Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Δ2β/Γ.Π.οικ. 80727 Καθορισμός των οργάνων, της διαδικασίας ελέγχου πιστοποίησης των παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων, καθώς και των κριτηρίων προσδιορισμού του ύψους του προστίμου, της διαδικασίας είσπραξης των προστίμων καθώς και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή του ν. 3868/2010 (ΦΕΚ 129/Α'/3.8.2010),όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

$
0
0

Αριθμ. Δ2β/Γ.Π.οικ. 80727 Καθορισμός των οργάνων, της διαδικασίας ελέγχου πιστοποίησης των παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων, καθώς και των κριτηρίων προσδιορισμού του ύψους του προστίμου, της διαδικασίας είσπραξης των προστίμων καθώς και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή του ν. 3868/2010 (ΦΕΚ 129/Α'/3.8.2010),όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

(ΦΕΚ Β 4177/15.11.2019)


ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ - ΥΓΕΙΑΣ - ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τα άρθρα 16, 17 και 18 του ν. 4633/2019 (ΦΕΚ 161/Α'/16.10.2010) «Σύσταση Εθνικού Οργανισμού Υγείας (ΕΟΔΥ), ρυθμίσεις για τα προϊόντα καπνού, άλλα ζητήματα του Υπουργείου Υγείας και λοιπές διατάξεις».
2. Τις διατάξεις του ν. 3868/2010 (ΦΕΚ 129/Α'/3.8.2010) «Αναβάθμιση του Ε.Σ.Υ. και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης», όπως ισχύει.
3. Το ν. 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (ΦΕΚ 90 Α'), όπως ισχύει.
4. Το ν. 4270/2014 (ΦΕΚ 143 Α') «Αρχές Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Ελέγχου (ενσωμάτωση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ)-δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
5. Τις διατάξεις του ν. 4622/2019 (ΦΕΚ 133/Α'/7.8.2019) «Επιτελικό Κράτος: Οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης».
6. Τις διατάξεις του ν. 3370/2005 (ΦΕΚ 176/Α'/11.7.2005) «Οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών δημόσιας υγείας και λοιπές διατάξεις», όπως ισχύει.
7. Τις διατάξεις του ν. 3420/2005 (ΦΕΚ 298/Α'/6-12-2005) «Κύρωση της Σύμβασης Πλαίσιο του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του Καπνού» (FCTC- W.H.O. for tobacco control), όπως ισχύει.
8. Τις διατάξεις του ν. 3528/2007 περί κύρωσης του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., όπως ισχύει.
9. Τις διατάξεις του ν. 3730/2008 (ΦΕΚ262/Α'/23.12.2008) «Προστασία ανηλίκων από τον καπνό και τα αλκοολούχα ποτά και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.
10. Τις διατάξεις του ν. 4419/2016 (ΦΕΚ 174/Α'/20.9.2016) «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014».
11. Τις διατάξεις του ν. 3731/2008 (ΦΕΚ 263/Α'/ 23.12.2008) «Αναδιοργάνωση της δημοτικής αστυνομίας και ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών», όπως ισχύει.
12. Τις διατάξεις του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87/Α'/7.6.2010) «Νέα αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα "ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ"», όπως ισχύει.
13. Το π.δ. 83/2019 (Α 121/2019) «Διορισμός Αντι-προέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
14. Το π.δ. 142/2017 (ΦΕΚ 181/Α'/23.11.2017) «Νέος Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.
15. Τα άρθρα 159, 169 του π.δ. 141/1991 «Αρμοδιότητες των οργάνων και υπηρεσιακές ενέργειες του προσωπικού Δημοσίας Τάξης και θέματα οργάνωσης υπηρεσιών», όπως ισχύει.
16. Το π.δ. 86/2018 (ΦΕΚ 159/Α'/29.08.2018) «Ανασύσταση του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης και μετονομασία σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη», όπως ισχύει.
17. Το π.δ. 121/2017 (ΦΕΚ 148/Α'/9.10.2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας», όπως ισχύει.
18. Το π.δ. 141/2017 (ΦΕΚ 180/Α'/23.11.2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Εσωτερικών», όπως ισχύει.
19. Την αριθμ. 47829/2017(ΦΕΚ 2161 τ.Β') απόφαση του Υπουργού Υγείας «Υγειονομικοί όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας επιχειρήσεων τροφίμων/ποτών και άλλες διατάξεις». Την Υ1/ΓΠ/οικ.76017/2002 (ΦΕΚ 1001 Β') Υγειονομική Διάταξη "περί απαγόρευσης καπνίσματος".
20. Την Υ1/ΓΠ/οικ.76017/2002 (ΦΕΚ 1001 τ.Β') Υγειονομική Διάταξη «περί απαγόρευσης καπνίσματος».
21. Την Υ1/ΓΠ/οικ.82942/2003 (ΦΕΚ 1292 Β') Υγειονομική Διάταξη «περί απαγόρευσης του καπνίσματος σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, μεταφορικά μέσα και μονάδες παροχής υπηρεσιών υγείας».
22. Την Γ.Π. οικ. 104720/2010 (ΦΕΚ 1315/Β'/25.8.2010) υπουργική απόφαση περί "καθορισμού των οργάνων, της διαδικασίας ελέγχου πιστοποίησης των παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων, καθώς και των κριτηρίων προσδιορισμού του ύψους του προστίμου, της διαδικασίας είσπραξης των προστίμων καθώς και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή του ν. 3868/2010 (ΦΕΚ 129/Α'/3.8.2010)".
23. Την αριθμ. Β1α/οικ. 76880/01-11-2019 βεβαίωση της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών σύμφωνα με την οποία η έκδοση της παρούσας απόφασης δεν προκαλεί δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
24. Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α') «Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών» και ειδικότερα όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 67 του ν. 4583/2018 (ΦΕΚ 212 Α').
25. Την Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1163/03.07.2013 (ΦΕΚ Β' 1675) «Όροι και διαδικασία είσπραξης - επιστροφής για την εφαρμογή του ηλεκτρονικού παραβόλου», όπως ισχύει.
26. Την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης του πλαισίου προστασίας και προαγωγής της υγείας του πληθυσμού από τον καπνό, αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Αρμόδιες Αρχές και Όργανα Ελέγχου

Την εποπτεία για την εφαρμογή των άρθρων 16 του ν. 4633/2019 (ΦΕΚ 161 τ.Α'), 17 και 32 του ν. 3868/2010 (ΦΕΚ 129 τ.Α') όπως ισχύουν περί ολικής απαγόρευσης του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους και σε όλους τους χώρους παροχής εργασίας, ασκεί το Υπουργείο Υγείας μέσω της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων.

1. α) Αρμόδιες Αρχές για την διασφάλιση της εφαρμογής του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου σχετικά με την ολική απαγόρευση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους και σε όλους τους χώρους παροχής εργασίας μέσω της διαπίστωσης των παραβάσεων και της επιβολής κυρώσεων είναι οι Υγειονομικές Υπηρεσίες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης βαθμού Α' και Β', η Ελληνική Αστυνομία, η Δημοτική Αστυνομία καθώς και οι Λιμενικές Αρχές στην περιοχή ευθύνης τους.
β) Όργανα Ελέγχου αποτελούν τα αρμόδια υγειονομικά όργανα των Υγειονομικών Υπηρεσιών των Οργανισμών Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' και Β' βαθμού, το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, της Δημοτικής Αστυνομίας και το ένστολο προσωπικό των Λιμενικών Αρχών.

2. Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.) του άρθρου 82 του ν. 4622/2019, ως καθολικός διάδοχος, μεταξύ άλλων φορέων ελέγχου, και του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (Σ.Ε.Υ.Υ.Π.), συνεργάζεται με τις ανωτέρω Αρμόδιες Αρχές για την ορθή εφαρμογή του νόμου. Η Ε.Α.Δ. δύναται να διενεργεί και η ίδια ελέγχους περί συμμόρφωσης με τις κείμενες διατάξεις, αξιολογώντας πανελλαδικά στατιστικά στοιχεία, κατά τη διάρκεια των οποίων προβαίνει σε συστάσεις ή/και σε απόδοση τυχόν πειθαρχικών ευθυνών.

3. Τα όργανα ελέγχου κατά την εκτέλεση του έργου τους και κατόπιν αιτήματος τους συνεπικουρούνται από τις κατά τόπους λοιπές αρχές, μεταξύ άλλων και των ελεγκτικών Υπηρεσιών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ) και του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), οι οποίες υποχρεούνται να ανταποκριθούν.

4. α) Τα ανωτέρω όργανα ελέγχου διενεργούν τακτικούς ελέγχους, έκτακτους ελέγχους και ελέγχους κατόπιν καταγγελίας και ενημερώνουν εγγράφως την Προϊσταμένη τους Αρχή.
β) Τα όργανα ελέγχου συντάσσουν μηνιαίες εκθέσεις. Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν αναλυτικά στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων και τη διαπίστωση των παραβάσεων, όπως: την ημεροχρονολογία της εκάστοτε παράβασης, τα στοιχεία ταυτότητας ή διαβατηρίου, τον Α.Φ.Μ. και την αρμόδια Δ.Ο.Υ. του παραβαίνοντος όταν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, καθώς και τα στοιχεία της επιχείρησης, το ΑΦΜ και την αρμόδια ΔΟΥ, όταν η παράβαση αφορά κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος ή άλλο χώρο, τον αύξοντα αριθμό της Πράξης Επιβολής Προστίμου κ.τ.λ. Οι εκθέσεις αυτές διαβιβάζονται αντίστοιχα στην αρμόδια υπηρεσία της ΑΑΔΕ και στην αρμόδια για την αδειοδότηση των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος Υπηρεσία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ώστε να ελέγχονται τυχόν επαναλαμβανόμενες παραβάσεις χώρων υγειονομικού ενδιαφέροντος και να προβαίνει η αρμόδια υπηρεσία σε ανάκληση της άδειας λειτουργίας του καταστήματος, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, κατά τα οριζόμενα στην παρούσα.

5. Παράλληλα, τα όργανα ελέγχου υποχρεούνται να υποβάλουν εξαμηνιαίες αναφορές και στατιστικά στοιχεία στην Ε.Α.Δ. και στη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας και Ποιότητας Ζωής του Υπουργείου Υγείας. Η εν λόγω Διεύθυνση θα εκδίδει περιοδικά στατιστικά στοιχεία για την πορεία των ελέγχων, τα ποσοστά συμμόρφωσης των παραβατών και τα ποσοστά μείωσης των καπνιστών στη Χώρα μας. Τα στατιστικά αυτά στοιχεία θα αποτελούν το περιεχόμενο ετήσιας έκθεσης της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων, που θα υποβάλλεται στον Υπουργό Υγείας και στην Ε.Α.Δ. και θα αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας.

6. Τα Όργανα Ελέγχου αυτοβούλως ή μετά από καταγγελία ή μετά από αίτημα της Ε.Α.Δ., διενεργούν ελέγχους στην περιοχή ευθύνης τους. Όπου κρίνεται σκόπιμο, με Πράξη του Προϊστάμενου της Αρμόδιας Υγειονομικής Αρχής της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, δημιουργούνται μικτά κλιμάκια από ένα υγειονομικό όργανο, ένα όργανο της Ελληνικής Αστυνομίας ή/και της Δημοτικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος, συνεπικουρούμενα, εφόσον παραστεί ανάγκη, από ένα στέλεχος των ελεγκτικών υπηρεσιών του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού ή επιθεωρητές εργασίας, όπως ειδικότερα καθορίζονται με την εκάστοτε πράξη συγκρότησης του μικτού κλιμακίου. Προκειμένου να υπάρξει πλήρης ηλεκτρονική καταγραφή και να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικότερα το ζήτημα του ελέγχου των επαναλαμβανόμενων παραβάσεων σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους και καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος θα δημιουργηθεί πλήρες ενιαίο και ολοκληρωμένο μηχανογραφημένο σύστημα καταγραφής των παραβάσεων. Το χρονοδιάγραμμα δημιουργίας του ως άνω συστήματος καθώς και κάθε άλλη απαραίτητη λεπτομέρεια για τη διαχείριση και λειτουργία του, καθορίζονται με εγκύκλιο που εκδίδεται εντός 3 μηνών από την έκδοση της παρούσης, από το Υπουργείο Υγείας.

7. Η διαδικασία ελέγχου, ασκείται όπως προβλέπεται στους Οργανισμούς λειτουργίας των αρμοδίων Αρχών και όπως ορίζεται στην παρούσα.

8. Τα εντεταλμένα αρμόδια όργανα ελέγχου φέρουν και επιδεικνύουν κατά τη διάρκεια των ελέγχων την ταυτότητα της υπηρεσίας τους.


Άρθρο 2
Διαδικασίες Ελέγχων- Πιστοποίηση παραβάσεων

1. Οι αρμόδιες Αρχές μέσω των Οργάνων Ελέγχου τους διενεργούν ελέγχους για τη διαπίστωση παραβάσεων των διατάξεων του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου κατά του καπνίσματος.

2. Οι ανωτέρω αρμόδιες Αρχές μέσω των Οργάνων Ελέγχου τους παρεμβαίνουν στους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, όπως αυτοί περιγράφονται αναλυτικά στα άρθρα 2 και 3 του ν. 3730/2008, όπως ισχύει καθώς και του ν. 4633/2019 (ΦΕΚ 161 τ.Α').

3. Τακτικοί έλεγχοι και έκτακτοι έλεγχοι διενεργούνται οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας από τα ελεγκτικά όργανα:

α. Τακτικοί έλεγχοι διεξάγονται σε μηνιαία, ή διμηνιαία βάση με κριτήρια όπως:

i) ανάλογα με τον αριθμό των καταγγελιών,
ii) ανάλογα με τη συχνότητα παραβάσεων ανά περιοχή και
iii) ανάλογα με το εύρος της περιοχής ελέγχου.
β. Έκτακτοι έλεγχοι διενεργούνται δίνοντας προτεραιότητα σε χώρους στους οποίους έχουν ήδη διαπιστωθεί επαναλαμβανόμενες παραβάσεις. Σε περίπτωση καταγγελιών κινητοποιείται η διαδικασία έκτακτου ελέγχου.
4. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί παράβαση, συντάσσεται από τα ελεγκτικά όργανα Πράξη Επιβολής Προστίμου, βάσει του υποδείγματος του Παραρτήματος που επισυνάπτεται στην παρούσα και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της, στην οποία καταχωρούνται τα στοιχεία του παραβάτη και υποχρεωτικά ο ΑΦΜ ή/και ο Αριθμ. Αστυνομικής Ταυτότητας/Διαβατηρίου, περιγράφεται η διαπιστωθείσα παράβαση και αιτιολογείται το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου, στο πλαίσιο του άρθρου 6 του ν. 3730/2008, όπως ισχύει. Αντίτυπο της πράξης αυτής επιδίδεται στον παραβάτη επιτόπου για περιπτώσεις καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος ή επιχειρήσεων ή Οργανισμών/Φορέων αντίτυπο της Πράξης Επιβολής Προστίμου επιδίδεται στον υπεύθυνο του χώρου και σε περίπτωση άρνησης παραλαβής κοινοποιείται στη διεύθυνση της επιχείρησης ή του Φορέα ή θυροκολλείται. Εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της Πράξης Επιβολής Προστίμου, ο ελεγχόμενος δύναται να διατυπώσει γραπτώς τις αντιρρήσεις του στον Προϊστάμενο της υπηρεσίας ή της Αρχής στην οποία ανήκει το όργανο το οποίο διαπίστωσε την παράβαση. Σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη αυτή η προθεσμία, το επιβληθέν πρόστιμο οριστικοποιείται. Σε περίπτωση που ο παραβάτης προβάλλει επαρκείς αντιρρήσεις, κατά την έγγραφη αιτιολογημένη κρίση του Προϊσταμένου της υπηρεσίας ή της Αρχής στην οποία ανήκει το όργανο το οποίο διαπίστωσε την παράβαση, το πρόστιμο μειώνεται ή απαλείφεται.

5. Για κάθε παράβαση που διαπιστώνεται σε χώρο δημόσιας υπηρεσίας όπως αυτό ορίζεται στην παρ. 11 του άρθρου 17 του ν. 3868/2010, όπως ισχύει, προβλέπονται συγκεκριμένα πρόστιμα. Τα επιβαλλόμενα πρόστιμα δεν μπορεί να είναι κατώτερα των αναφερόμενων στον Πίνακα 1 της παρούσης.

6. Για το ύψος του προστίμου κριτήρια αποτελούν:

Α. O χώρος εντός του οποίου διαπιστώνεται η παράβαση κατά σειρά προτεραιότητας ως ακολούθως:

1. νοσηλευτικά - προνοιακά ιδρύματα όλων των ειδών και των βαθμίδων, χώροι παροχής υπηρεσιών υγείας,

2. εκπαιδευτικά ιδρύματα, παιδικοί σταθμοί, νηπιαγωγεία, δημοτικά σχολεία, ειδικά σχολεία, χώροι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όλων των τύπων, χώροι παροχής παντός τύπου ιδιωτικής εκπαίδευσης, κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, παιδότοποι,

3. πανεπιστημιακά ιδρύματα, εκπαιδευτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, χώροι παροχής κάθε είδους τεχνικής εκπαίδευσης, χώροι παροχής παντός τύπου ιδιωτικής εκπαίδευσης,

4. χώροι αθλητικών εγκαταστάσεων, κλειστοί και υπαίθριοι χώροι διεξαγωγής αθλοπαιδιών, ψυχαγωγίας και συγκέντρωσης ανηλίκων, κλειστοί χώροι ομαδικών αθλημάτων και κλειστοί χώροι αθλητικών εκδηλώσεων,

5. καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, ίντερνετ- καφέ, θέατρα, κινηματογράφοι, καζίνο, καταστήματα τυχερών παιγνίων,

6. κέντρα διασκέδασης.

Β. Η μη ανάρτηση σήματος για την απαγόρευση του καπνίσματος. Οι υπεύθυνοι των χώρων εργασίας ή καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος ή κάθε αρμόδιος θα πρέπει να φροντίζει για την ανάρτηση απαγορευτικού σήματος στο χώρο ευθύνης του και μάλιστα σε εμφανή σημεία αυτού και να επαναλαμβάνει τη σήμανση για κάθε δεκαπέντε τετραγωνικά μέτρα του χώρου, καθώς και για τη λήψη μέτρων αποτροπής των παραβάσεων, όπως ενδεικτικά η μη απομάκρυνση των σταχτοδοχείων.

Γ. Η έλλειψη ανταπόκρισης του υπεύθυνου λειτουργίας του καταστήματος σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση παράβασης, η παράλειψη πραγματοποίησης συστάσεων στους παραβάτες και η παράλειψη κλήσης των αρμοδίων οργάνων.

Δ. Η απουσία συνεργασίας του υπεύθυνου της επιχείρησης με τα αρμόδια όργανα κατά τη διεξαγωγή του ελέγχου.

Ε. Η υποτροπή, ήτοι η επανάληψη της παράβασης στον ίδιο χώρο. Για την παρούσα ως επαναλαμβανόμενη παράβαση ή υποτροπή νοείται η επανάληψη της ίδιας παράβασης σε μεταγενέστερο χρόνο ή η πλέον της μίας παράβασης των διατάξεων του ν. 3868/2010, όπως ισχύει, που βεβαιώνεται από τις αρμόδιες αρχές στον ίδιο δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο ή στο ίδιο κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος.

7. Τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από άλλους νόμους δεν θίγονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 3
Επιβολή προστίμων

1. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται ανά περίπτωση είναι:

Α. Σε όσους καπνίζουν ή καταναλώνουν καπνικά προϊόντα κατά παράβαση του ν. 3730/2008, όπως ισχύει, επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση, όπως εξειδικεύεται στον πίνακα 1 της παρούσας, που επισυνάπτεται και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.

Β. Σε κάθε υπεύθυνο διαχείρισης και λειτουργίας των χώρων της πρώτης παραγράφου του άρθρου 3 του ν. 3730/2008 ή σε όποιον παραβιάζει τις διατάξεις άρθρου 2 του ν. 3730/2008, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, επιβάλλεται πρόστιμο, το ύψος του οποίου είναι από 500 έως 10.000 ευρώ για κάθε παράβαση, όπως εξειδικεύεται στον πίνακα 1 της παρούσας, που επισυνάπτεται και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.

Γ. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3730/2008, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 του ν. 4633/2019, απαγορεύεται πλήρως το κάπνισμα και η κατανάλωση προϊόντων καπνού στα πάσης φύσεως αυτοκίνητα, ιδιωτικής και δημοσίας χρήσης, όταν επιβαίνουν ανήλικοι κάτω των 12 ετών.
Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, για την ως άνω παράβαση επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ποσού χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ στον επιβαίνοντα που καπνίζει ανεξάρτητα αν είναι οδηγός, ενώ διπλασιάζεται το πρόστιμο στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, αν αυτός που καπνίζει οδηγεί αυτοκίνητο δημοσίας χρήσης. Επιπλέον στους οδηγούς των οχημάτων αυτών επιβάλλεται η αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδήγησης για διάστημα ενός (1) μηνός για κάθε παράβαση έστω και αν δεν διέπραξαν οι ίδιοι την παράβαση, αλλά πρόσωπο που επιβαίνει στο αυτοκίνητο.
Η διαπίστωση της παράβασης και η επιβολή των προαναφερόμενων διοικητικών ποινών γίνεται από τα αστυνομικά όργανα. Για τη διαδικασία είσπραξης των προστίμων και τη διάθεση των εσόδων εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρούσας.

Δ. Σύμφωνα με την περίπτωση στ' της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3730/2008, όπως ισχύει, καθώς και με το άρθρο 17 του ν. 4633/2019, απαγορεύεται η κατανάλωση προϊόντων καπνού σε κλειστούς και υπαίθριους χώρους διεξαγωγής αθλοπαιδιών, ψυχαγωγίας και συγκέντρωσης ανηλίκων, σε κλειστούς χώρους ομαδικών αθλημάτων και κλειστούς χώρους αθλητικών εκδηλώσεων. Για κάθε παράβαση της παρούσας διάταξης επιβάλλεται πρόστιμο ύψους διακοσίων (200) ευρώ στους καπνίζοντες και πεντακοσίων (500) ευρώ στους υπεύθυνους διαχείρισης των παραπάνω χώρων.

2. Για τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, η παράβαση βεβαιώνεται σε «Βιβλίο Αναφοράς του ν. 3868/2010 και 4633/2019», το οποίο οφείλει να προμηθευτεί και να τηρεί ο υπόχρεος. Πρόκειται για κοινό 100φυλλο βιβλίο αναφορών με χοντρό εξώφυλλο και με αριθμημένες σελίδες, ριγέ, μεγέθους Α4, θεωρημένο από την αδειοδοτούσα αρχή. Επιπροσθέτως, η παράβαση καταχωρείται στο ειδικό τριπλότυπο έντυπο, που τιτλοφορείται "ΠΡΑΞΗ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΤΙΜΟΥ', ως συνημμένο Παράρτημα.
Ένα αντίγραφο επιδίδεται στον παραβάτη, ένα λαμβάνει η Αρμόδια Αρχή και στέλεχος - το οποίο αποτελεί τον νόμιμο τίτλο βεβαίωσης - αποστέλλεται στη Δ.Ο.Υ. φορολογίας του παραβάτη για την εφαρμογή των οριζόμενων στην παρ. 2 του άρθρου 4 της παρούσας.
Το ειδικό τριπλότυπο έντυπο εκδίδεται και διαβιβάζεται από, και με ευθύνη του Υπουργείου Υγείας προς όλες τις Αρχές Ελέγχου. Φέρει ανάγλυφο το Εθνόσημο και τα στοιχεία του Υπουργείου Υγείας σε κάθε αριθμημένο φύλλο του προκειμένου να εξασφαλίζεται η γνησιότητά του.
Σε περίπτωση που διαπιστώνεται υποτροπή σε επανέλεγχο, αυτή λαμβάνεται υπόψη για το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου για κάθε παράβαση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στους συνημμένους πίνακες. Σε περίπτωση 4ης και 5ης υποτροπής ορίζονται επιπροσθέτως στους συνημμένους στην παρούσα πίνακες οι επιπτώσεις στο καθεστώς λειτουργίας των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος.
Σε περίπτωση διαπίστωσης τέταρτης παράβασης σε χώρο ή κατάστημα, κατόπιν διενέργειας τακτικού ή έκτακτου ελέγχου ή και ελέγχου κατόπιν καταγγελίας από τα αρμόδια Όργανα Ελέγχου, η αρμόδια Αρχή Ελέγχου πέραν του νέου προστίμου που θα επιβάλλει, κοινοποιεί εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών την Πράξη Επιβολής Προστίμου στην Ε.Α.Δ. για ενημέρωσή της και στις αρχές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που είναι αρμόδιες για την έκδοση της άδειας λειτουργίας του καταστήματος, προκειμένου με σχετική απόφαση τους εντός διαστήματος δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη μέρα που θα ενημερωθούν, να προβούν σε προσωρινή σφράγιση του καταστήματος για χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών.
Σε περίπτωση διαπίστωσης πέμπτης παράβασης, η αρμόδια ελεγκτική αρχή πέραν του προστίμου, που θα επιβάλλει, κοινοποιεί εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών την Πράξη Επιβολής Προστίμου στην Ε.Α.Δ. για ενημέρωσή της και στις αρχές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που είναι αρμόδιες για την έκδοση της άδειας λειτουργίας του καταστήματος, προκειμένου με σχετική απόφαση τους εντός διαστήματος δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη μέρα που θα ενημερωθούν, να προβούν σε οριστική ανάκληση της άδειας λειτουργίας και οριστική σφράγιση του καταστήματος.

3. Ο παραβάτης υποχρεούται να δώσει στο Όργανο Ελέγχου οποιοδήποτε από τα προσωπικά του στοιχεία ή τα στοιχεία της επιχείρησης ζητηθούν, όπως: ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, ΑΦΜ, ΔΟΥ, ΑΦΜ επιχείρησης, Αριθμό Δελτίου Ταυτότητας (ΑΔΤ) ή Αριθμό Διαβατηρίου, διεύθυνση κατοικίας και να προσκομίσει στο πλαίσιο του ελέγχου, αν πρόκειται για κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, την άδεια λειτουργίας του καταστήματος ή τη γνωστοποίηση λειτουργίας του ή οποιοδήποτε έγγραφο δημόσιας αρχής εκ του οποίου προκύπτει η επιφάνειά του.
Σε περίπτωση που ο παραβάτης αρνηθεί να δώσει οποιοδήποτε από τα προαναφερθέντα στοιχεία, τότε το Όργανο Ελέγχου δύναται να ζητήσει άμεσα τη συνδρομή της αστυνομίας.
Οι αστυνομικές αρχές υποχρεούνται να παρέχουν άμεσα τη συνδρομή τους προκειμένου να συμπληρωθεί άρτια η Πράξη Επιβολής Προστίμου.

4. Τα επιβαλλόμενα πρόστιμα του Πίνακα 1 δεν μπορούν να υπερβούν τα οριζόμενα κατά περίπτωση ανώτερα ποσά.

5. Οι Διοικήσεις των φορέων της Γενικής κυβέρνησης, ΟΤΑ, ΝΠΔΔ, Ν.Π.Ι.Δ και των φορέων εκείνων που ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα οφείλουν να καταρτίσουν εντός μηνός από τη δημοσίευση της παρούσας σχέδιο ελέγχου του καπνίσματος εντός του φορέα και να ορίσουν υπεύθυνο/ους για την εφαρμογή του.

6. Στους υπεύθυνους των ανωτέρω Φορέων επιβάλλεται πρόστιμο 500 € σύμφωνα με τα κατωτέρω αναλυτικά εκτιθέμενα (ΠΙΝΑΚΑΣ 1) για παραβάσεις όπως:

i. Μη Κατάρτιση Σχεδίου Αποτροπής Καπνίσματος και ορισμό υπευθύνων.

ii. Έλλειψη ανάρτησης σήμανσης και λήψης λοιπών μέτρων αποτροπής (απομάκρυνση σταχτοδοχείων).

iii. Απουσία ανταπόκρισης του υπευθύνου σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης.

iv. Παράλειψη κλήση των αρμόδιων Οργάνων Ελέγχου.

v. ‘Έλλειψη συνεργασίας με τα Όργανα Ελέγχου.


 

ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Παραβάσεις που αφορούν στο κάπνισμα  
Χώροι κλειστοί και υπαίθριοι με παρουσία ανηλίκων, (Ενδεικτικά παιδικοί / βρεφονηπιακοί σταθμοί, σχολεία κλπ, internet cafe κλπ ), χώροι ψυχαγωγίας ανηλίκων, χώροι αθλητικών εκδηλώσεων, κλειστοί χώροι ομαδικών αθλημάτων, χώροι άσκησης ανηλίκων (παιδότοποι, παιδικές χαρές, γήπεδα κλπ)

Σε κάθε περίπτωση επανάληψης της παρούσας παράβασης (υποτροπής) διπλασιάζεται το αμέσως προηγούμενο επιβληθέν πρόστιμο
200€ πρόστιμο για τον καπνιστή

500€ πρόστιμο για τον υπεύθυνο Διαχείρισης .

Παραβάσεις:
  • Ανοχή ή μη επέμβαση του υπευθύνου
  • Έλλειψη ανάρτησης σήμανσης και λήψης λοιπών μέτρων αποτροπής (απομάκρυνση σταχτοδοχείων).
  • Απουσία ανταπόκρισης του υπευθύνου σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης, μη πραγματοποίηση συστάσεων
  • Παράλειψη κλήσης των αρμόδιων οργάνων ελέγχου.
  • Έλλειψη συνεργασίας με τα Όργανα Ελέγχου.
IX αυτοκίνητα, παντός είδους μέσα μαζικής μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των επιβατηγών δημόσιας χρήσης αυτοκινήτων, με μετρητή (ταξί) και αγοραίων, στα οποία επιβαίνουν ανήλικοι κάτω των 12 ετών . 1500€ για τον καπνιστή επιβαίνοντα ή οδηγό IX ιδιωτικής χρήσης ανά παράβαση

3000€ για τον καπνιστή οδηγό οχήματος δημοσίας χρήσης και αφαίρεση της άδειας ικανότητος οδήγησης του καπνιστή οδηγού, ή του οδηγού του οχήματος που διαπιστώθηκε η παράβαση του συνεπιβάτη για διάστημα ενός (1) μηνός. Η αφαίρεση άδειας οδήγησης για το ανωτέρω χρονικό διάστημα ισχύει ανά διαπιστωθείσα παράβαση.
Κλειστοί χώροι των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας.

Σε κάθε περίπτωση επανάληψης της παρούσας παράβασης-υποτροπής διπλασιάζεται το αμέσως προηγούμενο επιβληθέν πρόστιμο
100 € πρόστιμο για τον καπνιστή

500 € πρόστιμο για τον Υπεύθυνο Διαχείρισης.

Παραβάσεις:
  • Ανοχή ή μη επέμβαση του υπευθύνου
  • Έλλειψη ανάρτησης σήμανσης και λήψης λοιπών μέτρων αποτροπής (απομάκρυνση σταχτοδοχείων).
  • Απουσία ανταπόκρισης του υπευθύνου σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης, μη πραγματοποίηση συστάσεων
  • Παράλειψη κλήσης των αρμόδιων οργάνων ελέγχου.
  • Έλλειψη συνεργασίας με τα Όργανα Ελέγχου.
Κλειστοί ιδιωτικοί χώροι εργασίας.

Σε κάθε περίπτωση επανάληψης της παρούσας παράβασης-υποτροπής διπλασιάζεται το αμέσως προηγούμενο επιβληθέν πρόστιμο
100 € πρόστιμο για τον καπνιστή ανά παράβαση

500 € πρόστιμο για τον Υπεύθυνο Διαχείρισης ανά παράβαση.
  • Ανοχή ή μη επέμβαση του υπευθύνου
  • Έλλειψη ανάρτησης σήμανσης και λήψης λοιπών μέτρων αποτροπής (απομάκρυνση σταχτοδοχείων).
  • Απουσία ανταπόκρισης του υπευθύνου σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης, μη πραγματοποίηση συστάσεων
  • Παράλειψη κλήσης των αρμόδιων οργάνων ελέγχου.
  • Έλλειψη συνεργασίας με τα Όργανα Ελέγχου.
Μέσα Μαζικής Μεταφοράς*, σταθμοί μεταφορικών μέσων και επιβατικών σταθμών λιμένων, και αεροδρόμια εκτός των χώρων καπνιστών

Σε κάθε περίπτωση επανάληψης της παρούσας παράβασης-υποτροπής διπλασιάζεται το αμέσως προηγούμενο επιβληθέν πρόστιμο

(*με την επιφύλαξη της υπό 2 κατηγορίας ΜΜΜ στα οποία επιβαίνουν ανήλικοι κάτω των 12 ετών, οπότε και τα πρόστιμα διαμορφώνονται ως ανωτέρω υπό περίπτωση 2 ορίζεται)
100 € πρόστιμο για τον καπνιστή ανά παράβαση

500 € πρόστιμο για τον Υπεύθυνο Διαχείρισης ανά παράβαση
  • Ανοχή ή μη επέμβαση του υπευθύνου
  • Έλλειψη ανάρτησης σήμανσης και λήψης λοιπών μέτρων αποτροπής (απομάκρυνση σταχτοδοχείων).
  • Απουσία ανταπόκρισης του υπευθύνου σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης, μη πραγματοποίηση συστάσεων
  • Παράλειψη κλήσης των αρμόδιων οργάνων ελέγχου.
  • Έλλειψη συνεργασίας με τα Όργανα Ελέγχου.
Δημόσιοι χώροι εργασίας, χώροι αναμονής δημοσίων υπηρεσιών

Σε κάθε περίπτωση επανάληψης της παρούσας παράβασης-υποτροπής διπλασιάζεται το αμέσως προηγούμενο επιβληθέν πρόστιμο
100 € πρόστιμο για τον καπνιστή

500 € πρόστιμο για τον Υπεύθυνο Διαχείρισης-Προϊστάμενο
  • Μη Κατάρτιση Σχεδίου Αποτροπής Καπνίσματος και ορισμό υπευθύνων.
  • Έλλειψη ανάρτησης σήμανσης και λήψης λοιπών μέτρων αποτροπής (απομάκρυνση σταχτοδοχείων).
  • Απουσία ανταπόκρισης του υπευθύνου σε διαμαρτυρία για την πραγματοποίηση της παράβασης.
  • Παράλειψη κλήση των αρμόδιων οργάνων ελέγχου.
  • Έλλειψη συνεργασίας με τα Όργανα Ελέγχου.
Κλειστοί χώροι υγειονομικού ενδιαφέροντος, παροχής υπηρεσιών υγειονομικού ενδιαφέροντος και πάσης φύσεως κλειστοί χώροι κατά την έννοια των διατάξεων της υπ' αριθμ. Υ1γ/Γ.Π./οικ.47829/2017 Υγειονομικής Διάταξης (Β' 2161, ενδεικτικά κέντρα διασκέδασης, χώροι εστίασης, καφετέριες, μπαρ), εκτάσεως κάτω των 100τμ

Η επίταση του προστίμου σε περίπτωση υποτροπής ορίζεται ρητά ως τον παρακείμενο πίνακα

100€ πρόστιμο για τον καπνιστή
Πρόστιμο υπευθύνου διαχείρισης
ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΥΠΟΤΡΟΠΗ
500 € 1η φορά
1.000 € 2η φορά
2.000 € 3η φορά
4.000€ προσωρινή σφράγιση/αναστολή λειτουργίας επιχείρησης διάρκειας 10 ημερών 4η φορά
8.000 € και Οριστική ανάκληση αδείας 5η φορά
 
 
 
 
 
   
Κλειστοί χώροι υγειονομικού ενδιαφέροντος, παροχής υπηρεσιών υγειονομικού ενδιαφέροντος, και πάσης φύσεως κλειστοί χώροι κατά την έννοια των διατάξεων της υπ' αριθμ. Υ1 γ/Γ. Π./οικ.47829/2017 Υγειονομικής Διάταξης (Β' 2161, ενδεικτικά κέντρα διασκέδασης, χώροι εστίασης, καφετέριες, μπαρ) άνω των 100τμ 

Η επίταση του προστίμου σε περίπτωση υποτροπής ορίζεται ρητά ως τον παρακείμενο πίνακα

100€ πρόστιμο για τον καπνιστή
Πρόστιμο υπευθύνου διαχείρισης
ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΥΠΟΤΡΟΠΗ
2.000 € 1η φορά
4.000 € 2η φορά
6.000 € 3η φορά
8.000€ και προσωρινή σφράγιση/αναστολή λειτουργίας διάρκειας 10 ημερών 4η φορά
10.000 € και Οριστική ανάκληση αδείας 5η φορά
 
 
 
 
 
 
Κλειστοί χώροι υγειονομικού ενδιαφέροντος, παροχής υπηρεσιών υγειονομικού ενδιαφέροντος, και πάσης φύσεως κλειστοί χώροι κατά την έννοια των διατάξεων της υπ' αριθμ. Υ1 γ/Γ. Π./οικ.47829/2017 Υγειονομικής Διάταξης (Β' 2161(, ενδεικτικά κέντρα διασκέδασης, χώροι εστίασης, καφετέριες, μπαρ), άνω των 300τμ

Η επίταση του προστίμου σε περίπτωση υποτροπής ορίζεται ρητά ως τον παρακείμενο πίνακα

100 € πρόστιμο για τον καπνιστή
Πρόστιμο υπευθύνου διαχείρισης
ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΥΠΟΤΡΟΠΗ
6.000 € 1η φορά
7.000 € 2η φορά
8.000 € 3η φορά
9.000€ και προσωρινή σφράγιση/αναστολή λειτουργίας διάρκειας 10 ημερών 4η φορά
10.000 € και Οριστική ανάκληση αδείας 5η φορά
 
 
 
 
 


 

Άρθρο 4
Βεβαίωση και Είσπραξη προστίμων
 

1. Τα επιβαλλόμενα κατά τις διατάξεις της παρούσας απόφασης πρόστιμα εξοφλούνται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης ή θυροκόλλησης της Πράξης Επιβολής Προστίμου, μέσω ηλεκτρονικού παραβόλου, e-παράβολο, της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, που εκδίδεται είτε απευθείας από την ιστοσελίδα https://www. gsis.gr/e-paravolo (Φορέας Υπουργείο Υγείας), είτε από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) ή τις Τράπεζες ή τις κατά τόπους ΔΟΥ. Τα πρόστιμα εντάσσονται ως δημόσια έσοδα (ν.δ. 356/1974), στον Αναλυτικό Λογαριασμό Εσόδων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ΑΛΕ1560919001.
 

2. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής του προστίμου, αποστέλλεται, από τις Αρμόδιες Αρχές, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης ή θυροκόλλησης της Πράξης Επιβολής Προστίμου, ο νόμιμος τίτλος στη ΔΟΥ φορολογίας του παραβάτη, προκειμένου να βεβαιωθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν.δ. 356/1974, Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, Κ.Ε.Δ.Ε. (ΦΕΚ 90 Α').
 

3. Τα βεβαιωθέντα πρόστιμα τα οποία εισπράττονται ως δημόσια έσοδα κατανέμονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ως ακολούθως:
- σε ποσοστό 40% στον αριθμ. ΑΛΕ 2910601007 ΕΦ 201 Κωδικό Καπνού του Υπουργείου Υγείας για την κάλυψη προγραμμάτων δημόσιας υγείας,
- σε ποσοστό 30% στον αριθμ. ΑΛΕ 2910601007 ΕΦ 1007 του Υπουργείου Εσωτερικών για την ανταποδοτική υποστήριξη και την ανατροφοδότηση του ελεγκτικού μη-χανισμού της παρούσης κοινής υπουργικής απόφασης,
- σε ποσοστό 20% στον αριθμ. ΑΛΕ 2910601007 ΕΦ 1043.201.0000000 του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
- σε ποσοστό 5% στον αριθμ. ΑΛΕ 2910601007 ΕΦ 1041.401.0000000 του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και αποδίδονται στο Λιμενικό σώμα, και
- σε ποσοστό 5% στον αριθμ. ΑΛΕ 2910601007 ΕΦ 1045 του Υπουργείου Τουρισμού.
 

4. Η κάθε Αρμόδια Αρχή ή Υπηρεσία ελέγχου που διαβιβάζει καταλόγους καταλογισμού μη εισπραχθέντων προστίμων στις ΔΟΥ αντιπαραβάλλει τα στοιχεία επιβολής και είσπραξης των προστίμων ανά δίμηνο και αποστέλλει τα απολογιστικά στοιχεία στη Διεύθυνση Εξαρτήσεων του Υπουργείου Υγείας.
 

5. Ο κωδικός καπνού του Υπουργείου Υγείας πιστώνεται το αργότερο ανά δίμηνο από το Υπουργείο Οικονομικών και λίστα των εισπραχθέντων προστίμων διαβιβάζεται στο Υπουργείου Υγείας.
 

Άρθρο 5
Καταργούμενες Διατάξεις
Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας καταργείται κάθε άλλη υπουργική απόφαση ή εγκύκλιος που ορίζει διαφορετικά τα ανωτέρω.
 

Άρθρο 6 Έναρξη Ισχύος
Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από την ημερομηνία δημοσιεύσεώς της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


O browser δεν υποστηρίζει pdf viewεr. Κατεβάστε την απόφαση από εδώ: Download PDF.



Αθήνα, 15 Νοεμβρίου 2019
Οι Υπουργοί
Οικονομικών Προστασίας του Πολίτη
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ
Υγείας Εσωτερικών
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΙΚΙΛΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΙΚΑΚΟΣ


ΔΕΔ 1189/2019 Τεκμαρτό εισόδημα από ανέγερση οικοδομής με δαπάνες της μισθώτριας επιχείρησης σε αγροτεμάχιο του εκμισθωτή

$
0
0

Θεσσαλονίκη: 20-05-2019
Αριθμός απόφασης: 1189

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α7-ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Εγνατία 45-Θεσ/νικη
Ταχ. Κώδικας: 54630
Πληροφορίες:
Τηλέφωνο: 2313-333245
Fax: 2313-333258

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2017).

2. Την ΠΟΛ 1069/04-03-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».

4. Την με ημερομηνία κατάθεσης 18-01-2019 με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή του « ΤΟΥ , με ΑΦΜ , κατοίκου , επί της οδού κατά της με αριθμό /2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2013 και κάθε συναφούς πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την ως άνω προσβαλλόμενη πράξη, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις από 23-01-2019 απόψεις της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης, με τις οποίες ζητείται η απόρριψη της ανωτέρω ενδικοφανούς προσφυγής. 

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α7 - Επανεξέτασης της Υπηρεσίας μας, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 18-01-2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του προσφεύγοντος, η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

- Με την υπ' αριθμ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικον. έτους 2013, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης, καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος κύριος φόρος ύψους 4.507,72 €, πλέον τέλη χαρτοσήμου στο εισόδημα από εκμίσθωση ακινήτων ύψους 232,23 €, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω τέλη χαρτοσήμου ύψους 46,44 €, πλέον πρόσθετος φόρος ανακρίβειας ύψους 3.101,31 €, πλέον πρόσθετα τέλη χαρτοσήμου, λόγω ανακρίβειας, ύψους 158,08 €, πλέον πρόσθετη εισφορά στα ως άνω τέλη χαρτοσήμου, ύψους 31,62 €, πλέον εισφορά αλληλεγγύης ύψους 320,66 €, ήτοι, συνολικό ποσό ύψους 8.398,06 €.

Η ανωτέρω πράξη εκδόθηκε από τη Δ.Ο.Υ. Κοζάνης, στα πλαίσια διενέργειας μερικού ελέγχου εισοδήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν. 2238/1994, καθώς και τις ΠΟΛ.1037/2005 και 1081/2005, δυνάμει της με αριθμ /2018 σχετικής εντολής ελέγχου.

Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στην από 14/12/2018 έκθεση, ο έλεγχος προσδιόρισε το συνολικό φορολογητέο εισόδημα του προσφεύγοντος στο ποσό των 75.402,33 €, αντί του δηλωθέντος 64.713,60 Η διαφορά αυτή προέκυψε, λόγω ανέγερσης οικοδομής από τον μισθωτή σε εκμισθωθέν ακίνητο του οποίου την κυριότητα είχε ο προσφεύγων, κατά ποσοστό 50%, που σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 2238/1994, αποτελεί εισόδημα από ακίνητα και ανέρχεται στο ποσό των 7.508,73 €. Επιπλέον από τις ελεγκτικές επαληθεύσεις, όπως αναφέρεται αναλυτικά στις σελίδα 6 της σχετικής έκθεσης ελέγχου, διαπιστώθηκε ανακριβής άθροιση στη στήλη των εσόδων του χειρόγραφου βιβλίου εσόδων - εξόδων, κατά το ποσό των 3.180,00 € και κατ' επέκταση μη ορθή μεταφορά αυτών στο έντυπο Ε1 της οικείας δήλωσης εισοδήματος και στο συνοδευτικό αυτής έντυπο Ε3.

Με τη με αριθμό πρωτοκόλλου /18-01-2019 ενδικοφανή προσφυγή ο προσφεύγων ζητά την ακύρωση της ως άνω πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης, επικαλούμενος ότι αυτή στερείται ουσιαστικής και νομικής βάσης και χωρίς πλήρη, σαφή και επαρκή αιτιολογία και καθίσταται άνευ ετέρου άκυρη. Ειδικότερα για το αθροιστικό λάθος στην άθροιση των εσόδων, ισχυρίζεται ότι ουδεμία πρόθεση υπήρχε και έγινε από προφανή παραδρομή, γεγονός που αποδεικνύεται από το σύνολο των εσόδων που δηλώνει. Όσον αφορά στο θεωρούμενο εισόδημα από οικοδομές, επικαλείται ότι, δυνάμει του με αριθμ. /2018 συμβολαιογραφικού εγγράφου της Συμβολαιογράφου, παρατάθηκε η ως άνω μίσθωση μέχρι και το έτος 2050 και προστέθηκε ως όρος της μίσθωσης, ότι το κτίριο το οποίο ανεγέρθηκε με έξοδα της μισθώτριας εταιρίας θα ανήκει σ' αυτήν, και είναι υποχρεωμένος ο εκμισθωτής μετά το πέρας της μίσθωσης να της μεταβιβάσει το τμήμα του αγροτεμαχίου επί του οποίου έχει ανεγερθεί το κτίσμα, σε διαφορετική περίπτωση θα παραδοθεί το αγροτεμάχιο κενό στον εκμισθωτή, ήτοι στην κατάσταση που η μισθώτρια εταιρία το παρέλαβε. Ως εκ τούτου κανένα απολύτως ετήσιο εισόδημα από οικοδομή δε δύναται να θεωρηθεί ότι έπρεπε να δηλώσει, καθώς μετά το πέρας της λήξης της μίσθωσης το κτίσμα δεν θα του ανήκει σε καμία περίπτωση. Προς επίρρωση του ως άνω ισχυρισμού επικαλείται την με αριθμ. 1826/2014 απόφαση του ΔΕΦ Αθηνών. Επιπλέον σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 2238/1994  δεν λογίζεται ως εισόδημα από ακίνητα αυτό που προκύπτει από τα οικοδομήματα που ιδιοχρησιμοποιούνται και τα οποία βρίσκονται μέσα ή έξω από αγροτικά κτήματα και χρησιμοποιούνται για τη διεξαγωγή των έργων της γεωργικής γενικά επιχείρησης. Συνεπώς και εξ' αυτού του λόγου θα έπρεπε η Διοίκηση να μην επιβάλλει σε βάρος του, φόρο εισοδήματος λογιζόμενο από το κτίριο, καθώς, αφενός μεν είμαι μέλος μαζί με τη σύζυγό μου στην μισθώτρια ΟΕ εταιρία με ποσοστό 65% και αφετέρου, το οικοδόμημα χρησιμοποιείται για γεωργική δραστηριότητα (παραγωγή και τυποποίηση αρωματικών φυτών).

Ως προς τους ως άνω ισχυρισμούς του προσφεύγοντος, επισημαίνονται τα εξής:

Επειδή στο άρθρο 23 παρ.2 του ν. 4174/2013 ορίζονται τα εξής: «Ο έλεγχος εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων του φορολογούμενου που διενεργείται από τη Φορολογική Διοίκηση είναι δυνατόν να έχει τη μορφή φορολογικού ελέγχου από τα γραφεία της Φορολογικής Διοίκησης ή επιτόπιου φορολογικού ελέγχου: α) Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να διενεργεί φορολογικό έλεγχο από τα γραφεία της με βάση τις οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις, και λοιπά έγγραφα που υποβάλλει ο φορολογούμενος, καθώς και έγγραφα και πληροφορίες που έχει στην κατοχή της....»

Επειδή, στο άρθρο 28 παρ.2 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι: «Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία συντάσσει η Φορολογική Διοίκηση. Η έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις τις οποίες έλαβε υπόψη της η Φορολογική Διοίκηση για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου κοινοποιούνται στον φορολογούμενο». 

Επειδή, στο άρθρο 64 του ν. 4174/2013 ορίζεται ότι: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό φόρου».

Επειδή, βασικά στοιχεία της αιτιολογίας, αποτελούν κατά το νόμο, τη θεωρία και τη νομολογία εκτός από το νόμιμο έρεισμα της πράξης, δηλαδή η αναφορά των απρόσωπων κανόνων δικαίου που προβλέπουν την έκδοση της, η ερμηνεία τους, η ουσιαστική εκτίμηση των πραγματικών καταστάσεων, ο απαιτούμενος νομικός χαρακτηρισμός τους καθώς και τα κριτήρια και οι σκέψεις του διοικητικού οργάνου σχετικά με την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας. (Επ. Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2001, παρ. 516 έως 519).

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθ. 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999) ορίζεται ότι: « 1.Η ατομική διοικητική πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της. 2. Η Αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική, επαρκής και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, εκτός αν προβλέπεται ρητώς στο νόμο ότι πρέπει να περιέχεται στο σώμα της πράξης 3. Όταν η πράξη εκδίδεται αυτεπαγγέλτως τα αποδεικτικά στοιχεία συγκεντρώνονται με πρωτοβουλία του αρμόδιου για την έκδοση οργάνου».

Επειδή ο Κώδικας Φορολογίας εισοδήματος (ν.2238/1994 ΦΕΚ Α' 151/16-09-1994), όπως αυτός ίσχυε κατά την υπό κρίση χρήση 2012, προέβλεπε τα εξής : στο άρθρο 21 ότι : ««1. Ως εισόδημα από οικοδομές λογίζεται: α. ...,β. Η αξία που έχει κατά το χρόνο της ανέγερσής της η οικοδομή που ανεγέρθηκε με δαπάνες του μισθωτή σε έδαφος του οποίου την κυριότητα έχει ο εκμισθωτής, αν μετά τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης του εδάφους η οικοδομή παραμένει στην κυριότητα του εκμισθωτή. Το ετήσιο εισόδημα εξευρίσκεται με διαίρεση του υπολοίπου, που προκύπτει μετά την αφαίρεση του τυχόν ανταλλάγματος, που έχει ορισθεί στη σύμβαση για τη μεταβίβαση της κυριότητας της οικοδομής, από την αξία αυτής, κατά το χρόνο ανέγερσής της, σε μέρη ίσα με τον αριθμό των ετών κατά τα οποία διαρκεί η μίσθωση του εδάφους. Ως αξία της οικοδομής που έχει ανεγερθεί σε έδαφος κυριότητας τρίτου λαμβάνεται η πραγματική αξία της οικοδομής, η οποία εξευρίσκεται από τα επίσημα βιβλία και λοιπά στοιχεία εκείνου που ανήγειρε την οικοδομή. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται βιβλία ή αυτά που τηρούνται κρίνονται ανακριβή ή ανεπαρκή, καθώς και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τον ενδιαφερόμενο της αξίας που υπολογίσθηκε μ' αυτό τον τρόπο, αυτή καθορίζεται ύστερα από εκτίμηση που ενεργείται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και σε συνέχεια από τα διοικητικά δικαστήρια. Οι διατάξεις αυτής της περίπτωσης εφαρμόζονται ανάλογα και για βελτιώσεις ή επεκτάσεις που γίνονται με δαπάνες του μισθωτή σε οικοδομή της οποίας την κυριότητα έχει ο εκμισθωτής, αν μετά τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης της οικοδομής οι βελτιώσεις ή επεκτάσεις παραμένουν στην κυριότητα του εκμισθωτή.»

Επειδή, στο με αριθμ.1036249/672/Α0012/14.5.2001 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών, ορίζονται τα εξής : «1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.2238/1994, εισόδημα από ακίνητα είναι, μεταξύ άλλων, αυτό που προκύπτει κάθε οικονομικό έτος από εκμίσθωση μιας ή περισσότερων οικοδομών, το οποίο αποκτάται από κάθε ιδιοκτήτη, νομέα, επικαρπωτή ή από αυτόν στον οποίο μεταβιβάστηκε η άσκηση του δικαιώματος της επικαρπίας ή από αυτόν που έχει το δικαίωμα χρήσης ή οίκησης. 2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 21 του παραπάνω νόμου, ως εισόδημα από ακίνητα λογίζεται η αξία που έχει κατά το χρόνο της ανέγερσής της η οικοδομή που ανεγέρθηκε με δαπάνες του μισθωτή σε έδαφος του οποίου την κυριότητα έχει ο εκμισθωτής, αν μετά τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης του εδάφους η οικοδομή παραμένει στην κυριότητά του εκμισθωτή. Το ετήσιο εισόδημα εξευρίσκεται με διαίρεση του υπολοίπου, που προκύπτει μετά την αφαίρεση του τυχόν ανταλλάγματος, που έχει ορισθεί στη σύμβαση για τη μεταβίβαση της κυριότητας της οικοδομής, από την αξία αυτής, κατά το χρόνο της ανέγερσής της, σε μέρη ίσα με τον αριθμό των ετών κατά τα οποία διαρκεί η μίσθωση του εδάφους. Ως αξία της οικοδομής, που έχει ανεγερθεί σε έδαφος κυριότητας τρίτου, λαμβάνεται η πραγματική αξία της οικοδομής, η οποία εξευρίσκεται από τα επίσημα βιβλία και λοιπά στοιχεία εκείνου που ανήγειρε την οικοδομή. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται βιβλία ή αυτά που τηρούνται κρίνονται ανεπαρκή ή ανακριβή, καθώς και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τον ενδιαφερόμενο της αξίας που υπολογίστηκε με αυτόν τον τρόπο, αυτή καθορίζεται ύστερα από εκτίμηση που ενεργείται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και σε συνέχεια από τα διοικητικά δικαστήρια.
3. Με βάση τα παραπάνω οι διατάξεις της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 2238/1994 θα εφαρμοσθούν για την αρχική μίσθωση και η αξία των κτισμάτων θα κατανεμηθεί μεταξύ των ετών διάρκειας της αρχικής μίσθωσης »

Επειδή περαιτέρω, στο υπ' αριθμ. πρωτ. 1037083/10502/Β 0012/20.7.2009 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών, αναγράφεται ότι : « μετά την ανέγερση της οικοδομής από τη μισθώτρια επιχείρηση, ο εκμισθωτής καθίσταται κύριος και των κτισμάτων και για το λόγο αυτό θεωρείται, ότι αποκτά τεκμαρτό εισόδημα το οποίο υπόκειται σε φορολογία, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ΚΦΕ. Επομένως, ενδεχόμενη συμφωνία των συμβαλλομένων, ότι με τη λήξη της μίσθωσης η μισθώτρια επιχείρηση υποχρεούται να παραδώσει το μίσθιο στην αρχική του κατάσταση (δηλαδή με ξήλωση των κτισμάτων με δικές του δαπάνες), δεν επηρεάζει την εφαρμογή των υπόψη διατάξεων, καθόσον ο χρόνος απόκτησης του τεκμαρτού εισοδήματος προηγείται από το χρόνο λήξης της μίσθωσης. Άλλωστε, δεν μπορεί να συναρτάται η υπαγωγή σε φορολογία του υπόψη εισοδήματος στο όνομα του οικοπεδούχου από αβέβαια, μελλοντικά και επισφαλή γεγονότα που ενδεχόμενα θα επέλθουν ή όχι κατά τη λήξη της μακροχρόνιας μίσθωσης.»

Επειδή, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 4174/2013, ορίζεται ότι : « Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση, έως ότου ανακληθούν ρητά ή έως ότου τροποποιηθεί η νομοθεσία την οποία ερμηνεύουν. Η τυχόν μεταβολή της ερμηνευτικής θέσης της Φορολογικής Διοίκησης δεν ισχύει αναδρομικά σε περίπτωση που συνεπάγεται τη χειροτέρευση της θέσης των φορολογουμένων.»

Επειδή, εξάλλου, η αρχή της χρηστής διοίκησης συνδέεται στενά με την αρχή της βεβαιότητας του φόρου και ειδικότερα με τον σκοπό που επιδιώκει η τελευταία, την δημιουργία δηλ. κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογούμενου και της φορολογικής αρχής. Όμως, η αυστηρή εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας του φόρου, επιβάλλει την βεβαίωση, ακόμη και αναδρομικά των φορολογικών υποχρεώσεων του πολίτη, εφόσον βέβαια το δικαίωμα του Δημοσίου προς επιβολή του φόρου δεν έχει παραγραφεί. Ειδικότερα, ενόψει της δέσμιας αρμοδιότητας της φορολογικής διοίκησης σε σχέση με την εκτέλεση των φορολογικών νόμων, η φορολογούσα αρχή οφείλει να εφαρμόζει τους ισχύοντες φορολογικούς νόμους και συνεπώς εφόσον ο φορολογικός νόμος σύμφωνα με νεότερη ερμηνεία επιβάλλει ορισμένη υποχρέωση στο άτομο, υποχρεούται να προβεί στην έκδοση σχετικής καταλογιστικής πράξης. (βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φινοκαλιώτης, Φορολογικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, σελ. 151-153).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τις ελεγκτικές επαληθεύσεις, όπως αναφέρεται αναλυτικά στις σελίδα 6 της σχετικής έκθεσης ελέγχου, διαπιστώθηκε ανακριβής άθροιση στη στήλη των εσόδων του χειρόγραφου βιβλίου εσόδων - εξόδων, κατά το ποσό των 3.180,00 € και κατ' επέκταση μη ορθή μεταφορά αυτών στο έντυπο Ε1 της οικείας δήλωσης εισοδήματος και στο συνοδευτικό αυτής έντυπο Ε3. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων είχε την πλήρη κυριότητα κατά ποσοστό 50% του υπ' αριθ. 748 αγροτεμαχίου, έκτασης 7.200 τ.μ. το οποίο βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του αγροκτήματος της τοπικής κοινότητας , της Δημοτικής ενότητας Δυνάμει του με αριθμ /2005 συμβολαιογραφικού εγγράφου, που σύναψαν ο ίδιος και η σύζυγός του με την εταιρία με την επωνυμία « », εκμίσθωσαν το ανωτέρω ακίνητο αντί ετήσιου μισθώματος ύψους 100,00€. Η διάρκεια της μίσθωσης συμφωνήθηκε για είκοσι πέντε (25) έτη, η οποία άρχιζε από την 8/6/2005 και έληγε την 7/6/2030. Το συνολικό μίσθωμα των είκοσι πέντε ετών ορίστηκε στο ποσό των 2.500,00 €. Στο ως άνω συμβόλαιο συμπεριλαμβάνεται το δικαίωμα της εταιρείας να εγκαταστήσει όλες τις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο εταιρικό της χωρίς να προβλέπεται στη λήξη της μίσθωσης επαναφορά του μίσθιου στην αρχική κατάσταση. Στη συνέχεια η μισθώτρια εταιρεία « » προχώρησε στην έκδοση της με αρ /2006 Άδειας οικοδομής για Βιοτεχνικό κτίριο - Μονάδα Τυποποίησης και Επεξεργασίας αρωματικών - φαρμακευτικών φυτών και παραγωγής αιθέριων ελαίων εντός του ανωτέρω αγρού. Από τα προσκομισθέντα στοιχεία διαπιστώθηκε ότι καταχώρησε το σύνολο των δαπανών ανέγερσης στο λογαριασμό 15.01.00.000 ΚΤΙΡΙΑ ΕΓΚΑΤ. - ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΥΠΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ και 15.01.00.000 ΚΤΙΡΙΑ ΕΓΚΑΤ. ΜΕΛΕΤΗ ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ, και προέβη εντός του 2008, σε διακοπή στο μητρώο των δραστηριοτήτων με κωδικούς 73053 ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΧΩΡΟΥ Ή ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ (Ως ΠΑΓΙΑ ΕΠΙΧ/ΣΗΣ) και 72840 της δραστηριότητας «ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ Ή ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΚΤΙΣΜΑΤΟΣ Ή ΑΛΛΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ» με ταυτόχρονη έναρξη της κύριας δραστηριότητας της «ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΙΘΕΡΙΩΝ ΕΛΑΙΩΝ κτλ». και τα ποσά των παραπάνω λογαριασμών μεταφέρονται στους λογαριασμούς 11 ΚΤΙΡΙΑ - ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΤΙΡΙΩΝ , 12 ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ -ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ, 14 ΕΠΙΠΛΑ , 16 ΑΣΩΜΑΤΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ. ). Η αξία της οικοδομής υπολογίστηκε από τον έλεγχο στο ποσό των 340.602,41€ που αντιπροσωπεύει το ποσό που μεταφέρθηκε από τους λογαριασμούς 15.01.00.000 ΚΤΙΡΙΑ ΕΓΚΑΤ. - ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΥΠΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ και 15.01.00.000 ΚΤΙΡΙΑ ΕΓΚΑΤ. ΜΕΛΕΤΗ ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ στο λογαριασμό 11.00 ΚΤΙΡΙΑ - ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΤΙΡΙΩΝ και αφορά το κόστος ανέγερσης έως και το 2008.
Κατόπιν τούτου και κατ' εφαρμογή της παρ.1_του άρθρου 21 του ν. 2238/1994, ο έλεγχος προσδιόρισε ως ετήσιο εισόδημα από οικοδομές του ελεγχόμενου για τη χρήση 2012 ποσό ίσο με την αξία της οικοδομής κατά το χρόνο ανέγερσης της δια τον αριθμό των ετών που διαρκεί η μίσθωση του εδάφους, ήτοι, ετήσιο εισόδημα από οικοδομές ύψους 7.740,96 (340.602,41 :22*50%).

Επειδή οι ανωτέρω πλημμέλειες, δεν κατέστησαν αδύνατες τις ελεγκτικές ενέργειες και το λογικό προσδιορισμό των οικονομικών αποτελεσμάτων, ο έλεγχος έκρινε τα τηρηθέντα βιβλία επαρκή και προσδιόρισε τα καθαρά κέρδη του προσφεύγοντος, όπως αυτά προέκυψαν από τα βιβλία με την προσθήκη σ αυτά των λογιστικών διαφορών του ελέγχου.
Εν συνεχεία, στα πλαίσια του υπομνήματος του άρθρου 28 του ν. 4174/2013, ο προσφεύγων προσκόμισε συνημμένο το με αρ /2018 συμβολαιογραφικό έγγραφο της Συμβολαιογράφου Με το παραπάνω συμβολαιογραφικό έγγραφο «... παρατείνεται η μίσθωση του αγρού μέχρι και το έτος 2050 και προστίθεται ως όρος της μίσθωσης ότι το κτήριο το οποίο ανεγέρθηκε με έξοδα της μισθώτριας εταιρείας θα ανήκει σε αυτή , και είναι υποχρεωμένος ο εκμισθωτής να της μεταβιβάσει το τμήμα του αγροτεμαχίου επί του οποίου έχει ανεγερθεί το κτίσμα, σε διαφορετική δε περίπτωση θα παραδοθεί το αγροτεμάχιο κενό στον εκμισθωτή , ήτοι σε κατάσταση που η μισθώτρια εταιρεία το παρέλαβε ..», και ως εκ τούτου δε δύναται να θεωρηθεί ότι έπρεπε να δηλώσει κανένα απολύτως εισόδημα από οικοδομή.

Επειδή, από τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 2238/1994, σύμφωνα με τις οποίες για τον προσδιορισμό του ετήσιου εισοδήματος από οικοδομές, λαμβάνεται υπόψη η κατά το χρόνο ανεγέρσεως και όχι κατά το χρόνο λήξεως της μισθώσεως, αξία της οικοδομής η οποία επομένως περιέρχεται στην κυριότητα του εκμισθωτή , κύριου του εδάφους, συντρεχουσών των άλλων προϋποθέσεων, από την ανέγερση της και όχι στο τέλος της μισθώσεως (ΣΤΕ 2282/1993 παρ.5) κατά τη γνωστή αρχή του εμπράγματου δικαίου «τα υπερκείμενα είκει τοις υποκειμένοις» (αρθ.953,954,1001,και 1057 ΑΚ).

Επειδή η υποχρέωση δήλωσης του εν λόγω ποσού ως εισόδημα από οικοδομές αφορά στην χρήση 2012, και έπρεπε να συμπεριληφθεί στην αντίστοιχη δήλωση φόρου εισοδήματος που υποβλήθηκε εντός του 2013.

Επειδή, κατά την υπό κρίση χρήση, η αρχική συμβολαιογραφική πράξη μίσθωσης του αγρού δεν εμπεριείχε κανένα όρο που με οποιοδήποτε τρόπο να προβλέπει ότι οι εγκαταστάσεις που θα ανεγερθούν στα πλαίσια της δραστηριότητας της μισθώτριας εταιρείας θα καθαιρεθούν ή και δε θα επέλθουν στην κατοχή του ελεγχόμενου κατά το ποσοστό που του αναλογεί (50%) στη λήξη της μισθωτικής περιόδου.

Επειδή η με αριθ /2018 προσκομιζόμενη συμβολαιογραφική πράξη παράτασης της μίσθωσης και τροποποίησης των όρων της συνετάγη μετά την έναρξη του ελέγχου, ενώ δε μπορεί αναδρομικά να αναιρέσει την υποχρέωση που είχε κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος της χρήσης 2012 να συμπεριλάβει το αντίστοιχο ποσό ως εισόδημα από οικοδομές. Επιπλέον, οι όροι που εμπεριέχονται στην παραπάνω συμβολαιογραφική , τόσο ως προς την παράταση του χρόνου της μίσθωσης από 25 σε 45 χρόνια, όσο και το σύνολο των υπολοίπων όρων, καθιστούν πρακτικά ανέφικτο για τη διοίκηση να ελέγξει και εν τέλει να επαληθεύσει την πλήρωση της προϋπόθεσης του άρθρου 21 παρ. 1 του ν. 2238/1994 , δηλαδή να παραμείνει η οικοδομή στη κυριότητα του εκμισθωτή στο τέλος της μισθωτικής περιόδου.

Επειδή περαιτέρω, κατά αυτό τον τρόπο καταστρατηγείται εν τέλει το αληθές νόημα της συγκεκριμένης διάταξης, που είναι η φορολόγηση με τη μορφή μισθώματος , της ωφέλειας που έχει ο εκμισθωτής από την ανέγερση του κτίσματος σε ακίνητο του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ωφέλεια αυτή αποτελεί και τη βούληση του ελεγχόμενου, καθώς στο αρχικό συμβόλαιο μίσθωσης του αγρού δε συμπεριλαμβάνεται συμβατική πρόβλεψη καθαίρεσης της ανεγερθείσας οικοδομής από τη μισθώτρια εταιρεία στη λήξη της μίσθωσης ή άλλος όρος που να αποκλείει να περιέλθει αυτή στην κατοχή του ελεγχόμενου (να σημειωθεί εδώ ότι η μισθώτρια εταιρεία είναι ιδίων συμφερόντων καθώς ο ελεγχόμενος και η σύζυγός του κατέχουν ποσοστό άνω του 65%,).

Επειδή, η προσκομιζόμενη με αρ /2014 απόφαση του ΔΕΦ Αθηνών αφορά συγκεκριμένη περίπτωση η οποία επισήμως δεν υιοθετήθηκε από το ΥΠΟΙΚ και δεν κοινοποιήθηκε στα όργανα της διοίκησης προς γενικευμένη εφαρμογή της.

Επειδή, με το υπ' αρ /2018 υπόμνημά του, ενώπιον της φορολογικής αρχής ο προσφεύγων αποδέχθηκε την ύπαρξη αθροιστικού λάθους στο σκέλος των εσόδων του βιβλίου εσόδων - εξόδων και τα αποτελέσματα του ελέγχου ως προς αυτό.

Επειδή, τέλος ο ισχυρισμός, περί μη ορθής επιβολής σε βάρος του, φόρου εισοδήματος από οικοδομές, καθόσον, αφενός αποτελεί μέλος της μισθώτριας ΟΕ εταιρίας και αφετέρου, το οικοδόμημα χρησιμοποιείται για γεωργική δραστηριότητα (παραγωγή και τυποποίηση αρωματικών φυτών), αλυσιτελώς προβάλλεται, δεδομένου ότι, το νομικό πρόσωπο ως υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, έχει δική του προσωπικότητα, διακεκριμένη από αυτήν των εταίρων της και αποτελεί υποκείμενο σε φόρο εισοδήματος κατά τρόπο αυτοτελή και ανεξάρτητο από εκείνον των μελών του.
Κατόπιν των ανωτέρω, ο έλεγχος ορθώς επαναπροσδιόρισε το συνολικό φορολογητέο εισόδημα του προσφεύγοντος λαμβάνοντας υπόψη και το εισόδημα από οικοδομές άρθρου 21§1 περ. β' του ν. 2238/1994.

Επειδή οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στην από 14/12/2018 έκθεση μερικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος ν. 2238/1994 της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης, επί των οποίων εδράζεται η υπό κρίση προσβαλλόμενη πράξη, κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες, η υπό κρίση ενδικοφανής προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της από 18/01/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του « ΤΟΥ , με ΑΦΜ

Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου -- Καταλογιζόμενα ποσά με βάση την παρούσα απόφαση:

Υπ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2013.
 

Εισοδήματα 01/01/2012 -31/12/2012 ΒΑΣΕΙ ΔΗΛΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΒΑΣΕΙ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑ ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Φορολογητέο εισόδημα 64.713,60 75.402,33 75.402,33 10.688,73
χρεωστικό ποσό 10.371,85 14.879,57 14.879,57 4.507,72
Προκαταβολή φόρου 13.801,50 13.801,50 13.801,50 0,00
Τέλη χαρτοσήμου στο εισόδημα από εκμίσθωση ακινήτων 1.134,46 1.366,69 1.366,69 232,23
Εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω τέλη χαρτ/μου 226,90 273,34 273,34 46,44
Πρόσθετος φόρος ανακρίβειας
3.101,31 3.101,31 3.101,31
Πρόσθετα τέλη χαρτοσήμου
158,08 158,08 158,08
Εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω πρόσθετα τέλη
31,62 31,62 31,62
Εισφορά αλληλεγγύης 2.890,12 3.210,78 3.210,78 320,66
Τέλος επιτηδεύματος 650,00 650,00 650,00 0,00
Σύνολο φόρων τελών & εισφορών- καταλογιζόμενο ποσό με την παρούσα απόφαση 29.071,75 37.469,81 37.469,81 8.398,06


Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΚΑΤΣΙΟΥΡΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Αυτοτελούς Γραφείου Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΔΕΔ 2844/2019 Ενάσκηση επικαρπίας - Φορολόγηση του κυρίου του ακινήτου

$
0
0

Καλλιθέα, 14.10.2019
Αριθμός απόφασης: 2844

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ A3

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604536
ΦΑΞ: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036990 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε).»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

2. Την ΠΟΛ 1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ' αριθμ. ΔΕΔ 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/ τ. Β'/ 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την με ημερομηνία κατάθεσης 14.05.2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της του με Α.Φ.Μ., κατοίκου , οδός , αρ , κατά των κάτωθι πράξεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου: α) της με αριθ /2019 (α/α ..../2019) Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικ. έτους 2014, β) της με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2014, γ) της με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2015 και δ) της με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2016 καθώς και της οικείας έκθεσης ελέγχου και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. α) Την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικ. έτους 2014, β) την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2014, γ) την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2015 και δ) την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2016, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου καθώς και την οικεία έκθεση ελέγχου, των οποίων ζητείται η ακύρωση.

6. Την από 17.05.2019 έκθεση απόψεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος A3 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 14.05.2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της του η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

α) Με την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, οικονομικού έτους 2014 (χρήση 2013), καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας κύριος φόρος εισοδήματος 7.579,85 ευρώ, πλέον του προηγούμενου πιστωτικού υπολοίπου 358,04 ευρώ, πλέον τέλη χαρτοσήμου στο εισόδημα από εκμίσθωση ακινήτων 735,35 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω τέλη χαρτοσήμου 147,07 ευρώ, πλέον πρόσθετος φόρος ανακρίβειας/μη υποβολής 7.677,52 ευρώ, πλέον πρόσθετα τέλη χαρτοσήμου 711,23 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω πρόσθετα τέλη χαρτοσήμου 142,25 ευρώ, πλέον εισφορά αλληλεγγύης 1.003,59 ευρώ, μείον έκπτωση λόγω υποβολής της δήλωσης μέσω διαδικτύου 4,79 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό για καταβολή 18.354,90 ευρώ.

β) Με την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος / Πράξη Επιβολής Προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, φορολογικού έτους 2014, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας κύριος φόρος εισοδήματος 6.934,47 ευρώ, πλέον τέλη χαρτοσήμου μισθωμάτων ακινήτων 746,72 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω τέλη χαρτοσήμου 149,34 ευρώ, πλέον πρόστιμο φόρου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. 2.080,34 ευρώ, πλέον πρόστιμο τελών χαρτοσήμου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. 224,02 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στο πρόστιμο τελών χαρτοσήμου 44,80 ευρώ, πλέον ειδική εισφορά αλληλεγγύης 982,21 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό για καταβολή 11.161,90 ευρώ.

γ) Με την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος / Πράξη Επιβολής Προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, φορολογικού έτους 2015, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας κύριος φόρος εισοδήματος 1.558,87 ευρώ, πλέον τέλη χαρτοσήμου μισθωμάτων ακινήτων 74,91 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω τέλη χαρτοσήμου 14,98 ευρώ, πλέον πρόστιμο φόρου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. 155,88 ευρώ, πλέον πρόστιμο τελών χαρτοσήμου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. 7,49 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στο πρόστιμο τελών χαρτοσήμου 1,50 ευρώ, πλέον ειδική εισφορά αλληλεγγύης 105,52 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό για καταβολή 1.919,15 ευρώ.

δ) Με την με αριθ /2019 (α/α /2019) Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος / Πράξη Επιβολής Προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, φορολογικού έτους 2016, καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας κύριος φόρος εισοδήματος 484,28 ευρώ, πλέον τέλη χαρτοσήμου μισθωμάτων ακινήτων 37,49 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στα πιο πάνω τέλη χαρτοσήμου 7,49 ευρώ, πλέον πρόστιμο φόρου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. 48,43 ευρώ, πλέον πρόστιμο τελών χαρτοσήμου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. 3,75 ευρώ, πλέον εισφορά υπέρ ΟΓΑ στο πρόστιμο τελών χαρτοσήμου 0,75 ευρώ, πλέον ειδική εισφορά αλληλεγγύης 103,77 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό για καταβολή 685,91 ευρώ.

Οι ως άνω προσβαλλόμενες πράξεις προέκυψαν κατόπιν των διαπιστώσεων ελέγχου της από 15.04.2019 έκθεσης μερικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του ελεγκτή της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, Συγκεκριμένα διενεργήθηκε έλεγχος στην προσφεύγουσα για την περίοδο από 01.01.2013-31.12.2017, δυνάμει της με αριθ /2019 εντολής μερικού ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, η οποία εκδόθηκε λόγω λήψης του με αριθ.πρωτ ΕΞ 2019 ΕΜΠ/2019 εγγράφου του Σ.Δ.Ο.Ε. και του με αριθ. πρωτ. ΕΜΠ /2016 εγγράφου της ΔΙ.Π.Α.Ε.Ε., με τα οποία διαβιβάστηκαν καταγγελίες σε βάρος της προσφεύγουσας. Από τον έλεγχο που διενεργήθηκε στα υποβληθέντα έντυπα Ε1, Ε2 σε συνδυασμό με τα υποβληθέντα έντυπα Ε9 και τα μισθωτήρια συμβόλαια κλπ. προέκυψε ότι η ελεγχόμενη υπέβαλλε ανακριβείς δηλώσεις εισοδήματος για το οικ. έτος 2014, τα φορολογικά έτη 2014, 2015, 2016 και ειλικρινή δήλωση για το φορολογικό έτος 2017. Ειδικότερα, αφενός προέκυψαν διαφορές στα ήδη δηλωθέντα εισοδήματα από ακίνητα για τα οικ. έτος 2014 & για τα φορ. έτη 2014, 2015, 2016 και αφετέρου για το φορολογικό έτος 2015 δεν αναγνωρίστηκε μέρος των εξόδων ιατρικής, νοσοκομειακής και φαρμακευτικής περίθαλψης ύψους 4.286,52 ευρώ καθόσον δεν προσκομίστηκαν τα συγκεκριμένα παραστατικά που να τις αποδεικνύουν.

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ανάκληση των προσβαλλόμενων πράξεων, προβάλλοντας τους παρακάτω ισχυρισμούς:

- Η ίδια έχει στην κατοχή της, μεταξύ άλλων, ένα ακίνητο επί της οδού εντός της πόλεως του Δυνάμει του από 20.06.2008 εγγράφου ιδιωτικού συμφωνητικού εμπορικής μίσθωσης, εκμίσθωσε το εν λόγω ακίνητο στην
Στη συνέχεια, δυνάμει του με αριθ /2009 Συμβολαίου Εκχώρησης του Δικαιώματος Ενάσκησης της Επικαρπίας με Δωρεά εν Ζωή, το οποίο κατέθεσε αρμοδίως, εκχώρησε νόμιμα στον ανιψιό της, του με ΑΦΜ , την άσκηση επικαρπίας του ακινήτου. Ως εκ τούτου, τα εισοδήματα από το εν λόγω μίσθιο δηλώθηκαν από τον ανιψιό της, ο οποίος έχει καταβάλλει και τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος, ενώ η ίδια δεν έχει καμία φορολογική υποχρέωση. Η φορολογική αρχή αποδέχθηκε την κατάθεση του συμβολαίου για την εκχώρηση της ασκήσεως της επικαρπίας, ενώ παρέλειψε να την ενημερώσει ότι η εκχώρηση αυτή ήταν άκυρη. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της νομιμότητας επιβάλλουν στη διοίκηση να ερμηνεύσει κάθε δικαιοπραξία σύμφωνα με την αληθή βούληση των μερών, ενώ ακόμα και εάν η σύμβαση είναι μερικώς άκυρη η σύμβαση διασώζεται κατά το μέρος που είναι έγκυρη (άρθρα 175, 181 και 182 ΑΚ).

Επειδή, για πράξεις που εκδίδονται από 01.01.2014, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν.4174/2013 όπως ισχύει: «1. Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση ή σε περίπτωση σιωπηρής άρνησης, οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα επανεξέτασης της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης...».

Ειδικότερα, όσον αφορά τις ως άνω προσβαλλόμενες πράξεις, σύμφωνα με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου και νόμου (Κ.Φ.Δ.), αυτές εμπροθέσμως και παραδεκτώς προσβάλλονται με την παρούσα ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

Επειδή, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.2238/1994, όπως ίσχυε μετά την τροποποίηση του με τον ν.3842/2010, σχετικά με το εισόδημα από ακίνητα, ορίζονται τα εξής: « Εισόδημα και απόκτησή του

1. Εισόδημα από ακίνητα είναι αυτό που προκύπτει κάθε οικονομικό ή κατά περίπτωση γεωργικό έτος, είτε από εκμίσθωση ή επίταξη ή έμμεσα από ιδιοκατοίκηση ή ιδιοχρησιμοποίηση ή από παραχώρηση της χρήσης σε τρίτο χωρίς αντάλλαγμα, μιας ή περισσότερων οικοδομών είτε από εκμίσθωση γαιών.

Το εισόδημα αυτό αποκτάται από κάθε πρόσωπο στο οποίο έχει νόμιμα μεταβιβασθεί με οριστικό συμβόλαιο ή έχει αποκτηθεί με δικαστική απόφαση ή λόγω χρησικτησίας το δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή νομής ή επικαρπίας ή οίκησης, κατά περίπτωση».

Επειδή, με την ΠΟΛ 1135/4.10.2010 με την οποία κοινοποιήθηκαν τα άρθρα του ν.3842/2010 (ΦΕΚ 58Α'), όσον αφορά τις διατάξεις του άρθρου 8 - λοιπές διατάξεις, αναφέρονται τα εξής: «... 2.Με την παραγρ. 2 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ΚΦΕ. Με την τροποποίηση αυτή, καταργείται η φορολόγηση του εισοδήματος από ακίνητα που αποκτούν τα πρόσωπα στα οποία έχει μεταβιβαστεί με οριστικό συμβόλαιο το ενοχικό δικαίωμα ενάσκησης επικαρπίας.

Στην περίπτωση αυτή, ανεξάρτητα από τη σύνταξη ή μη συμβολαίου μεταβίβασης του ενοχικού δικαιώματος ενάσκησης επικαρπίας κάποιου ακινήτου σε τρίτο πρόσωπο, το εισόδημα αυτού εξακολουθεί να αποκτά ο κύριος ή ο επικαρπωτής του ακινήτου.

Οι διατάξεις αυτές, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 άρθρου 92 του ίδιου νόμου, έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1/1/2010 και μετά. Διευκρινίζεται, ότι οι οικείες διατάξεις εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το χρόνο που συντάχθηκε το συμβόλαιο μεταβίβασης του δικαιώματος ενάσκησης επικαρπίας (πριν ή μετά την 1/1/2010)».

Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν.4172/2013, σχετικά με το εισόδημα από ακίνητη περιουσία, ορίζονται τα εξής: «Εισόδημα από ακίνητη περιουσία

1. Ο όρος «εισόδημα από ακίνητη περιουσία» σημαίνει το εισόδημα, σε χρήμα ή σε είδος, που προκύπτει από την εκμίσθωση ή την ιδιοχρησιμοποίηση ή τη δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων. Ειδικότερα το εισόδημα αυτό προκύπτει από:

α) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης γης ή ακινήτων συμπεριλαμβανομένων των κτιρίων, κατασκευών και κάθε είδους εγκαταστάσεων και εξοπλισμού τους.

β) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης μεταλλείων, λατομείων, δασικών και αγροτικών εκτάσεων στις οποίες περιλαμβάνονται λιβάδια, καλλιεργήσιμες γαίες, βοσκήσιμες γαίες, καθώς και κάθε είδους κατασκευές ή εγκαταστάσεις που είναι στην επιφάνεια του εδάφους ή κάτω από αυτή, όπως τα ιχθυοτροφεία, οι λίμνες, οι δεξαμενές, οι πηγές και τα φρέατα.

γ) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης από την παραχώρηση χώρου για την τοποθέτηση κάθε είδους διαφημιστικών επιγραφών.

δ) Εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή παραχώρηση χρήσης κοινόχρηστων χώρων σε ακίνητα.».

Επειδή, η προσφεύγουσα δύναται να υποβάλλει ανακλητική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Δ., ενώ παράλληλα μπορεί να αιτηθεί την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής.

Επειδή, οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές αναφέρονται στην από 17.05.2019 έκθεση απόψεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου και στην από 15.04.2019 έκθεση μερικού φορολογικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, επί της οποίας εδράζονται οι προσβαλλόμενες πράξεις κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες, οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας τυγχάνουν αβάσιμοι.

Αποφασίζουμε

Την απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης 14.05.2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της του με Α.Φ.Μ , κατοίκου , οδός, αρ , και την επικύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων.

Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου - καταλογιζόμενο ποσό με βάση την παρούσα απόφαση:

1. Οριστική πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος οικ. έτους 2014 (α/α /2019) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου
Τελικό χρεωστικό ποσό 18.354,90 €

2. Οριστική πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορ. έτους 2014 (α/α /2019) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου
Τελικό χρεωστικό ποσό 11.161,90 €

3. Οριστική πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορ. έτους 2015 (α/α ..../2019) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου
Τελικό χρεωστικό ποσό 1.919,15 €

4. Οριστική πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορ. έτους 2016 (α/α/2019) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου
Τελικό χρεωστικό ποσό 685,91 €

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ
ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Ο/Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/105605/3990/2019 Έλεγχος κατηγοριών τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών του άρθρου 36 του ν.4495/17 στις περιπτώσεις που απαιτείται έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού

$
0
0
Α.Π.: ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/105605/3990
Ημ/νία: 15/11/2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΧΩΡΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ,
ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Γ’

Ταχ. Δ/νση Μεσογείων και Τρικάλων 36
Ταχ. Κώδ. 11526 Αθήνα
Τηλέφωνο 210 6913407
FAX 210 6918088

Θέμα: Έλεγχος κατηγοριών τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών του άρθρου 36 του ν.4495/17 στις περιπτώσεις που απαιτείται έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού

Με αφορμή αιτήματα Υπηρεσιών Δόμησης, φορέων και μηχανικών σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 36 του ν.4495/2017 και ειδικότερα ως προς την κατηγορία τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών στις περιπτώσεις που απαιτείται έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, διευκρινίζουμε τα εξής:

- Σύμφωνα με την παράγραφο 1ζ) του άρθρου 36 του ν.4495/2017, στην Κατηγορία τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών 1, εμπίπτουν περιπτώσεις ανέγερσης ή προσθήκης σε οικόπεδα ή γήπεδα εντός προστατευόμενων περιοχών και ζώνης προστασίας, όπως αρχαιολογικοί χώροι, ιστορικοί τόποι, παραδοσιακοί οικισμοί, εθνικά πάρκα και περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές.

- Σύμφωνα με τον δεύτερο αστερίσκο του εντύπου «Βεβαίωση όρων δόμησης & απαιτούμενων εγκρίσεων Ν. 4495/2017 (άρθρο 38 παρ. 2γ)» της υπ αρίθμ. ΥΠΕΝ/ΥΠΡΓ/88894/12666/2018 Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚ 5716 Β’), «** Αιτήματα για τα οποία απαιτείται έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, απορρίπτονται, διότι αφορούν σε οικοδομικές άδειες Κατηγορίας 1.».

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω δύο διατάξεων και διευκρινίζοντας περαιτέρω τη φράση του εντύπου της προαναφερόμενης Υ.Α «για τα οποία απαιτείται έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού», άποψη της υπηρεσίας μας είναι ότι τυχόν υφιστάμενη υποχρέωση ελέγχου των εκσκαφών από την αρχαιολογική υπηρεσία, λόγω αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, για την ανέγερση ή προσθήκη κατ’ έκταση σε οικόπεδα ή γήπεδα που δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις οικοπέδων και γηπέδων εντός προστατευόμενων περιοχών και ζωνών προστασίας, όπως αρχαιολογικοί χώροι, ιστορικοί τόποι, παραδοσιακοί οικισμοί, εθνικά πάρκα, περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές, δεν κατατάσσει αφ’ εαυτής την οικοδομική άδεια στην Κατηγορία 1 του άρθρου 36 του ν.4495/2017, με αποτέλεσμα την ένταξή της στην Κατηγορία 3. Αντιθέτως αιτήματα για ανέγερση ή προσθήκη κατ’ έκταση σε οικόπεδα ή γήπεδα που είναι όμορα σε διατηρητέα κτίρια ή πλησίον μνημείων, για τα οποία απαιτείται έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, εμπίπτουν στην Κατηγορία τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών 1.

Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι για τις περιπτώσεις έκδοσης οικοδομικών αδειών της Κατηγορίας 3 που εκδίδονται αυτόματα μετά την ηλεκτρονική υποβολή του φακέλου απαιτούμενων δικαιολογητικών και μελετών, όταν απαιτείται από τους όρους δόμησης της περιοχής γνωμοδότηση των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, αυτή λαμβάνεται υποχρεωτικά και εισάγεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 33 του ν.4495/2017 με ευθύνη του εξουσιοδοτημένου μηχανικού.




Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
Νίκος ΜΠΙΑΣ
Αρχιτέκτων Μηχανικός

Α.1419/2019 Τύπος και περιεχόμενο της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) νομικών προσώπων και οντοτήτων.

$
0
0

Αριθμ. Α.1419/2019

 
(ΦΕΚ Τεύχος B’ 4182/18.11.2019)

Τύπος και περιεχόμενο της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) νομικών προσώπων και οντοτήτων.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1.    Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α΄ 170), όπως ισχύ- ουν, και ειδικότερα τις διατάξεις των άρθρων 33, σύμφωνα με το οποίο ο Γενικός Γραμματέας δύναται να εκδίδει απόφαση σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού της κατ’ εκτίμηση φορολογητέας ύλης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, 37, σύμφωνα με το οποίο ο τύπος των πράξεων προσδιορι- σμού του φόρου καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα, 41 παρ. 3, σύμφωνα με το οποίο σε περίπτωση εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης του προσδιορισμού φόρου στον φορολογούμενο και του άρθρου 63.
2.    Τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 8 του ν. 4223/ 2013 (Α΄ 287), όπως ισχύουν.
3.    Τις διατάξεις του άρθρου  23  του  ν.  3427/2005 (Α΄ 312), όπως ισχύει.
4.    Τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Πρώτου Μέρους του ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 94).
5. Την 1/20-01-2016 (ΦΕΚ 18/τ. Υ.Ο.Δ.Δ./20-01-2016)
πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και δι- ορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, και την αριθ. 39/3/30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. «Ανανέωσης θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων», όπως ισχύουν.
6. Την Δ.ΟΡΓ.Α 1115805 ΕΞ 2017/31-7-2017 (Β΄ 2743)απόφαση του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε περί μεταβίβασης αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότησης υπογραφής «Με εντολή Διοικητή» σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, όπως ισχύει.
7. Τη Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017 (Β΄ 968 και 1238) από-
φαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει.
8.    Την ΠΟΛ 1184/2014 (Β΄ 2074) απόφαση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Μηχανογραφική διαχείριση των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) για τον υπολογισμό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων».
9.    Την ΠΟΛ 1200/2014 (Β΄ 2444) απόφαση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9) φυσικών και νομικών προσώπων».
10.    Το γεγονός ότι σημαντικός αριθμός νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων δεν υπέβαλε δηλώσεις στοιχείων ακινήτων τα έτη 2013 και 2014 για επικαιροποίηση της περιουσιακής τους κατάστασης, παρότι υπήρχε σχετική υποχρέωση.
11.    Το γεγονός ότι δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:


1.    Για το έτος 2014 εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) στα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, τα οποία κατά την 1η Ιανουαρίου έτους 2014 δεν είχαν προβεί σε διακοπή εργασιών και δεν υπέβαλαν δήλωση στοιχείων ακινήτων τα έτη 2013 και 2014, εφόσον δεν έχει εκδοθεί πράξη διοικητικού προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. έτους 2014.
2.    Ο τύπος και το περιεχόμενο της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου έχει ως το συνημμένο υπόδειγμα, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
3.    Τα στοιχεία των ακινήτων για την πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου λαμβάνονται από τις δηλώ- σεις στοιχείων ακινήτων όπως αυτές έχουν αποτυπωθεί στο ΟΠΣ Περιουσιολόγιο Ακινήτων.
4.    Στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο εκτιμώμενος φόρος προσδιορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΠΟΛ 1184/2014 απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε., επί της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου αναγράφεται ότι ο τρόπος υπολογισμού του φόρου έχει πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής.
5.    Στις περιπτώσεις, στις οποίες υπάρχουν ουσιώδεις ελλείψεις στα περιγραφικά στοιχεία ακινήτων, με αποτέλεσμα αυτά να θεωρούνται ως μη δηλωθέντα, επί της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου υπάρχει ειδική επισήμανση γι’ αυτά.
6.    Δεν εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου όταν το προκύπτον ποσό φόρου είναι μέχρι πέντε
(5) ευρώ.
7.    Η εκδοθείσα πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου αναρτάται στο ΟΠΣ Περιουσιολόγιο Ακινήτων και κοινοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4174/2013. Στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η ηλεκτρονική ενημέρωση του φορολογούμενου για την έκδοση της πράξης, αυτή επιδίδεται από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 4174/2013.
8.    Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο φορολογούμενος υποβάλει μέσω διαδικτύου δήλωση στοιχείων ακινήτων μετά την έκδοση της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, εκδίδεται άμεσα δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου και ο επιπλέον βεβαιωθείς φόρος διαγράφεται ο δε τυχόν επιπλέον καταβληθείς φόρος επιστρέφεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 42 του ν.4174/2013.




Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 12 Νοεμβρίου 2019 Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

ΔΕΔ 2754/2019 Συντάξεις πηγής Ελλάδος που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο Ελβετίας από προηγούμενη εργασία

$
0
0

Καλλιθέα, 01/10/2019
Αριθμός απόφασης: 2754

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α2

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604561
ΦΑΞ: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α' 69).
γ. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
δ. Της ΠΟΛ 1064/28.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία - Ενδικοφανής προσφυγή), καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής και ρύθμιση ζητημάτων καταβολής και αναστολής καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής».

2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β' / 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την με ημερομηνία κατάθεσης 03/05/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή του - - του , ΑΦΜ , κατοίκου , με διεύθυνση , κατά της από 05/03/2019 Πράξης Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, φορολογικού έτους 2017 της ΑΑΔΕ, καθώς και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Την από 05/03/2019 Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, φορολογικού έτους 2017 της ΑΑΔΕ της οποίας ζητείται η ακύρωση ή τροποποίηση.

6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ Κατοίκων Εξωτερικού. 

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α2, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.

Επί της από 03/05/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του - - του , ΑΦΜ , η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα, και μετά τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Ο προσφεύγων είναι συνταξιούχος από το 2002, και από το έτος 2014 είναι φορολογικός κάτοικος της

Για το φορολογικό έτος 2017 υπέβαλε την με αριθμό /2017 δήλωση φορολογίας εισοδήματος, στην οποία ήταν προσυμπληρωμένοι (ως κωδικοί για τους οποίους παρέχεται ηλεκτρονική πληροφόρηση με βάση την ΠΟΛ 1045/2018) οι κωδικοί 303: «άθροισμα καθαρών ποσών από κύριες συντάξεις», 321: «άθροισμα καθαρών ποσών από επικουρικές συντάξεις, μερίσματα, κλπ», 313: «φόρος που αναλογεί στους μισθούς, συντάξεις...», 315: «φόρος που παρακρατήθηκε στους μισθούς, συντάξεις...», 333: «ποσό που παρακρατήθηκε για ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α Κ.Φ.Ε.», αντιστοίχως με τα ποσά των 15.839,81 ευρώ, 1.250,29 ευρώ, 1.893,59 ευρώ, 1.865,19 ευρώ και 72,36 ευρώ.

Στην υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή ο προσφεύγων αναγράφει στο ιστορικό της υποθέσεως του ότι εν συνεχεία, υπέβαλε με επιφύλαξη την υπ' αρ /2018 δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2017, με την οποία δήλωσε στην κατηγορία εισοδημάτων που απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο χωρίς ηλεκτρονική πληροφόρηση εισοδήματα ποσού € 17.090,10, αφού προηγουμένως είχε υποβάλει την από 10.08.2018 Αίτηση για την εφαρμογή της Σύμβασης για το φορολογικό έτος 2017 (1.01.2017-31.12.2017), προσκομίζοντας σχετικό σαρωμένο έγγραφο. Ωστόσο στην από 03/05/2019 έκθεση απόψεων επί ενδικοφανούς προσφυγής του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού αναφέρεται ότι: «Προφανώς το έγγραφο τούτο αποτελεί εκτύπωση της προσωρινώς αποθηκευμένης δήλωσης του, την οποία και δεν μπορούσε να οριστικοποιήσει, καθώς τα ποσά των συντάξεων που ήθελε να εντάξει στους οικείους κωδικούς, δεν μπορούσε να τα εντάξει, καθώς πρόκειται για ποσά για τα οποία επειδή ακριβώς υφίσταται ηλεκτρονική πληροφόρηση από τον οικείο φορέα, είναι προεκτυπωυένα στο έντυπο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και ακριβώς επειδή ο φορολογούμενος δεν δύναται να επέμβει σ' αυτά, δηλώνοντας οτιδήποτε διάφορο, υποβάλει τη δήλωσή του με επιφύλαξη*.»

Η Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού προέβη στην εκκαθάριση της υπ' αριθ /2017 αρχικής υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εκδίδοντας την προσβαλλόμενη πράξη και υπολογίζοντας φόρο εισοδήματος στο ποσό που ο προσφεύγων έλαβε από τη σύνταξη του στην Ελλάδα ύψους €1.865,19 και ειδική εισφορά αλληλεγγύης ύψους € 258,52.

Ο προσφεύγων, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά την ακύρωση ή τροποποίηση της ως άνω προσβαλλόμενης πράξης κατά το μέρος που αφορά: (α) τον υπολογισμό φόρου για τα εισοδήματα (συντάξεις) της υπό κρίση χρήσης και (β) την επιβολή έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης στο μέτρο που παρακρατήθηκε από τα εισοδήματα του από συντάξεις καθώς και στο μέτρο που υπολογίστηκε επ' αυτών και την επιστροφή ως αχρεωστήτως καταβληθέντος κάθε σχετικού με τον ως άνω φόρο ποσό που έχει ήδη παρακρατηθεί και ό,τι κληθεί να καταβάλει, προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

• Νόμω και ουσία αβάσιμη η επιβολή του ένδικου φόρου εισοδήματος/ Παραβίαση του άρθρου 18 άλλως του άρθρου 21 πργ. 1 της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος Ελλάδος και Ελβετίας.

- Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18 της Σύμβασης για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Ελβετικής Ομοσπονδίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και του συνημμένου σ' αυτή Πρωτοκόλλου και Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (Ν. 1502/1984, Ν. 4034/2011 και Ν. 4105/2013), οι συντάξεις πηγής Ελλάδας που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο Ελβετίας από προηγούμενη εργασία του φορολογούνται μόνο στο κράτος κατοικίας του λήπτη της σύνταξης, ήτοι στην Ελβετία.

• Η επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης είναι μη νόμιμη.

- Με την κρίση του ΣΤΕ (2465/2018 απόφαση), η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 είναι τακτικός φόρος και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των Συμβάσεων Αποφυγής Διπλής Φορολογίας που έχει συνάψει η χώρα μας.

• Παραβίαση της αρχής της νομιμότητας.

• Παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 18 της Σύμβασης για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Ελβετικής Ομοσπονδίας για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και του συνημμένου σ' αυτή Πρωτοκόλλου και Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (Ν. 1502/1984, Ν. 4034/2011 και ν. 4105/2013): «Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 19, οι συντάξεις και άλλες αμοιβές παρόμοιας φύσης που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για προηγούμενη απασχόληση φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος.»

Επειδή, σύμφωνα με το συνημμένο Πίνακα της ΠΟΛ.1128/2006 με θέμα τη "Φορολογική μεταχείριση των συντάξεων, παροχών και άλλων παρόμοιων αμοιβών, βάσει των αντίστοιχων διατάξεων των Συμβάσεων Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (Σ.Α.Δ.Φ.) του Εισοδήματος": «ΕΛΒΕΤΙΑ ν. 1502/1984 Φ.Ε.Κ. 192/Α/1984
1)

2) Φορολογική μεταχείριση συντάξεων που προέρχονται από πηγές Ελλάδας και καταβάλλονται σε κάτοικο (resident) Ελβετίας.

Αρθρο 18

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του Αρθρου 19, συντάξεις και άλλες αμοιβές παρόμοιας φύσης που καταβάλλονται σε κάτοικο Ελβετίας για προηγούμενη εξαρτημένη απασχόληση, φορολογούνται μόνο στην Ελβετία. ...»

Επειδή σύμφωνα με τη ΠΟΛ.1249/05-11-2015 με θέμα "Φορολογική μεταχείριση εισοδήματος από συντάξεις, παροχές και παρόμοιες αμοιβές φορολογικών κατοίκων εξωτερικού, βάσει των διατάξεων Συμβάσεων Αποφυγής Διπλής Φορολογίας":

«..Για τη φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από συντάξεις, παροχές και άλλες παρόμοιες αμοιβές σύμφωνα με τις διμερείς Συμβάσεις που έχει συνάψει η Ελλάδα, το Υπουργείο μας έχει εκδώσει αναλυτική Πολυγραφημένη Εγκύκλιο (1128/2006), με την οποία διευκρινίζονται σχετικά ζητήματα. Συγκεκριμένα, στον συνημμένο πίνακα της Εγκυκλίου αναλύονται τα άρθρα που αναφέρονται στη φορολογική αντιμετώπιση των συντάξεων, παροχών και άλλων παρόμοιων αμοιβών, οι οποίες προέρχονται από πηγές ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και καταβάλλονται σε κατοίκους Ελλάδας, αλλά και αυτών που προέρχονται από πηγές Ελλάδας και καταβάλλονται σε κατοίκους του άλλου Συμβαλλομένου Κράτους..

Διευκρινίζεται ότι η Ελλάδα κατά τη διαδικασία σύναψης των ΣΑΔΦΕ ακολουθεί το Πρότυπο Σύμβασης του Ο.Ο.Σ.Α. (Model Tax Convention on Income and on Capital) και τα ερμηνευτικά του σχόλια, σύμφωνα με τα οποία η φορολόγηση των συντάξεων και άλλων παρόμοιων πληρωμών προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 18 και 19.

Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 18 περιλαμβάνει διατάξεις για τη φορολόγηση των συντάξεων που καταβάλλονται για εξαρτημένη εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Στους τύπους πληρωμής περιλαμβάνονται οι συντάξεις που καταβάλλονται απευθείας στους πρώην εργαζόμενους αλλά και πληρωμές προς άλλους δικαιούχους (π.χ. επιζών σύζυγος, σύντροφος ή τέκνο των εργαζομένων)

Όταν προβλέπεται αποκλειστικό δικαίωμα φορολόγησης του εισοδήματος από συντάξεις, παροχές ή παρόμοιες αμοιβές στο Κράτος Κατοικίας (δηλ. στο άλλο συμβαλλόμενο Κράτος) σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας ΣΑΔΦΕ, τότε η διαδικασία που θα ακολουθείται είναι η εξής:

Ο δικαιούχος του εισοδήματος (δηλ. φορολογικός κάτοικος εξωτερικού) από συντάξεις, παροχές και άλλες παρόμοιες αμοιβές, οφείλει να υποβάλλει στον φορέα που καταβάλλει τη σύνταξη (δηλ. στον Ελληνικό φορέα) την «Αίτηση για την Εφαρμογή της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας» μεταξύ Ελλάδος και του αντίστοιχου Συμβαλλομένου Κράτους ...

Η Αίτηση αυτή συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον δικαιούχο του εισοδήματος και σφραγίζεται και υπογράφεται από τη φορολογική αρχή της χώρας κατοικίας του δικαιούχου του εισοδήματος στο πεδίο «Πιστοποιητικό της Φορολογικής Αρχής της Χώρας Κατοικίας του Δικαιούχου» (Πεδίο VII). Τονίζεται ότι η πιστοποίηση της φορολογικής κατοικίας από την αλλοδαπή φορολογική αρχή είναι απαραίτητη προκειμένου να έχουν εφαρμογή οι ευεργετικές διατάξεις των Συμβάσεων.

Η ως άνω Αίτηση θα υποβάλλεται μέχρι το τέλος του έτους στο φορέα που καταβάλλει τη σύνταξη ο οποίος είναι υπόχρεος σε παρακράτηση φόρου και θα έχει ισχύ από το αμέσως επόμενο φορολογικό έτος και συνολικά για διάστημα τριών (3) φορολογικών ετών...»

Επειδή εξάλλου σύμφωνα με το παράρτημα της ως άνω ΠΟΛ.1249/2015: «ΕΛΒΕΤΙΑ (Ν. 1502/1984-ΦΕΚ 192/Α/1984, Ν. 4034/2011-ΦΕΚ 269/Α/2011 και Ν. 4105/2013-ΦΕΚ 5/ΑΥ2013)

Άρθρο 18 του ν. 1502/1984
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 19, συντάξεις και άλλες παρόμοιας φύσης αμοιβές, που καταβάλλονται σε κάτοικο Ελβετίας για προηγούμενη απασχόληση φορολογούνται μόνο στην Ελβετία. ...»

Επειδή, ο προσφεύγων, φορολογικός κάτοικος Ελβετίας, εργαζόταν στην από όπου συνταξιοδοτήθηκε το 2002. Λαμβάνει κύρια σύνταξη απόν Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και επικουρική σύνταξη από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ-ΕΤΕΑΜ). Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, συντάξεις και άλλες παρόμοιας φύσης αμοιβές, που καταβάλλονται σε κάτοικο Ελβετίας για προηγούμενη απασχόληση φορολογούνται μόνο στην Ελβετία.

Ήδη για τα προηγούμενα του υπό κρίση φορολογικά έτη 2015 και 2016, ο προσφεύγων υπέβαλε στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού φορολογικές δηλώσεις εισοδήματος με την εξής διαδικασία: υπέβαλε αρχικές δηλώσεις με επιφύλαξη για τα εισοδήματα του από συντάξεις που προέκυπταν στην Ελλάδα, για τα οποία φορολογούταν στην Ελβετία δυνάμει του άρθρου 18 της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος μεταξύ Ελλάδος και Ελβετικής Συνομοσπονδίας και εν συνεχεία προσκόμιζε στον αρμόδια Δ.Ο.Υ. συμπληρωμένη και υπογεγραμμένη την Αίτηση για την εφαρμογή της Σύμβασης Διπλής Φορολογίας μεταξύ Ελλάδος και Ελβετίας, την οποία παραλάμβανε η φορολογική αρχή και δεν υπολόγιζε φόρο για τα εισοδήματα του από σύνταξη.
 
Επίσης από έρευνα στο πληροφοριακό σύστημα taxis προέκυψε ότι κατά το επόμενο του υπό κρίση φορολογικό έτος 2018, η βεβαίωση αποδοχών (συντάξεων) του προσφεύγοντα εκδόθηκε ορθώς από τον φορέα που του κατέβαλε τη σύνταξη, με αποτέλεσμα να είναι προσυμπληρωμένοι οι εξής κωδικοί στη φορολογική του δήλωση (ως κωδικοί για τους οποίους παρέχεται ηλεκτρονική πληροφόρηση): κωδικός 617: «εισοδήματα που εξαιρούνται από φόρο και εισφορά (παρ. 2 αρθρ. 43 ΚΦΕ)», κωδικός 315: «φόρος που παρακρατήθηκε στους μισθούς, συντάξεις...» και κωδικός 333: «ποσό που παρακρατήθηκε για ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α Κ.Φ.Ε.», αντιστοίχως με τα ποσά των 16.741,16 ευρώ, 1.782,85 ευρώ και 72,36 ευρώ.

Σε συνέχεια των ανωτέρω, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντα, ότι οι συντάξεις πηγής Ελλάδας που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο Ελβετίας από προηγούμενη εργασία του φορολογούνται μόνο στο κράτος κατοικίας του λήπτη της σύνταξης, ήτοι στην Ελβετία, πρέπει να γίνει αποδεκτός κατ' εφαρμογή της Σύμβασης για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Ελβετικής Ομοσπονδίας, ανεξάρτητα από τη μη τήρηση από αυτόν της προβλεπόμενης διαδικασίας για το φορολογικό έτος 2017, καθόσον ο προσφεύγων ήταν πράγματι φορολογικός κάτοικος Ελβετίας ο οποίος έλαβε σύνταξη από την Ελλάδα.

Επειδή η με αριθμό ΣτΕ 2465/2018 απόφαση του το ΣτΕ έκρινε ότι: «5. Επειδή, κατά την έννοια των προεκτεθεισών διατάξεων του άρθρου Ι της ΣΑΔΦ, το οποίο ρυθμίζει το πεδίο εφαρμογής της, φόρος επί του εισοδήματος ή, τουλάχιστον, φόρος "χαρακτήρος ουσιαστικώς παρομοίου" με φόρο επί του εισοδήματος είναι, ιδίως, οριστική χρηματική παροχή φυσικού ή νομικού προσώπου προς το κράτος, που έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα και καταβάλλεται χωρίς ειδικό αντάλλαγμα, για την αύξηση των δημοσίων εσόδων (πρβλ. Ολομ. ΣτΕ 2563/2015), προς εξυπηρέτηση είτε των εν γένει δημοσιονομικών αναγκών της χώρας (πρβλ. ΣτΕ 1773/2018 επταμ., ΣτΕ 1222/2017), στις οποίες περιλαμβάνεται προφανώς και η κάλυψη του δημοσιονομικού της ελλείμματος, είτε και ειδικού δημόσιου σκοπού (πρβλ. ΣτΕ 1773/2018 επταμ., ΣτΕ 1222/2017), όπως είναι η κρατική οικονομική ενίσχυση ορισμένων, οικονομικά ασθενών ή ευπαθών, κατηγοριών προσώπων (πρβλ. ΣτΕ 1222/2017), εφόσον η εν λόγω επιβάρυνση (έστω κι αν δεν έχει, κατά το άρθρο 78 του ελληνικού Συντάγματος, ως "αντικείμενο" το εισόδημα ορισμένου οικονομικού/φορολογικού έτους: πρβλ. Ολομ. ΣτΕ 2563/2015) έχει ως βάση επιβολής το συνολικό καθαρό εισόδημα του βαρυνόμενου προσώπου σε ορισμένο οικονομικό/φορολογικό έτος. Και τούτο, ανεξαρτήτως του εάν η ανωτέρω οικονομική επιβάρυνση έχει "έκτακτο" χαρακτήρα, δοθέντος ότι (α) το άρθρο Ι της ΣΑΔΦ δεν προβλέπει τέτοιο κριτήριο διάκρισης

7. Επειδή, η ένδικη ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 συνιστά φόρο, με βάση επιβολής το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα των βαρυνόμενων φυσικών προσώπων, ο οποίος θεσπίστηκε για την αντιμετώπιση της δυσχερούς δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας (βλ. Ολομ. ΣτΕ 2563/2015). Ο φόρος αυτός επιβλήθηκε διαδοχικά στα (άνω των 12.000 ευρώ) εισοδήματα των φυσικών προσώπων που προέκυψαν κατά τις χρήσεις (φορολογικά έτη) 2010, 2011, 2012, 2013, 2014 και 2015. Επομένως, κατά το ένδικο φορολογικό έτος (2015), η επίμαχη εισφορά ήδη επιβαλλόταν συνεχόμενα επί έξι (συναπτά) φορολογικά έτη, με συνέπεια να μην μπορεί να χαρακτηρισθεί ως "έκτακτη" ή προσωρινή, χωρίς να ασκεί επιρροή, από την άποψη αυτή, το στοιχείο ότι με το ν. 4334/2015 επήλθαν οι προαναφερόμενες μεταβολές ως προς τα κλιμάκια (εισοδήματος της βάσης) επιβολής της και τους εφαρμοστέους συντελεστές. Άλλωστε, ο χαρακτήρας της εν λόγω εισφοράς ως "τακτικού"/ συνήθους φόρου επί του εισοδήματος επιβεβαιώνεται από την ενσωμάτωσή της στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (άρθρο 43Α), την επιβολή της για τα φορολογικά έτη 2016 και 2017 και την προβλεπόμενη στο νόμο επιβολή της για τα επόμενα (του 2017) φορολογικά έτη, χωρίς χρονικό όριο. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 5, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 συνιστά φόρο ο οποίος, τουλάχιστον όσον αφορά το ένδικο φορολογικό έτος 2015, εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου Ι της ΣΑΔΦ.» (Σχετική ΠΟΛ Ε. 2009/11.1.2019)

Επειδή στην Εγκύκλιο Ε. 2009/11.1.2019 με θέμα : "Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν.3986/2011 και του άρθρου 43Α του ν.4172/2013 συνιστά φόρο ο οποίος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των ισχυουσών ΣΑΔΦ - συμμόρφωση με ΣτΕ 2465/2018 "αναφέρεται ότι : «1. Με την αριθμ. 2465/2018 απόφασή του, το Β' τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο οποίο εισήχθη προσφυγή κατόπιν πράξης της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ.1 του ν.3900/2010 (πιλοτική δίκη), έκρινε ότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν.3986/2011 συνιστά φόρο ο οποίος, τουλάχιστον όσον αφορά το ένδικο φορολογικό έτος 2015, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου Ι της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) μεταξύ της Ελλάδας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας (ν.δ. 2732/1953, Α '329).

4. Παρόμοιο άρθρο (πεδίο εφαρμογής) με το άρθρο Ι της ΣΑΔΦ Ελλάδας-Ηνωμένου Βασιλείου περιέχεται και στις λοιπές 56 ΣΑΔΦ που έχει συνάψει η χώρα μας, στις οποίες ορίζεται ότι οι ΣΑΔΦ εφαρμόζονται στους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου ή σε οποιουσδήποτε ταυτόσημους ή ουσιωδώς παρόμοιους φόρους που επιβάλλονται μετά την ημερομηνία υπογραφής τους, επιπροσθέτως ή σε αντικατάσταση των υφισταμένων φόρων (βλ. σχετικά άρθρο Ι των ΣΑΔΦ με το Ην. Βασίλειο, τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ινδία, άρθρο ΙΙ της ΣΑΔΦ με τη Σουηδία και άρθρο 2 όλων των λοιπών ΣΑΔΦ που έχει συνάψει η Ελλάδα).

5. Κατόπιν των ανωτέρω, ανακαλείται η εγκύκλιος ΠΟΛ. 1099/2018 με την οποία κοινοποιήθηκε η αριθμ. 13/2018 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με την οποία είχε γίνει δεκτό ότι η εισφορά αλληλεγγύης δεν εμπίπτει στην κατηγορία των «όμοιων με το φόρο εισοδήματος ή ουσιωδώς παρόμοιας φύσης φόρων», που περιλαμβάνονται στις ισχύουσες Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολογίας, που έχει συνάψει η χώρα μας.

Συνεπώς, για τα έτη 2015 και επόμενα, στο εισόδημα αλλοδαπής προέλευσης που αποκτάται από φορολογικό κάτοικο Ελλάδας και για το οποίο η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα φορολόγησης, βάσει ισχύουσας ΣΑΔΦ, δεν επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Επίσης, στο εισόδημα ημεδαπής προέλευσης που αποκτάται από φορολογικό κάτοικο αλλοδαπής και για το οποίο η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα φορολόγησης, βάσει της ισχύουσας ΣΑΔΦ, δεν επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης.»

Επειδή σε συνέχεια των ανωτέρω, η εισφορά αλληλεγγύης συνιστά φόρο, ο οποίος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου I των ΣΑΦΔ που έχει συνάψει η Ελλάδα και με τις 56 χώρες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελβετία. Όπως προαναφέρθηκε, στο εισόδημα ημεδαπής προέλευσης (σύνταξη) που αποκτάται από φορολογικό κάτοικο αλλοδαπής (Ελβετίας) και για το οποίο η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα φορολόγησης, βάσει της ισχύουσας ΣΑΔΦ, δεν επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Κατόπιν τούτων, ο ισχυρισμός το προσφεύγοντος σχετικά με την επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης κρίνεται βάσιμος και γίνεται αποδεκτός

Επειδή βάσει των ανωτέρω, παρέλκει η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την παρούσα ενδικοφανή προσφυγή ισχυρισμών.

Αποφασίζουμε

Την αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 03/05/2019 και αριθμ. πρωτ. ενδικοφανούς προσφυγής - - του  , ΑΦΜ κατά το μέρος που αφορά: (α) τον υπολογισμό φόρου για τα εισοδήματα (συντάξεις) και (β) την επιβολή έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης στο μέτρο που παρακρατήθηκε από τα εισοδήματα από συντάξεις καθώς και στο μέτρο που υπολογίστηκε επ' αυτών για το φορολογικό έτος 2017, και την επιστροφή ως αχρεωστήτως καταβληθέντος κάθε σχετικού με τον ως άνω φόρο ποσό που έχει ήδη παρακρατηθεί.

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α2
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Άρθρα Η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης κυρώσεως, ως προς τις φορολογικές παραβάσεις της εκδόσεως και λήψεως εικονικών στοιχείων

$
0
0

Του Γεωργίου Σπ. Ευσταθόπουλου, δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω*
artion.gr


Μέχρι το χρόνο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4174/2013 (αλλά και μετά από αυτόν εφόσον όμως επρόκειτο για χρήσεις προ του 2014) οι φορολογικές Αρχές, προκειμένου για τις φορολογικές παραβάσεις της εκδόσεως και λήψεως εικονικών φορολογικών παραστατικών, επέβαλαν πρόστιμο ΚΒΣ με βάση τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 10 β’ του Ν. 2523/1997, ανερχόμενου σε ποσό διπλάσιο της καθαρής αξίας του εικονικού στοιχείου. Οι παραβάσεις βέβαια αυτές οδηγούσαν και οδηγούν σε καταλογισμούς διαφοράς φόρων στα αντικείμενα της φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε τις υπ΄αρ. ΣτΕ 1438/2018 (επταμελούς συνθέσεως) και ΣτΕ 2221/2018 αποφάσεις του, με τις οποίες επεξεργάστηκε την Αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης κυρώσεως για τον φορολογούμενο σε σχέση με τα επιβληθέντα πρόστιμα στο αντικείμενο του ΚΒΣ.

Ειδικότερα, το ΣτΕ έλαβε υπόψη του τις ακόλουθες διατάξεις του Νόμου και δη:
(α) το άρθρο 5 παρ. 1 και 10 του ν. 2523/1997, το οποίο προέβλεπε την επιβολή κύρωσης για τη λήψη και έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων, ήτοι πρόστιμο ανερχόμενη στο διπλάσιο της καθαρής αξίας του εικονικού στοιχείου
(β) Το άρθρο 19 παρ. 4 του ν. 2523/1997, το οποίο προέβλεπε ποιο θεωρείται εικονικό στοιχείο (μέχρι και τη χρήση 2013)
(γ) Το άρθρο 55 παρ. 1 περ. ε’ του ν. 4174/2013 (υπό τον τίτλο παραβάσεις φοροδιαφυγής), το οποίο προβλέπει ποιο θεωρείται εικονικό φορολογικό στοιχείο (από τη χρήση 2014 και εντεύθεν)
(δ) Το άρθρο 55 παρ. 2γ’ του ν. 4174/2013, το οποίο προέβλεπε την επιβολή κύρωσης για τη λήψη και έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων, ήτοι πρόστιμο ανερχόμενο καταρχήν σε ποσοστό 50% της καθαρής αξίας του εικονικού στοιχείου αλλά και επιμέρους διακρίσεις ανά περίπτωση εικονικότητας
(ε) τα άρθρα 3 παρ. 4 και 7 παρ.9 του ν. 4337/2015, με τα οποία καταργήθηκαν, από 1.12.2015, οι παράγραφοι 1 και 2 του άνω άρθρου
(στ) το άρθρο 72 παρ. 30 και 32 του ν. 4174/2013, σύμφωνα με το οποίο ο νομοθέτης ορίζει πότε μπορούν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του ν. 2523/1997 και πότε του άρθρου 55 παρ. 2 του ν. 4174/2013 και προβλέπει τη δυνατότητα επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εκ μέρους του υπόχρεου:
(ζ) Το άρθρο 7 του ν. 4337/2015, το οποίο προέβλεπε την επιβολή κύρωσης για τη λήψη και έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων, ήτοι πρόστιμο ανερχόμενο (καταρχήν) σε ποσοστό 40% της καθαρής αξίας του εικονικού στοιχείου αλλά και επιμέρους διακρίσεις ανά περίπτωση εικονικότητας (παρ. 3). Στις λοιπές παραγράφους του ίδιου άρθρου προβλέπονται οι περιπτώσεις εφαρμογής του νέου ευνοϊκότερου καθεστώτος για συγκεκριμένες διαχειριστικές περιόδους (παρ.1) αλλά και για τους εκκρεμείς και αμφισβητούμενους σε οποιοδήποτε στάδιο (διοικητικό ή δικαστικό) καταλογισμούς (παρ. 2 και 4) υπό προϋποθέσεις.

Ακολούθως, το ΣτΕ προέβη στις ακόλουθες σκέψεις:

Μεταξύ των γενικών αρχών του ενωσιακού δικαίου συγκαταλέγεται η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης διοικητικής κύρωσης. Η αρχή αυτή, η οποία αφορά και σε διοικητικές κυρώσεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, έχει κανονιστική εμβέλεια ανάλογη με εκείνη της αντίστοιχης αρχής του ημεδαπού φορολογικού δικαίου και, ειδικότερα, δεν είναι απόλυτη, αλλά η εφαρμογή της μπορεί να περιορισθεί από τον κοινό νομοθέτη, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας. Πάντως, η ανωτέρω αρχή του ενωσιακού δικαίου δεν εφαρμόζεται στις φορολογικές κυρώσεις αδιακρίτως, αλλά μόνο ως προς εκείνες που έχουν επαρκή σύνδεσμο με το δίκαιο της Ένωσης.

Η υποχρέωση του επιτηδευματία για έκδοση των οριζόμενων στον ΚΒΣ στοιχείων (ακριβούς/αληθούς περιεχομένου) επιβάλλεται με σκοπό την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του ίδιου και των συναλλασσόμενων με αυτόν. Οι εν λόγω φορολογικές υποχρεώσεις περιλαμβάνουν και τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), ο οποίος όχι μόνο ρυθμίζεται από το ενωσιακό δίκαιο, αλλά συνιστά και ίδιο πόρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξάλλου, από τα άρθρα 2 και 273 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 3 ΣΕΕ, συνάγεται ότι τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να λαμβάνουν όλα τα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα τα οποία μπορούν να διασφαλίσουν την είσπραξη του συνόλου του ΦΠΑ που οφείλεται εντός του εδάφους τους και να καταπολεμούν τη φοροδιαφυγή. Τέτοιο μέτρο είναι και η επιβαλλόμενη από τον ΚΒΣ υποχρέωση των επιτηδευματιών για έκδοση φορολογικών στοιχείων ακριβούς περιεχομένου και, περαιτέρω, η προβλεπόμενη από το ημεδαπό δίκαιο επιβολή διοικητικών κυρώσεων για παράβαση της εν λόγω υποχρέωσης. Συνεπώς, η επιβολή διοικητικού προστίμου για παράβαση του ΚΒΣ, ένεκα της διαπίστωσης της έκδοσης ή λήψεως εικονικών φορολογικών στοιχείων, παρουσιάζει επαρκή σύνδεσμο με το δίκαιο της Ένωσης.

Επιπροσθέτως, η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης διοικητικής κυρώσεως για παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας αποτελεί γενική αρχή του ημεδαπού (φορολογικού) δικαίου, με έρεισμα τις συνταγματικές διατάξεις περί ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ) και περί αναλογικότητας των περιορισμών του δικαιώματος επί της περιουσίας. Περαιτέρω, η εν λόγω αρχή απορρέει και από το άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), το οποίο επιβάλλει την αναδρομική εφαρμογή του ευμενέστερου για τον παραβάτη «ποινικού» νόμου, και εφαρμόζεται και σε περίπτωση επιβολής διοικητικής κυρώσεως που συνιστά «ποινή» με βάση τα κριτήρια της νομολογίας Engel, οι διοικητικές δε κυρώσεις που επιβάλλονται για την παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας συνιστούν, κατ` αρχήν, «ποινές» δυνάμει των ανωτέρω κριτηρίων. Η αρχή αυτή συγκαταλέγεται, προσέτι, και μεταξύ των γενικών αρχών του ενωσιακού δικαίου, οι οποίες, όμως, ευρίσκουν πεδίο εφαρμογής μόνον στις υποθέσεις που παρουσιάζουν επαρκή σύνδεσμο με το δίκαιο της Ενώσεως, με αποτέλεσμα, ούτω, σε υποθέσεις, στις οποίες δεν προκύπτει ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις της φορολογικής αρχής ενέχουν περιορισμό της ασκήσεως από τον προσφεύγοντα θεμελιώδους κοινοτικής ελευθερίας, να μην έλκεται σε εφαρμογή, ως γενική αρχή του ενωσιακού δικαίου, η εν θέματι αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης κυρώσεως.

Εξάλλου, η εν θέματι αρχή δεσμεύει τον νομοθέτη, όσον αφορά στη ρύθμιση, με διατάξεις μεταβατικού δικαίου, των υποθέσεων επιβολής φορολογικών κυρώσεων που εκκρεμούν ενώπιον της Διοικήσεως ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, όταν αυτός κρίνει ότι η αποτελεσματική πρόληψη και καταστολή των οικείων παραβάσεων δύναται να επιτευχθεί μέσω της θεσπίσεως διοικητικών κυρώσεων ηπιότερων σε σχέση με τις ήδη προβλεπόμενες στον νόμο, ενώ, σύμφωνα με την αρχή αυτή, η οποία έχει τον χαρακτήρα διαχρονικού δικαίου, ο ευμενέστερος ή μή για τους φορολογουμένους χαρακτήρας του νεώτερου νόμου που προβλέπει κύρωση για ορισμένη φορολογική παράβαση δεν κρίνεται γενικώς, αλλά ενόψει της συγκεκριμένης περιπτώσεως, κατόπιν συγκρίσεως όλων των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν στο χρονικό διάστημα από τη διάπραξη της παραβάσεως έως και την εκδίκαση της υποθέσεως από το διοικητικό δικαστήριο και εξετάσεως ποια από τις ρυθμίσεις αυτές, εφαρμοζόμενη στο σύνολό της, άγει, κατ` εκτίμηση των συνθηκών της υποθέσεως, στην ελαφρύτερη κύρωση. Πάντως, η ανωτέρω αρχή δεν έχει πεδίο εφαρμογής όταν ο νεώτερος νόμος περί επιβολής φορολογικών κυρώσεων είτε δεν είναι συγκρίσιμος με τον προηγούμενο είτε συνδέεται αναπόσπαστα με τη θέσπιση νέου, ουσιωδώς διαφορετικού κανονιστικού πλαισίου φορολογίας, ώστε να απηχεί διαφορετική εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τον πρόσφορο και αναγκαίο χαρακτήρα των κυρώσεων που προβλέπονταν υπό το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς.

Άλλωστε, ο κανόνας της αναδρομικής εφαρμογής του επιεικέστερου κυρωτικού νόμου δεν είναι απόλυτος αλλά μπορεί να καμφθεί από σαφή, αντίθετη νομοθετική διάταξη, η οποία είτε αποκλείει την αναδρομική εφαρμογή της νεώτερης, ευμενέστερης για τον φορολογούμενο, ρυθμίσεως είτε την προβλέπει, όχι, όμως, άνευ ετέρου, αλλά υπό προϋποθέσεις που θίγουν ουσιωδώς τα έννομα συμφέροντα του φορολογουμένου. Όπως, όμως, έχει κριθεί, τέτοια νομοθετική διάταξη, ως θεσπίζουσα απόκλιση από την ως άνω θεμελιώδη αρχή, πρέπει να δικαιολογείται επαρκώς, ώστε να συνάδει προς τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας.

Τούτων δοθέντων, ίσχυσαν διαδοχικά οι ακόλουθες διατάξεις, σχετικά με τις επιβλητέες για τις παραβάσεις αυτές διοικητικές και ποινικές κυρώσεις:
(α) του ν. 2523/1997 με το άρθρο 5 παρ. 10 περ. β’, του οποίου το επιβαλλόμενο πρόστιμο ανέρχεται στο 200% της καθαρής αξίας του κάθε τιμολογίου (άλλως στο διπλάσιο της καθαρής αξίας του τιμολογίου), ενώ με το άρθρο 19 παρ. 1 του ιδίου νόμου προβλέπεται και ποινή φυλάκισης στον παραβάτη τουλάχιστον τριών μηνών,
(β) του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας) με το άρθρο 55 παρ. 2 εδαφ. γ’ του οποίου το επιβαλλόμενο πρόστιμο ανέρχεται στο 50% της (καθαρής) αξίας κάθε τιμολογίου, διατηρουμένων παράλληλα και των ποινικών κυρώσεων του άρθρου 19 παρ. 1 του ν. 2523/1997,
(γ) του ν. 4337/2015 με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 3β του οποίου το επιβαλλόμενο πρόστιμο ανέρχεται στο 40% της (καθαρής) αξίας κάθε τιμολογίου, ενώ με την παρ. 4 του άρθρου 3 του οποίου καταργούνται από 1-2-2016 οι διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 1 και 2 του ν. 4174/2013, και περαιτέρω, καταργούνται με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 6 του ιδίου νόμου και οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 που εφαρμόζονταν για τις παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος των άρθρων 54 και 55 παρ. 2Γ του ν. 4174/2013, ενώ παράλληλα με το άρθρο 8 του νόμου αυτού καταργούνται και οι ποινικές διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 2523/1997 και συγχρόνως θεσπίζονται νέες ποινικές διατάξεις, που σε κάθε περίπτωση είναι επιεικέστερες αυτών του άρθρου 19 του ν. 2523/1997, και για το λόγο αυτό, είναι, ενόψει της ισχύουσας στο ποινικό δίκαιο αρχής της εφαρμογής της ευνοϊκότερης για τον κατηγορούμενο ποινικής διάταξης, εφαρμοστέες και για τις πράξεις έκδοσης εικονικών τιμολογίων που τελέσθηκαν υπό το καθεστώς του ν. 2523/1997.

Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί αφενός ότι, διά του ν. 4337/2015, δεν επήλθε νομοθετική μεταβολή που να καταργεί το προϊσχύον φορολογικό καθεστώς, έτσι ώστε να δικαιολογείται η διατήρηση των προϋφιστάμενων κυρώσεων, η τροποποίηση των οποίων προς το επιεικέστερον οφείλεται, άλλωστε, στη διαπίστωση του νομοθέτη ότι το προϊσχύον καθεστώς έχρηζε εξορθολογισμού, και αφετέρου ότι η παράγραφος 4 του άρθρου 7 του ανωτέρω ν. 4337/2015, η οποία, προκειμένου για τις εκκρεμείς κατά τη δημοσίευση του ως άνω νόμου υποθέσεις ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, εξαρτά την αναδρομική εφαρμογή της ανωτέρω ευνοϊκότερης διατάξεως από προϋποθέσεις (ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής για την υπαγωγή στη διάταξη της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου του συνόλου των παραβάσεων κάθε πράξεως, καταβολή του συνόλου της οφειλής που προκύπτει μετά την εφαρμογή των διατάξεων της ως άνω παραγράφου, βεβαίωση του αρμόδιου δικαστηρίου ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί και δήλωση παραιτήσεως από το σχετικό δικόγραφο ή δικαίωμα), είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα, προεχόντως ως αντικείμενη στην ανωτέρω συνταγματικής ισχύος αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης κυρώσεως.

Από τη σύγκριση των πιο πάνω νομοθετημάτων, προκύπτει ότι ευμενέστερη για το φορολογούμενο είναι η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 4 του ν. 4337/2015, με την οποία ΔΕΝ επιβάλλεται πλέον διοικητικό πρόστιμο (από 1.2.2016) για την παράβαση της έκδοσης και της λήψης εικονικών τιμολογίων, εφόσον οδηγεί σε συγκεκριμένη περίπτωση και ενόψει των δεδομένων της σε ευνοϊκότερο γι’ αυτόν αποτέλεσμα.

Τούτο δε διότι, με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 10 περ. β’ του ν. 2523/1997, και τις ευμενέστερες σε σχέση με αυτές διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2 εδαφ. γ’ του ν. 4174/2013, προβλεπόταν πρόστιμο 200% και 50% αντίστοιχα της αξίας κάθε τιμολογίου, ενώ με τις ακόμα ευμενέστερες (σε σχέση με τις δύο προηγούμενες) διατάξεις (μεταβατικές) του άρθρου 7 παρ. 3β του πιο πάνω νόμου 4337/2015 επιβαλλόταν πρόστιμο 40% της αξίας κάθε τιμολογίου. Ειδικά δε ως προς το λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου προβλεπόταν πρόστιμο ανερχόμενο σε ποσοστό 15% και 10% της αξίας του στοιχείου, εφόσον η λήψη του δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους (άρθρα 55 παρ. 2 εδ. γ’ περ.γγ’ ν. 4174/2013 και άρθρο 7  παρ. 3 εδ ε’ ν. 4337/2015 αντίστοιχα). Περαιτέρω, η εκάστοτε μεταγενέστερη, κατά τα ανωτέρω, ηπιότερη νομοθετική ρύθμιση υπαγορεύθηκε από λόγους που συνδέονται με τη διαδοχική μεταβολή «επί το επιεικέστερον» των σχετικών αξιολογήσεων του νομοθέτη αναφορικά με τις οικείες παραβάσεις. Τούτο συνάγεται από το γεγονός ότι ο νομοθέτης αρχικά με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 10 περ. β’ του ν. 2523/1997, προσδίδοντας ιδιαίτερη απαξία στις πράξεις έκδοσης και λήψης εικονικών τιμολογίων, θέσπισε για αυτές την επιβολή αυστηρών διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, και στη συνέχεια με τις διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2 του ν. 4174/2013, διατηρώντας τις ισχύουσες ποινικές κυρώσεις, μετέβαλε τις αντιλήψεις του επί του ύψους του επιβλητέου προστίμου, το οποίο και περιόρισε σε μικρότερο ποσό, και στη συνέχεια, με τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 3β και 3 παρ. 4 του ν. 4337/2015, αξιολογώντας εκ νέου με επιεικέστερο τρόπο τις εν λόγω παραβάσεις εξέφρασε τη βούληση να μειωθούν ακόμη περισσότερο τα επιβαλλόμενα πρόστιμα για όσες παραβάσεις είχαν τελεσθεί μέχρι τη δημοσίευση του νόμου τούτου, και περαιτέρω εξέφρασε τη βούληση, όπως προκύπτει και από τα αναφερόμενα στην αιτιολογική του έκθεση επί του άρθρου 3 παρ. 4, αυτές να τιμωρούνται από 1.2.2016 και εφεξής ΜΟΝΟ με τις θεσπισθείσες νέες ποινικές κυρώσεις, και να μην επιβάλλεται πλέον γι’ αυτές οποιαδήποτε διοικητική κύρωση (πρόστιμο).

Συνεπώς, κατ’ εφαρμογή της γενικής αρχής του ημεδαπού αλλά και κοινοτικού δικαίου περί αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης διοικητικής (εν προκειμένω φορολογικής) κύρωσης, σύμφωνα με την οποία η εφαρμογή της επιεικέστερης διάταξης είναι απόλυτη και μη εξαρτώμενη από οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση, αλλά και κατ’ εφαρμογή της απορρέουσας από το Σύνταγμα αρχής της αναλογικότητας, πρέπει να γίνει δεκτό, ότι εφόσον στο νεότερο Νόμο 4337/2015 ΔΕΝ προβλέπεται πλέον η επιβολή διοικητικού προστίμου για τις παραβάσεις της έκδοσης και λήψης εικονικών τιμολογίων, δεν μπορούν να εφαρμοστούν για τις συγκεκριμένες παραβάσεις, οι προϊσχύουσες δυσμενέστερες διατάξεις του ν. 2523/1997 υπό το καθεστώς του οποίου τελέσθηκαν, και επομένως, να επιβληθεί για τις παραβάσεις αυτές το πρόστιμο που προέβλεπε το άρθρο 5 παρ. 10 του τελευταίου αυτού νόμου.

Επισημαίνεται ότι, στις περιπτώσεις που η επιβολή προστίμου ΚΒΣ έχει ήδη αμφισβητηθεί δικαστικώς και εκκρεμεί ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του ΣτΕ, ο φορολογούμενος δύναται να προβάλει ως λόγο την εφαρμογή της άνω Αρχής, προκειμένου να επιτύχει την ακύρωση του προστίμου κατά τα ανωτέρω, επί τη βάσει της ρύθμισης του άρθρου 3 παρ. 4 του ν. 4337/2015, με την οποία καταργήθηκαν οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του Ν. 4174/2013 (σε συνδυασμό με τις παρ. 2 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015), ή την μεταρρύθμισή του, επί τη βάσει της ρύθμισης του άρθρου 7 παρ. 3β’ του Ν. 4337/2015, με την οποία το επιβλητέο πρόστιμο για την παράβαση της έκδοσης εικονικών τιμολογίων ορίζεται σε ποσό ίσο με το 40% της καθαρής αξίας των φερόμενων ως εικονικών φορολογικών στοιχείων έναντι του προβλεπόμενου στις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 ποσού του διπλάσιου της καθαρής αξίας των τιμολογίων.

Τέλος, η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ηπιότερης φορολογικής κυρώσεως εξετάζεται από το δικαστήριο της ουσίας, όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά μόνον κατόπιν προβολής, με το δικόγραφο της προσφυγής ή με δικόγραφο προσθέτων λόγων, αντίστοιχου λόγου από τον προσφεύγοντα, ο οποίος βαρύνεται να επικαλεστεί την αρχή αυτή κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο, προσδιορίζοντας τη νεώτερη ρύθμιση, η οποία άγει, κατά τους ισχυρισμούς του, σε ελαφρύτερη γι` αυτόν κύρωση, ενόψει των συνθηκών της περιπτώσεώς του.


*Ο κ. Γεώργιος Σπ. Ευσταθόπουλος είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, εξειδικευθείς στο Φορολογικό Δίκαιο και συνεργάτης της Artion A.E.

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις - περαιτέρω εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της οδηγίας 2008/52/εκ του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008

$
0
0

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Στο σχέδιο νόμου «ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΣΕ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ - ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/52/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 21ης ΜΑΙΟΥ 2008»

Α. ΓΕΝΙΚΑ- ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ

Ο στόχος της διασφάλισης καλύτερης πρόσβασης στη δικαιοσύνη, ο οποίος αποτελεί μέρος της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, περιλαμβάνει την πρόσβαση στις δικαστικές καθώς και στις εξωδικαστικές μεθόδους επίλυσης των διαφορών. Με την Οδηγία 2008/52/ΕΚ, για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων οικογενειακού δικαίου, επιχειρείται η διευκόλυνση της πρόσβασης στην εναλλακτική επίλυση των διαφορών και η προαγωγή του φιλικού διακανονισμού. Ενθαρρύνεται η προσφυγή στη διαμεσολάβηση και δίδεται μέριμνα αφενός προς την κατεύθυνση δημιουργίας ισόρροπης σχέσης μεταξύ αυτής και των δικαστικών διαδικασιών, αφετέρου προς την κατεύθυνση εξασφάλισης ότι τα μέρη που θα προσφύγουν, μπορούν να βασίζονται σε ένα σαφώς οριοθετημένο νομικό πλαίσιο.

Ειδικότερα, η διαμεσολάβηση, προσφέρει την ελευθερία εξεύρεσης λύσεων από κοινού, σε σύντομο χρόνο, με μικρότερο οικονομικό κόστος, ενώ ταυτόχρονα συμβάλει ουσιαστικά στην απλούστευση και βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Τούτο δε συμβαίνει διότι, η επίτευξη της διευθετήσεως μιας ιδιωτικής διαφοράς εκτός του συνηθισμένου μοντέλου της διαδικασίας που περατώνεται με την έκδοση δικαστικής απόφασης, έχει ως άμεση συνέπεια την μείωση του αριθμού των διαφορών που εισάγονται στα δικαστήρια και την βελτίωση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης στις υποθέσεις, όπου η έκδοση δικαστικής απόφασης αποτελεί τον ενδεδειγμένο και μόνο τρόπο για την αυθεντική επίλυσή τους. Επιπροσθέτως, τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης, είναι σημαντικά στον τομέα της ενίσχυσης των οικονομικών συναλλαγών και της επιχειρηματικότητας, δια της εξισορρόπησης των συμφερόντων και της εξεύρεσης λύσεων αποτελεσματικών και προσαρμοσμένων στις εκάστοτε ανάγκες των εμπλεκομένων μερών.

Η οδηγία 2008/52/ΕΚ, εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με την ψήφιση του Ν. 3893/2010, οπότε ξεκίνησε και η προσπάθεια εξοικείωσης, κατ' αρχήν του νομικού κόσμου της χώρας, με τον θεσμό. Μετά από δέκα σχεδόν έτη θέσπισης του νόμου 3898/2010, εκτιμάται ότι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της ανωτέρω Οδηγίας υπήρξε επιτυχημένη, στο μέτρο που εισήγαγε το θεσμό της διαμεσολάβησης στην έννομη τάξη και οδήγησε στην εκπαίδευση και επιστημονική κατάρτιση σημαντικού αριθμού διαμεσολαβητών, απαραίτητων για τη σκοπούμενη ευρεία εφαρμογή του θεσμού στην πράξη στο άμεσο μέλλον. Ωστόσο, ο νομοθέτης υπήρξε εξαιρετικά επιφυλακτικός είτε στη θέσπιση κινήτρων νια την εφαρμογή της διαμεσολάβησης είτε κυρώσεων για τη μη χρήση αυτής, πολλώ δε μάλλον για την υποχρεωτική εφαρμογή της, αφήνοντας την εφαρμογή της στην διακριτική ευχέρεια των εμπλεκομένων μερών. Η επιλογή αυτή είχε σαν αποτέλεσμα ο ν. 3898/2010 μετά από οκτώ σχεδόν έτη εφαρμογής, να μην έχει αποδώσει τα αναμενόμενα, ο δε αριθμός των έως σήμερα διαμεσολαβήσεων παραμένει πολύ χαμηλός, χωρίς να έχει δημιουργηθεί μια σχετική κουλτούρα εξωδικαστικής διευθέτησης των υποθέσεων, γεγονός που καταστρατηγεί την επιταγή του κοινοτικού νομοθέτη σύμφωνα με την οποία πρέπει τα Κράτη Μέλη να εξασφαλίσουν τη «δημιουργία ισόρροπης σχέσης μεταξύ της διαμεσολάβησης και των δικαστικών διαδικασιών». Η δε ισόρροπη αυτή σχέση δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει και ποσοτική εξομοίωση, κάτι που δεν επιτυγχάνεται όταν σχεδόν το σύνολο των υποθέσεων επιλύεται δικαστικά καίτοι στην συγκεκριμένη οικονομική και κοινωνική συγκυρία, καθίσταται επιβεβλημένη η ανάγκη να ενθαρρυνθούν οι εξωδικαστικές διαδικασίες, με παράλληλη διασφάλιση της ποιότητας και της συνεργασίας των συστημάτων απονομής της δικαιοσύνης, ώστε να δοθεί ώθηση στη δημιουργία ενός χώρου ασφάλειας, ειρήνης και ανάπτυξης.

Για τους ανωτέρω λόγους, ο νομοθέτης με τα άρθρα 178 έως 206 του ν.4512/2018 θέσπισε επιπλέον κανόνες, με σκοπό να εξασφαλίσει την εφαρμογή της διαμεσολάβησης στην πράξη. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα προκύπτει ότι η χώρα της Ε.Ε. όπου η διαμεσολάβηση είναι ευρύτερα διαδεδομένη και χαίρει της προτίμησης μεγάλης μερίδας του πληθυσμού ως εναλλακτικός τρόπος επίλυσης διαφορών είναι η Ιταλία, η οποία μετά από ένα διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών εθελοντικής διαμεσολάβησης χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα, υιοθέτησε σε αρχικά περιορισμένο αριθμό υποθέσεων το μοντέλο της υποχρεωτικής συμμετοχής σε ενημερωτική περί τη διαμεσολάβηση συνάντηση προ της δικαστικής προσφυγής, με ιδιαίτερα ενθαρρυντικά ποσοστά επιτυχίας. Συγκεκριμένα, έχοντας προβλέψει την παραπάνω υποχρεωτικότητα σε μόλις το 8% των υποθέσεων, διαπιστώθηκε ενδεικτικά ότι το έτος 2015 έλαβαν χώρα 196,247 διαμεσολαβήσεις, με ποσοστό επιτυχίας 44%, ενώ σημειώθηκαν και 16,288 αμιγώς εκούσιες διαμεσολαβήσεις, με ποσοστό επιτυχίας 60%, οι οποίες προέκυψαν προφανώς λόγω της εξοικείωσης του κοινού με το θεσμό. Επίσης, στις υποθέσεις, όπου προβλέπεται η παραπάνω υποχρεωτική ρύθμιση, έχει σημειωθεί μείωση κατά 16% στον αριθμό των νέων αγωγών, που κατατίθενται στα δικαστήρια, γεγονός που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο, όταν στη χώρα μας υφίσταται έντονο πρόβλημα συμφόρησης των δικαστηρίων. Ως εκ τούτου, στον νόμο 4512/2018 προκρίθηκε η ανάγκη να υιοθετηθεί το παραπάνω μοντέλο διαμεσολάβησης, το οποίο διασφαλίζει αφενός την εύρυθμη λειτουργία του θεσμού και αφετέρου τη συμμόρφωση με την ίδια την Οδηγία, που προβλέπει μια ισορροπημένη σχέση μεταξύ δικαστικής και εξωδικαστικής διευθέτησης των διαφορών.

Εντούτοις, όμως, με τις ανωτέρω διατάξεις του ν.4512/2018 δεν επιτεύχθηκε ο σκοπός για τον οποίο αυτές θεσπίστηκαν, δεδομένου ότι το στάδιο της υποχρεωτικής υπαγωγής κάποιων διαφορών στη διαδικασία της διαμεσολάβησης που προβλέφθηκε στο άρθρο 182 του ανωτέρω νόμου ουδέποτε εφαρμόστηκε στην πράξη, διότι ανεστάλη η ισχύς του. Περαιτέρω, οι διατάξεις που αφορούσαν στην υποχρεωτικότητα κρίθηκαν
αντισυνταγματικές από τη Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την με αριθμό 34/2018 απόφαση του.

Κατόπιν τούτου, προέκυψε η ανάγκη θέσπισης νέων διατάξεων προκειμένου να εισαχθεί ο εναλλακτικός αυτός τρόπος επίλυσης των διαφορών στην ελληνική κοινωνία και η όποια υποχρεωτικότητα να αναφέρεται στη συμμετοχή σε μία αρχική συνεδρία των μερών με το διαμεσολαβητή και σε καμία περίπτωση στην επίτευξη συμφωνίας, που παραμένει πάντοτε αναφαίρετο δικαίωμα των μερών, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, τα μέρη ανεμπόδιστα δύνανται να προσφύγουν στη τακτική δικαιοσύνη.

Εξάλλου, η υπαγωγή των μερών στη διαμεσολάβηση, αποτελεί από μόνη της μια μορφή πρόσβασης σε ένα εναλλακτικό μέσο διευθέτησης διαφορών
Ως εκ τούτου, γίνεται πλέον αποδεκτό ότι παρόμοιες ρυθμίσεις υποχρεωτικής διαμεσολάβησης είναι συμβατές με τη ενωσιακή νομοθεσία, με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, αναφορικά με το υποχρεωτικό στάδιο διαπραγματεύσεων που προηγείται της δικαστικής προσφυγής και το ενδεχόμενο τυχόν ανεπίτρεπτου περιορισμού του δικαιώματος του πολίτη για πρόσβαση στο φυσικό του δικαστή, το ίδιο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει ήδη αποφανθεί, κρίνοντας ότι παρόμοια μέτρα δεν βρίσκονται σε αντίθεση με τις αρχές της ισοδυναμίας, της αποτελεσματικότητας, καθώς και της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας υπό τον όρο ότι «η διαδικασία αυτή δεν καταλήγει σε δεσμευτική για τα εμπλεκόμενα μέρη απόφαση, δεν καθυστερεί ουσιωδώς την άσκηση ενδίκου βοηθήματος, αναστέλλει την παραγραφή των οικείων δικαιωμάτων και δεν προκαλεί έξοδα, ή προκαλεί ελάχιστα έξοδα, στα ενδιαφερόμενα μέρη». Σε πρόσφατη δε υπόθεση (Υπόθεση C-75/16 Livio Menini και Maria Antonia Rampanelli κατά Banco Popolare Societa Cooperativa) αναφορικά με το άνω αναφερόμενο στάδιο διαμεσολάβησης, προ της δικαστικής προσφυγής, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απεφάνθη εκ νέου ότι το δίκαιο της Ένωσης δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, η οποία προβλέπει ότι πριν από οποιαδήποτε ένδικη προσφυγή, πρέπει υποχρεωτικώς να προηγείται διαμεσολάβηση, ο δε ορισμός μιας διαδικασίας διαμεσολαβήσεως που συνίσταται σε μία και μόνο αρχική συνεδρία των μερών με το διαμεσολαβητή, ως προϋποθέσεως του παραδεκτού της συζήτησης της ένδικης προσφυγής δύναται να αποδειχθεί συμβατός προς την αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας υπό ορισμένες προϋποθέσεις και πιο συγκεκριμένα εφόσον η διαδικασία 1) δεν καταλήγει σε δεσμευτική για τα εμπλεκόμενα μέρη απόφαση, 2) δεν καθυστερεί ουσιωδώς την άσκηση ενδίκου βοηθήματος 3) αναστέλλει την απόσβεση των οικείων δικαιωμάτων και 4) δεν προκαλεί σημαντικά έξοδα, εφόσον 5) η ηλεκτρονική οδός δεν αποτελείτο μοναδικό μέσο προσβάσεως στην εν λόγω διαδικασία συμβιβασμού και 6) είναι δυνατή η λήψη προσωρινών μέτρων σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στη Ελλάδα δε, είχε επίσης αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό, όταν θεσπίστηκε διοικητική προδικασία για την επίλυση διοικητικών διαφορών (ν. 4223/2013), όπου και κρίθηκε ότι η καθιέρωσή τους δεν αποτελεί παρεμπόδιση ή υπέρμετρο περιορισμό της συνταγματικώς εγγυημένης δικαστικής προστασίας των ιδιωτών, εφόσον με την άσκησή τους αναστέλλεται μόνο η προθεσμία άσκησης του
ενδίκου βοηθήματος, διότι επιφέρουν «μόνο προσωρινή και βραχύχρονη αναβολή της παραδεκτής υποβολής του ενδίκου βοηθήματος».

Στην περίπτωση της διαμεσολάβησης και στον νέο νόμο που σήμερα καταργεί τις διατάξεις του ν. 4512/2018 (178-206) και θεσπίζει νέες για την καλύτερη εναρμόνιση της ανωτέρω οδηγίας στην ελληνική κοινωνία, οι ως άνω όροι νομιμότητας πληρούνται εις στο ακέραιο, δεδομένου ότι για κάθε από τα παραπάνω προαπαιτούμενα, έχει προβλεφθεί σχετική ρύθμιση. Ως εκ τούτου, η προβλεπόμενη υποχρεωτική προσφυγή στη διαμεσολάβηση, βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με τους ως άνω περιορισμούς, ο δε προσωρινός περιορισμός του δικαιώματος της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας είναι σύννομος και ανάλογος προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα του συμβιβασμού των μερών.

Περαιτέρω, κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε στις υπηρεσίες της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διατηρώντας αμφιβολίες ως προς το αν ο νόμος 3898/2010 (άρθρο 5, παράγραφοι 1 και 2 και άρθρο 7, παράγραφος 2), το ΠΔ 123/2011 και η υπουργική απόφαση 109088/2011, όπως έχει τροποποιηθεί, συμβιβάζονται με τις οδηγίες 2006/123 και 2005/36, άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την από 22 Δεκεμβρίου 2017 προσφυγή κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Κατόπιν της από 6-12-2018 ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξέδωσε την με αριθμό C-729/2017 απόφασή του και αποφάσισε ότι:

«- Η Ελληνική Δημοκρατία, περιορίζοντας τη νομική μορφή των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών σε μη κερδοσκοπικές εταιρίες τις οποίες πρέπει να συνιστούν από κοινού ένας τουλάχιστον δικηγορικός σύλλογος και ένα τουλάχιστον επιμελητήριο της Ελλάδας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχεία β' και γ', και παράγραφος 3, της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά· η Ελληνική Δημοκρατία, επιβάλλοντας, στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγνώρισης των ακαδημαϊκών προσόντων, πρόσθετες απαιτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο των απαιτούμενων πιστοποιητικών και αντισταθμιστικά μέτρα χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση της ύπαρξης πιθανών ουσιωδών διαφορών με την εθνική εκπαίδευση και διατηρώντας σε ισχύ διατάξεις που εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις, καθόσον υποχρεώνουν τους αιτούντες διαπίστευση της ιδιότητας του διαμεσολαβητή που κατέχουν τίτλους διαπίστευσης αποκτηθέντες στην αλλοδαπή ή από αναγνωρισμένου κύρους φορέα κατάρτισης αλλοδαπής προέλευσης, κατόπιν εκπαίδευσης παρασχεθείσας στην Ελλάδα, να διαθέτουν εμπειρία τριών τουλάχιστον συμμετοχών σε διαδικασία διαμεσολάβησης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 13 και 14, από το άρθρο 50, παράγραφος 1, καθώς και από το παράρτημα VII της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 2013/55/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013.»

Ακολούθως με την με αριθμό Ref. Ares (2019) 4256081-04/07/2019 επιστολή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνέχεια της ανωτέρω απόφασης, ζήτησε από τις ελληνικές αρχές να την ενημερώσουν εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της επιστολής, ήτοι έως 4-9-2019, για τα μέτρα που έλαβαν προκειμένου να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Κατά συνέπεια και προκειμένου να επιτευχθούν άπαντες οι ανωτέρω στόχοι, η συμμόρφωση της Ελλάδος με την απόφαση του ΔΕΕ, αλλά και η επίλυση πρακτικών και τεχνικών θεμάτων, τα οποία εντοπίστηκαν κατά την διάρκεια ισχύος του νόμου 4512/2018, αλλά και για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, με τις παρούσες αλλαγές αναθεωρείται, εξορθολογίζεται και βελτιώνεται η νομοθεσία, που ρυθμίζει τη λειτουργία της, κινούμενη στους ακόλουθους άξονες:

1) Θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος εφαρμογής της διαμεσολάβησης, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των πολιτών σε αυτό και να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό εργαλείο φιλικής επίλυσης των αστικών και εμπορικών διαφορών.

2) Θέσπιση συγκεκριμένων κανόνων για την κατανόηση του πεδίου εφαρμογής της εξωδικαστικής διαμεσολάβησης, του τρόπου προσφυγής σε αυτή, την διαδικασία εφαρμογής της και την εκτελεστότητα των συμφωνιών που προκύπτουν από τη διαμεσολάβηση και αυτά, σε αντιδιαστολή με τη δικαστική μεσολάβηση και τη διαιτησία.

3) Υπαγωγή συγκεκριμένων ιδιωτικών διαφορών στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, με ταυτόχρονη πρόβλεψη σαφών δικονομικών κυρώσεων σε περίπτωση απευθείας προσφυγής στην τακτική δικαιοσύνη.

4) Διασφάλιση των μερών που επιλέγουν να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση, ότι δεν θα απωλέσουν το δικαίωμα τους να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες, λόγω επέλευσης της παραγραφής ή λήξεως των αποσβεστικών προθεσμιών κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης.

5) Διασφάλιση υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης και εξέτασης των διαμεσολαβητών με την διεύρυνση της δυνατότητας οργάνωσης εκπαιδευτικών κέντρων από Φορείς κατάρτισης.

Οι αλλαγές που επέρχονται με τη διαμεσολάβηση στον κλάδο της εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών, συνιστούν νέο σταθμό για την ισόρροπη προώθηση ενός πλήρους δικαιϊκού συστήματος, το οποίο συνδράμει σε μια ταχεία, αποτελεσματική, οικονομικά ορθότερη και εκσυγχρονισμένη με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές επιδιώξεις, πρόσβαση στην δικαιοσύνη.

Β. ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ

Άρθρο 1 Σκοπός


Στο άρθρο 1 προσδιορίζεται ο σκοπός του παρόντος νόμου, ο οποίος συνίσταται στη ρύθμιση της διαδικασίας διαμεσολάβησης και την περαιτέρω ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις επί διαφορών με εθνικό ή διασυνοριακό χαρακτήρα. Επίσης, επισημαίνεται ότι οι σχετικές ρυθμίσεις δεν τυγχάνουν εφαρμογής στη δικαστική διαμεσολάβηση, όπως αυτή ρυθμίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Άρθρο 2 Ορισμοί

Στο παρόν άρθρο παρατίθενται οι ορισμοί εννοιών που απαντώνται συχνά στο κείμενο του νόμου, που είναι χρήσιμοι και επιβοηθητικοί ως προς την κατανόηση του από πλευράς του εφαρμοστή του δικαίου. Συγκεκριμένα, παρατίθενται οι ορισμοί των εννοιών της ιδιωτικής διαφοράς, της διαμεσολάβησης, του διαμεσολαβητή, του νομικού παραστάτη, της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, της διασυνοριακής διαφοράς και της ρήτρας διαμεσολάβησης.

Ειδικότερα, ως ιδιωτική διαφορά νοείται εκείνη που ανακύπτει επί αμφισβήτησης της ύπαρξης, της έκτασης, του περιεχομένου ή των υποκειμένων ιδιωτικού δικαιώματος, δηλαδή, του δικαιώματος που αναγνωρίζεται από το ιδιωτικό δίκαιο. Συνακόλουθα, οι διατάξεις του νόμου δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε διοικητικές, φορολογικές και τελωνειακές διαφορές και επί αξιώσεων που εγείρονται συνεπεία πράξεων ή παραλείψεων κατά την ενάσκηση δημόσιας εξουσίας.

Προς ενοποίηση των κανόνων που διέπουν τη διαμεσολαβητική διαδικασία στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το έργο του διαμεσολαβητή μπορεί να ανατεθεί σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο έχει λάβει νόμιμη διαπίστευση από τους αρμόδιους φορείς κατά το εθνικό δίκαιο ή έχει ακολουθήσει τις προβλεπόμενες στο δίκαιο κράτους - μέλους διαδικασίες για την απόκτηση της ιδιότητας του διαμεσολαβητή. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ο διαμεσολαβητής να φέρει την ιδιότητα του Δικηγόρου.

Ως νομικός παραστάτης νοείται ο πληρεξούσιος δικηγόρος καθενός μέρους, που συμμετέχει στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρέχοντας νομικές συμβουλές, ενώ ως υποχρεωτική αρχική συνεδρία προσδιορίζεται εκείνη, στην οποία τα μέρη προσέρχονται υποχρεωτικά προκειμένου να ενημερωθούν από τον διαμεσολαβητή για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης σε σχέση με τη διαφορά που έχει ανακύψει μεταξύ τους και τη δυνατότητα επίλυσής της διαμέσου του εναλλακτικού αυτού θεσμού.

Τέλος, ορίζεται ως ρήτρα διαμεσολάβησης η εγγράφως συναπτόμενη μεταξύ των μερών συμφωνία περί προσφυγής στη διαμεσολάβηση, αναφερόμενη σε συγκεκριμένη έννομη σχέση, από την οποία ενδεχομένως θα προκύψουν μελλοντικά διαφορές.

Άρθρο 3
Υπαγόμενες διαφορές - Υποχρέωση ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο


Στην παράγραφο 1 του άρθρου προσδιορίζονται οι διαφορές που μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Ειδικότερα προβλέπεται ότι αυτές πρέπει να είναι αστικές ή εμπορικές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι τα εμπλεκόμενα μέρη έχουν την εξουσία διάθεσης του αντικειμένου τους κατά τα ισχύοντα από απόψεως ουσιαστικού δικαίου. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις η υπαγωγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης παρουσιάζεται ως δυνατότητα για τα μέρη και επαφίεται στη βούληση τους να προσφύγουν σε αυτήν.

Στην παράγραφο 2 ανάγεται σε υποχρέωση του πληρεξούσιου δικηγόρου να ενημερώνει τον εντολέα του εγγράφως, αφενός για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής επίλυσης της διαφοράς ή μέρους αυτής, επ' αφορμή της οποίας έχει απευθυνθεί στο δικηγόρο, αφετέρου για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία που προβλέπεται στο άρθρο 6 του νόμου. Το σχετικό ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται τόσο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, όσο και από τον εντολέα του και κατατίθεται μαζί με το δικόγραφο της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησής της. Μέσω της παρούσας ρύθμισης προωθείται η εξοικείωση των πολιτών με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης και η υποχρεωτική ενημέρωσή τους σχετικά με αυτήν και τα οφέλη της, ως εναλλακτική οδό επίλυσης των διαφορών και όχι ως υποκατάστατο της προσφυγής στη δικαιοσύνη. Σκοπός είναι να άγεται μία διαφορά στην δικαιοσύνη μετά από επίγνωση των μερών ότι αυτή δεν δύναται να επιλυθεί μέσω ενός τρίτου προσώπου, του διαμεσολαβητή, που δεν κρίνει τα μέρη και τη διαφορά, αλλά συμβάλει στην επικοινωνία των μερών για την εύρεση του κοινού τόπου που θα οδηγήσει στην αποκατάσταση της μεταξύ τους σχέσης.

Άρθρο 4 Προσφυγή στη διαμεσολάβηση

Με την πρώτη παράγραφο της παρούσας διάταξης ορίζεται ότι η προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης επιτρέπεται στις περιπτώσεις που τα μέρη συμφωνούν προς τούτο είτε αφότου ανέκυψε η μεταξύ τους διαφορά (περ. α), είτε εφόσον είχαν περιλάβει ρήτρα διαμεσολάβησης σε μεταξύ τους έγγραφη συμφωνία πριν ανακύψει η διαφορά (περ. ε). Περαιτέρω, επιτρέπεται στις περιπτώσεις που τα μέρη κληθούν να επιλύσουν διαμεσολαβητικά τη διαφορά τους με προτροπή του Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η εκδίκασή της και συμφωνούν προς τούτο (περ. β), στις περιπτώσεις που η προσφυγή στη διαμεσολάβηση διαταχθεί από δικαστική αρχή άλλου κράτους - μέλους και η σχετική υπαγωγή της διαφοράς δεν προσβάλλει τα χρηστά ήθη και την ελληνική δημόσια τάξη (περ. γ) και τέλος, στις περιπτώσεις που η προσφυγή στη διαδικασία είναι επιβεβλημένη έκτου νόμου (περ. δ).

Στη δεύτερη παράγραφο περιγράφεται η διαδικασία που ακολουθείται στις περιπτώσεις που η εκδίκαση της διαφοράς εκκρεμεί ενώπιον δικαστηρίου, το οποίο σε κάθε στάση της δίκης δύναται να συστήσει στα διάδικα μέρη να προσφύγουν στη διαδικασία διαμεσολάβησης προς επίλυση της διαφοράς τους. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι, εφόσον τα μέρη οδηγηθούν σε σχετική συμφωνία που υποβάλλεται σε έγγραφο τύπο και περιλαμβάνεται στα πρακτικά συνεδρίασης του επιληφθέντος Δικαστηρίου, η συζήτηση της υπόθεσης αναβάλλεται σε δικάσιμο που απέχει τουλάχιστον τρεις (3) μήνες και όχι πάνω από έξι (6) μήνες, διάστημα που κρίνεται αναγκαίο και επαρκές για την ολοκλήρωση της διαδικασίας διαμεσολάβησης, αλλά και την αποφυγή ενδεχόμενης απόπειρας στρεψοδικίας. Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που τα διάδικα μέρη παρίστανται ενώπιον του δικαστηρίου δια πληρεξουσίου δικηγόρου, η πληρεξουσιότητα θεωρείται ότι καλύπτει και την επίτευξη συμφωνίας περί υπαγωγής της διαφοράς στη διαμεσολάβηση.

Στην τρίτη παράγραφο προβλέπεται η δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων, υπό τις προϋποθέσεις που τάσσονται στις οικείες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Επίσης προβλέπεται η δυνατότητα στο δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων να ορίσει με την απόφασή του ως προθεσμία για την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, εφόσον αυτή δεν έχει ακόμα ασκηθεί, χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών (3) μηνών κατά παρέκκλιση των προβλεπόμενων στην παράγραφο α' του άρθρου 693 ΚΠολΔ. Η χρονική αυτή απόκλιση κρίνεται σκόπιμη προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και να μην ματαιωθεί η πιθανότητα επίλυσης της διαφοράς μέσω αυτής.

Περαιτέρω, η προσφυγή στη διαμεσολάβηση μπορεί να υποδειχθεί από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων του, κατά το άρθρο 25 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών.

Τέλος, διευκρινίζεται ότι η συμφωνία των μερών για προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης διέπεται από τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις για τις συμβάσεις και πρέπει να περιγράφει το αντικείμενο αυτής.

Άρθρο 5
Διαδικασία διαμεσολάβησης και αμοιβή νομικού παραστάτη


Με την παρούσα διάταξη ρυθμίζεται η διαδικασία της εκούσιας διαμεσολάβησης.

Ειδικότερα, προβλέπεται η υποχρεωτική συμμετοχή του νομικού παραστάτη στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, πλην των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών, όπου τα μέρη μπορεί να προσέρχονται και να συμμετέχουν αυτοπροσώπως, καθώς και η δυνατότητα συμμετοχής τρίτων - σε σχέση με τη διαφορά - προσώπων, εφόσον η συμβολή τους κριθεί επιβοηθητική προς την κατεύθυνση επίλυσης της διαφοράς. Η υποχρεωτική παράσταση των νομικών παραστατών στη διαδικασία της διαμεσολάβησης προκρίνεται για την ασφάλεια των συναλλαγών, δεδομένου ότι ο διαμεσολαβητής δεν έχει υποχρεωτικά νομική κατάρτιση και η τυχόν συμφωνία στην οποία θα καταλήξουν τα μέρη θα έχει έννομες συνέπειες γι' αυτά. Ειδικότερα, η έγγραφη συμφωνία των μερών θα δύναται να είναι εκτελεστή σύμφωνα με το άρθρο 8 του παρόντος, η άσκηση αγωγής για την ίδια διαφορά θα είναι απαράδεκτη και η τυχόν εκκρεμής δίκης θα καταργείται. Επίσης, για τη συμμετοχή του νομικού παραστάτη στη διαδικασία της διαμεσολάβησης ορίζονται τα ποσά έκδοσης γραμματίου προκαταβολής εισφορών σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων ανάλογα με την καθ' ύλην αρμοδιότητα της διαφοράς, καθώς και η δυνατότητα με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης για την αναπροσαρμογή τους. Ακόμα προβλέπεται η δυνατότητα ελεύθερης συμφωνίας για κάθε πρόσθετη αμοιβή του νομικού παραστάτη του κάθε μέρους.

Προς διαφύλαξη των αρχών της ιδιωτικής αυτονομίας και αυτοπροσδιορισμού των εμπλεκομένων μερών, ορίσθηκε ότι τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν ότι θα επιχειρήσουν την επίλυση της διαφοράς τους με τη συμβολή περισσότερων του ενός διαμεσολαβητών.

Ο διαμεσολαβητής σε συμφωνία με τα μέρη αναλαμβάνει να καθορίσει τις διαδικαστικές λεπτομέρειες της διαδικασίας της διαμεσολάβησης. Επί αδυναμίας παράστασης όλων των εμπλεκομένων στη διαδικασία μερών στον ίδιο τόπο συγχρόνως, προβλέπεται η δυνατότητα υπερκέρασης του εμποδίου μέσω της διαδικασίας της τηλεδιάσκεψης.

Οι συμμετέχοντες συμφωνούν εγγράφως για το απόρρητο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, εκτός αν συμφωνήσουν διαφορετικά. Επίσης, έχουν την ευχέρεια να συμφωνήσουν αν η σχετική συμφωνία για το απόρρητο καταλαμβάνει και το περιεχόμενο της συμφωνίας, εκτός αν η γνωστοποίησή του είναι απαραίτητη για την εκτέλεση αυτής, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.

Σε κάθε περίπτωση, ο διαμεσολαβητής οφείλει να διασφαλίσει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της διαδικασίας - στην οποία δεν τηρούνται πρακτικά - και να μην γνωστοποιήσει τις πληροφορίες που αντλεί από έκαστο των μερών χωρίς τη ρητή και καθ' εκάστη περίπτωση συναίνεση του άλλου μέρους.

Προς διασφάλιση της αρχής της εμπιστευτικότητας και του απορρήτου της διαμεσολάβησης αποκλείσθηκε η ενώπιον δικαστικής ή διαιτητικής αρχής μαρτυρική κατάθεση ή χορήγηση άλλων αποδεικτικών στοιχείων από μέρους των διαμεσολαβητών, των μερών, των νομικών παραστατών και πάντων των συμμετεχόντων, αναφορικά με τις πληροφορίες που τους γνωστοποιήθηκαν ή υπέπεσαν στην αντίληψη τους, τις συζητήσεις, δηλώσεις, προτάσεις των μερών και απόψεις του διαμεσολαβητή κατά τη σχετική διαδικασία ή επ' αφορμής αυτής, εκτός αν επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης, ιδίως δε για την προστασία της ανηλικότητας ή της σωματικής ακεραιότητας και ψυχικής υγείας φυσικού προσώπου.

Επίσης, ορίζεται ότι ο διαμεσολαβητής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του υπέχει αστική ευθύνη μόνο για δόλο.

Άρθρο 6
Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης - Υπαγόμενες Διαφορές


Στην παράγραφο 1 του άρθρου προσδιορίζονται οι διαφορές ιδιωτικού δικαίου που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία (ΥΑΣ). Ως τέτοια νοείται η συνεδρία, στην οποία τα μέρη δέχονται ενημέρωση, κατευθύνσεις, οδηγίες και διασαφήσεις επί της διαδικασίας της διαμεσολάβησης και των ωφελειών της από πλευράς του διαμεσολαβητή σε σχέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση. Η υποχρεωτικότητα της συνεδρίας έγκειται στο γεγονός ότι η συζήτηση της τυχόν ασκηθησομένης αγωγής κηρύσσεται απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί πρακτικό υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης.

Περαιτέρω, αναφορικά με την επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής της υπόθεσης, δέον όπως επισημανθούν τα ακόλουθα: Στην αιτιολογική σκέψη 13 της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης, διευκρινίσθηκε ότι ο προαιρετικός χαρακτήρας της διαμεσολάβησης δεν συνίσταται στην ελευθερία των μερών να προσφύγουν στη σχετική διαδικασία, αλλά στο γεγονός ότι «τα μέρη έχουν την ευθύνη της διαδικασίας και μπορούν να την οργανώσουν κατά την επιθυμία τους και να την ολοκληρώσουν οποιαδήποτε στιγμή». Η προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης των ενδίκων βοηθημάτων που ασκούνται, στις διαφορές του παρόντος άρθρου, συνιστά συμπληρωματικό, πλην όμως προσωρινό και βραχύχρονο, στάδιο πριν την προσφυγή στην τακτική δικαιοσύνη. Άλλωστε, κατά την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν αποτελούν απόλυτα προνόμια, αλλά υπόκεινται σε περιορισμούς, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται πράγματι στους σκοπούς γενικού συμφέροντος που επιδιώκονται με το επίμαχο μέτρο και δεν αποτελούν, ενόψει του επιδιωκομένου σκοπού, υπέρμετρη και επαχθή επέμβαση που προσβάλλει την ουσία των διασφαλιζομένων δικαιωμάτων (απόφαση της 18ης Μαρτίου 2010, Alassini κ.λπ., C 317/08 έως C 320/08, EU :C:2010:146, σκέψη 62 και 63 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

Εν προκειμένω, η συμμετοχή των μερών σε μία υποχρεωτική αρχική συνεδρία ως προϋπόθεσης για το παραδεκτό της συζήτησης της διαφοράς, συνιστά σύννομο και ανάλογο προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα περιορισμό, ο οποίος είναι συμβατός με την αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας και δεν τελεί σε αντίθεση με τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, καθώς η διαδικασία δεν καταλήγει σε δεσμευτική για τα εμπλεκόμενα μέρη απόφαση, δεν καθυστερεί ουσιωδώς την άσκηση αγωγής, οι προθεσμίες παραγραφής ή αποσβεστικής προθεσμίας, καθώς και σχετικές δικονομικές προθεσμίες αναστέλλονται ενόσω διαρκεί η διαδικασία διαμεσολάβησης, δεν προκαλούνται ή προκαλούνται ελάχιστα έξοδα στα μέρη και δεν αποκλείεται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων (ΔΕΚ υπόθεση C-317- 320/2008, απόφαση της 18ης.03.2010, σκέψεις 54-57 και 61-63, ΔΕΕ υπόθεση C 75/16,με αντικείμενο αίτηση προ- δικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, την οποία υπέβαλε το Πρωτοδικείο της Βερόνας, Ιταλία, με απόφαση της 28ης.01.2016). Σε κάθε περίπτωση, η υπαγωγή στη διαμεσολάβηση αναφέρεται στη συμμετοχή των μερών σε μία υποχρεωτική αρχική συνεδρία και όχι στην επίτευξη συμφωνίας, καθώς τα μέρη διατηρούν τη δυνατότητα να αποχωρήσουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης ανά πάσα στιγμή και να προ¬σφύγουν στη τακτική δικαιοσύνη, ασκώντας τη σχετική αγωγή καιπροσκομίζοντας, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησής της, το πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας.

Οι διαφορές που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διαθέσεως του αντικειμένου της διαφοράς, είναι: α) οι οικογενειακές διαφορές, πλην των γαμικών διαφορών που αφορούν στο διαζύγιο, στην ακύρωση του γάμου, στην αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου και των διαφορών από τις σχέσεις γονέων και τέκνων (προσβολή πατρότητας, μητρότητας κλπ) (παράγραφος 1 περιπτώσεις α', β' και. γ' και παράγραφος 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ), β) όλες οι διαφορές που εμπίπτουν στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου και εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία του ΚΠολΔ και γ) οι διαφορές για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης.

Στην παράγραφο 3, αναφέρονται οι διαφορές που εξαιρούνται ρητά από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία (ΥΑΣ) και είναι οι διαφορές με το Δημόσιο ή ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ.

Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που τα μέρη αποφασίσουν την επίλυση της διαφοράς τους μέσω της δικαστικής μεσολάβησης, δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση συμμετοχής τους στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία.

Άρθρο 7
Διαδικασία της Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας Διαμεσολάβησης και αμοιβή νομικού παραστάτη


Με τη διάταξη αυτή ρυθμίζεται η διαδικασία της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας και προσδιορίζονται τα στάδια της διαδικασίας, οι προβλεπόμενες γνωστοποιήσεις και προθεσμίες των επιμέρους διαδικαστικών πράξεων, ο τρόπος παράστασης των συμμετεχόντων μερών και άλλες λεπτομέρειες.
Ειδικότερα, ορίζεται ο τρόπος επιλογής του διαμεσολαβητή τόσο αν υπάρχει συμφωνία των μερών ως προς το πρόσωπο του όσο και επί μη συμφωνίας των μερών. Ειδικά στην δεύτερη περίπτωση ορίζεται ότι επιλέγεται αυτός από την Κ.Ε.Δ. με αμερόληπτο τρόπο, κατά σειρά προτεραιότητας με βάση τον αύξοντα αριθμό Ειδικού Μητρώου Διαμεσολαβητών του άρθρου 29 του νόμου , σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που ισχύουν για την κατά τόπον αρμοδιότητα. Επίσης προσδιορίζεται η διαδικασία αποστολής του αιτήματος του μέρους που επισπεύδει προς το διαμεσολαβητή, η γνωστοποίηση του διαμεσολαβητή προς τα μέρη για την πραγματοποίηση της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας και η σύνταξη πρακτικού αυτής. Προβλέπεται ρητά στην περίπτωση άσκησης αγωγής η κατάθεση του πρακτικού με τις προτάσεις επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης.

Περαιτέρω, ορίζεται ο τρόπος παράστασης των μερών και η υποχρεωτική συμμετοχή του νομικού παραστάτη στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, καθόσον η παρουσία του βοηθάει το έργο του διαμεσολαβητή με την παροχή των απαιτούμενων εξηγήσεων αναφορικά με τα νομικά θέματα της διαφοράς, δεδομένου ότι ο διαμεσολαβητής δεν είναι απαραίτητα νομικός, ενώ η διαδικασία της διαμεσολάβησης και της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας έχει έννομες συνέπειες για τα μέρη. Εξάλλου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου αποτελεί υποχρέωση του πληρεξούσιου δικηγόρου να ενημερώνει τον εντολέα του εγγράφως για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία και τη διαδικασία αυτής.

Τέλος, αν αχθεί η υπόθεση στο δικαστήριο προβλέπεται η δυνατότητα να επιβληθεί στο μέρος που δεν προσήλθε στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι είχε κληθεί προς τούτο, χρηματική ποινή η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατό (100) ευρώ και μεγαλύτερη από πεντακόσια (500) ευρώ, συνεκτιμώμενης της εν γένει συμπεριφοράς του και των λόγων μη προσέλευσης, καθώς και ότι προσβολή της απόφασης με ένδικα μέσα, ως προς τη χρηματική ποινή, δεν επιτρέπεται αν δεν περιλαμβάνει και την ουσία της υπόθεσης.

Άρθρο 8
Εκτελεστότητα των συμφωνιών που προκύπτουν από τη διαμεσολάβηση


Οι συμφωνίες που προκύπτουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης προσφέρονται για εκούσια εκτέλεση προς διασφάλιση φιλικής και βιώσιμης σχέσης των μερών. Ωστόσο, αναγκαίο κρίθηκε να προβλεφθεί η εκτελεστότητα των συμφωνιών που επιτυγχάνονται με διαμεσολάβηση, προκειμένου αφενός να ενθαρρύνεται η προσφυγή στη σχετική διαδικασία, αφετέρου να καθορίζεται με ασφάλεια το νομικό πλαίσιο υλοποίησης της συμφωνίας, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία περαιτέρω αντιδικιών. Με το σχετικό άρθρο καθορίζεται το περιεχόμενο του πρακτικού που συντάσσεται από το διαμεσολαβητή και ορίζεται ότι από τον χρόνο κατάθεσής του στη γραμματεία του καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιου δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσης, για την οποία έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση ή στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του νόμου στη γραμματεία του δικαστηρίου που εκκρεμεί η εκδίκαση της υπόθεσης, συνιστά εκτελεστό τίτλο κατ' άρθρο 904 ΚΠολΔ, εφόσον περιέχει συμφωνία που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης. Επίσης, ορίζεται ότι το απόγραφο εκδίδεται ατελώς από το δικαστή ή τον πρόεδρο του κατά τα ανωτέρω αρμόδιου δικαστηρίου. Περαιτέρω, αναφέρεται ρητά στην περίπτωση που μέρος της συμφωνίας των μερών αφορά δικαιοπραξίες, για την εγκυρότητα των οποίων απαιτείται συμβολαιογραφικός τύπος και μεταγραφή, να υποβάλλονται αυτές στον νόμιμο αυτό τύπο και τις απαιτούμενες διατυπώσεις δημοσιότητας. Τέλος ορίζεται ότι το πρακτικό της διαμεσολάβησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τίτλος προς εγγραφή ή εξάλειψη υποθήκης σύμφωνα με το εδάφιο γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 293 ΚΠολΔ.

Άρθρο 9
Αποτελέσματα της διαμεσολάβησης στην παραγραφή, την αποσβεστική προθεσμία και τις δικονομικές προθεσμίες


Η συστηματική ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης και η ασφάλεια δικαίου επιβάλλει τη ρύθμιση των θεμάτων που αναφέρονται στην παραγραφή των αξιώσεων και την τήρηση της αποσβεστικής προθεσμίας άσκησης δικαιωμάτων, που υπάγονται στη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Με το ως άνω άρθρο ορίζεται ότι η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία άσκησης δικαιωμάτων, καθώς και οι δικονομικές προθεσμίες, αναστέλλονται από την έγγραφη γνωστοποίηση του διαμεσολαβητή προς τα μέρη για τη διεξαγωγή της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας ή στην περίπτωση της εκούσιας προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης του άρθρου 5, από τη συμφωνία υπαγωγής σε αυτήν, καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, ενώ αυτές συνεχίζονται την επομένη της σύνταξης του πρακτικού μη επίτευξης συμφωνίας ή της επίδοσης δήλωσης αποχώρησης από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης του ενός μέρους προς το άλλο και προς το διαμεσολαβητή ή της με οποιονδήποτε τρόπο ολοκλήρωσης ή κατάργησης της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, με την επιφύλαξη των άρθρων 261, 262 και 263 ΑΚ.

Άρθρο 10 Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης

Στο άρθρο 10 προβλέπεται η συγκρότηση της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης (Κ.Ε.Δ.) με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Η Επιτροπή αυτή αποτελείται από δεκατρία (13) μέλη και έχει ληφθεί μέριμνα, ώστε να εκπροσωπούνται ισόποσα οι καθ' ύλην αρμόδιοι δικαστικοί λειτουργοί για την εκδίκαση των υποθέσεων που υπάγονται σε διαμεσολάβηση, καθώς και οι δικηγόροι και οι καθηγητές των Α.Ε.Ι., που έχουν πρακτική και θεωρητική συνεισφορά στο αντικείμενο της διαμεσολάβησης.
Έτσι, τόσο οι εν ενεργεία ή επί τιμή δικαστικοί λειτουργοί, όσο και οι εκπρόσωποι της ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων και οι καθηγητές των Α.Ε.Ι. που απαρτίζουν την Κ.Ε.Δ. ορίζονται σε δύο (2). Πιο αυξημένη κρίθηκε η συμμετοχή των εκπροσώπων του Υπουργείου Δικαιοσύνης και των ίδιων των διαμεσολαβητών, καθώς σε περισσότερα άρθρα του παρόντος νόμου προβλέπεται ότι το Υπουργείο θα παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εφαρμογή του θεσμού, προκειμένου να προβεί σε βελτίωση του θεσμού με νομοθετικές παρεμβάσεις όπου απαιτείται, λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις των διαμεσολαβητών και της Κ.Ε.Δ. Για τον λόγο αυτό, τόσο οι εκπρόσωποι του Υπουργείου όσο και των διαμεσολαβητών που απαρτίζουν την Κ.Ε.Δ. ορίζονται σε τρεις (3).
Σε ό,τι αφορά, ειδικότερα, στους εκπροσώπους της ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, τους καθηγητές Α.Ε.Ι. και τους δικαστικούς λειτουργούς, ορίζεται ότι απαιτείται η προηγούμενη εμπειρία ή εξειδίκευση στη διαμεσολάβηση και προτιμώνται οι κάτοχοι διαπίστευσης στη διαμεσολάβηση. Για τους διαμεσολαβητές που συμμετέχουν στην Κ.Ε.Δ. απαιτείται τουλάχιστον τετραετής επαγγελματική εμπειρία στο γνωστικό τους αντικείμενο και πρόσθετη εμπειρία στη διαμεσολάβηση, η οποία αποδεικνύεται προσηκόντως. Προβλέπεται, ακόμη, ότι ως Πρόεδρος της Κ.Ε.Δ. ορίζεται ο αρχαιότερος από τους δικαστικούς λειτουργούς. Τέλος, θεσπίζεται κώλυμα των μελών της Κ.Ε.Δ., το οποίο ισχύει και για τα τρίτα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη της Επιτροπής Εξετάσεων, σχετικά με την οποιαδήποτε ισχύουσα σχέση συνεργασίας τους με φορείς κατάρτισης.

Άρθρο 11
Αρμοδιότητες Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης


Στο παρόν άρθρο απαριθμούνται οι αρμοδιότητες της Κ.Ε.Δ., οι οποίες είναι ελεγκτικές και πειθαρχικές. Επισημαίνεται ότι η Κ.Ε.Δ. συνιστά το αρμόδιο όργανο για τον έλεγχο εφαρμογής του θεσμού της διαμεσολάβησης. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, η Κ.Ε.Δ. συστήνει, εκ των μελών της, τέσσερις (4) υποεπιτροπές με ρητή εξουσιοδότηση για την οριστική διευθέτηση των ζητημάτων που αναλαμβάνει η κάθε μία, εξαιρουμένων των ζητημάτων αρμοδιότητας της Ολομέλειας. Πρόκειται για την Επιτροπή Μητρώου Διαμεσολαβητών, την Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου, την Επιτροπή Ελέγχου Φορέων Κατάρτισης και την Επιτροπή Εξετάσεων.

Άρθρα 12-16

Τα άρθρα αυτά περιλαμβάνουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που πρέπει να διαθέτει ο διαμεσολαβητής, ώστε να είναι σε θέση να εγγυηθεί την αμερόληπτη διεξαγωγή της διαδικασίας διαμεσολάβησης από πρόσωπο με υψηλή εκπαίδευση, κατάρτιση, εξειδίκευση, πρακτική εμπειρία και δεξιότητες και με γνώμονα το σεβασμό των αρχών της ουδετερότητας και της ανεξαρτησίας έναντι των μερών, της ιδιωτικής αυτονομίας των μερών και της εμπιστευτικότητας της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Επισημαίνεται ότι αποκλείονται της άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή όσοι υπηρετούν ως δημόσιοι, δημοτικοί και δικαστικοί υπάλληλοι ή υπάλληλοι νομικών προσώπων και ιδρυμάτων δημοσίου δικαίου, καθώς και οι εν ενεργεία δικαστικοί ή δημόσιοι λειτουργοί, ενώ εξαιρούνται της απαγόρευσης αυτής όσοι δημόσιοι λειτουργοί παράλληλα ασκούν νομίμως ελεύθερο επάγγελμα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι ΝΠΔΔ δύνανται να δραστηριοποιούνται ως διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο και για τις ανάγκες της υπηρεσίας τους.

Άρθρο 17 Πειθαρχικό Δίκαιο

Το άρθρο αυτό αφορά το σύνολο της πειθαρχικής διαδικασίας και του πειθαρχικού δικαίου που διέπει τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές. Εξάλλου, η ιδιότητα του διαμεσολαβητή δύναται να αντιστοιχεί σε αυτοτελές επάγγελμα, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος νόμου. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου περιλαμβάνονται οι γενικές αρχές του πειθαρχικού δικαίου των διαμεσολαβητών, τα πειθαρχικά τους παραπτώματα και ο χρόνος παραγραφής τους, οι πειθαρχικές ποινές και οι συνέπειες της ανάκλησης της διαπίστευσης, καθώς και τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα για την εξέταση αναφορών κατά διαμεσολαβητών και την επιβολή των αντίστοιχων ποινών σε βάρος τους.

Άρθρο 18
Αμοιβή διαμεσολαβητή


Στη διάταξη αυτή ρυθμίζεται το ζήτημα της αμοιβής του διαμεσολαβητή και προβλέπεται η δυνατότητα να προσδιορισθεί αυτή ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία των μερών.
Σε περίπτωση μη ύπαρξης συμφωνίας για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία η αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται στο ποσό των πενήντα (50,00) ευρώ, ενώ για κάθε συνεδρία που έπεται της αρχικής μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας, η αμοιβή του διαμεσολαβητή προσδιορίζεται σε ωριαία βάση και ορίζεται στο ποσό των ογδόντα (80,00) ευρώ. Η αμοιβή του διαμεσολαβητή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, καθώς και για την εκούσια διαδικασία διαμεσολάβησης βαρύνει τα μέρη κατ7 ισομοιρία. Στην περίπτωση της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας η αμοιβή προκαταβάλλεται από το επισπεύδον μέρος και σε περίπτωση που ακολουθήσει δίκη επί της διαφοράς, το μέρος που δεν κατέβαλε τη συμμετοχή του στην αμοιβή του διαμεσολαβητή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία ή δεν προσήλθε σ' αυτήν παρότι κλήθηκε νομότυπα, καταδικάζεται σε ολόκληρο το ποσό αυτής σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 176 επ. ΚΠολΔ και η αμοιβή σε αυτήν την περίπτωση λογίζεται ως δικαστικό έξοδο ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης. Επιπλέον, ορίζεται ότι τα ανωτέρω ποσά για την αμοιβή του διαμεσολαβητή δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

Άρθρα 19 - 20

Σύμφωνα με τα άρθρα αυτά, το επάγγελμα του διαμεσολαβητή μπορεί να ασκηθεί είτε αυτοτελώς, είτε παράλληλα με άλλη επιτρεπτή, κατά τις κείμενες διατάξεις και τον παρόντα νόμο, κύρια επαγγελματική δραστηριότητα. Προβλέπεται, επίσης, ότι οι διαμεσολαβητές μπορούν να οργανώνονται και να παρέχουν τις υπηρεσίες τους υπό τη μορφή ενώσεων προσώπων διαπιστευμένων διαμεσολαβητών.

Άρθρο 21

Το παρόν άρθρο προβλέπει την υποχρεωτική υποβολή τετραμηνιαίας έκθεσης από το διαμεσολαβητή προς την Κ.Ε.Δ. για τα πεπραγμένα του, καθώς και τον τρόπο υποβολής της έκθεσης αυτής και τα κατ7 ελάχιστο απαιτούμενα στοιχεία που θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε αυτή. Τα στατιστικά αυτά στοιχεία θα αξιοποιούνται στο πλαίσιο της έκθεσης για την εφαρμογή του θεσμού, την οποία υποβάλλει ετησίως η Κ.Ε.Δ. προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης.

Άρθρα 22 Φορείς κατάρτισης

Στο άρθρο αυτό διευρύνεται η δυνατότητα σύστασης φορέων κατάρτισης από φυσικό ή νομικό πρόσωπο με κύριο αντικείμενο την εκπαίδευση στη διαμεσολάβηση και στους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης των διαφορών, σε συμμόρφωση με την υπ' αριθμό C-729/2017 απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σκοπός είναι η εκπαίδευση των διαμεσολαβητών, που πραγματοποιείται από τους Φορείς κατάρτισης να εξασφαλίζει ότι η διαδικασία διαμεσολάβησης διεξάγεται με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο έναντι των μερών.
Φορέας κατάρτισης διαμεσολαβητών μπορεί να είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, δικαίωμα σύστασης του οποίου έχουν δικηγορικοί σύλλογοι είτε κατά μόνας, είτε από κοινού, είτε και σε σύμπραξη με άλλους επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς ή επαγγελματικούς φορείς ή επιμελητήρια της ημεδαπής αλλά και της αλλοδαπής. Δυνατότητα σύστασης φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών έχουν και τα Κέντρα δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ) των ΑΕΙ, τα οποία υποχρεούνται να τηρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα νόμο, αναφορικά με τα προσόντα των εκπαιδευτών, την εκπαίδευση με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση, καθώς και τον ελάχιστο αριθμό εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων.
Ορίζεται ο ελάχιστος αριθμός εκπαιδευτών για κάθε φορέα κατάρτισης σε τρεις (3), με βασική προϋπόθεση την τετραετή εμπειρία στη διαμεσολάβηση και διαζευκτικά τα λοιπά προσόντα, όπως μεταπτυχιακό, διδακτορικό τίτλο, εκατόν εξήντα (160) ώρες μετεκπαίδευσης επιπλέον της βασικής εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση ή εκατόν εξήντα (160) ώρες αποδεδειγμένης εμπειρίας ως εκπαιδευτών διαμεσολαβητών. Επίσης, προβλέπεται η δυνατότητα ανάθεσης στους συνταξιούχους ή επί τιμή δικαστικούς λειτουργούς καθηκόντων εκπαίδευσης διαμεσολαβητών μόνο στα Κέντρα δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ) των ΑΕΙ, εφόσον είναι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές και έχουν εμπειρία στη δικαστική μεσολάβηση. Τέλος ορίζεται ο μέγιστος αριθμός υποψήφιων διαμεσολαβητών για κάθε εκπαιδευτικό κύκλο σε είκοσι ένα (21) με τουλάχιστον δύο (2) εκπαιδευτές.

Άρθρο 23-25 Αδειοδότηση Φορέων κατάρτισης

Κύριος και πρωταρχικός στόχος των σχετικών διατάξεων είναι η διασφάλιση της ποιότητας της λειτουργίας των Φορέων Κατάρτισης διαμεσολαβητών και ως εκ τούτου ρυθμίζονται λεπτομερώς οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και η εν γένει διαδικασία αδειοδότησης των φορέων αυτών, ενώ προβλέπεται η δυνατότητα τροποποίησης των όρων και των προϋποθέσεων αδειοδότησης και λειτουργίας τους με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης.

Στα άρθρα 24 και 25 απαριθμούνται τα δικαιολογητικά που υποχρεούνται να προσκομίσουν οι ενδιαφερόμενοι Φορείς κατάρτισης, προκειμένου να λάβουν άδεια λειτουργίας, εφόσον είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα αντίστοιχα. Τα δικαιολογητικά αυτά υποβάλλονται επιπλέον των γενικών δικαιολογητικών που απαριθμούνται στο άρθρο 23 του παρόντος. Ειδικότερα, απαιτούνται συμπληρωματικά δικαιολογητικά τόσο για τα φυσικά όσο και για τα νομικά πρόσωπα και τους νόμιμους εκπροσώπους τους, που κρίθηκαν αναγκαία λόγω των εγγυήσεων αξιοπιστίας και καλής λειτουργίας που πρέπει να παρέχουν.

Άρθρο 26 Υποψήφιοι διαμεσολαβητές

Στο παρόν άρθρο ορίζονται τα ελάχιστα προσόντα που πρέπει να κατέχουν οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές προκειμένου να υποβάλουν αίτηση για συμμετοχή τους σε πρόγραμμα βασικής εκπαίδευσης διαμεσολαβητών. Ειδικότερα, οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές πρέπει να είναι κάτοχοι πτυχίου Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή αντίστοιχου τίτλου σπουδών σχολής της αλλοδαπής, νόμιμα αναγνωρισμένου στην ημεδαπή, καθώς και να προσκομίσουν απόσπασμα ποινικού μητρώου.

Άρθρο 27 Πρόγραμμα σπουδών

Στο άρθρο αυτό καθορίζεται το περιεχόμενο του βασικού προγράμματος σπουδών που πρέπει να παρακολουθήσουν οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές προκειμένου να συμμετέχουν στις εξετάσεις για τη διαπίστευσή τους. Παράλληλα παρέχεται η διακριτική ευχέρεια στους δικαστικούς λειτουργούς, τους δικηγόρους και τους συμβολαιογράφους να εξαιρούνται από την παρακολούθηση των νομικών μαθημάτων του προγράμματος σπουδών όσον αφορά τις Θεμελιώδεις έννοιες Ιδιωτικού Δικαίου, το Γενικό Εμπορικό Δίκαιο, τις Εταιρείες και τα Αξιόγραφα. Η ανωτέρω εξαίρεση προβλέπεται με δεδομένο ότι τα συγκεκριμένα μαθήματα αποτελούν βασικά μαθήματα κορμού του προγράμματος σπουδών κατά τις προπτυχιακές σπουδές στις Νομικές Σχολές της χώρας. Η εξαίρεση από την παρακολούθηση των μαθημάτων αυτών δεν συνεπάγεται απαλλαγή από την εξέτασή τους για τη διαπίστευση διαμεσολαβητών. Επιπρόσθετα, προβλέπεται η υποχρεωτική μετεκπαίδευσή τους ελάχιστης διάρκειας είκοσι (20) ωρών ανά τριετία που παρέχεται αποκλειστικά από αδειοδοτημένους φορείς ή από αναγνωρισμένους φορείς της αλλοδαπής.

Άρθρο 28 Διαπίστευση διαμεσολαβητών

Στο άρθρο αυτό περιγράφεται αναλυτικά η διαπίστευση των διαμεσολαβητών και η διαδικασία των εξετάσεων. Οι εξετάσεις διεξάγονται από την Επιτροπή Εξετάσεων, όπως αυτή έχει οριστεί από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία είναι αρμόδια να καθορίσει τον τόπο, χρόνο και τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων. Οι εξετάσεις είναι γραπτές και προφορικές και συμπεριλαμβάνουν οπωσδήποτε αξιολόγηση σε προσομοιώσεις.
Οι προφορικές εξετάσεις προϋποθέτουν την επιτυχή ολοκλήρωση των γραπτών. Επιπροσθέτως, προϋπόθεση για την επιτυχία στις εξετάσεις είναι η λήψη μέσου όρου βαθμολογίας τουλάχιστον εβδομήντα τοις εκατό (70%) υπό την προϋπόθεση ότι θα λάβουν βαθμολογία τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) και στις γραπτές και στις προφορικές. Οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές που απέτυχαν σε τρεις (3) εξεταστικές περιόδους πρέπει να προσκομίσουν νέο πιστοποιητικό εκπαίδευσης από Φορέα κατάρτισης, καθώς θεωρείται ότι η τριπλή αποτυχία στις εξετάσεις είναι ενδεικτική της ελλιπούς κατανόησης του εν γένει μηχανισμού της διαμεσολάβησης.

Άρθρο 29
Ενημέρωση κοινού - Μητρώα Διαμεσολαβητών


Στο άρθρο αυτό ρυθμίζονται τα θέματα της ενημέρωσης του κοινού σχετικά με το θεσμό της διαμεσολάβησης, καθώς και τον τρόπο πρόσβασης στις υπηρεσίες των διαμεσολαβητών. Επιπρόσθετα, ρυθμίζεται η κατάρτιση και η τήρηση των Μητρώων Διαμεσολαβητών - Γενικού και Ειδικού Μητρώου - και προβλέπεται η δυνατότητα εγγραφής σε αυτά διαμεσολαβητών που έχουν διαπιστευθεί σε άλλο κράτος-μέλος

Άρθρο 30
Εκούσια παραίτηση - Αναστολή άσκησης καθηκόντων διαμεσολάβησης


Στο παρόν άρθρο ρυθμίζεται η δυνατότητα παραίτησης του διαμεσολαβητή και η διαγραφή του από τα Μητρώα Διαμεσολαβητών. Προβλέπονται ακόμη οι όροι και οι προϋποθέσεις για την επανεγγραφή του στα Μητρώα εντός πενταετίας από την παραίτησή του, καθώς και η δυνατότητα αναστολής των καθηκόντων του.

Άρθρο 31
Καταργούμενες και Μεταβατικές διατάξεις


Στο άρθρο αυτό προβλέπονται οι αναγκαίες μεταβατικές διατάξεις για την ομαλή εφαρμογή του νόμου.

Άρθρο 32

Με το παρόν άρθρο εισάγεται, τμηματικά και διαδοχικά, η εφαρμογή του θεσμού της διαμεσολάβησης, με διττό σκοπό. Κατά πρώτον, σκοπός του νομοθέτη είναι η σταδιακή εξοικείωση με το θεσμό της διαμεσολάβησης τόσο των νομικών παραστατών και των διαμεσολαβητών όσο και των μερών και κατά δεύτερον, η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση των όποιων πρωτοεμφανιζόμενων δυσλειτουργιών προκύψουν από την εφαρμογή της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας των άρθρων 6 και 7 του νόμου.
Επίσης, προβλέπεται η αξιολόγηση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του θεσμού της διαμεσολάβησης και της πρακτικής εφαρμογής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας, μετά την πάροδο διετίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που θα προκύψουν από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 5 του άρθρου 11 του παρόντος Ετήσια Έκθεση της Κ.Ε.Δ., σε συνδυασμό με τα στατιστικά στοιχεία που θα συγκεντρώνονται ανά τετράμηνο από τις Εκθέσεις Πεπραγμένων των διαμεσολαβητών του άρθρου 21 του νόμου.


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΣΕ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ - ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/52/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 21ης ΜΑΙΟΥ 2008»

Άρθρο 1 Σκοπός

Ο παρών νόμος έχει σκοπό τη ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και την περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας με τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα.
Οι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται στη δικαστική μεσολάβηση, όπως αυτή ρυθμίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Άρθρο 2 Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Ως ιδιωτική διαφορά νοείται η αμφισβήτηση για την ύπαρξη, την έκταση, το περιεχόμενο ή τα υποκείμενα ιδιωτικού δικαιώματος και ως ιδιωτικά δικαιώματα νοούνται όσα αναγνωρίζονται από το ιδιωτικό δίκαιο.
2. Ως διαμεσολάβηση νοείται μια διαρθρωμένη διαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας με βασικά χαρακτηριστικά την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική αυτονομία, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη επιχειρούν εκουσίως, με καλόπιστη συμπεριφορά και συναλλακτική ευθύτητα, να επιλύσουν με συμφωνία μία διαφορά τους με τη βοήθεια διαμεσολαβητή.
3. Ως διαμεσολαβητής νοείται τρίτο πρόσωπο σε σχέση με τα συμμετέχοντα μέρη και τη διαφορά, το οποίο αναλαμβάνει να διαμεσολαβήσει με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο, διευκολύνοντάς τα να βρουν μια κοινά αποδεκτή λύση για τη διαφορά τους.
4. Ως νομικός παραστάτης νοείται ο πληρεξούσιος δικηγόρος εκάστου μέρους, ο οποίος παρίσταται στη διαδικασία της διαμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και παρέχει νομικές συμβουλές στον εντολέα του.
5. Ως υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης νοείται η συνεδρία μεταξύ του διαμεσολαβητή και των μερών, η οποία λαμβάνει χώρα υποχρεωτικά στις περιπτώσεις των ιδιωτικών διαφορών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του παρόντος, πριν τη συζήτηση της υπόθεσης στο δικαστήριο. Κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας ο διαμεσολαβητής ενημερώνει τα μέρη για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης και για τις βασικές αρχές που τη διέπουν, καθώς και για τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς τους με βάση τις ιδιαιτερότητές της και τη φύση αυτής.
6. Ως διασυνοριακή διαφορά νοείται εκείνη στην οποία τουλάχιστον ένα από τα μέρη κατοικεί μονίμως ή διαμένει συνήθως σε κράτος-μέλος διαφορετικό από εκείνο οποιουδήποτε άλλου μέρους, κατά την ημερομηνία στην οποία: α) τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, αφότου ανέκυψε η διαφορά, β) έχει διαταχθεί η διαμεσολάβηση από δικαστήριο κράτους-μέλους, γ) υφίσταται υποχρέωση διαμεσολάβησης δυνάμει του εθνικού δικαίου ή δ) κληθούν τα μέρη από αρμόδιο δικαστήριο. Ως διασυνοριακή διαφορά νοείται επίσης η διαφορά στην οποία μετά από διαδικασία διαμεσολάβησης ακολουθούν δικαστικές ή διαιτητικές διαδικασίες μεταξύ των μερών σε κράτος-μέλος άλλο από εκείνο της μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής των μερών κατά την ημερομηνία που έλαβαν χώρα οι περιπτώσεις α', β' ή γ' της παρούσας παραγράφου.
7. Ως ρήτρα διαμεσολάβησης νοείται έγγραφη συμφωνία των μερών για προσφυγή στη διαμεσολάβηση, που αφορά μελλοντικές διαφορές και αναφέρεται σε συγκεκριμένη έννομη σχέση, από την οποία θα προέλθουν οι διαφορές, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέρη έχουν την εξουσία διαθέσεως του αντικειμένου των διαφορών σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.

Άρθρο 3
Υπαγόμενες διαφορές-Υποχρέωση ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο


1. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.

2. Πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς ή μέρους αυτής σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία και τη διαδικασία αυτής των άρθρων 6 και 7 του παρόντος. Το ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής που τυχόν ασκηθεί επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της.

Άρθρο 4 Προσφυγή στη διαμεσολάβηση

1. Προσφυγή στη διαμεσολάβηση για τις υπαγόμενες σε αυτή διαφορές του παρόντος επιτρέπεται:
α) αν τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, αφότου ανέκυψε η διαφορά,
β) αν τα μέρη κληθούν να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση και συναινούν σε αυτή, σύμφωνα με την παράγραφο 2,
γ) αν η προσφυγή στη διαμεσολάβηση διαταχθεί από δικαστική αρχή άλλου κράτους- μέλους και η σχετική υπαγωγή της διαφοράς δεν προσβάλλει τα χρηστά ήθη και τη δημόσια τάξη,
δ) αν η προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης επιβάλλεται από το νόμο, ε) αν σε έγγραφη συμφωνία των μερών υπάρχει ρήτρα διαμεσολάβησης.

2. Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί ιδιωτική διαφορά που δύναται να υπαχθεί στη διαδικασία της διαμεσολάβησης σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος, μπορεί σε κάθε στάση της δίκης, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη κατά την ελεύθερη κρίση του όλες τις περιστάσεις της κρινόμενης υπόθεσης, να καλεί τα μέρη να προσφύγουν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης για να επιλύσουν τη διαφορά. Εφόσον τα μέρη συμφωνούν, η σχετική έγγραφη συμφωνία περιλαμβάνεται στα πρακτικά του Δικαστηρίου. Στην περίπτωση αυτή, το Δικαστήριο αναβάλλει υποχρεωτικά τη συζήτηση της υπόθεσης σε δικάσιμο μετά την πάροδο τριμήνου και όχι πέραν του εξαμήνου, μη συνυπολογιζόμενου του χρονικού διαστήματος των δικαστικών διακοπών. Εφόσον τα διάδικα μέρη ή ένα εξ αυτών παρίστανται ενώπιον του Δικαστηρίου διά πληρεξουσίου δικηγόρου, η πληρεξουσιότητα προς αυτόν καλύπτει και τη συμφωνία περί υπαγωγής της διαφοράς στη διαμεσολάβηση.

3. Η υπαγωγή μιας διαφοράς ιδιωτικού δικαίου στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν αποκλείει τη λήψη ασφαλιστικού μέτρου για αυτήν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ο δικαστής που διατάσσει το ασφαλιστικό μέτρο μπορεί να ορίσει κατά την κρίση του προθεσμία, όχι μικρότερη από τρεις (3) μήνες, για την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση.

4. Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών, στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων του σύμφωνα με την περίπτωση α' της παρ. 4 του άρθρου 25 του ν. 1756/1988 (Α' 35), δικαιούται να συστήνει σε όσους φιλονικούν την προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, όπου αυτό είναι δυνατό.

5. Η συμφωνία των μερών για προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για τις συμβάσεις και πρέπει να περιγράφει το αντικείμενο αυτής.

Άρθρο 5
Διαδικασία διαμεσολάβησης και αμοιβή νομικού παραστάτη


1. Στη διαδικασία διαμεσολάβησης τα μέρη παρίστανται μετά του νομικού παραστάτη τους, εξαιρουμένων των υποθέσεων των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών, όπου επιτρέπεται η αυτοπρόσωπη παράσταση των μερών. Στη διαδικασία δύναται να μετέχει και τρίτο πρόσωπο, εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο σε συμφωνία με τα μέρη και το διαμεσολαβητή. Για τη συμμετοχή του νομικού παραστάτη των μερών εκδίδεται για όλη τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών ποσού εξήντα (60,00) ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου, ποσού εκατό (100,00) ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου και ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Τα ανωτέρω ποσά δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Οποιαδήποτε πρόσθετη αμοιβή του νομικού παραστάτη κάθε μέρους συμφωνείται ελεύθερα.

2. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής, συμπεριλαμβανομένων των κέντρων διαμεσολάβησης. Ο διαμεσολαβητής είναι ένας (1), εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν εγγράφως ότι οι διαμεσολαβητές θα είναι περισσότεροι.

3. Ο χρόνος, ο τόπος και οι λοιπές διαδικαστικές λεπτομέρειες της διεξαγωγής της διαμεσολάβησης καθορίζονται από το διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη. Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία αμφότερων των μερών και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η διαμεσολάβηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης, στο οποίο έχουν πρόσβαση τα άλλα μέρη της διαφοράς.

4. Ο διαμεσολαβητής δύναται, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να επικοινωνεί με καθένα από τα μέρη και να τα συναντά, είτε χωριστά είτε από κοινού. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις επαφές του με το ένα μέρος δεν γνωστοποιούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του μέρους που τις έδωσε.

5. Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει κατ' αρχήν εμπιστευτικό χαρακτήρα, δεν τηρούνται πρακτικά και πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο που να μην παραβιάζει το απόρρητο αυτής, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν άλλως. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν το απόρρητο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης. Την ίδια υποχρέωση έχει και οποιοσδήποτε τρίτος συμμετέχει στη διαδικασία. Τα μέρη, εφόσον το επιθυμούν, δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν και το απόρρητο του περιεχομένου της συμφωνίας, στην οποία ενδέχεται να καταλήξουν κατά τη διαμεσολάβηση, εκτός αν η γνωστοποίησή του είναι απαραίτητη για την εκτέλεση αυτής, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.

6. Εφόσον η διαφορά αχθεί ενώπιον των δικαστηρίων ή σε διαιτησία, ο διαμεσολαβητής, τα μέρη, οι νομικοί παραστάτες αυτών και όσοι συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες και εμποδίζονται να προσκομίσουν στοιχεία που προκύπτουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης ή έχουν σχέση με αυτήν, ιδίως να αναφερθούν στις συζητήσεις, δηλώσεις και προτάσεις των μερών, καθώς και στις απόψεις του διαμεσολαβητή, παρά μόνο εφόσον τούτο επιβάλλεται από λόγους δημόσιας τάξης, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των ανηλίκων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ακεραιότητα ή η ψυχική υγεία προσώπου.

7. Ο διαμεσολαβητής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του υπέχει αστική ευθύνη μόνο για δόλο.

Άρθρο 6
Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης - Υπαγόμενες διαφορές


1. Οι παρακάτω αστικές και εμπορικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διαθέσεως του αντικειμένου της μεταξύ τους διαφοράς:
α) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α', β και γ' της παραγράφου 1, καθώς και εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ,
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας,
γ) Οι διαφορές για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί, κατατίθεται πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης.

2. Εξαιρούνται από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της παραγράφου 1 οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο, Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ.

3. Η προσφυγή των μερών στην δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει τα μέρη από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης.

Άρθρο 7
Διαδικασία της Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας Διαμεσολάβησης και αμοιβή νομικού παραστάτη


1. Για τις διαφορές της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του παρόντος, ο διαμεσολαβητής ορίζεται κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 5 του παρόντος. Ειδικότερα, το επισπεύδον μέρος έχει τη δυνατότητα είτε να επικοινωνήσει με το άλλο ή τα άλλα μέρη της διαφοράς για το διορισμό διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής είτε να απευθυνθεί σε διαμεσολαβητή της επιλογής του. Στην περίπτωση αυτή, ο διαμεσολαβητής επικοινωνεί με το άλλο ή τα άλλα μέρη με κάθε πρόσφορο μέσο, για να διαπιστώσει αν επιτυγχάνεται συμφωνία ως προς το πρόσωπο του και λαμβάνει σχετική έγγραφη έγκρισή τους. Αν δεν καταστεί δυνατή η επικοινωνία ή αν δεν επιτευχθεί συμφωνία ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή, τότε διορίζεται διαμεσολαβητής από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης με επιμέλεια του επισπεύδοντος μέρους. Ο διορισμός γίνεται κατά σειρά προτεραιότητας με βάση τον αύξοντα αριθμό Ειδικού Μητρώου Διαμεσολαβητών του άρθρου 29 του παρόντος, σύμφωνα τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για την κατά τόπο αρμοδιότητα. Στην περίπτωση επιλογής του διαμεσολαβητή από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης ο τελευταίος υποχρεούται μέσα σε προθεσμία τριών (3) εργάσιμων ημερών να δηλώσει αν αποδέχεται το διορισμό του. Αν η προθεσμία των τριών (3) εργάσιμων ημερών, παρέλθει άπρακτη τεκμαίρεται η μη αποδοχή του. Σε περίπτωση μη αποδοχής του διορισμού του διαμεσολαβητή επιλέγεται ο επόμενος κατά σειρά προτεραιότητας από το ως άνω Ειδικό Μητρώο.

2. Το επισπεύδον μέρος υποβάλλει στον διαμεσολαβητή που έχει οριστεί από τα μέρη ή από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, αποστέλλοντάς του ηλεκτρονικά ή με άλλο πρόσφορο τρόπο συμπληρωμένο έντυπο, στο οποίο υποχρεωτικά αναγράφονται τα στοιχεία των μερών σύμφωνα με την περίπτωση 3 του άρθρου 118 ΚΠολΔ, καθώς και το αντικείμενο της διαφοράς και λαμβάνει απόδειξη παραλαβής. Ο διαμεσολαβητής επικοινωνεί με κάθε πρόσφορο μέσο με τα μέρη για τον ορισμό της ημερομηνίας και του τόπου διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Σε περίπτωση μη συμφωνίας, ο διαμεσολαβητής ορίζει την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας. Και στις δύο περιπτώσεις γνωστοποιεί τα παραπάνω στοιχεία στα μέρη εγγράφως, με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά και λαμβάνει απόδειξη παραλαβής της γνωστοποίησης. Τα έξοδα της γνωστοποίησης προκαταβάλλονται από το επισπεύδον μέρος και επιδικάζονται ως δικαστικά έξοδα, εφόσον επακολουθήσει δίκη.

3. Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερών από την επομένη της αποστολής στο διαμεσολαβητή του αιτήματος προσφυγής στη διαδικασία διαμεσολάβησης από το επισπεύδον μέρος. Αν κάποιο από τα μέρη διαμένει στο εξωτερικό η ως άνω προθεσμία παρεκτείνεται έως την τριακοστή (30η) ημέρα από την επομένη της αποστολής του αιτήματος στο διαμεσολαβητή. Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα, δεν τηρούνται πρακτικά και εφαρμόζονται αναλόγως οι παράγραφοι 4, 6 και 7 του άρθρου 5 του παρόντος.

4. Εφόσον τα μέρη αποφασίσουν να συνεχίσουν τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, είτε με τον ίδιο είτε με διαφορετικό διαμεσολαβητή, συντάσσεται έγγραφο συμφωνίας υπαγωγής της διαφοράς στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 5 του παρόντος, η οποία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός σαράντα (40) ημερών, που εκκινούν από την επομένη της λήξης της ανωτέρω εικοσαήμερης ή τριακονθήμερης προθεσμίας. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της προθεσμίας των σαράντα (40) ημερών. Το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες.

5. Μετά το πέρας της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας συντάσσεται πρακτικό από το διαμεσολαβητή που υπογράφεται από τον ίδιο και όλους τους συμμετέχοντες και αν επακολουθήσει άσκηση αγωγής ή αν έχει ήδη ασκηθεί, αυτό κατατίθεται στο δικαστήριο επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης μαζί με τις προτάσεις. Στο πρακτικό αυτό αναγράφεται υποχρεωτικά ο τρόπος γνωστοποίησης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας στα μέρη και η συμμετοχή τους ή μη σε αυτήν.

6. Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία τα μέρη παρίστανται μαζί με νομικό παραστάτη, του οποίου η αμοιβή συμφωνείται ελεύθερα. Στην περίπτωση νομικών προσώπων ο νόμιμος εκπρόσωπος δύναται να διορίζει αντιπρόσωπο με εξουσιοδότηση και θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία δυνάμει εξουσιοδότησης μόνη η συμμετοχή του νομικού παραστάτη του μέρους, του οποίου αποδεδειγμένα δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία, ιδίως στις περιπτώσεις που αντιμετωπίζει δυσκολία μετακίνησης λόγω σοβαρής ασθένειας ή αν δεν υπάρχει δυνατότητα τηλεδιάσκεψης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης ή αν είναι κάτοικος εξωτερικού.

7. Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς δύναται να επιβάλλει στο μέρος που δεν προσήλθε στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί προς τούτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, χρηματική ποινή η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατό (100) ευρώ και μεγαλύτερη από πεντακόσια (500) ευρώ, συνεκτιμώμενης της εν γένει συμπεριφοράς του και των λόγων μη προσέλευσης. Οι χρηματικές ποινές του προηγούμενου εδαφίου περιέρχονται στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., στο οποίο κοινοποιείται με επιμέλεια του γραμματέα του Δικαστηρίου αντίγραφο της απόφασης και δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Προσβολή της απόφασης με ένδικα μέσα, ως προς τη χρηματική ποινή, δεν επιτρέπεται αν δεν περιλαμβάνει και την ουσία της υπόθεσης.

Άρθρο 8
Εκτελεστότητα των συμφωνιών που προκύπτουν από τη διαμεσολάβηση


1. Ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό διαμεσολάβησης που πρέπει να περιέχει: α) το ονοματεπώνυμο, τον αριθμό φορολογικού μητρώου του διαμεσολαβητή, β) την ημερομηνία και το τόπο που έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση, γ) τα πλήρη στοιχεία των μερών που προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση και τα ονόματα των νομικών παραστατών τους, δ) αναφορά στη συμφωνία ή τον ειδικότερο τρόπο με τον οποίο τα μέρη προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος, ε) τα πλήρη στοιχεία τυχόν άλλων προσώπων που μετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και στ) τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση ή τη διαπίστωση περί μη επίτευξης συμφωνίας .

2. Μετά το πέρας της διαδικασίας διαμεσολάβησης, το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους νομικούς παραστάτες τους. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από το διαμεσολαβητή. Κάθε μέρος δύναται να καταθέσει το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας οποτεδήποτε στη γραμματεία του καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιου δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσης, για την οποία έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση ή στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του παρόντος στη γραμματεία του δικαστηρίου που εκκρεμεί η εκδίκαση της υπόθεσης. Μετά την κατάθεση του πρακτικού στο δικαστήριο η άσκηση αγωγής για την ίδια διαφορά είναι απαράδεκτη στο μέτρο που το αντικείμενο της καλύπτεται από τη συμφωνία των μερών, τυχόν δε εκκρεμής δίκη καταργείται. Κατά την κατάθεση προσκομίζεται παράβολο ποσού πενήντα (50) ευρώ, το ύψος του οποίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης. Η δαπάνη για το παράβολο βαρύνει τον καταθέτη, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

3. Το πρακτικό της διαμεσολάβησης του παρόντος άρθρου αποτελεί, από την κατάθεσή του στη γραμματεία του κατά την παράγραφο 2 αρμόδιου δικαστηρίου, εκτελεστό τίτλο σύμφωνα με την περίπτωση ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 904 ΚΠολΔ, εφόσον η συμφωνία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης. Το απόγραφο εκδίδεται ατελώς από το δικαστή ή τον πρόεδρο του κατά την παράγραφο 2 αρμόδιου δικαστηρίου.

4. Αν η συμφωνία που περιέχεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης περιλαμβάνει και διατάξεις που αφορούν δικαιοπραξίες, οι οποίες υπόκεινται εκ του νόμου σε συμβολαιογραφικό τύπο, οι δικαιοπραξίες αυτές πρέπει να περιβληθούν το συμβολαιογραφικό τύπο. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις που διέπουν τη σύνταξη τέτοιων συμβολαιογραφικών εγγράφων και τη μεταγραφή τους.

5. Το πρακτικό της διαμεσολάβησης του παρόντος άρθρου από την κατάθεσή του στη γραμματεία του κατά την παράγραφο 2 αρμόδιου δικαστηρίου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τίτλος προς εγγραφή ή εξάλειψη υποθήκης σύμφωνα με το εδάφιο γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 293 ΚΠολΔ.

Άρθρο 9
Αποτελέσματα της διαμεσολάβησης στην παραγραφή, την αποσβεστική προθεσμία και τις δικονομικές προθεσμίες


1. Η έγγραφη γνωστοποίηση του διαμεσολαβητή προς τα μέρη για τη διεξαγωγή της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας ή στην περίπτωση της εκούσιας προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης του άρθρου 5, η συμφωνία υπαγωγής σε αυτήν, αναστέλλει την παραγραφή και την αποσβεστική προθεσμία άσκησης των αξιώσεων και των δικαιωμάτων, εφόσον αυτές έχουν αρχίσει σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, καθώς και τις δικονομικές προθεσμίες των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, για όσο χρόνο διαρκεί η διαδικασία διαμεσολάβησης.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 261, 262 και 263 ΑΚ, η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία άσκησης των αξιώσεων και των δικαιωμάτων του ουσιαστικού δικαίου που ανεστάλησαν, συνεχίζονται την επομένη της σύνταξης του πρακτικού μη επίτευξης συμφωνίας ή της επίδοσης δήλωσης αποχώρησης από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης του ενός μέρους προς το άλλο και προς το διαμεσολαβητή ή της με οποιονδήποτε τρόπο ολοκλήρωσης ή κατάργησης της διαδικασίας της διαμεσολάβησης. Αν η συμφωνία που περιέχεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης περιλαμβάνει αιρέσεις ή προθεσμίες ή οποιονδήποτε άλλον όρο από τον οποίο εξαρτάται η ενάσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη συμφωνία, τότε η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται από την πλήρωση της αιρέσεως ή του όρου ή την παρέλευση της προθεσμίας.

3. Οι δικονομικές προθεσμίες της παραγράφου 1 συνεχίζονται από τη σύνταξη πρακτικού μη επίτευξης συμφωνίας ή από την επίδοση δήλωσης αποχώρησης από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης του ενός μέρους προς το άλλο και προς το διαμεσολαβητή ή από την με οποιονδήποτε τρόπο ολοκλήρωση ή κατάργηση της διαδικασίας της διαμεσολάβησης.

Άρθρο 10 Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης

1. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης αποτελείται από δεκατρία (13) μέλη και συγκροτείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, από:
α) Δύο (2) δικαστικούς λειτουργούς της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης εκ των οποίων ένας με βαθμό Αρεοπαγίτη εν ενεργεία ή επί τιμή και ένας (1) με βαθμό τουλάχιστον Προέδρου Πρωτοδικών έως Προέδρου Εφετών, με εμπειρία ή εξειδίκευση και κατά προτίμηση με διαπίστευση στη διαμεσολάβηση, που ορίζονται μετά από γνώμη του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, εφόσον είναι εν ενεργεία.
β) Δύο (2) καθηγητές ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εν ενεργεία ή ομότιμους, με εμπειρία ή εξειδίκευση στη διαμεσολάβηση και κατά προτίμηση με διαπίστευση, εκ των οποίων τουλάχιστον ο ένας να έχει διατελέσει καθηγητής Νομικής Σχολής της χώρας.
γ) Δύο (2) εκπροσώπους της ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, με εμπειρία ή εξειδίκευση στη διαμεσολάβηση και κατά προτίμηση με διαπίστευση, μετά από σύμφωνη γνώμη της ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων.
δ) Τρεις (3) εκπροσώπους του Υπουργείου Δικαιοσύνης από τους υπηρετούντες στην Κεντρική Υπηρεσία υπαλλήλους βαθμού τουλάχιστον Β', ή από τους υπηρετούντες μετακλητούς νομικούς στο πολιτικό γραφείο του Υπουργού ή Υφυπουργού Δικαιοσύνης ή του Γενικού Γραμματέα.
ε) Έναν (1) διαμεσολαβητή εκπρόσωπο επαγγελματικών φορέων της χώρας, μετά από πρόσκληση ενδιαφέροντος που αναρτάται στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
στ) Τρεις (3) διαμεσολαβητές, μετά από πρόσκληση ενδιαφέροντος που αναρτάται στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι οποίοι διαθέτουν τουλάχιστον τετραετή επαγγελματική εμπειρία στο γνωστικό τους αντικείμενο και εμπειρία στη διαμεσολάβηση, που προκύπτει είτε λόγω συμμετοχής στην εκπαίδευση διαμεσολαβητών, είτε λόγω συμμετοχής σε διαδικασίες διαμεσολάβησης ως διαμεσολαβητές ή βοηθοί διαμεσολαβητή ή νομικοί παραστάτες, είτε λόγω συμμετοχής σε συνέδρια, σεμινάρια και ερευνητικά προγράμματα συναφή με τη διαμεσολάβηση.

2. Πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης ορίζεται ο αρχαιότερος από τους δικαστικούς λειτουργούς.

3. Με την απόφαση της παραγράφου 1, για κάθε τακτικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης ορίζεται ένα αναπληρωματικό μέλος.

4. Τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, καθώς και τρίτα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη στην υποεπιτροπή της περίπτωσης δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του παρόντος, απαγορεύεται να διατηρούν οποιαδήποτε σχέση συνεργασίας με Φορείς κατάρτισης του παρόντος.

5. Η θητεία του Προέδρου και των μελών είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται άπαξ. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης αντικαθίστανται στην περίπτωση που έχουν διοριστεί κατά παράβαση της παραγράφου 4.

6. Χρέη Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης εκτελεί ένας ή περισσότεροι υπάλληλοι της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή των Δικαστηρίων ή άλλης Δημόσιας Υπηρεσίας ή ΝΠΔΔ, οι οποίοι αποσπώνται με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση από την Υπηρεσία τους στην Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Για την απόσπαση αυτή εκδίδεται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης κατόπιν ερωτήματος του μετά από γνώμη του Προέδρου της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης και σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει ο υπάλληλος.

Άρθρο 11
Αρμοδιότητες Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης


1. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης είναι αρμόδια να επιλαμβάνεται κάθε ζητήματος που αφορά τον έλεγχο εφαρμογής του θεσμού της διαμεσολάβησης.

2. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης δύναται να συστήνει, κατά την κρίση της, υποεπιτροπές για την ταχεία επίλυση και τον έλεγχο ζητημάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος νόμου. Οι ανωτέρω υποεπιτροπές απαρτίζονται από μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης χωρίς να υφίσταται περιορισμός για τη συμμετοχή κάποιου μέλους σε παραπάνω από μία υποεπιτροπές. Οι υποεπιτροπές αυτές εξουσιοδοτούνται ρητά από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης για την οριστική διευθέτηση των ζητημάτων που αναλαμβάνουν, εκτός αν ειδικότερα ορίζεται στον παρόντα νόμο ότι αρμόδια είναι η ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.

3. Σε κάθε περίπτωση, στο πλαίσιο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης συγκροτούνται υποχρεωτικά τέσσερις (4) υποεπιτροπές, η θητεία των οποίων είναι διετής, με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) «Επιτροπή Μητρώου Διαμεσολαβητών», η οποία είναι αρμόδια για την τήρηση των Μητρώων του άρθρου 29 του παρόντος, για κάθε σχετικό ζήτημα ή έκδοση πράξης που αφορά τα τηρούμενα Μητρώα και για τη συγκέντρωση των ετήσιων Εκθέσεων Πεπραγμένων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος.
β) «Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου», η οποία είναι αρμόδια για τη συμμόρφωση των διαμεσολαβητών με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και για την εφαρμογή του πειθαρχικού δικαίου και την επιβολή πειθαρχικών ποινών. Η συγκρότηση της υποεπιτροπής αυτής γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο Ε.1. του άρθρου 17 του παρόντος.
γ) «Επιτροπή Ελέγχου Φορέων Κατάρτισης», η οποία είναι αρμόδια για κάθε ζήτημα που αφορά τους Φορείς Κατάρτισης Διαμεσολαβητών.
δ) «Επιτροπή Εξετάσεων», η οποία είναι αρμόδια και έχει την ευθύνη για τη διεξαγωγή των γραπτών και προφορικών εξετάσεων και τη βαθμολόγηση των εξεταζόμενων, προς το σκοπό της διαπίστευσης, υποψήφιων διαμεσολαβητών. Η Επιτροπή Εξετάσεων απαρτίζεται από τρία (3) μέλη, που προέρχονται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, με ισάριθμους αναπληρωτές, από τα οποία ένα τουλάχιστον μέλος είναι δικαστικός λειτουργός και προεδρεύει της επιτροπής. Η Επιτροπή Εξετάσεων δύναται, ανάλογα με τον εκάστοτε συνολικό αριθμό των εξεταζόμενων, να ορίζει δύο (2) επιπλέον μέλη χωρίς αναπληρωτές, τα οποία πρέπει να έχουν την ιδιότητα του διαπιστευμένου διαμεσολαβητή.

4. Η συγκρότηση των παραπάνω υποεπιτροπών και ο αριθμός των μελών που τις απαρτίζουν καθορίζονται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Για την επιτρεπτή συμμετοχή των ανωτέρω μελών στις υποεπιτροπές λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, ζητήματα που άπτονται της σύγκρουσης συμφερόντων και αρμοδιοτήτων των μελών αυτών με άλλες ισχύουσες διατάξεις και κανονισμούς του κύριου επαγγέλματος τους.

5. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης υποβάλλει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου κάθε έτους, Ετήσια Έκθεση για τον έλεγχο εφαρμογής του θεσμού, συνοδευόμενη από προτάσεις για τη βελτίωσή του.

Άρθρο 12 Προσόντα διαμεσολαβητών

1. Οι διαμεσολαβητές πρέπει να είναι: α) απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή κάτοχοι ισότιμου πτυχίου της αλλοδαπής, β) εκπαιδευμένοι από Φορέα Κατάρτισης διαμεσολαβητών, αναγνωρισμένο από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης ή κάτοχοι τίτλου διαπίστευσης από άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και γ) διαπιστευμένοι από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης και εγγεγραμμένοι στο Μητρώα του άρθρου 29 του παρόντος.
Κάτοχος διδακτορικού τίτλου ΑΕΙ ή ισότιμου τίτλου της αλλοδαπής με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση δεν απαιτείται να εκπαιδευθεί περαιτέρω από φορέα Κατάρτισης διαμεσολαβητών, προκειμένου να διαπιστευθεί και δύναται να συμμετέχει απευθείας στις εξετάσεις για τη διαπίστευσή του σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 28 του παρόντος. Αποκλείονται της άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή όσοι υπηρετούν ως δημόσιοι, δημοτικοί και δικαστικοί υπάλληλοι ή υπάλληλοι νομικών προσώπων και ιδρυμάτων δημοσίου δικαίου, καθώς και οι εν ενεργεία δικαστικοί ή δημόσιοι λειτουργοί. Οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι ΝΠΔΔ δύνανται να δραστηριοποιούνται ως διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο και για τις ανάγκες της υπηρεσίας τους. Από την ανωτέρω απαγόρευση εξαιρούνται όσοι δημόσιοι λειτουργοί παράλληλα ασκούν νομίμως ελεύθερο επάγγελμα.

2. Ο διαμεσολαβητής αναλαμβάνει καθήκοντα μόνο εφόσον, κατά την κρίση του, μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης διαδικασίας διαμεσολάβησης σύμφωνα με την επαγγελματική του κατάρτιση, την πρακτική του εμπειρία και τις δεξιότητες που κατέχει.

3. Ο διαμεσολαβητής διεξάγει τη διαμεσολάβηση τηρώντας τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Δεοντολογίας Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών. Δύναται να προβάλλει τις υπηρεσίες που προσφέρει, υπό τον όρο ότι ενεργεί κατά τρόπο επαγγελματικό, ειλικρινή και αξιοπρεπή.

Άρθρο 13 Αμεροληψία - Ουδετερότητα

1. Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται να ενεργεί έναντι των μερών κατά τρόπο απαλλαγμένο από προσωπικές κρίσεις, πεποιθήσεις και προκαταλήψεις και να μεριμνά για την ισότιμη συμμετοχή και διευκόλυνση όλων των μερών στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης.
Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται καταρχήν να μην αναλαμβάνει τη διενέργεια διαμεσολάβησης και, εάν έχει ήδη αναλάβει να μην τη συνεχίσει, προτού γνωστοποιήσει στα μέρη τυχόν στοιχεία ή γεγονότα που ενδέχεται να επηρεάσουν ή να δώσουν την εντύπωση ότι επηρεάζουν την αμεροληψία του. Κατ' εξαίρεση, στην περίπτωση αυτή ο διαμεσολαβητής επιτρέπεται να αναλάβει καθήκοντα διαμεσολάβησης ή να εξακολουθεί να τα ασκεί μόνο με τη ρητή συγκατάθεση των μερών και εφόσον είναι βέβαιος ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση με αμεροληψία.

2. Ο διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να παραμένει ουδέτερος ως προς το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης και δεν επιτρέπεται να κατευθύνει τα μέρη και να τους επιβάλλει τη λύση που ο ίδιος προκρίνει. Δύναται να διατυπώνει την προσωπική του άποψη, η οποία δεν είναι δεσμευτική, μόνο εφόσον τα μέρη το επιθυμούν.

Άρθρο 14 Σύγκρουση συμφερόντων

1. Ο διαμεσολαβητής δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνει τη διενέργεια διαμεσολάβησης και, εάν την έχει ήδη αναλάβει δεν επιτρέπεται να τη συνεχίσει, προτού γνωστοποιήσει τυχόν στοιχεία ή γεγονότα που ενδέχεται να επηρεάσουν ή να δώσουν την εντύπωση ότι επηρεάζουν την ανεξαρτησία του.

2. Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται καταρχήν να μην αναλαμβάνει καθήκοντα και, εάν έχει ήδη αναλάβει, να μην εξακολουθήσει να τα ασκεί, σε περίπτωση σύγκρουσης των συμφερόντων του με την έκβαση της διαφοράς. Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων, ο διαμεσολαβητής επιτρέπεται να αναλάβει καθήκοντα και, εάν τα έχει ήδη αναλάβει να εξακολουθήσει να τα ασκεί, μόνο με τη ρητή συγκατάθεση των μερών και εφόσον είναι βέβαιος ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση με τρόπο που να μην υπονομεύει την ανεξαρτησία της διαδικασίας.
Σύγκρουση συμφερόντων συντρέχει, ιδίως, στις περιπτώσεις:
α) προσωπικής ή επαγγελματικής σχέσης του διαμεσολαβητή με ένα από τα μέρη ή τους νόμιμους παραστάτες τους ή λήψης αμοιβής στο παρελθόν για παροχή υπηρεσιών σε οποιοδήποτε από τα μέρη,
β) οποιουδήποτε οικονομικού ή άλλου συμφέροντος, άμεσου ή έμμεσου, που αντλείται από την έκβαση της διαμεσολάβησης,
γ) ανάμιξης του διαμεσολαβητή, κατά οποιονδήποτε τρόπο, στο αντικείμενο της διαφοράς,
δ) ενέργειας, κατά το παρελθόν, του ίδιου του διαμεσολαβητή ή συνεργάτη του ή άλλου στελέχους της εταιρίας για την οποία εργάζεται, εκπροσωπώντας κάποιο από τα μέρη με ιδιότητα άλλη πλην του διαμεσολαβητή,
ε) οποιασδήποτε μορφής επαγγελματικής συνεργασίας του διαμεσολαβητή με φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην παροχή συμβουλών προς ένα από τα συμμετέχοντα μέρη για θέματα που αφορούν το αντικείμενο της διαμεσολάβησης.

3. Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του να γνωστοποιήσει στα μέρη εάν συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων. Την ίδια υποχρέωση έχει και εάν προκύψει τέτοια περίπτωση μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ή κατά τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης.

4. Μετά την περάτωση της διαμεσολάβησης και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της, δεν επιτρέπεται στο διαμεσολαβητή να ασχοληθεί υπό άλλη επαγγελματική ιδιότητα με τη συγκεκριμένη υπόθεση που χειρίστηκε, μεταξύ των ίδιων μερών.

Άρθρο 15
Αρχή της ελεύθερης βούλησης των μερών


1. Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται να διεξάγει τη διαμεσολάβηση με βάση την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας των μερών. Μεριμνά ώστε τα μέρη να κατανοούν τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας που πρόκειται να ακολουθηθεί, καθώς και το ρόλο αυτού και όλων των συμμετεχόντων και ενημερώνει τα μέρη ότι είναι ελεύθερα ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσουν από τη διαδικασία χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία, κύρωση ή ποινή.

2. Ο διαμεσολαβητής βεβαιώνεται, ιδίως, ότι πριν από την έναρξη της διαδικασίας της διαμεσολάβησης τα μέρη έχουν συμφωνήσει ρητώς τους όρους και τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή της διαφοράς τους στη διαμεσολάβηση, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των διατάξεων που διέπουν την υποχρέωση εχεμύθειας του διαμεσολαβητή και των μερών.

3. Ο διαμεσολαβητής μεριμνά για την προσήκουσα διεξαγωγή της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

4. Ο διαμεσολαβητής μπορεί να περατώσει τη διαδικασία διαμεσολάβησης, μετά από αιτιολογημένη ενημέρωση των μερών, εφόσον:
α) επέρχεται διευθέτηση της διαφοράς κατά τρόπο αντίθετο με τα χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη ή
β) θεωρεί ότι η συνέχιση της διαμεσολάβησης είναι απολύτως αδύνατο να οδηγήσει στη διευθέτηση της διαφοράς.

5. Ο διαμεσολαβητής λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η λύση που θα εξευρεθεί για τη διευθέτηση της διαφοράς είναι προϊόν επίγνωσης και εμπεριστατωμένης συναίνεσης των μερών, καθώς επίσης και ότι τα μέρη κατανοούν τους όρους της συμφωνίας.

6. Ο διαμεσολαβητής οφείλει να ενημερώνει τα μέρη για τον τρόπο που μπορούν να καταστήσουν τη μεταξύ τους συμφωνία εκτελεστή, όπου αυτό είναι δυνατό.

Άρθρο 16 Εχεμύθεια

Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται να τηρεί απόρρητες τις πληροφορίες που έχουν προκύψει από τη διαμεσολάβηση ή σε σχέση με αυτήν, συνεκτιμωμένου του γεγονότος ότι πρόκειται να διεξαχθεί ή έχει διεξαχθεί διαμεσολάβηση, εκτός αν υποχρεούται να πράξει διαφορετικά από διάταξη νόμου ή για λόγους δημόσιας τάξης ή εφόσον τα μέρη συναινούν ρητά στην αποκάλυψη των πληροφοριών.

Άρθρο 17 Πειθαρχικό Δίκαιο

Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

1. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από κάθε άλλη διαδικασία.
2. Οι πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται από την Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου και από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης.
3. Κανένας δεν διώκεται για δεύτερη φορά για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο επιβάλλεται μόνο μία πειθαρχική ποινή. Νέα πειθαρχική δίωξη για το ίδιο παράπτωμα είναι απαράδεκτη.
4. Η με οποιονδήποτε τρόπο άρση του ποινικά κολάσιμου χαρακτήρα της πράξης ή η ολική ή μερική άρση των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρουν τον πειθαρχικά κολάσιμο χαρακτήρα της πράξης.

Β. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ

1. Πειθαρχικό παράπτωμα μπορεί να τελεστεί με πράξη ή παράλειψη του διαμεσολαβητή στο πλαίσιο των καθηκόντων του, η οποία είναι αντίθετη προς τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές απορρέουν από τον παρόντα νόμο και συνδέονται άρρηκτα με τη διαμεσολάβηση, καθώς και από τον Κώδικα Δεοντολογίας Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών.
2. Πειθαρχικά παραπτώματα του διαμεσολαβητή αποτελούν, ιδίως η χρησιμοποίηση της ιδιότητας του για την επιδίωξη παράνομων σκοπών και η εν γένει αναξιοπρεπής ή απρεπής συμπεριφορά του.
3. Κάθε κακούργημα που τελείται από διαμεσολαβητή ως και κάθε εκ δόλου πλημμέλημα ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του διαμεσολαβητή, αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα.
4. Η μη τήρηση της αρχής της αμεροληψίας από μέρους του διαμεσολαβητή συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.

Γ. ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ

1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται δύο (2) έτη μετά την τέλεσή τους.
2. Ο χρόνος της παραγραφής αναστέλλεται, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες, με την υποβολή της πειθαρχικής αναφοράς ενώπιον της Επιτροπής Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου, από τα μέρη ή οποιονδήποτε τρίτο συμμετέχει στη διαδικασία διαμεσολάβησης ή από τον Πρόεδρο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, ευθύς ως λάβει αναφορά με την οποία καταγγέλλονται πειθαρχικά επιλήψιμες πράξεις διαμεσολαβητή ή λάβει με οποιονδήποτε τρόπο γνώση τέτοιων πράξεων.

Δ. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ

1. Οι πειθαρχικές ποινές είναι:
α) η σύσταση,
β) η έγγραφη επίπληξη,
γ) η προσωρινή ανάκληση της διαπίστευσης έως και ένα (1) έτος, δ) η οριστική ανάκληση της διαπίστευσης.
2. Η ποινή της οριστικής ανάκλησης της διαπίστευσης επιβάλλεται μόνο σε ιδιαίτερα βαριές περιπτώσεις πειθαρχικών παραπτωμάτων. Τέτοιες προϋποθέσεις συντρέχουν ιδίως αν ο διαμεσολαβητής:
α) καταδικάστηκε αμετάκλητα για κακούργημα ή για οποιοδήποτε εκ δόλου πλημμέλημα, ασυμβίβαστο με το θεσμό της διαμεσολάβησης,
β) τιμωρήθηκε κατ' επανάληψη με ποινή προσωρινής ανάκλησης της διαπίστευσης τουλάχιστον για έξι (6) μήνες εντός τριετίας,
3. Όταν πρόκειται για παράπτωμα που οφείλεται σε ελαφρά αμέλεια, το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο μπορεί να μην επιβάλει ποινή, εκτιμώντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έχει τελεστεί το παράπτωμα.

Δ. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

1. Ο διαμεσολαβητής στον οποίο έχει επιβληθεί οριστική ή προσωρινή ανάκληση διαπίστευσης δεν επιτρέπεται να ενεργεί ως διαμεσολαβητής για όσο χρόνο αυτή διαρκεί.
2. Το κύρος της επιτυχούς έκβασης της διαμεσολάβησης και του συμφωνητικού που καταρτίστηκε δεν θίγεται από την ποινή που επιβλήθηκε στο διαμεσολαβητή.
3. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης οφείλει να ενημερώνει τα μητρώα του άρθρου 29 του παρόντος για την επιβληθείσα προσωρινή ή οριστική ανάκληση της διαπίστευσης του διαμεσολαβητή από τα καθήκοντά του.

Ε. ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ

1. Η Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου ορίζεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης και διακρίνεται σε πρωτοβάθμια επιτροπή μονομελούς σύνθεσης και δευτεροβάθμια επιτροπή τριμελούς σύνθεσης, με ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. Η θητεία των μελών της είναι διετής και μπορεί να ανανεώνεται. Μέλος της δευτεροβάθμιας επιτροπής δεν μπορεί να είναι το μέλος που εξέδωσε την πρωτοβάθμια πειθαρχική απόφαση. Αν η Επιτροπή Δεοντολογίας και Πειθαρχικού Ελέγχου κρίνει ότι πρέπει να επιβληθεί η ποινή της οριστικής ανάκλησης της διαπίστευσης, τότε αρμόδια προς τούτο είναι η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης που συνεδριάζει σε ολομέλεια.

2. Οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για τις δηλώσεις αποχής και εξαίρεσης των δικαστών ισχύουν αναλογικά.

3. Αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη όταν αφορά τόσα μέλη του πειθαρχικού οργάνου ώστε να καθίσταται αδύνατη η νόμιμη συγκρότησή του.

4. Για κάθε ειδικότερο θέμα πειθαρχικού ελέγχου αποφασίζει η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, οι αποφάσεις της οποίας εκτελούνται με επιμέλεια του Προέδρου της ή του μέλους της που ειδικά ορίστηκε από αυτόν.

5. Για την υποβολή αναφοράς κατά διαμεσολαβητή απαιτείται επί ποινή απαραδέκτου η κατάθεση παράβολου, ποσού τριάντα (30) ευρώ, το ύφος του οποίου αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών.

Άρθρο 18 Αμοιβή διαμεσολαβητή

1. Η αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία του διαμεσολαβητή και των μερών.

2. Εάν δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία, η αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται ως εξής: α) στις περιπτώσεις του άρθρου 6 του παρόντος, το επισπεύδον μέρος προκαταβάλλει στο διαμεσολαβητή ποσό πενήντα (50,00) ευρώ ως αμοιβή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία. Το ποσό αυτό βαρύνει τα μέρη κατ' ισομοιρία. Σε περίπτωση που η διαφορά αχθεί ενώπιον δικαστηρίου, το μέρος της διαφοράς που δεν προσήλθε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρότι κλήθηκε νομότυπα προς τούτο σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος ή δεν κατέβαλε το ποσό που του αναλογεί για την αμοιβή του διαμεσολαβητή για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, καταδικάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 176 επ. ΚΠολΔ σε ολόκληρο το ποσό που κατέβαλε το επισπεύδον μέρος για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία. Το ποσό αυτό λογίζεται ως δικαστικό έξοδο ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης, β) για κάθε ώρα διαμεσολάβησης μετά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία η ελάχιστη αμοιβή ορίζεται στο ποσό των ογδόντα (80,00) ευρώ και βαρύνει τα μέρη κατ' ισομοιρία.

3. Τα ποσά της παραγράφου 2 μπορούν να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

4. Ο διαμεσολαβητής οφείλει να παρέχει στα μέρη πλήρη ενημέρωση για τον τρόπο καταβολής της αμοιβής του σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Άρθρο 19
Κωδικός Αριθμός Δραστηριότητας (ΚΑΔ)


Επιτρέπεται η άσκηση αποκλειστικά και μόνο του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται η δημιουργία Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητος (ΚΑΔ) για το επάγγελμα του διαπιστευμένου διαμεσολαβητή για όσους επιθυμούν να το ασκήσουν και δεν διαθέτουν άλλον και οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του.

Άρθρο 20 Ενώσεις προσώπων διαμεσολαβητών

Ενώσεις προσώπων διαπιστευμένων διαμεσολαβητών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης συνιστώνται και λειτουργούν με τη συμμετοχή διαμεσολαβητών, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.

Άρθρο 21
Εκθέσεις Πεπραγμένων Διαμεσολαβητών


Κάθε διαπιστευμένος διαμεσολαβητής υποχρεούται ανά τετράμηνο κάθε ημερολογιακού έτους και μέσα στις επόμενες δεκαπέντε (15) ημέρες από την λήξη του, να ενημερώνει για τα πεπραγμένα του την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία προβαίνει στον έλεγχο τους. Η ενημέρωση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, με την αποστολή ανωνυμοποιημένης Έκθεσης Πεπραγμένων, πρότυπο της οποίας αναρτάται στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης. Η Έκθεση Πεπραγμένων περιλαμβάνει κατ' ελάχιστο τον αριθμό των διαμεσολαβήσεων που πραγματοποίησε ο διαμεσολαβητής, το αποτέλεσμα και τη διάρκεια κάθε διαμεσολάβησης, τη φύση της υπόθεσης και την κατάθεση ή μη πρακτικού στο αρμόδιο δικαστήριο. Η υποχρέωση αποστολής της Έκθεσης Πεπραγμένων υφίσταται για κάθε διαμεσολαβητή, ανεξαρτήτως αν έχει διεξάγει διαμεσολαβήσεις ή όχι εντός του τετραμήνου.

Άρθρο 22 Φορείς κατάρτισης

1. Φορέας κατάρτισης διαμεσολαβητών (εφεξής «Φορέας»), που λειτουργεί με άδεια, η οποία χορηγείται κατόπιν ειδικής και αιτιολογημένης απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, είναι:
Α. Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, δικαίωμα σύστασης του οποίου έχουν:
α) ένας δικηγορικός σύλλογος ή περισσότεροι από κοινού,
β) ένας ή περισσότεροι δικηγορικοί σύλλογοι σε σύμπραξη με επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς ή επαγγελματικούς φορείς ή επιμελητήρια.
Στις περιπτώσεις α' και β' είναι δυνατή η σύμπραξη και με φορέα κατάρτισης της αλλοδαπής, εγνωσμένου κύρους και διεθνούς αναγνώρισης και εμπειρίας στην παροχή εκπαίδευσης διαμεσολάβησης και γενικότερα στις εναλλακτικές μεθόδους επίλυσης διαφορών ή στη διενέργεια διαμεσολαβήσεων.
Β. Κέντρο Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.), το οποίο διαθέτει σχετικό πρόγραμμα και η λειτουργία του διέπεται αποκλειστικά από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις περί λειτουργίας των Α.Ε.Ι., υπό τον όρο ότι τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις του παρόντος νόμου για τα προσόντα των εκπαιδευτών, για την εκπαίδευση με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση και τον ελάχιστο αριθμό εκπαιδευτών και εκπαιδευόμενων.
Γ. φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο που έχει συσταθεί σύμφωνα με τα εκάστοτε ισχύοντα στην ελληνική νομοθεσία ή στη νομοθεσία κράτους - μέλους, το οποίο έχει ως κύριο σκοπό την παροχή εκπαίδευσης με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση και τους λοιπούς εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών.
Οι ανωτέρω Φορείς, αδειοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 έως 25 του παρόντος.

2. Ο Φορέας έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, εξαιρουμένων των Κέντρων Δια Βίου Μάθησης.

3. Ο Φορέας υποχρεούται να απασχολεί κατ' ελάχιστο: α) ένα (1) Διευθυντή του Φορέα και β) ένα (1) Διευθυντή Κατάρτισης. Οι ανωτέρω πρέπει να κατέχουν τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της ημεδαπής ή αντίστοιχο τίτλο σπουδών σχολής της αλλοδαπής.

4. Ο Φορέας υποχρεούται να απασχολεί διοικητικό προσωπικό για γραμματειακή υποστήριξη.

5. Ο σκοπός του Φορέα είναι: α) ο σχεδιασμός προγραμμάτων και η παροχή υπηρεσιών βασικής εκπαίδευσης κατ' ελάχιστο ογδόντα (80) ωρών,
β) ο σχεδιασμός προγραμμάτων μετεκπαίδευσης πέραν των ογδόντα (80) ωρών της βασικής εκπαίδευσης των υποψήφιων διαμεσολαβητών, για την περαιτέρω απόκτηση των αναγκαίων για την άσκηση της διαμεσολάβησης γνώσεων και δεξιοτήτων και για την επιμόρφωση τους.

6. Οι Φορείς Κατάρτισης υποχρεούνται να συνεργάζονται με τουλάχιστον τρεις (3) εκπαιδευτές, προκειμένου να παρέχουν ποιοτική εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτές πρέπει να είναι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές, να διαθέτουν τετραετή επαγγελματική εμπειρία στο γνωστικό τους αντικείμενο, να έχουν εμπειρία στη διαμεσολάβηση, η οποία προκύπτει είτε από τη συμμετοχή τους στην εκπαίδευση διαμεσολαβητών, είτε από τη συμμετοχή τους σε διαδικασίες διαμεσολάβησης υπό την ιδιότητα του διαμεσολαβητή ή βοηθού διαμεσολαβητή ή νομικού παραστάτη, είτε από την συμμετοχή τους σε συνέδρια, σεμινάρια, ερευνητικά προγράμματα συναφή με τη διαμεσολάβηση, καθώς και:
α) να κατέχουν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο στον τομέα της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών ή σε συναφή επιστημονικό κλάδο (ιδίως νομικής επιστήμης ή επιστημών οικονομίας ή διοίκησης ή κοινωνικών επιστημών) ή
β) να έχουν τουλάχιστον εκατόν εξήντα (160) ώρες είτε αποδεδειγμένης μετεκπαίδευσης πέραν της βασικής εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση είτε αποδεδειγμένης εμπειρίας ως εκπαιδευτές διαμεσολαβητών.

7. Σε συνταξιούχους ή επί τιμή δικαστικούς λειτουργούς, εφόσον είναι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές και έχουν εμπειρία στη δικαστική μεσολάβηση, μπορούν να ανατίθενται καθήκοντα εκπαίδευσης υποψήφιων διαμεσολαβητών αποκλειστικά και μόνο σε Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ. των Α.Ε.Ι.

8. Ο αριθμός των υποψήφιων διαμεσολαβητών που συμμετέχουν σε κάθε εκπαιδευτικό κύκλο στα προγράμματα βασικής εκπαίδευσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι ένα (21). Οι εκπαιδευτές δεν δύνανται να είναι λιγότεροι από δύο (2) για κάθε εκπαιδευτικό κύκλο.

Άρθρο 23 Αδειοδότηση Φορέων κατάρτισης

1. Ο ενδιαφερόμενος Φορέας, προκειμένου να λάβει άδεια λειτουργίας, υποβάλλει στην Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης φάκελο που περιλαμβάνει:
α) την αίτησή του για αδειοδότηση,
β) θεωρημένο αντίγραφο βεβαίωσης έναρξης εργασιών του από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. Η υποχρέωση αυτή δεν υφίσταται για τα Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ. των ΑΕΙ.
γ) κατάλογο με το εκπαιδευτικό προσωπικό, με τα βιογραφικά αυτού, συνοδευόμενα από επικυρωμένα αποδεικτικά τίτλων σπουδών και εκπαιδευτικής ή επαγγελματικής εμπειρίας, όπως πιστοποιητικά προϋπηρεσίας, βεβαιώσεις φορέων, επίσημα έγγραφα επαγγελματικής εμπειρίας, καθώς και κατάλογο του λοιπού προσωπικού,
δ) οποιοδήποτε νόμιμο έγγραφο που αποδεικνύει νομή, κατοχή, χρήση ή κυριότητα του χώρου εκπαίδευσης,
ε) διάγραμμα κάτοψης του χώρου εκπαίδευσης, υπογεγραμμένο από μηχανικό, στο οποίο εμφαίνεται ότι ο εν λόγω χώρος διαθέτει τουλάχιστον τρεις χωριστές αίθουσες διδασκαλίας και ειδικότερα δύο αίθουσες κατάλληλες για τη διεξαγωγή των μαθημάτων και προσομοιώσεων και μία αίθουσα διαλέξεων, καθώς και αποτύπωση της προσβασιμότητας ΑΜΕΑ. Ειδικότερα, το ελάχιστο εμβαδόν αιθουσών διδασκαλίας θα πρέπει να είναι δεκαπέντε (15) τετραγωνικά μέτρα και ενάμιση (1,5) τετραγωνικό μέτρο ανά εκπαιδευόμενο.
στ) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 υπογεγραμμένη από τον ενδιαφερόμενο ή το νόμιμο εκπρόσωπο του, αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, στην οποία βεβαιώνεται ότι οι αίθουσες διδασκαλίας πληρούν τους ισχύοντες όρους ασφαλείας, είναι κατάλληλες για το σκοπό της εκπαίδευσης και έχουν επαρκή υλικοτεχνική υποδομή και ειδικότερα, ότι διαθέτουν τον κατ' ελάχιστο απαιτούμενο εξοπλισμό, ο οποίος περιλαμβάνει:
1. ένα διαφανοσκόπειο (overhead projector) και μία οθόνη προβολής ή οποιοδήποτε άλλο μέσο προβολής ήχου και εικόνας,
ii. πίνακα ανά αίθουοα,
iii. φωτοαντιγραφικό μηχάνημα,
iv. μία τηλεόραση και ένα μαγνητοσκόπιο ή μία συσκευή αναπαραγωγής ψηφιακών δίσκων (νίαβο ή DVD player),
ν. τραπέζια και καθίσματα ανά αίθουσα, ανάλογα με τη δυναμικότητα της κάθε αίθουσας,
ζ) πιστοποιητικό πυροπροστασίας για χρήση εκπαιδευτηρίου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,
η) σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης τουλάχιστον για ποσό διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ,
θ) παράβολο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.
Οι ήδη αδειοδοτημένοι Φορείς θεωρούνται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος και η αδειοδότησή τους εξακολουθεί να ισχύει. Σε κάθε περίπτωση οι Φορείς αυτοί θα πρέπει να καταθέσουν τυχόν πρόσθετα δικαιολογητικά που προβλέπονται από τον παρόντα εντός εύλογης προθεσμίας από τη δημοσίευση του.

2. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεση πλήρους φακέλου με τα δικαιολογητικά, ελέγχει την πληρότητά του. Σε περίπτωση που τα δικαιολογητικά είναι ελλιπή, ζητείται εγγράφως από τον αντίστοιχο Φορέα να αποστείλει, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δεόντως συμπληρωμένα. Μετά την παραλαβή, τα δικαιολογητικά εξετάζονται εκ νέου και η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης αποφαίνεται για την πληρότητα του φακέλου. Ο παραπάνω έλεγχος καταλαμβάνει και τους ήδη αδειοδοτημένους φορείς.

3. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος Φορέας, είτε δεν προσκομίσει τα δικαιολογητικά εντός της ανωτέρω προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών είτε αυτά που προσκομίζει είναι ελλιπή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 και στα άρθρα 24 και 25 του παρόντος, η αίτηση απορρίπτεται με αιτιολογημένη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης. Ο ενδιαφερόμενος Φορέας του οποίου απορρίφθηκε η αίτηση, δύναται να επανυποβάλει νέα αίτηση.

4. Ο ενδιαφερόμενος Φορέας του οποίου ο φάκελος κρίνεται πλήρης, υπόκειται σε αξιολόγηση. Η αξιολόγησή του γίνεται με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, βάσει των παρακάτω πέντε κριτηρίων:
α) Οργάνωση, Λειτουργία β) Επιστημονικό και λοιπό Προσωπικό γ) Υλικοτεχνική Υποδομή δ) Εκπαιδευτικό πρόγραμμα ε) Επιθεώρηση του χώρου εκπαίδευσης.

5. Μετά την επιτυχή αξιολόγηση του πλήρους φακέλου χορηγείται στον ενδιαφερόμενο Φορέα άδεια λειτουργίας, άλλως η αίτησή του απορρίπτεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.

6. Κάθε έτος, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του Ιουλίου, οι Φορείς υποβάλλουν αναλυτική έκθεση για τη λειτουργία τους στην Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία προβαίνει σε έλεγχο και αξιολόγηση της κατάστασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν και σε περίπτωση ανεπάρκειας επιβάλλει τις ποινές της παραγράφου 8.

7. Αν διαπιστωθεί ότι για την αδειοδότηση και λειτουργία του Φορέα, δηλώθηκαν ή κατατέθηκαν στοιχεία ανακριβή, η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης ανακαλεί οριστικά την άδεια λειτουργίας του Φορέα.

8. Σε περίπτωση μη τήρησης των νόμιμων υποχρεώσεων του Φορέα κατά το στάδιο λειτουργίας του, η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης επιβάλλει αιτιολογημένα, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, το βαθμό υπαιτιότητας και την τυχόν υποτροπή, μία από τις παρακάτω κυρώσεις:
α) σύσταση προς συμμόρφωση,
β) προσωρινή ανάκληση της άδειας του Φορέα από ένα (1) μήνα έως και έξι (6) μήνες, γ) οριστική ανάκληση της άδειας του Φορέα.

9. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης μπορούν να τροποποιούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών.

Άρθρο 24 Αδειοδότηση φυσικών προσώπων

Ο ενδιαφερόμενος Φορέας, εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο, πέραν των δικαιολογητικών του άρθρου 23 του παρόντος υποβάλλει:
α) δήλωση του ν. 1599/1986 θεωρημένη με το γνήσιο της υπογραφής, στην οποία θα αναγράφεται:
αα) ότι ο αιτών δεν έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. και κληρικού,
ββ) ότι εν έχει καταδικαστεί ή παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α' 26), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,
γγ) ότι δεν έχει απολυθεί από θέση δημόσιου υπαλλήλου ή ιδιωτικού εκπαιδευτικού για λόγους πειθαρχικούς,
δδ) ότι δεν του έχει επιβληθεί η διοικητική κύρωση της ανάκλησης της άδειας ίδρυσης ή της άδειας λειτουργίας για ίδιο ή άλλο ιδιωτικό φορέα εκπαίδευσης και κατάρτισης την τελευταία δεκαετία) και
εε) ο τόπος μόνιμης κατοικίας του αιτούντος,
β) Ασφαλιστική ενημερότητα (ως εργοδότης και ως ασφαλισμένος),
γ) Φορολογική ενημερότητα,
δ) Πιστοποιητικό του Πρωτοδικείου περί μη κατάθεσης αίτησης για κήρυξη του φυσικού προσώπου σε κατάσταση πτώχευσης και περί μη κήρυξης σε κατάσταση πτώχευσης ή ισοδύναμο έγγραφο αρμόδιας αρχής κράτους-μέλους, εφόσον τέτοιο έγγραφο προβλέπεται κατά το δίκαιο του.

Άρθρο 25 Αδειοδότηση νομικών προσώπων

1. Ο ενδιαφερόμενος Φορέας εφόσον είναι νομικό πρόσωπο, πέραν των δικαιολογητικών του άρθρου 23 του παρόντος, υποβάλλει:
α) Επικυρωμένο αντίγραφο του καταστατικού του από το οποίο προκύπτει με σαφήνεια ο σκοπός του και πρόσφατο πιστοποιητικό μεταβολών του Γενικού Εμπορικού Μητρώο (ΓΕΜΗ),
β) Ασφαλιστική ενημερότητα,
γ) Φορολογική ενημερότητα,
δ) Πιστοποιητικό του Πρωτοδικείου περί μη κατάθεσης αίτησης για κήρυξη του νομικού προσώπου σε κατάσταση πτώχευσης και περί μη κήρυξης σε κατάσταση πτώχευσης ή ισοδύναμο έγγραφο αρμόδιας αρχής του κράτους-μέλους, στο οποίο το νομικό πρόσωπο έχει την έδρα του, εφόσον τέτοιο έγγραφο προβλέπεται κατά το δίκαιο του.

2. Ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου, υποβάλλει:
α) δήλωση του ν. 1599/1986, θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής, στην οποία θα αναγράφεται:
αα) ότι δεν έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και κληρικού,
ββ) ότι δεν έχει καταδικαστεί ή παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α 26), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει,
γγ) ότι δεν έχει απολυθεί από θέση δημόσιου υπαλλήλου ή ιδιωτικού εκπαιδευτικού για λόγους πειθαρχικούς,
δδ) ότι δεν του έχει επιβληθεί η διοικητική κύρωση της ανάκλησης της άδειας ίδρυσης ή της άδειας λειτουργίας για ίδιο ή άλλο ιδιωτικό φορέα εκπαίδευσης και κατάρτισης την τελευταία δεκαετία,
εε) ότι δεν έχει επιβληθεί στο νομικό πρόσωπο η διοικητική κύρωση της ανάκλησης της άδειας ίδρυσης ή της άδειας λειτουργίας για ίδιο ή άλλο ιδιωτικό φορέα εκπαίδευσης και κατάρτισης την τελευταία δεκαετία και στστ) ο τόπος μόνιμης διαμονής του.
β) Ασφαλιστική ενημερότητα εκπροσώπου (ως εργοδότης και ως ασφαλισμένος),
γ) φορολογική ενημερότητα εκπροσώπου,
δ) Πιστοποιητικό του Πρωτοδικείου περί μη κατάθεσης αίτησης για κήρυξη του φυσικού προσώπου σε κατάβαση πτώχευσης και περί μη κήρυξης σε κατάσταση πτώχευσης ή ισοδύναμο έγγραφο αρμόδιας αρχής κράτους-μέλους, εφόσον τέτοιο έγγραφο προβλέπεται κατά το δίκαιο του.

Άρθρο 26 Υποψήφιοι διαμεσολαβητές

Οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν αίτηση στο Φορέα για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα βασικής εκπαίδευσης, εφόσον κατέχουν τίτλο σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή αντίστοιχο τίτλο σπουδών σχολής της αλλοδαπής, νομίμως αναγνωρισμένο στην ημεδαπή και προσκομίσουν απόσπασμα ποινικού μητρώου που αποδεικνύει ότι δεν συντρέχουν τα κωλύματα του άρθρου 8 του ν. 3528/2007 (Α" 26).

Άρθρο 27 Πρόγραμμα σπουδών

Α. Το ελάχιστο περιεχόμενο του βασικού εκπαιδευτικού προγράμματος σπουδών και της εξεταστέας ύλης υποψηφίων διαμεσολαβητών, απαιτεί τουλάχιστον ογδόντα (80) ώρες διδασκαλίας και έχει ως εξής:

• Η διαμεσολάβηση και λοιπές μορφές εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Η εξέλιξη του θεσμού διεθνώς.
• Η Οδηγία 2008/52/ΕΚτου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις.
• Θεμελιώδη χαρακτηριστικά, βασικές έννοιες και αρχές, ως και ορισμός του θεσμού της διαμεσολάβησης κατά το ελληνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο.
• Πεδίο εφαρμογής - Προϋποθέσεις υπαγωγής διαφορών στη διαμεσολάβηση.
• Τρόποι προσφυγής στη διαμεσολάβηση - Συμφωνία υπαγωγής στη διαμεσολάβηση - Συνέπειες.
• Διαδικασία διεξαγωγής της διαμεσολάβησης. Στάδια. Νομικοί παραστάτες και άλλα πρόσωπα.
• Πρακτικό διαμεσολάβησης - Εκτελεστότητα.
• Διαμεσολαβητής - Ρόλος - Ευθύνη διαμεσολαβητή.
• Κώδικας Πειθαρχικός και Δεοντολογίας.
• Δεξιότητες και τεχνικές διαμεσολάβησης - Τεχνικές Διαπραγμάτευσης και Επικοινωνίας - Βασικές έννοιες της ψυχολογίας στη διαμεσολάβηση.
• Προσομοιώσεις διαμεσολάβησης. Πρακτική Εφαρμογή αυτών.
• Θεμελιώδεις έννοιες Ιδιωτικού Δικαίου.
• Γενικό Εμπορικό Δίκαιο, Εταιρείες, Αξιόγραφα.
Οι δικαστικοί λειτουργοί, οι δικηγόροι και οι συμβολαιογράφοι δύνανται να εξαιρούνται από την παρακολούθηση των νομικών μαθημάτων του Προγράμματος Σπουδών του παρόντος άρθρου, δηλαδή, τις Θεμελιώδεις έννοιες Ιδιωτικού Δικαίου, το Γενικό Εμπορικό Δίκαιο, τις Εταιρείες και τα Αξιόγραφα.

Β. Μετεκπαίδευση διαμεσολαβητών:

Η μετεκπαίδευση των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών συνίσταται στην ανά τριετία υποχρεωτική πρόσθετη εκπαίδευσή τους, ελάχιστης διάρκειας είκοσι (20) ωρών, η οποία παρέχεται από αδειοδοτημένους φορείς ή από αναγνωρισμένους φορείς της αλλοδαπής.

Άρθρο 28 Διαπίστευση διαμεσολαβητών

1. Η διαπίστευση των διαμεσολαβητών και η εγγραφή τους στα Μητρώα του άρθρου 29 του παρόντος, γίνεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης κατόπιν εξετάσεων. Οι ήδη διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος διατηρούν τη διαπίστευσή τους.

2. Οι εξετάσεις των υποψήφιων διαμεσολαβητών διενεργούνται τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο από την Επιτροπή Εξετάσεων όπως αυτή έχει οριστεί από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Οι εξετάσεις είναι γραπτές και προφορικές και συμπεριλαμβάνουν αξιολόγηση σε προσομοιώσεις.

Α. Εξετάσεις - Γραμματειακή υποστήριξη
1. Η Επιτροπή Εξετάσεων συνεδριάζει κατά την περίοδο των εξετάσεων. Χρέη Γραμματέα της Επιτροπής εκτελεί το πρόσωπο που έχει ορισθεί Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 10 του παρόντος.

Β. Τρόπος, κριτήρια, προϋποθέσεις και όροι εξετάσεων ενώπιον της Επιτροπής Εξετάσεων
1. Ο τόπος, ο χρόνος και ο τρόπος διεξαγωγής των εξετάσεων καθορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Εξετάσεων, η οποία κοινοποιείται στους αδειοδοτημένους φορείς κατάρτισης και αναρτάται στην οικεία ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από τη διεξαγωγή τους.
2. Προϋπόθεση για τη συμμετοχή των υποψηφίων στις εξετάσεις είναι η υποβολή στην Επιτροπή Εξετάσεων αίτησης, η οποία πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό του Φορέα κατάρτισης, στο οποίο βεβαιώνεται ότι οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές έχουν λάβει τη βασική εκπαίδευση και κατάρτιση, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα.
Η Επιτροπή Εξετάσεων ορίζει τον τρόπο υποβολής της αίτησης και των συνοδευτικών εγγράφων. Η αίτηση συνοδεύεται από παράβολο εκατό (100) ευρώ υπέρ του Δημοσίου, το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.

3. Στις γραπτές εξετάσεις οι υποψήφιοι διαγωνίζονται σε εβδομήντα (70) ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής και δύο (2) ερωτήσεις με απαντήσεις σύντομης ανάπτυξης έως εκατό πενήντα (150) λέξεις η κάθε μία. Η βαθμολόγηση γίνεται σε κλίμακα των εκατό (100) μονάδων. Κάθε σωστή απάντηση στις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής αντιστοιχεί σε μία μονάδα. Τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων ανακοινώνονται υποχρεωτικά εντός τριάντα ημερών από το πέρας τους.

4. Αν ένας από τους υποψηφίους είναι απών κατά τη στιγμή της έναρξης εκφώνησης των θεμάτων, αποκλείεται από τις εξετάσεις. Τα γραπτά των εξετάσεων φέρουν τη μονογραφή ενός εκ των μελών της Επιτροπής. Δεν επιτρέπεται να φέρουν στο σώμα τους υπογραφή ή άλλο διακριτικό γνώρισμα πλην των ατομικών στοιχείων του υποψηφίου στο πάνω αριστερό μέρος της πρώτης σελίδας. Αφού γίνει η παραβολή με επίδειξη του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή άλλου αποδεικτικού ταυτοπροσωπίας, οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων του υποψηφίου καλύπτονται με αδιαφανή ταινία, η οποία αφαιρείται μόνο μετά την οριστικοποίηση της βαθμολογίας παρουσία όλων των μελών της Εξεταστικής Επιτροπής.

5. Μετά την ολοκλήρωση των γραπτών εξετάσεων κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, οι επιτυχόντες καλούνται εντός τριάντα (30) εργάσιμων ημερών σε προφορικές εξετάσεις ενώπιον της Επιτροπής Εξετάσεων. Οι προφορικές εξετάσεις συνίστανται στην εξέταση επί των τεχνικών της διαμεσολάβησης από τουλάχιστον δύο (2) μέλη της Επιτροπής Εξετάσεων με χρησιμοποίηση ρόλων και προσομοιώσεων κατά τα συνήθη πρότυπα που εφαρμόζονται διεθνώς. Η επίδοση των υποψηφίων στις προφορικές εξετάσεις αξιολογείται με βάση κριτήρια αξιολόγησης για την χρήση τεχνικών και δεξιοτήτων, που ορίζονται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Επάρκεια διαμεσολαβητικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων συντρέχει όταν ο υποψήφιος διαμεσολαβητής έχει ανταποκριθεί επιτυχώς σε περισσότερες από τις μισές απαιτούμενες διαμεσολαβητικές ικανότητες και δεξιότητες με βάση τα κριτήρια αξιολόγησης και δεν έχει επιδείξει κάποια μορφή απαγορευμένης συμπεριφοράς.

6. Επιτυχόντες είναι εκείνοι που έχουν λάβει μέσο όρο βαθμολογίας των δύο εξετάσεων, γραπτών και προφορικών, τουλάχιστον εβδομήντα τοις εκατό (70%), υπό την προϋπόθεση ότι σε καμία από τις δύο εξετάσεις δεν έχουν λάβει βαθμολογία κατώτερη του πενήντα τοις εκατό (50%). Οι γραπτές και οι προφορικές εξετάσεις ολοκληρώνονται σε μία περίοδο.

7. Η απόφαση της Επιτροπής Εξετάσεων γνωστοποιείται στην Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία διαπιστεύει τους οριστικούς επιτυχόντες.

8. Ο υποψήφιος διαμεσολαβητής που απέτυχε σε τρεις (3) εξεταστικές περιόδους οφείλει να προσκομίσει νέο πιστοποιητικό εκπαίδευσης από Φορέα κατάρτισης, προκειμένου να έχει εκ νέου δικαίωμα συμμετοχής στις εξετάσεις.

9. Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων και εντός δεκαπέντε (15) ημερών, η Επιτροπή Εξετάσεων ορίζει ημερομηνία κατά την οποία οι αποτυχόντες υποψήφιοι δύνανται να λάβουν γνώση των γραπτών τους και της προφορικής τους βαθμολογίας, χωρίς να έχουν δικαίωμα αναβαθμολόγησης. Μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας τα γραπτά και οι προφορικές βαθμολογίες καταστρέφονται.

10. Για την επίλυση οποιουδήποτε ζητήματος ανακύπτει σχετικά με την εφαρμογή ή ερμηνεία του παρόντος άρθρου αρμόδια είναι η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης.

Άρθρο 29
Ενημέρωση κοινού - Μητρώα Διαμεσολαβητών


1. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης παρέχει πληροφόρηση σχετικά με τον θεσμό της διαμεσολάβησης και τον τρόπο πρόσβασης στις υπηρεσίες των διαμεσολαβητών.

2. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης καταρτίζει και τηρεί σε ηλεκτρονική μορφή τα παρακάτω Μητρώα Διαμεσολαβητών, τα οποία αναρτώνται στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης: α) Γενικό Μητρώο Διαμεσολαβητών, στο οποίο εγγράφονται οι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές όλης της επικράτειας κατ' απόλυτη αλφαβητική σειρά και β) Ειδικό Μητρώο Διαμεσολαβητών, στο οποίο εγγράφονται οι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές που εδρεύουν στην περιφέρεια κάθε Πρωτοδικείου της επικράτειας κατ' αύξοντα αριθμό μητρώου διαπίστευσης.

3. Σε κάθε διαπιστευμένο διαμεσολαβητή αποδίδεται ένας μοναδικός αριθμός μητρώου.

4. Τα Μητρώα Διαμεσολαβητών περιέχουν υποχρεωτικά τις ακόλουθες πληροφορίες του διαπιστευμένου διαμεσολαβητή: α) τα προσωπικά στοιχεία της ταυτότητας του, την ηλεκτρονική διεύθυνση, τα λοιπά στοιχεία επικοινωνίας του και τον αριθμό μητρώου του, β) το είδος της βασικής επαγγελματικής του δραστηριότητας, τον τίτλο των βασικών σπουδών και τους τυχόν μεταπτυχιακούς τίτλους του, γ) το Φορέα εκπαίδευσης διαμεσολαβητών, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα σπουδών του και τις ώρες διδασκαλίας του προγράμματος του, δ) μετεκπαιδεύσεις και άλλες επιστημονικές δραστηριότητές του συναφείς με τη διαμεσολάβηση και ε) κατηγορίες των υποθέσεων που αναλαμβάνει.

5. Ο διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να ενημερώνει άμεσα την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης για κάθε αλλαγή των ανωτέρω προσωπικών του στοιχείων, η οποία τα ελέγχει και δύναται να καλεί το διαμεσολαβητή σε παροχή διευκρινίσεων.

6. Διαμεσολαβητής, ο οποίος έχει διαπιστευθεί σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τηρώντας τις διατάξεις που προβλέπονται στο κράτος-μέλος,, ώστε νομίμως να ασκεί το επάγγελμα του διαμεσολαβητή, εγγράφεται στα Μητρώα Διαμεσολαβητών κατόπιν αιτήσεώς του. Η αίτηση συνοδεύεται από τα ακόλουθα έγγραφα: α) αποδεικτικό της ιθαγένειας του αιτούντος, β) αντίγραφο των βεβαιώσεων επάρκειας ή του τίτλου εκπαίδευσης που παρέχει πρόσβαση στο επάγγελμα του διαμεσολαβητή στο άλλο κράτος- μέλος, γ) βεβαίωση τυχόν επαγγελματικής εμπειρίας του αιτούντος στη διαμεσολάβηση. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης εξετάζει τα έγγραφα που προσκόμισε ο ενδιαφερόμενος και δύναται να τον καλέσει για παροχή διευκρινήσεων σχετικά με την εκπαίδευσή του.

7. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης δύνανται να καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την τήρηση των Μητρώων του παρόντος.

Άρθρο 30
Εκούσια παραίτηση - Αναστολή άσκησης καθηκόντων διαμεσολάβησης


1. Κάθε διαμεσολαβητής έχει το δικαίωμα παραίτησης από την ιδιότητα αυτή. Η αίτηση παραίτησης υποβάλλεται ηλεκτρονικά προς την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία τον διαγράφει από τα Μητρώα του άρθρου 29 του παρόντος. Από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης, επέρχεται αυτοδικαίως η παύση των καθηκόντων και υποχρεώσεων του διαμεσολαβητή, με εξαίρεση την υποχρέωση του να υποβάλει Έκθεση Πεπραγμένων για όσο χρονικό διάστημα ασκούσε τα καθήκοντά του.

2. Διαμεσολαβητής που παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του δύναται να επανεγγραφεί στα Μητρώα του άρθρου 29 του παρόντος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) χρόνια από την παραίτησή του. Για την επανεγγραφή του υποχρεούται να υποβάλει ηλεκτρονικά αίτηση προς την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης και να συμπληρώσει τον ελάχιστο χρόνο μετεκπαίδευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

3. Δεν επιτρέπεται επανεγγραφή διαμεσολαβητή που απώλεσε την ιδιότητά του, αν έχει επιβληθεί σε βάρος του ποινή οριστικής ανάκλησης της διαπίστευσης.

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου ισχύουν και στην περίπτωση που ο διαμεσολαβητής επιθυμεί να προβεί σε αναστολή των καθηκόντων του για οποιοδήποτε.

5. Στις παραπάνω περιπτώσεις αποδοχής παραίτησης, αναστολής καθηκόντων ή επαναδιορισμού δεν απαιτείται η έκδοση διοικητικής πράξης και αρκεί η σχετική σημείωση στα Μητρώα διαμεσολαβητών. Σε περίπτωση θανάτου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή αυτός διαγράφεται από τα μητρώα του παρόντος νόμου, με μόνη την προσκόμιση ληξιαρχικής πράξης θανάτου, χωρίς την περαιτέρω έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης.

Άρθρο 31
Καταργούμενες και Μεταβατικές διατάξεις


1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 178 έως 206, πλην του άρθρου 205, του ν. 4512/2018 (Α' 5), καθώς και κάθε αντίθετη διάταξη που ρυθμίζει θέματα σχετικά με τη διαμεσολάβηση.

2. Η θητεία των μελών της λειτουργούσας κατά τη δημοσίευση του παρόντος Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης παρατείνεται μέχρι να συγκροτηθεί η νέα Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.

Άρθρο 32 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, πλην των άρθρων 6 και 7 του παρόντος, τα οποία τίθενται σε ισχύ και καταλαμβάνουν τις αγωγές που κατατίθενται μετά την παρέλευση των κατωτέρω ημερομηνιών, ως εξής:
α) από την 15η Ιανουαρίου 2020 για τις διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, β) από την 15η Μαρτίου 2020 για τις οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α', β' και γ' της παραγράφου 1, καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ και γ) από την 15η Μαΐου 2020 για τις διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου. 
Μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την τελευταία ημερομηνία, το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα του θεσμού της διαμεσολάβησης και της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας των άρθρων 6 και 7 του παρόντος.


Α.1421/2019 Καταστροφή αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού.

$
0
0

Αριθμ. Α.1421

(ΦΕΚ Β' 4215/19-11-2019)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Του 29ου άρθρου του ν. 4411/2016 (Α’142), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 4429/2016 (Α’199) και τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 4583/ 2018 (Α’212) και ιδίως της παραγράφου 3 αυτού.
β) Της παρ. 1 του άρθρου 105 και της παρ. 5 του άρθρου 106 του ν. 2960/2001 (Α’265) «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας».
γ) Του Κεφαλαίου Α’«Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α’94) και ειδικότερα του άρθρου 7, της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και του άρθρου 41 του νόμου αυτού.

2. Την αριθμ. Δ. 803/580/93 (Β’426) Α.Υ.Ο. «Συγκρότηση επιτροπής καταστροφής βιομηχανοποιημένων καπνών, ενσήμων φορολογικών ταινιών κ.λ.π.», όπως ισχύει.

3. Την αρ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960ΕΞ2017/10.03.2017 (Β’968), απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

4. Την αριθμ. 1 της 20.01.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την υπ’ αριθμ. 39/3/30.11.2017 απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Α.Α.Δ.Ε. (Υ.Ο.Δ.Δ. 689/20.12.2017) «Ανανέωση θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

5. Το π.δ. 142/2017 (Α’181) «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών».

6. Το π.δ. 83/2019 (Α’121) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

7. Την αριθμ.339/18.07.2019 (Β’ 3051) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών, Απόστολο Βεσυρόπουλο».

8. Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 90, του π.δ. 63/2005 (Α’ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

9. Το αριθμ. πρωτ. Δ.Π.Δ.Α.Α.Α.Δ.Ε.Α.1129090ΕΞ2019/19.09.2019 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών σχετικά με το ύψος της δαπάνης που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης.

10. Την αριθμ.73898ΕΞ2019/ΥΠΟΙΚ/02.07.2019 2η Εκτελεστική Σύμβαση για το έργο «Παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών» (ΑΔΑ:ΩΘΚ1Η-928).

11. Την ανάγκη καταστροφής με έξοδα του δημοσίου, εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του αρ. 80 του ν. 4583/2018 (Α’ 212), των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών, τα οποία δεν διατέθηκαν έως 31.1.2017 και δεν δύναται πλέον να διατεθούν κατόπιν της θέσης σε κυκλοφορία των νέων ενσήμων ταινιών από 1.1.2017, από επιτροπές που θα συγκροτηθούν για τον σκοπό αυτό.

12. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης προκαλείται δαπάνη, η οποία θα αντιμετωπιστεί από τις εγγεγραμμένες πιστώσεις στον ΑΛΕ 2420103001 «Έξοδα ταχυδρομικών Υπηρεσιών» του τακτικού προϋπολογισμού εξόδων της Γενικής Γραμματείας του Υπουργείου Οικονομικών (ΕΦ 10232010000000) για το οικονομικό έτος 2019, στο πλαίσιο της ως άνω (παρ. 10) σχετικής σύμβασης, το ύψος της οποίας δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς εκ των προτέρων, καθώς βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Σκοπός - Πεδίο εφαρμογής


Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι ο καθορισμός της διαδικασίας καταστροφής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν.4583/2018, των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού, τα οποία δεν διατέθηκαν έως 31.1.2017 και βρίσκονται στις εγκαταστάσεις της Δ/νσης Λειτουργίας Οριζόντιων Συστημάτων, Εκτυπώσεων, Λειτουργικής Υποστήριξης και Υποστήριξης Χρηστών της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), καθώς και στις αποθήκες των τελωνειακών αρχών της χώρας.

Άρθρο 2
Καταμέτρηση και μεταφορά των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού των τελωνειακών αρχών


1. Τα αποθέματα παλαιών ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού που βρίσκονται στις αποθήκες των τελωνειακών αρχών μεταφέρονται στην αποθήκη της Δ/νσης Λειτουργίας Οριζόντιων Συστημάτων, Εκτυπώσεων, Λειτουργικής Υποστήριξης και Υποστήριξης Χρηστών προς καταστροφή, κατόπιν της καταμέτρησής τους.

2. Για τις τελωνειακές αρχές, στις οποίες έχει συγκροτηθεί η επιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 105 και παρ. 5 του άρθρου 106 του ν. 2960/2001, η εν λόγω επιτροπή προβαίνει στην καταμέτρηση των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών.

3. Για τις τελωνειακές αρχές, στις οποίες δεν έχει συγκροτηθεί η επιτροπή της προηγούμενης παραγράφου, συγκροτείται για τον σκοπό αυτό τριμελής Επιτροπή, με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας τελωνειακής αρχής ή του νόμιμου αναπληρωτή του, αποτελούμενη από:
α) τον προϊστάμενο της τελωνειακής αρχής, ως πρόεδρο, αναπληρούμενο από τον νόμιμο αναπληρωτή του,
β) τον αρμόδιο διαχειριστή ενσήμων ταινιών της ίδιας τελωνειακής αρχής, ως μέλος, μετά του αναπληρωτή του, και
γ) έναν υπάλληλο της ίδιας τελωνειακής αρχής, ως μέλος, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του, από τον Προϊστάμενο αυτής.

Χρέη γραμματέα της Επιτροπής ασκεί ένας εκ των μελών της επιτροπής.

4. Οι επιτροπές των παραγράφων 2 και 3 προβαίνουν στην καταμέτρηση των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών και συντάσσουν πρακτικό καταμέτρησης ενσήμων ταινιών σε δύο (2) αντίτυπα, το ένα εκ των οποίων παραμένει στον αρμόδιο διαχειριστή ενσήμων ταινιών των εν λόγω τελωνειακών αρχών και το άλλο αποστέλλεται στην επιτροπή καταστροφής του άρθρου 3, συνοδεία των μεταφερόμενων αποθεμάτων ενσήμων ταινιών.

5. Κατόπιν της καταμέτρησης των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών από τις τελωνειακές αρχές, πραγματοποιείται η μεταφορά τους στην αποθήκη της Δ/νσης Λειτουργίας Οριζόντιων Συστημάτων, Εκτυπώσεων, Λειτουργικής Υποστήριξης και Υποστήριξης Χρηστών προς καταστροφή. Η μεταφορά των αποθεμάτων ενσήμων ταινιών που βρίσκονται στις τελωνειακές αρχές της Αττικής διενεργείται με τη χρήση μεταφορικού μέσου της Γ.Γ.Π.Σ., ενώ η μεταφορά αυτών που βρίσκονται στις τελωνειακές αρχές εκτός Αττικής διενεργείται με ταχυδρομική αποστολή σύμφωνα με την αριθμ. 73898ΕΞ2019/ ΥΠΟΙΚ/02.07.2019 2η Εκτελεστική Σύμβαση για το έργο «Παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών».

6. Τα καταμετρημένα αποθέματα των παλαιών ενσήμων ταινιών μετά τη μεταφορά τους στην αποθήκη της Δ/ νσης Λειτουργίας Οριζόντιων Συστημάτων, Εκτυπώσεων, Λειτουργικής Υποστήριξης και Υποστήριξης Χρηστών, παραδίδονται στον αρμόδιο διαχειριστή αποθήκης της εν λόγω Δ/νσης. Για την παράδοση αυτή συντάσσεται πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής.

Άρθρο 3
Καταστροφή των παλαιών ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού


1. Για την καταστροφή των παλαιών ενσήμων ταινιών που βρίσκονται συγκεντρωμένες στην αποθήκη της Δ/ νσης Λειτουργίας Οριζοντίων Συστημάτων, Εκτυπώσεων, Λειτουργικής Υποστήριξης και Υποστήριξης Χρηστών καθώς και των ενσήμων ταινιών που αποστέλλονται από τις τελωνειακές αρχές της χώρας, συγκροτείται, με απόφαση της εν λόγω υπηρεσίας, τριμελής επιτροπή που αποτελείται από:
α) τον Προϊστάμενο της εν λόγω Δ/νσης, ως πρόεδρο, αναπληρούμενο από τον νόμιμο αναπληρωτή του,
β) τον αρμόδιο διαχειριστή αποθήκης της Δ/νσης αυτής, ως μέλος, μετά του αναπληρωτή του, και
γ) έναν υπάλληλο της ίδιας Δ/νσης, ως μέλος, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του, από τον Προϊστάμενο της Δ/νσης.
Χρέη γραμματέα της Επιτροπής ασκεί ένας εκ των μελών της επιτροπής.

2. Η επιτροπή προβαίνει στην καταμέτρηση των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών που βρίσκονται στην αποθήκη της και συντάσσει πρακτικό καταμέτρησης αυτών. Για τα αποθέματα παλαιών ενσήμων ταινιών των τελωνειακών αρχών λαμβάνονται υπόψη τα πρακτικά καταμέτρησης αυτών της παραγράφου 4 του προηγούμενου άρθρου.

3. Τα αποθέματα παλαιών ενσήμων ταινιών καταστρέφονται με τεμαχισμό στις κοπτικές μηχανές της Γ.Γ.Π.Σ. υπό την εποπτεία της εν λόγω επιτροπής.

4. Για τη διενέργεια της καταστροφής συντάσσεται πρακτικό καταστροφής των εν λόγω ενσήμων ταινιών, το οποίο υπογράφεται από τον πρόεδρο και τα μέλη της επιτροπής, α) ως προς τις ένσημες ταινίες των τελωνειακών αρχών, σε δύο (2) αντίτυπα, από τα οποία το ένα παραμένει στον αρμόδιο διαχειριστή αποθήκης της εν λόγω Δ/νσης και το άλλο αποστέλλεται στην αντίστοιχη τελωνειακή αρχή για την πίστωση της αποθήκης ενσήμων ταινιών αυτής και β) ως προς τις ένσημες ταινίες της εν λόγω Δ/νσης σε ένα (1) αντίτυπο, το οποίο παραμένει στον αρμόδιο διαχειριστή της αποθήκης αυτής.

5. Η θητεία της Επιτροπής διαρκεί μέχρι την ολοκλήρωση της καταστροφής όλων των αποθεμάτων παλαιών ενσήμων ταινιών και δύναται να συνεδριάσει όσες φορές απαιτείται, σύμφωνα με την εκτίμησή της, για την ολοκλήρωση του έργου της.

6. Τα υπολείμματα της εν λόγω καταστροφής διατίθενται για εκποίηση προς όφελος του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τη διαχείριση δημόσιου υλικού.

Άρθρο 4 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 12 Νοεμβρίου 2019

Ο Υπουργός
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ

ΣΛΟΤ 2327/2019 Καταχώριση παγίων και λογιστικός χειρισμός αυτών για συμβάσεις χρηματοδοτικής ή λειτουργικής μίσθωσης

$
0
0

Αθήνα, 29.10.2019
Αριθμ. Πρωτ.: 2327 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 2327/2019

ΘΕΜΑ: Καταχώριση παγίων και λογιστικός χειρισμός αυτών για συμβάσεις χρηματοδοτικής ή λειτουργικής μίσθωσης


ΕΡΩΤΗΜΑ

Αφορά εταιρεία leasing αυτοκινήτων , τα οποία αυτοκίνητα μετά το πέρας της μίσθωσης , εάν δεν αγοραστούν από τον μισθωτή ( ιδιώτη ή εταιρεία ), επιστρέφονται στην εταιρεία απ' όπου αγοράστηκαν (όχι στη leasing).

Πως αντιμετωπίζονται λογιστικά οι αγορές των αυτοκινήτων;

Καταχωρίζονται ως πάγια στην ομάδα 13 ή ως αποθέματα στον λογαριασμό 20;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Σύμφωνα με τους ορισμούς του Παραρτήματος Α του ν. 4308/2014:

«Αποθέματα είναι περιουσιακά στοιχεία:
(α) κατεχόμενα για πώληση στη συνήθη δραστηριότητα της οντότητας ή
(β) στη παραγωγική διαδικασία με σκοπό την πώληση ως ανωτέρω ή
(γ) σε μορφή υλικών ή εφοδίων που πρόκειται να αναλωθούν για την παραγωγική διαδικασία ή για την προσφορά υπηρεσιών».
«Πάγια περιουσιακά στοιχεία είναι εκείνα τα στοιχεία (ενσώματα, βιολογικά ή άυλα —ιδιόκτητα ή μισθωμένα με χρηματοδοτική μίσθωση) τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο διαρκή για τους σκοπούς της οντότητας και αναμένεται να αποφέρουν οικονομικά οφέλη πέραν της μιας ετήσιας περιόδου
».

Τα πάγια περιουσιακά στοιχεία κατέχονται για χρήση στην παραγωγή ή παροχή αγαθών ή υπηρεσιών, για εκμίσθωση σε άλλους ή για διοικητικούς σκοπούς. Συνεπώς, τα οχήματα που αποκτά η εταιρεία μισθώσεων αυτοκινήτων, τα οποία εν συνεχεία θα εκμισθώσει με συμβάσεις χρηματοδοτικής ή λειτουργικής μίσθωσης, θα καταχωρισθούν αρχικά ως πάγιος εξοπλισμός.

Εάν πληρούνται οι όροι (ενδείξεις), που περιλαμβάνονται στον ορισμό της χρηματοδοτικής μίσθωσης του Παραρτήματος Α του ν.4308/2014 και χαρακτηριστεί η μίσθωση ως χρηματοδοτική, τότε ο εκμισθωτής θα καταχωρίσει απαίτηση από το μισθωτή διαγράφοντας τον πάγιο εξοπλισμό. Ο λογιστικός χειρισμός συνάδει με την παράγραφο 18.5.5 της Λογιστική Οδηγία Εφαρμογής του ν.4308/2014 της ΕΛΤΕ: «Ο εκμισθωτής σε μια χρηματοδοτική μίσθωση αναγνωρίζει αρχικά απαίτηση από τον μισθωτή (χορηγηθέν δάνειο) με ποσό που ισούται με την «καθαρή επένδυση στη μίσθωση». Η «καθαρή επένδυση στη μίσθωση» είναι στην πράξη, και για την πλειοψηφία των περιπτώσεων, το ποσό του κεφαλαίου που επί της ουσίας ο εκμισθωτής δανείζει το μισθωτή». Η ακαθάριστη επένδυση στη μίσθωση είναι το σύνολο των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων που μπορεί να απαιτήσει ο εκμισθωτής βάσει της χρηματοδοτικής μίσθωσης και κάθε μη εγγυημένης υπολειμματικής αξίας που δικαιούται ο εκμισθωτής.

Στην περίπτωση που η μίσθωση χαρακτηριστεί ως λειτουργική, ο εκμισθωτής παγίων περιουσιακών στοιχείων σε τρίτους, παρουσιάζει αυτά στον ισολογισμό του, ως ιδιόκτητα, σύμφωνα με τη φύση και τον προορισμό του κάθε ενός.

Συμπερασματικά, τα οχήματα θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να καταχωριστούν ως "Μεταφορικά μέσα" και όχι ως αποθέματα, είτε προσωρινά, εάν η μίσθωση είναι χρηματοδοτική, είτε μέχρι την διαγραφή τους, η οποία θα επέλθει με την πώληση των οχημάτων στους μισθωτές λειτουργικής μίσθωσης ή με την επιστροφή τους στην εταιρεία από την οποία αγοράστηκαν ή με την τυχόν απώλεια ή καταστροφή τους.

 


ΤΑ ΜΕΛΗ
 
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

ΣΛΟΤ 2275/2019 Υποχρέωση τήρησης καρτελών αποθήκης

$
0
0

Αθήνα, 05.11.2019
Αριθμ. Πρωτ.: 2275 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 2275/2019

ΘΕΜΑ: Υποχρέωση τήρησης καρτελών αποθήκης


ΕΡΩΤΗΜΑ

Η Ανώνυμη Εταιρεία (ΑΕ) ή η Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία (ΙΚΕ), έχει υποχρέωση τήρησης καρτελών αποθήκης (Βιβλίου Αποθήκης);

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Το λογιστικό σύστημα της οντότητας, κατ’ αρχήν, παρακολουθεί σε αρχείο κάθε στοιχείο του ισολογισμού, καθώς και κάθε μεταβολή αυτού.

Σύμφωνα με την παράγραφο 10, του άρθρου 3 του ν. 4308/2014, η οντότητα που συντάσσει ισολογισμό, χρησιμοποιεί το διπλογραφικό λογιστικό σύστημα για την παρακολούθηση του αρχείου κάθε συναλλαγής και γεγονότων, τα οποία πραγματοποιούνται στην διάρκεια της περιόδου αναφοράς, «καθώς και των προκυπτόντων πάσης φύσεως εσόδων, κερδών, εξόδων, ζημιών, αγορών και πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων, εκπτώσεων και επιστροφών, φόρων, τελών και των πάσης φύσεως εισφορών σε ασφαλιστικούς οργανισμούς».

Για την καταχώριση και παρακολούθηση των ανωτέρω συναλλαγών, η οντότητα τηρεί (άρθρο 3, παρ. 10, ως άνω):
«α) Αρχείο στο οποίο καταχωρείται αναλυτικά κάθε συναλλαγή και γεγονός (ημερολόγιο).
β) Αρχείο με τις μεταβολές κάθε τηρούμενου λογαριασμού (αναλυτικό καθολικό).
γ) Σύστημα συγκέντρωσης του αθροίσματος των αυξήσεων και μειώσεων (χρεώσεων και πιστώσεων), καθώς και το υπόλοιπο κάθε τηρούμενου λογαριασμού (ισοζύγιο)».

Εκτός από τα ως άνω τρία (υποχρεωτικά) αρχεία, η οντότητα τηρεί, κατά περίπτωση, τα παρακάτω βιβλία (αρχεία), με ημερομηνία αναφοράς, την ημερομηνία σύνταξης του ισολογισμού (άρθρο 4, ν. 4308/2014):
«1. Αρχείο ενσώματων και άυλων πάγιων περιουσιακών στοιχείων.
2. Αρχείο επενδύσεων σε χρεωστικούς τίτλους, τίτλους καθαρής θέσης και λοιπούς τίτλους.
3. Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων.
4. Αρχείο αποθεμάτων τρίτων.
5. Αρχείο λοιπών περιουσιακών στοιχείων.
6. Αρχείο λογαριασμών καθαρής θέσης.
7. Αρχείο λογαριασμών υποχρεώσεων.
8. Αρχείο περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα.
9. Πληροφορίες ενδέχεται να παρέχονται από άλλα αρχεία, ή από συνδυασμό αρχείων».

Επομένως, από τις διατάξεις του ν. 4308/2014, δεν προκύπτει η υποχρέωση τήρησης βιβλίου (αρχείου) αποθήκης, ή καρτελών αποθήκης. Το γεγονός ότι ο νόμος δεν επιβάλλει νομική υποχρέωση για τήρηση «Βιβλίου Αποθήκης» συνάγεται, τόσο από σχετική ρητή αναφορά στην αιτιολογική έκθεση αυτού, όσο και από το ότι στις οικείες διατάξεις (άρθρο 5) εξειδικεύεται με σαφήνεια ο τρόπος εκπλήρωσης της γενικής υποχρέωσης για την διακίνηση των αποστελλόμενων και παραλαμβανόμενων αποθεμάτων, καθώς και για τις δικλίδες ασφαλείας που πρέπει να τηρούνται, ως προς την τεκμηρίωση της αξιοπιστίας των πράξεων αυτών.

Έτσι, στις παραγράφους 8 έως και 12 του άρθρου 5 του ως άνω νόμου, καθορίζονται οι ελάχιστες προϋποθέσεις για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της οντότητας, αναφορικά με την παρακολούθηση της διακίνησης των αποθεμάτων. Συγκεκριμένα ορίζεται, ότι οι υποχρεώσεις αυτές εκπληρώνεται, όταν τηρούνται με τάξη, πληρότητα και ορθότητα τα παραστατικά στοιχεία διακίνησης, ή τα τιμολόγια πώλησης, ή οι αποδείξεις λιανικής πώλησης, που εκδίδονται ή λαμβάνονται για τις διακινήσεις των αγαθών, ώστε η οντότητα να είναι σε θέση να τεκμηριώνει οποτεδήποτε και, σε κάθε περίπτωση ελεγκτικών επαληθεύσεων, τις πράξεις αυτές.

Συνεπώς, από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι δεν γεννάται υποχρέωση ενημέρωσης ή τήρησης ιδιαίτερου αρχείου για τα διακινούμενα αγαθά κατά ποσότητα ή και αξία («Βιβλίο Αποθήκης»).

Πάντως, ανεξαρτήτως του ως άνω πλαισίου, κάθε οικονομική οντότητα δύναται, χωρίς να υποχρεούται, να τηρεί με ηλεκτρονικό ή χειρόγραφο τρόπο,, για διαχειριστικούς σκοπούς. Στην περίπτωση αυτή, κατ’ ελάχιστον, θα πρέπει να τηρούνται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4308/2014.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ
Χαράλαμπος Ξένος

ΤΑ ΜΕΛΗ
Ελένη Ρογδάκη – Χαραμή
Διονύσιος Παπαγεωργακόπουλος
Χαράλαμπος Συρούνης
Νικόλαος Σγουρινάκης

ΣΛΟΤ 2193/2019 Λογιστική παρακολούθηση υποκαταστήματος αλλοδαπής

$
0
0
Αθήνα, 05.11.2019
Αριθμ. Πρωτ.: 2193 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΣΛΟΤ 2193/ 2019

ΘΕΜΑ: Λογιστική παρακολούθηση υποκαταστήματος αλλοδαπής


ΕΡΩΤΗΜΑ

Εμπορική εταιρεία με έδρα στο Βέλγιο, ιδρύει υποκατάστημα στην Ελλάδα με αντικείμενο την παραγωγή ποδηλάτων. Δηλαδή στο υποκατάστημα υπάρχει η παραγωγή και στο Βέλγιο η πώληση.

Το κεντρικό αγοράζει τις πρώτες ύλες και τις αποστέλλει στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα παράγει και αποστέλλει στο κεντρικό (Βέλγιο) το έτοιμο προϊόν προς πώληση και διάθεση από εκεί.

Πέρα από κάποια μικροέξοδα που θα κάνει το υποκατάστημα στην Ελλάδα (Λογαριασμοί ΔΕΚΟ, Μισθοδοσία υπαλλήλου, λοιπά αναλώσιμα), οι πρώτες ύλες θα αγοράζονται από το κεντρικό και θα αποστέλλονται προς μοντάρισμα στην Ελλάδα και το τελικό προϊόν θα πηγαίνει πίσω στην έδρα.

Ερωτάται αν για τις συναλλαγές αυτές μεταξύ των δύο εγκαταστάσεων θα πρέπει να εκδίδονται τιμολόγια και να παρακολουθούνται στο πλαίσιο των Ενδοομιλικών Συναλλαγών.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Το υποκατάστημα αλλοδαπής που λειτουργεί στην χώρα μας με ελληνικό ΑΦΜ και υποχρεωτικά με λογιστική αυτοτέλεια (ν. 4308/2014), παραλαμβάνει πρώτες ύλες και υλικά από την έδρα (Βέλγιο) με μοναδικό σκοπό την συναρμολόγησή τους σε έτοιμα προϊόντα και την, εν συνεχεία, αποστολή τους πίσω στην έδρα. Οι πρώτες ύλες και τα υλικά, δεν θα τιμολογούνται, από την έδρα (Βέλγιο) και θα αποστέλλονται στο υποκατάστημα, από το οποίο θα παρακολουθούνται, για διαχειριστικούς λόγους, μόνο κατά ποσότητα. Το υποκατάστημα θα τιμολογεί προς το κεντρικό μόνο το κόστος συναρμολόγησης και θα στέλνει εκκαθάριση των αναλωθεισών πρώτων υλών.

Οι συναλλαγές μεταξύ της έδρας και του υποκαταστήματος θα παρακολουθούνται στον λογαριασμό 48 «Λογαριασμοί συνδέσμου με τα υποκαταστήματα» (ΕΓΛΣ), ή στον λογαριασμό 81 «Δοσοληπτικοί λογαριασμοί υποκαταστημάτων αυτοτελούς παρακολούθησης» (Ε.Λ.Π.).

Για θέματα Φορολογίας και Φορολογικής Διαδικασίας, αρμόδιες να απαντήσουν είναι οι αντίστοιχες Διευθύνσεις του Υπουργείου Οικονομικών.

 

 

ΤΑ ΜΕΛΗ
 
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

Α.1404/2019 Χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης για την χειμερινή περίοδο 2019/2020 και καθο- ρισμός του ύψους, των δικαιούχων, των προϋπο- θέσεων και της διαδικασίας χορήγησης αυτού.

$
0
0

Αριθμ. Α.1404 /2019
Χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης για την χειμερινή περίοδο 2019/2020 και καθορισμός του ύψους, των δικαιούχων, των προϋποθέσεων και της διαδικασίας χορήγησης αυτού.
 

(ΦΕΚ Β 4216/19-11-2019)


Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ KAI ΟΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).
2. Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄ 181).
3. Το π.δ. 83/2019 (Α΄121) «Διορισμός Αντιπροέδρου Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
4. Τις διατάξεις του π.δ. 80/2016 «Ανάληψη υποχρεώσεων από τους Διατάκτες» (Α΄ 145).
5. Την Υ1/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού «Καθορισμός σειράς τάξης των Υπουργείων» (Β΄ 2901).
6. Την Υ2/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού «Σύσταση θέσεων Αναπληρωτή Υπουργού και Υφυπουργών» (Β΄2901).
7. Την 339/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών περί Ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Απόστολο Βεσυρόπουλο και την με αριθμ. 340/2019 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών περί Ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Θεόδωρο Σκυλακάκη (Β΄3051).
8. Τις διατάξεις: α) του Κεφαλαίου Α’ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) και ειδικότερα του άρθρου 7, της παρ. 1 του άρθρου 14, του άρθρου 37 και του άρθρου 41 αυτού και β) της Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
«Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) (Β’ 968)».
9. Την Δ.ΟΡΓ.Α 1061722 ΕΞ 2019/23-04-2019 (Β’ 1460)
απόφαση με θέμα: «Τροποποίηση και συμπλήρωση της αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’968 και
1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως προς τη σύσταση Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ.)».
10. Την Δ.ΟΡΓ.Α 1086537 ΕΞ 2019/13-06-2019 (Β’2482)
απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., με θέμα: «Ανακαθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας των Γενικών Διευθύνσεων Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ.) και Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης (Γ.Δ.Α.Δ.Ο.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και των υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτές».
11. Την ΔΔΑΔ Γ 1103601 ΕΞ 2019/18-07-2019 από-
φαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. με θέμα: «Επιλογή και τοποθέτηση Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
12. Την αριθμ. 1 της 20.01.2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του εδαφίου α΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.
13. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄).
14. Τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄).
15. Τις διατάξεις του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ) –δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις».
16. Την περιπτ. α της παρ. 2 του άρθρου 73 και της παρ.9 του άρθρου 147 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α΄), όπως ισχύει, καθώς και το άρθρο 36 παρ 8β΄του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152 Α΄).
17. Το άρθρο 23 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α΄), όπως ισχύει.
18. Τις διατάξεις του ν.4549/2018 (105Α΄) περί μεταξύ άλλων «μεσοπρόθεσμουπλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019 – 2022».
19. Τα άρθρα 1 και 2Β του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α’), όπως ισχύουν.
20. Τις διατάξεις του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167 Α’).
21. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α΄).
22. Τις διατάξεις του ν. 4223/2013 (ΦΕΚ 287 Α΄), όπως ισχύουν.
23. Την υποπαράγραφο Α.1 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις (Α΄ 85)».
24. Τις διατάξεις του μέρους Β, άρθρου 3, παρ. Γ, υποπαρ.2.1, υποπερ. ια, του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Β΄) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της συμφωνίας».
25.Τηναριθμ. 1019446/113/0015/ΠΟΛ. 1034/14.2.2008
Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 307 Β΄), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. 26. Την αριθμ. ΠΟΛ. 1236/2018 (ΦΕΚ 5864/Β’/
28-12-2018).
27. Το γεγονός, ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 68.000.000.00 ευρώ που θα καλυφθεί από μεταφορά στον τακτικό προϋπολογισμό έτους 2019 του ειδικού φορέα των Γενικών Κρατικών Δαπανών (Ε.Φ.1023-711-0000000/ΛΟΓ/ΣΜΟΣ: 2250904001). Δεδομένου ότι το ύψος της συνολικής δαπάνης εξαρτάται από πραγματικά γεγονότα (δικαιούχους και καταναλώσεις πετρελαίου) τυχόν επιπλέον δαπάνη δύναται να καλυφθεί με επιπλέον μεταφορά πιστώσεων στον ανωτέρω ΚΑΕ του τακτικού προϋπολογισμού των Γενικών Κρατικών Δαπανών.
28. Την ανάγκη χορήγησης επιδόματος σε συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών πετρελαίου θέρμανσης εσωτερικής καύσης (DIESEL).
29. Την αριθμ. Δ5Α 1167754 ΕΞ 2012/5-12-2012 Α.Υ.Ο.
με θέμα: «Ανάθεση πληρωμής του επιδόματος θέρμανσης προς τους δικαιούχους-καταναλωτές πετρελαίου θέρμανσης εσωτερικής καύσης (DIESEL)» (ΦΕΚ 3249/Β΄/ 2012), αποφασίζουμε:
 

 

Άρθρο 1 - Δικαιούχοι του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης

1. Χορηγείται επίδομα πετρελαίου θέρμανσης σε φυσικά πρόσωπα άγαμα ή έγγαμα ή σε κατάσταση χηρείας ή σε πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή εν διαστάσει ή διαζευγμένα, τα οποία για τη θέρμανσή τους καταναλώνουν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης θέρμανσης και πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 της παρούσας.
Ειδικά, για τους έγγαμους ή τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, δικαιούχος είναι ο υπόχρεος σε υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το άρθρο 67 του ν. 4172/2013, ή ένας εκ των δύο σε περίπτωση υποβολής χωριστής δήλωσης.

2. Το επίδομα χορηγείται στα ως άνω φυσικά πρόσωπα, για την κατανάλωση πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης, για τα ακίνητα που χρησιμοποιούν ως κύρια κατοικία κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, είτε αυτά μισθώνονται είτε είναι δωρεάν παραχωρούμενα ή ιδιοκατοικούνται.

3. Εξαιρούνται από τη χορήγηση του επιδόματος:
α) Τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνονται στη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων ως εξαρτώμενα μέλη του υπόχρεου κατά το άρθρο 11 του ν. 4172/2013.
β) Τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνουν στη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων ότι φιλοξενούνται.
γ) Τα φυσικά πρόσωπα που εμπίπτουν στο φόρο πολυτελούς διαβίωσης καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητα περισσότερα των δύο (2) ή ποσοστά συνιδιοκτησίας, επί Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων, τα οποία (ποσοστά) αθροιζόμενα αντιστοιχούν σε περισσότερα των δύο (2) αυτοκίνητα, συμπεριλαμβανομένων των ευρισκόμενων σε εθελούσια ακινησία. Δεν συνυπολογίζονται Ε.Ι.Χ. αυτοκίνητα ευρισκόμενα σε αναγκαστική ακινησία, η οποία αναφέρεται σε περιπτώσεις καταστροφής ή κλοπής.
δ) Τα φυσικά πρόσωπα για την επαγγελματική τους στέγη.
ε) Τα ιδρύματα, οι οργανισμοί και κάθε είδους νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα ή νομικές οντότητες.
στ) Οι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής, οι οποίοι υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα, καθώς και ο/η σύζυγος αυτών.
Ειδικά, για τον προσδιορισμό των εξαιρέσεων της ανωτέρω (β) περίπτωσης, χρησιμοποιούνται τα δεδομένα της δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων του φορολογικού έτους 2019, ενώ για τον προσδιορισμό των εξαιρέσεων των λοιπών περιπτώσεων του φορολογικού έτους 2018 και άλλες πηγές.
 

Άρθρο 2 - Κριτήρια χορήγησης του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης

Τα φυσικά πρόσωπα του άρθρου 1 της παρούσας δικαιούνται επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης, εφόσον πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:
α. Εισοδηματικά:
Το ετήσιο συνολικό οικογενειακό εισόδημά τους που λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν.4172/2013, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσής του, ανέρχεται έως 12.000 ευρώ για άγαμο υπόχρεο ή υπόχρεο σε κατάσταση χηρείας ή εν διαστάσει και 20.000 ευρώ για έγγαμο υπόχρεο ή τους έγγαμους ή τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης που υποβάλλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση βάσει της υποπ. ββ΄ της περ. στ΄ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν.4172/2013 (δικαστική συμπαράσταση ή πτώχευση), ή τους έγγαμους που υποβάλλουν φορολογική δήλωση βάσει της περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν.4172/2013 ή τα φυσικά πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και έχουν υποβάλει κοινή φορολογική δήλωση χωρίς τέκνα, το οποίο προσαυξάνεται κατά 2.000 ευρώ για κάθε τέκνο. Ομοίως, για τη μονογονεϊκή οικογένεια το ως άνω εισόδημα ανέρχεται σε 22.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται κατά 2.000 ευρώ για κάθε τέκνο μετά το πρώτο.
Για τον προσδιορισμό της οικογενειακής κατάστασης, του αριθμού των τέκνων καθώς και των εισοδηματικών κριτηρίων, χρησιμοποιούνται τα δεδομένα της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, του φορολογικού έτους 2018. Αν οι σύζυγοι υποβάλλουν χωριστή δήλωση λαμβάνεται ο μεγαλύτερος εκ του αριθμού τέκνων που έχει δηλωθεί σε μια εκ των δύο (2) δηλώσεων.
Τα δεδομένα της ίδιας ως άνω δήλωσης χρησιμοποιούνται και στις περιπτώσεις των εν διαστάσει ή διαζευγμένων συζύγων ή των φυσικών προσώπων που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης καθώς και των έγγαμων ή μερών συμφώνου συμβίωσης που υποβάλλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση βάσει της υποπ. ββ΄ της περ. στ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν.4172/2013 ή τους εγγάμους που υποβάλλουν φορολογική δήλωση βάσει της περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 67 του ν.4172/2013.
β. Ακίνητης Περιουσίας:
Η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, όπως αυτή προσδιορίζεται για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., η οποία προκύπτει από την πράξη διοικητικού προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του έτους 2019, υπόχρεου, συζύγου ή μέρους συμφώνου συμβίωσης και εξαρτώμενων, κατά τον Κ.Φ.Ε., τέκνων, που αναγράφονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2018, να μην υπερβαίνει το ποσό των 130.000 ευρώ για τους άγαμους, τους υπόχρεους σε κατάσταση χηρείας ή εν διαστάσει και το ποσό των 250.000 ευρώ για τους έγγαμους ή μέρη συμφώνου συμβίωσης και τις μονογονεϊκές οικογένειες.
 

Άρθρο 3 - Καθορισμός του ύψους του επιδόματος
Για τη χορήγηση του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης, η Ελληνική Επικράτεια κατανέμεται σε τέσσερις κλιματικές ζώνες, ως ακολούθως:
 

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΖΩΝΗ

ΝΟΜΟΙ

ΖΩΝΗ Α

Γρεβενών, Δράμας, Έβρου, Ευρυτανίας, Ιωαννίνων, Καστοριάς, Κοζάνης, Σερρών, Φλώρινας

ΖΩΝΗ Β

Αρκαδίας, Ημαθίας, Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Καρδίτσας, Κιλκίς, Λάρισας, Μαγνησίας, Ξάνθης, Πέλλας, Πιερίας, Ροδόπης, Τρικάλων, Χαλκιδικής

ΖΩΝΗ Γ

Αιτωλοακαρνανίας, Άρτας, Αττικής (εκτός Κυθήρων και νησιών Σαρωνικού), Αχαΐας, Βοιωτίας, Ευβοίας, Ηλείας, Θεσπρωτίας, Κέρκυρας, Κορινθίας, Λέσβου, Λευκάδας, Πρέβεζας, Φθιώτιδας, Φωκίδας, Χίου

ΖΩΝΗ Δ

Αργολίδας, Δωδεκανήσου, Ζακύνθου, Ηρακλείου, Κυκλάδων, Λασιθίου, Μεσσηνίας, Λακωνίας, Κεφαλληνίας και Ιθάκης, Κυθήρων και νησιών Σαρωνικού, Ρεθύμνου, Σάμου, Χανίων

 

 

 

Για κάθε δικαιούχο χορηγείται επίδομα για αγορές πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης ίσο με 250 € αν η κύρια κατοικία του ανήκει στην Ζώνη Α, 180 € αν ανήκει στη ζώνη Β, 110 € στη ζώνη Γ και 80 € στη ζώνη Δ. Το επίδομα προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε εξαρτώμενο τέκνο του δικαιούχου. Ενδεικτικά για ένα νοικοκυριό με δύο τέκνα στην ζώνη Α το επίδομα ανέρχεται σε 300 €.

Σε κάθε περίπτωση το επίδομα δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 350 ευρώ.

Το ανωτέρω επίδομα μειώνεται κατά 20% για τους μη ορεινούς δήμους που ανήκουν στις αντίστοιχες ζώνες. Ως ορεινοί ορίζονται οι δήμοι σύμφωνα τις διατάξεις του άρθρου 1 και του άρθρου 2Β του ν.3852/2010, όπως προστέθηκε με το άρθρο 3 του ν.4555/2018 (ΦΕΚ Α΄/133/19.7.2018). Δεν ισχύει η εν λόγω μείωση για τις ορεινές κοινότητες των μη ορεινών δήμων, όπως αυτές ορίζονται από την οδηγία 85/148/ΕΟΚ της 29/01/1985. Οι πληροφορίες αυτές, δύναται να αντληθούν και από τρίτους φορείς ή υπηρεσίες.
Το επίδομα χορηγείται υπό τον όρο ο δικαιούχος να πραγματοποιήσει αγορές πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης υπολογισθείσας αξίας, μεγαλύτερης ή ίσης με το διπλάσιο του ανωτέρου επιδόματος, από 15 Οκτωβρίου 2019 έως και 31 Δεκεμβρίου 2019. Σε περίπτωση που η υπολογισθείσα αξία αγοράς υπολείπεται του ανωτέρω ορίου, ο δικαιούχος λαμβάνει επίδομα ίσο με το ήμισυ (1/2) της αξίας των αγορών που πραγματοποίησε το ίδιο διάστημα.
Για τον καθορισμό της υπολογισθείσας αξίας των αγορών πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης ορίζεται η τιμή 1,042 ευρώ ανά λίτρο.


Άρθρο 4 - Διαδικασία χορήγησης του επιδόματος στους δικαιούχους

1. Επίδομα χορηγείται στα φυσικά πρόσωπα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της παρούσας, για τις αγορές πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης που πραγματοποιούνται από 15 Οκτωβρίου 2019 μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2019 μετά από σχετική αίτηση που αρμοδίως υποβάλλεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου, μέχρι και 20 Δεκεμβρίου 2019.

2. α) Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση μέσω εφαρμογής στο TAXISnet, για να ενταχθούν στο Μητρώο Δικαιούχων του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης.
Στην αίτηση αναγράφονται κατά περίπτωση τα ακόλουθα στοιχεία:
- ο αριθμός Φορολογικού Μητρώου του αιτούντος – υπόχρεου φορολογικής δήλωσης,
- το ονοματεπώνυμό του,
- ο αριθμός των εξαρτώμενων τέκνων του,
- ο αριθμός τραπεζικού λογαριασμού (IBAN) στον οποίο επιθυμεί να πιστωθεί το ποσό και το ονοματεπώνυμο του πρώτου δικαιούχου,
- ο αριθμός παροχής ηλεκτρικού ρεύματος του ακινήτου κύριας κατοικίας,
- η ταχυδρομική διεύθυνση που αντιστοιχεί στη συγκεκριμένη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος,
- αν η κατοικία είναι ιδιόκτητη, ενοικιαζόμενη ή δωρεάν παραχωρούμενη καθώς και ο Α.Φ.Μ. του εκμισθωτή ή του δωρεάν παραχωρούντος,
- τα τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης,
- η ένδειξη αν πρόκειται για πολυκατοικία,
- τα στοιχεία επικοινωνίας του (διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμός κινητού ή και σταθερού τηλεφώνου).

β) Παράλληλα οι διαχειριστές ή οι εκπρόσωποι των πολυκατοικιών ή οι εταιρίες διαχείρισης πολυκατοικιών, δηλώνουν στην εφαρμογή τα ακόλουθα στοιχεία:
- τον αριθμό φορολογικού μητρώου του διαχειριστή ή του προσώπου που εκπροσωπεί την πολυκατοικία ή της εταιρίας διαχείρισης της πολυκατοικίας,
- τον Α.Φ.Μ. της πολυκατοικίας, εφόσον υπάρχει,
- τον αριθμό της κοινόχρηστης παροχής ηλεκτρικού ρεύματος ή μιας παροχής ηλεκτρικού ρεύματος που εκπροσωπεί την πολυκατοικία,
- τα χιλιοστά συμμετοχής των διαμερισμάτων στις δαπάνες θέρμανσης,
- το ονοματεπώνυμο των φυσικών προσώπων που διαμένουν στα διαμερίσματα τα οποία δεν χρησιμοποιούνται ως επαγγελματική στέγη.
Μετά τη συμπλήρωση των παραπάνω στοιχείων προ- βαίνουν σε ενεργοποίηση της διαδικασίας πληρωμής.
Η ενεργοποίηση αυτή δεν μπορεί να γίνει μετά τις 20 Δεκεμβρίου 2019.
γ) Τα πρόσωπα που δεν είναι πιστοποιημένοι χρήστες στο TAXISnet, για την είσοδό τους στην ηλεκτρονική αίτηση, δηλώνουν τον Α.Φ.Μ. και έναν αριθμό ειδοποίησης εκκαθαριστικού σημειώματος μιας εκ των δηλώσεων Φορολογίας Εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας.
δ) Στις περιπτώσεις που έχει αλλάξει κύρια κατοικία ο αιτών, υποβάλλει νέα αίτηση.
ε) Αρχικές ή τροποποιητικές αιτήσεις προσώπων που δεν πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, απορρίπτονται αυτόματα από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων με σχετική αιτιολογία. Περιπτώσεις απόρριψης οφειλόμενες στο λόγο εξαίρεσης της παραγράφου 3.γ) του άρθρου 1, οι οποίες προκύπτουν εξ αιτίας μη ύπαρξης σχετικής αναφοράς στο αρχείο οχημάτων που τηρείται στην Α.Α.Δ.Ε. θεραπεύονται με τη διαδικασία του άρθρου 7 της παρούσας.
στ) Δεν είναι αποδεκτή η χρήση του ίδιου αριθμού λογαριασμού τραπέζης (IBAN) από δύο διαφορετικούς δικαιούχους επιδόματος.
Επίσης δεν είναι αποδεκτή η χρήση του ίδιου αριθμού παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για περισσότερους από δύο δικαιούχους κατά την ίδια χρονική στιγμή.
ζ) Τα μέλη του μητρώου διακίνησης πετρελαίου θέρμανσης (ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ.), υποχρεούνται στην υποβολή των φορολογικών στοιχείων στο ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης πετρελαίου θέρμανσης σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στην παρ. 2 άρθρ. 73 του ν.2960/2001 και στις διατάξεις της αριθμ. 1019446/113/0015/ΠΟΛ 1034/14.2.2008 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 307/Β΄), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
η) Όλα τα συνδεόμενα με την υποβαλλόμενη αίτηση δικαιολογητικά φυλάσσονται υποχρεωτικά από τους ενδιαφερόμενους για διάστημα πέντε (5) ετών.
θ) Το παραστατικό αγοράς πετρελαίου θέρμανσης θα πρέπει να εκδοθεί στον ΑΦΜ του αιτούντος, δηλαδή στον ΑΦΜ που αντιστοιχεί στους κωδικούς TAXISnet με τους οποίους θα υποβληθεί η ηλεκτρονική αίτηση.
Στην περίπτωση πολυκατοικίας το παραστατικό αγοράς πετρελαίου θέρμανσης θα πρέπει να εκδοθεί είτε στον ΑΦΜ της πολυκατοικίας, εάν αυτός υφίσταται, είτε στον ΑΦΜ που αντιστοιχεί στο κωδικούς TaxisNet με τους οποίους δημιουργήθηκε το προφίλ της πολυκατοικίας.

Άρθρο 5 Αρμόδιες υπηρεσίες, διαδικασία, χρόνος και τρόπος χορήγησης του επιδόματος

1. Οι Δ/νσεις της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (στο εξής Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, διενεργούν τις μηχανογραφικές διαδικασίες χορήγησης του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης στους δικαιούχους φυσικά πρόσωπα.

2. Η πληρωμή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης διενεργείται μέσω τραπεζικών ή λοιπών πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.4270/2014 (Α΄ 247) περί δημόσιου λογιστικού.
Ειδικότερα:
α) Το ποσό επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης καταβάλλεται εξ ολοκλήρου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019 για το σύνολο των αιτούντων δικαιούχων, ανεξαρτήτως αγορών πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 της παρούσας. Μετά τις 15 Ιανουαρίου 2020 και όχι αργότερα από τις 31 Μαρτίου 2020, πραγματοποιείται διασταύρωση των αγορών πετρελαίου θέρμανσης με βάση τα υποβληθέντα φορολογικά στοιχεία στο ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης πετρελαίου θέρμανσης από τα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. και επαναϋπολογισμός του ποσού επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης του κάθε δικαιούχου εφαρμόζοντας τις διατάξεις των άρθρων 3 και 6 της παρούσας. Για τις περιπτώσεις που προκύψουν διαφορές μεταξύ του αρχικά καταβληθέντος ποσού και του επαναϋπολογισθέντος εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο
8 της παρούσας.
β) Για μεμονωμένες περιπτώσεις δικαιούχων με εμπρόθεσμη ένσταση κατά την προηγούμενη περίοδο χορήγησης του επιδόματος, των οποίων η δήλωση Φ.Ε. δεν είχε εκκαθαρισθεί λόγω υπαιτιότητας της υπηρεσίας, με αποτέλεσμα τη μη υποβολή αίτησης, δύναται η Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.), μετά τον απαιτούμενο έλεγχο και την προσκόμιση σε αυτήν των απαιτούμενων στοιχείων, να συμπεριλάβει τη χορήγηση του επιδόματος στις ως άνω πληρωμές.
Εφόσον το υπόλοιπο του προϋπολογισθέντος ποσού επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης, δεν επαρκεί για την κάλυψη τυχόν ποσού επιδόματος που αφορά σε εκκρεμούσες αιτήσεις, τότε αυτό το ως άνω υπόλοιπο, θα καταβάλλεται στους δικαιούχους αναλογικά.
Η Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.) επεξεργάζεται περιοδικά τα στοιχεία του προηγούμενου άρθρου, τα διασταυρώνει με άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της και στη συνέχεια πριν από κάθε πληρωμή δημιουργεί:
α) Αναλυτική κατάσταση δικαιούχων σε ηλεκτρονική μορφή, με βάση τα στοιχεία του Μητρώου Δικαιούχων Επιδόματος Πετρελαίου Θέρμανσης, η οποία περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία των δικαιούχων (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, ταχυδρομική διεύθυνση, Α.Φ.Μ.) τον αριθμό τραπεζικού λογαριασμού σε μορφή IBAN, το αντίστοιχο πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός και το δικαιούμενο ποσό επιδόματος.

Η ηλεκτρονική μορφή της κατάστασης αυτής είναι επεξεργάσιμη από την εταιρία «Διατραπεζικά συστήματα Α.Ε.» (ΔΙΑΣ Α.Ε.) προς την οποία και διαβιβάζεται.
β) Συγκεντρωτική κατάσταση σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή που περιλαμβάνει το συνολικό ποσό επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης, ολογράφως και αριθμητικώς, ανά τράπεζα ή πιστωτικό ίδρυμα.

3. Η ανωτέρω συγκεντρωτική κατάσταση αποστέλλεται στη Διεύθυνση Λογ/σμών και Ταμειακού Προγραμματισμού, η οποία εκδίδει, βάσει αυτής, ειδική εντολή προς την Τράπεζα της Ελλάδος για χρέωση του λογαριασμού του Δημοσίου 200 «Ελληνικό Δημόσιο – Συγκέντρωση Εισπράξεων - Πληρωμών» με πίστωση των τραπεζικών λογαριασμών των οικείων τραπεζών ή πιστωτικών ιδρυμάτων, μέσω των οποίων διενεργούνται οι πληρωμές των δικαιούχων. Η ανωτέρω εντολή κοινοποιείται στη Γ.Δ.ΗΛΕ.Δ., στη Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.), στη Δ/ νση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών και στη ΔΙΑΣ Α.Ε.

4. α. Οι σχετικές για την πληρωμή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών, υπό τον ειδικό φορέα των Γενικών Κρατικών Δαπανών (Ε.Φ. 1023- 711-0000000 / ΛΟΓ/ΣΜΟΣ: 2250904001).
β. Για την πληρωμή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης η ειδική εντολή πληρωμής της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου επέχει θέση απόφασης ανάληψης υποχρέωσης.

5. α. Η εμφάνιση των σχετικών πληρωμών στη δημόσια ληψοδοσία πραγματοποιείται με την έκδοση συμψηφιστικών χρηματικών ενταλμάτων από την ΓΔΟΥ στο Υπουργείο Οικονομικών, επί Γραφείου Συμψηφισμών της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής.
β. Δικαιολογητικά για την έκδοση των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων ορίζονται τα ακόλουθα:
i) Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών για την έκδοση του συμψηφιστικού χρηματικού εντάλματος, που εκδίδεται με μέριμνα της Γενικής Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών στο Υπουργείο Οικονομικών.
ii) Συγκεντρωτική κατάσταση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου.
iii) Αντίγραφα της ειδικής εντολής προς την Τράπεζα της Ελλάδος και της αναγγελίας της Τράπεζας για τη χρέωση του λογαριασμού 200.

6. Η Δ/νση Λογ/σμών και Ταμειακού Προγραμματισμού, οι συμβαλλόμενες τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα δε θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και ευθύνονται μόνο για τυχόν λάθη από δική τους υπαιτιότητα.

7. Η δαπάνη για την καταβολή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης δεν υπόκειται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

8. Το επίδομα θέρμανσης δεν κατάσχεται στα χέρια του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, δεν υπόκειται σε κανενός είδους παρακράτηση και δεν συμψηφίζεται με τυχόν οφειλές του δικαιούχου βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση.

9. Το επίδομα είναι αφορολόγητο, δεν αποτελεί εισόδημα και δεν υπόκειται σε καμιά κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου.

Άρθρο 6 - Έλεγχος δικαιούχων

1. Η Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.) μετά την, κατά τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 5 της παρούσας, επεξεργασία και έλεγχο των υποβαλλόμενων αιτήσεων και των στοιχείων που επεξεργάζεται από το πληροφοριακό σύστημα πετρελαίου θέρμανσης (ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ.), δημιουργεί καταστάσεις σε ηλεκτρονική μορφή ανά αρμόδια Δ.Ο.Υ., που περιλαμβάνουν τους αιτούντες για τους οποίους προκύπτουν αμφιβολίες ως προς τη νομιμοποίησή τους, τη νομιμότητα των συναλλαγών ή τα δικαιούμενα ποσά.
2. Οι κατά τα ανωτέρω δημιουργούμενες καταστάσεις διαβιβάζονται ηλεκτρονικά στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., προκειμένου οι Υπηρεσίες αυτές να πραγματοποιήσουν τους απαιτούμενους ελέγχους για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών.

3. Οι Δ.Ο.Υ. μετά τη διενέργεια του ελέγχου, προβαίνουν σε συμπλήρωση των καταστάσεων με τις διαπιστώσεις τους και τις αποστέλλουν, έστω και τμηματικά στη Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.) για την περαιτέρω προώθηση της διαδικασίας πληρωμής των δικαιούχων.

4. Κατά τα λοιπά, ως προς τον έλεγχο των δικαιούχων επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3492/2006 (Α΄ 210).

Άρθρο 7 Επανεξέταση αιτήσεων χορήγησης επιδόματος και αποτελεσμάτων επεξεργασίας

1. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης του ενδιαφερόμενου ή χορήγησης επιδόματος μικρότερου του αιτούμενου ή αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων της επεξεργασίας, δύναται ο ενδιαφερόμενος να υποβάλει αίτηση επανεξέτασης αποκλειστικά εγγράφως προς τη Διεύθυνση Επιχειρησιακών Διαδικασιών (ΔΙ.ΕΠΙ.ΔΙ.), Χανδρή 1 και Θεσσαλονίκης, ΤΚ 18346, Μοσχάτο ή μέσω της θυρίδας του TAXISnet (επιλογή «Ερωτήματα προς Α.Α.Δ.Ε.», θεματική κατηγορία «Επίδομα Πετρελαίου Θέρμανσης») μέχρι τις 30 Απριλίου 2020, στην οποία θα τεκμηριώνει τους λόγους ένστασης.

2. Η ΔΙ.ΕΠΙ.ΔΙ. θα προωθεί αναλόγως τις ενστάσεις στη Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.) ή στη Δ/νση Ανάπτυξης Φορολογικών Εφαρμογών (Δ.Α.Φ.Ε.), οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτημάτων επανεξέτασης εφόσον άπτονται των αρμοδιοτήτων τους προβαίνοντας σε κατάλληλες ενέργειες επεξεργασίας δεδομένων, άλλως διαβιβάζουν τα αιτήματα επανεξέτασης των ενδιαφερόμενων στην αρμόδια για τη φορολογία τους Δ.Ο.Υ.

3. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. μετά τον έλεγχο και σε περίπτωση αποδοχής μέρους ή του συνόλου του αιτήματος προβαίνουν αυτοδίκαια ή υποδεικνύουν στον ενδιαφερόμενο τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες και η Δ/νση Ανάπτυξης Τελωνειακών, Ελεγκτικών και Επιχειρησιακών Εφαρμογών (Δ.Α.Τ.Ε.) επανεκκαθαρίζει την αίτηση.



Άρθρο 8 - Καταλογισμός ανοικείως λαβόντων και επιβολή προστίμων

1. Με την επιφύλαξη τυχόν προστίμων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις, στα φυσικά πρόσωπα, που αναγράφουν ψευδή στοιχεία στην αίτησή τους, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία σε περίπτωση υποβολής ψευδούς δηλώσεως και αποκλείονται από τη χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης μελλοντικά.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, στις περιπτώσεις μη νόμιμης είσπραξης επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης ή είσπραξης ποσού επιδόματος μεγαλύτερου του δικαιούμενου, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό καταλογίζεται σε βάρος του ανοικείως λαβόντος με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή του νομίμως εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.

3. Όσον αφορά τα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. εφαρμογή έχουν τα πρόστιμα της παρ. 9 άρθρ. 147 του ν. 2960/2001.


Άρθρο 9 - Καταργούμενες διατάξεις Έναρξη ισχύος

1. Η αριθμ. ΠΟΛ.1236/2018 (Β’ 5864) καταργείται.

2. Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν από τη δημοσίευσή της.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 30 Οκτωβρίου 2019
Οι Υπουργοί

Οικονομικών Υφυπουργός Οικονομικών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
Υφυπουργός Οικονομικών
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΚΥΛΑΚΑΚΗΣ

117839/2019 Τροποποίηση του καταλόγου των δικαιολογητικών που συνυποβάλλονται υποχρεωτικά με την αίτηση του άρθρου 72 του ν. 4605/2019.

Next: Δ.ΟΡΓ. Α 1151104 ΕΞ 2019 Τροποποίηση και συμπλήρωση των άρθρων 22 έως 25, 47 και 68 της αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως προς τη σύσταση Τμήματος Δ΄ στη Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε., τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων του και των κλάδων από τους οποίους προέρχεται ο Προϊστάμενος αυτού, τον ανακαθορισμό των επιχειρησιακών στόχων της Διεύθυνσης και των αρμοδιοτήτων των λοιπών Τμημάτων αυτής, τον ανακαθορισμό των αρμοδιοτήτων των Διευθύνσεων Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών και Οικονομικής Διαχείρισης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης και τη συμπλήρωση των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Α' της Επιτελικής Υπηρεσίας Τελωνειακών Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. (Γ.Δ.Τ. amp; Ε.Φ.Κ.).
$
0
0

Αριθμ. 117839
 

(ΦΕΚ Β' 4219/19-11-2019)

Τροποποίηση του καταλόγου των δικαιολογητικών που συνυποβάλλονται υποχρεωτικά με την αίτηση του άρθρου 72 του ν. 4605/2019.

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ -ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ- ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Το άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 4605/2019 (Α’ 52) «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2016 σχετικά με την προστασία της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕL 157 της 15.06.2016). Μέτρα για την επιτάχυνση του έργου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλες διατάξεις».
2.    Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α’ 98).
3.    Τις διατάξεις του π.δ. 81/2019 (Α’ 119) «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους - Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων».
4.    Τις διατάξεις του π.δ. 83/2019 (Α’ 121) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
5.    Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 (Α’181)«Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.
6.    Τις διατάξεις του π.δ. 147/2017 (Α’192) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης», όπως ισχύει.
7.    Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 (Α’168) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης», όπως ισχύει.
8.    Τις διατάξεις της κοινής υπουργικής απόφασης 47158/2019 (Β’ 1498) «Λειτουργικές Προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας ν. 4605/2019 (Α’ 52) “Πρό- γραμμα επιδότησης αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη κύρια κατοικία”».
9.    Την ανάγκη επιτάχυνσης και διευκόλυνσης της διαδικασίας υποβολής της αίτησης του άρθρου 72 του ν. 4605/2019.
10.    Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε :

Καταργείται η υποχρέωση προσκόμισης συμπληρωμένου εντύπου υπολογισμού αξίας γηπέδου, υπογεγραμμένου από συμβολαιογράφο, στις περιπτώσεις γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝΦΙΑ. Η αξία των γηπέδων θα δηλώνεται στην αίτηση του άρθρου 72 ν. 4605/2019 (Α’ 52) από τον ίδιο τον οφειλέτη.

Η παρούσα απόφαση ισχύει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 15 Νοεμβρίου 2019

Οι Υπουργοί
 
Οικονομικών    Ανάπτυξης και Επενδύσεων
ΧΡΗΣΤΟΣ    ΣΠΥΡΙΔΩΝ-ΑΔΩΝΙΣ
ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ    ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ

 

Δ.ΟΡΓ. Α 1151104 ΕΞ 2019 Τροποποίηση και συμπλήρωση των άρθρων 22 έως 25, 47 και 68 της αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως προς τη σύσταση Τμήματος Δ΄ στη Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε., τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων του και των κλάδων από τους οποίους προέρχεται ο Προϊστάμενος αυτού, τον ανακαθορισμό των επιχειρησιακών στόχων της Διεύθυνσης και των αρμοδιοτήτων των λοιπών Τμημάτων αυτής, τον ανακαθορισμό των αρμοδιοτήτων των Διευθύνσεων Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών και Οικονομικής Διαχείρισης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης και τη συμπλήρωση των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Α' της Επιτελικής Υπηρεσίας Τελωνειακών Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. (Γ.Δ.Τ. amp; Ε.Φ.Κ.).

$
0
0

Αριθμ. Δ.ΟΡΓ. Α 1151104 ΕΞ 2019

(ΦΕΚ Β' 4190/19.11.2019)

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) του Κεφαλαίου Α’«Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 (Α’94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» και ειδικότερα των περ. αα΄, ββ΄ και γγ’ της υποπαραγράφου θ΄ της παρ. 4 και των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 14, των παρ. 1 και 3 του άρθρου 6, των άρθρων 2, 7, 19, 27 και των παρ. 2 έως και 5 του άρθρου 41 αυτού, όπως ισχύουν.
β) του ν. 4270/2014 (Α΄ 143) «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις.», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
γ) του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ), όπως ισχύει.
δ) της υποπερ. viii της περ. 2.3 της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου 3 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις − Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης.».
ε) του άρθρου 90 του κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», σε συνδυασμό με τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 19 του ν. 4389/2016.
στ) της αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα των άρθρων 22 έως 25, 47 και 68 αυτής.
ζ) της αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α. 1134214 ΕΞ 2019/30-9-2019 (Β΄ 3779) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Ανακαθορισμός του χρόνου έναρξης λειτουργίας της Ειδικής Αποκεντρωμένης Υπηρεσίας, με τίτλο «Επιτελική Υπηρεσία Τελωνειακών Ελέγχων (Ε.Υ.Τ.Ε.)» της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), καθώς και των Ελεγκτικών Υπηρεσιών Τελωνείων (ΕΛ.Υ.Τ.) Αττικής και Θεσσαλονίκης και ορισμένων Τελωνείων, με τη δομή και τις αρμοδιότητες, που καθορίζονται στην αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1091257ΕΞ2019/24-06-2019 (Β΄ 2650 και 3041) απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.».

2. Τα μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) από:
α) 2 και 20-08-2019, καθώς και 12 και 23-9-2019, του Προϊσταμένου του Αυτοτελούς Τμήματος Υποστήριξης και Ελέγχου και από 14-10-2019 του ίδιου Τμήματος και
β) 22-08-2019 του Τμήματος Β΄ της Διεύθυνσης Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών και 2-10-2019 του Προϊσταμένου αυτής.

3. Το αριθμ. Δ.Π.Δ.Α. Α.Α.Δ.Ε. Α 1118452 ΕΞ 2019/30-08-2019 έγγραφο της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της Γ.Δ.Ο.Υ. της Α.Α.Δ.Ε., σχετικά με την εκτίμηση της δαπάνης που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, η οποία είναι εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του προϋπολογισμού, έτους 2019, του Ειδικού Φορέα 1023801-0000000 και του ισχύοντος Μ.Π.Δ.Σ., ετών 2019-2022, καθώς και την αριθμ. Δ.Π.Δ.Α. Α.Α.Δ.Ε. A 1188440 EΞ 2018/ 19-12-2018 (ΑΔΑ: 6ΦΒΥ46ΜΠ3Ζ-53Ε) απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., περί Ανάληψης Υποχρέωσης.

4. Την αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28-1-2013 (Β΄ 130 και Β΄ 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου α’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016.

5. Την αριθμ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016 και την αριθμ. 39/3 της 30-11-2017 (Υ.Ο.Δ.Δ. 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

6. Την ανάγκη σύστασης ενός (1) νέου Τμήματος στη Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών της Γ.Δ.Ο.Υ. της Α.Α.Δ.Ε., με σκοπό την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών, κριτηρίων και απαιτήσεων στις τεχνικές προδιαγραφές των αγαθών και υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. και ανακαθορισμού των αρμοδιοτήτων των λοιπών Τμημάτων της Διεύθυνσης, καθώς και των αρμοδιοτήτων Τμημάτων των Διευθύνσεων Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών και Οικονομικής Διαχείρισης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης και Τμήματος της Επιτελικής Υπηρεσίας Τελωνειακών Ελέγχων της Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ.

7. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Προϋπολογισμού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), που θα βαρύνει τον προϋπολογισμό του έτους 2019, με ποσόν ύψους 683,24 € και για κάθε επόμενο έτος, με ποσόν ύψους 4.099,56 €, η οποία εγγράφεται στους Α.Λ.Ε. 2120104001, 2190201002, 2190201003 και 2190202001 του Ειδικού Φορέα 1023-801-0000000 και η οποία βρίσκεται εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του τρέχοντος προϋπολογισμού της Α.Α.Δ.Ε. και του ισχύοντος Μ.Π.Δ.Σ.,

αποφασίζουμε:

Α.Τροποποιούμε την αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) απόφαση, με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει, ως εξής:

I. Από της δημοσιεύσεως της παρούσας:
α) συμπληρώνουμε τους τίτλους των Υπηρεσιών των άρθρων 22, 24 και 25, με συντομογραφία,
β) συμπληρώνουμε τις υποπαραγράφους α΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 21,
γ) τροποποιούμε και συμπληρώνουμε τα άρθρα 24 «Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών» και 68 «Κλάδοι Προϊσταμένων Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων των Υπηρεσιών», ως κάτωθι:
αα) συνιστούμε στη Διεύθυνση, ένα (1) Τμήμα, με τίτλο «Τμήμα Δ΄Τεχνικών Προδιαγραφών και Έρευνας Αγοράς» και καθορίζουμε τις αρμοδιότητές του, καθώς και τους κλάδους από τους οποίους δύναται να προέρχεται ο Προϊστάμενος αυτού, ανακαθορίζουμε τους επιχειρησιακούς στόχους της Διεύθυνσης και τις αρμοδιότητες των λοιπών Τμημάτων αυτής,
ββ) διαγράφουμε την παράγραφο 1 του άρθρου 24, αναριθμούμε τις υφιστάμενες παραγράφους 2 έως και 4 σε 1 έως και 3 και διαμορφώνουμε την παρ. 2 του άρθρου 21, το άρθρο 24, τους τίτλους της Διεύθυνσης του άρθρου 22 και του Τμήματος του άρθρου 25 και την παράγραφο Β΄ του άρθρου 68, ως κατωτέρω:

«Άρθρο 21
ΙΙΙ. Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.)»
«2. Η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε. διαρθρώνεται σε τρεις (3) Διευθύνσεις και ένα (1) Αυτοτελές Τμήμα, υπαγόμενο απευθείας στον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης, ως εξής:
α) Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών (Δ.Π. και Δ.Α.)
β) Διεύθυνση Οικονομικής Διαχείρισης (Δ.Ο.Δ.).
γ) Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών (Δ.Π.Δ.Υ. και Κ.Υ.)
δ) Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης και Ελέγχου (Α.Τ.Υ.Ε.)».

«Άρθρο 22
Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών (Δ.Π. & Δ.Α.)»

«Άρθρο 24
Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών (Δ.Π.Δ.Υ. και Κ.Υ.)

1. Oι επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών (Δ.Π.Δ.Υ. και Κ.Υ.) είναι:
(α) Η ομαλή λειτουργία της Αρχής με την έγκαιρη εξασφάλιση των αναγκαίων προμηθειών, αγαθών και υπηρεσιών με τον πιο αποδοτικό τρόπο, βάσει του εκάστοτε ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου.
(β) Η υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών, «πράσινων» κριτηρίων και απαιτήσεων περιβαλλοντικής διαχείρισης, υγιεινής και ασφάλειας στις τεχνικές προδιαγραφές των αγαθών και υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε..
(γ) Η αποτελεσματική παρακολούθηση και η ορθολογική διαχείριση των Παγίων και Αναλωσίμων των Υπηρεσιών της Αρχής.
(δ) Ο συντονισμός των:
αα) ενεργειών και η μέριμνα για τις κτιριακές Υποδομές της Αρχής,
ββ) υφιστάμενων υπηρεσιών της Διεύθυνσης για την καταγραφή των λειτουργικών διαδικασιών αυτών, καθώς και των διαδικασιών των υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., που αφορούν σε θέματα που σχετίζονται με την αρμοδιότητα του Διατάκτη, καθώς και των χωριστών επιχειρησιακών μονάδων, που έχουν καθοριστεί με την εκάστοτε ισχύουσα σχετική διαπιστωτική πράξη, κατά λόγο αρμοδιότητας, με τη μεθοδολογία και σε πρότυπο έντυπο που καθορίζονται από το Τμήμα Γ’Ανάλυσης Πολιτικής της Παραγωγικότητας της Διεύθυνσης Οργάνωσης για την ενσωμάτωσή τους στα σχετικά εγχειρίδια, την έκδοση των οποίων επιμελείται το ως άνω Τμήμα.

2. Η Διεύθυνση διαρθρώνεται σε τέσσερα (4) Τμήματα, ως κατωτέρω:
α) Τμήμα Α΄Προμηθειών
β) Τμήμα Β΄Διαχείρισης Παγίων και Αναλωσίμων γ) Τμήμα Γ΄Κτιριακών Υποδομών
δ) Τμήμα Δ΄Τεχνικών Προδιαγραφών και Έρευνας Αγοράς

3. Οι αρμοδιότητες της Δ.Π.Δ.Υ. και Κ.Υ. κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της, ως κάτωθι:
I. Τμήμα Α΄Προμηθειών
(α) Η εισήγηση για τον καθορισμό της μακροπρόθεσμης στρατηγικής προμηθειών, ο σχεδιασμός και η εφαρμογή των εσωτερικών διαδικασιών κατάρτισης του ετήσιου προγράμματος των απαιτούμενων προμηθειών, αγαθών και υπηρεσιών για την κάλυψη των αναγκών των Υπηρεσιών της Αρχής, η διενέργεια όλων των προβλεπόμενων σχετικών διαδικαστικών ενεργειών, καθώς και των απαιτούμενων για την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων και η υλοποίηση και συνολική παρακολούθηση της πορείας διενέργειας αυτών.
(β) Η έγκαιρη υποβολή αιτήματος προς την αρμόδια Υπηρεσία της Αρχής για τη σύσταση, τη συγκρότηση και τον ορισμό μελών συλλογικών οργάνων (επιτροπών αξιολόγησηςπροσφορών,εξέτασηςενστάσεων,κατάρτισης προδιαγραφών, παραλαβής και λοιπών επιτροπών) για την ομαλή διεξαγωγή των διαγωνιστικών διαδικασιών, καθώς και για την παραλαβή των προμηθειών, αγαθών και υπηρεσιών.
(γ) Η ενημέρωση του Προέδρου και των μελών των συλλογικών οργάνων της προηγούμενης περίπτωσης, καθώς και της επισπεύδουσας την προμήθεια υπηρεσίας, ως προς την ισχύουσα σχετική νομοθεσία, τις εκάστοτε ισχύουσες προθεσμίες, τις συνέπειες της μη τήρησης αυτών, καθώς και η ενημέρωση αρμοδίως για τη μη τήρησή τους.
(δ) Η παροχή πληροφοριών και διευκρινήσεων σε ζητήματα που σχετίζονται με τους διενεργηθέντες διαγωνισμούς ή με την εκτέλεση των προμηθειών, γενικότερα, σε υποψήφιους αναδόχους και σε ενδιαφερόμενες Υπηρεσίες της Αρχής.
(ε) Η καταγραφή της προόδου διεξαγωγής των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, η τήρηση σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή του «φακέλου δημόσιας σύμβασης», η τήρηση στατιστικών στοιχείων και η επεξεργασία αυτών.
(στ) Η εποπτεία των υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. που αποτελούν χωριστές επιχειρησιακές μονάδες ανεξαρτήτως υπεύθυνες για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων για την πορεία και την ορθή υλοποίηση των προβλεπόμενων διαδικαστικών ενεργειών και διαγωνιστικών διαδικασιών.
(ζ) Η σύνταξη ερωτημάτων προς την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων σχετικά με θέματα που άπτονται της εφαρμογής των διατάξεων του ν.4412/2016 (Α΄147).
(η) Η διοικητική και η γραμματειακή υποστήριξη της Διεύθυνσης.

II. Τμήμα Β΄Διαχείρισης Παγίων και Αναλωσίμων
(α) Η παροχή οδηγιών, καθώς και η συνολική εποπτεία, η παρακολούθηση και η υποστήριξη των υπηρεσιών και των χρηστών για την ορθή τήρηση και ενημέρωση του ηλεκτρονικού Μητρώου των Παγίων και των Αναλωσίμων (Π. και Α.) της Α.Α.Δ.Ε., μέσω του σχετικού Πληροφοριακού Συστήματος (Π.Σ.) αυτής.
(β) Η τήρηση και η ενημέρωση του ηλεκτρονικού Μητρώου των Π. και Α. της Αρχής που εισέρχονται στους αποθηκευτικούς χώρους αρμοδιότητας της Διεύθυνσης.
(γ) Η κατανομή και η διάθεση των Π. και Α. της Α.Α.Δ.Ε. στις Υπηρεσίες της, καθώς και η εποπτεία και η παρακολούθηση αυτών για το σύνολο των Υπηρεσιών, με σκοπό την εξασφάλιση της ορθολογικής διαχείρισης των διατιθέμενων πιστώσεων.
(δ) Η παρακολούθηση, η κατανομή και η διάθεση του περιφερειακού εξοπλισμού πληροφορικής που έχει διατεθεί προς χρήση στην Α.Α.Δ.Ε., μέχρι την πλήρη αντικατάστασή του με σύγχρονο, στο σύνολο των Υπηρεσιών αυτής, κατόπιν ενημέρωσης της αρμόδιας Υπηρεσίας της Γ.Δ.Η.Λ.Ε.Δ..
(ε) Η διαχείριση και η αξιολόγηση:
αα) των αιτημάτων των Υπηρεσιών της Αρχής, που σχετίζονται με τη μεταφορά και τη διάθεση υφιστάμενου εξοπλισμού μεταξύ αυτών,
ββ) των συνδέσεων σταθερής και κινητής τηλεφωνίας της Αρχής, καθώς και η υποστήριξη των χρηστών αυτής.
(στ) Η έκδοση αποφάσεων:
αα) διάθεσης και κατανομής εξοπλισμού μεταξύ των Υπηρεσιών της Αρχής, λαμβανομένων υπόψη της διαθεσιμότητας, του κόστους μεταφοράς και της αναγκαιότητας κάλυψης της εκάστοτε ανάγκης,
ββ) κατόπιν εισήγησης της σχετικής διαρκούς Επιτροπής της Α.Α.Δ.Ε., για την αξιολόγηση και τον καθορισμό των προτεραιοτήτων των αναγκών των Υπηρεσιών της σε οχήματα και η εξέταση αιτημάτων των Προϊσταμένων αυτών για την αντικατάσταση οχημάτων.
(ζ) Η συλλογή και η επεξεργασία ενημερώσεων, που αποστέλλονται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ., για τη διαθεσιμότητα προς χρήση μεταφορικών μέσων ξηράς, που έχουν περιέλθει στις Υπηρεσίες της Αρχής, κατά τα οριζόμενα στις εκάστοτε κείμενες διατάξεις, αμέσως μετά την παρέλευση των κατά περίπτωση προβλεπόμενων προθεσμιών, οπότε αυτά καθίστανται ικανά προς διάθεση, εξαιρουμένων των οχημάτων τρίτων χωρών και τέλους κύκλου ζωής, κατ’ επιλογήν του αρμόδιου Προϊσταμένου της οικείας Τελωνειακής Αρχής.
(η) Η παρακολούθηση των αποθεμάτων των Π. και Α., ο καθορισμός του ύψους ασφαλείας αυτών, καθώς και η γνωστοποίηση στο Τμήμα Α΄ της Διεύθυνσης των απαιτούμενων ειδών και ποσοτήτων και των εκτιμώμενων ημερομηνιών προσέγγισης αυτού, στα πλαίσια κατάρτισης του ετήσιου Προγράμματος Προμηθειών, προκειμένου να προγραμματισθούν έγκαιρα οι διαγωνιστικές διαδικασίες των αναγκαίων προμηθειών.
(θ) Η αναγνώριση, η διαμόρφωση και η υποβολή προτάσεων στο Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης και Ελέγχου (Α.Τ.Υ.Ε.) της Γ.Δ.Ο.Υ., για τις απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιεί η εφαρμογή, με την οποία αναπτύσσεται, βελτιώνεται, τροποποιείται, επικαιροποιείται ή επεκτείνεται το Πληροφοριακό Σύστημα Διαχείρισης Παγίων και Αναλωσίμων της Α.Α.Δ.Ε..

ΙΙI. Τμήμα Γ΄ Κτιριακών Υποδομών

(α) Ο συντονισμός των ενεργειών και η καθοδήγηση των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. ως προς την αποτύπωση και τον εξορθολογισμό των στεγαστικών τους αναγκών και η υποστήριξη αυτών ως προς την τήρηση των όρων εκτέλεσης των συμβάσεων μίσθωσης των κτιρίων.
(β) Η παροχή οδηγιών προς τις Υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. για:
αα) τη διαδικασία υποβολής αιτημάτων στέγασης στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και η προτεραιοποίηση αυτών, στα πλαίσια της εξοικονόμησης πόρων και της εύρυθμης λειτουργίας των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε.,
ββ) την ομαλή και ορθή λειτουργία των κτιρίων στέγασης αυτών, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων και εγκαταστάσεων πυρασφάλειας.
(γ) Η έκδοση αποφάσεων, που αφορούν στη στέγαση των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., κατά τα οριζόμενα στις εκάστοτε κείμενες διατάξεις και η υποστήριξη αυτών σε τεχνικά θέματα, από κοινού με τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, κατά λόγο αρμοδιότητας.
(δ) Η τήρηση, η ενημέρωση και η επικαιροποίηση του Μητρώου ακινήτων στέγασης των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., για την παρακολούθηση και την εξαγωγή δεικτών.
(ε) Η κατάρτιση της Συμφωνίας Επιπέδου Εξυπηρέτησης μεταξύ της Α.Α.Δ.Ε. και του Υπουργείου Οικονομικών για την υποστήριξη των Υπηρεσιών αυτής σε θέματα στέγασης σε διοικητικό και τεχνικό επίπεδο και η παρακολούθηση της εφαρμογής της.
(στ) Η κατάρτιση και η παρακολούθηση της εκτέλεσης Προγραμματικών Συμβάσεων για την ανάθεση συμβάσεων εκπόνησης μελετών, παροχής τεχνικών υπηρεσιών και εκτέλεσης έργων για τα κτίρια στέγασης των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. από φορείς που έχουν την απαιτούμενη εκ του νόμου τεχνική επάρκεια.
(ζ) Η σύνταξη ερωτημάτων προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους σχετικά με τη στέγαση των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε.

IV. Τμήμα Δ΄Τεχνικών Προδιαγραφών και Έρευνας Αγοράς

(α) Η σύνταξη, η μελέτη και ο έλεγχος των τεχνικών προδιαγραφών των αγαθών και των υπηρεσιών, των οποίων οι προμήθειες εκτελούνται από τη Διεύθυνση, κατόπιν υποβολής τεκμηριωμένων προτάσεων από τις ενδιαφερόμενες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., που αφορούν στην αποτύπωση των υπηρεσιακών τους αναγκών, σε όσες περιπτώσεις αυτό απαιτείται.
(β) Η θέση σε δημόσια διαβούλευση των τεχνικών προδιαγραφών, των κριτηρίων ανάθεσης και επιλογής, της εκτίμησης προϋπολογισμού προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών, η μελέτη και η αξιολόγηση των παρατηρήσεων που προκύπτουν από αυτή και η διαβίβαση των τελικών προδιαγραφών στο Τμήμα Α’ της Διεύθυνσης.
(γ) Η μέριμνα για:
αα) την κατάρτιση Αρχείου Τεχνικών Προδιαγραφών για αγαθά και υπηρεσίες, η συνεχής ενημέρωση και ο εμπλουτισμός του, καθώς και η γνωστοποίηση των τεχνικών προδιαγραφών στους διατάκτες του νομαρχιακού προϋπολογισμού,
ββ) τη συγκέντρωση και την οργάνωση Αρχείου Επίσημων Κοινοτικών, Διεθνών και Ελληνικών Προτύπων για αγαθά και υπηρεσίες,
γγ) τη συλλογή κατασκευαστικών, ποιοτικών και κοστολογικών στοιχείων τεκμηρίωσης από τους εν δυνάμει προμηθευτές/κατασκευαστές/παρόχους υπηρεσιών, καθώς και από κάθε άλλη πρόσφορη πηγή.
(δ) Η παροχή διευκρινίσεων και απαντήσεων σε ερωτήματα που προκύπτουν επί θεμάτων τεχνικών προδιαγραφών κατά τη διενέργεια διαγωνισμών και εκτέλεσης συμβάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών για τα οποία έχει συντάξει τις σχετικές προδιαγραφές το Τμήμα, καθώς και προς τους διατάκτες του νομαρχιακού προϋπολογισμού.
(ε) Η διενέργεια έρευνας αγοράς για την εκτίμηση της προϋπολογισθείσας δαπάνης των προς προμήθεια αγαθών/υπηρεσιών κατά το στάδιο του προγραμματισμού τους από το Τμήμα Α’ της Διεύθυνσης.
(στ) Η επικοινωνία με άλλες αναθέτουσες αρχές για τη λήψη Προτύπων τεχνικών προδιαγραφών και κάθε άλλης σχετικής πληροφορίας.

Άρθρο 25
Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης και Ελέγχου (Α.Τ.Υ.Ε.)».

«Άρθρο 68
Κλάδοι Προϊσταμένων Αυτοτελών Τμημάτων, Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων των Υπηρεσιών»

«Β.α) Στα Τμήματα των Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) και στο Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης και Ελέγχου (Α.Τ.Υ.Ε.) αυτής, πλην των κατωτέρω αναφερομένων, προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ όλων των κλάδων της Αρχής ή του Υπουργείου Οικονομικών.
β) Στα κατωτέρω Τμήματα της Διεύθυνσης Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών (Δ.Π.Δ.Υ. και Κ.Υ.):
αα) Γ΄ Κτιριακών Υποδομών προΐσταται υπάλληλος της Αρχής ή του Υπουργείου Οικονομικών κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Μηχανικών ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού για τον κλάδο ΠΕ Μηχανικών, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κείμενες διατάξεις ή υπάλληλος της Αρχής κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου της Αρχής που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της παρούσας απόφασης ή υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου του ίδιου Υπουργείου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α΄ της Ενότητας «Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης» του Πίνακα της παραγράφου 3 του άρθρου 89 του π.δ. 142/2017 (Α΄ 181) ή υπάλληλος της Αρχής ή του Υπουργείου Οικονομικών κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Μηχανικών ή υπάλληλος κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου του ίδιου Υπουργείου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού για τον κλάδο ΤΕ Μηχανικών, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κείμενες διατάξεις ή υπάλληλος της Αρχής κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλος κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου της Αρχής που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 3 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της παρούσας ή υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών κατηγορίας ΤΕ του κλάδου Εφοριακών ή υπάλληλος κατηγορίας ΤΕ οποιουδήποτε κλάδου του ίδιου Υπουργείου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α΄ της Ενότητας «Κατηγορία Τεχνολογικής Εκπαίδευσης» της παραγράφου 3 του άρθρου 89 του π.δ. 142/ 2017,
ββ) Δ΄Τεχνικών Προδιαγραφών και Έρευνας Αγοράς προΐσταται υπάλληλος της Αρχής κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή Τελωνειακών ή Δημοσιονομικών ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου της Αρχής που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1 της παραγράφου 3 του άρθρου 61 της παρούσας απόφασης ή υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών ή Τελωνειακών ή Δημοσιονομικών ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου του ίδιου Υπουργείου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α΄ της Ενότητας «Κατηγορία Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης» του Πίνακα της παραγράφου 3 του άρθρου 89 του π.δ. 142/2017 ή υπάλληλος της Αρχής ή του Υπουργείου Οικονομικών του κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού ή υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Μηχανικών ή κατηγορίας ΠΕ οποιουδήποτε κλάδου που πληροί τις αντίστοιχες προϋποθέσεις διορισμού για τον κλάδο ΠΕ Μηχανικών, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.».

ΙΙ. Από 01/01/2020, ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Επιτελικής Υπηρεσίας Τελωνειακών Ελέγχων (Ε.Υ.Τ.Ε.) της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Γ.Δ.Τ. και Ε.Φ.Κ.) της Α.Α.Δ.Ε., συμπληρώνουμε περίπτωση ιγ΄ στην υποπαράγραφο I «Τμήμα Α΄ Παρακολούθησης Απόδοσης και Διοικητικής Υποστήριξης» της παρ. 4 της ενότητας Α΄ του άρθρου 47, ως εξής:

«Άρθρο 47»
«ΕΝΟΤΗΤΑ Α΄
Επιτελική Υπηρεσία Τελωνειακών Ελέγχων (Ε.Υ.Τ.Ε.)»

«4.Ι. Τμήμα Α΄-Παρακολούθησης Απόδοσης και Διοικητικής Υποστήριξης»

(ιγ) Η διενέργεια όλων των προβλεπόμενων διαδικαστικών ενεργειών, βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου περί προμηθειών, για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών, προς κάλυψη των αναγκών της Ε.Υ.Τ.Ε. και των υφιστάμενων οργανικών μονάδων αυτής.».

ΙΙΙ. Από 01/02/2020:

α) τροποποιούμε την περίπτωση στ΄ της υποπαραγράφου Ι της παρ. 4 του άρθρου 22, προσθέτουμε νέα περίπτωση κ΄ στην ίδια υποπαράγραφο και αναριθμούμε την υφιστάμενη περίπτωση κ΄ σε περίπτωση κα΄,

β) στο άρθρο 23:
αα) διαγράφουμε την περίπτωση στ΄ της υποπαραγράφου III της παρ. 4 και αναριθμούμε τις περιπτώσεις ζ΄ και η΄ αυτής σε περιπτώσεις στ΄και ζ΄, αντίστοιχα,
ββ) διαγράφουμε την υφιστάμενη περίπτωση ιε΄ της υποπαραγράφου IV της παρ. 4, προσθέτουμε νέα περίπτωση ιε΄ σε αυτήν και διαμορφώνουμε τις περιπτώσεις στ΄, κ΄ και κα΄ της υποπαραγράφου Ι της παρ. 4 του άρθρου 22, τις περιπτώσεις στ΄ και ζ΄ της υποπαραγράφου III και την περίπτωση ιε΄ της υποπαραγράφου IV της παρ. 4 του άρθρου 23, ως κατωτέρω:

«Άρθρο 22
Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών (Δ.Π. και Δ.Α.)»

«4.Ι. (στ) Η μέριμνα για την έκδοση αποφάσεων μεταβολών εκτελούμενου Προϋπολογισμού για τη μεταφορά – μεταβολή πιστώσεων των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., κατόπιν τεκμηριωμένου αιτήματος.».

«4.Ι. (κ) Η καταχώριση στο εκάστοτε ισχύον Πληροφοριακό Σύστημα Δημοσιονομικής Πολιτικής των αποφάσεων μεταβολών εκτελούμενου Προϋπολογισμού που αφορούν σε ανακατανομές πιστώσεων εντός της ίδιας μείζονος κατηγορίας του ίδιου ειδικού φορέα ή μεταξύ διαφορετικών ειδικών φορέων.
(κα) Η διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη της Διεύθυνσης.».

«Άρθρο 23
Διεύθυνση Οικονομικής Διαχείρισης (Δ.Ο.Δ.)»

«4.III. (στ) Η πληρωμή, με ηλεκτρονική εντολή, δαπανών που αφορούν σε έργα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων της Αρχής.
(ζ) Η προετοιμασία, η κατάρτιση και η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων και των λοιπών καταστάσεων της Α.Α.Δ.Ε., που απορρέουν από τις φορολογικές υποχρεώσεις αυτής, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης.

«4.IV. (ιε) Η μέριμνα για την κατάρτιση και την έκδοση σχεδίων αποφάσεων ανάληψης υποχρέωσης των Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε., κατόπιν τεκμηριωμένου αιτήματος.».

Β. – Η παρούσα απόφαση ισχύει από τις ημερομηνίες που καθορίζονται στις υποπαραγράφους I΄, II΄ και III΄ της παραγράφου Α΄ αυτής.

Γ. – Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β’ 968 και 1238) απόφαση, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με όμοιες αποφάσεις. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2019

Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ


44116/Δ1.14687/2019 Συγκρότηση Ομάδας Εργασίας Εργοσήμου και Τίτλου Κτήσης

Previous: Δ.ΟΡΓ. Α 1151104 ΕΞ 2019 Τροποποίηση και συμπλήρωση των άρθρων 22 έως 25, 47 και 68 της αριθμ. Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10-03-2017 (Β΄ 968 και 1238) απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), ως προς τη σύσταση Τμήματος Δ΄ στη Διεύθυνση Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Κτιριακών Υποδομών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Α.Α.Δ.Ε., τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων του και των κλάδων από τους οποίους προέρχεται ο Προϊστάμενος αυτού, τον ανακαθορισμό των επιχειρησιακών στόχων της Διεύθυνσης και των αρμοδιοτήτων των λοιπών Τμημάτων αυτής, τον ανακαθορισμό των αρμοδιοτήτων των Διευθύνσεων Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών και Οικονομικής Διαχείρισης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης και τη συμπλήρωση των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Α' της Επιτελικής Υπηρεσίας Τελωνειακών Ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. (Γ.Δ.Τ. amp; Ε.Φ.Κ.).
$
0
0
Αθήνα, 15/10/2019
Αριθ. Πρωτ. : 44116/Δ1. 14687
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Ι

Ταχ. Διεύθυνση: Σταδίου 29, 105 59, Αθήνα
Πληροφορίες: Α. Κυριλή
Τηλέφωνο: 213 1516164
Φαξ: 210 5240712
Ηλ. Ταχ.: akirili@ypakp.gr

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΘΕΜΑ: «Συγκρότηση Ομάδας Εργασίας Εργοσήμου και Τίτλου Κτήσης»

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν.3144/2003 «Κοινωνικός Διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 111 Α').

2. Τις διατάξεις του Ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 45 Α'), όπως ισχύει.

3. Τις διατάξεις του Π.Δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας» (ΦΕΚ 168 Α') όπως ισχύει.

4. Τις διατάξεις του Π.Δ. 83/2019 (ΦΕΚ 121 Α') «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

5. Την αριθμ. 33167/Δ1. 11368/25-07-2019 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ΦΕΚ 3053/τ.Β'/ 26-07-2019) «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Παναγιώτη Μηταράκη».

6. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού

Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε

Τη συγκρότηση ομάδας εργασίας με σκοπό την επεξεργασία προτάσεων για την αναδιοργάνωση του θεσμικού πλαισίου του Εργόσημου και του Τίτλου Κτήσης, αποτελούμενη από τα παρακάτω μέλη:

1. Τσαγκαρόπουλο Κωνσταντίνο, Υποδιοικητής Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ως Πρόεδρο.
2. Αγραπιδά Κωνσταντίνο, Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Εργασιακών Σχέσεων, Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία και Ένταξης στην Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
3. Τσάμη Παρασκευή, Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Κοινωνικής Ασφάλισης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
4. Σακελλαρίου Ευανθία, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Κύριας Ασφάλισης και Εισφορών της Γενικής Διεύθυνσης Κοινωνικής Ασφάλισης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με αναπληρωτή τον Βαβέτση Ηλία, Προϊστάμενο του Τμήματος Ασφάλισης Μισθωτών Ιδιωτικού Τομέα του ιδίου Υπουργείου.
5. Τσιώλη Βασιλική, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Εσωτερικών Ρυθμίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με αναπληρώτρια την Μιχαηλίδου Δέσποινα, Προϊσταμένη του Τμήματος Ατομικής Σύμβασης Εργασίας του ιδίου Υπουργείου.
6. Κουτσιμπού Ευαγγελία, Προϊσταμένη του Τμήματος Ασφάλισης μη-Μισθωτών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. 
7. Ράπτη Ελένη, Προϊσταμένη του Τμήματος Εισφορών Ασφάλισης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
8. Καραμπλιάνη Ανδριάνα, υπάλληλο του Τμήματος Ασφάλισης Μισθωτών Ιδιωτικού Τομέα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων
9. Τζίφα Παναγιώτα, εκπρόσωπο της Γενικής Γραμματείας Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών με αναπληρωτή τον Λιάπη Δημήτρη, εκπρόσωπο του ίδιου Υπουργείου.
10. Καραγιάννη Θεόδωρο, εκπρόσωπο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με αναπληρώτρια την Πυργαντή Μαρία, εκπρόσωπο του ιδίου Υπουργείου.
11. Παπαχρήστου Δημήτριος, εκπρόσωπο του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης με αναπληρωτή τον Κατσιμπούρη Νικόλαο, εκπρόσωπο του ίδιου Φορέα.
12. Παπαγιάννης Δημήτριος, εκπρόσωπο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με αναπληρωτή τον Μπάρλα Ιωάννη, εκπρόσωπο της ίδια Αρχής.
13. Μπρούμου Αλεξάνδρα, Ειδική Επιθεωρήτρια Εργασιακών Σχέσεων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, με αναπληρωτή τον Θεοδωρά Ευάγγελο, Ειδικό Επιθεωρητή του ιδίου Σώματος.
14. Λυμπεροπούλου Χρυσούλα, συνεργάτιδα της Γενικής Γραμματέως Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με αναπληρωτή τον Βρεττό Κωνσταντίνο, Διευθυντή του Ιδιαιτέρου Γραφείου της Γενικής Γραμματέως Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
15. Νιφορόπουλο Κωνσταντίνο, Ορκωτό Ελεγκτή Λογιστή με αναπληρωτή τον Παπαδημητρίου Γεώργιο, Λογιστή Φοροτέχνη.

Χρέη αναπληρωτή Προέδρου, σε περίπτωση κωλύματος του τελευταίου, εκτελεί ο κ. Αγραπιδάς Κωνσταντίνος.

Γραμματέας της ομάδας ορίζεται ο Παπαδόπουλος Ιωάννης υπάλληλος της Γενικής Διεύθυνσης Κοινωνικής Ασφάλισης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με αναπληρώτρια την Καραμπλιάνη Ανδριάνα, υπάλληλο του ιδίου Υπουργείου.

Έργο της εν λόγω ομάδας είναι η αξιολόγηση και κωδικοποίηση των διατάξεων που αφορούν στο Εργόσημο και στον Τίτλο Κτήσης (απόδειξη δαπάνης), καθώς επίσης και η κατάθεση προτάσεων για τη δημιουργία ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου για όλες τις επαγγελματικές κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων και των αγροτών. Η ομάδα, στο πλαίσιο των εργασιών της, θα εξετάσει επίσης και τις συνέπειες του υφιστάμενου πλαισίου, αλλά και του προτεινόμενου, στα θέματα απασχόλησης συνταξιούχων.

Ο Πρόεδρος δύναται να καλεί να συμμετέχουν στις εργασίες της ομάδας εκπροσώπους φορέων και εμπειρογνώμονες στα θέματα που άπτονται του έργου της ομάδας, εφόσον αυτό κρίνεται χρήσιμο ή αναγκαίο. Ειδικά στη συνεδρίαση που θα αφιερωθεί στη συζήτηση θεμάτων που άπτονται του εργοσήμου αγροτών θα συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι: κ. Γιαννακάκης Χρήστος (μέλος Δ.Σ. Συνδέσμου Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Εταιρειών Ελλάδος) και ο κ. Κιρτικίδης Πρόδρομος.

Οι συνεδριάσεις της Ομάδας Εργασίας θα πραγματοποιούνται εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας και τα μέλη της Ομάδας Εργασίας δεν θα λαμβάνουν χρηματική αποζημίωση.

Η Ομάδα Εργασίας θα πρέπει να παραδώσει το πόρισμά της στο Γραφείο του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και στο Γραφείο Γενικής Γραμματέως Κοινωνικών Ασφαλίσεων μέχρι την 31η Ιανουαρίου 2020.

Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί στους ενδιαφερόμενους.




Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΤΑΡΑΚΗΣ

Συχνές ερωτήσεις-απαντήσεις Επίδομα πετρελαίου θέρμανσης

$
0
0



Επίδομα Πετρελαίου Θέρμανσης 2019-2020

1. Με ποιους κωδικούς εισερχόμαστε στην Εφαρμογή Δικαιούχων του Επιδόματος Πετρελαίου Θέρμανσης;

α. Οι πιστοποιημένοι χρήστες των ηλεκτρονικών υπηρεσιών συνδέονται χρησιμοποιώντας τους κωδικούς πρόσβασης στο TAXISnet.
β. Οι χρήστες που δε διαθέτουν κωδικούς πρόσβασης TAXISnet, θα ταυτοποιούνται εναλλακτικά δίνοντας Α.Φ.Μ. και αριθμό ειδοποίησης κάποιας από τις Πράξεις Προσδιορισμού Φόρου Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων των τελευταίων πέντε (5) ετών.
Εάν δε θυμάστε τους κωδικούς πρόσβασης και τυχαίνει το όνομα χρήστη (username) να ταυτίζεται με τον Α.Φ.Μ. σας, τότε δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον εναλλακτικό τρόπο σύνδεσης. Γι' αυτό θα πρέπει να ανακτήσετε τον κωδικό πρόσβασής σας μέσω των σχετικών διαδικασιών.

2. Μέχρι πότε έχω προθεσμία υποβολής αίτησης στο Μητρώο Δικαιούχων Επιδόματος Πετρελαίου Θέρμανσης;

Μέχρι 20 Δεκεμβρίου 2019.

3. Πόσες αιτήσεις μπορώ να υποβάλλω για το Επίδομα Θέρμανσης της περιόδου 2019-2020;

Μπορείτε να υποβάλλετε όσες αιτήσεις θέλετε μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 2019 όπου λήγει η προθεσμία υποβολής αιτήσεων, όμως μόνο η τελευταία υποβληθείσα αίτησή σας θα είναι σε ισχύ. Οι αιτήσεις θα πρέπει να αφορούν μόνο την κύρια κατοικία σας. ΠΡΟΣΟΧΗ! Κάθε νέα αίτηση ακυρώνει την προηγούμενη.

4. Ποιες αγορές πετρελαίου θέρμανσης θα συμμετέχουν στο Επίδομα της περιόδου 2019-2020;

Οι αγορές που πραγματοποιήθηκαν από 15 Οκτωβρίου 2019 έως και 31 Δεκεμβρίου 2019.

5. Τα τετραγωνικά μέτρα της οικίας μου επηρεάζουν το ποσό του επιδόματος;

Όχι.

6. O προμηθευτής πετρελαίου δεν μου έδωσε στοιχεία για να υποβάλω αίτηση χορήγησης επιδόματος. Πώς θα γίνει η διασταύρωση των στοιχείων;

Ο προμηθευτής πετρελαίου δεν δίνει σε εσάς στοιχεία για την υποβολή της αίτησής σας, αντιθέτως, εσείς δίνετε σε αυτόν τον Α.Φ.Μ. αγοραστή και τον αριθμό παροχής ρεύματος στα οποία θα εκδώσει το παραστατικό αγοράς πετρελαίου θέρμανσης. Μετά την έκδοση του παραστατικού, το κάθε μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. (πρατηριούχος) υποχρεούται να υποβάλλει ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία μας το παραστατικό εντός 14 ημερών, στο οποίο αναγράφονται τα λίτρα αγοράς πετρελαίου θέρμανσης, ο Α.Φ.Μ. αγοραστή και ο αριθμός παροχής ρεύματος της οικίας.
Αυτά που πρέπει να προσέξετε είναι:
• Αν πρόκειται για μονοκατοικία: Την σωστή αναγραφή του Α.Φ.Μ. που αντιστοιχεί στους κωδικούς TAXISnet με τους οποίος θα υποβληθεί η αίτηση στην εφαρμογή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης και την σωστή αναγραφή του αριθμού παροχής ρεύματος της μονοκατοικίας σας.
• Αν πρόκειται για πολυκατοικία: Την σωστή αναγραφή του Α.Φ.Μ. διαχειριστή/εκπροσώπου που αντιστοιχεί στους κωδικούς TAXISnet με τους οποίους θα δημιουργηθεί το προφίλ της πολυκατοικίας στην εφαρμογή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης ή του Α.Φ.Μ. Πολυκατοικίας εφόσον έχει εκδοθεί τέτοιος και έχει δηλωθεί από το διαχειριστή στο σχετικό προφίλ (βλ. ερώτηση 7) και την σωστή αναγραφή του κοινόχρηστου αριθμού παροχής ρεύματος της πολυκατοικίας.

7. Τι πρέπει να κάνει ο διαχειριστής σε ότι αφορά στην εφαρμογή Διαχείρισης Χιλιοστών Θέρμανσης μιας Πολυκατοικίας;

Η Εφαρμογή Διαχείρισης Χιλιοστών Θέρμανσης Πολυκατοικίας απευθύνεται στους διαχειριστές των πολυκατοικιών και σε εκπροσώπους κτισμάτων όπου υπάρχουν περισσότερες από μία κατοικίες (ολιγοκατοικίες) και για τις οποίες υπάρχει κοινός καυστήρας.
Ο διαχειριστής/εκπρόσωπος εισάγει τα στοιχεία των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας/ολιγοκατοικίας, καθώς και τα χιλιοστά συμμετοχής κάθε ενός από αυτά στις δαπάνες θέρμανσης (χιλιοστά θέρμανσης). Αλλαγές στα παραπάνω στοιχεία μπορεί ο διαχειριστής να πραγματοποιήσει μόνο πριν ενεργοποιήσει τη δυνατότητα πληρωμής. Είναι υποχρεωτικό να δηλωθούν τα χιλιοστά συμμετοχής σε δαπάνες θέρμανσης για όλα τα διαμερίσματα μιας πολυκατοικίας για να δημιουργηθεί η συνολική εικόνα της (ανοικτά - κλειστά - τα οποία ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα). Θα πρέπει να συμφωνήσετε σε μια κατανομή που θα ισχύει για όλο το χρόνο. Το σύνολο των χιλιοστών των διαμερισμάτων πρέπει να είναι 1.000, ώστε να μπορεί να ενεργοποιηθεί και η δυνατότητα πληρωμής. Μπορείτε να ενεργοποιήσετε τη δυνατότητα πληρωμής, όταν θα έχει υποβληθεί έστω και μία αίτηση δικαιούχου. Αυτό το διαπιστώνετε από την ένδειξη «Υπάρχει αίτηση» στα δεξιά των στοιχείων του διαμερίσματος. Αν πρόκειται για αλλαγή διαχειριστή ενδιάμεσα της περιόδου του επιδόματος θέρμανσης δείτε σχετική ερώτηση 10.
Στα παραστατικά των αγορών πετρελαίου θέρμανσης τα στοιχεία του Α.Φ.Μ. και του αριθμού κοινόχρηστης παροχής ρεύματος θα πρέπει να ταυτίζονται με αυτά τα οποία έχετε εισάγει στην Εφαρμογή Διαχείρισης Χιλιοστών Θέρμανσης. Σε περίπτωση που έχει εκδοθεί Α.Φ.Μ. για την πολυκατοικία και θέλετε τα παραστατικά αγοράς πετρελαίου θέρμανσης να εκδίδονται σε αυτόν τον Α.Φ.Μ., θα πρέπει να ορίσετε τον Α.Φ.Μ. αυτόν στα στοιχεία της πολυκατοικίας, επιλέγοντας το σχετικό δεσμό «Ορισμός Α.Φ.Μ.». Ο Α.Φ.Μ. πολυκατοικίας δεν μπορεί να αλλάξει στη συνέχεια, ούτε και να διαγραφεί. ΠΡΟΣΟΧΗ! Ακόμη και στην περίπτωση που έχει οριστεί Α.Φ.Μ. πολυκατοικίας, στις αιτήσεις των ενοίκων θα αναγράφεται ο Α.Φ.Μ. του διαχειριστή.

8. Είμαι διαχειριστής, πως μπορώ να αλλάξω τα στοιχεία που εμφανίζονται στην κατανομή ενοίκων στα πεδία Επώνυμο και Όνομα Ενοίκου;

Δεν μπορεί να γίνει αλλαγή στοιχείων. Τα ονόματα είναι ενδεικτικά. Σε περίπτωση που στο προφίλ της πολυκατοικίας εμφανίζεται το όνομα κάποιου πρώην ενοίκου, τότε αν ο νέος ένοικος επιθυμεί να υποβάλλει αίτηση για το επίδομα θέρμανσης, θα πρέπει ως διαχειριστής να τον ενημερώσετε με τον αριθμό του διαμερίσματος, ο οποίος εμφανίζεται στο προφίλ της πολυκατοικίας και τον οποίο θα επιλέξει για να υποβάλλει την αίτηση του (ας αναγράφεται το ονοματεπώνυμο του προηγούμενου ενοίκου).

9. Δεν υπάρχει διαχειριστής στην πολυκατοικία ή δεν έχουμε κοινόχρηστο αριθμό παροχής ρεύματος (μετρητής) στην πολυκατοικία. Τι πρέπει να δηλωθεί;

Στην περίπτωση που δεν υπάρχει διαχειριστής στην πολυκατοικία, θα πρέπει να συμφωνηθεί με όλους τους ενοίκους ποιος θα «παίξει» τον ρόλο του διαχειριστή ώστε να δημιουργήσει το προφίλ της πολυκατοικίας με τα διαμερίσματα στην εφαρμογή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης.
Στην περίπτωση που δεν υπάρχει κοινόχρηστη παροχή ρεύματος στην πολυκατοικία, θα πρέπει να συμφωνηθεί με όλους τους ενοίκους ποιανού ο αριθμός παροχής ρεύματος (συνήθως του διαχειριστή/εκπροσώπου) θα «παίξει» τον ρόλο της κοινόχρηστης παροχής ώστε να δηλωθεί στο προφίλ της πολυκατοικίας στην εφαρμογή του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης.

10. Τι πρέπει να γίνει στην περίπτωση αλλαγής διαχειριστή;

Θα πρέπει να δημιουργηθεί νέο προφίλ πολυκατοικίας από τον νέο διαχειριστή. Οι ένοικοι θα υποβάλουν τις αιτήσεις τους στο προφίλ με τον Α.Φ.Μ. του νέου διαχειριστή. Ο νέος διαχειριστής θα πρέπει να ενεργοποιήσει τη δυνατότητα πληρωμής καθώς πρόκειται για νέο προφίλ.
ΠΡΟΣΟΧΗ! Αν ο διαχειριστής αλλάζει ενδιάμεσα της περιόδου θέρμανσης τότε θα πρέπει πρώτα να δημιουργηθεί το νέο προφίλ και να υποβάλλουν αιτήσεις όλοι οι δικαιούχοι και μετά να γίνει οποιαδήποτε αγορά πετρελαίου θέρμανσης ώστε οι ημερομηνίες αιτήσεων να είναι προγενέστερες της ημερομηνίας αγοράς και να μπορέσει να προκύψει η διασταύρωση.

11. Είμαστε μια πολυκατοικία, όπου κάθε διαμέρισμα έχει δικό του καυστήρα. Πρέπει να τη δηλώσουμε σαν πολυκατοικία ή ο κάθε ένοικος να κάνει αίτηση ως κάτοικος μονοκατοικίας;

Θα κάνετε χωριστές αιτήσεις ο καθένας ως κάτοικος μονοκατοικίας και θα πρέπει να προμηθευτείτε πετρέλαιο με διαφορετικά παραστατικά αγοράς. Τα στοιχεία του Α.Φ.Μ. και του αριθμού παροχής ρεύματος πρέπει να είναι τα ίδια στο παραστατικό αγοράς πετρελαίου θέρμανσης και αντίστοιχα στην αίτηση κάθε δικαιούχου.

12. Πως θα προκύψει η υπολογισθείσα αξία των παραστατικών αγοράς πετρελαίου θέρμανσης;

Η αξία των παραστατικών αγοράς πετρελαίου θέρμανσης για κάθε δικαιούχο θα υπολογιστεί από την Υπηρεσία μας πολλαπλασιάζοντας, τα συνολικά λίτρα αγοράς του δικαιούχου, τα οποία προκύπτουν από το άθροισμα των λίτρων όλων των αγορών του, με την τιμή 1,042 ευρώ/λίτρο που ορίζει η Απόφαση του επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης για την περίοδο 2019-2020.
Στην περίπτωση πολυκατοικίας, τα παραπάνω αναφερόμενα συνολικά λίτρα αγοράς του δικαιούχου προκύπτουν σε συνάρτηση με τα χιλιοστά θέρμανσης που αναλογούν στο διαμέρισμα του.

13. Έχω υποβάλει την αίτησή μου στο Μητρώο Δικαιούχων Επιδόματος Πετρελαίου Θέρμανσης, το παραστατικό αγοράς όμως αναγράφει τον Α.Φ.Μ. της συζύγου μου (ή το αντίστροφο). Θα υπάρξει πρόβλημα στην διασταύρωση των στοιχείων;

Η διασταύρωση των στοιχείων δεν θα ολοκληρωθεί. Τα στοιχεία του Α.Φ.Μ. και του αριθμού παροχής ρεύματος πρέπει να είναι τα ίδια στο παραστατικό του πρατηριούχου και στην αίτησή σας. Για να προκύψει η διασταύρωση θα πρέπει να προβείτε σε μία μόνο από τις δύο παρακάτω ενέργειες:
α) πριν την λήξη υποβολής αιτήσεων δηλαδή πριν τις 20 Δεκεμβρίου 2019, να κάνετε ανάκληση της αίτησης σας και να υποβάλλει εκ νέου αίτηση η σύζυγος σας με τους TAXISnet κωδικούς της ή
β) αν δεν έχουν περάσει 14 ημέρες από την ημερομηνία αγοράς του πετρελαίου θέρμανσης, να ζητήσετε από τον πρατηριούχου να αλλάξει τον Α.Φ.Μ. αγοραστή και να δηλώσει της συζύγου σας.

14. Η πίστωση του λογαριασμού μου δεν πραγματοποιείται λόγω ανενεργού IBAN που έχω δηλώσει. Πως μπορώ να τον διορθώσω;

Θα δηλώσετε τον νέο IBAN από την αντίστοιχη επιλογή στην οθόνη "Προβολή Διασταυρωμένων Αγορών Πετρελαίου".

15. Το ποσό που επιδόματος που θα λάβω έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019 μπορεί να μου ζητηθεί να το επιστρέψω;

Ναι, αν δεν διασταυρωθούν αγορές με την ελάχιστη απαιτούμενη αξία όπως ορίζει η Απόφαση. Μετά τις 15 Ιανουαρίου 2020 η Α.Α.Δ.Ε. θα προχωρήσει σε διασταύρωση των αγορών πετρελαίου θέρμανσης για κάθε δικαιούχο και σε περίπτωση που δεν βρεθούν υποβληθείσες αγορές πετρελαίου θέρμανσης (που να πραγματοποιήθηκαν στο χρονικό διάστημα μεταξύ 15/10/2019 - 31/12/2019) υπολογισθείσας αξίας ίσης ή μεγαλύτερης από το διπλάσιο του ποσού επιδόματος που λάβατε, τότε θα σας ζητηθεί να επιστρέψετε μέρος του επιδόματος.
Σε περίπτωση που η υπολογισθείσα αξία αγορών πετρελαίου θέρμανσης υπολείπεται από το διπλάσιο του ποσού επιδόματος που λάβατε, τότε θα σας ζητηθεί να επιστρέψετε την διαφορά μεταξύ του αρχικού ποσού που λάβατε και του ήμισυ (1/2) της υπολογισθείσας αξίας των αγορών που βρέθηκαν καταχωρημένες.
Αν δεν έχει υποβληθεί καμία αγορά, τότε θα σας ζητηθεί να επιστρέψετε όλο το ποσό επιδόματος που αρχικώς σας καταβλήθηκε.

ΔΕΔ 911/2019 Βεβαίωση του ΟΔΙΕ - Τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν από τη συμμετοχή στα παιχνίδια της ΟΠΑΠΑΕ δύνανται να ληφθούν υπόψη για κάλυψη τεκμηρίων

Next: Υποθέσεις C-609/17 και C-610/17 Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 7 – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 15 – Ευνοϊκότερες για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων διατάξεις του εθνικού δικαίου και συλλογικές συμβάσεις – Ανικανότητα προς εργασία του εργαζομένου, λόγω ασθενείας, κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Απόρριψη του αιτήματος περί μεταφοράς της ετήσιας άδειας όταν η μη μεταφορά δεν συνεπάγεται τη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας κάτω του ορίου των τεσσάρων εβδομάδων
$
0
0

Καλλιθέα, 15/03/2019
Αριθμός απόφασης: 911

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α1

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας: 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο: 213 1604534
ΦΑΞ: 213 1604567

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170), όπως ισχύει.
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036990 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε).»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την υπ' αριθμ. ΔΕΔ 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759/ τ. Β'/ 01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Τη με ημερομηνία κατάθεσης 20/12/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή του του , ΑΦΜ κατοίκου , οδός , αρ , κατά της με αριθ. πρωτ /2018 απάντησης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ, και τα προσκομιζόμενα με αυτή σχετικά έγγραφα.

5. Την με αριθ. πρωτ /2018 απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ.

7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α 1 όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης. 

Επί της με ημερομηνία κατάθεσης 20/12/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του του , ΑΦΜ η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αριθμ /2018 προσβαλλόμενη απάντησή του, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ απέρριψε τα δηλωθέντα ποσά στον κωδ. 781 από κέρδη από δελτία αμοιβαίου στοιχήματος ΟΔΙΕ, ύψους 20.422,40€, 8.995,68€ και 28.902,53€, των υποβληθεισών τροποποιητικών δηλώσεων του προσφεύγοντος, βάσει του ν.4446/2016, οικ. ετών 2013, 2014 και φορολογ. έτους 2014, με αριθ. καταχ /2018, /2018 και /2018, αντίστοιχα, διότι σε συνέχεια του με αριθ. πρωτ /2018 εγγράφου της Δ.Ο.Υ., ο προσφεύγων δεν είχε προσκομίσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά (στοιχεία για την αγορά των παραπάνω δελτίων) ώστε να γίνει ο προσδιορισμός του καθαρού κέρδους, και συνεπώς δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στην εκκαθάριση των παραπάνω δηλώσεων το αντίστοιχο ποσό. (Υπ. Οικ. 1087968/29-10-2008).

Ο προσφεύγων με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή και με το με αριθ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/2019 συμπληρωματικό του υπόμνημα, ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης απάντησης ισχυριζόμενος ότι:

• Σύμφωνα με τα άρθρα 78§1 και 4§§1,5 του Συντάγματος, η φορολόγηση δεν πρέπει να φτάνει μέχρι το σημείο που υπερβαίνει την φοροδοτική ικανότητα έκαστου φορολογούμενου.

• Η φορολογική αρχή πρέπει να παρέχει στον φορολογούμενο την ευχέρεια να αποδείξει το ύφος των φορολογούμενων περιουσιακών του στοιχείων. Ουδείς δύναται να υποχρεωθεί στο αδύνατο.

• Η φορολογική αρχή του ζήτησε να προσκομίσει δικαιολογητικά στοιχεία που ο ΟΔΙΕ κατά πάγια θέση του δεν χορηγεί.

• Σε προγενέστερο χρόνο, οι εν λόγω επίσημες βεβαιώσεις του ΟΔΙΕ είχαν γίνει δεκτές. Προς επίρρωση του ισχυρισμού του προσκομίζει τις από 23/01/2019 και 29/01/2019 βεβαιώσεις του ΟΔΙΕ.

Επειδή, με το άρθρο 57 του ν.4446/2016 ορίζεται ότι:

«1. Φορολογούμενοι, οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ελλιπή ή ανακριβή δήλωση, μπορούν από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι και τις "25.11.2017" να υποβάλουν αρχικές ή τροποποιητικές, χρεωστικές ή μηδενικές, δηλώσεις, ανεξαρτήτως αν προκύπτει φόρος για καταβολή. Η ρύθμιση του ανωτέρω εδαφίου καταλαμβάνει κάθε υποχρέωση από φόρο, τέλος ή εισφορά εκ των αναφερομένων στο άρθρο 2 και στο Παράρτημα του ν. 4174/2013 (Α' 170), καθώς και οποιαδήποτε δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι η προθεσμία για την υποβολή της αρχικής δήλωσης είχε λήξει μέχρι και τις 30.9.2016.»

Επειδή, με τα άρθρα 1 και 2 του α' γενικού μέρους της ΠΟΛ.1115/2017 ορίζεται ότι: «1. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ήδη υποβάλει δήλωση κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν.4446/2016 δύναται να υποβάλει νέα τροποποιητική (συμπληρωματική) δήλωση, χρεωστική ή μηδενική, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, επικαλούμενος τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου αυτού. Δεδομένου ότι με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 61 του ως άνω νόμου, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με την ΠΟΛ.1009/19.1.2017 εγκύκλιο, οι καταβολές που διενεργούνται δυνάμει της υπαγωγής στη ρύθμιση δεν επιστρέφονται και οι σχετικές δηλώσεις δεν ανακαλούνται είτε λόγω πραγματικής είτε λόγω νομικής πλάνης, δεν δύναται να υποβληθεί εκ των υστέρων τροποποιητική (ανακλητική) δήλωση φορολογίας με σκοπό την επιστροφή καταβληθέντος φόρου. Αντίθετα, μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση με σκοπό να διορθωθούν λάθη που έχουν προκύψει κατά την υποβολή προγενέστερης δήλωσης με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύπτει επιστροφή καταβληθέντος φόρου.

2. Επιπλέον, κατά ρητή διατύπωση των ως άνω διατάξεων, στη ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών υπάγονται οι αρχικές ή τροποποιητικές χρεωστικές ή μηδενικές δηλώσεις. Επομένως, δεν δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές πιστωτικές δηλώσεις, έστω και αν με την τροποποιητική δήλωση πρόκειται να μειωθεί το πιστωτικό υπόλοιπο που είχε προκύψει με την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση και ανεξάρτητα αν είχε πραγματοποιηθεί η επιστροφή του φόρου ή όχι. Εντούτοις, εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές δηλώσεις με τις οποίες το πιστωτικό υπόλοιπο μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε χρεωστικό.»

Επειδή, με το αριθ. πρωτ. 1087965/1573/Α0012/29-10-2008 έγγραφο της ΓΓΔΕ με ΘΕΜΑ: «Κάλυψη τεκμηρίων με κέρδη Ο.Π.Α.Π.» :

«1. Σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του ν.2238/1994 (ΚΦΕ) τα χρηματικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδημα κατά τις ισχύουσες διατάξεις και αποκτήθηκαν από το φορολογούμενο μπορούν να καλύψουν ή να περιορίσουν τη διαφορά της συνολικής ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης (σχετ. 1037965/356/Α0012/ΠΟΛ.1094/1989 διαταγή).

2. Όπως έχει γίνει δεκτό από την Υπηρεσία μας (σχετ. 1033991/1003/Α0012/11.5.2004 έγγραφο), όταν προσκομίζεται από τον φορολογούμενο ονομαστική βεβαίωση κερδών στην οποία αναγράφεται και η παρακράτηση φόρου που έγινε, τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν από τη συμμετοχή του στα παιχνίδια της « Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.» δύνανται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 19 του ΚΦΕ να ληφθούν υπόψη για την κάλυψη ή των περιορισμό της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης του φορολογουμένου, αφού όμως μειωθούν με το ποσό που κατέβαλε κατά τη διάρκεια της χρήσης για τη συμμετοχή του στα παιχνίδια αυτά.

3. Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, σε περίπτωση που υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την γνησιότητα των βεβαιώσεων κερδών από τον ΟΠΑΠ, από τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν.2238/1994 προβλέπεται ότι ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας δικαιούται να ζητά από τις δημόσιες ή δημοτικές και κοινοτικές αρχές, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις τράπεζες κλπ. οποιεσδήποτε πληροφορίες θεωρεί αναγκαίες για τη διευκόλυνση του έργου του.

Επομένως, εναπόκειται στην εξελεγκτική εξουσία του προϊσταμένου η εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών με κάθε πρόσφορο μέσο.»

Επειδή, εν προκειμένω, ο προσφεύγων έχει υποβάλει τις κάτωθι αρχικές δηλώσεις:

1. Την υπ' αριθμ δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 2013 στην οποία μεταξύ άλλων δήλωσε στον κωδ. 659 το ποσό των 37.064,24€.

2. Την υπ' αριθμ δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 2014 στην οποία μεταξύ άλλων δήλωσε στον κωδ. 667 το ποσό των 41/110.26€ και

3. Την υπ' αριθμ δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολ. έτους 2014 στην οποία μεταξύ άλλων δήλωσε στον κωδ. 667 το ποσό των 20.425,61€.

Επειδή, βάσει των ως άνω δηλώσεων εκδόθηκαν τα κάτωθι:

1. Το υπ' αριθμ ενιαίο εκκαθαριστικό σημείωμα φυσικών πρόσωπων οικον. έτους 2013 με το οποίο επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα ποσό πληρωμής ύψους 823,66€ (αφορά ειδ. εισφορά αλληλεγγύης).

2. Η υπ' αριθμ πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου οικον. έτους 2014 με την οποία επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα ειδ. εισφορά αλληλεγγύης ποσού 967,30€ και φόρος πολυτ. διαβ. ποσού 1.014,71€, ήτοι συνολικό ποσό πληρωμής ύψους 1.982,01€.

3. Η υπ' αριθμ πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου φορολ. έτους 2014 με την οποία επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα ειδ. εισφορά αλληλεγγύης ποσού 491,79€ και φόρος πολυτ. διαβίωσης ποσού 1.830,31€, ήτοι συνολικό ποσό πληρωμής ύψους 2.322,10€.

Επειδή, εν συνεχεία, ο προσφεύγων, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν.4446/2016, υπέβαλε τις υπ' αριθ. καταχ , και τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικον. ετών 2013 και 2014 και φορολογ. έτους 2014, αντίστοιχα, δηλώνοντας στον κωδικό 781 (χρηματικά ποσά που προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή χρηματικών κεφαλαίων αλλοδαπής, δάνεια, δωρεές κτλ.) τα εξής ποσά 20.422,40€, 8.995,68€ και 28.902,53€, αντίστοιχα, τα οποία αφορούν καθαρά ποσά από κερδισμένα δελτία αμοιβαίου στοιχήματος ΟΔΙΕ.

Επειδή, ωστόσο, ο προσφεύγων δεν προσκόμισε τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την αγορά των παραπάνω δελτίων (αριθ. πρωτ. 1087965/1573/Α0012/29-10-2008 έγγραφο της ΓΓΔΕ), κατά την εκκαθάριση των ως άνω τροποποιητικών δηλώσεων, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ, δεν έλαβε υπόψη τα δηλωθέντα ποσά στον κωδικό 781. Επειδή, την 12/11/2018 βάσει των ως άνω τροποποιητικών δηλώσεων εκδόθηκαν:

1. Το υπ' αριθμ ενιαίο εκκαθαριστικό σημείωμα φυσικών πρόσωπων οικον. έτους 2013 με το οποίο προσδιορίστηκε τελικό χρεωστικό ποσό ίσο με το αρχικό χρεωστικό ποσό ύψους 823,66€.

2. Η υπ' αριθμ πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου οικον. έτους 2014 με την οποία προσδιορίστηκε τελικό χρεωστικό ποσό ίσο με το αρχικό χρεωστικό ποσό ύψους 1.982,01€ και

3. Η υπ' αριθμ πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου φορολ. έτους 2014 με την οποία προσδιορίστηκε τελικό χρεωστικό ποσό ίσο με το αρχικό χρεωστικό ποσό ύψους 2.322,10€.

Επειδή, ακολούθως, την ίδια ημέρα, με την υπ' αριθμ. 50367/12-11-2018 προσβαλλόμενη απάντησή του, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ότι απέρριψε τα δηλωθέντα ποσά στον κωδ. 781 από κέρδη από δελτία αμοιβαίου στοιχήματος ΟΔΙΕ, ύψους 20.422,40€, 8.995,68€ και 28.902,53€, των υποβληθεισών τροποποιητικών δηλώσεων του, βάσει του ν.4446/2016, οικ. ετών 2013, 2014 και φορολογ. έτους 2014, με αριθ. καταχ. /2018, /2018 και /2018, αντίστοιχα, διότι σε συνέχεια του με αριθ. πρωτ. /2018 εγγράφου της Δ.Ο.Υ., δεν είχε προσκομίσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά (στοιχεία για την αγορά των παραπάνω δελτίων) ώστε να γίνει ο προσδιορισμός του καθαρού κέρδους, και συνεπώς δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στην εκκαθάριση των παραπάνω δηλώσεων το αντίστοιχο ποσό. (Υπ. Οικ. 1087968/29-10-2008).

Επειδή, στα πλαίσια εξέτασης της υπό κρίση προσφυγής, με το αριθ. πρωτ. ΔΕΔ ΕΙ 2019 ΕΜΠ/13-02-2019 συμπληρωματικό του υπόμνημα, ο προσφεύγων προσκομίζει τη με αριθ. πρωτ. /2019 βεβαίωση του ΟΔΙΕ ΑΕ (υπό ειδική εκκαθάριση) από την οποία προκύπτουν τα κάτωθι:

«Βεβαιώνουμε, σύμφωνα πάντοτε με το αρχείο που μας παραδόθηκε κατά την θέση της ΟΔΙΕ Α.Ε. σε ειδική εκκαθάριση, ότι ο ..........του...................... , στοιχημάτισε για τα οικονομικά έτη 2012-2013-2014 -2015 τα αντίστοιχα ποσά όπως αυτά αναγράφονται στον παρακάτω πίνακα.
 

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΤΟΣ ΜΙΚΤΟ ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΣ ΚΑΘΑΡΟ ΠΟΣΟ ΠΟΣΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ
2012 3.729,22 252,92 3.476,30 188,50
2013 22.754,26 2.331,83 20.422,43 712,00
2014 8.998,03 658,23 8.339,80 257,50
2015 32.597,69 3.695,26 28.902,43 1.166,00


Σας ενημερώνουμε ότι έχει εξαιρεθεί από το οικ. έτος 2015 το δελτίο με σειριακό αριθμό:............... με ημερομηνία 20/09/2013 διότι κρίθηκε άκυρο, συνεπώς σας αποστέλλουμε νέα βεβαίωση κερδών που αφορά το οικον. έτος 2014.»

Επειδή, η ως άνω βεβαίωση του ΟΔΙΕ περιλαμβάνει τα ποσά που προβλέπονται από το με αριθ. πρωτ. 1087965/1573/Α0012/29-10-2008 έγγραφο της ΓΓΔΕ., η υπό κρίση προσφυγή γίνεται δεκτή.


Αποφασίζουμε

την αποδοχή της με ημερομηνία κατάθεσης 20/12/2018 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής του του , ΑΦΜ και την ακύρωση της με αριθμ. πρωτ /2018 απάντησης του Προϊστάμενου της Δ.Ο.Υ. ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ.

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στην υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ TOY ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α1
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ

Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης

Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

Υποθέσεις C-609/17 και C-610/17 Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 7 – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 15 – Ευνοϊκότερες για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων διατάξεις του εθνικού δικαίου και συλλογικές συμβάσεις – Ανικανότητα προς εργασία του εργαζομένου, λόγω ασθενείας, κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Απόρριψη του αιτήματος περί μεταφοράς της ετήσιας άδειας όταν η μη μεταφορά δεν συνεπάγεται τη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας κάτω του ορίου των τεσσάρων εβδομάδων

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 19ης Νοεμβρίου 2019  «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Άρθρο 153 ΣΛΕΕ – Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 7 – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 15 – Ευνοϊκότερες για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων διατάξεις του εθνικού δικαίου και συλλογικές συμβάσεις – Ανικανότητα προς εργασία του εργαζομένου, λόγω ασθενείας, κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Απόρριψη του αιτήματος περί μεταφοράς της ετήσιας άδειας όταν η μη μεταφορά δεν συνεπάγεται τη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας κάτω του ορίου των τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Μη εφαρμογή σε περιπτώσεις όπου δεν εφαρμόζεται το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑609/17 και C‑610/17,

με αντικείμενο δύο αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ που υπέβαλε το työtuomioistuin (δικαστήριο εργατικών διαφορών, Φινλανδία), με αποφάσεις της 18ης Οκτωβρίου 2017, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 24 Οκτωβρίου 2017, στο πλαίσιο των δικών

Terveys- ja sosiaalialan neuvottelujärjestö (TSN) ry

κατά

Hyvinvointialan liitto ry,

παρισταμένης της:

Fimlab Laboratoriot Oy (C-609/17),

και

Auto- ja Kuljetusalan Työntekijäliitto AKT ry

κατά

Satamaoperaattorit ry,

παρισταμένης της:

Kemi Shipping Oy (C-610/17),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Προέδρο, R. Silva de Lapuerta, Αντιπρόεδρο, J.-C. Bonichot, A. Prechal (εισηγήτρια), E. Regan και P. G. Xuereb, προέδρους τμήματος, M. Ilešič, J. Malenovský, L. Bay Larsen, T. von Danwitz, F. Biltgen, K. Jürimäe και Κ. Λυκούργο, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: C. Strömholm, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 26ης Φεβρουαρίου 2019,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Terveys- ja sosiaalialan neuvottelujärjestö (TSN) ry, εκπροσωπούμενη από τους J. Kasanen και M. Nyman,

–        οι Hyvinvointialan liitto ry και Fimlab Laboratoriot Oy, εκπροσωπούμενες από τους M. Kärkkäinen και I. Kallio,

–        η Auto- ja Kuljetusalan Työntekijäliitto AKT ry, εκπροσωπούμενη από τους J. Tutti και J. Hellsten,

–        οι Satamaoperaattorit ry και Kemi Shipping Oy, εκπροσωπούμενες από τους M. Kärkkäinen και I. Kallio,

–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον S. Hartikainen,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την A.‑L. Desjonquères καθώς και από τον R. Coesme,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. van Beek και M. Huttunen,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 4ης Ιουνίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 7 της οδηγίας 2003/88/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ 2003, L 299, σ. 9), και του άρθρου 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

2        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο δύο ενδίκων διαφορών, στην υπόθεση C-609/17, μεταξύ της Terveys- ja sosiaalialan neuvottelujärjestö (TSN) ry (στο εξής: TSN) και της Hyvinvointialan liitto ry και, στην υπόθεση C-610/17, μεταξύ της Auto- ja Kuljetusalan Työntekijäliitto AKT ry (στο εξής: AKT) και της Satamaoperaattorit ry, με αντικείμενο την απόρριψη των αιτημάτων δύο εργαζομένων που βρέθηκαν σε κατάσταση ανικανότητας προς εργασία λόγω ασθενείας κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών και ζήτησαν τη μεταφορά ημερών ετήσιας άδειας αντίστοιχων με τον συνολικό αριθμό ή μέρος των ημερών αναρρωτικής άδειας που έλαβαν.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η οδηγία 2003/88 έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 137, παράγραφος 2, ΕΚ, νυν άρθρου 153, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

4        Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 2 και 5 της οδηγίας 2003/88 έχουν ως εξής:

«(1)      Η οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας [(ΕΕ 1993, L 307, σ. 18)], η οποία ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για την ασφάλεια και την υγεία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, όσον αφορά τις περιόδους ημερήσιας ανάπαυσης, τα διαλείμματα, την εβδομαδιαία ανάπαυση, τη μέγιστη κατ’ εβδομάδα διάρκεια εργασίας, την ετήσια άδεια, καθώς και στοιχεία της νυχτερινής εργασίας, της εργασίας κατά βάρδιες και των ρυθμών εργασίας, έχει τροποποιηθεί σε σημαντική έκταση. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η κωδικοποίηση των σχετικών διατάξεων.

(2)      Το άρθρο 137 [ΕΚ] προβλέπει ότι η Κοινότητα υποστηρίζει και συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών για τη βελτίωση του περιβάλλοντος εργασίας, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων. Στις οδηγίες που εκδίδονται βάσει του άρθρου αυτού, αποφεύγεται η επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών εξαναγκασμών, οι οποίοι θα παρεμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

[...]

(5)      Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης. Η έννοια της “ανάπαυσης” πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες χρόνου, και συγκεκριμένα ημέρες, ώρες ή και κλάσματά τους. Οι εργαζόμενοι στην Κοινότητα πρέπει να διαθέτουν ορισμένες ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης, ημερησίας, εβδομαδιαίας και ετήσιας καθώς και κατάλληλα διαλείμματα εργασίας. [...]»

5        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2003/88, με τίτλο «Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής», ορίζει τα εξής:

«1.      Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας.

2.      Εφαρμόζεται:

α)      στις ελάχιστες περιόδους [...] ετήσιας άδειας [...]

[...]».

6        Το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρέχεται σε όλους τους εργαζομένους ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες και/ή πρακτικές για την απόκτηση του σχετικού δικαιώματος και τη χορήγηση της άδειας.

2.      Η ελάχιστη περίοδος ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών μπορεί να αντικαθίσταται από χρηματική αποζημίωση μόνον σε περίπτωση τερματισμού της εργασιακής σχέσης.»

7        Το άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Ευνοϊκότερες διατάξεις», ορίζει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ή να θεσπίζουν ευνοϊκότερες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων ή να ευνοούν ή να επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών μεταξύ κοινωνικών εταίρων για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων.»

8        Το άρθρο 17 της οδηγίας 2003/88 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας αυτής. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται καμία παρέκκλιση όσον αφορά το άρθρο 7.

 Το φινλανδικό δίκαιο

 Ο νόμος περί ετήσιας άδειας

9        Ο vuosilomalaki (162/2005) [νόμος (162/2005) περί ετήσιας άδειας, στο εξής: νόμος περί ετήσιας άδειας] έχει σκοπό, μεταξύ άλλων, να μεταφέρει το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 στο φινλανδικό δίκαιο. Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του νόμου αυτού, ο εργαζόμενος δικαιούται 2,5 εργάσιμες ημέρες άδειας μετ’ αποδοχών για κάθε πλήρη μηνιαία περίοδο αναφοράς. Εντούτοις, εάν, κατά τη λήξη της ετήσιας περιόδου αναφοράς, η σχέση εργασίας έχει διαρκέσει λιγότερο από ένα έτος χωρίς διακοπή, ο εργαζόμενος δικαιούται 2 ημέρες άδειας για κάθε πλήρη μηνιαία περίοδο αναφοράς.

10      Η ετήσια περίοδος αναφοράς, η οποία αρχίζει την 1η Απριλίου εκάστου έτους και λήγει την 31η Μαρτίου του επόμενου, μπορεί να περιλαμβάνει έως 12 μηνιαίες περιόδους αναφοράς. Εάν, κατά τη διάρκεια μιας ετήσιας περιόδου αναφοράς, ο εργαζόμενος έχει συμπληρώσει 12 πλήρεις μηνιαίες περιόδους αναφοράς, δικαιούται, βάσει του νόμου περί ετήσιας άδειας, 24 ή 30 ημέρες άδειας ανάλογα με τη διάρκεια της σχέσης εργασίας.

11      Δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 3, του νόμου περί ετήσιας άδειας, ως εργάσιμες ημέρες νοούνται οι ημέρες της εβδομάδας, πλην της Κυριακής, των επίσημων θρησκευτικών αργιών, της ημέρας της ανεξαρτησίας, της παραμονής των Χριστουγέννων, της παραμονής της εορτής του Αγίου Ιωάννη, του Μεγάλου Σαββάτου και της 1ης Μαΐου. Επομένως, στην ημερολογιακή εβδομάδα που δεν περιέχει κάποια από τις ανωτέρω αναφερόμενες ημέρες, αντιστοιχούν έξι ημέρες άδειας.

12      Το άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 2, του νόμου περί ετήσιας άδειας ορίζει ότι ως «περίοδος άδειας» νοείται η περίοδος μεταξύ 2 Μαΐου έως και 30 Σεπτεμβρίου. Κατά το άρθρο 20, παράγραφος 2, του εν λόγω νόμου, 24 εργάσιμες ημέρες της ετήσιας άδειας (θερινή άδεια) πρέπει να λαμβάνονται κατά την περίοδο άδειας. Η υπόλοιπη άδεια (χειμερινή άδεια) πρέπει να χορηγείται το αργότερο έως την έναρξη της επόμενης περιόδου άδειας.

13      Το άρθρο 25, παράγραφος 1, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως είχε τροποποιηθεί από τον νόμο (276/2013) και ίσχυε από την 1η Οκτωβρίου 2013 έως τις 31 Μαρτίου 2016, όριζε τα εξής:

«Εάν ο εργαζόμενος, κατά την έναρξη ή κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειάς του, είναι ανίκανος προς εργασία λόγω τοκετού, ασθένειας ή ατυχήματος, η άδεια μεταφέρεται, εφόσον το ζητήσει, σε μεταγενέστερο χρόνο. Ο εργαζόμενος δικαιούται επίσης, κατόπιν σχετικού αιτήματος, να μεταφέρει την άδεια ή μέρος αυτής, εφόσον αποδεικνύεται ότι, κατά τη διάρκεια της άδειάς του, υποβλήθηκε σε θεραπεία λόγω ασθενείας ή έτυχε άλλης παρόμοιας περίθαλψης, κατά τη διάρκεια της οποίας ήταν ανίκανος προς εργασία».

14      Το άρθρο 25, παράγραφος 2, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως είχε τροποποιηθεί από τον νόμο (182/2016) και άρχισε να ισχύει από την 1η Απριλίου 2016, όριζε τα εξής:

«Εάν ο εργαζόμενος καθίσταται ανίκανος προς εργασία λόγω τοκετού, ασθένειας ή ατυχήματος κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας ή μέρους αυτής, έχει το δικαίωμα, κατόπιν σχετικού αιτήματος, να μεταφέρει τις ημέρες ανικανότητας προς εργασία οι οποίες συμπίπτουν με την περίοδο της ετήσιας άδειας, εφόσον αυτές υπερβαίνουν τις έξι ημέρες άδειας. Ο χρόνος αυτός αναμονής δεν πρέπει όμως να περιορίζει το δικαίωμα του εργαζομένου για ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων.»

 Οι εφαρμοστέες συλλογικές συμβάσεις

15      Στη Φινλανδία, οι συλλογικές συμβάσεις προβλέπουν συχνά τη χορήγηση ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών μεγαλύτερης διάρκειας σε σχέση με την προβλεπόμενη στον νόμο περί ετήσιας άδειας. Αυτό ισχύει ιδίως στην περίπτωση, αφενός, της συλλογικής σύμβασης που συνάφθηκε μεταξύ της Terveyspalvelualan liitto ry, την οποία διαδέχθηκε η Hyvinvointialan liitto, και της TSN για την περίοδο μεταξύ 1ης Μαρτίου 2014 και 31ης Ιανουαρίου 2017, όσον αφορά τον κλάδο της υγείας (στο εξής: συλλογική σύμβαση του κλάδου της υγείας) και, αφετέρου, της συλλογικής σύμβασης μεταξύ της Satamaoperaattorit και της AKT για την περίοδο μεταξύ 1ης Φεβρουαρίου 2014 και 31ης Ιανουαρίου 2017, όσον αφορά τον κλάδο των φορτοεκφορτώσεων πλοίων (στο εξής: συλλογική σύμβαση του κλάδου των φορτοεκφορτώσεων πλοίων).

16      Δυνάμει του άρθρου 16, παράγραφος 1, της συλλογικής σύμβασης του κλάδου της υγείας, «η ετήσια άδεια καθορίζεται σύμφωνα με τον νόμο περί ετήσιας άδειας και τις κατωτέρω διατάξεις». Κατά το άρθρο 16, παράγραφος 7, της εν λόγω συλλογικής σύμβασης, «η ετήσια άδεια χορηγείται βάσει του νόμου περί ετήσιας άδειας».

17      Κατά το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, της συλλογικής σύμβασης του κλάδου των φορτοεκφορτώσεων πλοίων, «η διάρκεια της ετήσιας άδειας του εργαζομένου καθορίζεται σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο περί ετήσιας άδειας» και «η ετήσια άδεια χορηγείται βάσει του νόμου περί ετήσιας άδειας, εφόσον δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά».

 Οι διαφορές των κύριων δικών και τα προδικαστικά ερωτήματα

 Υπόθεση C-609/17

18      Η Marika Luoma εργάζεται, από τις 14 Νοεμβρίου 2011, στη Fimlab Laboratoriot Oy, ως βοηθός εργαστηρίου, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.

19      Κατ’ εφαρμογήν της συλλογικής σύμβασης του κλάδου της υγείας και λαμβανομένης υπόψη της προϋπηρεσίας της, η M. Luoma δικαιούνταν 42 εργάσιμες ημέρες, δηλαδή 7 εβδομάδες, ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, για την ετήσια περίοδο αναφοράς η οποία έληξε στις 31 Μαρτίου 2015.

20      Η M. Luoma έλαβε 6 ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών για την περίοδο από τη Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου έως την Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015. Στις 10 Αυγούστου 2015 ενημέρωσε τον εργοδότη της ότι έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στις 2 Σεπτεμβρίου 2015 και, ως εκ τούτου, ζήτησε η εν λόγω ετήσια άδεια να μεταφερθεί σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Κατόπιν της επέμβασης στην οποία υποβλήθηκε, η M. Luoma έλαβε αναρρωτική άδεια μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου 2015. Από τις 42 εργάσιμες ημέρες ετήσιας άδειας που δικαιούνταν, η ενδιαφερομένη είχε ήδη λάβει 22 ημέρες, δηλαδή 3 εβδομάδες και 4 εργάσιμες ημέρες. Η Fimlab Laboratoriot μετέφερε τις δύο πρώτες ημέρες της άδειας που έπρεπε να λάβει η ενδιαφερομένη δυνάμει του νόμου περί ετήσιας άδειας, αλλά όχι τις υπόλοιπες τέσσερις ημέρες άδειας τις οποίες δικαιούνταν βάσει της συλλογικής σύμβασης του κλάδου της υγείας, στηριζόμενη, συναφώς, στις διατάξεις του άρθρου 16, παράγραφοι 1 και 7, της εν λόγω συλλογικής σύμβασης και του άρθρου 25, παράγραφος 1, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως είχε τροποποιηθεί με τον νόμο (276/2013).

21      Η TSN, ως αντιπροσωπευτική οργάνωση εργαζομένων και υπογράφουσα τη συλλογική σύμβαση του κλάδου της υγείας, άσκησε ενώπιον του työtuomioistuin (δικαστηρίου εργατικών διαφορών, Φινλανδία) αγωγή με αίτημα να αναγνωριστεί ότι η M. Luoma δικαιούται, λαμβανομένης υπόψη της ανικανότητάς της προς εργασία λόγω της επέμβασης στην οποία υποβλήθηκε, να μεταφέρει σε μεταγενέστερη ημερομηνία ολόκληρη την άδεια που της χορηγήθηκε για το χρονικό διάστημα από 9 Σεπτεμβρίου έως 13 Σεπτεμβρίου 2015. Προς στήριξη της αγωγής, η TSN υποστήριξε ότι το άρθρο 25, παράγραφος 1, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο (276/2013), το οποίο έχει εφαρμογή εν προκειμένω βάσει όρου της συλλογικής σύμβασης για τον κλάδο της υγείας, αντιβαίνει στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 και στο άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη, διότι προβλέπει τη μεταφορά άδειας λόγω, μεταξύ άλλων, ασθενείας μόνον όσον αφορά τις ημέρες άδειας που προβλέπει ο νόμος αυτός και όχι για τις επιπλέον ημέρες άδειας που προβλέπονται από συλλογικές συμβάσεις.

22      Η Hyvinvointialan liitto, ως αντιπροσωπευτική οργάνωση εργοδοτών που διαδέχθηκε την Terveyspalvelualan liitto η οποία είχε υπογράψει τη συλλογική σύμβαση για τον κλάδο της υγείας, και η Fimlab Laboratoriot υποστηρίζουν ότι το άρθρο 25, παράγραφος 1, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο (276/2013), δεν παραβιάζει τις εν λόγω διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, επειδή αυτές δεν έχουν, κατά την άποψή τους, εφαρμογή στην επιπλέον ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών που χορηγείται δυνάμει του εθνικού δικαίου ή των συλλογικών συμβάσεων πέραν της ελάχιστης άδειας τεσσάρων εβδομάδων που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88.

23      Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εφαρμογή, εν προκειμένω, μέσω της συλλογικής σύμβασης του κλάδου της υγείας, του άρθρου 25, παράγραφος 1, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο (276/2013), συνάδει προς τις επιταγές του άρθρου 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 και του άρθρου 31, παράγραφος 2, του Χάρτη. Όσον αφορά την τελευταία διάταξη το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ειδικότερα εάν αυτή δύναται να έχει άμεσο αποτέλεσμα σε ένδικη διαφορά όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία αφορά σχέση εργασίας μεταξύ ιδιωτών.

24      Υπό τις συνθήκες αυτές, το työtuomioistuin (δικαστήριο εργατικών διαφορών) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Απαγορεύει το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας [2003/88] εθνική διάταξη στο πλαίσιο συλλογικής σύμβασης ή ερμηνεία τέτοιας διατάξεως βάσει της οποίας ο εργαζόμενος που κατά την έναρξη της ετήσιας άδειάς του ή μέρους αυτής είναι ανίκανος για εργασία στερείται του δικαιώματος μεταφοράς της άδειας που συμπίπτει με το εν λόγω χρονικό διάστημα και την οποία δικαιούται βάσει της συλλογικής σύμβασης, ακόμη και αν υποβάλει σχετικό αίτημα, όταν η άρνηση μεταφοράς της προβλεπόμενης από συλλογική σύμβαση άδειας δεν περιορίζει το δικαίωμα του εργαζομένου για ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων;

2)      Έχει το άρθρο 31, παράγραφος 2, του [Χάρτη] άμεσα έννομα αποτελέσματα σε εργασιακή σχέση που υφίσταται μεταξύ ιδιωτών, ήτοι οριζόντια άμεσα έννομα αποτελέσματα;

3)      Προστατεύει το άρθρο 31, παράγραφος 2, του [Χάρτη] κεκτημένο δικαίωμα άδειας της οποίας η διάρκεια υπερβαίνει την προβλεπόμενη στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 ελάχιστη ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων; Απαγορεύει η εν λόγω διάταξη του Χάρτη εθνική διάταξη στο πλαίσιο συλλογικής σύμβασης ή ερμηνεία τέτοιας διατάξεως βάσει της οποίας ο εργαζόμενος που κατά την έναρξη της ετήσιας άδειάς του ή μέρους αυτής είναι ανίκανος για εργασία στερείται του δικαιώματος μεταφοράς της άδειας που συμπίπτει με το εν λόγω χρονικό διάστημα και την οποία δικαιούται βάσει συλλογικής σύμβασης, ακόμη και αν υποβάλει σχετικό αίτημα, όταν η άρνηση μεταφοράς της προβλεπόμενης από συλλογική σύμβαση άδειας δεν περιορίζει το δικαίωμα του εργαζομένου για ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων;»

 Υπόθεση C-610/17

25      Ο Tapio Keränen εργάζεται στην Kemi Shipping Oy.

26      Βάσει της συλλογικής σύμβασης του κλάδου των φορτοεκφορτώσεων πλοίων, ο T. Keränen δικαιούνταν 30 εργάσιμες ημέρες, δηλαδή 5 εβδομάδες, ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, για την ετήσια περίοδο αναφοράς η οποία έληξε στις 31 Μαρτίου 2016.

27      Στις 29 Αυγούστου 2016, ήτοι μετά την έναρξη της ετήσιας άδειάς του στις 22 Αυγούστου 2016, ο Τ. Keränen ασθένησε. Ο ιατρός εργασίας τον οποίο επισκέφθηκε του χορήγησε αναρρωτική άδεια από την ημερομηνία αυτή έως τις 4 Σεπτεμβρίου 2016. Το αίτημα του Τ. Keränen να μεταφερθούν, λόγω της αναρρωτικής άδειας που έλαβε, οι έξι εργάσιμες ημέρες της ετήσιας άδειάς του απορρίφθηκε από την Kemi Shipping βάσει του άρθρου 10, παράγραφοι 1 και 2, της συλλογικής σύμβασης του κλάδου των φορτοεκφορτώσεων πλοίων και του άρθρου 25, παράγραφος 2, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο (182/2016), και η εταιρία αυτή προσμέτρησε αυτές τις έξι ημέρες αναρρωτικής άδειας στην ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών που έπρεπε να λάβει ο Τ. Keränen.

28      Η AKT, ως αντιπροσωπευτική οργάνωση εργαζομένων υπογράφουσα τη συλλογική σύμβαση του κλάδου των φορτοεκφορτώσεων πλοίων, άσκησε ενώπιον του työtuomioistuin (δικαστηρίου εργατικών διαφορών) αγωγή με αίτημα να αναγνωριστεί ότι η εφαρμογή του άρθρου 10, παράγραφοι 1 και 2, της εν λόγω συλλογικής σύμβασης δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή του άρθρου 25, παράγραφος 2, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο (182/2016), δεδομένου ότι, κατά την άποψη της οργάνωσης αυτής, η ως άνω διάταξη αντιβαίνει στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 και στο άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη.

29      Η Satamaoperaattorit, ως αντιπροσωπευτική οργάνωση εργοδοτών υπογράφουσα τη συλλογική σύμβαση του κλάδου της φορτοεκφορτώσεως πλοίων, και η Kemi Shipping υποστηρίζουν, για λόγους παρόμοιους με εκείνους που εκτίθενται στη σκέψη 22 της παρούσας απόφασης, ότι το εν λόγω άρθρο 25, παράγραφος 2, δεν παραβιάζει τις ως άνω διατάξεις του δικαίου της Ένωσης.

30      Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, αφενός, αν η εφαρμογή, εν προκειμένω, μέσω της συλλογικής σύμβασης του κλάδου της φορτοεκφορτώσεως πλοίων, του άρθρου 25, παράγραφος 1, του νόμου περί ετήσιας άδειας, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο (182/2016), συνάδει προς τις επιταγές του άρθρου 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 και του άρθρου 31, παράγραφος 2, του Χάρτη και, αφετέρου, αν η διάταξη αυτή του Χάρτη μπορεί να έχει οριζόντιο άμεσο αποτέλεσμα σε ένδικη διαφορά όπως αυτή της κύριας δίκης.

31      Υπό τις συνθήκες αυτές, το työtuomioistuin (δικαστήριο εργατικών διαφορών) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Απαγορεύει το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας [2003/88] εθνική διάταξη στο πλαίσιο συλλογικής σύμβασης ή ερμηνεία τέτοιας διατάξεως βάσει της οποίας ο εργαζόμενος που καθίσταται ανίκανος προς εργασία λόγω ασθένειας κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας ή μέρους αυτής στερείται του δικαιώματος μεταφοράς των έξι πρώτων ημερών ανικανότητας για εργασία που συμπίπτουν με την περίοδο της ετήσιας άδειας, ακόμη και αν υποβάλει σχετικό αίτημα, όταν οι εν λόγω ημέρες δεν περιορίζουν το δικαίωμα του εργαζομένου για ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων;

2)      Έχει το άρθρο 31, παράγραφος 2, του [Χάρτη] άμεσα έννομα αποτελέσματα σε εργασιακή σχέση που υφίσταται μεταξύ ιδιωτών, ήτοι οριζόντια άμεσα έννομα αποτελέσματα;

3)      Προστατεύει το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη κεκτημένο δικαίωμα άδειας της οποίας η διάρκεια υπερβαίνει την προβλεπόμενη στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας [2003/88] ελάχιστη ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων; Απαγορεύει η εν λόγω διάταξη του Χάρτη εθνική διάταξη στο πλαίσιο συλλογικής σύμβασης ή ερμηνεία τέτοιας διατάξεως βάσει της οποίας ο εργαζόμενος που καθίσταται ανίκανος προς εργασία λόγω ασθενείας κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας ή μέρους αυτής στερείται του δικαιώματος μεταφοράς των έξι πρώτων ημερών ανικανότητας για εργασία που συμπίπτουν με την περίοδο της ετήσιας άδειας, ακόμη και αν υποβάλει σχετικό αίτημα, όταν οι εν λόγω ημέρες δεν περιορίζουν το δικαίωμα του εργαζομένου για ετήσια άδεια τεσσάρων εβδομάδων;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

32      Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα στις υποθέσεις C-609/17 και C‑610/17, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 αντιτίθεται σε εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή σε συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης από τη διάταξη αυτή ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν το ενδεχόμενο μεταφοράς των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας.

33      Ως προς το ζήτημα αυτό, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η οδηγία 2003/88 δεν αντιτίθεται σε διατάξεις του εσωτερικού δικαίου που προβλέπουν δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, διάρκειας μεγαλύτερης των προβλεπόμενων στο άρθρο της 7, παράγραφος 1, τεσσάρων εβδομάδων, το οποίο ασκείται υπό τις προϋποθέσεις κτήσεως και χορηγήσεως που καθορίζει το εθνικό δίκαιο (πρβλ. αποφάσεις της 24ης Ιανουαρίου 2012, Dominguez, C-282/10, EU:C:2012:33, σκέψη 47, της 3ης Μαΐου 2012, Neidel, C-337/10, EU:C:2012:263, σκέψη 34, της 20ής Ιουλίου 2016, Maschek, C-341/15, EU:C:2016:576, σκέψη 38, και της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Hein, C-385/17, EU:C:2018:1018, σκέψη 31).

34      Πράγματι, από το γράμμα του άρθρου 1, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του άρθρου 7, παράγραφος 1, και του άρθρου 15 της οδηγίας 2003/88 προκύπτει σαφώς ότι η οδηγία αυτή σκοπεί αποκλειστικώς στον καθορισμό των στοιχειωδών προδιαγραφών ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας, χωρίς να θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν εθνικές διατάξεις οι οποίες είναι ευνοϊκότερες όσον αφορά την προστασία των εργαζομένων (αποφάσεις της 24ης Ιανουαρίου 2012, Dominguez, C-282/10, EU:C:2012:33, σκέψη 48, της 3ης Μαΐου 2012, Neidel, C-337/10, EU:C:2012:263, σκέψη 35, και της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Hein, C-385/17, EU:C:2018:1018, σκέψη 30).

35      Στην περίπτωση αυτή, οι επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας πέραν της ελάχιστης που επιτάσσει το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 δεν διέπονται από αυτήν, αλλά από το εθνικό δίκαιο, μη υποκείμενες στο καθεστώς που θεσπίζεται με την οδηγία, εξυπακουομένου όμως ότι οι ως άνω ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους εθνικές διατάξεις δεν μπορούν να αντισταθμίσουν ενδεχόμενη προσβολή των προβλεπόμενων από τη διάταξη αυτή του δικαίου της Ένωσης ελάχιστων ορίων προστασίας, μέσω, μεταξύ άλλων, της μειώσεως των οφειλόμενων για την άδεια αυτή αποδοχών των οποίων την καταβολή επίσης κατοχυρώνει η εν λόγω διάταξη (πρβλ. απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Hein, C‑385/17, EU:C:2018:1018, σκέψεις 42 και 43, και, κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Julián Hernández κ.λπ., C-198/13, EU:C:2014:2055, σκέψεις 43 και 44).

36      Ως εκ τούτου, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 58 των προτάσεών του, απόκειται στα κράτη μέλη, αφενός, να αποφασίζουν αν θα παράσχουν στους εργαζομένους επιπλέον ημέρες άδειας πέραν της ελάχιστης περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88, και, αφετέρου, να καθορίζουν, κατά περίπτωση, τις προϋποθέσεις κτήσης και απόσβεσης του δικαιώματος στις επιπλέον αυτές ημέρες άδειας, χωρίς να υποχρεούνται συναφώς να συμμορφώνονται προς τους προστατευτικούς κανόνες που έχει συναγάγει το Δικαστήριο όσον αφορά την εν λόγω ελάχιστη περίοδο.

37      Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει ιδίως κρίνει ότι, εφόσον προβλέπεται σε εθνική νομοθετική ρύθμιση και συλλογική σύμβαση ότι δεν θεμελιώνεται δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών για το έτος κατά το οποίο ο εργαζόμενος απουσίαζε λόγω ασθενείας ή μακροχρόνιας ασθενείας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή της εργασίας επί διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των δώδεκα διαδοχικών μηνών, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι το παρεχόμενο βάσει του εθνικού δικαίου δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διαφοροποιείται αναλόγως της αιτίας της απουσίας του εργαζομένου για λόγους υγείας, υπό τον όρο ότι η χρονική διάρκειά του είναι μεγαλύτερη ή ίση της ελάχιστης των τεσσάρων εβδομάδων την οποία προβλέπει το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 (απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2012, Dominguez, C-282/10, EU:C:2012:33, σκέψη 49).

38      Ομοίως, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να χορηγήσουν στους εργαζομένους επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της εν λόγω ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, είναι ελεύθερα να προβλέψουν δικαίωμα χρηματικής αποζημίωσης υπέρ των συνταξιοδοτούμενων εργαζομένων, στην περίπτωση που αυτοί δεν μπόρεσαν να λάβουν τις επιπλέον ημέρες άδειας πέραν της εν λόγω ελάχιστης περιόδου, επειδή αδυνατούσαν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους λόγω ασθενείας, και, εφόσον προβλέψουν τέτοιο δικαίωμα, είναι επίσης ελεύθερα να καθορίσουν τις προϋποθέσεις χορήγησης της αποζημίωσης αυτής (πρβλ. αποφάσεις της 3ης Μαΐου 2012, Neidel, C‑337/10, EU:C:2012:263, σκέψη 36, και της 20ής Ιουλίου 2016, Maschek, C-341/15, EU:C:2016:576, σκέψη 39).

39      Αντίστοιχη λύση πρέπει να γίνει δεκτή και στην περίπτωση εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων και συλλογικών συμβάσεων οι οποίες, όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, προβλέπουν υπέρ των εργαζομένων δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών μεγαλύτερης διάρκειας σε σχέση με την προβλεπόμενη στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 ελάχιστη περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα δεν αναγνωρίζουν δικαίωμα μεταφοράς όλων ή μέρους των επιπλέον ημερών άδειας πέραν της εν λόγω ελάχιστης περιόδου στην περίπτωση που ο εργαζόμενος κατέστη ανίκανος προς εργασία, λόγω ασθενείας, και η ανικανότητά του κάλυψε χρονικά ολόκληρη την περίοδο άδειας μετ’ αποδοχών ή μέρος αυτής. Πράγματι, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να προβλέπουν τέτοιο δικαίωμα μεταφοράς και, εφόσον αποφασίζουν να το προβλέψουν, να καθορίζουν τις προϋποθέσεις του, υπό τον όρο ότι ο εργαζόμενος πράγματι δικαιούται, ενόσω δεν τελεί σε ανικανότητα προς εργασία λόγω ασθενείας, άδεια μετ’ αποδοχών τουλάχιστον ίση προς την προαναφερθείσα ελάχιστη περίοδο των τεσσάρων εβδομάδων.

40      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα στις υποθέσεις C-609/17 και C‑610/17 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 δεν αντιτίθεται σε εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή σε συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν το ενδεχόμενο μεταφοράς των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας.

 Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

41      Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα στις υποθέσεις C-609/17 και C‑610/17, το οποίο πρέπει να εξεταστεί δεύτερο, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη αντιτίθεται σε εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή σε συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν το ενδεχόμενο μεταφοράς των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας.

42      Το πεδίο εφαρμογής του Χάρτη, όσον αφορά τη δράση των κρατών μελών, ορίζεται στο άρθρο 51, παράγραφος 1, το οποίο προβλέπει ότι οι διατάξεις του Χάρτη απευθύνονται στα κράτη μέλη μόνον όταν αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης (απόφαση της 13ης Ιουνίου 2017, Florescu κ.λπ., C‑258/14, EU:C:2017:448, σκέψη 44 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Κατά το άρθρο 51, παράγραφος 2, ο Χάρτης δεν διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης πέραν των αρμοδιοτήτων της Ένωσης και δεν δημιουργεί νέες αρμοδιότητες ή νέα καθήκοντα για την Ένωση ούτε τροποποιεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που καθορίζονται στις Συνθήκες.

43      Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι, κατά πάγια νομολογία, τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στην έννομη τάξη της Ένωσης μπορούν να εφαρμόζονται σε όλες τις καταστάσεις που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης (απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2018, Bauer και Willmeroth, C‑569/16 και C-570/16, EU:C:2018:871, σκέψη 52 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

44      Ως προς το ζήτημα αυτό, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το αιτούν δικαστήριο καλείται να εκθέσει την κατά τη γνώμη του σχέση μεταξύ των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης των οποίων ζητεί την ερμηνεία και της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας στην ενώπιόν του διαφορά. Πλην όμως, η απόφαση περί παραπομπής δεν περιέχει κανένα στοιχείο βάσει του οποίου να μπορεί να διαπιστωθεί ότι οι διαφορές των κύριων δικών αφορούν την ερμηνεία ή την εφαρμογή άλλων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης πλην της οδηγίας 2003/88 και του άρθρου 31, παράγραφος 2, του Χάρτη.

45      Ως εκ τούτου, επιβάλλεται να εξεταστεί αν πρέπει να γίνει δεκτό ότι εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν το ενδεχόμενο μεταφοράς των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας, εφαρμόζουν την εν λόγω οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη και αν, κατά συνέπεια, το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη μπορεί να εφαρμοστεί σε καταστάσεις όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες (πρβλ. απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2018, Bauer και Willmeroth, C-569/16 και C-570/16, EU:C:2018:871, σκέψη 53 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

46      Επομένως, το γεγονός απλώς και μόνον ότι ένα μέτρο του εσωτερικού δικαίου εμπίπτει, όπως εν προκειμένω, σε τομέα στον οποίο η Ένωση διαθέτει αρμοδιότητες δεν το εντάσσει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης και, ως εκ τούτου, δεν συνεπάγεται εφαρμογή του Χάρτη (πρβλ. απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Julián Hernández κ.λπ., C-198/13, EU:C:2014:2055, σκέψη 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

47      Υπενθυμίζεται επίσης, αφενός, ότι, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, η Ένωση έχει, στο τομέα της κοινωνικής πολιτικής και για τις πτυχές που καθορίζονται στη Συνθήκη ΛΕΕ, συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Αφετέρου, όπως ορίζει το άρθρο 153, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και υπενθυμίζει η αιτιολογική σκέψη 2 της οδηγίας 2003/88, η Ένωση υποστηρίζει και συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών στον τομέα της βελτίωσης του περιβάλλοντος εργασίας, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων.

48      Ως προς το ζήτημα αυτό, υπογραμμίζεται ότι η οδηγία 2003/88, η οποία, όπως υπενθυμίζεται στη σκέψη 34 της παρούσας απόφασης, καθορίζει στοιχειώδεις μόνο προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας, εκδόθηκε βάσει του άρθρου 137, παράγραφος 2, ΕΚ, νυν άρθρου 153, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Πλην όμως, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, ο όρος «στοιχειώδεις προδιαγραφές» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, απηχώντας διατάξεις του πρωτογενούς δικαίου, πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του άρθρου 137, παράγραφος 4, ΕΚ, νυν άρθρου 153, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ, το οποίο ορίζει ότι οι ως άνω στοιχειώδεις προδιαγραφές δεν εμποδίζουν την εκ μέρους των κρατών μελών διατήρηση ή θέσπιση αυστηρότερων προστατευτικών μέτρων, τα οποία συμβιβάζονται με τις Συνθήκες. Συνεπώς, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα, στο πλαίσιο της άσκησης της αρμοδιότητας που εξακολουθούν να έχουν, να θεσπίζουν τέτοιους κανόνες, αυστηρότερους σε σχέση με εκείνους που αφορά η παρέμβαση του νομοθέτη της Ένωσης, εφόσον δεν θίγουν τη συνοχή της παρέμβασης αυτής (πρβλ. απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1998, IP, C‑2/97, EU:C:1998:613, σκέψεις 35, 37 και 40).

49      Ειδικότερα, το άρθρο 15 της οδηγίας 2003/88, κατά το οποίο αυτή «δεν εμποδίζει» τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ευνοϊκότερες εθνικές διατάξεις για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, δεν παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να νομοθετούν δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, αλλά αναγνωρίζει απλώς την εξουσία τους να προβλέπουν στο εθνικό δίκαιο ευνοϊκότερες διατάξεις εκτός του πλαισίου του καθεστώτος που θεσπίζει η εν λόγω οδηγία (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Julián Hernández κ.λπ., C‑198/13, EU:C:2014:2055, σκέψη 44).

50      Κατά τούτο οι επίμαχες περιπτώσεις στις κύριες δίκες διαφέρουν από τις περιπτώσεις όπου μια πράξη της Ένωσης παρέχει στα κράτη μέλη την ελευθερία επιλογής μεταξύ διαφόρων τρόπων εφαρμογής ή διακριτική ευχέρεια ή εξουσία εκτιμήσεως η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του θεσπιζόμενου με την πράξη αυτή καθεστώτος ή ακόμη από την περίπτωση όπου η οικεία πράξη επιτρέπει τη λήψη, εκ μέρους των κρατών μελών, συγκεκριμένων μέτρων με σκοπό τη συμβολή στην επίτευξη του σκοπού της (βλ., όσον αφορά τις περιπτώσεις αυτές, αποφάσεις της 21ης Δεκεμβρίου 2011, N. S. κ.λπ., C-411/10 και C-493/10, EU:C:2011:865, σκέψεις 64 έως 68, της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ., C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψη 53, της 9ης Μαρτίου 2017, Milkova, C-406/15, EU:C:2017:198, σκέψεις 46, 47, 52 και 53 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 13ης Ιουνίου 2017, Florescu κ.λπ., C-258/14, EU:C:2017:448, σκέψη 48).

51      Εν προκειμένω, επισημαίνεται, τέλος, ότι η χορήγηση στους εργαζομένους επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων που κατοχυρώνει το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 και η μη μεταφορά των επιπλέον αυτών ημερών άδειας σε περίπτωση ασθένειας, κατ’ εφαρμογήν εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων και συλλογικών συμβάσεων όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, δεν μπορούν αφεαυτών να θίξουν ή να περιορίσουν την ελάχιστη προστασία που κατοχυρώνει υπέρ των εργαζομένων η ως άνω διάταξη (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Julián Hernández κ.λπ., C‑198/13, EU:C:2014:2055, σκέψη 43) ούτε να θέσουν υπό αμφισβήτηση άλλες διατάξεις της εν λόγω οδηγίας, τη συνοχή της ή τους σκοπούς που επιδιώκει.

52      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, όταν τα κράτη μέλη προβλέπουν επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας ελάχιστης διάρκειας των τεσσάρων εβδομάδων ή όταν επιτρέπουν στους κοινωνικούς εταίρους να προβλέψουν τέτοιες επιπλέον ημέρες, η χορήγηση των ημερών αυτών ή, ακόμη, ο καθορισμός των προϋποθέσεων της ενδεχόμενης μεταφοράς τους σε περίπτωση ασθένειας κατά τη διάρκεια της άδειας εμπίπτει στην αρμοδιότητα που εξακολουθούν να έχουν τα κράτη μέλη και δεν διέπεται από την εν λόγω οδηγία ούτε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Julián Hernández κ.λπ., C-198/13, EU:C:2014:2055, σκέψη 45).

53      Πλην όμως, όταν οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης στον οικείο τομέα δεν ρυθμίζουν ορισμένη πτυχή και δεν επιβάλλουν καμία συγκεκριμένη υποχρέωση στα κράτη μέλη όσον αφορά συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις που θεσπίζουν τα κράτη μέλη σχετικά με την πτυχή αυτή κείνται εκτός του πεδίου εφαρμογής του Χάρτη και οι περιπτώσεις αυτές δεν μπορούν να κριθούν υπό το πρίσμα των διατάξεών του (πρβλ. αποφάσεις της 10ης Ιουλίου 2014, Julián Hernández κ.λπ., C-198/13, EU:C:2014:2055, σκέψη 35, της 14ης Δεκεμβρίου 2017, Miravitlles Ciurana κ.λπ., C-243/16, EU:C:2017:969, σκέψη 34, καθώς και της 19ης Απριλίου 2018, Consorzio Italian Management και Catania Multiservizi, C-152/17, EU:C:2018:264, σκέψεις 34 και 35).

54      Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν την οδηγία 2003/88, κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη, θεσπίζοντας εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή επιτρέποντας τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων οι οποίες, όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, χορηγούν στους εργαζομένους επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ελάχιστης περιόδου των τεσσάρων εβδομάδων και προβλέπουν τις προϋποθέσεις ενδεχόμενης μεταφοράς των επιπλέον αυτών ημερών σε περίπτωση ασθενείας του εργαζομένου.

55      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα στις υποθέσεις C-609/17 και C-610/17 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη, σε συνδυασμό με το άρθρο του 51, παράγραφος 1, έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί όσον αφορά εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν το ενδεχόμενο μεταφοράς των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας.

 Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος

56      Λαμβανομένης υπόψη της απάντησης που δόθηκε στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα στις υποθέσεις C-609/17 και C-610/17, παρέλκει η εξέταση του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος στις υποθέσεις αυτές.

 Επί των δικαστικών εξόδων

57      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, δεν αντιτίθεται σε εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή σε συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν το ενδεχόμενο μεταφοράς των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας.

2)      Το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με το άρθρο του 51, παράγραφος 1, έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί όσον αφορά τέτοιες εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή συλλογικές συμβάσεις.

112448/2019 Τροποποίηση της 23451/ΕΥΣΣΑ 493/24.02.2017 υπουργικής απόφασης που αφορά στις «Διαδικασίες κατάρτισης, έγκρισης και υλοποίησης προγραμμάτων Τεχνικής Βοήθειας, διαδικασίες δημιουργίας και διατήρησης καταλόγων προμηθευτών για την ανάθεση και υλοποίηση ενεργειών Τεχνικής Βοήθειας» (ΦΕΚ Β’677), όπως ισχύει

Previous: Υποθέσεις C-609/17 και C-610/17 Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 7 – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 15 – Ευνοϊκότερες για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων διατάξεις του εθνικού δικαίου και συλλογικές συμβάσεις – Ανικανότητα προς εργασία του εργαζομένου, λόγω ασθενείας, κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Απόρριψη του αιτήματος περί μεταφοράς της ετήσιας άδειας όταν η μη μεταφορά δεν συνεπάγεται τη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας κάτω του ορίου των τεσσάρων εβδομάδων
$
0
0

Αριθμ. 112448/2019

(ΦΕΚ Β' 4194/19-11-2019)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Το άρθρο 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α’98).

2. Τον ν. 4314/2014 (ΦΕΚ 265 Α’) «Α) Για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014-2020, Β) Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2012/17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012 (ΕΕ L 156/16.6.2012) στο ελληνικό δίκαιο, τροποποίηση του ν. 3419/2005 (ΦΕΚ 297 Α’) και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει, και ειδικότερα τα άρθρα 48 και 70 αυτού.

3. Το ν. 3614/2007 (ΦΕΚ 267 Α’) «Διαχείριση, έλεγχος και εφαρμογή αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2007-2013», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

4. Το ν. 4412/2016 (ΦΕΚ 147 Α’) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» και ειδικότερα τα άρθρα 119 παρ. 4 και 329 παρ. 4 αυτού, ως ισχύει.

5. Το π.δ. 147/2017 (ΦΕΚ 192 Α’) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης».

6. Το π.δ. 81/2019 (ΦΕΚ 119/τ.Α’/08-07-2019) «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων.

7. Το π.δ. 83/2019 (ΦΕΚ 121/τ.Α’/09-07-2019) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

8. Την αριθμ. 47/18.07.2019 (ΦΕΚ Α’ 3100) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Ιωάννη Τσακίρη».

9. Την αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ493/24.2.2017 υπουργική απόφαση «Διαδικασίες κατάρτισης, έγκρισης και υλοποίησης προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας, διαδικασίες δημιουργίας και διατήρησης καταλόγων προμηθευτών για την ανάθεση και υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας» (ΦΕΚ 677/τ.Β’/03.03.2017), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.

10. Την αριθμ. 69136/ΕΥΘΥ627/22.6.2015 (ΦΕΚ 1451/τ.Β’/10.07.2015) υπουργική απόφαση «Αναδιάρθρωση της Ειδικής Υπηρεσίας Στρατηγικής, Σχεδιασμού και Αξιολόγησης του άρθρου 15 παρ. 1 του ν. 4314/2014 και αντικατάσταση της αριθμ. 35257/17.10.2001 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β’/1352), όπως ισχύει».

11. Την αριθμ. 69137/ΕΥΘΥ628/22.6.2015 (ΦΕΚ 1451/τ.Β’/10.07.2015) υπουργική απόφαση «Αναδιάρθρωση της Ειδικής Υπηρεσίας Θεσμικής Υποστήριξης του άρθρου 15 παρ. 3 του ν. 4314/2014 και αντικατάσταση της αριθμ. 3861/ΕΥΣ524/29.1.2008 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 7333 Β’), όπως ισχύει».

12. Την απόφαση της Επιτροπής των ΕΚ με αριθμ. C(2014) 7801 final/29.10.2014 για την έγκριση ορισμένων στοιχείων της αναθεωρημένης Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης με την Ελλάδα, η οποία κατήργησε την απόφαση C(2014)3542, ως ισχύει.

13. Την αριθμ. 137675/EΥΘΥ1016/2018 (ΦΕΚ 5968 Β’) υπουργική απόφαση για την αντικατάσταση της αριθμ. 110427/ΕΥΘΥ/1020/20.10.2016 (ΦΕΚ 3521 Β’) υπουργικής απόφασης με τίτλο «Τροποποίηση και αντικατάσταση της αριθμ. 81986/ΕΥΘΥ712/31.7.2015 (ΦΕΚ 1822 Β’) υπουργικής απόφασης "Εθνικοί κανόνες επιλεξιμότητας δαπανών για τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014-2020 Έλεγχοι νομιμότητας δημοσίων συμβάσεων συγχρηματοδοτούμενων πράξεων ΕΣΠΑ 2014-2020 από Αρχές Διαχείρισης και Ενδιάμεσους Φορείς Διαδικασία ενστάσεων επί των αποτελεσμάτων αξιολόγησης πράξεων"», ως ισχύει.

14. Το γεγονός ότι οι ενέργειες Τεχνικής Βοήθειας αφορούν στον προγραμματισμό, σχεδιασμό, προετοιμασία, διαχείριση, παρακολούθηση, αξιολόγηση, δημοσιότητα, εφαρμογή και έλεγχο των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ καθώς και δραστηριότητες για την ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας για την υλοποίηση των προγραμμάτων. Οι ανωτέρω ενέργειες χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή ενωσιακούς πόρους μέσω του προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

15. Την αναγκαιότητα προσαρμογής του καθεστώτος υλοποίησης των ενεργειών τεχνικής βοήθειας στις απαιτήσεις της προγραμματικής περιόδου 2014-2020, καθώς και στο νέο θεσμικό πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων στη βάση και της εμπειρίας από την υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας, που απαιτεί επαναπροσδιορισμό της επιλεξιμότητας των δράσεων για τη βελτίωση της ποιότητας και της διαφάνειας στη διαχείρισή τους, καθώς και τη μεγαλύτερη δυνατή θετική επίπτωση στην υποβοήθηση υλοποίησης των παρεμβάσεων.

16. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Την τροποποίηση της αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ493/24.2.2017 υπουργικής απόφασης «Διαδικασίες κατάρτισης, έγκρισης και υλοποίησης προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας, διαδικασίες δημιουργίας και διατήρησης καταλόγων προμηθευτών για την ανάθεση και υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας» (ΦΕΚ 677/τ.Β’/03.03.2017), όπως ισχύει, εφεξής υπουργική απόφαση, ως εξής:

Η παράγραφος Γ.6 του Υποπρογράμματος Β’ του Παραρτήματος της αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ493/24.2.2017 (Β’ 677) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης αντικαθίσταται ως εξής:

«Γ.6. Δαπάνες μετακινήσεων εσωτερικού εξωτερικού της Αρχής Ελέγχου, των Προϊστάμενων Αρχών, του προσωπικού τους και λοιπών προσώπων.
Περιλαμβάνονται οι δαπάνες μετακίνησης των στελεχών και των λοιπών προσώπων που μετακινούνται στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των ΠΑΑ και ΕΠΑλΘ, καθώς και του ΕΟΧ. Η κατηγορία αφορά στην Αρχή Ελέγχου.

Επιπροσθέτως, περιλαμβάνονται οι δαπάνες μετακίνησης των Αρχών που προΐστανται των Ειδικών Υπηρεσιών του ν. 4314/2014 (Υπουργός/Αναπληρωτής Υπουργός/ Υφυπουργός, Γενικός ή Ειδικός Γραμματέας Υπουργείου, Περιφερειάρχης, Προϊστάμενος Ε.Α.Σ.), καθώς επίσης και οι δαπάνες μετακίνησης των οδηγών, των συνοδών ασφαλείας και των συνεργατών που στελεχώνουν τα ιδιαίτερα γραφεία ή/και τα γραφεία ενημέρωσης και επικοινωνίας των ανωτέρω αρχών.

Οι παραπάνω δαπάνες καλύπτονται μόνο στην περίπτωση που η μετακίνηση αφορά δραστηριότητες του ΕΣΠΑ. Επίσης, μπορούν να καλυφθούν και οι δαπάνες μετακίνησης μελών επιτροπών ή ομάδων εργασίας που συστήνονται στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων με αντικείμενο σχετικό με το ΕΣΠΑ εάν δεν καλύπτονται από άλλη κατηγορία της παρούσας απόφασης.

Οι ανωτέρω δαπάνες μετακίνησης περιλαμβάνουν τα έξοδα κίνησης, τα έξοδα διανυκτέρευσης και την ημερήσια αποζημίωση. Καλύπτονται, επίσης, και τα έξοδα κίνησης και διαμονής που πρέπει να καταβληθούν για την ακύρωση μιας μετακίνησης.

Για τις μετακινήσεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται οι διατάξεις της αριθμ. 2/68332/ΔΕΠ/2016 κοινής υπουργικής απόφασης «Ρυθμίσεις για τις μετακινήσεις στο πλαίσιο ενεργειών Τεχνικής Βοήθειας του ΕΣΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των ΠΑΑ και ΕΠΑλΘ, του ΕΟΧ και του Μηχανισμού Διευκόλυνση Συνδέοντας την Ευρώπη» (Β’ 2943) και της υποπαραγράφου Δ9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α’ 94).

Η κατηγορία αυτή είναι επιλέξιμη στο Υποπρόγραμμα Β’και για όλα τα στελέχη μόνο όταν αιτιολογημένα προκύπτει ότι δεν επαρκούν οι αντίστοιχοι προβλεπόμενοι πόροι στις ίδιες ενέργειες του Υποπρογράμματος Α’ και συνεπώς έχει εγκριθεί από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων ετήσιος προϋπολογισμός στην κατηγορία. Στην περίπτωση εκδηλώσεων που χρηματοδοτούνται από την τεχνική βοήθεια του ΕΟΧ, την υποστήριξη του σημείου επαφής URBACT, του Στρατηγικού έργου υποστήριξης facility point της μακροπεριφερειακής στρατηγικής για την Αδριατική Ιόνιο, της πλατφόρμας υποστήριξης του άξονα 4 του διακρατικού προγράμματος MED, και του μηχανισμού Συνδέοντας την Ευρώπη (CEF), οι αντίστοιχες δαπάνες φιλοξενίας των προσκεκλημένων, συμμετεχόντων και εισηγητών καλύπτονται, μέχρι του ποσού της ημερήσιας αποζημίωσης των στελεχών της Ε.Α.Σ. (με προσκόμιση των αντίστοιχων παραστατικών πληρωμής)». Κατά τα λοιπά εξακολουθεί να ισχύει η αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ493/24.2.2017 υπουργική απόφαση «Διαδικασίες κατάρτισης, έγκρισης και υλοποίησης προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας, διαδικασίες δημιουργίας και διατήρησης καταλόγων προμηθευτών για την ανάθεση και υλοποίηση ενεργειών τεχνικής βοήθειας» (ΦΕΚ 677/τ.Β’/03.03.2017), όπως εκάστοτε ισχύει.

Η παρούσα ισχύει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2019

Ο Υφυπουργός
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>