Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 907/2017 Δαπάνες συνεδρίων που αφορούν προιόντα αρμοδιότητας ΕΟΦ, εκπίπτουν εφόσον το συνέδριο έχει την έγγριση του ΕΟΦ

Previous: Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α.1125548 ΕΞ 2018 Τροποποίηση της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση ορισμένων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.), Α’-Β’τάξεως, στον νομό Αττικής σε Δ.Ο.Υ., Α’τάξεως, στον ίδιο νομό, τον ανακαθορισμό Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. ως Διατάκτη Νομαρχιακού Προϋπολογισμού και Προϊσταμένου οργανικής μονάδας αυτής, ο οποίος θα ασκεί την αρμοδιότητα της διενέργειας των προβλεπόμενων διαδικαστικών ενεργειών για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών, προς κάλυψη των αναγκών των Δ.Ο.Υ. που καλύπτονται από τον οικείο νομαρχιακό προϋπολογισμό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β’12, 52, 234 και 1032) όμοιας απόφασης, τον ορισμό της ίδιας Δ.Ο.Υ., ως χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών, κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4412/2016 (Α’147), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/ 08-08-2017 (Β’2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού των προαναφερθεισών Δ.Ο.Υ. Α’ τάξεως.
$
0
0

Καλλιθέα, 30-01-2017
Αριθμός απόφασης: 907

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΑΔΕ
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α1

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213-1604563
ΦΑΞ: 213-1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις :

α. Του άρθρου 63 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.

β. Της παρ.3 του άρθρου 47 του ν.4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).

γ. Της παρ.1 του άρθρου 17 του ν.4389/2016 (ΦΕΚ Α' 94).

δ. Του άρθρου 59 του π.δ.111/2014 (Α' 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών». ε. Του άρθρου 6 της με αριθμό Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014 (ΦΕΚ Β' 865, 1079 και 1846) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

στ. Της ΠΟΛ 1002/31-12-2013 Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 55/16-1-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν.4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει από 1/1/2014 και καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (πρώην Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής».

2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ’ αριθμόν Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30-8-2016 (ΦΕΚ 2759/τ.Β’/01-09-2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την με αριθμό πρωτοκόλλου /30-92016 ενδικοφανή προσφυγή της ............. , που εδρεύει στο ........ ΑΦΜ ........ , κατά της υπ’ αριθμ ............... /28-7-2016 οριστικής πράξεως διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 (φορολ περίοδος 1.1.2014-31.12.2014) , με την οποία προσδιορίζεται διαφορά φορολογητέας ζημίας ύψους 682.836,86 Ευρώ και διαφορά ποσού φόρου προς επιστροφή ύψους 20.637,65 Ευρώ.

5. Την ως άνω αναγραφόμενη στην παράγραφο 4 Οριστική Πράξη του Προϊσταμένου , της οποίας ζητείται η ακύρωση,

6. Τ ις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α1 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Α. ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Δυνάμει της υπ' αριθμ.............. /09-02-2016 εντολής ελέγχου του Προϊσταμένου του ..................διενεργήθηκε στην Εταιρεία φορολογικός έλεγχος για τη φορολογική περίοδο 01.01.2014 - 31.12.2014 για την επιστροφή του πιστωτικού υπολοίπου της , με την οποία προσδιορίζεται διαφορά φορολογητέας ζημίας ύψους 682.836,86 Ευρώ και διαφορά ποσού φόρου προς επιστροφή ύψους 20.637,65 Ευρώ. Η προσφεύγουσα δεν προβάλει κανένα ισχυρισμό για λογιστικές διαφορές ύψους 231.418,29 (βλέπε σελίδα 20 έκθεσης ελέγχου) που προσδιορίστηκαν από τον έλεγχο. Το σύνολο των λογιστικών διαφορών που προσδιόρισε ο έλεγχος ανήλθε σε σύνολο στις 682,836,68, και αυτές για τις οποίες προβάλει λόγους είναι παρακάτω :

Λογ. 64.02.05 ΕΞΟΔΑ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ ΔΕΞΙΩΣΕΩΝ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ 300.693,15 ευρώ

Λογ 64.02.99 Διάφορα έξοδα προβολής και διαφήμισης ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ 150.779,.42 ευρω

Επίσης δεν προβάλει κανένα λόγο σχετικά με την μείωση του παρακρατούμενου φόρου κατά 20.637,65 ευρώ στην οποία προέβη ο έλεγχος (σελ 19 έκθεσης ελέγχου)

Η προσφεύγουσα επιχείρηση, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της παραπάνω οριστικής πράξης του Προϊσταμένου του ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ επικαλούμενοι τους παρακάτω λόγους.

ΛΟΓΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

I. Στις διατάξεις του άρθρου 28§2 του Ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) ορίζονται τα ακόλουθα: «Η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εντός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των απόψεων του φορολογούμενου ή, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν υποβάλλει τις απόψεις του, την εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία συντάσσει η Φορολογική Διοίκηση. Η έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις τις οποίες έλαβε υπόψη της η Φορολογική Διοίκηση για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου κοινοποιούνται στον φορολογούμενο.».

Περαιτέρω, στις διατάξεις του άρθρου 64 του Κ.Φ.Δ. με τίτλο «Επαρκής αιτιολογία» ορίζονται τα εξής: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου.».

Συναφώς, στις διατάξεις του άρθρου 17§§1,2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/1999) με τίτλο «Αιτιολογία» ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της. 2. Η αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική, επαρκής και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, εκτός αν προβλέπεται ρητώς στο νόμο ότι πρέπει να περιέχεται στο σώμα της πράξης».

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η έκθεση ελέγχου, που συνιστά την αιτιολογία της καταλογιστικής του φόρου πράξεως, πρέπει να είναι σαφής, ειδική και επαρκής. Σκοπός της αιτιολογίας είναι η δημιουργία δυνατότητος ελέγχου τόσο από τον διοικούμενο, όσο και από το Δικαστήριο, κατά πόσο η διοικητική πράξη εκδόθηκε για τη διασφάλιση του διοικουμένου και κατά πόσο είναι σύμφωνη ή βρίσκεται σε αρμονία προς τους κανόνες δικαίου, που καθορίζουν το πλαίσιο της νομιμότητος (βλ. Επαμεινώνδα Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, §5.Αιτιολογία της διοικητικής πράξης).

Σύμφωνα, δε, με τη νομολογία, η παντελής αοριστία της Εκθέσεως Ελέγχου ισοδυναμεί με ανυπαρξία αυτής (βλ. ΣτΕ 565/2008, 2054/1995).

II. Κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως παραγωγικές ορίζονται οι εν γένει δαπάνες (βλ. ΣτΕ 4777/1996 ΔΦΝ 51.156, ΣτΕ 3154/1995 ΔΦΝ 50.816, ΣτΕ 1282-1283/1989 ΔΦΝ 44.1106, ΣτΕ 2571/1988 ΔΦΝ 45.836, ΣτΕ 2570/1988 ΔΦΝ 43.750, ΣτΕ 3580/1986 ΔΦΝ 42.125), οι οποίες, εν όψει του σκοπού, για τον οποίο διατίθενται, και των εκάστοτε συνθηκών, συμβάλλουν στη διεύρυνση των εργασιών της επιχειρήσεως και στην αύξηση του εισοδήματός της (βλ. ΣτΕ 1224/1995 ΔιΔικ 1995.1425, ΣτΕ 1929/1992 ΔΦΝ 47.952, ΣτΕ 887/1991 ΔιΔικ 1992.156, ΣτΕ 71/1990, ΣτΕ 3735/1988 ΔΦΝ 44.43, ΔιΔικ 1990.1177, ΔπρΑθ 519/1996 ΔΕΕ 1996.988) ή στην εν γένει βελτίωση της αποδόσεως της επιχειρήσεως (βλ. ΣτΕ 80/1995 ΔΦΝ 1996.737, ΣτΕ 265/1988 ΔΦΝ 42.759) ή που αποβλέπουν στην ωφέλεια και την εξυπηρέτησή της και προάγουν τα εν γένει οικονομικά της συμφέροντα (βλ. ΣτΕ 569/1991 ΔιΔικ 1992/163) ή δύνανται κατ’ αρχήν να συμβάλουν στην απόκτηση κέρδους (βλ. ΣτΕ 1073/1990 ΔιΔικ 1991/189). Στο πλαίσιο αυτό, εκπίπτουν και δαπάνες, που καταβάλλονται «οικειοθελώς» από την επιχείρηση, δηλαδή άνευ σχετικής προς τούτο συμβατικής υποχρεώσεως (βλ. ΣτΕ 1602/2011 ΔΦΝ 2012.313, ΣτΕ 2033/2012, ΣτΕ 2571/1988 ΔΦΝ 45.836, ΣτΕ 2570/1988 ΔΦΝ 43.750, ΣτΕ 1224/1995 ΔιΔικ 1995.1425, ΣτΕ 3580/1986 ΔΦΝ 42.125).

Η Φορολογική Αρχή και, ύστερα από την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων, τα Διοικητικά Δικαστήρια μπορούν να ερευνήσουν τον χαρακτήρα της δαπάνης ως παραγωγικής. Στην κρίση τους, όμως, αυτή θα πρέπει να περιορίζονται στο εάν η συγκεκριμένη δαπάνη έγινε στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητος της εταιρείας και δεν μπορούν να αμφισβητήσουν την ουσιαστική σκοπιμότητα της δαπάνης (βλ. ΣτΕ 2571/1988 ΔΦΝ 45.836, ΣτΕ 2570/1988 ΔΦΝ 43.750, ΣτΕ 1224/1995 ΔιΔικ 1995.1425, ΣτΕ 16/1987, ΣτΕ 3580/1986 ΔΦΝ 42.125) ούτε το προσήκον μέτρο αυτής (βλ. ΣτΕ 3735/1988 ΔΦΝ 44.43, ΔΕφΑθ 724/1981 ΔΦΝ 1981.781).

III. Στις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.) με τίτλο «Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες» ορίζονται τα ακόλουθα:

«Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε. οι οποίες:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,

γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.».

Στο πλαίσιο αυτό, στην ερμηνευτική των ανωτέρω διατάξεων εγκύκλιο διαταγή ΠΟΛ.1113/2015 της Γ.Γ.Δ.Ε. με τίτλο «Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 22, 22Α και 23 του ν. 4172/2013», προβλέπονται τα κατωτέρω:

«... α) με τις διατάξεις του άρθρου 22 τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών με την έννοια ότι κατ’ αρχήν εκπίπτουν όλες οι δαπάνες που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης και επιπροσθέτως πληρούν τα λοιπά κριτήρια που τίθενται στο άρθρο αυτό. Το εν λόγω άρθρο πρέπει να εξετάζεται συστηματικά με το άρθρο 23 που αφορά τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες και την παράγραφο 4 του άρθρου 48 σχετικά με τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες που αφορούν τα ενδοομιλικά μερίσματα που απαλλάσσονται από το φόρο. Κατά συνέπεια, ο κανόνας που εισάγεται είναι ότι όποια δαπάνη πληροί τα κριτήρια του άρθρου 22 και συγχρόνως δεν εμπίπτει στον περιοριστικό κατάλογο των μη εκπιπτόμενων δαπανών του άρθρου 23 εκπίπτει...

Άρθρο 22 Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες

1. Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τίθεται ο γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, οι οποίες πληρούν αθροιστικά τα ακόλουθα κριτήρια, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48, αναφορικά με τις δαπάνες που κατά ρητή διατύπωση του νόμου δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.

2. Ειδικότερα, εκπίπτουν οι δαπάνες που:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της. Συγκεκριμένα, στις δαπάνες της περίπτωσης αυτής εμπίπτει κάθε δαπάνη, που κρίνεται απαραίτητη από τον επιχειρηματία ή τη διοίκηση της επιχείρησης, ανεξάρτητα εάν αυτή πραγματοποιείται δυνάμει νόμιμης ή συμβατικής υποχρέωσης, για την επίτευξη του επιχειρηματικού σκοπού, την ανάπτυξη των εργασιών, τη βελτίωση της θέσης της στην αγορά, εφόσον αυτή ενεργείται στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της και μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία εισοδήματος ή άλλως αποβλέπει στη διεύρυνση των εργασιών της και στην αύξηση του εισοδήματός της (ΣτΕ 2033/2012) ή στην υλοποίηση δράσεων στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.

Δεν επιτρέπεται, δε, στη φορολογική αρχή να ελέγχει τη σκοπιμότητα και το προσήκον μέτρο των δαπανών αυτών (ΣτΕ 2963/2013, ΣτΕ 1729/2013, ΣτΕ 1604/2011, κ.ά.), εκτός αν τούτο ορίζεται ρητά και ειδικά στο νόμο (π.χ. ενδοομιλικές συναλλαγές). Επισημαίνεται ότι ως προς τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ισχύουν όσα ειδικότερα αναφέρονται κατωτέρω στην παρούσα.

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, η αξία της οποίας δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση. Ως προς την έννοια της πραγματικής συναλλαγής, διευκρινίζεται ότι οι δαπάνες δεν πρέπει να είναι εικονικές ή μερικώς εικονικές ή ανύπαρκτες, όπως ενδεικτικά είναι η δαπάνη που δεν έχει πραγματοποιηθεί άλλα έχει καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία ή αφορά σε συναλλαγές που δεν είναι πραγματικές ως προς το είδος ή το πρόσωπο ή την αξία αυτών. Ως προς το ζήτημα της εικονικότητας ως προς το πρόσωπο του εκδότη φορολογικού στοιχείου, επισημαίνεται η προσφάτως εκδοθείσα ΠΟΛ.1071/2015 εγκύκλιος, με την οποία κοινοποιήθηκε η αριθ. 170/2014 γνωμοδότηση ΝΣΚ, σύμφωνα με την οποία ο καλόπιστος λήπτης φορολογικού στοιχείου εικονικού ως προς το πρόσωπο του εκδότη δύναται να εκπέσει τη σχετική δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδά του. Επίσης, σημειώνεται ότι η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων, χρεογράφων, υποχρεώσεων, κ.λπ. δεν είναι δαπάνη που αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή, αλλά η όποια δαπάνη θα προκύψει κατά τη μεταβίβαση των υπόψη τίτλων, κ.λπ. ή εξόφληση της σχετικής υποχρέωσης. Το αν η αξία της συναλλαγής είναι ανώτερη ή κατώτερη της αγοραίας (αρχή των ίσων αποστάσεων) είναι θέμα πραγματικό. Διευκρινίζεται ότι αυτή εφαρμόζεται μόνο στην περίπτωση των ενδοομιλικών συναλλαγών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 50 του Κ.Φ.Ε.

γ) εγγράφονται στα λογιστικά αρχεία (βιβλία) της επιχείρησης την περίοδο που πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά. Επομένως, οι δαπάνες θα πρέπει να έχουν καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία του φορολογικού έτους που αυτές έχουν πραγματοποιηθεί με βάση τα κατάλληλα δικαιολογητικά. Διευκρινίζεται ότι η έννοια των δικαιολογητικών είναι ευρύτερη των φορολογικών στοιχείων και περιλαμβάνει κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως ενδεικτικά, στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, απολογιστικά στοιχεία (π.χ. αποσβέσεις), δήλωση στην περίπτωση ιδιοχρησιμοποίησης, κ.λπ. Ειδικά στην περίπτωση απώλειας των πρωτότυπων φορολογικών στοιχείων, θα λαμβάνονται υπόψη και επικυρωμένα φωτοαντίγραφα των στοιχείων αυτών από τον εκδότη τους. Σημειώνεται ότι εφόσον πρόκειται για επιχείρηση η οποία σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 δεν έχει υποχρέωση τήρησης βιβλίων, οι δαπάνες του εν λόγω άρθρου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές αναφερόμενες πιο πάνω προϋποθέσεις, πλην αυτής της εγγραφής στα τηρούμενα βιβλία (π.χ. αγρότες που δεν τηρούν βιβλία, απαλλαγή από την τήρηση βιβλίων σύμφωνα με την ΠΟΛ.1007/2015 Απόφαση ΓΓΔΕ).

3. Κατόπιν όλων όσων αναφέρθηκαν παραπάνω συνάγεται ότι οι επιχειρηματικές δαπάνες εκπίπτουν, εφόσον πληρούν αθροιστικά τα κριτήρια του άρθρου 22 και δεν ανήκουν στον περιοριστικό κατάλογο του άρθρου 23 ή της παραγράφου 4 του άρθρου 48. Αναφορικά με το χρόνο έκπτωσής τους, αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 (π.χ. χρόνος έκπτωσης ασφαλιστικών εισφορών, κ.λπ.). Οι δαπάνες των οποίων τα δικαιολογητικά εκδίδονται ή λαμβάνονται έως την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού και αφορούν την κλειόμενη χρήση επίσης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους που αφορούν. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω συνιστούν τον γενικό κανόνα έκπτωσης των δαπανών, καθόσον κάθε δαπάνη πρέπει να εξετάζεται ως ξεχωριστή περίπτωση, από την αρμόδια ελεγκτική αρχή, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής...».

IV. Στην υπό κρίση περίπτωση, καταλογίζεται από τον έλεγχο λογιστική διαφορά ποσού 150.779,42 Ευρώ στον λογαριασμό 64.02.05 «Έξοδα Συνεδρίων - Δεξιώσεων» και ποσού 300.693,15 Ευρώ στον λογαριασμό 64.02.99 «Διάφορα Έξοδα Προβολής και Διαφήμισης», διότι η Φορολογική Αρχή υπολαμβάνει ότι για τις οικείες δαπάνες θα έπρεπε να έχει τηρηθεί η διαδικασία εγκρίσεώς τους από τον Ε.Ο.Φ., άλλως δεν δύναται να διαπιστωθεί η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 22 του Κ.Φ.Ε.

Ωστόσο, το ως άνω πόρισμα του ελέγχου τυγχάνει παράνομο και εσφαλμένο για τους ακόλουθους λόγους:

α. Επικαλείται εσφαλμένως την ΠΟΛ.1113/2015 της Γ.Γ.Δ.Ε., κατά τη ρητή και αδιάστικτη διατύπωση της οποίας, όμως, αρκεί για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών η αθροιστική εκπλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 22 του Κ.Φ.Ε. και η μη ένταξή τους στον περιοριστικό κατάλογο του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε. Αντιθέτως, ουδόλως προκύπτει από την ως άνω εγκύκλιο διαταγή, ούτε, πολλώ μάλλον, από το γράμμα των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 του Κ.Φ.Ε., ότι απαιτείται να ελέγχεται η τήρηση των διατάξεων ετέρων, μη φορολογικών, νομοθεσιών ως προϋπόθεση αναγνωρίσεως των εν λόγω δαπανών.

β. Παραβλέπει, επίσης, ότι ρητώς στην ως άνω ΠΟΛ.1113/2015 προβλέπεται ότι εκπίπτουν και δαπάνες, που δεν στοιχίζονται προς νόμιμη υποχρέωση της επιχειρήσεως.

γ. Περαιτέρω, παραγνωρίζει ότι η πραγματοποίηση των δαπανών προς το συμφέρον της επιχειρήσεως, άλλως η παραγωγικότητα αυτών, πρέπει να κρίνεται με οικονομικά - φορολογικά κριτήρια, ήτοι εάν κατατείνουν στην επίτευξη του επιχειρηματικού σκοπού, την ανάπτυξη των εργασιών, τη βελτίωση της θέσεως της επιχειρήσεως της στην αγορά κ.λπ. και εάν συμβάλλον στην παραγωγή εισοδήματος, και όχι με κριτήρια εξωφορολογικά, που ανήκουν σε άλλα πεδία της νομοθεσίας, ο έλεγχος της τηρήσεως των οποίων έχει, σε κάθε περίπτωση, ανατεθεί σε άλλα ελεγκτικά όργανα.

δ. Αποποιείται τη νόμιμη υποχρέωσή του να προβεί σε πρωτογενή έλεγχο των ως άνω δαπανών, με κριτήρια φορολογικά και υπό το πρίσμα των οικείων φορολογικών διατάξεων, καίτοι κανένα νομοθετικό έρεισμα δεν του παρέχεται να αποστεί από τη δική του εκφορά κρίσεως επί της παραγωγικότητας των εν λόγω δαπανών με βάση την αξιολόγηση των σχετικών συναλλαγών και παραστατικών στοιχείων, στην οποία ο ίδιος, ανεξάρτητα και αυτόνομα, οφείλει να προβεί.

ε. Τέλος, σε καμιά περίπτωση δεν εξειδικεύει ποιες συγκεκριμένες διατάξεις της νομοθεσίας περί Ε.Ο.Φ. παραβιάστηκαν και πώς συγκεκριμένως επιδρούν στις ως άνω δαπάνες, ώστε να καθίσταται ανέφικτη η διερεύνηση της παραγωγικότητας τους.

V. Σε κάθε περίπτωση, όπως και στο υπ' αριθμ. πρωτ............ /28-06-2016 Υπόμνημά μας επί του Σημειώματος Διαπιστώσεων Ελέγχου αναφέραμε και στο οποίο παραπέμπουμε, οι επίμαχες δαπάνες παρίστανται αναγκαίες για την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητος της Εταιρείας μας, καθώς η συμμετοχή της στα πάσης φύσεως συνέδρια του ιατροφαρμακευτικού τομέα είναι απαραίτητη για την ενημέρωσή της, την προσέλκυση πελατών και την ανεύρεση νέων προμηθευτών. Όλα, δε, τα ως άνω συνέδρια και λοιπές επιστημονικές εκδηλώσεις έχουν άμεσο σχέση με το εμπορικό αντικείμενο της Εταιρεία μας, ήτοι την παρασκευή, προώθηση και πώληση ιατροτεχνολογικών προϊόντων.

Περαιτέρω, υπογραμμίζεται ότι η Εταιρεία μας αποτελεί αντιπρόσωπο του οίκου ορθοπεδικών υλικών ... (γόνατο, ισχίο, τραύμα), του οίκου αιματολογικών υλικών ............................. ως και του βρεφικού γάλακτος ..., με αποτέλεσμα εκ της ιδιότητός της αυτής να απαιτείται να μετέχει, μέσω συνεργατών της ή μέσω διαφημιστικών περιπτέρων, σε διεθνή συνέδρια ορθοπεδικής, παιδιατρικής και αιματολογικά. Τέλος, σημειώνεται ότι η Εταιρεία μας, επιδείξασα την αναγκαία επιμέλεια και συμμόρφωση, εφήρμοσε τον περιορισμό, που αποτυπώνεται στην περ. θ' του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., και αναμόρφωσε τις δαπάνες διαμονής και διατροφής, που υπερέβαιναν τα 300,00 Ευρώ ανά άτομο.

Κατά συνέπεια, πλήρως επιβεβαιώνεται και η εν τοις πράγμασι διαπιστουμένη παραγωγικότητα των εν λόγω δαπανών.

Συνακόλουθα, η προσβαλλομένη υπ' αριθμ................. /28-07-2016 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2014 (φορολογικής περιόδου 01.01.2014 - 31.12.2014) του Προϊσταμένου .......... , που εκδόθηκε κατά παράβαση των προαναλυθέντων, παρίσταται παράνομη και ακυρωτέα, άλλως επί τα βελτίω μεταρρυθμιστέα.

Επί της από 30/09/2016 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της............... , μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν.4174/2013 «Ειδική Διοικητική διαδικασία -Ενδικοφανής προσφυγή», ορίζεται ότι:
1.Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση "ή σε περίπτωση σιωπηρής άρνησης, οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα την επανεξέταση της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης. Η αίτηση υποβάλλεται στη φορολογική αρχή που εξέδωσε την πράξη "ή παρέλειψε την έκδοσή της και πρέπει να αναφέρει τους λόγους και τα έγγραφα στα οποία ο υπόχρεος βασίζει το αίτημά του.

Η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται από τον υπόχρεο εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της πράξης σε αυτόν "ή από τη συντέλεση της παράλειψης.

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 65 Ν 4174/2013, Σε περίπτωση αμφισβήτησης πράξης προσδιορισμού φόρου στα πλαίσια ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που προβαίνει στην εν λόγω αμφισβήτηση φέρει το βάρος της απόδειξης της πλημμέλειας της πράξης προσδιορισμού του φόρου.

Επειδή, η προσφεύγουσα με την προσφυγή της, δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο σύμφωνα και με την ΠΟΛ.1094/2016 (αν και της ζητήθηκε και κατά τη διάρκεια του ελέγχου) από το οποίο να προκύπτει ότι η οργάνωση και διεξαγωγή ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων στο εσωτερικό και εξωτερικό έγινε μετά από έγκριση του Εθνικού Οργανισμού φαρμάκων (Ε.Ο.Φ) , δεδομένου ότι οι ενημερωτικές ημερίδες ή συνέδρια οργανώνονται μετά από προηγούμενη έγκριση του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ) (Aρθρο 31 παρ. 3 του ν. 1316/1983, σχ. Εγκυκλιος ΕΟΦ Αριθ. πρωτ 66500/30-9-2010 )

Επειδή , από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 22 και 23 Ν 4172/2013 προβλέπεται η έκπτωση από τ' ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης δαπανών, οι οποίες, ενόψει του σκοπού για τον οποίο διατίθενται και των εκάστοτε ειδικών συνθηκών, συμβάλλουν στη διεύρυνση των εργασιών και στην αύξηση του εισοδήματος της επιχείρησης, διαφορετικά, στη βελτίωση γενικά της απόδοσής της (πρβλ. ΣτΕ 1559/2008, ΣτΕ 650/2005, 3451, ΣτΕ 1224/1995, ΣτΕ 2046/1994, ΣτΕ 888/1991, ΣτΕ 1282/1989) και, πάντως, πρωτίστως, δεν καταβάλλονται σε εξυπηρέτηση παράνομων πράξεων στο πλαίσιο της οικονομικής αποστολής της επιχείρησης, δηλ. πράξεων που αντιβαίνουν σε διαδικαστική ή ουσιαστική διάταξη νόμου, ακόμη κι' αν ο νόμος αυτός δεν εισάγει φορολογικές ρυθμίσεις.(Διοκ εφ Αθηνών 1290/2011)

Επειδή, οι δαπάνες που προσβάλλονται διενεργήθηκαν στα πλαίσια ιατρικών συνεδρίων εσωτερικού και εξωτερικού (μεταφορά ιατρών, διαμονή , οργάνωση κλπ) για τα οποία απαραίτητη προϋπόθεση για να κριθεί το δικαίωμα έκπτωσης σύμφωνα με το άρθρο 22 Ν 4172/2013, είναι η έγκριση των συνεδρίων από τον Εθνικό Οργανισμό φαρμάκων (Ε.Ο.Φ) , αρμόδια αρχή για την έγκριση και τον έλεγχο των δαπανών αυτών, όσον αφορά την νομιμότητα τους.

Επειδή, ως προς τις λοιπές λογιστικές διαφορές ύψους 231.418,29 , που προσδιόρισε ο έλεγχος (βλέπε σελ 20 έκθεσης ελέγχου, σύνολο λογιστικών διαφορών 682.836,86 ), καθώς και ως προς την μείωση του παρακρατούμενου φόρου κατά 20.637,65 ευρώ (σελίδα 19 έκθεσης ελέγχου) από την προσφεύγουσα δεν προβάλλεται κανένας λόγος με την προσφυγή και ως προς τα ποσά αυτά η προσφυγή κρίνεται αναιτιολόγητη.

Επειδή, οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στην από 25/07/2016 Έκθεση Μερικού Φορολογικού Ελέγχου φορολογίας εισοδήματος .............. , επί της οποίας εδράζεται η προσβαλλόμενης πράξη, κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες.

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της από 30/09/2016 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της ................... , ΑΦΜ ...................

Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό φόρου εισοδήματος βάσει της παρούσας απόφασης :

Φορ. Έτος 2014

 

Δήλωσης

Απόφασης

Δ.Ε.Δ.

Διαφορά

Φορολογητέα ζημιά

-1.727.630,13

--1.044.793,27

0,00

Φόρος πιστωτικό ποσό

658.327,47

637.689,82

-20.637,65

Συνολο φόρου προς επιστροφή

654.841,07

634.203,42

-20.637,65

 

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Γ.ΦΑΚΟΣ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.


Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 38/2018 Ασφαλιστικές ρυθμίσεις για τη στήριξη των πληγέντων από τις πυρκαγιές στις 23 amp; 24 Ιουλίου 2018 στις Περιφέρειες Αττικής και Πελοποννήσου εργοδοτών Κοινών Επιχειρήσεων και Οικοδομοτεχνικών Έργων

$
0
0
Αθήνα 6/9/2018
Α.Π.: Δ.ΕΙΣΦ.Μ./487/1057558

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Κ Ε Ν Τ Ρ Ι Κ Η Υ Π Η Ρ Ε Σ Ι Α
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ και ΕΛΕΓΧΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

Ταχ. Διεύθυνση: Σατωβριάνδου 18
104 32 Αθήνα
Πληροφορίες: Βασ . Οικονόμου Ελ. Σκαρτσάρη Σπυρ. Κυμπουρόπουλος
Αριθ. τηλ.: 210 52 85 518 - 615
210 52 85 639 - 536
E - mail: d.eisf.misth@efka.gov.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 38

ΘΕΜΑ: «Ασφαλιστικές ρυθμίσεις για τη στήριξη των πληγέντων από τις πυρκαγιές στις 23 & 24 Ιουλίου 2018 στις Περιφέρειες Αττικής & Πελοποννήσου εργοδοτών Κοινών Επιχειρήσεων και Οικοδομοτεχνικών Έργων»

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 10 της Πράξης Νομοθετικού εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού, με αριθμ. Δ.15/Δ'/οικ.42081/1093/2018 (Φ.Ε.Κ. 3176/τ.Β/1-8-2018) Απόφαση Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που αφορούν την αναστολή υποβολής Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (Α.Π.Δ.) και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για τους πληγέντες από τις πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν στις 23 και 24 Ιουλίου 2018 σε περιοχές της Περιφέρειας Αττικής και της Περιφέρειας Πελοποννήσου, όπως αυτές οριοθετήθηκαν με την αριθμ. Δ.Α.Ε.Φ.Κ.-Κ.Ε./8706/Α325/2018 (Φ.Ε.Κ. 3255/τ.Β/8-8-2018) Απόφαση Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Υποδομών & Μεταφορών και το με αριθμ. Δ.15/Δ'/οικ.45394/1230/27-8-2018, ενημερωτικό έγγραφο του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. 

1. ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Οι περιοχές που υπάγονται στις συγκεκριμένες ασφαλιστικές ρυθμίσεις και οριοθετήθηκαν με τις ανωτέρω διατάξεις, αποτυπώνονται με ακρίβεια στους χάρτες που εμφαίνονται στα ακόλουθα links του Ελληνικού Κτηματολογίου, σύμφωνα με την Υπηρεσία Copernicus:

http:/gis.ktimanet.gr/cachenascommon/2017_orio.jpg

http:/gis.ktimanet.gr/cachenascommon/2017_kinetta.jpg,

καθώς και σε βάθος των οικοδομικών τετραγώνων που εφάπτονται του περιγράμματος των ανωτέρω περιοχών.

2. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις, στις ασφαλιστικές ρυθμίσεις εμπίπτουν οι πληγέντες από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018 στις Περιφέρειες Αττικής και Πελοποννήσου και ειδικότερα:

Α) Φυσικά και νομικά πρόσωπα που διατηρούν επαγγελματική στέγη (κύρια ή δευτερεύουσα), στις πληγείσες περιοχές, όπως αυτές έχουν οριοθετηθεί. Β) Ασφαλισμένοι ή εργοδότες, ανεξαρτήτως της περιοχής που βρίσκεται η επαγγελματική τους στέγη ή ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα εφόσον: α. υπέστησαν αποδεδειγμένα σοβαρή σωματική βλάβη,

β. διατηρούν κύρια ή δευτερεύουσα κατοικία ή φιλοξενούνται σύμφωνα με το έντυπο Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος 2016 ή 2017 στις πληγείσες περιοχές,

γ. έχουν συγγένεια α' και β' βαθμού ή έχουν συνάψει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης με αποβιώσαντα πρόσωπα από τις ανωτέρω πυρκαγιές.

3. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις, για τα πρόσωπα της παρ.2 της παρούσας ισχύουν τα εξής:

Α. Αναστέλλεται η υποβολή Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (Α.Π.Δ.) περιόδων απασχόλησης Ιουνίου έως Νοεμβρίου 2018 καθώς και η καταβολή των αντίστοιχων τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών, εργοδοτών κοινών επιχειρήσεων και οικοδομοτεχνικών έργων, έως 31/12/2018.

Οι ανασταλείσες Α.Π.Δ. υποβάλλονται μετά την 1/1/2019, στα αρμόδια Υποκ/τα της έδρας της επιχείρησης ή οικοδομοτεχνικού έργου, αποκλειστικά με ψηφιακό-μαγνητικό μέσο, χωρίς πρόσθετα τέλη ή λοιπές προσαυξήσεις που αφορούν σε εκπρόθεσμη υποβολή Α.Π.Δ..

Διευκρινίζεται ότι, κατά την παραλαβή των εν λόγω Α.Π.Δ., θα γίνεται οίκοθεν ακύρωση των προσαυξήσεων, από τον αρμόδιο υπάλληλο του Υποκαταστήματος Μισθωτών Ε.Φ.Κ.Α..

Οι ανασταλείσες ασφαλιστικές εισφορές εξοφλούνται:

• με την υποβολή των αντίστοιχων Α.Π.Δ., χωρίς πρόσθετα τέλη ή λοιπές προσαυξήσεις,

• με πάγια ρύθμιση του ν.4152/2013,

• με πάγια ρύθμιση του άρθρου 8 παρ.1 του ν.2256/1994, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 4 παρ.2 του ν.2556/1997.

Σας παραθέτουμε πίνακα με τις καταληκτικές ημερομηνίες υποβολής των Α.Π.Δ. και καταβολής των αντίστοιχων τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών.

ΜΗΝΑΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ Α.Π.Δ.

ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ

ΙΟΥΝΙΟΣ 2018

31/1/2019

31/1/2019

ΙΟΥΛΙΟΣ 2018

28/2/2019

28/2/2019

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2018

29/3/2019

31/3/2019

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018

30/4/2019

30/4/2019

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2018

31/5/2019

31/5/2019

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2018

28/6/2019

30/6/2019



Σε περίπτωση μη υποβολής Α.Π.Δ., ή μη καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών κατά τα ανωτέρω, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από το νόμο προσαυξήσεις.

Β. Αναστέλλεται η καταβολή δόσεων ρύθμισης περιόδων Ιουνίου έως Νοεμβρίου 2018 έως 31 Δεκεμβρίου 2018.

Οι ως άνω δόσεις καταβάλλονται μηνιαίως μετά την 1/1/2019, στο τέλος της ρύθμισης με αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των δόσεων, χωρίς πρόσθετα τέλη ή λοιπές προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμης καταβολής.

Γ. Αναστέλλεται η καταβολή εισφορών σε περιπτώσεις προαιρετικής υπαγωγής ή συνέχισης της ασφάλισης, έως 31 Δεκεμβρίου 2018.

Οι συγκεκριμένες εισφορές θα καταβληθούν μηνιαίως μετά την 1/1/2019, σύμφωνα με τις καταληκτικές ημερομηνίες καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, που αναφέρονται στον ανωτέρω πίνακα.

Δ. Σε περιπτώσεις υποβολής αποδεδειγμένων ψευδών στοιχείων για την υπαγωγή στις διατάξεις της παρούσης, αναβιώνουν αναδρομικά οι υποχρεώσεις για την υποβολή Α.Π.Δ. και την καταβολή τρεχουσών εισφορών, με την επιβολή των νόμιμων προσαυξήσεων.

4. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ

Α. Για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις της παραγράφου 3, υποβάλλεται αίτηση - υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν.1599/1986, μέσω του ιστότοπου του Ε.Φ.Κ.Α. (www.efka.gov.gr) ή στις αρμόδιες Υπηρεσίες Μισθωτών Ε.Φ.Κ.Α. που υπάγεται η έδρα της επιχείρησης ή του οικοδομοτεχνικού έργου, μέχρι 30/11/2018.

Β. Σε περίπτωση που δεν έχει δηλωθεί η επαγγελματική εγκατάσταση στο μητρώο εργοδοτών Ε.Φ.Κ.Α., θα πρέπει οι αρμόδιοι υπάλληλοι των τμημάτων Εσόδων, να ερευνούν την ύπαρξη αυτής μέσω της Διασύνδεσης, στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Ο.Π.Σ./τ.Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ, ή να συνυποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο, σχετική βεβαίωση (δήλωση έναρξης επαγγελματικής εγκατάστασης από το Τμήμα Μητρώου) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), που να αποδεικνύει την έναρξη λειτουργίας της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Ως φιλοξενούμενα για την εφαρμογή της παρούσης, νοούνται τα πρόσωπα που περιλαμβάνονται στο έντυπο Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, αντίγραφο της οποίας θα πρέπει να συνυποβάλλεται με την αίτηση - υπεύθυνη δήλωση.

5. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΟΤΗΤΑ

Στα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσης και έχουν υπαχθεί στις ρυθμίσεις της παραγράφου 2, κατά την περίοδο της εξάμηνης αναστολής θα χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας για κάθε χρήση, εκτός μηχανογραφικού συστήματος, χωρίς καμία παρακράτηση και με ισχύ έως 31/12/2018, χωρίς να ερευνώνται τυχόν οφειλές.

Οι βεβαιώσεις που χορηγούνται στους αναδόχους Δημοσίων έργων για είσπραξη λογαριασμών (πλην τελικών), θα ισχύουν μέχρι την εξόφλησή τους από την αναθέτουσα αρχή.

Μετά τη λήξη της εξάμηνης αναστολής, θα χορηγούνται στους εν λόγω εργοδότες βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενημερότητας εφόσον τηρούν τους όρους της ρύθμισης και καταβάλλουν τις τρέχουσες εισφορές.

Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τις περιπτώσεις μεταβίβασης ακινήτων.

6. ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ Ε.Φ.Κ.Α.

Η διαχείριση των αιτήσεων που έχουν/ή θα υποβληθούν, στα Υποκαταστήματα Μισθωτών Ε.Φ.Κ.Α., θα πραγματοποιείται από τη Διεύθυνση Πληροφορικής και Εφαρμογών, σύμφωνα με τις οδηγίες του υπ'αριθμ.1012092/18 εγγράφου της Γενικής Διεύθυνσης Εξυπηρέτησης Ασφαλισμένων και Εργοδοτών.

Επισημαίνεται ότι, οδηγίες για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων καθώς και κάθε άλλη διευκρίνιση για την εφαρμογή της παρούσας εγκυκλίου θα δοθούν με νεότερο έγγραφο.

Για τις προβλεπόμενες από τη σχετική Υπουργική Απόφαση ρυθμίσεις για ασφαλισμένους - μη μισθωτούς, έχει εκδοθεί η υπ'αριθμ. 39/6-9-2018 Εγκύκλιος της Διεύθυνσης Εισφορών Μη Μισθωτών, η οποία θα πρέπει να συνεκτιμάται για την υλοποίηση της παρούσας.


O ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ Ε.Φ.Κ.Α.
ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΕΜΠΟΣ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 39/2018 Ασφαλιστικές ρυθμίσεις για τη στήριξη των πληγέντων Ελευθέρων Επαγγελματιών, Αυτοαπασχολουμένων και Αγροτών από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018 στις Περιφέρειες Αττικής και Πελοποννήσου

$
0
0
Αθήνα, 06-09-2018
Αρ. Πρωτ:ΔΙΕΙΣΦΜΜ/744/1057408

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ   
 


ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ & ΕΛΕΓΧΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

Ταχ. Δ/νση: ΣΑΤΩΒΡΙΑΝΔΟΥ 18
104 32 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: ΠΟΡΤΟΚΑΛΗ ΦΙΛΙΩ
Τηλέφωνο : 2105285535
Fax : 2105285599
e-mail : tm.esodon.mmisth@efka.gov.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 39

ΘΕΜΑ: Ασφαλιστικές ρυθμίσεις για τη στήριξη των πληγέντων Ελευθέρων Επαγγελματιών, Αυτοαπασχολουμένων και Αγροτών από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018 στις Περιφέρειες Αττικής και Πελοποννήσου.

ΣΧΕΤ: 1. Η αριθ. Δ.15/Δ'/οικ. 42081/1093/1-8-2018 Υ.Α. (ΦΕΚ Β3176).
2.    Η αριθ. Δ.Α.Ε.Φ.Κ./8706/Α325/8-8-2018 Κοινή Υ.Α. (ΦΕΚ Β' 3255).
3.    Το αριθ. Φ.80000/οικ.44746/1007/22-8-2018 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης .
4.    Το αριθ. Δ.15/Δ'/οικ.45394/1230/27-8-2018 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης .

Σας κοινοποιούμε την αριθ. πρωτ. Δ. 15/Δ'/οικ. 42081/1093/1-8-2018 εκδοθείσα, κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 10 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ 138/26-7-2018), Απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που αφορά στην αναστολή καταβολής ασφαλιστικών εισφορών και οφειλών για τους πληγέντες από τις πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν στις 23 και 24 Ιουλίου 2018 σε περιοχές των Περιφερειών Αττικής και Πελοποννήσου, όπως αυτές οριοθετήθηκαν με την αριθ. Δ.Α.Ε.Φ.Κ./8706/Α325/8-8-2018 κοινή Απόφαση των Υπουργών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Υποδομών και Μεταφορών, Εσωτερικών και Οικονομικών και το αριθ. Δ.15/Δ'/ΟΙΚ. 45394/1230/27-8-2018, ενημερωτικό έγγραφο του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

1. ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Οι περιοχές που υπάγονται στις συγκεκριμένες ασφαλιστικές ρυθμίσεις οριοθετήθηκαν με την αριθ. Δ.Α.Ε.Φ.Κ.-Κ.Ε/8706/Α325/3-8-2018 (Β'3255) Κοινή Υπουργική Απόφαση και αποτυπώνονται με ακρίβεια στους χάρτες που εμφαίνονται στα ακόλουθα links του Ελληνικού Κτηματολογίου, σύμφωνα με την Υπηρεσία Copernicus: http://gis.ktimanet.gr/cachenascommon/2017_orio.jpg http://gis.ktimanet.gr/cachenascommon/2017_kinetta.jpg) καθώς και σε βάθος των οικοδομικών τετραγώνων που εφάπτονται του περιγράμματος των ανωτέρω περιοχών.

2.    ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 της αριθ. πρωτ. Δ. 15/Δ'/οικ. 42081/1093/1-8¬2018 Υπουργικής Απόφασης εμπίπτουν οι πληγέντες από τις πυρκαγιές της 23ης και 24ης Ιουλίου 2018 στις Περιφέρειες Αττικής & Πελοποννήσου και ειδικότερα:

1)    Φυσικά πρόσωπα που διατηρούν επαγγελματική στέγη (κύρια ή δευτερεύουσα) στις πληγείσες περιοχές, όπως αυτές οριοθετήθηκαν με σχετικές υπουργικές αποφάσεις.

2)    Ασφαλισμένοι μη μισθωτοί (ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες), ανεξαρτήτως της περιοχής που βρίσκεται η επαγγελματική τους στέγη ή της περιοχής άσκησης της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, εφόσον:
•    υπέστησαν αποδεδειγμένα σοβαρή σωματική βλάβη, ή
•    διατηρούν κύρια ή δευτερεύουσα κατοικία ή φιλοξενούνται σύμφωνα με το έντυπο Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των ετών 2016 και 2017 στις πληγείσες περιοχές,
•    έχουν συγγένεια α' και β' βαθμού ή έχουν συνάψει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης με αποβιώσαν πρόσωπο από τις ανωτέρω πυρκαγιές.

3.    ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οι ασφαλιστικές ρυθμίσεις που ισχύουν, είναι οι ακόλουθες:

1) αναστολή μέχρι 31-12-2018 της καταβολής των τρεχουσών εισφορών της χρονικής περιόδου από τον Ιούνιο μέχρι το Νοέμβριο 2018.
Οι ανασταλείσες ασφαλιστικές εισφορές θα συμπεριληφθούν στην ετήσια εκκαθάριση ασφαλιστικών εισφορών έτους 2018, μέσω της οποίας θα εξοφληθούν (σχετ. η αριθ. 21 εγκύκλιος για την εκκαθάριση).

2)    αναστολή μέχρι 31-12-2018 της καταβολής των δόσεων εκκαθάρισης εισφορών έτους 2017 για τους μήνες από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο 2018 (3ης, 4ης και 5ης δόσης).
Οι ανωτέρω δόσεις θα καταβληθούν μετά την 1-1-2019, σε μηνιαία βάση, με την πρώτη δόση να είναι απαιτητή μέχρι 31-1-2019, χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων λόγω εκπρόθεσμης καταβολής.

3)    Κεφαλαιοποίηση των καθυστερούμενων μέχρι το τέλος Ιουνίου 2018 ασφαλιστικών εισφορών μετά των πρόσθετων τελών, τόκων προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων.

4)    αναστολή μέχρι 31-12-2018 της καταβολής των δόσεων ρυθμίσεων χρονικής περιόδου από το μήνα Ιούνιο μέχρι τον μήνα Νοέμβριο 2018.
Οι ανωτέρω δόσεις καταβάλλονται μηνιαία μετά την 1-1-2019, στο τέλος της ρύθμισης με αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των δόσεων, χωρίς πρόσθετα τέλη ή λοιπές προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμης καταβολής.

5)    Αναστέλλεται σε περιπτώσεις προαιρετικής υπαγωγής ή συνέχισης ασφάλισης η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών και οφειλών.

Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις υποβολής ψευδών στοιχείων για την υπαγωγή στις διατάξεις της ως άνω Υπουργικής Απόφασης, αναβιώνει αναδρομικά η υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, με την επιβολή των νόμιμων προσαυξήσεων.

Για ασφαλισμένους για τους οποίους τηρείται ενεργή ρύθμιση, εφόσον αιτηθούν την αναστολή καταβολής των δόσεων, θα γίνεται σε συνεργασία με το ΚΕΑΟ ενημέρωση των αντίστοιχων μητρώων των ασφαλισμένων.

Σημειώνεται ότι ασφαλισμένοι που έχουν παράλληλα ασφάλιση με μισθωτή απασχόληση, ως προς τις τρέχουσες εισφορές θα αντιμετωπιστούν σύμφωνα με τα ανωτέρω. Για την αντιμετώπιση των δόσεων που θα προκύψουν μετά την εκκαθάριση για την παράλληλη απασχόληση μισθωτών-μη μισθωτών θα δοθούν νεότερες οδηγίες.

4. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ

Για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του άρθρου 2 της ως άνω Υπουργικής Απόφασης υποβάλλεται Αίτηση-Υπεύθυνη Δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 στις αρμόδιες Υπηρεσίες Μη Μισθωτών ΕΦΚΑ που υπάγεται η έδρα της επαγγελματικής εγκατάστασης - δραστηριότητας ή κατοικίας, μέχρι 30-11-2018. Η δυνατότητα υποβολής αίτησης παρέχεται και ηλεκτρονικά μέσω του ιστότοπου ΕΦΚΑ.

Ειδικότερα:

Σε περίπτωση που δεν έχει δηλωθεί η έδρα επαγγελματικής δραστηριότητας θα αναζητείται μέσω της διασύνδεσης με την εφαρμογή ΚΕΠΥΟ ή θα συνυποβάλλεται σχετική βεβαίωση από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) από την οποία αποδεικνύεται η έναρξη, η έδρα, κ.λ.π. της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Εφόσον η αίτηση του ενδιαφερόμενου αφορά και ή μόνο (σε περίπτωση διακοπής/παύσης εργασιών) σε αναστολή δόσεων ρύθμισης, αντίγραφο αυτής διαβιβάζεται άμεσα στο ΚΕΑΟ για ενέργειες, λόγω αρμοδιότητας της συγκεκριμένης Υπηρεσίας.

Ως φιλοξενούμενα για την εφαρμογή της ως άνω Υπουργικής Απόφασης, νοούνται τα πρόσωπα που περιλαμβάνονται στο έντυπο Ε1 της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος, αντίγραφο της οποίας πρέπει να συνυποβάλλεται με την Αίτηση-Υπεύθυνη Δήλωση.

5. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΟΤΗΤΑ

Στα πρόσωπα που θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του άρθρου 2 της Υπουργικής Απόφασης, κατά την περίοδο της αναστολής, θα χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας χειρόγραφα, με ισχύ μέχρι 31-12-2018, πλην των περιπτώσεων μεταβίβασης ακινήτων, καθόσον:

1) τυχόν οφειλές στις 23 και 24 Ιουλίου 2018 (ημερομηνίες πυρκαγιάς) κεφαλαιοποιούνται με τις νόμιμες προσαυξήσεις και τόκους έως την ημέρα εκείνη και επιβαρύνονται εκ νέου μετά την 1-1-2019.

2)    οι τρέχουσες εισφορές και δόσεις εκκαθάρισης τίθενται σε αναστολή έως 31-12-2018.

3)    τυχόν δόσεις ρύθμισης τίθενται σε αναστολή έως 31-12-2018.

6. ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

Η διαχείριση των χειρόγραφων αιτήσεων που έχουν/ή θα υποβληθούν στις Περιφερειακές Υπηρεσίες Μη Μισθωτών θα πραγματοποιείται από το Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας, της Γενικής Διεύθυνσης Πληροφορικής και Επικοινωνιών, σύμφωνα με τις οδηγίες του αριθ. πρωτ. 1012092/22-8-2018 εγγράφου της Γενικής Διεύθυνσης Εξυπηρέτησης Ασφαλισμένων και Εργοδοτών.

Επισημαίνεται ότι, οδηγίες για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων καθώς και κάθε άλλη διευκρίνιση για την εφαρμογή της παρούσας εγκυκλίου θα δοθούν με νεότερο έγγραφο.

Για τις προβλεπόμενες από την σχετική Υπουργική Απόφαση ρυθμίσεις για εργοδότες/μισθωτούς έχει εκδοθεί η αρ. 38/06-09-2018 Εγκύκλιος της Διεύθυνσης Εισφορών Μισθωτών, η οποία θα πρέπει να συνεκτιμάται κατά την υλοποίηση των προαναφερόμενων.




Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΕΦΚΑ
Λ. ΣΕΜΠΟΣ

Ακριβές αντίγραφο
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Μ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 2650/2018 Αποδοχή πρόστιμο εκπρόθεσμης λόγω βεβαίωσης

$
0
0

Καλλιθέα, 25-5-2018
Αριθμός απόφασης: 2650

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α6

Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο  : 213-1604537
ΦΑΞ: 213-1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις :

α. Του άρθρου 63 του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22-03-2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».

γ. Της ΠΟΛ.1064/2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27-4-2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ' αριθμόν Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ 2759/τ.Β'/01-09-2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 29-1-2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΔ ΕΙ2018ΕΜΠ ενδικοφανή προσφυγή του του , ΑΦΜ , κατοίκου, οδός κατά της με αριθμό /2018 απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την με αριθμό /2018 απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α6 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 29-1-2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΔ ΕΙ2018ΕΜΠ ενδικοφανούς προσφυγής του , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την με αριθμό /2018 απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ενημερώθηκε ο προσφεύγων ότι η απάντηση του ασφαλιστικού φορέα του προσφεύγοντα δεν τροποποιεί κάποιο από τα υπάρχοντα στοιχεία της δήλωσής του και ότι εκκαθαρίσεις των υποβληθεισών δηλώσεων εκκαθαρίστηκαν ορθά με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στην ηλεκτρονική πληροφόρηση για τον προσφεύγοντα. Επίσης, ενημερώθηκε ότι κατά της απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσής μας.

Με το από 12-12-2016 έγγραφό του, ο προσφεύγων αιτήθηκε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους την έκδοση αναλυτικών βεβαιώσεων χωριστά για κάθε έτος που αφορούν τα αναδρομικά που έλαβε με τις συντάξεις που του καταβλήθηκαν τους μήνες Φεβρουάριο - Δεκέμβριο του 2015.

Με το με αριθμό /2017 απαντητικό έγγραφο του ΓΛΚ ενημερώθηκε ο προσφεύγων ότι θα του καταβληθεί σε 36 δόσεις αρχής γενομένης από τη σύνταξη του μηνός Φεβρουαρίου 2015 το ποσό των 44,99€ μηνιαίως, το οποίο αφορά στο διάστημα 1/8/2013 - 30/6/2014, και ότι δεν διευκρινίζεται ποιο έτος αφορά κάθε μηνιαία καταβολή και θα φορολογείται στο έτος καταβολής της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ.4 και άρθρου 60 παρ.5 του ν.4172/2013. Κατόπιν του ανωτέρω απαντητικού εγγράφου, ο προσφεύγων κατέθεσε το με αριθμό /2018 έγγραφο, με το οποίο πληροφορούσε τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ για το προαναφερθέν έγγραφο του ΓΛΚ και ανέφερε ότι θα πρέπει να φορολογηθεί ποσό 900,4€ στο φορολογικό έτος 2015 και ποσό 539,88€ στο φορολογικό έτος 2016 και όχι το σύνολο των ποσών αυτών στο φορολογικό έτος 2014.

Ο προσφεύγων με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή αιτείται την επανεξέταση της φορολόγησης των ποσών που έλαβε κατά τα έτη 2015 και 2016 στο φορολογικό έτος 2014, βάσει του προσκομιζόμενου εγγράφου του ΓΛΚ.

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 8 «Φορολογικό έτος» του ν.4172/2013: «4. Χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωμα είσπραξής του. Κατ' εξαίρεση, για τις ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές που εισπράττει καθυστερημένα ο δικαιούχος εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις σε φορολογικό έτος μεταγενέστερο, χρόνος απόκτησης του εν λόγω εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος που εισπράττονται, εφόσον αναγράφονται διακεκριμένα στην ετήσια βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται στον δικαιούχο.»

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 60 «Φορολογικός συντελεστής» του ν.4172/2013: «4. Στα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις που καταβάλλονται αναδρομικά, σύμφωνα με το άρθρο 12, καθώς και στις πρόσθετες αμοιβές που δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές διενεργείται παρακράτηση με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο ποσό ανεξάρτητα από το έτος στο οποίο ανάγονται για να φορολογηθούν τα εισοδήματα αυτά.»

Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα στοιχεία που έχουν σταλεί στη φορολογική αρχή αναφορικά με τα ποσά που έχουν καταβληθεί στον προσφεύγοντα είναι τα παρακάτω:

(βλέπε συνημμένο)

Επειδή οι εκκαθαρίσεις έχουν πραγματοποιηθεί βάσει των ανωτέρω ηλεκτρονικών στοιχείων και είναι, για τους κωδικούς της δήλωσης που περιλαμβάνουν τα συγκεκριμένα ποσά:

Κωδ.

Περιγραφή

2014

2015

2016

303

Άθροισμα καθαρών ποσών από συντάξεις

18.061,84 €

17.193,18 €

17.056,98 €

313

Φόρος που αναλογεί

2.270,95 €

2.354,69 €

2.433,45 €

315

Φόρος που παρακρατήθηκε

2.236,89 €

2.319,37 €

2.396,95 €



Αυτά τα ποσά προκύπτουν ως εξής:

Κωδ.

Περιγραφή

2014

2015

2016

303

Άθροισμα καθ.

=16621,56+900,4+539,88

=17193,18

=17056,98

313

Φόρος που αναλ.

=1688,48+180,04+107,94+294,49

=1999,45+355,24

=2063,84+369,61

315

Φόρος που παρακρ.

=1663,15+177,34+106,32+290,08

=1969,46+349,91

=2032,88+364,07



Επειδή, βάσει του προσκομιζόμενου εγγράφου του ΓΛΚ, τα αντίστοιχα πεδία θα έπρεπε να είναι:

Κωδ.

Περιγραφή

2014

2015

2016

303

Άθροισμα καθαρών ποσών από συντάξεις

17.027,07 €

17.688,07 €

17.596,86 €

313

Φόρος που αναλογεί

2.064,07 €

2.453,67 €

2.541,43 €

315

Φόρος που παρακρατήθηκε

2.033,12 €

2.416,86 €

2.503,31 €


Αυτά τα ποσά προκύπτουν ως εξής:

Κωδ.

2014

2015

2016

303

=16621,56+405,51

=17193,18+44,99*11

=17056,98+44,99*12

313

=1688,48+294,49+ 405,51*0,2

=1999,45+355,24+ 44,99*11*0,2

=2063,84+369,61+ 44,99*12*0,2

315

=1663,15+290,08+ 405,51*0,2*(1-0,015)

=1969,46+349,91+ 44,99*11*0,2*(1-0,015)

=2032,88+364,07+ 44,99*12*0,2*(1-0,015)



Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της με αριθμό ΔΕΔ ΕΙ2018ΕΜΠ/29.1.2018 ενδικοφανούς προσφυγής του με ΑΦΜ και ορίζουμε όπως ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ προβεί σε νέα εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος Ε1 του προσφεύγοντα για τα φορολογικά έτη 2014-2016, σύμφωνα με το ανωτέρω σκεπτικό.

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία, στον υπόχρεο.

Ακριβές Αντίγραφο
Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α6 α/α
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΔΕΔ Θεσσαλονίκης αρ. απόφ. 2046/2017 Απόρριψη ενδοκοινοτικών πρόστιμα σε περιοδικές

$
0
0

Αριθμός απόφασης: 2046
Θεσσαλονίκη : 09/10/2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΞΕΛΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α7-ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Εγνατία 45-Θεσ/νικη
Ταχ. Κώδικας: 54630
Πληροφορίες: Κ. Μαβινίδου
Τηλέφωνο: 2313-333245
Fax: 2313-333258

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»

γ. Της ΠΟΛ.1064/12.4.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2017).

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Την με ημερομηνία κατάθεσης ...-2017 με αριθμό πρωτοκόλλου .. ενδικοφανή προσφυγή της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία « » - ΑΦΜ ..., με κύρια δραστηριότητα την επεξεργασία, συντήρηση και εμπορία (χονδρικώς).., .... και παραγωγή και εμπορία ομογενοποιημένων παρασκευασμάτων τροφίμων και διεύθυνση έδρας ...ρλμ. Π.Ε.Ο. ...-Θεσσαλονίκης-Τ.Θ. .-Τ.Κ. ....-..., κατά της με αριθμό .../.../.. .-2017 οριστικής πράξης επιβολής προστίμου του άρθρου 54 του Ν. 4174/2013 φορολογικού έτους 2014, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα. 

5. Την ως άνω προσβαλλόμενη πράξη, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις από ...-2017 απόψεις της Δ.Ο.Υ. ..., με τις οποίες ζητείται η απόρριψη της ανωτέρω ενδικοφανούς προσφυγής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α7 - Επανεξέτασης της Υπηρεσίας μας, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από ...-2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ... ενδικοφανούς προσφυγής της προσφεύγουσας επιχείρησης, η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

- Με την υπ' αριθμ. .../.../...-2017 οριστική πράξη επιβολής προστίμου του άρθρου 54 του Ν. 4174/2013, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ... φορολογικού έτους 2014, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας επιχείρησης πρόστιμο ύψους 1.400,00 €, λόγω της υποβολής ανακριβών δηλώσεων των άρθρων 36 παρ 5 και 38 παρ 1α του ν. 2859/2000, εκ των οποίων δεν προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή.

Αιτία ελέγχου αποτέλεσε το με αριθ. πρωτ. ΔΕΛ ΣΤ 1085018/ ΕΞ 2016 (ΑΡ. ΦΑΚ. 223/16), έγγραφο της Διεύθυνσης Ελέγχων με αίτημα διοικητικής συνδρομής της ., για την διαπίστωση της γνησιότητας των ενδοκοινοτικών παραδόσεων της προσφεύγουσας επιχείρησης προς τη . . επιχείρηση ... με ΑΦΜ/ΦΠΑ ... της φορολογικής περιόδου 01/06/2013-30/09/2015, που διαβιβάστηκε από το VIES στη φορολογική αρχή και βάσει του οποίου εκδόθηκε η υπ' αριθμ. .../..2016 εντολή ελέγχου. Συγκεκριμένα, από τις ελεγκτικές επαληθεύσεις που διενεργήθηκαν από τον έλεγχο, βάσει της παραπάνω εντολής, διαπιστώθηκαν, τα παρακάτω:

- Στη φορολογική περίοδο 01/01/2014 έως 31/12/2014 η προσφεύγουσα επιχείρηση διενήργησε πωλήσεις προς την ... επιχείρηση ... με ΑΦΜ/ΦΠΑ .... και εξέδωσε Τιμολόγια (invoice), χωρίς χρέωση ΦΠΑ, συνολικής καθαρής αξίας 20.820,00 ευρώ, τα οποία καταχωρήθηκαν στα τηρούμενα λογιστικά βιβλία της.

- Στη φορολογική περίοδο 01/01/2015 έως 31/12/2015 η προσφεύγουσα επιχείρηση διενήργησε πωλήσεις προς την . επιχείρηση . με ΑΦΜ/ΦΠΑ . και εξέδωσε Τιμολόγια (invoice), χωρίς χρέωση ΦΠΑ, συνολικής καθαρής αξίας 52.114,76 ευρώ, τα οποία καταχωρήθηκαν στα τηρούμενα λογιστικά βιβλία της.

Ήτοι για την ελεγχόμενη περίοδο 01/01/2014 έως 31/12/2015 η συνολική αξία των ενδοκοινοτικών παραδόσεων προς την .... επιχ/ση .... με ΑΦΜ/ΦΠΑ ..., βάσει των βιβλίων και των στοιχείων που επιδείχθηκαν στον έλεγχο ανέρχεται στο ποσό των 72.934,76 ευρώ (20.820,00+52.114,76).

Για τις πωλήσεις των υπό κρίση περιόδων προς την ως άνω ... επιχείρηση, η προσφεύγουσα κατέχει και έθεσε στη διάθεση του ελέγχου:

• Τα αντίστοιχα Τιμολόγια (invoice)

• Τα αντίστοιχα στοιχεία διακίνησης-Δελτία Αποστολής

Tα παραπάνω στοιχεία εκδόθηκαν από την νόμιμα δηλωμένη ΕΑΦΔΣΣ με αριθμό μητρώου DCD

Από τον έλεγχο επισημαίνονται τα παρακάτω:

• Από τα τιμολόγια προκύπτει ότι η προσφεύγουσα. πώλησε στη Βουλγαρική επιχείρηση κατεψυγμένα αλιεύματα , μαλάκια και όστρακα, κατεψυγμένες πατάτες κλπ.

• Οι παραγγελίες (orders) και γενικά η επικοινωνία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που τέθηκαν υπόψη του ελέγχου γίνονταν μέσω τηλεφωνικών επικοινωνιών και με email, μέσω του . ., με αντικείμενο εργασιών μεταξύ άλλων και τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης για εξαγωγές, δραστηριότητα την οποία δήλωσε ότι διέκοψε την 22-10-2015.

• Η εξόφληση της αξίας των παραπάνω invoice γίνονταν το έτος 2014 με εμβάσματα από τη .... και μεταφορές χρηματικών ποσών μέσω της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ... στο λογαριασμό του δικαιούχου .... Το έτος 2015 η εξόφληση της αξίας των invoice γίνονταν κυρίως με καταθέσεις από τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελλάδα μέσω της ΤΡΑΠΕΖΑΣ . . στο λογαριασμό του δικαιούχου Επίσης τέθηκαν υπόψη του ελέγχου στοιχεία για πληρωμές οι οποίες διενεργήθηκαν εντός των ετών 2014 και 2015 από ... και ... μέσω της CSOB . . προς το λογαριασμό του δικαιούχου . .

• Για τις παραπάνω πωλήσεις διενεργήθηκαν οι σχετικές λογιστικές εγγραφές, υποβλήθηκαν οι περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α., οι δηλώσεις ... και συμπεριλήφθηκαν όλες στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες ενδοκοινοτικών παραδόσεων των αντίστοιχων μηνών των ετών 2014 και 2015 που υποβλήθηκαν από την προσφεύγουσα.

• Τα αγαθά όπως αναγράφεται επί των τιμολογίων και των αντίστοιχων Δ.Α. παραδίδονταν στις εγκαταστάσεις των μεταφορικών επιχειρήσεων . . και στη συνέχεια στις εγκαταστάσεις της .... ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ. Από τη σχετική αλληλογραφία που τέθηκε υπόψη του ελέγχου προέκυψε ότι η εν λόγω . επιχείρηση ζητούσε τα προϊόντα να παραδίδονται στην παραπάνω μεταφορική επιχείρηση.

Συγκεκριμένα για το έτος 2014 διαπιστώθηκε ότι: Η προσφεύγουσα δεν έθεσε στη διάθεση του ελέγχου αρκετά και ικανά αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται με ασφάλεια και σύμφωνα με την ΠΟΛ.1201/29.10.1999, η μεταφορά των πωληθέντων αγαθών από την Ελλάδα στη . . ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., όπως:

• Βεβαίωση του παραλήπτη ότι παρέλαβε τα αγαθά με υπογραφή στο συνοδευτικό έγγραφο των εμπορευμάτων, είτε στη φορτωτική, είτε σε χωριστό έγγραφο. Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου επί των φωτοτυπιών . που τέθηκαν υπόψη του ελέγχου, αναγράφεται ως παραλήπτης των αγαθών η επιχείρηση ., δεν προσκομίζονται στοιχεία του παραλαβόντος τα αγαθά όπως πχ. φωτοτυπία του διαβατηρίου ή της ταυτότητας του.

• Περαιτέρω στις περισσότερες των φωτοτυπιών CMR που προσκομίστηκαν, δεν αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του οχήματος που διενήργησε την μεταφορά. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του οχήματος με ερωτηματικό (???), ως να υπάρχει αμφιβολία για αυτόν ή απλά αναγράφεται αντί αριθμός κυκλοφορίας κάποιου οχήματος μόνο ερωτηματικό (???).

• Στις περιπτώσεις όπου επί των φωτοτυπιών CMR αναγράφεται ως παραλήπτης των αγαθών η επιχείρηση . . και αναγράφεται αριθμός κυκλοφορίας οχήματος, δεν γνωστοποιήθηκε αν τα οχήματα ήταν ιδιωτικής χρήσης (της ....) ή δημόσιας χρήσης, ώστε να εξαρθούν ασφαλή συμπεράσματα για την δυνατότητα της εν λόγω επιχείρησης να διενεργήσει η ίδια τις μεταφορές.

• Δεν τέθηκαν υπόψη του ελέγχου άλλα αποδεικτικά στοιχεία, όπως φωτοτυπίες άδειας κυκλοφορίας των φορτηγών που αναγράφεται ότι χρησιμοποιήθηκαν, διπλωμάτων οδήγησης των οδηγών, τυχόν αποδείξεις διοδίων, τελών διέλευσης ή άλλων επιβαρύνσεων και δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη μεταφορά, τόσο εντός της χώρας και μέχρι τον τόπο παράδοσης των πωληθέντων αγαθών εκτός της χώρας στο άλλο κράτος μέλλος.

Για το έτος 2015 διαπιστώθηκε ότι:

• Ο έλεγχος αναγνώρισε ενδοκοινοτικές παραδόσεις ύψους 41.892,87 € προς την .... επιχείρηση . . με ΑΦΜ/ΦΠΑ . . ή προς άλλους παραλήπτες σε άλλο κράτος μέλος με βάση τα συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία, που προσκομίστηκαν από την προσφεύγουσα.

• Η προσφεύγουσα δεν έθεσε στη διάθεση του ελέγχου αρκετά και ικανά αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται με ασφάλεια και σύμφωνα με την ΠΟΛ.1201/29.10.1999, η μεταφορά των πωληθέντων αγαθών συνολικής καθαρής αξίας 10.221,89 €, από την Ελλάδα στη ... ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε.

Με βάση τα παραπάνω ο έλεγχος διαπίστωσε ότι τα εκδοθέντα φορολογικά στοιχεία για τις πωλήσεις του έτους 2014 συνολικής αξίας 20.820,00 € και για πωλήσεις αξίας 10.221,97 € του έτους 2015, προς την ... επιχείρηση .... με ΑΦΜ/ΦΠΑ .... δεν συνοδεύονταν από μεταφορικά και άλλα έγγραφα που θεωρούνται απαραίτητα για την απόδειξη της πραγματοποίησης της μεταφοράς των πωλούμενων αγαθών εκτός της Ελληνικής επικράτειας, με σκοπό την διάθεσή τους από τον αγοραστή, στο έδαφος άλλου Κράτους -Μέλους, σύμφωνα με της διατάξεις του άρθρου 28 του Ν 2859/2000 και της ΑΥΟ 1201/1999. Συνεπώς θεωρείται ότι διατέθηκαν στην Ελλάδα, σε φορολογητέες πράξεις-εκροές, υπαγόμενες σύμφωνα με το παράρτημα III του ν. 2859/2000 ως «ψάρια και ... , κλπ » σε συντελεστή φόρου 13% , όπως ίσχυε τα έτη 2014 και 2015 με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των αντίστοιχων εισροών.

Κατόπιν τούτου, στα πλαίσια του ελέγχου, καταλογίστηκαν τα αντίστοιχα ποσά του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας για τα φορολογικά στοιχεία που είχε εκδώσει η προσφεύγουσα προς την παραπάνω βουλγάρικη επιχείρηση, χωρίς την επιβολή Φ.Π.Α. για τις υπό κρίση χρήσεις και επιβλήθηκαν τα αντίστοιχα πρόστιμα ΦΠΑ του άρθρου 54 του Ν. 4174/2013 για την υποβολή των προβλεπομένων δηλώσεων των άρθρων 36 παρ 5 και 38 παρ 1α του ν. 2859/2000 με ανακριβές περιεχόμενο.

Με τη με αριθμό πρωτοκόλλου ..../...-2017 ενδικοφανή προσφυγή η προσφεύγουσα ζητά την ακύρωση της παραπάνω πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ..., επικαλούμενη ότι οι ισχυρισμοί της φορολογικής Αρχής είναι αόριστοι, αβάσιμοι και μη νόμιμοι για τους παρακάτω λόγους: Η φορολογική Αρχή δέχεται ολοφάνερα ότι η προσφεύγουσα επιχείρηση διενήργησε πωλήσεις εμπορευμάτων στην αλλοδαπή και συγκεκριμένα στην επιχείρηση . , στη . , όπου είναι η έδρα της και είναι κράτος μέλος της Ε.Ε και συνεπώς η πολ. 1201/1999 του Υπουργείου Οικονομικών έχει εφαρμογή σε μια υπαρκτή επιχείρηση. Η μεταφορά των εμπορευμάτων γίνεται με δημόσιας χρήσης μεταφορικά μέσα και συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα ΑΕ κατόπιν συμφωνίας με την αγοράστρια εταιρεία που εδρεύει στη . . συμφώνησε ότι τα εμπορεύματα όφειλε να τα παραδίδει στην έδρα των μεταφορικών εταιρειών: Κατόπιν τούτου, είναι προφανές και αποδεικνύεται ξεκάθαρα από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία, ότι οι υποχρεώσεις της προσφεύγουσας εξαντλούνταν εκεί, εφαρμόζοντας ορθά τις διατάξεις του ΚΦΑΣ όπως ίσχυε και ισχύει. Από εκεί και πέρα την μεταφορά των εμπορευμάτων αναλάμβαναν οι μεταφορικές εταιρείες με τα δικά τους μέσα δημόσιας χρήσης και εξέδιδαν τα προσήκοντα για τις διεθνείς μεταφορές φορολογικά στοιχεία, τα οποία τηρούν στη δική τους έδρα. Όσον αφορά τα πρόσθετα πληροφορικά στοιχεία που ζητά η ΠΟΛ.1201/1999 του Υπουργείου Οικονομικών και επιβάλλει στον πωλητή υποκείμενο σε ΦΠΑ να τύχει της απαλλαγής του άρθρου 28 του Ν. 2859/2000 στην παράδοση αγαθών σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε επισημαίνει τα εξής: Στην . . οι αποδείξεις διοδίων εκδίδονται σε ηλεκτρονική μορφή και δεν διατίθενται σε έντυπη μορφή και είναι αδύνατον να εφαρμοστεί η αναχρονιστική πλέον απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών. Στην ... δεν υπάρχουν διαβατήρια γιατί ανήκει στην Ε. Ε. Οι φορτωτικές που εκδίδονται από . . μεταφορικές εταιρείες είναι επίσης γραμμένες στη κυριλλική αλφάβητο και επομένως δύσκολο να αναγνωστούν. Συνεπώς η προσφεύγουσα δεν υπέβαλλε ανακριβείς περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ ως προς την αξία των φορολογητέων εκροών και του πιστωτικού υπόλοιπου προς έκπτωση και ούτε συνέταξε ανακριβείς πίνακες ενδοκοινοτικών παραδόσεων για τα κρινόμενα έτη. Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη πράξη επιβολής προστίμου του άρθρου 54 είναι ακυρωτέα.

Ως προς τον παραπάνω προβαλλόμενο λόγο ότι πραγματοποιήθηκαν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις στην βουλγάρικη επιχείρηση

Επειδή, στο άρθρο 23 του Ν. 4174/13 (ΚΦΔ) μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «1. Η Φορολογική Διοίκηση έχει την εξουσία να επαληθεύει, να ελέγχει και να διασταυρώνει την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων εκ μέρους του φορολογούμενου, την ακρίβεια των φορολογικών δηλώσεων που υποβάλλονται σε αυτήν και να επιβεβαιώνει τον υπολογισμό και την καταβολή του οφειλόμενου φόρου, διενεργώντας έλεγχο σε έγγραφα, λογιστικά στοιχεία και στοιχεία γνωστοποιήσεων και παρόμοιες πληροφορίες, θέτοντας ερωτήσεις στον φορολογούμενο και σε τρίτα πρόσωπα, ερευνώντας εγκαταστάσεις και μέσα μεταφοράς που χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τις διαδικασίες και χρησιμοποιώντας μεθόδους που προβλέπονται στον Κώδικα....3. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων μπορεί με απόφασή του να ορίζει ειδικό τρόπο διενέργειας των ελέγχων, ενδεδειγμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις, για ορισμένες ή και για όλες τις κατηγορίες των υπόχρεων, ανάλογα και με το αντικείμενο δραστηριότητας και το ύψος των οικονομικών δεδομένων, διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται κατά τον έλεγχο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

Επειδή, στο άρθρο 54 του Ν. 4174/13 (ΚΦΔ) μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «1. Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του: α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα δήλωση ή υποβάλει ελλιπή πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου, β)....2. Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως εξής: α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α' της παραγράφου 1, β).»

Επειδή, με την παρ 1 του άρθρου 2 του ν. 2859/2000 ορίζεται ότι: «1. Αντικείμενο του φόρου είναι: α) Η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα, β)....».

Επειδή, με την παρ 1 του άρθρου 3 του ν. 2859/2000 ορίζεται ότι: «1. Στο φόρο υπόκειται: α) κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό ή ένωση προσώπων, εφόσον ασκεί κατά τρόπο ανεξάρτητο οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης, τον επιδιωκόμενο σκοπό ή το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής,...»

Επειδή, με την παρ 1 του άρθρου 5, ως ίσχυε κατά την υπό κρίση περίοδο, του ν. 2859/2000 ορίζεται ότι: «1. Παράδοση αγαθών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, θεωρείται κάθε πράξη με την οποία μεταβιβάζεται το δικαίωμα να διαθέτει κάποιος ως κύριος ενσώματα κινητά αγαθά, καθώς και τα ακίνητα του άρθρου 6 ».

Επειδή, στο άρθρο 13 του ν. 2859/2000 μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «1. Η παράδοση αγαθών θεωρείται ότι πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης τα αγαθά βρίσκονται: α) στο εσωτερικό της χώρας, β)

6. Κατά παρέκκλιση από την περίπτωση α' της παραγράφου 1 και την παράγραφο 2, η παράδοση αγαθών δεν θεωρείται ότι πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας στην περίπτωση που τα αγαθά αποστέλλονται ή μεταφέρονται από τον πωλητή ή από άλλο πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό του, από το εσωτερικό της χώρας σε άλλο κράτος - μέλος και πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:

α) η παράδοση των αγαθών γίνεται προς υποκείμενο στο φόρο ή προς νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο στο φόρο, τα οποία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για τη φορολόγηση της παράδοσης αυτής ως ενδοκοινοτικής απόκτησης στη χώρα τους ή προς οποιοδήποτε άλλο μη υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εγκαταστημένο σε άλλο κράτος - μέλος και

β) δεν πρόκειται για καινούργια μεταφορικά μέσα, ούτε για αγαθά που παραδίδονται μετά από εγκατάσταση ή συναρμολόγηση με ή χωρίς δοκιμή λειτουργίας, από τον προμηθευτή ή για λογαριασμό του.

Επειδή, με το άρθρο 16 του ν. 2859/2000 μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «1 Η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός από το δημόσιο κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η παράδοση των αγαθών και η παροχή των υπηρεσιών. Η παράδοση των αγαθών συντελείται κατά το χρόνο κατά τον οποίο τα αγαθά τίθενται στη διάθεση του προσώπου που τα αποκτά.

Όταν ο προμηθευτής των αγαθών αναλαμβάνει την υποχρέωση αποστολής τους, η παράδοση συντελείται κατά το χρόνο κατά τον οποίο αρχίζει η αποστολή, εκτός αν ο προμηθευτής αναλαμβάνει και την υποχρέωση συναρμολόγησης ή εγκατάστασης των αγαθών, οπότε η παράδοση συντελείται κατά το χρόνο αποπεράτωσης των εργασιών αυτών.

2.Κατ' εξαίρεση, ο φόρος γίνεται απαιτητός:

α) κατά το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου ή άλλου στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου στις περιπτώσεις που, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, παρέχεται η ευχέρεια έκδοσης των στοιχείων αυτών σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης των αγαθών ή της παροχής υπηρεσιών, β)...γ) κατά το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου ή άλλου στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου και το αργότερο τη 15η του επόμενου μήνα από αυτόν κατά τον οποίο γεννήθηκε η φορολογική υποχρέωση, προκειμένου για παραδόσεις αγαθών που απαλλάσσονται από το φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 28,...»

Επειδή, με το άρθρο 28 του ν. 2859/2000 μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «1. Απαλλάσσονται από το φόρο: α) η παράδοση αγαθών κατά την έννοια του άρθρου 5, τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται σε άλλο κράτος-μέλος από τον πωλητή ή τον αποκτώντα ή από άλλον που ενεργεί για λογαριασμό τους, προς άλλον υποκείμενο στο φόρο ή προς μη υποκείμενο νομικό πρόσωπο, που ενεργεί με την ιδιότητα του αυτή σε άλλο κράτος-μέλος...».

Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται προς: αα)....ββ)...γγ),... Η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει για καινούργια μεταφορικά μέσα και προϊόντα που υπάγονται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, β) γ) δ) η εισαγωγή και η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο και η παράδοση αγαθών προς υποκείμενο στο φόρο, με σκοπό την παράδοση τους με τους όρους της παραπάνω περίπτωσης α', καθώς και η παροχή υπηρεσιών που αφορούν αυτές τις παραδόσεις αγαθών με προορισμό ένα άλλο κράτος-μέλος, μέχρι του ποσού των παραδόσεων αυτών, που πραγματοποίησε ο υποκείμενος στο φόρο, κατά την προηγούμενη δωδεκάμηνη χρονική ή δωδεκάμηνη διαχειριστική περίοδο.

Η παρούσα απαλλαγή, καθώς και η απαλλαγή που προβλέπεται στην περίπτωση ζ' της παρ. 1 του άρθρου 24, παρέχεται συνολικά μέχρι του κοινού ορίου, που προβλέπεται από τις διατάξεις αυτές 3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την
εφαρμογή του άρθρου αυτού.»

Επειδή, με την ΠΟΛ 1201/29-10-1999 με θέμα (Διευκρινίσεις σρετικά με τη διαδικασία απαλλαγής της παράδοσης αγαθών προς άλλο κράτος μέλος ΣΧΕΤ: Η υπ' αριθ. 1023189/128/1225/0014/ΠΟΛ.1106/26.4.1999 ΕΔΥΟ) μεταξύ άλλων ορίζεται ότι: «.2. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι, για τη χορήγηση της απαλλαγής αυτής, πρέπει να συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:

α) Ο πωλητής να είναι υποκείμενος στο φόρο.

β) Ο αγοραστής να είναι υποκείμενος στο φόρο ή Νομικό Πρόσωπο μη υποκείμενο στο φόρο, εφόσον δεν υπάγεται στην εξαίρεση του άρθρου 10α', παρ. 2 του Ν.1642/1986.

γ) Η εγγραφή, τόσο του πωλητή, όσο και του αγοραστή, στο σύστημα VIES.

δ) Τα αγαθά να μεταφέρονται από την Ελλάδα προς άλλο κράτος - μέλος.

Οι παραπάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικής παράδοσης και, κατά συνέπεια, για την έκδοση Τιμολογίου χωρίς ΦΠΑ από τον Έλληνα πωλητή των αγαθών.

3. Κατά συνέπεια, για κάθε ενδοκοινοτική παράδοση, οι Έλληνες πωλητές θα πρέπει να προβαίνουν στις παρακάτω ενέργειες:

α) Εγγραφή στο σύστημα VIES, με υποβολή της σχετικής δήλωσης μεταβολών.

β) Επαλήθευση του ΑΦΜ/ΦΠΑ του αλλοδαπού αγοραστή, αν δηλαδή είναι εγγεγραμμένος στο σύστημα VIES στη χώρα του και

γ) Να έχουν στην κατοχή τους κάθε στοιχείο, από το οποίο να αποδεικνύεται η μεταφορά των αγαθών από την Ελλάδα στο άλλο κράτος - μέλος.

4. Κατόπιν των ανωτέρω, για τη νομότυπη απαλλαγή των ενδοκοινοτικών παραδόσεων, απαιτούνται:

α) Δελτίο Αποστολής και Τιμολόγιο Πώλησης ή Δελτίο Αποστολής - Τιμολόγιο Πώλησης, όπως αυτά προβλέπονται από τις διατάξεις του ΚΒΣ.

Στα ανωτέρω στοιχεία αναγράφεται, εκτός των άλλων, υποχρεωτικά και ο ΑΦΜ του αγοραστή.

β) Επαλήθευση ότι ο αγοραστής είναι εγγεγραμμένος στο σύστημα VIES στο κράτος - μέλος της εγκατάστασής του.

γ) Αποδεικτικά περί μεταφοράς των αγαθών από την Ελλάδα στο άλλο κράτος - μέλος. Όσον αφορά στα αποδεικτικά αυτά, διευκρινίζουμε τα εξής, ανάλογα με τον τρόπο μεταφοράς: γα) Μεταφορά με Δημόσιας Χρήσης μεταφορικά μέσα

Στην περίπτωση αυτή, απαιτείται αντίτυπο της φορτωτικής του μεταφορέα ή του μεταφορικού γραφείου, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ΚΒΣ (φορτωτική, CMR κ.λπ.)

γγ) Μεταφορά με Ιδιωτικής Χρήσης μεταφορικά μέσα του αγοραστή

Στην περίπτωση αυτή απαιτούνται:

- Στο Δελτίο Αποστολής ή στο Δελτίο Αποστολής - Τιμολόγιο Πώλησης θα πρέπει να αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτου του αγοραστή και υπογραφή του παραλαβόντος τα αγαθά, καθώς επίσης και βεβαίωση του ιδίου ότι προτίθεται να τα μεταφέρει στο άλλο κράτος - μέλος. Επίσης, ο πωλητής θα πρέπει να κατέχει φωτοαντίγραφα της άδειας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου και του διαβατηρίου του παραλαβόντος.

- Αντίγραφα (φωτοτυπίες) των φορτωτικών ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων του θαλάσσιου μέσου μεταφοράς που εκδίδεται για τη μεταφορά του Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτου, τόσο για την άφιξή του στην Ελλάδα, όσο και για τη μεταφορά του στο άλλο κράτος - μέλος, για τα οποία ο πωλητής θα πρέπει να επιμελείται ώστε να περιέρχονται στα χέρια του, έστω και εκ των υστέρων.

- Αντίγραφα (φωτοτυπίες) των αποδείξεων διοδίων, τελών διέλευσης ή άλλων επιβαρύνσεων και δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη μεταφορά, τόσο εντός της χώρας, όσο και εκτός αυτής, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο αποδεικνύεται η άφιξη του αυτοκινήτου στην Ελλάδα, καθώς και η επιστροφή του στο άλλο κράτος - μέλος.

5. Ελεγκτικές διαδικασίες

Η ύπαρξη των ανωτέρω δικαιολογητικών διασφαλίζει, κατ' αρχήν, τη νομιμότητα της μη επιβολής ΦΠΑ στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και, κατά συνέπεια, το δικαίωμα επιστροφής στους υποκείμενους του φόρου εισροών που αναλογεί στις ενδοκοινοτικές αυτές παραδόσεις. Οι Προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ. όμως, έχουν την ευχέρεια να ελέγχουν και κάθε άλλο στοιχείο το οποίο κατά την κρίση τους, θεωρείται απαραίτητο, όπως π.χ. την ύπαρξη εμβάσματος σε τραπεζικό λογαριασμό, τη δήλωση της ενδοκοινοτικής απόκτησης από τον αλλοδαπό υποκείμενο κ.λπ. Η αναζήτηση στοιχείων από τα οποία αποδεικνύεται η πραγματοποίηση μιας ενδοκοινοτικής παράδοσης, εξαρτάται από τη φύση της συναλλαγής, όπως π.χ. το γεγονός ότι η μεταφορά των ... δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί, τουλάχιστον προς το παρόν, με Δημόσιας Χρήσης αυτοκίνητα, αλλά, κατά το πλείστον, με ειδικά διαμορφωμένα μεταφορικά μέσα των αγοραστών, η εν γένει συμπεριφορά των υποκείμενων κ.λπ

Επισημαίνουμε, τέλος, ότι είναι προς το συμφέρον των Ελλήνων υποκείμενων να κατέχουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία, από τα οποία αποδεικνύεται η νόμιμη πραγματοποίηση των ενδοκοινοτικών παραδόσεων, ώστε να είναι σε θέση να υποστηρίξουν την πραγματοποίηση αυτή, στην περίπτωση που υπάρξει αμφισβήτηση από τους αγοραστές και να μην υποχρεωθούν στην καταβολή του αναλογούντος ΦΠΑ ».

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1106/26.4.1999 ΕΔΥΟ, «γ. Σε περίπτωση μεταφοράς των αγαθών με μεταφορικά μέσα του αλλοδαπού αγοραστή κατά τη στιγμή της έκδοσης του φορολογικού στοιχείου από τον πωλητή δεν αποδεικνύεται η μεταφορά των αγαθών σε άλλο κράτος μέλος». Η αποστολή ή η μεταφορά των αγαθών από την Ελλάδα στο άλλο κράτος-μέλος, πρέπει οπωσδήποτε να αποδεικνύεται εγγράφως. Κατά τη στιγμή της έκδοσης του τιμολογίου ρωρίς ΦΠΑ, ο Έλληνας πωλητής πρέπει να είναι βέβαιος για τη μεταφορά των αγαθών στο άλλο κράτος-μέλος.

Συνεπώς η αποστολή ή η μεταφορά πρέπει να αποδεικνύεται με φορτωτικά ή άλλα συνοδευτικά έγγραφα των αγαθών.

Επειδή, «οι διεθνείς οδικές μεταφορές διέπονται από την Σύμβαση της Γενεύης της 19 Μαΐου 1956, η οποία κυρώθηκε για την Ελλάδα με το Ν. 559/12-3-1977 (ΦΕΚ 78Α).

- Η σύμβαση αυτή είναι γνωστή ως CMR από το αντικείμενο της που ήταν η διεθνής μεταφορά εμπορευμάτων οδικώς.

- Τα αγαθά σύμφωνα με τη σύμβαση CMR συνοδεύονται από ένα δελτίο παράδοσης (άρθρο 5) . Στο Δελτίο αυτό αναγράφονται τα στοιχεία του αποστολέα, του παραλήπτη, του μεταφορέα, η κοινώς χρησιμοποιούμενη περιγραφή των εμπορευμάτων, ο τρόπος συσκευασίας, ο αριθμός των δεμάτων, τα ειδικά σημεία αυτών, η ποσότητα και οι χρεώσεις που αφορούν την μεταφορά (Άρθρο 6) .

Το Δελτίο παράδοσης, όπως το αναφέρει η απόφαση αυτή στην πρακτική εφαρμόζεται ως Διεθνής φορτωτική, αναφερόμενη με το όνομα CMR.» (Δημήτρης Σταματόπουλος Ανάλυση- Ερμηνεία Κώδικα Βιβλίων & στοιρείων -έκδοση 2008-Τόμος 3ος, σελ. 2171).

Επειδή, το άρθρο 1 της παραπάνω συνθήκης προσδιορίζει τον σκοπό ως ακολούθως: «Αυτή η συνθήκη θα πρέπει να εφαρμόζεται για κάθε σύμβαση διεθνούς οδικής μεταφοράς πραγμάτων επί αυτοκινήτου έναντι αμοιβής, όπου ο τόπος που θα παραληφθούν τα εμπορεύματα και ο τόπος που θα παραδοθούν, όπως θα ορίζεται στην σύμβαση μεταφοράς, θα πρέπει να είναι δυο διαφορετικές χώρες, εκ των οποίων η μια απαραίτητα πρέπει να είναι κράτος μέλος της συνθήκης αυτής ανεξάρτητα του τόπου κατοικίας και της εθνικότητας των μερών».

Επειδή, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ε.Ε. (ΔΕΕ), «...προκύπτει ότι η απαλλαγή της ενδοκοινοτικής παραδόσεως αγαθού εφαρμόζεται μόνον εάν το δικαίωμα να διαθέτει κανείς το αγαθό ως κύριος μεταβιβάζεται στον αποκτώντα, εάν ο προμηθευτής αποδεικνύει ότι το αγαθό αυτό απεστάλη ή μεταφέρθηκε σε άλλο κ-μ και, εάν κατόπιν της εν λόγω αποστολής ή μεταφοράς, το εν λόγω αγαθό έχει απομακρυνθεί υλικώς από το έδαφος του κ-μ παραδόσεως (βλ. C- 409/04, C-184/05, (C-84/09).

Το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι, μετά την κατάργηση του μεθοριακού ελέγχου μεταξύ των κ-μ, προκύπτει ότι είναι δυσχερές για τη φορολογική αρχή να διασφαλίσει ότι τα εμπορεύματα έχουν όντως εγκαταλείψει το έδαφος του εν λόγω κ-μ. Ως εκ τούτου, οι εθνικές φορολογικές αρχές προβαίνουν στην επαλήθευση αυτή κυρίως βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίζουν οι υποκείμενοι στον φόρο και των δηλώσεών τους (βλ^-409/04, σκέψη 44, καθώς και C-184/05, σκέψη 24).

Εντούτοις, δεδομένου ότι καμία από τις διατάξεις της έκτης οδηγίας δεν προβλέπει συγκεκριμένα τίνος είδους αποδείξεις οφείλουν να προσκομίζουν οι υποκείμενοι στον φόρο προκειμένου να τύχουν της απαλλαγής από τον ΦΠΑ, το ζήτημα αυτό, εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κ-μ (βλ. C-146/05, σκέψη 24). Επομένως, απόκειται στα κ-μ να καθορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις ώστε να διασφαλίζεται η ορθή και απλή εφαρμογή των εν λόγω φοροαπαλλαγών και να αποτρέπεται κάθε ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση. Πάντως, κατά την άσκηση των εξουσιών τους, τα κ-μ οφείλουν να τηρούν τις γενικές αρχές του δικαίου που αποτελούν τμήμα της έννομης τάξης της Ένωσης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ειδικότερα οι αρχές της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας καθώς και η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης (βλ, C-286/94, C-340/95, C-401/95 και C-47/96, C-384/04, C-271/06). Όσον αφορά, ειδικότερα, την αρχή της αναλογικότητας, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, σύμφωνα με την αρχή αυτή, τα μέτρα που τα κ-μ έχουν την ευχέρεια να λαμβάνουν κατά τα προεκτεθέντα δεν πρέπει να βαίνουν πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη των σκοπών της επακριβούς εισπράξεως του φόρου και της αποφυγής των καταστρατηγήσεων (C -188/09, σκέψη 26). Αφετέρου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, προκειμένου οι επίμαχες πράξεις να τύχουν της φοροαπαλλαγής του άρθρου 28γ, Α, στοιχείο α', πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας, απόκειται στον προμηθευτή των αγαθών να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, συμπεριλαμβανομένων και των προϋποθέσεων που επιβάλλουν τα κ-μ ώστε να διασφαλίζεται η ορθή και απλή εφαρμογή των απαλλαγών και να αποτρέπεται κάθε ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση (βλ., C-184/05, σκέψη 26). Ειδικότερα και κατόπιν και των προεκτεθέντων, το δίκαιο της Ένωσης δεν εμποδίζει τα κ-μ να θεωρούν την έκδοση παράτυπων τιμολογίων ως φοροδιαφυγή και να αρνούνται, σε τέτοιες περιπτώσεις, τη χορήγηση φοροαπαλλαγής (βλ., συναφώς, C-454/98, σκέψη 62, καθώς και διάταξη C-395/02 σκέψη 30). (ΦΠΑ Ανάλυση-Ερμηνεία Δημήτρης Σταματόπουλος-Άννα Κλωνή Ν. 2859/2000-Άρθρο 28. Απαλλαγές στην ενδοκοινοτική παράδοση-Έκδοση 2015-Θέμα 28.1-σελ. 784).

Επειδή, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι φορτωτικές που εκδίδονται από ... μεταφορικές εταιρίες, καθώς και τα διπλώματα των ... οδηγών είναι στην κυριλλική αλφάβητο, σύμφωνα με το άρθρο 454 του ΚΠΔ (Κώδικα Πολ. Δικονομίας) ορίζεται ότι: « Αν το έγγραφο που προσάγεται έχει συνταχθεί σε ξένη γλώσσα, υποβάλλεται μαζί και επίσημη μετάφραση του, επικυρωμένη από το Υπουργείο Εξωτερικών ή άλλο αρμόδιο κατά το νόμο πρόσωπο...»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3712/2008 (Α'225), όπως ισρύει: «Επίσημη μετάφραση είναι η έγκυρη, ακριβής και επικυρωμένη μετάφραση ενός κειμένου από τις ξένες γλώσσες στην ελληνική και αντίστροφα που γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις του παρόντος».

Επειδή, από τα αποδεικτικά στοιχεία μεταφοράς που η προσφεύγουσα προσκόμισε στον έλεγχο, ήτοι φωτοτυπίες CMR δεν προκύπτει το ποιος παρέλαβε τα εμπορεύματα, με υπογραφή στο συνοδευτικό έγγραφο (CMR) ή σε χωριστό έγγραφο (ακόμα και στις περιπτώσεις όπου αναγράφεται ως παραλήπτης η . .), δεν αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου που διενήργησε τη μεταφορά και δεν προσκομίστηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη δυνατότητα της . . να διενεργήσει τη συγκεκριμένη μεταφορά, όπως κατοχή φορτηγών ψυγείων, δεδομένου ότι από τη σχετική αλληλογραφία που τέθηκε υπόψη του ελέγχου προκύπτει ότι η εν λόγω επιχείρηση ζητούσε τα προϊόντα να παραδίδονται στη μεταφορική εταιρία . .. Λαμβάνοντας υπόψη το είδος των αγαθών, (κατεψυγμένα αλιεύματα, . και ., κατεψυγμένες . κλπ), απαιτείται ειδικό φορτηγό- ψυγείο για τη μεταφορά τους. Από τα ανωτέρω δικαιολογητικά δεν διασφαλίζεται η νομιμότητα της μη επιβολής ΦΠΑ στις παραπάνω συναλλαγές και κατ' επέκταση το δικαίωμα της έκδοσης των επίμαχων ΤΔΑ χωρίς ΦΠΑ για το υπό κρίση έτος.

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1201/29.10.1999, σε περίπτωση μεταφοράς των αγαθών με Ιδιωτικής Χρήσης μεταφορικά μέσα του αγοραστή, ο πωλητής θα πρέπει να κατέχει επιπλέον, φωτοαντίγραφα της άδειας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου και του διαβατηρίου του παραλαβόντος και να επιδεικνύονται στον έλεγχο. Επίσης οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο όπως αντίγραφα (φωτοτυπίες) των αποδείξεων διοδίων, τελών διέλευσης ή άλλων επιβαρύνσεων και δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη μεταφορά, τόσο εντός της χώρας, όσο και εκτός αυτής, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο αποδεικνύεται η άφιξη του αυτοκινήτου στην Ελλάδα, καθώς και η επιστροφή του στο άλλο κράτος - μέλος και για τα οποία ο πωλητής θα πρέπει να επιμελείται ώστε να περιέρχονται στα χέρια του, έστω και εκ των υστέρων, προϋποθέσεις που δεν τηρήθηκαν από την προσφεύγουσα.

Επειδή, οι προϋποθέσεις, που τίθενται με την ΠΟΛ.1201/29.10.1999, θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικής παράδοσης αγαθών προς άλλο κράτος μέλος και την έκδοση των Τιμολογίων χωρίς ΦΠΑ.

Επειδή, αιτία του ελέγχου αποτέλεσε εμπιστευτικό έγγραφο-Δελτίο ελέγχου ΦΠΑ ενδοκοινοτικών συναλλαγών στα πλαίσια της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής μεταξύ των Κρατών Μελών της Ε.Ε. (Κανονισμός 904/2010) της Δ/ΝΣΗΣ ΕΛΕΓΧΩΝ-ΤΜΗΜΑ ZT'(VIES) που απεστάλη στην παραπάνω φορολογική αρχή.

Επειδή, ο προσφεύγων δεν επέδειξε την επιμέλεια που αρμόζει στον μέσο συνετό επιχειρηματία κατά τις εν λόγω συναλλαγές του με την . . επιχείρηση, ώστε να κατέχει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία που να αποδεικνύουν αναμφίβολα τη φυσική μεταφορά των αγαθών σε άλλο κ-μ.

Επειδή, στο άρθρο 65 του Ν. 4174/2013 (ΚΦΔ) ότι: «Σε περίπτωση αμφισβήτησης πράξης προσδιορισμού φόρου στα πλαίσια ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που προβαίνει στην εν λόγω αμφισβήτηση φέρει το βάρος της απόδειξης της πλημμέλειας της πράξης προσδιορισμού του φόρου.».

Επειδή και όλως επικουρικώς ήταν προς το συμφέρον της προσφεύγουσας να κατέχει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται η πραγματοποίηση των ενδοκοινοτικών παραδόσεων, σε περίπτωση που υπάρξει αμφισβήτηση από τον έλεγχο, όπως στην υπό κρίση περίπτωση που της καταλογίστηκε ο αναλογών ΦΠΑ, λόγω του ότι το βάρος της απόδειξης το φέρει ο φορολογούμενος.

Επειδή, από τη συνδυαστική εφαρμογή των διατάξεων της περ. α' της παρ. 1 και της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 54 του Ν 4174/2013, προκύπτει ότι στην περίπτωση υποβολής ανακριβών δηλώσεων ΦΠΑ μηδενικών ή πιστωτικών, ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με 100 ευρώ, για κάθε δήλωση (κάθε φορολογική περίοδο).

Επειδή, οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στην από ..../2017 έκθεση ελέγχου προστίμου του άρθρου 54 του ΚΦΔ, της Δ.Ο.Υ , επί της οποίας εδράζεται η προσβαλλόμενη πράξη, κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες, η υπό κρίση ενδικοφανής προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της από .../2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου ... ενδικοφανούς προσφυγής της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία « » - ΑΦΜ ...,

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεης - Καταλογιζόμενα ποσά με βάση την παρούσα απόφαση:

Α. ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΚΦΔ

Πρόστιμο ΚΦΔ άρθρου 54 ν. 4174/2013
Φορολογικό έτος 2014
100,00 Χ 14=1.400,00
ΣΥΝΟΛΟ: 1.400,00 €

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Αριθμός απόφασης: 1445 Φορολογικός κάτοικος εξωτερικού - Επαναφορά της ιδιότητάς του ως φορολογικός κάτοικος ΗΠΑ (μέτοχος - εταίρος, επαγγελματίας με έναρξη και εκμετάλευση φωτοβολτικών)

$
0
0

Θεσσαλονίκη 19-07-2018
Αριθμός απόφασης: 1445

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΑΔΕ
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ    
ΥΠΟΔ/ΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α8-ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
Ταχ. Δ/νση : Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας : 546 30 Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο : 2313333267
ΦΑΞ    : 2313333258
E-Mail :ded.thess1 @n3.syzefxis.gov.gr
Url    :www.aade.gr
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ



Έχοντας υπ' όψη:
1.    Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ.1064/12.4.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-07-2017).
2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4.    Τη με ημερομηνία κατάθεσης 28/03/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ..........ενδικοφανή προσφυγή του .........     του.........      με ΑΦΜ: .........   , κατά της με αριθμό πρωτ ......... /22-02-2018 αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ.........  επί της
υπ'αριθμ.πρωτ........./12-01-2015 αίτησής του για αλλαγή-επαναφορά της ιδιότητάς του ως φορολογικού κατοίκου εξωτερικού και ειδικότερα     και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Την με αριθμό πρωτ ........./22-02-2018 αρνητική απάντηση του προϊσταμένου της ΔΟΥ.........  επί της υπ'αριθμ.πρωτ .........  /12-01-2015 αιτήσεως του προσφευγόντα για αλλαγή- επαναφορά της ιδιότητάς του ως φορολογικού κατοίκου εξωτερικού και ειδικότερα......... , της οποίας ζητείται η ακύρωση. 
6.    Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.
7.    Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α8-Επανεξέτασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Επί της υπ'αρ.πρωτ........./28-03-2018 ενδικοφανούς προσφυγής του......... του.........με ΑΦΜ:   ......... , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγησηόλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ'αριθμ.πρωτ ........./12-01-2015 αίτησή του προς τη ΔΟΥ......... , ο προσφεύγων ζήτησε τη αλλαγή-επαναφορά της φορολογικής του κατοικίας από την Ελλάδα στις ΗΠΑ.
Με την με αριθμό πρωτ  ........./22-02-2018 αρνητική απάντηση του προϊσταμένου της ΔΟΥ......... , απορρίφθηκε η ως άνω αίτηση με το αιτιολογικό ότι ο προσφεύγων:α)διατηρούσε ατομική επιχείρηση με κύρια δραστηριότητα παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα από 28-02-2011 έως 05-08-2013, β)ήταν εκκαθαριστής της εταιρίας με την επωνυμία «.........» με ΑΦΜ: ......... από 04-02-2015 έως 05-02-2015,
γ)ήταν ο μοναδικός εταίρος της ανωτέρω μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης από 28-07-2011 έως 05-02-2015 και δ)ήταν μέλος με ποσοστό 91,88% στην εταιρία με την επωνυμία «.........» με ΑΦΜ:.........από 22-08-2013 έως 31-03-2017.

Με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή του, ο προσφεύγων ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ......... ισχυριζόμενος ότι από το έτος 1999 τυγχάνει φορολογικός κάτοικος.........έχοντας ορίσει ως αντίκλητό του τον πατέρα του .........
Το έτος 2011 ο προσφεύγων προέβη σε έναρξη επαγγέλματος στην ......... με αντικείμενο την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα και η αρμόδια φορολογική αρχή προέβη εσφαλμένα σε επαναφορά του σε καθεστώς φορολογικού κατοίκου .........  
Προς επίρρωση των ισχυρισμών ο προσφεύγων επικαλείται την ΠΟΛ.1142/31.5.2012, την ΠΟΛ.1177/14.7.2014 και την ΠΟΛ.1260/19.12.2014.

Επειδή, στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι 1. Ο φορολογούμενος που έχει τη φορολογική κατοικία του στην ......... υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην ημεδαπή και την αλλοδαπή, ήτοι το παγκόσμιο εισόδημά του που αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος. Κατ' εξαίρεση ο φορολογούμενος
που είναι αλλοδαπό προσωπικό των εγκατεστημένων στην ......... γραφείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 89/1967 (Α' 132), όπως ισχύει, υπόκειται σε φόρο στην .........  μόνο για το εισόδημα που προκύπτει στην .........
2. Ο φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην ......... υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος."

Επειδή, στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι " 1. Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος......... , εφόσον:
α) έχει στην     τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του ή β) είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή.
2. Ένα φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στην .........συνεχώς για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις (183) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό, είναι φορολογικός κάτοικος    από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στην ......... Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση φυσικών προσώπων
που βρίσκονται στην Ελλάδα αποκλειστικά για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς και η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες εξήντα πέντε (365) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό. Η παρούσα παράγραφος δεν αποκλείει την εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου."


Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1201/6.12.2017 "1. Το φυσικό πρόσωπο το οποίο πρόκειται να μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό οφείλει να υποβάλει, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Μαρτίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης, στο Τμήμα ή Γραφείο Συμμόρφωσης & Σχέσεων με τους Φορολογουμένους της Δ.Ο.Υ. όπου είναι υπόχρεος υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ως φορολογικός κάτοικος .........  : αίτηση (έντυπο Μ0) με συνημμένα τα έντυπα Μ1 και Μ7 συμπληρωμένα, όπως ορίζουν οι κείμενες διατάξεις, και επιπλέον για τον ορισμό φορολογικού εκπροσώπου του στην .........  έγγραφη δήλωση με βεβαιωμένο το γνήσιο της
υπογραφής τους. Παράλληλα, συνυποβάλλει τα σχετικά δικαιολογητικά κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις παρ.2 και 3 της παρούσας.
Ο υπάλληλος της Δ.Ο.Υ., αφού παραλάβει τα ως άνω έντυπα, οφείλει να συμπληρώσει την ηλεκτρονική εφαρμογή για τη μεταβολή της φορολογικής κατοικίας, ακολουθώντας τις οδηγίες της Δ/νσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Α.Α.Δ.Ε..
2. Το προαναφερθέν φυσικό πρόσωπο οφείλει να προσκομίσει, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Σεπτεμβρίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης, στο ως άνω Τμήμα ή Γραφείο της Δ.Ο. Υ.: (α) Βεβαίωση φορολογικής κατοικίας από την αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους όπου δηλώνει φορολογικός κάτοικος, από την οποία να προκύπτει ότι είναι φορολογικός κάτοικος αυτού του κράτους. Εάν ο φορολογούμενος έχει εγκατασταθεί σε κράτος με το οποίο υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος (στο εξής ΣΑΔΦΕ), μπορεί να προσκομίσει, αντί της βεβαίωσης, την προβλεπόμενη Αίτηση για την Εφαρμογή της ΣΑΔΦΕ όπου είναι ενσωματωμένο το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας (δίγλωσσα έντυπα) ή
(β) Σε περίπτωση που δεν προβλέπεται η έκδοση των ανωτέρω από την αρμόδια φορολογική αρχή, αντίγραφο της εκκαθάρισης της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή, ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της σχετικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματός του, που υπέβαλε στο άλλο κράτος ως φορολογικός κάτοικος του κράτους αυτού.
γ) Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η προσκόμιση κάποιων από τα ανωτέρω δικαιολογητικά (υπό α' ή β'), επειδή αποδεδειγμένα η αλλοδαπή φορολογική αρχή δεν τα εκδίδει, τότε απαιτείται βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή, με την οποία θα αποδεικνύεται η μόνιμη και σταθερή εγκατάσταση του προσώπου αυτού στο άλλο κράτος. 3. Επιπλέον των οριζομένων στην παράγραφο 2, ο φορολογούμενος οφείλει να προσκομίσει, κατά περίπτωση, και τα κάτωθι:
α) Δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν την ημερομηνία αναχώρησης και εγκατάστασής του στη χώρα όπου δηλώνει κάτοικος, προκειμένου να διαπιστώνεται ότι έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 183 ημέρες στη χώρα αυτή μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος, ήτοι στο προηγούμενο έτος από εκείνο εντός του οποίου γίνεται η αίτηση μεταβολής. Τα δικαιολογητικά αυτά μπορεί να είναι, εναλλακτικά και ενδεικτικά, έγγραφα περί ανάληψης μισθωτής εργασίας, έναρξης επαγγελματικής δραστηριότητας στην εν λόγω χώρα και υπαγωγής του στην ασφαλιστική νομοθεσία της χώρας αυτής, εγγραφής σε δημοτολόγιο της εν λόγω χώρας, μίσθωσης κατοικίας, εγγραφής ή παρακολούθησης σχολείων των τέκνων στη χώρα αυτή.
Αντί των πιο πάνω επιπλέον δικαιολογητικών, ο φορολογούμενος δύναται να προσκομίζει πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας από τη χώρα στην οποία δηλώνει κάτοικος των δύο (2) προηγούμενων ετών από το έτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση μεταβολής.
4. Τα ως άνω αλλοδαπά δημόσια έγγραφα, όπως αυτά καθορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.1497/1984 (Α'188) θα προσκομίζονται κατά τα διεθνή νόμιμα (σφραγίδα apostille, προξενική θεώρηση, θεώρηση από το ελληνικό προξενείο, κατά τα οριζόμενα σε διεθνείς συνθήκες που έχουν κυρωθεί με νόμο από την Ελλάδα, κατά περίπτωση).
9. Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της. Η Απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1058/2015 καταργείται από την έναρξη ισχύος της παρούσας."


Επειδή, στην ΠΟΛ.1107/5.4.1999 ορίζεται ότι " I. Σε συνέχεια του εγγράφου μας με αρ. πρωτ. 1080620/664/008Α (δις)/ ΠΟΛ.1187/5.7.1995 σχετικά με την εφαρμογή των Συμβάσεων Αποφυγής Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος που έχει υπογράψει η Ελλάδα με άλλες χώρες, σας γνωρίζουμε ότι, στην περίπτωση κατά την οποία Νομικά ή Φυσικά Πρόσωπα από τις     
επικαλούνται διατάξεις της Σύμβασης που αναφέρεται στο θέμα, είναι απαραίτητο να προσκομίζονται τα παρακάτω παραστατικά:    2) Τα Φυσικά Πρόσωπα, θα υποβάλλουν:
α) Την «ΑΙΤΗΣΗ»που αναφέρεται στη περίπτωση 1α πιο πάνω συμπληρωμένη και υπογεγραμμένη.
β) Πιστοποιητικό Φορολογικής Κατοικίας (έντυπο 6166), το οποίο θα έχει εκδοθεί από την ίδια ως άνω Φορολογική Αρχή των    με το οποίο θα πιστοποιείται ότι το Φυσικό Πρόσωπο, δικαιούχος του σχετικού εισοδήματος.
« ......... is a resident of the......... for the purposes of the ......... -.........   Double Taxation Convention».
(μετάφραση) «... είναι κάτοικος των .........για τους σκοπούς της μεταξύ.........και......... Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος.
ΙΙ. Επί των ανωτέρω, κρίνεται απαραίτητο να επισημάνουμε τα εξής:
α) Το έντυπο της «ΑΙΤΗΣΗΣ» εφαρμογής των Συμβάσεων αποτελείται από δύο (2) αντίτυπα τα οποία μπορείτε να αναπαράγετε. Το ένα αντίτυπο υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και το άλλο θα παραμένει στην αλλοδαπή Φορολογική Αρχή.
β) Στα ως άνω έντυπα, δεν είναι ενσωματωμένο το πιστοποιητικό Φορολογικής Κατοικίας. Αυτό θα υποβάλλεται σε χωριστό έντυπο του Υπουργείου Οικονομικών των.........Α. (Form 6166), το οποίο πρέπει να φέρει το έμβλημα των......... σε υδατογράφημα."


Επειδή, στην ΠΟΛ.1207/29.8.2001 ορίζετε ότι " Σε συνέχεια του εγγράφου μας με Αρ. Πρωτ. 1027674/303/ΔΟΣ/ΠΟΛ.1107/5.4.1999 σχετικά με την εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος που έχει συνάψει η.........με τις ......... σας γνωρίζουμε ότι η αλλοδαπή φορολογική αρχή μας ενημέρωσε για την ακόλουθη αλλαγή:
Στο Πιστοποιητικό Φορολογικής Κατοικίας (Έντυπο 6166) το οποίο εκδίδει η εν λόγω αρχή θα επέλθει η εξής αλλαγή σε περίπου έξι μήνες:
Ο Εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος των ............. για να υπογράφει τα Πιστοποιητικά Φορολογικής Κατοικίας, κ..........k, άλλαξε θέση και ο τίτλος που θα εμφανίζεται στο εν λόγω έγγραφο θα είναι ο εξής:
David L. Medeck
Field Director, Accounts Management - Philadelphia
Η υπογραφή και ο τίτλος που ο κ. Medeck χρησιμοποιούσε έως τώρα ήταν: David L. Medeck
Director, Philadelphia Customer Service Center"

Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1260/19.12.2014, αν προσκομισθούν δικαιολογητικά που να αποδεικνύουν ότι ο φορολογούμενος διαμένει σε μόνιμη και σταθερή βάση στην αλλοδαπή (πχ μισθωτήριο συμφωνητικό κατοικίας) και πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας τότε η κατοχή ακινήτου στην Ελλάδα, η διατήρηση στην Ελλάδα τραπεζικών λογαριασμών, η συμμετοχή στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση ημεδαπών εταιρειών στην Ελλάδα, από μόνα τους δεν μπορούν να αποτελέσουν στοιχεία ώστε να χαρακτηρισθεί το φυσικό πρόσωπο ως φορολογικός κάτοικος Ελλάδος.

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση ο προσφεύγων προσκομίζει
•    Πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας (έντυπο 6166) για τα έτη 2005 έως και 2017 με τα οποία πιστοποιείται ότι, για τα εν λόγω έτη είναι κάτοικος των Η.Π.Α. για τους σκοπούς της μεταξύ Ελλάδας και Η.Π.Α. Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.
•    Την με αριθμό ......... -JF Γενική Πράξη εγγύησης με εμπράγματη ασφάλεια του πωλητή με ημερομηνία 21-03-1995, από την οποία προκύπτει ότι ο προσφεύγων προχώρησε στην αγορά ακινήτου ήδη από το έτος 1995 και ειδικότερα "οικόπεδο
δεκαεννέα (19), συγκρότημα ένα (1) της περιοχής ......... (.........) τρια, στα προάστια της πόλης ......... , της κομητείας του ......... , στο Τέξας, σύμφωνα με το χάρτη ή τον πίνακα καταγραφής στο γραφείο της γραμματείας της κομητείας στον τόμο 13, σελίδα 16 των καταγραφών του χάρτη της προαναφερθείσας κομητείας και πολιτείας".
•    Την από 04-02-2015 βεβαίωση της εταιρείας      από την οποία προκύπτει ότι εργάζεται στην εν λόγω εταιρεία από την 06-06-1989 έως και την ημερομηνία έκδοσης του εγγράφου.
•    Την από 22-02-2018 βεβαίωση της ίδιας ως άνω εταιρείας από την οποία προκύπτει ότι ο προσφεύγων εργάζεται εκεί από 06-06-1989 έως και την ημερομηνία έκδοσης του εγγράφου, αποτυπώνονται τα τέσσερα τελευταία ψηφία του αριθμού κοινωνικής ασφάλισης του προσφεύγοντα καθώς και η θέση εργασίας του στην εταιρία ως Blade Project Business Pl.
•    Την κάρτα μόνιμου κατοίκου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, στην οποία αναφέρεται ο αριθμός Υπηρεσίας Υπηκοότητας και Μετανάστευσης των ΗΠΑ καθώς και ότι είναι κάτοικος των ΗΠΑ από 19-09-1986 με ημερομηνία λήξης της κάρτας την 07-09-2020.
•    Φωτοαντίγραφα τριών καρτών διπλώματος οδήγησης με ημερομηνία λήξης την 21-03-2007, την 21-03-2013 και την 21-03-2019 αντίστοιχα.
Επειδή, όπως προκύπτει από το σύστημα TAXIS-Υποσύστημα Μητρώου, κατά το χρόνο απόδοσης στον προσφεύγοντα Αριθμού Φορολογικού Μητρώου από την αρμόδια ΔΟΥ (19-04¬2000), του αναγνωρίστηκε η ιδιότητα του κατοίκου εξωτερικού και ειδικότερα των .........  με αντίκλητο στην .........  τον πατέρα του ......... του .........με ......... ΑΦΜ:.........
   
Επειδή, ο προσφεύγων προέβη την 28-02-2011 σε έναρξη ατομικής επιχείρησης με κύρια δραστηριότητα την παραγωγή  ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα.

Η ως άνω ατομική επιχείρηση μετατράπηκε σε .... με την επωνυμία «.........» και ΑΦΜ:......... το καταστατικό της οποίας καταρτίσθηκε με το υπ'αριθμ ........./27-06-2013 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου .........  - ......... Διαχειρίστρια και εκπρόσωπος της εταιρίας ορίσθηκε η......... του  .........  (ΦΕΚ ........./26-08-2013).

Ακολούθως, η ανωτέρω ΕΠΕ μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «.........» το καταστατικό της οποίας καταρτίσθηκε με την υπ'αριθμ ........./13-01-2017 συμβολαιογραφική πράξη της συμβολαιογράφου ......... -  .........  με πρόεδρο και
διευθύνουσα σύμβουλο την ......... του  ......... (Αριθμ.πρωτ ........./04-07-2017 ανακοίνωση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου).

Επειδή, με την υπ'αριθμ ........./27-07-2011 πράξη της Συμβολαιογράφου......... - ......... συστάθηκε Μονοπρόσωπη Εταιρεία  Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «.........» και διακριτικό τίτλο «.........» με μοναδικό εταίρο τον .........προσφεύγοντα και διαχειρίστρια την ......... του  ......... (ΦΕΚ......... /01-08- 2011).

Με την με αριθμό ........./15-01-2015 πράξη της Συμβολαιογράφου......... -.........    , η οποία καταχωρήθηκε στις 04-02-2015 στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, ομοναδικός εταίρος της ως άνω εταιρείας αποφάσισε τη λύση της εταιρείας και τη θέση αυτής υπό
εκκαθάριση. Εκκαθαριστής ορίσθηκε ο ίδιος ο προσφεύγων (υπ'αριθμ ........./04-02-2015 ανακοίνωση του ΕΒΕΘ). Με την με αριθμό πρωτ......... /05-02-2015 ανακοίνωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ......... καταχωρίστηκε στο ΓΕΜΗ ο ισολογισμός λήξης εκκαθάρισης της ανωτέρω Μονοπρόσωπης ΕΠΕ.

Επειδή, ο προσφεύγων προσκομίζει :
•    Το με ημερομηνία σύνταξης 05-08-2010 και αριθμό......... Γενικό Πληρεξούσιο συνταχθέν ενώπιον της συμβολαιογράφου ......... - ......... με το οποίο διορίζει και καθιστά ειδικούς πληρεξουσίους, αντιπροσώπους και αντικλήτους του
α)τον πατέρα του .........του ......... ,
β)τη μητέρα του ......... σύζυγο .........  και
γ)την αδερφή του  ......... του ......... με την εντολή να παρίστανται και να τον εκπροσωπούν ενώπιον οποιασδήποτε Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, να υπογράφουν και να υποβάλουν φορολογικές δηλώσεις, να καταβάλλουν φόρους, να εισπράττουν επιστροφές φόρων, να υπογράφουν αντ'αυτού κάθε απαιτούμενο έγγραφο, να εισπράττουν και να καταθέτουν χρήματα σε οποιοδήποτε τραπεζικό λογαριασμό, να τον εκπροσωπούν σε όλες τις Δημόσιες/Δημοτικές Αρχές ή Οργανισμούς Κοινής Ωφέλειας, να προσκομίζουν και να παραλαμβάνουν έγγραφα.

•    Την από 13-07-2011 σύμβαση σύνδεσης με το δίκτυο ΧΤ μεταξύ ΔΕΗ ΑΕ και παραγωγού.
Την εν λόγω σύμβαση έχει υπογράψει η ......... (αδερφή του προσφεύγοντα) βάσει του προαναφερθέντος Γενικού Πληρεξουσίου.
•    Το με αριθμ     και με ημερομηνία 15-01-2015 πληρεξούσιο της Συμβολαιογράφου ......... - ......... , με το οποίο διορίζει και καθιστά αντίκλητο και φορολογικό του εκπρόσωπο στην Ελλάδα, την αδερφή του .........
Επίσης, με το ως άνω πληρεξούσιο διορίζει την εντολοδόχο, πληρεξουσία του με την ιδιότητα που έχει ο ίδιος ως εκκαθαριστής της εταιρείας με το διακριτικό τίτλο «.........», της οποίας είναι μοναδικός εταίρος και εκκαθαριστής.
• Την από 26-11-2012 σύμβαση μεταξύ του ιδίου και της εταιρείας με την επωνυμία «.........», νομίμως κατατεθείσα, βάσει κατάστασης συμφωνητικών της παραγράφου 16 του άρθρου 8 του ν. 1882/1990, στην αρμόδια ΔΟΥ.
Με την εν λόγω σύμβαση ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη συντήρηση και λειτουργία του φωτοβολταϊκού σταθμού, τα οποία αναλαμβάνει η ως άνω εταιρεία. Επιπροσθέτως, προσκομίσθηκαν το με αριθμό .../21-01-2013 Τιμολόγιο Παροχής Υπηρεσιών της εταιρείας «.........» και το με αριθμ..../22-01-2014 Τιμολόγιο Πώλησης (για υπηρεσίες) της εταιρείας «.........» (η οποία απορρόφησε την «.........»).
• Την από 04-12-2014 σύμβαση ανάληψης υποχρεώσεων συντήρησης και λειτουργίας μεταξύ της εταιρείας με την επωνυμία «.........» και της εταιρείας με την επωνυμία «.........», με την οποία ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη συντήρηση και λειτουργία του φωτοβολταϊκού σταθμού.
Επιπλέον, προσκομίσθηκαν τα με αριθμ..../22-01-2015, ..../15-01-2016,     /09-01-2017 και     /29-01-2018 Τιμολόγια Πώλησης (για υπηρεσίες) της εταιρείας «.........» σχετικά με την επίβλεψη του φωτοβολταϊκού πάρκου.

Επειδή, από τα ανωτέρω δικαιολογητικά προκύπτει ότι ο προσφεύγων, για το χρονικό διάστημα λειτουργίας της ατομικής του επιχείρησης στην Ελλάδα (έναρξη 28-02-2011 και διακοπή 05-08-2013 σύμφωνα με το σύστημα TAXIS-Υποσύστημα Μητρώου), δημιούργησε, με το προαναφερθέν Γενικό Πληρεξούσιο, τις απαραίτητες προϋποθέσεις έτσι ώστε η ατομική του επιχείρηση με το συγκεκριμένο αντικείμενο εργασιών (φωτοβολταϊκό πάρκο) να λειτουργεί χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία του.
Επιπλέον, από τα προσκομιζόμενα συμφωνητικά προκύπτει ότι εξειδικευμένη εταιρεία είχε αναλάβει τόσο την κατασκευή και εγκατάσταση του φωτοβολταϊκού πάρκου όσο και την επίβλεψη της μετέπειτα λειτουργίας του και τη συντήρησή του. Στις περιπτώσεις που απαιτούνταν ενέργειες, οι οποίες δεν μπορούσαν να διεκπεραιωθούν από την εταιρεία συντήρησης του έργου, αυτές ενεργούνταν από τη ......... (αδερφή του προσφεύγοντα) βάσει του προαναφερθέντος Γενικού Πληρεξουσίου.

Επειδή, η ως άνω ατομική επιχείρηση μετατράπηκε σε ΕΠΕ με την επωνυμία «.........», και στη συνέχεια αυτή μετατράπηκε σε ΑΕ με την επωνυμία «.........».

Η συμμετοχή του προσφεύγοντα στις ανωτέρω εταιρείες περιορίστηκε στην ιδιότητα του απλού μέλους χωρίς να συμμετέχει με οποιαδήποτε ιδιότητα στη διοίκηση της εταιρείας.

Επειδή, ο προσφεύγων ίδρυσε την εταιρεία «.........» και διακριτικό τίτλο «.........», της οποίας διαχειρίστρια ορίστηκε η αδερφή του προσφεύγοντα, .........ενώ για τη διαδικασία εκκαθάρισης της εταιρείας ενεργούσε πάλι η ίδια με το σχετικό (υπ' αριθμ ........./15-01-2015) πληρεξούσιο.

Επειδή, η ΠΟΛ.1201/2017, με την οποία επικαιροποιήθηκε η διαδικασία μεταβολής της φορολογικής κατοικίας, όπως αυτή είχε καθοριστεί με προγενέστερες αποφάσεις της ΓΓΔΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις ΣτΕ 1445/2016 και ΣτΕ 1215/2017 του Συμβουλίου της Επικρατείας, περιλαμβάνει και ομαδοποιεί τα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίσει ο προσφεύγων προκειμένου να μεταβάλλει τη φορολογική του κατοικία, και τα οποία προσκόμισε.

Κατόπιν όλων των ανωτέρω
Αποφασίζουμε
Την αποδοχή της με αριθμό πρωτοκόλλου     /28-03-2018 ενδικοφανούς προσφυγής του .........του ......... με ΑΦΜ:......... , και τη μεταβολή-επαναφορά της φορολογικής του κατοικίας από την  .........στις......... για τα έτη 2011 έως και 2017.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ
Ακριβές Αντίγραφο    ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ
ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠ ΟΔΙΕΥΘΥΝ ΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
Η υπάλληλος του Αυτοτελούς Γραφείου Διοικητικής Υποστήριξης
ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της

Yπόθεση C-17/17 Προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη – Οδηγία 2008/94/ΕΚ – Άρθρο 8 – Συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά συστήματα – Προστασία των δικαιωμάτων σε παροχές γήρατος – Εγγυημένο επίπεδο ελάχιστης προστασίας

Next: Yπόθεση C-527/16 Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ο εργοδότης ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του – Χορήγηση πιστοποιητικών Α 1 από το κράτος μέλος προελεύσεως μετά την αναγνώριση από το κράτος μέλος υποδοχής της υπαγωγής των εργαζομένων στο δικό του σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως – Γνώμη της διοικητικής επιτροπής – Έκδοση των πιστοποιητικών A 1 μολονότι δεν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις – Διαπίστωση – Δεσμευτικός χαρακτήρας και αναδρομική ισχύς των πιστοποιητικών αυτών – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Έννοια του προσώπου που “έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου”
$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 6ης Σεπτεμβρίου 2018 «Προδικαστική παραπομπή – Προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη – Οδηγία 2008/94/ΕΚ – Άρθρο 8 – Συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά συστήματα – Προστασία των δικαιωμάτων σε παροχές γήρατος – Εγγυημένο επίπεδο ελάχιστης προστασίας»

Στην υπόθεση C-17/17,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) [εφετείο (Αγγλία και Ουαλία) (πολιτικό τμήμα), Ηνωμένο Βασίλειο] με απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Ιανουαρίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

Grenville Hampshire

κατά

The Board of the Pension Protection Fund,

παρισταμένου του:

Secretary of State for Work and Pensions,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, C. Vajda, E. Juhász (εισηγητή), K. Jürimäe και Κ. Λυκούργο, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: L. Hewlett, κύρια διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 8ης Μαρτίου 2018,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        ο G. Hampshire, εκπροσωπούμενος από τους I. Walker, solicitor, J. Bourke, barrister, και G. Facenna, QC,

–        το The Board of the Pension Protection Fund, εκπροσωπούμενο από την A. Banister, solicitor, και τον J. Hilliard, QC,

–        η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον S. Brandon, καθώς και από τις R. Fadoju και C. Crane, επικουρούμενους από τον J. Coppel, QC,

–        η Ιρλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Browne, J. Quaney, E. Creedon, καθώς και από τον A. Joyce, επικουρούμενους από την Ú. Tighe, BL,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. Kellerbauer και M. Wilderspin,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 26ης Απριλίου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (ΕΕ 2008, L 283, σ. 36).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Grenville Hampshire και του The Board of the Pension Protection Fund (διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου προστασίας συντάξεων, στο εξής: διοικητικό συμβούλιο του PPF), όσον αφορά τον υπολογισμό των δικαιωμάτων του σε παροχές γήρατος.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η αιτιολογική σκέψη 3 της οδηγίας 2008/94 έχει ως εξής:

«Είναι αναγκαία η θέσπιση διατάξεων για την προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, ιδίως για τη διασφάλιση της πληρωμής των ανεξόφλητων απαιτήσεών τους και για την εξασφάλιση της κατ’ ελάχιστον προστασίας, λαμβανομένης υπόψη της αναγκαιότητας ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης στην [Ευρωπαϊκή Ένωση]. Προς τούτο, τα κράτη μέλη πρέπει να συστήσουν οργανισμό που θα εγγυάται στους οικείους μισθωτούς την πληρωμή των ανεξόφλητων απαιτήσεών τους.»

4        Κατά το άρθρο της 1, παράγραφος 1, η οδηγία εφαρμόζεται στις απαιτήσεις μισθωτών από συμβάσεις εργασίας ή από σχέσεις εργασίας κατά εργοδοτών σε κατάσταση αφερεγγυότητας, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας.

5        Κατά το άρθρο 8 της ίδιας οδηγίας:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων για την προστασία των συμφερόντων των μισθωτών και των προσώπων που έχουν ήδη αποχωρήσει από την επιχείρηση ή από την εγκατάσταση του εργοδότη την ημέρα επελεύσεως της αφερεγγυότητάς του, σε ό,τι αφορά τα κεκτημένα δικαιώματά τους ή τα δικαιώματα προσδοκίας για παροχές γήρατος συμπεριλαμβανόμενων και των παροχών επιζώντων, στο πλαίσιο των υφισταμένων συστημάτων επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής επικουρικής προνοίας, εκτός των εθνικών συστημάτων υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης.»

6        Το άρθρο 12, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/94 προβλέπει ότι η οδηγία αυτή δεν θίγει την ευχέρεια των κρατών μελών να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα που αποσκοπούν στην αποτροπή καταχρήσεων.

 Το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου

7        Όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε παροχές γήρατος, η οδηγία 2008/94 μεταφέρθηκε στο εσωτερικό δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου κυρίως με τον Pensions Act 2004 (νόμο περί συντάξεων του 2004, στο εξής: νόμος του 2004).

8        Με τον νόμο αυτόν ιδρύθηκε Ταμείο προστασίας συντάξεων, το «Pension Protection Fund» (στο εξής: PPF), του οποίου τη διαχείριση έχει το διοικητικό συμβούλιο του PPF. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, το PPF αναλαμβάνει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, την ευθύνη για τις απαιτήσεις των μισθωτών από συμπληρωματικό επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σύστημα. Για τη χρηματοδότηση της αποστολής αυτής, το PPF εισπράττει εισφορές από όλα τα εγκεκριμένα συμπληρωματικά επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα.

9        Όταν ο εργοδότης που συμμετέχει σε επιλέξιμο συνταξιοδοτικό σύστημα καθορισμένων παροχών καθίσταται αφερέγγυος, το διοικητικό συμβούλιο του PPF αναλαμβάνει την ευθύνη του συστήματος αυτού, βάσει του νόμου του 2004, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

10      Στις προϋποθέσεις αυτές συγκαταλέγεται και η προϋπόθεση του άρθρου 127, παράγραφος 2, στοιχείο a, του νόμου του 2004, κατά την οποία «η αξία των στοιχείων του ενεργητικού του συστήματος επαγγελματικής ασφαλίσεως κατά τον κρίσιμο χρόνο πρέπει να είναι μικρότερη από το ύψος στο οποίο ανέρχονται κατά τον ίδιο χρόνο οι προστατευόμενες υποχρεώσεις».

11      Οι προστατευόμενες υποχρεώσεις, οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 131 του νόμου του 2004, δεν καλύπτουν το σύνολο των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων όλων των μισθωτών που υπάγονται σε συμπληρωματικό επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σύστημα, αλλά μόνον το κόστος της εγγυήσεως των παροχών που αντιστοιχούν στην αποζημίωση που θα ήταν καταβλητέα σύμφωνα με τις διατάξεις περί συνταξιοδοτικής αποζημιώσεως εάν το διοικητικό συμβούλιο του PPF αναλάμβανε την ευθύνη του συνταξιοδοτικού συστήματος (στο εξής: αποζημίωση του PPF).

12      Ο νόμος του 2004, ειδικότερα το άρθρο του 162, δεν προβλέπει μείωση των δικαιωμάτων των μισθωτών οι οποίοι, κατά την ημερομηνία της επελεύσεως της αφερεγγυότητας του εργοδότη τους, είχαν ήδη συμπληρώσει το προβλεπόμενο από το συνταξιοδοτικό τους σύστημα γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως. Αντιθέτως, οι μισθωτοί οι οποίοι δεν είχαν ακόμη συμπληρώσει το προβλεπόμενο από το συνταξιοδοτικό τους σύστημα γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως κατά την ημερομηνία της επελεύσεως της αφερεγγυότητας δικαιούνται να λάβουν μόνον το 90 % της αξίας των κεκτημένων δικαιωμάτων τους. Επιπλέον, το δικαίωμά τους υπόκειται σε ανώτατο όριο, σύμφωνα με το σημείο 26 του προσαρτήματος 7 του νόμου του 2004.

13      Το ανώτατο όριο αποζημιώσεως που ισχύει για τους εργαζομένους ορισμένης ηλικιακής κατηγορίας καθορίζεται από το PPF. Το διοικητικό συμβούλιο του PPF δημοσιεύει αναλογιστικούς συντελεστές οι οποίοι μειώνουν το ανώτατο όριο για ασφαλισμένους που εισπράττουν την αποζημίωσή τους σε ηλικία μικρότερη των 65 ετών. Δυνάμει του σημείου 26, παράγραφος 7, του προσαρτήματος 7 του νόμου του 2004, το ανώτατο ποσό της αποζημιώσεως δεν είναι το ανώτατο όριο καθεαυτό, αλλά αντιστοιχεί στο 90 % του ποσού του ανωτάτου ορίου.

14      Το σημείο 28 του προσαρτήματος 7 του νόμου του 2004 προβλέπει, περαιτέρω, ότι τα ανώτατα όρια αναπροσαρμόζονται βάσει του πληθωρισμού, χωρίς ωστόσο η αναπροσαρμογή να υπερβαίνει το 2,5 % ετησίως. Δεν προβλέπεται ωστόσο αναπροσαρμογή του ανώτατου ορίου κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως αυτής για τις αποζημιώσεις που εισπράττονται λόγω περιόδου απασχολήσεως προγενέστερης της 6ης Απριλίου 1997.

15      Σε περίπτωση αφερεγγυότητας που εμπίπτει στον νόμο του 2004, αρχίζει μια περίοδος εκτιμήσεως, βάσει του άρθρου 132 του νόμου αυτού, κατά την οποία εξετάζεται το επίπεδο χρηματοδότησης του συστήματος αυτού, προκειμένου να καθοριστεί εάν το PPF πρέπει να αναλάβει ή όχι την ευθύνη του συγκεκριμένου συστήματος, κατά το άρθρο 127, παράγραφος 2 (στο εξής: περίοδος εκτιμήσεως). Κατά την εν λόγω περίοδο εκτιμήσεως, το άρθρο 138 του νόμου του 2004 απαιτεί οι καταβλητέες προς τους ασφαλισμένους παροχές να μειωθούν στο ύψος της αποζημιώσεως που θα καταβαλλόταν αν το PPF ήταν υποχρεωμένο να αναλάβει το σύστημα.

16      Κατά τα άρθρα 143 και 144 του νόμου του 2004, η αποτίμηση των προστατευόμενων υποχρεώσεων και των στοιχείων του ενεργητικού του συστήματος, η οποία πραγματοποιείται κατά την περίοδο εκτιμήσεως, καθίσταται, εάν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο του PPF και εφόσον δεν προσβληθεί, δεσμευτική και η αποτίμηση αυτή είναι καθοριστική για να εκτιμηθεί αν πληρούται η προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 127, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του εν λόγω νόμου για τη μεταβίβαση της ευθύνης στο PPF.

17      Δυνάμει του άρθρου 154 του νόμου του 2004, αν διαπιστωθεί ότι τα περιουσιακά στοιχεία του συστήματος επαρκούν ώστε να καλυφθεί το ποσό στο οποίο ανέρχονται οι προστατευόμενες υποχρεώσεις κατά την ημερομηνία επελεύσεως της αφερεγγυότητας, το σύστημα παραμένει εκτός PPF και εκκαθαρίζεται από τους εμπιστευματοδόχους του. Στην περίπτωση αυτή, το συμπληρωματικό συνταξιοδοτικό σύστημα υποχρεούται να καταβάλει στους εργαζομένους, από τα εναπομένοντα περιουσιακά στοιχεία, παροχές γήρατος ίσης αξίας με την αποζημίωση από το PPF. Δυνάμει του άρθρου 154, παράγραφος 7, του νόμου του 2004, το συμπληρωματικό επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σύστημα υπόκειται, στο πλαίσιο αυτό, στις οδηγίες του PPF.

18      Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι τα περιουσιακά στοιχεία δεν επαρκούν για να εκπληρωθούν οι προστατευόμενες υποχρεώσεις, το διοικητικό συμβούλιο του PPF αναλαμβάνει την ευθύνη του συστήματος. Συναφώς, το άρθρο 161, παράγραφος 2, του νόμου του 2004 ορίζει:

«Όταν το διοικητικό συμβούλιο [του PPF] αναλαμβάνει την ευθύνη του συστήματος, τούτο συνεπάγεται ότι

(a)      η περιουσία, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του συστήματος μεταβιβάζονται στο διοικητικό συμβούλιο [του PPF], χωρίς άλλη εγγύηση, από τη στιγμή που οι εμπιστευματοδόχοι ή οι διαχειριστές λαμβάνουν την κοινοποίηση της μεταβιβάσεως,

(β)      οι εμπιστευματοδόχοι ή οι διαχειριστές του συστήματος απαλλάσσονται από την υποχρέωσή τους για την καταβολή συντάξεων από τον χρόνο εκείνο και έπειτα,

(γ)      εφεξής, το διοικητικό συμβούλιο [του PPF] αναλαμβάνει την ευθύνη να διασφαλίσει ότι οι αποζημιώσεις καταβάλλονται (και καταβάλλονταν) σύμφωνα με τις σχετικές ρυθμίσεις και, ως εκ τούτου, από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, το σύστημα αντιμετωπίζεται σαν να εκκαθαρίσθηκε αμέσως μετά το χρονικό αυτό σημείο.»

19      Σύμφωνα με την Pension Protection Fund (Pension Compensation Cap) Order 2006 [διάταξη του 2006 του Ταμείου προστασίας συντάξεων (ανώτατο όριο συνταξιοδοτικής αποζημιώσεως)], από 1ης Απριλίου 2006, το ανώτατο όριο για πρόσωπα ηλικίας 65 ετών ανερχόταν σε 28 944,45 λίρες στερλίνες (GBP).

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

20      Ο G. Hampshire απασχολήθηκε στην Turner & Newall plc (στο εξής: T&N) την περίοδο από το 1971 έως το 1998. Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου, ήταν ασφαλισμένος στο συνταξιοδοτικό σύστημα της T&N (στο εξής: σύστημα της T&N).

21      Μετά την απόλυσή του, το 1998, κατόπιν της εξαγοράς της T&N από τη Federal‑Mogul Corporation of America, ο G. Hampshire συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα σε ηλικία 51 ετών, ενώ το γενικό όριο συνταξιοδοτήσεως των μισθωτών που ήταν ασφαλισμένοι στο σύστημα της T&N ήταν τα 62 έτη. Ο G. Hampshire ενημερώθηκε από τους εμπιστευματοδόχους του συνταξιοδοτικού συστήματος της T&N ότι η ετήσια σύνταξή του ανερχόταν στο ποσό των 48 781,80 GBP ετησίως, προ φόρων, με ετήσια αύξηση 3 % κατ’ ελάχιστον.

22      Δεδομένου ότι η Federal-Mogul Corporation of America ζήτησε προστασία από την αφερεγγυότητα το 2001 στις ΗΠΑ, το PPF κίνησε, στις 10 Ιουλίου 2006, στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη διαδικασία εκτιμήσεως των προστατευόμενων υποχρεώσεων και των περιουσιακών στοιχείων του συστήματος της T&N. Κατά την ημερομηνία εκείνη, ο G. Hampshire ήταν 58 ετών.

23      Κατά το πέρας της εν λόγω εκτιμήσεως, το διοικητικό συμβούλιο του PPF ενέκρινε, στις 19 Σεπτεμβρίου 2011, την αποτίμηση σύμφωνα με την οποία, στις 10 Ιουλίου 2006, τα περιουσιακά στοιχεία του συστήματος της T&N υπερέβαιναν τις προστατευόμενες υποχρεώσεις, οπότε υπήρχαν επαρκείς πόροι για την εξασφάλιση της καταβολής παροχών γήρατος αξίας ίσης με την αποζημίωση από το PPF (στο εξής: απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2011). Επομένως, το διοικητικό συμβούλιο του PPF δεν ανέλαβε την ευθύνη του συστήματος αυτού.

24      Το ακαθάριστο ποσό της σύνταξης του G. Hampshire καθορίστηκε, μετά από αναπροσαρμογή για το εφάπαξ ποσό των 89 965 GBP το οποίο αυτός έλαβε κατόπιν της συνταξιοδότησής του το 1998, στο ποσό των 19 819 GBP ετησίως, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του γεγονότος ότι δεν είχε ακόμη συμπληρώσει, την 10η Ιουλίου 2006, το γενικό όριο της ηλικίας συνταξιοδότησης του συστήματος της T&N και ότι, επομένως, ο κανόνας του ανωτάτου ορίου που προβλέπεται στο σημείο 26 του προσαρτήματος 7 του νόμου του 2004 είχε εφαρμογή στην περίπτωσή του.

25      Συνεπώς, ο G. Hampshire υπέστη μείωση της τάξεως του 67 % περίπου σε σχέση με τα ανερχόμενα στο ποσό των 60 240 GBP ετησίως δικαιώματα τα οποία θα είχε θεμελιώσει αν ο εργοδότης του δεν είχε καταστεί αφερέγγυος.

26      Περαιτέρω, δεδομένου ότι η εργασία του παρασχέθηκε κατ’ ουσίαν πριν από τις 6 Απριλίου 1997, ο G. Hampshire απώλεσε τα περισσότερα από τα δικαιώματά του για ετήσια αύξηση της σύνταξής του. Ο G. Hampshire λαμβάνει, κατά τους υπολογισμούς του, το 25 % περίπου των συνταξιοδοτικών παροχών που θα δικαιούνταν να λάβει λόγω της εργασίας του στην T&N.

27      Ο G. Hampshire, όπως και 15 ακόμη πρώην εργαζόμενοι της T&N οι οποίοι πλήττονται από παρεμφερείς μειώσεις, προσέφυγε στον Pension Protection Fund Ombudsman (Διαμεσολαβητή του Ταμείου προστασίας συντάξεων, Ηνωμένο Βασίλειο) αμφισβητώντας την αποτίμηση του συστήματος της T&N, όπως εγκρίθηκε από το διοικητικό συμβούλιο του PPF με την απόφασή του της 19ης Σεπτεμβρίου 2011.

28      Κατόπιν της απορρίψεως της καταγγελίας του αυτής στις 19 Φεβρουαρίου 2014, ο G. Hampshire άσκησε προσφυγή ενώπιον του High Court of Justice (England & Wales), (Chancery Division) [ανώτερου δικαστηρίου (Αγγλία και Ουαλία), τμήμα εμπορικών και λοιπών ιδιωτικών διαφορών, Ηνωμένο Βασίλειο].

29      Με απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου 2014, το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του G. Hampshire. Ο G. Hampshire άσκησε έφεση ενώπιον του Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) [εφετείου (Αγγλία και Ουαλία) (πολιτικό τμήμα), Ηνωμένο Βασίλειο].

30      Ο G. Hampshire προέβαλε, κατ’ ουσίαν, ότι οι διατάξεις του νόμου του 2004 επί των οποίων στηριζόταν η απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2011 δεν συνάδουν με το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτές είχαν ως συνέπεια ορισμένοι μισθωτοί να λαμβάνουν λιγότερο από το 50 % της αξίας των κεκτημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους.

31      Το PPF προέβαλε ότι, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με το άρθρο 8 της οδηγίας αυτής, τα συστήματα προστασίας πρέπει απλώς να εξασφαλίζουν, στο σύνολο των μισθωτών που υπάγονται σε συμπληρωματικό επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σύστημα, αποζημίωση ανερχόμενη τουλάχιστον στο 50 % της αξίας των κεκτημένων δικαιωμάτων τους κατά μέσο όρο. Αντιθέτως, δεν απαιτείται να εισπράττει κάθε μισθωτός ατομικά αποζημίωση ίση τουλάχιστον με το 50 % της αξίας των κεκτημένων δικαιωμάτων του.

32      Υπό τις συνθήκες αυτές το Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) [εφετείο (Αγγλία και Ουαλία) (πολιτικό τμήμα)] αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Επιβάλλει το άρθρο 8 της οδηγίας 80/987/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 1980, περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (ΕΕ 1980, L 283, σ. 23)] (το οποίο, πλέον, έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94/ΕΚ) στα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, κάθε μεμονωμένος μισθωτός δικαιούται να λάβει τουλάχιστον το 50 % των κεκτημένων δικαιωμάτων του για παροχές γήρατος (με μοναδική εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται κατάχρηση, επί των οποίων εφαρμόζεται το άρθρο 10, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας);

2)      Επικουρικώς, υπό την επιφύλαξη της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών της προκειμένης υποθέσεως από τα εθνικά δικαστήρια, αρκεί, για τους σκοπούς του άρθρου 8 της οδηγίας [80/987], το οικείο κράτος μέλος να έχει προβλέψει σύστημα ασφαλίσεως βάσει του οποίου οι μισθωτοί λαμβάνουν, κατά κανόνα, ποσοστό μεγαλύτερο του 50 % των κεκτημένων δικαιωμάτων τους για παροχές γήρατος, αλλά ορισμένοι μεμονωμένοι μισθωτοί λαμβάνουν ποσοστό μικρότερο από το 50 % λόγω:

α)      της επιβολής ανώτατου οικονομικού ορίου ως προς το ύψος της καταβλητέας αποζημιώσεως (ιδίως για μισθωτούς οι οποίοι δεν είχαν συμπληρώσει την προβλεπόμενη από το σύστημα επαγγελματικής ασφαλίσεώς τους κανονική ηλικία συνταξιοδοτήσεως κατά τον χρόνο επελεύσεως της αφερεγγυότητας του εργοδότη τους)· και/ή

β)      ρυθμίσεων, βάσει των οποίων περιορίζονται είτε οι ετήσιες αυξήσεις της καταβλητέας στους μισθωτούς αποζημιώσεως είτε η ετήσια αναπροσαρμογή των δικαιωμάτων που απέκτησαν αυτοί πριν συνταξιοδοτηθούν;

3)      Έχει το άρθρο 8 της οδηγίας [80/987] άμεση εφαρμογή στις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως;»

 Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

33      Η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου υποστηρίζει ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη λόγω της υποθετικής φύσεως των υποβληθέντων ερωτημάτων. Συγκεκριμένα, ακόμη και αν οι υποχρεώσεις του συστήματος της T&N αποτιμώνταν χωρίς να ληφθεί υπόψη το ανώτατο όριο που προβλέπει η εθνική ρύθμιση, τα περιουσιακά στοιχεία του συστήματος αυτού θα υπερέβαιναν τις προστατευόμενες υποχρεώσεις και, ως εκ τούτου, το PPF δεν θα μπορούσε να αναλάβει την ευθύνη του εν λόγω συστήματος το οποίο θα παρέμενε υπό τη διαχείριση των εμπιστευματοδόχων του. Επομένως, ελλείψει οριζόντιας άμεσης εφαρμογής του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94, ο μόνος τρόπος κατά τον οποίο ο G. Hampshire θα μπορούσε να διεκδικήσει τα δικαιώματά του είναι να αξιώσει αποζημίωση από το κράτος, πράγμα που δεν αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής της κύριας δίκης.

34      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων την οποία προβλέπει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, εναπόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της δικαστικής αποφάσεως που πρόκειται να εκδοθεί να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Επομένως, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται καταρχήν να αποφανθεί (απόφαση της 23ης Ιανουαρίου 2018, F. Hoffmann-La Roche κ.λπ., C‑179/16, EU:C:2018:25, σκέψη 44 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

35      Επομένως, για τα σχετικά με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ερωτήματα που υποβάλλει το εθνικό δικαστήριο, εντός του πραγματικού και νομικού πλαισίου που προσδιορίζει με δική του ευθύνη και του οποίου την ακρίβεια δεν οφείλει να ελέγξει το Δικαστήριο, ισχύει τεκμήριο λυσιτέλειας. Το Δικαστήριο μπορεί να απορρίψει την αίτηση που του έχει υποβάλει το εθνικό δικαστήριο μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης που ζητεί το εθνικό δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (απόφαση της 23ης Ιανουαρίου 2018, F. Hoffmann-La Roche κ.λπ., C-179/16, EU:C:2018:25, σκέψη 45 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

36      Όμως, εν προκειμένω, δεν προκύπτει προδήλως ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης την οποία ζητεί το αιτούν δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης. Συγκεκριμένα, τα εν λόγω ερωτήματα, τα οποία αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94, εντάσσονται στο πλαίσιο διαφοράς που αφορά το ζήτημα αν οι κανόνες του νόμου του 2004 που διέπουν τον υπολογισμό των προστατευόμενων υποχρεώσεων συμβιβάζονται προς τις επιταγές της διατάξεως αυτής. Εφόσον η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως από το Δικαστήριο ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα νέα αποτίμηση των προστατευόμενων από το PPF υποχρεώσεων και, επομένως, των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του G. Hampshire, τα εν λόγω προδικαστικά ερωτήματα συνδέονται επαρκώς με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης.

37      Περαιτέρω, το ερώτημα αν το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 παράγει άμεσο αποτέλεσμα σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη είναι επίσης λυσιτελές, δεδομένου ότι το αιτούν δικαστήριο, για την επίλυση της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί, ενδέχεται να κληθεί να αποφασίσει αν ο G. Hampshire μπορεί ή όχι να επικαλεστεί το εν λόγω άρθρο 8 κατά του διοικητικού συμβουλίου του PPF.

38      Υπό τις συνθήκες αυτές, τα προδικαστικά ερωτήματα είναι παραδεκτά.

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος

39      Με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, εάν το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 έχει την έννοια ότι κάθε μεμονωμένος μισθωτός πρέπει να λαμβάνει αποζημίωση που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50 % της αξίας των δικαιωμάτων που θεμελίωσε στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη του ή αν αρκεί το ότι η αποζημίωση αυτή είναι εγγυημένη για τη μεγάλη πλειονότητα των μισθωτών, αλλά, βάσει ορισμένων ορίων που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο, ορισμένοι από τους μισθωτούς αυτούς λαμβάνουν αποζημίωση μικρότερη από το 50 % της αξίας των κεκτημένων δικαιωμάτων τους.

40      Κατά το γράμμα του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων για την προστασία των συμφερόντων των μισθωτών και των προσώπων που έχουν ήδη αποχωρήσει από την επιχείρηση ή από την εγκατάσταση του εργοδότη την ημέρα επελεύσεως της αφερεγγυότητάς του, σε ό,τι αφορά τα κεκτημένα δικαιώματά τους ή τα δικαιώματα προσδοκίας για παροχές γήρατος, συμπεριλαμβανομένων και των παροχών επιζώντων, στο πλαίσιο των υφισταμένων συστημάτων επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής επικουρικής προνοίας, εκτός των εθνικών συστημάτων υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης.

41      Συναφώς, τα κράτη μέλη διαθέτουν, βεβαίως, ευρεία διακριτική ευχέρεια κατά τον καθορισμό τόσο του μηχανισμού όσο και του επιπέδου της προστασίας αυτής, διακριτική ευχέρεια η οποία αποκλείει την υποχρέωση πλήρους εγγυήσεως (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ., C-278/05, EU:C:2007:56, σκέψεις 36 και 42 έως 45, της 25ης Απριλίου 2013, Hogan κ.λπ., C-398/11, EU:C:2013:272, σκέψη 42, καθώς και της 24ης Νοεμβρίου 2016, Webb-Sämann, C-454/15, EU:C:2016:891, σκέψη 34).

42      Επομένως, το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να μειώνουν, επιδιώκοντας την επίτευξη θεμιτών οικονομικών και κοινωνικών στόχων, και ιδίως τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, τα κεκτημένα δικαιώματα των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη τους.

43      Ωστόσο, όσον αφορά το άρθρο 8 της οδηγίας 80/987, νυν άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι διατάξεις εσωτερικού δικαίου οι οποίες μπορεί να έχουν ως συνέπεια, σε ορισμένες περιπτώσεις, την περιορισμένη διασφάλιση των παροχών, ήτοι κατά λιγότερο από το ήμισυ των κεκτημένων δικαιωμάτων, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι ανταποκρίνονται στον ορισμό της έννοιας «προστασία», όπως χρησιμοποιείται στη διάταξη αυτή (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ., C-278/05, EU:C:2007:56, σκέψη 57).

44      Πρέπει να διευκρινιστεί ότι αντικείμενο της διαφοράς στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση εκείνη ήταν, μεταξύ άλλων, τα δικαιώματα σε παροχές δύο πρώην μισθωτών οι οποίοι είχαν λάβει μόνον το 20 % και το 49 %, αντιστοίχως, των παροχών γήρατος που μπορούσαν να αξιώσουν (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ., C-278/05, EU:C:2007:56, σκέψη 54).

45      Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την ερμηνεία αυτή με την απόφαση της 25ης Απριλίου 2013, Hogan κ.λπ. (C-398/11, EU:C:2013:272), η οποία εκδόθηκε επί υποθέσεως που είχε ως αντικείμενο τα δικαιώματα σε παροχές γήρατος που θεμελίωσαν ατομικά δέκα πρώην μισθωτοί, προσδιοριζόμενοι ονομαστικά στην απόφαση, οι οποίοι ήταν όλοι ασφαλισμένοι σε ένα από τα συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά συστήματα καθορισμένων παροχών που είχε συστήσει ο εργοδότης τους. Το Δικαστήριο, αφού παρέπεμψε στη σκέψη 57 της αποφάσεως της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ. (C-278/05, EU:C:2007:56), έκρινε ότι η ορθή μεταφορά του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94 στην εσωτερική έννομη τάξη προϋποθέτει ότι ο εργαζόμενος θα είναι σε θέση να λάβει, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη του, τουλάχιστον το ήμισυ της αξίας των παροχών γήρατος για τις οποίες έχει θεμελιώσει δικαίωμα καταβάλλοντας εισφορές στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 25ης Απριλίου 2013, Hogan κ.λπ., C-398/11, EU:C:2013:272, σκέψεις 43 και 51).

46      Όπως προκύπτει από την εν λόγω νομολογία, η οποία επιβεβαιώθηκε προσφάτως με την απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2016, Webb-Sämann (C-454/15, EU:C:2016:891, σκέψη 35), το επίπεδο προστασίας που προβλέπει το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 συνιστά την ελάχιστη ατομική εγγύηση για κάθε μεμονωμένο μισθωτό.

47      Συγκεκριμένα, ο σκοπός της οδηγίας αυτής, η οποία αποβλέπει στο να εξασφαλίζει σε κάθε μισθωτό μια ελάχιστη κοινοτική προστασία σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, θα διακυβευόταν σοβαρά αν, χωρίς να υφίσταται οποιαδήποτε κατάχρηση δικαιώματος εκ μέρους του εργαζομένου, κατά την έννοια του άρθρου 12 της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη μπορούσαν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που υπέχουν από το άρθρο 8 της ίδιας οδηγίας χωρίς να παρέχουν σε κάθε μεμονωμένο εργαζόμενο μια τέτοια ελάχιστη προστασία.

48      Κατά συνέπεια, αντίθετα προς όσα υποστήριξε η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου στην παρούσα διαδικασία, η ερμηνεία που έδωσε το Δικαστήριο όσον αφορά το επίπεδο και τη φύση της προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 και τους κατ’ ιδίαν δικαιούχους της προστασίας αυτής δεν περιορίζεται στις συγκεκριμένες περιπτώσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι αποφάσεις της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ. (C-278/05, EU:C:2007:56), της 25ης Απριλίου 2013, Hogan κ.λπ. (C-398/11, EU:C:2013:272), καθώς και της 24ης Νοεμβρίου 2016, Webb-Sämann (C-454/15, EU:C:2016:891), αλλά έχει γενική εφαρμογή.

49      Επομένως, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι η εφαρμογή της ερμηνείας αυτής περιορίζεται σε ορισμένους αφερέγγυους εργοδότες συγκεκριμένων τομέων ή σε ορισμένους μισθωτούς ενός συγκεκριμένου οικονομικού και κοινωνικού πλαισίου.

50      Ως εκ τούτου, το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εξασφαλίζουν σε κάθε μισθωτό, χωρίς εξαίρεση, αποζημίωση που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50 % της αξίας των δικαιωμάτων τα οποία έχει θεμελιώσει στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη του, χωρίς εντούτοις να αποκλείει ότι, υπό άλλες συνθήκες, οι ζημίες που έχει υποστεί ο μισθωτός αυτός θα μπορούσαν επίσης, έστω και εάν το ποσοστό τους είναι χαμηλότερο, να θεωρηθούν ως προδήλως δυσανάλογες υπό το πρίσμα της υποχρεώσεως προστασίας των συμφερόντων των μισθωτών που προβλέπει η εν λόγω διάταξη (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2016, Webb-Sämann, C‑454/15, EU:C:2016:891, σκέψη 35).

51      Εξάλλου, όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν η γενική εισαγγελέας με τα σημεία 48 έως 53 των προτάσεών της, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αποτελεσματικότητα της ελάχιστης προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη τους την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, το οποίο επιτάσσει η προστασία αυτή να καλύπτει όλη τη διάρκεια της συνταξιοδότησης, η αποζημίωση που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50 % της αξίας των κεκτημένων δικαιωμάτων τους πρέπει να υπολογίζεται λαμβανομένης υπόψη της προβλεπόμενης εξέλιξης των συνταξιοδοτικών παροχών καθ’ όλη τη διάρκεια της συντάξεως, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να μειωθεί, με την πάροδο του χρόνου, το εγγυημένο ποσό σε ποσοστό κατώτερο του 50 % της αρχικής αξίας που θεμελιώθηκε για ένα συντάξιμο έτος.

52      Κατόπιν των ανωτέρω, στο πρώτο και το δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 έχει την έννοια ότι κάθε μεμονωμένος μισθωτός πρέπει, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη του, να λαμβάνει παροχές γήρατος που αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 50 % της αξίας των δικαιωμάτων τα οποία έχει θεμελιώσει στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος.

 Επί του τρίτου ερωτήματος

53      Με το τρίτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά εάν το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 έχει άμεσο αποτέλεσμα.

54      Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, οι διοικούμενοι μπορούν να επικαλούνται απαλλαγμένες αιρέσεων και αρκούντως σαφείς διατάξεις των οδηγιών έναντι του κράτους μέλους και του συνόλου των οργάνων της δημόσιας διοίκησης, καθώς και έναντι οργανισμών ή φορέων που υπόκεινται στην εποπτεία ή τον έλεγχο του κράτους ή που έχουν εξαιρετικές εξουσίες σε σχέση με εκείνες που απορρέουν από τους εφαρμοστέους στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών κανόνες (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 2017, Farrell, C-413/15, EU:C:2017:745, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

55      Μπορούν επίσης να εξομοιώνονται με το κράτος οργανισμοί ή φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί, από δημόσια αρχή, η εκτέλεση αποστολής δημοσίου συμφέροντος και, για τον λόγο αυτό, έχουν εξοπλιστεί με εξαιρετικές εξουσίες (απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 2017, Farrell, C-413/15, EU:C:2017:745, σκέψη 34).

56      Εν προκειμένω, πρέπει συνεπώς να εξεταστεί αν το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 είναι απαλλαγμένο αιρέσεων και αρκούντως σαφές. Η εξέταση αυτή πρέπει να αφορά τρία στοιχεία, δηλαδή τον προσδιορισμό των δικαιούχων της προστασίας που προβλέπει η εν λόγω διάταξη, το περιεχόμενο της προστασίας αυτής και τον προσδιορισμό αυτού που οφείλει να παράσχει την προστασία (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 1991, Francovich κ.λπ., C‑6/90 και C-9/90, EU:C:1991:428, σκέψη 12).

57      Όσον αφορά τους δικαιούχους της προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, από το γράμμα του άρθρου αυτού προκύπτει σαφώς ότι η οδηγία αποβλέπει στην προστασία των μισθωτών που πλήττονται από την αφερεγγυότητα του εργοδότη τους. Επομένως, το εν λόγω άρθρο πληροί, ως προς τον προσδιορισμό των δικαιούχων της εγγυήσεως, τις προϋποθέσεις σαφήνειας και απουσίας αιρέσεων που απαιτούνται για την άμεση εφαρμογή μιας διατάξεως οδηγίας.

58      Όσον αφορά το περιεχόμενο της προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, υπενθυμίζεται ότι, με την απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ. (C-278/05, EU:C:2007:56), το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το εν λόγω άρθρο 8 προϋποθέτει ότι ο εργαζόμενος θα λάβει, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη του, τουλάχιστον το ήμισυ της αξίας των παροχών γήρατος για τις οποίες έχει θεμελιώσει δικαίωμα καταβάλλοντας εισφορές στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος (απόφαση της 25ης Απριλίου 2013, Hogan κ.λπ., C-398/11, EU:C:2013:272, σκέψη 51).

59      Η ερμηνεία αυτή της εν λόγω διατάξεως διασαφηνίζει και διευκρινίζει τη σημασία και το περιεχόμενό της, όπως πρέπει ή θα έπρεπε να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται από τότε που τέθηκε σε ισχύ (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 19ης Απριλίου 2016, DI, C-441/14, EU:C:2016:278, σκέψη 40, καθώς και της 22ας Νοεμβρίου 2017, Cussens κ.λπ., C-251/16, EU:C:2017:881, σκέψη 41).

60      Επομένως, το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 περιέχει σαφή και συγκεκριμένη υποχρέωση την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη και η οποία αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες. Πρέπει να προστεθεί ότι η υποχρέωση αυτή δεν υπόκειται σε καμία ειδική προϋπόθεση.

61      Όσον αφορά τον προσδιορισμό εκείνου που οφείλει να παράσχει την προστασία την οποία προβλέπει το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, υπενθυμίζεται ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως ως προς τον μηχανισμό που πρέπει να θεσπισθεί και, ως εκ τούτου, μπορούν να προβλέπουν, μεταξύ άλλων, χρηματοδότηση από τις δημόσιες αρχές, υποχρέωση ασφαλίσεως βαρύνουσα τους εργοδότες ή σύσταση οργανισμού εγγυήσεως (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Robins κ.λπ., C-278/05, EU:C:2007:56, σκέψεις 36 και 37).

62      Ωστόσο, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας με το σημείο 79 των προτάσεών της, εφόσον το κράτος μέλος έχει κάνει πλήρως χρήση του εν λόγω περιθωρίου εκτιμήσεως, δεν μπορεί πλέον να εμποδίσει τον ιδιώτη να επικαλεστεί την ελάχιστη προστασία που δικαιούται δυνάμει του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94.

63      Συναφώς, όπως προκύπτει από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, ο εθνικός νομοθέτης αποφάσισε, με την έκδοση του νόμου του 2004, ότι, όταν ένας εργοδότης που συμμετέχει σε επιλέξιμο συνταξιοδοτικό σύστημα καθορισμένων παροχών καταστεί αφερέγγυος, πρέπει να εξεταστεί το επίπεδο χρηματοδότησης του εν λόγω συστήματος, ειδικότερα δε να αποτιμηθούν οι προστατευόμενες υποχρεώσεις και τα στοιχεία του ενεργητικού του συστήματος αυτού. Κατά τον ως άνω νόμο, εφόσον από την εν λόγω αποτίμηση, μετά την έγκρισή της από το διοικητικό συμβούλιο του PPF, καταδεικνύεται ότι τα στοιχεία του ενεργητικού του συστήματος επαρκούν για να καταβληθεί το κόστος των προστατευόμενων υποχρεώσεων, το συγκεκριμένο σύστημα, μολονότι υπόκειται στις οδηγίες του διοικητικού συμβουλίου του PPF, παραμένει υπό τη διαχείριση των εμπιστευματοδόχων του. Αντιθέτως, στην περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία του συστήματος είναι ανεπαρκή, ο νόμος του 2004 προβλέπει ότι το διοικητικό συμβούλιο του PPF αναλαμβάνει την ευθύνη του συστήματος αυτού, όπερ συνεπάγεται ότι οι εμπιστευματοδόχοι του συστήματος απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τις συντάξεις και ότι το διοικητικό συμβούλιο του PPF είναι υποχρεωμένο να εξασφαλίσει την καταβολή των αποζημιώσεων.

64      Επομένως, ο νόμος του 2004 ορίζει σαφώς ποιος είναι αρμόδιος για την αποτίμηση των προστατευόμενων υποχρεώσεων και των περιουσιακών στοιχείων των συμπληρωματικών επαγγελματικών συνταξιοδοτικών συστημάτων, καθώς και ποιος φέρει την ευθύνη για τη διασφάλιση της ελάχιστης προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94.

65      Συνεπώς, στο PPF εναπόκειται να εκπληρώσει, στο Ηνωμένο Βασίλειο, την υποχρέωση που υπέχουν τα κράτη μέλη να προστατεύουν τα συμφέροντα των μισθωτών όσον αφορά τα δικαιώματά τους σε παροχές γήρατος που έχουν θεμελιώσει στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος.

66      Όσον αφορά το ζήτημα αν το PPF είναι φορέας που ανήκει στο κράτος ή μπορεί να εξομοιωθεί με αυτό, κατά την έννοια της νομολογίας που παρατίθεται στις σκέψεις 54 και 55 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να τονιστεί ότι το PPF είναι επιφορτισμένο με αποστολή δημοσίου συμφέροντος και διαθέτει εξαιρετικές εξουσίες για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής, καθόσον εισπράττει εισφορές από τα εγκεκριμένα συμπληρωματικά επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα και είναι εξουσιοδοτημένο να απευθύνει στα συστήματα αυτά τις αναγκαίες οδηγίες στο πλαίσιο της εκκαθαρίσεώς τους. Περαιτέρω, εγκρίνοντας την αποτίμηση των προστατευόμενων υποχρεώσεων ενός συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος, το διοικητικό συμβούλιο του PPF ορίζει το επίπεδο προστασίας κάθε μισθωτού ως προς τα δικαιώματα σε παροχές γήρατος που έχει θεμελιώσει τόσο στην περίπτωση της αναλήψεως της ευθύνης του συστήματος από το PPF όσο και στην περίπτωση ενδεχόμενης εκκαθαρίσεως εκτός PPF.

67      Επομένως, πληρούνται οι προϋποθέσεις για να μπορεί ένας μισθωτός, ευρισκόμενος σε κατάσταση όπως αυτή του G. Hampshire, να επικαλεσθεί το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 έναντι του διοικητικού συμβουλίου του PPF.

68      Όσον αφορά το επιχείρημα της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, κατά το οποίο το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94 δεν μπορεί να προβληθεί κατά των εμπιστευματοδόχων του συστήματος της T&N, λόγω του ότι οι εμπιστευματοδόχοι αυτοί είναι ιδιώτες, ενώ τα στοιχεία του ενεργητικού του συστήματος αυτού καλύπτουν τις προστατευόμενες υποχρεώσεις του συστήματος και, επομένως, το εν λόγω σύστημα της T&N θα καταβάλει στον G. Hampshire τις παροχές γήρατος, επιβάλλεται η διαπίστωση, αφενός, ότι διάδικοι της κύριας δίκης είναι ο G. Hampshire και το διοικητικό συμβούλιο του PPF, καθώς και ο Secretary of State for Work and Pensions (Υπουργός Εργασίας και Συντάξεων, Ηνωμένο Βασίλειο). Ούτε το σύστημα της T&N ούτε οι εμπιστευματοδόχοι του συστήματος αυτού είναι διάδικοι της κύριας δίκης.

69      Αφετέρου, κατά την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η διαφορά της κύριας δίκης δεν αφορά το αν ο G. Hampshire μπορεί να απαιτήσει απευθείας από το σύστημα της T&N ή από τους διαχειριστές του την καταβολή αποζημιώσεως ύψους που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50 % των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τα οποία θεμελίωσε στο σύστημα αυτό, αλλά τη νομιμότητα της αποφάσεως με την οποία το διοικητικό συμβούλιο του PPF ενέκρινε τις προστατευόμενες υποχρεώσεις του εν λόγω συστήματος. Όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας με τα σημεία 89, 91 και 92 των προτάσεών της, αντικείμενο της διαφοράς αυτής είναι να καθοριστεί αν, με την επίκληση του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94, μπορεί να υποχρεωθεί το διοικητικό συμβούλιο του PPF να προβεί σε νέα αποτίμηση των προστατευόμενων υποχρεώσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η επίπτωση που θα μπορούσε να έχει στο σύστημα της T&N ένας νέος υπολογισμός της αποζημιώσεως του PPF συνιστά απλώς αρνητικό αντίκτυπο επί των δικαιωμάτων τρίτων και δεν δικαιολογεί την άρνηση να αναγνωριστεί το άμεσο αποτέλεσμα της διάταξης αυτής έναντι φορέα που χαρακτηρίζεται ως κρατικός φορέας (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2015, T-Mobile Czech Republic και Vodafone Czech Republic, C-508/14, EU:C:2015:657, σκέψη 48 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

70      Κατόπιν των ανωτέρω, στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, έχει άμεσο αποτέλεσμα και, ως εκ τούτου, μπορεί να γίνει επίκλησή του ενώπιον εθνικού δικαστηρίου από μεμονωμένο μισθωτό προκειμένου να αμφισβητηθεί απόφαση οργανισμού όπως το διοικητικό συμβούλιο του PPF.

 Επί των δικαστικών εξόδων

71      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, έχει την έννοια ότι κάθε μεμονωμένος μισθωτός πρέπει, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη του, να λαμβάνει παροχές γήρατος που αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 50 % της αξίας των δικαιωμάτων τα οποία έχει θεμελιώσει στο πλαίσιο συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος.

2)      Το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, έχει άμεσο αποτέλεσμα και, ως εκ τούτου, μπορεί να γίνει επίκλησή του ενώπιον εθνικού δικαστηρίου από μεμονωμένο μισθωτό προκειμένου να αμφισβητηθεί απόφαση οργανισμού όπως το TheBoardofthePensionProtectionFund (διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου προστασίας των συντάξεων, Ηνωμένο Βασίλειο).

(υπογραφές)

Yπόθεση C-527/16 Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ο εργοδότης ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του – Χορήγηση πιστοποιητικών Α 1 από το κράτος μέλος προελεύσεως μετά την αναγνώριση από το κράτος μέλος υποδοχής της υπαγωγής των εργαζομένων στο δικό του σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως – Γνώμη της διοικητικής επιτροπής – Έκδοση των πιστοποιητικών A 1 μολονότι δεν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις – Διαπίστωση – Δεσμευτικός χαρακτήρας και αναδρομική ισχύς των πιστοποιητικών αυτών – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Έννοια του προσώπου που “έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου”

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 6ης Σεπτεμβρίου 2018

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική ασφάλιση – Κανονισμός (ΕΚ) 987/2009 – Άρθρα 5 και 19, παράγραφος 2 – Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ο εργοδότης ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του – Χορήγηση πιστοποιητικών Α 1 από το κράτος μέλος προελεύσεως μετά την αναγνώριση από το κράτος μέλος υποδοχής της υπαγωγής των εργαζομένων στο δικό του σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως – Γνώμη της διοικητικής επιτροπής – Έκδοση των πιστοποιητικών A 1 μολονότι δεν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις – Διαπίστωση – Δεσμευτικός χαρακτήρας και αναδρομική ισχύς των πιστοποιητικών αυτών – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Έννοια του προσώπου που “έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου”»

Στην υπόθεση C-527/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Αυστρία) με απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Οκτωβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

Σάλτσμπουργκer Gebietskrankenkasse,

Bundesminister für Arbeit, Soziales und Konsumentenschutz,

παρισταμένων των:

Alpenrind GmbH,

Martin-Meat Szolgáltató és Kereskedelmi Kft,

Martimpex-Meat Kft,

Pensionsversicherungsanstalt,

Allgemeine Unfallversicherungsanstalt,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο τμήματος, C. G. Fernlund, J.‑C. Bonichot, S. Rodin και E. Regan (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 28ης Σεπτεμβρίου 2017,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

–        το Σάλτσμπουργκer Gebietskrankenkasse, εκπροσωπούμενο από τον P. Reichel, Rechtsanwalt,

–        η Alpenrind GmbH, εκπροσωπούμενη από τους R. Haumer και W. Berger, Rechtsanwälte,

–        η Martimpex-Meat Kft και η Martin-Meat Szolgáltató és Kereskedelmi Kft, εκπροσωπούμενες από τους U. Salburg και G. Simonfay, Rechtsanwälte,

–        η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον G. Hesse,

–        η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις L. Van den Broeck και M. Jacobs,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek, J. Vláčil, J. Pavliš και O. Šváb,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και D. Klebss,

–        η Ιρλανδία, εκπροσωπούμενη από τις L. Williams, G. Hodge, J. Murray και E. Creedon καθώς και από τους A. Joyce και N. Donnelly,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την C. David,

–        η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Ζ. Fehér,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna, επικουρούμενο από τον M. Malczewska, adwokat,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους B.-R. Killmann και D. Martin,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 31ης Ιανουαρίου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία, αφενός, του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2004, L 166, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 200, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1244/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010 (ΕΕ 2010, L 338, σ. 35) (στο εξής: κανονισμός 883/2004), καθώς και, αφετέρου, του άρθρου 5 και του άρθρου 19, παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 (ΕΕ 2009, L 284, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1244/2010 (ΕΕ 2010, L 338, σ. 35) (στο εξής: κανονισμός 987/2009).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, του Σάλτσμπουργκer Gebietskrankenkasse (περιφερειακού ταμείου ασφαλίσεως υγείας του ομόσπονδου κράτους του Σάλτσμπουργκ, Αυστρία) (στο εξής: ταμείο υγείας του Σάλτσμπουργκ) και του Bundesminister für Arbeit, Soziales und Konsumentenschutz (Ομοσπονδιακού Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Προστασίας του Καταναλωτή, Αυστρία) (στο εξής: Υπουργός) και, αφετέρου, της Alpenrind GmbH, της Martin-Meat Szolgáltató és Kereskedelmi kft (στο εξής: Martin-Meat), της Martimpex-Meat Kft (στο εξής: Martimpex), του Pensionsversicherungsanstalt (οργανισμού συντάξεων, Αυστρία) και του Allgemeine Unfallversicherungsanstalt (γενικού φορέα ασφαλίσεως ατυχημάτων, Αυστρία), με αντικείμενο την κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία που είναι εφαρμοστέα επί προσώπων αποσπασμένων προς παροχή εργασίας στην Αυστρία στο πλαίσιο συμφωνίας μεταξύ της Alpenrind, με έδρα την Αυστρία, και της Martimpex, με έδρα την Ουγγαρία.

 Το νομικό πλαίσιο

 Ο κανονισμός 883/2004

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 3, 5, 8, 15, 17 έως 18α και 45 του κανονισμού 883/2004 έχουν ως εξής:

«(1)      Οι κανόνες συντονισμού των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας εγγράφονται στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και θα πρέπει να συμβάλλουν στη βελτίωση του επιπέδου της ζωής τους και των συνθηκών εργασίας τους.

[…]

(3)       Ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της [Ένωσης] τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με διάφορες ευκαιρίες, προκειμένου να ληφθούν υπόψη όχι μόνον οι εξελίξεις σε […] επίπεδο [Ένωσης], συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων του Δικαστηρίου, αλλά και οι αλλαγές της νομοθεσίας, σε εθνικό επίπεδο. Οι παράγοντες αυτοί συνέτειναν ώστε οι κοινοτικοί κανόνες συντονισμού να καταστούν περίπλοκοι και μακροσκελείς. Κατά συνέπεια, είναι θεμελιώδους σημασίας να αντικατασταθούν οι εν λόγω κανόνες και, παράλληλα, να εκσυγχρονισθούν και να απλουστευθούν, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων.

[…]

(5)      Στο πλαίσιο του συντονισμού αυτού, είναι ανάγκη να εξασφαλισθεί, εντός της [Ένωσης], ίση μεταχείριση των ενδιαφερομένων προσώπων, δυνάμει των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών.

[…]

(8)      Η γενική αρχή της ίσης μεταχείρισης έχει ιδιαίτερη σημασία για εργαζομένους, οι οποίοι δεν κατοικούν στο κράτος μέλος όπου απασχολούνται, συμπεριλαμβανομένων των μεθοριακών εργαζομένων.

[…]

(15)      Τα πρόσωπα που διακινούνται στο εσωτερικό της [Ένωσης] είναι ανάγκη να υπάγονται στο σύστημα κοινωνικής ασφάλειας ενός μόνον κράτους μέλους, ώστε να αποφεύγεται η συρροή των εφαρμοστέων εθνικών νομοθεσιών και οι περιπλοκές που είναι δυνατόν να προκύψουν από αυτήν.

[...]

(17)      Για να εξασφαλισθεί, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, η ίση μεταχείριση για όλα τα πρόσωπα που εργάζονται στο έδαφος ενός κράτους μέλους, είναι σκόπιμο να προσδιορίζεται, κατά γενικό κανόνα, ως εφαρμοστέα νομοθεσία, η νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος ασκεί τη μη μισθωτή ή τη μη μισθωτή δραστηριότητά του.

(18)      Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες αιτιολογούν άλλα κριτήρια εφαρμογής, είναι ανάγκη να γίνεται παρέκκλιση από τον γενικό αυτό κανόνα.

(18α)      Η βασική αρχή της ενιαίας εφαρμοστέας νομοθεσίας είναι υψίστης σημασίας και θα πρέπει να ενισχυθεί. [...]

(45)       Δεδομένου ότι ο στόχος της προβλεπόμενης δράσης, εν άλλοις, [η λήψη] μέτρ[ων] συντονισμού προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων μπορεί να ασκείται αποτελεσματικά, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, λόγω του μεγέθους και των αποτελεσμάτων της εν λόγω δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η [Ένωση] μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. [...]»

4        Εντός του τίτλου ΙΙ του κανονισμού αυτού που τιτλοφορείται «Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας», το άρθρο 11, που επιγράφεται «Γενικοί κανόνες», προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός υπάγονται στη νομοθεσία ενός και μόνον κράτους μέλους. Η νομοθεσία αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τον παρόντα τίτλο.

[...]

3.      Με την επιφύλαξη των άρθρων 12 έως 16:

α)      το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα σε κράτος μέλος, υπάγεται στη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους·

[...]».

5        Εντός του ίδιου τίτλου, το άρθρο 12 του κανονισμού αυτού, που επιγράφεται «Ειδικοί κανόνες», όριζε στην παράγραφο 1, όπως ίσχυε κατά την έναρξη της περιόδου από 1ης Φεβρουαρίου 2012 έως τη 13η Δεκεμβρίου 2013 (στο εξής: επίδικη περίοδος), τα εξής:

«Το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα σε κράτος μέλος για λογαριασμό εργοδότη ο οποίος ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του εκεί και το οποίο έχει αποσπασθεί από τον εργοδότη του σε άλλο κράτος μέλος προκειμένου να εκτελέσει εργασία για λογαριασμό του εργοδότη του, εξακολουθεί να υπάγεται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες και ότι το πρόσωπο αυτό δεν έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου.»

6        Κατά τη διάρκεια της επίδικης περιόδου, το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 465/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού 883/2004 και του κανονισμού 987/2009 (ΕΕ 2012, L 149, σ. 4), και στο τέλος της ως άνω παραγράφου προστέθηκε ο όρος «αποσπασμένος».

7        Εντός του τίτλου IV του εν λόγω κανονισμού, που επιγράφεται «Διοικητική επιτροπή και συμβουλευτική επιτροπή», το άρθρο 71, με τίτλο «Σύνθεση και λειτουργία της διοικητικής επιτροπής», ορίζει, στην παράγραφο 1, τα εξής:

«Η Διοικητική Επιτροπή για το Συντονισμό των Συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης (εφεξής “διοικητική επιτροπή”), υπάγεται στην [Ευρωπαϊκή Επιτροπή] και αποτελείται από έναν εκπρόσωπο της Κυβέρνησης κάθε κράτους μέλους, ο οποίος επικουρείται, εφόσον απαιτείται, από ειδικούς συμβούλους. Ένας αντιπρόσωπος της Επιτροπής μετέχει με συμβουλευτική ψήφο στις συνεδριάσεις της Διοικητικής Επιτροπής.»

8        Το άρθρο 72 του εν λόγω τίτλου IV, που επιγράφεται «Καθήκοντα της διοικητικής επιτροπής», έχει ως εξής:

«Η Διοικητική Επιτροπή:

α)      χειρίζεται όλα τα διοικητικά θέματα και τα θέματα ερμηνείας που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, του [κανονισμού 987/2009] ή από κάθε άλλη συμφωνία ή ρύθμιση που συνάπτεται στο πλαίσιο των κανονισμών αυτών, με την επιφύλαξη του δικαιώματος των σχετικών αρχών, φορέων και προσώπων να προσφεύγουν στα δικαστήρια και τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις νομοθεσίες των κρατών μελών, από τον παρόντα κανονισμό ή από τη Συνθήκη·

[...]

γ)      προάγει και αναπτύσσει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και των φορέων τους σε θέματα κοινωνικής ασφάλειας, ιδίως προκειμένου να αντιμετωπίζονται συγκεκριμένα ζητήματα ορισμένων κατηγοριών προσώπων· διευκολύνει επίσης την υλοποίηση δράσεων διασυνοριακής συνεργασίας στον τομέα του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας·

[...]».

9        Το άρθρο 76, το οποίο επιγράφεται «Συνεργασία» και περιλαμβάνεται στον τίτλο V του κανονισμού 883/2004, που τιτλοφορείται «Διάφορες διατάξεις», έχει ως εξής:

«1.      Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών γνωστοποιούν μεταξύ τους κάθε πληροφορία που αφορά:

α)      τα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

β)      τροποποιήσεις της νομοθεσίας τους που δύνανται να επηρεάσουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.       Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι αρχές και οι φορείς των κρατών μελών παρέχουν μεταξύ τους κάθε δυνατή διευκόλυνση, σαν να επρόκειτο για την εφαρμογή της δικής τους νομοθεσίας. [...]»

 Ο κανονισμός 987/2009

10      Οι αιτιολογικές σκέψεις 2, 6 και 12 του κανονισμού 987/2009 έχουν ως εξής:

«(2)      Η αποτελεσματικότερη και η στενότερη συνεργασία μεταξύ των φορέων κοινωνικής ασφάλειας αποτελεί παράγοντα ουσιώδους σημασίας για να μπορούν τα πρόσωπα που καλύπτονται από τον [κανονισμό 883/2004] να ασκούν τα δικαιώματά τους το συντομότερο δυνατόν και με τους καλύτερους δυνατούς όρους.

[...]

(6)      Η ενίσχυση ορισμένων διαδικασιών αναμένεται να αυξήσει την ασφάλεια δικαίου και τη διαφάνεια για τους χρήστες του [κανονισμού 883/2004]. Για παράδειγμα, ο καθορισμός κοινών προθεσμιών για την εκπλήρωση ορισμένων υποχρεώσεων ή για την ολοκλήρωση ορισμένων διοικητικών διαδικασιών αναμένεται να συμβάλει στην αποσαφήνιση και στην καλύτερη οργάνωση των σχέσεων μεταξύ των ασφαλισμένων και των φορέων.

[...]

(12)      Σκοπός πολλών μέτρων και διαδικασιών που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό είναι να αυξηθεί η διαφάνεια των κριτηρίων που πρέπει να εφαρμόζουν οι φορείς των κρατών μελών στο πλαίσιο του [κανονισμού 883/2004]. Τα μέτρα και οι διαδικασίες αυτές απορρέουν από τη νομολογία του [Δικαστηρίου], από τις αποφάσεις της διοικητικής επιτροπής καθώς και από την υπερτριακονταετή πείρα εφαρμογής του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας στο πλαίσιο των θεμελιωδών ελευθεριών που προβλέπονται από τη Συνθήκη.»

11      Εντός του τίτλου Ι του κανονισμού 987/2009, που επιγράφεται «Γενικές διατάξεις», το κεφάλαιο Ι, το οποίο περιλαμβάνει τους ορισμούς, προβλέπει, στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, ότι ως «έγγραφο» νοείται ως «σύνολο δεδομένων, ανεξαρτήτως του χρησιμοποιούμενου μέσου, δομημένων κατά τρόπον ώστε να είναι δυνατόν να ανταλλάσσονται ηλεκτρονικά και η κοινοποίηση των οποίων είναι απαραίτητη για τη λειτουργία του [κανονισμού 883/2004] και του [κανονισμού 987/2009]».

12      Εντός του ως άνω τίτλου I, κεφάλαιο II, το οποίο επιγράφεται «Διατάξεις για τη συνεργασία και τις ανταλλαγές δεδομένων», το άρθρο 5, που τιτλοφορείται «Νομική αξία των εγγράφων και των δικαιολογητικών που εκδίδονται σε άλλο κράτος μέλος», ορίζει τα εξής:

«1.      Τα έγγραφα που εκδίδονται από τον φορέα κράτους μέλους και τα οποία βεβαιώνουν την κατάσταση ενός προσώπου για τους σκοπούς της εφαρμογής του [κανονισμού 883/2004] και του [κανονισμού 987/2009], καθώς και τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων εκδόθηκαν τα έγγραφα, ισχύουν υποχρεωτικά για τους φορείς των άλλων κρατών μελών, εφόσον τα εν λόγω έγγραφα ή δικαιολογητικά δεν ανακαλούνται ή δεν κηρύσσονται άκυρα από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκαν.

2.      Σε περίπτωση αμφιβολίας περί την εγκυρότητα ενός εγγράφου ή την ακρίβεια των γεγονότων επί των οποίων θεμελιώνονται τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτό, ο φορέας του κράτους μέλους που λαμβάνει το έγγραφο απευθύνεται στον φορέα που το εξέδωσε για να του ζητήσει τις αναγκαίες διευκρινίσεις και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάκληση του εν λόγω εγγράφου. Ο εκδίδων φορέας επανεξετάζει τους λόγους έκδοσης του εγγράφου και, ανάλογα με την περίπτωση, το ανακαλεί.

3.      Σύμφωνα με την παράγραφο 2, όταν υπάρχει αμφιβολία για τις πληροφορίες που έχουν παράσχει οι ενδιαφερόμενοι, την εγκυρότητα ενός εγγράφου ή αποδεικτικού στοιχείου ή την ακρίβεια των γεγονότων επί των οποίων βασίζονται οι ισχυρισμοί που περιέχει, ο φορέας του τόπου διαμονής ή κατοικίας, κατ’ αίτηση του αρμόδιου φορέα, προβαίνει στην αναγκαία επαλήθευση αυτών των πληροφοριών ή εγγράφων, εφόσον είναι δυνατή η διενέργειά της.

4.      Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των σχετικών φορέων, το θέμα μπορεί να τεθεί ενώπιον της διοικητικής επιτροπής από τις αρμόδιες αρχές, αφού παρέλθει ένας μήνας από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος του φορέα που έλαβε το έγγραφο. Η διοικητική επιτροπή επιχειρεί να συμβιβάσει τις διιστάμενες απόψεις εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία επελήφθη του θέματος.»

13      Το άρθρο 6 του ως άνω κεφαλαίου ΙΙ, με τίτλο «Προσωρινή εφαρμογή νομοθεσίας και προσωρινή καταβολή παροχών», έχει ως εξής:

«1.       Εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά στον κανονισμό εφαρμογής, σε περίπτωση διάστασης απόψεων μεταξύ των φορέων ή των αρχών δύο ή περισσότερων κρατών μελών σχετικά με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας, ο ενδιαφερόμενος υπόκειται προσωρινά στη νομοθεσία ενός από αυτά τα κράτη μέλη, με την εξής σειρά προτεραιότητας:

α)      νομοθεσία του κράτους μέλους όπου ο ενδιαφερόμενος ασκεί πραγματικά τη μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητά του, εάν η μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα ασκείται μόνον σε ένα κράτος μέλος·

[...]

3.      Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των σχετικών φορέων ή αρχών, το θέμα μπορεί να τεθεί ενώπιον της διοικητικής επιτροπής από τις αρμόδιες αρχές, αφού παρέλθει ένας μήνας από την ημερομηνία κατά την οποία ανέκυψε η διάσταση απόψεων, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 ή 2. Η διοικητική επιτροπή επιδιώκει να συμβιβάσει τις διισταμένες απόψεις εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία επελήφθη του θέματος.

[...]»

14      Εντός του τίτλου ΙΙ του κανονισμού 987/2009, που επιγράφεται «Καθορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας», το άρθρο 15, με τίτλο «Διαδικασίες εφαρμογής του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχεία βʹ και δʹ, του άρθρου 11, παράγραφος 4, και του άρθρου 12 του [κανονισμού 883/2004] (σχετικά με την παροχή πληροφοριών στους ενδιαφερόμενους φορείς)», όριζε στην παράγραφο 1, όπως ίσχυε κατά την έναρξη της επίδικης περιόδου, τα εξής:

«Εάν δεν ορίζεται διαφορετικά στο άρθρο 16 του [κανονισμού 987/2009], εάν ένα πρόσωπο ασκεί τη δραστηριότητά του σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος μέλος δυνάμει του τίτλου ΙΙ του [κανονισμού 883/2004], ο εργοδότης ή, σε περίπτωση προσώπου που δεν ασκεί δραστηριότητα μισθωτού, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνει, ει δυνατόν εκ των προτέρων, τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου εφαρμόζεται. Ο εν λόγω φορέας καθιστά αμελλητί διαθέσιμες τις πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, ή το άρθρο 12 του [κανονισμού 883/2004], στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο και στον φορέα που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα.»

15      Κατά τη διάρκεια της επίδικης περιόδου, η δεύτερη περίοδος του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 465/2012. Το τροποποιημένο κείμενο της διατάξεως αυτής έχει ως εξής:

«[…] Ο εν λόγω φορέας εκδίδει στον ενδιαφερόμενο το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο 19, παράγραφος 2, του [κανονισμού 987/2009] και καθιστά αμελλητί διαθέσιμες τις πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, ή το άρθρο 12 του [κανονισμού 883/2004], στον φορέα που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα.»

16      Εντός του ίδιου τίτλου, το άρθρο 19, που επιγράφεται «Παροχή πληροφοριών στους ενδιαφερομένους και στους εργοδότες», έχει ως εξής:

«1.      Ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου καθίσταται εφαρμοστέα δυνάμει του τίτλου ΙΙ του [κανονισμού 883/2004] ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο καθώς και, αν συντρέχει περίπτωση, τον ή τους εργοδότες του, για τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή τη νομοθεσία. Τους παρέχει τη βοήθεια που χρειάζονται για την εκπλήρωση των διατυπώσεων που επιβάλλει αυτή η νομοθεσία.

2.      Μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου ή του εργοδότη, ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου είναι εφαρμοστέα δυνάμει διατάξεως του τίτλου ΙΙ του [κανονισμού 883/2004], βεβαιώνει ότι αυτή η νομοθεσία είναι εφαρμοστέα και αναφέρει, αν συντρέχει σχετική περίπτωση, έως ποια ημερομηνία και υπό ποιους όρους.»

17      Το άρθρο 20 του ως άνω τίτλου II, το οποίο επιγράφεται «Συνεργασία μεταξύ φορέων», ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Οι σχετικοί φορείς κοινοποιούν στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου είναι εφαρμοστέα σε ένα πρόσωπο δυνάμει του τίτλου ΙΙ του [κανονισμού 883/2004], τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τον καθορισμό της ημερομηνίας κατά την οποία η νομοθεσία αυτή τίθεται σε ισχύ και για τον υπολογισμό των εισφορών που βαρύνουν αυτό το πρόσωπο και τον ή τους εργοδότες του δυνάμει αυτής της νομοθεσίας.

2.      Ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου καθίσταται εφαρμοστέα σε ένα πρόσωπο δυνάμει του τίτλου ΙΙ του [κανονισμού 883/2004], καθιστά τις πληροφορίες σχετικά με την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής της νομοθεσίας αυτής διαθέσιμες στον φορέα που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή του τελευταίου κράτους μέλους, στη νομοθεσία του οποίου είχε υπαχθεί το εν λόγω πρόσωπο.»

18      Εντός του τίτλου V, που επιγράφεται «Διάφορες, μεταβατικές και τελικές διατάξεις», το άρθρο 89, που τιτλοφορείται «Ενημέρωση», ορίζει, στην παράγραφο 3, τα εξής:

«Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε οι φορείς τους να είναι ενημερωμένοι και να εφαρμόζουν το σύνολο των […] νομοθετικών ή άλλων διατάξεων [της Ένωσης], συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων της διοικητικής επιτροπής, στους τομείς του [κανονισμού 883/2004] και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπουν ο [κανονισμός 883/2004] και ο [κανονισμός 987/2009].»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

19      Η Alpenrind δραστηριοποιείται στον τομέα της εμπορίας ζώων και κρέατος. Από το 1997, εκμεταλλεύεται στο Σάλτσμπουργκ σφαγείο το οποίο μισθώνει.

20      Κατά τη διάρκεια του έτους 2007 η Alpenrind, πρώην S GmbH, συνήψε με τη Martin-Meat, που εδρεύει στην Ουγγαρία, σύμβαση βάσει της οποίας η τελευταία αναλάμβανε την υποχρέωση να εκτελέσει εργασίες τεμαχισμού και συσκευασίας κρέατος για ποσότητα 25 ημισφάγιων βοοειδών εβδομαδιαίως. Οι εργασίες αυτές εκτελούνταν στις εγκαταστάσεις της Alpenrind από αποσπασμένους στην Αυστρία εργαζομένους. Στις 31 Ιανουαρίου 2012 η Martin-Meat Kft έπαψε να δραστηριοποιείται στον τομέα του τεμαχισμού κρέατος και συνέχισε να διενεργεί σφαγές για την Alpenrind.

21      Στις 24 Ιανουαρίου 2012 η Alpenrind συνήψε με τη Martimpex, που εδρεύει στην Ουγγαρία, σύμβαση βάσει της οποίας η τελευταία εταιρία αναλάμβανε να εκτελέσει, από την 1η Φεβρουαρίου 2012 έως τις 31 Ιανουαρίου 2014, εργασίες τεμαχισμού 55 000 τόνων ημισφάγιων βοοειδών για λογαριασμό της Alpenrind. Οι εργασίες αυτές εκτελούνταν στις εγκαταστάσεις της Alpenrind από αποσπασμένους στην Αυστρία εργαζομένους. Η Martimpex παραλάμβανε τα τεμάχια κρέατος και οι εργαζόμενοί της προέβαιναν σε περαιτέρω τεμαχισμό και συσκευασία τους.

22      Από 1ης Φεβρουαρίου 2014, η Alpenrind συμφώνησε εκ νέου με την Martin-Meat να συνεχίσει η δεύτερη να εκτελεί τις εν λόγω εργασίες τεμαχισμού κρέατος στις προαναφερθείσες εγκαταστάσεις.

23      Όσον αφορά τους περισσότερους από 250 εργαζομένους οι οποίοι, κατά την επίδικη περίοδο, απασχολούνταν από τη Martimpex, ο αρμόδιος ουγγρικός φορέας κοινωνικής ασφαλίσεως εξέδωσε –εν μέρει αναδρομικά και εν μέρει για περιπτώσεις στις οποίες ο αυστριακός φορέας κοινωνικής ασφαλίσεως είχε ήδη διαπιστώσει με πράξη του την υπαγωγή των ενδιαφερόμενων εργαζομένων στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της αυστριακής νομοθεσίας– πιστοποιητικά που βεβαίωναν την εφαρμογή του ουγγρικού καθεστώτος κοινωνικής ασφαλίσεως, συμφώνως προς τα άρθρα 11 έως 16 του κανονισμού 883/2004 και προς το άρθρο 19 του κανονισμού 987/2009. Σε καθένα από τα πιστοποιητικά αυτά η Alpenrind αναγράφεται ως εργοδότης στον τόπο όπου ασκείται επαγγελματική δραστηριότητα.

24      Το ταμείο υγείας του Σάλτσμπουργκ διαπίστωσε με πράξη την υπαγωγή των προαναφερθέντων εργαζομένων, κατά την επίδικη περίοδο, στην υποχρεωτική ασφάλιση, συμφώνως προς το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του Allgemeine Sozialversicherungsgesetz (κώδικα κοινωνικής ασφαλίσεως) και προς το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο a, του Arbeitslosenversicherungsgesetz (νόμου περί ασφαλίσεως ανεργίας), στηριζόμενο στην εκ μέρους τους παροχή μισθωτής εργασίας για κοινή εκμετάλλευση των εταιριών Alpenrind , Martin-Meat και Martimpex.

25      Με την αναιρεσιβαλλόμενη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου απόφαση, το Verwaltungsgericht (διοικητικό πρωτοδικείο, Αυστρία) ακύρωσε την ως άνω απόφαση του ταμείου υγείας του Σάλτσμπουργκ, για τον λόγο ότι ο αυστριακός φορέας κοινωνικής ασφαλίσεως δεν είχε αρμοδιότητα. Προς αιτιολόγηση της αποφάσεώς του, το Verwaltungsgericht (διοικητικό πρωτοδικείο) επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι ο αρμόδιος ουγγρικός φορέας κοινωνικής ασφαλίσεως είχε χορηγήσει, για καθένα από τα πρόσωπα που υπήχθησαν στην αυστριακή υποχρεωτική ασφάλιση, πιστοποιητικό A 1 από το οποίο προέκυπτε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο απασχολούνταν, από μια ορισμένη ημερομηνία, στην Ουγγαρία από τη Martimpex-Meat ως μισθωτός υπαγόμενος στην υποχρεωτική ασφάλιση και προφανώς είχε αποσπαστεί στην Alpenrind στην Αυστρία κατά τη διάρκεια της αναγραφόμενης σε κάθε πιστοποιητικό περιόδου, περιλαμβανομένης της επίδικης περιόδου.

26      Με την αναίρεση που άσκησε κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, το ταμείο υγείας του Σάλτσμπουργκ και ο Υπουργός βάλλουν κατά της διαπιστώσεως ότι τα πιστοποιητικά A 1 έχουν απόλυτη δεσμευτική ισχύ. Η δεσμευτική ισχύς αυτή στηρίζεται, κατά την άποψή τους, στην τήρηση της θεμελιώδους αρχής της ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, η οποία κατοχυρώνεται με το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ. Κατά τη γνώμη τους, ο ουγγρικός φορέας κοινωνικής ασφαλίσεως παραβίασε την εν λόγω αρχή.

27      Κατά το αιτούν δικαστήριο, η Ουγγαρία παρατήρησε ότι μόνο με δικαστική απόφαση θα μπορούσε να αρθεί το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται επίσης η Ουγγαρία και ότι η εθνική ουγγρική νομοθεσία αντιτίθεται στην ανάκληση του πιστοποιητικού Α 1. Το ταμείο υγείας του Σάλτσμπουργκ φρονεί ότι δεν δύναται να κινηθεί δικαστικώς στην Ουγγαρία. Κατά την άποψή του, ο μόνος τρόπος για να υπάρξει απόφαση επί της ουσίας είναι να διαπιστωθεί με σχετική πράξη η υπαγωγή στην αυστριακή υποχρεωτική ασφάλιση, παρά την προσκόμιση των πιστοποιητικών Α 1 που εξέδωσε ο αρμόδιος φορέας στην Ουγγαρία.

28      Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι ο Υπουργός προσκόμισε έγγραφα από τα οποία προκύπτει ότι, στις 20 και 21 Ιουνίου 2016, η διοικητική επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ουγγαρία κακώς είχε κρίνει ότι είχε αρμοδιότητα όσον αφορά τους ενδιαφερόμενους εργαζομένους και, ως εκ τούτου, τα πιστοποιητικά A 1 έπρεπε να ανακληθούν.

29      Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι η υποβληθείσα ενώπιόν του ένδικη διαφορά εγείρει ορισμένα ζητήματα ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης.

30      Ειδικότερα, πρώτον, το δικαστήριο αυτό παρατηρεί ότι, κατά το γράμμα του άρθρου 5 του κανονισμού 987/2009, μόνον οι φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως των κρατών μελών δεσμεύονται από τα έγγραφα τα οποία βεβαιώνουν την κατάσταση ενός προσώπου για τους σκοπούς εφαρμογής των κανονισμών 883/2004 και 987/2009, καθώς και από τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων έχουν αυτά εκδοθεί. Ως εκ τούτου, το εν λόγω δικαστήριο τρέφει αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον το ως άνω δεσμευτικό αποτέλεσμα ισχύει επίσης για τα εθνικά δικαστήρια.

31      Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, αφενός, αν η διεξαγωγή της διαδικασίας ενώπιον της διοικητικής επιτροπής έχει ενδεχομένως επιπτώσεις στη δεσμευτική ισχύ των πιστοποιητικών A 1. Ειδικότερα, το δικαστήριο αυτό ερωτά αν, σε περίπτωση που διαδικασία ενώπιον της διοικητικής επιτροπής περατωθεί χωρίς την επίτευξη συμφωνίας ούτε την ανάκληση των πιστοποιητικών Α 1, ανατρέπεται η δεσμευτική ισχύς των πιστοποιητικών αυτών και, επομένως, παρέχεται δυνατότητα κινήσεως διαδικασίας για τον καθορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως.

32      Αφετέρου, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι, εν προκειμένω, ορισμένα πιστοποιητικά Α 1 εκδόθηκαν με αναδρομική ισχύ και εν μέρει μόνον αφότου ο αυστριακός φορέας διαπίστωσε με πράξεις του την υπαγωγή στην υποχρεωτική ασφάλιση. Το δικαστήριο αυτό διερωτάται αν η έκδοση τέτοιων εγγράφων παράγει δεσμευτική ισχύ αναδρομικώς, στην περίπτωση κατά την οποία έχει προηγηθεί επίσημη διαπίστωση της υπαγωγής στην υποχρεωτική ασφάλιση του κράτους μέλους υποδοχής. Ειδικότερα, κατά το εν λόγω δικαστήριο, θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι οι πράξεις των αυστριακών φορέων περί υπαγωγής στην υποχρεωτική ασφάλιση είναι επίσης «έγγραφα», κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, με συνέπεια να έχουν δεσμευτική ισχύ δυνάμει της διατάξεως αυτής.

33      Τρίτον, στην περίπτωση κατά την οποία, υπό ορισμένες περιστάσεις, τα πιστοποιητικά A 1 έχουν απλώς περιορισμένη δεσμευτική ισχύ, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η προϋπόθεση του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, κατά την οποία ο αποσπασμένος εργαζόμενος εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εργοδότης του υπό τον όρο να μην έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου, έχει την έννοια ότι ο εργαζόμενος δεν μπορεί να αντικατασταθεί αμέσως από άλλον προσφάτως αποσπασθέντα εργαζόμενο, ανεξαρτήτως της επιχειρήσεως ή του κράτους μέλους από το οποίο προέρχεται αυτός ο προσφάτως αποσπασθείς εργαζόμενος αυτός. Η συσταλτική αυτή ερμηνεία, μολονότι θα μπορούσε να καταστήσει δυνατή την αποτροπή των καταχρήσεων, εντούτοις δεν προκύπτει κατ’ ανάγκην από το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004.

34      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Αυστρία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχουν τα έγγραφα, κατά την έννοια του άρθρου 19, παράγραφος 2, του [κανονισμού 987/2009], την προβλεπόμενη κατ’ άρθρο 5 του ίδιου κανονισμού δεσμευτική ισχύ επίσης σε διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου, κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ;

2)      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

α)      υφίσταται η ανωτέρω δεσμευτική ισχύς επίσης όταν έχει προηγηθεί διαδικασία ενώπιον της [διοικητικής επιτροπής], η οποία δεν κατέληξε σε συμφωνία, αλλά ούτε σε ανάκληση των επίμαχων εγγράφων;

β)      υφίσταται η ανωτέρω δεσμευτική ισχύς ακόμη και όταν έχει καταρχάς εκδοθεί έντυπο Α 1, αφότου το κράτος μέλος υποδοχής διαπίστωσε επισήμως ότι εφαρμόζονται οι δικές του εθνικές διατάξεις περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως; Έχει, στις περιπτώσεις αυτές, η δεσμευτική ισχύς αναδρομικό αποτέλεσμα;

3)      Σε περίπτωση που κριθεί ότι τα έγγραφα, κατά την έννοια του άρθρου 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, έχουν υπό ορισμένες προϋποθέσεις περιορισμένη δεσμευτική ισχύ:

αντιβαίνει στην απαγόρευση αντικαταστάσεως κατά το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 η περίπτωση κατά την οποία η αντικατάσταση δεν λαμβάνει τη μορφή της αποσπάσεως εργαζομένων από τον ίδιο εργοδότη, αλλά από διαφορετικό εργοδότη; Έχει σημασία, στο πλαίσιο αυτό,

α)      αν ο εν λόγω εργοδότης έχει την έδρα του στο ίδιο κράτος μέλος με τον πρώτο εργοδότη, ή

β)      αν μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου εργοδότη που προβαίνει σε απόσπαση εργαζομένων υφίστανται προσωπικοί και/ή οργανωτικοί δεσμοί;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

35      Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, δεσμεύει όχι μόνο τους φορείς του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα, αλλά και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού.

36      Επιβάλλεται εκ προοιμίου η υπόμνηση ότι, κατά το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία είναι εφαρμοστέα δυνάμει διατάξεως του τίτλου ΙΙ του κανονισμού 883/2004, συμπεριλαμβανομένου, επομένως, του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, βεβαιώνει, κατ’ αίτηση του ενδιαφερομένου ή του εργοδότη, ότι η νομοθεσία αυτή είναι εφαρμοστέα και προσδιορίζει, κατά περίπτωση, έως ποια ημερομηνία και υπό ποιους όρους.

37      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009 ορίζει ότι τα έγγραφα που εκδίδονται από τον φορέα κράτους μέλους και που βεβαιώνουν την κατάσταση ενός προσώπου για τους σκοπούς εφαρμογής του κανονισμού 883/2004 και του κανονισμού 987/2009, καθώς και τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων εκδόθηκαν τα έγγραφα αυτά, ισχύουν υποχρεωτικώς για τους φορείς των άλλων κρατών μελών, για όσο χρόνο τα εν λόγω έγγραφα ή δικαιολογητικά δεν έχουν ανακληθεί ή κηρυχθεί άκυρα από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκαν.

38      Ασφαλώς, όπως επισημαίνει το αιτούν δικαστήριο, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι τα διαλαμβανόμενα σε αυτήν έγγραφα δεσμεύουν τους «φορείς» κρατών μελών διαφορετικών από το κράτος μέλος εντός του οποίου εκδόθηκαν, χωρίς να κάνει ρητή αναφορά στα δικαστήρια των άλλων αυτών κρατών μελών.

39      Εντούτοις, η εν λόγω διάταξη ορίζει επίσης ότι τα έγγραφα αυτά ισχύουν υποχρεωτικώς «εφόσον τα εν λόγω έγγραφα ή δικαιολογητικά δεν ανακαλούνται ή δεν κηρύσσονται άκυρα από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκαν», στοιχείο που τείνει να καταδείξει ότι, καταρχήν, μόνον οι αρχές και τα δικαστήρια του εκδόντος κράτους μέλους δύνανται, κατά περίπτωση, να ανακαλούν ή να κηρύσσουν άκυρα τα πιστοποιητικά A 1.

40      Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από το ιστορικό θεσπίσεως του άρθρου 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009 και από το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται η διάταξη αυτή.

41      Ειδικότερα, όσον αφορά το πιστοποιητικό E 101, το οποίο χορηγούνταν πριν από τη θέσπιση του πιστοποιητικού A 1, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο δεσμευτικός χαρακτήρας του πρώτου αυτού πιστοποιητικού, που έχει χορηγηθεί συμφώνως προς το άρθρο 12α, σημείο 1α, του κανονισμού (ΕΚ) 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 138), ισχύει τόσο για τους φορείς όσο και για τα δικαστήρια του κράτους μέλους εντός του οποίου ασκείται η δραστηριότητα (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, αποφάσεις της 26ης Ιανουαρίου 2006, Herbosch Kiere, C-2/05, EU:C:2006:69, σκέψεις 30 έως 32, και της 27ης Απριλίου 2017, A-Rosa Flussschiff, C-620/15, EU:C:2017:309, σκέψη 51).

42      Στην αιτιολογική σκέψη 12 του κανονισμού 987/2009 εκτίθεται, μεταξύ άλλων, ότι τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό αυτόν μέτρα και διαδικασίες «απορρέουν από τη νομολογία του [Δικαστηρίου], από τις αποφάσεις της διοικητικής επιτροπής καθώς και από την υπερτριακονταετή πείρα εφαρμογής του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας στο πλαίσιο των θεμελιωδών ελευθεριών που προβλέπονται από τη Συνθήκη».

43      Ομοίως, το Δικαστήριο έχει επισημάνει ότι ο κανονισμός 987/2009 ενσωμάτωσε τη νομολογία του Δικαστηρίου, θεσπίζοντας τον δεσμευτικό χαρακτήρα του πιστοποιητικού E 101 και την αποκλειστική αρμοδιότητα του φορέα που το εκδίδει να εκτιμά το κύρος του εν λόγω πιστοποιητικού, και υιοθετώντας ρητώς την εν λόγω διαδικασία ως μέσο επιλύσεως των διαφορών τόσο ως προς την ακρίβεια των εγγράφων που εκδόθηκαν από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους όσο και ως προς τον καθορισμό της εφαρμοστέας στον συγκεκριμένο εργαζόμενο νομοθεσίας (απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, A-Rosa Flussschiff, C-620/15, EU:C:2017:309, σκέψη 59, καθώς και διάταξη της 24ης Οκτωβρίου 2017, Belu Dienstleistung και Nikless, C-474/16, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:812, σκέψη 19).

44      Εξ αυτού έπεται ότι, αν, κατά την έκδοση του κανονισμού 987/2009, ο νομοθέτης της Ένωσης είχε τη βούληση να αποκλίνει από την προγενέστερη συναφή νομολογία ώστε τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα να μη δεσμεύονται από πιστοποιητικά A 1 εκδοθέντα σε άλλο κράτος μέλος, θα μπορούσε να το προβλέψει ρητώς.

45      Εξάλλου, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 35 των προτάσεών του, οι εκτιμήσεις επί των οποίων στηρίζεται η νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τη δεσμευτική ισχύ των πιστοποιητικών Ε 101 ισχύουν επίσης στο πλαίσιο των κανονισμών 883/2004 και 987/2009. Ειδικότερα, μολονότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου μνημονεύεται, μεταξύ άλλων, στην αιτιολογική σκέψη 6 του κανονισμού 987/2009, η αρχή της υπαγωγής των μισθωτών σε ένα και μόνο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως εξαγγέλλεται με την αιτιολογική σκέψη 15 και με το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, ενώ η σημασία της αρχής της ειλικρινούς συνεργασίας απορρέει τόσο από το άρθρο 76 του κανονισμού 883/2004 όσο και από την αιτιολογική σκέψη 2 και από το άρθρο 20 του κανονισμού 987/2009.

46      Επομένως, αν γινόταν δεκτό ότι, πλην των περιπτώσεων απάτης ή καταχρήσεως δικαιώματος, ο αρμόδιος εθνικός φορέας δύναται, προσφεύγοντας σε δικαστήριο του κράτους μέλους υποδοχής του συγκεκριμένου εργαζομένου, να επιτύχει την κήρυξη της ακυρότητας του πιστοποιητικού E 101, θα ετίθετο σε κίνδυνο το σύστημα που βασίζεται στην ειλικρινή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων φορέων των κρατών μελών (βλ. υπ’ αυτή την έννοια, όσον αφορά τα πιστοποιητικά E 101, αποφάσεις της 26ης Ιανουαρίου 2006, Herbosch Kiere, C-2/05, EU:C:2006:69, σκέψη 30, της 27ης Απριλίου 2017, A-Rosa Flussschiff, C-620/15, EU:C:2017:309, σκέψη 47, καθώς και της 6ης Φεβρουαρίου 2018, Altun κ.λπ., C‑359/16, EU:C:2018:63, σκέψεις 54, 55, 60 και 61).

47      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, δεσμεύει όχι μόνο τους φορείς του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα, αλλά και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού.

 Επί του δεύτερου ερωτήματος

 Επί του πρώτου μέρους του δευτέρου ερωτήματος

48      Με το πρώτο μέρος του δευτέρου ερωτήματός του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 δεσμεύει τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, για όσο χρόνο το εν λόγω πιστοποιητικό δεν έχει ανακληθεί ή κηρυχθεί άκυρο από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε, ακόμη και στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του τελευταίου αυτού κράτους μέλους και του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα υπέβαλαν το σχετικό ζήτημα στη διοικητική επιτροπή και αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πιστοποιητικό αυτό κακώς εκδόθηκε και πρέπει να ανακληθεί.

–       Επί του παραδεκτού

49      Η Ουγγρική Κυβέρνηση υποστηρίζει, κατά κύριο λόγο, ότι το πρώτο μέρος του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος είναι υποθετικό, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, η διοικητική επιτροπή κατέληξε σε λύση που έγινε αποδεκτή τόσο από τη Δημοκρατία της Αυστρίας όσο και από την Ουγγαρία και ότι οι ουγγρικές αρχές επισήμαναν ότι, ως εκ τούτου, ήταν διατεθειμένες να ανακαλέσουν τα επίμαχα πιστοποιητικά A 1.

50      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, όπως έχει κατ’ επανάληψη κρίνει το Δικαστήριο, εναπόκειται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της δικαστικής αποφάσεως που πρόκειται να εκδώσει να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία ή το κύρος κανόνα δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται καταρχήν να απαντήσει (απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2018, American Express, C-304/16, EU:C:2018:66, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

51      Επομένως, τα ερωτήματα που αφορούν το δίκαιο της Ένωσης είναι κατά τεκμήριο λυσιτελή. Άρνηση του Δικαστηρίου να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα που έχει υποβληθεί από εθνικό δικαστήριο είναι δυνατή μόνον όταν είναι πρόδηλο ότι η ζητούμενη ερμηνεία ή κρίση επί του κύρους του συγκεκριμένου κανόνα δικαίου της Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το ζήτημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα (απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2018, American Express, C-304/16, EU:C:2018:66, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

52      Εν προκειμένω, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ασφαλώς ότι η διοικητική επιτροπή διατύπωσε, στις 9 Μαΐου 2016, γνώμη κατά την οποία το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης πιστοποιητικά A 1 ουδόλως έπρεπε να χορηγηθούν και ότι επιβάλλεται η ανάκλησή τους, γνώμη η οποία εγκρίθηκε, στη συνέχεια, από την εν λόγω επιτροπή κατά την 347η συνεδρίασή της στις 20 και 21 Ιουνίου 2016.

53      Εντούτοις, δεν αμφισβητείται ότι τα ως άνω πιστοποιητικά δεν ανακλήθηκαν από τον αρμόδιο φορέα στην Ουγγαρία ούτε κηρύχθηκαν άκυρα από τα ουγγρικά δικαστήρια.

54      Από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει επίσης ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας και η Ουγγαρία δεν κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τις λεπτομέρειες μιας ενδεχόμενης ανακλήσεως των πιστοποιητικών αυτών ή, τουλάχιστον, ορισμένων από αυτά. Επιπλέον, από τη δικογραφία αυτή προκύπτει προφανώς ότι η εφαρμογή της εν λόγω γνώμης ανεστάλη λόγω της υποβολής της υπό κρίση αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο πλαίσιο της οποίας η Ουγγρική Κυβέρνηση υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι ορθώς ο αρμόδιος ουγγρικός φορέας χορήγησε τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης πιστοποιητικά A 1 βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004.

55      Επομένως, τα σχετικά με τη διαφορά της κύριας δίκης πραγματικά περιστατικά, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί στο Δικαστήριο, συμπίπτουν με την ιστορική βάση στην οποία στηρίζεται το πρώτο μέρος του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος. Υπό τις συνθήκες αυτές, το γεγονός ότι η Ουγγαρία συμφώνησε, τουλάχιστον καταρχήν, με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η διοικητική επιτροπή ουδόλως αναιρεί τη λυσιτέλεια του ερωτήματος αυτού για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

56      Επιπλέον, το γεγονός ότι η διοικητική επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης πιστοποιητικά A 1 έπρεπε να ανακληθούν δεν μπορεί, αφ’ εαυτού, να δικαιολογήσει το απαράδεκτο του υπό κρίση προδικαστικού ερωτήματος, δεδομένου ότι αντικείμενο αυτού είναι ακριβώς το κατά πόσον το ως άνω συμπέρασμα μπορεί να έχει συνέπειες για τον δεσμευτικό χαρακτήρα των εν λόγω πιστοποιητικών έναντι των αρχών και των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα.

57      Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το πρώτο μέρος του δευτέρου ερωτήματος είναι υποθετικό, διαπίστωση που θα συνεπαγόταν ανατροπή του τεκμηρίου λυσιτέλειας περί του οποίου γίνεται λόγος στη σκέψη 51 της παρούσας αποφάσεως.

–       Επί της ουσίας

58      Υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 72 του κανονισμού 883/2004, το οποίο απαριθμεί τα καθήκοντα της διοικητικής επιτροπής, η επιτροπή αυτή, μεταξύ άλλων, χειρίζεται όλα τα διοικητικά ζητήματα και τα ζητήματα ερμηνείας που απορρέουν από τις διατάξεις του ίδιου κανονισμού ή του κανονισμού 987/2009 ή από κάθε άλλη συμφωνία ή ρύθμιση που συνάπτεται στο πλαίσιο των κανονισμών αυτών, με την επιφύλαξη του δικαιώματος των ενδιαφερόμενων αρχών, φορέων και προσώπων να προσφεύγουν στα δικαστήρια και τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις νομοθεσίες των κρατών μελών, από τον κανονισμό 883/2004 ή από τη Συνθήκη.

59      Κατά το ως άνω άρθρο 72, η διοικητική επιτροπή έχει επίσης το καθήκον, αφενός, να προάγει και να αναπτύσσει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και των φορέων τους σε θέματα κοινωνικής ασφάλειας, ιδίως προκειμένου να αντιμετωπίζονται συγκεκριμένα ζητήματα ορισμένων κατηγοριών προσώπων, και, αφετέρου, να διευκολύνει την υλοποίηση δράσεων διασυνοριακής συνεργασίας στον τομέα του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας.

60      Όσον αφορά, πιο συγκεκριμένα, περίπτωση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, κατά την οποία ανέκυψε διαφωνία μεταξύ του αρμόδιου φορέα ορισμένου κράτους μέλους και του αρμόδιου φορέα άλλου κράτους μέλους σχετικά με έγγραφα ή δικαιολογητικά που διαλαμβάνονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, οι παράγραφοι 2 έως 4 του άρθρου αυτού προβλέπουν διαδικασία για την επίλυση της διαφωνίας αυτής. Ειδικότερα, οι παράγραφοι 2 και 3 του εν λόγω άρθρου προβλέπουν ενέργειες στις οποίες καλούνται να προβούν οι σχετικοί φορείς σε περίπτωση αμφιβολιών σχετικά με το κύρος τέτοιων εγγράφων και δικαιολογητικών ή την ακρίβεια των γεγονότων επί των οποίων θεμελιώνονται τα στοιχεία που αναγράφονται σε αυτά. Η παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου προβλέπει ότι, αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των σχετικών φορέων, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να υποβάλουν το ζήτημα στην κρίση της διοικητικής επιτροπής, η οποία «επιχειρεί να συμβιβάσει τις διιστάμενες απόψεις» εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία επιλήφθηκε του ζητήματος.

61      Όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο αναφορικά με τον κανονισμό 1408/71, αν η επιτροπή αυτή δεν κατορθώσει να συμβιβάσει τις απόψεις των αρμοδίων φορέων σχετικά με την εφαρμοστέα νομοθεσία, το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου παρέχει την εργασία του ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος έχει, πάντως, τη δυνατότητα, και τούτο υπό την επιφύλαξη των μέσων έννομης προστασίας που ενδεχομένως υφίστανται στο κράτος μέλος του φορέα εκδόσεως του πιστοποιητικού, να κινήσει διαδικασία λόγω παραβάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 259 ΣΛΕΕ, προκειμένου να καταστεί δυνατό στο Δικαστήριο να εξετάσει, στο πλαίσιο μιας τέτοιας διαδικασίας, το ζήτημα της νομοθεσίας που πρέπει να εφαρμοστεί στον εν λόγω εργαζόμενο και, ως εκ τούτου, την ακρίβεια των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο πιστοποιητικό E 101 (απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, A-Rosa Flussschiff, C-620/15, EU:C:2017:309, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

62      Επομένως, διαπιστώνεται ότι ο ρόλος της διοικητικής επιτροπής στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται με το άρθρο 5, παράγραφοι 2 έως 4, του κανονισμού 987/2009, περιορίζεται στο να συμβιβάσει τις απόψεις των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών που υπέβαλαν στην κρίση της το σχετικό ζήτημα.

63      Η διαπίστωση αυτή δεν ανατρέπεται από το άρθρο 89, παράγραφος 3, του κανονισμού 987/2009, το οποίο προβλέπει ότι οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε οι φορείς τους να είναι ενημερωμένοι και να εφαρμόζουν το σύνολο των νομοθετικών ή άλλων διατάξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων της διοικητικής επιτροπής, στους τομείς που διέπονται από τους κανονισμούς 883/2004 και 987/2009 και σύμφωνα με τους όρους που αυτοί προβλέπουν, δεδομένου ότι η διάταξη αυτή ουδόλως έχει ως σκοπό να τροποποιήσει τον ρόλο της διοικητικής επιτροπής στο πλαίσιο της διαδικασίας περί της οποίας γίνεται λόγος στην προηγούμενη σκέψη ούτε, επομένως, τον γνωμοδοτικό χαρακτήρα που έχουν τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει η επιτροπή αυτή στο πλαίσιο της ως άνω διαδικασίας.

64      Κατά συνέπεια, στο πρώτο μέρος του δεύτερου ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, δεσμεύει τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, για όσο χρόνο το εν λόγω πιστοποιητικό δεν έχει ανακληθεί ή κηρυχθεί άκυρο από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε, ακόμη και στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του τελευταίου αυτού κράτους μέλους και του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα υπέβαλαν το σχετικό ζήτημα στη διοικητική επιτροπή και αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πιστοποιητικό αυτό κακώς εκδόθηκε και πρέπει να ανακληθεί.

 Επί του δευτέρου μέρους του δευτέρου ερωτήματος

65      Με το δεύτερο μέρος του δευτέρου ερωτήματος, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 δεσμεύει, κατά περίπτωση με αναδρομική ισχύ, τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, ακόμη και στην περίπτωση που το ως άνω πιστοποιητικό χορηγήθηκε μόνον αφότου το εν λόγω κράτος μέλος διαπίστωσε με πράξη του την υπαγωγή του ενδιαφερόμενου εργαζομένου στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας του.

–       Επί του παραδεκτού

66      Η Ουγγρική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το ερώτημα αυτό είναι υποθετικό, διότι ότι κανένα πιστοποιητικό Α 1 δεν εκδόθηκε με αναδρομική ισχύ μετά τη διαπίστωση από τις αυστριακές αρχές της υπαγωγής των ενδιαφερόμενων εργαζομένων στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της αυστριακής νομοθεσίας.

67      Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν παρασχεθεί με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, ορισμένα από τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης πιστοποιητικά Α 1 εκδόθηκαν με αναδρομική ισχύ. Από την απόφαση αυτή προκύπτει επίσης ότι ο αυστριακός φορέας είχε ήδη διαπιστώσει με πράξεις του την υπαγωγή ορισμένων από τους ενδιαφερόμενους εργαζομένους στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της αυστριακής νομοθεσίας πριν η αρμόδια ουγγρική αρχή εκδώσει πιστοποιητικά Α 1 για τους εργαζομένους αυτούς.

68      Κατά πάγια νομολογία, εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να καθορίσει τα πραγματικά περιστατικά και να εκτιμήσει τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που επιθυμεί να υποβάλει (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου 2016, Hoogstad, C-269/15, EU:C:2016:802, σκέψη 19, και της 27ης Απριλίου 2017, A-Rosa Flussschiff, C-620/15, EU:C:2017:309, σκέψη 35).

69      Κατά συνέπεια, το δεύτερο μέρος του δευτέρου ερωτήματος πρέπει να κριθεί παραδεκτό, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο, η απάντηση του Δικαστηρίου μπορεί να είναι χρήσιμη για το δικαστήριο αυτό προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον τουλάχιστον ένα μέρος των επίμαχων πιστοποιητικών Α 1 έχει δεσμευτικό χαρακτήρα.

–       Επί της ουσίας

70      Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι πιστοποιητικό Ε 101 που έχει χορηγηθεί συμφώνως προς το άρθρο 11α του κανονισμού 574/72 μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ. Ειδικότερα, τέτοιο πιστοποιητικό, καίτοι είναι προτιμότερο να χορηγείται πριν από την έναρξη της περιόδου την οποίαν αφορά, μπορεί να χορηγείται και κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής ή και μετά τη λήξη της (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 30ής Μαρτίου 2000, Banks κ.λπ., C-178/97, EU:C:2000:169, σκέψεις 52 έως 57).

71      Η νομοθεσία της Ένωσης, όπως προκύπτει από τους κανονισμούς 883/2004 και 987/2009, ουδόλως αποκλείει ότι το ίδιο μπορεί να ισχύει και όσον αφορά τα πιστοποιητικά A 1.

72      Συγκεκριμένα, το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, όπως ίσχυε κατά την έναρξη της επίδικης περιόδου, όριζε μεν ότι, «εάν ένα πρόσωπο ασκεί τη δραστηριότητά του σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος μέλος δυνάμει του τίτλου ΙΙ του [κανονισμού 883/2004], ο εργοδότης ή, σε περίπτωση προσώπου που δεν ασκεί δραστηριότητα μισθωτού, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνει, ει δυνατόν εκ των προτέρων, τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου εφαρμόζεται» και ότι «[ο] εν λόγω φορέας καθιστά αμελλητί διαθέσιμες τις πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στον ενδιαφερόμενο […] στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο και στον φορέα που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα». Εντούτοις, η χορήγηση πιστοποιητικού Α 1 κατά τη διάρκεια ή ακόμη και μετά τη λήξη της σχετικής περιόδου παροχής εργασίας είναι δυνατή.

73      Επομένως, πρέπει να εξεταστεί, περαιτέρω, αν το πιστοποιητικό Α 1 μπορεί να ισχύσει αναδρομικώς, παρά το γεγονός ότι, κατά τον χρόνο χορηγήσεως του πιστοποιητικού αυτού, υπήρχε ήδη απόφαση του αρμόδιου φορέα του κράτους μέλους όπου ασκείται η δραστηριότητα κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους αυτού.

74      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όπως προκύπτει από την απάντηση που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα το οποίο εξετάστηκε με τις σκέψεις 36 έως 47 της παρούσας αποφάσεως, για όσο χρόνο δεν ανακαλείται ή δεν κηρύσσεται άκυρο, πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, δεσμεύει, όπως ακριβώς και το προϊσχύσαν πιστοποιητικό E 101, τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα, όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού.

75      Κατά συνέπεια, υπό τις ιδιαίτερες αυτές περιστάσεις, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι απόφαση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, με την οποία ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους εντός του οποίου ασκείται η δραστηριότητα αποφασίζει την υπαγωγή των ενδιαφερόμενων εργαζομένων στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας του, αποτελεί έγγραφο που «βεβαιώνει» την κατάσταση του ενδιαφερομένου κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009.

76      Τέλος, πρέπει να προστεθεί ότι, όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 66 των προτάσεών του, το ζήτημα αν οι εμπλεκόμενες στην υπόθεση της κύριας δίκης αρχές είχαν την υποχρέωση να προβούν σε προσωρινή εφαρμογή ορισμένης νομοθεσίας δυνάμει του άρθρου 6 του κανονισμού 987/2009, τηρώντας την εκεί προβλεπόμενη σειρά προτεραιότητας εφαρμοστέας νομοθεσίας, δεν θίγει τη δεσμευτική ισχύ των επίμαχων πιστοποιητικών Α 1. Ειδικότερα, κατά το ως άνω άρθρο 6, παράγραφος 1, οι σχετικοί με την προσωρινή εφαρμογή κανόνες συγκρούσεως που προβλέπονται με τη διάταξη αυτή εφαρμόζονται, «εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά [στον κανονισμό αυτό]».

77      Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο δεύτερο μέρος του δευτέρου ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 δεσμεύει, κατά περίπτωση με αναδρομική ισχύ, τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, ακόμη και στην περίπτωση που το ως άνω πιστοποιητικό χορηγήθηκε μόνον αφότου το εν λόγω κράτος μέλος διαπίστωσε με πράξη του την υπαγωγή του ενδιαφερόμενου εργαζομένου στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας του.

 Επί του τρίτου ερωτήματος

78      Με το τρίτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση που εργαζόμενος ο οποίος έχει αποσπασθεί από τον εργοδότη του με σκοπό την παροχή εργασίας σε άλλο κράτος μέλος αντικατασταθεί από άλλον εργαζόμενο αποσπασμένο από άλλον εργοδότη, ο τελευταίος αυτός εργαζόμενος πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει «αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, με συνέπεια να μην μπορεί να τύχει της εφαρμογής της ειδικής ρυθμίσεως που προβλέπεται με την εν λόγω διάταξη προκειμένου να εξακολουθήσει να υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο εργοδότης του ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του. Το αιτούν δικαστήριο ερωτά επίσης αν ασκεί συναφώς επιρροή το γεγονός ότι οι εργοδότες των δύο ενδιαφερόμενων εργαζομένων έχουν την έδρα τους στο ίδιο κράτος μέλος ή ότι διατηρούν μεταξύ τους τυχόν προσωπικούς ή οργανωτικούς δεσμούς.

–       Επί του παραδεκτού

79      Η Βελγική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το τρίτο ερώτημα είναι υποθετικό, καθόσον με αυτό ζητείται να διευκρινιστεί αν το γεγονός ότι ο δεύτερος εργοδότης έχει την έδρα του σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο βρίσκεται η έδρα του πρώτου εργοδότη είναι κρίσιμο για την απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα, ενώ οι δύο εμπλεκόμενοι στην υπόθεση της κύριας δίκης εργοδότες είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο κράτος μέλος.

80      Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι, για τον λόγο που εκτίθεται στην προηγούμενη σκέψη, το τρίτο ερώτημα δεν είναι υποθετικό, δεδομένου ότι μέρος του ερωτήματος αυτού αφορά, όπως προκύπτει από τη διατύπωσή του, το γεγονός ότι οι εμπλεκόμενοι εργοδότες έχουν την έδρα τους στο ίδιο κράτος μέλος, γεγονός που αντιστοιχεί στα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κύριας δίκης και συγκεκριμένα στο ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο, τόσο η Martin-Meat όσο και η Martimpex είναι εγκατεστημένες στην Ουγγαρία.

–       Επί της ουσίας

81      Πρέπει, καταρχάς, να παρατηρηθεί ότι το τρίτο ερώτημα έχει υποβληθεί μόνο για την περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο δώσει στο δεύτερο ερώτημα την απάντηση ότι ο δεσμευτικός χαρακτήρας του πιστοποιητικού Α 1, όπως συνάγεται από την απάντηση που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα, μπορεί να περιοριστεί σε μία από τις περιπτώσεις περί των οποίων κάνει λόγο το δεύτερο ερώτημα.

82      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η διαδικασία που καθιερώνει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ αποτελεί μέσο συνεργασίας μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, χάρη στο οποίο το Δικαστήριο παρέχει στα δικαστήρια αυτά τα σχετικά με το δίκαιο της Ένωσης ερμηνευτικά στοιχεία που τους είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς επί της οποίας καλούνται να αποφανθούν και που παρέχουν στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να καταλήξει σε ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης που είναι χρήσιμη για τον εθνικό δικαστή (βλ., υπ’ αυτή την έννοια, διάταξη της 7ης Σεπτεμβρίου 2017, Alandžak κ.λπ., C-187/17, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:662, σκέψεις 9 και 10).

83      Όπως υποστηρίζουν, κατ’ ουσίαν, η Αυστριακή και η Γερμανική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή, δεδομένου ότι το τρίτο ερώτημα αφορά την έκταση εφαρμογής της προϋποθέσεως του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, κατά την οποία, για να μπορεί να εξακολουθήσει να υπάγεται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο εργοδότης ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του, ο αποσπασμένος εργαζόμενος δεν πρέπει να έχει «αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου» (στο εξής: προϋπόθεση περί μη αντικαταστάσεως), το εν λόγω ερώτημα αφορά αυτό καθαυτό το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης. Πράγματι, με το ερώτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί ποια από τις ερμηνείες τις οποίες υποστήριξαν τα δύο κράτη μέλη που υπέβαλαν το σχετικό ζήτημα στη διοικητική επιτροπή πρέπει να προκριθεί, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία, η διαφωνία των διαδίκων της κύριας δίκης ως προς την εφαρμοστέα επί των ενδιαφερόμενων εργαζόμενων εθνική νομοθεσία οφείλεται ακριβώς στις αντιφατικές ερμηνείες, εκ μέρους των δύο κρατών μελών αυτών, του περιεχομένου της προϋποθέσεως περί μη αντικαταστάσεως.

84      Επιπλέον, η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο αρμόδιος ουγγρικός φορέας να μην έχει εκδώσει κανένα έντυπο Ε 101 ή Α 1 για ορισμένους από τους πολυάριθμους ενδιαφερόμενους εργαζομένους και ότι, ως εκ τούτου, η ερμηνεία της προϋποθέσεως περί μη αντικαταστάσεως ασκεί ευθέως επιρροή στην επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης όσον αφορά αυτούς τους εργαζομένους.

85      Υπ’ αυτές τις συνθήκες, και μολονότι, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις που δόθηκαν στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο δεσμεύεται από τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης πιστοποιητικά A 1 για όσο χρόνο αυτά δεν έχουν ανακληθεί από τον αρμόδιο ουγγρικό φορέα ή κηρυχθεί άκυρα από τα ουγγρικά δικαστήρια, πρέπει να δοθεί απάντηση στο τρίτο ερώτημα.

86      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, προκύπτει ότι ορισμένοι εργαζόμενοι της Martin‑Meat αποσπάσθηκαν στην Αυστρία κατά την περίοδο μεταξύ του έτους 2007 και του έτους 2012, για την εκτέλεση εργασιών τεμαχισμού κρέατος σε εγκαταστάσεις της Alpenrind. Από 1ης Φεβρουαρίου 2012 έως την 31η Ιανουαρίου 2014, επομένως και κατά τη διάρκεια της επίδικης περιόδου, εργαζόμενοι της Martimpex αποσπάσθηκαν στην Αυστρία για την εκτέλεση των ίδιων εργασιών. Από 1ης Φεβρουαρίου 2014, εργαζόμενοι της Martin-Meat εκτέλεσαν εκ νέου τις εν λόγω εργασίες στις ίδιες εγκαταστάσεις.

87      Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί αν η προϋπόθεση περί μη αντικαταστάσεως συντρέχει σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως κύριας δίκης κατά τη διάρκεια της επίδικης περιόδου, καθώς και αν και σε ποιο βαθμό ο τόπος της έδρας των συγκεκριμένων εργοδοτών ή η ύπαρξη τυχόν προσωπικών ή οργανωτικών δεσμών μεταξύ τους ασκούν επιρροή σε ένα τέτοιο πλαίσιο.

88      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 2017, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-616/15, EU:C:2017:721, σκέψη 43 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

89      Όσον αφορά, πρώτον, το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως αυτό ίσχυε κατά την έναρξη της επίδικης περιόδου, η διάταξη αυτή προέβλεπε ότι «[τ]ο πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα σε κράτος μέλος για λογαριασμό εργοδότη ο οποίος ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του εκεί και το οποίο έχει αποσπασθεί από τον εργοδότη του σε άλλο κράτος μέλος προκειμένου να εκτελέσει εργασία για λογαριασμό του εργοδότη του, εξακολουθεί να υπάγεται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες και ότι το πρόσωπο αυτό δεν έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου».

90      Επομένως, από το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 και, ειδικότερα, της φράσεως «υπό τον όρο ότι», προκύπτει ότι αυτή καθαυτή η αντικατάσταση άλλου προσώπου με αποσπασμένο εργαζόμενο συνεπάγεται ότι ο αντικαταστάτης αυτός δεν μπορεί να εξακολουθήσει να υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο εργοδότης του ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του και ότι η προϋπόθεση περί μη αντικαταστάσεως εφαρμόζεται σωρευτικά προς την προϋπόθεση περί μέγιστης διάρκειας παροχής εργασίας που προβλέπεται με την ίδια διάταξη.

91      Επιπλέον, το γεγονός ότι στο γράμμα της ως άνω διατάξεως δεν γίνεται ρητώς λόγος περί έδρας των αντίστοιχων εργοδοτών ή περί ενδεχόμενες προσωπικών ή οργανωτικών δεσμών μεταξύ τους τείνει να καταδείξει ότι τέτοια στοιχεία δεν ασκούν επιρροή στην ερμηνεία της διατάξεως αυτής.

92      Περαιτέρω, όσον αφορά το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τον τίτλο του άρθρου αυτού, οι προβλεπόμενοι με αυτό κανόνες, συμπεριλαμβανομένου, επομένως, του κανόνα της παραγράφου 1, συνιστούν «ειδικούς κανόνες» για τον καθορισμό της κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας που πρέπει να εφαρμόζεται επί των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού.

93      Πράγματι, όπως προκύπτει από το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού, το οποίο καθιερώνει τους «γενικούς κανόνες», πρόσωπα, όπως οι ενδιαφερόμενοι στην υπόθεση της κύριας δίκης εργαζόμενοι, τα οποία ασκούν μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα σε κράτος μέλος, υπάγονται στη νομοθεσία του κράτους μέλους εντός του οποίου ασκούν τη δραστηριότητα αυτή.

94      Ομοίως, από τις αιτιολογικές σκέψεις 17 και 18 του κανονισμού 883/2004 προκύπτει ότι, «κατά γενικό κανόνα», η νομοθεσία που είναι εφαρμοστέα επί προσώπων που ασκούν μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους είναι η νομοθεσία του κράτους αυτού και ότι «είναι ανάγκη να γίνεται παρέκκλιση από τον γενικό αυτό κανόνα» σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες δικαιολογούν διαφορετικό κριτήριο εφαρμογής.

95      Εκ των ανωτέρω έπεται ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, στο μέτρο που συνιστά παρέκκλιση από τον γενικό κανόνα κατ’ εφαρμογήν του οποίου καθορίζεται η νομοθεσία στην οποία υπάγονται τα πρόσωπα που ασκούν μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα εντός κράτους μέλους, πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικώς.

96      Τέλος, όσον αφορά τους σκοπούς που επιδιώκονται με το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, καθώς και, γενικότερα, με το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται η διάταξη αυτή, διαπιστώνεται ότι, μολονότι το άρθρο 12 παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 θεσπίζει έναν ειδικό κανόνα για τον καθορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας σε περίπτωση αποσπάσεως εργαζομένων, ήτοι σε μια ιδιαίτερη περίπτωση που δικαιολογεί, καταρχήν, ένα διαφορετική κριτήριο εφαρμογής, γεγονός πάντως είναι ότι βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν επίσης να αποτρέψει το ενδεχόμενο ο ειδικός αυτός κανόνας να μπορεί να εφαρμοστεί επί διαδοχικώς αποσπώμενων εργαζομένων που εκτελούν τις ίδιες εργασίες.

97      Επιπλέον, αν η ερμηνεία του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 διαφοροποιούνταν αναλόγως της αντίστοιχης έδρας των ενδιαφερομένων εργοδοτών ή της υπάρξεως προσωπικών ή οργανωτικών δεσμών μεταξύ τους, το αποτέλεσμα θα ήταν να υπονομευθεί ο επιδιωκόμενος από τον νομοθέτη της Ένωσης σκοπός περί καταρχήν υπαγωγής του εργαζομένου στη νομοθεσία του κράτους μέλους εντός του οποίου ο ενδιαφερόμενος ασκεί τη δραστηριότητά του.

98      Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 17 του κανονισμού 883/2004, προκειμένου ακριβώς να εξασφαλιστεί, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ίση μεταχείριση για όλα τα πρόσωπα που απασχολούνται στο έδαφος ενός κράτους μέλους, κρίθηκε σκόπιμο να καθορίζεται, κατά γενικό κανόνα, ως εφαρμοστέα νομοθεσία η νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος ασκεί τη μη μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητά του. Επιπλέον, από τις αιτιολογικές σκέψεις 5 και 8 του κανονισμού αυτού προκύπτει ότι, στο πλαίσιο του συντονισμού των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, θα πρέπει να εξασφαλιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η ίση μεταχείριση των προσώπων που απασχολούνται στο έδαφος του ίδιου κράτους μέλους.

99      Από τις εκτιθέμενες στις σκέψεις 89 έως 98 της παρούσας αποφάσεως εκτιμήσεις προκύπτει ότι η κατ’ επανάληψη χρησιμοποίηση αποσπασμένων εργαζομένων για την κάλυψη της ίδιας θέσεως, ακόμη και στην περίπτωση που την πρωτοβουλία των αποσπάσεων έχουν διαφορετικοί εργοδότες, δεν συνάδει ούτε προς το γράμμα ούτε προς τους σκοπούς του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 και δεν είναι σύμφωνη με το πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται η διάταξη αυτή, με αποτέλεσμα ένας αποσπασμένος εργαζόμενος να μην μπορεί να τύχει της εφαρμογής του ειδικού κανόνα που προβλέπει η εν λόγω διάταξη όταν αντικαθιστά έναν άλλο εργαζόμενο.

100    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004 έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση που εργαζόμενος ο οποίος έχει αποσπασθεί από τον εργοδότη του με σκοπό την παροχή εργασίας σε άλλο κράτος μέλος αντικατασταθεί από άλλον εργαζόμενο αποσπασμένο από άλλον εργοδότη, ο τελευταίος αυτός εργαζόμενος πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει «αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, με συνέπεια να μην μπορεί να τύχει της εφαρμογής της ειδικής ρυθμίσεως που προβλέπεται με την εν λόγω διάταξη προκειμένου να εξακολουθήσει να υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο εργοδότης του ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του. Το γεγονός ότι οι εργοδότες των δύο ενδιαφερόμενων εργαζομένων έχουν την έδρα τους στο ίδιο κράτος μέλος ή το γεγονός ότι διατηρούν μεταξύ τους τυχόν προσωπικούς ή οργανωτικούς δεσμούς δεν ασκεί επιρροή συναφώς.

 Επί των δικαστικών εξόδων

101    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 1244/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, δεσμεύει όχι μόνο τους φορείς του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα, αλλά και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού.

2)      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, δεσμεύει τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, για όσο χρόνο το εν λόγω πιστοποιητικό δεν έχει ανακληθεί ή κηρυχθεί άκυρο από το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε, ακόμη και στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του τελευταίου αυτού κράτους μέλους και του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα υπέβαλαν το σχετικό ζήτημα στη διοικητική επιτροπή και αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πιστοποιητικό αυτό κακώς εκδόθηκε και πρέπει να ανακληθεί.

Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, παράγραφος 2, του κανονισμού 987/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό Α 1 το οποίο έχει χορηγηθεί από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, δεσμεύει, κατά περίπτωση με αναδρομική ισχύ, τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η δραστηριότητα όσο και τα δικαστήρια του κράτους μέλους αυτού, ακόμη και στην περίπτωση που το ως άνω πιστοποιητικό χορηγήθηκε μόνον αφότου το εν λόγω κράτος μέλος διαπίστωσε με πράξη του την υπαγωγή του ενδιαφερόμενου εργαζομένου στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας του.

3)      Το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό 1244/2010, έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση που εργαζόμενος ο οποίος έχει αποσπασθεί από τον εργοδότη του με σκοπό την παροχή εργασίας σε άλλο κράτος μέλος αντικατασταθεί από άλλον εργαζόμενο αποσπασμένο από άλλον εργοδότη, ο τελευταίος αυτός εργαζόμενος πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει «αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, με συνέπεια να μην μπορεί να τύχει της εφαρμογής της ειδικής ρυθμίσεως που προβλέπεται με την εν λόγω διάταξη προκειμένου να εξακολουθήσει να υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο εργοδότης του ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του.

Το γεγονός ότι οι εργοδότες των δύο ενδιαφερόμενων εργαζομένων έχουν την έδρα τους στο ίδιο κράτος μέλος ή το γεγονός ότι διατηρούν μεταξύ τους τυχόν προσωπικούς ή οργανωτικούς δεσμούς δεν ασκεί επιρροή συναφώς.


ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 5830/2017 Χαρτόσημο σε υπόλοιπο πελάτη αποδοχή ο πελάτης ενδοομιλική

Previous: Yπόθεση C-527/16 Εργαζόμενοι αποσπασμένοι σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ο εργοδότης ασκεί κανονικά τις δραστηριότητές του – Χορήγηση πιστοποιητικών Α 1 από το κράτος μέλος προελεύσεως μετά την αναγνώριση από το κράτος μέλος υποδοχής της υπαγωγής των εργαζομένων στο δικό του σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως – Γνώμη της διοικητικής επιτροπής – Έκδοση των πιστοποιητικών A 1 μολονότι δεν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις – Διαπίστωση – Δεσμευτικός χαρακτήρας και αναδρομική ισχύς των πιστοποιητικών αυτών – Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Έννοια του προσώπου που “έχει αποσταλεί σε αντικατάσταση άλλου προσώπου”
$
0
0

ΚΑΛΛΙΘΕΑ 10.11.2017
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 5830

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α4 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κωδ.: 17671, Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604 562
FAX: 213 1604 567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.

β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).

γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»

δ. Της ΠΟΛ.1064/12.4.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ 1440 /τ. Β' /27.04.2017) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής».

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 13.06.2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου « » ενδικοφανή προσφυγή της « », ΑΦΜ « », κατοίκου ΜΟΣΧΑΤΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ, επί της οδού « », κατά της υπ' αριθ. « »/1/24.04.2017 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Τελών Χαρτοσήμου, διαχειριστικής χρήσης 2008, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ, και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Την ως άνω Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Τελών Χαρτοσήμου, διαχειριστικής χρήσης 2008, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ, της οποίας ζητείται η ακύρωση, καθώς και την οικεία έκθεση ελέγχου.

6. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α4, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης. 

Επί της από 13.06.2017 και με αριθμό πρωτοκόλλου « » ενδικοφανούς προσφυγής της « », ΑΦΜ « », η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αριθμ. « »/1/24.04.2017 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Τελών Χαρτοσήμου, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ, έτους 2008, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, τέλος χαρτοσήμου ποσού 2.642,68 € και ΟΓΑ χαρτοσήμου ποσού 528,54 € πλέον 3.171,22 € και 634,25 € αντίστοιχα (πρόσθετα τέλη ανακρίβειας), και συνολικά 6.976,69 €.

Οι διαφορές φόρου προέκυψαν μετά τον μερικό φορολογικό έλεγχο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ν.Τ.Χ. (Π.Δ. 28.07.1931)

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση /τροποποίηση του παραπάνω Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Τελών Χαρτοσήμου, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ, προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

1. Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 15 του Κ.Ν.Τ.Χ. και του άρθρου 806 του ΑΚ

2. Ακυρωτέα η πράξη και η έκθεση λόγω μη απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας

3. Παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης.

Επειδή, όπως προκύπτει από τη σχετική έκθεση ελέγχου Κ.Ν.Τ.Χ., η φορολογική αρχή, καταλόγισε στη προσφεύγουσα τέλος χαρτοσήμου 2% πλέον ΟΓΑ χαρτοσήμου επί ποσού 132.133,95 €. Από το βιβλίο απογραφών και ισολογισμού διαπιστώθηκε η ύπαρξη πελάτη με την επωνυμία « », ο οποίος εμφανίζει υπόλοιπο στις 31.12.2008, το ως άνω ποσό. Το ποσό αυτό θεωρήθηκε ως δάνειο της προσφεύγουσας προς την επιχείρηση « » με ΑΦΜ « », με την αιτιολογία, ότι:

α. το εν λόγω ποσό μεταφέρεται από τη διαχειριστική χρήση 2004 και παραμένει ανεξόφλητο μέχρι και σήμερα,

β. στην ως άνω επιχείρηση συμμετέχουν ως μέλη ο « » με ποσοστό 95% και η « » με ποσοστό 5%, τα οποία είναι και μέλη της προσφεύγουσας επιχείρησης και ως εκ τούτου θεωρούνται συνδεδεμένες επιχειρήσεις,

γ. με δεδομένο το παραπάνω και το γεγονός ότι στις 23.06.1999 η εταιρεία « », έκανε διακοπή, καθώς και ότι δεν ασκήθηκαν ένδικα μέσα προκειμένου να εισπραχθεί η ανωτέρω απαίτηση, ούτε θεωρήθηκε ως ανεπίδεκτη εισπράξεως προκειμένου να αποσβεστεί (διαγραφεί) όπως προβλέπεται από το ΕΓΣΧ 2190/1920,

δ. ο έλεγχος κρίνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται κατά το άρθρο 806 του ΑΚ για την ύπαρξη δανειακής σύμβασης στο σύνολο της ανωτέρω απαίτησης.

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 13 § 1α του Κ.Ν.Τ.Χ [ΦΕΚ Α' 239/28-07-1931], ορίζεται ότι σε τέλος χαρτοσήμου υπόκειται: «Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτόμενη είτε απ' ευθείας, είτε διά δημοσίου συναγωνισμού, ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφόσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε διά δημοσίου, είτε δι ιδιωτικού καθ' οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου,...»

Επειδή περαιτέρω με τις διατάξεις του άρθρου 15 § 1α του ίδιου Κώδικα ορίζεται, ότι: «Εις το κατά την παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου 14 τέλος (2%) υπόκεινται: Πάσα συμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου συναπτόμενη είτε απ' ευθείας, είτε ... μεταξύ ... εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, αφορώσα αποκλειστικώς εις την ασκουμένην υπ' αυτών εμπορίαν και μεταξύ τρίτου και ανωνύμου εταιρείας ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις, εφ' όσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε δια δημοσίου, είτε δι' ιδιωτικού, καθ' οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου», με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι «επί των εμπορικών και λοιπών εγγράφων και πράξεων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρ. 15, το τέλος ορίζεται εις 2% της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις δραχμές», και με τις διατάξεις του άρθρου 11 § 1 περ. Γ' του Ν. 4169/1961 (ΦΕΚ Α' 81), ορίζεται ότι τα αναλογικά τέλη χαρτοσήμου προσαυξάνονται με ποσοστό 20% εισφοράς υπέρ ΟΓΑ.

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν.Δ. 3717/1957 (ΦΕΚ Α' 131) ορίζεται ότι «η αληθής έννοια των διατάξεων της περί τελών χαρτοσήμου νομοθεσίας, καθ" όσον αφορά την υπαγωγήν των εν αυτή αναφερομένων συμβάσεων, πράξεων κλπ. εις τέλη χαρτοσήμου, είναι ότι ως έγγραφον αποδεικνύον την σύμβασιν, πράξιν κλπ. λογίζεται και πάσα σχετική εγγραφή εις τα βιβλία των επιτηδευματιών, ήτις και υποβάλλεται εις το οικείον δια την ούτω αποδεικνυομένην δικαιοπραξίαν τέλος χαρτοσήμου», και με το άρθρο 806 του Α.Κ. ορίζεται ότι «Με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον κατά κυριότητα χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα, και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας»

Επειδή, η σύμβαση του δανείου παρουσιάζει μεταξύ άλλων και τα εξής χαρακτηριστικά:

1) Η σύμβαση του δανείου είναι σύμβαση παραδοτική και κατατάσσεται στις λεγόμενες «παραδοτικές» (re) συμβάσεις, καθόσον, για την κατάρτιση της σύμβασης αυτής δεν αρκεί μόνο συμφωνία των συμβαλλόμενων, αλλά απαιτείται και παράδοση του πράγματος στον οφειλέτη.

2) Η σύμβαση του δανείου είναι σύμβαση άτυπη, δηλαδή, είναι σύμβαση, για την οποία δεν απαιτείται έγγραφος τύπος (Εφ. Θεσ. 407/1980).

3) To δάνειο είναι σύμβαση αιτιώδης, με την έννοια, ότι το κύρος του εξαρτάται από την ύπαρξη και τη νομιμότητα της αιτίας, που είναι η πρόθεση δανεισμού (Φορ. Πρωτ. Ρόδου 6/1966).

4) Το δάνειο είναι σύμβαση ενοχική και υποσχετική. Με αυτή ο ένας από τους συμβαλλόμενους (δανειστής) μεταβιβάζει την κυριότητα αντικαταστατών πραγμάτων στον άλλο (οφειλέτη), για την απόδοση άλλων πραγμάτων της ίδιας ποσότητας και ποιότητας.

5) Το δάνειο είναι σύμβαση διαρκής.

6) Το δάνειο είναι σύμβαση συναινετική, επειδή, για την κατάρτιση αυτού αρκεί η συμφωνία των μερών, η, δε, μεταβίβαση αυτού γίνεται στα πλαίσια της ήδη καταρτισμένης σύμβασης.

7) Το δάνειο είναι σύμβαση αυστηρά ετεροβαρής, καθόσον γεννά υποχρέωση μόνο, για τον οφειλέτη και δη, για απόδοση άλλων πραγμάτων της ίδιας ποσότητας και ποιότητας (Α.Π. 569/1958, Εφ. Αθ. 161/1962, 419/1970).

8) Το δάνειο, και ειδικότερα το χρηματικό δάνειο, είναι πάντοτε πιστωτική σύμβαση (Φορ. Πρ. Ροδ. 6/1966).

Επειδή, για τη σύσταση του δανείου απαιτείται να συντρέχουν, οι εξής προϋποθέσεις:

1) συμφωνία δανειστή και οφειλέτη, σχετικά με την αιτία, για την οποία μεταβιβάζεται η κυριότητα των αντικαταστατών πραγμάτων

2) παράδοση του πράγματος από τον δανειστή στον οφειλέτη, και

3) απόδοση του πράγματος από τον οφειλέτη στον δανειστή.

Εφόσον πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις, υπάρχει δάνειο κατά την έννοια του άρθρου 806 του ΑΚ, έστω και αν η σύμβαση δεν χαρακτηρίστηκε ως δάνειο από τα συμβαλλόμενα μέρη (Α.Π. 137/1968, Εφ.Αθ. 2447/1962).

Επειδή, το ΣτΕ με αποφάσεις (ΣτΕ 2699/1972, ΣτΕ 2660/1973, ΣτΕ 317/1974, ΣτΕ 2483/1975, ΣτΕ 770/1977, ΣτΕ 575/1978, ΣτΕ 283/1979, ΣτΕ 2368/1980, ΣτΕ 1169/1980, ΣτΕ 1219/1982, ΣτΕ 3013/1984, ΣτΕ 314/1987, ΣτΕ 703/1988, ΣτΕ 3402/1988) έκρινε, ότι η σύμβαση του δανείου θεωρείται αποδεικνυόμενη από τα βιβλία, όταν από τη σχετική εγγραφή προκύπτουν όλα τα κατά τον νόμο στοιχεία, που είναι απαραίτητα, ώστε από αυτά και μόνο να συνάγεται η συνομολόγηση της σύμβασης του δανείου, δηλαδή από τη σχετική εγγραφή να προκύπτουν όλα τα πραγματικά στοιχεία, που συνιστούν κατά νόμο την έννοια της σύμβασης αυτής, χωρίς να απαιτείται όπως η εγγραφή αυτή αναφέρεται ρητά στην εν λόγω σύμβαση.

Σύμφωνη με την ανωτέρω άποψη του ΣτΕ είναι και η Διοίκηση (Υπ. Οικ. Ν. 6/5/ΠΟΛ.19/1978 κατόπιν της υπ' αριθ. 960/1977 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ.).

Το ΣτΕ όμως με νεώτερη απόφασή του 3402/1988 εξέφρασε και τρίτη άποψη, σύμφωνα με την οποία η σύμβαση του δανείου θεωρείται αποδεικνυόμενη από τα βιβλία, εφόσον η σχετική σ' αυτά εγγραφή είτε αναφέρεται ρητά σε σύμβαση δανείου, είτε περιέχει τα πραγματικά στοιχεία, που συγκροτούν κατά νόμο την έννοια της δανειακής σύμβασης.

Σημειώνεται ότι η κατά τα ανωτέρω εγγραφή στα βιβλία της σύμβασης του δανείου πρέπει να προκύπτει από τα βιβλία της επιχείρησης και όχι από τα βιβλία τρίτων (ΣτΕ 600/1973).

Επειδή, η προσφεύγουσα, μεταξύ των προβαλλόμενων λόγων, αναφέρει, ότι η φορολογική αρχή, δεν επικαλείται κάποιο άλλο στοιχείο (εγγραφή ή έγγραφο) από το οποίο να προκύπτει η σύναψη δανειακής σύμβασης, η υποχρέωση για κατάρτιση φακέλου τεκμηρίωσης συναλλαγών μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων θεσπίστηκε με το ν. 3728/2008 [άρθρο 26], σε χρόνο δηλαδή επόμενο των επίμαχων συναλλαγών, που οπωσδήποτε είχαν ολοκληρωθεί έως του Ιούνιο 1999, που έλαβε χώρα το κλείσιμο της « ».

Επειδή, ως προβάλει η προσφεύγουσα, η εν λόγω οφειλή προκύπτει από πωλήσεις εμπορευμάτων της εταιρείας « », ΑΦΜ « », προς την εταιρεία « » με ΑΦΜ « », επισυνάπτοντας ισολογισμό της 31.12.2008, ισοζύγιο γενικού καθολικού περιόδου Δεκεμβρίου 2008, όπου το υπόλοιπο του λογαριασμού πελάτες {λογαριασμός 30.00.001 πελάτες κεντρικού} συμφωνεί με τον ισολογισμό, και καρτέλα υπολοίπων πελατών της 31.12.2008, όπου εμφανίζεται πελάτης με ''ΚΑ 0177'' και επωνυμία « », με ''Υπόλοιπο εκ μεταφοράς 132.133,95 €'' και ''Υπόλοιπο σε μεταφορά 132.133,95 €''.

Σημειώνεται δε, ότι στην σχετική έκθεση ελέγχου ΚΝΤΧ, δεν αμφισβητείται το χρεωστικό υπόλοιπο του ανωτέρω λογαριασμού - πελάτη με ΚΑ 30.00.001, ότι προέρχεται από εμπορικές συναλλαγές.

Επειδή, οι διατάξεις του Ν. 2859/2000 (ΦΕΚ Τ. ΠΡΩΤΟ 248/07.11.2000), ορίζουν, ότι: Άρθρο 2. Αντικείμενο του φόρου

1. Αντικείμενο του φόρου είναι:

α) η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα,

Άρθρο 5. Παράδοση αναθών

1. Παράδοση αγαθών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, θεωρείται κάθε πράξη με την οποία μεταβιβάζεται το δικαίωμα να διαθέτει κάποιος ως κύριος ενσώματα κινητά αγαθά,.... Άρθρο 8. Παροχή υπηρεσιών

Ι. Παροχή υπηρεσιών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, θεωρείται κάθε πράξη που δε συνιστά παράδοση αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 έως 7. Η πράξη αυτή μπορεί να συνίσταται ιδίως σε:

α) μεταβίβαση ή παραχώρηση της χρήσης ενός άυλου αγαθού,

β) υποχρέωση για παράλειψη ή ανοχή μιας πράξης ή κατάστασης. Άρθρο 63. Καταργούμενες διατάξεις και λοιπές ρυθμίσεις

1. Από την έναρξη ισχύος του Ν.1642/1986, καταργούνται οι διατάξεις: α)

β) για την επιβολή τελών χαρτοσήμου στις πράξεις τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος νόμου και στα παρεπόμενα τους σύμφωνα.

Επειδή, πώληση εμπορευμάτων με πίστωση του τιμήματος ή πώληση επί πιστώσει είναι η πώληση, κατά την οποία ο αγοραστής ενός αγαθού καταβάλλει το τίμημα μετά την εκπλήρωση της παροχής του πωλητή, δηλαδή, μετά την παράδοση του πωληθέντος προς αυτόν αγαθού εκ μέρους του πωλητή. Στην εν λόγω πώληση, ο αγοραστής καταβάλλει, συνήθως, στον πωλητή επιπλέον και ένα χρηματικό ποσό, ως τόκο, ο οποίος αποτελεί το αντάλλαγμα (αντιπαροχή) αυτού, για την εκ μέρους του καθυστέρηση καταβολής του τιμήματος, η οποία (καταβολή) πραγματοποιείται μετά την παράδοση του αγαθού προς αυτόν εκ μέρους του πωλητή.

Επειδή, η πώληση επί πιστώσει είναι σύμβαση επαχθής και αμφοτεροβαρής, επειδή, η εκ μέρους του αγοραστή καταβολή τόκων στον πωλητή, αποτελεί την αντιπαροχή (αντάλλαγμα) αυτού, έναντι της παροχής του πωλητή, που συνίσταται στη διευκόλυνση, που παρέχει αυτός στον αγοραστή με το να καταβάλλει ο τελευταίος αυτός τίμημα μετά την παράδοση του πωληθέντος προς αυτόν αγαθού εκ μέρους του πωλητή. Έτσι, ως προς τις δύο ανταλλασσόμενες αξίες (παροχή πωλητή - αντιπαροχή τόκων αγοραστή), η πώληση επί πιστώσει αποτελεί σύμβαση αμφοτεροβαρή.

Επειδή, η πώληση εμπορευμάτων επί πιστώσει του τιμήματος υπάγεται, με τη συνδρομή των προϋποθέσεων του περί Φ.Π.Α. Ν. 2859/2000, στο καθεστώς του φόρου προστιθέμενης αξίας, ως πράξη συνιστώσα αντικείμενο του φόρου αυτού, και ειδικότερα ως πράξη «παροχής υπηρεσιών», κατά την έννοια του ως άνω νόμου (άρθρο 8 παρ. 1 Ν. 2859/2000), επειδή στην εν λόγω πώληση λαμβάνει χώρα εξυπηρέτηση (παροχή υπηρεσίας), έναντι αμοιβής (τόκου), του πωλητή προς τον αγοραστή. Συνεπώς, η εν λόγω πώληση, ως υπαγόμενη στο καθεστώς Φ.Π.Α., απαλλάσσεται από τέλη χαρτοσήμου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 63 παρ. 1β του ως άνω Ν. 2859/2000.

Επειδή, η πώληση επί πιστώσει, ως πιστωτική σύμβαση, είναι πράξη (σύμβαση) ανεξάρτητη, ιδία και αυτοτελής από την πώληση του πράγματος στον αγοραστή εκ μέρους του πωλητή, η οποία συνιστά πράξη παράδοσης αγαθών, κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 2859/2000.

Επειδή από τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 2690/1999 ορίζεται ότι

«1. Η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της.

2. Η αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική, επαρκής και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, εκτός αν προβλέπεται ρητώς στο νόμο ότι πρέπει να περιέχεται στο σώμα της πράξης»

Επειδή από τις διατάξεις του άρθρου 64 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι

«Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου.»

Επειδή η φορολογική Αρχή, η οποία φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης, αφενός δεν επικαλείται κάποιο άλλο ουσιαστικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η σύναψη δανειακής συμβάσεως, προκειμένου να πληρούνται οι προϋποθέσεις που ο νόμος ορίζει ώστε να καταλογίσει επ' αυτής τέλη χαρτοσήμου 2% πλέον ΟΓΑ χαρτοσήμου 20%, αφετέρου δε, το υπό κρίση ποσό των 132.133,95 € αφορά πωλήσεις εμπορευμάτων, και οι πωλήσεις εμπορευμάτων βάσει των ως άνω διατάξεων δεν υπάγονται σε τέλος χαρτοσήμου.

Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της ενδικοφανούς προσφυγής που προβάλλεται και να μην υπαχθούν τα σχετικά ποσά, στις διατάξεις του άρθρου 15 § 1α και 5 Υ του Κ.Ν.Τ.Χ., ελλείψει αιτιολογίας και απόδειξης.

Αποφασίζουμε

την αποδοχή της με αριθ. πρωτ. « »/13.06.2017 ενδικοφανούς προσφυγής της « » ΑΦΜ « », και την ακύρωση της κάτωθι πράξης:

της υπ' αριθμ. « »/1/24.04.2017 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Τελών Χαρτοσήμου, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ, έτους 2008,

Οριστική φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό φόρου εισοδήματος βάσει της παρούσης απόφασης. 

Η φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου με βάση την παρούσα απόφαση διαμορφώνεται ως εξής : 0,00

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.


Ακριβές Αντίγραφο
Ο/Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔ/ΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ



Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΔΕΔ Αθήνας αρ. απόφ. 5874/2017 Πρόστιμο intrastat

$
0
0
Καλλιθέα 14.11.17
Αριθμός απόφασης: 5874  

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α1

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 2131604534
Fax: 2131604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).

β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.3.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»

γ. Της 1064/12.4.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ' αριθμ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 1.9.16) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 16.6.17 και αριθμό πρωτοκόλλου « » ενδικοφανή προσφυγή της « », ΑΦΜ « », με έδρα στον Πειραιά, και της « », ΑΦΜ « », κατοίκου ΚΗΦΙΣΙΑΣ, ως κληρονόμου του θανόντα διαχειριστή της εταιρείας « », καθώς και της « », ΑΦΜ « », κατοίκου ΒΕΛΓΙΟΥ, και της « », ΑΦΜ « », κατοίκου ΚΗΦΙΣΙΑΣ, θυγατέρων του θανόντα διαχειριστή « », κατά

• της με αριθμό « »/2.5.17 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, χρήσης 2004,
• της με αριθμό « »/2.5.17 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, χρήσης 2005,
• της με αριθμό « »/2.5.17 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ, χρήσης 2004,
• της με αριθμό « »/2.5.17 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ, χρήσης 2005,
• της με αριθμό « »/2.5.17 Πράξης Επιβολής Προστίμου ΦΠΑ αρ. 4 ν.2523/1994, χρήσης 2005,
• της με αριθμό « »/2.5.17 Πράξης Επιβολής Προστίμου αρ. 54 ν.4174/2013, χρήσης 2015,

του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ, καθώς και τις από 2.5.17 εκθέσεις ελέγχου εισοδήματος και ΦΠΑ της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ.

5. Τις ως άνω προσβαλλόμενες πράξεις, των οποίων ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ. 

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α1 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 16.6.17 και αριθμό πρωτοκόλλου « » ενδικοφανούς προσφυγής της « », ΑΦΜ « », της « », ΑΦΜ « », της « », ΑΦΜ « », και της « », ΑΦΜ « », η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με το αρ. « »/31.7.12 έγγραφο του ΣΔΟΕ προς την Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ η προσφεύγουσα, με διακριτικό τίτλο « » και αντικείμενο εργασιών την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών για ιατρικά προϊόντα, βάσει της από 29.6.12 Έκθεσης Ελέγχου ΚΒΣ του ΣΔΟΕ (Επιχ. Δ/νση Ειδικών Υποθέσεων Αθηνών), εξέδωσε προς την εταιρεία « » ένα εικονικό ως προς τη συναλλαγή φορολογικό στοιχείο, χρήσης 2004, καθαρής αξίας 12.270,21 €, καθώς και τέσσερα μερικώς (ως προς την αξία) εικονικά ως προς τη συναλλαγή φορολογικά στοιχεία, χρήσης 2005, καθαρής αξίας 1.149.303,17 €, και ένα εικονικό ως προς την συναλλαγή φορολογικό στοιχείο, χρήσης 2005, καθαρής αξίας 85.000,00 €, προς την εταιρεία « », και τέσσερα μερικώς (ως προς την αξία) εικονικά ως προς τη συναλλαγή φορολογικά στοιχεία, χρήσης 2005, καθαρής αξίας 1.044.821,05 € προς την εταιρεία « » (Ηνωμένου βασιλείου). Τα ως άνω μερικώς (ως προς την αξία) εικονικά φορολογικά στοιχεία κρίθηκαν μερικώς εικονικά κατά το ποσό που αντιστοιχούσε σε τιμολόγηση παροχής στις ανωτέρω λήπτριες εταιρείες υπηρεσιών-ενεργειών εξωσυμβατικών (πέραν των προβλεπομένων στην από 1.1.2005 σύμβαση υπηρεσιών για προώθηση κινήτρων επαγγελματικής εκπαίδευσης/χρηματικών κινήτρων). Για τις
εν λόγω παραβάσεις έχουν εκδοθεί οι με αρ. « »/2012 & « »/2012 ΑΕΠ και έχει ασκηθεί προσφυγή, η συζήτηση της οποίας εκκρεμεί στα δικαστήρια.

Κατόπιν εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες με την παρούσα ενδικοφανή προσφυγή, πράξεις:

• Η με αριθμό « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, χρήσης 2004, με την οποία προσδιορίστηκε διαφορά φόρου μηδέν.

• Η με αριθμό « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, χρήσης 2005, με την οποία προσδιορίστηκε διαφορά φόρου μηδέν.

• Η με αριθμό « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ, χρήσης 2004, με την οποία προσδιορίστηκε διαφορά φόρου 264,88 €, πλέον πρόσθετου φόρου 317,86 €.

• Η με αριθμό « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ, χρήσης 2005, με την οποία προσδιορίστηκε διαφορά φόρου 97,233,52 €, πλέον πρόσθετου φόρου 116.680,22 €.

• Η με αριθμό « »/2.5.17 Πράξη Επιβολής Προστίμου ΦΠΑ αρ. 4 ν.2523/1994, χρήσης 2005, λόγω μη υποβολής δήλωσης μεταβολής-προσθήκης ενδοκοινοτικών συναλλαγών, μη υποβολής ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών συναλλαγών αρ. 36§5α' του ν.2859/2000 1ου, 2ου, 3ου και 4ου τριμήνου, μη υποβολής της στατιστικής δήλωσης INTRASTAT αρ. 36§5γ' του ν.2859/2000 για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές μηνών 3ο, 6ο, 10ο, 12ο, συνολικού ποσού 900,00 €.

• Η με αριθμό « »/2.5.17 Πράξη Επιβολής Προστίμου αρ. 54 ν.4174/2013, χρήσης 2015, λόγω μη ανταπόκρισης στο με αρ. « »/2015 αίτημα παροχής στοιχείων, ποσού 250,00 €.

Οι ανωτέρω προσβαλλόμενες πράξεις εδράζονται επί των από 2.5.17 εκθέσεων ελέγχου εισοδήματος, ΦΠΑ και ΚΦΔ της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ, σύμφωνα με τις οποίες, οι διαπιστωθείσες παραβάσεις έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων είναι μεγάλης έκτασης και δεδομένου ότι ο υπόχρεος δεν ανταποκρίθηκε στο με αρ. « »/2015 αίτημα προσκόμισης των τηρουμένων βιβλίων και στοιχείων του, τα βιβλία και στοιχεία κρίθηκαν ανακριβή, ο λογιστικός προσδιορισμός του εισοδήματος ήταν αδύνατος, και το εισόδημα προσδιορίστηκε εξωλογιστικά. Επιπροσθέτως, από τον έλεγχο προέκυψε ότι η προσφεύγουσα, αν και είχε προβεί σε ενδοκοινοτικές συναλλαγές κατά τη χρήση 2005, δεν υπέβαλε δήλωση μεταβολής-προσθήκης ενδοκοινοτικών συναλλαγών, ανακεφαλαιωτικό πίνακα ενδοκοινοτικών συναλλαγών αρ. 36§5α' του ν.2859/2000 1ου, 2ου, 3ου και 4ου τριμήνου, και τη στατιστική δήλωση INTRASTAT αρ. 36§5γ' του ν.2859/2000 για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές μηνών 3ο, 6ο, 10ο, 12ο.

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση των παραπάνω προσβαλλόμενων πράξεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

1. Νομική πλημμέλεια λόγω περαίωσης της χρήσης 2005 και έλλειψης συμπληρωματικών στοιχείων.

2. Παραγραφή.

3. Ο έλεγχος δεν αποδεικνύει με βεβαιότητα την εικονικότητα των συναλλαγών.

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 72§11 του ν. 4174/2013: «Διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, προστίμων, προϊσχύουσες του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή για τις χρήσεις, τις περιόδους, τις υποθέσεις και τις φορολογικές υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν. Κατ" εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 εφαρμόζονται και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά τη θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί.»

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84 του Ν.2238/94, όπως ίσχυε κατά το υπό κρίση χρονικό διάστημα: «Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου, κατά τις διατάξεις του άρθρου β9, δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή του φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο της πενταετίας

4. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής και την επιβολή φόρων, πρόσθετων φόρων, για φορολογικές παραβάσεις, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, εφόσον η μη ενάσκησή του, έστω και κατά ένα μέρος, οφείλεται: α) Στην από πρόθεση πράξη ή παράλειψη του φορολογουμένου με τη σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου. β) Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 68. Όταν τα συμπληρωματικά στοιχεία περιέρχονται στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας το τελευταίο έτος της παραγραφής, ο χρόνος αυτής παρατείνεται για ένα ακόμη ημερολογιακό έτος.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 παρ.2 του Ν.2238/1994, όπως ίσχυε κατά το υπό κρίση χρονικό διάστημα: «Φύλλο ελέγχου και αν ακόμη έγινε οριστικό, δεν αποκλείει την έκδοση και κοινοποίηση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, αν: α) από συμπληρωματικά στοιχεία, που περιήλθαν με οποιονδήποτε τρόπο σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που έχει περιληφθεί στο προηγούμενο φύλλο ελέγχου ή β) η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή. Στις πιο πάνω περιπτώσεις το νέο φύλλο ελέγχου εκδίδεται για το άθροισμα του εισοδήματος που προκύπτει από το προηγούμενο φύλλο ελέγχου, καθώς και αυτού που εξακριβώθηκε με βάση τα πιο πάνω στοιχεία.»

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 49 του ν. 2859/2000, όπως ίσχυε κατά το υπό κρίση χρονικό διάστημα: «1. Με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου ο Προϊστάμενος ΔΟΥ εκδίδει πράξη προσδιορισμού του φόρου για χρονική περίοδο που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από μία διαχειριστική περίοδο. Ο Προϊστάμενος ΔΟΥ δεν έχει υποχρέωση να προσδιορίζει το φόρο για κάθε μήνα η τρίμηνο χωριστά, αν η πράξη προσδιορισμού του φόρου που εκδόθηκε αφορά περίοδο μεγαλύτερη του μήνα ή του τριμήνου. Αν από τον έλεγχο προέκυψε διαφορά φόρου που δεν υπερβαίνει τις χίλιες (1.000) δραχμές, εκδίδεται πράξη με την οποία περαιώνεται η υπόθεση ως ειλικρινής

3. Πράξη προσδιορισμού του φόρου, και αν ακόμη έγινε οριστική, δεν αποκλείει την έκδοση και κοινοποίηση συμπληρωματικής πράξης, αν από συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν οποιονδήποτε τρόπο σε γνώση του Προϊσταμένου ΔΟΥ, μετά την έκδοση της πράξης, εξακριβώνεται ότι ο φόρος που προκύπτει είναι μεγαλύτερος απ" αυτόν που προσδιορίζεται με την αρχική πράξη ή αν η δήλωση ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή.»

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν. 2859/2000, όπως ίσχυε κατά το υπό κρίση χρονικό διάστημα: «1. Η Κοινοποίηση των πράξεων που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 49 του παρόντος δεν μπορεί να γίνει ύστερα από πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της εκκαθαριστικής δήλωσης ή η προθεσμία για την υποβολή των απαιτούμενων δικαιολογητικών για την εκκαθάριση και την απόδοση του επιστρεπτέου φόρου που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 41. Μετά την πάροδο της πενταετίας παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για την Επιβολή του φόρου."

2. Κατ" εξαίρεση από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, μπορεί να κοινοποιηθεί πράξη και μετά την πάροδο πενταετίας, όχι όμως και μετά την πάροδο δεκαετίας εφόσον: α) δεν υποβλήθηκε περιοδική ή εκκαθαριστική δήλωση, β) η μη άσκηση του δικαιώματος του Δημοσίου για την επιβολή του φόρου, εν όλω ή εν μέρει, οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη από πρόθεση του υπόχρεου στο φόρο και σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου, γ) αφορά συμπληρωματική πράξη που προβλέπει η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 49.»

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 18 του άρθρου 19 του ν. 3091/2002: «Για υποθέσεις φόρου εισοδήματος, φόρου προστιθέμενης αξίας και λοιπών παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών των προσώπων του άρθρου 2 του Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α/), σε βάρος των οποίων έχουν εκδοθεί και κοινοποιηθεί αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ., για έκδοση εικονικών ή πλαστών φορολογικών στοιχείων ή λήψη εικονικών ή νόθευση φορολογικών στοιχείων, μέχρι το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής του φόρου, παρατείνεται το δικαίωμα αυτό για δύο ακόμη έτη πέραν του χρόνου που ορίζεται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται για τις διαχειριστικές περιόδους που βαρύνονται με τα εικονικά, πλαστά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία και ισχύουν για υποθέσεις για τις οποίες η προθεσμία παραγραφής λήγει από 31.12.2002 και μετά.

Για τις υποθέσεις που αφορούν διαχειριστικές περιόδους, οι οποίες έπονται των διαχειριστικών περιόδων για τις οποίες έχουν εκδοθεί αποφάσεις επιβολής προστίμου για εικονικά, πλαστά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία, ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής του φόρου μετατίθεται μέχρι τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής που ορίζεται στα προηγούμενα εδάφια.»

Σύμφωνα με την παρ.3 του ν.3212/2003 οι διατάξεις της παραγράφου 18 του άρθρου 19 του Ν. 3091/2002 εφαρμόζονται ανάλογα και στις περιπτώσεις που μέχρι το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής του φόρου έχουν επιδοθεί εκθέσεις κατάσχεσης ανεπίσημων βιβλίων και στοιχείων κατά τις διατάξεις του άρθρου 36 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
Στις περιπτώσεις αυτές ο νέος χρόνος παραγραφής καταλαμβάνει και τις προηγούμενες της κατάσχεσης ανέλεγκτες διαχειριστικές περιόδους.

Επειδή, σύμφωνα με την αρ. 102/2001 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ: «Ωσαύτως κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων "συμπληρωματικά" στοιχεία δεν αποκλείεται να είναι επίσημα ή ανεπίσημα βιβλία ή στοιχεία που τηρούν τρίτες επιχειρήσεις ή και άλλα έγγραφα από τα οποία αποδεικνύεται κατά την κρίση της φορολογικής αρχής ή των διοικητικών δικαστηρίων, τόσο η ανακρίβεια των βιβλίων και στοιχείων που τηρούσε ο φορολογούμενος, όσο και η απόκρυψη από αυτόν εισοδημάτων ΣτΕ 279/92, 14/94, 1425-26/2000, 2448/50/87, 2677/86. Και ναι μεν γενικώς αποκλείεται η έκδοση συμπληρωματικού φύλλου, με βάση στοιχεία, τα οποία ήταν στη διάθεση του αρμοδίου εφόρου κατά την έκδοση του αρχικού φύλλου, έστω και αν αυτά δεν είχαν ληφθεί υπ' όψη κατά την έκδοση του φύλλου εκείνου (ΣτΕ 2703/97, 2473/96), όμως ως συμπληρωματικά στοιχεία, επί τη βάσει των οποίων μπορεί να εκδοθεί συμπληρωματικό φύλλο ελέγχου, θεωρούνται εκείνα τα οποία και αποδεδειγμένα δεν είχε, ούτε ηδύνατο δικαιολογημένα να έχει υπ' όψη του ο έφορος κατά την αρχική φορολογική εγγραφή ή τη διοικητική επίλυση της διαφοράς (ΣτΕ 588/80, 3083/80, 3760/82) και να αποκαλύπτουν πηγή εσόδων που δεν εκτιμήθηκε κατ? αυτήν (ΣτΕ 2985-88/81). Συμπληρωματικό στοιχείο αποτελεί και η έκθεση ελέγχου άλλης οικονομικής εφορίας (και για την ταυτότητα του νομικού λόγου ειδικού συνεργείου άρθρου 39 Ν. 1914/90 ), εκτός αν αυτή είχε εκδοθεί κατόπιν αιτήσεως του αρμοδίου για την έκδοση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. οπότε θα αποτελούσε μη επιτρεπόμενη έκθεση επανελέγχου της φορολογικής δηλώσεως (ΣτΕ 2397/90). ...»

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 28 του N. 3697/2008 "Ενίσχυση της διαφάνειας του Κρατικού Προϋπολογισμού, έλεγχος των δημόσιων δαπανών, μέτρα φορολογικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις" (Φ.Ε.Κ. 194 Α'/25.9.2008) επήλθαν μεταβολές στις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 του N. 3259/2004 "Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών και άλλες διατάξεις". Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αποδοχής του σχετικού εκκαθαριστικού σημειώματος διενεργούσαν έλεγχο σύμφωνα με την ΠΟΛ. 1037/2005.

Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1037/2005: «Άρθρο 3 'Ειδικές Ελεγκτικές Επαληθεύσεις' : Σε κάθε κατηγορία βιβλίων διενεργούνται υποχρεωτικά και οι πιο κάτω τουλάχιστον ειδικές ελεγκτικές επαληθεύσεις: ... Γ. Στα βιβλία τρίτης (Γ') κατηγορίας 1. Ελεγχος ταμείου και αξιογράφων, για διαπίστωση τυχόν πιστωτικών υπολοίπων ή διαφορών, για διάστημα οπωσδήποτε δέκα (10) ημερών κάθε εκκρεμούς διαχειριστικής περιόδου και πέραν αυτού κατά την κρίση του ελέγχου. Σε κάθε περίπτωση, κατά την πρώτη ημέρα του ελέγχου των εκκρεμών διαχειριστικών περιόδων και πριν από τη διενέργεια οποιασδήποτε άλλης ελεγκτικής επαλήθευσης, διενεργείται έλεγχος ταμείου και αξιογράφων κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 3296/2004. ...

Άρθρο 4 'Πρόσθετες Ελεγκτικές Επαληθεύσεις': Πέραν των υποχρεωτικών ελεγκτικών επαληθεύσεων που ορίζονται από τα προηγούμενα άρθ. 2 και 3, μπορεί να διενεργούνται πρόσθετες ελεγκτικές επαληθεύσεις, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο με βάση τα πραγματικά δεδομένα, τη βαρύτητα και τις ιδιαιτερότητες της ελεγχόμενης επιχείρησης ή του κλάδου γενικά.. »

Επειδή, σύμφωνα με τις από 2.5.17 εκθέσεις ελέγχου εισοδήματος και ΦΠΑ της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ, ο υπό κρίση έλεγχος διενεργήθηκε κατόπιν στοιχείων, που προέκυψαν βάσει του αρ. « »/31.7.12 εγγράφου του ΣΔΟΕ προς την Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ με το οποίο διαβιβάστηκε η από 29.6.12 έκθεση ελέγχου ΚΒΣ του ΣΔΟΕ (Επιχ. Δ/νση Ειδικών Υποθέσεων Αθηνών), και τα οποία βάσει των ανωτέρω αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία. Σύμφωνα με το πόρισμα του εν λόγω ελέγχου, η προσφεύγουσα εξέδωσε προς την εταιρεία « » ένα εικονικό ως προς τη συναλλαγή φορολογικό στοιχείο, χρήσης 2004, καθαρής αξίας 12.270,21 €, καθώς και τέσσερα μερικώς (ως προς την αξία) εικονικά ως προς τη συναλλαγή φορολογικά στοιχεία, χρήσης 2005, καθαρής αξίας 1.149.303,17 €, και ένα εικονικό ως προς την συναλλαγή φορολογικό στοιχείο, χρήσης 2005, καθαρής αξίας 85.000,00 €, προς την εταιρεία « », και τέσσερα μερικώς (ως προς την αξία) εικονικά ως προς τη συναλλαγή φορολογικά στοιχεία, χρήσης 2005, καθαρής αξίας 1.044.821,05 € προς την εταιρεία « » (Ηνωμένου βασιλείου). Επιπροσθέτως, στην προσφεύγουσα έχει επιδοθεί η αρ. « »/2009 έκθεση κατάσχεσης εικονικών στοιχείων χρήσεων 2004 και 2005.

Συνεπώς, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, το δικαίωμα του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου χρήσεων 2004 και 2005 δεν έχει παραγραφεί.

Επειδή, σύμφωνα με τις από 2.5.17 εκθέσεις ελέγχου εισοδήματος και ΦΠΑ της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ και την από 29.6.12 έκθεση ελέγχου ΚΒΣ του ΣΔΟΕ (Επιχ. Δ/νση Ειδικών Υποθέσεων Αθηνών), από το πόρισμα του ελέγχου, ο οποίος διενεργήθηκε κατόπιν εγγράφων της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, διαπιστώθηκε η εικονικότητα των υπό κρίση φορολογικών στοιχείων που εξέδωσε η προσφεύγουσα προς την « », καθώς η ίδρυση της εταιρείας '« », η συνεργασία της προσφεύγουσας, του διαχειριστή της « », και της « » (« » και « », θυγατρικές της « »), οι αμοιβές (31,5% επί των πωλήσεων της « » στην Ελλάδα) για παροχή υπηρεσιών της προσφεύγουσας στην « » και η σχετική σύμβαση συνάφθησαν για την προώθηση 20% επί της αξίας των πωλήσεων της « » προς τους τελικούς χρήστες, προκειμένου αυτά τα ποσά να προωθηθούν ή και να δαπανηθούν σε χειρουργούς, ώστε να προτιμούν και να χρησιμοποιούν τα προϊόντα της « ». Συγκεκριμένα:

• Από τις αμοιβές του συμβούλου « » και των εταιρειών του (η προσφεύγουσα « », η « » και η « ») προκύπτει ότι η « » αντιμετώπιζε τις ανωτέρω εταιρίες του συμβούλου ως συνέχεια η μία της άλλης. Οι όροι των συμβάσεων της παροχής υπηρεσιών των παραπάνω εταιριών ήταν παρόμοιοι με εκείνους που είχε συνάψει ο « » με την προσφεύγουσα εταιρεία.

Η σύσταση εταιρειών παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών με τη μορφή της ετερόρρυθμης εταιρείας (όπως της προσφεύγουσας) ήταν επιθυμητή για φορολογικούς λόγους.

• Το αρ. « »/31.12.04 ΤΠΥ εκδόσεως της προσφεύγουσας προς την « » αφορούσε διαφορά στις πωλήσεις προς διευθέτηση ύψους 12.270,21 € που προέρχονταν από τη σύμβαση που είχε συνάψει η « » με τις εταιρείες « » και η « » τη χρήση 2004 και όχι παροχή υπηρεσιών που προσέφερε η προσφεύγουσα στην « ». Οι δε συμβάσεις παροχής υπηρεσιών μεταξύ της προσφεύγουσας και των εταιρειών της « » υπογράφηκαν την 1.1.2005. Σημειωτέον ότι το εν λόγω ΤΠΥ καταχωρίστηκε στο βιβλίο εσόδων εξόδων με ημερομηνία 31.12.2004 αλλά το στέλεχος του μπλοκ είχε αριθμό πράξης θεώρησης « »/12.1.2005.

• Για το αρ. « »/16.12.05 ΤΠΥ εκδόσεως της προσφεύγουσας προς την « », με περιγραφή 'Καταγραφή όλων των χειρουργών των ετών 2004-2005, στα οποία χρησιμοποιήθηκαν υλικά της « », καταχώρισή τους, σε ηλεκτρονικό αρχείο και ταξινόμησή τους ανά πελάτη και χειρουργική τεχνική' και τις προσκομισθείσες από την ελεγχόμενη σελίδες (μέρος του ηλεκτρονικού αρχείου 193 σελίδες) με τίτλο «ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΩΛΗΣΕΩΝ», στις απαντήσεις που έλαβε ο έλεγχος σε ανταπόκριση σε σχετικές προσκλήσεις προς την « », δεν ανευρέθηκαν στα φυσικά και ηλεκτρονικά της αρχεία, στοιχεία που να αφορούν το ανωτέρω ηλεκτρονικό αρχείο, καθώς και ηλεκτρονικά ή φυσικά έγγραφα αποστολής του. Η « » επίσης ενημέρωσε ότι τα στοιχεία που περιλαμβάνονταν στις προσκομισθείσες από την ελεγχόμενη σελίδες είναι πληροφορίες-στοιχεία που βρίσκονται στη βάση δεδομένων του μηχανογραφικού συστήματος που χρησιμοποιεί η « », και ότι η εταιρεία απασχολούσε εξωτερικούς συνεργάτες προγραμματιστές αναλυτές Η/Υ που μεταξύ άλλων είχαν αρμοδιότητα την ανάπτυξη και εξαγωγή αναφορών στατιστικής ή άλλης φύσης. Συνεπώς, η « » ήταν σε θέση να αναπαραγάγει μόνη της το αρχείο με τα στοιχεία, που περιγράφονται στο υπό κρίση τιμολόγιο. Το εν λόγω ηλεκτρονικό αρχείο δεν ανευρέθηκε στα αρχεία της « » ούτε βρέθηκε στον αντισυμβαλλόμενο κάποιο στοιχείο που να αποδεικνύει ότι έλαβε χώρα η συγκεκριμένη παροχή υπηρεσιών από την προσφεύγουσα προς την « » ώστε να εκδοθεί εκτός των υπολοίπων ΤΠΥ που είχαν εκδοθεί βάσει της από 1.1.2005 σύμβασης.

• Η περιγραφή των παρεχόμενων υπηρεσιών της προσφεύγουσας στην από 1.1.2005 σύμβαση με την « » και την « » είναι γενική και δεν  αναφέρεται ο τρόπος τιμολόγησης της καθεμίας.

Γενική ήταν και η περιγραφή στα εκδοθέντα βάσει αυτής τιμολόγια.

• Οι όροι των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που σύναψε ο « » και οι εταιρίες του « », η « » και η « ») με τις εταιρίες της « » (« » και η « ») ήταν παρόμοιοι.

• Οι ίδιες ακριβώς υπηρεσίες προσφέρονταν από την προσφεύγουσα στις δύο εταιρείες « » και « » που ήταν ιδίων συμφερόντων, αφού ο άμεσος διανομέας των προϊόντων της « » στην Ελλάδα ήταν η « ». Για τις ίδιες επομένως υπηρεσίες και με τους ίδιους στόχους ως προς τις συμφωνηθείσες πωλήσεις η προσφεύγουσα θα πληρωνόταν συνολικά με ποσοστό 31,5% (16,5% « » + 15% « ») επί της καθαρής τιμολογημένης αξίας των ορθοπεδικών προϊόντων της « » προς τους τελικούς καταναλωτές στην Ελλάδα, το οποίο θεωρείται εξαιρετικά μεγάλο για συμβουλευτικές υπηρεσίες. Επιπλέον, με δεδομένο ότι τα τι προϊόντα της « » ήταν ήδη γνωστά στην ελληνική αγορά πριν το 2000, ενώ το προσωπικό της εταιρείας ήταν ήδη εξειδικευμένο, αφού οι περισσότεροι εκ των υπαλλήλων δούλευαν για λογαριασμό της « » (πρώην « ») ακόμα και πριν την εξαγορά της από την « » όσο και μετά, ως θυγατρική της, τα ποσοστά των αμοιβών επί των πωλήσεων των προϊόντων της « », για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες της προσφεύγουσας, θεωρούνται εξαιρετικά μεγάλα για συμβουλευτικές υπηρεσίες.

• Παρόμοια πολιτική ως προς τις συμβουλευτικές υπηρεσίες και τις αμοιβές της προσφεύγουσας με την « », ακολουθήθηκε και κατά την σύναψη συμβάσεων συμβουλευτικών υπηρεσιών με τον « » (αδελφό του « ») και την εταιρία του «« », καθώς και με τις εταιρίες του « » και τη « ».

• Η « » (« » και « ») δε χρειαζόταν έναν σύμβουλο για την προώθηση των πωλήσεών της στην Ελλάδα, αφού κατείχε την τεχνογνωσία, την εμπειρία, τη δικτύωση και τα προϊόντα της « » ήταν ήδη γνωστά στην ελληνική αγορά πριν το 2000, ενώ το προσωπικό της εταιρείας ήταν
εξειδικευμένο. Οι δε όροι των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που συνάφθηκαν μεταξύ των εταιρειών του « » της « », ως προς τα καθήκοντα του συμβούλου, καλύπτονταν και από το προσωπικό της.

• Από το έγγραφα, την αλληλογραφία, τα διάφορα ηλεκτρονικά και φυσικά αρχεία και τις απαντήσεις στις σχετικές προσκλήσεις, που είχε στην διάθεσή του ο έλεγχος από την « » (« » και « »), δεν ανευρέθηκε κάποιο στοιχείο με το οποίο να αποδεικνύεται ότι η εταιρία « » παρείχε στην « » οποιαδήποτε συμβουλευτική υπηρεσία, όπως περιγράφονται στην σύμβαση, πχ μελέτες, γραπτές προτάσεις κλπ.

• Επιπλέον, η προσφεύγουσα, εκτός από τις συμβάσεις και τα σχετικά ΤΠΥ (βάσει σύμβασης) δεν προσκόμισε άλλα στοιχεία που να αποδεικνύουν την παροχή των υπό κρίση υπηρεσιών προς τις εταιρίες « » και « ».

• Από τον έλεγχο προέκυψε ότι στην ελληνική αγορά ορθοπεδικών ειδών περίπου το 20% επί της αξίας των πωλήσεων στους τελικούς χρήστες διακρατείτο από τους κατασκευαστές ορθοπεδικών προϊόντων, προκειμένου να δοθεί σε χειρουργούς. Οι αναφορές στην τεκμηρίωση για εργασίες της « » σε 'επαγγελματική εκπαίδευση', 'δώρα σε μετρητά', 'υποστήριξη της αγοράς' κλπ. παραπέμπουν στο ως άνω 20% που αποδιδόταν στους μεσάζοντες, πάντοτε τοις μετρητοίς και μετά από φόρους (κατάθεση του « »). Ο έλληνας αντιπρόσωπος επισήμαινε ότι βάσει μιας συμφωνίας για παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, η αμοιβή θα πρέπει να είναι «επαρκής για να καλύπτει το κόστος των χρηματικών κινήτρων για την [« »] και τη « », και το σχετικό φόρο συν ένα εύλογο κέρδος για τις υπηρεσίες του συμβούλου». Από τον Οκτώβριο του 2003 μέχρι το Δεκέμβριο του 2005 καταβλήθηκαν στον έλληνα αντιπρόσωπο «περίπου 7.303.754,00 €, σημαντικό μέρος των οποίων χρησιμοποιήθηκε για την καταβολή χρηματικών κινήτρων σε Έλληνες παρόχους υγειονομικής περίθαλψης έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί η αγορά των προϊόντων της « » (Συμφωνία μεταξύ της « » και του « ». «Η συμφωνία ήταν ότι οι γιατροί θα λάμβαναν 20% επί του τιμολογίου για κάθε επέμβαση που πραγματοποιούσαν» (έγγραφο της « » - Διευθύνοντας Σύμβουλος της « »). «Η δουλειά των αντιπροσώπων ήταν απλώς να παραδίδουν και να τιμολογούν τα προϊόντα και να καταβάλουν χρήματα στους χειρουργούς σε μηνιαία βάση βασιζόμενα στον αριθμό των χειρουργείων». Αναλόγως προσεγγίστηκε ο « » «καταρτίζοντας παρόμοια συμφωνία συμβουλευτικών υπηρεσιών με 31,5% μέχρι το Δεκέμβριο του 2005» (Κατασχεμένα στοιχεία από την οικεία της « »). «Η ΔΦ έχει παραδεχτεί ότι έλαβε 375.000 ευρώ ως προκαταβολές σε μετρητά κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών ετών. Αρχικά η ΔΦ είπε ότι τα χρήματα προορίζονταν για επιχειρησιακές δαπάνες αλλά αργότερα είπε ότι πολλά από αυτά τα χρήματα δόθηκαν σε γιατρούς. Αργότερα είπε ότι λάμβανε χρήματα από ένα σύμβουλο/διανομέα με τον οποίο η « » είχε συνάψει σύμβαση. Εξήγησε ότι έλαβε προκαταβολές σε μετρητά από την « » για να πληρώσει του γιατρούς και ο σύμβουλος την αποζημίωσε για τις πληρωμές στους γιατρούς» (από το από 8.5.2006 έγγραφο της « »).

• Από έλεγχο στα βιβλία της εταίρας « » και τις εγγραφές με την αιτιολογία «ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΕ ΘΥΡΙΔΑ», τις τραπεζικές αναλήψεις από τις κινήσεις των λογαριασμών της εν λόγω εταιρείας, την κατάθεση του κ. « », το έγγραφο που κατασχέθηκε από την οικεία της κ. « » και το από 8.5.2006 έγγραφο της « » προκύπτει ότι γινόταν διακίνηση χρημάτων από την εταιρεία σε τρίτους (γιατρούς), προφανώς και μέσω της κ. « », μέσω της ανάληψης μεγάλων ποσών, των θυρίδων και των σχετικών εγγραφών, με τρόπο ώστε να μην είναι εύκολο να εντοπιστεί ο αποδέκτης των χρημάτων. Η προσφεύγουσα εταιρεία « » τηρεί βιβλία και στοιχεία Β' κατηγορίας και ως εκ τούτου δεν υπάρχουν αναλυτικά καθολικά ή εγγραφές με την ανάλυση των ταμειακών κινήσεων της επιχείρησης. Από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της προσφεύγουσας, τα αντίγραφα των κινήσεων, της χρήσης των θυρίδων (κάρτα επισκέψεων μισθωτή) τόσο του κ. « » όσο και της κας « », στην Τράπεζα Πειραιώς, κατάστημα Παραδείσου, προκύπτουν ορισμένες αναλήψεις από τον τραπεζικό λογαριασμό της προσφεύγουσας την ίδια ημέρα και σε παρόμοιες ώρες με εκείνες όπου κινήθηκαν οι θυρίδες των φυσικών προσώπων.

• Όσον αφορά τις συμβάσεις που σύναψε η προσφεύγουσα και τα τιμολόγια που έλαβε από τον « » (σύμβουλος επιχειρήσεων), την « » (ΤΠΥ με περιγραφή 'έρευνα αγοράς ορθοπεδικών υλικών σε νέες τεχνικές') και την « » (σύμβουλος επιχειρήσεων), δεν υφίστανται και δεν προσκομίστηκαν στοιχεία που να αφορούν και να αποδεικνύουν την παροχή υπηρεσιών προς την προσφεύγουσα.

Επειδή, στις ανωτέρω εκθέσεις ελέγχου αναφέρονται όλα τα πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία των διαπιστωθεισών παραβάσεων, τα οποία είναι απαραίτητα για την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων.

Επειδή οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στις από 2.5.17 εκθέσεις ελέγχου εισοδήματος και ΦΠΑ της Δ.Ο.Υ. Α' ΠΕΙΡΑΙΑ, επί των οποίων εδράζονται οι προσβαλλόμενες πράξεις, κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες, η υπό κρίση ενδικοφανής προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Αποφασίζουμε

Τη απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης 16.6.17 και αριθμό πρωτοκόλλου « » ενδικοφανούς προσφυγής της « », ΑΦΜ « », της « », ΑΦΜ « », της « », ΑΦΜ « », και της « », ΑΦΜ « ».

Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση:

• Αρ. « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος

Φορολογική Περίοδος 1.1.2004-31.12.2004

Διαφορά φόρου

0,00 €

Πρόσθετος φόρος

0,00 €

 

 

ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟ ΠΟΣΟ

0,00 €



• Αρ. « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος

Φορολογική Περίοδος 1.1.2005-31.12.2005

Διαφορά φόρου

0,00 €

Πρόσθετος φόρος

0,00 €

 

 

ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟ ΠΟΣΟ

0,00 €



• Αρ. « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ

Φορολογική Περίοδος 1.1.2004-31.12.2004

Διαφορά φόρου

264,88 €

Πρόσθετος φόρος

317,86 €

 

 

ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟ ΠΟΣΟ

582,74 €



• Αρ. « »/2.5.17 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ

Φορολογική Περίοδος 1.1.2005-31.12.2005

Διαφορά φόρου

97,233,52 €

Πρόσθετος φόρος

116.680,22 €

 

 

ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟ ΠΟΣΟ

213.913,74 €



• Αρ. « »/2.5.17 Πράξη Επιβολής Προστίμου ΦΠΑ αρ. 4 ν.2523/1994

Φορολογική Περίοδος 1.1.2005-31.12.2005

Πρόστιμο μη υποβολής δήλωσης μεταβολής- προσθήκης ενδοκοινοτικών συναλλαγών

100,00 €

Πρόστιμο μη υποβολής ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών συναλλαγών αρ. 36§5α' του ν.2859/2000 1ου, 2ου, 3ου και 4ου τριμήνου

400,00 €

Πρόστιμο μη υποβολής της στατιστικής δήλωσης INTRASTAT αρ. 36§5γ' του ν.2859/2000 για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές μηνών 3ο, 6ο, 10ο, 12ο 400,00 €
   

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ

900,00 €



• Αρ. « »/2.5.17 Πράξη Επιβολής Προστίμου αρ. 54 ν.4174/2013

Φορολογική Περίοδος 1.1.2015-31.12.2015

Πρόστιμο μη ανταπόκρισης σε αίτημα παροχής στοιχείων

250,00 €

 

 

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ

250,00 €


Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

Ακριβές Αντίγραφο
Ο/Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Με εντολή του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών
Ο Προϊστάμενος της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 40/2018 Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 61 του ν. 4559/2018 (ΦΕΚ 142/τ. Α’/03-08-2018) «Διατάξεις για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών»

$
0
0

Αθήνα, 07/09/2018
Αρ. Πρωτ. Γ36/02/353

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Ε.Φ.Κ.Α.)
 


ΚΕΝΤΡΟ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ   
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ : ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΟΦΕΙΛΩΝ
TMHMA : ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

Ταχ.Δ/νση : Πατησίων 12
Ταχ.Κώδικας : 106 77
Πληροφορίες : Ε. Σγαρδέλη
Τηλέφωνα : 210.52.91.767
210.52.91.768
210.52.91.769
210.52.91.770
FAX : 210.52.91.765
Ε-mail : diakanonismos@keao.gov.gr
 
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 40
 
ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 61 του ν. 4559/2018 (ΦΕΚ 142/τ. Α’/03-08-2018) «Διατάξεις για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών»


Με την παρούσα σας κοινοποιούμε τις διατάξεις του άρθρου 61 του ν. 4559/2018 (ΦΕΚ 142/τ. Α’/03-08-2018) «Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιόνιο Πανεπιστήμιο και άλλες διατάξεις» με τον οποίο τροποποιήθηκαν τα άρθρα 2, 9 και 15 του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62/τ. Α΄/03-5-2017), «Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις».

Για την εφαρμογή των προαναφερόμενων διατάξεων σας γνωρίζουμε τα εξής:
 
1. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Η παρ. 1 του άρθρου 61 του ν. 4559/2018 (ΦΕΚ 142/τ. Α’/03-08-2018) τροποποίησε την παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62/τ. Α΄/03-5- 2017) περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής του νόμου καθώς εφεξής οι αθλητικές ανώνυμες εταιρείες δεν έχουν το δικαίωμα υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.

Συνεπώς, με την τελευταία πρόβλεψη δεν μπορούν να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό:

• Πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών καθώς και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών αυτών που λειτουργούν στην Ελλάδα

• Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες, Οργανισμοί Εναλλακτικών Επενδύσεων και οι διαχειριστές αυτών

• Ασφαλιστικές εταιρείες

• Αθλητικές ανώνυμες εταιρείες

• Φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν υποβάλλει αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις του Ν.4307/2014 ή του Ν.3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας), εκτός εάν υπάρχει έγκυρη παραίτηση τους από τις εν λόγω διαδικασίες μέχρι την ημερομηνία υποβολή της αίτησης στον εξωδικαστικό μηχανισμό ή για τα οποία έχει εκδοθεί οριστική απόφαση υπαγωγής σε μία από τις ανωτέρω διαδικασίες ή έχει συζητηθεί η αίτηση και εκκρεμεί η έκδοση της δικαστικής απόφασης

• Επιχειρήσεις με διακοπή εργασιών ή νομικά πρόσωπα που βρίσκονται σε διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης εκτός εάν γίνει επανέναρξη εργασιών φυσικού προσώπου ή αναβίωση του νομικού προσώπου πριν από την υποβολή της αίτησης

• Φυσικά πρόσωπα ή υπεύθυνοι νομικών προσώπων που έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη απόφαση για φοροδιαφυγή, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, πλαστογραφία κ.λ.π..

Περαιτέρω, με την τροποποίηση της παρ. 21 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017 «Συμμετοχή του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης» οι ανωτέρω οφειλέτες που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4469/2017 όπως τροποποιήθηκε έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν αίτηση όταν συντρέχουν τα ακόλουθα στο σύνολο τους ή μεμονωμένα:

α) οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές υπολείπονται του ποσού των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000€)

β) πρόκειται για αθλητικές ανώνυμες εταιρείες

γ) οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν ποσοστό 85% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη (διμερείς διαπραγματεύσεις)

δ) αποτελούν φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013), αλλά δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα.

2. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ

Όπως είναι ήδη γνωστό, οι πιστωτές και ο οφειλέτης μπορούν να διαμορφώσουν ελεύθερα το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ακολουθώντας συγκεκριμένους υποχρεωτικούς κανόνες. Με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 61 του ν.4559/2018 τροποποιήθηκαν οι περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 4469/2017 που αφορούν τον υποχρεωτικό κανόνα της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών και συνοφειλετών στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, βάσει του άρθρου 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Πιο συγκεκριμένα, για την εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες κατάταξης απαιτήσεων πιστωτών, όπως αυτοί ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για την υπαγωγή στη διαδικασία αναδιάρθρωσης οφειλών, ανεξάρτητα από το χρόνο επιβολής της κατάσχεσης ή επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση. Τυχόν υπερπρονόμια που αναγνωρίζονταν στο Δημόσιο στη βάση προϊσχυουσών διατάξεων δεν λαμβάνονται υπόψη.

Επιπλέον, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 61 του ν. 4559/2017 προστέθηκε  εδάφιο  στο  τέλος  της  παρ.  5  του  άρθρου  15  του  ν.  4469/2017 «Συμμετοχή του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης» με τo οποίο ορίζεται ότι κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω υποχρεωτικών κανόνων, ο αριθμός και το ύψος των δόσεων καταβολής του ποσού που προσδιορίζεται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο καθορίζονται με κριτήριο:

- τη μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη

- τη μέγιστη διάρκεια της ρύθμισης και

- τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας

- Στην περίπτωση που υπάρχουν ιδιώτες πιστωτές, αν η ρύθμιση ως προς τους τελευταίους έχει μεγαλύτερη διάρκεια από τη μέγιστη διάρκεια της ρύθμισης ως προς το Δημόσιο, δηλαδή δέκα (10) χρόνια όπως ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, τότε οι υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9 του ιδίου νόμου εφαρμόζονται αναφορικά με την καθαρή παρούσα αξία των καταβολών που πραγματοποιούνται κατά τη μεγίστη διάρκεια της ρύθμισης ως προς το Δημόσιο.

Σας επισημαίνουμε ότι όλοι οι πιστωτές δεν ακολουθούν την ίδια χρονική περίοδο αποπληρωμής, καθώς η μέγιστη διάρκεια αποπληρωμής για το Δημόσιο ορίζεται σε εκατόν είκοσι (120) δόσεις κατ’ ανώτατο όριο, ενώ οι ιδιώτες πιστωτές είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν μεγαλύτερο ή/και μικρότερο διάστημα αποπληρωμής  των οφειλών προς αυτούς.

Με την τροποποίηση του νόμου ο έλεγχος της τήρησης των υποχρεωτικών κανόνων:

i. περί της μη χειροτέρευσης της θέσης όλων των πιστωτών και

ii. της σύμμετρης διανομής σε όλους τους πιστωτές σε κάθε περίπτωση θα πραγματοποιείται επί της καθαρής παρούσας αξίας των καταβολών της μέγιστης διάρκειας σύμβασης για το Δημόσιο, δηλαδή της πρώτης δεκαετίας ισχύος της σύμβασης.

Συνεπώς, τα ποσά και άλλα ανταλλάγματα που απομένουν προς διανομή μετά την κατά προτεραιότητα διανομή ποσών και άλλων ανταλλαγμάτων, διανέμονται συμμέτρως σε όλους τους πιστωτές κατά το μέρος των εναπομεινασών ανεξόφλητων απαιτήσεων τους και η διαθέσιμη ικανότητα αποπληρωμής επιμερίζεται σε όρους καθαρής παρούσας αξίας συμμέτρως με την ως άνω ανεξόφλητη οφειλή μεταξύ των πιστωτών που συμμετέχουν σε κάθε χρονική περίοδο.
 
3. ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 61 του ν. 4559/2018, οι ανωτέρω τροποποιήσεις των υποχρεωτικών κανόνων της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και της παρ. 5 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017 έχουν εφαρμογή και στις αιτήσεις που βρίσκονται σε εκκρεμότητα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου.




Η ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ ΤΟΥ Κ.Ε.Α.Ο.
ΒΑΡΒΑΡΑ ΧΑΤΖΗΕΥΣΤΑΘΙΑΔΟΥ
 

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ
ΗΡΑΚΛΗΣ ΑΕΡΑΚΗΣ

Αριθμ. πρωτ.: Δ.ΟΡΓ.Β. 1131315 ΕΞ 2018 Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Έργου, στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), για την Αξιολόγηση και Επανεξέταση των υφιστάμενων Δομών και Διαδικασιών Εξυπηρέτησης του Πολίτη

$
0
0

Αθήνα, 6 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθ. Πρωτ.: Δ.ΟΡΓ.Β.1131315ΕΞ2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Β' - ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας: 10184 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες: Φωτεινή Στάππα
Τηλέφωνο: 2132112950
2103311291
Fax: 2103230829
E-Mail: f.stappa@aade.gr
Url: www.aade.gr

Θέμα: «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Έργου, στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), για την Αξιολόγηση και Επανεξέταση των υφιστάμενων Δομών και Διαδικασιών Εξυπηρέτησης του Πολίτη».

Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α' 94) και ειδικότερα της υποπαραγράφου ε' της παρ. 4 του άρθρου 14, του άρθρου 2 και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 41 αυτού,

β) του άρθρου 89 του π.δ. 284/1988 (Α' 128 & 165) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με το τρίτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016,

γ) της αριθ. Δ. ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 (Β' 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει,

δ) των άρθρων 13 έως 15 του ν. 2690/1999 (Α'45) «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν,

ε) του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α' 176) «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», όπως ισχύει.

ζ) Την αριθ. ΔΙΑΔΠ/Α/7841/19.4.2005 (Β' 539) «Συνεδρίαση συλλογικών οργάνων με τηλεδιάσκεψη» Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών.

2. Τα από 10 και 12-7-2018, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, της αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Διοίκησης Χαρτοφυλακίου Έργων της Υποδιεύθυνσης Διοίκησης και Συντονισμού Χαρτοφυλακίου Έργων της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού.

3. Την αριθ. 1 της 20-1-2016 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (ΥΟΔΔ 18) «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθ. 39/3/30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

4. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β' 130 και Β' 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 (Α'94).

5. Την ανάγκη σαφούς και αναλυτικής καταγραφής των διαδικασιών εξυπηρέτησης του πολίτη, καθώς και την αναζήτηση διεθνών βέλτιστων πρακτικών, με στόχο τη βελτίωση της εξυπηρέτησης του πολίτη, από την Α.Α.Δ.Ε..

6. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της απόφασης αυτής, δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).

Α Π Ο Φ Α Σ Ι Ζ Ο Υ Μ Ε

Α. Συνιστούμε, στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), Ομάδα Έργου για την Αξιολόγηση και Επανεξέταση των υφισταμένων Δομών και Διαδικασιών Εξυπηρέτησης του Πολίτη.

Β. Συγκροτούμε την παραπάνω Ομάδα Έργου και ορίζουμε ως Συντονιστή και μέλη αυτής τους κατωτέρω υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε., ως εξής:

Ι. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ (ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΕΡΓΟΥ)

Κωνσταντίνο Χρυσάφη, υπάλληλο με βαθμό Β', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, που υπηρετεί στη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού, με αναπληρωτή τον Χαράλαμπο Μπασδέκη, υπάλληλο με βαθμό Α' του ίδιου κλάδου, που υπηρετεί στην ίδια Διεύθυνση.

ΙΙ. ΜΕΛΗ

α) Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου:

1. Χρήστο Σπυράτο, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Οικονομικών Επιθεωρητών.

β) Διεύθυνση Προγραμματισμού και Αξιολόγησης Ελέγχων και Ερευνών (ΔΙ.Π.Α.Ε.Ε.)

2. Άγγελο Τσιφτσή, υπάλληλο με βαθμό Γ', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών.

γ) Γενική Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού(Γ.Δ.Η.Δ.Α.Δ.):

αα) Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών (Δ.ΥΠ.ΗΛ.Υ):

3. Δήμητρα Κουτσοκώστα, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, Προϊσταμένη του Τμήματος Β'- Υποστήριξης Συναλλασσομένων σε Πρώτο Επίπεδο και Εξερχόμενης Επικοινωνίας.

ββ) Διεύθυνση Οργάνωσης (Δ.ΟΡΓ.):

4. Αικατερίνη Μπάκα, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών.

γγ) Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού (Δ.Δ.Α.Δ.):

5. Χριστίνα Ευσταθίου, υπάλληλο με βαθμό Γ', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών.

δδ) Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

6. Μιχαήλ Ζελενίτσα, υπάλληλο με βαθμό Α' του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, Προϊστάμενο του Τμήματος Ι' -Διοικητικής Συνδρομής Εξυπηρέτησης Φορολογουμένων

δ) Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.):

αα) Φορολογική Περιφέρεια Πειραιώς:

7) Βασιλική Μαγκανά, υπάλληλο με βαθμό Γ', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών

ββ) Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών:

8) Ευφροσύνη Ζαρογιάννη, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, αναπληρώτρια Προϊσταμένη του Τμήματος Γ'- Συμμόρφωσης και Σχέσεων με τους Φορολογουμένους.

ε) Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φορών Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ. κ' Ε.Φ.Κ.):

αα) Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής:

9) Γεώργιο Βιδάλη, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών.

ββ) Γ' Τελωνείο Εισαγωγής Πειραιά:

10) Βαρβάρα Καρούτσου, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών.

στ) Γενική Διεύθυνση Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Δ.Γ.Χ.Κ.)
Γραφείο Υποστήριξης του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης:

11) Έλλη-Μαρία Απέργη, υπάλληλο με βαθμό Α', του κλάδου ΠΕ Χημικών, με αναπληρώτρια την Ευαγγελή Μπίλλα, υπάλληλο ίδιου βαθμού και κλάδου, Προϊσταμένη του Τμήματος Β'-Σχεδιασμού και Ποιότητας της Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Υποστήριξης Εργαστηρίων.

Γ. Χρέη Γραμματέα της Ομάδας Έργου, θα εκτελεί το μέλος που θα ορίσει ο Συντονιστής αυτής.

Δ. α) Έργο της Ομάδας είναι η σαφής και αναλυτική καταγραφή των διαδικασιών εξυπηρέτησης του πολίτη και των δομών, εντός του Οργανισμού της Α.Α.Δ.Ε., που εξυπηρετούν αυτές τις διαδικασίες, η αναζήτηση εγχώριων βέλτιστων πρακτικών, καθώς και διεθνών βέλτιστων πρακτικών σε αντίστοιχους Οργανισμούς του εξωτερικού.

β) Το τελικό παραδοτέο της Ομάδας θα περιλαμβάνει δύο (2) προτάσεις, μία (1) σε βραχυπρόθεσμο και μία (1) σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι οποίες θα βασίζονται στις καταγεγραμένες διαδικασίες και θα έχουν ως στόχο τη βελτίωση της εξυπηρέτησης του πολίτη από την Α.Α.Δ.Ε..

Ε. Στα πλαίσια του έργου της Ομάδας, ο Συντονιστής, σε συνεργασία με μέλος αυτής που θα ορίζει κάθε φορά ο ίδιος, δύναται να συνεργάζεται:

αα) με στελέχη υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., όπως, με Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων ή υπαλλήλους που θα ορίζουν αυτοί, με Διευθύνσεις και λοιπές υπηρεσίες που κρίνει απαραίτητο, όπως ενδεικτικά, τη Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (Δ.Ο.Σ.), καθώς και

ββ) με μέλη της Τεχνικής Βοήθειας.

β) Ο Συντονιστής και τα μέλη της Ομάδας Έργου μπορούν να συνεργάζονται μεταξύ τους και με ηλεκτρονική αλληλογραφία, όποτε αυτό κρίνεται απαραίτητο.

ΣΤ. Η Ομάδα Έργου θα συνεδριάζει, εντός του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση, σε κτίριο, που στεγάζονται υπηρεσίες αυτής, το οποίο θα ορίζει ο Συντονιστής της.

Ζ. Η διάρκεια λειτουργίας της ορίζεται μέχρι 31/10/2018, καταληκτική ημερομηνία παράδοσης του έργου της, οπότε ο Συντονιστής αυτής θα υποβάλλει το τελικό παραδοτέο του έργου στην Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, προκειμένου αυτό να παρουσιαστεί στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. και στο Συμβούλιο Διοίκησης αυτής.




Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Ρυθμίσεις για την αγορά διαδικτυακών παιγνίων - Τροποποίηση του ν. 4002/2011»

$
0
0
Σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών με τίτλο «Ρυθμίσεις για την αγορά διαδικτυακών παιγνίων - Τροποποίηση του ν. 4002/2011»

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ


Με τον παρόντα νόμο βελτιώνεται σημαντικά και εκσυγχρονίζεται το ρυθμιστικό πλαίσιο για την αγορά τυχερών παιγνίων, λαμβάνοντας υπόψη τόσο την ελληνική πραγματικότητα όσο και τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Πέραν των τεχνικών βελτιώσεων που επιφέρει ο παρών νόμος, σημαντική τομή προς την κατεύθυνση της διαφάνειας, του υγιούς ανταγωνισμού, της προστασίας των παικτών και της καταπολέμησης των αστοχιών και των καταχρήσεων του υφιστάμενου πλαισίου, αποτελούν οι ρυθμίσεις για τον νέο τρόπο αδειοδότησης των προσώπων που δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη αγορά. Επίσης, σημαντικές βελτιώσεις επέρχονται και ως προς τον Κανονισμό Παιγνίων, την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των παικτών και τον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων (black list). Τέλος, ρυθμίζονται ζητήματα μεταφορών χρημάτων και φορολογίας των κερδών από τυχερά παίγνια.

Β. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

Επί του άρθρου 1


Με την τροποποίηση του άρθρου 25 του ν. 4002/2011 (Α' 180) γίνονται οι απαραίτητες αντικαταστάσεις και προσθήκες σε βασικούς και τεχνικούς ορισμούς που είχαν δοθεί με τον αρχικό νόμο του 2011, με στόχο την επικαιροποίησή τους ώστε να προσαρμόζονται στην ελληνική αγορά τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου όπως αυτή ρυθμίζεται με την παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία. Ενδεικτικά εισάγεται η βασική έννοια του «κατόχου άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου» στο πλαίσιο του νέου ρυθμιστικού πλαισίου αδειοδότησης και λειτουργίας της εν λόγω αγοράς. Εισάγεται η έννοια «των λοιπών διαδικτυακών παιγνίων» ως ειδική κατηγορία παιγνίων που θα μπορούν να αδειοδοτηθούν με τη νέα διαδικασία του παρόντος και προστίθεται ο όρος των «συνεργατών» που αποτελεί ξεχωριστή κατηγορία συνεργαζόμενων με τους κατόχους άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων.

Επί του άρθρου 2

Με δεδομένο ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρχε πρόβλεψη για διάκριση διαφορετικών τύπων αδειών, στο παρόν άρθρο προβλέπεται διαχωρισμός των αδειών διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου σε δύο κατηγορίες οι οποίες αντιστοιχούν σε δύο τύπους αδειών: α) άδεια για διεξαγωγή στοιχηματικών παιγνίων, ήτοι αθλητικών και μη στοιχημάτων και β) άδεια λοιπών διαδικτυακών παιγνίων.

Επί του άρθρου 3

Με την παρ. 1 του άρθρου προβλέπεται πλέον ότι ο Κανονισμός Παιγνίων θεσπίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από σχετική εισήγηση της ΕΕΕΠ και όχι με έκδοση προεδρικού διατάγματος, ως ίσχυε μέχρι σήμερα. Η προτεινόμενη τροποποίηση κρίνεται σκόπιμη δεδομένης της ταχύτητας της τεχνολογικής εξέλιξης του συγκεκριμένου τομέα.

Με τις παρ. 2 έως 8 του άρθρου 3 γίνονται αναγκαίες νομοτεχνικές αλλαγές και προσθήκες αναφορικά με τα ειδικότερα θέματα που καθορίζονται με τον Κανονισμό Παιγνίων για λόγους εναρμόνισης της διάταξης με το νέο αδειοδοτικό μοντέλο (ανοικτό σύστημα αδειοδότησης).

Επί του άρθρου 4

Με την διάταξη του άρθρου 4 επικαιροποιούνται οι τεχνικές απαιτήσεις του Πληροφοριακού Συστήματος Εποπτείας και Ελέγχου (Π.Σ.Ε.Ε) που θα καθορίζονται με τον Κανονισμό Παιγνίων και προβλέπεται ρητά ότι διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου γίνεται αποκλειστικά μέσω συστημάτων και υποσυστημάτων, συνδεδεμένων με το Π.Σ.Ε.Ε., στα οποία έχει πρόσβαση η Ε.Ε.ΕΠ. και η Α.Α.Δ.Ε.

Επί του άρθρου 5


Με την προτεινόμενη τροποποίηση της παρ. 1 προστίθενται στα ιδρύματα που μπορεί να τηρεί λογαριασμό ο παίκτης στα οποία κατατίθενται τα κέρδη του από τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος του ν. 4021/2011 (Α' 218).

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι με τον Κανονισμό Παιγνίων καθορίζεται το ύψος του ποσού που οφείλουν να έχουν οι κάτοχοι της άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος ανάλογα με τον τύπο της άδειας.

Επί του άρθρου 6

Με το παρόν άρθρο αντικαθίσταται το άρθρο 34 του ν. 4002/2011 αναφορικά με την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων που τηρούνται από την Ε.Ε.Ε.Π και τους κατόχους άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων, για λόγους εναρμόνισης με το Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (GDPR), υπό το πρίσμα της νέας αδειοδοτικής διαδικασίας για τα τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου.

Επί του άρθρου 7

Με το άρθρο αυτό θεσμοθετείται η νέα διαδικασία αδειοδότησης, αποκλειστικής αρμοδιότητας του Ελληνικού Δημοσίου. Ειδικότερα με την παρ. 2 στο νέο αδειοδοτικό σύστημα ανοικτού τύπου (χωρίς διαγωνιστική διαδικασία) προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης έως δύο τύπων αδειών: α) άδεια για διεξαγωγή στοιχηματικών παιγνίων, ήτοι αθλητικών και μη στοιχημάτων και β) άδεια λοιπών διαδικτυακών παιγνίων και καθορίζονται τα βασικά χαρακτηριστικά των εν λόγω αδειών. Προβλέπεται ρητά ότι σε κάθε υποψήφιο κάτοχο άδειας δύναται να χορηγηθούν και οι δύο τύποι, χωρίς να τίθεται όριο ως προς τον τελικό αριθμό αδειών, υπό τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις του άρθρου 46 του ν.4002/2011, όπως αυτό τροποποιείται με το άρθρο 9 του παρόντος.

Με την παρ. 3 του προτεινόμενου άρθρου προβλέπεται ρητά ότι η άδεια διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου χορηγείται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.

Με τις παρ. 4 έως 7 προσδιορίζεται το ύψος του παράβολου για τη συμμετοχή στη διαδικασία αδειοδότησης, καθορίζεται το αντίτιμο ανά τύπο άδειας, η διάρκεια των αδειών και οι προϋποθέσεις ανανέωσής τους.

Επί του άρθρου 8

Με την προσθήκη του άρθρου 45Α στο ν. 4002/2011 θεσμοθετείται Μητρώο Συνεργατών το οποίο συστήνεται και τηρείται στην Ε.Ε.Ε.Π και προβλέπεται η διαδικασία και όροι εγγραφής και διαγραφής των συνεργατών σε αυτό, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η φερεγγυότητα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου.

Επί του άρθρου 9

Με το παρόν άρθρο ρυθμίζονται εκ νέου οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη νέα διαδικασία αδειοδότησης.

Παραμένει ο περιορισμός συμμετοχής στη διαδικασία μόνο των εταιρειών με καταβεβλημένο κεφάλαιο τουλάχιστον 200.000 ευρώ (παρ.1), προσδιορίζονται τα ειδικότερα κωλύματα συμμετοχής των αιτούντων νομικών προσώπων και όσων συμμετέχουν σε αυτά (παρ. 2 και 3).

Προβλέπεται ρητά ότι οι υποψήφιοι κάτοχοι άδειας υποχρεούται να διεξάγουν τυχερά παίγνια μέσω ιστοτόπου με ονομασία χώρου με κατάληξη .gr. Διευκρινίζεται ότι κάθε υποψήφιος μπορεί να έχει έως δύο άδειες διαφορετικού τύπου (μία άδεια στοιχηματικών παιγνίων και μία άδεια λοιπών διαδικτυακών παιγνίων) ανά ιστοτόπο. Σε περίπτωση που ο εν λόγω υποψήφιος επιθυμεί να αιτηθεί περισσότερες άδειες ίδιου τύπου υποχρεούται να καταβάλλει το αντίστοιχο αντίτιμο. Τέλος, σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται μία άδεια να έχει αναφορά σε περισσότερους από έναν ιστότοπους. (παρ.4)

Εφόσον οι υποψήφιοι κάτοχοι άδειας έχουν καταστατική έδρα εκτός Ελλάδας, προβλέπεται υποχρέωση φυσικής εγκατάστασης ενός safe διακομιστή εντός Ελλάδας σε διασύνδεση με την Ε.Ε.Ε.Π και την Α.Α.Δ.Ε για λόγους διασφάλισης του ελεγκτικού μηχανισμού. (παρ.5)

Καθορίζεται ως αρμόδιο όργανο για τη χορήγηση της άδειας τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου η Ε.Ε.Ε.Π και προβλέπεται ο χρόνος καταβολής του τιμήματος.(παρ.6)

Προβλέπεται η κατάθεση εγγυητικής επιστολής και τα συνυποβαλλόμενα με την αίτηση δικαιολογητικά ως προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας. (παρ. 7-8).

Επί του άρθρου 10

Οι διατάξεις αυτές αφορούν τις γενικές υποχρεώσεις όσων έχουν αποκτήσει άδεια διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου σύμφωνα με την νέα διαδικασία (παρ.1, 2 και 5). Ειδικότερη υποχρέωση γνωστοποίησης στην Ε.Ε.Ε.Π για τους κατόχους άδειας «λοιπών διαδικτυακών παιγνίων» εφόσον προτίθενται να διεξάγουν νέο είδος «λοιπού διαδικτυακού παιγνίου» πέραν των όσων περιλαμβάνονται στην αρχική αίτησή τους για τη χορήγηση της σχετικής άδειας. (παρ.3)

Τέλος προβλέπεται ότι η ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων (ανάκληση αδειών, διαδικασία επιβολής κυρώσεων, προϋποθέσεις λειτουργίας server, κ.α) θα γίνεται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. ή των Κανονισμό Παιγνίων. (παρ. 4, 6,7).

Επί του άρθρου 11

Με την παρ. 7 επικαιροποιείται η διαδικασία σύνταξης και αναθεώρησης του καταλόγου μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων (black list), προκειμένου να ανταποκρίνεται στο νέο σύστημα αδειοδότησης, διοργάνωσης και διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου.

Επί του άρθρου 12

Με την τροποποίηση του άρθρου 49 του ν. 4002/2001 προστίθενται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών από συμμετοχή σε τυχερά παίγνια τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι αδειοδοτημένα σύμφωνα με τον 4021/2011 Επίσης, με την νέα παρ. 6, προβλέπεται η υποχρέωση των ως άνω παρόχων να αποστέλλουν στοιχεία αναφορικά με τις συναλλαγές των κατόχων άδειας τυχερών παιγνίων και των κατόχων ατομικής κάρτας παίκτη και Ηλεκτρονικού Λογαριασμού Παίκτη μέσω του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και ΛΠ) που τηρείται στη ΓΓΠΣ, δυνάμει του ν. 4170/2013 (Α' 163).

Επί του άρθρου 13

Με την νέα παρ. 2 του άρθρου 50 του ν. 4002/2011, ορίζεται αφενός ότι για την έκδοση και την ανανέωση άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα και για τη λειτουργία των παιγνιομηχανηματων αυτών, καταβάλλεται το τίμημα για τα τυχερά παίγνια με παιγνιομηχανήματα σύμφωνα με το άρθρο 39 του ως άνω νόμου και αφετέρου ότι για τη συμμετοχή στη διαδικασία χορήγησης άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, καταβάλλεται το παράβολο του άρθρου 45 παρ. 4. Επίσης, καταργούνται οι παρ. 7, με τη λήξη του μεταβατικού καθεστώτος, 10 και 12 του άρθρου 50.

Επί του άρθρου 14

Με το παρόν άρθρο εκσυγχρονίζεται ο τρόπος φορολόγησης των παικτών μέσω διαδικτύου. Καθορίζεται ένας ενιαίος συντελεστής 10% για τη φορολόγηση τους και εγκαταλείπεται η χρήση των στηλών και της παικτικής συνεδρίας.

Επί του άρθρου 15

Στο παρόν άρθρο περιλαμβάνονται μεταβατικές διατάξεις (α) για τις εταιρείες παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων και τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου που είναι νόμιμα εγκατεστημένες σε κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και κατέχουν σχετική νόμιμη άδεια λειτουργίας και παροχής τέτοιων υπηρεσιών και είχαν υποβάλλει έως 31-12-2011 οικειοθελή αίτηση υπαγωγής στο φορολογικό καθεστώς του ν.4002/2011 και (β) για τους κατόχους άδειας διοργάνωσης και διεξαγωγής παιγνίων σχετικά με την εξασφάλιση δυνατότητας πρόσβασης της ΕΕΕΠ στα συστήματα και υποσυστήματά τους μέχρι την εγκατάσταση και λειτουργία του Π.Σ.Ε.Ε.

Επί του άρθρου 16

Αναφέρεται η έναρξη ισχύος του νόμου.


Σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών με τίτλο: Ρυθμίσεις για την αγορά διαδικτυακών παιγνίων-Τροποποίηση του ν. 4002/2011

Άρθρο 1
Τροποποίηση του άρθρου 25 του ν. του ν. 4002/2011
Ορισμοί


1. Η περ. ε) του άρθρου 25 του ν.4002/2011 (Α 180) αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) «Πληροφορικό Σύστημα Εποπτείας και Ελέγχου» (Π.Σ.Ε.Ε.): το σύνολο του υλισμικού και λογισμικού που εγκαθίσταται και λειτουργεί στην Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων για την άσκηση της συνεχούς εποπτείας και του ελέγχου όλων των τυχερών παιγνίων ανεξαρτήτως του μέσου, του χρόνου, του τρόπου και του δικτύου προώθησης και διανομής των υπηρεσιών για τη διοργάνωση και τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων.»

2. Η περ. ιγ) του άρθρου 25 καταργείται.

3. Η περ. ιε) του άρθρου 25 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιε) «Ηλεκτρονικός Λογαριασμός Παίκτη»: είναι ο μοναδικός λογαριασμός που αποδίδεται σε κάθε παίκτη για τη συμμετοχή του σε ένα ή περισσότερα παίγνια, από τα πρόσωπα που διοργανώνουν ή/και διεξάγουν τα παίγνια αυτά. Ο λογαριασμός αυτός καταγράφει, κατ' ελάχιστον, τα ποσά συμμετοχής και τα κέρδη από παίγνια, τις οικονομικές κινήσεις που συνδέονται με αυτά, καθώς και το υπόλοιπο των διαθέσιμων ποσών του παίκτη. Οι κάτοχοι των αδειών, καθώς και τα πρόσωπα στα οποία έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα διεξαγωγής παιγνίων, είτε μέσω διαγωνισμού είτε με οποιονδήποτε άλλον νόμιμο τρόπο, συμμορφώνονται με τους όρους και τις προϋποθέσεις τήρησης του Ηλεκτρονικού Λογαριασμού Παίκτη, όπως αυτές ορίζονται στον Κανονισμό Παιγνίων. Όπου στον νόμο αυτόν αναφέρεται η Ατομική Κάρτα Παίκτη του άρθρου 33 εννοείται και ο Ηλεκτρονικός Λογαριασμός Παίκτη και αντιστρόφως.»

4. Η περ. ιστ) του άρθρου 25 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιστ) «Αποκλειόμενος παίκτης»: είναι ο παίκτης, ο οποίος είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε κατόπιν αιτήσεως του δικαστικού του συμπαραστάτη, είτε κατόπιν δικαστικής αποφάσεως, καθώς και με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο δεν μπορεί να συμμετέχει σε τυχερά παίγνια.»

5. Στο άρθρο 25 προστίθεται περ. κα) ως εξής:
«κα) «κάτοχος άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου»:
το νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες διοργάνωσης και διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου και στο οποίο έχει χορηγηθεί άδεια διεξαγωγής τυχερών παιγνίων σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου. »

6. Στο άρθρο 25 προστίθεται περ. κβ) ως εξής:
«κβ) «Λοιπά διαδικτυακά παίγνια»: τα τυχερά παίγνια καζίνο που διεξάγονται σε ζωντανή μετάδοση και χωρίς γεννήτρια τυχαίων αριθμών, (live casino) και το διαδικτυακό πόκερ (peer to peer) και οι παραλλαγές του) .»

7. Στο άρθρο 25 προστίθεται περ. κγ) ως εξής:
«κγ) «Συνεργάτες (affiliates)»: Όσοι συνεργάζονται με τους κατόχους αδειών διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου για την προώθηση συγκεκριμένων τυχερών παιγνίων μέσω τοποθέτησης συνδέσμων σε εμφανές σημείο της ιστοσελίδας τους, με σκοπό την προσέλκυση περισσότερων παικτών στον ιστότοπο του διαφημιζόμενου κατόχου άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου και οι οποίοι υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 35 του παρόντος.

8. Στο άρθρο 25 προστίθεται περ. κδ) ως εξής:
«κδ) «Ετήσιο αποτέλεσμα ηλεκτρονικού λογαριασμού παίκτη»: το αποτέλεσμα που προκύπτει όταν από το άθροισμα του υπολοίπου του λογαριασμού στις 31/12 και των πραγματοποιηθέντων αναλήψεων καθ' όλη τη διάρκεια του έτους αφαιρεθεί το άθροισμα των καταθέσεων και του υπόλοιπου του λογαριασμού την 1/1 του ίδιου έτους.

Άρθρο 2
Τροποποίηση του άρθρου 27 του ν. 4002/2011


Η παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου απαιτείται η προηγούμενη έκδοση διοικητικής άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Ειδικότερα για τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου προβλέπονται αποκλειστικά δύο τύποι αδειών: α) άδεια για διεξαγωγή στοιχηματικών παιγνίων, ήτοι αθλητικών και μη στοιχημάτων και β) άδεια λοιπών διαδικτυακών παιγνίων. Τα παίγνια και τα παιγνιομηχανήματα πρέπει να είναι πιστοποιημένα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.»

Άρθρο 3
Τροποποίηση του άρθρου 29 του ν. 4002/2011


1. Το πρώτο εδάφιο της παρ.3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από σχετική εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π., θεσπίζεται σε ενιαίο κείμενο ο Κανονισμός Παιγνίων, ο οποίος διακρίνεται στα ακόλουθα κεφάλαια:»

2. Η περ. 2 της παρ. 3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι κάτοχοι των αδειών και πιστοποιήσεων, τα πρόσωπα που αιτούνται άδειες διεξαγωγής παιγνίων ή/και συμμετέχουν σε διαγωνισμούς χορήγησης τέτοιων αδειών, καθώς και τα πρόσωπα στα οποία έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα διεξαγωγής παιγνίων είτε μέσω διαγωνισμού είτε με οποιονδήποτε άλλον νόμιμο τρόπο, ανεξαρτήτως του μέσου, του χρόνου, του τρόπου και του δικτύου προώθησης και διανομής των σχετικών υπηρεσιών για τη διοργάνωση, διεξαγωγή παιγνίων ή του μεταβατικού χαρακτήρα των σχετικών με τη διοργάνωση και τη διεξαγωγή αυτή δικαιωμάτων.».

3. Η περ. 3 της παρ. 3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«3) Οι προϋποθέσεις πιστοποίησης και εγγραφής στα οικεία μητρώα των κατασκευαστών και των εισαγωγέων τυχερών παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, των τεχνικών όλων των παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, της υποχρέωσης δήλωσης αυτών στην Ε.Ε.Ε.Π, καθώς και ο τρόπος τήρησης των μητρώων αυτών.».

4. Η περ. 8 της παρ. 3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«8) Ο τρόπος έκδοσης και παραλαβής της ατομικής κάρτας παίκτη, τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτής, καθώς και πρόσθετοι περιορισμοί που μπορούν να ενσωματωθούν σε αυτήν από τον ίδιο τον παίκτη. Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις δημιουργίας του Ηλεκτρονικού Λογαριασμού Παίκτη, ανά παίγνιο, τύπους ή/και κατηγορίες αυτών, τα επιπλέον στοιχεία που απαιτείται να τηρούνται στον Ηλεκτρονικό Λογαριασμό Παίκτη, οι πρόσθετοι περιορισμοί που μπορούν να ενσωματωθούν σε αυτόν από τον ίδιο τον παίκτη, το χρονικό διάστημα της διατήρησης των παραπάνω στοιχείων και περιορισμών, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο Ηλεκτρονικός Λογαριασμός Παίκτη καθίσταται ανενεργός, οι ενέργειες που επιτρέπεται να πραγματοποιούνται μέσω αυτού, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.».

5. Η περ. 21 της παρ. 3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«21. Ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία ταυτοποίησης των παικτών και καταβολής των κερδών τους στους λογαριασμούς που αυτοί τηρούν σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών, ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος.»

6. Η περ. 22 της παρ. 3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«22. Η μορφή, το περιεχόμενο, η διαδικασία έκδοσης και παραλαβής της ατομικής κάρτας παίκτη, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη λειτουργία και διασύνδεση αυτής , όπου απαιτείται, με τον Ηλεκτρονικό Λογαριασμό Παίκτη.».

7. Η περ. 25 της παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«25) Το είδος και το ύψος των επιβαλλόμενων διοικητικών κυρώσεων, εντός των ορίων που θέτουν οι κείμενες διατάξεις, ανά παράβαση ή ανά κατηγορία παραβάσεων ή ανά παιγνιομηχάνημα ή ιστότοπο και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.».

8. Στην παρ. 3 του άρθρου 29 προστίθενται περ.33) και 34) ως εξής:
«33. Ο καθορισμός των ειδών του στοιχήματος.
34. Η ειδικότερη διαδικασία και προϋποθέσεις εγγραφής στο Μητρώο Συνεργατών των κατόχων άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου και η σύσταση και τήρηση του σχετικού μητρώου.»

Άρθρο 4
Τροποποίηση του άρθρου 30 του ν. 4002/2011


Το άρθρο 30 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 30
Πληροφορικό Σύστημα Εποπτείας και Ελέγχου (Π.Σ.Ε.Ε.)
1. Με τον Κανονισμό Παιγνίων του άρθρου 29 καθορίζονται οι τεχνικές απαιτήσεις και εξασφαλίσεις για τη λειτουργία του Πληροφορικού Συστήματος Εποπτείας και Ελέγχου (Π.Σ.Ε.Ε.), ώστε να επιτυγχάνεται:
α. Η ηλεκτρονική παρακολούθηση και ο έλεγχος των ηλεκτρονικών τεχνικών- ψυχαγωγικών παιγνίων που διεξάγονται μέσω του διαδικτύου, σύμφωνα με τα εκάστοτε προβλεπόμενα στον Κανονισμό Παιγνίων.
β. Η ηλεκτρονική παρακολούθηση και ο έλεγχος της διεξαγωγής όλων των τυχερών παιγνίων ανεξαρτήτως του μέσου, του χρόνου, του τρόπου ή και του δικτύου προώθησης ή και διανομής των σχετικών με τη διοργάνωση και διεξαγωγή αυτή υπηρεσιών.
Ο χρόνος παρακολούθησης και ελέγχου μπορεί να είναι πραγματικός ή/και μεταγενέστερος, μέσω αποθηκευμένων δεδομένων.
γ. Ο άμεσος εντοπισμός τεχνικών και λειτουργικών προβλημάτων των μέσων και υλικών διεξαγωγής παιγνίων, και των συστημάτων και υποσυστημάτων.
δ. Η συλλογή των αναγκαίων δεδομένων από τα μέσα και υλικά διεξαγωγής, τα συστήματα και υποσυστήματα, καθώς και η αποθήκευση, ανάλυση, επεξεργασία και παρουσίαση αναφορών.
ε. Η διασφάλιση της ομαλής και αξιόπιστης διεξαγωγής όλων των μορφών παιγνίων.
2. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα γίνεται αποκλειστικά μέσω τερματικών συνδεδεμένων δικτυακά με Κεντρικά Πληροφορικά Συστήματα (Κ.Π.Σ.), καθώς και συστήματα και υποσυστήματα, συνδεδεμένα με το Π.Σ.Ε.Ε., στα οποία έχει πρόσβαση η Ε.Ε.ΕΠ. και η Α.Α.Δ.Ε.
3. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου γίνεται αποκλειστικά μέσω συστημάτων και υποσυστημάτων, συνδεδεμένων με το Π.Σ.Ε.Ε., στα οποία έχει πρόσβαση η Ε.Ε.ΕΠ. και η Α.Α.Δ.Ε.
4. Ο κάτοχος της άδειας διοργάνωσης και διεξαγωγής παιγνίων οφείλει να διατηρεί τα στοιχεία που λαμβάνει από τα συστήματα και υποσυστήματα των παιγνίων που διεξάγει για τουλάχιστον δέκα (10) χρόνια, σε ασφαλή μέσα, τα οποία επιτρέπουν την ακριβή αναπαραγωγή όλων των αποθηκευμένων στοιχείων εποπτείας και ελέγχου.
5. Η Ε.Ε.Ε.Π., για τουλάχιστον δέκα (10) χρόνια, διατηρεί σε ασφαλή μέσα, τα οποία επιτρέπουν την ακριβή αναπαραγωγή όλων των αποθηκευμένων στοιχείων εποπτείας και ελέγχου, τα δεδομένα και στοιχεία που λαμβάνει από τους κατόχους της άδειας.

Άρθρο 5
Τροποποίηση του άρθρου 31 του ν. 4002/2011


1. Η παρ. 5 του άρθρου 31 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Τα κέρδη από τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου κατατίθενται σε λογαριασμό που τηρεί ο παίκτης σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και τα όσα ορίζονται στον Κανονισμό Παιγνίων.

2. Στο άρθρο 31 του ν. 4002/2011 προστίθεται παρ. 6 ως εξής:
«6. Με τον Κανονισμό Παιγνίων καθορίζεται το ύψος του ποσού που οφείλουν να έχουν οι κάτοχοι της άδειας σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Για το ύψος του ποσού λαμβάνονται υπόψη το είδος και το εύρος της άδειας.»

Άρθρο 6
Τροποποίηση του άρθρου 34 του ν. 4002/2011


1. Το άρθρο 34 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η Ε.Ε.Ε.Π. και όλοι οι κάτοχοι άδειας διεξαγωγής παιγνίων εφόσον τηρούν αρχεία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υπάγονται στις διατάξεις του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (GDPR) και του ν. 2472/1997, όπως ισχύει.
2. Απαγορεύεται στην Ε.Ε.Ε.Π. και στους κατόχους άδειας διεξαγωγής παιγνίων οποιαδήποτε δημοσιοποίηση των στοιχείων του προηγουμένου άρθρου. Όλοι οι ανωτέρω οφείλουν να λαμβάνουν τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα ώστε να μην είναι δυνατή η αναγνώριση των παικτών με τεχνικά ή άλλα μέσα που εύλογα μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τρίτους. Εάν παραβιαστεί το απόρρητο των στοιχείων ή/και η υποχρέωση εχεμύθειας, εκτός από τις Ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 252, 253, 370Β, 370Γτου Ποινικού Κώδικα και στο άρθρο 4 του ν. 2392/1996 (Α' 60), επιβάλλονται και οι Διοικητικές κυρώσεις που ορίζονται στο άρθρο 51.
3. Τα στοιχεία για τους παίκτες που διαθέτει η Ε.Ε.Ε.Π. ή που διαβιβάζονται σε αυτήν από τους κατόχους των αδειών διεξαγωγής παιγνίων χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ελεγκτικούς σκοπούς όπως, η τήρηση των απαγορεύσεων πρόσβασης και συμμετοχής, η αντιστοίχιση των παικτών με πραγματικά φυσικά πρόσωπα, η διασταύρωση των φορολογικών υποχρεώσεων που προκύπτουν από τα κέρδη, η τήρηση των κανόνων διοργάνωσης και διεξαγωγής, η προκαταρκτική έρευνα ή προανάκριση για τη διαπίστωση τέλεσης εγκλημάτων.
4. Το προσωπικό όλων των κατηγοριών που υπηρετεί στην Ε.Ε.Ε.Π., όπως και στους κατόχους άδειας διεξαγωγής παιγνίων, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν, με οποιονδήποτε τρόπο, πρόσβαση σε στοιχεία παικτών, δεσμεύονται από το απόρρητο και την υποχρέωση εχεμύθειας. Απαγορεύεται οποιαδήποτε χρήση αυτών των στοιχείων από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου και μετά τη λήξη των καθηκόντων τους».

Άρθρο 7
Τροποποίηση του άρθρου 45 του ν. 4002/2011


Το άρθρο 45 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 45
Ρυθμίσεις αδειών τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου - Διαδικασία αδειοδότησης
1. Η διεξαγωγή στην Ελληνική Επικράτεια τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου ανήκει στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δημοσίου που την ασκεί μέσω ειδικά αδειοδοτημένων παρόχων.
2. Για τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου προβλέπονται αποκλειστικά δύο τύποι αδειών: α) άδεια για διεξαγωγή στοιχηματικών παιγνίων, ήτοι αθλητικών και μη στοιχημάτων και β) άδεια λοιπών διαδικτυακών παιγνίων. Σε κάθε υποψήφιο κάτοχο δύναται να χορηγηθούν και οι δύο τύποι αδειών. Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπεται να μεταβιβαστούν ολικώς ή μερικώς σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Κάθε άδεια έχει ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα και δεν επιτρέπεται η κατάτμησή της. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο εκμίσθωση ή συνεκμετάλλευση της άδειας με τρίτους.
3. Η άδεια διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου χορηγείται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή αίτησης από τον υποψήφιο κάτοχο σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος. Η μη έκδοση απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π., εντός της ως άνω προθεσμίας, θεωρείται σιωπηρή απόρριψη της αίτησης.
4. Η αίτηση του υποψήφιου περιλαμβάνει τον τύπο της αιτούμενης άδειας και το είδος των διαδικτυακών τυχερών παιγνίων που προτίθεται αυτός να διεξάγει. Με την αίτηση συνυποβάλλονται τα δικαιολογητικά του άρθρου 46 του παρόντος και καταβάλλεται παράβολο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για τη συμμετοχή στη διαδικασία.
5. Το αντίτιμο για τη χορήγηση άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου ορίζεται:
α) σε 4.000.000 € για την άδεια διεξαγωγής στοιχηματικών παιγνίων και β) σε 1.000.000 € για την άδεια διεξαγωγής λοιπών διαδικτυακών παιγνίων.
6. Η άδεια διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου έχει διάρκεια πέντε (5) έτη από την έκδοση της πράξης χορήγησης από την Ε.Ε.Ε.Π. και περιλαμβάνει τους ειδικότερους όρους διεξαγωγής των τυχερών παιγνίων , για τα οποία αυτή εκδίδεται.
7. α. Τουλάχιστον ένα έτος πριν τη λήξη της κάθε άδειας, ο κάτοχος μπορεί να ζητά με αίτηση του προς την Ε.Ε.Ε.Π. την ανανέωση της άδειας για ίσο χρονικό διάστημα. Για την ανανέωση απαιτείται η καταβολή νέου τιμήματος, ισόποσου με το αρχικό, καθώς και η μη κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής της παρ. 9 του άρθρου 46.
β. Η Ε.Ε.Ε.Π. δύναται να μεταβάλλει τους όρους χορήγησης της νέας άδειας με αιτιολογημένη γνώμη της.»

Άρθρο 8
Προσθήκη άρθρου 45Α στο ν. 4002/2011


Μετά το άρθρο 45 του ν. 4002/2011, προστίθεται νέο άρθρο 45Α, ως εξής :
«Άρθρο 45Α
Διαδικασία εγγραφής των Συνεργατών των κατόχων άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, στο Μητρώο Συνεργατών
1. Οι κάτοχοι άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου υποχρεούνται να επιλέγουν συνεργάτες από το Μητρώο Συνεργατών που συστήνεται και τηρείται στην Ε.Ε.Ε.Π.
2. Η εγγραφή στο Μητρώο Συνεργατών γίνεται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., μετά από υποβολή αίτησης του υποψήφιου Συνεργάτη. Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εγγραφή καθώς και οι τεχνικές προδιαγραφές πιστοποίησης και καταλληλότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών των Συνεργατών, καθορίζονται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.
3. Συνεργάτης κατόχου άδειας διαγράφεται από το Μητρώο Συνεργατών, με απόφασή της Ε.Ε.Ε.Π., σε περίπτωση μη τήρησης των προδιαγραφών πιστοποίησης και καταλληλότητας.»

Άρθρο 9
Τροποποίηση του άρθρου 46 του ν. 4002/2011


Το άρθρο 46 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 46
Προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία αδειοδότησης και χορήγησης άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου
1. Οι υποψήφιοι κάτοχοι των αδειών είναι νομικά πρόσωπα, με καταστατική έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος της Ε.Ε. και καταβεβλημένο κεφάλαιο τουλάχιστον 200.000 ευρώ.
2. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, οι εταίροι και οι ασκούντες τη διοίκηση και τη διαχείριση του νομικού προσώπου που αιτείται τη χορήγηση άδειας δεν πρέπει να έχουν καταδικασθεί τελεσίδικα για κακούργημα ή σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, απιστία, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, εκβίαση, πλαστογραφία, ενεργητική ή παθητική δωροδοκία, επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη, παρασιώπηση εγκλήματος, έγκλημα περί το νόμισμα, κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, έγκλημα κατά της προσωπικής ελευθερίας, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, καθώς και για έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών και φοροδιαφυγής.
3. Δεν επιτρέπεται η χορήγηση άδειας σε υποψήφια νομικά πρόσωπα που το τελευταίο ένα έτος από την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση άδειας συμπεριελήφθησαν στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων (black list) της παρ. 7 του άρθρου 48 του παρόντος. Η προϋπόθεση αυτή ισχύει και για τις υποψήφιες εταιρείες των περ. α) και β) της παρ. 1 του άρθρου 15.
4. Οι υποψήφιοι κάτοχοι διεξάγουν τυχερά παίγνια μέσω ιστοτόπων που έχουν υποχρεωτικά ονομασία χώρου (domain name) με κατάληξης. Κάθε ιστότοπος μπορεί να φιλοξενεί μέχρι μία άδεια από κάθε τύπο.
5. Οι υποψήφιοι κάτοχοι άδειας με καταστατική έδρα εκτός Ελλάδας υποχρεούνται να έχουν τη φυσική εγκατάσταση ενός safe διακομιστή εντός Ελλάδας σε διασύνδεση με την Ε.Ε.Ε.Π και με την Α.Α.Δ.Ε., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 30.
6. Για την χορήγηση της άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, η ΕΕΕΠ διαπιστώνει ότι ο υποψήφιος κάτοχος πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος και εκδίδει την απόφαση χορήγησής της. Για την έκδοση της άδειας απαιτείται η προηγούμενη εφάπαξ καταβολή του αντίστοιχου, για κάθε τύπο άδειας, τιμήματος.
7. Για την χορήγηση της άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου απαιτείται κατάθεση εγγυητικής επιστολής 500.000 ευρώ από πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εγγυητική επιστολή καταπίπτει εάν δεν τηρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις της άδειας, αν τα κέρδη δεν καταβληθούν άμεσα στους παίκτες, καθώς και σε όσες περιπτώσεις ορίζονται στο νόμο αυτόν και στον Κανονισμό Παιγνίων. Η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται στον κάτοχο της άδειας ένα χρόνο μετά τη λήξη της άδειας και εφόσον δεν υπάρξει λόγος μερικής ή ολικής παρακράτησης ή εάν δεν κατατεθεί αίτηση ανανέωσης της αρχικής άδειας.
8. Ο υποψήφιος κάτοχος υποχρεούται να συνυποβάλλει με την αίτηση για τη χορήγηση άδειας:
α) δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις των τελευταίων τριών ετών εφόσον δεν αποτελεί νεοσύστατη εταιρεία,
β) πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας,
γ) πιστοποιητικό ασφαλιστικής ενημερότητας,
δ) πιστοποιητικό περί μη πτώχευσης,
ε) πιστοποιητικό περί μη θέσης σε εκκαθάριση,
στ) πιστοποιητικό περί μη αίτησης για πτώχευση,
ζ) πιστοποιητικό περί μη αίτησης για θέση σε εκκαθάριση.»

Άρθρο 10
Τροποποίηση του άρθρου 47 του ν. 4002/2011


Το άρθρο 47 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 47
Υποχρεώσεις των κατόχων άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου
1. Κάθε διάθεση εν ζωή μετοχών εταιρείας κατόχου άδειας διενέργειας τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ίση ή μεγαλύτερη με το 2% του μετοχικού ή του εταιρικού κεφαλαίου γνωστοποιείται στην Ε.Ε.Ε.Π. μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την πραγματοποίηση της. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 46 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που η συγκεκριμένη διάθεση μπορεί να οδηγήσει σε άμεση ή έμμεση αλλαγή ελέγχου της εταιρείας, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση της Ε.Ε.Ε.Π., χωρίς την οποία αυτή είναι άκυρη.
2. Η ίδια υποχρέωση γνωστοποίησης προς την Ε.Ε.Ε.Π. υφίσταται και όταν η μεταβίβαση των μετοχών ή των εταιρικών μεριδίων επήλθε λόγω κληρονομικής διαδοχής.
3. Ο κάτοχος της άδειας «λοιπών διαδικτυακών παιγνίων» υποχρεούται να γνωστοποιεί στην ΕΕΕΠ κάθε νέος είδος «λοιπού διαδικτυακού παιγνίου» που προτίθεται να διεξάγει προκειμένου αυτό να πιστοποιηθεί και να συμπεριληφθεί στην χορηγηθείσα αρχική άδεια.
4. Με τον Κανονισμό Παιγνίων ρυθμίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις ανάκλησης των αδειών διενέργειας τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, η διαδικασία επιβολής κυρώσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
5. Ο κάτοχος της άδειας υποχρεούται να αποθηκεύει σε υλικό μηχανισμό που βρίσκεται στην Ελλάδα (server ή safe), τα δεδομένα που αφορούν στη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, καθώς και τα δεδομένα που ανταλλάσσονται μεταξύ παίκτη, κατόχου της άδειας, παρόχου υπηρεσιών διαδικτύου και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, σχετικά με τα παίγνια αυτά. Τα στοιχεία διατηρούνται σε ασφαλή μέσα, τα οποία επιτρέπουν την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων στοιχείων από την Ε.Ε.Ε.Π. καθώς και το προσωπικό των φορολογικών, διωκτικών και δικαστικών αρχών, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών.
6. Η Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις λειτουργίας και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εξυπηρετητών (servers) και του λογισμικού των τυχερών παιγνίων για τους κατόχους της άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση όλων των διατάξεων που αφορούν την προστασία των παικτών και του δημοσίου συμφέροντος.
7. Με τον Κανονισμό Παιγνίων καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο της αρχικής σελίδας των ιστοτόπων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου.
8. Οι κάτοχοι των αδειών υποχρεούνται να έχουν και να τηρούν τις νομικές και οικονομικές υποχρεώσεις του παρόντος νόμου, καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας.»

Άρθρο 11
Τροποποίηση του άρθρου 48 του ν. 4002/2011


1. Η παρ. 2 του άρθρου 48 του ν. 4002/2011 καταργείται.

2. Οι παρ. 3-11 του άρθρου 48 αναριθμούνται σε παρ. 2-10.

3. Η νέα, μετά την αναρίθμηση, παρ. 7 του άρθρου 48 του ν.4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Η Ε.Ε.Ε.Π. συντάσσει και αναθεωρεί κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων (Black list), οι οποίοι διοργανώνουν ή/και διεξάγουν τυχερά παίγνια κατά παράβαση των κείμενων διατάξεων, με επίγειο τρόπο (land based), μέσω του διαδικτύου (on line) ή με άλλη εξ αποστάσεως μέθοδο (remote gambling), τον οποίο αναρτά στον ιστότοπό της, η δε ανάρτηση αυτή είναι επαρκής γνωστοποίηση και απόδειξη, ώστε να κινηθούν όλες οι διαδικασίες επιβολής κάθε είδους προβλεπόμενων κυρώσεων από κάθε αρμόδιο φορέα, υπηρεσία ή Αρχή. Ο κατάλογος αναγράφει, όταν είναι διαθέσιμα, τα πρόσωπα που διοργανώνουν ή/και διεξάγουν τυχερά παίγνια στην Ελληνική Επικράτεια κατά παράβαση των κείμενων διατάξεων, ή/και τους νομίμους εκπροσώπους, διαχειριστές, μέλη διοικητικού συμβουλίου, εταίρους και μετόχους των προσώπων αυτών και κάθε είδους παράβαση που έχει διαπιστωθεί και κύρωση που έχει επιβληθεί. Οι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο δεν επιτρέπεται να αδειοδοτηθούν στην Ελλάδα. Με τον Κανονισμό Παιγνίων ρυθμίζονται το χρονικό διάστημα διατήρησης της εγγραφής, οι προϋποθέσεις διαγραφή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.».

Άρθρο 12
Τροποποίηση του άρθρου 49 του ν. 4002/2011


Το άρθρο 49 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Μεταφορές χρημάτων
1. Οι πληρωμές των ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια που διεξάγουν οι κάτοχοι των αδειών, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος νόμου, διενεργούνται υποχρεωτικά από τους κάτωθι παρόχους υπηρεσιών πληρωμών:
α) πιστωτικά ιδρύματα που έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με την παρ. 16 του αρ. 3 και 34 του ν. 4261/2014,
β) ιδρύματα πληρωμών που έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με το άρ. 4, παρ. 29 και άρ. 24 του ν. 3862/2010 και
γ) ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι αδειοδοτημένα σύμφωνα με την παρ. 1 του αρ. 13 του ν.4021/2011.
2. Ο αριθμός λογαριασμού των κατόχων άδειας λαμβάνει ειδικό κωδικό, ο οποίος γνωστοποιείται στην Ε.Ε.Ε.Π. με ευθύνη τους. Κάθε δοσοληψία που αφορά τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου αποτυπώνεται ξεχωριστά με ευθύνη των ανωτέρω παρόχων υπηρεσιών πληρωμών .
3 . Ο κάτοχος της άδειας διατηρεί ίδιο λογαριασμό και ξεχωριστό λογαριασμό παικτών σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα.
Τα ποσά που βρίσκονται κατατεθειμένα στο λογαριασμό παικτών πρέπει τουλάχιστον να εξισώνονται με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί των παικτών. Όταν το ποσό που βρίσκεται κατατεθειμένο στο λογαριασμό παικτών παρουσιάζει έλλειμμα σε σχέση με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί παικτών που διατηρεί ο κάτοχος της άδειας, ο κάτοχος της άδειας υποχρεούται να αναπληρώσει το έλλειμμα με δικά του ποσά, μέσα σε τρεις (3) ημέρες.
4. Η καταβολή του τιμήματος για τη συμμετοχή σε τυχερό παίγνιο μέσω του διαδικτύου γίνεται υποχρεωτικά σε αδειοδοτημένο κάτοχο άδειας, χωρίς τη μεσολάβηση τρίτου, πλην των αναφερόμενων στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, με τρόπο που διασφαλίζει την ταυτοποίηση του παίκτη, όπως ειδικότερα καθορίζεται με τον Κανονισμό Παιγνίων.
5. Απαγορεύεται στα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ιδρύματα πληρωμών ή τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα να πραγματοποιούν οποιαδήποτε συναλλαγή, καθώς και πληρωμές ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια σε λογαριασμούς που τηρούν σε αυτά μη αδειοδοτημένοι πάροχοι τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, όπως αναφέρονται στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων (black list) που τηρεί η Ε.Ε.Ε.Π. αναρτημένο στον ιστότοπό της. Τα παραπάνω ιδρύματα, διαβιβάζουν αμελλητί στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην Ε.Ε.Ε.Π. κατάσταση με κάθε συναλλαγή ή πληρωμή που έχει πραγματοποιηθεί κατά τα παραπάνω, καθώς και όλα τα στοιχεία των λογαριασμών που έχουν συναλλαγεί και των προσώπων που τους κατέχουν. Στο πιστωτικό ίδρυμα ή στο ίδρυμα πληρωμών ή στο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα και το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις της παραγράφου αυτής επιβάλλεται, με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., πρόστιμο υπέρ του Δημοσίου ίσο με το δεκαπλάσιο κάθε ποσού που διακινήθηκε και τουλάχιστον ίσο με πεντακόσια (500) ευρώ.
6. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών υποχρεούνται να αποστέλλουν στοιχεία αναφορικά με τις συναλλαγές των κατόχων άδειας τυχερών παιγνίων και των κατόχων ατομικής κάρτας παίκτη και Ηλεκτρονικού Λογαριασμού Παίκτη μέσω του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και ΛΠ) που διατηρείται στη ΓΓΠΣ, δυνάμει του ν. 4170/2013

Άρθρο 13
Τροποποίηση του άρθρου 50 του ν. 4002/2011


1. Η παρ. 2 του άρθρου 50 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. α) Για την έκδοση και την ανανέωση άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα και για τη λειτουργία των παιγνιομηχανηματων αυτών, καταβάλλεται το τίμημα για τα τυχερά παίγνια με παιγνιομηχανήματα σύμφωνα με το άρθρο 39 του παρόντος νόμου.
β) Για τη συμμετοχή στη διαδικασία αδειοδότησης χορήγησης άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, καταβάλλεται το παράβολο του άρθρου 45 παρ. 4.»

2. Η παρ. 7 του άρθρου 50 καταργείται με τη λήξη του μεταβατικού καθεστώτος του παρόντος νόμου, ήτοι εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

3. Η παρ. 10 του άρθρου 50 καταργείται.

4. Η παρ. 12 του άρθρου 50 καταργείται

Άρθρο 14
Τροποποίηση του άρθρου 60 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια (ν. 2961/2001 Α' 266)


Η παρ. 2 του άρθρου 60 του ν. 2961/2011, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παρ.18 άρθρου 22 του ν. 4141/2013 (Α 81), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. α) Τα κέρδη που ορίζονται στις περιπτώσεις β'και δ της παρ. 1 του άρθρου 58, στα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με στήλες, υποβάλλονται σε φόρο ανά στήλη παιχνιδιού, μετά την αφαίρεση αφορολόγητου ποσού εκατό (100) ευρώ, με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για κέρδη μέχρι πεντακόσια (500) ευρώ και με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) για κέρδη από πεντακόσια ευρώ και ένα λεπτό (500,01) και πάνω.
β) Στα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παικτικές συνεδρίες, τα κέρδη που πληρώνονται ή πιστώνονται στον παίκτη κατά τη λήξη της παικτικής συνεδρίας υποβάλλονται σε φόρο ανά παικτική συνεδρία, μετά την αφαίρεση αφορολόγητου ποσού εκατό (100) ευρώ, με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για κέρδη μέχρι πεντακόσια (500) ευρώ και με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) για κέρδη από πεντακόσια ευρώ και ένα λεπτό (500,01) και πάνω. Ως παίγνια που διεξάγονται με παικτικές συνεδρίες νοούνται τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα. Ως παικτική συνεδρία νοείται το χρονικό διάστημα από τη στιγμή που ο παίκτης εισάγει την ατομική κάρτα παίκτη σε παιγνιομηχάνημα μέχρι που εξάγει την ατομική κάρτα παίκτη από το παιγνιομηχάνημα. Σε κάθε περίπτωση, έκαστη παικτική συνεδρία λήγει με την πάροδο 24 ωρών από τη στιγμή που ο παίκτης εισάγει την ατομική κάρτα παίκτη σε παιγνιομηχάνημα
γ) Τα κέρδη που ορίζονται στην περίπτωση γ' της παρ. 1 του άρθρου 58, τα κέρδη από την συμμετοχή στο «ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ» της ΟΠΑΠ ΑΕ, όταν προσφέρεται διαδικτυακά, και από τη συμμετοχή σε άλλα νέα παιχνίδια που θα αδειοδοτηθούν στο μέλλον αποκλειστικά για το διαδίκτυο, όπως προκύπτουν όταν το ετήσιο αποτέλεσμα ηλεκτρονικού λογαριασμού παίκτη είναι θετικός αριθμός, υποβάλλονται σε φόρο με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%). Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον κάτοχο της άδειας κατά την ανάληψη από τον Ηλεκτρονικό Λογαριασμό Παίκτη, αποδίδεται στο Ελληνικό Δημόσιο και εκκαθαρίζεται κατά το χρόνο Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. »

Άρθρο 15
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ


1. Οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων και τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου που είναι νόμιμα εγκατεστημένες σε κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού χώρου και κατέχουν σχετική νόμιμη άδεια λειτουργίας και παροχής τέτοιων υπηρεσιών και είχαν υποβάλλει έως 31-12-2011 οικειοθελή αίτηση υπαγωγής στο φορολογικό καθεστώς του ν.4002/2011 υποβάλλουν αίτηση χορήγησης άδειας διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης από την Ε.Ε.Ε.Π, οι ως άνω εταιρείες υποχρεούνται να παύσουν την λειτουργία τους, εντός 4 μηνών από την έκδοση της απορριπτικής απόφασης. Σε περίπτωση μη υποβολής αίτησης για τη χορήγηση άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, οι ως άνω εταιρείες υποχρεούνται να παύσουν τη λειτουργία τους, εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

2. Μέχρι την εγκατάσταση και λειτουργία του Π.Σ.Ε.Ε, οι κάτοχοι άδειας διοργάνωσης και διεξαγωγής παιγνίων υποχρεούνται να παρέχουν στην Ε.Ε.Ε.Π. τη δυνατότητα απομακρυσμένης, πλήρους πρόσβασης στα συστήματα και υποσυστήματα τους.

3. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται ο Κανονισμός Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων νοείται εφεξής ο Κανονισμός Παιγνίων.

Άρθρο 16
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρα Κοινοί τραπεζικοί λογαριασμοί. Φορολογική αντιμετώπιση σε Ελλάδα και εξωτερικό

$
0
0

Του Γιώργου Δαλιάνη*
www.artion.gr

Οι κοινόχρηστοι τραπεζικοί λογαριασμοί (joint accounts) είναι η πιο συνηθισμένη μορφή τραπεζικού λογαριασμού, η οποία χρησιμοποιείται από φυσικά πρόσωπα (individuals) προκειμένου να καλύψουν τις λειτουργικές τραπεζικές τους ανάγκες. Το όφελος αυτών είναι η δυνατότητα περισσότερων ατόμων να κάνουν χρήση (ιδίως ανάληψη-κατάθεση) χρηματικών ποσών χωρίς κάθε φορά να απαιτείται η παρουσία άλλου συνδικαιούχου.

Όπως θα αναλύσουμε στη συνέχεια, οι κοινοί τραπεζικοί λογαριασμοί πέραν των λειτουργικών πλεονεκτημάτων τους, έχουν και ένα σημαντικό φορολογικό πλεονέκτημα. Υπό προϋποθέσεις, χρήματα τα οποία ανήκαν σε θανόντα συνδικαιούχο απαλλάσσονται φορολόγησης για τους συνδικαιούχους που τα αναλαμβάνουν.

Ο θεσμός των κοινών τραπεζικών λογαριασμών, για φορολογικούς λόγους είναι επωφελής, όμως η διατήρηση του λογαριασμού αυτού έχει και μερικούς εν δυνάμει κινδύνους ιδιαίτερα σε αυτούς που έχουν οφειλές στο Δημόσιο, Ασφαλιστικούς φορείς και τράπεζες. Η συστηματική προσπάθεια των φορολογικών αρχών να ενισχύσουν τις ελεγκτικές τους δραστηριότητες σε συνδυασμό με τα σύγχρονα εργαλεία ελέγχου και διασύνδεσης με το Ελληνικό και Διεθνές Τραπεζικό Σύστημα έχει οδηγήσει σε πολλές περιπτώσεις όπου επιβλήθηκαν φόροι και πρόστιμα, να υπάρχει δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών. Μάλιστα, όπως προκύπτει και με βάση την πρόσφατη απόφαση ΔΕΔ 2522/21.5.2018, τα κριτήρια απαλλαγής φορολόγησης που ισχύουν για τους κοινόχρηστους τραπεζικούς λογαριασμούς Ελλάδος, δεν ισχύουν και για τους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς εξωτερικού.

Τι είναι ο κοινόχρηστος τραπεζικός λογαριασμός


Κάθε πολίτης έχει τη δυνατότητα να ανοίξει έναν τραπεζικό λογαριασμό σε μία Τράπεζα στον οποίο δικαιούχος δεν θα είναι μόνο αυτός αλλά και άλλα φυσικά πρόσωπα τα οποία θα συμπράξουν ή και δεν θα συμπράξουν κατά την κατάρτιση της σύμβασης αλλά θα έχουν σε κάθε περίπτωση δικαίωμα χρήσης των καταθέσεων.

Ας δούμε όμως περιπτώσεις χρήσης των λογαριασμών αυτών, οι οποίες παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο από φορολογική όσο και από νομική πλευρά.

Ανάληψη καταθέσεων από τον συνδικαιούχο


Η ιδιομορφία του κοινόχρηστου τραπεζικού λογαριασμού έγκειται στο ότι χρήση αυτού μπορεί να κάνει κάθε συνδικαιούχος έχοντας δικαίωμα ανάληψης σε ολόκληρο το ποσό ανεξάρτητα του ποιος ήταν ο καταθέτης αυτού.

Με αυτόν τον τρόπο συχνό είναι το φαινόμενο οικογενειακών-προσωπικών ερίδων που οδήγησαν σε ακραίες ενέργειες συζύγων-συγγενών οι οποίοι για προσωπικούς εκδικητικούς ή άλλους λόγους ανέλαβαν ολόκληρο το ποσό ενός κοινόχρηστου λογαριασμού, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, οδηγώντας στην οικονομική καταστροφή τον πραγματικό χρήστη-καταθέτη του λογαριασμού αυτού.

Κατάσχεση κοινόχρηστου τραπεζικού λογαριασμού


Ο κοινόχρηστος λογαριασμός όσον αφορά τις κατασχέσεις διαιρείται ανάλογα με τον αριθμό των συνδικαιούχων. Τεκμαίρεται δηλαδή πως στον συνδικαιούχο αναλογεί το υπάρχον κατατεθειμένο χρηματικό ποσό διαιρεμένο με το σύνολο των συνδικαιούχων.

Σε περίπτωση που συνδικαιούχος λογαριασμού οφείλει σε τρίτο και ο τρίτος αυτός προβεί σε κατάσχεση του κοινόχρηστου λογαριασμού, το μέγιστο ποσό που δύναται να κατάσχει είναι το ½ ή ⅓ ή ¼ (ανάλογα με τον αριθμό των συνδικαιούχων). Αυτό συμβαίνει διότι ο τρίτος δεν γνωρίζει το ιστορικό κινήσεων του τραπεζικού λογαριασμού, οπότε στα μάτια του οι συνδικαιούχοι έχουν εισφέρει ισομερώς τις καταθέσεις.
Προσοχή: Να σημειώσουμε εδώ πως το ίδιο δεν ισχύει στην περίπτωση που δανειστής είναι η ίδια η Τράπεζα στην οποία τηρείται ο τραπεζικός λογαριασμός, η οποία μπορεί να κατασχέσει όλο το διαθέσιμο ποσό (ΑΠ 1812/2007).

Σε περίπτωση λοιπόν που οφείλετε σε Τράπεζα από δανειακή σύμβαση και διατηρείτε κοινόχρηστο λογαριασμό, η πρακτική που ακολουθείται είναι να σας κοινοποιηθεί μια επιστολή Συμψηφισμού για ικανοποίηση ληξιπρόθεσμης απαίτησης με βάση την οποία σας γνωστοποιούν την κατάσχεση ολόκληρου του ποσού. Η κοινοποίηση της επιστολής αυτής (δήλωση) είναι απαραίτητη. Ανερυθρίαστα μάλιστα τα τραπεζικά ιδρύματα κάνουν χρήση του δικαιώματος συμψηφισμού των απαιτήσεών τους από τον οφειλέτη πελάτη τους, όταν οι ίδιες στις δανειακές συμβάσεις, περιλαμβάνουν προδιατυπωμένο όρο με βάση τον οποίο υποχρεώνουν τον δανειολήπτη σε παραίτηση από το δικό του δικαίωμα συμψηφισμού έναντι απαιτήσεών του από την τράπεζα.

Φορολογικοί έλεγχοι και κοινόχρηστοι λογαριασμοί

Σε φορολογικό έλεγχο πολλές φορές ζητείται από τον ελεγχόμενο να αποδείξει από πού προέρχονται τα εισοδήματα και η ρευστότητά του με τις φορολογικές του δηλώσεις και τα τεκμήριά του. Εάν ο ελεγχόμενος αυτός συμμετέχει σε κοινόχρηστο λογαριασμό, ίσως να χρειαστεί να αποδείξει στους υπαλλήλους του Υπ. Οικονομικών πως η συμμετοχή του στις τραπεζικές καταθέσεις είναι μεγαλύτερη της τεκμαιρόμενης αναλογίας με βάση την οποία κάνουν τους υπολογισμούς τους οι φορολογικές αρχές.

Στην πράξη δεν μπορεί να εξακριβωθεί με ακρίβεια η αιτία κάθε κατάθεσης ή ανάληψης η οποία γινόταν σε τέτοιο λογαριασμό αφού ζητούμε από τους ελεγχόμενους να επιδείξουν λεπτομερή στοιχεία για συναλλαγές που έλαβαν χώρα πολλά χρόνια στο παρελθόν. Οι ελεγκτές του Υπ. Οικονομικών επειδή αδυνατούν να διασταυρώσουν τον πραγματικό καταθέτη καταμερίζουν το κατατεθειμένο κοινόχρηστο ποσό αναλογικά μετακυλώντας το βάρος απόδειξης στον ελεγχόμενο φορολογούμενο. Έτσι οδηγηθήκαμε σε επιβολές υπέρογκων φόρων και προστίμων αφού τα χρησιμοποιούμενα ποσά θεωρούνταν ως εισόδημα από άγνωστη πηγή.  
Φόρος κληρονομιάς και κοινόχρηστες τραπεζικές καταθέσεις Ελλάδας και Εξωτερικού.

Η Φορολογία Κληρονομιών και Δωρεών προβλέπει απαλλαγή φόρου εφόσον συνδικαιούχος (ακόμη και κληρονόμος) προχωρήσει σε ανάληψη χρημάτων (μέρους ή και όλου του ποσού) μετά τον θάνατο κάποιου άλλου από τους συνδικαιούχους (άρθρο 25 παρ.2 ν.2961/2001). Μόνη προϋπόθεση για την απαλλαγή από το φόρο κληρονομιάς ή δωρεάς που θα όφειλε κανονικά ο συνδικαιούχος είναι να έχει τεθεί ρητά στην τραπεζική σύμβαση ο πρόσθετος όρος ότι με το θάνατο οποιουδήποτε δικαιούχου η κατάθεση και ο λογαριασμός αυτής περιέρχεται αυτοδίκαια στους λοιπούς επιζώντες μέχρι τον τελευταίο από αυτούς. Η διάταξη αυτή βασίζεται στον προϋπάρχοντα άρθρο 2 του Ν.5638/1932 που εξακολουθεί να ισχύει.

Η απαλλαγή αυτή δεν ισχύει για κοινόχρηστες καταθέσεις εξωτερικού (joint account) ακόμη και αν τέτοιος όρος υφίσταται στην σχετική αλλοδαπή τραπεζική σύμβαση. Όπως διευκρινίζεται στον επικαιροποιημένο οδηγό Κατοίκων Εξωτερικού σε Φορολογικά και Τελωνειακά Θέματα της Γ.Γ.Δ.Ε. (πλέον Α.Α.Δ.Ε.), σε φόρο κληρονομιάς υποβάλλεται η κινητή περιουσία που βρίσκεται στην αλλοδαπή, ανήκε σε Έλληνα υπήκοο και κληρονομείται, αναφέροντας ότι η απαλλαγή της παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 2961/2001 αφορά τραπεζική κατάθεση σε κοινό λογαριασμό μόνο ελληνικής τράπεζας (ΔΕΔ 2522/21.5.2018).

Μόνη περίπτωση απαλλαγής των καταθέσεων εξωτερικού από φόρο κληρονομιάς ή δωρεάς υπάρχει για την κινητή περιουσία Έλληνα υπηκόου που είναι εγκατεστημένος στο εξωτερικό για δέκα (10) τουλάχιστον συναπτά έτη.

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν αυτά τα χρήματα για κάλυψη τεκμηρίου αγοράς ή τεκμηρίου διαβίωσης;

Ο φορολογούμενος πολίτης, μετά τον θάνατο του συνδικαιούχου, μπορεί να αναλάβει το ποσό του ελληνικού τραπεζικού λογαριασμού και να απαλλαγεί έτσι από τον φόρο κληρονομιών-δωρεών (περίπτωση άρθρου 2 Ν.5638/1932). Τα χρήματα αυτά μπορεί να τα επικαλεστεί για δικαιολόγηση τεκμηρίων αγοράς ή διαβίωσης. Ο φορολογούμενος υποχρεούται στην υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομιάς με απαλλαγή του από την υποχρέωση καταβολής φόρου δυνάμει του άρθρου 25 παρ.2 ν.2961/2001.

Ο νόμος λοιπόν, όπως παντού, καθορίζει ένα γενικό πλαίσιο και η μεμονωμένη περίπτωση κάθε πολίτη εμπίπτει στο πλαίσιο αυτό ανάλογα με τα προσωπικά του πραγματικά περιστατικά. Άλλη φορολογική μεταχείριση θα υπάρξει εάν η ανάληψη γίνει μετά τον θάνατο του συνδικαιούχου και άλλη αν γίνει πριν. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι, εκτός αν μελλοντικά η Διοίκηση ορίσει διαφορετικά, τα οφέλη της απαλλαγής από φόρο κληρονομιάς-δωρεάς έχουν εφαρμογή μόνο σε κοινόχρηστους ελληνικούς τραπεζικούς λογαριασμούς. Επίσης, πρέπει να προσέξουμε τι προβλέπει η τραπεζική σύμβασή μας για τη δημιουργία του κοινόχρηστου λογαριασμού ώστε να μην υποπέσουμε σε σφάλματα που μπορεί να επισύρουν και πρόστιμα για αποκρυφθέν αδήλωτο εισόδημα.

*O κ. Γιώργος Δαλιάνης είναι ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός

Αριθμ. απόφ. 16/824/19.7.2018 Τροποποίηση της απόφασης 3/304/10.6.2004 (ΦΕΚ 901Β/16.6.2004) της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «κανονισμός Λειτουργίας του Συστήματος Άυλων Τίτλων»

$
0
0

Αριθμ. απόφ. 16/824/19.7.2018

(ΦΕΚ Β’ 3879/07.09.2018)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τα άρθρα 1 έως 7 του ν. 3756/2009 (ΦΕΚ 53 Α΄/ 31.3.2009) «Σύστημα Άυλων Τίτλων, διατάξεις για την Κεφαλαιαγορά, φορολογικά θέματα και λοιπές διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 4 του ν. 4141/2013 (ΦΕΚ 81 Α/5.4.2013 «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις».

2. Τα άρθρα 39 έως 49, 51 έως 55 και 57 έως 58 του ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α/30.4.1996) για τις «Επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών, επάρκεια ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και των πιστωτικών ιδρυμάτων και άυλες μετοχές» καθώς και το άρθρο 58 του ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 137 Α΄/ 11.11.1997) «Χρηματιστηριακή αγορά παραγώγων και άλλες διατάξεις».

3. Το άρθρο 90 του Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α/98/2005) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

4. Την με αριθμό πρωτ. E.K. 7490/18.07.2018 επιστολή της εταιρίας «Ελληνικό Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων».

5. Την από 18.07.2018 εισήγηση της Διεύθυνσης Φορέων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, αποφασίζει ομόφωνα:

Άρθρο 1

Την τροποποίηση της απόφασης υπ’ αριθμ. 3/304/10.6.2004 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «κανονισμός Λειτουργίας του Συστήματος Άυλων Τίτλων», όπως ισχύει, (εφεξής ο «κανονισμός») ως εξής:

Η παράγραφος 2 του άρθρου 36 του κανονισμού αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Πριν από την οριστική καταχώρηση και όσο διαρκεί η προσωρινή καταχώρηση των αξιών αυτών στους λογαριασμούς, οι δικαιούχοι δεν μπορούν να μεταβιβάζουν ούτε να προβαίνουν σε οποιαδήποτε άλλη συναλλαγή επί των αξιών αυτών. Η απαγόρευση του προηγουμένου εδαφίου δεν θίγει την εφαρμογή διαδικασίας Προαγοράς εφόσον διενεργείται με βάση τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία της αγοράς στην οποία πρόκειται να πραγματοποιηθεί η εισαγωγή τους.».

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Ο Πρόεδρος
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΓΚΟΤΣΗΣ


Αριθμ. πρωτ.: 94004/2018 Έναρξη Μητρώου Εμπειρογνωμόνων του άρθρου 11 Ν. 4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 62 Α’) και ορισμός Μελών αυτού

$
0
0

Αθήνα, 10 Σεπτεμβρίου 2018
Αριθμ. πρωτ.: 94004
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
 
Θέμα: «Έναρξη Μητρώου Εμπειρογνωμόνων του άρθρου 11 Ν.  4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 62 Α’) και ορισμός Μελών αυτού»

Ο Ειδικός Τομεακός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του ν. 4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 62), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 53 παρ. 5 του ν. 4549/2018 (Α’ 105).

β) των άρθρων 78 έως 99 του ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 94), όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 102 του ν. 4497/2017 «Άσκηση υπαίθριων εμπορικών δραστηριοτήτων, εκσυγχρονισμός της επιμελητηριακής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 171).

γ) του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης...». (Α΄ 208)

δ) του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Α’ 68).

ε) του Π.Δ.142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄ 181).

στ) του π.δ. 147/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης» (Α΄ 192).

ζ) του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 116).

η) του π.δ. 22/2018 «Διορισμός  Υπουργών, Αναπληρωτή Υπουργού και Υφυπουργών» (Α΄ 37).
 
θ) του άρθρου 90 του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98).

2. Την υπ’ αριθμ. 83588/2.8.2018 (Β΄ 3252) Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Σύσταση Μητρώου Εμπειρογνωμόνων του άρθρου 11 του ν. 4469/2017».

3. Την υπ’ αριθμ. Οικ. 44549/Δ9.12193/8.10.2015 (Β’ 2169) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Αναστάσιο Πετρόπουλο» όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 54051/Δ9.14200/22.11.2016 όμοια (Β 3801) και την υπ’ αριθμ. 59285/18416/12.12.2017 όμοια (Β’ 4503).

4. Τη σύσταση μητρώου εμπειρογνωμόνων για την επιλογή και πρόταση διορισμού εμπειρογνώμονα στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 11 ν. 4469/2017, όταν την επιλογή σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου αυτού την κάνει το Δημόσιο ή ο Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης που συμμετέχει ως πιστωτής, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 83588/2.8.2018 (ΦΕΚ 2352/Β’) απόφασης.

5. Την υπ’ αριθμ. Πρωτ. 86977-14/8/2018 απόφαση με θέμα: «Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για εγγραφή στο Μητρώο Εμπειρογνωμόνων της παραγράφου 5 του άρθρου 11 ν. 4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 62 Α’)» (ΑΔΑ: ΩΦΚ7465ΧΙ8-ΟΞΣ)

6. Την εκδήλωση ενδιαφέροντος για εγγραφή στο Μητρώο που έλαβε χώρα ηλεκτρονικά από δικαιούμενους συμμετοχής, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της υπ’ αριθμ. 86977-14/8/2018 πρόσκλησης.

7. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ


1. Ανακοινώνεται η έναρξη λειτουργίας του Μητρώου Εμπειρογνωμόνων του άρθρου 11 Ν. 4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 62 Α’) (εφεξής: «Μητρώο Εμπειρογνωμόνων Εξωδικαστικού Μηχανισμού») όταν την επιλογή σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου αυτού την κάνει το Δημόσιο ή ο Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης που συμμετέχει ως πιστωτής.

2. Μέλη του Μητρώου Εμπειρογνωμόνων Εξωδικαστικού Μηχανισμού είναι τα αναφερόμενα στο Παράρτημα 1 της παρούσας, τα οποία εκδήλωσαν ενδιαφέρον και πληρούν όλες τις προϋποθέσεις εγγραφής στο εν λόγω Μητρώο, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της υπ’ αριθμ. 83588/2.8.2018 (Β΄ 3252) Κοινής Υπουργικής Απόφασης και της υπ’ αριθμ. 86977-14/8/2018 πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος.

3. Με νεότερες αποφάσεις του Ειδικού Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους που θα εκδίδονται σε μηνιαία βάση, θα συμπληρώνεται ο αριθμός των Μελών του Μητρώου, σύμφωνα με τη σχετική εκδήλωση ενδιαφέροντος στο σύνδεσμο https://www1.gsis.gr/dsae/egdixexpertsregistry

4. Η επιλογή και η διαδικασία λειτουργίας του Μητρώου Εμπειρογνωμόνων Εξωδικαστικού Μηχανισμού γίνεται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπ’ αριθμ. 83588/2.8.2018 (Β΄ 3252) Κοινή Υπουργική Απόφαση.





Ο Ειδικός Τομεακός Γραμματέας
Φώτης Κουρμούσης

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο προϊστάμενος του τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης, Οργάνωσης & Τεχνικών Υπηρεσιών Τομέα Ανάπτυξης
κ.α.α. ΖΑΝΤΟΥΛΙΑΔΟΥ ΜΕΤΑΞΙΑ

Κ.Υ.Α. αριθμ. Δ12α/Φ.11/ΓΠ46292/1320/2018 Χορήγηση δελτίου μετακίνησης σε άτομα με αναπηρίες για το έτος 2018

$
0
0
Αριθμ. Δ12α/Φ.11/ΓΠ46292/1320

(ΦΕΚ Β’ 3933/10.09.2018)

ΟΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 22 και 25 του ν. 2072/1992 (A΄ 125).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).

3. Τις διατάξεις του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας(ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ)-δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (A’ 143).

4. Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 283 του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α’ 87).

5. Το άρθρο 86 του ν. 4530/2018 «Ρυθμίσεις θεμάτων μεταφορών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 59, 30-3-2018, τΑ΄)

6. Τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 6 του ν. 3920/2011 (ΦΕΚ 33/τ.Α’), όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 4337/2015 (ΦΕΚ 129/τ.Α’) «Μέτρα για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και δημοσιονομικών στόχων και διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων».

7. Τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (EE L315 της 3.12.2007).

8. Τις διατάξεις του π.δ. 80/2016 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (ΦΕΚ 145/τ.Α΄).

9. Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης » (ΦΕΚ 168 Α΄).

10. Την αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Ε/6123/29.3.2005 κοινή υπουργική απόφαση των Υφυπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Τροποποίηση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης περί χορήγησης δελτίου μετακίνησης ΑμεΑ με τα μέσα μαζικής. συγκοινωνίας» (B´ 410).

11. Την αριθμ. Α-59909/4404/18.1.2016 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Καθορισμός τιμολογιακής πολιτικής και τύπων κομίστρου μετακίνησης στην περιοχή αρμοδιότητας ΟΑΣΑ Α.Ε. (Ο.ΣΥ. Α.Ε. και ΣΤΑ.ΣΥ Α.Ε.), καθώς επίσης και καθορισμός ενεργειών και θεσμικών, οργανωτικών, λειτουργικών και διοικητικών μέτρων για την υλοποίηση αυτής της πολιτικής» (Β΄ 126/2016).

12. Την αριθμ. 45788/3552/5.8.2014 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Καθορισμός κομίστρων του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (Ο.Α.Σ.Θ.) (Β΄ 2283) όπως τροποποιήθηκε με την αριθ. Αοικ.70061/3873/ 1-11-2017 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών (Β΄3958).

13.Την αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Α/22988/4.9.2007 Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Κατάργηση της υποβολής του συμφωνητικού μίσθωσης κατοικίας ή ενός εκ των λογαριασμών ΔΕΗ, ΟΤΕ, Ύδρευσης, Κινητής Τηλεφωνίας που εκδίδεται στο όνομα του δικαιούχου, που απαιτούνται ως δικαιολογητικά στη διαδικασία χορήγησης δελτίου μετακίνησης ΑμεΑ στα μέσα μαζικής μεταφοράς και αντικατάστασή τους από υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει» (Β´ 1781).

14. Την αριθμ. Β οικ.69088/4971/15 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Καθορισμός των κομίστρων των αστικών και υπεραστικών ΚΤΕΛ και ΚΤΕΛ Α.Ε. της χώρας» (Β΄ 2498/2015).

15. Την αριθμ. Δ24β/Φ.11/ΓΠοικ.38784/921/22-8-2017 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Χορήγηση Δελτίου Μετακίνησης σε Άτομα με Αναπηρίες για το έτος 2017» ( Β΄ 2964).

16. Το π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 116/Α΄).

17. Την αριθμ. Υ29/8-10-2015 απόφαση του Πρωθυπουργού (ΦΕΚ 2168/9-10-2015/τ.Β΄) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Χουλιαράκη».

18. Την αριθμ. Υ28/8-10-2015 απόφαση του Πρωθυπουργού (ΦΕΚ 2168/9-10-2015/τ.Β) «Ανάθεση Αρμοδιοτήτων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

19. Την απόφαση του ΣτΕ 445/98 περί αναστολής ισχύος της κοινής υπουργικής απόφασης Γ4γ/Φ.11/οικ. 1579/98 για τα μέλη του Πανελλήνιου Συνδέσμου Τυφλών.

20. Την αριθμ. 17452/3214/10-4-2018 απόφαση Δέσμευσης Πίστωσης (ΑΔΑ:6Θ4Ε465Θ1Ω-ΙΗΟ).

21. Το αριθμ. οικ.29448/2393/25-5-2018 έγγραφο του τμήματος Κρατικών Ενισχύσεων της Δ/νσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

22. Την αριθμ. 25764/2102/16-5-2018 εισηγητική έκθεση της προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης,

23. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας προκαλείται κατά το τρέχον οικονομικό έτος, σε βάρος του τακτικού προϋπολογισμού δαπάνη, ύψους είκοσι εκατομμυρίων ευρώ (20.000.000€) για την οποία έχει εγγραφεί πίστωση στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ε.Φ. 33-220, ΚΑΕ 2733),

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1

1. Στα Άτομα με Αναπηρίες:
- Ελληνικής υπηκοότητας,
- υπηκόους των Κρατών-Μελών της Ε.Ε. καθώς και υπηκόους Κρατών-Μελών του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ε.Ο.Χ.),
- υπηκόους των Κρατών που περιλαμβάνονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση που κυρώθηκε με το ν.δ. 4017/1959 (Α' 246),
- υπηκόους κρατών εκτός Ε.Ε. που έχουν καταστεί ανίκανοι για εργασία μετά από εργατικό ατύχημα σε ελληνικό έδαφος,
- αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (ν.δ. 3989/1959, ΦΕΚ Α΄ 201), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (α.ν. 389/1968, ΦΕΚ Α΄ 125), εφόσον κατοικούν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα και έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%, παρέχεται το δικαίωμα της μετακίνησης με μειωμένο εισιτήριο κατά 50% σε όλες τις διαδρομές εσωτερικού των υπεραστικών λεωφορείων των ΚΤΕΛ.

2. Στα Άτομα με Αναπηρίες:

- Ελληνικής υπηκοότητας,
- υπηκόους των Κρατών-Μελών της Ε.Ε. καθώς και υπηκόους Κρατών-Μελών του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ε.Ο.Χ),
- υπηκόους των Κρατών που περιλαμβάνονται στην Ευρωπαϊκή σύμβαση που κυρώθηκε με το ν.δ. 4017/1959 (Α 246),
- υπηκόους κρατών εκτός Ε.Ε. που έχουν καταστεί ανίκανοι για εργασία μετά από εργατικό ατύχημα σε ελληνικό έδαφος,
- αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις - της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (ν.δ. 3989/1959, ΦΕΚ Α΄ 201), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (α.ν. 389/1968, ΦΕΚ Α΄ 125) εφόσον κατοικούν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα και έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%, με την προϋπόθεση ότι το ετήσιο συνολικό δηλωθέν ατομικό τους εισόδημα δεν είναι μεγαλύτερο των είκοσι τριών χιλιάδων (23.000) ευρώ ή το ετήσιο συνολικό δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα δεν είναι μεγαλύτερο των είκοσι εννέα χιλιάδων (29.000) ευρώ, (το ετήσιο συνολικό δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα των 29.000 ευρώ προσαυξάνεται με 5.600 ευρώ για κάθε επιπλέον άτομο πέραν του δικαιούχου, που συνοικεί και βαρύνει τον φορολογούμενο, εφόσον αυτό παρουσιάζει αναπηρία 67% και άνω), παρέχεται το δικαίωμα δωρεάν μετακίνησης και εφόσον διαμένουν μόνιμα:

α) στην Περιφέρεια Αττικής, με τα αστικά μέσα συγκοινωνίας στην περιοχή αρμοδιότητας του ΟΑΣΑ. [ Ο.ΣΥ. Α.Ε. και ΣΤΑ.ΣΥ Α.Ε],

β) στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης με τα αστικά μέσα συγκοινωνίας του ΟΑΣΘ,

γ) και στις λοιπές Περιφερειακές Ενότητες της χώρας με τα αστικά μέσα συγκοινωνίας των Αστικών ΚΤΕΛ του Νομού τους.

Το ύψος του εισοδήματος αποδεικνύεται με το εκκαθαριστικό σημείωμα της δήλωσης του φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2017. Οι ολικά τυφλοί (ν. 958/1979, Α΄191) εξαιρούνται των εισοδηματικών κριτηρίων, όπως ορίζονται ως άνω, σύμφωνα με την αρ. 445/98 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ και λαμβάνουν δελτίο μετακίνησης ανεξάρτητα από το όριο εισοδήματός τους. Η χορήγηση δελτίου μετακίνησης σε άτομα με αναπηρίες προσδιορίζεται ως υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος καθώς εξυπηρετεί την κοινωνική ανάγκη διευκόλυνσης της μετακίνησης και κατ’ επέκταση της κοινωνικής ένταξης των ατόμων με αναπηρία.

Άρθρο 2

1. Το Δελτίο Μετακίνησης για τους μόνιμους κατοίκους των κατά περίπτωση Περιφερειακών Ενοτήτων, χορηγείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των Περιφερειών καθώς και από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) της χώρας.

Οι μόνιμοι κάτοικοι της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, έχουν το δικαίωμα της δωρεάν μετακίνησης με τα αστικά μέσα συγκοινωνίας στην περιοχή αρμοδιότητας του ΟΑΣΑ με την προσωποποιημένη ATH-ENA card.

Το Δελτίο Μετακίνησης ισχύει για το χρονικό διάστημα που αναγράφεται κατά την έκδοσή του, δηλ. για το έτος 2018 και για όσο διάστημα από το επόμενο έτος (2019) απαιτείται για να εκδοθεί η νέα Κοινή Υπουργική Απόφαση για τη χορήγησή του.

2. Οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να προσκομίζουν στην Υπηρεσία γνωμάτευση των Υγειονομικών Επιτροπών σε ισχύ (του π.δ/τος 611/1977 (Α΄ 198), του άρθρου 166 του ν. 2683/1999 (Α΄ 19), των άρθρων 165 και 167 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), του Ι.Κ.Α., των Υγειονομικών Επιτροπών του άρθρου 6 του ν. 3863/2010 ( Α΄ 115 ) (Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας) καθώς και της Α.Σ.Υ.Ε., Α.Ν.Υ.Ε., Α.Α.Υ.Ε, της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής της Ελληνικής Αστυνομίας, της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής του Πυροσβεστικού Σώματος (άρθρο 1 του ν. 4331/2015) στην οποία θα αναγράφεται απαραίτητα το ποσοστό αναπηρίας, το οποίο πρέπει να είναι τουλάχιστον 67%.

3. Όσοι λαμβάνουν σύνταξη επ' αόριστον με απόφαση Διοικητικού Διευθυντή Ασφαλιστικού φορέα ή του ΕΦΚΑ (απόφαση η οποία έχει εκδοθεί βάσει γνωματεύσεως Υγειονομικής Επιτροπής και στην οποία αναγράφεται το ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω) δικαιούνται Δελτίο Μετακίνησης χωρίς να απαιτείται η έκδοση πρόσθετης γνωμάτευσης Υγειονομικής Επιτροπής.

4. Όσοι λαμβάνουν οικονομική ενίσχυση (επίδομα) από τις αρμόδιες υπηρεσίες των Δήμων ή των Περιφερειών δικαιούνται Δελτίο Μετακίνησης χωρίς γνωμάτευση Υγειονομικών Επιτροπών.

5. Οι τυφλοί και οι Β.Ν.Κ. με δείκτη νοημοσύνης 30 (τριάντα) και κάτω δικαιούνται Δελτίο Μετακίνησης και για τους συνοδούς τους.

Άρθρο 3

Ο Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης συνάπτει συμβάσεις με τους αρμόδιους συγκοινωνιακούς φορείς για την έκπτωση 50% ή τη δωρεάν μετακίνηση των δικαιούχων Ατόμων με Αναπηρίες.

Με τις συμβάσεις αυτές καθορίζονται στο πλαίσιο των εγγεγραμμένων πιστώσεων στον κρατικό προϋπολογισμό:

α) Οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που πρέπει να εκπληρώνουν οι συγκοινωνιακοί φορείς, οι υποχρεώσεις του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και άλλων αρμόδιων φορέων.

β) Η διάρκεια ισχύος των δελτίων μετακίνησης των ΑμεΑ.

γ) Ο μηχανισμός υπολογισμού της αποζημίωσης, η οποία θα πρέπει να ανταποκρίνεται στο πραγματικό κόστος παροχής της δημόσιας υπηρεσίας, οι παράμετροι για τον υπολογισμό της και αφού έχουν γίνει όλες οι νόμιμες κρατήσεις.

δ) Η πρόβλεψη αναθεώρησης της αποζημίωσης προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο υπερβάλλοντος ποσού.

ε) Η υποχρέωση τήρησης χωριστού λογαριασμού εσόδων και εξόδων για τις δραστηριότητες τους που συνδέονται με την παροχή δημόσιας υπηρεσίας.

στ) Ο τρόπος, η διαδικασία και τα απαιτούμενα σε κάθε περίπτωση δικαιολογητικά καταβολής της αποζημίωσης στους συγκοινωνιακούς φορείς.

ζ) Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με τη διάθεση και χρήση των καρτών μετακίνησης και τη διαδικασία καταβολής της αποζημίωσης.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 31 Αυγούστου 2018

Οι Αναπληρωτές Υπουργοί

Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΘΕΑΝΩ ΦΩΤΙΟΥ

Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Αριθμ. 40860/3387/2018 Ανάθεση στο Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) της είσπραξης των απαιτήσεων του Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως (Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π)

$
0
0

Αριθμ: 40860/3387/24-08-2018

(ΦΕΚ Β' 3933/10-09-2018)

Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τη διάταξη της παρ.4 του άρθρου 6 του α.ν. 248/1967 (A΄ 243), όπως προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 4498/2017 (Α΄ 172).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 «Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις» (Α΄167).

3. Τις διατάξεις άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (Α 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».

4. Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης όπως τροποποιήθηκε και ισχύει (Α΄168)

5. Τις διατάξεις του π.δ. 125/2016 (Α΄210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

6. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του π.δ. 63/2005 (Α΄98 ).
 
7. Την αριθμ. Φ.20155/25187/Δ16.624/2-5-2018 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Έγκριση του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π» (Β΄1582).

8. Την με αριθ. 18/20-4-2018 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π.

9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται ουδεμία δαπάνη εις βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αλλά προκαλείται επιβάρυνση του Προϋπολογισμού του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π.,

αποφασίζουμε:

1. Ανατίθεται στο Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) η είσπραξη των απαιτήσεων του Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως (Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π), σε περίπτωση ολικής ή μερικής καθυστέρησης της εξόφλησής τους, συμπεριλαμβανομένων των επιβαρύνσεων αυτών από πρόσθετα τέλη ή/και τόκους υπερημερίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.(ν.δ. 356/1974, Α ΄90).

2. Για την είσπραξη των απαιτήσεων της παραγράφου 1 της παρούσας συντάσσεται πράξη βεβαίωσης οφειλής, τα στοιχεία της οποίας ορίζονται στην αριθ. Φ.80000/οικ.23795/791/5.8.2013(Β2124) Απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας «Καθορισμός στοιχείων της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής για την είσπραξη καθυστερούμενων ασφαλιστικών οφειλών» σε συνδυασμό με το αρθ. 31 της υπ΄ αρ. Φ20155/25187/Δ16.624/2018 απόφασης του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Έγκριση του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π» (Β΄1582).

3. Η διαδικασία είσπραξης, ενημέρωσης, ηλεκτρονικής διαχείρισης κ.λ.π. των απαιτήσεων της παραγράφου 1, εντός του Κέντρου Είσπραξης  Ασφαλιστικών Οφειλών, γίνεται σύμφωνα με την αριθ. Φ.80000/οικ.25379/312/29.8.2013 (Β΄ 2699) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας «Διαδικασία είσπραξης και ηλεκτρονικής διαχείρισης των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών εντός του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) με τις εξής επισημάνσεις:

α) η διαβίβαση των Πράξεων Βεβαίωσης Οφειλής από τον ΕΔΟΕΑΠ προς το ΚΕΑΟ γίνεται εντός των προθεσμιών που προβλέπει η αρ. αριθ.Φ.80000/οικ.25379/312/29.8.2013 (Β 2699) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας από την οριστικοποίηση του τίτλου που προβλέπεται από την παρ. 4 του αρθ. 31 της Φ20155/25187/Δ16.624/2018 απόφασης του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Έγκριση του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π» (Β΄1582).

β) κατά τον διαχωρισμό των οφειλών του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π και τον προσδιορισμό των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης από το ΚΕΑΟ λαμβάνονται υπόψιν και τα κριτήρια που προτείνει το Δ.Σ του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π στο Κ.Ε.Α.Ο.

4. Τα κριτήρια και στοιχεία των δεικτών απόδοσης είναι αυτά που καθορίζονται και εφαρμόζονται από το Κ.Ε.Α.Ο. σε εφαρμογή των διατάξεων της περ. vii του κεφ 2.3 της παρ. Γ του αρ.3 του ν. 4336/2015 (Α΄94).

5. Τα κριτήρια για τον διαχωρισμό των οφειλών σε άμεσα εισπράξιμες και επισφαλείς ορίζονται στο άρθρο 108 του ν. 4387/2016 (Α΄85) και την υπ’ αριθμ. Φ.80000/32195/364/8.11.2013 (Β΄2935) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

6. Για τη διασταύρωση των στοιχείων με τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 4174/2013 (Α΄170) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τις διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 4488/2017 (Α΄137).

7. Η απόδοση στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π των εισπράξεων των απαιτήσεων του από το Κ.Ε.Α.Ο διενεργείται κάθε μήνα με τη διαδικασία που καθορίζεται από τον Κανονισμό Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας του Κ.Ε.Α.Ο (Φ10021/7131/374/26.3.2015 (Β΄530).

8. Η αποζημίωση του Κ.Ε.Α.Ο. για την ανάληψη είσπραξης των απαιτήσεων της παραγράφου 1 της παρούσας υπολογίζεται προϋπολογιστικά και προκαταβάλλεται από τον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π, με αναλογική εφαρμογή του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 (Α΄167).

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

Αθήνα 24 Αυγούστου 2018

Η Υπουργός
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Ε.Ε.Ε.Τ. αριθμ. 860/2/2018 Κανονισμός Χρήσης και Χορήγησης Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων υπό Καθεστώς Γενικής Άδειας για την Παροχή Δικτύων ή/και Υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

$
0
0

Αριθμ. 860/2/2018

(ΦΕΚ Β' 3919/10-09-2018)

Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Το ν. 4070/2012 «Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 82/Α'/2012), ιδίως τα άρθρα 3, 12, 17, 18, 20 παρ. 2, 8 και 9, 21 παρ. 1, 13 και 15, 23, 26 παρ. 2 και 3, 27, 30, 38, 73, 75, 77 και 80 αυτού.

2. To ν. 4313/2014 «Ρυθμίσεις θεμάτων Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών και Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 261/Α'/2014) και ιδίως το Κεφάλαιο Ζ' όπως ισχύει.

3. Το ν. 4053/2012 «Ρύθμιση και λειτουργία της Ταχυδρομικής Αγοράς, θεμάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 44/Α'/2012), και ιδίως το άρθρο 31 αυτού όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 126 του ν. 4249/2014 (ΦΕΚ 73/Α'/2014).

4. Το ν. 3592/2007 «Συγκέντρωση και Αδειοδότηση Επιχειρήσεων Μέσων Ενημέρωσης και άλλες διατάξεις», (ΦΕΚ 161/Α'/2007), ιδίως το άρθρο 13 αυτού ως ισχύει,

5. Το ν. 2801/2000 «Ρυθμίσεις Θεμάτων Αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 46/Α'/2000), όπως ισχύει.

6. Το ν. 1843/1989 «Κύρωση Τελικών Πράξεων της Παγκόσμιας Διοικητικής Διάσκεψης Ραδιοεπικοινωνιών (Γενεύη 1979)» (ΦΕΚ 96/Α'/1989).

7. Το π.δ. 98/2017 «Εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την Οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (ΕΕ L 153/22.05.2014) σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της Οδηγίας 1999/5/ΕΚ» (ΦΕΚ 139/Α'/2017).

8. Την κοινή υπουργική απόφαση αριθμ. 1900/51/ Φ211/13-1-2016 «Έγκριση Εθνικού Κανονισμού Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων (ΕΚΚΖΣ)» (ΦΕΚ 105/Β'/27-1-2016) όπως εκάστοτε ισχύει.

9. Την κοινή υπουργική απόφαση αριθμ. 27217/505/ 4-6-2013 «Εγκαταστάσεις Κατασκευών Κεραιών Χαμηλής Ηλεκτρομαγνητικής Περιβαλλοντικής Όχλησης, εξαιρούμενες από την αδειοδότηση σύμφωνα με την παρ. 23 του άρθρου 30 του ν. 4070/2012.» (ΦΕΚ 1442/Β'/14-6-2013).

10. Την κοινή υπουργική απόφαση αριθμ. 18953/237/ Φ1/8-3-2018 «Ρύθμιση διαδικασιών και εφαρμογή του Συστήματος Ηλεκτρονικής Υποβολής Αιτήσεων (ΣΗΛΥΑ) περί χορήγησης αδειών κατασκευών κεραιών» (ΦΕΚ 889/ Β'/8-3-2018).

11. Την απόφαση της ΕΕΤΤ ΑΠ 834/2/9-11-2017 «Κανονισμός Γενικών Αδειών», (ΦΕΚ 4262/Β'/6-12-2017) όπως ισχύει.

12. Την απόφαση της ΕΕΤΤ ΑΠ 721/2/12-06-2014 «Κανονισμός Όρων Χρήσης Μεμονωμένων Ραδιοσυχνοτήτων ή Ζωνών Ραδιοσυχνοτήτων» (ΦΕΚ 1713/Β'/26-06-2014) όπως εκάστοτε ισχύει.

13. Την απόφαση της ΕΕΤΤ ΑΠ 276/49/14-2-2003 «Κανονισμός Καθορισμού των Τελών Χρήσης του Φάσματος και των Τελών Εκχώρησης Ραδιοσυχνοτήτων» (ΦΕΚ 256/ Β'/4-3-2003) όπως ισχύει.

14. Την απόφαση της ΕΕΤΤ ΑΠ 661/2/19-7-2012 «Κανονισμός Αδειών Κατασκευών Κεραιών στην Ξηρά» (ΦΕΚ 2529/Β'/17-9-2012).

15. Την απόφαση της ΕΕΤΤ ΑΠ 672/1/13-11-2012 «Έναρξη Λειτουργίας του Συστήματος Ηλεκτρονικής Υποβολής Αιτήσεων (ΣΗΛΥΑ) Χορήγησης Αδειών Κατασκευών Κεραιών» (ΦΕΚ 3295/Β'/11-12-2012).

16. Την απόφαση της ΕΕΤΤ ΑΠ 860/1/23-07-2018 «Έγκριση Αποτελεσμάτων Δημόσιας Διαβούλευσης αναφορικά με την τροποποίηση του Κανονισμού Χρήσης και Χορήγησης Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων υπό Καθεστώς Γενικής Άδειας για την Παροχή Δικτύων ή/και Υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών».

17. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, ούτε σε βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕΤΤ,

αποφασίζει:

Άρθρο 1
Σκοπός και Πεδίο Εφαρμογής


1. Ο παρών Κανονισμός καθορίζει το πλαίσιο χρήσης ραδιοσυχνοτήτων υπό καθεστώς Γενικής Άδειας και τη διαδικασία χορήγησης ατομικών δικαιωμάτων χρήσης μεμονωμένων ραδιοσυχνοτήτων ή ζωνών ραδιοσυχνοτήτων για την παροχή δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, κατ' εφαρμογή του ν. 4070/2012.

2. Στον παρόντα κανονισμό δεν εμπίπτουν, καθώς δεν αποτελούν αρμοδιότητα της ΕΕΤΤ, η χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για τα κρατικά δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, την υπηρεσία ζώνης συχνοτήτων πολιτών (CB), τα δίκτυα και τους μεμονωμένους σταθμούς ραδιοεπικοινωνιών της υπηρεσίας ραδιοερασιτέχνη και της υπηρεσίας ραδιοερασιτέχνη μέσω δορυφόρου και όσα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για πειραματικούς ή ερευνητικούς σκοπούς και για επίδειξη.

3. Δεν εμπίπτει στον παρόντα Κανονισμό η αναλογική τηλεόραση και ραδιοφωνία ελεύθερης λήψης. Στην εξαίρεση αυτή δεν περιλαμβάνεται η υποδομή ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ραδιοφωνικού και τηλεοπτικού σήματος μέχρι το σημείο εκπομπής, καθώς και οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων για μεταφορά σήματος και παροχή πρόσθετων ευκολιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 73 του ν. 4070/2012.

Άρθρο 2
Ορισμοί


1. Για την εφαρμογή του παρόντος Κανονισμού οι ακόλουθοι όροι έχουν την έννοια η οποία τους αποδίδεται παρακάτω:
Υπουργείο/Υπουργός: Υπουργείο/Υπουργός αρμόδιο(ς) για τη ρύθμιση του τομέα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών.
Δικαίωμα χρήσης ή εκχώρηση (μίας συχνότητας ή ενός ραδιοηλεκτρικού διαύλου): το δικαίωμα που χορηγείται από την αρμόδια αρχή για τη χρησιμοποίηση από ένα σταθμό ραδιοεπικοινωνιών, μίας ραδιοσυχνότητας ή ενός καθορισμένου διαύλου ραδιοσυχνότητας σύμφωνα με καθορισμένες προϋποθέσεις.
Χρήση ραδιοσυχνότητας σε πρωτεύουσα βάση: Αφορά εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων σε σταθμούς οι οποίοι υπόκεινται στους εξής περιορισμούς:
α. Έχουν δικαίωμα προστασίας από επιζήμιες παρεμβολές που προκαλούνται από άλλους σταθμούς στους οποίους έχει γίνει εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων σε πρωτεύουσα βάση μεταγενέστερα από αυτούς.
β. Δεν πρέπει να προκαλούν επιζήμιες παρεμβολές σε σταθμούς στους οποίους έχει γίνει εκχώρηση σε πρωτεύουσα βάση, προγενέστερα από αυτούς.
γ. Έχουν δικαίωμα προστασίας από επιζήμιες παρεμβολές που προκαλούνται από σταθμούς στους οποίους έχουν εκχωρηθεί ραδιοσυχνότητες σε δευτερεύουσα βάση προγενέστερα ή μεταγενέστερα από αυτούς.
Χρήση ραδιοσυχνότητας σε δευτερεύουσα βάση: Αφορά εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων σε σταθμούς οι οποίοι έχουν τους εξής περιορισμούς:
α. Δεν πρέπει να προκαλούν παρεμβολές στους σταθμούς στους οποίους έχει γίνει εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων σε πρωτεύουσα βάση, ασχέτως αν οι συχνότητες τους εκχωρήθηκαν νωρίτερα ή πρόκειται να εκχωρηθούν μεταγενέστερα.
β. Δεν μπορούν να διεκδικούν προστασία από παρεμβολές που προκαλούνται από σταθμούς στους οποίους έχει γίνει εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων σε πρωτεύουσα βάση, στους οποίους οι συχνότητες εκχωρήθηκαν νωρίτερα ή πρόκειται να εκχωρηθούν μεταγενέστερα.
γ. Έχουν δικαίωμα προστασίας από παρεμβολές που προκαλούνται από σταθμούς της ίδιας υπηρεσίας ή άλλης επίσης δευτερεύουσας υπηρεσίας, εφόσον οι συχνότητες των άλλων αυτών σταθμών εκχωρήθηκαν μεταγενέστερα.
Ειδικά ραδιοδίκτυα κατηγορίας Α: Τα ειδικά ραδιοδίκτυα που δεν ανήκουν στην κατηγορία Β.
Ειδικά ραδιοδίκτυα κατηγορίας Β: Τα ειδικά ραδιοδίκτυα των οποίων η περιοχή λειτουργίας έχει ακτίνα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χιλιόμετρα και η εκπομπή κάθε σταθμού δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) Watt Ισοδύναμη Ισοτροπικά Ακτινοβολούμενη Ισχύ (EIRP), ή λειτουργούν εντός σαφώς καθορισμένων ορίων όπως εντός εργοταξίων, αεροδρομίων, κ.λπ. Η κατηγορία περιλαμβάνει μεταφερόμενα ραδιοδίκτυα με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, ενώ δεν εμπίπτουν δίκτυα με αναμεταδότη, ανεξαρτήτως της ακτίνας λειτουργίας τους, με την επιφύλαξη για χρήση αναμεταδότη εντός κλειστών στεγασμένων χώρων.
Αποθεματοποίηση: Πρόσκτηση ή κατακράτηση ποσότητας φάσματος μεγαλύτερης από τις εκτιμούμενες ή πραγματικές τεχνικά ανάγκες με αποτέλεσμα τη διαστρέβλωση του ανταγωνισμού.

2. Για τους υπόλοιπους όρους ισχύουν οι ορισμοί του ν. 4070/2012. Σε περίπτωση που κάποιος από τους όρους που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Κανονισμό δεν αναφέρεται στον εν λόγω νόμο, η αντίστοιχη λέξη ή φράση ερμηνεύεται σύμφωνα με τον ΕΚΚΖΣ, τον Καταστατικό Χάρτη και τη Σύμβαση της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών, όσα ορίζονται στο δευτερογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αν δεν υπάρχει εκεί, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο Διεθνή Κανονισμό Ραδιοεπικοινωνιών και στις κανονιστικές αποφάσεις της ΕΕΤΤ.

Άρθρο 3
Γενικές Αρχές Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων


1. Χρήση ραδιοσυχνοτήτων ή ζωνών ραδιοσυχνοτήτων για την παροχή δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέπεται σε πρόσωπα που ασκούν νόμιμη δραστηριότητα και υπάγονται σε καθεστώς Γενικής Άδειας παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 18, 21 και 80 του ν. 4070/2012 και τον Κανονισμό Γενικών Αδειών της ΕΕΤΤ.

2. Η χρήση των ραδιοσυχνοτήτων που εμπίπτουν στο παρόντα Κανονισμό, διακρίνεται στις εξής κατηγορίες:
(α) Χρήση ραδιοσυχνοτήτων ή ζωνών ραδιοσυχνοτήτων όπου δεν κρίνεται αναγκαία η χορήγηση ατομικού δικαιώματος χρήσης και αφορά κυρίως ζώνες συχνοτήτων μη αποκλειστικής χρήσης. Οι χρήστες των συγκεκριμένων ζωνών οφείλουν να μεριμνούν ώστε κατά τη λειτουργία των συσκευών τους να πληρούνται τα προβλεπόμενα στις εκάστοτε ισχύουσες προδιαγραφές ραδιοδιεπαφών τεχνικά χαρακτηριστικά, να μην παρακωλύεται ενδεχόμενη χρήση της συγκεκριμένης ζώνης σε πρωτεύουσα βάση, ενώ δε δικαιούνται παροχής προστασίας από πιθανές παρεμβολές.
(β) Χρήση ραδιοσυχνοτήτων ή ζωνών ραδιοσυχνοτήτων όπου κρίνεται αναγκαία η χορήγηση ατομικού δικαιώματος χρήσης προκειμένου να ικανοποιούνται οι λόγοι που αναφέρονται στο άρθρο 21, παρ. 1 του ν. 4070/2012.
H EETT καθορίζει με τον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων σε ποια από τις ανωτέρω κατηγορίες ανήκει κάθε χρήση μεμονωμένης ραδιοσυχνότητας ή ζώνης ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα και με τις διατάξεις του ΕΚΚΖΣ.

3. Οι χρήστες του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων μεριμνούν ώστε ο αριθμός των ραδιοδιαύλων και το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων τα οποία χρησιμοποιούν, να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα για την πλέον ικανοποιητική κάλυψη των αναγκών παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

4. Τα πρόσωπα που κάνουν χρήση ραδιοσυχνοτήτων είναι υπεύθυνα για την τήρηση των όρων χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων. Εφόσον ο χρήστης ραδιοσυχνότητας δεν είναι σε θέση να διασφαλίσει την τήρηση των τεχνικών όρων χρήσης, οφείλει να ορίζει τεχνικό υπεύθυνο ο οποίος φέρει την ευθύνη για την τήρηση αυτών.

5. Χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων σε εφαρμογή του παρόντος Κανονισμού, γίνεται σύμφωνα με τον ΕΚΚΖΣ, και τους Κανονισμούς Γενικών Αδειών και Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ, ως ισχύουν.

6. Για κάθε χορήγηση δικαιώματος χρήσης λαμβάνονται υπόψη, πλέον των γενικών αρχών του άρθρου 3 του ν. 4070/2012 τα κάτωθι:
(α) Η τεχνικά και οικονομικά αποτελεσματική διαχείριση και χρήση του φάσματος των ραδιοσυχνοτήτων, χωρίς επιζήμιες παρεμβολές
(β) Η διαθεσιμότητα του φάσματος σε ευρύ πεδίο χρηστών
(γ) Η εξασφάλιση της ποιότητας δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών
(δ) Τα μοντέλα διάδοσης ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων που προβλέπονται από τις σχετικές συστάσεις της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών - Ραδιοεπικοινωνιών (ITU-R)
(ε) Τα εφαρμόσιμα, κατά περίπτωση, όρια εκπομπών και ατρωσίας, όπως καθορίζονται από τα διεθνή, ευρωπαϊκά και εθνικά πρότυπα και αποφάσεις, καθώς και τυχόν σχετικές αποφάσεις της ΕΕΤΤ
(στ) Οι απαιτήσεις διεπαφής ραδιοεξοπλισμού (ραδιοδιεπαφές) που εκδίδει και αναθεωρεί η ΕΕΤΤ
(ζ) Οι τεχνικές προδιαγραφές του ραδιοεξοπλισμού τον οποίο προτίθεται να χρησιμοποιήσει ο αιτών.

Άρθρο 4
Αποθεματοποίηση Φάσματος


1. Η ΕΕΤΤ, πέρα από την αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων ή ζωνών ραδιοσυχνοτήτων, μεριμνά για τη διασφάλιση της μη παραβίασης των αρχών του ανταγωνισμού από οποιαδήποτε μεταβίβαση ή συγκέντρωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Για τους σκοπούς αυτούς, μπορεί να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα όπως ενδεικτικώς η επιβολή της μεταβίβασης ή της εκμίσθωσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, κατόπιν κλήσης σε ακρόαση του κατόχου των δικαιωμάτων.

2. Η ΕΕΤΤ μπορεί κατά τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων να ορίζει αυστηρές προθεσμίες για την πραγματική εκμετάλλευση των δικαιωμάτων χρήσης από τον κάτοχό τους, να ελέγχει κατά πόσον ο κάτοχος του δικαιώματος αξιοποιεί τις προσδιοριζόμενες σε αυτό ραδιοσυχνότητες εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις κατά τα ανωτέρω οριζόμενες προθεσμίες ή εφόσον ο κάτοχος του δικαιώματος δεσμεύει φάσμα ραδιοσυχνοτήτων χωρίς να το χρησιμοποιεί για τους σκοπούς που προσδιορίζονται στη σχετική απόφαση χορήγησης, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 77 του ν. 4070/2012 κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών του προστίμου ή/και της ανάκλησης του εν λόγω δικαιώματος.

3. Οι κάτοχοι των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, υποχρεούνται να αιτηθούν την ανάκληση του δικαιώματός τους, εφόσον δε σκοπεύουν να προβούν στη χρήση αυτού. Το δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που δεν έχει χρησιμοποιηθεί από τον δικαιούχο για δύο (2) χρόνια από την ημερομηνία χορήγησης του δύναται να ανακληθεί από την ΕΕΤΤ και να είναι πλέον διαθέσιμο για χορήγηση.

4. Ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις των δικαιωμάτων χρήσης που χορηγούνται χωρίς περιορισμό του αριθμού τους, η ΕΕΤΤ δύναται, οποτεδήποτε μετά την ημερομηνία χορήγησης, να ζητήσει από τους κατόχους τους λεπτομέρειες σχετικά με την αξιοποίηση και την πραγματική χρήση του φάσματος προκειμένου να εξετάσει το ενδεχόμενο αποθεματοποίησης φάσματος από αυτούς.

5. Η επιβεβαίωση της ορθής αξιοποίησης και της πραγματικής χρήσης του φάσματος γίνεται με τρόπο αντικειμενικό και σύμφωνα με τους όρους των χορηγηθέντων δικαιωμάτων. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί αποθεματοποίηση φάσματος ραδιοσυχνοτήτων από τους κατόχους των αντίστοιχων δικαιωμάτων η ΕΕΤΤ δύναται κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης της να επιβάλλει τις προβλεπόμενες στο άρθρο 77 του ν. 4070/2012 κυρώσεις.

Άρθρο 5
Ουδετερότητα ως προς τη χρησιμοποιούμενη Τεχνολογία και την παρεχόμενη Υπηρεσία


1. Όλοι οι τύποι τεχνολογίας που δύνανται να χρησιμοποιηθούν για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που είναι διαθέσιμες για αυτού του είδους υπηρεσίες, εκτός αν ρητώς απαγορεύεται με απόφαση του Υπουργού.

2. Κατόπιν εισήγησης της ΕΕΤΤ και με απόφαση του Υπουργού, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 20 του ν. 4070/2012, μπορούν να προβλέπονται περιορισμοί, με βάση τις αρχές της αναλογικότητας και της αμεροληψίας, αναφορικά με τη ραδιοδικτυακή ή ασύρματη τεχνολογία
πρόσβασης που χρησιμοποιείται για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εφόσον αυτό απαιτείται:
(α) Για την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών,
(β) Για την προστασία της δημόσιας υγείας από ηλεκτρομαγνητικά πεδία,
(γ) Για την εξασφάλιση της τεχνικής ποιότητας της υπηρεσίας,
(δ) Για την εξασφάλιση της μεγιστοποίησης του μερισμού ραδιοσυχνοτήτων,
(ε) Για τη διαφύλαξη αποτελεσματικής χρήσης του φάσματος, ή
(στ) Για την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

3. Όλοι οι τύποι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέπεται να παρασχεθούν στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που δηλώνονται διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με τον ΕΚΚΖΣ, εκτός αν ρητώς απαγορεύεται με απόφαση του Υπουργού.

4. Κατόπιν εισήγησης της ΕΕΤΤ και με απόφαση του Υπουργού, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 20 του ν. 4070/2012, δύναται:
(α) Να προβλέπονται περιορισμοί, με βάση τις αρχές της αναλογικότητας και της αμεροληψίας, σε ότι αφορά στους παρεχόμενους τύπους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προς εκπλήρωση, όπου απαιτείται, προ-βλέψεων των κανονισμών ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU),
(β) Να λαμβάνονται μέτρα που να απαιτούν την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ειδική ζώνη διαθέσιμη για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα εν λόγω μέτρα πρέπει να αιτιολογούνται για την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος όπως ενδεικτικά:
(βα) Η ασφάλεια της ζωής,
(ββ) Η προαγωγή της κοινωνικής, περιφερειακής ή εδαφικής συνοχής,
(βγ) Η αποφυγή της αναποτελεσματικής χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων,
(βδ) Η προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας, π.χ. με την παροχή υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών,
(γ) Να λαμβάνονται μέτρα που απαγορεύουν την παροχή κάθε άλλης υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε συγκεκριμένη ζώνη μόνον όταν αυτά αιτιολογούνται επαρκώς από την ανάγκη προστασίας υπηρεσιών για την ασφάλεια της ζωής. Κατ' εξαίρεση, με απόφαση του Υπουργού, τα μέτρα αυτά δύνανται να επεκτείνονται ώστε να εφαρμόζονται σε υπηρεσίες για την εκπλήρωση άλλων στόχων δημόσιου συμφέροντος.

5. Τα μέτρα των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου επανεξετάζονται τακτικά, τουλάχιστον ανά δύο έτη, οπότε δημοσιεύονται και τα σχετικώς συναχθέντα αποτελέσματα.

6. Για περίοδο πέντε (5) ετών, με αρχή την 25η Μαΐου 2011, οι κάτοχοι δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, τα οποία είχαν χορηγηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή και εξακολουθούν να ισχύουν για περίοδο πέντε (5) τουλάχιστον ετών μετά την ημερομηνία αυτή, μπορούν να υποβάλουν αίτηση για την επανεκτίμηση των περιορισμών των δικαιωμάτων τους, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος άρθρου. Η ΕΕΤΤ δύναται να τροποποιήσει τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στη βάση της επανεκτίμησης των υφιστάμενων περιορισμών, και πριν εκδώσει την απόφασή της, γνωστοποιεί στον κάτοχο των δικαιωμάτων την επανεκτίμηση της σχετικά με τους περιορισμούς και του παρέχει εύλογο χρονικό διάστημα ώστε να αποσύρει την αίτησή του. Εάν ο κάτοχος των δικαιωμάτων αποσύρει την αίτησή του, το δικαίωμα παραμένει αμετάβλητο έως τη λήξη της ισχύος του ή έως το τέλος της ανωτέρω πενταετούς περιόδου, αναλόγως με το ποια ημερομηνία προηγείται.

7. Μετά την πενταετή περίοδο, με αρχή την 25η Μαΐου 2011, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι για τα δικαιώματα χρήσης που είχαν χορηγηθεί μέχρι την 25η Μαΐου 2011 εφαρμόζονται οι αρχές των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου, η ΕΕΤΤ επανεκτιμά όλους τους περιορισμούς των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και κάθε άλλη σχετική απόφαση.

8. Οι προβλέψεις των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου δε συνιστούν χορήγηση νέων δικαιωμάτων χρήσης και δεν υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος.

Άρθρο 6
Χρήση Ραδιοσυχνοτήτων για τις οποίες δεν απαιτείται Χορήγηση Ατομικού Δικαιώματος Χρήσης


1. Με τον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων που εκδίδει η ΕΕΤΤ καθορίζονται οι μεμονωμένες ραδιοσυχνότητες ή ζώνες συχνοτήτων για τη χρήση των οποίων δεν απαιτείται χορήγηση ατομικού δικαιώματος. Στον ανωτέρω κανονισμό καθορίζονται οι περιορισμοί και οι όροι χρήσης αυτών των συχνοτήτων.

2. Δεν απαιτείται κοινοποίηση χρήσης της συχνότητας και των τεχνικών χαρακτηριστικών των σταθμών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων.

Άρθρο 7
Χορήγηση Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων Χωρίς Περιορισμό του Αριθμού τους


1. Εφόσον δεν προκύπτει ανάγκη να περιορισθεί ο αριθμός των δικαιωμάτων χρήσης σε μια ζώνη ραδιοσυχνοτήτων, η χορήγηση των δικαιωμάτων στη ζώνη αυτή γίνεται με σειρά χρονικής προτεραιότητας και σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων και τον ΕΚΚΖΣ.

2. Η ΕΕΤΤ χορηγεί τα δικαιώματα χρήσης σε συμφωνία με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων και τον ΕΚΚΖΣ. Ειδικά τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας της παραγράφου 18 του παρόντος άρθρου, η ΕΕΤΤ δύναται επιπλέον να τα χορηγεί σε συμφωνία με αποφάσεις ή συστάσεις αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή της Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT) και, εφόσον η χορήγηση αφορά κατασκευαστές ραδιοεξοπλισμού, σε συμφωνία με αποφάσεις αρμόδιων για τη ρύθμιση της χρήσης του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων οργάνων σε χώρα που πρόκειται να διατεθεί ο υπό δοκιμή εξοπλισμός ή με αποφάσεις της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU).

3. Δικαίωμα χρήσης σε προσωρινή βάση χορηγείται στις περιπτώσεις παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για την υποστήριξη γεγονότων περιορισμένης χρονικής διάρκειας, όπως αθλητικών και πολιτιστικών.

4. Η ΕΕΤΤ δύναται να χορηγεί δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για μία γεωγραφική περιοχή χωρίς να προσδιορίζονται σε αυτά οι θέσεις των σταθμών ραδιοεπικοινωνίας. Οι ζώνες ραδιοσυχνοτήτων στις οποίες χορηγούνται δικαιώματα χρήσης με γεωγραφικό προσδιορισμό αναφέρονται στον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων. Στον ίδιο Κανονισμό καθορίζονται το εύρος που δύναται να έχει η γεωγραφική περιοχή ισχύος του δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, καθώς επίσης διοικητικοί, λειτουργικοί και τεχνικοί όροι που δύναται να συνοδεύουν τα δικαιώματα αυτά. Ο κάτοχος των δικαιωμάτων υποχρεούται να κοινοποιεί στην ΕΕΤΤ ανά εξάμηνο τις θέσεις των εγκατεστημένων σταθμών του δικτύου του και τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτών, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά στα αντίστοιχα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.

4. Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων όπου απαιτείται διεθνής συντονισμός καθώς και του Άρθρου 8 του παρόντος Κανονισμού, τα δικαιώματα χρήσης χορηγούνται εντός έξι (6) εβδομάδων από την υποβολή πλήρους αίτησης σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος. Στην περίπτωση διεθνούς συντονισμού, η προθεσμία αρχίζει μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του διεθνούς συντονισμού.

5. Για τη χορήγηση των δικαιωμάτων χρήσης οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτημα σύμφωνα με το υπόδειγμα που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ. Το εν λόγω αίτημα κατατίθεται στην ΕΕΤΤ με τα απαραίτητα δικαιολογητικά που περιγράφονται στο παράρτημα του παρόντος. Η ΕΕΤΤ εξετάζει αν:
(α) Η αίτηση είναι πλήρης και περιέχει όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος.
(β) Οι ζώνες ραδιοσυχνοτήτων οι οποίες αναφέρονται στην αίτηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παροχή των δηλωμένων από τον αιτούντα υπηρεσιών ραδιοεπικοινωνίας, σύμφωνα με τον ΕΚΚΖΣ και η χρήση τους θα είναι σύμφωνη με τα οριζόμενα στο Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ. Αν για τις ζώνες αυτές δεν υπάρχει πρόβλεψη από αποφάσεις της ΕΕΤΤ ή τον ΕΚΚΖΣ, εφαρμόζονται οι διεθνείς αποφάσεις ή συστάσεις.
(γ) Ο αιτών τηρεί όλες τις υποχρεώσεις του σχετικά με την καταβολή τελών του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, εφόσον χρησιμοποιεί ήδη ραδιοσυχνότητες.
(δ) Ο αιτών με τη συγκεκριμένη αίτησή του, δεν υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στην παρ. 12 του παρόντος άρθρου.
Στην περίπτωση που δεν πληρείται κάποια από τις ανωτέρω προϋποθέσεις, η αίτηση δε διεκπεραιώνεται και επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο. Τα αντίστοιχα τέλη εκχώρησης επιστρέφονται εφόσον δεν υπάρχουν οφειλές τελών χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.

6. Σε περίπτωση κατά την οποία η αίτηση πληροί τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, η ΕΕΤΤ προβαίνει στην περαιτέρω εξέταση αυτής με βάση και τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του παρόντος και εκχωρεί το σύνολο ή μέρος των αιτούμενων ραδιοσυχνοτήτων. Η αίτηση ή μέρος αυτής απορρίπτεται με αιτιολογημένη απόφαση, ιδίως αν συντρέχει τουλάχιστον ένας εκ των ακόλουθων λόγων:
(α) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3, παρ. 6, του παρόντος.
(β) Υπάρχουν λάθη ή ελλείψεις στα απαραίτητα τεχνικά στοιχεία που πρέπει να υποβληθούν και τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος.
(γ) Από τον έλεγχο των στοιχείων του φακέλου προκύπτει ότι δεν υπάρχει διαθέσιμη ραδιοσυχνότητα που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή από το συγκεκριμένο σταθμό ραδιοεπικοινωνιών, χωρίς να προκληθούν επιζήμιες παρεμβολές σε νομίμως λειτουργούντες σταθμούς. Σε αυτή την περίπτωση είναι δυνατή η χορήγηση δικαιώματος σε άλλη ζώνη ραδιοσυχνοτήτων εφόσον έχει προσδιοριστεί τέτοια στην αίτηση.
(δ) Με βάση τη θεωρητική ανάλυση, η ισοδύναμη ισοτροπικά ακτινοβολούμενη ισχύς εκπομπής ή η φασματική πυκνότητα ισχύος είναι μεγαλύτερη από τα μέγιστα επιτρεπτά όρια που θέτουν οι προβλεπόμενες ραδιοδιεπαφές ή ο Διεθνής Κανονισμός Ραδιοεπικοινωνιών, για τη συγκεκριμένη υπηρεσία.
(ε) Για τους νομίμως λειτουργούντες ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς σταθμούς και για αιτήσεις που αφορούν μεταφορά σήματος από το σημείο παραγωγής του ραδιοφωνικού/τηλεοπτικού προγράμματος στο σημείο ευρυεκπομπής, η αίτησή τους περιλαμβάνει θέση εκ της οποίας δε νομιμοποιούνται να εκπέμπουν σύμφωνα με τα στοιχεία της αρμόδιας Αρχής και την κείμενη νομοθεσία εκτός αν αποτελεί ενδιάμεσο σταθμό και μόνο μεταξύ του σημείου παραγωγής και του σημείου ευρυεκπομπής.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις η ΕΕΤΤ ειδοποιεί τον ενδιαφερόμενο να προβεί σε διορθώσεις, όπου αυτό είναι εφικτό, ώστε να διεκπεραιωθεί η αίτησή του. Αν ο αιτών δεν προσκομίσει εντός της προθεσμίας που του έχει τεθεί, οποιεσδήποτε επιπλέον πληροφορίες που του έχουν ζητηθεί τότε η αίτησή του (ή μέρος αυτής) απορρίπτεται. Σε κάθε περίπτωση απόρριψης τα τέλη εκχώρησης δεν επιστρέφονται στον αιτούντα.

7. Σε περίπτωση κατά την οποία από την εξέταση του αιτήματος προκύπτει ότι πληρούνται οι όροι για τη χορήγηση του δικαιώματος, εκδίδεται η ατομική διοικητική πράξη χορήγησης του δικαιώματος ραδιοσυχνοτήτων και ενημερώνεται το Εθνικό Μητρώο Ραδιοσυχνοτήτων.

8. Η ΕΕΤΤ δύναται να προσδιορίζει στο δικαίωμα την αποκλειστική ή μη αποκλειστική χρήση μεμονωμένων ραδιοσυχνοτήτων ή ζωνών ραδιοσυχνοτήτων καθώς και τους τεχνικούς όρους χρήσης του δικαιώματος, με τρόπο ώστε να εξασφαλίζει την ορθολογική, ασφαλή και αποτελεσματική χρήση του φάσματος. Για το λόγο αυτό δε δεσμεύεται από συγκεκριμένες τιμές των τεχνικών χαρακτηριστικών τα οποία τυχόν περιέχονται στην αίτηση χορήγησης του δικαιώματος ενώ δύναται να προσδιορίζει διαφορετικούς όρους οι οποίοι, ενδεικτικά, μπορεί να αφορούν την ισχύ εκπομπής, την πόλωση των κεραιών ή τις συχνότητες εκ-πομπής/λήψης (εφόσον η αίτηση εκχώρησης αναφέρεται σε συγκεκριμένες ραδιοσυχνότητες ή ραδιοδιαύλους).

9. Ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει εγγράφως την ανάκληση του δικαιώματος του, αν κρίνει ότι οι όροι χρήσης που προσδιορίζονται σε αυτό δεν τον ικανοποιούν. Εφόσον ο δικαιούχος δε ζητήσει εγγράφως την ανάκληση του δικαιώματος εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία αποστολής της σχετικής απόφασης σε αυτόν, υποχρεούται να καταβάλλει τα τέλη ραδιοσυχνοτήτων που αντιστοιχούν στο δικαίωμα, μέχρι την ημερομηνία ανάκλησης του δικαιώματος.

10. Η εξέταση κάθε αίτησης γίνεται κατά χρονική προτεραιότητα ανά ζώνη ραδιοσυχνοτήτων με βάση τον αριθμό πρωτοκόλλου κατάθεσης της αίτησης στην ΕΕΤΤ, εκτός αν πρόκειται για αιτήσεις που αφορούν:
(α) Δικαιώματα χρήσης σε προσωρινή βάση.
(β) Θέματα δημόσιας τάξης και ασφάλειας, δημόσιας υγείας ή γενικότερα λόγους δημόσιου συμφέροντος.
(γ) Περιπτώσεις εκτάκτων αναγκών, με την επιφύλαξη ότι η χορήγηση ισχύει μόνο για το χρονικό διάστημα της έκτακτης ανάγκης. Σε κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις εφαρμόζεται η διαδικασία η οποία αναφέρεται στο παρόν άρθρο στην περίπτωση όμως αυτή η αίτηση εγκρίνεται, ως έχει ή υπό όρους, ή απορρίπτεται, εντός είκοσι (20) ημερών από την πλήρη υποβολή της.

11. Ειδικά για την περίπτωση της σταθερής υπηρεσίας ο αριθμός των μονόδρομων ζεύξεων που θα μπορεί να αιτηθεί κάθε ενδιαφερόμενος δεν πρέπει να ξεπερνάει τις 48 ανά εβδομάδα, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων για τροποποίηση υφιστάμενων ζεύξεων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατόπιν σχετικής απόφασης της ΕΕΤΤ, το ανωτέρω όριο είναι δυνατόν να αυξηθεί, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου έως 100 μονόδρομες ζεύξεις ανά εβδομάδα. Τα ανωτέρω όρια δεν ισχύουν για αιτήσεις ανάκλησης.

12. H EETT δύναται να δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της υποδείγματα αιτήσεων χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.

13. Η ΕΕΤΤ, με αποφάσεις της, δύναται να ορίζει τους όρους και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για την ηλεκτρονική υποβολή των αιτήσεων για τη χορήγηση δικαιωμάτων.

14. Ιδιαίτερα για τη χορήγηση δικαιώματος σε ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό για τη μεταφορά ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σήματος, απαιτείται ο ραδιοφωνικός ή τηλεοπτικός σταθμός να λειτουργεί νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

15. Εθελοντικοί σύλλογοι, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) και εν γένει νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που είναι κάτοχοι δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για τη λειτουργία ειδικών ραδιοδικτύων, οφείλουν να κάνουν χρήση των ραδιοσυχνοτήτων αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό που αναγράφεται στο δικαίωμα που τους έχει χορηγηθεί. Προς τούτο ο νόμιμος εκπρόσωπός τους κατά την υποβολή της αιτήσεως υποχρεούται όπως καταθέσει σχετική υπεύθυνη δήλωση. Σε περίπτωση παραβίασης της εν λόγω υποχρέωσης η ΕΕΤΤ δύναται να ανακαλέσει το χορηγηθέν δικαίωμα.

16. Ειδικά για τις περιπτώσεις ειδικών ραδιοδικτύων οι κάτοχοι οφείλουν να ενημερώνουν εγκαίρως την ΕΕΤΤ για τον αριθμό των κινητών και φορητών σταθμών του ραδιοδικτύου τους.

17. Χορηγεί κατά τα ανωτέρω προσωρινά δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας:
α) σε παρόχους δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών για την αξιολόγηση της επίδοσης ασύρματων δικτύων που σχεδιάζουν να εγκαταστήσουν και
β) σε κατασκευαστές ραδιοεξοπλισμού, προκειμένου να αξιολογηθεί η επίδοση και να ρυθμιστούν επιμέρους παράμετροι λειτουργίας του ραδιοεξοπλισμού.
Για τα ανωτέρω δικαιώματα εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 75 του ν. 4070/2012.
Σε κάθε περίπτωση, ο ραδιοεξοπλισμός που θα χρησιμοποιηθεί στις ανωτέρω δύο περιπτώσεις, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της Οδηγίας για το Ραδιοεξοπλισμό 2014/53/ΕΕ, καθώς και με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία. Η Οδηγία 2014/53/ΕΕ έχει ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία με το π.δ. 98/2017 (ΦΕΚ 139/Α'/2017).
Στις περιπτώσεις της κατηγορίας β) ανωτέρω, όπου απαιτείται η δοκιμαστική λειτουργία ραδιοεξοπλισμού, στον οποίο δεν έχουν ακολουθηθεί πλήρως οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται από το π.δ. 98/2017, δοκιμαστικές εκπομπές επιτρέπονται μόνο με την προϋπόθεση ότι έχουν ληφθεί με ευθύνη του κατόχου του προσωρινού δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας τα κατάλληλα μέτρα βάσει της κείμενης νομοθεσίας για την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών, ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών και κινδύνων για την υγεία ή την ασφάλεια προσώπων ή κατοικίδιων ζώων καθώς και την προστασία της περιουσίας.
Η ΕΕΤΤ χορηγεί προσωρινά δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας σε παρόχους δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντός του φάσματος συχνοτήτων που κατέχουν ή προτίθενται να δραστηριοποιηθούν. Στην περίπτωση που δεν είναι κάτοχοι του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων που ενδιαφέρονται να χρησιμοποιήσουν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του κατόχου του δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.
Η ΕΕΤΤ χορηγεί προσωρινά δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας σε κατασκευαστές ραδιοεξοπλισμού εφόσον υποβληθεί υπεύθυνη δήλωση ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση ασχολείται με την κατασκευή του συγκεκριμένου ραδιοεξοπλισμού. Στην περίπτωση που το φάσμα συχνοτήτων έχει χορηγηθεί σε πάροχο δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του κατόχου του δικαιώματος. Στην περίπτωση που το φάσμα συχνοτήτων έχει απονεμηθεί σε άλλο χρήστη απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του χρήστη.
Η ΕΕΤΤ δύναται να χορηγεί προσωρινά δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά και σε διαφορετική θέση, αν το κρίνει απαραίτητο (όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη η προστασία άλλων υπηρεσιών ή/και παροχών δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και κρατικών δικτύων).
Η ΕΕΤΤ δύναται να ανακαλεί το χορηγηθέν δικαίωμα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 15 του παρόντος κανονισμού και ειδικότερα στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 4, καθώς και όταν η χρήση του ραδιοφάσματος δεν γίνεται για το σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκε το δικαίωμα.
Στις περιπτώσεις δικτύου που περιλαμβάνει μόνο κινητούς σταθμούς, ως θέση νοείται ο χώρος ή η περιοχή λειτουργίας του δικτύου όπως έχει ορισθεί στο συγκεκριμένο προσωρινό δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνότητας για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας.
Το προσωρινό δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνότητας για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας χορηγείται για διάρκεια ενός (1) μήνα με δυνατότητα ανανέωσης, κατόπιν αιτήματος, για ένα (1) επιπλέον μήνα και σε κάθε περίπτωση με μέγιστη συνολική διάρκεια δύο (2) μηνών. Η ΕΕΤΤ δύναται να χορηγεί προσωρινό δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνότητας για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας μεγαλύτερης διάρκειας, μετά από πλήρη και αιτιολογημένη τεκμηρίωση του ενδιαφερόμενου.
Για τα προσωρινά δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας, καταβάλλονται τέλη χρήσης φάσματος σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Καθορισμού των Τελών Χρήσης του Φάσματος και των Τελών Εκχώρησης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ, όπως εκάστοτε ισχύει.
Πριν τη χορήγηση του προσωρινού δικαιώματος χρήσης για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας υποβάλλονται τα δικαιολογητικά του Παραρτήματος και σχετικό έντυπο αίτησης.
Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται για την αναλογική ραδιοφωνία.
Τα προσωρινά δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για την κάλυψη ιδίων τηλεπικοινωνιακών αναγκών.
Σε κάθε περίπτωση, τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας χορηγούνται σε βάση μη παρεμβολής και μη προστασίας ως προς τα υφιστάμενα συστήματα και τις υφιστάμενες χρήσεις του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων. Η τήρηση των όρων των χορηγούμενων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των κατόχων των δικαιωμάτων.
Η ΕΕΤΤ δύναται με αποφάσεις της να καθορίζει προτεινόμενες φασματικές ζώνες, γεωγραφικές περιοχές, χρονικές περιόδους και άλλους ειδικούς όρους, συμπεριλαμβανομένων εκπτώσεων στα τέλη σε σχέση με τα οριζόμενα στην Κανονισμό Καθορισμού των Τελών Χρήσης του Φάσματος και των Τελών Εκχώρησης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ σε εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 75 του ν. 4070/2012, για τη χορήγηση προσωρινών δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για σκοπούς δοκιμαστικής λειτουργίας, για σκοπούς που σχετίζονται με την προαγωγή της ανάπτυξης των ασύρματων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και τη βέλτιστη χρήση του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων και να εξυπηρετεί κατά απόλυτη προτεραιότητα σχετικά αιτήματα που είναι σύμφωνα με το πλαίσιο των αποφάσεων αυτών.
Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου η ΕΕΤΤ δύναται να θέσει σε λειτουργία ειδικό διαδικτυακό τόπο και να ορίσει ηλεκτρονικές διαδικασίες υποβολής και διαχείρισης των σχετικών αιτημάτων.

Άρθρο 8
Χορήγηση Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων με Περιορισμό του Αριθμού τους


1. Περιορισμός του αριθμού των δικαιωμάτων είναι δυνατός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης του φάσματος. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία για τη χορήγηση των δικαιωμάτων μπορεί να επιμηκυνθεί στους έξι (6) συνολικά μήνες, από την έναρξη της διαδικασίας συγκριτικής ή ανταγωνιστικής επιλογής.

2. H EETT εξετάζει σε τακτά διαστήματα κατά πόσον είναι αναγκαίο να επιβληθεί περιορισμός στον αριθμό δικαιωμάτων χρήσης που θα χορηγηθούν ή αν πρέπει να παραταθεί η διάρκεια υφιστάμενων δικαιωμάτων κατ' άλλον τρόπο απ' ότι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα, προκειμένου να διασφαλισθεί η αποδοτική χρήση και διαχείριση της τρέχουσας και μελλοντικής ζήτησης για ραδιοσυχνότητες.

3. Στην περίπτωση όπου προκύπτουν ενδείξεις για την αναγκαιότητα εφαρμογής περιορισμού του αριθμού των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή πρέπει να παραταθεί η διάρκεια υφιστάμενων δικαιωμάτων, που χορηγήθηκαν υπό συνθήκες περιορισμού του αριθμού τους, κατ' άλλον τρόπο απ' ότι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα, με σχετική απόφαση του Υπουργού και κατόπιν σχετικής εισήγησης της ΕΕΤΤ, διενεργείται από την ΕΕΤΤ δημόσια διαβούλευση, σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 4070/2012.

4. Μετά τη λήξη της διαβούλευσης η ΕΕΤΤ δύναται να εισηγείται προς τον Υπουργό τον περιορισμό του αριθμού των δικαιωμάτων χρήσης και το είδος της διαγωνιστικής διαδικασίας που πρόκειται να εφαρμοστεί ή την παράταση της διάρκειας υφιστάμενων δικαιωμάτων, που χορηγήθηκαν υπό συνθήκες περιορισμού του αριθμού τους, κατ' άλλον τρόπο απ' ότι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα.

5. Μετά από τη σχετική απόφαση του Υπουργού, σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 4070/2012, η ΕΕΤΤ, με απόφασή της, δημοσιεύει τα τεύχη προκήρυξης του διαγωνισμού στα οποία προσδιορίζει λεπτομερώς τη διαδικασία και τους όρους του διαγωνισμού με βάση αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια, με στόχο τη διασφάλιση της τήρησης των γενικών αρχών του άρθρου 3 και των απαιτήσεων του άρθρου 20 του ν. 4070/2012. Η ΕΕΤΤ με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της διατηρεί το δικαίωμα να αποκλείσει από το διαγωνισμό συγκεκριμένο ενδιαφερόμενο, για τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης, της ασφάλειας ή του ανταγωνισμού.

6. Η ΕΕΤΤ δύναται να επανεξετάζει τον περιορισμό του αριθμού των προς χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων καθώς και την παράταση της διάρκειας υφιστάμενων δικαιωμάτων, που χορηγήθηκαν υπό συνθήκες περιορισμού του αριθμού τους, κατ' άλλον τρόπο απ' ότι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα και κατόπιν διενέργειας δημόσιας διαβούλευσης να εισηγείται τη μεταβολή του αριθμού στον Υπουργό. Σε περίπτωση έγκρισης της εισήγησης της ΕΕΤΤ, ακολουθείται η διαδικασία που περιγράφεται στην παρ. 5 του παρόντος άρθρου.

7. Στην περίπτωση που το ατομικό δικαίωμα χρήσης που χορηγείται δεν προσδιορίζει τη θέση κάθε σταθμού ραδιοεπικοινωνίας του δικτύου, ο κάτοχος του δικαιώματος υποχρεούται να κοινοποιεί στην ΕΕΤΤ ανά εξάμηνο τις θέσεις των εγκατεστημένων σταθμών του δικτύου του και τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στους όρους του δικαιώματος.

Άρθρο 9
Όροι που Δύναται να Συνοδεύουν το Δικαίωμα Χρήσης


1. Η χρήση των ραδιοσυχνοτήτων για τις οποίες έχει χορηγηθεί δικαίωμα, πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ότι δεν επέρχεται οποιαδήποτε επιζήμια παρεμβολή σε άλλη ραδιοσυχνότητα που χρησιμοποιείται σε πρωτεύουσα ή ισότιμη βάση και να είναι απολύτως σύμφωνη με τους όρους οι οποίοι αναφέρονται στο εν λόγω δικαίωμα και τον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ.

2. Η ΕΕΤΤ δύναται να επιβάλει όρους που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης, οι οποίοι είναι υποχρεωτικοί για τους χρήστες των ραδιοσυχνοτήτων. Οι όροι αυτοί είναι ιδίως οι εξής:
(α) Καθορισμός της υπηρεσίας ή του τύπου του δικτύου ή της τεχνολογίας για τα οποία χορηγήθηκαν τα δικαιώματα χρήσης της συχνότητας, συμπεριλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση της αποκλειστικής χρήσης μιας ραδιοσυχνότητας.
(β) Πραγματική και αποδοτική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, απαιτήσεων ραδιοκάλυψης και ποιότητας σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις της ΕΕΤΤ.
(γ) Τεχνικοί και λειτουργικοί όροι που είναι αναγκαίοι για την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών και για τον περιορισμό της έκθεσης του κοινού, εν γένει, σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία, όταν οι όροι αυτοί διαφέρουν από τους όρους που περιέχονται στη γενική άδεια.
(δ) Μέγιστη διάρκεια, σύμφωνα με το άρθρο 21 του νόμου ν. 4070/2012, με την επιφύλαξη των τυχόν τροποποιήσεων του ΕΚΚΖΣ.
(ε) Συμβατική μεταβίβαση δικαιωμάτων και όροι για την εν λόγω μεταβίβαση, σύμφωνα με το ν. 4070/2012.
(στ) Τέλη χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 75 του ν. 4070/2012.
(ζ) Ενδεχόμενες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης κατά τη διαδικασία ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής κατά τη διαδικασία του άρθρου 8 του παρόντος.
(η) Υποχρεώσεις δυνάμει σχετικών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων.

3. Ο δικαιούχος υποχρεούται να καταβάλλει τέλη για τα δικαιώματα που του έχουν χορηγηθεί κατόπιν έγγραφης ειδοποίησης της ΕΕΤΤ. Τα τέλη καθορίζονται με σχετική κανονιστική απόφαση της ΕΕΤΤ.

4. Ο εξοπλισμός που χρησιμοποιεί ο δικαιούχος θα πρέπει να είναι σύμφωνος με τους όρους άσκησης του δικαιώματος και το π.δ. 98/2017.

Άρθρο 10
Ειδικά Ραδιοδίκτυα για ΕΔΧ Αυτοκίνητα (ΤΑΞΙ)


1. Για τα ειδικά ραδιοδίκτυα των ΕΔΧ αυτοκινήτων (ΤΑΞΙ) ενώσεων προσώπων/εταιρειών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4070/2012 και υπόκεινται αποκλειστικά και μόνο στους όρους και τους περιορισμούς που αναφέρονται στον παρόντα Κανονισμό, καθώς και στον Κανονισμό Γενικών Αδειών.

2. Τα δίκτυα αυτά εγκαθίστανται, λειτουργούν και τελούν υπό τη διαχείριση της ένωσης προσώπων/εταιρείας που λαμβάνει το δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και χρησιμοποιούνται από τα μέλη της. Οι όροι και περιορισμοί της γενικής άδειας του ειδικού ραδιοδικτύου, καθώς και του σχετικού δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, δεσμεύουν την ένωση προσώπων/εταιρεία και τα μέλη της και δεν επιβάλλονται από την ΕΕΤΤ επιπλέον περιορισμοί.

3. Οι ως άνω ενώσεις προσώπων/εταιρείες υποχρεούται να ενημερώνουν την ΕΕΤΤ άμεσα, για οποιαδήποτε αλλαγή επέρχεται στα πρόσωπα που κάνουν χρήση του ειδικού ραδιοδικτύου τους.

4. Άλλα θέματα που άπτονται της εσωτερικής λειτουργίας των ειδικών ραδιοδικτύων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του ραδιοδικτύου από τα μέλη των ενώσεων/ εταιρειών, δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ΕΕΤΤ σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4070/2012.

Άρθρο 11
Διεθνής Συντονισμός


1. Οποιαδήποτε χορήγηση νέου δικαιώματος ή τροποποίηση υφιστάμενου δικαιώματος γίνεται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η πρόκληση επιζήμιας παρεμβολής σε υπηρεσίες που προσφέρονται από σταθμούς άλλης χώρας που χρησιμοποιούν συχνότητες εκχωρηθείσες σύμφωνα με τον Πίνακα Κατανομής Συχνοτήτων και τις άλλες διατάξεις του Κανονισμού Ραδιοεπικοινωνιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων εκχωρήσεων έχουν καταγραφεί στο Διεθνές Μητρώο Συχνοτήτων.

2. Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται διεθνής συντονισμός όταν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα πρόκλησης επιζήμιας παρεμβολής σε υπηρεσίες ραδιοεπικοινωνίας που παρέχονται από νομίμως λειτουργούντες σταθμούς άλλης χώρας.

3. Στην περίπτωση ανάγκης διεθνούς συντονισμού εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του Κανονισμού Ραδιοεπικοινωνιών όπως εκάστοτε ισχύουν. Το αίτημα για το οποίο απαιτείται διεθνής συντονισμός αποστέλλεται στο Υπουργείο.

Άρθρο 12
Διάρκεια και Ανανέωση Δικαιώματος


1. Με την επιφύλαξη των όρων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που αναφέρονται στο δικαίωμα και εξαιρουμένων των περιπτώσεων δικαιωμάτων που χορηγούνται υπό συνθήκες περιορισμού του αριθμού τους, η διάρκεια του δικαιώματος δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) έτη. Στην περίπτωση των δικαιωμάτων μέγιστης διάρκειας, η ισχύς του δικαιώματος λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ένατου (9ου) κατά σειρά έτους που ακολουθεί το έτος χορήγησης του δικαιώματος. Με την επιφύλαξη της τροποποίησης των όρων χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων που περιλαμβάνονται στο δικαίωμα και εφόσον πληρούνται αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) έχουν τηρηθεί οι όροι χρήσης των συχνοτήτων που περιλαμβάνονται στο δικαίωμα,
(β) δεν υπάρχουν οφειλές προς την ΕΕΤΤ για χρήση ή εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων, και
(γ) δεν έχει γίνει αναστολή ή ανάκληση του δικαιώματος χρήσης, το δικαίωμα χρήσης ανανεώνεται χωρίς την υποχρέωση καταβολής διοικητικών τελών από την ΕΕΤΤ για την ως άνω μέγιστη διάρκεια εκτός αν ο δικαιούχος αιτηθεί εγκαίρως και τουλάχιστον εξήντα (60) ημέρες πριν την λήξη του, τη μη ανανέωσή του.

2. Η ΕΕΤΤ διατηρεί το δικαίωμα να ορίσει μικρότερη διάρκεια δικαιώματος είτε κατά την αρχική χορήγηση είτε κατά την ανανέωση για λόγους που αφορούν την τήρηση των γενικών αρχών του άρθρου 3 του ν. 4070/2012 και της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος. Σε περίπτωση που η διάρκεια του δικαιώματος είναι μικρότερη της μεγίστης, το δικαίωμα δεν ανανεώνεται αυτοδικαίως από την ΕΕΤΤ αλλά μόνο κατόπιν σχετικής αίτησης του ενδιαφερόμενου και ισχύει μέχρι την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται στο δικαίωμα.

3. H EETT δύναται να μην ανανεώσει το δικαίωμα, αν συντρέχει κάποιος από τους λόγους απόρριψης της αίτησης, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 7 του παρόντος, ή να το παρατείνει με μικρότερη διάρκεια από την αρχική εκχώρηση ή ανανέωση. Σε περίπτωση που η παράταση αυτή πρέπει να γίνει με τρόπο διαφορετικό απ' ότι προβλέπεται στους όρους του εν λόγω δικαιώματος τότε εφαρμόζεται η διαδικασία που περιγράφεται στην παρ. 15 του άρθρου 21 του ν. 4070/2012.

4. Η διάρκεια δικαιώματος χρήσης που χορηγείται σε προσωρινή βάση δεν υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες και μπορεί να ανανεώνεται άπαξ έως δύο (2) μήνες επιπλέον.

5. Για τις περιπτώσεις δικαιωμάτων χρήσης που χορηγούνται υπό καθεστώς περιορισμού του αριθμού τους, ισχύει η διάρκεια που αναφέρεται στο δικαίωμα χρήσης που χορηγείται στους δικαιούχους στα πλαίσια της εκάστοτε συγκριτικής ή διαγωνιστικής διαδικασίας. Ανανέωση του δικαιώματος αυτού δύναται να γίνει μετά από αίτηση του δικαιούχου η οποία υποβάλλεται τουλάχιστον δεκαοκτώ (18) μήνες πριν από τη λήξη του δικαιώματος. Πριν από τη λήψη απόφασης ακολουθείται η διαδικασία των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 23 του ν. 4070/2012. Σε περίπτωση λήψης απόφασης ανανέωσης του δικαιώματος η ΕΕΤΤ προσδιορίζει την διάρκεια και το αναλογούν τίμημα ενώ δύναται να προβεί και σε τροποποίηση των όρων του δικαιώματος σύμφωνα με τον παρόντα Κανονισμό και τις γενικές αρχές του άρθρου 3 του ν. 4070/2012.

Άρθρο 13
Τροποποίηση Όρων Δικαιώματος


1. Όταν στην πράξη χορήγησης του δικαιώματος προσδιορίζεται η ακριβής θέση και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των σταθμών ραδιοεπικοινωνιών, ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει την τροποποίηση του δικαιώματος, εφόσον αυτή δεν αφορά αλλαγή θέσης (εκτός αν το αίτημα τροποποίησης αφορά εύλογες αλλαγές στον προσδιορισμό της θέσης που οφείλονται σε διαφορές ανάμεσα στις δηλωθείσες συντεταγμένες και την ταχυδρομική διεύθυνση θέσης του σταθμού). Η τροποποίηση γίνεται με απόφαση της ΕΕΤΤ ύστερα από αίτηση του δικαιούχου, η οποία υποβάλλεται τουλάχιστον σαράντα πέντε (45) ημέρες πριν τη σχεδιαζόμενη υλοποίηση της τροποποίησης. Η απόφαση εκδίδεται εντός έξι (6) εβδομάδων από την υποβολή της αίτησης. Η τροποποίηση δεν μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια ισχύος του αρχικού δικαιώματος.

2. Για την εξέταση της αίτησης τροποποίησης πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που ισχύουν για τη χορήγηση νέου δικαιώματος.

3. H EETT δύναται με αιτιολογημένη απόφασή της και κατόπιν ακρόασης του δικαιούχου, να τροποποιεί τους όρους της παραγράφου 2 του άρθρου 9 που συνοδεύουν το δικαίωμα που έχει χορηγήσει, υπό την προϋπόθεση ότι η τροποποίηση:
(α) είναι αντικειμενικά αιτιολογημένη σε σχέση με τη χρήση της συγκεκριμένης ραδιοσυχνότητας, ιδίως για λόγους εναρμόνισης σε Ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο, αποδοτικής χρήσης του φάσματος, και για λόγους δημόσιας υγείας, τάξης και ασφάλειας,
(β) δεν εισάγει υπέρμετρες διακρίσεις σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων ή συγκεκριμένης κατηγορίας προσώπων, είτε αναφορικά με το χρόνο και τρόπο πληρωμής των τελών χρήσης είτε με άλλο τρόπο,
(γ) είναι αναλογική με τους στόχους της τροποποίησης ή του όρου χρήσης,
(δ) είναι διαφανής, τόσο από την άποψη των χρηστών που αναφέρεται όσο και του σκοπού που επιδιώκει, και
(ε) είναι σύμφωνη με τις παραγράφους 2 και 3, του άρθρου 26, του ν. 4070/2012.

4. Η ΕΕΤΤ δύναται με αιτιολογημένη απόφασή της και κατόπιν δημόσιας διαβούλευσης, να επιβάλλει την τροποποίηση των όρων που σχετίζονται με τη χρήση ζωνών συχνοτήτων ή μεμονωμένων ραδιοσυχνοτήτων και περιλαμβάνονται στον Κανονισμό Όρων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων για λόγους που σχετίζονται με την αποτελεσματική διαχείριση και διαθεσιμότητα του φάσματος.

5. Ειδικά στις περιπτώσεις διόρθωσης των Συντεταγμένων Θέσης (ΣΘ) Σταθμού ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) Η Τυποποιημένη Αίτηση που υποβάλλεται στο Σύστημα Ηλεκτρονικής Υποβολής Αιτήσεων Κατασκευών Κεραιών της ΕΕΤΤ (ΣΗΛΥΑ) για την τροποποίηση Άδειας Κατασκευής Κεραίας (ΑΚΚ), στις περιπτώσεις που αφορά μεταξύ άλλων και σε διόρθωση των ΣΘ:
(i) Κατά το χρόνο υποβολής της επέχει τη θέση δήλωσης αποδοχής από τον αιτούντα της αναγκαιότητας (σε περίπτωση έκδοσης της αιτούμενης τροποποίησης της ΑΚΚ) της τροποποίησης των ΣΘ των σχετιζόμενων με την κατασκευή κεραίας Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων (ΔΧΡ) με σαφή ορισμό των Θέσεων Σταθμών, τόσο του κατόχου της κατασκευής κεραίας όσο και τυχόν φιλοξενούμενων παροχών, ώστε αυτές να ταυτίζονται με τις αναφερόμενες ΣΘ στην αιτούμενη τροποποίηση της ΑΚΚ.
(ii) Κατά το χρόνο έκδοσης της αιτούμενης τροποποίησης της ΑΚΚ (ή του σχετικού πιστοποιητικού πληρότητας) επέχει τη θέση αίτησης τροποποίησης των ΣΘ των σχετιζόμενων με την κατασκευή κεραίας ΔΧΡ με σαφή ορισμό των Θέσεων Σταθμών, τόσο του κατόχου της κατασκευής κεραίας όσο και τυχόν φιλοξενούμενων παροχών.
Σχετική επισήμανση θα προστίθεται αυτοματοποιημένα στην Τυποποιημένη Αίτηση του ΣΗΛΥΑ κατά τη δημιουργία της.
(β) Η δήλωση Εγκατάστασης Κατασκευής Κεραίας Χαμηλής Ηλεκτρομαγνητικής Περιβαλλοντικής Όχλησης (ΕΚΚΧΟ) ή Εγκατάστασης Τυποποιημένης Κατασκευής Κεραίας (ΤΚΚ), στις περιπτώσεις που αφορά μεταξύ άλλων και σε διόρθωση των ΣΘ:
(i) κατά το χρόνο υποβολής της επέχει τη θέση δήλωσης αποδοχής από τον αιτούντα της αναγκαιότητας (σε περίπτωση αποδοχής προς δημοσίευση της υποβαλλόμενης Δήλωσης) της τροποποίησης των ΣΘ των σχετιζόμενων με την κατασκευή κεραίας ΔΧΡ με σαφή ορισμό των Θέσεων Σταθμών, τόσο του κατόχου της κατασκευής κεραίας όσο και τυχόν φιλοξενούμενων παροχών, ώστε αυτές να ταυτίζονται με τις αναφερόμενες συντεταγμένες στην υποβληθείσα Δήλωση ΕΚΚΧΟ/ΤΚΚ.
(ii) κατά το χρόνο αποδοχής προς δημοσίευση της υποβληθείσας Δήλωσης ΕΚΚΧΟ/ΤΚΚ επέχει τη θέση αίτησης τροποποίησης των ΣΘ των σχετιζόμενων με την κατασκευή κεραίας ΔΧΡ με σαφή ορισμό των Θέσεων Σταθμών, τόσο του κατόχου της κατασκευής κεραίας όσο και τυχόν φιλοξενούμενων παροχών.
(γ) Η ανωτέρω υπό (α) και (β) διαδικασία αφορά τις αιτήσεις/δηλώσεις κατασκευών κεραιών που υποβάλλονται στο ΣΗΛΥΑ μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Για τις προγενέστερες εκκρεμούσες αιτήσεις/δηλώσεις εξακολουθεί να εφαρμόζεται η προϊσχύουσα διαδικασία υποβολής ξεχωριστών αιτημάτων τροποποίησης των ΣΘ των σχετιζόμενων με την κατασκευή κεραίας ΔΧΡ.

Άρθρο 14
Αναστολή Δικαιώματος


1. Αναστολή του δικαιώματος μπορεί να επιβληθεί σε περίπτωση που ανασταλεί η Γενική Άδεια, ενόψει της οποίας χορηγήθηκε το εν λόγω δικαίωμα, ή ο δικαιούχος προβεί σε σοβαρές ή/και επανειλημμένες παραβάσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 77 του ν. 4070/2012. Σοβαρές παραβάσεις θεωρούνται ιδίως οι εξής:
(α) Η περίπτωση της επαναλαμβανόμενης επιζήμιας παρεμβολής άλλων νομίμως λειτουργούντων σταθμών, σύμφωνα με τους όρους της χορήγησης.
(β) Η περίπτωση χρησιμοποίησης των σταθμών κατά τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το δηλωθέντα προορισμό τους ή χρήσης εξοπλισμού που δεν πληροί τα τεχνικά χαρακτηριστικά στα οποία βασίστηκε το δικαίωμα.
(γ) Όταν ο δικαιούχος χρησιμοποιεί την εκχωρημένη συχνότητα κατά τρόπο ο οποίος δεν συνάδει με την αίτηση του με βάση την οποία χορηγήθηκε το δικαίωμα ή/και παραβιάζει τους όρους του δικαιώματος.
(δ) Όταν από τις αρμόδιες αρχές, διαπιστώνεται η πρόκληση επιβλαβών παρενοχλήσεων σε άλλα συστήματα ραδιοεπικοινωνίας λόγω μη τήρησης των όρων και τεχνικών στοιχείων της χορήγησης ή λόγω βλάβης/δυσλειτουργίας του εξοπλισμού που καλύπτεται από αυτήν, ο δικαιούχος υποχρεώνεται να διακόψει τη λειτουργία των υπαίτιων συστημάτων του αμέσως.

2. Αναστολή του δικαιώματος γίνεται επίσης για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

3. Αναστολή του δικαιώματος γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 77 του ν. 4070/2012. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που οι επιζήμιες παρεμβολές θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, είναι δυνατόν να ληφθούν άμεσα μέτρα προκειμένου να διακοπεί η χρήση των συστημάτων που προκαλούν τις εν λόγω παρεμβολές.

Άρθρο 15
Ανάκληση Δικαιώματος


1. Το δικαίωμα μπορεί να ανακληθεί, να καταργηθεί ή να μην ανανεωθεί, εφόσον ανακληθεί η Γενική Άδεια ή έπειτα από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της ΕΕΤΤ, ιδίως στις εξής περιπτώσεις:
(α) Όταν, ο δικαιούχος καθυστερεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς την ΕΕΤΤ, σε σχέση με τις ραδιοσυχνότητες που περιλαμβάνει το δικαίωμα.
(β) Όταν οι ραδιοσυχνότητες τις οποίες περιλαμβάνει το δικαίωμα έχουν εκχωρηθεί σε δευτερεύουσα βάση στη συγκεκριμένη ζώνη και προκαλούν επιζήμιες παρεμβολές σε ραδιοσυχνότητα/ες που έχουν εκχωρηθεί σε πρωτεύουσα βάση, σύμφωνα με τον ΕΚΚΖΣ.
(γ) Αν παρά την επιβολή αναστολής, ο δικαιούχος συνεχίζει τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων του δικαιώματος.
(δ) Αν σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 7 του παρόντος, η ΕΕΤΤ έχει προβεί σε χορήγηση δικαιώματος, με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά από αυτά που περιέχονται στην αίτηση εκχώρησης και παρά ταύτα ο δικαιούχος κάνει χρήση των ραδιοσυχνοτήτων κατά τρόπο ο οποίος αντίκειται στη παραπάνω απόφαση.

2. Εάν μετά τη χορήγηση του δικαιώματος και αφού ο σταθμός ραδιοεπικοινωνιών τεθεί σε λειτουργία αποδειχτεί ότι το νεοεγκατασταθέν σύστημα δέχεται ή προκαλεί επιζήμιες παρεμβολές σε νομίμως λειτουργούντα συστήματα, οι οποίες δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν από την εξέταση των στοιχείων του φακέλου, το δικαίωμα ανακαλείται και η ΕΕΤΤ προβαίνει σε χορήγηση νέου δικαιώματος κατά απόλυτη χρονική προτεραιότητα, χωρίς να απαιτείται νέα αίτηση από τον ενδιαφερόμενο.

3. Το δικαίωμα ανακαλείται μετά από έγγραφη αίτηση του δικαιούχου στην οποία αναφέρει ότι δεν επιθυμεί πλέον να χρησιμοποιήσει τις ραδιοσυχνότητες που περιλαμβάνονται σε αυτό. Η ισχύς της ανάκλησης άρχεται από την ημερομηνία υποβολής στην ΕΕΤΤ της σχετικής αίτησης.

4. Οι διατάξεις και οι γενικές αρχές που αφορούν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων, εφαρμόζονται επικουρικώς προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 16
Παροχή Πληροφοριών


1. Η ΕΕΤΤ μπορεί να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο που χρησιμοποιεί ραδιοσυχνότητες να της παράσχει όλες τις πληροφορίες που αυτή θεωρεί απαραίτητες για να εκπληρώσει τις λειτουργίες της. Η παροχή αυτών των πληροφοριών γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν. 4070/2012.

2. Ιδίως, οι πάροχοι δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν ραδιοσυχνότητες, οφείλουν να παρέχουν κατόπιν αιτήματος της ΕΕΤΤ κάθε είδους πληροφορία σχετική με τη θέση, τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τη διασύνδεση των σταθμών ραδιοεπικοινωνίας του δικτύου τους.

Άρθρο 17
Κυρώσεις


Σε περίπτωση παράβασης διάταξης του παρόντος, η ΕΕΤΤ επιβάλλει τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 77 του ν. 4070/2012.

Άρθρο 18
Τέλη Ραδιοσυχνοτήτων


1. Σε όλες τις περιπτώσεις χορήγησης ατομικού δικαιώματος χρήσης σύμφωνα με τον παρόντα Κανονισμό καταβάλλονται τέλη χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και διοικητικά τέλη για τη διαχείριση και έλεγχο των αιτήσεων των παροχών. Ο υπολογισμός των τελών αυτών γίνεται σύμφωνα με τον Κανονισμό Καθορισμού των Τελών Χρήσης του Φάσματος και των Τελών Εκχώρησης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ, όπως εκάστοτε ισχύει. Ως διοικητικά τέλη, νοούνται τα αναφερόμενα στον ως άνω Κανονισμό της ΕΕΤΤ ως τέλη εκχώρησης.

2. Για την επεξεργασία των αιτημάτων καταβάλλεται διοικητικό τέλος ύψους €115,00 ανά ραδιοδίαυλο ανά θέση, εκτός αν αλλιώς ορίζεται στον Κανονισμό Καθορισμού των Τελών Χρήσης του Φάσματος και των Τελών Εκχώρησης Ραδιοσυχνοτήτων της ΕΕΤΤ.

3. Ειδικά στις περιπτώσεις διόρθωσης των Συντεταγμένων Θέσης Σταθμού και εφόσον έχει εφαρμοστεί η διαδικασία της παραγράφου 5 του Άρθρου 13, τα Τέλη Εκχώρησης που απαιτούνται για την τροποποίηση των σχετιζόμενων ΔΧΡ, τόσο του κατόχου της κατασκευής κεραίας όσο και τυχόν φιλοξενούμενων παροχών, καταβάλλονται εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοση της ΑΚΚ (ή του Πιστοποιητικού Πληρότητας) ή τη δημοσίευση της δήλωσης ΕΚΚΧΟ/ΤΚΚ, χωρίς σχετική ειδοποίηση από την ΕΕΤΤ. Στο ίδιο διάστημα θα πρέπει να υποβάλλονται επίσης από τον κάτοχο της κατασκευής κεραίας και από τους φιλοξενούμενους παρόχους τυχόν αιτήματα ανάκλησης ή τροποποίησης των σχετιζόμενων με την κατασκευή κεραίας ΔΧΡ. Σε περίπτωση μη καταβολής των απαιτούμενων Τελών Εκχώρησης εντός του ανωτέρω διαστήματος η ΕΕΤΤ δύναται να προβεί σε ανάκληση των σχετιζόμενων με αυτά ΔΧΡ.

Άρθρο 19
Τελικές και Μεταβατικές Διατάξεις


1. Για τα δικαιώματα που χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος και εξακολουθούν να ισχύουν εφαρμόζονται οι παρούσες διατάξεις.

2. Αιτήσεις που έχουν κατατεθεί πριν από τη δημοσίευση του παρόντος και δεν έχουν διεκπεραιωθεί, εξετάζονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος.

Άρθρο 20
Καταργούμενες Διατάξεις


Από την έναρξη ισχύος του παρόντος Κανονισμού καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη απόφασης της ΕΕΤΤ, που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή κατά το μέρος που ρυθμίζει κατά διάφορο τρόπο θέματα που ρυθμίζονται με τον παρόντα Κανονισμό.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Απαιτούμενα Δικαιολογητικά

Α. Για τη χορήγηση δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων υπό καθεστώς Γενικής Άδειας για την παροχή δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ζώνες ραδιοσυχνοτήτων όπου χορηγούνται δικαιώματα χωρίς περιορισμό του αριθμού τους, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση στην ΕΕΤΤ η οποία περιλαμβάνει:
1. Τα πλήρη στοιχεία του νομικού ή φυσικού προσώπου, στο όνομα του οποίου θα εκδοθεί το δικαίωμα, καθώς Αριθμό Μητρώου Γενικής Άδειας που έχει λάβει από την ΕΕΤΤ όταν τούτο απαιτείται.
2. Πλήρη στοιχεία του νομίμου εκπροσώπου του αιτούντος και στοιχεία του τεχνικού υπευθύνου (εφόσον υπάρχει).
3. Περιγραφή της υπηρεσίας ραδιοεπικοινωνίας, της σκοπιμότητας, του δικτύου και των υπηρεσιών τις οποίες πρόκειται να παρέχει ο αιτούμενος. Επιπλέον, στη περίπτωση που στην αίτηση δεν προσδιορίζονται οι ακριβείς θέσεις των σταθερών σταθμών, στην αίτηση θα πρέπει να αναφέρεται πλάνο ανάπτυξης του δικτύου προσδιορίζοντας χρονικά ορόσημα και αντίστοιχες περιοχές κάλυψης.
4. Τα πλήρη τεχνικά χαρακτηριστικά εκπομπής και λήψης των ραδιοηλεκτρικών συσκευών και των κεραιών που θα χρησιμοποιηθούν, συμπεριλαμβανομένων και των απωλειών.
5. Τη ζώνη ραδιοσυχνοτήτων, εντός της οποίας αιτείται την ραδιοσυχνότητα, και τις ζώνες που προτείνονται από το αιτούντα, σε περίπτωση ενδεχόμενης αδυναμίας εκχώρησης ραδιοσυχνότητας στην αρχικά προτεινόμενη ζώνη.
6. Στην περίπτωση αίτησης από ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό, απαιτείται και η άδεια λειτουργίας του σταθμού ή ελλείψει αυτής, βεβαίωση νομίμου λειτουργίας του σταθμού από την αρμόδια Αρχή.
7. Όταν πρόκειται για σταθερό ή επίγειο σταθμό τις γεωγραφικές συντεταγμένες του εν λόγω σταθμού (με ακρίβεια δεύτερου λεπτού), την ισχύ εκπομπής κάθε πομπού, και την ακριβή κατεύθυνση των κεραιών ή την ακριβή τροχιά που εκτελεί η κεραία (εφόσον πρόκειται για κεραία παρακολούθησης τροχιάς). Επιπλέον, προκειμένου για σταθμό που λειτουργεί σε προσωρινή βάση, τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης λειτουργίας του σταθμού.
8. Όταν πρόκειται για σταθμό ξηράς, τις γεωγραφικές συντεταγμένες του εν λόγω σταθμού (με ακρίβεια δεύτερου λεπτού) την ισχύ εκπομπής κάθε πομπού, την επιθυμητή γεωγραφική κάλυψη, το μέγιστο αριθμό χρηστών της υπηρεσίας εντός της γεωγραφικής περιοχής κάλυψης για κάθε σταθμό ξηράς, την κατεύθυνση της κεραίας εφόσον αυτή είναι κατευθυντική, καθώς και τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης λειτουργίας του σταθμού εφόσον αυτός λειτουργεί σε προσωρινή βάση.
9. Στην περίπτωση ειδικού ραδιοδικτύου που πρόκειται να εγκατασταθεί και να λειτουργήσει στους ελεγχόμενους από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας χώρους αερολιμένων, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη αυτής.
10. Σε περίπτωση κινητού σταθμού, ή κατά περίπτωση επίγειου κινητού σταθμού τη γεωγραφική περιοχή μέσα στην οποία ο σταθμός δύναται να κινηθεί, καθώς και τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης λειτουργίας, εφόσον ο εν λόγω σταθμός λειτουργεί σε προσωρινή βάση.
11. Απόδειξη πληρωμής των τελών χρήσης του φάσματος του προηγούμενου έτους, εφόσον ήδη χρησιμοποιούνται ραδιοσυχνότητες.
12. Απόδειξη πληρωμής των διοικητικών τελών που αναλογούν στην αίτηση.
13. Εφόσον δεν υπάρχει απαίτηση εγγραφής στο Μητρώο Παροχών Δικτύων και Υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών της ΕΕΤΤ, πρόσφατο αντίγραφο αποδεικτικού διεύθυνσης (ενδεικτικά λογαριασμός ΔΕΚΟ) στο όνομα τους αιτούντος, στον οποίο αναφέρεται η διεύθυνση αλληλογραφίας.
14. Υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου του αιτούντος, σύμφωνα με την οποία η επιχείρηση που εκπροσωπεί έχει λάβει γνώση των υποχρεώσεών της, κατά την ισχύουσα νομοθεσία, προκειμένου να χρησιμοποιήσει, στους σταθμούς του ραδιοηλεκτρικού δικτύου, εξοπλισμό ο οποίος συμμορφώνεται προς την Οδηγία 2014/53/ΕΕ (ΕΕ L153 σ62) και το π.δ. 98/2017 (ΦΕΚ 139/Α'/2017).
15. Για την περίπτωση ειδικών ραδιοδικτύων, υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου του αιτούντος, στην οποία δηλώνεται ότι θα εξυπηρετούνται αποκλειστικά ίδιες επαγγελματικές ανάγκες.

Β. Για τη χορήγηση δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων υπό καθεστώς Γενικής Άδειας για την παροχή δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ζώνες ραδιοσυχνοτήτων όπου χορηγούνται δικαιώματα με περιορισμό του αριθμού τους, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει στην ΕΕΤΤ δικαιολογητικά σύμφωνα με το αντίστοιχο τεύχος προκήρυξης.

Άρθρο 21
Έναρξη Ισχύος


Η ισχύς του παρόντος Κανονισμού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ο παρών Κανονισμός να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Μαρούσι, 23 Ιουλίου 2018

Ο Πρόεδρος
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΣΣΕΛΟΣ

Αριθμ. οίκ. 47421/2637/2018 Κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της από 24.1.2017 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις της περιφερειακής ενότητας Χανίων.

$
0
0

Αριθμ. οίκ. 47421/2637

(ΦΕΚ Β' 3940/11.09.2018)

Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 (Α΄ 27) «Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις».

2. Tις διατάξεις του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

3. Το άρθρο 27 του ν. 4320/2015 (Α΄ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρώπινης κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις».

4. Το π.δ. 125/2016 (Α΄ 210) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

5. Το άρθρο 20 του Π.Δ.134/2017 (Α΄ 168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».

6. Την αριθμ. οικ. 32921/2175/2018 εγκύκλιο με θέμα: «Έλεγχος συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 1876/1990» (ΑΔΑ: ΨΑΩΕ465Θ1Ω-9ΚΩ).

7. Το αριθμ. ΕΞ-306030-2018/5.9.2018 έγγραφο του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.).

8. Τη γνώμη που εξέφρασε το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας κατά τη συνεδρίασή του της 6.9.2018.

9. Τα στοιχεία του φακέλου, από τα οποία προκύπτει ότι συντρέχουν οι αριθμητικές προϋποθέσεις για την κήρυξη γενικώς υποχρεωτικής της πιο πάνω Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή ότι οι δεσμευόμενοι εργοδότες απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου.

10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρους του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Κηρύσσουμε γενικώς υποχρεωτική την από 24.1.2017 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις της περιφερειακής ενότητας Χανίων, με Π.Κ. 2/26.1.2017, για όλους τους εργοδότες και εργαζόμενους του κλάδου, που αφορά αυτή.

Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα 10 Σεπτεμβρίου 2018

Η Υπουργός
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>