Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

ΔΔΘΕΚΑ Α 1149743 ΕΞ 2019 Κοινοποίηση τροποποιήσεων των Επεξηγηματικών Σημειώσεων της Συνδυασμένης Ονοματολογίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

$
0
0

Αθήνα, 29 Οκτωβρίου 2019
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1149743 ΕΞ 2019 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
 


ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ,
ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α' - ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:Ελισάβετ Ζαμπόγλου
Τηλέφωνο:210 6987485
Fax:210 6987506
E-Mail:e.zampoglou@aade.gr
Url:www.aade.gr
 
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
 
ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση τροποποιήσεων των Επεξηγηματικών Σημειώσεων της Συνδυασμένης Ονοματολογίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΣΧΕΤ: Η με αριθ. ΔΔΘΕΚΑ Α 1052320 ΕΞ 2019/09-04-2019 ΔΥΟ

Σε συνέχεια της ανωτέρω σχετικής ΔΥΟ με την οποία σας κοινοποιήσαμε την αναθεωρημένη έκδοση των Επεξηγηματικών Σημειώσεων της Συνδυασμένης Ονοματολογίας της Ε.Ε. (C 119/29-03-2019), σας κοινοποιούμε για ενημέρωση και εφαρμογή τις παρακάτω τροποποιήσεις των Επεξηγηματικών Σημειώσεων της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε, ως εξής:

Στη σελίδα 211, παρεμβάλλεται κείμενο επεξηγηματικής σημείωσης για τις διακρίσεις 4202 91 80, 4202 92 19, 4202 92 98 και 4202 99 00, σύμφωνα με το οποίο οι παραπάνω διακρίσεις περιλαμβάνουν και τους αποκαλούμενες «θήκες ενδυμάτων» που είναι σχεδιασμένες για την μεταφορά ρούχων οι οποίες είναι κατασκευασμένες από ανθεκτικά υλικά και είναι κατάλληλες για παρατεταμένη χρήση. Οι εν λόγω θήκες δύνανται να διπλώνονται στα δύο και να κλείνουν με κουμπιά ή φερμουάρ ή άλλη διάταξη κλεισίματος. Διακρίνονται από τις απλές θήκες που προορίζονται για την προστασία και φύλαξη των ρούχων ή για την σύντομα μεταφορά τους (πχ από το καθαριστήριο), οι οποίες κατατάσσονται σύμφωνα με την συστατική τους ύλη στις κλάσεις 3926, αν είναι από πλαστικές ύλες, ή στην κλάση 6307, αν είναι από υφαντικές ύλες (2019/C 307/04)

Παρακαλούμε όπως ενσωματώσετε τις εν λόγω τροποποιήσεις στις Επεξηγηματικές Σημειώσεις της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που σας έχουν κοινοποιηθεί με την ανωτέρω σχετική.




Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ 


121950 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθμ. 67343/2019 (Β΄ 2443) απόφασης όπως ισχύει (Μητρώο πραγματικών δικαιούχων - παράταση)

$
0
0

Αριθμ. 121950 ΕΞ 2019

(ΦΕΚ B' 3977/01-11-2019)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Των παρ. 1 και 11 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 (139/Α΄/30.07.2018), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 62 του ν. 4607/2019 (Α΄ 65),
β) του Π.Δ.142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄ 181),
γ) του Π.Δ.83/2019 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 121),
δ) της αριθμ. 338/2019 (Β΄ 3051) απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, με θέμα την ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Ζαββό,
ε) του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98),
στ) του ν. 3469/2006 (Α΄ 131) «Εθνικό Τυπογραφείο, Εφημερίς της Κυβερνήσεως και λοιπές διατάξεις»,
ζ) του ν. 3861/2010 (Α΄ 112) «Ενίσχυση της διαφάνειας με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο "Πρόγραμμα Διαύγεια" και άλλες διατάξεις»,
η) της αριθμ. 67343 ΕΞ 2019/19-06-2019 (Β΄ 2443) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε με την αριθμ. 73900 ΕΞ 2019/02-07-2019 (Β΄ 2718),

2. Την ανάγκη τροποποίησης των προθεσμιών καταχώρισης των υπόχρεων στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.

3. Το γεγονός ότι από την έκδοση της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Την αντικατάσταση των καταληκτικών ημερομηνιών καταχώρισης των περιπτώσεων α, β και γ της παρ. 1 του άρθρου 8 της αρ. 67343 ΕΞ 2019/19-06-2019 (Β΄ 2443) απόφασης, ως ακολούθως:

«για την Ομάδα Α, 25/11/2019
για την Ομάδα Β, 28/11/2019
για την Ομάδα Γ, 12/12/2019»

Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθμ. 67343 ΕΞ 2019/19-06-2019 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως ισχύει.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
Αθήνα, 31 Οκτωβρίου 2019

Ο Υφυπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΖΑΒΒΟΣ

ΔΕΔ 2731/2019 Αχρεώστητη καταβολή ΦΣΚ στην υπέρ το άρτιο διαφορά

$
0
0

Καλλιθέα 23/09/2019
Αριθμός Απόφασης 2731

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α2

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604561
Fax: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α' 94)
γ. της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69)
δ. του Π.Δ 111/2014 (ΦΕΚ Α' 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών»
ε. του άρθρου 6 της υπ' αριθμ. Δ6Α1058824 ΕΞ 2014 (ΦΕΚ Β' 865, 1079 και 1846) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γοαμματείας Δημοσίων Εσόδων και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
στ. της ΠΟΛ 1064/12-04-2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2017).

2. Την ΠΟΛ 1069/04-03-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών,

3. Την υπ' αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/ τ.Β'/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών,

4. Την από 24/04/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της επιχείρησης με την επωνυμία , με ΑΦΜ: , που εδρεύει στην , οδός αριθ , τ.κ , κατά της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, στην με αριθ. πρωτ. /2018 αίτησή της, που αφορά την αξίωση της εταιρείας για επιστροφή Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίων, ποσού 158.580€ (που αντιστοιχεί σε ποσοστό 1% επί της διαφοράς υπέρ το άρτιο από έκδοση νέων μετοχών ποσού 15.858.000€, ήτοι 17.620 μετοχές x 900€ / μτχ) που καταβλήθηκε αχρεωστήτως, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα,

5. Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής,

6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Α2 τμήματος επανεξέτασης, όπως αυτή αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης, 

Επί της από 24/04/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της επιχείρησης με την επωνυμία , με ΑΦΜ: , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι η τασσόμενη προθεσμία των 90 ημερών (άρθρο 63§2 του ν. 2717/1999), παρήλθε από τις 28/03/2019, μετά δε τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων, των υποβληθέντων στην υπηρεσία μας υπομνημάτων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Σύντομο Ιστορικό

1) Με την από 23/12/2014 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 1), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 2.800 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2014 (Σχετ. 2)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 2.520.000€ (2.800 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 3, 4).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ' αριθμ /30-12-2014 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 2.800.000€ (Σχετ. 5) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 28.000€ (2.800.000€ x 1% - Σχετ. 6). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 2.520.000€.

2) Με την από 18/12/2015 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 7), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 2.000 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2016 (Σχετ. 8)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 1.800.000€ (2.000 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 9, 10).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ' αριθμ /2015 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 2.000.000€ (Σχετ. 11) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 20.000€ (2.000.000€ x 1% - Σχετ. 12). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 1.800.000€.

3) Με την από 19/07/2016 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 13), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 6.500 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2016 (Σχετ. 14)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 5.850.000€ (6.500 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 15, 16).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ' αριθμ /2016 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 6.500.000€ (Σχετ.17) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 65.000€ (6.500.000€ x 1% - Σχετ. 18). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 5.850.000€.

4) Με την από 28/12/2016 απόφαση της Έκτακτης Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας (Σχετ. 19), έγινε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση 6.320 ονομαστικών μετοχών, ονομαστικής αξίας 100,00€ και τιμή διάθεσης 1.000,00€ εκάστη (αξία υπέρ το άρτιο 900€ ανά μετοχή). Παράλληλα έλαβε χώρα τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας, με την ως άνω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και κωδικοποίηση του καταστατικού που δημοσιεύτηκε στο ΓΕΜΗ με α/α /2017 (Σχετ. 20)

Η διαφορά υπέρ το άρτιο που προέκυψε ύψους 5.688.000€ (6.320 μτχ x 900,00€ ανά μτχ), κατατέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της Εταιρείας και καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς 41.00.00.001 και 41.00.00.002 (Σχετ. 15, 16).

Ακολούθως η προσφεύγουσα υπέβαλε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά την υπ' αριθμ /2016 δήλωση Φ.Σ.Κ, με την οποία δήλωσε ως αξία υποκείμενη το ποσό των 6.320.000€ (Σχετ.21) και κατέβαλε τον αναλογούντα φόρο ποσού 63.200€ (6.320.000€ x 1% - Σχετ. 22). Στην ως άνω υποκείμενη αξία, συμπεριέλαβε και το ποσό της υπέρ το άρτιο διαφοράς ποσού 5.688.000€.

Ακολούθως, η προσφεύγουσα υπέβαλε στην αρμόδια ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, στην με αριθ. πρωτ. /2018 αίτησή της (Σχετ. 23), με την οποία ζήτησε την επιστροφή Φ.Σ.Κ, ποσού 158.580€ που αντιστοιχεί σε ποσοστό 1% επί της διαφοράς υπέρ το άρτιο από την έκδοση 17.620 ονομαστικών μετοχών, ήτοι:
 

Ημερομηνία απόφασης Μετοχές Ονομαστική αξία / μτχ τιμή διάθε­σης / μτχ Διαφορά υπέρ το άρτιο / μτχ Αύξηση Μετ. Κεφαλαίου Διαφορά υπέρ το άρτιο Δήλωση Φ.Σ.Κ Διαφορά προς επιστροφή
23/12/2014 2.800 100€ 1.000€ 900€ 280.000€ 2.520.000€ 28.000€ 25.200€
18/12/2015 2.000 100€ 1.000€ 900€ 200.000€ 1.800.000€ 20.000€ 18.000€
19/07/2016 6.500 100€ 1.000€ 900€ 650.000€ 5.850.000€ 65.000€ 58.500€
28/12/2016 6.320 100€ 1.000€ 900€ 632.000€ 5.688.000€ 63.200€ 56.880€
Σύνολο 17.620


1.762.000€ 15.858.000€ 176.200€ 158.580€


Στην ανωτέρω αίτηση η αρμόδια ΔΟΥ δεν απάντησε εντός της τασσόμενης προθεσμίας, οπότε τεκμαίρεται η σιωπηρή απόρριψή της.

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά στην υπ' αριθμ. /2018 αίτησή της, να γίνει νέα εκκαθάριση στις υποβληθείσες δηλώσεις και να της επιστραφεί εντόκως από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης το ποσό του Φ.Σ.Κ ύψους 158.580€ που καταβλήθηκε αχρεωστήτως, προβάλλοντας ότι:

1) Η διαφορά υπέρ το άρτιο δεν υπάγεται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων κατά το χρόνο της καταβολής της, αλλά μόνο κατά το χρόνο της κεφαλαιοποίησης της διαφοράς (ΣτΕ 1774/2018)

2) Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση

3) Ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων επιστρέφεται εάν διαπιστώθηκε ότι καταβλήθηκε αχρεώστητα.

Επειδή με τις διατάξεις του ν. 1676/1986 (Α' 204) ορίζονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα: Με το άρθρο 17 ότι: «Επιβάλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, φόρος με την ονομασία "φόρος με την συγκέντρωση κεφαλαίων", από: α) εμπορικές εταιρείες και κοινοπραξίες επιτηδευματιών, β) συνεταιριστικές οργανώσεις κάθε βαθμού, οποιαδήποτε άλλη εταιρεία, νομικό πρόσωπο, ένωση προσώπων ή κοινωνία, εφ' όσον σκοπός που επιδιώκουν τα πρόσωπα αυτά είναι κερδοσκοπικός, γ) υποκατάστημα ξένης εταιρείας»,

Με το άρθρο 18 § 1 ότι: «Αποτελούν συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγονται στο φόρο οι κατωτέρω πράξεις: α) η σύσταση των προσώπων, που προβλέπονται από το άρθρο 17 και η αύξηση του κεφαλαίου τους, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, β) ..., γ) η αύξηση του ενεργητικού των προσώπων του άρθρου 17, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή την εταιρική περιουσία, αλλά για χορήγηση δικαιωμάτων ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως το δικαίωμα ψήφου ή το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη ή στο προϊόν της εκκαθάρισης, δ) ..., ε) ..., στ) ... ζ) ...», Με το άρθρο 19 § 1 ότι: «Ο φόρος υπολογίζεται: α) για τις πράξεις των περιπτώσεων α', γ' και δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 18, στην πραγματική αξία των εισφερόμενων κάθε είδους περιουσιακών στοιχείων»,

Με το άρθρο 20 ότι: «Η φορολογική υποχρέωση γεννάται: α) στη σύσταση των προσώπων του άρθρου 17, στην αύξηση του κεφαλαίου ή του ενεργητικού τους, στη συγχώνευση, στη μετατροπή και στα δάνεια των περιπτώσεων ε' και στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 18, κατά το χρόνο της σύνταξης του οικείου εγγράφου και σε περίπτωση μη σύνταξης εγγράφου κατά το χρόνο της σχετικής εγγραφής στα οικεία βιβλία» και Με το άρθρο 21 ότι: «Ο φόρος ορίζεται σε ένα στα εκατό (1%) στην αξία που φορολογείται»

Επειδή με την υπ' αριθμ. 1115824/ΠΟΛ. 1230/10-10-1994 διαταγή του Υ.Ο, διευκρινίστηκαν τα ακόλουθα:

1) Σύμφωνα με τη διάταξη της περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/1986, μεταξύ των πράξεων που αποτελούν συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγονται στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων, είναι και η αύξηση των κεφαλαίων των προσώπων του άρθρου 17 του νόμου αυτού. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτ. γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ιδίου νόμου, αποτελεί συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγεται στο φόρο η αύξηση του ενεργητικού των προσώπων του άρθρου 17, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή την εταιρική περιουσία, αλλά για χορήγηση δικαιωμάτων ιδίας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως το δικαίωμα ψήφου ή το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη ή στο προϊόν της εκκαθάρισης.

2) Σε περίπτωση έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, η υπέρ το άρτιο διαφορά είναι εισφορά που αυξάνει μεν το ενεργητικό της εταιρίας, αλλά ο εισφέρων δεν αποκτά δικαιώματα ψήφου κλπ. από την εισφορά αυτή και επομένως το ποσό της διαφοράς αυτής, δεν υπάγεται κατά το χρόνο της καταβολής της σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων, δεδομένου ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής ούτε της διάταξης της περίπτ. α' ούτε της διάταξης της περίπτ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/86. Εφόσον, όμως, γίνει κεφαλαιοποίηση της ανωτέρω διαφοράς οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων για το ποσό αυτό, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή λαμβάνει χώρα αύξηση του κεφαλαίου κατά τα οριζόμενα στην περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/1986. Άλλωστε, με την κεφαλαιοποίηση αυτή καλύπτεται και η προϋπόθεση που ορίζεται στην διάταξη της περίπτ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 18 (χορήγηση δικαιώματος ψήφου συμμετοχής στα κέρδη κ.λπ.). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν πρόκειται περί κεφαλαιοποίησης αποθεματικού κατά την έννοια της διάταξης της περίπτ. β' της παρ. 2 του άρθρου 22 του ιδίου νόμου και επομένως για την κεφαλαιοποίηση αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής η απαλλακτική αυτή διάταξη. Ειδικότερα, όπως έγινε δεκτό από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Δ/νση τομέων παραγωγής, Εθνικό Συμβούλιο Λογιστικής, με το έγγραφο Λ.Σ. 2169 /20558/ Γνωμ. 215/15.6.1994 η διαφορά που προκύπτει από την έκδοση μετοχών σε τιμή μεγαλύτερη της ονομαστικής αξίας (υπέρ το άρτιο) ως προερχόμενη από καταβολές των μετόχων δεν θεωρείται αποθεματικό, αλλά συμπληρωματικό κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει συμπληρωματική εισφορά των μετόχων.

3) Από την έκδοση της παρούσας κάθε διαταγή, αντίθετου περιεχομένου, παύει να ισχύει.

Επειδή με την υπ' αριθ. 113/2009 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε δεκτή από το Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και κοινοποιήθηκε με την Εγκ. ΠΟΛ. 1044/03-02-2014, διευκρινίστηκαν τα ακόλουθα: «Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι αποτελεί συγκέντρωση κεφαλαίων, και υπάγεται στον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, η πράξη σύστασης των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 17, μεταξύ των οποίων, ως εμπορική εταιρία, συγκαταλέγεται και η Ε.Π.Ε. Στη περίπτωση αυτή ο φόρος υπολογίζεται επί του αρχικού εταιρικού κεφαλαίου. Περαιτέρω, συγκέντρωση κεφαλαίου αποτελεί και η πράξη με την οποία αποφασίζεται η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου. Στη περίπτωση αυτή ο φόρος υπολογίζεται επί του ποσού της αύξησης του κεφαλαίου. Οι δύο αυτές περιπτώσεις εξαντλούν τη φορολόγηση του εταιρικού κεφαλαίου, τόσον του αρχικού, όσον και της επαύξησής του, προβλέπονται δε από την περίπτωση α' της παρ.1 του άρθρου 18. Η περίπτωση γ' επουδενί είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι αναφέρεται στο εταιρικό κεφάλαιο. Αναφέρεται στην αύξηση του ενεργητικού από παλαιούς ή νέους, κυρίως, εταίρους, στην οποία προβαίνουν, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή στην εταιρική περιουσία, αλλά για την χορήγηση σε αυτούς δικαιωμάτων που απολαμβάνουν οι εταίροι, κυρίως του δικαιώματος συμμετοχής στα κέρδη. Είναι πλέον ή σαφές ότι στη περίπτωση αυτή οι εισφέροντες δεν καθίστανται εταίροι. Θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν απλοί επενδυτές. Ενόψει των προεκτεθέντων, και για την απάντηση στο υπό τα στοιχ. 1. β' ερώτημα, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ του μέχρι του αρτίου ποσού του εταιρικού μεριδίου, το οποίο ταυτίζεται με την ονομαστική αξία αυτού, και του υπέρ το άρτιο, δηλαδή του πέραν της ονομαστικής αξίας, ποσού του μεριδίου. Το μέχρι του αρτίου ποσό συνιστά αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου, περίπτωση δηλαδή συγκέντρωσης κεφαλαίου η οποία προβλέπεται από την περ.α' (της παρ.1 του άρθρου 18). Ως προς αυτό δεν γεννάται θέμα, γίνεται γενικώς δεκτό και δεν αμφισβητείται (Παν.Ρέππας, Δ/ντής Υπ. Οικονομικών, Δ.φρ. Νομ., Τ.61, σελ.508, Γνωμ.Νομ. Δ/νσης Υπ.Εθν.Οικον. 27/1987, 824/1988, υπ' αριθμ.πρωτ.20558/ΛΣ 21619, γνωμ. 215 της Γν. σ.1994 έγγραφο του Υπ. Οικ. Και Οικονομικών). Ως προς τη «διαφορά από την έκδοση μεριδίων υπέρ το άρτιον», όμως, όπως αποκαλείται η διαφορά μεταξύ της τιμής διάθεσης του μεριδίου και της ονομαστικής αξίας αυτού, αυτή δεν υπόκειται στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, στον οποίο, αντιθέτως, υπόκειται, αν μεταγενεστέρως κεφαλαιοποιηθεί -κατόπιν αποφάσεως της γενικής συνέλευσης των εταίρων περί αυξήσεως του εταιρικού κεφαλαίου και εκδόσεως νέων μεριδίων, εννοείται - (Υπ' αριθμ.πρωτ. 20558/ΛΣ2169 - γνώμ. 215 της 15.6.94, Παν.Ρέππας οπ.παραπ., ΠΟΛ. 1230/10.10.94). Κατά τις Γνωμ 27/87, 824/86 Νομ. Δ/νση Υπ.Εθν. Οικον., η περί ής πρόκειται διαφορά, είτε μεταγενεστέρως κεφαλαιοποιήθηκε είτε όχι, αποτελεί αύξηση των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας. Οι γνωμοδοτήσεις όμως αυτές ερμηνεύουν διατάξεις του Ν.1262/1982, άρθρ.5 και όχι αυτές του ν.1676/86. Υπάγουν τη διαφορά υπέρ το άρτιο στην έννοια του όρου «ίδια κεφάλαια» που χρησιμοποιεί ο Ν.1262/82, ο οποίος, όμως, ρυθμίζει θέματα διαφορετικά από αυτά του Ν.1676/86. Ο όρος «ίδιο κεφάλαιο» και ο όρος «μετοχικό κεφάλαιο», τον οποίο χρησιμοποιεί ο Ν.1676/ 1986, δεν ταυτίζονται. Με την διαφορά υπέρ το άρτιο αυξάνονται μεν τα ίδια κεφάλαια της εταιρίας, όχι όμως και το μετοχικό κεφάλαιο. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου συνοδεύεται αναγκαίως από την έκδοση νέων μετοχών, στην ονομαστική αξία των οποίων αντιστοιχεί. Το ποσό που καταβάλλεται ως διαφορά υπέρ το άρτιον δεν ενσωματώνεται σε μετοχές, δεν εκδίδονται, ειδικώς για την περίπτωση αυτή, μετοχές, ασχέτως αν η καταβολή λαμβάνει χώρα με την ευκαιρία έκδοσης μετοχών, και συνεπώς δεν αυξάνεται κατά το ποσό αυτής το μετοχικό κεφάλαιο. Επομένως στις γνωμοδοτήσεις αυτές δεν μπορεί να στηριχθεί ή να τεκμηριωθεί άποψη περί υπαγωγής της «διαφοράς υπέρ το άρτιο» στη περ. α' της παρ.1 του άρθρου 18 του Ν.1676/86. Περαιτέρω, παρατηρείται ότι η άποψη αυτή δέχεται, μεν, ορθώς, ότι η διαφορά υπέρ το άρτιο δεν αυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο και ότι, συνεπώς, δεν μπορεί να υπαχθεί στη περ. α', πλην παραλείπει να εξετάσει την υπαγωγή της ή όχι στην περ. γ' και, κατ' ευθείαν, αποφαίνεται ότι δεν υπάγεται κατά την καταβολή της στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου, στον οποίο, αντιθέτως, υπάγεται με την μεταγενέστερη τυχόν κεφαλαιοποίηση της. Είναι ανάγκη επομένως να εξεταστεί η δυνατότητα υπαγωγής της υπέρ το άρτιον διαφοράς σε άλλη περίπτωση του άρθρου 18, και συγκεκριμένα στη περίπτωση γ'. Όπως δέχεται και η ανωτέρω ερμηνευτική εκδοχή, η συγκεκριμένη καταβολή αυξάνει το ενεργητικό της επιχείρησης και, όπως προεξετέθη, γίνεται, όχι για να αυξηθεί το μετοχικό κεφάλαιο και να συμμετάσχει σε αυτό ο καταβάλλων, αλλά για να αποκτήσει δικαίωμα ή δικαιώματα εξ εκείνων που έχουν οι μέτοχοι, όπως η συμμετοχή και κέρδη. Συντρέχουν επομένως όλοι οι όροι που απαιτεί η περ.γ και, συνεπώς, οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου, ασχέτως μάλιστα της κεφαλαιοποίησής της στο μέλλον.»

Επειδή με την απόφαση ΣτΕ 1774/2018 κρίθηκε ότι: «σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης διαφοράς που προέρχεται από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων για το ποσό αυτό, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή λαμβάνει χώρα αύξηση του κεφαλαίου κατά τα οριζόμενα στις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 18 παρ. 1 περ. α' και γ' του ν. 1676/1986. Η διαφορά αυτή δεν υπάγεται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου κατά τον χρόνο της καταβολής της, γιατί κατά το χρόνο εκείνο δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των ανωτέρω διατάξεων, αφού ο εισφέρων δεν αποκτά δικαιώματα ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως δικαιώματα ψήφου κλπ. Κατά την κεφαλαιοποίηση, όμως, της διαφοράς αυτής συντρέχουν πλέον οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Εξάλλου, το γεγονός ότι το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο «κατατάσσει» τη διαφορά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο στην κατηγορία των αποθεματικών δεν αρκεί για την εξαίρεση από το φόρο της αύξησης κεφαλαίου που γίνεται με την κεφαλαιοποίηση αυτή βάσει του άρθρου 22 παρ. 2 του ν. 1676/1986, δεδομένου ότι παρά την «κατάταξη» αυτή, η διαφορά υπέρ το άρτιο έχει διαφορετική φύση και προέλευση από τα κοινά αποθεματικά, ενώ, εξάλλου, οι φορολογικές διατάξεις που θεσπίζουν απαλλαγές είναι στενά ερμηνευτέες».

Επειδή με την υπ' αριθ. ΠΟΛ. 1238/21-12-2018 διαταγή του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δόθηκαν οδηγίες για τη Φορολογική αντιμετώπιση της έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο από πλευράς φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων - Συμμόρφωση με τη ΣτΕ 1774/2018 τα ακόλουθα: «Με την υπ' αριθ. 3015/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι σε περίπτωση έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, ο εισφέρων περιουσιακά στοιχεία δεν αποκτά κατά την στιγμή της καταβολής, δικαιώματα ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι (δικαιώματα στα κέρδη, δικαιώματα ψήφου, κλπ) και επομένως δεν πληρούνται, κατά την στιγμή της καταβολής, οι προϋποθέσεις της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 για την επιβολή φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου. Επομένως, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται την στιγμή της καταβολής μόνο για την ονομαστική αξία των μετοχών, ενώ για το μέρος που αφορά την υπέρ το άρτιο διαφορά, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται από την στιγμή της κεφαλαιοποίησης της διαφοράς αυτής. Η πρόσφατη ΣτΕ 1774/2018 με την οποία η ασκηθείσα αναίρεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, επικύρωσε την ανωτέρω κρίση της υπ' αριθ. ΣτΕ 3015/2009. Κατόπιν των ανωτέρω, η ΠΟΛ 1044/2014 με την οποία κοινοποιήθηκε η Γνωμ. ΝΣΚ 113/2009, παύει να ισχύει»

Επειδή, η προσφεύγουσα κατά τον χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης, ήτοι κατά τις ημερομηνίες των Γενικών Συνελεύσεων που αποφάσισαν τις αυξήσεις Μετοχικού Κεφαλαίου, εφάρμοσε τις οδηγίες της διοίκησης που ίσχυαν τότε (ΠθΛ.1044/2014) και απέδωσε τον αντίστοιχο φόρο Συγκέντρωσης Κεφαλαίου, ως ακολούθως:
 

Ημερομηνία απόφασης Γ.Σ Μετοχές Ονομαστικ ή αξία / μτχ τιμή διάθε­σης / μτχ Διαφορά υπέρ το άρτιο / μτχ Αύξηση Μετ. Κεφαλαίου Διαφορά υπέρ το άρτιο Δήλωση Φ.Σ.Κ
Υποκείμενη αξία Ποσό ΦΣΚ
23/12/2014 2.800 100€ 1.000€ 900€ 280.000€ 2.520.000€ 2.800.000€ 28.000€
18/12/2015 2.000 100€ 1.000€ 900€ 200.000€ 1.800.000€ 2.000.000€ 20.000€
19/07/2016 6.500 100€ 1.000€ 900€ 650.000€ 5.850.000€ 6.500.000€ 65.000€
28/12/2016 6.320 100€ 1.000€ 900€ 632.000€ 5.688.000€ 6.320.000€ 63.200€
Σύνολο 17.620


1.762.000€ 15.858.000€ 17.620.000€ 176.200€


Επειδή από τα παραπάνω προκύπτει ότι σύμφωνα με την ΠΟΛ. 1238/2018 και ΣτΕ 1774/2018, η καταβολή από την προσφεύγουσα του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων που αναλογεί στην υπέρ το άρτιο διαφορά των ανωτέρω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου, συνολικού ποσού 158.580€ (ήτοι 15.858.000€ x 1%), θεωρείται ότι έγινε αχρεωστήτως.

Επειδή περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α' 170) ορίζεται ότι: «1) ..., 2) Σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή), καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί εντός ενενήντα (90) ημερών από την παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου του φορολογουμένου. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, εάν το υπερβάλλον ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι επιστράφηκε κατά το χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού, 3) ..., 4) Ο Υπουργός Οικονομικών με απόφασή του, ορίζει τα επιτόκια υπολογισμού τόκων, καθώς και όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου» και με τις διατάξεις του άρθρου 72§16 του ίδιου νόμου ότι: «Το άρθρο 53 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζεται για αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται από την 1.1.2014 και εφεξής» 

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 της υπ' αριθ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013 /31-12-2013 (ΦΕΚ Β' 19/10.1.2014) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία κατάθεσης της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής, με την οποία διατυπώνεται (και) αίτημα του προσφεύγοντος για επιστροφή του τυχόν προκύπτοντος ως αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου: «Το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α'170) που καταβάλλονται στον φορολογούμενο ορίζεται ως το επιτόκιο Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του φόρου, πλέον πέντε και εβδομήντα πέντε (5,75) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως. .... Το επιτόκιο των ανωτέρω παραγράφων δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας....».

Επειδή, από τις προαναφερθείσες διατάξεις προκύπτει ότι, από την 01.01.2014 και μετά, η Φορολογική Διοίκηση, εφόσον διενεργεί επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου ή εισφοράς, μετά την πάροδο των 90 ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης του φορολογούμενου, οφείλει να υπολογίζει και να επιστρέφει τόκους. Η τοκοφορία αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος και οι τόκοι υπολογίζονται, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις και αποφάσεις περί καθορισμού των επιτοκίων του άρθρου 53 του ν.4174/2013, μέχρι και την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου ή εισφοράς.

Επειδή, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, το αίτημα της προσφεύγουσας περί έντοκης επιστροφής κρίνεται βάσιμο και πρέπει να γίνει αποδεκτό.

Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της από 24/04/2019 και με αριθ. πρωτ ενδικοφανούς προσφυγής της επιχείρησης με την επωνυμία , με ΑΦΜ: , που εδρεύει στην , οδός αριθ , τ.κ , και την ακύρωση της τεκμαιρόμενης αρνητικής απάντησης του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, στην υπ' αριθμ /2018 αίτησή της που υποβλήθηκε στην ίδια ΔΟΥ και αφορούσε την αξίωση της εταιρείας για επιστροφή Φ.Σ.Κ ποσού 158.580€.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο Αναπληρωτής προϊστάμενος της Υποδιεύθυνσης Επανεξέτασης
ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σημείωση: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΑΠ 906/2019 Ανώνυμες εταιρίες - Ενεχύραση ονομαστικών απαιτήσεων - Αναίρεση για έλλειψη νόμιμης βάσης

$
0
0

ΑΠ  906/2019

Η κατά την έννοια των άρθρων 35, 36, 39 και 44 ν. δ/τος 17-7/13-8-1923 "περί ειδικών διατάξεων ανωνύμων εταιρειών", που διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 41 ΕισΝΑΚ, ενεχύραση απαιτήσεως του οφειλέτη της πιστώτριας εταιρείας κατά τρίτου προς εξασφάλιση προγενέστερης απαιτήσεως αυτής λόγω δανείου, απλού ή υπό ανοικτό λογαριασμό, συνεπάγεται την εκ του νόμου εκχώρηση της απαιτήσεως από τον οφειλέτη προς την πιστώτρια (άρθρα 455 επ. ΑΚ), η οποία δικαιούται να την εισπράξει ως εκδοχέας, το δε μετά την εξόφληση τυχόν υπόλοιπο οφείλει να το αποδώσει στον ενεχυραστή (ΑΠ 1168/2015) από την επίδοση δε αντιγράφου της συμβάσεως ενεχυράσεως στον τρίτον η τράπεζα θεωρείται όχι οιονεί νομέας, αλλά νομέας αυτής της απαιτήσεως, η οποία και της μεταβιβάζεται από εκείνον (βλ. ΟλΑΠ 38/1988). Με τις διατάξεις αυτές, εισήχθη ως προς την ενεχύραση ονομαστικών απαιτήσεων προς εξασφάλιση απαιτήσεων ανωνύμων εταιρειών από δάνειο, απλό ή με ανοικτό λογαριασμό ή προγενέστερων απαιτήσεών τους εξαιρετικό δίκαιο και ως εκ τούτου οι γενικές διατάξεις των άρθρων 1247-1256 ΑΚ εφαρμόζονται μόνο συμπληρωματικώς για θέματα μη ρυθμιζόμενα από τις ειδικές διατάξεις του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος. Με την πρώτη από αυτές καθιερώνεται είδος καταπιστευτικής, και δη εξασφαλιστικής εκχωρήσεως, με αποτέλεσμα η μεν ενεχυρούχος δανείστρια να γίνεται πραγματικός και μοναδικός δικαιούχος της ενεχυρασμένης απαιτήσεως, ο δε ενεχυραστής να έχει δικαίωμα, αν αποσβεσθεί το χρέος, να απαιτήσει την επανεκχώρηση της απαιτήσεως σ' αυτόν, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1232 ΑΚ. Επομένως, με τη σύσταση ενός τέτοιου ενεχύρου, σε συνδυασμό με την εκ του νόμου εκχώρηση της ενεχυρασμένης απαιτήσεως προς τον ενεχυρούχο δανειστή ο τελευταίος καθίσταται ειδικός διάδοχος του οφειλέτη (ΑΠ 1447/2018).
 

 

Αριθμός 906/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αβροκόμη Θούα, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Γεώργιο Αποστολάκη, Θεόδωρο Κανελλόπουλο, Κυριάκο Οικονόμου - Εισηγητή και Αναστασία Περιστεράκη, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 8 Απριλίου 2019, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "... Α.Ε.", που εδρεύει στην …. και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τις πληρεξούσιες δικηγόρους της: 1) Ζ. Ε. και 2) Λ. Β.. Της αναιρεσίβλητης: ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στο ….. και εκπροσωπείται νόμιμα. Παραστάθηκε με τους νομίμους εκπροσώπους της Α. Χ. και Ι. Χ., οι οποίοι διόρισαν πληρεξούσιο δικηγόρο τον Ανδρέα Μακρή.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις δύο από 9-10-2012 ανακοπές της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4225/2013 του ίδιου Δικαστηρίου και 1215/2018 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 31-5-2018 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιες της αναιρεσείουσας ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

Συμφώνως προς την παρ. 4 του άρθρου 562 ΚΠολΔ - όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 - ο 'Αρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως λόγο αναιρέσεως από εκείνους που αναφέρονται στους αριθ. 1,4, 14, 16,17 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. ". Η αυτεπάγγελτη εξέταση λόγων αναιρέσεως προϋποθέτει, αφ' ενός ότι δεν προσκρούει σε δικονομικά απαράδεκτα της αναιρετικής διαδικασίας και αφ' ετέρου ότι υπάρχουν στην προσβαλλόμενη απόφαση διαπιστωμένες παραβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των αναφερομένων στην ιδία παράγραφο λόγων αναιρέσεως (ΑΠ 287/2008). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ. 3 εδ. α του Συντάγματος που επιτάσσει ότι κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικώς και εμπεριστατωμένως αιτιολογημένη, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας), ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία), ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία) (ΟλΑΠ 1/1999). Ειδικότερα αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά που αναγράφονται σε αυτήν και στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση ή κατάλυση του επιδίκου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της αποφάσεως για την υπαγωγή η μη της συγκεκριμένης ατομικής περιπτώσεως στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περιπτώσεως. Αντιστοίχως ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της εφαρμοσθείσας διατάξεως ουσιαστικού δικαίου, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι όμως όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφ' όσον το πόρισμα από την εκτίμηση των αποδείξεων εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ΟλΑΠ 15/2006). Το κατά νόμον αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος προτάσεως προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της αποφάσεως στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Τα επιχειρήματα δε του δικαστηρίου που σχετίζονται με την εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστούν παραδοχές επί τη βάσει των οποίων διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και ως εκ τούτου δεν αποτελούν "αιτιολογία", ώστε στο πλαίσιο της διάταξης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ να επιδέχονται μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια. Ούτε εξ άλλου ιδρύεται ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ εξ αιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικώς τα μη συνιστώντα αυτοτελείς ισχυρισμούς επιχειρήματα των διαδίκων( ΑΠ 1625/2018). Περαιτέρω, η κατά την έννοια των άρθρων 35, 36, 39 και 44 ν. δ/τος 17-7/13-8-1923 "περί ειδικών διατάξεων ανωνύμων εταιρειών", που διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 41 ΕισΝΑΚ, ενεχύραση απαιτήσεως του οφειλέτη της πιστώτριας εταιρείας κατά τρίτου προς εξασφάλιση προγενέστερης απαιτήσεως αυτής λόγω δανείου, απλού ή υπό ανοικτό λογαριασμό, συνεπάγεται την εκ του νόμου εκχώρηση της απαιτήσεως από τον οφειλέτη προς την πιστώτρια (άρθρα 455 επ. ΑΚ), η οποία δικαιούται να την εισπράξει ως εκδοχέας, το δε μετά την εξόφληση τυχόν υπόλοιπο οφείλει να το αποδώσει στον ενεχυραστή (ΑΠ 1168/2015) από την επίδοση δε αντιγράφου της συμβάσεως ενεχυράσεως στον τρίτον η τράπεζα θεωρείται όχι οιονεί νομέας, αλλά νομέας αυτής της απαιτήσεως, η οποία και της μεταβιβάζεται από εκείνον (βλ. ΟλΑΠ 38/1988). Με τις διατάξεις αυτές, εισήχθη ως προς την ενεχύραση ονομαστικών απαιτήσεων προς εξασφάλιση απαιτήσεων ανωνύμων εταιρειών από δάνειο, απλό ή με ανοικτό λογαριασμό ή προγενέστερων απαιτήσεών τους εξαιρετικό δίκαιο και ως εκ τούτου οι γενικές διατάξεις των άρθρων 1247-1256 ΑΚ εφαρμόζονται μόνο συμπληρωματικώς για θέματα μη ρυθμιζόμενα από τις ειδικές διατάξεις του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος. Με την πρώτη από αυτές καθιερώνεται είδος καταπιστευτικής, και δη εξασφαλιστικής εκχωρήσεως, με αποτέλεσμα η μεν ενεχυρούχος δανείστρια να γίνεται πραγματικός και μοναδικός δικαιούχος της ενεχυρασμένης απαιτήσεως, ο δε ενεχυραστής να έχει δικαίωμα, αν αποσβεσθεί το χρέος, να απαιτήσει την επανεκχώρηση της απαιτήσεως σ' αυτόν, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1232 ΑΚ. Επομένως, με τη σύσταση ενός τέτοιου ενεχύρου, σε συνδυασμό με την εκ του νόμου εκχώρηση της ενεχυρασμένης απαιτήσεως προς τον ενεχυρούχο δανειστή ο τελευταίος καθίσταται ειδικός διάδοχος του οφειλέτη (ΑΠ 1447/2018).



Εν προκειμένω, από την επισκόπηση της προσβαλλομένης εφετειακής αποφάσεως (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) προκύπτει ότι, εκτιμώντας αυτή το σύνολο των αποδεικτικών μέσων, που παραδεκτώς επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, δέχθηκε, μεταξύ άλλων, ως προς την ουσία της υποθέσεως και κατά το ενδιαφέρον τον προκείμενο λόγο τμήμα της, τα ακόλουθα: ''...Η ανακόπτουσα, εταιρεία υπό την επωνυμία "...", επέσπευσε κατά του οφειλέτη της Μ. Δ. του Α. αναγκαστική εκτέλεση των διαταγών πληρωμής 519/2012 και 328/ΠΙΤ/345/2012 των Δικαστών των Μονομελών Πρωτοδικείων Χανιών και Ρεθύμνου, αντιστοίχως, δι' επιδόσεως των από 20-7-20-12 και 19.7.2012 επιταγών προς εκούσια συμμόρφωση που είναι γραμμένες κάτω από επικυρωμένα αντίγραφα των πρώτων εκτελεστών απογράφων των διαταγών αυτών, με τις οποίες τον επέταξε να της καταβάλει τα επιδικασθέντα υπέρ αυτής και εις βάρος εκείνου χρηματικά ποσά των 92.317,85 ευρώ και των 50.965,92 ευρώ, αντιστοίχως, ακολούθως δε με τα από 3.9.2012 κατασχετήρια έγγραφα, που επέδωσε στον καθού η εκτέλεση και στην καθής η ανακοπή την 6.9.2012, κατάσχεσε αναγκαστικά εις χείρας της καθής οι ανακοπές ως τρίτης, για τα ανωτέρω επιταχθέντα χρηματικά ποσά των 92.317,85 ευρώ και των 50.965,92 ευρώ, αντιστοίχως, τις απαιτήσεις του καθού η εκτέλεση που απορρέουν από χρηματικές καταθέσεις του που τηρούσε σε αυτήν. Η καθής οι ανακοπές, με τις υπ' αριθμούς 38146/11.9.2012 κοα 38147/11.9.2012 δηλώσεις της που κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, δήλωσε μεν ότι ο καθού η εκτέλεση είχε ανοίξει και τηρούσε στα καταστήματα της …. και …. κοινούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου με υπόλοιπα 16.121,32 ευρώ, 24,10 ευρώ, 9,32 ευρώ, 7,06 λιρών Αγγλίας και 751,81 δολαρίων ΗΠΑ, παρέλειψε ωστόσο να δηλώσει και την υπ' αριθμόν ….430 προθεσμιακή κατάθεση ποσού 422.461,79 δολαρίων ΗΠΑ που αυτός είχε ανοίξει και τηρούσε στο επί της Πλατείας 1866 κατάστημά της στα Χανιά. Την έναντι της καθής οι ανακοπές πιο πάνω απαίτησή του ο καθού η εκτέλεση την είχε ενεχυράσει υπέρ αυτής με την από 30.9.2009 σύμβαση ενεχύρασης προθεσμιακής κατάθεσης, την οποίαν και της επέδωσε την 12.1.2010 με δικαστικό επιμελητή, προς εξασφάλιση των έναντι αυτού απαιτήσεών της από την υπ' αριθμόν 262/16.4.1996 σύμβαση πιστώσεως με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό και των μεταγενέστερων αυξητικών αυτής, με τις οποίες του είχε χορηγήσει πίστωση μέχρι του ποσού των 2.200.000 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 36 και 39 του ν. δ. 17.7/13.8.1923. Στην ενεχύραση υπήχθη και ο συνδεδεμένος με την προθεσμιακή κατάθεση υπ' αριθμόν ... - 109 λογαριασμός ταμιευτηρίου σε συνάλλαγμα, που ο καθού η εκτέλεση τηρούσε στην καθής οι ανακοπές, στον οποίο, κατά τους όρους της ενεχυρικής σύμβασης, θα πιστωνόταν το ποσό της προθεσμιακής κατάσχεσης κατά την ημέρα της λήξης της. Την ύπαρξη της προθεσμιακής αυτής κατάσχεσης γνωστοποίησε στην ανακόπτουσα ο ίδιος ο καθού η εκτέλεση, για να την πείσει ότι ήταν φερέγγυος με απώτερο σκοπό τη συνέχιση της συνεργασίας τους στον τομέα του τουρισμού, πλην όμως η καθής οι ανακοπές δεν την συμπεριέλαβε στις πιο πάνω υπ' αριθμούς 38146/11.9.2012 και 38147/11.9.2012 δηλώσεις της που κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Την παράλειψή της αυτή η καθής οι ανακοπές επιχειρεί να την δικαιολογήσει ισχυριζόμενη ότι για την απαίτηση αυτή δεν είχε υποχρέωση δηλώσεως, γιατί με την ενεχυρίασή της αυτή είχε, δι' αναγκαστικής εκχωρήσεως, αποκοπεί από την περιουσία του καθού η εκτέλεση και πλέον ανήκε στην ίδια και όχι σε εκείνον ώστε να δύναται να αποτελέσει αντικείμενο κατάσχεσης εις χείρας της ως τρίτης. Ο ισχυρισμός της όμως αυτός είναι, σύμφωνα και με την προηγούμενη υπό στοιχεία I σκέψη, μη νόμιμος, διότι η υπέρ αυτής ενεχυρίαση της από τον καθού η εκτέλεση δεν στερεί την από άλλους δανειστές του, όπω-ς εν προκειμένω είναι η ανακόπτουσα, κατάσχεσή της, αφού ο καθού η εκτέλεση παραμένει δικαιούχος αυτής.

 
Συνεπώς οι δηλώσεις που υπέβαλε ήταν ανακριβείς, η ανακρίβεια δε αυτή και η ύπαρξη της αποκρυβείσης προθεσμιακής κατάθεσης κρίνονται, σύμφωνα και με την προηγούμενη υπό στοιχεία II σκέψη, κατά τον χρόνο κατά τον οποίον αυτή, αν την είχε δηλώσει, είχε υποχρέωση να την καταβάλει στην ανακόπτουσα, ο οποίος, σύμφωνα με τα παραπάνω, είναι η 15.9.2012, αφού τα κατασχετήρια επιδόθηκαν στον καθού η εκτέλεση την 6.9.2012, και συνεπώς η από το άρθρο 988 παρ. 1 του ΚΠολΔ οκταήμερη προθεσμία για την έναρξη της καταβολής είχε την 14.9.2012 παρέλθει. Πλην όμως την 21.11.2012, μετά πάροδον διμήνου, έλαβαν χώρα τα ακόλουθα περιστατικά, όπως αυτά προκύπτουν από την εκατέρωθεν επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από 15.3.2012 βεβαίωση του καταστήματος της Πλατείας 1866 της καθής οι ανακοπές στα …. και του συνημμένου σε αυτήν αντιγράφου κίνησης του προαναφερόμενου υπ' αριθμόν ... - 109 ατομικού λογαριασμού του καθού η εκτέλεση κατά το διάστημα από 1.8.2012 έως 31.12.2012: α) Την 1.8.2012 υπήρχε κατατεθειμένο σε αυτόν το ποσό των 751,81 δολαρίων ΗΠΑ, το οποίο η καθής οι ανακοπές συμπεριέλαβε στις πιο πάνω δηλώσεις της, β) την 21.11.2012 πιστώθηκε στον πιο πάνω λογαριασμό το ποσό των 422.461,79 δολαρίων ΗΠΑ λόγω λήξεως της ενεχυρασμένης υπ' αριθμόν ...430 προθεσμιακής κατάθεσης καθώς και το ποσό των 4.752,70 δολαρίων των δεδουλευμένων συμβατικών τόκων αυτής, στη συνέχεια ήχθησαν εις χρέωση του καθού η εκτέλεση τα ποσά των δολαρίων ΗΠΑ 547,40, 420,53 και 127,62 για την αφαίρεση του προεξοφλητικού τόκου, του παρακρατούμενου φόρου επί των τόκων και των εξόδων διαχειρίσεως του λογαριασμού, αντιστοίχως, και το τελικό ποσό των 426.870,75 δολαρίων ΗΠΑ ήχθη εις χρέωση του καθού η εκτέλεση με συνέπεια ο λογαριασμός να μηδενιστεί. Οι ενέργειες αυτές εμφαίνουν ότι, με συμφωνία του καθ ού η εκτέλεση και της καθής οι ανακοπές, λύθηκε πρόωρα η σύμβαση προθεσμιακής κατάθεσης και ο καθού η εκτέλεση ανέλαβε το ποσό της. Με την εκ μέρους της καθής οι ανακοπές εξόφληση του καθού η εκτέλεση, όμως, αποσβήστηκε η εκ της επίδικης προθεσμιακή: κατάθεσης απαίτησή του και συνακόλουθα και το ενέχυρο που αυτός είχε υπέρ εκείνης συστήσει, σύμφωνα και με την προηγούμενη υπό στοιχεία II σκέψη, με συνέπεια η απαίτηση να καταστεί έκτοτε (21.11.2012) ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Η δια καταβολής όμως απόσβεση της επίδικης απαίτησης, ενώ παρήγαγε τις έννομες συνέπειές της για τον καθού η εκτέλεση (δανειστή) και την καθής οι ανακοπές (οφειλέτρια), ουδόλως επέδρασε στις έννομες σχέσεις της ανακόπτουσας με την επίδικη απαίτηση για δύο λόγους: πρώτον, γιατί η ανακρίβεια των δηλώσεων της καθής οι ανακοπές και η ύπαρξη της επίδικης απαίτησης κρίνονται σε προγενέστερο χρόνο και συγκεκριμένα την 15.9.2012, όπως εκτέθηκε παραπάνω, με συνέπεια η μεταγενέστερη δια καταβολής απόσβεσή της να στερείται έννομης επιρροής και δεύτερον γιατί η καταβολή αυτή, γενομένη μετά την αναγκαστική εκχώρηση της επίδικης απαίτησης στην ανακόπτουσα, ουδέν έναντι αυτής έννομο αποτέλεσμα παράγει. Από τα παραπάνω έπεται ότι η ανακόπτουσα έχει δικαίωμα, εκτός από την αναγνώριση της υπάρξεως της επίδικης απαίτησης που η καθής οι ανακοπές παρέλειψε να δηλώσει, να ζητήσει και την καταβολή των πιο πάνω χρηματικών ποσών των 92.317,85 ευρώ και των 50.965,92 ευρώ για τα οποία επέβαλε την κατάσχεση, αφού με την απόσβεση του ενεχύρου της καθής οι ανακοπές πάνω στην αποκρυβείσα απαίτηση, η τελευταία κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, το ποσό δε αυτής, ανερχόμενο σε 422.461,79 δολάρια ΗΠΑ, υπερκαλύπτει τα προαναφερόμενα ποσά της κατάσχεσης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθώς μεν με την εκκαλούμενη απόφασή του αναγνώρισε την ύπαρξη της αποκρυβείσας από την καθής η ανακοπή επίδικης προθεσμιακής κατάθεσης, κεφάλαιο το οποίο οι διάδικοι δεν έχουν δι' εφέσεως προσβάλει, εσφαλμένα, όμως, απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμο το καταψηφιστικό αίτημα των υπό κρίση ανακοπών, όπως βασίμως η ανακόπτουσα με τον μοναδικό λόγο της υπό κρίση έφεσής της υποστηρίζει...''. Ακολούθως, το Εφετείο εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφασή του, με την οποία δέχθηκε τυπικά και κατ' ουσία την από 7.11.2014 έφεση της αναιρεσίβλητης, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση ως προς τη διάταξή της, με την οποία απέρριψε το καταψηφιστικό αίτημα των υπό κρίση ανακοπών, ακολούθως δε δέχθηκε τις ανακοπές, και υποχρέωσε την καθ' ης-αναιρεσείουσα να καταβάλει στην ανακόπτουσα-αναιρεσίβλητη το συνολικό ποσό των 143.083,77 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεώς τους.

Έτσι που έκρινε το ως άνω δικαστήριο διέλαβε, αναφορικώς προς την οφειλομένη αποζημίωση εκ μέρους της εναγομένης Τράπεζας λόγω παραλείψεως δηλώσεως χρηματικού ποσού, το οποίο κατά τον χρόνο της κατασχέσεως ευρίσκετο στον τραπεζικό λογαριασμό τού οφειλέτη του επισπεύδοντος την κατάσχεση εις χείρας της Τράπεζας ως τρίτης, ασαφείς και ανεπαρκείς, προσέτι δε αντιφατικές αιτιολογίες που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των κανόνων ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 986 ΚΠολΔ και εκείνων των του ν. δ/τος 17-7/13-8-1923, που προαναφέρθηκαν. Ειδικότερα: Υπό τις ως άνω παραδοχές ουδόλως εξηγείται γιατί, ενώ το ποσόν των 422.461,79 δολαρίων ΗΠΑ πιστώθηκε στον επίδικο λογαριασμό την 21-11-2012, η ανακρίβεια των δηλώσεων της καθ' ης οι ανακοπές και η ύπαρξη της επίδικης απαιτήσεως κρίνονται σε προγενέστερο χρόνο και συγκεκριμένως την 15-9-2012( ημέρα παρελεύσεως της προθεσμίας προς υποβολή Δηλώσεως). Περαιτέρω, η προσβαλλομένη υποπίπτει σε αντίφαση, διότι ενώ δέχεται ότι, το τελικό ποσό των 426.870,75 δολαρίων ΗΠΑ ήχθη εις χρέωση του καθ' ου η εκτέλεση, ακολούθως δέχεται ότι ο ειρημένος ανέλαβε το ποσό από τη σύμβαση προθεσμιακής καταθέσεως, εντεύθεν συνάγει ότι η εν λόγω απαίτηση της ενάγουσας αναιρεσίβλητης κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Στις παραδοχές της προσβαλλομένης συγχέονται περιστατικά, η ύπαρξη των οποίων ναι μεν δημιουργεί ανακρίβεια των Δηλώσεων της Τράπεζας, εν τούτοις συνδέονται με διαφορετικές έννομες συνέπειες. Συγκεκριμένως, άλλο τυγχάνει το θέμα της παραλείψεως δηλώσεως περί υπάρξεως ενεχυρασμένης απαιτήσεως, η οποία ενδεχομένως να θεμελιώσει αξίωση σε περίπτωση υπάρξεως ζημίας, συνδεομένης αιτιωδώς με την παράλειψη, και άλλο το επίδικο ζήτημα περί παραλείψεως δηλώσεως χρηματικού ποσού, το οποίο κατά τον χρόνο της κατασχέσεως ευρίσκετο στον τραπεζικό λογαριασμό τού οφειλέτη του επισπεύδοντος την κατάσχεση εις χείρας της Τράπεζας ως τρίτης. Η προσβαλλομένη απόφαση έκρινε ότι λόγω παραλείψεως εκ μέρους της εναγομένης Τράπεζας να δηλώσει την ύπαρξη ενεχυρασμένης απαιτήσεως υποχρεούται αυτή να καταβάλει τα αξιούμενα από την ενάγουσα χρηματικά ποσά, παρά το ανελέγκτως γενόμενο δεκτό γεγονός ότι το ποσόν της ενεχυρασμένης απαιτήσεως των 422.461,79 ευρώ δεν ήταν κατατεθειμένο στον επίδικο ατομικό λογαριασμό του οφειλέτη κατά τον χρόνο επιβολής των κατασχέσεως εις χείρας της Τράπεζας ως τρίτης (6-9-2012) - οπότε θα θεμελιωνόταν η επίδικη αξίωση της ενάγουσας - αλλά σε χρόνο μεταγενέστερο, και δη την 21-11-2012, όταν το ποσό τούτο πιστώθηκε στον συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό. Οι ως άνω πλημμέλειες ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, και δη στην θεμελίωση της ευθύνης της εναγομένης, λόγω της αποδιδομένης σ' αυτήν παραλείψεως να περιλάβει στη Δήλωση της ως τρίτης την ύπαρξη ενεχυρασμένης απαιτήσεως του οφειλέτη της ενάγουσας.

Συνεπώς, η πληττομένη απόφαση υπέπεσε στην από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, κατά τον βάσιμο περί τούτου λόγο αναιρέσεως, εξεταζόμενο αυτεπαγγέλτως υπό του παρόντος Δικαστηρίου, εφ' όσον με το αναιρετήριο διώκεται η αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, συμφώνως και προς τα εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, και παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων, οι οποίοι καλύπτονται από την αναιρετική εμβέλεια του κριθέντος ως βασίμου, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο Δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλο Δικαστή, εκτός από εκείνον που την είχε δικάσει προηγουμένως (άρθρ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που έχει καταθέσει η αναιρεσείουσα για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως (άρθρ. 495 παρ. 3 εδ. ε' ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο αίτημα αυτής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
 
ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ' αριθ. 1215/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από άλλο Δικαστή είναι εφικτή.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ να επιστραφεί στην αναιρεσείουσα το παράβολο, που αυτή κατέθεσε για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσίβλητη στην δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, που ορίζει σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.

 ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 26 Ιουνίου 2019.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 24 Ιουλίου 2019.


Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δ1/οικ.48122/15701/2019 Τροποποίηση της αριθμ. 31106/Δ1/10750/7-8-2018 υπουργικής απόφασης «Σύσταση Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του άρθρου 21 του ν. 4369/2016 του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)» (Β΄ 3987)

$
0
0

Αριθμ. Δ1/οικ.48122/15701/2019

(ΦΕΚ Β' 3985/01-11-2019)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

1. Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 21 του ν. 4369/2016, «Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, βαθμολογική διάρθρωση θέσεων, συστήματα αξιολόγησης, προαγωγών και επιλογής προϊσταμένων (διαφάνεια-αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης) και άλλες διατάξεις» (Α΄ 33),
β) του ν. 3528/2007 (Α΄ 26) «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.», όπως ισχύουν,
γ) των άρθρων 13, 14 και 15 του ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 45),
δ) των άρθρων 73 και 89 του ν. 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού συστήματος - Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 85), όπως ισχύει,
ε) του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Α΄ 168),
στ) του π.δ. 81/2019 «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους - Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» (Α΄ 119),
ζ) του π.δ. 83/2019 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄121),

2. Την αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ.32.14/ 753/οικ.7513/2017 εγκύκλιο του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης «Ν. 4369/2016 (ΦΕΚ Α΄/33) - ΜΕΡΟΣ Β΄ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ - Αξιολόγηση, Στοχοθεσία, Κοινωνική λογοδοσία και συμμετοχή» (ΑΔΑ ΨΩ5Κ465ΧΘΨ-ΠΥΒ).

3. Την αριθμ. 31106/Δ1/10750/2018 υπουργική απόφαση «Σύσταση Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του άρθρου 21 του ν. 4369/2016 του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)» (Β΄ 3987).

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού ούτε του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ,

αποφασίζουμε:

Την τροποποίηση του πρώτου εδαφίου του διατακτικού της αριθμ. 31106/Δ1/10750/2018 υπουργικής απόφασης (Β΄ 3987) ως εξής:
«Τη σύσταση στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του άρθρου 21 του ν. 4369/2016 για το τακτικό και ιδιωτικού δικαίου διοικητικό προσωπικό του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) και του Ταμείου Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Μ.Ε.Δ.Ε.) η οποία αποτελείται από:»

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 22 Οκτωβρίου 2019

Ο Υπουργός
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Τροποποίηση εκλογικής διαδικασίας και άλλες διατάξεις»

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Με το παρόν σχέδιο νόμου επιχειρούνται στοχευμένες παρεμβάσεις στο Π.Δ. 26/2012 με κύριο στόχο την εναρμόνισή του με τις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά και την απλοποίηση συγκεκριμένων διαδικασιών, στο βαθμό που είναι εφικτό.

Οι σημαντικότερες καινοτομίες είναι α. η δημιουργία ηλεκτρονικής πύλης καταχώρισης υποψηφίων που αντικαθιστά την προηγούμενη επίδοση με δικαστικό επιμελητή στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου των δηλώσεων των συνδυασμών και β. η κατάργηση του ενδιάμεσου σταδίου της ανακήρυξης υποψηφίων με απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου κατά τη διαδικασία εκουσίας δικαιοδοσίας, καθώς οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εγκαθιδρύουν μία ανακήρυξη σε δημόσια συνεδρίαση από το Α' Τμήμα του Αρείου Πάγου που θα αφορά σε συνδυασμούς κόμματος ή/και συνδυασμούς συνασπισμού περισσότερων του ενός συνεργαζόμενων κομμάτων ή/και συνασπισμούς ανεξάρτητων υποψηφίων ή /και μεμονωμένους υποψηφίους αλλά και βουλευτές επικρατείας, των οποίων οι υποψηφιότητες έχουν υποβληθεί ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρησης υποψηφίων.

Ειδικότερα:

Με το άρθρο 1, που αντικαθιστά το άρθρο 31 του Π.Δ. 26/2012, ορίζεται συγκεκριμένη ημέρα της ψηφοφορίας σε όλη την επικράτεια που θα είναι πάντα η τελευταία Κυριακή πριν τη συμπλήρωση των 30 ημερών από την έκδοση του Π.Δ. που ορίζει τη διενέργεια των βουλευτικών εκλογών. Επιπλέον η πρόβλεψη για την έκδοση του προβλεπόμενου από το άρθρο 54 παρ.2 του Συντάγματος Π.Δ. με το οποίο ορίζεται ο αριθμός των βουλευτικών εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας περιλαμβάνεται πλέον, σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου (ορ. Άρθρο 12) , στο άρθρο 2 του Π.Δ. 26/2012, για λόγους συνάφειας. Τέλος με την παρ. 4 του άρθρου 1 του παρόντος επιμηκύνεται κατά 3 ημέρες η προεκλογική περίοδος στην περίπτωση που λήγει η Βουλευτική περίοδος, για λόγους καλύτερης οργάνωσης των υποψηφίων

Με το άρθρο 2 επικαιροποιείται το ισχύον άρθρο 29 του Π.Δ. 26/2012, ώστε να γίνεται πλέον αναφορά στο Μητρώο Πολιτών που συστήθηκε με το άρθρο άρθρου 115 του ν. 4483/2017 (ΦΕΚ Α' 107) και περιλαμβάνει : α. το σύνολο των στοιχείων του Εθνικού Δημοτολογίου, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 13 του ν. 3274/2004 (Α' 195), β. το σύνολο των στοιχείων που αφορούν στις ληξιαρχικές πράξεις των Ελλήνων πολιτών και αλλοδαπών, στους οποίους συμβαίνουν ληξιαρχικά γεγονότα στην Ελλάδα, οι οποίες καταχωρίζονται και τηρούνται στο πληροφοριακό σύστημα Διαχείρισης Ληξιαρχικών Πράξεων του Υπουργείου Εσωτερικών του άρθρου 8Α του ν. 344/1976 (Α' 143) και γ. το σύνολο των στοιχείων ληξιαρχικών πράξεων που εισάγονται και τηρούνται στο πληροφοριακό σύστημα του Ειδικού Ληξιαρχείου του ίδιου Υπουργείου, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3, που αντικαθιστά το άρθρο 37 του Π.Δ 26/2012., προβλέπεται σύντμηση της προθεσμίας που έχουν τα κόμματα και οι συνδυασμοί συνεργαζόμενων κομμάτων ή συνδυασμοί ανεξάρτητων υποψηφίων ή μεμονωμένων υποψηφίων για τη δήλωση ονομάτων και εμβλημάτων τους ενώ με την παρ.3 καθιερώνεται αμελλητί υποχρέωση του Υπουργείου Εσωτερικών να αναρτά στην ιστοσελίδα του τις υποψηφιότητες.

Με το άρθρο 4, που αντικαθιστά το άρθρο 38 του Π.Δ. θεσπίζονται εξαιρετικά σύντομες προθεσμίες για την επίλυση από το Α Τμήμα του Αρείου Πάγου, διαφωνιών που αφορούν τη χρήση ονομάτων ή εμβλημάτων κομμάτων ή της ιδιότητας Προέδρου ή μέλους διοικούσας επιτροπής ώστε τα σχετικά ζητήματα να αποσαφηνίζονται άμεσα και να μην διακυβεύεται η ομαλή διεξαγωγή των εκλογών

Με το άρθρο 5, που αντικαθιστά το άρθρο 32 του Π.Δ. ορίζονται οι συνδυασμοί που δικαιούνται να λάβουν μέρος στις βουλευτικές εκλογές, τα πρόσωπα που δικαιούνται να υποβάλουν τη σχετική δήλωση κατάρτισης συνδυασμού καθώς και το ειδικότερο περιεχόμενο της δήλωσης αυτής, στο οποίο περιλαμβάνεται το όνομα του κόμματος, και τα ονόματα των υποψηφίων που απαρτίζουν το συνδυασμό. Με την παρ. 3 του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι δήλωση αυτή κατατίθεται στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρισης υποψηφίων. Με τις προτεινόμενες διατάξεις καταργείται η ενδιάμεση διαδικασία της πρόταση υποβολής υποψηφίων που ορίζει το ισχύον άρθρο 32 του Π.Δ καθώς και η διαδικασία ανακήρυξης υποψηφίων με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας από το αρμόδιο δικαστήριο , που ορίζει το ισχύον άρθρο 33 του Π.Δ.

Με τις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 6 που αντικαθιστά το άρθρο 33 του Π.Δ., θεσπίζεται η διαδικασία παροχής πρόσβασης στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρισης υποψηφίων για κόμματα, συνδυασμούς κ συνεργαζόμενων κομμάτων ή συνδυασμοί ανεξάρτητων υποψηφίων ή μεμονωμένων υποψηφίων με τη χορήγηση σε αυτούς μοναδικών κωδικών αριθμών ενώ με την παρ. 4 χορηγείται η εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εσωτερικών να ρυ6θμίσει κάθε αναγκαία τεχνική λεπτομέρεια για την ηλεκτρονική πύλη δήλωσης υποψηφιοτήτων. Με την παρ. 5 προβλέπεται μεταβατική διάταξη σύμφωνα με την οποία, μέχρι την έκδοση της Υπουργικής Απόφασης της προηγούμενης παραγράφου, οι δηλώσεις των υποψηφίων κατατίθενται από τα κόμματα, συνασπισμούς συνεργαζόμενων κομμάτων, συνδυασμούς ανεξάρτητων υποψηφίων καθώς και μεμονωμένους υποψήφιους σε έντυπη μορφή στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με αυτοπρόσωπη παρουσία, δικαστικό επιμελητή ή δια πληρεξουσίου εκπροσώπου.

Με το άρθρο 7, με το οποίο αντικαθίσταται το άρθρο 34 του Π.Δ. ρυθμίζεται η προθεσμία εντός της οποίας δύναται κάθε κόμμα, συνασπισμός συνεργαζόμενων κομμάτων και συνδυασμός ανεξάρτητων υποψηφίων να καταρτίσουν και να υποβάλουν τους συνδυασμούς τους, ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρισης υποψηφίων, τα επιμέρους στοιχεία που καταχωρίζονται για κάθε υποψήφιο , η υποχρέωση επισύναψης παράβολου 150 ευρώ , η υποχρέωση κάθε υποψηφίου να είναι υποψήφιος σε μια εκλογική περιφέρεια πλην του αρχηγού κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων που μπορεί να μετέχει στους συνδυασμούς του κόμματος ή του συνασπισμού του οποίου ηγείται σε έως τρεις εκλογικές περιφέρειες, στις οποίες έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος, Ορίζεται επίσης ο αριθμός των υποψηφίων βουλευτών που μπορεί να περιλάβει κάθε συνδυασμός και το ποσοστό του αριθμού υποψηφίων βουλευτών από κάθε φύλο.

Με το άρθρο 8 προστίθεται στο Π.Δ. 26/2012 νέο άρθρο 34 Α που ρυθμίζει τη διαδικασία υποβολής πρότασης για τους βουλευτές που εκλέγονται ενιαίως σε όλη την επικράτεια

Με το άρθρο 9, αντικαθίσταται το άρθρο 30 του Π.Δ. 26/2012. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται η ίδια διαδικασία παραίτησης από θέσεις που αποτελούν κώλυμα εκλογιμότητας, σε σχέση με το ισχύουσες, με τη διαφορά ότι, κατά την προτεινόμενη ρύθμιση, η παραίτηση υποβάλλεται στην αρμόδια για την παραλαβή της υπηρεσίας και όχι στον πρόεδρο του αρμόδιου για την ανακήρυξη των υποψηφίων δικαστηρίου ενώ επίσης μπορεί να γίνει και αυτοπροσώπως από τον ενδιαφερόμενο και όχι μόνο με δικαστικό επιμελητή. Με αυτόν τον τρόπο η διαδικασία απλοποιείται και απαλλάσσονται τα Δικαστήρια από ένα επιπρόσθετο βάρος αυτό της διαβίβασης των παραιτήσεων στην αρμόδια για την παραλαβή της αρχή. Ειδικώς με την παρ. 2 του άρθρου 9 προβλέπεται ότι η αντίγραφο της δήλωσης παραίτησης καταχωρίζεται και στην ηλεκτρονική πύλη υποψηφιοτήτων

Με το άρθρο 10 που αντικαθιστά το άρθρο 35 του Π.Δ. 26/2012 , ορίζεται η προθεσμία και η διαδικασία ανακήρυξης συνδυασμών και υποψηφίων βουλευτών από το Α' Τμήμα του Αρείου Πάγου.

Με το άρθρο 11 που αντικαθιστά το άρθρο 39 του Π.Δ. , περιγράφεται εναρμονισμένα με τις λοιπές τροποποιούμενες ρυθμίσεις, η διαδικασία κοινοποίησης των Αποφάσεων του Αρείου Πάγου για την ανακήρυξη συνδυασμών και μεμονωμένων υποψηφίων

Με την παρ. 1 του άρθρου 12, που αντικαθιστά το άρθρο 2 του Π.Δ. οι βουλευτές επικρατείας αυξάνονται από 12 σε 15. Με την παρ. 2 συμπεριλαμβάνεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, λόγω συνάφειας, η πρόβλεψη για την έκδοση του Π.Δ. για τον ορισμό των βουλευτικών εδρών , όπως απαιτείται από το άρθρο 54 παρ. 2 Σ. Με την παρ. 6 ορίζεται ότι αν από την κατανομή των εδρών ανά εκλογική περιφέρεια σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του ιδίου άρθρου, δεν έχει κατανεμηθεί έδρα σε εκλογική περιφέρεια, τότε κατανέμεται μια έδρα σε αυτή και η πλεονάζουσα έδρα αφαιρείται από την εκλογική περιφέρεια που της έχει κατανεμηθεί έδρα κατά τη διαδικασία της παραγράφου 5 και έχει το μικρότερο υπόλοιπο.

Με το άρθρο 13, που αντικαθιστά το άρθρο 48 του Π.Δ. ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τις συγκεντρώσεις κατά την προεκλογική περίοδο

Με το άρθρο 14, αντικαθίσταται το άρθρο 58 του Π.Δ. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, επιπλέον των ρυθμίσεων του ισχύοντος άρθρου, η έκδοση κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, με την οποία μπορεί καθορίζεται ημερήσια αποζημίωση στα μέλη των εφορευτικών επιτροπών. Με αυτόν τον τρόπο επιχειρείται η επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος , μη προσέλευσης των εφορευτικών επιτροπών για την άσκηση των καθηκόντων τους, και σκοπείται η υποβοήθηση του έργου των αντιπροσώπων της δικαστικής αρχής και η διευκόλυνση της εκλογικής διαδικασίας γενικότερα.

Με το άρθρο 15, που αντικαθιστά το άρθρο 59 του Π.Δ. το κώλυμα διορισμού μελών εφορευτικών επιτροπών επεκτείνεται και για τους διατελέσαντες βουλευτές, μέλη της κυβέρνησης και υφυπουργούς καθώς και για τους υποψήφιους βουλευτές που ανακηρύχθηκαν από τον Άρειο Πάγο αλλά και τους ιερείς και λοιπούς θρησκευτικούς λειτουργούς.

Με το άρθρο 16 προστίθεται στο Π.Δ. 26/2012 νέο άρθρο 94 Α που ορίζει τη διαδικασία μετάδοσης αποτελεσμάτων από τους δικαστικούς αντιπροσώπους στο Υπουργείο Εσωτερικών και χορηγείται εξουσιοδότηση στο Υπουργό Εσωτερικών να ρυθμίσει με Υπουργική Απόφαση κάθε απαραίτητη λεπτομέρεια για την εφαρμογή αυτού του άρθρου

Με το άρθρο 17 αντικαθίσταται το άρθρο 103 του Π.Δ. 26/2012 Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, σε αντίθεση με τις ρυθμίσεις του ισχύοντος άρθρου, ότι η ανακήρυξη των αναπληρωματικών βουλευτών γίνεται από τον Άρειο Πάγο και όχι από το αρμόδιο Πρωτοδικείο, ενώ ομοίως η κλήρωση σε περίπτωση ισοψηφίας αναπληρωματικών βουλευτών διενεργείται από τον Άρειο Πάγο.

Με το άρθρο 18, με το οποίο αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρου 107 του Π.Δ. ορίζεται ότι οι επιδόσεις, κοινοποιήσεις και τοιχοκολλήσεις, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος, μπορούν να γίνονται και από τα όργανα της δημοτικής αστυνομίας καθώς και από δημοτικούς υπαλλήλους σε αντίθεση με την ισχύουσα διάταξη που αναθέτει αυτό το έργο μόνο στους δικαστικούς επιμελητές και τα όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας.

Με το άρθρο 19, αντικαθίσταται το άρθρο 95 του Π.Δ. 26/2012. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, σε αντίθεση με τις ρυθμίσεις του ισχύοντος άρθρου, ότι οι ετεροδημότες που επιθυμούν να ψηφίσουν στον τόπο διαμονής της υποβάλλουν ηλεκτρονική αίτηση, χορηγείται δε με την εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εσωτερικών να ρυθμίσει με αποφάσεις του τα θέματα λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής για την υποβολή της αίτησης και ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της εφαρμογής.

Με το άρθρο 20 παρ. 1 , 4 και 5 απαλείφεται η αναφορά στο Μητρώο Αρρένων που προέβλεπε το άρθρο 8 του Π.Δ. 26/2012 . Με τον τρόπο αυτό καθιερώνεται η εγγραφή στα δημοτολόγια του Δήμου ως βάση για τη σύνταξη των εκλογικών καταλόγων και για τη χορήγηση του σχετικού πιστοποιητικού που απαιτείται για να ψηφίσει ο εκλογές σε περίπτωση που εκ παραδρομής δεν έχει συμπεριληφθεί σε εκλογικό κατάλογο

Με το άρθρο 21 παρ.1 ορίζεται ο Νοέμβριος (έναντι του Φεβρουαρίου που προβλέπεται έως τώρα στο άρθρο 20 του Π.Δ. 26/2012) ως ο μήνας για τη σύνταξη των ονομαστικών καταστάσεων που περιλαμβάνουν όσους είναι εγγεγραμμένοι στα δημοτολόγια του Δήμου και θα αποκτήσουν το δικαίωμα του εκλέγειν κατά το επόμενο έτος. Με την παρ.2 ορίζεται ότι η κατάταξη των νέων εκλογέων σε εκλογικό διαμέρισμα γίνεται από τον οικείο Δήμο με βάση τη διεύθυνση κατοικίας τους, όπως αυτή προκύπτει από το δημοτολόγιο του Μητρώου Πολιτών και καταργείται η πρόβλεψη για την υποβολή δήλωσης των νέων εκλογέων για το εκλογικό διαμέρισμα στους εκλογικούς καταλόγους του οποίου επιθυμούν να εγγραφούν.

Με το άρθρο 22 αντικαθίσταται το άρθρο 11 του Π.Δ. 26/2012. Στη νέα διάταξη έχει απαλειφθεί η πρόβλεψη για χορήγηση του Ειδικού Εκλογικού Αριθμού στους εκλογείς που εγγράφονται αυτεπαγγέλτως το αργότερο μέχρι την 15η Μαΐου.

Με το άρθρο 23 αντικαθίσταται το άρθρο 12 του Π.Δ. 26/2012. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, επιπλέον των ρυθμίσεων του ισχύοντος άρθρου, ότι ο Ειδικός Εκλογικός Αριθμός αναφέρεται στις καταστάσεις που έχουν συνταχθεί από το Δήμαρχο και περιέχουν τις μεταβολές στα στοιχεία των εκλογέων, με εξαίρεση τις περιπτώσεις νέων εκλογέων ,των εκλογέων που έχουν παραλειφθεί και των εγγραφών λόγω απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας.

Με το άρθρο 24 , αντικαθίσταται το άρθρο 49 του Π.Δ. 26/2012. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, επιπλέον των ρυθμίσεων του ισχύοντος άρθρου, ότι οι αντιπρόσωποι των κομμάτων ή συνασπισμών κομμάτων ή ανεξαρτήτων ή κάθε μεμονωμένου υποψήφιου και οι αναπληρωτές τους κατά τα ανωτέρω, δύνανται να εισέλθουν ανά πάσα στιγμή της ημέρας της ψηφοφορίας, στο χώρο του εκλογικού τμήματος όπου θα ασκήσουν τα καθήκοντά τους

Με το άρθρο 25 αντικαθίσταται το άρθρο 20 του Π.Δ. 26/2012. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, επιπλέον των ρυθμίσεων του ισχύοντος άρθρου, η υποχρέωση του Υπουργείου Εσωτερικών, να μεριμνά για την καταχώριση σχετικών ενδείξεων στους βασικούς εκλογικούς καταλόγους προκειμένου να διασφαλιστεί η μοναδικότητα της εγγραφής των εκλογέων στους βασικούς εκλογικούς καταλόγους, τους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους ετεροδημοτών και τους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με το άρθρο 26 αντικαθίσταται το άρθρο 71 του Π.Δ. 26/2012. Με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ότι ο αριθμός των ψηφοδελτίων για κάθε συνδυασμό υποψηφίων ή μεμονωμένο υποψήφιο της περιφέρειας πρέπει να είναι μεγαλύτερος τουλάχιστον κατά δέκα τοις εκατό (10%) από τον αριθμό των εκλογέων, που είναι εγγεγραμμένοι στο εκλογικό τμήμα., σε αντίθεση με τη ρύθμιση του ισχύοντος άρθρου που προβλέπει ποσοστό 20%

Με το άρθρο 27, με το οποίο αντικαθίσταται το άρθρο 79 του Π.Δ. 26/2012 καταργείται η υποχρέωση σφράγισης της κάλπης με σφραγίδα και προτείνεται το κλείδωμα αυτής.

Με το άρθρο 28 παρ. 1 και 2 εκσυγχρονίζεται η διαδικασία αποστολής εκλογικών καταλόγων του άρθρου 22 του Π.Δ. 26/2012. Στο πλαίσιο της ψηφιοποίησης των διαδικασιών και της προστασίας του περιβάλλοντος, οι εκλογικοί κατάλογοι κυρώνονται από το Υπουργείο Εσωτερικών και αποστέλλονται στο οικείο Πρωτοδικείο, τον Περιφερειάρχη και τον οικείο Δήμο, μόνο αποθηκευμένοι σε ψηφιακό μέσο μοναδικής εγγραφής και όχι σε έντυπη μορφή. Με την παρ. 2 ορίζεται ότι μία (1) σειρά εκλογικών καταλόγων σε έντυπη μορφή που θα αποσταλούν στο οικείο εκλογικό τμήμα με τον εκλογικό σάκο και ένα αντίγραφο αυτών αποθηκευμένο σε ψηφιακό μέσο μοναδικής εγγραφής, προκειμένου να αποσταλεί στον Περιφερειάρχη Αττικής και στον Αντιπεριφερειάρχη της Περιφερειακής Ενότητας έδρας λοιπών νομών.

Με το άρθρο 29 αντικαθίσταται το άρθρο 23 του Π.Δ. 26/2012. Στις νέες διατάξεις προβλέπεται, επιπλέον των ρυθμίσεων του ισχύοντος άρθρου, η υποχρέωση των δικαιούχων αντιτύπων εκλογικών καταλόγων και δημοσιευμάτων εκλογικού περιεχομένου, να καταστρέψουν τα ηλεκτρονικά μέσα, τα οποία περιέχουν τους εκλογικούς καταλόγους εντός τριμήνου από την ολοκλήρωση της διενέργειας των
εκλογικών αναμετρήσεων σύμφωνα με έγγραφη δήλωση τους. Επίσης προβλέπεται η απαγόρευση μεταβίβασης των ανωτέρω στοιχείων με ηλεκτρονικό τρόπο.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Αντικατάσταση Άρθρου 31 π.δ. 26/2012

Το άρθρο 31 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 31
Προεδρικό διάταγμα προκήρυξης γενικών βουλευτικών εκλογών
1. Η διενέργεια γενικών βουλευτικών εκλογών συντελείται μέσα σε τριάντα μέρες από τη λήξη της βουλευτικής περιόδου ή τη διάλυση της Βουλής, με προεδρικό διάταγμα, που προσυπογράφεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
2. Η διενέργεια των γενικών βουλευτικών εκλογών ορίζεται την τελευταία Κυριακή πριν τη συμπλήρωση των 30 ημερών από την έκδοση του διατάγματος της παραγράφου 1.
3. Η ψηφοφορία διεξάγεται ταυτόχρονα σε όλη την επικράτεια.
4. Από την επόμενη της δημοσίευσης του διατάγματος διάλυσης της Βουλής ή δεκαπέντε (15) ημέρες πριν την κατά το άρθρο 53 παράγραφο 1 του Συντάγματος λήξη της βουλευτικής περιόδου αρχίζει η προεκλογική περίοδος.»

Άρθρο 2
Αντικατάσταση Άρθρου 29 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 29 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 29
Κτήση Δικαιώματος εκλέγεσθαι
1. Το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχουν οι πολίτες Έλληνες και Ελληνίδες, οι οποίοι την ημέρα της εκλογής, έχουν συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και έχουν τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν.
2. Η ηλικία, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αποδεικνύεται από τα στοιχεία που τηρούνται στο Μητρώο Πολιτών. Στην περίπτωση που δεν είναι διαθέσιμα τα στοιχεία από το Μητρώο Πολιτών και εφόσον για τη συμπλήρωση της ηλικίας, πρέπει να βεβαιωθεί εκτός από το έτος και η ημερομηνία γεννήσεως, αυτή αποδεικνύεται μόνο με ληξιαρχική πράξη γέννησης.»

Άρθρο 3
Αντικατάσταση Άρθρου 37 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 37 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 37
Όνομα και έμβλημα των κομμάτων
1. Κάθε πολιτικό κόμμα γνωστοποιεί το αργότερο τρεις (3) ημέρες μετά την κατά το άρθρο 31 παράγραφος 4 έναρξη της προεκλογικής περιόδου με γραπτή δήλωσή του, η οποία επιδίδεται προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, το όνομα και το έμβλημα του κόμματος, για όλη την Επικράτεια. Δικαίωμα να χρησιμοποιεί, στο εξής αποκλειστικά, το όνομα και το έμβλημα που δηλώνονται έχει το πολιτικό κόμμα που τα δήλωσε.
2. Το αργότερο τρεις (3) ημέρες μετά την κατά το άρθρο 31 παράγραφος 3 έναρξη της προεκλογικής περιόδου τα κόμματα, που θέλουν να απαρτίζουν συνασπισμό περισσοτέρων συνεργαζόμενων κομμάτων, γνωστοποιούν προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με γραπτή δήλωση των αρχηγών τους ή των επιτροπών που τα διευθύνουν, την προσωνυμία και το έμβλημα του συνασπισμού τους για όλη την Επικράτεια.
3. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ανακοινώνει τις δηλώσεις, που του επιδόθηκαν, στο Υπουργείο Εσωτερικών το οποίο οφείλει να γνωστοποιεί στις εφορευτικές επιτροπές το όνομα και το έμβλημα που ορίστηκαν για κάθε κόμμα ή συνασπισμό συνεργαζομένων κομμάτων. Το Υπουργείο Εσωτερικών αμελλητί ενημερώνει την ιστοσελίδα του σχετικά με τα κόμματα ή συνδυασμούς συνεργαζόμενων κομμάτων ή συνδυασμούς ανεξάρτητων υποψηφίων ή μεμονωμένων υποψηφίων που δήλωσαν συμμετοχή.
4. Δήλωση ονόματος και εμβλήματος εντός της ανωτέρω προθεσμίας, σύμφωνα με τις νόμιμες διατάξεις έχουν δικαίωμα να επιδώσουν και οι συνδυασμοί ανεξάρτητων υποψηφίων , που την υπογράφουν όλα τα μέλη του συνδυασμού, καθώς και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι την οποία υπογράφει καθένας απ' αυτούς.
5. Απαγορεύεται η χρήση ως ονόματος και εμβλήματος ή σήματος κόμματος ή συνδυασμού συνεργαζόμενων κομμάτων ή συνδυασμού ανεξάρτητων υποψηφίων ή μεμονωμένων υποψηφίων :
α) συμβόλου θρησκευτικής λατρείας, της σημαίας της πατρίδας ή άλλου παρόμοιου συμβόλου ή σημείου ιδιαίτερης ευλάβειας,
β) του στέμματος,
γ) συμβόλων ή εμβλημάτων του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 ή φωτογραφιών προσώπων που έχουν καταδικαστεί για τη συμμετοχή τους σ' αυτό.

Άρθρο 4
Αντικατάσταση Άρθρου 38 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 38 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 38
Διαφωνία για τη χρήση ονόματος ή εμβλήματος κομμάτων
1. Σε περίπτωση διαφωνίας για τη χρήση του ονόματος και του εμβλήματος πολιτικού κόμματος, όπως περιέχονται στην εκλογική του δήλωση, αποφασίζει το Α' Τμήμα του Αρείου Πάγου. Με την απόφαση αναγνωρίζεται ως δικαιούχος του ονόματος και του εμβλήματος το πολιτικό κόμμα, το οποίο τα είχε γνωστοποιήσει με την κατάθεση της ιδρυτικής του δήλωσης και, κατά την κοινή αντίληψη, τα χρησιμοποιούσε.
2. Η προσφυγή για τη χρήση ονόματος ή εμβλήματος υποβάλλεται αποκλειστικά το αργότερο μια (1) ημέρα μετά λήξη της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 37 ενώπιον του Α' Τμήματος του Αρείου Πάγου. Η απόφαση του Α' Τμήματος του Αρείου Πάγου εκδίδεται το αργότερο εντός εικοσιτεσσάρων (24) ωρών από την υποβολή της προσφυγής.
3. Οι προθεσμίες της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν και για τις διαφορές ως προς την ιδιότητα του Προέδρου ή μέλους της Διοικούσας Επιτροπής πολιτικού κόμματος οι οποίες επιλύονται από το Α Τμήμα του Αρείου Πάγου .»

Άρθρο 5
Αντικατάσταση Άρθρου 32 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 32 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 32 Δικαίωμα Κατάρτισης Συνδυασμών
1. Στις βουλευτικές εκλογές λαμβάνουν μέρος είτε συνδυασμοί υποψηφίων ενός μόνο κόμματος, είτε συνδυασμοί συνασπισμού περισσότερων του ενός συνεργαζόμενων κομμάτων είτε συνασπισμοί ανεξάρτητων υποψηφίων είτε μεμονωμένοι υποψήφιοι.
2. Ο συνδυασμός καταρτίζεται με δήλωση που γίνεται, αν πρόκειται για συνδυασμό ενός μόνο κόμματος, από το αρμόδιο κατά το καταστατικό όργανο του κόμματος και, αν δεν υπάρχει τέτοιο όργανο ή δεν ορίζεται, από τον αρχηγό του κόμματος ή από εκείνον που διορίστηκε αντιπρόσωπος του κόμματος.
Αν πρόκειται για συνδυασμό συνασπισμού κομμάτων, από το αρμόδιο κοινό όργανο του συνασπισμού ή από τα αρμόδια, κατά το καταστατικό όργανα των κομμάτων, αν δεν υπάρχουν αυτά ή δεν ορίζονται, από τους αρχηγούς των κομμάτων ή από εκείνον που διορίστηκε αντιπρόσωπος του συνασπισμού και, αν πρόκειται για συνδυασμό ανεξαρτήτων, από εξουσιοδοτημένο υποψήφιο από όλους τους λοιπούς υποψηφίους του συνδυασμού. Η δήλωση, αν πρόκειται για συνδυασμό ενός μόνο κόμματος, πρέπει να περιέχει το όνομα του κόμματος και τα ονόματα των υποψηφίων που αποτελούν τον συνδυασμό.
Αν πρόκειται για συνδυασμό συνασπισμού κομμάτων, πρέπει να περιέχει την προσωνυμία του συνασπισμού, τα ονόματα των κομμάτων που αποτελούν τον συνασπισμό και τα ονόματα των υποψηφίων και, αν πρόκειται για συνδυασμό ανεξαρτήτων, την προσωνυμία του συνδυασμού και τα ονόματα των συνεργαζομένων ανεξάρτητων υποψηφίων. Στη δήλωση οι υποψήφιοι αναγράφονται κατ' αλφαβητική σειρά επωνύμου, με εξαίρεση το όνομα του αρχηγού ή προέδρου του κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων, το οποίο προτάσσεται.
3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του παρόντος, η δήλωση αυτή κατατίθεται στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρισης υποψηφίων.»

Άρθρο 6
Αντικατάσταση Άρθρου 33 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 33 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 33
Παροχή πρόσβασης στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρισης υποψηφίων
1. Κάθε κόμμα, συνασπισμός συνεργαζόμενων κομμάτων, συνδυασμός ανεξάρτητων υποψηφίων καθώς και μεμονωμένοι υποψήφιοι που συμμετέχουν στις εκλογές, λαμβάνουν ειδικό όνομα χρήστη και κωδικό πρόσβασης στην ηλεκτρονική πύλη δήλωσης υποψηφιοτήτων.
2. Εναλλακτικά, ως όνομα χρήστη και κωδικός πρόσβασης μπορούν να χρησιμοποιηθούν και οι αντίστοιχοι που έχουν τα κόμματα, οι συνασπισμοί συνεργαζόμενων, οι συνασπισμοί ανεξαρτήτων και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι για την πρόσβαση στα πληροφοριακά συστήματα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
3. Το ανωτέρω ζεύγος όνομα χρήστη και κωδικού πρόσβασης και η χρήση της εφαρμογής δήλωσης υποψηφιοτήτων δεσμεύουν τους φορείς της παραγράφου 1 καθώς και τους μεμονωμένους υποψηφίους για κάθε νόμιμη συνέπεια.
4. Με Απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία τεχνική λεπτομέρεια για την ηλεκτρονική πύλη δήλωσης υποψηφιοτήτων. Με Απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της ηλεκτρονικής πύλης δήλωσης υποψηφιοτήτων.
5. Από τη δημοσίευση του παρόντος και μέχρι την έκδοση της Υπουργικής Απόφασης της παραγράφου 4 που καθορίζει τον χρόνο έναρξης λειτουργίας, οι δηλώσεις των υποψηφίων κατατίθενται από τα κόμματα, συνασπισμούς συνεργαζόμενων κομμάτων, συνδυασμούς ανεξάρτητων υποψηφίων καθώς και μεμονωμένους υποψήφιους σε έντυπη μορφή στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με αυτοπρόσωπη παρουσία, δικαστικό επιμελητή ή δια πληρεξουσίου εκπροσώπου, με τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 34.»

Άρθρο 7
Αντικατάσταση Άρθρου 34 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 34 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 34
Κατάρτιση συνδυασμών
1. Κάθε κόμμα, συνασπισμός συνεργαζόμενων κομμάτων και συνδυασμός ανεξάρτητων υποψηφίων εντός επτά (7) ημερών από την έναρξη της προεκλογικής περιόδου κατά το άρθρο 31 παράγραφος 4 καταρτίζει και υποβάλλει τους συνδυασμούς του. Με τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας καταργείται η δυνατότητα δήλωσης νέων υποψηφιοτήτων ή μεταβολής κατατεθεισών.
2. Η υποβολή γίνεται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 33, αποκλειστικά στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρησης υποψηφίων του άρθρου 33 του παρόντος και είναι δεσμευτική για όλες τις νόμιμες συνέπειες.
3. Για κάθε έναν υποψήφιο, o υπεύθυνος ή οι υπεύθυνοι σύμφωνα με το άρθρο 32 καταχωρίζουν:
α) όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, ιδιότητα και πλήρη διεύθυνση του προτεινόμενου ως υποψηφίου βουλευτή καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου. Ειδικά για το τελευταίο στοιχείο εφόσον δεν έχει εκδοθεί για τον υποψήφιο, μπορεί να αντικατασταθεί από τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου του πληρεξουσίου του.
β) την εκλογική περιφέρεια στην οποία είναι υποψήφιος
γ) το έτος γέννησης καθώς και η ημερομηνία για την περίπτωση της παρ. 2 του άρθρου 29
δ) Τον δήμο στο δημοτολόγιο του οποίου είναι γραμμένος ο υποψήφιος,
4. Τα στοιχεία της ανωτέρω παραγράφουν μπορούν να αντλούνται από το Μητρώο Πολιτών.
5. Κάθε υποψήφιος βουλευτής, επικυρώνει την αίτηση-δήλωση υποψηφιότητάς του μέσω της πύλης υποψηφιοτήτων κάνοντας χρήση του προσωπικού του κωδικού πρόσβασης στις εφαρμογές της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Σε περίπτωση πληρεξουσίου, υποβάλλεται ηλεκτρονικά και η πληρεξουσιότητα. Η πληρεξουσιότητα, η οποία και αναρτάται στην ηλεκτρονική πύλη καταχώρισης υποψηφίων για υποβολή υποψηφιότητας πρέπει να είναι ειδική και παρέχεται με συμβολαιογραφική πράξη.
Η επιβεβαίωση της υποψηφιότητας έχει το χαρακτήρα υπεύθυνης δήλωσης ότι ο υποψήφιος δεν έχει στερηθεί το δικαίωμα του εκλέγειν και δεν υπέβαλε ούτε αποδέχθηκε πρόταση υποψηφιότητας σε άλλη εκλογική περιφέρεια.
Αυτός που ψευδώς δηλώνει υπόκειται στις ποινές της παραγράφου 3 του άρθρου 117.
6. Στην αίτηση - δήλωση υποψηφιότητας επισυνάπτεται ηλεκτρονικό παράβολο ποσού εκατόν πενήντα ευρώ (€150) για κάθε υποψήφιο. Το παράβολο μπορεί να είναι είτε ατομικό ανά υποψήφιο είτε για το σύνολο του συνδυασμού. Το χρηματικό αυτό ποσό αποτελεί έσοδο του τακτικού προϋπολογισμού και είναι δυνατό να αυξομειώνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών.
7. Μεμονωμένος υποψήφιος προτείνει την υποψηφιότητά του κατά ανάλογη εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 6 του παρόντος.
8. Κάθε υποψήφιος μπορεί να είναι υποψήφιος σε μια μόνο εκλογική περιφέρεια. Κατ' εξαίρεση ο αρχηγός κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων μπορεί να μετέχει στους συνδυασμούς του κόμματος ή του συνασπισμού του οποίου ηγείται σε έως τρεις εκλογικές περιφέρειες, στις οποίες έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος.
9.    Κάθε συνδυασμός μπορεί να περιλάβει αριθμό υποψηφίων βουλευτών έως τον αριθμό των βουλευτικών εδρών της εκλογικής περιφέρειας προσαυξημένο:
α) κατά δύο στις εκλογικές περιφέρειες όπου εκλέγονται από ένας έως και επτά βουλευτές, β) κατά τρεις στις εκλογικές περιφέρειες όπου εκλέγονται από οκτώ έως και δώδεκα βουλευτές, και
γ) κατά τέσσερις στις εκλογικές περιφέρειες όπου εκλέγονται περισσότεροι από δεκατρείς βουλευτές.
10. Για την ανακήρυξη των εκλογικών συνδυασμών αυτοτελών κομμάτων, συνασπισμού συνεργαζόμενων κομμάτων και ανεξαρτήτων, ο αριθμός των υποψήφιων Βουλευτών, από κάθε φύλο, πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το 40% του συνολικού αριθμού των υποψηφίων τους, αντιστοίχως, ανά εκλογική περιφέρεια. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι ίσο με μισό της μονάδας και άνω. Ο ανωτέρω περιορισμός δεν ισχύει για το ψηφοδέλτιο επικρατείας.
Σε κάθε περίπτωση ο συνολικός αριθμός των υποψηφίων των εκλογικών συνδυασμών αυτοτελών κομμάτων, συνασπισμού συνεργαζόμενων κομμάτων και ανεξαρτήτων από κάθε φύλο στο σύνολο της επικράτειας εξαιρουμένων των υποψηφίων βουλευτών επικρατείας πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό 33% του συνολικού αριθμού των υποψηφίων τους. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι ίσο με μισό της μονάδας και άνω.»

2. H παράγραφος 1 του άρθρου 15 του νόμου 4604/2019 (ΦΕΚ 50Α) καταργείται.

3. H παράγραφος 2 του άρθρου 255 του νόμου 4555/2018 (ΦΕΚ 133Α) καταργείται.

Άρθρο 8
Προσθήκη άρθρου 34Α στο π.δ. 26/2012 - Ψηφοδέλτιο Επικρατείας


1. Μετά το άρθρο 34 του π.δ. 26/2012 προστίθεται άρθρο 34Α:
«Άρθρο 34Α
Πρόταση Ψηφοδελτίου Επικρατείας
1. Η πρόταση υποψηφίων για τους βουλευτές που εκλέγονται ενιαίως σ' ολόκληρη την επικράτεια, υποβάλλεται από κόμμα ή συνασπισμό κομμάτων, που καταρτίζει δικούς του συνδυασμούς, στο σύνολο των εκλογικών περιφερειών της χώρας. Δεν επιτρέπεται υποβολή υποψηφιότητας σε πρόσωπο, που είναι υποψήφιος στις ίδιες εκλογές, σ' οποιαδήποτε εκλογική περιφέρεια.
2. Η πρόταση κάθε κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων περιλαμβάνει αριθμό ίσο με τον αριθμό των εδρών επικρατείας .
3. Το ψηφοδέλτιο επικρατείας υποβάλλεται κατά ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 34 του παρόντος.
4. Οι γνωστοποιήσεις των συνδυασμών και των υποψηφίων σ' όλες τις εκλογικές περιφέρειες της χώρας, που αναφέρονται στο άρθρο 39 του παρόντος, πρέπει να περιλαμβάνουν και τους συνδυασμούς όλων των κομμάτων και συνασπισμών κομμάτων, που ανακηρύχθηκαν σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.»

2. Οι παράγραφοι 1 έως 3 και 5 του άρθρου 3 του π.δ. 26/2012 καταργούνται.

Άρθρο 9
Αντικατάσταση Άρθρου 30 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 30 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 30
Παραίτηση από θέσεις που αποτελούν κώλυμα εκλογιμότητας
1. Η παραίτηση από την υπηρεσία και από τις θέσεις που σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 56 του Συντάγματος αποτελούν κώλυμα για την εκλογή στο αξίωμα του βουλευτή, είναι γραπτή και η επίδοσή της γίνεται είτε αυτοπροσώπως είτε με δικαστικό επιμελητή στην αρμόδια για την παραλαβή της υπηρεσία όπου υπηρετεί ο υποψήφιος, πριν από την ημέρα της ανακήρυξης αυτών.
2. Αντίγραφο της δήλωσης παραίτησης καταχωρίζεται και στην ηλεκτρονική πύλη υποψηφιοτήτων.
3. Η παραίτηση που επιδόθηκε δεν ανακαλείται. Αυτή θεωρείται ότι έγινε αυτοδικαίως αποδεκτή με την επίδοσή της.
4. Εφόσον, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις η πράξη για την αποδοχή της παραίτησης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η αρμόδια αρχή οφείλει να δημοσιεύσει αμέσως περίληψή της, που να περιέχει το ονοματεπώνυμο, τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε αυτός που παραιτήθηκε ή αν πρόκειται για στρατιωτικούς, τον βαθμό και το όπλο ή την υπηρεσία στην οποία αυτός ανήκε, καθώς και τη χρονολογία της επίδοσης της παραίτησης.
5. Ο αξιωματικός, που σύμφωνα με τα παραπάνω παραιτήθηκε και δεν εκλέχτηκε βουλευτής, είναι δυνατόν οποτεδήποτε ν' ανακληθεί στην ενέργεια ως έφεδρος, ενώ αυτός που εκλέχτηκε βουλευτής δεν μπορεί ν' ανακληθεί στην ενέργεια, πριν από την έναρξη των εργασιών της Α' Συνόδου της νέας Βουλής και χωρίς την έγκριση αυτής.
6. Έφεδρος αξιωματικός σε ενέργεια θεωρείται αυτοδικαίως ότι απολύθηκε από τις τάξεις του Στρατού, από την ημέρα που υπέβαλε την υποψηφιότητα που προτάθηκε από εκλογείς. Εάν δεν εκλεγεί βουλευτής, μπορεί ν' ανακληθεί οποτεδήποτε. Εάν όμως εκλεγεί δεν επιτρέπεται να κληθεί υπό τα όπλα πριν την έναρξη της Α' Συνόδου της νέας Βουλής και χωρίς την έγκρισή της. Ο Πρόεδρος του αρμόδιου δικαστηρίου ανακοινώνει αμέσως στις προϊστάμενες αρχές του εφέδρου αξιωματικού και στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας την υποβολή απ' αυτόν ή αποδοχή υποψηφιότητας βουλευτή.»

Άρθρο 10
Αντικατάσταση Άρθρου 35 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 35 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 35
Ανακήρυξη συνδυασμών και υποψηφίων βουλευτών
1. Εντός δύο (2) ημερών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής πρότασης υποψηφιοτήτων το Α' Τμήμα του Αρείου Πάγου ανακηρύσσει σε δημόσια συνεδρίαση τους εκλογικούς συνδυασμούς, όπως αυτοί δηλώθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 34Α.
2. Στην απόφαση ανακήρυξης των συνδυασμών και μετά τους συνδυασμούς αναφέρονται οι μεμονωμένοι υποψήφιοι της κάθε εκλογικής περιφέρειας.
3. Οι υποψήφιοι επικρατείας αναγράφονται υποχρεωτικά με τη σειρά που προτείνονται και ανακηρύσσονται. Οι υποψήφιοι στις λοιπές εκλογικές περιφέρειες ανακηρύσσονται κατ' αλφαβητική σειρά επωνύμου, κυρίου ονόματος και πατρωνύμου, με εξαίρεση το όνομα του αρχηγού ή προέδρου του κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων, το οποίο προτάσσεται. Επίσης όσοι έχουν διατελέσει πρωθυπουργοί σε κυβέρνηση που έτυχε ψήφου εμπιστοσύνης της Βουλής και έχουν εκλεγεί βουλευτές μπορούν να προτάσσονται των υπολοίπων πλην του αρχηγού ή προέδρου του κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων.
4. Σε περίπτωση που οι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από τις προηγούμενες, οι υποψήφιοι αναγράφονται υποχρεωτικά με τη σειρά που προτείνονται δίχως να έχει εφαρμογή η παράγραφος 3 του παρόντος.
5. Η απόφαση της ανακήρυξης κοινοποιείται αμέσως στο Υπουργείο Εσωτερικών.
6. Για την υποβοήθηση του έργου του Αρείου Πάγου όσον αφορά την ανακήρυξη των συνδυασμών και των υποψηφίων βουλευτών αλλά και για τη διαδικασία του άρθρου 103 του παρόντος, δύναται να διατίθεται προσωπικό της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών κατόπιν αιτήματος του Αρείου Πάγου.»

Άρθρο 11
Αντικατάσταση άρθρου 39 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 39 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 39
Κοινοποίηση ονομάτων ανακηρυχθέντων υποψηφίων
1. Το Υπουργείο Εσωτερικών γνωστοποιεί στον αντιπεριφερειάρχη της περιφερειακής ενότητας της έδρας κάθε νομού τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου για την ανακήρυξη των υποψηφίων. Ο Αντιπεριφερειάρχης γνωστοποιεί με προκήρυξή του, στην περιφέρεια του οικείου νομού, τους συνδυασμούς και τους υποψηφίους που ανακηρύχθηκαν και με τα στοιχεία που περιέχει η απόφαση του άρθρου 35.
Η προκήρυξη αναρτάται σε κατάλληλους δημόσιους χώρους σε πινακίδες ανακοινώσεων των δήμων κάθε νομού, με τη φροντίδα των δημοτικών αρχών και επίσης, αναρτάται και στις ιστοσελίδες των οικείων Περιφερειών και Δήμων.
2. Με ευθύνη του Αντιπεριφερειάρχη της περιφερειακής ενότητας της έδρας κάθε νομού η πιο πάνω γνωστοποίηση και ανάρτηση πρέπει να έχει γίνει το βραδύτερο μέχρι την πέμπτη ημέρα πριν από τη μέρα της εκλογής.»

Άρθρο 12
Αντικατάσταση άρθρου 2 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 2 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 2
Αριθμός βουλευτών - βουλευτικές έδρες
1. Ο αριθμός των βουλευτών για όλη την επικράτεια ορίζεται σε τριακόσιους. Από αυτούς οι διακόσιοι ογδόντα πέντε εκλέγονται στις εκλογικές περιφέρειες στις οποίες οι αντίστοιχες βουλευτικές έδρες κατανέμονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παραγράφους 2 έως και 5 του άρθρου αυτού. Οι υπόλοιποι δεκαπέντε εκλέγονται ενιαίως σε ολόκληρη την επικράτεια, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο επόμενο άρθρο.
2. Ο αριθμός των βουλευτικών εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας ορίζεται κάθε φορά με βάση τον νόμιμο πληθυσμό της, όπως αυτός προκύπτει από την τελευταία απογραφή, της οποίας τα επίσημα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται αμέσως μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των επίσημων αποτελεσμάτων της απογραφής του νόμιμου πληθυσμού της χώρας, ορίζεται ο αριθμός των βουλευτικών εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας. Το διάταγμα αυτό ισχύει ως τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων της επόμενης αντίστοιχης απογραφής.
3. Μέτρο για τον υπολογισμό του αριθμού των βουλευτικών εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας είναι το πηλίκο της διαίρεσης του συνολικού αριθμού των δημοτών της επικράτειας, που καθορίζεται στους πίνακες που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, δια του συνολικού αριθμού των βουλευτικών εδρών, που ορίζεται στην παράγραφο 1, οι οποίες κατανέμονται στις εκλογικές περιφέρειες.
4. Το πηλίκο της διαίρεσης του αριθμού των δημοτών, που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, δια του εκλογικού μέτρου, που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, αποτελεί τον αριθμό των βουλευτικών εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας.
5. Οι έδρες που απομένουν αδιάθετες, προστίθενται ανά μία ώσπου να συμπληρωθεί ο συνολικός αριθμός των διακοσίων ογδόντα πέντε (285) εδρών, που καθορίζεται στην παράγραφο 1, στις εκλογικές περιφέρειες, που παρουσιάζουν κατά σειρά, το μεγαλύτερο υπόλοιπο.
6. Αν από την κατανομή των εδρών ανά εκλογική περιφέρεια σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, δεν έχει κατανεμηθεί έδρα σε εκλογική περιφέρεια, τότε κατανέμεται μια έδρα σε αυτή και η πλεονάζουσα έδρα αφαιρείται από την εκλογική περιφέρεια που της έχει κατανεμηθεί έδρα κατά τη διαδικασία της παραγράφου 5 και έχει το μικρότερο υπόλοιπο.»

Άρθρο 13
Προσθήκη παραγράφου στο άρθρο 48 του π.δ. 26/2012


Το άρθρο 48 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 48
Θέματα δημόσιας τάξης - απαγόρευση προεκλογικών δραστηριοτήτων
1. Οι συγκεντρώσεις κατά την προεκλογική περίοδο διέπονται από τις ειδικές για το θέμα αυτό διατάξεις του Συντάγματος.
2. Κατά την ημέρα διενέργειας των βουλευτικών εκλογών, των ευρωεκλογών ή των δημοψηφισμάτων, καθώς και την παραμονή αυτής απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις και οποιαδήποτε άλλη προεκλογική δραστηριότητα, όπως πραγματοποίηση ομιλιών, ανάρτηση και διανομή αφισών και εντύπων, μετάδοση εκπομπών και μηνυμάτων προεκλογικού περιεχομένου, καθώς και η προεκλογική δραστηριότητα στο διαδίκτυο.»

Άρθρο 14
Αντικατάσταση άρθρου 58 του π.δ. 26/2012

Το άρθρο 58 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 58
Διορισμός εφορευτικών επιτροπών
1. Ψηφοφορία γίνεται ενώπιον εφορευτικών επιτροπών.
2. Σε κάθε εκλογικό τμήμα ορίζεται εφορευτική επιτροπή που αποτελείται από τον αντιπρόσωπο της δικαστικής αρχής ως πρόεδρο και τέσσερα μέλη που αναπληρώνονται από ισάριθμα αναπληρωματικά.
3. Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών και οι αναπληρωτές τους κληρώνονται, μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την κατά το άρθρο 31 παράγραφος 4 έναρξη της προεκλογικής περιόδου, από το οικείο Πρωτοδικείο. Στην κλήρωση, κατά την οποία μπορούν να παρίστανται οι υποψήφιοι, οι αντιπρόσωποι και πληρεξούσιοι των κομμάτων, περιλαμβάνονται οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους του οικείου εκλογικού διαμερίσματος που φέρονται στους καταλόγους αυτούς ως κάτοικοι της περιοχής. Για τη διασταύρωση της διεύθυνση κατοικίας των εκλογέων που κληρώθηκαν ως μέλη της εφορευτικής επιτροπής μπορεί να χρησιμοποιούνται στοιχεία που τηρούνται σε δημόσιες υπηρεσίες.
4. Μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου το αρμόδιο δικαστήριο, μπορεί, κατά την κρίση του, να διορίζει, με απόφασή του που λαμβάνει σε συμβούλιο, τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών από τους καταλόγους της προηγούμενης παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή μέλη εφορευτικών επιτροπών ορίζονται αυτοί που κατά την κρίση του συμβουλίου πρωτοδικών παρέχουν στοιχεία επάρκειας γι' αυτά τα καθήκοντα. Οι οριζόμενοι πρέπει να έχουν τουλάχιστον απολυτήριο δημοτικού σχολείου, να μην έχουν υπερβεί το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους και να έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους.
5. Αρμόδιο πρωτοδικείο είναι αυτό που στην περιφέρειά του υπάγεται ο δήμος όπου εδρεύει το εκλογικό τμήμα.
6. Όσοι σύμφωνα με τα παραπάνω ορίστηκαν μέλη των εφορευτικών επιτροπών, ειδοποιούνται με απόδειξη για το διορισμό τους πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ψηφοφορία με φροντίδα του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, στον οποίο διαβιβάζεται από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών αντίγραφο της πράξης του πρωτοδικείου για το διορισμό τους. Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών διαβιβάζει αμελλητί στους οικείους δήμους τον κατάλογο των μελών εφορευτικών επιτροπών.
7. Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών είναι υποχρεωμένα να εκτελούν τα καθήκοντά τους ανεξαρτήτως αν ειδοποιήθηκαν εγκαίρως.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, μπορεί να καθορίζεται ημερήσια αποζημίωση στα μέλη των εφορευτικών επιτροπών.
Η αποζημίωση του παρόντος άρθρου είναι ακατάσχετη, δεν υπόκειται σε κανενός είδους παρακράτηση και δεν συμψηφίζεται με οφειλές των δικαιούχων προς το Ελληνικό Δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία από οποιαδήποτε αιτία.»

Άρθρο 15
Αντικατάσταση άρθρου 59 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 59 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 59
Κωλύματα διορισμού μελών εφορευτικών επιτροπών
1. Δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι ή έμμισθοι υπάλληλοι δημοτικών νομικών προσώπων και ιδρυμάτων και όσοι μ' αυτές τις ιδιότητες υπηρέτησαν την τελευταία τριετία προ της εκλογής, δεν μπορούν να κληρωθούν ή διοριστούν μέλη εφορευτικών επιτροπών και αν τυχόν κληρωθούν ή διοριστούν δεν μπορούν να λάβουν μέρος στη συγκρότηση των επιτροπών. Το κώλυμα ισχύει και για τους αποστρατευθέντες αξιωματικούς, τα όργανα των σωμάτων ασφαλείας, γι' αυτούς που διετέλεσαν δήμαρχοι, καθώς και για τους διατελέσαντες βουλευτές, μέλη της κυβέρνησης και υφυπουργούς. Υποψήφιοι βουλευτές που ανακηρύχθηκαν από τον Άρειο Πάγο δεν μπορούν να είναι μέλη της εφορευτικής επιτροπής. Ιερείς και λοιποί θρησκευτικοί λειτουργοί δεν μπορούν να είναι μέλη της εφορευτικής επιτροπής.|
2. Τα τακτικά μέλη των εφορευτικών επιτροπών, αν προταθούν και ανακηρυχθούν από το πρωτοδικείο υποψήφιοι βουλευτές, έχουν το δικαίωμα της επιλογής με δήλωση, που επιδίδεται στη διοικητική αρχή με δικαστικό επιμελητή πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την ψηφοφορία. Εάν για οποιοδήποτε λόγο δεν ασκήσουν αυτό το δικαίωμα, θεωρείται ότι προτίμησαν τη βουλευτική υποψηφιότητα και αντικαθίστανται στην εφορευτική επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 60.
3. Οι δικηγόροι που κληρώνονται τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη εφορευτικής επιτροπής, αν διοριστούν αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής, υποχρεούνται να εκπληρώσουν τα καθήκοντα του αντιπροσώπου της δικαστικής αρχής.»

Άρθρο 16
Προσθήκη άρθρου 94Α στο π.δ. 26/2012 - Μετάδοση αποτελεσμάτων στο Υπουργείο Εσωτερικών


1. Μετά το άρθρο 94 του π.δ. 26/2012 προστίθεται άρθρο 94Α:
«1. Μετά το πέρας της διαλογής ο δικαστικός αντιπρόσωπος μεταδίδει στο Υπουργείο Εσωτερικών αμελλητί το αποτέλεσμα της εκλογής υπέρ συνδυασμών και στη συνέχεια μεταδίδει μετά τη καταμέτρησή τους και τους σταυρούς υπέρ υποψηφίων.
Ειδικότερα μεταδίδει:
α) Τον ολικό αριθμό των εκλογέων που είναι εγγεγραμμένοι στο εκλογικό τμήμα
β) Τον ολικό αριθμό των εκλογέων που ψήφισαν
γ) Τον αριθμό των ψηφοδελτίων που αναγνωρίστηκαν ως έγκυρα
δ) Τον αριθμό των άκυρων ψηφοδελτίων
ε) Τον αριθμό των λευκών ψηφοδελτίων και
στ) Τον αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που έλαβε κάθε συνδυασμός και κάθε μεμονωμένος υποψήφιος
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ρυθμίζεται κάθε απαραίτητη λεπτομέρεια για την εφαρμογή αυτού του άρθρου.
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου καταλαμβάνουν και τα εκλογικά τμήματα του Κεφαλαίου Ι του παρόντος.
4. Οι Περιφέρειες και οι Δήμοι μπορούν να λαμβάνουν τα αποτελέσματα υπέρ συνδυασμών και υπέρ υποψηφίων από το Υπουργείο Εσωτερικών για ενημέρωση των ιστοσελίδων τους και γενικότερα των ενδιαφερόμενων
5. Για την ενημέρωση της κοινής γνώμης για την πορεία της εκλογικής διαδικασίας, κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας, οι δικαστικοί αντιπρόσωποι οφείλουν να μεταδίδουν στο Υπουργείο Εσωτερικών τον αριθμό των ψηφισάντων σε τακτά χρονικά διαστήματα. Τα χρονικά διαστήματα, τα οποία δεν μπορούν να είναι πάνω από τρία (3), καθώς και ο τρόπος μετάδοσης, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Η ανακοίνωση των στοιχείων για τη συμμετοχή των εκλογέων κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας γίνεται ομαδοποιημένα είτε σε επίπεδο επικράτειας είτε σε επίπεδο περιφερειών.»

2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 91 του π.δ. 26/2012 καταργούνται.

Άρθρο 17
Αντικατάσταση άρθρου 103 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 103 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 103
Ανακήρυξη βουλευτών
1. Η ανακήρυξη των βουλευτών, σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στα οικεία άρθρα, γίνεται από τον Άρειο Πάγο σε δημόσια συνεδρίαση, με βάση την απόφαση της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής. Η απόφαση της ανακήρυξης κοινοποιείται, με τη φροντίδα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σ' όλους τους υποψηφίους διά των Εισαγγελέων των οικείων Πρωτοδικείων.
2. Ο Άρειος Πάγος ανακηρύσσει και αναπληρωματικούς των βουλευτών που ανακηρύχθηκαν από κάθε συνδυασμό.
3. Ως αναπληρωματικοί κάθε συνδυασμού, του οποίου υποψήφιοι ανακηρύχθηκαν βουλευτές, ανακηρύσσονται όλοι οι υπόλοιποι υποψήφιοι αυτού.
4. Οι αναπληρωματικοί ανακηρύσσονται κατά τη σειρά των ψήφων προτίμησης καθενός. Σε περίπτωση ισοψηφίας, ενεργείται από τον Άρειο Πάγο κλήρωση για τον καθορισμό της σειράς αυτών που ισοψήφισαν.
5. Ο αρχηγός ή πρόεδρος κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων που μετέχει στους συνδυασμούς δύο ή τριών εκλογικών περιφερειών, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 34, εφόσον λάβει έδρα ο συνδυασμός σε περισσότερες από μία περιφέρειες, οφείλει να δηλώσει στον Πρόεδρο της Βουλής σε ποια από τις περιφέρειες αυτές προτιμά την εκλογή του. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών από την ανακήρυξη όλων των βουλευτών και των αναπληρωματικών αυτών και των τριών περιφερειών. Αν δεν υποβληθεί δήλωση μέσα στην προθεσμία αυτή, θεωρείται ότι προτίμησε την εκλογή του στην περιφέρεια στην οποία το κόμμα ή ο συνασπισμός του οποίου ηγείται, έλαβε τις περισσότερες ψήφους. Για την πλήρωση της έδρας που παραμένει κενή εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 104.»

Άρθρο 18
Αντικατάσταση παραγράφου 1 του άρθρου 107 π.δ. 26/2012


Η παράγραφος 1 του άρθρου 107 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι επιδόσεις, κοινοποιήσεις και τοιχοκολλήσεις, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος, γίνονται με δικαστικούς επιμελητές, από τα όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, της δημοτικής αστυνομίας καθώς και από δημοτικούς υπαλλήλους.»

Άρθρο 19
Αντικατάσταση άρθρου 95 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 95 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 95
Εγγραφή και περιεχόμενο των ειδικών εκλογικών καταλόγων
1. Οι εκλογείς που διαμένουν σε δήμο άλλης εκλογικής περιφέρειας και πάντως εντός της Επικρατείας, από εκείνη στους εκλογικούς καταλόγους της οποίας είναι εγγεγραμμένοι, αποκαλούνται στο εξής «ετεροδημότες» και μπορούν να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα κατά τις γενικές βουλευτικές εκλογές, τις εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα δημοψηφίσματα, στον τόπο διαμονής τους.
Για τις ανάγκες του παρόντος κεφαλαίου οι νομοί Αττικής και Θεσσαλονίκης αποτελούν αυτοτελείς εκλογικές περιφέρειες. Οι εκλογείς που είναι εγγεγραμμένοι σε εκλογικούς καταλόγους δήμων των νησιών Κύθηρα και Αντικύθηρα θεωρούνται ετεροδημότες και όταν διαμένουν σε άλλους δήμους του Νομού Αττικής.
2. Με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 96 του παρόντος για την προϋπόθεση σύστασης ειδικών εκλογικών τμημάτων ετεροδημοτών, οι ετεροδημότες ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα στον τόπο διαμονής τους, εφόσον εγγραφούν στον ειδικό εκλογικό κατάλογο ετεροδημοτών.
3. Οι ετεροδημότες που επιθυμούν να ψηφίζουν στον τόπο διαμονής τους υποβάλουν ηλεκτρονική αίτηση στην οποία περιλαμβάνονται:
α) o Ειδικός Εκλογικός Αριθμός,
β) το επώνυμο,
γ) το όνομα,
δ) το όνομα του πατέρα,
ε) το όνομα της μητέρας,
στ) το όνομα συζύγου και το επώνυμο πατέρα (εφόσον πρόκειται για έγγαμη γυναίκα που φέρει το επώνυμο του συζύγου),
ζ) η ημερομηνία και έτος γέννησης,
η) ο νομός, ο δήμος και το εκλογικό διαμέρισμα στο οποίο είναι εγγεγραμμένοι,
θ) η πλήρης διεύθυνση διαμονής (νομός, δήμος, οδός και αριθμός), ο αριθμός τηλεφώνου τους και έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Στην ίδια δήλωση πρέπει να αναφέρεται ότι ο αιτών δεν έχει στερηθεί το εκλογικό του δικαίωμα.
Για την υποβολή αίτησης γίνεται ταυτοποίηση του εκλογέα με τα διαπιστευτήρια πρόσβασης που διαθέτει αυτός για τις εφαρμογές της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ).
4. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας της ηλεκτρονικής εφαρμογής για την υποβολή αίτησης. Με άλλη απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της εφαρμογής.
5. Οι αιτήσεις της παραγράφου 3 μπορούν να υποβάλλονται και στους οικείους δήμους και στα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών.
6. Αιτήσεις ετεροδημοτών που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις θεωρούνται ενεργές και έως τη πιθανή τροποποίησή τους εκφράζουν τη πρόθεση του εκλογέα να ψηφίσει στον τόπο κατοικίας.
7. Οι αιτήσεις για την εγγραφή και τη διαγραφή στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους των ετεροδημοτών υποβάλλονται καθ' όλη την διάρκεια του έτους. Εγγραφές ή διαγραφές αιτήσεων που λαμβάνουν χώρα μετά την τρίτη (3η) ημέρα από την έναρξη της προεκλογικής περιόδου κατά το άρθρο 31 του π.δ. 26/2012, ενημερώνονται μετά το πέρας των εκλογών.
Εκλογείς που ψηφίζουν στον τόπο διαμονής τους ως ετεροδημότες, χάνουν την ιδιότητα του ετεροδημότη εφόσον μεταδημοτεύσουν. Οι εκλογείς αυτοί εγγράφονται στους βασικούς εκλογικούς καταλόγους του Δήμου υποδοχής.
8. Οι ειδικοί εκλογικοί κατάλογοι των ετεροδημοτών καταρτίζονται από το Υπουργείο Εσωτερικών, κατά δήμο και κατά βασική εκλογική περιφέρεια και περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία:
α) Τον τίτλο: «Ειδικός Εκλογικός Κατάλογος Ετεροδημοτών Δήμου.....Νομού......»,
β) τον αύξοντα αριθμό,
γ) τον Ειδικό Εκλογικό Αριθμό,
δ) το επώνυμο,
ε) το όνομα,
στ) το όνομα του πατέρα,
ζ) το όνομα της μητέρας,
η) το όνομα συζύγου και το γένος (εφόσον πρόκειται για έγγαμη γυναίκα που φέρει το επώνυμο του συζύγου),
θ) την ημερομηνία και τον χρόνο γέννησης,
ι) τον βασικό εκλογικό κατάλογο (βασική εκλογική περιφέρεια) όπου είναι εγγεγραμμένος (νομός, δήμος, εκλογικό διαμέρισμα),
ια) την πλήρη διεύθυνση διαμονής (οδός, αριθμός).
9. Στις ιδιαίτερες καταστάσεις της παρ.1 του άρθρου 12 του παρόντος καταγράφονται οι μεταβολές που επέρχονται στο Μητρώο Πολιτών, λόγω θανάτου, μεταδημότευσης, διόρθωσης στοιχείων εγγραφής, καθώς και διαγραφής, είτε κατόπιν αιτήσεως είτε λόγω απώλειας της Ελληνικής Ιθαγένειας, οι οποίες αφορούν και τους ετεροδημότες.»

Άρθρο 20
Αντικατάσταση άρθρου 8 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 8 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8
Γενικοί όροι εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους - Παραλειφθέντες εκλογείς
1. Οι εκλογικοί κατάλογοι συντάσσονται ενιαίοι χωρίς διάκριση σε καταλόγους ανδρών και γυναικών.
2. Κάθε εκλογέας εγγράφεται μόνο στους εκλογικούς καταλόγους του δήμου στα δημοτολόγια του οποίου είναι εγγεγραμμένος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού κώδικα.
3. Η εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους είναι υποχρεωτική. Καθένας εγγράφεται μόνο μία φορά σε ένα εκλογικό κατάλογο.
4. Εκλογείς, οι οποίοι δεν έχουν αποστερηθεί του εκλογικού δικαιώματος και δεν περιλαμβάνονται, εκ παραδρομής, στους εκλογικούς καταλόγους, ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα, μέχρι το πέρας διεξαγωγής της ψηφοφορίας, σε οποιοδήποτε εκλογικό τμήμα του δήμου στα δημοτολόγια του οποίου είναι, εγγεγραμμένοι.
5. Για το σκοπό αυτόν προσκομίζεται στην οικεία Εφορευτική Επιτροπή πιστοποιητικό από το οποίο προκύπτει η εγγραφή τους στα δημοτολόγια υπογεγραμμένο από το δήμαρχο ή τα εξουσιοδοτημένα από αυτόν όργανα.
6. Προϋπόθεση για τη χορήγηση του πιστοποιητικού της προηγούμενης παραγράφου είναι η διαπίστωση από τον ανωτέρω ότι ο αιτών τη χορήγησή του δεν περιλαμβάνεται στους εκλογικούς καταλόγους οποιουδήποτε άλλου δήμου της χώρας. Σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας, η ανωτέρω διαπίστωση πραγματοποιείται με τη συνδρομή του Υπουργείου Εσωτερικών.
7.α. Μετά την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος, τα στοιχεία των πιο πάνω εκλογέων προστίθενται στον εκλογικό κατάλογο του εκλογικού τμήματος που ψήφισαν.
β. Η οριστική καταχώρισή τους στους εκλογικούς καταλόγους και η απόδοση του Ειδικού Εκλογικού Αριθμού συντελείται κατά την πρώτη αναθεώρησή τους από το Υπουργείο Εσωτερικών, με βάση σχετική κατάσταση, που αποστέλλεται από τον οικείο δήμο, εντός δύο μηνών από τη διενέργεια των εκλογών.
8. Εάν χορηγηθεί το ανωτέρω πιστοποιητικό χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος άρθρου, οι δήμαρχοι και τα εξουσιοδοτημένα από αυτόν όργανα ευθύνονται για παράβαση καθήκοντος, σύμφωνα με το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα.
9. Θέματα τεχνικού ή διαδικαστικού χαρακτήρα, για την εφαρμογή των παρ. 4 έως και 8 του παρόντος άρθρου είναι δυνατόν να ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

Άρθρο 21
Αντικατάσταση άρθρου 10 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 10 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 10
Εγγραφή νέων εκλογέων
1. Ο Δήμαρχος συντάσσει αυτεπάγγελτα, κάθε έτος, από 1ης μέχρι τέλους Νοεμβρίου ονομαστικές καταστάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν όσους είναι εγγεγραμμένοι στα δημοτολόγια του δήμου και θα αποκτήσουν το δικαίωμα του εκλέγειν κατά το επόμενο έτος.
2. Η κατάταξη των νέων εκλογέων σε εκλογικό διαμέρισμα γίνεται από τον οικείο Δήμο με βάση τη διεύθυνση κατοικίας τους, όπως αυτή προκύπτει από το δημοτολόγιο του Μητρώου Πολιτών.
3. Οι καταστάσεις αυτές υποβάλλονται αμελλητί στο Υπουργείο Εσωτερικών με τη διαδικασία της παρ.1 του άρθρου 12 και τηρούνται προσωρινά σε ξεχωριστό αρχείο και εντάσσονται στο εκεί τηρούμενο αρχείο εκλογικών καταλόγων από 1ης Ιανουαρίου του επόμενου έτους».

Άρθρο 22
Αντικατάσταση άρθρου 11 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 11 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 11
Ειδικός Εκλογικός Αριθμός
1. Σε κάθε εκλογέα αποδίδεται Ειδικός Εκλογικός Αριθμός.
Ο αριθμός αυτός είναι μοναδικός και καθορίζεται από το Υπουργείο Εσωτερικών κατά την πρώτη εγγραφή του εκλογέα στους εκλογικούς καταλόγους της χώρας.
Ο εκλογικός αριθμός αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για κάθε εκλογέα στη βάση δεδομένων του εκλογικού σώματος. Ο τρόπος σχηματισμού και η διαδικασία χορήγησής του έχουν καθοριστεί με την 22721/13.6.2001 (ΦΕΚ 815 Β') απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.
2. Ο Ειδικός Εκλογικός Αριθμός χρησιμοποιείται αποκλειστικά στις εκλογικές διαδικασίες.
Κάθε άλλη χρήση του αριθμού αυτού απαγορεύεται. Όποιος χωρίς δικαίωμα, χρησιμοποιεί ή εκμεταλλεύεται για άλλη χρήση τον Ειδικό Εκλογικό Αριθμό τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον δύο χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα τεσσάρων € και εβδομήντα λεπτών έως είκοσι εννέα χιλιάδων τριακοσίων σαράντα επτά € και τριών λεπτών αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλες διατάξεις. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται και όποιος παρά την απαγόρευση επιτρέπει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα να κάνουν χρήση του Ειδικού Εκλογικού Αριθμού.»

Άρθρο 23
Αντικατάσταση άρθρου 12 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 12 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 12
Διαδικασία μεταβολών - Μεταβολή διεύθυνσης κατοικίας εκλογέων
1. Σε ιδιαίτερες καταστάσεις που συντάσσονται από τον Δήμαρχο κάθε ημερολογιακό δίμηνο περιλαμβάνονται όλες οι μεταβολές που έχουν επέλθει στα δημοτολόγια λόγω θανάτου, μεταδημότευσης, διόρθωσης στοιχείων εγγραφής και απόκτησης ή απώλειας της Ελληνικής Ιθαγένειας.
Οι καταστάσεις αυτές υποβάλλονται μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του επόμενου μήνα στο Υπουργείο Εσωτερικών προκειμένου να ενταχθούν στο εκεί τηρούμενο αρχείο εκλογικών καταλόγων.
Στις ίδιες καταστάσεις περιλαμβάνεται και κάθε μεταβολή της διεύθυνσης κατοικίας των εκλογέων και η ένταξή τους, εφόσον επέρχεται διαφοροποίηση, στο αντίστοιχο εκλογικό διαμέρισμα.
2. Οι καταστάσεις του άρθρου 10 και της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου συντάσσονται κατά αλφαβητική σειρά επωνύμου και περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία: φύλο, επώνυμο, κύριο όνομα, όνομα πατέρα, όνομα μητέρας, όνομα συζύγου και το επώνυμο πατέρα, αν πρόκειται για έγγαμη γυναίκα που φέρει το επώνυμο του συζύγου, ακριβή ημερομηνία γέννησης (ημέρα, μήνας, έτος) και εφόσον δεν υπάρχει, η 1η Ιανουαρίου του έτους γέννησης, αριθμό δημοτολογίου και διεύθυνση κατοικίας (δήμος ή συνοικισμός, οδό και αριθμό). Επιπλέον οι καταστάσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου περιέχουν και τον Ειδικό Εκλογικό Αριθμό με εξαίρεση τις εγγραφές των νέων εκλογέων του άρθρου 10 και των παραλειφθέντων εκλογέων του άρθρου 8 παρ.4 του παρόντος διατάγματος , καθώς και των εγγραφών λόγω απόκτησης της Ελληνικής Ιθαγένειας.»

Άρθρο 24
Αντικατάσταση άρθρου 40 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 40 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 40
Αντιπρόσωπος και πληρεξούσιος υποψηφίων
1. Κάθε συνδυασμός κόμματος ή συνασπισμός κομμάτων ή ανεξαρτήτων και κάθε μεμονωμένος υποψήφιος έχουν το δικαίωμα να διορίσουν από ένα αντιπρόσωπο και ένα αναπληρωτή τους σε κάθε εκλογικό τμήμα.
2. Εάν οι προτεινόμενοι αντιπρόσωποι των μεμονωμένων υποψηφίων είναι περισσότεροι από τρεις, η εφορευτική επιτροπή, πριν από την έναρξη της ψηφοφορίας, ενεργεί μεταξύ αυτών κλήρωση για τον καθορισμό τριών απ' αυτούς, που μόνο αυτοί ή οι αναπληρωτές τους παραμένουν στο κατάστημα της ψηφοφορίας.
3. Για τα ανωτέρω, γίνεται μνεία στο βιβλίο των πρακτικών της εκλογής. Ο διορισμός των αντιπροσώπων και αναπληρωτών τους γίνεται με γραπτή δήλωση του αρχηγού του κόμματος ή του εξουσιοδοτημένου απ' αυτόν υποψήφιου του οικείου συνδυασμού ή του μεμονωμένου υποψηφίου. Οι αντιπρόσωποι και οι αναπληρωτές τους κατά τα ανωτέρω, δύνανται να εισέλθουν ανά πάσα στιγμή της ημέρας της ψηφοφορίας, στο χώρο του εκλογικού τμήματος όπου θα ασκήσουν τα καθήκοντά τους
4. Ο διορισμός των αντιπροσώπων κόμματος γίνεται με γραπτή δήλωση του αρχηγού του κόμματος ή της διευθύνουσας επιτροπής, είτε απευθείας στον Πρόεδρο του αρμόδιου Πρωτοδικείου είτε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να κοινοποιήσει τον διορισμό στους προέδρους των πρωτοδικών. Ο διορισμός των αντιπροσώπων και αναπληρωτών κάθε συνδυασμού γίνεται με γραπτή δήλωση του αρχηγού του κόμματος ή των εξουσιοδοτημένων απ' αυτόν υποψηφίων του οικείου συνδυασμού ή του μεμονωμένου υποψηφίου.
5. Εκτός από τους αντιπροσώπους, κάθε υποψήφιος μπορεί να διορίσει με συμβολαιογραφική πράξη έναν πληρεξούσιο, που θα ενεργεί αντί γι' αυτόν τα σχετικά με την εκλογή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Και τα πολιτικά κόμματα έχουν το δικαίωμα να διορίζουν από έναν πληρεξούσιο σε κάθε εκλογική περιφέρεια.»

Άρθρο 25
Αντικατάσταση άρθρου 20 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 20 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 20
Οριστικοποίηση εκλογικών καταλόγων
1. Το Υπουργείο Εσωτερικών, ενσωματώνει με αλφαβητική σειρά επωνύμου στους εκλογικούς καταλόγους τους νέους εκλογείς, επιφέρει τις μεταβολές που διατάσσονται από τα οικεία πρωτοδικεία και μεριμνά για την καταχώριση σχετικών ενδείξεων στους εκλογικούς καταλόγους με τους οποίους θα διενεργηθούν οι εκλογές, προκειμένου να διασφαλιστεί η μοναδικότητα της ψήφου.
Στα τηρούμενα από το Υπουργείο Εσωτερικών, ψηφιακά αρχεία των εκλογικών καταλόγων καταχωρίζονται συμπληρωματικά στοιχεία και πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει: α) η χρονολογία εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους (έτος αναθεώρησης),
β) η αιτιολογία εγγραφής (εγγραφή για πρώτη φορά, μεταγραφή, διόρθωση),
γ) η εγγραφή του εκλογέα σε ειδικούς εκλογικούς καταλόγους ψηφοφορίας (π.χ. ετεροδημοτών) και
δ) η διεύθυνση διαμονής, ο ταχυδρομικός κώδικας και το τηλέφωνο.
Είναι δυνατή επίσης η καταχώρηση στοιχείων των εκλογέων του άρθρου 27 του παρόντος
2. Το Υπουργείο Εσωτερικών, προκειμένου να διασφαλιστεί η μοναδικότητα της εγγραφής των εκλογέων στους βασικούς εκλογικούς καταλόγους, τους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους ετεροδημοτών και τους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους εκλογέων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεριμνά για την καταχώριση σχετικών ενδείξεων στους βασικούς εκλογικούς καταλόγους.»

Άρθρο 26
Αντικατάσταση άρθρου 71 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 71 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 71
Εκτύπωση και διανομή ψηφοδελτίων
1. Τα κόμματα, οι συνδυασμοί κομμάτων και οι υποψήφιοι είναι υποχρεωμένοι:
α) να εκτυπώσουν τα ψηφοδέλτια και
β) να παραδώσουν στον Αντιπεριφερειάρχη της περιφερειακής ενότητας της έδρας κάθε νομού επί αποδείξει, οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από την ψηφοφορία, αριθμό ψηφοδελτίων που να επαρκεί για τις ανάγκες των εκλογικών τμημάτων της περιφέρειας.
2. Ο Αντιπεριφερειάρχης οφείλει να εφοδιάσει έγκαιρα κάθε εφορευτική επιτροπή των εκλογικών τμημάτων, που υπάγονται στη αρμοδιότητά του, με ψηφοδέλτια της εκλογικής περιφέρειας. Ο αριθμός των ψηφοδελτίων για κάθε συνδυασμό υποψηφίων ή μεμονωμένο υποψήφιο της περιφέρειας πρέπει να είναι μεγαλύτερος τουλάχιστον κατά δέκα τοις εκατό (10%) από τον αριθμό των εκλογέων, που είναι εγγεγραμμένοι στο εκλογικό τμήμα.»

Άρθρο 27
Αντικατάσταση άρθρου 79 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 79 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 79
Έλεγχος της κάλπης
Μετά την αποπεράτωση της εργασίας του προηγούμενου άρθρου ανοίγεται η κάλπη και εξετάζεται από την επιτροπή και τους υποψήφιους ή τους αντιπροσώπους τους, εάν είναι άδεια και κατόπιν κλείνεται και κλειδώνεται από την επιτροπή.»

Άρθρο 28
Αντικατάσταση άρθρου 22 π.δ. 26/2012


1. Το άρθρο 22 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 22
Εκτύπωση και αποστολή εκλογικών καταλόγων
1. Το Υπουργείο Εσωτερικών, με απόφαση του Διευθυντή εκλογών κυρώνει τους εκλογικούς καταλόγους που έχουν οριστικοποιηθεί.
2. Κατά την προετοιμασία των εκλογικών διαδικασιών αποστέλλονται:
α) στο οικείο Πρωτοδικείο, τον Περιφερειάρχη και τον οικείο Δήμο οι οριστικοποιημένοι εκλογικοί κατάλογοι της οικείας εκλογικής περιφέρειας, αποθηκευμένοι σε ψηφιακό μέσο μοναδικής εγγραφής,
β) μία (1) σειρά εκλογικών καταλόγων σε έντυπη μορφή που θα αποσταλούν στο οικείο εκλογικό τμήμα με τον εκλογικό σάκο και ένα αντίγραφο αυτών αποθηκευμένο σε ψηφιακό μέσο μοναδικής εγγραφής, προκειμένου να αποσταλεί στον Περιφερειάρχη Αττικής και στον Αντιπεριφερειάρχη της Περιφερειακής Ενότητας έδρας λοιπών νομών.»

Άρθρο 29
Αντικατάσταση άρθρου 23 π.δ. 26/2012


Το άρθρο 23 του π.δ. 26/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 23
Διάθεση αντιτύπων εκλογικών καταλόγων και δημοσιευμάτων εκλογικού περιεχομένου
1. Μια (1) πλήρη σειρά των εκλογικών καταλόγων σε ψηφιακά μέσα χωρίς καταβολή αντιτίμου, καθώς και μία (1) σειρά αντιτύπων δημοσιευμάτων του Υπουργείου Εσωτερικών εκλογικού περιεχομένου δικαιούνται τα κόμματα που εκπροσωπούνται στο Ελληνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Επίσης τα παραπάνω είδη δικαιούνται κατά την προεκλογική περίοδο και τα αναγνωρισμένα κόμματα, σύμφωνα με τον κανονισμό της Βουλής, καθώς και αυτά που καταρτίζουν συνδυασμούς στα 2/3 των εκλογικών περιφερειών του κράτους, βασικών και ετεροδημοτών.
2. Αντίτυπα εκλογικών καταλόγων, μπορούν να διατίθενται κατά την προεκλογική περίοδο με την καταβολή αντιτίμου υπέρ του δημοσίου, που ορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών σε βουλευτές, ευρωβουλευτές, υποψηφίους βουλευτές ή υποψηφίους στις περιφερειακές και δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, και μόνο για τις εκλογικές περιφέρειες, τις περιφέρειες ή τους δήμους όπου έχουν εκλεγεί - όπως προκύπτει βάσει των σχετικών αποφάσεων ανακήρυξής τους, ή θα είναι υποψήφιοι σύμφωνα με έγγραφη δήλωσή τους.
3. Οι δικαιούχοι οφείλουν να καταστρέψουν τα ηλεκτρονικά μέσα, τα οποία περιέχουν τους εκλογικούς καταλόγους εντός τριμήνου από την ολοκλήρωση της διενέργειας των εκλογικών αναμετρήσεων σύμφωνα με έγγραφη δήλωση τους.
4. Οι όροι και οι προϋποθέσεις διάθεσης εκλογικών καταλόγων και άλλων δημοσιευμάτων σε άλλα πρόσωπα και φορείς καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών
5. Τα ανωτέρω στοιχεία διατίθενται στους δικαιούχους μόνο σε ηλεκτρονικά μέσα, δεν μεταβιβάζονται σε αυτούς με ηλεκτρονικό τρόπο και χρησιμοποιούνται μόνο από εκείνον στον οποίο χορηγούνται, αποκλειστικά και μόνο για εκλογική χρήση.
6. Η παραχώρηση σε οποιοδήποτε άλλο ή η χρησιμοποίηση τους από οιονδήποτε άλλο ή για σκοπό μη εκλογικό απαγορεύεται.
7. Οι παραβάτες τιμωρούνται με τις ποινές της παραγράφου 4 του άρθρου 117»

ΑΠ 445/2019 Σύμβαση είναι και η εκπόνησης μελέτης η επίβλεψη συγκεκριμένου οικοδομικού έργου από μηχανικό - Πότε είναι καταβλητέα η αμοιβή του μηχανικού - Άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου

$
0
0

Αριθμός 445/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Πηνελόπη Ζωντανού, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Τζανάκη, Νικόλαο Πιπιλίγκα - Εισηγητή, Αντιγόνη Καραΐσκου - Παλόγου και Λουκά Μόρφη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 11 Δεκεμβρίου 2018, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσείοντων: 1)Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία "ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ" που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρό αυτού, 2)Σ. Ν., κατοίκου ... και 3)Σ. Π., κατοίκου .... Το πρώτο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Βλαχογιάννη, που δεν κατέθεσε προτάσεις, η δεύτερη παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Ζουμπούλη και ο τρίτος εκπροσωπήθηκε από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Ζουμπούλη, που κατέθεσε προτάσεις. Της αναιρεσίβλητης: "..." που εδρεύει στα ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Νικόλαο Δούναβη και Δημήτριο Μπαμπινιώτη, που κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 11/12/2009 αγωγή του ήδη 1ου αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Νάξου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1/2011 του ίδιου Δικαστηρίου και 94/2017 του Τριμελούς Εφετείου Αιγαίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 16/11/2017 αίτησή τους και τους από 8/8/2018 προσθέτους λόγους. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι των αναιρεσειόντων ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων, οι πληρεξούσιοι της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη τους.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 ισχύοντος από 2.4.2012 κατά το άρθρο 113 αυτού, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 93 παρ. 1 του Ν. 4139/2013, και η οποία αναριθμήθηκε σε παρ. 3 με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 μετά την αναδιατύπωση του εν λόγω άρθρου, ισχύοντος από 1.1.2016 [κατά το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του τελευταίου αυτού νόμου], προβλέπεται η καταβολή παραβόλου από εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης (και επί περισσοτέρων ομοδίκων ενός παραβόλου), το οποίο ανέρχεται στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ για την περίπτωση της αναίρεσης, που επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, με κύρωση, σε περίπτωση μη καταβολής αυτού, την απόρριψη του ενδίκου μέσου ως απαράδεκτου από το Δικαστήριο. Σύμφωνα όμως με το τελευταίο εδάφιο της διάταξης αυτής, η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις διαφορές, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 614 παρ. 5 του ιδίου Κώδικα (διαφορές για αμοιβές, μεταξύ άλλων, μηχανικών - προηγουμένως άρθ. 677 επ. του ΚΠολΔ). Στην προκειμένη περίπτωση κατά την κατάθεση της ένδικης από 16.11.2017 και με αριθ. κατάθεσης 35/16.11.2017 αίτησης αναίρεσης κατά της υπ' αριθ. 94/2017 απόφασης του (Τριμελούς) Εφετείου Αιγαίου, με αντικείμενο διαφορά αφορώσα την καταβολή αμοιβής μηχανικού, οι αναιρεσείοντες προέβησαν στην επισύναψη του υπ' αριθ. 174564849958 0115 0053 ηλεκτρονικού παραβόλου, ύψους τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ για την άσκηση της αναίρεσης. Η ως άνω διαφορά όμως, ως διαφορά για την καταβολή αμοιβής σε μηχανικό, απαλλάσσεται της καταβολής παραβόλου για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης και κατά συνέπεια το καταβληθέν παράβολο πρέπει να αποδοθεί στους αναιρεσείοντες, ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης επί της ως άνω αίτησης αναίρεσης (ΑΕΔ 3, 4/2014).

Με την από 16.11.2017 και με αριθ. κατάθεσης 35/16.11.2017 αίτηση αναίρεσης και τους από 8.8.2018 και με αριθ. κατάθ. 64/8.8.2018 δι' ιδίου δικογράφου ασκηθέντες πρόσθετους λόγους αναίρεσης, προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας υπ' αριθ. 94/14.6.2017 απόφαση του (Τριμελούς) Εφετείου Αιγαίου. Με την προσβαλλομένη απόφαση έγιναν τυπικά δεκτές και απορρίφθηκαν κατ' ουσία οι συνεκδικασθείσες: α) από 8.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 23/11.7.2011 έφεση του ενάγοντος και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ", ως κατά νόμο υποκατάστατου για την καταβολή της οφειλομένης σε μηχανικούς αμοιβής, β) από 7.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 24/11.7.2011 έφεση των προσθέτως κατά την ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου δίκη παρεμβάντων μηχανικών υπέρ του άνω ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. και ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων και γ) με ίδιο δικόγραφο ασκηθέντες πρόσθετοι λόγοι έφεσης των ως άνω εκκαλούντων - προσθέτως παρεμβάντων κατά της με αριθ. 1/13.1.2011 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου. Με την εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, που επικυρώθηκε κατά τ' ανωτέρω με την προσβαλλόμενη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου μετά από αντικατάσταση των αιτιολογιών, είχαν απορριφθεί ως κατ' ουσία αβάσιμες: α) η από 11.12.2009 και με αριθ. κατάθ. 803/15.12.2009 αγωγή του ενάγοντος και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία "ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ", κατά της πρώτης των εκεί εναγομένων και ήδη αναιρεσίβλητης ..., νομίμως εκπροσωπουμένης από τον Καθολικό Επίσκοπο Σύρου, Θήρας και Μήλου και Αποστολικό Τοποτηρητή Κρήτης, με την οποία ζητείτο η επιδίκαση στο ως άνω Ν.Π.Δ.Δ., ως υποκατάστατο των μηχανικών Σ. Ν. και Σ. Π., των χρηματικών ποσών των 343.986,43 και 349.945,10 ευρώ αντίστοιχα, ως οφειλομένη σε αυτούς αμοιβή από σύμβαση έργου. Με την ίδια απόφαση απορρίφθηκε ως παθητικώς ανομιμοποίητη η αγωγή κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του δευτέρου των εναγομένων, νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης ..., μη διαδίκου στις επόμενες της πρωτοβαθμίου δίκες και β) η ασκηθείσα κατά τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με προφορική δήλωση στο ακροατήριο καταχωρηθείσα στα πρακτικά συνεδρίασης δίκης, πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. των ως άνω μηχανικών Σ. Ν. και Σ. Π., ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2017, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση επί αντιγράφου αυτής της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ο. Δ., η δε αίτηση αναίρεσης κατατέθηκε στη γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 16 Νοεμβρίου 2017 (άρθ. 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 1, 566 παρ.1, 144 του ΚΠολΔ). Επίσης οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης των δευτέρου και τρίτης των αναιρεσειόντων ασκήθηκαν παραδεκτά με κατάθεση του οικείου δικογράφου στη γραμματεία του Αρείου Πάγου στις 8 Αυγούστου 2018 (αρ. κατ. 64/8.8.2018) και επίδοση αυτού στις 7 Σεπτεμβρίου 2018 στην αναιρεσίβλητη, όπως προκύπτει από την μετ' επικλήσεως προσκομιζομένη με αριθμό ….40/7.9.2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Α. Δ., ήτοι περισσότερες από τριάντα ημέρες πριν την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 11ης Δεκεμβρίου 2018 (άρθ. 569 παρ.2 του ΚΠολΔ), οπότε συζητήθηκε η υπόθεση. Είναι συνεπώς παραδεκτοί (άρθ. 577 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των διαλαμβανομένων στα άνω δικόγραφα λόγων αναίρεσης (άρθ. 577 παρ. 3 του ΚπολΔ).


Από τη διάταξη του άρθρου 681 του ΑΚ με την οποία ορίζεται ότι με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή, προκύπτει ότι και η σύμβαση με την οποία ανατίθεται σε μηχανικό η εκπόνηση μελέτης ή / και η επίβλεψη συγκεκριμένου οικοδομικού έργου, φέρει το χαρακτήρα μίσθωσης έργου. Με τη σύμβαση αυτή ο μηχανικός αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο εκπονώντας την αναληφθείσα μελέτη ή / και επιβλέποντας την κατασκευή του έργου, δικαιούται δε, παραδίδοντας τούτο (άρθ. 694 ΑΚ), να λάβει τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Σύμφωνα δε με τα όσα ίσχυαν κατά το κρίσιμο χρόνο, πριν την κατάργηση των υποχρεωτικών ελαχίστων ορίων αμοιβής των μηχανικών με το άρθρο 7 του Ν. 3919/2011, η αμοιβή αυτή δεν επιτρεπόταν να είναι κατώτερη από τα ελάχιστα όρια της νόμιμης αμοιβής που καθορίζονται από τις διατάξεις του Π. Δ/τος 696/1974 "Περί αμοιβών μηχανικών διά σύνταξιν μελετών, επίβλεψιν, παραλαβήν κλπ" (ΦΕΚ Α 301), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Π.Δ/μα 515/1989 (ΦΕΚ Α 219), που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 59 του Ν. Δ/τος της 17.7/16.8.1923 "περί σχεδίων πόλεων κλπ" και του άρθρου μόνου του Ν. Δ/τος 2726/1953, το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 46 περ. δ` του Ν. 3316/2005 (ΦΕΚ Α 42) (ΑΠ 82/2016, ΑΠ 77/2011, ΑΠ 648/2010). Την ως άνω αμοιβή δύναται να αξιώσει είτε το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, ως υποκαθιστάμενο στα δικαιώματα του μηχανικού κατά τις διατάξεις του Β. Δ /τος 30/31.5.1956, είτε ο ίδιος ο μηχανικός (ΑΕΔ 26/1993).

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 104 παρ. 2 εδ. 1 του εν λόγω Π.Δ/τος "Δια τα ιδιωτικά έργα η πλήρης αμοιβή της μελέτης δέον να κατατίθεται, κατά τας κειμένας διατάξεις, προ της υποβολής της συνταχθείσης μελέτης προς έγκρισιν ή έκδοσιν της τυχόν απαιτουμένης αδείας". Με την διάταξη αυτή, για την πληρωμή της αμοιβής του μηχανικού, εισάγεται παρέκκλιση από την από το άρθρο 694 ΑΚ καθιερωμένη αρχή, κατά την οποία η αμοιβή του εργολάβου καταβάλλεται συγχρόνως με την παράδοση του έργου, και ορίζεται ότι η καταβολή της αμοιβής του μηχανικού για την εκπόνηση μελέτης προς έκδοση αδείας ανεγέρσεως οικοδομής γίνεται μόλις ολοκληρωθεί η μελέτη και πριν αυτή υποβληθεί στην αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία προς έκδοση της άδειας. Δεν καταβάλλεται μάλιστα αυτή (αμοιβή) στα χέρια του μηχανικού, αλλά κατατίθεται στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος για λογαριασμό του, μετά την κατάθεση δε αυτής ο μηχανικός υποβάλλει το φάκελο, μαζί με την απόδειξη προκατάθεσης της αμοιβής του, στην Πολεοδομική Υπηρεσία. Εάν δεν προσκομίσει την απόδειξη αυτή ο φάκελος θεωρείται ελλιπής και δεν επιτρέπεται να εκδοθεί άδεια.

Συνεπώς, η αμοιβή του μηχανικού είναι καταβλητέα μόλις αυτός ολοκληρώσει τη μελέτη, η ολοκλήρωση δε της παράδοσης αυτής (του έργου) γίνεται με την υποβολή της μελέτης στην αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία για την έκδοση της άδειας (ΑΠ 686/2007, ΑΠ 551/2007, ΑΠ 225/2003).

Αυτονόητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της διάταξης αυτής είναι η εκπόνηση της μελέτης από τον μηχανικό στον οποίο είχε ανατεθεί από τον εργοδότη το έργο αυτό. Εξάλλου στη μεταξύ του εργολάβου - μηχανικού και του εργοδότη σύμβαση έργου εφαρμόζονται και οι λοιπές διατάξεις των άρθρων 681 επόμ. του ΑΚ, μεταξύ των οποίων και η διάταξη του άρθρου 686 του ΑΚ, με την οποία ορίζεται ότι: "Αν ο εργολάβος δεν αρχίσει εγκαίρως την εκτέλεση του έργου, ή αν, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, επιβραδύνει την εκτέλεση στο σύνολό της ή εν μέρει με τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση του έργου, ο εργοδότης μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, χωρίς να περιμένει το χρόνο της παράδοσης του έργου. Όταν υπάρχει υπερημερία του εργολάβου, διατηρούνται ακέραια τα δικαιώματα που έχει ο εργοδότης εξαιτίας της".

Όπως προκύπτει από την άνω ρύθμιση του άρθρου 686 εδ. α` του ΑΚ για την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου εκ μέρους του εργοδότη δεν απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων της υπερημερίας του εργολάβου, ούτε η ύπαρξη υπαιτιότητας του εργολάβου στην καθυστέρηση, η οποία μπορεί να οφείλεται και σε αντικειμενικές δυσχέρειες, όπως σε ευθύνη τρίτου ή ακόμη και σε ανώτερη βία. Επίσης δεν απαιτείται η τήρηση των διατάξεων των άρθρων 383 επ. του ΑΚ, γιατί πρόκειται για υπαναχώρηση που παρέχεται ευθέως από το νόμο και σε αυτήν εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 389 έως 396 του ΑΚ (ΑΠ 77/2011, ΑΠ 1035/2010).

Ειδικότερα επί οικοδομικού έργου, η χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη παράλειψη έκδοσης από τον εργολάβο - μηχανικό της κατά νόμο απαιτουμένης οικοδομικής αδείας για την ανέγερση της οικοδομής ή η παράλειψη αναθεώρησης αυτής, οσάκις τούτο απαιτείται, με συνέπεια την καθυστέρηση στην έναρξη ή στην ολοκλήρωση των εργασιών, παρέχει στον εργοδότη το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση έργου κατ' εφαρμογή του εν λόγω άρθρου 686 εδ. α του ΑΚ (ΑΠ 77/2011).

Από δε τις συνδυασμένες διατάξεις των ως άνω άρθρων 686 εδ. α, 387 παρ. 2, 389 και 390 ΑΚ προκύπτει ότι, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης από τις διατάξεις αυτές, με την κατά τη διάταξη αυτή δήλωση του εργοδότη προς τον εργολάβο ότι υπαναχωρεί από τη σύμβαση της μίσθωσης έργου, η σύμβαση αυτή καταργείται από τη στιγμή της κατάρτισής της (ex tunc), η νομική σχέση ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργολάβο διαλύεται αυτοδικαίως και αναδρομικά, επέρχεται απόσβεση όλων των υποχρεώσεων αυτών για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και δημιουργείται υποχρέωσή τους να αποδώσουν αμοιβαίως τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθ. 904 επ. του ΑΚ), για αιτία που έληξε (ΑΠ 997/2010, ΑΠ 1031/2004). Στην περίπτωση δε αδυναμίας της αυτούσιας απόδοσης του ληφθέντος αντικειμένου ο οφειλέτης αποδίδει το γι' αυτό ληφθέν αντάλλαγμα. Επί παροχής έργου αντάλλαγμα είναι η κατά το χρόνο της παροχής αξία του μέρους του έργου που εκτελέστηκε και παραδόθηκε. Η αξία αυτή δεν αποτελεί αμοιβή, αλλά ωφέλεια κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ (ΑΠ 77/2011). Η δήλωση του εργοδότη ότι υπαναχωρεί από την σύμβαση είναι απρόθεσμη και δεν υπόκειται σε παραγραφή, για την εγκυρότητα δε αυτής είναι αδιάφορο αν κατά το χρόνο που αυτή έλαβε χώρα έχει εκτελεσθεί ένα μεγάλο μέρος του ανατεθέντος έργου. Είναι τελείως διαφορετικό ότι στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης έχει κατά τη διακριτική του ευχέρεια το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από το τμήμα του έργου που δεν έχει εκτελεσθεί κατά το χρόνο της υπαναχώρησης, οπότε ο εργοδότης οφείλει στον εργολάβο μόνο την αντίστοιχη αμοιβή για το μέχρι τότε εκτελεσθέν έργο με βάση τη σύμβαση (ΑΠ 1035/2010) και να μην υπαναχωρήσει από την όλη σύμβαση.

Το παρεχόμενο με το άρθρο 686 εδ. α του ΑΚ δικαίωμα υπαναχώρησης μπορεί να ασκηθεί και μετά τον συμφωνημένο χρόνο παράδοσης του έργου, αν δεν πληρώθηκαν μέχρι τη λήξη της προθεσμίας παράδοσης αυτού οι από το άρθρο 686 εδ.α του ΑΚ υποχρεώσεις του εργολάβου για την έγκαιρη έναρξη και για τη μη επιβράδυνση των εργασιών εκτέλεσης του έργου κατά τρόπο, που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση αυτού, αφού κατ' εξοχή στην περίπτωση αυτή προκύπτει ότι είναι ανέφικτη η έγκαιρη ολοκλήρωση και παράδοση του έργου (ΑΠ 652/2008, ΑΠ 1619/1996). Για τη θεμελίωση του προβλεπομένου από τη διάταξη του άρθρου 686 εδ. α του ΑΚ δικαιώματος υπαναχώρησης του εργοδότη από την εργολαβική σύμβαση, απαιτείται α) αντισυμβατική καθυστέρηση έναρξης της εκτέλεσης του έργου ή αντισυμβατική επιβράδυνση εκτέλεσης του έργου, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη και β) αδυναμία έγκαιρης αποπεράτωσης του έργου, εξαιτίας της καθυστέρησης έναρξης ή της επιβράδυνσης της εκτέλεσης.

Περαιτέρω στην περίπτωση που η μη έγκαιρη έναρξη του έργου ή η επιβράδυνση των εργασιών οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, τότε τα δικαιώματα του εργοδότη από την υπερημερία του εργολάβου διατηρούνται ακέραια, σύμφωνα με το εδάφιο β της πιο πάνω διάταξης του άρθρου 686 του ΑΚ και κατά συνέπεια κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 686 εδ. β, 343 παρ.2, 383, 385, 389 παρ.2 και 390 του ΑΚ ο εργοδότης μπορεί και πάλι να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση έργου (ΑΠ 1378/2010) και μάλιστα χωρίς να τάξει στον υπερήμερο εργολάβο εύλογη προθεσμία για την εκπλήρωση της παροχής, αν από την όλη στάση του τελευταίου προκύπτει ότι το μέτρο αυτό θα ήταν άσκοπο ή αν ο εργοδότης δεν έχει πλέον συμφέρον στην εκτέλεση της σύμβασης. Οι σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπαναχώρηση εκ μέρους του δικαιούχου συνιστά μονομερή απευθυντέα δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, η δε δήλωση αυτής, ρητή ή και σιωπηρά, δεν υπόκειται σε τύπο, είναι απρόθεσμη και μπορεί να γίνει και με την άσκηση αγωγής (ΑΠ 1759/2009).

Διάφορη της κατά τα ανωτέρω υπαναχώρησης συνιστά η κατά τη διάταξη του άρθρου 700 του ΑΚ καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης έργου, κατά την οποία ο εργοδότης έχει δικαίωμα μέχρι την αποπεράτωση του έργου να καταγγείλει οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο τη σύμβαση, οπότε αυτή λύεται για το μέλλον (ex nunc), αυτός δε οφείλει να καταβάλει στον εργολάβο τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Η κρίση δε του δικαστηρίου της ουσίας ότι η δήλωση βουλήσεως του εργοδότη συνιστά υπαναχώρηση κατά το άρθρο 686 του Α.Κ. ή καταγγελία κατά το άρθρο 700 του Α.Κ. υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, με βάση τα κατ` ουσία γενόμενα δεκτά ανελέγκτως πραγματικά περιστατικά (ΑΠ 121/2014, ΑΠ 1376/2012).


Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 παρ.1 εδ. α του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται μόνο, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 1/2016, ΟλΑΠ 2/2013, ΟλΑΠ 7/2006). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Στην τελευταία δε περίπτωση, η παραβίαση του κανόνα αυτού ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο αποκλειστικώς και μόνο με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (ΑΠ 130/2016, ΑΠ 1420/2013). Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 εδ. α του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά "έλλειψη αιτιολογίας", ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της "ανεπαρκής αιτιολογία", ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους "αντιφατική αιτιολογία" (ΟλΑΠ 1/1999). Ειδικότερα αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά που αναγράφονται σε αυτήν και στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση ή κατάλυση του επιδίκου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της απόφασης για την υπαγωγή ή μη της συγκεκριμένης ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης. Αντίστοιχα ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι κατά νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση στη συγκεκριμένη περίπτωση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι όμως όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση των αποδείξεων εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ΟλΑΠ 15/2006). Το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Τα επιχειρήματα δε του δικαστηρίου που σχετίζονται με την εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστούν παραδοχές επί τη βάσει των οποίων διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και ως εκ τούτου δεν αποτελούν "αιτιολογία", ώστε στο πλαίσιο της διάταξης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ να επιδέχονται μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια. Ούτε εξ άλλου ιδρύεται ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ εξ αιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικά τα μη συνιστώντα αυτοτελείς ισχυρισμούς επιχειρήματα των διαδίκων (ΑΠ 1420/2013, ΑΠ 1703/2009, ΑΠ 1202/2008, ΑΠ 520/1995). Επί πλέον από τη διάταξη του άρθρου 561 παρ.1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι η εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας των πραγματικών περιστατικών και ιδιαίτερα του περιεχομένου εγγράφων, εφόσον δεν παραβιάσθηκαν με αυτά κανόνες ουσιαστικού δικαίου, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί, ή εφόσον η εκτίμησή τους δεν ιδρύει λόγους αναίρεσης από τους αριθμούς 19 και 20 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, είναι αναιρετικά ανέλεγκτη, ο δε αντίστοιχος λόγος αναίρεσης, από το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει ότι δεν συντρέχει καμία από τις προαναφερθείσες εξαιρετικές περιπτώσεις, απορρίπτεται ως απαράδεκτος, αφού πλέον πλήττεται η ουσία της υπόθεσης που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο από το δικαστήριο του Αρείου Πάγου.


Στην προκειμένη περίπτωση, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλομένη απόφασή του δέχθηκε, μετά από εκτίμηση των προσκομισθέντων με επίκληση από τους διαδίκους αποδεικτικών στοιχείων, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα: "Δυνάμει του από 9.8.1996 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης έργου, που καταρτίσθηκε μεταξύ της εναγομένης ... [ήδη αναιρεσίβλητης], που εκπροσωπείται νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονικού Δικαίου της Καθολικής Εκκλησίας, από τον Σεβασμιώτατο Φ. Π., καθολικό Επίσκοπο Σύρου, Θήρας, Μήλου και Αποστολικό Τοποτηρητή Κρήτης και των υποκαθισταμένων μελών του ενάγοντος Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος [ήδη πρώτου των αναιρεσειόντων], αρχιτέκτονος μηχανικού Σ. Ν. και πολιτικού μηχανικού Σ. Π. [ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων αντίστοιχα], η εναγομένη ανέθεσε στους υποκαθισταμένους μηχανικούς την εκπόνηση μελέτης και την επίβλεψη του έργου σχετικά με α) την ανέγερση νέας ισόγειας οικοδομής, επιφανείας 399,48 τμ και β) την αναστύλωση παλαιών κτισμάτων, ήτοι την ανακατασκευή παλαιών ερειπωμένων μοναστηριών, τα οποία είχαν παραχωρηθεί στην ..., ήτοι Κτίριο διαμονής ιερέων, Πτέρυγα Μονής Λαζαριστών, Κτίριο Εστιατορίου της Μονής Αδελφών του Ελέους, κτίριο επονομαζόμενο Μαραγκούδικο και Κτίριο Ιατρείου, τα οποία είχαν καταστραφεί από τους σεισμούς του 1956, ώστε να λάβουν τη μορφή που είχαν στο παρελθόν, αποτελουμένων εκ δύο ορόφων, συνολικής επιφάνειας 3.736,15 τμ. Το όλο έργο θα κατασκευαζόταν επί δύο εφαπτόμενων ακινήτων ιδιοκτησίας της εναγομένης στα ..., προκειμένου να στεγαστεί στο νέο κτίριο οίκος ευγηρίας. Πράγματι σε εκτέλεση της άνω σύμβασης, οι υποκαθιστάμενοι - προσθέτως παρεμβαίνοντες μηχανικοί προέβησαν στη σύνταξη όλων των απαιτουμένων μελετών (αρχιτεκτονική, θερμομόνωσης, φέροντος οργανισμού κλπ), τις οποίες υπέβαλαν στις 19.12.1996 στο Πολεοδομικό Γραφείο Θήρας προς έκδοση των απαιτούμενων οικοδομικών αδειών και επί των αιτήσεων αυτών εκδόθηκαν αντίστοιχα οι υπ' αριθ. 50/1997 οικοδομική άδεια (για την ανέγερση του νέου ισογείου κτίσματος) και υπ' αριθ.51/1997 (για την αναστύλωση του υπάρχοντος) οικοδομική άδεια. Περαιτέρω απεδείχθη ότι η εναγομένη, δυνάμει προφορικής συμβάσεως έργου ανέθεσε την επίβλεψη και τον συντονισμό του όλου έργου στον πολιτικό μηχανικό Ά. Δ., ενώ στη συνέχεια δημοπράτησε το όλο έργο, την ανέγερση του οποίου ανέλαβε ο εργολάβος Π. Ο. δυνάμει των από 5.11.1999, 15.11.2001 και 5.11.2002 ιδιωτικών συμφωνητικών, το πρώτο εκ των οποίων αφορούσε την εκτέλεση του έργου των χονδροκατασκευών στα κτίρια των Ιερέων και της πρώην Σχολής [ενν. Μονής] Λαζαριστών, το δεύτερο στην εκτέλεση του έργου των χονδροκατασκευών στα κτίρια Μαγειρείου, Μαραγκούδικου και Ιατρείου και το τρίτο την εκτέλεση του πρόσθετου έργου κατασκευής οροφής τραπεζαρίας, ευρισκομένης στο Κτίριο του Μαγειρείου. Στα ανωτέρω ιδιωτικά συμφωνητικά, τα οποία υπογράφηκαν για λογαριασμό της εναγομένης, από τον τοπικό ιερέα Ν. Κ., καθοριζόταν ο ακριβής χρόνος παραδόσεως του κάθε επί μέρους έργου, ενώ σε περίπτωση υπερημερίας του εργολάβου, προβλεπόταν η εκ μέρους του καταβολή χρηματικού ποσού ως ποινικής ρήτρας, καθώς και δυνατότητα της εναγομένης να τον κηρύξει έκπτωτο. Έτσι με βάση το από 5.11.1999 ιδιωτικό συμφωνητικό το κτίριο των Ιερέων έπρεπε να παραδοθεί στις 25.1.2000, το κτίριο των Λαζαριστών στις 25.2.2000, με βάση το από 25.11.2001 ιδιωτικό συμφωνητικό το κτίριο του Μαγειρείου έπρεπε να παραδοθεί στις 25.1.2002, το κτίριο του Μαραγκούδικου στις 25.2.2002, το κτίριο του Ιατρείου στις 25.1.2002 και τέλος, με το από 5.11.2002 ιδιωτικό συμφωνητικό ο όροφος τραπεζαρίας έπρεπε να παραδοθεί στις 5.5.2003. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης των άνω οικοδομικών αδειών η εντολή του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης Επισκόπου Φ. Π. προς τους δύο υποκαθισταμένους μηχανικούς ήταν η ταχεία εκτέλεση του έργου στα πλαίσια της νομιμότητας, λόγω της διαφύλαξης του κύρους της Καθολικής Εκκλησίας στο νησί της …. Περί αυτής της εντολής είναι ενδεικτική η από 25.8.1997 επιστολή του άνω Επισκόπου προς το τεχνικό γραφείο της Σ. Ν., στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει " ... η έκπληξή μου είναι μεγάλη, όταν μου παρουσιάσατε σχέδια εφαρμογής που δεν ήταν εγκεκριμένα ... κάθε αλλαγή στην εκτέλεση των εγκεκριμένων σχεδίων μπορεί να θεωρηθεί παράβαση ... από την πλευρά μας δεν θέλουμε να δίνουμε αφορμές για το παραμικρό." Στη συνέχεια, απεδείχθη ότι κατά τη διάρκεια των εκσκαφών προέκυψαν διάφοροι μη προβλεπτοί παράγοντες και δη ανακαλύφθηκαν υπόσκαφες στοές στο υπέδαφος της θεμελιώσεως των κτιρίων, υδαταποθήκες και χαλαρότητα του εδάφους επί των οποίων είχαν θεμελιωθεί τα παλαιά κτίρια, με αποτέλεσμα να απαιτούνται νέες μελέτες προς αντιμετώπιση των ευρημάτων και αναθεώρηση των αρχικών οικοδομικών αδειών, προκειμένου να αναπροσαρμοστούν οι νέες κατασκευές με τα δεδομένα αυτά. Κατόπιν αυτών η εναγομένη έδωσε εντολή στους υποκαθιστάμενους μηχανικούς να προβούν σε αναθεώρηση των αδειών, με εκπόνηση νέων μελετών, ώστε να συνεχιστεί και να περατωθεί νομίμως το όλο έργο. Εξάλλου, απεδείχθη ότι οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί κατέθεσαν στο Πολεοδομικό Γραφείο … τις με αριθ. πρωτ. 405 και 406/27.2.2004 αιτήσεις για την αναθεώρηση των υπ' αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών, χωρίς παράλληλα να επισυνάψουν στις αιτήσεις αυτές τα σχετικά σχέδια και μελέτες που απαιτούνταν για την έγκριση των αναθεωρήσεων, αφού αυτοί δεν είχαν εκπονήσει οριστικά σχέδια, αλλά ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών προέβαιναν σε συνεχείς αλλαγές και μετατροπές των σχεδίων και μελετών τους. Οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί σχετικά με το ζήτημα της υποβολής των μελετών ισχυρίζονται ότι οι μελέτες και τα σχεδιαγράμματα υποβλήθηκαν μαζί με τις αιτήσεις, πλην όμως οι αναθεωρήσεις των αδειών δεν εγκρίθηκαν, λόγω της άρνησης της εναγομένης να καταβάλει στην Τράπεζα και στα αρμόδια Ταμεία τις από το νόμο προβλεπόμενες αμοιβές τους και σε κάθε περίπτωση είχαν παραδώσει στην εναγομένη τα νέα σχέδια και τις μελέτες τους, ενώ αντίθετα η εναγομένη ισχυρίζεται ότι ουδέποτε κατατέθηκαν στην Πολεοδομία …. οι μελέτες με τα σχεδιαγράμματα, ούτε παραδόθηκαν σε αυτήν σχέδια και μελέτες, ότι το έργο παρουσίασε σημαντικές καθυστερήσεις και η συνέχιση του έργου, λόγω μη έγκρισης των αναθεωρήσεων αυτών, κατέστησε το έργο αυθαίρετο, σε αντίθεση με όσα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πλευρών τόσο ως προς το χρόνο ολοκλήρωσης του έργου αλλά και ως προς τη νομιμότητά του. Ο ισχυρισμός των υποκαθισταμένων μηχανικών περί υποβολής των μελετών στην Πολεοδομία και περί παράδοσής τους στην εναγομένη είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον σχετικοί φάκελοι με μελέτες και σχεδιαγράμματα δεν βρέθηκαν στην Πολεοδομία …., παρά τον μεταγενέστερο έλεγχο που συνέβη και το Δικαστήριο κρίνει ότι οι φάκελοι δεν βρέθηκαν για το λόγο ότι ουδέποτε είχαν υποβληθεί μαζί με τις αιτήσεις. Η κρίση του Δικαστηρίου περί των ανωτέρω ενισχύεται: α) από την από 11.11.2004 επιστολή του γενικού επιβλέποντος το έργο πολιτικού μηχανικού Ά. Δ. προς την εναγομένη, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει εννέα μήνες μετά την υποτιθέμενη κατάθεση των φακέλων "... από την αρχιτέκτονα Σ. Ν. ετοιμάζονται τα σχέδια για την αναθεώρηση ή την ενημέρωση των φακέλων των αδειών κατά περίπτωση'', απ' όπου με σαφήνεια προκύπτει ότι σχέδια για αναθεώρηση των αδειών δεν είχαν υποβληθεί. Η ενημέρωση των φακέλων αφορά διάφορα άλλα έγγραφα, αλλά όχι τις αρχικές μελέτες για αναθεώρηση των αδειών. Μάλιστα ο Ά. Δ. στην ανωτέρω επιστολή του παραδέχεται ότι οι εργολάβοι λόγω της απασχόλησής του[ς] και με άλλα έργα στο νησί δεν μπόρεσαν ν' ανταποκριθούν στην έγκαιρη εκτέλεση του έργου, με αποτέλεσμα να υπάρξουν σημαντικές καθυστερήσεις και επιβάρυνση του κόστους, η δε εκπόνηση νέων μελετών δεν έγινε για να μην καθυστερήσει περαιτέρω το έργο και προτιμήθηκε το έργο να προχωρήσει με παροχή τμηματικών οδηγιών στους εργολάβους, β) από την από 19.2.2006 επιστολή του ίδιου πολιτικού μηχανικού Ά. Δ. προς τον Επίσκοπο Φ. Π., στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει "...Σας έχω ενημερώσει ότι μέχρι σήμερα οι αναθεωρήσεις των μελετών δεν έχουν συντελεστεί και ότι οι μελέτες ανασυντάσσονταν συνεχώς ανάλογα με τα ευρήματα που ανέκυπταν σε κάθε κτίριο και επέβαλλαν κάθε φορά διαφορετικές αλλαγές στη λειτουργία, άρα και στο περιεχόμενο των κτιρίων... ", απ' όπου με σαφήνεια προκύπτει ότι δεν υπήρχαν μελέτες που είχαν υποβληθεί τον Φεβρουάριο του 2004, γιατί αυτές άλλαζαν ανάλογα με τα ευρήματα των εκσκαφών, γ) από την από 15.5.2013 εισηγητική έκθεση της αρχιτέκτονος μηχανικού Φ. Π. - Π. ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, στην οποία αναγράφονται οι πειθαρχικές παραβάσεις των υποκαθισταμένων μηχανικών και πιο συγκεκριμένα η εκ των υστέρων εκπόνηση των σχεδιαγραμμάτων (το έτος 2006) αντί του έτους 2004, σε συνδυασμό με την παραβίαση των πολεοδομικών διατάξεων, λόγω συνέχισης οικοδομικών εργασιών χωρίς αναθεώρηση της άδειας. Σημειώνεται ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο με την υπ' αριθμ. 49/2013 απόφασή του αποφάσισε τη θέση στο αρχείο της υπόθεσης, λόγω παραγραφής, δ) από το πόρισμα της διενεργήσασας την ΕΔΕ στην Πολεοδομία Θήρας σχετικά με την απώλεια των φακέλων αναθεώρησης Α. Συμεοπούλου, στο οποίο, αφού έγινε εξέταση των υπαλλήλων της Πολεοδομίας σχετικά με την απώλεια φακέλων, διαπιστώνεται ότι η λειτουργία της Υπηρεσίας αυτής ήταν εντελώς ανεπαρκής, αφού δεν γινόταν προέλεγχος των εισερχομένων εγγράφων, δεν γινόταν έλεγχος των συνημμένων αν υπάρχουν ή όχι, δεν χρεώνονταν από τον Προϊστάμενο οι φάκελοι ώστε να υπάρχει υπάλληλος υπεύθυνος για κάθε φάκελο, ενώ οι φάκελοι διακινούνταν από τους ιδιώτες μηχανικούς κατά βούληση. Μάλιστα από την αρμόδια υπάλληλο του πρωτοκόλλου Συριανού και τον Προϊστάμενο Αγγελέτο Αργυρό, προέκυψε ότι ήταν δυνατή η υποβολή μόνο αιτήσεων χωρίς φακέλους, ενώ όσες είχαν συνημμένα φακέλους διακινούνταν από τους ιδιώτες μηχανικούς. Το συμπέρασμα της ΕΔΕ είναι ότι υπάρχουν τρεις εκδοχές για τη μη ανεύρεση των φακέλων. Ή δεν κατατέθηκαν ποτέ σχέδια αναθεώρησης παρά μόνο αιτήσεις, ή αυτά τα υπεξαίρεσε η Καθολική Εκκλησία μέσω των συμβούλων της ή αυτά παράπεσαν και χάθηκαν, ε) από την πρώτη σελίδα της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα Γ. Κ., όπου υπό τον τίτλο, σύντομο ιστορικό του έργου, αναφέρει μεταξύ άλλων "...Σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 12.11.2009 στο ΤΕΕ, παρουσία των δικηγόρων του ΤΕΕ, των μηχανικών και του πραγματογνώμονα, ο Σ. Π. και οι δικηγόροι του παρείχαν τη διαβεβαίωση ότι έχουν τα σχέδια και τις μελέτες αναθεώρησης και δεσμεύτηκαν να τις χορηγήσουν στην Καθολική Επισκοπή εντός προθεσμίας 3 - 4 ημερών. Ο Σ. Π. μάλιστα προθυμοποιήθηκε να φωτοτυπήσει τις μελέτες και τα σχέδια και να τα χορηγήσει στην Καθολική Επισκοπή, πλην όμως μετά πάροδο 15 ημερών δεν είχε λάβει η Επισκοπή τα αντίγραφα και ο εκπρόσωπός της ζήτησε να καθορισθεί ημερομηνία παραλαβής των αντιγράφων, τα οποία τελικά ουδέποτε παραδόθηκαν". Από την άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης σαφώς προκύπτει ότι οι φάκελοι των αναθεωρήσεων δεν είχαν παραδοθεί ποτέ στην εναγομένη μέχρι το 2009, όπου και αυτή αναζητούσε τις μελέτες, οι οποίες παρά την υπόσχεση του υποκαθισταμένου μηχανικού δεν χορηγήθηκαν, στ) από την από 2.3.2006 επιστολή του Επισκόπου Φ. Π. προς τον γενικό επιβλέποντα το έργο Ά. Δ., στον οποίο ο ανωτέρω νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης παραπονείται ότι "...από το καλοκαίρι του 2003 ζητώ μία ολοκληρωμένη σειρά σχεδίων για να ζητήσω μία επιχορήγηση είτε από κάποιο κρατικό φορέα, είτε από κάποιον Οργανισμό της Καθολικής Εκκλησίας ... πρέπει να τακτοποιηθούν όλα τα νομικά θέματα που εκκρεμούν ώστε η οικοδομή να είναι νόμιμη σε όλα, πρέπει να πάρουμε αναθεώρηση της άδειας ... θέλω να μου παρουσιάσετε τις τεχνικές μελέτες, οι οποίες υπάρχουν, σύμφωνα με όσα μου έγραψες, αλλά δεν τις είδα ποτέ". Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από το υπ' αριθ. 3581/2008 έγγραφο της Πολεοδομίας …, στο οποίο αναγράφεται ότι "Σε απάντηση του σχετικού, σας γνωρίζουμε ότι ύστερα από έλεγχο στο πρωτόκολλο της Υπηρεσίας μας, έχουν κατατεθεί φάκελοι αναθεώρησης με αριθ. πρωτ. 405 και 406/27.2.2004 ...", καθόσον η συντάξασα το έγγραφο αυτό Μ. Κ. στην άνω ΕΔΕ κατέθεσε ότι το έγγραφο αυτό εξεδόθη χωρίς να γίνει ιδιαίτερη έρευνα στο αρχείο της υπηρεσίας, απλά με την επίδειξη του βιβλίου του πρωτοκόλλου, ούτε από το υπ' αριθμ. 840/7.4.2009 έγγραφο της Πολεοδομίας, στο οποίο αναγράφεται ότι "... κατατέθηκαν φάκελοι αναθεώρησης, που φαίνεται να μην έχουν χρεωθεί για ενέργειες σε κάποιον υπάλληλο της πολεοδομίας...", αφού όπως εκτέθηκε ήταν δυνατή η κατάθεση μόνο αίτησης και η διακίνηση των φακέλων γινόταν από τους ιδιώτες μηχανικούς κατά τρόπο αντιδεοντολογικό, σύμφωνα με την ανωτέρω ΕΔΕ. Ομοίως δεν αναιρούνται από το υπ' αριθμ. 3478/4.11.2010 έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Θήρας, το οποίο αναφέρεται ότι έχουν κατατεθεί αιτήσεις ανασύστασης φακέλων και δεν αφορά στους φακέλους που δεν έχουν ανευρεθεί, ούτε από το υπ' αριθμ 1489/2009 και 1451/2009/14.7.2009 έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Θήρας, στο οποίο αναγράφεται ότι έχουν κατατεθεί στην Πολεοδομία αιτήσεις και αναγράφει επιπλέον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την έκδοση οικοδομικής αδείας, αλλά ούτε και από το υπ' αριθμ. 35/2015 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αιγαίου, που απεφάνθη να μην γίνει κατηγορία κατά των υποκαθισταμένων μηχανικών για απόπειρα απάτης στο Δικαστήριο, αφού αυτό δεν έκρινε επί της ουσίας της υπόθεσης, αλλά μόνο επί εσφαλμένης εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 386 ΠΚ σχετικά με ασάφειες του προσβαλλομένου υπ' αριθμ. 45/2014 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημ/κών Νάξου. Επιπλέον η κατάθεση της συνεργάτιδος της Σ. Ν. Χ. Κ. στην υπ' αριθμ, 2425/2010 ένορκη βεβαίωση της περί παράδοσης φακέλων των αναθεωρήσεων στον ιερέα Ν. Κ. δεν κρίνεται πειστική, αφού έρχεται σε αντίθεση με όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία και δόθηκε πολύ αργότερα (6 έτη μετά την υποτιθέμενη παράδοση των φακέλων προς διευκόλυνση της συνεργάτιδός της μηχανικού. Επομένως με βάση όλα τα ανωτέρω εκτεθέντα, σαφώς προκύπτει ότι οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί ουδέποτε κατέθεσαν ολοκληρωμένες και πλήρεις μελέτες για την αναθεώρηση των άνω οικοδομικών αδειών, ούτε βεβαίως είχαν παραδώσει τέτοιες μελέτες στον Επίσκοπο Φ. Π., αλλά αντίθετα αυτοί εκτελούσαν το έργο με αργούς ρυθμούς, παρά τα προβλήματα τεχνικής φύσεως που είχαν ανακύψει, και έδιναν εντολές στον εργολάβο Οικονομάκη για συνέχιση εργασιών με μελέτες και οδηγίες που διαρκώς μεταβάλλονταν, όπως στην ανωτέρω επιστολή του ανέφερε ο Ά. Δ.. Περαιτέρω, πλήρως απεδείχθη ότι το έργο καθυστέρησε χωρίς υπαιτιότητα της εναγομένης, και παρά το γεγονός ότι μέχρι και το τέλος περίπου του έτους 2004 είχε καταβάλει για την ολοκλήρωση του έργου ένα σημαντικό ποσό και επιθυμούσε την ολοκλήρωσή του. Η καθυστέρηση αυτή φαίνεται και στην από 2.12.2002 επιστολή του Φ. Π. προς τον Ά. Δ., όπου αναφέρει ότι "πέρασε ένας χρόνος από τότε που ανακαλύψατε τη ρωγμή του εδάφους και έπρεπε να κάνετε μετατροπές. Ο δον Ν. με πληροφορεί ότι οι εργασίες έχουν σταματήσει και περιμένουν σχέδιο ...". Εξάλλου απεδείχθη ότι από τον Φεβρουάριο του 2004, οπότε υποβλήθηκαν οι ως άνω αιτήσεις αναθεώρησης, μέχρι το τέλος του 2004, οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί συνέχισαν τις εργασίες, χωρίς εμπεριστατωμένη μελέτη, αλλά με συνεχώς μεταρρυθμιζόμενα σχέδια και χωρίς ν' αναμένουν την αναθεώρηση των αδειών, ώστε η όλη οικοδομή να είναι [ενν. μη] νόμιμη, παρά τη ρητή εντολή της εναγομένης περί τήρησης της νομιμότητας εκ μέρους της. Περί τα τέλη του 2004 οι σχέσεις των δύο πλευρών κλονίσθηκαν, λόγω του αργού ρυθμού των εργασιών, σε συνδυασμό με το αυξημένο κόστος κατασκευής για το [ενν. έργο των] εκσκαφών, για το οποίο υπήρξαν αντιρρήσεις της εναγομένης, αλλά και της μη αναθεώρησης των αδειών για να προχωρήσει το έργο νόμιμα. Τα ανωτέρω τα δέχεται ακόμα και ο εξετασθείς στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο μάρτυς του ενάγοντος Μ. Κ., ο οποίος κατέθεσε μεταξύ άλλων ότι "... Τον Οκτώβρη 2004 η εναγομένη σταμάτησε να τους πληρώνει... Η Καθολική Επισκοπή ισχυριζόταν ότι οι τιμές των εκσκαφών ήταν μεγαλύτερες από αυτές που η ίδια είχε βρει...". Ο επίσκοπος Φ. Π., προκειμένου να διαπιστώσει εάν οι παραπάνω υποψίες του ήταν βάσιμες και κυρίως εάν τηρήθηκε η νομιμότητα σε σχέση με τα προβλεπόμενα στις υπ' αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικές άδειες, απευθύνθηκε περί το Νοέμβριο του 2005 σε ομάδα εμπειρογνωμόνων, τελούσα υπό τη καθοδήγηση του Ι. Σ., αρχιτέκτονα - μηχανικού και μέλη τους μηχανικούς Σ. Π. - Φ. και Ε. Κ., η ομάδα δε αυτή, αφού μελέτησε τους φακέλους των υπ' αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών, έκανε αυτοψία του χώρου και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η "νέα ισόγειος οικοδομή" διέφερε από την εγκεκριμένη με την υπ' αριθ. 50/1977 οικοδομική άδεια ως προς τη θέση του κτιρίου, τις διαστάσεις και το εμβαδόν, το σχήμα και τις πλάγιες αποστάσεις, με αποτέλεσμα το κτίριο να καθίσταται εξ ολοκλήρου αυθαίρετο. Οι ανωτέρω αυθαίρετες κατασκευές επιβεβαιώνονται από την υπ' αριθ. πρωτ. 2255/2010 έκθεση αυτοψίας της Πολεοδομίας, όπου εμφαίνονται οι οικοδομικές δραστηριότητες καθ' υπέρβαση των οικοδομικών αδειών κατά παράβαση του άρθρου 22 ΓΟΚ και επιβάλλεται στην εναγομένη πρόστιμο ανέγερσης 314.734,40 ευρώ, καθώς και ετήσιο πρόστιμο διατήρησης 157.008,68 ευρώ. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και η πραγματογνωμοσύνη του Γ. Κ., κατά την οποία παρατηρήθηκαν υπερβάσεις των οικοδομικών αδειών για λόγους ασφαλούς έδρασης του ακινήτου. Ο ισχυρισμός των υποκαθισταμένων μηχανικών - προσθέτως παρεμβαινόντων ότι η αναθεώρηση των οικοδομικών αδειών δεν εκδόθηκε, λόγω της μη καταβολής της αμοιβής τους από την εναγομένη είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον η αναθεώρηση των οικοδομικών εργασιών δεν έγινε ποτέ λόγω μη υποβολής των μελετών και σε κάθε περίπτωση αυτοί, ως μηχανικοί, όφειλαν να μην προβούν σε παράβαση του άρθρου 22 του ΓΟΚ, δημιουργώντας αυθαίρετες κατασκευές, αλλά όφειλαν πρώτα να λάβουν την αναθεώρηση των αδειών και κατόπιν να προχωρήσουν την κατασκευή του οικοδομήματος, επί πλέον δε, είναι παράλογο να έχει ήδη ξοδευτεί ένα πολύ μεγάλο ποσό για την μέχρι τότε εκτέλεση του έργου από την εναγομένη, η οποία επιθυμούσε διακαώς την αποπεράτωσή του και την τήρηση της νομιμότητας και να μην καταβάλλει το απαιτούμενο για την έκδοση των αναθεωρήσεων ποσό αμοιβής τους. Μετά τη διαπίστωση εκ μέρους της εναγομένης των αυθαίρετων κατασκευών του ακινήτου, παρά τη ρητή εντολή της για το αντίθετο, της καθυστέρησης των εργασιών και του αυξημένου κόστους, για το οποίο ο επιβλέπων μηχανικός δεν έδωσε λύση, η εναγομένη αποφάσισε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, αποστέλλοντας στους υποκαθιστάμενους μηχανικούς την από 16.2.2008 δήλωση υπαναχώρησης που κοινοποιήθηκε σ' αυτούς στις 14.3.2008 (βλ. υπ' αριθμ. …70/14.3.2008 και ….798/3.3.2008 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητριών στο Πρωτοδικείο Νάξου και Αθηνών αντίστοιχα Ι. Φ. και Ο. Δ.). Στις ανωτέρω δηλώσεις υπαναχώρησης η εναγομένη εκθέτει ότι υπαναχωρεί των συμβάσεων, λόγω καθυστέρησης του έργου (όφειλε να έχει αποπερατωθεί τον Φεβρουάριο του 2002), για το οποίο δεν είχαν συνταχθεί τα κατάλληλα σχέδια, ούτε έχουν παραδοθεί σ' αυτήν. Η άνω υπαναχώρηση της εναγομένης, η οποία δεν συνιστά την εκ του άρθρου 700 ΑΚ προβλεπομένη καταγγελία, έχει ως αποτέλεσμα την αναδρομική λύση της σύμβασης και την υποχρέωση απόδοση[ς] των εκατέρωθεν παροχών, που τυχόν έχουν εκτελεσθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Ο ισχυρισμός των υποκαθισταμένων μηχανικών - προσθέτως παρεμβαινόντων περί καταχρηστικότητας της άνω υπαναχώρησης, που καθ' υποφοράν εκθέτουν στην αγωγή τους, αλλά και με τις προτάσεις τους σε αντίκρουση της προβληθείσας από την εναγομένη ένστασης υπαναχώρησης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι πλήρως απεδείχθη ότι οι εναγόμενοι [ενν. οι προσθέτως παρεμβαίνοντες] αθέτησαν τη συμβατική τους υποχρέωση έγκαιρης αποπεράτωσης του έργου, έστω και αν αυτό δεν οφείλεται σε αποκλειστικό πταίσμα τους, δεν συνέταξαν και ουδέποτε παρέδωσαν στην εναγομένη ολοκληρωμένα τοπογραφικά και μελέτες αναθεώρησης των άνω οικοδομικών αδειών, επί πλέον δε κατέστησαν την εναγομένη κύριο αυθαίρετου κτίσματος με κίνδυνο επιβολής σ' αυτήν σημαντικών προστίμων. Επομένως η εναγομένη δεν έχει υποχρέωση από τη σύμβαση έργου προς καταβολή της αμοιβής των άνω μηχανικών (που περιλαμβάνει εκτός από την αμοιβή για τις μελέτες, την αμοιβή για την επίβλεψη και την επιμέτρηση του έργου) λόγω της υπαναχώρησής της, αυτοί δε έχουν αξίωση για αμοιβή μόνο από το άρθρο 904 ΑΚ για την ωφέλεια που αποκόμισε η εναγομένη για το τμήμα του έργου που εκτελέσθηκε υπό την επίβλεψή τους μέχρι την υπαναχώρηση και μπορεί να χρησιμοποιηθεί νόμιμα. Ενόψει όλων αυτών η υπό κρίση αγωγή, με την οποία οι υποκαθιστάμενοι μηχανικοί επιδιώκουν την είσπραξη της αμοιβής τους με βάση τη σύμβαση έργου, που κατήρτισαν με την εναγομένη είναι απορριπτέα ως αβάσιμη. Σημειώνεται ότι επί όμοιας αγωγής του γενικού επιβλέποντος μηχανικού Ά. Δ. κατά της εναγομένης, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 105/2013 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αιγαίου (έχει ήδη εκδοθεί εισήγηση του Εισηγητή Αρεοπαγίτη περί απόρριψης αιτήσεως αναιρέσεως κατ' αυτής, αλλά δεν προσκομίζεται απόφαση του Αρείου Πάγου), η οποία έκρινε ότι δεν παραδόθηκαν μελέτες με τις αιτήσεις αναθεώρησης των οικοδομικών αδειών και νομίμως υπαναχώρησε από τη σύμβαση η εναγομένη. Είναι βέβαια αληθές ότι οι ως άνω υποκαθιστάμενοι μηχανικοί αθωώθηκαν κατά πλειοψηφία αμετάκλητα με την υπ' αριθ. 128/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημ/των Αιγαίου για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, που αφορούσε την κατάθεση φακέλων στην Πολεοδομία, πλην όμως από την άνω αθωωτική γι' αυτούς απόφαση δεν δημιουργείται για την εναγομένη δεσμευτικό για το παρόν πολιτικό Δικαστήριο δεδικασμένο (ΑΠ 874/2015 δημ. ΝΟΜΟΣ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται με την παρούσα, δεν έσφαλλε κατ' αποτέλεσμα και συνεπώς οι λόγοι έφεσης του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και των προσθέτως παρεμβαινόντων μηχανικών και οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης περί επιδίκασης αμοιβής για την επίβλεψη και τις επιμετρήσεις, καθώς και περί επιδίκασης αμοιβής για τη μελέτη των σχεδίων λόγω παράδοσής τους στην εναγομένη και υποβολής τους στην Πολεοδομία, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι". Στη συνέχεια το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμες κατ' ουσία α) την από 8.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 23/11.7.2011 έφεση του ενάγοντος και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ", ως κατά νόμο υποκατάστατου για την καταβολή της οφειλομένης σε μηχανικούς αμοιβής, β) την από 7.7.2011 και με αριθ. κατάθ. 24/11.7.2011 έφεση των προσθέτως παρεμβάντων μηχανικών υπέρ του άνω ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. και ήδη δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων και γ) τους με ίδιο δικόγραφο ασκηθέντες πρόσθετους λόγους έφεσης των ως άνω εκκαλούντων - προσθέτως παρεμβάντων, τις οποίες συνεκδίκασε, κατά της οριστικής απόφασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, επικυρώνοντας έτσι την ομοίως κατ' αποτέλεσμα αποφανθείσα με (εν μέρει) διαφορετική αιτιολογία ως άνω οριστική απόφαση, της οποίας αντικατέστησε κατά το άρθρο 534 του ΚΠολΔ τις αιτιολογίες.

Με την κρίση του αυτή το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου τις διατάξεις των άρθρου 681, 686 εδ. α, 389 παρ.2 αναλόγως εφαρμοζομένη, 694 του ΑΚ και 104 παρ.2 του Π.Δ/τος 696/1974, τις οποίες αντιθέτως ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ορθώς δεν εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 700 του ΑΚ που δεν ήταν εφαρμοστέα στην ένδικη υπόθεση, παραλλήλως δε διέλαβε πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις ή ενδοιαστικές κρίσεις αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο, σχετικά με την έλλειψη υποχρέωσης καταβολής αμοιβής εκ μέρους της αναιρεσίβλητης ... προς το πρώτο των αναιρεσειόντων Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, ως εκ του νόμου υποκατάστατο των δεύτερης και τρίτου αναιρεσειόντων μηχανικών, με βάση την επικαλουμένη από αυτούς σύμβαση έργου, καθότι, κατά τις αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης, ως προς μεν την ανάθεση της εκπόνησης της μελέτης αναθεώρησης των εκδοθεισών με αριθ. 50 και 51/1997 αδειών οι δεύτερος και τρίτη των αναιρεσειόντων ουδέποτε προέβησαν στην εκπόνηση των οριστικών σχεδίων και μελετών αναθεώρησης των πιο πάνω αδειών, ούτε παρέδωσαν αυτά ποτέ στην αναιρεσίβλητη ή συνυπέβαλλαν αυτά με τις με αριθ. 405 και 406/24.2.2002 αιτήσεις αναθεώρησης προς το Πολεοδομικό Γραφείο … και κατά συνέπεια δεν δικαιούνται να λάβουν αμοιβή για το έργο αυτό, ως προς δε την επίβλεψη και επιμέτρηση του κατασκευαζομένου οικοδομικού έργου η εργοδότρια ... νομίμως υπαναχώρησε της (όλης) σύμβασης έργου για τους εκτιθέμενους στην προσβαλλόμενη απόφαση λόγους πριν την ολοκλήρωσή του και αφού είχε προ πολλού παρέλθει ο συμβατικός χρόνος ολοκλήρωσης των οικοδομικών εργασιών. Ειδικότερα: Α) με τον από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ τέταρτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 104 παρ.2 του Π.Δ/τος 696/1974, καθότι, όπως προέκυψε από το αποδεικτικό υλικό, οι δεύτερος και τρίτος εξ αυτών εκπόνησαν τις αναγκαίες μελέτες για την αναθεώρηση των αρχικών οικοδομικών αδειών, παρέδωσαν αυτές στην αναιρεσίβλητη ... που έλαβε γνώση του περιεχομένου αυτών και υπέβαλαν αυτές στην Πολεοδομία …. με τις αιτήσεις αναθεώρησης, η δε σχετική διαδικασία δεν ολοκληρώθηκε λόγω της άρνησης της αναιρεσίβλητης να προβεί στην πληρωμή της αμοιβής τους που κατέστησε μη δυνατή τη συμπλήρωση των οικείων φακέλων και ότι σε κάθε περίπτωση δικαιούνται αμοιβής για την εκπόνηση των μελετών, καθότι εκπόνησαν αυτές. Ο λόγος αυτός πρέπει ν' απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, που επί της ουσίας δέχθηκε τ' αντίθετα (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ). Β) με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πέμπτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια της ύπαρξης αντιφατικών αιτιολογιών μεταξύ της παραδοχής της προσβαλλόμενης απόφασης ότι δεν συντάχθηκαν μελέτες για την αναθεώρηση των αδειών και της παραδοχής ότι κατασκευάσθηκαν αυθαίρετα οικοδομήματα, στα οποία όφειλαν να μην προβούν οι δεύτερη και τρίτος των αναιρεσειόντων, παραβιάζοντας έτσι τον ΓΟΚ. Μεταξύ των εν λόγω παραδοχών δεν υφίσταται αντίφαση, διότι ακριβώς οι διενεργούμενες οικοδομικές εργασίες, παρά την παράλειψη έκδοσης της τυχόν απαιτουμένης αδείας αναθεώρησης, επάγονται εκ του πράγματος την κατασκευή αυθαιρέτου οικοδομής, εφόσον η τελευταία οικοδομείται κατά παρέκκλιση των όρων της αρχικά εκδοθείσας οικοδομικής άδεια ή μετά την λήξη αυτής. Ούτε άλλωστε η προσβαλλομένη απόφαση όφειλε για την επάρκεια της αιτιολογίας της να διαλάβει περαιτέρω παραδοχές περί της δυνατότητας ή μη νομιμοποίησης των εν λόγω αυθαιρέτων κατασκευών εκ μέρους της αναιρεσίβλητης και τελικά περί της νομιμοποίησης ή μη αυτών από την αναιρεσίβλητη, για την ολοκλήρωση του ανατεθέντος από την τελευταία σε αυτούς έργου. Κατά συνέπεια ο περί του αντιθέτου πέμπτος λόγος αναίρεσης του κυρίως δικογράφου είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Γ) Με τον από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ έκτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι με το να δεχθεί ότι οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των έργων οφείλονταν (και) σε άλλους παράγοντες, όπως στις ενέργειες του επιβλέποντος αυτούς μηχανικού Ά. Δ. και όχι (μόνο) σε δική τους αποκλειστική υπαιτιότητα, παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 686 και 700 του ΑΚ. Σε συνάρτηση και σε συνάφεια με τον λόγο αυτό, με τον τέταρτο από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πρόσθετο λόγο αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες διαλαμβάνουν σε αυτόν ότι η επιβράδυνση της εκτέλεσης των οικοδομικών εργασιών δεν οφειλόταν στη μη εκπόνηση των σχεδίων από τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων για την αναθεώρηση των αδειών, αλλά σε καθυστερήσεις στην ανακατασκευή των ερειπομένων μοναστηριών και την κατασκευή του νέου κτηρίου από τον εργολάβο Π. Ο., ως και στις αναγκαίες τροποποιήσεις των αρχικών σχεδίων που απαιτούσε ο γενικός επιβλέπων το έργο Ά. Δ., μηχανικός, τον οποίο είχε ορίσει η αναιρεσίβλητη, με συνέπεια, με βάση την αρχή της σχετικότητας των ενοχών, η αναιρεσίβλητη να μην έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει κατά το άρθρο 686 εδ. α του ΑΚ από τη μεταξύ των διαδίκων σύμβαση έργου, εξαιτίας των καθυστερήσεων αυτών στην εκτέλεσή του. Συνακόλουθα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με το να κρίνει νόμιμη την από 16.2.2018 υπαναχώρηση, παραβίασε τη διάταξη αυτή, υποπίπτοντας στην από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια. Περαιτέρω ισχυρίζονται στον ίδιο πρόσθετο αναιρετικό λόγο ότι με το ν' αναφερθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στις ρυθμίσεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού παραβίασε εκ πλαγίου τη διάταξη του άρθρου 904 του ΑΚ. Τέλος προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ ίδιο (τέταρτο) πρόσθετο αναιρετικό λόγο την περαιτέρω πλημμέλεια ότι η προσβαλλόμενη απόφαση διαλαμβάνει ανεπαρκείς αιτιολογίες, καθότι μέχρι την υπαναχώρηση (16.2.2008) δεν είχε επιληφθεί των αυθαιρεσιών η πολεοδομία, την εμπλοκή της οποίας προκάλεσε η ίδια η αναιρεσίβλητη, και έτσι το έργο δεν είχε κριθεί μέχρι τότε αυθαίρετο, ούτως ώστε να δικαιολογείται η υπαναχώρηση, πέραν του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν καθορίζει το τμήμα του κατασκευασθέντος έργου που είχε κριθεί αυθαίρετο. Οι λόγοι αυτοί δεν είναι βάσιμοι. Και τούτο διότι αφενός μεν κατά το άρθρο 686 εδ. α του ΑΚ η επιβράδυνση στην εκτέλεση του έργου και μάλιστα πέραν των χρονικών ορίων που συμφωνήθηκαν για την περάτωσή του συνιστά αντικειμενικό λόγο που δικαιολογεί την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης εκ μέρους του εργοδότη, ανεξαρτήτως του εάν η επιβράδυνση αυτή οφείλεται σε υπαιτιότητα τρίτων προσώπων (ακόμη και αποκλειστική) ή σε λόγους ανωτέρας βίας, υπό τον όρο να μην ευθύνεται για την επιβράδυνση αυτή ο εργοδότης [τοιαύτη ευθύνη για την καθυστέρηση εκ μέρους της αναιρεσίβλητης δεν δέχθηκε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ότι συνέτρεξε], αφετέρου δε κατά το εδάφιο β της ίδιας διάταξης σε περίπτωση υπαίτιας εκ μέρους του εργολάβου μηχανικού επιβράδυνσης ο εργοδότης δικαιούται και πάλι να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και μάλιστα χωρίς ν' απαιτείται να θέσει προηγουμένως εύλογη προθεσμία για την ολοκλήρωση του έργου, εάν το μέτρο αυτό θα ήταν όλως άσκοπο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση μακροχρόνιας, ως εν προκειμένω, διακοπής της συνέχισης των οικοδομικών εργασιών [τοιαύτη συνυπαιτιότητα για την καθυστέρηση εκ μέρους της δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων δέχθηκε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ότι συνέτρεξε]. Δεν απαιτείτο δε για την εγκυρότητα της υπαναχώρησης να έχουν χαρακτηρισθεί κατά το χρόνο αυτής με πράξη της αρμόδιας διοικητικής αρχής αυθαίρετες οι γενόμενες από τον Π. Ο. κατασκευές, που έλαβαν χώρα υπό την επίβλεψη και επιμέτρηση των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων (για την οποία αξιώνεται από αυτούς αμοιβή), αφού την ιδιότητα του αυθαιρέτου έφερε το οικοδομικό έργο από την κατασκευή του και λόγω αυτής, συνεπεία της έλλειψης της κατά νόμο απαιτουμένης άδειας αναθεώρησης, ούτε απαιτείτο για την πληρότητα της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης η αναφορά του τμήματος του οικοδομικού έργου που είχε κατασκευασθεί αυθαίρετα. Μάλιστα η προσβαλλομένη απόφαση δέχθηκε ανελέγκτως ότι εξαιτίας (προφανώς) της μεταβολής της θέσης του νέου κτηρίου, αυτό ήταν "εξ ολοκλήρου" αυθαίρετο. Ούτε επίσης το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εκ πλαγίου παραβίασε τη διάταξη του άρθρου 904 του ΑΚ, την οποία άλλωστε δεν εφάρμοσε, αλλά παρεμπιπτόντως και πλεοναστικώς διέλαβε αυτήν στο σκεπτικό του, ως διάταξη στην οποία μπορεί να στηριχθούν τυχόν αξιώσεις των συμβαλλομένων μετά την εξ υπαρχής (ex tunc) ανατροπή της συμβατικής σχέσης, λόγω υπαναχώρησης από αυτήν κάποιου εκ των συμβληθέντων μερών. Εξ άλλου η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι η αναιρεσίβλητη με την από 16.2.2008 εξώδικη δήλωσή της προς τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων υπαναχώρησε από την μεταξύ τους σύμβαση έργου για τους εκτιθέμενους σε αυτήν λόγους (αυθαίρετες κατασκευές, καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του έργου και αύξηση του κόστους) και δεν δέχθηκε ότι η αναιρεσίβλητη κατήγγειλε τη μεταξύ τους σύμβαση κατά το άρθρο 700 του ΑΚ, την εφαρμογή του οποίου ρητώς απέκρουσε, διαλαμβάνοντας μάλιστα στο σκεπτικό της ότι "Η ως άνω υπαναχώρηση της εναγομένης, η οποία δεν συνιστά την εκ του άρθρου 700 του ΑΚ καταγγελία ...".Τέλος το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν ταύτισε και μάλιστα "απαραδέκτως" τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με τα όσα έγιναν δεκτά με την με αριθ. 105/2013 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αιγαίου επί ανάλογης κατά περιεχόμενο αγωγής του Ά. Δ. κατά της αναιρεσίβλητης, αλλά κατά την εκτίμηση του ενώπιον της προσβαλλομένης απόφασης προσκομισθέντος αποδεικτικού υλικού συνεκτίμησε αυτήν, ως όφειλε κατά τα άρθρα 340 και 346 του ΚΠολΔ, ως δικαστικό τεκμήριο και συνεπώς ο έκτος λόγος αναίρεσης του κυρίως δικογράφου κατά το μέρος αυτό είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, καθότι αφορά την επί της ουσίας αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ). Κατά τα λοιπά, οι ως άνω περί του αντιθέτου από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ έκτος λόγος αναίρεσης του κυρίως δικογράφου και τέταρτος πρόσθετος λόγοι αναίρεσης είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Δ) με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πρώτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, μεταξύ άλλων, οι περαιτέρω πλημμέλειες: α) ότι δεν διαλαμβάνει με επάρκεια τους λόγους για τους οποίους κατέληξε σε αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα σε σχέση με το αποδεικτικό πόρισμα της με αριθ. 128/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου, που αθώωσε τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων δεχόμενο ως κατ' ουσίαν βάσιμους τους αντιθέτους ισχυρισμούς αυτών, β) ότι δεν εξηγεί κατά ποίο τρόπο συνεχίζονταν οι οικοδομικές εργασίες, χωρίς να έχουν κατατεθεί προηγουμένως σχέδια μελετών που υποβλήθηκαν με τις αιτήσεις αναθεώρησης, γ) ότι δεν δικαιολογείται η αυξημένη αξιοπιστία του γενικώς επιβλέποντος μηχανικού Ά. Δ., ο οποίος εκπροσωπούσε την αναιρεσίβλητη, σε σχέση με το περιεχόμενο δημοσίων εγγράφων, δ) ότι η δεύτερη και τρίτος των αναιρεσειόντων είχαν πλήρως ανταποκριθεί στα καθήκοντά τους, τελώντας υπό την εποπτεία του Ά. Δ. και ε) ότι δεν εξηγούνται οι λόγοι για την καθυστερημένη άσκηση της υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου εκ μέρους της αναιρεσίβλητης (2008) σε σχέση με τον επικαλουμένο από την τελευταία λόγο της μη εκπόνησης των αναγκαίων μελετών (2004). Επίσης με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πέμπτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η περαιτέρω πλημμέλεια της ύπαρξης αντιφατικής αιτιολογίας καθότι ενώ δέχεται ότι γενικώς επιβλέπων του όλου έργου ήταν ο Ά. Δ., υπό την επίβλεψη, οδηγίες και έγκριση αυτού συντάσσονταν από τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων τα αναγκαία σχέδια, δεν αιτιολογεί πως ολοκληρώθηκαν τα οικοδομικά έργα σε μεγάλο ποσοστό χωρίς να υπάρχουν σχέδια, αφού η προσβαλλομένη απόφαση δεν δέχθηκε ότι αυτά έφεραν κατασκευαστικά ελαττώματα. Οι επικαλούμενες ως άνω αιτιάσεις δεν αφορούν ως εκ του περιεχομένου τους αντιφάσεις ή ανεπάρκειες των παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά πραγματικά επιχειρήματα υπέρ των απόψεων των αναιρεσειόντων και συνεπώς δεν ιδρύουν αναιρετικό λόγο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ. Επισημαίνεται πάντως ότι αφενός μεν η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει αναλυτικές και σαφείς αιτιολογίες με βάση το προσκομισθέν αποδεικτικό υλικό, που δικαιολογεί το αντίθετο σε σχέση με την με αριθ. 128/2015 ποινική απόφαση αποδεικτικό της πόρισμα, αφετέρου δε ότι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, η άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης είναι απρόθεσμη και μπορούσε να γίνει οποτεδήποτε πριν την ολοκλήρωση του έργου, όπως συνέβη στην ένδικη υπόθεση με βάση τις παραδοχές του Εφετείου. Ε) με τον από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πέμπτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης αποδίδονται κατά τα λοιπά στην προσβαλλόμενη απόφαση οι περαιτέρω πλημμέλειες της ύπαρξης αντιφατικών αιτιολογιών: α) ότι, ενώ προέκυψε από τις αποδείξεις ότι για κάθε τμηματική παράδοση συντάσσονταν από τον εργολάβο Π. Ο. χωριστός λογαριασμός με βάση σχετικές επιμετρήσεις, δεν αιτιολογείται για ποίο λόγο οι ίδιοι δεν πληρώθηκαν, αφού τα κτήρια κατασκευάσθηκαν με βάση τα δικά τους σχέδια και β) ότι, ενώ προέκυψε από το αποδεικτικό υλικό ότι οι γενόμενες υπερβάσεις στην κατασκευή των κτιρίων οφείλονταν σε απρόβλεπτα προβλήματα (υπόσκαφα, γεωλογικά ρήγματα κλπ) που καθιστούσαν αναγκαίες τις αλλαγές σχέση με τα προβλεπόμενα στις με αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικές άδειες, οι οποίες δεν μπορούσαν να εφαρμοσθούν και μάλιστα οι σχετικές υπερβάσεις έγιναν για λόγους ασφαλούς θεμελίωσης των κτιρίων και ότι η μη έκδοση των αναθεωρήσεων των ως άνω αρχικών αδειών οφειλόταν στην άρνηση της αναιρεσίβλητης να προκαταβάλει την αμοιβή των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσίβλητων προς συμπλήρωση των φακέλων, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αρνήθηκε να επιδικάσει την οφειλόμενη σε αυτούς αμοιβή, παρόλο που κατά νόμο αμοιβή οφείλεται ακόμη και εάν το παραδοθέν έργο έχει ελαττώματα, για τα οποία ο εργοδότης έχει τα εκ των άρθρων 688 - 690 του ΑΚ δικαιώματα. Ο λόγος αυτός, κατά το μέρος που υπό την επίφαση συνδρομής αναιρετικού λόγου πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη αντίθετη κρίση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου με αναφορά μάλιστα στις αποδείξεις είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ). Κατά το μέρος δε που ο λόγος αυτός αναφέρεται στην υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλει στον εργολάβο την οφειλομένη αμοιβή κατά την παράδοση του έργου, έστω και αν αυτό έχει ελαττώματα, πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμος, καθότι ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, αφού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε ότι πριν την ολοκλήρωση του έργου η αναιρεσίβλητη υπαναχώρησε από την σύμβαση με συνέπεια την εξ υπαρχής (ex tunc) ανατροπή της και επομένως δεν δέχθηκε το όλο έργο της επίβλεψης και επιμέτρησης είχε ήδη εκτελεσθεί από την δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων και παραδοθεί στην αναιρεσίβλητη (ΑΠ 1243/2005) μέχρι το χρόνο αυτό, ούτε δέχθηκε ότι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των μερών η τμηματική καταβολή της αμοιβής των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων εκ μέρους της αναιρεσίβλητης, με αποτέλεσμα οι επικαλούμενες διατάξεις να μην ευρίσκουν έδαφος εφαρμογής. Kατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 11 περίπτ. γ του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και εάν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από δε τις διατάξεις των άρθρων 335, 338 έως 340 και 346 του ιδίου Κώδικα συνάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να διαγνώσει την αλήθεια των πραγματικών ισχυρισμών που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι. Δεν επιβάλλεται όμως η διενέργεια ειδικής μνείας ή ξεχωριστής αξιολόγησης ενός εκάστου αποδεικτικού στοιχείου στην δικαστική απόφαση. Δεν αποκλείεται βεβαίως το δικαστήριο της ουσίας να μνημονεύσει και εξάρει μερικά από τα αποδεικτικά μέσα, λόγω της κατά την ελεύθερη κρίση του μεγαλύτερης σημασίας τους, αρκεί για τον αναιρετικό έλεγχο να προκύπτει με βεβαιότητα το ότι από τη γενική, κατ' είδος αναφορά στα αποδεικτικά μέσα, καθίσταται βέβαιο ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που υποβλήθηκαν στη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, χωρίς κανένα να παραληφθεί (ΟλΑΠ 8/2016, ΟλΑΠ 42/2002). Για να ιδρυθεί ο ανωτέρω λόγος αρκεί, παρά τη βεβαίωση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου ότι λήφθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα (στα οποία περιλαμβάνονται οι ένορκες βεβαιώσεις και τα έγγραφα), να καταλείπονται με βάση το όλο περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασης αμφιβολίες για το αν το συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο λήφθηκε και συνεκτιμήθηκε μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις για το σχηματισμό δικανικής πεποίθησης επί ενός ουσιώδους ισχυρισμού (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 322/2011, ΑΠ 371/2009). Ειδικότερα οι γνωμοδοτήσεις προσώπων με ειδικές γνώσεις (άρθ. 390 του ΚΠολΔ), όπως είναι οι τεχνικές εκθέσεις ιδιωτικής πραγματογνωμοσύνης, δεν συνιστούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, αλλά έγγραφο με ειδική ρύθμιση από το νόμο, το οποίο εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο της ουσίας, και κατά συνέπεια δεν απαιτείται να μνημονεύεται ειδικά από το εν λόγω δικαστήριο, ούτε ν' αντιδιαστέλλεται από τα άλλα αποδεικτικά έγγραφα και γενικότερα από τα άλλα αποδεικτικά μέσα, που λήφθηκαν υπόψη για το σχηματισμό της κρίσης αυτού (ΟλΑΠ 848/1981, ΑΠ 1114/2008, ΑΠ 996/2007), σε αντίθεση προς τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που διατάχθηκαν από το δικαστήριο στο πλαίσιο της ανοιγείσας δίκης (άρθ. 368 επ. του ΚΠολΔ), που συνιστούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο και πρέπει να μνημονεύονται ειδικά (ΑΠ 145/2008, ΑΠ 1594/2007). Πολλώ δε μάλλον, εάν τυχόν έγινε ειδική μνεία της προσκομισθείσας με επίκληση ιδιωτικής γνωμοδότησης στην προσβαλλόμενη απόφαση, από καμία διάταξη δεν συνάγεται ότι απαιτείται επί πλέον να διευκρινίζεται σε αυτήν ότι δεν πρόκειται περί δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, ούτε άλλωστε η παράλειψη της πιο πάνω διευκρίνισης ιδρύει αναιρετικό λόγο. Τέλος οι ένορκες βεβαιώσεις στον ειρηνοδίκη ή στον συμβολαιογράφο αποτελούν ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο σε σχέση με τους μάρτυρες και τα έγγραφα, και επομένως πρέπει να μνημονεύονται ειδικά στην απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη, η έλλειψη δε της μνείας αυτών δεικνύει ότι αυτές δεν λήφθηκαν υπόψη (ΑΠ 1105/2015, ΑΠ 767/2011, ΑΠ 1690/2010, ΑΠ 1901/2009, ΑΠ 2178/2009). Για την αναφορά της λήψης υπόψη συγκεκριμένης ένορκης βεβαίωσης από το δικαστήριο της ουσίας αρκεί η αναγραφή των στοιχείων αυτής στην προσβαλλόμενη απόφαση με μνεία του αριθμού αυτής, του οργάνου ενώπιον του οποίου αυτή έγινε και της κλήτευσης του αντιδίκου του προσκομίσαντος με επίκληση αυτήν διαδίκου, ενώ δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο προσδιοριστικό αυτής η αναγραφή του ονοματεπωνύμου του μάρτυρος που έδωσε την ένορκη βεβαίωση. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο από τον αριθμό 11 περ. γ του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι δεν προκύπτει αδιαστίκτως ότι αυτή έλαβε υπόψη της: α) την με αριθμό 128/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου (της οποίας μάλιστα παραθέτουν στο αναιρετήριο το σκεπτικό της πλειοψηφίας), με την οποία αθωώθηκαν οι προσθέτως παρεμβαίνοντες μηχανικοί και ήδη δεύτερη και τρίτος των αναιρεσειόντων των αξιοποίνων πράξεων της ψευδορκίας μάρτυρα που τους είχαν αποδοθεί, καθότι κρίθηκε από το ποινικό δικαστήριο ότι αυτοί κατά την υποβολή στην Πολεοδομία … των με αριθ. 405 και 406/27.2.2004 αιτήσεων αναθεώρησης των με αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών είχαν συνυποβάλλει αρχιτεκτονικά και στατικά σχέδια και ότι η μη αναθεώρηση των αδειών οφειλόταν στο ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης Επίσκοπος Φ. Π., μολονότι γνώριζε περί των φακέλων αναθεώρησης και παρόλο που είχε ενημερωθεί προφορικά από τους άνω μηχανικούς [εκεί κατηγορουμένους] περί της ανάγκης καταβολής της αμοιβής και των σχετικών φορολογικών υποχρεώσεων προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία αναθεώρησης, δεν προέβη στις σχετικές ενέργειες, με συνέπεια να μην προχωρήσει η διαδικασία για την έκδοση των αδειών αναθεώρησης, εξαιτίας του κλονισμού της εμπιστοσύνης του λόγω της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση του έργου και υπέρβασης του κόστους κατασκευής, ιδίως των εκσκαφών, με συνέπεια τη διακοπή των πληρωμών του εργολάβου τον Οκτώβριο του 2004 και β) την με αριθμό 1166/2016 απόφαση του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση αναίρεσης κατά της πιο πάνω με αριθ. 128/2015 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου, καθότι κρίθηκε ότι αυτή είχε την απαιτουμένη από το νόμο πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, έγγραφα τα οποία οι αναιρεσείοντες είχαν επικαλεσθεί και προσκομίσει με τις προτάσεις τους κατά την ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου δίκη. Περαιτέρω με τον τρίτο λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου και υπό την επίκληση αναιρετικής πλημμέλειας εκ του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι από τη ρητή αναφορά στα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, και της "έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού Γ. Κ." δημιουργείται ασάφεια σχετικά με το εάν πρόκειται για έκθεση πραγματογνωμοσύνης μετά από δικαστική απόφαση ή για ιδιωτική έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όπως συμβαίνει εν προκειμένω. Τέλος με τον από τον αριθμό 11 περ. γ του άρθρου 559 του ΚΠολΔ τρίτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι, ενώ μεταξύ των αποδεικτικών μέσων που έλαβε υπόψη της αναγράφονται και οι υπ' αριθ. ….25/15.11.2010 και ….26/15.11.2010 ένορκες βεβαιώσεις της συμβολαιογράφου Ό. Α. (των ιδίων), ως και η υπ' αριθ. ….76/16.9.2010 ένορκη βεβαίωση της συμβολαιογράφου Σ. Κ. (της αντιδίκου των), δεν αναφέρονται και τα ονοματεπώνυμα των μαρτύρων που έδωσαν τις πιο πάνω ένορκες βεβαιώσεις, μη αρκούσης μόνο της αναφοράς του αριθμού αυτών και του συντάξαντος αυτές συμβολαιογράφου, με συνέπεια να μην καθίσταται αδιαστίκτως βέβαιο ότι το δικαστήριο της ουσίας έλαβε αυτές υπόψη του και ιδίως ότι έλαβε υπόψη του την κατάθεση του μάρτυρός των Ά. Δ.. Από τη βεβαίωση όμως που περιέχεται στην προσβαλλομένη απόφαση (σελ. 9η) ότι λήφθηκαν υπόψη (μεταξύ άλλων αποδεικτικών στοιχείων) τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, καθώς και οι υπ' αριθμ. …25/15.11.2010 και …26/15.11.2010 ένορκες βεβαιώσεις της συμβολαιογράφου Ό. Α., που λήφθηκαν υπόψη μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της άλλης πλευράς και η υπ' αριθ. …76/16.9.2010 ένορκη βεβαίωση της συμβολαιογράφου Σ. Κ. που λήφθηκε υπόψη μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της άλλης πλευράς (με αναφορά των σχετικών εκθέσεων επίδοσης των δικαστικών επιμελητριών στο Πρωτοδικείο Νάξου Ι. Φ. - οι δύο πρώτες και Αθηνών Ο. Δ. - η τελευταία) σε συνδυασμό αφενός μεν με τη ρητή μνεία στο σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης της με αριθ. 128/2015 αθωωτικής κατά πλειοψηφία απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου με αναφορά μάλιστα στο ότι η (αντίθετη) κρίση του εν λόγω ποινικού Δικαστηρίου δεν δεσμεύει το παρόν πολιτικό Δικαστήριο, ως μη δημιουργούσα δεδικασμένο, αλλά και τον χαρακτηρισμό αυτής ως "αμετάκλητης", αφετέρου δε με το πλήρες και χωρίς αντιφάσεις και κενά ανωτέρω περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασης, δεν καταλείπεται καμιά αμφιβολία ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έλαβε υπόψη του α) τις ως άνω δικαστικές αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων και β) τις ως άνω ένορκες βεβαιώσεις, τις οποίες συνεκτίμησε με τις λοιπές αποδείξεις, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα. Από καμία διάταξη δεν απαιτείτο, πλην της μνείας του αριθμού των ενόρκων βεβαιώσεων, του οργάνου ενώπιον του οποίου αυτές έγιναν και της κλήτευσης του αντιδίκου του προσκομίσαντος με επίκληση αυτές διαδίκου, η περαιτέρω αναγραφή στην προσβαλλόμενη απόφαση του ονοματεπωνύμου των μαρτύρων που έδωσαν αυτές. Τέλος δεν απαιτείτο η περαιτέρω μνεία ότι η αναφερθείσα στα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα από την προσβαλλόμενη απόφαση "έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού Γ. Κ." ήταν ιδιωτική, καθότι το μεν η επικαλουμένη παράλειψη δεν ιδρύει λόγο από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, το δε η ειδική αναφορά αυτής από την προσβαλλόμενη απόφαση ήταν πλεοναστική και θα μπορούσε να είχε παραληφθεί.
Από τη διάταξη του αριθμού 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, κατά την οποία αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων, προκύπτει ότι ιδρύεται στην τελευταία αυτή περίπτωση λόγος αναίρεσης, και όταν το δικαστήριο προσέδωσε σε αποδεικτικό μέσο αυξημένη δύναμη, που δεν την είχε κατά νόμο ή αρνήθηκε να αναγνωρίσει τέτοια δύναμη σε αποδεικτικό μέσο που δεσμευτικά ορίζει ο νόμος. Τέτοια περίπτωση συντρέχει εάν το δικαστήριο της ουσίας δεν προσέδωσε στη δικαστική ομολογία ή στα δημόσια έγγραφα την αυξημένη αποδεικτική δύναμη που τους προσδίδει ο νόμος (ΑΠ 573/2018, ΑΠ 412/2011, ΑΠ 444/2009, ΑΠ 1517/2008, ΑΠ 961/2007, ΑΠ 648/1999). Αντίθετα δεν ιδρύεται ο λόγος αυτός στην περίπτωση που το δικαστήριο, συνεκτιμώντας ελεύθερα, κατά το άρθρ. 340 ΚΠολΔ, ίδιας αποδεικτικής δύναμης αποδεικτικά μέσα αποδίδει μικρότερη ή μεγαλύτερη βαρύτητα ή αξιοπιστία σε κάποιο ή κάποια από αυτά ή από εκείνη που ο αναιρεσείων θεωρεί ότι έχουν, αφού τότε η εκτίμηση αφορά την ουσία των πραγμάτων και είναι συνεπώς κατά το άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ αναιρετικά ανέλεγκτη (ΑΠ 1596/2014, ΑΠ 430/2016, ΑΠ 173/2016, ΑΠ 128/2014, ΑΠ 893/2012, ΑΠ 412/2011, ΑΠ 1531/2010, ΑΠ 109/2008). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 438 του ΚΠολΔ έγγραφα που έχουν συνταχθεί κατά τους νόμιμους τύπους από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό ή πρόσωπο που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία, αποτελούν πλήρη απόδειξη για όλους ως προς όσα βεβαιώνονται στο έγγραφο ότι έγιναν από το πρόσωπο που συνέταξε το έγγραφο η ότι έγιναν ενώπιόν του, αν το πρόσωπο αυτό είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο να κάνει αυτή τη βεβαίωση και ανταπόδειξη επιτρέπεται μόνο με προσβολή του εγγράφου ως πλαστού, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 440 του ιδίου Κώδικα τα έγγραφα που αναφέρονται στα άρθρα 438 και 439 αποτελούν πλήρη απόδειξη για όλους ως προς όσα βεβαιώνονται σ' αυτά, την αλήθεια των οποίων όφειλε να διαπιστώσει εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο, επιτρέπεται όμως ανταπόδειξη. Η τελευταία αυτή διάταξη του άρθρου 440 του ΚΠολΔ είναι συμπληρωματική της πρώτης και ρυθμίζει τις περιπτώσεις εκείνες που βεβαιώνεται στο δημόσιο έγγραφο ορισμένο γεγονός, την αλήθεια του οποίου όφειλε να διαπιστώσει εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο, οπότε ναι μεν υπάρχει και πάλι πλήρης απόδειξη, πλην όμως επιτρέπεται ανταπόδειξη, χωρίς ν' απαιτείται να προσβληθεί το δημόσιο έγγραφο για πλαστότητα, όπως αντιθέτως συμβαίνει επί ενεργειών στις οποίες προέβη εκείνος που έχει συντάξει το έγγραφο ή περί γεγονότων που έλαβαν χώρα ενώπιον του (ΑΠ 883/2013). Τοιαύτη επομένως περίπτωση υπαγομένη στο ρυθμιστικό πεδίο του άρθρου 440 του ΚΠολΔ συνιστά και η βεβαίωση της αρμοδίας υπαλλήλου της πολεοδομικής υπηρεσίας ότι κατατέθηκαν φάκελοι αναθεώρησης οικοδομικής αδείας κατά την πρωτοκόλληση της αίτησης αναθεώρησης, οσάκις κατά την κείμενη νομοθεσία ο αρμόδιος για τη λήψη της αίτησης αναθεώρησης υπάλληλος όφειλε να προβεί στον έλεγχο της πληρότητας των φακέλων ως προς την συνυποβολή των αναγκαίων αρχιτεκτονικών, στατικών και λοιπών σχεδίων. Στην περίπτωση αυτή είναι επιτρεπτή η ανταπόδειξη, η οποία μπορεί να λάβει χώρα με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, όπως μάρτυρες, ιδιωτικά έγγραφα, αλλά και δικαστικά τεκμήρια (ΑΠ 361/2004, ΑΠ 455/1993). Η ανταπόδειξη δεν συνιστά κύρια απόδειξη και κατά συνέπεια δεν απαιτείται ν' αποδειχθεί το αντίθετο του αποδεικνυομένου με το δημόσιο έγγραφο, αλλά αρκεί να κλονισθεί η πεποίθηση του δικαστή για την αλήθεια του περιστατικού. Εξ άλλου από τις διατάξεις των άρθρων 339, 432 επ. και 440 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι η απόφαση που εκδόθηκε επί ποινικής δίκης έχει, ως δημόσιο έγγραφο, πλήρη δεσμευτική αποδεικτική δύναμη μόνο κατά το μέρος που προσκομίζεται προς απόδειξη γεγονότων, όπως οι βεβαιώσεις πραγμάτων που έλαβαν χώρα κατά την ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου διεξαχθείσα διαδικασία και ως προς τις διατάξεις που περιέχει (ΑΠ 1447/2017, ΑΠ 1276/2017, ΑΠ 1056/2014, ΑΠ 359/1993). Δεν είναι, όμως δημόσιο έγγραφο, αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς τις αιτιολογίες της ποινικής υπόθεσης επί της οποίας έκρινε, διότι, μεταξύ άλλων, τα βεβαιούμενα υπ` αυτής περιστατικά δεν συνέβησαν κατά την παρά του δικαστικού λειτουργού σύνταξή της, ως δημοσίου εγγράφου (ΑΠ 1669/2008, ΑΠ 358/2007, ΑΠ 432/1985). Στην προκειμένη περίπτωση: Α) με τον πρώτο κατά το τελευταίο αυτού σκέλος λόγο αναίρεσης του κυρίως δικογράφου και τον συναφή έκτο πρόσθετο λόγο αναίρεσης, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου τους, αληθώς από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ [και όχι από τον επικαλούμενο από τους αναιρεσείοντες αριθμό 20 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγο περί παραμόρφωσης εγγράφου που με βάση τα αμέσως κατωτέρω εκτιθέμενα δεν ιδρύεται εν προκειμένω], οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι με το δεχθεί ότι δεν δημιουργείται δεδικασμένο από την με αριθ. 128/2015 αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου και στη συνέχεια να συναγάγει αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα με βάση το αναφερόμενο σε αυτήν αποδεικτικό υλικό σε σχέση με τα ανωτέρω εκτιθέμενα πραγματικά γεγονότα που η ποινική απόφαση δέχθηκε ότι έλαβαν χώρα και που είχαν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της ανοιγείσας πολιτικής δίκης, παραβίασε τους ορισμούς του νόμου για την αποδεικτική δύναμη διαδικαστικών εγγράφων, όπως είναι οι ποινικές αποφάσεις. Οι λόγοι αυτοί είναι αβάσιμοι, καθότι οι αιτιολογίες της ως άνω με αριθ. 128/2015 αθωωτικής για τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων, ως κατηγορουμένων για την αξιόποινη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, ήδη αμετάκλητης ποινικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αιγαίου, ως προς την ενώπιον αυτού αχθείσα ποινική υπόθεση δεν αποτελούν πλήρη απόδειξη για την πολιτική δίκη ως προς τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων αυτή έκρινε ότι έλαβαν χώρα, αλλά συνεκτιμώνται ελευθέρως μαζί με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Σημειώνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε στο σκεπτικό της αναλυτικά αιτιολογία των λόγων και στοιχείων που την οδήγησαν σε αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα σε σχέση με την κρίση της ως άνω ποινικής απόφασης. Β) με τον δεύτερο λόγο του κυρίως δικογράφου και τον συναφή δεύτερο πρόσθετο λόγο από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι παραβίασε τους ορισμούς του νόμου για την αποδεικτική δύναμη των αποδεικτικών μέσων και συγκεκριμένα των προσκομισθέντων με επίκληση δημοσίων εγγράφων, χωρίς αυτά να προσβληθούν ως πλαστά. Συγκεκριμένα, ενώ α) στο υπ' αριθ. 3581/13.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομίας … βεβαιωνόταν η κατάθεση φακέλων αναθεώρησης με αριθ. 405 και 406/27.2.2004, β) στο υπ' αριθ. 840/7.4.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομίας … βεβαιωνόταν ότι διαπιστώθηκε η κατάθεση φακέλων αναθεώρησης με αριθ. 405 και 406 της 27.2.2004, χωρίς όμως να διαπιστώνεται η χρέωση αυτών σε υπάλληλο της Υπηρεσίας και χωρίς να καταστεί η ανεύρεσή τους, γ) στο από 14.2.2009 έγγραφο της αυτής Υπηρεσίας, με το οποίο γνωστοποιήθηκε στην αναιρεσίβλητη η πληρότητα των φακέλων κατά το χρόνο κατάθεσης, αφού διαφορετικά αυτοί δεν θα είχαν γίνει δεκτοί από την εν λόγω Υπηρεσία και θα επιστρέφονταν κατά τους όρους του Π.Δ. της 8.7.1993 και δ) στο αντίγραφο από το βιβλίο πρωτοκόλλου, όπου είχε αναγραφεί στους αριθμούς 405 και 406 της 27.2.2004 ότι κατατέθηκαν φάκελοι αναθεώρησης, ήτοι ενώ βεβαιώνονταν τ' ανωτέρω σε δημόσια έγγραφα που είχαν συντάξει οι κατά τόπο και καθ' ύλη αρμόδιοι υπάλληλοι και που δεν είχαν προσβληθεί ως πλαστά και απ' όπου, συνακόλουθα, προέκυπτε η συνυποβολή των απαραίτητων μελετών και σχεδίων για την αναθεώρηση των αρχικών οικοδομικών αδειών, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφασή του ότι δεν είχαν συνυποβληθεί οι αναγκαίες μελέτες και σχέδια από τους δεύτερη και τρίτο των αναιρεσειόντων μηχανικών κατά την κατάθεση των με αριθ. 405 και 406/27.2.2004 αιτήσεων αναθεώρησης, έκρινε δηλαδή αντιθέτως με το περιεχόμενο των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων, τα οποία αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς τα εις αυτά βεβαιούμενα, μη επιτρεπομένης ανταπόδειξης, ει μη μόνο με την προσβολή αυτών ως πλαστών. Οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Και τούτο διότι, από το επικαλούμενο ως άνω περιεχόμενο των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων, δεν βεβαιώνεται αρμοδίως η πληρότητα των φακέλων αναθεώρησης των με αριθ. 50 και 51/1997 οικοδομικών αδειών με τα απαιτούμενα σχέδια και μελέτες, που όφειλαν να έχουν εκπονήσει και επισυνάψει οι δεύτερος και τρίτος των αναιρεσειόντων στους οικείους φακέλους κατά το χρόνο υποβολής των με αριθ. 405 και 406/24.2.2004 αιτήσεων αναθεώρησης, πέραν του ότι από την επισκόπηση από τον Άρειο Πάγο των υπό στοιχείο (α) και (β) δημοσίων εγγράφων (τα λοιπά δεν προσκομίζονται) προκύπτει ότι η επικαλούμενη βεβαίωση της κατάθεσης φακέλων αναθεώρησης προκύπτει "ύστερα από έλεγχο του πρωτοκόλλου της Υπηρεσίας". Σε κάθε δε περίπτωση, επειδή πρόκειται για έλεγχο της πληρότητας των φακέλων, στον οποίο όφειλε κατά την κείμενη νομοθεσία να προβεί ο αρμόδιος δημόσιος υπάλληλος και ο οποίος (έλεγχος) κατά τις αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης δεν γινόταν, λόγω πλημμελούς λειτουργίας της υπηρεσίας πολεοδομίας της νήσου …., αφού δεν γινόταν ούτε προέλεγχος των αιτήσεων, ούτε έλεγχος των συνημμένων εάν υπήρχαν ή όχι, ούτε χρέωση των φακέλων σε υπάλληλο της πολεοδομίας από τον Προϊστάμενο, οι δε φάκελοι διακινούνταν κατά βούληση από τους ιδιώτες μηχανικούς, τα όσα ανωτέρω βεβαιώνονται στα έγγραφα αυτά, ως μη γενόμενα από τον ίδιο τον αρμόδιο δημόσιο υπάλληλο που υπογράφει αυτά ή ενώπιον του, είναι δεκτικά ανταπόδειξης, χωρίς ν' απαιτείται η προσβολή των πιο πάνω εγγράφων ως πλαστών. Ο ίδιος δεύτερος πρόσθετος λόγος κατά το σκέλος που προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια ότι προς αντίκρουση του περιεχομένου των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων η προσβαλλομένη απόφαση έλαβε υπόψη της αποδεικτικά στοιχεία μικρότερης αποδεικτικής ισχύος, όπως τις ιδιωτικές επιστολές του γενικώς επιβλέποντος μηχανικού Ά. Δ. προς την αναιρεσίβλητη και με τον τρόπο αυτό ανεπιτρέπτως απέκρουσε την πλήρη αποδεικτική δύναμη των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων, είναι αβάσιμος, καθότι η κατά το άρθρο 440 του ΚΠολΔ ανταπόδειξη μπορεί να γίνει με κάθε αποδεικτικό μέσο. Επομένως οι ως άνω δεύτερος λόγος του κυρίως δικογράφου και δεύτερος πρόσθετος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Γ) με τον πρώτο και υπό την επίκληση του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πρόσθετο κατά τα λοιπά λόγο αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στην προσβαλλόμενη απόφαση τις πλημμέλειες: α) ότι χωρίς επαρκή αιτιολογία και με επίκληση μεταγενεστέρων εγγράφων απέκρουσε τα όσα ανωτέρω βεβαιώνονται στο υπ' αριθ. 3581/13.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομίας …., β) ότι έδωσε μεγαλύτερα αξιοπιστία σε έξι ιδιωτικά έγγραφα, ως αποδεικτικά στοιχεία που αφορούσαν τη σχέση μεταξύ του Ά. Δ. και της αναιρεσίβλητης προς αντίκρουση των πιο πάνω δημοσίων εγγράφων και γ) ότι προς αντίκρουση των ισχυρισμών τους ότι είχαν εκπονήσει και συνυποβάλλει τα' αναγκαία σχέδια και μελέτες έλαβε υπόψη και έγγραφα, όπως την ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ) στην πολεοδομία … ή την σε βάρος τους πειθαρχική διαδικασία από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) που συντάχθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο της υπαναχώρησης εκ μέρους της αναιρεσίβλητης, που ως αποδεικτικά στοιχεία είναι ανεπαρκή προς αντίκρουση των αξιώσεών τους. Ο λόγος αυτός κατά το πιο πάνω μέρος του πλήττει την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, αναφορικά με την εκτίμηση των προσκομισθέντων ενώπιον του αποδεικτικών στοιχείων. Συνακόλουθα είναι απαράδεκτος (άρθ. 561 παρ.1 του ΚΠολΔ) και ως εκ τούτου απορριπτέος. Μη υπάρχοντος άλλου λόγου, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η αίτηση αναίρεσης και οι δι' ιδίου δικογράφου ασκηθέντες πρόσθετοι λόγος αναίρεσης. Τέλος πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης ... που παρέστη και κατέθεσε προτάσεις, λόγω της ήττας των (άρθ. 176, 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου ύψους τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ στους αναιρεσείοντες.
Απορρίπτει την από 16.11.2017 και με αριθ. κατάθ. 35/16.11.2017 αίτηση αναίρεσης και τους δι' ιδίου δικογράφου ασκηθέντες από 8.8.2018 και με αριθ. κατάθ. 64/8.8.2018 πρόσθετους λόγους αναίρεσης της υπ' αριθ. 94/14.6.2017 απόφασης του (Τριμελούς) Εφετείου Αιγαίου.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1800) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 3 Απριλίου 2019.
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 19 Απριλίου 2018.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Άρθρα Οι ασφαλιστικές εισφορές που καταλογίζονται από το Ι.Κ.Α. βάσει του Ν. 2556/1997 για αποχωρήσαντες μισθωτούς, των οποίων η οικειοθελής αποχώρησής τους δεν είχε δηλωθεί στον ΟΑΕΔ , δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα - ΣΟΛ ΑΕ

$
0
0


ΟΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΛΟΓΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ Ι.Κ.Α. ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ N. 2556/1997 ΓΙΑ ΑΠΟΧΩΡΗΣΑΝΤΕΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥΣ, ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ Η ΟΙΚΕΙΟΘΕΛΗΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΔΗΛΩΘΕΙ ΣΤΟΝ ΟΑΕΔ , ΔΕΝ ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΑ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΑ ΕΣΟΔΑ

ΕΡΩΤΗΜΑ

Με απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών που εκδόθηκε το 2017 επιδικάστηκαν σε Α.Ε. κύριες ασφαλιστικές εισφορές περιόδου 01.01.1999 έως 31.12.2000 πλέον προσθέτων τελών. Ο καταλογισμός έγινε από τον έλεγχο του Ι.Κ.Α. και αφορούσε κύριες ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων οι οποίοι είχαν παύσει να εργάζονται στην επιχείρηση αλλά από υπαιτιότητα της εταιρείας δεν είχε αναγγελθεί η αποχώρηση τους στον ΟΑΕΔ ως όφειλε σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 2556/1997.

Οι επιδικασθείσες ασφαλιστικές εισφορές πλέον των προσθέτων τελών πληρώθηκαν στο Ι.Κ.Α. εντός του φορολογικού έτους 2018.

Εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του 2018 οι παραπάνω καταβληθείσες κύριες ασφαλιστικές εισφορές;

ΓΝΩΜΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η Γνώμη της Φορολογικής Επιτροπής σχετικά με τα παραπάνω ερωτήματα σας είναι η εξής:

Στην εγκ. 38/1.4.98/αρ.πρωτ. Ε40/48/ΙΚΑ, με την οποία κοινοποιούνται διατάξεις του Ν. 2556/1997 «Μέτρα κατά της εισφοροδιαφυγής – Διασφάλιση εσόδων ΙΚΑ»( και μεταξύ άλλων του άρθρου 2 παρ. 1 περιπτ. στ), αναφέρονται:

4. ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΣΤΟΝ Ο.Α.Ε.Δ. ΤΗΣ ΟΙΚΕΙΟΘΕΛΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ (άρθρ. 2 παρ. 1 περίπτωση στ΄ Ν. 2556/1997)

Με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 περ. στ του Ν. 2556/1997, καθιερώνεται υποχρέωση του εργοδότη για την αναγγελία στον Ο.Α.Ε.Δ., της οικειοθελούς αποχώρησης του μισθωτού εντός 8 ημερών, προκειμένου να είναι δυνατή η εξακρίβωση της ημερομηνίας της καθ΄ οιονδήποτε λόγο αποχώρησής του από την εργασία του και ρυθμίζεται το χρονικό σημείο διακοπής της ασφάλισης σε περίπτωση μη αναγγελίας της αποχώρησης του μισθωτού.

4.1 Σκοπός θέσπισης της κoινoπoιoύμεvης διάταξης

Στις νομοθετημένες υποχρεώσεις των εργοδοτών, έναντι του Ι.Κ.Α. και του Ο.Α.Ε.Δ., δεν περιλαμβανόταν υποχρέωσή τους να γνωστοποιούν την ημερομηνία της oικειοθελoύς αποχώρησης του εργαζομένου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η ημερομηνία διακοπής της εργασιακής σχέσης και κατ΄ επέκταση η ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης.

Η υποχρέωση αυτή του εργοδότη, που καθιερώνεται με τις κοινοποιούμενες διατάξεις σε συνδυασμό με την υποχρέωση τήρησης του ΕΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ, κρίθηκε απαραίτητο να θεσμοθετηθεί, ώστε να είναι δυνατή η εξακρίβωση του χρόνου ασφάλισης των εργαζομένων και παράλληλα να διασφαλίσουν τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.

4.2 Έναρξη ισχύος της κοινοποιούμενης διάταξης

Οι κοινοποιούμενες διατάξεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 περ. στ΄ άρθρο 2 του ν. 2556/1997, έχουν εφαρμογή μετά την 1/4/1998.

4.3 Υποχρεώσεις εργοδοτών. Συνέπειες για τους εργοδότες που δεν τις τηρούv.
Ενέργειες Υπηρεσιών Εσόδων

Από το περιεχόμενο των κοινοποιούμενων διατάξεων, προκύπτει με σαφήνεια, ότι οι εργοδότες πρέπει ν΄ αναγγείλουν την αποχώρηση του μισθωτού στον Ο.Α.Ε.Δ. σε προθεσμία οκτώ (8) ημερών ανεξάρτητα από την αιτία αποχώρησής τους, (οικειοθελής αποχώρηση, κ.λ.π). Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν τηρήσει την υποχρέωσή του αυτή, η ημερομηνία απoχώρησης του εργαζομένου μπορεί να αποδειχθεί μόνο από επίσημα έγγραφα στοιχεία του ίδιου ή του εργαζομένου.

Επειδή, από τις κοινοποιούμενες διατάξεις, δεν ορίζονται ρητά τα επίσημα έγγραφα στοιχεία, από τα οποία μπορεί να αποδειχθεί η ημερομηνία αποχώρησης του εργαζομένου, οι εργοδότες θα πρέπει να αναγγέλλουν την καθοιοδήποτε λόγο αποχώρηση του εργαζομένου εντός της προθεσμίας των οκτώ (8) ημερών στον Ο.Α.Ε.Δ. και να μην στηρίζονται στην εκ των υστέρων απόδειξη της ημερομηνίας αυτής από άλλα στοιχεία. Ακόμη, πρέπει να τηρούν αντίγραφο της σχετικής δήλωσης προκειμένου να δικαιολογούν την διακοπή της ασφάλισης, όταν διενεργείται έλεγχος στην επιχείρηση τους από τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α..

Εάν οι εργοδότες δεν δηλώσουν στον Ο.Α.Ε.Δ. την αποχώρηση του μισθωτού και η ημερομηνία αυτής δεν αποδεικνύεται από επίσημα έγγραφα στοιχεία, οι μισθωτοί ασφαλίζονται, για όλη την χρονική περίοδο, από την ημερομηνία της πρόσληψης μέχρι την προηγούμενη της ημέρας του ελέγχου, κατά τον οποίο διαπιστώνεται η αποχώρηση, αφαιρούμενης της οκταήμερης προθεσμίας. Εξυπακούεται, ότι, κατά την ασφάλιση των προαναφερόμενων μισθωτών, επιβάλλονται στον εργοδότη όλες οι προβλεπόμενες κυρώσεις (Π.Ε.Ε., Π.Ε.Π.Ε.Ε., κ.λ.π).

Από τη διατύπωση της διάταξης, προκύπτει, ότι τα στοιχεία, τα οποία μπορούν να ληφθούν υπόψη σαν αποδεικτικά της ημερομηνίας αποχώρησης του μισθωτού, πρέπει να είναι έγγραφα, να έχουν εκδοθεί ή θεωρηθεί από Δημόσια Αρχή ή να έχουν κατατεθεί σε αυτή. Συμπεραίνεται, λοιπόν ότι, η Υπεύθυνη Δήλωση του εργοδότη ή του εργαζόμενου δεν μπορεί να θεωρηθεί επίσημο στοιχείο. Ενδεικτικά αναφέρουμε παρακάτω μερικά στοιχεία που μπορούν να θεωρηθούν επίσημα και να ληφθoύν υπόψη σαν αποδεικτικά της ημερομηνίας αποχώρησης του εργαζόμενου και της διακοπής της ασφάλισης.

α) Το ατομικό βιβλιάριο στρατευσίμου ή άλλο στρατολογικό έγγραφο, από το οποίο αποδεικνύεται, αποχώρηση του ασφαλισμένου λόγω στράτευσης.

β) Γνωμάτευση γιατρού του Ι.Κ.Α. ή υγειονομικής επιτροπής του Ι.Κ.Α. ή Νοσοκομείου, περί ανικανότητας εργασίας για το χρονικό διάστημα μετά την λήξη της υποχρέωσης του εργοδότη ν΄ ασφαλίσει τον ασθενή απασχολούμενο κι εφόσον αυτός δεν επέστρεψε στην εργασία του.

Οι αρμόδιοι. υπάλληλοι των υπηρεσιών εσόδων, κατά τη διενέργεια του ουσιαστικού ελέγχου, πρέπει να διαπιστώνουν και την ημερομηνία διακοπής της απασχόλησης, ελέγχοντας την ημερομηνία της σχετικής δήλωσης που έχει υποβάλλει ο εργοδότης στον Ο.Α.Ε.Δ.. Αντίγραφο της δήλωσης πρέπει να επισυνάπτεται στις μισθολογικές καταστάσεις και να αρχειοθετείται μαζί μ΄ αυτές στο φάκελο του εργοδότη στο Υποκατάστημα.

Από τις κoινoπoιoύμεvες διατάξεις, προβλέπεται ακόμη ότι, εάν ο εργοδότης δεν αναγγείλει την καθ΄ οιονδήποτε λόγο αποχώρηση του εργαζόμενου στον Ο.Α.Ε.Δ., η ημερομηνία της απoχώρησης μπορεί ν΄ αποδεικνύεται από άλλο έγγραφο επίσημο στοιχείο του εργοδότη ή του μισθωτού.

Κατά τη διενέργεια, λοιπόν, ουσιαστικού ελέγχου σε επιχείρηση κι εφόσον διαπιστωθεί, ότι ο εργοδότης δεν τηρεί στοιχεία αποδεικτικά της ημερομηνίας αποχώρησης του μισθωτού, θα καταλογίζονται εισφορές για την ασφάλισή του μέχρι την προηγούμενη του ελέγχου αφαιρούμενης της οκταήμερης προθεσμίας.

Στο αρθρο 31 παρ. 17 του ν. 2238/1994 (φορολογικού νόμου, που ήταν σε ισχύ κατά τη διενέργεια της παράβασης) αναφέρονται:

«…………………………………………17. Οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα , οι πρόσθετοι φόροι, οι προσαυξήσεις και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται για οποιονδήποτε λόγο σε βάρος επιχείρησης δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της.
…………………………………………………………».

Στο άρθρο 23 περ ε’ του ν. 4172/2013 (φορολογικού νόμου, που είναι σε ισχύ κατά τον χρόνο πληρωμή της ποινής) ορίζονται:

«Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:
…………………………………………………………..
ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων,
…………………………………………………………»

Στο άρθρο 22 του ν.4172/2013 ορίζονται τα εξής:

«Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:

α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της,

β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,

γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.».

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι:

- η εταιρεία επιβαρύνθηκε με την ανωτέρω δαπάνη, επειδή δεν τήρησε τη νομοθετικά θεσμοθετημένη υποχρέωσή της να δηλώσει στον ΟΑΕΔ, την οικειοθελή αποχώρηση των μισθωτών της από την εργασία τους. Οι συνέπειες, που από το N. 2556/1997 επιβάλλονται, δεν εκπίπτουν κατά την πληρωμή τους ούτε με τον ισχύοντα σήμερα Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) ούτε και από τον προϊσχύοντα φορολογικό Ν. 2238/1994.

- οι επιδικασθείσες ασφαλιστικές εισφορές δεν αντιστοιχούν σε πραγματική απασχόληση των εργαζομένων, άρα δεν έγιναν προς το συμφέρον της εταιρείας και συνεπώς δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας.

Νομοθεσία – Νομολογία

Άρθρο 23 περ ε’ ν. 4172/2013
Άρθρο 31 παρ. 17 του ν. 2238/1994
Άρθρο 2 παρ. 1 περ στ’ ν. 2556/1997
Εγκύκλιος 38/1.4.98/αρ. πρωτ. Ε40/48/ΙΚΑ


ΔΕΔ 5180/2019 'Εκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα ποσών διαγραφής απαίτησης - Προϋποθέσεις της παρ.4 άρθρου 26 ΚΦΕ

$
0
0

Καλλιθέα, 31/12/2018
Αριθμός απόφασης: 5180

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α2

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604526
ΦΑΞ: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).
γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
δ. Της ΠΟΛ 1064/28.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής».

2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 31/08/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας με την επωνυμία " ", ΑΦΜ , εδρεύουσας στο Μαρούσι Αττικής, επί της οδού κατά της τεκμαιρόμενης (σιωπηρής) απόρριψης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών επί της από με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 - 30/09/2017) και της υπ'αριθμ /30-03-2018 Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος φορολογικού έτους από 2017 που υποβλήθηκε στις 30/03/2018 και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2018/27-12-2018 υπόμνημα της προσφεύγουσας.

6. Το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2018 ΕΜΠ/31-12-2018 υπόμνημα της προσφεύγουσας. 

7. Τις ως άνω πράξεις των οποίων ζητείται η επανεξέταση.

8. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών.

9. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α2, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 31/08/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία .............., ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την πάροδο απράκτου τριμήνου από την υποβολή στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε Αθηνών της με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης της, περί τροποποίησης της φορολογικής δήλωσης της, με την έκπτωση των δαπανών που προκύπτουν από διαγραφές εμπορικών απαιτήσεων και αποτελούν μέρος των δηλωθέντων λογιστικών διαφορών της φορολογικής της αναμόρφωσης, συνολικής αξίας 783.364,39 €, για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 - 30/09/2017), απορρίφθηκε το αίτημα της προσφεύγουσας για έκπτωση των συγκεκριμένων δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα της.

Η προσφεύγουσα με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να αναγνωριστεί ότι η ζημία που προέκυψε από τη μείωση οφειλής πελάτη έπειτα από συμβιβασμό ή αναγνώριση οφειλής πρέπει να αναγνωριστεί προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, της προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

- Πληρούνται αθροιστικά οι προϋποθέσεις έκπτωσης επιχειρηματικής δαπάνης του άρθρου 22 του ν. 4172/2013.

- Σύμφωνα με τη ΠΟΛ.1113/2015 η έννοια των δικαιολογητικών είναι ευρύτερη των φορολογικών στοιχείων και περιλαμβάνει κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως ενδεικτικά, στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, απολογιστικά στοιχεία (π.χ. αποσβέσεις), δήλωση στην περίπτωση ιδιοχρησιμοποίησης, κ.λπ.

- Η ΠΟΛ.1094/2016 έκρινε ότι η ζημία που προκύπτει από τη διαγραφή απαιτήσεων των επιχειρήσεων, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται αθροιστικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013.

- Το άρθρο 23 του ν.4172/2013 αναφέρεται στις μη εκπιπτόμενες δαπάνες που κατονομάζει περιοριστικά (ΠΟΛ.1113/2015) και αναγράφει μεταξύ άλλων ότι δεν εκπίπτουν οι προβλέψεις εκτός των περιπτώσεων του άρθ. 26 του ΚΦΕ.

- Η μη έκπτωση της δαπάνης που προκύπτει από διαγραφή απαίτησης της οδηγεί σε διπλή φορολόγηση του ίδιου εισοδήματος, καθώς ταυτόχρονα με τη διαγραφή ο ωφελούμενος αντισυμβαλλόμενος οφείλει να απαλείψει την αντίστοιχη υποχρέωση που απορρέει και να φορολογηθεί το εισόδημα που προκύπτει από την μείωση των δαπανών.

- Η ζημία που προκύπτει από τον διενεργούμενο συμβιβασμό, είναι φορολογικά εκπιπτόμενη στο σύνολό της και πρέπει να αναγνωριστεί προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της

- Η ζημία που προκύπτει από την μείωση της οφειλής, στο πλαίσιο συμφωνητικού αναγνώρισης οφειλής, είναι φορολογικά εκπιπτόμενη και πρέπει να αναγνωρίζεται πλήρως προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της με τις διατάξεις του άρθ. 22 ΚΦΕ.

- Η εταιρεία υφίσταται μία πραγματική και οριστική ζημία που πρέπει να εκπεστεί και το γεγονός αυτό προκύπτει από τα σχετικά αποδεικτικά (συμφωνητικά, παραστατικά κλπ) και τις εγγραφές στα βιβλία.

Η Υπηρεσία μας απέστειλε στην προσφεύγουσα στις 21/12/2018 το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΞ 2018 ΕΜΠ/21-12-2018 έγγραφο με θέμα την αποστολή στοιχείων λόγω ελλείψεων, προκειμένου η προσφεύγουσα να προσκομίσει επιπλέον δικαιολογητικά καθώς και τις σχετικές εγγραφές από τα βιβλία της, αποδεικνύοντας με κάθε πρόσφορο μέσον ότι ισχύουν οι προϋποθέσεις διαγραφής απαίτησης της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013. Σε απάντηση του ανωτέρου εγγράφου η προσφεύγουσα απέστειλε : τα α) με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ2018/27-12-2018 και β) με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ2018 ΕΜΠ/31-12-2018 υπομνήματα της προσκομίζοντας

I) σχετικά με τη διαγραφή της απαίτησης από την ύψους 701.220,37 € τα εξής :

-Εγγραφή Εσόδου αναφέροντας ότι έχει πραγματοποιηθεί στα βιβλία της εταιρείας με ΑΦΜ: , εταιρείας που κατείχε τον κλάδο υγείας πριν την μεταβίβαση του το 2016 στην προσφεύγουσα με ΑΦΜ: , η οποία πλέον είναι διάδοχος του συνόλου των δραστηριοτήτων του.

-Καρτέλα Πελάτη , όπου αποτυπώνεται το υπόλοιπο των 701.220,37 € το οποίο διαμορφώνεται από το τιμολόγιο Τ.Π. Α 96102 εκδόσεως 25.09.2008 αξίας 943.423,67 € μειούμενο από το ΠΤ Α 7437 αξίας 4.365,40 € καθώς και από πληρωμές συνολικής αξίας 237.837,90 €.

-Εγγραφή εισαγωγής της απαίτησης στα βιβλία της

-Εγγραφή διαγραφής της απαίτησης από τα βιβλία της

-Το Ιδιωτικό Συμφωνητικό Εξωδικαστικής Επίλυσης Διαφοράς και Τερματισμού της Δικαστικής Διαμάχης, όπου επιτυγχάνεται ο τελικός συμβιβασμός και κατάργηση των εκατέρωθεν ασκηθεισών προσφυγών με αποτέλεσμα την οριστική διευθέτηση των διαφορών.

-Το συμφωνητικό μεταβίβασης κλάδου καθώς και τη δήλωση χαρτοσήμου που κατατέθηκε στην Δ.Ο.Υ .

-Αγωγές της καθώς και της με ΑΦΜ:

-Καρτέλα Πελάτη , αναφέροντας ότι η ήγειρε αξιώσεις κατά της περί μη τήρησης συμβατικών υποχρεώσεων της κατά την ανάληψη κοινού έργου καθώς και περί μη παροχής υποστήριξης και συντήρησης λογισμικού του οποίου η προσφεύγουσα κατείχε τα δικαιώματα διάθεσης στην Ελλάδα. Για τις αξιώσεις αυτές η δεν είχε εκδώσει τιμολόγιο, ως εκ τούτου δεν υπήρχε λογιστικό έγγραφο προς καταχώριση στα βιβλία της προσφέυγουσας.

-Δήλωση Χαρτοσήμου καθώς και την πληρωμή του από την και από την , καθώς είχε συμφωνηθεί το χαρτόσημο να πληρωθεί εξ ημισείας.
Ν)σχετικά με τη διαγραφή της απαίτησης από την ύψους 52.144,02 € τα εξής :

-Εγγραφές εσόδων, αναφέροντας ότι αρκετές από τις εν λόγω απαιτήσεις προέρχονται από την εταιρεία Ιατρικές λύσεις και Μηχανήματα Διαγνωστικής Α.Ε με ΑΦΜ η οποία μαζί με την με ΑΦΜ απορροφήθηκαν από την με ΑΦΜ: και συνέστησαν την εταιρεία μετέπειτα

-Εγγραφές εισαγωγής των απαιτήσεων στα βιβλία της

-Εγγραφές διαγραφής των εν λόγω απαιτήσεων

-Το Ιδιωτικό Συμφωνητικό Αναγνώρισης Οφειλής και Διακανονισμού όπου επιτυγχάνεται η τελική διευθέτηση της οφειλής - διαφοράς . -Το ΦΕΚ σύστασης της

-Καρτέλες του πελάτη όπου φαίνεται η κατάθεση των συμφωνηθέντων ποσών.

Με τα ως άνω υπομνήματα η προσφεύγουσα προέβαλε επιπλέον τους κάτωθι ισχυρισμούς :

• Εφόσον η λύση του συμβιβασμού με την εταιρεία είναι τελεσίδικη και αμετάκλητη και ακολουθεί την ανάληψη όλων των νόμιμων ενεργειών από την προσφεύγουσα, καλύπτεται και η τρίτη σωρευτική προϋπόθεση του άρθρου 26 του 4172/2013 της παρ.4 γ. παρέχοντας της το δικαίωμα διαγραφής της εν λόγω απαίτησης και της έκπτωσής της για φορολογικούς λόγους

• Εφόσον η λύση της αναγνώρισης οφειλής και διακανονισμού με την εταιρεία είναι τελεσίδικη και αμετάκλητη και ακολουθεί την ανάληψη όλων των νόμιμων ενεργειών από προσφεύγουσα, καλύπτεται και η τρίτη σωρευτική προϋπόθεση του άρθρου 26 του 4172/2013 της παρ.4 γ. παρέχοντας της το δικαίωμα διαγραφής της εν λόγω απαίτησης και της έκπτωσής της για φορολογικούς λόγους.

• Με την υπ' αριθμ. 1638/2001 απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε, ότι τα συμφωνητικά που υπογράφονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων είναι ισχυρά και νόμιμα, ακόμα και αν δεν υποβληθούν για θεώρηση στην αρμόδια εφορία. Επιπρόσθετα επισημαίνεται ότι το συμφωνητικό μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας έχει αποκτήσει βέβαια χρονολογία από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης χαρτοσήμου.

• Τα ποσά των διαγραφών συμπεριλαμβάνονται στη κατάσταση αναμορφώσεων της προσφεύγουσας.

• Όσον αφορά την αναγνώριση οφειλής και τον διακανονισμό δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου καθώς η σύμβαση δεν αποτελεί συμβιβασμό, ο οποίος κατά το άρθρο 871 ΑΚ προϋποθέτει τη διάλυση φιλονικίας τους ή μίας αβεβαιότητας για κάποια έννομη σχέση (συμπεριλαμβανομένης και της επισφαλούς απαίτησης) με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Στην αναγνώριση οφειλής και διακανονισμό αυτής, εν προκειμένω, μόνο το ένα μέρος ( ) παραιτείται από κάποια απαίτηση διακανονίζοντας την όμως και εξασφαλίζοντας μέρος της συνολικής απαίτησης.

Επειδή με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι:

«Αρθρο 20
Δήλωση με επιφύλαξη

1. Όταν ο φορολογούμενος αμφιβάλλει σχετικά με την υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης, έχει δικαίωμα να υποβάλει φορολογική δήλωση με επιφύλαξη, η οποία πρέπει να είναι ειδική και αιτιολογημένη. Κάθε γενική ή αόριστη επιφύλαξη θεωρείται άκυρη και δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα.

Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να δεχθεί την επιφύλαξη και να διαγράψει το ποσό της φορολογητέας ύλης για την οποία διατυπώθηκε η επιφύλαξη εντός ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή της δήλωσης.

Σε περίπτωση απόρριψης της επιφύλαξης ή παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας απάντησης, ο φορολογούμενος μπορεί να προσφύγει στην Ειδική Διοικητική Διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 63 του Κώδικα..."

Επειδή σύμφωνα με τη Π0Λ.1057/2018 "Τύπος και περιεχόμενο των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2017 των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 και καθορισμός δικαιολογητικών που υποβάλλονται μ' αυτές - Υποβολή με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013" : «...δ. Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του ν. 4174/2013, προσκομίζουν στην αρμόδια για τη φορολογία τους Δ.Ο. Υ. εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών αντίγραφο της δήλωσης που έχουν υποβάλει ηλεκτρονικά, συνοδευόμενη με τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία, έτσι ώστε η Δ.Ο.Υ. να αποφανθεί για τη σχετική επιφύλαξη..»

Επειδή η προσφεύγουσα υπέβαλε εμπρόθεσμα και ηλεκτρονικά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 - 30/09/2017) και στη συνέχεια και εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών προέβη στην υποβολή της με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης της περί τροποποίησης της φορολογικής δήλωσης της με την έκπτωση των δαπανών που προκύπτουν από διαγραφές εμπορικών απαιτήσεων και αποτελούν μέρος των δηλωθέντων λογιστικών διαφορών της φορολογικής της αναμόρφωσης συνολικής αξίας 783.364,39 € για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 - 30/09/2017), προσκομίζοντας στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών αντίγραφο της δήλωσης που είχε υποβληθεί ηλεκτρονικά, συνοδευόμενη με δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία, έτσι ώστε η Δ.Ο.Υ. να αποφανθεί για τη σχετική επιφύλαξη. Με την πάροδο απράκτου τριμήνου από την υποβολή στη της ως άνω αίτησης επιφύλαξης της απορρίφθηκε το αίτημα της προσφεύγουσας για έκπτωση των συγκεκριμένων δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα της.

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 4172/2013 με τίτλο "Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες": «Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες: α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της, β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση, γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.»

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 4172/2013 με τίτλο «Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες»:

«Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν: α) τόκοι από δάνεια που λαμβάνει η επιχείρηση από τρίτους, εκτός από τα τραπεζικά δάνεια, "διατραπεζικά δάνεια, καθώς και τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδουν ανώνυμες εταιρείες" κατά το μέτρο που υπερβαίνουν τους τόκους που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με το επιτόκιο των δανείων αλληλόχρεων λογαριασμών προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό αναφέρεται στο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος για την πλησιέστερη χρονική περίοδο πριν την ημερομηνία δανεισμού, β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, γ) οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, δ) προβλέψεις [για διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων] εκτός των οριζομένων στο άρθρο 26, ε) πρόστιμα και ποινές, περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων, στ) η παροχή ή λήψη αμοιβών σε χρήμα ή είδος που συνιστούν ποινικό αδίκημα, ζ) ο φόρος εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων του τέλους επιτηδεύματος και των έκτακτων εισφορών, που επιβάλλεται για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., καθώς και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) που αναλογεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες, εφόσον δεν είναι εκπεστέος ως Φ.Π.Α. εισροών...».

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013: «4. Απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:

α) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο, β) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου και γ) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.»

Επειδή στη ΠΟΛ.1056/2015 με θέμα "Φορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) " αναφέρεται ότι:

«...με βάση την αιτιολογική έκθεση του ν.4172/2013 προκύπτει ότι η προϋπόθεση της ανάληψης κατάλληλων ενεργειών για τη διασφάλιση δικαιώματος είσπραξης θέτει ένα ελάχιστο όριο για τη διεκδίκηση είσπραξης της απαίτησης, χωρίς να προσδιορίζει το μέσο για τη διεκδίκηση και κατά τούτο μπορεί να αναληφθεί οποιαδήποτε ενέργεια για την είσπραξη, αρκεί να είναι πρόσφορη για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης. Σε κάθε περίπτωση ο κατάλληλος ή μη χαρακτήρας, ως θέμα πραγματικό, κρίνεται ad hoc με βάση το ύψος της απαίτησης, το φερέγγυο ή μη του καθ' ου η απαίτηση, καθώς και από άλλους παράγοντες και εναπόκειται στην κρίση της ελεγκτικής αρχής. Ωστόσο οι όποιες ενέργειες, που εξαρτώνται από το ύψος της απαίτησης και την φερεγγυότητα του πελάτη, θα πρέπει να διασφαλίζουν το δικαίωμα της επιχείρησης να εισπράξει τις απαιτήσεις της.

Πέραν της άσκησης ένδικου βοηθήματος και της αίτησης για λήψη ασφαλιστικών ή αναγκαστικών μέτρων, κατάλληλες ενέργειες είναι η σφράγιση μίας επιταγής από την εκδότρια τράπεζα, η κατάθεση όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών για την έκδοση διαταγής πληρωμής, κ.λπ.

Διευκρινίζεται ότι το δικαίωμα της επιχείρησης να εισπράξει τις απαιτήσεις της δεν διασφαλίζεται από ενέργειες όπως η ανάθεση διεκδίκησης της απαίτησης σε τρίτους (εισπρακτικές εταιρείες) ή η φραγή/διακοπή της παροχής υπηρεσιών στην περίπτωση εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, κ.λπ. Οι όποιες ενέργειες έχουν ήδη ληφθεί πριν την 01.01.2014 για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης και χαρακτηρίζονται ως κατάλληλες με βάση την παρούσα λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού και οι συγκεκριμένες ενέργειες δεν απαιτείται να επαναληφθούν.

Στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις δεν προέβησαν σε κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, οι προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων δεν θα αναγνωρίζονται φορολογικά και η επιχείρηση θα πρέπει να προβαίνει στη σχετική φορολογική αναμόρφωση των λογιστικών αποτελεσμάτων....

...Προκειμένου για τη διαγραφή απαιτήσεων απαιτείται, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η σωρευτική πλήρωση των τριών (3) προϋποθέσεων που ορίζονται στις υπόψη διατάξεις. Ειδικότερα, όσον αφορά στην τρίτη προϋπόθεση με την οποία απαιτείται να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης, διευκρινίζεται ότι με αυτές πρέπει να αποδεικνύεται ότι η σχετική απαίτηση είναι ανεπίδεκτη είσπραξης, δηλαδή ότι ο οφειλέτης είναι πράγματι αφερέγγυος. Η αφερεγγυότητά του μπορεί να αποδεικνύεται ενδεικτικά από τα ακόλουθα: α) τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου με την οποία να υποχρεώνεται ο οφειλέτης σε εξόφληση, β) πιστοποιητικό υποθηκοφυλακείου από το οποίο να προκύπτει, κατά περίπτωση, η μη ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή τα υπάρχοντα τοιαύτα με τα τυχόν βάρη τους, γ) σε περίπτωση διενέργειας πλειστηριασμού σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη, είτε κατά τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης είτε συνεπεία μη επιτεύξεως πτωχευτικού συμβιβασμού, αντίγραφο του πίνακα κατάταξης ή διανομής από συμβολαιογράφο που ορίστηκε για τον πλειστηριασμό της περιουσίας του οφειλέτη, από τον οποίο να προκύπτει η μη ικανοποίηση του δανειστή από το εκπλειστηρίασμα,

δ) τη συμφωνία εξυγίανσης που επικυρώνεται από το πτωχευτικό δικαστήριο σύμφωνα με το έκτο Κεφάλαιο του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007), με την οποία προβλέπεται, μεταξύ άλλων, και η μείωση των απαιτήσεων των πιστωτών έναντι της επιχείρησης (προπτωχευτική διαδικασία), ε) σε περίπτωση επιχείρησης που κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης και από τους επίσημους ισολογισμούς της προκύπτει ότι η επιχείρηση αυτή δεν έχει περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, πάγια, χρεόγραφα κλπ.) για να ικανοποιήσει τους οφειλέτες της. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της πτώχευσης. Επομένως, η κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτώχευσης λόγω παύσης πληρωμών δεν επιφέρει από μόνη της απόσβεση της απαίτησης. στ) σε περίπτωση διακοπής εργασιών κεφαλαιουχικών εταιρειών. Τα ανωτέρω είναι ενδεικτικά ούτως ώστε να μην αποκλεισθούν και άλλα τα οποία, είτε από μόνα τους, είτε σε συνδυασμό με τα ανωτέρω, είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν είναι δυνατή η είσπραξη της απαίτησης. Σε κάθε περίπτωση όμως η επιχείρηση, η οποία φέρει και το βάρος της απόδειξης για την απώλεια συγκεκριμένης απαίτησης, οφείλει όταν της ζητηθεί να προσκομίσει τα δικαιολογητικά εκείνα που διαθέτει στην αρμόδια για τον έλεγχό της φορολογική αρχή η οποία και θα κρίνει τελικά ως θέμα πραγματικό την επισφάλεια και το ανεπίδεκτο της είσπραξης. Βεβαιώσεις ή επιστολές δικηγόρων για την αδυναμία είσπραξης της απαίτησης δεν αποτελούν απόδειξη της αφερεγγυότητας του οφειλέτη. Ομοίως, η έκδοση ακάλυπτης επιταγής και η σχετική καταδίκη για την έκδοση αυτή δεν δημιουργούν μόνες τους ούτε αποδεικνύουν εξ αντικειμένου την αφερεγγυότητα του οφειλέτη..»

Επειδή από την εξέταση των λογιστικών εγγραφών και των δικαιολογητικών που προαναφέρθηκαν, τα οποία προσκομίστηκαν με τη κατάθεση της υπό κρίση ενδικοφανούς προσφυγής καθώς και των υπομνημάτων, προέκυψε ότι πληρούνται οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 26 του 4172/2013, ήτοι οι υπό κρίση διαγραφείσες απαιτήσεις της προσφεύγουσας από τις εταιρείες και έχουν αρχικά εγγραφεί στα βιβλία της προσφεύγουσας ως έσοδο και στη συνέχεια έχουν διαγραφεί από τα βιβλία της.

Επειδή όσον αφορά την τρίτη σωρευτική προϋπόθεση του άρθρου 26 του 4172/2013, που αναφέρει να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης, από τον έλεγχο των προσκομισθέντων δικαιολογητικών, από την εξέταση των στοιχείων του φακέλου δεν προέκυψε θεώρηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. α)του ιδιωτικού συμφωνητικού συμβιβασμού μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας και β)του ιδιωτικού συμφωνητικού αναγνώρισης οφειλή και διακανονισμού αποπληρωμής αυτής μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι με την υπ' αριθμ /2001 απόφαση του Αρείου Πάγου κρίθηκε, ότι τα συμφωνητικά που υπογράφονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων είναι ισχυρά και νόμιμα, ακόμα και αν δεν υποβληθούν για θεώρηση στην αρμόδια εφορία και ότι όσον αφορά το συμφωνητικό μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , αυτό έχει αποκτήσει βέβαια χρονολογία από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης χαρτοσήμου.

Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 16, του άρθρου 8, του Ν. 1882/1990, «Συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οιανδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της ημερομηνίας καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα. Κατ' εξαίρεση, δεν θεωρούνται τα συμφωνητικά του προηγούμενου εδαφίου που καταρτίζονται από επιτηδευματίες ή τρίτους με το Δημόσιο, τις τράπεζες, τους οργανισμούς, τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τους δήμους και τις κοινότητες, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τις επιχειρήσεις που εκδίδουν κάρτες συναλλαγών και τις εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986»

Επειδή, σύμφωνα με την κρατούσα διοικητική και δικαστηριακή νομολογία, γίνονται δεκτά τα εξής: Ο ν.1882/1990 περί μέτρων για την περιστολή της φοροδιαφυγής στο υπό τον υπότιτλο "Διαδικασία υποβολής στοιχείων για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των επιτηδευματιών" άρθρο 8, παράγραφο 16 ορίζει ότι συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιαδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα ημέρες από την ημερομηνία καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα. Περαιτέρω, με το άρθρο Β, παράγραφο 2, ν.2386/1996 προστέθηκε δεύτερο εδάφιο στην ως άνω παράγραφο, το οποίο ορίζει ότι κατ' εξαίρεση δεν θεωρούνται τα συμφωνητικά του προηγούμενου εδαφίου που καταρτίζονται από επιτηδευματίες ή τρίτους με το Δημόσιο κ.λ.π. Με τη διάταξη αυτή δεν καθιερώνεται γενικώς το ανίσχυρο κάθε συμφωνητικού, δημόσιου ή ιδιωτικού, στο οποίο έχει καταχωριστεί σύμβαση μεταξύ εμπόρων ή άλλων επιτηδευματιών ή μεταξύ εκείνων και τρίτων, πλην Δημοσίου κ.λ.π., είτε τούτο, βάσει άλλων διατάξεων, είναι συστατικό, είτε είναι αποδεικτικό της συμβάσεως, εφ' όσον τούτο δεν έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα προς θεώρηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., αλλά η δυσμενής αυτή συνέπεια ισχύει μόνο έναντι της φορολογικής Αρχής. Ο σκοπός της από εξέταση διατάξεως είναι η περιστολή της φοροδιαφυγής και στα πλαίσια αυτά, αναφορικά με τους επιτηδευματίες ή τους συναλλασσόμενους με εκείνους, καθιέρωσε τις προαναφερόμενες συνέπειες, έτσι ώστε τα εν λόγω φορολογούμενα πρόσωπα να μη μπορούν να επικαλεστούν τέτοιο συμφωνητικό προς όφελός τους, π.χ. προς έκπτωση δαπανών από το φορολογητέο εισόδημά τους, έναντι της φορολογικής αρχής, αν προηγουμένως δεν το έχουν εμπροθέσμως υποβάλει προς θεώρηση από αυτή την αρχή (Α.Π. 260/1998,735/2001, 761/2001 ,1698/2001 και 90/2005 ).

Ακόμη ο νομοθέτης με τη διάταξη του άνω άρθρου 8 παρ. 16 του ν. 1882/1990 όπως ερμηνεύθηκε με την προσθήκη του άρθρου 8 παρ. 2 του ν. 2386/1996 θέλησε την υποβολή προς θεώρηση των συμφωνητικών που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών που συναλλάσσονται μεταξύ τους ή με τρίτους για να μη διαφεύγουν από την προβλεπομένη γι αυτά φορολογία ( ΕφΑθ 9385/1995, 5520/2001, 2807/2005)

Τέλος σύμφωνο με την άποψη ότι δεν καθιερώνεται ανίσχυρο κάθε συμφωνητικού, δημοσίου ή ιδιωτικού, στο οποίο έχει καταχωρισθεί σύμβαση μεταξύ εμπόρων ή άλλων επιτηδευματιών και μεταξύ εκείνων και τρίτων, εφόσον δεν έχει υποβληθεί εμπροθέσμως προς θεώρηση στη ΔΟΥ, αλλά η συνέπεια αυτή ισχύει μόνον έναντι της φορολογικής αρχής, χωρίς η ακυρότητα να επεκτείνεται μεταξύ των συμβαλλομένων είναι και το Στε. (ΣτΕ 280/2009)

Επειδή στο άρθρο 16 παρ 5 του ν. 2523/1997, ορίζεται ότι: «Τα έγγραφα που δεν είναι νόμιμα χαρτοσημασμένα είναι απαράδεκτα ενώπιον των δικαστηρίων και κάθε αρχής και εφόσον έχει παρέλθει η προθεσμία χαρτοσήμανσης τους πρέπει να προσκομιστούν ενώπιον της αρμόδιας φορολογικής αρχής για την κατά νόμο επιβολή του τέλους χαρτοσήμου και των νόμιμων κυρώσεων. Εφόσον το έγγραφο χαρτοσημανθεί με πράξη της φορολογικής αρχής, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τα δικαστήρια ή άλλη αρχή το νόμιμο της χαρτοσήμανσής του. Τα προσαγόμενα ενώπιον οποιασδήποτε αρχής αντίγραφα ιδιωτικών εγγράφων, που υπόκεινται κατά νόμο σε τέλος χαρτοσήμου, για να γίνουν αποδεκτά απαιτείται να φέρουν επίσημη βεβαίωση ότι το πρωτότυπο χαρτοσημάνθηκε νόμιμα. Αν ελλείπει η βεβαίωση αυτή, το προσαγόμενο αντίγραφο υποβάλλεται στο τέλος χαρτοσήμου και στον πρόσθετο φόρο ως πρωτότυπο.»

Επειδή όσον αφορά το ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης οφειλής και διακανονισμού αποπληρωμής αυτής που υπογράφηκε μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής χαρτοσήμου καθώς η σύμβαση δεν αποτελεί συμβιβασμό, καθώς εν προκειμένω, μόνο το ένα μέρος ( ) παραιτείται από κάποια απαίτηση διακανονίζοντας την όμως και εξασφαλίζοντας μέρος της συνολικής απαίτησης.

Επειδή στη σελίδα 8 του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού αναφέρεται ότι η προσφεύγουσα θα προβεί σε άφεση του εναπομείναντος υπολοίπου της Οφειλής (το οποίο ισούται με το ποσό που απομένει αφαιρούμενου του Μέρους της Οφειλής από την Οφειλή), ήτοι του συνολικού ποσού των τρακοσίων σαράντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων ΕΥΡΩ και δέκα τριών ΛΕΠΤΩΝ (346.444,13 €) σύμφωνα με το άρθρο 484 ΑΚ.

Για τη σύναψη της συμφωνίας άφεσης χρέους δεν απαιτείται κάποιος συγκεκριμένος τύπος. Η κατάρτιση της σύμβασης παρότι δεν καθίσταται υποχρεωτική κατά τον Αστικό Κώδικα, κρίνεται σκόπιμη η υπογραφή και κατάθεσή της στην αρμόδια οικονομική εφορία. Όπως κάθε σύμβαση, έτσι και εδώ για τη σύναψή της πρέπει ο οφειλέτης να αποδεχθεί την παραίτηση του δανειστή, και η πρόταση αυτή προς τον οφειλέτη πρέπει να είναι σαφής και αναμφίβολη. Η σύμβαση αυτή ως αυτοτελής πράξη υπόκειται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Τελών και Χαρτοσήμου σε χαρτόσημο 3% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε αστική σχέση και 2% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε εμπορική σχέση, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 13 παρ. 1α ή 15 παρ. 1α του Κώδικα Χαρτοσήμου. Η υποχρέωση για την καταβολή του τέλους χαρτοσήμου και το βάρος της δαπάνης αυτού, ελλείψει διαφορετικής συμφωνίας, βαρύνει τον οφειλέτη κατά τον Α. Κ.

Επομένως εν προκειμένω το υπό κρίση συμφωνητικό υπόκειται σε χαρτόσημο 2% (πλέον 20% ΟΓΑ χαρτοσήμου) εφόσον αναφέρεται σε εμπορική σχέση.

Επειδή όσον αφορά το ιδιωτικό συμφωνητικό συμβιβασμού (εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς και τερματισμού διαμάχης) που υπογράφηκε μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το συμφωνητικό αυτό έχει αποκτήσει βέβαια χρονολογία από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης χαρτοσήμου. Ωστόσο κι ενώ στη σελίδα 2 του συμφωνητικού ρητά αναφέρεται ότι καταβλήθηκε χαρτόσημο 2,4%, το οποίο υπολογίστηκε επί της μεγαλύτερης εκ των συμβιβαζόμενων απαιτήσεων μεταξύ των δύο εταιρειών, ωστόσο από τα προσκομιζόμενα δικαιολογητικά, ήτοι τις με γενικό αριθμό κατάθεσης /2013 και /2013 αγωγές από τις οποίες παραιτείται η εταιρεία , όπου αναφέρονται συνολικά ποσά απαίτησης ύψους 7.624.738,18 € και 3.458,591,66 € αντίστοιχα, καθώς και την με γενικό αριθμό κατάθεσης /2014 αγωγή από την οποία παραιτείται η προσφεύγουσα εταιρεία, όπου αναφέρεται συνολικό ποσό απαίτησης ύψους 705.585,77 € πλέον του νόμιμου τόκου υπερημερίας, δεν προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού της αξίας συναλλαγής της δήλωσης τελών χαρτοσήμου. Δεν προκύπτει δηλαδή ότι η αξία συναλλαγής που υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου ύψους 3.698,948,03 €, όπως αυτή αναφέρεται στη προσκομιζόμενη δήλωση απόδοσης τελών χαρτοσήμου, είναι η μεγαλύτερη εκ των συμβιβαζόμενων απαιτήσεων μεταξύ των δύο εταιρειών.

Επειδή από έρευνα που πραγματοποιήθηκε για τις εταιρείες και στα μηχανογραφικά συστήματα elenxis και taxis, διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για δύο φερέγγυες ενεργές εταιρείες, με μεγάλο κύκλο εργασιών, με κερδοφορία και με μηδενικά χρέη προς την εφορία. Ωστόσο από την εξέταση των στοιχείων του φακέλου δεν προκύπτει ότι από μέρους της προσφεύγουσας ελήφθησαν όλες οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος της είσπραξης των απαιτήσεων από τις ως άνω εταιρείες, όπως για παράδειγμα σφράγιση επιταγών, λήψη ασφαλιστικών μέτρων, κατάσχεση κινητής περιουσίας, κατάσχεση απαιτήσεων εις χείρας τρίτων κτλ.

Επειδή από τα προαναφερόμενα κι εφόσον
α)δεν ελήφθησαν όλες οι κατάλληλες ενέργειες από μέρους της προσφεύγουσας για τη διασφάλιση του δικαιώματος της είσπραξης των εν λόγω απαιτήσεων της,
β)δεν προκύπτει θεώρηση των υπό κρίση συμφωνητικών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και
γ) δεν έχει πληρωθεί χαρτόσημο για το ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης οφειλής και διακανονισμού αποπληρωμής αυτής μεταξύ της προσφεύγουσας και της εταιρείας , κρίνεται ότι δεν πληρείται η τρίτη σωρευτική προϋπόθεση της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013 για διαγραφή απαίτησης για φορολογικούς σκοπούς.

Αποφασίζουμε

την απόρριψη της με αριθ. πρωτ /31-08-2018 ενδικοφανούς προσφυγής της εταιρείας με την επωνυμία " ", ΑΦΜ , κατά της τεκμαιρόμενης (σιωπηρής) απόρριψης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών επί της με αρ. πρωτ /04-04-2018 αίτησης επιφύλαξης για το φορολογικό έτος 2017 (01/10/2016 - 30/09/2017) και της υπ'αριθμ /30- 03-2018 Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος φορολογικού έτους από 2017 που υποβλήθηκε στις 30/03/2018.

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔ/ΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος α/α Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΑΠ 895/2019 Σύμβαση ενεχύρου μετοχών - Ευθύνη ενεχυρούχου δανειστή - Εκποίηση ενεχυρασμένων μετοχών στο Χρηματιστήριο - Αναίρεση για παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου - Περαιτέρω εκδίκαση της υπόθεσης -.

Next: 85/9/2019 Παράταση της προθεσμίας για την υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και για την κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος, για τις περιοχές της μελέτης με τίτλο «Μελέτη Κτηματογράφησης για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Νεοχωρίου, Επταμύλων και Λευκώνα της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Γενισέας, Διομήδειας, Μαγικού, Πηγαδιών, Ευμοίρου και Κιμμερίων της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης και Παροχή Υποστηρικτικών Υπηρεσιών» και κωδικό ΚΤ1-21
$
0
0

ΑΠ 895/2019

Σύμβαση ενεχύρου μετοχών - Ευθύνη ενεχυρούχου δανειστή - Εκποίηση ενεχυρασμένων μετοχών στο Χρηματιστήριο - Αναίρεση για παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου - Περαιτέρω εκδίκαση της υπόθεσης -.

 
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1209, 1210, 1211 εδ. β', 1218 ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικώς προς τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 35 - 47 του ν.δ. 17-7/13-8-1923 "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών", όταν το ενέχυρο συνιστάται προς ανώνυμη εταιρία, περιεχόμενο και σκοπός του ενεχύρου είναι η προνομιακή ικανοποίηση της ασφαλιζόμενης απαίτησης από την αξία του ενεχυριασμένου πράγματος. Και τούτο γιατί το ενέχυρο είναι δικαίωμα αξίας, η οποία θα πάρει τη μορφή του πλειστηριάσματος όταν το πράγμα εκποιηθεί αναγκαστικά με πρωτοβουλία του δανειστή. Ενέχυρο μπορεί να συσταθεί και επί ανωνύμων τίτλων, οπότε σύμφωνα με το άρθρο 1244 ΑΚ εφαρμόζονται οι διατάξεις περί ενεχύρου κινητών, δηλαδή ως προς τη σύσταση του δικαιώματος του ενεχύρου, την ενεχυρική σχέση, την εκποίηση και την απόσβεση του ενεχύρου εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ περί ενεχύρου κινητών πραγμάτων, εκτός αν από ειδική διάταξη προκύπτει αντίθετη ρύθμιση. Εξάλλου, από τα άρθρα 297, 298, 330, 1224 εδ. α' , 1235 αρ. 1, 1243 αρ. 1 και 1256 ΑΚ συνάγονται τα εξής: Ο ενεχυρούχος δανειστής έχει υποχρέωση να διαφυλάσσει την ενοχική απαίτηση του ενεχυραστή κατά τρίτου, στην οποία έχει συσταθεί το ενέχυρο, έτσι ώστε να μην επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωση αυτής, αν δε από πταίσμα του προκαλέσει την εν λόγω απόσβεση ή αποδυνάμωση και εντεύθεν ζημία στον ενεχυραστή, αυτός δικαιούται αποζημίωση με βάση την ευθύνη από τη σύμβαση ενεχύρου. Εξάλλου, η υπαίτια (από δόλο ή αμέλεια) ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται μία σύμβαση και γεννιέται ενδοσυμβατική ευθύνη του οφειλέτη, μπορεί, πέρα από την αξίωση που πηγάζει από τη σύμβαση, να θεμελιώσει ευθύνη και από αδικοπραξία, αν, και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη, θα ήταν καθεαυτή παράνομη, ως αντικείμενη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει το άρθρο 914 ΑΚ, να μη ζημιώνει κάποιος υπαιτίως άλλον (Ολ. ΑΠ. 967/1973). Περαιτέρω, από τη διάταξη του τελευταίου αυτού άρθρου προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα και δ) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς και του αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας
 

 

Αριθμός 895/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αβροκόμη Θούα, Γεώργιο Αποστολάκη, Θεόδωρο Κανελλόπουλο και Κωνσταντίνα Μαυρικοπούλου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 28 Ιανουαρίου 2019, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "... A.E.", πρώην με την επωνυμία "... A.E." και τον διακριτικό τίτλο "...", που εδρεύει στην …και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αικατερίνη Μητσιμπούνα. Του αναιρεσιβλήτου: Π. Α. του Π., κατοίκου .... Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του ..............
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 18-10-2007 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2536/2010 του ίδιου Δικαστηρίου και 4609/2015 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 27-10-2017 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η πληρεξούσια της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.


Κατά το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ ΑΠ 7/2006, ΑΠ 4/2005). Με τον ίδιο λόγο αναιρέσεως ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κλπ ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ' ουσίαν (Ολ ΑΠ 27/1998 και ΑΠ 28/1998). Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1209, 1210, 1211 εδ. β', 1218 ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικώς προς τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 35 - 47 του ν.δ. 17-7/13-8-1923 "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών", όταν το ενέχυρο συνιστάται προς ανώνυμη εταιρία, περιεχόμενο και σκοπός του ενεχύρου είναι η προνομιακή ικανοποίηση της ασφαλιζόμενης απαίτησης από την αξία του ενεχυριασμένου πράγματος. Και τούτο γιατί το ενέχυρο είναι δικαίωμα αξίας, η οποία θα πάρει τη μορφή του πλειστηριάσματος όταν το πράγμα εκποιηθεί αναγκαστικά με πρωτοβουλία του δανειστή. Ενέχυρο μπορεί να συσταθεί και επί ανωνύμων τίτλων, οπότε σύμφωνα με το άρθρο 1244 ΑΚ εφαρμόζονται οι διατάξεις περί ενεχύρου κινητών, δηλαδή ως προς τη σύσταση του δικαιώματος του ενεχύρου, την ενεχυρική σχέση, την εκποίηση και την απόσβεση του ενεχύρου εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ περί ενεχύρου κινητών πραγμάτων, εκτός αν από ειδική διάταξη προκύπτει αντίθετη ρύθμιση. Εξάλλου, από τα άρθρα 297, 298, 330, 1224 εδ. α' , 1235 αρ. 1, 1243 αρ. 1 και 1256 ΑΚ συνάγονται τα εξής: Ο ενεχυρούχος δανειστής έχει υποχρέωση να διαφυλάσσει την ενοχική απαίτηση του ενεχυραστή κατά τρίτου, στην οποία έχει συσταθεί το ενέχυρο, έτσι ώστε να μην επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωση αυτής, αν δε από πταίσμα του προκαλέσει την εν λόγω απόσβεση ή αποδυνάμωση και εντεύθεν ζημία στον ενεχυραστή, αυτός δικαιούται αποζημίωση με βάση την ευθύνη από τη σύμβαση ενεχύρου. Εξάλλου, η υπαίτια (από δόλο ή αμέλεια) ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται μία σύμβαση και γεννιέται ενδοσυμβατική ευθύνη του οφειλέτη, μπορεί, πέρα από την αξίωση που πηγάζει από τη σύμβαση, να θεμελιώσει ευθύνη και από αδικοπραξία, αν, και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη, θα ήταν καθεαυτή παράνομη, ως αντικείμενη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει το άρθρο 914 ΑΚ, να μη ζημιώνει κάποιος υπαιτίως άλλον (Ολ. ΑΠ. 967/1973). Περαιτέρω, από τη διάταξη του τελευταίου αυτού άρθρου προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα και δ) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς και του αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας Ο χαρακτηρισμός της παραλείψεως ως παράνομης συμπεριφοράς προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρεώσεως για επιχείρηση της θετικής ενέργειας που παραλείφθηκε. Τέτοια νομική υποχρέωση μπορεί να προκύψει είτε από δικαιοπραξία, είτε από ειδική διάταξη νόμου, είτε από την αρχή της καλής πίστεως είτε από την απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, όπως αυτές διαμορφώνονται κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, που απορρέει από τα άρθρα 281 και 288 ΑΚ. Αμέλεια, κατ' άρθρο 330 ΑΚ, υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά τη συναλλακτική πίστη από το δράστη στον κύκλο της αρμοδιότητας του, είτε υπάρχει προς τούτο σαφές νομικό καθήκον είτε όχι, αρκεί να συμπεριφέρθηκε κατά τρόπο αντίθετο από εκείνο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις (ΑΠ 96/2018, ΑΠ 1653/2010, ΑΠ 1500/2002). Υπάρχει δε η αιτιώδης αυτή συνάφεια, όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (αρθρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως (άρθρ. 298 ΑΚ) ήταν επαρκώς ικανή (πρόσφορη) να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα, επέφερε δε πράγματι τούτο στη συγκεκριμένη περίπτωση. Από τη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ, στην οποία ορίζεται ότι "όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει" προκύπτει ότι κύριο γνώρισμα της προβλεπόμενης από αυτήν αδικοπραξίας, η οποία μπορεί να συνιστά και αδικοπραξία του άρθρου 914 ΑΚ, είναι η προσβολή των χρηστών ηθών από την πράξη του υπαιτίου, που επιχειρείται από πρόθεση, ή και από την παράλειψη αυτού. Η αντίθεση προς τα χρηστά ήθη, η έννοια των οποίων είναι νομική ως προς το επιτρεπτό του επιδιωχθέντος σκοπού και των χρησιμοποιηθέντων μέσων, εξετάζεται αντικειμενικά και σύμφωνα με την αντίληψη του υγιούς κατά το δίκαιο σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Όσον αφορά την πρόθεση δεν απαιτείται το πρόσωπο να ενήργησε τη ζημιογόνο πράξη ή παράλειψη προς τον αποκλειστικό σκοπό της βλάβης τρίτου, αλλά αρκεί και η περί της επελθούσας ζημίας θέλησή του, δηλαδή είναι επαρκές ότι τελούσε σε γνώση περί του ότι η εκδηλωθείσα συμπεριφορά του ήταν δυνατόν να προκαλέσει ζημία και παρόλα αυτά δεν απέσχε της πράξης ή παράλειψης από την οποία επήλθε η ζημία (Ολ. ΑΠ 10/1991, ΑΠ 212/2018, ΑΠ 419/2018). Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί του εάν τα ανελέγκτως και κυριαρχικώς διαπιστωθέντα από αυτό πραγματικά περιστατικά, γενικά και αφηρημένα λαμβανόμενα, επιτρέπουν το συμπέρασμα, ότι η πράξη ή παράλειψη εκείνη μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικά ως πρόσφορη αιτία του παραχθέντος αποτελέσματος, αφού σχηματίζεται με τη χρησιμοποίηση των διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την υπαγωγή των διαπιστωθέντων πραγματικών περιστατικών στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ για ευθεία ή εκ πλαγίου παραβίαση των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου, καθώς και για παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας. Αντιθέτως, η περαιτέρω κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, περί του ότι στη συγκεκριμένη (ένδικη) περίπτωση η πράξη ή παράλειψη εκείνη αποτέλεσε ή δεν αποτέλεσε την αιτία του επιζήμιου αποτελέσματος, περί του ότι δηλαδή το ζημιογόνο γεγονός σε σχέση με τη ζημία βρίσκεται ή δεν βρίσκεται σε σχέση αιτίου και αποτελέσματος, ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων (άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 1298/2017). Από την παραδεκτή κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ επισκόπηση της ένδικης αγωγής προκύπτει ότι ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος εκθέτει σ' αυτήν ότι με την εναγομένη ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "... Ανώνυμη Εταιρεία" σύναψε στις 25-7-2000, σύμβαση παροχής πιστώσεως με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό αορίστου διαρκείας, με βάση την οποία η εναγομένη-αναιρεσείουσα του χορήγησε πίστωση με ανοιχτό λογαριασμό ύψους 10.000.000 δρχ. (ισότιμου με 29.347,02 ευρώ) καθώς και σύμβαση παροχής ενεχύρου επί αξιογράφων εις ασφάλεια πιστοδοτήσεως, με βάση την οποία παραχώρησε στην εναγομένη το δικαίωμα ενεχύρου επί των μετοχών που αναφέρονται στην αγωγή συνολικού ποσού 19.479.000 δρχ. (ισότιμου με 57.165,07 ευρώ), προς εξασφάλιση της απαιτήσεως της από τον ως άνω αλληλόχρεο λογαριασμό. Ότι στις 22-10-2003 η εναγομένη τον ενημέρωσε ότι ο αλληλόχρεος λογαριασμός έκλεισε στις 2-10-2003 και του γνωστοποίησε ότι το ύψος του χρεωστικού υπολοίπου του ανερχόταν στο ποσό των 43.953,26 ευρώ, για το μέγεθος του οποίου ο ενάγων δεν είχε καμία προγενέστερη ενημέρωση ή όχληση από την εναγομένη. Ότι εκδόθηκε σε βάρος του η με αριθμό 1750/2004 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία επιτασσόταν αυτός (ενάγων) να καταβάλλει στην εναγομένη το ως άνω ποσό των 43.953,26 ευρώ με τους τόκους και τα δικαστικά έξοδα, και στη συνέχεια, στο πλαίσιο της εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής, αυτή (εναγομένη) ενέγραψε προσημείωση σε διαμέρισμα του ευρισκόμενο στην .... Ότι κατά την ημερομηνία κλεισίματος του αλληλόχρεου λογαριασμού (2-10-2003) η αξία των ενεχυρασθεισών μετοχών ανερχόταν στο ποσό των 13.141 ευρώ, με αποτέλεσμα ο ενάγων να μην μπορεί να καλύψει από τη ρευστοποίηση τους ούτε μικρό τμήμα του ως άνω χρεωστικού υπολοίπου ενώ σε περίπτωση που η εναγομένη είχε κλείσει τον αλληλόχρεο λογαριασμό στις 25-1-2002, ήτοι μετά 18μήνο από τη σύναψη του, το χρεωστικό του υπόλοιπο θα ανερχόταν στο ποσό των 36.106,69 ευρώ και η αξία των ενεχυρασθεισών μετοχών στο ποσό των 23.570 ευρώ και συνεπώς μετά τη ρευστοποίηση τους, θα όφειλε στην εναγομένη το ποσό των (36.106.69 - 23.570) 12.536.69 ευρώ και, κατ' επέκταση, λόγω του μικρού ύψους της οφειλής του θα είχε αποφευχθεί η αναγκαστική εκτέλεση επί του προαναφερθέντος περιουσιακού στοιχείου του. Ότι η εναγομένη, παρέλειψε να προβεί σε ειδοποίηση ή ενημέρωση του ενάγοντος σχετικά με την αξία των ενεχυρασθεισών μετοχών και να προβεί στο κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού στις 25-1-2002 με ταυτόχρονη ρευστοποίηση των μετοχών αυτών υπαιτίως και κατά παράβαση της καλής πίστης, των συναλλακτικών ηθών, του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος καθώς και των χρηστών ηθών. Ότι η ζημία που υπέστη ο ενάγων εξαιτίας των ως άνω παραλείψεων της εναγομένης ανέρχεται στο ποσό των (43.952,26 - 12.536,69) 31.415,59 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά από μετατροπή του αιτήματος της αγωγής του σε αναγνωριστικό ζητούσε ο ενάγων να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλλει το προαναφερθέν ποσό των 31.415,57 ευρώ, νομιμοτόκως από 25-1-2002, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής, καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προαναφερθείσα εις βάρος του παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης.

 
Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η ένδικη αγωγή δεν είναι νόμιμη. Ειδικότερα, δεν συνιστά παράνομη πράξη ούτε άλλωστε συμπεριφορά αντίθετη στην καλή πίστη, στα συναλλακτικά ήθη, στον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματός της καθώς και στα χρηστά ήθη εκ μέρους της εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας το γεγονός ότι αυτή, ως ενεχυρούχος δανείστρια, δεν εκποίησε στις 25 Ιανουαρίου 2002 τις μετοχές των εταιρειών ..., ... και ..., που τις είχε ενεχυράσει ο αναιρεσίβλητος, ως κύριος των μετοχών τούτων, παρά την υποχρέωσή της να κλείσει τον αλληλόχρεο λογαριασμό λόγω παρόδου 18μηνου από την κατάρτιση της μεταξύ τους συμβάσεως, άλλως στα πλαίσια του Κώδικα Δεοντολογίας σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών ενεργώντας έτσι αντίθετα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη και συνακόλουθα δεν θεμελιώνεται ευθύνη αυτής προς αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη ο ίδιος, συνιστάμενη στη σημαντική μείωση της αξίας των μετοχών του στις 2 Οκτωβρίου 2003 και στη μη απομείωση του χρέους του προς την αναιρείουσα - εναγομένη κατά το ισόποσο του προϊόντος εκποιήσεως των μετοχών, αν είχε εκπληρώσει τις συμβατικές και τις κατά νόμο υποχρεώσεις της. Πράγματι, όπως προκύπτει από τις διατάξεις που αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, ο ενεχυρούχος δανειστής έχει υποχρέωση να φυλάσσει την ενοχική απαίτηση του ενεχυραστή κατά του τρίτου, στην οποία έχει συσταθεί ενέχυρο, έτσι ώστε να μην επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωση της απαιτήσεως, και μόνο εφόσον απειλείται ουσιώδης μείωση της αξίας του ενεχύρου (πράγματος ή απαιτήσεως) παρέχεται το δικαίωμα και δεν δημιουργείται υποχρέωση στον εκάστοτε ενεχυρούχο δανειστή να ζητήσει από το δικαστήριο να του παρασχεθεί η άδεια να πωλήσει το ενέχυρο με πλειστηριασμό, εκτός αν ο ενεχυραστής οφειλέτης συμπληρώσει την ασφάλεια μέσα στην εύλογη προθεσμία που του τάσσεται. Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχτηκε εν μέρει την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση της εναγομένης - αναιρεσείουσας να καταβάλλει ως αποζημίωση στον ενάγοντα - αναιρεσίβλητο με βάση τις διατάξεις των άρθρων 914-919 ΑΚ το ποσό των 18.274,57 ευρώ με το νόμιμο τόκο καθώς και το ποσό των 4.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης δεδομένου ότι η συμπεριφορά της που συνιστά υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος μπορεί να θεμελιώσει αξίωση αποζημίωσης από αδικοπραξία. Ειδικότερα το Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφαση του δέχτηκε ότι η επιλογή της αναιρεσείουσας να ικανοποιηθεί από τη βασική σχέση, και όχι από την εκποίηση των μετοχών του δυνάμει της συμβάσεως ενεχύρου συνιστά παράνομη πράξη και αξίωσε απ' αυτήν να έχει προβεί σε καταγγελία της συμβάσεως πιστώσεως σε συγκεκριμένη ημερομηνία και σε αυθημερόν εκποίηση των ενεχυρασμένων μετοχών στο Χρηματιστήριο Αξιών …., εσφαλμένα ερμήνευσε τις διατάξεις 281, 288, 361, 297, 298, 330, 914, 919, 1224 εδ. α', 1235 αρ. 1, 1243 αρ. 1, 1256 ΑΚ, 112 ΕισΝΑΚ, 35 επ., 41-47 και 64-67 του ν.δ. "Περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών" της 17.7/13.8.1923 και άρθρ. 1 επ. 2843/2000. Επομένως πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Εφετείο την από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ πλημμέλεια για εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων περί ενεχύρου και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά το άρθρο 580 § 3 Κ.Πολ.Δικ "αν ο ʼρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (για υπέρβαση δικαιοδοσίας και για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα) παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές". Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη και με την διάταξη της § 4 του ίδιου άρθρου, η οποία ορίζει ότι "οι αποφάσεις της ολομέλειας και των τμημάτων του Αρείου Πάγου δεσμεύουν τα δικαστήρια που ασχολούνται με την ίδια υπόθεση ως προς τα νομικά ζητήματα που έλυσαν" συνάγεται, ότι οσάκις μετά την αναίρεση της απόφασης δεν υπάρχει δικονομικώς έδαφος για "περαιτέρω εκδίκαση" της υποθέσεως αλλά υπολείπεται μόνο η διατύπωση του διατακτικού της αποφάσεως, με βάση το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης αποφάσεως και την έκταση της αναιρέσεως αυτής, η παραπομπή, κατά την παραπάνω διάταξη, σε ισόβαθμο δικαστήριο ουσίας δεν αποτελεί υποχρεωτικό στάδιο δίκης, αλλά μπορεί η τελειωτική επί της υποθέσεως απόφαση να εκδοθεί και από τον ʼρειο Πάγο (Ολ ΑΠ 42/2005, ΑΠ 25/2001, ΑΠ 352/2018). Έτσι, στην προκείμενη περίπτωση, εφόσον ο ʼρειος Πάγος κρίνει δεσμευτικά για το δικαστήριο της παραπομπής ότι η αγωγή του αναιρεσίβλητου είναι μη νόμιμη, δεν υπάρχει στάδιο "περαιτέρω εκδικάσεως" της υποθέσεως. Γι' αυτό παρέλκει η παραπομπή και για λόγους οικονομίας της δίκης επιβάλλεται να γίνει δεκτή η από 4-7-2013 έφεση της αναιρεσείουσας να εξαφανισθεί η υπ' αριθμ. 2536/2010 οριστική απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών και να απορριφθεί η από 18-10-2007 αγωγή του αναιρεσιβλήτου. Τέλος τα δικαστικά έξοδα για όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων (ΚΠολΔ 179, 183), λόγω του ότι η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου ήταν ιδιαίτερα δυσχερής. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στην αναιρεσείουσα άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ορίζεται στο διατακτικό.
 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ' αριθμ. 4609/2015 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.

Δέχεται την από 4-7-2013 έφεση της αναιρεσείουσας.
Εξαφανίζει την υπ' αριθμ. 2536/2010 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Απορρίπτει την από 18-10-2007 αγωγή.
Διατάσσει την επιστροφή στην αναιρεσείουσα του παραβόλου που κατέθεσε για την άσκηση αναιρέσεως. Και
Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα τόσο για την αναιρετική όσο και την κατ' έφεση δίκη.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2019.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 23 Ιουλίου 2019.

 

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

85/9/2019 Παράταση της προθεσμίας για την υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και για την κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος, για τις περιοχές της μελέτης με τίτλο «Μελέτη Κτηματογράφησης για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Νεοχωρίου, Επταμύλων και Λευκώνα της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Γενισέας, Διομήδειας, Μαγικού, Πηγαδιών, Ευμοίρου και Κιμμερίων της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης και Παροχή Υποστηρικτικών Υπηρεσιών» και κωδικό ΚΤ1-21

$
0
0

Αριθμ. απόφ. 85/9/2019

(ΦΕΚ B' 4020/04-11-2019)
 
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΦΟΡΕΑ «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ» (ΝΠΔΔ)
 
Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της περίπτ. β της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2308/1995, «Κτηματογράφηση για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου. Διαδικασία έως τις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά βιβλία και άλλες διατάξεις» (Α΄ 114), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 3 του ν. 4164/2013, και της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2308/1995, καθώς και του άρθρου 13 του ν. 2308/1995 σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παρ. 1 και 11 του άρθρου 1 του ν. 4164/2013 «Συμπλήρωση των διατάξεων περί Εθνικού Κτηματολογίου και άλλες ρυθμίσεις» (Α΄ 156), όπως ισχύει.

2. Τις διατάξεις των παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 1 και την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4512/2018 «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις» (Α΄ 5).

3. Τις διατάξεις του άρθρου έκτου παρ. 2 του ν. 4617/2019 «Κύρωση του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια σχετικά με την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφειλών που απορρέουν από τη χρησιμοποίηση τους, στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιοποικιλότητα και άλλες διατάξεις» (Α΄ 88).

4. Την αριθμ. ΓΔ 1796/1948770 Εισήγηση του Γενικού Διευθυντή.

5. Το γεγονός ότι από την έκδοση της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζει:

Άρθρο Μόνον


Την παράταση της προθεσμίας, μέχρι την οποία θα επιτρέπεται η υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων στις υπό κτηματογράφηση προκαποδιστριακές Κοινότητες Νεοχωρίου, Επταμύλων και Λευκώνα της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Γενισέας, Διομήδειας, Μαγικού, Πηγαδιών, Ευμοίρου και Κιμμερίων της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης της μελέτης με κωδικό ΚΤ1-21 καθώς επίσης και της προθεσμίας, μετά την παρέλευση της οποίας δεν θα επιτρέπεται η κατάθεση αίτησης διόρθωσης προδήλου σφάλματος, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 2 παρ. 8β και 6 παρ. 5 του ν. 2308/1995 όπως ισχύει, έως την 15.05.2020.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
Αθήνα, 24 Οκτωβρίου 2019

Ο Πρόεδρος
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

7164/2019 2η Τροποποίηση της αριθμ. 13184/29-11-2017 απόφασης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄4328) «Λεπτομέρειες εφαρμογής του Μέτρου 9 “Σύσταση Ομάδων και Οργανώσεων Παραγωγών” του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) της Ελλάδας 2014 2020»

Previous: 85/9/2019 Παράταση της προθεσμίας για την υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και για την κατάθεση αιτήσεων διόρθωσης προδήλου σφάλματος, για τις περιοχές της μελέτης με τίτλο «Μελέτη Κτηματογράφησης για τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Νεοχωρίου, Επταμύλων και Λευκώνα της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και στις προκαποδιστριακές Κοινότητες Γενισέας, Διομήδειας, Μαγικού, Πηγαδιών, Ευμοίρου και Κιμμερίων της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης και Παροχή Υποστηρικτικών Υπηρεσιών» και κωδικό ΚΤ1-21
$
0
0

Αριθμ. 7164/2019

(ΦΕΚ Β' 4049/05-11-2019)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
1.1 Του ν. 4314/2014 «Α) Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014-2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 17/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16-06-2012) στο ελληνικό δίκαιο,  τροποποίηση  του  ν.  3419/2005 (Α΄ 297) και άλλες διατάξεις» και ιδίως την παράγραφο 2 του άρθρου 69 αυτού, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει (Α΄ 265).
1.2 Του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).
1.3 Του ν. 3508/2006 «Ρυθμίσεις θεμάτων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων», ειδικότερα το άρθρο 3 αυτού (Α΄ 249).
1.4 Του ν. 3874/2010 «Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων» (Α΄ 151), όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 40 και 41 του ν. 4235/2014 (Α΄ 32) και το άρθρο 65 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94).
1.5 Του ν. 4384/2016 «Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα το άρθρο 37 (Α΄ 78).
1.6 Του ν. 2690/1999 «Κύρωση Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 45).
1.7 Του άρθρου 13 του ν. 4369/2016 και του άρθρου 116 παρ. 10 του ν. 4622/2019 (Α΄133) «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης».
1.8 Του π.δ. 97/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» (Α΄ 138).
1.9 Του π.δ. 83/2019 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 121).
1.10 Του Κανονισμού (ΕΕ) 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1083/2006.
1.11 Toυ Κανονισμού (ΕΕ) 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της Αγροτικής Ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1698/2005 του Συμβουλίου.
1.12 Του Κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθμ. 352/78, (ΕΚ) αριθμ. 165/94, (ΕΚ) αριθμ. 2799/98, (ΕΚ) αριθμ. 814/2000, (ΕΚ) αριθμ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθμ. 485/2008 του Συμβουλίου.
1.13 Του κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 640/2014 της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου και τους όρους απόρριψης ή ανάκτησης πληρωμών καθώς και τις διοικητικές κυρώσεις που εφαρμόζονται στις άμεσες ενισχύσεις, τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση.
1.14 Του κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 807/2014 της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και για τη θέσπιση μεταβατικών διατάξεων.
1.15 Του εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 808/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουλίου 2014, σχετικά με τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ).
1.16 Του εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 809/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση.
1.17 Του εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 908/2014 της Επιτροπής της 6ης Αυγούστου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του Καν. (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τους κανόνες σχετικά με τους ελέγχους, τις εγγυήσεις και τη διαφάνεια.
1.18 Της αριθμ. 282966/09-07-2007 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Έγκριση του Κανονισμού διαδικασίας πληρωμών του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία ΟΠΕΚΕΠΕ των ενισχύσεων που βαρύνουν τον ΕΛΕΓΕΠ» (Β’ 1205).
1.19 Της αριθμ. 24944/20-09-2016 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Αναδιάρθρωση, των Ειδικών Υπηρεσιών του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020» (Β’ 3066).
1.20 Της αριθμ. 1065/19-04-2016 απόφασης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με θέμα: «Θέσπιση διαδικασιών του Συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου του Προγράμματος "Αγροτική Ανάπτυξη της Ελλάδας 2014-2020"» (Β’ 1273).
1.21 Της αριθμ. 397/18235/16.2.2017 απόφασης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Αρμόδια αρχή, διαδικασία και δικαιολογητικά αναγνώρισης των Οργανώσεων Παραγωγών (Ο.Π.) και των Ενώσεων τους (Ε.Ο.Π.), καθώς και των Ομάδων Παραγωγών (Ομ.Π.) (Β’ 601), όπως έχει τροποποιηθεί με την αριθμ. 2430/110502/2017 (Β’ 3800) και ισχύει.

2. Το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας 2014-2020 (ΠΑΑ 2014-2020) και ειδικότερα το σημείο 8.2.9 «Μέτρο 09 Σύσταση ομάδων και οργανώσεων παραγωγών (άρθρο 27)».

3. Την αριθμ. 13184/29.11.2017 απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄4328) «Λεπτομέρειες εφαρμογής του Μέτρου 9 “Σύσταση Ομάδων και Οργανώσεων Παραγωγών” του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) της Ελλάδας 2014 2020», όπως ισχύει κάθε φορά.

4. Τη σύμφωνη γνώμη της ΕΥΔ ΠΑΑ με το αριθμ. 3010/20-09-2019 έγγραφό της.
 
5. Τη σύμφωνη γνώμη του ΟΠΕΚΕΠΕ με το αριθμ. 72782/25-09-2019 έγγραφό του.

6. Το γεγονός ότι από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δημόσια δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζει:

Α. Στο άρθρο 6, προστίθεται νέα παράγραφος 9 ως εξής:
Η Ομάδα/Οργάνωση Παραγωγών να τηρεί ξεχωριστό τραπεζικό λογαριασμό σε ελληνικό πιστωτικό ίδρυμα, από τον οποίο θα πραγματοποιούνται οι σχετικές κινήσεις που αφορούν το έργο.

Β. Την αντικατάσταση της παραγράφου 2 του άρθρου 8 ως εξής:
Η α’ και η β’ δόση (εφόσον έχει συμπληρωθεί το 1ο έτος λειτουργίας από την ημερομηνία αναγνώρισης) καταβάλλονται μετά την έκδοση της απόφασης ένταξης με την υποβολή σχετικής αίτησης από το δικαιούχο. Οι υπόλοιπες δύο (2) δόσεις με την υποβολή σχετικής αίτησης από το δικαιούχο καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα μία κάθε έτος για τα επόμενα δύο (2) έτη, με τη συμπλήρωση του ημερολογιακού έτους από την ημερομηνία αναγνώρισης της ομάδας/οργάνωσης. Η τελική δόση καταβάλλεται μετά τη συμπλήρωση του πέμπτου (5ου) έτους από την ημερομηνία αναγνώρισης. Στην περίπτωση που η ομάδα παραγωγών/οργάνωση παραγωγών έχει αναγνωριστεί σε έτος προηγούμενο της αίτησης υποβολής στήριξης, τότε μετά την έκδοση της απόφασης ένταξης μπορεί να υποβάλει αίτηση πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων και των ετών λειτουργίας που έχουν συμπληρωθεί κατά την ημερομηνία υποβολής αυτής.

Γ. Την αντικατάσταση της παραγράφου 3 του άρθρου 8 ως εξής:
Ο υπολογισμός της αξίας παραγωγής για την α’ δόση πληρωμής της ομάδας παραγωγών ή της οργάνωσης παραγωγών, πραγματοποιείται βάσει της μέσης ετήσιας αξίας της διατεθείσας στο εμπόριο παραγωγής των μελών κατά τη διάρκεια τριών (3) ετών πριν από τη συμμετοχή τους στην ομάδα ή στην οργάνωση. Η μέση ετήσια αξία προκύπτει από τα αντίστοιχα φορολογικά στοιχεία. Για τα επόμενα έτη η αξία παραγωγής περιλαμβάνεται ως εκτίμηση στο επιχειρηματικό σχέδιο και επαληθεύεται από τα αντίστοιχα παραστατικά και τη βεβαίωση της αξίας εμπορευθείσας παραγωγής από ορκωτό λογιστή, εγγεγραμμένο στο Μητρώο Ελεγκτών της ΕΛΤΕ, για το προϊόν ή τα προϊόντα που έχει αναγνωριστεί η ομάδα/οργάνωση, για κάθε ημερολογιακό έτος από την αναγνώρισή της.

Δ.Την αντικατάσταση της παραγράφου 4 του άρθρου 8, ως εξής:
Το ποσό στήριξης υπολογίζεται ανά έτος ως ακολούθως:
• 10% της μέσης ετήσιας αξίας της διατεθείσας στο εμπόριο παραγωγής των μελών κατά τη διάρκεια τριών (3) ετών πριν από τη συμμετοχή τους στην ομάδα ή στην οργάνωση, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 27 του Καν. 1305/2013.
• 8% της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά το 1ο έτος μετά την αναγνώριση.
• 6% της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά το 2ο έτος μετά την αναγνώριση.
• 4% της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά το 3ο έτος μετά την αναγνώριση.
• 2% της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά το 4ο έτος μετά την αναγνώριση.

Ε. Την αντικατάσταση των περιπτώσεων 1.1, 1.2 και 1.3 της παραγράφου 1 του άρθρου 19, ως εξής:
1.1 Η αίτηση πληρωμής για την καταβολή της α’ δόσης (10% της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο) υποβάλλεται εντός χρονικού διαστήματος που ορίζεται με απόφαση του ΕΦΔ. Στην περίπτωση που η ομάδα παραγωγών/οργάνωση παραγωγών έχει αναγνωριστεί σε έτος προηγούμενο της αίτησης υποβολής στήριξης, τότε μετά την έκδοση της απόφασης ένταξης μπορεί να υποβάλει αίτηση πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων και των ετών λειτουργίας που έχουν συμπληρωθεί κατά την ημερομηνία υποβολής αυτής.
1.2 Η αίτηση πληρωμής για την καταβολή των επόμενων δόσεων υποβάλλεται εντός χρονικού διαστήματος που ορίζεται με απόφαση του ΕΦΔ μετά την συμπλήρωση κάθε ημερολογιακού έτους από την ημερομηνία αναγνώρισης του δικαιούχου.
1.3 Η αίτηση καταβολής της τελικής πληρωμής μπορεί να υποβληθεί μετά τη συμπλήρωση του πέμπτου (5ου) έτους από την ημερομηνία αναγνώρισης του δικαιούχου και εντός χρονικού διαστήματος που ορίζεται με απόφαση του ΕΦΔ. Με την υποβολή της τελικής αίτησης πληρωμής ξεκινά η διαδικασία πιστοποίησης της ορθής εφαρμογής του επιχειρηματικού σχεδίου και ολοκλήρωσης της πράξης.

ΣΤ. Την αντικατάσταση της περίπτωσης 11.3 της παραγράφου 11 του άρθρου 19, ως εξής:
Για την α’ δόση: Α) Βεβαίωση εμπορευθείσας αξίας παραγωγής υπογεγραμμένη από ορκωτό λογιστή, εγγεγραμμένο στο Μητρώο Ελεγκτών της ΕΛΤΕ, για κάθε μέλος της ομάδας παραγωγών/οργάνωσης παραγωγών και για τα τρία (3) έτη πριν τη συμμετοχή τους στην ομάδα/ οργάνωση, Β) Αναλυτική κατάσταση ανά έτος για κάθε μέλος, όπου θα αναφέρονται τα παραστατικά πώλησης, υπογεγραμμένη από τον ορκωτό λογιστή και τον νόμιμο εκπρόσωπο της ομάδας/οργάνωσης παραγωγών. Τα πρωτότυπα παραστατικά πώλησης (τιμολόγια, πιστωτικά τιμολόγια, ιδιωτικά συμφωνητικά, κ.λπ.) τηρούνται στο αρχείο της ομάδας παραγωγών/οργάνωσης παραγωγών και τα θέτουν στη διάθεση των αρμοδίων αρχών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον ζητηθεί σχετικός έλεγχος, ανεξαρτήτως εάν από άλλες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας δεν υποχρεούνται στη διατήρηση των εν λόγω δικαιολογητικών και παραστατικών.

Ζ. Την αντικατάσταση της περίπτωσης 11.4 της παραγράφου 11 του άρθρου 19, ως εξής:
Για κάθε επόμενη από την α’ δόση: Α) Βεβαίωση εμπορευθείσας αξίας παραγωγής υπογεγραμμένη από ορκωτό λογιστή, εγγεγραμμένο στο Μητρώο Ελεγκτών της ΕΛΤΕ, του ημερολογιακού έτους που αφορά η αίτηση πληρωμής, Β) Αναλυτική κατάσταση ανά έτος, όπου θα αναφέρονται τα παραστατικά πώλησης, υπογεγραμμένη από τον ορκωτό λογιστή και τον νόμιμο εκπρόσωπο της ομάδας/οργάνωσης παραγωγών Τα πρωτότυπα παραστατικά πώλησης (τιμολόγια, πιστωτικά τιμολόγια, ιδιωτικά συμφωνητικά, κ.λπ.) τηρούνται στο αρχείο της ομάδας παραγωγών/οργάνωσης παραγωγών και τα θέτουν στη διάθεση των αρμοδίων αρχών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον ζητηθεί σχετικός έλεγχος, ανεξαρτήτως εάν από άλλες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας δεν υποχρεούνται στη διατήρηση των εν λόγω δικαιολογητικών και παραστατικών.

Η. Την αντικατάσταση της περίπτωσης 11.10 της παραγράφου 11 του άρθρου 19, ως εξής:
Αντίγραφο του καθημερινού ημερολογίου, όπου θα αναγράφονται αναλυτικά οι εργασίες των εργαζομένων και η παροχή υπηρεσιών επιτηδευματιών στο δικαιούχο.

Θ. Την αντικατάσταση της παραγράφου 6 του άρθρου 20, ως εξής:
Το σύνολο των δικαιολογητικών και παραστατικών που αναφέρονται στο άρθρο 19 παρ. 11, αποτελούν αντικείμενο διοικητικού ελέγχου από τον ΕΦΔ. Ο ΕΦΔ δύναται να πραγματοποιεί ελέγχους των παραστατικών πώλησης που αφορούν την πληρωμή.

Ι. Την αντικατάσταση της παραγράφου 1 του άρθρου 21 ως εξής:
Οι δικαιούχοι μπορούν να ανακαλέσουν εγγράφως την αίτηση πληρωμής, οποτεδήποτε μετά την υποβολή της και μέχρι την ολοκλήρωση της πράξης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Καν (ΕΕ) 809/2014 και τη διαδικασία Ι.6.2 «Ανάκληση αιτήσεων πληρωμής», που περιγράφεται στο ΣΔΕ, όπως ισχύει. Δεν μπορεί να υποβληθεί αίτημα ανάκλησης ως προς τα μέρη που έχουν ελεγχθεί και για τα οποία έχουν διαπιστωθεί ευρήματα ή εφόσον έχει αναγγελθεί επιτόπιος έλεγχος στον δικαιούχο.

ΙΑ. Τη διαγραφή των παραγράφων 2, 3 και 5 του άρθρου 21 και την αλλαγή της αρίθμησης της παραγράφου από 4 σε 2.

IB. Την αντικατάσταση της παραγράφου 4 του άρθρου 22, ως εξής:
Για το σκοπό αυτό υποβάλλουν αίτημα στον ΟΠΕΚΕΠΕ ή τον φορέα στον οποίο εκχωρείται η αρμοδιότητα, συνοδευόμενο από τα σχετικά δικαιολογητικά, περιγράφοντας το προφανές σφάλμα. Το αίτημα ελέγχεται και εγκρίνεται από τον ΟΠΕΚΕΠΕ ή τον φορέα στον οποίο εκχωρείται η αρμοδιότητα.

ΙΓ. Την αντικατάσταση της παραγράφου 5 του άρθρου 22, όπως αναφέρεται παρακάτω και τη διαγραφή των περιπτώσεων 5.1, 5.2, 5.3 και 5.4:
Ο ΟΠΕΚΕΠΕ ή ο φορέας στον οποίο εκχωρείται η αρμοδιότητα, εφόσον αναγνωρίσει ότι πρόκειται για προφανές σφάλμα, διενεργεί τις απαραίτητες διορθώσεις.

ΙΔ. Την αντικατάσταση της παραγράφου 2 του άρθρου 24, ως εξής:
Στην περίπτωση μη υποβολής της αίτησης πληρωμής εντός του χρονικού διαστήματος που έχει οριστεί με απόφαση του ΕΦΔ, επιβάλλεται κύρωση, που αντιστοιχεί στη μείωση της ενίσχυσης (επιλέξιμο ποσό) για το έτος που αφορά η μη εμπρόθεσμη υποβολή της αίτησης πληρωμής, κατά 7,7% για κάθε μήνα καθυστέρησης (από την πρώτη έως την αμέσως προηγούμενη ημερολογιακά ημέρα του επόμενου μήνα). Η μη υποβολή της αίτησης πληρωμής σε διάστημα μεγαλύτερο των 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης υποβολής των αιτήσεων πληρωμής που έχει οριστεί με την απόφαση του ΕΦΔ, οδηγεί στη μη καταβολή της ενίσχυσης για το έτος που αφορά η μη υποβολή αυτής. Σε περίπτωση μη υποβολής αίτησης πληρωμής για δύο (2) συνεχόμενα έτη, το έργο απεντάσσεται και η επιχορήγηση επιστρέφεται, σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020.

ΙΕ. Την αντικατάσταση της παραγράφου 4 του άρθρου 24, ως εξής:
Στην περίπτωση που κατά τη διενέργεια του διοικητικού ελέγχου της β’ δόσης διαπιστωθεί ότι η πραγματική αξία παραγωγής αποκλίνει σε ποσοστό άνω του 30% από την εκτιμώμενη αξία παραγωγής, τότε ο ΕΦΔ προβαίνει σε σύσταση προς τον δικαιούχο για τροποποίηση του εκτιμώμενου ποσού των επόμενων ετών. Στην περίπτωση που κατά τη διενέργεια του διοικητικού ελέγχου της γ’δόσης διαπιστωθεί ότι η πραγματική αξία παραγωγής συνεχίζει να αποκλίνει σε ποσοστό άνω του 30% από την εκτιμώμενη αξία παραγωγής, λαμβάνοντας υπόψη και τις αντίστοιχες αξίες παραγωγής (πραγματική και εκτιμώμενη) των δύο πρώτων δόσεων, τότε ο ΕΦΔ αφενός τροποποιεί ανάλογα τον εκτιμώμενο προϋπολογισμό για τις επόμενες δύο δόσεις, λαμβάνοντας υπόψη την ανώτερη αξία παραγωγής των πρώτων τριών δόσεων και αφετέρου επιβάλει μείωση για την εν λόγω δόση (γ’) σε ποσοστό 10% του ποσού που θα έπρεπε να λάβει ο δικαιούχος.

Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθμ. 13184/29.11.2017 απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄4328), όπως ισχύει κάθε φορά.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 31 Οκτωβρίου 2019

Ο Υπουργός
ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ

112873/2019 Σύσταση Ομάδας Εργασίας με έργο την εκπόνηση των τεχνικών προδιαγραφών για την προσαρμογή των Πληροφοριακών Συστημάτων Γ.Ε.ΜΗ. και ΥΜΣ στις προβλέψεις του ν. 4635/2019 (Α' 167), του ν. 4441/16 (Α' 227), του ν. 4601/19 (Α' 44) και των εταιρικών και ειδικών νομοθετημάτων και Ενωσιακών Κανονισμών

$
0
0

Αθήνα, 05-11-2019
Αριθ. Πρωτ.: 112873 - 05-11-2019
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΤΑΙΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΜΗΤΡΩΟΥ

Ταχ. Δ/νση:Πλατεία Κάνιγγος
Ταχ. Κώδικας:10181
Πληροφορίες:Ε. Αθανασάκη
Τηλέφωνο:210 38 93 574
Fax:210 38 38 981
Email:eathanasaki@gge.gr

ΘΕΜΑ: «ΣΥΣΤΑΣΗ ΟΜΑΔΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΕΡΓΟ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Γ.Ε.ΜΗ. ΚΑΙ ΥΜΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 4635/2019 (Α'167), ΤΟΥ Ν. 4441/16 (Α' 227), ΤΟΥ Ν.4601/19 (Α'44) ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΙΚΏΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ»

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του ν. 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης» (Α' 133).
β. Του ν. 4548/2018 «Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών» (Α' 104), όπως ισχύει.
γ. Του ν. 3190/1955 «Περί Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης» (Α' 91), όπως ισχύει.
δ. Των άρθρων 85-116 του ν. 4635/2019 «Επενδύω στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις» (Α' 167), όπως ισχύει. 
ε. Του ν. 3777/2009 «Διασυνοριακές συγχωνεύσεις κεφαλαιουχικών εταιρειών και άλλες διατάξεις» (Α' 127), όπως ισχύει.
στ. Του ν. 4072/2012 «Βελτίωση Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος - Νέα Εταιρική Μορφή ... και άλλες διατάξεις» (Α' 86), όπως ισχύει.
ζ. Του ν. 4497/2017 «Άσκηση υπαίθριων εμπορικών δραστηριοτήτων, εκσυγχρονισμός της επιμελητηριακής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις» (Α' 117), όπως ισχύει.
η. Του ν. 4441/2016 «Απλοποίηση διαδικασιών σύστασης επιχειρήσεων, άρση κανονιστικών εμποδίων στον ανταγωνισμό και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύει (Α'227).
θ. Του ν. 4601/2019 «Εταιρικοί Μετασχηματισμοί και εναρμόνιση του νομοθετικού πλαισίου με τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/55/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 για την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων στο πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύει (Α' 44).
ι. Του Π.Δ. 80/2019 «Διορισμός του Κυριάκου Μητσοτάκη των Κωνσταντίνου, Αρχηγού του Κόμματος της «Νέας Δημοκρατίας» (Ν.Δ.), ως Πρωθυπουργού» (Α' 118).
ια. Του Π.Δ.81/2019 «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάρτιση Υπουργείων και Καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους -Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων», (Α' 208).
ιβ. Του Π.Δ.147/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης (Α' 192), όπως ισχύει.
ιγ. Την υπ.' αριθμ. Υ2/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη «Σύσταση θέσεων Αναπληρωτή Υπουργού και Υφυπουργών» (Β' 2901).
ιδ. Το Π.Δ. 83/2019 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών», (Α' 121).
ιε. Την υπ.' αριθμ. 46/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Νικόλαο Παπαθανάση» (Β' 3100).
ιστ. Την υπ' αριθμ. 79595/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Διορισμός μετακλητού Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων» (ΥΟΔΔ' 507).
ιζ. Την υπ. αριθμ. 117036/17-11-2015 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης & Τουρισμού με θέμα «Με εντολή Υπουργού στο Γενικό Γραμματέα Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή, στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και Τμημάτων της ΓΓΕΠΚ του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού». (ΥΟΔΔ' 699).

2. Το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Α. Τη σύσταση Ομάδας Εργασίας με έργο την κατάρτιση τεχνικών προδιαγραφών σύμφωνα με τις απαιτήσεις των ν. 4635/2019 (Α'167) και ν. 4441/2016 (Α' 227), σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις των εταιρικών και ειδικών νομοθετημάτων και Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα των ν. 4548/2018 (Α' 104), ν. 3190/1955 (Α' 91), ν. 4072/2012 (Α' 86), ν. 1667/1986 (Α' 196), ν. 4430/2016 (Α' 205), ν. 2716/1999 (Α' 96), Α.Κ (ΠΔ 456/84), ν. 4601/2019 (Α' 44), 2137/1985/ΕΟΚ (ΕΕΕΚ L. 199, διορθωτικό L. 247) και 1435/2003/ΕΚ (ΕΕΕΚ L. 207).

Η κατάρτιση των τεχνικών προδιαγραφών είναι σε συνέπεια με τις κανονιστικές αποφάσεις και εγκυκλίους της Διεύθυνσης Εταιρειών της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή και συγκεκριμένα με τις με αριθμό 63577/13.6.2018 (Β' 2380), 48652/07-05-2019 (Β'1691), 62784/2017 (ΑΔΑ:ΨΟΥΨ465Χ18-ΒΜ4) 44559/2019 (ΑΔΑ:63Ξ7465Χ18-45Η), 31637/15.3.2017 (Β' 928) και 107766/2018 (Β' 4925),

B. Η κατάρτιση των ανωτέρω αναφερόμενων τεχνικών προδιαγραφών αφορά, κατά προτεραιότητα, τα ακόλουθα:
1. Τις αυτοματοποιημένες καταχωρίσεις με επιμέλεια του υπόχρεου προσώπου στο ΓΕΜΗ των παρ.1 και 3 του άρθρου 102 του ν. 4635/2019 (Α'167).
2. Τις καταχωρίσεις του άρθρου 103 για τις οποίες απαιτείται έλεγχος νομιμότητας.
3. Τα πρότυπα καταστατικών και εταιρικών πράξεων της παρ. 7 του άρθρου 103 του ν. 4635/2019 (Α' 167).
4. Τις διοικητικές κυρώσεις του τρίτου εδαφίου της παρ.2 του άρθρου 114 του ν. 4635/2019 (Α'167).
5. Την εμπορική δημοσιότητα των πράξεων, στοιχείων ή και δεδομένων που οφείλουν να καταχωρίσουν στο ΓΕΜΗ όλοι οι εγγραφόμενοι σύμφωνα με τα άρθρα 95-97 του ν. 4635/2019 (Α'167).
6. Την εμπορική δημοσιότητα των πράξεων, στοιχείων ή και δεδομένων που οφείλουν να καταχωρίσουν στο ΓΕΜΗ τα υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τρίτων χωρών σύμφωνα με τα άρθρα 98-101 του ν. 4635/2019 (Α'167).
7. Τις αυτεπάγγελτες καταχωρίσεις, διορθώσεις, μεταβολές και διαγραφές του άρθρου 108 του ν. 4635/2019 (Α'167).
8. Τις απαιτήσεις του άρθρου 111 του ν. 4635/2019 (Α'167), στο μέτρο που οι σχετικές πληροφορίες λαμβάνονται ηλεκτρονικά από άλλα δημόσια μητρώα.
9. Την υλοποίηση του παραδοτέου 2a της μελέτης «Επιχειρηματική ευφυΐα και διοικητική απλούστευση» (BIAS - SRSS SC2018/048).

Γ. Ως μέλη της Ομάδας Εργασίας ορίζονται οι εξής:
1. Γεωργόπουλος Γεράσιμος του Μαρίνου, Προϊστάμενος του Τμήματος Εταιρικού Δικαίου και Γενικού Εμπορικού Μητρώου της Δ/νσης Εταιρειών της Γενικής Δ/νσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, κάτοχος Α.Δ.Τ .......... και ΑΦΜ .......... ΔΟΥ .........., συντονιστής της Ομάδας Εργασίας για τα ζητήματα που άπτονται των απαιτήσεων της εταιρικής νομοθεσίας, και των ειδικότερων νομοθετημάτων ή Κανονισμών της Ε.Ε.
2. Ξαρχά Αναστασία του Γεωργίου, Προϊσταμένη της Υπηρεσίας Υποστήριξης και Ανάπτυξης των Πληροφοριακών Συστημάτων Γ.Ε.ΜΗ. και ΥΜΣ της ΚΕΕΕ, κάτοχος ΑΔΤ .......... και ΑΦΜ .......... Δ.Ο.Υ. .........., συντονίστρια για τα ζητήματα που άπτονται της υλοποίησης της εκτέλεσης των τεχνικών προδιαγραφών στα Πληροφοριακά Συστήματα ΓΕΜΗ & ΥΜΣ
3. Σισμανίδου Αρετή του Σταύρου, Δικηγόρος, συνεργάτης Υφυπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κάτοχος ΑΔΤ .......... και ΑΦΜ .......... Δ.Ο.Υ. ...........
4. Αντωνοπούλου Αγγελική του Γεωργίου, Δικηγόρος, Συνεργάτης Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, κάτοχος Α.Δ.Τ. .......... και ΑΦΜ .......... Δ.Ο.Υ. ...........
5. Αθανασάκη Ελένη του Γεωργίου, Υπάλληλος του Τμήματος Εταιρικού Δικαίου και Γενικού Εμπορικού Μητρώου της Δ/νσης Εταιρειών της Γενικής Δ/νσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, Συνεργάτης Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, κάτοχος Α.Δ.Τ. .......... και ΑΦΜ .......... Δ.Ο.Υ. ...........
6. Αναγνωστόπουλος Σωτήριος του Γεωργίου, Συνεργάτης Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, κάτοχος Α.Δ.Τ. ΑΚ .......... και ΑΦΜ .......... Δ.Ο.Υ. ........... 
7. Σουρμελής Γεώργιος του Μιχαήλ, Ειδικός Επιστημονικός Συνεργάτης της Υπηρεσίας Υποστήριξης και Ανάπτυξης των Πληροφοριακών Συστημάτων Γ.Ε.ΜΗ. και ΥΜΣ της ΚΕΕΕ, κάτοχος Α.Δ.Τ. .......... και ΑΦΜ .......... ΔΟΥ ...........

Δ. Ο/η Γραμματέας θα ορίζεται κάθε φορά από τον/την συντονιστή/στρια της Ομάδας Εργασίας.

Ε. Η Ομάδα Εργασίας, προκειμένου να διευκολύνεται στο έργο της, δύναται να καλεί και να αιτείται την συνδρομή φορέων και εμπειρογνωμόνων. Επίσης, δύναται να κατανείμει το έργο σε υπο-επιτροπές οι οποίες οι οποίες θα αποτελούνται κατ' ελάχιστον από δύο τουλάχιστον μέλη.

ΣΤ. Η ομάδα εργασίας θα συνεδριάζει εκτός ωρών εργασίας στην Γενική Γραμματεία Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή ή στην ΚΕΕΕ και η δαπάνη θα βαρύνει τον ειδικό λογαριασμό του ΓΕΜΗ που τηρείται στην ΚΕΕΕ. Η ομάδα εργασίας θα συνεδριάζει για όσο διάστημα απαιτηθεί προκειμένου να ολοκληρωθεί το έργο της με ελάχιστο αριθμό συνεδριάσεων τις τέσσερις (4) ανά μήνα.

Ζ. Η ομάδα εργασίας θα παραδίδει σε τακτά χρονικά διαστήματα τμήματα τεχνικών προδιαγραφών που αφορούν τα ανωτέρω αναφερόμενα στις παρ. Β1 έως Β9 και τα πρώτα εξ αυτών θα παραδοθούν αποκλειστικά μέχρι την ενεργοποίηση των διατάξεων του ν.4635/2019.





Ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή
Παναγιώτης Σταμπουλίδης 


Κ.Α.Α. ΜΠΙΛΗ ΕΥΣΤΑΘΙΑ

ΔΔΘΕΚΑ Α 1150458 ΕΞ 2019 Αποστολή Οδηγού ερωτήσεων - απαντήσεων σχετικά με τη χρήση του Εθνικού Υποσυστήματος Διαχείρισης Δασμολογίου (TARIC)

$
0
0

Αθήνα, 1 Νοεμβρίου 2019
Αριθ. Πρωτ.: ΔΔΘΕΚΑ Α 1150458 ΕΞ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α: ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΔΑΣΜΟΛΟΓ. ΑΞΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση:Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:Ε.Μπίρμπιλα
Τηλέφωνο:210-69.87.475
Fax:210-69.87.506
E-Mail:e.mpirmpila@aade.gr
Url:www.aade.gr

Θέμα: «Αποστολή Οδηγού ερωτήσεων – απαντήσεων σχετικά με τη χρήση του Εθνικού Υποσυστήματος Διαχείρισης Δασμολογίου (TARIC)»

Αποστέλλουμε συνημμένα, πληροφοριακό Οδηγό που επεξεργάστηκε η Υπηρεσία μας, με τη μορφή ερωτήσεων – απαντήσεων, αναφορικά με τη χρήση του Εθνικού Υποσυστήματος Διαχείρισης Δασμολογίου (TARIC).

Σκοπός του Οδηγού αυτού, είναι να καλύψει τις απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα, τόσο τελωνειακών υπαλλήλων όσο και οικονομικών φορέων και λοιπών συναλλασσόμενων με τις τελωνειακές αρχές, όσον αφορά την πληροφόρηση που παρέχει το υποσύστημα TARIC σε θέματα όπως οι κωδικοί εμπορευμάτων, τα μέτρα εθνικής φορολογίας καθώς και τα μέτρα της Ε.Ε. που συνδέονται με τους κωδικούς αυτούς, ο υπολογισμός των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, κλπ.

Εφιστούμε την προσοχή ότι ο παρόν Οδηγός έχει συνταχθεί μόνο για σκοπούς πληροφόρησης και διευκόλυνσης αναφορικά με την άντληση πληροφόρησης σχετικά με τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις εμπορευμάτων από το υποσύστημα TARIC, και δεν συνιστά νομικό κείμενο. Όπως είναι γνωστό, η δασμολογική κατάταξη και ο συνακόλουθος υπολογισμός των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων των εμπορευμάτων, πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κοινού Δασμολογίου της Ε.Ε. (Καν. 2658/87 όπως ισχύει), του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (Καν. 952/2013), του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (Ν. 2960/2001), του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν.2859/2000), καθώς και τα συναφή κείμενα της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας.



Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
ΚΩΝ. ΜΟΥΡΤΙΔΗΣ

ΔΕΔ 2246/2019 Κρίσιμο στοιχείο για τον χαρακτηρισμό μιας επιχείρησης ως πρακτορείο ταξιδιών

Next: Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β'968 amp; 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, καθώς και της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 και 1032) απόφασης, ως προς τις αλλαγές που προκύπτουν από τις διατάξεις της πρώτης απόφασης, περί τροποποίησης του Οργανισμού της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών
$
0
0

Καλλιθέα, 11/07/2019
Αριθμός απόφασης: 2246

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α1 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604 534
ΦΑΞ: 213 1604 567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

2. Την ΠΟΛ 1069/04-03-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 13/03/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΕΦ ΕΙ 2019 ενδικοφανή προσφυγή της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία « », ΑΦΜ με έδρα στην Ιταλία, στη πόλη κατά της με αριθμ. πρωτ /2016 απόφασης της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας που εκδόθηκε την 28/12/2018 και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Τη με αρ. πρωτ /2016 απόφαση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας που εκδόθηκε την 28/12/2018, με την οποία απορρίφθηκε η από 29/09/2016 αίτηση της προσφεύγουσας εταιρίας για επιστροφή Φ.Π.Α. έτους 2015, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της Δ/νσης Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του τμήματος Α1 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 13/03/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΕΦ ΕΙ 2019 ενδικοφανούς προσφυγής της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία « », ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την με αριθμ. πρωτ /2016 προσβαλλόμενη απόφαση της Προϊσταμένης της Δ/νσης Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας που εκδόθηκε την 28-12-2018, απορρίφθηκε η με αριθμ. Πρωτ. αίτηση της προσφεύγουσας εταιρίας για επιστροφή Φ.Π.Α. ποσού 16.604,07€, το οποίο αφορά δέκα (10) παραστατικά που εκδόθηκαν κατά το έτος 2015.

Ειδικότερα, με την εν λόγω απόφαση, κρίθηκαν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

«Η αιτούσα με κωδικό δραστηριότητας "Οργάνωση συνεδρίων και εμπορικών εκθέσεων" υπέβαλλε παραστατικά που εκδόθηκαν από ελληνικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και αφορούν δαπάνες στέγασης, σίτισης, και γενικά έξοδα συνεδρίου.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας απέστειλε, κατόπιν αιτήματός της Υπηρεσίας, στα πλαίσια της δραστηριότητάς της πραγματοποίησε στην Ελλάδα το 2015 την διοργάνωση του συνεδρίου « » στο , ενοικιάζοντας από το συγκεκριμένο ξενοδοχείο αίθουσα και οπτικοακουστικά μέσα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής στην Ελλάδα σύμφωνα με την επιστολή της, η αιτούσα παρείχε στους σύνεδρους γεύμα και διαμονή. Επίσης κατά τον ίδιο τρόπο οργάνωσε και εκδήλωση " " στο Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι εφόσον η αιτούσα δεν παρείχε τις υπηρεσίες διοργάνωσης των συνεδρίων με ίδια μέσα αλλά χρησιμοποίησε υπηρεσίες (διαμονή, σίτιση) από άλλους υποκείμενους στο φόρο, τότε πρέπει να εφαρμοστούν στην περίπτωσή της οι διατάξεις του ειδικού καθεστώτος των πρακτορείων ταξιδίων για τις υπηρεσίες αυτές. Τα ποσά του φόρου με τα οποία επιβαρύνεται το πρακτορείο από άλλους υποκείμενους στο φόρο για τις πράξεις που εμπίπτουν στο ειδικό καθεστώς δεν εκπίπτονται ούτε επιστρέφονται.

Για τους λόγους αυτούς:

Απορρίπτουμε εν όλω το αίτημα της επιχείρησης « » που αφορά επιστροφή ΦΠΑ συνολικού ποσού 16.604,07€.»

Η προσφεύγουσα εταιρεία, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να γίνει δεκτή η αίτηση της και να επιστραφεί ο αιτηθείς ΦΠΑ, προβάλλοντας τους κάτωθι ισχυρισμούς:

• Το άρθρο 26 παρ. 1 της έκτης οδηγίας είναι προφανές ότι με πρακτορείο ταξιδίων εξομοιώνει μόνο το είδος των επιχειρήσεων που αναφέρει, χρησιμοποιώντας περιοριστική και όχι ενδεικτική περιγραφή: Θεωρεί πρακτορείο - εκτός από τα πρακτορεία - μόνο τους «οργανωτές περιηγήσεων».


Ως Φορολογική δε διάταξη, ερμηνευόμενη στενά, είναι ανεπίτρεπτο να επεκταθεί η εφαρμογή της, κατ' αναλογία, σε άλλου είδους επιχειρήσεις μη κατονομαζόμενες ρητά στο κείμενό της. Αναφέρεται στην «πραγματοποίηση του ταξιδίου» και στους «ταξιδιώτες» και λογικά εξομοιώνει με πρακτορεία τους «οργανωτές περιηγήσεων». Η προσφεύγουσα, όμως, δεν «πραγματοποιεί ταξίδια» ούτε «οργανώνει περιηγήσεις» ούτε οι πελάτες της είναι «ταξιδιώτες»: Οργανώνει συνέδρια και οι πελάτες της είναι «σύνεδροι». Δεν τους φέρανε στην Ελλάδα για τουρισμό ή περιήγηση αλλά για να παρακολουθήσουν τα συνέδρια. Είναι φανερό λοιπόν ότι είναι ανεπίτρεπτη η κατ' αναλογία εφαρμογή των διατάξεων αυτών στην περίπτωσή μας.

• Με την ΠΟΛ.1226/2000 δόθηκαν διευκρινήσεις σχετικά με την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων ΦΠΑ. Στη περίπτωση της προσφεύγουσας δε μιλάμε για πελάτη ή ταξιδιώτη διότι η προσφεύγουσα πελάτη είχε την ιταλική εταιρεία , για λογαριασμό της οποίας οργάνωσε τις εκδηλώσεις και από την οποία πληρώθηκε.

• Στην προσβαλλόμενη απόφαση πέραν του ότι θα έπρεπε να υπάρχει κρίση περί του αν και κατά πόσο είχε «πανομοιότυπες» πράξεις, θα έπρεπε επί πλέον η απόφαση να διερευνά και να απαντά στο αν συνολικά παρείχε «πακέτα υπηρεσιών» ή και αν τυχόν εμφιλοχωρούσαν και άλλες πράξεις, μεμονωμένες ή διακριτές, ώστε να είναι η απόφαση πλήρως αιτιολογημένη. Τέτοιες κρίσεις η απόφαση δεν περιέχει.

• Όμοια αιτήματα έχει υποβάλει και σε άλλα κράτη μέλη (Γερμανία - Γαλλία) για αντίστοιχες δαπάνες και σε εύλογο χρονικό διάστημα έλαβε την επιστροφή.

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 34§§2 έως 9 του ν. 2859/2000 ορίζεται ότι: «2. Επίσης επιστρέφεται στον υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., ο φόρος που επιβάρυνε τις παραδόσεις αγαθών ή τις παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν προς αυτόν από άλλους υποκείμενους στον φόρο στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και τις εισαγωγές αγαθών που πραγματοποίησε στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο υποκείμενος αυτός πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Κατά την περίοδο επιστροφής, η οποία ορίζεται στην παράγραφο 5, δεν διατηρούσε στην Ελλάδα την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας ή μόνιμη εγκατάσταση από την οποία πραγματοποιούσε οικονομικές δραστηριότητες ή σε περίπτωση μη ύπαρξης τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης την κατοικία ή τον τόπο της συνήθους διαμονής του.

β) Κατά την περίοδο επιστροφής δεν πραγματοποίησε Παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, με εξαίρεση τις ακόλουθες πράξεις: αα) Παροχή υπηρεσιών μεταφοράς και συναφείς προς αυτές υπηρεσίες που ενεργούνται στο εσωτερικό της χώρας και οι οποίες απαλλάσσονται σύμφωνα με τα άρθρα 22 παρ. 1 περίπτωση λ', 24, 25 και 27, ββ) παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών σε πρόσωπο που έχει οριστεί ως υπόχρεο για την καταβολή του φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων ε', στ' και η ' της παραγράφου 1 του άρθρου 35. γ) Τα αγαθά που παραδόθηκαν ή οι υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε αυτόν χρησιμοποιήθηκαν για φορολογητέες πράξεις που υπάγονται στον φόρο στο κράτος - μέλος όπου είναι εγκατεστημένος και για τις οποίες θα είχε δικαίωμα έκπτωσης του φόρου, αν αυτές ενεργούνταν στην Ελλάδα ή χρησιμοποιήθηκαν για πράξεις που απαλλάσσονται του φόρου σύμφωνα με τα άρθρα 22 παρ. 1 περίπτωση λ', 24, 25, 27, 28 και 47.

Επειδή, με τις διατάξεις των παραγράφων 1 - 4 του άρθρου 43 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.) «Ειδικό καθεστώς πρακτορείων ταξιδιών», το οποίο ενσωματώνει τις διατάξεις των άρθρων 306 - 310 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ ορίζεται ότι:

«1. Οι επιχειρήσεις πρακτορείων ταξιδιών, με τις οποίες εξομοιώνονται και οι οργανωτές τουριστικών περιηγήσεων που ενεργούν στο όνομά τους έναντι των ταξιδιωτών, υπάγονται στο ειδικό καθεστώς υπολογισμού του φόρου που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού, εφόσον και κατά το μέρος που για την πραγματοποίηση του ταξιδιού ή της περιήγησης χρησιμοποιούν προς άμεση εξυπηρέτηση των ταξιδιωτών παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που παρέχονται από άλλους υποκείμενους στο φόρο.

2. Οι πράξεις που γίνονται για την πραγματοποίηση του ταξιδιού ή της περιήγησης, θεωρούνται ως ενιαία παροχή υπηρεσίας του πρακτορείου προς τον ταξιδιώτη.

Η παροχή αυτή φορολογείται στην Ελλάδα, εφόσον η έδρα της οικονομικής δραστηριότητας του πρακτορείου ή η μόνιμη εγκατάστασή του, από την οποία αυτό ενεργεί για την πραγματοποίηση του ταξιδιού, βρίσκονται στην Ελλάδα και μόνο κατά το μέρος που αναλογεί σε υπηρεσίες που το πρακτορείο αναθέτει σε άλλους υποκείμενους στο φόρο και οι οποίες πραγματοποιούνται από τους τελευταίους στο εσωτερικό της χώρας ή εντός της Κοινότητας.

Αντίθετα δεν υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το μέρος των παρεχομένων υπηρεσιών από το πρακτορείο ταξιδιών που αναλογεί στις πράξεις τις οποίες αυτό αναθέτει σε άλλους υποκείμενους στο φόρο και οι οποίες πραγματοποιούνται από τους τελευταίους εκτός της Κοινότητας. Για τις υπηρεσίες αυτές, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 24.

3. Ως φορολογητέα αξία λαμβάνεται η μεικτή αμοιβή του πρακτορείου που προκύπτει μετά την αφαίρεση από το συνολικό ποσό που καταβάλλεται από τον πελάτη (χωρίς να συνυπολογίζεται ο φόρος) του κόστους με το οποίο επιβαρύνεται το πρακτορείο από την παράδοση αγαθών και παροχή υπηρεσιών, (μαζί με το φόρο) που γίνονται σ' αυτό από άλλους υποκείμενους στο φόρο για άμεση εξυπηρέτηση του ταξιδιώτη.

Στα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών που αφορούν τις πράξεις για τις οποίες η φορολογητέα αξία προσδιορίζεται κατά τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, ο φόρος δύναται να ενσωματώνεται στην τιμή.

4. Τα ποσά του φόρου με τα οποία επιβαρύνεται το πρακτορείο από άλλους υποκείμενους στο φόρο για τις πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 δεν εκπίπτονται ούτε επιστρέφονται.»

Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι, στο ειδικό καθεστώς πρακτορείων ταξιδιών υπάγονται οι πράξεις που ενεργούν τα πρακτορεία αυτά στο όνομά τους έναντι των ταξιδιωτών και κατά το μέρος που για την πραγματοποίηση του ταξιδιού χρησιμοποιούν προς άμεση εξυπηρέτηση των ταξιδιωτών παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών (π.χ. υπηρεσίες ξενοδοχείου, μεταφοράς, εστιατορίων, ξενάγησης κ.λπ.) που παρέχονται από άλλους υποκείμενους στο φόρο, δηλαδή από τρίτες, προς τα πρακτορεία, επιχειρήσεις.

Επειδή, ακόμη, από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι, οι πράξεις αυτές, θεωρούνται ως ενιαία παροχή υπηρεσίας του πρακτορείου προς τον ταξιδιώτη, η οποία φορολογείται στο κράτος - μέλος, στο οποίο το πρακτορείο έχει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητας ή τη μόνιμη εγκατάστασή του, εφαρμόζοντας τη μέθοδο του περιθωρίου κέρδους ενώ τα ποσά του φόρου με τα οποία επιβαρύνεται το πρακτορείο από άλλους υποκείμενους στο φόρο δεν εκπίπτονται ούτε επιστρέφονται.

Επειδή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) με την C-200/2004 απόφασή του αποφάνθηκε ότι:

«Το άρθρο 26 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους Φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι έχει εφαρμογή σε επιχειρηματία που προτείνει υπηρεσίες όπως τα προγράμματα « » και « », τα οποία συνίστανται στην οργάνωση ταξιδιών για την εκμάθηση γλώσσας στην αλλοδαπή, και ο οποίος, ιδίω ονόματι, παρέχει στους πελάτες του διαμονή στην αλλοδαπή διάρκειας τριών έως δέκα μηνών και προσφεύγει για τον σκοπό αυτό στις υπηρεσίες άλλων φορολογούμενων.»

Επειδή, από την ανωτέρω απόφαση του ΔΕΕ σαφώς προκύπτει ότι, στο ειδικό καθεστώς πρακτορείων ταξιδιών υπάγονται και οι επιχειρήσεις που δεν είναι πρακτορείο ταξιδίων ή οργανωτές περιηγήσεων, αλλά διενεργούν πράξεις στο πλαίσιο μιας άλλης δραστηριότητας και λαμβάνουν υπηρεσίες από άλλον υποκείμενο στο φόρο.

Επειδή, περαιτέρω, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) με τις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-308/96 και C-94/97 αποφάνθηκε ότι:

«1) Το άρθρο 26 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει εφαρμογή στην περίπτωση ξενοδόχου ο οποίος, έναντι καταβολής κατ' αποκοπήν τιμής, προσφέρει συνήθως στους πελάτες του, πλέον της διαμονής, την μετ' επιστροφής μεταφορά μεταξύ του ξενοδοχείου και ορισμένων απομακρυσμένων σημείων επιβιβάσεως και μια περιήγηση με λεωφορείο κατά τη διάρκεια της διαμονής, αγοράζει δε αυτές τις υπηρεσίες μεταφοράς από τρίτους.

2) Το άρθρο 26 της έκτης οδηγίας 77/388 έχει την έννοια ότι, όταν ένας επιχειρηματίας υπαγόμενος στις διατάξεις του άρθρου αυτού διενεργεί, έναντι καταβολής κατ' αποκοπήν τιμής, πράξεις αποτελούμενες από υπηρεσίες παρεχόμενες εν μέρει από τον ίδιο και εν μέρει από άλλους φορολογούμενους, το καθεστώς ΦΠΑ που προβλέπεται στη διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά στις υπηρεσίες που παρέχονται από τρίτους. Δεν μπορεί να απαιτείται από έναν επιχειρηματία να υπολογίζει το τμήμα της κατ' αποκοπήν τιμής που αντιστοιχεί στην παρεχόμενη από τον ίδιο υπηρεσία βάσει της αρχής του πραγματικού κόστους, όταν είναι δυνατόν να απομονωθεί το τμήμα αυτό της κατ' αποκοπήν τιμής με βάση την αγοραία αξία των υπηρεσιών που είναι ανάλογες με εκείνες που παρέχονται στο πλαίσιο του πακέτου.»

Επειδή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) κατέληξε στην ανωτέρω απόφασή του επιχειρηματολογώντας στο σώμα της υπόψη απόφασης, μεταξύ άλλων και με τις ακόλουθες σκέψεις (20 και 21):

«20. Εν συνεχεία, διαπιστώνεται ότι οι λόγοι που στηρίζουν το ειδικό καθεστώς που ισχύει για τα πρακτορεία ταξιδιών και τους οργανωτές περιηγήσεων ισχύουν και στην περίπτωση κατά την οποία ο επιχειρηματίας δεν είναι πρακτορείο ταξιδιών ή οργανωτής περιηγήσεων, υπό την έννοια που έχουν γενικώς οι όροι αυτοί, αλλά διενεργεί πανομοιότυπες πράξεις στο πλαίσιο μιας άλλης δραστηριότητας, όπως είναι η δραστηριότητα του ξενοδόχου.

21. Συγκεκριμένα, μια ερμηνεία που θα περιόριζε την εφαρμογή του άρθρου 26 της έκτης οδηγίας μόνο στους επιχειρηματίες που είναι πρακτορεία ταξιδιών ή οργανωτές περιηγήσεων, υπό την έννοια που γενικώς έχουν οι όροι αυτοί, θα είχε ως αποτέλεσμα να υπάγονται πανομοιότυπες παροχές υπηρεσιών σε διαφορετικές διατάξεις, ανάλογα με την τυπική ιδιότητα του επιχειρηματία.»

Επομένως, από την ανωτέρω απόφαση του ΔΕΕ σαφώς προκύπτει ότι, στο ειδικό καθεστώς πρακτορείων ταξιδιών υπάγονται και οι επιχειρήσεις που δεν είναι πρακτορείο ταξιδίων ή οργανωτές περιηγήσεων, αλλά διενεργούν πανομοιότυπες πράξεις στο πλαίσιο μιας άλλης δραστηριότητας.

Επειδή, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα εταιρεία με κωδικό «Οργάνωση συνεδρίων και εμπορικών εκθέσεων», όπως ενημέρωσε την Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, πραγματοποίησε στην Ελλάδα το 2015 την διοργάνωση του συνεδρίου
« » στο , ενοικιάζοντας από το συγκεκριμένο ξενοδοχείο αίθουσα και οπτικοακουστικά μέσα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής στην Ελλάδα σύμφωνα με την επιστολή της, η αιτούσα παρείχε στους σύνεδρους γεύμα και διαμονή . Επίσης κατά τον ίδιο τρόπο οργάνωσε και εκδήλωση « » στο

Για την πραγματοποίηση των συνεδρίων αυτών η εταιρεία συμβλήθηκε με ελληνικές επιχειρήσεις, στο όνομά της, από τις οποίες έλαβε πλήθος υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων, ενοικίαση αιθουσών, ενοικίαση οπτικοακουστικού εξοπλισμού, διαμονής σε ξενοδοχεία, σίτισης σε ξενοδοχεία και λοιπά διάφορα έξοδα.

Για τις υπηρεσίες αυτές οι ελληνικές επιχειρήσεις εξέδωσαν τα αντίστοιχα τιμολόγια προς την εταιρεία « », με επιβάρυνση Φ.Π.Α., τα οποία η εταιρεία υπέβαλε στην Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας, με την ηλεκτρονική αίτηση επιστροφής Φ.Π.Α..

Στη συνέχεια η προσφεύγουσα τιμολόγησε την αντισυμβαλλόμενη με αυτή ιταλική επιχείρηση « ».

Επειδή, από τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι, η προσφεύγουσα έναντι μιας ενιαίας τιμής που εισέπραξε από τον πελάτη της (« ») παρείχε προς αυτή ένα σύνολο υπηρεσιών (ενοικίαση αιθουσών, ενοικίαση οπτικοακουστικού εξοπλισμού, διαμονής σε ξενοδοχεία, σίτισης σε ξενοδοχεία και λοιπά διάφορα έξοδα) που έλαβε στο όνομά της, με επιβάρυνση (ελληνικού) Φ.Π.Α., από άλλους υποκείμενους στο φόρο (ελληνικές επιχειρήσεις).

Επομένως, βάσει των ως άνω πραγματικών περιστατικών προκύπτει ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.) και τις αποφάσεις του Δ.Ε.Ε. (C-200/2004 και C-308/96, C-94/97) που προαναφέρθηκαν, η προσφεύγουσα, ανεξάρτητα αν δεν είναι, τυπικά, επιχείρηση πρακτορείου ταξιδίων ή οργανωτή περιηγήσεων, δεδομένου ότι, διενεργεί πανομοιότυπες πράξεις στο πλαίσιο μιας άλλης δραστηριότητας (διοργάνωση συνεδρίων) και λαμβάνει υπηρεσίες από άλλους υποκείμενους στο φόρο, υπάγεται στο ειδικό καθεστώς πρακτορείων ταξιδιών και δεν δικαιούται έκπτωσης ή επιστροφής του Φ.Π.Α. που επιβαρύνθηκε από άλλους υποκείμενους στο φόρο (παρ. 4 του άρθρο 43 του ν.2859/2000).

Επειδή, η αναφορά της προσφεύγουσας εταιρείας στην ΠΟΛ. 1226/2000, προκειμένου να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της ότι δεν λειτουργεί ως πρακτορείο ταξιδιών, εκ του λόγου ότι δεν εισέπραξε μια ενιαία τιμή από κάθε ταξιδιώτη σύνεδρο αλλά μια ενιαία τιμή από μια συγκεκριμένη ιταλική επιχείρηση, είναι ανίσχυρη δεδομένου ότι από τις διατάξεις του άρθρου 43 του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν. 2859/2000), των άρθρων 306-310 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου καθώς και τις αποφάσεις C-200/2004, C-308/96 και C-94/97 του ΔΕΕ, δεν προκύπτει ότι για να χαρακτηριστεί μια επιχείρηση ως πρακτορείο ταξιδιών, που διενεργεί πανομοιότυπες πράξεις στο πλαίσιο μιας άλλης δραστηριότητας, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση η προσφεύγουσα, πρέπει να εισπράττει μια ενιαία τιμή από κάθε σύνεδρο ταξιδιώτη και όχι μια ενιαία τιμή από μια συγκεκριμένη επιχείρηση για λογαριασμό της οποίας διοργανώνει το συνέδριο το πρακτορείο ταξιδιών.

Αντίθετα, κρίσιμο στοιχείο για τον χαρακτηρισμό μιας επιχείρησης ως πρακτορείο ταξιδιών, που διενεργεί πανομοιότυπες πράξεις στο πλαίσιο μιας άλλης δραστηριότητας είναι να δέχεται υπηρεσίες στο όνομά της, όπως π.χ. στέγασης, τροφής κ.λπ., από άλλους αντισυμβαλλόμενους (προμηθευτές) και να εισπράττει μια ενιαία τιμή από τον αντισυμβαλλόμενο πελάτη της, όπως έπραξε στην συγκεκριμένη περίπτωση η προσφεύγουσα.


Επειδή, βάσει των ανωτέρω διατάξεων και πραγματικών περιστατικών, ορθώς η Προϊσταμένη της Δ/νσης Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας προέβη στην έκδοση της με αριθ. πρωτ /2016 προσβαλλόμενης απόφασης με την οποία απέρριψε τη με αριθμ. πρωτ  αίτηση της προσφεύγουσας εταιρίας για επιστροφή Φ.Π.Α. ποσού 16.604,07€.

Επειδή, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως, νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη και δεν υφίσταται ουδεμία παράβαση νόμου ή παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσης της πράξης, η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Αποφασίζουμε

την απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης 13/03/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΕΕΦ ΕΙ 2019 ενδικοφανούς προσφυγής της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία « », ΑΦΜ

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της με υποχρέωση.


Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β'968 amp; 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, καθώς και της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 και 1032) απόφασης, ως προς τις αλλαγές που προκύπτουν από τις διατάξεις της πρώτης απόφασης, περί τροποποίησης του Οργανισμού της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών

$
0
0

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2019
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ.: Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019
ΑΡΙΘ. ΦΕΚ: Β'4054/06-11-2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Γ.Δ.Α.Δ.Ο.)
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Δ.ΟΡΓ.)
ΤΜΗΜΑ: Α'-ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας: 10184 Αθήνα
Πληροφορίες: Μ. Παπαδοπούλου
Παναγιώτης Καλαντζής
Τηλέφωνο: 210-3222386
Fax: 210-3230829
E-Mail: a.pantazi1@aade.gr
Url: www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β'968 & 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, καθώς και της αριθ. Δ.ΟΡΓ. Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 και 1032) απόφασης, ως προς τις αλλαγές που προκύπτουν από τις διατάξεις της πρώτης απόφασης, περί τροποποίησης του Οργανισμού της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών.»

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) του Κεφαλαίου Α' «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α' 94) και ειδικότερα των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 6, των περιπτώσεων αα', ββ', γγ' και εε' της υποπαραγράφου θ' της παραγράφου 4, των υποπαραγράφων α' και γ' της παρ. 6, της υποπαραγράφου α' της παρ. 2, των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 14, της υποπαραγράφου β' της παραγράφου 3 και της υποπαραγράφου θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 9, των άρθρων 2, 7, 19, 26 και 27, καθώς και των παρ. 1 έως 5 του άρθρου 41 αυτού, όπως ισχύουν,
β) του ν. 4174/2013 (Α' 170) «Φορολογικές διαδικασίες και άλλες διατάξεις», όπως ισχύουν,
γ) του ν. 4270/2014 (A' 143) «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) - δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις.», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και του π.δ. 80/2016 (Α' 145) «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους διατάκτες»,
δ) του ν.δ. 356/1974 (Α' 90) «Περί Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων», όπως ισχύει και ειδικότερα της παρ. 1 του άρθρου 2 αυτού, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4224/2013 (Α' 288) «Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο Αξιοποίησης Περιουσίας του Δημοσίου και άλλες επείγουσες διατάξεις», σε συνδυασμό με τις παρ. 8 και 9 του άρθρου 8 του τελευταίου.
ε) του άρθρου 39 του ν. 1914/1990 (Α' 178) «Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη του δημοσίου τομέα και της κεφαλαιαγοράς, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις»,
στ) της υποπερ. viii της περ. 2.3 της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου Γ' του άρθρου 3 του ν. 4336/2015 (Α' 94) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις - Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης.»,
ζ) του ν. 4412/2016 (Α' 147) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» και ειδικότερα του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 αυτού, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4468/2017 (Α' 61),
η) ν. 3852/2010 (Α' 87) «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,
θ) της αριθ. 75555/289/06-07-2017 (Β' 2336) Κοινής Απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός κριτηρίων υπαγωγής στην έννοια της "χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών" του άρθρου 6, παρ. 2, εδάφιο β' του ν. 4412/2016», η οποία εκδόθηκε ύστερα από την αριθ. 25/2017/28-06-2017 σύμφωνη γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.),
ι) της αριθ. 2/58493/ΔΠΓΚ/31-07-2018 (Β' 3240) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Οικονομική και Διοικητική Ταξινόμηση του Κρατικού Προϋπολογισμού»,
ια) της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β' 968 & 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα του άρθρου 39 αυτής,
ιβ) του π.δ. 16/1989 (Α' 6) «Κανονισμός λειτουργίας Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και Τοπικών Γραφείων και καθήκοντα υπαλλήλων αυτών», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,
ιγ) του ν. 48/1975 (Α' 108) «Περί της Εθνικής Σημαίας της Ελλάδος, του Εμβλήματος της Ελληνικής Δημοκρατίας, του όρκου των αναλαμβανόντων δημοσίαν εν γένει υπηρεσίαν, του τύπου των σφραγίδων των Δημοσίων Αρχών και των εγγράφων τούτων.»,
ιδ) του άρθρου 87 του ν. 3528/2007 (Α' 26) «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.», όπως ισχύει,
ιε) του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α' 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», σε συνδυασμό με τις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 19 του ν. 4389/2016,
ιστ) του π.δ. 81/2019 (Α' 119) «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους-Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» και ειδικότερα του άρθρου 1 αυτού.

2. Τις συστατικές πράξεις των Δ.Ο.Υ., όπως ισχύουν, στις οποίες καθορίζεται και η χωρική αρμοδιότητα αυτών.

3. Την αριθ. Δ6Α 1133106 ΕΞ 2011/21-09-2011 (Β' 2187) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με όμοιες αποφάσεις και με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου γ' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

4. Τις κατωτέρω αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, όπως συμπληρώθηκαν ή τροποποιήθηκαν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου γ' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, με αριθ.:
α) Δ6Α 1126601 ΕΞ 2013/08-08-2013 (Β'2043) «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.)»,
β) Δ.ΟΡΓ.Α 1101923 ΕΞ 2016/06-07-2016 (Β' 2108) «Ανακαθορισμός της κατά τόπον αρμοδιότητας των Δ.Ο.Υ.»,
γ) Δ6Α 1035276 ΕΞ 2014/21-2-2014 (Β'524) «Μετονομασία και ανακαθορισμός της έδρας Δ.Ο.Υ., καθώς και καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων Δ.Ο.Υ. Α' τάξεως», ως προς την παρ. 2 αυτής, όπως ισχύει και
δ) Δ.ΟΡΓ.Α 1180286 ΕΞ 2016/12-12-2016 (Β' 4009) «Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1147691 ΕΞ 2014/06-11-2014 (Β' 3017) απόφασης της Γενικής Γραμματέως της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Κατανομή των οργανικών θέσεων προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, μεταξύ των Γενικών Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και των Υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής, καθώς και μεταξύ των Υπηρεσιών που υπάγονται στις Γενικές Διευθύνσεις», όπως ισχύει, κατά το μέρος που αφορά στις Δ.Ο.Υ., με με τις αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1073859 ΕΞ 2018/14-05-2018 (Β' 1771), Δ.ΟΡΓ.Α 1125548 ΕΞ 2018/22-08-2018 (Β' 3805) και Δ.ΟΡΓ.Α 1111028 ΕΞ 2019/5-8-2019 (Β' 3207) αποφάσεις μας.

5. Τις κατωτέρω αποφάσεις του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, όπως συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν, αριθ.:
α) Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31-07-2017 (Β' 2743) «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής "Με εντολή Διοικητή" σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.»,
β) Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 και 1032) «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων σε όργανα Κεντρικών, Ειδικών Αποκεντρωμένων και Περιφερειακών Υπηρεσιών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), εξουσιοδότηση υπογραφής σε Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων και Προϊσταμένους ή Υπευθύνους Αυτοτελών Υπηρεσιών, καθώς και ορισμός Δευτερευόντων Διατακτών Υπηρεσιών αυτής» και
γ) Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/08-08-2017 (Β' 2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη «Ορισμός των οργανικών μονάδων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), οι οποίες αποτελούν χωριστές επιχειρησιακές μονάδες, ανεξαρτήτως υπεύθυνες για τη σύναψη συμβάσεων των ίδιων ή ορισμένων κατηγοριών αυτών, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 4 της αριθμ. 75555/289/6-7-2017 (Β' 2336) Κοινής Απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, τα οποία καθορίσθηκαν σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4412/2016 (Α' 147)».

6. Τα μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., από 30/12/2018, 26 (δύο μηνύματα) και 28/02/2019, 04 (τρία μηνύματα), 26 (δύο μηνύματα), 27 και 29/03/2019, 3, 11, 26 και 27/06/2019, από 9, 13 και 16/8/2019, καθώς και τα από 25 (δύο μηνύματα), 29 και 31/10/2019.

7. Το αριθ. Δ. ΟΡΓ. Δ 1176934 ΕΞ 2016/08-12-2016 (ΣΕ ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) έγγραφο του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης & Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, περί των υπηρεσιακών σφραγίδων που θα χρησιμοποιούν οι Υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε.

8. Τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, αριθ.:
α) 2/77928/0004/27-9-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 507) «Διορισμός μελών του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.» και
β) 2/77929/0004/27-09-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 507) «Ορισμός Εμπειρογνώμονα για την παροχή εξειδικευμένων συμβουλευτικών υπηρεσιών στο Συμβούλιο Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

9. Την από 20-08-2019 συνεδρίαση του Συμβουλίου Διοίκησης (Σ.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), κατά την οποία παρείχε τη σύμφωνη γνώμη του, σύμφωνα τις διατάξεις της υποπαραγράφου β' της παραγράφου 3 και της υποπαραγράφου θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 4389/2016 (αριθ. 53/20-08-2019 έγγραφο του Προέδρου του Σ.Δ.).

10. Την αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28-01-2013 (Β' 130 και Β' 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α' της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

11. Την αριθ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθ. 39/3 της 30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

12. Την ανάγκη συγχώνευσης της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως του νομού Αττικής, με όμορη χωρική αρμοδιότητα, προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι, ανθρώπινοι και οικονομικοί, με στόχο την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.

13. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, προκαλείται ετήσια εξοικονόμηση των δαπανών του προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), περίπου, κατά δεκαπέντε χιλιάδων οχτακοσίων σαράντα (15.840) ευρώ, μόνο από τη μείωση των επιδομάτων θέσεων ευθύνης, λόγω της μείωσης των οργανικών μονάδων, κατά (1) Διεύθυνση και τρία (3) Τμήματα, πέραν της εξοικονόμησης δαπανών από τα λειτουργικά έξοδα της συγχωνευόμενης Δ.Ο.Υ..

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Α.- Τροποποιούμε τις κατωτέρω αποφάσεις μας, με αριθ.:

α) Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β' 968 & 1238), με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», κατά το μέρος που αφορά στις περιπτώσεις 65 και 70 του Πίνακα της παραγράφου 8 του άρθρου 39 «Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.)» της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης (Γ.Δ.Φ.Δ.) και

β) Δ.ΟΡΓ. Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 και 1032), με θέμα «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων σε όργανα Κεντρικών, Ειδικών Αποκεντρωμένων και Περιφερειακών Υπηρεσιών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), εξουσιοδότηση υπογραφής σε Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων και Προϊσταμένους ή Υπευθύνους Αυτοτελών Υπηρεσιών, καθώς και ορισμός Δευτερευόντων Διατακτών Υπηρεσιών αυτής», κατά το μέρος που αφορά στον Πίνακα της περίπτωσης α' της υποπαραγράφου 4 της παραγράφου Α' αυτής και ειδικότερα:

1. - Από 11/11/2019:

α) Συγχωνεύουμε τη Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, στην οποία μεταφέρουμε την καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα αυτής.

β) Παύει να λειτουργεί η Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως και η αρμοδιότητα παρακολούθησης και διεκπεραίωσης όλων των εκκρεμών υποθέσεων αυτής περιέρχεται στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, η οποία υπεισέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς καμία άλλη διατύπωση στα δικαιώματα, στις απαιτήσεις, στις υποχρεώσεις και στις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις αυτής.

γ) Οι εκκρεμείς διαδικαστικές ενέργειες του Τμήματος Δ'- Προϋπολογισμού και Προμηθειών της Δ.Ο.Υ. ΙΒ' Αθηνών (Α'-Β'), για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών προς κάλυψη των αναγκών της υφιστάμενης Δ.Ο.Υ. Βύρωνα (Α'-Β'), που δεν έχουν ολοκληρωθεί κατά την ημερομηνία παύσης λειτουργίας της, ολοκληρώνονται από το ίδιο Τμήμα, ύστερα από συνεννόηση με τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών (Α'), της οποίας αποτελούν προμήθειες και υπηρεσίες.

δ) Στον Πίνακα της περίπτωσης α' της υποπαραγράφου 4 της παραγράφου Α' της αριθ. Δ.ΟΡΓ. Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 & 1032) απόφασής μας, όπως ισχύει, διαγράφουμε τη γραμμή που αφορά στη Δ.Ο.Υ. «ΒΥΡΩΝΑ» του νομαρχιακού προϋπολογισμού Αθηνών.

2. - I. Από την ημερομηνία συγχώνευσης της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, όπως ορίζεται στην υποπαράγραφο 1 της παρούσας παραγράφου:

1) α) Τα σχετικά φυσικά, μαγνητικά και ηλεκτρονικά αρχεία, που αφορούν στις εκκρεμείς υποθέσεις της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, της οποίας παύει η λειτουργία, καθώς και το λοιπό και γενικό φυσικό, μαγνητικό και ηλεκτρονικό αρχείο αυτής, περιέρχεται στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, στην οποία συγχωνεύεται αυτή, λαμβανομένων υπόψη των ορισθέντων στις διατάξεις της υποπαραγράφου 1 της παρούσας παραγράφου.

β) Όλα τα εκδιδόμενα παραστατικά και οι βεβαιώσεις φέρουν την επωνυμία της Δ.Ο.Υ. υποδοχής ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, στην οποία συγχωνεύεται η Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, της οποίας παύει η λειτουργία.

2) Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, από την ημερομηνία συγχώνευσης σε αυτήν της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως:

α) οφείλει να:

αα) μεριμνήσει, προκειμένου η Δ.Ο.Υ., της οποίας προΐσταται, να εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί τα υπάρχοντα προεκτυπωμένα έντυπα (που εκδίδονται μηχανογραφικά ή μη) και τους φακέλους αλληλογραφίας, που φέρουν τον τίτλο της συγχωνευόμενης σε αυτήν Δ.Ο.Υ., της οποίας παύει η λειτουργία, μέχρι της εξαντλήσεώς τους, με την αναγραφή σε αυτά χειρόγραφα του τίτλου της Δ.Ο.Υ. υποδοχής.

ββ) φροντίσει, με προσωπική του ευθύνη, για την καταστροφή, αμέσως, όλων των παλαιών στρογγυλών και λοιπών υπηρεσιακών σφραγίδων, που φέρουν τον τίτλο της συγχωνευόμενης Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, της οποίας παύει η λειτουργία, σύμφωνα με τις ειδικότερες οδηγίες που έχουν δοθεί με το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης β' της παρ. 3 του αριθ. Δ. ΟΡΓ. Δ 1176934 ΕΞ 2016/08-12-2016 (ΣΕ ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) εγγράφου του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης & Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

β) είναι υπεύθυνος για τον συντονισμό και τη διεκπεραίωση όλων των ενεργειών που απαιτούνται για την επιτυχή εφαρμογή της παρούσας απόφασης, κατά λόγο αρμοδιότητας.

3) Ο Προϊστάμενος της Φορολογικής Περιφέρειας Αθηνών οφείλει να επιβλέψει τους Προϊσταμένους των δύο (2) ως άνω Δ.Ο.Υ., ως προς την εκτέλεση των απαιτούμενων ενεργειών και του χρονοδιαγράμματος ολοκλήρωσής τους και να συντονίσει τη συνεργασία αυτών με τις υπηρεσίες των Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε. και της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ.) του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ή με όποια άλλη υπηρεσία ή φορέα χρειαστεί, σύμφωνα με τις οδηγίες που θα τους δοθούν από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης, προκειμένου να ολοκληρωθούν έγκαιρα όλες οι απαιτούμενες ενέργειες, ώστε να εξασφαλισθεί, από την καθοριζόμενη με την παρούσα απόφαση ημερομηνία, η εύρυθμη λειτουργία της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών.

11.- Η μεταγραφή των φορολογουμένων στη Δ.Ο.Υ. υποδοχής, ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως δύναται να αρχίσει έως και τέσσερις (4) ημέρες πριν από την ημερομηνία παύσης λειτουργίας της συγχωνευόμενης Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως.

4.- Από 11/11/2019, ημερομηνία συγχώνευσης της Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, διαγράφεται η περίπτωση, με α/α 70, του Πίνακα της παραγράφου 8 του άρθρου 39 «Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.)» και αντικαθίσταται η περίπτωση, με α/α 65, αυτού, ως κατωτέρω:



5.- Από της δημοσιεύσεως της παρούσας απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στον Πίνακα της παραγράφου 8 του άρθρου 39 «Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.)», στη στήλη «ΓΡΑΦΕΙΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΝ (Γ.Ε.φ.)/ΔΗΜΟΣ-ΕΔΡΑ»:

α) μετονομάζουμε, τα κατωτέρω Γ.Ε.Φ., προκειμένου να προσαρμοστούν οι τίτλοι αυτών στις διατάξεις του ν. 3852/2010 (Α' 87), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ως εξής:

αα) της υποπερίπτωσης β) της περίπτωσης 7, από Νάουσας (Νάουσα) σε «β) Ηρωικής Πόλεως Νάουσας (Νάουσα)»,
ββ) της υποπερίπτωσης α) της περίπτωσης 23, από Ηρακλείας (Ηράκλεια) σε «α) Ηράκλειας (Ηράκλεια)»,
γγ) της υποπερίπτωσης β) της περίπτωσης 28, από Σερβίων-Βελβεντού (Σέρβια) και το αναριθμούμε σε «γ) Σερβίων (Σέρβια)» και αναριθμούμε, επίσης, την υφιστάμενη υποπερίπτωση γ) σε «β) Βοΐου (Σιάτιστα)»,
δδ) της υποπερίπτωσης γ) της περίπτωσης 34, από Ζήρου (Φιλιππιάδα) σε «γ) Ζηρού (Φιλιππιάδα)»,
εε) της υποπερίπτωσης α) της περίπτωσης 39, από Καλαμπάκας (Καλαμπάκα) σε «α) Μετεώρων (Καλαμπάκα)»,
στστ) της υποπερίπτωσης β) της περίπτωσης 42, από Κεφαλλονιάς (Ληξούρι) σε «β) Ληξουρίου (Ληξούρι)»,
ζζ) της υποπερίπτωσης δ) της περίπτωσης 44, από Θερμού (Θέρμο) σε «δ) Θέρμου (Θέρμο)»,
ηη) των υποπεριπτώσεων α) και γ) της περίπτωσης 49, από Αδραβίδας-Κυλλήνης (Βάρδα) σε «α) Ανδραβίδας-Κυλλήνης (Βάρδα)» και από Αδραβίδας-Κυλλήνης (Λεχαινά), το οποίο αναριθμούμε σε «β) Ανδραβίδας-Κυλλήνης (Λεχαινά)» και αναριθμούμε, επίσης, την υποπερίπτωση β) σε «γ) Πηνειού (Γαστούνη)»,
θθ) της περίπτωσης 73, από Μεγάρων (Μέγαρα) σε «Μεγαρέων (Μέγαρα)»,
ιι) της περίπτωσης 86, από Σαλαμίνος (Σαλαμίνα) σε «Σαλαμίνας (Σαλαμίνα)»,
ιαια) των υποπεριπτώσεων α), β) και γ) της περίπτωσης 100, τα οποία και αναριθμούμε από Λέσβου (Πλωμάρι) σε «α) Μυτιλήνης (Πλωμάρι)», από Λέσβου (Καλλονή) σε «β) Δυτικής Λέσβου (Καλλονή)» και από Λέσβου (Μήθυμνα) σε «γ) Δυτικής Λέσβου (Μήθυμνα)»,
ιβιβ) των υποπεριπτώσεων α) και β) της περίπτωσης 101, από Σάμου (Καρλόβασι) σε «α) Δυτικής Σάμου (Καρλόβασι)» και αναριθμούμε την υποπερίπτωση α) σε «β) Ικαρίας (Άγιος Κήρυκος)»,
ιγιγ) της υποπερίπτωσης α) της περίπτωσης 103, από Καλυμνίων (Κάλυμνος) σε «α) Καλύμνιων (Κάλυμνος)»,
ιδιδ) των υποπεριπτώσεων γ) και δ) της περίπτωσης 110, από Μίνωα Πεδιάδας (Αρκαλοχώρι) σε «γ) Μινώα Πεδιάδας (Αρκαλοχώρι) και από Μίνωα Πεδιάδας (Καστέλι Πεδιάδος) σε «δ) Μινώα Πεδιάδας (Καστέλλι)»,

β) Αναριθμούμε:
αα) τις υποπεριπτώσεις β) και γ) της περίπτωσης 50 σε «β) Ανδρίτσαινας-Κρεστένων (Κρέστενα)» και «γ) Ζαχάρως (Ζαχάρω)»,
ββ) τις υποπεριπτώσεις β), γ) και δ) της περίπτωσης 97 σε «β) Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης (Ξυλόκαστρο)», «γ) Σικυωνίων (Κιάτο)» και «δ) Νεμέας (Νεμέα)»,
γγ) τις υποπεριπτώσεις α) έως στ) της περίπτωσης 99 σε «α) Οιχαλίας (Μελιγαλάς)», «β) Μεσσήνης (Μεσσήνη)», «γ) Πύλου-Νέστορος (Πύλος)», «δ) Τριφυλίας (Γαργαλιάνοι)», «ε) Τριφυλίας (Κυπαρισσία)» και «στ) Τριφυλίας (Φιλιατρά)» .

Β.- 1) Καθορίζουμε, τις οργανικές θέσεις προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, ως εξής:


2) Το προσωπικό της συγχωνευόμενης Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως μεταφέρεται στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως ή μετακινείται ή μετατίθεται σε άλλες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. του νομού Αττικής, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες.

Γ.- Κατά τα λοιπά ισχύουν:

1) Οι κατωτέρω αποφάσεις μας, όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν, αριθ.:
α) Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β' 968 & 1238),
β) Δ.ΟΡΓ. Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 & 1032),
γ) Δ.ΟΡΓ.Α 1119253 ΕΞ 2017/08-08-2017 (Β' 2823 και 3086) διαπιστωτική πράξη,
δ) Δ.ΟΡΓ.Α 1106058 ΕΞ 2017/07-07-2017 (Β'2424),
ε) Δ.ΟΡΓ.Α 1154840 ΕΞ 2018/19-10-2018 (Β' 4762),
στ) Δ.ΟΡΓ.Α 1009221 ΕΞ 2019/21-01-2019 (Β' 109) και
ζ) Δ.ΟΡΓ.Α 1037279 ΕΞ 2019/08-03-2019 (Β' 904).

2) Η αριθ. Δ6Α 1133106 ΕΞ 2011/21-09-2011 (Β' 2187) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και η αριθ. Δ6Α 1092694 ΕΞ 2013/06-06-2013 (Β' 1404 κ 1544) απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και

3) Οι αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, αριθ.:
α) Δ6Α 1126601 ΕΞ 2013/8-8-2013 (Β'2043) «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.)»,
β) Δ6Α 1163159 ΕΞ 2013/24-10-2013 (Β'2740) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Α' τάξεως ΦΑΕ Αθηνών, ΦΑΕ Πειραιά, Νέας Ιωνίας, Β' Ηρακλείου, Ε' Θεσσαλονίκης, Ζ' Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων, Κοζάνης (Κοζάνης-Σερβίων-Νεάπολης Βοΐου-Σιάτιστας), Α' Λάρισας (Α' Λάρισας-Αγιάς- Ελασσόνας-Τύρναβου), Βόλου», όπως ισχύει,
γ) Δ6Α 1035276 ΕΞ 2014/21-2-2014 (Β'524) «Μετονομασία και ανακαθορισμός της έδρας Δ.Ο.Υ., καθώς και καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας Τμημάτων Ελέγχων Δ.Ο.Υ. Α' τάξεως», ως προς την παρ. 2 αυτής, όπως ισχύει,
δ) Δ6Α 1064942 ΕΞ 2014/23-04-2014 (Β' 1033) «Καθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας της 2ης Υποδιεύθυνσης της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών και Τμημάτων Ελέγχων των Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, Φ.Α.Ε. Πειραιά και Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης», όπως ισχύει και
ε) Δ. ΟΡΓ. Α 1180286 ΕΞ 2016/12-12-2016 (Β' 4009) «Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1147691 ΕΞ 2014/06-11-2014 (Β' 3017) απόφασης της Γενικής Γραμματέως της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Κατανομή των οργανικών θέσεων προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, μεταξύ των Γενικών Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και των Υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής, καθώς και μεταξύ των Υπηρεσιών που υπάγονται στις Γενικές Διευθύνσεις», όπως ισχύει, κατά το μέρος που αφορά στις Δ.Ο.Υ., με με τις αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1073859 ΕΞ 2018/14-05-2018 (Β' 1771), Δ.ΟΡΓ.Α 1125548 ΕΞ 2018/22-08-2018 (Β' 3805) και Δ.ΟΡΓ.Α 1111028 ΕΞ 2019/5-8-2019 (Β' 3207) αποφάσεις μας.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Απελευθέρωση αγοράς ενέργειας, εκσυγχρονισμός της ΔΕΗ, ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ και στήριξη των ΑΠΕ

Previous: Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019 Τροποποίηση της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β'968 amp; 1238) απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», ως προς τη συγχώνευση της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Βύρωνα, Α'-Β' τάξεως, στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών, Α' τάξεως, καθώς και της αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1001512 ΕΞ 2017/05-01-2017 (Β' 12, 52, 234 και 1032) απόφασης, ως προς τις αλλαγές που προκύπτουν από τις διατάξεις της πρώτης απόφασης, περί τροποποίησης του Οργανισμού της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και καθορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της Δ.Ο.Υ. ΙΖ' Αθηνών
$
0
0
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΕΗ, ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΕΠΑ ΚΑΙ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΕ»

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Θέματα Οργάνωσης και Εποπτείας των Αγορών Ενέργειας


Βασικός σκοπός της προτεινόμενης διάταξης του άρθρου 1 αποτελεί ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δεσμευτικού χάρτη ενεργειών και χρονοδιαγράμματος υλοποίησης αυτών για την ολοκλήρωση της αναδιοργάνωσης της ελληνικής αγοράς ενέργειας σε εφαρμογή του υποδείγματος - στόχου (Target Model) της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Η εφαρμογή της νομοθεσίας για την ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είχε αρχικά επιδιωχθεί κυρίως με τις διατάξεις του Ν. 4001/2011, ο οποίος ενσωμάτωσε στην ελληνική έννομη τάξη το νομοθετικό πλαίσιο της Τρίτης Ενεργειακής Δέσμης. Στη συνέχεια, με το Ν. 4425/2016 (Α' 185), ως τροποποιήθηκε με το Ν. 4512/2018 (Α' 5), προβλέφθηκε η λειτουργία διακριτών Αγορών Ενέργειας, ήτοι των Αγορών Ηλεκτρικής Ενέργειας, Φυσικού Αερίου, Περιβαλλοντικών Αγορών, καθώς και της Ενεργειακής Χρηματοπιστωτικής Αγοράς.

Οι Αγορές δε Ηλεκτρικής Ενέργειας είναι η Αγορά Επόμενης Ημέρας, η Ενδοημερήσια Αγορά και η Αγορά Εξισορρόπησης που λειτουργούν ως αγορές ενεργειακών προϊόντων χονδρικής, κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011. Η διαχείριση της Αγοράς Εξισορρόπησης είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του Διαχειριστή του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ), δηλαδή του ΑΔΜΗΕ ΑΕ, ενώ το ΕΧΕ ΑΕ αναλαμβάνει την οργάνωση και διαχείριση των λοιπών Αγορών.

Δεδομένου ότι η επείγουσα ολοκλήρωση μιας πλήρως λειτουργικής και διασυνδεδεμένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας αποτελεί ζήτημα θεμελιώδους σημασίας για την ενεργειακή πολιτική της χώρας, η προτεινόμενη διάταξη στοχεύει στην ενίσχυση της παρακολούθησης υλοποίησης των υποχρεώσεων των εταιρειών ΑΔΜΗΕ Α.Ε. και ΕΧΕ Α.Ε., για την έγκαιρη και αποτελεσματική ολοκλήρωση της λειτουργίας των Αγορών Ενέργειας του Ν. 4425/2016, ως ισχύει, με την έκδοση Υπουργικής Απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας με το χρονοδιάγραμμα δράσεων.

Επίσης, στο πλαίσιο των διατάξεων του Ν. 4001/2011, σύμφωνα με τις οποίες το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) είναι εν γένει αρμόδιοι για την εποπτεία των Επιχειρήσεων που ασκούν Ενεργειακές Δραστηριότητες, με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται ειδικά η επιβολή κυρώσεων, σε περίπτωση παραβίασης του ανωτέρω χρονοδιαγράμματος.

Ενόψει της υλοποίησης των Αγορών Ενέργειας, προκειμένου να είναι ασφαλές το περιβάλλον της αγοράς και οι δραστηριοποιούμενοι σε αυτήν να είναι ενήμεροι από τώρα για τις υποχρεώσεις τους, με το άρθρο 2 εναρμονίζεται το εθνικό πλαίσιο με τον Κανονισμό 1227/2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας ("Κανονισμό REMIT"). Ο Κανονισμός αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας θεσπίζει κανόνες σχετικά με την ορθή λειτουργία αυτών των χονδρικών αγορών ενέργειας και με την απαγόρευση των καταχρηστικών πρακτικών που επηρεάζουν τις χονδρικές αγορές ενέργειας, οι οποίοι είναι σύμφωνοι με τους κανόνες που εφαρμόζονται στις χρηματοοικονομικές αγορές, λαμβάνοντας όμως ταυτόχρονα υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των αγορών ενέργειας.

Πράγματι, ενόψει της αναδιάρθρωσης της Ελληνικής αγοράς ενέργειας με την επικείμενη υιοθέτηση του Μοντέλου Στόχου (Target Model) και τη λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, όπου η χονδρική αγορά ενέργειας θα περιλαμβάνει τη διαπραγμάτευση επί ενεργειακών προϊόντων χονδρικής (αγορές βασικών προϊόντων και αγορές χρηματοοικονομικών παραγώγων), η αποτροπή κάθε απόπειρας χειραγώγησης της αγοράς ενέργειας αποτελεί επιτακτική ανάγκη

Για το λόγο αυτό, με τις προτεινόμενες διατάξεις προβλέπεται η εισαγωγή στο άρθρο 3 του ν. 4001/2011 ρητής αρμοδιότητας της ΡΑΕ περί διασφάλισης ακεραιότητας και της διαφάνειας στη χονδρική αγορά ενέργειας, η οποία να περιλαμβάνει τόσο τις αγορές βασικών προϊόντων όσο και τις αγορές χρηματοοικονομικών παραγώγων και εισάγεται εκ παραλλήλου ρητή υποχρέωση των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη χονδρική αγορά να προάγουν τον υγιή ανταγωνισμό και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας. Περαιτέρω, εισάγεται ρητή αρμοδιότητα της ΡΑΕ στο άρθρο 22 του ν. 4001/2011 να παρακολουθεί το επίπεδο διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των τιμών χονδρικής, και να διασφαλίζει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων που ασκούν Ενεργειακές Δραστηριότητες, καθώς επίσης και κάθε προσώπου ή οργανωμένης αγοράς της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Κανονισμού.

Επιπροσθέτως, εισάγεται στο άρθρο 36 του νόμου 4001/2011 ειδική ρύθμιση: α) για διοικητικές κυρώσεις, οι οποίες αφορούν παραβάσεις στο πλαίσιο του Κανονισμού REMIT, οι οποίες αφορούν και φυσικά πρόσωπα και ως εκ τούτου θα πρέπει ως προς αυτά τα πρόστιμα να αποσυνδεθούν από τον κύκλο εργασιών των νομικών προσώπων, β) για διοικητικά μέτρα τα οποία μπορεί να λαμβάνει η Αρχή ανεξαρτήτως επιβολής ή μη προστίμου, γ) ώστε να εξειδικεύεται έτι περαιτέρω η παράγραφος 2 του εν λόγω άρθρου ως προς τα κριτήρια ως προς τον προσδιορισμό και την επιμέτρηση του ύψους των προστίμων που επιβάλλονται από την Αρχή.

Τέλος, στο πλαίσιο αυτό και σε εφαρμογή του άρθρου 13 του Κανονισμού, ενισχύεται η παράγραφος 3 του άρθρου 6 του ν. 4425/2016, ώστε η ΡΑΕ απευθείας ή σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς, δικαστικές ή άλλες αρχές μπορεί να λαμβάνει σειρά μέτρων προς το σκοπό εκπλήρωσης των καθηκόντων της και διαπίστωσης παραβάσεων στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Θέματα Οργάνωσης και Λειτουργίας της ΔΕΗ ΑΕ


Στο Κεφάλαιο Β' περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό της ΔΕΗ, με δύο πυλώνες: πρώτον, ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης και, δεύτερον, απελευθέρωση από εμπόδια στην αποτελεσματική της λειτουργία. Τελικός στόχος η μείωση του κόστους και η διασφάλιση της βιωσιμότητάς της, ενόψει του συστημικού κινδύνου που συνιστά η διακινδύνευσή της για την ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και συνακόλουθα για την εθνική οικονομία και κοινωνία.

Ήδη, η οργάνωση και λειτουργία της ΔΕΗ ΑΕ διέπεται, από της μετατροπής της δυνάμει του ΠΔ 333/2000 (Α' 278) σε ανώνυμη εταιρεία και την μετέπειτα εισαγωγή μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αθηνών, κατά βάση από τη νομοθεσία των ανωνύμων εταιρειών που είναι συγχρόνως δημόσιες επιχειρήσεις, υπαγόμενη στις εταιρείες του Κεφαλαίου Β' του Ν. 3429/2005 (Α' 314), ως ισχύει. Σε συνέχεια της απόσχισης, δυνάμει του Ν. 4001/2011 (Α'179) των Κλάδων Δικτύου Μεταφοράς (νυν ΑΔΜΗΕ) και Διανομής (νυν ΔΕΔΔΗΕ) της, οι δραστηριότητές της πλέον στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας διακρίνονται αποκλειστικώς και μόνον σε δύο μερικότερες σχετικές αγορές, πλήρως εκτεθειμένες στον ελεύθερο ανταγωνισμό, στην (ανάντη) αγορά Παραγωγής και στην (κατάντη) αγορά Προμήθειας.

Επιπλέον, από την ολοκλήρωση των μετοχοποιήσεων της ΔΕΗ, κατά το έτος 2003, η πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου (ποσοστό 51,12%) της ΔΕΗ Α.Ε. ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο. Από το ως άνω ποσοστό, 17 % των μετοχών της ΔΕΗ μεταβιβάστηκε στις 11.4.2014 στο «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» (ΤΑΙΠΕΔ), το δε υπόλοιπο 34,12% των μετοχών του Ελληνικού Δημοσίου μεταβιβάστηκε στις 20.3.2028 στην «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών & Περιουσίας» (ΕΕΣΥΠ), σε εκτέλεση των διατάξεων της παρ. 20 του άρθρου 380 του Ν. 4512/2018 (Α' 5). Κατά συνέπεια, η ΕΕΣΥΠ κατέχει άμεσα το 34,123% των μετοχών της ΔΕΗ και έμμεσα το 17% μέσω ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο είναι θυγατρική της ΕΕΣΥΠ. Ακόμη, σημειώνεται πως τόσο η ΔΕΗ ΑΕ όσο και οι θυγατρικές της, κατά την πάγια βεβαίωση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους δεν επιβαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ούτε επιχορηγούνται από αυτόν.

Κατά συνέπεια, προκρίνεται η αποδέσμευση της ΔΕΗ από τους ασφυκτικούς περιορισμούς που ενισχύθηκαν κυρίως κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και απηχούσαν διατάξεις εφαρμοζόμενες στο στενό Δημόσιο Τομέα, καθότι επιβάλλεται εκ των πραγμάτων και λαμβάνοντας υπόψιν την παρούσα οικονομική της κατάσταση, κάθε προσπάθεια για τη διατήρηση της βιωσιμότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της.

Παράλληλα, κρίνεται σκόπιμο να ενισχυθεί στην εταιρεία η εφαρμογή των διεθνώς αναγνωρισμένων ως βέλτιστων αρχών Εταιρικής Διακυβέρνησης και να ενδυναμωθούν τα εταιρικά της όργανα κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν τη λειτουργία και οργάνωσή της.

Συγκεκριμένα, για την ανανέωση του προσωπικού, προβλέπεται νέα διαδικασία πρόσληψης των εργαζομένων αορίστου χρόνου (άρθρο 3) με εκ των υστέρων έλεγχο νομιμότητας του ΑΣΕΠ και μη εφαρμογή σε αυτούς του προστατευτικού πλαισίου της Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, του Κανονισμού Κατάστασης Προσωπικού ΔΕΗ και των επιχειρησιακών πρακτικών, που συνιστούσαν πλαίσιο μονιμότητας. Ο δε αριθμός των προσλήψεων θα ανάγεται στη πολιτική προσλήψεων που καταρτίζεται σύμφωνα με το Επιχειρησιακό Πλάνο της εταιρείας από την Επιτροπή Προσλήψεων και Αμοιβών (εκ μελών ΔΣ) και εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

Πράγματι, σε ό,τι αφορά ειδικά την υφιστάμενη κατάσταση του προσωπικού της ΔΕΗ και των θυγατρικών της, οι διαμορφωμένες εργασιακές σχέσεις, η χρονοβόρα διαδικασία πρόσληψης καθώς και η αδυναμία στελέχωσης της επιχείρησης με εξειδικευμένο προσωπικό εξαιτίας των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων, προξενούν δομικά και ουσιαστικά προβλήματα στην οργάνωση και ανάπτυξη της επιχειρηματικής στρατηγικής. Συγκεκριμένα, στο σύνολο των εργαζομένων στη ΔΕΗ, ο μέσος όρος ηλικίας αγγίζει κατά προσέγγιση τα 52 έτη, ενώ υφίσταται σοβαρό πρόβλημα στην κάλυψη συγκεκριμένων θέσεων. Το δε χρονικό διάστημα που de facto μεσολαβεί από την προκήρυξη της ΔΕΗ για προσλήψεις μέχρι και την κύρωση των οριστικών πινάκων των επιτυχόντων και μπορεί να αγγίξει μέχρι και τα τρία (3) έτη, κάτι που οδηγεί εν τέλει στη σημαντική διαφοροποίηση των αναγκών της Επιχείρησης.

Για την αντιμετώπιση όλων των ανωτέρω και με σκοπό την ανανέωση του προσωπικού και την ενίσχυση της ΔΕΗ με νέο και κατά τεκμήριο εκπαιδευμένο σύμφωνα με τα πλέον επίκαιρα επιστημονικά δεδομένα δυναμικό, με ταυτόχρονη μείωση του μισθολογικού κόστους, θεσπίζεται η νέα διαδικασία επιλογής προσωπικού. Αυτή θα συνεχίσει να διεξάγεται με όρους διαφάνειας και αντικειμενικότητας βάσει δημόσιας προκήρυξης, όμως με εκ των υστέρων έλεγχο και επικύρωση του ΑΣΕΠ και χωρίς το ασφυκτικό πλαίσιο εργασιακών σχέσεων που έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, αλλά πάντα με εφαρμογή της ΕΓΣΣΕ και των κλαδικών ΣΣΕ.

Παράλληλα, στις παρούσες συνθήκες, η εταιρεία (και οι θυγατρικές της) καλείται προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον της ενέργειας με την καλύτερη λειτουργία των υποδομών της, την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών τους, αλλά και μετασχηματίζοντας δράσεις, αναλαμβάνοντας νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και αναζητώντας νέες αγορές. Έτσι, τα ανώτερα και ανώτατα στελέχη έχουν την ευθύνη μεγάλων επιχειρησιακών μονάδων, οι οποίες απασχολούν πλήθος εργαζομένων, διαχειρίζονται πάγια μεγάλης αξίας, παίρνουν αποφάσεις υψηλού ρίσκου και καλούνται να επιλύσουν συχνά προβλήματα υψηλού κόστους. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να υπάρχει η ευελιξία τα στελέχη αυτά να αντλούνται και από την αγορά, όπως και μέσα από την εταιρεία, να λογοδοτούν αλλά και να κινητροδοτούνται επαρκώς για να ανταποκριθούν στις προκλήσεις που αναφέρθηκαν.

Για το λόγο αυτό και για την επίτευξη του στόχου λειτουργίας της ΔΕΗ με πιο αποδοτικό τρόπο, προβλέπεται η πρόσληψη των Αναπληρωτών Διευθυνόντων Συμβούλων, Γενικών Διευθυντών, Διευθυντών και Βοηθών Διευθυντών (των τελευταίων έως το 20% των προβλεπόμενων θέσεων) της εταιρείας με τριετείς συμβάσεις, κατόπιν προκήρυξης (άρθρο 4). Περαιτέρω, ακριβώς για την προσέλκυση στελεχών με εμπειρία από την αγορά, προβλέπεται ότι εξαιρούνται του πλαφόν των αποδοχών του αρ. 28 ν. 4354/2015 οι Αναπληρωτές Διευθύνοντες Σύμβουλοι, οι Γενικοί Διευθυντές και Διευθυντές της εταιρείας (σήμερα 47 άτομα) και ότι τόσο τα κριτήρια πρόσληψης, όσο και οι λοιποί όροι των συμβάσεών τους θα ορίζονται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο.

Το νέο πλαίσιο συμπληρώνεται με την ενδυνάμωση της υφιστάμενης Επιτροπής Αμοιβών της εταιρείας, η οποία μετασχηματίζεται σε Επιτροπή Προσλήψεων και Αμοιβών και αποκτά νέες αρμοδιότητες, προκειμένου να οριοθετήσει τις ευχέρειες που δίνονται με τις λοιπές διατάξεις του σχεδίου νόμου (άρθρο 5). Η νέα Επιτροπή Προσλήψεων και Αμοιβών θα αποτελείται από ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του ΔΣ και θα έχει λόγο αφενός στην κατάστρωση της πολιτικής προσλήψεων για το προσωπικό αορίστου χρόνου, σύμφωνα με το Επιχειρησιακό Πλάνο της εταιρείας, και αφετέρου στη διαδικασία για την πρόσληψη των ανώτατων και ανώτερων διευθυντικών στελεχών καθώς και τις αμοιβές τους.

Στη συνέχεια, περιγράφεται το πλαίσιο για τριών ειδών συστήματα κινητικότητας του προσωπικού (εθελούσιες εξόδους με επιβάρυνση της ΔΕΗ - άρθρο 6, κινητικότητα εντός Ομίλου με ειδική διαδικασία βάσει αναγκών - άρθρο 7- και εθελούσια μεταφορά στο Δημόσιο - άρθρο 8).

Με τη ρύθμιση για τα προγράμματα εθελούσιας εξόδου του προσωπικού (άρθρο 6) τίθεται το πλαίσιο για στοχευμένες εθελούσιες εξόδους, με στόχο την ανανέωση, τη μείωση των δαπανών και ενόψει της απολιγνιτοποίησης.

Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ θα μπορούν να εφαρμόζονται στοχευμένα προγράμματα εθελουσίας εξόδου του προσωπικού με βάση καθορισμένα κριτήρια, ιδίως για συγκεκριμένες κατηγορίες/ειδικότητες ή για συγκεκριμένες υπηρεσιακές μονάδες.

Ρητά δε προβλέπεται ότι η επιβάρυνση από τα προγράμματα αυτά θα ανήκει αποκλειστικά στη ΔΕΗ και οριοθετείται το ύψος του οικονομικού κινήρου που μπορεί να δίνεται με την εφαρμογή συγκεκριμένων κριτηρίων, όπως ενδεικτικά: η οικονομική κατάσταση της εταιρίας, τα χαρακτηριστικά των προς έξοδο κατηγοριών προσωπικού και το πλήθος των ωφελουμένων.

Περαιτέρω, για την καλύτερη και αποδοτικότερη διαχείριση του προσωπικού, με το σχέδιο νόμου (άρθρο 7) προβλέπεται σύστημα εσωτερικής κινητικότητας εντός του ομίλου, ώστε οι εργαζόμενοι να μπορούν να μετακινηθούν προς τον ΔΕΔΔΗΕ και τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες ΑΕ.

Ειδικότερα, το προσωπικό της ΔΕΗ θα μπορεί να μεταφέρεται ή να αποσπάται στον ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ και στη ΔΕΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΑΕ, σε κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης ή παρεμφερούς ειδικότητας, της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας με αυτήν που ανήκει ο εργαζόμενος, με βάση τα τυπικά προσόντα που κατέχει.

Οι μετακινήσεις αυτές θα διενεργούνται βάσει ενός εσωτερικού Συστήματος Κινητικότητας, στο πλαίσιο του οποίου θα έχει προηγηθεί η καταγραφή σε ανάγκες προσωπικού συγκεκριμένων κατηγοριών/ειδικοτήτων από τις εταιρίες-υποδοχείς του αποχωρούντος προσωπικού και θα ακολουθεί πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τη ΔΕΗ προς το προσωπικό της, για την κάλυψη των συγκεκριμένων θέσεων.

Τέλος, με το άρθρο 8 προβλέπεται η δυνατότητα μεταφοράς προσωπικού της ΔΕΗ, με την ίδια σχέση εργασίας, σε υπηρεσίες και φορείς του στενού ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Οι μεταφορές αυτές θα γίνονται σε εθελοντική βάση και θα καλύπτουν τις ανάγκες σε κατηγορίες προσωπικού και ειδικότητες, όπως οι ανάγκες αυτές έχουν κοινοποιηθεί από υπηρεσίες-υποδοχείς στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κινητικότητας, χωρίς να διατηρείται διαφορά αποδοχών, και δίνεται εξουσιοδότηση για την έκδοση σχετικής Κοινής Υπουργικής Απόφασης, με την οποία θα καθοριστούν οι λεπτομέρειες.

Περαιτέρω, για την ενίσχυση της ευελιξίας της, προβλέπεται η εξαίρεση της ΔΕΗ από τις διαδικασίες των δημοσίων συμβάσεων που εφαρμόζονται στον δημόσιο τομέα και η ανάθεση των σχετικών συμβάσεων βάσει του Κανονισμού Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών της εταιρείας (άρθρο 9), πάντα με την επιφύλαξη της ενωσιακής νομοθεσίας και χωρίς να θίγεται ο προσυμβατικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Ήδη, με ρητή διατύπωση του ν. 4412/2016 για τις δημόσιες συμβάσεις και συγκεκριμένα, με την πρόβλεψη του άρθρου 222, παρ. 7, η ΔΕΗ είχε εξαιρεθεί από την εφαρμογή μεγάλου μέρους των εθνικών διατάξεων για την ανάθεση συμβάσεων έργων, προμηθειών, υπηρεσιών, καθώς και από το σύνολο των διατάξεων της εκτέλεσης, ως εταιρεία του Κεφαλαίου Β' του ν. 3429/2005 δραστηριοποιούμενη στον τομέα της ενέργειας.
Δεδομένων των ανωτέρω και σταθμίζοντας την ανάγκη αφενός διασφάλισης της εφαρμογής οικείου ενωσιακού νομικού πλαισίου και αφετέρου επίτευξης ευελιξίας και ταχύτητας κατά τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων, που κατά τεκμήριο, εξαιτίας του ύψους τους, δεν είναι ικανές να προκαλούσαν αισθητά αποτελέσματα στον ανταγωνισμό, με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται ότι στο εξής η ΔΕΗ θα διενεργεί τις Προμήθειές της (Procurement), δηλαδή θα αναθέτει τις συμβάσεις έργων, αγαθών, υπηρεσιών σύμφωνα με τον Κανονισμό Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών της εταιρείας, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας (ν. 4412/2016, ν. 4013/2011), τηρώντας όμως τις προβλέψεις της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ (L. 94/243).

Ως αντίβαρο ενισχύεται η Επιτροπή Ελέγχου που ήδη υφίσταται, με αρμοδιότητες θεματοφύλακα αφενός της εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου Προμηθειών (Procurement) της εταιρείας και αφετέρου της αποδοτικότητας της λειτουργίας Προμηθειών, δηλαδή της ανάθεσης έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, επιπροσθέτως των αρμοδιοτήτων που ήδη ασκεί η Επιτροπή Ελέγχου, προτείνεται να παρακολουθεί την ορθή εφαρμογή του Κανονισμού Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών της εταιρείας και να προτείνει τροποποιήσεις σε αυτόν και βελτιώσεις στην λειτουργία των Προμηθειών (Procurement) και, επιπροσθέτως, να συντάσσει ετήσια αναφορά προς το ΔΣ σχετικά με την απόδοση της λειτουργίας των Προμηθειών με συγκεκριμένους δείκτες (πχ χρόνοι ολοκλήρωσης, χρήση ανοιχτών διαδικασιών, ύψος και είδος συμβάσεων κοκ), προκειμένου να μειωθούν οι συναφείς κίνδυνοι για την εταιρεία.

Τέλος, προβλέπεται ότι οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά και στις θυγατρικές της ΔΕΗ, ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ και ΔΕΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ (άρθρο 10), προς τον ίδιο σκοπό του εκσυγχρονισμού τους, επομένως και οι εταιρείες αυτές πρέπει να ενισχυθούν σε ό,τι αφορά τα όργανα και τις διαδικασίες εταιρικής διακυβέρνησης, προκειμένου να υπαχθούν στο πιο ευέλικτο πλαίσιο ρυθμίσεων που προβλέπεται με τον παρόντα νόμο.

Στο τέλος του Κεφαλαίου τίθεται η πρόβλεψη για τη μείωση της έκπτωσης στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία είχε θεσπισθεί υπέρ του προσωπικού και των συνταξιούχων της ΔΕΗ και των θυγατρικών της, για λόγους περιορισμού του κόστους της εταιρείας (άρθρο 11).

Πράγματι, με την ΠΥΣ 127 της 07/15.11.1990 καθορίσθηκε το ανώτατο όριο κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους της ΔΕΗ Α.Ε., μέχρι του οποίου θα ισχύει ειδικό μειωμένο τιμολόγιο προσωπικού. Περαιτέρω, με την εν λόγω ΠΥΣ ορίζεται ότι με το ειδικό μειωμένο τιμολόγιο προσωπικού, όπως είχε διαμορφωθεί με την απόφαση 219/80 Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ θα τιμολογούνται οι καταναλώσεις μέχρι των ανώτατων ορίων που προβλέπονται σε αυτήν.

Ωστόσο, κατά το χρόνο θέσπισης της εν λόγω ρύθμισης η ΔΕΗ Α.Ε. λειτουργούσε ως Κάθετα Ολοκληρωμένη Επιχείρηση και κατά συνέπεια η επιβαλλόμενες χρεώσεις εκ μέρους της ενσωμάτωναν το αντάλλαγμα για το σύνολο των υπηρεσιών που παρείχε. Ήδη με την ενσωμάτωση του δεύτερου και του τρίτου ευρωπαϊκού Ενεργειακού Πακέτου, πραγματοποιήθηκε διαχωρισμός των επιμέρους δραστηριοτήτων της ΔΕΗ. Συνακολούθως, διακρίθηκαν και οι χρεώσεις προμήθειας από τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις. Ωστόσο, το ειδικό τιμολόγιο των εργαζομένων και των συνταξιούχων της ΔΕΗ -και των θυγατρικών της πλέον- συνέχισε να εφαρμόζεται στο σύνολο των καταναλώσεων χωρίς να γίνεται διάκριση των χρεώσεων σε χρεώσεις προμήθειας και μη ρυθμιζόμενες χρεώσεις.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση η προσαρμογή της έκπτωσης γίνεται σε εύλογο ύψος, που εφαρμόζεται ευρέως μεταξύ των Προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι μέχρι 30% (από 75% που ήταν μέχρι σήμερα) και δικαιολογείται από την προσπάθεια οικονομικής ανάταξης και διατήρησης της βιωσιμότητάς της. Διευκρινίζεται δε ρητώς ότι η έκπτωση δεν καταλαμβάνει το ρυθμιζόμενο σκέλος του λογαριασμού, το οποίο υποχρεωτικά αποδίδει η ΔΕΗ, αλλά μόνο τις καταναλώσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Θέματα Βελτίωσης Εισπραξιμότητας Οφειλών


Παράλληλα με τη νομοθετική πρωτοβουλία για την αλλαγή στο μοντέλο οργάνωσης και λειτουργίας της ΔΕΗ, επισπεύδονται μια δέσμη μέτρων, νομοθετικών και άλλων, που σκοπό έχουν τη διασφάλιση της βιωσιμότητας της εταιρείας μέσω της ενίσχυσης της ρευστότητάς της. Στην κατεύθυνση αυτή, με το άρθρο 12 εντάσσονται και οι απαιτήσεις εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας στο πλαίσιο διαχείρισης και μεταβίβασης απαιτήσεων του ν. 4354/2015, όπως οι απαιτήσεις πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, προκειμένου αφενός να μπορούν να τιτλοποιήσουν τις απαιτήσεις τους και αφετέρου κατά τη διαχείρισή τους να υφίστανται όλα τα εχέγγυα της σχετικής νομοθεσίας.

Με την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 13 σκοπείται η αναμόρφωση των διατάξεων για την παροχή της υπηρεσίας Προμηθευτή Καθολικής Υπηρεσίας, στο πλαίσιο της ανάπτυξης της ελεύθερης λειτουργίας της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού. Μετά τη θέση σε ισχύ του Ν. 4001/2011 (Α' 179) και ιδίως κατόπιν των Ν. 4389/2016 (Α' 94) και Ν. 4425/2011 (Α' 185) για την θέσπιση των ρυθμιζόμενων προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής και την αναδιοργάνωση της ελληνικής αγοράς ενέργειας, αντίστοιχα, είναι διαρκώς αυξανόμενος ο αριθμός των Πελατών που ασκούν το δικαίωμά τους να επιλέξουν εναλλακτικούς Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, έναντι της δεσπόζουσας επιχείρησης ΔΕΗ Α.Ε., οι οποίοι αντίστοιχα αυξάνουν τα μερίδιά τους στη αγορά αυτή. Υπό το πρίσμα αυτό, η αποκλειστική παροχή της υπηρεσίας Προμηθευτή Καθολικής Υπηρεσίας, ως υπηρεσίας κοινής ωφέλειας, από τη ΔΕΗ Α.Ε., σε περίπτωση που δεν υπάρχει ενδιαφέρον από την αγορά, είναι παρωχημένη και αντικαθίσταται με το παρόν με τον ορισμό με ΥΑ εκ περιτροπής και διαδοχικά των τριών (3) μεγαλύτερων παρόχων ως Προμηθευτών Καθολικής Υπηρεσίας σύμφωνα με το μερίδιο αγοράς τους.

Περαιτέρω, είναι γνωστό ότι μεταξύ των οφειλετών της ΔΕΗ είναι και οι επιχειρήσεις Ο.Τ.Α που έχουν ιδρυθεί από τους Δήμους κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων του 252 επ. του ν. 3463/2006 (Α' 114), με αποτέλεσμα να αυξάνεται το συνολικώς οφειλόμενο ποσό προς την εταιρεία και να επηρεάζεται σημαντικά η οικονομική της κατάσταση. Για το λόγο αυτό και προς αποφυγή περαιτέρω διόγκωσης των οφειλών των ως άνω επιχειρήσεων ΟΤΑ προς τη ΔΕΗ, κρίνεται σκόπιμο να ευθύνονται εφεξής και οι Δήμοι από κοινού με τις δημοτικές επιχειρήσεις για τις οφειλές αυτές. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 14 προβλέπεται ο εκάστοτε Δήμος να προσχωρεί ως εγγυητής στη σχετική σύμβαση προμήθειας που συνάπτεται με την αντίστοιχη δημοτική επιχείρηση.

Τέλος, με το άρθρο 15 αναπροσαρμόζονται οι μοναδιαίες χρεώσεις του ανταλλάγματος για την παροχή των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (Υ.Κ.Ω.), όσον αφορά τη νυχτερινή κατανάλωση. Ειδικότερα, μειώνεται η χρέωση της νυχτερινής κατανάλωσης για τους πελάτες οικιακής χρήσης ΧΤ (κυρίως νοικοκυριά) ως προς τη 2η και 3η κλίμακα κατανάλωσης της συγκεκριμένης κατηγορίας (κατά 35 ευρώ και 50 ευρώ αντίστοιχα), μείωση η οποία ευνοεί περισσότερο καταναλωτές που χρησιμοποιούν ως βασικό μέσο θέρμανσης τους ηλεκτρικούς θερμοσυσσωρευτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Ρυθμίσεις για την Ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ ΑΕ και λοιπές διατάξεις αγοράς Φυσικού Αερίου


Στο Κεφάλαιο Δ' εντάσσεται η τροποποίηση των διατάξεων του ν. 4001/2011 (Α 179), όπως τροποποιήθηκαν από τις διατάξεις του άρθρο 53 του ν. 4602/2019 (Α 45), οι οποίες αφορούν τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό των δικτύων διανομής φυσικού αερίου και τον εταιρικό μετασχηματισμό της ΔΕΠΑ. Πιο συγκεκριμένα, καταργούνται τα άρθρα 80 ΙΑ- 80ΙΔ του ν. 4001/2011 και τροποποιούνται τα άρθρα 80Ε, 80ΣΤ, 80Ζ και 80Ι.

Οι εν λόγω τροποποιήσεις αποσκοπούν στον αποτελεσματικότερο εταιρικό μετασχηματισμό της ΔΕΠΑ Α.Ε ώστε αφενός να επιτευχθεί ουσιαστική μεταρρύθμιση της αγοράς αερίου στη χώρα, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό στην προμήθεια, και καθιστώντας την αξιοποίηση των δικτύων διανομής αποδοτικότερη, με την προσέλκυση αξιόπιστων επενδυτών σε διαγωνισμό που θα διεξάγει το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) και αφετέρου να διασφαλισθεί η σχεδίαση και υλοποίηση των διεθνών έργων, τα οποία έχει αναπτύξει με κοινοπρακτικά σχήματα η ΔΕΠΑ. Παράλληλα, αντιμετωπίζονται θέματα λογιστικής, μετοχικής, φορολογικής και συμβολαιογραφικής φύσης της διαδικασίας του εταιρικού μετασχηματισμού, με σκοπό τη διευκόλυνση της ολοκλήρωσής του.

Συγκεκριμένα, με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 16 η ΔΕΠΑ προβαίνει σε μερική διάσπαση του κλάδου των υποδομών και διεθνών έργων και ιδρύονται δύο (2) νέες εταιρείες, η ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ και η ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ.

Ως κλάδος υποδομών νοούνται (και πλέον στη ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΑΕ εντάσσονται) οι συμμετοχές της ΔΕΠΑ Α.Ε. στις εταιρείες διαχείρισης των Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου Αττικής (ΕΔΑ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Ε.), Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας (ΕΔΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Α.Ε.) και λοιπής Ελλάδας (ΔΕΔΑ Α.Ε.), η κυριότητα της ΔΕΠΑ Α.Ε. επί των παγίων των Δικτύων Διανομής, το δίκτυο οπτικών ινών που ανήκει στην κυριότητα της ΔΕΠΑ Α.Ε. και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της ΔΕΠΑ Α.Ε. αναφορικά με την ανάπτυξη, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων υποδομής δικτύων διανομής συμπεριλαμβανομένων σχετικών έργων συμπιεσμένου φυσικού αερίου ή μικρής κλίμακας ΥΦΑ. Εξαιρούνται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε διεθνή έργα, όπως δεσμεύσεις ποσοτήτων στο διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας - Βουλγαρίας (IGB) ή στο πλωτό τερματικό αεριοποίησης ΥΦΑ (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη.

Το 65% των μετοχών της νέας εταιρίας περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο τις πωλεί και τις μεταβιβάζει στο σύνολό τους, ενώ το υπόλοιπο 35 % των μετοχών συνεχίζει να κατέχεται από την ΕΛΠΕ Α.Ε, η οποία συμμετέχει με το ποσοστό αυτό στη μετοχική σύνθεση της ΔΕΠΑ.

Ο άλλος κλάδος που διασπάται, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, είναι αυτός των διεθνών έργων. Ως κλάδος διεθνών έργων νοείται (και πλέον στη ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ ΑΕ εντάσσονται) το σύνολο των δραστηριοτήτων διεθνών έργων που διατηρεί η υφιστάμενη ΔΕΠΑ Α.Ε. είτε απευθείας είτε μέσω των θυγατρικών εταιρειών της, στις οποίες περιλαμβάνονται κατ' ελάχιστο τη συμμετοχή της ΔΕΠΑ Α.Ε. στα διεθνή έργα που αναπτύσσονται από την Υ.Α.Φ.Α. ΠΟΣΕΙΔΩΝ A.E. και περιλαμβάνουν τη διασύνδεση Ελλάδας - Ιταλίας (IGI) και τον αγωγό Eastern Mediterranean Pipeline (East Med), τα έργα που αναπτύσσονται από την ICGB AD όπου συμμετέχει έμμεσα η ΔΕΠΑ Α.Ε. δια της Υ.Α.Φ.Α. ΠΟΣΕΙΔΩΝ A.E. και περιλαμβάνουν το διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας - Βουλγαρίας (IGB) και τα έργα που πρόκειται να αναπτυχθούν στο πλαίσιο της οποιασδήποτε άμεσης ή έμμεσης μελλοντικής συμμετοχής της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε εταιρείες που έχουν ως σκοπό την ανάπτυξη, την κατασκευή ή τη διαχείριση έργων υποδομών διασύνδεσης με γειτονικές χώρες.

Επιπλέον στον εν λόγω κλάδο περιλαμβάνονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από μνημόνια συνεργασίας ή συμφωνίες αναφορικά με τη μελλοντική συμμετοχή της ΔΕΠΑ Α.Ε. στην εταιρεία ή στις εταιρείες που έχουν ως σκοπό την κατασκευή, την ανάπτυξη και τη διαχείριση του νέου πλωτού τερματικού αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (Floating Storage Regasification Unit - FSRU) στην Αλεξανδρούπολη.

Η ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε παραμένει σε πρώτο χρόνο θυγατρική της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ και οι μετοχές της διανέμονται pro rata κατά 65% στο ΤΑΙΠΕΔ και 35% στην ΕΛΠΕ Α.Ε. Το Ταμείο, μετά την παράδοση σε αυτό των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε., μεταβιβάζει άνευ ανταλλάγματος προς το Ελληνικό Δημόσιο ή σε φορέα που θα υποδείξει το Ελληνικό Δημόσιο, μετοχές που αντιστοιχούν στο σύνολο των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. που περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ ως αποτέλεσμα της μερικής διάσπασης.

Μετά την ολοκλήρωση της προαναφερθείσας διάσπασης, η σημερινή ΔΕΠΑ ΑΕ μετονομάζεται σε ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. και διατηρεί είτε απευθείας είτε μέσω των θυγατρικών εταιρειών της τον κλάδο προμήθειας.

Στον κλάδο περιλαμβάνεται κατ' ελάχιστο η συμμετοχή της ΔΕΠΑ Α.Ε. στην ΕΠΑ Αττικής ΑΕ, η εισαγωγή φυσικού αερίου στη Χώρα μέσω των μακροπρόθεσμων συμβάσεων προμήθειας της ΔΕΠΑ Α.Ε. είτε από οποιαδήποτε άλλη πηγή, η προμήθεια φυσικού αερίου μέσω ή εκτός Συστημάτων Μεταφοράς ή Διανομής Φυσικού Αερίου, η εισαγωγή, προμήθεια και εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας, ο ανεφοδιασμό οχημάτων με συμπιεσμένο φυσικό αέριο μέσω ιδιόκτητων πρατηρίων ή μέσω συνεργαζόμενων δικτύων πρατηρίων, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών συμβάσεων, και τη χρήση του εμπορικού σήματος «FISIKON», η προμήθεια τελικών πελατών, μη συνδεδεμένων σε Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου ή στο Εθνικό ή σε Ανεξάρτητο Σύστημα Φυσικού Αερίου με συμπιεσμένο φυσικό αέριο ή ΥΦΑ, μεταξύ άλλων και για χρήση του φυσικού αερίου ως καυσίμου σε κινητήρες μέσων θαλάσσιας και χερσαίας μεταφοράς, η προμήθεια απομακρυσμένων Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου καθώς και οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα σχετίζεται με την ανάπτυξη, την επέκταση και τη λειτουργία της δραστηριότητας προμήθειας φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε διεθνή έργα, όπως δεσμεύσεις ποσοτήτων στο διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας - Βουλγαρίας (IGB) ή στο πλωτό τερματικό αεριοποίησης ΥΦΑ (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη.

Τέλος, το ΤΑΙΠΕΔ πωλεί και μεταβιβάζει μετοχές που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ.

Ειδικότερα, επί των άρθρων του ν. 4001/2011 που τροποποιούνται:
Άρθρο 80 Ε
Η παράγραφος 3 διαγράφεται καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις δεν υφίσταται πλέον η περίπτωση όπου το Ελληνικό Δημόσιο ή κρατικός λειτουργός του δημοσίου τομέα να ασκεί έλεγχο σε Διαχειριστή δικτύου διανομής φυσικού αερίου ή να έχει την κυριότητα ή τον έλεγχο δικτύου διανομής φυσικού αερίου. Οι υπόλοιπες παράγραφοι αναριθμούνται.
Άρθρο 80 ΣΤ
Τροποποιείται η παράγραφος 3, σύμφωνα με την οποία η ΡΑΕ δύναται πλέον να εναντιωθεί στην πιστοποίηση Διαχειριστή δικτύου διανομής φυσικού αερίου σε περίπτωση απόκτησης ελέγχου ή αύξησης συμμετοχής σε Διαχειριστή δικτύου διανομής φυσικού αερίου εφόσον κρίνεται ότι τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της Ελλάδας ή άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 80 Ζ
Προστίθεται νέα παράγραφος 2 μετά το πρώτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου και αναριθμούνται οι επόμενες παράγραφοι. Προβλέπεται ότι η εξαίρεση από τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό για τα πρόσωπα που κατά την έναρξη των σχετικών διατάξεων κατέχουν ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο ή δικαιώματα ψήφου σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου ή σε εταιρεία που έχει στην κυριότητα ή στον έλεγχό της Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου και ασκούν άμεσα ή έμμεσα έλεγχο ή ασκούν οποιοδήποτε δικαίωμα ή συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιο επιχείρησης που ασκεί στην Ελλάδα οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας ή εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, δεν ισχύει στην περίπτωση που προβούν σε απόκτηση άλλων μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου, σε εταιρίες των οποίων η δραστηριότητα εμπίπτει στις διατάξεις περί ιδιοκτησιακού διαχωρισμού. Παράλληλα διαγράφεται η πρόβλεψη ότι, οι εξαιρούμενοι από την υποχρέωση του ιδιοκτησιακού διαχωρισμού δεν έχουν υποχρέωση διάθεσης μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου που κατέχουν, καθώς αυτονοήτως τέτοια υποχρέωση δεν υφίσταται, εκ του λόγου της εξαίρεσής τους.
Στην παράγραφο 4 προβλέπεται ότι οι διατάξεις εξαίρεσης από τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό εφαρμόζονται και στους υφιστάμενους μετόχους της ΔΕΠΑ ΑΕ αναφορικά με τις μετοχές που θα αποκτήσουν στις επωφελούμενες εταιρίες του κλάδου υποδομών και διεθνών έργων, συνεπεία της ολοκλήρωσης της μερικής διάσπασης που προβλέπεται στο άρθρο 80Ι.
Άρθρο 80 Ι
Στην παράγραφο 1 προβλέπεται η μερική διάσπαση των κλάδων υποδομών και διεθνών έργων από την ΔΕΠΑ Α.Ε στη βάση του νομικού πλαισίου που διέπει το ζήτημα.
Στην παράγραφο 2 αποτυπώνεται ο κλάδος των υποδομών όπως ανωτέρω αναφέρθηκε.
Προστίθεται νέα παράγραφος 3 στην οποία, περιγράφεται ο κλάδος των διεθνών έργων. Από τον κλάδο διεθνών έργων διαγράφεται το δίκτυο οπτικών ινών που ανήκει στην κυριότητα της ΔΕΠΑ Α.Ε. καθώς και τα υφιστάμενα ή μελλοντικά δικαιώματα και υποχρεώσεις της ΔΕΠΑ Α.Ε. αναφορικά με την ανάπτυξη, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων υποδομής δικτύων διανομής συμπεριλαμβανομένων σχετικών έργων συμπιεσμένου φυσικού αερίου ή μικρής κλίμακας ΥΦΑ. αντίστοιχα όπως αυτοί νοούνται για τους σκοπούς του νόμου. Οι επόμενες παράγραφοι αναριθμούνται.
Στην παράγραφο 4 διαγράφεται η αναφορά «στο νόμο για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς» και αναφέρεται ο ισχύων νόμος 4601/2019 που τους διέπει.
Προστίθεται νέα παράγραφος 5 και αναριθμούνται οι επόμενες, στην οποία αναφέρεται ότι η ΔΕΠΑ, στο πλαίσιο της μερικής διάσπασης, μεταβιβάζει τον κλάδο διεθνών έργων σε νέα εταιρία με την επωνυμία ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε
Στην παράγραφο 6 αναφέρεται ότι η ΔΕΠΑ, μετά την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης μετονομάζεται σε ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε και περιγράφονται οι δραστηριότητας που υπάγονται στο κλάδο της εμπορίας.
Διαγράφεται η αρχική παράγραφος 5 η οποία ανέφερε ότι η ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ A.E. μπορεί να ασκεί και οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα μεταβιβάζεται στον κλάδο υποδομών, σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή με το σχέδιο διάσπασης της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε., υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων επιτρέπεται από τον παρόντα νόμο, για λόγους ασφάλειας δικαίου. Συγκεκριμένα η ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ δραστηριοποιείται αποκλειστικά στην προμήθειας φυσικού αερίου και δεν ασκεί οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα μεταβιβάζεται στον κλάδο υποδομών.
Στην παράγραφο 7 διαγράφεται η αναφορά «στο νόμο για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς» και αναφέρεται ο ισχύων νόμος 4601/2019 που τους διέπει.
Στις παραγράφους 8 έως 11 εισάγονται λεκτικές βελτιώσεις ως προς την λογιστική, μετοχική, φορολογική και συμβολαιογραφική φύση της διαδικασίας του εταιρικού μετασχηματισμού, ο οποίος πλέον αναφέρεται στην διάσπαση του κλάδου τόσο των υποδομών όσο και των διεθνών έργων από την ΔΕΠΑ. Παράλληλα εισάγονται λεκτικές βελτιώσεις ως προς την μεταβίβαση λοιπών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των εμπλεκόμενων εταιριών. Εξειδικεύεται ότι, οι μετοχές εκδόσεως της εταιρείας ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, με τη σύστασή της παραδίδονται απευθείας στους μετόχους της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε αναλογία προς τα δικαιώματά τους στο κεφάλαιο της ΔΕΠΑ Α.Ε. Οι μετοχές εκδόσεως της εταιρείας ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. παραμένουν στην ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. και παραδίδονται στους μετόχους της εταιρείας κατ' απώτατο όριο εξήντα (60) ημέρες πριν από την ημερομηνία υποβολής δεσμευτικών προσφορών για την απόκτηση των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. Επίσης αντικαθίσταται η αναφορά «στο νόμο για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς» με τον ισχύων νόμο 4601/2019 που τους διέπει.
Προστίθεται παράγραφος 12 στις οποίες αποτυπώνεται ότι το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ (ΤΑΙΠΕΔ), ως υφιστάμενος μέτοχος της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΑΕ και της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΑΕ, θα προβεί στην πώληση και μεταβίβαση των μετοχών που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΑΕ. που περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ ως αποτέλεσμα της μερικής διάσπασης του άρθρου 80Ι, καθώς και μετοχές που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως των θυγατρικών της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΑΕ. Εξειδικεύεται περαιτέρω ότι ο χρόνος διάθεσης των μετοχών, κάθε μίας από τις επωφελούμενες εταιρείες, προσδιορίζεται από το ΤΑΙΠΕΔ κατά την κρίση του.
Προστίθεται παράγραφος 13 με την οποία ορίζεται ότι η διαδικασία διάθεσης των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. και ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. μπορεί να ξεκινήσει πριν από την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης της υφιστάμενης ΔΕΠΑ Α.Ε. Σε κάθε περίπτωση, διευκρινίζεται η ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης τελεί υπό τον όρο της προηγούμενης ολοκλήρωσης της διάσπασης του άρθρου 80Ι.
Προστίθεται παράγραφος 14 στην οποία αναφέρεται ότι οι όροι συμμετοχής στην διαγωνιστική διαδικασία των υποψήφιων επενδυτών, τους οποίος θα καθορίσει το ΤΑΙΠΕΔ, πρέπει να εξασφαλίζουν την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προστίθεται παράγραφος 15, σύμφωνα με την οποία ειδικά στην περίπτωση της διαγωνιστικής διαδικασίας διάθεσης των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε θα πρέπει να συμμορφώνεται με το οικείο ρυθμιστικό και νομοθετικό πλαίσιο, τόσο εθνικό όσο και ευρωπαϊκό και να παρέχει τα απαραίτητα εχέγγυα για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη του δικτύου, μη αποκλειόμενης της δυνατότητας του ΤΑΙΠΕΔ να θέσει όρο σχετικά με την δέσμευση του υποψηφίου περί μη μεταβίβασης εταιρικών μεριδίων για χρονικό διάστημα πέντε ετών.
Τέλος προστίθεται παράγραφος 16, σύμφωνα με την οποία το Ταμείο, μετά την παράδοση σε αυτό των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε., κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 9 του παρόντος, μεταβιβάζει άνευ ανταλλάγματος προς το Ελληνικό Δημόσιο ή φορέα που θα υποδείξει το Ελληνικό Δημόσιο, μετοχές που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. που περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ ως αποτέλεσμα της μερικής διάσπασης του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 80ΙΑ
Το άρθρο διαγράφεται καθώς μεταβάλλεται η διαδικασία του εταιρικού μετασχηματισμού, ο οποίος περιγράφεται στο άρθρο 80 Ι.
Άρθρο 80 ΙΒ
Το άρθρο διαγράφεται ώστε να εφαρμόζεται με ομοιόμορφο τρόπο η νομοθεσία που διέπει τις εργασιακές σχέσεις.
Άρθρο 80 ΙΓ
Το άρθρο διαγράφεται καθώς η μεταβίβαση των μετοχών στους μετόχους ενσωματώθηκε στην τροποποίηση της παραγράφου 9 του άρθρου 80Ι
Άρθρο 80 ΙΔ
Το άρθρο διαγράφεται καθώς το ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ θα διαθέσει μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας το σύνολο των μετοχών του στις ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΑΕ και ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΑΕ.
Ως προς το άρθρο 17, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 80Δ του ν. 4001/2011, όπως προστέθηκε δυνάμει του άρθρου 53 του ν. 4602/2019 (Α 45) «κάθε επιχείρηση που έχει στην ιδιοκτησία της Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου ασκεί τις αρμοδιότητες του διαχειριστή του δικτύου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου». Ως εκ τούτου, οι ιδιότητες του ιδιοκτήτη Δικτύου Διανομής και του Διαχειριστή Δικτύου Διανομής συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο. Τα οριζόμενα, ωστόσο, στο τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 80 του ν. 4001/2011 συνεπάγονται δυνατότητα χορήγησης Άδειας Διαχείρισης Δικτύου Διανομής σε πρόσωπο άλλο εκτός του κατόχου της Άδειας Διανομής. Κατά συνέπεια, οι δύο υφιστάμενες ρυθμίσεις έρχονται σε αντίφαση μεταξύ τους και με την προτεινόμενη ρύθμιση επιδιώκεται η άρση αυτής της αντίφασης.
Ως προς το άρθρο 18, η διάταξη της παρ. 1 κρίνεται αναγκαία για την υλοποίηση από τον ΔΕΣΦΑ σημείων εξόδου του ΕΣΦΑ που θα τροφοδοτούνται άλλα Συστήματα Μεταφοράς, όπως από τον αγωγό ΤΑΡ. Σημειώνεται ότι σε εφαρμογή του άρθρου 7.2 (b) της Συμφωνίας Φιλοξενούσας Χώρας μεταξύ της Ελλάδος και της εταιρείας ΤΑΡ AG της 26ης Ιουνίου 2013 (Α 267), η τελευταία θα κατασκευάσει μέχρι τρεις (3) αναμονές για τροφοδότηση της Δυτικής Μακεδονίας με φυσικό αέριο.
Η δε προτεινόμενη ρύθμιση της παρ. 2 κρίνεται απαραίτητη για την ανάπτυξη της εγχώριας και περιφερειακής αγοράς φυσικού αερίου, καθώς επιτυγχάνεται σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας κατά τη διαδικασία της συμπίεσης, σε σχέση με τη σύνδεση αντίστοιχων διατάξεων σε συστήματα διανομής φυσικού αερίου, εφόσον πλέον δεν θα δαπανάται ενέργεια για την αποσυμπίεση του φυσικού αερίου στο επίπεδο πίεσης λειτουργίας των δικτύων διανομής (<16 barg) και την εκ νέου συμπίεσή του στο επίπεδο των 250 - 350 barg, αλλά το προς συμπίεση φυσικό αέριο θα παραλαμβάνεται απευθείας από το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου, η μέση πίεση λειτουργίας του οποίου κυμαίνεται περί τα 42 barg,
Επιπροσθέτως, όλες οι εγκαταστάσεις που υπάγονται στο ΕΣΦΑ λειτουργούν υπό καθεστώς πλήρους Πρόσβασης Τρίτων. Επομένως, παρέχεται η δυνατότητα σε μεμονωμένους καταναλωτές (μη συνδεδεμένους σε δίκτυο μεταφοράς ή διανομής) να επιλέγουν τον Προμηθευτή τους χωρίς περιορισμούς που σχετίζονται με τη δυνατότητα του τελευταίου να υλοποιεί και να λειτουργεί εγκαταστάσεις συμπίεσης φυσικού αερίου. Για τον ίδιο λόγο, προάγεται ο ανταγωνισμός, αφού θα δίδεται πλέον η δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες συμπίεσης φυσικού αερίου σε όλους τους Προμηθευτές, χωρίς να απαιτείται η εκ μέρους τους υλοποίηση επενδύσεων.
Περαιτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση επιτυγχάνεται η οικονομικότερη τροφοδότηση περιοχών που έχουν μικρές καταναλώσεις σε σχέση με την απόστασή τους από το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου, μέσω της οδικής μεταφοράς συμπιεσμένου φυσικού αερίου (virtual pipeline scheme), ως εάν οι περιοχές αυτές ήταν συνδεδεμένες με το ΕΣΦΑ. Ανάλογο σχήμα έχει αναπτυχθεί και λειτουργεί ήδη για τα δίκτυα διανομής από τις Εταιρείες Διανομής Αερίου.
Σημειώνεται, τέλος, ότι η ως άνω προτεινόμενη τροποποίηση δεν επηρεάζει τη δυνατότητα σύνδεσης εγκαταστάσεων συμπίεσης φυσικού αερίου σε δίκτυο διανομής, ή τη δυνατότητα υλοποίησης επενδύσεων εγκατάστασης σταθμών συμπίεσης φυσικού αερίου συνδεδεμένων με το ΕΣΦΑ από τρίτες εταιρείες. Αντιθέτως, παρέχεται και στον ΔΕΣΦΑ η δυνατότητα πραγματοποίησης αντίστοιχων επενδύσεων, οι οποίες θα δύνανται να περιλαμβάνονται στο ΕΣΦΑ μετά από έγκριση από τη ΡΑΕ του σχετικού Προγράμματος Ανάπτυξης ΕΣΦΑ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Ρυθμίσεις για τη στήριξη της Παραγωγής Ενέργειας από ΑΠΕ και την Εξοικονόμηση Ενέργειας


Στο Κεφάλαιο Ε' του σχεδίου νόμου συμπεριλαμβάνονται οι ρυθμίσεις για τη Στήριξη των ΑΠΕ. Οι ρυθμίσεις εντάσσονται στο πλαίσιο του ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας, ο οποίος βασίζεται κατά κύριο λόγο στην πλήρη απολιγνιτοποίηση και την σβέση του συνόλου των λιγνιτικών μονάδων της χώρας μέχρι το έτος 2028 με παράλληλη αύξηση της διείσδυσης της παραγωγής ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα στο 35% της τελικής ακαθάριστης κατανάλωσης ενέργειας, ώστε κατά το χρόνο εκείνο τουλάχιστον το 60% της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής θα προέρχεται από σταθμούς ΑΠΕ. Για να καταστούν όμως τα παραπάνω δυνατά με την μικρότερη δυνατή επιβάρυνση για τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας απαιτείται να υιοθετηθούν νομοθετικές ρυθμίσεις που θα έχουν έντονα αναπτυξιακό χαρακτήρα και θα ενισχύουν την εγκατάσταση νέων σταθμών ΑΠΕ σε ένα ώριμο και ασφαλές για επενδύσεις περιβάλλον. Παράλληλα, θα πρέπει να διορθωθούν παραλείψεις και λάθη των αμέσως προηγούμενων ετών, που δημιουργούσαν σύγχυση και εμπόδια στους επενδυτές για εγκατάσταση νέων σταθμών και να επισπευσθεί η ενσωμάτωση ευρωπαϊκών οδηγιών και κανονισμών για την εμπέδωση των κανόνων της αγοράς.

Ειδικότερα:

Άρθρο 19
Αποζημίωση παραγωγών ΑΠΕ μέχρι την έναρξη συμμετοχής του ΦοΣΕΤΕΚ στην αγορά


Με τις διατάξεις των άρθρων 3 και 5 του ν. 4414/2016 και με την ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ /25512/883 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β' 1020), όπως ισχύει, οι κάτοχοι σταθμών Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α., οι οποίοι συνάπτουν Σύμβαση Λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης (Σ.Ε.Δ.Π.) έχουν τη δυνατότητα συμμετοχής στο Σύστημα Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού και στο Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος είτε μόνοι τους, είτε μέσω Φορέων Σωρευτικής Εκπροσώπησης (Φο.Σ.Ε.), είτε μέσω Φορέων Σωρευτικής Εκπροσώπησης Τελευταίου Καταφυγίου (Φο.Σ.Ε.Τε.Κ.).

Με τη διάταξη του άρθρου 61 του ν. 4546/2018 όπως ισχύει, ορίστηκε ότι οι κάτοχοι σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. που έχουν συνάψει ή θα συνάψουν Σ.Ε.Δ.Π. πριν την έκδοση της παραπάνω απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/25512/883/20.3.2019) λαμβάνουν αποζημίωση αναδρομικά από την ημερομηνία ενεργοποίησης της σύνδεσής τους και μέχρι και τον τρίτο μήνα εκκαθάρισης μετά το μήνα έκδοσης της ανωτέρω υπουργικής απόφασης.

Με την προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση διασφαλίζεται η αποπληρωμή των σταθμών Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. για το διάστημα από 01.07.2019 μέχρι την έναρξη της συμμετοχής του Φο.Σ.Ε.Τε.Κ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Παράλληλα παρέχεται εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας να ρυθμίσει τις λεπτομέρειες για την αναδρομική εκκαθάριση και καταβολή της υπολειπόμενης αποζημίωσης των σταθμών Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. με Σ.Ε.Δ.Π..

Άρθρο 20
Συμμετοχή σταθμών ΑΠΕ στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς λειτουργική ενίσχυση


Σύμφωνα με τις υφιστάμενες διατάξεις του ν. 4414/2016 (Α' 149), όπως αυτές εξειδικεύονται στους σχετικούς Κώδικες, ήτοι στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και στον Κώδικα Διαχείρισης του Εθνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ), η υπογραφή Σ.Ε.Δ.Π. και άρα η ένταξη σταθμών ΑΠΕ σε καθεστώς στήριξης, αποτελεί προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή των σταθμών αυτών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των τελευταίων ανταγωνιστικών διαδικασιών χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης, εκτιμάται ότι το Σταθμισμένο Κόστος Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας των αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών έχει μειωθεί σημαντικά, περιορίζοντας έτσι την αναγκαιότητα χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης για τους σταθμούς αυτούς. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται η ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας προς αυτήν την κατεύθυνση της συμμετοχής σταθμών ΑΠΕ στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς λειτουργική ενίσχυση, την οποία έχει εισηγηθεί και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (βλ. Ο-75975/20.2.2019 επιστολή προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας).

Στο πλαίσιο αυτό, με την προτεινόμενη ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα σε σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) και Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (Σ.Η.Θ.Υ.Α.), των οποίων οι κάτοχοι δεν έχουν λάβει επενδυτική ενίσχυση, να επιλέξουν, είτε κατά τον χρόνο σύνδεσης, είτε το αργότερο εντός τεσσάρων (4) ετών από την λειτουργία των σταθμών, να συμμετέχουν στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και να τίθενται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα και το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο με τις τρέχουσες τιμές της αγοράς/αγορών ηλεκτρικής ενέργειας.

Στην περίπτωση αυτή είτε δεν καταρτίζονται συμβάσεις Λειτουργικής Ενίσχυσης του ν. 4414/2016, είτε επέρχεται αυτοδίκαιη λύση των συμβάσεων του ν. 4414/2016 ως ισχύει και των κατά τα άρθρα 3 παρ.5 περ. α' και 12 του ν. 3468/2006 (Α 129) συμβάσεων (feed in tariff). Παράλληλα, με την προτεινόμενη ρύθμιση παρέχεται εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας να ρυθμίσει τις σχετικές λεπτομέρειες εφαρμογής, στην περίπτωση ήδη καταρτισθεισών συμβάσεων ενίσχυσης.

Άρθρο 21
Όροι και διαδικασία για χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης σε σταθμούς ΑΠΕ ισχύος μεγαλύτερης των 250MW


Σύμφωνα με τις «Κατευθυντήριες Γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας (2014 - 2020)» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης μετά από κοινοποίηση στην ΕΕ και συγκεκριμένα ότι «οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει κοινοποιηθέντος καθεστώτος ενισχύσεων εξακολουθούν να υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 108 παρ. 3 της Συνθήκης, εφόσον υπερβαίνουν τα κάτωθι όρια κοινοποίησης και δεν χορηγούνται βάσει ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών: α) ... β) ενισχύσεις λειτουργίας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή/και τη συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές, όπου η ενίσχυση χορηγείται σε εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε χώρους τους οποίους, ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης, η δυναμικότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ανά χώρο υπερβαίνει τα 250 μεγαβάτ (MW)>.

Ωστόσο, στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο στήριξης δεν έχει προβλεφθεί η διαδικασία για τη χορήγηση μεμονωμένης ενίσχυσης, βάσει της ανωτέρω πρόβλεψης των Κατευθυντήριων Γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Ως εκ τούτου, με την προτεινόμενη ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα κοινοποίησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού) της χορήγησης μεμονωμένων ενισχύσεων για σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ισχύος > 250 MW. Η προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση θα συμβάλει στην έγκαιρη υλοποίηση των έργων αυτών και στην επίτευξη των Εθνικών στόχων της Ελλάδας για διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα για το 2030 και κινείται σε ευθυγράμμιση με το ανωτέρω ευρωπαϊκό πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη και τις εν δυνάμει στρεβλώσεις από τη συμμετοχή των μεγάλων αυτών έργων σε ανταγωνιστική διαδικασία.

Η κοινοποίηση θα αφορά ένα ενιαίο έργο το οποίο θα δύναται να αποτελείται από περισσότερες της μίας άδειες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, με την προϋπόθεση ότι θα γίνεται σχετική αναφορά στην οικεία άδεια παραγωγής και ότι το συνολικό έργο θα συνδέεται σε ένα σημείο στο Σύστημα ή το Δίκτυο. Με την ίδια διάταξη παρέχεται εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας να ρυθμίσει τις σχετικές λεπτομέρειες εφαρμογής, ιδίως στην περίπτωση ήδη καταρτισθεισών συμβάσεων ενίσχυσης.

Άρθρο 22
Υβριδικοί Σταθμοί στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά


Με το ν. 3468/2006 προβλέφθηκαν για πρώτη φορά οι υβριδικοί σταθμοί, αποτελούμενοι από σύστημα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και μονάδες ΑΠΕ, οι οποίοι συνιστούν επί του παρόντος τη βέλτιστη λύση για την επίτευξη της περαιτέρω διείσδυσης της παραγωγής ΑΠΕ στα αυτόνομα νησιωτικά συστήματα.

Πράγματι, με την υπ' αριθ. 96/2007 Απόφαση της ΡΑΕ, τα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (ΜΔΝ) της χώρας, έχουν χαρακτηρισθεί ως κορεσμένες περιοχές για τις τεχνολογίες αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών (δηλαδή μη ελεγχόμενων σταθμών) και, συνεπώς, για λόγους ευστάθειας δικτύου και ασφαλούς ηλεκτροδότησης των νησιών, δεν επιτρέπεται η περαιτέρω εγκατάσταση τέτοιων σταθμών στα νησιά αυτά.
Υπό τις ανωτέρω συνθήκες, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στα συστήματα αυτά, θεωρείται σκόπιμη η εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία αποθηκεύουν την πλεονάζουσα παραγωγή ΑΠΕ, που σε άλλη περίπτωση θα απορριπτόταν, και την εγχέουν στο τοπικό δίκτυο του νησιού τις ώρες που αυτό είναι δυνατό, χωρίς να επηρεάζεται η ευστάθεια του αυτόνομου συστήματος.

Ωστόσο, κρίσιμο για την ευόδωση του ανωτέρω σκοπού της περαιτέρω διείσδυσης των ΑΠΕ στα ΜΔΝ, είναι η έγκριση του καθεστώτος αποζημίωσης των υβριδικών σταθμών, το οποίο (καθεστώς) θα πρέπει να κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Προς το σκοπό αυτό προτείνεται η παρούσα διάταξη, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ στα αυτόνομα νησιωτικά συστήματα με παράλληλη μείωση της λειτουργίας των θερμικών μονάδων και κατ'επέκταση μείωση της επιβάρυνσης τω καταναλωτών μέσω των ΥΚΩ.

Σύμφωνα με αυτήν, ο Υπουργός θα καθορίσει το καθεστώς στήριξης Υβριδικών Σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά, ενώ οι τιμές αποζημίωσης της παραγόμενης ή απορροφώμενης από το δίκτυο ενέργειας ή της τιμής αποζημίωσης για την παροχή διαθεσιμότητας ισχύος του Υβριδικού Σταθμού Α.Π.Ε. δεν απαιτείται να αναγράφονται στις άδειες παραγωγής. Περαιτέρω, ρυθμίζονται οι περιπτώσεις Υβριδικών Σταθμών για τους οποίους έχει ήδη εκδοθεί άδεια παραγωγής, αλλά δεν έχουν τεθεί σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) κατά τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης, καθώς και η μεταχείριση των εκκρεμών αιτημάτων ενώπιον ΡΑΕ.

Άρθρο 23
Επέκταση χρόνου εγκατάστασης σταθμών ΣΗΘΥΑ για αγροτικές εκμεταλλεύσεις και τηλεθέρμανση πόλεων - Πλαίσιο αδειοδότησης για σταθμούς βιοαερίου (ΦΟΔΣΑ)


Με την παρ. 1 του εν λόγω άρθρου αντιμετωπίζεται το πρόβλημα των σταθμών Σ.Η.Θ.Υ.Α., των οποίων η παραγόμενη θερμική ενέργεια είτε αξιοποιείται για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων είτε διατίθεται μέσω δικτύου τηλεθέρμανσης πόλεων, στους οποίους αυξάνεται η διάρκεια ισχύος της οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης για τους σταθμούς από δεκαοχτώ (18) σε τριάντα (30) μήνες, κατά αναλογική εφαρμογή των προβλεπόμενων για τους σταθμούς με τεχνολογίες βιομάζας, βιοαερίου ή και βιορευστών.

Πράγματι, στην περίπτωση των ως άνω σταθμών, όπως και στην περίπτωση των σταθμών βιομάζας, βιοαερίου ή βιορευστών, δεν είναι δυνατή η κατασκευή και σύνδεσή τους εντός του χρονικού διαστήματος των δεκαοκτώ μηνών, λόγω της πολυπλοκότητάς τους, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν με απώλεια των οριστικών όρων σύνδεσης που έχουν λάβει και έχουν διάρκεια δεκαοχτώ (18) μηνών, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 4 του ν. 3468/2006, και ουσιαστικά με ακύρωση τη όλης επένδυσης.

Με την παρ. 2 εισάγονται ρυθμίσεις για την προώθηση των έργων διαχείρισης στερεών αποβλήτων, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το έσοδο που θα απολάβουν οι φορείς αυτοί από την παραγωγή και έγχυση ηλεκτρικής ενέργειας από το συνοδό σταθμό βιοαερίου. Ειδικότερα, οι παραπάνω σταθμοί βιοαερίου είναι κατά κύριο λόγο της τάξεως του 1 MW (κατά προσέγγιση, μεγίστως 4 MW). Εξαιτίας, όμως, της έντονης διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα (ιδίως, των αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών) καθώς και της αδειοδότησης ή της χορήγησης προσφορών όρων σύνδεσης στο Δίκτυο στη βάση σειράς προτεραιότητας, καθίσταται αβέβαιη η διασφάλιση της προσφοράς σύνδεσης για σταθμούς βιοαερίου από Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ). Παράλληλα δε, η μεγάλη καθυστέρηση στην αδειοδότηση και υλοποίησή τους καθυστερεί και τα σχέδια επεξεργασίας των αποβλήτων.

Με την παρούσα ρύθμιση εισάγεται ειδικό, διακριτό πλαίσιο αδειοδότησης για σταθμούς βιοαερίου, οι οποίοι πρόκειται να λειτουργήσουν υπό την ευθύνη των ΦΟΔΣΑ, Δήμων, Περιφερειών, Συνδέσμων Δήμων, Δικτύων Δήμων και Περιφερειών του άρθρου 101 του ν. 3852/2010 ως ισχύει, Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων, Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, Ένωσης Περιφερειών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου τα οποία συστήνουν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι φορείς, καθώς και Ν.Π.Ι.Δ. στα οποία συμμετέχουν ή συστήνουν η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας και η Ένωση Περιφερειών, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, η Ένωση Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης (Ε.Δ.Ε.Υ.Α.), οι επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α. που ανήκουν στο δημόσιο τομέα σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 όπως ισχύει κλπ. Ειδικότερα ορίζεται ότι οι σταθμοί αυτοί:
- εξαιρούνται από τη διαδικασία έκδοσης Άδειας Παραγωγής, καθώς παρέλκει η αξιολόγηση των κριτηρίων χορήγησης άδειας παραγωγής αφού η ηλεκτροπαραγωγή από το παραγόμενο βιοαέριο εντάσσεται στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης των αποβλήτων,
- λαμβάνουν εξαρχής οριστική Προσφορά Σύνδεσης (χωρίς να είναι προαπαιτούμενη η περιβαλλοντική αδειοδότηση) και εξαιρούνται από την καταβολή εγγυοδοσίας στο πλαίσιο της οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης, καθόσον δεσμεύονται ως προς την υλοποίηση του έργου στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης,
- η Προσφορά Σύνδεσης έχει διάρκεια ισχύος πέντε (5) έτη, ώστε να δοθεί εύλογος χρόνος για όλες τις επιμέρους αναγκαίες πράξεις υλοποίησης των εν λόγω έργων (μελέτες, διαγωνισμός, εκτέλεση έργου, κλπ.),
- αδειοδοτούνται κατά απόλυτη προτεραιότητα έναντι λοιπών αιτημάτων ακόμα και Ενεργειακών Κοινοτήτων του νόμου 4513/2018, καθώς και έργων που έχουν ενταχθεί στη Διαδικασία Ταχείας Αδειοδότησης του άρθρου 9 του ν.3775/2009 ή στις Διαδικασίες Στρατηγικών Επενδύσεων του ν.3894/2010 ή στις Διαδικασίες Στρατηγικών Επενδύσεων του ν.4608/2019 (για τα οποία σημειώνεται πως η προσφορά χορηγείται εντός ενός μηνός) και
- χορηγείται Προσφορά σύνδεσης, ακόμα και σε περιοχές με κορεσμένα δίκτυα (Πελοπόννησος, Εύβοια, ΜΔΝ) κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων.

Το προτεινόμενο πλαίσιο κρίνεται απολύτως αναγκαίο και ορθολογικό, ώστε να διασ-φαλιστεί ότι θα αδειοδοτηθούν, και κατά κύριο λόγο, ότι θα λάβουν Προσφορά Σύνδεσης κατά προτεραιότητα, οι σταθμοί βιοαερίου που συνδέονται με την διαχείριση των αποβλήτων, ακόμα και σε περιοχές με χαρακτηρισμένα κορεσμένα δίκτυα, κατά παρέκκλιση των οικείων διατάξεων, για λόγους δημοσίου συμφέροντος αναγόμενους στην υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων.

Άρθρο 24
Πλαίσιο εγκατάστασης Φ/Β σταθμών σε αγροτική γη (<1% αγροτικής γης)

Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) καθίσταται πλέον ιδιαίτερα φιλόδοξο και αποσκοπεί στη μείωση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης σε συμμόρφωση με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, κύριο πυλώνα του νέου ΕΣΕΚ αποτελεί η αύξηση της διείσδυσης της παραγωγής ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα στο 35% της τελικής ακαθάριστης κατανάλωσης ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι αποτελεί βραχυπρόθεσμο στόχο η εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή να προέρχεται τουλάχιστον κατά 60% από σταθμούς ΑΠΕ.

Η παρούσα ρύθμιση αποτελεί μέρος των διατάξεων που στόχο έχουν να συμβάλουν στη δημιουργία περιβάλλοντος στο πλαίσιο του οποίου θα εγκατασταθούν νέοι σταθμοί ΑΠΕ, ενώ παράλληλα επιτρέπουν την ελεγχόμενη και αποτρέπουν την αλόγιστη εγκατάσταση νέων φωτοβολταϊκών σταθμών σε γαίες υψηλής παραγωγικότητας.

Ειδικότερα, με τις νέες διατάξεις του άρθρου αυτού καθίσταται πλέον εφαρμόσιμη η προηγούμενη κατ' ουσίαν ανενεργή διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 56 του ν. 2637/1998, επιτρέποντας την εγκατάσταση σταθμών ΑΠΕ εγκατεστημένης ισχύος έως 1 MW σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών της Αττικής, καθώς και των περιοχών της Επικράτειας που έχουν ήδη καθοριστεί ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας με βάση την κείμενη νομοθεσία. Επιπλέον, προβλέπονται οι προϋποθέσεις αξιοποίησης της ευχέρειας αυτής όσον αφορά τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς και παρέχονται τα εργαλεία μέσω της έκδοσης ΚΥΑ για τον έλεγχο και την και τη διαφύλαξη των καλλιεργούμενων εκτάσεων της κάθε περιφερειακής ενότητας και ως εκ τούτου της άμεσης και ορθολογικής εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 25
Ετήσια δήλωση κατ' επάγγελμα αγροτών παραγωγών ΑΠΕ


Με την περίπτωση 1.α της υποπαραγράφου ΙΓ.1 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α' 85) θεσπίστηκε η υποχρέωση υποβολής δηλώσεων των κατ' επάγγελμα αγροτών - παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκούς σταθμούς μέσω του πληροφοριακού συστήματος της Δ.Α.Π.Ε.Ε.Π. Α.Ε., εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους, περί της διατήρησης ή μη της ιδιότητας τους ως κατ' επάγγελμα αγροτών.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση δίδεται η δυνατότητα υποβολής της δήλωσης έτους 2018 εντός χρονικού διαστήματος δύο μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, προκειμένου να διασφαλισθεί η υποβολή της εν λόγω δήλωσης από σημαντικό αριθμό κατ' επάγγελμα αγροτών, που μολονότι εμπίπτουν στις προϋποθέσεις ένταξης του ν. 4254/2014, δεν έχουν ακόμη προβεί στην υποβολή της.

Επειδή δε το συγκεκριμένο πρόβλημα επανεμφανίζεται κάθε έτος ύστερα από τη θέση σε ισχύ της εν λόγω υποχρέωσης με τον ν. 4254/2014 και επιλέγεται ως λύση η εισαγωγή ειδικής νομοθετικής διάταξης, με την προτεινόμενη ρύθμιση δίνεται λύση και για τα επόμενα χρόνια, με αναδρομικό επανακαθορισμό της τιμής αποζημίωσης από το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ανά περίπτωση στον πίνακα Α' της υποπαραγράφου ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 για όλες τις περιπτώσεις υποβολής δήλωσης μετά την παρέλευση του επιπρόσθετου διαστήματος των δύο (2) μηνών και εντός του έτους υποβολής της δήλωσης.

Επιπλέον, προτείνεται η επιβολή στον κάτοχο του σταθμού εφάπαξ παρακράτησης ίσης με το 50% της αξίας της ηλεκτρικής ενέργειας στο πρώτο χρονικά ενημερωτικό σημείωμα που εκδίδεται μετά τον επανυπολογισμό της τιμής αποζημίωσης, ως αντικίνητρο για την υποβολή εκπρόθεσμης δήλωσης, προκειμένου να αντιμετωπισθεί ριζικά το φαινόμενο υποβολής εκπρόθεσμων δηλώσεων.

Άρθρο 26
Εναρμόνιση με Κανονισμό για ευθύνη εξισορρόπησης σταθμών ΑΠΕ


Σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουνίου 2019 σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής (ο «Κανονισμός»), όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά είναι οικονομικά υπεύθυνοι για τις αποκλίσεις που προκαλούν στο σύστημα («ευθύνη εξισορρόπησης») και καταβάλλουν προσπάθειες να μην προκαλούν ανισορροπία ή να συμβάλλουν στην εξισορρόπηση του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας.

Ωστόσο, ο Κανονισμός παρέχει ευχέρεια παρέκκλισης από την ευθύνη εξισορρόπησης, μεταξύ άλλων, στις περιπτώσεις έργων επίδειξης για καινοτόμες τεχνολογίες, καθώς και σταθμών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Α.Π.Ε.) εγκατεστημένης ισχύος μικρότερης των 400 kW αλλά και σταθμών που έχουν τεθεί σε λειτουργία πριν από την 4η Ιουλίου 2019. Σύμφωνα δε με το άρθρο 71 του Κανονισμού, οι εν λόγω διατάξεις τίθενται σε ισχύ από την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευση του Κανονισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι από την 4η Ιουλίου 2019 και εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2020. Συνεπώς, από την 1η Ιανουαρίου 2020, όλοι οι σταθμοί Α.Π.Ε. με ισχύ μεγαλύτερη ή ίση των 400 kW που θα έχουν τεθεί σε λειτουργία μετά την 4η Ιουλίου 2019 έχουν ευθύνη εξισορρόπησης.

Ενόψει των ανωτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 1 της προτεινόμενης ρύθμισης, οι σταθμοί Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. εγκατεστημένης ισχύος ή Μέγιστης Ισχύος Παραγωγής ίσης ή μεγαλύτερης των 400 kW υποχρεούνται εφεξής σε σύναψη Σύμβασης Λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας (Σ.Ε.Δ.Π.) του άρθρου 9 του ν. 4414/2016, δηλαδή υπόκεινται και σε υποχρέωση εξισορρόπησης. Επίσης, προβλέπεται για σταθμούς άνω των 100kW με δικαίωμα σύναψης Σ.Ε.Σ.Τ., η προαιρετική υπαγωγή τους σε καθεστώς Λειτουργικής Ενίσχυσης στη βάση Διαφορικής Προσαύξησης με τη σύναψη Σ.Ε.Δ.Π.. Παρέχεται επίσης εξουσιοδοτική διάταξη στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μεταβολής του ορίου των 400kW. Επίσης ορίζεται, στο πλαίσιο εναρμόνισης με τον Κανονισμό, ότι το όριο αυτό από 1.1.2026 δεν μπορεί να είναι ίσο ή μεγαλύτερο από 200kW.

Με την παρ. 2 προβλέπεται η προαιρετική μετάπτωση των σταθμών ισχύος άνω των 100 kW, (δηλ. με σύνδεση στην μέση τάση) με Σ.Ε.Σ.Τ. σε καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης με διαφορική προσαύξηση με την υπογραφή Σ.Ε.Δ.Π., για την ταχύτερη αποζημίωση των παραγωγών ΑΠΕ & ΣΗΘΥΑ σε εβδομαδιαία βάση μέσω της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ προβλέπεται η εξουσιοδότηση μεταβολής του ως άνω ορίου με υπουργική Απόφαση.

Με την παρ. 3 εισάγεται το άρθρο 5Α στο ν.4414/2016 για τον ορισμό των περιπτώσεων σταθμών που εξαιρούνται από την ευθύνη εξισορρόπησης.

Με την παρ.4 εισάγεται προτεραιότητα έγχυσης των μονάδων ΑΠΕ στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα, και στο Διασυνδεδεμένο Δίκτυο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Με την παρ.5 ενσωματώνεται στο εθνικό δίκαιο η παρ. 5(α) του άρ.70 της Οδηγίας 2019/944 (L 158) σε συμφωνία με στον Κανονισμό 943/2019 (L 158) και εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την έκδοση απόφασης που καθορίζει τους κανόνες κατάταξης των διαφόρων προτεραιοτήτων πρόσβασης και κατανομής φορτίων στα συστήματα ηλεκτρισμού, καθώς και τις διαβαθμίσεις μεταξύ των διαφόρων τύπων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης.

Άρθρο 27
Πλαίσιο ηλεκτροκίνησης


Στη χώρα μας η ανάπτυξη των υποδομών φόρτισης ΗΟ έχει καθυστερήσει σημαντικά, με άμεση επίπτωσή στην ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης συνολικά. Προκειμένου να επιτευχθεί ο διακηρυγμένος στόχος της Πολιτείας για ταχεία ανάπτυξη καθαρών μεταφορών, ως αναγκαία προϋπόθεση για την επίτευξη των ευρύτερων στόχων απανθρακοποίησης του ενεργειακού μείγματος της χώρας, είναι απολύτως αναγκαίο να θεσμοθετηθεί το ταχύτερο δυνατό ένα σύγχρονο, ολοκληρωμένο και διαφανές πλαίσιο αρχών που θα αφορά την ανάπτυξη των υποδομών φόρτισης, τη διαχείρισή τους και την παροχή των σχετικών υπηρεσιών στους χρήστες Η/Ο, όπως επίσης και να καθοριστεί η ευρύτερη οργάνωση της αγοράς υπηρεσιών ηλεκτροκίνησης και της διεπαφής της με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Πράγματι, η έγκαιρη και επαρκής ανάπτυξη, καθώς και η αποτελεσματική λειτουργία των υποδομών επαναφόρτισης Hλεκτρικών Oχημάτων (ΗΟ), και δη των δημοσίως προσβάσιμων, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τον εξηλεκτρισμό και την απανθρακοποίηση των μεταφορών, γεγονός που αναγνωρίζεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, με προεξάρχουσα την Οδηγία 2014/94/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία έχει πλέον ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο με τον ν.4439/2016.

Η ανάπτυξη και διαχείριση των δημοσίως προσβάσιμων υποδομών επαναφόρτισης σήμερα είναι αποδεκτό ότι οφείλει να πραγματοποιείται στο πλαίσιο της ελεύθερης και ανταγωνιστικής αγοράς, όπως αναφέρεται στην Οδηγία 2014/94/ΕΕ και πλέον ρητώς προβλέπεται στην Οδηγία 2019/944 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Οι δε υποδομές επαναφόρτισης και οι φορείς ανάπτυξης, διαχείρισης και παροχής των σχετικών υπηρεσιών δεν πρέπει να συγχέονται με τους φορείς της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τους συμμετέχοντες σε αυτή.

Ο ν. 4001/2011, όπως τροποποιήθηκε από τον ν. 4277/2014, προβλέπει ως μόνη διακριτή οντότητα της νέας αυτής αγοράς τους Φορείς Εκμετάλλευσης Υποδομών Επαναφόρτισης Η/Ο (ΦΕΥΦΗΟ), εξουσιοδοτώντας για την έκδοση κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξη και Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από Γνώμη της ΡΑΕ, η οποία θα καθορίζει τον ρόλο, τις υποχρεώσεις και λοιπά θέματα που τους αφορούν, χωρίς όμως να προσδιορίζει τον τρόπο ανάπτυξης των υποδομών και τις αρχές παροχής των σχετικών υπηρεσιών. Με την παρούσα διάταξη η ανωτέρω εξουσιοδότηση επεκτείνεται, προκειμένου η προβλεπόμενη ΚΥΑ να καλύψει το εύρος των συναφών ζητημάτων οργάνωσης της αγοράς ηλεκτροκίνησης, ορισμού των φορέων που δραστηριοποιούνται εντός αυτής, οριοθέτησης των ρόλων αυτών και της συσχέτισής τους με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και τους φορείς αυτής.

Η συντεταγμένη ρύθμιση των ανωτέρω θεμάτων θα επιτρέψει την άμεση και υγιή επιχειρηματική δραστηριοποίηση φορέων για την ταχεία ανάπτυξη υποδομών, όπως και τον καθορισμό του ρόλου της Πολιτείας στην ενίσχυση και υποστήριξη των δράσεων αυτών, ώστε να υλοποιηθούν άμεσα οι αναγκαίες επενδύσεις.

Άρθρο 28
Χρηματοδότηση Προγράμματος ΗΛΕΚΤΡΑ


Με την παρούσα τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 37 του ν. 4608/2019, προβλέπεται η προσθήκη τόσο του είδους των παρεμβάσεων όσο και του ελάχιστου επιπέδου εξοικονόμησης ενέργειας, μεταξύ των θεμάτων θα ρυθμίζει η κατ' εξουσιοδότηση ΚΥΑ, προκειμένου να ενισχυθεί ο ενεργειακός χαρακτήρας των σχετικών επενδύσεων ενεργειακής αναβάθμισης.

Επίσης, με την προσθήκη της παραγράφου 4 στο άρθρου 37 του ν. 4608/2019, εισάγεται η δυνατότητα χρηματοδότησης των επενδύσεων ενεργειακής αναβάθμισης σε δημόσια κτίρια, εν μέρει ή στο σύνολό τους, από Εταιρείες Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ), προκειμένου θα διευρυνθεί το πλήθος των διαθέσιμων εργαλείων για την επίτευξη των εθνικών στόχων ως προς την εξοικονόμηση ενέργειας.

Άρθρο 29
Τροποποίηση του άρθρου 20 του ν. 4342/2015


Στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που υποβλήθηκε τον Ιανουάριο 2019 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναφέρεται ότι η Ελλάδα διέρχεται ένα στάδιο αναδιάρθρωσης του ενεργειακού τομέα, προσβλέποντας στην ανάπτυξη και λειτουργία ανταγωνιστικών και οικονομικά βιώσιμων αγορών ενέργειας, οι οποίες οφείλουν να λειτουργούν με τρόπο ώστε να προσφέρουν ανταγωνιστικές και διαφανείς τιμές ενεργειακών προϊόντων και υπηρεσιών στους καταναλωτές.

Στο πλαίσιο των ανωτέρω, στόχος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι ο σχεδιασμός αποδοτικών μέτρων από πλευράς κόστους και αποτελέσματος για τη χρηματοδότηση έργων και δράσεων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στην τελική κατανάλωση μέσω ανταγωνιστικών διαδικασιών, με σκοπό τη μόχλευση κεφαλαίων από εμπλεκόμενους στην αγορά ενέργειας φορείς, την ενίσχυση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας ή/και των πρωτοβουλιών που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο του Καθεστώτος Επιβολής Υποχρέωσης Ενεργειακής Απόδοσης και στην ελάττωση του κόστους επίτευξης μονάδων εξοικονόμησης ενέργειας.

Για την υλοποίηση του ανωτέρω στόχου προτείνεται η παροχή εξουσιοδότησης προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την έκδοση απόφασης σχετικά με τη συγκρότηση επιτροπής για την διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου ανταγωνιστικών διαδικασιών στην ενεργειακή απόδοση καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια προς τον ίδιο σκοπό.

Άρθρο 30
Τροποποίηση του ν. 4123/2013 (Άρθρο 1 της Εκτελεστικής Οδηγίας 2018/1581/ΕΕ) για αποθέματα πετρελαίου


Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις εναρμονίζεται η εθνική νομοθεσία προς την Εκτελεστική Οδηγία 2018/1581/ΕΚ, η οποία αποτελεί τροποποίηση της οδηγίας 2009/119/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τις μεθόδους υπολογισμού των υποχρεώσεων διατήρησης αποθεμάτων πετρελαίου. Σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας 2009/119/ΕΚ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση της λειτουργίας και της εφαρμογής της, η οποία κατέδειξε την ανάγκη προσθήκης μιας σειράς τεχνικών αλλαγών στην οδηγία, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή της.

Πρώτον, η προβλεπόμενη αναβολή της έναρξης της ετήσιας υποχρέωσης διατήρησης αποθεμάτων δυνάμει της οδηγίας 2009/119/ΕΚ κατά τρεις μήνες αναμένεται να δώσει στα κράτη μέλη πρόσθετο χρόνο προκειμένου να ολοκληρώσουν τις εσωτερικές διοικητικές διαδικασίες και να διευκολύνει τη συμμόρφωση εντός της προθεσμίας.

Επιπροσθέτως, λόγω των συνεχών τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, οι παραπομπές της Οδηγίας 2009/119/ΕΚ σε συγκεκριμένες διατάξεις του κανονισμού αυτού προκαλούν σύγχυση λόγω αναντιστοιχίας και ως εκ τούτου χρήζουν προσαρμογής ώστε να υπάρχει η κατάλληλη παραπομπή σε διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού.

Τέλος, η εφαρμογή δύο διαφορετικών τύπων για τον υπολογισμό των ποσοτήτων της νάφθας, ανάλογα με το αν η απόδοση νάφθας κατά το προηγούμενο έτος ήταν μικρότερη ή μεγαλύτερη του 7 %, είχε οδηγήσει στην πράξη σε διακυμάνσεις των υποχρεώσεων διατήρησης αποθεμάτων για ορισμένα κράτη μέλη, οι οποίες μπορεί να επιφέρουν σημαντική οικονομική επιβάρυνση και πιθανόν έλλειψη συμμόρφωσης, χωρίς απαραίτητα να εξυπηρετούν τους σκοπούς της οδηγίας. Με την άρση του ορίου του 7% και την παροχή των ίδιων επιλογών σε όλα τα κράτη μέλη, αναμένεται να εξαλειφθούν οι ανισότητες και οι αδικαιολόγητες διακυμάνσεις.

Άρθρο 31
Τροποποίηση του άρθρου 52 του ν. 4602/2019 - ΕΑΓΜΕ


Με την προτεινόμενη ρύθμιση παρατείνεται για ένα επιπλέον έτος (μέχρι τις 31.12.2020) η λογιστική διαχείριση του ΕΑΓΜΕ σύμφωνα με τις αναλόγως προς το Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο ισχύουσες διατάξεις του ν. 4270/2014 περί Ν.Π.Ι.Δ. και κατά παρέκκλιση των διατάξεων του δημοσίου λογιστικού για Ν.Π.Δ.Δ., ώστε να δοθεί επαρκές χρονικό διάστημα για τη δημιουργία νέων και τη μετάβαση των υφιστάμενων εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης, καθώς και για την εξοικείωση του υφιστάμενου προσωπικού με το νέο σύστημα Ν.Π.Δ.Δ..

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Θέματα Οργάνωσης και Εποπτείας των Αγορών Ενέργειας

Άρθρο 1
Χρονοδιάγραμμα για την έναρξη λειτουργίας των Αγορών Ενέργειας του ν. 4425/2016 (Α179)


Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν εισήγησης της εταιρείας Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) Α.Ε., ως Διαχειριστή του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ) και της εταιρείας Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας (ΕΧΕ) Α.Ε., ως Χρηματιστηρίου Ενέργειας, δύναται να καθορίζεται δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των υποχρεώσεών τους για την έναρξη λειτουργίας των Αγορών Ενέργειας του ν. 4425/2016 (Α' 179), ως ισχύει.
Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) παρακολουθεί την τήρηση του χρονοδιαγράμματος και, σε περίπτωση παραβίασης των προβλεπόμενων σε αυτό προθεσμιών, με απόφασή της, η οποία εκδίδεται εντός είκοσι (20) εργασίμων ημερών από την επομένη της παραβίασης της σχετικής προθεσμίας, δύναται να επιβάλλει τις κυρώσεις που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και ιδίως στο άρθρο 36 του ν. 4001/2011 (Α' 179), ως ισχύει.

Άρθρο 2
Εναρμόνιση με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1227/2011 (REMIT) για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας


1. Στην παράγραφο 4 στοιχείο (ε) του άρθρου 3 του ν. 4001/2011, όπως ισχύει προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«(ε) Να προάγεται ο υγιής ανταγωνισμός στην αγορά ενέργειας και η εύρυθμη λειτουργία αυτής, σύμφωνα με το ισχύον εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο και να διασφαλίζεται η ακεραιότητα και η διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας η οποία να περιλαμβάνει τόσο τις αγορές βασικών προϊόντων όσο και τις αγορές χρηματοοικονομικών παραγώγων».

2. Η παράγραφος 2 του άρθρο 22 του ν. 4001/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η ΡΑΕ παρακολουθεί το επίπεδο διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των τιμών χονδρικής και διασφαλίζει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων που ασκούν Ενεργειακές Δραστηριότητες, καθώς επίσης και των προσώπων, αρχών, συστημάτων ή οργανωμένων αγορών, της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας. Περαιτέρω, η ΡΑΕ μεριμνά για την εφαρμογή της υποχρέωσης δημοσίευσης εμπιστευτικών πληροφοριών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 του ως άνω Κανονισμού».

3. Το άρθρο 28 ν. 4001/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα μέλη της ΡΑΕ και το προσωπικό της Γραμματείας της, μετά από έγγραφη εντολή της ΡΑΕ, προς διαπίστωση των παραβάσεων του παρόντος νόμου και των πράξεων που εκδίδονται κατΝ εξουσιοδότησή του, του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας και των κανόνων ανταγωνισμού στους τομείς αυτούς, ασκούν τις εξουσίες και τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 39 του ν. 3959/2011, όπως ισχύει. Σε περίπτωση παρεμπόδισης του έργου της ΡΑΕ εφαρμόζονται οι σχετικές με την επιβολή ποινών και κυρώσεων διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 3959/2011, όπως ισχύει».

4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 36 ν. 4001/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με απόφαση της ΡΑΕ, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξειδικεύεται η μεθοδολογία και τα επί μέρους κριτήρια των προστίμων και εν γένει διοικητικών κυρώσεων των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου. Για τον προσδιορισμό και την επιμέτρηση του ύψους των προστίμων που επιβάλλονται, λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση από την ΡΑΕ και εφόσον αυτό είναι δυνατόν από τα στοιχεία που διαθέτει η Αρχή, ιδίως τα ακόλουθα:
α) η σοβαρότητα, η συχνότητα και η διάρκεια της παράβασης,
β) η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και στη διάχυση ορθής και έγκυρης πληροφόρησης στην αγορά ενέργειας,
γ) η αξία των παράνομων συναλλαγών, εφόσον αυτό είναι δυνατόν να προσδιορισθεί,
δ) ο βαθμός ευθύνης του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου,
ε) η χρηματοοικονομική ευρωστία του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου, όπως προκύπτει για παράδειγμα από το συνολικό κύκλο εργασιών προκειμένου περί νομικού προσώπου ή από το ετήσιο δηλωθέν εισόδημα προκειμένου περί φυσικού προσώπου,
στ) το ύψος των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν,
ζ) ο βαθμός συνεργασίας του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου με την ΡΑΕ κατά το στάδιο διερεύνησης-ελέγχου από την τελευταία με την επιφύλαξη της ανάγκης αποστέρησης των αποκτηθέντων κερδών ή αποφευχθεισών ζημιών από το εν λόγω πρόσωπο,
η) οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης,
θ) τυχόν προηγούμενες παραβάσεις των διατάξεων του του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 και της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας της αγοράς ενέργειας,
ι) τα μέτρα που έχουν ληφθεί από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο προκειμένου να αποτραπεί τυχόν επανάληψη της παράβασης».

5. Στο άρθρο 36 του ν. 4001/2011 εισάγεται νέα παράγραφος 3 ως ακολούθως και αναριθμούνται οι λοιπές παράγραφοι, ως εξής:
«3. Ειδικώς σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου 3 και 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 και ύστερα από προηγούμενη ακρόαση της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, η ΡΑΕ μπορεί να επιβάλει τις εξής διοικητικές κυρώσεις: Για παράβαση της απαγόρευσης κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών, της απαγόρευσης παράνομης ανακοίνωσης προνομιακών πληροφοριών και της απαγόρευσης χειραγώγησης της αγοράς, σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 (i) από τα πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 3 πρόστιμο ύψους από δέκα χιλιάδες (10.000) μέχρι ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ ή πρόστιμο έως και το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το ποσό αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, (ii) από νομικό πρόσωπο, πρόστιμο που αντιστοιχεί στο 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το αρμόδιο όργανο ή έως και το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το ποσό αυτό μπορεί να προσδιοριστεί. Αν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική επιχείρηση η οποία οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών λογίζεται ως ίσος με το συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών, σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το αρμόδιο όργανο της τελικής μητρικής επιχείρησης.
Η ΡΑΕ μπορεί, ανεξάρτητα από την επιβολή κυρώσεων της παρούσας παραγράφου, να επιβάλει τα ακόλουθα μέτρα:
α) Εντολή προς το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο να διακόψει την παράνομη συμπεριφορά και να την παραλείπει στο μέλλον,
β) δημόσια προειδοποίηση που καταχωρίζεται στον διαδικτυακό της τόπο, η οποία προσδιορίζει τη φύση της παράβασης και το όνομα του υπεύθυνου γι' αυτήν προσώπου,
γ) ενεργεί για την ορθή ενημέρωση του κοινού, συμπεριλαμβανομένης της διόρθωσης ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών που δημοσιοποιήθηκαν. Στην τελευταία περίπτωση μπορεί να αξιώσει από οποιονδήποτε από τα πρόσωπα που δημοσίευσε ή διέδωσε ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες τη δημοσίευση διορθωτικής δήλωσης».

6. Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 του ν. 4425/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στο πλαίσιο της κατά τα ανωτέρω εποπτείας της ΡΑΕ, η ΡΑΕ και τα εντεταλμένα όργανά της μπορούν να:
α) Έχουν άμεση και ακώλυτη πρόσβαση σε οποιαδήποτε έγγραφα, βιβλία, στοιχεία ή άλλα δεδομένα οποιασδήποτε μορφής (έγγραφης, ηλεκτρονικής, μαγνητικής ή άλλης) συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης, επεξεργασίας και μεταφοράς δεδομένων και λαμβάνουν αντίγραφα αυτών δίχως να χωρεί έναντι αυτών και της ΡΑΕ η επίκληση επαγγελματικού ή άλλου απορρήτου για τη μη παροχή της πρόσβασης και των αντιγράφων, υπό την επιφύλαξη των ρυθμίσεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας,
β) Ζητούν και λαμβάνουν πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων όσων συμμετέχουν διαδοχικά στη διαβίβαση εντολών ή στη διεξαγωγή των σχετικών εργασιών, καθώς και από τους εντολείς αυτών. Σε περίπτωση άρνησης ή καθυστέρησης παροχής στοιχείων ή υποβολής ελλιπών στοιχείων, η ΡΑΕ δύναται να επιβάλλει τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27 του ν.4001/2011, όπως ισχύει.
γ) Ζητούν δια του αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών κατά τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του Ν. 2225/1994, για την προστασία της ελευθερίας και ανταπόκρισης και επικοινωνίας, προκειμένου να λάβουν τα υπάρχοντα αρχεία διακίνησης δεδομένων που τηρούνται από φορέα παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, όταν υπάρχουν εύλογες υπόνοιες παράβασης των διατάξεων άρθρων 3 και 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 και τα εν λόγω αρχεία ενδέχεται να είναι ουσιώδη για τη διακρίβωση της παράβασης αυτής. Για την υλοποίηση των σκοπών και την εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ασκεί τις αρμοδιότητές της με οποιονδήποτε από τους παρακάτω τρόπους:
α) άμεσα,
β) σε συνεργασία με άλλες αρχές ή με τους φορείς της αγοράς,
γ) με ανάθεση κατ' εξουσιοδότηση και υπό την εποπτεία της προς τους φορείς της αγοράς,
δ) μετά από αίτησή της προς τις δικαστικές ή εισαγγελικές Αρχές. Τα εντεταλμένα όργανα της ΡΑΕ ασκούν τις οριζόμενες στην παρούσα παράγραφο αρμοδιότητές τους μόνον εφόσον δοθεί σχετική έγγραφη εντολή από την Ολομέλεια αυτής ή σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης από τον Πρόεδρο αυτής».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Θέματα Οργάνωσης και Λειτουργίας της ΔΕΗ ΑΕ

Άρθρο 3
Προσλήψεις προσωπικού αορίστου χρόνου


1. Οι προσλήψεις πάσης φύσεως προσωπικού της ΔΕΗ Α.Ε. με συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου γίνονται στο πλαίσιο της πολιτικής προσλήψεων που εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από εισήγηση της Επιτροπής Προσλήψεων και Αμοιβών. Οι προσλήψεις διενεργούνται ύστερα από δημόσια προκήρυξη, η οποία εκδίδεται από τη ΔΕΗ ΑΕ και δημοσιεύεται σε κάθε περίπτωση στην ιστοσελίδα της, με την οποία καθορίζονται:
α) Ο αριθμός ανά κατηγορία και ειδικότητα του προσωπικού που θα προσληφθεί.
β) Τα απαιτούμενα κατά κατηγορία/ειδικότητα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
γ) Τα κριτήρια επιλογής και η μοριοδότησή τους.
δ) Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων των υποψηφίων, ο τρόπος υποβολής τους και η υπηρεσία υποδοχής τους.
ε) Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και ο χρόνος υποβολής τους.
στ) Η διαδικασία αξιολόγησης και επιλογής υποψηφίων και σύνταξης των πινάκων κατάταξης, τα αρμόδια όργανα, η διαδικασία ελέγχου της νομιμότητας των πινάκων κατάταξης και η ολοκλήρωση της διαδικασίας.
ζ) Το δικαίωμα άσκησης ένστασης, ο τρόπος και χρόνος άσκησής της και το όργανο εξέτασής της.

2. Η αξιολόγηση των αιτήσεων διενεργείται από τριμελή τουλάχιστον Επιτροπή, συγκροτούμενη με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΗ Α.Ε.. Η Επιτροπή συντάσσει προσωρινούς πίνακες κατάταξης, τους οποίους δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της. Κατά των πινάκων αυτών ασκείται ένσταση μόνο για λόγους νομιμότητας εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την επομένη της καταχώρισης αυτών στην ιστοσελίδα της ΔΕΗ. Η Επιτροπή που έχει την ευθύνη της κατάρτισης των πινάκων εξετάζει τις ενστάσεις και καταρτίζει τον οριστικό πίνακα προσληπτέων, τον οποίο αποστέλλει στο ΑΣΕΠ για έλεγχο εντός δέκα (10) ημερών από την κατάρτισή του. Το ΑΣΕΠ, αφού ελέγξει τη νομιμότητα του οριστικού πίνακα προσληπτέων, σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες κυρώνει αυτόν και τον επιστρέφει στη ΔΕΗ Α.Ε. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των είκοσι (20) ημερών, τεκμαίρεται η έγκριση από το ΑΣΕΠ του οριστικού πίνακα προσληπτέων.

3. Οι συμβάσεις αορίστου χρόνου που καταρτίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος διέπονται από τις κείμενες κάθε φορά διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που ρυθμίζουν τις σχέσεις εργοδότη και εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα και από τις διατάξεις της προκήρυξης, κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα στην επιχείρηση Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή από τον Κανονισμό Κατάστασης Προσωπικού ΔΕΗ ή από οποιαδήποτε άλλη επιχειρησιακή συμφωνία, ρύθμιση ή συνήθεια, ιδίως ως
προς τις αποδοχές των νεοπροσλαμβανομένων, τις άδειες, τις κάθε είδους προσαυξήσεις των αποδοχών, τα επιδόματα και λοιπές παροχές, καθώς και τους όρους και τη διαδικασία των απολύσεων. Ειδικότερα, συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου των προσλαμβανομένων που συνάπτονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος σύμφωνα με τις προηγούμενες
παραγράφους, μπορούν να καταγγέλλονται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της εκάστοτε ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας. Η πλήρωση θέσεων προσωπικού στη ΔΕΗ ΑΕ εξαιρείται από τις ρυθμίσεις των διατάξεων των παρ. 1, 4, 5 και 6 του άρθρου 11 του Ν. 3833/2010 (Α 40), των παρ. 20 α, 21 και 22 του άρθρου 9 του Ν. 4057/2012 (Α 54), των παρ. 8, 9 και 10 του άρθρου 49 του Ν. 3943/2011 (Α 66), της παρ. 10 του άρθρου 1 του Ν. 4038/2012 (Α 14) και της παρ. 20 του άρθρου 14 του Ν. 2266/1994 (Α 218), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ.1 του άρθρου 5 του Ν. 2839/2000 (Α 196).

Άρθρο 4
Προσλήψεις προσωπικού ορισμένου χρόνου


1. H πλήρωση οργανικών θέσεων Αναπληρωτών Διευθυνόντων Συμβούλων, Γενικών Διευθυντών, Διευθυντών και Βοηθών Διευθυντών γίνεται κατόπιν δημόσιας προκήρυξης με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΗ Α.Ε. με συμβάσεις ορισμένου χρόνου μέχρι τριετούς διάρκειας με δυνατότητα ανανέωσης άπαξ. Η διαδικασία πρόσληψης και οι αμοιβές των στελεχών εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από εισήγηση της Επιτροπής Προσλήψεων και Αμοιβών. Με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου καθορίζονται τα κριτήρια πρόσληψης, η διάρκεια και οι λοιποί όροι των σχετικών συμβάσεων. Στη διαδικασία δύναται να συμμετέχει προσωπικό της εταιρείας και υποψήφιοι εκτός εταιρείας. Σε περίπτωση πλήρωσης της θέσης από προσωπικό της εταιρείας, οι αμοιβές της παρούσας παραγράφου δεν διατηρούνται μετά την καθ' οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση του στελέχους από τη θέση. Ειδικά οι θέσεις Βοηθών Διευθυντών που δύνανται να καλύπτονται κατά το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπερβαίνουν ποσοστό 20% του συνόλου των σήμερα υπηρετούντων διευθυντικών στελεχών της ίδια βαθμίδας.

2. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του Ν. 4354/2015 (A'176) δεν έχει εφαρμογή στις αμοιβές των Αναπληρωτών Διευθυνόντων Συμβούλων, Γενικών Διευθυντών και Διευθυντών της εταιρείας που προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος.

3. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 1, οι προσλήψεις προσωπικού με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου της ΔΕΗ Α.Ε. γίνεται για κάλυψη πρόσκαιρων, παροδικών ή εποχιακών αναγκών με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΗ Α.Ε. Η διάρκεια της απασχόλησης του εν λόγω προσωπικού δεν μπορεί να υπερβαίνει τους οκτώ (8) μήνες σε συνολικό χρόνο δώδεκα (12) μηνών. Μετά το πέρας του ως άνω χρόνου απασχόλησης, οι συμβάσεις αυτές λύονται αυτοδίκαια, χωρίς καμία προειδοποίηση ή διατύπωση και χωρίς αποζημίωση. Παράταση ή σύναψη νέας σύμβασης κατά το αυτό ημερολογιακό έτος ή μετατροπή σε σύμβαση αορίστου χρόνου είναι άκυρες.

4. Στη ΔΕΗ Α.Ε. παύει να ισχύει και να εφαρμόζεται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη περί προσλήψεων προσωπικού, κατά το μέρος που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, με την εξαίρεση της παρ. 7 του άρθρου 6 ν. 2244/1994 (Α' 168).

5. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος Νόμου καταργούνται οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 6 του ν. 2244/1994 και των παρ. 2 και 3, του άρθρου 9 του ν. 2941/2001 (Α'201).

Άρθρο 5
Επιτροπή Προσλήψεων και Αμοιβών


1. Στη ΔΕΗ Α.Ε. συνιστάται και συγκροτείται Επιτροπή Αμοιβών και Προσλήψεων με μετασχηματισμό της υφιστάμενης Επιτροπής Αμοιβών. Η Επιτροπή αποτελείται από τρία (3) μη εκτελεστικά μέλη του ΔΣ της εταιρείας, ανεξάρτητα από αυτήν, κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 3016/2002 (Α' 110). Η θητεία των μελών είναι τριετής και δύναται να ανανεωθεί μία φορά, παύει δε με την καθ'οιονδήποτε τρόπο απώλεια της ιδιότητας του μέλους ΔΣ.

2. Έργο της Επιτροπής είναι:
(α) η εισήγηση προς στο Διοικητικό Συμβούλιο για τον καθορισμό της πολιτικής προσλήψεων προσωπικού αορίστου χρόνου της εταιρείας στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού της Προγράμματος.
(β) η εισήγηση προς στο Διοικητικό Συμβούλιο για τον καθορισμό της διαδικασίας πρόσληψης των Αναπληρωτών Διευθυνόντων Συμβούλων, των Γενικών Διευθυντών, των Διευθυντών και των Βοηθών Διευθυντών της εταιρείας, κατ' άρθρο 4 παρ. 1 του παρόντος
(γ) η εισήγηση προς το Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση από τη Γενική Συνέλευση της πολιτικής αμοιβών:
i) των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και
ii) των Αναπληρωτών Διευθυνόντων Συμβούλων, των Γενικών Διευθυντών, των Διευθυντών και των Βοηθών Διευθυντών, σύμφωνα με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 4 παρ. 2 του παρόντος.

3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας καθορίζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής, με τον οποίο ρυθμίζονται ενδεικτικά θέματα συγκρότησης, καθεστώτος των μελών, ασυμβιβάστων και κωλυμάτων, σύγκλησης, διεξαγωγής συνεδριάσεων και λήψης αποφάσεων, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά τη λειτουργία της.

Άρθρο 6
Προγράμματα εθελουσίας εξόδου προσωπικού


Με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ Α.Ε. δύναται να εφαρμόζονται στοχευμένα προγράμματα εθελουσίας εξόδου του προσωπικού με επιβάρυνση της εταιρείας και με βάση καθορισμένα κριτήρια, ιδίως για συγκεκριμένες κατηγορίες/ειδικότητες ή για συγκεκριμένες υπηρεσιακές μονάδες. Με τις ανωτέρω αποφάσεις καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις, καθώς και το ύψος του οικονομικού κινήτρου που θα καταβάλλεται για την οικειοθελή αποχώρηση του προσωπικού, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων την οικονομική κατάσταση της εταιρείας, το πλήθος των ωφελουμένων και τα χαρακτηριστικά της προς έξοδο κατηγορίας.

Άρθρο 7
Μετακινήσεις προσωπικού εντός Ομίλου


1. Το προσωπικό της ΔΕΗ Α.Ε. δύναται να μεταφέρεται στον ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ και στη ΔΕΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΑΕ, σε κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης ή παρεμφερούς κατηγορίας/ειδικότητας με αυτήν που ανήκει ο μεταφερόμενος, με βάση τα τυπικά προσόντα που κατέχει, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου.
Τα Διοικητικά Συμβούλια των θυγατρικών εταιρειών του παρόντος άρθρου αποστέλλουν τα αιτήματά τους για κάλυψη θέσεων με μεταφορά προσωπικού, συνοδευόμενα από έκθεση αναφορικά με το υπηρετούν προσωπικό, τις εκτιμώμενες αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης και τις τυχόν τρέχουσες διαδικασίες προσλήψεων. Τα αιτήματα πρέπει να αναφέρουν το σύνολο των οργανικών θέσεων για την κατηγορία/ειδικότητα που αφορά το αίτημα, καθώς και το σύνολο των κενών θέσεων στην ζητούμενη κατηγορία/ειδικότητα.

2. Η διαδικασία της μεταφοράς εκκινεί με την έκδοση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τη ΔΕΗ και ολοκληρώνεται με την έκδοση απόφασης από το αρμόδιο όργανο της εταιρείας υποδοχής, η οποία κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο και στην ΔΕΗ Α.Ε. Η προϋπηρεσία που έχει αναγνωριστεί από τη ΔΕΗ ΑΕ, αναγνωρίζεται πλήρως για όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτή.

3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ Α.Ε. ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης, διαδικασίας και εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση μεταφοράς, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 8
Μεταφορά προσωπικού στο Δημόσιο


1. Το προσωπικό της ΔΕΗ δύναται να μεταφέρεται με την ίδια σχέση εργασίας, σε υπηρεσίες, φορείς ή νομικά πρόσωπα του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και σε εταιρείες του ν. 3429/2005 (Α' 314), στις οποίες το Δημόσιο κατέχει την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου κατά το χρόνο διενέργειας της μεταφοράς, μετά από σχετική Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της εταιρείας και πρόσκληση του προσωπικού για εκδήλωση ενδιαφέροντος, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην ΚΥΑ του παρόντος άρθρου.

2. Η μεταφορά του προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού.

3. Η μεταφορά διενεργείται σε κενή ή συνιστώμενη με την απόφαση της μεταφοράς θέση συναφούς ή παρεμφερούς κλάδου ή κατηγορίας ή ειδικότητας, εφόσον ο εργαζόμενος κατέχει τα τυπικά προσόντα του κλάδου, της κατηγορίας ή της ειδικότητας όπου μεταφέρεται. Εφόσον ο εργαζόμενος συναινεί, η μεταφορά του μπορεί να γίνεται και σε κλάδο κατώτερης κατηγορίας. Η αίτηση προτίμησης του προς μεταφορά εργαζομένου γίνεται δεκτή αφού ληφθούν υπόψη οι υπηρεσιακές ανάγκες. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν αντίστοιχες κενές θέσεις, η μεταφορά γίνεται σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αντίστοιχη των τυπικών προσόντων του μεταφερόμενου. Η προσωποπαγής θέση καταργείται με την καθ' οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση αυτού που την κατέχει.

4. Οι μεταφερόμενοι σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο κατατάσσονται σε βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας τους, ο οποίος έχει διανυθεί στο φορέα προέλευσης με τα τυπικά προσόντα της κατηγορίας, στην οποία μεταφέρονται. Όποιος μεταφέρεται σε κατώτερη κατηγορία κατατάσσεται στο βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο της νέας κατηγορίας με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας του. Η μεταφορά σε κάθε περίπτωση γίνεται χωρίς να διατηρείται τυχόν διαφορά αποδοχών.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας ρυθμίζονται θέματα οργάνωσης, διαδικασίας και εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση μεταφοράς, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 9
Πολιτική Προμηθειών


1. Με Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, που συγκαλείται εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος, στην Επιτροπή Ελέγχου που λειτουργεί στη ΔΕΗ δυνάμει του Ν. 4449/2017 (Α'7) προστίθενται δύο (2) μέλη, που επιλέγονται από κατάλογο προσώπων με αποδεδειγμένη εμπειρία στον τομέα των προμηθειών και είναι ανεξάρτητα από την εταιρεία, κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 3016/2002 (Α' 110). Η θητεία των μελών είναι τριετής και δύναται να ανανεωθεί μία φορά, ως προς δε τα μέλη ΔΣ, η θητεία παύει με την καθ'οιονδήποτε τρόπο απώλεια της ιδιότητας του μέλους ΔΣ της ΔΕΗ.

2. Έργο της Επιτροπής, πέραν των οριζομένων στο άρθρο είναι:
(α) Ο έλεγχος και η παρακολούθηση της ορθής εφαρμογής του Κανονισμού Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών σε δειγματοληπτική βάση.
(β) Η υποβολή ετήσιας αναφοράς προς το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με την απόδοση της λειτουργίας Προμηθειών της Εταιρείας, βάσει συγκεκριμένων δεικτών, με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας, τη μείωση των συναφών κινδύνων και τη σύνδεση των Προμηθειών με την εταιρική στρατηγική και πολιτικές.
(γ) Η εισήγηση προς το Διοικητικό Συμβούλιο για τροποποιήσεις του Κανονισμού Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών και εν γένει για μέτρα βελτίωσης της απόδοσης της λειτουργίας Προμηθειών της εταιρείας.
Για την εκτέλεση του έργου της τα μέλη της Επιτροπής έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν γνώση των σχετικών φακέλων, εγγράφων ή στοιχείων της εταιρείας.

3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας εγκρίνεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής, με τον οποίο ρυθμίζονται ενδεικτικά θέματα συγκρότησης, καθεστώτος των μελών, ασυμβιβάστων και κωλυμάτων, σύγκλησης, διεξαγωγής συνεδριάσεων και λήψης αποφάσεων, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά τη λειτουργία της.

4. Η ανάθεση των συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών της ΔΕΗ Α.Ε. άνω και κάτω των χρηματικών ορίων των Οδηγιών 2014/24 και 2014/25 για τις δημόσιες συμβάσεις, γίνεται σύμφωνα με τον Κανονισμό Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών της εταιρείας, κατά παρέκκλιση από την κείμενη νομοθεσία των δημοσίων συμβάσεων, με την επιφύλαξη των διατάξεων του ενωσιακού δικαίου. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου εκκινεί από τη συγκρότηση σε σώμα της νέας Επιτροπής Ελέγχου κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου.

5. Στη ΔΕΗ Α.Ε. δεν εφαρμόζεται η υπ ' αριθμ. 129/2534 ΚΥΑ ( Β ' 108/04.02.2010) «Καθορισμός δικαιούχων χρήσης και ανώτατου ορίου κυβισμού Κρατικών Αυτοκινήτων και άλλες ρυθμίσεις σχετικές με τα Κρατικά Αυτοκίνητα.»

Άρθρο 10
Εφαρμογή σε θυγατρικές ΔΕΗ


Οι διατάξεις των άρθρων 3 - 9 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλογικά και στις θυγατρικές της ΔΕΗ ΑΕ, ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ και ΔΕΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΑΕ.

Άρθρο 11
Προσαρμογή ειδικού τιμολογίου προσωπικού


1. Ειδικό τιμολόγιο κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας δύναται να εφαρμόζεται στο προσωπικό και στους συνταξιούχους της ΔΕΗ Α.Ε. και των θυγατρικών της για την τιμολόγηση αποκλειστικά της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας όπου εφαρμόζονται χρεώσεις προμήθειας. Σε κάθε περίπτωση, η εκ της εφαρμογής του ανωτέρω ειδικού τιμολογίου προκύπτουσα έκπτωση στη χρέωση των καταναλώσεων ηλεκτρικής ενέργειας δεν δύναται να υπερβαίνει το 30%. Οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις δεν καταλαμβάνονται από την έκπτωση του προηγούμενου εδαφίου.

2. Η παρ. 2 του άρθρου μόνου της ΠΥΣ 127/1990 (Α' 147) καταργείται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Θέματα Βελτίωσης Εισπραξιμότητας Οφειλών

Άρθρο 12
Τιτλοποίηση Απαιτήσεων


1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α. Η διαχείριση των απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται ή έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και των απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, εκτός των αναφερόμενων στην περίπτωση δ' της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (ΑΝ107) ανατίθεται αποκλειστικά:».

2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Η μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, πλην της περίπτωσης δ' της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (Α' 107), μπορεί να λάβει χώρα μόνο λόγω πώλησης, δυνάμει σχετικής έγγραφης συμφωνίας, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 3, και αποκλειστικά και μόνο προς:».

Άρθρο 13
Εναλλαγή στην Καθολική Υπηρεσία Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας


Η παρ. 4 του άρθρου 58 του Ν. 4001/2011 (Α' 179) αντικαθίσταται και προστίθενται παράγραφοι 5 και 6 ως εξής:
«4. Η επιλογή του Προμηθευτή ή των Προμηθευτών που θα παρέχουν την Καθολική Υπηρεσία γίνεται με πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τη ΡΑΕ έως την 31.7.2012, για την πρώτη εφαρμογή. Με απόφαση της ΡΑΕ καθορίζονται η διαδικασία, οι όροι, τα κριτήρια και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Σε περίπτωση που η ανταγωνιστική διαδικασία αποβεί άγονη, ως πάροχος της Καθολικής Υπηρεσίας ορίζεται εκ περιτροπής και διαδοχικά μεταξύ των τριών (3) Προμηθευτών με το μεγαλύτερο συνολικό μερίδιο της αγοράς, με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η διαπιστωτική πράξη λαμβάνει υπόψη τις δηλώσεις φορτίου που έχουν υποβάλει οι Προμηθευτές Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Ελληνικό Χρηματιστήριο ΑΕ κατά τον προηγούμενο μήνα της έκδοσης της σχετικής πράξης και καθορίζει το χρόνο έναρξης της παροχής Καθολικής Υπηρεσίας.
5. Ο Προμηθευτής, ο οποίος θα επιλεγεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 παρέχει τις υπηρεσίες Καθολικής Υπηρεσίας για περίοδο δύο (2) ετών είτε από την κατακύρωση είτε από την ανάληψη της υποχρέωσης παροχής της υπηρεσίας, βάσει της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας της παραγράφου 4..
6. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου δεν θίγει την ισχύ των ήδη εκδοθεισών, από την πρώτη εφαρμογή της διάταξης, αποφάσεων της ΡΑΕ που αφορούν την ανάθεση υπηρεσιών Καθολικής Υπηρεσίας.»

Άρθρο 14
Εγγυήσεις Δήμων για οφειλές νομικών προσώπων ΟΤΑ


Οι Δήμοι ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για οιαδήποτε οφειλή δημιουργηθεί από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου από λογαριασμούς προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου οποιασδήποτε επιχείρησης Ο.Τ.Α. που έχουν ιδρύσει κατά τα άρθρα 252 επ. Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (Α' 114/30.6.2006), ή/και οποιουδήποτε άλλου νομικού προσώπου το οποίο ιδρύουν ή στο οποίο συμμετέχουν, συμπεριλαμβανομένων συνεταιρισμών, των Δήμων υποχρεουμένων προς τούτο να προσχωρήσουν ως εγγυητές στη σχετική σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 15
Μείωση Νυχτερινού Τιμολογίου


Οι μοναδιαίες χρεώσεις (σε ευρώ) του ανταλλάγματος για την παροχή των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) που αφορούν την 2η και 3η κλίμακα της κατηγορίας Καταναλωτών «Οικιακής Χρήσης ΧΤ (Καταναλώσεις Νύχτας)» του πίνακα της παρ. 1α του άρθρου 36 του ν. 4067/2012 (Α' 79), ως ισχύει, τροποποιούνται ως εξής:

1601-2000 kWh/τετραμηνία

15,00

2001-ΑΝΩ kWh/τετραμηνία

30,00


Κατά τα λοιπά ισχύουν οι προβλέψεις της παρ. 1α του άρθρου 36 του ν. 4067/2012, ως ισχύει.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' - Ρυθμίσεις για την Ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ ΑΕ και λοιπές διατάξεις αγοράς Φυσικού Αερίου

Άρθρο 16
Τροποποίηση των άρθρων 80ΣΤ επ. του ν. 4001/2011


Τα άρθρα 80ΙΑ - 80ΙΔ του ν. 4001/2011 καταργούνται και τα άρθρα 80ΣΤ, 80Ζ, 80 Η, 80Ι αντικαθίστανται ως εξής:
Άρθρο 80ΣΤ
Πιστοποίηση Διαχωρισμένων Διαχειριστών Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου
1. Κάθε υποψήφιος Διαχειριστής Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου υποχρεούται να γνωστοποιήσει στη ΡΑΕ τη συμμόρφωσή του στις διατάξεις του παρόντος νόμου και να ζητήσει τη χορήγηση πιστοποίησης. Η αίτηση συνοδεύεται από όλα τα απαραίτητα έγγραφα και στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων όσων αναφέρονται στο άρθρο 80Η, και καταχωρίζεται στο Μητρώο αιτήσεων της ΡΑΕ. Με απόφαση της ΡΑΕ καθορίζονται τα ειδικότερα έγγραφα και στοιχεία που συνοδεύουν την αίτηση του υποψήφιου διαχειριστή. Η ΡΑΕ μπορεί να ζητήσει από τον υποψήφιο διαχειριστή, μέσα σε ορισμένη προθεσμία, κάθε πληροφορία ή στοιχείο σχετικά με την υποβληθείσα αίτηση.
2. Η ΡΑΕ μπορεί να ζητήσει από τον υποψήφιο διαχειριστή να υποβάλει, μέσα σε προθεσμία που του τάσσει, κάθε πληροφορία ή στοιχείο σχετικά με την τήρηση των όρων πιστοποίησης και να ζητήσει με αιτιολογημένη απόφασή της τη λήψη μέτρων για τη συμμόρφωση του υποψήφιου διαχειριστή με τους όρους αυτούς. Μετά τη γνωστοποίηση από τον υποψήφιο διαχειριστή της συμμόρφωσής του με τις υποδείξεις της, η ΡΑΕ ενεργεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3.
3. Η ΡΑΕ εκδίδει απόφαση σχετικά με την αίτηση του διαχειριστή μέσα στην αποκλειστική προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την υποβολή της αίτησης. Αν η ΡΑΕ δεν εκφράσει αντιρρήσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 2, μέσα στη προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, η αίτηση του διαχειριστή θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή. Η ΡΑΕ δύναται να εναντιωθεί σε περίπτωση απόκτησης ελέγχου ή αύξησης της συμμετοχής σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου εφ' όσον κρίνει ότι τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας ή κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση της ΡΑΕ δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Κάθε Διαχειριστής Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου υποχρεούται να γνωστοποιεί αμελλητί στη ΡΑΕ κάθε σχεδιαζόμενη συναλλαγή που καθιστά αναγκαία την επανεκτίμηση της συμμόρφωσής του στις διατάξεις του άρθρου 80Ε.
5. Η ΡΑΕ τηρεί την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών που τίθενται υπόψη της κατά τη διαδικασία πιστοποίησης του Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου.
Άρθρο 80Ζ
Υφιστάμενες συμμετοχές και δικαιώματα
1. Οι παράγραφοι 1, 2 και 4 του άρθρου 80Ε δεν εφαρμόζονται σε πρόσωπο ή πρόσωπα που, κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών, κατέχουν ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο ή δικαιώματα ψήφου σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου ή σε εταιρεία που έχει στην κυριότητα ή στον έλεγχό της Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου και ασκούν άμεσα ή έμμεσα έλεγχο ή ασκούν οποιοδήποτε δικαίωμα ή συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιο επιχείρησης που ασκεί στην Ελλάδα οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας ή εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα.
2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου απαγορεύεται να αποκτήσουν άλλες μετοχές ή δικαιώματα ψήφου εφόσον προσκρούουν στις απαγορεύσεις του άρθρου 80Ε του παρόντος.
3. Αν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μεταβιβάσουν τις μετοχές ή τα δικαιώματα ψήφου που κατέχουν σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου, ο νέος κύριος πρέπει να συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 80ε.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και ως προς τις μετοχές ή τα δικαιώματα ψήφου που αποκτώνται από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου ή σε εταιρεία που έχει στην κυριότητα ή στον έλεγχό της Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου λόγω εταιρικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών που αποκτούν οι υφιστάμενοι μέτοχοι της ΔΕΠΑ Α.Ε στις επωφελούμενες εταιρείες μετά την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης που προβλέπεται στο άρθρο 80Ι.
5. Οι Διαχειριστές Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου στους οποίους συμμετέχουν ή κατέχουν δικαιώματα ψήφου τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 3 πιστοποιούνται, σύμφωνα με το άρθρο 80ΣΤ.
Άρθρο 80Η
Απόκτηση ή αύξηση συμμετοχής σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου
1. Κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο που σκοπεύει να αποκτήσει, μεμονωμένα ή σε σύμπραξη με άλλα πρόσωπα, συμμετοχή σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου υποχρεούται να ενημερώσει προηγουμένως τη ΡΑΕ και να κοινοποιήσει σε αυτήν το ποσοστό της συμμετοχής του. Η ίδια υποχρέωση ισχύει και όταν αυξάνεται ήδη υφιστάμενη συμμετοχή, ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει ένα πρόσωπο στον Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που, σύμφωνα με τον ν. 4548/2018 (A' 104) μπορεί να εξομοιωθούν με κατοχή δικαιωμάτων ψήφου από το ίδιο πρόσωπο, να φτάνει ή να υπερβαίνει τα κατώτατα όρια του είκοσι (20%), τριάντα τρία (33%) ή πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου ή ο Διαχειριστής Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου να καθίσταται θυγατρική του προσώπου που αποκτά τη συμμετοχή.
2. Για τις συμμετοχές που αποκτώνται από νομικά πρόσωπα, η ΡΑΕ μπορεί να:
α) ζητεί πληροφορίες για την ταυτότητα των φυσικών και νομικών προσώπων που άμεσα ή έμμεσα ελέγχουν τα νομικά πρόσωπα που προτίθενται να αυξήσουν ή να αποκτήσουν συμμετοχή σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου, β) επιβάλλει την υποχρέωση να της γνωστοποιείται οποιαδήποτε μεταγενέστερη μεταβολή στην ταυτότητα αυτών των φυσικών ή νομικών προσώπων.
3. Μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από τη γνωστοποίηση της απόκτησης ή της αύξησης συμμετοχής, η ΡΑΕ υποχρεούται να:
α) εγκρίνει τη συμμετοχή,
β) εκκινήσει τη διαδικασία πιστοποίησης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19, εφόσον εκτιμά ότι, εξαιτίας της απόκτησης συμμετοχής στον Διαχωρισμένο Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου καθίσταται αναγκαία η επανεκτίμηση της πλήρωσης των κριτηρίων του άρθρου 80Ε,
γ) εναντιωθεί εφόσον η συμμετοχή συνεπάγεται την απόκτηση άμεσου ή έμμεσου ελέγχου ή την άσκηση οποιουδήποτε δικαιώματος σε Διαχειριστές Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου από επιχειρήσεις που ασκούν οποιαδήποτε δραστηριότητα παραγωγής ή προμήθειας φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας ή εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας κατά παράβαση του άρθρου 80Ε.
4. Σε περίπτωση απόκτησης ελέγχου, άμεσα ή έμμεσα, ή αύξησης της συμμετοχής σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προέρχονται από τρίτη χώρα, η ΡΑΕ μπορεί να εναντιωθεί αν η απόκτηση ελέγχου ή η αύξηση της συμμετοχής σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας ή κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Αν αποκτηθεί η συμμετοχή ή αυξηθεί η ήδη υφιστάμενη συμμετοχή χωρίς να ανακοινωθεί εκ των προτέρων στη ΡΑΕ ή χωρίς να εγκριθεί η απόκτηση ή η αύξησή της, ή αν δεν γνωστοποιηθεί στη ΡΑΕ η μεταβολή της ταυτότητας του φυσικού ή νομικού προσώπου που ελέγχει νομικό πρόσωπο με συμμετοχή σε Διαχειριστή Δικτύου Διανομής Φυσικού Αερίου, παύει αυτοδικαίως να έχει αποτέλεσμα η άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από τη συμμετοχή του προσώπου. Σε όσους παραβαίνουν την υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποίησης της απόκτησης ή της αύξησης ήδη υφιστάμενης συμμετοχής, η ΡΑΕ επιβάλλει τις κυρώσεις του άρθρου 36.
Άρθρο 80Ι
Εταιρικός μετασχηματισμός της ΔΕΠΑ Α.Ε. - Μερική διάσπαση
1. Η ΔΕΠΑ Α.Ε. προβαίνει σε μερική διάσπαση των κλάδων υποδομών και διεθνών έργων, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τους όρους του παρόντος και του νόμου 4601/2019 (Α' 44), εξαιρουμένων (α) των διατάξεων του νόμου αυτού που αποδίδουν ευθύνη στις επωφελούμενες εταιρίες για υποχρεώσεις της διασπώμενης ή/και στην διασπώμενη για υποχρεώσεις των επωφελούμενων και (β) του άρθρου 65 του νόμου αυτού. Η μερική διάσπαση των κλάδων υποδομών και διεθνών έργων, αντιστοίχως, διέπεται επίσης από τις διατάξεις των νόμων 4548/2018 (A' 104), του άρθρου 54 του ν. 4172/2013 (A' 167) και της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 2859/ 2000 (A' 248). Στη μερική διάσπαση του παρόντος άρθρου δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 479 του Αστικού Κώδικα.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως κλάδος υποδομών νοείται το σύνολο των δραστηριοτήτων της υφιστάμενης ΔΕΠΑ Α.Ε., στις οποίες περιλαμβάνονται κατ' ελάχιστο οι παρακάτω υπό (α) έως και (δ) αναφερόμενες δραστηριότητες, καθώς και οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα περιληφθεί στο σχέδιο διάσπασης και στη λογιστική κατάσταση κλάδου στην οποία το σχέδιο αυτό βασίζεται:
α) οι συμμετοχές της ΔΕΠΑ Α.Ε. στις εταιρείες διαχείρισης των Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου Αττικής (ΕΔΑ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Ε.), Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας (ΕΔΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Α.Ε.) και λοιπής Ελλάδας (ΔΕΔΑ Α.Ε.), β) η κυριότητα της ΔΕΠΑ Α.Ε. επί των παγίων των Δικτύων Διανομής, γ) το δίκτυο οπτικών ινών που ανήκει στην κυριότητα της ΔΕΠΑ Α.Ε., δ) δικαιώματα και υποχρεώσεις της ΔΕΠΑ Α.Ε. αναφορικά με την ανάπτυξη, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων υποδομής δικτύων διανομής συμπεριλαμβανομένων σχετικών έργων συμπιεσμένου φυσικού αερίου ή μικρής κλίμακας ΥΦΑ, εξαιρουμένων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε διεθνή έργα, όπως δεσμεύσεις ποσοτήτων στο διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας- Βουλγαρίας (IGB) ή στο πλωτό τερματικό αεριοποίησης ΥΦΑ (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως κλάδος διεθνών έργων νοείται το σύνολο των δραστηριοτήτων που διατηρεί η υφιστάμενη ΔΕΠΑ Α.Ε. είτε απευθείας είτε μέσω των θυγατρικών εταιρειών της, στις οποίες περιλαμβάνονται κατ' ελάχιστο οι υπό (α) έως και (β) κατωτέρω αναφερόμενες δραστηριότητες, καθώς και οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα περιληφθεί στο σχέδιο διάσπασης και στη λογιστική κατάσταση κλάδου, στην οποία το σχέδιο αυτό βασίζεται:
α) Η συμμετοχή της ΔΕΠΑ Α.Ε. στα εξής διεθνή έργα: (αα) τα έργα που αναπτύσσονται από την Υ.Α.Φ.Α. ΠΟΣΕΙΔΩΝ A.E., στην οποία συμμετέχει άμεσα η ΔΕΠΑ Α.Ε., και περιλαμβάνουν τη διασύνδεση Ελλάδας - Ιταλίας (iGl) και τον αγωγό Eastern Mediterranean Pipeline (EastMed), (ββ) τα έργα που αναπτύσσονται από την ICGB AD, στην οποία συμμετέχει έμμεσα η ΔΕΠΑ Α.Ε. δια της Υ.Α.Φ.Α. ΠΟΣΕΙΔΩΝ A.E., και περιλαμβάνουν το διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας - Βουλγαρίας (IGB) και (γγ) τα έργα που πρόκειται να αναπτυχθούν στο πλαίσιο της οποιασδήποτε άμεσης ή έμμεσης μελλοντικής συμμετοχής της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε εταιρείες που έχουν ως σκοπό την ανάπτυξη, την κατασκευή ή τη διαχείριση έργων υποδομών διασύνδεσης με γειτονικές χώρες,
β) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από μνημόνια συνεργασίας ή συμφωνίες αναφορικά με τη μελλοντική συμμετοχή της ΔΕΠΑ Α.Ε. στην εταιρεία ή στις εταιρείες που έχουν ως σκοπό την κατασκευή, την ανάπτυξη και τη διαχείριση του νέου πλωτού τερματικού αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (Floating Storage Regasification Unit - FSRU) στην Αλεξανδρούπολη.
4. Στο πλαίσιο της μερικής διάσπασης, η ΔΕΠΑ Α.Ε., η οποία αποτελεί τη διασπώμενη εταιρεία, σύμφωνα με το άρθρο 56 του νόμου 4601/2019, μεταβιβάζει τον κλάδο υποδομών σε νέα εταιρεία με την επωνυμία ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε., η οποία αποτελεί την επωφελούμενη εταιρεία, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο.
1. Στο πλαίσιο της μερικής διάσπασης, η ΔΕΠΑ Α.Ε., η οποία αποτελεί τη διασπώμενη εταιρεία, σύμφωνα με το άρθρο 56 του νόμου 4601/2019, μεταβιβάζει τον κλάδο διεθνών έργων σε νέα εταιρεία με την επωνυμία ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε., η οποία αποτελεί την επωφελούμενη εταιρεία, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο.
2. Η ΔΕΠΑ Α.Ε. μετά την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος, μετονομάζεται σε ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. και διατηρεί είτε απευθείας είτε μέσω των θυγατρικών εταιρειών της τον κλάδο εμπορίας, ήτοι το σύνολο των δραστηριοτήτων της υφιστάμενης ΔΕΠΑ Α.Ε, στις οποίες περιλαμβάνονται κατ' ελάχιστο οι υπό (α) έως και (η) αναφερόμενες δραστηριότητες: α) η συμμετοχή της ΔΕΠΑ Α.Ε. στην ΕΠΑ Αττικής ΑΕ,
β) εισαγωγή φυσικού αερίου στη Χώρα (είτε μέσω αγωγών είτε ΥΦΑ) μέσω των μακροπρόθεσμων συμβάσεων προμήθειας της ΔΕΠΑ Α.Ε. είτε από οποιαδήποτε άλλη πηγή,
γ) προμήθεια φυσικού αερίου μέσω ή εκτός Συστημάτων Μεταφοράς Φυσικού Αερίου ή Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου,
δ) εισαγωγή, προμήθεια και εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας,
ε) ανεφοδιασμό οχημάτων με συμπιεσμένο φυσικό αέριο μέσω ιδιόκτητων πρατηρίων ή μέσω συνεργαζόμενων δικτύων πρατηρίων, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών συμβάσεων, και τη χρήση του εμπορικού σήματος «FISIKON», στ) προμήθεια τελικών πελατών, μη συνδεδεμένων σε Δίκτυο Διανομής Φυσικού Αερίου ή στο Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου (ΕΣΦΑ) ή σε Ανεξάρτητο Σύστημα Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ), με συμπιεσμένο φυσικό αέριο ή ΥΦΑ, μεταξύ άλλων και για χρήση του φυσικού αερίου ως καυσίμου σε κινητήρες μέσων θαλάσσιας και χερσαίας μεταφοράς,
ζ) προμήθεια απομακρυσμένων Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου,
η) οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα σχετίζεται με την ανάπτυξη, την επέκταση και τη λειτουργία της δραστηριότητας προμήθειας φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε διεθνή έργα, όπως δεσμεύσεις ποσοτήτων στο διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας- Βουλγαρίας (IGB) ή στο πλωτό τερματικό αεριοποίησης ΥΦΑ (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη.
3. Το σχέδιο διάσπασης καταρτίζεται, σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 74 παράγραφος 2 του νόμου 4601/2019.
4. Για τους σκοπούς της μερικής διάσπασης συντάσσονται από την υφιστάμενη ΔΕΠΑ Α.Ε. λογιστικές καταστάσεις κλάδου που περιέχουν τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού, συμπεριλαμβανομένων των αποθεματικών του άρθρου 7 του ν. 2364/1995 (Α' 252) που αφορούν, αντιστοίχως, τους κλάδους υποδομών και διεθνών έργων, και οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του σχεδίου διάσπασης ως προς τον αντίστοιχο κλάδο. Κατά τη σύνταξη της λογιστικής κατάστασης κλάδου και τη μεταβίβαση του αντιστοίχου κλάδου στην αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία, κατά περίπτωση, συντάσσεται έκθεση διαπίστωσης της λογιστικής αξίας των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού του κλάδου κατά την ημερομηνία αναφοράς της λογιστικής κατάστασης κλάδου και δεν απαιτείται να πραγματοποιηθεί αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού. Η σύνταξη της έκθεσης διαπίστωσης ανατίθεται από το διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία.
5. Το μετοχικό κεφάλαιο κάθε μίας από τις επωφελούμενες εταιρείες προσδιορίζεται με βάση τη λογιστική αξία του καθαρού ενεργητικού του μεταβιβαζόμενου διά της μερικής διάσπασης κλάδου , όπως αυτή προκύπτει από τη λογιστική κατάσταση κλάδου. Το σχέδιο διάσπασης μπορεί να ορίζει ότι μέρος της λογιστικής αξίας του καθαρού ενεργητικού του μεταβιβαζόμενου κλάδου απεικονίζεται σε λογαριασμούς καθαρής θέσης (πλην του μετοχικού κεφαλαίου) της επωφελούμενης εταιρείας, εφόσον υπάρχουν διαφορές λογιστικής και φορολογικής βάσης που δικαιολογούν τη σχετική απεικόνιση. Ως αντάλλαγμα για κάθε μεταβιβαζόμενο κλάδο εκδίδονται από την αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία μετοχές αντίστοιχης ονομαστικής αξίας. Οι μετοχές εκδόσεως της εταιρείας ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, με τη σύστασή της παραδίδονται απευθείας στους μετόχους της ΔΕΠΑ Α.Ε. σε αναλογία προς τα δικαιώματά τους στο κεφάλαιο της ΔΕΠΑ Α.Ε.. Οι μετοχές εκδόσεως της εταιρείας ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. παραμένουν στην ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. και παραδίδονται στους μετόχους της εταιρείας κατ' απώτατο όριο εξήντα (60) ημέρες πριν από την ημερομηνία υποβολής δεσμευτικών προσφορών για την απόκτηση των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε.
6. Η σύσταση κάθε μιας από τις επωφελούμενες εταιρείες απαλλάσσεται από τον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου που προβλέπεται στο άρθρο 17 του ν. 1676/1986 (Α' 204), από το τέλος 0,1% υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 3959/2011 (Α' 93) και εν γένει από οποιονδήποτε άλλον φόρο, τέλος, εισφορά υπέρ τρίτων ή άλλη επιβάρυνση. Για την εφαρμογή της ανωτέρω απαλλαγής, ως κεφάλαιο σύστασης ορίζεται, κατά περίπτωση, το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο πλέον της θετικής διαφοράς, η οποία ενδέχεται να προκύψει μετά την ημερομηνία σύνταξης της λογιστικής κατάστασης μερικής διάσπασης και μέχρι την ολοκλήρωσή της.
7. Οι μεταβιβάσεις των κλάδων υποδομών και διεθνών έργων, αντιστοίχως, διέπονται από τις εξής ειδικότερες ρυθμίσεις:
α) Τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού κάθε κλάδου μεταβιβάζονται στην αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία με καθολική διαδοχή, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 70 του νόμου 4601/2019. Η μεταφορά των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, συμπεριλαμβανομένης της μεταβίβασης εμπράγματων δικαιωμάτων σε ακίνητα, αυτοκίνητα και άλλα κινητά, συντελείται αυτοδικαίως με μόνη την καταχώριση της συμβολαιογραφικής πράξης της διασπώμενης εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 74 του νόμου 4601/2019.
β) Δεν απαιτούνται οποιεσδήποτε διοικητικές εγκρίσεις για τη μεταβίβαση ακινήτων, ακόμη και εκείνων που έχουν αποκτηθεί με αναγκαστική απαλλοτρίωση ή βρίσκονται σε παραμεθόριες περιοχές. Μεταγραφές και λοιπές κατά τις κείμενες διατάξεις απαιτούμενες καταχωρίσεις για τη μεταβίβαση εμπράγματων δικαιωμάτων έχουν αποκλειστικά διαπιστωτικό χαρακτήρα και διενεργούνται μέσα σε προθεσμία δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή δικαιώματος τρίτου, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών, των παγίων και αναλογικών δικαιωμάτων, επιδομάτων ή άλλων τελών υπέρ άμισθων και έμμισθων υποθηκοφυλάκων ή κτηματολογικών γραφείων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης, γενικής ή ειδικής, διάταξης νόμου, και χωρίς την καταβολή οποιωνδήποτε τέτοιων τελών, δικαιωμάτων ή αμοιβών για την έκδοση των αποσπασμάτων κτηματολογικών και κτηματογραφικών διαγραμμάτων, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 2664/1998 (Α' 275), τα οποία συνυποβάλλονται με την αίτηση καταχώρισης της σύμβασης μερικής διάσπασης στα κτηματολογικά βιβλία, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 2664/1998 (Α' 275).
γ) Δεν απαιτείται η υποβολή δηλώσεων φόρου μεταβίβασης ακινήτων, συμπεριλαμβανομένων δηλώσεων επίκλησης χρησικτησίας, διαφοράς εκτάσεων ή άλλου τίτλου που δεν έχει μεταγραφεί, αυτοκινήτων και λοιπών κινητών και βιομηχανικού εξοπλισμού. Για τις ανάγκες σύνταξης της συμβολαιογραφικής πράξης της μερικής διάσπασης του παρόντος άρθρου χορηγείται στη ΔΕΠΑ Α.Ε. πιστοποιητικό της φορολογικής διοίκησης, με το οποίο βεβαιώνεται ότι τα ακίνητα περιλαμβάνονται στις δηλώσεις Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Α.Π.), καθώς και του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) για τα πέντε (5) προηγούμενα έτη, κατά παρέκκλιση του αρ. 54Α του ν. 4174/2013 (A' 170) αναφορικά με την πιστοποίηση καταβολής του αντίστοιχου φόρου.
δ) Η ΔΕΠΑ Α.Ε. και οι επωφελούμενες εταιρείες απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής αναλογικών και παγίων συμβολαιογραφικών δικαιωμάτων για κάθε σχετική πράξη που απαιτείται συμβολαιογραφικός τύπος, όπως η σύνταξη και τροποποίηση καταστατικών και η κατάρτιση της πράξης μερικής διάσπασης της υφιστάμενης ΔΕΠΑ Α.Ε. και μεταβίβασης του κλάδου υποδομών στη ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. και αντιστοίχως του κλάδου διεθνών έργων στην ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε., συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε συμπληρωματικών πράξεων αυτών. Κατά τη σύνταξη και υπογραφή της πράξης μερικής διάσπασης της ΔΕΠΑ Α.Ε. και της μεταβίβασης των κλάδων στις επωφελούμενες εταιρίες δεν απαιτείται παράσταση δικηγόρου.
ε) Κάθε μορφής άδειες, εγκρίσεις, παραχωρήσεις και διοικητικές πράξεις που έχουν χορηγηθεί ή εκδοθεί στη ΔΕΠΑ Α.Ε. και αφορούν μεταβιβαζόμενο κλάδο μεταβιβάζονται αυτοδικαίως στην αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία κατά την ημερομηνία καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. της συμβολαιογραφικής πράξης της διασπώμενης εταιρείας, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 74 του νόμου 4601/2019 και κατά παρέκκλιση οποιασδήποτε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης. Τα φορολογικά, δικονομικά ή άλλα προνόμια ή δικαιώματα απαλλοτρίωσης υπέρ διασπώμενου κλάδου παραμένουν σε ισχύ και εφαρμόζονται υπέρ της αντίστοιχης επωφελούμενης εταιρείας.
στ) Εκκρεμείς δίκες που αφορούν μεταβιβαζόμενο κλάδο συνεχίζονται αυτοδικαίως από την αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία χωρίς να διακόπτονται βιαίως και να απαιτείται για τη συνέχιση ή επανάληψή τους οποιαδήποτε διατύπωση ή δήλωση εκ μέρους της τελευταίας.
ζ) Διαδικασίες διαγωνισμών έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών, οι οποίοι προκηρύχθηκαν από τη ΔΕΠΑ Α.Ε. πριν από τη διάσπαση μεταβιβαζόμενου κλάδου και αφορούν δραστηριότητές του, μετά την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης αναλαμβάνονται και συνεχίζονται από την αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία, ως καθολικό διάδοχο της ΔΕΠΑ Α.Ε..
η) Με την απόφαση της γενικής συνέλευσης της ΔΕΠΑ Α.Ε., με την οποία εγκρίνεται η διάσπαση των κλάδων υποδομών και διεθνών έργων, τροποποιούνται και οι διατάξεις του καταστατικού της ΔΕΠΑ Α.Ε., εφόσον έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος.
ι) Η μερική διάσπαση δεν μπορεί να κηρυχθεί άκυρη, χωρίς να θίγονται ενδεχόμενες αξιώσεις αποζημίωσης.
ια) Η αρμοδιότητα υλοποίησης συγχρηματοδοτούμενων έργων στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της ΔΕΠΑ Α.Ε. που αφορούν τον κλάδο υποδομών ή τον κλάδο διεθνών έργων μεταβιβάζεται στη ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. ή στη ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. αντίστοιχα.
ιβ) Επιχορηγήσεις παγίων επενδύσεων που απεικονίζονται στον ισολογισμό της ΔΕΠΑ Α.Ε., είτε στο κεφάλαιο είτε στο λογαριασμό «επιχορηγήσεις παγίων επενδύσεων», και αφορούν στον κλάδο των υποδομών ή τον κλάδο διεθνών έργων μεταφέρονται στη ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. ή στη ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. αντίστοιχα. ιγ) Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, οποιοσδήποτε λογιστικός ή φορολογικός χειρισμός διενεργήθηκε από τη ΔΕΠΑ Α.Ε. και αφορά μεταβιβαζόμενο κλάδο και ενέχει μελλοντικά οφέλη ή βάρη, μεταφέρεται στην αντίστοιχη επωφελούμενη εταιρεία προς όφελος ή σε βάρος αυτής. Στα στοιχεία μεταβιβαζόμενου κλάδου περιλαμβάνονται και οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις που έχουν δημιουργηθεί από διαφορές μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης του καθαρού ενεργητικού (ενεργητικό μείον παθητικό) του κλάδου αυτού, εφόσον έχουν περιληφθεί στην απογραφή του κλάδου που συντάσσεται την ημέρα ολοκλήρωσης της μερικής διάσπασης. ιδ) Οι πράξεις που διενεργούνται μετά την ημερομηνία σύνταξης της λογιστικής κατάστασης μεταβιβαζόμενου κλάδου και μέχρι την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης της ΔΕΠΑ Α.Ε. και αφορούν τον κλάδο αυτό θεωρούνται ότι διενεργούνται για λογαριασμό της ΔΕΠΑ Α.Ε. Το λογιστικό και φορολογικό αποτέλεσμα της ανωτέρω μεταβατικής περιόδου περιλαμβάνεται στο λογιστικό και φορολογικό αποτέλεσμα της ΔΕΠΑ Α.Ε. Η επωφελούμενη εταιρία μεταφέρει στα βιβλία της με συγκεντρωτικές εγγραφές μόνο τα υπόλοιπα των λογαριασμών ισολογισμού του μεταβιβαζόμενου κλάδου, όπως αυτά προκύπτουν την ημερομηνία ολοκλήρωσης της μερικής διάσπασης. Μέχρι την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης, η ΔΕΠΑ Α.Ε. δεν υποχρεούται σε διακριτή λογιστική παρακολούθηση των μεταβιβαζόμενων κλάδων για φορολογικούς σκοπούς. Η ΔΕΠΑ Α.Ε. υποχρεούται να υποβάλει το αρχείο βεβαιώσεων αποδοχών και αμοιβών και να τηρεί τις υποχρεώσεις των διατάξεων των άρθρων 59, 61, 62 και 64 του ν. 4172/2013 (Α' 167) μέχρι την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης και οι επωφελούμενες εταιρίες από την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης και εφεξής.
ιε) Αποθεματικά από την εισφορά του δικαιώματος χρήσης Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου της παρ. 21 του άρθρου 7 του ν. 2364/1995 (A' 252) ή κατ' εφαρμογή άλλων νόμων, μεταφέρονται μαζί με τα πάγια περιουσιακά στοιχεία στη ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. ως στοιχεία του κλάδου υποδομών. Τα αποθεματικά αυτά δεν υπόκεινται σε φορολογία κατά τον χρόνο της μερικής διάσπασης, εφόσον απεικονιστούν σε ειδικούς λογαριασμούς της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. στη φορολογική τους βάση.
ιστ) Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 4172/2013 (A' 167), όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 2α του άρθρου 99 του ν. 4446/2016 (Α' 240), δεν εφαρμόζεται αν μειωθεί η λογιστική καθαρή θέση της ΔΕΠΑ Α.Ε. ιζ) Κατά την πραγματοποίηση της μερικής διάσπασης, οι ζημίες της ΔΕΠΑ Α.Ε. δεν μεταφέρονται στις επωφελούμενες εταιρείες.
8. Το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε. (ΤΑΙΠΕΔ) πωλεί και μεταβιβάζει, σύμφωνα με τον ν. 3986/2011, μετοχές που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. που περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ ως αποτέλεσμα της μερικής διάσπασης του παρόντος άρθρου, καθώς και μετοχές που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ, εξαιρουμένων των μετοχών εκδόσεως ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε.. Ο χρόνος διάθεσης των μετοχών κάθε μίας από τις εταιρείες του προηγούμενου εδαφίου προσδιορίζεται από το ΤΑΙΠΕΔ κατά την κρίση του.
9. Η διαδικασία διάθεσης των ανωτέρω μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. και ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. μπορεί να ξεκινήσει πριν από την ολοκλήρωση της μερικής διάσπασης της υφιστάμενης ΔΕΠΑ Α.Ε. Σε κάθε περίπτωση, η ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης τελεί υπό τον όρο της προηγούμενης ολοκλήρωσης της διάσπασης του παρόντος άρθρου.
10. Οι όροι συμμετοχής των υποψήφιων επενδυτών στην διαγωνιστική διαδικασία διάθεσης των ανωτέρω μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Α.Ε. πρέπει να εξασφαλίζουν την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης..
11. Ειδικά στην περίπτωση της διαγωνιστικής διαδικασίας διάθεσης των ανωτέρω μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ Α.Ε. οι υποψήφιοι επενδυτές πρέπει να συμμορφώνεται με το οικείο ρυθμιστικό και νομοθετικό πλαίσιο, τόσο εθνικό όσο και ευρωπαϊκό και να παρέχει τα απαραίτητα εχέγγυα για την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη του δικτύου. Από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της εν λόγω συναλλαγής και για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση των μετοχών σε τρίτους.
12. Το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε. (ΤΑΙΠΕΔ) μετά την παράδοση σε αυτό των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε., κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 9 του παρόντος, μεταβιβάζει άνευ ανταλλάγματος προς το Ελληνικό Δημόσιο ή φορέα που θα υποδείξει το Ελληνικό Δημόσιο, μετοχές που αντιστοιχούν σε εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της ΔΕΠΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΡΓΩΝ Α.Ε. που περιέρχονται στο ΤΑΙΠΕΔ ως αποτέλεσμα της μερικής διάσπασης του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 17

Το τρίτο και το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 80 του Ν. 4001/2011, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταργούνται.

Άρθρο 18
Ρυθμίσεις Μεταφοράς Φυσικού Αερίου


1. Στην περίπτωση (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του Ν. 4001/2011, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Στις επεκτάσεις του ΕΣΦΑ δύναται να περιλαμβάνονται και αγωγοί πίεσης σχεδιασμού άνω των 19 barg, εγκαταστάσεις μετρήσεων, συμπίεσης και αποσυμπίεσης και λοιπός σχετικός εξοπλισμός που συνδέονται με Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου.»

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 67 του Ν. 4001/2011, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Στο ΕΣΦΑ δύναται να περιλαμβάνονται εγκαταστάσεις συμπίεσης Φυσικού Αερίου οι οποίες τροφοδοτούνται απ'ευθείας από αγωγούς Μεταφοράς Φυσικού Αερίου».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε' - Ρυθμίσεις για τη στήριξη της Παραγωγής Ενέργειας από ΑΠΕ και την Εξοικονόμηση Ενέργειας

Άρθρο 19
Αποζημίωση παραγωγών ΑΠΕ μέχρι την έναρξη συμμετοχής του ΦοΣΕΤΕΚ στην αγορά


Το άρθρο 61 του ν.4546/2018 (Α' 101) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι κάτοχοι σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. που έχουν συνάψει ή θα συνάψουν Σύμβαση Λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης (Σ.Ε.Δ.Π.) πριν από την έναρξη συμμετοχής του Φο.Σ.Ε.Τε.Κ. στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αποζημιώνονται για την ενέργεια που παράγουν οι σταθμοί τους και απορροφάται από το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο ή/και το Διασυνδεδεμένο Σύστημα αναδρομικά από την ημερομηνία ενεργοποίησης της σύνδεσής τους και μέχρι την ημερομηνία έναρξης συμμετοχής του Φο.Σ.Ε.Τε.Κ. στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς να απαιτείται, κατά το ανωτέρω μεταβατικό διάστημα, η εγγραφή τους στο Μητρώο Συμμετεχόντων που τηρείται από το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας ή η σύναψη Σύμβασης Εκπροσώπησης με Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης (Φο.Σ.Ε.). Η ως άνω αποζημίωση υπολογίζεται για κάθε μήνα εκκαθάρισης ως το γινόμενο της ενέργειας που παρήγαγε ο κάθε σταθμός και απορροφήθηκε από το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο ή/και το Διασυνδεδεμένο Σύστημα κατά το μήνα εκκαθάρισης με το ενενήντα τοις εκατό (90%) της Τ.Α. που διέπει τη Σ.Ε.Δ.Π. που έχει συνάψει κάθε σταθμός. Οι κάτοχοι των ανωτέρω σταθμών δεν λαμβάνουν κανενός άλλου είδους αποζημίωση για την ενέργεια που παράγουν οι σταθμοί τους και απορροφάται από το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο ή/και το Διασυνδεδεμένο Σύστημα κατά το μεταβατικό διάστημα.
2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την παρέλευση του μεταβατικού διαστήματος, προσδιορίζεται η διαδικασία οριστικής εκκαθάρισης, η μεθοδολογία βάσει της οποίας καθορίζεται η τιμολόγηση, ο διακανονισμός των συναλλαγών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια για την αποζημίωση κατά το ανωτέρω μεταβατικό διάστημα, ήτοι από την ημερομηνία ενεργοποίησης της σύνδεσης κάθε σταθμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ μέχρι την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του Φο.Σ.Ε.Τε.Κ..»

Άρθρο 20
Συμμετοχή σταθμών ΑΠΕ στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς λειτουργική ενίσχυση


Μετά το άρθρο 12 του ν. 4414/16 (Α'149) προστίθεται άρθρο 12Α ως εξής:
«Άρθρο 12Α
Έναρξη λειτουργίας σταθμών Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. εκτός του καθεστώτος στήριξης του ν. 4414/2016
1. Πριν την έναρξη λειτουργίας των Αγορών Ηλεκτρικής Ενέργειας του ν.4425/2016 όπως ισχύει, οι κάτοχοι σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. που τίθενται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα και το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο μετά την θέση σε ισχύ της παρούσας διάταξης, δύνανται να συμμετέχουν στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, τον Κώδικα Διαχείρισης του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (Κώδικας Διαχείρισης Συστήματος) και τα εν ισχύι Εγχειρίδιά τους, χωρίς να συνάπτουν Σύμβαση των άρθρων 9 ή 10 του ν.4414/2016. Οι κάτοχοι των ανωτέρω σταθμών μπορούν είτε να εγγράφονται στο Μητρώο Συμμετεχόντων που τηρεί η Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε. είτε να εκπροσωπούνται από Φορείς Σωρευτικής Εκπροσώπησης (Φο.Σ.Ε.) ή από το Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης Τελευταίου Καταφυγίου (Φο.Σ.Ε.Τε.Κ.) του ν.4414/2016, όπως ισχύει, σε περίπτωση που αδυνατούν να λάβουν τις υπηρεσίες των Φο.Σ.Ε.. Σχετικά με την συμμετοχή των σταθμών αυτών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ισχύουν αναλογικά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2, 6, 8 και 14 του άρθρου 5 του ν.4414/2016.
2. Με την έναρξη λειτουργίας των Αγορών Ηλεκτρικής Ενέργειας που προβλέπονται στο ν. 4425/2016 όπως ισχύει, οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (Σ.Η.Θ.Υ.Α.) που τίθενται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) στο Διασυνδεδέμενο Σύστημα και το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο δύνανται να πραγματοποιούν συναλλαγές στις ως άνω Αγορές ως Συμμετέχοντες σύμφωνα με το ν.4425/2016 ως ισχύει και τους σχετικούς Κανονισμούς, χωρίς να συνάπτουν Σύμβαση των άρθρων 9 ή 10 του ν. 4414/2016 ως ισχύει. Οι κάτοχοι των ανωτέρω σταθμών μπορούν είτε να εγγράφονται στο Μητρώο Συμμετεχόντων που τηρεί η Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε., είτε να εκπροσωπούνται από Φορείς Σωρευτικής Εκπροσώπησης (Φο.Σ.Ε.), ή από το Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης Τελευταίου Κατάφυγίου (Φο.Σ.Ε.Τε.Κ.) του ν.4414/2016 όπως ισχύει, σε περίπτωση που αδυνατούν να λάβουν τις υπηρεσίες των Φο.Σ.Ε.. Σχετικά με την συμμετοχή των σταθμών αυτών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ισχύουν αναλογικά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2, 6, 7 και 14 του άρθρου 5 του ν.4414/2016.
3. Οι κάτοχοι σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. που έχουν ήδη καταρτίσει συμβάσεις λειτουργικής ενίσχυσης του ν.4414/2016 ή συμβάσεις πώλησης κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του ν.3468/2006 (Α' 129) και οι οποίοι δεν έχουν λάβει επενδυτική ενίσχυση, δύνανται να συμμετέχουν στην αγορά ή να πραγματοποιούν συναλλαγές ως Συμμετέχοντες στις Αγορές ηλεκτρικής ενέργειας του ν.4425/2016 ως ισχύει, χωρίς να λαμβάνουν Λειτουργική Ενίσχυση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτό καθώς και τους οικείους Κανονισμούς, εφόσον δεν έχει παρέλθει διάστημα τεσσάρων ετών από την έναρξη δοκιμαστικής λειτουργίας του σταθμού. Στην περίπτωση αυτή επέρχεται αυτοδίκαιη λύση των συμβάσεων του προηγούμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής. Σχετικά με την συμμετοχή των σταθμών αυτών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ισχύουν αναλογικά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2, 6, 7, 8 και 14 του άρθρου 5 του ν.4414/2016 όπως ισχύει. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται να καθοριστούν λεπτομέρειες εφαρμογής της εν λόγω διάταξης.»

Άρθρο 21
Όροι και διαδικασία για χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης σε σταθμούς ΑΠΕ ισχύος μεγαλύτερης των 250MW


1. Στο άρθρο 4 του ν. 4414/16 προστίθεται παράγραφος 11 ως ακολούθως:
«11. Για σταθμούς ΑΠΕ ισχύος μεγαλύτερης των 250 MW, καθώς και για συγκροτήματα σταθμών ΑΠΕ με κοινό σημείο σύνδεσης με το Σύστημα συνολικής ισχύος μεγαλύτερης των 250 MW, παρέχεται η δυνατότητα εξαίρεσης από τις ανταγωνιστικές διαδικασίες του άρθρου 7 του παρόντος και χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης, κατόπιν κοινοποίησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφο 3 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οριζόμενα στο σημείο 20 των «Κατευθυντηρίων Γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας (2014-2020)» (Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής EE C200/01).
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας προσδιορίζονται οι δικαιούμενοι υποβολής του αιτήματος του προηγούμενου εδαφίου, τα δικαιολογητικά και στοιχεία που κατ' ελάχιστο πρέπει να περιλαμβάνονται στο φάκελο της αίτησης χορήγησης της μεμονωμένης ενίσχυσης, τα κριτήρια αξιολόγησης, όπως ενδεικτικά η αδειοδοτική ωριμότητα, η σύνθεση του έργου, η εταιρική ή μετοχική σύνθεση του αιτούντος, η γεωγραφική ανάπτυξη του έργου, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου, η δυνατότητα παράλληλης συμμετοχής του σε ανταγωνιστική διαδικασία ή όχι και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Κάθε αίτημα για χορήγηση μεμονωμένης ενίσχυσης που υποβάλλεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας εξετάζεται από την Επιτροπή του άρθρου 12 του παρόντος νόμου, η οποία εισηγείται στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας την κοινοποίηση ή μη σχεδίου χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στην περίπτωση που η εν λόγω ενίσχυση κριθεί από τη Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως συμβατή με τις αρχές του Ενωσιακού Δικαίου, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την χορήγηση μεμονωμένης ενίσχυσης. Σε αντίθετη περίπτωση εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης μεμονωμένης ενίσχυσης.
Εφόσον κατά τη διάρκεια αξιολόγησης του αιτήματος σύμφωνα με το παρόν άρθρο ο αιτών συμμετάσχει με επιτυχία στις ανταγωνιστικές διαδικασίες του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, οφείλει αμελλητί να ενημερώσει τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την Επιτροπή του άρθρου 12. Σε αυτή την περίπτωση, το αίτημα για χορήγηση μεμονωμένης ενίσχυσης κατά τα ανωτέρω απορρίπτεται ως απαράδεκτο με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Εφόσον έχει προηγηθεί η κοινοποίηση του σχεδίου μεμονωμένης ενίσχυσης, η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.»

2. Η απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας του δεύτερου εδαφίου της νέας παρ. 11 του άρθρου 4 του ν. 4414/2016 εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Άρθρο 22
Υβριδικοί Σταθμοί στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά


Το άρθρο 21 του ν. 4414/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 21
Υβριδικοί Σταθμοί στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά
1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται το καθεστώς στήριξης Υβριδικών Σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (Μ.Δ.Ν.), η διαδικασία χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης, η διάρκεια των Συμβάσεων Λειτουργικής Ενίσχυσης και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με την ίδια απόφαση δύναται να καθορίζεται το καθεστώς στήριξης και το πλαίσιο σύναψης Συμβάσεων Λειτουργικής Ενίσχυσης αδειοδοτημένων σταθμών της ανωτέρω κατηγορίας, μετά από ενδεχόμενη διασύνδεση του Μ.Δ.Ν. με το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (Ε.Σ.Μ.Η.Ε.).
2. Οι Υβριδικοί Σταθμοί που τίθενται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) μετά τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 1 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εντάσσονται στο καθεστώς στήριξης Υβριδικών Σταθμών της παρ. 1. και οι κάτοχοί τους συνάπτουν, Σύμβαση Λειτουργικής Ενίσχυσης Υβριδικού Σταθμού (Σ.Λ.Ε.Υ.Σ.) η διάρκεια της οποίας καθορίζεται με την απόφαση της παρ. 1.
3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από εισήγηση της Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε. Α.Ε., ως Διαχειριστή Μ.Δ.Ν., και γνώμη της Ρ.Α.Ε., ορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των Συμβάσεων Λειτουργικής Ενίσχυσης Υβριδικών Σταθμών στο Δίκτυο των Μ.Δ.Ν., καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
4. Για τους κατόχους Υβριδικών Σταθμών που συνάπτουν Σ.Λ.Ε.Υ.Σ. και στους οποίους χορηγείται παράλληλα Επενδυτική Ενίσχυση, υπό τη μορφή κεφαλαιακής ενίσχυσης ή ενίσχυση άλλης ισοδύναμης μορφής που ανάγεται σε όρους κεφαλαιακής ενίσχυσης, εφαρμόζονται τα όσα ορίζονται στις παραγράφους 7, 8 και 9 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, με ομοιόμορφη ποσοστιαία απομείωση των εσόδων από την παραγωγή ενέργειας και διαθεσιμότητας ισχύος του Υβριδικού Σταθμού . Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται η τιμή του Επιτοκίου Αναγωγής που ισχύει και εφαρμόζεται στη διαδικασία απομείωσης για τους Υβριδικούς Σταθμούς.
5. Για τις περιπτώσεις Υβριδικών Σταθμών για τους οποίους έχει ήδη εκδοθεί άδεια παραγωγής, αλλά δεν έχουν τεθεί σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) κατά τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η Ρ.Α.Ε. οφείλει, μετά από αίτημα των ενδιαφερομένων που υποβάλλεται εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 1 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να τροποποιήσει την άδεια παραγωγής σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο. Σε περίπτωση μη υποβολής αιτήματος εντός της παραπάνω προθεσμίας, παύει να ισχύει αυτοδικαίως η άδεια παραγωγής, χωρίς να απαιτείται άλλη διαπιστωτική πράξη. Η σύναψη Σ.Λ.Ε.Υ.Σ. αναστέλλεται μέχρι την τροποποίηση της οικείας άδειας παραγωγής.
6. Κατά παρέκκλιση οποιασδήποτε αντίθετης διάταξης, από τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης, οι άδειες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Υβριδικούς Σταθμούς που εκδίδονται από τη Ρ.Α.Ε. δεν καθορίζουν τις τιμές αποζημίωσης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από τις μονάδες Α.Π.Ε. του Υβριδικού Σταθμού, η οποία εγχέεται απευθείας στο Δίκτυο των Μ.Δ.Ν., τις τιμές αποζημίωσης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από τις μονάδες ελεγχόμενης παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού, την τιμή με βάση την οποία τιμολογείται το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας που απορροφά ο Υβριδικός Σταθμός από το Δίκτυο του Μ.Δ.Ν. για την πλήρωση του συστήματος αποθήκευσής του και την τιμή αποζημίωσης για την παροχή διαθεσιμότητας ισχύος του Υβριδικού Σταθμού. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 1, οι αιτήσεις για την έκδοση άδειας παραγωγής από Υβριδικούς Σταθμούς αξιολογούνται από τη Ρ.Α.Ε. βάσει των κριτήριων που προβλέπονται στο υφιστάμενο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο, πλην του κριτηρίου της οικονομικής βιωσιμότητας του έργου (μέρος του κριτηρίου δ) της παρ.1 του άρθρου 13 του Κανονισμού Αδειών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας με χρήση Α.Π.Ε. και μέσω Σ.Η.Θ.Υ.Α. (ΥΠΕΚΑ/ΥΑΠΕ/Φ1/14810/4.10.2011 - Β' 2373). Οι αιτούντες δεν υποχρεούνται να περιλαμβάνουν στην αίτησή τους πρόταση τιμολόγησης της διαθεσιμότητας της ισχύος των μονάδων ελεγχόμενης παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού , της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από τις μονάδες αυτές, καθώς και της ηλεκτρικής ενέργειας, την οποία απορροφά ο σταθμός από το Δίκτυο για την πλήρωση των συστημάτων αποθήκευσής του. Εκκρεμείς αιτήσεις ενώπιον της Ρ.Α.Ε. για χορήγηση άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Υβριδικούς Σταθμούς κατά το χρόνο θέσης σε ισχύ του παρόντος άρθρου καταλαμβάνονται και αξιολογούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.»

Άρθρο 23
Επέκταση χρόνου εγκατάστασης σταθμών ΣΗΘΥΑ για αγροτικές εκμεταλλεύσεις και τηλεθέρμανση πόλεων - Πλαίσιο αδειοδότησης για σταθμούς βιοαερίου (ΦΟΔΣΑ)


1. Το έκτο εδάφιο του σημείου γ' της παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 3468/2006 (ΦΕΚ Α' 129), όπως προστέθηκε με την παρ.3 του άρθρου 13 του ν.4414/2016, αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, η διάρκεια ισχύος της Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα, βιοαέριο ή βιορευστά και σταθμών Σ.Η.Θ.Υ.Α. των οποίων η παραγόμενη θερμική ενέργεια είτε αξιοποιείται για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων είτε διατίθεται μέσω του δικτύου τηλεθέρμανσης πόλεων, του άρθρου 4, δεν δύναται να υπερβαίνει τους τριάντα (30) μήνες από τη χορήγησή της».

2. Ειδικά για σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αέρια εκλυόμενα από χώρους υγειονομικής ταφής και εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού, καθώς και βιοαέριο, που προέρχεται από την αναερόβια χώνευση του βιοαποικοδομήσιμου κλάσματος αποβλήτων και την οργανική ιλύ/λάσπη βιολογικών καθαρισμών, οι οποίοι πρόκειται να λειτουργήσουν υπό την ευθύνη Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (Φο.Δ.Σ.Α.) ή νομικών προσώπων δημοσίου η ιδιωτικού τομέα (συμπεριλαμβανομένων των δήμων και λοιπών φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ.1 του ν.3852/2010 ως ισχύει), βάσει προγραμματικής σύμβασης ή/και σύμβασης Σύμπραξης Δημοσίου - Ιδιωτικού Τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.), ή οιασδήποτε άλλης σχετικής με τα ανωτέρω σύμβασης, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, ισχύουν τα ακόλουθα:
α. εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας,
β. λαμβάνουν εξαρχής οριστική Προσφορά Σύνδεσης, χωρίς να προαπαιτείται αδειοδότηση σύμφωνη με την περιβαλλοντική νομοθεσία
γ. εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής εγγυητικής επιστολής του ν.4152/2013,
δ. η οριστική Προσφορά Σύνδεσης έχει διάρκεια ισχύος μέχρι την προθεσμία ολοκλήρωσης του σταθμού, όπως προβλέπεται στη σχετική σύμβαση, και σε κάθε περίπτωση όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών από τη χορήγησή της,
ε. η οριστική Προσφορά Σύνδεσης χορηγείται κατά προτεραιότητα έναντι των λοιπών αιτημάτων και εντός προθεσμίας ενός (1) μήνα από την υποβολή της σχετικής αίτησης, ακόμα και σε περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ως κορεσμένα δίκτυα κατά την περίπτωση α' της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3468/2006.
Σε περίπτωση ανάθεσης αρμοδιοτήτων Φο.Δ.Σ.Α. σε νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου βάσει προγραμματικής σύμβασης, ή σύμβασης Σ.Δ.Ι.Τ., ή άλλου είδους σχετικής με τα ανωτέρω σύμβασης, στις Προσφορές Σύνδεσης και τις σχετικές αιτήσεις υπεισέρχεται το νέο πρόσωπο μετά την υπογραφή της σχετικής σύμβασης κατά τα ανωτέρω με απλή αίτηση στον αρμόδιο φορέα, στο πλαίσιο που προβλέπεται από τη σχετική σύμβαση. Εκδοθείσες άδειες παραγωγής παύουν να ισχύουν και τυχόν εγγυητικές επιστολές που έχουν υποβηθεί στο αρμόδιο διαχειριστή, πριν την ισχύ της παρούσας διάταξης, επιστρέφονται. Σε περιπτώσεις τοπικού κορεσμού του δικτύου σύνδεσης των σταθμών αυτών, ο αρμόδιος Διαχειριστής, εξαντλεί την εξέταση όλων των διαθέσιμων τεχνικών λύσεων, προκειμένου να καταστεί εφικτή η χορήγηση προσφοράς σύνδεσης στον σταθμό, στο πλαίσιο της διασφάλισης της ασφαλούς λειτουργίας του ΕΣΜΗΕ ή του ΕΔΔΗΕ.

Άρθρο 24
Πλαίσιο εγκατάστασης Φ/Β σταθμών σε αγροτική γη (<1% αγροτικής γης)


1. Η περίπτ. α' της παρ. 6 του άρθρου 56 του ν. 2637/1998 (Α' 200), αντικαθίσταται ως εξής:
«6. α) Σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται από τη Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης του οικείου νομού ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας, απαγορεύεται η άσκηση οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας, εκτός από τη γεωργική εκμετάλλευση και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε.. Κάθε επέμβαση στις εκτάσεις αυτές, είτε για τη μεταβολή του προορισμού τους και τη διάθεση τους για άλλες χρήσεις, είτε για την εκτέλεση έργων ή τη δημιουργία εγκαταστάσεων ή παροχή άλλων εξυπηρετήσεων μέσα σε αυτές, έστω και χωρίς μεταβολή της κατά προορισμό χρήσης τους, αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και ενεργείται πάντοτε με βάση τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που εκδίδεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος και μόνο για λόγους που εξυπηρετούν το γεωργικό χαρακτήρα της αγροτικής εκμετάλλευσης ή την εγκατάσταση σταθμών Α.Π.Ε..
Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει εφόσον πρόκειται για εκτέλεση στρατιωτικών έργων, που αφορούν την εθνική άμυνα της χώρας, καθώς, για την εκτέλεση μεγάλων αναπτυξιακών έργων του Δημοσίου και των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, για την κατασκευή δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, υποσταθμών και εν γένει για την εκτέλεση κάθε έργου που αφορά την υποδομή του ηλεκτρικού συστήματος και του συστήματος και του δικτύου φυσικού αερίου ή για περιπτώσεις Στρατηγικών Επενδύσεων του ν. 3894/2010 ιδίως για επενδύσεις που αφορούν και συνδέονται με τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων και τη βιομηχανία τροφίμων.
Με την επιφύλαξη του άρθρου 26 του ν. 4496/2017, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε. εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μεγαλύτερης του 1 MW απαγορεύεται σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών της Αττικής, καθώς και των περιοχών της Επικράτειας που έχουν ήδη καθοριστεί ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας από εγκεκριμένα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια (Γ.Π.Σ.) ή Σχέδια Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοιχτής Πόλης (Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π.) του ν. 2508/1997 (Α' 124), καθώς και Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.) του άρθρου 29 του ν. 1337/1983 (Α' 33), εκτός αν διαφορετικά προβλέπεται στα εγκεκριμένα αυτά σχέδια.
Ειδικά για τους φωτοβολταϊκούς εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης ή ίσης του 1 MW επιτρέπεται η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, υπό την προϋπόθεση ότι οι φωτοβολταϊκοί σταθμοί, για τους οποίους χορηγούνται δεσμευτικές προσφορές σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή, καλύπτουν εδαφικές εκτάσεις που αθροιζόμενες με τις εκτάσεις που καλύπτουν φωτοβολταϊκοί σταθμοί που έχουν ήδη τεθεί σε λειτουργία ή έχουν χορηγηθεί δεσμευτικές προσφορές σύνδεσης και τις εκτάσεις που καλύπτουν φωτοβολταϊκοί σταθμοί που εγκαθίστανται σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 51 του ν. 4178/2013 (Α'174), δεν υπερβαίνουν το 1% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων της κάθε Περιφερειακής Ενότητας.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Εσωτερικών, που εκδίδεται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη θέση σε ισχύ της παρούσας διάταξης καθορίζεται η ισχύς σε MW, των φωτοβολταϊκών σταθμών που επιτρέπεται να εγκατασταθούν σε αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα και προσδιορίζονται οι ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών. Για τον ανωτέρω καθορισμό χρησιμοποιούνται τα στοιχεία της Ετήσιας Γεωργικής Στατιστικής Έρευνας του έτους 2017 της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και τα πλέον πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία των αρμόδιων Διαχειριστών για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς, ενώ λαμβάνεται υπόψη μία τυπική στρεμματική κάλυψη ανά μονάδα ισχύος των φωτοβολταϊκών σταθμών.
Με απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται να προσδιορίζονται περιορισμοί στον τρόπο θεμελίωσης των βάσεων στήριξης των φωτοβολταϊκών συστημάτων, καθώς και υποχρεώσεις για την αποκατάσταση του γηπέδου μετά την αποξήλωση φωτοβολταϊκών σταθμών.».

2. Στην παρ. 1 του άρθρου 21 του ν.4015/2011 (Α' 210) αντικαθίστανται οι λέξεις: «Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 56 του Ν. 2637/1998» από τις λέξεις «Οι διατάξεις των περιπτώσεων β), γ), δ) και ε) της παραγράφου 6 του άρθρου 56 του Ν. 2637/1998».

Άρθρο 25
Ετήσια δήλωση κατ' επάγγελμα αγροτών παραγωγών ΑΠΕ


1. Οι δηλώσεις των κατ' επάγγελμα αγροτών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας για τη διατήρηση ή μη της ιδιότητας του κατ' επάγγελμα αγρότη, οι οποίες προβλέπονται στην περίπτωση 1.α της υποπαραγράφου ΙΓ.1 της παραγράφου ΙΓ' του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α' 85), ειδικά για το έτος 2018 μπορούν να υποβληθούν έως τις 31.12.2019. Αν δεν υποβληθεί η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου ή διαπιστωθεί ότι η δήλωση είναι ανακριβής, επανακαθορίζεται αναδρομικά η τιμή αποζημίωσης για το έτος 2018, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον πίνακα Α' που προβλέπεται στην περίπτωση αυτή. Η τιμή αποζημίωσης αγροτών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, που έχει καθοριστεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος χωρίς να έχει υποβληθεί δήλωση, επανυπολογίζεται αναδρομικά μετά την υποβολή της δήλωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

2. Μετά το δέκατο εδάφιο της περίπτωσης α της υποπαραγράφου ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εφόσον υποβληθεί δήλωση μετά την παρέλευση του πρώτου τριμήνου από την αρχή εκάστου έτους και το αργότερο μέχρι την 31η Μαΐου, η τιμή αποζημίωσης που είχε καθοριστεί πριν την υποβολή της δήλωσης επαναϋπολογίζεται αναδρομικά και επιβάλλεται στον κάτοχο του σταθμού εφάπαξ παρακράτηση ίση με το 50% της αξίας του πρώτου χρονικά μηνιαίου ενημερωτικού σημειώματος που εκδίδεται μετά τον επανυπολογισμό της τιμής αποζημίωσης. Για τις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, ο επανυπολογισμός λαμβάνει χώρα τα αργότερο εντός δύο μηνών μετά την 31η Μαΐου και καταβάλλεται τυχόν διαφορά.».

Άρθρο 26
Εναρμόνιση με Κανονισμό για ευθύνη εξισορρόπησης σταθμών ΑΠΕ


1. H παράγραφος 5 του άρθρου 3 του ν. 4414/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. H Λειτουργική Ενίσχυση
α. των σταθμών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Α.Π.Ε.) και Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (Σ.Η.Θ.Υ.Α.) εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης των 400 kW, ή
β. των καινοτόμων, με απόφαση ΡΑΕ, εκδοθείσας κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, έργων που εγκαθίστανται από το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (Κ.Α.Π.Ε.), πανεπιστημιακά ιδρύματα, ερευνητικά ιδρύματα και ερευνητικά ινστιτούτα στο πλαίσιο προγράμματος και για όσο διαρκεί το πρόγραμμα, αποδίδεται στη βάση μιας Σταθερής Τιμής, η οποία ταυτίζεται με την Τιμή Αναφοράς και οι κάτοχοι των εν λόγω σταθμών συνάπτουν Σύμβαση λειτουργικής Ενίσχυσης Σταθερής Τιμής (Σ.Ε.Σ.Τ.) του άρθρου 10 του παρόντος νόμου.
Οι κάτοχοι σταθμών της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου με εγκατεστημένη ισχύ ή μέγιστη ισχύ παραγωγής μεγαλύτερη ή ίση των 100 kW έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν από τον Διαχειριστή Α.Π.Ε. και Εγγυήσεων Προέλευσης την ένταξη των σταθμών τους σε καθεστώς Λειτουργικής Ενίσχυσης στη βάση Διαφορικής Προσαύξησης με σύναψη Σ.Ε.Δ.Π. του άρθρου 9 του παρόντος νόμου.
Η Τιμή Αναφοράς καθορίζεται ανά κατηγορία ή ανά τεχνολογία σταθμών σύμφωνα με τον ισχύοντα στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου Πίνακα 1 της περίπτωσης β' της παρ. 1, ή ανά έργο, αν αυτή η τιμή προκύπτει από τη διενέργεια ανταγωνιστικών διαδικασιών σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος νόμου, και με την εξαίρεση φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων των παραγράφων 17 και της παρ.3 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου. Στους κατόχους σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α., οι οποίοι συνάπτουν Σ.Ε.Σ.Τ., δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του παρόντος νόμου.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία δύναται να εκδίδεται μέσα στο πρώτο τρίμηνο του εκάστοτε ημερολογιακού έτους, τα ανωτέρω όρια εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής, της περίπτωσης α, μπορεί να μειώνονται, με παράλληλη περαιτέρω διάκριση στη βάση των κατηγοριών ή τεχνολογιών σταθμών του Πίνακα 1 της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, καθώς και να εισάγονται ειδικά όρια εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής για τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α του άρθρου 8 του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, τα νέα μειωμένα όρια ισχύουν για τον καθορισμό του τύπου των συμβάσεων Λειτουργικής Ενίσχυσης που συνάπτονται, από την πρώτη ημέρα του επόμενου ημερολογιακού έτους του έτους έκδοσης της παραπάνω απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Από την 1η Ιανουαρίου 2026 το όριο εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής της περίπτωσης α' πρέπει να είναι μικρότερο των 200 kW».

2. Στο άρθρο 3 του ν. 4414/2016 προστίθεται παράγραφος 13α ως εξής:
«13α. Οι κάτοχοι σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μεγαλύτερης των 100 kW, που έχουν συνάψει Σύμβαση λειτουργικής Ενίσχυσης Σταθερής Τιμής (Σ.Ε.Σ.Τ.) του άρθρου 10 του παρόντος νόμου, έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν άπαξ από τον Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης τη λύση της Σ.Ε.Σ.Τ. και τη μετάπτωση των σταθμών τους σε καθεστώς Λειτουργικής Ενίσχυσης στη βάση Διαφορικής Προσαύξησης με σύναψη Σ.Ε.Δ.Π. του άρθρου 9 του παρόντος νόμου. Η χρονική διάρκεια ισχύος της Σ.Ε.Δ.Π., στην περίπτωση αυτή, προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της χρονικής διάρκειας της Λειτουργικής Ενίσχυσης στη βάση Διαφορικής Προσαύξησης της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου και της χρονικής διάρκειας από την έναρξη ισχύος έως τη λύση της Σ.Ε.Σ.Τ.. Για τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. του προηγούμενου εδαφίου, η Τιμή Αναφοράς που διέπει την Σ.Ε.Δ.Π., ταυτίζεται με την Τιμή Αναφοράς που διέπει την Σ.Ε.Σ.Τ. της οποίας ζήτησαν τη λύση και ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 5 του παρόντος νόμου. Η Σ.Ε.Δ.Π. τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα σύναψής της».

3. Μετά το άρθρο 5 του ν. 4414/2016 προστίθεται άρθρο 5Α ως εξής:
«Άρθρο 5Α
Ευθύνη εξισορρόπησης των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. που έχουν συνάψει Σ.Ε.Σ.Τ.
1. Από την 1η Ιανουαρίου 2020, σταθμοί εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μεγαλύτερης ή ίσης των 400kW, που οι κάτοχοι τους έχουν συνάψει Σ.Ε.Σ.Τ. και οι οποίοι τέθηκαν σε λειτουργία από την 4η Ιουλίου 2019 και εφεξής, είναι υπεύθυνοι για τις αποκλίσεις που προκαλούν («ευθύνη εξισορρόπησης»).
2. Οι σταθμοί αυτοί, φέρουν την οικονομική ευθύνη για τις αποκλίσεις τους («κόστος εξισορρόπησης»). Το κόστος εξισορρόπησης υπολογίζεται στη βάση μεθοδολογίας, η οποία καθορίζεται στον Κώδικα του Διαχειριστή Α.Π.Ε. και Εγγυήσεων Προέλευσης και παρακρατείται απευθείας από τη Δ.Α.Π.Ε.Ε.Π. Α.Ε. στο πλαίσιο εφαρμογής της Σ.Ε.Σ.Τ. Τα έσοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή της μεθοδολογίας του προηγούμενου εδαφίου, αποτελούν έσοδα του Υπολογαριασμού Αγοράς του Ειδικού Λογαριασμού Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. του Διασυνδεδεμένου Συστήματος και Δικτύου, του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 143 του ν. 4001/2011, όπως ισχύει».
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν.3468/2006 αναριθμείται σε 1.α και προστίθεται υποπαράγραφος β ως εξής:
«β. Από 1η Ιανουαρίου 2020, ο αρμόδιος Διαχειριστής του Συστήματος ή του Δικτύου υποχρεούται, κατά την κατανομή του Φορτίου, εφόσον δεν τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια του Συστήματος ή του Δικτύου, να δίνει προτεραιότητα σε σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. που συνδέονται με το Σύστημα ή το Δίκτυο, εκτός από το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών και υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για : α) σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης των 400kW, β) σταθμούς Σ.Η.Θ.Υ.Α. εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης των 400 kW, γ) σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, οι οποίοι τέθηκαν σε λειτουργία πριν από την 4η Ιουλίου 2019, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες επήλθε αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος ή της μέγιστης ισχύος παραγωγής, δ) των καινοτόμων, με απόφαση ΡΑΕ, εκδοθείσας κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, έργων που εγκαθίστανται από το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (Κ.Α.Π.Ε.), πανεπιστημιακά ιδρύματα, ερευνητικά ιδρύματα και ερευνητικά ινστιτούτα στο πλαίσιο προγράμματος και για όσο διαρκεί το πρόγραμμα.
Από την 1η Ιανουαρίου 2026 οι περιπτώσεις α' και β' του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. αντίστοιχα εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης των 200 kW».
5. Οι παράγραφοι 9 και 10 του άρθρου 16 του ν.4342/2015 καταργούνται.

Άρθρο 27
Πλαίσιο ηλεκτροκίνησης


1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4001/2011προστίθενται ορισμοί, ως ακολούθως:
«(κη) Ηλεκτρικό Όχημα (Η/Ο): Έχει την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 2 του ν. 4439/2016 (Α'222).
κθ) Σημείο Επαναφόρτισης : Έχει την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 2 του ν. 4439/2016.
(λ) Δημοσίως Προσβάσιμο Σημείο Επαναφόρτισης: Έχει την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 2 του ν. 4439/2016.
(λα) Υπηρεσίες Επαναφόρτισης Η/Ο: Σύνολο υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της επαναφόρτισης καθ' εαυτής και άμεσα σχετιζόμενων ή συνοδευτικών με αυτή υπηρεσιών και χαρακτηριστικών προστιθέμενης αξίας (ταχύτητα φόρτισης, ευκολία χρήσης και χρέωσης, ευχέρεια προσβασιμότητας, υπηρεσίες στάθμευσης κλπ.).
(λβ) Υπηρεσίες Ηλεκτροκίνησης: Σύνολο υπηρεσιών προς χρήστες Η/Ο, σχετιζόμενων με την επαναφόρτιση και την τιμολόγηση αυτής, τη βέλτιστη εξυπηρέτηση των χρηστών, ενδεικτικώς εύρεση διαθέσιμων σημείων φόρτισης και πλοήγηση, κράτηση θέσεων, αλλά και εν γένει υπηρεσίες, όπως διαχείριση στόλου Η/Ο οχημάτων και της διάθεσης τους προς Χρήστες Η/Ο.
(λγ) Χρήστης Η/Ο: Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει στην κυριότητα ή κατοχή του Η/Ο και λαμβάνει υπηρεσίες ηλεκτροκίνησης.
(λδ) Ιδιοκτήτης Υποδομών Φόρτισης: Φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει στην κυριότητα του Σημείο ή Σημεία Επαναφόρτισης Η/Ο.
(λε) Πάροχος Υπηρεσιών Ηλεκτροκίνησης (ΠΥΗ): Ατομική επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο εγγεγραμμένο στο ΓΕ.ΜΗ, με σκοπό την παροχή υπηρεσιών ηλεκτροκίνησης σε συμβεβλημένους χρήστες.
(λστ) Φορέας Διεκπεραίωσης Συναλλαγών (ΦΔΣ): Ατομική επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο εγγεγραμμένο στο ΓΕ.ΜΗ, με σκοπό την ανάπτυξη και λειτουργία πληροφοριακών υποδομών προς διευκόλυνση ανταλλαγής στοιχείων και διεκπεραίωσης οικονομικών συναλλαγών μεταξύ ΦΕΥΦΗΟ και ΠΥΗ, με στόχο την επίτευξη της διαλειτουργικότητας των υποδομών φόρτισης».
(λζ) Φορέας Σωρευτικής Εκπροσώπησης (aggregator) Φορτίου Η/Ο - ΦΟΣΕΦΗΟ: Νομικό πρόσωπο, το οποίο αναλαμβάνει τη σωρευτική εκπροσώπηση του φορτίου συνδεδεμένων με το Δίκτυο Η/Ο για συμμετοχή στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την παροχή υπηρεσιών προς τους Διαχειριστές Δικτύου και Συστήματος».

2. Μετά το άρθρο 134Α του ν. 4001/2011 προστίθεται άρθρο 134Β ως ακολούθως:
«Άρθρο 134Β
Οργάνωση της αγοράς φόρτισης ηλεκτροκίνητων οχημάτων (Η/Ο)
1. Ο ΦΕΥΦΗΟ μπορεί να είναι ατομική επιχείρηση ή νομικό πρόσωπο εγγεγραμμένα στο ΓΕ.ΜΗ. και έχει σκοπό την εκμετάλλευση ενός ή περισσοτέρων Δημοσίως Προσβάσιμων Σημείων Επαναφόρτισης. Ο ΦΕΥΦΗΟ παρέχει Υπηρεσίες Επαναφόρτισης σε Χρήστες Η/Ο και είναι υπεύθυνος για την άρτια τεχνική συντήρηση των Υποδομών, με στόχο τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας και της ασφαλούς λειτουργίας των Σημείων Επαναφόρτισης.
2. Ο ΦΕΥΦΗΟ μπορεί να είναι κύριος ή κάτοχος της Υποδομής Φόρτισης και υποχρεούται να συνάπτει σύμβαση σύνδεσης με τον Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής και σύμβαση προμήθειας με έναν ή περισσότερους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας με τους οποίους συμβάλλεται ως τελικός καταναλωτής σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 134 του ν. 4001/2011, όπως ισχύει.
3. Ο ΦΕΥΦΗΟ παρέχει υπηρεσίες φόρτισης επί τούτω (ad hoc) με άμεση εξόφληση στους χρήστες Η/Ο ή και συμβαλλόμενος, είτε απευθείας με Χρήση Η/Ο, είτε με Παρόχους Υπηρεσιών Ηλεκτροκίνησης (ΠΥΗ), μέσω Φορέων Διεκπεραίωσης Συναλλαγών (ΦΔΣ).
4. Δεν επιτρέπεται στους Διαχειριστές Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας να έχουν στην ιδιοκτησία τους, να αναπτύσσουν, να διαχειρίζονται ή να λειτουργούν σημεία φόρτισης για ηλεκτρικά οχήματα, εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες οι Διαχειριστές συστήματος διανομής έχουν στην ιδιοκτησία τους ιδιωτικά σημεία φόρτισης αποκλειστικά για δική τους χρήση.
5. Η εκπροσώπηση του φορτίου Η/Ο στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων διαχείρισης του φορτίου των Η/Ο μέσω συστημάτων απομακρυσμένης εποπτείας και ελέγχου των υποδομών φόρτισης, γίνεται μέσω Φορέων Σωρευτικής Εκπροσώπησης Φορτίου Η/Ο (ΦΟΣΕΦΗΟ). Οι υποχρεώσεις και η λειτουργία των ΦΟΣΕΦΗΟ καθορίζονται στις διατάξεις των Κανονισμών Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 18 του ν. 4425/2016, όπως ισχύει. Οι ΦΟΣΕΦΗΟ διαθέτουν ή έχουν εξασφαλίσει τη δυνατότητα διαχείρισης του φορτίου Η/Ο για την παροχή των υπηρεσιών τους. Οι ΦΟΣΕΦΗΟ δύνανται να συμβάλλονται με φορείς της αγοράς ηλεκτροκίνησης (ΠΥΗ και ΦΕΥΦΗΟ), ή και απ' ευθείας με χρήστες Η/Ο μη δημοσίως προσβάσιμων υποδομών φόρτισης, ώστε να διασφαλίσουν τη δυνατότητα διαχείρισης του φορτίου των συνδεδεμένων στο Δίκτυο Η/Ο, το οποίο εκπροσωπούν. Ως ΦΟΣΕΦΗΟ μπορεί να δραστηριοποιούνται φορείς της αγοράς ηλεκτροκίνησης, οι οποίοι διαθέτουν δυνατότητα ελέγχου του φορτίου των Η/Ο συμβεβλημένων χρηστών, συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπως προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, με δυνατότητα εποπτείας και ελέγχου των υποδομών φόρτισης, αλλά και τρίτα πρόσωπα που ικανοποιούν τις τιθέμενες προϋποθέσεις.
6. Δεν αποκλείεται το ίδιο πρόσωπο να δραστηριοποιείται συγχρόνως ως ΦΕΥΦΗΟ, ΠΥΗ και ΦΔΣ.
7. Για τη συστηματική καταγραφή των υποδομών φόρτισης και των φορέων, που δραστηριοποιούνται στην αγορά αυτή, τη βέλτιστη πληροφόρηση και εξυπηρέτηση των χρηστών Η/Ο και την υποστήριξη της ανάπτυξης των υποδομών, τηρείται ηλεκτρονικό Μητρώου Υποδομών και Αγοράς Ηλεκτροκίνησης στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών».

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 134 του ν. 4001/2011, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι Φορείς Εκμετάλλευσης Υποδομών Φόρτισης Η/Ο εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης άδειας προμήθειας ή εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας. Με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Υποδομών και Μεταφορών όπως ισχύει, καθορίζονται οι σχέσεις μεταξύ ΦΕΥΦΗΟ, ΠΥΗ, ΦΔΣ, ΦΟΣΕΦΗΟ, οι υποχρεώσεις αυτών έναντι των Χρηστών Η/Ο, οι υποχρεώσεις γνωστοποίησης στοιχείων, τα δεδομένα που τηρούνται στο Μητρώο Υποδομών και Αγοράς Ηλεκτροκίνησης στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών και κάθε άλλο ζήτημα σχετικό με τη λειτουργία και τις υποχρεώσεις των ΠΥΗ, των ΦΟΣΕΦΗΟ, των ΦΔΣ, καθώς και την αγορά ηλεκτροκίνησης».

Άρθρο 28
Χρηματοδότηση Προγράμματος ΗΛΕΚΤΡΑ


Το άρθρο 37 του ν. 4608/2019 (Α' 66) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στο πλαίσιο υλοποίησης δράσεων από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας με σκοπό την ενεργειακή αναβάθμιση δημοσίων κτιρίων, οι φορείς Γενικής Κυβέρνησης δύνανται να συνομολογούν επενδυτικά δάνεια με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την πραγματοποίηση των σχετικών επενδύσεων.
Η εξυπηρέτηση των δανείων σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και η κάλυψη κάθε είδους εξόδου και λοιπών δαπανών συνομολόγησης και εξόφλησής τους γίνεται σε λογαριασμό που συστήνεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και χρηματοδοτείται από το εθνικό ή το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και από πόρους των ωφελουμένων.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών καθορίζονται τα όργανα συντονισμού και διαχείρισης του Προγράμματος της παρ. 1 και οι αρμοδιότητές τους, τα κριτήρια ένταξης των δικαιούχων στο πρόγραμμα, το είδος των παρεμβάσεων και το ελάχιστο επίπεδο εξοικονόμησης ενέργειας, η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων και αξιολόγησης αυτών, ο έλεγχος της πορείας εκτέλεσης των έργων, οι όροι και τα δικαιολογητικά χορήγησης και ο τρόπος απόδοσης του προϊόντος των δανείων, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά για την αποπληρωμή των δανείων από το ΠΔΕ, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
3. Η ένταξη στο πρόγραμμα της παρ. 1 πραγματοποιείται με απόφαση του φορέα διαχείρισης του προγράμματος, όπως αυτός ορίζεται με την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου, μετά από υποβολή σχετικού αιτήματος από το φορέα στον οποίο ανήκει το κτίριο. Στην περίπτωση των Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού η απόφαση για την υποβολή αιτήματος ένταξης, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Στην περίπτωση δικαιούχων που δεν διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια και εφόσον αναφέρεται στο αίτημα ένταξής τους, η απόφαση ένταξης δύναται να προβλέπει ότι η εποπτεία και η επίβλεψη της σχετικής δημόσιας σύμβασης διενεργούνται από την τεχνική υπηρεσία άλλης αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα.
4. Για τον ίδιο σκοπό δύναται μέρος ή το σύνολο της επένδυσης να χρηματοδοτείται από Εταιρείες Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ) ή τρίτους μέσω Συμβάσεων Ενεργειακής Απόδοσης (ΣΕΑ), σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3855/2010 (Α' 95). Στις περιπτώσεις αυτές, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δύναται να εγγυάται την αποπληρωμή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις ΣΕΑ υπέρ των φορέων Γενικής Κυβέρνησης που μετέχουν σε αυτές. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Οικονομικών, καθορίζονται οι λεπτομέρειες της χρηματοδότησης μέσω Συμβάσεων Ενεργειακής Απόδοσης και κάθε άλλο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.
5. Για τη συνομολόγηση των δανείων του παρόντος άρθρου, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 264 του ν. 3852/2010 (Α'87) και του π.δ. 169/2013 (Α' 272).»

Άρθρο 29
Τροποποίηση του άρθρου 20 του ν. 4342/2015


Η παράγραφος του άρθρου 20 του ν. 4342/2015 (Α' 143) αριθμείται σε παράγραφο 1 και προστίθεται νέα παράγραφος 2 ως εξής:
«2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας συγκροτείται Επιτροπή για τη διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου ανταγωνιστικών διαδικασιών στην ενεργειακή απόδοση, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ' - Λοιπές Διατάξεις Τομέα Ενέργειας και Ορυκτού Πλούτου

Άρθρο 30
Τροποποίηση του ν. 4123/2013 (Άρθρο 1 της Εκτελεστικής Οδηγίας 2018/1581/ΕΕ) για αποθέματα πετρελαίου


1. Το στοιχείο θ) της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.4123/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«θ)«αποθέματα πετρελαίου»: αποθέματα ενεργειακών προϊόντων, όπως ορίζονται στο παράρτημα Α' κεφάλαιο 3.4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 3 του ν.4123/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«3.Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, όσον αφορά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Ιουνίου κάθε ημερολογιακού έτους, οι μέσες ημερήσιες καθαρές εισαγωγές που αναφέρονται στην ως άνω παράγραφο καθορίζονται βάσει των ποσοτήτων που εισήχθησαν κατά τη διάρκεια του προτελευταίου ημερολογιακού έτους πριν από το εν λόγω ημερολογιακό έτος.»

3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν.4123/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο κατάλογος αυτός περιέχει κατά κύριο λόγο πληροφορίες που απαιτούνται για την ακριβή τοποθεσία της αποθήκης, του διυλιστηρίου ή των εγκαταστάσεων αποθήκευσης των εν λόγω αποθεμάτων, καθώς και των σχετικών ποσοτήτων, τον ιδιοκτήτη τους και το χαρακτήρα τους, σε σχέση με τις κατηγορίες που ορίζονται στο παράρτημα Α' κεφάλαιο 3.4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008.»

4. Το παράρτημα Ι ν.4123/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΜΕΘΟΔΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟΥ ΣΕ ΑΡΓΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ
Το ισοδύναμο σε αργό πετρέλαιο των εισαγωγών προϊόντων πετρελαίου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3, πρέπει να υπολογίζεται με την ακόλουθη μέθοδο:
1. Υπολογίζεται το άθροισμα των καθαρών εισαγωγών αργού πετρελαίου, υγρών φυσικού αερίου (NGL), προϊόντων εφοδιασμού διυλιστηρίων (refinery feedstocks) και άλλων υδρογονανθράκων, όπως ορίζεται στο παράρτημα Α κεφάλαιο 3.4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 και προσαρμόζεται ώστε να λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενες διακυμάνσεις των αποθεμάτων. Από το ποσό που προκύπτει, ένα από τα ακόλουθα ποσά αφαιρείται για απόδοση νάφθας:
— 4 %
— η μέση απόδοση νάφθας
— η καθαρή πραγματική κατανάλωση νάφθας.
2. Υπολογίζεται το άθροισμα των καθαρών εισαγωγών όλων των άλλων προϊόντων πετρελαίου, όπως ορίζεται στο παράρτημα Α κεφάλαιο 3.4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008, εκτός της νάφθας, το αποτέλεσμα προσαρμόζεται προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες διακυμάνσεις των αποθεμάτων, και πολλαπλασιάζεται επί συντελεστή 1,065.
Το άθροισμα των ποσών που προέκυψαν από τους υπολογισμούς 1 και 2 αντιπροσωπεύει το ισοδύναμο σε αργό πετρέλαιο. Στον υπολογισμό δε λαμβάνονται υπόψη τα καύσιμα διεθνούς ναυσιπλοΐας (international marine bunkers).»

5. Η περίπτωση α) του Παραρτήματος ΙΙ η περ. α) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) συμπεριλαμβάνονται όλα τα υπόλοιπα αποθέματα προϊόντων πετρελαίου που προσδιορίζονται στο παράρτημα Α' κεφάλαιο 3.4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 και προσδιορίζεται το ισοδύναμο σε αργό πετρέλαιο πολλαπλασιάζοντας τις σχετικές ποσότητες με τον συντελεστή 1,065' ή»

Άρθρο 31
Τροποποίηση του άρθρου 52 του ν. 4602/2019 - ΕΑΓΜΕ


Στην παράγραφο 4 του άρθρου 52 του ν. 4602/2019, η ημερομηνία «31.12.2019» αντικαθίσταται με την ημερομηνία «31.12.2020».

Δ. ΟΡΓ. Δ 1153359 ΕΞ 2019 Απαιτούμενες ενέργειες των Προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ ΙΖ’ Αθηνών και Βύρωνα, ενόψει της συγχώνευσης αυτών, κατά τα οριζόμενα στην αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019/4.11.2019 (Β’ 4054, ΑΔΑ:ΩΞΡ646ΜΠ3Ζ-ΩΥΠ) απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.

$
0
0

Αθήνα, 7 Νοεμβρίου 2019
Αριθ. Πρωτ.: Δ. ΟΡΓ. Δ 1153359 ΕΞ 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Γ.Δ.Α.Δ.Ο.)
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (Δ.ΟΡΓ.)
ΤΜΗΜΑ Δ’

Ταχ. Δ/νση : Λεωχάρους 2
10184 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Μπάκα Αικατερίνη
Τηλέφωνο : 210-32.22.516
Fax : 210-32.30.829
Url : www.aade.gr

ΘΕΜΑ: «Απαιτούμενες ενέργειες των Προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ ΙΖ’ Αθηνών και Βύρωνα, ενόψει της συγχώνευσης αυτών, κατά τα οριζόμενα στην αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019/4.11.2019 (Β’ 4054, ΑΔΑ:ΩΞΡ646ΜΠ3Ζ-ΩΥΠ) απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.».

ΣΧΕΤ.: α) Τα από 7.11.2019 δύο (2) μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των Προϊσταμένων της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε. και της Διεύθυνσης Επιχειρησιακών Διαδικασιών (ΔΙ.ΕΠΙ.ΔΙ.) της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης.
β) Το αριθ. 99146 ΕΞ 2019/12.9.2019 έγγραφο του Τμήματος Γ’ – Διαχείρισης Περιφερειακού Τερματικού Εξοπλισμού & Λογισμικού της Διεύθυνσης Διαχείρισης Υπολογιστικών Υποδομών – Κυβερνητικού Νέφους της Γενικής Διεύθυνσης Υποδομών Πληροφορικής και Επικοινωνιών της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης.

1. Ενόψει της συγχώνευσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αριθ. Δ.ΟΡΓ.Α 1151158 ΕΞ 2019/04-11-2019 (Β’ 4054, ΑΔΑ: ΩΞΡ646ΜΠ3Ζ-ΩΥΠ) απόφασή μας, από 11.11.2019, της Δ.Ο.Υ Βύρωνα στη Δ.Ο.Υ. ΙΖ’ Αθηνών και για τους ειδικότερους λόγους που αναφέρονται στα παραπάνω σχετικά έγγραφα, ορίζουμε ότι οι Δ.Ο.Υ Βύρωνα και ΙΖ’ Αθηνών, δεν θα πραγματοποιήσουν συναλλαγές με το κοινό, την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2019 και τη Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2019.

2. Οι προθεσμίες εκπλήρωσης υποχρεώσεων των πολιτών που τυχόν λήγουν τις παραπάνω ημέρες παρατείνονται σύμφωνα με την αριθ. 1026510/1658/370/Α0014/19.3.2002 (Β΄524) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

3. Για την ενημέρωση των πολιτών και την αποφυγή προβλημάτων στην εξυπηρέτηση αυτών, οφείλετε να εκδώσετε σχετική ανακοίνωση, την οποία θα αναρτήσετε σε εμφανή σημεία του κτιρίου στέγασης των Υπηρεσιών σας και θα την αποστείλετε στα τοπικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, προκειμένου να ενημερωθούν έγκαιρα οι ενδιαφερόμενοι πολίτες για τη μη πραγματοποίηση συναλλαγών, κατά τις προαναφερθείσες ημερομηνίες, για τον λόγο στον οποίο οφείλεται αυτή, καθώς και για τις ημερομηνίες μετάθεσης των προθεσμιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο αριθ. 1026062/13.3.2006 έγγραφο του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.




Ο ΑΝ. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΕΥΘ. ΣΑΪΤΗΣ
ΔΔΑΓ Γ 1189786 ΕΞ 2018

Ε.2189/2019 Γνωστοποίηση της τιμής ελαιολάδου ελαιοκομικού έτους 2019-2020, για την εφαρμογή των διατάξεων της εισφοράς δακοκτονίας

$
0
0

Αθήνα, 6 Νοεμβρίου 2019
Ε.2189/6-11-2019

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ – ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ Α.Δ.Α.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ



ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄ΤΕΛΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΩΝ

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας : 106 72 Αθήνα
Τηλέφωνο : 2132122400
Fax : 210 3645413
E-Mail : telon.a@1992.syzefxis.gov.gr
Url : www.aade.gr

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Ε 2189/2019

Θέμα: «Γνωστοποίηση της τιμής ελαιολάδου ελαιοκομικού έτους 2019-2020, για την εφαρμογή των διατάξεων της εισφοράς δακοκτονίας»

 
Με τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του α.ν. 112/1967, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 102 του ν. 1402/1983, η εισφορά δακοκτονίας ορίζεται σε ποσοστό 2% επί της αξίας λαδιού που παράγεται και υπολογίζεται στη μικρότερη τιμή συγκέντρωσης (παρέμβασης) μεταξύ εκείνων που καθορίζονται για τις ποιότητες των βρώσιμων λαδιών κατά το χρόνο της παραγωγής, δηλαδή την τιμή παρέμβασης για το κοινό Παρθένο Ελαιόλαδο οξύτητας 2-3,3%.
 
Με τις ίδιες διατάξεις η εισφορά δακοκτονίας στις πωλούμενες χονδρικά από τους παραγωγούς ή τους εντολοδόχους αυτών ελιές, ορίζεται όπως και πριν σε ποσοστό 2% επί της τιμολογιακής αξίας πώλησής τους.
 
Σύμφωνα με το υπ΄ αριθ. πρωτ. 2673/261553/15.10.2019 έγγραφο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του άρθρου 7 παρ. ζ΄ του καν. (Ε.Ε.) 1308/2013, η κατώτατη τιμή αναφοράς για τη χορήγηση ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση για την κατηγορία ελαιολάδου Λαμπάντε (lampante) με ελεύθερη οξύτητα δύο βαθμών, για το ελαιοκομικό έτος 2019-2020, θα είναι 1.524 ευρώ/τόνο, η οποία θα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της εισφοράς δακοκτονίας του λαδιού.

Στο ανωτέρω ποσό αναλογεί εισφορά δακοκτονίας 1,524 x 2% = 0,030 ευρώ.

Σημειώνεται ότι το ποσό των 1.524 ευρώ /τόνο, μειώνεται κατά 36,70 ευρώ/τόνο για κάθε επιπλέον βαθμό οξύτητας.
 
Αναλυτικές οδηγίες για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν γενικά για την εισφορά δακοκτονίας στο λάδι και τις ελιές έχουν δοθεί με την εγκύκλιο Σ.4309/159/1.12.1983.



Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΔΕΔ 2378/2019 Προσαύξηση περιουσίας ισχυρισμός περί ύπαρξης ρευστών διαθεσίμων προερχομένων από μη αναλωθέν κεφάλαιο προηγούμενων ετών

$
0
0

Καλλιθέα, 25/07/2019
Αριθμός απόφασης: 2378

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α6

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604529
ΦΑΞ: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).
γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
δ. Της ΠΟΛ 1064/28.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής». 

2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από 29/03/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή του του , ΑΦΜ κατοίκου, οδός , κατά της υπ' αριθ /2019 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος/πράξης επιβολής προστίμου, φορολογικού έτους 2015, της Προϊσταμένης του ΚΕΦΟΜΕΠ, καθώς και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Την υπ' αριθ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος/πράξη επιβολής προστίμου, φορολογικού έτους 2015, της Προϊσταμένης του ΚΕΦΟΜΕΠ, της οποίας ζητείται η ακύρωση, καθώς και την με ημερομηνία θεώρησης 20/02/2019 Έκθεση Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος της ως άνω φορολογικής αρχής.

6. Το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ2019 ΕΜΠ/2019 Υπόμνημα του προσφεύγοντος.

7. Τις απόψεις του ΚΕΦΟΜΕΠ.

8. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α6, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 29/03/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του του , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αριθ /2019 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος/πράξη επιβολής προστίμου της Προϊσταμένης του ΚΕΦΟΜΕΠ, φορολογικού 5.844,30 ευρώ πλέον προστίμου άρθρου 58 ν. 4174/2013 ύψους 2.992,15 ευρώ και ειδική εισφορά αλληλεγγύης ύψους 1.086,00 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 9.852,45 ευρώ. Η ως άνω πράξη εκδόθηκε συνεπεία της από 20/02/2019 Έκθεσης Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, η οποία συντάχθηκε μετά από έλεγχο που διενεργήθηκε για το οικονομικό έτος 2014 καθώς και για τα φορολογικά έτη 2014 και 2015 στον προσφεύγοντα, δυνάμει της υπ' αριθ / / /2017 εντολής μερικού ελέγχου της Προϊσταμένης του ΚΕΦΟΜΕΠ.

Ειδικότερα, από την επεξεργασία των τραπεζικών δεδομένων μέσω της εφαρμογής Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας του Συστήματος Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών και Προϊόντων, προσδιορίστηκαν από τον έλεγχο για το οικονομικό έτος 2014 καθώς και για τα φορολογικά έτη 2014 και 2015 πρωτογενείς πιστώσεις, για τις οποίες δεν αιτιολογήθηκε η πηγή ή η αιτία προέλευσης και οι οποίες συνοπτικά απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα:
 

ΧΡΗΣΗ ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
2013 19.456,71
2014 27.195,00
2015 38.970,48


Ακολούθως, ο προσφεύγων προσκόμισε στη φορολογική αρχή δικαιολογητικά, δυνάμει των οποίων έγιναν αποδεκτές ορισμένες εκ των διερευνώμενων πιστώσεων. Ακολούθως, για τις λοιπές πιστώσεις, των οποίων η αιτιολόγηση δεν έγινε αποδεκτή από τον έλεγχο, υπέβαλλε τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δυνάμει των διατάξεων του ν. 4512/2018, για όλα τα ελεγχόμενα έτη, πλην του φορολογικού έτους 2015. Με την υποβολή των ως άνω τροποποιητικών δηλώσεων, των οποίων το περιεχόμενο έγινε αποδεκτό από τη φορολογική αρχή, κρίθηκε ότι δεν υφίστανται διαφορές για καταλογισμό για το οικονομικό έτος 2014 και το φορολογικό έτος 2014.

Ωστόσο, για το φορολογικό έτος 2015, για το οποίο δεν υποβλήθηκε από τον προσφεύγοντα τροποποιητική δήλωση, προσδιορίστηκαν πιστώσεις για τις οποίες δεν αιτιολογήθηκε η πηγή ή η αιτία προέλευσης τους και απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα:

Α/ Α Πιστωτικό Ίδρυμα Αριθμός Λογαριασμού Πλήθος Δικαιούχων Ημερομηνία Περιγραφή Συναλλαγής Αιτιολογία Συναλλαγής Ποσό
2 .................... .................... 1 30/01/2015 ΚΑΤΑΘΕΣΗ/ΑΝΑΛΗΨΗ .................... 500,00
3 .................... .................... 1 17/03/2015 ΚΑΤΑΘΕΣΗ/ΑΝΑΛΗΨΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ 7.500,00
5 .................... .................... 1 13/05/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΑΣ 2.000,00
8 .................... .................... 1 24/06/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΑΣ 1.000,00
10 .................... .................... 1 08/07/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΤΜ .................... 500,00
11 .................... .................... 1 22/07/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΑΣ 2.000,00
13 .................... .................... 1 24/07/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΤΜ .................... 500,00
14 .................... .................... 1 27/07/2015 ΚΑΤΑΘΕΣΗ/ΑΝΑΛΗΨΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ 2.000,00

 

17 .................... .................... 1 08/10/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΤΜ .................... 50,00
20 .................... .................... 1 06/11/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ .................... 900,00
21 .................... .................... 1 13/11/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ALPHAWEB .................... 760,00
ΣΥΝΟΛΟ 17.710,00


Στη συνέχεια, το ανωτέρω ποσό των 17.710,00€ καταλογίστηκε από τον έλεγχο ως προσαύξηση περιουσίας του άρθρου 21§4 του ν. 4172/2013 και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την παρούσα, πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος.

Ο προσφεύγων, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης προβάλλοντας τους ακόλουθους ισχυρισμούς:

- Έλλειψη νόμιμης αιτιολογίας - Έλλειψη πλήρους και επαρκούς τεκμηρίωσης της φερόμενης «προσαύξησης περιουσίας» - Κάλυψη εκ των εισοδημάτων παρελθόντων ετών.

- Επίκληση εισοδήματος παρελθόντων ετών για την κάλυψη πιστώσεων που πραγματοποιήθηκαν είτε από τον ίδιο τον προσφεύγοντα, είτε από τον (εξάδελφο του). Συναφώς, προσάγει και Πίνακα Ανάλωσης Κεφαλαίου Προηγουμένων ετών (αρχής γενομένης από το έτος 2005), από τον οποίο προκύπτει ότι το μη αναλωθέν κεφάλαιο το έτος 2014 (προηγούμενο του ελεγχομένου, αρχής γενομένης από το έτος 2005) ήταν 368.330,65 ευρώ, ποσό που υπερκαλύπτει το ποσό της «προσαύξησης περιουσίας» που του καταλογίσθηκε για το έτος 2015.

- Επίκληση λήψης καταναλωτικού δανείου ποσού 5.100,00 ευρώ το 2011 για τη κάλυψη των επίμαχων πιστώσεων.

- Ανάληψη στις 19/3/2015 ποσού ύψους 3.904 ευρώ (εκ του τραπεζικού του λογαριασμού με αριθμό που τηρεί στην ), το οποίο δεν προοριζόταν για κάλυψη καθημερινών αναγκών, αλλά παρέμενε διαθέσιμο εις χείρας του

- Περαιτέρω, μόνον κατά τα έτη 2013 και 2014 ήτοι, τα δύο προηγούμενα έτη του ελεγχόμενου έτους 2015, προέβην σε συνολικές αναλήψεις ποσού 31.162 ευρώ (εκ του τραπεζικού του λογαριασμού με αριθμό που τηρεί στην (εκ των οποίων, ανάληψη του ποσού των 1.850 ευρώ στις 30/10/2013).

- Ως προς τις καταθέσεις που έγιναν από τον εξάδελφό του , αφορούσαν τον ίδιο τον προσφεύγοντα, αλλά πραγματοποιήθηκαν μέσω του εξαδέλφου του ο οποίος, προκειμένου να τον εξυπηρετήσει λόγω φόρτου εργασιών, παρέλαβε τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά από εκείνον και στη συνέχεια προέβη στην κατάθεσή τους. - Το δε ποσό των 760 ευρώ (πίστωση στις 13-11-2015), έγινε προκειμένου να πληρωθεί το αεροπορικό του εισιτήριο στην εταιρεία , όπως προκύπτει από το ήδη προσκομισθέν παραστατικό (έκδοση εισιτηρίου και αναλυτικό στοιχείο συναλλαγής μέσω τραπέζης).»

Επειδή με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 21 του ν. 4172/2013, όπως ισχύει για την χρήση 2014: «Κάθε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία θεωρείται κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.»

Επειδή στην ΠΟΛ 1095/29.4.2011 «Εισόδημα από προσαύξηση περιουσίας της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010» ορίζεται:

«1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010, Φ.Ε.Κ. 175/Α' 30-9¬2010, προστέθηκε εδάφιο στην παράγραφο 3 του άρθρου 48 του Κ.Φ.Ε. ν.2238/1994, ως εξής: « Σε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία, ο φορολογούμενος μπορεί να κληθεί να αποδείξει είτε την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσής της, είτε ότι φορολογείται από άλλες διατάξεις, είτε ότι απαλλάσσεται από το φόρο με ειδική διάταξη, προκειμένου αυτό να μην φορολογηθεί ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της χρήσης κατά την οποία επήλθε η προσαύξηση.»

2. Στη σχετική εισηγητική έκθεση του ν. 3888/2010 αναφέρεται ότι με τις νέες αυτές διατάξεις καθορίζεται ποιος έχει το βάρος απόδειξης επί εισοδήματος του οποίου δεν προκύπτει σαφώς η πηγή ή αιτία προέλευσης και το οποίο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (άρθρα 4 και 48 του ν.2238/1994) λογίζεται ως εισόδημα προερχόμενο από ελευθέρια επαγγέλματα. Αν και από την ισχύουσα διάταξη θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι προέκυπτε χωρίς αμφιβολία το γεγονός ότι ο φορολογούμενος υποχρεούται να αποδείξει την πραγματική πηγή ή αιτία του εισοδήματος του, δεδομένου ότι η ισχύουσα διάταξη χρησιμοποιεί το ρήμα «λογίζεται», εντούτοις για την άρση κάθε αμφιβολίας με την προσθήκη του εδαφίου αυτού στην παράγραφο 3 ορίζεται αυτό πλέον και ρητά.

3. Οι διατάξεις αυτές αναφέρονται σε οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας, που προέρχεται από άγνωστη πηγή και αιτία προέλευσης, ή πρόκειται για προσαύξηση περιουσίας που δεν προκύπτει από διαρκή και σταθερή πηγή και καθορίζεται ότι ο φορολογούμενος, εφόσον κληθεί, φέρει το βάρος της απόδειξης για την πηγή ή την αιτία προέλευσης ή ότι η εν λόγω προσαύξηση φορολογείται με συγκεκριμένες διατάξεις, ή ότι απαλλάσσεται με ειδική διάταξη. Σε περίπτωση που οι αποδείξεις δεν είναι ικανοποιητικές, η οποιαδήποτε προσαύξηση της περιουσίας χαρακτηρίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα.»

Επειδή στο με αριθμ. πρωτ. ΔΕΑΦ Α' 1144110 ΕΞ 2015/5.11.2015 έγγραφο της Διεύθυνσης Ελέγχων της Γ.Γ.Δ.Ε. με θέμα «Διευκρινίσεις για θέματα ανάλωσης κεφαλαίου προηγουμένων ετών και προσαύξησης περιουσίας» αναφέρεται:

«Β' Προσαύξηση περιουσίας

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθ. 21 του ΚΦΕ, κάθε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία, θεωρείται κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.

2. Επιπλέον, με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ΚΦΔ ορίζεται ότι σε περίπτωση διαπίστωσης προσαύξησης περιουσίας κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 21 του ΚΦΕ, η προσαύξηση αυτή δεν υπόκειται σε φορολογία, εφόσον ο φορολογούμενος αποδείξει την πραγματική πηγή αυτής, καθώς επίσης και ότι αυτή είτε έχει υπαχθεί σε νόμιμη φορολογία, είτε απαλλάσσεται από τον φόρο σύμφωνα με ειδικές διατάξεις.

3. Οι διατάξεις της ως άνω παραγράφου αναφέρονται σε οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας, που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή και αιτία προέλευσης, και ορίζεται ότι ο φορολογούμενος, έχει τη δυνατότητα να αποδείξει την πραγματική πηγή ή την αιτία προέλευσης ή ότι η εν λόγω προσαύξηση φορολογήθηκε ή απαλλάχθηκε νόμιμα.

Σε περίπτωση που οι αποδείξεις δεν είναι ικανοποιητικές, η οποιαδήποτε προσαύξηση της περιουσίας χαρακτηρίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

4. Η προσαύξηση της περιουσίας μπορεί να αναφέρεται σε κινητή ή ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής, όπως οικόπεδα, σπίτια, αυτοκίνητα, σκάφη, αεροσκάφη, τραπεζικές καταθέσεις και πάσης φύσεως χρεόγραφα, (μετοχές, τοκομερίδια, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια κλπ.), η οποία δεν δικαιολογείται από τα εισοδήματα που δηλώνει ο φορολογούμενος. Η μεταβολή της σύνθεσης ή της διατήρησης της περιουσίας δεν σημαίνει απαραίτητα και την προσαύξησή της.

5. Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας διαπιστωθεί κατά τον έλεγχο, προκειμένου να φορολογηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 4 του άρθρου 29 του ΚΦΕ, δηλαδή με συντελεστή τριάντα τρία τοις εκατό (33%), απαιτείται να ελέγχονται και να συνεκτιμώνται και οι τυχόν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων του άρθρου 32 του ΚΦΕ.

8. Η προσαύξηση της περιουσίας που προκύπτει από τον έλεγχο τραπεζικών λογαριασμών πρέπει να τεκμηριώνεται επαρκώς, καθόσον αναλήψεις / καταθέσεις μπορεί να αφορούν συναλλαγές-κινήσεις που δεν συνιστούν κατ' ανάγκη φορολογητέο εισόδημα. Περαιτέρω μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών εξετάζονται και διερευνάται ο λόγος που πραγματοποιήθηκαν οι συναλλαγές μεταφοράς των ποσών αυτών αφού προσκομίσει ο φορολογούμενος τα σχετικά έγγραφα. Δηλαδή το θέμα που πρέπει να εξετάζεται δεν είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ ανάληψης και κατάθεσης στον ίδιο ή άλλο τραπεζικό λογαριασμό αλλά αν τα αναληφθέντα ποσά υπερκαλύπτουν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών, έτσι ώστε να μην δικαιολογούνται μεταγενέστερες καταθέσεις ίσου ή άλλου ποσού στον ίδιο ή άλλο λογαριασμό. Σ' αυτήν την περίπτωση μπορεί να αποδειχθεί και να τεκμηριωθεί από τον έλεγχο ότι, οι συγκεκριμένες αναλήψεις που έγιναν από τον φορολογούμενο από έναν ή περισσότερους λογαριασμούς δαπανήθηκαν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί εφικτή η επανακατάθεση των ποσών αυτών σε ίδιους ή άλλους λογαριασμούς.

Επιπλέον ο έλεγχος κρίνει και τεκμηριώνει εάν πρόκειται ή όχι για «πρωτογενείς καταθέσεις», δηλαδή για ποσά που προέρχονται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία και δεν προέρχονται από αναλήψεις από άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς.

Σημειώνεται ότι δεν αντίκειται στη φορολογική νομοθεσία η ανάληψη χρηματικών ποσών και η αποδεδειγμένη επανακατάθεση μέρους ή του συνόλου αυτών και ούτε προβλέπεται χρονικός περιορισμός για την διαδικασία κίνησης χρηματικών κεφαλαίων.

9. Όταν δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η προσαύξηση της περιουσίας, τότε αυτή φορολογείται στη χρήση που διαπιστώνεται από τον έλεγχο ότι επήλθε.

Ο φορολογούμενος δύναται σε κάθε περίπτωση να αποδείξει ότι ο χρόνος αυτός είναι διάφορος από αυτόν που διαπιστώθηκε από τον έλεγχο.»

Επειδή στην ΠΟΛ 1175/16-11-2017 του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. μεταξύ άλλων ορίζεται: «2. Γενικά, επισημαίνεται ότι πίστωση σε τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα της παρ. 3 του άρθρου 48 του Ν. 2238/1994 ή της παρ. 4 του άρθρου 21 του Ν.4172/2013 του δικαιούχου του λογαριασμού, εφόσον δεν καλύπτεται με τα δηλωθέντα εισοδήματά του, ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, είτε την οποία αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε την οποία εντοπίζει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου.

Σημειώνεται ότι ο φορολογούμενος οφείλει κατ' αρχήν, να ανταποκριθεί στην κλήση της ελεγκτικής αρχής να της χορηγήσει τα αναγκαία και εύλογα, ενόψει των συνθηκών, στοιχεία διευκρίνισης και επαρκούς δικαιολόγησης της περιουσιακής του κατάστασης, η οποία προδήλως δεν ανταποκρίνεται σε εκείνη που προκύπτει από τα στοιχεία των φορολογικών του δηλώσεων. Η άρνηση ή η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει τις παραπάνω πληροφορίες ή η αδυναμία του να τεκμηριώσει επαρκώς τους ισχυρισμούς προς δικαιολόγηση των επίμαχων ποσών λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση από τη φορολογική αρχή των αποδείξεων σε βάρος του. »

Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 65 του ν. 4174/2013: «Σε περίπτωση αμφισβήτησης πράξης προσδιορισμού φόρου στα πλαίσια ενδικοφανούς προσφυγής, ο φορολογούμενος ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που προβαίνει στην εν λόγω αμφισβήτηση φέρει το βάρος της απόδειξης της πλημμέλειας της πράξης προσδιορισμού του φόρου.»

Επειδή με τον πρώτο προβαλλόμενο λόγο της παρούσας, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι οι διερευνώμενες πιστώσεις πραγματοποιήθηκαν από σχηματισθέν κεφάλαιο από εισόδημα παρελθόντων ετών.

Επειδή, στην υπό κρίση περίπτωση ο έλεγχος για την απόδειξη ύπαρξης προσαύξησης περιουσίας, δεν έλαβε υπόψη του τη δυνατότητα κάλυψης των διαφορών από τα εναπομείναντα εισοδήματα προηγουμένων ετών, σε σύγκριση με υφιστάμενες καταθέσεις του προσφεύγοντος κατά την 01/01/2015.

Επειδή για την επίρρωση του ισχυρισμού του, ο προσφεύγων υπέβαλλε στην υπηρεσία μας το με αρ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/2019 υπόμνημα, προσκομίζοντας τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

α) Τροποποιημένο Πίνακα μη αναλωθέντων κεφαλαίων,
β) Υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών κατά την 31/12/2014 και
γ) Ε1 και εκκαθαριστικά ετών 2005-2015.

Επειδή η δυνατότητα ύπαρξης ρευστών διαθεσίμων στα χέρια του φορολογούμενου είναι θέμα πραγματικό, το οποίο η φορολογική ελεγκτική υπηρεσία οφείλει να εξετάζει και να εκτιμά με βάση τα στοιχεία που βρίσκονται στη διάθεσή της [πρβλ ΣτΕ 884/2016 (σκέψη 20)].

Επειδή από τον πίνακα μη αναλωθέντων κεφαλαίων που προσκομίσθηκε στην υπηρεσία μας με το ανωτέρω υπόμνημα, ο προσφεύγων εμφανίζει την 31/12/2014 υπόλοιπο διαθέσιμο κεφάλαιο ύψους 270.471,55 ευρώ. Από την αντιπαραβολή του ανωτέρω πίνακα με τις δηλώσεις των οικείων ετών, διαπιστώνεται κατ' αρχάς ότι ο προσφεύγων κατά τον υπολογισμό συμπεριέλαβε τόσο τις πραγματικές όσο και τις τεκμαρτές δαπάνες. Ωστόσο, το τελικό κεφάλαιο που φέρεται να σχηματίζεται στις 31/12/2014, δεν ανέρχεται σε 270.471,55 ευρώ, αλλά σε 153.516,58 €, καθόσον ο προσφεύγων κατά τον ανωτέρω υπολογισμό, παρέλειψε να αφαιρέσει το τεκμήριο αυτοκινήτου για τα οικονομικά έτη 2005, 2006 και 2007 και επιπροσθέτως δεν συνυπολόγισε τον αναλογούντα κατ' έτος φόρο εισοδήματος.

Επειδή περαιτέρω, με το προαναφερθέν υπόμνημα προσκομίστηκαν στην υπηρεσία μας βεβαιώσεις υπολοίπων την 31/12/2014 των καταθετικών λογαριασμών του προσφεύγοντος. Βάσει των ανωτέρω βεβαιώσεων, διαπιστώνεται ότι ο προσφεύγων είχε εντός τραπεζικού συστήματος συνολικό υπόλοιπο ύψους 3.101,81€, ποσό το οποίο ταυτίζεται με το απεικονισθέν στην οικεία έκθεση ελέγχου συνολικό υπόλοιπο των καταθετικών λογαριασμών. Επιπροσθέτως, λαμβάνοντας υπ' όψιν τους εν λόγω καταθετικούς λογαριασμούς καθώς και τα υπόλοιπα, βάσει ελέγχου, ενός επενδυτικού και ενός προθεσμιακού λογαριασμού του προσφεύγοντος, το συνολικό ποσό το οποίο είχε κατά την 31/12/2014 σε τραπεζικά ιδρύματα ανέρχεται συνολικά σε 12.125,32 ευρώ.

Επειδή λαμβάνοντας υπ' όψιν τα όσα προαναφέρθηκαν, το υπόλοιπο που διέθετε ο προσφεύγων εις χείρας του σε μετρητά την 01/01/2015, ανερχόταν τελικώς σε 141.391,26€ (μη αναλωθέν κεφάλαιο προηγουμένων ετών ύψους 153.516,58€ - σύνολο κεφαλαίου κατατεθειμένο σε τραπεζικούς λογαριασμούς ύψους 12.125,32€). Συνεπώς, ο προσφεύγων είχε τη δυνατότητα, να πραγματοποιήσει από τα ρευστά διαθέσιμα που είχε εις χείρας του την 01/01/2015 τις πιστώσεις που απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα:
 

Α/Α Πιστωτικό Ίδρυμα Αριθμός Λογαριασμού Πλήθος Δικαιούχων Ημερομηνία Περιγραφή Συναλλαγής Αιτιολογία Συναλλαγής Ποσό
3 .................... .................... 1 17/03/2015 ΚΑΤΑΘΕΣΗ/ΑΝΑΛΗΨΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ 7.500,00
5 .................... .................... 1 13/05/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΑΣ 2.000,00
8 .................... .................... 1 24/06/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΑΣ 1.000,00
11 .................... .................... 1 22/07/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΕ ΚΑΣ 2.000,00
14 .................... .................... 1 27/07/2015 ΚΑΤΑΘΕΣΗ/ΑΝΑΛΗΨΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗ 2.000,00
ΣΥΝΟΛΟ 14.500,00


Ως εκ τούτου, για τις ανωτέρω πιστώσεις δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 4172/2013, δεν συνιστούν προσαύξηση περιουσίας και πρέπει να διαγραφούν.

Επειδή ο προσφεύγων ισχυρίζεται ως προς τις πιστώσεις που αναφέρουν ως αιτιολογία συναλλαγής « », ότι πρόκειται για καταθέσεις, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό του από τον εξάδελφό του και συγκεκριμένα αφορούν χρήματα του ίδιου του προσφεύγοντος, ο οποίος λόγω φόρτου εργασίας, ανέθεσε στον εξάδελφό του την κατάθεση των σχετικών ποσών σε λογαριασμό του.

Οι εν λόγω πιστώσεις απεικονίζονται στον κατωτέρω πίνακα:
 

Α/Α Πιστωτικό Ίδρυμα Αριθμός Λογαριασμού Πλήθος Δικαιούχων Ημερομηνία
Περιγραφή Συναλλαγής
Αιτιολογία Συναλλαγής Ποσό
2     1 30/01/2015 ΚΑΤΑΘΕΣΗ/ΑΝΑΛΗΨΗ   500,00
10

1 08/07/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΤΜ
500,00
13

1 24/07/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΤΜ
500,00
17

1 08/10/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΤΜ
50,00



20

1 06/11/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ
900,00



21

1 13/11/2015 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΜΕΣΩ ALPHAWEB
760,00



ΣΥΝΟΛΟ 3.210,00


Επειδή, από το σύνολο των εγγράφων του φακέλου της κρινόμενης ενδικοφανούς προσφυγής, δεν αποδεικνύεται ότι ο πραγματοποιούσε καταθέσεις μετρητών κατ' εντολή και για λογαριασμό του προσφεύγοντος, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των διερευνώμενων πιστώσεων, όπως προκύπτει από την αιτιολογία της τράπεζας στις 08/07/2015, 24/07/2015, 08/10/2015, 06/11/2015 και 13/11/2015 γίνονται με μεταφορά από λογαριασμό τρίτου, είτε μέσω ΑΤΜ ή ALPHAWEB, είτε μέσω καταστήματος και όχι με κατάθεση μετρητών.

Επίσης, δεν προσκομίσθηκαν στην υπηρεσία μας αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ο δικαιούχος του λογαριασμού από τον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι επίμαχες μεταφορές.

Συνεπώς, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος κρίνεται αβάσιμος και ως εκ τούτου ορθώς οι εν λόγω πιστώσεις χαρακτηρίστηκαν από τη φορολογική αρχή ως προσαύξηση περιουσίας και φορολογήθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 4172/2013.

Αποφασίζουμε

Την μερική αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 29/03/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του του , ΑΦΜ και την τροποποίηση, σύμφωνα με τα ανωτέρω της υπ' αριθ /2019 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος/πράξης επιβολής προστίμου φορολογικού έτους 2015, της Προϊσταμένης του ΚΕΦΟΜΕΠ.

Προσαύξηση περιουσίας κατ' εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 21 του N. 4172/2013 με βάση την παρούσα απόφαση:
 

Φορολογικό Έτος Ποσά προσαύξησης βάσει ελέγχου Ποσά που δικαιολογούνται βάσει της παρούσας Σύνολο προσαύξησης περιουσίας βάσει απόφασης ΔΕΔ
2015 17.710,00 14.500,00 3.210,00


Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση για το φορολογικό έτος 2015:










ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ Κ.ΛΠ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2015







Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔ/ΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΑΚΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
O/Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live