Αριθμ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/5411/392
(ΦΕΚ Β' 469/18.02.2019)
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της περίπτ. β της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2308/1995, «Κτηματογράφηση για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου. Διαδικασία έως τις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία και άλλες διατάξεις» (Α’ 114), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 3 του ν. 4164/2013, και της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2308/1995, καθώς και του άρθρου 13 του ν. 2308/1995 σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παρ.1 και 11 του άρθρου 1 του ν. 4164/2013 «Συμπλήρωση των διατάξεων περί Εθνικού Κτηματολογίου και άλλες ρυθμίσεις» (Α’ 156), όπως ισχύει.
2. Τις διατάξεις των παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 1 του ν. 4512/2018 «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις» (Α’5).
3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005, Α’ 98).
4. Την υπ’αριθμ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/18877/1096/29-03-2018 εξουσιοδότηση υπογραφής «Με εντολή Υπουργού» του ΥΠΕΝ και «Με εντολή Αναπληρωτή Υπουργού» του ΥΠΕΝ στους Γενικούς Γραμματείς κ.λπ. (Β’ 1228).
5. Την 177/04-01-2018 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Καθορισμός της ημερομηνίας μέχρι την οποία είναι επιτρεπτή η υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και η κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος για τις υπό κτηματογράφηση περιοχές, για το σύνολο των ακινήτων που βρίσκονται στην Περιφερειακή Ενότητα Ανατολικής Αττικής, στον Καλλικρατικό Δήμο Ωρωπού, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προ-Καποδιστριακοί Δήμοι και Κοινότητες Αυλώνος, Αφιδνών, Μαλακάσης και Πολυδενδρίου και στην Περιφερειακή Ενότητα Βοιωτίας, στον Καλλικρατικό Δήμο Τανάγρας, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προ-Καποδιστριακοί Δήμοι Οινοφύτων (Τοπικά διαμερίσματα Αγίου Θωμά, Κλειδιού και Οινοφύτων) και Δερβενοχωρίων (Τοπικά διαμερίσματα Δάφνης, Πύλης, Σκούρτων και Στεφάνης)» της σύμβασης με κωδικό «PARNITHA», με την οποία ορίστηκε η 31η Ιανουαρίου 2019 (Β’ 74).
6. Το αριθμ. 48/5/16.01.2019 απόσπασμα πρακτικού του Διοικητικού Συμβουλίου του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου «Ελληνικό Κτηματολόγιο».
7. Το γεγονός ότι από την έκδοση της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Άρθρο Μόνο
Καθορίζεται η 31η Ιουλίου 2019 ως νέα ημερομηνία μέχρι την οποία είναι επιτρεπτή: α) η υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και β) η κατάθεση αίτησης διόρθωσης προδήλου σφάλματος στις υπό κτηματογράφηση περιοχές, για το σύνολο των ακινήτων που βρίσκονται στην Περιφερειακή Ενότητα Ανατολικής Αττικής, στον Καλλικρατικό Δήμο Ωρωπού, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προ-Καποδιστριακοί Δήμοι και Κοινότητες Αυλώνος, Αφιδνών, Μαλακάσης και Πολυδενδρίου και στην Περιφερειακή Ενότητα Βοιωτίας, στον Καλλικρατικό Δήμο Τανάγρας, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προ-Καποδιστριακοί Δήμοι Οινοφύτων (Τοπικά διαμερίσματα Αγίου Θωμά, Κλειδιού και Οινοφύτων) και Δερβενοχωρίων (Τοπικά διαμερίσματα Δάφνης, Πύλης, Σκούρτων και Στεφάνης), της σύμβασης με κωδικό PARNITHA. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 28 Ιανουαρίου 2019
Με εντολή Υπουργού
Η Γενική Γραμματέας Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος
ΕΙΡΗΝΗ ΚΛΑΜΠΑΤΣΕΑ
5411/392/2019 Παράταση της προθεσμίας μέχρι την οποία είναι επιτρεπτή η υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και η κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος για τις υπό κτηματογράφηση περιοχές, για το σύνολο των ακινήτων που βρίσκονται στην Περιφερειακή Ενότητα Ανατολικής Αττικής, στον Καλλικρατικό Δήμο Ωρωπού, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προ-Καποδιστριακοί Δήμοι και Κοινότητες Αυλώνος, Αφιδνών, Μαλακάσης και Πολυδενδρίου και στην Περιφερειακή Ενότητα Βοιωτίας, στον Καλλικρατικό Δήμο Τανάγρας, στον οποίο περιλαμβάνονται οι προΚαποδιστριακοί Δήμοι Οινοφύτων (Τοπικά διαμερίσματα Αγίου Θωμά, Κλειδιού και Οινοφύτων) και Δερβενοχωρίων (Τοπικά διαμερίσματα Δάφνης, Πύλης, Σκούρτων και Στεφάνης).
ΔΒ3Ε/οικ. 2946/2019 Καθορισμός κλειστού ημερήσιου νοσηλίου συμβεβλημένων ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών
(ΦΕΚ Β' 468/18-02-2019)
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
Λαμβάνοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του ν. 3918/2011 (ΦΕΚ 31/τ.Α΄/2-3-2011) «Περί συστάσεως του ΕΟΠΥΥ».
2. Τις διατάξεις του ν. 4238/2014 (ΦΕΚ 38/τ.Α΄/17-2-2014) «Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας, αλλαγή σκοπού του ΕΟΠΥΥ και λοιπές διατάξεις».
3. Την αριθμ. Γ4β/Γ.Π.91299,(ΦΕΚ 759/Υ.Ο.Δ.Δ./19-12-2018) απόφαση του Υπουργού Υγείας περί Διορισμού Αντιπροέδρου του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.).
4. Την αριθμ. Α2β/Γ.Π.64865 (ΦΕΚ/Υ.Ο.Δ.Δ./425/31-8-2017) υπουργική απόφαση περί Ορισμού μελών στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ).
5. Τα άρθρα 27 και 4 της αριθμ. ΕΑΛΕ/Γ.Π. 80157/2018 (ΦΕΚ 4898/Β'/1-11-2018) Τροποποίηση και αντικατάσταση της με αριθμ. πρωτ. ΕΑΛΕ/Γ.Π. 46846/2018 (Β' 2315) κοινής υπουργικής απόφασης, με περιεχόμενο «Ενιαίος Κανονισμός Παροχών Υγείας (ΕΚΠΥ) του Εθνικού Οργανισμού Παροχών Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ)».
6. Την αριθμ. 49/531/16-01-2019 απόφαση του Δ.Σ. του ΕΟΠΥΥ.
7. Το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται επιβάρυνση ούτε στον κρατικό προϋπολογισμό, ούτε στον προϋπολογισμό του Ε.Ο.Π.Υ.Υ
αποφασίζει:
Τον καθορισμό τιμής αποζημίωσης του κλειστού ημερήσιου νοσηλίου για τις συμβεβλημένες ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές στα 41,97 ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο της νοσηλείας πλην του φαρμάκου, όπου σύμφωνα με το άρθρο 27 της κοινής υπουργικής απόφασης ΕΑΛΕ/Γ.Π. 80157/2018 (ΦΕΚ Β'/4898/2018) η ημερήσια φαρμακευτική δαπάνη μπορεί να είναι έως οκτώ (8) ευρώ, πέραν του ημερήσιου νοσηλίου.
Η παρούσα απόφαση ισχύει από 01.02.2019
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Μαρούσι, 25 Ιανουαρίου 2019
Ο Πρόεδρος
κ.α.α.
Ο Αντιπρόεδρος
Π. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
123/22078/2019 Καθορισμός συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή διατάξεων του καν. (ΕΕ) 1379/2013 σχετικά με τη λειτουργία Οργανώσεων Παραγωγών προϊόντων υδατοκαλλιέργειας
Αριθμ. 123/22078/4-2-2019
(ΦΕΚ Β' 463/18-02-2019)
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Έχοντας υπόψη τις διατάξεις:
1. Την παράγραφος 2 του άρθρου 62 του ν. 4235/2014 (ΦΕΚ 32/Α΄) «Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων».
2. Το {start}άρθρο 37{end} του ν. 4384/2016 (ΦΕΚ 78/Α’) «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5, του άρθρου 65 του ν. 4484/2017 (ΦΕΚ 110/Α’) «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/881 και άλλες διατάξεις» και ισχύει.
3. Το π.δ. 97/2017 (ΦΕΚ 138/Α΄) «Οργανισμός του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων».
4. Την αριθμ. 397/18235/16-2-2017 (ΦΕΚ 601/Β΄) απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Αρμόδια αρχή, διαδικασία και δικαιολογητικά αναγνώρισης των Οργανώσεων Παραγωγών (ΟΠ) και των Ενώσεών τους (Ε.ΟΠ), καθώς και των Ομάδων Παραγωγών (Ομ.Π.)», όπως τροποποιήθηκε από την αριθμ. 2430/110502/20-10-2017 (ΦΕΚ 3800/Β΄) απόφαση.
5. Την αριθμ. 673/87658/20-6-2018 (ΦΕΚ 2445Β΄) απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Υποβολή και έγκριση Σχεδίων Παραγωγής και Εμπορίας των Οργανώσεων Παραγωγών σύμφωνα με το άρθρο 28 του Καν. (EΕ) 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1184/2206 και 1224/2009 του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000»».
6. Τον Καν. (EΕ) 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1184/2206 και 1224/2009 του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000».
7. Τον εκτελεστικό Καν. (EΕ) 1418/2013 της Επιτροπής «σχετικά με τα σχέδια παραγωγής και εμπορίας, σύμφωνα με τον καν. (EΕ) 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας».
8. Το γεγονός ότι πρέπει να προσδιορισθεί η διαδικασία για την αναθεώρηση, την τροποποίηση των Σχεδίων Παραγωγής και Εμπορίας και την αξιολόγηση των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων στο πλαίσιο των Σχεδίων Παραγωγής και Εμπορίας των Οργανώσεων Παραγωγών έτσι όπως προβλέπεται στο άρθρο 28, παρ. 1, 2, 3, 4, 5 του Καν. (EΕ) 1379/2013.
9. Το π.δ. 88/2018 (ΦΕΚ 160Α΄) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
10. Τη με αρ. 2429/19958/2018 Απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ολυμπία Τελιγιορίδου» (Β΄ 3901).
11. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Πεδίο Εφαρμογής
Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στις Οργανώσεις Παραγωγών (ΟΠ) προϊόντων υδατοκαλλιέργειας που λειτουργούν με βάση τον καν. (ΕΕ) 1379/2013, τον εκτελεστικό καν. (ΕΕ) 1418/2013 και την υπουργική απόφαση 397/18235/2017, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
Άρθρο 2
Σχέδια Παραγωγής και Εμπορίας
1. Τα Σχέδια Παραγωγής και Εμπορίας (ΣΠΕ) των αναγνωρισμένων ΟΠ προϊόντων υδατοκαλλιέργειας υποβάλλονται τα μεν πρώτα οχτώ (8) εβδομάδες μετά από την αναγνώριση, τα δε επόμενα ΣΠΕ, (8) εβδομάδες πριν τη λήξη της προθεσμίας των ΣΠΕ σε ισχύ. Τα ΣΠΕ έχουν δομή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 28 του καν. (ΕΕ) 1379/2013, το παράρτημα του εκτελεστικού καν. (ΕΕ) 1418/2013 και τη σύσταση της Επιτροπής 2014/117/ΕΕ, και εξειδικεύονται στο άρθρο 3.
2. Η υποβολή ΣΠΕ είναι υποχρεωτική για όλες τις ΟΠ.
3. Το ΣΠΕ υποβάλλεται σε δύο (2) αντίγραφα στην αρμόδια αρχή που ορίζεται στην υπ’αριθμ. 673/87658/206-2018 (ΦΕΚ 2445/Β΄) απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Δ/νση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) της Περιφερειακής Ενότητας (ΠΕ) όπου η έδρα της ΟΠ.
Άρθρο 3
Περιεχόμενο Σχεδίων Παραγωγής και Εμπορίας
1. Το ΣΠΕ έχει διάρκεια δύο (2) έως πέντε (5) ετών, και υλοποιείται σε ετήσιες περιόδους που εκτείνονται από την 1η Ιανουαρίου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.
2. Το ΣΠΕ περιλαμβάνει τα παρακάτω:
α. Γενικές πληροφορίες σχετικά με την ΟΠ.
Όνομα
Η πλήρης επωνυμία της ΟΠ
Τύπος
ΟΠ προϊόντων υδατοκαλλιέργειας.
Κωδικός αναγνώρισης
Ο εθνικός κωδικός αναγνώρισης.
Τόπος εγκατάστασης
Ο τόπος στον οποίο είναι επισήμως εγγεγραμμένη η ΟΠ (όπως πόλη, ταχυδρομική διεύθυνση) καθώς και ο τομέας αρμοδιότητάς της, με χρήση της συναφούς μονάδας NUTS (κοινή ονοματολογία των εδαφικών στατιστικών μονάδων).
Αριθμός μελών
Ο αριθμός των παραγωγών που είναι επίσημα εγγεγραμμένοι στην ΟΠ.
Κύκλος εργασιών
Πίνακας που καταδεικνύει τον συνολικό κύκλο εργασιών της ΟΠ την τελευταία τριετία, στον οποίο περιλαμβάνεται και ο κύκλος εργασιών ανά είδος.
Για τις προσφάτως αναγνωρισθείσες ΟΠ και για τις ΟΠ που δεν ασκούν εμπορία, ο κύκλος εργασιών υπολογίζεται ως το άθροισμα της παραγωγής των μελών της ΟΠ που διατέθηκε στο εμπόριο σε πρώτη πώληση κατά την τελευταία τριετία πριν την αναγνώριση.
Όγκος της παραγωγής
Πίνακας που αναφέρει λεπτομερώς για κάθε είδος τον όγκο και την αξία της παραγωγής υδατοκαλλιέργειας κατά την τελευταία τριετία, εκφρασμένα σε τόνους και ευρώ κατ’ έτος και ανά είδος.
Προσδιορισμός του είδους που αποτελεί το κύριο αντικείμενο εμπορίας της ΟΠ (μόνο για τις ΟΠ που ασκούν εμπορία).
Το εν λόγω είδος αντιστοιχεί στο κύριο μέρος της παραγωγής της εκάστοτε ΟΠ από άποψη κύκλου εργασιών και όγκου εκτρεφόμενων ειδών.
β. Πρόγραμμα παραγωγής και στρατηγική εμπορίας.
Εισαγωγή
Η ΟΠ εξηγεί τη γενικότερη συνοχή των μέτρων που προτίθεται να εφαρμόσει με τους στόχους του ΣΠΕ.
Βάσει αξιολόγησης των περιουσιακών στοιχείων, των δυνατοτήτων, των απειλών που αντιμετωπίζει και των αδυναμιών της ΟΠ, τα ΣΠΕ υποβάλλονται μέσω παρουσίασης της προβλεπόμενης από την ΟΠ στρατηγικής για την ανάπτυξη της παραγωγής της ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των αγορών, σύμφωνα με τους στόχους τους οποίους οφείλουν να επιδιώκουν οι ΟΠ.
Η εν λόγω παρουσίαση θα πρέπει να προσδιορίζει σαφώς τη σύνδεση μεταξύ του προγράμματος παραγωγής και της στρατηγικής εμπορίας που θα εφαρμόσει η ΟΠ.
Πρόγραμμα παραγωγής
Αποτελείται από ένα ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα προγραμματισμού της προσφοράς που θα αφορά ολόκληρο έτος (ετήσια) και θα βασίζεται σε εποχικές τάσεις (τιμή, παραγωγή και ζήτηση) της αγοράς.
Λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
- ο προγραμματισμός των δραστηριοτήτων παραγωγής,
- ο συντονισμός των δραστηριοτήτων με άλλους παραγωγούς,
- η ανάπτυξη βιώσιμων πρακτικών υδατοκαλλιέργειας. Στρατηγική εμπορίας
Περιγράφει με ποιον τρόπο προτίθεται η ΟΠ να διασφαλίσει την επάρκεια της προσφοράς σε σχέση με τις απαιτήσεις της αγοράς από άποψη ποσότητας, ποιότητας και παρουσίασης. Λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
- ο προσδιορισμός των απαιτήσεων της αγοράς (ποσότητα, ποιότητα, παρουσίαση),
- ο προσδιορισμός νέων αγορών και άλλων εμπορικών δυνατοτήτων (υποχρεωτικό μόνο για τις ΟΠ που ασκούν εμπορία),
- ο διάλογος και ο συντονισμός με άλλους παράγοντες της αλυσίδας εφοδιασμού.
γ. Μέτρα για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (Ε.Ε.) 1379/2013 για την Κοινή Οργάνωση της Αγοράς (ΚΟΑ).
Τα μέτρα για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 7 του κανονισμού για την ΚΟΑ για τις οργανώσεις παραγωγών προϊόντων υδατοκαλλιέργειας είναι, ενδεικτικά, τα ακόλουθα:
γα. Προώθηση βιώσιμων δραστηριοτήτων υδατοκαλλιέργειας. Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- προετοιμασία και διεξαγωγή εκστρατειών επιστημονικού και τεχνικού χαρακτήρα για τη βελτίωση των γνώσεων σχετικά με τα είδη και σχετικά με τις επιπτώσεις των δραστηριοτήτων υδατοκαλλιέργειας στο περιβάλλον, και για την προαγωγή της ανάπτυξης βιώσιμων τεχνικών υδατοκαλλιέργειας,
- συντονισμός του διαλόγου και της συνεργασίας με τις συναφείς επιστημονικές οργανώσεις στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας και συνεργασία κατά την κατάρτιση επιστημονικών γνωμοδοτήσεων για τη στήριξη των αποφάσεων διαχείρισης της υδατοκαλλιέργειας,
- παροχή βοήθειας και κατάρτισης στα μέλη των ΟΠ για την προώθηση βιώσιμων πρακτικών υδατοκαλλιέργειας,
- εντοπισμός και συλλογική πρόληψη των κινδύνων που σχετίζονται με την ασφάλεια στην εργασία,
- αποτελεσματική συμμετοχή στους διάφορους σχετικούς με την υδατοκαλλιέργεια φορείς σε εθνικό, περιφερειακό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο,
- συντονισμός του διαλόγου μεταξύ των ΟΠ, μεταξύ άλλων και με εκείνες που προέρχονται από διαφορετικά κράτη μέλη.
γβ. Επιβεβαίωση ότι οι δραστηριότητες των μελών τους είναι συνεπείς με το Πολυετές Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για την Ανάπτυξη των Υδατοκαλλιεργειών. Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- συμμετοχή στην ανάπτυξη του Πολυετούς Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την Ανάπτυξη των Υδατοκαλλιεργειών,
- ανάπτυξη προγραμμάτων πιστοποίησης σχετικά με τη βιωσιμότητα των ζωοτροφών.
γγ. Επιδίωξη εξασφάλισης ότι τα προϊόντα διατροφής για υδατοκαλλιέργεια προέρχονται από αλιεία βιώσιμης διαχείρισης
Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- συμμετοχή στην ανάπτυξη διαδικασιών ιχνηλασιμότητας,
- ανάπτυξη προγραμμάτων πιστοποίησης σχετικά με τη βιωσιμότητα των ιχθυοτροφών.
γδ. Βελτίωση των συνθηκών για την τοποθέτηση στην αγορά των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας των ΟΠ και των μελών τους. Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- εντοπισμός αγορών για την εμπορία και/ή τη διοχέτευση της παραγωγής των ΟΠ και των μελών τους,
- ανάπτυξη στρατηγικών για την καλύτερη εμπορία της παραγωγής, μεταξύ άλλων για πιστοποίηση των προϊόντων,
- στήριξη των συμπληρωματικών προαιρετικών πληροφοριών, σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού ΚΟΑ,
- ανάπτυξη διαδικασιών πιστοποίησης, μεταξύ άλλων σε σχέση με τη διατροφή και την ποιότητα,
- σχεδιασμός και ανάπτυξη νέων μεθόδων και νέων εργαλείων εμπορίας,
- παροχή βοήθειας και κατάρτισης στα μέλη των οργανώσεων παραγωγών σχετικά με τις τεχνικές εμπορίας,
- συμμετοχή σε εμπορικές εκθέσεις σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για την προώθηση της παραγωγής των μελών των οργανώσεων παραγωγών.
γε. Βελτίωση των οικονομικών αποδόσεων. Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- προετοιμασία και παρακολούθηση εκστρατειών επιστημονικού και τεχνικού χαρακτήρα που στοχεύουν στη μείωση των λειτουργικών δαπανών,
- παροχή βοήθειας και κατάρτισης στα μέλη των ΟΠ σχετικά με τη διαχείριση των επιχειρήσεων υδατοκαλλιέργειας,
- ανάπτυξη υπηρεσιών προς τα μέλη της ΟΠ σε σχέση με τη λογιστική καταγραφή των δαπανών.
γστ. Σταθεροποίηση των αγορών
Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- συντονισμός μεταξύ των διαφόρων ΟΠ όσον αφορά τη συγκέντρωση, την επεξεργασία, την ανταλλαγή και την αξιοποίηση πληροφοριών οικονομικού χαρακτήρα που συνδέονται με την παραγωγή των μελών των ΟΠ, συμβολή στη βελτίωση των γνώσεων της αγοράς,
- βελτίωση των γνώσεων των μελών των ΟΠ σχετικά με τις βασικές οικονομικές κινητήριες δυνάμεις κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού,
- παροχή πρακτικής στήριξης στους παραγωγούς για τη βελτίωση του συντονισμού κατά την ανταλλαγή πληροφοριών με τους μεταποιητές.
γζ. Συμβολή στον εφοδιασμό σε τρόφιμα και στην προαγωγή υψηλών προδιαγραφών ποιότητας και ασφάλειας των τροφίμων, με παράλληλη συμβολή στην απασχόληση σε παράκτιες και αγροτικές περιοχές. Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- προετοιμασία και διεξαγωγή εκστρατειών για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών που αφορούν τα πρότυπα εμπορίας (ποιότητα, μέγεθος ή βάρος, συσκευασία, παρουσίαση και επισήμανση),
- προετοιμασία και διεξαγωγή εκστρατειών για την προώθηση της απασχόλησης στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας,
- προετοιμασία και διεξαγωγή εκστρατειών για την προώθηση των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας.
δ. Κυρώσεις και μέτρα ελέγχου
Περιλαμβάνεται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
- ανάπτυξη συστήματος κυρώσεων αναλογικού προς τις παραβάσεις που διαπράττονται από τα μέλη των ΟΠ,
- ανάπτυξη στρατηγικών και προγραμμάτων για την επιβολή των κανόνων που θεσπίζονται από την ΟΠ,
- διενέργεια αξιολογήσεων κινδύνου σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζονται από την ΟΠ,
- προετοιμασία και εκτέλεση επιχειρήσεων ελέγχου της επιβολής των κανόνων που θεσπίζονται από την ΟΠ,
- κατάρτιση παρατηρητών και ελεγκτών,
- δημιουργία και διάδοση κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή:
δα. των κανονισμών που απορρέουν από την κοινή αλιευτική πολιτική,
δβ. των κανόνων και των μέτρων διαχείρισης που θεσπίζονται από την ΟΠ.
ε. Δαπάνες προς εξέταση
εα. Χρηματοδοτικό σχέδιο
Στα ΣΠΕ συμπεριλαμβάνεται χρηματοδοτικό σχέδιο στο οποίο αναφέρεται αναλυτικά για κάθε μέτρο που η ΟΠ προτίθεται να εφαρμόσει το κόστος, τις διάφορες δαπάνες και τους αναμενόμενους χρηματοδοτικούς πόρους (ΕΠΑλΘ, άλλο, ιδία συμμετοχή). Στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού σχεδίου, γίνεται διάκριση μεταξύ των ακόλουθων δύο τύπων δραστηριοτήτων:
- δραστηριότητες προετοιμασίας, παρακολούθησης και καθοδήγησης σχετικές με τα σχεδιαζόμενα μέτρα («δραστηριότητες κυρίου του έργου») και
- δραστηριότητες που συνδέονται με την πρακτική υλοποίηση κάθε ειδικού σχεδιαζόμενου μέτρου («δραστηριότητες διαχείρισης έργου»).
εβ. Δραστηριότητες κυρίου του έργου
Οι δαπάνες για τις δραστηριότητες κυρίου του έργου περιλαμβάνουν ειδικότερα δαπάνες για μελέτες αγοράς, μελέτες αξιολόγησης, σχεδιασμό του έργου, ανάλυση κινδύνου και κάθε μελέτη σκοπιμότητας που υλοποιείται πριν από την εφαρμογή ενός μέτρου που συνδέεται με την επίτευξη ενός από τους στόχους του ΣΠΕ. Επίσης περιλαμβάνουν τις δαπάνες που συνδέονται με τις δραστηριότητες παρακολούθησης και ελέγχου που εκτελούνται από την ΟΠ κατά τη διάρκεια εφαρμογής ενός συγκεκριμένου μέτρου. Οι δαπάνες προς εξέταση καλύπτουν διάφορες κατηγορίες, όπως το ανθρώπινο δυναμικό, την παροχή υπηρεσίας ή τις προμήθειες.
εγ. Δραστηριότητες διαχείρισης έργου
Οι δαπάνες για τις δραστηριότητες διαχείρισης έργου περιλαμβάνουν κυρίως δαπάνες σχετικές με στοιχεία των εφαρμοζόμενων μέτρων τα οποία δεν συνδέονται άμεσα με τις δραστηριότητες κυρίου του έργου, όπως επιστημονικά ή τεχνικά πειράματα, διαφημιστικές εκστρατείες, την ανάπτυξη της ιχνηλασιμότητας ή την προώθηση βιώσιμων πρακτικών υδατοκαλλιέργειας.
η. Χρονοδιάγραμμα
Το ΣΠΕ περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα των σχεδιαζόμενων μέτρων και των σχετικών δαπανών, οι οποίες θα αναλύονται σε ετήσιες δόσεις.
Το χρονοδιάγραμμα υποδεικνύει για κάθε μέτρο κατάλληλους δείκτες υλοποιήσεων και αποτελεσμάτων, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο σημείο θ.
θ. Δείκτες
Προβλέπεται ένας δείκτης υλοποιήσεων και ένας δείκτης αποτελεσμάτων για κάθε σχεδιαζόμενο μέτρο του ΣΠΕ.
Οι δείκτες έχουν στόχο την αξιολόγηση της επίτευξης των στρατηγικών στόχων των σχεδίων σε σχέση με την αρχική κατάσταση που περιγράφεται στην εισαγωγή του ΣΠΕ και χρησιμοποιούνται στην ετήσια έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 5.
Ανάλογα με τη σημασία τους για τα διάφορα σχεδιαζόμενα μέτρα, χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι δείκτες:
θα. Δείκτες υλοποίησης για την εφαρμογή των σχεδιαζόμενων μέτρων Περιλαμβάνονται δείκτες που αξιολογούν τη συμμόρφωση με:
- την προγραμματισμένη συγκομιδή για τα εκτρεφόμενα είδη,
- το προαιρετικό χρονοδιάγραμμα για την εμπορία των προϊόντων ανά είδος και παρουσίαση,
- το σχέδιο προγραμματισμένων δράσεων για τον προσδιορισμό των δυνατοτήτων της αγοράς,
- το σχέδιο προγραμματισμένων δράσεων για την πιστοποίηση/επισήμανση των προϊόντων,
- το σχέδιο για τη μείωση της υποβάθμισης των οικοσυστημάτων που συνδέεται με δραστηριότητες υδατοκαλλιέργειας,
- το σχέδιο για την εφαρμογή βιώσιμης διατροφής των εκτρεφόμενων ειδών,
- το χρονοδιάγραμμα για την παροχή κατάρτισης ως προς τη συμμόρφωση και τους κανόνες, την ενημέρωση και τον έλεγχο.
Οι εν λόγω δείκτες υλοποίησης επίσης επισημαίνουν πρόβλεψη των κύκλων πωλήσεων των προϊόντων.
θβ. Δείκτες αποτελεσμάτων για την αξιολόγηση της συμβολής των μέτρων που αναπτύχθηκαν στην επίτευξη των στόχων των ΣΠΕ: Περιλαμβάνονται δείκτες που αξιολογούν:
- τον όγκο και/ή την αξία των ειδών που αποτελούν αντικείμενο παραγωγής ή διατίθενται στο εμπόριο,
- την αύξηση των πωλήσεων ανά είδος και/ή προϊόν σε σύγκριση με την εκ των προτέρων θέση,
- τον αριθμό και τον όγκο και/ή την αξία των νέων προϊόντων που πωλήθηκαν σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος,
- την εξέλιξη του ποσοστού ιχθυοτροφών που χρησιμοποιούνται για τα εκτρεφόμενα είδη και που προέρχονται από βιώσιμους πόρους,
- την εξέλιξη των ποσοτήτων των ζωικών υποπροϊόντων,
- τις αλλαγές στο ποσοστό των προϊόντων που δεν πωλήθηκαν σε σχέση με την εκ των προτέρων θέση,
- τον αριθμό ατυχημάτων εργαζομένων (που περιλαμβάνουν τραυματισμό και/ή απώλεια ζωής),
- τις αλλαγές στον αριθμό των καταγεγραμμένων παραβάσεων των κανόνων των ΟΠ.
3. Το ΣΠΕ εξετάζεται από την επιτροπή που προβλέπεται από την αριθμ. 397/18235/2017 (ΦΕΚ 601/Β΄) απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και σύμφωνα με την αριθμ. 673/87658/2018 (ΦΕΚ 2445/Β΄) απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και εφόσον εκτιμηθεί ότι το ΣΠΕ που έχει υποβληθεί αποσκοπεί στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 1379/2013, εγκρίνεται, με την προϋπόθεση της σύμφωνης γνώμης της Γεν. Δ/νσης Αλιείας του ΥΠΑΑΤ, μέσα σε έξι (6) εβδομάδες από την παραλαβή του και ενημερώνεται η ΟΠ. Σε περίπτωση που η επιτροπή διαπιστώσει ότι οι στόχοι που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 1379/2013 δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν βάσει του ΣΠΕ όπως έχει υποβληθεί, ή αν υπάρχουν παρατηρήσεις από τη Γεν. Δ/νσης Αλιείας του ΥΠΑΑΤ, ενημερώνει σχετικά την ΟΠ μέσα σε δύο (2) εβδομάδες. Η Οργάνωση Παραγωγών υποβάλλει τροποποιημένο ΣΠΕ μέσα σε δύο (2) εβδομάδες.
Το τροποποιημένο ΣΠΕ εγκρίνεται ή απορρίπτεται μέσα σε τέσσερεις (4) εβδομάδες από την παραλαβή του.
Άρθρο 4
Αναθεώρηση και Τροποποίηση εγκεκριμένων Σχεδίων Παραγωγής και Εμπορίας
Οι ΟΠ δύνανται να ζητήσουν τροποποίηση ή αναθεώρηση του εγκεκριμένου ΣΠΕ τους, τόσο κατά τη διάρκεια του έτους υλοποίησης, όσο και για τα επόμενα έτη.
1. Αναθεώρηση ΣΠΕ για τα επόμενα έτη
α. Οι ΟΠ δύνανται να ζητήσουν αναθεωρήσεις των γενικών στόχων των ΣΠΕ τους, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειάς τους, για τα επόμενα έτη και μέχρι μία (1) φορά ανά έτος. Η υποβολή της αίτησης αναθεώρησης γίνεται το αργότερο μέχρι την 30η Σεπτεμβρίου, ώστε να αρχίσει να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Ειδικά για το πρώτο έτος υλοποίησης του ΣΠΕ, δύναται να υποβληθεί αίτηση αναθεώρησης εκ των υστέρων, έως την 15η Φεβρουαρίου του έτους που ακολουθεί και για το δεύτερο έτος υλοποίησης του ΣΠΕ δύναται να υποβληθεί αίτηση αναθεώρησης έως την 30η Απριλίου του έτους που ακολουθεί.
β. Οι ΟΠ υποβάλλουν σε δύο (2) αντίγραφα το σχετικό φάκελο στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας που έχει την έδρα της η ΟΠ. Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής διαβιβάζει αντίγραφο αυτού στη Γενική Διεύθυνση Αλιείας του ΥΠΑΑΤ.
γ. Οι αιτήσεις αναθεώρησης εξετάζονται σύμφωνα με τα παρακάτω προβλεπόμενα:
γα. Η επιτροπή της παρ. 1 γ) του άρθρου 3 της αριθμ. 397/18235/16-2-2017 (ΦΕΚ 601/Β΄) απόφασης Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε από την αριθμ. 2430/110502/20-10-2017 (ΦΕΚ 3800/Β΄) απόφαση, συντάσσει σχετική έκθεση ελέγχου πληρότητας. Οι εισηγήσεις καθώς και τυχόν συμπληρωματικά δικαιολογητικά που ενδεχομένως έχει ζητήσει από την ΟΠ αποστέλλονται εντός μιας (1) εβδομάδας στη Γενική Διεύθυνση Αλιείας του ΥΠΑΑΤ για έκφραση σύμφωνης γνώμης.
γβ. Εφόσον η επιτροπή εκτιμά ότι ένα αναθεωρημένο ΣΠΕ, το οποίο έχει υποβληθεί βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 1379/2013, αποσκοπεί στην επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα άρθρο 3 και 7 του εν λόγω κανονισμού και με τη σύμφωνη γνώμη της Γενικής Διεύθυνσης Αλιείας του ΥΠΑΑΤ, το εγκρίνει εντός τεσσάρων (4) εβδομάδων από την παραλαβή του και ενημερώνει την ΟΠ.
γγ. Όταν η επιτροπή διαπιστώνει ότι οι στόχοι που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 1379/2013 δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν από το αναθεωρημένο ΣΠΕ όπως έχει υποβληθεί, ή αν υπάρχουν παρατηρήσεις από τη Γεν. Δ/νσης Αλιείας του ΥΠΑΑΤ, ενημερώνει σχετικά την ΟΠ μέσα σε δύο (2) εβδομάδες. Η ΟΠ υποβάλλει τροποποιημένο ΣΠΕ αναθεώρησης μέσα σε δύο (2) εβδομάδες.
γδ. Η προθεσμία για την έγκριση του τροποποιημένου ΣΠΕ αναθεώρησης είναι τέσσερεις (4) εβδομάδες μετά την παραλαβή του.
γε. Εάν η αρμόδια αρχή δεν εγκρίνει ή δεν απορρίψει το αναθεωρημένο ΣΠΕ εμπρόθεσμα, το ΣΠΕ θεωρείται ότι έχει εγκριθεί.
γστ. Η σχετική απόφαση έγκρισης ή απόρριψης κοινοποιείται στη Γενική Διεύθυνση Αλιείας και την ΟΠ. Στην περίπτωση που το ΣΠΕ έχει εγκριθεί για χρηματοδότηση από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας (Ε.Π.Αλ.Θ.) κοινοποιείται και στην Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Ε.Π.Αλ.Θ.
2. Τροποποίηση ΣΠΕ
α. Οι ΟΠ μπορούν να ζητήσουν μία (1) μόνο τροποποίηση του ΣΠΕ ανά έτος, με την προϋπόθεση ότι διατηρούνται αμετάβλητοι οι γενικοί στόχοι του. Η τροποποίηση αφορά δράσεις του τρέχοντος έτους. Οι νέες δράσεις που ενδεχομένως περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη τροποποίηση υλοποιούνται μετά την έκδοση της σχετικής απόφασης έγκρισης της τροποποίησης. Στις νέες δράσεις περιλαμβάνεται και η ενδεχόμενη αύξηση ή μείωση του προϋπολογισμού ενός ήδη εγκεκριμένου μέτρου. Η τροποποίηση δύναται να περιλαμβάνει αύξηση ή μείωση του προϋπολογισμού του ΣΠΕ κατά 25% του ποσού που είχε προϋπολογισθεί αρχικά.
β. Οι ΟΠ υποβάλλουν την τροποποίηση των ΣΠΕ τους, σε δύο (2) αντίγραφα, στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας που έχει την έδρα της η ΟΠ. Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής διαβιβάζει ένα αντίγραφο στη Γενική Διεύθυνση Αλιείας του ΥΠΑΑΤ. Η προθεσμία υποβολής αίτησης τροποποίησης ορίζεται μέχρι την 30η Απριλίου.
γ. Οι αιτήσεις τροποποίησης εξετάζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σημείο γ της παραγράφου 1, του άρθρου.
3. Περιεχόμενο αιτήσεων
Οι ΟΠ, τόσο για την αναθεώρηση, όσο και για την τροποποίηση εγκεκριμένων ΣΠΕ υποβάλλουν τροποποιημένους πίνακες των ΣΠΕ, πριν από την έναρξη υλοποίησης των σχετικών μέτρων που επιθυμούν. Οι πίνακες συνοδεύονται από διευκρινίσεις σχετικά με την αιτία της προτεινόμενης αναθεώρησης ή τροποποίησης.
4. Κατά την περίοδο μεταξύ της σχετικής αίτησης και της έγκρισης αυτής οι ΟΠ μπορούν με ευθύνη τους να προχωρήσουν στην υλοποίησή τους.
Άρθρο 5
Διαδικασίες παρακολούθησης και αξιολόγησης των ΟΠ και των ΣΠΕ αυτών - Ετήσιες Εκθέσεις δραστηριοτήτων των ΟΠ
1. Στο πλαίσιο της παρακολούθησης και της αξιολόγησης των ΟΠ, αλλά και της εφαρμογής των ΣΠΕ και ανεξάρτητα από τον τρόπο χρηματοδότησης αυτών, οι ΟΠ οφείλουν να διαθέτουν σύστημα για τη συλλογή, την καταγραφή και τη διατήρηση των απαιτούμενων πληροφοριών για την επίτευξη των δεικτών απόδοσης, οι οποίοι έχουν καθοριστεί στα εγκεκριμένα ΣΠΕ.
Τα επιτεύγματα (πρόοδος, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα), όσον αφορά καθορισμένους στόχους των ΣΠΕ, εκτιμώνται από τις πληροφορίες που παρέχονται στους δείκτες απόδοσης.
Οι ΟΠ, ανεξάρτητα από το αν έχουν ενταχθεί ή όχι σε πρόγραμμα χρηματοδότησης, υποβάλλουν, σε δύο (2) αντίγραφα, ετήσιες εκθέσεις στην αρμόδια Δ/νση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, όπου η έδρα τους, το αργότερο μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου του έτους που έπεται του έτους υλοποίησης του ΣΠΕ.
2. Οι ετήσιες εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν:
α. Τις ενδεχόμενες μεταβολές στην οργανωτική δομή και τις γενικές πληροφορίες των ΟΠ
β. Λεπτομερή περιγραφή των δράσεων των ΣΠΕ που υλοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο έτος, όσον αφορά τα μέτρα και τις σχετικές δράσεις και δαπάνες.
γ. Τις τροποποιήσεις που ζητήθηκαν σε σχέση με την αρχική έγκρισή των και τους λόγους που οδήγησαν στις σχετικές τροποποιήσεις.
δ. Τις διαφορές μεταξύ του προβλεπόμενου προϋπολογισμού και υλοποιηθεισών δαπανών.
ε. Τα αποτελέσματα των ΣΠΕ με βάση, κατά περίπτωση τους δείκτες υλοποίησης και αποτελεσμάτων.
στ. Περιγραφή και ανάλυση των προβλημάτων που οι ΟΠ αντιμετώπισαν κατά την υλοποίηση των ΣΠΕ και τυχόν μέτρα που ελήφθησαν προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα και η αποτελεσματικότητά τους.
3. Στην τελική ετήσια έκθεση του τελευταίου έτους υλοποίησης των ΣΠΕ αναφέρονται τα εξής:
α. ο βαθμός επίτευξης των στόχων των ΣΠΕ συνολικά,
β. η αιτιολόγηση όλων των τροποποιήσεων / αναθεωρήσεων που ζητήθηκαν,
γ. ο προσδιορισμός των παραγόντων οι οποίοι συνέβαλαν στην επιτυχία ή αποτυχία του ΣΠΕ με βάση τους επιδιωκόμενους στόχους και τη συμβολή τους όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του Πολυετούς Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την ανάπτυξη των Υδατοκαλλιεργειών.
4. Οι αρμόδιες Δ/νσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής διαβιβάζουν μέχρι τις 15 Μαρτίου κάθε έτους τις ανωτέρω εκθέσεις στη Γενική Διεύθυνση Αλιείας του ΥΠΑΑΤ για την έκφραση σύμφωνης γνώμης μέσα σε τρεις (3) εβδομάδες.
5. Η καταληκτική ημερομηνία για την έγκριση των ετήσιων εκθέσεων από την αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) είναι η 30η Απριλίου.
Άρθρο 6
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2019
Ο Υπουργός
ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΡΑΧΩΒΙΤΗΣ
Η Υφυπουργός
ΟΛΥΜΠΙΑ ΤΕΛΙΓΙΟΡΙΔΟΥ
144/15067/2019 Άμεση προμήθεια μικρών ποσοτήτων μελιού από τον παραγωγό στον τελικό καταναλωτή ή στα τοπικά καταστήματα λιανικής πώλησης που προμηθεύουν άμεσα τον τελικό καταναλωτή, σε εφαρμογή των παρ. 2 περ. γ΄ και παρ. 3 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 139, 30.4.2004, σ.1).
Αριθμ. 144/15067
(ΦΕΚ Β' 466/18.02.2019)
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Του άρθρου 62 παρ. 2 περ. β΄ του ν. 4235/2014 «Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» (Α΄ 32), όπως η παρ. 2 τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 46 του ν. 4384/2016 «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις» (Α΄ 78).
β) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα (άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005, Α΄ 98).
2. Τον κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (ΕΕ L 139, 30.4.2004, σ.1).
3. Το π.δ. 88/2018 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 160).
4. Την αριθμ. 2429/119958/6.9.2018 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ολυμπία Τελιγιορίδου» (Β΄ 3901).
5. Το με αριθμ. 1427/62515/8.6.2017 έγγραφο της Διεύθυνσης Υγιεινής και Ασφάλειας Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προς τον Ελληνικό Οργανισμό Τυποποίησης (ΕΛΟΤ), σύμφωνα με το άρθρο 8 του π.δ. 39/2001 (Α΄ 39) και την Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535, και την Ανακοίνωση της Επιτροπής TRIS/(2017) 01441.
6. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Σκοπός
Σκοπός της απόφασης αυτής είναι ο καθορισμός των όρων και των προϋποθέσεων για την άμεση προμήθεια μικρών ποσοτήτων μελιού από τον παραγωγό προς τον τελικό καταναλωτή ή στα τοπικά καταστήματα λιανικής πώλησης που προμηθεύουν άμεσα τον τελικό καταναλωτή, σε εφαρμογή των παρ. 2 περ. γ΄ και παρ. 3 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 139, 30.4.2004, σ.1).
Άρθρο 2
Ορισμοί
1. Ως «μέλι» νοείται το μέλι κατά την έννοια του άρθρου 67 του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών (απόφαση αριθμ. 1100/87/9.9.1987, Β΄ 788/31.12.1987), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
2. «Φορέας εγκαταστάσεων μελισσοκομίας» είναι το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει εγκαταστάσεις εντός των οποίων διενεργούνται εργασίες πρωτογενούς παραγωγής μελιού, όπως η συλλογή, η φυγοκέντρηση και η συσκευασία μελιού.
Άρθρο 3
Όροι και προϋποθέσεις για την άμεση προμήθεια μικρών ποσοτήτων μελιού
1. Για την εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 852/2004, οι φορείς εγκαταστάσεων μελισσοκομίας, οι οποίοι διαθέτουν μελισσοκομικό βιβλιάριο σε ισχύ σύμφωνα με την αριθμ. 370910/14.5.2011 (Β΄ 642/28.5.2001) απόφαση, όπως ισχύει κάθε φορά, δύνανται να προμηθεύουν:
α) άμεσα στον τελικό καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας μέσω των αγορών που βρίσκονται εντός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία εδρεύουν οι εγκαταστάσεις μελισσοκομίας ή/και
β) στα τοπικά καταστήματα λιανικής πώλησης που προμηθεύουν άμεσα μέλι στον τελικό καταναλωτή και βρίσκονται εντός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία εδρεύουν οι εγκαταστάσεις μελισσοκομίας, μέχρι δέκα (10) κιλά ιδιοπαραγόμενου μελιού ανά κυψέλη ετησίως και μέχρι συνολικής ετήσιας ποσότητας χιλίων διακοσίων (1.200) κιλών μελιού.
2. Οι φορείς των εγκαταστάσεων μελισσοκομίας τηρούν τους κανόνες που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 852/2004.
3. Απαγορεύεται η σύμφωνα με την παρ. 1 προμήθεια μη ιδιοπαραγόμενων ποσοτήτων μελιού.
Άρθρο 4
Καταχώριση και τήρηση Μητρώου φορέων εγκαταστάσεων μελισσοκομίας
1. Οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) των Περιφερειακών Ενοτήτων τηρούν Μητρώο των φορέων εγκαταστάσεων μελισσοκομίας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, το οποίο κοινοποιούν στη Διεύθυνση Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την ενημέρωση του καταλόγου εγκεκριμένων και καταχωρισμένων εγκαταστάσεων του άρθρου 8 του π.δ. 79/2007 (Α΄ 95), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
2. Η καταχώριση των φορέων εγκαταστάσεων μελισσοκομίας στο Μητρώο της παρ. 1 γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του π.δ. 79/2007 (Α΄ 95), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Άρθρο 5
Συσκευασία και επισήμανση
1. Τα υλικά συσκευασίας που χρησιμοποιούνται είναι κατάλληλα για επαφή με τα τρόφιμα, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1935/2004.
2. Το μέλι φέρει ετικέτα με τις απαιτούμενες πληροφορίες, σύμφωνα με τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών και τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1169/2011, καθώς και τον κωδικό αριθμό του μελισσοκόμου του άρθρου 4 της αριθμ. 370910/14.5.2001 απόφασης, όπως ισχύει κάθε φορά.
Άρθρο 6
Έλεγχοι κυρώσεις
1. Οι έλεγχοι για την τήρηση των διατάξεων της παρούσας διενεργούνται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία για τους ελέγχους στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης.
2. Στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας, εφαρμόζονται οι διαδικασίες και οι κυρώσεις του ν. 4235/2014 και ιδίως τα άρθρα 3 έως 12, 22, οι παρ. 1, 2 περ. α΄ και β΄, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 23, καθώς και τα άρθρα 24, 25, 27 και 35.
Άρθρο 7
Έναρξη ισχύος
Η απόφαση αυτή αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 24 Ιανουαρίου 2019
Ο Υπουργός
ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΡΑΧΩΒΙΤΗΣ
Η Υφυπουργός
ΟΛΥΜΠΙΑ ΤΕΛΙΓΙΟΡΙΔΟΥ
Κανονισμός (ΕΕ) 2018/182 της Επιτροπής της 7ης Φεβρουαρίου 2018 σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 28 και τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 1 και 12
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/182 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 7ης Φεβρουαρίου 2018
σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την
υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό
(ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον
αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 28 και τα Διεθνή Πρότυπα
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 1 και 12
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 (2) της Επιτροπής υιοθετήθηκαν
ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις 15 Οκτωβρίου
2008.
(2) Στις 8 Δεκεμβρίου 2016, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
δημοσίευσε ετήσιες βελτιώσεις των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής
Αναφοράς κύκλος 2014-2016 («οι ετήσιες βελτιώσεις»), στο πλαίσιο της
τακτικής του διαδικασίας βελτίωσης η οποία στοχεύει στην ευθυγράμμιση και τη
διευκρίνιση των προτύπων. Στόχος των ετήσιων βελτιώσεων είναι η αντιμετώπιση
μη επειγόντων, πλην όμως αναγκαίων θεμάτων που συζητήθηκαν από το IASB κατά
τη διάρκεια του κύκλου ζωής του εγχειρήματος σε πεδία ασυμβατότητας των
Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) ή όπου απαιτείται
αποσαφήνιση της διατύπωσης.
(3) Κατόπιν των διαβουλεύσεων με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για
θέματα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι
οι τροποποιήσεις στο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 28 και τα Διεθνή
Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 1 και ΔΠΧΑ 12 πληρούν τα κριτήρια
έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.
1606/2002.
(4) Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 θα πρέπει να
τροποποιηθεί αναλόγως.
(5) Το IASB καθόρισε ότι η ημερομηνία έναρξης ισχύος των τροποποιήσεων του
ΔΠΧΑ 12 είναι η 1η Ιανουαρίου 2017. Επομένως, οι διατάξεις του παρόντος
κανονισμού θα πρέπει να εφαρμοστούν αναδρομικά, προκειμένου να κατοχυρωθεί
ασφάλεια δικαίου για τους σχετικούς εκδότες και συνέπεια με άλλα λογιστικά
πρότυπα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008.
(6) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 τροποποιείται ως εξής:
α) Τροποποιείται το ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις και
κοινοπραξίες όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού·
β) Τροποποιείται το ΔΠΧΑ 1 Πρώτη εφαρμογή των διεθνών προτύπων
χρηματοοικονομικής αναφοράς όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος
κανονισμού·
γ) Τροποποιείται το ΔΠΧΑ 12 Γνωστοποίηση συμμετοχών σε άλλες οντότητες, όπως
ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α)
του άρθρου 1, το αργότερο, από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού
έτους τους που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μετά από αυτήν.
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β)
του άρθρου 1 από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους
που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μετά από αυτήν.
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο γ)
του άρθρου 1, από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους
που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2017 ή μετά από αυτήν.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 7 Φεβρουαρίου 2018.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008,
για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Ετήσιες βελτιώσεις στα Πρότυπα ΔΠΧΑ
Κύκλος 2014–2016
Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 1
ΔΠΧΑ 1 Πρώτη Εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
Τροποποιούνται οι παράγραφοι 39L και 39Κ, διαγράφονται οι παράγραφοι 39Δ,
39ΣΤ και 39ΚΖ και προστίθεται η παράγραφος 39Λ.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ
…
39Δ [Διαγράφηκε]
…
39ΣΤ [Διαγράφηκε]
…
39ΙΒ Με το ΔΛΠ 19 Παροχές σε εργαζομένους (όπως τροποποιήθηκε τον Ιούνιο του
2011) τροποποιήθηκε η παράγραφος Δ1 και διαγράφηκαν οι παράγραφοι Δ10 και
Δ11. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις τροποποιήσεις αυτές όταν εφαρμόζει
το ΔΛΠ 19 (όπως τροποποιήθηκε τον Ιούνιο του 2011).
…
39Κ Με το έγγραφο Εταιρείες επενδύσεων (τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 10, ΔΠΧΑ 12
και ΔΛΠ 27), που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2012, τροποποιήθηκαν οι
παράγραφοι Δ16, Δ17 και το προσάρτημα Γ. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις
τροποποιήσεις αυτές για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου
2014 ή μεταγενέστερα. Επιτρέπεται η εφαρμογή του εγγράφου Εταιρείες
επενδύσεων νωρίτερα. Εάν η οικονομική οντότητα εφαρμόσει νωρίτερα τις
τροποποιήσεις αυτές, θα εφαρμόσει συγχρόνως και όλες τις τροποποιήσεις που
περιλαμβάνονται στο έγγραφο Εταιρείες επενδύσεων.
…
39ΚΖ [Διαγράφηκε]
…
39Λ Με το έγγραφο Ετήσιες βελτιώσεις των ΔΠΧΑ του κύκλου 2014–2016, που
εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, τροποποιήθηκαν οι παράγραφοι 39L και 39Κ
και διαγράφηκαν οι παράγραφοι 39Δ, 39ΣΤ, 39ΚΖ και E3–E7. Η οικονομική
οντότητα εφαρμόζει τις τροποποιήσεις αυτές για ετήσιες περιόδους που
αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.
Στο προσάρτημα E, διαγράφονται οι παράγραφοι E3–E7 και οι σχετικές
επικεφαλίδες τους.
ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ E
Βραχυπρόθεσμες εξαιρέσεις από τα ΔΠΧΑ
Το παρόν προσάρτημα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ΔΠΧΑ.
…
E3 [Διαγράφηκε]
E4 [Διαγράφηκε]
E4A [Διαγράφηκε]
E5 [Διαγράφηκε]
E6 [Διαγράφηκε]
E7 [Διαγράφηκε]
Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 12
ΔΠΧΑ 12 Γνωστοποίηση συμμετοχών σε άλλες οντότητες
Προστίθεται η παράγραφος 5A.
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
…
5A Με εξαίρεση όσα αναφέρονται στην παράγραφο Β17, οι απαιτήσεις του
παρόντος ΔΠΧΑ εφαρμόζονται σε συμμετοχές της οικονομικής οντότητας που
απαριθμούνται στην παράγραφο 5 και κατατάσσονται (ή συμπεριλαμβάνονται σε
ομάδα διάθεσης που κατατάσσεται) ως κατεχόμενες προς πώληση ή διακοπείσες
δραστηριότητες σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 5 Μη Κυκλοφορούντα Περιουσιακά Στοιχεία
που Κατέχονται προς Πώληση και Διακοπείσες Δραστηριότητες.
…
Στο προσάρτημα Β, τροποποιείται η παράγραφος B17.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΥΓΑΤΡΙΚΕΣ, ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΕΣ ΚΑΙ
ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ 12 ΚΑΙ 21)
…
B17 Όταν η συμμετοχή της οικονομικής οντότητας σε θυγατρική, κοινοπραξία ή
συγγενή επιχείρηση (ή ένα μέρος της συμμετοχής της σε κοινοπραξία ή συγγενή
επιχείρηση) κατατάσσεται (ή συμπεριλαμβάνεται σε ομάδα διάθεσης που
κατατάσσεται) ως κατεχόμενη προς πώληση σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 5, η οικονομική
οντότητα δεν υποχρεούται να γνωστοποιεί συνοπτικές οικονομικές πληροφορίες
σχετικά την εν λόγω θυγατρική, κοινοπραξία ή συγγενή επιχείρηση, σύμφωνα με
τις παραγράφους B10–B16.
Στο προσάρτημα Γ, προστίθεται η παράγραφος Γ1Δ.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
…
Γ1Δ Με το έγγραφο Ετήσιες βελτιώσεις των ΔΠΧΑ του κύκλου 2014–2016, που
εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, προστέθηκε η παράγραφος 5A και
τροποποιήθηκε η παράγραφος B17. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις εν λόγω
τροποποιήσεις αναδρομικά, σύμφωνα με το ΔΛΠ 8 Λογιστικές Πολιτικές,
Μεταβολές των Λογιστικών Εκτιμήσεων και Λάθη, για ετήσιες περιόδους που
αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2017 ή μεταγενέστερα.
…
Τροποποιήσεις του ΔΛΠ 28
ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε Συγγενείς Επιχειρήσεις και Κοινοπραξίες
Τροποποιούνται οι παράγραφοι 18 και 36A και προστίθεται η παράγραφος 45E.
Απαλλαγές από την εφαρμογή της μεθόδου της καθαρής θέσης
…
18. Όταν μια επένδυση σε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία κατέχεται από
οντότητα, ή κατέχεται εμμέσως μέσω οντότητας η οποία είναι οργανισμός
διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων, αμοιβαίο κεφάλαιο, εταιρεία επενδύσεων
χαρτοφυλακίου ή παρόμοια οικονομική οντότητα, συμπεριλαμβανομένων των
ασφαλιστικών κεφαλαίων που συνδέονται με επενδύσεις, η οντότητα δύναται να
επιλέξει να επιμετρήσει τις εν λόγω επενδύσεις στην εύλογη αξία μέσω των
αποτελεσμάτων, σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 9. Η οικονομική οντότητα πραγματοποιεί
αυτήν την επιλογή χωριστά για κάθε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία, κατά
την αρχική αναγνώριση της συγγενούς επιχείρησης ή της κοινοπραξίας.
…
Διαδικασίες για την εφαρμογή της μεθόδου της καθαρής θέσης
…
36A Κατά παρέκκλιση από την απαίτηση της παραγράφου 36, εάν μια οντότητα που
δεν είναι η ίδια εταιρεία επενδύσεων έχει συμμετοχή σε συγγενή επιχείρηση ή
κοινοπραξία που είναι εταιρεία επενδύσεων, η οντότητα μπορεί, κατά την
εφαρμογή της μεθόδου της καθαρής θέσης, να επιλέξει να διατηρεί την
επιμέτρηση της εύλογης αξίας που εφαρμόζεται από την εν λόγω συγγενή
επιχείρηση ή κοινοπραξία που είναι εταιρεία επενδύσεων για τις συμμετοχές
της συγγενούς επιχείρησης ή κοινοπραξίας που είναι εταιρεία επενδύσεων σε
θυγατρικές. Αυτή η επιλογή πραγματοποιείται χωριστά για κάθε συγγενή
επιχείρηση ή κοινοπραξία που είναι εταιρεία επενδύσεων, κατά τη
μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες α) η συγγενής επιχείρηση ή
κοινοπραξία που είναι εταιρεία επενδύσεων αναγνωρίζεται αρχικά· β) η
συγγενής επιχείρηση ή κοινοπραξία καθίσταται εταιρεία επενδύσεων· και γ) η
συγγενής επιχείρηση ή κοινοπραξία που είναι εταιρεία επενδύσεων καθίσταται
για πρώτη φορά μητρική εταιρεία.
…
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
…
45E Με το έγγραφο Ετήσιες βελτιώσεις των ΔΠΧΑ του κύκλου 2014–2016, που
εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, τροποποιήθηκαν οι παράγραφοι 18 και 36A. Η
οικονομική οντότητα εφαρμόζει αυτές τις τροποποιήσεις αναδρομικά, σύμφωνα με
το ΔΛΠ 8, για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή
μεταγενέστερα. Επιτρέπεται η εφαρμογή νωρίτερα. Εάν η οικονομική οντότητα
εφαρμόσει τις εν λόγω τροποποιήσεις για προγενέστερη περίοδο, γνωστοποιεί το
γεγονός αυτό.
Α.1057/2019 Παράταση και αναστολή καταβολής βεβαιωμένων οφειλών για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση ακραίων καιρικών συνθηκών (έντονες βροχοπτώσεις - χαλαζοπτώσεις) την 12.01.2019 στο Δήμο Ευρώτα της Περιφερειακής Ενότητας Λακωνίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου
(ΦΕΚ Β' 487/19-02-2019)
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1284/1982 (A’ 114), όπως ισχύει, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών να παρατείνει, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε εξαιρετικές περιπτώσεις τις προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο και Τρίτους που εισπράττονται από τις Δ.Ο.Υ.
2. Τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (A’ 238), όπως ισχύει, με τις οποίες ο Υπουργός Οικονομικών, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις σεισμών, πλημμύρων ή άλλων θεομηνιών, από τις οποίες προκαλούνται σημαντικές ζημιές σε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων, να αναστέλλει την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο.
3. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (90 Α’ - Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.
4. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (170 Α’-Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύουν.
5. Το Π.Δ.142/2017 (Α’ 181) «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών».
6. Την Δ.ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 (Β’ 968) απόφαση του Διοικητή Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως ισχύει.
7. Το π.δ. 125/2016 (Α’ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
8. Την ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016/14.11.2016 (Β’ 3696) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».
9. Τις διατάξεις του ν. 4389/2016 (Α’ 94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», ιδίως το άρθρο 41.
10. Την 341/21.01.2019 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας (ΑΔΑ:6ΠΟΓ46ΜΚ6Π-Π11), με την οποία κηρύχτηκε σε κατάσταση έκτακτης Ανάγκης Πολιτικής Προστασίας έως και 12.04.2019 ο Δήμος Ευρώτα της Περιφερειακής Ενότητας Λακωνίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου.
11. Το αριθμ. 1502/31.01.2019 έγγραφο αίτημα του Δημάρχου Ευρώτα προς τον Υπουργό Ευκλείδη Τσακαλώτο και την Υφυπουργό Αικατερίνη Παπανάτσιου με θέμα «Αίτημα για παράταση καταβολής οφειλών δημοτών μας».
12. Το γεγονός ότι τα εν λόγω έντονα καιρικά φαινόμενα είχαν ως αποτέλεσμα να απορρυθμιστεί η κοινωνική και οικονομική ζωή στον ανωτέρω Δήμο.
13. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
1. Παρατείνονται μέχρι και την 12.04.2019 οι προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα οφειλών των φυσικών και νομικών προσώπων και οντοτήτων με κύρια κατοικία ή κύρια εγκατάσταση (έδρα) στο Δήμο Ευρώτα της Περιφερειακής Ενότητας Λακωνίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου που λήγουν ή έληξαν από 12.01.2019 μέχρι και την 12.04.2019. Έως την ίδια ημερομηνία και για τις ίδιες οφειλές και πρόσωπα, παρατείνονται και οι προθεσμίες καταβολής των δόσεων ρυθμίσεων/διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών.
2. Αναστέλλεται μέχρι και την 12.04.2019 η πληρωμή των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων την 12.01.2019 οφειλών των ανωτέρω προσώπων και οντοτήτων.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2019
Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ
Κανονισμός (ΕΕ) 2018/289 της Επιτροπής της 26ης Φεβρουαρίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 2 Παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/289 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 26ης Φεβρουαρίου 2018
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση
ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.
1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το
Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 2 Παροχές που εξαρτώνται
από την αξία των μετοχών
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2)
υιοθετήθηκαν ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις
15 Οκτωβρίου 2008.
(2) Στις 20 Ιουνίου 2016, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
δημοσίευσε τροποποιήσεις του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
(ΔΠΧΑ) 2 Παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών. Οι τροποποιήσεις
αποσκοπούν στη διευκρίνηση του τρόπου με τον οποίο οι επιχειρήσεις θα πρέπει
να εφαρμόζουν το πρότυπο σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις.
(3) Κατόπιν των διαβουλεύσεων με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για
θέματα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι
οι τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 2 πληρούν τα κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο
άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(4) Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ.
1126/2008.
(5) Το IASB καθόρισε ότι η ημερομηνία έναρξης ισχύος των τροποποιήσεων του
ΔΠΧΑ 2 είναι η 1η Ιανουαρίου 2018.
(6) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008, το Διεθνές Πρότυπο
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 2 Παροχές που εξαρτώνται από την αξία των
μετοχών τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το
αργότερο από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 26 Φεβρουαρίου 2018.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου
2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κατάταξη και επιμέτρηση συναλλαγών που αφορούν παροχές που εξαρτώνται από
την αξία των μετοχών
Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 2
Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 2 Παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών
Τροποποιούνται οι παράγραφοι 19, 30–31, 33, 52 και 63, και προστίθενται οι
παράγραφοι 33A–33Η, 59A–59Β και 63Δ. Προστίθενται επικεφαλίδες πριν από τις
παραγράφους 33A και 33E. Οι παράγραφοι 32 και 34 δεν έχουν τροποποιηθεί,
αλλά συμπεριλαμβάνονται χάριν ευκολίας.
ΧΕΙΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ
19. Μια παραχώρηση συμμετοχικών τίτλων μπορεί να εξαρτάται από την εκπλήρωση
συγκεκριμένων προϋποθέσεων κατοχύρωσης. Για παράδειγμα, μια παραχώρηση
μετοχών ή μετοχικών δικαιωμάτων προαίρεσης σε έναν εργαζόμενο συνήθως
εξαρτάται από την παραμονή του εργαζομένου στην οικονομική οντότητα για μια
συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Μπορεί να υπάρχουν όροι απόδοσης που πρέπει να
εκπληρωθούν, όπως παραδείγματος χάρη η επίτευξη μιας συγκεκριμένης αύξησης
των κερδών ή μιας συγκεκριμένης αύξησης στην τιμή των μετοχών της
οικονομικής οντότητας. Οι προϋποθέσεις κατοχύρωσης, πλην των όρων της
αγοράς, δεν λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση της εύλογης αξίας των
μετοχών ή των μετοχικών δικαιωμάτων προαίρεσης κατά την ημερομηνία της
επιμέτρησης. Αντίθετα, οι προϋποθέσεις κατοχύρωσης, πλην των όρων της
αγοράς, λαμβάνονται υπόψη με την προσαρμογή του αριθμού των συμμετοχικών
τίτλων που συμπεριλαμβάνονται στην επιμέτρηση του ποσού της συναλλαγής ώστε,
τελικά, το ποσό που αναγνωρίζεται για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που λήφθηκαν
ως αντάλλαγμα για τους συμμετοχικούς τίτλους να βασίζεται στον αριθμό των
συμμετοχικών τίτλων που θα κατοχυρωθούν τελικά. Έτσι, σε αθροιστική βάση,
κανένα ποσό δεν αναγνωρίζεται για αγαθά και υπηρεσίες που λήφθηκαν, αν οι
συμμετοχικοί τίτλοι που παραχωρήθηκαν δεν κατοχυρωθούν λόγω αδυναμίας
εκπλήρωσης μιας προϋπόθεσης κατοχύρωσης, πλην ενός όρου της αγοράς,
παραδείγματος χάρη, ο αντισυμβαλλόμενος δεν ολοκληρώνει μια καθορισμένη
περίοδο υπηρεσίας ή ένας όρος απόδοσης δεν καλύπτεται, σύμφωνα με τις
απαιτήσεις της παραγράφου 21.
…
ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΠΑΡΟΧΕΣ ΠΟΥ ΕΞΑΡΤΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ
ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΕΤΡΗΤΑ
30. Για συναλλαγές που αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των
μετοχών και διακανονίζονται σε μετρητά, η οικονομική οντότητα επιμετρά τα
αγαθά ή τις υπηρεσίες που αποκτά και την υποχρέωση που αναλαμβάνει στην
εύλογη αξία της υποχρέωσης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις των παραγράφων 31-33Δ.
Μέχρι να διακανονιστεί η υποχρέωση, η οικονομική οντότητα επιμετρά εκ νέου
την εύλογη αξία της υποχρέωσης κατά το τέλος κάθε περιόδου αναφοράς, καθώς
και κατά την ημερομηνία του διακανονισμού, και κάθε μεταβολή της εύλογης
αξίας αναγνωρίζεται στα αποτελέσματα για την περίοδο.
31. Για παράδειγμα, η οικονομική οντότητα μπορεί να παραχωρήσει δικαιώματα
επί της υπεραξίας των μετοχών σε εργαζομένους ως μέρος του πακέτου αποδοχών
τους, σύμφωνα με το οποίο οι εργαζόμενοι θα δικαιούνται μια μελλοντική
πληρωμή σε μετρητά (αντί ενός συμμετοχικού τίτλου), βάσει της αύξησης στην
τιμή της μετοχής της οικονομικής οντότητας πέραν κάποιου καθορισμένου
επιπέδου μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα. Εναλλακτικά, η οικονομική
οντότητα μπορεί να παραχωρήσει στους εργαζομένους το δικαίωμα να λάβουν μια
μελλοντική πληρωμή σε μετρητά, παραχωρώντας τους ένα δικαίωμα σε μετοχές
(συμπεριλαμβανομένων μετοχών που πρόκειται να εκδοθούν κατά την άσκηση των
μετοχικών δικαιωμάτων προαίρεσης) που είναι εξοφλητέες, είτε υποχρεωτικά
(παραδείγματος χάρη, με τη λήξη της εργασιακής σχέσης) είτε κατ' επιλογή του
εργαζομένου. Αυτές οι συμφωνίες είναι παραδείγματα συναλλαγών που αφορούν
παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών και διακανονίζονται σε
μετρητά. Αν και τα δικαιώματα επί της υπεραξίας των μετοχών χρησιμοποιούνται
για να επεξηγήσουν κάποιες από τις απαιτήσεις των παραγράφων 32–33Δ, οι
απαιτήσεις των εν λόγω παραγράφων ισχύουν για όλες τις συναλλαγές που
αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών και διακανονίζονται
σε μετρητά.
32. Η οικονομική οντότητα αναγνωρίζει τις υπηρεσίες που λήφθηκαν και μια
υποχρέωση να εξοφλήσει τις υπηρεσίες αυτές, καθώς οι εργαζόμενοι παρέχουν
τις υπηρεσίες. Για παράδειγμα, κάποια δικαιώματα επί της υπεραξίας των
μετοχών κατοχυρώνονται αμέσως, και συνεπώς δεν απαιτείται από τους
εργαζομένους να συμπληρώσουν μια καθορισμένη περίοδο υπηρεσίας προκειμένου
να αποκτήσουν το δικαίωμα να λάβουν την πληρωμή σε μετρητά. Ελλείψει
αποδείξεων περί του αντιθέτου, η οικονομική οντότητα θεωρεί ότι οι υπηρεσίες
που προσφέρθηκαν από τους εργαζομένους ως αντάλλαγμα για τα δικαιώματα επί
της υπεραξίας των μετοχών έχουν ληφθεί. Έτσι, η οικονομική οντότητα
αναγνωρίζει αμέσως τις υπηρεσίες που λήφθηκαν και μια υποχρέωση να τις
εξοφλήσει. Αν τα δικαιώματα επί της υπεραξίας των μετοχών δεν κατοχυρώνονται
προτού συμπληρώσουν οι εργαζόμενοι μια καθορισμένη περίοδο υπηρεσίας, η
οικονομική οντότητα αναγνωρίζει τις υπηρεσίες που λήφθηκαν και μια υποχρέωση
να τις εξοφλήσει, καθώς οι εργαζόμενοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους κατά την
περίοδο εκείνη.
33. Η υποχρέωση επιμετράται, αρχικά και στο τέλος κάθε περιόδου αναφοράς
μέχρι την τελική ρύθμιση, στην εύλογη αξία των δικαιωμάτων επί της υπεραξίας
των μετοχών, με την εφαρμογή υποδείγματος αποτίμησης δικαιωμάτων προαίρεσης,
λαμβάνοντας υπόψη τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων
παραχωρήθηκαν τα δικαιώματα επί της υπεραξίας των μετοχών και την έκταση
στην οποία οι εργαζόμενοι έχουν παράσχει υπηρεσίες μέχρι τότε, σύμφωνα με
τις απαιτήσεις των παραγράφων 33Α-33Δ. Μια οικονομική οντότητα μπορεί να
τροποποιήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων παραχωρείται
μια παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών και διακανονίζεται σε
μετρητά. Στις παραγράφους B44A–B44Γ του προσαρτήματος B παρέχεται καθοδήγηση
σχετικά με την τροποποίηση μιας συναλλαγής που αφορά παροχή που εξαρτάται
από την αξία των μετοχών, η οποία επανακατατάσσεται από διακανονιζόμενη σε
μετρητά σε διακανονιζόμενη με συμμετοχικούς τίτλους.
ΧΕΙΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ
33A Μια συναλλαγή που αφορά παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών
και διακανονίζονται σε μετρητά μπορεί να εξαρτάται από την εκπλήρωση
συγκεκριμένων προϋποθέσεων κατοχύρωσης. Μπορεί να υπάρχουν όροι απόδοσης που
πρέπει να εκπληρωθούν, όπως παραδείγματος χάρη η επίτευξη μιας συγκεκριμένης
αύξησης των κερδών ή μιας συγκεκριμένης αύξησης στην τιμή των μετοχών της
οικονομικής οντότητας. Οι προϋποθέσεις κατοχύρωσης, εκτός από τους όρους της
αγοράς, δεν λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση της εύλογης αξίας της
παροχής που εξαρτάται από την αξία των μετοχών και διακανονίζεται σε μετρητά
κατά την ημερομηνία της επιμέτρησης. Αντίθετα, οι προϋποθέσεις κατοχύρωσης,
εκτός από τους όρους της αγοράς, λαμβάνονται υπόψη με την προσαρμογή του
αριθμού των ανταμοιβών που συμπεριλαμβάνονται στην επιμέτρηση της υποχρέωσης
που απορρέει από τη συναλλαγή.
33B Για να εφαρμοστούν οι απαιτήσεις της παραγράφου 33A, η οικονομική
οντότητα αναγνωρίζει ένα ποσό για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που λήφθηκαν
κατά τη διάρκεια της περιόδου κατοχύρωσης, βάσει της καλύτερης διαθέσιμης
εκτίμησης του αριθμού των ανταμοιβών που αναμένεται να κατοχυρωθεί. Η
οικονομική οντότητα αναθεωρεί την εκτίμηση αυτή, αν απαιτείται, εφόσον η
μεταγενέστερη πληροφόρηση υποδεικνύει ότι ο αριθμός των ανταμοιβών που
αναμένεται να κατοχυρωθεί διαφέρει από τις προηγούμενες εκτιμήσεις. Κατά την
ημερομηνία κατοχύρωσης, η οικονομική οντότητα αναθεωρεί την εκτίμηση, ώστε
να ισούται με τον αριθμό των ανταμοιβών που τελικά κατοχυρώθηκε.
33Γ Οι όροι της αγοράς, όπως η επιδιωκόμενη τιμή μετοχής που ρυθμίζει την
κατοχύρωση (ή τη δυνατότητα άσκησης), καθώς και οι προϋποθέσεις που δεν
αποτελούν προϋποθέσεις κατοχύρωσης, λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση της
εύλογης αξίας των παροχών που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών και
διακανονίζονται σε μετρητά, οι οποίες παραχωρήθηκαν, και κατά την επιμέτρηση
εκ νέου της εύλογης αξίας κατά το τέλος κάθε περιόδου αναφοράς, καθώς και
κατά την ημερομηνία του διακανονισμού.
33Δ Ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των παραγράφων 30–33Γ, το ποσό, σε
αθροιστική βάση, που αναγνωρίζεται τελικά για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που
λήφθηκαν ως αντάλλαγμα για τις παροχές που εξαρτώνται από την αξία των
μετοχών και διακανονίζονται σε μετρητά ισούται με το ποσό που καταβλήθηκε σε
μετρητά.
ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΠΑΡΟΧΕΣ ΠΟΥ ΕΞΑΡΤΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ
ΕΝΕΧΟΥΝ ΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΥΜΨΗΦΙΣΤΙΚΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΠΟΣΟΥ ΕΝΑΝΤΙ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
33E Οι φορολογικοί νόμοι ή κανονισμοί μπορεί να υποχρεώνουν μια οικονομική
οντότητα να παρακρατεί ένα ποσό από τις οφειλές του εργαζομένου, το οποίο
αφορά μια παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών, και να το
μεταβιβάζει, συνήθως σε μετρητά, στη φορολογική αρχή για λογαριασμό του
εργαζομένου. Για να τηρήσει αυτή την υποχρέωση, οι όροι της συμφωνίας για
την παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών μπορεί να επιτρέπουν ή να
απαιτούν από την οικονομική οντότητα να παρακρατήσει τον αριθμό των
συμμετοχικών τίτλων, που ισούται με τη νομισματική αξία της οφειλής του
εργαζομένου, από τον συνολικό αριθμό των συμμετοχικών τίτλων που θα
εκδίδονταν στον εργαζόμενο με την άσκηση (ή την κατοχύρωση) της παροχής που
εξαρτάται από την αξία των μετοχών (ήτοι η συμφωνία παροχής που εξαρτάται
από την αξία των μετοχών έχει ένα στοιχείο «συμψηφιστικού διακανονισμού»).
33ΣΤ Κατ' εξαίρεση από τις απαιτήσεις της παραγράφου 34, η συναλλαγή που
περιγράφεται στην παράγραφο 33E κατατάσσεται στο σύνολό της ως συναλλαγή που
αφορά παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών και διακανονίζεται με
συμμετοχικούς τίτλους, εφόσον θα ανήκε σε αυτήν την κατάταξη εάν δεν υπήρχε
το στοιχείο του συμψηφιστικού διακανονισμού.
33Ζ Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την παράγραφο 29 του παρόντος Προτύπου
για να λογιστικοποιήσει το ποσό της παρακράτησης των τίτλων ως αντάλλαγμα
για την καταβολή στη φορολογική αρχή της οφειλής του εργαζομένου που
σχετίζεται με την παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών. Επομένως, η
πραγματοποιηθείσα πληρωμή λογιστικοποιείται ως έκπτωση από τους
συμμετοχικούς τίτλους σε σχέση με τους παρακρατηθέντες τίτλους, εκτός από
τον βαθμό στον οποίο η πληρωμή υπερβαίνει την εύλογη αξία κατά την
ημερομηνία του συμψηφιστικού διακανονισμού των παρακρατηθέντων συμμετοχικών
τίτλων.
33H Η εξαίρεση της παραγράφου 33ΣΤ δεν ισχύει για:
α) συμφωνίες παροχής που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών με στοιχείο
συμψηφιστικού διακανονισμού για τις οποίες η οντότητα δεν υπέχει καμία
υποχρέωση βάσει των φορολογικών νόμων ή κανονισμών να παρακρατήσει ποσό
έναντι της οφειλής του εργαζομένου που σχετίζεται με την εν λόγω παροχή που
εξαρτάται από την αξία των μετοχών· ή
β) συμμετοχικούς τίτλους που παρακρατεί η οντότητα καθ' υπέρβαση της οφειλής
του εργαζομένου που σχετίζεται με την παροχή που εξαρτάται από την αξία των
μετοχών (ήτοι, η οντότητα παρακράτησε ένα ποσό μετοχών που υπερβαίνει τη
νομισματική αξία της οφειλής του εργαζομένου). Οι εν λόγω καθ' υπέρβαση
μετοχές που παρακρατούνται λογιστικοποιούνται ως παροχές που εξαρτώνται από
την αξία των μετοχών και διακανονίζονται σε μετρητά, όταν το εν λόγω ποσό
καταβάλλεται σε μετρητά (ή με άλλα περιουσιακά στοιχεία) στον εργαζόμενο.
34. Στην περίπτωση συναλλαγών που αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την
αξία των μετοχών, των οποίων οι όροι παρέχουν είτε στην οικονομική οντότητα
είτε στον αντισυμβαλλόμενο τη δυνατότητα διακανονισμού είτε σε μετρητά (ή με
άλλα περιουσιακά στοιχεία) είτε με την έκδοση συμμετοχικών τίτλων, η
οικονομική οντότητα αντιμετωπίζει λογιστικά τη συναλλαγή ή τα συστατικά της
στοιχεία, ως συναλλαγή που αφορά παροχές που εξαρτώνται από την αξία των
μετοχών και διακανονίζεται σε μετρητά, εάν και εφόσον έχει αναλάβει
υποχρέωση να τακτοποιήσει την οφειλή σε μετρητά ή με άλλα περιουσιακά
στοιχεία, ή ως συναλλαγή που αφορά παροχές που εξαρτώνται από την αξία των
μετοχών και διακανονίζεται με συμμετοχικούς τίτλους, εάν και εφόσον δεν έχει
αναλάβει τέτοια υποχρέωση.
ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
…
52. Αν η πληροφόρηση που απαιτείται βάσει του παρόντος Προτύπου δεν πληροί
τις αρχές των παραγράφων 44, 46 και 50, η οικονομική οντότητα γνωστοποιεί
τις πρόσθετες πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωσή τους. Για
παράδειγμα, αν μια οικονομική οντότητα έχει κατατάξει τις συναλλαγές που
αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών ως διακανονιζόμενες
με συμμετοχικούς τίτλους, σύμφωνα με την παράγραφο 33ΣΤ, γνωστοποιεί την
εκτίμηση του ποσού που αναμένεται να μεταβιβάσει στη φορολογική αρχή για τον
διακανονισμό της οφειλής του εργαζομένου, όταν είναι αναγκαίο για την
πληροφόρηση των χρηστών σχετικά με τις μελλοντικές επιδράσεις στην ταμειακή
ροή που σχετίζεται με τη συμφωνία παροχής που εξαρτάται από την αξία των
μετοχών.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
…
59A Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις τροποποιήσεις των παραγράφων 30–31,
33–33H και B44A–B44Γ όπως ορίζεται κατωτέρω. Οι προγενέστερες περίοδοι δεν
επαναδιατυπώνονται.
α) Οι τροποποιήσεις των παραγράφων B44A–B44Γ ισχύουν μόνο για τροποποιήσεις
που λαμβάνουν χώρα κατά την ημερομηνία πρώτης εφαρμογής των τροποποιήσεων
από την οικονομική οντότητα, ή μετά από αυτήν.
β) Οι τροποποιήσεις των παραγράφων 30–31 και 33–33Δ εφαρμόζονται, αφενός,
στις συναλλαγές που αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών
οι οποίες είναι μη επενδεδυμένες κατά την ημερομηνία πρώτης εφαρμογής των
τροποποιήσεων από την οικονομική οντότητα και, αφετέρου, στις συναλλαγές που
αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών με ημερομηνία
παραχώρησης κατά την ημερομηνία πρώτης εφαρμογής των τροποποιήσεων από την
οικονομική οντότητα, ή μετά από αυτήν. Για τις μη επενδεδυμένες συναλλαγές
που αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών οι οποίες έχουν
παραχωρηθεί πριν από την ημερομηνία πρώτης εφαρμογής των τροποποιήσεων από
την οικονομική οντότητα, η οντότητα επιμετρά εκ νέου την υποχρέωση κατά την
εν λόγω ημερομηνία και αναγνωρίζει την επίδραση της εκ νέου επιμέτρησης στο
υπόλοιπο έναρξης των κερδών εις νέον (ή σε άλλο στοιχείο των ιδίων
κεφαλαίων, εάν υπάρχει) της περιόδου αναφοράς κατά την οποία εφαρμόζονται οι
τροποποιήσεις για πρώτη φορά.
γ) Οι τροποποιήσεις των παραγράφων 33E–33H και η τροποποίηση της
παραγράφου 52 εφαρμόζονται, αφενός, στις συναλλαγές που αφορούν παροχές που
εξαρτώνται από την αξία των μετοχών και είναι μη επενδεδυμένες (ή
επενδεδυμένες, αλλά μη ασκηθείσες), κατά την ημερομηνία πρώτης εφαρμογής των
τροποποιήσεων από την οικονομική οντότητα και, αφετέρου, στις συναλλαγές που
αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών με ημερομηνία
παραχώρησης κατά την ημερομηνία πρώτης εφαρμογής των τροποποιήσεων από την
οικονομική οντότητα, ή μετά από αυτήν. Για μη επενδεδυμένες (ή
επενδεδυμένες, αλλά μη ασκηθείσες) συναλλαγές που αφορούν παροχές που
εξαρτώνται από την αξία των μετοχών (ή τα στοιχεία αυτών), που παλαιότερα
κατατάσσονταν στις παροχές που εξαρτώνται από την αξία των μετοχών και
διακανονίζονται σε μετρητά, όμως τώρα κατατάσσονται στις παροχές που
διακανονίζονται με συμμετοχικούς τίτλους σύμφωνα με τις τροποποιήσεις, μια
οικονομική οντότητα επανακατατάσσει τη λογιστική αξία της υποχρέωσης παροχής
που εξαρτάται από την αξία των μετοχών στα ίδια κεφάλαια κατά την ημερομηνία
πρώτης εφαρμογής των τροποποιήσεων.
59B Παρά τις απαιτήσεις της παραγράφου 59A, μια οικονομική οντότητα μπορεί
να εφαρμόζει αναδρομικά τις τροποποιήσεις της παραγράφου 63Δ, υπό την
επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων των παραγράφων 53–59 του παρόντος
Προτύπου, σύμφωνα με το ΔΛΠ 8 Λογιστικές πολιτικές, μεταβολές των λογιστικών
εκτιμήσεων και λάθη, εάν και μόνον εφόσον είναι εφικτό χωρίς εκ των υστέρων
αποκτηθείσα γνώση. Εάν μια οντότητα επιλέξει την αναδρομική εφαρμογή, πρέπει
να εφαρμόσει αναδρομικά όλες τις τροποποιήσεις του εγγράφου Κατάταξη και
επιμέτρηση συναλλαγών που αφορούν παροχές που εξαρτώνται από την αξία των
μετοχών (Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 2).
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ
…
63. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει αναδρομικά τις ακόλουθες τροποποιήσεις,
που επήλθαν με το έγγραφο Συναλλαγές ομίλων που αφορούν παροχές που
εξαρτώνται από την αξία των μετοχών και διακανονίζονται σε μετρητά, που
εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2009, υπό την επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων
των παραγράφων 53–59, σύμφωνα με το ΔΛΠ 8, για τις λογιστικές χρήσεις που
αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2010 ή μετά την ημερομηνία αυτή:
α) …
…
63Δ Με το έγγραφο Κατάταξη και επιμέτρηση συναλλαγών που αφορούν παροχές που
εξαρτώνται από την αξία των μετοχών (Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 2), που εκδόθηκε
τον Ιούνιο του 2016, τροποποιήθηκαν οι παράγραφοι 19, 30–31, 33, 52 και 63
και προστέθηκαν οι παράγραφοι 33A–33H, 59A–59B, 63Δ και B44A–B44Γ και οι
αντίστοιχες επικεφαλίδες τους. Μια οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις
τροποποιήσεις αυτές για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου
2018 ή μεταγενέστερα. Επιτρέπεται η εφαρμογή νωρίτερα. Αν η οικονομική
οντότητα εφαρμόσει τις τροποποιήσεις αυτές για προγενέστερη περίοδο,
γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.
Στο προσάρτημα Β, προστίθενται οι παράγραφοι Β44Α–Β44Γ και η αντίστοιχη
επικεφαλίδα τους.
Λογιστικοποίηση τροποποίησης συναλλαγής που αφορά παροχή που εξαρτάται από
την αξία των μετοχών, η οποία επανακατατάσσεται από διακανονιζόμενη σε
μετρητά σε διακανονιζόμενη με συμμετοχικούς τίτλους
B44A Εάν τροποποιηθούν οι όροι και οι προϋποθέσεις μιας συναλλαγής που αφορά
παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών και διακανονίζεται σε μετρητά,
με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε συναλλαγή που αφορά παροχή που εξαρτάται από
την αξία των μετοχών και διακανονίζεται με συμμετοχικούς τίτλους, η
συναλλαγή λογιστικοποιείται ως τέτοια από την ημερομηνία της τροποποίησης.
Συγκεκριμένα:
α) Η συναλλαγή που αφορά παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών και
διακανονίζεται με συμμετοχικούς τίτλους επιμετράται με αναφορά στην εύλογη
αξία των συμμετοχικών τίτλων που παραχωρήθηκαν κατά την ημερομηνία της
τροποποίησης. Η συναλλαγή που αφορά παροχή που εξαρτάται από την αξία των
μετοχών και διακανονίζεται με συμμετοχικούς τίτλους αναγνωρίζεται στα ίδια
κεφάλαια κατά την ημερομηνία της τροποποίησης, στον βαθμό που έχουν ληφθεί
τα αγαθά ή οι υπηρεσίες.
β) Η υποχρέωση για τη συναλλαγή που αφορά παροχή που εξαρτάται από την αξία
των μετοχών και διακανονίζεται σε μετρητά κατά την ημερομηνία της
τροποποίησης παύει να αναγνωρίζεται από εκείνη την ημερομηνία.
γ) Κάθε διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας της μη αναγνωρισμένης υποχρέωσης
και του ποσού των συμμετοχικών τίτλων που αναγνωρίζεται κατά την ημερομηνία
τροποποίησης αναγνωρίζεται αμέσως στα αποτελέσματα.
B44B Εάν, ως επακόλουθο της τροποποίησης, η περίοδος κατοχύρωσης παραταθεί ή
συντομευθεί, η εφαρμογή των απαιτήσεων της παραγράφου B44A εμφανίζει την
τροποποιηθείσα περίοδο κατοχύρωσης. Οι απαιτήσεις της παραγράφου B44A
ισχύουν ακόμη και αν η τροποποίηση συμβεί μετά την περίοδο κατοχύρωσης.
B44Γ Μια συναλλαγή που αφορά παροχή που εξαρτάται από την αξία των μετοχών
και διακανονίζεται σε μετρητά μπορεί να ακυρωθεί ή να διακανονιστεί (εκτός
από συναλλαγή που ακυρώνεται διά της κατάπτωσης, όταν δεν πληρούνται οι
προϋποθέσεις της κατοχύρωσης). Εάν κατά την ημερομηνία της παραχώρησης των
συμμετοχικών τίτλων, η οικονομική οντότητα χαρακτηρίσει τους συμμετοχικούς
τίτλους ως συμμετοχικούς τίτλους που αντικαθιστούν την ακυρωθείσα παροχή που
εξαρτάται από την αξία των μετοχών και διακανονίζεται σε μετρητά, η
οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις παραγράφους B44A και B44B.
Κανονισμός (ΕΕ) 2018/400 της Επιτροπής της 14ης Μαρτίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 40
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/400 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 14ης Μαρτίου 2018
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση
ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.
1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το
Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 40
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2)
υιοθετήθηκαν ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις 15 Οκτωβρίου
2008.
(2) Στις 8 Δεκεμβρίου 2016, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
δημοσίευσε τις τροποποιήσεις του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου (ΔΛΠ) 40
Επενδύσεις σε ακίνητα. Οι τροποποιήσεις αποσαφηνίζουν πότε επιτρέπεται σε
μια επιχείρηση να αναταξινομεί ένα ακίνητο στην (ή από την) κατηγορία «επενδύσεις
σε ακίνητα».
(3) Κατόπιν των διαβουλεύσεων με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για
θέματα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι
οι τροποποιήσεις του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου (ΔΛΠ) 40 πληρούν τα
κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ)
αριθ. 1606/2002.
(4) Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ.
1126/2008.
(5) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008, το Διεθνές Λογιστικό
Πρότυπο (ΔΛΠ) 40 Επενδύσεις σε ακίνητα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα
του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το
αργότερο από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή
του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2018.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου
2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Μεταφορές επενδύσεων σε ακίνητα
(τροποποιήσεις του ΔΛΠ 40)
Τροποποιήσεις του ΔΛΠ 40 Επενδύσεις σε ακίνητα
Τροποποιούνται οι παράγραφοι 57–58.
ΜΕΤΑΦΟΡΈΣ
57. Η οικονομική οντότητα μεταφέρει ένα ακίνητο προς ή από τις επενδύσεις σε
ακίνητα όταν, και μόνον όταν, υπάρχει μεταβολή στη χρήση.
Μεταβολή στη χρήση υπάρχει όταν το ακίνητο πληροί, ή παύει να πληροί, τον
ορισμό της επένδυσης σε ακίνητα και υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για τη
μεταβολή της χρήσης. Η αλλαγή των προθέσεων της διοίκησης της οντότητας για
τη χρήση ενός ακινήτου δεν αποτελεί αφ' εαυτής αποδεικτικό στοιχείο
μεταβολής της χρήσης του. Παραδείγματα αποδεικτικών στοιχείων μεταβολής της
χρήσης είναι, μεταξύ άλλων, τα εξής:
α) η έναρξη ιδιόχρησης από τον ιδιοκτήτη, ή αξιοποίησης ενόψει της
ιδιόχρησης από τον ιδιοκτήτη, όταν πρόκειται για μεταφορά από τις επενδύσεις
σε ακίνητα στα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα·
β) η έναρξη αξιοποίησης με σκοπό την πώληση, όταν πρόκειται για μεταφορά από
τις επενδύσεις σε ακίνητα στα αποθέματα·
γ) το πέρας της ιδιόχρησης από τον ιδιοκτήτη, όταν πρόκειται για μεταφορά
από ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα στις επενδύσεις σε ακίνητα· και
δ) η έναρξη λειτουργικής μίσθωσης σε τρίτον, όταν πρόκειται για μεταφορά από
τα αποθέματα στις επενδύσεις σε ακίνητα.
ε) [διαγράφηκε]
58. Όταν η οικονομική οντότητα αποφασίσει να διαθέσει μια επένδυση σε
ακίνητα χωρίς αξιοποίηση, συνεχίζει να λογίζει το ακίνητο ως επένδυση σε
ακίνητα μέχρι την παύση αναγνώρισής του (διαγραφή από την κατάσταση
οικονομικής θέσης) και δεν το ανακατατάσσει ως απόθεμα. Ομοίως, αν η
οικονομική οντότητα αρχίσει να ανακατασκευάζει υπάρχουσα επένδυση σε ακίνητα
για συνεχιζόμενη μελλοντική χρήση ως επένδυση, το ακίνητο εξακολουθεί να
λογίζεται ως επένδυση και δεν ανακατατάσσεται ως ιδιοχρησιμοποιούμενο
ακίνητο κατά τη διάρκεια της ανακατασκευής.
…
Προστίθενται οι παράγραφοι 84Γ–84E και ο αντίστοιχος τίτλος τους, καθώς και
η παράγραφος 85Ζ.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
…
Μεταφορές επενδύσεων σε ακίνητα
84Γ Με το έγγραφο Μεταφορές επενδύσεων σε ακίνητα (τροποποιήσεις του ΔΛΠ
40), που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, τροποποιήθηκαν οι παράγραφοι
57–58. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις εν λόγω τροποποιήσεις στις
μεταβολές της χρήσης που λαμβάνουν χώρα κατά την, ή μετά την, έναρξη της
ετήσιας περιόδου αναφοράς κατά την οποία η οικονομική οντότητα εφαρμόζει για
πρώτη φορά τις τροποποιήσεις (ημερομηνία αρχικής εφαρμογής). Κατά την
ημερομηνία αρχικής εφαρμογής, η οικονομική οντότητα επανεκτιμά την κατάταξη
των ακινήτων που κατέχει κατά την ημερομηνία αυτή και, κατά περίπτωση,
ανακατατάσσει τα ακίνητα εφαρμόζοντας τις παραγράφους 7–14, ώστε να
αντικατοπτρίζονται οι συνθήκες που υφίστανται κατά την ημερομηνία αυτή.
84Δ Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις της παραγράφου 84Γ, η οικονομική
οντότητα επιτρέπεται να εφαρμόζει τις τροποποιήσεις των παραγράφων 57–58
αναδρομικά σύμφωνα με το ΔΛΠ 8 εάν, και μόνον εάν, αυτό είναι εφικτό χωρίς
τη χρήση εκ των υστέρων αποκτηθείσας γνώσης.
84E Εάν, σύμφωνα με την παράγραφο 84Γ, η οικονομική οντότητα ανακατατάσσει
ακίνητα κατά την ημερομηνία της αρχικής εφαρμογής, η οντότητα:
α) αιτιολογεί την ανακατάταξη εφαρμόζοντας τις απαιτήσεις των παραγράφων
59–64. Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 59–64, η οικονομική οντότητα:
i) θεωρεί κάθε αναφορά στην ημερομηνία μεταβολής της χρήσης ως ημερομηνία
αρχικής εφαρμογής· και
ii) αναγνωρίζει κάθε ποσό που, σύμφωνα με τις παραγράφους 59–64, θα είχε
αναγνωριστεί στα αποτελέσματα ως προσαρμογή στο υπόλοιπο έναρξης των κερδών
εις νέον κατά την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής.
β) γνωστοποιεί τα ποσά που ανακατατάσσονται προς ή από τις επενδύσεις σε
ακίνητα σύμφωνα με την παράγραφο 84Γ. Η οικονομική οντότητα γνωστοποιεί τα
ποσά αυτά που ανακατατάσσονται ως μέρος της συμφωνίας της λογιστικής αξίας
της επένδυσης σε ακίνητα κατά την έναρξη και τη λήξη της περιόδου, όπως
απαιτείται βάσει των παραγράφων 76 και 79.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ
…
85Ζ Με το έγγραφο Μεταφορές επενδύσεων σε ακίνητα (τροποποιήσεις του ΔΛΠ
40), που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, τροποποιήθηκαν οι παράγραφοι 57–58
και προστέθηκαν οι παράγραφοι 84Γ–84E. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει τις
τροποποιήσεις αυτές για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου
2018 ή μεταγενέστερα. Επιτρέπεται η εφαρμογή νωρίτερα. Εάν η οικονομική
οντότητα εφαρμόσει τις εν λόγω τροποποιήσεις για προγενέστερη περίοδο,
γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.
Κανονισμός (ΕΕ) 2018/498 της Επιτροπής της 22ας Μαρτίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/498 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 22ας Μαρτίου 2018
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση
ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.
1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το
Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2)
υιοθετήθηκαν ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις
15 Οκτωβρίου 2008.
(2) Στις 12 Οκτωβρίου 2017, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
δημοσίευσε τροποποιήσεις στο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
(ΔΠΧΑ) 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα Χαρακτηριστικά προεξόφλησης με αρνητική
αντιστάθμιση. Σκοπός των τροποποιήσεων είναι να αποσαφηνιστεί η κατάταξη
συγκεκριμένων προεξοφλούμενων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων,
όταν εφαρμόζεται το ΔΠΧΑ 9.
(3) Κατόπιν διαβουλεύσεων με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για θέματα
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι τροποποιήσεις του
ΔΠΧΑ 9 πληρούν τα κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2
του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(4) Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ.
1126/2008.
(5) Το IASB καθόρισε ότι η ημερομηνία έναρξης ισχύος των τροποποιήσεων είναι
η 1η Ιανουαρίου 2019, επιτρέπεται όμως η εφαρμογή νωρίτερα.
(6) Εφόσον ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/2067 της Επιτροπής (3) είναι
εφαρμοστέος για οικονομικά έτη που αρχίζουν το αργότερο την 1η Ιανουαρίου
2018 ή μεταγενέστερα, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν
το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9 Χρηματοοικονομικά
Μέσα, όπως τροποποιείται με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από την
ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/2067. Επομένως, οι
επιχειρήσεις θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος
κανονισμού για οικονομικά έτη που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή
μεταγενέστερα.
(7) Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/2067 τέθηκε σε ισχύ στις
12 Δεκεμβρίου 2016, προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια, ο παρών κανονισμός
θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ το συντομότερο δυνατόν.
(8) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008, το Διεθνές Πρότυπο
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα τροποποιείται
σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το
αργότερο από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μεταγενέστερα.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2018.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου
2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
(3) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/2067 της Επιτροπής, της 22ας Νοεμβρίου
2016, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την
υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό
(ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον
αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΕΕ L 323 της
29.11.2016, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Χαρακτηριστικά προεξόφλησης με αρνητική αντιστάθμιση
(Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 9)
Τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα
Προστίθεται η παράγραφος 7.1.7 Προστίθενται νέα επικεφαλίδα και οι
παράγραφοι 7.2.29 – 7.2.34.
Κεφάλαιο 7 Ημερομηνία έναρξης ισχύος και μεταβατική περίοδος
7.1 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ
…
7.1.7. Με τα Χαρακτηριστικά προεξόφλησης με αρνητική αντιστάθμιση
(τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 9) που εκδόθηκαν τον Οκτώβριο του 2017, προστέθηκαν
οι παράγραφοι 7.2.29 – 7.2.34 και B4.1.12A και τροποποιήθηκαν οι παράγραφοι
Β4.1.11 στοιχείο β) και Β4.1.12 στοιχείο β). Οι οικονομικές οντότητες
εφαρμόζουν τις παρούσες τροποποιήσεις για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν την
1η Ιανουαρίου 2019 ή αργότερα. Επιτρέπεται η εφαρμογή για προγενέστερη
περίοδο. Εάν μια οικονομική οντότητα εφαρμόσει τις παρούσες τροποποιήσεις
για προγενέστερη περίοδο, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.
7.2 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
…
Μεταβατική περίοδος για τα Χαρακτηριστικά προεξόφλησης με αρνητική
αντιστάθμιση
7.2.29. Μια οικονομική οντότητα εφαρμόζει Χαρακτηριστικά προεξόφλησης με
αρνητική αντιστάθμιση (τροποποιήσεις του ΔΠΧΑ 9) αναδρομικά, σύμφωνα με το
ΔΛΠ 8, με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται στις παραγράφους 7.2.30 – 7.2.34.
7.2.30. Μια οικονομική οντότητα που εφαρμόζει για πρώτη φορά τις παρούσες
τροποποιήσεις ταυτόχρονα με την εφαρμογή για πρώτη φορά του παρόντος
Προτύπου, εφαρμόζει τις παραγράφους 7.2.1 – 7.2.28, αντί των παραγράφων
7.2.31 – 7.2.34.
7.2.31. Μια οικονομική οντότητα που εφαρμόζει για πρώτη φορά τις παρούσες
τροποποιήσεις μετά την εφαρμογή για πρώτη φορά του παρόντος Προτύπου,
εφαρμόζει τις παραγράφους 7.2.32 – 7.2.34. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει
και τις άλλες μεταβατικές απαιτήσεις του παρόντος Προτύπου που είναι
αναγκαίες για την εφαρμογή των παρουσών τροποποιήσεων. Για τον σκοπό αυτό,
οι αναφορές στην ημερομηνία της αρχικής εφαρμογής νοούνται ως αναφερόμενες
στην αρχή της περιόδου αναφοράς κατά την οποία μια οικονομική οντότητα
εφαρμόζει για πρώτη φορά τις παρούσες τροποποιήσεις (ημερομηνία αρχικής
εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων).
7.2.32. Όσον αφορά τον προσδιορισμό χρηματοοικονομικού περιουσιακού
στοιχείου ή χρηματοοικονομικής υποχρέωσης ως επιμετρούμενων στην εύλογη αξία
μέσω των αποτελεσμάτων, μια οντότητα:
α) ανακαλεί τον προηγούμενο προσδιορισμό ενός χρηματοοικονομικού
περιουσιακού στοιχείου ως επιμετρούμενου στην εύλογη αξία μέσω των
αποτελεσμάτων εάν ο εν λόγω προσδιορισμός είχε γίνει παλαιότερα σύμφωνα με
τον όρο στην παράγραφο 4.1.5 αλλά ο όρος αυτός δεν πληρούται πλέον ως
αποτέλεσμα της εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων·
β) δύναται να προσδιορίσει ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο ως
επιμετρούμενο στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων εάν ο εν λόγω
προσδιορισμός δεν θα πληρούσε παλαιότερα τον όρο της παραγράφου 4.1.5 αλλά
πλέον ο εν λόγω όρος πληρούται ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των παρουσών
τροποποιήσεων·
γ) ανακαλεί τον προηγούμενο προσδιορισμό μιας χρηματοοικονομικής υποχρέωσης
ως επιμετρούμενης στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων εάν ο εν λόγω
προσδιορισμός είχε γίνει παλαιότερα σύμφωνα με τον όρο στην παράγραφο 4.2.2
στοιχείο α) αλλά ο εν λόγω όρος δεν πληρούται πλέον ως αποτέλεσμα της
εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων· και
δ) δύναται να προσδιορίσει μία χρηματοοικονομική υποχρέωση ως επιμετρούμενη
στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων εάν ο εν λόγω προσδιορισμός δεν θα
πληρούσε παλαιότερα τον όρο της παραγράφου 4.2.2 α) αλλά πλέον ο εν λόγω
όρος πληρούται ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων·
Ο εν λόγω προσδιορισμός και η εν λόγω ανάκληση γίνονται σύμφωνα με τα
γεγονότα και τις περιστάσεις που ισχύουν κατά την ημερομηνία της αρχικής
εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων. Η κατάταξη αυτή εφαρμόζεται
αναδρομικά.
7.2.33. Μια οικονομική οντότητα δεν απαιτείται να αναπροσαρμόσει
προηγούμενες περιόδους ώστε να αντικατοπτρίζουν την εφαρμογή των παρουσών
τροποποιήσεων. Η οικονομική οντότητα δύναται να αναπροσαρμόσει προηγούμενες
περιόδους εάν, και μόνο εάν, αυτό είναι εφικτό χωρίς τη χρήση εκ των υστέρων
αποκτηθείσας γνώσης και οι επαναδιατυπωμένες οικονομικές καταστάσεις
αντικατοπτρίζουν όλες τις απαιτήσεις του παρόντος Προτύπου. Εάν μια
οικονομική οντότητα δεν αναπροσαρμόζει προηγούμενες περιόδους, η οικονομική
οντότητα αναγνωρίζει τυχόν διαφορές ανάμεσα στην προηγούμενη λογιστική αξία
και τη λογιστική αξία στην αρχή της ετήσιας περιόδου αναφοράς που
περιλαμβάνει την ημερομηνία της αρχικής εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων
στο υπόλοιπο έναρξης των κερδών εις νέον (ή σε άλλο συστατικό στοιχείο των
ιδίων κεφαλαίων, κατά περίπτωση) της ετήσιας περιόδου αναφοράς που
περιλαμβάνει την ημερομηνία της αρχικής εφαρμογής των παρουσών
τροποποιήσεων.
7.2.34. Κατά την περίοδο αναφοράς που περιλαμβάνει την ημερομηνία αρχικής
εφαρμογής των παρουσών τροποποιήσεων, η οικονομική οντότητα γνωστοποιεί τις
ακόλουθες πληροφορίες κατά την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής για κάθε
κατηγορία χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου και χρηματοοικονομικής
υποχρέωσης που έχει επηρεαστεί από τις παρούσες τροποποιήσεις:
α) την προηγούμενη κατηγορία επιμέτρησης και τη λογιστική αξία που
καθορίστηκε αμέσως πριν από την εφαρμογή των παρουσών τροποποιήσεων·
β) τη νέα κατηγορία επιμέτρησης και τη λογιστική αξία που καθορίστηκε μετά
την εφαρμογή των παρουσών τροποποιήσεων·
γ) τη λογιστική αξία όλων των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και
χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων στην κατάσταση οικονομικής θέσης που
προσδιορίστηκαν προηγουμένως ως επιμετρούμενα στην εύλογη αξία μέσω των
αποτελεσμάτων, αλλά πλέον δεν προσδιορίζονται έτσι· και
δ) τους λόγους προσδιορισμού ή αποπροσδιορισμού χρηματοοικονομικών
περιουσιακών στοιχείων ή χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που επιμετρώνται
στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων.
Στο προσάρτημα Β τροποποιούνται οι παράγραφοι B4.1.11 στοιχείο β) και
B4.1.12 στοιχείο β) Προστίθεται η παράγραφος B4.1.12A. Η παράγραφος B4.1.10
δεν τροποποιήθηκε αλλά συμπεριλήφθηκε χάριν ευκολίας.
ΚΑΤΑΤΑΞΗ (ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4)
Κατάταξη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων (ενότητα 4.1)
…
Συμβατικές ταμειακές ροές που αποτελούν αποκλειστικά πληρωμές κεφαλαίου και
τόκων επί του ανεξόφλητου υπολοίπου κεφαλαίου
…
Συμβατικοί όροι που μεταβάλλουν τον χρόνο ή το ποσό των συμβατικών ταμειακών
ροών
B4.1.10 Εάν ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο περιλαμβάνει
συμβατικό όρο ο οποίος θα μπορούσε να μεταβάλει τον χρόνο ή το ποσό των
συμβατικών ταμειακών ροών (για παράδειγμα, εάν το περιουσιακό στοιχείο
μπορεί να προεξοφληθεί πριν από τη λήξη του ή εάν μπορεί να επεκταθεί η
διάρκειά του), η οικονομική οντότητα πρέπει να καθορίσει αν οι συμβατικές
ταμειακές ροές που θα μπορούσαν να προκύψουν κατά τη διάρκεια ζωής του μέσου
λόγω του συγκεκριμένου συμβατικού όρου αποτελούν αποκλειστικά πληρωμές
κεφαλαίου και τόκων επί του ανεξόφλητου υπολοίπου κεφαλαίου. Για την ανωτέρω
απόφαση, η οικονομική οντότητα πρέπει να εκτιμήσει τις συμβατικές ταμειακές
ροές οι οποίες θα μπορούσαν να προκύψουν τόσο πριν όσο και μετά τη μεταβολή
των συμβατικών ταμειακών ροών. Επίσης, η οικονομική οντότητα χρειάζεται
ενδεχομένως να εκτιμήσει τη φύση τυχόν ενδεχόμενου γεγονότος (δηλαδή του
παράγοντα ενεργοποίησης) που θα μετέβαλε τον χρόνο ή το ποσό των συμβατικών
ταμειακών ροών. Παρότι η ίδια η φύση του ενδεχόμενου γεγονότος δεν συνιστά
καθοριστικό παράγοντα για την εκτίμηση του κατά πόσον οι συμβατικές
ταμειακές ροές αποτελούν αποκλειστικά πληρωμές κεφαλαίου και τόκων, μπορεί
να αποτελεί ένδειξη. Για παράδειγμα, ας συγκρίνουμε ένα χρηματοοικονομικό
μέσο με επιτόκιο το οποίο αναπροσαρμόζεται προς τα επάνω όταν ο οφειλέτης
δεν καταβάλλει έναν συγκεκριμένο αριθμό πληρωμών έναντι ενός
χρηματοοικονομικού μέσου με επιτόκιο το οποίο αναπροσαρμόζεται προς τα επάνω
όταν ένας καθορισμένος δείκτης μετοχών ανέλθει σε συγκεκριμένο επίπεδο. Στην
πρώτη περίπτωση είναι πιθανότερο ότι οι συμβατικές ταμειακές ροές κατά τη
διάρκεια ζωής του μέσου θα αποτελούν αποκλειστικά πληρωμές κεφαλαίου και
τόκων επί του ανεξόφλητου υπολοίπου κεφαλαίου λόγω της σχέσης μεταξύ των μη
καταβληθέντων πληρωμών και της αύξησης του πιστωτικού κινδύνου. (Βλέπε
επίσης παράγραφο Β4.1.18.)
B4.1.11 Ακολουθούν παραδείγματα συμβατικών όρων από τους οποίους προκύπτουν
συμβατικές ταμειακές ροές που αποτελούν αποκλειστικά πληρωμές κεφαλαίου και
τόκων επί του ανεξόφλητου υπολοίπου κεφαλαίου:
α) κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο περιλαμβάνει αντάλλαγμα για τη διαχρονική
αξία του χρήματος, για τον πιστωτικό κίνδυνο που συνδέεται με το ανεξόφλητο
υπόλοιπο κεφαλαίου κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου (το
αντάλλαγμα για τον πιστωτικό κίνδυνο μπορεί να καθορίζεται μόνο στην αρχική
αναγνώριση και συνεπώς είναι σταθερό) και για άλλους βασικούς κινδύνους και
έξοδα δανεισμού, καθώς και ένα περιθώριο κέρδους·
β) συμβατικός όρος ο οποίος επιτρέπει στον εκδότη (δηλαδή στον οφειλέτη) να
προεξοφλήσει έναν χρεωστικό τίτλο ή επιτρέπει στον κάτοχο (δηλαδή στον
πιστωτή) να επιστρέψει έναν χρεωστικό τίτλο στον εκδότη πριν από τη λήξη και
το ποσό προεξόφλησης αντιπροσωπεύει στην ουσία μη καταβληθέντα ποσά
κεφαλαίου και τόκων επί του ανεξόφλητου υπολοίπου κεφαλαίου, τα οποία
ενδέχεται να περιλαμβάνουν εύλογη αποζημίωση για την πρόωρη λύση της
σύμβασης· και
γ) συμβατικός όρος ο οποίος επιτρέπει στον εκδότη ή στον κάτοχο να
επεκτείνει τον συμβατικό όρο ενός χρεωστικού τίτλου (δηλαδή δικαίωμα
επέκτασης) και από τους όρους του δικαιώματος επέκτασης προκύπτουν
συμβατικές ταμειακές ροές κατά τη διάρκεια της περιόδου επέκτασης, οι οποίες
αποτελούν αποκλειστικά πληρωμές κεφαλαίου και τόκων επί του ανεξόφλητου
υπολοίπου κεφαλαίου, ενώ ενδέχεται να περιλαμβάνουν εύλογη πρόσθετη
αποζημίωση για την επέκταση της σύμβασης.
B4.1.12 Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο Β4.1.10, ένα χρηματοοικονομικό
περιουσιακό στοιχείο το οποίο διαφορετικά θα πληρούσε τον όρο των παραγράφων
4.1.2 στοιχείο β) και 4.1.2Α στοιχείο β) αλλά δεν τον πληροί αποκλειστικά
επειδή ένας συμβατικός όρος επιτρέπει στον εκδότη (ή απαιτεί από αυτόν) να
προεξοφλήσει έναν χρεωστικό τίτλο ή επιτρέπει στον κάτοχο (ή απαιτεί από
αυτόν) να επιστρέψει έναν χρεωστικό τίτλο στον εκδότη πριν από τη λήξη,
μπορεί να επιμετράται στο αποσβεσμένο κόστος ή στην εύλογη αξία μέσω των
λοιπών συνολικών εσόδων [εφόσον πληροί τον όρο της παραγράφου 4.1.2 στοιχείο
α) ή τον όρο της παραγράφου 4.1.2Α στοιχείο α)] εάν:
α) η οικονομική οντότητα αποκτά ή δημιουργεί το χρηματοοικονομικό
περιουσιακό στοιχείο υπέρ το άρτιο ή υπό το άρτιο έναντι του συμβατικού
ονομαστικού ποσού·
β) το ποσό της προεξόφλησης αντιπροσωπεύει ουσιαστικά το συμβατικό
ονομαστικό ποσό και τους δεδουλευμένους (αλλά μη καταβληθέντες) συμβατικούς
τόκους, το οποίο ενδέχεται να περιλαμβάνει εύλογη αποζημίωση για την πρόωρη
λύση της σύμβασης· και
γ) κατά την αρχική αναγνώριση του χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου
από την οικονομική οντότητα, η εύλογη αξία του χαρακτηριστικού της
προεξόφλησης είναι ασήμαντη.
B4.1.12A Για την εφαρμογή των παραγράφων Β4.1.11 στοιχείο β) και Β4.1.12
στοιχείο β), ανεξάρτητα από το συμβάν ή την περίσταση που προκαλεί την
πρόωρη λύση της σύμβασης, ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταβάλει ή να
λάβει εύλογη αποζημίωση για την εν λόγω πρόωρη λύση. Για παράδειγμα, ένα
συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταβάλει ή να λάβει εύλογη αποζημίωση όταν
επιλέξει να καταγγείλει πρόωρα τη σύμβαση (ή αν προκαλέσει τη λύση της
σύμβασης με άλλο τρόπο).
Κανονισμός (ΕΕ) 2018/519 της Επιτροπής της 28ης Μαρτίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη Διερμηνεία 22 της Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/519 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 28ης Μαρτίου 2018
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση
ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.
1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη
Διερμηνεία 22 της Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2)
υιοθετήθηκαν ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις
15 Οκτωβρίου 2008.
(2) Στις 8 Δεκεμβρίου 2016, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
εξέδωσε τη Διερμηνεία 22 Συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολές της
Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΕΔΔΠΧΑ 22). Με τη Διερμηνεία αποσαφηνίζεται η λογιστική αντιμετώπιση των
συναλλαγών που περιλαμβάνουν την είσπραξη ή την πληρωμή προκαταβολής
τιμήματος σε ξένο νόμισμα.
(3) Η διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για θέματα
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς επιβεβαιώνει ότι η Διερμηνεία ΕΔΔΠΧΑ 22 πληροί
τα κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού
(ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(4) Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ.
1126/2008.
(5) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008, παρεμβάλλεται η Διερμηνεία ΕΔΔΠΧΑ 22 Συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολές, σύμφωνα με
το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το
αργότερο από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 28 Μαρτίου 2018.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου
2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Διερμηνεία ΕΔΔΠΧΑ 22
Συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολές
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
— Εννοιολογικό πλαίσιο για τη χρηματοοικονομική αναφορά
— ΔΛΠ 8 Λογιστικές πολιτικές, μεταβολές των λογιστικών εκτιμήσεων και λάθη
— ΔΛΠ 21 Οι επιδράσεις μεταβολών των τιμών συναλλάγματος
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
1. Η παράγραφος 21 του ΔΛΠ 21 Οι Επιδράσεις των Μεταβολών στις Τιμές
Συναλλάγματος απαιτεί μια οικονομική οντότητα να αναφέρει μια συναλλαγή σε
ξένο νόμισμα, κατά την αρχική αναγνώριση στο νόμισμα λειτουργίας της,
εφαρμόζοντας στο ποσό του ξένου νομίσματος, την τρέχουσα συναλλαγματική
ισοτιμία μεταξύ του νομίσματος λειτουργίας και του ξένου νομίσματος (η
συναλλαγματική ισοτιμία) κατά την ημερομηνία της συναλλαγής. Η παράγραφος 22
του ΔΛΠ 21 ορίζει ότι η ημερομηνία της συναλλαγής είναι η ημερομηνία που η
συναλλαγή πληροί για πρώτη φορά τις προϋποθέσεις αναγνώρισης σύμφωνα με τα
ΔΠΧΑ (Πρότυπα).
2. Όταν η οικονομική οντότητα καταβάλλει ή εισπράττει τίμημα εκ των προτέρων
σε ξένο νόμισμα, αναγνωρίζει εν γένει ένα μη χρηματικό περιουσιακό στοιχείο
ή μη χρηματική υποχρέωση (1) πριν από την αναγνώριση του σχετικού
περιουσιακού στοιχείου, της δαπάνης ή του εσόδου. Το σχετικό περιουσιακό
στοιχείο, η δαπάνη ή το έσοδο (ή μέρος αυτού) είναι το ποσό που
αναγνωρίζεται με την εφαρμογή των σχετικών προτύπων, πράγμα που έχει ως
αποτέλεσμα τη μη αναγνώριση του μη χρηματικού περιουσιακού στοιχείου ή της
μη χρηματικής υποχρέωσης που προκύπτει από την προκαταβολή του τιμήματος.
3. Η Επιτροπή Διερμηνειών των ΔΠΧΑ (η Επιτροπή Διερμηνειών) έλαβε αρχικά
ερώτημα σχετικά με ποιον τρόπο μπορεί να προσδιοριστεί «η ημερομηνία της
συναλλαγής», εφαρμόζοντας τις παραγράφους 21-22 του ΔΛΠ 21 κατά την
αναγνώριση εσόδων. Το ερώτημα αφορούσε ειδικά περιπτώσεις στις οποίες μια
οικονομική οντότητα αναγνωρίζει μια μη χρηματική υποχρέωση που προκύπτει από
την είσπραξη προκαταβολής τιμήματος προτού αναγνωρίσει το σχετικό έσοδο. Στη
συζήτηση, η Επιτροπή Διερμηνειών σημείωσε ότι η είσπραξη ή η πληρωμή
προκαταβολής τιμήματος σε ξένο νόμισμα δεν περιορίζεται στις πράξεις που
αφορούν έσοδα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή Διερμηνειών αποφάσισε να
διευκρινίσει την ημερομηνία της συναλλαγής για τον σκοπό του καθορισμού της
συναλλαγματικής ισοτιμίας προς χρήση κατά την αρχική αναγνώριση των σχετικών
περιουσιακών στοιχείων, εξόδων ή εσόδων όταν μια οικονομική οντότητα έχει
προεισπράξει ή προκαταβάλει τίμημα σε ξένο νόμισμα.
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
4. Η παρούσα Διερμηνεία εφαρμόζεται σε συναλλαγή σε ξένο νόμισμα (ή μέρος
αυτής) όταν η οικονομική οντότητα αναγνωρίζει μη χρηματικό περιουσιακό
στοιχείο ή μη χρηματική υποχρέωση που προκύπτει από την πληρωμή ή είσπραξη
προκαταβολής τιμήματος προτού η οικονομική οντότητα αναγνωρίσει το σχετικό
περιουσιακό στοιχείο, έξοδο ή έσοδο (ή μέρος αυτού).
5. Η παρούσα Διερμηνεία δεν εφαρμόζεται όταν μια οικονομική οντότητα
επιμετρά το σχετικό περιουσιακό στοιχείο, έξοδο ή έσοδο κατά την αρχική
αναγνώριση:
α) στην εύλογη αξία· ή
β) στην εύλογη αξία του τιμήματος που καταβλήθηκε ή εισπράχθηκε σε
ημερομηνία διαφορετική από την ημερομηνία της αρχικής αναγνώρισης του μη
χρηματικού περιουσιακού στοιχείου ή της μη χρηματικής υποχρέωσης που
προκύπτει από την προκαταβολή του τιμήματος (για παράδειγμα, η επιμέτρηση
της υπεραξίας με την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 3 Συνενώσεις επιχειρήσεων).
6. Η οικονομική οντότητα δεν υποχρεούται να εφαρμόζει την παρούσα Διερμηνεία
σε:
α) φόρους εισοδήματος· ή
β) ασφαλιστήρια συμβόλαια (συμπεριλαμβανομένων των συμβολαίων αντασφάλισης)
που εκδίδει και συμβόλαια αντασφάλισης που κατέχει.
ΘΕΜΑ
7. Η παρούσα Διερμηνεία αφορά τον τρόπο καθορισμού της ημερομηνίας της
συναλλαγής για τον σκοπό του καθορισμού της συναλλαγματικής ισοτιμίας προς
χρήση στην αρχική αναγνώριση του σχετικού περιουσιακού στοιχείου, εξόδου ή
εσόδου (ή μέρους αυτού) κατά την παύση της αναγνώρισης μη χρηματικού
περιουσιακού στοιχείου ή μη χρηματικής υποχρέωσης που προκύπτει από την
πληρωμή ή την είσπραξη προκαταβολής τιμήματος σε ξένο νόμισμα.
ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ
8. Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 21-22 του ΔΛΠ 21, η ημερομηνία της
συναλλαγής για τον καθορισμό της συναλλαγματικής ισοτιμίας προς χρήση κατά
την αρχική αναγνώριση του σχετικού περιουσιακού στοιχείου, εξόδου ή εσόδου
(ή μέρους αυτού) είναι η ημερομηνία κατά την οποία η οικονομική οντότητα
αναγνωρίζει αρχικά το μη χρηματικό περιουσιακό στοιχείο ή τη μη χρηματική
υποχρέωση που προκύπτει από την πληρωμή ή την είσπραξη προκαταβολής
τιμήματος.
9. Εάν υπάρχουν πολλαπλές πληρωμές ή εισπράξεις προκαταβολών, η οικονομική
οντότητα καθορίζει μια ημερομηνία συναλλαγής για κάθε πληρωμή ή είσπραξη
προκαταβολής τιμήματος.
(1) Για παράδειγμα, η παράγραφος 106 του ΔΠΧΑ 15 Έσοδα από συμβάσεις
με πελάτες ορίζει ότι αν ένας πελάτης καταβάλλει τίμημα ή η οικονομική
οντότητα έχει δικαίωμα να λάβει ένα ποσό τιμήματος το οποίο είναι
ανεπιφύλακτο (ήτοι εισπρακτέο), προτού η οικονομική οντότητα μεταβιβάσει το
αγαθό ή την υπηρεσία στον πελάτη, η οικονομική οντότητα απεικονίζει τη
σύμβαση ως συμβατική υποχρέωση όταν η πληρωμή πραγματοποιείται ή καθίσταται
απαιτητή (όποιο είναι νωρίτερα).
Προσάρτημα Α
Ημερομηνία έναρξης ισχύος και μεταβατική περίοδος
Το παρόν προσάρτημα είναι αναπόσπαστο μέρος του ΔΠΧΑ 22 και έχει την ίδια ισχύ με τα άλλα μέρη του ΔΠΧΑ 22.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ
A1 Οι οικονομικές οντότητες εφαρμόζουν την παρούσα Διερμηνεία για τις
ετήσιες περιόδους αναφοράς που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή
μεταγενέστερα. Επιτρέπεται η εφαρμογή για προγενέστερη περίοδο. Αν η
οικονομική οντότητα εφαρμόσει την παρούσα Διερμηνεία για προγενέστερη
περίοδο, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
A2 Στην αρχική εφαρμογή, η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την παρούσα
Διερμηνεία είτε:
α) αναδρομικά εφαρμόζοντας το ΔΛΠ 8 Λογιστικές Πολιτικές, Μεταβολές των
Λογιστικών Εκτιμήσεων και Λάθη· είτε
β) μελλοντικά σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία, έξοδα και έσοδα που εμπίπτουν
στο πεδίο εφαρμογής της Διερμηνείας, τα οποία αναγνωρίστηκαν αρχικά κατά την
ή μετά από την:
i) έναρξη της περιόδου αναφοράς κατά την οποία η οικονομική οντότητα
εφαρμόζει για πρώτη φορά τη Διερμηνεία· ή
ii) έναρξη προγενέστερης περιόδου αναφοράς, όπου παρουσιάζονται ως
συγκριτικές πληροφορίες στις οικονομικές καταστάσεις της περιόδου αναφοράς
στην οποία η οικονομική οντότητα εφαρμόζει για πρώτη φορά τη Διερμηνεία.
A3 Η οικονομική οντότητα που εφαρμόζει την παράγραφο A2 στοιχείο β), κατά
την αρχική εφαρμογή, εφαρμόζει τη Διερμηνεία σε περιουσιακά στοιχεία, έξοδα
και έσοδα που αναγνωρίστηκαν αρχικά κατά την έναρξη, ή μετά την έναρξη της
καλυπτόμενης περιόδου αναφοράς στην παράγραφο A2 στοιχείο β) σημείο i) ή ii)
για την οποία η οικονομική οντότητα έχει αναγνωρίσει μη χρηματικά
περιουσιακά στοιχεία ή μη χρηματικές υποχρεώσεις που προκύπτουν από
προκαταβολή τιμήματος πριν από την εν λόγω ημερομηνία.
Προσάρτημα Β
Η τροποποίηση του παρόντος προσαρτήματος εφαρμόζεται για ετήσιες
περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα. Εάν η οντότητα εφαρμόσει την παρούσα Διερμηνεία για προγενέστερη περίοδο, η
τροποποίηση αυτή εφαρμόζεται για την εν λόγω προγενέστερη περίοδο.
Τροποποίηση του ΔΠΧΑ 1 Πρώτη Εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
Προστίθεται η παράγραφος 39ΚΘ.
39ΚΘ Η ΕΔΔΠΧΑ 22 Συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολές προσέθεσε την παράγραφο Δ36 και τροποποίησε την παράγραφο Δ1. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την εν λόγω τροποποίηση όταν εφαρμόζει την ΕΔΔΠΧΑ 22.
Τροποποιείται η παράγραφος Δ1 του προσαρτήματος Δ. Προστίθενται μία
επικεφαλίδα και η παράγραφος Δ36.
Δ1 Μια οικονομική οντότητα μπορεί να επιλέξει να χρησιμοποιήσει μία ή
περισσότερες από τις ακόλουθες εξαιρέσεις:
α) παροχές που εξαρτώνται από την αξία μετοχών (παράγραφοι Δ2 και Δ3)·
β) …
κ) προσδιορισμός συμβολαίων αγοράς ή πώλησης μη χρηματοοικονομικού στοιχείου
(παράγραφος Δ33)·
κα) έσοδο (παράγραφοι Δ34 και Δ35) και
κβ) συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολή τιμήματος (παράγραφος Δ36).
Συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολές
Δ36 Ο υιοθετών για πρώτη φορά δεν απαιτείται να εφαρμόζει την ΕΔΔΠΧΠ 22
Συναλλαγές σε ξένο νόμισμα και προκαταβολές σε περιουσιακά στοιχεία, έξοδα
και έσοδα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω Διερμηνείας τα οποία
είχαν αρχικά αναγνωρισθεί πριν από την ημερομηνία μετάβασης στα πρότυπα
ΔΠΧΑ.
ΔΕΔ 1784/2018 Αποδοχή: Συμπλοιοκτησία με σκάφος κάτω των 12 μέτρων και υπαγωγή σε βιβλία 1-1-2015 - Μη επιβολή τέλους επιτηδεύματος για 5 έτη
Θεσσαλονίκη 5/11/2018
Αριθμός απόφασης: 1784
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ : Α7' - Επανεξέτασης
Πληροφορίες: Κ. Μαβινίδου
Ταχ. Δ/νση: Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας: 54630 - Θεσ/νικη
Τηλέφωνο: 2313-333245
ΦΑΞ: 2313-333258
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπ' όψη:
1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ 1064/27-4-2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-4-2017).
2. Την ΠΟΛ 1069/04-03-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».
4. Την από 19/7/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της επί της οδού Συμπλοιοκτησίας « », ΑΦΜ , που εδρεύει στην αρ. ..., Τ.Κ , κατά της πράξης άμεσου προσδιορισμού τέλους επιτηδεύματος φορολογικού έτους 2017 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. που εκδόθηκε βάσει της υποβληθείσας με αρ /2018 δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.
5. Την ανωτέρω προσβαλλόμενη πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση.
6. Την έκθεση απόψεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ
7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του τμήματος Α7' - Επανεξέτασης της Υπηρεσίας μας όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο απόφασης.
Επί της από 19/7/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της Συμπλοιοκτησίας « », ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
Η προσφεύγουσα συμπλοιοκτησία κατέθεσε την με αρ /2018 δήλωση φορολογίας εισοδήματος Ν.Π. φορολογικού έτους 2017 από την εκκαθάριση της οποίας προέκυψε τέλος επιτηδεύματος ποσού 800,00 €, το οποίο βεβαιώθηκε με τον υπ'αιρθμ. ../../29-6-2018 χρηματικό κατάλογο (ΑΤΒ /2018).
Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης διότι, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1037/2017, οι αλιείς που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς κατ' αποκοπή καταβολής ΦΠΑ του άρθρου 40 του Κώδικα Φ.Π.Α. και από 1/1/2015 υποχρεούνται να τηρήσουν βιβλία και να ενταχτούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για πρώτη φορά, θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος για τα επόμενα πέντε (5) έτη από την ημερομηνία της μεταβολής.
Επειδή σύμφωνα με άρθρο 31 του ν .3986/2011, όπως τροποποιήθηκε με το ν.4484/2017, ορίζεται : «3. Εξαιρούνται από τις υποχρεώσεις καταβολής του τέλους, εκτός εάν πρόκειται για τουριστικούς τόπους, οι εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους σε χωριά με πληθυσμό έως πεντακόσιους (500) κατοίκους και σε νησιά κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους.
Επίσης εξαιρούνται ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και η ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών, καθώς και οι περιπτώσεις ατομικών επιχειρήσεων εφόσον για τον επιτηδευματία υπολείπονται τρία (3) έτη από το έτος της συνταξιοδότησής του. Ως έτος συνταξιοδότησης νοείται το 65ο έτος της ηλικίας. Επίσης, εξαιρούνται οι Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας με τη μορφή Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης ή Συνεταιρισμού Εργαζομένων, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών τους.»
Επειδή, με την ΠΟΛ.1206/2014 «Απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος των συμπλοιοκτησιών παράκτιας αλιείας και σπογγαλιείας, οι οποίες εκμεταλλεύονται σκάφη μήκους μέχρι 12 μέτρα.» ορίζεται : «1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 3986/2011 , οι επιτηδευματίες και οι ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα, εφόσον τηρούν βιβλία Β' ή Γ' κατηγορίας του ΚΒΣ (απλογραφικά ή διπλογραφικά), υποχρεούνται σε καταβολή ετήσιου τέλους επιτηδεύματος κι επομένως οι επιχειρήσεις που νομίμως έχουν απαλλαχθεί από την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων (βάση των διατάξεων του ΚΦΑΣ), απαλλάσσονται και από τέλος επιτηδεύματος.
2. Με αφορμή ερωτήματα που έχουν τεθεί στην υπηρεσία μας, σας γνωρίζουμε τα κατωτέρω:
Με το άρθρο 6 της ΑΥΟ - ΠΟΛ.1320/30-12-1998 , η οποία όπως διευκρινίστηκε με το Δ12Α 1079607 ΕΞ 2014 έγγραφο της Δ/νσης Βιβλίων και Στοιχείων (Δ15) ισχύει μέχρι σήμερα, οι επιχειρήσεις παράκτιας αλιείας και σπογγαλιείας, συμπεριλαμβανομένων και των συμπλοιοκτησιών και των κοινωνιών αστικού δικαίου, οι οποίες εκμεταλλεύονται σκάφη μήκους μέχρι 12 μέτρων, απαλλάσσονται από την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων.
3. Κατόπιν των ανωτέρω, προκύπτει ότι στις πιο πάνω επιχειρήσεις δεν επιβάλλεται τέλος επιτηδεύματος και σε όσες περιπτώσεις αυτό έχει ήδη βεβαιωθεί, οι φορολογούμενοι υποβάλλουν αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για διαγραφή του ποσού, όπως ορίζει η ΑΥΟ - ΠΟΛ. 1167/2011».
Επειδή στη συνέχεια εκδόθηκε η ΠΟΛ 1037/2017 του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με την οποία διευκρινίζεται ότι :
«4. Σύμφωνα με τις διατάξεις των ΕΛΠ, οι αλιείς που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς κατ' αποκοπή καταβολής ΦΠΑ του άρθρου 40 του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν. 2859/2000), από 01/01/2015 και μετά, είναι πλέον υπόχρεοι σε τήρηση λογιστικών βιβλίων και στην έκδοση στοιχείων, ενώ με το άρθρο 2 της Απόφασης ΓΓΔΕ - ΠΟΛ.1007/9.1.2015 , απαλλάσσονται μόνο από την ενημέρωση λογιστικών αρχείων (βιβλία) και με την Απόφαση ΓΓΔΕ - ΠΟΛ. 1002/31.12.2014 απαλλάσσονται από τη χρήση ΦΗΜ για την έκδοση αποδείξεων λιανικής.
5. Με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1053/2014 διευκρινίστηκε ότι, για τις ανάγκες εφαρμογής των διατάξεων της παραγρ. 3 του άρθρου 31 του Ν. 3986/2011 και όσον αφορά στην εξαίρεση από το τέλος επιτηδεύματος, για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ που θα τηρήσουν βιβλία και θα ενταχτούν στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ για πρώτη φορά, η ημερομηνία μεταβολής θεωρείται ως πρώτη έναρξη και από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη, θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος.
6. Κατ' ανάλογη εφαρμογή των ανωτέρω και για τους αλιείς του ειδικού κατ' αποκοπή καθεστώτος ΦΠΑ, που πραγματοποίησαν μεταβολή και από 01/01/2015 τηρούν υποχρεωτικά βιβλία και εκδίδουν στοιχεία, έστω κι αν απαλλάχτηκαν από την ενημέρωση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων), η ημερομηνία μεταβολής (01/01/2015) θεωρείται για την δραστηριότητα αυτή ως ημερομηνία πρώτης έναρξης, για την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων και από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη θα εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος.»
Επειδή στην υπό κρίση περίπτωση, η προσφεύγουσα συμπλοιοκτησία, η οποία απαλλάσσονταν από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων λόγω εκμετάλλευσης σκάφους μήκους κάτω των 12 μέτρων (ΠΟΛ 1206/2014), από 1/1/2015 πραγματοποίησε μεταβολή στο σύστημα Μητρώου της φορολογικής αρχής και τηρεί υποχρεωτικά βιβλία και στοιχεία, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ε.Λ.Π. (Ν.4308/2014).
Επειδή, η ημερομηνία μεταβολής (1/1/2015) θεωρείται για την προσφεύγουσα ως ημερομηνία πρώτης έναρξης για τη δραστηριότητά της, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις και ως εκ τούτου απαλλάσσεται από την επιβολή τέλους επιτηδεύματος από την ημερομηνία αυτή και για τα επόμενα πέντε (5) έτη. Επομένως, μη ορθώς επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα τέλος επιτηδεύματος για το φορολογικό έτος 2017 και ο σχετικός προβαλλόμενος ισχυρισμός της γίνεται αποδεκτός.
Αποφασίζουμε
την αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 19/7/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της Συμπλοιοκτησίας « », ΑΦΜ και την ακύρωση της πράξης άμεσου προσδιορισμού τέλους επιτηδεύματος φορολογικού έτους 2017 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ , που εκδόθηκε βάσει της υποβληθείσας με αρ /2018 δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του οικείου έτους.
Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στην υπόχρεη.
ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α7' ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΜΑΒΙΝΙΔΟΥ ΚΥΡΑΤΣΑ
Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Αυτοτελούς Γραφείου Διοικητικής Υποστήριξης
ΑΠ 1074/2018 Δεν είναι καταχρηστική, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος του εργοδότη να τοποθετεί συγκεκριμένο εργαζόμενο ως προϊστάμενο ενός τμήματος ή ενός καταστήματος της επιχειρήσεώς του κατά παράλειψη άλλου μισθωτού, ο οποίος υπερέχει, έστω και καταφανώς, σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι του τοποθετηθέντος.
Περίληψη
Από το συνδυασμό των άρθρων 648,652,656 και 349-351 ΑΚ, 7 Ν.2112/1920 και 5 παρ.3 του ν. 1955 προκύπτει ότι ο εργοδότης, ασκώντας το διευθυντικό του δικαίωμα, στο οποίο υπόκειται ο εργαζόμενος με σχέση εξαρτημένης εργασίας, έχει την εξουσία να εξειδικεύει εκάστοτε την υποχρέωση του μισθωτού για εργασία, καθορίζοντας τους όρους της παροχής της (τον τόπο, το χρόνο, τον τρόπο), εφόσον οι όροι αυτοί δεν έχουν προσδιορισθεί από κανόνες δικαίου ή από την εργασιακή σύμβαση. (Α.Π. 927/2013). Αποτελεί, όμως, παραλλήλως το δικαίωμα αυτό και εφαρμογή στις εργασιακές σχέσεις, της εξουσίας του εργοδότη, ως διευθυντή της εκμετάλλευσης, να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρησή του κατά τον προσφορότερο τρόπο (Ολ.ΑΠ 25/2003, ΑΠ 927/2013,). Έχει δηλαδή ο εργοδότης, ως διευθυντής εκμετάλλευσης, την εξουσία να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρησή του με βάση τον κρινόμενα από αυτόν ως πλέον αποτελεσματικά γι’ αυτή κριτήρια (ΑΠ 1/2012). Βασικός περιορισμός του διευθυντικού δικαιώματος τίθεται από τα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ, υπό την έννοια ότι ο εργοδότης δεν μπορεί να ασκεί το δικαίωμα αυτό καταχρηστικά. Δεν επιτρέπεται δηλαδή κατά την ενάσκηση του διευθυντικού αυτού δικαιώματος να προκαλείται υλική ή ηθική βλάβη στο μισθωτό κατά παράβαση διατάξεως νόμου ή της ατομικής συμβάσεως εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος υπό την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ, δηλ. κατά προφανή υπέρβαση των ορίων, που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος. Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, που παρέχει στον μισθωτό, αν δεν αποδέχεται τη μεταβολή, το δικαίωμα είτε να τη θεωρήσει ως άτακτη καταγγελία της συμβάσεως και ν’ αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, ν’ απαιτήσει από τον εργοδότη ν’ αποδέχεται την προσφερόμενη εργασία υπό τους πριν από τη μεταβολή όρους, καθιστώντας αυτόν διαφορετικά υπερήμερο περί την αποδοχή της εργασίας αυτής (βλ. ΑΠ 355/2009 ΕλλΔνη 51,444). Τέλος, αν η βλαπτική μεταβολή των όρων της συμβάσεως υπό τις περιστάσεις, υπό τις οποίες επιχειρείται, είναι αντίθετη προς την καλή πίστη και ενέχει καταχρηστική ενάσκηση του διευθυντικού δικαιώματος, με αποτέλεσμα την παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του μισθωτού, μπορεί ο τελευταίος ν’ αξιώσει από τον υπαίτιο, εκτός των άλλων, και χρηματική ικανοποίηση, για την ηθική βλάβη, που υπέστη από τον υποβιβασμό και την ανεπίτρεπτη επαγγελματική του μείωση (βλ. ΑΠ 251/2008 ΕλλΔνη 49,1665,).
Δεν είναι όμως καταχρηστική, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος του εργοδότη να τοποθετεί συγκεκριμένο εργαζόμενο ως προϊστάμενο ενός τμήματος η ενός καταστήματος της επιχειρήσεώς του κατά παράλειψη άλλου μισθωτού, ο οποίος υπερέχει, έστω και καταφανώς, σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι του τοποθετηθέντος. Και τούτο διότι δεν πρόκειται για απλή βαθμολογική ή μισθολογική προαγωγή, που εντάσσεται στα εκ της εργασίας δικαιώματα του μισθωτού, τα οποία ευλόγως συνδέονται με τις αντικειμενικώς εκτιμώμενες ικανότητες αυτού, αλλά για επιλογή του έχοντος την εκμετάλλευση εργοδότη που αφορά αποφασιστικώς την οργάνωση και διεύθυνση της επιχειρήσεώς. Για να είναι καταχρηστική, στη περίπτωση αυτή, η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, απαιτείται η συνδρομή και άλλων πραγματικών περιστατικών, τα οποία, σε συνδυασμό με την καταφανή υπεροχή του παραλειφθέντος, να θεμελιώνουν προφανή υπέρβαση από μέρους του εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (Ολομ. ΑΠ 25/2003, ΑΠ 1/2012, και ΑΠ 927/2013).
Τέτοια πραγματικά περιστατικά είναι η εξειδικευμένη γνώση του αντικειμένου, η εξαιρετική κρίση και αντίληψη, η αδιαμφισβήτητη ικανότητα αντιμετωπίσεως υπηρεσιακών προβλημάτων και η μεθοδικότητα επιλύσεώς τους, η πολύχρονη εμπειρία και το συντονιστικό πνεύμα συνεργασίας, τα οποία, σε συνδυασμό με την καταφανή υπεροχή του παραλειφθέντος σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, να θεμελιώνουν προφανή υπέρβαση από μέρους του εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (Ολ. ΑΠ 25/2003, ΑΠ 927/2013).
Περαιτέρω, ο κανονισμός εργασίας που εκδόθηκε με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του ν.δ. 3789/1957 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας" πριν από την έναρξη ισχύος του άρθρου 12 παρ. 4 του ν. 1767/1988 "περί συμβουλίων εργαζομένων και άλλες εργατικές διατάξεις" καταρτίζεται από τον επιχειρηματία - εργοδότη και ελέγχεται από ορισμένα όργανα της δημόσιας διοίκησης ως προς τη νομιμότητά του και τη σκοπιμότητά του, εφόσον δε εγκριθεί από αυτά, αναρτάται σε σημεία των εργασιακών χώρων που είναι εμφανή και προσιτά για τους μισθωτούς. Η παραπάνω έγκριση του κανονισμού συνιστά πράξη διοικητική και όχι νομοθετική. Δεν δύναται δε να θεωρηθεί ότι οι διατάξεις του κανονισμού αυτού έχουν χαρακτήρα κανονιστικό, διότι, σύμφωνα με τους συνταγματικούς κανόνες που αφορούν στη συλλογική αυτονομία, στην ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας και στο κοινωνικό δικαίωμα εργασίας, δεν επιτρέπεται στον εργοδότη να επιβάλλει κανόνες δικαιϊκού χαρακτήρα χωρίς τη σύμπραξη των εργαζομένων στην επιχείρηση, ακόμη και αν οι κανόνες αυτοί έχουν εγκριθεί με διοικητική πράξη. Για το λόγο αυτό ο Κανονισμός αυτός δεν έχει κανονιστικό χαρακτήρα, αλλά εφόσον γίνει αποδεκτός από τους εργαζομένους, με τις ατομικές συμβάσεις εκάστου, αποκτά συμβατικό χαρακτήρα (ΑΠ 27/2007)
ΑΠ 1074/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του
Αρείου Πάγου, Απόστολο Παπαγεωργίου, Γεώργιο Μιχολιά - Εισηγητή, Θεόδωρο
Τζανάκη και Νικόλαο Πιπιλίγκα, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 30 Ιανουαρίου 2018, με την
παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής
υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ό. Σ. του Α., κατοίκου ..., η οποία παραστάθηκε με
τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Βασίλειο Τσιώστα, που δεν κατέθεσε
προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία
"...." η οποία εκπροσωπήθηκε από την καθολική της διάδοχο ανώνυμη
ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία "... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" που εδρεύει
στη ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον
πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Γεωργαντίδη, που κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19/3/2010 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2371/2011 του ίδιου Δικαστηρίου και 6866/2014 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 10/11/2016 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο
πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την
καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.-Με την κρινόμενη από 10-11-2016 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η
6866/2014 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που
απέρριψε την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 2371/2011 απόφασης του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των
εργατικών διαφορών και με την οποία απορρίφθηκε η από 19-3-2010 αγωγή
αυτής (αναιρεσείουσας) ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας.
Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 552, 553,
556, 558, 564, 566§1 ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης
(άρθρ. 577§1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς τους λόγους της
(άρθρ. 577§3 ΚΠολΔ). 2.-Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή πρέπει
να περιέχει α) σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν, σύμφωνα με
το νόμο, και δικαιολογούν την άσκησή της, από τον ενάγοντα κατά του
εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ)
ορισμένο αίτημα. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 561 § 2 ΚΠολΔ, στον έλεγχο του
Αρείου Πάγου υπόκειται και η εκτίμηση από το Δικαστήριο της ουσίας του
περιεχομένου διαδικαστικών εγγράφων, στα οποία περιλαμβάνεται και η
αγωγή, για την οποία η εσφαλμένη, ως προς τη νομιμότητα και την εν γένει
θεμελίωσή της, κρίση ιδρύει τον αναιρετικό λόγο του αριθ. 1 του άρθρου
559 του ΚΠολΔ, γιατί ανάγεται στη μη προσήκουσα εφαρμογή και ερμηνεία
του κανόνα του ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε. Η νομική δε
αοριστία της αγωγής, η συνδεόμενη με τη νομική εκτίμηση από το
δικαστήριο της ουσίας του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που
ελέγχεται αυτεπάγγελτα από το ουσιαστικό δικαστήριο, ελέγχεται
αναιρετικά, ως παραβίαση από τον αριθ. 1 του άρθρ. 559 του ΚΠολΔ, αν το
δικαστήριο αξίωσε περισσότερα στοιχεία από εκείνα που ορίζει ο κανόνας
δικαίου, για τη θεμελίωση του αγωγικού δικαιώματος ή αντιθέτως αρκέστηκε
σε λιγότερα στοιχεία ή διάφορα από αυτά, ενώ η περαιτέρω ενδεχόμενη
αοριστία του δικογράφου της αγωγής, δηλαδή αυτή που ανάγεται στην
ποσοτική ή ποιοτική αοριστία αυτής, που συνεπάγεται την αοριστία του
ίδιου του δικογράφου της αγωγής και την εξαιτίας τούτου απόρριψη αυτής
ως αόριστης, ελέγχεται ως παραβίαση από το άρθρο 559 αριθ. 8 ή 14 του
ΚΠολΔ. (Α.Π.1972/2013). Ειδικότερα η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της
αγωγής υπάρχει, όταν δεν εκτίθενται στην αγωγή όλα τα στοιχεία που
απαιτούνται, κατά νόμο, για τη στήριξη του αιτήματος της αγωγής, τα
πραγματικά, δηλαδή, περιστατικά που απαρτίζουν την ιστορική βάση της
αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, δημιουργεί λόγους
αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 8 και 14 του ΚΠολΔ. Συγκεκριμένα, αν
τυχόν το δικαστήριο έλαβε υπόψη θεμελιωτικά γεγονότα μη διαλαμβανόμενα
στο αγωγικό δικόγραφο και ασκούντα ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της
δίκης ή δεν έλαβε υπόψη τέτοια γεγονότα, αν και διαλαμβάνονταν στην
αγωγή, τότε ιδρύεται ο προβλεπόμενος από τον αρ. 8 του ίδιου άρθρου
λόγος αναίρεσης, ενώ ο από το άρθρο 559 αριθ. 14 του ΚΠολΔ λόγος
αναίρεσης ιδρύεται, αν το δικαστήριο, παρά τη μη επαρκή έκθεση σε αυτήν
των στοιχείων, που είναι αναγκαία για τη στήριξη του αιτήματος της
αγωγής, την έκρινε ορισμένη, θεωρώντας, ότι αυτά εκτίθενται με επάρκεια ή
αν παρά την επαρκή έκθεση των στοιχείων αυτών την απέρριψε ως
αόριστη.(ΑΠ 8/2017).
Από το συνδυασμό των άρθρων 648,652,656 και 349-351 του ΑΚ, του άρθρου 7 του ν.2112/1920
και του άρθρου 5 παρ.3 του ν 3190/1955 προκύπτει ότι ο εργοδότης, ασκώντας το διευθυντικό
του δικαίωμα, στο οποίο υπόκειται ο εργαζόμενος με σχέση εξαρτημένης
εργασίας, έχει την εξουσία να εξειδικεύει εκάστοτε την υποχρέωση του
μισθωτού για εργασία, καθορίζοντας τους όρους της παροχής της (τον τόπο,
το χρόνο, τον τρόπο), εφόσον οι όροι αυτοί δεν έχουν προσδιορισθεί από
κανόνες δικαίου ή από την εργασιακή σύμβαση. (Α.Π. 927/2013). Αποτελεί,
όμως, παραλλήλως το δικαίωμα αυτό και εφαρμογή στις εργασιακές σχέσεις,
της εξουσίας του εργοδότη, ως διευθυντή της εκμετάλλευσης, να οργανώνει
και να διευθύνει την επιχείρησή του κατά τον προσφορότερο τρόπο
(Ολ.ΑΠ 25/2003, ΑΠ 927/2013,). Έχει δηλαδή ο εργοδότης, ως διευθυντής
εκμετάλλευσης, την εξουσία να οργανώνει και να διευθύνει την επιχείρησή
του με βάση τον κρινόμενα από αυτόν ως πλέον αποτελεσματικά γι’ αυτή
κριτήρια (ΑΠ 1/2012). Βασικός περιορισμός του διευθυντικού δικαιώματος
τίθεται από τα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ, υπό την έννοια ότι ο
εργοδότης δεν μπορεί να ασκεί το δικαίωμα αυτό καταχρηστικά. Δεν
επιτρέπεται δηλαδή κατά την ενάσκηση του διευθυντικού αυτού δικαιώματος
να προκαλείται υλική ή ηθική βλάβη στο μισθωτό κατά παράβαση διατάξεως
νόμου ή της ατομικής συμβάσεως εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του
δικαιώματος υπό την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ, δηλ. κατά προφανή υπέρβαση
των ορίων, που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από
τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος. Στις περιπτώσεις αυτές
υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, που παρέχει στον
μισθωτό, αν δεν αποδέχεται τη μεταβολή, το δικαίωμα είτε να τη θεωρήσει
ως άτακτη καταγγελία της συμβάσεως και ν’ αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση
είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, ν’ απαιτήσει από τον εργοδότη ν’
αποδέχεται την προσφερόμενη εργασία υπό τους πριν από τη μεταβολή όρους,
καθιστώντας αυτόν διαφορετικά υπερήμερο περί την αποδοχή της εργασίας
αυτής (βλ. ΑΠ 355/2009 ΕλλΔνη 51,444). Τέλος, αν η βλαπτική μεταβολή των
όρων της συμβάσεως υπό τις περιστάσεις, υπό τις οποίες επιχειρείται,
είναι αντίθετη προς την καλή πίστη και ενέχει καταχρηστική ενάσκηση του
διευθυντικού δικαιώματος, με αποτέλεσμα την παράνομη προσβολή της
προσωπικότητας του μισθωτού, μπορεί ο τελευταίος ν’ αξιώσει από τον
υπαίτιο, εκτός των άλλων, και χρηματική ικανοποίηση, για την ηθική
βλάβη, που υπέστη από τον υποβιβασμό και την ανεπίτρεπτη επαγγελματική
του μείωση (βλ. ΑΠ 251/2008 ΕλλΔνη 49,1665,).Δεν είναι όμως
καταχρηστική, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση
του δικαιώματος του εργοδότη να τοποθετεί συγκεκριμένο εργαζόμενο ως
προϊστάμενο ενός τμήματος η ενός καταστήματος της επιχειρήσεώς του κατά
παράλειψη άλλου μισθωτού, ο οποίος υπερέχει, έστω και καταφανώς, σε
τυπικά και ουσιαστικά προσόντα έναντι του τοποθετηθέντος .Και τούτο
διότι δεν πρόκειται για απλή βαθμολογική ή μισθολογική προαγωγή, που
εντάσσεται στα εκ της εργασίας δικαιώματα του μισθωτού, τα οποία ευλόγως
συνδέονται με τις αντικειμενικώς εκτιμώμενες ικανότητες αυτού, αλλά για
επιλογή του έχοντος την εκμετάλλευση εργοδότη που αφορά αποφασιστικώς
την οργάνωση και διεύθυνση της επιχειρήσεώς. Για να είναι καταχρηστική,
στη περίπτωση αυτή, η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη,
απαιτείται η συνδρομή και άλλων πραγματικών περιστατικών, τα οποία, σε
συνδυασμό με την καταφανή υπεροχή του παραλειφθέντος, να θεμελιώνουν
προφανή υπέρβαση από μέρους του εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή
πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του
δικαιώματος (Ολομ. ΑΠ 25/2003, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1/2012, ΝΟΜΟΣ, βλ. και ΑΠ
927/2013, ΝΟΜΟΣ). Τέτοια πραγματικά περιστατικά είναι η εξειδικευμένη
γνώση του αντικειμένου, η εξαιρετική κρίση και αντίληψη, η
αδιαμφισβήτητη ικανότητα αντιμετωπίσεως υπηρεσιακών προβλημάτων και η
μεθοδικότητα επιλύσεώς τους, η πολύχρονη εμπειρία και το συντονιστικό
πνεύμα συνεργασίας, τα οποία, σε συνδυασμό με την καταφανή υπεροχή του
παραλειφθέντος σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, να θεμελιώνουν προφανή
υπέρβαση από μέρους του εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή
τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (Ολ.
ΑΠ 25/2003, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 927/2013, ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, ο κανονισμός εργασίας που εκδόθηκε με βάση τις διατάξεις των
άρθρων 1 και 2 του ν.δ. 3789/1957 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως
ενίων διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας" πριν από την έναρξη ισχύος του
άρθρου 12 παρ. 4 του ν. 1767/1988 "περί συμβουλίων εργαζομένων και
άλλες εργατικές διατάξεις" καταρτίζεται από τον επιχειρηματία - εργοδότη
και ελέγχεται από ορισμένα όργανα της δημόσιας διοίκησης ως προς τη
νομιμότητά του και τη σκοπιμότητά του, εφόσον δε εγκριθεί από αυτά,
αναρτάται σε σημεία των εργασιακών χώρων που είναι εμφανή και προσιτά
για τους μισθωτούς. Η παραπάνω έγκριση του κανονισμού συνιστά πράξη
διοικητική και όχι νομοθετική. Δεν δύναται δε να θεωρηθεί ότι οι
διατάξεις του κανονισμού αυτού έχουν χαρακτήρα κανονιστικό, διότι,
σύμφωνα με τους συνταγματικούς κανόνες που αφορούν στη συλλογική
αυτονομία, στην ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας και στο
κοινωνικό δικαίωμα εργασίας, δεν επιτρέπεται στον εργοδότη να επιβάλλει
κανόνες δικαιϊκού χαρακτήρα χωρίς τη σύμπραξη των εργαζομένων στην
επιχείρηση, ακόμη και αν οι κανόνες αυτοί έχουν εγκριθεί με διοικητική
πράξη. Για το λόγο αυτό ο Κανονισμός αυτός δεν έχει κανονιστικό
χαρακτήρα, αλλά εφόσον γίνει αποδεκτός από τους εργαζομένους, με τις
ατομικές συμβάσεις εκάστου, αποκτά συμβατικό χαρακτήρα (ΑΠ 27/2007,
ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, ο από Μάρτιο 1983 εγκεκριμένος Κανονισμός Εργασίας
που καταρτίσθηκε κατά τη διαδικασία του ν.δ 3789/1957, εγκρίθηκε από το
Νομάρχη Αττικής και διέπει τις σχέσεις της εφεσίβλητης εναγομένης
ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας και του προσωπικού της, έχει συμβατική
ισχύ, εφόσον δεν εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, ούτε κυρώθηκε με
νόμο ή με υπουργική απόφαση (ΑΠ 1390/2008, ΝΟΜΟΣ) . Για τον ίδιο λόγο
συμβατική ισχύ έχει και ο "Κανονισμός Τοποθετήσεων ή Πλήρωσης θέσεων
ευθύνης με προκήρυξη" που ισχύει από 8/12/1998 ,αναθεωρήθηκε από 2001
(πρακτικό συμφωνίας 17.1.2001), διέπει τις σχέσεις της εφεσίβλητης
εναγομένης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας και του προσωπικού. Με τις
διατάξεις του κεφαλαίου III "ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ" του
προαναφερθέντος Κανονισμού Τοποθετήσεων ή Πλήρωσης θέσεων ευθύνης της
εναγομένης, όπως αυτός αναθεωρήθηκε από 2001 (πρακτικό συμφωνίας
17.1.2001), ορίζονται τα ακόλουθα : "Η τοποθέτηση σε κενή θέση ευθύνης ή
προβλεπόμενη να κενωθεί εντός του έτους της προκήρυξης, προϋποθέτει την
κατοχή από τους ενδιαφερόμενους για τη θέση υπαλλήλους της εταιρίας,
βαθμού ανάλογου με το επίπεδο της προκηρυσσόμενης θέσης και το νέο
βαθμολόγιο. Συγκεκριμένα ισχύουν τα εξής : Α. Οι υπάλληλοι που έχουν το
βαθμό του ΑΣΦΑΛΙΣΤΗ, με επτά (7) χρόνια υπηρεσίας βαθμολογικά
αναγνωρισμένης και άνω, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης
ενδιαφέροντος, για θέσεις προϊστάμενων γραφείων, τμημάτων ή αντίστοιχες
θέσεις ελεγκτών. Επίσης υπάλληλοι με το βαθμό του Επόπτη για θέσεις
απόλυτα συγκεκριμένες που μπορούν να καταληφθούν από βοηθητικό
προσωπικό. Β. Οι υπάλληλοι με το βαθμό του ΤΜΗΜΑΤΑΡΧΗ Β και άνω, μπορούν
να υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για θέσεις μέχρι και
Προϊσταμένου Υποδιεύθυνσης . Ειδικά για τις Π/Μ/ μέχρι και Προϊσταμένου
Διεύθυνσης. Γ. Οι υπάλληλοι που έχουν το βαθμό του ΤΜΗΜΑΤΑΡΧΗ Α και άνω,
μπορούν να υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για θέσεις μέχρι
και Προϊσταμένου Διεύθυνσης. Δ. Οι υπάλληλοι με το βαθμό του
Υποδιευθυντή και Διευθυντή, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης
ενδιαφέροντος για θέσεις μέχρι και Προϊσταμένου Συντονιστή Διευθύνσεων.
Ε. Οργανικές θέσεις απόλυτα συγκεκριμένες, σε επίπεδο Τμήματος ή
Γραφείου, μπορούν να καταλαμβάνονται από υπαλλήλους του βοηθητικού
προσωπικού, οι οποίοι έχουν τον βαθμό του Επόπτη. Κατ’ εξαίρεση και μόνο
για την αρχική εφαρμογή του συστήματος των τοποθετήσεων, καθιερώνεται
μεταβατικό στάδιο (διετία), όπου συγκεκριμένα και αποκλειστικά θα
ισχύσουν τα εξής: Υπάλληλοι με τον βαθμό του Επόπτη και του Βοηθού Α του
βοηθητικού προσωπικού, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για εκδήλωση
ενδιαφέροντος προς πλήρωση απόλυτα συγκεκριμένων οργανικών θέσεων, όπως
παραπάνω. Εκτός των παραπάνω αναφερόμενων προϋποθέσεων, που σχετίζονται
με την κατοχή συγκεκριμένου βαθμού από τους υποψήφιους , θα πρέπει να
ληφθούν υπ’ όψη τα εξής: α. Δεν δικαιούται να είναι υποψήφιος επομένως
δεν συμμετέχει στη διαδικασία επιλογής, υπάλληλος που την τελευταία
τριετία του έχει επιβληθεί τελεσίδικη πειθαρχική ποινή, μεγαλύτερη της
έγγραφης επίπληξης β. Υπάλληλοι που ευρίσκονται σε γονική άδεια ή άδεια
άνευ αποδοχών ή ασθένεια, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης
ενδιαφέροντος, με τη δέσμευση ότι αν επιλεγούν, θα πρέπει να
παρουσιαστούν αμέσως για να αναλάβουν τα καθήκοντα τους Σε περίπτωση
αδείας τοκετού, η ανάληψη καθηκόντων θα γίνεται με τη λήξη της Σε
περίπτωση αδείας λόγω ασθένειας η ανάληψη καθηκόντων θα γίνεται με την
λήξη της ασθένειας και την επάνοδο του υπαλλήλου στην εταιρία, σε
χρονικό διάστημα από την ανάθεση των καθηκόντων, που δεν θα ξεπερνά τα
όρια της βραχείας ασθένειας όπως αυτά κάθε φορά καθορίζονται από τον
Νόμο. Επίσης οι υπάλληλοι που έχουν τεθεί με απόφαση της εταιρίας σε
διαθεσιμότητα, ή εκκρεμεί η απόφαση πειθαρχικού οργάνου της, μπορούν να
υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Οι υπάλληλοι που ευρίσκονται
σε διαθεσιμότητα αν επιλεγούν, αναλαμβάνουν τα καθήκοντα τους με την
άρση του λόγου της διαθεσιμότητας και εντός τριμήνου το πολύ από την
επιλογή τους. Οι υπάλληλοι για τους οποίους εκκρεμεί απόφαση για
πειθαρχικό παράπτωμα αναλαμβάνουν τα καθήκοντα τους εφόσον δεν τους
επιβληθεί τελεσίδικη πειθαρχική ποινή μεγαλύτερη της έγγραφης επίπληξης.
Η σχετική απόφαση θα πρέπει να ληφθεί εντός τριμήνου το πολύ από την
επιλογή τους και από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα της Εταιρίας.
Διαφορετικά, και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, η εταιρία αποφασίζει την
ανάκληση της τοποθέτησης........" Ακολούθως με τον ίδιο "Κανονισμό
Τοποθετήσεων ή Πλήρωσης θέσεων ευθύνης " της εναγομένης, όπως αυτός
αναθεωρήθηκε από 2001 (πρακτικό συμφωνίας 17.1.2001), ορίζονται τα
ακόλουθα "Κριτήρια τοποθετήσεων" : "Οι τοποθετήσεις των υπαλλήλων σε
θέσεις ευθύνης γίνονται με καθορισμένη διαδικασία, εισήγηση των αρμοδίων
εισηγητικών οργάνων και απόφαση των εγκριτικών κλιμακίων, αφού ληφθούν
υπόψη τα παρακάτω κριτήρια, που με τη σταθμισμένη μοριοδότησή τους,
δίνουν μια "αντικειμενική εικόνα" του υποψήφιου." (Ακολουθεί "ΠΙΝΑΚΑΣ
ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ" με τον οποίο ορίζονται κριτήρια μοριοδότησης (μέχρι 360 μόρια
συνολικά), όπως επαγγελματική επίδοση, σπουδές και ξένες γλώσσες,
επίπεδο κατεχόμενης θέσης ευθύνης, έτη σε θέση ευθύνης, επαγγελματική
επιμόρφωση (σεμινάρια), και έτη παραμονής στην περιφέρεια,
προσδιορίζονται επίσης ανώτατος αριθμός μορίων από προσωπική συνέντευξη
καθώς και κριτήρια με αφαιρετικά μόρια (όπως άδειες άνευ αποδοχών ,
πειθαρχικές ποινές), όπως ειδικότερα στο παράρτημα). Από όλα όσα
παραπάνω εκκτίθενται συνάγεται με σαφήνεια ότι, προκειμένου περί αγωγής
υπαλλήλου της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "...." με την οποία
ζητείται να αναγνωρισθεί (εκτός των άλλων) ότι είναι καταχρηστική και
παράνομη η απόφαση του εργοδότη, με την οποία αυτός, κατ’ ενάσκηση του
διευθυντικού του δικαιώματος, τοποθέτησε σε θέση ευθύνης άλλον υπάλληλο
της επιχειρήσεως, παραλείποντας τον ενάγοντα και ότι συνιστά μονομερή
βλαπτική μεταβολή της εργασιακής του σχέσης, για να είναι ορισμένη η
αγωγή αυτή, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθμ. 4 και
216 παρ. 1 ΚΠολΔ, να εκτίθενται στο οικείο δικόγραφο τόσον τα τυπικά
και ουσιαστικά προσόντα του υπαλλήλου που παραλείφθηκε σε αντιπαραβολή
με εκείνα του τοποθετηθέντος σε θέση ευθύνης, όσον και επιπρόσθετα να
εκτίθενται και άλλες συντρέχουσες ειδικές περιστάσεις, όπως είναι η
εξειδικευμένη γνώση του αντικειμένου, η εξαιρετική κρίση και αντίληψη, η
αδιαμφισβήτητη ικανότητα αντιμετωπίσεως υπηρεσιακών προβλημάτων και η
μεθοδικότητα επιλύσεώς τους, η πολύχρονη εμπειρία και το συντονιστικό
πνεύμα συνεργασίας, τα οποία, σε συνδυασμό με την καταφανή υπεροχή του
παραλειφθέντος σε τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, να θεμελιώνουν προφανή
υπέρβαση από μέρους του εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή
τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος (βλ.
και Ολ. ΑΠ 25/2003 (που αφορά τραπεζική εταιρεία και ΑΠ 927/2013, ΑΠ
1/2012, που αφορούν την Δ.Ε.Η), ήτοι να καθιστούν καταχρηστική τη μη
τοποθέτηση αυτού στη συγκεκριμένη θέση ευθύνης, ως καταφανώς ικανότερου
και πλέον κατάλληλου για τη θέση αυτή.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα
διαδικαστικά έγγραφα, το περιεχόμενο των οποίων εκτιμά ο Άρειος Πάγος
(αρθρ.561 παρ. 2 KΠολΔ), η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα εκθέτει στην
αγωγή της: Ότι προσελήφθη από την εναγομένη στις 20-7-1981 ως υπάλληλος
με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ότι τοποθετήθηκε στη
Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Τμήμα Γεν. Λογιστηρίου - Γραμματεία)
μέχρι την 8-7-1983, οπότε τοποθετήθηκε στο Τμήμα Γεν. Λογιστηρίου της
Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών μέχρι την 2-3-1984, ημερομηνία κατά την
οποία αποσπάσθηκε στην Διεύθυνση Διοικητικών Υπηρεσιών - Τμήμα
Προσωπικού, για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών και συγκεκριμένα μέχρι
την 2-9-1984, οπότε τοποθετήθηκε στη Διεύθυνση Διοικητικού - Τμήμα
Προσωπικού. Εξέθετε στη συνέχεια ότι με την από 11-3-1985 απόφαση του
Διευθύνοντα Συμβούλου της εναγομένης τοποθετήθηκε στη θέση της
Προϊσταμένης του Γραφείου Μισθοδοσίας Τμήματος Προσωπικού, ότι από
1-4-1986 με απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου τοποθετήθηκε στη θέση της
Αναπληρωτή Προϊσταμένης του Τμήματος Οικονομικών Θεμάτων της Διεύθυνσης
Διοικητικών Υπηρεσιών, ότι από 9-1-1989 με απόφαση του Διευθύνοντα
Συμβούλου τοποθετήθηκε στη θέση της Προϊστάμενης του ίδιου Τμήματος, ότι
με την από 14-5-1999 απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου τοποθετήθηκε στη
θέση της Προϊσταμένης στο Τμήμα Διαχείρισης Θεμάτων Προσωπικού της
Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Διοικητικών Υπηρεσιών, ότι η
τοποθέτησή της αυτή παρατάθηκε αρχικά μέχρι την 30-9-2001 με την από 20-
7-2001 απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου και στη συνέχεια μέχρι την
τακτική προκήρυξη των θέσεων. Εξέθετε ακολούθως ότι δυνάμει των
αναφερόμενων στην αγωγή αποφάσεων του Διευθύνοντα Συμβούλου της
εναγομένης, η ενάγουσα τοποθετήθηκε από τις 25-9-2003 στη θέση της
Προϊσταμένης του Τμήματος Διαχείρισης Οικονομικών Θεμάτων Προσωπικού της
Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Διοικητικής Υποστήριξης, θέση την
οποία κατέχει μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής. Εξέθετε ακολούθως η
ενάγουσα ότι είναι πτυχιούχος της Παιδαγωγικής Σχολής ΣΕΛΕΤΕ με
ειδικότητα στα Οικονομικά και του ΕΙΑΣ (Ελληνικό Ινστιτούτο Ασφαλιστικών
Σπουδών), ότι κατά την διάρκεια της υπηρεσίας της στην εναγόμενη από το
1981 έχει παρακολουθήσει δεκάδες (μη αναφερόμενα αναλυτικά στην αγωγή)
σεμινάρια επιμόρφωσης στους αναφερόμενους στην αγωγή κλάδους ,ότι
συμμετείχε σε πολλές Επιτροπές της εναγομένης, ότι οι εκθέσεις
αξιολόγησής της, ως υπαλλήλου, από την πρόσληψή της μέχρι το έτος 1998
ήταν άριστες, από δε το έτος 1998 και εφεξής έως το 2007 στα Δελτία
Αξιολόγησης και Ανάπτυξης είχε εξαιρετική έως άριστη βαθμολόγηση σύμφωνα
με τα στην υπό κρίση αγωγή αναλυτικά ιστορούμενα. Εξέθετε στη συνέχεια η
ενάγουσα ότι με βάση τις διατάξεις του άρθρου 7 του Κανονισμού Εργασίας
της εναγομένης, που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο 1983 και είχε συμβατική
ισχύ, εντάχθηκε με βάση τα προσόντα της (πτυχίο Ανωτάτης Βιομηχανικής
Σχολής Πειραιά, γνώση Αγγλικής Γλώσσας - επιπέδου LOWER από το 1974) στο
βαθμό του Ασφαλιστή Γ’ από την 24-5-1983, στη συνέχεια δε και σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ως άνω Κανονισμού προήχθη στους
βαθμούς του Ασφαλιστή Β’ την 24-5-1985, Ασφαλιστή Α’ την 24-5-1988,
Τμηματάρχη την 24-5-1991, Τμηματάρχη Β’ την 24-5-1994 και Τμηματάρχη Α’
την 24-5-1997, κατ’ απόλυτο εκλογή και κατόπιν συμπλήρωσης ευδόκιμης
πραγματικής υπηρεσίας τριών (3) ετών στον προηγούμενο κάθε φορά βαθμό.
Ιστορούσε ότι η επόμενη βαθμολογική προαγωγή της στον βαθμό του
Υποδιευθυντή ορίσθηκε για την 24-5- 1999, λόγω της βαθμολογικής
αναγνώρισης ενός (1) έτους από την κτήση πτυχίου ΕΙΑΣ και ότι ο βαθμός
της κατά τον χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής είναι αυτός του Τμηματάρχη
Α’ , τον οποίο κατέχει από 24-5-1997. Ότι εξελίχθη μέχρι τον βαθμό του
Τμηματάρχη (από 24-5-1997) και ότι κατά τις προαγωγικές κρίσεις του 2000
για την κάλυψη θέσεων Υποδιευθυντή το αρμόδιο όργανο της εναγόμενης
(Δευτεροβάθμιο Συμβούλιο Κρίσεως) με την 3/2001 απόφασή του παρέλειψε να
την προάγει στον ανωτέρω βαθμό, καίτοι κατείχε τα απαραίτητα τυπικά και
ουσιαστικά προσόντα και ότι αντί αυτής προήγαγε τους συναδέλφους της Σ.
Ν., Ι. Π., Σ. Τ., Ε. Χ. και Δ. Π., έναντι των οποίων υπερείχε καταφανώς
ως προς τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Ότι κατά τις προαγωγικές
κρίσεις της 5-6-2002 για την κάλυψη θέσεων Υποδιευθυντή το αρμόδιο
όργανο της εναγόμενης με την 4/2002 απόφασή του παρέλειψε να την προάγει
στον ανωτέρω βαθμό, καίτοι κατείχε τα απαραίτητα τυπικά και ουσιαστικά
προσόντα και ότι αντί αυτής προήγαγε τους αναφερόμενους συναδέλφους της
Θ. Κ., Π. Κ., Ν. Χ., Ν. Γ. και Γ. Ψ., έναντι των οποίων υπερείχε
καταφανώς ως προς τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Ότι παρά τις
επανειλημμένες παραλείψεις της προαγωγής της, το Δευτεροβάθμιο
Υπηρεσιακό Συμβούλιο με την υπ’ αριθ. 2/2003 απόφασή του αποφάσισε
παράνομα και καταχρηστικά να μην γίνουν προαγωγές, οπότε παραλείφθηκε εκ
νέου η προαγωγή της και ότι μετά την πάροδο πέντε ετών, κατά τα οποία
δεν υπήρξε συνεδρίαση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου πληροφορήθηκε,
ότι στις κρίσεις των ετών 2002 και 2003 κρίθηκε μη προακτέα στον άνω
βαθμό. Ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 του έχοντος συμβατική
ισχύ Κανονισμού Εργασίας της εναγομένης, οι προαγωγές των υπαλλήλων
διενεργούνται κατ’ αρχαιότητα, κατ’ εκλογή και κατ’ απόλυτο εκλογή από
τα υπηρεσιακά συμβούλια (συμβούλια κρίσης) μία φορά τον χρόνο και ότι
προαγωγές κατ’ απόλυτο εκλογή διενεργούνται μεταξύ άλλων βαθμών και
στους βαθμούς του Υποδιευθυντή και του Διευθυντή μετά τη συμπλήρωση από
τον κρινόμενο ευδόκιμης πραγματικής υπηρεσίας τριών ετών στον
προηγούμενο βαθμό. Ότι ο εσωτερικός κανονισμός προαγωγών, ο οποίος έχει
εκδοθεί κατ’ επιταγή του άρθρου 13 του άνω Κανονισμού εργασίας, ορίζει,
ότι για τη διαμόρφωση της κρίσης του και των αποφάσεων του για προαγωγή ή
όχι, τα συμβούλια κρίσης λαμβάνουν υπόψη α) τα φύλλα ποιότητας και τις
αποφάσεις για τυχόν προσφυγές που έγιναν κατά των φ.π, β) τα στοιχεία
από τους υπηρεσιακές φακέλους των κρινομένων, γ) την τελευταία επετηρίδα
προσωπικού, δ) κάθε άλλο κατά την κρίση τους πρόσφορο στοιχείο. Ζήτησε
δε α) να αναγνωρισθεί ότι έπρεπε να προαχθεί στο βαθμό του Υποδιευθυντή
από 24-5-1999, άλλως από 24-5-2000,άλλως από 24-5-2001, β) μετά τη
νόμιμη μετατροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό να
αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει να της καταβάλει το ποσό των
65.658,33 ευρώ ως αποζημίωση για τις μεταξύ των δύο βαθμών μισθολογικές
διαφορές, της ως άνω χρονικής περιόδου με το νόμιμο τόκο από τότε που
κάθε μηνιαία διαφορά κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, άλλως από την
επίδοση της αγωγής έως και την εξόφληση Το Εφετείο, με την προσβαλλομένη
απόφασή του, έκρινε ότι η αγωγή ήταν αόριστη, με την αιτιολογία: " ...
ότι η ενάγουσα ουδέν αναφέρει σχετικά με τα προσόντα, τυπικά και
ουσιαστικά, το χρόνο υπηρεσίας του, τις θέσεις που έχει ασκήσει
καθήκοντα και τους λόγους που η προαγωγή έκαστου από τους προαχθέντες
υπαλλήλους, τους οποίους αναφέρει μόνο κατ’ όνομα, με παράλειψη της
ίδιας, συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος" και ότι
στην αγωγή γίνεται μόνο απλή μνεία "του γεγονότος ότι οι προαχθέντες
αντ’ αυτής υπάλληλοι κατά τις προαγωγές των ετών 2000 και 2002 δεν είχαν
πτυχίο ΑΕΙ ή ΕΙΑΣ και δεν γνώριζαν ξένες γλώσσες, όπως η ίδια, ... ,
δηλ. η έλλειψη των προσόντων τους σημειώνεται αρνητικά χωρίς ειδικότερη
μνεία των τυπικών και κατώτερων αυτής προσόντων". Έτσι που έκρινε το
Εφετείο δεν υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ. 14
Κ.Πολ.Δ. και ορθά απέρριψε τον σχετικό λόγο έφεσης ως αβάσιμο. Και αυτό
διότι οι προαναφερόμενες ελλείψεις καθιστούν αόριστη την υπό κρίση αγωγή
και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, εφόσον δεν προσδιορίζονται τα
τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των αντί της ενάγουσας και ήδη
αναιρεσείουσας προαχθέντων υπαλλήλων ώστε συγκρινόμενα να φαίνεται η
καταφανής υπεροχή της ενάγουσας έναντι αυτών και η καταχρηστική, εκ του
λόγου αυτού, άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, δεδομένου
ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για απλή βαθμολογική ή
μισθολογική προαγωγή, που εντάσσεται στα εκ της εργασίας δικαιώματα του
μισθωτού, τα οποία ευλόγως συνδέονται με τις αντικειμενικώς εκτιμώμενες
ικανότητες αυτού, αλλά για επιλογή του έχοντος την εκμετάλλευση εργοδότη
που αφορά αποφασιστικώς την οργάνωση και διεύθυνση της επιχείρησής του.
Ως εκ τούτου για να είναι καταχρηστική, στην περίπτωση αυτή, η άσκηση
του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, απαιτείται η συνδρομή και
άλλων πραγματικών περιστατικών, τα οποία, σε συνδυασμό με την (μη
επικαλούμενη στην αγωγή κατά τρόπο ορισμένο) καταφανή υπεροχή της
παραληφθείσας ενάγουσας , να θεμελιώνουν προφανή υπέρβαση από μέρους του
εργοδότη των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο
κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, όπως η εξειδικευμένη
γνώση του αντικειμένου, η εξαιρετική κρίση και αντίληψη, η
αδιαμφισβήτητη ικανότητα αντιμετώπισης υπηρεσιακών προβλημάτων και η
μεθοδικότητα επίλυσής τους, η πολύχρονη εμπειρία και το συντονιστικό
πνεύμα συνεργασίας, ή ακόμη και η κακοπιστία του εργοδότη (εμπάθεια ή
εχθρότητα κ.λπ.), ήτοι πραγματικά περιστατικά τα οποία δεν επικαλείται η
ενάγουσα με την υπό κρίση αγωγή ότι συντρέχουν.
Συνεπώς, ο πρώτος λόγος αναίρεσης , εκ του άρθρου 559 αρ. 14 Κ.Πολ.Δ.
(κατ’ ορθή εκτίμησή του) είναι απορριπτέος ως αβάσιμος Με το δεύτερο
λόγο της αίτησής της, η αναιρεσείουσα προβάλλει την αιτίαση από τον αρ. 1
εδ. α του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι, "κατά παράβαση του νόμου, δέχθηκε το
Εφετείο ότι δεν ελέγχεται η παράλειψη του εργοδότη για την προαγωγή της
στο βαθμό του Υποδιευθυντή και για τα έτη 2002- 2003". Ο λόγος αυτός
πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος, καθόσον στην αίτηση αναίρεσης δεν
αναφέρεται η διάταξη του νόμου που παραβιάσθηκε αλλά ούτε αναφέρονται με
πληρότητα οι παραδοχές του Εφετείου. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και
αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί
η αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα, ως ηττηθείσα,
στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183
ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 10-11-2016 αίτηση για την αναίρεση της 6866/2014 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα
οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1800) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 17 Απριλίου 2018.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 8 Ιουνίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Yπόθεση C-531/17 Απαλλαγές από τον ΦΠΑ εισαγωγής – Εισαγωγές αγαθών μετά από τις οποίες πραγματοποιείται ενδοκοινοτική μεταφορά – Επακόλουθη ενδοκοινοτική παράδοση – Φοροδιαφυγή – Μη απαλλαγή – Προϋποθέσεις
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα) της 14ης Φεβρουαρίου 2019
«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ – Απαλλαγές από τον ΦΠΑ εισαγωγής – Εισαγωγές αγαθών μετά από τις οποίες πραγματοποιείται ενδοκοινοτική μεταφορά – Επακόλουθη ενδοκοινοτική παράδοση – Φοροδιαφυγή – Μη απαλλαγή – Προϋποθέσεις»
Στην υπόθεση C‑531/17,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (διοικητικό δικαστήριο, Αυστρία) με απόφαση της 29ης Ιουνίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Σεπτεμβρίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης
Vetsch Int. Transporte GmbH
παρισταμένης της:
Zollamt Feldkirch Wolfurt,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),
συγκείμενο από τους K. Jürimäe (εισηγήτρια), πρόεδρο τμήματος, E. Juhász και C. Vajda, δικαστές,
γενική εισαγγελέας: J. Kokott
γραμματέας: K. Malacek, διοικητικός υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 27ης Ιουνίου 2018,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Vetsch Int. Transporte GmbH, εκπροσωπούμενη από τον P. Csoklich, Rechtsanwalt,
– η Zollamt Feldkirch Wolfurt, εκπροσωπούμενη από τον G. Kofler,
– η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον F. Koppensteiner και τις D. Schwab και C. Pesendorfer,
– η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Τασσοπούλου και Γ. Παπαδάκη,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον B.-R. Killmann και την F. Clotuche-Duvieusart,
αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2018,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία ΦΠΑ), και του άρθρου 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/69/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2009 (ΕΕ 2009, L 175, σ. 12) (στο εξής: τροποποιημένη οδηγία ΦΠΑ).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Vetsch Int. Transporte GmbH (στο εξής: Vetsch) και της Zollamt Feldkirch Wolfurt (τελωνειακής αρχής του Feldkirch Wolfurt, Αυστρία) (στο εξής: τελωνειακή αρχή), με αντικείμενο την απαλλαγή εισαγωγών από τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), σε περιπτώσεις αγαθών τα οποία προέρχονταν από την Ελβετία και εισήχθησαν στην Αυστρία, προκειμένου να μεταφερθούν από εκεί στη Βουλγαρία.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη διασαφήσεις για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία υποβλήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από τις 10 Δεκεμβρίου 2010 έως τις 5 Ιουλίου 2011. Δεδομένου ότι η οδηγία ΦΠΑ τροποποιήθηκε, μεταξύ άλλων, και με την οδηγία 2009/69, της οποίας η προθεσμία μεταφοράς στις εθνικές έννομες τάξεις έληξε την 1η Ιανουαρίου 2011, έχουν εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης οι διατάξεις τόσο της οδηγίας ΦΠΑ όσο και της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ.
Η οδηγία ΦΠΑ
4 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπει:
«Στον ΦΠΑ υπόκεινται οι ακόλουθες πράξεις:
[...]
δ) οι εισαγωγές αγαθών.»
5 Το άρθρο 17, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας αυτής έχει ως εξής:
«Εξομοιώνεται με παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας η μεταφορά από υποκείμενο στον φόρο ενός αγαθού της επιχείρησής του με προορισμό άλλο κράτος μέλος.»
6 Κατά το άρθρο 138 της εν λόγω οδηγίας:
«1. Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν από τον φόρο τις παραδόσεις αγαθών τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται εκτός του αντίστοιχου εδάφους τους αλλά εντός της [Ευρωπαϊκής Ένωσης] από τον πωλητή ή τον αποκτώντα ή από άλλο πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τους, εφόσον οι παραδόσεις αυτές πραγματοποιούνται για άλλον υποκείμενο στον φόρο ή για νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος αναχώρησης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών.
2. Εκτός από τις παραδόσεις της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις ακόλουθες πράξεις:
[...]
γ) τις παραδόσεις αγαθών που συνίστανται σε αποστολή με προορισμό άλλο κράτος μέλος, οι οποίες θα καλύπτονταν από τις απαλλαγές που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και στα στοιχεία α) και β), εάν είχαν πραγματοποιηθεί για άλλον υποκείμενο στον φόρο.»
7 Το άρθρο 143 της ίδιας οδηγίας ορίζει τα εξής:
«Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις ακόλουθες πράξεις:
[...]
δ) τις εισαγωγές αγαθών που αποστέλλονται ή μεταφέρονται από τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς, στην περίπτωση που η παράδοση των αγαθών αυτών, εάν διενεργηθεί από τον εισαγωγέα που αναγνωρίζεται ως υπόχρεος του φόρου με βάση το άρθρο 201, απαλλάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 138·
[...]».
8 Κατά το άρθρο 201 της οδηγίας ΦΠΑ:
«Κατά την εισαγωγή, ο ΦΠΑ οφείλεται από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα τα οποία ορίζονται ή αναγνωρίζονται ως υπόχρεοι για την καταβολή του φόρου από το κράτος μέλος εισαγωγής.»
Η τροποποιημένη οδηγία ΦΠΑ
9 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, καθώς και τα άρθρα 138 και 201 της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ έχουν την ίδια ακριβώς διατύπωση με τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας ΦΠΑ. Αντιθέτως, το άρθρο 143 της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ ορίζει τα εξής:
«1. Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις ακόλουθες πράξεις:
[...]
δ) τις εισαγωγές αγαθών που αποστέλλονται ή μεταφέρονται από τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς, στην περίπτωση που η παράδοση των αγαθών αυτών, εάν διενεργηθεί από τον εισαγωγέα που αναγνωρίζεται ως υπόχρεος του φόρου με βάση το άρθρο 201, απαλλάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 138·
[...]
2. Η απαλλαγή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) εφαρμόζεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες την εισαγωγή αγαθών ακολουθεί η παράδοση αγαθών που απαλλάσσεται δυνάμει του άρθρου 138 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο γ) μόνον εάν, κατά τη στιγμή της εισαγωγής, ο εισαγωγέας έχει παράσχει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εισαγωγής τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:
α) τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορηγείται από το κράτος μέλος εισαγωγής ή τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του φορολογικού αντιπροσώπου του, υπόχρεου καταβολής του ΦΠΑ, που χορηγείται από το κράτος μέλος εισαγωγής·
β) τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αποκτώντος, στον οποίον παραδίδονται τα αγαθά σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 1, ο οποίος χορηγείται σε άλλο κράτος μέλος, ή τον δικό του αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ ο οποίος χορηγείται στο κράτος μέλος άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών όταν τα αγαθά αποτελούν αντικείμενο μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 2 στοιχείο γ)·
γ) την απόδειξη ότι τα εισαγόμενα αγαθά προορίζονται να μεταφερθούν ή να αποσταλούν από το κράτος μέλος εισαγωγής σε άλλο κράτος μέλος.
Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η απόδειξη που αναφέρεται στο στοιχείο γ) κοινοποιείται στις αρμόδιες αρχές μόνον κατόπιν σχετικού αιτήματος.»
Το αυστριακό δίκαιο
10 Το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του παραρτήματος που περιέχει τις σχετικές με την εσωτερική αγορά διατάξεις του Umsatzsteuergesetz 1994 (νόμου του 1994 περί φόρου κύκλου εργασιών, στο εξής: UStG 1994), προβλέπει ότι «απαλλάσσεται του φόρου η εισαγωγή αγαθών τα οποία αμέσως μετά την εισαγωγή χρησιμοποιούνται από τον διασαφιστή για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών παραδόσεων· ο διασαφιστής πρέπει να αποδεικνύει, με λογιστικά έγγραφα, τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 7 του ως άνω παρατήματος του UStG 1994. Η απαλλαγή ισχύει μόνον εφόσον το πρόσωπο για την επιχείρηση του οποίου έγινε η εισαγωγή του αγαθού πραγματοποιεί την επακόλουθη ενδοκοινοτική παράδοση».
11 Κατά το άρθρο 26, παράγραφος 1, του UStG 1994, οι διατάξεις για τους τελωνειακούς δασμούς εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν και ως προς τον ΦΠΑ εισαγωγής.
12 Το άρθρο 71a του Zollrechts-Durchführungsgesetz (εκτελεστικού τελωνειακού νόμου) ορίζει ότι, στις περιπτώσεις απαλλαγής από τον ΦΠΑ εισαγωγής δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 3, του παραρτήματος που περιέχει τις σχετικές με την εσωτερική αγορά διατάξεις του UStG 1994, ο διασαφιστής είναι επίσης υπόχρεος και για την καταβολή της οφειλής η οποία έχει γεννηθεί, ως προς τον ΦΠΑ εισαγωγής, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 204, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ 1992, L 302, σ. 1, στο εξής: τελωνειακός κώδικας,) αν δεν θεωρείται ήδη οφειλέτης βάσει του άρθρου 204, παράγραφος 3, του τελωνειακού κώδικα.
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
13 Η Vetsch είναι αυστριακή εταιρία περιορισμένης ευθύνης, η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των μεταφορών.
14 Κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ 10ης Δεκεμβρίου 2010 και 5ης Ιουλίου 2011, η εταιρία αυτή υπέβαλε στην τελωνειακή αρχή, ως έμμεση αντιπρόσωπος δύο εταιριών με έδρα τη Βουλγαρία, διασαφήσεις για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων που είχαν εισαχθεί από την Ελβετία. Στο πλαίσιο των διασαφήσεων αυτών, η Vetsch ζήτησε να τύχει της απαλλαγής την οποία προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 3, του παραρτήματος που περιέχει τις σχετικές με την εσωτερική αγορά διατάξεις του UStG 1994, δηλώνοντας τον κωδικό «τελωνειακό καθεστώς 42». Τα αντίστοιχα εμπορεύματα τέθηκαν, κατά συνέπεια, σε ελεύθερη κυκλοφορία, με απαλλαγή από τον ΦΠΑ εισαγωγής.
15 Εντούτοις, με απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2011, η τελωνειακή αρχή κάλεσε τη Vetsch να καταβάλει ΦΠΑ εισαγωγής επί των σχετικών εμπορευμάτων βάσει του άρθρου 204, παράγραφος 1, του τελωνειακού κώδικα, με την αιτιολογία ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις της απαλλαγής που είχε ζητηθεί με τις προαναφερθείσες διασαφήσεις. Η Vetsch κατέστη, ως εκ τούτου, υπόχρεη του ΦΠΑ. Στις 31 Ιανουαρίου 2012 η τελωνειακή αρχή απέρριψε την ένσταση την οποία άσκησε η Vetsch κατά της ως άνω αποφάσεως.
16 Η Vetsch προσέφυγε ενώπιον του Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου, Αυστρία) κατά της απορριπτικής αποφάσεως της τελωνειακής αρχής, όμως η προσφυγή της απορρίφθηκε ως αβάσιμη, με απόφαση της 30ής Μαρτίου 2016.
17 Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι αποδείχθηκε ότι ο πωλητής των επίμαχων στην κύρια δίκη εμπορευμάτων είχε μεταβιβάσει στους Βούλγαρους αποδέκτες τους το δικαίωμα διαθέσεώς τους όταν εκείνα βρίσκονταν στην Ελβετία, δηλαδή πριν από τον εκτελωνισμό τους στην Αυστρία. Δεν αποδείχθηκε ότι οι αποδέκτες απώλεσαν το συγκεκριμένο δικαίωμα στη Βουλγαρία. Κατά το ίδιο δικαστήριο, οι αποδέκτες δήλωσαν μεν τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις των εν λόγω εμπορευμάτων, πλην όμως διέπραξαν φοροδιαφυγή στο τελευταίο αυτό κράτος μέλος, δηλώνοντας ψευδώς ότι είχαν πραγματοποιήσει απαλλασσόμενη ενδοκοινοτική παράδοση των επίμαχων εμπορευμάτων για λογαριασμό της Vetsch.
18 Η Vetsch προσέβαλε με αίτηση αναιρέσεως, ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, την απόφαση του Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου).
19 Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι, κατά το αυστριακό δίκαιο, οφείλεται ΦΠΑ εισαγωγής εφόσον δεν πληρούται η προϋπόθεση απαλλαγής στην οποία αναφέρεται το άρθρο 138, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας ΦΠΑ, σχετικά με τη μεταφορά που ακολουθεί την εισαγωγή στην Αυστρία. Σε μια τέτοια περίπτωση, το αυστριακό δίκαιο προβλέπει ότι υπόχρεος του φόρου αυτού είναι το πρόσωπο που οφείλει να πληροί την προαναφερθείσα προϋπόθεση, ήτοι εν προκειμένω, οι Βούλγαροι αποδέκτες των εμπορευμάτων, των οποίων η Vetsch είναι έμμεση αντιπρόσωπος. Στην υπόθεση της κύριας δίκης, η Vetsch θεωρείται, παρά ταύτα, αλληλεγγύως υπόχρεη για την καταβολή του φόρου.
20 Κατά το αιτούν δικαστήριο, η απαλλαγή από τον ΦΠΑ εισαγωγής, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και του άρθρου 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ εξαρτάται από το αν η ενδοκοινοτική μεταφορά απαλλάσσεται βάσει του άρθρου 138, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας ΦΠΑ.
21 Επισημαίνει, ως προς το σημείο αυτό, ότι το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) έκρινε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της απαλλαγής στηριζόμενο στη νομολογία του Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία ο υποκείμενος στον φόρο δεν επιτρέπεται να τύχει απαλλαγής από τον ΦΠΑ δυνάμει του άρθρου 138, παράγραφος 1, της οδηγίας ΦΠΑ, όταν έχει διαπράξει φοροδιαφυγή ή γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι εμπλεκόταν, μέσω της πράξης που διενήργησε, σε φοροδιαφυγή εκ μέρους του αποκτώντος και ότι δεν έλαβε όλα τα εύλογα μέτρα εντός των δυνατοτήτων του, προκειμένου να αποτρέψει τη φοροδιαφυγή. Από την άποψη αυτή, το Δικαστήριο φέρεται να εξομοίωσε την ενδοκοινοτική μεταφορά με την ενδοκοινοτική παράδοση.
22 Κατά την άποψη του αιτούντος δικαστηρίου, η νομολογία του Δικαστηρίου αφορούσε περιπτώσεις όπου η φοροδιαφυγή σχετιζόταν είτε με την πράξη η οποία αποτελούσε το αντικείμενο της εκπτώσεως, της απαλλαγής ή της επιστροφής ΦΠΑ είτε, το πολύ, με την αμέσως προηγούμενη ή επόμενη πράξη. Οι περιστάσεις όμως της υποθέσεως της κύριας δίκης διαφέρουν από εκείνες επί των οποίων εκδόθηκαν οι προγενέστερες αυτές αποφάσεις του Δικαστηρίου.
23 Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) διαπίστωσε ότι οι δύο βουλγαρικές επιχειρήσεις που εμπλέκονταν στην επίδικη ενδοκοινοτική μεταφορά είχαν υποβάλει τελωνειακές διασαφήσεις στις οποίες αναγραφόταν η ενδοκοινοτική απόκτηση στη Βουλγαρία. Η φοροδιαφυγή διαπράχθηκε, κατά την εκτίμησή του, σε μεταγενέστερο μόνο στάδιο, ήτοι στο πλαίσιο μιας δηλώσεως για νέα ενδοκοινοτική παράδοση των επίμαχων εμπορευμάτων από τις ως άνω επιχειρήσεις με σκοπό την μεταπώληση αυτών στη Vetsch. Οι επιχειρήσεις δήλωσαν ψευδώς ότι η συγκεκριμένη ενδοκοινοτική παράδοση απαλλασσόταν από τον φόρο. Το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) στήριξε την απόφασή του στην παραδοχή ότι η τελευταία αυτή παράδοση ουδέποτε έλαβε χώρα. Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι το Bundesfinanzgericht (ομοσπονδιακό φορολογικό δικαστήριο) έκρινε ότι δεν είχε, πάντως, αποδειχθεί ότι, κατά τον χρόνο της ενδοκοινοτικής μεταφοράς των εμπορευμάτων προς τη Βουλγαρία, οι ίδιες επιχειρήσεις είχαν ήδη την πρόθεση να διαπράξουν φοροδιαφυγή στο πλαίσιο μεταγενέστερης πράξεως σχετικής με τα εμπορεύματα αυτά.
24 Κατά το αιτούν δικαστήριο, από τη νομολογία του Δικαστηρίου καθίσταται σαφές ότι δεν χωρεί δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ ή απαλλαγής από τον ΦΠΑ σε σχέση με ενδοκοινοτική παράδοση όταν ο ίδιος ο υποκείμενος στον φόρο διαπράττει φοροδιαφυγή.
25 Επισημαίνει δε συναφώς ότι η νομολογία αυτή δεν αφορά μόνον τον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος έχει διαπράξει φοροδιαφυγή, αλλά και τον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η πράξη που διενήργησε συνδεόταν με φοροδιαφυγή εκ μέρους του προμηθευτή ή άλλου επιχειρηματία εμπλεκόμενου σε προηγούμενο ή επόμενο κρίκο της αλυσίδας των παραδόσεων.
26 Διερωτάται, επομένως, κατά πόσον η εν λόγω νομολογία ασκεί επιρροή σε μια περίπτωση όπως η υπό κρίση στην κύρια δίκη, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, η φοροδιαφυγή διαπράχθηκε σε μεταγενέστερο μόνο στάδιο της αλυσίδας των παραδόσεων που πραγματοποιήθηκαν μετά από την επίδικη ενδοκοινοτική μεταφορά και την ενδοκοινοτική απόκτηση που ακολούθησε τη μεταφορά αυτή.
27 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Verwaltungsgerichtshof (διοικητικό δικαστήριο, Αυστρία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Πρέπει να αποκλείεται η φοροαπαλλαγή για ενδοκοινοτική μεταφορά από κράτος μέλος βάσει του άρθρου 138 της οδηγίας [ΦΠΑ], όταν ο υποκείμενος στον φόρο που πραγματοποιεί τη μεταφορά αυτή σε άλλο κράτος μέλος δηλώνει μεν στο άλλο κράτος μέλος την ενδοκοινοτική απόκτηση που συνδέεται με την ενδοκοινοτική μεταφορά, αλλά φοροδιαφεύγει στο πλαίσιο μεταγενέστερης φορολογητέας πράξεως με αντικείμενο τα ίδια αγαθά στο άλλο κράτος μέλος, καθόσον δηλώνει αδικαιολογήτως μια απαλλασσόμενη ενδοκοινοτική παράδοση από αυτό το άλλο κράτος μέλος;
2) Έχει σημασία για την απάντηση στο πρώτο ερώτημα το αν ο υποκείμενος στον φόρο είχε ήδη, κατά τον χρόνο της ενδοκοινοτικής μεταφοράς, την πρόθεση να φοροδιαφύγει στο πλαίσιο μεταγενέστερης πράξεως με αντικείμενο τα ίδια αγαθά;»
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου ερωτήματος
28 Διαπιστώνεται κατ’ αρχάς ότι το πρώτο προδικαστικό ερώτημα αναφέρεται στην απαλλαγή από τον ΦΠΑ η οποία προβλέπεται στο άρθρο 138 της οδηγίας ΦΠΑ. Εντούτοις, από τις πληροφορίες που περιέχει η διάταξη περί παραπομπής συνάγεται ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν πρέπει, σε μια περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, να μην εφαρμοστεί η απαλλαγή από τον ΦΠΑ της οποίας τυγχάνουν όσες εισαγωγές αγαθών πραγματοποιούνται από τρίτη χώρα σε κράτος μέλος και πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και του άρθρου 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ, εφόσον τα ως άνω αγαθά μεταφέρθηκαν εν συνεχεία προς άλλο κράτος μέλος σε πρόσωπο που διέπραξε φοροδιαφυγή σε σχέση με αυτά κατόπιν της μεταφοράς τους.
29 Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και το άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ έχουν την έννοια ότι η προβλεπόμενη από τις εν λόγω διατάξεις απαλλαγή από τον ΦΠΑ εισαγωγής δεν πρέπει να εφαρμόζεται στην περίπτωση του εισαγωγέα που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως υπόχρεος του φόρου, κατά την έννοια του άρθρου 201 της ίδιας οδηγίας, όταν ο αποδέκτης της ενδοκοινοτικής μεταφοράς η οποία ακολουθεί την εισαγωγή διαπράττει φοροδιαφυγή στο πλαίσιο πράξεως που έπεται της μεταφοράς και δεν συνδέεται με αυτήν.
30 Κατά το άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και το άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ, τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις εισαγωγές αγαθών που αποστέλλονται ή μεταφέρονται από τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος αφίξεως της αποστολής ή της μεταφοράς, στην περίπτωση που η παράδοση των αγαθών αυτών, αν διενεργηθεί από τον εισαγωγέα που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως υπόχρεος του φόρου με βάση το άρθρο 201 της ως άνω οδηγίας, απαλλάσσεται δυνάμει του άρθρου 138 εν λόγω οδηγίας.
31 Όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, η απαλλαγή από τον ΦΠΑ εισαγωγής εξαρτάται, επομένως, από την επακόλουθη πραγματοποίηση, εκ μέρους του εισαγωγέα, ενδοκοινοτικής παραδόσεως η οποία επίσης απαλλάσσεται δυνάμει του άρθρου 138 της οδηγίας ΦΠΑ και, ως εκ τούτου, από τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο αυτό (απόφαση της 20ής Ιουνίου 2018, Enteco Baltic, C‑108/17, EU:C:2018:473, σκέψη 47). Το ίδιο ισχύει όταν, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, η παράδοση αγαθών συνίσταται σε μεταφορά τους με προορισμό άλλο κράτος μέλος.
32 Το άρθρο 138, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής προβλέπει ότι τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τις παραδόσεις αγαθών τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται εκτός του εδάφους τους, αλλά εντός της Ένωσης, από τον πωλητή ή τον αποκτώντα ή από άλλο πρόσωπο για λογαριασμό τους, εφόσον οι παραδόσεις αυτές πραγματοποιούνται για άλλον υποκείμενο στον φόρο, ή για μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο, που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος αναχώρησης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών. Βάσει του άρθρου 138, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας ΦΠΑ, εκτός από τις παραδόσεις κατά την έννοια της παραγράφου 1 της ίδιας οδηγίας, τα κράτη μέλη απαλλάσσουν και τις παραδόσεις αγαθών οι οποίες συνίστανται σε μεταφορές με προορισμό άλλο κράτος μέλος που θα καλύπτονταν από τις απαλλαγές, μεταξύ άλλων, της εν λόγω παραγράφου 1, αν είχαν πραγματοποιηθεί για άλλον υποκείμενο στον φόρο.
33 Για τους σκοπούς της απαλλαγής από τον ΦΠΑ, η ενδοκοινοτική μεταφορά, που ορίζεται στο άρθρο 17, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας ΦΠΑ, ως η μεταφορά από υποκείμενο στον φόρο ενός αγαθού της επιχείρησής του με προορισμό άλλο κράτος μέλος, εξομοιώνεται, ειδικότερα, με ενδοκοινοτική παράδοση της οποίας η απαλλαγή από τον ΦΠΑ προβλέπεται στο άρθρο 138 της οδηγίας αυτής [βλ., όσον αφορά τις αντίστοιχες διατάξεις της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί της εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), απόφαση της 20ής octobre 2016, Plöckl, C‑24/15, EU:C:2016:791, σκέψη 29].
34 Εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που παρέχει το αιτούν δικαστήριο, πρέπει να γίνει δεκτό, υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες οφείλει να προβεί το δικαστήριο αυτό, ότι η επίδικη ενδοκοινοτική μεταφορά πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 138 της οδηγίας ΦΠΑ, στις οποίες παραπέμπουν το άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της ίδιας οδηγίας και το άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ.
35 Επιπλέον, από τη διάταξη περί παραπομπής δεν προκύπτει κανένα στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη εισαγωγές εμπορευμάτων δεν πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις απαλλαγής από τον ΦΠΑ εισαγωγής, όπως προβλέπονται στις τελευταίες δύο διατάξεις που αναφέρθηκαν στην αμέσως προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως.
36 Πρέπει, συνεπώς, να ληφθεί ως δεδομένο ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη εισαγωγές εμπορευμάτων πληρούν τις προϋποθέσεις απαλλαγής από τον ΦΠΑ εισαγωγής οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και στο άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ.
37 Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, ωστόσο, κατά πόσον μια πράξη φοροδιαφυγής που τελέστηκε στο πλαίσιο ενδοκοινοτικής παραδόσεως μεταγενέστερης της εισαγωγής την οποία ακολούθησε η μεταφορά ασκεί επιρροή στο δικαίωμα ενός προσώπου να τύχει των επίμαχων απαλλαγών από τον ΦΠΑ. Το δικαστήριο αυτό δεν διατυπώνει, πάντως, καμία αμφιβολία ως προς τη νομιμότητα της εισαγωγής και της μεταφοράς που προηγήθηκαν της ενδοκοινοτικής παραδόσεως με την οποία σχετίζεται η φοροδιαφυγή.
38 Όπως, όμως, ισχυρίστηκε η Επιτροπή με τις γραπτές της παρατηρήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, σε μια περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, η εισαγωγή που ακολουθείται από ενδοκοινοτική μεταφορά, αφενός, και η ενδοκοινοτική παράδοση την οποία αφορά η φοροδιαφυγή, αφετέρου, πρέπει να θεωρηθούν ως πράξεις ανεξάρτητες η μία από την άλλη.
39 Ειδικότερα, διαπιστώνεται ότι το άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και το άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ συνεπάγονται, στην πραγματικότητα, διπλή απαλλαγή, ήτοι μια πρώτη απαλλαγή από τον ΦΠΑ ο οποίος, βάσει του άρθρου 201 της οδηγίας ΦΠΑ, οφείλεται κανονικά για την εισαγωγή και μια δεύτερη απαλλαγή, σε σχέση με την ενδοκοινοτική παράδοση ή μεταφορά που ακολούθησε την εισαγωγή.
40 Επομένως, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και του άρθρου 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ, ο ΦΠΑ επί των αγαθών που αποστέλλονται ή μεταφέρονται από τρίτη χώρα προς την Ένωση οφείλεται κατ’ αρχήν, για πρώτη φορά, όχι στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου αυτά εισήχθησαν αρχικώς, αλλά στο κράτος μέλος αφίξεως της αποστολής ή της μεταφοράς. Όπως υπογράμμισε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 53 των προτάσεών της, σκοπός των διατάξεων αυτών είναι η απλούστευση των διαδικασιών προς διευκόλυνση των διασυνοριακών συναλλαγών, αφού, χάρη στη φοροαπαλλαγή της εισαγωγής, παρέλκει η αναγνώριση δικαιώματος εκπτώσεως του απαιτητού κατά την εισαγωγή ΦΠΑ, το οποίο θα χορηγούνταν σε διαφορετική περίπτωση.
41 Σε μια περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, όπου η επίμαχη φοροδιαφυγή διαπράχθηκε στη Βουλγαρία, στο πλαίσιο ενδοκοινοτικής παραδόσεως με αφετηρία το συγκεκριμένο κράτος μέλος, οι βουλγαρικές αρχές είναι εκείνες οι οποίες δεν πρέπει να εφαρμόσουν την απαλλαγή από τον ΦΠΑ σε σχέση με την εν λόγω παράδοση.
42 Εφόσον έχει αποδειχθεί ότι η φοροδιαφυγή δεν σχετίζεται με τη μεταφορά από την οποία εξαρτάται η χορήγηση της απαλλαγής από τον ΦΠΑ εισαγωγής όπως προβλέπεται στο άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και στο άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ, ουδείς λόγος συντρέχει να μην τύχει της ως άνω απαλλαγής ο εισαγωγέας που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως υπόχρεος κατά την έννοια του άρθρου 201 της ίδιας οδηγίας, σε περίπτωση που, όπως καθιστά σαφές η διάταξη περί παραπομπής, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι ο εισαγωγέας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι αυτή η μεταγενέστερη της εισαγωγής παράδοση συνδεόταν με φοροδιαφυγή διαπραχθείσα από τους Βούλγαρους αποδέκτες των εμπορευμάτων.
43 Κατόπιν όλων των ανωτέρω, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας ΦΠΑ και το άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της τροποποιημένης οδηγίας ΦΠΑ έχουν την έννοια ότι ο εισαγωγέας ο οποίος ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως υπόχρεος του φόρου με βάση το άρθρο 201 της οδηγίας ΦΠΑ πρέπει να τυγχάνει της προβλεπόμενης από τις προαναφερθείσες διατάξεις απαλλαγής από τον ΦΠΑ εισαγωγής σε μια περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, όπου, αφενός, ο αποδέκτης ενδοκοινοτικής μεταφοράς πραγματοποιούμενης μετά την εισαγωγή διαπράττει φοροδιαφυγή στο πλαίσιο πράξεως που έπεται της μεταφοράς και δεν συνδέεται με τη μεταφορά, και, αφετέρου, δεν υφίσταται κανένα στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι ο εισαγωγέας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η μεταγενέστερη αυτή πράξη συνδεόταν με φοροδιαφυγή εκ μέρους του αποδέκτη.
Επί του δευτέρου ερωτήματος
44 Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί ποια σημασία θα μπορούσε να έχει, λαμβανομένης της απαντήσεως που θα πρέπει να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, η ενδεχόμενη ύπαρξη προθέσεως του αποδέκτη των μεταφερόμενων εμπορευμάτων, ήδη κατά τον χρόνο της ενδοκοινοτικής τους μεταφοράς, να διαπράξει φοροδιαφυγή στο πλαίσιο μεταγενέστερης πράξεως σχετικής με αυτά.
45 Όπως, όμως, ρητώς αναφέρει η διάταξη περί παραπομπής, δεν έχει αποδειχθεί εν προκειμένω ότι υπήρχε τέτοια πρόθεση. Υπό τις συνθήκες αυτές, το συγκεκριμένο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο έχει υποθετικό χαρακτήρα, είναι απαράδεκτο.
Επί των δικαστικών εξόδων
46 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (ένατο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 143, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας και το άρθρο 143, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/69/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2009, έχουν την έννοια ότι ο εισαγωγέας που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως υπόχρεος του φόρου με βάση το άρθρο 201 της οδηγίας 2006/112 πρέπει να τυγχάνει της προβλεπόμενης από τις προαναφερθείσες διατάξεις απαλλαγής από τον φόρο προστιθέμενης αξίας ο οποίος πλήττει τις εισαγωγές, σε μια περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, όπου, αφενός, ο αποδέκτης ενδοκοινοτικής μεταφοράς πραγματοποιούμενης μετά την εισαγωγή διαπράττει φοροδιαφυγή στο πλαίσιο πράξεως που έπεται της μεταφοράς και δεν συνδέεται με τη μεταφορά, και, αφετέρου, δεν υφίσταται κανένα στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι ο εισαγωγέας γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η μεταγενέστερη αυτή πράξη συνδεόταν με φοροδιαφυγή εκ μέρους του αποδέκτη.
Εγκύκλιος ΕΦΚΑ 7/2019 Μείωση ασφαλιστικών Εισφορών Κλάδου Σύνταξης Ελευθέρων Επαγγελματιών, Αυτοαπασχολούμενων και Αγροτών
Αθήνα, 19/02/ 2019
Αρ. Πρωτ.: ΔΙΕIΣΦΜΜ/128/210959
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝ. ΑΣΦ/ΣΗΣ ΚΑΙ KOIN. ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Ταχ. Δ/νση : Σατωβριάνδου18
10432 Αθήνα
Πληροφορίες : Ελένη Δουλκερίδου
Μαντώ Καλιαβού
Τηλέφωνο : 210-5285598
: 210-5285690
fax : 210-5285599
e-mail : tm.eisf.mmisth@efka.gov.gr
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΕΙΓΟΝ
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ : 7
ΘΕΜΑ: «Μείωση ασφαλιστικών Εισφορών Κλάδου Σύνταξης Ελευθέρων Επαγγελματιών, Αυτοαπασχολούμενων και Αγροτών.»
ΣΧΕΤ: Οι διατάξεις των {start}άρθρων 1{end}, {start}2{end} και {start}3{end} του Ν. 4578/2018 (ΦΕΚ 200/ ΤΒ/3.12.2018).
Με τις πιο πάνω σχετικές διατάξεις αντικαθίστανται τα {start}άρθρα 39{end} και {start}40{end} και προστίθεται νέο άρθρο ({start}39Α{end}) στο Ν.4387/2016.
Με τις νέες διατάξεις διατηρούνται:
- Το Καθαρό Φορολογητέο Εισόδημα (ΚΦΑ) προηγούμενου έτους ως βάση υπολογισμού των εισφορών,
- η διαδικασία υπολογισμού και εισφοροδότησης,
- η διαδικασία ετήσιας εκκαθάρισης ασφαλιστικών εισφορών, ως αποτέλεσμα της σχέσης
καταβλητέων και καταβληθεισών εισφορών, και θεσπίζεται μείωση στο ποσοστό εισφορών Κλάδου Σύνταξης Ελευθέρων Επαγγελματιών, Αυτοαπασχολούμενων και Αγροτών.
Με την παρούσα παρέχονται διευκρινίσεις – οδηγίες για πληρέστερη κατανόηση και ενιαία εφαρμογή των νέων διατάξεων:
ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Ως έναρξη ισχύος της μείωσης ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, είναι η 01/01/2019.
ΓΕΝΙΚΑ
Για το πεδίο εφαρμογής των νέων διατάξεων και τις γενικές αλλαγές που επέρχονται, θέτουμε υπόψη σας τα εξής:
1. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς Κλάδου Σύνταξης που καταβάλλουν Ελ. Επαγγελματίες και Αυτοαπασχολούμενοι, μειώνεται από 20% σε 13,33%.
2. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς Κλάδου Σύνταξης που καταβάλλουν οι Αγρότες μειώνεται και διαμορφώνεται μεταβατικά για τα έτη 2019 έως 2022 ως εξής:
- για το έτος 2019 από 18% σε 12%,
- για το έτος 2020 από 19% σε 12,67%,
- για το έτος 2021 από 19,5% σε 13% και
- για το έτος 2022 από 20% σε 13,33%.
3. Το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς Κλάδου Σύνταξης που καταβάλλουν ασφαλισμένοι του πρώην ΕΤΑΑ και αυτοαπασχολούμενοι απόφοιτοι σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου προερχόμενοι από τον πρώην ΟΑΕΕ, μειώνεται και διαμορφώνεται σε ποσοστό 13,33%, καθόλη τη διάρκεια της πενταετίας από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση (αντί του 14% για τα 2 πρώτα έτη και 17% για τα επόμενα 3 έτη).
Για τους ασφαλισμένους αυτούς, εφόσον η μηνιαία εισφορά υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς των ασφαλισμένων, Αυτοαπασχολούμενων και Ελ. Επαγγελματιών άνω των πέντε ετών ασφάλισης, το ποσό της διαφοράς παραμένει ως ασφαλιστική οφειλή.
4. Σε ισχύ παραμένουν οι διατάξεις της {start}παρ.9 του άρθρου 39{end} του ν.4387/2016. Ως εκ τούτου τα πρόσωπα που υπάγονται στην εν λόγω ρύθμιση εξακολουθούν να καταβάλλουν εισφορές σύμφωνα με τις διατάξεις του {start}άρθρου 38{end} του ν.4387/2016.
ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΙΣΦΟΡΑ
Η υπολογιζόμενη κατά τα ανωτέρω μηνιαία εισφορά για τον Κλάδο Κύριας Σύνταξης Ελ. Επαγγελματιών, Αυτοαπασχολούμενων και Αγροτών δεν μπορεί να υπολείπεται της ελάχιστης καθορισθείσας με τις εκδοθείσες Υπουργικές Αποφάσεις, κατά εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 και {start}40{end} του ν.4387/2016, όπως αυτές ισχύουν με τις διατάξεις των {start}άρθρων 1{end}, {start}2{end} και {start}3{end} του Ν. 4578/2018.
Σε ισχύ παραμένουν οι ρυθμίσεις της {start}παρ.2 του άρθρου 38{end} του ν. 4387/2016 ως προς την ανώτερη βάση υπολογισμού εισφορών.
Ειδικότερα οι ελάχιστες μηνιαίες εισφορές διαμορφώνονται κατά περίπτωση ως εξής:
Α. Μοναδική Ασφάλιση
1. Η ελάχιστη μηνιαία εισφορά Κλάδου Σύνταξης Ελ. Επαγγελματιών και Αυτοαπασχολούμενων, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, και διαμορφώνεται, έως 31/1/2019, σε 117,22€ (586,08*20%).
2. Η ελάχιστη μηνιαία εισφορά Κλάδου Σύνταξης Αγροτών, ασφαλισμένων π. ΟΓΑ, δεν μπορεί να υπολείπεται - για το έτος 2019 - του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του 70% του εκάστοτε βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, και διαμορφώνεται, έως 31/01/2019, σε 73,85€ (410,26*18%).
Η περαιτέρω κλιμάκωση έως την ολοκλήρωση του ποσοστού 20%, διαμορφώνεται, κατ΄ έτος, ως εξής:
- από 01/01/2020 έως 31/12/2020 σε ποσοστό 19%,
- από 01/01/2021 έως 31/12/2021 σε ποσοστό 19,5%,και
- από 01/01/2022 και εντεύθεν σε ποσοστό 20%,
3. Η ελάχιστη μηνιαία εισφορά Κλάδου Σύνταξης ασφαλισμένων π. ΕΤΑΑ και αυτοαπασχολούμενων αποφοίτων σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια, που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, προερχόμενοι από τον π. ΟΑΕΕ, κατά την πρώτη πενταετία από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 13,33 % επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, και διαμορφώνεται, έως 31/01/2019, σε 54,69€ (410,26 * 13,33%).
Β. Παράλληλη ασφάλιση
1. Στις περιπτώσεις παράλληλης ασφάλισης με, α) άσκηση πολλαπλών μη μισθωτών δραστηριοτήτων και β) άσκηση μισθωτής και μη μισθωτής δραστηριότητας, η ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών ασφάλισης, και διαμορφώνεται, έως 31/01/2019, σε 117,22€ (586,08*20%).
2. Σε περίπτωση μισθωτής εργασίας (πλήρους ή μερικής απασχόλησης) και παράλληλης άσκησης αγροτικής δραστηριότητας (με ετήσιο αγροτικό εισόδημα που υπερβαίνει το ποσό των 4.923,12€), η ελάχιστη μηνιαία εισφορά Κλάδου Σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται - για το έτος 2019 - του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του 70% του εκάστοτε βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, και διαμορφώνεται, έως 31/01/2019, σε 73,85€ (410,26*18%) (σχετικά με το εισφοροδοτηθέν αγροτικό εισόδημα θα ακολουθήσει οδηγία).
Προσοχή !
Για την διαμόρφωση των κατώτατων ορίων από 01.02.2019, ημερομηνία έναρξης ισχύος νέου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών ασφάλισης, θα ακολουθήσουν οδηγίες.
Η μείωση εισφορών, κατά τις διατάξεις του {start}άρθρου 98{end} του ν.4387/2016 (εισοδηματική κλιμάκωση) εφαρμόζεται σε μη μισθωτούς ασφαλισμένους του π. ΕΤΑΑ κατά τα γνωστά. Μετά την εφαρμογή των νέων διατάξεων, προσδιορίζεται, η εισφορά Κλάδου Σύνταξης έως το ύψος της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς, κατά τα προαναφερόμενα.
ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ – ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Έχουν πραγματοποιηθεί, σε συνεργασία με την ΗΔΙΚΑ, οι απαραίτητες προσαρμογές στο μηχανογραφικό σύστημα, οι οποίες υποστηρίζουν τους νέους κανόνες υπολογισμού των εισφορών.
Συγκεκριμένα:
1. Για τον προσδιορισμό της βάσης υπολογισμού εισφορών έτους 2019 αρχικά, και έως την εκκαθάρισή τους, έχει ληφθεί υπόψη το ΚΦΑ του έτους 2017 ή του πιο πρόσφατου εκκαθαρισμένου έτους και το σύνολο των καταβλητέων ασφαλιστικών εισφορών έτους 2017 .
Ως καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές λαμβάνονται οι εισφορές όπως αυτές έχουν προσδιοριστεί από την διαδικασία εκκαθάρισης ασφαλιστικών εισφορών έτους 2017.
2. Υπενθυμίζουμε ότι από 01.01.2019 και εφεξής ως βάση υπολογισμού των εισφορών λαμβάνεται το 100% του ΚΦΑ προηγούμενου έτους στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι καταβλητέες εισφορές (σχετ. το {start}άρθρο 58{end} του ν.4472/2017).
3. Οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές, αθροίζονται στις αντίστοιχες πηγές εισοδήματος (επιχειρηματική ή αγροτική) για τις περαιτέρω διαδικασίες υπολογισμού εισφορών.
4. Έχουν πραγματοποιηθεί οι απαραίτητες τροποποιήσεις:
- Στη μηχανογραφική εφαρμογή «Ασφάλιση- Έσοδα μη μισθωτών» με μείωση του ποσοστού εισφοροδότησης του Κλάδου Σύνταξης.
- Στο ειδοποιητήριο πληρωμής ασφαλιστικών εισφορών.
Ειδικότερα, στον πίνακα «Ανάλυση Μηνιαίας Εισφοράς» στο πεδίο «Κλ. Σύνταξης» στις περιπτώσεις που καταβάλλεται η ελάχιστη μηνιαία εισφορά, θα προστίθεται το λεκτικό «Ελάχιστη Εισφορά».
- Στον Ατομικό Λογαριασμό Ασφαλισμένου που τηρείται στον ιστότοπο ΕΦΚΑ.
Κατά τα λοιπά ισχύουν τα αναφερόμενα σε εγκύκλιες οδηγίες που έχουν εκδοθεί για τον προσδιορισμό των ασφαλιστικών εισφορών Ελ. Επαγγελματιών Αυτοαπασχολούμενων και Αγροτών.
Παρακαλούμε με ευθύνη των Προϊστάμενων Διευθύνσεων και Υποκαταστημάτων να λάβει γνώση ενυπόγραφα το προσωπικό των υπηρεσιών αρμοδιότητας σας.
Λ. ΣΕΜΠΟΣ
Ακριβές αντίγραφο
Η ΠΡ/ΝΗ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
Ε. ΤΣΙΟΥΤΣΙΑ
Π Α Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Α
Α. Μείωση μηνιαίας εισφοράς Κλ. Σύνταξης (Μοναδική ασφάλιση)
Παράδειγμα 1ο
Ελ. Επαγγελματίας (π. ΟΑΕΕ), με ετήσιο εισφοροδοτούμενο εισόδημα (ΚΦΑ + Καταβλητέες εισφορές) ύψους 9.000,00 €.
Η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης, με βάση το νέο ποσοστό υπολογισμού εισφοράς διαμορφώνεται σε 99,98 € (9000,00/12, 750,00 * 13,33 %).
Επειδή η μηνιαία εισφορά δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού των 117,22 € (586,06*20%), θα απαιτηθεί η ελάχιστη μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης 117,22 €.
Με το προϊσχύον καθεστώς η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης θα διαμορφώνονταν σε 150,00 € (9.000,00/12, 750,00*20%), άρα επέρχεται μείωση μηνιαίας εισφοράς κατά 32,78 €
Παράδειγμα 2
Αγρότης (π. ΟΓΑ) με ετήσιο εισφοροδοτούμενο εισόδημα (ΚΦΑ + Καταβλητέες εισφορές) ύψους 6.000,00 €.
Η μηνιαία εισφορά κλ. σύνταξης, με βάση το νέο ποσοστό υπολογισμού εισφοράς διαμορφώνεται σε 60,00 € (6.000,00/12, 500,00 * 12%).
Επειδή η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού των 73,85€ (410,26*18%), θα απαιτηθεί η ελάχιστη μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης 73,85 €.
Με το προϊσχύον καθεστώς η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης θα διαμορφώνονταν σε 90,00 € (500,00*18%), άρα επέρχεται μείωση μηνιαίας εισφοράς κατά 16,15 € .
Β. Μείωση μηνιαίας εισφοράς Κλ. Σύνταξης (Παράλληλη ασφάλιση)
Παράδειγμα
Ελ. Επαγγελματίας (π.ΟΑΕΕ), και παράλληλα Αγρότης (π. ΟΓΑ), με ετήσιο εισφοροδοτούμενο εισόδημα (ΚΦΑ+ Καταβλητέες εισφορές), από επιχειρηματική δραστηριότητα ύψους 4.000,00 € και από αγροτική δραστηριότητα ύψους 9.000,00 €.
Η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης, με βάση το νέο ποσοστό υπολογισμού εισφοράς διαμορφώνεται σε 134,43€ και προκύπτει ως εξής:
- 44,43€ (4000,00/12, 333,33 * 13,33%) και
- 90,00€ (9000,00/12, 750 * 12%).
Με το προϊσχύον καθεστώς η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης θα διαμορφώνονταν σε 201,67€ και προκύπτει ως εξής:
- 66,67€ (4.000,00/12, 333,33 * 20%) και
- 135€ (9000,00/12, 750 * 18%), άρα επέρχεται μείωση μηνιαίας εισφοράς κατά 24,75 €.
Γ. Μείωση εισφορών ({start}άρθρο 98{end} του ν. 4387/2016) για ασφαλισμένους π. ΕΤΑΑ.
Παράδειγμα 1
Αυτοαπασχολούμενος, ασφαλισμένος του π. ΕΤΑΑ, άνω πενταετίας, έχει ετήσιο καθαρό φορολογητέο εισόδημα ύψους 16.000,00 €. Αφού ληφθούν υπόψη οι μεταβατικές ρυθμίσεις του {start}άρθρου 98{end} του ν.4387/2016, η μηνιαία εισφορά για τον Κλ. Σύνταξης υπολογίζεται ακολουθώντας τα πιο κάτω στάδια:
α) Υπολογισμός μηνιαίας εισφοράς κλ. Σύνταξης
Η μηνιαία εισφορά, με βάση το νέο ποσοστό υπολογισμού εισφορών διαμορφώνεται σε 177,73 € (16.000/12,1.333,33 * 13,33 %)
β) Υπολογισμός μείωσης του άρθρου 98 «επί του εισοδήματος».
Σύμφωνα με τις κλίμακες εισοδήματος, για εισόδημα από 7.033,01 – 16.000,00 εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, μείωση για τον κλ. Σύνταξης ποσού 49,14 €. (σχετ. παράδειγμα υπολογισμού, στην αριθ, 1/2017 εγκύκλιο οδηγία ΕΦΚΑ).
γ) Συνολικό ποσό μηνιαίας εισφοράς κλ. Σύνταξης.
Η μηνιαία εισφορά που θα καταβάλλει ο ασφαλισμένος μετά την εφαρμογή του {start}άρθρου 98{end} του ν. 4387/2016 ισούται με 128,59€ (177,73 – 49, 14), δεδομένου ότι δεν υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς (117,22€).
Με το προϊσχύον καθεστώς η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης θα διαμορφώνονταν:
- σε 266,67 €, (1.333,33*20%),
- μείον 73,72 €, (μείωση κλ. Σύνταξης σύμφωνα με το {start}άρθρο 98{end} του ν.4387/2016)
Σύνολο: 192,95 € (σύνολο μηνιαίας εισφοράς κλ. Σύνταξης) άρα επέρχεται μείωση μηνιαίας εισφοράς κατά 64,36 €.
Παράδειγμα 2
Αυτοαπασχολούμενος, (π. ΕΤΑΑ), κάτω πενταετίας, έχει ετήσιο καθαρό φορολογητέο εισόδημα ύψους 8.400,00 €. Αφού ληφθούν υπόψη οι μεταβατικές ρυθμίσεις του {start}άρθρου 98{end} του ν.4387/2016, η μηνιαία εισφορά για τον Κλ. Σύνταξης υπολογίζεται ακολουθώντας τα πιο κάτω στάδια:
α) Υπολογισμός μηνιαίας εισφοράς κλ. Σύνταξης
Η μηνιαία εισφορά, με βάση το νέο ποσοστό υπολογισμού εισφορών διαμορφώνεται σε 93,31 € (8.400/12,700 * 13,33%)
β) Υπολογισμός μείωσης του άρθρου 98 επί του εισοδήματος.
Σύμφωνα με τις κλίμακες εισοδήματος, για εισόδημα από 4.922,01 – 8.400,00 εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, μείωση για τον κλ. Σύνταξης ποσού 19,32 €. (σχετ. παράδειγμα υπολογισμού, στην αριθμ. 1/2017 εγκύκλιο οδηγία ΕΦΚΑ).
γ) Συνολικό ποσό μηνιαίας εισφοράς κλ. σύνταξης
Η τελική μηνιαία εισφορά που θα καταβάλλει ο ασφαλισμένος μετά την εφαρμογή του {start}άρθρου 98{end} του ν. 4387/2016 ισούται με 73,99 € (93,31 – 19,32 ), δεδομένου ότι δεν υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς 54,69 € (410,26*13,33%).
δ) Ασφαλιστική οφειλή
Το ποσό των 23,91 € (δηλ. η διαφορά 117,22 – 93,31), αποτελεί ασφαλιστική οφειλή, η οποία εξοφλείται κατά τα γνωστά (σχετ. η αριθμ. 1/2017 εγκύκλιος οδηγία ΕΦΚΑ).
Με το προϊσχύον καθεστώς η μηνιαία εισφορά κλ. Σύνταξης θα διαμορφώνονταν:
- σε 119,00 €, (700,00* 17%, κατά το 4ο έτος ασφάλισης),
- μείον 24,63 €, (μείωση κλ. Σύνταξης σύμφωνα με το {start}άρθρο 98{end} του ν.4387/2016)
Σύνολο: 94,37 € (σύνολο μηνιαίας εισφοράς κλ. Σύνταξης), άρα επέρχεται μείωση μηνιαίας εισφοράς κατά 20,38 € και κρατείται ως ασφαλιστική οφειλή το ποσό των 21 € (140,00-119,00).
Δ.ΑΣΦ./1/215048/2019 Ασφαλιστική αντιμετώπιση των μετόχων Ανωνύμων Εταιρειών των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης
Αρ.πρωτ.:Δ.ΑΣΦ./1/215048
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
Δ/ΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Ταχ. Δ/νση: Σατωβριάνδου 18
10432 Αθήνα
Πληροφορίες: Β. Ρεσίτη
Τηλέφωνο: 210 - 5285580
fax:210 - 5229840
e-mail:tm.asfalisis@efka.gov.gr
ΓΕΝΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ
Σχετ.: Το αρ.πρωτ.Δ.ΑΣΦ./1069/1315813/6-11-2018 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Εισφορών και Ελέγχων
Με το αρ.πρωτ. Δ.15/Γ/οικ.5222/125/2019 έγγραφο της Διεύθυνσης Κύριας Ασφάλισης και Εισφορών της Γ.Γ.Κ.Α., παρέχονται διευκρινίσεις για τη συνδυαστική εφαρμογή του άρθρου 39 του ν.4387/2016, όπως ισχύει, και της περ.γ΄της παρ.2 του άρθρου 1 του Π.Δ.258/2005, όπως ισχύει, σχετικά με την ασφαλιστική αντιμετώπιση των μετόχων ΚΤΕΛ Α.Ε., των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης.
Η Υπηρεσία μας ήδη εργάζεται στην κατεύθυνση της έκδοσης νεότερων οδηγιών.
Μέχρι την έκδοσή τους, αναστέλλεται η εφαρμογή των οδηγιών που δόθηκαν με το ως άνω σχετικό γενικό έγγραφο.
Ο ΠΡ/ΝΟΣ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗΣ ΕΙΣΦΟΡΩΝ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΙΑΠΑΚΗΣ
Ακριβές Αντίγραφο
Η ΠΡ/ΝΗ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜ. ΔΙΟΙΚ. ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΕΛΕΝΗ ΤΣΙΟΥΤΣΙΑ
Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1595 της Επιτροπής της 23ης Οκτωβρίου 2018 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη Διερμηνεία 23 της Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/1595 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 23ης Οκτωβρίου 2018
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση
ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη Διερμηνεία 23
της Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2), υιοθετήθηκαν
ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις 15 Οκτωβρίου
2008.
(2) Στις 7 Ιουνίου 2017, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
εξέδωσε τη Διερμηνεία 23 Αβεβαιότητα σχετικά με χειρισμούς του φόρου
εισοδήματος της Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΕΔΔΠΧΑ 23). Η ΕΔΔΠΧΠ 23 διευκρινίζει τον τρόπο
με τον οποίο πρέπει να αντικατοπτρίζεται η αβεβαιότητα στη λογιστική των
φόρων εισοδήματος.
(3) Η έγκριση της ΕΔΔΠΧΑ 23 συνεπάγεται τροποποιήσεις του Διεθνούς Προτύπου
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 1, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνοχή
μεταξύ των διεθνών λογιστικών προτύπων.
(4) Η διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για θέματα
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς επιβεβαιώνει ότι η ΕΔΔΠΧΑ 23 πληροί τα κριτήρια
έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(5) Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008.
(6) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 τροποποιείται ως εξής:
α) Προστίθεται η Διερμηνεία 23 Αβεβαιότητα σχετικά με χειρισμούς του φόρου
εισοδήματος της Επιτροπής Διερμηνειών των Διεθνών Προτύπων
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΕΔΔΠΧΑ 23), όπως ορίζεται στο παράρτημα του
παρόντος κανονισμού·
β) Τροποποιείται το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 1
σύμφωνα με την ΕΔΔΠΧΑ 23, όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος
κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το
αργότερο από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μεταγενέστερα.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 23 Οκτωβρίου 2018.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008,
για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΕΔΔΠΧΑ 23
ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΕΔΔΠΧΑ 23
ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
— ΔΛΠ 1 Παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων
— ΔΛΠ 8 Λογιστικές πολιτικές, μεταβολές των λογιστικών εκτιμήσεων και λάθη
— ΔΛΠ 10 Γεγονότα μετά την περίοδο αναφοράς
— ΔΛΠ 12 Φόροι εισοδήματος
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
1. Το ΔΛΠ 12 Φόροι Εισοδήματος καθορίζει απαιτήσεις για τις τρέχουσες και
αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις. Η οικονομική οντότητα
εφαρμόζει τις απαιτήσεις του ΔΛΠ 12 βάσει της ισχύουσας φορολογικής
νομοθεσίας.
2. Μπορεί να είναι ασαφής ο τρόπος με τον οποίο η φορολογική νομοθεσία
εφαρμόζεται σε μια συγκεκριμένη συναλλαγή ή περίσταση. Η αποδοχή ενός
συγκεκριμένου φορολογικού χειρισμού στο πλαίσιο της φορολογικής νομοθεσίας
μπορεί να μην γίνει γνωστή έως ότου η σχετική φορολογική αρχή ή κάποιο
δικαστήριο λάβει απόφαση στο μέλλον. Κατά συνέπεια, μια διαφορά ή η εξέταση
συγκεκριμένου φορολογικού χειρισμού από τη φορολογική αρχή μπορεί να
επηρεάσει τον λογιστικό χειρισμό μιας οικονομικής οντότητας για τρέχουσα ή
αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση ή υποχρέωση.
3. Στην παρούσα Διερμηνεία ισχύουν τα ακόλουθα:
α) «φορολογικοί χειρισμοί»: οι χειρισμοί που χρησιμοποιεί ή σκοπεύει να
χρησιμοποιήσει η οικονομική οντότητα στις δηλώσεις φόρου εισοδήματος.
β) «φορολογική αρχή»: ο φορέας ή οι φορείς που αποφασίζουν κατά πόσον οι
φορολογικοί χειρισμοί είναι αποδεκτοί δυνάμει της φορολογικής νομοθεσίας. Θα
μπορούσε ενδεχομένως να πρόκειται και για δικαστήριο.
γ) «αβέβαιος φορολογικός χειρισμός»: φορολογικός χειρισμός για τον οποίο
υπάρχει αβεβαιότητα ως προς το κατά πόσον η οικεία φορολογική αρχή θα
αποδεχθεί τον φορολογικό χειρισμό δυνάμει της φορολογικής νομοθεσίας. Για
παράδειγμα, απόφαση της οικονομικής οντότητας να μην υποβάλει φορολογική
δήλωση εισοδήματος σε μια φορολογική δικαιοδοσία, ή να μην συμπεριλάβει
συγκεκριμένα εισοδήματα στο φορολογητέο κέρδος, αποτελεί αβέβαιο φορολογικό
χειρισμό εφόσον υπάρχει αβεβαιότητα ως προς την αποδοχή δυνάμει της
φορολογικής νομοθεσίας.
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
4. Η παρούσα Διερμηνεία αποσαφηνίζει τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμόσει τις
απαιτήσεις αναγνώρισης και επιμέτρησης του ΔΛΠ 12 όταν υφίσταται αβεβαιότητα
σχετικά με τους χειρισμούς του φόρου εισοδήματος. Στην περίπτωση αυτή, η
οικονομική οντότητα αναγνωρίζει και επιμετρά την τρέχουσα ή αναβαλλόμενη
φορολογική απαίτηση ή υποχρέωση εφαρμόζοντας τις απαιτήσεις του ΔΛΠ 12, με
βάση φορολογητέο κέρδος (φορολογική ζημία), φορολογικές βάσεις,
αχρησιμοποίητες φορολογικές ζημίες, αχρησιμοποίητες πιστώσεις φόρου και
φορολογικούς συντελεστές που καθορίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας
Διερμηνείας.
ΖΗΤΗΜΑΤΑ
5. Εφόσον υφίσταται αβεβαιότητα σχετικά με τους χειρισμούς του φόρου
εισοδήματος, η παρούσα Διερμηνεία εξετάζει:
α) αν η οικονομική οντότητα λαμβάνει υπόψη χωριστά τους αβέβαιους
φορολογικούς χειρισμούς·
β) τις παραδοχές που κάνει η οικονομική οντότητα σχετικά με την εξέταση των
φορολογικών χειρισμών από τις φορολογικές αρχές·
γ) τον τρόπο με τον οποίο η οικονομική οντότητα προσδιορίζει το φορολογητέο
κέρδος (φορολογική ζημία), τις φορολογικές βάσεις, τις αχρησιμοποίητες
φορολογικές ζημίες, τις αχρησιμοποίητες πιστώσεις φόρων και τους
φορολογικούς συντελεστές· και
δ) τον τρόπο με τον οποίο η οικονομική οντότητα συνεκτιμά τις αλλαγές σε
γεγονότα και περιστάσεις.
ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ
Αν η οικονομική οντότητα λαμβάνει υπόψη χωριστά τους αβέβαιους
φορολογικούς χειρισμούς
6. Η οικονομική οντότητα κρίνει εάν θα λάβει υπόψη κάθε αβέβαιο φορολογικό
χειρισμό χωριστά ή μαζί με έναν ή περισσότερους άλλους αβέβαιους
φορολογικούς χειρισμούς με βάση το ποια προσέγγιση προβλέπει καλύτερα την
άρση της αβεβαιότητας. Κατά τον καθορισμό της προσέγγισης που προβλέπει
καλύτερα την άρση της αβεβαιότητας, η οικονομική οντότητα θα μπορούσε να
εξετάσει, για παράδειγμα, α) πώς συντάσσει τις δηλώσεις της του φόρου
εισοδήματος και τεκμηριώνει τους φορολογικούς χειρισμούς· ή β) τον τρόπο με
τον οποίο η οικονομική οντότητα αναμένει ότι η φορολογική αρχή θα προβεί
στην εξέταση και την επίλυση ζητημάτων που ενδεχομένως θα προκύψουν από την
εξέταση αυτή.
7. Εάν, κατά την εφαρμογή της παραγράφου 6, η οικονομική οντότητα συνεκτιμά
περισσότερους του ενός αβέβαιους φορολογικούς χειρισμούς, η οντότητα
ερμηνεύει τις παραπομπές σε «αβέβαιο φορολογικό χειρισμό» στην παρούσα
Διερμηνεία ως αναφερόμενες στην ομάδα αβέβαιων φορολογικών χειρισμών
λαμβανομένων υπόψη από κοινού.
Εξέταση από τις φορολογικές αρχές
8. Κατά την αξιολόγηση κατά πόσον και με ποιον τρόπο ένας αβέβαιος
φορολογικός χειρισμός επηρεάζει τον προσδιορισμό του φορολογητέου κέρδους (φορολογικής
ζημίας), τις φορολογικές βάσεις, τις αχρησιμοποίητες φορολογικές ζημίες, τις
αχρησιμοποίητες πιστώσεις φόρων και τους φορολογικούς συντελεστές, η
οικονομική οντότητα υποθέτει ότι η φορολογική αρχή θα εξετάσει τα ποσά που
έχει το δικαίωμα να εξετάσει και θα έχει πλήρη γνώση όλων των σχετικών
πληροφοριών κατά τη διενέργεια αυτής της εξέτασης.
Προσδιορισμός του φορολογητέου κέρδους (φορολογικής ζημίας), των
φορολογικών βάσεων, των αχρησιμοποίητων φορολογικών ζημιών, των
αχρησιμοποίητων πιστώσεων φόρων και των φορολογικών συντελεστών
9. Η οικονομική οντότητα εξετάζει κατά πόσο είναι πιθανό ότι μια φορολογική
αρχή θα δεχθεί έναν αβέβαιο φορολογικό χειρισμό.
10. Αν η οικονομική οντότητα καταλήξει ότι είναι πιθανόν ότι η φορολογική
αρχή θα δεχθεί έναν αβέβαιο φορολογικό χειρισμό, η οικονομική οντότητα
καθορίζει το φορολογητέο κέρδος (φορολογική ζημία), τις φορολογικές βάσεις,
τις αχρησιμοποίητες φορολογικές ζημίες, τις αχρησιμοποίητες πιστώσεις φόρων
ή τους φορολογικούς συντελεστές κατά τρόπο συναφή με τον φορολογικό χειρισμό
που χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί στις δηλώσεις φορολογίας
εισοδήματος.
11. Αν η οικονομική οντότητα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν είναι πιθανό
ότι η φορολογική αρχή θα δεχθεί έναν αβέβαιο φορολογικό χειρισμό, η
οικονομική οντότητα απεικονίζει την επίδραση της αβεβαιότητας στον
προσδιορισμό του σχετικού φορολογητέου κέρδους (φορολογικής ζημίας), των
φορολογικών βάσεων, των αχρησιμοποίητων φορολογικών ζημιών, των
αχρησιμοποίητων πιστωτικών φόρων ή των φορολογικών συντελεστών. Η οικονομική
οντότητα αποτυπώνει την επίδραση της αβεβαιότητας για κάθε αβέβαιο
φορολογικό χειρισμό χρησιμοποιώντας οιαδήποτε από τις ακόλουθες μεθόδους,
αναλόγως ποια μέθοδος αναμένει η οντότητα ότι προβλέπει καλύτερα την άρση
της αβεβαιότητας:
α) το πιθανότερο ποσό - το μοναδικό πιθανότερο ποσό σε ένα φάσμα πιθανών
εκβάσεων. Το πιθανότερο ποσό είναι δυνατόν να προβλέψει καλύτερα την άρση
της αβεβαιότητας εάν τα πιθανά αποτελέσματα είναι δυαδικά ή είναι
συγκεντρωμένα σε μία τιμή.
β) η αναμενόμενη τιμή-το άθροισμα των σταθμισμένων βάσει πιθανοτήτων ποσών
σε ένα φάσμα πιθανών αποτελεσμάτων. Η αναμενόμενη τιμή είναι δυνατόν να
προβλέψει καλύτερα την άρση της αβεβαιότητας εάν υπάρχει ένα φάσμα πιθανών
αποτελεσμάτων που δεν είναι ούτε δυαδικά ούτε συγκεντρωμένα σε μία τιμή.
12. Εάν ένας αβέβαιος φορολογικός χειρισμός επηρεάζει τον τρέχοντα και τον
αναβαλλόμενο φόρο (για παράδειγμα, εάν επηρεάζει τόσο το φορολογητέο κέρδος
που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του τρέχοντος φόρου όσο και τις
φορολογικές βάσεις που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του
αναβαλλόμενου φόρου), η οικονομική οντότητα θα πραγματοποιήσει συνεκτικές
κρίσεις και εκτιμήσεις τόσο για τον τρέχοντα και τον αναβαλλόμενο φόρο.
Αλλαγές σε γεγονότα και περιστάσεις
13. Μια οικονομική οντότητα επανεκτιμά κρίση ή εκτίμηση που απαιτείται από
την παρούσα Διερμηνεία εάν αλλάξουν τα γεγονότα και οι περιστάσεις επί των
οποίων βασίστηκε η κρίση ή η εκτίμηση ή ως αποτέλεσμα νέων πληροφοριών που
επηρεάζουν την κρίση ή την εκτίμηση. Για παράδειγμα, μια μεταβολή σε
γεγονότα και περιστάσεις μπορεί να αλλάξει τα συμπεράσματα της οικονομικής
οντότητας σχετικά με τη δυνατότητα αποδοχής ενός φορολογικού χειρισμού ή την
εκτίμηση της οικονομικής οντότητας για την επίδραση της αβεβαιότητας, ή και
τα δύο. Οι παράγραφοι Α1 - Α3 αναφέρουν τις οδηγίες σχετικά με αλλαγές σε
γεγονότα και περιστάσεις.
14. Μια οντότητα αποτυπώνει το αποτέλεσμα μιας μεταβολής σε γεγονότα και
περιστάσεις ή νέων στοιχείων ως μεταβολή στη λογιστική εκτίμηση σύμφωνα με
το ΔΛΠ 8 Λογιστικές Πολιτικές, Μεταβολές των Λογιστικών Εκτιμήσεων και Λάθη.
Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει το ΔΛΠ 10 Γεγονότα μετά την Περίοδο Αναφοράς
για να διαπιστώσει αν μια αλλαγή που επέρχεται μετά την περίοδο αναφοράς
είναι γεγονός που προκαλεί ή δεν προκαλεί προσαρμογή.
Προσάρτημα Α
Οδηγίες εφαρμογής
Το παρόν προσάρτημα είναι αναπόσπαστο μέρος του ΔΠΧΑ 23 και έχει την ίδια ισχύ με τα άλλα μέρη του ΔΠΧΑ 23.
ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΕ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ (ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13)
A1 Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 13 της παρούσας Διερμηνείας, η
οικονομική οντότητα αξιολογεί τη συνάφεια και την επίδραση μιας μεταβολής σε
γεγονότα και περιστάσεις ή νέων στοιχείων στο πλαίσιο της ισχύουσας
φορολογικής νομοθεσίας. Για παράδειγμα, ένα συγκεκριμένο γεγονός ενδέχεται
να έχει ως αποτέλεσμα την επανεξέταση κρίσης ή εκτίμησης περί ενός
φορολογικού χειρισμού αλλά όχι περί ενός άλλου, εάν οι εν λόγω φορολογικοί
χειρισμοί υπόκεινται σε διαφορετικές φορολογικές νομοθεσίες.
A2 Παραδείγματα μεταβολών σε γεγονότα και περιστάσεις ή νέων στοιχείων που,
ανάλογα με τις περιστάσεις, μπορεί να οδηγήσουν σε επαναξιολόγηση κρίσης ή
εκτίμησης που απαιτείται από την παρούσα Διερμηνεία περιλαμβάνουν, χωρίς να
περιορίζονται σε αυτά, τα ακόλουθα:
α) έρευνες ή μέτρα από μια φορολογική αρχή. Για παράδειγμα:
i) συμφωνία ή διαφωνία της φορολογικής αρχής με τον φορολογικό χειρισμό ή
παρόμοιο φορολογικό χειρισμό που χρησιμοποιήθηκε από την οικονομική οντότητα·
ii) πληροφορίες ότι η φορολογική αρχή έχει συμφωνήσει ή διαφωνήσει με
παρόμοιο φορολογικό χειρισμό που χρησιμοποιήθηκε από άλλη οντότητα· και
iii) πληροφορίες περί του ποσού που εισπράχθηκε ή καταβλήθηκε για τον
διακανονισμό παρόμοιου φορολογικού χειρισμού.
β) αλλαγές σε κανόνες που έχουν θεσπιστεί από μια φορολογική αρχή.
γ) την εκπνοή του δικαιώματος μιας φορολογικής αρχής να εξετάσει ή να
επανεξετάσει φορολογικό χειρισμό.
A3 Η απουσία συμφωνίας ή διαφωνίας από μια φορολογική αρχή σχετικά με
φορολογικό χειρισμό, από μόνο της, δεν είναι πιθανόν να αποτελέσει αλλαγή σε
γεγονότα και περιστάσεις ή νέα στοιχεία που επηρεάζουν τις κρίσεις και
εκτιμήσεις που απαιτούνται από την παρούσα Διερμηνεία.
ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ
A4 Όταν υπάρχει αβεβαιότητα ως προς τον φορολογικό χειρισμό του φόρου
εισοδήματος, η οικονομική οντότητα προσδιορίζει αν θα γνωστοποιήσει:
α) κρίσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τον προσδιορισμό φορολογητέου κέρδους
(φορολογικής ζημίας), φορολογικών βάσεων, αχρησιμοποίητων φορολογικών ζημιών,
αχρησιμοποίητων πιστώσεων φόρων και φορολογικών συντελεστών σε εφαρμογή της
παραγράφου 122 του ΔΛΠ 1 Παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων· και
β) στοιχεία σχετικά με τις παραδοχές και εκτιμήσεις κατά τον προσδιορισμό
φορολογητέου κέρδους (φορολογικής ζημίας), φορολογικών βάσεων,
αχρησιμοποίητων φορολογικών ζημιών, αχρησιμοποίητων πιστώσεων φόρων και
φορολογικών συντελεστών σε εφαρμογή των παραγράφων 125-129 του ΔΛΠ 1.
A5 Εάν μια οικονομική οντότητα καταλήξει ότι είναι πιθανόν ότι μια
φορολογική αρχή θα αποδεχθεί έναν αβέβαιο φορολογικό χειρισμό, η οικονομική
οντότητα καθορίζει εάν θα γνωστοποιήσει τις δυνητικές επιπτώσεις της
αβεβαιότητας ως ενδεχόμενο γεγονός φορολογικού χαρακτήρα σε εφαρμογή της
παραγράφου 88 του ΔΛΠ 12.
Προσάρτημα Β
Ημερομηνία έναρξης ισχύος και μεταβατική περίοδος
Το παρόν προσάρτημα είναι αναπόσπαστο μέρος του ΔΠΧΑ 23 και έχει την ίδια ισχύ με τα άλλα μέρη του ΔΠΧΑ 23.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ
B1 Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την παρούσα Διερμηνεία για τις ετήσιες
περιόδους αναφοράς που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μεταγενέστερα.
Επιτρέπεται η εφαρμογή για προγενέστερη περίοδο. Αν η οικονομική οντότητα
εφαρμόσει την παρούσα Διερμηνεία για προγενέστερη περίοδο, γνωστοποιεί το
γεγονός αυτό.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
B2 Στην αρχική εφαρμογή, η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την παρούσα
Διερμηνεία είτε:
α) αναδρομικά σύμφωνα με το ΔΛΠ 8, αν αυτό είναι εφικτό χωρίς τη χρήση εκ
των υστέρων αποκτηθείσας γνώσης· ή
β) αναδρομικά, με τη σωρευτική επίδραση της αρχικής εφαρμογής της
Διερμηνείας να αναγνωρίζεται κατά την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής. Εάν μια
οικονομική οντότητα επιλέξει την εν λόγω μεταβατική προσέγγιση, δεν
παραθέτει εκ νέου συγκριτικές πληροφορίες.
Αντιθέτως, η οικονομική οντότητα αναγνωρίζει τη σωρευτική επίδραση της
αρχικής εφαρμογής της Διερμηνείας ως προσαρμογή στο υπόλοιπο έναρξης των
κερδών εις νέον (ή άλλου στοιχείου της καθαρής θέσης, κατά περίπτωση). Η
ημερομηνία αρχικής εφαρμογής είναι η έναρξη της ετήσιας περιόδου αναφοράς
κατά την οποία η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την παρούσα Διερμηνεία για
πρώτη φορά.
Προσάρτημα Γ
Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την τροποποίηση στο παρόν προσάρτημα όταν
εφαρμόζει την ΕΔΔΠΧΑ 23.
Τροποποίηση του ΔΠΧΑ 1 Πρώτη Εφαρμογή των Διεθνών Προτύπων
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς
Προστίθεται η παράγραφος 39ΑF.
39AF Με την ΕΔΔΠΧΑ 23 Αβεβαιότητα σχετικά με τους χειρισμούς του φόρου
εισοδήματος προστίθεται η παράγραφος Ε8. Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει την
εν λόγω τροποποίηση όταν εφαρμόζει την ΕΔΔΠΧΑ 23.
Στο προσάρτημα Ε, προστίθενται η παράγραφος E8 και ο αντίστοιχος τίτλος.
Αβεβαιότητα σχετικά με χειρισμούς του φόρου εισοδήματος
E8 Ένας υιοθετών για πρώτη φορά, του οποίου η ημερομηνία μετάβασης στα
ΔΠΧΑ είναι πριν από την 1η Ιουλίου 2017, μπορεί να επιλέξει να μην
αποτυπώσει την εφαρμογή της Διερμηνείας ΕΔΔΠΧΑ 23 Αβεβαιότητα σχετικά με
χειρισμούς του φόρου εισοδήματος σε συγκριτική πληροφόρηση στις πρώτες
οικονομικές καταστάσεις που είναι καταρτισμένες σύμφωνα με τα ΔΠΧΑ. Η
οικονομική οντότητα που προβαίνει στην επιλογή αυτή αναγνωρίζει τη σωρευτική
επίδραση της εφαρμογής του ΕΔΔΠΧΑ 23 ως προσαρμογή στο υπόλοιπο έναρξης των
κερδών εις νέον (ή άλλου στοιχείου της καθαρής θέσης, κατά περίπτωση) κατά
την έναρξη της πρώτης περιόδου αναφοράς σύμφωνα με τα ΔΠΧΑ.
Κανονισμός (ΕΕ) 2019/237 της Επιτροπής της 8ης Φεβρουαρίου 2019 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 28
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/237 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 8ης Φεβρουαρίου 2019
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση
ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.
1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το
Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 28
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών
λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (2) υιοθετήθηκαν
ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις 15 Οκτωβρίου
2008.
(2) Στις 12 Οκτωβρίου 2017, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB)
δημοσίευσε το έγγραφο Μακροπρόθεσμες Συμμετοχές σε Συγγενείς Επιχειρήσεις
και Κοινοπραξίες (τροποποιήσεις στο ΔΛΠ 28), στο πλαίσιο της τακτικής του
διαδικασίας βελτίωσης, η οποία στοχεύει στην ευθυγράμμιση και τη διευκρίνιση
των προτύπων. Στόχος των τροποποιήσεων είναι να διευκρινιστεί ότι οι
απαιτήσεις απομείωσης του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ)
9 Χρηματοοικονομικά Μέσα εφαρμόζονται στις μακροπρόθεσμες συμμετοχές σε
συγγενείς επιχειρήσεις και κοινοπραξίες.
(3) Μετά τη διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για θέματα
Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι
τροποποιήσεις στο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 28 Επενδύσεις σε Συγγενείς
Επιχειρήσεις και Κοινοπραξίες πληρούν τα κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο
άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(4) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 θα πρέπει να τροποποιηθεί
αναλόγως.
(5) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη
γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008, το Διεθνές Λογιστικό
Πρότυπο (ΔΛΠ) 28 Επενδύσεις σε Συγγενείς Επιχειρήσεις και Κοινοπραξίες
τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το
αργότερο από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που
αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μεταγενέστερα.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του
στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει
άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 8 Φεβρουαρίου 2019.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008,
για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Μακροπρόθεσμες Συμμετοχές σε Συγγενείς Επιχειρήσεις και Κοινοπραξίες
(Τροποποιήσεις του ΔΛΠ 28)
Τροποποιήσεις του ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε Συγγενείς Επιχειρήσεις και
Κοινοπραξίες
Προστίθενται οι παράγραφοι 14A και 45Ζ–45ΙΑ και διαγράφεται η παράγραφος 41.
ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΗΣ ΘΕΣΗΣ
14A Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει επίσης το ΔΠΧΑ 9 σε άλλα
χρηματοπιστωτικά μέσα σε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία στην οποία δεν
εφαρμόζεται η μέθοδος της καθαρής θέσης. Σε αυτά περιλαμβάνονται
μακροπρόθεσμες συμμετοχές οι οποίες, στην ουσία, αποτελούν μέρος της καθαρής
επένδυσης της οντότητας σε συγγενή επιχείρηση ή κοινοπραξία (βλέπε παράγραφο
38). Η οικονομική οντότητα εφαρμόζει το ΔΠΧΑ 9 στις εν λόγω μακροπρόθεσμες
συμμετοχές πριν εφαρμόσει την παράγραφο 38 και τις παραγράφους 40–43 του
παρόντος Προτύπου. Κατά την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9, η οικονομική οντότητα δεν
λαμβάνει υπόψη τυχόν προσαρμογές στη λογιστική αξία των μακροπρόθεσμων
συμμετοχών που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος Προτύπου.
ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΗΣ ΘΕΣΗΣ
…
41 [Διαγράφηκε]
…
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
…
45Ζ Με το έγγραφο Μακροπρόθεσμες Συμμετοχές σε Συγγενείς Επιχειρήσεις και
Κοινοπραξίες, που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2017, προστέθηκε η παράγραφος
14Α και διαγράφηκε η παράγραφος 41. Μια οικονομική οντότητα εφαρμόζει αυτές
τις τροποποιήσεις αναδρομικά, σύμφωνα με το ΔΛΠ 8, για ετήσιες περιόδους
αναφοράς που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μεταγενέστερα, εκτός εάν
ορίζεται διαφορετικά στις παραγράφους 45Η-45ΙΑ. Επιτρέπεται η εφαρμογή
νωρίτερα. Εάν μια οικονομική οντότητα εφαρμόσει τις εν λόγω τροποποιήσεις
νωρίτερα, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό.
45H Μια οικονομική οντότητα που εφαρμόζει για πρώτη φορά τις τροποποιήσεις
της παραγράφου 45Ζ ταυτόχρονα με την εφαρμογή για πρώτη φορά του ΔΠΧΑ 9,
εφαρμόζει τις μεταβατικές απαιτήσεις του ΔΠΧΑ 9 στις μακροπρόθεσμες
συμμετοχές που περιγράφονται στην παράγραφο 14A.
45Θ Μια οικονομική οντότητα που εφαρμόζει για πρώτη φορά τις τροποποιήσεις
της παραγράφου 45Ζ μετά την εφαρμογή για πρώτη φορά του ΔΠΧΑ 9, εφαρμόζει
τις μεταβατικές απαιτήσεις του ΔΠΧΑ 9 που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή
των απαιτήσεων που καθορίζονται στην παράγραφο 14Α στις μακροπρόθεσμες
συμμετοχές. Για τον σκοπό αυτό, οι αναφορές στην ημερομηνία αρχικής
εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 νοούνται ως αναφερόμενες στην αρχή της ετήσιας περιόδου
αναφοράς κατά την οποία η οικονομική οντότητα εφαρμόζει για πρώτη φορά τις
τροποποιήσεις (ημερομηνία αρχικής εφαρμογής των τροποποιήσεων). Η οικονομική
οντότητα δεν απαιτείται να αναπροσαρμόσει προηγούμενες περιόδους ώστε να
αντικατοπτρίζουν την εφαρμογή των τροποποιήσεων. Η οικονομική οντότητα
μπορεί να αναπροσαρμόσει προηγούμενες περιόδους μόνον εάν αυτό είναι εφικτό
χωρίς τη χρήση εκ των υστέρων αποκτηθείσας γνώσης.
45Ι Όταν εφαρμόζει για πρώτη φορά τις τροποποιήσεις της παραγράφου 45Ζ, η
οικονομική οντότητα που εφαρμόζει την προσωρινή εξαίρεση από το ΔΠΧΑ 9
σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 4 Ασφαλιστήρια Συμβόλαια δεν απαιτείται να αναπροσαρμόσει
προηγούμενες περιόδους ώστε να αντικατοπτρίζουν την εφαρμογή των
τροποποιήσεων. Η οικονομική οντότητα μπορεί να αναπροσαρμόσει προηγούμενες
περιόδους μόνον εάν αυτό είναι εφικτό χωρίς τη χρήση εκ των υστέρων
αποκτηθείσας γνώσης.
45ΙΑ Εάν μια οικονομική οντότητα δεν αναπροσαρμόσει προηγούμενες περιόδους
εφαρμόζοντας την παράγραφο 45Θ ή την παράγραφο 45Ι κατά την ημερομηνία
αρχικής εφαρμογής των τροποποιήσεων, αναγνωρίζει στο υπόλοιπο έναρξης των
κερδών εις νέον (ή σε άλλο στοιχείο των ιδίων κεφαλαίων, κατά περίπτωση)
οποιαδήποτε διαφορά ανάμεσα:
α) στην προηγούμενη λογιστική αξία μακροπρόθεσμων συμμετοχών που
περιγράφονται στην παράγραφο 14Α κατά την εν λόγω ημερομηνία·
και
β) στη λογιστική αξία των εν λόγω μακροπρόθεσμων συμμετοχών κατά την εν λόγω
ημερομηνία.
ΔΕΔ 4776/2018 Εκπρόθεσμη τροποποιητική υποβολή μισθωτηρίου για συμπλήρωση ενεργειακού πιστοποιητικού
Καλλιθέα 26/11/2018
Αριθμός απόφασης: 4776
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο : 2131604534
ΦΑΞ :2131604567
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπ' όψη:
1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036990 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε).»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την υπ’ αριθμ. ΔΕΔ 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/ τ. Β’/ 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.
4. Την με ημερομηνία κατάθεσης 05/07/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της , ΑΦΜ , κατοίκου , κατά των υπ' αριθ. /2018, /2018 και /2018 πράξεων επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νίκαιας φορολογικού έτους 2017 και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.
5. Τις υπ' αριθ /2018 /2018 και /2018 πράξεις επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νίκαιας φορολογικού έτους 2017 των οποίων ζητείται η ακύρωση, καθώς και τις από 22/05/2018 οικείες εκθέσεις ελέγχου.
6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. Ε' Πειραιά.
7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α1 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 05/07/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
Με τις υπ' αριθμ. :
1) /2018 πράξη επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νίκαιας φορολογικού έτους 2017, επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο ποσού 100,00 € (πλέον τέλη χαρτοσήμου και εισφορά υπέρ ΟΓΑ 2,4%), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54§2 περ. α’ του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ), καθόσον υπέβαλε εκπρόθεσμα, στις 26/08/2017, την υπ' αριθμ./2017 τροποποιητική δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με ημερομηνία έναρξης μίσθωσης ακινήτου την 09/06/2017.
2) /2018 πράξη επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νίκαιας φορολογικού έτους 2017, επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο ποσού 100,00 € (πλέον τέλη χαρτοσήμου και εισφορά υπέρ ΟΓΑ 2,4%), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54§2 περ. α’ του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ), καθόσον υπέβαλε εκπρόθεσμα, στις 26/08/2017, την υπ' αριθμ. /2017 τροποποιητική δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με ημερομηνία έναρξης μίσθωσης ακινήτου την 05/06/2017.
3) /2018 πράξη επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νίκαιας φορολογικού έτους 2017, επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο ποσού 100,00 € (πλέον τέλη χαρτοσήμου και εισφορά υπέρ ΟΓΑ 2,4%), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54§2 περ. α’ του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ), καθόσον υπέβαλε εκπρόθεσμα, στις 26/08/2017, την υπ' αριθμ. /2017 τροποποιητική δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με ημερομηνία έναρξης μίσθωσης ακινήτου την 04/06/2017.
Η προσφεύγουσα με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων, ισχυριζόμενη ότι:
Λόγω τουριστικής μίσθωσης (βραχυπρόθεσμη) ενός ακινήτου της, υπέβαλε εμπρόθεσμα μέσω διαδικτύου στο taxis τις με αριθμό καταχώρησης /05-06-2017, /11-06-2017, /11-06-2017 αρχικές δηλώσεις πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας. Στη συνέχεια, προκειμένου να είναι συνεπής στις φορολογικές της υποχρεώσεις, υπέβαλε την 26/08/2017, τις με αριθμό καταχώρησης /2017, /2017 και /2017 τροποποιητικές δηλώσεις πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με τις οποίες δήλωσε τα στοιχεία του ενεργειακού πιστοποιητικού.
Η τροποποίηση των στοιχείων των δηλώσεων (αναγραφή των στοιχείων ενεργειακού πιστοποιητικού) ουδόλως επηρεάζει την φορολογητέα ύλη και την φορολογική της υποχρέωση και ουσιαστικά δεν είχε υποχρέωση υποβολής των ως άνω τροποποιητικών δηλώσεων. Επικαλείται την ΠΟΛ. 1013/2014, την Δ12Α 1164337 ΕΞ2014/11-12-2014 και την ΠΟΛ.1252/2015.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1 της ΠΟΛ.1013/7.1.2014 Απόφασης του ΓΓΔΕ:
«1. Οι εκμισθωτές ακίνητης περιουσίας υποχρεούνται να δηλώνουν όλα τα πληροφοριακά στοιχεία των αρχικών ή τροποποιητικών μισθώσεων, μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την έναρξη της μίσθωσης ή την τροποποίησή της, ανεξάρτητα αν πρόκειται για γραπτή ή προφορική συμφωνία. Η υποχρέωση αυτή είναι προαιρετική για τους εκμισθωτές αγροτικών εκτάσεων εφόσον το μηνιαίο μίσθωμα δεν υπερβαίνει το ποσό των ογδόντα (80) ευρώ.»
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΠΟΛ.1013/7.1.2014 Απόφασης της ΓΓΔΕ: Υποβαλλόμενα πληροφοριακά στοιχεία μίσθωσης ακίνητης περιουσίας και αποδεικτικό στοιχείο υποβολής.
1. Η ηλεκτρονική φόρμα υποβολής των πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, περιλαμβάνει τις παρακάτω γενικές κατηγορίες πληροφοριών:
• Στοιχεία εκμισθωτών
• Στοιχεία μισθωτών
• Στοιχεία μίσθωσης
• Στοιχεία ακινήτου
• Στοιχεία Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης (Π.Ε.Α) (η συμπλήρωση είναι προαιρετική).
Η υποβολή της δήλωσης ολοκληρώνεται με την καταχώριση των αντίστοιχων ανά κατηγορία υποχρεωτικών πληροφοριακών πεδίων.
2. Μετά την οριστικοποίηση υποβολής της δήλωσης, εκτυπώνεται «ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΜΙΣΘΩΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ» η οποία περιλαμβάνει το σύνολο των πληροφοριών που καταχώρησε ο χρήστης και η οποία αποτελεί αποδεικτικό υποβολής των πληροφοριακών στοιχείων της μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, την οποία δύναται να προσκομίζει σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 8 της ΠΟΛ.1013/7.1.2014 Απόφασης του ΓΓΔΕ:
1. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται με τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ισχύει για μισθώσεις ή τροποποιήσεις μισθώσεων ακίνητης περιουσίας που συνάπτονται από 1 Ιανουαρίου 2014 και μετά ή έχουν συναφθεί προγενέστερα και δεν έχουν κατατεθεί στην Δ.Ο.Υ..
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 9 της ΠΟΛ:1162 (ΦΕΚ Β'3579/22.08.2018) Απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ:
Υποβολή Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου.
Άρθρο 9
Λοιπά θέματα - Έναρξη ισχύος
1. Με την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργείται η ΠΟΛ.1013/2014 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
2. Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 54 § 1 περίπτ. α' του ν 4174/2013, ορίζεται ότι:
«1. Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου.»
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 54§2 περιπτ. α' του ν.4174/2013 ορίζεται ότι: «Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως εξής: α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α της παραγράφου 1.»
Επειδή εν προκειμένω η προσφεύγουσα υπέβαλε την 26/08/2017, τις με αριθμό καταχώρησης /2017, /2017 και /2017 τροποποιητικές δηλώσεις πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με τις οποίες δήλωσε τα στοιχεία του ενεργειακού πιστοποιητικού με αριθμό και ημερομηνίας έκδοσης 01/08/2017 που αφορά το ακίνητο επί της οδού ..........
Επειδή για τις κρινόμενες με αριθμό καταχώρησης /2017, /2017 και /2017 τροποποιητικές δηλώσεις πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, που υπέβαλε η προσφεύγουσα την 26/08/2017 δεν στοιχειοθετείται η διαδικαστική παράβαση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 54 του ν.4174/2013, οι δε προβαλλόμενοι με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή λόγοι κρίνονται βάσιμοι καθόσον:
1) σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΠΟΛ.1013/7.1.2014 Απόφασης της ΓΓΔΕ είναι προαιρετική η συμπλήρωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας που αφορούν Στοιχεία Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης και
2) το με αριθμό ενεργειακό πιστοποιητικό εκδόθηκε την 01/08/2017 και οι ως άνω τροποποιητικές δηλώσεις πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, με τις οποίες δηλώθηκαν τα στοιχεία του ενεργειακού πιστοποιητικού υποβλήθηκαν την 26/08/2017.
Αποφασίζουμε
Την αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 05/07/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της , ΑΦΜ
Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση:
Φορολογικό έτος 2017: Πρόστιμο άρθρου 54§2 περ. α' του ν. 4174/2013: 0,00 €
Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.
Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης
ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ
Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.
220681/2019 Χορήγηση εξόδων κηδείας
Αρ. Πρωτ.: 220681
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝ. ΑΣΦ/ΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ
Δ/ΝΣΗ Α' ΠΑΡΟΧΩΝ
Δ/νση: Αγ. Κωνσταντίνου 5 10431 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 5274390
fax: 210 5243477
e-mail: gd.paroxon@efka.gov.gr
ΘΕΜΑ: Χορήγηση Εξόδων Κηδείας
Ύστερα από συνεχείς αναφορές και συνεχείς οχλήσεις ασφαλισμένων - δικαιούχων εξόδων κηδείας, άμεσων ή έμμεσων μελών, για καθυστερήσεις και μη τήρηση των προϋποθέσεων, που προβλέπονται για τη χορήγησή τους, με δεδομένο την ταλαιπωρία των δικαιούχων, η Γενική Δ/νση Παροχών και Υγείας σας επισημαίνει ότι:
2) Παρατηρείται το φαινόμενο να ζητούνται δικαιολογητικά εξόδων κηδείας, πέρα των προβλεπόμενων που ορίζουν οι κείμενες διατάξεις.
Η ΠΡ/ΜΕΝΗ ΓΕΝΙΚΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ
ΒΑΓΙΟΥΛΑ ΑΓΑΔΑΚΟΥ
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ
Α.1055/2019 Τροποποίηση της Λειτουργίας του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών
Αριθμ. Α 1055/2019
(ΦΕΚ Β' 501/20-02-2019)
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1) Τις διατάξεις των άρθρων 62 και 63 του ν. 4170/2013 (Α' 163) όπως ισχύουν.
2) Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α'181), όπως αυτές ισχύουν.
3) Τις διατάξεις του κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Πρώτου Μέρους του ν. 4389/2016 ( Α'94 ) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα των άρθρων 1, 2, 13, 14, 17 και 41, όπως ισχύουν.
4) Την Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017 ( Β'968) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
5) Την αριθμ. 1 της 20.01.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθμ. 39/3/30.11.2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της ΑΑΔΕ «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
6) Την 1258/5.12.2013 (Β'3101 ) απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών «Ρύθμιση οργανωτικών και τεχνικών θεμάτων λειτουργίας του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών».
7) Την 1131/6.5.2014 (Β'1232) απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών «Συμπλήρωση της ΠΟΛ 1258 (ΦΕΚ Β' 3101/6-12-2013) με το Παράρτημα Δ που αφορά στον Κανονισμό Διαχείρισης και Λειτουργίας του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών».
8) Την 1202/16.9.2015 (Β'1957 ) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Επέκταση και Τροποποίηση της λειτουργίας του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών».
9) Την ΥΠΟΙΚ 0010218 ΕΞ 2016 (Β' 3696) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου».
10) Το γεγονός ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Η παράγραφος 2.6 της ΠΟΛ 1258/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2.6 Για την ταυτοποίηση αναζητούμενου Α.Φ.Μ. στα πελατοκεντρικά συστήματα των υπόχρεων προσώπων της παρ. 1 του αρ. 62 του ν. 4170/2013 ακολουθείται ο αλγόριθμος αναζήτησης που περιγράφεται στο Παράρτημα Α της παρούσης».
Άρθρο 2
1. Το άρθρο 4 της ΠΟΛ 1258/5.12.2013 μετονομάζεται σε «Άρθρο 4: Μορφότυποι των Διαβιβαζομένων Στοιχείων».
2. «Η παράγραφος 4.1 του άρθρου 4 της ΠΟΛ 1258/ 2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«4.1 Με το αίτημα 01 ζητείται από τα υπόχρεα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 να απαντήσουν για συγκεκριμένο Α.Φ.Μ. Φυσικού ή Νομικού Προσώπου ή Νομικής Οντότητας:
• Αν ο κάτοχος του Α.Φ.Μ. είναι πελάτης του υπόχρεου προσώπου με οποιαδήποτε σχέση για το χρονικό διάστημα που καλύπτει το ΣΜΤΛ και ΛΠ.
• Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης θα παρατίθεται κατάλογος των ακόλουθων τύπων προϊόντων:
1 = Καταθετικός πρώτης ζήτησης 2 = Καταθετικός προθεσμιακός
3 = Χορηγητικός
4 = Επενδυτικός
5 = Άλλος
7 = Τραπεζική θυρίδα
9 = Λογαριασμός Πληρωμών»
3. «Η παράγραφος 4.5 του άρθρου 4 της ΠΟΛ 1258/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«4.5 Με το αίτημα 02 ζητείται από συγκεκριμένο υπόχρεο πρόσωπο να απαντήσει για συγκεκριμένο Α.Φ.Μ. Φυσικού ή Νομικού Προσώπου ή Νομικής Οντότητας για συγκεκριμένο λογαριασμό πληρωμής και για συγκεκριμένη χρονική περίοδο για το σύνολο των συναλλαγών του συγκεκριμένου λογαριασμού πληρωμής, οι οποίες επηρεάζουν το λογιστικό υπόλοιπο του λογαριασμού».
4. Στο άρθρο 4 της ΠΟΛ 1258/5.12.2013 προστίθενται παράγραφοι ως εξής:
«4.9 Με το αίτημα 03 ζητείται από συγκεκριμένο υπόχρεο πρόσωπο του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 που παρέχει πιστώσεις να απαντήσει για συγκεκριμένο Α.Φ.Μ. Φυσικού ή Νομικού Προσώπου ή Νομικής Οντότητας, για συγκεκριμένο δανειακό προϊόν και για συγκεκριμένη χρονική περίοδο για το σύνολο των συναλλαγών του συγκεκριμένου προϊόντος, οι οποίες επηρεάζουν το λογιστικό υπόλοιπο του προϊόντος.
4.10 Κατά την υποβολή του αιτήματος απαιτείται η υποβολή ειδικού μηνύματος, η δομή του οποίου περιγράφεται στο Παράρτημα Ζ της παρούσης.
4.11 Αναλυτική περιγραφή της δομής του απαντητικού μηνύματος παρατίθεται στο Παράρτημα Η της παρούσης. Τεχνική περιγραφή των ανταλλασσόμενων μηνυμάτων (γραμμογράφηση) περιλαμβάνεται ως παράρτημα στον Κανονισμό Διαχείρισης της Λειτουργίας του ΣΜΤΛ και ΛΠ. (Παράρτημα Δ).
4.12 Τα αποτελέσματα του Αιτήματος 03 διαβιβάζονται ηλεκτρονικά, με τους ίδιους περιορισμούς και όρους με αυτούς των Μηνυμάτων 01 και 02.».
Άρθρο 3
Στο άρθρο 5 της ΠΟΛ 1258/5.12.2013 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Ως ημερομηνία έναρξης της Παραγωγικής Λειτουργίας του Αιτήματος 03, ορίζεται η 4-3-2019. Μετά την ημερομηνία αυτή, όλα τα ερωτήματα που καλύπτονται από το αίτημα 03 θα πρέπει να υποβάλλονται από τους Φορείς που έχουν ενταχθεί στο σύστημα αποκλειστικά ηλεκτρονικά.»
Άρθρο 4
Καταργείται το άρθρο 6 της ΠΟΛ 1258/5.12.2013.
Άρθρο 5
Στο άρθρο 7, της ΠΟΛ 1258/2013 προστίθεται παράγραφος ως εξής:
«7.6. Τα Υπόχρεα Πρόσωπα, τα οποία τεκμηριωμένα, με βάση τα στοιχεία λειτουργίας που διαθέτει ο Υπεύθυνος Διαχείρισης του Συστήματος, έχουν επιδείξει ποσοστό θετικών απαντήσεων στο μήνυμα 01 κάτω του 0,1% επί του συνόλου των αιτημάτων καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας του συστήματος δεν υποχρεούνται στην υποστήριξη αυτόματων απαντήσεων μέσω του ΣΜΤΛ και ΛΠ για τα αιτήματα 02 και 03. Στην περίπτωση αυτή, τυχόν αιτήματα 02 ή/και 03 διαβιβάζονται μέσω αλληλογραφίας, ηλεκτρονικής ή έντυπης, στα εν λόγω ιδρύματα, τα οποία οφείλουν να απαντήσουν εντός 5 εργασίμων ημερών με ηλεκτρονικό αρχείο που θα τηρεί αυστηρά τη γραμμογράφηση του αντίστοιχου μηνύματος, σύμφωνα και με τη σχετική διαδικασία που περιγράφεται στο Παράρτημα Δ' της παρούσης».
Άρθρο 6
1. Το αίτημα 01, μετονομάζεται όπου αυτό αναφέρεται στα παραρτήματα της παρούσης, σε «Αίτημα 01: Ύπαρξη και Υπόλοιπα Καταθετικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών».
2. Το Αίτημα 02,μετονομάζεται όπου αυτό αναφέρεται στα παραρτήματα της παρούσης, σε «Αίτημα 02: Κινήσεις Καταθετικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών».
3. Στο Μήνυμα 01 του παραρτήματος 4 προστίθενται οι ακόλουθοι τύποι προϊόντων:
07: Τραπεζική θυρίδα
09: Λογαριασμός Πληρωμών
4. Το Παράρτημα Α' της παρούσης αντικαθιστά το αντίστοιχο Παράρτημα Α' της ΑΥΟ ΠΟΛ 1258/5.12.2013
5. Το Παράρτημα Δ' της παρούσης αντικαθιστά το Παράρτημα Δ' της ΑΥΟ ΠΟΛ 1258/5.12.2013.
6. Στην ΠΟΛ 1258/5.12.2013 προστίθενται Παραρτήματα ως εξής:
1. Παράρτημα Ζ: Δομή Μηνύματος Αιτήματος 03.
2. Παράρτημα Η: Δομή Μηνύματος Απάντησης Αιτήματος 03.
7. Όπου στην ΠΟΛ.1258/5.12.2013 αναφέρεται ο όρος «Νομικό Πρόσωπο», νοείται «Νομικό Πρόσωπο ή Νομική Οντότητα» και όπου αναφέρονται οι όροι «Πιστωτικά Ιδρύματα και τα Ιδρύματα Πληρωμών» νοούνται «υπόχρεα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (Α'163), όπως εκάστοτε ισχύει».
Άρθρο 7
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 30 Ιανουαρίου 2019
Η Υφυπουργός
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ