Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

Άρθρα Η Εορτή της 28ης Οκτωβρίου 2016

Next: Yπόθεση C‑596/14 Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 2016 «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία 1999/70/ΕΚ – Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP – Ρήτρα 4 – Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων – Έννοια των “συνθηκών απασχολήσεως” – Αποζημίωση σε περίπτωση λύσεως της συμβάσεως εργασίας – Αποζημίωση μη προβλεπόμενη από την εθνική νομοθεσία για τις συμβάσεις προσωρινής απασχολήσεως – Διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τους εργαζομένους αορίστου χρόνου»
$
0
0

Ανδρέας Κ. Σακελλαριάδης
Λογιστής – Φοροτέχνης


Στον ιδιωτικό τομέα

Σύμφωνα με το Β.Δ. 748/1966 η 28η Οκτωβρίου είναι προαιρετική αργία .

«Άρθρο 4: Ημέραι αργίας
1.  Καθορίζονται ως ημέραι υποχρεωτικής αργίας αι κάτωθι:
α   Η 25η Μαρτίου.
β   Η Δευτέρα του Πάσχα.
γ   Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και
δ   Η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού.
2.  Καθορίζονται ως ημέραι προαιρετικής αργίας, κατά την κρίσιν του εργοδότου, αι κάτωθι:
α   Η 1η Μαΐου και
β   Η 28η Οκτωβρίου.»

Επίσης στην παρ. 7 του ιδίου άρθρου αναφέρονται:

«Η ημέρα της αργίας αρχίζει από την 00:00 ώρα και λήγει την 24:00 ώρα της συγκεκριμένης ημέρας που έχει ορισθεί σαν αργία. Ειδικά για τις επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας καθ’ όλο το 24ωρο, που απασχολούν τους μισθωτούς τους με το σύστημα των τριών (3) ομάδων εργασίας, η ημέρα της αργίας ξεκινά από 06:00 ώρα της ημέρας αυτής και λήγει την 06:00 ώρα της επόμενης ημέρας της αργίας.»
 
Ως ημέρα
προαιρετικής αργίας την 28η Οκτωβρίου η απασχόληση ή μη των μισθωτών εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του εργοδότη, ο οποίος υποχρεούται να γνωστοποιήσει εγκαίρως στο προσωπικό του εάν θα λειτουργήσει η επιχείρηση ή όχι την ημέρα αυτή.  

Η απασχόληση ή η μη απασχόληση κατά την 28η Οκτωβρίου έχει τις ίδιες συνέπειες με εκείνες της απασχολήσεως ή μη κατά τις υποχρεωτικές εορτές.

Συνεπώς κατόπιν των ανωτέρω και σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.435/1976 και των αποφάσεων  με  αριθμ. 8900/46 και 25825/51 των Υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών ισχύουν τα ακόλουθα :

Όσοι εργαζόμενοι ΕΡΓΑΣΘΟΥΝ κατά την ημέρα αυτή

α) Όσοι αμείβονται με ημερομίσθιο δικαιούνται το ημερομίσθιό τους προσαυξημένο κατά 75% (Οι εργοδότες έχουν την δυνατότητα την προσαύξηση του 75% να την υπολογίσουν επί του νομίμου ημερομισθίου που δικαιούνται οι εργαζόμενοι με βάση την ΣΣΕ στην οποία ανήκουν ή του νόμιμου πλέον μισθού εφόσον δεν ανήκουν σε κάποια ΣΣΕ και όχι επί του πράγματι καταβαλλομένου μεγαλύτερου ημερομισθίου).

β) Όσοι αμείβονται με μηνιαίο μισθό δικαιούνται πέραν του μηνιαίου μισθού τους προσαύξηση 75% επί του 1/25ου του νομίμου μισθού τους.

Σε περίπτωση παροχής εργασίας πέραν των 8 (6ήμερο) ή των 9 (5θήμερο) ως υπερωρία, η αποζημίωση που δικαιούνται οι εργαζόμενοι προφανώς θα υπολογισθεί επί του αυξημένου κατά 75% ωρομισθίου τους.

Στους εργαζόμενους που απασχολούνται σε επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας (π.χ. κλινικές, επισιτιστικά καταστήματα, συγκοινωνίες κ.λπ.) και η ημέρα αυτή ήταν εργάσιμη ημέρα και εργασθούν, θα καταβληθεί το ημερομίσθιό τους ή το 1/25 των μηνιαίων αποδοχών τους, με προσαύξηση 75%.

Όσοι εργαζόμενοι ΔΕΝ ΕΡΓΑΣΘΟΥΝ κατά την ημέρα αυτή

Αν η επιχείρηση λειτουργήσει
και οι μισθωτοί δεν προσέλθουν αδικαιολόγητα στην εργασία τους, δεν δικαιούνται να λάβουν το ημερομίσθιό τους ή το 1/25 του μηνιαίου μισθού τους.

Σε περίπτωση που ο εργοδότης δηλώσει ότι δεν θα λειτουργήσει η επιχείρηση του, αυτός υποχρεούται να καταβάλει στους μεν αμειβόμενους με ημερομίσθιο το συνηθισμένο ημερομίσθιο χωρίς καμία προσαύξηση διότι η μη απασχόληση τους δεν οφείλεται σε δική τους υπαιτιότητα (Αποφ. ΑΠ 303/1961 και ΑΠ 323/1962), αλλά στον εργοδότη τους, ενώ στους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό, πέρα από τον μισθό τους δεν δικαιούνται να λάβουν πρόσθετη αμοιβή.

Αναπληρωματική Ανάπαυση

Το θέμα της αναπληρωματικής αναπαύσεως, ορίζεται στην  παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Β.Δ 748/1966:

1. Μισθωτοί εκ των υπαγομένων εις τας διατάξεις του παρόντος απασχολούμενοι κατά Κυριακήν, εξαιρέσει της περιπτώσεως της παρ. 1 του άρθρο 6 του παρόντος άνω των πέντε ωρών, δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, αναπληρωματικής εβδομαδιαίας αναπαύσεως διαρκείας 24 συνεχών ωρών κατ΄ άλλην εργάσιμον ημέραν της αρξαμένης την Κυριακήν εβδομάδος, αρχομένων από της ώρας λήξεως της εργασία.

Η αναπληρωματική ανάπαυση συνεπώς  οφείλεται μόνον για την εργασία της Κυριακής και όχι και για την εργασία των υποχρεωτικών-προαιρετικών ημερών αργίας.
(Εάν συμπέσει η αργία με Κυριακή, τότε ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης, εφόσον ο εργαζόμενος έχει απασχοληθεί πάνω από πέντε (5) ώρες, σε άλλη ημέρα της εβδομάδας)

 

Στο δημόσιο τομέα

Η 28η Οκτωβρίου  αποτελεί αργία για το δημόσιο με βάση τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.1157/1981, ΦEK 126/A, και τις αποφάσεις : ΔΙΟΔ./Φ.62/237/6260/23.7.1987, ΦEK 451/B και  Αριθ.ΔΙΑΔΠ/Γ2/23321/17.01.00 – ΦEK 89/B)

Oι ημέρες αργίας για όσους εργάζονται στο Δημόσιο είναι:

H 25η Mαρτίου
H 28η Oκτωβρίου
H δεύτερη ημέρα των Xριστουγέννων
H 1η Iανουαρίου
Tα Θεοφάνεια (6η Iανουαρίου)
H δεύτερη ημέρα του Πάσχα
H 1η Mαΐου
H Kαθαρή Δευτέρα
H του Aγίου Πνεύματος (Δευτέρα της Πεντηκοστής)
H M. Παρασκευή
Tο M. Σάββατο
H της Kοιμήσεως της Θεοτόκου (15 Aυγούστου)

Για ορισμένους κλάδους του δημοσίου ορίζονται και άλλες ημέρες αργίας όπως π.χ. των Tριών Iεραρχών (30 Iανουαρίου) για τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς και η 17η Nοεμβρίου για όσους εργάζονται στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και στις ανώτερες σχολές.


Yπόθεση C‑596/14 Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 2016 «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία 1999/70/ΕΚ – Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP – Ρήτρα 4 – Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων – Έννοια των “συνθηκών απασχολήσεως” – Αποζημίωση σε περίπτωση λύσεως της συμβάσεως εργασίας – Αποζημίωση μη προβλεπόμενη από την εθνική νομοθεσία για τις συμβάσεις προσωρινής απασχολήσεως – Διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τους εργαζομένους αορίστου χρόνου»

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 2016 Στην υπόθεση C‑596/14  «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία 1999/70/ΕΚ – Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP – Ρήτρα 4 – Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων – Έννοια των “συνθηκών απασχολήσεως” – Αποζημίωση σε περίπτωση λύσεως της συμβάσεως εργασίας – Αποζημίωση μη προβλεπόμενη από την εθνική νομοθεσία για τις συμβάσεις προσωρινής απασχολήσεως – Διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τους εργαζομένους αορίστου χρόνου»

Στην υπόθεση C‑596/14,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Madrid (εφετείο Μαδρίτης, Ισπανία) με απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Δεκεμβρίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης

Ana de Diego Porras

κατά

Ministerio de Defensa,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. Biltgen (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet και M. Berger, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Bobek

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η A. de Diego Porras, εκπροσωπούμενη από τον J. Rello Ochayta, abogado,

–        η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον L. Banciella Rodríguez‑Miñón,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την S. Pardo Quintillán και τον M. van Beek,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της ρήτρας 4 της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου η οποία συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999 (στο εξής: συμφωνία-πλαίσιο) και έχει προσαρτηθεί στην οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP (ΕΕ 1999, L 175, σ. 43).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Ana de Diego Porras και του Ministerio de Defensa (Υπουργείου Άμυνας, Ισπανία) σχετικά με τον χαρακτηρισμό της συμβατικής σχέσεως που συνδέει τους διαδίκους και με την καταβολή αποζημιώσεως λόγω λύσεως της σχέσεως αυτής.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Από την αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας 1999/70 προκύπτει ότι «τα υπογράφοντα μέρη θέλησαν να συνάψουν μια συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου, όπου θα διαγράφονται οι γενικές αρχές και οι ελάχιστες απαιτήσεις για τις συμβάσεις εργασίας και τις εργασιακές σχέσεις ορισμένου χρόνου· έχουν δείξει την επιθυμία τους να βελτιώσουν την ποιότητα της εργασίας ορισμένου χρόνου, εξασφαλίζοντας την εφαρμογή της αρχής της μη διάκρισης, καθώς και να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο για να αποτραπεί η κατάχρηση που προκύπτει από διαδοχικές σχέσεις εργασίας ή συμβάσεις ορισμένου χρόνου».

4        Η οδηγία 1999/70 αποσκοπεί, κατά το άρθρο της 1, «στην υλοποίηση της συμφωνίας-πλαισίου […], που εμφαίνεται στο παράρτημα και η οποία συνήφθη […] μεταξύ διεπαγγελματικών οργανώσεων γενικού χαρακτήρα (CES, UNICE και CEEP)».

5        Το προοίμιο της συμφωνίας-πλαισίου διευκρινίζει στο τρίτο εδάφιο, ότι αυτή «καθορίζει τις γενικές αρχές και τις ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με την εργασία ορισμένου χρόνου, αναγνωρίζοντας ότι για τις λεπτομέρειες της εφαρμογής πρέπει να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά στοιχεία των συγκεκριμένων εθνικών, τομεακών και εποχιακών καταστάσεων. Η συμφωνία αυτή αναδεικνύει τη βούληση των κοινωνικών εταίρων να θεσπίσουν ένα γενικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, προστατεύοντάς τους από τις διακρίσεις, καθώς και για τη χρησιμοποίηση συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε μια βάση αποδοχής από τους εργοδότες και τους εργαζομένους».

6        Κατά τη ρήτρα 1 της συμφωνίας-πλαισίου, σκοπός της εν λόγω συμφωνίας-πλαισίου είναι, αφενός, η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας ορισμένου χρόνου με τη διασφάλιση της εφαρμογής της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων και, αφετέρου, η καθιέρωση ενός πλαισίου για να αποτραπεί η κατάχρηση που προκαλείται από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου.

7        Η ρήτρα 3 της συμφωνίας-πλαισίου, με τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας,

1.      ως “εργαζόμενος ορισμένου χρόνου” νοείται ένα πρόσωπο που έχει σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου συναφθείσα απευθείας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, η λήξη της οποίας καθορίζεται από αντικειμενικούς όρους, όπως παρέλευση συγκεκριμένης ημερομηνίας, ολοκλήρωση συγκεκριμένου έργου ή πραγματοποίηση συγκεκριμένου γεγονότος·

2.      ως “αντίστοιχος εργαζόμενος αορίστου χρόνου” νοείται ο εργαζόμενος που έχει σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου χρόνου στην ίδια επιχείρηση, και απασχολείται στην ίδια ή παρόμοια εργασία/απασχόληση, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων ή των δεξιοτήτων [...]».

8        Η ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου, με τίτλο «Αρχή της μη διάκρισης», προβλέπει στο σημείο της 1:

«Όσον αφορά τις συνθήκες απασχολήσεως, οι εργαζόμενοι ορισμένου χρόνου δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται δυσμενώς σε σχέση με τους αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου μόνο επειδή έχουν σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου, εκτός αν αυτό δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους.»

 Το ισπανικό δίκαιο

9        Σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 1, του texto refundido de la Ley del Estatuto de los Trabajadores, aprobado por el Real Decreto Legislativo 1/1995 (κωδικοποιημένο κείμενο του νόμου για τον Εργατικό Κώδικα, το οποίο προκύπτει από το βασιλικό νομοθετικό διάταγμα 1/1995), της 24ης Μαρτίου 1995 (BOE αριθ. 75, της 29ης Μαρτίου 1995, σ. 9654), ως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης (στο εξής: εργατικός κώδικας), η σύμβαση εργασίας μπορεί να είναι αορίστου ή ορισμένου χρόνου. Σύμβαση ορισμένου χρόνου μπορεί να συνάπτεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

«a)      όταν ο εργαζόμενος προσλαμβάνεται για να εκπληρώσει συγκεκριμένο έργο, το οποίο είναι αυτοτελές και μπορεί να διαχωριστεί από το σύνολο της δραστηριότητας της επιχειρήσεως, του οποίου η εκτέλεση, καίτοι υπόκειται σε χρονικούς περιορισμούς, είναι κατ’ αρχήν αορίστου διαρκείας. [...]

b)      όταν το απαιτούν οι συνθήκες της αγοράς, η σώρευση εργασίας ή ο υπερβολικός αριθμός παραγγελιών, ακόμα και στο πλαίσιο της συνήθους δραστηριότητας της επιχειρήσεως. [...]

c)      σε περίπτωση αντικαταστάσεως εργαζομένων οι οποίοι έχουν δικαίωμα διατηρήσεως της θέσεως εργασίας τους, υπό την προϋπόθεση ότι η σύμβαση εργασίας αναφέρει το συγκεκριμένο όνομα του αντικαθιστώμενου εργαζομένου και τον λόγο αντικαταστάσεως.»

10      Κατά το άρθρο 15, παράγραφος 3, του εργατικού κώδικα, «οι κατά παράβαση του νόμου συναφθείσες συμβάσεις ορισμένου χρόνου λογίζονται συναφθείσες ως αορίστου χρόνου».

11      Το Real Decreto 2720/1998 por el que se desarrolla el artículo 15 del Estatuto de los Trabajadores en materia de contratos de duración determinada (βασιλικό διάταγμα 2720/1998, περί εκτελέσεως του άρθρου 15 του εργατικού κώδικα όσον αφορά τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου), της 18ης Δεκεμβρίου 1998 (BOE αριθ. 7, της 8ης Ιανουαρίου 1999, σ. 568), καθορίζει, στο άρθρο του 4, παράγραφος 1, τη σύμβαση interinidad (προσωρινής απασχολήσεως) ως τη σύμβαση που συνάπτεται για την αντικατάσταση εργαζομένου της επιχειρήσεως ο οποίος έχει δικαίωμα διατηρήσεως της θέσεως εργασίας του δυνάμει της νομοθεσίας, συλλογικής συμβάσεως ή ατομικής συμφωνίας. Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, του εν λόγω βασιλικού διατάγματος, η σύμβαση πρέπει να προσδιορίζει τον αντικαθιστώμενο εργαζόμενο και τον λόγο αντικαταστάσεως. Η διάρκεια της συμβάσεως εργασίας interinidad αντιστοιχεί στη διάρκεια απουσίας του αντικαθιστώμενου εργαζομένου ο οποίος έχει δικαίωμα διατηρήσεως της θέσεως εργασίας του.

12      Από το άρθρο 15, παράγραφος 5, του εργατικού κώδικα προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι οι οποίοι προσελήφθησαν για συνεχή ή διακεκομμένη απασχόληση, διάρκειας μεγαλύτερης των 24 μηνών κατά τη διάρκεια περιόδου 30 μηνών, αποκτούν το καθεστώς μόνιμων εργαζομένων. Πάντως, οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις καταρτίσεως, στις συμβάσεις μερικής αντικαταστάσεως λόγω συνταξιοδοτήσεως ή στις συμβάσεις εργασίας interinidad, ούτε άλλωστε στις προσωρινές συμβάσεις εργασίας στο πλαίσιο δημόσιων προγραμμάτων απασχολήσεως-καταρτίσεως.

13      Το άρθρο 49, παράγραφος 1, στοιχείο c, του εργατικού κώδικα προβλέπει ότι, όταν λήγει η σύμβαση εργασίας, πλην των περιπτώσεων των συμβάσεων interinidad και των συμβάσεων καταρτίσεως, ο εργαζόμενος δικαιούται αποζημιώσεως ποσού ανάλογου προς το ποσό που αντιστοιχεί σε δώδεκα ημερομίσθια ανά έτος υπηρεσίας.

14      Κατά το άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο b, του εργατικού κώδικα, η λύση συμβάσεως εργασίας για αντικειμενικούς λόγους συνεπάγεται «την καταβολή στον εργαζόμενο, την ίδια χρονική στιγμή με την γραπτή κοινοποίηση, αποζημιώσεως είκοσι ημερομισθίων ανά έτος αρχαιότητας, αποζημίωση υπολογιζόμενη κατ’ αναλογίαν του αριθμού των εργάσιμων μηνών για τις μικρότερες του έτους περιόδους, με ανώτατο όριο δώδεκα μηνιαίων μισθών».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

15      Η A. de Diego Porras απασχολήθηκε, από τον Φεβρουάριο του 2003, με σειρά συμβάσεων εργασίας interinidad, ως γραμματέας σε διάφορες υποδιευθύνσεις του Υπουργείου Άμυνας. Η τελευταία σύμβαση εργασίας interinidad, συναφθείσα στις 17 Αυγούστου 2005, αποσκοπούσε στην αντικατάσταση της Mayoral Fernández, η οποία είχε απαλλαγεί πλήρως των επαγγελματικών υποχρεώσεών της για να ασκήσει συνδικαλιστικά καθήκοντα.

16      Κατ’ εφαρμογήν του Real Decreto-ley 20/2012 de medidas para garantizar la estabilidad presupuestaria y de fomento de la competitividad (βασιλικό νομοθετικό διάταγμα 20/2012 περί μέτρων διασφαλίσεως της δημοσιονομικής σταθερότητας και ενισχύσεως του ανταγωνισμού), της 13ης Ιουλίου 2012 (BOE αριθ. 168, της 14ης Ιουλίου 2012, σ. 50428), η απαλλαγή της Μayoral Fernandez από την εργασία ανακλήθηκε.

17      Με έγγραφο της 13ης Σεπτεμβρίου 2012, η A. de Diego Porras κλήθηκε να υπογράψει τη λύση της συμβάσεως εργασίας της με ισχύ από 30 Σεπτεμβρίου 2012 προκειμένου να καταστεί δυνατή η επανένταξη της Μayoral Fernandez στη θέση εργασίας της από 1ης Οκτωβρίου 2012.

18      Στις 19 Νοεμβρίου 2012, η A. de Diego Porras άσκησε αγωγή ενώπιον του Juzgado de lo Social n° 1 de Madrid (δικαστήριο εργατικών διαφορών υπʼ αριθ. 1, Μαδρίτη, Ισπανία) με σκοπό να αμφισβητήσει τόσο τη νομιμότητα της συμβάσεως εργασίας της όσο και τους όρους λύσεώς της.

19      Μετά την απόρριψη της αγωγής της με απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, η ενδιαφερόμενη άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Tribunal Superior de Justicia de Madrid (εφετείο Μαδρίτης, Ισπανία), ενώπιον του οποίου ισχυρίστηκε ότι οι συμβάσεις εργασίας interinidad, στο πλαίσιο των οποίων προσελήφθη, συνήφθησαν κατά παράβαση του νόμου και πρέπει να επαναχαρακτηρισθούν ως «σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου». Κατά συνέπεια, η λύση τέτοιας συμβάσεως συνεπάγεται την καταβολή αποζημιώσεως.

20      Το Tribunal Superior de Justicia de Madrid (εφετείο Μαδρίτης) διαπιστώνει, αφενός, ότι η πρόσληψη της A. de Diego Porras με σύμβαση εργασίας interinidad συνάδει με τις απαιτήσεις που απορρέουν από τις ισχύουσες εθνικές διατάξεις και, αφετέρου, ότι η λύση της εν λόγω συμβάσεως στηρίζεται σε αντικειμενικό λόγο.

21      Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον η A. de Diego Porras δικαιούται να απαιτεί την καταβολή αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας της. Πράγματι, στο ισπανικό δίκαιο, υπάρχει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των συνθηκών απασχολήσεως των εργαζομένων αορίστου χρόνου και των εργαζομένων ορισμένου χρόνου, καθόσον η καταβαλλόμενη αποζημίωση σε περίπτωση νόμιμης λύσεως της συμβάσεως εργασίας είναι 20 ημερομισθίων ανά έτος αρχαιότητας για τους πρώτους, ενώ ανέρχεται μόνο σε 12 ημερομίσθια ανά έτος υπηρεσίας για τους δεύτερους. Η ανισότητα αυτή είναι ακόμη εντονότερη όσον αφορά τους εργαζομένους που προσλαμβάνονται με σύμβαση εργασίας interinidad, στους οποίους η εθνική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει κανένα δικαίωμα αποζημιώσεως όταν η σύμβαση λήγει νομίμως.

22      Δεδομένου υπόψη ότι ουδείς αντικειμενικός λόγος φαίνεται να δικαιολογεί τη διαφορετική αυτή μεταχείριση, το αιτούν δικαστήριο εκφράζει αμφιβολίες ως προς το συμβατό των επίμαχων εθνικών διατάξεων με την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων μεταξύ εργαζομένων ορισμένου χρόνου και εργαζομένων αορίστου χρόνου, η οποία κατοχυρώνεται στη ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου, όπως ερμηνεύεται με τη νομολογία του Δικαστηρίου.

23      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal Superior de Justicia de Madrid (εφετείο Μαδρίτης) αποφάσισε να αναστείλει την έκδοση αποφάσεως και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Πρέπει να θεωρηθεί η αποζημίωση λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου ως εμπίπτουσα στις συνθήκες απασχολήσεως στις οποίες αναφέρεται η ρήτρα 4, σημείο 1, της [συμφωνίας πλαισίου];

2)      Εφόσον γίνει δεκτό ότι η εν λόγω αποζημίωση εμπίπτει στις συνθήκες απασχολήσεως, πρέπει οι εργαζόμενοι που έχουν σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου συναφθείσα απευθείας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, η λήξη της οποίας καθορίζεται από αντικειμενικούς όρους, όπως παρέλευση συγκεκριμένης ημερομηνίας, ολοκλήρωση συγκεκριμένου έργου ή παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας ή επέλευση συγκεκριμένου γεγονότος, να λάβουν κατά τη λύση της συμβάσεως την ίδια αποζημίωση με αυτή που θα αντιστοιχούσε σε εργαζόμενο με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου όταν η σύμβαση του τελευταίου λύεται για αντικειμενικούς λόγους;

3)      Εφόσον ο εργαζόμενος ορισμένου χρόνου δικαιούται την ίδια αποζημίωση με τον εργαζόμενο αορίστου χρόνου λόγω λύσεως της συμβάσεως για αντικειμενικούς λόγους, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το άρθρο 49, παράγραφος 1, στοιχείο c, του εργατικού κώδικα έχει μεταφέρει ορθά την οδηγία 1999/70[…] ή εισάγει διακρίσεις και έρχεται σε αντίθεση με αυτήν αντιβαίνοντας στον σκοπό και στο πρακτικό αποτέλεσμά της;

4)      Εφόσον δεν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι εξαιρέσεως των εργαζομένων των οποίων η σύμβαση εργασίας αποσκοπεί ουσιαστικώς στην αντικατάσταση εργαζομένου ο οποίος έχει δικαίωμα διατηρήσεως της θέσεως εργασίας του από το δικαίωμα αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως ορισμένου χρόνου, συνιστά δυσμενή διάκριση η διαφοροποίηση στην οποία προβαίνει ο εργατικός κώδικας μεταξύ των συνθηκών απασχολήσεως των εργαζομένων αυτών σε σχέση όχι μόνον προς τις συνθήκες απασχολήσεως των εργαζομένων αορίστου χρόνου αλλά και σε σχέση με αυτές των λοιπών κατηγοριών εργαζομένων ορισμένου χρόνου;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

24      Με το πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν η ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου έχει την έννοια ότι στις «συνθήκες απασχολήσεως» περιλαμβάνεται η αποζημίωση την οποία υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης σε εργαζόμενο λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου.

25      Εισαγωγικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, βάσει της ρήτρας 1, στοιχείο α΄, της συμφωνίας-πλαισίου, ένας από τους σκοπούς της είναι η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας ορισμένου χρόνου με τη διασφάλιση της εφαρμογής της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Επίσης, το προοίμιο της συμφωνίας-πλαισίου διευκρινίζει, στο τρίτο εδάφιο, ότι η συμφωνία αυτή «αναδεικνύει τη βούληση των κοινωνικών εταίρων να θεσπίσουν ένα γενικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, προστατεύοντάς τους από τις διακρίσεις». Η αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας 1999/70 επισημαίνει συναφώς ότι σκοπός της ως άνω συμφωνίας-πλαισίου είναι, μεταξύ άλλων, η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας ορισμένου χρόνου διά του καθορισμού ελάχιστων προδιαγραφών που θα διασφαλίζουν την εφαρμογή της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψη 47· της 12ης Δεκεμβρίου 2013, Carratù, C‑361/12, EU:C:2013:830, σκέψη 40, καθώς και της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψη 22).

26      Η συμφωνία-πλαίσιο, και ιδίως η ρήτρα της 4, αποσκοπεί στην εφαρμογή της εν λόγω αρχής στους εργαζομένους με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου προκειμένου να μη χρησιμοποιείται μια τέτοια σχέση εργασίας από τους εργοδότες για να στερήσει από τους εργαζομένους αυτούς τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στους εργαζομένους με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου (αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Del Cerro Alonso, C‑307/05, EU:C:2007:509, σκέψη 37· της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψη 48, καθώς και της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψη 23).

27      Λαμβανομένων υπόψη των σκοπών της συμφωνίας-πλαισίου, η ρήτρα της 4 πρέπει να νοηθεί ως έκφραση μιας αρχής του κοινωνικού δικαίου της Ένωσης η οποία δεν πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικώς (αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Del Cerro Alonso, C‑307/05, EU:C:2007:509, σκέψη 38· της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψη 49, καθώς και της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψη 24).

28      Όσον αφορά την έννοια των «συνθηκών απασχολήσεως» σύμφωνα με τη ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου, το Δικαστήριο έκρινε ότι αποφασιστικό κριτήριο για να καθοριστεί αν ένα μέτρο εμπίπτει στην ως άνω έννοια είναι ακριβώς το κριτήριο της απασχολήσεως, δηλαδή της σχέσεως εργασίας μεταξύ του εργαζομένου και του εργοδότη του (αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 2013, Carratù, C‑361/12, EU:C:2013:830, σκέψη 35, και της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψη 25).

29      Επομένως, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, στην έννοια των «συνθηκών απασχολήσεως» σύμφωνα με τη ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου, εμπίπτουν τα επιδόματα τριετίας που αντιπροσωπεύουν ένα από τα στοιχεία των αποδοχών που πρέπει να λαμβάνει εργαζόμενος ορισμένου χρόνου εξίσου με εργαζόμενο αορίστου χρόνου (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Del Cerro Alonso, C‑307/05, EU:C:2007:509, σκέψη 47, καθώς και της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψεις 50 έως 58).

30      Εξάλλου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η έννοια αυτή περιλαμβάνει και τους κανόνες σχετικά με τον καθορισμό της προθεσμίας προειδοποιήσεως που ισχύει σε περίπτωση καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου. Συναφώς, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι ερμηνεία της ρήτρας 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου η οποία αποκλείει από την έννοια των «συνθηκών απασχολήσεως», σύμφωνα με τη ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου, τους όρους λύσεως συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου θα περιόριζε, κατά παραβίαση του σκοπού για τον οποίο έχει θεσπισθεί η εν λόγω διάταξη, το πεδίο εφαρμογής της παρεχόμενης στους εργαζομένους με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου προστασίας κατά των διακρίσεων (βλ., συναφώς, απόφαση της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψεις 27 και 29).

31      Τα προεκτεθέντα ισχύουν πλήρως σε αποζημίωση όπως αυτή της κύριας δίκης. Δεδομένου ότι η αποζημίωση δίδεται στον εργαζόμενο λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας που τον συνδέει με τον εργοδότη του και πληροί το κριτήριο που θεσπίζεται στη σκέψη 28 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στην έννοια των «συνθηκών απασχολήσεως».

32      Συνεπώς, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου έχει την έννοια ότι στις «συνθήκες απασχολήσεως» περιλαμβάνεται η αποζημίωση την οποία υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο λόγω λύσεως της συμβάσεώς του εργασίας ορισμένου χρόνου.

 Επί του δευτέρου και του τετάρτου ερωτήματος

33      Με το δεύτερο έως και το τέταρτο ερώτημα, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν η ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία δεν αναγνωρίζει καμία αποζημίωση λόγω λύσεως συμβάσεως εργασίας εργαζομένου ο οποίος απασχολείται βάσει συμβάσεως εργασίας interinidad, ενώ η αποζημίωση αυτή χορηγείται, μεταξύ άλλων, σε αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου.

34       Όσον αφορά τη ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου, υπενθυμίζεται ότι, στο σημείο 1, απαγορεύει, ως προς τις συνθήκες απασχολήσεως, τη λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση των εργαζομένων ορισμένου χρόνου από τους αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου για τον λόγο και μόνον ότι οι δεύτεροι απασχολούνται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου, εκτός εάν η διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους.

35      Κατά πάγια νομολογία, η αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων απαιτεί να μην αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο όμοιες καταστάσεις ούτε καθ’ όμοιο τρόπο διαφορετικές καταστάσεις, εκτός και αν μια τέτοιου είδους μεταχείριση δικαιολογείται αντικειμενικώς (απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Rosado Santana, C‑177/10, EU:C:2011:557, σκέψη 65 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

36      Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι υφίσταται διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των εργαζομένων ορισμένου χρόνου και των εργαζομένων αορίστου χρόνου, καθόσον, αντιθέτως προς τους εργαζομένους που έχουν προσληφθεί δυνάμει συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου, οι βάσει συμβάσεως interinidad εργαζόμενοι δεν δικαιούνται καμίας αποζημιώσεως σε περίπτωση λύσεως της συμβάσεώς τους, τούτο δε ανεξαρτήτως της διάρκειας των περιόδων υπηρεσίας που έχουν συμπληρωθεί.

37      Συναφώς, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων πραγματώθηκε και εξειδικεύθηκε με τη συμφωνία-πλαίσιο αποκλειστικώς σε σχέση με τη διαφορετική μεταχείριση των εργαζομένων με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου έναντι των αντίστοιχων εργαζομένων με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου (διατάξεις της 11ης Νοεμβρίου 2010, Vino, C‑20/10, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:677, σκέψη 56· της 22ας Ιουνίου 2011, Vino, C‑161/11, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2011:420, σκέψη 28, και της 7ης Μαρτίου 2013, Rivas Montes, C‑178/12, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2013:150, σκέψη 43).

38      Αντιθέτως, η τυχόν διαφορετική μεταχείριση μεταξύ ορισμένων κατηγοριών προσωπικού ορισμένου χρόνου, όπως αυτή την οποία αναφέρει το αιτούν δικαστήριο στο τέταρτο ερώτημα, δεν εμπίπτουν στην αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων που κατοχυρώνεται στην εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο (διάταξη της 11ης Νοεμβρίου 2010, Vino, C‑20/10, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2010:677, σκέψη 57).

39      Λαμβανομένης υπόψη της διαπιστωθείσας ανισότητας, πρέπει, αρχικώς, να εξακριβωθεί αν οι καταστάσεις της κύριας δίκης είναι συγκρίσιμες και, στη συνέχεια, αν τυχόν η ανισότητα αυτή δικαιολογείται αντικειμενικώς.

 Επί της συγκρισιμότητας των επίμαχων καταστάσεων

40      Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον τα οικεία άτομα ασκούν πανομοιότυπη ή παρόμοια εργασία υπό την έννοια της συμφωνίας‑πλαισίου, πρέπει, κατ’ εφαρμογήν των ρητρών 3, σημείο 2, και 4, σημείο 1, αυτής, να εξεταστεί εάν, λαμβανομένου υπόψη ενός συνόλου παραγόντων, όπως η φύση της εργασίας, η κατάρτιση και οι όροι εργασίας, τα άτομα αυτά είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως ευρισκόμενα σε συγκρίσιμη κατάσταση (απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2012, Valenza κ.λπ., C‑302/11 έως C‑305/11, EU:C:2012:646, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψη 31).

41      Πράγματι, κατά τη νομολογία, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η εργασία που πραγματοποίησε εργαζόμενος όπως η προσφεύγουσα της κύριας δίκης στο πλαίσιο διαφόρων συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου δεν αντιστοιχεί στην εργασία των εργαζομένων αορίστου χρόνου, η προβαλλόμενη διαφορετική μεταχείριση ως προς τη χορήγηση αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας δεν είναι αντίθετη προς τη ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου, δεδομένου ότι η διαφορετική αυτή μεταχείριση θα αφορούσε διαφορετικές καταστάσεις (απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2012, Valenza κ.λπ., C‑302/11 έως C‑305/11, EU:C:2012:646, σκέψη 48 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

42      Καίτοι, τελικώς, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να καθορίσει αν η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, όταν ασκούσε καθήκοντα γραμματέα στο Υπουργείο Άμυνας στο πλαίσιο των διαφόρων συμβάσεών της εργασίας interinidad, βρισκόταν σε συγκρίσιμη κατάσταση με αυτή των εργαζομένων που είχαν προσληφθεί με συμβάσεις αορίστου χρόνου από την ίδια αρχή κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 18ης Οκτωβρίου 2012, Valenza κ.λπ., C‑302/11 έως C‑305/11, EU:C:2012:646, σκέψη 43 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και της 13ης Μαρτίου 2014, Nierodzik, C‑38/13, EU:C:2014:152, σκέψη 32), πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι, εν προκειμένω, από τα στοιχεία της ενώπιον του Δικαστηρίου προσκομισθείσας δικογραφίας προκύπτει ότι η προσφεύγουσα της κύριας δίκης πραγματοποιούσε εργασία ανάλογη ή πανομοιότυπη με την εργασία εργαζομένου αορίστου χρόνου.

43      Πράγματι, από το γεγονός ότι η εν λόγω προσφεύγουσα κατείχε για επτά συναπτά έτη την ίδια θέση εργασίας με υπάλληλο η οποία είχε απαλλαγεί πλήρως από τις επαγγελματικές υποχρεώσεις της για να ασκήσει συνδικαλιστικά καθήκοντα μπορεί να συναχθεί ότι, όχι μόνον η ενδιαφερομένη είχε την απαραίτητη κατάρτιση για την εν λόγω θέση εργασίας, αλλά πραγματοποιούσε και την ίδια εργασία με το πρόσωπο που κλήθηκε να αντικαταστήσει μονίμως κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης αυτής χρονικής περιόδου, και μάλιστα υπό τις ίδιες εργασιακές συνθήκες.

44      Ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρηθεί ότι η κατάσταση εργαζομένου ορισμένου χρόνου στην οποία βρίσκεται η προσφεύγουσα της κύριας δίκης είναι συγκρίσιμη με αυτήν εργαζομένου αορίστου χρόνου.

 Επί της υπάρξεως αντικειμενικής δικαιολογίας

45      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η έννοια των «αντικειμενικών λόγων» απαιτεί η διαπιστωθείσα άνιση μεταχείριση να δικαιολογείται από την ύπαρξη σαφών και συγκεκριμένων στοιχείων, χαρακτηριστικών του οικείου όρου εργασίας στο ειδικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται και βάσει αντικειμενικών και διαφανών κριτηρίων, προκειμένου να ελεγχθεί αν η άνιση αυτή μεταχείριση ανταποκρίνεται σε μια γνήσια ανάγκη, αν είναι κατάλληλη προς επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού και αν είναι αναγκαία προς τούτο. Τα εν λόγω στοιχεία μπορούν να ανάγονται, μεταξύ άλλων, στην ιδιαίτερη φύση των καθηκόντων για την εκτέλεση των οποίων έχουν συναφθεί οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου και στα εγγενή χαρακτηριστικά των καθηκόντων αυτών ή, ενδεχομένως, στην επιδίωξη θεμιτού σκοπού κοινωνικής πολιτικής εκ μέρους κράτους μέλους (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Del Cerro Alonso, C‑307/05, EU:C:2007:509, σκέψεις 53 και 58· της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψη 55· της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Rosado Santana, C‑177/10, EU:C:2011:557, σκέψη 73, καθώς και της 18ης Οκτωβρίου 2012, Valenza κ.λπ., C‑302/11 έως C‑305/11, EU:C:2012:646, σκέψη 51).

46      Επομένως, η έννοια των «αντικειμενικών λόγων», κατά τη ρήτρα 4, σημεία 1 και/ή 4, της συμφωνίας-πλαισίου, πρέπει να νοηθεί ως μη δικαιολογούσα διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των εργαζομένων με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου και των εργαζομένων με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου εκ του γεγονότος ότι η διαφορετική αυτή μεταχείριση προβλέπεται από γενικό και αφηρημένο εθνικό κανόνα δικαίου, όπως είναι ο νόμος ή η συλλογική σύμβαση (αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Del Cerro Alonso, C‑307/05, EU:C:2007:509, σκέψη 57· της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψη 54· της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Rosado Santana, C‑177/10, EU:C:2011:557, σκέψη 72, καθώς και της 18ης Οκτωβρίου 2012, Valenza κ.λπ., C‑302/11 έως C‑305/11, EU:C:2012:646, σκέψη 50).

47      Εξάλλου, η επίκληση απλώς και μόνον του προσωρινού χαρακτήρα της απασχολήσεως του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης δεν ανταποκρίνεται σε αυτές τις απαιτήσεις και, επομένως, δεν δύναται να αποτελέσει «αντικειμενικό λόγο» κατά την έννοια της ρήτρας 4, σημεία 1 και/ή 4, της συμφωνίας-πλαισίου. Πράγματι, εάν γινόταν δεκτό ότι απλώς και μόνον ο προσωρινός χαρακτήρας της σχέσεως εργασίας αρκεί για τη δικαιολόγηση της διαφορετικής μεταχειρίσεως μεταξύ εργαζομένων με σχέση ορισμένου χρόνου και εργαζομένων με σχέση αορίστου χρόνου, οι σκοποί της οδηγίας 1999/70 και της συμφωνίας-πλαισίου θα καθίσταντο κενοί περιεχομένου και θα διαιωνιζόταν μια κατάσταση δυσμενής για τους εργαζομένους με σχέση ορισμένου χρόνου (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Gavieiro Gavieiro και Iglesias Torres, C‑444/09 και C‑456/09, EU:C:2010:819, σκέψεις 56 και 57· της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Rosado Santana, C‑177/10, EU:C:2011:557, σκέψη 74, καθώς και της 18ης Οκτωβρίου 2012, Valenza κ.λπ., C‑302/11 έως C‑305/11, EU:C:2012:646, σκέψη 52).

48      Οι παρασχεθείσες από την Ισπανική Κυβέρνηση διευκρινίσεις αφορούν τη διαφορά ως προς τη φύση και το αντικείμενο μεταξύ των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου, καθόσον αυτή έγκειται στη διάρκειά τους καθώς και στην προσδοκία σταθερότητας της εργασιακής σχέσης.

49      Συναφώς, καίτοι, κατ’ αρχήν, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να καθορίσει αν τα ενώπιόν του προβληθέντα επιχειρήματα συνιστούν «αντικειμενικούς λόγους» κατά την έννοια της ρήτρας 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου, λαμβανομένης υπόψη της υπομνησθείσας στη σκέψη 42 της παρούσας αποφάσεως νομολογίας, επισημαίνεται εντούτοις ότι η Ισπανική Κυβέρνηση απλώς τονίζει τη διαφορά της φύσεως και του αντικειμένου που διακρίνει τις συμβάσεις εργασίας interinidad από τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, επικαλούμενη το κριτήριο της διάρκειας και την προσδοκία σταθερότητας της συμβατικής σχέσης των δεύτερων.

50      Ωστόσο, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 46 και 47 της παρούσας αποφάσεως, ούτε η προσωρινή φύση της εργασιακής σχέσης ούτε η ανυπαρξία διατάξεως στην εθνική νομοθεσία σχετικά με τη χορήγηση αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας interinidad μπορούν να αποτελέσουν, αφεαυτών, αντικειμενικούς λόγους.

51      Επιπλέον, το επιχείρημα που αντλείται από την προβλεψιμότητα της λήξεως της συμβάσεως εργασίας interinidad δεν βασίζεται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια, ενώ όχι μόνον, βάσει των πραγματικών περιστατικών, τέτοιου είδους σύμβαση εργασίας interinidad μπορεί να διαιωνιστεί, όπως στην περίπτωση της προσφεύγουσας της κύριας δίκης της οποίας οι συμβατικές σχέσεις διήρκεσαν άνω των δέκα ετών, αλλά επίσης το επιχείρημα αυτό ανατρέπεται από το γεγονός ότι, σε αντίστοιχες καταστάσεις, η σχετική εθνική νομοθεσία προβλέπει τη χορήγηση αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων ορισμένου χρόνου.

52      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο δεύτερο έως και το τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία δεν αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας σε εργαζόμενο στο πλαίσιο συμβάσεως εργασίας interinidad, ενώ επιτρέπει τη χορήγηση τέτοιας αποζημιώσεως, μεταξύ άλλων, σε αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου. Το γεγονός και μόνον ότι ο εν λόγω εργαζόμενος πραγματοποίησε την εργασία του βάσει συμβάσεως εργασίας interinidad δεν αποτελεί αντικειμενικό λόγο, ο οποίος να δικαιολογεί τη μη χορήγηση της αποζημιώσεως αυτής στον ως άνω εργαζόμενο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

53      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Η ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου η οποία συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999 και έχει προσαρτηθεί στην οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP, έχει την έννοια ότι στις «συνθήκες απασχολήσεως» περιλαμβάνεται η αποζημίωση την οποία υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας του ορισμένου χρόνου.

2)      Η ρήτρα 4 της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, η οποία έχει προσαρτηθεί στην οδηγία 1999/70, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία δεν αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως λόγω λύσεως της συμβάσεως εργασίας σε εργαζόμενο στο πλαίσιο συμβάσεως εργασίας interinidad, ενώ επιτρέπει τη χορήγηση τέτοιας αποζημιώσεως, μεταξύ άλλων, σε αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου. Το γεγονός και μόνον ότι ο εν λόγω εργαζόμενος πραγματοποίησε την εργασία του βάσει συμβάσεως εργασίας interinidad δεν αποτελεί αντικειμενικό λόγο, ο οποίος να δικαιολογεί τη μη χορήγηση της αποζημιώσεως αυτής στον ως άνω εργαζόμενο.

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 254/2016 Επιβολή κατάσχεσης, κατά τον ΚΕΔΕ, στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος, ως τρίτου, θετική δήλωση αυτού και απόδοση του κατασχεθέντος ποσού. Δεν επιτρέπεται η εκ μέρους της κατασχούσας Δ.Ο.Υ. επιστροφή του κατατεθέντος ποσού στο πιστωτικό ίδρυμα, σε περίπτωση που αυτό προβεί σε εκπρόθεσμη αρνητική δήλωση με την επίκληση πλάνης, ως προς το πρόσωπο του καθ’ ού η κατάσχεση προσώπου

Previous: Yπόθεση C‑596/14 Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 2016 «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία 1999/70/ΕΚ – Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP – Ρήτρα 4 – Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων – Έννοια των “συνθηκών απασχολήσεως” – Αποζημίωση σε περίπτωση λύσεως της συμβάσεως εργασίας – Αποζημίωση μη προβλεπόμενη από την εθνική νομοθεσία για τις συμβάσεις προσωρινής απασχολήσεως – Διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τους εργαζομένους αορίστου χρόνου»
$
0
0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός Γνωμοδότησης: 254/2016

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΤΜΗΜΑ Α

Συνεδρίαση της 12ης Οκτωβρίου 2016

Σύνθεση :
Πρόεδρος : Ανδρέας Χαρλαύτης, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.
Μέλη: Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, Στυλιανή Χαριτάκη, Αδαμαντία Καπετανάκη, Αγγελική Καστανά, Ελένη Πασαμιχάλη, , Ευσταθία Τσαούση, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.
Εισηγήτρια: Μαρία Βλάσση, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.
Αριθμ. Ερωτήματος : Το υπ'αριθμ. πρωτ. Δ.ΕΙΣΠΡ. Β1165643 ΕΞ/30-11-2015 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών, Γενική Γραμματεία Δημόσιων Εσόδων, Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης - Διεύθυνση Εισπράξεων.
Περίληψη Ερωτήματος : Ερωτάται εάν, για την περίπτωση κατά την οποία διενεργήθηκε - σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ - κατάσχεση στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος, ως τρίτου και επακολούθησε θετική δήλωση, όπως και απόδοση του κατασχεθέντος ποσού, «νομιμοποιείται» η κατασχούσα ΔΟΥ να επιστρέψει το κατατεθέν ποσό στο τρίτο πιστωτικό ίδρυμα, όταν τούτο, μετά την παρέλευση της σχετικής νόμιμης προθεσμίας προβεί σε αρνητική δήλωση και επικαλείται ότι η προηγούμενη θετική δήλωση οφείλεται σε πλάνη του, ως προς το πρόσωπο του καθ'ού η κατάσχεση προσώπου.

Επί του παραπάνω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Α') γνωμοδότησε ως ακολούθως:

I. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

1. Για την αναγκαστική εξόφληση οφειλών συνολικού ποσού 8.823,99 ευρώ της οφειλέτριας του Δημοσίου ,Χ.Μ., που προέρχονταν από δάνεια ΚΑΧΚΕΕΔ και φόρο εισοδήματος η Δ.Ο.Υ. Αγίων Αναργύρων επέδωσε, στις 21-2-2014 ,το υπ'αριθ. 9133/519/10-2-2014 κατασχετήριο και στις 26-2-2014 το υπ'αρ. 9524/566/12-2-2014 κατασχετήριο, στα χέρια της Ε. Τράπεζας της Ελλάδος, ως τρίτης.

Επακολούθησαν οι εκ μέρους του ως άνω πιστωτικού ιδρύματος υπ'αρ. 19487/28-2-2014 και 2217/6-32014 δηλώσεις, ενώπιον της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αθηνών και η απόδοση από τούτο ,στις 23-4-2014 ,των ποσών των 1.490,69 και 745,34 ευρώ, τα οποία στις 2-5-2014 πιστώθηκαν έναντι των βεβαιωμένων οφειλών.

Ωστόσο,ο πληρεξούσιος της πιο πάνω Τράπεζας εμφανίσθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, και έκανε τις υπ' αριθ. 1265, 1266/4-2-2015 δηλώσεις τρίτου, διορθωτικές των προαναφερόμενων θετικών δηλώσεων. Με τις νεότερες δηλώσεις η Τράπεζα επικαλέσθηκε ότι οι αρχικές θετικές δηλώσεις ήταν απόρροια πλάνης της, ως προς το πρόσωπο της καθ'ης η κατάσχεση. Συγκεκριμένα προέκυψε, μετά από έρευνα, ότι η καθ'ης η κατάσχεση Χ. Μ. του Γ. και της Ε., τηρούσε μόνο ένα λογαριασμό καταθέσεων, αλλά με μηδενικό υπόλοιπο κατά το χρόνο επίδοσης και των δύο κατασχετηρίων. Επίσης, τα ποσά που δεσμεύθηκαν και αποδόθηκαν στο Δημόσιο για τις οφειλές της ως άνω οφειλέτριάς του προέρχονται από λογαριασμό, δικαιούχος του οποίου είναι η Χ. Μ. του Γ. και της Ε., με διαφορετικό αριθμό φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) .

Εν συνεχεία, η Ε.Τράπεζα της Ελλάδος (Κατάστημα Άνω Λιοσίων) απέστειλε στη Δ.Ο.Υ. Αγ. Αναργύρων το από 9-2-2015 έγγραφο, με το οποίο διευκρινίζει ότι το ποσό των 2.236,03 ευρώ (1.490,69+745,34) απέδωσε η ίδια στην πραγματική δικαιούχο, αλλά ζητά την επιστροφή του από τη Δ.Ο.Υ., με τον ισχυρισμό ότι η καθ'ης η κατάσχεση κατέστη κατ' αυτό το ποσό ,αδικαιολογήτως, πλουσιότερη εις βάρος της (της Τράπεζας).

-II- Νομοθετικό Πλαίσιο

2. Στο άρθρο 30 του Ν.Δ. 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (ΦΕΚ Α'90/1974) ορίζεται, ότι:
1. Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτων των εις χείρας αυτών ευρισκομένων χρημάτων, καρπών και άλλων κινητών πραγμάτων του οφειλέτου του Δημοσίου ή των οφειλομένων εν γένει προς αυτό, ενεργείται υπό του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου διά κατασχετηρίου εγγράφου..........»

3. Στο άρθρο 30Α του Ν.Δ. 356/1974 ορίζεται, ότι:
«Ειδικά για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων, το κατασχετήριο έγγραφο κοινοποιείται στο κεντρικό κατάστημα ή σε οποιοδήποτε υποκατάστημα αυτών και μπορεί να περιέχει πολλούς οφειλέτες του Δημοσίου. Στο κατασχετήριο αυτό έγγραφο επισυνάπτεται για τον κάθε οφειλέτη πίνακας στον οποίο αναφέρεται το είδος και το ποσό κάθε οφειλής ως και ο αριθμός και η χρονολογία βεβαίωσης της. Η δήλωση του πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32, γίνεται κοινή για όλους τους οφειλέτες του κατασχετηρίου εγγράφου και συνοδεύεται απαραίτητα από παραστατικό κίνησης του τραπεζικού λογαριασμού του κάθε οφειλέτη για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ημερών πριν την ημερομηνία επίδοσης του κατασχετηρίου εγγράφου και μιας ημέρας μετά από αυτήν, άλλως θεωρείται ότι δεν υποβλήθηκε ποτέ δήλωση. Η απόδοση των ποσών στην υπηρεσία που επέβαλε την κατάσχεση γίνεται υποχρεωτικά εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή της δήλωσης του πιστωτικού ιδρύματος. Οι διατάξεις των άρθρων 87 και 88 του ν.δ. 17.7/13.8.1923 (ΦΕΚ 224 Α) δεν εφαρμόζονται. Για την ανωτέρω διαδικασία δεν καταβάλλονται έξοδα. »

4. Στο Άρθρο 30Β του ίδιου ως άνω Ν.Δ., που προστέθηκε με το άρθρο 66 Ν.4170/2013(ΦΕΚ Α 163/12.7.2013) ορίζεται, ότι:
«1. Προκειμένου ειδικά για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων, οι κοινοποιήσεις τόσο του κατασχετηρίου όσο και της δήλωσης του άρθρου 32 με το πιο πάνω παραστατικό, ενεργούνται μέσω μοναδικών διαμετακομιστικών κόμβων ηλεκτρονικής διασύνδεσης και επικοινωνίας τα οποία συνδέονται μεταξύ τους κατά τρόπο ασφαλή και ορίζονται από κοινού από το Ελληνικό Δημόσιο και όλα τα εγκατεστημένα στη χώρα πιστωτικά ιδρύματα, όπως εκπροσωπούνται για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών ή την Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών κατά περίπτωση. Η κοινοποίηση του κατασχετηρίου θεωρείται ότι συντελέστηκε κατά την ημερομηνία και ώρα αποστολής της ηλεκτρονικής βεβαίωσης παραλαβής του από το πιστωτικό ίδρυμα, μέσω του διαμετακομιστικού κόμβου που δηλώθηκε από αυτό. Η επίδοση της δήλωσης του άρθρου 32 θεωρείται ότι συντελέσθηκε κατά την ημερομηνία και ώρα αποστολής της ηλεκτρονικής βεβαίωσης παραλαβής της, μέσω του διαμετακομιστικού κόμβου που δηλώθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο.............2. Τα κατασχεθέντα ποσά αποδίδονται είτε στο λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος είτε στην υπηρεσία που επέβαλε την κατάσχεση υποχρεωτικά εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή της δήλωσης του πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με διαδικασία που ορίζεται στην απόφαση της προηγούμενης παραγράφου. 3. ........4. Η διαδικασία των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος άρθρου τίθεται σε πλήρη λειτουργία εξήντα (60) ημέρες από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οπότε καθίσταται υποχρεωτική για τους φορείς του Δημοσίου, οι οποίοι μπορεί να εφαρμόζουν τη διαδικασία του άρθρου 30Α του ν.δ. 356/1974 μόνο σε περιπτώσεις που για λόγους ανωτέρας βίας αποκλείεται η ηλεκτρονική επικοινωνία της παραγράφου 1 του παρόντος.......»

5. Το άρθρον 32, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο Α υποπαρ.5 άρθρου τρίτου του Ν.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014 ορίζει
«1. Εάν ο τρίτος ουδέν οφείλει ή δεν οφείλει όλα τα αναφερόμενα εις το κατασχετήριον έγγραφον του Δημοσίου Ταμείου χρήματα ως και άλλα πράγματα ή δεν υποχρεούται εις την άμεσον απόδοσιν αυτών, ένεκα των υφισταμένων μεταξύ αυτού και του οφειλέτου συμφωνιών ή εξ άλλου νομίμου λόγου, ο τρίτος οφείλει να δηλώση τούτο εντός οκτώ ημερών από της επιδόσεως του κατασχετηρίου.Ειδικά για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου γίνεται εντός οκτώ εργασίμων ημερών από την επίδοση του κατασχετηρίου........»

6. Τέλος το άρθρο 33 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρ.67 Ν.3842/2010,ΦΕΚ Α 58/23.4.2010 ορίζει « Εάν ο τρίτος δεν προβεί σε δήλωση ή προβεί εκπρόθεσμα ή χωρίς την τήρηση του τύπου που προβλέπεται από το άρθρο 32 του παρόντος λογίζεται οφειλέτης του Δημοσίου για το σύνολο της απαίτησης, για την οποία επιβλήθηκε η κατάσχεση, εκτός αν αυτός αποδείξει ότι δεν οφείλει στον καθ" ου ή ότι η οφειλή του είναι μικρότερη από την απαίτηση του Δημοσίου, οπότε απαλλάσσεται ή ευθύνεται μέχρι του ύψους της οφειλής του, κατά περίπτωση.»

7. Ο Κ.ΠολΔ στο άρθρο 989 ορίζει ότι η κατά το άρθρο 985 ΚΠολ.Δικ. καταφατική δήλωση αποτελεί τίτλο εκτελεστό κατά του τρίτου, του τύπου της εκτελέσεως περιαπτομένου από τον ειρηνοδίκη, στη γραμματεία του οποίου έγινε η δήλωση

ΙII. ΑΝΑΛΥΣΗ- ΕΡΜΗΝΕΙΑ

8.Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, ότι το Δημόσιο, για την ικανοποίηση απαιτήσεων κατά οφειλέτη του, δύναται να κατάσχει, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος ,χρήματα για τα οποία υφίσταται κατά τούτου απαίτηση του οφειλέτη του Δημοσίου ,κατά την ειδική διαδικασία που προβλέπεται για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων.Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 30, 30Α, 30Β, και 32 του ΚΕΔΕ, προκύπτει, ότι προκειμένου για κατασχέσεις που πραγματοποιούνται στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων ως τρίτων, συντάσσεται κατασχετήριο έγγραφο, κοινοποιούμενο στον τρίτο και όχι στον οφειλέτη (βλ. ΣτΕ 2080/2014 , I. Μπρίνια, Αναγκαστική εκτέλεση, Τόμος Τρίτος, Κατάσχεσις εις χείρας τρίτου, Β' Έκδοση στο άρθρο 983 Κ.Πολ.Δ παρ. 449).

Η επιβολή κατασχέσεως χρηματικής απαιτήσεως εις χείρας του τρίτου, έχει ως συνέπεια την αναγκαστική εκχώρησή της στον κατασχόν Δημόσιο, το οποίο καθίσταται εκδοχέας της απαιτήσεως αυτής, και ο καθ' ού η κατάσχεση τρίτος λογίζεται οφειλέτης του Δημοσίου, εκτός αν ο τρίτος με αρνητική δήλωσή του αντιταχθεί επιτυχώς, σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ . Ο τρίτος οφείλει να προβεί σε δήλωση μέσα σε προθεσμία οκτώ ημερών από την επομένη της επιδόσεως του κατασχετηρίου. Η δήλωση του αυτή γίνεται εγγράφως, με αναφορά, που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή στον Διευθυντή του Δημόσιου Ταμείου, που εξέδωσε το κατασχετήριο έγγραφο, ή προφορικώς στον Ειρηνοδίκη της κατοικίας ή της διαμονής του τρίτου, ο οποίος συντάσσει έκθεση, την οποία διαβιβάζει στο Διευθυντή του Δημόσιου Ταμείου μέσα σε 24 ώρες. Είναι επίσης δυνατό ο τρίτος να προβεί σε συμπληρωματική δήλωση, εφόσον ακόμα υπάρχει προθεσμία( Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1382 §462).

Η θετική δήλωση του τρίτου, ως εξώδικη διαδικαστική πράξη, δεν υπόκειται σε ανάκληση, εφόσον έχουν ήδη δημιουργηθεί ευνοϊκές καταστάσεις για τον κατασχόντα.(Γν. ΝΣΚ 449/2013, ΝΣΚ 521/2006 , Γέσιου - Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 794, Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 297.ΜΠρΑΘ 3292/2008 ΕΠολΔ 2009, σελ. 97). Ο δε κατασχών δικαιούται να εναντιωθεί σε μεταγενέστερη δήλωση του τρίτου, επέχουσα θέση ολικής ή μερικής ανακλήσεως της αρχικής θετικής δηλώσεως. Η εναντίωση αυτή ,που δικαιολογείται από το έννομο συμφέρον του κατασχόντα να εισπράξει την κατασχεθείσα απαίτηση ,η οποία αυτοδικαίως του είχε αναγκαστικώς εκχωρηθεί με την θετική δήλωση του τρίτου (άρθρο 30 ΚΕΔΕ), καθιστά ανίσχυρη την εκ μέρους του ανάκληση της αρχικής δηλώσεως, ούσας εξώδικης διαδικαστικής πράξης της εκτελέσεως (ΑΠ 161/2011). Επίσης δεν είναι νόμιμη η ακύρωση της δηλώσεως του τρίτου ,λόγω πλάνης περί το πρόσωπο του αληθινού δικαιούχου της κατασχεθείσας απαιτήσεως.

Τέλος, επειδή η καταφατική δήλωση του τρίτου αποτελεί νόμιμη αιτία δημιουργίας της κατ' αυτού αξιώσεως του Δημοσίου, αποκλείεται και η εφαρμογή των περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεων των άρθρων 904 επ.ΑΚ( Α.Π.161/2011), ενώ το κατασχόν Δημόσιο ,προβαίνοντας σε κάθε νόμιμη ενέργεια, βάσει των διατάξεων περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων, και της εύλογης πεποιθήσεως περί της υπάρξεως του δηλωθέντος ποσού ,μετά τη θετική δήλωση τραπεζικού νομικού προσώπου ,που διαθέτει οικονομική εμβέλεια και την κατάλληλη τεχνική και νομική υποστήριξη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ασκεί το δικαίωμα του καταχρηστικά, κατά την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ.

IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

9. Υπό τα ως άνω δεδομένα και ενόψει των προαναφερθεισών διατάξεων, όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί , εάν διενεργείται , σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, νόμιμη κατάσχεση στα χέρια πιστωτικού ιδρύματος, ως τρίτου και επακολουθεί εμπρόθεσμη θετική δήλωση όπως και απόδοση του κατασχεθέντος ποσού, δεν «νομιμοποιείται» η κατασχούσα ΔΟΥ να επιστρέψει το αποδοθέν σε αυτή ποσό, στο τρίτο πιστωτικό ίδρυμα, όταν τούτο, μετά την παρέλευση της σχετικής νόμιμης προθεσμίας και την καταβολή , προβεί σε αρνητική δήλωση ,επικαλούμενο ότι η προηγούμενη θετική δήλωση οφείλεται σε πλάνη του, ως προς το πρόσωπο του καθ'ού η κατάσχεση προσώπου.

Τούτο διότι ,η μεταγενέστερη υποβληθείσα δήλωση από την Τράπεζα, επέχουσα θέση ολικής ανακλήσεως της αρχικής της θετικής δηλώσεως , θεωρείται κατά το νόμο ανύπαρκτη ως εκπρόθεσμη και ανίσχυρη καθόσον η αρχική δήλωση, ως εξώδικη διαδικαστική πράξη δεν υπόκειται σε ανάκληση, έχει δε ως συνέπεια να θεωρείται ότι οφείλει στο Δημόσιο την απαίτηση , για την οποία είχε προβεί σε θετική δήλωση. Άρα, η Δ.Ο.Υ. νομιμοποιείται να αρνηθεί ,στο ανωτέρω Τραπεζικό Ίδρυμα,την επιστροφή του αποδοθέντος σε αυτή χρηματικού ποσού, (η οποία θα έχει ως συνέπεια την αναβίωση της ήδη αποσβεσθείσας αντίστοιχης οφειλής), δικαιολογούμενη από το έννομο συμφέρον της να εισπράξει την κατασχεθείσα απαίτηση ,δυνάμει της θετικής δηλώσεως της Τράπεζας.

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Α' Τμήμα) γνωμοδοτεί ότι στο τεθέν ερώτημα προσήκει αρνητική απάντηση.


ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
 
ΑΘΗΝΑ 13-10-2016

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΡΛΑΥΤΗΣ
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ.

Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΜΑΡΙΑ ΒΛΑΣΣΗ
ΠΑΡΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ.

Άρθρα Φορολογικοί κάτοικοι εξωτερικού με δραστηριότητα στην Ελλάδα

Next: Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αρ. 253/2016 Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών
$
0
0

Του Γιώργου Δαλιάνη
www.artion.gr

Τον Απρίλιο του 2016, δημοσιεύσαμε ένα άρθρο σχετικά με τη «Φορολογική Κατοικία και φορολογία κατοίκων εξωτερικού». Σε αυτό προσεγγίσαμε τις δυνατότητες αλλά και τις διαδικασίες που απαιτούνται για την μεταφορά της φορολογικής κατοικίας ενός έλληνα φορολογούμενου από την Ελλάδα σε άλλο κράτος.

Στο παρόν κείμενο θα ασχοληθούμε με τις φορολογικές υποχρεώσεις αλλοδαπών, οι οποίοι αποκτούν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα.

Να σημειώσουμε εδώ πως όταν αναφερόμαστε σε δραστηριότητα αλλοδαπού στην Ελλάδα δεν εννοούμε μόνο την αλλοδαπή εθνικότητα αλλά και την αλλοδαπή φορολογική κατοικία. Ποιες δηλαδή είναι οι υποχρεώσεις ενός αλλοδαπού ή φορολογικού κατοίκου εξωτερικού για να δραστηριοποιείται νόμιμα στην Ελλάδα.

Αφορμή στάθηκε μια ενημέρωση από συναδέλφους φοροτεχνικούς, οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε νησιωτικές περιοχές της χώρας, των οποίων οι συνδικαλιστικές ενώσεις {Δεκαπέντε (15) τον αριθμό}, πραγματοποίησαν κοινό διάβημα στις ηγεσίες των Υπουργείων Οικονομικών και Εξωτερικών.

Στο διάβημα, εξηγούσαν ότι αλλοδαπά κυρίως φυσικά πρόσωπα, κάτοικοι κρατών που έχουν συνάψει Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) με την Ελλάδα, έχοντας ήδη φορολογική κατοικία εκτός Ελλάδος, και τα οποία ουδέποτε είχαν σχέση ή οικονομικό δεσμό με τη χώρα μας, προχωρούν σε έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, ως ατομική επιχείρηση (π.χ. εκμετάλλευση ιδιόκτητης κατοικίας ως τουριστικό κατάλυμα, εκμετάλλευση ενοικιαζόμενων δωματίων, εκμετάλλευση μισθωμένων εστιατορίων ή ξενοδοχειακών μονάδων, ενοικίαση σκαφών κλπ), πληρώντας όλα τα κριτήρια και προϋποθέσεις που ορίζει η σχετική νομοθεσία.

Τα παραπάνω φυσικά πρόσωπα, παρά το γεγονός ότι ουδέποτε στο παρελθόν απώλεσαν ή μετέφεραν αλλού ή στην Ελλάδα τη φορολογική τους κατοικία ή ουδέποτε διέμειναν στην Ελλάδα, και ενώ συνεχίζουν να διατηρούν αποδεδειγμένα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία και το κέντρο των ζωτικών τους συμφερόντων στο εξωτερικό (οικογένεια, μόνιμη εργασία, αποδεδειγμένη κοινωνική ασφάλιση, διαμονή μεγαλύτερη των 183 ημερών εκεί κλπ), η φορολογική διοίκηση τους θεωρεί de facto φορολογικούς κατοίκους Ελλάδος, εκ του λόγου και μόνο ότι έχουν ατομική επιχείρηση στη χώρα μας.

Το νομικό πλαίσιο, στην παράγραφο 1 και 2, του άρθρου 4, του Ν. 4172/2013, προβλέπει ότι:

1. Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον:

α) έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του ή
β) είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή.
    
2. Ένα φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στην Ελλάδα συνεχώς για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις (183) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στην Ελλάδα. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση φυσικών προσώπων που βρίσκονται στην Ελλάδα αποκλειστικά για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς και η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες εξήντα πέντε (365) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό. Η παρούσα παράγραφος δεν αποκλείει την εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Στην πράξη, η φορολογική διοίκηση κάνει χρήση μιας επιλεκτικής ερμηνείας των ανωτέρω διατάξεων, και θεωρεί πως από την στιγμή που ασκεί ατομική επιχείρηση στην Ελλάδα πρέπει να θεωρηθεί a priori και φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, αγνοώντας τα ανωτέρω υπόλοιπα κριτήρια που ορίζει ο νόμος.

Ωστόσο, η ανωτέρω πρακτική δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι είναι ορθή ως διασταλτική ερμηνεία της νομοθεσίας. Από την μία, μπορεί ο νομοθέτης να ορίζει συγκεκριμένα κριτήρια και ανάλογα με τα συμφέροντά του να επιλέγει ποιο θα χρησιμοποιήσει για να ορίσει τη φορολογική κατοικία, από την άλλη όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε τις καταβολές του νομοθετήματος αυτού. Η λογική του επιλέγω μεμονωμένα γεγονότα για να ορίσω το ποια είναι η φορολογική κατοικία αντίκειται στην ουσία και το πνεύμα του άρθρου 4 της πρότυπης σύμβασης του Ο.Ο.Σ.Α., η οποία, κατά την αιτιολογική έκθεση του Ν.4172/2013, αποτέλεσε τη βάση για την εισαγωγή της έννοιας της φορολογικής κατοικίας στο ελληνικό δίκαιο, και σύμφωνα με αυτό, η ισχυρότερη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό της φορολογικής κατοικίας ενός φορολογούμενου είναι οι στενοί προσωπικοί, οικονομικοί  και κοινωνικοί δεσμοί (ζωτικά συμφέροντα) σε συνδυασμό με την ύπαρξη μόνιμης κατοικίας.

Αν κανένα από τα κριτήρια που ορίζει ο νόμος δεν επαρκεί για να διαπιστωθεί φορολογική κατοικία, ισχύει η αρχή της υπηκοότητας. Δηλαδή φορολογική κατοικία και χώρα της οποίας κάποιος είναι υπήκοος ταυτίζονται.

Ειδικά το ζήτημα της διαμονής πάνω από το μισό έτος σε μία χώρα είναι δυσαπόδεικτο και γι αυτό οι Ελληνικές αρχές θα πρέπει να θεσπίσουν ελεγκτικές διαδικασίες, ώστε να αποδεικνύουν την παραμονή του αλλοδαπού για διάστημα μικρότερο, των 183 ημερών ετησίως στην Ελλάδα (πχ αεροπορικών εισιτηρίων, χρησιμοποίηση τραπεζικών καρτών).

Αξίζει να αναφερθεί ότι συγγενή προβλήματα αντιμετωπίζουν και τα αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα – μέλη ημεδαπών εταιρειών (π.χ. εταίροι Ο.Ε. – Ε.Ε. - Ι.Κ.Ε. - Ε.Π.Ε. και μέτοχοι Α.Ε.) ή διευθυντές - διαχειριστές των εν λόγω νομικών προσώπων.

Η Ελληνική Φορολογική Διοίκηση λοιπόν, πρέπει να επανεξετάσει την διατύπωση του άρθρου 4, του Ν.4172/2013 περί προσδιορισμού της φορολογικής κατοικίας, εναρμονίζοντάς το με το διεθνές φορολογικό δίκαιο και ιδίως με την πρότυπη σύμβαση του Ο.Ο.Σ.Α., θεσπίζοντας ιεραρχικώς προσδιοριστικά και όχι αυτοτελή κριτήρια για τον εντοπισμό της φορολογικής κατοικίας, λαμβάνοντας επίσης υπ’ όψη και τη βούληση του προσώπου να καταστήσει έναν τόπο ως κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων. Την άποψη αυτή υποστήριξε και το ΣτΕ με την υπ’αριθμ. ΣτΕ 1445/2016 απόφασή του:

«Προκειμένου να κριθεί εάν ένα φυσικό πρόσωπο έχει (ή πολλώ μάλλον μεταβάλλει την επί μακρόν διατηρούμενη από αυτό) κατοικία, πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα πρόσφορα στοιχεία,  όπως ιδίως η ύπαρξη στέγης, η φυσική παρουσία του ίδιου, των μελών της οικογένειάς του (στην οποία δεν περιλαμβάνονται μόνον ο ή η σύζυγος και τα τέκνα αυτού), ο τόπος άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ο τόπος των περιουσιακών συμφερόντων, ο τόπος των διοικητικών δεσμών με τις δημόσιες αρχές και φορείς (ασφαλιστικούς, επαγγελματικούς, κοινωνικούς), ο τόπος ανάπτυξης πολιτικών, πολιτισμικών ή άλλων δραστηριοτήτων. Συνεπώς, για τη θεμελίωση της προαναφερόμενης φορολογικής υποχρέωσης ενός φυσικού προσώπου, η φορολογική αρχή πρέπει να προβαίνει σε ειδικώς αιτιολογημένη κρίση αναφορικά με το εάν το πρόσωπο αυτό έχει κατοικία στην Ελλάδα, φέρουσα κατ' αρχήν και το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που τεκμηριώνουν, επαρκώς, ενόψει των συνθηκών, την ύπαρξή της.»

Βλέπουμε πως δεν είναι ορθή η προσέγγιση με την οποία η φορολογική κατοικία καθορίζεται διαζευκτικά από διάφορα κριτήρια. Πρέπει να οριστεί από την Διοίκηση το πρώτο κριτήριο με βάση το οποίο προσδιορίζεται η φορολογική κατοικία ενός προσώπου και σε περίπτωση που δεν μπορεί να προσδιοριστεί, το δεύτερο κτλ..

Δεν είναι δυνατόν ένας φορολογούμενος π.χ. της Ελβετίας να φορολογηθεί για το παγκόσμιο εισόδημα του στην Ελλάδα, να πληρώνει έκτακτες εισφορές και να απολογείται στον Έλληνα έφορο για την απόκτηση της περιουσίας.

Υπάρχει άραγε φυσικό πρόσωπο στην αλλοδαπή το οποίο θα αναλάμβανε το ρίσκο να επενδύσει στη χώρα αυτοπρόσωπα ασκώντας επιχειρηματική δραστηριότητα και διαχείριση όταν η εφορία θα του πάρει τουλάχιστον το 50% του παγκόσμιου εισοδήματός του, με περιορισμό στην κίνηση κεφαλαίων, γραφειοκρατία και ασταθές ασφαλιστικό και φορολογικό σύστημα;

Τελικά θέλουμε επενδύσεις;

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αρ. 253/2016 Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών

$
0
0

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός Γνωμοδότησης: 253/2016

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΤΜΗΜΑ Α'

Συνεδρίαση της 12ης Οκτωβρίου 2016

Σύνθεση:
Πρόεδρος: Ανδρέας Χαρλαύτης, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.
Μέλη: Ανδρέας Ανδρουλιδάκης, Στυλιανή Χαριτάκη, Αδαμαντία Καπετανάκη, Αγγελική Καστανά, Ελένη Πασαμιχάλη,Ευσταθία Τσαούση, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.
Εισηγήτρια: Μαρία Βλάσση, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.

Αριθμ. Ερωτήματος: Το με αριθμ. πρωτ. Δ ΕΙΣΠΡ. Β 1166165 ΕΞ 2015 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών - Γενική Γραμματείας Φορολογικών Εσόδων - Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης-Διεύθυνση Εισπράξεων.

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται, αν η Διοίκηση υποχρεούται να επιστρέψει το προϊόν κατάσχεσης, που επιβλήθηκε σε πιστωτικό ίδρυμα μετά το θάνατο του υπόχρεου και αποδόθηκε για την εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή, ενόψει της διάταξης της παρ.8, του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, στην οποία ορίζεται ότι καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται.

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης ερωτάται, περαιτέρω, σε ποιόν θα γίνει η επιστροφή: α) στον τηρούμενο στην Τράπεζα Π. πολυμορφικό λογαριασμό, από τον οποίο αντλήθηκε και αποδόθηκε το ποσό , β)στον αιτούντα την επιστροφή και συνδικαιούχο, όπως υποστηρίζει, του συγκεκριμένου πολυμορφικού λογαριασμού, γ)στους κληρονόμους της θανούσας ,και κατά το ποσοστό της κληρονομικής μερίδας εκάστου κληρονόμου.

Επί του παραπάνω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμημα Α') γνωμοδότησε ως ακολούθως:

I. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

1. Η Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, αρμόδια για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών, συνολικού ποσού 43,464,50 ευρώ (κεφάλιο 38.614,90 + προσαυξήσεις 4.849,60 ευρώ), της Σ.Α., προερχομένων α)από πρόστιμο Πολεοδομίας, ποσού κεφ.34.650,00 ευρώ, που βεβαιώθηκε με Αριθμό Τριπλότυπης Βεβαίωσης (A.T.Β.) 6826/26.10.2011, μετά την αποστολή του υπ' αριθμ. 10536/26-9-2011 χρηματικού καταλόγου της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου και β) Φόρο Ακίνητης Περιουσίας(Φ.Α.Π.) οικονομικού έτους 2010, που βεβαιώθηκε με Α.Τ.Β.86001/30-11-2012, ποσού κεφ.3.964,90 ευρώ, πλέον προσαυξήσεών εκπρόθεσμης καταβολής, εξέδωσε κατασχετήρια στα χέρια τρίτων, μεταξύ των οποίων και το υπ αριθμ.34166/1659/20.6.2013 στα χέρια της Τράπεζας Π., ως τρίτης. Το κατασχετήριο επιδόθηκε στα χέρια της ανωτέρω Τράπεζας στις 14-11-2013, αναφορικό με το οποίο η τρίτη κατέθεσε ,εμπρόθεσμα ,την υπ αριθμ.81912/22-11-2013 αρνητική δήλωση για το σύνολο των οφειλετών του κατασχετηρίου.Κατά της δήλωσης της Τράπεζας δεν ασκήθηκε ανακοπή από το Ελληνικό Δημόσιο

Εν συνεχεία, η Τράπεζα Π. υπέβαλε ενώπιον της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αθηνών, την υπ αριθμ.4142/10-1-2014 διορθωτική /συμπληρωματική δήλωση ,με την οποία διόρθωσε, εκπρόθεσμα, την αρχική 81912/22-11-2013 αρνητική δήλωσή της, δηλώνοντας ότι στο κατάστημα 2103, Ακτής Μιαούλη της Τραπέζης Π., κατα τον χρόνο επίδοσης του κατασχετηρίου, υφίστατο πολυμορφικός λογαριασμός, με αριθμό 5103001581041, με δύο δικαιούχους και απέδωσε στις 31-1-2014, με γραμμάτιο συμψηφισμού από την Δ.Ο.Υ. Α' Αθηνών στην Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, το ποσόν των 40.536,09 ευρώ, το οποίο πιστώθηκε στο υπόλοιπο του, κατά το κατασχετήριο, οφειλόμενου, πολεοδομικού προστίμου (κεφ.33.683,98 + προσ.6.852,.11).

Επίσης, η Τράπεζα Η., στις 29-11-2013, βάσει άλλου κατασχετηρίου, που επιδόθηκε στα χέρια της, ως τρίτης απέδωσε το συνολικό ποσόν των 1197,87 ευρώ, το οποίο πιστώθηκε στην οφειλή του περιλαμβανόμενου στο κατασχετήριο Πολεοδομικού προστίμου (κεφ.966,02 + προσ. 231,85).

Σημειώνεται, ότι στις 26-6-2013 κατεβλήθη το ποσόν των 4.334,96 ευρώ (κεφ.3964,90 + προσ. 370,06) στο Τμήμα Εσόδων της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, προς εξόφληση του περιλαμβανόμενου στο κατασχετήριο Φ.Α.Π., οικ. έτους 2010.

Η ανωτέρω οφειλέτης είχε ήδη αποβιώσει στις 30-6-2012 και οι υπόχρεοι κληρονόμοι δήλωσαν τον θάνατο της ,στο Τμήμα Μητρώου της Δ.Ο.Υ. με την υπ' αριθμ. 11026/2-12- 2013 δήλωση. Ο αιτών σύζυγος της αποβιώσασας είχε γνωστοποιήσει, με το υπ' αριθμ. πρωτοκόλλου 38202/16-10-2012 έγγραφο του, προς το Δικαστικό Τμήμα της Δ.Ο.Υ. το θάνατο της συζύγου του, με αφορμή ειδοποίηση ληξιπροθέσμου οφειλής στο όνομα της, εκδοθείσα από την Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς. Με το έγγραφο αυτό γνωστοποίησε πληροφορίες, σχετικές με τη διαδικασία τακτοποίησης του οφειλόμενου πολεοδομικού προστίμου. Η από 21/2/2012 ιδιόγραφη διαθήκη της κληρονομουμένης κηρύχθηκε κυρία με την υπ αρ. 1614/2012 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών. Με αυτή τη διαθήκη ορίσθηκε επικαρπωτής για το ακίνητο που είχε τις αυθαίρετες κατασκευές ο ως άνω αιτών, ως ψιλοί δε κύριοι οι υιοί της Κ. και I.Α..

Η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου Αττικής απέστειλε προς την Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς την υπ' αριθμ. 10995/26-11-2013 απόφαση, περί «αναστολής είσπραξης του ανείσπρακτου ποσού» που βεβαιώθηκε με τον υπ αριθμ. 10536/26.9.2011 χρηματικό κατάλογο της ίδιας Υπηρεσίας, σε βάρος της Σ.Α., μέχρι 20-8-2017, μετά την από 20-11-2013 με αριθμ. πρωτ.10995 αίτηση του ιδιοκτήτη.

Ακολούθως , η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου Μεσογαίας Αττικής με το υπ' αριθμ. πρωτ. 3215/6-5-2014 έγγραφο της, που περιήλθε στην Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς με αριθμ. πρωτ. 28076/19-5-2014, αποφάσισε τη διαγραφή του ανείσπρακτου ποσού προστίμου (αφού έλαβε υπόψη τις από 6-3-2014 υπεύθυνες δηλώσεις των ως άνω I. και Ν Α. ότι τα πρόστιμα, των οποίων ζητήθηκε η διαγραφή αφορούν αυθαίρετες κατασκευές οι οποίες έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του Ν.4178/2013 και ότι έχει καταβληθεί το σύνολο του ενιαίου ειδικού προστίμου).

Από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει εάν με την κατάσχεση και απόδοση από την Τράπεζα του οικείου χρηματικού ποσού, πραγματοποιήθηκε η εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου, του οποίου η καταβολή αποτέλεσε αναγκαία προϋπόθεση εκδόσεως της ανωτέρω απόφασης διαγραφής προστίμου της Υπηρεσίας Δόμησης. Στις 10.10.2016 ο αιτών απέστειλε βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στο Ν. 4178/2013, από την οποία προκύπτει η πλήρης εξόφληση, με αναφορά των κωδικών πληρωμής και των στοιχείων συναλλαγής. Από τη βεβαίωση αυτή δεν συνάγεται ότι η πληρωμή του ενιαίου ειδικού τέλους πραγματοποιήθηκε με την, υπ' αριθμ. 34166/1659/20.6.2013, κατάσχεση της Δ.Ο.Υ., στα χέρια της Τράπεζας Π., ως τρίτης.

Ήδη, ο Ν. Α., σύζυγος της αποβιώσασας οφειλέτιδας του Δημοσίου Σ.Α., υπέβαλε α) την υπ' αριθμ. πρωτ. 59516/20-12-2013 αίτησή του προς την Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, με την οποία ζήτησε την άρση των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης που εκδόθηκαν από την εν λόγω Δ.Ο.Υ. για την είσπραξη των οφειλών της θανούσας ,στις 30-6-2012 συζύγου του, λόγω του ότι η οφειλέτης είχε ήδη αποβιώσει κατά τον χρόνο εκδόσεως του κατασχετηρίου, είχε εξοφληθεί ο περιλαμβανόμενος στο κατασχετήριο Φ.Α.Π. οικ. έτους 2010 και είχε ανασταλεί με απόφαση της αρμόδιας Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου η είσπραξη του οφειλόμενου και περιλαμβανόμενου στο κατασχετήριο πολεοδομικού προστίμου και β) την υπ' αριθμ. πρωτ. 21523/30-4-2015 αίτησή του προς την ανωτέρω Δ.Ο.Υ., με την οποία ζητεί να επιστραφούν τα χρήματα που καταβλήθηκαν, κατά τον ισχυρισμό του αχρεωστήτως, από τον υπ' αριθμ. 5103-001581-041 τραπεζικό λογαριασμό της Τράπεζας Π., τον οποίο διατηρούσε από κοινού με την σύζυγο του Σ. Α., για οφειλή της τελευταίας από πολεοδομικό πρόστιμο, δοθέντος ότι πριν από την απόδοση των χρημάτων αφενός είχε ενημερώσει, για το θάνατο της υπόχρεης συζύγου του και αφετέρου η είσπραξη του προστίμου ανεστάλη με την από 26-11-2013 υπ αριθμό πρωτοκόλλου 10995/2013 απόφαση της Πολεοδομίας Μαρκόπουλου, ήτοι πριν από την απόδοση των εν λόγω χρημάτων.

-ΙΙ- Νομοθετικό Πλαίσιο

2. Στα άρθρα (30, 30Α και 34, του ΚΕΔΕ (Ν.Δ. 356/1974, Α'90/1974), όπως τροποποιήθηκαν με την παρ.2, άρθρ. 67 Ν.3842/2010 (ΦΕΚ Α' 58/23.4.2010) και με την παράγραφο Α υποπαρ.2, άρθρου τρίτου Ν.4254/2014,) ΦΕΚ Α' 85/7.4.2014) ορίζονται τα εξής:

Άρθρο 30 «I. Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτων των εις χείρας αυτών ευρισκομένων χρημάτων, καρπών και άλλων κινητών πραγμάτων του οφειλέτου του Δημοσίου ή των οφειλομένων εν γένει προς αυτό, ενεργείται υπό του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου διά κατασχετηρίου εγγράφου μη κοινοποιουμένου εις τον οφειλέτην, περιέχοντος δε: α) το όνομα, επώνυμον, όνομα πατρός του οφειλέτου, β) το ονοματεπώνυμον του τρίτου εις χείρας του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεσις, γ) πίνακα χρεών του οφειλέτου και δ) χρονολογίαν και υπογραφήν του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου. 2. Διά του κατασχετηρίου εγγράφου προσκαλείται ο τρίτος όπως τα μεν υπ' αυτού εις τον οφειλέτην του Δημοσίου οφειλόμενα χρήματα, καταθέση εντός οκτώ ημερών εις το Δημόσιον Ταμείον, τα δε παρ' αυτώ ευρισκόμενα κινητά πράγματα παραδώση εις τον εν τω κατασχετηρίω οριζόμενον συμβολαιογράφον ή φύλακα, εφαρμοζομένων περαιτέρω των εν άρθροις 14-19 και επόμενα του παρόντος Ν. Διατάγματος οριζόμενα.».

Αρθρο 30Α «Ειδικά για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων, το κατασχετήριο έγγραφο κοινοποιείται στο κεντρικό κατάστημα ή σε οποιοδήποτε υποκατάστημα αυτών και μπορεί να περιέχει πολλούς οφειλέτες του Δημοσίου. Στο κατασχετήριο αυτό έγγραφο επισυνάπτεται για τον κάθε οφειλέτη πίνακας στον οποίο αναφέρεται το είδος και το ποσό κάθε οφειλής, ως και ο αριθμός και η χρονολογία βεβαίωσης της. Η δήλωση του πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32, γίνεται κοινή για όλους τους οφειλέτες του κατασχετηρίου εγγράφου και συνοδεύεται απαραίτητα από παραστατικό κίνησης του τραπεζικού λογαριασμού του κάθε οφειλέτη για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ημερών πριν την ημερομηνία επίδοσης του κατασχετηρίου εγγράφου και μιας ημέρας μετά από αυτήν, άλλως θεωρείται ότι δεν υποβλήθηκε ποτέ δήλωση. Η απόδοση των ποσών στην υπηρεσία που επέβαλε την κατάσχεση γίνεται υποχρεωτικά εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή της δήλωσης του πιστωτικού ιδρύματος. Οι διατάξεις των άρθρων 87 και 88 του ν.δ. 17.7/13.8.1923 (ΦΕΚ 224 Α') δεν εφαρμόζονται. Για την ανωτέρω διαδικασία δεν καταβάλλονται έξοδα........».

Αρθρον 34. «Ανακοπήν κατά της δηλώσεως ασκεί ο Διευθυντής του Δημοσίου Ταμείου, εντός μηνός από της κοινοποιήσεως της δηλώσεως ή από της περιελεύσεως αυτώ της εκθέσεως της ενώπιον του Ειρηνοδίκου γενομένης δηλώσεως. Η ανακοπή εισάγεται και εκδικάζεται κατά τα εν άρθρω 986 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας οριζόμενα.».

Β.3. Το άρθρο 1901 Α.Κ. ορίζει τα εξής «Ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς. Οι κληροδοσίες και οι τρόποι εκπληρώνονται μετά τις λοιπές υποχρεώσεις.

Γ4. Στα άρθρα 20, 24, 25 και 30 του Ν.4178/2013 Αντιμετώπιση της Αυθαίρετης Δόμησης - Περιβαλλοντικό Ισοζύγιο και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ ΑΊ74/2013) , όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 22, παρ. 14 Ν.4258/2014, (ΦΕΚ Α' 94/14.4.2014) ορίζονται τα εξής:

Άρθρο 20 «Καταβληθέντα ποσά προστίμων ανέγερσης και διατήρησης καθώς και καταβληθέντα ποσά ειδικών προστίμων διατήρησης, συμψηφίζονται με το ποσό του ενιαίου ειδικού προστίμου. Τα καταβληθέντα ποσά αφαιρούνται από την τελευταία δόση και τις αμέσως προηγούμενες χρονικό έως ότου ολοκληρωθεί ο συμψηφισμός. Σε περίπτωση που μετά τον ως άνω υπολογισμό, προκύπτει ότι τα ήδη καταβληθέντα ποσά υπερβαίνουν το ποσό του προστίμου, με βάση τις διατάξεις του παρόντος δεν αναζητούνται...».

Άρθρο 24 Για αυθαίρετες κατασκευές ή χρήσεις, για τις οποίες υποβλήθηκαν τα δικαιολογητικά που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος, αναστέλλεται η επιβολή προστίμων και κάθε διαδικασία επιβολής κυρώσεων, καθώς και η είσπραξη ήδη βεβαιωθέντων προστίμων από τις Δ.Ο.Υ. και το Ι.Κ.Α., μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας εξόφλησης των προστίμων. Επιτρέπεται η σύνδεση των κτιρίων αυτών με τα δίκτυα κοινής ωφέλειας και η λήψη βεβαίωσης χώρου κύριας χρήσης, μετά την καταβολή τουλάχιστον της πρώτης δόσης του ενιαίου ειδικού προστίμου, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις........8. Για τις αυθαίρετες κατασκευές και αλλαγές χρήσης προ τις 28.7.2011, που εξαιρούνται της επιβολής κυρώσεων με βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή εξαιρέθηκαν της επιβολής κυρώσεων με βάση τις διατάξεις του ν. 4014/2011 (Α'209), δεν οφείλονται αναδρομικά [βεβαιωμένες] ασφαλιστικές εισφορές (ΙΚΑ κλπ.) και οποιοσδήποτε φόρος, καθώς και οποιασδήποτε μορφής πρόστιμα και τέλη, όπως το τέλος ακίνητης περιουσίας, καθαριότητας, φωτισμού και δυνητικά ανταποδοτικά τέλη. Τυχόν ήδη καταβληθέντες φόροι, τέλη και πρόστιμα δεν αναζητούνται............».

Αρθρο 25 ....«3. Ανείσπρακτα βεβαιωθέντα ποσά προστίμων, ανέγερσης και διατήρησης, διαγράφονται μετά την ολοσχερή εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου. Για τη διαγραφή των προστίμων ή την ενημέρωση της αρμόδιας φορολογικής αρχής, για την αναστολή είσπραξής τους, υποβάλλεται στην αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης αίτηση του ενδιαφερομένου, η οποία συνοδεύεται από:

α) τη βεβαίωση υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος και εξόφλησης του ενιαίου ειδικού προστίμου, β) υπεύθυνη δήλωση ότι τα πρόστιμα, των οποίων ζητείται η διαγραφή, αφορούν στο ακίνητο, το οποίο έχει υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος.

Η Υπηρεσία Δόμησης εκδίδει πράξη με την οποία ακυρώνει τον οικείο χρηματικό κατάλογο ή την πράξη επιβολής προστίμου και την αποστέλλει με το αντίστοιχο ατομικό Φύλλο Έκπτωσης στην αρμόδια φορολογική αρχή, εντός δεκαπέντε (15) ημερών σε περίπτωση που τα πρόστιμα έχουν βεβαιωθεί και φορολογικά, προκειμένου η φορολογική αρχή να διαγράψει κάθε σχετική πράξη (ταμειακή βεβαίωση), που έχει ως νόμιμο έρεισμα το χρηματικό κατάλογο ή την πράξη επιβολής προστίμου. Αντίστοιχα, μετά την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος η Υπηρεσία Δόμησης εκδίδει πράξη αναστολής είσπραξης των ήδη βεβαιωθέντων στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. προστίμων και την αποστέλλει στην αρμόδια φορολογική αρχή εντός δεκαπέντε (15) ημερών. Στην εν λόγω πράξη ορίζεται υποχρεωτικά η καταληκτική ημερομηνία αναστολής, σύμφωνα με την αντίστοιχη καταληκτική ημερομηνία εξόφλησης του ενιαίου ειδικού προστίμου στην πράξη υπαγωγής.».

Άρθρο 30 παρ.8 «Τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου περί «Αναστολής Επιβολής Κυρώσεων και Είσπραξης Προστίμων» και στην παράγραφο 3 του όρθρου 25 «Ενέργειες αρμοδίων Υπηρεσιών» εφαρμόζονται και για τα βεβαιωμένα στις Δ.Ο.Υ. πρόστιμα των αυθαιρέτων που υπήχθησαν στις διατάξεις του ν. 4014/2011».

ΠΙ. ΑΝΑΛΥΣΗ- ΕΡΜΗΝΕΙΑ

5 Από τη διατύπωση των ανωτέρω διατάξεων και την ερμηνεία τους, αυτοτελώς και σε συνδυασμό και αντιπαραβολή μεταξύ τους, συνάγονται τα ακόλουθα:

Σε αντίθεση με τα ισχύοντα επί κοινής κατασχέσεως του ΚΠολΔ, όπου η αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσης απαιτήσεως επέρχεται μετά την παρέλευση οκτώ (8) ημερών από την επιβολή τις κατασχέσεως, επί διοικητικής κατασχέσεως εις χείρας τρίτου, των άρθρων 30 επ. του ΚΕΔΕ, η αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσας απαιτήσεως επέρχεται διά της επιβολής της κατασχέσεως, ήτοι από την κοινοποίηση του κατασχετηρίου εγγράφου στον τρίτο (πρβλ. ΑΠ 1540/2000 ΕλΔ 2001,1298, Μπρίνιας, «Διοικητική Εκτέλεση», τόμος Β', σελ. 535, ΑΠ Ολ 3/1993 ΝοΒ 1995,223)και τελεί υπό την αίρεση της καταφατικής δήλωσης του τρίτου ή της δικαστικής αποδοχής ανακοπής κατά της αρνητικής δηλώσεως του τρίτου (ΟλΝΣΚ 341/2014, ΑΠ 688/2010, ΑΠ 186/2001 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1540/2000, , ΕφΑ 5582/2011, ΕφΑ 1022/2008, I. Μπρίνια, ο.π., άρθρο 988, παρ. 475, σελ. 1434 και παρ. 475α, σελ. 1438,). Η εκχώρηση αυτή δεν επιφέρει, πριν την είσπραξη της εκχωρηθείσας απαιτήσεως, την ικανοποίηση της απαιτήσεως του κατασχόντος Δημοσίου κατά του καθ' ού η κατάσχεση, άρα με την έννοια αυτή η ενοχή του τρίτου είναι πρόσθετη.

Ειδικότερα από τις διατάξεις των άρθρων 30, 30Α, 30Β, και 32 του ΚΕΔΕ, προκύπτει, ότι προκειμένου ειδικά για κατασχέσεις που πραγματοποιούνται στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων ως τρίτων, συντάσσεται κατασχετήριο έγγραφο, κοινοποιούμενο στον τρίτο και όχι στον οφειλέτη (βλ. ΣτΕ 2080/2014).

Από την κοινοποίηση του κατασχετηρίου στον τρίτο (Τράπεζα) τελειούται η κατάσχεση και παράγει τις συνέπειές της. ( I. Μπρίνια, Αναγκαστική εκτέλεση, Τόμος Τρίτος Κατάσχεσις εις χείρας τρίτου, Β' Έκδοση στο άρθρο 983 Κ.Πολ.Δ παρ. 449).

Η επιβληθείσα κατάσχεση εις χείρας τρίτου, μετά τον θάνατο του καθ' ού η κατάσχεση, είναι ανυπόστατη( ΓΝ.ΝΣΚ 57/2006), ως στρεφόμενη κατ' ανυπάρκτου προσώπου κατά το χρόνο εκδόσεως και κοινοποιήσεώς της.
Η ελαττωματικότητα αυτή, επί ανυπάρκτου ή ανυποστάτου αναγκαστικής εκτελέσεως, δεν ανάγεται στη διαδικασία ή τον τύπο μιας ή περισσοτέρων διαδικαστικών πράξεων, αλλά στο κατά νόμο επιτρεπτό της αιτούμενης και πραγματοποιούμενης προστασίας. Δημιουργείται συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, έτερο είδος ελαττώματος, το οποίο επιφέρει, ως συνέπεια, το ανίσχυρο της αναγκαστικής εκτελέσεως, ως συνόλου.
Επακόλουθη συνέπεια του ανυπόστατου της εκτελεστικής διαδικασίας συνιστά η κήρυξη ή η αναγνώριση δικαστικώς του ανίσχυρου της αναγκαστικής εκτελέσεως ή της συγκεκριμένης πράξεως που μπορεί να επιτευχθεί με την άσκηση αναγνωριστικής αγωγής ή την προβολή ενστάσεως από τον έχοντα έννομο συμφέρον (Κ. Μπέης Δίκη. 2005, ΓΝ. ΝΣΚ 57/2006, ΑΠ 489/2004 ΕΕΝ 2004,614, Δ 36, 341, ΑΠ 433/2005 ΧρΙΔ 2005,733, ΑΠ 1207/1992 ΕλΔ 35,1286).

Γενικά, χαρακτηρίζεται ως ανυπόστατη μια διαδικαστική πράξη αν λείπει έστω και μια από τις προϋποθέσεις του πραγματικού του βασικού κανόνα δικαίου που τη ρυθμίζει. Το ελάττωμα αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην επέρχονται οι έννομες συνέπειες της ανυπόστατης πράξεως (Κ. Μπέης, σε Μπέη-Καλαβρό-Σταματόπουλο, σελ. 409, άρθρο 313 § 1 εδ. δ' ΠολΔ που ρυθμίζει το ανυπόστατο και την αυτοδίκαιη ακυρότητα της δικαστικής αποφάσεως).

Σε περίπτωση αποβιώσεως υποχρέου, εις βάρος του οποίου δεν χωρεί κατά τα άνω διοικητική εκτέλεση, επιβάλλεται μετά την αποδοχή της κληρονομιάς (πραγματική ή πλασματική) νέα ειδοποίηση και κατάσχεση εις βάρος των κληρονόμων, κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κληρονόμος ευθύνεται αυτοδικαίως για τα χρέη της κληρονομιάς. (Γνωμ. ΝΣΚ 43/2007, ΝΣΚ 858/1992, Μπρίνια, «Διοικητική Εκτέλεση», τόμο5 Β' σελ. 526 σημ. 30 και σελ. 542, 545, 555, 559). Ειδικότερα, κάθε υποχρέωση δεκτική χρηματικής αποτιμήσεως, είναι μεταβιβάσιμη στους κληρονόμους, διά δε (ρητής ή σιωπηρής ή πλασματικής) αποδοχής της κληρονομιάς καθίσταται οριστική η υπεισέλευση του κληρονόμου σε όλα τα κληρονομητά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού της περιουσίας του κληρονομούμενου.

6. Με τις διατάξεις της υπ' αριθ. 1006/31-12-2013 (ΦΕΚ19 Β/2014) αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ορίζονται, οι διαδικασίες και τα δικαιολογητικά για τη χορήγηση και κατάργηση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) ,σε φυσικά πρόσωπα, ημεδαπά και αλλοδαπά.

Ειδικότερα, στις διατάξεις του άρθρου 3 της ως άνω αποφάσεως, αναφέρεται ότι, σε περίπτωση θανάτου φυσικού προσώπου μη επιτηδευματία, ο θάνατος του, δηλώνεται από έναν τουλάχιστον κληρονόμο ή εγγύτερο συγγενή, με την προσκόμιση του πιστοποιητικού θανάτου. Περαιτέρω, στις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 10 της ίδιας ως άνω αποφάσεως, ορίζεται ότι, η Φορολογική Διοίκηοη με οίκοθεν ενέργειες, μπορεί να ενημερώνει το φορολογικό μητρώο, με την ημερομηνία θανάτου φυσικού προσώπου, ύστερα από προηγούμενη γνώση της από οποιαδήποτε πηγή. Με βάση τα ανωτέρω, παρέχεται η δυνατότητα καταχωρήσεως του θανάτου φυσικού προσώπου στη Δ.Ο.Υ., χωρίς να είναι υποχρεωτική η δήλωση του θανάτου από τους κληρονόμους κατά την προβλεπόμενη διαδικασία.

7. Η κατάθεση χρημάτων σε τράπεζα φέρει το χαρακτήρα ανώμαλης παρακαταθήκης, επί της οποίας, σύμφωνα με το άρθρο 830 παρ. 1 ΑΚ έχουν εφαρμογή, αφενός η περί δανείου διάταξη του άρθρου 806 ΑΚ, κατά την οποία η τράπεζα αποκτά την κυριότητα των κατατιθεμένων χρημάτων, αφετέρου δε η διάταξη του άρθρου 827 ΑΚ, που ορίζει ότι ο θεματοφύλακας, αν ο παρακαταθέτης απαιτεί το πράγμα, οφείλει να το αποδώσει, και αν ακόμη δεν έχει παρέλθει η προθεσμία, που ορίστηκε για τη φύλαξή του. Επομένως, αν αδικαιολογήτως η τράπεζα απέδωσε το ποσό ακύρως επιβληθείσης κατασχέσεως εις χείρας της, ζημιώνεται μεν η τράπεζα, η οποία είναι κυρία των χρημάτων και της οποίας η περιουσία βλάπτεται, ενώ η κατ' αυτής ενοχική αξίωση του καταθέτη, από τη σύμβαση της ανώμαλης παρακαταθήκης , παραμένει άθικτη. Ενόψει δε και της φύσης του χρήματος ως πράγματος αντικαταστατού και κατά γένος ορισμένου, εξαιτίας της οποίας δεν νοείται αδυναμία αποδόσεως αυτού, λόγω φθοράς, κλοπής ή υπεξαιρέσεως, η ευθύνη της Τράπεζας παραμένει πάντοτε συμβατική (ΑΠ 1122/2005, ΑΠ 830/2003).

Κοινός λογαριασμός ή κατάθεση σε κοινό λογαριασμό είναι η διεπόμενη από το Ν. 5638/1932 συμβατική χρηματική κατάθεση σε τράπεζα, η οποία έχει πλείονες δικαιούχους, έκαστος των οποίων από μόνος του ή μαζί με άλλους δύναται να κάνει εν όλω ή εν μέρει χρήση του λογαριασμού, χωρίς τη σύμπραξη των υπολοίπων.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 και 3 ν. 5638/1932 συνάγεται ότι, ως προς την τύχη κοινού τραπεζικού λογαριασμού σε περίπτωση θανάτου ενός από τους συγκαταθέτες, πρέπει να διακριθούν οι ακόλουθες περιπτώσεις: α) Αν δεν έχει τεθεί ο όρος του άρθρου 2, ότι δηλαδή μετά το θάνατο κάποιου συγκαταθέτη η κατάθεση και ο λογαριασμός θα περιέλθει αυτοδικαίως στους λοιπούς επιζώντες, οι κληρονόμοι του καταθέτη δεν υπεισέρχονται έναντι της τράπεζας στη θέση συνδικαιούχου της κατάθεσης με βάση το κληρονομικό τους δικαίωμα, λόγω της σχετικής απαγορεύσεως του άρθρου 3 ν. 5638/1932, αλλά απλώς έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν από τους υπόλοιπους συγκατεθέτες το μέρος εκείνο της καταθέσεως που αντιστοιχεί στο δικαιοπάροχο τους, με βάση την εσωτερική σχέση, β) Αν, αντίθετα έχει τεθεί ο όρος του άρθρου 2 ν. 5638/1932, οι κληρονόμοι αποξενώνονται πλήρως από το ποσό της καταθέσεως, το οποίο εξαιρείται από την κληρονομιά και περιέρχεται αυτοδίκαια στους επιζώντες συγκαταθέτες, χωρίς να μπορούν οι κληρονόμοι να αντλήσουν δικαιώματα από την εσωτερική σχέση των τελευταίων με τον κληρονομούμενο. (ΑΠ 1393/2011 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ» ΑΠ 855/2002 ΕλλΔνη 43 (2002) σελ 1700, ΑΠ 540/1998 ΕλλΔνη 40 (1999) σελ. 148, ΑΠ 539/1992 ΕλλΔνη 35 (1994) σελ. 78, ΕφΑΘ 7530/1997 ΕλλΔνη 39 (1998) σελ. 1685, ΜΠρΒόλου 1215/2003,Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ», Κ. Φουντεδάκη, «Κατάθεση σε κοινό λογαριασμό και προστασία του νόμιμου μεριδούχου», Αρμ 1997 σελ. 593-601 ιδίως 595, Σ, Ψυχομάνη, «Τραπεζικό δίκαιο Δίκαιο τραπεζικών συμβάσεων», σελ. 189,1. Βελέντζα, Τραπεζικά δίκαιο, σελ. 135).

Β.8. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24 του Ν. 4178/2013 τα βεβαιωμένα (εν στενή έννοια) πρόστιμα στις Δ.Ο.Υ., που επιβλήθηκαν για αυθαίρετα κτίσματα, τα οποία έχουν υπαχθεί στον ως άνω νόμο τίθενται σε αναστολή είσπραξης, κατά την οριζόμενη διαδικασία της παρ. 3 του άρθρου 25 του ως άνω νόμου, ύστερα από την υποβολή αιτήσεως του ενδιαφερόμενου προσώπου, προς την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης. Η Υπηρεσία, εν συνεχεία, εκδίδει μία πράξη αναστολής εισπράξεως (των βεβαιωθέντων στη Δ.Ο.Υ. προστίμων), την οποία αποστέλλει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Επί της σχετικής πράξεως αναφέρεται ρητά η ημερομηνία ενάρξεως και λήξεως αυτής. Για τα χρέη που τίθενται σε καθεστώς αναστολής, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και ειδικότερα στην παρ. 6 του άρθρου 6 αυτού, ήτοι περί προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, συμψηφισμού χρεών προς το Δημόσιο και εγγραφής υποθήκης με τη διαδικασία του άρθρου 8 του ιδίου Κώδικα. Η χορηγηθείσα αναστολή έχει μεν την έννοια της μη δυνατότητας του Δημοσίου προς είσπραξη της απαιτήσεως δια μέτρων διοικητικής εκτελέσεως, με παρεπόμενη και αναγκαία συνέπεια την παρεμπόδιση ή αδρανοποίηση των πράξεων της διοικητικής εκτελέσεως που έχουν ήδη διενεργηθεί, καθ' όλο το χρονικό διάστημα που ορίζεται στην πράξη (πρβλ. γνωμ. Ν.Σ.Κ. (Ολομ) 426/2000), αλλά δεν αναιρεί την υποχρέωση του οφειλέτη προς πληρωμή, διότι η αναστολή δεν αδρανοποιεί το νόμιμο τίτλο στον οποίο στηρίζεται η οφειλή. Ειδικότερα, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 3 του ως άνω άρθρου τα βεβαιωμένα στις Δ.Ο.Υ. πρόστιμα αφότου τεθούν σε αναστολή εισπράξεως κατά τη διαδικασία του Ν. 4178/2013, θεωρούνται «τακτοποιημένα με νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής». Ο οφειλέτης όμως δικαιούται να εξοφλήσει το σύνολο της οφειλής. Η επιβληθείσα κατάσχεση δεν θίγεται και δεν ανατρέπονται οι έννομες συνέπειες που επέρχονται με την κοινοποίηση του κατασχετηρίου εγγράφου στον τρίτο, πλην όμως, κάθε περαιτέρω υλική ή νομική πράξη μετά την αναστολή, άγουσα σε ικανοποίηση της απαιτήσεως του Δημοσίου ή του καθ' ού η κατάσχεση καθίσταται απαγορευμένη. Επομένως, ανεξάρτητα από την αιτιολογία για την οποία χορηγήθηκε η αναστολή, ενόσω αυτή διαρκεί, διατηρείται η νομική δέσμευση του κατασχεθέντος, ο τρίτος καθίσταται μεσεγγυούχος, εκ του νόμου, μη δυνάμενος να καταβάλλει την κατασχεθείσα απαίτηση ούτε στον καθ' ού η κατάσχεση, ούτε, λόγω της αναστολής, στο Δημόσιο (Γν. ΝΣΚ 341/2014 Α Τακτ. Ολ).

Για τη διαγραφή των σχετικών βεβαιωμένων προστίμων απαιτείται βεβαίωση υπαγωγής στις διατάξεις του Ν. 4178/2013 και εξόφλησης του ενιαίου ειδικού προστίμου.

Εν συνεχεία, συντάσσεται Ατομικό Φύλλο Έκπτωσης από την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης, το οποίο συνοδεύεται από την Πράξη Ακυρώσεως του οικείου Χρηματικού Καταλόγου ή της Πράξης Επιβολής Προστίμου, μόνο για το ανείσπρακτο ποσό του βεβαιωμένου προστίμου, προκειμένου να μην τεθεί θέμα περί δικαιώματος του οφειλέτη προς επιστροφή των για οποιοδήποτε λόγο και αιτία, νομίμως όμως και εγκύρως, καταβληθέντων ποσών (π.χ. λόγω παρακρατήσεως, συμψηφισμού, αναγκαστικής κατασχέσεως κλπ), καθόσον αυτά δεν αναζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις περί αυθαιρέτων . Τα Ατομικά Φύλλα Εκπτώσεως (ΑΦΕΚ) που τυχόν έχουν εκδοθεί για το σύνολο των βεβαιωμένων προστίμων, χωρίς να έχουν ληφθεί από τις Υπηρεσίες Δόμησης υπόψη τυχόν καταβολές στις Δ.Ο.Υ., επιστρέφονται στις ως άνω Υπηρεσίες για να τροποποιηθούν αναλόγως,σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

Γ.9. Με τις διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος καθιερώνονται, μεταξύ άλλων, οι αρχές του κράτους δικαίου, της προστασίας του διοικούμενου και της χρηστής διοικήσεως, σύμφωνα με τις οποίες η Διοίκηση, οφείλει να χωρεί με θετικές ενέργειες, στην αναμόρφωση των νομικών και πραγματικών καταστάσεων, οι οποίες δημιουργήθηκαν με ανίσχυρες και ανυπόστατες διοικητικές πράξεις, πράξεις εκδοθείσες κατά πλάνη περί τα πράγματα, ήτοι πράξεις που στηρίζονται σε εσφαλμένη γνώση του εκδόντος διοικητικού οργάνου περί την αντικειμενική ύπαρξη κάποιου γεγονότος, με σκοπό την αποκατάσταση των πραγμάτων(πραγματική και νομική κατάσταση) , στη θέση στην οποία θα ήταν, αν, εξαρχής, δεν είχε εκδοθεί η ανυπόστατη διοικητική πράξη (ΣτΕ 2906/2000, ΣτΕ 3667/1993, ΣτΕ 15/1978, Ολομ. ΣτΕ 3832/1973, Γνωμ. ΝΣΚ 311/2012, ΝΣΚ 122/2012, ΝΣΚ 349/2011, (Ολομ.) ΝΣΚ 79/2005, ΣτΕ 100/2011, ΣτΕ 3320/2011, ΣτΕ 2557/2006, ΣτΕ 3191/2005, ΣτΕ 1792/2007, ΣτΕ 2557/2006, ΣτΕ 3170/2005, ΣτΕ 3320/2003, ΣτΕ 8/2002, ΣτΕ 2522/2002, ΣτΕ 915/2001, Γν.ΝΣΚ 439/2008, ΝΣΚ 510/2008, ΣτΕ 100/2011, ΣτΕ 748/2007, Γν.ΝΣΚ 360/2004, Γν.ΝΣΚ 421/2011, ΝΣΚ 71/2011, Ολ.ΝΣΚ 360/2004, ΝΣΚ 361/2004, Ολ.ΣτΕ 1820/1999, ΣτΕ 1356/1999, ΣτΕ 2909/1994, ΣτΕ 3738/1988, ΣτΕ 977/2006, ΣτΕ 748/2007, Γν.ΝΣΚ 360/2004, Γν.ΝΣΚ 421/2011, ΝΣΚ 71/2011, Ολ.ΝΣΚ 360/2004, ΝΣΚ 361/2004.).

IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

10. Υπό τα ως άνω δεδομένα και ενόψει των προαναφερθεισών διατάξεων, όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Α' Τμήμα) γνωμοδοτεί στο τεθέν ερώτημα ότι η Διοίκηση, στα πλαίσια της αρχής της νομιμότητας της διοικητικής δράσεως, ενόψει της αρχικής εμπρόθεσμης και αρνητικής δηλώσεως του πιστωτικού ιδρύματος, της ενημερώσεως της φορολογικής αρχής περί του θανάτου της υπόχρεου, ενδείκνυται να αναμορφώσει με τις απαραίτητες ενέργειες, τις νομικές και πραγματικές καταστάσεις που διαμορφώθηκαν εξ αιτίας της ανυπόστατης κατασχέσεως, ήτοι να επιστρέψει στο Τραπεζικό Ίδρυμα και στους τραπεζικούς λογαριασμούς από τους οποίους εκταμιεύθηκαν, ενόσω υφίστατο αναστολή εισπράξεως, τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα, χρηματικά ποσά, δυνάμει της κατασχέσεως που επιβλήθηκε, μετά το θάνατο του υπόχρεου, με το υπ' αριθ. 34166/1659/20.6.2013 κατασχετήριο έγγραφο απαιτήσεων της Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς, εις χείρας τραπεζικών ιδρυμάτων. Η Δ.Ο.Υ., ειδικότερα, οφείλει να εκκαθαρίσει το Ατομικό Φύλλο Εκπτώσεως (ΑΦΕΚ), που της απέστειλε η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου Αττικής, καθόσον η διάταξη του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, στην οποία ορίζεται ότι τα καταβληθέντα ποσά, ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται, προϋποθέτουν έγκυρη καταβολή, βασιζόμενη σε υποστατή κατάσχεση. Τα ως άνω χρηματικά ποσά θα επιστραφούν στην Τράπεζα, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, καθόσον δεν έχει επέλθει παραγραφή της απαιτήσεως προς επιστροφή, σύμφωνα με το άρθρο 140 του Ν. 4270/2014, χωρίς όμως να οφείλονται τόκοι υπερημερίας, αφού δεν συντρέχει η προϋπόθεση του άρθρου 21 του ΚΝΔΔ.


ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ

ΑΘΗΝΑ 13-10-2016

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΡΛΑΥΤΗΣ
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ.

Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΜΑΡΙΑ ΒΛΑΣΣΗ
ΠΑΡΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ.
 

Αριθ. πρωτ.: 2/84174/0004/2016 Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Εργασίας για την Επισκόπηση Δαπανών (Spending Review) του Υπουργείου Οικονομικών

Previous: Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αρ. 253/2016 Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών
$
0
0

Αθήνα, 24 Οκτωβρίου 2016
Αριθ.πρωτ.: 2/84174/0004
 
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ και ΔΙΟΙΚ.ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
Τμήμα Ε'

Ταχ. Δ/νση:Πανεπιστημίου 37
Τ.Κ.101 65, Αθήνα
Πληροφορίες :Μ. Ματζοράκη
Τηλέφωνο :210-33.38.283
fax :210-33.38.202
e-mail:m.matzoraki@glk.gr
 
ΘΕΜΑ: «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Εργασίας για την Επισκόπηση Δαπανών (Spending Review) του Υπουργείου Οικονομικών».

Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 34 του ν.1914/1990 «Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη του δημόσιου τομέα και της αγοράς, φορολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» (Α'178), όπως αποσαφηνίστηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν.2346/1995 (Α'220)
β) του άρθρου 21 του ν.4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» (Α' 176), όπως ισχύει.
γ) των άρθρων 13 έως 15 του ν.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α' 45), όπως ισχύει
δ) του Π.Δ. 111/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α' 178), όπως ισχύει

2. Το από 3.10.2016 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από το Γραφείο του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.

3. Την ανάγκη επισκόπησης των δαπανών του Υπουργείου Οικονομικών.

4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού. 

Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε

Α. Συνιστούμε στη Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής/ Γενικό Λογιστήριο του Κράτους Ομάδα Εργασίας για την Επισκόπηση των Δαπανών (Spending Review) του Υπουργείου Οικονομικών.

Β. Ι. Συγκροτούμε την ανωτέρω Ομάδα και ορίζουμε τα μέλη της, ως εξής:

1. Πηνελόπη Παγώνη του Σωτηρίου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης (ΓΓΠΣκαιΔΥ), ως Συντονίστρια, με αναπληρώτριά της την Κυράτσω Κοτζιά του Παρασκευά, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της ίδιας Γενικής Γραμματείας

2. Ασπασία Κωστοπούλου-Σαραντίδη του Ευσταθίου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, με βαθμό Β', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη του Α' Τμήματος της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της ΓΓΠΣκαιΔΥ

3. Νικολέτα Δελχανίδου του Ευαγγέλου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη του Δ' Τμήματος της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της ΓΓΠΣκαιΔΥ

4.    Αικατερίνη Καλλιγέρη του Εμμανουήλ, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη του Α' Τμήματος της Διεύθυνσης Προμηθειών, Διαχείρισης Υλικού και Υποδομών της ΓΓΠΣκαιΔΥ

5. Σταυρούλα Παναγάκη του Γεωργίου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη του Α' Τμήματος της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης της ΓΓΠΣκαιΔΥ

6. Κωνσταντίνο Φλώρο του Εμμανουήλ, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Δημοσιονομικών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊστάμενος του Γ' Τμήματος της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της ΓΓΠΣκαιΔΥ

7. Κυράτσω Κοτζιά του Παρασκευά, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Τελωνειακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών της ΓΓΠΣκαιΔΥ

8. Κωνσταντίνο Γκορόγια του Δημητρίου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί στη Διεύθυνση Οικονομικής Διαχείρισης της ΓΓΠΣκαιΔΥ

9. Μαρίνα Κολυβοδιάκου του Νικολάου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, με βαθμό Α', που υπηρετεί ως Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ)

10. Ευαγγελία Ανδρικοπούλου του Παύλου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, με βαθμό Γ', που υπηρετεί στο Γραφείο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων

11. Κωνσταντίνο Σπηλιωτόπουλο του Ιωάννη, που υπηρετεί σε θέση Ειδικού Συμβούλου στο Γραφείο του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών

12. Ευαγγελία Μπουλουγούρη του Αντωνίου, υπάλληλο του κλάδου ΠΕ Δημοσιονομικών, με βαθμό Γ', που υπηρετεί στο Γραφείο του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης

Χρέη γραμματέα θα ασκεί το μέλος που θα οριστεί από τη Συντονίστρια.

ΙΙ. Έργο της ομάδας εργασίας είναι η εκ βάθρων επισκόπηση των δαπανών του Υπουργείου Οικονομικών.

IΙΙ. Η Ομάδα Εργασίας θα συνεδριάζει εντός του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και η διάρκειά της ορίζεται μέχρι την ολοκλήρωση του έργου της.



Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Ακριβές αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Γραφείου Γραμματείας και Αρχείου

Ι.Κ.Α. αριθ. πρωτ.: Σ81/50/ 21.10.2016 Προσδιορισμός τοκοχρεωλυσίου για τις αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές, οι οποίες αναζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 103 του Ν. 4387/2016

$
0
0
Αθήνα, 21 .10. 2016
Αριθ. Πρωτ.:  Σ81/50

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΣΦ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ: ΚΥΡΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ/ΠΑΡΟΧΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ

Ταχ. Δ/νση: Αγ. Κων/νου 8 (10241)
Πληροφορίες: Μ. Κουτσοπούλου/Ε. Ζάχου
Αριθ. Τηλεφώνου: 2105215000
e-mail : diefpar@ika.gr  

ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: «Προσδιορισμός τοκοχρεωλυσίου για τις αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές, οι οποίες αναζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 103 του Ν. 4387/2016


Σχετ.: Η εγκύκλιο 29/16 και το Γενικό Έγγραφο με αρ. πρωτ. Σ81/41/21.9.2016.

Σε συνέχεια των ανωτέρω εγγράφων, παραθέτουμε τον πίνακα που συνέταξε η Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών και Στατιστικής και αφορά τον προσδιορισμό του τοκοχρεωλυσίου, όπως διαμορφώνεται βάσει του άρθρου 103 του Ν.4387/2016, με την παράγραφο 1 του οποίου καθορίστηκε επιτόκιο 3% με το οποίο προσαυξάνονται τα ποσά που αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα με υπαιτιότητα του λαβόντος.

Διάρκεια εξόφλησης σε μήνες

Τοκοχρεωλύσιο ενός ευρώ

2

0,50185046

3

0,33497886

4

0,25154332

5

0,20148219

6

0,16810828

7

0,14426991

8

0,12639126

9

0,11248576

10

0,10136146

11

0,09225985

12

0,08467526


13

0,07825761

14

0,07275684

15

0,06798957

16

0,06381827

17

0,06013778

18

0,05686628

19

0,05393921

20

0,05130489

21

0,04892151

22

0,04675485

23

0,04477663

24

0,04296331

25

0,04129510

26

0,03975524

27

0,03832949

28

0,03700562

29

0,03577308

30

0,03462274

31

0,03354665

32

0,03253785

33

0,03159022

34

0,03069836

35

0,02985750

36

0,02906338

37

0,02831220

38

0,02760060

39

0,02692551

40

0,02628420

41

0,02567420

42

0,02509327

43

0,02453938

44

0,02401069

45

0,02350553


46

0,02302234

47

0,02255975

48

0,02211644

49

0,02169125

50

0,02128309

51

0,02089096

52

0,02051393

53

0,02015114

54

0,01980181

55

0,01946520

56

0,01914063

57

0,01882747

58

0,01852512

59

0,01823304

60

0,01795071

 

Διάρκεια εξόφλησης σε μήνες

Τοκοχρεωλύσιο ενός ευρώ

61

0,01767765

62

0,01741342

63

0,01715760

64

0,01690978

65

0,01666961

66

0,01643672

67

0,01621081

68

0,01599155

69

0,01577867

70

0,01557188

71

0,01537093


72

0,01517557

73

0,01498559

74

0,01480075

75

0,01462085

76

0,01444570

77

0,01427511

78

0,01410891

79

0,01394693

80

0,01378902

81

0,01363501

82

0,01348477

83

0,01333817

84

0,01319507

85

0,01305534

86

0,01291888

87

0,01278557

88

0,01265529

89

0,01252796

90

0,01240347

91

0,01228172

92

0,01216263

93

0,01204612

94

0,01193209

95

0,01182048

96

0,01171120

97

0,01160418

98

0,01149936

99

0,01139667

100

0,01129604

101

0,01119741

102

0,01110072

103

0,01100593

104

0,01091296


105

0,01082178

106

0,01073233

107

0,01064456

108

0,01055842

109

0,01047387

110

0,01039087

111

0,01030937

112

0,01022934

113

0,01015073

114

0,01007351

115

0,00999765

116

0,00992310

117

0,00984983

118

0,00977781

119

0,00970701

120

0,00963740



Για κάθε αναγκαία διευκρίνιση, μπορείτε να απευθύνεσθε στην ανωτέρω Διεύθυνση.


Η ΑΝΑΠΛ. ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΙΩΑΝΝΑ ΓΑΤΗ-ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ και ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Yπόθεση C‑169/15 Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 20ής Οκτωβρίου 2016 «Προδικαστική παραπομπή – Βιομηχανική και εμπορική ιδιοκτησία – Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενή δικαιώματα – Οδηγία 93/98/ΕΟΚ – Άρθρο 10, παράγραφος 2 – Διάρκεια προστασίας – Μη αναβίωση της προστασίας βάσει της Συμβάσεως της Βέρνης»

Next: Κ.Υ.Α. αριθμ. 108621/17.10.2016 Καθορισμός ειδικών όρων, προϋποθέσεων, προδιαγραφών και περιορισμών για την υπαγωγή σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016 (Α' 117), επενδυτικών σχεδίων του τομέα της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, όπως αυτός ορίζεται στο σημείο 10 του άρθρου 2 του καν. (ΕΕ) αριθμ. 651/2014 της επιτροπής, αποκλειστικά στις περιπτώσεις στις οποίες η ενίσχυση του επενδυτικού σχεδίου καθορίζεται με βάση τις επιλέξιμες δαπάνες του επενδυτικού σχεδίου
$
0
0

AΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 20ής Οκτωβρίου 2016 υπόθεση C‑169/15 «Προδικαστική παραπομπή – Βιομηχανική και εμπορική ιδιοκτησία – Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενή δικαιώματα – Οδηγία 93/98/ΕΟΚ – Άρθρο 10, παράγραφος 2 – Διάρκεια προστασίας – Μη αναβίωση της προστασίας βάσει της Συμβάσεως της Βέρνης»

Στην υπόθεση C‑169/15,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Benelux Gerechtshof (Δικαστήριο της Μπενελούξ) με απόφαση της 27ης Μαρτίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Απριλίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης

Montis Design BV

κατά

Goossens Meubelen BV,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Bay Larsen, πρόεδρο τμήματος, Μ. Βηλαρά, J. Malenovský (εισηγητή), M. Safjan και D. Šváby, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 10ης Μαρτίου 2016,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Montis Design BV, εκπροσωπούμενη από τoυς F. Berndsen και C. Van Vlockhoven, advocaten,

–        η Goossens Meubelen BV, εκπροσωπούμενη από τους M. Scheltema, S. Kingma και P. Lodestijn, advocaten,

–        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes και T. Rendas,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον P. Loewenthal και την J. Samnadda,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 31ης Μαΐου 2016,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 10, παράγραφος 2, και του άρθρου 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/98/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1993, για την εναρμόνιση της διάρκειας προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενών δικαιωμάτων (ΕΕ 1993, L 290, σ. 9).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Montis Design BV (στο εξής: Montis) και της Goossens Meubelen BV (στο εξής: Goossens) με αντικείμενο εν δυνάμει προσβολή, από την Goossens, των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας της Montis επί των υποδειγμάτων καθισμάτων «Charly» και «Chaplin».

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

 Η Σύμβαση της Βέρνης

3        Το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης περί προστασίας των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (πράξη των Παρισίων της 24ης Ιουλίου 1971), όπως αυτό είχε κατόπιν της τροποποιήσεώς του της 28ης Ιουλίου 1979 (στο εξής: Σύμβαση της Βέρνης), ορίζει τα εξής:

«Η απόλαυσις και η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν υπόκεινται εις οιανδήποτε διατύπωσιν· η απόλαυσις και η άσκησις αύτη είναι ανεξάρτητοι από την ύπαρξιν της προστασίας εις την χώραν προελεύσεως του έργου. Κατά συνέπειαν, πέραν των ορισμών της παρούσης συμβάσεως, η έκτασις της προστασίας ως και τα ένδικα μέσα τα παρεχόμενα εις τον δημιουργόν προς εξασφάλισιν των δικαιωμάτων του ρυθμίζονται αποκλειστικώς συμφώνως προς την νομοθεσίαν της χώρας, εις την οποίαν ζητείται η προστασία.»

 Οι Συμφωνίες ΠΟΕ και TRIPs

4        Η Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (στο εξής: Συμφωνία TRIPs) υπογράφηκε στις 15 Απριλίου 1994 στο Μαρακές. Η συμφωνία αυτή, η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (στο εξής: Συμφωνία ΠΟΕ), εγκρίθηκε με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986‑1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1).

5        Η Συμφωνία ΠΟΕ και η Συμφωνία TRIPs τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1995. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 65, παράγραφος 1, της Συμφωνίας TRIPs, τα μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) δεν είχαν την υποχρέωση να εφαρμόσουν τις διατάξεις της συμφωνίας αυτής πριν από τη λήξη καθολικής περιόδου ενός έτους από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της Συμφωνίας ΠΟΕ, ήτοι πριν από την 1η Ιανουαρίου 1996.

6        Το άρθρο 9, παράγραφος 1, της Συμφωνίας TRIPs ορίζει τα ακόλουθα:

«Τα Μέλη [του ΠΟΕ] συμμορφώνονται με τα άρθρα 1 έως 21 της Συμβάσεως της Βέρνης (1971) και το παράρτημα της συμβάσεως αυτής […]».

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η οδηγία 93/98

7        Η αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 93/98 είχε ως εξής:

«[εκτιμώντας] ότι ο σεβασμός των κεκτημένων δικαιωμάτων και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης αποτελεί μέρος της κοινοτικής έννομης τάξης· ότι τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν, ιδίως, να προβλέπουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενή δικαιώματα τα οποία αποκαθίστανται κατ’ εφαρμογήν της παρούσας οδηγίας, δεν μπορούν να καταλήγουν σε πληρωμές καταβαλλόμενες από πρόσωπα που καλή τη πίστει ανάλαβαν την εκμετάλλευση των έργων τον καιρό που τα εν λόγω έργα ήσαν κτήμα του δημοσίου».

8        Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής προέβλεπε τα εξής:

«Τα δικαιώματα ενός δημιουργού λογοτεχνικού ή καλλιτεχνικού έργου κατά την έννοια του άρθρου 2 της Σύμβασης της Βέρνης προστατεύονται καθόλη τη διάρκεια της ζωής του δημιουργού και εβδομήντα έτη μετά το θάνατό του, ανεξάρτητα από την ημερομηνία κατά την οποία το έργο κατέστη νομίμως προσιτό στο κοινό.»

9        Το άρθρο 10, παράγραφοι 2 και 3, της εν λόγω οδηγίας όριζε τα εξής:

«2.       Η διάρκεια προστασίας που προβλέπεται από την παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλα τα έργα και αντικείμενα προστασίας που προστατεύονται σε ένα τουλάχιστον κράτος μέλος, κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1, κατ’ εφαρμογή εθνικών διατάξεων για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή τα συγγενή δικαιώματα, ή πληρούν τα κριτήρια προστασίας βάσει της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ.

3.      Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη των πράξεων εκμετάλλευσης που έλαβαν χώρα πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες διατάξεις προκειμένου να προστατεύουν, ιδίως, τα κεκτημένα δικαιώματα τρίτων.»

10      Το άρθρο 13, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας προέβλεπε τα εξής:

«Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα 1 έως 11 της παρούσας οδηγίας πριν από την 1η Ιουλίου 1995.»

 Η οδηγία 92/100/ΕΟΚ

11      Το άρθρο 2, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 1992, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας (ΕΕ 1992, L 346, σ. 61), όριζε τα ακόλουθα:

«Η παρούσα οδηγία δεν καλύπτει δικαιώματα εκμίσθωσης και δανεισμού σε σχέση με έργα αρχιτεκτονικής και έργα εφαρμοσμένης τέχνης.»

 Το δίκαιο της Μπενελούξ

12      Ο ενιαίος νόμος Μπενελούξ περί σχεδίων και υποδειγμάτων, ο οποίος θεσπίσθηκε με τη σύμβαση της 25ης Οκτωβρίου 1966 (Tractatenblad 1966, αριθ. 292, σ. 3, στο εξής: ενιαίος νόμος), τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1975. Σύμφωνα με το άρθρο 12 του νόμου αυτού, η καταχώριση ενός σχεδίου ή υποδείγματος ισχύει για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία της αιτήσεως.

13      Το άρθρο 21 του ενιαίου νόμου προέβλεπε τα εξής:

«1.      Ένα υψηλής καλλιτεχνικής αξίας σχέδιο ή υπόδειγμα προστατεύεται ταυτόχρονα από τον παρόντα νόμο και από τους νόμους για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας εφόσον πληρούνται οι όροι εφαρμογής αμφοτέρων.

[...]

3.      Η ακύρωση της καταχωρίσεως ενός υψηλής καλλιτεχνικής αξίας σχεδίου ή υποδείγματος ή η απόσβεση του απορρέοντος από την εν λόγω καταχώριση αποκλειστικού δικαιώματος επιφέρουν την ταυτόχρονη απόσβεση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του σχεδίου ή υποδείγματος αυτού, εφόσον αμφότερα τα δικαιώματα ανήκουν στον ίδιο δικαιούχο· το δικαίωμα, ωστόσο, δεν αποσβέννυται εφόσον ο δικαιούχος του σχεδίου ή του υποδείγματος υποβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 24, ειδική δήλωση για τη διατήρηση των δικαιωμάτων του πνευματικής ιδιοκτησίας.»

14      Το άρθρο 24, παράγραφοι 1 και 2, του νόμου αυτού όριζε τα ακόλουθα:

«1.      Η προβλεπόμενη στο άρθρο 21, [παράγραφος 3], δήλωση πρέπει να είναι νομότυπη και να συνοδεύεται από την πληρωμή τέλους το οποίο καθορίζεται με κανονισμό εφαρμογής, κατά το έτος που προηγείται της αποσβέσεως του αποκλειστικού δικαιώματος επί του σχεδίου ή υποδείγματος [...]

2.      Η δήλωση καταχωρίζεται, η δε καταχώριση δημοσιεύεται.»

15      Η αιτιολογική έκθεση η οποία αφορά τη σύμβαση και τον ενιαίο νόμο Μπενελούξ περί σχεδίων και υποδειγμάτων αναφέρει τα εξής:

«Άρθρο 21

[...] Με την [παράγραφο 3] επιδιώκεται ο συμβιβασμός μεταξύ της ανάγκης για ασφάλεια του κοινού και της δυνατότητας σωρεύσεως δύο ειδών προστασίας. Συγκεκριμένα, είναι ευκταίο το μητρώο να αποδίδει την κατά το δυνατόν πληρέστερη εικόνα των προστατευόμενων υποδειγμάτων.

Προς τούτο, [η παράγραφος αυτή] προβλέπει την υποχρέωση, του δημιουργού που θεώρησε σκόπιμο να λάβει προστασία και με την κατάθεση υποδείγματος, να προβεί σε ειδική δήλωση, καταρχήν πριν από την απόσβεση του δικαιώματος επί του υποδείγματος. Για να διασφαλιστεί η ασφάλεια του κοινού, κρίθηκε επιβεβλημένη η κύρωση της μη υποβολής της δηλώσεως αυτής με ιδιαίτερη αυστηρότητα· το μη δηλωθέν δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας αποσβέννυται ταυτοχρόνως με το δικαίωμα επί του υποδείγματος στο οποίο είχε σωρευθεί [...]

Άρθρο 24

Καταρχήν, η δήλωση λαμβάνει χώρα πριν από την απόσβεση του δικαιώματος επί του υποδείγματος.

[...]»

16      Το σημείο U του πρωτοκόλλου για την τροποποίηση του ενιαίου νόμου Μπενελούξ περί σχεδίων και υποδειγμάτων, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 20 Ιουνίου 2002 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2003, προβλέπει τα εξής:

«Το Κεφάλαιο II, με τίτλο “Σχέδια ή υποδείγματα υψηλής καλλιτεχνικής αξίας”, τροποποιείται ως εξής:

[...]

2.      Τα άρθρα 21 και 24 καταργούνται.

[...]»

17      Η κοινή δήλωση των Κυβερνήσεων των χωρών της Μπενελούξ σχετικά με το Πρωτόκολλο, της 20ής Ιουνίου 2002, για την τροποποίηση του ενιαίου νόμου Μπενελούξ περί σχεδίων και υποδειγμάτων έχει ως εξής:

«Το άρθρο 21, [παράγραφος 3], και το συμπλήρωμά του, το άρθρο 24, έχουν επικριθεί ευρέως. Σύμφωνα με τα άρθρα αυτά, όποιος έχει ταυτοχρόνως δικαίωμα επί σχεδίου ή υποδείγματος και δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί προϊόντος πρέπει, εάν επιθυμεί να διατηρήσει το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας μετά την ακύρωση ή την απόσβεση του δικαιώματος επί σχεδίου ή υποδείγματος, να προβεί σε δήλωση διατηρήσεώς του, η οποία καταχωρίζεται στο μητρώο Μπενελούξ. Το άρθρο εντάχθηκε κατά τον χρόνο εκείνο στον [ενιαίο νόμο] διότι η δημοσίευση των δικαιωμάτων για τα οποία ζητείται προστασία ήταν μία από τις θεμελιώδεις αρχές του [ενιαίου νόμου]. Στο μεταξύ, το Hoge Raad [der Nederlanden] επιβεβαίωσε ότι η διάταξη αυτή δεν είναι σύμφωνη προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης, που προβλέπει ότι η απόλαυση και η άσκηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν υπόκεινται σε καμία διατύπωση, όσον αφορά τα έργα τα οποία προστατεύονται δυνάμει της συμβάσεως αυτής (HR 26 Μαΐου 2000, RvdW 2000, 141). Το άρθρο 9 της Συμφωνίας TRIPs επιβάλλει επίσης στα συμβαλλόμενα μέρη τον σεβασμό του άρθρου αυτού της Συμβάσεως της Βέρνης. Τα προαναφερθέντα στοιχεία δικαιολογούν την κατάργηση του άρθρου 21, [παράγραφος 3], και του άρθρου 24.»

 Το ολλανδικό δίκαιο

18      Η οδηγία 93/98 μεταφέρθηκε στο ολλανδικό δίκαιο με τον Wet tot wijziging van de Auteurswet 1912 en de Wet op de naburige rechten (νόμο για την τροποποίηση του νόμου του 1912 περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και του νόμου περί των συγγενών δικαιωμάτων), της 21ης Δεκεμβρίου 1995 (Stb. 1995, αριθ. 652). Ο νόμος αυτός τέθηκε σε ισχύ στις 29 Δεκεμβρίου 1995.

19      Κατόπιν των τροποποιήσεων που εισήγαγε ο εν λόγω νόμος, το άρθρο 51, παράγραφος 1, του νόμου περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας (Auteurswet), της 23ης Σεπτεμβρίου 1912, έχει ως εξής:

«Οι προθεσμίες προστασίας που προβλέπει ο παρών νόμος εφαρμόζονται, από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος άρθρου, στα έργα τα οποία, κατά την 1η Ιουλίου 1995, προστατεύονται από τον εθνικό νόμο περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας σε τουλάχιστον ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρα μέλος της Συμφωνίας της 2ας Μαΐου 1992 για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

20      Η Montis σχεδιάζει και κατασκευάζει έπιπλα.

21      Το 1983, ο Gerard van den Berg, πρώην διευθυντής και κύριος μέτοχος της Montis, σχεδίασε την πολυθρόνα «Charly» και την καρέκλα «Chaplin». Η πολυθρόνα και η καρέκλα είναι διαφορετικού μεγέθους, αλλά συγγενείς ως προς το σχήμα τους. Στις 19 Απριλίου 1988, ζητήθηκε η διεθνής καταχώριση υποδείγματος για την πολυθρόνα «Charly» και για την καρέκλα «Chaplin», με αναφορά της Montis ως κατόχου των δικαιωμάτων επί των υποδειγμάτων και του G. van den Berg ως σχεδιαστή τους. Η αίτηση αυτή καταχωρίστηκε στις 12 Ιουλίου 1988.

22      Το 1990, ο G. van den Berg εκχώρησε στη Montis τα δικαιώματά του πνευματικής ιδιοκτησίας επί αμφοτέρων των καθισμάτων.

23      Κατά το πέρας της περιόδου καταχωρίσεως των εν λόγω υποδειγμάτων η Montis δεν προέβη στη δήλωση διατηρήσεως του άρθρου 21, παράγραφος 3, του ενιαίου νόμου. Ως εκ τούτου, τόσο τα δικαιώματα επί των υποδειγμάτων όσο και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που είχε η εταιρία αυτή επί των εν λόγω καθισμάτων αποσβέστηκαν στις 18 Απριλίου 1993.

24      Το 2008, η Montis άσκησε, ενώπιον του rechtbank ‘s‑Hertogenbosch (πρωτοδικείο του ‘s Hertogenbosch, Κάτω Χώρες), αγωγή κατά της Goossens, διότι η εταιρία αυτή πωλούσε, στα καταστήματα επίπλων που εκμεταλλεύεται, το μοντέλο καρέκλας «Beat» το οποίο έθιγε τα δικαιώματά της πνευματικής ιδιοκτησίας επί των καθισμάτων «Charly» και «Chaplin». Αμυνόμενη, η Goossens υποστήριξε ότι, λόγω της μη υποβολής δηλώσεως διατηρήσεως, τα εν λόγω δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας είχαν αποσβεστεί. Απαντώντας στην επιχειρηματολογία αυτή, η Montis υποστήριξε, κυρίως, ότι τα δικαιώματά της πνευματικής ιδιοκτησίας έπρεπε να θεωρηθεί ότι είχαν αναβιώσει λόγω της καταργήσεως, την 1η Δεκεμβρίου 2003, του άρθρου 21, παράγραφος 3, του ενιαίου νόμου, καθόσον η κατάργηση αυτή είχε, κατά την άποψή της, αναδρομική ισχύ. Επικουρικώς, η Montis υποστήριξε ότι τα δικαιώματά της έπρεπε ομοίως να θεωρηθεί ότι είχαν αναβιώσει κατόπιν της εκδόσεως της οδηγίας 93/98.

25      Αφού ηττήθηκε εν μέρει πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, η Montis άσκησε αναίρεση ενώπιον του Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατου Δικαστηρίου των Κάτω Χωρών).

26      Στο πλαίσιο της δίκης, το Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών) απέρριψε το επιχείρημα της Montis ότι ένα από τα επίμαχα υποδείγματα καρέκλας προστατευόταν ακόμη, την 1η Ιουλίου 1995, σε κράτος μέλος άλλο από το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, λόγω της εκπρόθεσμης προβολής του επιχειρήματος αυτού.

27      Διατηρώντας αμφιβολίες ως προς τις συνέπειες της καταργήσεως του άρθρου 21, παράγραφος 3, και του άρθρου 24 του ενιαίου νόμου επί των δικαιωμάτων που είχαν προηγουμένως αποσβεσθεί λόγω της μη υποβολής δηλώσεως διατηρήσεως, το εν λόγω δικαστήριο απηύθυνε, με απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2013, στο Benelux Gerechtshof (Δικαστήριο Μπενελούξ) δύο προδικαστικά ερωτήματα.

28      Το Benelux Gerechtshof (Δικαστήριο της Μπενελούξ) εκτιμά ότι οι αμφιβολίες τις οποίες διατυπώνει το Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών) υφίστανται, σε κάθε περίπτωση, μόνον εφόσον η οδηγία 93/98 δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι, αν έχει αποσβεσθεί δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας πριν από την κατάργηση του άρθρου 21, παράγραφος 3, του ενιαίου νόμου, η απόσβεση αυτή θεωρείται οριστική.

29      Στο πλαίσιο αυτό, το Benelux Gerechtshof (Δικαστήριο της Μπενελούξ) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει η περίοδος προστασίας την οποία αφορά το άρθρο 10, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/98, εφαρμογή σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που αρχικά προστατεύονταν με την εθνική νομοθεσία περί των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά πριν από την 1η Ιουλίου 1995 είχαν αποσβεσθεί λόγω μη τηρήσεως ή μη εμπρόθεσμης τηρήσεως μιας τυπικής απαιτήσεως, και συγκεκριμένα λόγω μη υποβολής ή μη εμπρόθεσμης υποβολής δηλώσεως διατηρήσεως κατά την έννοια του άρθρου 21, [παράγραφος 3] του [ενιαίου νόμου] [...];

2)      Αν η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι καταφατική:

Πρέπει η οδηγία 93/98 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία συνεπάγεται ότι πρέπει να θεωρηθεί ως οριστικά αποσβεσμένο το σχετικό με έργο εφαρμοσμένης τέχνης δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας το οποίο είχε αποσβεσθεί πριν από την 1η Ιουλίου 1995 λόγω μη τηρήσεως μιας τυπικής απαιτήσεως;

3)      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα:

Αν το σχετικό δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας πρέπει να θεωρηθεί ότι αναβιώνει ή ότι αναβίωσε σε κάποιο χρονικό σημείο σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τότε από ποια ημερομηνία επήλθε η αναβίωση αυτή;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου και του δεύτερου ερωτήματος

30      Με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημά του, τα οποία πρέπει να συνεξετασθούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί, πρώτον, αν το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας, έχει την έννοια ότι οι περίοδοι προστασίας που προβλέπει η οδηγία αυτή εφαρμόζονται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας τα οποία αρχικώς προστατεύονταν από την εθνική νομοθεσία, αλλά αποσβέστηκαν προ της 1ης Ιουλίου 1995. Δεύτερον, ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν η οδηγία 93/98 αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία σύμφωνα με την οποία, αρχικώς μεν, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί έργου προστατεύονταν, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, πλην όμως, στη συνέχεια, αποσβέστηκαν οριστικώς λόγω της μη τηρήσεως τυπικής απαιτήσεως.

31      Επιβάλλεται προκαταρκτικώς η υπόμνηση ότι το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98 προβλέπει ότι η διάρκεια προστασίας που προβλέπεται από την οδηγία αυτή εφαρμόζεται σε όλα τα έργα και αντικείμενα προστασίας που προστατεύονται σε ένα τουλάχιστον κράτος μέλος, κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, ήτοι την 1η Ιουλίου 1995, κατ’ εφαρμογήν εθνικών διατάξεων για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή τα συγγενή δικαιώματα, ή πληρούν τα κριτήρια προστασίας της οδηγίας 92/100.

32      Ως προς την πρώτη από τις προϋποθέσεις αυτές, από τη δικογραφία που έχει τεθεί στη διάθεση του Δικαστηρίου, και όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 63 των προτάσεών του, προκύπτει, αφενός, ότι τα επίμαχα στην κύρια δίκη έργα αρχικώς μεν προστατεύονταν στο κράτος μέλος εντός του οποίου ζητήθηκε η προστασία, αλλά η προστασία αυτή στη συνέχεια αποσβέστηκε, πριν από την 1η Ιουλίου 1995, και, αφετέρου, ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι, κατά την ημερομηνία αυτή, τα εν λόγω έργα δεν προστατεύονταν σε κανένα άλλο κράτος μέλος.

33      Ωστόσο, σύμφωνα με το πρώτο υποβληθέν από το αιτούν δικαστήριο ερώτημα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η εφαρμογή αυτής της πρώτης προϋποθέσεως μπορεί να οδηγήσει σε αναβίωση των δικαιωμάτων που αποσβέστηκαν βάσει της οικείας εθνικής νομοθεσίας, πριν από την προβλεπόμενη στο άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/98 ημερομηνία, και τα οποία δεν προστατεύονται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, καθώς η περίπτωση αυτή συνεπάγεται ότι η προβλεπόμενη με την οδηγία αυτή διάρκεια προστασίας εφαρμόζεται σε έργα η προστασία των οποίων με διατάξεις περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επανέρχεται με τον τρόπο αυτόν στην προ της αποσβέσεως κατάσταση.

34      Επισημαίνεται, ωστόσο, ως προς το σημείο αυτό, ότι η χρήση στο άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98 του ενεστώτα της οριστικής προκειμένου να τεθούν οι δύο εναλλακτικές προϋποθέσεις εφαρμογής της διάρκειας προστασίας που προβλέπει η οδηγία αυτή καταδεικνύει ότι βούληση του νομοθέτη ήταν να αντληθούν οι έννομες συνέπειες της καταστάσεως που υφίστατο την 1η Ιουλίου 1995 και όχι σε χρόνο προγενέστερο ή μεταγενέστερο της ημερομηνίας αυτής.

35      Κατά συνέπεια, οσάκις δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, λόγω της αποσβέσεώς τους πριν από την ημερομηνία που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/98 κατ’ εφαρμογήν συγκεκριμένης εθνικής νομοθεσίας, δεν προστατεύονταν πλέον κατά την ημερομηνία αυτή, δυνάμει του άρθρου 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98, η προβλεπόμενη στην οδηγία διάρκεια προστασίας δεν εφαρμόζεται στο οικείο έργο.

36      Η εν λόγω νομοθετική λύση εμπερικλείει τον σεβασμό της αρχής των κεκτημένων δικαιωμάτων στην οποία αναφέρεται η αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 93/98. Συγκεκριμένα, η αρχή αυτή τυγχάνει εφαρμογής ακριβώς στις πράξεις εκμεταλλεύσεως έργων που αναλήφθηκαν καλή τη πίστει κατά τον χρόνο που τα έργα δεν έχαιραν καμίας προστασίας.

37      Επομένως, πρέπει να θεωρηθεί ότι η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, έχει την έννοια ότι η διάρκεια προστασίας την οποία προβλέπει η εν λόγω οδηγία δεν εφαρμόζεται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας τα οποία αρχικώς μεν προστατεύονταν από την εθνική νομοθεσία, πλην όμως αποσβέστηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 1995 και δεν προστατεύονται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

38      Το γεγονός ότι η απόσβεση των εν λόγω δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, πριν από την 1η Ιουλίου 1995, δεν φαίνεται να ήταν σύμφωνη προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης, κατά το οποίο η απόλαυση και η άσκηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν υπόκεινται σε καμία διατύπωση, δεν δύναται να θέσει υπό αμφισβήτηση το συγκεκριμένο συμπέρασμα.

39      Υπογραμμίζεται συναφώς, πρώτον, ότι ο νομοθέτης της Ένωσης επέλεξε να αναφερθεί, με την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98, στα έργα και αντικείμενα που προστατεύονται «κατ’ εφαρμογή εθνικών διατάξεων για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή τα συγγενή δικαιώματα». Επομένως, η διάταξη αυτή δεν έχει ούτε ως αντικείμενο ούτε ως συνέπεια τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες η προστασία αυτή μπορούσε να επεκταθεί πριν από την 1η Ιουλίου 1995, καθόσον το ζήτημα αυτό συνεχίζει να ρυθμίζεται από τις εφαρμοστέες εθνικές νομοθεσίες.

40      Δεύτερον, απορρέει βεβαίως από το άρθρο 9, παράγραφος 1, της Συμφωνίας TRIPs, η οποία εγκρίθηκε στο όνομα της Ένωσης, ότι η Ένωση πρέπει να συμμορφώνεται, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης. Εντούτοις, από το άρθρο 65, παράγραφος 1, της συμφωνίας αυτής προκύπτει ότι η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1995, ήτοι σε χρόνο μεταγενέστερο τόσο της ημερομηνίας εκδόσεως της οδηγίας 93/98, στις 29 Οκτωβρίου 1993, όσο και της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος της, στις 19 Νοεμβρίου 1993. Επιπλέον, επιβάλλεται η επισήμανση ότι, βάσει του άρθρου 65, παράγραφος 1, της Συμφωνίας TRIPs, η Ένωση δεν ήταν υποχρεωμένη να εφαρμόσει τις διατάξεις της συμφωνίας αυτής πριν από την 1η Ιανουαρίου 1996.

41      Κατά συνέπεια, η υποχρέωση ερμηνείας της οδηγίας 93/98 κατά τρόπο συνάδοντα προς τη Συμφωνία TRIPs δεν δύναται, εν πάση περιπτώσει, να συνεπάγεται ότι, σε κατάσταση όμως η επίμαχη στην κύρια δίκη, το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που αποσβέστηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 1995, κατ’ εφαρμογήν εθνικού κανόνα προδήλως μη σύμφωνου προς τη Σύμβαση της Βέρνης, πρέπει να εφαρμόζεται, λόγω της αποσβέσεως αυτής, η διάρκεια προστασίας που προβλέπει η εν λόγω οδηγία.

42      Ως προς την δεύτερη προϋπόθεση της διατάξεως αυτής, διαπιστώνεται ότι, όπως ανέφερε το αιτούν δικαστήριο, τα καθίσματα επί των οποίων η Montis είχε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας έως την 18η Απριλίου 1993 είναι έργα εφαρμοσμένης τέχνης μη εμπίπτοντα στην οδηγία 92/100, η οποία, κατά το άρθρο της 2, παράγραφος 3, δεν καλύπτει δικαιώματα εκμισθώσεως και δανεισμού σε σχέση με τα έργα αυτά. Εν πάση περιπτώσει, εξ αυτού απορρέει ότι δεν είναι δυνατόν η εν λόγω οδηγία να έχει ορίσει κριτήρια προστασίας για τέτοιου είδους έργα.

43      Προκύπτει, επομένως, ότι δεν πληρούται καμία από τις δύο εναλλακτικές προϋποθέσεις του άρθρου 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98.

44      Εκ των ανωτέρω απορρέει ότι η οδηγία 93/98 πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν αντιτίθεται σε καταργητική εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία δεν παράγει αποτελέσματα αναβιώσεως και, επομένως, αποβλέπει στην οριστική απόσβεση των δικαιωμάτων, παρά το ότι η απόσβεσή τους, πριν από την 1η Ιουλίου 1995, δεν είναι σύμφωνη προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης.

45      Τούτου δοθέντος, πρέπει να τονιστεί ότι η διαπίστωση αυτή δεν εμποδίζει το οικείο κράτος μέλος, σε υπόθεση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, να συμμορφωθεί προς τις απορρέουσες για αυτό από το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Βέρνης υποχρεώσεις και να αντλήσει τις συνέπειες της αποδοχής της ευθύνης του λόγω ενδεχόμενης παραβιάσεως της συμβάσεως αυτής.

46      Βάσει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η ακόλουθη απάντηση:

–        Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας, έχει την έννοια ότι η διάρκεια προστασίας που προβλέπει η οδηγία αυτή δεν εφαρμόζεται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας τα οποία αρχικώς μεν προστατεύονταν από εθνική νομοθεσία, πλην όμως αποσβέστηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 1995.

–        Η οδηγία 93/98 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία σύμφωνα με την οποία, αρχικώς μεν, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί έργου προστατεύονταν, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, πλην όμως στη συνέχεια αποσβέστηκαν οριστικώς, πριν από την 1η Ιουλίου 1995, λόγω μη τηρήσεως τυπικής απαιτήσεως.

 Επί του τρίτου ερωτήματος

47      Κατόπιν της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο τρίτο ερώτημα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

48      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/98/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1993, για την εναρμόνιση της διάρκειας προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενών δικαιωμάτων, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας, έχει την έννοια ότι η διάρκεια προστασίας που προβλέπει η οδηγία αυτή δεν εφαρμόζεται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας τα οποία αρχικώς μεν προστατεύονταν από εθνική νομοθεσία, πλην όμως αποσβέστηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 1995.

Η οδηγία 93/98 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία σύμφωνα με την οποία, αρχικώς μεν, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί έργου προστατεύονταν, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, πλην όμως στη συνέχεια αποσβέστηκαν οριστικώς, πριν από την 1η Ιουλίου 1995, λόγω της μη τηρήσεως τυπικής απαιτήσεως.

(υπογραφές)


Κ.Υ.Α. αριθμ. 108621/17.10.2016 Καθορισμός ειδικών όρων, προϋποθέσεων, προδιαγραφών και περιορισμών για την υπαγωγή σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016 (Α' 117), επενδυτικών σχεδίων του τομέα της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, όπως αυτός ορίζεται στο σημείο 10 του άρθρου 2 του καν. (ΕΕ) αριθμ. 651/2014 της επιτροπής, αποκλειστικά στις περιπτώσεις στις οποίες η ενίσχυση του επενδυτικού σχεδίου καθορίζεται με βάση τις επιλέξιμες δαπάνες του επενδυτικού σχεδίου

$
0
0

Αριθμ. 108621

(ΦΕΚ Β' 3410/24-10-2016)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ- ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν.4399/2016 «Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας - Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» (Α' 117) και ειδικότερα τις ρυθμίσεις του άρθρου 7 παράγραφος 6 α, αυτού.

2. Το άρθρο 90 του «Κώδικα για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.δ. 63/2005, (Α' 98).

3. Τις διατάξεις του Π.δ. 116/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας» (Α' 185), όπως ισχύει.

4. Τις διατάξεις του Π.δ. 70/2015 «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού» (Α' 114).

5. Το Π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 116).

6. Το Π.δ. 107/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Γεωργίας» (Α' 174), όπως τροποποιημένο ισχύει σήμερα.

7. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 651/2014 της επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014 για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ' εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της συνθήκης (Γενικός Απαλλακτικός Κανονισμός-ΓΑΚ), και ειδικότερα το άρθρο 1 παράγραφος 3 γ αυτού.

8. Το παράρτημα Ι της συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
ΟΡΙΣΜΟΙ


1. Με τον όρο «γεωργικά προϊόντα» νοούνται τα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης εξαιρουμένων των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. (Άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 651/2014 της επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014).

2. Με τον όρο «μεταποίηση γεωργικών προϊόντων» νοείται κάθε επέμβαση επί γεωργικού προϊόντος από την οποία προκύπτει επίσης γεωργικό προϊόν, με εξαίρεση τις εργασίες εντός της γεωργικής εκμετάλλευσης που είναι απαραίτητες για την προετοιμασία προϊόντος ζωτικής ή φυτικής προέλευσης για την πρώτη του πώληση (άρθρο 2 σημείο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 651/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014).

Άρθρο 2
ΥΠΑΓΟΜΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ - ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ - ΟΡΟΙ


1 .Τα επενδυτικά σχέδια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, δεν μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016:
α) σε περιπτώσεις που αφορούν στην μεταποίηση γενετικά τροποποιημένων προϊόντων όπως αυτά ορίζονται με την οδηγία 2001/18/ΕΚ πλην της χρήσης τους για την παραγωγή ζωοτροφών, και
β) σε περιπτώσεις παράβασης απαγορεύσεων ή περιορισμών που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1308/2013 (Κ.Ο.Α.), ακόμη και όταν οι εν λόγω απαγορεύσεις και περιορισμοί αφορούν μόνο την ενωσιακή στήριξη που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.

2. Μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016, επενδυτικά σχέδια του τομέα της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, όπως αυτός ορίζεται στο σημείο 10 του άρθρου 2 Γ.Α.Κ., αποκλειστικά στις περιπτώσεις στις οποίες η ενίσχυση του επενδυτικού σχεδίου καθορίζεται με βάση τις επιλέξιμες δαπάνες του σχεδίου, τα οποία αφορούν συγκεκριμένα σε:
α. Κρέας - πουλερικά - κουνέλια (σφαγεία, τεμαχιστήρια, μονάδες παραγωγής κρεατοσκευασμάτων και προϊόντων με βάση το κρέας, αλλαντικών, μονάδες διαχείρισης ζωικών υποπροϊόντων).
β. Γάλα (μονάδες αξιοποίησης γάλακτος και παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων).
γ. Αυγά (τυποποίηση συσκευασία αυγών, παραγωγή νέων προϊόντων).
δ. Λοιπά ζωικά προϊόντα (Μέλι - Σηροτροφία - σαλιγκάρια).
ε. Ζωοτροφές.
στ. Δημητριακά (παραγωγή αλεύρων, ξήρανση δημητριακών, επεξεργασία για παραγωγή βύνης, αμύλου, γλουτένης κ.λπ.).
ζ. Ελαιούχα Προϊόντα (ελαιοτριβεία, ραφιναρίες ελαιολάδου, σπορελαιουργεία, μονάδες επεξεργασίας βρώσιμων ελαιών κ.λπ.).
η. Οίνος.
θ. Οπωροκηπευτικά.
ι. Ακρόδρυα - καρποί με κέλυφος.
ια. Κτηνοτροφικά φυτά
ιβ. Όσπρια.
ιγ. Άνθη (τυποποίηση και εμπορία ανθέων).
ιδ. Σπόροι και πολλαπλασιαστικό υλικό.
ιε. Ξύδι (παραγωγή ξυδιού από οίνο, από φρούτα και άλλες γεωργικές πρώτες ύλες).
ιστ. Αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά για την επεξεργασία ξηράς δρόγης.
ιζ. Επεξεργασία νέων - εναλλακτικών - καινοτόμων καλλιεργειών (ιπποφαές, αρώνια, γκότζι μπέρι, κρανιά, αλόη κ.λπ.).
ιη. επεξεργασία ακατέργαστου καπνού.
ιθ. Επεξεργασία ζαχαρότευτλων και ζαχαροκάλαμου.
κ. επεξεργασία λιναριού και βιομηχανικής κάνναβης.
κα. επεξεργασία φυσικού ακατέργαστου φελλού και απορριμμάτων αυτού.

Άρθρο 3
ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ


1. Οι φορείς υποδοχής του άρθρου 13 του Ν. 4399/2016 των αιτήσεων των επενδυτικών σχεδίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, αποστέλλουν ηλεκτρονικά εντός δύο (2) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής και του οικείου φακέλου τεκμηρίωσης, αντίγραφο της αίτησης και του φακέλου τεκμηρίωσης του επενδυτικού σχεδίου, στην Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (Δ.Α.Ο.Κ.), των Περιφερειακών Ενοτήτων των Περιφερειών, στην κατά τόπον αρμοδιότητα της οποίας, εμπίπτει η περιοχή υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, για τη συμπλήρωση του εντύπου που επισυνάπτεται στο παράρτημα Ι της παρούσας, προς έκφραση γνώμης ως προς τον ορθολογικό σχεδιασμό του επενδυτικού σχεδίου (όπως τη σκοπιμότητα του από άποψη γεωγραφικής κατανομής ομοειδών επενδύσεων, ύπαρξης ή όχι πρώτης ύλης στην ευρύτερη περιοχή, κάλυψης δυναμικότητας και ύπαρξης σύγχρονης υποδομής στην περιοχή, συμβατότητας με την ισχύουσα ΚΑΠ και την αντίστοιχη ΚΟΑ των προϊόντων του επενδυτικού σχεδίου). Η αρμόδια ΔΑΟΚ πρέπει να συμπληρώσει και να αποστείλει ηλεκτρονικά στους φορείς υποδοχής των αιτήσεων το εν λόγω έντυπο, εντός επτά (7) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του σχετικού αιτήματος, προκειμένου να τεθεί στον φάκελο του επενδυτικού σχεδίου και να ληφθεί υπόψη για την αξιολόγηση της αίτησης υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου. Μετά την άπρακτη παρέλευση του ως άνω διαστήματος, η αξιολόγηση της αίτησης υπαγωγής ολοκληρώνεται, χωρίς να αναμένεται η σχετική έκφραση γνώμης.

2. Πέραν των δικαιολογητικών και στοιχείων που συνοδεύουν την αίτηση υπαγωγής και καθορίζονται στην απόφαση προκήρυξης του κάθε συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης του Ν. 4399/2016, οι φορείς των επενδυτικών σχεδίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, μετά την υποβολή της αίτησης υπαγωγής πρέπει να εξασφαλίσουν όλες τις εγκρίσεις, άδειες και λοιπά πιστοποιητικά και έγγραφα που απαιτούνται από την κείμενη νομοθεσία, για την υλοποίηση και νόμιμη λειτουργία του επενδυτικού σχεδίου, ιδίως τα ακόλουθα:
α. Άδεια λειτουργίας, όπου αυτό απαιτείται από την ισχύουσα νομοθεσία, (αριθμ. οικ.12684/92/21.11.2014/ ΦΕΚ 3181/Β', όπως ισχύει κάθε φορά), ή βεβαίωσης του αρμόδιου φορέα ότι για το επενδυτικό σχέδιο δεν απαιτείται άδεια λειτουργίας.
β. Πολεοδομική άδεια για την κατασκευή ή τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων.
γ. Κωδικό έγκρισης/ εγγραφής εγκατάστασης, όπου αυτός απαιτείται, σύμφωνα με το οικείο θεσμικό πλαίσιο.

Άρθρο 4

1. Από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων.

2. Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 17 Οκτωβρίου 2016

Οι Υπουργοί

Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Κ.Υ.Α. αριθμ. 108612/17.10.2016 Καθορισμός των ειδών επενδυτικών σχεδίων του τομέα πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (MME), που μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016 (Α' 117) και των προδιαγραφών, πρόσθετων όρων, περιορισμών και προϋποθέσεων, καθώς και κάθε σχετικού θέματος για την παροχή των ενισχύσεων σε επενδυτικά σχέδια του τομέα αυτού

Previous: Κ.Υ.Α. αριθμ. 108621/17.10.2016 Καθορισμός ειδικών όρων, προϋποθέσεων, προδιαγραφών και περιορισμών για την υπαγωγή σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016 (Α' 117), επενδυτικών σχεδίων του τομέα της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, όπως αυτός ορίζεται στο σημείο 10 του άρθρου 2 του καν. (ΕΕ) αριθμ. 651/2014 της επιτροπής, αποκλειστικά στις περιπτώσεις στις οποίες η ενίσχυση του επενδυτικού σχεδίου καθορίζεται με βάση τις επιλέξιμες δαπάνες του επενδυτικού σχεδίου
$
0
0

Αριθμ. 108612

(ΦΕΚ Β' 3410/24-10-2016)

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ- ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν. 4399/2016 «Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας - Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις» (Α' 117) και ειδικότερα τις ρυθμίσεις του άρθρου 7 παρ. 6 β (ββ) και του άρθρου 3 παρ. 3 αυτού.

2. Το άρθρο 90 του «Κώδικα για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.δ. 63/2005, (Α' 98).

3. Τις διατάξεις του Π.δ. 116/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας» (Α' 185), όπως ισχύει.

4. Τις διατάξεις του Π.δ. 70/2015 «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού» (Α' 114).

5. Το Π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 116).

6. Το Π.δ. 107/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Γεωργίας», (Α' 174), όπως τροποποιημένο ισχύει σήμερα.

7. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 702/2014 της επιτροπής της 25ης Ιουνίου 2014 για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων στους τομείς της γεωργίας και δασοκομίας και σε αγροτικές περιοχές συμβιβάσιμων με την εσωτερική αγορά κατ' εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα το άρθρο 14 αυτού.

8. Τον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθμ. 922/1972, (ΕΟΚ) αριθμ. 234/1979, (ΕΚ) αριθμ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθμ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

9. Το παράρτημα Ι της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
ΟΡΙΣΜΟΙ


1. Με τον όρο «γεωργικά προϊόντα» νοούνται τα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης εξαιρουμένων των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. (Άρθρο 2 στοιχείο 4 του καν (ΕΕ) αριθμ. 702/2014 ).

2. Με τον όρο «πρωτογενής γεωργική παραγωγή» νοείται η παραγωγή προϊόντων του εδάφους και της κτηνοτροφίας που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, χωρίς να εκτελούνται περαιτέρω εργασίες που μεταβάλλουν τη φύση των προϊόντων αυτών. [Άρθρο 2 στοιχείο 5 του καν (ΕΕ) αριθμ. 702/2014 και άρθρο 2 στοιχείο 9 του καν. (ΕΕ) 651/2014 της επιτροπής (Γ.Α.Κ.)]

3. Με τον όρο «γεωργική εκμετάλλευση» νοείται η μονάδα που αποτελείται από γη, εγκαταστάσεις και εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στην πρωτογενή γεωργική παραγωγή. (Άρθρο 2 στοιχείο 8 του καν (ΕΕ).

Άρθρο 2
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ- ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ - ΟΡΟΙ- ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ


1. Τα επενδυτικά σχέδια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, μπορεί να αφορούν είτε σε ίδρυση νέας μονάδας, είτε σε εκσυγχρονισμό, με ή χωρίς μετεγκατάσταση, υφιστάμενης μονάδας, υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του Ν.4399/2016 (Α' 117) και της απόφασης προκήρυξης του συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης του εν λόγω νόμου, με την επιφύλαξη των οριζόμενων στην παράγραφο 6 του άρθρου 3 της παρούσας. Στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού η μονάδα μπορεί να αυξήσει τη δυναμικότητα της, εφόσον αυτό δεν αντίκειται σε συγκεκριμένες κάθε φορά εθνικές ή κοινοτικές διατάξεις και έχει εφοδιαστεί με τις απαραίτητες προς τούτο αδειοδοτήσεις, με την επιφύλαξη των οριζόμενων στην παράγραφο 6 του άρθρου 3 της παρούσας.

2. Το επενδυτικό σχέδιο θα πρέπει να είναι σύμφωνο με την ενωσιακή και με την εθνική νομοθεσία για την περιβαλλοντική προστασία. Όταν για ένα επενδυτικό σχέδιο απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, σύμφωνα με την οδηγία 2011/92/ΕΕ, η ενίσχυση υπόκειται στην προϋπόθεση ότι η εν λόγω εκτίμηση έχει εκτελεστεί και ότι η άδεια κατασκευής έχει χορηγηθεί για το συγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο πριν από την ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης. Ως ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης στο επενδυτικό σχέδιο, νοείται η ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ της περίληψης της απόφασης υπαγωγής του σε καθεστώς ενίσχυσης του Ν. 4399/2016. Για τον έλεγχο και εφαρμογή της ως άνω προϋπόθεσης στις περιπτώσεις που από την κείμενη νομοθεσία δεν απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, απαιτείται η υποβολή με την αίτηση υπαγωγής, μαζί με τα λοιπά δικαιολογητικά που καθορίζονται στην προκήρυξη του συγκεκριμένου καθεστώτος του Ν. 4399/2016, βεβαίωσης του αρμόδιου φορέα ότι για το επενδυτικό σχέδιο δεν απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Στις περιπτώσεις που απαιτείται ή εν λόγω εκτίμηση, ο φορέας του επενδυτικού σχεδίου πρέπει, μετά την υποβολή της αίτησης υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου και πριν από την έκδοση της απόφασης υπαγωγής γι' αυτό, να προσκομίσει στον φορέα υποδοχής της αίτησης υπαγωγής του, του άρθρου 13 του Ν. 4399/2016, την εν λόγω εκτίμηση καθώς και την άδεια κατασκευής.

3. Το ανώτατο ποσό ενίσχυσης για την υπαγωγή σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν.4399/2016, επενδυτικών σχεδίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, δεν μπορεί να υπερβεί τις 500.000 ευρώ ανά επενδυτικό σχέδιο και ανά επιχείρηση (άρθρο 4 παρ. 1 του καν. (ΕΕ) αριθμ. 702/2014 της επιτροπής). Τα όρια αυτά δεν επιτρέπεται να καταστρατηγούνται με τον τεχνητό διαχωρισμό του επενδυτικού σχεδίου.

4. Τα επενδυτικά σχέδια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, δεν μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016, σε περιπτώσεις παράβασης απαγορεύσεων ή περιορισμών που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1308/2013 (Κ.Ο.Α.), ακόμη και όταν οι εν λόγω απαγορεύσεις και περιορισμοί αφορούν μόνο την ενωσιακή στήριξη που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό.

Άρθρο 3
ΥΠΑΓΟΜΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ - ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ - ΟΡΟΙ


1. Με το επενδυτικό σχέδιο επιδιώκεται τουλάχιστον ένας από τους ακόλουθους στόχους:
α. η βελτίωση των συνολικών επιδόσεων και της βιωσιμότητας της γεωργικής εκμετάλλευσης, ιδίως μέσω της μείωσης του κόστους παραγωγής ή της βελτίωσης και αναδιάταξης της παραγωγής,
β. η βελτίωση του φυσικού περιβάλλοντος, των συνθηκών υγιεινής ή των προτύπων καλής μεταχείρισης των ζώων, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω επένδυση υπερβαίνει τα ισχύοντα πρότυπα της ΕΕ.
γ. η δημιουργία και βελτίωση υποδομής που συνδέεται με την ανάπτυξη, την προσαρμογή και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας.

2. Επιλέξιμες δαπάνες του επενδυτικού σχεδίου είναι:
α. εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 8 του Ν. 4399/2016, εκτός από τις οριζόμενες στο εδάφιο β της παραγράφου 3, στην παράγραφο 5, και τις δαπάνες για συστήματα διασφάλισης και ελέγχου ποιότητας, πιστοποιήσεων του εδαφίου β της παραγράφου 4, αυτού, και,
β. εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του Ν. 4399/2016.

3. Μέρος του επενδυτικού σχεδίου μπορεί να συνδέεται με την παραγωγή, σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης, ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για την κάλυψη των αναγκών της μονάδας (ιδιοκατανάλωση), υπό την προϋπόθεση ότι η παραγωγή δεν υπερβαίνει τη μέση ετήσια κατανάλωση ενέργειας από τη συγκεκριμένη γεωργική εκμετάλλευση. Όταν η επένδυση γίνεται για την παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, οι εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας εξυπηρετούν μόνο τις ενεργειακές ανάγκες της συγκεκριμένης γεωργικής εκμετάλλευσης και η παραγωγική τους ικανότητα δεν υπερβαίνει το αντίστοιχο ύψος της συνδυασμένης μέσης ετήσιας κατανάλωσης θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας στη γεωργική εκμετάλλευση, συμπεριλαμβανομένου και του γεωργικού νοικοκυριού. Η πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο επιτρέπεται μόνο εφόσον τηρείται το ετήσιο όριο ιδιοκατανάλωσης. Όταν η επένδυση παραγωγής ενέργειας πραγματοποιείται από περισσότερες γεωργικές εκμεταλλεύσεις, με σκοπό να εξυπηρετήσουν τις δικές τους ανάγκες για ενέργεια, η μέση ετήσια κατανάλωση είναι σωρευτική με το ποσό που ισοδυναμεί με τη μέση ετήσια κατανάλωση όλων των εν λόγω γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
Δεν είναι επιλέξιμες οι επενδύσεις σε εγκαταστάσεις, ο πρωταρχικός σκοπός των οποίων είναι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα.

4. Για τα επενδυτικά σχέδια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, δεν μπορούν να ενισχυθούν βάσει καθεστώτων ενίσχυσης του Ν. 4399/2016 δαπάνες για:
α. την αγορά δικαιωμάτων παραγωγής, δικαιωμάτων ενίσχυσης και μονοετών φυτών,
β. τη φύτευση μονοετών φυτών,
γ. εργασίες αποστράγγισης,
δ. την αγορά ζώων,
ε. επενδύσεις με σκοπό τη συμμόρφωση με τα ισχύοντα ενωσιακά πρότυπα.

5. Για τα επενδυτικά σχέδια που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, μπορούν να ενισχυθούν βάσει καθεστώτων ενίσχυσης του Ν. 4399/2016 δαπάνες επενδύσεων για εξοπλισμό και εγκαταστάσεις άρδευσης, μόνο εφόσον η επένδυση αυτή επιφέρει μείωση της προηγούμενης κατανάλωσης ύδατος τουλάχιστον κατά 25%, και η μέτρηση κατανάλωσης ύδατος στο επίπεδο της ενισχυόμενης επένδυσης έχει τεθεί ή πρέπει να τεθεί σε λειτουργία ως μέρος του επενδυτικού σχεδίου.

6. Μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώτα ενισχύσεων του Ν. 4399/2016, επενδυτικά σχέδια της πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής, όπως αυτή ορίζεται στο σημείο 5 του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 702/2014 της επιτροπής, στους ακόλουθους τομείς, τα οποία αφορούν συγκεκριμένα σε:

Α. στον τομέα φυτικής παραγωγής: Εκμεταλλεύσεις όλων των τύπων και παραγωγικών συστημάτων φυτικής παραγωγής, όπως συμβατική, πιστοποιημένη -ολοκληρωμένη, βιολογική, κ.λπ. - υπαίθρια, υπό κάλυψη (θερμοκήπια, θάλαμοι καλλιέργειας μανιταριών θερμοκηπιακού τύπου, δικτυοκήπια κ.α.),

Β. στον τομέα ζωικής παραγωγής: Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις για ίδρυση νέων, εκσυγχρονισμό υφιστάμενων εγκαταστάσεων όπως αυτές περιγράφονται στο Ν. 4056/2012 (ΦΕΚ 52Α72012). Συγκεκριμένα υπάγονται επενδυτικά σχέδια όλων των παραγωγικών κατευθύνσεων καθώς και όλων των τύπων εκτροφής, και υπό τους περιορισμούς και όρους που τίθενται ακολούθως, που αφορούν σε:
αα) Βοοτροφικές μονάδες.
ββ) Αιγοπροβατοτροφικές μονάδες.
γγ) Χοιροτροφικές μονάδες.
δδ) Μονάδες μονόπλων.
εε) Μονάδες εκτροφής γουνοφόρων ζώων.
στ) Μονάδες εκτροφής θηραμάτων και θηραματικών ειδών (με την επιφύλαξη των ισχυουσών δασικών διατάξεων για τα εν λόγω είδη σε εκτροφές).
ζζ) Μονάδες εκτροφής σαλιγκαριών.
ηη) Σηροτροφικές μονάδες.
θθ) Μονάδες μελισσοκομίας, παραγωγής μελιού, κεριού μελισσών και λοιπών προϊόντων κυψέλης.
ιι) Μονάδες εκτροφής κόνικλων, μέχρι το όριο δυναμικότητας των 2.000 θηλυκών αναπαραγωγής.
κκ) Πτηνοτροφικές μονάδες για τους ακόλουθους τύπους εκτροφών και υπό τους ακόλουθους περιορισμούς και όρους:
αα) εναλλακτικοί τύποι εκτροφών, πλην στρουθοκαμήλων, για την παραγωγή κρέατος πουλερικών βιολογικής εκτροφής, ελευθέρας βοσκής, παραδοσιακά ελευθέρας βοσκής, απεριόριστης ελευθέρας βοσκής,
ββ) εναλλακτικοί τύποι εκτροφών, πλην στρουθοκαμήλων, για την παραγωγή αυγών πουλερικών βιολογικής εκτροφής, ελευθέρας βοσκής, αχυρώνα,
γγ) συμβατικές εκτροφές πουλερικών, πλην στρουθοκαμήλων, για παραγωγή αυγών ή κρέατος, για εκσυγχρονισμό υφιστάμενων μονάδων. Ειδικά για τις συμβατικές μονάδες εκτροφής ινδιάνων, υπάγεται επίσης η ίδρυση νέων μονάδων,
δδ) πτηνοτροφεία αναπαραγωγής ή και εκκολαπτήρια αυγών, για εκσυγχρονισμό υφιστάμενων μονάδων. Επίσης υπάγεται η ίδρυση νέων μονάδων, μόνο όμως στο πλαίσιο καθετοποίησης υφιστάμενων πτηνοτροφικών μονάδων.
Για συνεταιρισμούς, για επιχειρήσεις νεοσσών και για επιχειρήσεις με συνεργαζόμενους πτηνοτρόφους (για επιχειρήσεις που παρέχουν νεοσσούς προς πάχυνση σε πτηνοτροφικές μονάδες και μετά την ολοκλήρωση της πάχυνσης, παραλαμβάνουν τα έτοιμα για σφαγή κοτόπουλα και τα διανέμουν μέσω του δικτύου τους προς πώληση), η συνολική δυναμικότητα μετά την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τη μέση παραγωγή ή/και διακίνηση της τελευταίας πενταετίας, αυξημένη κατά 20%.

Άρθρο 4
ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ


1. Οι φορείς υποδοχής του άρθρου 13 του Ν. 4399/2016 των αιτήσεων των επενδυτικών σχεδίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, αποστέλλουν ηλεκτρονικά εντός δύο (2) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής και του οικείου φακέλου τεκμηρίωσης, αντίγραφο της αίτησης και του φακέλου τεκμηρίωσης του επενδυτικού σχεδίου, στην Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (Δ.Α.Ο.Κ.), των Περιφερειακών Ενοτήτων των Περιφερειών, στην κατά τόπον αρμοδιότητα της οποίας εμπίπτει η περιοχή υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, για τη συμπλήρωση εντύπου, προς έκφραση γνώμης ως προς τον ορθολογικό σχεδιασμό του επενδυτικού σχεδίου (όπως τη σκοπιμότητα του από άποψη γεωγραφικής κατανομής ομοειδών επενδύσεων, ύπαρξης ή όχι πρώτης ύλης στην ευρύτερη περιοχή, κάλυψης δυναμικότητας και ύπαρξης σύγχρονης υποδομής στην περιοχή, συμβατότητας με την ισχύουσα ΚΑΠ και την αντίστοιχη ΚΟΑ των προϊόντων του επενδυτικού σχεδίου). Η αρμόδια ΔΑΟΚ πρέπει να συμπληρώσει και να αποστείλει ηλεκτρονικά στους φορείς υποδοχής των αιτήσεων το εν λόγω έντυπο, εντός επτά (7) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του σχετικού αιτήματος, προκειμένου να τεθεί στον φάκελο του επενδυτικού σχεδίου και να ληφθεί υπόψη για την αξιολόγηση της αίτησης υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου. Μετά την άπρακτη παρέλευση του ως άνω διαστήματος, η αξιολόγηση της αίτησης υπαγωγής ολοκληρώνεται χωρίς να αναμένεται η σχετική έκφραση γνώμης της οικείας Δ.Α.Ο.Κ.

2. Πέραν των δικαιολογητικών και στοιχείων που συνοδεύουν την αίτηση υπαγωγής και καθορίζονται στην απόφαση προκήρυξης του κάθε συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης του Ν. 4399/2016, οι φορείς των επενδυτικών σχεδίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, μετά την υποβολή της αίτησης υπαγωγής πρέπει να εξασφαλίσουν όλες τις εγκρίσεις, άδειες και λοιπά πιστοποιητικά και έγγραφα που απαιτούνται από την κείμενη νομοθεσία για την υλοποίηση και νόμιμη λειτουργία του επενδυτικού σχεδίου, και πιο συγκεκριμένα, ιδίως:

α. Θερμοκήπια:
Ι. Άδεια πολεοδομίας και υγειονομικής υπηρεσίας της οικείας περιφερειακής ενότητας για επενδύσεις θερμοκηπίων όταν εγκαθίστανται εντός ορίων οικιστικών περιοχών.
ΙΙ. Έγκριση τύπου θερμοκηπίου από αρμόδια αρχή, όπως κάθε φορά ισχύει.

β. Μονάδες πολλαπλασιαστικού υλικού:
Ι. Άδεια από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

γ. Μονάδες βιολογικής γεωργίας:
II. Για την ίδρυση: Σύμβαση με οργανισμό ελέγχου και Πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων.
III. Για τον εκσυγχρονισμό: Πιστοποιητικό οργανισμού ελέγχου και πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων για την τήρηση των προδιαγραφών του καν. της ΕΕ 2092/1991, όπως αντικαταστάθηκε από τον ΕΕ 834/07, σχετικά με το βιολογικό τρόπο παραγωγής γεωργικών προϊόντων.

δ. Κτηνοτροφικές (βουστάσια - χοιροστάσια - ποιμνιοστάσια - ιπποφορβεία κ.λπ.), πτηνοτροφικές επιχειρήσεις και μονάδες εκτροφής θηραμάτων:
Ι. Η απαιτούμενη αδειοδότηση σύμφωνα με το Ν. 4056/2012 όπως κάθε φορά ισχύει.
II. Στις περιπτώσεις των μονάδων εκτροφής θηραμάτων, απαιτείται άδεια της αρμόδιας δασικής υπηρεσίας.
III. Στις περιπτώσεις των μονάδων αναπαραγωγής ή και εκκολαπτηρίων αυγών, απαιτούνται συμπληρωματικά:

1. Στην περίπτωση των συνεταιρισμών:
i) Καταστατικό του συνεταιρισμού και αντίγραφο του βιβλίου μητρώου μελών,
ii) οι άδειες εγκατάστασης των πτηνοτροφικών μονάδων των μελών έτσι ώστε να πιστοποιείται η δυναμικότητά τους.
2. Στην περίπτωση επιχειρήσεων νεοσσών, η άδεια εγκατάστασης.
3. Στην περίπτωση επιχειρήσεων με συνεργαζόμενους πτηνοτρόφους:
i) ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των συνεργαζομένων εταιριών, με ισχύ τουλάχιστον 5 ετών από την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου,
ii) αποδεικτικά στοιχεία του αριθμού των νεοσσών που παρείχαν στους συνεργαζόμενους πτηνοτρόφους την τελευταία πενταετία.
4. Βεβαιώσεις που να αποδεικνύουν τη συνολική δυναμικότητα των συνεταιρισμών, των επιχειρήσεων παραγωγής νεοσσών και των επιχειρήσεων με συνεργαζόμενους κτηνοτρόφους, από τη Δ/νση Αγροτικής Οικονομίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας.
5. Ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των συνεργαζόμενων επιχειρήσεων, με ισχύ τουλάχιστον 5 ετών από την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου.

Άρθρο 5

1. Οι διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν εφαρμόζονται στον τομέα της δασοκομίας, της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας.

2. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 4399/2016 και των οικείων αποφάσεων προκήρυξης καθεστώτων.

Άρθρο 6

1. Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 17 Οκτωβρίου 2016

Οι Υπουργοί

Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Α 1152856 ΕΞ 2016/24.10.2016 Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη

Next: Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α. 1150450 ΕΞ 2016 Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ' αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/08-04-2014 (Β' 865, 1079 και 1846) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ως προς την σύσταση Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και ως προς το Τμήμα Ε' - Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της ίδιας Γενικής Γραμματείας
$
0
0
Αθήνα, 24 Οκτωβρίου
Αρ. Πρωτ: ΔΔΘΤΟΚ Α 1152856 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜ. ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ
ΤΕΛΩΝ.ΟΙΚΟΝΟΜ.ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Μ. Λύτρα
Τηλέφωνο: 210 69.87.480
FAX: 210 69.87.489
Email: m.lytra@2001.syzefxis.gov.gr

ΘΕΜΑ: «Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη»

ΣΧΕΤ.: Η αριθ. πρωτ. Δ.718/446/27.4.2006 Δ.Υ.Ο.Ο

Αναφορικά με το ανωτέρω θέμα και σύμφωνα με:

- το άρθρο 74 παράγραφος 2γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα,

- το άρθρο 142 παράγραφος 6 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2447 της Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής, ο οποίος σας κοινοποιήθηκε με την παραπάνω σχετική Δ.Υ.Ο.Ο.,

σας γνωστοποιούμε τις κατά μονάδα αξίες για τη διαμόρφωση της δασμολογητέας αξίας, ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων, που εισάγονται αποκλειστικά με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη, (χωρίς συναλλακτική αξία και τιμολόγια), και ισχύουν για τη χρονική περίοδο από 21.10.2016 έως και 03.11.2016. Σημειώνεται ότι, οι κατά μονάδα αξίες δεν εφαρμόζονται για τις χρονικές περιόδους και για τα εμπορεύματα για τα οποία θεσπίζονται τιμές εισόδου βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 (άρθ. 136 παρ.2 και άρθ.137) της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε, με τον Καν. (ΕΕ) αριθ. 499/2014 της Επιτροπής, και ισχύει.

Για τα εμπορεύματα για τα οποία δεν καθορίζονται τιμές θα πρέπει να εφαρμόζεται η μέθοδος προσδιορισμού της δασμολογητέας αξίας του άρθρου 74 παράγραφος 2γ του Καν. 952/2013.

Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Περιφερειών παρακαλούνται για την άμεση ενημέρωση των Τελωνείων δικαιοδοσίας τους.


Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ


Κατάλογος εμπορευμάτων Παραρτήματος Ι του καν. (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής Απλοποιημένη διαδικασία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη

Κωδικός ΣΟ (TARIC) Περιγραφή εμπορευμάτων Περίοδος ισχύος Κατά μονάδα
αξία (EUR/100Kg)
0701 90 50 Πατάτες πρώιμες 01/01 - 30/06 -
0703 10 19 Κρεμμύδια 01/01 - 31/12 -
0703 20 00 Σκόρδα 01/01 - 31/12 256,53
0708 20 00 Φασόλια 01/01 - 31/12 203,01
0709 20 00 10 Σπαράγγια : - πράσινα 01/01 - 31/12 716,96
0709 20 00 90 Σπαράγγια : - άλλα 01/01 - 31/12 507,05
0709 60 10 Γλυκοπιπεριές 01/01 - 31/12 222,91
0714 20 10 Γλυκοπατάτες, νωπές, ολόκληρες, προορισμένες για ανθρώπινη κατανάλωση 01/01 - 31/12 89,49
0804 30 00 90 Ανανάδες 01/01 - 31/12 68,73
0804 40 00 10 Αχλάδια της ποικιλίας avocats 01/01 - 31/12 300,22
0805 10 20 Πορτοκάλια γλυκά 01/06 - 30/11 85,89
0805 20 10 05 Κλημεντίνες ( Clementines ) 01/03 - 31/10 136,91
0805 20 30 05 Monreales και Satsumas 01/03 - 31/10 -
0805 20 50 07 0805 20 50 37 Μανταρίνια και Wilkings 01/03 - 31/10 114,36
0805 20 70 05 0805 20 90 05 0805 20 90 09 Tangerines και άλλα 01/03 - 31/10 126,4
0805 40 00 11 0805 40 00 31 Φράπες και γκρέϊπ - φρουτ : - λευκά 01/01 - 31/12 70,7
0805 40 00 19 0805 40 00 39 Φράπες και γκρέϊπ - φρουτ : -ροδόχροα 01/01 - 31/12 77,21
0805 50 90 11 0805 50 90 19 Γλυκολέμονα(Citrus aurantifolia, citrus latifolia) 01/01 - 31/12 112,04
0806 10 10 Επιτραπέζια σταφύλια 21/11 - 20/07 -
0807 11 00 Καρπούζια 01/01 - 31/12 82,51
0807 19 00 50 Amarillo, Cuper, Honey Dew (συμπεριλαμβανομένων Can- talene), Onteniente, Piel de Sapo (συμπεριλαμβανομένων Verde Liso), Rochet, Tendral, Futuro 01/01 - 31/12 83,97
0807 19 00 90 Άλλα πεπόνια 01/01 - 31/12 117,88
0808 30 90 10 Αχλάδια : 01/05 - 30/06 -
Nashi (Pyrus pyrifolia)
Ya (Pyrus bretscheideri)
0808 30 90 90 Αχλάδια : - άλλα 01/05 - 30/06 -
0809 10 00 Βερίκοκα 01/01 - 30/05 και -
01/08 - 31/12
0809 30 10 Νεκταρίνια 01/01 - 10/06 και -
01/10 - 31/12
0809 30 90 Ροδάκινα 01/01 - 10/06 και -
01/10 - 31/12
0809 40 05 Δαμάσκηνα 01/10 - 10/06 -
0810 10 00 Φράουλες 01/01 - 31/12 -
0810 20 10 Σμέουρα 01/01 - 31/12 -
0810 50 00 Ακτινίδια ( κίουι ) 01/01 - 31/12 112,95

Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α. 1150450 ΕΞ 2016 Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ' αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/08-04-2014 (Β' 865, 1079 και 1846) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ως προς την σύσταση Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και ως προς το Τμήμα Ε' - Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της ίδιας Γενικής Γραμματείας

$
0
0

Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2016
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ.: Δ.ΟΡΓ.Α.1150450ΕΞ2016

(ΦΕΚ Β' 3411/24-10-2016)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄- ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας:10184 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες:
Τηλ. 210-3222386
Fax: 210-3217280

EΞ. ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ

ΘΕΜΑ: «Τροποποίηση και συμπλήρωση της αριθ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/08-04-2014 (Β΄865, 1079 και 1846) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ως προς την σύσταση Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και ως προς το Τμήμα Ε΄-Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της ίδιας Γενικής Γραμματείας».


ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) Της υποπαραγράφου γ' της παρ. 5 του άρθρου 55 του Ν. 4002/2011 (Α' 180) «Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου - Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση - Θέματα αρμοδιότητας Υπουργείων Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης», όπως προστέθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 4 του Ν. 4038/2012 (Α' 14) «Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015», συμπληρώθηκε με δεύτερο εδάφιο, με την παρ. 2 του άρθρου 35 του Ν. 4141/2013 (Α' 81) «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις», το οποίο αντικαταστάθηκε με την περ. 4 της υποπαραγράφου Β1 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του Ν. 4152/2013 (Α' 107) «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής των νόμων 4046/2012,4093/2012 και 4127/2013» και συμπληρώθηκε με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 178 του Ν. 4261/2014 (Α' 107), σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου δ' της παρ. 6 του άρθρου 54 του Ν. 4178/2013 (Α' 174), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 27 του Ν. 4210/2013 (Α' 254) και ισχύει.

β) Των υποπαραγράφων δ' και ε' της παρ. 7 του άρθρου 34 του Ν. 4141/2013 (Α' 81), όπως προστέθηκαν με τις διατάξεις της περ. 7 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ' του άρθρου πρώτου του Ν. 4152/2013 (Α' 107).

γ) Της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε' του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (Α'222) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016-Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του Ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει και ειδικότερα των υποπεριπτώσεων 3 και 8 της περίπτωσης 4 αυτής.

δ) Της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 και της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης θ' της παραγράφου 4 του άρθρου 14, της παραγράφου 1 του άρθρου 17, της παραγράφου 5 του άρθρου 19 και της παραγράφου 2 του άρθρου 41 του Ν. 4389/2016 (Α'94) «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις».

ε) Των άρθρων 1 και 11 της αριθ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/8.4.2014 (Β' 865, 1079 και 1846) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως συμπληρώθηκε, τροποποιήθηκε και ισχύει.

στ) Του άρθρου 54 και ειδικότερα της παρ. 2 αυτού και του άρθρου 64 του Π.Δ. 111/2014 (Α'178/2014 και 25/2015) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

ζ) Του άρθρου 90 του κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.δ. 63/2005 (Α' 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα».

2. Την υπ' αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Β.1080974 ΕΞ 2016/26.5.2016 (ΑΔΑ:Ψ5Σ9Η-9Ε5) απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών Ομάδας Εργασίας στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών για την σύσταση και λειτουργία Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας.».

3. Τα μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας της Υπεύθυνης Έργου της Ομάδας Εργασίας για τη σύσταση της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας και το πόρισμα της Ομάδας αυτής.

4. Το υπ' αριθμ. 106671 ΔΟΔ/Β ΕΞ2016/6-10-2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης Υπουργείου Οικονομικών, σχετικά με το ύψος της δαπάνης που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης.

5. Το υπ' αριθμ. ΔΣΣΟΔ Ε 1144932 ΕΞ 2016/6-10-2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με το οποίο η δαπάνη, που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης είναι εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του τρέχοντος προϋπολογισμού και του ισχύοντος Μ.Π.Δ.Σ..

6. Το υπ' αριθμ. 26780/17-10-2016 έγγραφο, με το οποίο εκφράζεται η γνώμη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

7. Την υπ' αριθμ. Δ6Α 1015213 ΕΞ 2013/28.1.2013 (Β' 130 και Β' 372) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει.

8. Την υπ' αριθμ. 1 της 20-1-2016 (Υ.Ο.Δ.Δ. 18) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».

9. Την ανάγκη σύστασης, εντός του έτους 2016, στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας, η οποία από 1/1/2017 θα αποτελέσει οργανική μονάδα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), με σκοπό να έχει στελεχωθεί και να είναι πλήρως λειτουργική εντός του Ιανουαρίου του έτους 2017, προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαρκής ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού της Α.Α.Δ.Ε., με στόχο τη συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών της και την επίτευξη των στρατηγικών και των επιχειρησιακών της στόχων.

10. Το γεγονός ότι, από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, που θα βαρύνει τον προϋπολογισμό του έτους 2016, ύψους 1.119 € και για κάθε επόμενο έτος ύψους 13.423 €, η οποία εγγράφεται στον ΚΑΕ 0215 του Ειδικού Φορέα 23-180 και η οποία βρίσκεται εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του τρέχοντος προϋπολογισμού και του ισχύοντος Μ.Π.Δ.Σ.,

αποφασίζουμε:

Α.- 1) Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών Διεύθυνση, με τίτλο «Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία» (εφεξής Ακαδημία), η οποία υπάγεται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής.

2) Η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Ακαδημίας θα καθορισθεί με νεότερη απόφαση του αρμόδιου οργάνου και από την ίδια ημερομηνία παύει η λειτουργία του Τμήματος Ε'- Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε.

Β.- Ύστερα από τα παραπάνω, αντικαθιστούμε τις διατάξεις του άρθρων 1 «Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων» και 11 «Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού» της αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/8.4.2014 (Β' 865, 1079 και 1846) απόφασης «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές» και προσθέτουμε νέο άρθρο 4Α σε αυτήν, ως εξής:

1) Αντικαθιστούμε το άρθρο 1 αυτής, ως κατωτέρω:

«Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων
Άρθρο 1
Διάρθρωση
Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων αποτελείται από τις παρακάτω Υπηρεσίες:
(α) Υπηρεσίες που υπάγονται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα.
(αα) Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης.
(ββ) Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (Δ.Ο.Σ.).
(γγ) Διεύθυνση Νομικής Υποστήριξης.
(δδ) Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία.
(εε) Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία).
(στστ) Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία).
(ζζ) Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία).
(ηη) Διεύθυνση Προγραμματισμού και Αξιολόγησης Ελέγχων και Ερευνών - ΔΙ.Π.Α.Ε.Ε. (Ειδική Αποκεντρωμένη Υπηρεσία), η οποία εποπτεύει τις Υ.Ε.Δ.Δ.Ε.
(θθ) Υπηρεσίες Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων -Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. (Περιφερειακές Υπηρεσίες).
(ιι) Αυτοτελές Τμήμα Συντονισμού Μεταρρυθμιστικών Δράσεων και Επικοινωνίας.
(β) Γενικές Διευθύνσεις.
(αα) Γενική Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού.
(ββ) Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης.
(γγ) Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.).
(δδ) Γενική Διεύθυνση Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.)».

2) Μετά από το άρθρο 4 προσθέτουμε νέο άρθρο 4Α, ως κατωτέρω:

«Άρθρο 4Α
Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία
1. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), Διεύθυνση, με τίτλο «Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία» (εφεξής Ακαδημία), υπαγόμενη απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής.
2. Οι επιχειρησιακοί στόχοι της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας είναι οι ακόλουθοι:
(α) Η διαρκής ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, με την επιτυχή διάχυση της γνώσης και της πληροφορίας σε θέματα αρμοδιότητας της Γ.Γ.Δ.Ε., με στόχο τη συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών αυτής και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, για την επίτευξη των στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων της και κατ' επέκταση την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου.
(β) Ο σχεδιασμός της στρατηγικής της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., στα πλαίσια του Στρατηγικού Σχεδίου και των Επιχειρησιακών Σχεδίων αυτής.
(γ) Η ανίχνευση και η μελέτη των εκπαιδευτικών αναγκών του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., σε συνεργασία με τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες.
(δ) Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης (ενημέρωσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης και εξειδίκευσης) των υπαλλήλων της Γ.Γ.Δ.Ε. και η μέριμνα για την πιστοποίηση αυτών, εφόσον αυτό απαιτείται.
(ε) Η επιτυχής υποστήριξη, σε εκπαιδευτικό επίπεδο, της εφαρμογής των μεταρρυθμιστικών δράσεων της Γ.Γ.Δ.Ε. και των εν γένει δράσεων αυτής.
(στ) Η πιστοποίηση του επιπέδου γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων των υπαλλήλων της Γ.Γ.Δ.Ε., που αποκτώνται από την εκπαίδευση.
(ζ) Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης, ενημέρωσης και επιμόρφωσης μελών επιστημονικών και επαγγελματικών φορέων της χώρας, ιδιωτών, καθώς και υπαλλήλων άλλων Υπηρεσιών και Φορέων του Δημόσιου Τομέα, σε θέματα αρμοδιότητας της Γ.Γ.Δ.Ε.
(η) Η συμβολή στη μεταφορά τεχνογνωσίας και στην εκπαίδευση σε βέλτιστες πρακτικές και σε πρότυπα που έχουν υιοθετηθεί επιτυχώς στη χώρα ή σε άλλες ευρωπαϊκές και λοιπές χώρες, με την οργάνωση, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, προγραμμάτων και δράσεων ενημέρωσης και ανταλλαγής τεχνογνωσίας και πληροφοριών, στα πλαίσια υλοποίησης προγραμμάτων της Ε.Ε. ή διακρατικών συμφωνιών παροχής τεχνικής βοήθειας και ανταλλαγής και εκπαίδευσης υπαλλήλων.
(θ) Η διοργάνωση συνεδρίων, διαλέξεων και συναφών δράσεων, που προάγουν τους σκοπούς της.
(ι) Η εκπόνηση μελετών, η διενέργεια επιστημονικών ερευνών, η ανάθεση της συγγραφής εγχειριδίων και εκπαιδευτικού υλικού, η πραγματοποίηση εκδόσεων σε αντικείμενα συναφή με τις δράσεις που αναπτύσσει, καθώς και η λειτουργία βιβλιοθήκης.
(ια) Η διοργάνωση ειδικών εκπαιδευτικών δράσεων με συναφή γνωστικά αντικείμενα για υπαλλήλους της Γ.Γ.Δ.Ε., σε σύμπραξη με εκπαιδευτικούς Φορείς και Ιδρύματα του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα.
3. Η Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία διαρθρώνεται σε τρία (3) Τμήματα, ως κατωτέρω:
α) Τμήμα Α'-Προγραμματισμού, Ανάπτυξης και Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου.
β) Τμήμα Β'-Υλοποίησης Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων.
γ) Τμήμα Γ'-Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης Εκπαιδευτικού Έργου.
4. Οι αρμοδιότητες της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της, ως εξής:
Ι. Τμήμα Α'- Προγραμματισμού, Ανάπτυξης και Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου
(α) Ο σχεδιασμός της στρατηγικής της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., σε εφαρμογή του Στρατηγικού Σχεδίου και των Ετήσιων Επιχειρησιακών Σχεδίων αυτής, σε συνεργασία με τους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων και των Αυτοτελών Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε.
(β) Η διαμόρφωση των κανόνων και των διαδικασιών της εκπαιδευτικής λειτουργίας, σύμφωνα με τις αρχές διαχείρισης ποιότητας, όπως συστημάτων επιλογής και αξιολόγησης εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων, κατάρτισης Μητρώου διδακτικού προσωπικού και πιστοποίησης των γνώσεων και των ικανοτήτων που αποκτώνται από την εκπαίδευση.
(γ) Η ανίχνευση των εκπαιδευτικών αναγκών του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., σε συνεργασία με την Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού και με τις Γενικές Διευθύνσεις και τις Αυτοτελείς Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε.
(δ) Η κατάρτιση και η επικαιροποίηση (όπου αυτό απαιτείται) του προγραμματισμού εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες αυτής και η υποβολή του στον Γενικό Γραμματέα για έγκριση, καθώς και η παρακολούθηση της υλοποίησής του.
(ε) Ο σχεδιασμός και η κατάρτιση προγραμμάτων εκπαίδευσης (εξειδίκευσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης και ενημέρωσης), σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες, τόσο για το ανθρώπινο δυναμικό της Γ.Γ.Δ.Ε., όσο και για μέλη επιστημονικών και επαγγελματικών φορέων της χώρας, ιδιώτες, καθώς και για υπαλλήλους άλλων υπηρεσιών και φορέων του δημόσιου τομέα, σε θέματα αρμοδιότητας της Γ.Γ.Δ.Ε., οι διαδικαστικές ενέργειες για την πιστοποίηση αυτών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, και η μεταβολή και επικαιροποίησή τους, εφόσον αυτό απαιτείται.
(στ) Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού έργου, η διαπίστωση τυχόν αδυναμιών και η υποβολή, αρμοδίως, προτάσεων αντιμετώπισής τους, με τις κατάλληλες διορθωτικές παρεμβάσεις.
(ζ) Ο συντονισμός και η εποπτεία του έργου των μόνιμων εκπαιδευτών.
(η) Η μέριμνα για την έκδοση πληροφοριακού υλικού, εντύπων και βιβλίων σε αντικείμενα συναφή με τις εκ-παιδευτικές δράσεις που αναπτύσσονται, καθώς και για τη συγγραφή εκπαιδευτικού υλικού, σε συνεργασία με το Τμήμα Γ'- Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης Εκπαιδευτικού Έργου της Διεύθυνσης.
(θ) Η συνεργασία με εκπαιδευτικούς φορείς και ιδρύματα του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή με πρόσωπα αναγνωρισμένου επιστημονικού κύρους, με σκοπό την διοργάνωση και την συμμετοχή σε εκπαιδευτικές δράσεις.
(ι) Η διαμόρφωση προτάσεων για την ένταξη έργων, αρμοδιότητας της Διεύθυνσης, σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, σε συνεργασία με το Τμήμα Γ'- Διοίκησης και Συντονισμού Έργων της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης.
II. Τμήμα Β - Υλοποίησης Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων
(α) Η υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης (ενημέρωσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης και εξειδίκευσης) και λοιπών εκπαιδευτικών δράσεων.
(β) Η δημιουργία και η τήρηση Μητρώου εκπαιδευτών της Γ.Γ.Δ.Ε., καθώς και η επιλογή και η αξιολόγηση αυτών, κατ' εφαρμογή των αντίστοιχων διαμορφωθέντων συστημάτων από το Τμήμα Α'-Προγραμματισμού, Ανάπτυξης και Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου της Διεύθυνσης, σε συνεργασία με τις καθ' ύλην αρμόδιες Υπηρεσίες.
(γ) Η επιλογή και η αξιολόγηση των εκπαιδευομένων, κατ' εφαρμογή των αντίστοιχων διαμορφωθέντων συστημάτων από το Τμήμα Α' της Διεύθυνσης, σε συνεργασία με τις καθ' ύλην αρμόδιες Υπηρεσίες.
(δ) Η εφαρμογή του συστήματος πιστοποίησης των γνώσεων και των ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., που αποκτώνται από την εκπαίδευση.
(ε) Η μέριμνα για την εξασφάλιση του αναγκαίου εκπαιδευτικού υλικού και των αναγκαίων υποδομών και υπηρεσιών για την υλοποίηση των εκπαιδευτικών προ-γραμμάτων και δράσεων.
(στ) Η επιμέλεια οργάνωσης και λειτουργίας βιβλιοθήκης, σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, η μέριμνα για τον εφοδιασμό αυτής με τα απαραίτητα βιβλία και έντυπα της ημεδαπής και της αλλοδαπής, καθώς και με οπτικοακουστικό υλικό, σε συνεργασία με τις κατ' αντικείμενο αρμόδιες Γενικές Διευθύνσεις και Αυτοτελείς Υπηρεσίες και με ημεδαπές και αλλοδαπές βιβλιοθήκες.
(ζ) Η διοργάνωση στην Ελλάδα και στο εξωτερικό εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δράσεων ενημέρωσης και ανταλλαγής τεχνογνωσίας.
(η) Ο συντονισμός των Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε. για τη διαχείριση των προγραμμάτων ανταλλαγής τεχνογνωσίας της Ε.Ε., καθώς και για την εκπροσώπηση της Γ.Γ.Δ.Ε. σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες της Ε.Ε. και Διεθνών Οργανισμών.
(θ) Η επεξεργασία και η καταχώριση δεδομένων στο τηρούμενο πληροφοριακό σύστημα της εκπαίδευσης και η υποβολή των σχετικών εγγράφων στις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε., που εμπλέκονται στις απαιτούμενες διαδικασίες για την υλοποίηση των εκπαιδευτικών δράσεων αυτής.
(ι) Η τήρηση του αρχείου της εκπαίδευσης.
III. Τμήμα Γ'- Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης Εκπαιδευτικού Έργου
(α) Η διοικητική και η γραμματειακή υποστήριξη της Διεύθυνσης.
(β) Η γραμματειακή υποστήριξη της εκπαιδευτικής λειτουργίας.
(γ) Η συγκέντρωση των απαιτούμενων οικονομικών στοιχείων και δικαιολογητικών των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, σε συνεργασία με το Τμήμα Β'- Υλοποίησης Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων της Διεύθυνσης και η αποστολή τους στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία.
(δ) Η παρακολούθηση της εκτέλεσης έργων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης, τα οποία έχουν ενταχθεί σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, σε συνεργασία με το Τμήμα Γ'- Διοίκησης και Συντονισμού Έργων της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης.
(ε) Η κατάρτιση του προϋπολογισμού πάσης φύσεως δαπανών που προκύπτουν από τη λειτουργία της Διεύθυνσης και η υποβολή προτάσεων στην αρμόδια Υπηρεσία.
(στ) Η εκτίμηση των αναγκών για έπιπλα, σκεύη, μηχανολογικό και πάσης φύσεως ηλεκτρονικό εξοπλισμό και η συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες για την προμήθεια αυτών, την συντήρηση και επισκευή τους, καθώς και για την εξασφάλιση όλων των απαιτούμενων για την εύρυθμη και ασφαλή λειτουργία της υπηρεσίας, καθώς και για την υγιεινή των κτιριακών εγκαταστάσεων.
(ζ) Η επιμέλεια των χώρων της εκπαίδευσης.
(η) Η μελέτη και η ανάλυση των απαιτήσεων των εφαρμογών των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, που αφορούν σε θέματα εκπαίδευσης και η εισήγηση στην αρμόδια Υπηρεσία της Γ.Γ.Δ.Ε. για την ανάπτυξη νέων, την βελτίωση των υφισταμένων, καθώς και για την υποστήριξη αυτών, αντίστοιχα.
(θ) Η μέριμνα για την οργάνωση και την λειτουργία υποδομών τηλεκατάρτισης και σχετικής διαδικτυακής πύλης, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε. και του Υπουργείου Οικονομικών.
(ι) Η δημιουργία στατιστικών αναφορών και η εξαγωγή δεδομένων και στατιστικών στοιχείων εκπαίδευσης.
(ια) Η μέριμνα για την τεχνική υποστήριξη των υποδομών πληροφορικής και των εκπαιδευτικών δράσεων της Διεύθυνσης.
5. α) Η συμμετοχή των υπαλλήλων στα προγράμματα της περίπτωσης α' της υποπαραγράφου ΙΙ της παραγράφου 4 της παρούσας απόφασης είναι υποχρεωτική και συνεπάγεται την απαλλαγή τους από τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα. Κατά το χρόνο παρακολούθησης των ως άνω προγραμμάτων οι υπάλληλοι θεωρείται ότι τελούν σε διατεταγμένη υπηρεσία.
β) Τα προγράμματα μπορεί να διεξάγονται:
αα) στις εγκαταστάσεις της Ακαδημίας,
ββ) σε κατάλληλες δομές της Γ.Γ.Δ.Ε.,
γγ) σε πιστοποιημένους χώρους του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και
δδ) σε κάθε άλλο πρόσφορο χώρο, που πληροί τις εκπαιδευτικές ανάγκες.
γ) Για την πρακτική άσκηση των εκπαιδευομένων, όταν προβλέπεται από τα οικεία προγράμματα, είναι δυνατόν, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γ.Γ.Δ.Ε., να ορίζονται υπηρεσιακές μονάδες της ίδιας Γενικής Γραμματείας ή να συνάπτονται συμφωνίες συνεργασίας με άλλους δημόσιους ή και ιδιωτικούς φορείς, που επιλέγονται με βάση τις απαιτήσεις του εκάστοτε προγράμματος.».

3) Στο άρθρο 11 «Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού αυτής:
α) διαγράφουμε την περίπτωση δ' της παραγράφου 2,
β) στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου διαγράφουμε την περίπτωση ε' της υποπαραγράφου Ι και αναριθμούμε την υφιστάμενη περίπτωση στ' της ίδιας υποπαραγράφου σε περίπτωση ε' και
γ) διαγράφουμε την υποπαράγραφο V της παραγράφου 4, αναριθμούμε την υφιστάμενη υποπαράγραφο VI σε υποπαράγραφο V και διαμορφώνουμε το άρθρο αυτό, ως κατωτέρω:

«Άρθρο 11
Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού
1. Η Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού, ανασυγκροτείται.
2. Οι επιχειρησιακοί στόχοι της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού είναι οι παρακάτω:
(α) Ο σχεδιασμός, η διαχείριση και η ανάπτυξη συστημάτων διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία τους.
(β) Η παρακολούθηση και η αξιολόγηση των αναγκών των υπηρεσιών σε προσωπικό και η ορθολογική και αποδοτική κατανομή ή ανακατανομή του μεταξύ αυτών.
(γ) Η διαρκής ποιοτική αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού και η καλύτερη δυνατή αξιολόγηση, αξιοποίηση και εξέλιξη των υπαλλήλων στην υπηρεσία.
3. Η Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού διαρθρώνεται σε τέσσερα (4) Τμήματα και ένα (1) Αυτοτελές Γραφείο, υπαγόμενο στον Προϊστάμενο αυτής, ως εξής:
Ι. α) Τμήμα Α'- Μητρώου, Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων Προσωπικού.
β) Τμήμα Β'- Πολιτικής, Σχεδιασμού Ανθρώπινων Πόρων και Αξιολόγησης Αναγκών.
γ) Τμήμα Γ'- Σταδιοδρομίας και Εξέλιξης Ανθρώπινου Δυναμικού.
δ) Τμήμα Δ'- Δεοντολογίας και Σχέσεων Εργαζομένων.
ε) Αυτοτελές Γραφείο Διαχείρισης Ειδικών Θεμάτων.
II. Στην Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού λειτουργεί Γραφείο Πολιτικής, Σχεδιασμού και Προγραμματισμού, το οποίο ασκεί την γραμματειακή υποστήριξη του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης και υποστηρίζει αυτόν στην άσκηση του έργου του, ως εξής:
(α) Στον πολυετή σχεδιασμό για το ανθρώπινο δυναμικό της Γ.Γ.Δ.Ε., στην αξιολόγηση των αναγκών των υπηρεσιών σε προσωπικό, στον προγραμματισμό των προσλήψεων και μετατάξεων και στον σχεδιασμό μεθοδολογιών και συστημάτων ορθολογικής κατανομής των ανθρώπινων πόρων, σε συνεργασία με το καθ' ύλην αρμόδιο Τμήμα της Διεύθυνσης.
(β) Στην εισήγηση στην Διεύθυνση Οργάνωσης για την ορθολογική κατανομή ή ανακατανομή των οργανικών θέσεων του προσωπικού όλων των κλάδων και ειδικοτήτων, κατά υπηρεσία και στην αξιοποίηση των ειδικεύσεων που παράγει το εκπαιδευτικό σύστημα.
(γ) Στον σχεδιασμό, σε συνεργασία με το καθ' ύλην αρμόδιο Τμήμα της Διεύθυνσης, περιγραμμάτων θέσεων εργασίας των Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε., μεθοδολογιών και συστημάτων αξιολόγησης, βαθμολογικής και μισθολογικής εξέλιξης και προαγωγών.
(δ) Στον σχεδιασμό πληροφοριακών συστημάτων υποστήριξης, σε συνεργασία με τα καθ' ύλην αρμόδια Τμήματα της Διεύθυνσης και τις αρμόδιες Διευθύνσεις της Γ.Γ.Δ.Ε.
4. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων και του Αυτοτελούς Γραφείου της, ως ακολούθως:
Ι. Τμήμα Α - Μητρώου, Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων Προσωπικού
(α) Η τήρηση και η ενημέρωση του Πληροφοριακού Συστήματος Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού και η ενημέρωση του Μητρώου Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου με όλα τα απαραίτητα στοιχεία και τις μεταβολές, καθώς και η έκδοση των σχετικών καταστάσεων και δυναμολογίων. Από την παραπάνω ενημέρωση εξαιρούνται τα θέματα αρμοδιότητος του Τμήματος Δ'- Δεοντολογίας και Σχέσεων Εργαζομένων.
(β) Η τήρηση και η ενημέρωση των προσωπικών Μητρώων των υπαλλήλων, σε συνεργασία με όλα τα Τμήματα της Διεύθυνσης και το Αυτοτελές Γραφείο αυτής με όλα τα στοιχεία που αφορούν στην υπηρεσιακή τους κατάσταση.
(γ) Η μέριμνα για:
(αα) την έκδοση και ετήσια θεώρηση των βιβλιαρίων νοσηλείας του προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας της Γ.Γ.Δ.Ε., καθώς και η θεώρηση αυτών σε κάθε μεταβολή,
(ββ) την ιατρική εξέταση των υπαλλήλων της Γ.Γ.Δ.Ε. από τους υπηρεσιακούς γιατρούς,
(γγ) την έκδοση υπηρεσιακών ταυτοτήτων στους υπαλλήλους.
(δ) Ο χειρισμός θεμάτων που αφορούν στις συνθήκες εργασίας του προσωπικού, όπως η χορήγηση των πάσης φύσεως κανονικών, αναρρωτικών και εκπαιδευτικών αδειών, εκτός αυτών που η αρμοδιότητα ανήκει σε άλλα όργανα.
(ε) Η ηλεκτρονική συμπλήρωση του Δελτίου Ατομικής Υπηρεσιακής Κατάστασης Υπαλλήλου (Δ.Α.Υ.Κ.), ο προ-έλεγχος και η διαβίβαση στις Διευθύνσεις Συντάξεων των δικαιολογητικών συνταξιοδότησης των υπαλλήλων.
(στ) Η επικύρωση υπογραφής υπαλλήλων της Γ.Γ.Δ.Ε. σε έγγραφα που υπογράφουν και τα οποία οι ενδιαφερόμενοι πρόκειται να προσκομίσουν στις αρμόδιες αρχές για προξενική θεώρηση ή για την επίθεση σφραγίδας apostille.
(ζ) Η έκδοση πιστοποιητικών υπηρεσιακών μεταβολών και βεβαιώσεων υπηρεσιακής κατάστασης υπαλλήλων.
(η) Η τήρηση των απαιτούμενων διαδικασιών για την επαναφορά και αποκατάσταση ήδη συνταξιοδοτηθέντων υπαλλήλων, λόγω πλάνης περί τα πραγματικά περιστατικά της συνταξιοδότησης.
(θ) Η εξέταση αιτήσεων για την χορήγηση άδειας άσκησης ιδιωτικού, εκπαιδευτικού ή άλλου έργου, καθώς και αιτήσεων απονομής ηθικής αμοιβής, επαίνων ή άλλης επιβράβευσης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
(ι) Ο χειρισμός θεμάτων που αφορούν στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης του προσωπικού, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και η αποστολή αυτών στο αρμόδιο όργανο για έλεγχο.
(ια) Ο προγραμματισμός για τα είδη ιματισμού των υπαλλήλων, σε συνεργασία με τις Γενικές Διευθύνσεις της Γ.Γ.Δ.Ε. και η ενημέρωση της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης για την αναγκαιότητα προμήθειας αυτών.
II. Τμήμα Β'- Πολιτικής, Σχεδιασμού Ανθρώπινων Πόρων και Αξιολόγησης Αναγκών
(α) Η συνεργασία με το Γραφείο Πολιτικής, Σχεδιασμού και Προγραμματισμού του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης για τον πολυετή σχεδιασμό του ανθρώπινου δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., την αξιολόγηση των αναγκών των υπηρεσιών σε προσωπικό, τον προγραμματισμό των προσλήψεων, την μέριμνα για την ορθολογική κατανομή και ανακατανομή του προσωπικού της Γ.Γ.Δ.Ε. και την αποτελεσματική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού αυτής, μέσω της συγκέντρωσης και επεξεργασίας ποσοτικών και ποιοτικών στοιχείων.
(β) Η τήρηση των διαδικασιών για την έγκριση διορισμών ή προσλήψεων (ΑΣΕΠ, ειδικές διατάξεις), μετατάξεων μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού της Γ.Γ.Δ.Ε.), καθώς και η έκδοση πράξεων: αα) διορισμών και προσλήψεων,
ββ) αποχωρήσεων, κατά οποιονδήποτε τρόπο μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού της Γ.Γ.Δ.Ε. και
γγ) μετατάξεων.
(γ) Η μέριμνα για την τοποθέτηση, μετακίνηση, μετάθεση και απόσπαση των υπαλλήλων της Γ.Γ.Δ.Ε. εντός των υπηρεσιών αυτής.
(δ) Οι αποσπάσεις από ή προς άλλα Υπουργεία ή Φορείς και σε υπηρεσίες του εξωτερικού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, καθώς και η στελέχωση του Γραφείου του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
III. Τμήμα Γ' - Σταδιοδρομίας και Εξέλιξης Ανθρώπινου Δυναμικού
(α) Η μέριμνα για την ανάπτυξη περιγραμμάτων περιγραφής θέσεων εργασίας των υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες, η αναθεώρηση και τροποποίηση αυτών, η ταξινόμηση των θέσεων εργασίας ανάλογα με τα απαιτούμενα προσόντα, τις λειτουργίες, την ευθύνη και τα αποτελέσματα και η αντιστοίχισή τους σε βαθμούς.
(β) Η ανάπτυξη μεθοδολογιών και κατευθύνσεων για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή βαθμολογίου, συστημάτων αξιολόγησης προσωπικού και προαγωγών, καθώς και περιγραφών θέσεων εργασίας.
(γ) Η τήρηση κάθε διαδικασίας για την αξιολόγηση, την βαθμολογική ένταξη και την εξέλιξη του προσωπικού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
(δ) Η μέριμνα για την επιλογή, τοποθέτηση, μετακίνηση και μετάθεση των Προϊσταμένων των Γενικών Διευθύνσεων και όλων των οργανικών μονάδων επιπέδου Διεύθυνσης, Υποδιεύθυνσης, Τμήματος και Αυτοτελούς Γραφείου της Γ.Γ.Δ.Ε.
(ε) Η διαχείριση μισθολογικών θεμάτων, όπως κατάταξη σε μισθολογικά κλιμάκια ή η περικοπή αποδοχών υπαλλήλων για οποιονδήποτε λόγο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
(στ) Η τήρηση των νόμιμων διαδικασιών για την μονιμοποίηση δόκιμων υπαλλήλων, η αναγνώριση προϋπηρεσίας του προσωπικού, κατά τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και η τήρηση των διαδικασιών για την αναγνώριση συνάφειας μεταπτυχιακού/διδακτορικού τίτλου σπουδών με τα αντικείμενα της Υπηρεσίας.
IV. Τμήμα Δ'- Δεοντολογίας και Σχέσεων Εργαζομένων
(α) Η μέριμνα για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Δεοντολογίας.
(β) Η πολιτική, ο καθορισμός και η τήρηση των διαδικασιών για τα πειθαρχικά θέματα, καθώς και η εφαρμογή των διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα και άλλων ειδικών διατάξεων, που αναφέρονται στην πειθαρχική δίωξη των δημοσίων υπαλλήλων, στο προσωπικό αρμοδιότητας της Διεύθυνσης.
(γ) Η τήρηση των απαιτούμενων διαδικασιών για την επαναφορά και αποκατάσταση υπαλλήλων που αθωώνονται σε ό,τι αφορά στην τήρηση της πειθαρχικής διαδικασίας.
(δ) Η επεξεργασία και η αξιολόγηση πορισμάτων προκαταρκτικής έρευνας - Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης - Ελέγχου Περιουσιακής Κατάστασης, με την συνακόλουθη τήρηση της κατά νόμο προβλεπόμενης διαδικασίας.
(ε) Η ενημέρωση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για την πορεία των πειθαρχικών υποθέσεων και η ανταλλαγή πληροφοριών με υπηρεσίες και αρχές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
(στ) Η ενημέρωση:
(αα) του Πληροφοριακού Συστήματος Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού, με στοιχεία αρμοδιότητας του Τμήματος, τηρούμενης της εμπιστευτικότητας και της ασφάλειας αυτών, καθώς και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων,
(ββ) του Μητρώου Ανθρώπινου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου σε περιπτώσεις εκτέλεσης της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, της αυτοδίκαιης έκπτωσης, της αργίας και της επαναφοράς υπαλλήλων.
(ζ) Η συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, υπηρεσίες και φορείς για θέματα που αφορούν στην προαγωγή των αρχών της δεοντολογίας και της ηθικής και στην καταπολέμηση της διαφθοράς.
(η) Η συνεργασία με τις ομοσπονδίες και τα πρωτοβάθμια σωματεία εργαζομένων για την προαγωγή των αρχών της δεοντολογίας και της ηθικής και για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
(θ) Η τήρηση κάθε παρεπόμενης διαδικασίας που είναι συναφής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος.
V. Αυτοτελές Γραφείο Διαχείρισης Ειδικών Θεμάτων
(α) Η μέριμνα για την μετακίνηση εκτός έδρας υπαλλήλων για υπηρεσία ή εκπαιδευτικούς σκοπούς στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό.
(β) Η μέριμνα για:
(αα) την λειτουργία των Γραφείων Γραμματείας των οικείων Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων και
(ββ) τις διαδικαστικές ενέργειες για την εκλογή αιρετών εκπροσώπων των υπαλλήλων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης για την συμμετοχή τους στο οικείο Υπηρεσιακό Συμβούλιο.».

Γ. α) Στην Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία προΐσταται υπάλληλος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της περίπτωσης α' της υποπαραγράφου 5 της παραγράφου Α' του άρθρου 124 του Π.Δ. 111/2014 (Α' 178).
β) Στα Τμήματα της Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, όλων των κλάδων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του πίνακα του άρθρου 126 του Π.Δ. 111/2014 (Α' 178), που αφορούν στους Προϊσταμένους Τμημάτων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) και ειδικότερα της πρώτης περίπτωσης αυτού, που προβλέπει τους κλάδους προσωπικού, των οποίων οι υπάλληλοι μπορούν να προΐστανται Τμημάτων των Διευθύνσεων Στρατηγικού Σχεδιασμού και Οικονομικής Διοίκησης και Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων.
γ) Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Ακαδημίας, όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται το «Τμήμα Ε'-Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης» της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., στο εξής νοείται η «Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδημία» της Γ.Γ.Δ.Ε. ή της Α.Α.Δ.Ε.

Δ. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/8.4.2014 (Β'865, 1079 και 1846) απόφαση, όπως συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Α 1152854 EE 2016/24.10.2016 Τιμές συναλλάγματος για τον καθορισμό της δασμολογητέας και της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης και του Φ.Π.Α.

Previous: Αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α. 1150450 ΕΞ 2016 Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ' αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/08-04-2014 (Β' 865, 1079 και 1846) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ως προς την σύσταση Φορολογικής και Τελωνειακής Ακαδημίας στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και ως προς το Τμήμα Ε' - Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της ίδιας Γενικής Γραμματείας
$
0
0

Αθήνα, 24 Οκτωβρίου 2016
Αρ. Πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Α 1152854 EE 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝ.Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ KAI Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛ. ΘΕΜΑΤΩΝ KAI
ΤΕΛΩΝ. ΟΙΚΟΝΟΜ. ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ A    

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Μ. Λύτρα
Τηλέφωνο: 210-6987 480
FAX: 210-6987 489
Email: m.lytra@2001.syzefxis.gov.gr

ΘΕΜΑ: Τιμές συναλλάγματος για τον καθορισμό της δασμολογητέας και της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης και του Φ.Π.Α.

ΣΧΕΤ.: α. Αρθρο 53, παρ.1 στ. α του καν. (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρ.Κοιν. και του Συμβουλίου
β. Άρθρο 146, του καν. (EE) αριθ. 2015/2447 της Επιτροπής
γ. Άρθρο 126 /παράγραφος 3 του Ν. 2960/2001 (Τθνικός Τελωνειακός Κώδικας)
δ. Άρθρα 19 και 20, παράγραφος 3 του Ν. 2859/2000 (Κύρωση Κώδικα Φ.Π.Α)

Σε συνέχεια των ανωτέρω σχετικών, σας διαβιβάζουμε, συνημμένα, πίνακα με τις "Τιμές αναφοράς συναλλάγματος εξωτερικού έναντι Ευρώ" της Eυρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με τις βεβαιωθείσες τιμές της 19ης Οκτωβρίου 2016, προτελευταίας Τετάρτης μηνός Οκτωβρίου, που θα πρέπει να εφαρμόζονται για τον καθορισμό της δασμολογητέας και της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης και του Φ.Π.Α τον Νοέμβριο 2016.

Επομένως ο πίνακας των τιμών συναλλάγματος σύμφωνα με τις τελευταίες βεβαιωθείσες τιμές της ΕΚΤ για το μήνα Νοέμβριο 2016, είναι ο επισυναπτόμενος.

Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Περιφερειών παρακαλούνται για την άμεση ενημέρωση των Τελωνείων δικαιοδοσίας τους.


H ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ    

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2016

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΣΜΑ ΚΩΔΙΚΟΣ ΙΣΟΤΙΜΙΑ
Δολάριο Η.π.Α USD 1,0979
Γιεν Ιαπωνίας JPY 113,49
Κορώνα Δανίας DKK 7,4409
Λίρα Η.Β. GBP 0,89338
Κορώνα Σουηδίας SEK 9,698
Φράγκο Ελβετίας CHF 1,0854
Κορώνα Νορβηγίας NOK 8,9585
Λεβ Βουλγαρίας BGN 1,9558
Κορώνα Τσεχίας CZK 27,021
Φιορίνι Ουγγαρίας HUF 307,08
Ζλότυ Πολωνίας PLN 4,318
Λεϋ Ρουμανίας RON 4,502
Λίρα Τουρκίας TRY 3,3724
Δολλάριο Αυστραλίας AUD 1,4298
Δολλάριο Καναδά CAD 1,4361
Δολλάριο Χονγκ Κονγκ HKD 8,5175
Δολλάριο Ν. Ζηλανδίας NZD 1,5232
Δολλάριο Σιγκαπούρης SGD 1,5228
Γουόν Νοτίου Κορέας KRW 1233,88
Ραντ Ν. Αφρικής ZAR 15,265
Γουάν Κίνας CNY 7,3963
Κούνα Κροατίας HRK 7,5075
Ρουπία Ινδονησίας IDR 14267,21
Ρίγκιτ Μαλαισίας MYR 4,5971
Πέσο Φιλιππίνων PHP 52,692
Ρούβλι Ρωσίας RUB 68,6223
Μπατ Ταϋλάνδης THB 38,317
Ρεάλ Βραζιλίας BRL 3,5063
Πέσο Μεξικού MXN 20,485
Ρουπία Ινδίας INR 73,189
Ντίρχαμ Ην.Αραβ.Εμιράτων. AED 4,0258
Λεκ Αλβανίας ALL 136,8229
Γκίλντερ Ολλανδικών Αντιλλών ANG 1,9428
Πέσο Αργεντινής ARS 16,6714
Μάρκο Βοσνίας-Ερζεγοβίνης BAM 1,9558
Δηνάριο Μπαχρέιν BHD 0,4133
Πέσο Χιλής CLP 730,0192
Λίρα Αιγύπτου EGP 9,7277
Λάρι Γεωργίας GEL 2,581
Σέκελ Ισραήλ ILS 4,2024
Δηνάριο Ιορδανίας JOD 0,7766
Δηνάριο Κουβέιτ KWD 0,3321
Λίρα Λιβάνου LBP 1656,1067
Ρουπία Σρι Λάνκα LKR 161,5376
Ντίρχαμ Μαρόκου MAD 10,8012
Ρουπία Μαυρίκιου MUR 39,455
Νάιρα Νιγηρίας NGN 348,7757
Ριγιαλ Ομάν OMR 0,4221
Μπαλμπόα Παναμά PAB 1,0961
Ρουπία Πακιστάν PKR 114,815
Ριγιαλ Κατάρ QAR 3,9913
Δηνάριο Σερβίας RSD 123,0362
Ριγιαλ Σαουδ. Αραβίας SAR 4,1119
Λίρα Συρίας SYP 233,7969
Δηνάριο Τυνησίας TND 2,4667
Δολλάριο Ταϊβάν TWD 34,5171
Χρίβνα Ουκρανίας UAH 28,2836
Μπόλιβαρ Βενεζουέλας VEF 10,9391
Φράγκο Ακτής Ελεφαντοστούν XOF 655,957

Αριθ. πρωτ.: Δ. ΟΡΓ. Δ 1153327 ΕΞ 2016 Γνωστοποίηση των νέων Πινάκων ομαδοποιημένων αποδεκτών, για την αποστολή των εγγράφων των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών

$
0
0

Αθήνα, 25 Οκτωβρίου 2016
Αρ. Πρωτ: Δ. ΟΡΓ. Δ 1153327 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Δ’

Ταχ. Δ/νση : Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Αικατερίνη Μπάκα
Τηλέφωνο : 210-32.22.516
Fax : 210-32.30.829

ΘΕΜΑ: «Γνωστοποίηση των νέων Πινάκων ομαδοποιημένων αποδεκτών, για την αποστολή των εγγράφων των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών».

1. Σας στέλνουμε, συνημμένα, για ενημέρωση και εξυπηρέτησή σας τους νέους Πίνακες αποδεκτών (Α΄ έως ΚΓ΄), για την αποστολή των εγγράφων σας, οι οποίοι έχουν καταρτιστεί από την Διεύθυνση Οργάνωσης, κατά ομάδες ομοειδών Υπηρεσιών ή φορέων παραληπτών. Για την οριστική διαμόρφωση των ως άνω Πινάκων έχουν ληφθεί υπόψη όλες οι σχετικές προτάσεις των αρμόδιων Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), καθώς και τα προβλήματα που διαπιστώθηκαν κατά το διάστημα που μεσολάβησε από την εφαρμογή της ψηφιακής υπογραφής.

2. Επισημαίνεται, ιδιαίτερα, ότι οι Πίνακες Α’ έως και ΣΤ’ των Πινάκων αποδεκτών έχουν επανακαθοριστεί και περιλαμβάνουν μόνο τις Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε., σύμφωνα με την παρακάτω ομαδοποίηση:

ΠΙΝΑΚΑΣ Α΄: Διευθύνσεις, Αυτοτελή Τμήματα και Αυτοτελή Γραφεία της Κ.Υ. της Γ.Γ.Δ.Ε.

ΠΙΝΑΚΑΣ B΄: Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές Υπηρεσίες υπαγόμενες στον Γενικό Γραμματέα Γ.Γ.Δ.Ε.

ΠΙΝΑΚΑΣ Γ΄: Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές Φορολογικές Υπηρεσίες

ΠΙΝΑΚΑΣ Δ΄: Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές Τελωνειακές Υπηρεσίες

ΠΙΝΑΚΑΣ Ε΄: Περιφερειακές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους

ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΤ΄: Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου που εποπτεύονται και από τον Γενικό Γραμματέα Γ.Γ.Δ.Ε.

Οι ανωτέρω Πίνακες αποδεκτών είναι καταχωρημένοι στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Κεντρικών Υπηρεσιών (Ο.Π.Σ.Κ.Υ.) – Livelink., σύμφωνα με την παραπάνω ομαδοποίηση.

3. Επισημαίνεται, επίσης, ότι στο Ο.Π.Σ.Κ.Υ. - Livelink., έχουν επέλθει και οι παρακάτω μεταβολές:

α) Έχουν δημιουργηθεί οι Ομάδες: ΦΟΡ. ΠΕΡ. ΑΘΗΝΩΝ, ΦΟΡ. ΠΕΡ. ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ, ΦΟΡ. ΠΕΡ. ΠΑΤΡΩΝ και ΦΟΡ. ΠΕΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ, οι οποίες, περιλαμβάνουν τις Δ.Ο.Υ. ανά Φορολογική Περιφέρεια, για την υποβοήθηση του έργου αυτών, στην ορθή αποστολή των εγγράφων τους. Επισημαίνεται, ότι συνολικά οι Δ.Ο.Υ. είναι καταχωρημένες στον ΠΙΝΑΚΑ Γ΄. Συνεπώς, είναι προφανές ότι για την ορθή αποστολή των εγγράφων σας, προς τις Δ.Ο.Υ. θα επιλέγεται ένας μόνο από τους δυο Πίνακες, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες της αλληλογραφίας σας, ώστε να αποφεύγεται η πολλαπλή αποστολή του ίδιου εγγράφου προς αυτές.

β) Οι υπόλοιπες Γενικές Γραμματείες του Υπουργείου Οικονομικών και η Ειδική Γραμματεία Σ.Δ.Ο.Ε. αυτού αποτελούν, πλέον, ξεχωριστές Ομάδες ανά Γενική/Ειδική Γραμματεία, οι οποίες περιλαμβάνουν τις επιμέρους Υπηρεσίες τους.

Ως ξεχωριστές Ομάδες εμφανίζονται και οι Υπηρεσίες που υπάγονται στον Υπουργό Οικονομικών, καθώς και τα Νομικά Πρόσωπα και οι Ανώνυμες Εταιρείες που εποπτεύονται από το Υπουργείο Οικονομικών.

γ) Η Ομάδα: ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ εξυπηρετεί μόνο τις ανάγκες του Αυτοτελούς Τμήματος Κοινοβουλευτικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών και πρέπει να επιλέγεται μόνο από το συγκεκριμένο Τμήμα.

δ) Οι Ομάδες: ΟΔΕ και ΕΠΙΤΡΟΠΗ έχουν δημιουργηθεί, ύστερα από αιτήματα Προέδρων και Συντονιστών συλλογικών οργάνων προς την αρμόδια Διεύθυνση Παραγωγικής Λειτουργίας Συστημάτων, Εκτυπώσεων και Λειτουργικής Υποστήριξης της Γενικής Διεύθυνσης Υποδομών και Υπηρεσιών Πληροφορικής – Επικοινωνιών της Γ.Γ.Π.Σ. και Δ.Υ. Υπ. Οικ., προκειμένου να αποστέλλεται η σχετική αλληλογραφία για το χρονικό διάστημα, από την σύστασή τους μέχρι την ολοκλήρωση του έργου για το οποίο έχουν συσταθεί. Μετά από την ολοκλήρωση του έργου, οι Πρόεδροι και οι Συντονιστές των Επιτροπών, ΟΔΕ, Ομάδων Εργασίας και Έργου και κάθε συλλογικού οργάνου, οφείλουν να ενημερώνουν την παραπάνω Υπηρεσία, ώστε η εν λόγω ΟΔΕ ή ΕΠΙΤΡΟΠΗ να παύσει να εμφανίζεται στην αντίστοιχη Ομάδα.

4. Ύστερα από τα παραπάνω και με αφορμή ερωτήματα υπαλλήλων Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε. προς την Διεύθυνση Οργάνωσης, αναφορικά με τον τρόπο επιλογής των αποδεκτών των Πινάκων για την αποστολή των εγγράφων που συντάσσουν, υπενθυμίζουμε ότι:

α) Στις περιπτώσεις που το έγγραφο αποστέλλεται σε πολλούς αποδέκτες, όπως, στις περιπτώσεις αποφάσεων και εγκυκλίων, ο συντάκτης του σχεδίου, πρέπει, με ιδιαίτερη επιμέλεια, κάτω από τον τελικό υπογράφοντα, να καταρτίζει τον Πίνακα διανομής, ο οποίος κατά περίπτωση θα περιλαμβάνει, σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δοθεί στον Κανονισμό Επικοινωνίας Δημοσίων Υπηρεσιών (Κ.Ε.Δ.Υ.), στις σελίδες 44-46 αυτού, ο οποίος είναι καταχωρημένος στην Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη της Γ.Γ.Δ.Ε., στην θεματική ενότητα Πληροφοριακό Υλικό/ Ενημερωτικό Υλικό (Εγχειρίδια, Οδηγοί Διαδικασιών, Φυλλάδια):
αα) τους Αποδέκτες για Ενέργεια,
ββ) τους Αποδέκτες για Κοινοποίηση και
γγ) την Εσωτερική Διανομή

β) Ο συντάκτης του εγγράφου θα αναγράφει στον Πίνακα διανομής αυτού, τον τίτλο του οικείου πίνακα αποδεκτών αντί των επιμέρους ομοειδών Υπηρεσιών, ή φορέων παραληπτών του πίνακα αυτού. Ενδεικτικά, για παράδειγμα, εάν πρέπει να αποστείλει το έγγραφο σε όλους τους αποδέκτες του Πίνακα Α’, δεν θα τους αναγράψει αναλυτικά, αλλά θα τους αναφέρει, όπως κατωτέρω, ως εξής:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

1) Αποδέκτες Πίνακα Α ́

2) ..........................

3) ..........................

γ) Σε περίπτωση, κατά την οποία το έγγραφο αποστέλλεται σε αποδέκτες, περισσότερων του ενός Πινάκων αποδεκτών, αντί της αναλυτικής καταχώρισης στον Πίνακα διανομής αυτού, των επί μέρους Πινάκων αποδεκτών (Πίνακας Αποδεκτών Α ́, Πίνακας αποδεκτών Β ́ κ.λπ.), θα

αναγράφονται οι Πίνακες αποδεκτών συγκεντρωτικά, ως εξής:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

1) Αποδέκτες Πινάκων Α ́, Β ́ Γ ́......

2) ..............................................

3) ..............................................

δ) Εφόσον σε κάποιον από τους Πίνακες, που θα χρησιμοποιήσετε, περιλαμβάνονται και ένας ή ελάχιστος αριθμός αποδεκτών, στους οποίους δεν κρίνετε αναγκαίο να κοινοποιηθεί το έγγραφό σας (όπως, για παράδειγμα από τον Πίνακα Δ’, θέλετε να μην κοινοποιηθεί στον 3ο παραλήπτη αυτού, δηλαδή στην Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού), ο σχετικός Πίνακας αποδεκτών θα αναγραφεί στον Πίνακα διανομής του εγγράφου, ως ακολούθως:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

1) Αποδέκτες Πίνακα Δ ́, εκτός του αριθ. 3 αυτού

2) ..........................

3) ............................

ε) Όταν οι αποδέκτες ενός από τους παραπάνω Πίνακες είναι πολλοί και το έγγραφο πρέπει να κοινοποιηθεί σε έναν ή ελάχιστους από τους αποδέκτες αυτού, προτείνεται να γραφεί στον Πίνακα διανομής ο συγκεκριμένος/οι παραλήπτης/ες που απευθύνεται το έγγραφο, αντί του τίτλου του Πίνακα με τους εξαιρούμενους αποδέκτες αυτού. Ενδεικτικά, για παράδειγμα, αν πρέπει το έγγραφο να αποσταλεί μόνο στις Δ.Ο.Υ., θα αναγράφεται ΠΡΟΣ: Δ.Ο.Υ. ή ΠΡΟΣ: Αποδέκτες με α/α 5 του Πίνακα Γ ́ (και όχι Αποδέκτες Πίνακα Γ ́ , εκτός των αριθ. 1 έως 4 αυτού).

στ) Οι Πίνακες αποδεκτών δεν περιορίζουν τον συντάκτη του εγγράφου να περιλάβει στον Πίνακα διανομής αυτού και άλλους αποδέκτες που δεν είναι καταχωρημένοι στους ως άνω Πίνακες. Στην περίπτωση αυτή, με μέριμνα του συντάκτη, πρέπει να συμπληρωθούν τα στοιχεία επικοινωνίας των αποδεκτών (Υπηρεσίες, φορείς ή πολίτες) και πρωτίστως η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και όταν αυτή δεν υφίσταται, κατά περίπτωση, τα λοιπά στοιχεία επικοινωνίας τους (οδός, αριθμός, ταχ. κώδικας ή ΦΑΞ).

ζ) Όταν ο συντάκτης του εγγράφου κρίνει ότι πρέπει να κοινοποιηθεί σε μεγάλες ομάδες δημόσιων Υπηρεσιών, όπως, σε όλα τα Ν.Π.Δ.Δ. ή τα Ν.Π.Ι.Δ., οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στους Πίνακες αποδεκτών αλλά εποπτεύονται από κάποιο Υπουργείο ή άλλη Προϊστάμενη Διοικητική Αρχή, το έγγραφο πρέπει να κοινοποιείται στην αρμόδια Διεύθυνση (Διοικητικού ή Προσωπικού ή Οργάνωσης, ανάλογα με το αντικείμενο αρμοδιοτήτων τους) της υπερκείμενης Διοικητικής Αρχής ή φορέα αυτών, προκειμένου να ενημερώσει τους παραπάνω παραλήπτες. Στις περιπτώσεις αυτές θα αναγράφεται εντός παρενθέσεως, παραπλεύρως ή κάτω από τον παραπάνω αποδέκτη, η φράση: «με την παράκληση να κοινοποιηθεί...» και θα συμπληρώνεται ανάλογα, με τις εποπτευόμενες Υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα αυτού, στα οποία πρέπει να κοινοποιηθεί αυτό.

Όταν το έγγραφο πρέπει να κοινοποιηθεί σε όλες τις Περιφέρειες ή σε όλους τους Δήμους της χώρας, θα στέλνεται στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και, κατ’ αντίστοιχο τρόπο με τα προαναφερθέντα, θα αναγράφεται η φράση: «με την παράκληση να κοινοποιηθεί... (δηλ. στις Περιφέρειες ή στους Δήμους, ανάλογα)». Σχετικό για το θέμα αυτό είναι το αριθ. Δ6Δ 1084368 ΕΞ 2011/10.6.2011 έγγραφο της Διεύθυνσης Οργάνωσης της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών.

Η ίδια ως άνω διαδικασία και τρόπος αποστολής θα ακολουθείται και για τις περιπτώσεις κοινοποίησης του εγγράφου σας σε μέλη συλλόγων, ενώσεων, επαγγελματικών ή συνδικαλιστικών φορέων. Ειδικότερα, το έγγραφο θα στέλνεται στον αρμόδιο επαγγελματικό ή συνδικαλιστικό φορέα και θα γράφεται παραπλεύρως ή κάτω απ’ αυτόν, μέσα σε παρένθεση η φράση (με την παράκληση να κοινοποιηθεί στα μέλη του). Π.χ. Ελληνική Ένωση Τραπεζών (με την παράκληση να κοινοποιηθεί σε όλες τις Τράπεζες, μέλη της) ή Π.Ο.Ε.- Δ.Ο.Υ. (με την παράκληση να κοινοποιηθεί σε όλα τους συλλόγους - μέλη της).

η) Σε πολλές περιπτώσεις, δημόσιες Υπηρεσίες και Φορείς διαμαρτύρονται ότι περιλαμβάνονται σε Πίνακες αποδεκτών εγγράφων υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε., τα οποία δεν τους αφορούν. Η παραλαβή των εγγράφων για τις ως άνω Υπηρεσίες και τους Φορείς, όπως μας έχει αναφερθεί, συνεπάγεται απώλεια πολύτιμου χρόνου και πόρων, δεδομένου ότι το έγγραφο πρέπει να εκτυπωθεί, να μελετηθεί και να χρεωθεί, αρμοδίως, για την αρχειοθέτησή του. Προς τούτο, οι συντάκτες των εγγράφων δεν πρέπει να γενικεύουν την χρήση των παραπάνω Πινάκων αποδεκτών και να τα αποστέλλουν μαζικά στις εκτός του Υπουργείου Οικονομικών Υπηρεσίες και τους Φορείς, αλλά να εξαιρούν απ’ αυτούς, κατά περίπτωση, όσους αποδέκτες δεν θεωρούν αναγκαίο να κοινοποιηθεί το έγγραφο.

Επίσης, να ληφθεί υπόψη ότι τα έγγραφα (αποφάσεις και εγκύκλιοι) που εκδίδονται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε. και αφορούν σε μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων, λαμβάνουν την ευρύτερη δυνατή δημοσιότητα, δεδομένου ότι με μέριμνα αυτών καταχωρούνται στην ιστοσελίδα της Γ.Γ.Δ.Ε.: www.publicrevenue.gr, καθώς και στην Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη αυτής.

5. Στην συνέχεια, μετά από την υπογραφή του σχεδίου από τον τελικό υπογράφοντα, κατά την εισαγωγή του εγγράφου στο Ο.Π.Σ.Κ.Υ. -

Livelink, ο αρμόδιος υπάλληλος επιλέγει τους αποδέκτες από τους οικείους Πίνακες, στα αντίστοιχα πεδία, όπως έχουν αποτυπωθεί στο έγγραφο.

6. Επιπρόσθετα, επισημαίνουμε ότι:

α) Με μέριμνα της Διεύθυνσης Οργάνωσης, έχει συμπληρωθεί στην πλειονότητα των αποδεκτών των Πινάκων η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αυτών, ώστε να παραλαμβάνουν στην ηλεκτρονική τους διεύθυνση τα έγγραφα που τους αποστέλλονται μέσω του Ο.Π.Σ.Κ.Υ. - Livelink.

Οι συντάκτες των εγγράφων πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι στα Υποθηκοφυλακεία, που περιλαμβάνονται στον Πίνακα ΙΑ, δεν έχουν συμπληρωθεί ακόμα οι διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mails) αυτών. Συνεπώς, πρέπει να επιλέγονται μόνο στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες πρέπει να λάβουν, πράγματι γνώση των εγγράφων.

β) Οι Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε., στις οποίες δεν έχει εγκατασταθεί το Ο.Π.Σ.Κ.Υ. -Livelink., οφείλουν με μέριμνα των Προϊσταμένων τους να γνωστοποιούν, αμέσως, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην ηλεκτρονική διεύθυνση: ypoik.d6d@1988.syzefxis.gov.gr της Διεύθυνσης Οργάνωσης της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., κάθε μεταβολή που τυχόν επέρχεται στα στοιχεία επικοινωνίας τους και πρωτίστως στην διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους.

γ) Τυχόν αιτήματα για ένταξη στους υφιστάμενους Πίνακες, νέων αποδεκτών και για δημιουργία επιμέρους Ομάδων στο Ο.Π.Σ.Κ.Υ. –Livelink, όταν προκύπτει ανάγκη ή για την διαγραφή τους, πρέπει οι αρμόδιες Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε. και όχι μεμονωμένοι υπάλληλοι αυτών,να απευθύνονται μόνο στην Διεύθυνση Οργάνωσης (και όχι στην προαναφερθείσα Διεύθυνση Παραγωγικής Λειτουργίας Συστημάτων, Εκτυπώσεων και Λειτουργικής Υποστήριξης) για τις δικές της κατά λόγο αρμοδιότητας ενέργειες.

δ) Η Αυτοτελής Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης της Γ.Γ.Π.Σ. και Δ.Υ. Υπ. Οικ. παρακαλείται να γνωστοποιεί στην Διεύθυνση Οργάνωσης της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού της Γ.Γ.Δ.Ε., κατά τα προαναφερθέντα, τις περιπτώσεις μεταβολών στα στοιχεία επικοινωνίας των Υπηρεσιών και Φορέων του Υπουργείου Οικονομικών, του τομέα αρμοδιότητάς της.

7. Επειδή από την 1.1.2017 θα γίνει έναρξη λειτουργίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 έως 43 του ν.4389/2016(Α’ 94), θα αποσταλούν από την Διεύθυνση Οργάνωσης στην Διεύθυνση Παραγωγικής Λειτουργίας Συστημάτων, Εκτυπώσεων και Λειτουργικής Υποστήριξης, οι νέοι τίτλοι των επιμέρους Ομάδων του Ο.Π.Σ.Κ.Υ. –Livelink., που θα αφορούν στην Α.Α.Δ.Ε. Από την ως άνω ημερομηνία, με μέριμνα της Διεύθυνσης Παραγωγικής Λειτουργίας Συστημάτων, Εκτυπώσεων και Λειτουργικής Υποστήριξης, πρέπει να πραγματοποιηθούν οι μεταβολές, κατά τα προαναφερθέντα και να εξασφαλιστεί για την Α.Α.Δ.Ε. η συνέχεια της ιστορικότητας των εγγράφων της Γ.Γ.Δ.Ε., ανά Υπηρεσία.

8. Οι Προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων της Γ.Γ.Δ.Ε., στους οποίους απευθύνεται το παρόν, παρακαλούνται να μεριμνήσουν, ώστε να λάβουν γνώση αυτού ενυπόγραφα όλοι οι υπάλληλοι των Υπηρεσιών τους και για την ορθή εφαρμογή του.



Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ και ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Ι.Κ.Α. αριθμ. πρωτ.: Γ99/1/ 104/ 24.10.2016 Έλεγχος ασφάλισης σε εργοδότες της ασφαλιστικής περιοχής του Υποκαταστήματος Βέροιας (επικαιροποίηση εργοδοτών). Επέκταση του ελέγχου και σε εργοδότες της ασφαλιστικής περιοχής του Υποκαταστήματος Νάουσας

$
0
0
Αθήνα, 24/10/2016
Αριθμ. Πρωτ. Γ99/1/104

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Δ Ι Ο Ι Κ Η Σ Η
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ - ΕΣΟΔΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ

Αριθ. τηλεφώνου : 210 52 15 240-241
FAX : 210 52 23 228
E - mail : asfika@otenet.gr
Ταχ. Διεύθυνση : Αγίου Κωνσταντίνου 8
102 41 Αθήνα

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: Έλεγχος ασφάλισης σε εργοδότες της ασφαλιστικής περιοχής του Υποκαταστήματος Βέροιας (επικαιροποίηση εργοδοτών). Επέκταση του ελέγχου και σε εργοδότες της ασφαλιστικής περιοχής του Υποκαταστήματος Νάουσας.


ΣΧΕΤ. Το υπ. αρ. Γ99/1/33/2.3.2015 Γενικό Έγγραφό μας.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα σχετικών ελέγχων της Διεύθυνσης Επιθεώρησης Υπηρεσιών Ασφάλισης κρίνουμε αναγκαία την τροποποίηση του ανωτέρω Γενικού Εγγράφου μας, ώστε:

α) να επικαιροποιηθεί ο κατάλογος των υπό έλεγχο εργοδοτών της ασφαλιστικής περιοχής του Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Βέροιας και

β) να επεκταθεί ο έλεγχος σε εργοδότες της ασφαλιστικής περιοχής του Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Νάουσας.

Συγκεκριμένα, οι αρμόδιες υπηρεσίες μας, κατά την ανακεφαλαίωση χρόνου ασφάλισης για τη διεκπεραίωση συνταξιοδοτικού αιτήματος (ανεξάρτητα εάν το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. είναι απονέμων ή συμμετέχων φορέας) ή για τη χορήγηση προσυνταξιοδοτικής βεβαίωσης, θα πρέπει οπωσδήποτε να ζητούν έλεγχο από τα Τοπικά Υποκαταστήματα Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. Βέροιας ή Νάουσας, όταν τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά ασφάλισης (ασφαλιστικά βιβλιάρια, αποφάσεις αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης κατόπιν Υ.Δ.Α.Α.Β. ή λόγω μη επικόλλησης αγορασθέντων ενσήμων) αφορούν απασχόληση που φέρεται να παρασχέθηκε στους κάτωθι εργοδότες: 

ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ

1. ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΒΑΜΒΑΚΟΣ (ΑΓΜ: 000857)
2. Ε.Α.Σ. ΒΕΡΟΙΑΣ (ΑΓΜ: 0004)
3. ΕΤΕΑΠ - ΑΓΡΕΑΞ Α.Ε. (ΑΓΜ: 1883)
4. ΕΛΕΓΚΑΝΤ ΕΠΕ -ΤΖΙΜΑΡΑΚΑΣ Σ. ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΠΕ (ΑΓΜ: 003278)
5. ΤΖΙΜΑΡΑΚΑΣ ΣΤΕΡΓΙΟΣ του ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΑΓΜ: 002938)
6. ΚΕΓΕ ΜΑΚΡΟΧΩΡΙΟΥ (ΑΓΜ: 001607)
7. Σ. ΣΚΟΥΡΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε. ή ΣΚΟΥΡΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ Ο.Ε. (ΑΓΜ: 001926)
8. ΠΙΠΕΡΙΔΟΥ Α. ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε. ή ΠΙΠΕΡΙΔΟΥ Α.-ΠΙΠΕΡΙΔΟΥ Δ. Ο.Ε. (ΑΓΜ: 005101)
9. ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΗΜΑΘΙΑΣ/ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΓΕΩΡΓΙΑΣ (ΑΓΜ: 000193)
10. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΔΗΜ.-ΜΠΑΡΜΠΑΣ ΓΕΩΡ. (ΑΓΜ: 002699)

ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. ΝΑΟΥΣΑΣ

1. ΙΜΠΕΡΙΑΛ ΦΡΟΥΤ Α.Ε. (ΑΓΜ: 001969)
2. ΑΦΟΙ Ν. ΚΕΣΙΔΗ CROM Ο.Ε. (ΑΓΜ: 001492)
3. ΙΟΥΛΙΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Α.Β.Ε.Ε (ΑΓΜ: 000832)
4. ΒΕΡΜΙΟΝ ΝΑΟΥΣΑ (ΑΓΜ: 000714)
5. Κ. ΚΑΤΣΙΑΜΑΚΑΣ και ΣΙΑ Ε.Π.Ε. (ΑΓΜ: 001603)
6. ΠΕΛΛΑ ΟΛΥΜΠΟΣ (ΑΓΜ: 001793)
7. VELAN Α.Ε. (ΑΓΜ: 002593)
8. ΚΟΥΝΤΗΣ Α.Ε. (ΑΓΜ: 002222)
9. ΤΣΙΤΣΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ (ΑΓΜ: 002943)
10. ΤΣΙΤΣΗΣ Α.Ε. (ΑΓΜ: 003022)

Η ανωτέρω καταγραφή των εργοδοτών, δεν είναι περιοριστική, αφού τα αρμόδια όργανα του Ιδρύματος έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν έλεγχο και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση το κρίνουν αναγκαίο.

Κάθε παραβατική συμπεριφορά πρέπει να γνωστοποιείται άμεσα στην οικεία Εισαγγελική Αρχή, με παράλληλη ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών μας (Γ.Ε. Γ99/1/98/12.9.2007).

Εφόσον συντρέχουν λόγοι ανάκλησης / τροποποίησης διοικητικών πράξεων, που αφορούν οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, οι απαιτούμενες ενέργειες πρέπει να ολοκληρώνονται κατ' απόλυτη προτεραιότητα.



ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ και ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Η ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΙΩΑΝΝΑ ΓΑΤΗ-ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Β 1153383 ΕΞ 2016/25.10.2016 Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την απόδειξη της καταγωγής (μη προτιμησιακής) που απαιτείται για το ευεργέτημα των δασμολογικών ποσοστώσεων του ΠΟΤ- Στο πλαίσιο του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα

$
0
0
Αθήνα, 25 Οκτωβρίου 2016
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ.: ΔΔΘΤΟΚ Β 1153383 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜ/ΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛ/ΚΩΝ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Εύα Καραβανά
Τηλέφωνο: 210 6987541
Fax: 210 6987506
e-mail: d17-c@2001.syzefxis.gov.gr

ΘΕΜΑ: Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την απόδειξη της καταγωγής (μη προτιμησιακής) που απαιτείται για το ευεργέτημα των δασμολογικών ποσοστώσεων του ΠΟΤ- Στο πλαίσιο του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα

Σχετ.: Η αρ.πρωτ.ΔΔΘΤΟΚ Β 1074943 ΕΞ 2016/16.5.2016 ΔΥΟ

1. Σε συνέχεια του ανωτέρω σχετικού, σας γνωρίζουμε επιπροσθέτως ότι, σύμφωνα με το αρ.ΤAΧUD 5960171/29.9.2016 έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σας επισημαίνουμε ότι στα πλαίσια της εφαρμογής από 01-05-2016 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα, τα άρθρα 57-59 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 (UCC-IA) αντικαθιστούν τα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/1993 σε σχέση με την προσκόμιση πιστοποιητικού καταγωγής που απαιτείται για την θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία ορισμένων προϊόντων που επωφελούνται από μη προτιμησιακές δασμολογικές ποσοστώσεις.

Ωστόσο, υπήρξε παράλειψη στο να συμπεριληφθεί στον κανονισμό 2015/2447 μια μεταβατική διάταξη που να επιτρέπει αυτήν την αλλαγή στα πλαίσια μίας νομικής βάσης χωρίς να χρειαστεί να τροποποιηθούν όλοι οι κανονισμοί που αναφέρονται σε αυτή τη διαδικασία της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία ορισμένων προϊόντων που επωφελούνται από μη προτιμησιακές δασμολογικές ποσοστώσεις. Ως εκ τούτου, προτείνεται η τροποποίηση της νομοθεσίας, με στόχο να καταστεί δυνατή η αποδοχή των πιστοποιητικών που εκδίδονται με βάση τα άρθρα 55 - 65 του Καν. 2454/93 αντί για το νέο έντυπο του παραρτήματος 22-14 του Καν. 2015/2447, έως ότου εξαντληθούν τα αποθέματα των προϊόντων ή το αργότερο μέχρι τέλος του 2019.

Μέχρι οι εν λόγω τροπολογίες να εγκριθούν και να δημοσιευτούν, συνιστάται οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να αποδέχονται τα «παλιά» πιστοποιητικά που είναι συμβατά με το παράρτημα 13 του Καν.2454/93 προς όφελος των δασμολογικών ποσοστώσεων - όπου προβλέπονται. Οι αλλαγές στη μορφή του πιστοποιητικού αφορούν μόνο τυπικά θέματα όπως το όνομα του εγγράφου, και δεν έχουν συνέπεια στην πιστοποίηση της καταγωγής των προϊόντων που καλύπτονται από τα εν λόγω πιστοποιητικά.

Με την επιφύλαξη, προφανώς, της δυνατότητας των Τελωνειακών Αρχών να απαιτούν ανά πάσα στιγμή πρόσθετη απόδειξη της δηλωθείσας στην τελωνειακή διασάφηση καταγωγής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 61 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (UCC).

Οι εν λόγω Κανονισμοί είναι οι ακόλουθοι:

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.937/2006 της Επιτροπής της 23ης Ιουνίου 2006 σχετικά με το άνοιγμα και τη διαχείριση μιας κοινοτικής δασμολογικής ποσόστωσης γλουτένης αραβοσίτου καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.341/2007 της Επιτροπής της 29ης Μαρτίου 2007 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικών ποσοστώσεων καθώς και την καθιέρωση καθεστώτος πιστοποιητικών εισαγωγής και πιστοποιητικών καταγωγής για τα σκόρδα και ορισμένα άλλα γεωργικά προϊόντα που εισάγονται από τρίτες χώρες.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.536/2007 της Επιτροπής της 15ης Μαΐου 2007 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικής ποσόστωσης κρέατος πουλερικών που χορηγείται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.616/2007 της Επιτροπής της 4ης Ιουνίου 2007 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων για το κρέας πουλερικών καταγωγής Βραζιλίας, Ταϊλάνδης και άλλων τρίτων χωρών.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.1475/2007 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με το άνοιγμα κοινοτικής δασμολογικής ποσόστωσης από το 2008 για μανιόκα καταγωγής Ταϊλάνδης.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.442/2009 της Επιτροπής της 27ης Μαΐου 2009 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων στον τομέα χοιρινού κρέατος.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.891/2009 της Επιτροπής της 25ης Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης ορισμένων κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης.

- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ.1085/2010 της Επιτροπής της 25ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης ορισμένων ετήσιων δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή γλυκοπατάτας, μανιόκας, αμύλου μανιόκας και άλλων προϊόντων τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 0714 90 11 και ΣΟ 0714 90 19 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1000/2010.

2. Οι επαγγελματικοί φορείς προς τους οποίους κοινοποιείται η παρούσα, παρακαλούνται όπως μεριμνήσουν για τη σχετική ενημέρωση των μελών τους.


Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ

Αριθμ. 105290 οικ./10.10.2016 Κατάργηση της υπ’ αριθμ. Ζ1-404 (ΦΕΚ 827 Β΄) κοινής υπουργικής απόφασης - Αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές. Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 16/2/1998 περί προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ αριθμ. L 80 της 18/3/1998, σελ. 27-31)

$
0
0
Αριθμ. 105290 οικ.

(ΦΕΚ Β' 3415/24-10-2016)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98/Α/2005) «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα».

β) Του Π.δ. 69/2015 (ΦΕΚ 113/Α/2015) «Διορισμός του Αλεξίου Τσίπρα του Παύλου, Αρχηγού του κόμματος του «Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς» (ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) ως Πρωθυπουργού».

γ) Του Π.δ. 73/2015 (ΦΕΚ 116/Α/2015) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».

δ) Του Π.δ. 70/2015 (ΦΕΚ 114/Α/2015) «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού».

ε) Του Π.δ. 116/2014 (ΦΕΚ 185/Α/2014) «Οργανισμός Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας».

στ) Της υπ’ αριθμ. 117036-17/11/2015 (ΦΕΚ 2490/Β/2015) υπουργικής απόφασης «Μεταβίβαση του δικαιώματος υπογραφής «Με εντολή Υπουργού» στο Γενικό Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και Τμημάτων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού».

ζ) Του Ν. 4177/2013 «Κανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 173/Α/2013).

η) Του αρ. 2 της υπ’ αριθμ. Α2-718/28.7.2014 (ΦΕΚ 2090/Β/2014) υπουργικής απόφασης «Κωδικοποίηση Κανόνων Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών (Κανόνες Δ.Ι.Ε.Π.Π.Υ)».

θ) Το άρθρο 21 του Ν. 2690/1999.

ι) Το Ν. 1338/1983 και ιδίως το αρ. 1, 2 παρ. 1 περ η΄ και 3.

2. Το γεγονός ότι τα ζητήματα της αναγραφής των τιμών στα προϊόντα που προσφέρονται στους καταναλωτές, κωδικοποιούνται και εμπεριέχονται στους Κανόνες Δ.Ι.Ε.Π.Π.Υ, για την ορθή νομοθέτηση και την εξυπηρέτηση των εμπόρων και των καταναλωτών.

3. Το γεγονός ότι από τις δαπάνες της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1


Από την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργείται η υπ’ αριθμ. Ζ1-404/14-6-2001 (ΦΕΚ 827 Β΄) κοινή υπουργική απόφαση «Αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές - Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 16/2/1998 περί προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ αριθμ. L.80 της 18/3/1998, σελ. 27-31)».

Άρθρο 2

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 10 Οκτωβρίου 2016

Ο Υπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Αριθ. πρωτ.: ΔΠΠ 3330/2016 Διενέργεια ελέγχων σε πρατήρια υγρών καυσίμων, εγκαταστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης και βυτιοφόρα διανομής πετρελαίου θέρμανσης

Previous: Αριθμ. 105290 οικ./10.10.2016 Κατάργηση της υπ’ αριθμ. Ζ1-404 (ΦΕΚ 827 Β΄) κοινής υπουργικής απόφασης - Αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές. Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 16/2/1998 περί προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ αριθμ. L 80 της 18/3/1998, σελ. 27-31)
$
0
0

Αθήνα, 25 / 10 /2016
Α.Π. : ΔΠΠ 3330

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας
Γεν. Δ/νση Εφαρμογής Κανονισμών, Υποδομών και Ελέγχου
Δ/νση Πολιτικής Ποιότητας
Τμήμα Επαλήθευσης Μετρήσεων και Επιθεώρησης Μετρητικών Συστημάτων

Ταχ. Δ/ση: Πλ. Κάνιγγος
ΤΚ: 101 81, Αθήνα
Πληροφ.: Γ.Νίτσιου
Τηλ.: 210 38 93 428
Fax: 210 38 93 999
e-mail: gnitsiou@gge.gr

Θέμα: «Διενέργεια ελέγχων σε πρατήρια υγρών καυσίμων, εγκαταστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης και βυτιοφόρα διανομής πετρελαίου θέρμανσης»

1. Δεδομένου ότι από 15/10/2016 ξεκίνησε η περίοδος διακίνησης και διανομής του πετρελαίου θέρμανσης, τόσο για την προστασία του καταναλωτικού κοινού από τυχόν ελλιπείς παραδόσεις, όσο και για την προστασία του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, παρακαλείστε όπως μεριμνήσετε για τη διενέργεια ελέγχων σε βυτιοφόρα διανομής και σε εγκαταστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης της περιοχής σας, καθ’ όλη την περίοδο διάθεσης, ιδιαιτέρως δε κατά το πρώτο διάστημα, κατά το οποίο σημειώνεται και ο μεγαλύτερος όγκος παραδόσεων.

2. Παράλληλα, για τους ίδιους, ως άνω, λόγους, παρακαλείστε να εντείνετε τους διενεργούμενους από τις υπηρεσίες σας ελέγχους στα συστήματα μέτρησης καυσίμων στα πρατήρια, ως προς τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις του ν. 4177/2013, των Κανόνων ΔΙΕΠΠΥ και των διατάξεων των συστημάτων εισροών εκροών, λαμβάνοντας υπόψη και τις υπ’ αριθμ. Φ2-2667/14.10.2014 (ΑΔΑ ΩΩΒΤΦ-3ΘΓ) και οικ. ΔΠΠ 2917/19.9.2016 εγκυκλίους μας (ΑΔΑ 778Μ4653Ο7-ΟΟΡ).

3. Τέλος, παρακαλείστε τα αποτελέσματα των ως άνω ελέγχων να κοινοποιηθούν στην Υπηρεσία μας ως εξής:

i. έως 15/01/2017 τα αποτελέσματα των ελέγχων που θα διενεργηθούν μέχρι 31/12/2016 και

ii. έως 30/4/2017 τα αποτελέσματα των ελέγχων που θα διενεργηθούν μέχρι 15/4/2017.



Ο Γενικός Γραμματέας Βιομηχανίας
Ευστράτιος Ζαφείρης

ΤρΔΕφΑθ 1490/2016 Έλεγχοι σε ΑΕ και ΕΠΕ οι οποίες στις οποίες έχει χορηγηθεί φορολογικό πιστοποιητικό από ορκωτούς ελεγκτές σύμφωνα με το άρθρο 82 του ν. 2238/1994. Προθεσμία ελέγχου

$
0
0

ΤρΔΕφΑθ  1490/2016

Περίληψη

Στο πιστοποιητικό των ορκωτών ελεγκτών περιλαμβάνονται παρατηρήσεις και παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία κατά τη διενέργεια του διαχειριστικού ελέγχου και υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο Υπουργείο Οικονομικών με ευθύνη του νόμιμου ελεγκτή ή ελεγκτικού γραφείου, έως την 10η ημέρα του έβδομου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.
Αν το πιστοποιητικό δεν περιλαμβάνει παρατηρήσεις και διαπιστώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας και εκδοθεί έκθεση φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εντοπιστεί φορολογικές παραβάσεις από τους δειγματοληπτικούς ελέγχους του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι διενεργούνται με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 5 της ΠΟΛ.1159/22.7.2011 και ολοκληρώνονται  μέχρι τις 30-4-2014 για επιχειρήσεις με διαχειριστικές περιόδους που έληξαν έως και την 31-3-2012,  μετά την  ημερομηνία αυτή (30-4-2014) θεωρείται  περαιωμένη η συγκεκριμένη χρήση και δυνατότητα άλλου ελέγχου υπάρχει μόνο στην περίπτωση στοιχείων ή ενδείξεων για παραβάσεις που ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 5 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, είτε υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010, κατά τη ρητή πρόβλεψη της παρ. 5 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994.
Σύμφωνα δε με το σκοπό της τελευταίας αυτής διατάξεως, σε περίπτωση που το πιστοποιητικό των νομίμων ελεγκτών δεν περιλαμβάνει παρατηρήσεις και διαπιστώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, ανατροπή των οριστικών αποτελεσμάτων της συγκεκριμένης χρήσης είναι δυνατή μόνο στην περίπτωση επιλογής προς έλεγχο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010, ήτοι με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου και την εφαρμογή των κριτηρίων που ορίζονται στην κατʼ εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού εκδοθείσα Υπ.Απ.   ΠΟΛ.1178/23.8.2011  και όχι με βάση υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατʼ εξουσιοδότηση  του τελευταίου εδαφίου της παρ.1 του ως άνω άρθρου 80, με τις οποίες ορίζεται τυχαίο δείγμα υποθέσεων προς έλεγχο χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου.



Αριθμός απόφασης: 1490/2016

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 1ο Τριμελές

Αποτελούμενο από τους: Δέσποινα Βήχου- Τάταρη, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Παναγιώτη Ζερβέα και Αρτεμισία Μπιτσώρη (Εισηγήτρια), Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Ελένη Μιγλάκη, δικαστική υπάλληλο,
σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε  δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Δεκεμβρίου  2015, για να δικάσει την  με χρονολογία κατάθεσης 18-12-2014 (αριθμ. καταχ. ...............) προσφυγή,  τ η ς ανώνυμης  εταιρίας με την επωνυμία......................., που εδρεύει  στο Μαρούσι Αττικής, οδός  Ηρώδου Αττικού, αριθ.12Α, η οποία παραστάθηκε  με την από 4-12-2015  δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη Σταυρόπουλου, κατʼ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και παραστάθηκε  με την από 4-12-2015 δήλωση του Δικαστικού  Πληρεξουσίου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Γεωργίου Καφίρη, κατʼ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ.   

Το Δικαστήριο, μελέτησε τη δικογραφία και
σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο.

1. Με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το κατά νόμον παράβολο των 3.000 ευρώ (σχετ. τα διπλότυπα είσπραξης  ....................2-12-2014 και .................. της  Δ.Ο.Υ  Νέας Σμύρνης και Αμαρουσίου),  ζητείται, παραδεκτώς, κατʼ ορθή ερμηνεία  του δικογράφου της, η ακύρωση  της τεκμαιρόμενης απόρριψης από την Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών  της από 25-9-2014  ενδικοφανούς προσφυγής  που άσκησε η προσφεύγουσα κατά της υπʼ αριθ.................οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού  φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012, του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ.). Με την τελευταία αυτή πράξη, προσαυξήθηκαν τα καθαρά κέρδη της προσφεύγουσας με λογιστικές διαφορές και καταλογίστηκε εις βάρος της διαφορά κυρίου φόρου, ύψους 1.286.668,12 ευρώ, καθώς και πρόσθετος φόρος  λόγω  ανακριβούς δήλωσης, ύψους  720.534,15 ευρώ.

 
2. Στο άρθρο 82 παρ. 5 και 8α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, Α΄ 151), όπως οι παράγραφοι  αυτές αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 21 παρ.10β και 10γ του ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66 Α΄), ορίζεται ότι :
«5. Νόμιμοι ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία, που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν. 3693/2008 (ΦΕΚ 174 Α`) και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, υποχρεούνται στην έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού. Το πιστοποιητικό αυτό εκδίδεται μετά από έλεγχο που διενεργείται, παράλληλα με τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης, ως προς την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων σε φορολογικά αντικείμενα. Φορολογικές παραβάσεις, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία, κατά τη διενέργεια του διαχειριστικού ελέγχου, αναφέρονται αναλυτικά στο πιστοποιητικό αυτό. Αν το πιστοποιητικό δεν περιλαμβάνει παρατηρήσεις και διαπιστώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, δεν διενεργείται τακτικός φορολογικός έλεγχος, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 80 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α`). Αν από το πιστοποιητικό προκύπτουν συγκεκριμένα φορολογικά δεδομένα για την ελεγχθείσα εταιρεία με τα οποία συμφωνεί και η αρμόδια ελεγκτική φορολογική αρχή, το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των εκθέσεων ελέγχου της ως άνω αρχής. Τα πιο πάνω πρόσωπα διώκονται και τιμωρούνται για κάθε παράλειψη των υποχρεώσεών τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3693/2008» και
«8.α)Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ, καθορίζονται τα συγκεκριμένα επί μέρους φορολογικά αντικείμενα του ελέγχου αυτού, το ειδικότερο περιεχόμενο του πιστοποιητικού που εκδίδεται, ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής του και κάθε άλλο σχετικό θέμα…».

Κατʼ επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτήσεως εκδόθηκε η υπʼ αριθμ. ΠΟΛ.1159/22.7.2011 (ΦΕΚ 1657/Β΄) απόφαση του Υπουργού  Οικονομικών «Καθορισμός της διαδικασίας εφαρμογής της παραγράφου 5 του άρθρου 82 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994) αναφορικά με το Ετήσιο Πιστοποιητικό που θα εκδίδεται από Νόμιμους Ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία εγγεγραμμένα στο δημόσιο Μητρώο του ν. 3693/2008 (ΦΕΚ Α' 174)», στην οποία ορίζεται ότι:  (αρθρο 1)
«1. Το "Ετήσιο Πιστοποιητικό" που προβλέπεται στην παρ. 5 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994, αφορά τις Ανώνυμες Εταιρείες και τις Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης που οι ετήσιες οικονομικές τους καταστάσεις ελέγχονται υποχρεωτικά από Νόμιμους Ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία και εκδίδεται μετά από φορολογικό έλεγχο που διενεργείται από Νόμιμους Ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία που είναι εγγεγραμμένα στο δημόσιο Μητρώο του ν. 3693/2008. 2. Ο φορολογικός έλεγχος πραγματοποιείται επί συγκεκριμένων φορολογικών αντικειμένων, που προσδιορίζονται σε ειδικό πρόγραμμα ελέγχου, σύμφωνα με το Παράρτημα III της παρούσας, το οποίο εκδίδεται από το Υπουργείο Οικονομικών σε συνεργασία με την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (ΕΛΤΕ),αναβαθμίζεται σε ετήσια βάση και είναι σύμφωνο με τα οριζόμενα στο Διεθνές Πρότυπο Εργασιών Διασφάλισης 3000, "Έργα Διασφάλισης πέραν ελέγχου ή Επισκόπησης Ιστορικής Οικονομικής Πληροφόρησης". (αρθρο 3) :
«1. Το "Ετήσιο φορολογικό Πιστοποιητικό" των Νόμιμων Ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων, διακρίνεται σε δύο τμήματα, στην "Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης" και στο "Προσάρτημα των αναλυτικών πληροφοριακών στοιχείων".
2. Η Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης συντάσσεται σύμφωνα με τα υποδείγματα που επισυνάπτονται στο παράρτημα Ι της παρούσας και διέπεται από το πλαίσιο που προβλέπεται από το Διεθνές Πρότυπο Εργασιών Διασφάλισης 3000, "Έργα Διασφάλισης πέραν ελέγχου ή Επισκόπησης Ιστορικής Οικονομικής Πληροφόρησης".
3. Η ως άνω Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης καλύπτει όλα τα αντικείμενα που ορίζονται στο πρόγραμμα ελέγχου του παραρτήματος III της παρούσας. Οι Νόμιμοι Ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία, κατά την διενέργεια του ως άνω φορολογικού ελέγχου, υποχρεούνται να εκτελέσουν όλες τις εργασίες που αναλύονται στο πρόγραμμα ελέγχου του παραρτήματος III.
4… 5. Αναπόσπαστο μέρος της Έκθεσης Φορολογικής Συμμόρφωσης αποτελεί το Προσάρτημα των αναλυτικών πληροφοριακών στοιχείων που επισυνάπτεται στο παράρτημα II της παρούσας. Στο εν λόγω προσάρτημα περιλαμβάνονται πληροφοριακά στοιχεία για την ελεγχόμενη εταιρεία καθώς επίσης και ανάλυση των ευρημάτων που προκύπτουν από τον έλεγχο της φορολογικής συμμόρφωσης.
6. Η Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης ολοκληρώνεται και υποβάλλεται στην ελεγχόμενη εταιρεία οπωσδήποτε μετά την υποβολή της δήλωσης φόρου εισοδήματος και το αργότερο δέκα (10) ημέρες μετά την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.7. Η Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης συμπληρώνεται και υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο Υπουργείο Οικονομικών από τους Νόμιμους Ελεγκτές και συγκεκριμένα στη βάση δεδομένων που τηρεί η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ), έως την 10η ημέρα του έβδομου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου…».
[ Η παρ. 7 όπως αντικαταστάθηκε από την Υπ.Απ. ΠΟΛ.1011/10.1.2012 (ΦΕΚ 91/Β΄)]. (αρθρο 5):
«1. Από τις εταιρείες που ελέγχονται από Νόμιμους Ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία για τη φορολογική τους συμμόρφωση, επιλέγεται δείγμα τουλάχιστον της τάξης του 9% για έλεγχο, με κριτήρια που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010. 2. Οι έλεγχοι αυτοί διενεργούνται από τις αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες και ολοκληρώνονται, για τις επιχειρήσεις με διαχειριστικές περιόδους που έληξαν έως και την 31.03.2012, έως και την 30/4/2014. Για τις επιχειρήσεις με διαχειριστικές περιόδους που λήγουν μετά την 31.03.2012 οι ως άνω έλεγχοι διενεργούνται και ολοκληρώνονται σε διάστημα δεκαοχτώ (18) μηνών από την ημερομηνία υποβολής του ετήσιου φορολογικού πιστοποιητικού στη βάση δεδομένων της Γ.Γ.Π.Σ. από τους Νόμιμους Ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία.
3. Οι έλεγχοι από τις αρμόδιες φορολογικές ελεγκτικές υπηρεσίες καλύπτουν όλα τα φορολογικά αντικείμενα που ορίζονται στο πρόγραμμα ελέγχου. Με την ολοκλήρωσή τους συντάσσονται Εκθέσεις Ελέγχου. 4.Εκτός των εταιριών που ελέγχονται στο πλαίσιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το Υπουργείο Οικονομικών μπορεί να διενεργεί τακτικούς ελέγχους σε πρόσθετο αριθμό εταιριών, μετά από εισήγηση του προϊσταμένου της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής και έγκριση από επιτροπή η οποία αποτελείται από το Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, το Γενικό Διευθυντή Φορολογίας και τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Επιχειρησιακού Σχεδιασμού, βάσει των ειδικών κριτηρίων που ακολουθούν:
α) Λήψη ή έκδοση πλαστών - εικονικών φορολογικών στοιχείων, συναλλαγές με ανύπαρκτες φορολογικά εταιρείες και περιπτώσεις για τις οποίες προέκυψαν παραβάσεις του άρθρου 39 και 39Α του Ν. 2238/1994 (transfer pricing), στοιχεία ή ενδείξεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας από εσωτερική ή εξωτερική πληροφόρηση ή επεξεργασία δεδομένων, μη έκδοση Έκθεσης Φορολογικής Συμμόρφωσης από τους Νόμιμους Ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία στις ημερομηνίες που ορίζονται σαν καταληκτικές για τη χορήγησή της, αναφορά από τους Νόμιμους Ελεγκτές ότι δεν τους δόθηκαν οι αναγκαίες πληροφορίες σε ότι αφορά το φορολογικό έλεγχο που διενήργησαν και περιπτώσεις ελέγχων εταιρειών κατά τους οποίους έχουν προκύψει στοιχεία για παράβαση των διατάξεων του ν. 3693/2008 από τους Νόμιμους Ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία.
β)'Ασκηση δίωξης μελών του Δ.Σ. σύμφωνα με τις διατάξεις περί νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
γ) Συγκέντρωση του ελέγχου σε ποσοστό πάνω από εβδομήντα τοις εκατό (70%) του κλάδου από το ίδιο ελεγκτικό γραφείο μετά από απόφαση της επιτροπής και της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.
δ) Ευρήματα του ποιοτικού ελέγχου, για τον οποίο γίνεται αναφορά στο άρθρο 7 της παρούσας.
5. Όλοι οι τακτικοί έλεγχοι, εκτός των περιπτώσεων που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο, διενεργούνται εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
6. Εξαιρετικά οι τακτικοί έλεγχοι που διενεργούνται εξ αιτίας της άσκησης δίωξης κατά μελών του Δ.Σ., σύμφωνα με τις διατάξεις περί νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, της λήψης ή έκδοσης πλαστών - εικονικών στοιχείων, συναλλαγών με ανύπαρκτες φορολογικά εταιρείες και για τις περιπτώσεις που αποδεδειγμένα διαπιστώθηκαν παραβάσεις του άρθρου 39 και 39Α του ν. 2238/1994 (transfer pricing) δύναται να γίνουν μέχρι την ημερομηνία παραγραφής της χρήσης.
7. Σε περίπτωση που οι λογιστικές διαφορές που προσδιορίζονται από τους Νόμιμους Ελεγκτές και αφορούν αποκλειστικά την παραγωγικότητα των δαπανών είναι μικρότερες του 0,5% των ακαθαρίστων εσόδων, η υπόθεση παραπέμπεται για έλεγχο της παραγωγικότητας των δαπανών από τη φορολογική αρχή, μετά από εισήγηση του προϊσταμένου της ελεγκτικής υπηρεσίας και απόφαση της επιτροπής της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου».
[ Η παρ. 2 όπως αντικαταστάθηκε από  το άρθρο μόνο της Υπ.Απ. ΠΟΛ.1236/18.10.2013 (ΦΕΚ Β 2693).(αρθρο 6) :
«1. Ανάλογα με τον τύπο του συμπεράσματος της ΄Εκθεσης Φορολογικής Συμμόρφωσης των Νόμιμων Ελεγκτών, διακρίνονται οι ακόλουθες περιπτώσεις: α) Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη. Στην περίπτωση που από τους Νόμιμους Ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία εκδοθεί ΄Εκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη, τότε σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την υποβολή της Έκθεσης Φορολογικής Συμμόρφωσης στο Υπουργείο Οικονομικών, αποστέλλεται στην ελεγχόμενη εταιρεία επιστολή στην οποία αναφέρεται το γεγονός ότι σύμφωνα με τον έλεγχο των Νόμιμων Ελεγκτών δεν προέκυψαν παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας από την πλευρά της εταιρείας, ότι αυτό γίνεται καταρχήν δεκτό από το Υπουργείο Οικονομικών και ότι οι φορολογικές εγγραφές θα οριστικοποιηθούν μετά την ολοκλήρωση των δειγματοληπτικών ελέγχων που θα διενεργηθούν από το Υπουργείο Οικονομικών. Οι ως άνω έλεγχοι, για τις επιχειρήσεις με διαχειριστικές περιόδους που έληξαν έως και την 31.03.2012 ολοκληρώνονται μέχρι την 30/4/2014.
Μετά την ημερομηνία αυτή και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εντοπιστεί φορολογικές παραβάσεις από τους ελέγχους του Υπουργείου Οικονομικών, θεωρείται περαιωμένη η συγκεκριμένη χρήση και δυνατότητα άλλου ελέγχου υπάρχει μόνο στην περίπτωση στοιχείων ή ενδείξεων για παραβάσεις, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 5 της παρούσας και οι οποίες δεν εντοπίστηκαν από το διενεργηθέντα έλεγχο φορολογικής συμμόρφωσης. Για τις επιχειρήσεις με διαχειριστικές περιόδους που λήγουν μετά την 31.03.2012, σε δεκαοχτώ (18) μήνες από την ημερομηνία υποβολής της  ΄Εκθεσης Φορολογικής Συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη στη βάση δεδομένων της Γ.Γ.Π.Σ. και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εντοπιστεί φορολογικές παραβάσεις από τους ελέγχους του Υπουργείου Οικονομικών, θεωρείται περαιωμένη η συγκεκριμένη χρήση και δυνατότητα άλλου ελέγχου υπάρχει μόνο στην περίπτωση στοιχείων ή ενδείξεων για παραβάσεις, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 5 της παρούσας και οι οποίες δεν εντοπίστηκαν από το διενεργηθέντα έλεγχο φορολογικής συμμόρφωσης.
β) Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης με θέματα έμφασης…».
[ Η περ. α της παρ. 1 όπως αντικαταστάθηκε από  το άρθρο μόνο της Υπ.Απ. ΠΟΛ.1236/18.10.2013 (ΦΕΚ Β 2693]. (άρθρο 9) :
«1. Η Έκθεση Φορολογικής Συμμόρφωσης θα αναφέρει τα στοιχεία που ορίζονται στο Παράρτημα Ι της παρούσας.
2. Τα ειδικά φορολογικά αντικείμενα που θα ελέγχονται από τους Νόμιμους Ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία, εφόσον έχουν εφαρμογή σε μία ελεγχόμενη εταιρεία, ορίζονται κάθε φορά από το πρόγραμμα ελέγχου, όπως ορίζεται στο Παράρτημα III της παρούσας. Το πρόγραμμα ελέγχου περιλαμβάνει τα πιο κάτω κεφάλαια:  Α. Προϋποθέσεις - Περιορισμοί διενέργειας του ελέγχου. Β. Πληροφοριακά στοιχεία ελεγχόμενης εταιρείας. Γ. ΄Ελεγχος Φορολογίας Εισοδήματος. Δ. Έλεγχος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ). Ε. Έλεγχος Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ). ΣΤ. Έλεγχος φορολογίας ακινήτων. ΣΤ.1 Έλεγχος Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ). ΣΤ.2 Έλεγχος Δήλωσης Στοιχείων Ακινήτων (Ε9). ΣΤ.3 Έλεγχος Φόρου υπεραξίας από αναπροσαρμογή ακινήτων (Ν. 2065/1992). Ζ. Έλεγχος Τέλους χαρτοσήμου. Η. Υποχρεώσεις παρακρατούμενων φόρων. Θ. Μετασχηματισμοί επιχειρήσεων. Ι. Ενδοομιλικές Συναλλαγές. Κ. E-Commerce.».

 

3. Περαιτέρω,  στο άρθρο 80 του ν. 3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄), υπό τον τίτλο «Σύστημα επιλογής υποθέσεων προς έλεγχο», ορίζεται ότι :
«1.Η επιλογή των προς έλεγχο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος γίνεται με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, οι οποίες βασίζονται:
α) Σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως τη νομική μορφή, την κατηγορία των τηρούμενων βιβλίων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α), τον κλάδο ή τομέα δραστηριότητας, ανάλογα με την επικινδυνότητα και παραβατικότητα αυτού, την ύπαρξη παραβάσεων και παραλείψεων των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, ανάλογα με το είδος, τη βαρύτητα και τη συχνότητα εμφάνισής τους, την ύπαρξη στοιχείων από διασταυρώσεις του πληροφοριακού συστήματος ή από ελέγχους σε τρίτους υπόχρεους ή από τρίτες πηγές για απόκρυψη φορολογητέας ύλης ή διάπραξη φορολογικών αδικημάτων και την εν γένει φορολογική εικόνα και συμπεριφορά των υπόχρεων.
β) Σε οικονομικά δεδομένα, όπως ακαθάριστα έσοδα, δαπάνες, καθαρά κέρδη ή ζημιές, συντελεστές μικτού και καθαρού κέρδους, δεδομένα από δηλώσεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας, καθώς και διαθέσιμα στοιχεία από βάσεις δεδομένων, στατιστική ανάλυση, εφαρμογή τεχνικών εξόρυξης δεδομένων και άλλες πηγές πληροφοριών.
γ) Σε χωροταξικά και χρονικά δεδομένα, όπως τόπος παραγωγής και διακίνησης, εποχιακές δραστηριότητες και τοπικές ιδιαιτερότητες.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι παραβάσεις ή παραλείψεις, τα στοιχεία και γενικά τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προς έλεγχο δηλώσεων, τα μόρια που αντιστοιχούν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να ορίζεται και τυχαίο δείγμα υπαγόμενων σε έλεγχο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου.
2.Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν ανάλογα και για τις λοιπές φορολογίες.
3. Υφιστάμενες διατάξεις οι οποίες προβλέπουν τον υποχρεωτικό φορολογικό έλεγχο κατηγοριών υπόχρεων εξακολουθούν να ισχύουν
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν από το χρόνο έκδοσης των οικείων αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών και κατά τα τυχόν ειδικότερα οριζόμενα από αυτές.».

Κατʼ επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτήσεως εκδόθηκε η υπʼ αριθμ. ΠΟΛ.1178/23.8.2011 (ΦΕΚ 2071/Β΄) απόφαση του Υπουργού  Οικονομικών «Επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν.  3842/2010», στο άρθρο μόνο της οποίας ορίζεται ότι : 
«1. Από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών ανέλεγκτων χρήσεων, που αφορούν επιτηδευματίες και φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες, επιλέγονται για έλεγχο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010, υποθέσεις με τη χρήση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου (risk analysis).
2. Καθορίζεται πίνακας κριτηρίων -κανόνων επιλογής υποθέσεων για έλεγχο και μοριοδότησης αυτών.
Στον πίνακα αυτό και σε κάθε κριτήριο αναφέρονται αναλυτικοί κανόνες που υλοποιούν το κριτήριο ,καθώς επίσης και ο αριθμός των μορίων βαρύτητας του κάθε κανόνα ο οποίος βασίστηκε στα ποιοτικά χαρακτηριστικά, στα οικονομικά χωροταξικά και χρονικά δεδομένα σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 80 του ν. 3842/2010.
3. Με τα παραπάνω κριτήρια επιλογής μέσω της λειτουργίας ανάλυσης κινδύνου του συστήματος ELENXIS θα γίνεται η στόχευση και η επιλογή φορολογούμενων Υψηλής μοριοδότησης. Οι λίστες με τους φορολογούμενους Υψηλής μοριοδότησης θα αποστέλλονται στους Προϊσταμένους των Ελεγκτικών Υπηρεσιών από το ELENXIS ώστε να εκδοθεί η οικεία εντολή ελέγχου…».

Τέλος, με βάση την εξουσιοδότηση  του τελευταίου εδαφίου της παρ.1 του ως άνω άρθρου 80 του ν. 3842/2010, εκδόθηκε η  υπʼ αριθμ. ΠΟΛ.1038/3.2.2012   (ΦΕΚ Β΄ 431) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Πρόγραμμα ελέγχου επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία Γ κατηγορίας του Κ.Β.Σ και κλείνουν ισολογισμό από 30/6/2011 και μετά», στο άρθρο μόνο της οποίας ορίζεται ότι: «Κατά το φορολογικό έλεγχο επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία Γ` κατηγορίας του Κ.Β.Σ και κλείνουν ισολογισμό από 30/6/2011 και μετά, θα εφαρμόζεται το Πρόγραμμα Ελέγχου του παραρτήματος III της ΠΟΛ.1159/22.7.2011. Το Πρόγραμμα Ελέγχου τροποποιείται ή συμπληρώνεται από τον Ελεγκτή βάσει και των δεδομένων της κάθε υπόθεσης, με σύμφωνη γνώμη των Προϊσταμένων του.».


4. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, συνάγεται ότι οι νόμιμοι ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν. 3693/2008, διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρίες και εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και προβαίνουν στην έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού φορολογικής συμμόρφωσης.
Στο πιστοποιητικό περιλαμβάνονται παρατηρήσεις και παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία κατά τη διενέργεια του διαχειριστικού ελέγχου και υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο Υπουργείο Οικονομικών με ευθύνη του νόμιμου ελεγκτή ή ελεγκτικού γραφείου, έως την 10η ημέρα του έβδομου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.
Αν το πιστοποιητικό δεν περιλαμβάνει παρατηρήσεις και διαπιστώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας και εκδοθεί έκθεση φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εντοπιστεί φορολογικές παραβάσεις από τους δειγματοληπτικούς ελέγχους του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι διενεργούνται με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 5 της ΠΟΛ.1159/22.7.2011 και ολοκληρώνονται  μέχρι τις 30-4-2014 για επιχειρήσεις με διαχειριστικές περιόδους που έληξαν έως και την 31-3-2012,  μετά την  ημερομηνία αυτή (30-4-2014) θεωρείται  περαιωμένη η συγκεκριμένη χρήση και δυνατότητα άλλου ελέγχου υπάρχει μόνο στην περίπτωση στοιχείων ή ενδείξεων για παραβάσεις που ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 5 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, είτε υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010, κατά τη ρητή πρόβλεψη της παρ. 5 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994.
Σύμφωνα δε με το σκοπό της τελευταίας αυτής διατάξεως, σε περίπτωση που το πιστοποιητικό των νομίμων ελεγκτών δεν περιλαμβάνει παρατηρήσεις και διαπιστώσεις παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, ανατροπή των οριστικών αποτελεσμάτων της συγκεκριμένης χρήσης είναι δυνατή μόνο στην περίπτωση επιλογής προς έλεγχο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010, ήτοι με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου και την εφαρμογή των κριτηρίων που ορίζονται στην κατʼ εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού εκδοθείσα Υπ.Απ.   ΠΟΛ.1178/23.8.2011  και όχι με βάση υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατʼ εξουσιοδότηση  του τελευταίου εδαφίου της παρ.1 του ως άνω άρθρου 80, με τις οποίες ορίζεται τυχαίο δείγμα υποθέσεων προς έλεγχο χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου.


5. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η από 1-8-2014 έκθεση μερικού ελέγχου  προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012 (διαχειριστική περίοδος 1.1. – 31.12.2011) του ελεγκτή του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ.) ..., προκύπτουν τα εξής:

Η προσφεύγουσα ανώνυμη εταιρία κατά το ελεγχόμενο οικονομικό έτος είχε ως αντικείμενο εργασιών:
1) την εισαγωγή και εμπορία από το εξωτερικό αργού πετρελαίου και παραγώγων αυτού (fuel oil, gas oil και νάφθα), την επεξεργασία (διύλιση) αυτών σε ιδιόκτητο διυλιστήριο και την παραγωγή υγρών καυσίμων, υγραερίων και λιπαντικών και 2) την αγορά από το εξωτερικό και εσωτερικό υγρών καυσίμων, ομοίων με αυτά που παράγει, τα οποία χωρίς περαιτέρω επεξεργασία τα μεταπουλάει και τηρούσε βιβλία και στοιχεία Γ΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992).
Μετά την .............. εντολή ελέγχου του Προϊσταμένου του ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ, διενεργήθηκε έλεγχος για το οικονομικό έτος 2012 (χρήση 2011), στα βιβλία και στοιχεία που τήρησε η  προσφεύγουσα εταιρία, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 66 του ν. 2238/1994, 23-25 και 66 του ν. 4174/2013 και των Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1159/22.7.2011 και ΠΟΛ.1038/3.2.2012 και διαπιστώθηκε ότι είχε δηλώσει φορολογητέα καθαρά κέρδη ύψους 165.849.277,09 ευρώ.
Στη συνέχεια, ο έλεγχος έκρινε για την ένδικη διαχειριστική περίοδο τα βιβλία και στοιχεία της προσφεύγουσας εταιρίας επαρκή και ακριβή και αναμόρφωσε τα καθαρά κέρδη αυτής, με την προσθήκη κονδυλίων ως λογιστικών διαφορών, λόγω μη αναγνώρισης δαπανών της επιχείρησης ως εκπιπτομένων από τα ακαθάριστα έσοδά της.
Συγκεκριμένα, οι εν λόγω δαπάνες αφορούσαν:
1)έξοδα ψυχαγωγίας προσωπικού, ποσού 49.990,45 ευρώ (Λ/σμός 60),
2) ενοίκια λοιπών μεταφορικών μέσων, ποσού 159.500 ευρώ (Λ/σμός 62),
3) τέλος χρήσης αιγιαλού, ποσού 69.600 ευρώ και λοιπούς φόρους- τέλη .............,  ποσού16.880,34 (Λ/σμός 63),
4) διάφορα έξοδα προβολής και διαφημίσεων (χορηγίες διαφόρων εκδηλώσεων, διαφημιστικές καταχωρήσεις σε ημερολόγια και  λοιπά έντυπα, αγορά προσκλήσεων για εκδηλώσεις διαφόρων συλλόγων και εισιτήρια αγώνων ποδοσφαίρου, αγορά δώρων), ποσού 129.627,96 ευρώ (Λ/σμός 64),
5) διάφορα έξοδα εταιρίας (δαπάνες ιατρικής περίθαλψης εργαζομένων, δίδακτρα αλλοδαπού φοιτητή, αγορά αναλωσίμων και μικροεπίπλων), ποσού 18.965,08 ευρώ (Λ/σμός 64) και
6) κόστος  αγορών, ποσού 5.984.308,40 ευρώ.

Κατόπιν τούτου, ο έλεγχος πρόσθεσε στα καθαρά κέρδη της προσφεύγουσας ποσό 6.428.872,23 ευρώ, ως λογιστικές διαφορές και αναμόρφωσε τα φορολογητέα καθαρά κέρδη της σε 172.278.149,32 ευρώ.

Με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου, ο Προϊστάμενος του ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ εξέδωσε σε βάρος της   προσφεύγουσας εταιρίας την υπʼ αριθ. .................... οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού  φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012,  με την οποία καταλόγισε διαφορά κύριου φόρου, ύψους  1.286.668,12 ευρώ,  καθώς και πρόσθετο φόρο για ανακρίβεια της σχετικής δήλωσης, ύψους 720.534,15 ευρώ και συνολικά 2.007.202,27 ευρώ. Κατά της ως άνω πράξης διορθωτικού προσδιορισμού  φόρου εισοδήματος   η προσφεύγουσα άσκησε την προβλεπόμενη από το άρθρο 63 του ν. 4174/2013,  υπʼ αριθ. πρωτ. ............../25-9-2014 ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών  της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, η οποία μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας απορρίφθηκε σιωπηρώς.
 

6. Ήδη, η προσφεύγουσα, με την κρινόμενη προσφυγή και  το παραδεκτώς επʼ αυτής κατατεθέν  υπόμνημά της, ζητεί την ακύρωση  της προσβαλλόμενης πράξης ως μη νόμιμης. Ειδικότερα, προβάλει ότι υπάγεται στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 82 παρ. 5 του ν. 2238/1994 και για τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2011 έως 31-12-2011 διενεργήθηκε φορολογικός έλεγχος στην επιχείρησή της από νόμιμους ελεγκτές,  σύμφωνα με την ως άνω ειδική διάταξη και εκδόθηκε ετήσιο πιστοποιητικό το οποίο περιλαμβάνει έκθεση φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη (προσκομίζεται η από 27-7-2012 έκθεση φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη του ορκωτού ελεγκτή  λογιστή ... της ελεγκτικής εταιρίας «.......................»). Ενόψει αυτού και δεδομένου ότι στην επιχείρησή της δεν διενεργήθηκε και ολοκληρώθηκε  έλεγχος από τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές έως τις 30-4-2014  με βάση τις διατάξεις των παρ. 1,2 και 4 του άρθρου 5  της Υπ.Απ. . ΠΟΛ.1159/22.7.2011, ούτε στοιχειοθετείται εν προκειμένω καμία από τις περιπτώσεις παραβάσεων που ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 5 της ως άνω υπουργικής απόφασης, μη νομίμως η  Φορολογική Αρχή διενήργησε έλεγχο στην επιχείρησή της δυνάμει έκδοσης εντολής ελέγχου με ημερομηνία 6-5-2014, καθόσον κατά τη διεξαγωγή αυτού είχε απωλέσει  την κατά χρόνο αρμοδιότητά της για διεξαγωγή ελέγχου και έκδοση καταλογιστικής πράξης εις βάρος της ή, άλλως, το σχετικό δικαίωμά της είχε υποπέσει σε παραγραφή.
 

7. Εξάλλου, το καθού η προσφυγή Ελληνικό Δημόσιο, με το από 10-12-2015 υπόμνημά του και την από 15-12-2015 προσθήκη-αντίκρουση, ισχυρίζεται ότι εντός του χρόνου της πενταετούς παραγραφής που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 4174/2013, μπορούσε η Φορολογική Αρχή να διενεργήσει έλεγχο και να εκδώσει καταλογιστική πράξη εις βάρος της προσφεύγουσας, στην προκειμένη δε περίπτωση ενόψει του  ότι η δήλωση φορολογίας εισοδήματος  υποβλήθηκε στις 21-5-2012, ο χρόνος αυτός λήγει στις 31-12-2017. Επίσης, υποστηρίζει ότι  για τη χρήση 2010 διενεργήθηκε έλεγχος στην επιχείρηση της προσφεύγουσας με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 4 της  Υπ.Απ. ΠΟΛ.1159/22.7.2011, δυνάμει της υπʼ αριθμ. ................ απόφασης της Επιτροπής που προβλέπεται σʼ αυτήν, διότι υπήρχαν από εσωτερική πληροφόρηση στοιχεία και ενδείξεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας (τριγωνικές συναλλαγές με εγκατεστημένους σε μη συνεργάσιμα κράτη και κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς-τιμολόγηση από τους τελευταίους κατά τη χρήση του 2010, λογιστικές διαφορές για τις οποίες η ελεγχόμενη συμβιβάστηκε) και η καθυστέρηση στην έκδοση (6-5-2014) της εντολής ελέγχου οφείλεται στο γεγονός ότι το ζήτημα των λογιστικών διαφορών του έτους 2010 εκκρεμούσε κατά το χρόνο αυτό στην Επιτροπή Επίλυσης Διαφορών. Κατόπιν αυτών, κατά τους ισχυρισμούς του, στην υπό κρίση υπόθεση δεν τυγχάνει εφαρμογής η προθεσμία της παρ. 2  του άρθρου 5 της  Υπ.Απ. ΠΟΛ 1159/2011 και δη η 30-4-2014, σε κάθε δε περίπτωση η προθεσμία αυτή είναι ενδεικτική και  η υπέρβασή της δεν άγει σε απώλεια του δικαιώματος του Ελληνικού Δημοσίου για έλεγχο και καταλογισμό του διαφυγόντος φόρου εισοδήματος στην αντίδικο για τη χρήση 2011.


8. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις διατάξεις που παρατέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας και την ερμηνεία που δόθηκε σʼ αυτές, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη:  
α) ότι όπως αναφέρεται στην από 1-8-2014 έκθεση μερικού ελέγχου  προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του ελεγκτή του ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ. ...  (σελ.14), στην προσφεύγουσα ανώνυμη εταιρία διενεργήθηκε φορολογικός έλεγχος από νόμιμους ελεγκτές, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994, για τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2011 έως 31-12-2011 και εκδόθηκε έκθεση φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη για τα φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στο προσάρτημα αναλυτικών πληροφοριακών στοιχείων, μεταξύ των οποίων  και η φορολογία εισοδήματος,
β) ότι όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα και δεν αμφισβητείται από τη Φορολογική Αρχή, μέχρι τις 30-4-2014, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 και 5 του άρθρου 5 της Υπ.Απ. . ΠΟΛ.1159/22.7.2011, δεν διενεργήθηκαν έλεγχοι στην επιχείρησή της με βάση τις διατάξεις των παρ. 1 και 4 του άρθρου αυτού και
γ)ότι ενόψει αυτών, μετά την 30-4-2014  η χρήση 2011 θεωρείται περαιωμένη, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1α του άρθρου 6  της ως άνω υπουργικής απόφασης και δυνατότητα άλλου ελέγχου υπάρχει μόνο σε περίπτωση στοιχείων ή ενδείξεων για παραβάσεις που ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 5 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, είτε  με βάση τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010 και με τη χρήση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, ωστόσο, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει, ούτε, εξάλλου, η Φορολογική Αρχή  επικαλείται ότι ο παρών έλεγχος διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων αυτών, κρίνει ότι μη νομίμως διενεργήθηκε έλεγχος στην επιχείρηση της προσφεύγουσας δυνάμει της υπʼ αριθ. 168/6-5-2014 εντολής ελέγχου μετά τις 30-4-2014, ήτοι μετά την οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων της χρήσης 2011, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 66 του ν. 2238/1994, 23-25 και 66 του ν. 4174/2013 και των Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1038/3.2.2012 και ΠΟΛ.1159/22.7.2011 και  συνεπώς, μη νομίμως εκδόθηκε επί τη βάσει αυτού εις βάρος της προσφεύγουσας η υπʼ αριθ. ............ οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού  φόρου εισοδήματος, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα από το Ελληνικό Δημόσιο, πρέπει να απορριφθούν.
Ειδικότερα, οι προαναφερόμενοι ισχυρισμοί του πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι, αφενός μεν διότι αφορούν τη χρήση 2010  και αφετέρου διότι ο παρών έλεγχος δεν διενεργήθηκε μετά τις 30-4-2014  με βάση τις διατάξεις των παρ. 1 και 4 του άρθρου 5 της  Υπ.Απ. ΠΟΛ.1159/2011, για τις οποίες ορίζεται η ανωτέρω αποκλειστική προθεσμία από τις παρ. 2 και 5 του άρθρου 5 της  Υπ.Απ. ΠΟΛ.1159/22.7.2011.

9. Κατʼακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει  δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη.  Περαιτέρω, πρέπει να αποδοθεί στην προσφεύγουσα το παράβολο που καταβλήθηκε και να απαλλαγεί το καθού η προσφυγή, μετʼ εκτίμηση των περιστάσεων, της δικαστικής δαπάνης της προσφεύγουσας (αρθ.275 παρ.1 του Κ.Δ.Δ.).

Μ ε   τ ι ς   σ κ έ ψ ε ι ς   α υ τ έ ς

Δέχεται  την προσφυγή.


Ακυρώνει την τεκμαιρόμενη απόρριψη  από την Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών  της από 25-9-2014  ενδικοφανούς προσφυγής  που άσκησε η προσφεύγουσα  κατά της  υπʼ αριθ. 1962/25-8-2014 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού  φόρου εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012, του Προϊσταμένου του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕ.ΜΕ.ΕΠ.).

Διατάσσει την απόδοση  του καταβληθέντος παραβόλου στην προσφεύγουσα.

Απαλλάσσει το καθού η προσφυγή των δικαστικών εξόδων.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 21 Απριλίου 2016 και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στον ίδιο τόπο στις 26 Μαΐου 2016.
 
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                             Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΒΗΧΟΥ-ΤΑΤΑΡΗ              ΑΡΤΕΜΙΣΙΑ ΜΠΙΤΣΩΡΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΛΕΝΗ ΜΙΓΛΑΚΗ


Πηγή   http://www.dsanet.gr



Yπόθεση C‑219/14 Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 11ης Νοεμβρίου 2015 «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Συμφωνία‑πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης – Οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Υπολογισμός των ημερών αδείας σε περίπτωση αυξήσεως του χρόνου εργασίας – Ερμηνεία της αρχής pro rata temporis»

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 11ης Νοεμβρίου 2015  Στην υπόθεση C‑219/14 «Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Συμφωνία‑πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης – Οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Υπολογισμός των ημερών αδείας σε περίπτωση αυξήσεως του χρόνου εργασίας – Ερμηνεία της αρχής pro rata temporis»

Στην υπόθεση C‑219/14,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ που υπέβαλε το Employment Tribunal Birmingham (Ηνωμένο Βασίλειο) με απόφαση της 23ης Απριλίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 6 Μαΐου 2014, στο πλαίσιο της δίκης

Kathleen Greenfield

κατά

The Care Bureau Ltd,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. Biltgen (εισηγητή), πρόεδρο του δέκατου τμήματος, προεδρεύοντα του έκτου τμήματος, A. Borg Barthet και S. Rodin, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

γραμματέας: L. Hewlett, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 17ης Σεπτεμβρίου 2015,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η The Care Bureau Ltd, εκπροσωπούμενη από τον I. Pettifer, solicitor,

–        η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον L. Christie, επικουρούμενο από τον G. Facenna, barrister,

–        η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την A. Gavela Llopis,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Bulterman και M. de Ree,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. van Beek και J. Enegren,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της ρήτρας 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης, που συνήφθη στις 6 Ιουνίου 1997 (στο εξής: συμφωνία‑πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης) και περιλαμβάνεται στο παράρτημα της οδηγίας 97/81/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τη συμφωνία‑πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης που συνήφθη από την UNICE, το CEEP και την CES (ΕΕ 1998, L 14, σ. 9), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 7ης Απριλίου 1998 (ΕΕ L 131, σ. 10), και του άρθρου 7 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ L 299, σ. 9).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της K. Greenfield και της The Care Bureau Ldt (στο εξής: Care) σχετικά με τον υπολογισμό της χρηματικής αποζημιώσεως μη ληφθείσας αδείας που υποστηρίζει ότι δικαιούται η K. Greenfield κατόπιν της λύσεως της συμβάσεως εργασίας της.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η ρήτρα 4 της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης, η οποία τιτλοφορείται «Αρχή της μη διάκρισης», ορίζει τα εξής:

«1.      Όσον αφορά τις συνθήκες απασχόλησης, οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με τρόπο λιγότερο ευνοϊκό απ’ ό,τι οι συγκρίσιμοι εργαζόμενοι με πλήρη απασχόληση για το λόγο και μόνον ότι εργάζονται με μερική απασχόληση, εκτός και αν η διαφορετική τους μεταχείριση δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους.

2.      Όπου κρίνεται αναγκαίο, εφαρμόζεται η αρχή pro rata temporis.»

4        Η ρήτρα 6, σημείο 1, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη ή/και οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να διατηρήσουν ή να εισαγάγουν ευνοϊκότερες διατάξεις από αυτές που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία.»

5        Κατά την αιτιολογική σκέψη 5 της οδηγίας 2003/88:

«Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης. Η έννοια της “ανάπαυσης” πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες χρόνου, και συγκεκριμένα ημέρες, ώρες ή και κλάσματά τους. Οι εργαζόμενοι στην Κοινότητα πρέπει να διαθέτουν ορισμένες ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης, ημερησίας, εβδομαδιαίας και ετήσιας καθώς και κατάλληλα διαλείμματα εργασίας. Επίσης, θα πρέπει να προβλέπεται σχετικά και μια μέγιστη κατ’ εβδομάδα διάρκεια εργασίας.»

6        Το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88, το οποίο τιτλοφορείται «Ετήσια άδεια», έχει ως εξής:

«1      Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρέχεται σε όλους τους εργαζομένους ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές για την απόκτηση του σχετικού δικαιώματος και τη χορήγηση της άδειας.

2.      Η ελάχιστη περίοδος ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών μπορεί να αντικαθίσταται από χρηματική αποζημίωση μόνον σε περίπτωση τερματισμού της εργασιακής σχέσης.»

7        Το άρθρο 15 της οδηγίας αυτής, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ευνοϊκότερες διατάξεις», ορίζει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ή να θεσπίζουν ευνοϊκότερες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων ή να ευνοούν ή να επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών μεταξύ κοινωνικών εταίρων για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων.»

8        Το άρθρο 17 της οδηγίας 2003/88 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας αυτής. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται καμία παρέκκλιση από το άρθρο 7 της οδηγίας.

 Το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου

9        Η κανονιστική απόφαση του 1998 περί χρόνου εργασίας (Working Time Regulations 1998, SI 1998/1833), όπως τροποποιήθηκε από την κανονιστική απόφαση του 2003 [Working Time (Amendment) Regulations 2007, SI 2007/2079, στο εξής: κανονιστική απόφαση περί χρόνου εργασίας], ορίζει στο άρθρο 13, που αφορά το δικαίωμα ετήσιας άδειας, τα εξής:

«1)      Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5, οι εργαζόμενοι δικαιούνται άδεια τεσσάρων εβδομάδων για κάθε έτος αναφοράς.

[...]

5)      Όταν η ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει η απασχόληση του εργαζομένου είναι (δυνάμει σχετικής συμφωνίας) μεταγενέστερη της ημερομηνίας ενάρξεως του πρώτου έτους αναφοράς, η άδεια που δικαιούται ο εργαζόμενος κατά το εν λόγω έτος αναφοράς ισούται με ποσοστό της κατά την [παράγραφο 1] άδειας, το οποίο είναι ανάλογο με το μέρος του έτους αναφοράς που υπολείπεται κατά την ημερομηνία που αρχίζει η απασχόλησή του.»

10      Το άρθρο 13Α της κανονιστικής αποφάσεως περί χρόνου εργασίας ορίζει τα εξής:

«1)      Με την επιφύλαξη του άρθρου 26Α, παράγραφοι 3 και 5, οι εργαζόμενοι δικαιούνται για κάθε έτος αναφοράς πρόσθετη άδεια η οποία καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2)      Η πρόσθετη άδεια που δικαιούνται οι εργαζόμενοι βάσει της παραγράφου 1 είναι:

a)      0,8 εβδομάδες για κάθε έτος αναφοράς που αρχίζει από την 1η Οκτωβρίου 2007 και μετά, αλλά πριν την 1η Απριλίου 2008·

b)      για κάθε έτος αναφοράς που αρχίζει πριν την 1η Οκτωβρίου 2007, ποσοστό των 0,8 εβδομάδων που αναλογεί στο μέρος του έτους που αρχίζει την 1η Οκτωβρίου 2007 το οποίο θα έχει παρέλθει κατά τη λήξη του ως άνω έτους αναφοράς·

c)      0,8 εβδομάδες για κάθε έτος αναφοράς που αρχίζει την 1η Απριλίου 2008·

d)      για κάθε έτος αναφοράς που αρχίζει μετά την 1η Απριλίου 2008, αλλά πριν από την 1η Απριλίου 2009, 0,8 εβδομάδες και επιπλέον ποσοστό των 0,8 εβδομάδων που αναλογεί στο μέρος του έτους που αρχίζει την 1η Απριλίου 2009 το οποίο θα έχει παρέλθει κατά τη λήξη του ως άνω έτους αναφοράς·

e)      1,6 εβδομάδες για κάθε έτος αναφοράς που αρχίζει από την 1η Απριλίου 2009 και μετά.

3)      Το σύνολο της αδείας κατά την παράγραφο 2 και το άρθρο 13, παράγραφος 1, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 28 ημέρες.

4)      Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το έτος αναφοράς για κάθε εργαζόμενο αρχίζει την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει το έτος αναφοράς για τον ίδιο εργαζόμενο για τους σκοπούς του άρθρου 13.

5)      Όταν η ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει η απασχόληση του εργαζομένου είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας ενάρξεως του πρώτου έτους αναφοράς, η πρόσθετη άδεια που δικαιούται ο εργαζόμενος κατά το εν λόγω έτος αναφοράς ισούται με ποσοστό της κατά την παράγραφο 2 άδειας που αναλογεί στο μέρος του έτους αναφοράς το οποίο υπολείπεται κατά την ημερομηνία που αρχίζει η απασχόληση του εργαζομένου.

[...]»

11      Κατά το άρθρο 14 της κανονιστικής αποφάσεως περί χρόνου εργασίας:

«1      Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στην περίπτωση που:

a)      η σχέση εργασίας λύεται κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς, και

b)      κατά την ημερομηνία ισχύος της λύσεως της σχέσεως εργασίας (ημερομηνία λύσεως), η άδεια που έχει λάβει ο εργαζόμενος από τη συνολική άδεια που δικαιούται για το έτος αναφοράς δυνάμει του [άρθρου 13 και του άρθρου 13A] διαφέρει από εκείνη που αναλογεί στο μέρος του έτους αναφοράς που έχει παρέλθει.

2)      Στην περίπτωση κατά την οποία η άδεια που έχει λάβει ο εργαζόμενος είναι λιγότερη από εκείνη που αναλογεί στο μέρος του έτους αναφοράς που έχει παρέλθει, ο εργοδότης τού καταβάλει χρηματική αποζημίωση αντί αδείας μετ’ αποδοχών σύμφωνα με την παράγραφο 3.

3)      Η κατά την παράγραφο 2 αποζημίωση ισούται:

a)      με το ποσό που προβλέπει για τους σκοπούς του άρθρου αυτού σχετική ειδική συμφωνία, ή,

b)      ελλείψει ειδικής συμφωνίας, με ποσό ίσο με το οφειλόμενο στον εργαζόμενο βάσει του άρθρου 16 για περίοδο άδειας η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τον τύπο (A x B) ‑ C, όπου A είναι η άδεια που δικαιούται ο εργαζόμενος βάσει [του άρθρου 13 και του άρθρου 13A]· B είναι το κλάσμα του έτους αναφοράς του εργαζομένου που έχει παρέλθει πριν από την ημερομηνία λύσεως και C είναι η άδεια που έλαβε ο εργαζόμενος μεταξύ της ενάρξεως του έτους αναφοράς και της ημερομηνίας λύσεως της συμβάσεως.

4)      Ειδική συμφωνία μπορεί να ορίζει ότι ο εργαζόμενος, αν η άδεια που έχει λάβει υπερβαίνει εκείνη που αναλογεί στο κλάσμα του έτους αναφοράς που έχει παρέλθει, αποζημιώνει τον εργοδότη με την καταβολή ποσού, με επιπλέον εργασία ή με άλλον τρόπο.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

12      H K. Greenfield άρχισε να εργάζεται στην Care από τις 15 Ιουλίου 2009. Απασχολούνταν με σύμβαση εργασίας βάσει της οποίας οι ώρες και οι ημέρες εργασίας διέφεραν από εβδομάδα σε εβδομάδα. Οι οφειλόμενες αποδοχές για κάθε εβδομάδα κυμαίνονταν ανάλογα με τον αριθμό αυτών των ημερών ή των ωρών εργασίας.

13      Βάσει τόσο του δικαίου του Ηνωμένου Βασιλείου όσο και της ως άνω συμβάσεως εργασίας, η K. Greenfield δικαιούνταν 5,6 εβδομάδες ετήσιας άδειας. Το έτος αναφοράς για τον υπολογισμό της άδειάς της άρχιζε στις 15 Ιουνίου.

14      Η K. Greenfield έπαυσε να εργάζεται για την Care στις 28 Μαΐου 2013. Δεν αμφισβητείται ότι είχε λάβει 7 ημέρες άδειας μετ’ αποδοχών κατά το τελευταίο έτος αναφοράς. Είχε εργαστεί συνολικά 1729,5 ώρες και είχε λάβει άδεια μετ’ αποδοχών συνολικής διάρκειας 62,84 ωρών.

15      Η K. Greenfield είχε λάβει τις ως άνω 7 ημέρες άδειας μετ’ αποδοχών τον Ιούλιο του 2012. Κατά τη διάρκεια των 12 εβδομάδων που προηγήθηκαν της άδειας αυτής, το πρόγραμμα εργασίας της ήταν 1 ημέρα ανά εβδομάδα.

16      Από τον Αύγουστο του 2012, η K. Greenfield άρχισε να απασχολείται με πρόγραμμα 12 συναπτών ημερών εργασίας και 2 ημερών αναπαύσεως που συνέπιπταν με Σαββατοκύριακο ανά δύο εβδομάδες. Αυτό το πρόγραμμα εργασίας αντιστοιχούσε κατά μέσο όρο σε εβδομαδιαίο ωράριο 41,1 ωρών. Κατά τα ισχύοντα στην Care, όλες οι ώρες εργασίας της K. Greenfield, συμπεριλαμβανομένων και των υπερωριών, λαμβάνονταν υπόψη για τον υπολογισμό της συνολικής ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που δικαιούνταν.

17      Τον Νοέμβριο του 2012, η K. Greenfield ζήτησε μία εβδομάδα άδεια μετ’ αποδοχών. Η Care την ενημέρωσε ότι είχε εξαντλήσει την ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών λόγω της άδειας που είχε λάβει μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου 2012. Ειδικότερα, κατά την Care, η άδεια μετ’ αποδοχών που δικαιούται ο εργαζόμενος υπολογίζεται κατά τον χρόνο λήψεως της άδειας, τούτο δε βάσει του προγράμματος εργασίας των 12 εβδομάδων που προηγούνται της λήψεώς της. Εφόσον η K. Greenfield έλαβε την άδειά της σε χρονικό σημείο κατά το οποίο απασχολούνταν μία ημέρα την εβδομάδα, έλαβε το ισοδύναμο 7 εβδομάδων άδειας μετ’ αποδοχών και, κατά συνέπεια, εξάντλησε την ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών που δικαιούνταν.

18      Yποστηρίζοντας ότι δικαιούνταν αποζημίωση μη ληφθείσας αδείας, η K. Greenfield άσκησε αγωγή κατά του εργοδότη της ενώπιον του Employment Tribunal Birmingham (πρωτοβάθμιο δικαστήριο εργατικών διαφορών του Birmingham), το οποίο τη δέχθηκε.

19      Στις 29 Αυγούστου 2013, η Care ζήτησε από το Employment Tribunal Birmingham την παροχή έγγραφης αιτιολογίας. Στις 8 Οκτωβρίου 2013, το ως άνω δικαστήριο πρότεινε την επανεξέταση της αποφάσεώς του για τον λόγο ότι η επίμαχη νομική κατάσταση ήταν αρκούντως ασαφής, ώστε να δικαιολογείται η υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο. Εντούτοις, κατόπιν της καταθέσεως των γραπτών παρατηρήσεων των διαδίκων, το Employment Tribunal Birmingham έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαία η υποβολή τέτοιου ερωτήματος και παρέσχε έγγραφη αιτιολογία της αποφάσεώς του.

20      Η Care άσκησε στις 19 Δεκεμβρίου 2013 έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Employment Appeal Tribunal (δευτεροβάθμιο δικαστήριο εργατικών διαφορών), το οποίο αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία έως την έκδοση αποφάσεως του Employment Tribunal Birmingham.

21      Εν τω μεταξύ, ήτοι στις 12 Δεκεμβρίου 2013, η Care είχε ζητήσει από το Employment Tribunal Birmingham να επανεξετάσει την απόφασή του. Το δικαστήριο αυτό δέχθηκε το ως άνω αίτημα κατά τη συνεδρίαση της 24ης Φεβρουαρίου 2014 και ανακάλεσε την ως άνω απόφαση, αφενός, λόγω σφάλματος υπολογισμού που περιείχε και, αφετέρου, προκειμένου να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

22      Ενώπιον του Employment Tribunal Birmingham, η K. Greenfield υποστήριξε ότι το εθνικό δίκαιο, σε συνδυασμό με το δίκαιο της Ένωσης, επιβάλλει τον υπολογισμό εκ νέου και την αναδρομική αναπροσαρμογή της διάρκειας της άδειας που έχει θεμελιωθεί και ληφθεί, αν μεσολαβήσει αύξηση του αριθμού των ωρών εργασίας, για παράδειγμα λόγω της μεταβάσεως από ωράριο μερικής απασχολήσεως σε ωράριο πλήρους απασχολήσεως, ώστε η άδεια να αντιστοιχεί στο νέο ωράριο εργασίας και όχι στο ωράριο εργασίας που ίσχυε κατά τον χρόνο λήψεώς της.

23      Η Care υποστηρίζει ότι το δίκαιο της Ένωσης δεν προβλέπει τη δυνατότητα νέου υπολογισμού και ότι, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να προβλέπουν τέτοια αναπροσαρμογή στο εθνικό τους δίκαιο.

24      To Employment Tribunal Birmingham, έχοντας αμφιβολίες για την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης στην ενώπιόν του υπόθεση, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει ο κανόνας “pro rata temporis”, όπως ορίζεται στη ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχολήσεως, την έννοια ότι διάταξη εθνικού δικαίου (όπως τα άρθρα 13, 13Α και 14 της κανονιστικής αποφάσεως περί χρόνου εργασίας) πρέπει να προβλέπει, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αύξηση των ωρών εργασίας ενός εργαζομένου, ότι το σύνολο της ήδη σωρευθείσας άδειας προσαρμόζεται αναλογικώς στο νέο ωράριο, με συνέπεια η αύξηση των ωρών εργασίας του εργαζομένου να επιφέρει τον επαναϋπολογισμό του δικαιώματος άδειας σύμφωνα με τις αυξημένες ώρες εργασίας;

2)      Πρέπει είτε η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχολήσεως είτε το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι διάταξη εθνικού δικαίου (όπως τα άρθρα 13, 13Α και 14 της κανονιστικής αποφάσεως περί χρόνου εργασίας) δεν δύναται να προβλέπει, σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αύξηση των ωρών εργασίας ενός εργαζομένου, ότι το σύνολο της ήδη σωρευθείσας άδειας προσαρμόζεται αναλογικώς στο νέο ωράριο, με συνέπεια η αύξηση των ωρών εργασίας του εργαζομένου να επιφέρει τον επαναϋπολογισμό του δικαιώματος άδειας σύμφωνα με τις αυξημένες ώρες εργασίας;

3)      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ή το δεύτερο ερώτημα, έχει ο επαναϋπολογισμός εφαρμογή μόνο σε εκείνο το χρονικό διάστημα του έτους αναφοράς κατά το οποίο ο εργαζόμενος παρείχε εργασία με αυξημένο ωράριο ή σε κάποιο άλλο χρονικό διάστημα;

4)      Για τον υπολογισμό της περιόδου άδειας που ελήφθη από τον εργαζόμενο, έχουν είτε η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχολήσεως είτε το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 την έννοια ότι διάταξη εθνικού δικαίου (όπως τα άρθρα 13, 13Α και 14 της κανονιστικής αποφάσεως περί χρόνου εργασίας) πρέπει να υιοθετεί διαφορετική προσέγγιση μεταξύ, αφενός, του υπολογισμού της αποζημιώσεως εργαζομένου έναντι ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών κατά τη λήξη της συμβάσεως εργασίας και, αφετέρου, του υπολογισμού των υπολειπόμενων ημερών ετήσιας άδειας εργαζομένου όταν αυτός παραμένει απασχολούμενος;

5)      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο τέταρτο ερώτημα, ποια πρέπει να είναι αυτή η διαφορετική προσέγγιση;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου ερωτήματος

25      Με τα τρία πρώτα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης και το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση αυξήσεως του χρόνου εργασίας ορισμένου εργαζομένου, επιβάλλεται στα κράτη μέλη η υποχρέωση ή η απαγόρευση να προβλέπουν ότι η ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών την οποία αυτός έχει θεμελιώσει και ενδεχομένως λάβει πρέπει να επαναϋπολογίζεται, κατά περίπτωση και αναδρομικώς, βάσει του νέου προγράμματος εργασίας του συγκεκριμένου εργαζομένου και, στην περίπτωση που πρέπει να γίνει εκ νέου υπολογισμός, αν αυτός αφορά μόνο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυξήθηκε ο χρόνος εργασίας του εν λόγω εργαζομένου ή ολόκληρη την περίοδο αναφοράς.

26      Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται, πρώτον, ότι, κατά πάγια νομολογία, το δικαίωμα κάθε εργαζομένου σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών πρέπει να θεωρείται ως ιδιαίτερης σημασίας αρχή του κοινωνικού δικαίου της Ένωσης από την οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και της οποίας η εφαρμογή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές μπορεί να γίνεται μόνον εντός των ρητώς προβλεπόμενων ορίων (βλ., ιδίως, αποφάσεις BECTU, C‑173/99, EU:C:2001:356, σκέψη 43, και Zentralbetriebsrat der Landeskrankenhäuser Tirols, C‑486/08, EU:C:2010:215, σκέψη 28).

27      Ομοίως, το Δικαστήριο έχει επανειλημμένως τονίσει ότι το δικαίωμα κάθε εργαζομένου σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, ως αρχή του κοινωνικού δικαίου της Ένωσης, κατοχυρώνεται ρητώς στο άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος, δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, ΣΕΕ, έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες (βλ., ιδίως, απόφαση Heimann και Toltschin, C‑229/11 και C‑230/11, EU:C:2012:693, σκέψη 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28      Από την εν λόγω νομολογία προκύπτει εξάλλου ότι το δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών δεν επιδέχεται συσταλτική ερμηνεία (βλ., ιδίως, αποφάσεις Zentralbetriebsrat der Landeskrankenhäuser Tirols, C‑486/08, EU:C:2010:215, σκέψη 29, καθώς και Heimann και Toltschin, C‑229/11 και C‑230/11, EU:C:2012:693, σκέψη 23 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

29      Δεν αμφισβητείται εξάλλου ότι σκοπός του δικαιώματος σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών είναι να παράσχει στον εργαζόμενο τη δυνατότητα να αναπληρώσει τις δυνάμεις του σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων που έχει αναλάβει στο πλαίσιο της συμβάσεως εργασίας του (απόφαση KHS, C‑214/10, EU:C:2011:761, σκέψη 31). Κατά συνέπεια, η ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών που δικαιούται ο εργαζόμενος βασίζεται στο πρόγραμμα εργασίας που ορίζει η σύμβαση εργασίας και πρέπει να υπολογίζεται βάσει αυτού.

30      Όσον αφορά, πρώτον, τη μονάδα χρόνου βάσει της οποίας πρέπει να γίνεται ο υπολογισμός, επισημαίνεται ότι στην οδηγία 2003/88 επιλέγεται ως μονάδα μετρήσεως της μέγιστης εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας η «ώρα».

31      Εξάλλου, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 5 της οδηγίας 2003/88, κατά τον νομοθέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η έννοια της αναπαύσεως που χρησιμοποιείται στην οδηγία αυτή, στην οποία περιλαμβάνεται και η ετήσια ανάπαυση, πρέπει να εκφράζεται σε ημέρες, ώρες ή και κλάσματά τους.

32      Κατά συνέπεια, ο υπολογισμός της ελάχιστης ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που δικαιούται ο εργαζόμενος πρέπει, κατά την έννοια της οδηγίας 2003/88, να γίνεται σε σχέση με τις ημέρες εργασίας, ώρες εργασίας ή και κλάσματά τους που πραγματοποιήθηκαν και προβλέπονται από τη σύμβαση εργασίας.

33      Όσον αφορά, δεύτερον, την περίοδο παροχής εργασίας με την οποία συνδέεται η ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών που δικαιούται να λάβει ο εργαζόμενος και τις συνέπειες που ενδέχεται ή πρέπει να έχει η μεταβολή του ωραρίου εργασίας ως προς τον χρόνο εργασίας, αφενός, στην άδεια για την οποία αυτός έχει ήδη θεμελιώσει δικαίωμα και, αφετέρου, στη διαχρονική άσκηση του δικαιώματος λήψεως της άδειας, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η λήψη της ετήσιας άδειας όχι κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία αποκτήθηκε το δικαίωμα, αλλά σε μεταγενέστερη περίοδο, δεν έχει καμία σχέση με τον χρόνο εργασίας που έχει συμπληρώσει ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια της μεταγενέστερης αυτής περιόδου (απόφαση Zentralbetriebsrat der Landeskrankenhäuser Tirols, C‑486/08, EU:C:2010:215, σκέψη 32).

34      Το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι η μεταβολή, και συγκεκριμένα η μείωση, του χρόνου εργασίας στην περίπτωση που ο εργαζόμενος πλήρους απασχολήσεως καθίσταται εργαζόμενος μερικής απασχολήσεως δεν επιτρέπεται να οδηγεί σε μείωση της ετήσιας άδειας την οποία απέκτησε ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια της πλήρους απασχολήσεώς του (απόφαση Zentralbetriebsrat der Landeskrankenhäuser Tirols, C‑486/08, EU:C:2010:215, σκέψη 32, και διάταξη Brandes, C‑415/12, EU:C:2013:398, σκέψη 30).

35      Κατά συνέπεια, όσον αφορά τη θεμελίωση του δικαιώματος ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, πρέπει να διακρίνονται οι περίοδοι κατά τις οποίες ο εργαζόμενος απασχολούνταν με διαφορετικό ωράριο εργασίας, ο δε αριθμός των αποκτώμενων μονάδων χρόνου ετήσιας αναπαύσεως σε σχέση με τον αριθμό των μονάδων χρόνου εργασίας πρέπει να υπολογίζεται χωριστά για κάθε περίοδο.

36      Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από την εφαρμογή της αρχής pro rata temporis την οποία προβλέπει η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης.

37      Ειδικότερα, μολονότι ομολογουμένως, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, η εφαρμογή της αρχής αυτής προσήκει στην περίπτωση χορηγήσεως ετήσιας άδειας για περίοδο μερικής απασχολήσεως, εφόσον, για την περίοδο αυτή, η μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας σε σχέση με εκείνη που χορηγείται για περίοδο πλήρους απασχολήσεως δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, εντούτοις η εν λόγω αρχή δεν μπορεί να εφαρμοστεί εκ των υστέρων σε δικαίωμα ετήσιας άδειας που έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια περιόδου πλήρους απασχολήσεως.

38      Μολονότι όμως οι διατάξεις της ρήτρας 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης και του άρθρου 7 της οδηγίας 2003/88 δεν επιβάλλουν στα κράτη μέλη τη διενέργεια νέου υπολογισμού για ήδη θεμελιωμένο δικαίωμα ετήσιας άδειας, εντούτοις στην περίπτωση αυξήσεως του χρόνου εργασίας ορισμένου εργαζομένου δεν αντιτίθενται στη θέσπιση εκ μέρους των κρατών μελών ευνοϊκότερων για τους εργαζομένους διατάξεων και, άρα, στη διενέργεια τέτοιου νέου υπολογισμού.

39      Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τη ρήτρα 6, σημείο 1, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης και το άρθρο 15 της οδηγίας 2003/88, τα δύο αυτά νομικά κείμενα, τα οποία θέτουν κατώτατα μόνον όρια προστασίας ορισμένων δικαιωμάτων των εργαζομένων, δεν θίγουν την ευχέρεια των κρατών μελών και των κοινωνικών εταίρων να εφαρμόζουν ή να θεσπίζουν ευνοϊκότερες διατάξεις για τους εργαζομένους και να προβλέπουν τέτοιο νέο υπολογισμό της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών.

40      Επισημαίνεται επιπροσθέτως ότι η διάκριση που πρέπει να γίνεται μεταξύ των διαφορετικών προγραμμάτων εργασίας για τη θεμελίωση του δικαιώματος σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών δεν επηρεάζει την άσκηση του δικαιώματος σε άδεια που έχει αποκτηθεί. Κατά τη νομολογία, η ετήσια άδεια που έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια ορισμένης περιόδου αναφοράς μπορεί να ληφθεί σε μεταγενέστερες περιόδους και ο χρόνος αναπαύσεως δεν χάνει την αξία του όσον αφορά τα ευεργετικά αποτελέσματα της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών για την ασφάλεια και την υγεία του εργαζομένου, εάν δεν χρησιμοποιηθεί στην περίοδο κατά την οποία θεμελιώθηκε και κατά την οποία ο εργαζόμενος απασχολούνταν με πλήρες ωράριο, αλλά σε μεταγενέστερη περίοδο μερικής απασχολήσεως του ίδιου εργαζομένου (βλ., ιδίως, απόφαση Federatie Nederlandse Vakbeweging, C‑124/05, EU:C:2006:244, σκέψη 30, και απόφαση KHS, C‑214/10, EU:C:2011:761, σκέψη 32).

41      Το ίδιο συμπέρασμα επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση που η άδεια δεν ληφθεί στην περίοδο μερικής απασχολήσεως του εργαζομένου κατά την οποία θεμελιώθηκε το σχετικό δικαίωμα, αλλά σε μεταγενέστερη περίοδο πλήρους απασχολήσεως του ίδιου εργαζομένου.

42      Όσον αφορά, τρίτον, την περίοδο που αφορά ο νέος υπολογισμός της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, στην περίπτωση όπου, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, ο εργαζόμενος που θεμελίωσε το δικαίωμά του σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών κατά τη διάρκεια περιόδου μερικής απασχολήσεως εργάζεται, μετά από αύξηση των ωρών εργασίας του, με πλήρες ωράριο, επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 35 της παρούσας αποφάσεως, ο αριθμός των μονάδων χρόνου ετήσιας αναπαύσεως σε σχέση με τον αριθμό των μονάδων χρόνου εργασίας πρέπει να υπολογίζεται χωριστά για κάθε περίοδο.

43      Σε περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, το δίκαιο της Ένωσης επιβάλλει, ως εκ τούτου, νέο υπολογισμό της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών μόνον όσον αφορά την περίοδο απασχολήσεως κατά τη διάρκεια της οποίας αυξήθηκε το ωράριο εργασίας του εργαζομένου. Οι μονάδες της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που έχουν ήδη ληφθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου μερικής απασχολήσεως και οι οποίες υπερέβαιναν τη θεμελιωμένη κατά την ίδια περίοδο ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών πρέπει να αφαιρούνται από την άδεια που δικαιούται ο εργαζόμενος για την περίοδο του αυξημένου ωραρίου εργασίας του.

44      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, στα τρία πρώτα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης και το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση αυξήσεως του χρόνου εργασίας ορισμένου εργαζομένου, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να προβλέπουν ότι η ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών την οποία αυτός έχει θεμελιώσει και ενδεχομένως λάβει πρέπει να επαναϋπολογίζεται αναδρομικώς βάσει του νέου προγράμματος εργασίας του εν λόγω εργαζομένου. Πρέπει όμως να γίνεται νέος υπολογισμός για την περίοδο κατά την οποία αυξήθηκε ο χρόνος εργασίας.

 Επί του τέταρτου και του πέμπτου ερωτήματος

45      Με το τέταρτο και πέμπτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης και το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 έχουν την έννοια ότι ο υπολογισμός της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών γίνεται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με το αν πρόκειται για τον καθορισμό της αποζημιώσεως μη ληφθείσας ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που καταβάλλεται κατά τη λύση της σχέσεως εργασίας ή για τον καθορισμό της υπολειπόμενης ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών όταν η σχέση εργασίας διατηρείται σε ισχύ.

46      Προς απάντηση του ερωτήματος αυτού, επισημαίνεται κατ’ αρχάς ότι, όπως προκύπτει από την απάντηση που δόθηκε στα τρία πρώτα ερωτήματα, και αντιθέτως προς όσα φαίνεται να δέχεται το αιτούν δικαστήριο, ο τρόπος υπολογισμού της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών ουδόλως επηρεάζεται από το αν ο υπολογισμός αυτός γίνεται όσο η σχέση εργασίας διατηρείται σε ισχύ ή όταν αυτή έχει λυθεί.

47      Διευκρινίζεται, εν συνεχεία, ότι ο υπολογισμός της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών είναι αυτοτελής σε σχέση με τον υπολογισμό της οφειλόμενης στον εργαζόμενο χρηματικής αποζημιώσεως μη ληφθείσας αδείας, δεδομένου ότι ο καθορισμός του ποσού της δεύτερης προϋποθέτει τον υπολογισμό της πρώτης.

48      Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι καμία διάταξη της οδηγίας 2003/88 δεν καθορίζει ρητώς τον τρόπο υπολογισμού της χρηματικής αποζημιώσεως που αντικαθιστά την ελάχιστη περίοδο ή τις ελάχιστες περιόδους ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών σε περίπτωση λύσεως της σχέσεως εργασίας (απόφαση Schultz-Hoff κ.λπ., C‑350/06 και C‑520/06, EU:C:2009:18, σκέψη 57).

49      Διαπιστώνεται ως προς το σημείο αυτό ότι ούτε η συμφωνία‑πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης παρέχει ενδείξεις σχετικά με τους κανόνες υπολογισμού της αποζημιώσεως αυτής.

50      Ωστόσο, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η φράση «ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών» του άρθρου 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 σημαίνει ότι κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας κατά την έννοια της ίδιας οδηγίας πρέπει να συνεχίζεται η καταβολή αποδοχών και ότι, με άλλα λόγια, ο εργαζόμενος πρέπει να λαμβάνει τις τακτικές αποδοχές του γι’ αυτήν την περίοδο αναπαύσεως (απόφαση Schultz‑Hoff κ.λπ., C‑350/06 και C‑520/06, EU:C:2009:18, σκέψη 58).

51      Το Δικαστήριο έχει κρίνει επίσης ότι, όσον αφορά εργαζόμενο ο οποίος δεν ήταν σε θέση, από λόγους ανεξάρτητους της θελήσεώς του, να ασκήσει το δικαίωμά του σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών πριν από τη λύση της σχέσεως εργασίας, η χρηματική αποζημίωση που δικαιούται πρέπει να υπολογίζεται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται στον εν λόγω εργαζόμενο κατάσταση παρόμοια με εκείνη στην οποία θα ήταν αν είχε ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα κατά τη διάρκεια της σχέσεως εργασίας. Ως εκ τούτου, οι τακτικές αποδοχές του εργαζομένου, οι οποίες πρέπει να συνεχίσουν να καταβάλλονται κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαύσεως που αντιστοιχεί στην ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, έχουν καθοριστική σημασία και σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό της χρηματικής αποζημιώσεως μη ληφθείσας ετήσιας άδειας κατά τη λύση της σχέσεως εργασίας (απόφαση Schultz-Hoff κ.λπ., C‑350/06 και C‑520/06, EU:C:2009:18, σκέψη 61).

52      Κατά συνέπεια, η χρηματική αποζημίωση μη ληφθείσας ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πρέπει να υπολογίζεται κατά τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζονται οι τακτικές αποδοχές, το δε χρονικό σημείο πραγματοποιήσεως του υπολογισμού δεν έχει, κατ’ αρχήν, σημασία.

53      Δεν μπορεί όμως να αποκλειστεί το ενδεχόμενο το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να γίνει ο υπολογισμός να επηρεάζει τον τρόπο του υπολογισμού.

54      Ειδικότερα, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, στην περίπτωση σύνθετων αποδοχών που περιλαμβάνουν διάφορα επιμέρους ποσά, απαιτείται ειδική ανάλυση για τον καθορισμό των τακτικών αποδοχών. Στην περίπτωση αυτή, εναπόκειται στον εθνικό δικαστή να εκτιμήσει υπό το πρίσμα των αρχών που συνάγονται από τη νομολογία του Δικαστηρίου εάν, στηριζόμενες σε μέσο όρο υπολογιζόμενο επί περιόδου αναφοράς η οποία κρίνεται αντιπροσωπευτική, οι μέθοδοι υπολογισμού των τακτικών αποδοχών και της χρηματικής αποζημιώσεως μη ληφθείσας ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών επιτυγχάνουν τον σκοπό που επιδιώκει το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 (βλ., επ’ αυτού, απόφαση Lock, C‑539/12, EU:C:2014:351, σκέψη 34).

55      Μολονότι δεν προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία αν οι αποδοχές της K. Greenfield περιελάμβαναν διάφορα επιμέρους ποσά, εντούτοις ενδέχεται να είναι αναγκαία ειδική ανάλυση, ανάλογη εκείνης για την οποία έγινε λόγος στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως, ιδίως στην περίπτωση όπου το ποσό των οφειλόμενων αποδοχών ετήσιας άδειας και το ποσό της αποζημιώσεως μη ληφθείσας αδείας πρέπει να είναι διαφορετικά λόγω διακυμάνσεως των αποδοχών της K. Greenfield, τόσο διαχρονικώς όσο και ως προς τη μονάδα χρόνου εργασίας.

56      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, εναπόκειται, ως εκ τούτου, στον εθνικό δικαστή να εξακριβώσει αν οι αποδοχές της K. Greenfield περιελάμβαναν διάφορα επιμέρους ποσά ή αν κατά το τελευταίο έτος εργασίας της ενδιαφερομένης υπήρξαν διακυμάνσεις όσον αφορά τη μονάδα χρόνου εργασίας με την οποία συνδέονταν οι αποδοχές αυτές, προκειμένου να κρίνει αν η προβλεπόμενη από το εθνικό δίκαιο μέθοδος υπολογισμού της χρηματικής αποζημιώσεως μη ληφθείσας ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών συνάδει με τους κανόνες και τα κριτήρια που έχει διατυπώσει το Δικαστήριο στη νομολογία του, καθώς και με τον σκοπό που επιδιώκει το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88.

57      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, στο τέταρτο και το πέμπτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης και το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 έχουν την έννοια ότι ο υπολογισμός της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πρέπει να γίνεται βάσει των ίδιων αρχών, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για τον καθορισμό της αποζημιώσεως μη ληφθείσας ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που καταβάλλεται κατά τη λύση της σχέσεως εργασίας ή για τον καθορισμό της υπολειπόμενης ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών όταν η σχέση εργασίας διατηρείται σε ισχύ.

 Επί των δικαστικών εξόδων

58      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σε αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Η ρήτρα 4, σημείο 2, της συμφωνίας‑πλαισίου για την εργασία μερικής απασχόλησης, που συνήφθη στις 6 Ιουνίου 1997 και περιλαμβάνεται στο παράρτημα της οδηγίας 97/81/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τη συμφωνία‑πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης που συνήφθη από την UNICE, το CEEP και την CES, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 7ης Απριλίου 1998, και το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, έχουν την έννοια ότι, σε περίπτωση αυξήσεως του χρόνου εργασίας ορισμένου εργαζομένου, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να προβλέπουν ότι η ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών την οποία αυτός έχει θεμελιώσει και ενδεχομένως λάβει πρέπει να επαναϋπολογίζεται αναδρομικώς βάσει του νέου προγράμματος εργασίας του εν λόγω εργαζομένου. Πρέπει όμως να γίνεται νέος υπολογισμός για την περίοδο κατά την οποία αυξήθηκε ο χρόνος εργασίας.

2)      Η ρήτρα 4, σημείο 2, της εν λόγω συμφωνίας‑πλαισίου και το άρθρο 7 της οδηγίας 2003/88 έχουν την έννοια ότι ο υπολογισμός της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πρέπει να γίνεται βάσει των ίδιων αρχών, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για τον καθορισμό της αποζημιώσεως μη ληφθείσας ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που καταβάλλεται κατά τη λύση της σχέσεως εργασίας ή για τον καθορισμό της υπολειπόμενης ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών όταν η σχέση εργασίας διατηρείται σε ισχύ.

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


Latest Images

<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>