόρου προστιθέμενης αξίας και λοιπών παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών των προσώπων του άρθρου 2 του Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α/), σε βάρος των οποίων έχουν εκδοθεί και κοινοποιηθεί αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ., για έκδοση εικονικών ή πλαστών φορολογικών στοιχείων ή λήψη εικονικών ή νόθευση φορολογικών στοιχείων, μέχρι το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής του φόρου, παρατείνεται το δικαίωμα αυτό για δύο ακόμη έτη πέραν του χρόνου που ορίζεται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται για τις διαχειριστικές περιόδους που βαρύνονται με τα εικονικά, πλαστά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία και ισχύουν για υποθέσεις για τις οποίες η προθεσμία παραγραφής λήγει από 31.12.2002 και μετά.

Για τις υποθέσεις που αφορούν διαχειριστικές περιόδους, οι οποίες έπονται των διαχειριστικών περιόδων για τις οποίες έχουν εκδοθεί αποφάσεις επιβολής προστίμου για εικονικά, πλαστά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία, ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής του φόρου μετατίθεται μέχρι τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής που ορίζεται στα προηγούμενα εδάφια (Το τελευταίο εδάφιο της παρ.18 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρου 22 Ν.3212/2003,ΦΕΚ Α 308/31.12.2003.).
Επειδή, με το υπ' αριθμ. πρωτ. 1114957/1928/ΔΕ-Α/23-12-2003 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με θέμα «Κοινοποίηση διατάξεων περί παράτασης της παραγραφής», κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 22 του νόμου 3212/2003, "Άδεια δόμησης, πολεοδομικές και άλλες διατάξεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων" και παρασχέθηκαν συνοπτικά οι ακόλουθες διευκρινίσεις:
 
2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου (σ.σ. άρθρο 22 ν.3212/2003) συμπληρώνεται η παράγραφος 18 του άρθρου 19 του ν. 3091/2002 και προβλέπεται ότι μετατίθεται ο χρόνος παραγραφής και για τις χρήσεις που έπονται των χρήσεων για τις οποίες έχουν εκδοθεί και κοινοποιηθεί αποφάσεις επιβολής προστίμου ΚΒΣ για εικονικά, πλαστά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία και για τις οποίες, ως γνωστόν, παρατείνεται για δύο (2) επιπλέον έτη η παραγραφή, ώστε τελικά να υπάρχει ταυτόχρονη παραγραφή των χρήσεων και να μην παρουσιάζεται το φαινόμενο να παραγράφεται επόμενη χρήση ενώ δε έχει παραγραφεί η προηγούμενη ή προηγούμενες αυτής.
Σημειώνεται ότι η κατά τα ανωτέρω παράταση δεν καταλαμβάνει και τις χρήσεις που προηγούνται των χρήσεων για τις οποίες έχουν εκδοθεί και κοινοποιηθεί οι πιο πάνω αποφάσεις επιβολής προστίμου.

3. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 18 του άρθρου 19 του ν. 3091/2002, όπως αυτές πλέον συμπληρώθηκαν κατά τα ανωτέρω, και για τις περιπτώσεις που έχουν επιδοθεί εκθέσεις κατάσχεσης ανεπίσημων βιβλίων και στοιχείων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 36 του ΚΒΣ, μέχρι το χρόνο της κανονικής παραγραφής.

Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές η παράταση της παραγραφής ισχύει τόσο για τις χρήσεις κατά τις οποίες έγινε η κατάσχεση των ανεπίσημων βιβλίων και στοιχείων καθώς και τις επόμενες αυτών, κατ' ανάλογη εφαρμογή των οριζομένων με τις προαναφερόμενες διατάξεις της παραγράφου 18 του άρθρου 19 του ν. 3091/02, όπως αυτές πλέον ισχύουν, όσο και για τις προηγούμενες της κατάσχεσης χρήσεις.
Σημειώνεται ότι η κατά τα ανωτέρω παράταση ισχύει ανεξαρτήτως αν τα κατασχεθέντα ανεπίσημα βιβλία και στοιχεία έχουν ήδη ή δεν έχουν επεξεργαστεί μέχρι το χρόνο της κανονικής παραγραφής.

Επειδή, με τη 1738/2017 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές οι διατάξεις των νόμων που προέβλεπαν παράταση της παραγραφής και συγκεκριμένα οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στη σκέψη 8 της Απόφασης, δεδομένου ότι αντίκεινται στις εξειδικεύουσες την (απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου) αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, διότι παρέτειναν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσιεύσεως των σχετικών νόμων ετών.

Σύμφωνα με τις σκέψεις 8, 9 και 10 της εν λόγω Απόφασης του ΣτΕ:

«8. Επειδή, η προβλεπόμενη ως κανόνας από το προαναφερθέν άρθρο 84 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος πενταετής παραγραφή παρατάθηκε στη συνέχεια με τις εξής διατάξεις έως την έκδοση του ένδικου φύλλου ελέγχου: Άρθρο 11 του ν. 3513/2006 (Α' 265/5.12.2006): «Οι προθεσμίες παραγραφής που λήγουν στις 31.12.2006 και 31.12.2007, ημερομηνίες μετά τις οποίες παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου επιβολής φόρων, τελών και εισφορών παρατείνονται μέχρι 31.12.2008. [...]». Άρθρο 29 του ν. 3697/2008 (Α' 194/25.9.2008): «Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2008, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 31.12.2009. [...]». Άρθρο 10 του ν. 3790/2009 (Α' 143/7.8.2009): «Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2009, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 30.6.2010». Άρθρο 82 του ν. 3842/2010 (Α'58/23.4.2010), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 92 παρ. 3 περ. β του ν. 3862/2010 (Α'113/13.7.2010): «Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 30.6.2010, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 31.12.2010».

9. Επειδή, στη συνέχεια χορηγήθηκαν και περαιτέρω παρατάσεις του χρόνου παραγραφής με τις εξής διατάξεις:

Άρθρο 12 παρ. 7 του ν. 3888/2010 (Α' 175/30.9.2010), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 7 του ν. 3899/2010 (Α' 212/17.12.2010): «Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2010, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 31.12.2011».

Άρθρο 18 παρ. 2 του ν. 4002/2011 (Α' 180/22.8.2011): «Η προθεσμία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2011, ημερομηνία μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται μέχρι 31.12.2012».

Άρθρο δεύτερο παρ. 1 του ν. 4098/2012 (Α' 249/20.12.2012): «Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών ή εισφορών που λήγει στις 31.12.2012, παρατείνεται μέχρι 31.12.2013».

Άρθρο 37 παρ. 5 του ν. 4141/2013 (Α' 81/5.4.2013): «Από τις ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων των οποίων επίκειται ο χρόνος παραγραφής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής του φόρου και λοιπών καταλογιστικών πράξεων, παρατείνεται το δικαίωμα αυτό για δύο ακόμα έτη πέραν του χρόνου που ορίζεται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις.

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν για υποθέσεις για τις οποίες η προθεσμία παραγραφής λήγει από 31.12.2013 και μετά».


Άρθρο 22 του ν. 4203/2013 (Α' 235/1.11.2013): «Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου και κάθε άλλης πράξης επιβολής φόρων, τελών, προστίμων ή εισφορών, που λήγουν στις 31.12.2013, παρατείνονται κατά δύο (2) έτη από τη λήξη τους στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) για υποθέσεις, για τις οποίες έχουν αποσταλεί στοιχεία σε ελληνική δικαστική, φορολογική, ελεγκτική ή άλλη αρχή από άλλα κράτη - μέλη της Ε.Ε. ή τρίτες χώρες στα πλαίσια αμοιβαίας διοικητικής ή δικαστικής συνδρομής ή συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου ή συμβάσεων ανταλλαγής πληροφοριών ή συμβάσεις διοικητικής συνδρομής για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής ή οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας, ή εκκρεμεί, κατόπιν αιτήματος των ανωτέρω ελληνικών αρχών η αποστολή στοιχείων, και β) για υποθέσεις, για τις οποίες έχουν εκδοθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος ή θα εκδοθούν μέχρι τις 31.12.2013 εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ελέγχου, έρευνας ή επεξεργασίας ή εντολές και αιτήματα διερεύνησης από δικαστική ή φορολογική ή ελεγκτική αρχή, καθώς και από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης».

Άρθρο 87 του ν. 4316/2014 (Α' 270/24.12.2014): «Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου και κάθε άλλης πράξης επιβολής φόρων, τελών, προστίμων ή εισφορών, που λήγουν στις 31.12.2014, παρατείνονται κατά ένα (1) έτος από τη λήξη τους στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) για υποθέσεις, για τις οποίες έχουν αποσταλεί στοιχεία σε ελληνική δικαστική, φορολογική, ελεγκτική ή άλλη αρχή από άλλα κράτη - μέλη της Ε.Ε. ή τρίτες χώρες στα πλαίσια αμοιβαίας διοικητικής ή δικαστικής συνδρομής ή συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου ή συμβάσεων ανταλλαγής πληροφοριών ή συμβάσεων διοικητικής συνδρομής για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής ή οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας, ή εκκρεμεί, κατόπιν αιτήματος των ανωτέρω ελληνικών αρχών ή αποστολή στοιχείων, και β) για υποθέσεις, για τις οποίες έχουν εκδοθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος ή θα εκδοθούν μέχρι τις 31.12.2014 εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ελέγχου, έρευνας ή επεξεργασίας ή εντολές και αιτήματα διερεύνησης από δικαστική ή φορολογική ή ελεγκτική αρχή, καθώς και από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης».

Άρθρο 22 του ν. 4337/2015 (Α' 129/17.10.2015): «Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και κάθε άλλης πράξης επιβολής φόρων, τελών, προστίμων ή εισφορών, που λήγουν στις 31.12.2015 παρατείνονται κατά ένα (1) έτος από τη λήξη τους για υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί (κατά τη δημοσίευση του παρόντος) ή θα εκδοθούν μέχρι τις 31.12.2015 εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ελέγχου, έρευνας ή επεξεργασίας ή εντολές και αιτήματα διερεύνησης από δικαστική ή φορολογική ή ελεγκτική αρχή, καθώς και από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης».

Άρθρο 61 παρ. 8 του ν. 4410/2016 (Α'141/3.8.2016): «Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση πράξεων διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και κάθε άλλης πράξης επιβολής φόρων, τελών, προστίμων ή εισφορών για τις υποθέσεις του παρόντος άρθρου, καθώς και για αυτές που μεταφέρθηκαν στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων με τις διατάξεις της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Δ7 της παρ. Δ' του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, παρατείνονται για τρία (3) έτη».

Άρθρο 97 του ν. 4446/2016 (Α' 240/22.12.2016): «1. Στο τέλος της παρ. 8 του άρθρου 61 του ν. 4410/2016 (Α' 141) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει και για τις λοιπές υποθέσεις της Ε.Γ. ΣΔΟΕ που περιέρχονται στην αρμοδιότητα της Γ.Γ.Δ.Ε. με οποιονδήποτε τρόπο, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης 1α της υποπαραγράφου Δ7 της παρ. Δ' του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94)». 2. Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση πράξεων διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και κάθε άλλης πράξης επιβολής φόρων, τελών, προστίμων ή εισφορών, που λήγουν την 31.12.2016 παρατείνονται κατά ένα (1) έτος από τη λήξη τους για υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, ή θα εκδοθούν μέχρι την 31.12.2016 εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ελέγχου, έρευνας ή επεξεργασίας ή εντολές και αιτήματα διερεύνησης από δικαστική ή φορολογική ή ελεγκτική αρχή, καθώς και από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης».

Εξάλλου, διατάξεις αφορώσες παραγραφή αξιώσεων παρελθόντων ετών περιέλαβε παραλλήλως προς τις ανωτέρω και ο θεσπισθείς με τον ν. 4174/2013 (Α' 170/26.7.2013) Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας. Ειδικότερα, με το άρθρο 36 παρ. 3 του εν λόγω Κώδικα, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 46 του ν. 4223/2013 (Α' 287/31.12.2013), ορίσθηκε ότι κατ' εξαίρεση από τον κατά την παρ. 1 του ίδιου άρθρου 36 κανόνα της πενταετούς παραγραφής, «πράξη διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου για περιπτώσεις φοροδιαφυγής μπορεί να εκδοθεί εντός είκοσι (20) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης» και με το άρθρο 72 παρ. 11 του ίδιου Κώδικα (πρώην άρθρο 66, αναριθμηθέν σε άρθρο 72 με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015), όπως η εν λόγω παράγραφος 11 προστέθηκε με το άρθρο 50 παρ. 1 του ν. 4223/2013 και συμπληρώθηκε με την περίπτωση 18β της υποπαραγράφου Δ.2 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α' 85/7.4.2014), ορίσθηκε ότι «Διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, προστίμων, προϊσχύουσες του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή για τις χρήσεις, τις περιόδους, τις υποθέσεις και τις φορολογικές υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν. Κατ' εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 εφαρμόζονται και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά τη θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί ».

10. Επειδή, με τις παρατεθείσες στην όγδοη σκέψη διατάξεις παρατείνεται διαδοχικώς ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου λίγο πριν από την λήξη είτε της αρχικής παραγραφής είτε της προηγούμενης παρατάσεως αυτής ώστε η θεσπιζόμενη με το άρθρο 84 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ως κανόνας πενταετής παραγραφή, που είναι, άλλωστε, εύλογη, να φαίνεται ότι δεν έχει πλέον σε καμία περίπτωση εφαρμογή για τις φορολογικές υποχρεώσεις που γεννήθηκαν κατά τις χρήσεις στις οποίες αφορούν οι ανωτέρω διατάξεις και, αντιθέτως, να διαφαίνεται από τις ρυθμίσεις αυτές αδυναμία οποιασδήποτε προβλέψεως περί του χρόνου λήξεως της παραγραφής τους, με συνέπεια να κλονίζεται η αξιοπιστία του κράτους γενικότερα, πράγμα που δεν συμβάλλει στην εμπέδωση της συνειδήσεως στους πολίτες ότι οφείλουν να εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.

Άλλωστε, όπως προκύπτει από τις παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, η παραγραφή αυτή παρατάθηκε στη συνέχεια και πάλι, επανειλημμένως, ώστε έως τον χρόνο συζητήσεως της υποθέσεως ενώπιον του Τμήματος, αλλά και ενώπιον της Ολομελείας, να υπάρχουν, ενδεχομένως, υποθέσεις, αφορώσες στο ένδικο οικονομικό έτος 2002, για τις οποίες, ενόψει των εν λόγω διατάξεων, η παραγραφή δεν έχει ακόμη λήξει (δοθέντος ότι η παράταση της παραγραφής εξαρτάται πλέον από ενέργειες διαφόρων αρχών, με συνέπεια ο χρόνος παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων του ίδιου έτους ενδεχομένως να διαφέρει από φορολογούμενο σε φορολογούμενο αναλόγως εάν για συγκεκριμένο φορολογούμενο έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου από κάποια από τις προβλεπόμενες στις ανωτέρω διατάξεις αρχή) και ως προς τις οποίες να μην είναι, ενδεχομένως, δυνατόν ούτε καν να προβλεφθεί ευχερώς πότε συμπληρώνεται η παραγραφή. .

Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει των εκτεθέντων στις σκέψεις 5 και 6, οι παρατεθείσες στην όγδοη σκέψη διατάξεις αντίκεινται στις εξειδικεύουσες την (απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου) αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, διότι παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσιεύσεως των σχετικών νόμων ετών.

Επειδή, σύμφωνα με το με αριθμ. ΝΣΚ 2642/2017 Πρακτικό της Ολομέλειας του ΝΣΚ, παρότι η ανωτέρω απόφαση της ΟλΣτΕ δεν κάνει ρητή μνεία περί αντισυνταγματικότητας των επόμενων νομοθετικών ρυθμίσεων, με τις οποίες χορηγήθηκαν περαιτέρω παρατάσεις του χρόνου παραγραφής, του άρθρου 37§δ'του ν. 4141/2013, του άρθρου 22 του ν. 4203/2013, του άρθρου 87 του ν. 4316/2014, του άρθρου 22 του ν. 4337/2015 και του άρθρου 97 του ν. 4446/2016, διότι δεν ήταν αναγκαίο με βάση το πραγματικό της κρινόμενης υπόθεσης, από τις σκέψεις 5 και 6 της απόφασης της Ολομέλειας συνάγεται ότι και οι διατάξεις αυτές αντίκεινται στο άρθρο 78 παραγρ. 1 και 2 του Συντάγματος. Και τούτο διότι ομοίως παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγούμενου της δημοσίευσης των σχετικών νόμων έτους, συνδέουν δε τη χορήγηση ή μη παράτασης παραγραφής με ενέργειες δημόσιας αρχής, όπως είναι η έκδοση ή/ και κοινοποίηση εντολής ελέγχου, με συνέπεια την διαφοροποίηση του χρόνου παραγραφής στη βάση της έκδοσης ή μη εντολής ελέγχου σε βάρος εκάστου φορολογούμενου.

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1208/2017 με θέμα την 'Παροχή οδηγιών για την ομοιόμορφη εφαρμογή της με αριθ. ΔΕΛ Β 1181829 ΕΞ 2017/5.12.2017 (Β' 4314) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων:

«Ύστερα από την ως άνω Απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., με την οποία απαλείφθηκε η περ. γ' της παρ. 7 της με αριθ. ΔΕΛ Β 1189202 ΕΞ 2016 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε, που αφορούσε στην έκδοση πράξεων για χρήσεις 2008 και μετά σε περίπτωση φοροδιαφυγής κατά την έννοια και τα όρια του άρθ. 66 του ν.4174/2013, καθώς και σε συνέχεια της εγκ. ΠΟΛ.1154/2017, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για την ομοιόμορφη εφαρμογή των ανωτέρω, παρέχονται οι κάτωθι διευκρινίσεις και πρόσθετες οδηγίες: .

1. Ο πίνακας που περιλαμβάνεται στην περ. (α) της παρ. 1 της εγκ. ΠΟΛ.1154/2017 και αφορά στις χρήσεις για τις οποίες εκδίδονται πράξεις προσδιορισμού, σύμφωνα με τη ΔΕΛ Β 1136035 ΕΞ 2017 Απόφαση του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε., τροποποιείται ως κάτωθι:

Χρήσεις για τις οποίες εκδίδονται πράξεις προσδιορισμού, σύμφωνα με τη ΔΕΛ Β 1181829 ΕΞ 2017/5.12.2017 Απόφαση Διοικητή Α.Α.Δ.Ε.

 

ΧΡΗΣΕΙΣ

ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΔΙΑΤΑΞΗ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

2011 και μετά

Άρθ. 84 § 1 ν. 2238/1994 (σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. α', ν. 4174/2013) και άρθ. 36 § 1 του ν.4174/2013

Κανόνας πενταετούς παραγραφής

2006 και μετά

Άρθ. 84 § 4 ν. 2238/1994 και 68 § 2α' του ίδιου νόμου (σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. α', ν. 4174/2013)

Η εφαρμογή των διατάξεων προϋποθέτει συμπληρωματικά στοιχεία

2001 και μετά

Άρθ. 84 § 5 ν. 2238/1994 (σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. α', ν. 4174/2013)

Αφορά αποκλειστικά την περίπτωση μη υποβολής δήλωσης στη φορολογία εισοδήματος




Περαιτέρω, με τη με αριθ. ΝΣΚ 268/2017 Γνωμοδότηση της Α' Τακτικής Ολομέλειας του ΝΣΚ, η οποία έγινε αποδεκτή από το Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. και κοινοποιήθηκε με την εγκ. ΠΟΛ.1192/2017, έγινε δεκτό ότι, οι διατάξεις της παραγράφου. 3 του άρθ. 36 του ΚΦΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 11 του άρθρου 72 του ίδιου Κώδικα, με τις οποίες παρεκτείνεται ο χρόνος της παραγραφής σε εικοσαετή σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής που διαπράχθηκε πριν την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ, υπό την προϋπόθεση ότι το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί μέχρι τότε, είναι εφαρμοστέες από τη Φορολογική Διοίκηση για τις περιπτώσεις φοροδιαφυγής που διαπράχθηκαν στις χρήσεις 2012 και 2013 και όχι σε χρήσεις προγενέστερες του έτους 2012.

Συνεπώς κατ' εφαρμογή των παραπάνω, για τις χρήσεις 2008 έως 2010 δεν υπάρχει δυνατότητα έκδοσης πράξεων προσδιορισμού φόρου και προστίμου σε εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχου, δυνάμει των διατάξεων της παρ. 3 του άρθ. 36 του ΚΦΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 11 του άρθ. 72.

2. Περαιτέρω, διευκρινίζεται ότι, η έκδοση πράξεων για χρήσεις 2006 και μετά, δυνάμει των οριζομένων στις διατάξεις της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 68 και της παρ. 4 του άρθρου.84 του ν.2238/1994, καθώς και των παρ. 3 του άρθρου 49 και παρ. 2 του άρθρου 57 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν.2859/2000), σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 72 του ν.4174/2013, είναι δυνατή μόνο εφόσον προκύπτουν συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στις εγκυκλίους ΠΟΛ.1191/2017 και ΠΟΛ.1194/2017. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί με την εγκ. ΠΟΛ.1154/2017

Επειδή, σύμφωνα με τη ΠΟΛ.1154/2017 με θέμα την 'Παροχή οδηγιών για την ομοιόμορφη εφαρμογή της με αριθ. ΔΕΛ Β 1136035 ΕΞ 2017/15.9.2017 (Β' 3278) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων :

« ................................

α) Με τη με αριθ. ΔΕΛ Β 1136035 ΕΞ 2017/15.9.2017 Απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ορίστηκε ότι, για τη φορολογία εισοδήματος και για τις φορολογίες για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις της φορολογίας αυτής, ελέγχονται κατά προτεραιότητα και εκδίδονται σχετικές πράξεις προσδιορισμού, ως κάτωθι:

Χρήσεις για τις οποίες εκδίδονται πράξεις προσδιορισμού, σύμφωνα με τη ΔΕΛ Β 1136035 ΕΞ 2017/15.9.2017 Απόφαση Διοικητή Α.Α.Δ.Ε.

ΧΡΗΣΕΙΣ

ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΔΙΑΤΑΞΗ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

2011 και μετά

Άρθ. 84 § 1 ν. 2238/1994 (σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. α', ν. 4174/2013) και άρθ. 36 § 1 του ν.4174/2013

Κανόνας πενταετούς παραγραφής

2008 και μετά

Άρθ. 36 § 3 ν. 4174/2013 σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. β', του ίδιου νόμου

Η εφαρμογή της διάταξης προϋποθέτει φοροδιαφυγή

2006 και μετά

Άρθ. 84 § 4 ν. 2238/1994 και 68 § 2α' του ίδιου νόμου (σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. α', ν. 4174/2013)

Η εφαρμογή των διατάξεων προϋποθέτει συμπληρωματικά στοιχεία

2001 και μετά

Άρθ. 84 § 5 ν. 2238/1994 (σε συνδυασμό με αρθ. 72 § 11, εδ. α', ν. 4174/2013)

Αφορά αποκλειστικά την περίπτωση μη υποβολής δήλωσης στη φορολογία εισοδήματος




Σε κάθε περίπτωση, για όλες τις χρήσεις μέχρι 31/12/2013, ισχύουν και οι λοιπές διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση πράξεων προσδιορισμού που προβλέπονται με τα άρθρα 84 του ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.) και 57 του ν. 2859/2000 (Φ.Π.Α.), ενώ για τις φορολογίες κεφαλαίου (Φ.Μ.Α., Φ.Μ.Α.Π., κ.λπ.) και τελών χαρτοσήμου ισχύουν διαφορετικοί χρόνοι παραγραφής. Ειδικά για τις υποθέσεις του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια, ισχύουν οι διατάξεις περί παραγραφής που προβλέπονται με τον ως άνω Κώδικα (άρθρο 102 ν.2961/2001) για χρήσεις μέχρι 31/12/2014.

ε) Τα αναφερόμενα στις περιπτώσεις α-γ της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί πράξεις προσδιορισμού και επί των οποίων εκκρεμούν ενδικοφανείς προσφυγές στη ΔΕΔ. ...»

Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της υπό κρίση υπόθεσης προκύπτει ότι μεταξύ άλλων, στις 12/11/2013 εκδόθηκαν από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Βέροιας :

1) η με αριθμό ΑΕΠ, διαχειριστικής περιόδου 01/7/2003 -31/12/2004, με την οποία επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα εταιρεία πρόστιμο του άρθρου 5 ν. 2523/1997 συνολικού ποσού 47.649,82 €, λόγω λήψης επτά (7) εικονικών φορολογικών στοιχείων συνολικής καθαρής αξίας 23.824,91 € πλέον ΦΠΑ 4.288,48 €, έκδοσης της επιχείρησης « ΕΠΕ», ΑΦΜ:

2) η με αριθμό ΑΕΠ, διαχειριστικής περιόδου 01/01--31/12/2005, με την οποία επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα εταιρεία πρόστιμο του άρθρου 5 ν. 2523/1997 συνολικού ποσού 6.456,00 €, λόγω λήψης ενός (1) εικονικού φορολογικού στοιχείου συνολικής καθαρής αξίας 3.228,00 € πλέον ΦΠΑ 581,04 €, έκδοσης της επιχείρησης « ΕΠΕ», ΑΦΜ:

Οι ως άνω ΑΕΠ εκδόθηκαν κατόπιν των διαπιστώσεων του ελέγχου, ο οποίος διενεργήθηκε στην προσφεύγουσα επιχείρηση από την Δ.Ο.Υ. Βέροιας, με βάση την υπ' αριθμ /2012 εντολή του Προϊσταμένου της ιδίας ως άνω Δ.Ο.Υ., συντάχθηκε δε η από 08.11.2013 έκθεση ελέγχου ΚΒΣ της Δ.Ο.Υ. Βέροιας. Αφορμή του ελέγχου αποτέλεσε η από 26.6.12 πληροφοριακή έκθεση ελέγχου ΚΒΣ του ΣΔΟΕ - Περιφερειακής Δ/νσης Αττικής η οποία, όπως αναφέρεται στη σελίδα 8 της από την 8/11/2013 έκθεσης ελέγχου Κ.Β.Σ. της Δ.Ο.Υ. ΒΕΡΟΙΑΣ, της διαβιβάστηκε από την Π.Δ. Σ.Δ.Ο.Ε. Αττικής με το αριθμ. 19431/20-7-2012 έγγραφο.

Κατά των με αριθμό/έτος /2013 και /2013 ΑΕΠ, η προσφεύγουσα άσκησε ενώπιον της Υπηρεσίας μας τη με αριθμ. πρωτ /2014 (Δ.Ο.Υ. Βέροιας) ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απερρίφθη σιωπηρώς. Κατά της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης - σιωπηρής απόρριψης της ΔΕΔ, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων.

Επειδή, εν προκειμένω η από 27.6.2012 πληροφοριακή έκθεση ελέγχου ΚΒΣ του ΣΔΟΕ - Περιφερειακής Δ/νσης Αττικής, δεν αποτελεί νέο- συμπληρωματικό στοιχείο, καθότι περιήλθε στην Δ.Ο.Υ. Βέροιας το έτος 2012 και πριν από την 31/12/2012 ημερομηνία συμπλήρωσης του χρόνου της κανονικής πενταετούς παραγραφής (σύμφωνα με το άρθρο 84 §1 ν. 2238/1994), το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής και την έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, για την διαχειριστική περίοδο 01/01/2006 -31/12/2006, παραγράφεται καταρχήν μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (άρθρα 84 §§ 1, 4β' και 68§2 περίπτωση α' ν. 2238/1994 σε συνδυασμό με την παράγραφο 11 του άρθρου 72 του ν.4174/2013), ήτοι την 31/12/2012. Το γεγονός δε ότι έχει εκδοθεί η πράξη επιβολής προστίμου ΚΒΣ 456/2013, για τη λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων στη διαχειριστική περίοδο 01/01/2005 - 31/12/2005, ουδόλως επηρεάζει την προθεσμία της παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να εκδώσει πράξη προσδιορισμού φόρου εισοδήματος για την εν λόγω χρήση, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 18 του άρθρου 19 του νόμου 3091/2002 αφού η σχετική πράξη επιβολής προστίμου εκδόθηκε μετά από την 31/12/2012 ημερομηνία κατά την οποία είχε συμπληρωθεί ο κανονικός χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλλει φόρο εισοδήματος. Επομένως το δικαίωμα του Δημοσίου να εκδώσει πράξη προσδιορισμού φόρου εισοδήματος για τη διαχειριστική περίοδο 01/07/2006 - 31/12/2006 δεν δύναται να παραταθεί σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 18 του νόμου 3091/2002 γιατί η συγκεκριμένη διάταξη αφορά στην παράταση του κανονικού χρόνου της πενταετούς παραγραφής.

Επειδή, από το σύστημα TAXIS και από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, προκύπτει ότι η προσφεύγουσα υπέβαλε για το οικον. έτος 2007 (διαχειριστική περίοδος 01/01/2006-31/12/2006), την με αύξοντα αριθμό /2007 εμπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

Επειδή από την έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. προκύπτει ότι στο πλαίσιο προσωρινού ελέγχου που διενήργησε η Δ.Ο.Υ. ΒΕΡΟΙΑΣ, σύμφωνα με την εντολή /2012, διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα δεν παρακράτησε και δεν απέδωσε φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 13 του νόμου 2238/1994, το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλλει τον μη παρακρατηθέντα και μη αποδοθέντα φόρο παραγράφεται εντός δεκαπενταετίας από τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της δήλωσης (άρθρο 84 παράγραφος 5 του ν. 2238/1994). Για την εν λόγω δήλωση υπάρχει αυτοτελής υποχρέωση υποβολής της και για τον έλεγχο της ακρίβειας αυτής εφόσον έχει υποβληθεί ή την επιβολή του φόρου σε περίπτωση μη υποβολής της συντάσσεται ιδιαίτερη έκθεση ελέγχου και εκδίδεται ιδιαίτερη πράξη προσδιορισμού του φόρου σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Συνεπώς η μη υποβολή της εν λόγω δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου δεν συμπαρασύρει σε δεκαπενταετή παραγραφή το δικαίωμα του Δημοσίου να εκδώσει οριστική πράξη προσδιορισμού φόρου εισοδήματος εφόσον η δήλωση φορολογίας εισοδήματος έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.

Κατόπιν των ανωτέρω, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας εταιρείας ότι η με αριθμ. /2017 προσβαλλόμενη Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικονομικού έτους 2007 (διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2006), του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. , πρέπει να ακυρωθεί λόγω παραγραφής, προβάλλεται βάσιμα.

Επειδή παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων της προσφυγής.

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Την αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 29.9.2017 και αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «», Α.Φ.Μ. : , και την ακύρωση της αριθμ /2017 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος της διαχειριστικής περιόδου 01/01/2006 - 31/12/2006.

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου εταιρείας - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα εισήγηση :

Οικονομικό έτος 2007 (διαχειριστική περίοδος 01/01-31/12/2006)

Διαφορά φόρου 0 €
Πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας 0 €
ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟ ΠΟΣΟ 0 €

Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών
ΤΙΜΟΛΕΩΝ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Ο/Η Υπάλληλος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Αριθμ. πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1128710 ΕΞ 2018 Αποστολή Οδηγού δασμολογικής κατάταξης οχημάτων

$
0
0
Αθήνα, 3 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθ. Πρωτ.:ΔΔΘΕΚΑ Α 1128710 ΕΞ 2018
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α: ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΔΑΣΜΟΛΟΓ. ΑΞΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση:Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:Ε.Μπίρμπιλα
Τηλέφωνο:210-69.87.475
Fax:210-69.87.506
E-Mail:e.mpirmpila@aade.gr
Url:www.aade.gr

Θέμα: «Αποστολή Οδηγού δασμολογικής κατάταξης οχημάτων»

Αποστέλλουμε συνημμένα, πληροφοριακό Οδηγό που επεξεργάστηκε η Υπηρεσία μας, με τη μορφή ερωτήσεων - απαντήσεων, αναφορικά με τη δασμολογική κατάταξη ορισμένων κατηγοριών οχημάτων στο Κοινό Δασμολόγιο της Ε.Ε.

Σκοπός του Οδηγού αυτού είναι να καλύψει τις απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα, τόσο τελωνειακών υπαλλήλων όσο και οικονομικών φορέων και λοιπών συναλλασσόμενων με τις τελωνειακές αρχές, όσον αφορά τη δασμολογική κατάταξη ορισμένων οχημάτων για τα οποία διατυπώνονται συχνά ερωτήματα και διαπιστώνονται δυσχέρειες ή σύγχυση κατά τον τελωνισμό τους.

Οι κατηγορίες οχημάτων που καλύπτει ο παρόν Οδηγός είναι ειδικότερα οι ακόλουθες:
- Οχήματα μεταφοράς προσώπων των δασμολογικών κλάσεων 8702 και 8703,
- Οχήματα μεταφοράς εμπορευμάτων της δασμολογικής κλάσης 8704,
- Οχήματα πολλαπλών χρήσεων των δασμολογικών κλάσεων 8703 και 8704,
- Οχήματα ειδικών χρήσεων της δασμολογικής κλάσης 8705.

Επισημαίνεται επιπλέον ότι, ο παρόν Οδηγός έχει συνταχθεί αποκλειστικά για σκοπούς παροχής πληροφόρησης και διευκρινίσεων όσον αφορά τη δασμολογική κατάταξη των προαναφερόμενων κατηγοριών οχημάτων, και δεν καλύπτει θέματα εκτός του νομικού πλαισίου του Κοινού Δασμολογίου της Ε.Ε., όπως είναι π.χ. οι διατάξεις του Ν. 2960/2001 περί επιβολής τέλους ταξινόμησης, ο χαρακτηρισμός και η ταξινόμηση οχημάτων βάσει διατάξεων του Υπουργείου Μεταφορών, η εθνική νομοθεσία περί διασκευών και μετασκευών οχημάτων, κλπ. Επίσης διευκρινίζεται ότι ο παρόν Οδηγός δεν αναφέρεται στη διάκριση οχημάτων ως «επαγγελματικών» και μη, καθώς τέτοια διάκριση δεν υφίσταται στο Κοινό Δασμολόγιο.

Τέλος, εφιστούμε την προσοχή ότι ο παρόν Οδηγός έχει συνταχθεί μόνο για σκοπούς πληροφόρησης και διευκόλυνσης κατά τη δασμολογική κατάταξη ορισμένων κατηγοριών οχημάτων, και δεν συνιστά νομικό κείμενο.

Όπως είναι γνωστό, η δασμολογική κατάταξη των οχημάτων, όπως και όλων άλλωστε των εμπορευμάτων, πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κοινού Δασμολογίου της Ε.Ε. και τα συναφή με αυτό κείμενα της ενωσιακής νομοθεσίας.

Ο κοινοποιούμενος Οδηγός έχει αναρτηθεί και μπορεί να αναζητηθεί στην ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε., www.aade.gr.



Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
Π.ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ

Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΛ Δ 1126113 ΕΞ 2018 Δημόσια Ανακοίνωση της FATF σχετικά με χώρες που εμφανίζουν στρατηγικές αδυναμίες στην αντιμετώπιση του Ξεπλύματος Χρήματος και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, κατόπιν της Ολομέλειας του Ιουνίου 2018

$
0
0

Αθήνα, 23 Αυγούστου 2018
Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΛ Δ 1126113 ΕΞ2018/23-08-2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ΄

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ.Κώδικας: 10184 Αθήνα
Πληροφορίες  Π.Τσώνη, Α.Αλεβίζου
Τηλέφωνο : 2103375046, 089
Fax : 2103375354
E-Mail : d.eleg4@aade.gr

ΘΕΜΑ: Δημόσια Ανακοίνωση της FATF σχετικά με χώρες που εμφανίζουν στρατηγικές αδυναμίες στην αντιμετώπιση του Ξεπλύματος Χρήματος και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, κατόπιν της Ολομέλειας του Ιουνίου 2018.

Με τις διατάξεις του άρθ. 6, παρ. 3, περ. δ΄ του ν. 4557/2018, όπως ισχύει, ορίζεται η υποχρέωση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως αρμόδιας αρχής, να ενημερώνει τα εποπτευόμενα από αυτήν υπόχρεα πρόσωπα για πληροφορίες και ανακοινώσεις που αφορούν τη συμμόρφωση ή μη χωρών προς την ενωσιακή νομοθεσία και τις Συστάσεις της Ομάδα Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force, FATF). Κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω, σας γνωρίζουμε τα εξής:

Η FATF, σε συνέχεια των πρωτοβουλιών της για την προστασία του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος από τους κινδύνους που ελλοχεύει η χρησιμοποίησή του για σκοπούς ξεπλύματος χρήματος ή και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατόπιν της Ολομέλειας που έλαβε χώρα στο Παρίσι στις 27-29 Ιουνίου 2018 εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τα εξής έγγραφα:

Α. Δημόσια Ανακοίνωση της FATF (FATF Public Statement – 29 Ιουνίου 2018) αναφορικά με τις χώρες που εμφανίζουν στρατηγικές αδυναμίες στην αντιμετώπιση του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα της FATF (www.fatf-gafi.org), στη διαδρομή :
http://www.fatf-gafi.org/publications/high-riskandnon-cooperativejurisdictions/documents/public-statement-june-2018.html

Στη Δημόσια Ανακοίνωσή της, η FATF καλεί τα μέλη της να προβούν στη λήψη/επικαιροποίηση μέτρων με σκοπό την προστασία του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος από τους σημαντικούς κινδύνους ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που εμφανίζουν η Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας και το Ιράν.

Συγκεκριμένα σε ότι αφορά τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας (ΛΔΚ), η FATF εκφράζει ανησυχία τόσο για τις σημαντικές ελλείψεις του καθεστώτος καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας όσο και για την για την απειλή που συνιστούν οι παράνομες δραστηριότητες της ΛΔΚ που συνδέονται με τη διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής και τη χρηματοδότησή τους. Επιβεβαιώνει την έκκληση προς τα μέλη της να εφαρμόσουν μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας στις επιχειρηματικές σχέσεις και συναλλαγές τους με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της ΛΔΚ, ενώ παράλληλα προτρέπει στη λήψη αποτελεσματικών αντίμετρων και στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΗΕ).

Συμβουλεύει επίσης, εφόσον απαιτείται, να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την διακοπή λειτουργίας εντός της επικράτειάς τους των τραπεζικών υποκαταστημάτων, θυγατρικών εταιρειών, και γραφείων αντιπροσωπείας των τραπεζών της ΛΔΚ, τερματίζοντας τις σχέσεις ανταπόκρισης, προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία του χρηματοπιστωτικού τους συστήματος.

Αναφορικά με το Ιράν, παρά την πολιτική του δέσμευση και την αναζήτηση τεχνικής βοήθειας για την κατάρτιση Σχεδίου Δράσης αντιμετώπισης των αδυναμιών του και την θέσπιση, από το Νοέμβριο του 2017 νομικού πλαισίου που αφορά στη δήλωση μετρητών και τροποποίησης των νόμων του για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης αυτής, η FATF ενέκρινε την παραμονή του στη Δημόσια Ανακοίνωση επειδή η πλειονότητα των νομοθετικών του μεταρρυθμίσεων παραμένει σε εκκρεμότητα. Εκτιμώντας ωστόσο τις προσπάθειες της Ιρανικής Κυβέρνησης αποφάσισε την αναστολή επιβολής αντιμέτρων μέχρι τον Οκτώβριο του 2018, οπότε θα επανεξετασθεί η πλήρης συμμόρφωση του προς τα πρότυπα του Διεθνούς Οργανισμού. Υπό το πρίσμα αυτό, η FATF ενθαρρύνει τα μέλη της να εφαρμόζουν μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας σε επιχειρηματικές σχέσεις και συναλλαγές με φυσικά και νομικά πρόσωπα από το Ιράν, σύμφωνα με τη σύσταση 19, με σκοπό την προστασία του χρηματοπιστωτικού τους τομέα.

Β. Έγγραφο σχετικά με τη διαδικασία βελτίωσης της συμμόρφωσης με τα πρότυπα της FATF ως προς το ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας σε παγκόσμιο επίπεδο (Improving Global AML/CTF Compliance: on-going process – 29 Ιουνίου 2018) και είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα της FATF (www . fatf - gafi . org ), στη διαδρομή:
http://www.fatf-gafi.org/publications/high-riskandnon-cooperativejurisdictions/documents/fatf-compliance-june-2018.html

Στο έγγραφο αυτό περιλαμβάνονται οι χώρες που έχουν δεσμευθεί επίσημα για την υλοποίηση του Σχεδίου Δράσης και συνεργαζόμενες στενά με τη FATF βρίσκονται σε μια εξελικτική διαδικασία αντιμετώπισης των στρατηγικών τους ελλείψεων, και επιγραμματικά είναι: Αιθιοπία, Πακιστάν, Σερβία, Σρι Λάνκα, Συρία, Τρινιντάντ και Τομπάγκο, Τυνησία και Υεμένη.

Σε ό,τι αφορά στην αξιολόγηση των Ιράκ και Βανουάτου, η FATF αποφάσισε την εξαίρεσή τους από το καθεστώς διαρκούς παρακολούθησης, εκτιμώντας την πρόοδο στο Σχέδιο Δράσης τους.

Γ. Σχετικά με την Σουηδία η FATF καταλήγει ότι η χώρα σημείωσε ικανοποιητική πρόοδο στην αντιμετώπιση των ελλείψεων τεχνικής συμμόρφωσης κάτι το οποίο προσδιορίζεται στην Έκθεση Αμοιβαίας Αξιολόγησης και έχει επανεκτιμηθεί σε δέκα συστάσεις. Η Σουηδία έχει εφαρμόσει τα περισσότερα από τα κριτήρια και παραμένουν ελάχιστες ελλείψεις. Κατά συνέπεια, η βαθμολογία παραμένει LC (Largely Compliant). Η Σουηδία θα μεταβεί από το καθεστώς της ενισχυμένης στην τακτική παρακολούθηση και θα υποβάλει έκθεση στη FATF σχετικά με την πρόοδο για την ενίσχυση της εφαρμογής της μέτρων καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της τρομοκρατίας τον Ιούνιο του έτους 2020.

Κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένων των διατάξεων του άρθ. 16 του ν. 4557/2018 σχετικά με την υποχρέωση εφαρμογής από τα υπόχρεα πρόσωπα μέτρων αυξημένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, θέτουμε υπόψη σας τα ανωτέρω έγγραφα της FATF και παρακαλούμε να ενημερώσετε σχετικά τα μέλη σας – υπόχρεα πρόσωπα αρμοδιότητας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), (άρθ. 6, παρ. 1 του ν. 4557/2018), με τον πλέον πρόσφορο κατά την κρίση σας τρόπο, ώστε να εφαρμόζουν τις ως άνω διατάξεις.

Τέλος, οι Δ.Ο.Υ. που διαθέτουν Τμήμα Ελέγχου και τα Ελεγκτικά Κέντρα καλούνται να λαμβάνουν υπόψη τα ανωτέρω κατά τον έλεγχο συμμόρφωσης των υπόχρεων προσώπων αρμοδιότητάς τους προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν για αυτά από τον ν.4557/2018, όπως ισχύει. Ειδικότερα, σε περίπτωση που κατά τον έλεγχο διαπιστώνουν συναλλαγές του υπόχρεου προσώπου με κάποια από τις προαναφερθείσες χώρες, θα πρέπει να ελέγχουν εάν εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα μέτρα δέουσας επιμέλειας, ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας της χώρας.




Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΣΑΪΤΗΣ

Αριθμ. πρωτ.: 30/003/000/3016/2018 Απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) με αριθ. 75/2018

$
0
0
Αθήνα, 31 Αυγούστου 2018
Αριθ. Πρωτ.: 30/003/000/3016
Σχετ.: 30/003/000/3322

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
 


ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΧΗΜΕΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΛΚΟΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΝΕΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
 
Ταχ. Δ/νση:Αν. Τσόχα 16
Ταχ. Κώδικας:11521
Πληροφορίες:Θ. Σκούμπα
Τηλέφωνο:2132117-236
Fax:: 210 6467725
E-Mail:alcohol food@gcsl.gr

ΘΕΜΑ: Απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) με αριθ. 75/2018.

Α. 1. Σας γνωστοποιούμε ότι δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η με αριθμό 75/2018 απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (Α.Χ.Σ.) [Αριθμός ΦΕΚ: Β' 3004 (σελ. 38007-38009)] "Τροποποίηση του άρθρου 36α του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών (ΚΤΠ) (απόφαση ΑΧΣ 1100/87, ΦΕΚ 788/Β') σε συμμόρφωση με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/1855 της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2016 «σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2009/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους» (ΕΕ L 284 της 20/10/2016, σ.19)." [Αριθμός Διαδικτυακής Ανάρτησης (ΑΔΑ): 69Ω8Η-9Μ8]. Η ισχύς της εν λόγω απόφασης Α.Χ.Σ. αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. από την 25/07/2018.

2. Με την απόφαση ΑΧΣ 75/2018 τροποποιείται το άρθρο 36α "Διαλύτες εκχύλισης που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους (Τεχνολογικά Βοηθήματα)" του Κ.Τ.Π. σε συμμόρφωση με την οδηγία (ΕΕ) 2016/1855 της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2016 «σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2009/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους» (ΕΕ L 284 της 20/10/2016, σ.19).

Ειδικότερα, με την εν λόγω απόφαση ΑΧΣ, τροποποιούνται οι υφιστάμενοι όροι χρήσης του διμεθυλαιθέρα ως διαλύτη εκχύλισης για την αφαίρεση λιπαρών ουσιών με σκοπό την παρασκευή απολιπασμένων προϊόντων με βάση ζωικές πρωτεΐνες, σε συνέχεια σχετικής γνωμοδότησης της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων για την επαναξιολόγηση της ασφάλειας του διμεθυλαιθέρα ως διαλύτη εκχύλισης [EFSA CEF Panel 2015. Επιστημονική γνώμη σχετικά με την ασφάλεια της χρήσης του διμεθυλαιθέρα ως διαλύτη εκχύλισης υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες χρήσης και τα προτεινόμενα ανώτατα όρια καταλοίπων. EFSA Journal 201513(7):4174, 13 σ.]. Συγκεκριμένα, τροποποιείται η χρήση του διμεθυλαιθέρα ως διαλύτη εκχύλισης για την αφαίρεση λιπαρών ουσιών με σκοπό την παρασκευή απολιπασμένων προϊόντων με βάση το κολλαγόνο και
προϊόντα του, αλλάζοντας το ανώτατο όριο καταλοίπων του διμεθυλαιθέρα από 0,009 στα 3 mg/kg για τα εν λόγω προϊόντα. Επιπλέον, εγκρίνεται νέα χρήση του διμεθυλαιθέρα ως διαλύτη εκχύλισης για την αφαίρεση λιπαρών ουσιών με σκοπό την παρασκευή απολιπασμένων προϊόντων με βάση τη ζελατίνη, καθορίζοντας το ανώτατο όριο καταλοίπων του διμεθυλαιθέρα στα 0,009 mg/kg για τα εν λόγω προϊόντα.

Β.1. α. Υπενθυμίζεται ότι ο Κώδικας Τροφίμων και Ποτών έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Γ.Χ.Κ. (www.gcsl.gr), στη διαδρομή ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ → ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΛΚΟΟΛΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ → ΤΜΗΜΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΝΕΡΩΝ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ → Κώδικας Τροφίμων και Ποτών ^ Κώδικας Τροφίμων και Ποτών - έκδοση 2009 → Άρθρα ΚΤΠ - Ισχύουσες εκδόσεις → Ισχύουσες εκδόσεις των άρθρων του ΚΤΠ). Τα ανηρτημένα αρχεία με τα άρθρα του Κ.Τ.Π. είναι σε μορφή pdf και υπάρχει δυνατότητα εκτύπωσής τους.
Το τροποποιηθέν κατά τα ανωτέρω άρθρο 36α του Κ.Τ.Π. όπως πλέον ισχύει (ισχύουσα έκδοση αυτού μετά την εν λόγω τροποποίηση) έχει αναρτηθεί στο υποσύστημα ΟΠΣ: Νομοθεσία/Κώδικας Τροφίμων.
β. Στις Χημικές Υπηρεσίες του Γ.Χ.Κ., για τη διευκόλυνση της ενημέρωσης του Κ.Τ.Π., αποστέλλεται συνημμένα (σε ηλεκτρονική μορφή) η τελευταία έκδοση (έκδοση 22) του Φύλλου Τροποποιήσεων.

2.α. Σημειώνεται ακόμη ότι η παρούσα εγκύκλιος έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΓΧΚ (www.gcsl.gr, στη διαδρομή ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ → ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΛΚΟΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ → ΤΜΗΜΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΝΕΡΩΝ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ → Κώδικας Τροφίμων και Ποτών → Κώδικας Τροφίμων και Ποτών - έκδοση 2009 → Τροποποιήσεις ΚΤΠ μετά την έκδοση 2009).
β. Παρακαλούνται οι κ.κ. Προϊστάμενοι των Υπηρεσιών του Γ.Χ.Κ. να φροντίσουν ώστε να λάβει γνώση της παρούσας ενυπόγραφα το τεχνικό προσωπικό.

3. Για οποιαδήποτε περαιτέρω σχετική πληροφορία ή διευκρίνιση, μπορείτε να απευθύνεσθε στη Διεύθυνσή μας.



Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης
Σταύρος Σάμιος

Αριθμ. πρωτ.: Δ11/οικ. 46571/1944/2018 Αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Κληρονομικού Δικαίου για τη χορήγηση της οικονομικής ενίσχυσης της παρ. 2 του άρθρου 1 της από 26.7.2018 πράξης νομοθετικού περιεχομένου (Α΄ 138)

$
0
0

Αθήνα, 3/9/2018
Αρ.Πρ.: Δ11 / οικ. 46571 / 1944

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση : Σολωμού 60
Ταχ. Κωδ. : 104 32, Αθήνα
Πληροφορίες: Δ. Σακελλαρίδη
Τηλ.: 210 52 81 194
E-mail : family@yeka.gr

ΕΞ ΕΠΕΙΓΟΝ

Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

ΘΕΜΑ : «Αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Κληρονομικού Δικαίου για τη χορήγηση της οικονομικής ενίσχυσης της παρ. 2 του άρθρου 1 της από 26.7.2018 πράξης νομοθετικού περιεχομένου (Α΄ 138)»

Στην παρ. 2 του άρθρου 1 της από 26.7.2018 πράξης νομοθετικού περιεχομένου ΠΝΠ26.7.2018/2018 «Έκτακτα μέτρα για τη στήριξη των πληγέντων και την αποκατάσταση ζημιών από τις πυρκαγιές που έπληξαν περιοχές της Περιφέρειας Αττικής στις 23 και 24 Ιουλίου 2018» (Α΄ 138) προβλέπεται η χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ στο σύζυγο θανόντος από τις πυρκαγιές ή στο πρόσωπο με το οποίο αυτός είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή, εάν δεν υπάρχουν, στον πλησιέστερο συγγενή του.

Με την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα υπ’ αριθμ. Δ11/οικ.42322/1514/2018 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 3177), ως αρμόδια υπηρεσία ορίστηκε η Διεύθυνση Προστασίας Παιδιού και Οικογένειας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ενώ το ποσό καταβάλλεται στους δικαιούχους από τη Διεύθυνση Οικονομικής Διαχείρισης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με την έκδοση τακτικού χρηματικού εντάλματος στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων.

Για την ορθή εφαρμογή της προβλεπόμενης διαδικασίας, και σε ειδικότερη αναφορά προς τον προσδιορισμό των δικαιούχων για την καταβολή της ανωτέρω εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Κληρονομικού Δικαίου, ιδίως δε οι διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής και δικαιώματος αποποίησης.




Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Πρόσβαση των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας

$
0
0
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Στο Σχέδιο Νόμου για την «Πρόσβαση των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας και άλλες διατάξεις».

ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Το παρόν Σχέδιο Νόμου σκοπεύει στην εξασφάλιση της πρόσβασης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός ψηφιακής τηλεοπτικής κάλυψης στα προγράμματα των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας, προκειμένου να επιτευχθεί η βέλτιστη ψηφιακή τηλεοπτική κάλυψη στο σύνολο της ελληνικής Επικράτειας.

Α. ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Το 2009 ξεκίνησε σταδιακά στη χώρα μας η μετάβαση από την επίγεια αναλογική τηλεοπτική ευρυεκπομπή στην επίγεια ψηφιακή τηλεοπτική ευρυεκπομπή. Η ως άνω μετάβαση ολοκληρώθηκε το 2014 και είχε ως αποτέλεσμα την επίτευξη επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής κάλυψης στο 96,2 % του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Ακολούθως, το 3,8% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, το οποίο αφορά κυρίως πολίτες που κατοικούν και δραστηριοποιούνται σε δύσβατες και απομακρυσμένες περιοχές της νησιωτικής και της ηπειρωτικής Ελλάδας και αντιστοιχεί, κατά προσέγγιση, σύμφωνα με σχετική μελέτη, σε τετρακόσιες έντεκα χιλιάδες (411.000) πολίτες, απώλεσε, μετά την ολοκλήρωση της ως άνω μετάβασης, τη δυνατότητα πρόσβασής του στο εγχώριο τηλεοπτικό προϊόν. Με το παρόν Σχέδιο Νόμου επιχειρείται η άμεση και οριστική επίλυση του ως άνω ζητήματος και επιτυγχάνεται η άμβλυνση του υφιστάμενου ψηφιακού χάσματος και της ανισότητας που αυτό δημιουργεί μεταξύ των πολιτών της χώρας και των γεωγραφικών τμημάτων αυτής. Παράλληλα, παρέχεται στους ως άνω πολίτες η έμπρακτη δυνατότητα να ασκήσουν ακώλυτα το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά τους στην επικοινωνία και στην πληροφόρηση, μέσω της εξασφάλισής της πρόσβασής τους στα προγράμματα τουλάχιστον των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών ελεύθερης εθνικής εμβέλειας. Στο προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου καθορίζεται το πλαίσιο και οι γενικές αρχές που διέπουν την επίτευξη της ψηφιακής τηλεοπτικής κάλυψης των μειονεκτούντων πολιτών της χώρας (3,8%) και εξειδικεύεται ο τρόπος, η διαδικασία και οι επιμέρους όροι επίτευξής της. Επισημαίνεται ότι η υλοποίηση του προκείμενου εγχειρήματος αποτελεί, εκτός των άλλων, σημαντικό βήμα για την ολοκληρωτική ψηφιακή τηλεοπτική μετάβαση της Χώρας μας, σύμφωνα με τις επιταγές και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Β. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

Άρθρο 1 - Σκοπός, γενικές αρχές και αντικείμενο

Στο παρόν άρθρο εξειδικεύεται ο σκοπός και το αντικείμενο του προτεινόμενου Σχεδίου Νόμου. Παράλληλα, αναφέρονται οι σπουδαιότερες γενικές αρχές που διέπουν το πλαίσιο επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού.

Άρθρο 2 - Ορισμοί

Στο παρόν άρθρο εκτίθενται οι ορισμοί που αφορούν στο Σχέδιο Νόμου. Οι ορισμοί του ν. 4070/2012 (Α' 82), του ν. 3592/2007 (Α' 161) και της υπ' αριθ. 42800/2012 ΚΥΑ (Β' 2704), ισχύουν και στο παρόν Σχέδιο Νόμου.

Άρθρο 3 - Εμπλεκόμενοι φορείς και αρμοδιότητες

Στη παρούσα διάταξη καθορίζονται οι Φορείς που συμμετέχουν στην υλοποίηση του έργου για την εξασφάλιση της πρόσβασης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας καθώς και οι αρμοδιότητές τους. Ο σαφής καθορισμός των σχετικών αρμοδιοτήτων διευκολύνει ουσιωδώς την άμεση και αποτελεσματική υλοποίηση του έργου, τη διασφάλιση της ομαλής και απρόσκοπτης ολοκλήρωσής του καθώς και την παρακολούθησή του τόσο κατά το στάδιο της υλοποίησης όσο και μετά το πέρας αυτής.

Άρθρο 4 - Δικαιούχοι

Στη παρούσα διάταξη προσδιορίζονται οι δικαιούχοι του έργου. Δικαιούχοι είναι οι μόνιμοι κάτοικοι των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης. Επισημαίνεται ότι μόνιμος κάτοικος συγκεκριμένης περιοχής χαρακτηρίζεται ο πολίτης που έχει την κύρια και μόνιμη εγκατάστασή του σε αυτή κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο ως άνω τόπος να έχει καταστεί, σύμφωνα με τη βούλησή του, το σταθερό κέντρο των εν γένει βιοτικών του σχέσεων. Όσον αφορά τον προσδιορισμό των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης, αυτός πραγματοποιείται στο Παράρτημα του Σχεδίου Νόμου. Στη παράγραφο 2 της ως άνω διάταξης διευκρινίζεται ότι η παροχή των υπηρεσιών πρόσβασης του έργου πραγματοποιείται, λόγω τις ειδικής φύσης των παρεχόμενων υπηρεσιών, ανά νοικοκυριό και όχι ανά δικαιούχο.

Άρθρο 5 - Πάροχοι του έργου, υποχρεώσεις αυτών και παρεχόμενες υπηρεσίες

Στο παρόν άρθρο αναφέρονται οι κατηγορίες των Παρόχων που δύνανται να συμμετέχουν στην υλοποίηση του έργου, χορηγώντας στους δικαιούχους πολίτες τις υπηρεσίες πρόσβασης στα προγράμματα των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών που αναφέρονται σε αυτό. Επιπροσθέτως, εξειδικεύονται οι βασικότερες υποχρεώσεις που υπέχουν στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στην υλοποίηση του έργου. Η συμμετοχή κάθε ενδιαφερόμενου Παρόχου σε αυτό είναι ελεύθερη και ισότιμη, εφόσον ο ενδιαφερόμενος πάροχος πληροί τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις συμμετοχής του και εκπληρώνει τις καθορισμένες υποχρεώσεις του. Η χρονική διάρκεια παροχής των υπηρεσιών πρόσβασης που προβλέπονται στο παρόν άρθρο τροποποιείται από τον Υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και τις εκάστοτε τεχνολογικές εξελίξεις. Οι υποχρεώσεις της παραγράφου 4 που επιβάλλονται στους τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας και στους παρόχους του έργου διασφαλίζουν την αποτελεσματική υλοποίησή του και εξασφαλίζουν τον πλουραλισμό των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους δικαιούχους του έργου.

Άρθρο 6 - Επιχορήγηση δικαιούχου

Στη παρούσα διάταξη προσδιορίζεται ο τρόπος απόκτησης των υπηρεσιών του έργου. Ειδικότερα, σε κάθε πιστοποιημένο δικαιούχο νοικοκυριό παρέχεται δημόσια επιχορήγηση συνολικού χρηματικού ποσού εκατόν δέκα ευρώ (110 €), η οποία δύναται να εξαργυρωθεί μία μόνο φορά από αυτό στον Πάροχο της επιλογής του.

Άρθρο 7 - Προϋπολογισμός και χρηματοδότηση

Στη παρούσα διάταξη εξειδικεύεται ο προϋπολογισμός και η χρηματοδότηση του έργου. Ο προϋπολογισμός του έργου δύναται να χρηματοδοτηθεί εξ' ολοκλήρου ή συνδυαστικά από έναν ή περισσότερους τρόπους από εκείνους που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου. Ο προϋπολογισμός δύναται επίσης να τροποποιηθεί με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών, εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο για την ομαλή και αποτελεσματική υλοποίηση του έργου.

Άρθρο 8 - Προθεσμίες

Στο παρόν άρθρο καθορίζονται οι προθεσμίες: α) πιστοποίησης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός κάλυψης ως δικαιούχων του έργου της επίτευξης της τηλεοπτικής κάλυψης στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας από τους αρμόδιους Δήμους, β) επιλογής από τους πιστοποιημένους δικαιούχους του έργου του Παρόχου από τον οποίο θα λάβουν τις προβλεπόμενες στο παρόν Σχέδιο Νόμου υπηρεσίες πρόσβασης στα προγράμματα των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών και γ) ενεργοποίησης των υπηρεσιών πρόσβασης των δικαιούχων πολιτών από τους Παρόχους της επιλογής τους. Η σχετική πρόβλεψη είναι απαραίτητη για την άμεση υλοποίηση του έργου της επίτευξης της τηλεοπτικής κάλυψης στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας και την ταχύτερη εκπλήρωση των επιδιωκόμενων στόχων του Σχεδίου Νόμου. Ο Υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον καθώς και την εξασφάλιση της ομαλής και αποτελεσματικής υλοποίησης του έργου δύναται, εφόσον το επιβάλλουν οι περιστάσεις, να παρατείνει με απόφασή του τις σχετικές προθεσμίες.

Άρθρο 9 - Τρόποι Υλοποίησης του Έργου

Στο παρόν άρθρο προσδιορίζεται ο τρόπος υλοποίησης του έργου της επίτευξης της τηλεοπτικής κάλυψης στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας. Ειδικότερα, κάθε δικαιούχος πολίτης δύναται, χρησιμοποιώντας την παρεχόμενη δημόσια επιχορήγηση, να αποκτήσει τις υπηρεσίες πρόσβασης του έργου επιλέγοντας ελεύθερα τον Πάροχο της αρεσκείας του. Οι σχετικές υπηρεσίες πρόσβασης δύνανται να χορηγηθούν στο δικαιούχο με κάθε διαθέσιμο τεχνολογικό τρόπο, αρκεί αυτός να εγγυάται την αξιόπιστη και ποιοτική παροχή τους στον τελικό χρήστη. Ενδεχόμενες νέες τεχνολογίες παροχής των ως άνω υπηρεσιών πρόσβασης δεν αποκλείονται από το έργο αλλά δύνανται να συμμετέχουν ισότιμα σε αυτό, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις του Σχεδίου Νόμου και τις δευτερογενούς νομοθεσίας που επίκειται να εκδοθεί δυνάμει αυτού. Επισημαίνεται ότι η ως άνω πρόβλεψη είναι σύμφωνη με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, η οποία αποτελεί πάγια και βασική επιταγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κάθε επιμέρους λεπτομέρεια που αφορά στον τρόπο υλοποίησης του έργου καθορίζεται και εξειδικεύεται με Κοινή Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και του/των τυχόν συναρμόδιου/ων Υπουργού/ών.

Άρθρο 10 - Μεταβατικές Διατάξεις

Στο παρόν άρθρο ορίζονται οι μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 11 - Προσθήκες στο ν. 4463/17

Με τη σχετική προσθήκη επιλύεται το ζήτημα της εν συνόλω κεντρικής διαχείρισης (βάσει ενιαίων κανόνων εφαρμογής και υλοποίησης υπό την εποπτεία της αρμόδιας Γενικής Γραμματείας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης) των Μητροπολιτικών Δικτύων οπτικών ινών, τα οποία ανήκουν στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, κατέχουν κομβική θέση για την ανάπτυξη των υποδομών της χώρας και έχουν χρηματοδοτηθεί από εθνικούς ή/και ενωσιακούς πόρους, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχέδιο Ευρυζωνικής Πρόσβασης Νέας Γενιάς (NGA PLAN).

Άρθρο 12 - Προσθήκες στο ν. 4070/12

Με τις σχετικές προσθήκες επιλύονται ειδικά θέματα των διατάξεων περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα οποία έχουν προκύψει εν τοις πράγμασιν για την διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των υπηρεσιών και φορέων της δημόσιας διοίκησης. Ως προς την διάταξη για την αδειοδότηση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της χρήσης εξοπλισμού με δυνατότητα σάρωσης φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, η υφιστάμενη νομοθεσία είναι ελλιπής και δεν ρυθμίζει επαρκώς φαινόμενα παραβίασης του απορρήτου επικοινωνιών (αντίστοιχη διάταξη υφίστατο στο άρθρο 24 παρ. 19 του ν. 3431/06 και καταργήθηκε με το ν. 4070/12) όπως κατ' επανάληψη έχουν ζητήσει δημόσιες υπηρεσίες και ανεξάρτητες αρχές (ΑΔΑΕ). Ως προς την διάταξη για την επιχορήγηση του νεοσύστατου Ελληνικού Διαστημικού Οργανισμού ενόψει των εξελίξεων του διαστημικού τομέα διεθνώς, οι ανάγκες σύστασης και αποτελεσματικής λειτουργίας του (αμοιβές μελών ΔΣ και προσωπικού, συμμετοχές σε συνέδρια και ταξίδια, διοικητική και μηχανογραφική υποστήριξη, αγορά υλικών, εξειδικευμένων οργάνων και συσκευών, κ.α., ήτοι συνολικά κατά προσέγγιση δαπάνες ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ κατ' έτος) καθιστούν απαραίτητη την άμεση επιχορήγησή του από το αποθεματικό που προβλέπεται στο άρθρο 75 του ν. 4070/12.

Άρθρο 13

Με τις διατάξεις του προτεινόμενου άρθρου ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στην υπηρεσιακή κατάσταση υπαλλήλων του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, καθώς και στο πειθαρχικό συμβούλιο.

Ειδικότερα, με την παρ. 1 του άρθρου ορίζεται ότι υπάλληλος, μόνιμος ή με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης μπορεί να αιτηθεί απόσπασης για συνυπηρέτηση με τον σύζυγο ή συμβιούντα, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Ν. 4356/2015, που υπηρετεί σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης ειδικής ή γενικής σχετικής διάταξης, στο Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας της πόλης ή περιοχής που υπηρετεί ο σύζυγος ή ο συμβιών για όσο διάστημα εξυπηρετείται η ανάγκη της συνυπηρέτησης και μέχρι πέντε (5) έτη. Ρητά ορίζεται ότι οι αποσπώμενοι λαμβάνουν αποκλειστικά τις αποδοχές εσωτερικού από το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και δεν δικαιούνται επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή και προσαυξήσεις για την κάλυψη των δαπανών στέγασης και οικογενειακών βαρών. Η συγκεκριμένη διάταξη αποσκοπεί στη διευκόλυνση της συνυπηρέτησης συζύγων/συμβιώντων, ώστε να διαφυλαχθεί η συνοχή της οικογένειάς τους, χωρίς δημοσιονομικό κόστος για το κράτος, δεδομένου ότι οι αποσπώμενοι δικαιούνται να λαμβάνουν μόνο τις αποδοχές τους της ημεδαπής, ενώ και η Υπηρεσία ωφελείται από την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού των Γραφείων Τύπου και Επικοινωνίας.

Με την παρ. 2 αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 37 του ν. 4339/2015 και ορίζεται ότι ως προϊστάμενοι Διευθύνσεων από τον κλάδο Συμβούλων και Γραμματέων Επικοινωνίας επιλέγονται υπάλληλοι με βαθμό τουλάχιστον Συμβούλου Επικοινωνίας Α' και ως προϊστάμενοι Τμημάτων επιλέγονται υπάλληλοι με βαθμό τουλάχιστον Γραμματέα Επικοινωνίας Α'. Η ρύθμιση αυτή κρίνεται αναγκαία, ενόψει της έκδοσης της προκήρυξης για την πλήρωση των θέσεων των προϊστάμενων των Διευθύνσεων και Τμημάτων, προκειμένου να υπάρξει εναρμόνιση με την υφιστάμενη βαθμολογική κατάσταση των υπαλλήλων του κλάδου Συμβούλων και Γραμματέων Επικοινωνίας.

Με την παρ. 3 ρυθμίζεται η διάρκεια της πρώτης εκ της συστάσεώς του θητείας των μελών του πειθαρχικού συμβουλίου του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης προκειμένου να εναρμονιστεί με τη γενική ρύθμιση περί λήξης την 31η Δεκεμβρίου κάθε άρτιου έτους της θητείας των μελών των πειθαρχικών συμβουλίων του άρθρου 146Β του ν. 3528/2007, όπως ισχύει.

Άρθρο 14 - Τροποποιούμενες διάταξεις

Με την παρ. 1 και σε συνέχεια των τροποποιήσεων των άρθρων 1 και 9 του ν. 2644/1998 (Α' 233) με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 55 του ν. 4472/2017 (Α' 74) και των παρ. 2δ, 2ε και 2στ του άρθρου τέταρτου του ν. 4506/2017 (Α' 191) και προς το σκοπό εναρμόνισης και αποσαφήνισης του νομοθετικού πλαισίου που αφορά στο ποσό που αποδίδεται υπέρ τυφλών κατά το άρθρο 7 του ν. 1866/1989 (Α' 222) όπως ισχύει, με την προτεινόμενη διάταξη τροποποιείται η παρ. 10 του άρθρου 9 του ν. 2644/1998 (Α' 233) και ορίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 1866/1989 και του π.δ. 212/1995 (Α' 112) εφαρμόζονται αναλόγως και στους παρόχους γραμμικών τηλεοπτικών υπηρεσιών μέσω ευρυζωνικών δικτύων, όπως προβλέπεται για τους κατόχους άδειας παροχής συνδρομητικών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών του νόμου 2644/1998.

Με την παρ. 2 εισάγεται ρύθμιση με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα να επιλέγονται ως Προϊστάμενοι των Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής και οι υπάλληλοι κατηγορίας ή βαθμίδας ΤΕ, όπως ορίζεται και στο άρθρο 84 του ν. 3528/2007 «Κώδικας Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων & Υπαλλήλων ΝΠΔΔ», όπως ισχύει.

Άρθρο 15 - Καταργούμενη διάταξη

Με την προτεινόμενη διάταξη και προς το σκοπό εκκαθάρισης του νομοθετικού πλαισίου από απαρχαιωμένες και αδρανείς διατάξεις, καταργείται το άρθρο 9 του ν. 1798/1951 (Α' 125). Σημειώνεται ότι η εν λόγω διάταξη εκ παραδρομής δεν καταργήθηκε με το αρ. 32 του ν. 4441/2016 (Α' 27), με το οποίο καταργήθηκε η κατά νόμο θεώρηση των δελτίων αναγνώρισης των μελών των επαγγελματικών ενώσεων στο χώρο του τύπου.

Άρθρο 16 - Έναρξη Ισχύος

Στο παρόν άρθρο προβλέπεται η έναρξη ισχύος του προτεινόμενου Σχεδίου Νόμου.


Σχέδιο Νόμου Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης

«Πρόσβαση των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΩΝ ΜΟΝΙΜΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΕΚΤΟΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗΣ ΚΑΛΥΨΗΣ

Άρθρο 1
Σκοπός, γενικές αρχές και αντικείμενο

1.    Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η εξασφάλιση της πρόσβασης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας, προκειμένου να επιτευχθεί η βέλτιστη τηλεοπτική κάλυψη στο σύνολο της ελληνικής Επικράτειας.

2.    Το πλαίσιο επίτευξης της πρόσβασης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας διέπεται από τις ακόλουθες γενικές αρχές:
α) της τεχνολογικής ουδετερότητας,
β) της διαφάνειας,
γ) της διασφάλισης του υγιούς και αποτελεσματικού ανταγωνισμού προς όφελος του τελικού χρήστη,
δ) της ισότιμης συμμετοχής στην επικοινωνία και στην πληροφόρηση.

3.    Αντικείμενο του παρόντος είναι:
α) ο καθορισμός του τρόπου και της διαδικασίας επίτευξης της πρόσβασης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας,
β) ο προσδιορισμός των εμπλεκόμενων φορέων και των αρμοδιοτήτων τους.

Άρθρο 2
Ορισμοί

1. Για την εφαρμογή του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Περιοχή εκτός τηλεοπτικής κάλυψης» (ΠΕΤΚ): η περιοχή της ελληνικής Επικράτειας που δεν διαθέτει ικανοποιητική πρόσβαση σε σήμα επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής, όπως προβλέπεται στο Παράρτημα του παρόντος.
β) «Επιχορήγηση δικαιούχου»: το χρηματικό ποσό που χορηγείται στους δικαιούχους του έργου προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στους ελληνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας,
γ) «Έργο»: η εξασφάλιση της πρόσβασης των μόνιμων κατοίκων των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης (ΠΕΤΚ) στα προγράμματα των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας,
δ) «Μόνιμος κάτοικος περιοχής εκτός τηλεοπτικής κάλυψης» (ΠΕΤΚ): το φυσικό πρόσωπο που διατηρεί την κύρια και μόνιμη κατοικία του σε περιοχή εκτός τηλεοπτικής κάλυψης του Παραρτήματος του παρόντος, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην απόφαση του άρθρου 9 παρ. 2 του παρόντος.
ε) «Νοικοκυριό»: το άτομο ή το σύνολο των ατόμων που διαμένουν στην ίδια κατοικία. Το νοικοκυριό μπορεί να αποτελείται από ένα μόνο άτομο (μονοπρόσωπο) ή από περισσότερα (πολυπρόσωπο),
στ) «Μητρώο Δικαιούχων του έργου»: το ψηφιακό αρχείο, στο οποίο τηρούνται τα στοιχεία των δικαιούχων του έργου.

2. Για την εφαρμογή του παρόντος ισχύουν, εκτός των ορισμών της παρ. 1, οι ορισμοί του άρθρου 2 του ν. 4070/2012 (Α' 82), του άρθρου 2 του ν. 3592/2007 (ΑΊ61) και της υπ' αριθ. 42800/2012 κοινής απόφασης του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό και του Αναπληρωτή Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (Β' 2704).

Άρθρο 3
Εμπλεκόμενοι φορείς και αρμοδιότητες

1. Αρμόδιοι φορείς για την επίτευξη του έργου είναι η Γενική Γραμματεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΓΓΤΤ) του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης (ΥΨΗΠΤΕ.), ως φορέας κεντρικού συντονισμού της υλοποίησης του έργου, οι δήμοι, στην εδαφική περιφέρεια των οποίων υπάγονται οι περιοχές εκτός τηλεοπτικής κάλυψης (ΠΕΤΚ) του Παραρτήματος του παρόντος και τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), ως φορείς υλοποίησης του έργου καθώς και η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), ως φορέας συνδρομής της ΓΓΤΤ του ΥΨΗΠΤΕ.

2. Η ΓΓΤΤ του ΥΨΗΠΤΕ, ως φορέας κεντρικού συντονισμού της υλοποίησης του έργου ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Συντονίζει τους εμπλεκόμενους φορείς του έργου.
β) Συνεργάζεται με τους εμπλεκόμενους φορείς του έργου, τους παρόχους του άρθρου 5 του παρόντος και τα συναρμόδια Υπουργεία.
γ) Ενημερώνει τους εμπλεκόμενους φορείς του έργου για τα ζητήματα που αφορούν στην υλοποίησή του και τους παρέχει τις αναγκαίες πληροφορίες, οδηγίες και υποδείξεις για την επιτυχή άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
δ) Προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες δημοσιότητας του έργου και ενημέρωσης των δικαιούχων αυτού.
ε) Μεριμνά για την ομαλή εξέλιξη και την ολοκλήρωση του έργου, επιλύοντας τα ζητήματα που ενδέχεται να παρουσιαστούν κατά την υλοποίησή του.
στ) Ελέγχει, μέσω της διενέργειας δειγματοληπτικών ελέγχων, την ορθή άσκηση των αρμοδιοτήτων των φορέων υλοποίησης του έργου καθώς και την τήρηση των υποχρεώσεων των παρόχων του έργου,
ζ) Διασφαλίζει την ομαλή χρηματοδότηση του έργου.

3.    Οι δήμοι και τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), ως φορείς υλοποίησης του έργου, ασκούν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Αποτελούν τις αρχές πιστοποίησης των δικαιούχων του έργου, οι οποίες πιστοποιούν τους μόνιμους κατοίκους των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης (ΠΕΚΤ) του Παραρτήματος του παρόντος ως δικαιούχους του έργου, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην απόφαση του άρθρου 9 παρ. 2 του παρόντος,
β) Παρέχουν στους δικαιούχους του έργου τις αναγκαίες πληροφορίες για τη συμμετοχή τους σε αυτό και συμβάλλουν στην εν γένει προώθησή του.
γ) Ενημερώνουν τους εμπλεκόμενους φορείς του έργου για την πορεία υλοποίησής του και συνεργάζονται μαζί τους για την επίλυση των ζητημάτων που ενδέχεται να προκύψουν.
δ) Συνεργάζονται με τους παρόχους του έργου και διευκολύνουν με κάθε πρόσφορο τρόπο τη διαδικασία της υλοποίησής του.
ε) Εφαρμόζουν τις οδηγίες και τις υποδείξεις της ΓΓΤΤ κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του παρόντος.

4.    Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), ως φορέας συνδρομής της ΓΓΤΤ στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της παρ. 2 του παρόντος, συνδράμει, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 12 περ. μστ' του ν. 4070/2012 (Α' 82), στην εκπλήρωση του έργου της.

Άρθρο 4
Δικαιούχοι

1.    Δικαιούχοι του έργου είναι οι μόνιμοι κάτοικοι των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης (ΠΕΤΚ) της ελληνικής Επικράτειας, όπως αυτές προσδιορίζονται στο Παράρτημα του παρόντος. Με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης μπορεί να τροποποιείται το Παράρτημα και να ρυθμίζεται κάθε σχετικό με την εφαρμογή του θέμα.

2.    Η παροχή των υπηρεσιών του έργου πραγματοποιείται ανά νοικοκυριό και σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 9 του παρόντος.

Άρθρο 5
Πάροχοι του έργου, υποχρεώσεις αυτών και παρεχόμενες υπηρεσίες

1.    Οι πάροχοι που συμμετέχουν στην υλοποίηση του έργου μπορεί να είναι:
α) πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
β) πάροχοι δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

2.    Οι πάροχοι του έργου υποχρεούνται να εξασφαλίσουν την πρόσβαση των δικαιούχων στα προγράμματα:
α) των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας που πληρούν τις εκάστοτε προϋποθέσεις νόμιμης λειτουργίας,
β) των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών ελεύθερης λήψης περιφερειακής εμβέλειας που πληρούν τις εκάστοτε προϋποθέσεις νόμιμης λειτουργίας και προβάλλονται από αυτούς.

3.    Στην περίπτωση επιλογής από τους δικαιούχους του έργου της τεχνολογίας επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής για την παροχή των υπηρεσιών της παρ. 2 του παρόντος, ο Δημόσιος Ραδιοτηλεοπτικός Φορέας «Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόρασης Ανώνυμη Εταιρία» (ΕΡΤ ΑΕ), υποχρεούται να μεταφέρει το τηλεοπτικό του σήμα στην είσοδο του πομπού του κεραιοσυστήματος που θα εγκατασταθεί.

4.    Στην περίπτωση επιλογής από τους δικαιούχους του έργου της τεχνολογίας δορυφορικής ευρυεκπομπής ή της απόκτησης των υπηρεσιών της παρ. 2 του παρόντος μέσω σταθερής ή κινητής ευρυζωνικής σύνδεσης στο διαδίκτυο, οι ελληνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας που πληρούν τις εκάστοτε προϋποθέσεις νόμιμης λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένου του Δημόσιου Ραδιοτηλεοπτικού Φορέα «Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση Ανώνυμη Εταιρία» (ΕΡΤ ΑΕ), υποχρεούνται να προσφέρουν αζημίως τα προγράμματά τους στον πάροχο της επιλογής των δικαιούχων, ο οποίος υποχρεούται να τα μεταφέρει αζημίως μέσω του δικτύου του σε εκείνους.

5.    Οι πάροχοι του έργου μπορούν να προσφέρουν στους δικαιούχους, δωρεάν ή έναντι καταβολής σαφώς ορισμένου χρηματικού ποσού, επιπρόσθετες ή συμπληρωματικές υπηρεσίες ή/και ευκολίες, πέραν των προβλεπόμενων υπηρεσιών της παρ. 2.

6.    Η χρονική διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών πρόσβασης της παρ. 2 ορίζεται οκταετής με δυνατότητα τροποποίησης της με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης.

7.    Οποιαδήποτε μεταβολή στο ιδιοκτησιακό ή νομικό καθεστώς του παρόχου, η θέση του σε εκκαθάριση ή αναγκαστική διαχείριση ή η κήρυξή του σε πτώχευση δεν συνιστούν λόγο καταγγελίας της συναφθείσας σύμβασης για την παροχή των υπηρεσιών της παρ. 2. Σε κάθε περίπτωση, ο πάροχος υποχρεούται να παρέχει στους δικαιούχους του έργου τις υπηρεσίες της παρ. 2 καθ' όλη τη χρονική περίοδο που προβλέπεται στην παρ. 6 του παρόντος.

Άρθρο 6
Επιχορήγηση δικαιούχου

1. Η υλοποίηση του έργου πραγματοποιείται με δημόσια επιχορήγηση των δικαιούχων.

2.    Η δημόσια επιχορήγηση των δικαιούχων:
α) ανέρχεται κατά ανώτατο χρηματικό όριο στα εκατόν δέκα (110) ευρώ, πλέον ΦΠΑ, ανά δικαιούχο νοικοκυριό,
β) χορηγείται εφάπαξ σε κάθε δικαιούχο νοικοκυριό,
γ) χρησιμοποιείται μία μόνο φορά από το δικαιούχο νοικοκυριό,
δ) παρέχει στον δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει δωρεάν τις υπηρεσίες πρόσβασης της παρ. 2 του άρθρου 5 του παρόντος.

3.    Για την απόκτηση των υπηρεσιών πρόσβασης της παρ. 2 του άρθρου 5 του παρόντος, οι δικαιούχοι έχουν δικαίωμα επιλογής του παρόχου της αρεσκείας τους.

Άρθρο 7
Προϋπολογισμός και χρηματοδότηση

1.    Ο προϋπολογισμός του έργου καθορίζεται και τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών και περιλαμβάνει:
α) το ποσό της επιχορήγησης δικαιούχου για το σύνολο των νοικοκυριών των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης (ΠΕΤΚ) της ελληνικής Επικράτειας, όπως αυτές ορίζονται στο Παράρτημα του παρόντος,
β) το κόστος υλοποίησης και λειτουργίας του πληροφοριακού συστήματος που απαιτείται για την εκτέλεση του έργου,
γ) το κόστος των απαραίτητων ενεργειών δημοσιότητας του έργου και ενημέρωσης των δικαιούχων αυτού,
δ) τυχόν λοιπές δαπάνες που βρίσκονται σε άμεση συνάφεια με την υλοποίησή του.

2.    Ο προϋπολογισμός του έργου μπορεί καταρχήν να χρηματοδοτηθεί από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Μέρος ή το σύνολο του προϋπολογισμού του έργου μπορεί επίσης να καλυφθεί και με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 75 του ν. 4070/2012 (Α' 82), καθώς και από κάθε άλλη νόμιμη πηγή, πόρο ή έσοδο.

Άρθρο 8
Προθεσμίες

1. Οι μόνιμοι κάτοικοι των περιοχών εκτός τηλεοπτικής κάλυψης (ΠΕΤΚ) μπορούν να πιστοποιηθούν ως δικαιούχοι του έργου και να επιλέξουν τον πάροχο της αρεσκείας τους, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 9 του παρόντος, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την δημοσίευση σχετικής ανακοίνωσης της ΓΓΤΤ του ΥΨΗΠΤΕ στην οποία ορίζεται η ακριβής ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας πιστοποίησης των δικαιούχων. Με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης η ανωτέρω προθεσμία μπορεί να παραταθεί.

2.    Οι πάροχοι που συμμετέχουν στην υλοποίηση του έργου υποχρεούνται να ολοκληρώσουν την ενεργοποίηση των υπηρεσιών πρόσβασης της παρ. 2 του άρθρου 5 του παρόντος στο σύνολο των δικαιούχων νοικοκυριών που τους επέλεξαν, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την οριστικοποίηση του Μητρώου Δικαιούχων του έργου. Με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης η ανωτέρω προθεσμία μπορεί να παραταθεί.

3.    Η μη τήρηση της προθεσμίας της παρ. 2 του παρόντος συνεπάγεται τη ματαίωση της πληρωμής του παρόχου, στην περίπτωση της εκπρόθεσμης ενεργοποίησης των προβλεπόμενων υπηρεσιών πρόσβασης και την αποζημίωση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, των δικαιούχων του έργου και των εκάστοτε αντισυμβαλλομένων των παρόχων, στην περίπτωση της μη παροχής τους σε αυτούς.

Άρθρο 9
Τρόποι υλοποίησης του έργου

1.    Η υλοποίηση του έργου μπορεί να επιτευχθεί σύμφωνα με τις εκάστοτε διαθέσιμες τεχνολογίες, όπως η δορυφορική ευρυεκπομπή, η σταθερή ή κινητή ευρυζωνική σύνδεση στο διαδίκτυο ή η επίγεια ψηφιακή ευρυεκπομπή.

2.    Η εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων των εμπλεκόμενων φορέων του άρθρου 3 του παρόντος, ο ακριβής καθορισμός της διαδικασίας υλοποίησης του έργου (διαδικασία και κριτήρια πιστοποίησης των δικαιούχων, διαδικασία παροχής των υπηρεσιών, διαδικασία πληρωμής των παρόχων κ.α.), τα επιμέρους χαρακτηριστικά/προδιαγραφές των παρεχόμενων υπηρεσιών της παρ. 2 του άρθρου 5 του παρόντος, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με την υλοποίηση του έργου θέμα ορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών.

Άρθρο 10
Εντασσόμενες δράσεις

Στο πλαίσιο του παρόντος εντάσσεται και η δράση που προβλέπεται στην υπ' αριθ. 834/04.04.2017 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης (Β' 1203), υπό την προϋπόθεση της ομαλής λειτουργίας της καθώς και τυχόν ευνοϊκότερων ρυθμίσεων για τους δικαιούχους της που ήδη ισχύουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Άρθρο 11
Προσθήκες στο ν. 4463/2017

Στο άρθρο 3 του ν. 4463/2017 (Α' 42) προστίθεται παράγραφος 12 ως εξής:
«12. Η εποπτεία, η διαχείριση, η συντήρηση, η εκμετάλλευση και η αξιοποίηση των Μητροπολιτικών Δικτύων οπτικών ινών, τα οποία ανήκουν στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και έχουν χρηματοδοτηθεί από εθνικούς ή/και ενωσιακούς πόρους, διενεργείται από τη Γενική Γραμματεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ευρυζωνικής Πρόσβασης Νέας Γενιάς (NGA PLAN).»

Άρθρο 12
Προσθήκες στο ν. 4070/2012

1.    Στο άρθρο 20 του ν. 4070/2012 (Α'82) προστίθεται παράγραφος 14 ως εξής:
«14. Απαγορεύεται:
α) η χρήση εξοπλισμού για τη λήψη, αποκωδικοποίηση ή αποκρυπτογράφηση περιεχομένου που δεν αφορά τον κάτοχο του εξοπλισμού,
β) η χωρίς άδεια ή έγκριση διάθεση, κατοχή και χρήση εξοπλισμού που προορίζεται για την παρακολούθηση και επεξεργασία περιεχομένου και δεδομένων τρίτων, η οποία πραγματοποιείται επί νόμιμης υπηρεσίας ραδιοεπικοινωνιών μέσω παράνομης σύνδεσης (επισύνδεσης), ή/και αποκωδικοποίησης, ή/και αποκρυπτογράφησης απορρήτων ή κρυπτογραφημένων μηνυμάτων,
γ) η χωρίς άδεια ή έγκριση εκπομπή, λήψη εκπομπών, καθώς και πρόκληση παρεμβολών στο φάσμα ραδιοσυχνοτήτων, με σκοπό την παρακώλυση της λειτουργίας υπηρεσιών που σχετίζονται με τη δημόσια τάξη, την ασφάλεια και την άμυνα.
Σε περίπτωση παραβίασης των ανωτέρω απαγορεύσεων, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία, ιδίως στις διατάξεις περί διασφάλισης απορρήτου επικοινωνιών, δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθορίζονται οι κατηγορίες και τα χαρακτηριστικά εξοπλισμού και συσκευών, οι όροι, οι δικαιούχοι αδειοδότησης, οι ειδικότερες προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης της άδειας ή έγκρισης, το κατά περίπτωση καθοριζόμενο χρονικό διάστημα χορήγησης της άδειας ή έγκρισης, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

2.    Στο άρθρο 75 του ν. 4070/12 (Α'82) προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:
«11. Ο Ελληνικός Διαστημικός Οργανισμός (ΕΛ.Δ.Ο. Α.Ε.) επιχορηγείται ετησίως με το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ από το αποθεματικό που προβλέπεται στο άρθρο 75 παρ. 6 του ν. 4070/12, όπως ισχύει, για την κάλυψη των πάσης φύσεως λειτουργικών και αναπτυξιακών του αναγκών. Η επιχορήγηση διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και
Ενημέρωσης εντός των δύο πρώτων μηνών κάθε έτους και ειδικά για το τρέχον έτος εντός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος. Με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης δύναται να τροποποιείται το ως άνω ποσό, ως και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της επιχορήγησης».

Άρθρο 13
Προσθήκες στο ν. 4339/2015 και στο ν. 4506/2017
   
1. Μετά την παράγραφο 5 του άρθρου 32 του ν. 4339/2015 (Α' 133), προστίθεται παράγραφος 6 που έχει ως εξής:
«6. Επιτρέπεται, ύστερα από αίτηση, η απόσπαση υπαλλήλου, μονίμου ή με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, για συνυπηρέτηση με τον σύζυγο ή συμβιούντα, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Ν. 4356/2015, που υπηρετεί σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό. Η απόσπαση διενεργείται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης ειδικής ή γενικής σχετικής διάταξης, στο Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας της πόλης ή περιοχής που υπηρετεί ο σύζυγος ή ο συμβιών για όσο διάστημα εξυπηρετείται η ανάγκη της συνυπηρέτησης, με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης μετά από γνώμη του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Σε κάθε περίπτωση η διάρκεια της απόσπασης δεν μπορεί να υπερβεί τα τέσσερα (4) έτη. Οι αποσπώμενοι λαμβάνουν αποκλειστικά τις αποδοχές εσωτερικού από το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης και δεν δικαιούνται επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή και προσαυξήσεις για την κάλυψη των δαπανών στέγασης και οικογενειακών βαρών.»
   
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 37 του ν. 4339/2015 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ως προϊστάμενοι Διευθύνσεων από τον κλάδο Συμβούλων και Γραμματέων Επικοινωνίας επιλέγονται υπάλληλοι με βαθμό τουλάχιστον Συμβούλου Επικοινωνίας Α' και ως προϊστάμενοι Τμημάτων επιλέγονται υπάλληλοι με βαθμό τουλάχιστον Γραμματέα Επικοινωνίας Α ».
   
3. Στο τέλος της παραγράφου α του άρθρου 3 του ν. 4506/2017 (Α' 191) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Κατά την πρώτη συγκρότηση του πειθαρχικού συμβουλίου του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, η θητεία των μελών του λήγει στις 31.12.2018.»

Άρθρο 14
Τροποποιούμενες διατάξεις

1.    Στην παρ. 10 του άρθρου 9 του ν. 2644/1998 (Α' 233), μετά τη λέξη «αναλόγως» διαγράφεται η λέξη «και» και εν συνεχεία μετά τη φράση «στις κατόχους άδειας του παρόντος νόμου» προστίθεται η φράση «και στους παρόχους γραμμικών τηλεοπτικών υπηρεσιών μέσω ευρυζωνικών δικτύων».

2.    Η παράγραφος 11 του άρθρου 41 του πδ 82/2017 (Α' 117), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«11. Στη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού, Προτύπων και Αξιολόγησης της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ή ειδικότητας, κατηγορίας ή βαθμίδας ΠΕ ή ΤΕ Πληροφορικής ή ΠΕ ή ΤΕ Μηχανικών ή ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού. Στη Διεύθυνση Έργων Δημοσίου Τομέα και στη Διεύθυνση Κυβερνοασφάλειας της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ή ειδικότητας, κατηγορίας ή βαθμίδας ΠΕ ή ΤΕ Πληροφορικής ή ΠΕ ή ΤΕ Μηχανικών».

3. Η παράγραφος 2Θ του άρθρου 42 του πδ 82/2017 (Α' 117), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«20. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, Προτύπων και Αξιολόγησης της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ή ειδικότητας, κατηγορίας ή βαθμίδας ΠΕ ή ΤΕ Πληροφορικής ή ΠΕ ή ΤΕ Μηχανικών ή ΠΕ Διοικητικού- Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού. Στα Τμήματα της Διεύθυνσης Έργων Δημόσιου Τομέα και της Διεύθυνσης Κυβερνοασφάλειας της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ή ειδικότητας, κατηγορίας ή βαθμίδας ΠΕ ή ΤΕ Πληροφορικής ή ΠΕ ή ΤΕ Μηχανικών.»

Άρθρο 15
Καταργούμενες διατάξεις

Το άρθρο 9 του ν. 1798/1951 (Α' 125) καταργείται.

Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται σε επιμέρους διατάξεις του.


O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.


Υπόθεση C-475/17 Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 401 – Εθνικοί φόροι που έχουν τον χαρακτήρα φόρων κύκλου εργασιών – Απαγόρευση – Έννοια του “φόρου κύκλου εργασιών” – Τοπικός φόρος επί των πωλήσεων – Ουσιώδη χαρακτηριστικά του ΦΠΑ

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα) της 7ης Αυγούστου 2018 «Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 401 – Εθνικοί φόροι που έχουν τον χαρακτήρα φόρων κύκλου εργασιών – Απαγόρευση – Έννοια του “φόρου κύκλου εργασιών” – Τοπικός φόρος επί των πωλήσεων – Ουσιώδη χαρακτηριστικά του ΦΠΑ – Δεν υφίστανται»

Στην υπόθεση C‑475/17,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Riigikohus (Ανώτατο Δικαστήριο, Εσθονία) με απόφαση της 1ης Αυγούστου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Αυγούστου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

Viking Motors AS,

TKM Beauty Eesti OÜ,

TKM King AS,

Kaubamaja AS,

Selver AS

κατά

Tallinna linn,

Maksu- ja Tolliamet,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Rosas, πρόεδρο τμήματος, C. Toader (εισηγήτρια) και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: Ε. Sharpston

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

–        οι Viking Motors AS, TKM Beauty Eesti OÜ, TKM King AS, Kaubamaja AS και Selver AS, εκπροσωπούμενες από τους E. Talur και L. Naaber-Kivisoo, vandeadvokaadid,

–        ο Tallinna linn, εκπροσωπούμενος από τον T. Pikamäe, vandeadvokaat,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις J. Jokubauskaitė και K. Toomus,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 401 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία περί ΦΠΑ).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Viking Motors AS, της TKM Beauty Eesti OÜ, της TKM King AS, της Kaubamaja AS και της Selver AS και, αφετέρου, του Tallinna linn (Δήμου του Ταλίν, Εσθονία) και της Maksu- ja Tolliamet (φορολογικής και τελωνειακής αρχής, Εσθονία) (στο εξής: φορολογική αρχή), με αντικείμενο την επιστροφή του φόρου επί των πωλήσεων τον οποίο είχαν καταβάλει οι εν λόγω εταιρίες.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η έκτη οδηγία

3        Το άρθρο 33, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/680/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1991 (ΕΕ 1991, L 376, σ. 1) (στο εξής: έκτη οδηγία), έχει ως εξής:

«Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, ιδίως δε όσων προβλέπονται από τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις περί του γενικού καθεστώτος κατοχής, κυκλοφορίας και ελέγχου των υποκείμενων σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης προϊόντων, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν την εκ μέρους κράτους μέλους διατήρηση ή εισαγωγή φόρων επί των συμβάσεων ασφαλίσεως, και επί των παιγνίων και στοιχημάτων, ειδικών φόρων κατανάλωσης, δικαιωμάτων εγγραφής ή καταχώρησης, και, γενικότερα, οποιουδήποτε φόρου, δικαιώματος ή τέλους δεν έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι αυτοί οι φόροι, δικαιώματα ή τέλη δεν οδηγούν, στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών, σε διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση συνόρων.»

 Η οδηγία περί ΦΠΑ

4        Στις αιτιολογικές σκέψεις 4 και 7 της οδηγίας περί ΦΠΑ εκτίθενται τα ακόλουθα:

«(4)      Η υλοποίηση του σκοπού της εγκαθίδρυσης μιας εσωτερικής αγοράς προϋποθέτει την εφαρμογή εντός των κρατών μελών νομοθεσιών σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών, οι οποίες δεν νοθεύουν τους όρους του ανταγωνισμού και δεν εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών και υπηρεσιών. Επομένως είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί εναρμόνιση των νομοθεσιών περί των φόρων κύκλου εργασιών, μέσω ενός συστήματος φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), με αντικειμενικό σκοπό την εξάλειψη κατά το δυνατόν των παραγόντων οι οποίοι δύνανται να νοθεύσουν τους όρους του ανταγωνισμού, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο.

[...]

(7)      Το κοινό σύστημα ΦΠΑ θα πρέπει να καταλήξει σε ουδετερότητα ως προς τον ανταγωνισμό ακόμη και αν οι συντελεστές και οι απαλλαγές δεν εναρμονίζονται πλήρως, υπό την έννοια ότι στο έδαφος κάθε κράτους μέλους παρόμοια αγαθά και υπηρεσίες υπόκεινται στην ίδια φορολογική επιβάρυνση, οποιαδήποτε και αν είναι η έκταση του δικτύου παραγωγής και διανομής.»

5        Το άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ προβλέπει τα ακόλουθα:

«Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν την εκ μέρους κράτους μέλους διατήρηση ή εισαγωγή φόρων στις συμβάσεις ασφάλισης και στα τυχερά παιχνίδια και στοιχήματα, ειδικών φόρων κατανάλωσης, δικαιωμάτων εγγραφής ή καταχώρισης και, γενικότερα, οποιουδήποτε φόρου, δικαιώματος ή τέλους που δεν έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών, με την προϋπόθεση ότι η είσπραξη των εν λόγω φόρων, δικαιωμάτων και τελών δεν οδηγεί, στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών, σε διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση συνόρων.»

 Το εσθονικό δίκαιο

6        Ο kohalike maksude seadus (νόμος για τους φόρους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για την υπόθεση της κύριας δίκης χρόνο, παρείχε στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως την εξουσία να επιβάλλουν φόρο επί των πωλήσεων ως τοπικό φόρο.

7        Το άρθρο 8 του νόμου αυτού όριζε τα εξής:

«(1)      Ο φόρος επί των πωλήσεων καταβάλλεται από τις ατομικές επιχειρήσεις και τα νομικά πρόσωπα που κατέχουν άδεια εμπορίας ή παροχής υπηρεσιών εντός των εδαφικών ορίων του δήμου ή της κοινότητας. Βάσει του τόπου εγκαταστάσεως της επιχειρήσεως, καταβάλλεται φόρος επί των πωλήσεων από τους εμπόρους κατά την έννοια του kaubandustegevuse seadus (εσθονικού εμπορικού νόμου), που είναι καταχωρισμένοι στο μητρώο οικονομικών δραστηριοτήτων και δραστηριοποιούνται στον τομέα του λιανικού εμπορίου, της εστιάσεως ή των υπηρεσιών.

(2)      Ο φόρος επί των πωλήσεων επιβάλλεται επί της περιλαμβανόμενης στην τιμή πωλήσεως αξίας των προϊόντων ή των υπηρεσιών που πωλεί ο υποκείμενος στον φόρο εντός των εδαφικών ορίων του δήμου ή της κοινότητας. Ως τιμή πωλήσεως των προϊόντων και των υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος νόμου νοείται η φορολογητέα αξία του […] κύκλου εργασιών, όπως αυτός ορίζεται στον käibemaksuseadus (νόμο περί φόρου κύκλου εργασιών), πλην του φόρου επί των πωλήσεων.

(3)      Το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο καθορίζει τον συντελεστή του φόρου επί των πωλήσεων, ο οποίος δεν πρέπει να υπερβαίνει ποσοστό 1 % επί της περιλαμβανόμενης στην τιμή πωλήσεως αξίας των κατά την παράγραφο 2 προϊόντων και υπηρεσιών.

(4)      Φορολογική περίοδος σε σχέση με τον φόρο επί των πωλήσεων είναι το τρίμηνο.

(5)      Ο υποκείμενος στον φόρο υποχρεούται:

1)      να υπολογίζει τον φόρο επί των πωλήσεων, ο οποίος επιβάλλεται επί της αξίας των προϊόντων που έχει πωλήσει και των υπηρεσιών που έχει παράσχει εντός των εδαφικών ορίων του δήμου ή της κοινότητας, βάσει του συντελεστή ο οποίος καθορίζεται με τη σχετική με τη φορολογία απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου,

2)      να υποβάλλει, ανά τρίμηνο, προς την καθοριζόμενη με την απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου φορολογική αρχή, το αργότερο έως την 20ή ημέρα του μηνός που έπεται του τριμήνου, τη δήλωση κύκλου εργασιών που καθορίζει ο υπουργός των οικονομικών όσον αφορά τον φόρο επί των πωλήσεων,

3)      να καταβάλλει τον φόρο επί των πωλήσεων έως την ημερομηνία που προβλέπεται για την υποβολή της δηλώσεως στον προϋπολογισμό του οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως.

(6)      Η δημοτική ή κοινοτική αρχή έχει την εξουσία να παρέχει πλεονεκτήματα και απαλλαγές όσον αφορά τον φόρο επί των πωλήσεων υπό τις προϋποθέσεις και με τη διαδικασία που καθορίζονται από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο.»

8        Με την απόφαση αριθ. 45, της 17ης Δεκεμβρίου 2009, σχετικά με τον επιβληθέντα από τη δημοτική αρχή του Ταλίν φόρο επί των πωλήσεων (στο εξής: απόφαση αριθ. 45), το Tallinna Linnavolikogu (δημοτικό συμβούλιο του Ταλίν, Εσθονία) θέσπισε φόρο επί των πωλήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 8 του νόμου για τους φόρους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. Ο φόρος αυτός τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφαρμόστηκε μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2012.

9        Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, της αποφάσεως αριθ. 45, ο φόρος αυτός επιβαλλόταν επί της πωλήσεως αγαθών και της παροχής υπηρεσιών προς φυσικό πρόσωπο εντός των εδαφικών ορίων του Δήμου του Ταλίν ή από το έδαφος του δήμου αυτού, στους τομείς του λιανικού εμπορίου, της εστιάσεως και των υπηρεσιών.

10      Το άρθρο 2 της ως άνω αποφάσεως, με τίτλο «Υποκείμενος στον φόρο», όριζε τα εξής:

«Στον φόρο υπόκεινται οι έμποροι κατά την έννοια του kaubandustegevuse seadus (εσθονικού εμπορικού νόμου) οι οποίοι πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

1)      ο έμπορος είναι καταχωρισμένος στο μητρώο οικονομικών δραστηριοτήτων·

2)      ο τόπος της επιχειρηματικής εγκαταστάσεως του εμπόρου κείται εντός των εδαφικών ορίων του Δήμου του Ταλίν, βάσει των στοιχείων του μητρώου οικονομικών δραστηριοτήτων·

3)      ο έμπορος ασκεί τη δραστηριότητά του στον τομέα του λιανικού εμπορίου, της εστιάσεως ή των υπηρεσιών.»

11      Κατά το άρθρο 4 της εν λόγω αποφάσεως, με τίτλο «Συντελεστής του φόρου», ο συντελεστής του φόρου επί των πωλήσεων ανερχόταν σε ποσοστό 1 % επί της φορολογητέας αξίας των προϊόντων και των υπηρεσιών που διαλαμβάνονταν στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής.

12      Το άρθρο 41 της ίδιας αποφάσεως, με τίτλο «Χρόνος γενέσεως της υποχρεώσεως καταβολής του φόρου», όριζε τα εξής:

«(1)      Η υποχρέωση καταβολής του φόρου γεννάται την ημέρα κατά την οποία λαμβάνει χώρα για πρώτη φορά μία από τις ακόλουθες πράξεις:

1)      αποστολή ή διάθεση του αγαθού ή παροχή της υπηρεσίας στον αγοραστή·

2)      πλήρης ή μερική καταβολή του οφειλόμενου για το αγαθό ή την υπηρεσία τιμήματος.

(2)      Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο διαρκούς συμβατικής σχέσεως, η υποχρέωση καταβολής του φόρου γεννάται εντός της φορολογικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας λήγει η περίοδος κατά την οποία εκδόθηκε το τιμολόγιο ή συμφωνήθηκε το τίμημα για την παροχή των υπηρεσιών, ανάλογα με την πράξη που έλαβε χώρα πρώτη.

(3)      Οι ιδιοκτήτες ατομικών επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν σύστημα λογιστικής βάσει ταμειακών συναλλαγών μπορούν να στηριχθούν στην είσπραξη του τιμήματος για το αγαθό ή την υπηρεσία όσον αφορά τη γένεση της υποχρεώσεως καταβολής του φόρου.»

13      Το άρθρο 42, παράγραφος 1, της αποφάσεως αριθ. 45 προέβλεπε τα εξής:

«Η φορολογητέα αξία του αγαθού ή της υπηρεσίας συνίσταται, σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 1, του käibemaksuseadus (εσθονικού νόμου περί φόρου προστιθέμενης αξίας), στην τιμή πωλήσεως του αγαθού ή της υπηρεσίας ή σε οποιαδήποτε άλλη αντιπαροχή (χωρίς ΦΠΑ) την οποία λαμβάνει ή έλαβε ο πωλητής του αγαθού ή ο παρέχων την υπηρεσία από τον αποκτώντα το αγαθό, τον αποδέκτη της υπηρεσίας ή από τρίτο πρόσωπο για το αγαθό ή την υπηρεσία.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

14      Οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης, φρονώντας ότι είχαν καταβάλει αχρεωστήτως τον φόρο επί των πωλήσεων που είχε εισαχθεί με την απόφαση αριθ. 45, υπέβαλαν στο Tallinna Ettevõtlusamet (την αρμόδια για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες υπηρεσία του Δήμου του Ταλίν, Εσθονία) διορθωτικές δηλώσεις για τα τρία τελευταία τρίμηνα του έτους 2010 και για τα τέσσερα τρίμηνα του έτους 2011, καθώς και αιτήσεις επιστροφής των ποσών που είχαν καταβάλει προς εξόφληση του φόρου αυτού.

15      Απαντώντας, η αρμόδια για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες υπηρεσία του Ταλίν για τις επιχειρήσεις εκτίμησε ότι οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης ήταν υπόχρεες στην καταβολή του εν λόγω φόρου επί των πωλήσεων και καθόρισε, με πράξεις επιβολής φόρου, το ποσό του φόρου αυτού το οποίο όφειλε να καταβάλει καθεμία εξ αυτών, δεχόμενη μόνον εν μέρει τις αιτήσεις τους περί επιστροφής.

16      Κατόπιν τούτου, οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης προσέφυγαν ενώπιον της φορολογικής αρχής, η οποία, όμως, επιβεβαίωσε κατ’ ουσίαν ότι ήσαν υπόχρεες στην καταβολή του φόρου επί των πωλήσεων.

17      Υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο φόρος επί των πωλήσεων ήταν αντίθετος προς το άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ, η Viking Motors, η TKM Beauty Eesti και η TKM King, αφενός, και η Kaubamaja και η Selver, αφετέρου, άσκησαν προσφυγές ενώπιον του Tallinna Halduskohus (διοικητικού πρωτοδικείου του Ταλίν, Εσθονία), ζητώντας κατ’ ουσίαν να ακυρωθούν οι πράξεις επιβολής φόρου και οι αποφάσεις της φορολογικής αρχής που αφορούσαν τις εν λόγω εταιρίες, καθώς και να υποχρεωθεί η αρχή αυτή να επιστρέψει τον φόρο επί των πωλήσεων και να καταβάλει τους σχετικούς τόκους.

18      Με απόφαση της 31ης Μαρτίου 2015, το Tallinna Halduskohus (διοικητικό πρωτοδικείο του Ταλίν) απέρριψε τις προσφυγές της Viking Motors, της TKM Beauty Eesti και της TKM King. Όσον αφορά τις προσφυγές της Kaubamaja και της Selver, το δικαστήριο αυτό, με απόφαση της 24ης Ιουλίου 2015, τις δέχθηκε μεν, αλλά μόνο κατά το μέρος που ο φόρος επί των πωλήσεων είχε επιβληθεί για τις πωλήσεις προϊόντων υποκείμενων σε ειδικό φόρο καταναλώσεως.

19      Οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης άσκησαν εφέσεις κατά των αποφάσεων αυτών ενώπιον του Tallinna Ringkonnakohus (εφετείου του Ταλίν, Εσθονία).

20      Με αποφάσεις της 9ης Μαΐου 2016 και της 30ής Ιουνίου 2016, το δικαστήριο αυτό απέρριψε τις εφέσεις, συντασσόμενο με το σκεπτικό του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και υπογραμμίζοντας επίσης ότι η νομολογία του Δικαστηρίου ήταν απολύτως σαφής ως προς το ότι φόρος που ισχύει εντός κράτους μέλους είναι αντίθετος προς το άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ μόνον εφόσον έχει και τα τέσσερα ουσιώδη χαρακτηριστικά του ΦΠΑ τα οποία έχει συναγάγει το Δικαστήριο.

21      Οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης άσκησαν αναιρέσεις ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, το οποίο, με διάταξη της 10ης Μαΐου 2017, αποφάσισε να συνεκδικάσει τις δύο υποθέσεις.

22      Το Riigikohus (Ανώτατο Δικαστήριο, Εσθονία) εκτιμά ότι, ακόμη και αν, από τυπικής απόψεως, ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων δεν έχει το τρίτο και το τέταρτο χαρακτηριστικό του ΦΠΑ, κατά την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου, καθόσον δεν εισπράττεται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας παραγωγής και διανομής ούτε παρέχει δικαίωμα εκπτώσεως του φόρου που έχει καταβληθεί σε προηγούμενο στάδιο, η επιβολή του φόρου αυτού επί των πωλήσεων συνεπαγόταν, κατ’ ουσίαν, την υλοποίηση του ίδιου σκοπού με εκείνον που θα επιτυγχανόταν χάρη στο τρίτο και στο τέταρτο χαρακτηριστικό. Επομένως, την απορρέουσα από τον εν λόγω φόρο επί των πωλήσεων επιβάρυνση έφερε, εν τέλει, ο καταναλωτής.

23      Κατά το αιτούν δικαστήριο, η εφαρμογή του φόρου επί των πωλήσεων ήταν επίσης ικανή να θίξει τη λειτουργία του κοινού συστήματος ΦΠΑ, καθόσον είχε ως συνέπεια να επιβάλλει, σε εθνικό επίπεδο, διαφορετική φορολογική επιβάρυνση για παρόμοια αγαθά και υπηρεσίες. Αναφερόμενο στην απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Statoil Fuel & Retail (C-553/13, EU:C:2015:149), με την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι ο επίμαχος σε εκείνη την υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων ήταν αντίθετος προς την οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ 2009, L 9, σ. 12), καθόσον βάρυνε τις λιανικές πωλήσεις υγρών καυσίμων τα οποία υπέκειντο σε ειδικό φόρο καταναλώσεως, το δικαστήριο αυτό υπενθυμίζει ότι, κατόπιν της αποφάσεως αυτής, τα εσθονικά δικαστήρια, όσον αφορά τη φορολόγηση προϊόντων υποκείμενων σε ειδικούς φόρους καταναλώσεως, έκαναν δεκτές προσφυγές εκ μέρους υποκειμένων στον φόρο στο πλαίσιο ένδικων διαφορών με αντικείμενο τον φόρο επί των πωλήσεων.

24      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Riigikohus (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 401 της οδηγίας [περί ΦΠΑ] την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνικό φόρο ο οποίος έχει γενική εφαρμογή και υπολογίζεται με βάση την τιμή, πλην όμως, δυνάμει των σχετικών διατάξεων, επιβάλλεται μόνο κατά το στάδιο της πωλήσεως αγαθού ή της παροχής υπηρεσίας σε καταναλωτή, με αποτέλεσμα την τελική φορολογική επιβάρυνση να φέρει ο καταναλωτής, και ο οποίος θίγει τη λειτουργία του κοινού συστήματος ΦΠΑ και νοθεύει τον ανταγωνισμό;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

25      Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στη διατήρηση σε ισχύ ή στην επιβολή τοπικού φόρου επί των πωλήσεων όπως είναι ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος.

26      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ, οι διατάξεις της δεν εμποδίζουν την εκ μέρους κράτους μέλους διατήρηση σε ισχύ ή επιβολή φόρων στις συμβάσεις ασφαλίσεως και στα τυχερά παιγνίδια και στοιχήματα, ειδικών φόρων καταναλώσεως, δικαιωμάτων εγγραφής ή καταχωρίσεως και, γενικότερα, οποιουδήποτε φόρου, δικαιώματος ή τέλους που δεν έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών, με την προϋπόθεση ότι η είσπραξη των εν λόγω φόρων, δικαιωμάτων και τελών δεν οδηγεί, στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών, σε διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση συνόρων.

27      Από τη γραμματική ερμηνεία της διατάξεως αυτής, λαμβανομένης υπόψη της αρνητικής προϋποθέσεως την οποία περιέχει η φράση «που δεν έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών», μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η διατήρηση σε ισχύ ή η θέσπιση από κράτος μέλος φόρων, δικαιωμάτων και τελών επιτρέπεται μόνον υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τη φύση κύκλου εργασιών.

28      Μολονότι η έννοια του «φόρου κύκλου εργασιών» δεν ορίζεται ούτε στο άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ ούτε σε κάποια άλλη διάταξή της, επισημαίνεται ότι το άρθρο αυτό, του οποίου την ερμηνεία ζητεί το αιτούν δικαστήριο, είναι κατ’ ουσίαν πανομοιότυπο με το άρθρο 33 της έκτης οδηγίας.

29      Συναφώς, το Δικαστήριο, ιδίως με την απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona (C-475/03, EU:C:2006:629), ερμήνευσε το άρθρο 33 της έκτης οδηγίας και, ειδικότερα, την περιλαμβανόμενη στη διάταξη αυτή έννοια του «φόρου κύκλου εργασιών», εντάσσοντας την εν λόγω διάταξη στο νομοθετικό της πλαίσιο και υπενθυμίζοντας τους σκοπούς που επιδιώκει η θέσπιση κοινού συστήματος ΦΠΑ.

30      Ειδικότερα, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι από τις αιτιολογικές σκέψεις της πρώτης οδηγίας 67/227/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 1967, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 3), προέκυπτε σαφώς ότι σκοπός της εναρμονίσεως των νομοθεσιών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών είναι η δημιουργία μιας κοινής αγοράς με υγιείς όρους ανταγωνισμού και χαρακτηριστικά γνωρίσματα ανάλογα με εκείνα μιας εσωτερικής αγοράς, διά της απαλείψεως των φορολογικών διαφορών που μπορούν να επηρεάσουν τον ανταγωνισμό και να παρακωλύσουν τις εμπορικές συναλλαγές (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 19).

31      Το κοινό σύστημα ΦΠΑ θεσπίστηκε με τη δεύτερη οδηγία 67/228/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 1967, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – διάρθρωση και κανόνες εφαρμογής του κοινού συστήματος φόρου προστιθεμένης αξίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 5), και με την έκτη οδηγία (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 20).

32      Το κοινό σύστημα ΦΠΑ στηρίζεται, κατά το άρθρο 2 της πρώτης οδηγίας 67/227, στην αρχή ότι επί των αγαθών και των υπηρεσιών, έως το στάδιο του λιανικού εμπορίου, επιβάλλεται γενικός φόρος καταναλώσεως ακριβώς ανάλογος προς την τιμή των αγαθών και των υπηρεσιών, ανεξαρτήτως του αριθμού των συναλλαγών που έχουν μεσολαβήσει κατά τη διαδικασία παραγωγής και διανομής, πριν από το στάδιο επιβολής του φόρου (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 21).

33      Εντούτοις, σε κάθε συναλλαγή, ο ΦΠΑ καθίσταται απαιτητός μόνο μετά την έκπτωση του ποσού του ΦΠΑ που επιβάρυνε άμεσα το κόστος των διαφόρων στοιχείων τα οποία είναι συστατικά της τιμής των αγαθών και των υπηρεσιών. Ο μηχανισμός των εκπτώσεων ρυθμίστηκε από το άρθρο 17, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας κατά τρόπον ώστε οι υποκείμενοι στον φόρο να έχουν το δικαίωμα να εκπίπτουν από τον ΦΠΑ που οφείλουν τα ποσά του ΦΠΑ που έχουν ήδη επιβαρύνει σε προηγούμενο στάδιο τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, με αποτέλεσμα ο φόρος να καταλαμβάνει, σε κάθε στάδιο, μόνο την προστιθέμενη αξία και να βαρύνει, εν τέλει, τον τελικό καταναλωτή (βλ., συναφώς, απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 22).

34      Προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός ίσων όρων φορολογήσεως μιας και της αυτής πράξεως, ανεξαρτήτως του κράτους μέλους εντός του οποίου αυτή λαμβάνει χώρα, το κοινό σύστημα ΦΠΑ έπρεπε να αντικαταστήσει, σύμφωνα με τις αιτιολογικές σκέψεις της δεύτερης οδηγίας 67/228, τους φόρους κύκλου εργασιών που ίσχυαν εντός των διαφόρων κρατών μελών (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 23).

35      Σ’ αυτήν την αλληλουχία σκέψεων, η έκτη οδηγία, στο άρθρο 33, επέτρεπε τη διατήρηση σε ισχύ ή τη θέσπιση από κράτος μέλος εκείνων μόνον των φόρων, δικαιωμάτων ή τελών επί των παραδόσεων αγαθών, των παροχών υπηρεσιών ή των εισαγωγών που δεν είχαν τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών (βλ., συναφώς, απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 24).

36      Προκειμένου να κριθεί αν ένας φόρος, ένα δικαίωμα ή ένα τέλος έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών, κατά την έννοια του άρθρου 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ, πρέπει να εξεταστεί, μεταξύ άλλων, αν έχει ως συνέπεια να διακυβεύσει τη λειτουργία του κοινού συστήματος ΦΠΑ, επιβαρύνοντας την κυκλοφορία των αγαθών και των υπηρεσιών και τις εμπορικές συναλλαγές κατά τρόπο παρόμοιο με εκείνον που χαρακτηρίζει τον ΦΠΑ (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Οκτωβρίου 2007, KÖGÁZ κ.λπ., C-283/06 και C-312/06, EU:C:2007:598, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

37      Το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει συναφώς ότι, εν πάση περιπτώσει, πρέπει να θεωρούνται ως επιβαρύνοντες την κυκλοφορία των αγαθών και των υπηρεσιών κατά τρόπο παρόμοιο με τον ΦΠΑ οι φόροι, τα δικαιώματα και τα τέλη που εμφανίζουν τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του ΦΠΑ, έστω και αν δεν είναι καθ’ όλα πανομοιότυποι με αυτόν (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

38      Αντιθέτως, έχει κριθεί ότι το άρθρο 33 της έκτης οδηγίας δεν απαγορεύει τη διατήρηση σε ισχύ ή την επιβολή φόρου που στερείται κάποιου από τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του ΦΠΑ (απόφαση της 3 Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Το ίδιο ισχύει και για το άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ.

39      Από τη νομολογία προκύπτει ότι τα εν λόγω χαρακτηριστικά είναι τέσσερα, και συγκεκριμένα η γενική εφαρμογή του ΦΠΑ επί των συναλλαγών που αφορούν αγαθά ή υπηρεσίες, ο καθορισμός του ύψους του αναλόγως του αντιτίμου που εισπράττει ο υποκείμενος στον φόρο για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παρέχει, η είσπραξη του φόρου σε κάθε στάδιο της διαδικασίας παραγωγής και διανομής, περιλαμβανομένου του σταδίου λιανικής πωλήσεως, ανεξαρτήτως του αριθμού των συναλλαγών που έχουν προηγηθεί, και η έκπτωση από τον φόρο που οφείλει να καταβάλει ο υπόχρεος των ποσών τα οποία έχουν καταβληθεί κατά τα προηγούμενα στάδια της διαδικασίας, ώστε σε κάθε συγκεκριμένο στάδιο ο φόρος να εφαρμόζεται επί της αξίας που προστίθεται κατά το στάδιο αυτό, η δε τελική επιβάρυνση να καταλήγει στον καταναλωτή (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 28).

40      Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν φόρος όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά αυτά, με τη διευκρίνιση ότι, μολονότι με την απόφαση της 5ης Μαρτίου 2015, Statoil Fuel & Retail (C-553/13, EU:C:2015:149), το Δικαστήριο έκρινε ότι ο φόρος αυτός ήταν αντίθετος προς το δίκαιο της Ένωσης, η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά το συμβατό του εν λόγω φόρου όχι με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων καταναλώσεως, αλλά με το κοινό σύστημα ΦΠΑ.

41      Για να αποφευχθούν αποκλίνοντα μεταξύ τους αποτελέσματα σε σχέση με τον επιδιωκόμενο με το κοινό σύστημα ΦΠΑ σκοπό, όπως αυτός υπομνήσθηκε στις σκέψεις 31 έως 37 της παρούσας αποφάσεως, κάθε σύγκριση των χαρακτηριστικών ενός φόρου όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων με τα χαρακτηριστικά του ΦΠΑ πρέπει να γίνεται με γνώμονα τον σκοπό αυτόν. Σ’ αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην επιταγή να εξασφαλίζεται πάντοτε η ουδετερότητα του κοινού συστήματος ΦΠΑ (βλ., συναφώς, απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2006, Banca popolare di Cremona, C-475/03, EU:C:2006:629, σκέψη 29).

42      Εν προκειμένω, όσον αφορά το τρίτο και το τέταρτο ουσιώδες χαρακτηριστικό του ΦΠΑ, ήτοι την είσπραξη του φόρου σε κάθε στάδιο της διαδικασίας παραγωγής και διανομής, καθώς και την ύπαρξη δικαιώματος προς έκπτωση του φόρου που έχει καταβληθεί κατά το προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας αυτής, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως δέχεται και το αιτούν δικαστήριο, ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος δεν έχει τα χαρακτηριστικά αυτά.

43      Η διαπίστωση αυτή αρκεί για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων, αφ’ ης στιγμής δεν συγκεντρώνει όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του ΦΠΑ, δεν εμπίπτει, για τον λόγο αυτό, στην απαγόρευση του άρθρου 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ (βλ., κατ’ αναλογία, διάταξη της 12ης Οκτωβρίου 2017, Palais Kaiserkron, C-549/16, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:761, σκέψη 21).

44      Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η επιβολή του ως άνω φόρου επιτυγχάνει κατ’ ουσίαν τον ίδιο σκοπό με εκείνον ο οποίος αντιστοιχεί στο τρίτο και στο τέταρτο ουσιώδες χαρακτηριστικό του ΦΠΑ, καθόσον την τελική επιβάρυνση που απορρέει από τον εν λόγω φόρο φέρει, εν τέλει, ο καταναλωτής.

45      Συναφώς, υπογραμμίζεται ότι, όπως προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία, οι διατάξεις που ρύθμιζαν τον επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρο επί των πωλήσεων δεν επέβαλλαν στους υποκειμένους στον φόρο την υποχρέωση να προσθέτουν το ποσό του φόρου αυτού στην τιμή πωλήσεως ή να αναγράφουν χωριστά στο τιμολόγιο που παραδίδεται στον αγοραστή το ποσό του καταβλητέου φόρου. Επομένως, η μετακύλιση του εν λόγω φόρου στον τελικό καταναλωτή αποτελούσε δυνατότητα και όχι υποχρέωση για τους εμπόρους λιανικής πωλήσεως, οι οποίοι ανά πάσα στιγμή μπορούσαν να επιλέξουν να επιβαρυνθούν οι ίδιοι με τον φόρο αυτό, χωρίς να αυξήσουν τις τιμές των παρεχόμενων από αυτούς αγαθών και υπηρεσιών.

46      Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει μετά βεβαιότητας δεκτό ότι η επιβάρυνση που απέρρεε από τον επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρο επί των πωλήσεων μετακυλιόταν, εν τέλει, στον τελικό καταναλωτή κατά τρόπο προσιδιάζοντα σε φόρο καταναλώσεως, όπως είναι ο ΦΠΑ.

47      Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι φόρος που βαρύνει τις παραγωγικές δραστηριότητες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι βέβαιον ότι εν τέλει θα επιβαρύνει, με τον τρόπο ενός φόρου καταναλώσεως όπως ο ΦΠΑ, τον τελικό καταναλωτή ενδέχεται να εκφεύγει του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ (απόφαση της 11ης Οκτωβρίου 2007, KÖGÁZ κ.λπ., C‑283/06 και C-312/06, EU:C:2007:598, σκέψη 50).

48      Πράγματι, ενώ μέσω του μηχανισμού εκπτώσεως του ΦΠΑ, ο φόρος αυτός βαρύνει αποκλειστικώς τον τελικό καταναλωτή και είναι απολύτως ουδέτερος έναντι των υποκειμένων στον φόρο που παρεμβαίνουν στη διαδικασία παραγωγής και διανομής η οποία προηγείται του σταδίου τελικής φορολογήσεως, ανεξαρτήτως του αριθμού των ενδιάμεσων συναλλαγών, δεν ισχύει το ίδιο και για φόρο όπως ο φόρος επί των πωλήσεων (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Οκτωβρίου 2007, KÖGÁZ κ.λπ., C-283/06 και C-312/06, EU:C:2007:598, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

49      Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά επίσης ότι η επιβολή του επίμαχου στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρου, παράλληλα προς την εφαρμογή του ισχύοντος συστήματος ΦΠΑ, είναι ικανή να θίξει τη λειτουργία του κοινού συστήματος ΦΠΑ και την επιβαλλόμενη από απόψεως ανταγωνισμού ουδετερότητα, την αναγκαία τήρηση της οποίας υπενθυμίζουν οι αιτιολογικές σκέψεις 4 και 7 της οδηγίας περί ΦΠΑ.

50      Λαμβανομένων ωστόσο υπόψη των εκτιμήσεων που εκτίθενται στις σκέψεις 34 έως 38 της παρούσας αποφάσεως, αφ’ ης στιγμής δεν πλήττει τις εμπορικές συναλλαγές κατά τρόπο παρόμοιο με εκείνον που χαρακτηρίζει τον ΦΠΑ, φόρος όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων δεν είναι ικανός να θίξει τη λειτουργία του κοινού συστήματος ΦΠΑ.

51      Εξάλλου, δεδομένου ότι η αύξηση της τιμής πωλήσεως κατά το ποσό του επίμαχου στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρου εξαρτάται από τη βούληση των πωλητών, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν αν θα μετακυλίσουν ή όχι την απορρέουσα από τον φόρο επιβάρυνση στον αγοραστή, επισημαίνεται ότι μόνον η συμπεριφορά του πωλητή είναι αυτή που μπορεί να καθορίσει τη διαφορετική φορολογική μεταχείριση του ιδίου σε σχέση με έναν ανταγωνιστή του, καθώς και τις ενδεχόμενες διαφορές τιμών με τις οποίες θα επιβαρυνθεί ένα μέρος των καταναλωτών σε σχέση με τους λοιπούς καταναλωτές. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει ενδεχόμενο να τεθεί σε κίνδυνο η ουδετερότητα του κοινού συστήματος ΦΠΑ, η οποία υπομνήσθηκε στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως.

52      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, προκύπτει ότι φόρος όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών, κατά την έννοια του άρθρου 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ.

53      Συνεπώς, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 401 της οδηγίας περί ΦΠΑ έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στη διατήρηση σε ισχύ ή στην επιβολή φόρου όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων.

 Επί των δικαστικών εξόδων

54      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 401 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στη διατήρηση σε ισχύ ή στην επιβολή φόρου όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης φόρος επί των πωλήσεων.

ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 2743/2018 Προσαύξηση εσόδων λόγω αγορών από Κύπρο και Βουλγαρία, κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς.

$
0
0



Καλλιθέα, 29/05/2018
Αριθμός απόφασης: 2743

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

ΤΜΗΜΑ: Α2 Επανεξέτασης
Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 2131604536
Φαξ: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 968/22.3.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27.4.2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Την από 29.1.2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία « », ΑΦΜ , Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, με έδρα, κατά δήλωσή της με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή της, στη , οδός αριθμός , νόμιμα εκπροσωπούμενης από τον του , ΑΦΜ , κάτοικο , οδός αριθμός ..., κατά της κάτωθι πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων (ΦΕνπ) της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών:


Φόρος εισοδήματος
   

01/01/2011 - 31/12/2011  : 640.616,09 €


και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την στην ανωτέρω παράγραφο 4 πράξη διορθωτικού προσδιορισμού ΦΕνπ της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της Προϊσταμένης της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α2, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
******************

Επί της από 29.1.2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία « », ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αριθμ /2017 πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων (ΦΕνπ) οικονομικού έτους 2012 της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας ΦΕνπ ποσού 291.189,13 €, πλέον 349.426,96 € πρόσθετου φόρου λόγω ανακρίβειας της υποβληθείσας δήλωσης ΦΕνπ οικονομικού έτους 2012, ήτοι συνολικού ποσού 640.616,09 €.

Η ως άνω διαφορά ΦΕνπ προέκυψε επί τη βάσει της από 28.12.2017 έκθεσης μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, σύμφωνα με την οποία επαναπροσδιορίστηκαν (αναμορφώθηκαν) τα φορολογητέα κέρδη της προσφεύγουσας κατά την ελεγχθείσα περίοδο 01.01.2011-31.12.2011 με την προσθήκη λογιστικών διαφορών ύψους 1.455.945,65 € στα δηλωθέντα κέρδη της περιόδου 01.01.2011-31.12.2011 ως ακολούθως:

Ελεγχθείσα περίοδος  01.01.2011-31.12.2011
Φορολογητέα κέρδη

Ποσό δήλωσης  74.381,96 €
   
Ποσό ελέγχου  1.530.327,61 €


Με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή της η προσφεύγουσα ζητά την ακύρωση της ως άνω πράξης διορθωτικού προσδιορισμού ΦΕνπ της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, προβάλλοντας, συνοπτικά, τους παρακάτω λόγους:

1. ) Παραγραφή δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση και επιβολή φόρων.

2. ) Απουσία από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης ουσιωδών στοιχείων που συγκροτούν μια νόμιμη διοικητική καταλογιστική πράξη.

3. ) Πλημμελής έκθεση ελέγχου.

4. ) Με την έκθεση ελέγχου, πλην της βεβαίωσης περί της πραγματοποίησης των υπό κρίση συναλλαγών με την κυπριακή και τη βουλγαρική εταιρεία, αντίστοιχα, κατόπιν του ελέγχου των φορτωτικών εγγράφων, ουδεμία άλλη ελεγκτική επαλήθευση πραγματοποιήθηκε ενόψει εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 51Α και του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994.

5. ) Στην έκθεση ελέγχου ουδόλως γίνεται μνεία περί του κρίσιμου ζητήματος ότι τα κράτη, όπου ήταν εγκατεστημένες οι οντότητες, με τις οποίες πραγματοποίησε τις υπό κρίση συναλλαγές, δεν εμπίπτουν στα μη συνεργάσιμα κράτη κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 51Α παρ. 4 και 5 ν. 2238/1994 ούτε απεδείχθη, εξάλλου, ότι οι εν λόγω οντότητες ήταν εγκατεστημένες σε κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς.

6. ) Στην έκθεση ελέγχου ουδόλως γίνεται μνεία περί του κρίσιμου ζητήματος ότι οι επιχειρήσεις, από τις οποίες πραγματοποίησε τις υπό κρίση αγορές, φορολογούνται εν τοις πράγμασι στις χώρες, όπου ήταν εγκατεστημένες.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα με το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2018 ΕΜΠ/2018 υπόμνημά της αιτείται ακρόασης από την Υπηρεσία μας λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσής της.

Ως προς το αίτημα ακρόασης της προσφεύγουσας από την Υπηρεσία μας

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 παρ. 5 ν. 4174/2013, όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «...η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης εκδίδει απόφαση, [...], λαμβάνοντας υπόψη την προσφυγή, τις πληροφορίες που έλαβε από τον υπόχρεο και τις απόψεις της αρμόδιας φορολογικής αρχής, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που είναι σχετική με την υπόθεση. [...]. Αν η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης το κρίνει απαραίτητο, δύναται να καλέσει τον υπόχρεο σε ακρόαση. Σε περίπτωση που προσκομισθούν νέα στοιχεία στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης ή γίνει επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών, ο υπόχρεος πρέπει να καλείται σε ακρόαση. [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1-5 της υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1064/2017 (ΦΕΚ Β' 1440/27.4.2017) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «1. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ερευνά [...] τα πραγματικά και νομικά ζητήματα των υποθέσεων, λαμβάνοντας υπόψη την προσφυγή, τις πληροφορίες που έλαβε από τον υπόχρεο, τις απόψεις της αρμόδιας φορολογικής αρχής, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που σχετίζεται με την υπόθεση. Η διαδικασία διεξάγεται εγγράφως, με την επιφύλαξη των οριζόμενων στο παρόν άρθρο. 2. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, εάν το κρίνει απαραίτητο, δύναται [...] να καλεί τον υπόχρεο [...], προκειμένου να εκφράσει εγγράφως, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών το αργότερο, τις απόψεις του ως προς τα σχετικά ζητήματα και τους προβαλλόμενους με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής λόγους και ισχυρισμούς. 3. Στις περιπτώσεις που με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής προσκομισθούν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών νέα στοιχεία ή γίνει επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών, ο υπόχρεος πρέπει να καλείται σε ακρόαση, [...], προκειμένου να εκφράσει εγγράφως τις απόψεις του, αναπτύσσοντας τους προβαλλόμενους με την ενδικοφανή προσφυγή λόγους και τα τυχόν συνυποβαλλόμενα σε αυτήν νέα στοιχεία ή τα επικαλούμενα με το αίτημα του νέα πραγματικά περιστατικά. [...]. Ως νέα στοιχεία ορίζονται αυτά τα οποία δεν είχε στη διάθεση της η φορολογική αρχή και δεν ήταν δυνατόν να τα λάβει υπ' όψιν της κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης. 4. ...η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών κρίνει εάν πρόκειται για νέα στοιχεία ή όχι ή για νέα πραγματικά περιστατικά, συνεκτιμώντας τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης [...] και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο. 5. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον κατά την κρίση της Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών συντρέχει λόγος, η προβλεπόμενη στις παραγράφους 2 και 3 [...] ακρόαση διεξάγεται προφορικώς[...].»

Επειδή, σύμφωνα με όσα διευκρινίστηκαν με την παρ. Δ' της υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1069/4.3.2014 εγκυκλίου του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) του Υπουργείου Οικονομικών: «1. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων του φακέλου και κάθε άλλη πληροφορία που σχετίζεται με την υπόθεση, εκδίδει απόφαση [...]. 2. [...]. 3. Στις περιπτώσεις που με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής προσκομισθούν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών νέα στοιχεία ή γίνει επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών, ο υπόχρεος πρέπει να καλείται σε ακρόαση, προκειμένου να εκφράσει τις απόψεις του, αναπτύσσοντας τους προβαλλόμενους με την ενδικοφανή προσφυγή λόγους και τα τυχόν συνυποβαλλόμενα σε αυτήν νέα στοιχεία ή τα επικαλούμενα με το αίτημά του νέα πραγματικά περιστατικά σύμφωνα με τα παραπάνω οριζόμενα. [...].»

Επειδή, με το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2018 ΕΜΠ/2018 υπόμνημά της η προσφεύγουσα αιτείται ακρόασης από την Υπηρεσία μας λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσής της. Όπως όμως προκύπτει από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 63 παρ. 5 ν. 4174/2013 και του άρθρου 3 παρ. 1-5 της υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1064/2017 (ΦΕΚ Β' 1440/27.4.2017) απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ (όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)) και ανεξαρτήτως του αν η προσφεύγουσα είχε κατά νόμον δικαίωμα να υποβάλει αίτημα ακρόασης από την Υπηρεσία μας μετά την κατάθεσή της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της, με μεταγενέστερη ξεχωριστή αίτησή της, η Υπηρεσία μας δύναται να καλέσει το υπόχρεο πρόσωπο (εν προκειμένω, την προσφεύγουσα) σε ακρόαση, προκειμένου να εκφράσει τις απόψεις του εγγράφως (και όχι προφορικώς, κάτι που μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να συμβεί και μόνον εφόσον κατά την κρίση της Υπηρεσίας μας συντρέχει λόγος) ως προς τα σχετικά ζητήματα και τους προβαλλόμενους με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής λόγους και ισχυρισμούς, αλλά μόνο αν κρίνει κάτι τέτοιο απαραίτητο. Στην προκειμένη περίπτωση, ούτε κρίνεται απαραίτητο να κληθεί η προσφεύγουσα να εκφράσει τις απόψεις της εγγράφως ως προς τα σχετικά ζητήματα και τους προβαλλόμενους με την άσκηση της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής λόγους και ισχυρισμούς ούτε πολύ περισσότερο συντρέχει κάποιος ιδιαίτερος εξαιρετικός λόγος, ώστε κατ' εξαίρεση να πρέπει να κληθεί από την Υπηρεσία μας, προκειμένου να αναπτύξει λόγους κατά των ως άνω προσβαλλόμενων πράξεων πέραν αυτών που προβάλει με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή της. Για όλους τους παραπάνω λόγους, το αίτημα της προσφεύγουσας να τύχει ακρόασης από την Υπηρεσία μας λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσής της απορρίπτεται.

Ως προς τον πρώτο λόγο της ενδικοφανούς προσφυγής

Επειδή, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. πρωτ /1.2.2018 Έκθεση Απόψεων της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών επί της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής (σελ. 8-10): «.η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ολοσχερώς αβάσιμα, ότι λόγω μη νόμιμης κοινοποίησης των Διοικητικών Πράξεων, καθώς αυτές κοινοποιήθηκαν δια θυροκόλλησης και η προσφεύγουσα έλαβε γνώση στις 4-1-2018 συντρέχει λόγος παραγραφής. Όπως αποδεικνύεται από τις με αριθ. /2017 και /2017 Εκθέσεις Επίδοσης της προσβαλλόμενης Πράξης καθώς και της σχετικής Έκθεσης Μερικού Φορολογικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, η κοινοποίηση των ανωτέρω Διοικητικών Πράξεων, έλαβε χώρα νομότυπα και εμπρόθεσμα.

Συγκεκριμένα, όπως αποδεικνύεται και από τα στοιχεία ΜΗΤΡΩΟΥ του ΤΑΧΙΣ της εικόνας της επιχείρησης, η μεταφορά έδρας της από την οδό στην επί της οδού στην έλαβε χώρα 27-12-2017. Κατά την ημερομηνία των αντίστοιχων επιδόσεων των Φορολογικών Πράξεων η προσφεύγουσα επιχείρηση βρισκόταν σε διαδικασία μετακόμισης. Ο έλεγχος κοινοποίησε δια θυροκόλλησης σε αμφότερες τις δηλωθείσες διευθύνσεις και στην παλιά και στην νέα ως διαδοχική έδρα της προσφεύγουσας. Περαιτέρω, η κοινοποίηση με θυροκόλληση προβλέπεται στο αρθ. 52 και 55 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας ως νόμιμος τρόπος επίδοσης. Όταν πρόκειται για επίδοση σε νομικό πρόσωπο η επίδοση πρέπει να γίνεται στον κατά νόμο ή το καταστατικό εκπρόσωπό του (νόμιμο εκπρόσωπο) και μόνον επί μη ευρέσεως αυτού από το όργανο επίδοσης, δηλαδή επί απουσίας του νομίμου εκπροσώπου κατά την ημερομηνία και την ώρα της επίδοσης από το κατάστημα του νομικού προσώπου ή από τυχόν άλλο κατάστημα όπου αυτός εργάζεται, λαμβάνει χώρα η επίδοση με θυροκόλληση. Η θυροκόλληση συνίσταται στην επικόλληση του επιδοτέου εγγράφου εντός σφραγισμένου και αδιαφανούς φακέλου, επί του οποίου αναγράφονται μόνο τα στοιχεία της επιδίδουσας υπηρεσίας και του προς η κοινοποίηση προσώπου από μέρους του οργάνου της επίδοσης, με την παρουσία ενός μάρτυρα, στη θύρα του χώρου εργασίας ή του υπηρεσιακού καταστήματος όπου εργάζεται, το πρόσωπο προς το οποίο έπρεπε να διενεργηθεί η παράδοση του εγγράφου. Επιπλέον, για να είναι έγκυρη η επίδοση με θυροκόλληση το όργανο που τη διενεργεί συντάσσει έκθεση, η οποία πρέπει να μνημονεύει: τον τόπο και το χρόνο που διενεργήθηκε η πράξη (επίδοση ή θυροκόλληση), το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητα του οργάνου που διενέργησε την πράξη καθώς και εκείνων που συνέπραξαν ή παραστάθηκαν κατά τη διενέργειά της, την παραγγελία προς επίδοση, σαφή προσδιορισμό, από απόψεως χρόνου εκδόσεως και περιεχομένου, του επιδοτέου εγγράφου και των προσώπων τα οποία αφορά, την ημέρα και την ώρα της επίδοσης, το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο και την ιδιότητα (π.χ. αντίκλητος) με την οποία το παρέλαβε, καθώς και τους λόγους που προκάλεσαν τη θυροκόλληση.

Επιπρόσθετα, όπως αποδεικνύεται από αμφότερες τις Εκθέσεις Επίδοσης των οικείων Φορολογικών εγγράφων στην παλιά και νέα δηλωθείσα έδρα του νομικού προσώπου, έχει τηρηθεί πλήρως ο νόμιμος τύπος της διαδικασίας που προβλέπει ο νόμος ώστε να είναι έγκυρη η κοινοποίηση δια θυροκόλλησης. [...].»

Επειδή, με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή φόρου εισοδήματος για εισοδήματα κτηθέντα κατά τη διαχειριστική χρήση 01.01.2011-31.12.2011 και την κοινοποίηση της σχετικής καταλογιστικής πράξης (πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος) παραγράφηκε στις 31.12.2017, ενώ η ίδια έλαβε γνώση της πράξης αυτής στις 04.01.2018, όταν και βρήκε στην παλιά διεύθυνση της έδρας της επί της οδού αριθμός στην φάκελο που περιείχε ακριβές αντίγραφο της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης και ακριβές αντίγραφο της συμπροσβαλλόμενης με αυτήν, ως συνιστώσας την αιτιολογία της, από 28.12.2017 έκθεσης μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, κατόπιν μη νόμιμης κοινοποίησης των εγγράφων αυτών. Ο ισχυρισμός όμως αυτός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Κι αυτό, γιατί, όπως προκύπτει από το προπαρατεθέν απόσπασμα από την υπ' αριθμ. πρωτ /2018 Έκθεση Απόψεων της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών επί της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής (σελ. 8-10) και τα φωτοαντίγραφα των υπ' αριθμ /2017 και /2017 εκθέσεων επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών , η ως άνω προσβαλλόμενη πράξη και η συμπροσβαλλόμενη με αυτήν, ως συνιστώσα την αιτιολογία της, από 28.12.2017 έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών κοινοποιήθηκαν σε αμφότερες τις δηλωθείσες από την προσφεύγουσα διευθύνσεις της έδρας της (διά θυροκόλλησης, αφού σε καμιά από τις εν λόγω δύο διευθύνσεις δε βρέθηκε ο νόμιμος εκπρόσωπός της, προκειμένου να του επιδοθούν από την ως άνω δικαστική επιμελήτρια τα δύο αυτά έγγραφα), δηλαδή και στην παλιά (στην οδό και αριθμό στην ) και στη νέα (στην οδό και αριθμό στη  ), υπό αυτό δε το πρίσμα η Φορολογική Διοίκηση (εν προκειμένω διά της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών) επέδειξε τη δέουσα κατά το νόμο και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπό κρίση περίπτωσης (μεταβολή (διεύθυνσης) έδρας της προσφεύγουσας την 22.12.2017, ήτοι α) μετά την κοινοποίηση στην προσφεύγουσα (07.12.2017) του υπ' αριθμ. πρωτ /2017 σημειώματος διαπιστώσεων, β) πριν την υποβολή στη Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών του υπ' αριθμ. πρωτ. /2017 υπομνήματος της τελευταίας με τις απόψεις-αντιρρήσεις της επί του εν λόγω σημειώματος διαπιστώσεων και γ) οκτώ (8) ημέρες πριν τη συμπλήρωση της 5ετούς προθεσμίας παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει στην προσφεύγουσα φόρο εισοδήματος για εισοδήματά της κτηθέντα εντός της διαχειριστική χρήσης (περιόδου) 01.01.2011-31.12.2011 και να κοινοποιήσει σχετική καταλογιστική/-ές πράξη/-εις) επιμέλεια σ' ό,τι αφορά στην ορθή κατά νόμον κοινοποίηση στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης και της συμπροσβαλλόμενης με αυτήν, ως συνιστώσας την αιτιολογία της, από 28.12.2017 έκθεσης μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, με την έννοια της εξάντλησης, στα πλαίσια της ισχύουσας νομοθεσίας, όλων εκείνων των προβλεπόμενων από το νόμο ως δυνατών μέσων, προκειμένου η προσφεύγουσα να λάβει νομίμως (ήτοι εγκύρως) και εγκαίρως γνώση της εν λόγω προσβαλλόμενης πράξης και της εν λόγω οικείας έκθεσης ελέγχου, που έκρινε ως τα πλέον κατάλληλα για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού). Για τους λόγους αυτούς, ο πρώτος λόγος της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος.

Ως προς το δεύτερο λόγο της ενδικοφανούς προσφυγής

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 παρ. 1 ν. 4174/2013, όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Μετά την 1.1.2014, για υποθέσεις προσωρινού ή οριστικού φορολογικού ελέγχου, που αφορά χρήσεις, περιόδους, φορολογικές υποθέσεις ή υποχρεώσεις πριν από την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου. Για όσα αφορούν τα σχετικά με την έκδοση της πράξης εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 ν. 4174/2013, όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «1. Πράξη προσδιορισμού φόρου είναι η πράξη, με την οποία καθορίζεται το ποσό της φορολογικής οφειλής [...] του φορολογουμένου για μια ή περισσότερες φορολογικές περιόδους ή για ένα ή περισσότερα φορολογικά έτη ή διαχειριστικές περιόδους ή για μια ή περισσότερες φορολογικές υποθέσεις. Με την πράξη προσδιορισμού φόρου συνιστάται και βεβαιώνεται η φορολογική οφειλή ή απαίτηση του φορολογούμενου. Η πράξη αυτή καταχωρίζεται ως εισπρακτέο ή επιστρεπτέο ποσό στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται τα βιβλία, στα οποία γίνεται η καταχώριση, το περιεχόμενο, η διαδικασία και οι εξαιρέσεις από αυτή, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. 2. Η Φορολογική Διοίκηση είναι αρμόδια να εκδίδει τις ακόλουθες πράξεις προσδιορισμού φόρου: α) πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, β) πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, γ) πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και δ) πράξη προληπτικού προσδιορισμού φόρου.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 34 εδ. α' ν. 4174/2013, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί, μετά από έλεγχο, σε έκδοση πράξης διόρθωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμενος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος. [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 εδ. α', β' και γ' ν. 4174/2013, όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Η κατά τα άρθρα 32, 33, 34 και 35 πράξη προσδιορισμού φόρου υπογράφεται από τον Γενικό Γραμματέα ή άλλον ειδικά οριζόμενο υπάλληλο της Φορολογικής Διοίκησης. Η πράξη προσδιορισμού φόρου περιέχει τις εξής πληροφορίες: α) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία του φορολογούμενου, β) τον αριθμό φορολογικού μητρώου του φορολογούμενου, εφόσον έχει αποδοθεί στον φορολογούμενο, γ) την ημερομηνία έκδοσης της πράξης, δ) το είδος προσδιορισμού του φόρου και το θέμα στο οποίο αφορά η πράξη, ε) το ποσό της φορολογικής οφειλής, στ) την ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να εξοφληθεί ο φόρος, ζ) τους λόγους για τους οποίους η Φορολογική Διοίκηση προέβη στον προσδιορισμό φόρου και τον τρόπο με τον οποίο υπολογίστηκε το ποσό του φόρου, η) το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο αμφισβήτησης του προσδιορισμού φόρου, θ) τυχόν αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα και ι) λοιπές πληροφορίες. Η πράξη προσδιορισμού φόρου κοινοποιείται στο πρόσωπο στο οποίο αφορά ο προσδιορισμός φόρου.»

Επειδή, με το δεύτερο λόγο της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι από το περιεχόμενο της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης απουσιάζουν ουσιώδη στοιχεία που επιδρούν στη νομιμότητά της και συγκεκριμένα, πρώτον, η πλήρης ημερομηνία μεταγραφής της στα βιβλία των πράξεων φορολογίας εισοδήματος της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών κατά παράβαση του άρθρου 68 παρ. 3 ν. 2238/1994. Ο ισχυρισμός όμως αυτός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Κι αυτό, γιατί α) όπως προκύπτει από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 72 παρ. 1 ν. 4174/2013 (όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)), για την υπό κρίση ελεγχθείσα διαχειριστική χρήση 01.01.2011-31.12.2011 ισχύουν σ' ό,τι αφορά στην έκδοση της εκάστοτε καταλογιστικής του οικείου φόρου πράξης οι διατάξεις του ν. 4174/2013 (Κώδικας φορολογικής Διαδικασίας) και όχι οι αντίστοιχες διατάξεις του ν. 2238/1994, συνεπώς εν προκειμένω δεν εφαρμόζεται η επικαλούμενη από την προσφεύγουσα διάταξη του άρθρου 68 παρ. 3 ν. 2238/1994, και β) όπως προκύπτει από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 37 εδ. α' και β' ν. 4174/2013 σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 30 και 34 εδ. α' ν. 4174/2013 (όπως όλες ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)), υπό το ν. 4174/2013 η ημερομηνία μεταγραφής της εκάστοτε καταλογιστικής του οικείου φόρου πράξης δεν αποτελεί απαραίτητο περιεχόμενό της, συνεπώς εν προκειμένω νόμω αβάσιμα η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει ακυρότητας, επειδή δεν περιέχει την πλήρη ημερομηνία μεταγραφής της στα βιβλία των πράξεων φορολογίας εισοδήματος της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, πολλώ μάλλον που από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 1 εδ. β' και γ' (όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)) συνάγεται σαφώς ότι υπό το ν. 4174/2013 με την καταλογιστική του οικείου φόρου πράξη συνιστάται και βεβαιώνεται η φορολογική οφειλή του φορολογούμενου, αυτή δε (η πράξη) καταχωρίζεται ως εισπρακτέο ποσό στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης, χωρίς να απαιτείται εκ του ν. 4174/2013 κάποια σχετική επισημείωση επ' αυτής. Για τους λόγους αυτούς, ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής πρέπει, κατά το πρώτο εδώ εξεταζόμενο μέρος του, να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος.

Επειδή, περαιτέρω, με το δεύτερο λόγο της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι από το περιεχόμενο της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης απουσιάζουν ουσιώδη στοιχεία που επιδρούν στη νομιμότητά της και συγκεκριμένα, δεύτερον, οι διατάξεις, με τις οποίες προβλέπεται η έκδοση της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης. Ο ισχυρισμός όμως αυτός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί εν μέρει ως ουσία και εν μέρει ως νόμω αβάσιμος. Κι αυτό, γιατί α) στο σώμα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης αναφέρεται- αναγράφεται ρητώς ότι η πράξη αυτή εκδόθηκε με βάση (μεταξύ άλλων και) τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 72 ν. 4174/2013, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 72 παρ. 1 ν. 4174/2013 (όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)) που αφορούν στα σχετικά με την έκδοσή της, β) δεν είναι δε απαραίτητο επί του σώματος της εκάστοτε καταλογιστικής του οικείου φόρου πράξης να αναγράφονται με απολύτως συγκεκριμένο-εξαντλητικό τρόπο (παράγραφος/-οι, εδάφιο/-α, περίπτωση/περιπτώσεις κ.λπ.) οι διατάξεις, επί των οποίων βασίστηκε η έκδοσή της, αν πάντως αυτές περιέχονται-παρατίθενται ρητά και αναλυτικά στην οικεία συμπροσβαλλόμενη με αυτήν, ως συνιστώσα την αιτιολογία της, έκθεση ελέγχου, πράγμα που συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση, δεδομένου ότι στη συμπροσβαλλόμενη με την ως άνω προσβαλλόμενη πράξη, ως συνιστώσα την αιτιολογία της, από 28.12.2017 οικεία έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών παρατίθενται ρητά και με πληρότητα οι προπαρατεθείσες σχετικές διατάξεις του άρθρου 72 παρ. 1 ν. 4174/2013 (όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)) που αφορούν στα σχετικά με την έκδοση της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης. Για τους λόγους αυτούς, ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής πρέπει, κατά το δεύτερο εδώ εξεταζόμενο μέρος του, να απορριφθεί εν μέρει ως ουσία και εν μέρει ως νόμω αβάσιμος.

Επειδή, περαιτέρω, με το δεύτερο λόγο της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι από το περιεχόμενο της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης απουσιάζουν ουσιώδη στοιχεία που επιδρούν στη νομιμότητά της και συγκεκριμένα, τρίτον, οι διατάξεις, με τις οποίες προβλέπεται ο συντελεστής φόρου που επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα (καθαρά κέρδη) της επιχείρησης και το ύψος του πρόσθετου φόρου που επιβάλλεται επί του κυρίου φόρου. Ο ισχυρισμός όμως αυτός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί εν μέρει ως νόμω και εν μέρει ως ουσία αβάσιμος. Κι αυτό, γιατί α) δεν είναι απαραίτητο επί του σώματος της εκάστοτε καταλογιστικής του οικείου φόρου πράξης να αναγράφονται οι διατάξεις, με τις οποίες προβλέπεται ο συντελεστής φόρου που επιβάλλεται στο καθαρό εισόδημα (καθαρά κέρδη) της επιχείρησης, αν πάντως αυτές περιέχονται-παρατίθενται ρητά και αναλυτικά στην οικεία συμπροσβαλλόμενη με αυτήν, ως συνιστώσα την αιτιολογία της, έκθεση ελέγχου, πράγμα που συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση, δεδομένου ότι στη συμπροσβαλλόμενη με την ως άνω προσβαλλόμενη πράξη, ως συνιστώσα την αιτιολογία της, από 28.12.2017 οικεία έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών παρατίθεται ρητά και με πληρότητα η σχετική διάταξη του άρθρου 109 παρ. 1 ν. 2238/1994 που προβλέπει τον ισχύοντα συντελεστή φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων για τα κέρδη που αποκτήθηκαν κατά την υπό κρίση ελεγχθείσα διαχειριστική χρήση 01.01.2011-31.12.2011, και β) στο σώμα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης αναφέρεται-αναγράφεται ρητώς τόσο το ότι η πράξη αυτή εκδόθηκε με βάση (μεταξύ άλλων και) τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 ν. 2523/1997 όσο και το ύψος του επιβληθέντος στην υπό κρίση περίπτωση πρόσθετου φόρου (349.426,96 €), από το οποίο συνάγεται σαφώς ότι εν προκειμένω ο πρόσθετος φόρος έχει περιοριστεί (κατά ποσοστό) στο 120% του επιβληθέντος κύριου φόρου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 ν. 2523/1997. Για τους λόγους αυτούς, ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής πρέπει, κατά το τρίτο εδώ εξεταζόμενο μέρος του, να απορριφθεί εν μέρει ως νόμω και εν μέρει ως ουσία αβάσιμος.

Επειδή, περαιτέρω, με το δεύτερο λόγο της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι από το περιεχόμενο της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης απουσιάζουν ουσιώδη στοιχεία που επιδρούν στη νομιμότητά της και συγκεκριμένα, τέταρτον, η υπογραφή της πράξης από την Προϊσταμένη της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών. Ο ισχυρισμός όμως αυτός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Κι αυτό, γιατί, όπως συνάγεται σαφώς από την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 37 εδ. α' ν. 4174/2013 (όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017)), η πράξη προσδιορισμού φόρου υπογράφεται είτε από το Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (και πλέον από το Διοικητή της ΑΑΔΕ) είτε από άλλη/άλλο ειδικά οριζόμενη/-ο υπάλληλο της Φορολογικής Διοίκησης, η οποία / ο οποίος επί πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου είναι η προϊσταμένη / ο προϊστάμενος της αρμόδιας για τον έλεγχο φορολογικής αρχής, υπό αυτή δε την έννοια η υπογραφή της/του εκάστοτε αρμόδιας/αρμόδιου υπαλλήλου (οργάνου) τίθεται υποχρεωτικά κατά νόμον επί του πρωτοτύπου της εκδοθείσας καταλογιστικής πράξης, όχι απαραιτήτως και επί των ακριβών αντιγράφων του, επί των οποίων νομίμως τίθεται, μαζί βεβαίως με την επίσημη σφραγίδα του Ελληνικού Κράτους, μόνο η υπογραφή του οργάνου της Φορολογικής Διοίκησης που είναι αρμόδιο για την έκδοση του εκάστοτε ακριβούς, εκ του πρωτοτύπου εγγράφου, αντιγράφου και τα οποία (ακριβή αντίγραφα) έτσι σφραγισμένα και υπογεγραμμένα έχουν την ίδια ακριβώς ισχύ με το πρωτότυπο έγγραφο και κοινοποιούνται στο πρόσωπο, στο οποίο αφορούν, ενώ το πρωτότυπο παραμένει, όπως είναι εύλογο, στο αρχείο της εκάστοτε δημόσιας υπηρεσίας. Για τους λόγους αυτούς, ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής πρέπει, κατά το τέταρτο εδώ εξεταζόμενο μέρος του, να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος.

Ως προς τους τρίτο, τέταρτο, πέμπτο και έκτο λόγους της ενδικοφανούς προσφυγής

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 παρ. 1-2 ν. 2238/1994, όπως ίσχυαν κατά την 31.12.2011: «1. Ως ακαθάριστα έσοδα των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 101 λαμβάνονται: α) το τίμημα των οριστικών πωλήσεων που έχουν πραγματοποιηθεί, καθώς και οι αμοιβές από παροχή υπηρεσιών που έχουν αποκτηθεί. β) Το εισόδημα από ακίνητα, από κινητές αξίες, από συμμετοχή σε άλλες εμπορικές επιχειρήσεις, από γεωργικές επιχειρήσεις, όπως αυτό προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων [...], καθώς και κάθε εισόδημα από οποιαδήποτε άλλη πηγή σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 48. 2. Από τα ακαθάριστα έσοδα της προηγούμενης παραγράφου, εκπίπτουν οι δαπάνες απόκτησης εισοδήματος όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 31. [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 1 περ. γ' ν. 2238/1994, όπως ίσχυαν κατά την 31.12.2011: «Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης και τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. εξευρίσκεται λογιστικώς με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όπως αυτά ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο, των ακόλουθων εξόδων, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 51Α και 51Β του παρόντος, α) [.....]. γ) Της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κ.λπ. [...]. Οι δαπάνες της περίπτωσης αυτής δεν αναγνωρίζονται όταν καταβάλλονται ή οφείλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα της οποίας η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της και η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών διενεργήθηκε από τρίτο πρόσωπο, εκτός εάν πρόκειται για πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές κατά το μέρος που αντιστοιχούν σε τιμές εντός του εύρους των τιμών της ημέρας συναλλαγής, οι οποίες τιμές διαμορφώνονται σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων ή σε οργανωμένες χρηματιστηριακές αγορές.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 51Β του  ν. 2238/1994, όπως ίσχυαν κατά την 31. 12.2011: «1. Οι δαπάνες για την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών ή οι πάσης φύσεως τόκοι από απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης ή οι πρόσοδοι και άλλα προϊόντα ομολογιών, απαιτήσεων, καταθέσεων και εγγυήσεων ή τα δικαιώματα που εισπράττονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας (περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών και μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές), οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων ή τύπων κατασκευής ή διαδικασίας παραγωγής ή για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού ή για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία και κάθε παρόμοιας φύσης δικαιώματα, τα μισθώματα, τα μισθώματα χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι πάσης φύσεως αποζημιώσεις, οι αμοιβές διευθυντών και μελών διοικητικών συμβουλίων εταιρείας και κάθε άλλη παρόμοιας φύσης πληρωμή, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία δαπάνης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 31 του παρόντος Κώδικα, που καταβάλλονται ή οφείλονται από πρόσωπο που είναι σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 101 του παρόντος Κώδικα υποκείμενο φόρου και το οποίο είναι κάτοικος ή έχει την έδρα του ή διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 στην Ελλάδα, προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μη συνεργάσιμο, δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνες που εκπίπτουν [...]. 2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και όταν καταβάλλονται ή οφείλονται ποσά προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή. 3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και όταν οι σχετικές δαπάνες οφείλονται ή καταβάλλονται σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο και το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα που αντιπροσωπεύεται ή για λογαριασμό της οποίας ασκείται η υπεργολαβία αν συναλλασσόταν απευθείας θα υπαγόταν στις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 51Α παρ. 1 και 3 ν. 2238/1994, όπως ίσχυαν κατά την 31.12.2011: «1. Κράτος για την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου νοείται το κράτος ή η περιοχή δικαιοδοσίας ή η υπερπόντια χώρα ή το έδαφος που τελεί υπό οιοδήποτε ειδικό καθεστώς σύνδεσης ή εξάρτησης κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου. 2. [...]. 3. Νομική οντότητα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κώδικα, θεωρείται κάθε νομικό πρόσωπο, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία (offshore κ.λπ.), κάθε μορφής εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων (private investment company κ.λπ.), κάθε μορφής καταπίστευμα (trust, Anstalt κ.λπ.) ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφής ίδρυμα (foundation, Stiftung κ.λπ.) ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφή προσωπικής επιχείρησης ή οποιαδήποτε οντότητα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε μορφής κοινή επιχείρηση, κάθε μορφής εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίου ή περιουσίας ή διαθήκης ή κληρονομιάς ή κληροδοσίας ή δωρεάς, κάθε φύσης κοινοπραξία, κάθε μορφής εταιρεία αστικού δικαίου και κάθε άλλο πιθανό μόρφωμα εταιρικής οργάνωσης, ανεξαρτήτως νομικής προσωπικότητας και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα. 4. [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011: «Για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα θεωρείται ότι υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς στο κράτος εκτός της Ελλάδας, ακόμη και αν η κατοικία ή η καταστατική ή η πραγματική έδρα του ή εγκατάσταση ευρίσκεται σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν σε αυτό το κράτος: α) δεν υπόκειται σε φορολογία ή, εάν υπόκειται, δεν φορολογείται εν τοις πράγμασι, ή β) υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου, ο οποίος είναι ίσος ή κατώτερος με τα εξήντα εκατοστά του φορολογικού συντελεστή που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν κάτοικος ή είχε την έδρα του ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 του παρόντος Κώδικα στην Ελλάδα.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' ν. 2238/1994, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011: «Για τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101, ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό στο συνολικό φορολογητέο εισόδημα τους.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της με το άρθρο 13 παρ. 1 περ. γ' ν. 3943/2011 (ΦΕΚ Α' 66/31.3.2011): «Για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα θεωρείται ότι υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς στο κράτος εκτός της Ελλάδας, ακόμη και αν η κατοικία ή η καταστατική ή η πραγματική έδρα του ή εγκατάσταση ευρίσκεται σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν σε αυτό το κράτος: α) δεν υπόκειται σε φορολογία ή, εάν υπόκειται, δεν φορολογείται εν τοις πράγμασι, ή β) υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου, ο οποίος είναι κατώτερος σε ποσοστό πάνω από το ήμισυ του φόρου που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν κάτοικος ή είχε την έδρα του ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 του παρόντος Κώδικα στην Ελλάδα.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο 14 παρ. 9 του ν. 3943/2011 (ΦΕΚ Α' 66/31.3.2011): «α) Για τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) επί των αδιανέμητων κερδών που προκύπτουν από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά. Ειδικά, για τα κέρδη τα οποία προκύπτουν από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1.1.2010 έως την 31.12.2010, ο συντελεστής φορολογίας ορίζεται σε είκοσι τέσσερα τοις εκατό (24%), για τα κέρδη τα οποία προκύπτουν από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1.1.2011 έως την 31.12.2011, ο συντελεστής φορολογίας ορίζεται σε είκοσι τρία τοις εκατό (23%) [...]. β) [...].»

Επειδή, σύμφωνα με όσα διευκρινίστηκαν με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1225/2011 εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα (ΓΓ) Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών: «Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 3943/2011 [...] και σας παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους: Άρθρο 13 Πληρωμές σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη συνεργάσιμων κρατών. 1. [...]. 2. Με τις διατάξεις της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού τροποποιήθηκε η παράγραφος 7 του άρθρου 51Α του ν. 2238/1994, σχετικά με τον ορισμό των κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Με τις νέες διατάξεις ορίζεται, ότι ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς θεωρείται, σύμφωνα με την περίπτωση β' της παρ. 7 του άρθρου 51Α του ν. 2238/1994, εκείνο το κράτος, στο οποίο το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου, ο οποίος είναι ίσος ή κατώτερος με τα εξήντα εκατοστά του φορολογικού συντελεστή που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν κάτοικος ή είχε την έδρα του ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 στην Ελλάδα. Δηλαδή, προκειμένου για αλλοδαπό νομικό πρόσωπο, με τις νέες διατάξεις θεωρείται ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς το κράτος εκείνο που έχει συντελεστή φορολογίας νομικού προσώπου κάτω από 14,4% (24% x 60%) για τη χρήση 2010 ή κάτω από 12% (20% x 60%) για τη χρήση 2011 και μετά. Επισημαίνεται, ότι σε κάθε περίπτωση, η σύγκριση θα πρέπει να γίνεται μεταξύ των συντελεστών φορολογίας που ορίζονται από την ελληνική νομοθεσία και τη νομοθεσία του άλλου κράτους και όχι με βάση τους πραγματικούς συντελεστές φορολογίας που προκύπτουν μετά την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας της κάθε χώρας (μεταφορά ζημιών παρελθουσών χρήσεων, σχηματισμός αφορολόγητων αποθεματικών, κλπ.). Ειδικά για την Κύπρο διευκρινίζεται, ότι η έκτακτη αμυντική εισφορά 15% που επιβάλλεται κάθε χρόνο στους τόκους και στα μερίσματα που λαμβάνει εταιρία φορολογικός κάτοικος Κύπρου, δεν συμπεριλαμβάνεται ρητά στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) που έχει υπογραφεί μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, παρά το γεγονός ότι η υπόψη εισφορά επιβάλλεται επί συγκεκριμένων εισοδημάτων. Κατά συνέπεια, η εισφορά αυτή δεν θα πρέπει να υπολογίζεται στο φορολογικό συντελεστή της Κύπρου (10%), για τους σκοπούς του άρθρου 51Α του Κ.Φ.Ε. και ως εκ τούτου, η Κύπρος θεωρείται κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς. 3. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού τροποποιήθηκε η παράγραφος 1 του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994, σχετικά με την μη αναγνώριση των δαπανών για αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών, των τόκων, δικαιωμάτων και αποζημιώσεων που καταβάλλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την έδρα του σε κράτος μη συνεργάσιμο. Με τις νέες διατάξεις παρέχεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν συναλλαγές με εταιρίες που έχουν την έδρα τους σε κράτη μη συνεργάσιμα, να αποδείξουν την ύπαρξη πραγματικής και συνήθους συναλλαγής, προκειμένου να αναγνωρισθούν οι σχετικές δαπάνες τους (μαχητό τεκμήριο), όπως συμβαίνει και με τις αντίστοιχες δαπάνες που πραγματοποιούνται με κράτη με προνομιακά φορολογικό καθεστώς. Σημειώνεται ότι για τις συναλλαγές με τα τελευταία αυτά κράτη, το μαχητό τεκμήριο είχε θεσπισθεί με τις διατάξεις του ν. 3842/2010.

Ειδικότερα, με τις νέες διατάξεις ορίζεται, ότι οι δαπάνες που αφορούν σε συναλλαγές με κράτη μη συνεργάσιμα δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων ή το φορολογητέο εισόδημα του φυσικού προσώπου, εκτός αν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή. Για την απόδειξη του μαχητού αυτού τεκμηρίου, θα πρέπει ο φορολογικός έλεγχος να λαμβάνει υπόψη του στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή πραγματικά έχει λάβει χώρα και ότι έχει αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην ελεγχόμενη επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες (αγορές, παροχή υπηρεσιών, κλπ.). Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα στοιχεία:

α) - ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου με την αλλοδαπή εταιρία, που να ορίζει τους όρους της συναλλαγής (αντικείμενο, διάρκεια, τίμημα, τρόπους πληρωμής και υποχρεώσεις των μερών) και να έχει κατατεθεί στη Δ.Ο.Υ. με βάση τις διατάξεις της παρ. 16 του άρθρου 8 του ν. 1882/1990 (τριμηνιαίες καταστάσεις),

- καταβολή του τιμήματος αγοράς (τιμολόγια και τραπεζικά εμβάσματα),

- πραγματική μεταφορά και λήψη των αγαθών (τελωνειακά έγγραφα) ή την πραγματική παροχή των υπηρεσιών (πρωτόκολλο ολοκλήρωσης και παράδοση του έργου).

β) η αλλοδαπή εταιρία να πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, δηλαδή:

- να έχει αποδεδειγμένα φυσική υπόσταση στη χώρα εγκατάστασης της (έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση, μόνιμα απασχολούμενο προσωπικό, κλπ.). Ισολογισμοί της αλλοδαπής εταιρίας και στοιχεία σχετικά με την οργάνωση της δεν θεωρούνται από μόνα τους επαρκή αποδεικτικά στοιχεία.

- δεν αρκεί να είναι φορολογικός κάτοικος της αλλοδαπής χώρας στην οποία έχει την έδρα της, αλλά να φορολογείται και εκεί,

γ) η δαπάνη να είναι παραγωγική. [...].

Όσον αφορά στο θέμα του πραγματικού οικονομικού οφέλους που αποφέρει μία συναλλαγή με εταιρία της αλλοδαπής, αυτό μπορεί να εκτιμηθεί εάν εξετασθούν ενδεικτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
α) οι τιμές αγοράς των προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως αυτές προκύπτουν από συγκριτική οικονομική ανάλυση για ομοειδή προϊόντα άλλων επιχειρήσεων, συνεργάσιμων χωρών. Αν η τιμή των αγοραζόμενων αγαθών ή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων και των παρεπόμενων εξόδων, π.χ. μεταφορικών, εξόδων ασφάλειας και αποθήκευσης) από τα μη συνεργάσιμα κράτη είναι κατώτερη από τις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις συνεργάσιμων κρατών, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι επιτυγχάνεται οικονομικό όφελος για την ημεδαπή επιχείρηση. Η ανάλυση αυτή θα μπορούσε να επεκταθεί και στη διερεύνηση άλλων παραγόντων, από τους οποίους αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή με τα μη συνεργάσιμα κράτη έχει περισσότερα πλεονεκτήματα από παρόμοιες συναλλαγές με προμηθευτές από άλλες χώρες της ίδιας ή διαφορετικής γεωγραφικής περιοχής (π.χ. χρόνος μεταφοράς των αγαθών, οργάνωση προμηθευτή, κλπ.),
β) αγορά προϊόντων ή πρώτων υλών από μη συνεργάσιμο κράτος (π.χ. Μαλαισία, Μαυρίκιο, κλπ.) λόγω μη παραγωγής τους σε χώρα που θεωρείται συνεργάσιμη. Επίσης, λήψη υπηρεσιών από μη συνεργάσιμο κράτος οι οποίες βάσει των δεδομένων της κοινής πείρας και των συναλλακτικών ηθών συνήθως παρέχονται από εταιρίες σε τέτοια κράτη (π.χ. υπηρεσίες θαλάσσιας μεταφοράς από ναυτιλιακές εταιρίες του Παναμά),
γ) αν η τιμή αγοράς του προϊόντος (π.χ. καφέ) είναι η ίδια με την τιμή κλεισίματος αυτού σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, τότε η δαπάνη αγοράς του πρέπει να αναγνωρίζεται προς έκπτωση, έστω και αν πραγματοποιείται από επιχείρηση με έδρα σε μη συνεργάσιμο κράτος, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση η αγορά από το μη συνεργάσιμο κράτος δεν συνεπάγεται υπερτιμολόγηση. [...].»

Επειδή, όπως προκύπτει από την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 51Α παρ. 7 του ν. 2238/1994 (όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της με το άρθρο 13 παρ. 1 περ. γ' ν. 3943/2011 (ΦΕΚ Α' 66/31.3.2011)) σε συνδυασμό με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994 (όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο 14 παρ. 9 ν. 3943/2011 (ΦΕΚ Α' 66/31.3.2011)) και με όσα διευκρινίστηκαν με την προπαρατεθείσα υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1225/26.10.2011 εγκύκλιο του ΓΓ Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την Κύπρο, η Κύπρος θεωρούνταν κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και πριν την αντικατάσταση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρο 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994 με το άρθρο 13 παρ. 1 περ. γ' ν. 3943/2011 και των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994 με το άρθρο 14 παρ. 9 ν. 3943/2011, αφού ο συντελεστής φορολογίας νομικού προσώπου που ίσχυε στην Κύπρο (10%) ήταν κατώτερος από το ήμισυ του συντελεστή φορολογίας νομικών προσώπων που ίσχυε, υπό την ισχύ του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994 πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 14 παρ. 9 ν. 3943/2011, στην Ελλάδα για τα κέρδη που θα αποκτώνταν κατά τη διαχειριστική περίοδο 01.01.2011-31.12.2011 (23% x 50% = 11,50%). Επομένως, η προσφεύγουσα και υπό αυτό το νομοθετικό καθεστώς (ήτοι αυτό που ίσχυε πριν την αντικατάσταση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994 με το άρθρο 13 παρ. 1 περ. γ' ν. 3943/2011 και των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994 με το άρθρο 14 παρ. 9 ν. 3943/2011) γνώριζε ότι η Κύπρος θεωρούνταν κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και παρόλ' αυτά προέβη σε καταβολές χρηματικών ποσών (και συγκεκριμένα κατά την 03.01.2011, την 21.2.2011 και την 11.3.2011, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα υπ' αριθμ /2011, /2011 και /2011 παραστατικά της) προς την κυπριακή επιχείρηση με ΑΦΜ/ στα πλαίσια της εμπορικής τους συνεργασίας, ως εκ τούτου αβασίμως (νόμω αβάσιμα) ισχυρίζεται (σελ. 31 της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της) ότι τάχα με την αντικατάσταση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994 με το άρθρο 13 παρ. 1 περ. γ' ν. 3943/2011 και των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994 με το άρθρο 14 παρ. 9 ν. 3943/2011 κατέστη το πρώτον η Κύπρος κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κατά τη βούληση του (Έλληνα) φορολογικού νομοθέτη και ότι συνεπώς με τις δύο αυτές τροποποιήσεις της ελληνικής νομοθεσίας περί φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων διαρκούσης/μεσούσης της διαχειριστικής χρήσης 01.01.2011-31.12.2011 κατελήφθη εξαπίνης από το φορολογικό νομοθέτη.

Επειδή, εξάλλου, όπως διευκρινίστηκε με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1225/26.10.2011 εγκύκλιο του ΓΓ Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, η Κύπρος θεωρούνταν κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και μετά την αντικατάσταση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρο 51Α παρ. 7 του ν. 2238/1994 με το άρθρο 13 παρ. 1 περ. γ' ν. 3943/2011 και των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 109 παρ. 1 εδ. α' περ. α' ν. 2238/1994 με το άρθρο 14 παρ. 9 ν. 3943/2011.

Επειδή, περαιτέρω, σύμφωνα με όσα διευκρινίστηκαν με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1198/8.5.2013 εγκύκλιο του ΓΓΔΕ του Υπουργείου Οικονομικών: «ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση δαπανών αγοράς αγαθών που πραγματοποιούνται από εταιρείες με έδρα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, μέσω τριγωνικών συναλλαγών. Με αφορμή ερωτήματα προς την υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα: 1. Με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι [...]. 2. Περαιτέρω με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 , το οποίο προστέθηκε με την περ. β' της παρ. 6 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 και έχει εφαρμογή, σύμφωνα με την παρ. 14 του ίδιου άρθρου και νόμου, για κέρδη ισολογισμών που κλείνουν με ημερομηνία 31.12.2010 και μετά, ορίζεται, ότι [...]. 3. [...]. 4. Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994 , όπως προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 78 του ν. 3842/2010 και ισχύει σύμφωνα με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου και νόμου από 1.1.2010, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι [...]. Τα ανωτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, εφαρμόζονται και όταν καταβάλλονται ή οφείλονται ποσά προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς. 5. Επίσης με την ΠΟΛ.1225/26.10.2011 εγκύκλιο μας, παρασχέθηκαν γενικότερες οδηγίες για τις πληρωμές σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη συνεργάσιμων κρατών ή κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς καθώς και την απόδειξη του μαχητού τεκμηρίου σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η συναλλαγή πραγματικά έχει λάβει χώρα και έχει αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες. 6. Κατόπιν τούτων, κατά τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων των ανέλεγκτων χρήσεων 2010 και 2011, για τις οποίες εφαρμόζονταν παράλληλα οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 και του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994 και σε περίπτωση ύπαρξης συναλλαγών με κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, θα πρέπει να εκτιμάται κάθε στοιχείο της ελεγχόμενης επιχείρησης που αποδεικνύει ότι οι εν λόγω συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις (μαχητό τεκμήριο), σύμφωνα με τις οδηγίες που δόθηκαν με την ΠΟΛ.1225/26.10.2011 εγκύκλιο μας, προκειμένου να σχηματίζεται ασφαλής κρίση ως προς τη μη διάπραξη φοροαποφυγής ή φοροδιαφυγής. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση φορολογικού ελέγχου, θα πρέπει να εκτιμώνται τα πραγματικά περιστατικά και να εξετάζεται η παραγωγικότητα της εκάστοτε δαπάνης, δηλαδή κατά πόσον αυτή ενεργείται μέσα στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της επιχείρησης και συμβάλλει στη δημιουργία φορολογητέου εισοδήματος, προκειμένου για την έκπτωση ή μη αυτών από τα ακαθάριστα έσοδα της ελεγχόμενης επιχείρησης. Μετά την έκδοση της παρούσας, κάθε άλλη διαταγή με αντίθετο περιεχόμενο παύει να ισχύει.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011: «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.»

Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 3 εδ. α' α.ν. 573/1968 (Σύμβαση για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας μεταξύ της Ελλάδας και της Κύπρου, ΣΑΔΦ- Κύπρος), όπως ίσχυε κατά την ελεγχθείσα περίοδο 01.01.2011-31.12.2011: «Η φορολογία μονίμου εγκαταστάσεως επιχειρήσεως του ενός των Συμβαλλομένων Κρατών εις το έτερον Συμβαλλόμενον Κράτος δέον να μη τυγχάνη ολιγώτερον ευνοϊκή εν τω ετέρω τούτω Κράτει από την επιβαλλομένην φορολογίαν επί επιχειρήσεων του ετέρου τούτου Κράτους ασχολουμένων με την αυτήν δραστηριότητα.»

Επειδή, με τον τρίτο λόγο της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η έκθεση ελέγχου είναι πλημμελής, αφού χαρακτηρίζεται από πλημμελείς ελεγκτικές επαληθεύσεις και απουσία άλλων κρίσιμων ελεγκτικών επαληθεύσεων, με τον τέταρτο ότι με την έκθεση ελέγχου, πλην της βεβαίωσης περί της πραγματοποίησης των υπό κρίση συναλλαγών με την κυπριακή και τη βουλγαρική εταιρεία, αντίστοιχα, κατόπιν του ελέγχου των φορτωτικών εγγράφων, ουδεμία άλλη ελεγκτική επαλήθευση πραγματοποιήθηκε ενόψει εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 51Α και του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994, με τον πέμπτο λόγο ότι στην έκθεση ελέγχου ουδόλως γίνεται μνεία περί του κρίσιμου ζητήματος ότι τα κράτη, όπου ήταν εγκατεστημένες οι οντότητες, με τις οποίες πραγματοποίησε τις υπό κρίση συναλλαγές, δεν εμπίπτουν στα μη συνεργάσιμα κράτη κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 51Α παρ. 4 και 5 του ν. 2238/1994 ούτε απεδείχθη, εξάλλου, ότι οι εν λόγω οντότητες ήταν εγκατεστημένες σε κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, και με τον έκτο λόγο ότι στην έκθεση ελέγχου ουδόλως γίνεται μνεία περί του κρίσιμου ζητήματος ότι οι επιχειρήσεις, από τις οποίες πραγματοποίησε τις υπό κρίση αγορές, φορολογούνται εν τοις πράγμασι στις χώρες, όπου ήταν εγκατεστημένες. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθούν ως νόμω αβάσιμοι. Κι αυτό, γιατί στα πλαίσια της ορθής εφαρμογής των προπαρατεθεισών, εφαρμοστέων στην υπό κρίση περίπτωση (κάτι που συνάγεται σαφώς και από την προπαρατεθείσα υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1198/2013 εγκύκλιο του ΓΓΔΕ του Υπουργείου Οικονομικών), διατάξεων του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994 (όπως ίσχυαν κατά την 31.12.2011), που συμπεριλαμβάνει την ορθή κατανομή του βάρους απόδειξης μεταξύ της Φορολογικής Διοίκησης και (εν προκειμένω) της προσφεύγουσας εκείνων των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών που συνιστούν-συγκροτούν τις περιεχόμενες στις εν λόγω διατάξεις αόριστες νομικές έννοιες, η επέλευση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις αυτές έννομη συνέπεια της μη αναγνώρισης προς έκπτωση (για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος) από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης μιας δαπάνης προϋποθέτει την απόδειξη εκ μέρους της αρμόδιας για τον έλεγχο φορολογικής αρχής μόνο του πραγματικού γεγονότος της καταβολής ή οφειλής της εν λόγω δαπάνης προς πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) ή νομική οντότητα με κατοικία ή έδρα ή εγκατάσταση (κατά περίπτωση) σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (κατά την έννοια της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994), πέραν δε αυτού του πραγματικού γεγονότος η εν λόγω φορολογική αρχή κανένα άλλο πραγματικό γεγονός δε βαρύνεται να αποδείξει, με άλλα λόγια καμία άλλη ελεγκτική επαλήθευση δε βαρύνεται να διενεργήσει (απορριπτομένου συνεπώς κατά τούτο ως νόμω αβάσιμου του ειδικότερου ισχυρισμού της προσφεύγουσας ότι η έκθεση ελέγχου είναι πλημμελής, με την έννοια της διενέργειας πλημμελών ελεγκτικών επαληθεύσεων και της απουσίας άλλων κρίσιμων ελεγκτικών επαληθεύσεων).

Κατά την έννοια αυτή, αν η αρμόδια για τον έλεγχο φορολογική αρχή αποδείξει το ως άνω πραγματικό περιστατικό, τότε το βάρος απόδειξης μεταφέρεται αυτομάτως στο ελεγχόμενο πρόσωπο/οντότητα, το οποίο αυτό πλέον φέρει το βάρος να αποδείξει
α) ότι η δαπάνη αφορά σε πραγματική και συνήθη συναλλαγή και
β) ότι η δαπάνη δεν έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου στο κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.

Υπό το πρίσμα όλων των ανωτέρω, στην υπό κρίση περίπτωση η προσφεύγουσα δεν προσκομίζει επαρκή αποδεικτικά μέσα, από τα οποία να προκύπτει (πλήρης απόδειξη) ότι η καταβολή των υπό κρίση χρηματικών ποσών εντός του 2011 προς την κυπριακή επιχείρηση με ΑΦΜ/ δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου στην Κύπρο με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή, αφού δεν προσκομίζει επαρκή αποδεικτικά μέσα, από τα οποία να τεκμηριώνεται (πλήρης απόδειξη) ότι, ανεξαρτήτως του αν σε μια περίπτωση, όπως η υπό κρίση, στην οποία τα υπό κρίση εμπορεύματα απεστάλησαν μεν από την αλλοδαπή (και τελικά αφίχθησαν στην ημεδαπή), πλην όμως όχι από την επιχείρηση, με την οποία συναλλάχθηκε απευθείας η ελεγχόμενη ελληνική επιχείρηση, αλλά από τρίτη επιχείρηση άλλου κράτους, η συναλλαγή μεταξύ της ελεγχόμενης ελληνικής επιχείρησης και της ενδιάμεσης επιχείρησης του κράτους με προνομιακό φορολογικό καθεστώς πρέπει, για σκοπούς εφαρμογής της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994, να θεωρηθεί πραγματική ή αντιθέτως εικονική (όπως φαίνεται να υπονοείται από τη γραμματική διατύπωση («της οποίας η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της») της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 31 παρ. 1 περ. γ' τελευταίο εδάφιο ν. 2238/1994 (όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011)), πάντως προέκυψε ή προκύπτει συγκεκριμένο (απτό, μετρήσιμο) πραγματικό οικονομικό όφελος ή τουλάχιστον ότι ήταν δυνατό να προκύψει πραγματικό οικονομικό όφελος για την ίδια την προσφεύγουσα λόγω της αγοράς των υπό κρίση αποσταλέντων από την ως άνω βουλγαρική επιχείρηση εμπορευμάτων όχι απευθείας από την τελευταία, αλλά μέσω (με την παρεμβολή) της ως άνω κυπριακής επιχείρησης, το οποίο θα δικαιολογούσε από μόνο του, από καθαρά επιχειρηματική σκοπιά («παραγωγικότητα δαπάνης»), την εν λόγω αγορά όχι απευθείας από τη βουλγαρική επιχείρηση, αλλά μέσω (με την παρεμβολή) της ως άνω κυπριακής και ότι συνεπώς η εν λόγω αγορά/-ές δεν αποσκοπούσε στη φοροαποφυγή μέσω της μεταφοράς κερδών σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (Κύπρος), κατά παράβαση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος (όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011).

Κατόπιν αυτών, είναι απορριπτέοι ως νόμω αβάσιμοι οι τέσσερις ειδικότεροι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας, ήτοι α) με την έκθεση ελέγχου, πλην της βεβαίωσης περί της πραγματοποίησης των υπό κρίση συναλλαγών με την κυπριακή και τη βουλγαρική εταιρεία, αντίστοιχα, κατόπιν του ελέγχου των φορτωτικών εγγράφων, ουδεμία άλλη ελεγκτική επαλήθευση πραγματοποιήθηκε ενόψει εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 51Α και του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994, αφού, κατά τα προεκτεθέντα, στο πλαίσιο εφαρμογής της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Β ν. 2238/1994 ο υπό κρίση έλεγχος της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών είχε το βάρος να αποδείξει μόνο το πραγματικό γεγονός της καταβολής ή οφειλής της σχετικής δαπάνης/-ών προς πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) ή νομική οντότητα με κατοικία ή έδρα ή εγκατάσταση (κατά περίπτωση) σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (κατά την έννοια της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Α παρ. 7 ν. 2238/1994), πέραν δε αυτού του πραγματικού γεγονότος κανένα άλλο πραγματικό γεγονός δεν είχε το βάρος να αποδείξει, με άλλα λόγια καμία άλλη ελεγκτική επαλήθευση δε βαρυνόταν να διενεργήσει, β) ότι στην έκθεση ελέγχου ουδόλως γίνεται μνεία περί του κρίσιμου ζητήματος ότι τα κράτη, όπου ήταν εγκατεστημένες οι οντότητες, με τις οποίες πραγματοποίησε τις υπό κρίση συναλλαγές, δεν εμπίπτουν στα μη συνεργάσιμα κράτη κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 51Α παρ. 4 και 5 ν. 2238/1994 ούτε απεδείχθη, εξάλλου, ότι οι εν λόγω οντότητες ήταν εγκατεστημένες σε κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, αφού βα) δεν ετέθη από τον υπό κρίση έλεγχο της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών ζήτημα αγοράς εμπορευμάτων από εταιρεία με έδρα ή εγκαταστημένη σε μη συνεργάσιμο κράτος και ββ) ο υπό κρίση έλεγχος της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών, παραθέτοντας ρητά την προπαρατεθείσα υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1225/2011 εγκύκλιο του ΓΓ Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, που περιέχει, όπως προεκτέθηκε, ειδική τεκμηριωμένη ανάλυση περί του ότι η Κύπρος ήταν κατά τη διαχειριστική χρήση 2011 κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (με ειδική αναφορά στο ότι η έκτακτη αμυντική εισφορά 15% που επιβάλλεται κάθε χρόνο στους τόκους και στα μερίσματα που λαμβάνει εταιρία φορολογικός κάτοικος Κύπρου δεν πρέπει να υπολογίζεται στο φορολογικό συντελεστή της Κύπρου (10%) για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 51Α ν. 2238/1994, απορριπτομένου συνεπώς ως νόμω αβάσιμου του σχετικού αντίθετου ειδικότερου ισχυρισμού της προσφεύγουσας (σελ. 31 της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής)), τεκμηριώνει πλήρως, ειδικώς και με σαφήνεια το ότι η προσφεύγουσα προέβη κατά τη διαχειριστική χρήση 2011 σε αγορές εμπορευμάτων από οντότητα με έδρα/εγκατάσταση σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, γ) ότι στην έκθεση ελέγχου ουδόλως γίνεται μνεία περί του κρίσιμου ζητήματος ότι οι επιχειρήσεις, από τις οποίες πραγματοποίησε τις υπό κρίση αγορές, φορολογούνται εν τοις πράγμασι στις χώρες, όπου ήταν εγκατεστημένες, αφού, κατά τα προεκτεθέντα, στο πλαίσιο εφαρμογής της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Β ν. 2238/1994 δεν είχε ο υπό κρίση έλεγχος της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών το βάρος να αποδείξει πραγματικά γεγονότα, από τα οποία να τεκμηριώνεται ότι οι επιχειρήσεις, από τις οποίες αγόρασε τα υπό κρίση εμπορεύματα η προσφεύγουσα, φορολογούνταν εν τοις πράγμασι στις χώρες, όπου ήταν εγκατεστημένες, δ) ότι τίθεται ζήτημα αντίθεσης της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994 (όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011) με το κοινοτικό, δεδομένου ότι η Κύπρος και η Βουλγαρία είναι κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού η περιγραφείσα από τον υπό κρίση έλεγχο της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών και ελεγχθείσα υπό το πρίσμα των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 51Β του ν. 2238/1994 και του άρθρο 31 παρ. 1 περ. γ' ν. 2238/1994 (όπως ίσχυαν κατά την 31.12.2011) κατάσταση της υπό κρίση περίπτωσης συνιστά αμιγώς επίπλαστη κατάσταση, δεδομένου ότι, κατά τα ανωτέρω, η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε επαρκή αποδεικτικά μέσα, από τα οποία να τεκμηριώνεται (πλήρης απόδειξη) ότι προέκυψε ή προκύπτει συγκεκριμένο (απτό, μετρήσιμο) πραγματικό οικονομικό όφελος ή τουλάχιστον ότι ήταν δυνατό να προκύψει πραγματικό οικονομικό όφελος για την ίδια λόγω της αγοράς των υπό κρίση αποσταλέντων από την ως άνω βουλγαρική επιχείρηση εμπορευμάτων όχι απευθείας από την τελευταία, αλλά μέσω (με την παρεμβολή) της ως άνω κυπριακής επιχείρησης, το οποίο θα δικαιολογούσε από μόνο του, από καθαρά επιχειρηματική σκοπιά («παραγωγικότητα δαπάνης»), την εν λόγω αγορά όχι απευθείας από τη βουλγαρική επιχείρηση, αλλά μέσω (με την παρεμβολή) της ως άνω κυπριακής και ότι συνεπώς δεν μετήλθε καταχρηστικής πρακτικής με σκοπό τη φοροαποφυγή μέσω της μεταφοράς κερδών σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (Κύπρος), κατά παράβαση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος (όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011), και ε) ότι τίθεται ζήτημα αντίθεσης με την ισχύουσα ΣΑΔΦ-Κύπρος και συγκεκριμένα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 3 εδ. α' της εν λόγω ΣΑΔΦ, αφού η διάταξη αυτή ρυθμίζει περίπτωση διαφορετική από την υπό κρίση. Για όλους τους παραπάνω λόγους, οι τρίτος, τέταρτος, πέμπτος και έκτος λόγοι της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής πρέπει να απορριφθούν ως νόμω αβάσιμοι.

Επειδή, από όλα τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι οι αγορές της προσφεύγουσας από τη βουλγαρική επιχείρηση με ΑΦΜ/ΦΠΑ αφορούσαν μεν σε πραγματική συναλλαγή, πλην όμως η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε επαρκή αποδεικτικά μέσα, από τα οποία να τεκμηριώνεται (πλήρης απόδειξη) ότι προέκυψε ή προκύπτει συγκεκριμένο (απτό, μετρήσιμο) πραγματικό οικονομικό όφελος ή τουλάχιστον ότι ήταν δυνατό να προκύψει πραγματικό οικονομικό όφελος για την ίδια λόγω της αγοράς των υπό κρίση αγορασθέντων από την ως άνω βουλγαρική επιχείρηση εμπορευμάτων και όχι από άλλη εγκαταστημένη σε κράτος που δε συγκαταλέγεται μεταξύ των μη συνεργάσιμων ή μεταξύ αυτών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και ότι συνεπώς οι εν λόγω αγορές δεν αποσκοπούσαν στη φοροαποφυγή μέσω της μεταφοράς κερδών σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (Βουλγαρία), κατά παράβαση της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος (όπως ίσχυε κατά την 31.12.2011).

Επειδή, ο ειδικότερος ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι ο υπό κρίση έλεγχος της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών δεν έλαβε υπόψη τη χορηγηθείσα από την ως άνω κυπριακή εταιρεία με ΑΦΜ/ΦΠΑ έκπτωση ύψους 319.597,83 € πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος, δεδομένου ότι από το προσκομιζόμενο από την προσφεύγουσα αναλυτικό καθολικό του Λογαριασμού (προμηθευτών) 50.01.00.0006, που αφορά στην εν λόγω κυπριακή εταιρεία, προκύπτει σαφώς ότι η προσφεύγουσα προέβη κατά την υπό κρίση ελεγχθείσα διαχειριστική χρήση 01.01.2011-31.12.2011 σε αγορές από την εταιρεία αυτή συνολικού ύψους 1.768.891,48 €, στο τέλος της χρήσης αυτής (31.12.2011) της χορηγήθηκε, με το υπ' αριθμ. 1/31.12.2011 πιστωτικό τιμολόγιο της κυπριακής εταιρείας, έκπτωση ύψους 319.597,83 € (ήτοι 18%, περίπου, επί των αγορών της) στα πλαίσια του υπ' αριθμ. 1.16 όρου της σχετικής μεταξύ τους από 03.01.2011 σύμβασης συνεργασίας (όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο φωτοαντίγραφο του σχετικού συμφωνητικού, θεωρημένου στις 20.11.2017 από τη Δ.Ο.Υ. ΙΔ' Αθηνών), συνεπώς ο ως άνω λογαριασμός προμηθευτών της προσφεύγουσας εμφάνιζε κατά την 31.12.2011 σύνολο πιστώσεων ύψους 1.449.293,65 €, που είναι ακριβώς το συνολικό ποσό των μη αναγνωρισθεισών από τον υπό κρίση έλεγχο της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της προσφεύγουσας της χρήσης 2011 δαπανών που αφορούσαν στο σύνολο των αγορών της του έτους αυτού από την ως άνω κυπριακή εταιρεία.

Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρο 72 παρ. 17 εδ. α' ν. 4174/2013, όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 49 παρ. 1 ν. 4509/2017 (ΦΕΚ Α' 201/22.12.2017): «Για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως και τις 31.12.2013 επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν. 2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58, 58Α παράγραφος 2 ή 59 του παρόντος κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του παρόντος, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 παρ. 2 του ν. 4509/2017 (ΦΕΚ Α' 201/22.12.2017): «Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 1 του παρόντος, εφαρμόζονται και επί εκκρεμών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υποθέσεων. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών [...] κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς [...] προσφυγής [...] ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς [...] προσφυγής [...], καθώς και οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις ή αποφάσεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο. [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 49 παρ. 6 του ν. 4509/2017 (ΦΕΚ Α' 201/22.12.2017): «Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από 1.1.2018.»

Επειδή, σύμφωνα με όσα διευκρινίστηκαν με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ.1003/2018 εγκύκλιο του Διοικητή της ΑΑΔΕ: «Σε συνέχεια του Γ.Δ.Φ.Δ. 1192248 ΕΞ 2017 εγγράφου του Γενικού Διευθυντή Φορολογικής Διοίκησης αναφορικά με την κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 49 του ν.4509/2017[...], παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την άμεση και ομοιόμορφη εφαρμογή τους, κατά την έκδοση πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 τροποποιείται η παράγραφος 17 του άρθρου 72 του Κ.Φ.Δ. και ορίζεται ότι για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που εκδίδονται από την έναρξη ισχύος του άρθρου 49, ήτοι 01.01.2018, σύμφωνα με την παρ. 6 αυτού, και αφορούν χρήσεις, περιόδους, υποθέσεις ή φορολογικές υποχρεώσεις προ της εφαρμογής του Κ.Φ.Δ., επιβάλλεται αντί του πρόσθετου φόρου ανακρίβειας ή μη υποβολής δήλωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 58, 58Α παρ.2 ή 59 του Κ.Φ.Δ., κατά περίπτωση, πλέον του τόκου που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 53 του Κώδικα, υπολογιζόμενου για τη χρονική περίοδο από 1.1.2014 έως την ημερομηνία έκδοσης της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού, εφόσον το άθροισμα αυτό συνεπάγεται την επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. [...]. Επί των εκκρεμών υποθέσεων της παραγράφου 2, η εφαρμογή της επιεικέστερης κύρωσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη αυτή, λαμβάνει χώρα με βάση απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών [...].»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 2523/1997, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Αν ο κατά τη φορολογική νομοθεσία υπόχρεος να υποβάλει δήλωση και ανεξάρτητα από την πρόθεσή του να αποφύγει ή όχι την πληρωμή φόρου: α) [...], β) υποβάλει ανακριβή δήλωση, υπόκειται σε πρόσθετο φόρο που ορίζεται σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) επί του φόρου την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε λόγω της ανακρίβειας, για κάθε μήνα καθυστέρησης, γ)
[...].»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 παρ. 1, 3 και 4 ν. 4174/2013, όπως ίσχυαν κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «1. Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί εντός της νόμιμης προθεσμίας, ο φορολογούμενος υποχρεούται να καταβάλει τόκους επί του εν λόγω ποσού φόρου για τη χρονική περίοδο από την επόμενη μέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας. Σε περίπτωση [...] διορθωτικού [...] προσδιορισμού του φόρου, ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας κατά την οποία θα έπρεπε να είχε αρχικά καταβληθεί, βάσει του νόμου, ο φόρος που προκύπτει [...] από την πράξη προσδιορισμού. 2. [...]. 3. Τόκοι επί των τόκων δεν υπολογίζονται και δεν οφείλονται. 4. Ο Υπουργός Οικονομικών με απόφαση του, ορίζει τα επιτόκια υπολογισμού τόκων, καθώς και όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 της υπ' αριθμ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013/31.12.2013 (ΦΕΚ Β' 19/10.1.2014) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων που καταβάλλει ο φορολογούμενος κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 [...] ορίζεται ως το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία καταβολής του φόρου, πλέον οκτώ και πενήντα μίας (8,51) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 της υπ' αριθμ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013/31.12.2013 (ΦΕΚ Β' 19/10.1.2014) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Το επιτόκιο των ανωτέρω παραγράφων δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας [το οποίο ήταν 0,25%].»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 της υπ' αριθμ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013/31.12.2013 (ΦΕΚ Β' 19/10.1.2014) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ από 1.1.2014.»

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρο 72 παρ. 15 του ν. 4174/2013, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Μέχρι και τις 31.12.2019 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 53 υπολογίζεται σε μηνιαία βάση κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα.» 

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρο 58 παρ. 1 του ν. 4174/2013, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κοινοποίησης στην προσφεύγουσα της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης (29.12.2017): «Αν το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση φορολογική δήλωση υπολείπεται του ποσού του φόρου που προκύπτει με βάση το διορθωτικό προσδιορισμό φόρου που πραγματοποιήθηκε από τη Φορολογική Διοίκηση, ο φορολογούμενος υπόκειται σε πρόστιμο επί της διαφοράς ως εξής: α) [...], γ) πενήντα τοις εκατό (50%) του ποσού της διαφοράς, αν το εν λόγω ποσό υπερβαίνει σε ποσοστό το πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση.»

Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω και συγκεκριμένα κατ' επιταγή της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 72 παρ. 17 εδ. α' ν. 4174/2013 σε συνδυασμό με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 49 παρ. 2 του ν. 4509/2017 πρέπει να προσδιοριστεί και να επιλεγεί η επιεικέστερη για την προσφεύγουσα κύρωση μεταξύ εκείνης που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης του άρθρο 1 παρ. 1 ν. 2523/1997 και εκείνης που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 53 παρ. 1 και 4 και του άρθρου 58 παρ. 1 ν. 4174/2013.

Προσδιορισμός επιεικέστερης κύρωσης
(άρθρο 72 παρ. 17 εδ. α' ν. 4174/2013 σε συνδυασμό με άρθρο 49 παρ. 2 του ν. 4509/2017)







Αποφασίζουμε

την απόρριψη της από 29.1.2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία « », ΑΦΜ , κατά της κάτωθι πράξης διορθωτικού προσδιορισμού ΦΕνπ της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. ΙΓ' Αθηνών:




και την τροποποίηση της πράξης αυτής ως προς την εφαρμογή της επιεικέστερης κύρωσης.


Η φορολογική υποχρέωση της προσφεύγουσας με βάση την παρούσα απόφαση της Υπηρεσίας μας διαμορφώνεται ως εξής:




Οριστική φορολογική υποχρέωση της προσφεύγουσας - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση της Υπηρεσίας μας:

Οικονομικό έτος 2012




Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στην προσφεύγουσα.



ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.


Αριθμ. οίκ. 46304/2607 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 1.6.2017 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του Υπαλληλικού Προσωπικού των εργαζομένων στα γραφεία ταξιδιών και τουρισμού όλης της χώρας

$
0
0

Αριθμ. οίκ. 46304/2607

 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 1.6.2017 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του Υπαλληλικού Προσωπικού των εργαζομένων στα γραφεία ταξιδιών και τουρισμού όλης της χώρας».

( Τεύχος Β’ 3789/03.09.2018)

 Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
 Έχοντας υπόψη:
 1. Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 (Α΄ 27) «Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις».
 2. Τις διατάξεις του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
 3. Το άρθρο 27 του ν. 4320/2015 (Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».
 4. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
 5. Το άρθρο 20 του π.δ. 134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».
 6. Την αριθμ. οίκ. 32921/2175/13.6.2018 Εγκύκλιο με θέμα: «Έλεγχος συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 1876/1990» (ΑΔΑ: ΨΑΩΕ465Θ1Ω-9ΚΩ).
 7. Την από 24.8.2018 αίτηση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εργαζομένων στη Ναυτιλία και τον Τουρισμό (ΠΑ.Σ.Ε.Ν.Τ.).
 8. Το αριθμ. ΕΞ-299499-2018/30.8.2018 έγγραφο του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.).
 9. Τη γνώμη που εξέφρασε το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας κατά τη συνεδρίασή του της 31.8.2018.
 10. Τα στοιχεία του φακέλου, από τα οποία προκύπτει ότι συντρέχουν οι αριθμητικές προϋποθέσεις για την κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της πιο πάνω Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή ότι οι δεσμευόμενοι εργοδότες απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
 11. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρους του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:


Κηρύσσουμε γενικώς υποχρεωτική την από 1.6.2017 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του Υπαλληλικού Προσωπικού των εργαζομένων στα γραφεία ταξιδιών και τουρισμού όλης της χώρας», με Π.Κ. 10/10.7.2017, για όλους τους εργοδότες και εργαζόμενους του κλάδου, που αφορά αυτή.
 Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Αθήνα, 3 Σεπτεμβρίου 2018
 Η Υπουργός
 ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Αριθμ. οίκ. 46306/2608 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 21.11.2017 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του υπαλληλικού προσωπικού των ναυτιλιακών πρακτορείων και ναυτιλιακών επιχειρήσεων όλης της χώρας

$
0
0

Αριθμ. οίκ. 46306/2608
 

 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 21.11.2017 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του υπαλληλικού προσωπικού των ναυτιλιακών πρακτορείων και ναυτιλιακών επιχειρήσεων όλης της χώρας».

( Τεύχος Β’ 3789/03.09.2018)

 Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
 Έχοντας υπόψη:
 1. Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 (Α΄ 27) «Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις».
 2. Τις διατάξεις του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
 3. Το άρθρο 27 του ν. 4320/2015 (Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».
 4. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
 5. Το άρθρο 20 του π.δ. 134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».
 6. Την αριθμ. οίκ. 32921/2175/13.6.2018 Εγκύκλιο με θέμα: «Έλεγχος συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 1876/1990» (ΑΔΑ: ΨΑΩΕ465Θ1Ω-9ΚΩ).
 7. Την από 24.8.2018 αίτηση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εργαζομένων στη Ναυτιλία και τον Τουρισμό (ΠΑ.Σ.Ε.Ν.Τ.).
 8. Το αριθμ. ΕΞ-299499-2018/30.8.2018 έγγραφο του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.).
 9. Τη γνώμη που εξέφρασε το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας κατά τη συνεδρίασή του της 31.8.2018.
 10. Τα στοιχεία του φακέλου, από τα οποία προκύπτει ότι συντρέχουν οι αριθμητικές προϋποθέσεις για την κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της πιο πάνω Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή ότι οι δεσμευόμενοι εργοδότες απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
 11. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρους του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Κηρύσσουμε γενικώς υποχρεωτική την από 21.11.2017 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του υπαλληλικού προσωπικού των ναυτιλιακών πρακτορείων και ναυτιλιακών επιχειρήσεων όλης της χώρας», με Π.Κ. 15/22.11.2017, για όλους τους εργοδότες και εργαζόμενους του κλάδου, που αφορά αυτή.

Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Αθήνα, 3 Σεπτεμβρίου 2018
 Η Υπουργός
 ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Αριθμ. οίκ. 46307/2609 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 19.4.2018 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις πρακτορειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης (Δ.Ν.Ε.)»

$
0
0

Αριθμ. οίκ. 46307/2609
 

 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 19.4.2018 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις πρακτορειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης (Δ.Ν.Ε.)».

( Τεύχος Β’ 3789/03.09.2018)

 Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
 Έχοντας υπόψη:
 1. Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 (Α΄ 27) «Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις».
 2. Τις διατάξεις του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
 3. Το άρθρο 27 του ν. 4320/2015 (Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».
 4. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
 5. Το άρθρο 20 του π.δ. 134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».
 6. Την αριθμ. οίκ. 32921/2175/13.6.2018 Εγκύκλιο με θέμα: «Έλεγχος συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 1876/1990» (ΑΔΑ: ΨΑΩΕ465Θ1Ω-9ΚΩ).
 7. Την από 24.8.2018 αίτηση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εργαζομένων στη Ναυτιλία και τον Τουρισμό (ΠΑ.Σ.Ε.Ν.Τ.).
 8. Το αριθμ. ΕΞ-299499-2018/30.8.2018 έγγραφο του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.).
 9. Τη γνώμη που εξέφρασε το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας κατά τη συνεδρίασή του της 31.8.2018.
 10. Τα στοιχεία του φακέλου, από τα οποία προκύπτει ότι συντρέχουν οι αριθμητικές προϋποθέσεις για την κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της πιο πάνω Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή ότι οι δεσμευόμενοι εργοδότες απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
 11. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρους του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:


 Κηρύσσουμε γενικώς υποχρεωτική την από 19.4.2018 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις πρακτορειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης (Δ.Ν.Ε.)», με Π.Κ. 8/23.4.2018, για όλους τους εργοδότες και εργαζόμενους του κλάδου, που αφορά αυτή.

 Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
 Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Αθήνα, 3 Σεπτεμβρίου 2018
 Η Υπουργός
 ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Αριθμ. οίκ. 46308/2610 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 16.3.2016 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των Τραπεζών Ο.Τ.Ο.Ε. για τα έτη 2016-2018.

$
0
0

Αριθμ. οίκ. 46308/2610
 

Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 16.3.2016 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των Τραπεζών Ο.Τ.Ο.Ε. για τα έτη 2016-2018.

( Τεύχος Β’ 3789/03.09.2018)

 Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
 Έχοντας υπόψη:
 1. Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 (Α΄ 27) «Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις».
 2. Τις διατάξεις του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
 3. Το άρθρο 27 του ν. 4320/2015 (Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».
 4. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
 5. Το άρθρο 20 του π.δ. 134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».
 6. Την αριθμ. οίκ. 32921/2175/13.6.2018 Εγκύκλιο με θέμα: «Έλεγχος συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 1876/1990» (ΑΔΑ: ΨΑΩΕ465Θ1Ω-9ΚΩ).
 7. Το αριθμ. ΕΞ-299499-2018/30.8.2018 έγγραφο του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.).
 8. Τη γνώμη που εξέφρασε το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας κατά τη συνεδρίασή του της 31.8.2018.
 9. Τα στοιχεία του φακέλου, από τα οποία προκύπτει ότι συντρέχουν οι αριθμητικές προϋποθέσεις για την κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της πιο πάνω Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή ότι οι δεσμευόμενοι εργοδότες απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
 10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρους του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

 Κηρύσσουμε γενικώς υποχρεωτική την από 16.3.2016 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Τραπεζών Ο.Τ.Ο.Ε. για τα έτη 2016-2018, με Π.Κ. 3/17.3.2016, για όλους τους εργοδότες και εργαζόμενους του κλάδου, που αφορά αυτή.
 Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Αθήνα, 3 Σεπτεμβρίου 2018
 Η Υπουργός
 ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Αριθμ. 168596/1492/2018 Ιδιότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., Επιτροπή Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους Δ.Α.Σ.Ε.

$
0
0
Αριθμ. 168596/1492/27-08-2018

(ΦΕΚ Β' 3792/03-09-2018)

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Το ν.δ. 86/1969 (ΦΕΚ Α' 7), όπως ισχύει.

2. Το π.δ. 126/1986 (ΦΕΚ Α' 44), όπως ισχύει.

3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4423/2016 (ΦΕΚ Α' 182) «Δασικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.

4. Το π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ Α' 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

5. Τις διατάξεις των περ. (στ) και (ζ), της παρ. 1,του αρθρ. 2, του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει.

6. Την με αριθμ. ΥΙ98/17-11-2016 (ΦΕΚ Β' 3722) απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτη Φάμελλο».

7. Η υπ' αριθμ. 43810/1218/5-6-1967 (ΦΕΚ Β'399) απόφαση Υπουργού Εργασίας.

8. Η υπ' αριθμ. 115 Α22/403/17-6-1987 Εγκύκλιος του τ. ΙΚΑ.

9. Η υπ' αριθμ. 120 Α22/403/18-10-1989 Εγκύκλιος του τ. ΙΚΑ.

10. Η υπ' αριθμ. ΓΕΝ Γ99/1/112/5-6-2012 τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (ΑΔΑ: Β4ΛΨ4691ΩΓ9ΩΧ).

11. Το 147971/3141/28-11-2016 έγγραφο μας και οι σχετικές απαντήσεις των υπηρεσιών.

12. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος των πιστώσεων του Ειδικού Φορέα 31/130 «Υπηρεσίες Δασών» του προϋπολογισμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας,

αποφασίζουμε:

Α. Εξειδικεύουμε τους όρους, τις προϋποθέσεις απόκτησης, διατήρησης και απώλειας της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. σύμφωνα με το άρθρο 5, του ν. 4423/2016 «Δασικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α' 182), όπως ισχύει.

Β. Εξειδικεύουμε τις λεπτομέρειες συγκρότησης και λειτουργίας της Επιτροπής Βεβαίωσης της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 5, του ν. 4423/2016 «Δασικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α' 182), όπως ισχύει.

Άρθρο 1
Δικαίωμα υποβολής αίτησης


1. Δικαίωμα υποβολής αίτησης για την χορήγηση Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., έχουν:

1.1. Υφιστάμενοι Δασεργάτες που ήδη απασχολούνται αυτοπροσώπως σε δασικές εργασίες και είναι ή επιθυμούν να γίνουν μέλη ΔΑ.Σ.Ε.

1.2. Νεοεισερχόμενοι Δασεργάτες, οι οποίοι δεν έχουν απασχοληθεί σε δασικές εργασίες και επιθυμούν να γίνουν μέλη ΔΑ. Σ. Ε.

2. Οι αιτήσεις υποβάλλονται, στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών στην οποία υπάγεται η έδρα του ΔΑ.Σ.Ε., και στον οποίο είναι ή επιθυμούν να γίνουν μέλη. Η μόνιμη κατοικία του αιτούντα πρέπει να είναι εντός της περιφέρειας του ΔΑ.Σ.Ε. (περιοχή δραστηριοποίησης του).

Άρθρο 2
Προϋποθέσεις και δικαιολογητικά


1. Προϋποθέσεις απόκτησης της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.:

1.1. Η Ιδιότητα Δασεργάτη για τους υφιστάμενους δασεργάτες που είναι ήδη ή επιθυμούν να γίνουν μέλη ΔΑ.Σ.Ε. αποδεικνύεται από ορισμένο αριθμό καταβληθέντων ενσήμων στον ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ), σχετικών με δασικές εργασίες, ως ακολούθως:
α. τουλάχιστον 50 ένσημα κατά το προηγούμενο της ημερομηνίας αίτησης έτος ή,
β. σωρευτικά τουλάχιστον 150 ένσημα κατά την προηγούμενη της ημερομηνίας αίτησης τριετία ή,
γ. σωρευτικά τουλάχιστον 250 ένσημα κατά την προηγούμενη της ημερομηνίας αίτησης πενταετία.

1.2. Η Ιδιότητα Δασεργάτη για Νεοεισερχόμενους Δασεργάτες αποκτάται μετά από θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, σύμφωνα με το άρθρο 5, παρ. 2β) του ν. 4423/2016.

2. Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά ανά περίπτωση είναι τα παρακάτω (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι):

2.1. Για τους Υφιστάμενους Δασεργάτες:
α) Αίτηση προς την αρμόδια Δ/νση Δασών.
β) Φωτοαντίγραφο των δύο όψεων της αστυνομικής ταυτότητας ή του διαβατηρίου.
γ) Υπεύθυνη δήλωση του 8 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α'), στην οποία ο αιτών δηλώνει ρητά ότι δεν συντρέχει στο πρόσωπο του κανένα από τα κωλύματα του άρθρο 6, του ν. 4423/2016 και ότι δεν είναι μέλος σε κανένα άλλο ΔΑΣΕ. Σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986, όπως ισχύει.
δ) Επικυρωμένο αντίγραφο Δελτίου Ασφαλιστικής Ταυτότητας Εισφορών «ΔΑΤΕ» (τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ).
ε) Βεβαίωση μόνιμης κατοικίας, από τον οικείο Δήμο.

2.1.1 Για Υφιστάμενους Δασεργάτες μέλη ΔΑ.Σ.Ε. απαιτούνται επιπλέον:
στ) Βεβαίωση ΔΑ.Σ.Ε. υπογεγραμμένη από τον νόμιμο εκπρόσωπο του στην οποία να βεβαιώνεται ότι ο αιτών είναι τακτικό μέλος του.

2.1.2 για Υφιστάμενους Δασεργάτες που επιθυμούν να γίνουν μέλη ΔΑΣΕ απαιτείται επιπλέον:
ζ) Βεβαίωση ΔΑ.Σ.Ε., στην οποία θα αναφέρεται ότι ο αιτών έχει υποβάλλει σε αυτόν αίτηση εγγραφής ως τακτικό μέλος του. Η έδρα του ΔΑ.Σ.Ε. πρέπει να βρίσκεται εντός της Διεύθυνσης Δασών στην οποία ο ενδιαφερόμενος έχει υποβάλλει την αίτηση του για την απόκτηση της Ιδιότητας Δασεργάτη.

2.2. Για τους Νεοεισερχόμενους Δασεργάτες:
Τα δικαιολογητικά των εδαφίων α), β), γ), ε), ζ) της παραπάνω περίπτωσης 2.1, της παρ. 2 και επιπλέον:
η) Βεβαιώσεις πρακτικής και θεωρητικής εκπαίδευσης.

2.3. Για τα φυσικά πρόσωπα που είναι αλλοδαποί και πληρούν τις προϋποθέσεις για συμμετοχή σε ΔΑ.Σ.Ε., προσκομίζονται επιπλέον τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία δικαιολογητικά, όπως κάθε φορά ισχύουν.

3. Ο ΔΑ. Σ. Ε. δύναται για την εξυπηρέτηση των μελών του να καταθέσει με έγγραφο του τα παραπάνω δικαιολογητικά, συγκεντρωτικά για τα μέλη του.

Άρθρο 3
Απόκτηση, Διατήρηση και Απώλεια της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.

1. Η Ιδιότητα του Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε βεβαιώνεται από την Επιτροπή του άρθρου 5, παρ. 2 του ν. 4423/2016, που συστήνεται για το σκοπό αυτό. Η Βεβαίωση Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. εκδίδεται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών, σύμφωνα με το υπόδειγμα του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΜΑΤΟΣ II.

2. Μέχρι την σύσταση και λειτουργία του Μητρώου, του άρθρου 23, του ν. 4423/2016, η ιδιότητα του Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., και την έκδοση Ταυτότητας, αποδεικνύεται από την παραπάνω βεβαίωση, την οποία το μέλος φέρει υποχρεωτικά μαζί του κατά την εκτέλεση των εργασιών.

3. Η διατήρηση της Ιδιότητας Δασεργάτη ελέγχεται κάθε χρόνο από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 4423/2016 καθώς και στο πλαίσιο της διαδικασίας παραχώρησης των υπό διαχείριση συστάδων, σύμφωνα με το άρθρο 136Α του Δασικού Κώδικα.

4. Το φυσικό πρόσωπο χάνει την Ιδιότητα του Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., όταν:
α) μέσα σε διάστημα πέντε (5) συνεχόμενων ετών από την απόκτηση της δεν συγκεντρώνει σωρευτικά 250 σχετικά με δασικές εργασίες ένσημα ως μέλος ΔΑ.Σ.Ε. ή, β) εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για τη διαγραφή του από μέλος ΔΑΣΕ λόγω συνδρομής στο πρόσωπο του τουλάχιστον ενός από τα κωλύματα του άρθρου 6 του ν. 4423/2016.

5. Σε περίπτωση απώλειας της Ιδιότητας του Δασεργάτη σύμφωνα με τα οριζόμενα στα εδάφια α και β της προηγούμενης παραγράφου, η Βεβαίωση της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ανακαλείται από την Αρχή η οποία την εξέδωσε, ο Δασεργάτης διαγράφεται από τον ΔΑΣΕ στον οποίο είναι μέλος και από το Μητρώο του άρθρου 23 του ν. 4423/2016 και ειδοποιείται προκειμένου να παραδώσει την ταυτότητα του στην οικεία Διεύθυνση Δασών. Για την εκ νέου απόκτηση της απαιτείται νέα Βεβαίωση της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους Δ.Α.Σ.Ε., σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στην παρούσα απόφαση.

6. Με την απόκτηση της Ιδιότητας, ο Δασεργάτης εγγράφεται στο Μητρώο Δασεργατών - μελών ΔΑΣΕ και αποκτά Ταυτότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.

7. Οι υφιστάμενοι Δασεργάτες μέλη ΔΑ.Σ.Ε. που αιτούνται την χορήγηση της Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. και η αίτηση τους απορρίπτεται από την Επιτροπή διαγράφονται υποχρεωτικά από μέλη του Δ.Α.Σ.Ε.

8. Μέχρι τη δημιουργία και λειτουργία των Μητρώων του άρθρου 23 του ν. 4423/2016, η Διεύθυνση Δασών τηρεί και ενημερώνει σε ηλεκτρονική μορφή αρχείο ΔΑ. Σ. Ε. και Δασεργατών της περιοχής αρμοδιότητας της.

Άρθρο 4
Συγκρότηση και λειτουργία της Επιτροπής-Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη


1. Με απόφαση του Διευθυντή Δασών συγκροτείται η Επιτροπή Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους Δ.Α.Σ.Ε., του αρθρ. 5, παρ. 2, του ν. 4423/2016, στην έδρα της οικείας Διεύθυνσης Δασών.

2. Η επιτροπή είναι τριμελής και αποτελείται από:
α) Έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Δασών, του κλάδου Π Ε Γεωτεχνικό - Δασολόγων, κατά προτεραιότητα με εμπειρία σε θέματα διαχείρισης δασών, ως πρόεδρο με τον αναπληρωτή του.
β) Έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Δασών, των κλάδων Π Ε Γεωτεχνικών - Δασολόγων ή TE Δασοπόνων με τον αναπληρωτή του, κατά προτεραιότητα με εμπειρία σε θέματα διαχείρισης δασών. Εφόσον αυτοί δεν επαρκούν ορίζονται υπάλληλοι από τις υπόλοιπες δασικές υπηρεσίες του νομού, κατά προτεραιότητα με εμπειρία σε θέματα διαχείρισης δασών.
γ) Έναν υπάλληλο των δασικών υπηρεσιών του νομού με τον αναπληρωτή του, κατά προτεραιότητα δασικό υπάλληλο με εμπειρία σε θέματα διαχείρισης δασών.
Στην απόφαση συγκρότησης ορίζεται και ο υπάλληλος που θα εκτελεί χρέη γραμματέα της Επιτροπής.

3. Η Επιτροπή είναι μόνιμη, μη αμειβόμενη και η θητεία των μελών της ορίζεται σε δύο έτη. Συνεδριάζει τουλάχιστον μια φορά το μήνα, εφόσον υπάρχουν σχετικές αιτήσεις.

4. Η Διεύθυνση Δασών, μετά την απόφαση συγκρότησης της παραπάνω Επιτροπής ενημερώνει εγγράφως σχετικά με τη διαδικασία, τα δικαιολογητικά και τις προθεσμίες υποβολής αιτήσεων τους Ο.Τ.Α. και τις Δασικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις της περιοχής αρμοδιότητάς της.

5. Για την εκτέλεση του έργου της, η Επιτροπή:
α) Συνεδριάζει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση συγκρότησης της, ελέγχει τα δικαιολογητικά και εγκρίνει ή απορρίπτει τις αιτήσεις, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω.
β) Συντάσσει πρακτικό συνεδρίασης στο οποίο αναφέρονται σε κατάλογο οι εξεταζόμενες αιτήσεις, ποιες από αυτές εγκρίνονται και ποιες απορρίπτονται.
γ) Βεβαιώνει στο πρακτικό της ποιοι αιτούντες πληρούν τους όρους και προϋποθέσεις απόκτησης της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους Δ.Α.Σ.Ε. Τυχόν απόρριψη αίτηση πρέπει να αιτιολογείται πλήρως
δ) Αποστέλλει το πρακτικό στην Διεύθυνση Δασών για την έκδοση των βεβαιώσεων και ενημέρωση των Μητρώων.
ε) Για κάθε αμφιβολία, ως προς τα ελεγχόμενα στοιχεία, η Επιτροπή μπορεί να προβεί σε όποια ενέργεια κρίνει αναγκαία για την ορθή διεξαγωγή του έργου της.
6. Στην περίπτωση απόρριψης αίτησης, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να επανέλθει με νέα αίτηση εφόσον προσκομίσει νέα στοιχεία.

Άρθρο 5

Στην παρούσα απόφαση προσαρτώνται ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Ι και II, με τα απαραίτητα δικαιολογητικά και υπόδειγμα Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της και έχουν ως ακολούθως:

O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.



Άρθρο 6

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 27 Αυγούστου 2018

Ο Αναπληρωτής Υπουργός
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΦΑΜΕΛΛΟΣ

Αριθμ. 168597/1493/2018 Ταυτότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.

$
0
0
Αριθμ. 168597/1493/27-08-2018

(ΦΕΚ Β' 3792/03-09-2018)

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Το ν.δ. 86/69 (ΦΕΚ Α' 7), όπως ισχύει.

2. Το π.δ. 126/1986 (ΦΕΚ Α' 44), όπως ισχύει.

3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4423/2016 (ΦΕΚ Α' 182) «Δασικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.

4. Το π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ Α' 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

5. Την με αριθμ.Υ198/17-11-2016 (ΦΕΚ Β'3722) απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτη Φάμελλο».

6. Την με αριθμ. 168596/1492/27-8-2018 υπουργική απόφαση «Ιδιότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., Επιτροπή Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους Δ.Α.Σ.Ε.».

7. Το γεγονός ότι η εκτύπωση θα γίνει από το Εθνικό Τυπογραφείο και η κάλυψη της δαπάνης των ενδεικτικά 200 € θα γίνει με μεταφορά πιστώσεων από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και ειδικότερα από τον ΚΑΕ 5242 Δαπάνες Δασοπροστασίας (υπό κατανομή) του Ειδικού Φορέα 31/130 «Υπηρεσίες Δασών» στον τακτικό προϋπολογισμό του ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ και στον Ειδικό Φορέα 05-170 «ΕΘΝΙΚΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ» ΚΑΕ: 1111 Προμήθεια χαρτιού, γραφικών ειδών και λοιπών συναφών υλικών».

Άρθρο 1
Τύπος και λεπτομέρειες έκδοσης της Ταυτότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.


1. Στο όνομα του δασεργάτη ο οποίος έχει αποκτήσει την Ιδιότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε. εκδίδεται από την οικεία Δ/νση Δασών Ταυτότητα Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., κατόπιν αίτησής του και προσκόμισης φωτογραφίας του.

2. Οι ταυτότητες παρέχονται στις Διευθύνσεις Δασών από την Διεύθυνση Διαχείρισης Δασών της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία έχει την ευθύνη εκτύπωσης και αποστολής τους.

3. Οι Διευθύνσεις Δασών έχουν την ευθύνη συμπλήρωσης των στοιχείων και τοποθέτησης της φωτογραφίας του κατόχου στις ταυτότητες. Η μορφή και οι αναγραφόμενες στην ταυτότητα λεπτομέρειες εμφαίνονται στο Υπόδειγμα Ταυτότητας Δασεργάτη του Παραρτήματος, που παρατίθεται στο τέλος της παρούσας απόφασης και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής. Πιο συγκεκριμένα:
α. Στην εμπρόσθια όψη υπάρχει το εθνόσημο. Αναγράφεται ο τίτλος της υπηρεσίας έκδοσης, το ονοματεπώνυμο του κατόχου, ο τίτλος: ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΔΑΣΕΡΓΑΤΗ και ο αριθμός της Ταυτότητας... Θεωρείται από τον προϊστάμενο της παραπάνω υπηρεσίας. Στο αριστερό άνω τμήμα υπάρχει πρόσφατη έγχρωμη φωτογραφία τύπου ταυτότητας του κατόχου, διαστάσεων 3 Χ 3.5 εκατοστά.
β. Στην οπίσθια όψη υπάρχει το σήμα της Δασικής Υπηρεσίας. Αναγράφονται επώνυμο, όνομα, όνομα πατρός, όνομα μητρός, με ελληνικούς και λατινικούς χαρακτήρες ο αριθμός δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου, ο αριθμός Μητρώου Δασεργατών που τηρείται στην Εποπτεύουσα Αρχή και η επανέκδοση, εφόσον χρειαστεί. Μέχρι την δημιουργία και λειτουργία των Μητρώων, στη θέση Αριθμός Μητρώου, αναγράφεται ο αριθμός πρωτοκόλλου της Βεβαίωσης Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε.

4. Η παραλαβή της ταυτότητας γίνεται ενυπόγραφα από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο ή από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο.

5. Η ταυτότητα είναι προσωπική, αμεταβίβαστη και η παράνομη χρήση της διώκεται ποινικά, σύμφωνα με το άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα. Ισχύει για όσο διάστημα ο κάτοχος της φέρει την ιδιότητα του δασεργάτη. Για την προστασία της ταυτότητας ο κάτοχος δύναται να την τοποθετεί εντός προστατευτικής θήκης ή να προβαίνει στην πλαστικοποίηση της.

6. Ο κάτοχος φέρει υποχρεωτικά την ταυτότητα μαζί του κατά την εκτέλεση των δασικών εργασιών και την επιδεικνύει κατά τον έλεγχο των δασικών υπηρεσιών.

7. Τυχόν απώλεια ή φθορά της ταυτότητας δηλώνεται από τον κάτοχο της στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών. Ο κάτοχος υποβάλλει αίτηση στην ως άνω υπηρεσία για την έκδοση νέας ταυτότητας. Σε περίπτωση απώλειας της Ιδιότητας Δασεργάτη - μέλους ΔΑ. Σ. Ε. η ταυτότητα επιστρέφεται στην Διεύθυνση Δασών που την έχει χορηγήσει.

Άρθρο 2

Στην παρούσα απόφαση προσαρτάται ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ με υπόδειγμα ταυτότητας δασεργάτη - μέλους ΔΑ.Σ.Ε., το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας και έχει ως ακολούθως:

O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.



Άρθρο 3

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 27 Αυγούστου 2018

Ο Αναπληρωτής Yπουργός
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΦΑΜΕΛΛΟΣ

Ε.Φ.Κ.Α. αριθμ. πρωτ.: Δ.ΕΙΣΦ.Μ./ 484/1051957/ 2018 Εργοδοτική εισφορά ποσού είκοσι (20) Ευρώ ανά εργαζόμενο, για τον Ειδικό Λογαριασμό Παιδικών Κατασκηνώσεων (Ε.Λ.Π.Κ.)

$
0
0

Αθήνα 04/09/2018
Αριθμ. Πρωτ.: Δ.ΕΙΣΦ.Μ./484/1051957

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ



ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

Δ/νση : Σατωβριάνδου 18 10432, Αθήνα
Πληροφορίες : Ε. Βλαχογιάννη
Ε. Σκαρτσάρη
Τηλ. : 210 52 85 642-615-518-639
Φαξ : 210 52 36 558
E - Mail : d.eisf.misth@efka.gov.gr

ΓΕΝΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΕΞΑΙΡ. ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: «Εργοδοτική εισφορά ποσού είκοσι (20) Ευρώ ανά εργαζόμενο, για τον Ειδικό Λογαριασμό Παιδικών Κατασκηνώσεων (Ε.Λ.Π.Κ.)»

ΣΧΕΤ.: Οι με αριθμ. 49/2013 και 63/2013 Εγκύκλιοι και τα Γ.Ε. Ε40/573/17.7.2014, Ε40/586/5.8.2015, Ε40/627/5.9.2016 του τ.Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και Δ.ΕΙΣΦ.Μ./464/1156016/28.8.2017 του Ε.Φ.Κ.Α.

Με τα ανωτέρω σχετικά έγγραφα, κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 89, περίπτωση Γ' του Ν. 3996/2011, με τις οποίες συστάθηκε στον Οργανισμό Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.), «Ειδικός Λογαριασμός Παιδικών Κατασκηνώσεων (Ε.Λ.Π.Κ.)», με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια, με σκοπό την οργάνωση και υλοποίηση κατασκηνωτικών προγραμμάτων φιλοξενίας παιδιών χαμηλόμισθων εργαζομένων και ανέργων σε θερινές παιδικές κατασκηνώσεις. Με την αριθμ. 23411/2131/30.12.2011 Υ.Α., καθορίστηκαν οι διαδικασίες είσπραξης, ελέγχου, διαχείρισης, διάθεσης και δικαιολόγησης των κονδυλίων του Λογαριασμού αυτού.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Ε., καθορίζεται για κάθε έτος, ο αριθμός των δικαιούχων που εντάσσονται στα προγράμματα φιλοξενίας των παιδιών τους σε θερινές κατασκηνώσεις, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια επιλογής τους.

Μεταξύ των άλλων πόρων του λογαριασμού ορίστηκε η ετήσια εργοδοτική εισφορά είκοσι (20) ευρώ ανά εργαζόμενο με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, καταβλητέα από τους εργοδότες οι οποίοι καταβάλουν και εισφορές υπέρ του οργανισμού Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.). 

Η εν λόγω εισφορά συνιστά ξεχωριστό λογαριασμό προς διαχωρισμό ίων λοιπών εισπρακτέων εισφορών υπέρ του Ο.Ε.Ε. από τον Ε.Φ.Κ.Α. (τ. Ι.Κ.Α. -Ε.Τ.Α.Μ.), ο οποίος τελευταίος υποχρεούται να αποδίδει άμεσα την εν λόγω καταβαλλόμενη εργοδοτική εισφορά στον Ε.Λ.Π.Κ., προκειμένου να εξασφαλίζεται η υλοποίηση των κατασκηνωτικών προγραμμάτων εκάστου έτους.

Η υποχρέωση καταβολής της ετήσιας εργοδοτικής εισφοράς των είκοσι (20) ευρώ ανά εργαζόμενο, εισπράττεται από τον Ε.Φ.Κ.Α., ταυτόχρονα και παράλληλα με τις τακτικές εισφορές υπέρ του Ο.Ε.Ε., μηνός Αυγούστου και έχει εφαρμογή και στις περιπτώσεις των νέων κατηγοριών ασφαλισμένων, που σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 38 και 40 του Ν.4387/2016, από 01/01/2017, εντάχθηκαν ως μισθωτοί στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α..

Κατόπιν των ανωτέρω, στους υπόχρεους εργοδότες γνωστοποιείται με μήνυμα κατά την υποβολή της Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (Α.Π.Δ.), στο αποδεικτικό παραλαβής ότι: «η εργοδοτική εισφορά 20 ευρώ ανά εργαζόμενο με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, καταβλητέα από τους εργοδότες Κοινών Επιχειρήσεων και Οικοδομοτεχνικών Έργων, υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Παιδικών Κατασκηνώσεων (Ε.Λ.Κ.Π.), θα καταβληθεί ταυτόχρονα και παράλληλα με τις ασφαλιστικές εισφορές μισθολογικής περιόδου 8/2018».

Διευκρινίζεται ότι, για τους υπόχρεους εργοδότες δεν απορρέει υποχρέωση υποβολής Α.Π.Δ. για την εν λόγω εισφορά, καθώς η απεικόνιση θα υλοποιηθεί σε Κεντρικό Επίπεδο μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Ο.Π.Σ./τ.Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., χωρίς καμία ενέργεια από την πλευρά των εργοδοτών και σύμφωνα με τα στοιχεία υποβολής Α.Π.Δ., μισθολογικής περιόδου 8/2018.





Ο ΑΝΑΠΛ. ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΙΑΠΑΚΗΣ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ


ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 417/2018 Μερική αποδοχή πρόστιμο ενδοομιλικών συναλλαγών σε αγορά παγίου λογιστική διαφορά αποτελεί η απόσβεση

$
0
0

Καλλιθέα, 16/01/2018
Αριθμός απόφασης: 417

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α1 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604 534
ΦΑΞ: 213 1604 567

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»

γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Την με ημερομηνία κατάθεσης 18/09/2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία « », με αντικείμενο εργασιών « », που εδρεύει στην , Ν. Αχαΐας, επί των οδών και , με Α.Φ.Μ , κατά των παρακάτω πράξεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ Α' Πατρών:

α. Της υπ' αριθ /2017 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικονομικού έτους 2012 (διαχειριστικής περιόδου 01.01.2011 - 31.12.2011 ),με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της διαφορά φόρου εισοδήματος ποσού 561.596,35 Ευρώ, πλέον προσθέτου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 673.915,62 Ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 1.235.511,97 Ευρώ.

β. Της υπ' αριθμ /2017 Πράξης Επιβολής Προστίμου άρθρου 39§7 του Ν. 2238/1994,με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της πρόστιμο ποσού 707.245,96 Ευρώ.

5. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ Α' Πατρών

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Α1 τμήματος της Υπηρεσίας μας, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Σύντομο Ιστορικό

Κατόπιν της με αριθμό /2017 εντολής ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ Α' Πατρών, που εκδόθηκε μετά το υπ' αριθμ. πρωτ. Εμπ /16 Δελτίο Πληροφοριών της Ειδικής Γραμματείας Σ.Δ.Ο.Ε. -ΕΙΔΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΘΝΙΚΩΝ και ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ και ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΑΠΑΤΗΣ και ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ, διενεργήθηκε έλεγχος στα βιβλία και στοιχεία της παραπάνω επιχείρησης για την διαχειριστική περίοδο 01/01/2011-31/12/2011, και διαπιστώθηκε ότι οι ενδοομιλικές αγορές αξίας 5.947.034,44€ που είχε πραγματοποιήσει για μηχανολογικό και ιατρικό εξοπλισμό από την Κυπριακή επιχείρηση "................", ήταν υπερτιμολογημένες κατά 3.693.150,15 €, όπως υπολογίσθηκε σύμφωνα με την έρευνα της Διεύθυνσης Ελέγχων, τμήμα ειδικών φορολογικών ελέγχων (Δ) και έγινε γνωστό στην Δ.Ο.Υ Α' Πατρών με το έγγραφο αριθ. πρωτ. ΔΕΛ Δ /17.

Κατόπιν της διαπίστωσης αυτής σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.) επιβλήθηκαν οι προβλεπόμενες εξ αυτού κυρώσεις, ήτοι αφενός η προσαύξηση των καθαρών κερδών της χρήσης 2011 με το ποσό της υπερτιμολόγησης 3.693.150,15 €, που προστέθηκε σε αυτά ως λογιστική διαφορά, και αφετέρου η επιβολή αυτοτελούς προστίμου ίσο με ποσοστό 20% επί του ποσού της υπερτιμολόγησης.

Η προσφεύγουσα εταιρεία, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να γίνει δεκτή αυτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, προβάλλοντας τους κάτωθι ισχυρισμούς:

1ος Λόγος Προσφυγής: Μη νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), διότι δεν στοιχειοθετείται η έννοια των «συνδεδεμένων επιχειρήσεων» - Μη εκπλήρωση του ανατεθειμένου στη Φορολογική Αρχή βάρους αποδείξεως.

2ος Λόγος Προσφυγής: Μη νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), διότι δεν θεμελιώνεται η έννοια του «κέρδους».

3ος Λόγος Προσφυγής: Στέρηση της αποτελεσματικής ασκήσεως του δικαιώματος προηγουμένης ακροάσεως.

4ος Λόγος Προσφυγής: Παντελώς αναιτιολόγητη, άλλως πλημμελώς αιτιολογημένη κρίση της Φορολογικής Αρχής - Προδήλως εσφαλμένη η μεθοδολογία του ελέγχου.

5ος Λόγος Προσφυγής: Επικουρικώς, εσφαλμένος καταλογισμός λογιστικής διαφοράς στο ύψους της φερομένης ως υπερτιμολογήσεως και όχι με βάση το ποσό των αποσβέσεων, που αφορούν στην επίμαχη χρήση.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 18/09/2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία « », με Α.Φ.Μ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν.2238/1994 «Υπερτιμολογήσεις και υποτιμολογήσεις»

1. [α] Όταν μεταξύ ημεδαπών επιχειρήσεων, οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3,πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.

[α]. Η παράγρ. 1 του άρθρου 39 τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 13 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ Α' 58) και ισχύει σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 92 του ίδιου νόμου από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. 23.4.2010.

2. Όταν μεταξύ ημεδαπής και αλλοδαπής επιχείρησης οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3, πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την ημεδαπή επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται για τις επιχειρήσεις που συνδέονται με σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής ή οικονομικής εξάρτησης ή ελέγχου, λόγω συμμετοχής της μιας στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση της άλλης ή λόγω συμμετοχής των ιδίων προσώπων στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση και των δύο επιχειρήσεων.
 
4. Η διαφορά κερδών που προκύπτει από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, προσαυξάνει τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που προκύπτουν από τα βιβλία της, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών.

5. Για τον έλεγχο της εφαρμογής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι ελεγχόμενες επιχειρήσεις υποχρεούνται να τηρούν τα στοιχεία τεκμηρίωσης τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών που καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 39Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

6. Όταν από τον έλεγχο διαπιστώνεται ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 2, η υπόθεση παραπέμπεται από την αρμόδια ελεγκτική αρχή σε ειδική επιτροπή της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 66 η οποία αποφαίνεται αιτιολογημένα, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνώς αποδεκτές κατευθυντήριες οδηγίες του ΟΟΣΑ για τις τιμές μεταβίβασης για πολυεθνικές επιχειρήσεις και φορολογικές αρχές, για τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 του παρόντος και για το ύψος της προσαύξησης των κερδών ανά περίπτωση.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

7. Σε βάρος των επιχειρήσεων για τις οποίες συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, επιβάλλεται πρόστιμο που υπολογίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%)[β] επί των επιπλέον καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.
[β]. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 οι λέξεις «είκοσι τοις εκατό (20%)» τέθηκαν σε αντικατάσταση των λέξεων «δέκα τοις εκατό (10%)» με την περίπτωση β' της παραγράφου 13 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚΑ' 58) και ισχύουν σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 92 του ίδιου νόμου από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. 23.4.2010.

Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται ανεξάρτητα από την τυχόν επιβολή πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων και λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν και καταβάλλεται εφάπαξ εντός του επόμενου μήνα από αυτόν εντός του οποίου γίνεται η βεβαίωση. Οι διατάξεις των άρθρων 69, 70, 71 και 74, καθώς και του άρθρου 9 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α) έχουν εφαρμογή και για το πρόστιμο αυτό με εξαίρεση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997[γ].

[γ]. Στο τέλος του τελευταίου εδαφίου της παραγρ. 7 προστέθηκαν οι λέξεις «με εξαίρεση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997» με την περίπτ. γ' της παραγρ. 13 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ Α' 58) και ισχύουν σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 92 του ίδιου νόμου από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. 23.4.2010. Δηλαδή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η μείωση του προστίμου στο 1/3.] 8

Επειδή, με την Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΛ Δ 1133839 ΕΞ 2015 απόφαση με ΘΕΜΑ: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του ν.2238/1994, ισχύουν τα ακόλουθα:

Α. Ως προς την επιβολή του προστίμου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 39 του ν. 2238/1994, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την τροποποίησή τους με το ν.4110/2013.

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ν.2238/1994, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την τροποποίησή τους με το ν.4110/2013, ήτοι για ενδοομιλικές συναλλαγές που πραγματοποιούνταν σε διαχειριστικές περιόδους που άρχισαν πριν την 1.1.2012, οριζόταν ότι όταν μεταξύ ημεδαπών επιχειρήσεων, οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3, πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου οριζόταν ότι σε βάρος των επιχειρήσεων για τις οποίες συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, επιβάλλεται πρόστιμο που υπολογίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) επί των επιπλέον καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

3. Συνεπώς, από το συνδυασμό των ανωτέρω προκύπτει ότι σε περίπτωση που μετά από έλεγχο, διαπιστωθεί τιμολόγηση παροχής υπηρεσιών ή πώλησης αγαθών με όρους διαφορετικούς από εκείνους μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων, δηλαδή διαπιστωθεί ότι οι όροι αυτοί είναι δεν είναι σύμφωνοι με την «αρχή των ίσων αποστάσεων (Arm's Length Principle)», τότε προσαυξάνονται τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης με τα κέρδη που δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών αυτών όρων και σε κάθε περίπτωση επί της προσδιορισθείσας διαφοράς κερδών επιβάλλεται το πρόστιμο της παραγράφου 7 του ν.2238/1994 ως ίσχυε έως 31.12.2011, δίχως να εξετάζεται εάν το καθαρό αποτέλεσμα χρήσης της επιχείρησης είναι κέρδος ή ζημία.

Β. Εφαρμοζόμενες διατάξεις για τις διαχειριστικές περιόδους των οποίων η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος λήγει από 1.1.2011 μέχρι και 31.12.2011.
1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 16 του άρθρου 11 του ν.4110/2013, όπως ισχύουν, ορίζεται ότι οι εκκρεμείς φάκελοι τεκμηρίωσης των διατάξεων του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 που έχουν προσκομιστεί στη Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και αφορούν τις διαχειριστικές περιόδους που λήγουν μετά τη 18η Δεκεμβρίου 2008 και η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος λήγει μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2011, παραδίδονται στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου και συντάσσεται προς τούτο σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής. Στην ίδια ως άνω αρμόδια Υπηρεσία παραδίδονται και οι καταστάσεις των ενδοομιλικών συναλλαγών που είχαν υποβληθεί στη Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή για όλες τις διαχειριστικές περιόδους.
Οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης έχουν το δικαίωμα να ζητούν τους φακέλους τεκμηρίωσης από όλες τις επιχειρήσεις που είχαν υποχρέωση να συντάξουν φάκελο τεκμηρίωσης για τις ως άνω διαχειριστικές περιόδους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 και να αξιοποιούν αυτούς και τα ως άνω παραδοθέντα στοιχεία στο πλαίσιο των διενεργούμενων από αυτές φορολογικών ελέγχων, σύμφωνα με τις ισχύουσες σε κάθε διαχειριστική περίοδο διατάξεις. Σε περίπτωση μη διάθεσης στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία του φακέλου τεκμηρίωσης εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της σχετικής πρόσκλησης ή μη υποβολής της κατάστασης ενδοομιλικών συναλλαγών, επιβάλλεται με απόφαση του Προϊσταμένου της, σε βάρος της επιχείρησης πρόστιμο ίσο με το δέκα τοις εκατό (10%) επί της αξίας των συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης. Η Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή διατηρεί το δικαίωμα πρόσβασης στους ως άνω φακέλους τεκμηρίωσης για λόγους διεξαγωγής ερευνών αγοράς. Ως εκκρεμείς φάκελοι νοούνται οι φάκελοι των υποθέσεων για τις οποίες είτε δεν έχει γίνει έναρξη του ελέγχου είτε έχει γίνει έναρξη του ελέγχου και δεν έχει επιδοθεί στις ελεγχόμενες επιχειρήσεις απόφαση επιβολής χρηματικού προστίμου από το αρμόδιο προς τούτο όργανο. Ως έναρξη του ελέγχου νοείται η πρώτη πράξη της Διοίκησης προς περαιτέρω διερεύνηση του φακέλου τεκμηρίωσης ή/και προσκόμισης συμπληρωματικών εγγράφων, πέραν της έγγραφης πρόσκλησης για την προσκόμιση του φακέλου τεκμηρίωσης. Ειδικά για υποθέσεις εκπρόθεσμης υποβολής της κατάστασης που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008, για τις οποίες μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν έχει βεβαιωθεί το οριζόμενο στην παράγραφο 6 του ίδιου ως άνω άρθρου, επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο που ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 11 του παρόντος. Αρμόδια για την περαίωση των υποθέσεων αυτών είναι η Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, η οποία οφείλει εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος να εισηγηθεί σχετικά στον αρμόδιο, για την επιβολή του προστίμου Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή κατά τις διατάξεις των παραγράφων 3 ως 6 του άρθρου 11 της υπ' αριθμ. Α2 -8092/ 31.12.2008 υπουργικής απόφασης (Β' 2709). Μετά τη δημοσίευση του παρόντος, εκπρόθεσμες καταστάσεις ενδοομιλικών συναλλαγών υποβάλλονται αποκλειστικά στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, η οποία και επιβάλλει το πρόστιμο της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του παρόντος.

2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 17 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύουν, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 5 εφαρμόζονται για ενδοομιλικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται, σε διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1.1.2012 και μετά, καθώς και σε υπερδωδεκάμηνη διαχειριστική περίοδο που άρχισε πριν την 1.1.2012 και λήγει από 31.12.2012 και μετά.

Για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στις διαχειριστικές περιόδους που άρχισαν μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3775/2009 (διαχειριστικές περιόδους για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος γεννάται από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μετά) και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, λαμβάνεται υπόψη ο φάκελος τεκμηρίωσης που ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3728/2008. Ο έλεγχος διενεργείται από την αρμόδια φορολογική αρχή, όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 39 του ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), η οποία προσδιορίζει και τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών σε περίπτωση μη τήρησης ή μη διάθεσης ή τήρησης ανεπαρκούς ή ανακριβούς φακέλου τεκμηρίωσης, καταργούμενης της παραγράφου 6 του άρθρου 39, όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση του από τον παρόντα νόμο.»

3. Επειδή:

α. Σύμφωνα με τα ανωτέρω για τις διαχειριστικές περιόδους των οποίων η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος λήγει το διάστημα από 1/1/2011 έως 31/12/2011 ισχύουν τόσο οι διατάξεις της παρ. 16 του άρθρου 11 του ν.4110/2013 όσο και οι διατάξεις της παρ.17 του ίδιου άρθρου που προβλέπουν διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης και ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών και β. Η αλλαγή των φορολογικών διατάξεων για τις ενδοομιλικές συναλλαγές που έγινε με το ν.3775/2009 ισχύει για διαχειριστικές περιόδους των οποίων η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει από 1 /1 /2011 και μετά.

Προκειμένου να υπάρχει ομοιόμορφη αντιμετώπιση από τις ελεγκτικές υπηρεσίες για τις διαχειριστικές αυτές περιόδους θα εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 17.

Επειδή, κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2011 ο κ είναι μέτοχος στην προσφεύγουσα επιχείρηση με ποσοστό 28,18%, και από 30/06/2010 έως 01/11/2012 μοναδικός μέτοχος της Κυπριακής επιχείρησης "....... ", με αποτέλεσμα οι συναλλασσόμενες στη προκειμένη περίπτωση επιχειρήσεις να συνδέονται με σχέση άμεσης ουσιώδους διοικητικής, οικονομικής εξάρτησης και ελέγχου.

Επειδή, το ποσό των 156.920,37€ που δηλώθηκε ως λογιστική διαφορά με την τροποποιητική Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος της διαχειριστικής περιόδου 01/01/2011-31/12/2011 με αριθμό πρωτ και ημερομηνία κατάθεσης 29/05/17 κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4446/2016, αφορά μέρος του συνολικού ποσού αποσβέσεων εκ 176.684,43, που διενήργησε η προσφεύγουσα επί των παγίων που προμηθεύτηκε από την κυπριακή επιχείρηση ".......... ", όπως αναφέρεται στην οικεία έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Δ.Ο.Υ Α ΠΑΤΡΩΝ και προκύπτει από τα κατατεθέντα με την ενδικοφανή προσφυγή έγγραφα με αριθ.5 και 7, ήτοι (Υπερτιμολόγηση/αξία αγορών από την Κυπριακή εταιρεία χ σύνολο αποσβέσεων: 3.693.150,15 €/ 5.947.034,44 € = 62,1 % Χ 284.515,99 € = 176.684,43 €).

Επειδή, οι αγορές της προσφεύγουσας επιχείρησης από την Κυπριακή επιχείρηση ".......... ", αφορούν πάγια επενδυτικά αγαθά επί των οποίων διενεργούνται αποσβέσεις, και δεν εξέπεσαν ως δαπάνες από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 2011, το κέρδος κατά την έννοια των παρ.1 και 2 του άρθρου 39 ν.2238/1994, επέρχεται μέσω των αποσβέσεων που διενεργούνται κάθε χρήση επί των παγίων αξίας 5.947.034,44 €.

Ως εκ τούτου γίνεται δεκτός ο πέμπτος (5ος) ισχυρισμός της προσφεύγουσας επιχείρησης, απορριπτόμενων όλων των υπόλοιπων.

Επειδή, όσον αφορά το πρόστιμο της παραγράφου 7 του άρθρου 39 του ν. 2238/1994, ορθά επιβλήθηκε και επικυρώνεται η αριθ /2017 πράξη επιβολής προστίμου.

Αποφασίζουμε

Την μερική αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 18/09/2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία « », με Α.Φ.Μ

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα εισήγηση:

Α. Προσδιορισμός Αποτελεσμάτων

Ζημία βάσει ισολογισμού                                                                                                                                            -563.885,61€
Πλέον δηλωθείσες λογιστικές διαφορές αρχικής δηλώσεως                                                                                           6.735,93€
Πλέον λογιστικές διαφορές, που δηλώθηκαν με την υπ' αριθμ. 3/2017 τροποποιητική δήλωση του Ν. 4446/2016    156.920,37€
Υπόλοιπο ζημίας                                                                                                                                                          -400.229,31€
Διαφορά αποσβέσεων που δεν δηλώθηκε με την υπ' αριθμ. 3/2017 τροποποιητική δήλωση του Ν. 4446/2016
(176.684,43€-156.920,37€=19.764,06€)                                                                                                                         19.764,06€
Ζημία χρήσεως                                                                                                                                                             -380.465,25€
Β. Πρόστιμο της παραγράφου 7 του άρθρου 39 ν.2238/1994:                                                                                       707.245,96€

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.


Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 1109/2018 Μερική αποδοχή υπερτιμημένες ενδοομιλικές αγορές

$
0
0

Καλλιθέα, 30/01/2018
Αριθμός απόφασης: 1109

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α1 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604 534
ΦΑΞ: 213 1604 567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»

γ. Της ΠΟΛ.1064/12.4.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Την με ημερομηνία κατάθεσης 02/10/2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου κατά των ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία « », με αντικείμενο εργασιών « », που εδρεύει στην, επί της οδού , με Α.Φ.Μ παρακάτω πράξεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ Α' Πατρών:

α. Της υπ' αριθ /2017 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικονομικού έτους 2012 (διαχειριστικής περιόδου 01.01.2011 - 31.12.2011, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της διαφορά φόρου εισοδήματος ποσού 626.625,19 Ευρώ, πλέον προσθέτου φόρου λόγω ανακρίβειας ποσού 751.950,23 Ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 1.378.575,42 Ευρώ.

β. Της υπ' αριθμ /2017 Πράξης Επιβολής Προστίμου άρθρου 39§7 του Ν. 2238/1994,με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της πρόστιμο ποσού 739.606,46 Ευρώ.

5. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ Α' Πατρών

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Α1 τμήματος της Υπηρεσίας μας, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Σύντομο Ιστορικό

Κατόπιν της με αριθμό /2017 εντολής ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ Α' Πατρών, που εκδόθηκε μετά το υπ' αριθμ. πρωτ. Εμπ /16 Δελτίο Πληροφοριών της Ειδικής Γραμματείας Σ.Δ.Ο.Ε. -ΕΙΔΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΘΝΙΚΩΝ και ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ και ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΑΠΑΤΗΣ και ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ, διενεργήθηκε έλεγχος στα βιβλία και στοιχεία της παραπάνω επιχείρησης για την διαχειριστική περίοδο 01/01 /2θ11 - 31/12/2011 και διαπιστώθηκε ότι οι ενδοομιλικές αγορές αξίας 6.363.281,83€ που είχε πραγματοποιήσει για μηχανολογικό και ιατρικό εξοπλισμό από την Κυπριακή επιχείρηση " ", ήταν υπερτιμολογημένες κατά 3.833.503,78 €, όπως υπολογίσθηκε σύμφωνα με την έρευνα της Διεύθυνσης Ελέγχων, τμήμα ειδικών φορολογικών ελέγχων (Δ) και έγινε γνωστό στην Δ.Ο.Υ Α' Πατρών με το έγγραφο αριθ. πρωτ. ΔΕΛ Δ ΕΞ2017/16-01-17.

Κατόπιν της διαπίστωσης αυτής σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του Ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.) επιβλήθηκαν οι προβλεπόμενες εξ αυτού κυρώσεις, ήτοι αφενός η προσαύξηση των καθαρών κερδών της χρήσης 2011 με το ποσό της υπερτιμολόγησης 3.833.503,78 €, που προστέθηκε σε αυτά ως λογιστική διαφορά, και αφετέρου η επιβολή αυτοτελούς προστίμου ίσο με ποσοστό 20% επί του ποσού της υπερτιμολόγησης.

Η προσφεύγουσα εταιρεία, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να γίνει δεκτή αυτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, προβάλλοντας τους κάτωθι ισχυρισμούς:

1ος Λόγος Προσφυγής: Μη νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του Ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), διότι δεν στοιχειοθετείται η έννοια των «συνδεδεμένων επιχειρήσεων» - Μη εκπλήρωση του ανατεθειμένου στη Φορολογική Αρχή βάρους αποδείξεως.

2ος Λόγος Προσφυγής: Μη νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του Ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), διότι δεν θεμελιώνεται η έννοια του «κέρδους».

3ος Λόγος Προσφυγής: Στέρηση της αποτελεσματικής ασκήσεως του δικαιώματος προηγουμένης ακροάσεως.

4ος Λόγος Προσφυγής: Παντελώς αναιτιολόγητη, άλλως πλημμελώς αιτιολογημένη κρίση της Φορολογικής Αρχής - Προδήλως εσφαλμένη η μεθοδολογία του ελέγχου.

5ος Λόγος Προσφυγής: Επικουρικώς, εσφαλμένος καταλογισμός λογιστικής διαφοράς στο ύψους της φερομένης ως υπερτιμολογήσεως και όχι με βάση το ποσό των αποσβέσεων, που αφορούν στην επίμαχη χρήση.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 02/10/2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία « », με Α.Φ.Μ. , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.2238/1994 «Υπερτιμολογήσεις και υποτι μολογήσεις»

1. [α] Όταν μεταξύ ημεδαπών επιχειρήσεων, οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3,πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.

[α]. Η παράγρ. 1 του άρθρου 39 τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 13 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ Α' 58) και ισχύει σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 92 του ίδιου νόμου από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. 23.4.2010.

2. Όταν μεταξύ ημεδαπής και αλλοδαπής επιχείρησης οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3, πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την ημεδαπή επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται για τις επιχειρήσεις που συνδέονται με σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής ή οικονομικής εξάρτησης ή ελέγχου, λόγω συμμετοχής της μιας στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση της άλλης ή λόγω συμμετοχής των ιδίων προσώπων στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση και των δύο επιχειρήσεων.
 
4. Η διαφορά κερδών που προκύπτει από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, προσαυξάνει τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που προκύπτουν από τα βιβλία της, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών.

5. Για τον έλεγχο της εφαρμογής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι ελεγχόμενες επιχειρήσεις υποχρεούνται να τηρούν τα στοιχεία τεκμηρίωσης τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών που καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 39Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

6. Όταν από τον έλεγχο διαπιστώνεται ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 2, η υπόθεση παραπέμπεται από την αρμόδια ελεγκτική αρχή σε ειδική επιτροπή της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 66 η οποία αποφαίνεται αιτιολογημένα, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνώς αποδεκτές κατευθυντήριες οδηγίες του ΟΟΣΑ για τις τιμές μεταβίβασης για πολυεθνικές επιχειρήσεις και φορολογικές αρχές, για τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 του παρόντος και για το ύψος της προσαύξησης των κερδών ανά περίπτωση.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

7. Σε βάρος των επιχειρήσεων για τις οποίες συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, επιβάλλεται πρόστιμο που υπολογίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%)[β] επί των επιπλέον καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

[β]. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 οι λέξεις «είκοσι τοις εκατό (20%)» τέθηκαν σε αντικατάσταση των λέξεων «δέκα τοις εκατό (10%)» με την περίπτωση β' της παραγράφου 13 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚΑ' 58) και ισχύουν σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 92 του ίδιου νόμου από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. 23.4.2010.

Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται ανεξάρτητα από την τυχόν επιβολή πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων και λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν και καταβάλλεται εφάπαξ εντός του επόμενου μήνα από αυτόν εντός του οποίου γίνεται η βεβαίωση. Οι διατάξεις των άρθρων 69, 70, 71 και 74, καθώς και του άρθρου 9 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α) έχουν εφαρμογή και για το πρόστιμο αυτό με εξαίρεση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997[γ].

[γ]. Στο τέλος του τελευταίου εδαφίου της παραγρ. 7 προστέθηκαν οι λέξεις «με εξαίρεση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997» με την περίπτ. γ' της παραγρ. 13 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ Α' 58) και ισχύουν σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 92 του ίδιου νόμου από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλ. 23.4.2010. Δηλαδή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η μείωση του προστίμου στο 1/3.] 8

Επειδή, με την Αριθ. Πρωτ. : ΔΕΛ Δ 1133839 ΕΞ 2015 απόφαση με ΘΕΜΑ: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 του ν.2238/1994, ισχύουν τα ακόλουθα:

Α. Ως προς την επιβολή του προστίμου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 39 του ν.2238/1994, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την τροποποίησή τους με το ν.4110/2013.

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ν.2238/1994, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την τροποποίησή τους με το ν.4110/2013, ήτοι για ενδοομιλικές συναλλαγές που πραγματοποιούνταν σε διαχειριστικές περιόδους που άρχισαν πριν την 1.1.2012, οριζόταν ότι όταν μεταξύ ημεδαπών επιχειρήσεων, οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3, πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου οριζόταν ότι σε βάρος των επιχειρήσεων για τις οποίες συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, επιβάλλεται πρόστιμο που υπολογίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) επί των επιπλέον καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

3. Συνεπώς, από το συνδυασμό των ανωτέρω προκύπτει ότι σε περίπτωση που μετά από έλεγχο, διαπιστωθεί τιμολόγηση παροχής υπηρεσιών ή πώλησης αγαθών με όρους διαφορετικούς από εκείνους μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων, δηλαδή διαπιστωθεί ότι οι όροι αυτοί είναι δεν είναι σύμφωνοι με την «αρχή των ίσων αποστάσεων (Arm's Length Principle)», τότε προσαυξάνονται τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης με τα κέρδη που δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών αυτών όρων και σε κάθε περίπτωση επί της προσδιορισθείσας διαφοράς κερδών επιβάλλεται το πρόστιμο της παραγράφου 7 του ν.2238/1994 ως ίσχυε έως 31.12.2011, δίχως να εξετάζεται εάν το καθαρό αποτέλεσμα χρήσης της επιχείρησης είναι κέρδος ή ζημία.

Β. Εφαρμοζόμενες διατάξεις για τις διαχειριστικές περιόδους των οποίων η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος λήγει από 1.1.2011 μέχρι και 31.12.2011. 1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 16 του άρθρου 11 του ν.4110/2013, όπως ισχύουν, ορίζεται ότι οι εκκρεμείς φάκελοι τεκμηρίωσης των διατάξεων του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 που έχουν προσκομιστεί στη Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και αφορούν τις διαχειριστικές περιόδους που λήγουν μετά τη 18η Δεκεμβρίου 2008 και η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος λήγει μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2011, παραδίδονται στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου και συντάσσεται προς τούτο σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής. Στην ίδια ως άνω αρμόδια Υπηρεσία παραδίδονται και οι καταστάσεις των ενδοομιλικών συναλλαγών που είχαν υποβληθεί στη Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή για όλες τις διαχειριστικές περιόδους. Οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης έχουν το δικαίωμα να ζητούν τους φακέλους τεκμηρίωσης από όλες τις επιχειρήσεις που είχαν υποχρέωση να συντάξουν φάκελο τεκμηρίωσης για τις ως άνω διαχειριστικές περιόδους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 και να αξιοποιούν αυτούς και τα ως άνω παραδοθέντα στοιχεία στο πλαίσιο των διενεργούμενων από αυτές φορολογικών ελέγχων, σύμφωνα με τις ισχύουσες σε κάθε διαχειριστική περίοδο διατάξεις. Σε περίπτωση μη διάθεσης στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία του φακέλου τεκμηρίωσης εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της σχετικής πρόσκλησης ή μη υποβολής της κατάστασης ενδοομιλικών συναλλαγών, επιβάλλεται με απόφαση του Προϊσταμένου της, σε βάρος της επιχείρησης πρόστιμο ίσο με το δέκα τοις εκατό (10%) επί της αξίας των συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης. Η Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή διατηρεί το δικαίωμα πρόσβασης στους ως άνω φακέλους τεκμηρίωσης για λόγους διεξαγωγής ερευνών αγοράς. Ως εκκρεμείς φάκελοι νοούνται οι φάκελοι των υποθέσεων για τις οποίες είτε δεν έχει γίνει έναρξη του ελέγχου είτε έχει γίνει έναρξη του ελέγχου και δεν έχει επιδοθεί στις ελεγχόμενες επιχειρήσεις απόφαση επιβολής χρηματικού προστίμου από το αρμόδιο προς τούτο όργανο. Ως έναρξη του ελέγχου νοείται η πρώτη πράξη της Διοίκησης προς περαιτέρω διερεύνηση του φακέλου τεκμηρίωσης ή/και προσκόμισης συμπληρωματικών εγγράφων, πέραν της έγγραφης πρόσκλησης για την προσκόμιση του φακέλου τεκμηρίωσης. Ειδικά για υποθέσεις εκπρόθεσμης υποβολής της κατάστασης που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008, για τις οποίες μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν έχει βεβαιωθεί το οριζόμενο στην παράγραφο 6 του ίδιου ως άνω άρθρου, επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο που ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 11 του παρόντος. Αρμόδια για την περαίωση των υποθέσεων αυτών είναι η Διεύθυνση Κοστολόγησης και Έρευνας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, η οποία οφείλει εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος να εισηγηθεί σχετικά στον αρμόδιο, για την επιβολή του προστίμου Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή κατά τις διατάξεις των παραγράφων 3 ως 6 του άρθρου 11 της υπ' αριθμ. Α2 -8092/ 31.12.2008 υπουργικής απόφασης (Β' 2709). Μετά τη δημοσίευση του παρόντος, εκπρόθεσμες καταστάσεις ενδοομιλικών συναλλαγών υποβάλλονται αποκλειστικά στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, η οποία και επιβάλλει το πρόστιμο της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του παρόντος.

2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 17 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύουν, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 5 εφαρμόζονται για ενδοομιλικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται, σε διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1.1.2012 και μετά, καθώς και σε υπερδωδεκάμηνη διαχειριστική περίοδο που άρχισε πριν την 1.1.2012 και λήγει από 31.12.2012 και μετά.

Για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στις διαχειριστικές περιόδους που άρχισαν μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3775/2009 (διαχειριστικές περιόδους για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος γεννάται από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μετά) και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, λαμβάνεται υπόψη ο φάκελος τεκμηρίωσης που ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3728/2008. Ο έλεγχος διενεργείται από την αρμόδια φορολογική αρχή, όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 39 του ν. 2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), η οποία προσδιορίζει και τις τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών σε περίπτωση μη τήρησης ή μη διάθεσης ή τήρησης ανεπαρκούς ή ανακριβούς φακέλου τεκμηρίωσης, καταργούμενης της παραγράφου 6 του άρθρου 39, όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση του από τον παρόντα νόμο.»

3. Επειδή:

α. Σύμφωνα με τα ανωτέρω για τις διαχειριστικές περιόδους των οποίων η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος λήγει το διάστημα από 1/1/2011 έως 31/12/2011 ισχύουν τόσο οι διατάξεις της παρ. 16 του άρθρου 11 του ν.4110/2013 όσο και οι διατάξεις της παρ.17 του ίδιου άρθρου που προβλέπουν διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης και ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών και β. Η αλλαγή των φορολογικών διατάξεων για τις ενδοομιλικές συναλλαγές που έγινε με το ν.3775/2009 ισχύει για διαχειριστικές περιόδους των οποίων η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει από 1 /1 /2011 και μετά.

Προκειμένου να υπάρχει ομοιόμορφη αντιμετώπιση από τις ελεγκτικές υπηρεσίες για τις διαχειριστικές αυτές περιόδους θα εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 17.

Επειδή, κατά τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31/12/2011 ο κ  είναι μέτοχος στην προσφεύγουσα επιχείρηση με ποσοστό 22,81%,πρόεδρος και Δ/νων σύμβουλος μέχρι 23/08/2011και από 30/06/2010 έως 01/11/2012 μοναδικός μέτοχος της Κυπριακής επιχείρησης " ", με αποτέλεσμα οι συναλλασσόμενες στη προκειμένη περίπτωση επιχειρήσεις να συνδέονται με σχέση άμεσης ουσιώδους διοικητικής ,οικονομικής εξάρτησης και ελέγχου.

Επειδή, το ποσό των 135.471,48 € που δηλώθηκε ως λογιστική διαφορά με την τροποποιητική Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος της διαχειριστικής περιόδου 01/01/2011 -31/12/2011 με αριθμό πρωτ και ημερομηνία κατάθεσης 29/05/17 κατ' εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4446/2016, αφορά μέρος του συνολικού ποσού αποσβέσεων εκ 194.077,55 ευρώ, που διενήργησε η προσφεύγουσα επί των παγίων που προμηθεύτηκε από την κυπριακή επιχείρηση " ", όπως αναφέρεται στην οικεία έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Δ.Ο.Υ Α ΠΑΤΡΩΝ και προκύπτει από τα κατατεθέντα με την ενδικοφανή προσφυγή έγγραφα με αριθ. 5 και 7, ήτοι (Υπερτιμολόγηση/ αξία αγορών από την Κυπριακή εταιρεία χ σύνολο αποσβέσεων: 3.833.503,78 €/ 6.363.281,83 € = 60,24% Χ 322.174,55 € = 194.077,95€).

Επειδή, οι αγορές της προσφεύγουσας επιχείρησης από την Κυπριακή επιχείρηση " ", αφορούν πάγια επενδυτικά αγαθά επί των οποίων διενεργούνται αποσβέσεις και δεν εξέπεσαν ως δαπάνες από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 2011, το κέρδος κατά την έννοια των παρ.1 και 2 του άρθρου 39 ν.2238/94,επέρχεται μέσω των αποσβέσεων που διενεργούνται κάθε χρήση επί των παγίων αξίας 6.363.281,83 €.

Ως εκ τούτου γίνεται δεκτός ο πέμπτος (5ος) ισχυρισμός της προσφεύγουσας επιχείρησης, απορριπτόμενων όλων των υπόλοιπων.

Επειδή, όσον αφορά το πρόστιμο της παραγράφου 7 του άρθρου 39 ν.2238/1994,ορθά επιβλήθηκε και επικυρώνεται η αριθ /2017 πράξη επιβολής προστίμου.

Αποφασίζουμε

Την μερική αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 18/09/2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία « », με Α.Φ.Μ

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα εισήγηση:

Α. Προσδιορισμός Αποτελεσμάτων

Ζημία βάσει ισολογισμού

-702.744,20€

Πλέον δηλωθείσες λογιστικές διαφορές αρχικής δηλώσεως

2.366,37€

Πλέον λογιστικές διαφορές, που δηλώθηκαν με την τροποποιητική δήλωση του Ν. 4446/2016

135.471,48€

Υπόλοιπο ζημίας

-564.906,35€

Διαφορά αποσβέσεων που δεν δηλώθηκε με την τροποποιητική δήλωση του Ν. 4446/2016 (194.077,95€-135.471,48€=58.606,07€)

58.606,07€

Ζημία χρήσεως

-506.300,00€


Β. Πρόστιμο της παραγράφου 7 του άρθρου 39 ν.2238/1994:739.606,46 €

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.


Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Yπόθεση C-80/17 Υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων – Οδηγία 72/166/ΕΟΚ – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Δεύτερη οδηγία 84/5/ΕΟΚ – Άρθρο 1, παράγραφος 4 – Υποχρεωτική σύναψη ασφαλιστικής συμβάσεως – Όχημα σταθμευμένο εντός ιδιόκτητου οικοπέδου – Δικαίωμα του οργανισμού αποζημιώσεως να ασκήσει αγωγή κατά του κυρίου μη ασφαλισμένου οχήματος

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 4ης Σεπτεμβρίου 2018  «Προδικαστική παραπομπή – Υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων – Οδηγία 72/166/ΕΟΚ – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Δεύτερη οδηγία 84/5/ΕΟΚ – Άρθρο 1, παράγραφος 4 – Υποχρεωτική σύναψη ασφαλιστικής συμβάσεως – Όχημα σταθμευμένο εντός ιδιόκτητου οικοπέδου – Δικαίωμα του οργανισμού αποζημιώσεως να ασκήσει αγωγή κατά του κυρίου μη ασφαλισμένου οχήματος»

Στην υπόθεση C‑80/17,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο, Πορτογαλία) με απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Φεβρουαρίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

Fundo de Garantia Automóvel

κατά

Alina Antónia Destapado Pão Mole Juliana,

Cristiana Micaela Caetano Juliana,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, M. Ilešič,, L. Bay Larsen, T. von Danwitz και J. Malenovský, προέδρους τμήματος, E. Juhász, A. Borg Barthet, J.‑C. Bonichot, A. Arabadjiev (εισηγητή), M. Berger, F. Biltgen, K. Jürimäe, Κ. Λυκούργο, Μ. Βηλαρά και E. Regan, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Bobek

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 30ής Ιανουαρίου 2018,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes, M. Figueiredo και T. Larsen,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και M. Hellmann,

–        η Ιρλανδία, εκπροσωπούμενη από τις M. Browne, G. Hodge και E. Creedon, καθώς και από τον A. Joyce, επικουρούμενους από την G. Gilmore, BL,

–        η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τη V. Ester Casas,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον P. Garofoli, avvocato dello Stato,

–        η Λεττονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις I. Kucina και G. Bambāne,

–        η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον S. Brandon, καθώς και από τις C. Brodie, R. Fadoju και G. Brown, επικουρούμενους από τον A. Bates, barrister,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους K.‑P. Wojcik και B. Rechena,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Απριλίου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3 της οδηγίας 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 136), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005 (ΕΕ 2005, L 149, σ. 14) (στο εξής: πρώτη οδηγία), και του άρθρου 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων (ΕΕ 1984, L 8, σ. 17), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005 (ΕΕ 2005, L 149, σ. 14) (στο εξής: δεύτερη οδηγία).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Fundo de Garantia Automóvel (Ταμείου ασφαλίσεως αυτοκινήτων, Πορτογαλία, στο εξής: Ταμείο) και των Alina Antónia Destapado Pão Mole Juliana και Cristiana Micaela Caetano Juliana, αφορώσας την επιστροφή των αποζημιώσεων που κατέβαλε το Ταμείο στα θύματα ατυχήματος στο οποίο ενεπλάκη όχημα το οποίο ανήκε στην Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana και το οποίο οδηγούσε ο υιός της.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η οδηγία 2009/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ 2009, L 263, σ. 11), κατήργησε, μεταξύ άλλων, την πρώτη και τη δεύτερη οδηγία. Ωστόσο, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου κατά τον οποίο επήλθαν τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κύριας δίκης, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι δύο τελευταίες αυτές οδηγίες.

4        Το άρθρο 1 της πρώτης οδηγίας όριζε τα εξής:

«Κατά την έννοια της παρούσης οδηγίας:

1.      ως “όχημα” νοείται οποιοδήποτε αυτοκίνητο όχημα προοριζόμενο να κινείται επί του εδάφους διά μηχανικής δυνάμεως και μη κινούμενο επί σιδηροτροχιών, ως επίσης και οποιοδήποτε ρυμουλκούμενο όχημα, συζευγμένο ή μη μετά του κυρίως αυτοκινήτου οχήματος·

[...]».

5        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής όριζε τα ακόλουθα:

«Κάθε Κράτος μέλος λαμβάνει, υπό την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 4, όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η αστική ευθύνη, η σχετική με την κυκλοφορία οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφός του να καλύπτεται από ασφάλιση. Η έκταση της καλυπτομένης ευθύνης και οι όροι και συνθήκες της καλύψεως καθορίζονται με βάση τα μέτρα αυτά.»

6        Το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας προέβλεπε τα εξής:

«Κάθε Κράτος μέλος δύναται να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του άρθρου 3:

α)      για ορισμένα, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Ο κατάλογος των εν λόγω προσώπων συντάσσεται από το ενδιαφερόμενο Κράτος και κοινοποιείται στα άλλα Κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

Στην περίπτωση αυτή το κράτος μέλος, που προβλέπει την παρέκκλιση λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει την καταβολή της αποζημιώσεως για ζημίες που προκλήθηκαν στο έδαφος των άλλων κρατών μελών από οχήματα που ανήκουν στα πρόσωπα αυτά. [...]

β)      για ορισμένους τύπους οχημάτων ή ορισμένα οχήματα με ειδική πινακίδα κυκλοφορίας. Ο κατάλογος των εν λόγω οχημάτων καταρτίζεται από το ενδιαφερόμενο Κράτος και κοινοποιείται στα άλλα Κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα οχήματα που αναφέρονται στο παρόν σημείο, να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα οχήματα για τα οποία δεν έχει καλυφθεί η ασφαλιστική υποχρέωση που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 1. [...]»

7        Το άρθρο 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας όριζε τα ακόλουθα:

«Κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή εγκρίνει οργανισμό, αποστολή του οποίου είναι να αποζημιώνει, τουλάχιστον εντός των ορίων της υποχρέωσης ασφάλισης, τις υλικές ζημίες ή τις σωματικές βλάβες που προκαλούνται από οχήματα αγνώστων στοιχείων ή για τα οποία δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να προσδίδουν στην παρέμβαση του οργανισμού αυτού επικουρικό ή μη επικουρικό χαρακτήρα, ούτε το δικαίωμά τους να ρυθμίζουν τον διακανονισμό των αξιώσεων μεταξύ του οργανισμού αυτού και του υπευθύνου ή των υπευθύνων του ατυχήματος και των άλλων ασφαλιστών ή οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης που υποχρεούνται να αποζημιώσουν το θύμα για το ίδιο ατύχημα. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιτρέπουν στον οργανισμό να απαιτεί από το θύμα του ατυχήματος, προκειμένου να του καταβάλει την αποζημίωση, να αποδείξει, καθ' οιονδήποτε τρόπο, ότι ο υπεύθυνος αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.»

 Το πορτογαλικό δίκαιο

8        Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του Decreto-Lei n° 522/85 – Seguro Obrigatório de Responsabilidade Civil Automóvel (νομοθετικού διατάγματος υπ’ αριθ. 522/85 για την υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων), της 31ης Δεκεμβρίου 1985 (Diário da República, σειρά I, αριθ. 301, 6ο συμπλήρωμα, της 31ης Δεκεμβρίου 1985), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης (στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 522/85), προβλέπει ότι κάθε πρόσωπο το οποίο μπορεί να υπέχει αστική ευθύνη για την αποκατάσταση υλικής ζημίας ή την ικανοποίηση ηθικής βλάβης που απορρέει από σωματικές βλάβες ή υλικές ζημίες οι οποίες προκαλούνται σε τρίτους από χερσαίο μηχανοκίνητο όχημα, από τα ρυμουλκούμενα ή από τα ημιρυμουλκούμενά του, οφείλει, προκειμένου να επιτρέπεται η κυκλοφορία των εν λόγω οχημάτων, να συνάπτει σύμβαση ασφαλίσεως, κατά τους όρους του παρόντος νομοθετικού διατάγματος, καλύπτουσα την εν λόγω ευθύνη.

9        Κατά το άρθρο 2 του νομοθετικού αυτού διατάγματος, υποχρέωση ασφαλίσεως υπέχει, κατ’ αρχήν, ο κύριος του οχήματος.

10      Το άρθρο 8, παράγραφοι 1 και 2, του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος ορίζει ότι η ασφαλιστική σύμβαση καλύπτει την αστική ευθύνη του λήπτη της ασφαλίσεως, των οριζόμενων στο άρθρο 2 προσώπων που υπέχουν υποχρέωση ασφαλίσεως και των νόμιμων κατόχων και οδηγών του οχήματος, καθώς και την αποζημίωση που οφείλεται από τους αυτουργούς απλής κλοπής, διακεκριμένης κλοπής, παράνομης χρήσεως μηχανοκίνητου οχήματος ή τροχαίων ατυχημάτων προκληθέντων εκ προθέσεως, πλην ορισμένων εξαιρέσεων.

11      Βάσει του άρθρου 21 του νομοθετικού διατάγματος 522/85, το Ταμείο οφείλει να καταβάλλει, σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοθετικού αυτού διατάγματος, τις αποζημιώσεις που οφείλονται λόγω ατυχημάτων που προκαλούνται από την κυκλοφορία μηχανοκίνητων οχημάτων, ταξινομημένων, μεταξύ άλλων, στην Πορτογαλία.

12      Όπως προκύπτει από το άρθρο 25 του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος, αφού καταβάλει την αποζημίωση, το Ταμείο υποκαθίσταται στα δικαιώματα του θύματος και δικαιούται επίσης να ζητήσει την καταβολή των νόμιμων τόκων υπερημερίας και την επιστροφή των εξόδων που πραγματοποιήθηκαν για τη βεβαίωση και την είσπραξη των απαιτήσεων, κάθε δε πρόσωπο το οποίο, ενώ υπέχει υποχρέωση ασφαλίσεως, δεν συνήψε σχετική σύμβαση, μπορεί να εναχθεί ενώπιον των δικαστηρίων από το Ταμείο. Το Ταμείο έχει επίσης το δικαίωμα να στραφεί δικαστικώς κατά των λοιπών ευθυνομένων για το ατύχημα, κατά περίπτωση, για τα ποσά τα οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει.

13      Το άρθρο 503, παράγραφος 1, του αστικού κώδικα προβλέπει ότι όποιος ασκεί φυσική εξουσία επί μηχανοκίνητου οχήματος χερσαίας κυκλοφορίας και το χρησιμοποιεί προς ίδιο συμφέρον, ακόμη και μέσω προστηθέντος, ευθύνεται για τις ζημίες που προκύπτουν από τους εγγενείς στο όχημα κινδύνους, ακόμη και αν αυτό δεν κυκλοφορεί.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

14      Η Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana, κυρία μηχανοκίνητου οχήματος ταξινομημένου στην Πορτογαλία, είχε, λόγω προβλημάτων υγείας, παύσει να οδηγεί το όχημα αυτό και το είχε σταθμεύσει στην αυλή του σπιτιού της, χωρίς, ωστόσο, να προβεί σε ενέργειες για την επίσημη απόσυρσή του από την κυκλοφορία.

15      Στις 19 Νοεμβρίου 2006, το όχημα αυτό, το οποίο οδηγούσε ο υιός της Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana, ο οποίος είχε αποκτήσει την κατοχή του οχήματος χωρίς την άδεια της μητέρας του και εν αγνοία της, βγήκε από την πορεία του με αποτέλεσμα να προκαλέσει τον θάνατο του οδηγού καθώς και δύο άλλων ατόμων που επέβαιναν επί του οχήματος αυτού.

16      Η Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana δεν είχε συνάψει, κατά τον χρόνο αυτό, σύμβαση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του εν λόγω οχήματος.

17      Αφού αποζημίωσε τους έλκοντες δικαιώματα από τους επιβάτες του ιδίου οχήματος για τις ζημίες που προκλήθηκαν από το εν λόγω ατύχημα, το Ταμείο άσκησε ακολούθως αγωγή κατά της Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana, καθώς και κατά της C. M. Caetano Juliana, θυγατέρας του οδηγού, με αίτημα την επιστροφή ποσού ύψους 437 345,85 ευρώ.

18      Προς άμυνά της, η Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι δεν ήταν υπεύθυνη για το ατύχημα και ότι, καθόσον είχε σταθμεύσει το όχημά της στην αυλή του σπιτιού της και δεν σκόπευε να το θέσει σε κυκλοφορία, δεν υποχρεούνταν να συνάψει σύμβαση για την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού.

19      Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή που άσκησε το Ταμείο και έκρινε ότι το γεγονός ότι η κυρία του οχήματος δεν επιθυμούσε να το θέσει σε κυκλοφορία και ότι το ατύχημα συνέβη χωρίς να μπορεί να της καταλογισθεί ευθύνη για τη ζημία δεν απέκλειε την υποχρέωση συνάψεως συμβάσεως για ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού. Κατά το εν λόγω δικαστήριο, η σύμβαση αυτή εγγυάται την καταβολή αποζημιώσεων στα θύματα τροχαίου ατυχήματος ακόμη και σε περίπτωση κλοπής του οχήματος.

20      Η Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ενώπιον του Tribunal da Relação (εφετείου, Πορτογαλία).

21      Το Tribunal da Relação (εφετείο), καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε υποχρέωση συνάψεως συμβάσεως για την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του συγκεκριμένου οχήματος και ότι η Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana δεν έφερε ευθύνη, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και απέρριψε την αγωγή που είχε ασκήσει το Ταμείο.

22      Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως που άσκησε ενώπιον του Supremo Tribunal de Justiça (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Πορτογαλία), το Ταμείο υποστηρίζει ότι υπάρχουν εγγενείς στα οχήματα κίνδυνοι, οι οποίοι καθιστούν υποχρεωτική τη σύναψη συμβάσεως για την ασφάλιση της σχετικής με τα οχήματα αστικής ευθύνης, ακόμη και όταν αυτά δεν κυκλοφορούν. Το Ταμείο ζητεί επίσης να υποβληθεί στο Δικαστήριο το ερώτημα αν το δικαίωμα υποκαταστάσεως, το οποίο του αναγνωρίζεται δυνάμει του άρθρου 25 του νομοθετικού διατάγματος 522/85, είναι ανεξάρτητο του εθνικού συστήματος καταλογισμού της αστικής ευθύνης που προβλέπεται στο άρθρο 503, παράγραφος 1, του αστικού κώδικα.

23      Το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) επισημαίνει ότι η αίτηση αναιρέσεως της οποίας έχει επιληφθεί εγείρει το ζήτημα αν η υποχρέωση του κυρίου ενός οχήματος να συνάψει σύμβαση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματός του απορρέει από το γεγονός και μόνον ότι είναι κύριος του εν λόγω οχήματος ή αν δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση οσάκις το όχημα είναι ακινητοποιημένο εκτός του δημόσιου οδικού δικτύου με επιλογή του κυρίου.

24      Όπως προκύπτει από την απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, Vnuk (C‑162/13, EU:C:2014:2146), στην έννοια της «κυκλοφορίας οχημάτων» του άρθρου 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας εμπίπτει κάθε χρήση οχήματος η οποία ανταποκρίνεται στη συνήθη χρήση του οχήματος αυτού.

25      Εντούτοις, η υπόθεση της κύριας δίκης διαφέρει από εκείνη επί της οποίας εκδόθηκε η προμνησθείσα απόφαση, στο μέτρο που, εν προκειμένω, δεν είχε συναφθεί ασφαλιστική σύμβαση, το δε όχημα ήταν, με επιλογή του κυρίου του, ακινητοποιημένο εντός ιδιόκτητου χώρου και τέθηκε σε κυκλοφορία χωρίς να το γνωρίζει ή να το επιτρέψει ο εν λόγω κύριος.

26      Σε τέτοια περίπτωση, το αιτούν δικαστήριο μάλλον εκτιμά ότι δεν υφίσταται υποχρέωση συνάψεως ασφαλιστικής συμβάσεως καλύπτουσας τη σχετική με την κυκλοφορία του επίμαχου οχήματος ευθύνη.

27      Συγκεκριμένα, κατά το αιτούν δικαστήριο, η εν λόγω υποχρέωση υφίσταται μόνον όταν, αφενός, ο κύριος του οικείου οχήματος το θέτει σε κυκλοφορία ή σε κατάσταση που ενέχει κίνδυνο λόγω της κυκλοφορίας μηχανοκίνητων οχημάτων και, αφετέρου, ο κύριος είναι δυνατό να υπέχει αστική ευθύνη έναντι τρίτων για ζημίες που απορρέουν από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού. Θα ήταν δυσανάλογο να θεωρείται ότι ο κύριος έχει την ίδια υποχρέωση, οσάκις έχει επιλέξει να αποσύρει από την κυκλοφορία το όχημά του και το ατύχημα επέρχεται κατόπιν της παράνομης ιδιοποιήσεως του εν λόγω οχήματος, το οποίο χρησιμοποιείται χωρίς τη συγκατάθεση του κυρίου.

28      Εντούτοις, δεδομένου ότι η παρέμβαση του οργανισμού του άρθρου 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας προβλέπεται, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, μόνον όταν οι ζημίες έχουν προκληθεί από όχημα για το οποίο δεν έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας υποχρέωση ασφαλίσεως, αν θεωρηθεί ότι ένα πρόσωπο που βρίσκεται στην κατάσταση της Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana δεν υπέχει τέτοια υποχρέωση, τούτο σημαίνει ότι το Ταμείο δεν πρέπει να παρεμβαίνει υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης.

29      Εξάλλου, το άρθρο 1, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο, της δεύτερης οδηγίας εγείρει αμφιβολίες ως προς το αν μπορεί να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του κυρίου του οχήματος λόγω της ιδιότητάς του αυτής και μόνον ή αν η ευθύνη αυτή υφίσταται μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες είναι δυνατόν να στοιχειοθετηθεί η αστική του ευθύνη για τις προκληθείσες από το ατύχημα ζημίες.

30      Ειδικότερα, τίθεται το ζήτημα αν το Ταμείο μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του κυρίου του οχήματος ο οποίος δεν τήρησε την υποχρέωσή του να συνάψει σύμβαση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού, προκειμένου να του επιστραφούν οι αποζημιώσεις που καταβλήθηκαν στα θύματα, ανεξαρτήτως του αν στοιχειοθετείται αστική ευθύνη του κυρίου αυτού λόγω του επίμαχου ατυχήματος, ή αν το Ταμείο μπορεί να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο μόνον όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση τέτοιας ευθύνης, μεταξύ άλλων η προϋπόθεση να ασκείται φυσική εξουσία επί του οχήματος, κατά την έννοια του άρθρου 503, παράγραφος 1, του αστικού κώδικα.

31      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 3 της [πρώτης οδηγίας] την έννοια ότι η υποχρέωση συνάψεως συμβάσεως ασφαλίσεως αστικής ευθύνης σχετικής με την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων περιλαμβάνει ακόμα και την περίπτωση εκείνη, στην οποία το όχημα, κατόπιν αποφάσεως του κυρίου του, βρίσκεται ακινητοποιημένο σε ιδιωτικό οικόπεδο, εκτός της δημόσιας οδού;

ή

έχει την έννοια ότι, υπό τέτοιες περιστάσεις, ο κύριος του οχήματος δεν υπέχει υποχρέωση ασφαλίσεως του οχήματος, ανεξάρτητα από την ευθύνη που αναλαμβάνει το [Ταμείο] έναντι τρίτων ζημιωθέντων, ιδίως σε περίπτωση παράνομης αφαιρέσεως και χρήσεως του οχήματος;

2)      Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 4, της [δεύτερης οδηγίας] την έννοια ότι το [Ταμείο] –το οποίο, ελλείψει συμβάσεως ασφαλίσεως αστικής ευθύνης, κατέβαλε την αντίστοιχη αποζημίωση σε τρίτους ζημιωθέντες λόγω τροχαίου ατυχήματος που προκάλεσε αυτοκίνητο όχημα το οποίο, χωρίς την άδεια και εν αγνοία του κυρίου του, αφαιρέθηκε από το ιδιωτικό ακίνητο όπου βρισκόταν ακινητοποιημένο– έχει δικαίωμα υποκαταστάσεως έναντι του κυρίου του οχήματος, ανεξάρτητα από την ευθύνη του κυρίου για το ατύχημα;

ή

έχει την έννοια ότι η υποκατάσταση του [Ταμείου] έναντι του κυρίου εξαρτάται από τη συνδρομή των προϋποθέσεων της αστικής ευθύνης, και ιδίως από το γεγονός ότι, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, ο κύριος πρέπει να ασκεί φυσική εξουσία επί του οχήματος;»

32      Με έγγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 28 Αυγούστου 2017, η Ιρλανδία ζήτησε, δυνάμει του άρθρου 16, τρίτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να εκδικασθεί η υπόθεση από το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου.

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

33      Με το πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας έχει την έννοια ότι η σύναψη συμβάσεως για την ασφάλιση της σχετικής με την κυκλοφορία αυτοκινήτου οχήματος αστικής ευθύνης είναι υποχρεωτική όταν το οικείο όχημα βρίσκεται σταθμευμένο εντός ιδιόκτητου οικοπέδου αποκλειστικώς και μόνον από επιλογή του κυρίου του, ο οποίος δεν προτίθεται πλέον να το οδηγήσει.

34      Το ως άνω ερώτημα στηρίζεται στο γεγονός ότι το Ταμείο ζήτησε από την Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana, βάσει του άρθρου 25 του νομοθετικού διατάγματος 522/85, την επιστροφή των αποζημιώσεων που καταβλήθηκαν στους έλκοντες δικαίωμα από τα θύματα του ατυχήματος στο οποίο ενεπλάκη το όχημά της, για τον λόγο ότι η τελευταία, αφενός, υποχρεούνταν να συνάψει σύμβαση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού και, αφετέρου, παρέβη την υποχρέωση αυτή. Στο πλαίσιο ακριβώς αυτό, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, κατ’ ουσίαν, κατά πόσον, στην περίπτωση που περιγράφεται στην προηγούμενη σκέψη, το εν λόγω όχημα έπρεπε να καλύπτεται από τέτοια ασφάλιση.

35      Κατόπιν της ανωτέρω διευκρινίσεως, πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας, κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 4 της οδηγίας αυτής, όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η αστική ευθύνη σε σχέση με την κυκλοφορία οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφός του να καλύπτεται από ασφάλιση.

36      Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας, η διατύπωση του οποίου είναι πολύ γενικόλογη, επιβάλλει επομένως στα κράτη μέλη να καθιερώσουν, στην εσωτερική τους έννομη τάξη, γενική υποχρέωση ασφαλίσεως των οχημάτων (βλ., συναφώς, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2013, Csonka κ.λπ., C‑409/11, EU:C:2013:512, σκέψη 24).

37      Συγκεκριμένα, κάθε κράτος μέλος οφείλει να μεριμνά ώστε, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του άρθρου 4 της οδηγίας αυτής, να συνάπτεται για κάθε όχημα με συνήθη στάθμευση στο έδαφός του σύμβαση με ασφαλιστική εταιρία που να καλύπτει, εντός των ορίων που καθορίζονται από τη νομοθεσία της Ένωσης, την αστική ευθύνη που προκύπτει από το εν λόγω όχημα (βλ., συναφώς, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2013, Csonka κ.λπ., C‑409/11, EU:C:2013:512, σκέψη 28).

38      Η έννοια του «οχήματος» ορίζεται στο άρθρο 1, σημείο 1, της πρώτης οδηγίας, ως «οποιοδήποτε αυτοκίνητο όχημα προοριζόμενο να κινείται επί του εδάφους». Ο ορισμός αυτός είναι ανεξάρτητος από τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί το οικείο όχημα (αποφάσεις της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, Vnuk, C‑162/13, EU:C:2014:2146, σκέψη 38, και της 28ης Νοεμβρίου 2017, Rodrigues de Andrade, C‑514/16, EU:C:2017:908, σκέψη 29).

39      Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 63 έως 65 των προτάσεών του, ο ορισμός αυτός συνηγορεί υπέρ μιας αντικειμενικής αντιλήψεως περί της έννοιας του «οχήματος», η οποία δεν εξαρτάται από την πρόθεση του κυρίου του οχήματος ή άλλου προσώπου να το χρησιμοποιήσει πραγματικά.

40      Πρέπει εξάλλου να υπογραμμισθεί ότι, σε αντίθεση, ιδίως, με τις υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι αποφάσεις της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, Vnuk (C‑162/13, EU:C:2014:2146), της 28ης Νοεμβρίου 2017, Rodrigues de Andrade (C‑514/16, EU:C:2017:908), και της 20ής Δεκεμβρίου 2017, Núñez Torreiro (C‑334/16, EU:C:2017:1007), με τις οποίες το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει, όσον αφορά αυτοκίνητα οχήματα για τα οποία είχε συναφθεί σύμβαση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία τους, τις περιπτώσεις χρήσεως του ασφαλισμένου οχήματος που εμπίπτουν στο πεδίο της ασφαλιστικής καλύψεως, η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά το αυτοτελές ζήτημα της εκτάσεως της υποχρεώσεως προς σύναψη τέτοιας ασφαλιστικής συμβάσεως, η οποία, για λόγους ασφάλειας δικαίου, πρέπει να καθορίζεται εκ των προτέρων, δηλαδή πριν από ενδεχόμενη εμπλοκή του οικείου οχήματος σε ατύχημα.

41      Επομένως, το γεγονός ότι το Δικαστήριο έχει, κατ’ ουσίαν, κρίνει, στις αποφάσεις που μνημονεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, ότι μόνον οι περιπτώσεις χρήσεως του ασφαλισμένου οχήματος που συνιστούν χρήση αυτού ως μέσου μεταφοράς και εμπίπτουν, κατά συνέπεια, στην έννοια της «κυκλοφορίας οχημάτων» του άρθρου 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας ή του άρθρου 3, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2009/103 μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την ανάληψη από τον ασφαλιστή, βάσει της συμβάσεως ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του εν λόγω οχήματος, της καλύψεως της ζημίας που προκάλεσε το τελευταίο, ουδόλως σημαίνει ότι η ύπαρξη υποχρεώσεως να συνάπτεται τέτοια ασφαλιστική σύμβαση θα πρέπει να καθορίζεται σε συνάρτηση με την πραγματική χρήση του οικείου οχήματος ως μέσου μεταφοράς σε μια δεδομένη στιγμή.

42      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι όχημα το οποίο είναι ταξινομημένο και δεν έχει επομένως αποσυρθεί προσηκόντως από την κυκλοφορία, και το οποίο είναι κατάλληλο για κυκλοφορία, εμπίπτει στην έννοια του «οχήματος» του άρθρου 1, σημείο 1, της πρώτης οδηγίας και δεν παύει, κατά συνέπεια, να υπόκειται στην υποχρέωση ασφαλίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, για τον λόγο και μόνον ότι ο κύριός του δεν προτίθεται πλέον να το οδηγήσει και το ακινητοποιεί εντός ιδιόκτητου οικοπέδου.

43      Η ως άνω ερμηνεία δεν κλονίζεται από το επιχείρημα της Γερμανικής Κυβερνήσεως, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Κυβερνήσεως και της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, κατά το οποίο δεν είναι απαραίτητο να διευρυνθεί το πεδίο της γενικής υποχρεώσεως ασφαλίσεως, στον βαθμό που, για τις ζημίες που προκύπτουν υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, μπορεί να καταβάλλεται αποζημίωση από τον οργανισμό του άρθρου 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας.

44      Πράγματι, όπως προκύπτει από το γράμμα της, η διάταξη αυτή υποχρεώνει τα κράτη μέλη να συστήσουν έναν οργανισμό αποστολή του οποίου είναι να αποζημιώνει, τουλάχιστον εντός των ορίων της υποχρεώσεως ασφαλίσεως που προβλέπονται από τη νομοθεσία της Ένωσης, τις υλικές ζημίες ή τις σωματικές βλάβες που προκαλούνται, μεταξύ άλλων, από όχημα για το οποίο δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση αυτή.

45      Επομένως, η παρέμβαση ενός τέτοιου οργανισμού έχει σχεδιασθεί ως μέτρο έσχατης ανάγκης, μόνο για τις περιπτώσεις που προβλέπονται στη διάταξη αυτή, και δεν είναι δυνατόν να εκληφθεί ως εφαρμογή ενός συστήματος για την εγγύηση της ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης σε σχέση με την κυκλοφορία οχημάτων πέραν των εν λόγω περιπτώσεων (βλ., συναφώς, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2013, Csonka κ.λπ., C‑409/11, EU:C:2013:512, σκέψεις 30 έως 32).

46      Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 34 των προτάσεών του, το πεδίο της υποχρεωτικής παρεμβάσεως του προβλεπόμενου στο άρθρο 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας οργανισμού αποζημιώσεως συμπίπτει, επομένως, όσον αφορά τις ζημίες που προκάλεσε ένα ταυτοποιημένο όχημα, με το πεδίο της γενικής υποχρεώσεως ασφαλίσεως του άρθρου 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας. Η υποχρεωτική παρέμβαση του οργανισμού αυτού σε μια τέτοια κατάσταση δεν είναι δυνατόν, συνεπώς, να καλύπτει και τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες το εμπλακέν σε ατύχημα όχημα δεν υπέκειτο σε υποχρέωση ασφαλίσεως.

47      Κατά τα λοιπά, η ερμηνεία που παρατέθηκε στις σκέψεις 38 έως 42 της παρούσας αποφάσεως εξασφαλίζει την επίτευξη του σκοπού των οδηγιών που αφορούν την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκίνητων οχημάτων, ο οποίος συνίσταται στην προστασία των θυμάτων των ατυχημάτων που προκαλούνται από τα εν λόγω οχήματα, την οποία παγίως επιδιώκει και ενισχύει ο νομοθέτης της Ένωσης (απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2017, Rodrigues de Andrade, C‑514/16, EU:C:2017:908, σκέψεις 32 και 33 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Πράγματι, η ερμηνεία αυτή εξασφαλίζει ότι τα θύματα, εν πάση περιπτώσει, αποζημιώνονται, είτε από τον ασφαλιστή, βάσει συμβάσεως συναφθείσας για τον σκοπό αυτό, είτε από τον οργανισμό του άρθρου 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας, στην περίπτωση που δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφαλίσεως του οχήματος που έχει εμπλακεί στο ατύχημα ή οσάκις το όχημα είναι αγνώστων στοιχείων.

48      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, από τη δικογραφία που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι το όχημα της Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana είχε τη συνήθη στάθμευσή του στο έδαφος κράτους μέλους, συγκεκριμένα στην Πορτογαλία. Πράγματι, το εν λόγω όχημα εξακολουθούσε, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, να είναι ταξινομημένο στο κράτος μέλος αυτό.

49      Επιπλέον, το όχημα ήταν σε λειτουργική κατάσταση, όπως καταδεικνύει το γεγονός ότι ο υιός της Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana το οδηγούσε κατά τη χρονική στιγμή που συνέβη το ατύχημα.

50      Υπό τις συνθήκες αυτές, υπέκειτο στην υποχρέωση ασφαλίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας.

51      Όπως προκύπτει από τις ως άνω σκέψεις, δεν ασκεί επιρροή συναφώς το γεγονός ότι η Α. Α. Destapado Pão Mole Juliana είχε σταθμεύσει το όχημα επί ιδιόκτητου οικοπέδου, ήτοι στην αυλή του σπιτιού της, προτού ο υιός της αποκτήσει την κατοχή του οχήματος αυτού, και ότι αυτή δεν είχε πλέον την πρόθεση να το οδηγήσει.

52      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθεισών σκέψεων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας έχει την έννοια ότι η σύναψη συμβάσεως για την ασφάλιση της σχετικής με την κυκλοφορία αυτοκινήτου οχήματος αστικής ευθύνης είναι υποχρεωτική όταν το οικείο όχημα εξακολουθεί να είναι ταξινομημένο σε κράτος μέλος και είναι σε λειτουργική κατάσταση, βρίσκεται όμως σταθμευμένο εντός ιδιόκτητου οικοπέδου αποκλειστικώς και μόνον από επιλογή του κυρίου του, ο οποίος δεν προτίθεται πλέον να το οδηγήσει.

 Επί του δεύτερου ερωτήματος

53      Με το δεύτερο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί κατά πόσον το άρθρο 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία σύμφωνα με την οποία ο προβλεπόμενος στη διάταξη αυτή οργανισμός έχει το δικαίωμα να ασκήσει αγωγή κατά του προσώπου το οποίο είχε υποχρέωση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος που προκάλεσε τις ζημίες των οποίων την κάλυψη ανέλαβε ο εν λόγω οργανισμός, αλλά δεν είχε συνάψει σχετική σύμβαση, ακόμη και αν το εν λόγω πρόσωπο δεν υπέχει αστική ευθύνη για το ατύχημα από το οποίο προκλήθηκαν οι ζημίες αυτές.

54      Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι το άρθρο 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας παρέχει ρητώς στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προσδίδουν στην παρέμβαση του εν λόγω οργανισμού επικουρικό χαρακτήρα και να ρυθμίζουν τα ένδικα βοηθήματα μεταξύ του ίδιου αυτού οργανισμού και των ευθυνομένων για το ατύχημα, καθώς και τις σχέσεις με τους λοιπούς ασφαλιστές ή οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως που υποχρεούνται να αποζημιώσουν το θύμα για το ίδιο ατύχημα (βλ., συναφώς, απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 2003, Evans, C‑63/01, EU:C:2003:650, σκέψη 32).

55      Καίτοι ο νομοθέτης της Ένωσης επιδίωξε να διαφυλάξει το δικαίωμα των κρατών μελών να ρυθμίζουν τα ένδικα βοηθήματα του αρμοδίου για τις αποζημιώσεις οργανισμού του άρθρου 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας, μεταξύ άλλων, κατά «του υπεύθυνου ή των υπεύθυνων του ατυχήματος», εντούτοις, δεν έχει εναρμονίσει τις διάφορες πτυχές που αφορούν τα ένδικα βοηθήματα ενός τέτοιου οργανισμού, ιδίως τον προσδιορισμό των προσώπων που μπορούν να εναχθούν, με αποτέλεσμα, όπως υπογράμμισε η Επιτροπή, να διέπονται οι πτυχές αυτές από το εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους.

56      Επομένως, εθνική νομοθεσία μπορεί να προβλέπει ότι, οσάκις ο κύριος του εμπλακέντος σε ατύχημα οχήματος έχει παραβεί την υποχρέωση ασφαλίσεως του εν λόγω οχήματος την οποία υπέχει, όπως εν προκειμένω, βάσει του εθνικού δικαίου, ο προμνησθείς αρμόδιος για τις αποζημιώσεις οργανισμός μπορεί να ασκήσει αγωγή, όχι μόνο κατά του ευθυνομένου ή των ευθυνομένων για το ατύχημα, αλλά και κατά του κυρίου αυτού, ανεξάρτητα από την αστική ευθύνη του τελευταίου από την πρόκληση του ατυχήματος.

57      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία σύμφωνα με την οποία ο προβλεπόμενος στη διάταξη αυτή οργανισμός έχει το δικαίωμα να ασκήσει αγωγή όχι μόνον κατά του ευθυνομένου ή των ευθυνομένων για το ατύχημα, αλλά και κατά του προσώπου το οποίο είχε υποχρέωση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος που προκάλεσε τις ζημίες τις οποίες αποκατέστησε ο εν λόγω οργανισμός, αλλά δεν είχε συνάψει σχετική σύμβαση, ακόμη και αν το εν λόγω πρόσωπο δεν υπέχει αστική ευθύνη για το ατύχημα από το οποίο προκλήθηκαν οι ζημίες αυτές.

 Επί των δικαστικών εξόδων

58      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, έχει την έννοια ότι η σύναψη συμβάσεως για την ασφάλιση της σχετικής με την κυκλοφορία αυτοκινήτου οχήματος αστικής ευθύνης είναι υποχρεωτική όταν το οικείο όχημα εξακολουθεί να είναι ταξινομημένο σε κράτος μέλος και είναι σε λειτουργική κατάσταση, βρίσκεται όμως σταθμευμένο εντός ιδιόκτητου οικοπέδου αποκλειστικώς και μόνον από επιλογή του κυρίου του, ο οποίος δεν προτίθεται πλέον να το οδηγήσει.

2)      Το άρθρο 1, παράγραφος 4, της δεύτερης οδηγίας 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία σύμφωνα με την οποία ο προβλεπόμενος στη διάταξη αυτή οργανισμός έχει το δικαίωμα να ασκήσει αγωγή όχι μόνον κατά του ευθυνομένου ή των ευθυνομένων για το ατύχημα, αλλά και κατά του προσώπου το οποίο είχε υποχρέωση ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του οχήματος που προκάλεσε τις ζημίες τις οποίες αποκατέστησε ο εν λόγω οργανισμός, αλλά δεν είχε συνάψει σχετική σύμβαση, ακόμη και αν το εν λόγω πρόσωπο δεν υπέχει αστική ευθύνη για το ατύχημα από το οποίο προκλήθηκαν οι ζημίες αυτές.

(υπογραφές)

Σχέδιο νόμου «Θέματα υδατοδρομίων, αστικών οδικών μεταφορών και λοιπές διατάξεις»

Next: Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α.1125548 ΕΞ 2018 Τροποποίηση της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση ορισμένων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.), Α’-Β’τάξεως, στον νομό Αττικής σε Δ.Ο.Υ., Α’τάξεως, στον ίδιο νομό, τον ανακαθορισμό Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. ως Διατάκτη Νομαρχιακού Προϋπολογισμού και Προϊσταμένου οργανικής μονάδας αυτής, ο οποίος θα ασκεί την αρμοδιότητα της διενέργειας των προβλεπόμενων διαδικαστικών ενεργειών για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών, προς κάλυψη των αναγκών των Δ.Ο.Υ. που καλύπτονται από τον οικείο νομαρχιακό προϋπολογισμό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’12, 52, 234 και 1032) όμοιας απόφασης, τον ορισμό της ίδιας Δ.Ο.Υ., ως χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών, κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4412/2016 (Α’147), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/ 08-08-2017 (Β’2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού των προαναφερθεισών Δ.Ο.Υ. Α’ τάξεως.
$
0
0

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
Του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών «Θέματα υδατοδρομίων, αστικών οδικών μεταφορών και λοιπές διατάξεις»


Μέρος Α'
Ίδρυση, λειτουργία και εκμετάλλευση αεροδρομίων επί υδάτινων επιφανειών

Άρθρο 1
Ορισμοί


Για την εφαρμογή του Μέρους Α' (άρθρα 1 - 32) ισχύουν οι εξής ορισμοί:
1. α) «Άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου»: η άδεια που χορηγείται στον ενδιαφερόμενο μόνο για την κατασκευή εγκαταστάσεων και υποδομών και την προσθήκη του απαραίτητου εξοπλισμού του υδατοδρομίου
β) «Άδεια λειτουργίας υδατοδρομίου»: η άδεια που χορηγείται στον ενδιαφερόμενο και επιτρέπει τη λειτουργία και εκμετάλλευση του υδατοδρομίου, εφόσον έχει χορηγηθεί και είναι σε ισχύ άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου.
2. «Αερομεταφορέας»: επιχείρηση αεροπορικών μεταφορών που διαθέτει το προβλεπόμενο πιστοποιητικό αερομεταφορέα.
3. «Αεροπορική ημέρα»: το χρονικό διάστημα που ορίζεται τριάντα (30) λεπτά πριν από την ανατολή έως και τριάντα (30) λεπτά μετά τη δύση του ηλίου.
4. «Αεροσκάφος»: υδροπλάνο ή αμφίβιο αεροπλάνο ή αμφίβιο ελικόπτερο.
5. «Αποθαλάσσωση»: η αποκόλληση αεροσκάφους από την επιφάνεια του ύδατος με ίδιες δυνάμεις.
6. "Δημόσιος φορέας" : το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, οι ΟΤΑ Α' ή Β'
βαθμού, τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου των οποίων την πλειοψηφία των μετοχών έχει το Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ΟΤΑ Α' ή Β' βαθμού καθώς και τα δημοτικά λιμενικά ταμεία.
7. «Δ.Κ.Α.Σ»: οι «Διεθνείς Κανονισμοί για την Αποφυγή Συγκρούσεων στη θάλασσα» της Δ.Σ. του Λονδίνου του έτους 1972, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 93/1974 (Α'293), όπως ισχύουν.
8. «Εγχειρίδια υδατοδρομίου»: τα εγχειρίδια που υποβάλλονται μαζί με την αίτηση για τη χορήγηση της άδειας υδατοδρομίου και τα οποία περιλαμβάνουν:
α) το Εγχειρίδιο Λειτουργίας Υδατοδρομίου (Water Aerodrome Manual),
β) το Πρόγραμμα Ασφαλείας Υδατοδρομίου (Security Program),
γ) το Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης (Emergency Plan).
9. «Εθνικό Πρόγραμμα Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας (Ε.Π.Α.Π.Α.)»: ο Εθνικός Κανονισμός Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας (Ε.Κ.Α.Π.Α.), που έχει εκδοθεί με την με Αριθ. Δ15/Α/18070/1501 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (ΦΕΚ Β' 1485/17.6.2011), οι σχετικές Τεχνικές Οδηγίες Ασφαλείας (Τ.Ο.Α.) και οι λοιπές κανονιστικές πράξεις για την εφαρμογή προτύπων ασφαλείας πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες.
10. «Μετεωρολογικές Συνθήκες εξ Όψεως (VISUAL METEOROLOGICAL CONDITIONS/ V.M.C.)»: μετεωρολογικές συνθήκες εκφρασμένες από την άποψη ορατότητας, καθώς και απόστασης από νέφη και οροφής νεφών που είναι ίσες ή καλύτερες από τα καθορισμένα ελάχιστα όρια.
11. «Περιοχή ελιγμών υδατοδρομίου»: υδάτινη περιοχή του υδατοδρομίου, εντός της οποίας μπορεί να ορίζεται, σε συνάρτηση με τη μορφολογία της ευρύτερης χερσαίας και υδάτινης περιοχής και των επιχειρησιακών επιδόσεων του αεροσκάφους αναφοράς, ένα τουλάχιστον ορθογώνιο κατάλληλων διαστάσεων ώστε να επιτρέπεται η ασφαλής προσθαλάσσωση, αποθαλάσσωση και υδατοδρόμηση των αεροσκαφών. Η περιοχή ελιγμών ορίζεται είτε από τις συντεταγμένες του κέντρου του κύκλου είτε από τις γεωγραφικές συντεταγμένες του σχήματος της περιοχής ελιγμών και δεν περιλαμβάνει τους χώρους ελλιμενισμού των αεροσκαφών. Στην περιοχή ελιγμών μπορεί να συμπεριλαμβάνεται περιοχή εντός λιμένος.
12. «Περιοχή ελλιμενισμού αεροσκαφών»: υδάτινη περιοχή του υδατοδρομίου σε επαφή με προβλήτα, στην οποία παρέχονται σταθερά σημεία που προσδένεται το αεροσκάφος ώστε να επιβιβαστούν και αποβιβαστούν επιβάτες, να φορτωθούν και να εκφορτωθούν εμπορεύματα, να γίνει ανεφοδιασμός καυσίμων και παραμονή του αεροσκάφους μεταξύ των πτήσεων.
13. «Περιοχή κίνησης υδατοδρομίου»: η περιοχή του υδατοδρομίου που χρησιμοποιείται για την αποθαλάσσωση, την προσθαλάσσωση και την υδατοδρόμηση αεροσκαφών και η οποία αποτελείται από τις περιοχές ελιγμών του υδατοδρομίου και ελλιμενισμού αεροσκαφών.
14. «Προσθαλάσσωση»: η προσυδάτωση του αεροσκάφους.
15. «Πτήσεις γενικής αεροπορίας»: πτητική δραστηριότητα αεροσκάφους της πολιτικής αεροπορίας, η οποία δεν είναι πτητική λειτουργία δημόσιων μεταφορών ούτε πτητική λειτουργία αεροπορικών εργασιών.
16. «Πτήση VFR (VFR Flight)»: η πτήση που διεξάγεται σύμφωνα με τους κανόνες πτήσεως εξ όψεως.
17. «Σύμβαση παραχώρησης»: η σύμβαση με την οποία ο κάτοχος άδειας ίδρυσης ή λειτουργίας παραχωρεί σε νομικό ή φυσικό πρόσωπο την λειτουργία του υδατοδρομίου.
18. «Σύμβαση υδατοδρομίου»: η σύμβαση μεταξύ κατόχου άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου και κατόχου άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περίπτ. ιη' της παρ. 1 του άρθρου 8.
19. «Σύστημα W.G.S.-84»: το Παγκόσμιο Γεωδαιτικό Σύστημα (World Geodetic System) του έτους 1984.
20. «Τύποι υδατοδρομίων»: τα υδατοδρόμια μπορεί να εξυπηρετούν πτήσεις εσωτερικού ή και εξωτερικού και διακρίνονται σε υδατοδρόμια εσωτερικού ή υδατοδρόμια εξωτερικού (πύλες).
21. «Υδάτινο πεδίο»: η υδάτινη περιοχή προσθαλάσσωσης και αποθαλάσσωσης αεροσκάφους που χρησιμοποιείται περιστασιακά ή εκτάκτως για την εξυπηρέτηση πτήσεων. Τα υδάτινα πεδία δεν μπορεί να αποτελούν πύλη εισόδου-εξόδου προς και από τη χώρα.
22. «Υδατοδρόμιο»: το αεροδρόμιο επί υδάτινης επιφάνειας, το οποίο προορίζεται στο σύνολο ή εν μέρει για την αποθαλάσσωση, την προσθαλάσσωση και την κίνηση αεροσκαφών επί της επιφάνειας αυτής, και περιλαμβάνει τις αναγκαίες χερσαίες επιφάνειες, υποδομές,
κτιριακές και λιμενικές εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό για την παροχή υπηρεσιών εξυπηρέτησης υδροπλάνων, επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου.
23. «Φορέας Διοίκησης, Λειτουργίας και Εκμετάλλευσης Λιμένα»: κάθε δημόσιος φορέας ή φορέας της αυτοδιοίκησης ή ιδιωτικός ή μικτός φορέας που έχει, κατά νόμο, την ευθύνη της διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 9 του ν. 2971/2001 (Α' 285).
24. «Φορέας Λειτουργίας Υδατοδρομίου»: ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου ή το νομικό πρόσωπο στο οποίο παραχωρείται η λειτουργία του υδατοδρομίου από τον κάτοχο της άδειας ίδρυσης ή και λειτουργίας υδατοδρομίου.

Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής


1. Οι διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1 - 32) εφαρμόζονται σε όλα τα υδατοδρόμια στα οποία πραγματοποιούνται πτήσεις δημόσιων αερομεταφορών, γενικής αεροπορίας και αεροπορικών εργασιών από το Δημόσιο, από οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης Α' ή Β' βαθμού, από νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, από ενώσεις προσώπων, καθώς και από φυσικά πρόσωπα.

Άρθρο 3
Εγκαταστάσεις υδατοδρομίων


1. Για τη λειτουργία των υδατοδρομίων απαιτείται η κατάλληλη υποδομή σε λιμενικές και κτηριακές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των προκατασκευασμένων σταθερών, μετακινούμενων ή φορητών οικίσκων, καθώς και του απαιτούμενου εξοπλισμού της περίπτ. ιβ' του άρθρου 16.
Η κατασκευή των απαιτούμενων νέων εγκαταστάσεων για την εξυπηρέτηση υδροπλάνων, επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου πρέπει να είναι σύμφωνη με τις ισχύουσες προδιαγραφές, τους κανονισμούς και την κείμενη νομοθεσία.
Για το σχεδιασμό των απαιτούμενων εγκαταστάσεων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο τύπος του υδατοδρομίου, ο οποίος καθορίζεται από τη λειτουργία και τις δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε αυτό. Για τους χώρους από τους οποίους ο επιβάτης διέρχεται υποχρεωτικά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι χώροι αναμονής πριν από τον έλεγχο εισιτηρίων, παράδοσης και παραλαβής αποσκευών, οι χώροι ελέγχου διαβατηρίων ή εγγράφων ταυτοπροσωπίας, οι χώροι ελέγχου ασφαλείας επιβατών και αποσκευών, καθώς και οι χώροι αναμονής για επιβίβαση και οι χώροι υγιεινής.

2. Οι ελάχιστες απαιτήσεις των κτηριακών εγκαταστάσεων προκειμένου να διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο εξυπηρέτησης επιβατών καθορίζονται ως εξής:
α) κτιριακή ή άλλη υποδομή ώστε να διασφαλίζεται η επάρκεια χώρου για την εγκατάσταση και τη σωστή λειτουργία του εξοπλισμού ασφαλείας ελέγχου επιβατών και αποσκευών, β) κατά την αναμονή επιβατών απαιτείται χώρος 1,2 τ.μ. ανά εξυπηρετούμενο επιβάτη, γ) υποχρεωτική ύπαρξη χώρων υγιεινής των δύο φύλων και ατόμων με κινητικά προβλήματα ανάλογα με τον αριθμό επιβατών. Αν οι χώροι αυτοί δεν βρίσκονται μέσα στο χώρο αναμονής των επιβατών, χωροθετούνται πλησίον αυτού.
Στα υδατοδρόμια που αποτελούν πύλες εισόδου-εξόδου υπάρχει διαχωρισμός των επιβατών εντός και εκτός Σένγκεν, ελάχιστος χώρος για το ένστολο προσωπικό και τον αξιωματικό υπηρεσίας.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορεί να τροποποιούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις της παρ. 2, και να καθορίζονται θέματα υποδομών, κτιριακών και λοιπών εγκαταστάσεων, επιπλέον των ανωτέρω προβλεπομένων, για τα υδατοδρόμια εσωτερικού σε θαλάσσια περιοχή. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να τροποποιούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις της παρ. 2, και να καθορίζονται θέματα υποδομών, κτιριακών και λοιπών εγκαταστάσεων, επιπλέον των ανωτέρω προβλεπομένων, για τα υδατοδρόμια εσωτερικού σε λίμνη.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μπορεί να τροποποιούνται οι ανωτέρω ελάχιστες απαιτήσεις, και να καθορίζονται θέματα υποδομών, κτιριακών και λοιπών εγκαταστάσεων, επιπλέον των ανωτέρω προβλεπομένων, για τα υδατοδρόμια εξωτερικού (πύλες) σε θαλάσσια περιοχή. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να τροποποιούνται οι ανωτέρω ελάχιστες απαιτήσεις, και να καθορίζονται θέματα υποδομών, κτιριακών και λοιπών εγκαταστάσεων, επιπλέον των ανωτέρω προβλεπομένων, για τα υδατοδρόμια εξωτερικού (πύλες) σε λίμνη.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Εσωτερικών καθορίζεται ο τύπος κάθε υδατοδρομίου ως υδατοδρομίου εσωτερικού ή εξωτερικού / πύλη.

Άρθρο 4
Γενικές διατάξεις


1. Η άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου χορηγείται μόνο σε δημόσιο φορέα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής χορηγείται άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου. Για υδατοδρόμιο σε λίμνη η άδεια ίδρυσης χορηγείται αποκλειστικά με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών. Για τις υδάτινες επιφάνειες που έχουν υπαχθεί στο δίκτυο Natura 2000, η άδεια ίδρυσης χορηγείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Σε περίπτωση άδειας ίδρυσης σε ΟΤΑ την απόφαση χορήγησης της συνυπογράφει και ο Υπουργός Εσωτερικών.

2. Δεν επιτρέπεται η λειτουργία υδατοδρομίου ή η χρήση υδάτινου πεδίου σε θαλάσσια περιοχή η οποία:
α) έχει καθοριστεί με Κανονισμό Λιμένα ως αγκυροβόλιο πλοίων. Αγκυροβόλια πλοίων μπορεί να χρησιμοποιούνται σε έκτακτες περιπτώσεις για την εξυπηρέτηση υδροπλάνων, εφόσον δεν υπάρχουν σε αυτά αγκυροβολημένα πλοία, ύστερα από σχετική έγκριση του αρμόδιου φορέα και σύμφωνη γνώμη της τοπικής λιμενικής αρχής,
β) αποτελεί πεδίο ασκήσεων των Ενόπλων Δυνάμεων ή περιοχή ανάπτυξης στρατιωτικών επιχειρήσεων και ασκήσεων ή αγκυροβόλιο πλήρωσης αγωγού καυσίμων ή εγκατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων εν γένει ή εγκατάσταση που εξυπηρετεί σκοπούς εθνικής άμυνας και ασφάλειας κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 17 του ν.2971/2001 (Α' 285) ή έχει καθοριστεί ως αμυντική περιοχή ή ναυτικό οχυρό κατά τον α.ν. 376/ 1936 (Α' 546)
γ) βρίσκεται πλησίον λουτρικών εγκαταστάσεων, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 31/2018 (Α' 61), λαμβάνοντας υπόψη και τους περιορισμούς κίνησης μηχανοκίνητων σκαφών», λόγω αντικατάστασης του π.δ. 23/2000 (Α' 18), με το π.δ. 31/2018 (Α' 61).
δ) σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, αποτελεί περιοχή στην οποία οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν συνήθως είναι δυσμενείς και δημιουργούν σημαντικό ύψος κύματος, ανώτερο των δύο (2) μέτρων στην περιοχή προσθαλάσσωσης.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορεί ένα υδατοδρόμιο να οριστεί ως σημείο εισόδου- εξόδου, ύστερα από αίτηση του φορέα λειτουργίας του υδατοδρομίου.
Αν ο φορέας λειτουργίας υδατοδρομίου δεν είναι και κάτοχος της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου, η αίτηση συνυποβάλλεται και από τον κάτοχο της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου.

4. Η λειτουργία των υδατοδρομίων και η χρήση των υδάτινων πεδίων επιτρέπεται μόνο κατά τη διάρκεια της αεροπορικής ημέρας.

5. Για τα υδατοδρόμια και τα υδάτινα πεδία εφαρμόζονται οι διατάξεις του Εθνικού Προγράμματος Ασφαλείας Πολιτικής Αεροπορίας στους τομείς που τα αφορούν. Η εκτέλεση δημόσιων μεταφορών από αερομεταφορείς προϋποθέτει την έγκριση του προγράμματος ασφάλειας αερομεταφορέα που προβλέπεται από τον Εθνικό Κανονισμό Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας. Για υδατοδρόμια στα οποία η αστυνόμευση διενεργείται από το Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή, όπου στον Εθνικό Κανονισμό Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας αναφέρεται η Ελληνική Αστυνομία, νοείται το Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή. Για την έγκριση του προγράμματος ασφαλείας του υδατοδρομίου απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής ή της Ελληνικής Αστυνομίας, ανάλογα με τη λειτουργία του υδατοδρομίου σε θαλάσσια περιοχή ή λίμνη αντίστοιχα.

6. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται ειδικά στο Μέρος Α' εφαρμόζονται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, όπως του Κώδικα Αεροπορικού Δικαίου (ν. 1815/1988, Α' 205) και του Κεφαλαίου Α'του ν. 4014/2011 (Α'209).

7. Ο φορέας λειτουργίας υδατοδρομίου είναι υπεύθυνος για τη διοίκηση, τη διαχείριση και λειτουργία των υποδομών και υπηρεσιών του υδατοδρομίου. Επιπλέον, ο φορέας λειτουργίας υδατοδρομίου φέρει την ευθύνη για το συντονισμό και τον έλεγχο των δραστηριοποιούμενων επιχειρήσεων οι οποίες λειτουργούν μέσα στα όρια του υδατοδρομίου.

8. Για τα υδατοδρόμια εξωτερικού επιτρέπεται η πραγματοποίηση πτήσεων εσωτερικού, και απευθείας πτήσεων προς και από χώρες που έχουν κυρώσει και εφαρμόζουν τη Συνθήκη Σένγκεν (Schengen), εφόσον έχει διασφαλιστεί η δυνατότητα της διενέργειας των προβλεπόμενων ελέγχων. Πτήσεις από και προς χώρες που δεν έχουν κυρώσει τη Συνθήκη Σένγκεν πραγματοποιούνται μέσω διεθνούς αερολιμένα ή αερολιμένα ή λιμένα ή υδατοδρομίου που έχει χαρακτηριστεί ως νομοθετημένο σημείο (πύλη) εισόδου-εξόδου για τη Χώρα.

9. Στη σύμβαση παραχώρησης αναφέρονται λεπτομερώς οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις των δύο συμβαλλόμενων μερών για την τήρηση των όρων που προβλέπονται στον παρόντα νόμο.

10. Αν σε περιοχή ελιγμών υδατοδρομίου περιλαμβάνεται περιοχή λιμένα, η χρήση της περιοχής ελιγμών επιτρέπεται ύστερα από έγκριση της οικείας Λιμενικής Αρχής και με ευθύνη του χειριστή του υδροπλάνου.

11. Η άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου δεν επιτρέπει τη λειτουργία του υδατοδρομίου χωρίς την έκδοση άδειας λειτουργίας.

Άρθρο 5
Χρηματοδότηση επένδυσης υδατοδρομίων


Η δημιουργία υδατοδρομίων μπορεί να υπαχθεί στο πλαίσιο των στρατηγικών επενδύσεων, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 του ν. 3894/2010 (Α'204). Η δημιουργία υδατοδρομίων μπορεί να υπαχθεί στο πλαίσιο των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Άρθρο 6
Προϋποθέσεις κατόχου Άδειας Λειτουργίας Υδατοδρομίου


1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής χορηγείται άδεια λειτουργίας υδατοδρομίου. Για υδατοδρόμιο σε λίμνη η άδεια λειτουργίας χορηγείται αποκλειστικά με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών. Για τις υδάτινες επιφάνειες που έχουν υπαχθεί στο δίκτυο Natura 2000, η άδεια λειτουργίας χορηγείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

2. Άδεια λειτουργίας υδατοδρομίου χορηγείται μόνο σε φορείς που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα ή στην Ε.Ε ή σε φυσικά πρόσωπα, που έχουν τη κατοικία τους στην Ελλάδα ή στην Ε.Ε. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως της η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 1815/1988 (Α' 231).
Σε περίπτωση αίτησης για άδεια λειτουργίας από πρόσωπο που έχει την κατοικία ή την έδρα του σε χώρα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την αίτηση ορίζεται αντίκλητος και αναπληρωτής του, που κατοικεί ή εδρεύει στη Χώρα, και δηλώνονται τα εξής στοιχεία: ονοματεπώνυμο/επωνυμία, ΑΔΤ, ΑΦΜ, ΔΟΥ, διεύθυνση και τηλέφωνα επικοινωνίας. Σε περίπτωση θανάτου του αντικλήτου, αυτός αντικαθίσταται μέσα σε δύο (2) μήνες.

3. Άδεια λειτουργίας υδατοδρομίου χορηγείται σε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. Σε περίπτωση χορήγησης άδειας λειτουργίας σε ανώνυμη εταιρεία, Ε.Π.Ε., Ο.Ε., Ε.Ε. ή σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία (Ι.Κ.Ε.), ο διευθύνων σύμβουλος και κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου στην ανώνυμη εταιρεία και κάθε εταίρος και διαχειριστής στις λοιπές πρέπει:
α) να έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του
β) να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή για τα εγκλήματα της ανυποταξίας, της λιποταξίας, των προσβολών του πολιτεύματος, της προδοσίας της Χώρας, των προσβολών κατά της ελεύθερης άσκησης των πολιτικών δικαιωμάτων, κατά της πολιτειακής εξουσίας, κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, της εγκληματικής οργάνωσης, των τρομοκρατικών πράξεων, της παραχάραξης, της κιβδηλείας, της πλαστογραφίας, της απιστίας περί την υπηρεσία, της παραβίασης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας και της προφορικής συνομιλίας, της κλοπής, της υπεξαίρεσης, της εκβίασης, της απάτης, της απιστίας, της δωροδοκίας ή της δωροληψίας, της καταπίεσης, των ναρκωτικών, της ζωοκλοπής, της λαθρεμπορίας και των εγκλημάτων περί όπλων και εκρηκτικών υλών, ανεξάρτητα αν η καταδίκη αυτή αναγράφεται ή όχι στο ποινικό μητρώο του αιτούντος,
γ) να μην έχει εκτίσει στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη των έξι (6) μηνών για έγκλημα που τελέστηκε με δόλο,
δ) να μην κρατείται προσωρινά ή να μην έχει παραπεμφθεί αμετάκλητα σε δίκη για κακούργημα ή αδίκημα της περιπτ. β' ή να μην έχει καταδικαστεί έστω και με οριστική απόφαση για κακούργημα ή για αδίκημα της περιπτ. β'. Το κώλυμα αυτό ισχύει μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απαλλακτική απόφαση,
ε) να μην έχει στερηθεί των πολιτικών δικαιωμάτων του, έστω και αν έχει λήξει ο χρόνος που ορίστηκε για τη στέρησή τους,
στ) να μην τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση,
ζ) να μην έχει απολυθεί από δημόσια υπηρεσία για πειθαρχικό παράπτωμα σχετικό με τα αδικήματα της περίπτ. β',
η) να μην είναι κατασκευαστής ή έμπορος όπλων, πυρομαχικών ή εκρηκτικών υλών. Αν την άδεια λειτουργίας ζητά Ε.Π.Ε. ή Ι.Κ.Ε., στη σχετική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του κατόχου της άδειας ίδρυσης και των παραπάνω εταιρειών υποχρεωτικά τίθεται ο όρος ότι συνυπεύθυνοι για τις υποχρεώσεις των εταιρειών αυτών, που απορρέουν από την άδεια λειτουργίας, είναι και τα φυσικά πρόσωπα που κατέχουν τις μετοχές ή τα μερίδιά τους.

4. Για την εξακρίβωση των προϋποθέσεων της παρ. 3 απαιτούνται τα εξής δικαιολογητικά:
α) υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής, με την οποία ο ενδιαφερόμενος δηλώνει ότι:
αα. δεν στερείται των προϋποθέσεων που αναφέρονται στις περιπτ. ε', ζ' και η' της παρ. 3, , ββ. δεν κρατείται προσωρινά ή δεν έχει παραπεμφθεί αμετάκλητα σε δίκη ή δεν έχει καταδικαστεί έστω και με οριστική απόφαση για κακούργημα ή για αδίκημα της περίπτ. β' της παρ. 3,
γγ. δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη των έξι (6) μηνών για έγκλημα που τελέστηκε με δόλο,
β) αντίγραφο Ποινικού Μητρώου για δικαστική χρήση, του οποίου η ημερομηνία έκδοσης δεν απέχει πέραν του τριμήνου από την ημερομηνία υποβολής του (αυτεπάγγελτη αναζήτηση),
γ) πιστοποιητικό Πρωτοδικείου ότι δεν τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση, του οποίου η ημερομηνία έκδοσης δεν απέχει πέραν του τριμήνου από την ημερομηνία υποβολής του (αυτεπάγγελτη αναζήτηση).

Άρθρο 7
Υπηρεσία αδειοδότησης υδατοδρομίων


1. Αρμόδια υπηρεσία για την παραλαβή της αίτησης, την προώθηση της διαδικασίας και την εισήγηση για την έκδοση της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου ή της άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου ορίζεται το Τμήμα Εναέριων Μεταφορών (Τ.Ε.Μ.) της Γενικής Γραμματείας Μεταφορών.

2. Το Τ.Ε.Μ. είναι αρμόδιο ιδίως για:
α) την παραλαβή της αίτησης και των δικαιολογητικών που αποτελούν τον τεχνικό φάκελο, όπως αναφέρονται στα άρθρα 9, 11 και 13 ανάλογα με την άδεια υδατοδρομίου,
β) την εξέταση της πληρότητας του τεχνικού φακέλου και τη συμπλήρωση των αναγκαίων δικαιολογητικών από τον ενδιαφερόμενο, εφόσον ο φάκελος δεν είναι πλήρης,
γ) τη διαβίβαση αντιγράφου της αίτησης και των δικαιολογητικών, συμπεριλαμβανομένων των Εγχειριδίων Υδατοδρομίου, στα συναρμόδια Υπουργεία και στις αρμόδιες υπηρεσίες, όπως αυτά αναφέρονται στο άρθρο 12,
δ) τη συγκέντρωση των απαντήσεων των υπηρεσιών και συναρμόδιων Υπουργείων,
ε) την εισήγηση υπογραφής απόφασης για τη χορήγηση άδειας στον αιτούντα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 12,
στ) τον προγραμματισμό και την πραγματοποίηση τακτικών και έκτακτων επιθεωρήσεων των υδατοδρομίων, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 14,
ζ) την ενημέρωση του ενδιαφερομένου σε τακτά χρονικά διαστήματα για το στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι σχετικές διαδικασίες και τους λόγους καθυστέρησης ή αδυναμίας παροχής άδειας.

Άρθρο 8
Τεχνικός φάκελος υδατοδρομίου


1. Ο τεχνικός φάκελος, ανάλογα με την άδεια υδατοδρομίου (ίδρυσης ή λειτουργίας) που ζητεί ο ενδιαφερόμενος, περιέχει, αντίστοιχα, τα κατά τα άρθρα 9 και 11 δικαιολογητικά. Ο τεχνικός φάκελος κατατίθεται στο σύνολο του σε ηλεκτρονική μορφή σε δέκα (10) αντίγραφα. Επιπλέον κατατίθεται σε έντυπη μορφή και περιλαμβάνει τα εξής:
α) πλήρη στοιχεία του ενδιαφερομένου. Αν ο αιτών είναι νομικό πρόσωπο, συνυποβάλλεται κατάλογος των εγγράφων νομιμοποίησής του, όπως το έγγραφο σύστασης, καθώς και το καταστατικό και οι τροποποιήσεις του, μέχρι και την ημερομηνία υποβολής της αίτησης,
β) αντίγραφο της δήλωσης έναρξης εργασιών ή της δήλωσης μεταβολής εργασιών επιτηδεύματος, που έχουν υποβληθεί στην αρμόδια φορολογική αρχή, με αντικείμενο την ίδρυση ή τη λειτουργία υδατοδρομίου. Εναλλακτικά, μπορεί να υποβάλλεται βεβαίωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (Υπηρεσία μιας στάσης για τη σύσταση εταιριών), στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία, οι εκπρόσωποι και οι δραστηριότητες της εταιρείας αναφορικά με την ίδρυση ή τη λειτουργία υδατοδρομίου,
γ) αποδεικτικό παραβόλου. Για την εξέταση αιτήματος αδειοδότησης υδατοδρομίου καταβάλλεται παράβολο υπέρ του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Για το σκοπό αυτό, συνιστάται, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, ειδικός λογαριασμός στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών στον οποίο περιέρχονται τα ποσά των παραβόλων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Τ.Ε.Μ., καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, καθώς και η διαδικασία διαχείρισης των εσόδων του ειδικού λογαριασμού και μπορεί να καθορίζεται διαφορετικό ύψος του ανωτέρω παραβόλου ανάλογα με τον πληθυσμό και την τουριστική ανάπτυξη κάθε περιοχής,
δ) τα στοιχεία του νόμιμου εκπροσώπου και του αντικλήτου, εφόσον απαιτείται,
ε) ναυτικό χάρτη της μεγαλύτερης δυνατής κλίμακας της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού (Υ.Υ.Π.Ν.), επί του οποίου πρέπει να αποτυπώνονται ευδιάκριτα η υδάτινη επιφάνεια την οποία επιθυμεί να χρησιμοποιήσει ως υδατοδρόμιο ο αιτών, η περιοχή ελιγμών του υδατοδρομίου, τα σημεία πρόσδεσης των αεροσκαφών, εναλλακτικές γεωγραφικές θέσεις (γεωγραφικά στίγματα) και τα σχετικά αποσπάσματα από τον «Πλοηγό Ελληνικών Ακτών», έκδοσης της Υ.Υ./Π.Ν. για την αιτούμενη περιοχή. Υποβάλλεται σε έντεκα (11) αντίτυπα. Αντίστοιχοι χάρτες υποβάλλονται σε επτά (7) αντίτυπα για υδατοδρόμιο επί λίμνης,
στ) χάρτες σε πέντε (5) αντίτυπα,της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ.) κλίμακας 1:5.000 και 1:50.000, επί των οποίων πρέπει να αποτυπώνεται η περιοχή ελιγμών του υδατοδρομίου και τα σημεία πρόσδεσης των αεροσκαφών, καθώς και η περιοχή γύρω από αυτήν σε ακτίνα 2.500 μέτρων με ισοϋψείς. Κάθε αναφορά στις (γεωγραφικές) συντεταγμένες της περιοχής ελιγμών πρέπει να γίνεται στο σύστημα W.G.S.-84.
ζ) οριζοντιογραφία σε έξι (6) αντίτυπα του χώρου του υδατοδρομίου κατάλληλης κλίμακας, τουλάχιστον 1:500, ώστε να αποτυπώνονται ευκρινώς οι κτηριακές υποδομές και οι λιμενικές εγκαταστάσεις, υφιστάμενων και προτεινόμενων νέων έργων, η περίφραξη υδατοδρομίου, καθώς και οι θέσεις ελλιμενισμού των αεροσκαφών. Επίσης επί του σχεδίου απεικονίζεται το διάγραμμα ροής επιβατών, αποσκευών και φορτίου κατά την είσοδο τους στο υδατοδρόμιο έως την επιβίβασή τους και κατά την αποβίβασή τους έως την έξοδό τους από το υδατοδρόμιο.
η) κάτοψη κατάλληλης κλίμακας των υποδομών του υδατοδρομίου στην οποία αποτυπώνονται οι χώροι αναμονής επιβατών, ελέγχου διαβατηρίων ή εγγράφων ταυτοπροσωπίας, ελέγχου επιβατών, χειραποσκευών και παράδοσης αποσκευών και γενικά κάθε χώρος που προορίζεται για τη διακίνηση των επιβατών, αποσκευών και φορτίου κατά την αναχώρηση και την άφιξή τους. Επιπλέον, επί του σχεδίου θα προβάλλονται ο εξοπλισμός ασφαλείας για τον έλεγχο επιβατών, χειραποσκευών, αποσκευών ή φορτίου με σχετική περιγραφή του. Υποβάλλεται σε έξι (6) αντίτυπα. Επίσης υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου μηχανικού στην οποία περιγράφεται αναλυτικά η νομιμότητα των κτηριακών υποδομών και εγκαταστάσεων του υδατοδρομίου και η οποία συνοδεύεται από αντίγραφα των σχετικών διοικητικών πράξεων και εγκρίσεων. Οι παραπάνω δηλώσεις ελέγχονται δειγματοληπτικά, μετά από σχετική διαβίβαση αιτήματος της Επιτροπής Υδατοδρομίων στην αρμόδια υπηρεσία. Σε περίπτωση εγκατάστασης που βρίσκεται σε ή είναι όμορο με περιοχή στην οποία απαιτείται ειδική έγκριση, όπως έγκριση της αρχαιολογικής υπηρεσίας ή του συμβουλίου αρχιτεκτονικής, υποβάλλεται, επιπλέον, και η σχετική έγκριση,
θ) απόφαση του φορέα διοίκησης, λειτουργίας και εκμετάλλευσης του λιμένα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 24 του ν. 2971/2001 ή του αρμόδιου οργάνου για παραχώρηση χρήσης χώρου ως υδατοδρομίου εντός της ζώνης λιμένα ή αντίστοιχη απόφαση του αρμόδιου οργάνου για παραχώρηση χρήσης χώρου αιγιαλού ή και συνεχόμενου ή παρακείμενου του αιγιαλού θαλάσσιου χώρου εκτός ζώνης λιμένα ή όχθης ή και συνεχόμενης της όχθης παρόχθιας ζώνης λίμνης, εφόσον απαιτείται παραχώρηση. Η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης αιγιαλού, παραλίας, συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλάσσιου χώρου ή του πυθμένα, καθώς η παραχώρηση όχθης ή και συνεχόμενης της όχθης παρόχθιας ζώνης λίμνης ή του πυθμένα λίμνης για την ανάπτυξη υδατοδρομίου γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 14 του ν. 2971/2001 σε συνδυασμό με το άρθρο 31 του ιδίου νόμου σε περίπτωση αίτησης στην οποία δηλώνεται η πρόθεση υποβολής αίτησης άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου ισχύει για ένα (1) έτος και παρατείνεται επ' αόριστον σε περίπτωση λήψης της άδειας ίδρυσης, ενώ ανακαλείται σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης. Σε περίπτωση λιμνών όπου υπάρχει φορέας διαχείρισης αυτής, η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης για τη δημιουργία υδατοδρομίου γίνεται ως ανωτέρω από το φορέα διαχείρισης της λίμνης.
ι) σε περιοχές στις οποίες υπάρχει καθορισμένη Χερσαία Ζώνη Λιμένα (Χ.Ζ.Λ.), τοπογραφικό διάγραμμα σε δύο (2) αντίτυπα, οι συντεταγμένες του οποίου είναι εξαρτημένες από το Κρατικό Δίκτυο (ΕΓΣΑ 87), θεωρημένο από το φορέα διοίκησης, λειτουργίας και εκμετάλλευσης λιμένα, στο οποίο αποτυπώνονται: αα) οι οριογραμμές αιγιαλού-παραλίας και της Χ.Ζ.Λ., καθώς και το Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως στο οποίο έχει δημοσιευτεί η απόφαση καθορισμού, το οποίο και θα αναγράφεται επ' αυτού, ββ) οι υφιστάμενες λιμενικές εγκαταστάσεις και τα προτεινόμενα νέα έργα, γγ) η επιφάνεια του προς παραχώρηση χώρου,δδ) οι θέσεις αγκυροβολίας των πλοίων,εε) οι υφιστάμενες χρήσεις και δραστηριότητες του λιμένα., ια) πράξη παραχώρησης του χώρου για τη λειτουργία υδατοδρομίου προς τον αιτούντα, με λεπτομερή περιγραφή των γεωγραφικών συντεταγμένων των ορίων του χώρου του υδατοδρομίου,
ιβ) επιχειρηματικό σχέδιο για την ίδρυση, την οργάνωση και τη λειτουργία του υδατοδρομίου, με περιγραφή, μεταξύ άλλων, των επιδιωκόμενων στόχων, των αναγκαίων μέσων, των δυνατοτήτων ανάπτυξης και των προβλέψεων χρήσης σε ετήσια βάση, του προσδιορισμού του συνολικού κόστους και του τρόπου χρηματοδότησης των επιμέρους δράσεων, καθώς και της εκτίμησης των χρηματοοικονομικών ροών σε βάθος τριετίας, υπογεγραμμένο από το νόμιμο εκπρόσωπο του υδατοδρομίου,
ιγ) αποδεικτικό κατάθεσης φακέλου Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.), στο οποίο φαίνεται η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή και ο αριθμός πρωτοκόλλου παραλαβής ή αντίγραφο της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.), αν το υδατοδρόμιο έχει ήδη αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά, Εάν το υδατοδρόμιο είναι κατηγορίας Β και υπόκειται σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ), ακολουθείται η ισχύουσα νομοθεσία για την έγκριση των ΠΠΔ ,
ιδ) Εγχειρίδιο Λειτουργίας Υδατοδρομίου (Water Aerodrome Manual), στο οποίο αναφέρονται γενικά η οργανωτική δομή και οι διαδικασίες λειτουργίας του υδατοδρομίου. Υποβάλλεται σε δύο (2) αντίτυπα, σύμφωνα με το Παράρτημα I,
ιε) Πρόγραμμα Ασφαλείας Υδατοδρομίου (Security Program), στο οποίο περιγράφονται οι μέθοδοι, οι διαδικασίες, καθώς και το απαραίτητο προσωπικό και ο εξοπλισμός για την ασφαλή λειτουργία του υδατοδρομίου από έκνομες ενέργειες σύμφωνα με το Ε.Π.Α.Π.Α.. Υποβάλλεται σε τέσσερα (4) αντίτυπα, σύμφωνα με το Παράρτημα II,
ιστ) «Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης» (Emergency Plan), το οποίο περιέχει τους τρόπους δράσης του φορέα λειτουργίας του υδατοδρομίου σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς για την αντιμετώπιση των έκτακτων καταστάσεων ανάγκης του υδατοδρομίου. Υποβάλλεται σε τρία (3) αντίτυπα, σύμφωνα με το Παράρτημα III, ιζ) βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης σύμφωνα με το άρθρο 20, η οποία υποβάλλεται από τον αιτούντα μετά το θετικό πόρισμα της Επιτροπής υδατοδρομίων του άρθρου 14 και πριν από τη εισήγηση του Τ.Ε.Μ. για την έκδοση της άδειας υδατοδρομίου,
ιη) σχέδιο σύμβασης υδατοδρομίου, στην οποία περιλαμβάνονται οπωσδήποτε η συμβατική περίοδος, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πέντε (5) ετών, η δυνατότητα παράτασης και τροποποίησής της, οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας και συντήρησης υποδομών, το καταβλητέο τίμημα, οι όροι λύσης της σύμβασης και οι δεσμεύσεις σε περίπτωση μεταβίβασης της άδειας ίδρυσης του υδατοδρομίου.

2. Τα ανωτέρω δικαιολογητικά συντάσσονται στην ελληνική γλώσσα. Πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί στην αλλοδαπή συνοδεύονται από επίσημη μετάφραση της Μεταφραστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών ή από δικηγόρο στην ελληνική γλώσσα. Αν σε κάποια χώρα δεν εκδίδονται τα δικαιολογητικά που ορίζονται στο παρόν ή αυτά δεν καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις, αντικαθίστανται από υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος, με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής από δημόσια αρχή.

3. Το Εγχειρίδιο Λειτουργίας Υδατοδρομίου εγκρίνεται από το Διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.) όταν πρόκειται για άδεια λειτουργίας υδατοδρομίου, ενώ προεγκρίνεται από το Τ.Ε.Μ. όταν πρόκειται για άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου.
Το Πρόγραμμα Ασφαλείας Υδατοδρομίου εγκρίνεται από το Διοικητή της Υ.Π.Α. μετά τη σύμφωνη γνώμη του Διευθυντή του Κλάδου Ασφαλείας και Αστυνόμευσης του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ. - ΕΛ.ΑΚΤ.) ή του Προϊσταμένου του Κλάδου Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας για θέματα που εμπλέκονται, ανάλογα με τη λειτουργία του υδατοδρομίου σε θαλάσσια περιοχή ή λίμνη αντίστοιχα. Το Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης εγκρίνεται από τον Διοικητή της Υ.Π.Α. ύστερα από τη σύμφωνη γνώμη του Αρχηγού Λ.Σ. - ΕΛ.ΑΚΤ. ή του Προϊσταμένου του Κλάδου Τάξης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας για θέματα που εμπλέκονται, ανάλογα με τη λειτουργία του υδατοδρομίου σε θαλάσσια περιοχή ή λίμνη αντίστοιχα καθώς και του Πυροσβεστικού Σώματος για θέματα αρμοδιότητάς του καθώς και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
Ο φορέας λειτουργίας υποχρεούται να διατηρεί στο υδατοδρόμιο αντίγραφα των εγκεκριμένων Εγχειριδίων Υδατοδρομίου, σφραγισμένα από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Υ.Π.Α. Τα Εγχειρίδια Υδατοδρομίου, μετά την έγκρισή τους, τροποποιούνται με όμοια πράξη των ανωτέρω αρμόδιων αρχών: α) λόγω τροποποίησης των διεθνών απαιτήσεων που αφορούν θέματα συναφή με τα υδατοδρόμια,
β) ύστερα από αίτημα του νόμιμου κατόχου της άδειας λειτουργίας το οποίο εξετάζεται και εγκρίνεται ή μη, μέσα σε τρεις (3) μήνες από την υποβολή του. γ) λόγω μεταβολής των στοιχείων τους.

Άρθρο 9
Αίτηση για χορήγηση άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου


1. Για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση στο Τ.Ε.Μ. Η αίτηση συνοδεύεται από τεχνικό φάκελο, ο οποίος περιέχει σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή τα δικαιολογητικά των περιπτ. γ', δ', ε', στ, ζ', η' θ', Γ, ια', ιγ' και ιδ' της παρ. 1 του άρθρου 8.

2. Στο Εγχειρίδιο Λειτουργίας Υδατοδρομίου (Water Aerodrome Manual) της περίπτ. ιδ' της παρ. 1 του άρθρου 8 περιγράφονται γενικά η οργανωτική δομή και οι διαδικασίες λειτουργίας του υδατοδρομίου σύμφωνα με το Παράρτημα I. Για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου απαιτείται προέγκριση του Εγχειριδίου Λειτουργίας από το Τ.Ε.Μ. με στόχο την επιτάχυνση της οριστικής έγκρισης κατά τη διαδικασία χορήγησης της άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου.

Άρθρο 10
Παράβολο


Το ύψος του παραβόλου της περίπτ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 8 ανέρχεται σε δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ.

Άρθρο 11
Αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου


1. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση στο Τ.Ε.Μ. Η αίτηση συνοδεύεται από τεχνικό φάκελο, ο οποίος περιέχει σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή τα δικαιολογητικά των περιπτ. α', β', γ', ιβ', ιδ', ιε', ιστ', ιζ' και ιη' της παρ. 1 του άρθρου 8 καθώς και την εγκεκριμένη ΑΕΠΟ ή τις ΠΠΔ.

2. Στο Εγχειρίδιο Λειτουργίας Υδατοδρομίου (Operation Manual) της περίπτ. ιδ' της παρ. 1 του άρθρου 8 περιγράφονται αναλυτικά η οργανωτική δομή και οι διαδικασίες λειτουργίας του υδατοδρομίου, καθώς και το απαιτούμενο προσωπικό σύμφωνα με το Παράρτημα I. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου απαιτείται έγκριση του Εγχειριδίου Λειτουργίας από το Διοικητή της Υ.Π.Α..

3. Στο Πρόγραμμα Ασφαλείας Υδατοδρομίου (Security Program) της περίπτ. ιε' της παρ. 1 του άρθρου 8 περιγράφονται οι μέθοδοι, οι διαδικασίες, το απαραίτητο προσωπικό και ο εξοπλισμός για την ασφαλή λειτουργία του υδατοδρομίου από έκνομες ενέργειες σύμφωνα με το Ε.Π.Α.Π.Α. Υπόδειγμα του προγράμματος περιλαμβάνεται στο Παράρτημα II. Γ ια τη χορήγηση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου απαιτείται έγκριση του Προγράμματος Ασφαλείας, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8.

4. Το Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης (Emergency Plan) της περίπτ. ιστ' της παρ. 1 του άρθρου 8 περιέχει τους τρόπους δράσης του φορέα λειτουργίας του υδατοδρομίου σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς ανά περίπτωση και κατηγορία έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με το Παράρτημα III. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου απαιτείται έγκριση του Σχεδίου Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8.

5. Η βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης της περίπτ. ιζ' της παρ. 1 του άρθρου 8 υποβάλλεται από τον αιτούντα μετά το θετικό πόρισμα της Επιτροπής Υδατοδρομίων.

Άρθρο 12
Διαδικασία εξέτασης αιτήσεων - έκδοση αδειών


1. Με την υποβολή της αίτησης και του τεχνικού φακέλου και με την προϋπόθεση ότι ο τεχνικός φάκελος είναι πλήρης, το Τ.Ε.Μ., το οποίο αναλαμβάνει την επικοινωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων και των υπηρεσιών, ελέγχει τις παρατηρήσεις και τις χρονικές αποκρίσεις, ενημερώνει τους αρμοδίους όλων των υπηρεσιών και διαβιβάζει μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες αντίγραφο του φακέλου στις εξής δημόσιες υπηρεσίες:
α) Στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ), προκειμένου να εξετάσει σε συνεννόηση με τα Γ ενικά Επιτελεία (ΓΕ) των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων αν η χορήγηση της άδειας επηρεάζει τις επιχειρησιακές λειτουργίες των Ενόπλων Δυνάμεων ή άλλες παραμέτρους της εθνικής άμυνας.
β) στις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για να εξετάσουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, την καταλληλότητα της θαλάσσιας περιοχής από πλευράς προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος, της ασφάλειας και αστυνόμευσης, της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, καθώς και το Πρόγραμμα Ασφαλείας και Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης του υδατοδρομίου που έχει υποβληθεί,
γ) στις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Λιμένων Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για να εξετάσουν ζητήματα παραχώρησης της εκμετάλλευσης χώρων λιμένων, καθορισμού των λιμενικών ζωνών και συμβατότητας των προτεινόμενων έργων ή δραστηριοτήτων με εγκεκριμένα Γενικά Προγραμματικά Σχέδια (master plan), αλλά και γενικότερα τη συμβατότητά τους με τη λειτουργία του λιμένα. Στην περίπτωση υδατοδρομίων σε λίμνες, στις αρμόδιες υπηρεσίες διαχείρισης της όχθης, της παρόχθιας ζώνης και των υδάτων της λίμνης, για να εξετάσουν ζητήματα παραχώρησης και συμβατότητας των προτεινόμενων έργων με άλλες δραστηριότητες της λίμνης,
δ) στις αρμόδιες Διευθύνσεις Αερολιμένων, Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας από Έκνομες Ενέργειες και Κανονιστικής Υπηρεσίας Αεροναυτιλίας της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας (Α.Π.Α.), για να ορίσουν, με βάση τις απαιτήσεις (Πρότυπα και Συνιστώμενες Πρακτικές) του Παραρτήματος 14 του ICAO, Τόμος I, κατάλληλα προσαρμοσμένες για να ανταποκρίνονται σε υδατοδρόμια, τα φυσικά χαρακτηριστικά του διαδρόμου, να χωροθετήσουν το διάδρομο, να ελέγξουν τα επίπεδα απελευθέρωσης εμποδίων, να καθορίσουν τις διαδικασίες αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων ανάγκης, να διαπιστώσουν ή να ορίσουν τις ελεγχόμενες περιοχές και τις διαδικασίες ελέγχου ασφαλείας από έκνομες ενέργειες, να εξετάσουν τη δυνατότητα διαχείρισης της κυκλοφορίας των υδροπλάνων στην αιτούμενη περιοχή δημιουργίας υδατοδρομίου, να καθορίσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις εκτέλεσης των πτήσεων, καθώς και να εξετάσουν τα εγχειρίδια του υδατοδρομίου που έχουν υποβληθεί, δηλαδή το Εγχειρίδιο Λειτουργίας Υδατοδρομίου (Water Aerodrome Manual), το Πρόγραμμα Ασφαλείας Υδατοδρομίου (Security Program) και το Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης (Emergency Plan),
ε) στις αρμόδιες για θέματα προστασίας του πολίτη υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών, για να εξετάσουν:
αα) την καταλληλότητα της περιοχής από πλευράς τάξης και ασφάλειας,
ββ) θέματα που άπτονται της Συνθήκης του Σένγκεν (Schengen). Ειδικότερα αρμόδια για θέματα διαβατηριακού ελέγχου είναι η Διεύθυνσης Προστασίας Συνόρων και αρμόδια για θέματα του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν είναι η Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας
γγ) το Πρόγραμμα Ασφαλείας (Security Program) και το Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης (Emergency Plan) σε περίπτωση υδατοδρομίου σε λίμνη.

2. Οι Υπηρεσίες της παρ. 1 μετά την εξέταση του φακέλου για τα θέματα της αρμοδιότητάς τους και μέσα σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) εργάσιμων ημερών:
α) αποστέλλουν στο Τ.Ε.Μ., αιτιολογημένη γνωμοδότηση αποδοχής ή απόρριψης του φακέλου ή υποδείξεις και περιορισμούς στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους,
β) το Τ.Ε.Μ. διαβιβάζει έγγραφο στον ενδιαφερόμενο σε περίπτωση υποδείξεων και περιορισμών από τις υπηρεσίες της παρ. 1. Ο ενδιαφερόμενος, για τη συνέχιση της διαδικασίας οφείλει να προβεί στις απαραίτητες τροποποιήσεις και να επανυποβάλει στο Τ.Ε.Μ. τα σχετικά δικαιολογητικά του φακέλου τροποποιημένα ή συμπληρωμένα σύμφωνα με τις υποδείξεις και τους περιορισμούς. Στην περίπτωση αυτή, ακολουθείται εκ νέου η διαδικασία και με την ίδια χρονική προθεσμία της παρ. 1 μέχρι την αποστολή της τελικής αιτιολογημένης γνωμοδότησης αποδοχής ή απόρριψης του φακέλου,

3. Με την υποβολή της αίτησης και του τεχνικού φακέλου, το Τ.Ε.Μ. διαβιβάζει μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες αντίγραφο του φακέλου στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, μόνο αν το έργο διαθέτει Α.Ε.Π.Ο., για να ελέγξει τη συμβατότητα των προβλέψεων της σχετικής ΑΕΠΟ με το περιεχόμενο του τεχνικού φακέλου βάσει της θέσης, των υποδομών και των χαρακτηριστικών του υδατοδρομίου, μέσα σε προθεσμία είκοσι πέντε (25) εργάσιμων ημερών.

4. α) Αν το υδατοδρόμιο δεν έχει ήδη αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά, παράλληλα με τη διαδικασία αξιολόγησης του φακέλου, προωθείται και η διαδικασία αξιολόγησης της Μ.Π.Ε. για έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.), αυτοτελώς για το υδατοδρόμιο και ανεξάρτητα από το λιμένα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4014/2011 και της ΔΙΠΑ/οικ. 37674/2016 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β'2471), όπως εκάστοτε ισχύει.
β) Για τη λειτουργία υδατοδρομίου σε λιμένα που διαθέτει Α.Ε.Π.Ο., ο ενδιαφερόμενος, μέσω του φορέα διοίκησης, λειτουργίας και εκμετάλλευσης του λιμένα, υποβάλλει αίτηση για τροποποίηση της Α.Ε.Π.Ο. του λιμένα, για να ενσωματωθούν σε αυτήν οι όροι, οι περιορισμοί και οι προϋποθέσεις για την ίδρυση των εγκαταστάσεων και τη λειτουργία του υδατοδρομίου, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 4014/2011.
γ) Σε κάθε περίπτωση, ο ενδιαφερόμενος οφείλει να ενημερώνει το Τ.Ε.Μ. και το Τ.Ε.Μ. οφείλει αντίστοιχα να ενημερώνει την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή για οποιαδήποτε τροποποίηση των υποδομών και χαρακτηριστικών του υδατοδρομίου κατά τη διάρκεια εξέτασης του τεχνικού φακέλου από τις υπηρεσίες της παρ. 1, προκειμένου η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή να εξετάζει τον εκάστοτε επικαιροποιημένο φάκελο για την περιβαλλοντική αδειοδότηση του υδατοδρομίου.
Η περιβαλλοντική αρχή οφείλει να ενημερώνει το Τ.Ε.Μ. για οποιαδήποτε τροποποίηση των υποδομών και των χαρακτηριστικών του υδατοδρομίου, προκειμένου οι συναρμόδιες υπηρεσίες της παρ. 1 να εξετάζουν τον εκάστοτε επικαιροποιημένο φάκελο επισημαίνοντας με ακρίβεια, πληρότητα και εποπτικό τρόπο το σύνολο των αλλαγών σε σχέση με την αρχική αίτηση,
δ) Η έκδοση της Α.Ε.Π.Ο. συνιστά προϋπόθεση της αδειοδότησης και κοινοποιείται στο Τ.Ε.Μ. από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή.
ε) Σε περίπτωση που το έργο ανήκει στην Β κατηγορία και δεν είναι περιβαλλοντικά αδειοδοτημένο, οι Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ) ενσωματώνονται στην άδεια λειτουργίας του. Εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των συναρμόδιων υπουργών καθορίζονται οι προβλεπόμενες ΠΠΔ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή τους. Μέχρι την έκδοση απόφασης για τις ΠΠΔ ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 8 του ν. 4014/2011, όπως ισχύει.

5. Με βάση τις αιτιολογημένες γνωμοδοτήσεις αποδοχής ή απόρριψης του φακέλου των υπηρεσιών της παρ. 1, το Τ.Ε.Μ. μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από το πέρας της προθεσμίας της παρ. 2 χορηγεί βεβαίωση αποδοχής του φακέλου ή απορρίπτει αιτιολογημένα το φάκελο ενημερώνοντας τον ενδιαφερόμενο και την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, στην περίπτωση που το έργο δεν έχει ήδη αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά. Σε περίπτωση απόρριψης, η αρμόδια αρχή διακόπτει την αξιολόγηση της Μ.Π.Ε. και την επιστρέφει στον ενδιαφερόμενο.

6. α) Μετά την έκδοση της βεβαίωσης αποδοχής φακέλου για τη χορήγηση της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου ή άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να μεριμνήσει για την ικανοποίηση των απαιτήσεων εξοπλισμού του άρθρου 16 ώστε το υδατοδρόμιο να είναι έτοιμο προς λειτουργία και να πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος, και ενημερώνει εγγράφως το Τ.Ε.Μ. για τα ανωτέρω. Το Τ.Ε.Μ. ειδοποιεί την Επιτροπή Υδατοδρομίων του άρθρου 14, η οποία προβαίνει σε επιθεώρηση του υδατοδρομίου μέσα σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες.
β) Αν διαπιστωθεί με την επιθεώρηση ότι:
αα) το υδατοδρόμιο πληροί όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις, η Επιτροπή αποστέλλει το πόρισμά της στο Τ.Ε.Μ. Εφόσον το υδατοδρόμιο έχει αδειοδοτηθεί σύμφωνα με την περιβαλλοντική νομοθεσία, το Τ.Ε.Μ. εισηγείται μέσα σε επτά (7) εργάσιμες ημέρες από τη λήψη του πορίσματος για την έκδοση απόφασης άδειας υδατοδρομίου της παρ. 1 του άρθρου 7. ββ) το υδατοδρόμιο δεν πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις, η Επιτροπή αποστέλλει το πόρισμά της στο Τ.Ε.Μ., το οποίο εκδίδει χωρίς καθυστέρηση αιτιολογημένη αρνητική διοικητική πράξη.
γ) Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει νέα επιθεώρηση μετά την ολοκλήρωση διορθωτικών παρεμβάσεων επί των ευρημάτων της αρνητικής διοικητικής πράξης. Κατά την κατάθεση αίτησης διεξαγωγής νέας επιθεώρησης και για το παραδεκτό αυτής, καταβάλλεται ποσό παραβόλου στο λογαριασμό του άρθρου 8 υπέρ του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών το ύψος του οποίου ανέρχεται σε πεντακόσια (500) ευρώ. Με την υποβολή του αιτήματος, υποβάλλεται και το αποδεικτικό καταβολής του παραβόλου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, μπορεί να τροποποιείται το ανωτέρω ύψος του παραβόλου.

7. Κατά την επιθεώρηση και ανάλογα με το είδος της άδειας υδατοδρομίου ελέγχεται ιδίως:
α) η τήρηση των Εγχειριδίων Υδατοδρομίου που προβλέπονται στο άρθρο 8, όπως αυτά αναφέρονται και έχουν προεγκριθεί ή εγκριθεί ανάλογα με την άδεια στο άρθρο 9 ή 11,
β) η υποδομή σε εγκαταστάσεις.
γ) η ύπαρξη και άρτια λειτουργική κατάσταση του εξοπλισμού που προβλέπεται στο άρθρο 16, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού ασφαλείας από έκνομες ενέργειες για τη διασφάλιση της εφαρμογής των προβλεπόμενων διαδικασιών ασφαλείας που περιγράφονται στο Πρόγραμμα Ασφαλείας του υδατοδρομίου,
δ) η αρτιότητα των εγκαταστάσεων που απαιτούνται για την ασφάλεια και τη λειτουργικότητά τους.

8. Μετά την αποστολή στο Τ.Ε.Μ. θετικού πορίσματος της επιτροπής για ίδρυση ή και λειτουργία του υδατοδρομίου και εφόσον αυτό έχει αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά, το Τ.Ε.Μ. εισηγείται μέσα σε προθεσμία επτά (7) εργάσιμων ημερών την απόφαση της παρ. 1 του άρθρου 7 για έκδοση άδειας.
Μετά την έκδοση της απόφασης της παρ. 1 του άρθρου 7 (άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου) επιτρέπεται η έναρξη πτήσεων από και προς το αδειοδοτηθέν υδατοδρόμιο. Ο φορέας λειτουργίας ενημερώνει το Τ.Ε.Μ. δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την έναρξη πτήσεων.

9. Αρμόδιοι υπάλληλοι οι οποίοι παραβιάζουν τις προθεσμίες των παρ. 1, 2, 3, 4, 5, 6 και 8, ελέγχονται πειθαρχικά. Η μη έγκαιρη διεκπεραίωση μέσα στις παραπάνω προθεσμίες, συνιστά αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα κατά των υπαίτιων προϊσταμένων και υπαλλήλων, το οποίο επιφέρει πειθαρχική ποινή προστίμου ποσού ίσου με τις αποδοχές δύο (2) μηνών.

Άρθρο 13
Διάρκεια ισχύος άδειας - τροποποίηση στοιχείων αδειών


1. Η άδεια ίδρυσης υδατοδρομίου είναι αόριστης διάρκειας.

2. Η άδεια ίδρυσης ανακαλείται, αν για δύο (2) συνεχόμενα έτη το υδατοδρόμιο δεν παρουσιάζει πτητικό έργο.

3. Η διάρκεια της άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου καθορίζεται από τη σύμβαση μεταξύ του κατόχου της άδειας ίδρυσης και εκείνου που, ύστερα από διαγωνιστική διαδικασία, σύμφωνα με το ν.4412/2016 (A' 147), η οποία υποχρεωτικά εμπεριέχει τη λειτουργία υδατοδρομίου και όχι μόνο τη μίσθωση χώρου, λαμβάνει την άδεια λειτουργίας, όπως αναφέρεται στην προκήρυξη. Δεν μπορεί να ορίζεται διάρκεια μικρότερη των πέντε (5) ετών.

4. Ανεξάρτητα από τη διάρκεια ισχύος της άδειας, ο ενδιαφερόμενος δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση αμελλητί ανανέωσης επιμέρους πιστοποιητικών με μικρότερη χρονική διάρκεια ισχύος από αυτήν της άδειας υδατοδρομίου, τα οποία πρέπει πάντα να διατηρούνται σε ισχύ.

5. Για κάθε μεταβολή στο πρόσωπο του δικαιούχου ή για οποιαδήποτε τροποποίηση των χαρακτηριστικών του υδατοδρομίου, συμπεριλαμβανομένων του εξοπλισμού και των εγχειριδίων υδατοδρομίου, απαιτείται αίτηση προς το Τ.Ε.Μ. και έγκριση από τις αρμόδιες υπηρεσίες πριν από τη μεταβολή, την υλοποίηση ή την εφαρμογή τους.

6. Για κάθε αλλαγή της νομικής μορφής της εταιρείας ή του φυσικού προσώπου κατόχου άδειας υδατοδρομίου απαιτείται έκδοση νέας άδειας με την προσκόμιση μόνο των μεταβαλλόμενων δικαιολογητικών.

7. Κάθε αρμόδια υπηρεσία οφείλει να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Τ.Ε.Μ. για την ανανέωση επιμέρους πιστοποιητικών και να αποστέλλει τα σχετικά δικαιολογητικά σε περίπτωση τροποποίησής τους, ώστε να επικαιροποιείται ο τεχνικός φάκελος της άδειας κάθε υδατοδρομίου.

8. Ο φορέας λειτουργίας, σε περίπτωση παύσης της λειτουργίας υδατοδρομίου, ενημερώνει προηγουμένως εγγράφως το Τ.Ε.Μ. είκοσι πέντε (25) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία παύσης της λειτουργίας του υδατοδρομίου.

Άρθρο 14
Επιτροπή Υδατοδρομίων - επιθεωρήσεις υδατοδρομίων


1. Συνιστάται στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών Επιτροπή Υδατοδρομίων, στην οποία μετέχουν:
α) ένας (1) υπάλληλος της Διεύθυνσης Αερολιμένων της Υ.Π.Α., ως πρόεδρος, με τον αναπληρωτή του
β) ένας (1) υπάλληλος της Διεύθυνσης Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας από Έκνομες Ενέργειες της Α.Π.Α. (ν. 4427/2016, Α' 188), με τον αναπληρωτή του
γ) ένας (1) εκπρόσωπος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με τον αναπληρωτή του
δ) ένας (1) αξιωματικός της Διεύθυνσης Προστασίας Συνόρων
ε) ένας (1) εκπρόσωπος του Πυροσβεστικού Σώματος
στ) ένας (1) εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας
ζ) ένας (1) αξιωματικός της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθήνας ή Θεσσαλονίκης ή της αρμόδιας Διεύθυνσης Αστυνομίας, ως εκπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικών για ελέγχους της περίπτ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 12 για τις επιθεωρήσεις υδατοδρομίων που θα λειτουργήσουν αποκλειστικά σε λίμνες, και πέραν των αρμοδιοτήτων του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ. - ΕΛ.ΑΚΤ.), με τον αναπληρωτή του.
Σε περιπτώσεις συναρμοδιότητας για την αδειοδότηση υδατοδρομίου σε ζώνη ή περιοχή σημαντική για την ασφάλεια της Χώρας ή τη δημόσια ασφάλεια_στην Επιτροπή Υδατοδρομίων μπορεί να συμμετέχει και ένας (1) εκπρόσωπος της Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας του
Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας καθώς και ένας (1) εκπρόσωπος του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και σε επιθεωρήσεις σε θαλάσσιες περιοχές, ύστερα από ενδοϋπηρεσιακή συνεννόηση με το Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή και το Τ.Ε.Μ.
ε) Επιτρέπεται η συμμετοχή στην Επιτροπή Υδατοδρομίων και ενός (1) εκπροσώπου της αρμόδιας μονάδας εναέριας κυκλοφορίας στην περιοχή ευθύνης της οποίας θα ιδρυθεί το υδατοδρόμιο ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Κανονισμών Αεροναυτιλίας της Ανεξάρτητης Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας.
Για τη γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής ορίζεται από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών υπάλληλος του Τ.Ε.Μ..
Η επιτροπή Υδατοδρομίων συγκροτείται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

2. α) Έργο της Επιτροπής είναι ο έλεγχος και η επιθεώρηση των υδατοδρομίων, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα όπως αυτή προκύπτει από τις κείμενες διατάξεις.
β) Σε περίπτωση νέας επιθεώρησης κατά την περίπτ. γ' της παρ. 6 του άρθρου 12, καθώς και οποιασδήποτε εκ νέου επιθεώρησης ύστερα από διεξαγωγή έκτακτης ή τακτικής επιθεώρησης κατά την οποία διαπιστώθηκε μη συμμόρφωση όρων και προϋποθέσεων λειτουργίας περιορισμένης κλίμακας, στην επιτροπή μπορεί να συμμετέχουν μόνο τα μέλη αυτής που λόγω της ειδικότητάς τους θα διαπιστώσουν την ολοκλήρωση των διορθωτικών παρεμβάσεων. Τα μέλη αυτά καθορίζονται με ομόφωνη απόφαση όλων των μελών της Επιτροπής στο πόρισμα της αρχικής επιθεώρησης και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι λιγότερα από τρία (3).

3. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ρυθμίζεται επιπλέον κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία, τη συγκρότηση, τη θητεία και τις αρμοδιότητες της Επιτροπής, την αναπλήρωση των μελών της, τον τρόπο διενέργειας των ελέγχων και επιθεωρήσεων.

4. Για τη συμμετοχή των μελών στην Επιτροπή Υδατοδρομίων δεν προβλέπεται πρόσθετη αμοιβή.

5. Τα έξοδα μετακίνησης και διαμονής των μελών της Επιτροπής βαρύνουν τις υπηρεσίες από τις οποίες προέρχονται για τις απαιτούμενες επιθεωρήσεις πριν από την αδειοδότηση και για τις τακτικές επιθεωρήσεις που προβλέπονται, καθώς και αν ο κάτοχος άδειας υδατοδρομίου ζητεί αλλαγή επί των δικαιολογητικών του τεχνικού φακέλου του άρθρου 8 ή και του εξοπλισμού του άρθρου 16, για την οποία κρίνεται αναγκαία η διεξαγωγή επιθεώρησης από τις αρμόδιες υπηρεσίες.

6. Η Επιτροπή Υδατοδρομίων προβαίνει σε τακτικές και έκτακτες επιθεωρήσεις των υδατοδρομίων για διαπίστωση της τήρησης των όρων λειτουργίας και ασφάλειάς τους. Το Τ.Ε.Μ. καθορίζει τις ημερομηνίες των τακτικών επιθεωρήσεων για την Επιτροπή Υδατοδρομίων, με κριτήρια επιχειρησιακής σκοπιμότητας και γεωγραφικής αντιπροσωπευτικότητας του δικτύου μεταφορών.

7. Σε κάθε τακτική επιθεώρηση, το Τ.Ε.Μ. οφείλει να ενημερώνει το φορέα λειτουργίας ένα (1) τουλάχιστον μήνα πριν από τη μετάβαση της Επιτροπής. Εκτακτη επιθεώρηση γίνεται οποτεδήποτε χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση του φορέα λειτουργίας.

8. Εκτός από τις επιθεωρήσεις που διενεργεί η Επιτροπή Υδατοδρομίων, η αρμόδια Διεύθυνση Ασφαλείας Πολιτικής Αεροπορίας από έκνομες ενέργειες της Α.Π.Α. διατηρεί αυτοτελώς το δικαίωμα άσκησης δραστηριοτήτων παρακολούθησης της συμμόρφωσης στις απαιτήσεις ασφαλείας στο πλαίσιο όσων προβλέπονται στο Εθνικό Πρόγραμμα Ποιοτικού Ελέγχου της Ασφάλειας Πολιτικής Αεροπορίας.

9. Ο φορέας λειτουργίας του υδατοδρομίου υποχρεούται να παρέχει κάθε πληροφορία παρέχοντας ακώλυτη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις και υποδομές για τη διενέργεια της επιθεώρησης. Σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης αυτής, με απόφαση του Τ.Ε.Μ., ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής και ακρόαση του φορέα λειτουργίας, επιβάλλεται πρόστιμο από το πενταπλάσιο έως το δεκαπλάσιο του ύψους του παραβόλου. Σε περίπτωση υποτροπής το πρόστιμο διπλασιάζεται.

Άρθρο 15
Μεταβίβαση άδειας - παραχώρηση λειτουργίας


1. α) Ο κάτοχος της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου μπορεί να μεταβιβάσει την άδειά του σε άλλο δημόσιο φορέα. Για κάθε μεταβίβαση άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου σε θαλάσσια περιοχή απαιτείται κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Εθνικής Άμυνας, ύστερα από εισήγηση του Τ.Ε.Μ. Για τη μεταβίβαση άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου σε λίμνη, απαιτείται απόφαση αποκλειστικώς του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και Εθνικής Άμυνας. Σε περίπτωση άδειας ίδρυσης σε ΟΤΑ την απόφαση για τη μεταβίβασή της της συνυπογράφει και ο Υπουργός Εσωτερικών.
β) Με την επιφύλαξη της περίπτ. δ' ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου μπορεί να μεταβιβάσει την άδειά του σε φορέα που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 6. Για κάθε μεταβίβαση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου σε θαλάσσια περιοχή, απαιτείται κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από εισήγηση του Τ.Ε.Μ. Για μεταβίβαση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου σε λίμνη, απαιτείται απόφαση αποκλειστικώς του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών.
γ) Η μεταβίβαση της άδειας συντελείται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποβολής νέας αίτησης παροχής άδειας από τον ενδιαφερόμενο. Στην αίτηση συμπεριλαμβάνονται τα δικαιολογητικά του τεχνικού φακέλου που τροποποιούνται, καθώς και υπεύθυνη δήλωση του αιτούντα για την τήρηση και μη τροποποίηση των υπολοίπων δικαιολογητικών του τεχνικού φακέλου που δεν περιέχονται στην αίτηση. Για την εξέταση της αίτησης ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 12, για τη διαβίβαση μόνο των τροποποιούμενων δικαιολογητικών στις αρμόδιες υπηρεσίες.
δ) Η άδεια λειτουργίας υδατοδρομίου είναι αμεταβίβαστη και δεν εκχωρείται για οποιαδήποτε αιτία μέσα σε διάστημα δύο (2) ετών και πριν από την ολοκλήρωση όλων των εργασιών. Απαγορεύεται η μεταβίβαση των μετοχών αν ο δικαιούχος της άδειας λειτουργίας είναι νομικό πρόσωπο, εκτός από τη μεταβίβαση λόγω κληρονομικής διαδοχής.

2. Ο κάτοχος της άδειας ίδρυσης μπορεί να παραχωρήσει σε φορέα που δικαιούται να λάβει άδεια ίδρυσης τη διοίκηση, τη διαχείριση, τη λειτουργία και την εκμετάλλευση των υποδομών και υπηρεσιών του υδατοδρομίου, διατηρώντας ο ίδιος εποπτικό και ελεγκτικό ρόλο προς το φορέα λειτουργίας του υδατοδρομίου, όπως θα προβλέπεται από τη σύμβαση παραχώρησης. Για κάθε παραχώρηση της διοίκησης, της διαχείρισης, της λειτουργίας και της εκμετάλλευσης των υποδομών και υπηρεσιών του υδατοδρομίου απαιτείται κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από εισήγηση του Τ.Ε.Μ. Αν οι υποδομές ανήκουν σε ΟΤΑ την παραπάνω απόφαση συνυπογράφει και ο Υπουργός Εσωτερικών. Για παραχώρηση σε λίμνη, απαιτείται απόφαση αποκλειστικώς του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών.
Για την παραχώρηση της διοίκησης, της διαχείρισης, της λειτουργίας και της εκμετάλλευσης των υποδομών και υπηρεσιών του υδατοδρομίου απαιτείται η υποβολή αίτησης του κατόχου άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου ή του κατόχου της άδειας λειτουργίας για παραχώρηση σε νέο φορέα λειτουργίας και κατάθεση της σύμβασης παραχώρησης και των απαιτούμενων τροποποιημένων δικαιολογητικών του τεχνικού φακέλου από το νέο φορέα λειτουργίας. Για την εξέταση της αίτησης ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 12 για τη διαβίβαση μόνο των τροποποιούμενων δικαιολογητικών στις αρμόδιες υπηρεσίες.

3. Για οποιαδήποτε μεταβίβαση ή παραχώρηση καταβάλλεται παράβολο στο λογαριασμό του άρθρου 8 υπέρ του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, το ύψος του οποίου ανέρχεται σε δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Τ.Ε.Μ., μπορεί να τροποποιείται το ανωτέρω ύψος του παραβόλου.

Άρθρο 16
Υποχρεώσεις φορέα λειτουργίας υδατοδρομίου


Ο φορέας λειτουργίας υδατοδρομίου υποχρεούται να:
α) εφαρμόζει τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και να παρέχει τις υπηρεσίες του υδατοδρομίου με ίσους όρους σε οποιοδήποτε αεροσκάφος,
β) ακολουθεί τις υποδείξεις των αεροπορικών και λιμενικών αρχών, καθώς και να προβαίνει έγκαιρα στις απαραίτητες ενέργειες για την αποκατάσταση ευρημάτων κατά τις επιθεωρήσεις ασφαλείας,
γ) εφαρμόζει τα Εγχειρίδια Υδατοδρομίου που έχουν εγκριθεί από την ΑΠΑ, να τα ενημερώνει και να τα τροποποιεί σύμφωνα με τις υποδείξεις των αρμόδιων κατά περίπτωση υπηρεσιών,
δ) εποπτεύει με κατάλληλα ηλεκτρονικά μέσα (κάμερες) την υδάτινη περιοχή του υδατοδρομίου και διατηρεί την περιοχή κίνησης των αεροσκαφών ύδατος ελεύθερη από κάθε εμπόδιο. Τα ηλεκτρονικά μέσα είναι συνδεδεμένα σε πραγματικό χρόνο με το Κέντρο Παρακολούθησης, το οποίο δημιουργείται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Στην απόφαση αυτή ρυθμίζονται οι όροι, τα δικαιώματα πρόσβασης και άλλων δημόσιων υπηρεσιών, όπως η ΥΠΑ ή το Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή και τα Γενικά Επιτελεία των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία του Κέντρου Παρακολούθησης. Ειδικά, το υδατοδρόμιο πρέπει να διαπλέεται με μέριμνα του φορέα λειτουργίας του υδατοδρομίου κάθε φορά τριάντα (30) τουλάχιστον λεπτά της ώρας πριν από κάθε προσθαλάσσωση ή αποθαλάσσωση για την απομάκρυνση αντικειμένων, εμποδίων, θαλάσσιων μέσων αναψυχής, λεμβών, σκαφών, πλοίων και κολυμβητών που συνιστούν κίνδυνο για την κίνηση των αεροσκαφών,
ε) τηρεί και παρέχει στην Υ.Π.Α., στην αρμόδια λιμενική αρχή και σε άλλες αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, ύστερα από έγγραφη πράξη των τελευταίων, λεπτομερή στοιχεία αεροπορικής κίνησης, καθώς και αναλυτικά στοιχεία αναφορικά με τα εξυπηρετούμενα αεροσκάφη, τα πληρώματα, τους επιβάτες, το φορτίο και το ταχυδρομείο. Οι αρμόδιες υπηρεσίες ενημερώνουν το φορέα λειτουργίας υδατοδρομίου για τα απαιτούμενα έντυπα, τα οποία υποβάλλονται πριν από την έναρξη της πτήσης, καθώς και για τη διαδικασία υποβολής τους,
στ) διακόπτει τη λειτουργία του υδατοδρομίου και να μην επιτρέπει τη χρησιμοποίησή του, αν διαπιστώσει την ύπαρξη κινδύνου για την ασφάλεια των πτήσεων ή αν δεν είναι δυνατή η παροχή όλων των απαραίτητων υπηρεσιών, μέσων, προσωπικού και εξοπλισμού για την ασφαλή λειτουργία του υδατοδρομίου, ενημερώνοντας αμέσως και με κάθε πρόσφορο μέσο την Επιτροπή Διερεύνησης Ατυχημάτων και Ασφάλειας των Πτήσεων (Ε.Δ.Α.Α.Π.), τις αρμόδιες υπηρεσίες της Υ.Π.Α., την Επιτροπή Αναφοράς Περιστατικών Ασφαλείας (Ε.Α.Π.Α.) και την αρμόδια λιμενική αρχή για το πρόβλημα ασφαλείας που εντοπίστηκε. Το υδατοδρόμιο μπορεί να επαναλειτουργήσει, αφού διαπιστωθεί η αποδεδειγμένη άρση των προβλημάτων που επέβαλαν τη διακοπή λειτουργίας του. Για την ανωτέρω διακοπή λειτουργίας και για την επαναλειτουργία ενημερώνονται η Υ.Π.Α., η Υδρογραφική Υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού, το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και η αρμόδια λιμενική αρχή για την έκδοση των σχετικών οδηγιών,
ζ) ενημερώνει αμέσως και με κάθε πρόσφορο μέσο την Ε.Δ.Α.Α.Π., τις αρμόδιες υπηρεσίες της Υ.Π.Α., την Ε.Α.Π.Α. και την αρμόδια λιμενική αρχή για κάθε αεροπορικό ατύχημα ή συμβάν, η) αποστέλλει στην Υ.Π.Α. τις προβλεπόμενες αεροναυτικές πληροφορίες για τη δημοσίευσή τους στο Εγχειρίδιο Αεροναυτικών Πληροφοριών Ελλάδος (Α.Ι.Ρ. -GREECE) και στην Υδρογραφική Υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού για την έκδοση σχετικής οδηγίας
θ) συμμορφώνεται με τους ισχύοντες περιβαλλοντικούς όρους ή ΠΠΔ
ι) μεριμνά για τη συντήρηση των εγκαταστάσεων, των υποδομών και του εξοπλισμού ασφαλείας του υδατοδρομίου και των λιμενικών εγκαταστάσεων που χρησιμοποιεί, φέροντας ευθύνη για την καλή κατάσταση και ασφαλή λειτουργία τους,
ια) παρέχει τις υπηρεσίες του εφαρμόζοντας τις διατάξεις της κείμενης εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού,
ιβ) διατηρεί σε καλή κατάσταση και να χρησιμοποιεί τον απαιτούμενο εξοπλισμό ως εξής: αα) σήμα οπτικής αναγνώρισης: το σήμα αυτό σε σχήμα άγκυρας, διαστάσεων από τέσσερα (4) μέτρα μήκος και δυόμισι (2,5) μέτρα πλάτος έως δέκα (10) μέτρα μήκος και έξι (6) μέτρα πλάτος, απαιτείται να είναι τοποθετημένο σε κατάλληλη περιοχή στο έδαφος ή άλλη επίπεδη επιφάνεια, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Υ.Π.Α., ώστε να είναι εύκολα ορατό από αέρος, ββ) φανό ειδοποίησης αεροπορικής δραστηριότητας: τήλε - ενεργοποιούμενος φανός ο οποίος είναι διαθέσιμος προς χρήση πριν από κάθε προσθαλάσσωση ή αποθαλάσσωση αεροσκάφους, προς ειδοποίηση παρακείμενων πλωτών μέσων για έναρξη αεροπορικής δραστηριότητας (άφιξη ή αναχώρηση αεροσκάφους). Ο φανός πρέπει να είναι τοποθετημένος σε τέτοια θέση στο χώρο του υδατοδρομίου σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Α.Π.Α. και της λιμενικής αρχής ώστε να είναι εύκολα ορατός,
γγ) ανεμούριο ή σημείο «Τ»: ανεμούριο κατάλληλων διαστάσεων, το οποίο πρέπει να είναι τοποθετημένο σε τέτοια θέση στο χώρο του υδατοδρομίου σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Υ.Π.Α. και της λιμενικής αρχής, ώστε να είναι εύκολα ορατό, ακόμα και σε περίπτωση μειωμένης ορατότητας. Αντί για ανεμούριο είναι δυνατόν να τοποθετηθεί ένας ανεμοδείκτης σε σχήμα «Τ»,
δδ) σημεία πρόσδεσης: αρμοδίως και προσηκόντως πιστοποιημένα σημεία για την πρόσδεση των αεροσκαφών ύδατος (δέστρες) επί της πλωτής προβλήτας αποβίβασης -επιβίβασης επιβατών, ως προς τη σταθερότητά τους και την αντοχή τους σε σχέση με τη χρήση για την οποία προορίζονται, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσμενέστερες των καιρικών συνθηκών που συνήθως επικρατούν στη συγκεκριμένη περιοχή,
εε) σωσίβια άμεσης χρήσης: παραπλεύρως του σημείου πρόσδεσης και παραμονής του αεροσκάφους απαιτείται η ύπαρξη σε κατάλληλη θέση τριών (3) κυκλικών σωσιβίων μη φουσκωτού τύπου, με σχοινί πρόσδεσης μήκους τριάντα (30) μέτρων, έτοιμων για χρήση οποιαδήποτε στιγμή,
στστ) σκάφος υπηρεσίας: η ύπαρξη και διαρκής διαθεσιμότητα ταχύπλοου σκάφους ολικού μήκους έξι (6) τουλάχιστον μέτρων με εξωλέμβια μηχανή, επαρκούς ιπποδύναμης ώστε να διαθέτει ικανή ταχύτητα πλεύσης για τη διασφάλιση του αναφερόμενου μέγιστου χρόνου απόκρισης 15 λεπτών σε οποιοδήποτε σημείο της περιοχής κίνησης, εφοδιασμένου με τις προβλεπόμενες άδειες και εξοπλισμό, έτοιμο προς χρήση ανά πάσα στιγμή. Επιπλέον των ανωτέρω, το σκάφος υπηρεσίας πρέπει να διαθέτει και επαρκή εξοπλισμό διάσωσης για το σύνολο των επιβαινόντων ατόμων του υδροπλάνου, ως εξής: i) φορητή αυτόματα αναδιπλούμενη σχεδία 12 ατόμων, ii) αναπνευστικές συσκευές (10 τεμ. κατ' ελάχιστον), iii) ισοθερμικές κουβέρτες για παροχή πρώτων βοηθειών (24 τεμ.), iv) πυροσβεστήρες αφρού 6 κιλών φορητούς (2 τεμ.), v) κυκλικά σωσίβια (4 τεμ.),
ζζ) φορητά μέσα πυρόσβεσης: δίπλα ακριβώς από το σημείο στάθμευσης του αεροσκάφους ύδατος πρέπει να υπάρχουν πυροσβεστήρες χειρός εγκεκριμένου τύπου, κατάλληλοι για χρήση σε πυρκαγιά υγρών καυσίμων και ηλεκτρολογικού υλικού, τρεις (3) τουλάχιστον ανά κατηγορία, χωρητικότητας δώδεκα (12) τουλάχιστον κιλών ξηράς κόνεως για τα υγρά καύσιμα και έξι (6) κιλών διοξειδίου του άνθρακα (C02) ή δώδεκα (12) κιλών κόνεως για το ηλεκτρολογικό υλικό, ηη) μέσα περιορισμού θαλάσσιας ρύπανσης: πρόσβαση σε κατάλληλα πλωτά φράγματα, εγκεκριμένου τύπου σύμφωνα με την 3221/2.1.1999 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής (Β' 76), για τον περιορισμό διαρροής καυσίμου ή λαδιού στο νερό και, σε κατάλληλα απορροφητικά υλικά αντιμετώπισης ρύπανσης, εγκεκριμένου τύπου, σύμφωνα με την 1218.91/1997 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Υγείας και Πρόνοιας και Εμπορικής Ναυτιλίας (Β'951),
θθ) μαγνητική πύλη (WTMD) για τον έλεγχο ασφαλείας των επιβατών και ακτινοσκοπική συσκευή (X-Ray) για έλεγχο ασφάλειας αποσκευών και χειραποσκευών ή ότι καθορίζεται σχετικά από την Α.Π.Α. ύστερα από αξιολόγηση επικινδυνότητας σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Ε.Π.Α.Π.Α. και ανάλογα με τον τύπο του υδατοδρομίου.

Άρθρο 17
Όροι εκτέλεσης πτήσεων


Η προσθαλάσσωση και αποθαλάσσωση αεροσκαφών στα υδατοδρόμια επιτρέπεται με τους εξής όρους:
α) οι πτήσεις πραγματοποιούνται υπό κανόνες πτήσεως εξ όψεως (VFR) κατά τη διάρκεια της αεροπορικής ημέρας και υπό μετεωρολογικές συνθήκες εξ όψεως (VMC), με την προϋπόθεση ότι τα αναχωρούντα αεροσκάφη έχουν υποβάλει το σχέδιο πτήσης που προβλέπεται από τους κανονισμούς. Αμέσως μετά την προσθαλάσσωση κλείνουν το σχέδιο πτήσης, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στο εγχειρίδιο Αεροναυτικών Πληροφοριών Ελλάδος. Η παροχή εξυπηρέτησης πληροφοριών πτήσης και συνέγερσης από την αποθαλάσσωση του αεροσκάφους μέχρι την προσθαλάσσωσή του ασκείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Υ.Π.Α. και διέπεται από τη νομοθεσία που αφορά την Πολιτική Αεροπορία,
β) αν το υδατοδρόμιο βρίσκεται εντός Τερματικής Περιοχής (ΤΜΑ) ή Ζώνης Ελέγχου (CTR) αεροδρομίου της Επικράτειας τότε:
αα) το αεροσκάφος, πριν από την είσοδο του στην Τερματική Περιοχή ή Ζώνη Ελέγχου, έρχεται σε επικοινωνία με τον αρμόδιο φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας για την εξασφάλιση της σχετικής προς τούτο άδειας και τη λήψη πληροφοριών και οδηγιών για την εντός αυτής πτήση του,
ββ) πριν από την αναχώρηση του αεροσκάφους λαμβάνει τη σχετική προς τούτο έγκριση από τον αρμόδιο φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας της αντίστοιχης Τερματικής Περιοχής ή Ζώνης Ελέγχου, καθώς και τις σχετικές πληροφορίες για τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσει,
γγ) οι υπηρεσίες ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας της ΥΠΑ είναι υπεύθυνες για την παροχή πληροφοριών πτήσης μόνο σε σχέση με την υπάρχουσα εντός της Τερματικής Περιοχής ή Ζώνης Ελέγχου γνωστής εναέριας κυκλοφορίας και όχι σε σχέση με τα πλωτά μέσα, τα οποία ενδεχομένως επιχειρούν στην περιοχή του υδατοδρομίου.

Άρθρο 18
Κίνηση στην επιφάνεια του ύδατος και επικοινωνίες


1. Η κίνηση του αεροσκάφους στην επιφάνεια του ύδατος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των Δ.Κ.Α.Σ. και των κατά περίπτωση Κανονισμών Λιμένων.

2. Οι τηλεπικοινωνίες μεταξύ του κυβερνήτη του αεροσκάφους και της αντίστοιχης κατά περίπτωση αρχής ή υπηρεσίας, το προσωπικό της οποίας είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο, πραγματοποιούνται μέσω αμφίδρομης ραδιοτηλεφωνικής ζεύξης (ναυτιλιακό-αεροπορικές Πολύ Υψηλές Συχνότητες - VHF).

Άρθρο 19
Απαγορεύσεις - περιορισμοί


Στην περιοχή ελιγμών κάθε υδατοδρομίου απαγορεύεται χωρίς την άδεια της αρμόδιας λιμενικής αρχής σε θαλάσσια περιοχή ή της αρμόδιας αρχής διαχείρισης υδάτων σε λίμνη η:
α) ναυσιπλοΐα κατά τη διάρκεια της αεροπορικής δραστηριότητας,
β) αγκυροβόληση πλοίων και κάθε είδους πλωτών μέσων κατά τη διάρκεια της αεροπορικής ημέρας,
γ) αλιεία και η πόντιση αλιευτικών εργαλείων σε απόσταση μικρότερη των πεντακοσίων (500) μέτρων κατά τη διάρκεια της αεροπορικής ημέρας,
δ) κολύμβηση και κάθε είδους υποβρύχια δραστηριότητα,
ε) προσθαλάσσωση και η αποθαλάσσωση χωρίς προηγούμενη έγκριση από την οικεία λιμενική αρχή,
στ) παρενόχληση με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως φωτιστικά ή οπτικά σήματα, παρεμβολές ή παρεμβάσεις στις ραδιοσυχνότητες και επικοινωνίες που χρησιμοποιούνται μεταξύ του αρμόδιου φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας και των αεροσκαφών, τηλεκατεύθυνση μη επανδρωμένων αεροσκαφών ή άλλων πτητικών μηχανών και αντικειμένων ή μη επανδρωμένων πλωτών σκαφών και αντικειμένων, της αποθαλάσσωσης, προσθαλάσσωσης και εν γένει της κίνησης και κυκλοφορίας των αεροσκαφών, καθώς και της ομαλής λειτουργίας του υδατοδρομίου.

Άρθρο 20
Ασφάλιση


1. Ο φορέας λειτουργίας υποχρεούται να καλύπτει με ιδιωτική ασφάλιση αναγνωρισμένου φορέα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή στον ΕΟΧ τους κινδύνους από έκνομες ενέργειες, σύμφωνα με τον ΕΚΑΠΑ.

2. Ο φορέας λειτουργίας υδατοδρομίου υποχρεούται να καλύπτει με ιδιωτική ασφάλιση αναγνωρισμένου φορέα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή στον ΕΟΧ τους κινδύνους της αστικής ευθύνης του ιδίου και των προστηθέντων του για βλάβες ή ζημίες σε τρίτους από τη λειτουργία του. Στη βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης αναγράφονται τα ελάχιστα επιμέρους και συνολικά ασφαλιστικά ποσά. Αν φορέας λειτουργίας διαχειρίζεται περισσότερα από ένα υδατοδρόμια, μπορεί να εκδώσει ένα συνολικό ασφαλιστήριο που να συμπεριλαμβάνει όλα τα υδατοδρόμια και να το τροποποιεί, σε περίπτωση εισαγωγής νέου ή διαγραφής κάποιου από τα ήδη υπάρχοντα.

3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 2912/2001 (Α' 94), όπως έχει αντικατασταθεί με την παρ. 2 του άρθρου 46 του ν. 4146/2013 (Α'90), αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση ατυχήματος ή σοβαρού συμβάντος συνδεόμενου με τη χρησιμοποίηση αεροσκάφους ύδατος εντός των ορίων τοπικής αρμοδιότητας του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., στην ομάδα διερεύνησης μπορεί να μετέχει και στέλεχος της Ελληνικής Υπηρεσίας Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων (ΕΛ.Υ.Δ.Ν.Α.) που έχει συσταθεί με το ν. 4033/2011 (Α' 264), το οποίο ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.»

Άρθρο 21
Τιμολόγια υπηρεσιών υδατοδρομίων


Ο φορέας λειτουργίας υδατοδρομίου καθορίζει τα τιμολόγια των υπηρεσιών που παρέχονται από αυτόν για τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης υδροπλάνων και επιβατών.
Ο σχετικός τιμοκατάλογος υπηρεσιών κοινοποιείται στο Τ.Ε.Μ., στην εποπτική αρχή τελών αερολιμένων της Υ.Π.Α. και στην αρμόδια Δ/νση του Υπουργείου Οικονομικών.

Άρθρο 22
Τέλη λειτουργίας υδατοδρομίου


1. Για κάθε επιβάτη που αναχωρεί από υδατοδρόμιο η εταιρεία υδροπλάνων η οποία πραγματοποιεί τις πτήσεις καταβάλλει στο λογαριασμό του άρθρου 8 τέλος υπέρ του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών ίσο με το πέντε τοις εκατό (5%) του καθαρού ναύλου που αντιστοιχεί στο συγκεκριμένο δρομολόγιο. Το ίδιο ποσό καταβάλλεται για κάθε επιβάτη και στην περίπτωση ολικής ναύλωσης αεροσκάφους, ανεξάρτητα από το ποσό που έχει καταβληθεί.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζονται ο τρόπος και ο χρόνος απόδοσης του τέλους, καθώς και οι κυρώσεις σε περίπτωση εκπρόθεσμης, ανακριβούς ή μη απόδοσης του τέλους.

2. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών θεσπίζεται τέλος ανά σκέλος πτήσης, υπέρ του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, το οποίο καταβάλλεται στο λογαριασμό του άρθρου 8 και καθορίζονται οι υπόχρεοι απόδοσης του τέλους, ο τρόπος και ο χρόνος απόδοσής του, οι απαλλαγές από το τέλος, καθώς και οι κυρώσεις σε περίπτωση εκπρόθεσμης, ανακριβούς ή μη απόδοσης του τέλους. Τα έσοδα διατίθενται για την κατασκευή υδατοδρομίων, τα ηλεκτρονικά σύστημα και τον εξοπλισμό των υπηρεσιών που παρέχουν συνδρομή στη λειτουργία των υδατοδρομίων, καθώς και την επιδότηση γραμμών υδροπλάνων σε προορισμούς απομακρυσμένων νησιών ή περιορισμένης επιβατικής κίνησης.

Άρθρο 23
Εκπαίδευση προσωπικού υδατοδρομίου


Το προσωπικό του υδατοδρομίου υποχρεούται να έχει κατάλληλη εκπαίδευση για να μπορεί να ασκεί με ασφάλεια τα καθήκοντά του, όπως αυτά περιγράφονται στην κείμενη νομοθεσία και στα εγχειρίδια του υδατοδρομίου.
Η εκπαίδευση για το προσωπικό λειτουργίας του υδατοδρομίου παρέχεται από την ΥΠΑ. Η ύλη της εκπαίδευσης καθορίζεται από την οικεία Διεύθυνση της ΥΠΑ σε συνεννόηση με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

Άρθρο 24
Εφοδιασμός αεροσκαφών με καύσιμα


1. Οι προδιαγραφές των εγκαταστάσεων καυσίμων στα υδατοδρόμια, καθώς και οι αντίστοιχες διαδικασίες εφοδιασμού των αεροσκαφών με καύσιμα, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από συνεργασία των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, της Γενικής Γραμματείας Λιμένων Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής και της Υ.Π.Α., αφού ληφθούν υπόψη οι κανονισμοί πυρασφάλειας και ανεφοδιασμού αεροσκαφών και οι σχετικές διατάξεις των κανονισμών λιμένων.

2. Με μέριμνα και δαπάνες του φορέα λειτουργίας του υδατοδρομίου, τηρουμένωντων κανονισμών πυρασφάλειας και ανεφοδιασμού αεροσκαφών της Α.Π.Α., καθώς και των κανόνων προστασίας του περιβάλλοντος και των σχετικών διατάξεων των κανονισμών λιμένων, ο εφοδιασμός αεροσκαφών με καύσιμα γίνεται:
α) είτε από εγκαταστάσεις καυσίμων στα υδατοδρόμια,
β) είτε με κινητά μέσα αποθήκευσης από πιστοποιημένη εταιρεία ανεφοδιασμού αεροσκαφών ή με ευθύνη του χειριστή κατά τις κείμενες διατάξεις, όπως ο Δ3/Γ/12041/2861/3.6.2011 Κανονισμός Ανεφοδιασμού αεροσκαφών με καύσιμα σε αεροδρόμια της Υ.Π.Α. (Β' 1109).

3. Ο εφοδιασμός των αεροσκαφών με καύσιμα που υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. και Φ.Π.Α. διέπεται από τις διατάξεις της ενωσιακής, εθνικής τελωνειακής και περί Φ.Π.Α. νομοθεσίας. Η τελωνειακή διαδικασία εφοδιασμού αεροσκαφών με καύσιμα καθορίζεται από το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο.

Άρθρο 25
Απαγόρευση πτήσεων και ανάκληση άδειας λειτουργίας υδατοδρομίου


1. Σε περίπτωση παραβίασης των όρων λειτουργίας υδατοδρομίου και των θεμάτων αερολιμενικού ελέγχου, ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας, ασφάλειας πτήσεων και ασφάλειας πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες, δημόσιας ασφάλειας, τελωνειακού και δασμολογικού ελέγχου και εθνικής άμυνας, καθώς και των άρθρων 6 και 16 μπορεί να επιβάλλεται η απαγόρευση πτήσεων με απόφαση του λιμενάρχη ή της αεροπορικής αρχής ή του Διοικητή της ΥΠΑ, ανάλογα με την αιτία επιβολής της απαγόρευσης πτήσεων, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας που διαπιστώνει την παράβαση ή του Τ.Ε.Μ., ύστερα από εισήγηση της επιτροπής υδατοδρομίων.
Αν, μέσα σε ένα τρίμηνο από την έναρξη απαγόρευσης πτήσεων, δεν έχει εκλείψει ο λόγος που οδήγησε στην απαγόρευση των πτήσεων, η άδεια υδατοδρομίου ανακαλείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σε θαλάσσια περιοχή και με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών σε λίμνη. Η ανάκληση της άδειας πραγματοποιείται ύστερα από εισήγηση του Τ.Ε.Μ. και αφού προηγηθεί ενημέρωση για μη συμμόρφωση από τις αρμόδιες υπηρεσίες που διαπιστώνουν την παράβαση ή από την επιτροπή των υδατοδρομίων ύστερα από επιθεώρηση.

2. Σε περίπτωση παραβίασης όρων που σχετίζονται με θέματα ασφαλείας και παράλληλα με την απαγόρευση πτήσεων, η άδεια λειτουργίας ανακαλείται αμέσως με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σε θαλάσσια περιοχή και με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών σε λίμνη, ύστερα από εισήγηση των αρμόδιων υπηρεσιών της Υ.Π.Α. ή του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή οποιασδήποτε αρμόδιας αρχής η οποία διαπιστώνει την παράβαση.

3. Αν ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας επιθυμεί την ανάκλησή της, η άδεια υδατοδρομίου ανακαλείται, ύστερα από την υποβολή σχετικής έγγραφης αίτησής του προς το Τ.Ε.Μ. με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σε θαλάσσια περιοχή και με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών σε λίμνη. Για λίμνες που έχουν υπαχθεί στο δίκτυο Natura 2000, η άδεια ανακαλείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η ανάκληση ισχύει στο εξής.

4. Σε κάθε περίπτωση ανάκλησης της άδειας υδατοδρομίου πρέπει να ενημερώνονται πάραυτα η Υ.Π.Α., καθώς και οι εμπλεκόμενες στρατιωτικές, αστυνομικές, λιμενικές, πυροσβεστικές ή άλλες αρχές.

5. Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου αναστέλλεται αυτοδίκαια και η άδεια λειτουργίας του.

6. Οι δημόσιοι φορείς κάτοχοι άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου μπορούν να ζητήσουν ανάκληση της άδειας ίδρυσης υδατοδρομίου μόνο αν έχει ανακληθεί η άδεια λειτουργίας του υδατοδρομίου.

Άρθρο 26
Κυρώσεις


Σε περίπτωση παραβίασης της νομοθεσίας για την αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 93/1974 (Α' 293), που έχει τεθεί σε ισχύ με το π.δ. 94/1977 (Α' 30).
Σε περίπτωση παραβίασης της νομοθεσίας για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, κυρώσεις επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 55/1998 (Α' 58).

Άρθρο 27
Υδάτινα πεδία


1. Η περιοχή των υδάτινων πεδίων καθορίζεται από την αρμόδια Διεύθυνση του Πολεμικού Ναυτικού, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου φορέα της άδειας λειτουργίας του υδατοδρομίου που υποβάλλεται μέσω του Τ.Ε.Μ. Η περιοχή αυτή αποτυπώνεται στους σχετικούς ναυτικούς χάρτες και σημαίνεται με τα κατάλληλα μέσα με ευθύνη του φορέα λειτουργίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται τα τεχνικά και διαδικαστικά θέματα, ιδίως οι προδιαγραφές και η διαδικασία ενημέρωσης των χαρτών, τα μέσα σήμανσης, οι διαδικασίες επικοινωνίας με τις αρμόδιες αρχές και κάθε άλλο σχετικό με αυτά θέμα.

2. Η χρήση υδάτινων πεδίων επιτρέπεται με τις εξής προϋποθέσεις:
α) εφόσον τηρούνται απολύτως οι διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 1650/1986 (Α' 160) για τις περιοχές που ορίζονται σε αυτό σχετικά με την προστασία της φύσης και του τοπίου,
β) το αεροσκάφος δεν προέρχεται απευθείας από άλλη χώρα ή δεν κατευθύνεται απευθείας σε άλλη χώρα,
γ) το αεροσκάφος δεν προέρχεται από άλλο υδάτινο πεδίο παρά μόνο από αδειοδοτημένο υδατοδρόμιο ή αεροδρόμιο,
δ) η πτήση να εκτελείται κατά τη διάρκεια της αεροπορικής ημέρας,
ε) ο κυβερνήτης του αεροσκάφους έχει ενημερώσει την αρμόδια Λιμενική Αρχή με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, δύο (2) τουλάχιστον ώρες πριν από την άφιξή του, για την πρόθεση προσέγγισης στην περιοχή δικαιοδοσίας της και η ανωτέρω Λιμενική Αρχή έχει εγκρίνει την ακριβή περιοχή αποθαλάσσωσης/ προσθαλάσσωσης του αεροσκάφους εκ των προκαθορισμένων υδάτινων πεδίων της παραγράφου 1. Περαιτέρω, ο κυβερνήτης του αεροσκάφους με δική του ευθύνη και μέριμνα ενημερώνεται εκ των προτέρων από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες για τις ιδιομορφίες και τους κινδύνους που πιθανόν να υπάρχουν στη θαλάσσια περιοχή, συμμορφούμενος πλήρως με τους κανονισμούς και τις διατάξεις ασφαλείας πτήσεων και ναυσιπλοΐας. Για πτήσεις έκτακτης ανάγκης, όπως αεροδιακομιδές, πτήσεις πυρόσβεσης ή απορρύπανσης και πτήσεις πολιτικής προστασίας, η ενημέρωση στην αρμόδια λιμενική αρχή μπορεί να γίνει και με βραχύτερη προθεσμία πρότερης ειδοποίησης, πάντως όμως έγκαιρα, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος ατυχήματος.
στ) υπάρχει συνεχής ανοικτή επικοινωνία, μέσω αμφίδρομης ραδιοτηλεφωνικής ζεύξης (ναυτιλιακό-αεροπορικές Πολύ Υψηλές Συχνότητες - Ν/ΗΡ), του κυβερνήτη του αεροσκάφους με την αρμόδια λιμενική αρχή κατά τη διάρκεια της προσθαλάσσωσης και αποθαλάσσωσης του αεροσκάφους, ο οποίος υποχρεούται να συμμορφώνεται με τις οδηγίες του αρμόδιου λιμενάρχη ή, αν αυτός απουσιάζει, του αρμόδιου λιμενικού υπαλλήλου υπηρεσίας,
ζ) κατά την προσθαλάσσωση και αποθαλάσσωση του αεροσκάφους δεν επιχειρείται πτήση πάνω από ανθρώπινο πληθυσμό, πλωτά σκάφη και λοιπά πλεούμενα κάτω από το ελάχιστο επιτρεπόμενο ύψος των πεντακοσίων (500) ποδών,
η) κατά τη διενέργεια ελιγμών επί της υδάτινης επιφάνειας, το αεροσκάφος κινείται σε απόσταση ασφαλείας από ανθρώπους, πλωτά σκάφη και λοιπά πλεούμενα, τηρώντας τις διατάξεις του Δ.Κ.Α. Σ. και των κατά περίπτωση Κανονισμών Λιμένων,
θ) υφίσταται πλησίον του υδάτινου πεδίου κατάλληλη υποδομή ή πλωτό σκάφος για την ασφαλή επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών του αεροσκάφους. Το πλωτό σκάφος διενεργεί μία (1) ώρα πριν από την προσθαλάσσωση και την αποθαλάσσωση έλεγχο ασφάλειας του υδάτινου πεδίου. Με ευθύνη του κυβερνήτη του αεροσκάφους διενεργούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες σχετικά με τους ελέγχους ασφαλείας επιβατών, αποσκευών και φορτίου, με χρήση φορητών συσκευών,
ι) ο κυβερνήτης του αεροσκάφους γνωστοποιεί αμέσως στην πλησιέστερη υπηρεσία εξυπηρέτησης εναέριας κυκλοφορίας το κλείσιμο του σχεδίου πτήσης.

3. α) Ο συνολικός αριθμός κινήσεων αεροσκαφών σε υδάτινο πεδίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα έξι (6) ζεύγη, δηλαδή προσθαλάσσωση και αποθαλάσσωση, κατά τη διάρκεια της ίδιας αεροπορικής ημέρας.
β) Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να τροποποιείται ο ανωτέρω αριθμός κινήσεων αεροσκαφών σε υδάτινο πεδίο.

4. Ο κυβερνήτης του αεροσκάφους είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία του αεροσκάφους σε όλες τις φάσεις της πτήσης. Ειδικότερα, ο κυβερνήτης του αεροσκάφους είναι υπεύθυνος για να διαπιστώσει την καταλληλότητα του υδάτινου πεδίου, υπολογίζοντας τη διαθέσιμη απόσταση προσθαλάσσωσης ή αποθαλάσσωσης, τις θέσεις και το ύψος εμποδίων στο υδάτινο πεδίο και στις γειτονικές επιφάνειες, καθώς και να λαμβάνει κάθε πρόνοια για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας.

5. Ο κυβερνήτης του αεροσκάφους είναι υπεύθυνος για την ασφαλή διακίνηση του αεροσκάφους σε όλες τις φάσεις της πτήσης από ή προς υδάτινο πεδίο. Ειδικότερα, ο κυβερνήτης του αεροσκάφους είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο των επιβιβαζόμενων επιβατών, χειραποσκευών ή και αποσκευών τους, καθώς και τον έλεγχο των χώρων του αεροσκάφους μετά την αποβίβαση των επιβατών για τη διαπίστωση της μη ύπαρξης απαγορευμένων αντικειμένων, σύμφωνα με το παράρτημα 4Γ της ΤΟΑ1 του ΕΠΑΠΑ και όσα προβλέπονται στο πρόγραμμα ασφάλειας του αερομεταφορέα που έχει εγκριθεί από την Α.Π.Α..

6. Στις ανωτέρω περιπτώσεις προσθαλάσσωσης, αποθαλάσσωσης και υδατοδρόμησης αεροσκαφών σε υδάτινα πεδία, ο χειριστής και ο εκμεταλλευόμενος το αεροσκάφος είναι συνυπεύθυνοι για:
α) την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος,
β) οποιαδήποτε ζημιά προκληθεί σε πρόσωπα ή πράγματα,
γ) παράβαση των όρων και περιορισμών σε θέματα εναέριας κυκλοφορίας, ασφάλειας πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες, ασφάλειας πτήσεων, τελωνειακού και δασμολογικού ελέγχου, δημόσιας ασφάλειας, εθνικής άμυνας και για κάθε άλλη μη σύννομη χρησιμοποίηση του υδάτινου πεδίου, εφαρμοζομένων των κυρώσεων του άρθρου 26.

Άρθρο 28
Προσωρινή απαγόρευση λειτουργίας υδατοδρομίου ή υδάτινου πεδίου

Ο κατά τόπον αρμόδιος Λιμενάρχης μπορεί να απαγορεύσει χρήση του υδατοδρομίου ή του υδάτινου πεδίου αν, λόγω ιδιαίτερων και απρόβλεπτων συνθηκών που έχουν προκύψει προσωρινώς, διαπιστώνεται κίνδυνος για τη ναυσιπλοΐα και την αεροπλοΐα επί ύδατος, για όσο διάστημα διαρκούν οι συνθήκες αυτές.

Άρθρο 29
Ίδρυση και λειτουργία υδατοδρομίου από δημόσιους φορείς


Εφόσον δεν έχει υποβληθεί αίτηση από κάποιον άλλο ενδιαφερόμενο φορέα για την ίδρυση και τη λειτουργία υδατοδρομίου το Δημόσιο, όπως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, μπορεί να ιδρύει και λειτουργεί υδατοδρόμια ή για το σκοπό αυτό να συστήνει νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στα οποία την πλειοψηφία των μετοχών θα κατέχει το Δημόσιο και τα οποία θα διέπονται από τις διατάξεις του ν. 3429/2005 (Α' 314).

Άρθρο 30
Ηλεκτρονικό Σύστημα Παρακολούθησης Αδειών Υδατοδρομίων (Η.Σ.Π.Α.Υ.)


1. Στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών δημιουργείται Ηλεκτρονικό Σύστημα Παρακολούθησης Αδειών Υδατοδρομίου (Η.Σ.Π.Α.Υ.), το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των πληροφοριών που αφορούν τη διαδικασία υποβολής αίτησης για έκδοση άδειας, την ανανέωση ή τροποποίησή της και εν γένει τη συνολική παρακολούθηση κάθε σχετικού εγγράφου υδατοδρομίου τόσο πριν όσο και μετά την έκδοση της άδειάς του. Με το Η.Σ.Π.Α.Υ. τηρείται πάντοτε ο πλήρης και επικαιροποιημένος τεχνικός φάκελος του υδατοδρομίου.

2. α) Στο ηλεκτρονικό σύστημα καταχωρίζονται η αίτηση και όλα τα δικαιολογητικά του τεχνικού φακέλου του υδατοδρομίου, συμπεριλαμβανομένων όλων των εγγράφων κατά τη διαδικασία εξέτασης του φακέλου, σύμφωνα με το άρθρο 12, έως την έκδοση της σχετικής απόφασης αδειοδότησης. Με την υποβολή της αίτησης για χορήγηση άδειας υδατοδρομίου καταχωρίζονται στο Η.Σ.Π.Α.Υ , ιδίως, όλα τα στοιχεία του αιτούμενου άδειας και το σύνολο των στοιχείων που συνθέτουν τον τεχνικό φάκελο του υδατοδρομίου, σύμφωνα με το άρθρο 8, όπως τα πλήρη στοιχεία του αιτούμενου άδειας, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εξακρίβωση των προϋποθέσεων του άρθρου 6, τα χαρακτηριστικά του υδατοδρομίου, ο ναυτικός χάρτης, οι χάρτες της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, η οριζοντιογραφία του χώρου υδατοδρομίου, η κάτοψη των κτηριακών υποδομών, το «Εγχειρίδιο Λειτουργίας», το «Πρόγραμμα Ασφαλείας», το «Σχέδιο Αντιμετώπισης Έκτακτων Καταστάσεων Ανάγκης», η βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης υδατοδρομίου, η σύμβαση υδατοδρομίου και η σύμβαση παραχώρησης όπου απαιτείται, τα στοιχεία που αφορούν τις επιθεωρήσεις της Επιτροπής Υδατοδρομίων και των μελών της καθώς και το πόρισμα αυτής.
β) Μετά την έκδοση της άδειας υδατοδρομίου, στο Η.Σ.Π.Α.Υ. καταχωρίζεται κάθε μεταβολή στο πρόσωπο του δικαιούχου ή οποιαδήποτε τροποποίηση των δικαιολογητικών του τεχνικού φακέλου, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, του εξοπλισμού, των εγχειριδίων υδατοδρομίου, της ανανέωσης της άδειάς του, τις απαγορεύσεις πτήσεων, τις κυρώσεις ή τις αποφάσεις επιβολής προστίμου, καθώς και το πόρισμα κάθε τακτικής ή έκτακτης επιθεώρησης της Επιτροπής Υδατοδρομίων.
γ) Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να προσδιορίζονται, εκτός των όσων αναφέρονται στις περιπτ. α' και β', επιπλέον στοιχεία για κάθε αδειοδοτηθέν ή προς αδειοδότηση υδατοδρόμιο, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την καταχώριση αυτών στο Η.Σ.Π.Α.Υ.

3. α) Η καταχώριση στοιχείων στο Η.Σ.Π.Α.Υ. γίνεται με ευθύνη του ενδιαφερομένου και της αρμόδιας υπηρεσίας του άρθρου 12.
β) Η έναρξη της διαδικασίας εξέτασης των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί για άδεια υδατοδρομίου γίνεται μόνο εφόσον έχουν καταχωρισθεί πλήρως τα δικαιολογητικά του τεχνικού φακέλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Α' του παρόντος νόμου.

4. Το Η.Σ.Π.Α.Υ., για την αποτελεσματικότερη παρακολούθηση του φακέλου κάθε υδατοδρομίου, μπορεί να διασυνδέεται λειτουργικά με ηλεκτρονικά μητρώα / συστήματα άλλων φορέων του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όταν είναι διαθέσιμα. Μέχρι την ενεργοποίηση της δυνατότητας αυτής, το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών δύναται να παραχωρήσει δικαιώματα πρόσβασης σε εγκεκριμένους φορείς που υπεισέρχονται στην διαδικασία αδειοδότησης, με σκοπό την παρακολούθηση κα την άμεση διεκπεραίωση αυτής. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών ρυθμίζονται τα ειδικότερα τεχνικά ζητήματα που αφορούν την οργάνωση, την υλοποίηση, τη λειτουργία και τη διαχείριση του Η.Σ.Π.Α.Υ. και συγκεκριμένα οι όροι και οι τεχνικές λεπτομέρειες διασύνδεσής του με άλλες εφαρμογές, οι όροι και οι προϋποθέσεις ηλεκτρονικής πρόσβασης και χρήσης μέρους ή του συνόλου των πληροφοριών από δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα ανωτέρω.

5. α) Το Η.Σ.Π.Α.Υ. τίθεται σε λειτουργία μέσα σε ένα (1) έτος από τη δημοσίευση της απόφασης που αναφέρεται στην παρ. 4.
β) Μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη λειτουργίας του Η.Σ.Π.Α.Υ. καταχωρίζονται:
αα. κατά προτεραιότητα οι εν εξελίξει αιτήσεις έκδοσης άδειας υδατοδρομίου,
ββ. τα δικαιολογητικά του επικαιροποιημένου τεχνικού φακέλου από τον κάτοχο άδειας για τα ήδη αδειοδοτημένα υδατοδρόμια, τα οποία ελέγχονται για την ορθότητά τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες,
γγ. οποιαδήποτε νέα στοιχεία ή έγγραφα εκδίδονται από την έναρξη λειτουργίας του Η.Σ.Π.Α.Υ. για τα ήδη αδειοδοτημένα υδατοδρόμια.

Άρθρο 31
Μεταβατικές διατάξεις


1. Οι κάτοχοι αδειών λειτουργίας υδατοδρομίων, που έχουν χορηγηθεί με τις διατάξεις του ν.4146/2013 (Α' 90), μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3 για τις υποδομές και του άρθρου 16 για τον εξοπλισμό και να υποβάλουν τα απαραίτητα τροποποιημένα δικαιολογητικά στο Τ.Ε.Μ., το οποίο εκδίδει σχετική διαπιστωτική πράξη. Σε αντίθετη περίπτωση αναστέλλονται όλες οι πτήσεις.

2. Επιτρέπεται η εγκατάσταση λυόμενων οικίσκων ως υποδομή των υδατοδρομίων. Για την εγκατάσταση τους ακολουθείται η κοινή διαδικασία αδειοδότησης και λήψης εγκρίσεων.

3. Για όσα υδατοδρόμια έχει υποβληθεί η αίτηση και ο τεχνικός φάκελος και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν έχουν εκδοθεί οι τελικές άδειες, με αίτηση του δημόσιου φορέα και συναίνεση του ιδιωτικού φορέα, εφόσον ο τελευταίος έχει υποβάλει την αίτηση και τον τεχνικό φάκελο, η άδεια ίδρυσης εκδίδεται στο όνομα του δημόσιου φορέα και οι επιμέρους εγκρίσεις επανεκδίδονται στο όνομα του δημόσιου φορέα, ενώ η άδεια λειτουργίας στο όνομα του φορέα που έχει υποβάλει την αίτηση. Σε αυτήν την περίπτωση, για την έκδοση της άδειας λειτουργίας στο όνομα του ιδιώτη πρέπει να έχει προηγηθεί διαγωνιστική διαδικασία, σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, που υποχρεωτικά εμπεριέχει τη λειτουργία υδατοδρομίου και όχι μόνο τη μίσθωση του χώρου.

3. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι άδειες υδατοδρομίων που έχουν εκδοθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος μετατρέπονται με απόφαση του Τ.Ε.Μ. σε άδεια ίδρυσης στο όνομα του δημόσιου φορέα και σε άδεια λειτουργίας στο όνομα του εταιρικού σχήματος που έχει ήδη συσταθεί με τη συμμετοχή του εν λόγω δημόσιου φορέα με καταστατικό σκοπό τη λειτουργία του υδατοδρομίου.

4. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων, που προβλέπονται στο άρθρο 66 του ν. 4427/2016 (Α' 188) οι οικείες αρμοδιότητες που ασκούνται από τις υπάρχουσες σήμερα Διευθύνσεις της Υ.Π.Α. περιέρχονται στις αντίστοιχες υπηρεσίες του νόμου αυτού.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται για υδατοδρόμια που δημιουργούνται σε λίμνες, μετά την έγκριση των όρων περιβαλλοντικών επιπτώσεων, οι περιοχές ελιγμών και κίνησης του υδατοδρομίου, καθώς και οι θέσεις των αναγκαίων πλωτών και χερσαίων εγκαταστάσεων, ύστερα από μελέτη που υποβάλλει ο φορέας που ζητά την άδεια ίδρυσης.

Άρθρο 32
Καταργούμενες διατάξεις


Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α. τα άρθρα 32 έως και 57 του ν.4146/2013 (Α' 90),
β. η παρ. 4 του άρθρου 24 του ν.δ. 714/1970 (Α' 238), η οποία έχει προστεθεί με την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.3333/2005 (Α' 91),
γ. η παρ. 4 του άρθρου 2 του ν.3333/2005,
δ. Κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στις ρυθμίσεις του Μέρους Α' του παρόντος,

Μέρος Β'
Θέματα αστικών οδικών μεταφορών

Κεφάλαιο Α'
Γενικές διατάξεις

Άρθρο 33
Πεδίο εφαρμογής


1. Ο παρών νόμος εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση αστικής οδικής μεταφοράς, με την επιφύλαξη της παρ. 2.

2. Οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στο παρόν κεφάλαιο δεν έχουν εφαρμογή:
α) στις υπεραστικές δημόσιες οδικές μεταφορές επιβατών,
β) στις μεταφορές επιβατών με τουριστικά ή ιδιωτικής χρήσης λεωφορεία, οι οποίες δεν προσφέρονται σε συνεχή βάση στο επιβατικό κοινό,
γ) στις κατ' επάγγελμα μεταφορές επιβατών με μισθωμένα οχήματα εκτός του δικτύου αστικών ή υπεραστικών γραμμών,
δ) στις δημόσιες αστικές οδικές μεταφορές επιβατών που εκτελούνται μέσα στα όρια της Περιφέρειας Αττικής, όπως αυτή ορίζεται στο ν.3852/2010 (Α' 87), εκτός από τις νήσους,
ε) στις δημόσιες αστικές οδικές μεταφορές επιβατών που εκτελούνται μέσα στα όρια της Περιφερειακής Ενότητας θεσσαλονίκης.

Άρθρο 34
Ορισμοί


Για την εφαρμογή του παρόντος ισχύουν οι εξής ορισμοί:
α. «Δημόσιες αστικές οδικές μεταφορές επιβατών»: οι μεταφορές επιβατών που εκτελούνται με κατάλληλα λεωφορεία αστικού ή ημιαστικού τύπου, εντός περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως αστικές ή περιλαμβάνουν γραμμές που έχουν χαρακτηριστεί ως αστικές, ακόμα και αν εκτείνονται πέραν των αστικών περιοχών.
β. «Δίκτυο δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών»: το σύνολο των προκαθορισμένων αστικών γραμμών εντός περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως αστικές, περιλαμβανομένων των γραμμών που έχουν χαρακτηριστεί ως αστικές, ακόμα και αν εκτείνονται πέραν των αστικών περιοχών.
γ. «Αστική γραμμή»: η προκαθορισμένη διαδρομή την οποία ακολουθούν τα λεωφορεία που εκτελούν δημόσιες αστικές μεταφορές επιβατών και η οποία περιλαμβάνει την αφετηρία, τις ενδιάμεσες στάσεις και το τέρμα.

Άρθρο 35
Διασφάλιση της συνεχούς παροχής αστικών μεταφορών επιβατών


1. Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών έχει υποχρέωση να διασφαλίζει τη συνεχή και ομαλή μεταφορά επιβατών σε όλο το δίκτυο των δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών επιβατών.

2. Σε περίπτωση διακοπής της παροχής των υπηρεσιών αστικών οδικών μεταφορών επιβατών ή επικείμενου κινδύνου διακοπής τους, ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει έκτακτα μέτρα σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 5 του Κανονισμού 1370/2007 (L 35), και τις διατάξεις του παρόντος.

Άρθρο 36
Δημόσιες αστικές οδικές μεταφορές επιβατών


Οι δημόσιες αστικές οδικές μεταφορές επιβατών προσφέρονται στο κοινό χωρίς διακρίσεις και σε συνεχή βάση, αποτελούν Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (Υ.Γ.Ο.Σ.), σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διέπονται από τις διατάξεις του Κανονισμού 1370/2007 και του παρόντος.

Άρθρο 37
Δίκτυο αστικών οδικών μεταφορών επιβατών


1. Το δίκτυο των δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών επιβατών εξυπηρετεί τις διαρκείς ανάγκες μετακινήσεων του επιβατικού κοινού με προγραμματισμένα δρομολόγια, στα οποία καθένας έχει πρόσβαση έναντι του καθορισμένου κομίστρου.

2. Οι αστικές γραμμές οδικών μεταφορών επιβατών που υφίστανται πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατηρούν το χαρακτηρισμό τους μέχρις ότου καταργηθούν ή τροποποιηθούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

3. Περιοχές οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν χαρακτηριστεί ως αστικές διατηρούν το χαρακτηρισμό αυτό.

4. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται με βάση κοινωνικοοικονομικά κριτήρια οι ανώτατες τιμές χρέωσης των επιβατών λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης πρόσβασης στο δίκτυο έναντι εύλογου κομίστρου.

Άρθρο 38
Αρμόδιες αρχές


1. Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών είναι η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την περίπτ. β' του άρθρου 2 του Κανονισμού 1370/2007, η οποία έχει την αρμοδιότητα να επεμβαίνει στις δημόσιες αστικές οδικές επιβατικές μεταφορές σε όλη την επικράτεια, προκειμένου να διασφαλιστεί η προσφορά στο κοινό δημόσιων επιβατικών μεταφορών χωρίς διακρίσεις και σε συνεχή βάση.

2. Οι Δήμοι και αντί των Δήμων, που υπάγονται σε αυτές, οι περιφέρειες Νοτίου Αιγαίου, Βορείου Αιγαίου και Ιονίων Νήσων, είναι οι αρμόδιες τοπικές αρχές, σύμφωνα με την περίπτ. γ' του άρθρου 2 του Κανονισμού 1370/2007, και έχουν τις εξής αρμοδιότητες εντός της περιοχής ευθύνης τους:
α) υποβάλλουν προτάσεις στη αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών σχετικά με:
αα) τον καθορισμό των αστικών γραμμών λεωφορείων,
ββ) τον καθορισμό εντός των ορίων τους ολοκληρωμένων δημόσιων επιβατικών μεταφορών, σύμφωνα με την περίπτ. ιγ' του άρθρου 2 του ανωτέρω Κανονισμού,
β) προτείνουν στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών την ανάθεση παροχής δημόσιας υπηρεσίας αστικών επιβατικών μεταφορών χωρίς διαγωνισμό, όπου αυτό επιτρέπεται από τον εν λόγω Κανονισμό και τον παρόντα,
γ) συλλέγουν στοιχεία για τη λειτουργία των αστικών γραμμών, σύμφωνα με την τυποποίηση και τη συχνότητα που καθορίζεται από τη Διεύθυνση Επιβατικών Μεταφορών,
δ) συλλέγουν στοιχεία για τη μεταφορά των μαθητών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες για την υλοποίηση του έργου της μεταφοράς μαθητών περιφέρειες
ε) εισηγούνται στη Διεύθυνση Επιβατικών Μεταφορών τροποποιήσεις στη λειτουργία των αστικών οδικών επιβατικών μεταφορών, καθώς και μέτρα για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών.

3. Οι κατά τον παρόντα νόμο φορείς εκτέλεσης αστικού οδικού μεταφορικού έργου ενεργούν ως φορείς δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια της περίπτ. δ' του άρθρου 2 του Κανονισμού 1370/2007.

Άρθρο 39
Εκτέλεση των δημόσιων αστικών επιβατικών μεταφορών


1. Η εκτέλεση των δημόσιων αστικών επιβατικών μεταφορών γίνεται αποκλειστικά από πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων που εκτελούν κατ' επάγγελμα οδικές μεταφορές επιβατών με λεωφορεία αστικού ή ημιαστικού τύπου κάθε κατηγορίας, πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές της νομοθεσίας και έχουν λάβει σχετική έγκριση τύπου λεωφορείου από τις αρμόδιες αρχές.

2. Τα ειδικά προσόντα που πρέπει να διαθέτει κάθε φορέας (νομικό ή φυσικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου) προς τον οποίο παραχωρείται με σύμβαση η εκτέλεση υπηρεσιών αστικών οδικών μεταφορών, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, όσον αφορά: α) την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια και β) την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, προκειμένου οι φορείς αυτοί να είναι σε θέση να εκτελούν συνεχώς το συγκοινωνιακό έργο που αναλαμβάνουν, με ασφάλεια κατά την κυκλοφορία, ιδίως για τους επιβάτες, με την αναγκαία ποιότητα και εν γένει για την εξασφάλιση του ελάχιστου επιπέδου υπηρεσιών που απαιτείται για την εκπλήρωση του σχετικού σκοπού δημόσιου ενδιαφέροντος, καθορίζονται σύμφωνα με το ν. 4412/2016.

Άρθρο 40
Όροι χορήγησης αποκλειστικών δικαιωμάτων


1. Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να αναθέτει τις δημόσιες αστικές οδικές μεταφορές επιβατών χορηγώντας αποκλειστικό δικαίωμα παροχής των υπηρεσιών αυτών ή και αποζημίωση, αν αυτό είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση της συνεχούς προσφοράς δημόσιων οδικών αστικών μεταφορών επιβατών στο καθοριζόμενο επίπεδο ελάχιστων απαιτήσεων.

2. Η ανάθεση της παροχής δημόσιων αστικών μεταφορών επιβατών με χορήγηση αποκλειστικού δικαιώματος ή και αποζημίωση γίνεται με τη διενέργεια διαγωνισμού, κατ' εξαίρεση δε με απευθείας ανάθεση, σύμφωνα με τον Κανονισμό 1370/2007, την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης, καθώς και τον παρόντα νόμο.

Άρθρο 41
Καθορισμός αστικών γραμμών οδικών μεταφορών επιβατών


1. Για τον καθορισμό των αστικών γραμμών δημόσιων οδικών μεταφορών επιβατών λαμβάνονται υπόψη οι προτάσεις των δήμων και όλα τα πληθυσμιακά και γεωγραφικά δεδομένα, οι υφιστάμενες οδικές συνδέσεις, οι κοινωνικές και επιβατικές ανάγκες, αλλά και η επιβατική κίνηση, καθώς και τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία.

2. Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών ορίζει τα κριτήρια, τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό των αστικών γραμμών δημόσιων οδικών μεταφορών επιβατών, καθώς και των αφετηριών, των δρομολογίων, των ενδιάμεσων στάσεων και των τερμάτων.

Άρθρο 42
Δικαιώματα των επιβατών


Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών είναι αρμόδιο για τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων του Κανονισμού 181/2011 (L 55) σχετικά με τα δικαιώματα των επιβατών αστικών οδικών μεταφορών.

Κεφάλαιο Β'
Συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών αστικών οδικών μεταφορών


Άρθρο 43
Αναθέτουσα αρχή


Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών προκηρύσσει τους διαγωνισμούς για τη σύναψη των συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών επιβατών με τη χορήγηση του αποκλειστικού δικαιώματος εκμετάλλευσης ή και αποζημίωσης και συνάπτει τις σχετικές συμβάσεις με τους παραχωρησιούχους.

Άρθρο 44
Δημοσίευση πληροφοριών για επικείμενους διαγωνισμούς


1. Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών υποχρεούται να προβαίνει στη δημοσίευση των πληροφοριών που ορίζει η παρ. 2 του άρθρου 7 του Κανονισμού 1370/2007 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα (1) τουλάχιστον έτος πριν από την προκήρυξη του αντίστοιχου διαγωνισμού.

2. Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών δημοσιοποιεί τις ίδιες πληροφορίες και με κάθε άλλο πρόσφορο τρόπο, όπως ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Υπουργείου ή δημοσιεύσεις στον τύπο.

Άρθρο 45
Προκήρυξη διαγωνισμών


1. Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών προκηρύσσει διαγωνισμούς για γεωγραφική περιοχή που περιλαμβάνει αστικές περιοχές περισσότερων δήμων, όμορων ή μη, της αυτής ή άλλων Περιφερειών, αν αυτό κρίνεται κατάλληλο για την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και συγχρόνως για τη βιωσιμότητα του παραχωρησιούχου, ή αν η παροχή αυτοτελούς συγκοινωνίας στα πλαίσια κάποιας γεωγραφικής περιοχής κρίνεται ασύμφορη. Ως κριτήρια για τον καθορισμό της γεωγραφικής περιοχής, που αποτελεί αντικείμενο του εκάστοτε προκηρυσσόμενου διαγωνισμού, λαμβάνονται, ιδίως, τα προεκτιμώμενα προς εκτέλεση χιλιόμετρα, ο απαιτούμενος για την εκτέλεσή τους αριθμός λεωφορείων και τα ακαθάριστα έσοδα του παραχωρησιούχου, ως και η εξασφάλιση των βέλτιστων δυνατών αστικών συγκοινωνιακών υπηρεσιών προς τους εξυπηρετούμενους πολίτες, η οικονομική βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και το ελάχιστο δυνατό κόστος μετακίνησης.

2. Στην προκήρυξη του διαγωνισμού προσδιορίζονται τα όρια της γεωγραφικής περιοχής που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης, καθώς και όλες οι καθορισμένες αστικές γραμμές που αποτελούν το δίκτυο των δημόσιων αστικών γραμμών αυτής της γεωγραφικής περιοχής. Επίσης, καθορίζονται οι όροι παρακολούθησης της εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης, της διαπίστωσης των παραβάσεων και των επιβαλλόμενων μέτρων άρσης των παραβάσεων, τα είδη και ο τρόπος εκτέλεσης των κυρώσεων, οι όροι και η διαδικασία της επιβολής κυρώσεων, της υποβολής αντιρρήσεων των ενδιαφερομένων κατά των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί, η διαδικασία έρευνας ικανοποίησης των επιβατών και των ποιοτικών παραμέτρων του προσφερόμενου μεταφορικού έργου.

3. Στο δίκτυο των αστικών γραμμών κάθε γεωγραφικής περιοχής περιλαμβάνονται και οι γραμμές που έχουν χαρακτηριστεί ως αστικές, ακόμα και αν εκτείνονται πέραν των αστικών περιοχών.

4. Για κάθε γεωγραφική περιοχή ανακηρύσσεται ένας παραχωρησιούχος.

Άρθρο 46
Παρακολούθηση της εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης


1. Η παρακολούθηση της εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος Κεφαλαίου γίνεται από Επιτροπές Παρακολούθησης που συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών (μία για κάθε σύμβαση), οι οποίες αποτελούνται από:
α έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, ως πρόεδρο με τον αναπληρωτή του,
β) έναν (1) εκπρόσωπο της Τροχαίας με τον αναπληρωτή του,
γ) έναν (1) εκπρόσωπο της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος με τον αναπληρωτή του,
δ) έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων με τον αναπληρωτή του και
ε) έναν (1) υπάλληλο της αρμόδιας Υπηρεσίας Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφέρειας με τον αναπληρωτή του.
Χρέη γραμματειακής υποστήριξης εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, που ορίζεται με την πράξη συγκρότησης.

2. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του κατά τόπον αρμόδιου δήμου παρακολουθούν και ελέγχουν αν ο παραχωρησιούχος συμμορφώνεται με τις συμβατικές υποχρεώσεις του και με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, διαπιστώνουν παραβάσεις και διαβιβάζουν σχετικές αναφορές στην Επιτροπή Παρακολούθησης της παρ. 1.

Κεφάλαιο Γ'
Συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών αστικών οδικών μεταφορών επιβατών χωρίς διαγωνισμό

Άρθρο 47
Απευθείας ανάθεση ως έκτακτο μέτρο


1. Σε περίπτωση διακοπής των δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών επιβατών ή επικείμενου κινδύνου διακοπής τους σε μία ή περισσότερες γεωγραφικές περιοχές, ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να λάβει έκτακτα μέτρα για τη διασφάλιση της συνέχειας των παρεχόμενων υπηρεσιών, που συνίστανται είτε στην ανάθεση σε τρίτο του έργου των δημόσιων αστικών μεταφορών επιβατών χωρίς την προκήρυξη διαγωνισμού είτε στην παράταση της διάρκειας της σύμβασης με τον ανάδοχο πέραν των προβλεπόμενων ορίων χωρίς τη διενέργεια διαγωνισμού.

2. Η διάρκεια της απευθείας ανάθεσης ή παράτασης της σύμβασης πέραν του συμβατικά προβλεπόμενου χρόνου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη.

3. Αν δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί η κατάσταση με τα έκτακτα μέτρα των παρ. 1 και 2, με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να επιβάλλεται η παροχή δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών επιβατών σε φορείς που είναι σε θέση να ανταποκριθούν εν όλω ή εν μέρει, με όρους ανάλογους με αυτούς που ισχύουν για παραχωρησιούχους ή αναδόχους παρόμοιων υπηρεσιών, ώστε να διασφαλιστεί κατά το δυνατόν η συνεχής εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού. Η επιβολή της εν λόγω υποχρέωσης δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη.

Άρθρο 48
Συλλογή στοιχείων και δεδομένων για το σχεδιασμό του δικτύου


Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και του αρμόδιου ανά φορέα Υπουργού καθορίζονται οι λεπτομέρειες και ο τρόπος συλλογής στοιχείων και δεδομένων που είναι αναγκαία για το σχεδιασμό των αστικών γραμμών, καθώς και οι φορείς που έχουν υποχρέωση να παρέχουν πληροφορίες και στοιχεία για τις εκτελούμενες αστικές επιβατικές μεταφορές.

Κεφάλαιο Δ'
Μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 49
Ισχύς διατάξεων για τις αστικές επιβατικές μεταφορές


Μέχρι την ανάληψη, ανά περιοχή, του μεταφορικού έργου κατά τις διατάξεις του παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία των δημόσιων αστικών οδικών μεταφορών επιβατών.

Μέρος Γ'
Λοιπές διατάξεις

Άρθρο 50


1. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 20 του ν. 4530/2018 (Α' 59) η φράση «καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 19» αντικαθίσταται από τη φράση «καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 219 Α του ν. 4512/2018 (Α' 5)».

2. Στην παρ. 6 του άρθρου 87 του ν. 4530/2018 η φράση «του άρθρου 18 του ν. 2190/1994» αντικαθίσταται από τη φράση «της παρ. 18 του άρθρου 32 του ν. 2190/1994».

Άρθρο 51
Ρυθμίσεις θεμάτων Εθνικής Αρχής Συντονισμού Πτήσεων


1. Στην παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4233/2014 (Α' 22 ) η φράση «τα Σπάτα» αντικαθίστανται από τη φράση «εντός του νομού».

2. Το άρθρο 3 του ν. 4233/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 3 Σύνθεση και συγκρότηση της Αρχής
1. Η Αρχή απαρτίζεται από πέντε (5) μέλη, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου και του εκτελεστικού Αντιπροέδρου της, τα οποία διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση, την επαγγελματική τους ικανότητα, τη γνώση και την εξειδικευμένη εμπειρία στο επιχειρησιακό έργο
της Αρχής ή στο ευρύτερο αεροπορικό αντικείμενο και διαθέτουν εχέγγυα ανεξαρτησίας και αμεροληψίας.
2. Τα μέλη της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών .
3. Η θητεία των μελών της Αρχής είναι πενταετής. Τα μέλη της Αρχής δεν επιτρέπεται να επιλέγονται για περισσότερες από δύο (2) θητείες, διαδοχικές ή μη, ούτε να ανακαλούνται κατά τη διάρκεια της θητείας, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 4 και 5 του παρόντος. Σε περίπτωση παραίτησης των 3/5 των μελών της Αρχής πλην του Προέδρου της ή του Αντιπροέδρου της, όλες οι εκ του παρόντος νόμου αρμοδιότητες της Αρχής ασκούνται από τον Πρόεδρο ή τον Αντιπρόεδρο της αντίστοιχα, από τον χρόνο παραίτησης των μελών μέχρι τον διορισμό νέων. Εάν κενωθεί η θέση οποιουδήποτε μέλους της Αρχής κατά τη διάρκεια της θητείας του, διορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας του μέλους του οποίου η θέση κενώθηκε. Σε περίπτωση ανανέωσης της θητείας μέλους που διορίστηκε για περιορισμένη θητεία σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, η ανανέωση χωρεί άπαξ για πλήρη θητεία πέντε (5) ετών.
4. Η θητεία των μελών παρατείνεται μέχρι το διορισμό νέων, υπό την επιφύλαξη της παραίτησης των 3/5 των μελών της προηγούμενης παραγράφου. Ο χρόνος παράτασης της θητείας δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι (6) μήνες. Εάν κάποια από τα μέλη της, πλην του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου, για οποιονδήποτε λόγο εκλείψουν ή αποχωρήσουν, η Αρχή εξακολουθεί να λειτουργεί πέραν του εξαμήνου.
5. Η Αρχή συνέρχεται σε πρώτη συνεδρίαση, μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης διορισμού των μελών της.
6. Κάθε θέμα σχετικό με τη συγκρότηση, αναπλήρωση και λειτουργία της Αρχής προσδιορίζεται με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης του άρθρου 8, καθώς και τα οριζόμενα στο άρθρο 9.»

3. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 4233/2014 προστίθεται η φράση «του παρόντος νόμου».

4. Στην περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4233/2014 διαγράφεται η φράση «εφάπαξ ή ετησίως».

5. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 4233/2014 προστίθεται εδάφιο ως εξής «Το εκάστοτε ύψος των ΤΣΠΠ εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την έκδοση νέας απόφασης».

6. Οι περ. α' και β' της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 4233/2014 αντικαθίστανται ως εξής:
«α) Για τις υπηρεσίες συντονισμού (κατανομής διαθέσιμου χρόνου χρήσης) της Αρχής στους Συντονισμένους ελληνικούς αερολιμένες και στους αερομεταφορείς, καταβάλλεται ανά φορέα διαχείρισης αερολιμένα, καθώς και ανά αερομεταφορέα τέλος ύψους 1,60 ευρώ για κάθε προγραμματισμένη απογείωση αεροσκάφους και τέλος ύψους 1,60 ευρώ για κάθε προγραμματισμένη προσγείωση αεροσκάφους.
β) Για τις υπηρεσίες προγραμματισμού της Αρχής στους ελληνικούς αερολιμένες με ευκολίες προγραμματισμού και στους αερομεταφορείς, καταβάλλεται ανά φορέα διαχείρισης αερολιμένα, καθώς και ανά αερομεταφορέα τέλος ύψους 1,10 ευρώ για κάθε προγραμματισμένη απογείωση αεροσκάφους και τέλος ύψους 1,10 ευρώ για κάθε προγραμματισμένη προσγείωση αεροσκάφους.»

7. α) της Μετά την παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 4233/2014 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών , ύστερα από εισήγηση της Αρχής, καθορίζονται τα κριτήρια και το ύψος τυχόν επιβαλλόμενων προστίμων, τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών από πλημμελή ή εκπρόθεσμη καταβολή ανταποδοτικών τελών στην Αρχή. Οι διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α' 90) εφαρμόζονται, για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών από ανταποδοτικά τέλη υπέρ της Αρχής. Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διαδικασίας του προηγούμενου εδαφίου ρυθμίζεται με όμοια απόφαση.» β) Οι επόμενες παράγραφοι του ιδίου άρθρου αναριθμούνται σε 7, 8 και 9 αντίστοιχα.

8. Το άρθρο 7 του ν. 4233/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η Αρχή, για την κάλυψη τακτικών ή έκτακτων αναγκών της, μπορεί να συνάπτει συμβάσεις εκτέλεσης έργων, παροχής υπηρεσιών, μελετών και προμηθειών για θέματα που άπτονται των σκοπών και της λειτουργίας της, με νομικά ή φυσικά πρόσωπα, επιστήμονες ή τεχνικούς με ειδικές γνώσεις και εξειδικευμένη εμπειρία στα θέματα της Αρχής, σύμφωνα με τον Κανονισμό της κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8. Για τις συμβάσεις που συνάπτει η Αρχή με φυσικά πρόσωπα και η σχετική δαπάνη βαρύνει και καλύπτεται αποκλειστικά και μόνο από τον προϋπολογισμό της, δεν ισχύουν οι περιορισμοί του π.δ. 164/2004 όπως εκάστοτε ισχύουν.»

9. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4233/2014 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Μετά τη δημοσίευση του Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας, η Αρχή αποφασίζει για την ανάθεση προμήθειας υπηρεσιών και αγαθών σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτόν, υπό την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 7».

10. της α) Μετά την περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4233/2014 προστίθεται περ. β' ως εξής:
«β) τη διαδικασία και τον τρόπο χρέωσης των ΤΣΠΠ, καθώς και κάθε σχετικό ζήτημα που δεν ρυθμίζεται με τον παρόντα νόμο,»
β) Οι επόμενες περιπτώσεις αναριθμούνται σε γ', δ', ε' και ζ αντίστοιχα.

11. Η περ. γ' της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4233/2014, που μετά την αναρίθμηση γίνεται δ', αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) την εσωτερική διάρθρωση, οργάνωση, στελέχωση και λειτουργία των υπηρεσιών της, κάθε θέμα του προσωπικού της και τυχόν πρόσθετης απασχόλησής του με αιτιολογημένη εισήγηση τΠζ Αρχής, καθώς και κάθε θέμα που αφορά τη συμμετοχή της στα Εθνικά, Ευρωπαϊκά και Διεθνή όργανα.»

12. Η παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4233/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο Πρόεδρος και ο εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της Αρχής είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.»

13. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 9 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ο Αντιπρόεδρος της Αρχής είναι εκτελεστικός και αναπληρώνει τον Πρόεδρο πλήρως στα καθήκοντά του όταν εκείνος ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται.»

14. Το άρθρο 10 του ν. 4233/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 10 Προσωπικό
1. Στην Αρχή απασχολούνται έως είκοσι τρεις (23) εργαζόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου καθώς και έως δύο (2) Νομικοί Σύμβουλοι. Η πρόσληψη του προσωπικού ΙΔΑΧ γίνεται σύμφωνα με το ν. 2190/1994 (Α' 28). Η πρόσληψη των Νομικών Συμβούλων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 2190/1994 . Κάθε άλλο θέμα για την πρόσληψη και εξέλιξη του προσωπικού της Αρχής ρυθμίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
2. Για το βαθμολογικό και μισθολογικό καθεστώς του προσωπικού της Αρχής εφαρμόζονται οι διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν για τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές. Η δαπάνη μισθοδοσίας του προσωπικού της Αρχής βαρύνει αποκλειστικά τον προϋπολογισμό της.
3. Για το προσωπικό της Αρχής εφαρμόζονται αναλόγως τα κωλύματα, τα ασυμβίβαστα διορισμού, η απαγόρευση ανάληψης θέσης για ένα (1) χρόνο μετά τη λήξη της θητείας των μελών της Αρχής και οι προβλεπόμενες γι' αυτό κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4233/2014.
4. Το προσωπικό της Αρχής οφείλει να τηρεί εχεμύθεια για θέματα που χαρακτηρίζονται ως απόρρητα από τις κείμενες διατάξεις, καθώς και για γεγονότα ή πληροφορίες, των οποίων λαμβάνει γνώση κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή επ' ευκαιρία αυτών.»

15. Το προσωπικό που απασχολείται στην Αρχή κατά την έναρξη του παρόντος νόμου κατατάσσεται αυτοδικαίως στις θέσεις απασχόλησης που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 4233/2014.

Άρθρο 52

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος νόμου τα Παραρτήματα I, II και III.

Άρθρο 53
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α.1125548 ΕΞ 2018 Τροποποίηση της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση ορισμένων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.), Α’-Β’τάξεως, στον νομό Αττικής σε Δ.Ο.Υ., Α’τάξεως, στον ίδιο νομό, τον ανακαθορισμό Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. ως Διατάκτη Νομαρχιακού Προϋπολογισμού και Προϊσταμένου οργανικής μονάδας αυτής, ο οποίος θα ασκεί την αρμοδιότητα της διενέργειας των προβλεπόμενων διαδικαστικών ενεργειών για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών, προς κάλυψη των αναγκών των Δ.Ο.Υ. που καλύπτονται από τον οικείο νομαρχιακό προϋπολογισμό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’12, 52, 234 και 1032) όμοιας απόφασης, τον ορισμό της ίδιας Δ.Ο.Υ., ως χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών, κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4412/2016 (Α’147), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/ 08-08-2017 (Β’2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού των προαναφερθεισών Δ.Ο.Υ. Α’ τάξεως.

$
0
0
Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α. 1125548 ΕΞ 2018

(ΦΕΚ Β' 3805/04.09.2018)

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) του Κεφαλαίου Α’«Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α’94) και ειδικότερα των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 6, των περιπτώσεων αα’, ββ’, γγ’και εε’της υποπαραγράφου θ’ της παραγράφου 4, των υποπαραγράφων α’ και γ’ της παρ. 6, της υποπαραγράφου α’ της παρ. 2, των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 14, της υποπαραγράφου β’ της παραγράφου 3 και της υποπαραγράφου θ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 9, των άρθρων 2, 7, 19, 26 και 27, καθώς και των παρ. 1 έως 5 του άρθρου 41 αυτού, όπως ισχύουν,

β) του ν. 4174/2013 (Α’ 170) «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν,

γ) του ν. 4270/2014 (A’ 143) «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και του π.δ. 80/2016 (Α’ 145) «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους διατάκτες»,

δ) της υποπερ. viii της περ. 2.3 της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου Γ’ του άρθρου 3 του ν. 4336/2015 (Α’ 94) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης.»,

ε) του ν. 4412/2016 (Α’147) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» και ειδικότερα του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 αυτού, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4468/2017 (Α’ 61),

στ) της αριθμ. 75555/289/06-07-2017 (Β’ 2336) κοινής απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός κριτηρίων υπαγωγής στην έννοια της "χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών" του άρθρου 6, παρ. 2, εδάφιο β’του ν. 4412/2016», η οποία εκδόθηκε ύστερα από την αριθμ. 25/2017/28-06-2017 σύμφωνη γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.),

ζ) της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα του άρθρου 38 αυτής,

η) του π.δ. 16/1989 (Α’ 6) «Κανονισμός λειτουργίας Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και Τοπικών Γραφείων και καθήκοντα υπαλλήλων αυτών», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,

θ) του ν. 48/1975 (Α’108) «Περί της Εθνικής Σημαίας της Ελλάδος, του Εμβλήματος της Ελληνικής Δημοκρατίας, του όρκου των αναλαμβανόντων δημοσίαν εν γένει υπηρεσίαν, του τύπου των σφραγίδων των Δημοσίων Αρχών και των εγγράφων τούτων.»,

ι) του άρθρου 87 του ν. 3528/2007 (Α’ 26) «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.», όπως ισχύει,

ια) του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α’98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα», σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 19 του ν. 4389/2016.

2. Τις συστατικές πράξεις των Δ.Ο.Υ., όπως ισχύουν, στις οποίες καθορίζεται και η χωρική αρμοδιότητα αυτών.

3. Την αριθμ. Δ6Α 1133106 ΕΞ 2011/21-09-2011 (Β’2187) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με όμοιες αποφάσεις και με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου γ’της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

4. Τις κατωτέρω αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, όπως συμπληρώθηκαν ή τροποποιήθηκαν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου γ’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016:

α) αριθμ. Δ6Α 1126601 ΕΞ 2013/08-08-2013 (Β’ 2043) «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.)»,

β) αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1101923 ΕΞ 2016/06-07-2016 (Β’2108) «Ανακαθορισμός της κατά τόπον αρμοδιότητας των Δ.Ο.Υ.»,

γ) αριθμ. Δ6Α 1163159 ΕΞ 2013/24-10-2013 (Β’ 2740) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Α’ τάξεως ΦΑΕ Αθηνών, ΦΑΕ Πειραιά, Νέας Ιωνίας, Β’Ηρακλείου, Ε’Θεσσαλονίκης, Ζ’Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων, Κοζάνης (Κοζάνης-Σερβίων-Νεάπολης Βοΐου-Σιάτιστας), Α’ Λάρισας (Α’ ΛάρισαςΑγιάς-Ελασσόνας-Τύρναβου), Βόλου»,

δ) αριθμ. Δ6Α 1035276 ΕΞ 2014/21-2-2014 (Β’524) «Μετονομασία και ανακαθορισμός της έδρας Δ.Ο.Υ., καθώς και καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων Δ.Ο.Υ. Α’τάξεως», ως προς την παρ. 2 αυτής, όπως ισχύει,

ε) αριθμ. Δ6Α 1064942 ΕΞ 2014/23-04-2014 (Β’ 1033) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας της 2ης Υποδιεύθυνσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών και Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Φ.Α.Ε. Πειραιά και Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης», όπως ισχύει,

στ) αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1180286 ΕΞ 2016/12-12-2016 (Β’ 4009) «Τροποποίηση της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1147691 ΕΞ 2014/06-11-2014 (Β’ 3017) απόφασης της Γενικής Γραμματέως της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Κατανομή των οργανικών θέσεων προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, μεταξύ των Γενικών Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και των Υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής, καθώς και μεταξύ των Υπηρεσιών που υπάγονται στις Γενικές Διευθύνσεις».

5. Τις κατωτέρω αποφάσεις του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, όπως συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν:

α) αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31-07-2017 (Β’2743) «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής “Με εντολή Διοικητή” σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.»,

β) αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’ 12, 52, 234 και 1032) «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων σε όργανα Κεντρικών, Ειδικών Αποκεντρωμένων και Περιφερειακών Υπηρεσιών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), εξουσιοδότηση υπογραφής σε Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων και Προϊσταμένους ή Υπευθύνους Αυτοτελών Υπηρεσιών, καθώς και ορισμός Δευτερευόντων Διατακτών Υπηρεσιών αυτής» και

γ) αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1106058 ΕΞ 2017/07-07-2017 (Β’2424) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας του Τμήματος Α6’ Ελέγχων της 2ης Υποδιεύθυνσης, καθώς και αναστολή λειτουργίας του Τμήματος Α4’Ελέγχων της 1ης Υποδιεύθυνσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.),

δ) αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/08-08-2017 (Β’2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη «Ορισμός των οργανικών μονάδων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), οι οποίες αποτελούν χωριστές επιχειρησιακές μονάδες, ανεξαρτήτως υπεύθυνες για τη σύναψη συμβάσεων των ίδιων ή ορισμένων κατηγοριών αυτών, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 4 της αριθμ. 75555/289/ 6-7-2017 (Β’ 2336) κοινής απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, τα οποία καθορίστηκαν σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4412/2016 (Α’ 147)».

6. Τα από 13 και 24/07/2018, καθώς και από 16 και 24/07/2018 και 06/08/2018 μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των Προϊσταμένων των Γενικών Διευθύνσεων Φορολογικής Διοίκησης και Οικονομικών Υπηρεσιών, αντίστοιχα.

7. Το αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Δ 1176934 ΕΞ 2016/08-12-2016 (ΣΕ ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) έγγραφο του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, περί των υπηρεσιακών σφραγίδων που θα χρησιμοποιούν οι Υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε.

8. Τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

α) αριθμ. 2/77928/0004/27-9-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 507) «Διορισμός μελών του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.» και

β) αριθμ. 2/77929/0004/27-09-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 507) «Ορισμός Εμπειρογνώμονα για την παροχή εξειδικευμένων συμβουλευτικών υπηρεσιών στο Συμβούλιο Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

9. Την από 9-8-2018 συνεδρίαση του Συμβουλίου Διοίκησης (Σ.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), κατά την οποία παρείχε τη σύμφωνη γνώμη του, σύμφωνα τις διατάξεις της υποπαραγράφου β’ της παραγράφου 3 και της υποπαραγράφου θ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 4389/2016 (αριθμ. 41/ 10-082018 έγγραφο του Προέδρου του Σ.Δ.).

10. Την αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28-01-2013 (Β’130 και Β’ 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

11. Την αριθμ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθμ. 39/3 της 30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

12. Την ανάγκη συγχώνευσης ορισμένων Δ.Ο.Υ. του νομού Αττικής, με όμορη χωρική αρμοδιότητα, προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι, ανθρώπινοι και οικονομικοί, ώστε να συγκεντρωθεί το στελεχιακό δυναμικό αυτών σε λιγότερες και περισσότερο ενισχυμένες Δ.Ο.Υ., για να διασφαλισθεί η εύρυθμη και αποτελεσματικότερη λειτουργία αυτών και να ενισχυθούν και άλλες ελεγκτικές υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), με στόχο την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.

13. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, προκαλείται ετήσια εξοικονόμηση των δαπανών του προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), περίπου, κατά εβδομήντα εννέα χιλιάδες εξακόσια ογδόντα (79.680) ευρώ, μόνο από τη μείωση των επιδομάτων θέσεων ευθύνης, λόγω της μείωσης των οργανικών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης αυτής, κατά τέσσερις (4) Διευθύνσεις και δώδεκα (12) Τμήματα, πέραν της εξοικονόμησης δαπανών από τα λειτουργικά έξοδα των συγχωνευόμενων Δ.Ο.Υ.,

αποφασίζουμε:

Α. Τροποποιούμε την αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’968 και 1238) απόφαση «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», κατά το μέρος που αφορά στον Πίνακα της παραγράφου 8 του άρθρου 38 «Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.)» της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης και ειδικότερα:

1. Συγχωνεύουμε τις κατωτέρω υφιστάμενες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), ως εξής:

I. Από 08/10/2018:

1) τη Δ.Ο.Υ. Νέου Ηρακλείου, Α’-Β’ τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. Νέας Ιωνίας, Α’ τάξεως, στην οποία μεταφέρουμε την καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα αυτής και ορίζουμε ότι μέρος των αρμοδιοτήτων της Δ.Ο.Υ. Νέας Ιωνίας ασκείται και από Γραφείο Εξυπηρέτησης Φορολογουμένων (Γ.Ε.Φ.) αυτής, που λειτουργεί εκτός του κεντρικού κτιρίου στέγασής της, στην έδρα της Δ.Ο.Υ. Νέου Ηρακλείου, η οποία παύει να λειτουργεί από την προαναφερθείσα ημερομηνία, εφόσον διατεθεί ο κατάλληλος χώρος στέγασής του και αναληφθεί το πλήρες κόστος λειτουργίας του από τον Δήμο Ηρακλείου, πλην της μισθοδοσίας των υπαλλήλων της Δ.Ο.Υ. που εργάζονται σε αυτό.

2) α) τη Δ.Ο.Υ. Γ’ Πειραιά, Α’-Β’ τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά, Α’ τάξεως, στην οποία μεταφέρουμε την καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα αυτής, καθώς και το Γραφείο Εξυπηρέτησης Φορολογουμένων (Γ.Ε.Φ.) Μήλου (Μήλος), που λειτουργεί εκτός του κεντρικού κτιρίου στέγασης της συγχωνευόμενης Δ.Ο.Υ., το οποίο από την ως άνω ημερομηνία αποτελεί Γ.Ε.Φ. της Δ.Ο.Υ. Α’Πειραιά, που θα λειτουργεί εκτός του κεντρικού κτιρίου στέγασης αυτής.

β) αα) Οι αρμοδιότητες του Διατάκτη, που έχουν μεταβιβασθεί με την περίπτωση α’ της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου Α’ της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/0501-2017 (Β’ 12, 52, 234 και 1032) απόφαση, όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, καθώς και οι μεταβιβαζόμενες αρμοδιότητες με την περίπτωση β’ της ίδιας υποπαραγράφου στον Προϊστάμενο της υφιστάμενης Δ.Ο.Υ. Γ’Πειραιά (Α’-Β’) για τον ΚΩΔ.ΝΟΜ. 90-07 (στοιχείο 6 του Πίνακα) μεταβιβάζονται στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά (Α’) (ΚΩΔ.ΝΟΜ. 90-07).

ββ) Οι αρμοδιότητες της υποπαραγράφου 4 της παραγράφου Α’της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’ 12, 52, 234 και 1032) απόφαση, όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, που μεταβιβάσθηκαν, με την περίπτωση α’ της ίδιας υποπαραγράφου, στον Προϊστάμενο του Τμήματος Γ’ – Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της υφιστάμενης Δ.Ο.Υ. Γ’ Πειραιά (Α’-Β’) για τις Δ.Ο.Υ. του ΚΩΔ.ΝΟΜ. 90-07, μεταβιβάζονται στον Προϊστάμενο του Τμήματος Ε’ – Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά (Α’), για τις Δ.Ο.Υ. του ΚΩΔ.ΝΟΜ. 90-07.

γγ) Στη στήλη 4 του «Πίνακα 1-ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ (Δ.Ο.Υ.)» της υποπαραγράφου Ι της παραγράφου Α’της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/08-08-2017 (Β’ 2823 και 3086) διαπιστωτικής πράξης, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, η υφιστάμενη Δ.Ο.Υ. Γ’ Πειραιά (Α’-Β’) (στοιχείο 6) αντικαθίσταται από τη Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά (Α’).

II. Από 22/10/2018:

1) τη Δ.Ο.Υ. ΣΤ’ Αθηνών, Α’-Β’ τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών, Α’τάξεως, στην οποία μεταφέρουμε την καθ’ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα αυτής.

2) τη Δ.Ο.Υ. Δ’Πειραιά, Α’-Β’τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. Ε’Πειραιά, Α’τάξεως, στην οποία μεταφέρουμε την καθ’ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα αυτής.

2. Από τις ημερομηνίες συγχώνευσής τους στις Δ.Ο.Υ., Α’ τάξεως, που ορίζονται στην υποπαράγραφο 1 της παρούσας παραγράφου:

Ι. 1) παύουν να λειτουργούν οι κατωτέρω Δ.Ο.Υ., Α’-Β’τάξεως και η αρμοδιότητα παρακολούθησης και διεκπεραίωσης όλων των εκκρεμών υποθέσεων αυτών περιέρχεται στις Δ.Ο.Υ., Α’τάξεως, στις οποίες συγχωνεύονται, ως εξής: α) Από 08/10/2018, οι Δ.Ο.Υ. Νέου Ηρακλείου και Γ’ Πειραιά στη Δ.Ο.Υ. Νέας Ιωνίας και στη Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά, αντίστοιχα.

β) Από 22/10/2018, οι Δ.Ο.Υ. ΣΤ’ Αθηνών και Δ’ Πειραιά στη Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών και στη Δ.Ο.Υ. Ε’ Πειραιά, αντίστοιχα.

2) α) Οι εκκρεμείς ενέργειες που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Διατάκτη, που έχουν μεταβιβασθεί με τις περιπτώσεις α’ και β’ της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου Α’ της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’ 12, 52, 234 και 1032) απόφασης, όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, στον Προϊστάμενο της υφιστάμενης Δ.Ο.Υ. Γ’Πειραιά, της οποίας παύει η λειτουργία, καθώς και οι εκκρεμείς διαδικαστικές ενέργειες που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της υποπαραγράφου 4 της παραγράφου Α’ της ίδιας απόφασης, οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Γ’ Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ. Γ’ Πειραιά (Α’-Β’), από 08/10/2018, παρακολουθούνται, ολοκληρώνονται και διεκπεραιώνονται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά (Α’) ή του Τμήματος Ε’-Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης αυτής, αντίστοιχα, στους οποίους μεταβιβάζονται οι ως άνω αρμοδιότητες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα υποστοιχεία αα’και ββ’του στοιχείου β’της υποπερίπτωσης 2) της περίπτωσης Ι της υποπαραγράφου 1 της παρούσας παραγράφου. Ειδικότερα, οι εκκρεμείς διαδικαστικές ενέργειες για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών προς κάλυψη των αναγκών της Δ.Ο.Υ. Δ’ Πειραιά (Α’-Β’), κατά την ημερομηνία παύσης της λειτουργίας αυτής, ολοκληρώνονται από το Τμήμα Ε’Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά, ύστερα από συνεννόηση με τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ε’ Πειραιά (Α’).

β) Οι εκκρεμείς διαδικαστικές ενέργειες του Τμήματος Ε’ Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ. Δ’ Αθηνών, για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών προς κάλυψη των αναγκών των υφιστάμενων Δ.Ο.Υ. ΣΤ’ Αθηνών (Α’-Β’) και Νέου Ηρακλείου (Α’-Β’), που δεν έχουν ολοκληρωθεί κατά την ημερομηνία παύσης της λειτουργίας αυτών, ολοκληρώνονται, ύστερα από συνεννόηση με τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών (Α’) και Νέας Ιωνίας (Α’), αντίστοιχα.

γ) Οι Δ.Ο.Υ. υποδοχής υπεισέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς καμία άλλη διατύπωση στα δικαιώματα, στις απαιτήσεις, στις υποχρεώσεις και στις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις των Δ.Ο.Υ. των οποίων παύει η λειτουργία, αντίστοιχα, λαμβανομένων υπόψη των ορισθέντων στις διατάξεις των υποπαραγράφων 1 και 2 της παρούσας παραγράφου.

δ) Τα σχετικά φυσικά, μαγνητικά και ηλεκτρονικά αρχεία, που αφορούν στις εκκρεμείς υποθέσεις των Δ.Ο.Υ. των οποίων παύει η λειτουργία, καθώς και το λοιπό και γενικό φυσικό, μαγνητικό και ηλεκτρονικό αρχείο αυτών, περιέρχεται στις Δ.Ο.Υ. υποδοχής, στις οποίες συγχωνεύονται αυτές, αντίστοιχα, λαμβανομένων υπόψη των ορισθέντων στις διατάξεις των υποπαραγράφων 1 και 2 της παρούσας παραγράφου.

ε) Όλα τα εκδιδόμενα παραστατικά και οι βεβαιώσεις φέρουν την επωνυμία των Δ.Ο.Υ. υποδοχής, στις οποίες συγχωνεύονται οι Δ.Ο.Υ., Α’-Β’ τάξεως, των οποίων παύει η λειτουργία, σύμφωνα με την υποπερίπτωση 1) της περίπτωσης Ι της παρούσας υποπαραγράφου.

ΙΙ. 1) Οι Προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ., Α’τάξεως, από την ημερομηνία συγχώνευσης σε αυτές των Δ.Ο.Υ., Α’-Β’ τάξεως, τις οποίες υποδέχονται:
α) είναι υπεύθυνοι για τον συντονισμό και τη διεκπεραίωση όλων των ενεργειών που απαιτούνται για την επιτυχή εφαρμογή της παρούσας απόφασης, κατά λόγο αρμοδιότητας.

β) Οφείλουν: αα) να μεριμνήσουν, προκειμένου οι Δ.Ο.Υ., που προΐστανται, να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν τα υπάρχοντα προεκτυπωμένα έντυπα (που εκδίδονται μηχανογραφικά ή μη) και τους φακέλους αλληλογραφίας, που φέρουν τον τίτλο των συγχωνευόμενων σε αυτές Δ.Ο.Υ., αντίστοιχα, των οποίων παύει η λειτουργία, μέχρι της εξαντλήσεώς τους, με την αναγραφή σε αυτά χειρόγραφα του τίτλου των Δ.Ο.Υ. υποδοχής. ββ) να φροντίσουν, με προσωπική τους ευθύνη, για την καταστροφή, αμέσως, όλων των παλαιών στρογγυλών και λοιπών υπηρεσιακών σφραγίδων, που φέρουν τον τίτλο των συγχωνευόμενων Δ.Ο.Υ., των οποίων παύει η λειτουργία, σύμφωνα με τις ειδικότερες οδηγίες που έχουν δοθεί με το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτ. ββ’ της περίπτ. β’ της παρ. 3 του αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Δ 1176934 ΕΞ 2016/08-12-2016 (ΣΕ ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) εγγράφου του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

2) Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. Νέας Ιωνίας οφείλει να: α) επικοινωνήσει, εγγράφως, με τον Δήμο Ηρακλείου, σε χώρο του οποίου θα λειτουργήσει το Γραφείο Εξυπηρέτησης Φορολογουμένων (Γ.Ε.Φ.) της Δ.Ο.Υ., για την ολοκλήρωση των απαιτούμενων ενεργειών (όπως, διάθεση και διαμόρφωση χώρου, εγκατάσταση εξοπλισμού), προκειμένου να λειτουργήσει το συντομότερο δυνατόν το Γ.Ε.Φ. και για την επίλυση όλων των ζητημάτων που ενδεχομένως θα προκύψουν,

β) στελεχώσει το Γ.Ε.Φ. με το απαιτούμενο προσωπικό και να ενημερώσει σχετικά τη Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού (Δ.Δ.Α.Δ.),

γ) ενημερώσει τη Διεύθυνση Οργάνωσης για την πλήρη λειτουργία του Γ.Ε.Φ. ή για τυχόν προβλήματα που τυχόν έχουν προκύψει.

3) Οι Προϊστάμενοι των Φορολογικών Περιφερειών Αθηνών και Πειραιώς, οφείλουν να επιβλέψουν τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ., που υπάγονται στην εποπτεία τους, ως προς την εκτέλεση των απαιτούμενων ενεργειών και το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσής τους και να συντονίσουν τη συνεργασία αυτών με τις υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε. και της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και με τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Δ.ΗΛΕ.Δ.) της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού (Γ.Δ.Η.Δ.Α.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε. ή με όποια άλλη υπηρεσία ή φορέα χρειαστεί, σύμφωνα με τις οδηγίες που θα τους δοθούν από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, προκειμένου να ολοκληρωθούν έγκαιρα όλες οι απαιτούμενες ενέργειες, ώστε να εξασφαλισθεί, από τις καθοριζόμενες με την παρούσα απόφαση ημερομηνίες, η εύρυθμη λειτουργία των Δ.Ο.Υ. υποδοχής, καθώς και του Γ.Ε.Φ. της Δ.Ο.Υ. Νέας Ιωνίας, αντίστοιχα.
ΙΙΙ. Η μεταγραφή των φορολογουμένων στις Δ.Ο.Υ. υποδοχής δύναται να αρχίσει έως και τέσσερις (4) ημέρες πριν από την ημερομηνία παύσης λειτουργίας των συγχωνευόμενων Δ.Ο.Υ., Α’-Β’ τάξεως.

3. Ύστερα από τα ανωτέρω, διαγράφουμε από τον Πίνακα της παραγράφου 8 του άρθρου 38 της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)» απόφασης, τις κατωτέρω περιπτώσεις:

α) από 08/10/2018, τις με α/α 81 και 88, β) από 22/10/2018, τις με α/α 62 και 89, αναριθμούμε τις λοιπές περιπτώσεις του Πίνακα και διαμορφώνουμε, από 22/10/2018, την παράγραφο 8, ως εξής:

O browser δεν υποστηρίζει pdf viewer. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.



4. Στην Υποδιεύθυνση των Δ.Ο.Υ. Α’τάξεως δύνανται να λειτουργούν από ένα (1) έως τέσσερα (4) Τμήματα Ελέγχων, τα οποία αριθμούνται από Α1 έως Α4 και έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες μεταξύ τους, τις οποίες ασκούν επί των υποθέσεων που τους ανατίθενται. Κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας, σε κάθε Δ.Ο.Υ. Α’ τάξεως λειτουργούν, πέραν του ενός (1) Τμήματος και Τμήματα για τα οποία έχει καθορισθεί ο χρόνος έναρξης λειτουργίας τους με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ή του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., ενώ για τα υπόλοιπα Τμήματα ο χρόνος έναρξης λειτουργίας τους δύναται να καθορισθεί με μεταγενέστερες αποφάσεις μας.

Β. 1) Καθορίζουμε τις οργανικές θέσεις προσωπικού στις παρακάτω Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), που λειτουργούν στον νομό Αττικής, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, από την ημερομηνία που αναφέρεται στη στήλη 4 του κατωτέρω πίνακα, ως εξής:



2) Το προσωπικό των συγχωνευόμενων Δ.Ο.Υ., Α’-Β’ τάξεως, μεταφέρεται στις Δ.Ο.Υ., Α’τάξεως, που τις υποδέχονται ή μετακινείται ή μετατίθεται σε άλλες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες.

Γ. Κατά τα λοιπά ισχύουν:

1) Οι κατωτέρω αποφάσεις, όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν, αριθμ.:

α) Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238),

β) Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’ 12, 52, 234 και 1032),

γ) Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/08-08-2017 (Β’ 2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη και

δ) Δ.ΟΡΓ.Α 1106058 ΕΞ 2017/7-7-2017 (Β’ 2424).

2) Η αριθμ. Δ6Α 1133106 ΕΞ 2011/21-09-2011 (Β’ 2187) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και η αριθμ. Δ6Α 1092694 ΕΞ 2013/06-06-2013 (Β’1404 και 1544) απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και

3) Οι αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, αριθμ.:

α) Δ6Α 1126601 ΕΞ 2013/8-8-2013 (Β’ 2043) «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.)»,

β) Δ6Α 1163159 ΕΞ 2013/24-10-2013 (Β’ 2740) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Α’ τάξεως ΦΑΕ Αθηνών, ΦΑΕ Πειραιά, Νέας Ιωνίας, Β’ Ηρακλείου, Ε’ Θεσσαλονίκης, Ζ’ Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων, Κοζάνης (Κοζάνης-Σερβίων-Νεάπολης Βοΐου-Σιάτιστας), Α’ Λάρισας (Α’ Λάρισας-Αγιάς-ΕλασσόναςΤύρναβου), Βόλου», όπως ισχύει,

γ) Δ6Α 1035276 ΕΞ 2014/21-2-2014 (Β’ 524) «Μετονομασία και ανακαθορισμός της έδρας Δ.Ο.Υ., καθώς και καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων Δ.Ο.Υ. Α’τάξεως», ως προς την παρ. 2 αυτής, όπως ισχύει,

δ) Δ6Α 1064942 ΕΞ 2014/23-04-2014 (Β’ 1033) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας της 2ης Υποδιεύθυνσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών και Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Φ.Α.Ε. Πειραιά και Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης», όπως ισχύει και

ε) Δ. ΟΡΓ. Α 1180286 ΕΞ 2016/12-12-2016 (Β’4009) «Τροποποίηση της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1147691 ΕΞ 2014/06-11-2014 (Β’ 3017) απόφασης της Γενικής Γραμματέως της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Κατανομή των οργανικών θέσεων προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, μεταξύ των Γενικών Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και των Υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής, καθώς και μεταξύ των Υπηρεσιών που υπάγονται στις Γενικές Διευθύνσεις», όπως ισχύει με την αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1073859 ΕΞ 2018/ 14-05-2018 (Β’1771) απόφαση.


Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 22 Αυγούστου 2018

Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>