Quantcast
Channel: Taxheaven - Νέες αποφάσεις
Viewing all 7448 articles
Browse latest View live

ΔΕΔ Αθήνας αποφ. ενδικ. προσφυγής 1357/11.4.2016 Απόρριψη ενδικοφανούς προσφυγής (ΕΝ.Φ.Ι.Α. 2015)

$
0
0
Καλλιθέα, 11/04/2016
Αριθμός απόφασης: 1357

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α6

Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα
Τηλέφωνο : ………………
ΦΑΞ : ………………

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Έχοντας υπ' όψη:

1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α΄ 170), όπως ισχύει.
β. Της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4331/2015 (ΦΕΚ Α΄ 69).
γ. Του άρθρου 59 του π.δ. 111/2014 (Α΄ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».
δ. Του άρθρου 6 της αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/8.4.2014 (ΦΕΚ Β΄ 865, 1079 και 1846) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
ε. Της ΠΟΛ 1002/31.12.2013 Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β΄ 55/16-1-2014) «Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Ειδική Διοικητική Διαδικασία – Ενδικοφανής προσφυγή), όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει από 1/1/2014 και καθορισμός λεπτομερειών για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (πρώην Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, την εφαρμοστέα διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων αυτής».

2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Την αριθμ. Δ.Ε.Δ. Β1 1052867 ΕΞ 2015/21.04.2015 (ΦΕΚ 815 / τ. Β’ / 07.05.2015) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.

4. Την από …/…/…. και με αριθμό πρωτοκόλλου ……. ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας ……………………., ΑΦΜ ……….., με έδρα ……….………, οδός ……………., κατά της με αριθμ. ειδοποίησης …../…-…-…. (αρ. δήλωσης ……..) Πράξης Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ………, έτους 2015, και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.

5. Την αριθμ. ειδοποίησης …../…-…-…. (αρ. δήλωσης …….) Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ……….., έτους 2015, της οποίας ζητείται η ακύρωση.

6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ ………….

Επί της από …/…/…. και με αριθμό πρωτοκόλλου ……. ενδικοφανή προσφυγή της εταιρείας ……………………., η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αρ. ειδοποίησης ……/…-…-….. (αρ. δήλωσης …….) Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Ν. 4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ………., έτους 2015, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων ύψους 14.282,29€.

Η προσφεύγουσα εταιρεία με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητά να:
- Επανεξεταστεί το προσβαλλόμενο εκκαθαριστικό.
- Απαλλαγεί από κάθε φόρο, άλλως τον ανάλογο περιορισμό αυτού.
Προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:
- Σύμφωνα με το άρθρο 41 του Ν. 1249/1982, οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο ανά διετία. Η πάροδος απράκτου της διετίας χωρίς αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών συνιστά παράνομη παράλειψη έκδοσης κανονιστικής πράξης εκ μέρους της διοίκησης.
- Προς επίρρωση των ισχυρισμών της, η προσφεύγουσα εταιρεία επικαλείται την υπ’ αριθμ. ΣτΕ 4003/2014 απόφαση της Ολομέλειας, σύμφωνα με την οποία είχε δοθεί εξάμηνη παράταση στη διοίκηση να προβεί στην αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών. Η εν λόγω παράταση παρήλθε άπρακτη.
- Ο συμπληρωματικός φόρος είναι αντισυνταγματικός, καθώς πρόκειται για διπλή φορολόγηση με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η αρχή της απαγόρευσης της διπλής φορολογίας, δηλαδή της φορολογήσεως της ίδιας φορολογητέας ύλης σε βάρος του ίδιου προσώπου για την ίδια αιτία.
- Η φορολόγηση της απρόσοδης ακίνητης περιουσίας αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 5 και 17 του Συντάγματος, καθώς και στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ. Η κυριότητα του ακινήτου, ως αντικείμενο φόρου, δεν αποτελεί για τον ιδιοκτήτη ένδειξη αντίστοιχης φοροδοτικής ικανότητας, με αποτέλεσμα να μην διασφαλίζεται η φορολόγηση κάθε πολίτη ανάλογα με τις δυνάμεις του. Συνεπώς, η προσφεύγουσα εταιρεία θα πρέπει να απαλλαγεί όλων των φόρων που αφορούν στα ανεκμετάλλευτα ακίνητά της.
- Η φοροδοτική ικανότητα κρίνεται με βάση την παραγωγή από μέρους του φορολογούμενου εισοδημάτων επαρκών, ώστε μέσω αυτών να ικανοποιεί και τις φορολογικές υποχρεώσεις του και παραλλήλως να του απομένει κι ένα εισόδημα επαρκές για την αξιοπρεπή διαβίωσή του, όπως υποχρεούται να του εξασφαλίζει η Πολιτεία κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος.

Επειδή κατά τα έτη …. και ….. η προσφεύγουσα εταιρεία παρουσίασε ζημίες, επομένως δεν διαθέτει φοροδοτική ικανότητα ώστε να μπορεί να συνεισφέρει στα κοινά βάρη.

Επειδή, η δημόσια διοίκηση δεσμεύεται από την αρχή της νομιμότητας, όπως αυτή καθιερώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 2, 43, 50, 82, 83 και 95 και 1 του Συντάγματος (ΣτΕ 8721/1992, 2987/1994), και η οποία συνεπάγεται ότι η διοίκηση οφείλει ή μπορεί να προβαίνει μόνο σε ενέργειες που προβλέπονται και επιβάλλονται ή επιτρέπονται από τους κανόνες που θεσπίζουν το Σύνταγμα, οι νομοθετικές πράξεις, οι διοικητικές κανονιστικές πράξεις, που έχουν εκδοθεί βάσει νομοθετικής εξουσιοδότησης, καθώς και από κάθε κανόνα ανώτερης ή ισοδύναμης προς αυτούς τυπικής ισχύος.

Επειδή, σύμφωνα με το σκεπτικό της ΣτΕ 4446/2015 Απόφασης «Ακυρώνεται η παράλειψη της Διοίκησης να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982 έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας – Το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίζοντας τα συμφέροντα των διαδίκων, ιδίως δε την ύπαρξη έντονου δημόσιου συμφέροντος, συνισταμένου στην, κατά το δυνατόν, αποφυγή αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων του Κράτους υπό τις παρούσες δυσμενείς δημοσιονομικές συνθήκες, κρίνει η ότι ακύρωση της ανωτέρω παράλειψης πρέπει, κατ’ εφαρμογή της παρ. 3β του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989, να μην αναδράμει στο χρόνο συντέλεσής της, αλλά στις 21.5.2015, ημερομηνία λήξης της προθεσμίας εντός της οποίας η Διοίκηση όφειλε να εκδώσει την σχετική πράξη της».

Επειδή, σύμφωνα με την «ΠΟΛ.1009/18.1.2016: Αναπροσαρμογή τιμών του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των με οποιαδήποτε αιτία μεταβιβαζομένων ακινήτων, που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου όλης της Χώρας»: «1. Οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1040/1.3.2011 (ΦΕΚ434/Β΄/2011) και ΠΟΛ.1156/28.6.2013 (ΦΕΚ1627/Β΄/2013), οι οποίες εκδόθηκαν κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982, καταργούνται.

2. Αναπροσαρμόζουμε τις τιμές οι οποίες είχαν καθοριστεί με τις με αριθμ. πρωτ. 1020564/ 487/ 00ΤΥ/ Δ΄/27.2.2007, ΠΟΛ.1034/27.2.2007 (ΦΕΚ269/Β΄/28.2.2007), 1175023/ 3752/ 00ΤΥ/ Δ΄ /28.12.2010, ΠΟΛ.1200/28.12.2010 (ΦΕΚ2038/Β΄/29.12.2010) και ΠΟΛ.1093/29.4.2013 (ΦΕΚ1068/Β΄/29.4.2013) αποφάσεις, όπως αυτές ισχύουν σήμερα, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των εντός σχεδίου πόλης ή ορίων οικισμού ακινήτων που μεταβιβάζονται με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεά, γονική παροχή και περιλαμβάνονται στα αντίστοιχα βιβλία τιμών που τις συνοδεύουν, ως ακολούθως: … 5. Η απόφαση αυτή θα ισχύσει από 21/5/2015…».

Επειδή, για τον προσδιορισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α. 2015 η Διοίκηση υποχρεούται, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν. 4223/2013, μεταξύ άλλων και σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 41 του Ν. 1249/1982 περί αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, καθώς και των εν ισχύ αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών περί αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών. Με την ΠΟΛ.1009/18.1.2016 Απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, ορίζεται σαφώς πως οι αναπροσαρμοσμένες τιμές της αξίας των ακινήτων που καθορίζονται στην εν λόγω, ισχύουν αναδρομικά από 21/05/2015, συνεπώς ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων έτους 2015 θα υπολογιστεί ανάλογα με την τιμή ζώνης που ισχύει την 1η Ιανουαρίου του έτους αυτού.

Επειδή, βάσει δικαστηριακής και διοικητικής νομολογίας, γίνεται δεκτό ότι η αποφυγή της διπλής φορολογίας αποτελεί μεν αρχή της φορολογικής πολιτικής, δεν αποτελεί, όμως, συνταγματική επιταγή, της οποίας η παράβαση θα καθιστούσε ανεφάρμοστο τον τυχόν θεσπίζοντα αυτήν νόμο και, ως εκ τούτου, όταν το ίδιο πρόσωπο υποβάλλεται για την ίδια φορολογητέα ύλη σε διάφορες φορολογίες βάσει διαφορετικών διατάξεων, δεν παραβιάζεται η αρχή της φορολογικής ισότητας (Σ.τ.Ε. 933, 934/1952, 924/1954, 1396/1956, 153/1960, 429-432/1986, 4071/1987 και Γνωμ. ΝΣΚ 634/2012, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Γ.Γ.Δ.Ε. και κοινοποιήθηκε με τη με αριθ. ΠΟΛ.1083/11.4.2013 εγκύκλιο ΥΠΟΙΚ).

Επειδή, εν προκειμένω, για την επιβολή του ΕΝ.Φ.Ι.Α., προβλέπεται ο προσδιορισμός κύριου και συμπληρωματικού φόρου, βάσει των διατάξεων των άρθρων 4 και 5 του Ν. 4223/2013.

Επειδή, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση του Ν. 4223/2013, ο νομοθέτης με τη θέσπιση του ΕΝΦΙΑ, απέβλεψε, επιτρεπτώς κατά το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος, στην φοροδοτική ικανότητα που απορρέει από αυτή καθεαυτή την κατοχή της ακίνητης περιουσίας, ως φορολογητέας ύλης (πηγής πλούτου) διαφορετικής από το εισόδημα, δεδομένου ότι, κατά την συνταγματική αυτή διάταξη, αντικείμενο φορολογικής επιβαρύνσεως μπορούν να αποτελέσουν όχι μόνον το εισόδημα, αλλά, αυτοτελώς, και η περιουσία, οι δαπάνες ή οι συναλλαγές (ΣτΕ 1972/2012, ΣτΕ 3343/2013).

Ως εκ τούτου, η ύπαρξη προσόδου από το ακίνητο δεν αποτελεί προϋπόθεση ή κριτήριο υπαγωγής στον ΕΝ.Φ.Ι.Α. ούτε, άλλωστε, η μη συνεκτίμηση, κατά την επιβολή του επιδίκου φόρου, της υπάρξεως (ή μη) εισοδήματος από το βαρυνόμενο ακίνητο συνιστά, μόνη αυτή, παράβαση της συνταγματικής αρχής της ίσης, αναλόγως της φοροδοτικής ικανότητας εκάστου, επιβαρύνσεως.

Επειδή, σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος της συνταγματικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87 παρ. 2 και 93 παρ. 4 του Συντάγματος, ανήκει στη δικαιοδοσία των Δικαστηρίων και δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα των οργάνων της Διοίκησης, τα οποία οφείλουν να εφαρμόζουν το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο.

Επειδή, η κρίση περί συμμόρφωσης των διατάξεων του νόμου 4223/2013 με την ευρωπαϊκή έννομη τάξη δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Διοίκησης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεσμεύεται από τις κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα ισχύουσες διατάξεις νόμων.

Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε

Την απόρριψη της με ημερομηνία κατάθεσης …/…/…. και αριθμό πρωτοκόλλου ….. ενδικοφανούς προσφυγής της προσφεύγουσας εταιρείας …………….., ΑΦΜ ………………. Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου με βάση την παρούσα απόφαση:
Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) έτους 2015:
Ποσό Καταβολής: 14.282,29€

Το παραπάνω ποσό βεβαιώθηκε με την με αρ. ειδοποίησης ……/…-…-…. Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Ν. 4223/2013 έτους 2015 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ……………….

Εντελλόμεθα όπως αρμόδιο όργανο κοινοποιήσει με τη νόμιμη διαδικασία την παρούσα απόφαση στον υπόχρεο.

ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Α6
α.α.
ΠΑΠΑΡΓΥΡΙΟΥ ΜΑΡΙΑ

Σ η μ ε ί ω σ η : Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της με υποχρέωση, επί ποινή απαραδέκτου άσκησης της προσφυγής, επίδοσης επικυρωμένου αντιγράφου αυτής στην Υπηρεσία μας εντός είκοσι (20) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας για την άσκησή της (άρθ. 126 ν. 2717/99).

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 88/2016 Κατασκευάστρια εταιρεία αγωγού φυσικού αερίου, θεωρείται εταιρεία κοινής ωφελείας - Υπαγωγή της στην εξαίρεση από την υποχρέωση διακανονισμού ΦΠΑ επενδυτικών αγαθών

$
0
0
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Αριθμός γνωμοδότησης 88 /2016

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (Β' Τμήμα)

Συνεδρίαση της 4ης Απριλίου 2016

Σύνθεση :
Πρόεδρος: Αλέξανδρος Καραγιάννης, Αντιπρόεδρος ΝΣΚ.
Μέλη : Θεόδωρος Ψυχογυιός, Κωνσταντίνος Χαραλαμπίδης, Δημήτριος Χανής, Αλέξανδρος Ροϊλός, Χριστίνα Διβάνη, Χρήστος Μητκίδης, Διονύσιος Χειμώνας, Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους.
Εισηγήτρια: Χριστίνα Διβάνη, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους. Αριθμός ερωτήματος: Το υπ αριθμ. πρωτ. ΔΕΕΦ Α1025810 ΕΞ 2016 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών (Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων/Γενική Δ/νση Φορολογικής Διοίκησης/Δ/νση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας/Α' Τμήμα (ΦΠΑ).
Ερώτημα: Αν η εταιρεία TRANS ADRIATIC PIPELINE AG (TAP AG) - υποκατάστημα Ελλάδος, που πρόκειται να κατασκευάσει αγωγό φυσικού αερίου, θεωρείται «εταιρεία κοινής ωφέλειας» κατά την έννοια της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ, ώστε να υπάγεται στην εξαίρεση από το διακανονισμό του φόρου, που προβλέπεται στη διάταξη αυτή.

Επί του ανωτέρω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β') γνωμοδότησε ως ακολούθως:

Ιστορικό

Από το έγγραφο του ερωτήματος και τα στοιχεία του φακέλου που το συνοδεύουν, μεταξύ των οποίων και η από 10-2-2016 επιστολή της TAP AG - υποκατάστημα Ελλάδος προς την ερωτώσα υπηρεσία), προκύπτει το ακόλουθο πραγματικό:

1. Στις 26-06-13, το Ελληνικό Κράτος και η TAP AG υπέγραψαν τη Συμφωνία Φιλοξενούσας Χώρας ("ΣΦΧ"), σχετικά με το έργο της κατασκευής του Διαδριατικού Αγωγού (Trans Adriatic Pipeline - TAP) φυσικού αερίου, ο οποίος θα μεταφέρει φυσικό αέριο από την περιοχή της Κασπίας στην Ευρώπη. Ο αγωγός TAP θα διασυνδεθεί με τον αγωγό φυσικού αερίου Ανατολίας (ΤΑΝΑΡ) στα ελληνοτουρκικά σύνορα και θα διέρχεται από τη Βόρεια Ελλάδα, την Αλβανία και την Αδριατική Θάλασσα προτού καταλήξει στις ακτές της Νότιας Ιταλίας, όπου θα συνδεθεί στο ιταλικό δίκτυο φυσικού αερίου. Τα μέρη αναγνώρισαν (βλ. ΠΡΟΪΜΙΟ της ως άνω "ΣΦΧ"), ότι «το έργο είναι στρατηγικής σημασίας, καθώς θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελληνική Δημοκρατία να ενισχύσει τη θέση της ως βασικής χώρας διέλευσης στο πλαίσιο των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ενεργειακή ασφάλεια και διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας, θα προσελκύσει δυνητικά προμηθευτές φυσικού αερίου στην Ελληνική Δημοκρατία, θα αποδώσει φορολογικά έσοδα και άλλα οικονομικά οφέλη και θα παρέχει τη βάση για περαιτέρω συνεργασία μεταξύ των μερών σχετικά με μελλοντικά ενεργειακά έργα».

2. Η ΣΦΧ επικυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων, με τον ν.4217/2013 ( Α' 267).

3. Η εταιρεία TAP AG εδρεύει στην Ελβετία, για τους σκοπούς, όμως, της εκτέλεσης του ως άνω έργου έχει συστήσει Ελληνικό Υποκατάστημα και έχει λάβει άδεια ΑΣΦΑ δυνάμει της υπ' αριθ. 431/2014 Απόφασης της αρμόδιας Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας.

4. Το Ελληνικό Υποκατάστημα της TAP AG, με την από 10-2-2015 αίτησή της προς την ερωτώσα υπηρεσία, ζήτησε να επιβεβαιωθεί ότι η TAP AG - υποκατάστημα Ελλάδος δεν υπόκειται στην υποχρέωση διακανονισμού ΦΠΑ επενδυτικών αγαθών εντός της πενταετίας, καθόσον αποτελεί επιχείρηση κοινής ωφελείας και εμπίπτει στην εξαίρεση του τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000). Κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένου ότι η κατασκευή του αγωγού είχε προγραμματιστεί αρχικά να ξεκινήσει το 2014 - 2015 με εκτιμώμενη διάρκεια ολοκλήρωσης έως πέντε έτη (έως το 2019), σήμερα, όμως, εκτιμάται ότι η συνολική διάρκεια κατασκευής του έργου θα υπερβεί τα πέντε έτη, τέθηκε το εν θέματι ερώτημα.

Νομοθετικό πλαίσιο

5. Στις διατάξεις του άρθρου 33 του ν. 2859/2000 «Κύρωση Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας» (Α' 248), όπως ισχύουν, ορίζονται τα εξής:
«1. Η έκπτωση του φόρου που ενεργείται με βάση τις υποβαλλόμενες δηλώσεις ΦΠΑ, υπόκειται σε τελικό διακανονισμό σύμφωνα με τα συνολικά στοιχεία της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον: α) η έκπτωση αυτή είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από εκείνη που είχε δικαίωμα να ενεργήσει ο υποκείμενος στο φόρο, β) μετά την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων ΦΠΑ, έγιναν μεταβολές που δεν είχαν ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό του ποσού των εκπτώσεων, ιδίως στην περίπτωση έκπτωσης στο τίμημα ή ακύρωσης αγορών. Δεν ενεργείται διακανονισμός σε περιπτώσεις καταστροφής, απώλειας ή κλοπής που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται, καθώς και σε περιπτώσεις χορήγησης δώρων μέχρις αξίας 10 ευρώ και δειγμάτων τα οποία διατίθενται για το σκοπό της επιχείρησης. Οι διακανονισμοί που αφορούν εκπτώσεις που διενεργήθηκαν σε μία διαχειριστική περίοδο περιλαμβάνονται σε δήλωση ΦΠΑ που υποβάλλεται το αργότερο μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τέταρτου μήνα από το τέλος της διαχειριστικής περιόδου.
2. Ειδικά νια τα αγαθά επένδυσης, η έκπτωση του φόρου που ενεργήθηκε υπόκειται σε πενταετή διακανονισμό με αφετηρία το έτος χρησιμοποίησής τους. Ο διακανονισμός ενεργείται κάθε έτος για το ένα πέμπτο (1/5) του φόρου που επιβάρυνε το αγαθό, ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης. Για τα ακίνητα, η μίσθωση των οποίων υπάγεται στο φόρο, κατόπιν της επιλογής που προβλέπεται στην περίπτωση έΓ της παραγράφου 2 του άρθρου 8, η έκπτωση του φόρου που ενεργήθηκε υπόκειται σε δεκαετή διακανονισμό με αφετηρία το έτος χρησιμοποίησης τους. Ο διακανονισμός ενεργείται κάθε έτος για το ένα δέκατο του φόρου που επιβάρυνε το αγαθό, ανάλογα με τις μεταβολές του δικαιώματος έκπτωσης. Το ποσό του φόρου που εναπομένει για διακανονισμό κατά το χρόνο άσκησης της επιλογής φορολόγησης, διακανονίζεται με βάση συνολική περίοδο δέκα ετών.
3. Σε περίπτωση παράδοσης αγαθών επένδυσης ή οριστικής παύσης της χρησιμοποίησης αυτών σε φορολογητέες πράξεις, κατά τη διάρκεια πενταετίας ή δεκαετίας, προκειμένου για ακίνητα της παραγράφου 2, ενεργείται εφάπαξ διακανονισυός μέσα στο ίδιο έτος και τα αγαθά αυτά θεωρούνται, για τα έτη που απομένουν, ότι χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά και μόνο: α) σε φορολογητέες δραστηριότητες, εφόσον πρόκειται: αα) για παράδοση η οποία υπάγεται στο φόρο, ββ) για καταστροφή, απώλεια ή κλοπή, που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται με νόμιμα παραστατικά, γγ) για παράδοση ακινήτων με σύμβαση πώλησης και επαναμίσθωσης (sale and lease back), σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ' της παρ. 9 του άρθρου 6 του ν. 1665/1986, δδ) για παράδοση έργων σύνδεσης σταθμών αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της Δ.Ε. Η. Α.Ε. ή του Δ.Ε.Σ.Μ.Η.Ε. Α.Ε., σύμφωνα με όσα ορίζονται στο ν. 2773/1999 (Α' 286) όπως ισχύει, β) σε αφορολόγητες δραστηριότητες, στις λοιπές περιπτώσεις.
Εάν εντός της περιόδου διακανονισμού, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου από την πραγματοποίηση της δαπάνης για απόκτηση ή κατασκευή επενδυτικών αγαθών δεν έχει γίνει έναρξη της χρησιμοποίησης αυτών, θεωρείται ότι διατέθηκαν αποκλειστικά και μόνο σε αφορολόγητες πράξεις και ενεργείται εφάπαξ διακανονισμός με την εκκαθαριστική δήλωση της διαχειριστικής αυτής περιόδου. Εξαιρείται του ανωτέρω περιοοισυού της πενταετίας η πραγματοποίηση της δαπάνης, νια την απόκτηση ή την κατασκευή επενδυτικών αγαθών από οονανισυούς, επιχειρήσεις και εταιρίες κοινής ωφέλειας».
4. Ως αγαθά επένδυσης, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, θεωρούνται: α) Τα ενσώματα αγαθά, που ανήκουν κατά κυριότητα στην επιχείρηση και τίθενται από αυτή σε διαρκή εκμετάλλευση, καθώς και τα κτίσματα ή άλλου είδους κατασκευές που κατασκευάζονται από την υποκείμενη στο φόρο επιχείρηση σε ακίνητο που δεν ανήκει κατά κυριότητα σε αυτήν, αλλά έχει, βάσει οποιασδήποτε έννομης σχέσης, τη χρήση του ακινήτου αυτού, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον εννέα χρόνων. Αν κατά τη διάρκεια του πενταετούς διακανονισμού λήξει η χρήση του ακινήτου, στο οποίο κατασκευάστηκαν τα ανωτέρω κτίσματα ή άλλου είδους κατασκευές, ενεργείται εφάπαξ διακανονισμός κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 3. Στην αξία των αγαθών επένδυσης δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες επισκευής και συντήρησης. Ως αγαθά επένδυσης της παρούσας περίπτωσης νοούνται και εκείνα που εκμεταλλεύονται, σύμφωνα με το σκοπό τους, οι εταιρείες του άρθρου 2 του Ν.1665/1986 (ΦΕΚ 194 Α'). Ως αγαθά επένδυσης της παρούσας περίπτωσης νοούνται επίσης και οι δαπάνες που καταβάλλει η επιχείρηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 2773/1999, όπως ισχύει, για την κατασκευή μη ιδιόκτητου δικτύου σύνδεσης του σταθμού αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της Δ. Ε. Η. Α.Ε. ή του Δ.Ε.Σ.Μ.Η.Ε. Α.Ε.. β) τα δικαιώματα χρησιμοποίησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, σχεδίου, υποδείγματος, εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος και άλλων παρόμοιων, εφόσον εξυπηρετούν περισσότερες από μία χρήσεις.
5. Η διαφορά του φόρου που προκύπτει για τα αγαθά επένδυσης με βάση τον τελικό ετήσιο διακανονισμό δεν καταβάλλεται ούτε εκπίπτεται, εφόσον δεν υπερβαίνει το ποσό των δραχμών δέκα χιλιάδων (10.000).

6. Στις διατάξεις των άρθρων 1 , 165 παρ. 2, 176 , 177 του ν. 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις (Α' 179) ορίζονται τα εξής:
«Άρθρο 1: Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των διατάξεων της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 "Σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ" (EE L 211 της 14.8.2009) και της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 'Σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά Φυσικού Αερίου και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/55/ΕΚ" (EE L 211 της 14.8.2009). Οι δραστηριότητες της παραγωγής, της προμήθειας, της αγοράς, της μεταφοράς και της διανομής Φυσικού Αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και της αποθήκευσης και της υγροποίησης Φυσικού Αερίου και της αεριοποίησης υγροποιημένου Φυσικού Αερίου εντός της Ελληνικής Επικράτειας ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Οι δραστηριότητες αυτές είναι κοινής ωφέλειας και τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους.
Άρθρο 165 παρ.1...2 Το έργο της κατασκευής, εγκατάστασης και εκμετάλλευσης του αγωγού είναι έργο εθνικής σημασίας, δημόσιας ωφέλειας και γενικά δημόσιου συμφέροντος.
Άρθρο 176 παρ. 1: Η διαδρομή και εγκατάσταση των αγωγών φυσικού αερίου διασύνδεσης: α) Ελλάδας- Ιταλίας (ΥΑΦΑ-ΠΟΣΕΙΔΩΝ ή IGI Poseidon) σε εκτέλεση της από 4 Νοεμβρίου 2005 Διακρατικής Συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας που κυρώθηκε με το ν. 3441/2006 (Α' 39), β) Ελλάδας- Βουλγαρίας σε εκτέλεση του από 24 Απριλίου 2009 Μνημονίου μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και γ) Ελλάδας με άλλο κράτος σε εκτέλεση σχετικής διακρατικής συμφωνίας, ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Τα έργα εγκατάστασης, κατασκευής και λειτουργίας των αγωγών της παραγράφου 1 είναι εθνικής σημασίας, δημόσιας ωφέλειας και γενικά δημοσίου συμφέροντος.
Άρθρο 176: Οι διατάξεις των άρθρων 165 μέχρι 172, 173 παρ. 1, 174 και 175 εφαρμόζονται και για τα έργα των αγωγών της παραγράφου 1 του άρθρου 176».

7. Στα άρθρα 4 (παρ.1, και 5β), 7 (παρ.2) και 12 (παρ. 17) της Συμφωνίας Φιλοξενούσας Χώρας, μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της TAP AG, η οποία κυρώθηκε με τον ν.4217/2013 «Κύρωση Συμφωνίας Φιλοξενούσας Χώρας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της TRANS ADRIATIC PIPELINE AG» (A' 267) ορίζεται ότι:
«Άρθρο 4.1. «Το Κράτος αναγνωρίζει και συμφωνεί ότι το έργο είναι ένα έργο εθνικής σημασίας και προς το εθνικό και δημόσιο συμφέρον της Ελληνικής Δημοκρατίας».
Άρθρο 4.5. Για τους σκοπούς του έργου...το κράτος χορηγεί: α)...β) στον επενδυτή του Έργου, το αποκλειστικό και απεριόριστο δικαίωμα και προνόμιο να κατασκευάζει, να είναι κύριος, να κατέχει και να ελέγχει τις Ελληνικές Εγκαταστάσεις σύμφωνα με τον Ελληνικό Νόμο».
Άρθρο 7.2. «Τα μέρη (ή τα πρόσωπα που αυτά θα υποδείξουν) με καλή πίστη θα διαπραγματεύονται, συμφωνούν συνάπτουν μία ή περισσότερες συμφωνίες διασύνδεσης που θα περιέχουν όρους και προϋποθέσεις αναφορικά με την κατασκευή και λειτουργία διασύνδεσης μεταξύ των Ελληνικών Εγκαταστάσεων και του εγχώριου Ελληνικού Συστήματος μεταφοράς αερίου και /ή των δικτύων διανομής και όλων των σχετικών ζητημάτων...».
Άρθρο 12.17. «Το Κράτος αναγνωρίζει ότι ο ΦΠΑ δεν πρέπει να αποτελεί κόστος για το έργο (είτε με άμεσο τρόπο είτε με οποιονδήποτε μηχανισμό αντίστροφης επιβάρυνσης), το οποίο είναι σύμφωνο με την αρχή της ουδετερότητας του συστήματος ΦΠΑ που παρέχει στις επιχειρήσεις με φορολογητέα επιχειρηματική δραστηριότητα το γενικό δικαίωμα να ανακτούν το ΦΠΑ εισροών».

8. Στο άρθρο 2.2 του μέρους 1 του Παραρτήματος 1 της ως άνω Συμφωνίας Φιλοξενούσας Χώρας, ορίζεται ότι «Οι Δραστηριότητες του έργου διεξάγονται κατ' εφαρμογή της Διακρατικής Συμφωνίας. Συνεπώς, έχουν εφαρμογή τα άρθρα 165-172, 173 παρ.1, 174 και 175 του Νόμου περί Ενέργειας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 177 και 176 παρ. 1 του Νόμου περί Ενέργειας...».

9. Στο άρθρο 45 του ν.4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας - Αττικής και άλλες διατάξεις» (Α' 156) ορίζεται ότι:
«1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται η διαδρομή και εγκατάσταση των αγωγών φυσικού αερίου για τα έργα των Ανεξάρτητων Συστημάτων Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ). 2. Οι διατάξεις των άρθρων 165 έως 172, 173 παρ. 1, 174 και 175 του ν. 4001/2011 (Α' 179) εφαρμόζονται και για τα έργα των αγωγών της παραγράφου 1. 3. Όπου στις διατάξεις άρθρων 165 έως 172, 173 παράγραφος 1, 174 και 175 του ν. 4001/2011 αναφέρεται η εταιρεία «TRANS BALKAN PIPELINE BV», νοούνται οι Εταιρείες που αναφέρονται στην παράγραφο 2α του άρθρου 177 του ν. 4001/2011 ή άλλη Εταιρεία, η οποία είναι κάτοχος άδειας ΑΣΦΑ...»

Ερμηνεία και εφαρμογή διατάξεων

Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς και σε συνδυασμό μεταξύ τους, συνάγονται τα εξής:

10. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ προβλέπεται ο διακανονισμός του φόρου εισροών (δαπανών) που αφορούν την απόκτηση ή κατασκευή επενδυτικών αγαθών στην περίπτωση που συμπληρώνεται πενταετία από την πραγματοποίηση της δαπάνης χωρίς να έχει γίνει έναρξη χρησιμοποίησης του παγίου ( 33 παρ. 3 - προτελευταίο εδάφιο). Ο διακανονισμός της έκπτωσης του φόρου εισροών που έχει επιβαρύνει ένα επενδυτικό αγαθό, είναι υποχρέωση του υποκειμένου στο φόρο έτσι ώστε να επιστρέφεται στο Δημόσιο τυχόν μεγαλύτερο του ορθού εκπιπτόμενο ποσό. Έτσι, στην περίπτωση της συμπλήρωσης πενταετίας, ημερολογιακά, από την έκδοση του τιμολογίου κατά την πραγματοποίηση της δαπάνης για την απόκτηση ή κατασκευή του επενδυτικού αγαθού χωρίς χρησιμοποίηση του ως παγίου, ο υποκείμενος υποχρεούται σε διακανονισμό προκειμένου να αποδώσει στο Δημόσιο τον ΦΠΑ των εισροών που εξέπεσε. Για τον υπολογισμό αυτής της πενταετίας, υπολογίζονται ημερολογιακά πέντε έτη από την ημερομηνία έκδοσης του κάθε τιμολογίου εισροών για την απόκτηση του παγίου και ο φόρος αποδίδεται με την δήλωση ΦΠΑ, με την οποία γίνονται οι διακανονισμοί της προηγούμενης χρήσης.

11. Από την υποχρέωση του διακανονισμού (λόγω συμπλήρωσης πενταετίας από την πραγματοποίηση της δαπάνης, χωρίς χρησιμοποίηση του παγίου), σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 33, εξαιρείται η πραγματοποίηση της δαπάνης, για την απόκτηση ή την κατασκευή επενδυτικών αγαθών από οργανισμούς, επιχειρήσεις και εταιρείες κοινής ωφέλειας. Ο λόγος της ανωτέρω εξαίρεσης είναι ότι αυτού του είδους οι επιχειρήσεις εκτελούν έργα μεγάλης κλίμακας και επομένως ο περιορισμός της πενταετίας, για την ολοκλήρωση των επενδυτικών αγαθών θα ήταν μη ρεαλιστικός δεδομένου του μεγέθους των έργων και της κατά συνέπεια μακράς περιόδου αποπεράτωσης, καθώς και των συχνά χρονοβόρων διαδικασιών και διατυπώσεων που απαιτούνται.

12. Από τις διατάξεις του ν. 4001/2011, ο οποίος αποτελεί και ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των διατάξεων της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά Φυσικού Αερίου και την κατάργηση της Οδηγίας 2003/55/ΕΚ, οι δραστηριότητες της παραγωγής της προμήθειας, της αγοράς, της μεταφοράς και της διανομής Φυσικού Αερίου, εντός της Ελληνικής Επικράτειας χαρακτηρίζονται ως κοινής ωφέλειας και υπάγονται στην εποπτεία του Κράτους, εφεξής δε ανοίγει η αγορά στον ανταγωνισμό και μπορεί να δραστηριοποιείται οποιοσδήποτε, κατόπιν σχετικής αδείας που χορηγείται ύστερα από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (άρθρα 3, 4 και 13 του ν. 4001/2011). Με τον ίδιο νόμο τα έργα εγκατάστασης, κατασκευής και λειτουργίας των αγωγών χαρακτηρίστηκαν ρητά ως «εθνικής σημασίας, δημόσιας ωφέλειας και γενικά δημοσίου συμφέροντος».

13. Συνεπώς επιχείρηση που ασχολείται με την εγκατάσταση, κατασκευή και λειτουργία του αγωγού μεταφοράς Φυσικού Αερίου και ασκεί τη δραστηριότητα της μεταφοράς Φυσικού Αερίου, εντός της Ελληνικής Επικράτειας, προδήλως υπάγεται στην έννοια των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και μάλιστα ανεξαρτήτως του ιδιοκτησιακού τους καθεστώτος ως δημοσίων ή ιδιωτικών (ΝΣΚ 264/2013), δεδομένου ότι αμφότερα (δηλαδή τόσον η κατασκευή του έργου, όσο και η δραστηριότητα μεταφοράς φυσικού αερίου) χαρακτηρίζονται ρητώς ως κοινής ωφέλειας με το ν. 4001/2011, στις σχετικές διατάξεις του οποίου παραπέμπει η υπό κρίση κυρωθείσα Σύμβαση Φιλοξενούσας Χώρας. Άλλωστε, έχει γίνει νομολογιακώς δεκτό ότι «αποφασιστικό στοιχείο με τον χαρακτηρισμό μιας επιχείρησης ως κοινής ωφελείας δεν είναι η νομική μορφή ή ο φορέας της, ούτε το νομικό καθεστώς που διέπει την ίδρυση και λειτουργία της, αλλά η φύση των υπηρεσιών της που πρέπει να είναι ζωτικής σημασίας για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου» (βλ. ΑΠ 675/2014, με την οποία κρίθηκε ότι ο ΟΤΕ ήταν εξαρχής και εξακολουθεί να είναι επιχείρηση κοινής ωφελείας, όπως άλλωστε, μνημονεύεται σε ειδικό νόμο, τον δε χαρακτήρα του αυτόν, ως επιχείρησης κοινής ωφελείας, δεν απέβαλε η επιχείρηση αυτή από το γεγονός της εξόδου της από το δημόσιο τομέα, ΑΠ 1621/2011, 323/2010,194/2008, ΟλΑΠ 20/2006 κ.ά).

14. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τον ν.4217/2013 κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου η από 26 Ιουνίου 2013 Συμφωνία Φιλοξενούσας Χώρας, που αφορά στο έργο αγωγού φυσικού αερίου «The Trans Adriatic Pipeline Project». Η ανάπτυξη του έργου του αγωγού φυσικού αερίου «The Trans Adriatic Pipeline Project» προβλέπεται στην τριμερή συμφωνία που υπογράφηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2013 μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Αλβανίας και της Κυβέρνησης της Ιταλικής Δημοκρατίας και έχει κυρωθεί με το ν. 4145/2013 (Α' 89) - (βλ. αιτιολογική έκθεση του ως άνω νόμου). Για το σκοπό της ανάπτυξης, κατασκευής και εκμετάλλευσης του αγωγού έχει συσταθεί η εταιρεία «Trans Adriatic Pipeline AG», που εδρεύει στην Ελβετία, η οποία για τους σκοπούς της εκτέλεσης του ως άνω έργου έχει συστήσει Ελληνικό Υποκατάστημα και έχει λάβει άδεια ΑΣΦΑ δυνάμει της υπ' αριθ. 431/2014 Απόφασης της αρμόδιας Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Το έργο κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου «The Trans Adriatic Pipeline Project» έχει σκοπό τη μεταφορά φυσικού αερίου που θα παραχθεί από τη φάση II του πεδίου Shah Deniz στη Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν και στη συνέχεια από την ευρύτερη περιοχή της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής, για διανομή στις αγορές της Ευρώπης Παράλληλα, με την πρόβλεψη σημείων διασύνδεσης με το ελληνικό σύστημα μεταφοράς καθίσταται δυνατή η διοχέτευση φυσικού αερίου στην ελληνική αγορά.

15. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι, το έργο της κατασκευής του Διαδριατικού Αγωγού φυσικού αερίου από την εταιρεία του ερωτήματος και της μεταφοράς από αυτήν του φυσικού αερίου από την ευρύτερη περιοχή της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής, προς το σκοπό της περαιτέρω διανομής του στις αγορές της Ευρώπης, με την πρόβλεψη της δυνατότητας - μέσω σημείων διασύνδεσης με το ελληνικό σύστημα - διοχέτευσης του φυσικού αερίου στην ελληνική αγορά, εμπίπτει στις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 4001/2011, που ορίζουν ότι οι δραστηριότητες της παραγωγής, της προμήθειας, της αγοράς, της μεταφοράς και της διανομής φυσικού αερίου είναι κοινής ωφέλειας. Άλλωστε, το έργο αυτό, με την νομοθετικώς κυρωθείσα «ΣΦΧ» έχει χαρακτηρισθεί ως εθνικής σημασίας, δημόσιας ωφέλειας και δημοσίου συμφέροντος, έχει δε λάβει άδεια ΑΣΦΑ και, κατά συνέπεια, η εταιρεία, που είναι κύριος και κάτοχος του έργου, υπάγεται στην εξαίρεση από την πενταετή προθεσμία διακανονισμού του φόρου, που προβλέπεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ.

Απάντηση

Κατ' ακολουθία των προεκτεθέντων, επί του τεθέντος ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β'), γνωμοδοτεί, ομοφώνως, ως εξής:

16. Η εταιρεία του ερωτήματος [TRANS ADRIATIC PIPELINE AG- Υποκατάστημα Ελλάδος] δύναται να θεωρείται «εταιρεία κοινής ωφέλειας» κατά την έννοια του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ με συνέπεια να υπάγεται στην εξαίρεση από την πενταετή προθεσμία διακανονισμού του φόρου που προβλέπεται στην ίδια διάταξη.


ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ

Αθήνα, 11-4-2016

Ο Πρόεδρος του Τμήματος
Αλέξανδρος Καραγιάννης
Αντιπρόεδρος του Ν.Σ.Κ.

Η Εισηγήτρια
Χριστίνα Διβάνη
Νομικός Σύμβουλος του Κράτους

Αριθ. Πρωτ.: Φ. 90022/9135/376/7.4.2016 Σχετικά με την ασφαλιστική κάλυψη για παροχές υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ

$
0
0

ΑΘΗΝΑ, 7/4 /2016
Αρ. Πρ. Φ. 90022/9135/376

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ (Δ13)
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ, ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ
ΚΑΤΌΙΚΟΝ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ

Δ/ΝΣΗ: Σταδίου 29
TAX. ΚΩΔΙΚΑΣ: 10110 Αθήνα
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 2103368101
ΦΑΞ: 2103368105
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Ελ. Γεωργούντζου
E-MAIL: asfasth@ypakp.gr

ΠΡΟΣ: Βουλή των Ελλήνων
Δ/νση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου
Τμήμα Ερωτήσεων (2 αντίγραφα)

ΚΟΙΝ.: Βουλευτή κ. Αριστείδη Φωκά

ΘΕΜΑ: Σχετικά με την ασφαλιστική κάλυψη για παροχές υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ

Σχετ.: Ερώτηση 3451/24.2.2016

Σε απάντηση της αρ. πρωτ. 3451/24.2.2016 Ερώτησης που κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων από τον Βουλευτή κ. Αριστείδη Φωκά, σχετικά με το ανωτέρω θέμα σας γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2, του άρθρου 61, του ν.4369/2016 (ΦΕΚ Α'33/27-2-2016) παρατάθηκε η δυνατότητα ασφαλιστικής κάλυψης για παροχές ασθένειας σε είδος από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. έως 28-2-2017 στους ασφαλισμένους του Ο.Α.Ε.Ε. που διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα ή προέβησαν σε δήλωση αδράνειας εργασιών στη ΔΟΥ σύμφωνα με την ΠΟΛ.1102/14.7.2005 και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ.8 του άρθρου δεύτερου του ν.3845/2010 (Α'65) ή συνεχίζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα και δεν είναι ασφαλισμένοι σε άλλο φορέα, καθώς και στα προστατευόμενα μέλη της οικογενείας τους, εφόσον οι οφειλές τους αφορούν τα έτη 2011, 2012 και 2013 χωρίς να εξετάζεται η ασφαλιστική κατάσταση των ετών 2014, 2015 και 2016 και ο μέσος όρος του συνολικού οικογενειακού τους εισοδήματος για τα ανωτέρω έτη δεν υπερβαίνει τις 12.000 € όπως προβλέπεται στην υποπαράγραφο A3 (υπο Α) της παραγράφου Α του Άρθρου Πρώτου του ν.4254/2014 (ΦΕΚ Α'85).

Επίσης, με τις διατάξεις της παρ. 3, του άρθρου 61, του ν.4369/2016 (Α'33) η ασφαλιστική κάλυψη των ασφαλισμένων του Ο.Α.Ε.Ε., ηλικίας άνω των 30 και έως 65 ετών που διέκοψαν την άσκηση του επαγγέλματος τους, και έχουν κάνει χρήση των διατάξεων της παρ. 8 του άρθρου δεύτερου του ν.3845/2010 (Α', 65) και παραμένουν άνεργοι και ανασφάλιστοι εφόσον δεν έχουν οφειλές προς τον Ο.Α.Ε.Ε. ή έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους και τηρείται η ρύθμιση, παρατείνεται για ένα έτος δηλαδή μέχρι 28.2.2017.


Ο Υφυπουργός
Αναστάσιος Πετρόπουλος

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ

Ε.Ε.Ε.Π. αριθμ. απόφ. 200/11.4.2016 Τροποποίηση της με αριθμό 51/3/26.4.2013 (Β'1147) απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π με τίτλο «Ρυθμίσεις θεμάτων, τα οποία διέπονται από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ως προς την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, οι οποίες επιβάλλονται στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω του διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια».

$
0
0

Αριθμ. απόφ. 200/11.04.2016

(ΦΕΚ Β' 1223/27-4-2016)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΑΙΓΝΙΩΝ (Ε.Ε.Ε.Π.)

Έχοντας υπόψη:

α) Τις διατάξεις των άρθρων 16 έως και 23 του Ν. 3229/2004 (Α'38) και των άρθρων 25 έως και 54 του Ν.4002/2011 (Α'180), όπως αυτές συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των παραγράφων 10 έως 26 του άρθρου 7 του Ν.4038/2012 (Α' 14), τις διατάξεις των άρθρων 22 έως και 24 του Ν.4141/2013 (Α'81), τις διατάξεις του άρθρου 74 του Ν.4170/2013 (Α'163), τις διατάξεις του άρθρου 106 του Ν.4209/2013 (Α'253), τις διατάξεις των άρθρων 34 και 35 του Ν.4223/2013 (Α' 287), τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν.4255/2014 (Α'89), τις διατάξεις του άρθρου 173 του Ν.4261/2014 (Α'107) και συμπληρωματικά, τις διατάξεις του Ν.3051/2002 (Α' 220) όπως ισχύει,

β) τη με αριθμό 56660/1679/22.12.2011 (Β'2910) κοινή απόφαση Υπουργών Οικονομικών - Πολιτισμού και Τουρισμού, με τίτλο «Πιστοποίηση έναρξης λειτουργίας της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.)», γ) τη με αριθμό 2/36411/0004/28.5.2015 (Υ.Ο.Δ.Δ. 385) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με τίτλο «Αποδοχή παραίτησης και διορισμός νέων μελών της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.)»,

δ) τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν.3051/2002 (Α'220) όπως ισχύει,

ε) τη με αριθμό 133/2/3.12.2014 (Β'3508) απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., με τίτλο «Εγκριση Κανονισμού Οργάνωσης, Διάρθρωσης και Λειτουργίας Υπηρεσιακών Μονάδων της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων» όπως ισχύει, στ) τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 54 του Ν.4002/2011 (Α'180), όπως ισχύει, σύμφωνα με την οποία, έως ότου εκδοθεί το προβλεπόμενο στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του Ν.4002/2011 (Α'180) Προεδρικό διάταγμα, με το οποίο θα θεσπιστεί ο Κανονισμός Παιγνίων, τα διεπόμενα από αυτόν θέματα ρυθμίζονται με σχετική απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.,

ζ) τη διάταξη της παραγράφου 12 του άρθρου 50 του Ν.4002/2011 (Α 180), σε συνδυασμό με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ΠΟΛ.1248/13.12.2011 (Β'2854),

η) τις διατάξεις των παραγράφων 7, 8, 9, 10 και 11 του άρθρου 48 του Ν.4002/2011 (Α'180), όπως αυτές προστέθηκαν με την παράγραφο 14 του άρθρου 173 του Ν.4261/2014 (Α'107), σύμφωνα με τις οποίες, μεταξύ άλλων, η Ε.Ε.Ε.Π. με απόφαση της συντάσσει και αναθεωρεί τον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παροχών τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου (black list), καθορίζει τον χρόνο διατήρησης της εγγραφής, καθώς επίσης και τις προϋποθέσεις διαγραφής ή άρσης της εγγραφής,

θ) την ανάγκη καθορισμού του χρόνου διατήρησης της εγγραφής στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παροχών (black list), καθώς επίσης και των προϋποθέσεων διαγραφής ή άρσης της εγγραφής,

ι) τη με αριθμό 51/3/26.4.2013 (Β 1147) απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π με τίτλο: [Τροποποίηση και κωδικοποίηση της με αριθμό 23/3/23.10.2012 (Β'2952) «Ρυθμίσεις θεμάτων, τα οποία διέπονται από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ως προς την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, οι οποίες επιβάλλονται στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω του διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια».],

ια) τις διατάξεις της Οδηγίας 98/34/ΕΚ,

ιβ) τη διαρκή ανάγκη αποτροπής της λειτουργίας ιστοτόπων παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα μη αδειοδοτημένων παροχών, με στόχο την προστασία του κοινού και των παικτών από τη συμμετοχή σε παράνομα δίκτυα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων και τη διασφάλιση του δημόσιου και κοινωνικού συμφέροντος,

ιγ) Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού της Ε.Ε.Ε.Π..

ιδ) την από 08.04.2016 εισήγηση του Προέδρου της Ε.Ε.Ε.Π.

ιε) τη συζήτηση που ακολούθησε, αποφασίζουμε: Την τροποποίηση της με αριθμό 51/3/26.4.2013 (Β'1147) απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π με τίτλο «Ρυθμίσεις θεμάτων, τα οποία διέπονται από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ως προς την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, οι οποίες επιβάλλονται στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω του διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια», ως εξής:

1. Η παράγραφος 2.1 του άρθρου 2 τροποποιείται ως εξής:

«2.1 Μη αδειοδοτημένη παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνίων δια του διαδικτύου υπάρχει όταν είναι δυνατή η πρόσβαση και εγγραφή (registration), εφόσον αυτή επιχειρείται από IP που βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια, σε ιστοτοπο μη αδειοδοτημένου παρόχου. Η χρησιμοποιούμενη τεχνολογία, μέσω της οποίας παρέχεται η πρόσβαση στον ιστοτοπο παροχής των υπηρεσιών αυτών, η κατάληξη της διαδικτυακής του διεύθυνσης καθώς και ο τόπος εγκατάστασης του παρόχου ή του εξοπλισμού του, δεν επηρεάζουν την έννοια της μη αδειοδοτημένης παροχής.».

2. Οι παράγραφοι 4.2 έως και 4.7 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής:

«4.2 Με βάση τα παραπάνω στοιχεία η Ε.Ε.Ε.Π. συντάσσει κατάλογο (black list), στον οποίο καταχωρούνται οι ιστότοποι, από τους οποίους παρέχονται μη αδειοδοτημένες υπηρεσίες τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου χωρίς την προβλεπόμενη άδεια. Για την εγγραφή ιστοτόπου στον κατάλογο (black list), αρκεί να είναι δυνατή η πρόσβαση και εγγραφή (registration) σε αυτόν, από IP που βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια. Η σύνταξη και γνωστοποίηση, κατά τις διατάξεις του νόμου, του καταλόγου αυτού είναι ανεξάρτητη από την επιβολή των προβλεπόμενων, από το νόμο και την παρούσα, διοικητικών κυρώσεων.

4.3 Με απόφαση του Προέδρου της Ε.Ε.Ε.Π., συγκροτούνται εξουσιοδοτημένα κλιμάκια ελέγχου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Τα κλιμάκια, στο πλαίσιο της αρμοδιότητας τους, βεβαιώνουν την προβλεπόμενη στην απόφαση αυτή παράβαση και συντάσσουν σχετική έκθεση.

4.4. Όταν βεβαιώνεται παράβαση που αφορά σε εμπορική επικοινωνία μη αδειοδοτημένου παρόχου ή/ και ιστότοπου/ ονόματος χώρου μη αδειοδοτημένης παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παραγράφου 2.2 του άρθρου 2 της παρούσας, στην έκθεση που συντάσσουν τα κλιμάκια ελέγχου, αναφέρονται, τουλάχιστον, ο διαφημιζόμενος πάροχος ή/και ιστότοπος/ όνομα χώρου, το είδος της εμπορικής επικοινωνίας, το μέσο στο οποίο αυτή διενεργείται και, εφόσον είναι δυνατόν να διακριβωθεί, ο πάροχος των διαφημιστικών υπηρεσιών.

4.5 Σε περίπτωση συρροής παραβάσεων, κάθε μία εξ αυτών καταγράφεται διακεκριμένα στην έκθεση της παραγράφου 4.3.

4.6 Η Ε.Ε.Ε.Π., με απόφασή της, εκδίδει τον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου (black list) κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 48 του Ν. 4002/2011 (Α'180), όπως ισχύει.

4.7 Στον κατάλογο εγγράφονται τα ονόματα χώρου (domain names) ή/και οι ιστότοποι, μέσω των οποίων πραγματοποιείται η μη αδειοδοτημένη παροχή των υπηρεσιών, καθώς επίσης, όταν είναι διαθέσιμα, τα πρόσωπα που παρέχουν μη αδειοδοτημένες υπηρεσίες τυχερών παιγνίων, ή/και οι νόμιμοι εκπρόσωποι, διαχειριστές, εταίροι και μέτοχοι ή/και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου αυτών, καθώς επίσης και κάθε είδους κύρωση που έχει επιβληθεί.».

3. Μετά την παράγραφο 4.7 του άρθρου 4, προστίθενται παράγραφοι 4.8 έως 4.13 ως εξής:

«4.8 Όταν δεν είναι δυνατή η συσχέτιση ιστοτόπου/ ονόματος χώρου, μέσω του οποίου πραγματοποιείται η μη αδειοδοτημένη παροχή των υπηρεσιών, με συγκεκριμένο πρόσωπο, στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτυου (black list), εγγράφεται ο ιστότοπος/όνομα χώρου, με την ένδειξη «Άγνωστος Πάροχος» στο σχετικό πεδίο.

4.9 Η εγγραφή στον κατάλογο (black list), μη αδειοδοτημένου παρόχου ή παρόχου του ιστοτόπου/ονόματος χώρου μη αδειοδοτημένης παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2.2 του άρθρου 2 της παρούσας, γνωστοποιείται σε αυτόν με κάθε πρόσφορο τρόπο.

4.10 Οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτυου (ISPs) με καταστατική έδρα ή έδρα πραγματικής διοίκησης ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελληνική Επικράτεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4172/2013 (Α 167), όπως ισχύει, διακόπτουν άμεσα, χωρίς καθυστέρηση, με την ανάρτηση του καταλόγου αυτού στον ιστότοπο της Ε.Ε.Ε.Π., την πρόσβαση στους ιστοτόπους/ονόματα χώρου που έχουν εγγραφεί στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου (black list), όταν αυτή επιχειρείται από IP που βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια. Οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs) διαβιβάζουν, χωρίς καθυστέρηση, στην Ε.Ε.Ε.Π., με τον τρόπο και στον χρόνο που αυτή ορίζει, κάθε στοιχείο που έχουν στην κατοχή τους και που αφορά στα πρόσωπα, τα οποία έχουν την ιδιοκτησία, τη χρήση ή/και την ευθύνη λειτουργίας ή/και διαχείρισης των ιστοτόπων/ ονομάτων χώρου που έχουν εγγραφεί στον κατάλογο.

4.11 Τα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ιδρύματα πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελληνική Επικράτεια, διακόπτουν, χωρίς καθυστέρηση, με την ανάρτηση του καταλόγου στον ιστότοπο της Ε.Ε.Ε.Π., οποιαδήποτε συναλλαγή καθώς και πληρωμές ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια, σε λογαριασμούς που τηρούν σε αυτά μη αδειοδοτημένοι πάροχοι τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου και διαβιβάζουν, αμελλητί, στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην Ε.Ε.Ε.Π., με τον τρόπο και στον χρόνο που αυτή ορίζει, κατάσταση με κάθε συναλλαγή ποσών συμμετοχής και απόδοσης κερδών, σε ή από λογαριασμούς που τηρούν οι ανωτέρω πάροχοι στα ιδρύματα αυτά. Στην κατάσταση αυτή περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία των λογαριασμών που έχουν συναλλαγεί καθώς και των προσώπων που τους κατέχουν.

4.12 Ο κατάλογος μη αδειοδοτημένων παροχών (black list) αναρτάται στον διαδικτυακό τόπο της Ε.Ε.Ε.Π., η δε ανάρτηση αυτή είναι επαρκής γνωστοποίηση και απόδειξη, προκειμένου οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs) με καταστατική έδρα ή έδρα πραγματικής διοίκησης ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελληνική Επικράτεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4172/2013 (Α'167), όπως ισχύει, καθώς και τα πιστωτικά ιδρύματα και ιδρύματα πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελληνική Επικράτεια, να προβούν, στις προβλεπόμενες από το νόμο και την απόφαση αυτή ενέργειες.

4.13 Οι αποφάσεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων διαβιβάζονται, μαζί με κάθε άλλο διαθέσιμο στοιχείο για τα εγγεγραμμένα στον κατάλογο αυτόν πρόσωπα, στις υπηρεσίες και τους φορείς της Ελληνικής Δημοκρατίας που είναι αρμόδιοι για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος, του ηλεκτρονικού εγκλήματος, της φοροδιαφυγής, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα και κάθε άλλης αξιόποινης πράξης, καθώς επίσης και στις εισαγγελικές Αρχές.».

4. Το άρθρο 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 5 ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ

5.1 Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της απόφασης αυτής, η Ε.Ε.Ε.Π. επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο αυτό έως και στο άρθρο 6.

5.1.1 Εγγραφή στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων (black list). Η εγγραφή στον κατάλογο (black list) επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης μη αδειοδοτημένης παροχής τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου.

5.1.2 Πρόστιμο. Επιβάλλεται ως κύρωση για ορισμένη βεβαιωμένη παράβαση και συντελεί στην αποτροπή από την επανάληψη παρόμοιων πράξεων και παραλείψεων στο μέλλον. Το ύψος του καθοριζόμενου προστίμου πρέπει να έχει το αναγκαίο αποτρεπτικό αποτέλεσμα.

5.1.3 Προσωρινή μέχρι τρεις (3) μήνες, παύση της διοργάνωσης τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.

5.1.4 Ανάκληση της άδειας, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης.

5.2 Οι διοικητικές κυρώσεις των παραγράφων 5.1.2, 5.1.3 και 5.1.4, επιβάλλονται αυτοτελώς ή συνδυαστικά.

5.2.1 Στην περίπτωση που επιβληθεί πρόστιμο για μη αδειοδοτημένη παροχή υπηρεσιών που συντελείται, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παραγράφου 2.2 του άρθρου 2 της παρούσας, επιβάλλεται, υποχρεωτικά, και η κύρωση της παραγράφου

5.1.3. Στην περίπτωση που το υποκείμενο στις κυρώσεις νομικό ή φυσικό πρόσωπο είναι υπότροπος, επιβάλλεται, υποχρεωτικά, η κύρωση της παραγράφου

5.1.4. Υπότροπος είναι το νομικό ή φυσικό πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε μη αδειοδοτημένη παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παραγράφου 2.2 του άρθρου 2 της παρούσας, τουλάχιστον δύο φορές σε διάστημα ενός έτους από τη βεβαίωση της πρώτης παράβασης.

5.3 Οι κάθε είδους γνωστοποιήσεις, ειδοποιήσεις, κλήσεις και επιδόσεις από την Ε.Ε.Ε.Π., δύναται να πραγματοποιούνται και ηλεκτρονικά μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή/και τηλεομοιοτυπίας στο σημείο επικοινωνίας του ελεγχόμενου.

5.4 Οι αποφάσεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων της Ε.Ε.Ε.Π. αναρτώνται στον ιστότοπο της Αρχής.

5.5 Το πρόστιμο καταβάλλεται σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί η Ε.Ε.Ε.Π., εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της πράξης καταλογισμού. Η σχετική κατάθεση συνιστά είσπραξη του αντίστοιχου προστίμου, που αποδεικνύεται με το τραπεζικό έγγραφο της κατάθεσης, στο οποίο ρητά αναφέρεται ως αιτιολογία το είδος του προστίμου, καθώς και τα πλήρη στοιχεία του υπόχρεου. Η Ε.Ε.Ε.Π., όταν ο υπόχρεος προσκομίσει το παραπάνω έγγραφο, εκδίδει και χορηγεί το αντίστοιχο παραστατικό είσπραξης.

5.6 Στην περίπτωση που το πρόστιμο δεν καταβληθεί εντός της ως άνω προθεσμίας, βεβαιώνεται και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

5.7 Στην περίπτωση επιβολής κυρώσεων σε μη αδειοδοτημένο πάροχο και εφόσον, με οποιονδήποτε τρόπο, διαπιστωθεί από την Ε.Ε.Ε.Π., ότι αυτός κατέχει άδεια σε άλλη δικαιοδοσία, ενημερώνεται σχετικά η αρμόδια ρυθμιστική Αρχή έκδοσης της άδειας αυτής.».

5. Το άρθρο 6 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 6 ΠΡΟΣΤΙΜΑ

6.1 ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΜΕΝΟΥΣ ΠΑΡΟΧΟΥΣ

6.1.1 Για κάθε ιστότοπο μέσω του οποίου πραγματοποιείται μη αδειοδοτημένη παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνίων, επιβάλλεται στον μη αδειοδοτημένο πάροχο ή στον πάροχο ο οποίος προβαίνει σε μη αδειοδοτημένη παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παραγράφου 2.2 του άρθρου 2 της παρούσας, πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.

6.1.2 Στην περίπτωση συμμετοχής ανηλίκου σε τυχερό παίγνιο που παρέχεται από μη αδειοδοτημένο πάροχο ή πάροχο που προβαίνει σε μη αδειοδοτημένη παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παραγράφου 2.2 του άρθρου 2 της παρούσας, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ ανά παικτική συνεδρία.

6.2 ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΣΕ ΤΡΙΤΟΥΣ

6.2.1 Η εμπορική επικοινωνία μη αδειοδοτημένης παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του άρθρου 2 της παρούσας, επιφέρει για το πρόσωπο που σχεδιάζει ή/και οργανώνει ή/και υλοποιεί ή/και προωθεί ή/και προβάλλει ενέργειες εμπορικής επικοινωνίας, τις κυρώσεις που προβλέπονται στη με αριθμό 163/4Γ/09.07.2015 (Β'1824) απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., όπως ισχύει.

6.2.2 Στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs) με καταστατική έδρα ή έδρα πραγματικής διοίκησης ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4172/2013 (Α'167), όπως ισχύει, οι οποίοι επιτρέπουν την πρόσβαση σε ιστότοπο/όνομα χώρου, μέσω του οποίου πραγματοποιείται μη αδειοδοτημενη παροχή υπηρεσιών, κατά παράβαση της διάταξης της παραγράφου 4.10 του άρθρου 4 της παρούσας, επιβάλλεται πρόστιμο είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ ανά ιστότοπο, για κάθε ημέρα μη διακοπής της πρόσβασης. 'Εστω και μία επίσκεψη του κλιμακίου ελέγχου στον ιστότοπο κατά τη διάρκεια μίας ημέρας, τεκμαίρει τη διατήρηση της ανωτέρω πρόσβασης για την ημέρα αυτή.

6.2.3 Στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs) με καταστατική έδρα ή έδρα πραγματικής διοίκησης ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4172/2013 (Α'167), όπως ισχύει, οι οποίοι παραβαίνουν την υποχρέωση κοινοποίησης στην Ε.Ε.Ε.Π. των στοιχείων της διάταξης της παραγράφου 4.10 του άρθρου 4 της παρούσας, επιβάλλεται πρόστιμο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ανά μη γνωστοποιούμενο πρόσωπο.

6.2.4 Στα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ιδρύματα πληρωμών που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα και παραβαίνουν τις υποχρεώσεις της διάταξης της παραγράφου 4.11 του άρθρου 4 της παρούσας, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το δεκαπλάσιο κάθε ποσού που διακινήθηκε και τουλάχιστον ίσο με πεντακόσια (500) ευρώ.».

6. Το άρθρο 7 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 7
ΧΡΟΝΟΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΜΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΜΕΝΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ

7.1 Φυσικό και νομικό πρόσωπο, όνομα χώρου ή/και ιστότοπος που έχουν εγγραφεί στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων (black list), παραμένουν, υποχρεωτικά, εγγεγραμμένοι για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός (1) έτους από την ημερομηνία εγγραφής τους.

7.2 Μετά το πέρας του έτους σύμφωνα με τα ως άνω αναφερόμενα, το εγγεγραμμένο στον κατάλογο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μπορεί, με αίτηση του στην Ε.Ε.Ε.Π., να ζητήσει τη διαγραφή αυτού ή/και του ιστοτόπου/ ονόματος χώρου από τον κατάλογο, εφόσον από την αίτηση και τα συνοδευτικά αυτής στοιχεία, αποδεικνύεται ότι, έχει προβεί στην πλήρη παύση της διοργάνωσης τυχερών παιγνίων στην Ελληνική Επικράτεια.

7.3 Κατά τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης, η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να ζητά από τον αιτούντα να προσκομίσει πρόσθετα στοιχεία, βεβαιώσεις, πιστοποιήσεις, αναφορές, που τεκμηριώνουν τα ανωτέρω ή/και να διενεργεί η ίδια σχετικούς, επιτόπιους ή εξ αποστάσεως ελέγχους στις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό των αιτούντων ή/και των συνεργαζόμενων με αυτούς προσώπων και να παρέχει σχετικές οδηγίες.

7.4 Η Ε.Ε.Ε.Π. αποφασίζει επί της διαγραφής, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την επομένη της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της παραπάνω προθεσμίας, τεκμαίρεται η απόρριψη της αίτησης διαγραφής.

7.5 Εφόσον διαπιστωθεί από την Ε.Ε.Ε.Π. σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, ότι φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για τα οποία έγινε δεκτή η αίτηση διαγραφής από τον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παροχών (black list), διοργανώνουν τυχερά παίγνια στην Ελληνική Επικράτεια, με τρόπο που αντίκειται στις κείμενες διατάξεις, τα πρόσωπα αυτά καθώς και οι ιστότοποι/ ονόματα χώρου, μέσω των οποίων διοργανώνονται τα παίγνια αυτά, επανεγγράφονται στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παροχών (black list) και παραμένουν εγγεγραμμένα σε αυτόν για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών. Μετά το πέρας των πέντε (5) ετών, τα ως άνω πρόσωπα μπορούν να επανυποβάλλουν την αίτηση της παραγράφου 2.».

7. Μετά το άρθρο 7 προστίθενται άρθρα 8 και 9, ως εξής:

«Άρθρο 8 ΑΡΣΗ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΜΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΜΕΝΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ

8.1 Άρση της εγγραφής στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων (black list), χωρεί με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., κατόπιν αίτησης του φυσικού ή νομικού προσώπου που έχει εγγραφεί σε αυτόν, αποκλειστικά στις παρακάτω περιπτώσεις:

8.1.1 Προσκομιστούν στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης εγγραφής δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εγγραφής στον κατάλογο ή η μη υποβολή των στοιχείων αυτών στην Ε.Ε.Ε.Π., κατόπιν σχετικού αιτήματος της και μέχρι την έκδοση της απόφασης εγγραφής, δεν οφείλεται σε δόλο ή βαριά αμέλεια του αιτούντος ή/και των συνεργαζόμενων με αυτόν προσώπων για την παροχή των υπηρεσιών του ή/ και των αρμόδιων για την αδειοδότησή του ρυθμιστικών Αρχών και τα οποία, εάν είχαν τεθεί υπόψη της Ε.Ε.Ε.Π., δεν θα εκδίδετο η απόφαση εγγραφής.

8.1.2 Κατόπιν αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, με την οποία ακυρώνεται η απόφαση εγγραφής.

8.2 Η αίτηση υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του καταλόγου μη αδειοδοτημένων παροχών (black list).

Άρθρο 9 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Η ισχύς της διάταξης της παραγράφου 5.1.4 της απόφασης αυτής αναστέλλεται μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 45 του Ν.4002/2011 (Α'180) ή μέχρι τη ρύθμιση του θέματος από την Ελληνική Πολιτεία με οποιονδήποτε τρόπο.».

8. Το άρθρο 7 αναριθμείται σε άρθρο 10.

9. Έλεγχοι μη αδειοδοτημένης παροχής υπηρεσιών τυχερών παιγνίων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του άρθρου 2 της με αριθμό 51/3/26.4.2013 (Β 1147), οι οποίοι, κατά τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, δεν έχουν ολοκληρωθεί ή, επί των αποτελεσμάτων τους, δεν έχει ληφθεί απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., τελούν υπό την ισχύ της απόφασης αυτής.

10. Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 14 Απριλίου 2016

Ο Πρόεδρος
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΤΕΡΓΙΩΤΗΣ

Εγκύκλιος Ι.Κ.Α. αρ. 12/21.4.2016 Καταβολή σύνταξης σε οφειλέτη - συνταξιούχο με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης. Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 21 του Ν.4337/2015

$
0
0

Αθήνα, 21 / 4 / 2016
Αριθ. Πρωτ. Σ22/3

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΣΦ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Ταχ. Δ/νση: Αγ. Κων/νου 8 (10241)
Πληροφορίες :Μ. Πολυχρονοπούλου
Αριθ. Τηλεφώνου:2105215281
FAX: 2105228747
e-mail: diefpar@ika.gr

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ: 12

ΘΕΜΑ: «Καταβολή σύνταξης σε οφειλέτη - συνταξιούχο με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης. Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 21 του Ν.4337/2015»


ΣΧΕΤ : α) Η 68/2014 εγκύκλιος της Διεύθυνσής μας.

β)Το Φ.1500/οικ.49926/2148/13.1.2016 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις της παρ.1 περ. η του άρθρου 21 του Ν.4337/2015 «Μέτρα για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» (ΦΕΚ 129/17-10-2015 τ. Α') με τις οποίες καταργούνται οι διατάξεις των παρ. 1 έως 3 του άρθρου 38 του Ν.4331/2015 «Μέτρα για την ανακούφιση των Ατόμων με Αναπηρία (ΑμεΑ), την απλοποίηση της λειτουργίας των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.ΠΑ.), καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και συναφή ασφαλιστικά ζητήματα και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 69/2-7-2015 τ. Α') που αφορούν στην καταβολή της σύνταξης σε οφειλέτες ασφαλιστικών εισφορών και σας γνωρίζουμε τα εξής:

Ι. Με την εγκύκλιο 68/2014 δώσαμε οδηγίες, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 61 του Ν.3863/2010 όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Ν.3996/2011, συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 32 του Ν.4075/2012 και υλοποιήθηκαν με την Φ1500/οικ.9696/195/08-08- 2014 Υπουργική Απόφαση, σύμφωνα με τις οποίες, στους υποψήφιους συνταξιούχους με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, που είχαν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές δόθηκε η δυνατότητα παρακράτησης των οφειλών από την σύνταξη που καταβάλει ο απονέμων φορέας, εφόσον το οφειλόμενο ποσό από ασφαλιστικές εισφορές και αναγνωρίσεις δεν ήταν μεγαλύτερο των τριάντα (30) μηνιαίων συντάξεων κατωτάτων ορίων συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, με ανώτατο όριο το ποσό των 15.000 ευρώ ή 20.000 ευρώ εάν συμμετέχων φορέας ήταν ο Ο.Α.Ε.Ε..

Το παραπάνω ποσό οφειλής συμψηφίζονταν ή παρακρατούνταν από το ποσό της σύνταξης σε ίσες μηνιαίες δόσεις, που δεν ήταν δυνατό να υπερβαίνουν τις σαράντα (40) και κατέλαβε τα συνταξιοδοτικά αιτήματα που υποβλήθηκαν από 15.9.2014 και μετά, καθώς και για όσα δεν είχε εκδοθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή οριστική απόφαση συνταξιοδότησης.

ΙΙ. Στη συνέχεια από 2.7.2015 (ημερομηνία ισχύος του Ν.4331/2015) με τις διατάξεις των παρ. 1-3 του άρθρου 38 του ν.4331/2015 αντικαταστάθηκαν οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 61 Ν.3863/10 όπως ίσχυαν και τροποποιήθηκε το ανωτέρω νομοθετικό πλαίσιο, ως προς το ύψος του οφειλόμενου ποσού και τον αριθμό των δόσεων.

Ειδικότερα, αυξήθηκε το ύψος της οφειλής που παρακρατείται μηνιαίως από την καταβαλλόμενη σύνταξη μέσω της αύξησης του αριθμού των κατωτάτων ορίων από 30 σε 55 κατώτατα όρια και μέχρι του ποσού των €25.000 ευρώ.

Σημειώνουμε ότι με τη ρύθμιση αυτή λαμβάνονται υπόψη τα κατώτατα όρια που ισχύουν για κάθε φορέα ανά κατηγορία σύνταξης (γήρατος, αναπηρίας, θανάτου) και όχι μόνο το κατώτατο όριο λόγω γήρατος. Συνεπώς, εάν στους φορείς υφίστανται διαφορετικά κατώτατα όρια για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, ανάλογα διαφοροποιείται και το ποσό της οφειλής που μπορεί να παρακρατηθεί από τις συντάξεις.

Στο ποσό της οφειλής περιλαμβάνεται η κύρια οφειλή, τα πρόσθετα τέλη ή τόκοι λόγω καθυστέρησης καταβολής, λοιπές επιβαρύνσεις καθώς και τυχόν οφειλές από αναγνωρίσεις χρόνων ασφάλισης.

Επιπλέον προβλέπεται αύξηση του αριθμού των δόσεων από 40 σε 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την πρώτη δόση να παρακρατείται από την σύνταξη του πρώτου μήνα έναρξης του δικαιώματος συνταξιοδότησης. Συνεπώς, εάν ο ασφαλισμένος δικαιούται αναδρομικές συντάξεις, η μηνιαία παρακράτηση διενεργείται και επί των αναδρομικών συντάξεων.

Στο σημείο αυτό διευκρινίζουμε ότι οι ουσιώδεις διαφοροποιήσεις που επήλθαν από τις παραπάνω διατάξεις αφορούσαν:

α) Την μεταβολή του ανώτατου ορίου παρακράτησης το οποίο ανερχόταν οτις 25.000,00 ευρώ

β) Το ανώτατο όριο παρακράτησης υπολογίζονταν στο 55πλάσιο του κατωτάτου ορίου ανά κατηγορία σύνταξης όπως αυτό ισχύει κάθε φορά για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους και όχι στο κατώτατο όριο λόγω γήρατος που γινόταν με τις προϊσχύουσες διατάξεις.

γ) Στο ποσό της οφειλής που μας γνωστοποιούσε ο συμμετέχων φορέας συμπεριλαμβάνονταν η κύρια οφειλή από εισφορές, τα πρόσθετα τέλη, οι τόκοι, οι επιβαρύνσεις καθώς και τα ποσά από αναγνωρίσεις πλασματικών χρόνων, χωρίς διαχωρισμό σε κεφάλαιο και τόκους.

Τα παραπάνω εφαρμόζονται:

α) για αιτήσεις που υποβλήθηκαν από την ισχύ του νόμου δηλαδή από 2.7.2015 μέχρι και 16.10.2015 και

β) για αιτήσεις που υποβλήθηκαν μέχρι και την 16/10/2015 για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί η βεβαίωση οφειλής ή έχει εκδοθεί η βεβαίωση της οφειλής αλλά δεν έχει παρέλθει η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 6 του π.δ. 258/1983 δίμηνη προθεσμία για την εφάπαξ καταβολή του κατά περίπτωση υπερβάλλοντος ποσού οφειλής

Για διευκόλυνσή σας και καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω σας παραθέτουμε πίνακα με το ανώτατο όριο παρακράτησης ανά κατηγορία και τρόπο υπολογισμού σύνταξης καθώς και σχετικό παράδειγμα.

ΠΑΛΑΙΟΙ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΙ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΠΟΣΟ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΟΡΙΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟ ΟΡΙΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ (ΟΦΕΙΛΕΣ ΑΠΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ, ΠΟΣΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΝ)
ΓΗΡΑΤΟΣ - ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ 486,84 x 55 = 26.776,20 25.000,00
ΘΑΝΑΤΟΥ 438,16 x 55 = 24.098,80 24.098,80

ΝΕΟΙ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΙ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΠΟΣΟ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΟΡΙΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟ ΟΡΙΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ (ΟΦΕΙΛΕΣ ΑΠΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ, ΠΟΣΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΝ)
ΓΗΡΑΤΟΣ - ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ 495,74 x 55 = 27.265,70 25.000,00
ΘΑΝΑΤΟΥ 396,58 x 55 = 21.811.90 21.811.90

Παράδειγμα:

Άνδρας την 1/2/2015 υποβάλει συνταξιοδοτικό αίτημα λόγω γήρατος με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, με αναγνώριση πλασματικών χρόνων και συνυπολογισμό χρόνου ασφάλισης στον ΟΑΕΕ.

Η οφειλή του στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από αναγνωρίσεις πλασματικών χρόνων ανέρχεται σε 7.000 ευρώ.

Ο ΟΑΕΕ μας γνωστοποιεί τα ασφαλιστικά του στοιχεία που απαιτούνται για τον υπολογισμό της τμηματικής σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.3232/04, (ημέρες ασφάλισης, συντάξιμες αποδοχές, Κ.Ο., τυχόν ποσό σύνταξης από αυτοτελές δικαίωμα, κ.λπ.) και οφειλή που ανέρχεται σε 16.000 ευρώ.

Επειδή το συνολικό ποσό της οφειλής δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο παρακράτησης ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δηλ. τα 25.000 ευρώ (16.000+7.000=23.000ευρώ) θα προβούμε σε έκδοση συνταξιοδοτικής απόφασης.

Η συνολική οφειλή 23.000 ευρώ θα κατανεμηθεί σε 60 δόσεις με παρακράτηση της οφειλής από τη σύνταξη που θα του χορηγηθεί δηλαδή 23.000:60=383,33 ευρώ.

Εάν η σύνταξη είναι ύψους 950 ευρώ, με παρακράτηση 383,33 ευρώ μηνιαίως για 60 μήνες, θα χορηγείται το υπόλοιπο εκ 566,67 ευρώ για το διάστημα αυτό.

Το ποσό της οφειλής, για τον συμμετέχοντα φορέα ΟΑΕΕ, θα συμψηφιστεί με το ποσό της συμμετοχής του στην δαπάνη της συνταξιοδότησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.3232/2004.

ΙΙΙ. Όμως από 17.10.2015 ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων της παρ. 1 περ. η του άρθρου 21 του Ν.4337/2015 καταργούνται οι διατάξεις των παρ. 1 έως 3 του άρθρου 38 του Ν.4331/2015 και επανέρχεται σε ισχύ το πρότερο καθεστώς που ίσχυε έως την 02.07.2015 (ημερομηνία δημοσίευσης του Ν.4331/2015) με τις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν.3863/2010, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 43 του Ν.3996/2011 και προστέθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 32 του Ν.4075/2012.

Κατά συνέπεια το ύψος του ποσού που δύναται να παρακρατηθεί από την σύνταξη του υποψήφιου συνταξιούχου, από οποιαδήποτε αιτία (κύρια οφειλή, πρόσθετα τέλη ή τόκοι λόγω καθυστέρησης καταβολής, λοιπές επιβαρύνσεις καθώς και τυχόν οφειλές από αναγνωρίσεις χρόνων ασφάλισης), επανέρχεται στο όριο των 20.000 € για τον Ο.Α.Ε.Ε. και 15.000 € για τα υπόλοιπα Ταμεία, πλην Ο.Γ.Α., ο δε αριθμός των δόσεων που δύνανται να παρακρατηθούν από τη σύνταξη επανέρχεται στις σαράντα (40).

Ευνόητο είναι ότι τυχόν διαφοροποίηση στο ποσό του κατωτάτου ορίου επηρεάζει και το ποσό της οφειλής που μπορεί να παρακρατηθεί.

Η διαδικασία κατανομής και καταβολής της οφειλής του υποψήφιου συνταξιούχου μεταξύ των ασφαλιστικών φορέων που συμμετέχουν στη διαδικασία συνταξιοδότησης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, η οποία καθορίστηκε με τις διατάξεις της Υ.Α. Φ.1500/οικ.9696/195/08.08.2014, και εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 32 του ν. 4075/2012, ισχύει ως έχει για όλα τα Ταμεία, πλην Ο.Γ.Α..

Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό, ότι οι διατάξεις του άρθρου 68 του ν. 4144/2013 περί διακανονισμού καθυστερούμενων οφειλών στον Ο.Γ.Α., ορίζουν ρητά ότι οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4 του άρθρου 61 του ν. 3863/2010, όπως ίσχυαν μέχρι την έκδοση του ν. 4144/2013, δεν εφαρμόζονται στον Ο.Γ.Α..

Ως εκ τούτου, η δυνατότητα παρακράτησης των ασφαλιστικών εισφορών μέσω της σύνταξης δεν έχει εφαρμογή στον Ο.Γ.Α. στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης.

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΚΚΡΕΜΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ

Ανακεφαλαιώνοντας τα ανωτέρω για την αντιμετώπιση των εκκρεμών αιτήσεων που υποβλήθηκαν για συνταξιοδότηση με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης επισημαίνουμε τα εξής:

1. Οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 4331/2015, που αφορούν ύψος οφειλής μέχρι 25.000 ευρώ και παρακράτηση μέχρι 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ισχύουν: α) για αιτήσεις που υποβλήθηκαν από 2/7/2015 μέχρι και την 16/10/2015 και β) για αιτήσεις που υποβλήθηκαν μέχρι και την 16/10/2015 για τις οποίες όμως δεν έχει εκδοθεί βεβαίωση οφειλής ή έχει εκδοθεί βεβαίωση οφειλής αλλά δεν έχει παρέλθει η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 6 του π.δ. 258/1983 δίμηνη προθεσμία για την εφάπαξ καταβολή του κατά περίπτωση υπερβάλλοντος ποσού οφειλής.

2. Οι διατάξεις του άρθρου 61 του Ν.3863/2010 όπως ισχύουν, που αφορούν ύψος οφειλής μέχρι 20.000 ευρώ και παρακράτηση μέχρι 40 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ισχύουν για αιτήσεις που υποβλήθηκαν από 17.10.2015 και μετά. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι οδηγίες της εγκυκλίου 68/2014.


ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η ΤΜΗΜΑΤΑΡΧΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

Η ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΓΔΟΝΤΑΚΗ

Αριθ. πρωτ.: ΔΤΔ Δ 1068393 ΕΞ 2016/28.4.2016 Εγγύηση για ενδεχόμενη ή υπάρχουσα τελωνειακή οφειλή από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και, ενδεχομένως, άλλες τελωνειακές επιβαρύνσεις - Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας

$
0
0
Αθήνα, 28 Απριλίου 2016
Αρ. Πρωτ.:ΔΤΔ Δ 1068393 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Κ. Μιχαλακόπουλος
Τηλέφωνο: 2106987438
FAX: 2106987459
Email: d19diadi@otenet.gr

ΘΕΜΑ: «Εγγύηση για ενδεχόμενη ή υπάρχουσα τελωνειακή οφειλή από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και, ενδεχομένως, άλλες τελωνειακές επιβαρύνσεις - Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας»

ΣΧΕΤ. :

Σε συνέχεια της ανωτέρω σχετικής Ε.Δ.Υ.Ο. παραθέτουμε ακολούθως τις κυριότερες αλλαγές που επιφέρει ο Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας (ΕνΤΚ) Καν. 952/2013 (L 269/ 10.10.2013), καθώς και των νομοθετικών πράξεων που πλαισιώνουν αυτόν, στον τομέα της Εγγύησης για ενδεχόμενη ή υπάρχουσα τελωνειακή οφειλή από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και, ενδεχομένως, άλλες τελωνειακές επιβαρύνσεις.

Ειδικότερα 

Εγγύηση για ενδεχόμενη ή υπάρχουσα τελωνειακή οφειλή (άρθρο 89.1 του ΕνΤΚ)

Σύμφωνα με το άρθρο 89.1 του Ενωσιακού Κώδικα (ΕνΤΚ), οι εγγυήσεις που απαιτείται να παρασχεθούν για τελωνειακούς σκοπούς σύμφωνα με την τελωνειακή νομοθεσία καλύπτουν την ανάκτηση τόσο των τελωνειακών οφειλών που έχουν γεννηθεί (όχι σε αναστολή-μη ανασταλτικά τελωνειακά καθεστώτα) όσο και των τελωνειακών οφειλών που ενδέχεται να γεννηθούν (σε αναστολή- ανασταλτικά/ειδικά τελωνειακά καθεστώτα και τελωνειακοί προορισμοί).

Ο ορισμός της τελωνειακής οφειλής αποτυπώνεται στο άρθρο 5, σημείο 18, του ΕνΤΚ και περιλαμβάνει το ποσό του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού.

Γεωγραφική ισχύς της εγγύησης (άρθρο 89.2 του ΕνΤΚ)

Σύμφωνα με το άρθρο 89.2 του ΕνΤΚ, όταν απαιτείται η σύσταση εγγύησης από τις τελωνειακές αρχές, αυτή καλύπτει τόσο τους δασμούς όσο και τις άλλες επιβαρύνσεις προβλεπόμενες από την κοινοτική ή/και την εθνική νομοθεσία, όταν χρησιμοποιείται για την

• για την κάλυψη των υπαγόμενων εμπορευμάτων σε καθεστώς Ενωσιακής Διαμετακόμισης,

• σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη της Ένωσης.

Κατά συνέπεια, όταν η γεωγραφική ισχύς της εγγύησης εκτείνεται σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, αυτή καλύπτει τόσο τους δασμούς όσο και τους εθνικούς πόρους που συνδέονται με την εισαγωγή ή την εξαγωγή των σχετικών εμπορευμάτων.

Όταν όμως η γεωγραφική ισχύς της εγγύησης εκτείνεται μόνο στο κράτος μέλος που απαιτείται η σύσταση της (εγγύηση που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκτός του κράτους μέλους στο οποίο απαιτείται), αυτή καλύπτει τουλάχιστον το ποσό του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού. Στις περιπτώσεις που η γεωγραφική ισχύς της εγγύησης είναι μόνο εθνική και η τελωνειακή νομοθεσία ενός κράτους μέλους προβλέπει την απαίτηση σύστασης εγγύησης για τους εθνικούς πόρους, η εγγύηση καλύπτει και αυτές τις (εθνικές) λοιπές επιβαρύνσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην εθνική νομοθεσία.

Μη αποδεσμευμένη εγγύηση (άρθρο 89.4 του ΕνΤΚ)

Σύμφωνα με το άρθρο 89.4 του ΕνΤΚ, με την επιφύλαξη παροχής συμπληρωματικής εγγύησης, πέραν της ήδη υφιστάμενης, ή την αντικατάσταση ήδη υπάρχουσας, οι τελωνειακές αρχές απαιτούν τη σύσταση μιας μόνο εγγύησης για συγκεκριμένα εμπορεύματα ή για συγκεκριμένη διασάφηση. Η εγγύηση που παρέχεται για συγκεκριμένη διασάφηση εφαρμόζεται στο ποσό του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού που αντιστοιχεί στην τελωνειακή οφειλή και (ενδεχομένως, εφόσον υφίσταται περίπτωση) στις άλλες επιβαρύνσεις που αφορούν όλα τα εμπορεύματα που καλύπτονται από τη διασάφηση αυτή ή παραλαμβάνονται βάσει αυτής, έστω και αν η διασάφηση αυτή είναι ανακριβής. Η εγγύηση θα καλύπτει και τα μη δηλωθέντα ή εσφαλμένα δηλωθέντα εμπορεύματα που περιλαμβάνονται σε μια διασάφηση.

Στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται μετά την διενέργεια εκ των υστέρων ελέγχων γένεση τελωνειακής οφειλής, η εγγύηση που δεν έχει αποδεσμευθεί, μπορεί να χρησιμοποιείται επίσης, εντός των ορίων του εγγυημένου ποσού, για την είσπραξη των ποσών του εισαγωγικού ή του εξαγωγικού δασμού και (ενδεχομένως, εφόσον υφίσταται περίπτωση) των λοιπών επιβαρύνσεων που πρέπει να καταβληθούν.

Μη απαίτηση εγγύησης
[άρθρο 89 παρ. 7, 8 και 9 ΕνΤΚ - άρθρο 81 του Καν. 2446/15 (DA)]

Στο άρθρο 89 παρ. 7 και 8 του ΕνΤΚ περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις μη απαίτησης εγγύησης και στην παρ.9 προβλέπεται περίπτωση άρσης της απαίτησης προς παροχή εγγύησης.

Ειδικές περιπτώσεις που αφορούν τη μη απαίτηση εγγύησης, όταν τα εμπορεύματα έχουν υπαχθεί σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής, περιλαμβάνονται στο άρθρο 81, του Καν. 2446/15 «Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμός» (DA).

Υποχρεωτική εγγύηση/Προαιρετική εγγύηση (άρθρα 89.7&8, 90, 91, 148.2.γ, 210, 211.3.γ ΕνΤΚ)

Η κείμενη τελωνειακή νομοθεσία (κοινοτική ή εθνική) προσδιορίζει κάθε φορά τον χαρακτήρα της εγγύησης δηλαδή τις περιπτώσεις όπου η σύσταση της εγγύησης καθίσταται υποχρεωτική ή προαιρετική, ενώ αντίθετα, σε δεδομένες περιπτώσεις, δεν επιτρέπει στις τελωνειακές αρχές να απαιτούν την σύσταση της. Εφόσον είναι προαιρετική και η κείμενη νομοθεσία προβλέπει την παροχή της, αυτή καθίσταται απαιτητή.
Σύμφωνα με το άρθρο 148.2.γ του Εν.Τ.Κ. η παροχή εγγύησης για την έκδοση της άδειας προσωρινής εναπόθεσης (λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης υπό τη διαχείριση τρίτων εκτός τελωνειακής αρχής) είναι πλέον -εκ του ΕΝ.Τ.Κ.- υποχρεωτική.

Σύμφωνα με το άρθρο 211.3.γ του Εν.Τ.Κ. η παροχή εγγύησης για την έκδοση της άδειας για

α)την εφαρμογή καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεξαγωγή ή τελειοποίησης προς επανεισαγωγή, προσωρινής εισαγωγής ή ειδικού προορισμού,

β) τη λειτουργία εγκαταστάσεων αποθήκευσης που προορίζονται για την τελωνειακή αποταμίευση εμπορευμάτων, εκτός από τις περιπτώσεις όπου υπεύθυνη για τη λειτουργία της εγκατάστασης αποθήκευσης είναι η ίδια

η τελωνειακή αρχή, χορηγείται μόνο σε πρόσωπα τα οποία, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ενδέχεται να γεννηθεί τελωνειακή οφειλή από δασμούς ή άλλες επιβαρύνσεις για εμπορεύματα τα οποία έχουν υπαχθεί σε ειδικό καθεστώς, παρέχουν εγγύηση.

Κατά συνέπεια, στις περιπτώσεις των κατά τον ΕνΤΚ ειδικών τελωνειακών καθεστώτων, για την έκδοση της άδειας χρήσης των ειδικών καθεστώτων του άρθρου 210 του ΕνΤΚ εναπόθεσης είναι πλέον -εκ του ΕΝ.Τ.Κ.- υποχρεωτική.

Τριτεγγυητής - Δηλώσεις Τριτεγγύησης [άρθρο 94 ΕνΤΚ/άρθρο 151 του Καν.2447/15 (ΙΑ)]

• Ανάληψη υποχρέωσης από τριτεγγυητή (μορφή εγγύησης : τριτεγγύηση)

Η τριτεγγύηση παρέχεται μέσα από δήλωση ανάληψης υποχρέωσης (δήλωση τριτεγγύησης) από τον τριτεγγυητή απευθείας στην τελωνειακή αρχή η οποία απαιτεί την παροχή της από τον οφειλέτη ή το πρόσωπο που ενδέχεται να καταστεί οφειλέτης. Ο τριτεγγυητής εγκρίνεται από τις τελωνειακές αρχές που απαιτούν την εγγύηση, εκτός αν πρόκειται για πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική εταιρεία διαπιστευμένα στην Ένωση σύμφωνα με τις ισχύουσες ενωσιακές διατάξεις (άρθρο 94 ΕνΤΚ). Ειδικά για τις τραπεζικές εγγυήσεις, το νομικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων στη χώρα μας είναι πλέον ο Ν.4261/14, ενώ για την αποδοχή εγγυητικών τίτλων πιστωτικών ιδρυμάτων θα πρέπει οι υπηρεσίες σας να προβαίνουν στην αναζήτηση τους από την ιστοσελίδα της Τράπεζας της Ελλάδος, λαμβάνοντας υπόψη το στοιχείο της απαίτησης της εγκατάστασης του πιστωτικού ιδρύματος, ως τριτεγγυητή στο τελωνειακό έδαφος της Ε. Ένωσης και τη δυνατότητα τους να παρέχουν υπηρεσίες τριτεγγύησης στην Ελλάδα. (σχετικό το σημείο 7 της Δ19Δ 5018595 ΕΞ 2013/14-5-2013 ΕΔΥΟ).

Σύμφωνα με το άρθρο 82 του Καν. 2446/15 (DA), ο τριτεγγυητής πρέπει να ορίσει έναν αντίκλητο σε κάθε Κράτος Μέλος στο οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί η τριτεγγύηση (ενωσιακή/περισσότερα του ενός Κ-Μ γεωγραφική ισχύς εγγύησης).

• Εγγύηση υπό μορφή ανάληψης υποχρέωσης από τριτεγγυητή

Η έγκριση ανάληψης υποχρέωσης από τριτεγγυητή, η ανάκληση της έγκρισης από την τελωνειακή αρχή, η παραίτηση του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις, καθώς και οι υποχρεώσεις του τριτεγγυητή ακόμη και μετά την παραίτηση του, προβλέπονται στο άρθρο 151 του Καν.2447/15 (ΙΑ).

• Εγγυητικοί Τίτλοι Τριτεγγύησης - Δηλώσεις Τριτεγγύησης

Τα υποδείγματα των εγγυητικών τίτλων/δηλώσεων τριτεγγύησης αποτυπώνονται στα παραρτήματα

32-01 Μεμονωμένη εγγύηση

32-02 Μεμονωμένη εγγύηση με τίτλους

32-03 Συνολική εγγύηση

Με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 151 και του άρθρου 160 του Καν.2447/15 (ΙΑ), κάθε κράτος μέλος μπορεί, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, να επιτρέψει την ανάληψη υποχρέωσης από τριτεγγυητή υπό μορφή διαφορετική αυτών που αναφέρονται στα παραρτήματα 32¬01, 32-02 και 32-03, εφόσον έχει το ίδιο έννομο αποτέλεσμα.

Συνολικές Εγγυήσεις

Συνολική εγγύηση (άρθρο 89.5, 95.1 ΕνΤΚ) - Ποσό αναφοράς συνολικής εγγύησης [άρθρο 155 του Καν.2447/15 (ΙΑ)]

Οι τελωνειακές αρχές μπορούν να εγκρίνουν τη σύσταση συνολικής εγγύησης για να καλύψουν το ποσό του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού που αντιστοιχεί στην τελωνειακή οφειλή (ή, ενδεχομένως, και των λοιπών επιβαρύνσεων) που αφορά δύο ή περισσότερες πράξεις, διασαφήσεις. Η συνολική εγγύηση θα πρέπει να καλύπτει ταυτόχρονα δύο ή περισσότερες πράξεις, ή διασαφήσεις, όσον αφορά οφειλές που ενδέχεται να γεννηθούν ή οφειλές που έχουν ήδη γεννηθεί. Για τον υπολογισμό του ποσού της (υποχρεωτικής, ή προαιρετικής που καθίσταται απαιτούμενη- «υποχρεωτική») συνολικής εγγύησης είναι αναγκαίος ο καθορισμός του ποσού αναφοράς αυτής. Το εγγυημένο ποσό της συνολικής εγγύησης (ποσό του εγγυητικού τίτλου αυτής -ή του αθροίσματος των εγγυητικών τίτλων που θα απαρτίζουν αυτήν-) θα υπολογίζεται επί τη βάση ενός ποσού αναφοράς.

Καθορισμός ποσού αναφοράς συνολικής εγγύησης

Για τον καθορισμό του ποσού αναφοράς θα ακολουθούνται οι εξής κανόνες που θέτει το άρθρο 155 του Καν.2447/15 (ΙΑ).

1. Με εξαίρεση τη δυνατότητα μείωσης του ποσού της συνολικής εγγύησης, ή και απαλλαγής από την υποχρέωση παροχής της, το ποσό της συνολικής εγγύησης ισούται με ποσό αναφοράς που θα καθορίζει το τελωνείο εγγύησης.

2. Όταν απαιτείται να παρασχεθεί συνολική εγγύηση για εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και λοιπές επιβαρύνσεις, το ποσό των οποίων μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα κατά τον χρόνο που απαιτείται η εγγύηση, το μέρος του ποσού αναφοράς που καλύπτει αυτούς τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις αντιστοιχεί στο ποσό των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και των λοιπών πληρωτέων επιβαρύνσεων.

3. Όταν απαιτείται να παρασχεθεί συνολική εγγύηση για εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και λοιπές επιβαρύνσεις, το ποσό των οποίων δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα κατά το χρόνο που απαιτείται η εγγύηση ή το οποίο μεταβάλλεται διαχρονικά, το μέρος του ποσού αναφοράς που καλύπτει αυτούς τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις ορίζεται ως εξής:

α) για το μέρος που προορίζεται να καλύψει εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και λοιπές επιβαρύνσεις που έχουν γεννηθεί, το ποσό αναφοράς αντιστοιχεί στο ποσό των πληρωτέων εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και των λοιπών επιβαρύνσεων.

β) για το μέρος που προορίζεται να καλύψει εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και λοιπές επιβαρύνσεις που ενδέχεται να γεννηθούν, το ποσό αναφοράς αντιστοιχεί στο ποσό των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και των λοιπών επιβαρύνσεων που ενδέχεται να καταστούν πληρωτέες σε σχέση με κάθε τελωνειακή διασάφηση ή διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης σε σχέση με την οποία παρέχεται η εγγύηση, κατά το διάστημα μεταξύ της υπαγωγής των εμπορευμάτων στο οικείο τελωνειακό καθεστώς ή σε προσωρινή εναπόθεση και του χρόνου εκκαθάρισης του καθεστώτος αυτού ή λήξης της επιτήρησης των εμπορευμάτων ειδικού προορισμού ή της προσωρινής εναπόθεσης.

Με βάση τον κανόνα αυτό, το ποσό αναφοράς θα αντικατοπτρίζει την βάση υπολογισμού του ύψους μιας συνολικής εγγύησης η οποία θα καλύπτει το συνολικό ποσό της τελωνειακής οφειλής που θα γεννηθεί όταν όλα τα υποκείμενα (και καλυπτόμενα από την εν λόγω εγγύηση) εμπορεύματα, ενώ ευρίσκονται υπό ανασταλτικά/ειδικά τελωνειακά καθεστώτα, τεθούν ταυτόχρονα, ως θεωρητικό ενδεχόμενο, σε ελεύθερη κυκλοφορία ή ελεύθερη κυκλοφορία και ανάλωση. (έννοια του ποσού της τελωνειακής οφειλής που διακυβεύεται σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή - "at stake"). Για τους σκοπούς του στοιχείου β), θα λαμβάνονται υπόψη οι ανώτατοι συντελεστές εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών που επιβάλλονται σε εμπορεύματα του ίδιου τύπου και οι ανώτατοι συντελεστές λοιπών επιβαρύνσεων που πρέπει να καταβληθούν σε σχέση με την εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων του ίδιου τύπου στο κράτος μέλος του τελωνείου εγγύησης. Επιπλέον, η επιβολή μέτρων δασμολογικής πολιτικής κατά την εισαγωγή (π.χ. δασμοί αντιντάμπιγκ) πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του ποσού αναφοράς. Όταν το τελωνείο εγγύησης δεν έχει στη διάθεσή του τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να καθοριστεί το μέρος του ποσού αναφοράς που αντιστοιχεί σε οφειλές το ποσό των οποίων δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα κατά το χρόνο που απαιτείται η εγγύηση ή το οποίο μεταβάλλεται διαχρονικά, το ποσό αυτό ορίζεται στα 10.000 ευρώ για κάθε διασάφηση/MRN.

4. Το τελωνείο εγγύησης καθορίζει το ποσό αναφοράς σε συνεργασία με το πρόσωπο που πρέπει να παράσχει την εγγύηση. Κατά τον καθορισμό του μέρους του ποσού αναφοράς, σύμφωνα με τον προηγούμενο κανόνα 3, το τελωνείο εγγύησης καθορίζει το ποσό αυτό βάσει των πληροφοριών για εμπορεύματα που έχουν υπαχθεί στα σχετικά τελωνειακά καθεστώτα ή τεθεί σε προσωρινή εναπόθεση κατά τους τελευταίους 12 μήνες και βάσει εκτίμησης του όγκου των μελλοντικών πράξεων, σύμφωνα με τα εμπορικά υποστηρικτικά έγγραφα και τους λογαριασμούς του προσώπου που πρέπει να παράσχει την εγγύηση.

Κατά συνέπεια, κατά τον καθορισμό του ποσού αναφοράς από την τελωνειακή αρχή εγγύησης πρέπει

- να υφίσταται συνεργασία με το πρόσωπο που πρέπει να παρέχει την συνολική εγγύηση, και ~ να καθοριστεί αυτό το ποσό με βάση στοιχεία που ανάγονται στο παρελθόν βάσει των σχετικών πληροφοριών (οι οποίες μπορεί να υπάρχουν ήδη στις τελωνειακές αρχές) για εμπορεύματα που έχουν υπαχθεί στα σχετικά τελωνειακά καθεστώτα ή σε προσωρινή εναπόθεση κατά τους προηγούμενους 12 μήνες αλλά και σε μελλοντική εκτίμηση του όγκου των μελλοντικών πράξεων τελωνισμού ή προσωρινής εναπόθεσης (κυρίως σε όρους δασμολογητέας ή δασμοφορολογητέας αξίας των καλυπτόμενων από την συνολική εγγύηση εμπορευμάτων)

5. Το τελωνείο εγγύησης αναθεωρεί το ποσό αναφοράς με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του προσώπου που πρέπει να παράσχει την εγγύηση και το προσαρμόζει ώστε να συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 155 του Καν.2447/15 (ΙΑ) και του άρθρου 90 του ΕνΤΚ..

Κατ' επέκταση, η αναθεώρηση του ποσού αναφοράς πρέπει να γίνεται ~ με πρωτοβουλία της τελωνειακής αρχής εγγύησης επί τη βάσει σχετικού ελέγχου ή

- κατόπιν αιτήματος του προσώπου που πρέπει να παράσχει την εγγύηση, με τη προσκόμιση των απαραίτητων υποστηρικτικών δεδομένων που συνηγορούν σε μια τέτοια αναθεώρηση του. Σε αυτό το πλαίσιο, αναθεώρηση του ποσού αναφοράς νοείται η επικαιροποίηση της αξίας του ποσού αναφοράς.

Ενώ με τη παρακολούθηση του ποσού αναφοράς ελέγχεται αν το βεβαιωθέν ποσό αναφοράς είναι αρκετό για να καλύψει το ποσό των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και -ενδεχομένως- άλλων επιβαρύνσεων που έχουν ή ενδέχεται να προκύψουν ανά πάσα στιγμή, η αναθεώρηση του ποσού αναφοράς μπορεί να θεωρηθεί ως συνέπεια της παρακολούθησης αυτής.

Η αναθεώρηση του ποσού αναφοράς πρέπει να γίνεται όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι σημειώθηκε υπέρβαση του ποσού αναφοράς, ή μετά από αίτηση του οικονομικού φορέα. Η αναθεώρηση του ποσού αναφοράς έχει συνέπειες στο επίπεδο της συνολικής εγγύησης που προβλέπεται για την κάλυψη του ποσού της τελωνειακής οφειλής και -ενδεχομένως- άλλων επιβαρύνσεων που αντιστοιχούν στον αναθεωρούμενο ποσό αναφοράς αυτής. Με στόχο την προστασία των οικονομικών συμφερόντων του προϋπολογισμού της Ένωσης και των κρατικών προϋπολογισμών, οι τελωνειακές αρχές θα καθορίζουν το ποσό αναφοράς σε επίπεδο που να επαρκεί για να καλύψει ανά πάσα στιγμή το αντίστοιχο ποσό της τελωνειακής οφειλής από δασμούς που έχει ή ενδέχεται να γεννηθεί, καθώς και, κατά περίπτωση, των λοιπών εθνικών επιβαρύνσεων για τα οποία η συνολική εγγύηση παρέχεται.

Παρακολούθηση/Επιτήρηση του ποσού αναφοράς [άρθρα 156 και 157 του Καν.2447/15 (ΙΑ)]

Σύμφωνα με το άρθρο 156 του Καν.2447/15 (ΙΑ) το πρόσωπο που πρέπει να παράσχει συνολική εγγύηση εξασφαλίζει μέσω επιτήρησης ότι το ποσό των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και των λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται σε σχέση με την εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων, όταν αυτές πρόκειται να καλυφθούν από την συνολική εγγύηση, το οποίο είναι πληρωτέο ή ενδέχεται να καταστεί πληρωτέο, δεν υπερβαίνει το ποσό αναφοράς.

Το πρόσωπο αυτό ενημερώνει το τελωνείο εγγύησης σε περίπτωση που από τα αποτελέσματα της επιτήρησης το ποσό αναφοράς πρόκειται να μην επαρκεί για την κάλυψη των πράξεών του. Η εν λόγω ενημέρωση, μαζί με την παροχή συμπληρωματικής εγγύησης, ανάλογα με την περίπτωση, θα πρέπει να γίνει πριν από την υπέρβαση του ποσού αναφοράς, με τη θέση ενός ποσοστού πέραν του οποίου απαιτείται παροχή συμπληρωματικής εγγύησης. Στο πλαίσιο αυτό, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να απαιτούν από το πρόσωπο που παρέχει την συνολική εγγύηση να κρατά αρχείο με τα στοιχεία της κάθε διασάφησης που έχει υποβάλλει καθώς και το ποσό των δασμών και άλλων επιβαρύνσεων, που γεννήθηκαν ή ενδέχεται να γεννηθούν.

Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 157 του Καν.2447/15 (ΙΑ) η τελωνειακή αρχή εγγύησης προβαίνει στην

• παρακολούθηση του μέρους του ποσού αναφοράς που καλύπτει το ποσό των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και των λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται σε σχέση με την εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων, το οποίο θα καταστεί πληρωτέο όσον αφορά εμπορεύματα που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, εξασφαλίζεται για κάθε διασάφηση κατά τον χρόνο υπαγωγής εμπορευμάτων στο καθεστώς.
Όταν κατατίθενται τελωνειακές διασαφήσεις για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με άδεια απλουστευμένης διαδικασίας τελωνισμού, η παρακολούθηση του οικείου μέρους του ποσού αναφοράς εξασφαλίζεται βάσει των συμπληρωματικών διασαφήσεων ή, κατά περίπτωση, βάσει των στοιχείων που εισάγονται στις λογιστικές εγγραφές (ανακεφαλαιωτικές διασαφήσεις).

• παρακολούθηση του μέρους του ποσού αναφοράς που καλύπτει το ποσό των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών και των λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται σε σχέση με την εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων, στην περίπτωση που καλύπτονται από την συνολική εγγύηση, και που θα γεννηθούν ή ενδέχεται να γεννηθούν σε περιπτώσεις πλην αυτών που αναφέρονται ανωτέρω, εξασφαλίζεται μέσω τακτικού και κατάλληλου ελέγχου.

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι τόσο το πρόσωπο που είναι υπόχρεο να παρέχει την συνολική εγγύηση, όσο και η αρμόδια τελωνειακή αρχή, πρέπει να επιτηρούν τη διαμόρφωση του ποσού αναφοράς επί τη βάσει των παραστατικών υπαγωγής σε τελωνειακό καθεστώς ή θέσης σε προσωρινή εναπόθεση.

Ειδικότερα το ποσό αναφοράς στα τελωνειακά καθεστώτα ή τη προσωρινή εναπόθεση

• παρακολουθείται/επιτηρείται όταν δεσμεύεται τμήμα αυτού με το ποσό των βεβαιωθέντων δασμολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων, επί τη βάσει των συμπληρωματικών/ανακεφαλαιωτικών διασαφήσεων για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία (ή και ανάλωση) με απλουστευμένη διαδικασία τελωνισμού, και όταν αποδεσμεύεται το τμήμα αυτό με την καταβολή του ποσού αυτού.

Ενδεικτικά ο ελάχιστος έλεγχος της επάρκειας του ποσού αναφοράς συνίσταται στη πραγματοποίηση την δέκατη ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα κατάθεσης των απλουστευμένων διασαφήσεων/λογιστικών εγγραφών, επί τη βάσει όλων των συμπληρωματικών/ανακεφαλαιωτικών διασαφήσεων που κατατέθηκαν στα πλαίσια μιας άδειας απλουστευμένων διαδικασιών τελωνισμού, των ποσών των δασμολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα εμπορεύματα που τέθηκαν στο ανωτέρω καθεστώς με τα παραστατικά αυτά. Η τελωνειακή αρχή εγγύησης θα πρέπει να ελέγχει εάν το άθροισμα των ποσών αυτών είναι μικρότερο του εκάστοτε καθορισμένου ποσού αναφοράς ή εάν προσεγγίζει δεδομένο ποσοστό ασφαλείας αυτού, προκειμένου να εξεταστεί το ενδεχόμενο παροχής συμπληρωματικής εγγύησης.

- δύναται να παρακολουθείται/επιτηρείται, επί τη βάσει τακτικού ελέγχου, με την καταγραφή ή την εκτίμηση των αναλογούντων δασμολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα εμπορεύματα που

- υπήχθησαν σε ανασταλτικό/ειδικό τελωνειακό καθεστώς (πλην καθεστώτος ενωσιακής διαμετακόμισης) βάσει των παραστατικών υπαγωγής τους και δεν έχει πραγματοποιηθεί η εκκαθάριση ή λήξη της επιτήρησης τους.

- τέθηκαν σε προσωρινή εναπόθεση και δεν έχει αποδοθεί σ' αυτά προορισμός.

Ο έλεγχος του ποσού αναφοράς από τις τελωνειακές αρχές στη περίπτωση αυτή (ενδεχόμενες να γεννηθούν τελωνειακές οφειλές) θα πρέπει να βασίζεται κυρίως σε έλεγχο όλων των σχετικών πληροφοριών που παρέχονται από τον οικονομικό φορέα και τίθενται στη διάθεση των τελωνειακών αρχών. Εκτός όμως από τα έγγραφα και το πληροφοριακό σύστημα που διαθέτει το πρόσωπο που κάνει χρήσης της συνολικής εγγύησης, η σύνδεση του αριθμού αναφοράς της εγγύησης που τέθηκε στην τελωνειακή διασάφηση, μπορεί να χρησιμεύσει ως αποδεικτικό στοιχείο σε αυτούς τους ελέγχους. Ο έλεγχος του ποσού αναφοράς από τις τελωνειακές αρχές θα μπορούσε επίσης να συνδυαστεί με επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις των οικονομικών φορέων ή στους χώρους αποθήκευσης εμπορευμάτων. Ο έλεγχος του ποσού αναφοράς δύναται να λάβει υπόψη τα αποτελέσματα άλλων ελέγχων, να συνδυαστεί και να συντονίζεται με άλλες δραστηριότητες ελέγχου (π.χ. έλεγχος αδειών, η χρήση των οποίων απαιτεί την παροχή συνολικής εγγύησης). Ο προγραμματισμός των ελέγχων του ποσού αναφοράς της συνολικής εγγύησης θα πρέπει να λάβει υπόψη την εκτίμηση του κινδύνου που θεωρούν οι τελωνειακές αρχές ότι υφίσταται για την υπέρβαση του από το ποσό των δασμολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα εμπορεύματα που βρίσκονται σε ειδικό καθεστώς (ή προσωρινή εναπόθεση) και για τα οποία δεν έχει γίνει η εκκαθάριση αυτού, αλλά και της ισορροπίας που πρέπει να υφίσταται μεταξύ της νομικής συμμόρφωσης του προσώπου (από το οποίο απαιτείται η παροχή συνολικής εγγύησης) με τις ισχύουσες διατάξεις και του κόστους σε όρους οικονομικών μεγεθών και χρόνου που θα πρέπει να διαθέσει το πρόσωπο αυτό και η τελωνειακή αρχή, για τη διενέργεια των εν λόγω ελέγχων. Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να πραγματοποιείται από την τελωνειακή αρχή παρακολούθησης της εγγύησης, όποτε απαιτηθεί και τουλάχιστον μία φορά το έτος.

Στις περιπτώσεις που πραγματοποιείται χρήση της συνολικής εγγύησης για πρώτη φορά και ο υπόχρεος παροχής της εγγύησης δεν διαθέτει πληροφοριακά δεδομένα του παρελθόντος αλλά και εμπειρία στη χρήση της συνολικής εγγύησης, ενδείκνυται ο έλεγχος της επιτήρησης να πραγματοποιείται από την τελωνειακή αρχή εντός τριών μηνών από την έναρξη της χρήσης της συνολικής εγγύησης. Ο έλεγχος της επιτήρησης πρέπει να πραγματοποιείται όταν υπάρχουν ενδείξεις για επέκταση των δραστηριοτήτων του υπόχρεου να παρέχει τη συνολική εγγύηση ή όταν υπάρχουν παραβάσεις και παρατυπίες όσον αφορά την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας.

Κατά συνέπεια το πρόσωπο που είναι υπόχρεο να παρέχει την συνολική εγγύηση εξασφαλίζει, μέσω επιτήρησης της κίνησης του ποσού αναφοράς με βάση τα προαναφερόμενα, ώστε το εκάστοτε δεσμευμένο ποσό αναφοράς της συνολικής εγγύησης να μην υπερβαίνει το εκάστοτε καθορισμένο ποσό αναφοράς.

Άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης [άρθρα 89.5, και 95 του ΕνΤΚ - άρθρο 84 του Καν.2446/15 (DA) - άρθρο 158 του Καν.2447/15 (ΙΑ)]

Η δυνατότητα χρησιμοποίησης της συνολικής εγγύησης θα πραγματοποιείται βάσει σχετικής άδειας των τελωνειακών αρχών, η οποία θα περιλαμβάνει την εν λόγω έγκριση. [αίτηση και άδεια (εγκριτική απόφαση) χρήσης συνολικής εγγύησης].

Η συγκεκριμένη άδεια θα αποδίδεται στο υπόχρεο πρόσωπο για παροχή εγγύησης, υπό την εκπλήρωση δεδομένων προϋποθέσεων που θα πρέπει να πληρούνται από αυτό, από την τελωνειακή αρχή που, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, απαιτεί την παροχή συνολικής εγγύησης, λαμβάνοντας υπόψη τη διαδικασία λήψης αιτήσεων και χορήγησης αδειών βάση της ενωσιακής νομοθεσίας. Η άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης θα δύναται να εκδίδεται στα πλαίσια χορήγησης άλλης άδειας (π.χ. άδεια χρησιμοποίησης ανασταλτικού/ειδικού -αποθηκευτικού ή μη αποθηκευτικού- τελωνειακού καθεστώτος, ή άδεια χρησιμοποίησης απλουστευμένων διαδικασιών τελωνισμού, ή άδεια προσωρινής εναπόθεσης), όταν απαιτείται για την χρησιμοποίηση της άδειας αυτής. Η εκπλήρωση των προϋποθέσεων

i) για την έκδοση της άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης, αποτυπώνονται στο άρθρο 95.1 του ΕνΤΚ.

ii) για την έκδοση της άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης με μείωση του εγγυημένου ποσού συνολικής εγγύησης, σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής, ή και απαλλαγής από την υποχρέωση σύστασης της, αποτυπώνονται στο άρθρο 95.2 του Εν.Τ.Κ. και 84 του Καν.2446/15 (DA), όσον αφορά τις οφειλές που ενδέχεται να γεννηθούν (καθεστώτα αναστολής / ειδικά καθεστώτα και προσωρινή εναπόθεση).

Οι προϋποθέσεις οι οποίες και αναφέρονται στο άρθρο 84 του Καν.2446/15 (DA), σχετίζονται με κριτήρια που πρέπει να εκπληρούνται για την χορήγηση πιστοποιητικού ΑΕΟ/ΕΟΦ, χωρίς όμως ο αιτών την άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης να απαιτείται να διαθέτει ένα τέτοιο πιστοποιητικό. Ανάλογα με το ποια κριτήρια πληρούνται, η μείωση του εγγυημένου ποσού συνολικής εγγύησης, σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής δύναται να είναι σε 50% ή 70% του ποσού αυτού (ποσό συνολικής εγγύησης στο 50% ή στο 30% του ποσού αναφοράς), ή 100% του ποσού αυτού του ποσού αυτού (ποσό συνολικής εγγύησης στο 0% του ποσού αναφοράς, ή άλλως απαλλαγή από την υποχρέωση σύστασης της).

Μια ενδεχομένη να γεννηθεί τελωνειακή οφειλή συνδέεται με τα τελωνειακά καθεστώτα, καταστάσεις και διαδικασίες που αναφέρονται παρακάτω

(Α) προσωρινή εναπόθεση

(Β) το καθεστώς της ενωσιακής διαμετακόμισης / κοινής διαμετακόμισης (Γ) το καθεστώς της τελωνειακής αποταμίευσης

(Δ) το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς (για το τμήμα της τελωνειακής οφειλής που υφίσταται απαλλαγή)

(Ε) τελειοποίησης προς επανεξαγωγή

(Στ) το καθεστώς του ειδικού προορισμού (για το τμήμα της τελωνειακής οφειλής που υφίσταται απαλλαγή)

(Ζ) άλλου είδους τελωνειακή διαδικασία.

iii) για την έκδοση της άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης με μείωση του εγγυημένου ποσού συνολικής εγγύησης, σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής, αποτυπώνονται στο άρθρο 95.3 του Εν.Τ.Κ., όσον αφορά τις οφειλές που έχουν γεννηθεί (μη ανασταλτικά καθεστώτα - θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία/θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία και ανάλωση / ειδικός προορισμός, για το τμήμα του ποσού που οφείλεται).Η προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 95.3 του Εν.Τ.Κ. συνίσταται στην ύπαρξη στο πρόσωπο που αιτείται την άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης πιστοποιητικού που χορηγείται σε Εγκεκριμένο Οικονομικό Φορέα για Τελωνειακές Απλουστεύσεις. Ως εκ τούτου ο αιτών την άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης να απαιτείται να διαθέτει ένα τέτοιο πιστοποιητικό. Εφόσον η εν λόγω προϋπόθεση πληρείται, η μείωση του εγγυημένου ποσού συνολικής εγγύησης, σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής δύναται να είναι στο 70% του ποσού αυτού. (ποσό συνολικής εγγύησης στο 30% του ποσού αναφοράς).

Μια γεννηθείσα τελωνειακή οφειλή δύναται να συνδέεται με τα τελωνειακά καθεστώτα, καταστάσεις και διαδικασίες που αναφέρονται παρακάτω

A) θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει κανονικής τελωνειακής διασάφησης χωρίς αναβολή πληρωμής

B) θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει κανονικής τελωνειακής διασάφησης με αναβολή πληρωμής

Γ) το καθεστώς θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία (ενδεχομένως και ανάλωση) με τελωνειακή διασάφηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 166 του ΕνΤΚ

Δ) το καθεστώς θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία (ενδεχομένως και ανάλωση) με τελωνειακή διασάφηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 182 του ΕνΤΚ

Ε) το καθεστώς θέσης σε προσωρινή εισαγωγή με μερική απαλλαγή από τον εισαγωγικό δασμό (για το τμήμα της τελωνειακής οφειλής που δεν υφίσταται απαλλαγή)

Στ) το καθεστώς θέσης σε ειδικό προορισμό (για το τμήμα της τελωνειακής οφειλής που δεν υφίσταται απαλλαγή)

Ζ) άλλου είδους τελωνειακή διαδικασία.

Όταν η άδεια (απόφαση) χρήσης συνολικής εγγύησης εκδίδεται αναφέροντας ότι η συσταθείσα συνολική εγγύηση έχει γεωγραφική κάλυψη πέραν του κράτους μέλους που συστήνεται (χώρες Κ-Μ ή χώρες Κ-Μ και χώρες ΕΖΕΣ), τα προαναφερόμενα πλεονεκτήματα [μειώσεις του ποσού της εγγύησης σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής και απαλλαγή από την παροχή/σύστασης της (αποτύπωση αυτών στην άδεια συνολικής εγγύησης)] αφορούν συνολική εγγύηση που -υποχρεωτικά και εκ του ΕνΤΚ- καλύπτει το ποσό των δασμολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων.

Όταν η άδεια (απόφαση) χρήσης συνολικής εγγύησης εκδίδεται αναφέροντας ότι η συσταθείσα συνολική εγγύηση έχει γεωγραφική κάλυψη μόνο στο κράτος μέλος που συστήνεται, τα προαναφερόμενα πλεονεκτήματα [μειώσεις του ποσού της εγγύησης σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής και απαλλαγή από την παροχή/σύστασης της (αποτύπωση αυτών στην άδεια συνολικής εγγύησης)] αφορούν συνολική εγγύηση που καλύπτει τουλάχιστον το ποσό των δασμολογικών επιβαρύνσεων. Στη περίπτωση αυτή, τόσο το ποσό αναφοράς αλλά και οι μειώσεις του ποσού της εγγύησης σε σχέση με το καθοριζόμενο ποσό αναφοράς αυτής και η απαλλαγή από την παροχή/σύστασης της (αποτύπωση αυτών στην άδεια συνολικής εγγύησης) για τις λοιπές (εθνικές) επιβαρύνσεις, προκύπτουν από την εθνική νομοθεσία.

Σύμφωνα με το άρθρο 23 (5) του ΕνΤΚ, το τελωνείο εγγύησης παρακολουθεί τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται από τον κάτοχο της (των) άδειας(ών) χρήσης συνολικής εγγύησης, για τη χορήγηση της αλλά και τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη χρήση της εν λόγω άδειας (απόφασης).

Έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της παρακολούθησης, προτάσεις από τον κάτοχο της άδειας, τις προτάσεις από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών στα οποία η άδεια είναι έγκυρη (γεωγραφική ισχύς της συνολικής εγγύησης και της άδειας χρήσης αυτής σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη), και άλλες καταστάσεις που μπορεί να έχουν επίπτωση στην εγκυρότητα ή/και το περιεχόμενο της άδειας, η τελωνειακή αρχή εγγύησης μπορεί να λάβει τις ακόλουθες αποφάσεις όσον αφορά την άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης :

- Να ακυρώσει την άδεια σύμφωνα με το άρθρο 27 ΕνΤΚ,

- Να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την άδεια σύμφωνα με το άρθρο 28 ΕνΤΚ,

- Να αναστείλει την άδεια σύμφωνα με τα άρθρα 16-18 Καν.2447/15 ΙΑ και το άρθρο 15 Καν.2446/15 DA.

Όταν η εν λόγω απόφαση λαμβάνεται για μία άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης καθόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της, ή την μείωση του ποσού της σε σχέση με το ποσό αναφοράς της, ή την απαλλαγή από την υποχρέωση παροχής της, η απόφαση αυτή λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη ανάλογων αποφάσεων, σε περίπτωση που ο κάτοχος της άδειας διαθέτει περισσότερες της μίας άδειες χρήσης συνολικής εγγύησης.

Οι παραπάνω αποφάσεις λαμβάνονται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, μόνον μετά από διαβούλευση με όλα τα κράτη μέλη στα οποία η συνολική εγγύηση ισχύει (γεωγραφική ισχύ της εγγύησης σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη) μέσα στα πλαίσια της επιτήρησης ή/και την επανεξέτασης των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται για τη χορήγηση της σχετικής άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης (άρθρο 14 ΕνΤΚ).

Αυτό δεν απαιτείται όταν η συνολική εγγύηση ισχύει μόνο στο Κ-Μ που συστήθηκε.

Η άδεια χρήσης ενός ειδικού καθεστώτος ή η άδεια χρήσης αποθήκης προσωρινής εναπόθεσης, η χρήση των οποίων εξαρτιόνταν από την εν λόγω άδεια χρήσης συνολικής εγγύησης που τροποποιήθηκε/ανακλήθηκε, ανεστάλη, ακυρώθηκε, καθώς το αποτέλεσμα του ελέγχου του ποσού αναφοράς έδειξε ότι η παρεχόμενη εγγύηση δεν ήταν επαρκής, θα τροποποιείται/ανακαλείται, αναστέλλεται, ακυρώνεται σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις επίσης. (λόγω της υποχρεωτικής κάλυψης του καθεστώτος/αποθηκευτικού χώρου από εγγύηση - άρθρο 211.3.γ ΕνΤΚ).

Με νεώτερη εγκύκλιο θα αποσταλούν στις Τελωνειακές Αρχές έντυπα υποδείγματα έντυπης αίτησης και άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης τα οποία θα συμπληρώνονται από το πρόσωπο που πρέπει να παρέχει συνολική εγγύηση και την αρμόδια τελωνειακή αρχή χορήγησης της άδειας αντίστοιχα.

Προσωρινές απαγορεύσεις σχετικά με τη χρησιμοποίηση συνολικών εγγυήσεων (αδειών χρήσης συνολικής εγγύησης) (άρθρα 96 και 100 του ΕνΤΚ)

Στο πλαίσιο ειδικών καθεστώτων ή προσωρινής εναπόθεσης, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να απαγορεύσει προσωρινά την δυνατότητα χρησιμοποίησης

• συνολικής εγγύησης για μειωμένο ποσό ή την απαλλαγή από την υποχρέωση σύστασης εγγύησης

• συνολικής εγγύησης όσον αφορά εμπορεύματα που αποτέλεσαν αντικείμενο αποδεδειγμένων πράξεων απάτης σε μεγάλη έκταση

Η Επιτροπή ορίζει με εκτελεστικές πράξεις τους διαδικαστικούς κανόνες και τα μέτρα για τις προσωρινές απαγορεύσεις.

Όταν, σχετικά με τα μέτρα αυτά, συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης που δικαιολογούνται δεόντως από την ανάγκη για ταχεία ενίσχυση της προστασίας των δημοσιονομικών συμφερόντων της Ένωσης και των κρατών μελών της, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή.

Όταν εφαρμόζεται η εν λόγω προσωρινή απαγόρευση μπορεί να επιτραπεί η χρήση συνολικής εγγύησης για μειωμένο ποσό ή η απαλλαγή από την υποχρέωση σύστασης εγγύησης ή η χρήση της συνολικής εγγύησης σε πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις

α) μπορεί να αποδείξει ότι δεν γεννήθηκε τελωνειακή οφειλή για τα εν λόγω εμπορεύματα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων που ανέλαβε τα δύο χρόνια πριν από την απόφαση της Επιτροπής για την προσωρινή απαγόρευση

β) μπορεί να αποδείξει ότι ενδεχόμενες τελωνειακές οφειλές που γεννήθηκαν τα δύο χρόνια πριν από την απόφαση της Επιτροπής για την προσωρινή απαγόρευση πληρώθηκαν εξ ολοκλήρου από τον οφειλέτη ή τους οφειλέτες ή τον τριτεγγυητή εντός της καθορισμένης προθεσμίας. Για να λάβει άδεια χρησιμοποίησης προσωρινά απαγορευμένης συνολικής εγγύησης, ο ενδιαφερόμενος πρέπει επίσης να πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 39 στοιχεία β) και γ) του ΕνΤΚ.

Άλλα ειδικότερα θέματα εγγυήσεων (μόνον αναφορά τίτλου τους)

Καθεστώτα δυνάμει των συμβάσεων TIR και ATA

[άρθρα του Καν.2447/15 (ΙΑ)]

• 163 Ευθύνη των εγγυοδοτικών οργανισμών για τις πράξεις μεταφοράς με δελτίο TIR

• 164 Γνωστοποίηση της μη εκκαθάρισης καθεστώτος στους εγγυοδοτικούς οργανισμούς

Διατάξεις σχετικά με το καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης και το καθεστώς βάσει της σύμβασης της Κωνσταντινουπόλεως και της σύμβασης ΑΤΑ
[άρθρα του Καν.2446/15 ΡΑ)]

• 85 Απαλλαγή από τις υποχρεώσεις του τριτεγγυητή στο πλαίσιο του καθεστώτος ενωσιακής διαμετακόμισης

• 86 Απαίτηση καταβολής έναντι εγγυοδοτικού οργανισμού για εμπορεύματα που καλύπτονται από δελτίο ΑΤΑ και γνωστοποίηση της μη εξόφλησης των δελτίων CPD σε εγγυοδοτικό οργανισμό σύμφωνα με το καθεστώς της σύμβασης ΑΤΑ ή της σύμβασης της Κωνσταντινουπόλεως.


Ακριβές αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
Σ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ

Αριθ. Πρωτ.: ΔΤΔ Α 1068392 ΕΞ 2016/26.4.2016 Εξαγωγή και έξοδος εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της ένωσης στο πλαίσιο του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα - Αντικατάσταση της αριθμ. Δ19Α5013811ΕΞ2014/03.06.2014

$
0
0
Αθήνα, 26.04.2016
Αρ.Πρωτ.ΔΤΔ Α 1068392 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
1) Δ/ΝΣΗ ΤΕΛ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α,Β,Γ
2) Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ και ΤΕΛ. ΟΙΚ. ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Β,Γ,Δ
3) Δ/ΝΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΕΛ. ΕΛΕΓΧΩΝ και ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α,Γ
4) Δ/ΝΣΗ Ε.Φ.Κ. και Φ.Π.Α.
ΤΜΗΜΑΤΑ Α, Β, Δ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Παράρτημα 11
FAX: 210 6987459
E-mail: d19diadi@otenet.gr

ΘΕΜΑ: ΕΞΑΓΩΓΗ και ΕΞΟΔΟΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ - ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΘΜ.: Δ19Α5013811ΕΞ2014/03.06.2014

ΣΧΕΤ: 1)Η Αριθμ. Πρωτ.: ΔΤΔ Α 1055689/07.04.2016 «Κοινοποίηση της νομοθετικής δέσμης του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα».

2) Η Αριθμ. Πρωτ: Δ19Α5013811ΕΞ2014/03.06.2014 «Οδηγίες για την εφαρμογή του Συστήματος Ελέγχου Εξαγωγών (ECS) στο ICISnet-Αντικατάσταση της αριθ. Δ19Α 5012006 ΕΞ2012/12-3-12 ΔΥΟ, «Οδηγίες για την εφαρμογή του Συστήματος Ελέγχου Εξαγωγών (ECS) στο πλαίσιο της παραγωγικής λειτουργίας του υποσυστήματος Εξαγωγών του Ολοκληρωμένου Πληροφορικού Συστήματος Τελωνείων - ICISnet».

3) Η Αριθμ. Πρωτ.: ΔΤΔ Α 5022456 ΕΞ2015 /23.10.2015 «Κοινοποίηση της αριθμ. ΔΤΔ Α 5016701 ΕΞ 2015 /31.07.2015 (ΦΕΚ 1698/Β/14.08.2015) Απόφασης ΓΓΔΕ με θέμα «Υποχρεωτική ηλεκτρονική υποβολή των υποστηρικτικών της διασάφησης εξαγωγής εγγράφων - Τήρηση αρχείου».

4) Η αριθμ. Δ33Δ 50020/07.01.2014 Εμπιστευτική Διαταγή « Οδηγίες για την εφαρμογή της Ανάλυσης Κινδύνου στους Τελωνειακούς Ελέγχους κατά την Εξαγωγή».

5) Η αριθμ. ΔΣΤΕΠ Γ 5028321 ΕΞ2014/ 01.12.2014 Απόφαση, σχετικά με την καθιέρωση 
των ελέγχων διαδικασίας όπως κοινοποιήθηκε με την αριθμ. Πρωτ.: ΔΣΤΕΠ Γ 5003345/ ΕΞ2015/11.02.2015 και την αριθμ. Εμπ.: ΔΣΤΕΠ Γ ΕΜΠ.:50411 ΕΞ2015 /11.02.2015

6) Η αριθμ. ΔΣΤΕΠ Γ ΕΜΠ 51868 ΕΞ 2015/09.06.2015 Εμπιστευτική Διαταγή «Διαδικασία διενέργειας εκ των υστέρων ελέγχων»

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΓΕΝΙΚΑ 5
1) Καθιέρωση ηλεκτρονικού περιβάλλοντος στις εξαγωγές - Νέο Νομικό Πλαίσιο 5
2) Αντικατάσταση της Δ19Α5013811ΕΞ2014/03.06.2014 ΕΔΥΟ 5
3) Πεδίο Εφαρμογής του Συστήματος Εξαγωγών στο ICISnet 6
4) Νομικό πλαίσιο 7
ΜΕΡΟΣ Α' 8
ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΑΓΩΓΗΣ - ΡΟΛΟΙ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΕΞΑΓΩΓΗΣ
ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΥ-ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ- ΕΞΟΔΟΥ 8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 8
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ 8
1.1Υπεύθυνο πρόσωπο για την υποβολή της διασάφησης εξαγωγής 8
1.2 Πιστοποίηση οικονομικών φορέων (εξωτερικών χρηστών) 10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 100
ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ ΕΞΑΓΩΓΗΣ 10
2.1 Ρόλος τελωνείου εξαγωγής 10
2.2 Αρμοδιότητες τελωνείου εξαγωγής 12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 13
ΔΙΑΣΑΦΗΣΗ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ - ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΕΞΑΓΩΓΗΣ __ 13
3.1 Προθεσμίες υποβολής διασάφησης πριν την αναχώρηση 13
3.2 Υποβολή ορθά συμπληρωμένης διασάφησης εξαγωγής 13
3.2.1. Συμπλήρωση της διασάφησης εξαγωγής 13
3.2.2. Υποστηρικτικά της διασάφησης εξαγωγής - προσωρινής εξαγωγής στα πλαίσια του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή και επανεξαγωγή ύστερα από οικονομικό ανασταλτικό καθεστώς, έγγραφα - συμπλήρωση της θέσης 44 της διασάφησης 14
3.2.3 Συμπλήρωση της θέσης 40 της διασάφησης 16
3.2.4 Συμπλήρωση της θέσης 8 της διασάφησης 16
3.2.5. Ηλεκτρονική Υποβολή και Αποδοχή της διασάφησης εξαγωγής 16
3.3 Άφιξη των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξαγωγής 16
3.3.1 Διερεύνηση άφιξης των εμπορευμάτων στο τελωνείο 17
3.3.2 Τρόποι επιβεβαίωσης της πραγματικής άφιξης των εμπορευμάτων 18
3.4 Προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί το μεταφορικό μέσο των προς εξαγωγή εμπορευμάτων 19
3.5 Επαλήθευση της διασάφησης 19
3.6. Μη πραγματοποίηση ελέγχου- κατά δήλωση 22
3.7 Διόρθωση - Ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής 23
3.7.1 Διόρθωση διασάφησης εξαγωγής (IE513 «Αίτημα τροποποίησης διασάφησης εξαγωγής») 23
3.7.2 Ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής (μήνυμα IE514 «Αίτημα ακύρωσης διασάφησης εξαγωγής») 24
3.8 Απελευθέρωση των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξαγωγής - Άδεια παραλαβής των εμπορευμάτων για εξαγωγή (Συνοδευτικό Έγγραφο Εξαγωγής-Σ.Ε.Ε.) 27
3.9 Παράδοση του Σ.Ε.Ε. σε άλλο πρόσωπο πλην του εξαγωγέα ή του νόμιμου αντιπροσώπου του - Δυνατότητα αποστολής του Σ.Ε.Ε. στους χώρους προσκόμισης των προς εξαγωγή εμπορευμάτων 27
3.10 Διαχείριση των αποτελεσμάτων ελέγχου του τελωνείου εξόδου από το τελωνείο εξαγωγής 27
3.11 Μήνυμα IE599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής» 28
3.12 Εναλλακτική απόδειξη επιβεβαίωσης της εξόδου των εμπορευμάτων 29
3.13 Διαδικασία έρευνας επιβεβαίωσης εξόδου των εμπορευμάτων - Αυτοδίκαιη ακύρωση διασάφησης 30
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 31
ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ ΕΞΟΔΟΥ 31
4.1 Ρόλος τελωνείου εξόδου 31
4.2 Αρμοδιότητες τελωνείου εξόδου 32
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 32
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣΣΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΕΞΟΔΟΥ 32
5.1 Άφιξη εμπορευμάτων στο τελωνείο εξόδου (μήνυμα IE507 «Άφιξη στο σημείο εξόδου») 32
5.2 Έλεγχος στο τελωνείο εξόδου 33
5.3 Άφιξη εμπορευμάτων σε τελωνείο εξόδου διαφορετικό από το δηλωθέν στη διασάφηση (ΙΕ 502 «Αίτημα παροχής στοιχείων Διασάφησης Εξαγωγής»-εκτροπή της αποστολής) 36
5.4 Υποβολή μηνύματος IE547 «Προσκόμιση καταλόγου ειδών διασάφησης εξαγωγής» 37
5.5 Φόρτωση εμπορευμάτων στο τελικό μέσο μεταφοράς για έξοδο σε λιμάνια / αεροδρόμια37
5.6 Τμηματική έξοδος των προς εξαγωγή εμπορευμάτων 38
5.7 Διαδικασία αναζήτησης πληροφοριών εξαγωγής 39
5.8 Διατυπώσεις εξαγωγής και εξόδου από το ίδιο τελωνείο 39
ΜΕΡΟΣ Β' 39
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΜΕΝΕΣ - ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΣΑΦΗΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ 40
ΜΕΡΟΣ Γ' 41
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ 41
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 41
ΕΞΑΓΩΓΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΟΠΟ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ (Χώρα Προορισμού)
ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΟΡΑΣΤΗ 41
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 42
ΣΥΜΦΟΡΤΩΣΕΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΕΞΑΓΩΓΕΑ ΣΕ ΕΝΑ
ΟΔΙΚΟ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟ ΜΕΣΟ ΠΟΥ ΔΙΕΡΧΕΤΑΙ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ 42
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 42
ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΜΕ ΚΑΘΕΣΤΩΣΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ (κατά τα οριζόμενα στο Μέρος Α' Κεφ. 4 σημ.
4.1 της παρούσης) 42
Α. Το τελωνείο εξαγωγής είναι ταυτόχρονα τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος
διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR. 42
Β. Το τελωνείο εξαγωγής των εμπορευμάτων είναι διαφορετικό από το τελωνείο αναχώρησης
του καθεστώτος διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR 43
Γ. Μη έξοδος των εμπορευμάτων που διακινούνται με καθεστώς διαμετακόμισης από το
τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. 43
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 43
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΞΑΓΩΓΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΝΟΨΕΙ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗΣ
ΕΠΑΝΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥΣ. 44
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 44
ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ ΠΛΟΙΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ 44
5.1 Γενικά 44
5.2 Υποβολή και τρόπος συμπλήρωσης διασάφησης κατά τη διαδικασία εφοδιασμού 45
5.3 Ενέργειες Τελωνείου Εξαγωγής- Επαλήθευση 48
5.4 Εκτύπωση συνοδευτικού εγγράφου εξαγωγής (ΣΕΕ) 48
5.5 Άφιξη των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξόδου/φόρτωσης 48
5.6 Ενέργειες του τελωνείου εξόδου/φόρτωσης 49
5.7 Περιπτώσεις εφοδιασμού πλοίου που βρίσκεται εκτός του λιμενικού χώρου (ράδα) 50
5.8 Αποστολή του μηνύματος ΙΕ518 "Αποτελέσματα εξόδου" 50
5.9 Ενέργειες του τελωνείου εξαγωγής μετά την ολοκλήρωση του εφοδιασμού 50
5.10 Μηχανογραφημένο τελωνείο εξαγωγής - μη μηχανογραφημένο τελωνείο εξόδου / φόρτωσης 51
5.11 Εφοδιασμός που πραγματοποιείται σε λιμένα τρίτης χώρας 51
5.12 Εφοδιασμός πλοίων σε λιμάνια ΚΜ της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη χρήση απλουστευμένης διαδικασίας διαμετακόμισης επιπέδου ΙΙ 51
5.13 Λοιπές περιπτώσεις εφοδιασμού 51
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 52
ΕΞΑΓΩΓΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΕΦΚ 52
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 52
ΕΞΑΓΩΓΗ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΩΝ 52
ΜΕΡΟΣ Δ '. 53
ΕΦΕΔΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 53
Α) Εφεδρική διαδικασία λόγω μη διαθεσιμότητας του ηλεκτρονικού συστήματος του οικονομικού
φορέα 53
Β) Εφεδρική διαδικασία στο τελωνείο εξαγωγής λόγω μη διαθεσιμότητας του ηλεκτρονικού
συστήματος των τελωνειακών αρχών 54
Γ) Εφεδρική διαδικασία στο τελωνείο εξόδου λόγω μη διαθεσιμότητας του ηλεκτρονικού
συστήματος των τελωνειακών αρχών 55
ΜΕΡΟΣ Ε'. 55
ΈΚΔΟΣΗ ΠΡΟΤΙΜΗΣΙΑΚΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ 55
ΜΕΡΟΣ ΣΤ' 56
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 56
ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΕΛΕΓΧΟΙ 56
1.1 Έλεγχος αρμοδιότητας του τελωνείου υποβολής της διασάφησης/ προθεσμίες υποβολής56
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 57
ΚΥΡΩΣΕΙΣ 57
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 60
Υπόδειγμα Αρνητικής Εκτροπής (μήνυμα IE 503) 60
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 61
Εξαγωγή στα πλαίσια ενιαίας σύμβασης μεταφοράς 61
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 63
Κριτήρια καθορισμού του τελωνείου εξόδου 63
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4 67
Υποχρεωτικές θέσεις ανά τύπο Διασάφησης Εξαγωγής 67
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5 70
Προθεσμίες υποβολής τελωνειακής διασάφησης πριν από την αναχώρηση 70
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6 73
Κατάλογος Μηνυμάτων 73
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 7 79
Οδηγίες συμπλήρωσης του ΙΕ547 79
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 8 82
ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ ΠΛΟΙΩΝ και ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ 82
Επικαιροποιημένος Πίνακας εθνικών κωδικών επισυναπτομένων εγγράφων και αδειών της
θέσης 44 της διασάφησης 82
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 9 84
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 10 93
Αίτηση τόπου παραμονής εμπορευμάτων στο καθεστώς εξαγωγής 93
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 11 95
Τηλέφωνα πληροφοριών ανά τελωνειακό αντικείμενο 95

ΓΕΝΙΚΑ

1) Καθιέρωση ηλεκτρονικού περιβάλλοντος στις εξαγωγές - Νέο Νομικό Πλαίσιο

Από τις 3 Απριλίου 2012 καθιερώθηκε στον τομέα των διαδικασιών εξαγωγής ο συνδυασμός εφαρμογής του ενωσιακού νομικού πλαισίου του Συστήματος Ελέγχου Εξαγωγών (Export Control System - ECS) και της παραγωγικής λειτουργίας του εθνικού μας συστήματος ICISnet. Παρέχεται λοιπόν η δυνατότητα για ένα ολοκληρωμένο περιβάλλον ηλεκτρονικών διατυπώσεων το οποίο σκοπό έχει να επιφέρει ριζικές αλλαγές, αφενός ως προς τον τρόπο εργασίας των τελωνειακών υπαλλήλων και αφετέρου ως προς τη φυσική παρουσία του συναλλασσόμενου κατά τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων εξαγωγής.

Από 01.05.2016 τίθεται σε ισχύ ο Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας Καν. 952/13 (UCC) σε συνδυασμό με το πλαίσιο των νομοθετικών διατάξεων του κατ' Εξουσιοδότηση Κανονισμού της Επιτροπής (DA), (ΕΕ 2015/2446) και του Εκτελεστικού Κανονισμού της Επιτροπής (ΕΕ 2015/2447) (ΙΑ). Από την ίδια ημερομηνία, παύουν να ισχύουν ο Κοινοτικός Τελωνειακός Κώδικας (Καν.(ΕΟΚ)2913/92 και οι Διατάξεις Εφαρμογής του Καν.(ΕΟΚ)2454/93).

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που θα ακολουθήσει προκειμένου να ολοκληρωθεί σταδιακά η παραγωγική λειτουργία των μηχανογραφικών συστημάτων, οι ως άνω Κανονισμοί πρέπει να διαβάζονται συνδυαστικά με τον κατ' Εξουσιοδότηση Κανονισμό της Επιτροπής (ΕΕ 2016/341) στον οποίο αναφέρονται οι μεταβατικοί κανόνες για ορισμένες διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.

2) Αντικατάσταση της αριθ. Δ19Α5013811ΕΞ2014/03.06.2014 ΕΔΥΟ

Με την παρούσα και λαμβάνοντας υπόψη το νέο νομικό πλαίσιο, αντικαθίσταται η αριθ. Δ19Α5013811ΕΞ2014/03.06.2014 ΕΔΥΟ, παρέχονται νέες οδηγίες για την τήρηση των διατυπώσεων εξαγωγής και εξόδου εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, ενσωματώνονται οι αλλαγές που επήλθαν από την έκδοση της ως άνω ΕΔΥΟ και παρέχονται διευκρινίσεις επί ορισμένων θεμάτων κατόπιν σχετικών ερωτημάτων τελωνειακών αρχών και οικονομικών φορέων.

Επιπλέον επικαιροποιούνται οι οδηγίες τήρησης των διατυπώσεων εξαγωγής κατά τον εφοδιασμό πλοίων - αεροσκαφών (τρόπος συμπλήρωσης του παραστατικού, εθνικοί κωδικοί επισυναπτομένων εγγράφων του Παραρτήματος 8).

Οι από 01.05.2016 επερχόμενες αλλαγές, εστιάζονται στα ακόλουθα σημεία:

• Ορισμός του εξαγωγέα ^έρος Α' Κεφ. 1)
• Δυνατότητα υποβολής διασάφησης εξαγωγής στο τελωνείο εξόδου σε ορισμένες περιπτώσεις (Μέρος Α' Κεφ. 2. σημ. 2.1)
• Καθιέρωση διασάφησης πριν την αναχώρηση για τα εμπορεύματα που εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, η οποία περιλαμβάνει τη Διασάφηση Εξαγωγής, τη Συνοπτική Διασάφηση Εξόδου και τη Διασάφηση Επανεξαγωγής (Μέρος Α' Κεφ. 3 σημ. 3.1)
• Προθεσμίες υποβολής της διασάφησης πριν από την αναχώρηση (διασάφηση εξαγωγής). (Μέρος Α' Κεφ. 3 σημ. 3.1)
• Δυνατότητα τροποποίησης της διασάφησης τρία (3) έτη μετά την ημερομηνία αποδοχής (Μέρος Α' Κεφ. 3 σημ. 3.7.1.)
• Υποχρέωση συμπλήρωσης της θέσης 40 στη διασάφηση σε όλες τις περιπτώσεις εξαγωγής εμπορευμάτων. (Μέρος Α' Κεφ. 3 σημ. 3.2.3.)
• Αλλαγή στη συμπλήρωση της θέσης 8 της διασάφησης εξαγωγής (Μέρος Α' Κεφ. 3 σημ. 3.2.4.)
• Ακύρωση διασάφησης εξαγωγής στις περιπτώσεις όπου στο τελωνείο εξόδου διαπιστώνεται διαφορά στη φύση των εμπορευμάτων (Μέρος Α' Κεφ.3 σημ. 3.7 υπ.3.7.2.)
• Ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής για εμπορεύματα που έχουν ήδη εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης (Μέρος Α' Κεφ.3 σημ. 3.7 υπ.3.7.2 (ii)).
• Καθορισμός αρμόδιου τελωνείου εξόδου στις περιπτώσεις που η εξαγωγή ακολουθείται από διαμετακόμιση (Μέρος Α' Κεφ. 4 σημ. 4.1)
• Καθορισμός αρμόδιου τελωνείου εξόδου για εξαγωγή προϊόντων Ε.Φ.Κ (Μέρος Α' Κεφ. 4 σημ. 4.1)
• Καθιέρωση ενιαίας απλουστευμένης διαδικασίας η οποία περιλαμβάνει την απλουστευμένη και την ελλιπή διασάφηση (Μέρος Β')
• Υποβολή διασάφησης εξαγωγής από τον εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα κύριο των εμπορευμάτων στις περιπτώσεις εξαγωγής εμπορευμάτων σε διαφορετικό τόπο αποστολής από τον τόπο εγκατάστασης του αγοραστή (Μέρος Γ' Κεφ.1)

3) Πεδίο Εφαρμογής του Συστήματος Εξαγωγών στο ICISnet

Για τις διατυπώσεις εξαγωγής εφαρμόζεται το Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών (ECS) το οποίο αποτελεί μέρος του Πολυετούς Προγράμματος του Ηλεκτρονικού Τελωνείου που έχει σχεδιαστεί σε επίπεδο Ένωσης και περιλαμβάνει τα ηλεκτρονικά συστήματα που θα εξασφαλίσουν τις ηλεκτρονικές τελωνειακές διαδικασίες. Είναι μια διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών που γίνεται με τη μορφή προσδιορισμένων ηλεκτρονικών μηνυμάτων τα οποία χαρακτηρίζονται από κωδικό που αποτελείται από την ένδειξη «ΙΕ» («Information Exchange») και ένα τριψήφιο αριθμό (π.χ. ΙΕ515, ΙΕ501, ΙΕ518 κλπ).

Οι διατυπώσεις εξαγωγής τηρούνται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

• Στο καθεστώς της εξαγωγής - Μεταφορά/Αποστολή κοινοτικών εμπορευμάτων με προορισμό εκτός της Ένωσης. (άρθρο 269 1) Καν.952/13).
• Στην διακίνηση κοινοτικών εμπορευμάτων, από και προς τα ειδικά εδάφη τα οποία βρίσκονται εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης και στα οποία δεν εφαρμόζεται η Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου ή η Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου (άρθρο 134 Καν. 2446/15).
• Στην προσωρινή εξαγωγή εμπορευμάτων στα πλαίσια του καθεστώτος της τελειοποίησης προς επανεισαγωγή. (άρθρο 269 Καν.952/13).
• Στην επανεξαγωγή μετά την λήξη οικονομικού τελωνειακού καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεξαγωγή (άρθρο 269 2), 3) Καν.952/13)
• Στα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης αφού έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ειδικού προορισμού άρθρο 269 1) β) Καν.952/13)
• Στην παράδοση κοινοτικών εμπορευμάτων με απαλλαγή από τους φόρους ως εφόδια αεροσκαφών και πλοίων ανεξάρτητα από τον προορισμό του αεροσκάφους ή του πλοίου (άρθρο 269 2) γ) Καν.952/13 ).
• Στην προσωρινή εξαγωγή εμπορευμάτων με σκοπό τη μεταγενέστερη επανεισαγωγή τους στην αρχική τους κατάσταση (στις περιπτώσεις που δεν χρησιμοποιείται δελτίο ΑΤΑ).
• Στα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, αφού έχουν υπαχθεί σε καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης.

Μη μηχανογραφημένα τελωνεία εξαγωγής: Επειδή το Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών είναι υποχρεωτικό και δεσμεύει τη χώρα μας σε περίπτωση που στο καθεστώς της εξαγωγής εμπλέκονται περισσότερα του ενός Κ-Μ, τα μη μηχανογραφημένα τελωνεία εξαγωγής δεν θα αποδέχονται διασαφήσεις εξαγωγής, επανεξαγωγής και προσωρινής εξαγωγής όταν το τελωνείο εξόδου βρίσκεται σε άλλο Κ-Μ της Ένωσης. Στην περίπτωση αυτή, οι εξαγωγείς υποχρεωτικά τηρούν διατυπώσεις εξαγωγής σε μηχανογραφημένο τελωνείο.

4) Νομικό πλαίσιο

Το ενωσιακό νομικό πλαίσιο των διατυπώσεων εξαγωγής και εξόδου εμπορευμάτων συνοψίζεται στα ακόλουθα άρθρα:

• Άρθρο 263 Καν. 952/13 στο οποίο μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι τα εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης καλύπτονται από διασάφηση πριν την αναχώρηση.
• Άρθρο 269 Καν. 952/13 στο οποίο μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι τα εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης υπάγονται σε καθεστώς εξαγωγής καθώς και οι περιπτώσεις εμπορευμάτων για τα οποία τηρούνται διατυπώσεις εξαγωγής ωστόσο δεν υπάγονται στο καθεστώς εξαγωγής.
• Άρθρο 1 σημείο 16 του Καν. 2446/2015 το οποίο περιλαμβάνει τον ορισμό του τελωνείου εξαγωγής ως «το τελωνείο που υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής ή επανεξαγωγής για εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. (άρθρο 221 Καν. 2447 /2015)
• Άρθρο 329 Καν. 952/13 στο οποίο μεταξύ άλλων ορίζεται ως τελωνείο εξόδου το τελωνείο που είναι αρμόδιο για τον τόπο όπου τα εμπορεύματα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης με προορισμό εκτός του εν λόγω εδάφους.
• Άρθρα 170 και 172 Καν. 952/13 για την υποβολή και αποδοχή της τελωνειακής διασάφησης και υποχρέωσης προσκόμισης των εμπορευμάτων.
• Άρθρο 170 Καν. 952/13 σύμφωνα με το οποίο όταν η αποδοχή διασάφησης συνεπάγεται εκτέλεση ειδικών υποχρεώσεων από συγκεκριμένο πρόσωπο, η διασάφηση πρέπει να γίνεται από το πρόσωπο αυτό ή για λογαριασμό του.
• Άρθρο 244 Καν. 2015/2446 στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρονται οι προθεσμίες υποβολής της διασάφησης πριν από την αναχώρηση, η οποία περιλαμβάνει τα στοιχεία ασφάλειας και προστασίας .
• Άρθρο 1 σημείο 19 του Καν. 2015/2446 στο οποίο προσδιορίζεται ο ορισμός του εξαγωγέα.
• Άρθρα 174 Καν. 952/13 και 148 Καν. 2015/2446 στα οποία ρυθμίζεται η δυνατότητα ακύρωσης της διασάφησης εξαγωγής πριν και μετά την παράδοση εμπορευμάτων.
• Άρθρο 221 Καν. 2015/2447 με το οποίο ρυθμίζεται το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής καθώς και οι παρεκκλίσεις από το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής.
• Άρθρο 329 Καν. 2015/2447 με το οποίο προσδιορίζεται το αρμόδιο τελωνείο εξόδου και καθορίζονται οι παρεκκλίσεις από τον γενικό κανόνα προσδιορισμού αυτού.
• Άρθρα 330, 331, 332, 333 Καν. 2015/2447, 267 Καν. 952/13 και 246,247 Καν. 2015/2446, με τα οποία καθορίζονται οι διατυπώσεις που τηρούνται στο τελωνείο εξόδου.
• Άρθρα 52, 53 Καν. 341/2016 και 329 Καν. 2015/2447 με τα οποία καθορίζεται η διαδικασία εξαγωγής εμπορευμάτων που μεταφέρονται εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης στο πλαίσιο καθεστώτος διαμετακόμισης ή με βάση ηλεκτρονικό δηλωτικό ως δήλωση διαμετακόμισης.
• Άρθρο 335 Καν. 2015/2447 που αναφέρεται στη διαδικασία έρευνας της εξόδου και στα εναλλακτικά στοιχεία για την απόδειξη της εξόδου των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.
• Άρθρo 270 παρ. 1 (Καν.952/13) σύμφωνα με το οποίο τα μη ενωσιακά εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης υπάγονται σε διασάφηση επανεξαγωγής που υποβάλλεται στο αρμόδιο τελωνείο.

ΜΕΡΟΣ Α'
ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΑΓΩΓΗΣ - ΡΟΛΟΙ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΥ-ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ- ΕΞΟΔΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ

1.1 Υπεύθυνο πρόσωπο για την υποβολή της διασάφησης εξαγωγής

Το νομικό πλαίσιο του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα επιφέρει αλλαγές στον ορισμό του ''εξαγωγέα'' υπαγορεύοντας τις περιπτώσεις που μπορεί ένα πρόσωπο να οριστεί ως εξαγωγέας.
Ορισμός "Εξαγωγέα".

1.1.1. Σε περιπτώσεις εμπορικών αποστολών:

Ως ''εξαγωγέας'' θεωρείται:

• Πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, υπάρχει σύμβαση πώλησης μεταξύ αυτού και του εγκατεστημένου στην τρίτη χώρα παραλήπτη κατά τη στιγμή της αποδοχής της διασάφησης και έχει την εξουσία να αποφασίσει για τη μεταφορά των εμπορευμάτων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.
• Πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης και έχει την εξουσία να αποφασίσει για τη μεταφορά των εμπορευμάτων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.
Όταν συντρέχουν και οι δύο περιπτώσεις, υπερισχύει το πρόσωπο που διαθέτει τη σύμβαση πώλησης.
Συμπερασματικά, κατά την εξαγωγή, βάσει των ανωτέρω διατάξεων απαιτείται:
• σύμβαση πώλησης μεταξύ πωλητή και αγοραστή από την οποία απορρέουν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των δύο συμβαλλόμενων μερών και παράγονται έννομα αποτελέσματα,
• μεταβίβαση της κυριότητας των εμπορευμάτων δηλ. μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος ως κύριος αγαθά με την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων και
• μεταφορά των εμπορευμάτων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης κατά τα ειδικότερα συμφωνηθέντα στη σύμβαση πώλησης.
Παράλληλα και σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας ΦΠΑ (άρθρο 24 ν. 2859/2000) '' κώδικας ΦΠΑ'' ) σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες κανονιστικές πράξεις και εγκυκλίους διαταγές, οι παραδόσεις (πωλήσεις) αγαθών που εξάγονται από την Ένωση από τον πωλητή, απαλλάσσονται από τον φόρο υπό την προϋπόθεση ότι ο πωλητής υποβάλλει διασάφηση εξαγωγής κατά τα προβλεπόμενα στην τελωνειακή νομοθεσία και διαθέτει:
• τιμολόγιο πώλησης το οποίο δηλώνεται επί της διασάφησης εξαγωγής
• αποδεικτικό εξόδου των αγαθών από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
• αποδεικτικό μεσολαβούσης τράπεζας από το οποίο προκύπτει η καταβολή του αντίτιμου της αξίας του τιμολογίου πώλησης.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις όπου Έλληνας πωλητής (δηλ. πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ελλάδα ή πρόσωπο εγκατεστημένο σε άλλο Κ-Μ που έχει αποκτήσει ΑΦΜ στη χώρα μας) με αντισυμβαλλόμενο πρόσωπο εγκατεστημένο σε άλλο Κ-Μ, διαθέτει σύμβαση πώλησης με το πρόσωπο αυτό, από την οποία προκύπτει η υποχρέωση για παράδοση των αγαθών προς εξαγωγή σε πρόσωπο εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παρ 19.γ του Καν. 2015/2446) αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τη φορολογική από πλευράς ΦΠΑ μεταχείριση όπως αυτή προκύπτει από την ΠΟΛ 1167/2013 ΔΥΟ, δύναται να ενεργεί ως εξαγωγέας με τις ευθύνες και τα δικαιώματα των εξαγωγέων. Στην περίπτωση αυτή το τιμολόγιο πώλησης του Έλληνα πωλητή εκδίδεται χωρίς ΦΠΑ και αναγράφεται στη θέση 44 της διασάφησης εξαγωγής. Σε αντίθετη περίπτωση, το πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο σε άλλο Κ-Μ ενεργεί ως εξαγωγέας, αποκτά ΑΦΜ στη χώρα μας, τηρεί τις διατυπώσεις εξαγωγής και το τιμολόγιο πώλησης που εκδίδει προς τον αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα πρόσωπο απαλλάσσεται από ΦΠΑ ενώ ο έλληνας πωλητής εκδίδει το τιμολόγιο προς το πρόσωπο αυτό με ΦΠΑ.

Σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων από πρόσωπο μη εγκατεστημένο στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, οι διατυπώσεις εξαγωγής τηρούνται υπό την προϋπόθεση ότι αυτό το πρόσωπο θα ορίσει έμμεσο τελωνειακό αντιπρόσωπο. Για την τήρηση τελωνειακών διατυπώσεων εξαγωγής από πρόσωπα μη εγκατεστημένα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης εκτός από την υποχρέωση ορισμού έμμεσου τελωνειακού αντιπροσώπου, απαιτείται για σκοπούς ΦΠΑ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν.2859/2000) ο ορισμός φορολογικού αντιπροσώπου, ο οποίος συμπληρώνεται στη θέση 44 της διασάφησης εξαγωγής. Ο ορισμός φορολογικού αντιπροσώπου πραγματοποιείται με την κατάθεση αντιγράφου του σχετικού πληρεξουσίου εγγράφου στον Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ που είναι αρμόδιος για τη φορολογία εισοδήματος του φορολογικού αντιπροσώπου.

Επισημαίνεται ότι ο φορολογικός αντιπρόσωπος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το μη εγκατεστημένο στην Ένωση πωλητή (άρθρο 7 της ΠΟΛ 1281/1993 Α.Υ.Ο)
Σε περιπτώσεις μη εμπορικών αποστολών:
Ως ''εξαγωγέας'' θεωρείται:
• Ο ιδιώτης που μεταφέρει στις προσωπικές του αποσκευές τα εμπορεύματα προς εξαγωγή.
• Οποιοδήποτε μη υποκείμενο σε ΦΠΑ φυσικό πρόσωπο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή.
Ως ''προσωπικές αποσκευές'' νοούνται όλα τα εμπορεύματα που μεταφέρονται με οποιοδήποτε τρόπο σε σχέση με το ταξίδι του φυσικού προσώπου.

1.1.2 Τόπος εγκατάστασης του ''Εξαγωγέα''.

Με τον όρο ''εγκατάσταση στη Ένωση'' νοείται:
• εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, η συνήθης κατοικία του προσώπου αυτού στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
• εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων, ο τόπος όπου το πρόσωπο αυτό έχει στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης την καταστατική του έδρα, την κεντρική του διοίκηση ή τη μόνιμη επιχειρηματική εγκατάσταση.
Ως μόνιμη επιχειρηματική εγκατάσταση θεωρείται ο σταθερός τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας στον οποίο βρίσκονται σε μόνιμη βάση οι αναγκαίοι ανθρώπινοι και τεχνικοί πόροι και μέσω του οποίου πραγματοποιούνται εν όλω ή εν μέρει οι σχετικές με τα τελωνεία πράξεις ενός προσώπου.
Για την κατανόηση των ανωτέρω διατάξεων παρατίθενται σχετικά παραδείγματα στο Παράρτημα 9
Γεωργικά επιδοτούμενα: Στην περίπτωση εξαγωγής γεωργικών προϊόντων που δικαιούνται επιστροφών (επιδοτούμενα), βάσει πιστοποιητικού εξαγωγής, η διασάφηση εξαγωγής υποβάλλεται από τον κάτοχο του πιστοποιητικού (καν. 376/2008).
Αντιπρόσωπος: Το πρόσωπο το οποίο έχει την ευθύνη υποβολής της διασάφησης προσωρινής ή οριστικής εξαγωγής καθώς και της διασάφησης επανεξαγωγής, έχει τη δυνατότητα να ορίσει εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

1.2 Πιστοποίηση οικονομικών φορέων (εξωτερικών χρηστών)

Στα πρόσωπα που εμπλέκονται στη διαδικασία εξαγωγής (εξαγωγείς, μεταφορείς κλπ) ή στους νόμιμους αντιπροσώπους τους παρέχεται πρόσβαση στο μηχανογραφικό σύστημα μέσω της εφαρμογής itrader για υποβολή/παραλαβή των απαιτούμενων ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Για την πρόσβαση των εν λόγω προσώπων στην εφαρμογή απαιτείται η πιστοποίησή τους από το taxisnet.
Ειδικότερα για την πρόσβαση των νομίμων αντιπροσώπων πέραν της ανωτέρω πιστοποίησης απαιτείται και η ύπαρξη ηλεκτρονικής εξουσιοδότησης. Η διαδικασία της εξουσιοδότησής τους, καθώς και η αποδοχή αυτής γίνεται μέσω της Ηλεκτρονικής Υπηρεσίας Διαχείρισης Εξουσιοδοτήσεων (Αναλυτικές οδηγίες δίνονται στην ιστοσελίδα της Υπηρεσίας μας).
Πέραν της ηλεκτρονικής εξουσιοδότησης, ο αντιπρόσωπος πρέπει να διατηρεί στο αρχείο του και έντυπη εξουσιοδότηση την οποία και οφείλει να επιδεικνύει στο τελωνείο όποτε αυτή ζητηθεί.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου οι οικονομικοί φορείς ή οι νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτών δεν μπορούν να πιστοποιηθούν στο taxisnet και να πραγματοποιήσουν ηλεκτρονική εξουσιοδότηση με τους κωδικούς τους, μπορεί αυτή να πραγματοποιηθεί από υπάλληλο του τελωνείου μέσω του Υποσυστήματος Μητρώου Συναλλασσομένων, λειτουργία διαχείρισης Εξουσιοδοτήσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αριθμ. Δ.Π.Σ.Τ. 5019194 ΕΞ 2012 /2-5-2012. Τέλος, διευκρινίζεται ότι πρόσβαση στο ICISnet μπορεί να αποκτήσει και ο εγκατεστημένος σε άλλο Κ-Μ εξαγωγέας. Ωστόσο, για λόγους εγγραφής και πιστοποίησης του προσώπου απαιτείται η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που δηλώνεται στην σχετική εφαρμογή του ICISnet να ταυτίζεται με εκείνη που έχει καταχωρηθεί στη βάση δεδομένων EORI του Κοινοτικού Συστήματος Καταχώρισης και Αναγνώρισης Οικονομικών Φορέων (EOS) της Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

2.1 Ρόλος τελωνείου εξαγωγής

Τελωνείο εξαγωγής είναι αυτό στο οποίο τηρούνται οι διατυπώσεις εξαγωγής (υποβολή της διασάφησης εξαγωγής).
- Τελωνείο εξαγωγής είναι το τελωνείο που είναι αρμόδιο για την εποπτεία του τόπου που είναι εγκατεστημένος ο εξαγωγέας ή όπου τα εμπορεύματα συσκευάζονται ή φορτώνονται για την εξαγωγή.
Τα εμπορεύματα συσκευάζονται για εξαγωγή όταν:
• Προετοιμάζονται για αποστολή (π.χ. συσκευάζονται σε χαρτοκιβώτια) κυρίως για την αποφυγή ζημιών κατά τη μεταφορά.
• Ανασυσκευάζονται ή υποβάλλονται σε τελική συσκευασία σε κιβώτια τα οποία έχουν κατασκευασθεί ειδικά για τη μεταφορά.
• Τοποθετούνται χαρτοκιβώτια μέσα σε εμπορευματοκιβώτιο.
Ο όρος «φόρτωση» καλύπτει κυρίως τις περιπτώσεις στις οποίες τα εμπορεύματα δεν συσκευάζονται για εξαγωγή και ειδικότερα εκείνες που τα εμπορεύματα φορτώνονται ασυσκεύαστα στο ενεργό μέσο μεταφοράς με το οποίο θα μεταφερθούν εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης. (π.χ. εμπορεύματα χύδην, όπως χαλίκι ή άμμος, οχήματα, σιτηρά ).
Παράδειγμα:
Τα εμπορεύματα φορτώνονται για εξαγωγή στο Τελωνείο Αθηνών για έξοδο από την Κακκαβιά. - Τελωνείο εξαγωγής είναι το Τελωνείο Αθηνών. Όταν τα ως άνω εμπορεύματα προς εξαγωγή συγκεντρώνονται, ανασυσκευάζονται ή υποβάλλονται σε τελική συσκευασία για εξαγωγή στη Λάρισα τότε το Τελωνείο εξαγωγής θα μπορούσε να θεωρηθεί και το Τελωνείο Λάρισας.
- Όταν εμπορεύματα υπάγονται σε καθεστώς αποταμίευσης ή τελειοποίησης προς επανεξαγωγή και πρόκειται να επανεξαχθούν η διασάφηση επανεξαγωγής πρέπει να υποβάλλεται στο προβλεπόμενο από την άδεια τελωνείο.
- Παρεκκλίσεις
Παρεκκλίσεις από τον ανωτέρω κανόνα όσον αφορά στο αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής, υπάρχουν στις ακόλουθες περιπτώσεις:
• Στις περιπτώσεις υπεργολαβίας, η διασάφηση μπορεί να υποβληθεί στο αρμόδιο τελωνείο εγκατάστασης του τόπου του υπεργολάβου. (υπεργολαβία: η περίπτωση όπου το συμβαλλόμενο μέρος της αλυσίδας διακίνησης των προϊόντων, προσλαμβάνει οικονομικό φορέα προκειμένου να εκτελέσει συγκεκριμένα καθήκοντα ,δηλαδή μέρος της διαδικασίας, που σχετίζονται με τη διαδικασία της εξαγωγής).
Παράδειγμα:
Η εταιρεία Α που βρίσκεται στην Ολλανδία εξάγει μηχανήματα στην Κίνα. Προσλαμβάνει την εταιρεία Β που βρίσκεται στην Ελλάδα προκειμένου να κατασκευάσει αυτά τα μηχανήματα τα οποία στη συνέχεια θα εξαχθούν. Σε αυτήν την περίπτωση, η διασάφηση εξαγωγής μπορεί να υποβληθεί στο ελληνικό τελωνείο που είναι αρμόδιο για την εταιρεία Β.
• Όπου υπάρχουν λόγοι διοικητικής οργάνωσης, η διασάφηση μπορεί να υποβληθεί σε διαφορετικό τελωνείο από το αρμόδιο για την εν λόγω πράξη
• Όταν υπάρχουν αιτιολογημένες περιπτώσεις, η διασάφηση μπορεί να υποβληθεί σε άλλο τελωνείο. Ως αιτιολογημένες περιπτώσεις ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής:
o οι περιπτώσεις όπου τα εμπορεύματα αποστέλλονται σε προορισμό εντός της Ένωσης και, μετά την αναχώρηση από το σημείο φόρτωσης, πραγματοποιείται αλλαγή της σύμβασης βάσει της οποίας τα εμπορεύματα πρέπει να εξαχθούν εκτός της Ένωσης, η διασάφηση εξαγωγής μπορεί να κατατεθεί στο Τελωνείο από το οποίο τα εμπορεύματα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, εφόσον το συγκεκριμένο Τελωνείο έχει αρμοδιότητες διατυπώσεων εξαγωγής ή στο πλησιέστερο Τελωνείο εξαγωγής. o όταν το αρμόδιο Τελωνείο βρίσκεται σε απόσταση ή αντίθετη κατεύθυνση προς τη διαδρομή για εξαγωγή, με αποτέλεσμα να δημιουργείται δυσανάλογο οικονομικό κόστος μεταφοράς για τον εξαγωγέα ή και επιπλέον προβλήματα επιβάρυνσης του αστικού περιβάλλοντος (μόλυνση - κυκλοφοριακό), η διασάφηση εξαγωγής μπορεί να κατατεθεί στο πρώτο Τελωνείο που βρίσκεται καθ' οδόν, ή στο Τελωνείο εξόδου εφόσον τούτο έχει αρμοδιότητες διατυπώσεων εξαγωγής.
• Όταν η αξία των προς εξαγωγή εμπορευμάτων δεν υπερβαίνει τα 3000 ευρώ ανά αποστολή και ανά διασαφιστή και αυτά δεν υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς, η διασάφηση μπορεί να υποβάλλεται στο τελωνείο εξόδου (άρθρο 221 Καν. 2447/15)
• Οι τελωνειακές διασαφήσεις που πραγματοποιούνται με οποιαδήποτε άλλη πράξη, μπορεί να λάβει χώρα μόνο στο τελωνείο εξόδου (άρθρο 221 Καν. 2447/15)
• Οι διασαφήσεις που πραγματοποιούνται με προφορική δήλωση, μπορούν να υποβληθούν μόνο στο τελωνείο εξόδου (άρθρο 221 Καν. 2447/15)
• Στην επανεξαγωγή μη ενωσιακών εμπορευμάτων τα οποία βρίσκονται σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής, εφόσον χρησιμοποιείται δελτίο ΑΤΑ (338 Καν. 2447/15), αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής είναι το τελωνείο εξόδου εφόσον έχει αρμοδιότητες διατυπώσεων εξαγωγής.
• Στις περιπτώσεις όπου η διασάφηση εξαγωγής υποβάλλεται εκ των υστέρων αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής είναι το τελωνείο αρμόδιο για την εποπτεία του τόπου που είναι εγκατεστημένος ο εξαγωγέας.
Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση εξαγωγής γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών (επιδοτούμενα), η διασάφηση υποβάλλεται μόνο στο τελωνείο που είναι αρμόδιο για τον τόπο συσκευασίας ή φόρτωσης αυτών, σύμφωνα με τον ν. 612/2009.

2.2 Αρμοδιότητες Τελωνείου εξαγωγής

Για τα εμπορεύματα τα οποία πρόκειται να εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης και για τα οποία απαιτείται τελωνειακή διασάφηση, στο τελωνείο εξαγωγής πρέπει να τηρούνται τα ακόλουθα:
• η υποβολή και αποδοχή της τελωνειακής διασάφησης για την εξαγωγή, προσωρινή εξαγωγή και επανεξαγωγή μετά από ειδικό καθεστώς, η έκδοση του αριθμού καταχώρησης της διασάφησης (MRN) και η γνωστοποίησή του στον εξαγωγέα/διασαφιστή,
• η διεκπεραίωση της διαδικασίας τροποποίησης και ακύρωσης της διασάφησης, όπου αυτό απαιτείται,
• η διασφάλιση της άφιξης των εμπορευμάτων στο τελωνείο,
• η τήρηση των μέτρων απαγορεύσεων ή περιορισμών κατά την εξαγωγή,
• η επαλήθευση της διασάφησης εφόσον ληφθεί η σχετική απόφαση, είτε με εξέταση των εμπορευμάτων, είτε με έλεγχο των υποστηρικτικών, της διασάφησης, εγγράφων,
• η λήψη μέτρων για την αναγνώριση της ταυτότητας των εμπορευμάτων όπου απαιτείται,
• η καταχώρηση των αδειών διέλευσης (διμερείς, transit, τριγωνικές, ΕΔΥΜ), όπου απαιτείται,
• Η απελευθέρωση των εμπορευμάτων και η εκτύπωση του Συνοδευτικού Εγγράφου Εξαγωγής (Σ.Ε.Ε.) με σκοπό την μεταφορά των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξόδου, η ενημέρωση του εξαγωγέα και του τελωνείου εξόδου για την επικείμενη έξοδο των εμπορευμάτων (μήνυμα ΙΕ501:στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής) και αποστολή του μηνύματος.
• Παροχή αποδεικτικού μηνύματος εξόδου στον εξαγωγέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΔΙΑΣΑΦΗΣΗ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ - ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

3.1 Προθεσμίες υποβολής διασάφησης πριν την αναχώρηση

Σύμφωνα με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα τα εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο πρέπει να καλύπτονται από διασάφηση πριν από την αναχώρηση:
Η διασάφηση πριν από την αναχώρηση λαμβάνει μία από τις ακόλουθες μορφές:
1. Διασάφηση εξαγωγής, όταν τα εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης υπάγονται σε τελωνειακό καθεστώς για το οποίο απαιτείται τελωνειακή διασάφηση
2. Διασάφηση επανεξαγωγής στις περιπτώσεις μη ενωσιακών εμπορευμάτων που προορίζονται για έξοδο, με εξαίρεση τα εμπορεύματα που τελούν υπό το καθεστώς ελεύθερης ζώνης ή προσωρινής εναπόθεσης ή για εμπορεύματα που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης που διέρχονται απλώς από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
3. Συνοπτική διασάφηση εξόδου
Οι προθεσμίες εντός των οποίων πρέπει να υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής ως διασάφηση πριν από την αναχώρηση, για τα εμπορεύματα που εξέρχονται του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, προβλέπονται από τις σχετικές ενωσιακές διατάξεις. Ειδικότερα, η διασάφηση εξαγωγής πρέπει να υποβάλλεται στο αρμόδιο τελωνείο πριν από την αναχώρηση του μέσου μεταφοράς με το οποίο τα εμπορεύματα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, ή πριν τη φόρτωση στην περίπτωση μεταφοράς των εμπορευμάτων σε εμπορευματοκιβώτια. Αναλυτικός πίνακας με τις προθεσμίες υποβολής της διασάφησης εξαγωγής παρατίθεται στο Παράρτημα 5 της παρούσας.

3.2 Υποβολή ορθά συμπληρωμένης διασάφησης εξαγωγής

3.2.1. Συμπλήρωση της διασάφησης εξαγωγής

Σύμφωνα με το άρθρο 15 Καν.952/13, η υποβολή διασάφησης στο τελωνείο ισοδυναμεί με δέσμευση όσον αφορά την ακρίβεια των στοιχείων της διασάφησης και γενικά την τήρηση κάθε υποχρέωσης που αφορά την υπαγωγή των εκάστοτε εμπορευμάτων στο σχετικό καθεστώς και τη γνησιότητα των υποστηρικτικών της διασάφησης εγγράφων. Ως εκ τούτου, εφιστάται η προσοχή στην ορθή συμπλήρωσή της, για να αποφεύγονται τυχόν καθυστερήσεις κατά τον τελωνισμό και επιβολή ενδεχόμενων ποινών κατά τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία εφόσον από τους διασταυρωτικούς ελέγχους διαπιστωθεί παραποίηση των σχετικών εγγράφων ή μη ορθή συμπλήρωση των σχετικών πεδίων της διασάφησης.
Η διασάφηση εξαγωγής, η διασάφηση προσωρινής εξαγωγής στα πλαίσια του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή και η διασάφηση επανεξαγωγής μετά από ειδικό καθεστώς περιέχουν τα στοιχεία που αναφέρονται παράρτημα 9 του Καν.341/16, προσαρτήματα Β1 έως Δ1 κατά περίπτωση καθώς και τα δεδομένα ασφάλειας και προστασίας που αναφέρονται στο παράρτημα 9 Καν.341/16 προσάρτημα Α.
Τα δεδομένα ασφάλειας και προστασίας δεν περιλαμβάνονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
• Αποστολής κοινοτικών εμπορευμάτων από και προς τα ειδικά εδάφη εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης στα οποία δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2006/112/ΕΚ ή η οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου,
• Παράδοσης κοινοτικών εμπορευμάτων με απαλλαγή από φόρους ως εφόδια πλοίων και αεροσκαφών, ανεξάρτητα από τον προορισμό τους.
Οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στη διασάφηση υποχρεωτικά ανάλογα με το αιτούμενο καθεστώς περιέχονται για διευκόλυνσή σας, σε επικαιροποιημένο πίνακα (Παράρτημα 4 της παρούσης) με τις υποχρεωτικές θέσεις συμπλήρωσης της διασάφησης εξαγωγής, προσωρινής εξαγωγής και επανεξαγωγής ανά τύπο διασάφησης (Παράρτημα 9 Καν.341/16)
Πέραν των ανωτέρω, υπενθυμίζεται ότι:
Στις περιπτώσεις:
Α) Έλληνα εξαγωγέα (πωλητής εγκατεστημένος στην Ελλάδα), η διασάφηση συμπληρώνεται ως ακολούθως:
Θέση 2: EORI Έλληνα εξαγωγέα
Θέση 44: ΑΦΜ εγκατεστημένου στην Ελλάδα πωλητή (κωδικός 1732)
Β) Εξαγωγέα εγκατεστημένου σε άλλο Κ-Μ:
Θέση 2: EORI Εξαγωγέα εγκατεστημένου σε άλλο Κ-Μ
Θέση 44: ΑΦΜ εγκατεστημένου σε άλλο Κ-Μ πωλητή (κωδικός 1734)
Διευκρινίζεται ότι η απόκτηση ΑΦΜ στη χώρα μας από πρόσωπο εγκατεστημένο σε άλλο Κ-Μ όπου απαιτείται κατά τις ισχύουσες διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας πραγματοποιείται είτε μέσω της ΠΟΛ 1113/2013 ΑΥΟ είτε μέσω ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου
Γ) Εξαγωγέα εγκατεστημένου εκτός τελωνειακού εδάφους της Ένωσης
Θέση 2: EORI Εξαγωγέα εγκατεστημένου εκτός τελωνειακού εδάφους της Ένωσης
Θέση 14: Στοιχεία έμμεσου τελωνειακού αντιπροσώπου
Θέση 44: ΑΦΜ φορολογικού αντιπροσώπου εγκατεστημένου σε τρίτη χώρα εξαγωγέα (κωδικός1742)
Δ) Από πρόσωπο που δεν έχει την κυριότητα των εμπορευμάτων έχει ωστόσο την εξουσία να αποφασίσει για τη μεταφορά των εμπορευμάτων :
Θέση 2: EORI Έλληνα εξαγωγέα
Θέση 44: ΑΦΜ εγκατεστημένου στην Ελλάδα πωλητή ΠΟΛ 1167 (κωδικός 1708)

3.2.2. Υποστηρικτικά της διασάφησης εξαγωγής - προσωρινής εξαγωγής στα πλαίσια του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή και επανεξαγωγή ύστερα από οικονομικό ανασταλτικό καθεστώς, έγγραφα - συμπλήρωση της θέσης 44 της διασάφησης
Τα κυριότερα υποστηρικτικά, της διασάφησης εξαγωγής, έγγραφα προκύπτουν από συνδυασμό ενωσιακών διατάξεων και εθνικών απαιτήσεων, συμπληρώνονται στη θέση 44 της διασάφησης και είναι:
• τιμολόγιο στην περίπτωση πώλησης εμπορευμάτων / Απόδειξη Λιανικών συναλλαγών, εάν πρόκειται για πώληση σε ιδιώτη πελάτη κάτοικο τρίτης χώρας,
• έγγραφα μεταφοράς,
• εφόσον κρίνεται αναγκαίο, υποβολή καταλόγου δεμάτων,
• εφόσον απαιτείται, υποβολή ειδικού πιστοποιητικού ή έγκρισης.
Το έντυπο «Δήλωση Προέλευσης Εμπορευμάτων- Αίτηση Χορήγησης Αντιγράφων» (κωδ. 1804) δεν αποτελεί υποστηρικτικό, της διασάφησης, έγγραφο στις περιπτώσεις οριστικής εξαγωγής εμπορευμάτων (καθεστώς 1000),
Εξαίρεση: Το εν λόγω έντυπο εξακολουθεί να ισχύει ως δικαιολογητικό έγγραφο στο καθεστώς της οριστικής εξαγωγής, στις περιπτώσεις που ο εξαγωγέας αιτείται επιστροφής του ΕΦΚ καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή των προϊόντων που εξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2861/94.
Επισημαίνεται ότι η θέση 44 της διασάφησης συμπληρώνεται πλέον των ανωτέρω εγγράφων και με τα ακόλουθα έγγραφα/μνείες στις περιπτώσεις εξαγωγής επιδοτουμένων προϊόντων, στα καθεστώτα επανεξαγωγής μετά από οικονομικό τελωνειακό καθεστώς και προσωρινής εξαγωγής στα πλαίσια του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή:
Εξαγωγή γεωργικών επιδοτουμένων προϊόντων:
• Έντυπο Προενημέρωσης
• Πιστοποιητικό εξαγωγής ή Πιστοποιητικό Προκαθορισμού Καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή (θέση 37: 3151)
• Αριθμός άδειας υπαγωγής στο καθεστώς
• Δήλωση Προέλευσης Εμπορευμάτων - Αίτηση Χορήγησης Αντιγράφων
• Δελτίο Χημικής Ανάλυσης εκτός αν η αρμόδια τελωνειακή αρχή εγκρίνει άλλο τρόπο εξακρίβωσης της ταυτότητας των εμπορευμάτων όπως αυτοί αναφέρονται στις επεξηγηματικές σημειώσεις για τη συμπλήρωση της θέσης 12 των εντύπων του Παραρτήματος 12 Καν.341/16
Καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή - Προκαταβολική Εξαγωγή (θέση 37: 1100)
• Αριθμός άδειας υπαγωγής στο καθεστώς
• Δελτίο Χημικής Ανάλυσης εκτός αν η αρμόδια τελωνειακή αρχή εγκρίνει άλλο τρόπο εξακρίβωσης της ταυτότητας των εμπορευμάτων όπως αυτοί αναφέρονται στις επεξηγηματικές σημειώσεις για τη συμπλήρωση της θέσης 12 των εντύπων του Παραρτήματος 12 Καν. 341/16
Καθεστώς τελειοποίησης προς επανεισαγωγή (Θέση 37: 2100)
• Αριθμός άδειας υπαγωγής στο καθεστώς
• Δελτίο Χημικής Ανάλυσης εκτός αν η αρμόδια τελωνειακή αρχή εγκρίνει άλλο τρόπο εξακρίβωσης της ταυτότητας των εμπορευμάτων όπως αυτοί αναφέρονται στις επεξηγηματικές σημειώσεις για τη συμπλήρωση της θέσης 12 των εντύπων του Παραρτήματος 12 του Καν.(ΕΟΚ) 341/16
• Πληροφοριακό Δελτίο 2 (INF2) όταν έχει εκδοθεί από την τελωνειακή αρχή στα πλαίσια των τριγωνικών συναλλαγών
Καθεστώς επανεξαγωγής μετά από καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης (Θέση 37: 3171)
• Αριθμός άδειας υπαγωγής στο καθεστώς
Καθεστώς επανεξαγωγής μετά από καθεστώς προσωρινής εισαγωγής (θέση 37:3153)
• Αριθμός άδειας υπαγωγής στο καθεστώς εφόσον υφίσταται
Επισήμανση: Προκειμένου να αποφευχθεί η άσκοπη ενεργοποίηση των κοινών κριτηρίων κινδύνου (CRC) για την ασφάλεια και προστασία, στις περιπτώσεις όπου στον τρόπο μεταφοράς στα σύνορα (θέση 25) συμπληρώνονται οι κωδικοί 1 (θαλάσσια μεταφορά) ή 4 (αεροπορική μεταφορά), αναγράφεται στη θέση 7 της διασάφησης ο Μοναδικός Αριθμός Αναφοράς Αποστολής (UCR1), δεδομένου ότι κατά τη στιγμή της υποβολής της διασάφησης δεν έχουν φορτωθεί τα εμπορεύματα στο τελικό μέσο μεταφοράς και κατά συνέπεια δεν έχει εκδοθεί ακόμα το σχετικό έγγραφο μεταφοράς ώστε να συμπληρωθεί με τον αριθμό αεροπορικής ή θαλάσσιας φορτωτικής η θέση 44 της διασάφησης.

3.2.3 Συμπλήρωση της θέσης 40 της διασάφησης.

Από 01.05.2016 και σύμφωνα με το παράρτημα 9 των μεταβατικών διατάξεων (Καν.341/2016) η θέση 40 «Συνοπτική Διασάφηση / Προηγούμενο έγγραφο» συμπληρώνεται πλέον υποχρεωτικά στη διασάφηση εξαγωγής. Στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει προηγούμενο καθεστώς (οριστική εξαγωγή) η θέση 40 συμπληρώνεται με τον αριθμό του Δ.Α. ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού εγγράφου μεταφοράς ή με τον αριθμό ARC του e - ΔΕ εφόσον πρόκειται για προϊόντα Ε.Φ.Κ. Τα Τελωνεία προβαίνουν στη διενέργεια δειγματοληπτικών εκ των υστέρων ελέγχων ως προς την ορθή συμπλήρωση της θέσης αυτής και την επιβολή των κατά περίπτωση προβλεπόμενων κυρώσεων.

3.2.4. Συμπλήρωση της θέσης 8 της διασάφησης.

Σύμφωνα με το παράρτημα 9 - προσάρτημα Α του Καν.341/16, η θέση 8 (παραλήπτης) της διασάφησης εξαγωγής συμπληρώνεται με τα στοιχεία του προσώπου που πραγματικά παραλαμβάνει τα εμπορεύματα. Στην περίπτωση που τα εμπορεύματα μεταφέρονται με μεταβιβάσιμη φορτωτική η οποία είναι «εις διαταγήν» με οπισθογράφηση και ο παραλήπτης είναι άγνωστος στη θέση 8 συμπληρώνονται τα στοιχεία του προσώπου προς ειδοποίηση.

3.2.5. Ηλεκτρονική Υποβολή και Αποδοχή της διασάφησης εξαγωγής

Ο εξαγωγέας/διασαφιστής υποβάλλει ηλεκτρονικά την ορθά, κατά τα ανωτέρω, συμπληρωμένη διασάφηση εξαγωγής στο αρμόδιο τελωνείο (ΙΕ515, «Διασάφηση Εξαγωγής»).
Εφόσον η διασάφηση ύστερα από έλεγχο του συστήματος γίνει αποδεκτή, αποδίδεται ο αριθμός αναφοράς της κίνησης (MRN) ο οποίος και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στον εξαγωγέα/διασαφιστή. Το σύστημα ελέγχει αυτόματα την ορθή συμπλήρωση της διασάφησης καθώς επίσης και την ύπαρξη αναφορών για οποιαδήποτε έγγραφο (π.χ. πιστοποιητικά, άδειες, κλπ) που απαιτείται με βάση τον δηλωθέντα κωδικό προϊόντος (κωδικό Σ.Ο.) και σχετίζονται με την δηλωθείσα χώρα προορισμού.
H συνολική διαδικασία της ηλεκτρονικής επικοινωνίας μεταξύ του εξαγωγέα/ διασαφιστή, των εμπλεκόμενων, στη διαδικασία εξαγωγής, προσώπων και των τελωνείων (εξαγωγής και εξόδου) καθώς επίσης και μεταξύ των τελωνείων εξαγωγής και εξόδου (δηλωθέν ή πραγματικό), από την υποβολή της διασάφησης εξαγωγής μέχρι και την έξοδο του εμπορεύματος από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, αποτυπώνεται στον συγκεντρωτικό κατάλογο μηνυμάτων που επισυνάπτεται στην παρούσα (Παράρτημα 6).

3.3 Άφιξη των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξαγωγής

Η διασφάλιση της άφιξης των εμπορευμάτων στο τελωνείο ή σε όποιο άλλο χώρο έχει καθοριστεί ή εγκριθεί από το τελωνείο σε όλες τις περιπτώσεις τελωνισμού, εκτός από τις περιπτώσεις τελωνισμού εξαγωγής επιδοτούμενων γεωργικών προϊόντων, αποτελεί θεμελιώδη κανόνα διασφάλισης της τελωνειακής επιτήρησης των προς εξαγωγή εμπορευμάτων. Ο κανόνας αυτός τέθηκε τόσο με τις διατάξεις του ΚΤΚ όσο και με τις διατάξεις του Καν. 952/13, για να διασφαλίσει ότι τα προς εξαγωγή εμπορεύματα, είναι υπό την επιτήρηση και στην διάθεση του τελωνείου για τη διενέργεια ενδεχόμενου ελέγχου.

Οι χώροι που έχουν καθοριστεί ή εγκριθεί από την τελωνειακή αρχή ως χώροι παραμονής των εμπορευμάτων, είναι εκείνοι τους οποίους η αρμόδια τελωνειακή αρχή είναι σε θέση να διασφαλίσει την τήρηση της τελωνειακής νομοθεσίας, με συστηματικούς ελέγχους, πλήρωσης των όρων και προϋποθέσεων βάσει των οποίων έχει χορηγηθεί η έγκρισή τους και παρακολούθησης της ροής των εμπορευμάτων από αυτούς βάσει των σχετικών παραστατικών. Ως τέτοιοι χώροι θεωρούνται, οι αποθήκες αποταμίευσης, οι ελεύθερες ζώνες. Η παραμονή των προς εξαγωγή εμπορευμάτων στους ως άνω χώρους, συναρτάται άμεσα από τις ιδιαίτερες συνθήκες λειτουργίας της εκάστοτε τελωνειακής αρχής κι ως εκ τούτου, ο Προϊστάμενος αυτής, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο, ζητά να αφιχθούν τα ως άνω εμπορεύματα προς εξαγωγή στους χώρους του τελωνείου με την υποβολή της διασάφησης κατά τα ισχύοντα.

Στις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου τα εμπορεύματα στη συνήθη διαδικασία εξαγωγής, βρίσκονται στην έδρα του εξαγωγέα , αυτό προϋποθέτει γραπτή έγκριση του αρμόδιου τελωνείου και η αρμόδια τελωνειακή αρχή εγκρίνει ή απορρίπτει το εν λόγω αίτημα. Μέχρι την υλοποίηση των απαιτούμενων μηχανογραφικών προσαρμογών, σχετικό υπόδειγμα αίτησης περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 10 της παρούσας. Η ως άνω αίτηση θα κατατίθεται από τον διασαφιστή/εξαγωγέα και ο Προϊστάμενος της αρμόδιας τελωνειακής αρχής θα το εγκρίνει ή θα το απορρίπτει λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη: α) την εγγύτητα των εγκαταστάσεων αυτών, β) τη δυνατότητα μετακίνησης των υπαλλήλων στις εν λόγω εγκαταστάσεις.

Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις που τα προς εξαγωγή εμπορεύματα παραμένουν στους ανωτέρω χώρους, εφόσον το Υποσύστημα Λήψης Αποφάσεων και Ανάλυσης Κινδύνου (DSS) υποδείξει φυσικό έλεγχο επί ορισμένων διασαφήσεων, ο έλεγχος διενεργείται στους χώρους αυτούς.

3.3.1 Διερεύνηση άφιξης των εμπορευμάτων στο τελωνείο

-Υποχρεωτική συμπλήρωση της θέσης 30 (Τόπος εμπορευμάτων) στη διασάφηση: Ο εξαγωγέας υποχρεούται να δηλώσει στη θέση 30 της ηλεκτρονικής διασάφησης, στη συνήθη διαδικασία (διασαφήσεις τύπου Α, D, B, Ε), τον τόπο όπου βρίσκονται τα προς εξαγωγή εμπορεύματα.
Ο κατάλογος με τους κωδικοποιημένους χώρους προσκόμισης των, προς εξαγωγή, εμπορευμάτων ανά τελωνείο εξαγωγής έχει αναρτηθεί στο portal της Τελωνειακής Υπηρεσίας (https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet/info/forms).
Οι φορείς και τα τελωνεία παρακαλούνται για την έγκαιρη ενημέρωσή τους προκειμένου να έχουν διαθέσιμους τους κωδικούς χώρων που τους αφορούν, κατά την υποβολή των σχετικών διασαφήσεων μέσω των αντίστοιχων ηλεκτρονικών συνδέσμων
(https://portal.gsis.gr/portal/page/portal/ICISnet/services?serid=10348438καιadreseeID=10026938)
και
(https://portal.ggps.gsis/portal/page/portal/ICISnetintranet/services?serid=10348453καιadreseeID=10 001983)
Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση υποβολής διασάφησης εξαγωγής τύπου Α ή απλουστευμένη διασάφησης εξαγωγής τύπου Β, η συμπλήρωση της θέσης 30 σημαίνει την πραγματική άφιξη των εμπορευμάτων στο δηλωθέντα τόπο και όχι την πρόθεση άφιξης αυτών. Στην περίπτωση που η εν λόγω διασάφηση υποβάλλεται πέραν του ωραρίου λειτουργίας του τελωνείου, ο εξαγωγέας έχει υποχρέωση να διασφαλίζει ότι με την έναρξη λειτουργίας του τελωνείου τα εμπορεύματα θα έχουν ήδη αφιχθεί στον δηλωθέντα τόπο.
Στις περιπτώσεις που ο εξαγωγέας ή ο αντιπρόσωπός του δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τον πραγματικό χρόνο άφιξης των εμπορευμάτων, θα πρέπει να υποβάλλει σε μεταγενέστερο χρόνο την διασάφηση εξαγωγής τύπου Α ή Β, ούτως ώστε να διασφαλίσει παράλληλα και την άφιξη των εμπορευμάτων. Διαφορετικά, μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που του παρέχεται, από την ενωσιακή τελωνειακή νομοθεσία, να υποβάλλει διασάφηση εξαγωγής πριν την άφιξη των εμπορευμάτων (τύπου D ή E) και με την πραγματοποίηση της άφιξής τους να αποστείλει το προβλεπόμενο συμπληρωματικό μήνυμα (ED 15) προκειμένου να συνεχισθεί η διαδικασία της εξαγωγής. Διευκρινίζεται ότι στις ως άνω περιπτώσεις (υποβολή τύπου D ή Ε διασάφησης), η συμπλήρωση της θέσης 30 στη δ/ση εξαγωγής δηλώνει την πρόθεση άφιξης των εμπορευμάτων στον δηλωθέντα τόπο.

3.3.2. Τρόποι επιβεβαίωσης της πραγματικής άφιξης των εμπορευμάτων

Η διερεύνηση της πραγματικής άφιξης των εμπορευμάτων πραγματοποιείται επί ορισμένου ποσοστού διασαφήσεων εξαγωγής που προσδιορίζεται από τον Προϊστάμενο του κάθε τελωνείου, ανάλογα με την κίνηση και τον όγκο των συναλλαγών του και αναπροσαρμόζεται σε περίπτωση που διαπιστωθεί αυξημένη παραβατικότητα. Χρονικά, μπορεί να πραγματοποιείται, είτε κατά το στάδιο τήρησης των διατυπώσεων εξαγωγής (άμεση διερεύνηση), είτε εκ των υστέρων (εκ των υστέρων διερεύνηση), ανάλογα με τους τόπους και χώρους εποπτείας κάθε τελωνείου.
Επισήμανση·. Η ως άνω διερεύνηση, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σχετίζεται με την επαλήθευση της διασάφησης, που υποδεικνύεται από το σύστημα Ανάλυσης Κινδύνου του ICISnet.
Ο τρόπος αποτύπωσης των ενεργειών του τελωνείου για τη διερεύνηση της πραγματικής άφιξης των εμπορευμάτων αποτελεί εσωτερική διαδικασία που αποφασίζεται από τον Προϊστάμενο του κάθε τελωνείου.
Σε κάθε περίπτωση, η μη προσκόμιση των εμπορευμάτων κατά τα ανωτέρω οριζόμενα, αποτελεί τελωνειακή παράβαση και επισύρει τις κυρώσεις της παρ. 5 του άρθρου 147 του Ν. 2960/01.
Άμεση διερεύνηση άφιξης των εμπορευμάτων:
Άμεση διερεύνηση για την πραγματική άφιξη των εμπορευμάτων μπορεί να πραγματοποιηθεί στις περιπτώσεις που ο χώρος προσκόμισης των εμπορευμάτων είναι εύκολα προσβάσιμος και κατά κανόνα παρακείμενος του τελωνειακού καταστήματος. Για παράδειγμα μπορεί να πραγματοποιηθεί σε διασαφήσεις όπου το εμπόρευμα δηλώνεται ότι έχει αφιχθεί στον χώρο του τελωνείου (π.χ. τελωνειακός περίβολος). Στην περίπτωση αυτή επιλέγονται οι διασαφήσεις που εμφανίζονται στην οθόνη του επόπτη και διασταυρώνεται εάν έχουν αφιχθεί τα αντίστοιχα φορτία στον χώρο του τελωνείου. Εξυπακούεται ότι η ως άνω διερεύνηση πραγματοποιείται πριν τη δρομολόγηση της διασάφησης εξαγωγής από τον επόπτη.
Εκ των υστέρων διερεύνηση για την άφιξη των εμπορευμάτων:
Για τις περιπτώσεις που αυτό είναι εφικτό, η εκ των υστέρων διερεύνηση άφιξης των εμπορευμάτων πραγματοποιείται σε μεταγενέστερο του τελωνισμού στάδιο. Αυτή μπορεί να γίνει με διασταύρωση ορισμένων στοιχείων όπως για παράδειγμα από τις αποθήκες ή από τις πύλες εισόδου των τελωνείων, (π.χ. μπορεί να συγκριθεί η ώρα εισόδου των εμπορευμάτων στην Ε.Ζ. με την ώρα δρομολόγησης της διασάφησης από τον επόπτη ή να συγκριθεί η ημερομηνία και ώρα δρομολόγησης από τον επόπτη με οποιοδήποτε συνοδευτικό έγγραφο προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις του ν. 4308/24.11.2014 (ΦΕΚΑ 251) «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα»
Όταν τα εμπορεύματα βρίσκονται ήδη σε τελωνειακή επιτήρηση, πριν από την υποβολή της διασάφησης, κατά κανόνα σε χώρους εποπτευόμενους από το τελωνείο, τότε δεν απαιτείται έλεγχος για να πιστοποιηθεί εάν το εμπόρευμα έχει αφιχθεί στο τελωνείο, δεδομένου ότι από τον συσχετισμό των θέσεων 40 (Προηγούμενο Παραστατικό) και 30 (Τόπος εμπορευμάτων) της διασάφησης αποδεικνύεται η άφιξη.

3.4 Προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί το μεταφορικό μέσο των προς εξαγωγή εμπορευμάτων

Επισημαίνεται ότι, πέραν των υποχρεώσεων που οφείλει να τηρεί ο εξαγωγέας/ διασαφιστής οφείλει επιπλέον να διασφαλίζει ότι το μεταφορικό μέσο των, προς εξαγωγή, εμπορευμάτων πληροί τις προϋποθέσεις για τη διενέργεια της μεταφοράς. Ειδικότερα στις περιπτώσεις των οδικών μεταφορών πρέπει να διασφαλίζονται τα ακόλουθα:
Α) Τα αλλοδαπά φορτηγά, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από συμφωνίες, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με τις απαραίτητες άδειες διέλευσης (διμερείς, transit, τριγωνικές, ΕΔΥΜ), οι οποίες στο τελωνείο εξαγωγής καταχωρούνται ηλεκτρονικά (σχετ. Δ19Β 5033532 ΕΞ2011/2-8-2011 και Δ19Β 5037583 ΕΞ2011/8-9-2011 ΔΥΟ). Τις άδειες αυτές τις προμηθεύονται στη χώρα τους. Όταν για τη διενέργεια της μεταφοράς απαιτείται κοινοτική άδεια, αυτή ελέγχεται αλλά δεν καταχωρείται.
Οι άδειες διέλευσης καταχωρούνται στη θέση 44. Σε περίπτωση που δεν είναι καταχωρημένες στη θέση αυτή από τον εξαγωγέα/διασαφιστή θα καταχωρούνται επιλέγοντας τη λειτουργία «Καταχώρηση πρόσθετων πεδίων» από το τελωνείο. Σε κάθε περίπτωση το τελωνείο εξετάζει αν απαιτείται άδεια διέλευσης, την καταχωρεί εάν δεν είναι ήδη καταχωρημένη και τη θεωρεί.
Β) Διευκρινίζεται ότι τα ελληνικά οχήματα εφοδιάζονται με τις απαραίτητες άδειες διέλευσης από τα τελωνεία εξόδου και η χορήγηση αυτών παρακολουθείται πλέον ηλεκτρονικά. Αν τα ελληνικά οχήματα χρησιμοποιούν την άδεια ΕΔΥΜ, τότε αυτή καταχωρείται από το τελωνείο εξαγωγής.

3.5 Επαλήθευση της διασάφησης

Μετά την αποδοχή της διασάφησης εξαγωγής και την απόδοση MRN, καλείται το Υποσύστημα Ανάλυσης Κινδύνου για την απόδοση Κοινοτικού και Εθνικού Αποτελέσματος Ανάλυσης Κινδύνου. Η διασάφηση ενημερώνεται αυτόματα με το αποτέλεσμα της Ανάλυσης Κινδύνου και εμφανίζεται στο Υποσύστημα Διαχείρισης Ειδικών Πληροφοριών και Υποθέσεων (οθόνη επόπτη).

Ο αρμόδιος Προϊστάμενος Τελωνισμού εμπορευμάτων εφόσον ο βαθμός επικινδυνότητας απαιτεί την επαλήθευση της διασάφησης και σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν εκδοθεί από την Δ/νση Στρατηγικής Τελ. Ελέγχων και Παραβάσεων εκδίδει άμεση εντολή ελέγχου χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία του συναλλασσόμενου στο τελωνείο. (Δ33Δ Εμπ. 50020/07.01.2014 ΔΥΟ) O εξαγωγέας/ διασαφιστής ενημερώνεται για τη διενέργεια ελέγχου (μήνυμα ΙΕ560 «γνωστοποίηση απόφασης ελέγχου εξαγωγής»). Από το μενού «Ιστορικό συναλλαγής» επιλέγει το μήνυμα ΙΕ560, όπου του εμφανίζεται ως πληροφορία ο κωδικός «1» εάν πρόκειται για φυσικό έλεγχο ή ο κωδικός «0» εάν πρόκειται για έλεγχο εγγράφων.

Σύμφωνα με το σχετικό 3) από 01.11.2015 καθιερώθηκε η υποχρεωτική ηλεκτρονική υποβολή και οι εξαιρέσεις από την ηλεκτρονική υποβολή των υποστηρικτικών της διασάφησης εξαγωγής εγγράφων στις περιπτώσεις που διενεργείται έλεγχος από την τελωνειακή αρχή.
Διαχείριση εξουσιοδότησης - Εντολής αντιπροσώπου

Λόγω της ύπαρξης ηλεκτρονικής εξουσιοδότησης, η έντυπη εξουσιοδότηση - εντολή αντιπροσώπου παύει να θεωρείται πλέον, ως υποστηρικτικό της διασάφησης εξαγωγής έγγραφο και ως εκ τούτου δεν υποβάλλεται/ προσκομίζεται κατά το στάδιο επαλήθευσης της διασάφησης. Η προσκόμιση αυτής θα απαιτείται από το τελωνείο στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι δεν υφίσταται σχετική εξουσιοδότηση/εντολή. Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, εξακολουθεί να απαιτείται η δήλωση της ύπαρξης αυτής στη θέση 44 της διασάφησης με τον αντίστοιχο κωδικό 1902 (Εξουσιοδότηση Αντιπροσώπου).

Φυσικός έλεγχος:

Στην περίπτωση διενέργειας φυσικού ελέγχου, τα υποστηρικτικά της διασάφησης εξαγωγής έγγραφα υποβάλλονται και ηλεκτρονικά με την παραλαβή του μηνύματος ΙΕ 560 με κωδικό 1.

Ο εξαγωγέας/διασαφιστής παρίσταται κατά την διεξαγωγή του ελέγχου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (άρθρα 189 / Καν.952/13, 239 Καν.2447/15), προσκομίζοντας τα υποστηρικτικά, της διασάφησης εξαγωγής, έγγραφα, πρωτότυπα ή αντίγραφα κατά περίπτωση.

Έλεγχος εγγράφων:

Στην περίπτωση διενέργειας ελέγχου εγγράφων, τα υποστηρικτικά της διασάφησης εξαγωγής έγγραφα υποβάλλονται ηλεκτρονικά με την παραλαβή του μηνύματος ΙΕ 560 με κωδικό 0.

Ειδικότερα:

α) Ο εξαγωγέας/διασαφιστής υποβάλλει ηλεκτρονικά στο σύστημα τα εν λόγω έγγραφα από τη λειτουργική περιοχή «Ενέργειες» / «Αίτηση με Συνημμένα Αρχεία από Οικονομικό Φορέα», σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν αναρτηθεί στο portal του ICISnet.

β) Στο περιβάλλον του τελωνείου, ο αρμόδιος υπάλληλος επιλέγοντας τη λειτουργία «Αναζήτηση ΕΔΕ εξαγωγής» και συμπληρώνοντας το συγκεκριμένο MRN της διασάφησης, επιλέγει το πεδίο «Προβολή» και τη λειτουργία «Σχετικά Συνυποβαλλόμενα Αρχεία». Με αυτόν τον τρόπο, εμφανίζονται όλα τα αρχεία που έχει υποβάλλει ο εξαγωγέας/ διασαφιστής για τη συγκεκριμένη διασάφηση. Σχετικές οδηγίες έχουν αναρτηθεί στο portal της Τελωνειακής Υπηρεσίας.

Σημειώνεται ότι ο αρμόδιος υπάλληλος που διενεργεί τον έλεγχο, δεν χρειάζεται να τυπώνει ούτε να αποθηκεύει το εν λόγω έγγραφο καθώς το σύστημα αποθηκεύει αυτόματα όλα τα συνημμένα έγγραφα ανά διασάφηση.

Επισημαίνεται ότι η ως άνω ηλεκτρονική υποβολή των υποστηρικτικών, της διασάφησης εξαγωγής εγγράφων, δεν αφαιρεί το δικαίωμα που έχει το τελωνείο σε περίπτωση οποιασδήποτε υπόνοιας να καλέσει τον εξαγωγέα να προσκομίσει τα πρωτότυπα έγγραφα.

Στην περίπτωση που η ως άνω εφαρμογή είναι εκτός λειτουργίας, τότε ο εξαγωγέας/ διασαφιστής μπορεί να αποστείλει τα σχετικά έγγραφα είτε με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή μέσω τηλεομοιοτυπίας, αναγράφοντας το MRN της συγκεκριμένης διασάφησης στο θέμα του ηλεκτρονικού μηνύματος ή στο πάνω δεξί τμήμα της τηλεομοιοτυπίας, αντίστοιχα. Σε κάθε περίπτωση, στο σχετικό διαβιβαστικό γίνεται αναφορά στον αριθμό και στο είδος των αποστελλόμενων εγγράφων.

Για την καλύτερη και ομοιόμορφη διαχείριση της αποστολής των συνημμένων με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), το κάθε τελωνείο κατόπιν επικοινωνίας με την αρμόδια Υπηρεσία (Δ31 Δ/νση Εκμετάλλευσης Συστημάτων Η/Υ), δημιουργεί e-mail με την ονομασία : supporting_docs@xxxx.syzefxis.gov.gr (όπου xxxx ο κωδικός του κάθε τελωνείου).
Εξυπακούεται ότι την ευθύνη για την αποστολή των συνημμένων στη διασάφηση εγγράφων με τους παραπάνω περιγραφόμενους τρόπους, φέρει ο εξαγωγέας/διασαφιστής.

Έλεγχοι διαδικασίας για την τήρηση απαγορεύσεων / περιορισμών:

Μέχρι να υλοποιηθούν οι απαιτούμενες προσαρμογές στο ICISnet προκειμένου ο εξαγωγέας / διασαφιστής να μπορεί να διακρίνει: α) τους ελέγχους διαδικασίας για την τήρηση απαγορεύσεων - περιορισμών από β) τους ελέγχους εγγράφων, όταν και για τις 2 περιπτώσεις λαμβάνει το ίδιο μήνυμα ΙΕ 560 με κωδικό 0 (Έλεγχος εγγράφων), εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

1. Όταν ο οριζόμενος ελεγκτής διαπιστώνει έλεγχο Διαδικασίας για σκοπούς Απαγορεύσεων - Περιορισμών δεν εκτελεί καμία ενέργεια σε ό,τι αφορά την ενημέρωση του συναλλασσόμενου. Ο εξαγωγέας / διασαφιστής με την παραλαβή του μηνύματος ΙΕ 560 με
κωδικό 0 (Έλεγχος Εγγράφων), υποβάλλει ηλεκτρονικά μόνο το προβλεπόμενο πιστοποιητικό / άδεια / έγκριση.

2. Αντιθέτως όταν ο οριζόμενος ελεγκτής διαπιστώνει έλεγχο εγγράφων (όλων των υποστηρικτικών εγγράφων), παράλληλα με την αυτόματη αποστολή του ΙΕ 560 με κωδικό 0 (Έλεγχος Εγγράφων) από το ICISnet, ενημερώνει αμέσως τον εξαγωγέα / διασαφηστή με κάθε πρόσφορο μέσο (π.χ. τηλέφωνο, email κλπ), προκειμένου ο τελευταίος να υποβάλλει το σύνολο αυτών.

Έλεγχοι διαδικασίας για την επιτήρηση των καθεστώτων Τελειοποίησης προς επανεξαγωγή, Τελειοποίησης προς επανεισαγωγή και
Προκαταβολική Εξαγωγή με συμψηφισμό στο ισοδύναμο.

Στις περιπτώσεις που υποβάλλονται διασαφήσεις προσωρινής εξαγωγής/επανεξαγωγής στα πλαίσια ειδικών καθεστώτων (θέση 37: 2100, 2200, 1100, 3151) και μέχρι να υλοποιηθούν οι απαιτούμενες προσαρμογές στο ICISnet προκειμένου ο εξαγωγέας / διασαφιστής να μπορεί να διακρίνει: α) τους ελέγχους διαδικασίας για την επιτήρηση των εν λόγω καθεστώτων από β) τους φυσικούς ελέγχους, όταν και για τις δύο περιπτώσεις λαμβάνει το ίδιο μήνυμα ΙΕ 560 με κωδικό 1 εφαρμόζονται τα ακόλουθα:
• Όταν ο οριζόμενος ελεγκτής διαπιστώνει έλεγχο διαδικασίας για την επιτήρηση των καθεστώτων δεν εκτελεί καμία ενέργεια σε ό,τι αφορά την ενημέρωση του συναλλασσόμενου και προβαίνει στη διενέργεια δειγματοληψίας. Ο εξαγωγέας/διασαφιστής με την παραλαβή του μηνύματος ΙΕ560 με κωδικό 1 ΔΕΝ υποβάλλει ηλεκτρονικά τα υποστηρικτικά της διασάφησης έγγραφα (στην ουσία ενημερώνεται ότι πρόκειται να διενεργηθεί έλεγχος διαδικασίας για την επιτήρηση των καθεστώτων).
• Αντιθέτως όταν ο οριζόμενος ελεγκτής διαπιστώνει φυσικό έλεγχο παράλληλα με την αυτόματη αποστολή του μηνύματος ΙΕ 560 με κωδικό 1 (φυσικός έλεγχος), ενημερώνει άμεσα τον εξαγωγέα /διασαφιστή με κάθε πρόσφορο μέσο (π.χ τηλέφωνο, email κλπ) προκειμένου ο τελευταίος να υποβάλλει το σύνολο των υποστηρικτικών της διασάφησης εγγράφων και να τα προσκομίσει σε πρωτότυπη μορφή.

Προτεραιότητα κατά τη διενέργεια των ελέγχων

ΑΕΟ: Όταν μετά από τη διενέργεια ανάλυσης κινδύνου επιλεγεί για περαιτέρω έλεγχο διασάφηση, η οποία έχει υποβληθεί από πρόσωπο που φέρει την ιδιότητα του Εγκεκριμένου Οικονομικού Φορέα, τότε η εν λόγω διασάφηση ελέγχεται κατά προτεραιότητα σε σχέση με τις διασαφήσεις που έχουν υποβληθεί από μη Εγκεκριμένους Οικονομικούς Φορείς.

Ο Προϊστάμενος Τελωνισμού δύναται να επιβεβαιώσει την κατοχή της ιδιότητας του Εγκεκριμένου Οικονομικού Φορέα από το Υποσύστημα Αδειών - Εγκρίσεων του Icisnet βάσει του αριθμού αδείας ΑΕΟ που έχει δηλωθεί στη θέση 44-1 της τελωνειακής διασάφησης.
Απλουστευμένες διαδικασίες στην εξαγωγή :

Όταν μετά από τη διενέργεια ανάλυσης κινδύνου επιλεγεί για περαιτέρω έλεγχο διασάφηση, η οποία έχει υποβληθεί από πρόσωπο που είναι κάτοχος άδειας απλουστευμένων διαδικασιών, τότε η εν λόγω διασάφηση ελέγχεται κατά προτεραιότητα σε σχέση με τις διασαφήσεις που έχουν υποβληθεί από πρόσωπα που δεν έχουν άδεια απλουστευμένων διαδικασιών.

Ο Προϊστάμενος Τελωνισμού δύναται να επιβεβαιώσει την ύπαρξη της άδειας απλουστευμένων διαδικασιών από το Υποσύστημα Αδειών - Εγκρίσεων του Icisnet βάσει του αριθμού αδείας που έχει δηλωθεί στη θέση 44-1 της τελωνειακής διασάφησης.

Αποτελέσματα ελέγχου:

Η καταγραφή των αποτελεσμάτων ελέγχου γίνεται με την επιλογή της κατάλληλης ένδειξης αποτελέσματος ελέγχου, όπως αυτές περιγράφονται κατωτέρω και την προσθήκη τυχόν παρατηρήσεων επί του ελέγχου που διενεργήθηκε. Ένδειξη Α1: «Καλώς»
Τίθεται στην περίπτωση που το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο διαπιστώσει ότι επαληθεύονται τα δηλούμενα, στη διασάφηση, στοιχεία.

Ένδειξη Α1: «Καλώς με διαφορές - Συμφωνία εξαγωγέα/διασαφιστή»

Τίθεται στην περίπτωση που κατά τον έλεγχο διαπιστωθούν διαφορές σε σχέση με τα δηλούμενα, στη διασάφηση, στοιχεία για τις οποίες είναι ενήμερος ο εξαγωγέας/διασαφιστής και τις αποδέχεται. Ο αρμόδιος ελεγκτής τροποποιεί τα αντίστοιχα πεδία της διασάφησης με βάση τις διαφορές που διαπιστώθηκαν κατά τον έλεγχο.

Ένδειξη Α1: «Καλώς με διαφορές - Ασυμφωνία εξαγωγέα/διασαφιστή»

Τίθεται στην περίπτωση που κατά τον έλεγχο διαπιστωθούν διαφορές από τα δηλούμενα, στη διασάφηση, στοιχεία και ο εξαγωγέας/διασαφιστής διαφωνεί με τις διαπιστωθείσες διαφορές. Στην περίπτωση αυτή ο αρμόδιος ελεγκτής αφού ενημερώσει τα στοιχεία της διασάφησης με τις διαφορές, καταχωρεί αποτέλεσμα: «Α1: Καλώς με διαφορές - Ασυμφωνία εξαγωγέα/διασαφιστή»

Κατόπιν των ανωτέρω επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις που διαπιστωθούν διαφορές στο τελωνείο εξαγωγής, είτε με συμφωνία είτε με ασυμφωνία του εξαγωγέα/διασαφιστή, οι οποίες δεν εμποδίζουν την πραγματοποίηση της εξαγωγής (π.χ. ποινή ανακριβούς δήλωσης, απλή τελωνειακή παράβαση), καταχωρείται αποτέλεσμα «Α1:Καλώς με διαφορές». Στη συνέχεια, γίνονται οι απαραίτητες διορθώσεις στο σύστημα επί της ηλεκτρονικής διασάφησης προκειμένου να αποτυπωθούν τα πραγματικά στοιχεία που εντοπίστηκαν κατά τον έλεγχο. Αν όμως οι διαφορές εμποδίζουν την πραγματοποίηση της εξαγωγής (π.χ. λαθρεμπορία, εμπορεύματα ακατάλληλα για εξαγωγή κλπ), καταχωρείται αποτέλεσμα «Β1:Σημαντικές διαφορές».

Ένδειξη Β1: «Σημαντικές διαφορές» Η ένδειξη αυτή τίθεται στην περίπτωση που η διασάφηση:

• Επιλεγεί για έλεγχο (φυσικό/εγγράφων) και ο αρμόδιος τελωνειακός ελεγκτής διαπιστώσει από τον φυσικό έλεγχο ή από τον έλεγχο εγγράφων ότι δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί η εξαγωγή
• Αφορά εμπορεύματα που υπόκεινται σε απαγορεύσεις-περιορισμούς και διαπιστωθεί από τον έλεγχο η μη τήρηση της ισχύουσας νομοθεσίας

Επισημάνσεις:

α) Στις περιπτώσεις διενέργειας φυσικού ελέγχου ο αρμόδιος ελεγκτής συντάσσει Πρακτικό Φυσικού Ελέγχου, σύμφωνα με την αριθ. Δ33Δ50020/7-1-2014 ΔΥΟ. (άρθρο 48 Καν.952/13)
β) Ο αρμόδιος ελεγκτής με την καταχώρηση των αποτελεσμάτων ελέγχου μεριμνά εάν απαιτείται για την επιβολή ποινής ανακριβούς δήλωσης ή για τη βεβαίωση τελωνειακής παράβασης (άρθρο 147 παρ.5 Ν.2960/01, επιφυλασσόμενων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων) ή για την εφαρμογή άλλων ισχυουσών κατασταλτικών διατάξεων.
γ) Στις περιπτώσεις διενέργειας ελέγχου η υποχρέωση τήρησης αρχείου τελωνειακών παραστατικών και υποστηρικτικών εγγράφων αποτελεί υποχρέωση του εξαγωγέα διασαφιστή (σύμφωνα με τη σχετική 3) στην οποία περιγράφονται και οι εξαιρέσεις που αφορούν σε παραστατικά που πρέπει να τηρούνται στο αρχείο του τελωνείου.
δ) Σε κάθε περίπτωση εφιστάται η προσοχή των τελωνείων στη συμπλήρωση της ορθής ένδειξης αποτελέσματος ελέγχου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου εκ παραδρομής τίθεται η ένδειξη Β1 (Σημαντικές Διαφορές), ενημερώνεται σχετικά ο προϊστάμενος του τελωνείου ο οποίος και αποστέλλει σχετικό έγγραφο με το οποίο ζητείται η διόρθωση της εσφαλμένης ένδειξης από την αρμόδια υπηρεσία (ΔΗΛΕΔ) με κοινοποίηση στη Δ/νση Τελωνειακών Διαδικασιών και ΔΗΤ.
3.6. Μη πραγματοποίηση ελέγχου- κατά δήλωση
Στις περιπτώσεις που το Υποσύστημα της Ανάλυσης Κινδύνου αποδίδει στη διασάφηση χαμηλό βαθμό επικινδυνότητας (με βάση τόσο την κοινοτική όσο και την εθνική ανάλυση κινδύνου) ενεργοποιείται ο timer αυτόματου τελωνισμού. Με τη λήξη του timer κι εφόσον δεν την έχει δρομολογήσει νωρίτερα ο Προϊστάμενος Τελωνισμού εμπορευμάτων, η διασάφηση δρομολογείται αυτόματα από το σύστημα «Κατά
Δήλωση» και λαμβάνει το αποτέλεσμα ελέγχου Α2 - θεωρείται ικανοποιητικό.
Ως εκ τούτου, σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογείται η προσκόμιση των επισυναπτομένων εγγράφων των «κατά δήλωση» διασαφήσεων εξαγωγής, τα οποία και τηρούνται για μια δεκαετία στο αρχείο του εξαγωγέα/διασαφιστή για ενδεχόμενη διενέργεια εκ των υστέρων ελέγχου.

3.6.1. Απαγορεύσεις και περιορισμοί:

Στις περιπτώσεις διασάφησης εμπορευμάτων που υπόκεινται σε μέτρα απαγορεύσεων ή περιορισμών τα οποία δεν είναι ενσωματωμένα στο υποσύστημα TARIC, ο Προϊστάμενος Τελωνισμού πριν δρομολογήσει τη διασάφηση μεριμνά, με τη συνδρομή των αρμόδιων υπαλλήλων (είτε του γραφείου απαγορεύσεων - περιορισμών, είτε όποιου άλλου έχει ορισθεί να ασκεί καθήκοντα από τον Προϊστάμενο του τελωνείου), για τη διασφάλιση τήρησης της ισχύουσας κατά περίπτωση νομοθεσίας απαγορεύσεων και περιορισμών.
Τα μη ενσωματωμένα στο υποσύστημα TARIC μέτρα απαγορεύσεων ή περιορισμών αφορούν στα ακόλουθα είδη:
• Ζυμαρικά στην περίπτωση εξαγωγής προς ΗΠΑ
• Μηχανήματα έργου
• Μεταποιημένα / επεξεργασμένα / κατεψυγμένα οπωροκηπευτικά
• Νωπά οπωροκηπευτικά
• Είδη πολιτιστικής κληρονομιάς, στο βαθμό που δεν εμπίπτουν στις σχετικές ενωσιακές διατάξεις
• Είδη άγριας πανίδας και αυτοφυούς χλωρίδας, στο βαθμό που δεν εμπίπτουν στις σχετικές ενωσιακές διατάξεις.
• Απόβλητα
• Είδη του ν. 2168/1993 περί όπλων, στο βαθμό που δεν εμπίπτουν στις σχετικές ενωσιακές διατάξεις.
• Οστικά μοσχεύματα, ανθρώπινοι ιστοί και κύτταρα.
Υπενθυμίζεται ότι κατάλογος των εγγράφων / πιστοποιητικών / αδειών , τα οποία εκδίδονται από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές βάσει διατάξεων απαγορεύσεων ή περιορισμών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή εμπορευμάτων, έχει κοινοποιηθεί με την αριθμ. πρωτ. : ΔΤΔ Γ 5026386 ΕΞ 2015 / 11.12.2015 ΔΥΟ (ΑΔΑ : 7ΘΜΖΗ - ΚΣΧ)
Τέλος σημειώνεται ότι το Υποσύστημα Εξαγωγών (''Εκτυπώσεις'' / '' Εξαγωγές παραμετρικά'' ) παρέχει τη δυνατότητα επιλογής και συγκεντρωτικής εμφάνισης στην οθόνη του Προϊστάμενου Τελωνισμού συγκεκριμένων πεδίων των προς δρομολόγηση διασαφήσεων, προκειμένου να διευκολυνθεί ο εντοπισμός των προς εξαγωγή δηλωθέντων εμπορευμάτων που ενδέχεται να υπόκεινται σε μέτρα απαγορεύσεων - περιορισμών.

3.7 Διόρθωση - Ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής

3.7.1 Διόρθωση διασάφησης εξαγωγής (IE513 «Αίτημα τροποποίησης διασάφησης εξαγωγής»)

Η διόρθωση της διασάφησης είναι μια αυτόματη διαδικασία που πραγματοποιείται από το σύστημα μετά από την οποία διενεργείται εκ νέου Ανάλυση Κινδύνου λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα.
Σημειώνεται ότι οι θέσεις 1 και 37α της διασάφησης δεν επιδέχονται καμία διόρθωση. Στην περίπτωση αυτή ο εξαγωγέας/διασαφιστής υποχρεωτικά υποβάλλει αίτημα ακύρωσης της διασάφησης.
Στην περίπτωση που το αίτημα διόρθωσης αφορά τροποποίηση των κατωτέρω θέσεων της διασάφησης εξαγωγής, η αποδοχή του αιτήματος/μηνύματος δεν γίνεται αυτόματα αλλά αξιολογείται και εγκρίνεται από τον αρμόδιο Προϊστάμενο Τελωνειακών Διαδικασιών του τελωνείου:
• Θέση 31 - Δέματα και Περιγραφή εμπορευμάτων
• Θέση 33 - Κωδικός εμπορευμάτων
• Θέση 35 - Μεικτή μάζα
• Θέση 38 - Καθαρή Μάζα
• Θέση 46 - Στατιστική Αξία
Επισημαίνεται ότι το αίτημα διόρθωσης δεν μπορεί να υποβληθεί στις περιπτώσεις που είτε έχει αποσταλεί το μήνυμα της απελευθέρωσης των εμπορευμάτων, (ΙΕ529) στον εξαγωγέα (status: «παραλαβή προς εξαγωγή), είτε ο εξαγωγέας έχει ενημερωθεί ότι οι τελωνειακές αρχές προτίθεται να επαληθεύσουν τη διασάφηση, (μήνυμα ΙΕ560), (status: «υπό έλεγχο»). Διευκρινίζεται ότι στις περιπτώσεις που έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος και έχουν καταχωρηθεί τα αποτελέσματα ελέγχου μπορεί να υποβληθεί αίτημα διόρθωσης πριν την εκτύπωση του Σ.Ε.Ε.
Με τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα, κατόπιν αιτήσεως του διασαφιστή και εντός τριών ετών από την ημερομηνία αποδοχής της τελωνειακής διασάφησης, μπορεί να επιτρέπεται η τροποποίηση της τελωνειακής διασάφησης μετά την παράδοση των εμπορευμάτων, προκειμένου ο διασαφιστής να μπορέσει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο συγκεκριμένο τελωνειακό καθεστώς.
Ο συναλλασσόμενος θα καταθέτει έντυπη αίτηση τροποποίησης στο τελωνείο την οποία εν συνεχεία θα υποβάλλει και ηλεκτρονικά μέσα από τη λειτουργία των συνυποβαλλόμενων αρχείων. Μετά την υποβολή της αίτησης, το τελωνείο ξεκινά διαδικασία εκ των υστέρων ελέγχου και ο οριζόμενος ελεγκτής αποδέχεται ή απορρίπτει την αίτηση την οποία αναφέρει στο πεδίο (παρατηρήσεις ελέγχου) προβαίνοντας κατά περίπτωση στις απαιτούμενες ενέργειες .

3.7.2 Ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής (μήνυμα IE514 «Αίτημα ακύρωσης διασάφησης εξαγωγής»)

i) Ακύρωση με αίτηση του διασαφιστή πριν την απελευθέρωση των εμπορευμάτων προς εξαγωγή (πριν την αποστολή του IE501)
Η ακύρωση της διασάφησης με αίτηση (μήνυμα IE514) του διασαφιστή είναι αντικείμενο έγκρισης από το τελωνείο και εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 174 Καν.952/13 Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που το τελωνείο έχει ενημερώσει τον εξαγωγέα/ διασαφιστή ότι πρόκειται να διενεργηθεί έλεγχος (IE560) το αίτημα μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου αυτού.

ii) Ακύρωση της διασάφησης μετά την αποστολή του μηνύματος IE501 στο δηλωθέν τελωνείο εξόδου

• Στις περιπτώσεις που μετά την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής και την αποστολή του μηνύματος IE501 προς το δηλωθέν τελωνείο εξόδου, τα εμπορεύματα δεν εξέλθουν του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης (άρθρο 148 Καν.2446/15) για διάφορους λόγους (π.χ. ακύρωση της σύμβασης πώλησης των εμπορευμάτων), ο εξαγωγέας υποβάλλει αίτημα ακύρωσης της διασάφησης στο τελωνείο εξαγωγής το οποίο εξετάζει και εγκρίνει ή απορρίπτει το εν λόγω αίτημα ενημερώνοντας ανάλογα και το τελωνείο εξόδου.

Στην περίπτωση που κατά την εξέταση του αιτήματος ακύρωσης διαπιστωθεί ότι μέρος των εμπορευμάτων έχει εξαχθεί, το αίτημα ακύρωσης δεν γίνεται αποδεκτό και ενημερώνεται σχετικά ο εξαγωγέας. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που κατά τον έλεγχο διαπιστώνεται ότι δεν επιτρέπεται η έξοδος των εμπορευμάτων (ένδειξη αποτελέσματος ελέγχου Β1).

Πέραν των ανωτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 148 του Καν. 2446/2015 προβλέπονται και οι ακόλουθες περιπτώσεις κατά τις οποίες η αρμόδια τελωνειακή αρχή προβαίνει στην ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής για εμπορεύματα που έχουν ήδη εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης:
• όταν τα ενωσιακά εμπορεύματα έχουν διασαφιστεί εσφαλμένα για τελωνειακό καθεστώς το οποίο ισχύει μόνο για μη ενωσιακά εμπορεύματα, και ο τελωνειακός χαρακτήρα τους ως ενωσιακών εμπορευμάτων αποδείχτηκε μεταγενέστερα μέσω του εντύπου T2L ή T2LF ή τελωνειακού δηλωτικού εμπορευμάτων. Για παράδειγμα, στις περιπτώσεις όπου υποβάλλεται διασάφηση επανεξαγωγής και εν συνεχεία αποδεικνύεται ότι πρόκειται για ενωσιακά εμπορεύματα, η διασάφηση επανεξαγωγής ακυρώνεται και ταυτόχρονα υποβάλλεται εκ νέου διασάφηση οριστικής εξαγωγής.
• όταν τα εμπορεύματα έχουν διασαφιστεί εσφαλμένα σε περισσότερες από μία τελωνειακές διασαφήσεις. Για παράδειγμα, στην περίπτωση που για ίδια εμπορεύματα έχουν υποβληθεί πολλές διασαφήσεις, ακυρώνονται οι εσφαλμένες και υποβάλλεται ταυτόχρονα εκ νέου διασάφηση εφόσον υπάρχει ανάγκη.
• όταν χορηγείται άδεια με αναδρομική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 211 παράγραφος 2 του κώδικα. Στην περίπτωση που ο οικονομικός φορέας έχει ήδη υποβάλλει διασαφήσεις οριστικής εξαγωγής και εν συνεχεία γίνεται κάτοχος της άδειας για τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή προς επανεισαγωγή με αναδρομική ισχύ, οι εν λόγω διασαφήσεις εξαγωγής ακυρώνονται και υποβάλλονται ταυτόχρονα νέες διασαφήσεις.
• Αν το τελωνείο εξόδου διενεργήσει έλεγχο για εμπορεύματα για τα οποία έχει ήδη υποβληθεί διασάφηση εξαγωγής και διαπιστώσει ότι υπάρχει διαφορά ως προς τη φύση των εμπορευμάτων που παραδίδονται για εξαγωγή, επανεξαγωγή ή τελειοποίηση προς επανεξαγωγή, το τελωνείο εξαγωγής ακυρώνει την εν λόγω διασάφηση και υποβάλλεται εκ νέου διασάφηση με τα σωστά δεδομένα.
Στις ως άνω περιπτώσεις ο εξαγωγέας /διασαφιστής οφείλει να υποβάλλει με ηλεκτρονικά μέσα από τη λειτουργία των συνυποβαλλόμενων αρχείων και εν συνεχεία να προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου η αρμόδια τελωνειακή αρχή να είναι σε θέση αφενός να αποφανθεί για την ακύρωση ή μη της εν λόγω διασάφησης και αφετέρου να ταυτοποιήσει ότι το εμπόρευμα που έχει ήδη εξαχθεί είναι το ίδιο με αυτό που θα δηλωθεί στη νέα διασάφηση (ίδιο TARIC, ίδια ποσότητα, ίδια εμπορική ονομασία, περιγραφή κ.τ.λ.). Εν συνεχεία, τα ως άνω πρωτότυπα αποδεικτικά στοιχεία επιστρέφονται στον εξαγωγέα/διασαφιστή αφού ο αρμόδιος υπάλληλος ταυτοποιήσει ότι αυτά που έχουν υποβληθεί ηλεκτρονικά είναι τα ίδια με τα πρωτότυπα. Στην περίπτωση που η αρμόδια τελωνειακή αρχή αποφανθεί για την αποδοχή της ακύρωσης, αποστέλλεται σχετικό έγγραφο στη Δ/νση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης - Τμήμα Ηλεκτρονικών Εφαρμογών (ΔΗΛΕΔ), προκειμένου να ακυρωθούν οι εν λόγω διασαφήσεις. Στο πεδίο «Αιτιολογία ακύρωσης» θα συμπληρώνεται η φράση «Άρθρο 148 Καν.2446/15». Στη νέα διασάφηση εξαγωγής που θα υποβληθεί, συμπληρώνονται τα ακόλουθα:
• στη θέση 29 συμπληρώνεται ο κωδικός του τελωνείου εξαγωγής,
• στο πεδίο της χειρόγραφης καταχώρησης η φράση : «άρθρο 148 Καν.2446/15».
Η εν λόγω διασάφηση οριστικοποιείται από τον αρμόδιο υπάλληλο συμπληρώνοντας στο πεδίο κειμένου την ημερομηνία της πραγματικής εξόδου των εμπορευμάτων καθώς επίσης και το/τα ΜRN των ακυρωμένων διασαφήσεων.
Η ακύρωση της διασάφησης στις ως άνω περιπτώσεις, έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση των πράξεων που έγιναν στα κατά περίπτωση πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που αφορούν στη διασάφηση.
Σε περίπτωση ακύρωσης της διασάφησης εξαγωγής, η αρμόδια τελωνειακή αρχή εξαγωγής ενημερώνει εγγράφως την αρμόδια ΔΟΥ του εξαγωγέα προκειμένου να ελεγχθεί η τήρηση των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας σε συνδυασμό και με τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες μέσω της σχετικής εφαρμογής στο υποσύστημα του ΦΠΑ του Taxisnet (πΟλ 1170/2014).

3.8 Απελευθέρωση των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξαγωγής - Άδεια παραλαβής των εμπορευμάτων για εξαγωγή (Συνοδευτικό Έγγραφο Εξαγωγής-Σ.Ε.Ε.)

Με την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής το τελωνείο εξαγωγής χορηγεί στον εξαγωγέα/διασαφιστή άδεια για την παραλαβή των εμπορευμάτων. Το Συνοδευτικό Έγγραφο Εξαγωγής - Σ.Ε.Ε. (Παράρτημα Η1 Καν.341/16) αποτελεί την άδεια παραλαβής των εμπορευμάτων, εκτυπώνεται από το περιβάλλον του τελωνείου και συνοδεύει την αποστολή μέχρι το τελωνείο εξόδου. Ταυτόχρονα ενημερώνεται ο εξαγωγέας/διασαφιστής καθώς επίσης και το τελωνείο εξόδου για την επικείμενη αποστολή (μήνυμα IE501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής»).
Το Σ.Ε.Ε. χρησιμοποιείται ως άδεια παραλαβής των εμπορευμάτων και στις περιπτώσεις που τηρούνται διατυπώσεις εξαγωγής και εξόδου στο ίδιο τελωνείο.

3.9 Παράδοση του Σ.Ε.Ε. σε άλλο πρόσωπο πλην του εξαγωγέα ή του νόμιμου αντιπροσώπου του - Δυνατότητα αποστολής του Σ.Ε.Ε. στους χώρους που έχουν καθοριστεί ή εγκριθεί από το τελωνείο των προς εξαγωγή εμπορευμάτων

Προς διευκόλυνση των συναλλασσόμενων, παρέχεται πλέον η δυνατότητα στις περιπτώσεις όπου δεν απαιτείται η φυσική παρουσία του εξαγωγέα ή του νόμιμου αντιπροσώπου του κατά τη διεκπεραίωση των τελωνειακών διατυπώσεων εξαγωγής, να παραδίδεται το ΣΈ.Ε. και σε άλλο πρόσωπο εφόσον στη θέση 44 της διασάφησης συμπληρωθεί ο κωδικός «1949» (Δήλωση παραλαβής Σ.Ε.Ε.), στο πεδίο «Αριθμός Εγγράφου» αναγραφεί ο αριθμός EORI ή το ΑΦΜ ή ο αριθμός διαβατηρίου ή ταυτότητας του προσώπου που θα παραλάβει το Σ.Ε.Ε. και στο πεδίο «Άλλη πληροφορία» αναγραφεί το όνομα αυτού.
Επιπλέον στις περιπτώσεις που το εμπόρευμα δεν έχει προσκομισθεί σε χώρους του τελωνείου αλλά βρίσκεται σε χώρους που έχουν καθοριστεί ή εγκριθεί από το τελωνείο,μπορεί το Σ.Ε.Ε. να αποστέλλεται από το τελωνείο στους χώρους εκείνους με κάθε πρόσφορο μέσο (e-mail, fax).
Επισήμανση: Σε κάθε περίπτωση ο αρμόδιος υπάλληλος πριν την εκτύπωση του Σ.Ε.Ε. οφείλει να ανακτά τη διασάφηση και να ελέγχει εάν η θέση 44 έχει συμπληρωθεί με τον κωδικό «1949» και εάν η θέση 30 έχει συμπληρωθεί με κωδικό που να δηλώνει ότι ο χώρος που βρίσκονται τα εμπορεύματα είναι χώρος που έχει καθοριστεί ή εγκριθεί από το τελωνείο, προκειμένου είτε να παραδώσει το Σ.Ε.Ε. στο πρόσωπο αυτό είτε να αποστείλει το Σ.Ε.Ε. στο χώρο όπου βρίσκονται τα εμπορεύματα.

3.10 Διαχείριση των αποτελεσμάτων ελέγχου του τελωνείου εξόδου από το τελωνείο εξαγωγής

Κατωτέρω παρέχονται οδηγίες για ενδεχόμενες ενέργειες του τελωνείου εξαγωγής στην περίπτωση που ληφθεί από το τελωνείο εξόδου το μήνυμα IE518 «Αποτελέσματα εξόδου» με την ένδειξη Α4(Ελάσσονες Διαφορές):
α) Η τροποποίηση των στοιχείων της διασάφησης με βάση της διαπιστώσεις του τελωνείου εξόδου είναι δυνατό να επισύρει την ποινή ανακριβούς δήλωσης ή να στοιχειοθετεί τελωνειακή παράβαση.
β) Εφόσον οι διαπιστούμενες, από το τελωνείο εξόδου, διαφορές αφορούν στοιχεία της διασάφησης που είχαν ήδη επαληθευτεί από το τελωνείο εξαγωγής στο στάδιο τήρησης των διατυπώσεων εξαγωγής, ενημερώνεται ο Προϊστάμενος του τελωνείου για να επιβεβαιώσει την ορθή τήρηση του ελέγχου επαλήθευσης από το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο.
γ) Δεν συντρέχει περίπτωση ενημέρωσης του Προϊσταμένου του τελωνείου όταν οι διαπιστούμενες από το τελωνείο εξόδου διαφορές είναι τεκμηριωμένες και εφόσον προέκυψαν από ενέργειες επακόλουθες της εκτύπωσης του ΣΈ.Ε. (π.χ. αλλαγή μεταφορικού μέσου- θέση 21, κλπ) δ) Στις περιπτώσεις που το τελωνείο εξαγωγής ενημερώνεται από το τελωνείο εξόδου ότι απαγορεύτηκε η έξοδος των εμπορευμάτων (IE518 «Αποτελέσματα εξόδου» με ένδειξη Β1), πραγματοποιεί σχετική έρευνα για τον κολασμό της παραβίασης της τελωνειακής και συναφούς νομοθεσίας ως το τελωνείο τέλεσης της παράβασης.

3.11 Μήνυμα IE599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής»

i) Μη αυτόματη αποστολή του μηνύματος IE599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής» στην περίπτωση που έχει χρησιμοποιηθεί στο μήνυμα IE518 «Αποτελέσματα εξόδου» η ένδειξη Α4(Ελάσσονες διαφορές).
Μετά τις απαιτούμενες προσαρμογές του συστήματος, η αποστολή του μηνύματος IE599 δεν γίνεται σε όλες τις περιπτώσεις αυτόματα. Αναλυτικότερα:
• Το τελωνείο εξαγωγής ενημερώνεται ότι έχει αποσταλεί από το τελωνείο εξόδου ένα μήνυμα IE518 με αποτέλεσμα ελέγχου Α4 (Dashboard).
• Με την ανάκτηση του συγκεκριμένου παραστατικού εμφανίζεται η ένδειξη «Έξοδος» με κόκκινα γράμματα, το οποίο σημαίνει ότι δεν έχει αποσταλεί αυτόματα το μήνυμα IE599 στον εξαγωγέα.
• Το τελωνείο εξαγωγής οφείλει να ενημερωθεί για τις διαπιστωθείσες διαφορές του τελωνείου εξόδου μέσα από το μήνυμα IE518 «Αποτελέσματα εξόδου» (ένδειξη «DI» μέσα στο μήνυμα και εντοπίζονται οι διαφορές που έχουν καταγραφεί στο τελωνείο εξόδου είτε σε επίπεδο βασικών στοιχείων, είτε σε επίπεδο είδους) και να αξιολογήσει τις εν λόγω διαφορές.
• Σε περίπτωση αποδοχής τους, το τελωνείο εξαγωγής προβαίνει σε τροποποίηση των αντίστοιχων πεδίων της διασάφησης, εκδίδοντας εντολή εκ των υστέρων ελέγχου.
• Ο αρμόδιος υπάλληλος του γραφείου εξαγωγής, αφού διασφαλίσει ότι ολοκληρώθηκε η ως άνω διαδικασία, από το μενού «Ενέργειες» επιλέγει τη λειτουργία «Αποστολή IE599» και αποστέλλει το εν λόγω μήνυμα στο οποίο εμπεριέχονται οι σωστές πληροφορίες.
Στο σημείο αυτό εφιστάται η προσοχή των τελωνείων να τηρήσουν αυστηρά την περιγραφόμενη ως άνω διαδικασία δεδομένου ότι το μήνυμα IE599 δημιουργείται και αποστέλλεται μόνο μία φορά.
ii) Εκτύπωση του μηνύματος IE599
Υπενθυμίζεται ότι η θεώρηση της εκτύπωσης του μηνύματος IE599 έχει καταργηθεί.
Εκτύπωση του μηνύματος ΙΕ599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής» θα τηρείται στο αρχείο του εξαγωγέα αντί του αντιγράφου του οικείου τελωνειακού παραστατικού εξαγωγής (αντίτυπο 3 του ΕΔΕ), ώστε να χρησιμοποιείται ως δικαιολογητικό απαλλαγής από ΦΠΑ της παράδοσης αγαθών που αποτελούν αντικείμενο εξαγωγής εκτός Ένωσης.
Oι αρμόδιες ΔΟΥ έχουν τη δυνατότητα να επιτηρούν τις παραδόσεις αγαθών προς εξαγωγή και να αντλούν μέσα από το δικό τους σύστημα τα συγκεκριμένα στοιχεία από τις διασαφήσεις εξαγωγής που έχουν υποβληθεί. (ΠΟΛ 1170/2014).
Εξαίρεση: Επισημαίνεται ότι η θεώρηση της εκτύπωσης του μηνύματος ΙΕ599 εξακολουθεί και ισχύει στις περιπτώσεις χρήσης αυτού ως αποδεικτικό για την διαδικασία υποβολής εκκαθαριστικού λογαριασμού για το καθεστώς της Τελειοποίησης προς Επανεξαγωγή σύμφωνα με τα άρθρα 12,13 και 14 της αριθ. Δ.1354/10-12-1994 ΑΥΟ καθώς και για την επιστροφή του ΕΦΚ καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή των προϊόντων που εξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2861/54.
Επισήμανση: Το αντίτυπο 3 της διασάφησης εξαγωγής με θεώρηση στην πίσω σελίδα χρησιμοποιείται πλέον μόνο στις κατωτέρω περιπτώσεις:
A) Όταν το σύστημα τεθεί εκτός λειτουργίας και χρησιμοποιείται η εφεδρική διαδικασία
Β) Όταν οι διατυπώσεις εξαγωγής επιτρέπεται να τηρούνται σε μη μηχανογραφημένο τελωνείο.

3.12 Εναλλακτική απόδειξη επιβεβαίωσης της εξόδου των εμπορευμάτων

Στην περίπτωση που το τελωνείο εξόδου δεν επιβεβαιώσει την έξοδο του εμπορεύματος, το τελωνείο εξαγωγής ειδοποιεί τον εξαγωγέα/διασαφιστή προκειμένου να προσκομίσει ένα ή συνδυασμό από τα ακόλουθα εναλλακτικά στοιχεία απόδειξης της εξαγωγής:
• Το αποδεικτικό της μεσολαβούσας Τράπεζας για την εισαγωγή, τον συμψηφισμό ή τη νόμιμη εκχώρηση του συναλλάγματος για την πραγματοποίηση της συγκεκριμένης εξαγωγής ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο από το οποίο να αποδεικνύεται η πληρωμή των αγαθών,
• Τα φορτωτικά έγγραφα διακίνησης των αγαθών επικυρωμένα από τον οικονομικό φορέα, ο οποίος μετέφερε τα εμπορεύματα εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης,
• Αντίγραφο του τιμολογίου πώλησης που εκδίδεται σύμφωνα με τον (ν. 4308 /24.11.2014 (ΦΕΚ Α 251) «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα» και φέρει την ένδειξη «ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΦΠΑ ΛΟΓΩ ΕΞΑΓΩΓΗΣ»
• Έγγραφο επικυρωμένο από τις τελωνειακές αρχές Κράτους-Μέλους ή χώρας εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.
• Αντίγραφο του δελτίου παράδοσης υπογεγραμμένο ή επικυρωμένο από τον παραλήπτη εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης·
Ο εξαγωγέας/διασαφηστής υποβάλλει ηλεκτρονικά σχετική αίτηση καθώς και αποδεικτικά στοιχεία με τα οποία επιβεβαιώνεται η έξοδος των εν λόγω εμπορευμάτων συνδεόμενα με το MRN της συγκεκριμένης διασάφησης. Ο αρμόδιος υπάλληλος αξιολογεί τα στοιχεία και είτε τα αποδέχεται οριστικοποιώντας τη διασάφηση είτε τα απορρίπτει προβαίνοντας παράλληλα στην αυτοδίκαιη ακύρωσή της.

3.13 Διαδικασία έρευνας επιβεβαίωσης εξόδου των εμπορευμάτων - Αυτοδίκαιη ακύρωση διασάφησης

Στην περίπτωση που το τελωνείο εξαγωγής δεν έχει λάβει το μήνυμα της επιβεβαίωσης της εξόδου των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης το ως άνω τελωνείο αρχίζει με δική του πρωτοβουλία, μια διαδικασία έρευνας.
Η ως άνω διαδικασία αρχίζει αφού παρέλθουν 60 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής του
μηνύματος IE501 προς το δηλωθέν τελωνείο εξόδου και αφού ήδη έχει προηγηθεί επικοινωνία μεταξύ των δύο τελωνείων (μήνυμα IE904 "Αίτημα αποστολής της κατάστασης εξαγωγής") για την εξέλιξη της διαδικασίας εξόδου.
H διαδικασία που τηρείται σε αυτήν την περίπτωση είναι η ακόλουθη:
α) Από τη λειτουργία «Ενέργειες» που υπάρχουν στην οθόνη της διασάφησης εξαγωγής ή
β) Από το Dashboard/Εργασίες που εκκρεμούν,
επιλέγεται η λειτουργία «Follow up». Περισσότερες οδηγίες έχουν δοθεί στο Εγχειρίδιο Χρήσης που έχει αναρτηθεί στο portal της Τελωνειακής Υπηρεσίας.
Εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθοι λόγοι:
1) Έχουν εξαντληθεί όλοι οι δυνατοί τρόποι πληροφόρησης σχετικά με την κίνηση της εξαγωγής (follow up, IE 904 «Αίτημα αποστολής της κατάστασης εξαγωγής»),
2) Το τελωνείο έχει επικοινωνήσει με το γραφείο υποστήριξης (helpdesk) της εξαγωγής (icis ecs@gsis.gov.gr / Δ/νση ΔΥΤ Τμήμα Γ') και κατά περίπτωση έχει ανταλλάξει σχετική αλληλογραφία με τα εμπλεκόμενα Κ-Μ,
3) Δεν έχει διαπιστωθεί ότι υπήρξαν τεχνικά ή λειτουργικά προβλήματα κατά την ανταλλαγή μηνυμάτων εξαγωγής (IE 906,907),
4) Δεν έχουν προσκομιστεί εναλλακτικά στοιχεία απόδειξης της εξόδου των εμπορευμάτων από τον εξαγωγέα ή αυτά που έχουν προσκομιστεί δεν έχουν γίνει αποδεκτά ως ικανά αποδεικτικά στοιχεία,
τότε το τελωνείο εξαγωγής ακυρώνει αυτοδίκαια τη διασάφηση εξαγωγής αφού παρέλθουν 180 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής του ΙΕ501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής» στο δηλωθέν τελωνείο εξόδου.
Η ακύρωση της διασάφησης έχει ως αποτέλεσμα την ακύρωση των πράξεων που έγιναν στα κατά περίπτωση πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που αφορούν τη διασάφηση.
Σε περίπτωση ακύρωσης της διασάφησης εξαγωγής, η αρμόδια τελωνειακή αρχή εξαγωγής ενημερώνει εγγράφως την αρμόδια ΔΟΥ του εξαγωγέα προκειμένου να ελεγχθεί η τήρηση των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας.
Εξυπακούεται ότι στην περίπτωση που το τελωνείο εξαγωγής έχει στην διάθεσή του στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η εν λόγω εξαγωγή δεν πραγματοποιήθηκε τελικά, πριν την ως άνω προθεσμία των 60 ημερών, προβαίνει άμεσα στην ακύρωση της διασάφησης εξαγωγής.
Η διαδικασία ακύρωσης της διασάφησης εξαγωγής δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί αν του καθεστώτος εξαγωγής έπεται καθεστώς διαμετακόμισης/διαμετακόμισης TIR.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ ΕΞΟΔΟΥ

4.1 Ρόλος τελωνείου εξόδου

Τελωνείο εξόδου είναι το οριζόμενο από τις τελωνειακές αρχές τελωνείο στο οποίο προσκομίζονται τα εμπορεύματα πριν εξέλθουν από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης και υποβάλλονται σε τελωνειακούς ελέγχους όσον αφορά στην εφαρμογή των διατυπώσεων εξόδου και στους κατάλληλους ελέγχους βάσει των κινδύνων.
Το τελωνείο εξόδου είναι το τελευταίο τελωνείο πριν τα εμπορεύματα εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης με τις ακόλουθες εξαιρέσεις:
- Στην περίπτωση εμπορευμάτων που εξέρχονται μέσω δικτύου αγωγών και στην περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας, τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο που ορίζεται από το κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος ο εξαγωγέας. S Στην περίπτωση εμπορευμάτων που μεταφέρονται εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης με ενιαία σύμβαση μεταφοράς, από τις επιχειρήσεις σιδηροδρόμων, τις ταχυδρομικές αρχές, τις αεροπορικές ή τις ναυτιλιακές εταιρείες, τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο που είναι αρμόδιο για τον τόπο στον οποίο παραλαμβάνονται τα εμπορεύματα στα πλαίσια ενιαίας σύμβασης μεταφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι:
• τα εμπορεύματα πρόκειται να εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης σιδηροδρομικώς, ταχυδρομικώς, αεροπορικώς ή θαλασσίως και
• ο διασαφιστής ή ο αντιπρόσωπός του αιτείται οι διατυπώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 329 Καν. 2447/15 να διεκπεραιωθούν σε αυτό το τελωνείο.
Περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με την εξαγωγή εμπορευμάτων με ενιαία σύμβαση μεταφοράς, σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δοθεί από την Ε. Επιτροπή, περιλαμβάνονται στο Παράρτημα 2 της παρούσης.
Πέραν των ανωτέρω εξαιρέσεων, υπάρχουν και ορισμένες παρεκκλίσεις από τον γενικό κανόνα ότι το τελωνείο εξόδου είναι το τελευταίο τελωνείο πριν τα εμπορεύματα εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Οι παρεκκλίσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
• Εξαγωγή που ακολουθείται από διαμετακόμιση:
1) Τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο στο οποίο τα εμπορεύματα υπάγονται σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης.
2) Τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο στο οποίο τα εμπορεύματα υπάγονται σε καθεστώς εσωτερικής διαμετακόμισης με τελωνείο προορισμού που βρίσκεται σε χώρα κοινής διαμετακόμισης.
3) Τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο στο οποίο τα εμπορεύματα υπάγονται σε καθεστώς εσωτερικής διαμετακόμισης, με τελωνείο προορισμού που βρίσκεται στα σύνορα του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.
• Πλοίο μη τακτικής γραμμής που αναχωρεί για άλλο λιμένα εντός της Ένωσης. Τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο του λιμένα φόρτωσης στο εν λόγω πλοίο.
• Εξαγωγή εμπορευμάτων που μεταφέρονται με πλοίο ή αεροσκάφος υπό καθεστώς απλουστευμένης διαδικασίας διαμετακόμισης επιπέδου
ΙΙ. (άρθρα 52 , 53 Καν.341/16), τελωνείο εξόδου είναι το τελωνείο του τόπου όπου τα εμπορεύματα φορτώνονται σε πλοίο ή αεροσκάφος υπό καθεστώς απλουστευμένης διαδικασίας διαμετακόμισης. Τα εξαγόμενα εμπορεύματα περιλαμβάνονται στο δηλωτικό της αεροπορικής εταιρείας με την ένδειξη «Χ».
Oι ως άνω περιπτώσεις αναλύονται διεξοδικά στο συνημμένο Παράρτημα 3 με σχετικά παραδείγματα που σκοπό έχουν την αποσαφήνιση των κριτηρίων καθορισμού του τελωνείου εξόδου και την πληρέστερη κατανόηση του ρόλου του.
Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση εμπορευμάτων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής ή εμπορευμάτων που υπόκεινται σε διατυπώσεις εξαγωγής με σκοπό τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής τελωνείο εξόδου είναι σε κάθε περίπτωση το τελωνείο της φυσικής εξόδου των εμπορευμάτων

4.2 Αρμοδιότητες τελωνείου εξόδου

Το τελωνείο εξόδου:
• Λαμβάνει ενημέρωση για την επικείμενη έξοδο των εμπορευμάτων (IE 501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής»)
• Ενημερώνεται για την πραγματική άφιξη του φορτίου (IE507 «Άφιξη στο σημείο εξόδου») και αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου ή άλλα πραγματικά περιστατικά ή ενημερώσεις, προβαίνει, εφόσον απαιτηθεί, στην διενέργεια ελέγχου του φορτίου και αναλόγως, επιτρέπει ή όχι την έξοδο των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
• Επιτηρεί και επιβεβαιώνει την οριστική έξοδο των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης και ενημερώνει το τελωνείο εξαγωγής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΟ ΕΞΟΔΟΥ

5.1 Άφιξη εμπορευμάτων στο τελωνείο εξόδου (μήνυμα IE507 «Άφιξη στο σημείο εξόδου»)

Μετά την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής και την εκτύπωση Σ.Ε.Ε. τα εμπορεύματα προσκομίζονται στο τελωνείο εξόδου με σκοπό την έξοδό τους από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Η εν λόγω άφιξη γνωστοποιείται στο τελωνείο εξόδου με την υποβολή του προβλεπόμενου μηνύματος IE507.
Επισημαίνεται ότι η υποβολή του ως άνω μηνύματος είναι υποχρεωτική στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης θαλασσίως ή αεροπορικώς. Η μη υποβολή του δυσχεραίνει το έργο των τελωνειακών αρχών και σε περίπτωση που έχει διαπιστωθεί ότι κάποιος εξαγωγέας, παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις του τελωνείου δεν τηρεί την υποβολή του μηνύματος IE507, τότε θα επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ.5 του άρθρου 147 του Ν.2960/01.
Όταν η έξοδος των εμπορευμάτων πραγματοποιείται από χερσαίο τελωνείο εξόδου της χώρας, η υποβολή του ως άνω μηνύματος δεν είναι υποχρεωτική. Στην περίπτωση αυτή, ο αρμόδιος τελωνειακός υπάλληλος ανακτά τη διασάφηση εξαγωγής («Λειτουργίες τελωνείου εξόδου», «Αναζήτηση αναμενόμενης άφιξης», «Εμφάνιση στο τελωνείο εξόδου»). α) Χρόνος υποβολής μηνύματος:
To μήνυμα IE507 υποβάλλεται με σκοπό την ενημέρωση του τελωνείου εξόδου για την πραγματική άφιξη των εμπορευμάτων και την διαθεσιμότητά τους για ενδεχόμενο τελωνειακό έλεγχο. Κατά συνέπεια, δεν δύναται να υποβληθεί νωρίτερα από την άφιξη. β) Υπεύθυνο πρόσωπο για την υποβολή του μηνύματος IE507:
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 15 Καν.952/13), ο διασαφιστής/εξαγωγέας έχει υποχρέωση να τηρεί την τυπική αλληλουχία των διατυπώσεων εξαγωγής και να είναι σε θέση να παράσχει στο τελωνείο εξαγωγής ή/και στο τελωνείο εξόδου, εφόσον του ζητηθεί, τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν ενδεχομένως όλα τα στάδια διεξαγωγής μιας συγκεκριμένης εξαγωγής εμπορευμάτων. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 332 Καν.2447/15, καθίσταται πλέον επιτακτική η ανάγκη συντονισμού, οργάνωσης και ενημέρωσης όλων των εμπλεκόμενων φορέων στην αλυσίδα διακίνησης των εμπορευμάτων (εκτελωνιστές, πράκτορες, μεταφορείς, διαχειριστές της Ε.Ζ. κλπ) με τον εξαγωγέα ούτως ώστε σε κάθε περίπτωση να μπορούν να παρασχεθούν εγκαίρως στα τελωνεία έγκυρες πληροφορίες με την αποστολή των προβλεπόμενων, κατά περίπτωση, μηνυμάτων σχετικά με τη συγκεκριμένη εξαγωγή. Τούτο σημαίνει ότι ο εξαγωγέας καλείται να εποπτεύει τη διακίνηση των εν λόγω εμπορευμάτων μέχρι την έξοδό τους από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης με τη συνδρομή και τη συνεργασία και των λοιπών εμπλεκομένων μερών στην εν λόγω εξαγωγή. Στα πλαίσια αυτά ο εξαγωγέας/διασαφιστής μεριμνά για την αποστολή του μηνύματος IE507 στο τελωνείο εξόδου, διασφαλίζοντας παράλληλα και την αλληλοενημέρωση των εμπλεκόμενων, στη διαδικασία εξαγωγής, προσώπων (εκτελωνιστές, πράκτορες, μεταφορείς, διαχειριστές της Ε.Ζ. κλπ) μέχρι τον τελικό μεταφορέα του εμπορεύματος.
Με σκοπό την έγκυρη αλλά και έγκαιρη υποβολή του ως άνω μηνύματος, αυτό μπορεί να αποσταλεί κατευθείαν από το πρόσωπο που έχει άμεσα την πληροφορία της άφιξης των εμπορευμάτων στο τελωνείο εξόδου δηλαδή από τον υπεύθυνο για την παραλαβή και έξοδο του εμπορεύματος στα πλαίσια της συμφωνίας που έχει κάνει ο εξαγωγέας.
Παράδειγμα: Υποβάλλεται διασάφηση εξαγωγής εμπορευμάτων (γούνες) από το τελωνείο Καστοριάς με τελωνείο εξόδου το τελωνείο Αερολιμένα «Ελευθέριος Βενιζέλος». Σε αυτήν την περίπτωση την πληροφορία της άφιξης των εμπορευμάτων στην αποθήκη την έχει πρωτίστως ο διαχειριστής της εν λόγω αποθήκης ο οποίος και μπορεί να υποβάλλει εγκαίρως στο τελωνείο το μήνυμα 507 «Άφιξη στο σημείο εξόδου».

5.2 Έλεγχος στο τελωνείο εξόδου

Ο έλεγχος των εμπορευμάτων από το τελωνείο εξόδου πραγματοποιείται με βάση το μήνυμα IE 501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής» που έχει ληφθεί από το τελωνείο εξαγωγής.
Επισημαίνεται ότι το τελωνείο εξόδου ελέγχει πρωτίστως τις τιθέμενες, από το τελωνείο εξαγωγής, σφραγίδες (στην περίπτωση που το φορτίο έχει σφραγιστεί). Το τελωνείο εξόδου λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου και δρομολογεί τις διασαφήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στην με αριθμ. Πρωτ.: Δ33Δ 50020/07.01.2014 Εμπιστευτική Διαταγή «Οδηγίες για την εφαρμογή της Ανάλυσης Κινδύνου στους Τελωνειακούς Ελέγχους κατά την Εξαγωγή». (άρθρο 48 Καν.952/13)
Εφόσον ένα φορτίο μιας αποστολής για εξαγωγή επιλεγεί για έλεγχο από το υποσύστημα της Ανάλυσης Κινδύνου, ο έλεγχος αυτός, σύμφωνα με τις διατάξεις, πρέπει κατά κανόνα να διασφαλίζει «ότι τα προσκομιζόμενα εμπορεύματα αντιστοιχούν σε αυτά που διασαφήσθηκαν». Πρόκειται δηλαδή για ελέγχους ταυτοποίησης των εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στη διασάφηση. Τα στοιχεία που απαιτούνται για την εξακρίβωση της ταυτότητας των εμπορευμάτων είναι αφενός «τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται στην εμπορική πρακτική για την εξακρίβωση της ταυτότητάς τους και αφετέρου η ποσότητα των εμπορευμάτων» .
Δηλαδή το τελωνείο εξόδου ελέγχει:
• Εάν υπάρχει έλλειμμα στα εμπορεύματα
• Εάν υπάρχει πλεόνασμα στα εμπορεύματα
• Εάν υπάρχει διαφορά στη φύση των εμπορευμάτων (άρθρα 332 Καν.2447/15 και 267 Καν. 952/13)
Στην πράξη αυτό μεταφράζεται στον προσδιορισμό του είδους και της ποσότητας του εμπορεύματος και κατά συνέπεια ο έλεγχος αυτός συνίσταται σε οπτική επαλήθευση της φύσης του εμπορεύματος με εξέταση αντιπροσωπευτικού δείγματος (π.χ. άνοιγμα ορισμένων συσκευασιών ή κιβωτίων κλπ) και καταμέτρηση ή ζύγισμα ή ογκομέτρηση όπου αυτό είναι εφικτό.
Με τις νέες διατάξεις προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής διασάφησης εξαγωγής στο τελωνείο εξόδου, στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται διαφορά ως προς τη φύση και την ποσότητα των εμπορευμάτων. Στην παρούσα φάση, η συγκεκριμένη διάταξη δεν ενεργοποιείται κι ως εκ τούτου ισχύουν τα ακόλουθα:
Όταν διαπιστωθεί επιπλέον ποσότητα, ενημερώνεται ο εξαγωγέας προκειμένου να υποβληθεί διασάφηση εξαγωγής γι' αυτή. Δεν επιτρέπεται η έξοδος της επιπλέον ποσότητας μέχρι λήψης μηνύματος IE501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής» ή αντιτύπου 3 του ΕΔΕ. Εφόσον δεν είναι εφικτή η διάσπαση του φορτίου δεν επιτρέπεται η έξοδος όλου του φορτίου πριν την τακτοποίηση της επιπλέον ποσότητας.
Όταν διαπιστωθεί διαφορά ως προς τη φύση των εμπορευμάτων ενημερώνεται ο εξαγωγέας και το τελωνείο εξαγωγής προκειμένου να ακυρωθεί ή εν λόγω διασάφηση και να υποβληθεί νέα διασάφηση. Δεν επιτρέπεται η έξοδος των εμπορευμάτων μέχρι τη λήψη του μηνύματος ΙΕ 501 ''Στοιχεία Αναμενόμενης Εξαγωγής'' ή αντιτύπου 3 του ΕΔΕ.
Μετά την πραγματοποίηση του ελέγχου των εμπορευμάτων από τον αρμόδιο ελεγκτή καταγράφονται τα αποτελέσματα ελέγχου με την επιλογή της κατάλληλης ένδειξης και την προσθήκη τυχόν παρατηρήσεων επί του ελέγχου που διενεργήθηκε.
Οι ενδείξεις των αποτελεσμάτων ελέγχου που πραγματοποιεί το τελωνείο εξόδου είναι προεπιλεγμένες στο σύστημα και είναι οι ακόλουθες:
Ένδειξη Α1: Η ένδειξη «Α1» τίθεται στην περίπτωση που το εξερχόμενο φορτίο επιλεγεί για έλεγχο και οι διαπιστώσεις του αρμόδιου ελεγκτικού οργάνου συμφωνούν με τα στοιχεία της διασάφησης εξαγωγής. Η ένδειξη αυτή τίθεται και στην περίπτωση που διαπιστώνονται επιπλέον διαφορές, εφόσον το τελωνείο εξασφαλίσει την κατάθεση διασάφησης για την επιπλέον αυτή ποσότητα.
Ένδειξη Α2: Η ένδειξη «Α2» τίθεται αυτόματα στην περίπτωση που το εξερχόμενο φορτίο δεν επιλεγεί για έλεγχο.
Ένδειξη Α4: Η ένδειξη «Α4» τίθεται στην περίπτωση που το εξερχόμενο φορτίο επιλεγεί για έλεγχο και οι διαπιστώσεις του αρμόδιου ελεγκτικού οργάνου παρουσιάζουν μικρές αποκλίσεις που δεν οδηγούν όμως στην απαγόρευση της εξόδου των εμπορευμάτων. Τέτοιες αποκλίσεις είναι:
• Οι επί έλλατον διαφορές στην ποσότητα των εμπορευμάτων
• Στην περίπτωση διαφορών στην συσκευασία π.χ. αν στο τελωνείο εξαγωγής έχει δηλωθεί μία παλέτα και για λόγους διαχείρισης της αποστολής το φορτίο ανασυσκευάζεται σε πακέτα.
• Στην περίπτωση που έχει πραγματοποιηθεί μεταφόρτωση και τα στοιχεία του μεταφορικού μέσου δεν συμπίπτουν με τα δηλωθέντα, κλπ.
Ένδειξη Β1: Η ένδειξη «Β1» τίθεται όταν απαγορεύεται η έξοδος του φορτίου από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Τέτοιες περιπτώσεις υφίστανται:
• Όταν το εξερχόμενο φορτίο επιλεγεί για έλεγχο και από τις διαπιστώσεις του αρμόδιου ελεγκτικού οργάνου προκύψει εμπόρευμα διαφορετικό από αυτό που δηλώθηκε στην διασάφηση (θέσεις 31,33).
• Σε κάθε άλλη περίπτωση που το τελωνείο στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων των διαφόρων τμημάτων του διαπιστώσει πράξεις λαθρεμπορίας ή άλλες αξιόποινες πράξεις που δεν επιτρέπουν την εξαγωγή.
Μετά την καταχώρηση των αποτελεσμάτων ελέγχου, εάν δεν διαπιστωθούν διαφορές ή οι διαφορές είναι ελάσσονος σημασίας και εφόσον έχει διασφαλιστεί η υποβολή διασάφησης για την επιπλέον ποσότητα που ενδέχεται να έχει διαπιστωθεί, το τελωνείο εξόδου επιτηρεί την έξοδο των εμπορευμάτων και αποστέλλει το μήνυμα IE518 (Αποτελέσματα εξόδου) στο τελωνείο εξαγωγής, το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την ημερομηνία που τα εμπορεύματα εγκατέλειψαν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.
Ειδικότερα:
• στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα φορτώνονται σε πλοίο ή αεροσκάφος για μεταφορά σε προορισμό εκτός τελωνειακού εδάφους της Ένωσης,
• στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα φορτώνονται σε πλοίο το οποίο δεν εξυπηρετεί τακτική γραμμή θαλάσσιων μεταφορών,
το αργότερο την πρώτη εργάσιμη μέρα μετά την ημέρα αναχώρησης του πλοίου ή αεροσκάφους στο οποίο φορτώθηκαν τα εμπορεύματα.
• στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα υπάγονται στο καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης
το αργότερο την πρώτη εργάσιμη μέρα μετά την ημέρα υπαγωγής των εμπορευμάτων στο καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης
• στις περιπτώσεις όπου τα εμπορεύματα υπάγονται στο καθεστώς διαμετακόμισης εκτός του καθεστώτος εξωτερικής διαμετακόμισης,
η πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την ημέρα που τα εμπορεύματα υπάγονται στο καθεστώς διαμετακόμισης ή εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης ή εκκαθαρίζεται το καθεστώς διαμετακόμισης
• στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα παραλαμβάνονται στο πλαίσιο Ενιαίας Σύμβασης Μεταφοράς
το αργότερο την πρώτη εργάσιμη μέρα μετά την ημέρα παραλαβής των εμπορευμάτων βάσει Ενιαίας Σύμβασης Μεταφοράς
• στην περίπτωση που έχει απαγορευτεί η έξοδος των εμπορευμάτων το τελωνείο εξόδου ενημερώνει το τελωνείο εξαγωγής
το αργότερο την επόμενη εργάσιμη μέρα μετά την απαγόρευση της εξόδου των εμπορευμάτων
• σε απρόβλεπτες περιστάσεις όπου εμπορεύματα που καλύπτονται από μία διασάφηση εξαγωγής ή επανεξαγωγής διακινούνται προς το τελωνείο εξόδου και στη συνέχεια πρόκειται να εγκαταλείψουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης μέσω περισσοτέρων του ενός τελωνείων εξόδου το τελωνείο εξόδου όπου προσκομίστηκε πρώτα η αποστολή συλλέγει τα αποτελέσματα εξόδου από τα άλλα τελωνεία εξόδου και ενημερώνει το τελωνείο εξαγωγής
μόνο όταν το σύνολο των εμπορευμάτων έχει εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
• σε απρόβλεπτες περιστάσεις όπου εμπορεύματα που καλύπτονται από μία διασάφηση εξαγωγής ή επανεξαγωγής διακινούνται προς το τελωνείο εξόδου και στη συνέχεια εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης μέσω περισσοτέρων της μίας αποστολών το τελωνείο εξόδου ενημερώνει το τελωνείο εξαγωγής για την έξοδο των εμπορευμάτων
μόνο όταν το σύνολο των εμπορευμάτων έχει εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης
Όταν αυτό δικαιολογείται από ειδικές περιστάσεις, (π.χ.: μη διαθεσιμότητα του συστήματος) το τελωνείο εξόδου μπορεί να αποστείλει το μήνυμα αυτό σε μεταγενέστερη ημερομηνία.
Επισήμανση: Σε κάθε περίπτωση εφιστάται η προσοχή των τελωνείων στη συμπλήρωση της ορθής ένδειξης αποτελέσματος ελέγχου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου εκ παραδρομής τίθεται η ένδειξη Β1 (Σημαντικές διαφορές), ενημερώνεται σχετικά ο προϊστάμενος του τελωνείου ο οποίος και αποστέλλει σχετικό έγγραφο με το οποίο ζητείται η διόρθωση της εσφαλμένης ένδειξης από την αρμόδια υπηρεσία (ΔΗΛΕΔ) με κοινοποίηση στις Δ/νσεις Τελωνειακών Διαδικασιών και ΔΗΤ.
Σημειώνεται ότι στην περίπτωση που το μήνυμα IE 518 «Αποτελέσματα εξόδου» έχει αποσταλεί σε τελωνείο εξαγωγής άλλου Κ-Μ με λάθος ένδειξη δεν υπάρχει η δυνατότητα ανάκλησης του μηνύματος αυτού.

5.3 Άφιξη εμπορευμάτων σε τελωνείο εξόδου διαφορετικό από το δηλωθέν στη διασάφηση (ΙΕ 502 «Αίτημα παροχής στοιχείων Διασάφησης Εξαγωγής»-εκτροπή της αποστολής)

Είναι δυνατόν σε κάποιες περιπτώσεις και για διάφορους λόγους, τα εμπορεύματα να προσκομιστούν για έξοδο σε διαφορετικό τελωνείο από το τελωνείο που έχει δηλωθεί στην διασάφηση (θέση 29 της διασάφησης). Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να υπάρχει σχετική ηλεκτρονική επικοινωνία μεταξύ των τριών εμπλεκόμενων τελωνείων, δεδομένου ότι:
• Το τελωνείο εξόδου που προσκομίζονται τα εμπορεύματα δεν είναι ενήμερο για την έξοδο
• Το δηλωθέν τελωνείο εξόδου αναμένει τα εμπορεύματα για έξοδο
• Το τελωνείο εξαγωγής αναμένει απάντηση από το δηλωθέν τελωνείο εξόδου
Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η εκτροπή μιας αποστολής απορρίπτεται λόγω μη διαθέσιμων στοιχείων από το τελωνείο εξαγωγής (αρνητικό IE503 «Απάντηση με τα στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής»).
Οι λόγοι της απόρριψης της εκτροπής εμπεριέχονται στο ως άνω μήνυμα και είναι οι ακόλουθοι: Κωδικός: 2 Ακυρώθηκε Κωδικός: 3 Άγνωστο MRN Κωδικός: 4 Άλλοι λόγοι
Κωδικός: 5 Η έξοδος πραγματοποιήθηκε από αλλού
Σε αυτήν την περίπτωση το τελωνείο εξόδου παρακολουθώντας αποκλειστικά και μόνο τη φυσική διακίνηση του εμπορεύματος προβαίνει κατά περίπτωση στα ακόλουθα:
α) Στην περίπτωση που περιλαμβάνεται ως λόγος απόρριψης της εκτροπής ο κωδικός 5, το πραγματικό τελωνείο εξόδου μετά την ολοκλήρωση των απαιτούμενων ελέγχων επί του εμπορεύματος, πιστοποιεί χειρόγραφα επί του Σ.Ε.Ε. την έξοδο και κρατά ένα αντίγραφό του στο αρχείο του.
Eκ των υστέρων το τελωνείο επικοινωνεί με το γραφείο helpdesk των εξαγωγών (icis_ecs@gsis.gov.gr / Δ/νση Υποστήριξης ΠΣΤ Τμήμα Γ'), προκειμένου να γίνει η σχετική αλληλογραφία με το helpdesk του Κ-Μ εξαγωγής και διενέργεια περαιτέρω έρευνας.
β) Εφόσον η εν λόγω εκτροπή απορρίφθηκε για τους λοιπούς προαναφερθέντες λόγους (κωδικοί 2,3,4) και από τα λοιπά έγγραφα που συνοδεύουν το εμπόρευμα (π.χ. φορτωτικά) προκύπτει ότι προορισμός του εμπορεύματος είναι τρίτη χώρα, τότε το τελωνείο εξόδου:
i) Ενημερώνει σχετικά τον μεταφορέα προκειμένου να επικοινωνήσει με τον εξαγωγέα.
Για περαιτέρω διευκόλυνση, τα τελωνεία εξόδου μπορούν να έχουν προτυπωμένο έντυπο με τους λόγους απόρριψης που περιλαμβάνονται στο μήνυμα IE503 ως συνημμένο στην παρούσα (Παράρτημα 1), προκειμένου να παραδίδεται στον μεταφορέα.
ii) Επικοινωνεί με το γραφείο helpdesk των εξαγωγών, προκειμένου να γίνει η σχετική αλληλογραφία με το helpdesk του Κ-Μ εξαγωγής. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω διαδικασία δεν διασφαλίζει την αμεσότητα της διευθέτησης του ζητήματος όσο η απευθείας επικοινωνία του μεταφορέα με τον εξαγωγέα.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον δεν προκύψουν νέα στοιχεία με τους ανωτέρω τρόπους για την εν λόγω κίνηση, πρέπει να τηρηθούν διατυπώσεις εξαγωγής δηλαδή να υποβληθεί διασάφηση εξαγωγής για τα σχετικά εμπορεύματα στο ως άνω τελωνείο ή σε τελωνείο της ενδοχώρας εάν το τελωνείο εξόδου είναι χερσαίο και πρόκειται για εμπόρευμα που υπόκειται σε απαγορεύσεις /περιορισμούς ή/και η αξία του οποίου υπερβαίνει τα 3000 ευρώ.
Τέλος, σημειώνεται ότι στην περίπτωση που το τελωνείο εξαγωγής είναι ελληνικό η παραπάνω διαδικασία μπορεί να επιλυθεί και με την απευθείας τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ των τελωνείων εξαγωγής και εξόδου.

5.4 Υποβολή μηνύματος IE547 «Προσκόμιση καταλόγου ειδών διασάφησης εξαγωγής»

α) Υπεύθυνο πρόσωπο που υποβάλλει το μήνυμα IE547:
Η ενημέρωση του τελωνείου εξόδου ότι τα εμπορεύματα έχουν φορτωθεί στο τελικό μέσο μεταφοράς (IE547) πραγματοποιείται από τον μεταφορέα (άρθρο 332 Καν.2447/15), δηλαδή το πρόσωπο που μεταφέρει τα εμπορεύματα ή που φέρει την ευθύνη για τη μεταφορά των εμπορευμάτων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.
β) Χρόνος Υποβολής του μηνύματος IE547 «Προσκόμιση καταλόγου ειδών διασάφησης εξαγωγής :
Η αποστολή του IE547, «Προσκόμιση καταλόγου ειδών διασάφησης εξαγωγής» γίνεται αφού ο εξαγωγέας έχει μεριμνήσει αφενός για την αποστολή του ΙΕ507 «Άφιξη στο σημείο εξόδου» (στην περίπτωση που είναι υποχρεωτικό) και αφετέρου για την ενημέρωση του επόμενου κατόχου των εμπορευμάτων (μεταφορέας, πράκτορας, διαχειριστής της Ε.Ζ., κλπ) με τις πληροφορίες που προσδιορίζουν την εν λόγω αποστολή. Ο τελικός μεταφορέας θα πρέπει να λάβει την ίδια πληροφόρηση την στιγμή που τα εμπορεύματα βρίσκονται υπό την κατοχή του. Σε κάθε περίπτωση πάντως το IE547 αποστέλλεται με την ολοκλήρωση της φόρτωσης από τον τελικό μεταφορέα προκειμένου να είναι σε θέση να παράσχει τις απαιτούμενες πληροφορίες για το φορτίο στο τελωνείο εξόδου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις αποστέλλεται το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την ημερομηνία αναχώρησης του τελικού μέσου μεταφοράς.
Σε αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμο να επισημανθεί ότι η μη έγκαιρη υποβολή του ως άνω μηνύματος έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση αποστολής του μηνύματος ΙΕ518 «Αποτελέσματα εξόδου» από το τελωνείο εξόδου στο τελωνείο εξαγωγής, επομένως και την αποστολή του μηνύματος ΙΕ599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής» στον εξαγωγέα. Κατά συνέπεια, επιβεβαιώνεται η αναγκαία και απαραίτητη συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εμπλεκόμενων προσώπων στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Ο τρόπος συμπλήρωσης του μηνύματος ΙΕ 547 περιγράφεται αναλυτικά στο Παράρτημα 7 που επισυνάπτεται. Στο μήνυμα αυτό μπορεί να συμπεριληφθούν εμπορεύματα πολλών διασαφήσεων εξαγωγής - πολλών MRN καθώς επίσης και μέρος του φορτίου που συμπεριλαμβάνεται σε μια διασάφηση εξαγωγής. Σημειώνεται ότι ως προϋπόθεση αποστολής του ως άνω μηνύματος είναι να έχει δηλωθεί στο μήνυμα ΙΕ507 η τιμή 1 «αποθήκευση».

5.5 Φόρτωση εμπορευμάτων στο τελικό μέσο μεταφοράς για έξοδο σε λιμάνια / αεροδρόμια

Είναι δυνατόν σε ορισμένες περιπτώσεις που το τελωνείο εξόδου βρίσκεται σε λιμάνια ή αεροδρόμια της χώρας, η δηλωθείσα, επί της διασάφησης εξαγωγής, ποσότητα του εμπορεύματος η οποία έχει εισαχθεί στους χώρους του λιμανιού ή αεροδρομίου και ενδεχομένως εκείνη τη στιγμή έχει ελεγχθεί από το τελωνείο εξόδου, να διαφέρει από την τελική φορτωθείσα, επί του πλοίου ή αεροπλάνου, ποσότητα (π.χ. λόγω χωρητικότητας του πλοίου ή αεροπλάνου). Σε αυτήν την περίπτωση το τελωνείο εξόδου αποστέλλει το μήνυμα IE518 (Αποτελέσματα εξόδου), όταν όλα τα εμπορεύματα έχουν εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης (τμηματική έξοδος).
Στην περίπτωση που ακυρώνεται η παραγγελία και μέρος των δηλωθέντων, προς εξαγωγή, εμπορευμάτων φορτωθεί στο τελικό μέσο μεταφοράς, το τελωνείο εξόδου χρησιμοποιεί την ένδειξη Α4 (ελάσσονες διαφορές) και αποστέλλει στο τελωνείο εξαγωγής το μήνυμα IE518 με την πραγματική φορτωθείσα ποσότητα συμπληρώνοντας παράλληλα στο πεδίο κειμένου (text πεδίο) τον πραγματικό λόγο φόρτωσης διαφορετικής ποσότητας από τη δηλωθείσα («λόγω ακύρωσης παραγγελίας»).
Στην ως άνω περίπτωση, το τελωνείο εξαγωγής προβαίνει στην τροποποίηση της διασάφησης με τα νέα δεδομένα εκδίδοντας εντολή εκ των υστέρων ελέγχου.
Επισήμανση: Σε κάθε περίπτωση μεταβολής στην ποσότητα ή στον τρόπο μεταφοράς των, προς εξαγωγή, εμπορευμάτων, ο εξαγωγέας οφείλει να ενημερώνει έγκαιρα για την σχετική αλλαγή το τελωνείο εξαγωγής προκειμένου να ενημερωθεί στη συνέχεια το τελωνείο εξόδου και να λάβει τα ενδεδειγμένα κατά περίπτωση μέτρα (αναμονή μέχρι να φορτωθεί η ποσότητα που υπολείπεται στο επόμενο πλοίο/αεροπλάνο, αποστολή IE518 με ένδειξη Α4, ακύρωση εξαγωγής, κλπ).

5.6 Τμηματική έξοδος των προς εξαγωγή εμπορευμάτων

Η ενωσιακή τελωνειακή νομοθεσία έχει θεσπίσει διατάξεις οι οποίες παρέχουν, σε απρόβλεπτες περιστάσεις, τη δυνατότητα της τμηματικής εξόδου των εμπορευμάτων, δηλαδή της άφιξης των εμπορευμάτων ως ενιαία αποστολή στο τελωνείο εξόδου, προκειμένου να διενεργηθούν επιτυχώς οι απαιτούμενοι έλεγχοι και εν συνεχεία παρέχεται η δυνατότητα να εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της ως περισσότερες της μίας αποστολές ή από περισσότερα του ενός τελωνεία εξόδου. (άρθρο 333 5) 6) Καν.2447/15).
Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί ότι πολλές φορές διενεργούνται τμηματικές εξαγωγές, δηλαδή με την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής στο τελωνείο εξαγωγής, τα εμπορεύματα που αφορούν τη συγκεκριμένη διασάφηση, αναχωρούν από το τελωνείο εξαγωγής για το τελωνείο εξόδου τμηματικά, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας.
Επειδή στις περιπτώσεις αυτές δεν μπορεί να διασφαλιστεί η τελωνειακή επιτήρηση των εν λόγω εμπορευμάτων ούτε από το τελωνείο εξαγωγής, ούτε από το τελωνείο εξόδου και κυρίως δεν διασφαλίζεται ο έλεγχος στο τελωνείο εξόδου, εφιστάται η προσοχή των τελωνείων ώστε τα εμπορεύματα μιας διασάφησης εξαγωγής να προσκομίζονται ως ενιαία αποστολή στο τελωνείο εξόδου πριν επιτρέψουν την έξοδο αυτών.
Επισημαίνεται ότι για κάθε αποστολή εμπορευμάτων πρέπει να υποβάλλεται ξεχωριστή διασάφηση εξαγωγής. (άρθρο 336 Καν.2447/15)
Στην περίπτωση τμηματικής εξόδου των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, τηρείται η ακόλουθη διαδικασία:
1) Όταν εφαρμόζεται το Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών και έχει ληφθεί το μήνυμα IE501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής», το τελωνείο εξόδου καταγράφει τις τμηματικές εξόδους στο Σ.Ε.Ε. και αποστέλλεται το μήνυμα IE518 «Αποτελέσματα εξόδου» μόνον όταν όλα τα εμπορεύματα έχουν εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. (άρθρο 333 9) Καν.2447/15)
2) Όταν δεν εφαρμόζεται το Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών (εφεδρική διαδικασία) και κατά συνέπεια έχει προσκομιστεί το αντίτυπο αρ. 3 του ΕΔΕ, η θεώρηση επί του αντιτύπου γίνεται για το μέρος της ποσότητας που εξέρχεται κάθε φορά.
Σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις όταν εμπορεύματα τα οποία καλύπτονται από ένα μήνυμα IE 501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής» μεταφέρονται σε τελωνείο εξόδου ως ενιαία αποστολή, αλλά στη συνέχεια εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας ως περισσότερες της μιας αποστολής και μέσω περισσότερων του ενός τελωνείων εξόδου, το τελωνείο εξόδου στο οποίο προσκομίστηκε αρχικά όλο το φορτίο, επικυρώνει, μετά από αίτηση δεόντως αιτιολογημένη, αντίγραφο του Σ.Ε.Ε. για κάθε μέρος των εν λόγω εμπορευμάτων που θα εξέλθουν τμηματικά από άλλο τελωνείο εξόδου (άρθρο 333 8) Καν.2447/15).
Το σχετικό αντίγραφο του Σ.Ε.Ε προσκομίζεται μαζί με τα εμπορεύματα στο αντίστοιχο τελωνείο εξόδου. Κάθε τελωνείο εξόδου θεωρεί το αντίγραφο του Σ.Ε.Ε. και το επιστρέφει στο τελωνείο εξόδου όπου προσκομίστηκε αρχικά το φορτίο. Το εν λόγω τελωνείο στέλνει το μήνυμα ΙΕ518 «Αποτελέσματα εξόδου» μόνον όταν όλα τα εμπορεύματα έχουν εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης

5.7 Διαδικασία αναζήτησης πληροφοριών εξαγωγής

Το τελωνείο εξόδου στα πλαίσια του ελέγχου μιας αποστολής για εξαγωγή και προκειμένου να εκτιμήσει τον κίνδυνο σε σχέση με την εν λόγω εξαγωγή μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικά στοιχεία από το αρμόδιο τελωνείο εξαγωγής (IE527 «Ερώτημα για μια εξαγωγή»). Το τελωνείο εξαγωγής παρέχει τις πληροφορίες της εξαγωγής που σχετίζονται με το συγκεκριμένο MRN. (ΙΕ 538 «Απάντηση σε ερώτημα για μια εξαγωγή»).
Η διαδικασία αυτή μπορεί να εφαρμοστεί εκτός από το τελωνείο εξόδου, από οποιαδήποτε τελωνειακή αρχή έχει λόγους να αναζητήσει και να συγκεντρώσει πληροφορίες και στοιχεία για μια εξαγωγή με σκοπό, για παράδειγμα, την εκκαθάριση του καθεστώτος (να προσδιοριστεί κατά πόσον γεννάται τελωνειακή οφειλή, ο οφειλέτης ή οι αρμόδιες αρχές καταλογισμού, κλπ).

5.8 Διατυπώσεις εξαγωγής και εξόδου από το ίδιο τελωνείο

Στις περιπτώσεις εξαγωγής χύμα φορτίου από τελωνεία εξαγωγής/εξόδου λιμένων της χώρας μας (π.χ. σιτηρά κλπ) και όταν η ποσότητα των εμπορευμάτων μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια μόνο μετά την ολοκλήρωση της φόρτωσης των εμπορευμάτων επί του πλοίου, το Σ.Ε.Ε. εκδίδεται μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών φόρτωσης. Στην περίπτωση αυτή ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία:
• Στη διασάφηση (θέση 38) δηλώνεται από τον εξαγωγέα/διασαφιστή η εκτιμώμενη ποσότητα (π.χ. με βάση την σύμβαση παραγγελίας).
• Στην περίπτωση που από το Σύστημα Ανάλυσης Κινδύνου η εν λόγω διασάφηση επιλεγεί για έλεγχο (είτε εγγράφων είτε φυσικό), ο αρμόδιος ελεγκτής καταγράφει τα Αποτελέσματα Ελέγχου μετά την ολοκλήρωση της φόρτωσης των εμπορευμάτων, αναγράφοντας την τελική φορτωθείσα ποσότητα στην αντίστοιχη, κατά περίπτωση, ένδειξη.
• Στην περίπτωση που η εν λόγω διασάφηση έχει δρομολογηθεί από τον επόπτη ως «κατά δήλωση» και λαμβάνει την κατάσταση «υπό απελευθέρωση», πριν την εκτύπωση του Σ.Ε.Ε. από τον αρμόδιο υπάλληλο, ο εξαγωγέας με τη λήξη της φόρτωσης, υποβάλλει μήνυμα τροποποίησης της διασάφησης (IE513) με την τελική φορτωθείσα ποσότητα, το οποίο και αξιολογείται. Στην περίπτωση που αποφανθεί ο αρμόδιος υπάλληλος ότι υπάρχει ανάγκη διενέργειας περαιτέρω ελέγχου και καταγραφής, αυτή η εντολή μπορεί να εκδοθεί μόνο από το Υποσύστημα Υποθέσεων, από τη λειτουργία «Διαχείρισης εντολών ελέγχου».
• Εκτυπώνεται το ΣΈ.Ε., ενημερώνεται σχετικά ο εξαγωγέας/διασαφιστής και αποστέλλεται στον εξαγωγέα/διασαφιστή το μήνυμα IE529 «Απελευθέρωση προς εξαγωγή».
Εξυπακούεται ότι στην περίπτωση που η έξοδος των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης πραγματοποιηθεί χωρίς να έχει εκτυπωθεί το Σ.Ε.Ε. εφαρμόζονται οι διατάξεις περί τελωνειακών παραβάσεων.

ΜΕΡΟΣ Β'
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΜΕΝΕΣ - ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΣΑΦΗΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (άρθρο 166 UCC) οι τελωνειακές αρχές μπορούν να επιτρέπουν σε ένα πρόσωπο να υπαγάγει τα εμπορεύματά του σε τελωνειακό καθεστώς με απλουστευμένη διασάφηση, στην οποία είναι δυνατόν να παραλείπονται ορισμένα από τα στοιχεία που περιέχονται στις συνήθεις τελωνειακές διασαφήσεις (άρθρο 162 Καν.952/13) ή στα υποστηρικτικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 163 Καν.952/13. Για την τακτική χρήση της απλουστευμένης διασάφησης απαιτείται άδεια απλουστευμένων διαδικασιών.

Η ελλιπής διασάφηση εξαγωγής αντικαθίσταται από την απλουστευμένη διασάφηση εξαγωγής για τις περιπτώσεις μη τακτικής χρήσης, η οποία συμπληρώνεται με τον κωδικό Β στη δεύτερη υποδιαίρεση της θέσης 1α της διασάφησης εξαγωγής. Η απλουστευμένη διασάφηση αφορά μεμονωμένες πράξεις τελωνισμού. Σε κάθε περίπτωση εξετάζεται από το αρμόδιο τελωνείο εάν η υποβολή αυτής είναι δικαιολογημένη προκειμένου να μην καταστρατηγείται η χρήση της. Στην απλουστευμένη διασάφηση δεν περιλαμβάνονται όλα τα απαιτούμενα στοιχεία ή δεν επισυνάπτονται όλα τα έγγραφα που απαιτούνται για το καθεστώς της εξαγωγής. Η προθεσμία για την υποβολή της συμπληρωματικής διασάφησης (30 ημέρες από την ημερομηνία αποδοχής της απλουστευμένης διασάφησης), τίθεται αυτόματα από το σύστημα στο σχετικό πεδίο της απλουστευμένης διασάφησης («Ημερομηνία προσκόμισης συμπληρωματικής διασάφησης») και η οποία μπορεί να τροποποιηθεί στην περίπτωση χορήγησης παράτασης, μέσα από τη λειτουργία «Καταχώρηση πρόσθετων πεδίων». Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 147 (Καν.2015/2446) οι τελωνειακές αρχές δύνανται σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις να χορηγήσουν προθεσμία μεγαλύτερη για να καταστούν διαθέσιμα τα υποστηρικτικά έγγραφα από εκείνη που προβλέπεται. Η προθεσμία δεν δύναται να υπερβαίνει τις 120 ημέρες από την ημερομηνία παράδοσης των εμπορευμάτων (εκτύπωση του Σ.Ε.Ε.).

Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που υποβάλλεται απλουστευμένη διασάφηση εξαγωγής για εμπορεύματα τα οποία δεν έχει διαμορφωθεί η οριστική αξία τους, η υποβολή της συμπληρωματικής διασάφησης πραγματοποιείται εντός των προθεσμιών που προβλέπουν οι διατάξεις του (ν. 4308 /24.11.2014 (ΦΕΚ Α 251) «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα» για την έκδοση τιμολογίου εξαγωγής.
Η υποβολή απλουστευμένης διασάφησης ή απλουστευμένης διασάφησης προάφιξης (τύπου Ε) αποτελεί δυνατότητα / επιλογή του διασαφηστή ο οποίος , με τη συμπλήρωση της ένδειξης Β ή Ε αντίστοιχα στη θέση 1β του ΕΔΕ αιτείται την αποδοχή από το τελωνείο απλουστευμένης διασάφησης στις περιπτώσεις που κάποιο από τα στοιχεία ή δικαιολογητικά δεν είναι σε θέση να το προσκομίσει κατά την αποδοχή της διασάφησης και το οποίο θα προσκομιστεί ή θα συμπληρωθεί μετά την έκδοση της άδειας παράδοσης των εμπορευμάτων.
Στις περιπτώσεις που η απλουστευμένη διασάφηση αφορά στη διαμόρφωση της αξίας επειδή η οριστική αξία δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί, ο διασαφιστής πρέπει να συμπληρώσει στη διασάφηση μια προσωρινή ένδειξη αξίας, η οποία βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία (π.χ. αξίες προηγούμενων περιόδων, στοιχεία που προκύπτουν από σχετικές συμβάσεις κλπ)
Η συμπλήρωση των στοιχείων ή η προσκόμιση του ελλείποντος δικαιολογητικού πραγματοποιείται με την υποβολή υποχρεωτικά συμπληρωματικής διασάφησης τύπου Χ, στην οποία συμπληρώνονται όλα τα στοιχεία που είχαν συμπληρωθεί στην απλουστευμένη διασάφηση που αυτή αφορά και επιπρόσθετα τα ελλείποντα στοιχεία.
Επισημαίνεται ότι, στην περίπτωση απλουστευμένης διασάφησης για τη διαμόρφωση της αξίας στη συμπληρωματική διασάφηση τύπου Χ συμπληρώνεται η οριστική αξία.
Η συμπληρωματική διασάφηση (τύπου Χ) αποτελεί μαζί με την απλουστευμένη (τύπου Β) ενιαία και αδιαίρετη πράξη.
Η συσχέτιση της απλουστευμένης διασάφησης με τη συμπληρωματική διασάφηση αυτής, γίνεται με την ορθή συμπλήρωση του MRN της απλουστευμένης στη θέση 40 της συμπληρωματικής διασάφησης. Η ημερομηνία αποδοχής της συμπληρωματικής διασάφησης είναι η ημερομηνία αποδοχής της αντίστοιχης απλουστευμένης και τίθεται αυτόματα από το σύστημα. Εν συνεχεία η συμπληρωματική διασάφηση οριστικοποιείται (status F08) από τον αρμόδιο τελωνειακό υπάλληλο και ως ημερομηνία εξόδου στο αντίστοιχο πεδίο τίθεται η πραγματική ημερομηνία εξόδου των εμπορευμάτων.
Επισήμανση: Τα τελωνεία οφείλουν να παρακολουθούν τις απλουστευμένες διασαφήσεις που παραμένουν σε εκκρεμότητα («Εκτυπώσεις»/ «Σύνδεση Απλουστευμένων Δηλώσεων Εξαγωγής με Συμπληρωματικές») και για τις οποίες δεν έχουν υποβληθεί οι συμπληρωματικές τους και να ενημερώνουν εγκαίρως τους εξαγωγείς/διασαφιστές για την τήρηση των υποχρεώσεών τους. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους, ενδεχόμενη υποβολή νέας απλουστευμένης διασάφησης θα εξετάζεται αυστηρά επί ποινή μη ικανοποίησης της δυνατότητας αυτής.

ΜΕΡΟΣ Γ' ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΕΞΑΓΩΓΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΟΠΟ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ (Χώρα Προορισμού) ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΟΡΑΣΤΗ

Η περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων τα οποία αποστέλλονται σε διαφορετικό τόπο προορισμού από τον τόπο εγκατάστασης του αγοραστή, αποτυπώνεται ως εξής:
Παράδειγμα:
Έλληνας εξαγωγέας πουλάει εμπορεύματα σε αγοραστή εγκατεστημένο στην Τουρκία και τα εμπορεύματα τα αποστέλλει, στην Αίγυπτο σε Αιγύπτιο παραλήπτη. Σε αυτήν την περίπτωση εφαρμόζονται εναλλακτικά τα ακόλουθα:
1) Ο Τούρκος μπορεί να θεωρηθεί ως εξαγωγέας και να συμπληρωθεί στη θέση 2 της διασάφησης εξαγωγής με την προϋπόθεση ότι έχει ορίσει έμμεσο αντιπρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση, τα στοιχεία του οποίου θα συμπληρωθούν στη θέση 14 της διασάφησης.
2) Ο Έλληνας μπορεί να θεωρηθεί ως εξαγωγέας και να συμπληρωθεί στη θέση 2 της διασάφησης μόνο στην περίπτωση που στο εκδοθέν τιμολόγιο πώλησης προς τον Τούρκο έχει αναγράψει μεταξύ άλλων και τη χώρα προορισμού στην οποία αποστέλλονται πραγματικά τα εμπορεύματα.
Η πώληση των αγαθών από τον εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας πωλητή/εξαγωγέα, προς τον εγκατεστημένο στην τρίτη χώρα αγοραστή, απαλλάσσεται από ΦΠΑ σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του νόμου 2859/2000 «Κώδικας ΦΠΑ», εφόσον πληρούνται και οι υπό του άρθρου 1 της αρ. ΠΟΛ 1262/93 ΑΥΟ προβλεπόμενες προϋποθέσεις.
3) Στην διασάφηση εξαγωγής που θα υποβληθεί κατά τα ανωτέρω, οι θέσεις 8 (Παραλήπτης), 17 (Χώρα Προορισμού) και 44 (Ειδικές Μνείες/ Προσκομιζόμενα έγγραφα) συμπληρώνονται ως ακολούθως:
ι) Θέση 8: Τα στοιχεία του προσώπου που πραγματικά παραλαμβάνει τα εμπορεύματα. Στην περίπτωση που τα εμπορεύματα μεταφέρονται με μεταβιβάσιμη φορτωτική η οποία είναι «εις διαταγήν με οπισθογράφηση και ο παραλήπτης είναι άγνωστος στη θέση 8 συμπληρώνονται τα στοιχεία του προσώπου προς ειδοποίηση.
ii) Θέση 17: Η χώρα στην οποία πραγματικά αποστέλλονται τα προς εξαγωγή εμπορεύματα,
iii) Θέση 44:
α) Συμπληρώνεται με τον κωδικό 1947 «Εξαγωγή εμπορευμάτων σε διαφορετικό τόπο αποστολής από τον τόπο εγκατάστασης του αγοραστή»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΣΥΜΦΟΡΤΩΣΕΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΕΞΑΓΩΓΕΑ ΣΕ ΕΝΑ ΟΔΙΚΟ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟ ΜΕΣΟ ΠΟΥ ΔΙΕΡΧΕΤΑΙ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ

Σε περίπτωση που σε ένα οδικό μεταφορικό μέσο φορτώνονται προς εξαγωγή εμπορεύματα περισσότερων του ενός εξαγωγέα και για περισσότερες από μία διασαφήσεις, είτε από το ίδιο τελωνείο εξαγωγής είτε από διαφορετικό, για κάθε διασάφηση εξαγωγής εκδίδεται και προσκομίζεται στο τελωνείο εξόδου το Συνοδευτικό Έγγραφο Εξαγωγής (Σ.Ε.Ε.).
Ο μεταφορέας υποχρεούται να προσκομίσει στο τελωνείο εξόδου το σύνολο των Σ.Ε.Ε. που αναφέρονται στα εμπορεύματα που έχουν φορτωθεί στο μεταφορικό μέσο και διέρχονται τα σύνορα, προκειμένου να γίνει ανάκτηση από το τελωνείο εξόδου ηλεκτρονικά όλων των διασαφήσεων εξαγωγής με βάση τον αριθμό αναφοράς τους (MRN).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΜΕ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ (κατά τα οριζόμενα στο Μέρος Α' Κεφ. 4 σημ. 4.1 της παρούσης)

Κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 329 και 332 Καν 2447/15, στις περιπτώσεις όπου εξαγόμενα εμπορεύματα μεταφέρονται εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης ή σε τελωνείο εξόδου στο πλαίσιο καθεστώτος διαμετακόμισης, (το τελωνείο προορισμού του καθεστώτος διαμετακόμισης είναι είτε τελωνείο εξόδου των εμπορευμάτων από την Ένωση είτε τελωνείο που βρίσκεται εκτός Ένωσης) ακολουθούνται οι παρακάτω διαδικασίες:
Α. Το τελωνείο εξαγωγής είναι ταυτόχρονα τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR.
Το καθεστώς εξαγωγής λήγει με την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο καθεστώς διαμετακόμισης. Ως εκ τούτου:
Το τελωνείο εξαγωγής με την ολοκλήρωση των διαδικασιών υπαγωγής των εμπορευμάτων στο καθεστώς διαμετακόμισης (κοινής/κοινοτικής/TIR), οριστικοποιεί τη διασάφηση εξαγωγής (λειτουργία «Οριστικοποίηση ΕΔΕ») συμπληρώνοντας στο πεδίο κειμένου τον αριθμό καταχώρησης (MRN) της δήλωσης διαμετακόμισης. Ως ημερομηνία εξόδου συμπληρώνεται η ημερομηνία της υπαγωγής των εμπορευμάτων στο καθεστώς διαμετακόμισης (θέση Γ ΣΕΔ/ΣΕΔΑ).
Επιπλέον, μέσα από τη λειτουργία «Καταχώρηση πρόσθετων πεδίων», συμπληρώνονται στη θέση 44 των σχετικών διασαφήσεων εξαγωγής οι κωδικοί «Ν821» (αν πρόκειται για δήλωση διαμετακόμισης) ή «Ν952» (αν πρόκειται για διαμετακόμιση TIR) με τα αντίστοιχα MRN κατά περίπτωση.
Το εμπόρευμα διακινείται πλέον σύμφωνα με τους κανόνες του καθεστώτος της διαμετακόμισης.
Β. Το τελωνείο εξαγωγής των εμπορευμάτων είναι διαφορετικό από το τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR
i) Το τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος διαμετακόμισης λειτουργεί ως τελωνείο εξόδου για το καθεστώς της εξαγωγής. Μετά την καταχώρηση της δήλωσης διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR, ακολουθείται διαδικασία εκτροπής (αποστολή IE502 και λήψη IE503) και πιστοποιείται η έξοδος των εμπορευμάτων με την αποστολή στο τελωνείο εξαγωγής του μηνύματος IE518 «Αποτελέσματα ελέγχου» με χρήση της ένδειξης Α4 και αναγραφή του MRN της δήλωσης διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR ή ελλείψει αυτού, οποιουδήποτε άλλου στοιχείου ταυτοποιεί τη δήλωση διαμετακόμισης (π.χ. δηλωτικό φορτίου αεροπορικής ή ναυτιλιακής εταιρείας το οποίο επέχει θέση δήλωσης διαμετακόμισης). Επισημαίνεται ότι προκειμένου να γίνει χρήση της ένδειξης «Α4», ο επόπτης θα πρέπει να επιλέξει (δρομολογήσει) τη συγκεκριμένη διασάφηση για έλεγχο.
Το εμπόρευμα διακινείται πλέον σύμφωνα με τους κανόνες του καθεστώτος διαμετακόμισης.
ii) Σε περίπτωση που είναι γνωστό κατά την υποβολή της διασάφησης εξαγωγής το τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR, συμπληρώνεται στη θέση 29 (Τελωνείο εξόδου) της διασάφησης εξαγωγής, ο κωδικός του εσωτερικού αυτού τελωνείου αναχώρησης της διαμετακόμισης, αποστέλλεται το μήνυμα ΙΕ501 κατά τα γνωστά, και το Σ.Ε.Ε. συνοδεύει το εμπόρευμα μέχρι το τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος διαμετακόμισης. Η διαδικασία εξαγωγής ολοκληρώνεται στο τελωνείο αναχώρησης του καθεστώτος διαμετακόμισης με την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο καθεστώς διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR και το τελωνείο εξαγωγής ενημερώνεται για το MRN της δήλωσης διαμετακόμισης ή διαμετακόμισης με δελτίο TIR ή ελλείψει αυτού, για οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ταυτοποιεί τη δήλωση διαμετακόμισης (π.χ. δηλωτικό φορτίου), με το μήνυμα IE518 και την ένδειξη Α4.
Το εμπόρευμα διακινείται πλέον σύμφωνα με τους κανόνες του καθεστώτος διαμετακόμισης (κοινής/κοινοτικής/TIR).
Σημειώνεται ότι στις ανωτέρω περιπτώσεις, όταν πρόκειται για Δελτίο OR, στη θέση «FOR OFFICIAL USE» ή «POUR USAGE OFFICIEL» αναγράφεται το MRN της διασάφησης ή των διασαφήσεων εξαγωγής και όταν πρόκειται για δήλωση διαμετακόμισης Τ1, Τ2, στη θέση 40 του εν λόγω παραστατικού αναγράφεται το MRN της διασάφησης ή των διασαφήσεων εξαγωγής.
Επιπλέον, μέσα από τη λειτουργία «Καταχώρηση πρόσθετων πεδίων», συμπληρώνονται στη θέση 44 των σχετικών διασαφήσεων εξαγωγής οι κωδικοί «Ν821» (αν πρόκειται για δήλωση διαμετακόμισης) ή «Ν952» (αν πρόκειται για διαμετακόμιση TIR) με τα αντίστοιχα ΜRN κατά περίπτωση.
Γ. Μη έξοδος των εμπορευμάτων που διακινούνται με καθεστώς διαμετακόμισης από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.
Σε περίπτωση που τα εμπορεύματα δεν αφιχθούν στο τελωνείο προορισμού της διαμετακόμισης δεν συντρέχει θέμα ακύρωσης της διασάφησης εξαγωγής αλλά τήρησης διατυπώσεων εισαγωγής, δεδομένου ότι με την υπαγωγή τους στο καθεστώς διαμετακόμισης τα μεταφερόμενα εμπορεύματα έχουν τυπικά εξαχθεί από το ενωσιακό τελωνειακό έδαφος και έχουν χάσει τον κοινοτικό τους χαρακτήρα._Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που ο εξαγωγέας επιθυμεί την επιστροφή των εν λόγω εμπορευμάτων οφείλει να υποβάλλει διασάφηση εισαγωγής. Για το σκοπό αυτό, το τελωνείο εξόδου /τελωνείο αναχώρησης ενημερώνει σχετικά με κάθε πρόσφορο μέσο το τελωνείο εξαγωγής προκειμένου στη συνέχεια να ενημερωθεί ο εξαγωγέας για την υποχρέωση υποβολής διασάφησης εισαγωγής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΞΑΓΩΓΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΝΟΨΕΙ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗΣ ΕΠΑΝΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥΣ.

Στην περίπτωση που ο εξαγωγέας υποβάλλει διασάφηση εξαγωγής με αιτούμενο καθεστώς στη θέση 37 την προσωρινή εξαγωγή (κωδικός 2300) και εν συνεχεία τα εμπορεύματα πωληθούν στο σύνολό τους ή εν μέρει, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:
α) Όταν τα εμπορεύματα πωληθούν στο σύνολό τους, ο εξαγωγέας υποβάλλει διασάφηση οριστικής εξαγωγής με αιτούμενο καθεστώς στη θέση 37 τον κωδικό 10 00, στη θέση 22 το ποσό του τιμολογίου, στη θέση 44 συμπληρώνει το τιμολόγιο (κωδ. Ν380) και στη θέση 40 συμπληρώνει το MRN της διασάφησης προσωρινής εξαγωγής. Σημειώνεται ότι το πεδίο «Τελωνείο εξόδου» (θέση 29) συμπληρώνεται με τον κωδικό του τελωνείου εξαγωγής προκειμένου να απενεργοποιηθούν τα μηνύματα μεταξύ των τελωνείων εξαγωγής και εξόδου.
β) Στην περίπτωση που μέρος των εμπορευμάτων έχει πωληθεί και το υπόλοιπο επανεισάγεται, υποβάλλεται πέραν της προαναφερθήσας διασάφησης οριστικής εξαγωγής και διασάφηση επανεισαγωγής με αιτούμενο καθεστώς στη θέση 37 τον κωδικό 6123. Στη θέση 40 αναγράφεται το MRN της διασάφησης προσωρινής εξαγωγής.
Στις παραπάνω περιπτώσεις, ο αρμόδιος υπάλληλος του γραφείου εξαγωγής πριν την οριστικοποίηση της διασάφησης οριστικής εξαγωγής ή/και ο αρμόδιος υπάλληλος του γραφείου εισαγωγής διασφαλίζει τη συσχέτιση των δεδομένων της διασάφησης οριστικής εξαγωγής ή/και διασάφησης επανεισαγωγής με τα δεδομένα της διασάφησης προσωρινής εξαγωγής (είδος εμπορεύματος, ποσότητα, κλπ).
Τέλος υπενθυμίζεται ότι η προθεσμία επανεισαγωγής των εμπορευμάτων που υπάγονται στο καθεστώς προσωρινής εξαγωγής ορίζεται από το τελωνείο. Σημειώνεται ότι η εν λόγω προθεσμία δύναται να παραταθεί, εφόσον ο εξαγωγέας προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία στο τελωνείο που να δικαιολογούν την εν λόγω παράταση. Ο διασαφιστής έχει τη δυνατότητα να κάνει χρήση των διατάξεων του άρθρου 233 Καν. 952/13 περί επανεισαγομένων εμπορευμάτων, όσον αφορά στην απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΙ ΠΛΟΙΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

5.1 Γενικά

Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 269 του UCC καθίσταται πλέον σαφές ότι όταν ενωσιακά εμπορεύματα απαλλασσόμενα από ΦΠΑ ή ΕΦΚ παραδίδονται για τον εφοδιασμό πλοίων ή αεροσκαφών, ανεξαρτήτως προορισμού του πλοίου ή αεροσκάφους, για τα οποία απαιτείται απόδειξη του εφοδιασμού, δεν υπάγονται στο καθεστώς της εξαγωγής, απλά τηρούνται οι διατυπώσεις για την τελωνειακή διασάφηση εξαγωγής που προβλέπονται στην τελωνειακή νομοθεσία.
Κατά τον ίδιο τρόπο εφαρμόζονται οι διατυπώσεις εξαγωγής και στις περιπτώσεις που ορίζονται στην αριθμ. Δ175005535ΕΞ2013/14-2-2013 EΔΥΟ και αφορούν στον εφοδιασμό πλοίων και αεροσκαφών με εμπορεύματα τρίτων χωρών που έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία με το καθεστώς του ειδικού προορισμού.
Υπενθυμίζεται ότι για σκοπούς ΦΠΑ το μήνυμα ΙΕ599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής» τηρείται στο αρχείο του εφοδιαστή ως δικαιολογητικό απαλλαγής από ΦΠΑ κατά την παράδοση αγαθών ως εφοδίων πλοίων και αεροσκαφών. Η θεώρηση του μηνύματος ΙΕ599 όπως είχε καθορισθεί με την Δ19Α5012006ΕΞ2012/12-3-12 EΔΥΟ έχει καταργηθεί με την αριθμ. 2) σχετική ΕΔΥΟ.
Όσον αφορά στα θέματα αρμοδιότητας του τελωνείου εξαγωγής (εφοδιασμού), του τελωνείου εξόδου (φόρτωσης), συμπλήρωσης, υποβολής, διόρθωσης-τροποποίησης, επαλήθευσης και ακύρωσης της διασάφησης εξαγωγής, απαγορεύσεων-περιορισμών, στην ανταλλαγή πληροφοριών μέσω διαβίβασης ηλεκτρονικών μηνυμάτων μεταξύ των οικονομικών φορέων και των τελωνείων κατά την τήρηση των διατυπώσεων εξαγωγής, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο Μέρος Α' της παρούσας.

5.2 Υποβολή και τρόπος συμπλήρωσης διασάφησης κατά τη διαδικασία εφοδιασμού

Στο Τελωνείο Εξαγωγής/Εφοδιασμού υποβάλλονται οι ακόλουθοι τύποι διασαφήσεων από το υπεύθυνο πρόσωπο σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1.1 του Κεφαλαίου 1 και συμπληρώνονται ως ακολούθως :
- ΕΧ Α: συνήθης διαδικασία.
- ΕΧ Β: απλουστευμένη διασάφηση, όταν στη διασάφηση δεν περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία ή δικαιολογητικά που απαιτούνται μέχρι την έκδοση του ΣΕΕ (πχ απουσία τιμολογίου). Στη συνέχεια ακολουθεί υποχρεωτική υποβολή της συμπληρωματικής διασάφησης τύπου Χ με όλα τα απαιτούμενα στοιχεία και εντός των χρονικών ορίων που ορίζουν οι ισχύουσες ενωσιακές και εθνικές διατάξεις καθώς και οι σχετικές εγκύκλιες διαταγές της Υπηρεσίας μας.
Η συσχέτιση της απλουστευμένης διασάφησης με τη συμπληρωματική διασάφηση αυτής γίνεται με την ορθή συμπλήρωση του MRN της απλουστευμένης στη θέση 40 της συμπληρωματικής διασάφησης. Η ημερομηνία αποδοχής της συμπληρωματικής διασάφησης είναι η ημερομηνία αποδοχής της αντίστοιχης απλουστευμένης και τίθεται αυτόματα από το σύστημα.
- ΕΧ Ζ: Ανακεφαλαιωτική διασάφηση που συντάσσεται με βάση τα Δελτία Παράδοσης Εφοδίων.
Παρακάτω συνοψίζεται ο τρόπος συμπλήρωσης ορισμένων θέσεων του ΕΔΕ στις περιπτώσεις εφοδιασμού πλοίων και αεροσκαφών, ως ακολούθως:
Επισημαίνεται ότι δεδομένου από 1-12-2015 έχει καταργηθεί από το πεδίο S32:<^k^ Ειδικής Περίπτωσης» η συμπλήρωση της τιμής Β «Εφοδιασμοί πλοίων και Αεροσκαφών», θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη σωστή συμπλήρωση της θέσης 37β του ΕΔΕ Εξαγωγής.
Θέση 1α του ΕΔΕ: Συμπληρώνεται με:
i. την ένδειξη «ΕΧ», όταν στη θέση 17α «Κωδικός Χώρας Προορισμού» υπάρχει κωδικός σημαίας χώρας εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκτός χώρας ΕΖΕΣ2 (π.χ. US: Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, CH: Κίνα κλπ)
ii. την ένδειξη «EU», όταν στη θέση 17α υπαρχει κωδικός σημαίας χώρας ΕΖΕΣ (π.χ IS: Ισλανδία, MK: Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, TR: Τουρκία, κλπ)
iii. την ένδειξη «CO» όταν στη θέση 17α υπάρχει κωδικός σημαίας χώρας που ανήκει στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας ( π.χ GR: Ελλάδα, FR: Γαλλία, κλπ)
ΘΕΣΗ 8-Παραλήπτης: Συμπληρώνονται τα στοιχεία του εφοδιαζόμενου πλοίου/αεροσκάφους.
ΘΕΣΗ 17α-Κωδικός Χώρας Προορισμού: Συμπληρώνεται ο διψήφιος κωδικός της χώρας νηολόγησης του εφοδιαζόμενου πλοίου/αεροσκάφους (κωδικός χώρας της σημαίας), όπως αυτός προβλέπεται από τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό σχετικά με την ονοματολογία των χωρών για τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου. Ειδικότερα:
(α)Συνήθης Διασάφηση Εφοδιασμού ΕΧΑ, Απλουστευμένη Διασάφηση Εφοδιασμού ΕΧΒ, Συμπληρωματική Διασάφηση Εφοδιασμού ΕΧΧ: με τον διψήφιο κωδικό της χώρας νηολόγησης του εφοδιαζόμενου πλοίου/αεροσκάφους που δεν ανήκει στο τελωνειακό έδαφος της Ε.Ε ούτε σε χώρα ΕΖΕΣ (κωδικός χώρας της σημαίας που φέρει το πλοίο ή το αεροσκάφος, π.χ. CN: Κίνα, RU: Ρωσία), όπως αυτός προβλέπεται από τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό σχετικά με την ονοματολογία των χωρών για τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου.
(β)Συνήθης Διασάφηση Εφοδιασμού ΟΡΑ, Απλουστευμένη Διασάφηση Εφοδιασμού COB, Συμπληρωματική Διασάφηση Εφοδιασμού COX: με τον διψήφιο κωδικό της χώρας νηολόγησης του εφοδιαζόμενου πλοίου/αεροσκάφους που ανήκει στο τελωνειακό έδαφος της Ε.Ε. (κωδικός χώρας της σημαίας που φέρει το πλοίο ή το αεροσκάφος π.χ. GR: Ελλάδα, ΙΤ: Ιταλία, FR: Γαλλία).
(γ)Συνήθης Διασάφηση Εφοδιασμού ΞϋΑ. Απλουστευμένη Διασάφηση Εφοδιασμού EUB, Συμπληρωματική Διασάφηση Εφοδιασμού EUX: με τον διψήφιο κωδικό της χώρας νηολόγησης του εφοδιαζόμενου πλοίου/αεροσκάφους που ανήκει σε χώρα ΕΖΕΣ (κωδικός χώρας της σημαίας που φέρει το πλοίο ή το αεροσκάφος π.χ. LI: Λιχνεστάϊν, TR: Τουρκία, MK: Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, κλπ).
Σε καμία από τις περιπτώσεις που περιγράφονται στα ανωτέρω σημεία (α), (β), (γ) δεν θα πρέπει να συμπληρώνονται οι απλοποιημένοι κωδικοί εφοδιασμού QQ, QR, QS.
ΘΕΣΗ 21-Ταυτότητα και εθνικότητα του ενεργού μεταφορικού μέσου που διέρχεται τα σύνορα: Διασάφηση Εφοδιασμού ΕΧΑ ή EUA ή COA, Απλουστευμένη Διασάφηση Εφοδιασμού ΕΧΒ ή EUB ή COB, Συμπληρωματική Διασάφηση Εφοδιασμού ΕΧΧ ή ΕυΧ ή
Χ: Με το όνομα του πλοίου ή αεροσκάφους και τον διψήφιο κωδικό της χώρας νηολόγησης του εφοδιαζόμενου πλοίου/αεροσκάφους (κωδικός χώρας της σημαίας που φέρει το πλοίο ή το αεροσκάφος), όπως αυτός προβλέπεται από τον εκάστοτε ισχύοντα κανονισμό σχετικά με την ονοματολογία των χωρών για τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου.
ΘΕΣΗ 33-Κωδικός εμπορευμάτων: Συμπληρώνεται σύμφωνα με την ονοματολογία TARIC των εμπορευμάτων.
Ωστόσο, επισημαίνεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης των απλουστευμένων κωδικών του κεφαλαίου 99 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1228/2010, για τους εφοδιασμούς πλοίων, αεροσκαφών καθώς και εγκαταστάσεων ανοικτής θάλασσας με τη χρήση της απλουστευμένης διαδικασίας (ΕΧ-Ζ) ως ακολούθως:
Α) εφοδιασμοί πλοίων και αεροσκαφών 9930240000: εμπορεύματα των κεφαλαίων 1-24 9930270000: εμπορεύματα του κεφαλαίου 27 9930990000: εμπορεύματα που κατατάσσονται αλλού,
Β) εφοδιασμοί εγκαταστάσεων ανοικτής θάλασσας 9931240000: εμπορεύματα των κεφαλαίων 1-24 9931270000: εμπορεύματα του κεφαλαίου 27 9931990000: εμπορεύματα που κατατάσσονται αλλού,
με εξαίρεση τα ακόλουθα εμπορεύματα:
1. Γεωργικά εμπορεύματα για τα οποία ζητείται η χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή.
2. Εμπορεύματα που επιβαρύνονται με ειδικούς φόρους κατανάλωσης (αλκοολούχα, καπνικά και πετρελαιοειδή).
3. Εμπορεύματα τρίτων χωρών.
4. Εμπορεύματα τρίτων χωρών που έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία με το καθεστώς του ειδικού προορισμού.
Στη συνήθη διασάφηση (ΕΧ-Α) ή (ΕΧ-Β), η παραπάνω απλουστευμένη κωδικοποίηση χρησιμοποιείται μόνο για τα εμπορεύματα που η αξία τους δεν υπερβαίνει τα χίλια (1000) ευρώ ανά συναλλαγή και τα οποία δεν εμπίπτουν σε μια από τις προαναφερόμενες εξαιρέσεις.
Θέση 37β: F61:Εφοδιασμός ή F62:Εφοδιασμός με εμπορεύματα για τα οποία είναι δυνατόν να χορηγηθούν επιστροφές ή F63: Τοποθέτηση σε αποθήκη ανεφοδιασμού ή F64: Έξοδος από αποθήκη ανεφοδιασμού εμπορευμάτων που προορίζονται για εφοδιασμό.
Θέση 38 - Καθαρή μάζα: Η θέση αυτή συμπληρώνεται υποχρεωτικά με την καθαρή μάζα των εμπορευμάτων που περιγράφονται στην αντίστοιχη θέση 31 σε χιλιόγραμμα. Στις περιπτώσεις που ο κωδικός του εμπορεύματος απαιτεί συμπληρωματικές μονάδες, συμπληρώνεται υποχρεωτικά και η θέση 41.
Θέση 40: Ως προς την υποχρεωτική συμπλήρωση της Θέσης 40 ισχύουν τα αναφερόμενα στο Μέρος Α' της παρούσας.
Θέση 44: Στη θέση αυτή συμπληρώνονται κατά περίπτωση οι τετραψήφιοι εθνικοί κωδικοί επισυναπτομένων εγγράφων και αδειών, όπως έχουν καθιερωθεί και παρατίθενται επικαιροποιημένοι στο Παράρτημα 8 της παρούσας.
Θέση 46 - Στατιστική αξία: Η θέση αυτή συμπληρώνεται υποχρεωτικά με βάση τη φορολογητέα αξία, και απαιτείται η προσκόμιση τιμολογίου, το οποίο και δηλώνεται στη θέση 44 του ΕΔΕ και χρησιμοποιείται για τη διαμόρφωση της αξίας επί του σχετικού παραστατικού.
Στις περιπτώσεις εφοδιασμού με εμπορεύματα που έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία με το καθεστώς του ειδικού προορισμού θα συμπληρώνονται επιπλέον:
Θέση 37α - Καθεστώς: Κωδικός 1040
Θέση 40 - MRN διασάφησης εισαγωγής.
Θέση 44.1 : Κωδικός Ν990 και αριθμός άδειας ειδικού προορισμού.
Θέση 44.2: Συμπληρώνονται κατά περίπτωση οι κωδικοί:
1711: «Παράδοση σε πλοία με ειδικό προορισμό - για εξοπλισμό/συντήρηση.» 1712: «Παράδοση σε πλοία με ειδικό προορισμό - για κατασκευή/επισκευή.» 1713: «Παράδοση σε αεροσκάφη με ειδικό προορισμό - για εξοπλισμό/συντήρηση.» 1714: «Παράδοση σε αεροσκάφη με ειδικό προορισμό - για κατασκευή/επισκευή.»

5.3 Ενέργειες Τελωνείου Εξαγωγής- Επαλήθευση

Στην περίπτωση όπου απαιτείται επαλήθευση της διασάφησης εξαγωγής/εφοδιασμού έχει καθιερωθεί από 1.11.2015 η ηλεκτρονική υποβολή των επισυναπτομένων στη διασάφηση εγγράφων, κατά τα οριζόμενα στην υπό στοιχείο 3) ανωτέρω σχετική ΕΔΥΟ.
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δοθεί με την προαναφερθείσα ΕΔΥΟ, ο όρος της αναγκαιότητας του εφοδιασμού εξετάζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου η συγκεκριμένη διασάφηση δρομολογείται για έλεγχο εγγράφων ή για φυσικό έλεγχο, και στην περίπτωση αυτή ο οριζόμενος ελεγκτής στο πεδίο κειμένου «Παρατηρήσεις Ελέγχου», θέτει την ένδειξη «ΑΤΕΛΩΣ» και τη μνεία των σχετικών απαλλακτικών διατάξεων, προκειμένου να αποτυπωθεί στο σύστημα ο έλεγχος του όρου της αναγκαιότητας (π.χ. άρθρο 10 παρ. 3 του Ν. 438/76, άρθρο 78 παρ. 1 β) του Ν. 2960/01 και λοιπές κατά περίπτωση διατάξεις).
Στις περιπτώσεις όπου το Υποσύστημα της Ανάλυσης Κινδύνου αποδίδει στη διασάφηση χαμηλό βαθμό επικινδυνότητας, και με την επιφύλαξη των οριζομένων στην σχετική υπό στοιχείο 4) Εμπιστευτική Διαταγή, ο έλεγχος του όρου της αναγκαιότητας των ποσοτήτων των εφοδίων που παραδίδονται στο πλοίο ή το αεροσκάφος, με σκοπό την εξυπηρέτηση των εν γένει αναγκών τους διασφαλίζεται με την διαδικασία των εκ των υστέρων ελέγχων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 48 του Καν. 952/13(Μέρος ΣΤ' της παρούσας).
Στην περίπτωση όπου από τη διαδικασία του εκ των υστέρων ελέγχου προκύπτει ότι δεν πληρείται ο όρος της αναγκαιότητας ή ο παραλήπτης δεν πληροί τις προϋποθέσεις απαλλαγής σύμφωνα με τις ισχύουσες απαλλακτικές διατάξεις, τότε οι αρμόδιες τελωνειακές αρχές προβαίνουν σε άρση της ατέλειας και λήψη μέτρων για την καταβολή των οφειλομένων.
Υπενθυμίζεται ότι η σφράγιση των μέσων μεταφοράς (βυτιοφόρα, σλέπια, κλπ), η οποία πραγματοποιείται στις περιπτώσεις που προβλέπεται ρητά από την ισχύουσα νομοθεσία ή στις περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη από τις τελωνειακές αρχές για τη διασφάλιση των δημοσιονομικών συμφερόντων, δεν συνιστά λόγο αναβάθμισης του αποτελέσματος της ανάλυσης κινδύνου. Στην περίπτωση σφράγισης η αναγραφή των αριθμών των σφραγίδων αποτυπώνονται στο σύστημα πριν την εκτύπωση του ΣΕΕ.

5.4 Εκτύπωση Συνοδευτικού Εγγράφου Εξαγωγής (ΣΕΕ)

Με την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής, εκδίδεται και παραδίδεται το ΣΕΕ στο πρόσωπο που υπέβαλε τη Διασάφηση Εξαγωγής/εφοδιασμού ή στον νόμιμο αντιπρόσωπο αυτού ή σε άλλο πρόσωπο κατά τα αναφερόμενα στο σημείο 3.9 του Μέρος Α' της παρούσας.

5.5 Άφιξη των εμπορευμάτων στο Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης

Το Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης λαμβάνει ενημέρωση για την επικείμενη έξοδο των εμπορευμάτων με το μήνυμα IE 501 «Στοιχεία αναμενόμενης εξαγωγής».
Το Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης, ειδοποιείται από τον διασαφιστή κατά τα οριζόμενα στην παρούσα για τον πραγματικό χρόνο άφιξης των εμπορευμάτων και την επικείμενη φόρτωσή τους στο εφοδιαζόμενο πλοίο ή αεροσκάφος με την υποβολή του μηνύματος ΙΕ 507 «Άφιξη στο σημείο Εξόδου» (Σημείο 5.1, Μέρος Α της παρούσας). To μήνυμα IE507 υποβάλλεται με σκοπό την ενημέρωση του τελωνείου εξόδου για την πραγματική άφιξη των εμπορευμάτων και την διαθεσιμότητά τους για ενδεχόμενο τελωνειακό έλεγχο. Κατά συνέπεια, δεν δύναται να υποβληθεί νωρίτερα.

5.6 Ενέργειες του Τελωνείου Εξόδου/Φόρτωσης

Πραγματοποιούνται οι προβλεπόμενοι κατά περίπτωση έλεγχοι των εφοδίων, όπως αυτοί προκύπτουν από το Υποσύστημα της Ανάλυσης Κινδύνου και απελευθερώνονται για φόρτωση στο εφοδιαζόμενο πλοίο ή αεροσκάφος, άμεσα, ή μετά την διεξαγωγή του ελέγχου και τη διαπίστωση ότι αυτά είναι κατ'είδος και ποσότητα αυτά που διασαφίστηκαν για εξαγωγή.
Μετά την ολοκλήρωση του εφοδιασμού γίνεται επί του ΣΕΕ πράξη παράδοσης-παραλαβής, με αναγραφή της πράγματι παραδοθείσας ποσότητας νόμιμα υπογεγραμμένη από τον εφοδιαστή για την παράδοση και από τον πλοίαρχο, τον μηχανικό ή τον υπεύθυνο αξιωματικό του πλοίου για την παραλαβή των εφοδίων, με προσυπογραφή του αρμόδιου τελωνειακού υπαλλήλου, όταν αυτός παρίσταται κατά την φόρτωση. Η πράξη υπογράφεται ευκρινώς και ολογράφως, με θέση της σφραγίδας του πλοίου, καθώς και των ατομικών σφραγίδων του παραδίδοντος και του παραλαμβάνοντος, ή με την αναγραφή του ονοματεπώνυμου και αριθμού ταυτότητος ή ναυτικού φυλλαδίου ή διαβατηρίου αυτών, επί του ΣΕΕ.
Σε κάθε περίπτωση, η επιτήρηση της φόρτωσης των εφοδίων ολοκληρώνεται με την επιστροφή, με ευθύνη του εφοδιαστή ή του νόμιμου αντιπροσώπου του, του ΣΕΕ στο Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης. Τα υποστηρικτικά των διασαφήσεων εξαγωγής έγγραφα τηρούνται για δέκα (10) έτη στην έδρα της εταιρείας εμπορίας πετρελαιοειδών σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπό στοιχείο 3) ΕΔΥΟ.
Στις περιπτώσεις εφοδιασμού με εμπορεύματα ειδικού προορισμού, όπως εξάλλου ορίζεται και στην αριθμ. Δ19Γ5012181ΕΞ2011/17-3-2011, η διασάφηση εξαγωγής χρησιμοποιείται ταυτόχρονα και για την πίστωση του ειδικού προορισμού (εκκαθάριση καθεστώτος). Ειδικότερα, το Σ.Ε.Ε. με την πράξη βεβαίωσης της φόρτωσης που επιστρέφεται στο τελωνείο εξόδου - φόρτωσης, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αποδεικνύει την υπαγωγή των εμπορευμάτων στον ειδικό τους προορισμό. Η εκκαθάριση του καθεστώτος γίνεται με την αποστολή του θεωρημένου για τη φόρτωση Σ.Ε.Ε. στο τελωνείο ελέγχου.
Όταν η παράδοση γίνεται σε μη εργάσιμες ημέρες ή ώρες, χωρίς την παρουσία τελωνειακού υπαλλήλου, η επιστροφή του ΣΕΕ στο τελωνείο Φόρτωσης, δύναται να γίνεται την πρώτη εργάσιμη ημέρα που ακολουθεί.
Με δεδομένο ότι κατά την πραγματοποίηση των εφοδιασμών, το χρονικό σημείο διενέργειας του ελέγχου, όταν αυτός υποδεικνύεται από το Υποσύστημα Ανάλυσης Κινδύνου, δεν συμπίπτει με το χρονικό σημείο που τα εφόδια παραδίδονται στο πλοίο (λόγω χιλιομετρικής απόστασης ή πραγματοποίησης εφοδιασμού στη ράδα), τα αποτελέσματα ελέγχου θα καταχωρούνται μετά την παράδοση των εφοδίων και την ολοκλήρωση του εφοδιασμού, ώστε να είναι δυνατή η αποτύπωση τυχόν διαφορών ή αποκλίσεων στην τελική παραδοθείσα ποσότητα.
Ειδικότερα, στις περιπτώσεις εφοδιασμού πλοίων με καύσιμα:
i) όταν το εφοδιαζόμενο πλοίο βρίσκεται σε τελωνειακά ελεγχόμενο χώρο, μετά την ολοκλήρωση του εφοδιασμού, συντάσσεται από τον αρμόδιο υπάλληλο πάνω στο ΣΕΕ σχετική πράξη για την τυχόν υπολειπόμενη ποσότητα στο εφοδιαστικό μέσο, σημειώνοντας την ημέρα και την ακριβή ώρα του ελέγχου και θα προβαίνει στη σφράγισή του.
ii) όταν το εφοδιαζόμενο πλοίο βρίσκεται σε μη τελωνειακά ελεγχόμενο χώρο, μετά την ολοκλήρωση του εφοδιασμού και στην περίπτωση υπολειπόμενης ποσότητας επί του εφοδιαστικού μέσου, αυτό επιστρέφει στο αρμόδιο Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης όπου συντάσσει ο αρμόδιος υπάλληλος αυτού σχετική πράξη επί του ΣΕΕ για την υπολειπόμενη ποσότητα στο εφοδιαστικό μέσο, σημειώνοντας την ημέρα και την ακριβή ώρα του ελέγχου και προβαίνει στη σφράγισή του.
Στην περίπτωση που το Τελωνείο Εξαγωγής και Εξόδου είναι το ίδιο και σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Υποσυστήματος Ανάλυσης Κινδύνου η διασάφηση είναι χαμηλής επικινδυνότητας, το Τελωνείο δύναται κατά τη κρίση του να ορίσει υπάλληλο, ο οποίος θα παραστεί στη φόρτωση των εφοδίων και θα ελέγξει τον όρο της αναγκαιότητας. Τα αποτελέσματα του ως άνω ελέγχου θα αποτυπωθούν κατά τα γνωστά επί του ΣΕΕ, το οποίο θα επιστραφεί στο Τελωνείο Εξόδου/Εξαγωγής και εν συνεχεία με τη διαδικασία του των εκ των υστέρων ελέγχου θα τροποποιηθεί η διασάφηση με βάση τα αναγραφόμενα επί του ΣΕΕ.

5.7 Περιπτώσεις εφοδιασμού πλοίου που βρίσκεται εκτός του λιμενικού χώρου (ράδα)

Ως τελωνείο αρμόδιο για τη φόρτωση, είναι εκείνο που επιτηρεί το χώρο απ' όπου τα εφόδια μεταφέρονται με θαλάσσιο μεταφορικό μέσο στο εφοδιαζόμενο πλοίο.

5.8 Αποστολή του μηνύματος ΙΕ518 «αποτελέσματα εξόδου»

Μετά την ολοκλήρωση της φόρτωσης των εφοδίων στο εφοδιαζόμενο μέσο, το Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης, επιλέγει την κατάλληλη ένδειξη αποτελέσματος ελέγχου (Α1) ή (Α4) και επιβεβαιώνει την ολοκλήρωση του εφοδιασμού με την αποστολή του μηνύματος ΙΕ518 «αποτελέσματα εξόδου» αναγράφοντας την πράγματι παραδοθείσα ποσότητα, όπως αυτή προκύπτει βάσει της υπογεγραμμένης από τον πλοίαρχο και τον εφοδιαστή πράξης παράδοσης- παραλαβής επί του ΣΕΕ.

5.9 Ενέργειες του Τελωνείου Εξαγωγής μετά την ολοκλήρωση του εφοδιασμού

i) Όταν Τελωνείο Εξαγωγής είναι διαφορετικό από το Τελωνείο Εξόδου: Στην περίπτωση που στο μήνυμα ΙΕ518 υπάρχει η ένδειξη Α4, ο αρμόδιος υπάλληλος με τη διαδικασία του εκ των υστέρων ελέγχου τροποποιεί την αρχικά δηλωθείσα ποσότητα επί της διασάφησης ΕΧΑ ή ΕΧΒ και εν συνεχεία αποστέλλεται το μήνυμα ΙΕ599 «Γνωστοποίηση ολοκλήρωσης της εξαγωγής».
ii) Όταν Τελωνείο Εξαγωγής και Εξόδου είναι το ίδιο: εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες διαδικασίες και διατυπώσεις του Συστήματος Ελέγχου Εξαγωγών, με εξαίρεση την ανταλλαγή μηνυμάτων μεταξύ των τελωνείων.
Μετά την φόρτωση των εφοδίων και την επιστροφή του ΣΕΕ, στο οποίο έχει συνταχθεί η προβλεπόμενη πράξη παράδοσης-παραλαβής, το Τελωνείο οριστικοποιεί τη διασάφηση εξαγωγής, θέτοντας στο αντίστοιχο πεδίο ως ημερομηνία, την ημερομηνία υπογραφής από τον πλοίαρχο της πράξης παράδοσης - παραλαβής.
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν τυχόν διαφορές στην τελική παραδοθείσα ποσότητα που περιέχονται στην πράξη παράδοσης-παραλαβής επί του ΣΕΕ, θα οριστικοποιείται η διασάφηση εξαγωγής με την αρχικά δηλωθείσα ποσότητα θέτοντας στο αντίστοιχο πεδίο ως ημερομηνία, την ημερομηνία υπογραφής από τον πλοίαρχο της πράξης παράδοσης - παραλαβής και στη συνέχεια με τη διαδικασία του εκ των υστέρων ελέγχου θα διορθώνει την ποσότητα με την πραγματικά παραδοθείσα.
Εφιστάται ιδιαίτερα η προσοχή στις περιπτώσεις εφοδιασμού με προϊόντα ΕΦΚ, κατά τις οποίες όταν διορθώνεται η διασάφηση με την πραγματικά παραδοθείσα ποσότητα, με την διαδικασία του εκ των υστέρων ελέγχου κατά τα ανωτέρω, θα πρέπει ο αρμόδιος υπάλληλος να χρεώνει αναλόγως και τη φορολογική αποθήκη των προϊόντων αυτών από την επιλογή «Διαχείριση Προϊόντων ΕΦΚ» στο υποσύστημα ΕΦΚ με τη σωστή ποσότητα.

5.10 Μηχανογραφημένο Τελωνείο Εξαγωγής - Μη μηχανογραφημένο Τελωνείο Εξόδου/Φόρτωσης

Στην περίπτωση κατά την οποία οι διατυπώσεις του εφοδιασμού τηρούνται σε μηχανογραφημένα τελωνεία της χώρας, αλλά οι διατυπώσεις της φόρτωσης τηρούνται σε μη μηχανογραφημένα τελωνεία, ο εφοδιαστής οφείλει να προενημερώνει τα μη μηχανογραφημένα αυτά τελωνεία φόρτωσης, για την επικείμενη φόρτωση των εφοδίων, με την αποστολή με τηλεαντίτυπο (fax) του ΣΕΕ.
Οι διαπιστωτικές πράξεις του τελωνείου εξόδου/φόρτωσης αποτυπώνονται επί του ΣΕΕ, αντίγραφο του οποίου, με ευθύνη του εφοδιαστή, αποστέλλεται στο Τελωνείο Εξαγωγής/Εφοδιασμού, προκειμένου να τροποποιηθεί η διασάφηση ανάλογα μετά την αξιολόγηση των τυχόν διαφορών μεταξύ της αρχικά διασαφηθείσας και της τελικά παραδοθείσας ποσότητας, με τη διαδικασία του εκ των υστέρων ελέγχου.

5.11 Εφοδιασμός που πραγματοποιείται σε λιμένα τρίτης χώρας

Στην περίπτωση που ο εφοδιασμός πραγματοποιείται στο εσωτερικό τρίτης, μη κοινοτικής χώρας, τότε εξομοιώνεται με εξαγωγή και εφαρμόζονται τόσο στο τελωνείο εξαγωγής όσο και στο τελωνείο εξόδου οι διαδικασίες της εξαγωγής.

5.12 Εφοδιασμός πλοίων σε λιμάνια κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη χρήση απλουστευμένης διαδικασίας διαμετακόμισης επιπέδου II.

Με την αριθμ. πρωτ. ΔΔΘΤΟΚ Γ 1050713 ΕΞ 2016/28.3.2016 ΕΔΥΟ έχουν δοθεί οδηγίες σχετικά με το θέμα της αποστολής εμπορευμάτων ως εφόδια πλοίων που ελλιμενίζονται σε λιμάνια άλλων Κρατών Μελών με τη χρήση των διατυπώσεων εξαγωγής, και συγκεκριμένα όταν τα εξαγόμενα εμπορεύματα περιλαμβάνονται στο δηλωτικό της αεροπορικής εταιρείας με την ένδειξη «Χ», εκφορτώνονται στο αεροδρόμιο άλλου Κράτους Μέλους, με προορισμό τον εφοδιασμό τους σε πλοίο ελλιμενισμένο σε λιμένα του ίδιου Κράτους Μέλους, και ο εφοδιασμός δύναται να οριστικοποιείται από το Τελωνείο Εξαγωγής, το οποίο εν προκειμένω συμπίπτει με το Τελωνείο Εξόδου και συνεπώς η διαδικασία ολοκληρώνεται στο Τελωνείο αυτό. Η θέση 29 της διασάφησης εξαγωγής (Τελωνείο Εξόδου) θα συμπληρώνεται με τον κωδικό του Τελωνείου Εξαγωγής.

5.13 Λοιπές περιπτώσεις εφοδιασμού

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται μόνο για τις περιπτώσεις εφοδιασμού που προβλέπεται η τήρηση των διατυπώσεων εξαγωγής, ενώ στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το πλοίο ή το αεροσκάφος δικαιούται μερική απαλλαγή από φορολογικές επιβαρύνσεις, ακολουθείται η χρήση του εθνικού εντύπου της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΔΕΦΚ).
Κατά τα λοιπά εξακολουθεί να ισχύει η υπ αριθ. Τ. 1940/2003 ΑΥΟ «Τελωνειακές διαδικασίες πλοίων, αεροσκαφών, διπλωματικών αποστολών και λοιπών προορισμών με τροφοεφόδια, καπνικά, καύσιμα κλπ».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΕΞΑΓΩΓΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΕΦΚ

Με τη θέση σε πλήρη παραγωγική λειτουργία του ICISnet υλοποιήθηκε η διαλειτουργικότητα του Συστήματος Ελέγχου Εξαγωγών (ECS) και του Μηχανοργανωμένου Συστήματος Ενδοκοινοτικής Διακίνησης και Ελέγχου Προϊόντων ΕΦΚ (EMCS- Excise Movement and Control System). Ως εκ τούτου ο Διοικητικός Κωδικός Αναφοράς (ARC) του e-ΔΕ πρέπει να συμπληρώνεται στη θέση 40 της διασάφησης εξαγωγής ως εξής:
«Προηγούμενο Παραστατικό» (θέση 40):
• Στο πρώτο πεδίο (Κατηγορία προηγούμενου παραστατικού) αναγράφεται η ένδειξη «Ζ»
• Στο δεύτερο πεδίο (Είδος προηγούμενου παραστατικού) αναγράφεται ο κωδικός «AAD»
• Στο τρίτο πεδίο αναγράφεται ο αριθμός αναγνώρισης προηγούμενου παραστατικού (ARC) προσθέτοντας τρία (3) ψηφία για τον στίχο (π.χ. 001 - εάν πρόκειται για τον πρώτο στίχο)
Παράδειγμα: Έστω ότι έχει υποβληθεί e-ΔΕ και έχει λάβει Διοικητικό Κωδικό Αναφοράς (ARC): 13EL00110200000000262. Όταν υποβληθεί η διασάφηση εξαγωγής (ΙΕ515) από τον εξαγωγέα, η θέση 40 θα είναι συμπληρωμένη ως εξής:
Ζ - AAD - 13EL00110200000000262001
Επισήμανση: Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει δεύτερος και τρίτος στίχος στο ARC η συμπλήρωση στη θέση 40 της διασάφησης εξαγωγής με τους συγκεκριμένους στίχους θα πρέπει να γίνει ανά είδος εμπορεύματος (θέση 33).
Λεπτομερείς οδηγίες για τις διαδικασίες εξαγωγής προϊόντων ΕΦΚ με την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας του ICISnet έχουν δοθεί με την αριθ. πρωτ. ΔΕΦΚ5041345 ΕΞ2013/28-11-13 ΕΔΥΟ «Οδηγίες για την λειτουργία του Υποσυστήματος ΕΦΚ στο ICISnet» (Κεφάλαιο Ι, σημείο 1.3, «Εξαγωγή προϊόντων ΕΦΚ»).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΕΞΑΓΩΓΗ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΩΝ

Κατά τα οριζόμενα στον Καν. 612/09 (άρθρο 5 παρ.7) «κάθε πρόσωπο που εξάγει γεωργικά προϊόντα για τα οποία ζητείται χορήγηση επιστροφής οφείλει:
Να υποβάλλει διασάφηση εξαγωγής στο αρμόδιο τελωνείο του τόπου όπου θα φορτωθούν τα προϊόντα για την μεταφορά τους προς εξαγωγή. Προκειμένου να αιτηθεί επιστροφής θα πρέπει:
α) να συμπληρώσει τη θέση 37β της διασάφησης με τους σχετικούς κωδικούς του Παράρτημα 9 Καν.341/16 β) να ενημερώνει ηλεκτρονικά το αρμόδιο τελωνείο με το έγγραφο προενημέρωσης (μήνυμα ΧΡ15) τουλάχιστον 24 ώρες πριν τη φόρτωση των εμπορευμάτων. Επισημαίνεται ότι η ηλεκτρονική υποβολή του ως άνω εγγράφου είναι υποχρεωτική.
Το αρμόδιο τελωνείο μπορεί να επιτρέψει τις εργασίες φόρτωσης αφού δεχθεί τη διασάφηση εξαγωγής και πριν από τη λήξη της προθεσμίας των 24 ωρών.
Το MRN του εγγράφου προενημέρωσης διαφοροποιείται από το MRN της διασάφησης εξαγωγής δεδομένου ότι αλλάζει το 5ο και 6ο ψηφίο. Επίσης, στη διασάφηση εξαγωγής αναφέρονται τα γράμματα ΕΧ (export) ενώ στο έγγραφο προενημέρωσης τα γράμματα ΡΝ (prenotification) αντίστοιχα.
Ακύρωση εγγράφου προενημέρωσης: Ο εξαγωγέας/διασαφιστής έχει την δυνατότητα να υποβάλλει αίτημα ακύρωσης (ΧΡ 14) του εγγράφου προενημέρωσης στις περιπτώσεις που είτε ακυρωθεί η εν λόγω φόρτωση, είτε υπάρχουν κάποιες αλλαγές στις πληροφορίες όσον αφορά π.χ. στην ώρα και ημερομηνία φόρτωσης, κλπ.
Ακολούθως, ο εξαγωγέας υποβάλλει τη διασάφηση εξαγωγής (μήνυμα ΙΕ515) και στην θέση 44 αναγράφει το MRN του εγγράφου προενημέρωσης. Το σύστημα κάνει αυτόματους ελέγχους συσχέτισης. Στην περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί το έγγραφο προενημέρωσης, η διασάφηση εξαγωγής δεν θα γίνεται αποδεκτή και θα απορρίπτεται (IE 516).
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που ο εξαγωγέας δεν ζητά επιστροφή για το εμπόρευμα που πρόκειται να εξαχθεί, δεν συμπληρώνει με τον προβλεπόμενο κωδικό επιστροφής τη θέση 37β.
Αναλυτικότερες οδηγίες αναφορικά με τη διαδικασία εξαγωγής γεωργικών επιδοτούμενων προϊόντων έχουν δοθεί με την Τ.1600/60/Α0019 ΔΙΣ/8-10-2009 (Τελωνειακές Διαδικασίες και έλεγχοι κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών: -Κοινοποίηση Καν (ΕΚ) 612/09 και κατάργηση Καν. 800/99, -Κωδικοποίηση οδηγιών εφαρμογής κείμενης νομοθεσίας Καν. (ΕΚ) 612/09 και 1276/08) διαταγή, με την οποία κοινοποιούνται οι κατά λόγω σχετικοί ΚΑΝ. 612/09 και 1276/08), καθώς και με την τροποποιητική της, την Δ19Α 5036531 ΕΞ 2011 (Τροποποίηση ορισμένων παραρτημάτων καθώς και της διαδικασίας ελέγχων των εφοδιασμών με ΔΠΕ του άρθρου 34 του Καν. 612/09, που περιλαμβάνονται στην Τ1600/60/Α0019 ΔΙΣ/08-10-09 ΔΥΟΟ περί τελωνειακών διαδικασιών κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών).

ΜΕΡΟΣ Δ'
ΕΦΕΔΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Α) Εφεδρική διαδικασία λόγω μη διαθεσιμότητας του ηλεκτρονικού συστήματος του οικονομικού φορέα
Υπενθυμίζεται ότι σε αυτή την περίπτωση και προκειμένου να αποφευχθεί η χρήση χειρόγραφης διαδικασίας που δημιουργεί καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της εξαγωγής και κατά συνέπεια στη διακίνηση του εμπορεύματος, υπάρχει η δυνατότητα υποβολής ηλεκτρονικής διασάφησης με συμπλήρωση αντίστοιχων φορμών που υπάρχουν διαθέσιμες για τους συναλλασσόμενους στο περιβάλλον ηλεκτρονικών υποβολών στο ICISnet (i-trader).
Σε διαφορετική περίπτωση ακολουθείται η χειρόγραφη διαδικασία ως ακολούθως:
Οι εξαγωγές διεκπεραιώνονται με την κατάθεση στο τελωνείο γραπτής διασάφησης εξαγωγής (ΕΔΕ εξαγωγής και Έγγραφο Ασφάλειας και Προστασίας) δεόντως συμπληρωμένης και υπογεγραμμένης.
Η αποδοχή της εν λόγω διασάφησης πραγματοποιείται από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Τελωνειακών Διαδικασιών και αποτελεί τη συναίνεση του τελωνείου για χρήση εφεδρικής διαδικασίας. Η εν λόγω διασάφηση καταχωρείται στο Ενιαίο Βιβλίο καταχώρησης. Υπενθυμίζεται ότι στο συνυποβαλλόμενο Έγγραφο Ασφάλειας και Προστασίας αποδίδεται ο ίδιος αριθμός καταχώρησης με τη γραπτή διασάφηση. Η επιλογή των ΕΔΕ για φυσικό έλεγχο ή έλεγχο εγγράφων ή τελωνισμό κατά δήλωση, γίνεται από τον Προϊστάμενο Τελωνισμού με σχετική πράξη στο ΕΔΕ.
Το αντίτυπο 3 της διασάφησης εξαγωγής συνοδεύει το εμπόρευμα μέχρι το τελωνείο εξόδου, στο οποίο συμπληρώνονται, κατά τα γνωστά, τα αποτελέσματα του ελέγχου που τυχόν πραγματοποίησε το τελωνείο και βεβαιώνεται η φυσική έξοδος των εμπορευμάτων. Το εν λόγω αντίτυπο επιστρέφεται στον εξαγωγέα, ο οποίος οφείλει να το προσκομίσει άμεσα στο τελωνείο εξαγωγής προκειμένου αυτό να κρατήσει αντίγραφό του για την οριστικοποίηση της διασάφησης εξαγωγής.
Η εφεδρική διαδικασία πρέπει να αναφέρεται στα αντίγραφα της διασάφησης με το ακόλουθο σήμα (διαστάσεις 26Χ59χιλ., κόκκινο μελάνι), στη θέση Α κάτω από τον αριθμό καταχώρησης.
ECS ΕΦΕΔΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Έναρξη από
(Ημερομηνία / Ώρα)
Επισημαίνεται ότι η τελωνειακή διασάφηση εξαγωγής υποβάλλεται σε έντυπη μορφή και με το ΕΔΕ Εξαγωγής/Ασφάλειας καθώς επίσης και Κατάλογο Ειδών Εξαγωγής /Ασφάλειας που αντιστοιχούν στα υποδείγματα των προσαρτημάτων Θ1, Θ2, Ι1, Ι2 του παραρτήματος 9 του Καν. 341/16 το οποίο δεν χρησιμοποιείται από τις Ελληνικές Τελωνειακές Αρχές, αλλά πρέπει να είναι αναγνωρίσιμο από τα τελωνεία εξόδου, σε περίπτωση που η εφεδρική διαδικασία ξεκινήσει από τελωνείο εξαγωγής άλλου Κ-Μ.
Με την επαναφορά της λειτουργίας του ηλεκτρονικού συστήματος του φορέα, υποβάλλεται εκ των υστέρων η διασάφηση εξαγωγής (IE515), όπου περιλαμβάνονται τα στοιχεία της γραπτής διασάφησης, το έτος και ο α/α χειρόγραφης καταχώρησης.
Η ως άνω διασάφηση δρομολογείται σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν εκδοθεί από την Δ/νση ΣΤΕΠ (ΕΜΠΔ33Δ50020/7-1-2014ΔΥΟ).
Η ημερομηνία αποδοχής που είναι η ημερομηνία αποδοχής της έντυπης διασάφησης εξαγωγής τροποποιείται από τον τελωνειακό υπάλληλο μέσα από τη λειτουργία «Καταχώρηση πρόσθετων πεδίων». Εν συνεχεία, με την επιστροφή του βεβαιωμένου αντιτύπου 3, οριστικοποιείται κατά τα γνωστά η ως άνω διασάφηση.
Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι γίνεται συσχέτιση του MRN με τον α/α χειρόγραφης καταχώρησης της γραπτής διασάφησης στο Ενιαίο Βιβλίο Καταχώρησης από τον τελωνειακό υπάλληλο.
Β) Εφεδρική διαδικασία στο τελωνείο εξαγωγής λόγω μη διαθεσιμότητας του ηλεκτρονικού συστήματος των τελωνειακών αρχών
i) Απόδοση MRN από το σύστημα
Στην περίπτωση που έχει υποβληθεί η διασάφηση (IE515), έχει γίνει αποδεκτή (IE528), έχει αποδοθεί MRN και στη συνέχεια τεθεί το σύστημα εκτός λειτουργίας, οι εξαγωγές διεκπεραιώνονται με την κατάθεση στο τελωνείο γραπτής διασάφησης εξαγωγής (ΕΔΕ εξαγωγής και Έγγραφο Ασφάλειας και Προστασίας) κατά τα ανωτέρω. Όταν αποκατασταθεί η λειτουργία του συστήματος, ο εξαγωγέας υποβάλλει «Αίτημα τροποποίησης διασάφησης εξαγωγής» (IE513), συμπληρώνοντας το πεδίο της χειρόγραφης καταχώρησης.
Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος Τελωνισμού δρομολογεί το παραστατικό είτε για έλεγχο είτε κατά δήλωση βάσει της πράξης που έχει καταγραφεί στη γραπτή διασάφηση εξαγωγής και στην περίπτωση ελέγχου καταχωρείται το αποτέλεσμα ελέγχου.
Η ημερομηνία αποδοχής που είναι η ημερομηνία αποδοχής της έντυπης διασάφησης εξαγωγής τροποποιείται από τον τελωνειακό υπάλληλο μέσα από τη λειτουργία «Καταχώρηση πρόσθετων πεδίων».
Εν συνεχεία, με την επιστροφή του βεβαιωμένου αντιτύπου 3, οριστικοποιείται κατά τα γνωστά η ως άνω διασάφηση.
Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι γίνεται συσχέτιση του MRN με τον α/α χειρόγραφης καταχώρησης της γραπτής διασάφησης στο Ενιαίο Βιβλίο Καταχώρησης από τον τελωνειακό υπάλληλο.
ii) Mη απόδοση MRN από το σύστημα.
Στην περίπτωση που το σύστημα τεθεί εκτός λειτουργίας και δεν έχει αποδοθεί MRN στην υποβαλλόμενη διασάφηση εξαγωγής, ακολουθείται η χειρόγραφη διαδικασία όπως αυτή περιγράφεται ανωτέρω.
Όταν αποκατασταθεί το σύστημα, ο εξαγωγέας υποβάλλει εκ των υστέρων τη διασάφηση εξαγωγής (IE515) και ακολουθείται η ανωτέρω περιγραφόμενη διαδικασία (Α).
Γ) Εφεδρική διαδικασία στο τελωνείο εξόδου λόγω μη διαθεσιμότητας του ηλεκτρονικού συστήματος των τελωνειακών αρχών
Όταν η διασάφηση εξαγωγής έχει υποβληθεί ηλεκτρονικά στο τελωνείο εξαγωγής, έχει εκτυπωθεί το Σ.Ε.Ε. αλλά στο τελωνείο εξόδου το ηλεκτρονικό σύστημα δεν λειτουργεί, το τελωνείο εξόδου επιτηρεί και βεβαιώνει επί του Σ.Ε.Ε. τη φυσική έξοδο των εμπορευμάτων, συμπληρώνει επί αυτού τα αποτελέσματα του ελέγχου που τυχόν πραγματοποίησε και κρατά αντίγραφο αυτού.
Όταν αποκατασταθεί η λειτουργία του συστήματος, το τελωνείο εξόδου ανακτά τη συγκεκριμένη διασάφηση και αποστέλλει στο τελωνείο εξαγωγής το μήνυμα IE518 «Αποτελέσματα εξόδου».

ΜΕΡΟΣ Ε'
ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΤΙΜΗΣΙΑΚΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ

Α) Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της διασάφησης εξαγωγής, στην περίπτωση όπου ο εξαγωγέας παραστεί στο τελωνείο κατά την διαδικασία της εξαγωγής καταγόμενων εμπορευμάτων σε προτιμησιακές χώρες ή στο πλαίσιο κυκλοφορίας των εμπορευμάτων στην Τουρκία, δύναται να καταθέσει γραπτή αίτηση για έκδοση των προτιμησιακών πιστοποιητικών (EUR 1, EUR-MED ή ATR). Για το λόγο αυτό συμπληρώνει το πιστοποιητικό και την αίτηση, υποδείγματα των οποίων υπάρχουν στα αντίστοιχα παραρτήματα των πρωτόκολλων καταγωγής. Μετά την έκδοση του πιστοποιητικού ο αρμόδιος υπάλληλος επιλέγει τη λειτουργία «καταχώρηση πρόσθετων πεδίων» και συμπληρώνει με τον προβλεπόμενο κωδικό και τον αριθμό της άδειας τη θέση 44 της διασάφησης.
Β) Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της διασάφησης εξαγωγής, στην περίπτωση που ο εξαγωγέας δεν παραστεί στο τελωνείο κατά την διαδικασία εξαγωγής αλλά παρόλα αυτά επιθυμεί την έκδοση προτιμησιακού πιστοποιητικού μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να ζητήσει την έκδοσή του και μετά την εξαγωγή των προϊόντων όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις της εκ των υστέρων έκδοσης των πιστοποιητικών στα πρωτόκολλα καταγωγής. Ο αρμόδιος υπάλληλος εφόσον ελέγξει όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την εκ των υστέρων έκδοση των πιστοποιητικών χρησιμοποιεί τη λειτουργία «καταχώρησης πρόσθετων πεδίων» προκειμένου στην θέση 44 του ΕΔΕ να καταχωρηθεί το νούμερο του πιστοποιητικού και ο κωδικός του.
Γ) Επισημαίνεται ότι, σε κάθε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής της διασάφησης εξαγωγής, ο εξαγωγέας διατηρεί την δυνατότητα:
Όταν η συνολική αξία της αποστολής δεν υπερβαίνει τις 6000 ευρώ να συντάσσει δήλωση τιμολογίου ή δήλωση τιμολογίου EUR-MED.
Όταν η συνολική αξία υπερβαίνει τις 6000 ευρώ απαιτείται η άδεια Εγκεκριμένου Εξαγωγέα ως προς την καταγωγή (Δ17Γ 5005477/03-02-2012).
Δ) Οι αιτήσεις καθώς και τα εκδοθέντα σχετικά πιστοποιητικά καταχωρούνται σε ειδικό βιβλίο. Στο ίδιο βιβλίο καταχωρούνται και τα πιστοποιητικά που εκδίδονται μετά την ολοκλήρωση της εξαγωγής [εκ των υστέρων εκδοθέντα (issued retrospectively), αντίγραφα (duplicate)]. Οι αιτήσεις καθώς και τα αντίγραφα των εκδοθέντων πιστοποιητικών τηρούνται σε ειδικό φάκελο προκειμένου να διευκολυνθεί ο εκ των υστέρων έλεγχος που διενεργείται στο πλαίσιο της Διοικητικής Συνεργασίας.

ΜΕΡΟΣ ΣΤ'

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΕΛΕΓΧΟΙ

Οι τελωνειακές αρχές διενεργούν εκ των υστέρων ελέγχους για τη διαπίστωση της ορθής τήρησης της διαδικασίας και τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου.
1.1 Έλεγχος αρμοδιότητας του τελωνείου υποβολής της διασάφησης/ προθεσμίες υποβολής
Υπενθυμίζεται ότι:
• Ο έλεγχος αρμοδιότητας του τελωνείου υποβολής της διασάφησης και
• η διασφάλιση της τήρησης των προθεσμιών υποβολής της διασάφησης,
στα πλαίσια μείωσης του χρόνου τελωνισμού των εμπορευμάτων και με στόχο τη διευκόλυνση του υγιούς εμπορίου, διενεργούνται σε μεταγενέστερο στάδιο και εξετάζονται στον εκ των υστέρων έλεγχο που θα πραγματοποιηθεί από την τελωνειακή αρχή κατ' εφαρμογή του άρθρου 78 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα.
Ειδικότερα και όσον αφορά στον έλεγχο αρμοδιότητας του τελωνείου υποβολής της διασάφησης, η τελωνειακή αρχή που διενεργεί τον εκ των υστέρων έλεγχο θα μπορεί να αντλεί στοιχεία σχετικά με την έδρα του εξαγωγέα και τον τελικό τόπο φόρτωσης από τις θέσεις 2 (εξαγωγέας), 21 (μεταφορικό μέσο) και 29 (τελωνείο εξόδου) των οικείων διασαφήσεων εξαγωγής. Στις περιπτώσεις που περιγράφονται στο Κεφ. 2 σημ. 2.1 της παρούσης (αιτιολογημένες περιπτώσεις) ο εξαγωγέας οφείλει να τηρεί στο αρχείο του το σχετικό έγγραφο έγκρισης του τελωνείου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Οι αρμόδιες τελωνειακές αρχές σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υπάρχουν ανακρίβειες στα δηλωθέντα ή ότι έχουν παραβιασθεί διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας εξετάζουν την επιβολή ποινής ανακριβούς δήλωσης, ή τη βεβαίωση απλής τελωνειακής παράβασης, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων ή την εφαρμογή άλλων ισχυουσών κατασταλτικών διατάξεων.
Επιπλέον, εάν διαπιστωθεί ότι κάποιος εξαγωγέας έχει υποβάλει επανειλημμένα διασάφηση εξαγωγής σε μη αρμόδιο τελωνείο κατά τα ανωτέρω (Μέρος Α, σημείο 2.1 της παρούσης), τότε η τελωνειακή αρχή επιβάλλει το πρόστιμο της παραγράφου 5 του άρθρου 147 του Ν. 2960/01. Ομοίως, στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί ότι δεν τηρήθηκαν οι προθεσμίες του άρθρου 244 Καν.2015/2446 Παράρτημα 5 της παρούσας), η αρμόδια τελωνειακή αρχή δύναται, κατά την κρίση της και ανάλογα με την επίπτωση της μη τήρησης των προθεσμιών στην εξέλιξη της διαδικασίας, να επιβάλει το ανωτέρω πρόστιμο.

Ακριβές Αντίγραφο
Ο Τμηματάρχης

Η ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και ΕΦΚ
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΛΟΥΡΗ

1  Ο αλφαριθμητικός αυτός κωδικός έχει την ακόλουθη δομή: Ο κωδικός (ISO alpha-2) αναγνώρισης της χώρας προέλευσης του εμπορικού εγγράφου ακολουθούμενος από τα δύο τελευταία ψηφία του έτους, από δύο γράμματα που δηλώνουν το είδος του εμπορικού εγγράφου («ΤΙ» για τιμολόγιο) και από τον αριθμό του εγγράφου αυτού. Π.χ.: «GR14ΤΙ90909437»
2  Σημείωση: Ως χώρες «ΕΖΕΣ», νοούνται όχι μόνο οι χώρες της ΕΖΕΣ αλλά και όλα τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη των συμβάσεων για την «κοινή διαμετακόμιση» και την «απλούστευση των διατυπώσεων στις εμπορευματικές συναλλαγές», εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αριθ. πρωτ.: ΔΕΛ Ζ ΚΦΑΣ 1068072 ΕΞ 2016/22.4.2016 Παροχή διευκρινίσεων, επί των διατάξεων περί εκδιδόμενων παραστατικών πώλησης, καθώς και της υποχρέωσης σύνταξης απογραφής, με βάση τις διατάξεις των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (ν. 4308/2014)

$
0
0
 Αθήνα, 22/4/2016
Αρ. Πρωτ.: ΔΕΛ Ζ ΚΦΑΣ 1068072 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ ΤΜΗΜΑ Ζ'- (Κ.Φ.Α.Σ.)

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ.: 101 84 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 3627090
FΑΧ: 210 3615052
e- mail: d.eleg7@mofadm.gr

ΘΕΜΑ: «Παροχή διευκρινίσεων, επί των διατάξεων περί εκδιδόμενων παραστατικών πώλησης, καθώς και της υποχρέωσης σύνταξης απογραφής, με βάση τις διατάξεις των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (ν. 4308/2014)».

Με αφορμή γραπτά και προφορικά ερωτήματα σχετικά με τα παραπάνω θέματα, με το παρόν έγγραφο διευκρινίζεται:

Α. Χρόνος έκδοσης της εκκαθάρισης αμοιβών, από υποπρακτορεία εφημερίδων.

1. Από τη Διοίκηση έχει γίνει δεκτό, τόσο με τις διατάξεις του ισχύοντος μέχρι 31.12.2012 Π.Δ. 186/1992 (Κ.Β.Σ.), όσο και με αυτές του ν. 4093/2012 (Κ.Φ.Α.Σ.) που ίσχυσε από 1.1.2013- 31.12.2014, ότι, για τις εφημερίδες και περιοδικά που πωλούνται σε ορισμένη τιμή και αποστέλλονται από τους υποπράκτορες (εφημεριδοπώλες) προς τρίτους (εκμεταλλευτές περιπτέρων, καταστήματα ψιλικών και λοιπά σημεία λιανικής πώλησης), προκειμένου να πωληθούν για λογαριασμό των υποπρακτόρων έναντι προμήθειας, εκδίδονται οι εκκαθαρίσεις που προβλέπονται, από τους υποπράκτορες (εφημεριδοπώλες) και όχι από τους τρίτους (εκμεταλλευτές περιπτέρων κλπ.), μια φορά το χρόνο, ήτοι αντίστοιχα το αργότερο μέχρι 31.1. του επόμενου χρόνου, που αφορούν οι πωλήσεις και οι αντίστοιχες προμήθειες, (Α.Υ.Ο. 1115278/842/ΠΟΛ.1292/8.9.1993, παρ. 2) και έως το τέλος του 2ου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου των αντισυμβαλλομένων, υπό την προϋπόθεση ότι αφορά το σύνολο των περιπτώσεων στην ίδια διαχειριστική περίοδο, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 4093/2012 (ΠΟΛ.1004/4.1.2013, άρθ. 6§8).

2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 38 του ν. 4308/2014, από την 1η Ιανουαρίου 2015 καταργήθηκε κάθε διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή Οδηγία που είχε εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992) ή του Κ.Φ.Α.Σ. (ν.4093/2012).

3. Με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.), ο οποίος ισχύει από 1.1.2015, καθώς και τις διευκρινίσεις που παρασχέθηκαν με την παρ. 11.2.11 της εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/2014, για υπηρεσίες που παρέχουν ασφαλιστικοί πράκτορες, μεσίτες ασφαλειών και ασφαλιστικοί σύμβουλοι προς ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ασφαλιστικούς πράκτορες και μεσίτες ασφαλίσεων, καθώς και για υπηρεσίες που παρέχουν πρακτορεία ΠΡΟΠΟ, ΛΟΤΤΟ, Ιπποδρομιακού στοιχήματος και συναφών παιγνίων προς τις επιχειρήσεις που οργανώνουν τα παίγνια αυτά, το σχετικό τιμολόγιο (εκκαθάριση αμοιβών), καθόσον αφορά συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσιών η οποία μάλιστα απαλλάσσεται από Φ.Π.Α., δύναται να εκδίδεται μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου (φορολογικό έτος) των συμβαλλομένων.

4. Ενόψει των προαναφερομένων, κατ' αναλογία των όσων έχουν γίνει δεκτά από τη Διοίκηση, με την παρ. 11.2.11 της εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/31.12.2014, για τις παραπάνω κατηγορίες επαγγελματιών και επειδή και η προκειμένη περίπτωση αφορά συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσιών από την υπόψη κατηγορία επαγγελματιών, η οποία απαλλάσσεται από το Φ.Π.Α., παρέχεται η δυνατότητα στους υποπράκτορες εφημερίδων και μετά την 1.1.2015, που ισχύουν οι διατάξεις του ν. 4308/2014, να εκδίδουν τις εκκαθαρίσεις των αμοιβών τους, μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου (φορολογικό έτος) των συμβαλλομένων.

Β. Υποχρέωση ή μη σύνταξης απογραφής αποθεμάτων, από καταστήματα εμπορίας ψιλικών και από εκμεταλλευτές περιπτέρων, οι οποίοι διαθέτουν και καπνοβιομηχανικά προϊόντα λιανικώς.

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των περ. 2.14 και 2.42 της παρ. 2 του άρθρου 1 της Απόφασης Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1019/16.1.2015, οι οντότητες που έχουν ως κύριο αντικείμενο εργασιών τους, την εμπορία ψιλικών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική) ή την εκμετάλλευση περιπτέρου και εφαρμόζουν απλογραφικό λογιστικό σύστημα, απαλλάσσονται από την υποχρέωση διενέργειας απογραφής των αποθεμάτων τους.

2. Περαιτέρω, κατά πάγια θέση της Διοίκησης (εγκ. 3/1992, παρ.4.2.4), στην έννοια του λιανοπωλητή ψιλικών, περιλαμβάνεται η οντότητα που εμπορεύεται σε μικροποσότητες λιανικώς ή κυρίως λιανικώς, ποικιλία ειδών, χαμηλής αξίας, που χρησιμοποιούνται για την ικανοποίηση, κυρίως ατομικών και οικογενειακών αναγκών, όπως είδη ραπτικής, σχολικά είδη, ζαχαρώδη, είδη γραφικής ύλης, καλλυντικά ευρείας κατανάλωσης, παιδικά παιχνίδια, με παράλληλη πώληση συνήθως και εφημερίδων, περιοδικών και τσιγάρων.

3. Επίσης, κατά πάγια θέση της Διοίκησης, περίπτερο είναι χώρος ειδικής κατασκευής (κιόσκι), που είναι εγκατεστημένος σε πεζοδρόμιο, πλατεία, κήπο (εγκύκλιος 3/1992, παρ. 4.2.4. περ.2) και λειτουργεί μετά από σχετική άδεια που χορηγείται στον εκμεταλλευτή αυτού. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν.1043/1980 οι οποίες τροποποίησαν αυτές της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν.δ. 1044/1971, ορίζουν ότι στο περίπτερο πωλούνται τα εξής είδη: Προϊόντα καπνοβιομηχανίας, είδη καπνιστού, ξυρίσματος, υγιεινής οδόντων, σοκολατοποιίας και μπισκότων εν συσκευασία, εφημερίδες και περιοδικά, έντυπα, κ.α.

4. Από τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι επιχειρήσεις με αντικείμενο εργασιών την εμπορία ψιλικών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική) ή την εκμετάλλευση περιπτέρου, οι οποίες πωλούν και καπνοβιομηχανικά προϊόντα, απαλλάσσονται από την υποχρέωση διενέργειας απογραφής των αποθεμάτων τους, δεδομένου ότι η λιανική πώληση καπνοβιομηχανικών προϊόντων (τσιγάρα, είδη καπνού, κ.λπ.) αποτελεί αναπόσπαστη δραστηριότητα τόσο του καταστήματος ψιλικών, όσο και του εκμεταλλευτή περιπτέρου.

Διευκρινίζεται, όμως ότι τα παραπάνω δεν έχουν εφαρμογή για τον χονδροπωλητή ή κατά κύριο λόγο χονδροπωλητή ψιλικών και ζαχαρωδών προϊόντων (δραστηριότητα 2.29 της ΠΟΛ.1019/16.1.2015), ο οποίος εμπορεύεται και καπνοβιομηχανικά προϊόντα. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον ο καθαρός κύκλος εργασιών από τα καπνοβιομηχανικά προϊόντα ξεπερνάει το 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών, τότε ενεργείται απογραφή, τόσο για τα καπνοβιομηχανικά προϊόντα (τσιγάρα, είδη καπνού, κ.λπ.), όσο και για τα ψιλικά και ζαχαρώδη.

Γ. Έκδοση στοιχείων λιανικής για πωλήσεις καρτών σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, από πρακτορεία ΠΡΟΠΟ.

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 12 του ν. 4308/2014, η έκδοση στοιχείων λιανικής πώλησης (αποδείξεων λιανικής ή τιμολογίων) γίνεται με τη χρήση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, που προβλέπει ο ν. 1809/1988 κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου.

Επισημαίνεται ότι, από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται συγκεκριμένες κατηγορίες οντοτήτων, καθώς και περιπτώσεις λιανικών συναλλαγών, οι οποίες καθορίστηκαν με την απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1002/31.12.2014.

Ειδικότερα, με την περ. α' της παρ. 4 του άρθρου 1 της παραπάνω απόφασης, απαλλάσσονται, μεταξύ άλλων, από τη χρήση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, οι αποδείξεις λιανικών συναλλαγών, που εκδίδονται για παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

2. Περαιτέρω, στην έννοια των παρεχόμενων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, για τις οποίες μεταξύ άλλων, παρέχεται απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης των σχετικών αποδείξεων μέσω ΦΗΜ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα με την περίπτωση α' της παραγράφου 4 της απόφασης Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1002/31.12.2014, δεν περιλαμβάνεται η λιανική πώληση καρτών σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, από τους ενδιάμεσους λιανοπωλητές αυτών (πρακτορεία ΠΡΟΠΟ, κ.λπ.) προς το κοινό (τελικούς χρήστες).

Η κατά τα ανωτέρω απαλλαγή από τη χρήση ΦΗΜ, για την έκδοση των στοιχείων λιανικής καταλαμβάνει τις παρεχόμενες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες από τις οντότητες- εταιρίες παροχής των υπηρεσιών αυτών, απ' ευθείας, προς τον τελικό καταναλωτή, οπότε και εκδίδεται από την υπόψη οντότητα στοιχείο λιανικής-λογαριασμός, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 4308/2014 (Ε.Λ.Π.)

3. Ενόψει των ανωτέρω, οι οντότητες που διαθέτουν λιανικώς στο κοινό κάρτες σταθερής και κινητής τηλεφωνίας (π.χ. πρακτορεία ΠΡΟΠΟ), υποχρεούνται να εκδίδουν αποδείξεις λιανικής πώλησης με τη χρήση φορολογικού μηχανισμού. 


Ακριβές Αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΜΠΑΚΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

Αριθ. πρωτ.: Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ σε υπηρεσίες διαμεσολάβησης σε αγοραστές - ταξιδιώτες εκτός Ε.Ε.

$
0
0
Αθήνα
Αρ. Πρωτ:
Πρωτ. Εισ..

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α' - ΦΠΑ

Ταχ. Δ/νση: Σίνα 2-4
Ταχ. Κώδικας: 106 72 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Φ. Αθανασάκη
Τηλέφωνο : 210- 3627717
Fax: 210-3645413
e-mail : dfpa.b1@1992.syzefxis.gov.gr

Θέμα: Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ σε υπηρεσίες διαμεσολάβησης σε αγοραστές - ταξιδιώτες εκτός Ε.Ε.
 
Σχετ: Το με αριθμ. πρωτ. έγγραφό σας
 
Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού, αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση από πλευράς ΦΠΑ της προμήθειας που εισπράττει η εταιρεία πελάτης σας για τη επιστροφή ΦΠΑ (tax free shopping) για αγορές αγαθών στην Ε.Ε. σε αγοραστές-ταξιδιώτες οι οποίοι διαμένουν σε χώρα εκτός Ε.Ε. σας πληροφορούμε τα ακόλουθα:
 
1. Από το έγγραφό σας, καθώς και προφορική ενημέρωση προκύπτει ότι η εταιρεία με την επωνυμία δραστηριοποιείται στην διαμεσολάβηση, έναντι αμοιβής, μεταξύ αγοραστή-ταξιδιώτη εγκατεστημένου εκτός Ε.Ε. και επιτηδευματία- πωλητή για την διευκόλυνση της επιστροφής ΦΠΑ στα εν λόγω πρόσωπα, που τη δικαιούνται λόγω της απαλλαγής από ΦΠΑ της παράδοσης αγαθών που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας προς αγοραστή -ταξιδιώτη, μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της κοινότητας και ο οποίος αναχωρεί για Τρίτη χώρα από την Ελλάδα ή μέσω άλλου Κ-Μ και τα αγαθά αυτά μεταφέρονται στις προσωπικές τους αποσκευές.
 
Για τις υπηρεσίες αυτές διαμεσολάβησης, οι οποίες συνίστανται στην επιστροφή ποσού του ΦΠΑ στον αγοραστή- ταξιδιώτη με μια από τις δυνατότητες που του δίνει η εν λόγω εταιρεία δηλαδή:
 
• Μετρητά σε ένα από τα γραφεία της Global Blue που υπάρχουν στην Ελλάδα
 
• Με κατάθεση των χρημάτων στην πιστωτική κάρτα του πελάτη
 
• Με αποστολή τραπεζικής επιταγής στην διεύθυνση κατοικίας του
 
• Με κατάθεση σε λογαριασμό τραπέζης στην Ελλάδα, εισπράττει μια αμοιβή εκδίδοντας το προβλεπόμενο φορολογικό στοιχείο στο οποίο αναγράφει το ποσό του ΦΠΑ επιστροφής στον αγοραστή-ταξιδιώτη μειωμένο κατά την προμήθεια της.

Ειδικότερα στην περίπτωση της καταβολής, στον ταξιδιώτη, του ποσού ΦΠΑ σε μετρητά η εταιρεία πέραν της συμφωνημένης αμοιβής που εισπράττει για την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης που πραγματοποιεί λαμβάνει και μια επιπλέον προμήθεια από τον ταξιδιώτη η οποία συνίσταται σε ποσό τρία (3) ευρώ για την εν λόγω υπηρεσία.
 
2. Οι υπηρεσίες που, κατά τα ανωτέρω, παρέχει η εταιρεία προς τον ταξιδιώτη-αγοραστή εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 14 παρ.14. περ. γ' του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000), όπως ισχύει, σύμφωνα με τις οποίες ο τόπος παροχής των υπηρεσιών τραπεζικών χρηματοοικονομικών και άλλων παρόμοιων υπηρεσιών δεν είναι το εσωτερικό της χώρας στην περίπτωση που παρέχονται από υποκείμενο στο φόρο που έχει εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας και ο λήπτης είναι μη υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ο οποίος είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός Κοινότητας.
 
Συνεπώς οι υπηρεσίες αυτές δεν υπάγονται σε ΦΠΑ στην Ελλάδα και στα σχετικά φορολογικά στοιχεία που εκδίδονται από την εν λόγω εταιρεία προς τον αγοραστή - ταξιδιώτη για την είσπραξη της αμοιβής της συμπεριλαμβανομένης και της προμήθειας 3 ευρώ που αναλογεί στις υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να μην υπολογιστεί ελληνικός ΦΠΑ.
 

Η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης
Αικ. Σταυροπούλου

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
 

Αριθ. Πρωτ.: ΔΤΔ Γ1068454 ΕΞ 2016/28.4.2016 Εγκεκριμένος Οικονομικός Φορέας και Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας - Παροχή οδηγιών

Next: Αριθ. πρωτ.: ΔΤΔ Α 1068514 ΕΞ 2016/28.4.2016 Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης ή άλλους εγκεκριμένους χώρους - Προϋποθέσεις, όροι, διαδικασία λειτουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης εμπορευμάτων υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών φυσικών ή νομικών προσώπων και προϋποθέσεις και όροι έγκρισης άλλων, εκτός των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης χώρων, για την προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων
$
0
0
Αθήνα, 28 Απριλίου 2016
Αρ. Πρωτ.:ΔΤΔ Γ1068454 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Γ - ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ,
ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ
και ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Δημ. Τσαγκαλάκης
Τηλέφωνο: 210 6987444
Fax: 210 6987459
e-mail:  d19diadi@otenet.gr

ΘΕΜΑ: Εγκεκριμένος Οικονομικός Φορέας και Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας - Παροχή οδηγιών

ΣΧΕΤ.: α. Η με Α.Π. ΔΤΔ Α 1055689 ΕΞ 2016 / 7-4-2016 (ΑΔΑ: 7Θ8ΗΗ-ΧΒΔ) «Κοινοποίηση της νομοθετικής δέσμης του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (ΕΤΚ/UCC)»

β. Η με Α.Π. 5007905/955/Α0019 / 17-2-2009 ΑΥΟΟ «Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης ιδιότητας Εγκεκριμένου Οικονομικού Φορέα», όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει

γ. Η με Α.Π. 5015967/1938/Α0019 / 23-4-2009 ΕΔΥΟΟ «Κοινοποίηση της ΑΥΟΟ αριθμ. 5007905/955/Α0019/17-2-2009 «Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης πιστοποιητικού Εγκεκριμένου Οικονομικού Φορέα - Authorised Economic Operator (AEO)»

Με την ανωτέρω (α) σχετική η Υπηρεσία μας κοινοποίησε στις Τελωνειακές Αρχές της χώρας και στους οικονομικούς φορείς τη νομοθετική δέσμη του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα (στο εξής ΕΤΚ), παραθέτοντας τις σημαντικότερες τροποποιήσεις που επιφέρει στις τελωνειακές διαδικασίες από την 1η Μαίου 2016.

Η σύνταξη της παρούσας έχει ως στόχο την ενημέρωση των οικονομικών φορέων και των αρμοδίων Τελωνειακών Αρχών, επί των τροποποιήσεων που επέρχονται όσον αφορά στους όρους και στις προϋποθέσεις χορήγησης της ιδιότητας του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα - στο εξής ΑΕΟ (Authorised Economic Operator), ενώ παρέχει και διευκρινίσεις/οδηγίες ως προς τη
διαδικασία ελέγχου των από 1-5-2016 υποβληθεισών αιτήσεων και επαναξιολόγησης των έως τις 30-4-2016 εκδοθεισών αδειών ΑΕΟ, βάσει των νέων απαιτήσεων. Ειδικότερα:

Α. Τροποποιήσεις τεχνικής φύσεως

1. Ο όρος «πιστοποιητικό ΑΕΟ» αντικαθίσταται από τον όρο «άδεια ΑΕΟ»

2. Η ιδιότητα ΑΕΟ συνίσταται πλέον σε δύο και όχι τρία είδη άδειας, ήτοι:

- Άδεια ΑΕΟ/Τελωνειακές απλουστεύσεις (AEOC), η οποία παρέχει στον κάτοχό της διευκολύνσεις ως προς τις τελωνειακές απλουστεύσεις, σύμφωνα με τις ενωσιακές διατάξεις

- Άδεια ΑΕΟ/Ασφάλεια και προστασία (AEOS), η οποία παρέχει στον κάτοχό της διευκολύνσεις ως προς την ασφάλεια και προστασία
Ένας οικονομικός φορέας δύναται να είναι κάτοχος ταυτόχρονα και των δύο ως άνω αδειών. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή εκδίδει μία συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF.

3. Ημερομηνία αποδοχής της αίτησης είναι η ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια τελωνειακή Αρχή παρέλαβε όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες, βάσει του άρθρου 22 παρ. 2 του ΕΤΚ. Η απόφαση για την αποδοχή της αίτησης ή η ειδοποίηση του αιτούντος για την προσκόμιση/υποβολή επιπρόσθετων δικαιολογητικών εγγράφων ή πληροφοριών, λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της αίτησης. Σε περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια τελωνειακή Αρχή δε μεριμνήσει για την ενημέρωση του αιτούντος κατά τα ανωτέρω, η αίτηση θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή.

4. Η άδεια ΑΕΟ τίθεται σε ισχύ 5 ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία έκδοσής της.

Β. Τροποποιήσεις επί των όρων και προϋποθέσεων χορήνησησ τησ ιδιότητας ΑΕΟ

1. Αποδοχή της αίτησης

α) Αίτηση για τη χορήγηση της ιδιότητας ΑΕΟ δύναται να υποβληθεί μόνο από πρόσωπο εγκατεστημένο στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β) Η εξέταση τυχόν ύπαρξης ποινικού μητρώου του αιτούντος, του προσώπου που διοικεί τον αιτούντα ή ελέγχει τη διοίκησή του, του υπαλλήλου που είναι υπεύθυνος για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος, καθώς και τρίτων προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό του αιτούντος (τελωνειακός αντιπρόσωπος, πληρεξούσιος δικηγόρος) δε διενεργείται πλέον κατά το στάδιο αποδοχής της αίτησης, αλλά κατά το στάδιο ελέγχου τήρησης του κριτηρίου περί ιστορικού συμμόρφωσης.

(γ) Η εξέταση της μη τέλεσης του αιτούντος υπό διαδικασία πτώχευσης δε διενεργείται πλέον κατά το στάδιο αποδοχής της αίτησης, αλλά κατά το στάδιο ελέγχου τήρησης του κριτηρίου περί χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας.
Συνεπεία των ανωτέρω σημείων (β) και (γ), η προσκόμιση των υπευθύνων δηλώσεων των κατά περίπτωση εξεταζομένων προσώπων στις οποίες δηλώνεται ότι «δεν έχουν καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα που να συνδέεται με την οικονομική τους δραστηριότητα» ή ότι «δεν έχουν καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα που να συνδέεται με παράβαση της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας και με τη δραστηριότητά τους ως νομίμων αντιπροσώπων» ή ότι «ο αιτών δεν τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης», δεν αποτελεί προϋπόθεση για την αποδοχή της αίτησης. Αντίστοιχα, η αποδοχή της αίτησης από την αρμόδια τελωνειακή Αρχή είναι ανεξάρτητη και δεν επηρεάζεται από το χρόνο ολοκλήρωσης της διαδικασίας αυτεπάγγελτης αναζήτησης, τόσο των ποινικών μητρώων των κατά περίπτωση εξεταζομένων προσώπων, όσο και των πιστοποιητικών του Πρωτοδικείου περί μη πτώχευσης και περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης της αιτούσας εταιρείας.

δ) Όταν, με την παραλαβή της αίτησης, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή διαπιστώνει ότι η αίτηση δεν περιέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες ή/και δε συνοδεύεται από όλα τα απαραίτητα υποστηρικτικά έγγραφα και παραρτήματα, ζητά άμεσα από τον αιτούντα να παράσχει τις σχετικές πληροφορίες ή δικαιολογητικά εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία δε μπορεί να υπερβαίνει τις 30 ημερολογιακές ημέρες. Στην περίπτωση που ο αιτών δεν προσκομίσει τα απαραίτητα στοιχεία εντός της καθοριζόμενης από την αρμόδια τελωνειακή Αρχή προθεσμίας, η αίτηση δε γίνεται αποδεκτή και ο αιτών ενημερώνεται σχετικά.

Η αίτηση γίνεται αποδεκτή από την αρμόδια τελωνειακή Αρχή, όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) ο αιτών είναι καταχωρημένος στις τελωνειακές Αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 9 του ΕΤΚ (δηλαδή κατέχει αριθμό καταχώρησης και αναγνώρισης οικονομικού φορέα - EORI)

β) ο αιτών είναι οικονομικός φορέας, κατά την έννοια του άρθρου 5 σημείο (5) του ΕΤΚ και είναι εγκατεστημένος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά την έννοια του άρθρου 5 σημεία (31) και (32) του ΕΤΚ.

γ) η αίτηση κατατέθηκε σε τελωνειακή Αρχή που έχει οριστεί για την παραλαβή αιτήσεων στο κράτος μέλος της αρμόδιας τελωνειακής αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του ΕΤΚ

δ) η αίτηση δεν αφορά απόφαση που έχει τον ίδιο σκοπό με προηγούμενη απόφαση που απευθύνεται στον ίδιο αιτούντα, η οποία, κατά τη διάρκεια περιόδου τριών ετών πριν την αίτηση, ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε επειδή ο αιτών δεν εκπλήρωσε υποχρέωση που επιβλήθηκε βάσει της απόφασης αυτής

ε) η αίτηση περιλαμβάνει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες και συνοδεύεται από όλα τα απαιτούμενα υποστηρικτικά έγγραφα, μεταξύ των οποίων και το νέο ερωτηματολόγιο αυτοαξιολόγησης (παράρτημα 1 του νέου κειμένου κατευθυντηρίων οδηγιών ΑΕΟ - έγγραφο TAXUD/B2/047/2011 - Rev.6)

στ) ο αιτών έχει καταθέσει, στον αυτό χρόνο, μία μόνη αίτηση για χορήγηση της ιδιότητας ΑΕΟ, η οποία και καλύπτει όλες τις μόνιμες επιχειρηματικές του εγκαταστάσεις εντός του τελωνειακού εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Κριτήρια χορήγησης της ιδιότητας ΑΕΟ 2.1. Κριτήριο ιστορικού συμμόρφωσης

Προστίθεται νέα απαίτηση σύμφωνα με την οποία, τα υπό εξέταση πρόσωπα οφείλουν να ελέγχονται και για τυχόν διάπραξη σοβαρών παραβάσεων ή επανειλημμένων παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, πέραν της τελωνειακής, κατά τα τελευταία τρία έτη πριν από την υποβολή της αίτησης. Επιπλέον, ελέγχεται η ενδεχόμενη ύπαρξη ποινικού μητρώου, όσον αφορά σε αδικήματα συνδεόμενα με την οικονομική τους δραστηριότητα, με παραβάσεις της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας ή όπου απαιτείται, με τη δραστηριότητα των προσώπων ως νομίμων αντιπροσώπων.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τον ΕΤΚ, οι απαιτήσεις του κριτηρίου περί ιστορικού συμμόρφωσης εξετάζονται για τον αιτούντα, το πρόσωπο που διοικεί τον αιτούντα ή ελέγχει τη διοίκησή του και τον υπάλληλο που είναι υπεύθυνος για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος. Παρ' όλα αυτά, σύμφωνα με το νέο κείμενο κατευθυντηρίων οδηγιών ΑΕΟ, οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους και παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί από συμβαλλόμενα τρίτα προς τον αιτούντα πρόσωπα, τα οποία ενεργούν για λογαριασμό του. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές κατά το στάδιο εξέτασης του συγκεκριμένου κριτηρίου οφείλουν να εξετάζουν τις σχετικές απαιτήσεις τόσο όσον αφορά στα προαναφερθέντα πρόσωπα, όσο και στον τελωνειακό αντιπρόσωπο του αιτούντος, καθώς και στον πληρεξούσιο δικηγόρο που εκπροσωπεί τον αιτούντα σε θέματα τελωνειακής νομοθεσίας ενώπιον δικαστηρίων.

Κατόπιν των ανωτέρω, απαιτείται η επαναξιολόγηση όλων των έως τις 30-4-2016 εκδοΚεισών αδειών ΑΕΟ ως προς την ύπαρξη ή μη σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων της φορολογικής νομοΚεσίας, κατά τα τρία τελευταία έτη πριν από την έναρξη της διαδικασίας επαναξιολόγησης.

Ο έλεγχος για την ενδεχόμενη ύπαρξη σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων της τελωνειακής νομοθεσίας πραγματοποιείται από την αρμόδια Αρχή, μέσω του υποσυστήματος υποθέσεων του ICISnet. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες για τον έλεγχο του κριτηρίου περί ιστορικού συμμόρφωσης Αρχές της χώρας θα πρέπει να μεριμνήσουν ώστε να αποκτήσουν άμεσα ρόλο/πρόσβαση στο υποσύστημα υποθέσεων του ICISnet. Μέχρι την ημερομηνία απόκτησης ρόλου/πρόσβασης, ο προαναφερόμενος έλεγχος διενεργείται με τη διαδικασία που προβλέπεται στις ανωτέρω (β) και (γ) σχετικές.

Για την ενδεχόμενη ύπαρξη σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές συνιστάται, προς διευκόλυνσή τους, να αναζητούν ιστορικό φορολογικών παραβάσεων από τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

2.2. Κριτήριο ικανοποιητικού συστήματος διαχείρισης εμπορικών και κατά περίπτωση, μεταφορικών καταχωρίσεων

Μεταφέρεται απαίτηση από το κριτήριο περί προτύπων ασφάλειας και προστασίας, σύμφωνα με την οποία ο αιτών εφαρμόζει, ανάλογα με την περίπτωση, ικανοποιητικές διαδικασίες για τη διαχείριση αδειών εισαγωγής και εξαγωγής που συνδέονται με απαγορεύσεις και περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη διάκριση μεταξύ των εμπορευμάτων που υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς και των υπολοίπων εμπορευμάτων.

Με αφορμή τη νέα αυτή απαίτηση του κριτηρίου, η οποία έως τις 30-4-2016 και βάσει του μέχρι τότε ισχύοντος Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα και των Διατάξεων Εφαρμογής του εξετάζεται στο πλαίσιο του ελέγχου τήρησης του κριτηρίου περί προτύπων ασφάλειας και προστασίας, όλες οι εκδοθείσες έως τις 30-4-2016 άδειες ΑΕΟ τύπου C οφείλουν να επαναξιολογηθούν ως προς τη συγκεκριμένη απαίτηση.
Επιπροσθέτως, ο ΕΤΚ προβλέπει ότι ο αιτών οφείλει να εφαρμόζει μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαγορεύσεις και περιορισμούς. Ως προς τη συγκεκριμένη - νέα - απαίτηση, οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές οφείλουν να επαναξιολογήσουν τόσο τις εκδοθείσες έως 30-4-2016 άδειες ΑΕΟ τύπου C, όσο και τις άδειες ΑΕΟ τύπου S και F, στο βαθμό που κατά τον έλεγχο τήρησης του κριτηρίου περί προτύπων ασφάλειας και προστασίας στο πλαίσιο έκδοσης της άδειας, δεν εξετάστηκε η τήρηση μέτρων διασφάλισης της συμμόρφωσης με τις απαγορεύσεις και περιορισμούς.

Κατά τον έλεγχο της εν λόγω απαίτησης, οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές συνιστάται να εντοπίζουν εκ των προτέρων εάν ο αιτών εμπορεύεται είδη τα οποία υπόκεινται σε διατάξεις απαγορεύσεων ή περιορισμών, είτε βάσει των πληροφοριών που παρέχονται στο ερωτηματολόγιο αυτοαξιολόγησης, είτε βάσει πληροφοριών που περιέρχονται στη γνώση των τελωνειακών Αρχών μέσω άλλων πηγών. Όταν εμπορεύματα του αιτούντος υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς κατά την είσοδο/εισαγωγή ή εξαγωγή/έξοδό τους, ο αιτών οφείλει να τηρεί κατάλληλες εσωτερικές διαδικασίες για τη διαχείριση των σχετικών αδειών/εγκρίσεων/πιστοποιητικών. Στις υποχρεώσεις του αιτούντος περιλαμβάνονται επίσης, η τακτική εκπαίδευση ή ενημέρωση του υπεύθυνου προσωπικού του επί θεμάτων απαγορεύσεων και περιορισμών, καθώς και η τήρηση επικαιροποιημένου αρχείου των διατάξεων περί απαγορεύσεων και περιορισμών και των απαιτήσεων που απορρέουν από αυτές.
Για την πληρέστερη ενημέρωση των αρμόδιων τελωνειακών Αρχών αναφορικά με τον αιτούντα και το βαθμό συμμόρφωσής του με τις ισχύουσες διατάξεις απαγορεύσεων και περιορισμών, συνιστάται έντονα η επικοινωνία των τελωνειακών Αρχών με τις αρμόδιες για την έκδοση των ανωτέρω αδειών/εγκρίσεων/πιστοποιητικών Αρχές.

2.3. Κριτήριο χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας

Συγκριτικά με τις ισχύουσες έως τις 30-4-2016 ενωσιακές διατάξεις, ο ΕΤΚ εξειδικεύει τις απαιτήσεις του συγκεκριμένου κριτηρίου, στις ακόλουθες:

α) ο αιτών δεν τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης. Η εκπλήρωση της συγκεκριμένης απαίτησης δύναται να διαπιστωθεί, ως προς τυπικό της μέρος, μέσω της αυτεπάγγελτης αναζήτησης πιστοποιητικού του Πρωτοδικείου περί μη πτώχευσης και περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης.

β) κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, ο αιτών έχει εκπληρώσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις σχετικά με τις πληρωμές των τελωνειακών δασμών και όλων των άλλων δασμών, φόρων ή τελών που εισπράττονται για ή σε σχέση με την εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων γ) ο αιτών αποδεικνύει, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και πληροφορίες των τελευταίων τριών ετών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, ότι διαθέτει οικονομική επιφάνεια επαρκή για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων και των δεσμεύσεών του, λαμβανομένων υπόψη του είδους και του όγκου της επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς και ότι δεν έχει αρνητική καθαρή θέση, εκτός εάν αυτή μπορεί να καλυφθεί.

Οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές αξιολογούν το βαθμό στον οποίο τα ως άνω σημεία (β) και (γ) καλύπτονται από τον έλεγχο που έχει διενεργηθεί στο πλαίσιο έκδοσης των έως τις 30-4¬2016 εκδοθεισών αδειών ΑΕΟ, καθώς οι εν λόγω απαιτήσεις περιλαμβάνονται υπό τη μορφή οδηγιών στο απερχόμενο κείμενο κατευθυντηρίων οδηγιών ΑΕΟ. Ως προς το ως άνω σημείο (α), οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές οφείλουν να επαναξιολογήσουν τις ανωτέρω άδειες ΑΕΟ, μέσω της αυτεπάγγελτης αναζήτησης πιστοποιητικών περί μη πτώχευσης και περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης από την αρμόδια για την έκδοσή τους Αρχή.

2.4. Κριτήριο περί πρακτικών κριτηρίων επάρκειας ή επαγγελματικών προσόντων

Πρόκειται για νέο κριτήριο, η τήρηση του οποίου εξετάζεται στο πλαίσιο του ελέγχου των όρων και προϋποθέσεων για τη χορήγηση της ιδιότητας ΑΕΟ υπό τον τύπο άδειας AEOC (ΑΕΟ/Τελωνειακές απλουστεύσεις).

Το εν λόγω κριτήριο οφείλει να πληρούται είτε από τον αιτούντα, είτε από τον υπάλληλο του αιτούντος που είναι υπεύθυνος για τα τελωνειακά θέματα αυτού, είτε από τρίτο συμβαλλόμενο πρόσωπο, το οποίο είναι υπεύθυνο για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος, αρκεί αυτό να αποδεικνύεται από τον αιτούντα. Ειδικότερα, το κριτήριο πληρούται εάν ισχύει ένα από τα ακόλουθα:

• Ο αιτών ή το υπεύθυνο για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος πρόσωπο κατέχει τουλάχιστον τριετή αποδεδειγμένη πρακτική εμπειρία σε τελωνειακά θέματα

• Ο αιτών ή το υπεύθυνο για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος πρόσωπο αποδεικνύει τη συμμόρφωσή του με πρότυπο ποιότητας επί τελωνειακών θεμάτων, υιοθετημένο από Ευρωπαϊκό Οργανισμό προτυποποίησης

• Ο αιτών ή το υπεύθυνο για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος πρόσωπο έχει ολοκληρώσει επιτυχώς εκπαιδευτικό πρόγραμμα επί θεμάτων τελωνειακής νομοθεσίας, η οποία να καλύπτει το εύρος και τη φύση των τελωνειακών συναλλαγών στις οποίες εμπλέκεται. Το εν λόγω εκπαιδευτικό πρόγραμμα δύναται να παρέχεται από:

- τις τελωνειακές Αρχές ΚΜ ή

- εκπαιδευτικό ίδρυμα, αναγνωρισμένο για την παροχή τέτοιου είδους πιστοποίησης, είτε από τις τελωνειακές Αρχές είτε από κάποιο Οργανισμό/Σώμα ΚΜ, υπεύθυνο για επαγγελματική εκπαίδευση ή

- επαγγελματική ή εμπορική ένωση αναγνωρισμένη από τις τελωνειακές Αρχές ΚΜ ή πιστοποιημένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για τους σκοπούς παροχής τέτοιου είδους πιστοποίησης.

Όταν ο αιτών συνεργάζεται με τρίτο συμβαλλόμενο πρόσωπο, όσον αφορά στις τελωνειακές του συναλλαγές, το κριτήριο θεωρείται ότι πληρούται εάν το τρίτο συμβαλλόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος άδειας AEOC (ΑΕΟ/Τελωνειακές απλουστεύσεις).

Οι ως άνω επιλογές, τις οποίες παρέχει η ενωσιακή νομοθεσία για την απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, ότι πληροί το συγκεκριμένο κριτήριο, θεωρούνται και αντιμετωπίζονται από τις αρμόδιες τελωνειακές Αρχές ως απολύτως ισοδύναμες. Η δε επιλογή του τρόπου απόδειξης πλήρωσης του κριτηρίου ανήκει στην ευχέρεια του ίδιου του αιτούντος, αρκεί να αντικατοπτρίζει και να καλύπτει το εύρος και τη φύση των τελωνειακών δραστηριοτήτων του, το ρόλο του στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα και την επιχειρησιακή του οργάνωση και λειτουργία.

Σημειώνεται ότι, όταν το υπεύθυνο για τα τελωνειακά θέματα του αιτούντος πρόσωπο είναι τρίτο συμβαλλόμενο μέρος, ο αιτών οφείλει να αποδείξει ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι όντως αρμόδιο και υπεύθυνο για τα τελωνειακά του θέματα.

Οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές επαναξιολογούν, βάσει του ως άνω νέου κριτηρίου, όλες τις άδειες AEOC και AEOF που έχουν εκδοΚεί έως τις 30-4-2016.

2.5. Κριτήριο ασφάλειας και προστασίας

Θεσμοθετούνται τρεις νέες απαιτήσεις, ήτοι:

α) ο αιτών οφείλει να διασφαλίζει, είτε μέσω εφαρμογής κατάλληλων συμβατικών ρυθμίσεων είτε άλλων ενδεδειγμένων μέτρων σύμφωνα με το επιχειρηματικό του μοντέλο, ότι οι επιχειρηματικοί του εταίροι διασφαλίζουν την ασφάλεια του δικού τους μεριδίου στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα.

Κατά την εξέταση μιας εφοδιαστικής αλυσίδας, η οριοθέτηση των ρόλων των επιχειρηματικών εταίρων θεωρείται πολύ σημαντική, καθώς οι εν λόγω ρόλοι καθορίζουν το βαθμό επικινδυνότητας και το επίπεδο αντίληψης που απαιτείται να έχουν οι επιχειρηματικοί εταίροι επί των θεμάτων ασφάλειας και προστασίας ή/και εναλλακτικά, τα μέτρα που απαιτείται να εφαρμόζει ο ΑΕΟ για το μετριασμό των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί. Ο κάτοχος της ιδιότητας ΑΕΟ είναι κατ' αρχάς υπεύθυνος για το δικό του μερίδιο στο πλαίσιο της εφοδιαστικής αλυσίδας. Παρά ταύτα, επηρεάζεται και από τα πρότυπα ασφάλειας και προστασίας των επιχειρηματικών του εταίρων, όσον αφορά στην ασφάλεια των εμπορευμάτων που τελούν υπό τη διαχείρισή τους. Ως εκ τούτου, η διασφάλιση από μέρους του ότι οι επιχειρηματικοί του εταίροι γνωρίζουν τις υποχρεώσεις τους ως προς τις απαιτήσεις ασφάλειας και προστασίας, θεωρείται αναμενόμενη, είτε με την υπογραφή συμφωνιών, είτε με την εφαρμογή άλλων κατάλληλων μέτρων. Σε αυτό το πλαίσιο ο αιτών οφείλει, όταν συνεργάζεται με τρίτα μέρη, να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίζει ότι το τρίτο συμβαλλόμενο μέρος αξιολογεί τους πιθανούς κινδύνους και λαμβάνει μέτρα για την ασφάλεια και προστασία του δικού του μεριδίου στην εφοδιαστική αλυσίδα, καθώς και τον τρόπο που αυτό επιτυγχάνεται.

Συνεπώς και προς απόδειξη τήρησης αυτής της νέας απαίτησης, ο αιτών θα πρέπει να μπορεί να αποδείξει είτε ότι καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίζει ότι οι επιχειρηματικοί του εταίροι πληρούν τις απαιτήσεις ασφάλειας και προστασίας, είτε ότι έχει λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για το μετριασμό των κινδύνων που έχουν εντοπιστεί στην εφοδιαστική του αλυσίδα.

Ακολουθούν ενδεικτικά παραδείγματα ενεργειών, με τις οποίες ένας ΑΕΟ ή ένας αιτών για τη χορήγηση της ιδιότητας ΑΕΟ θα μπορούσε να ενισχύσει την ασφάλεια και προστασία της εφοδιαστικής του αλυσίδας:

- Να συνεργάζεται με άλλους ΑΕΟ

- Να συνάπτει με τους επιχειρηματικούς του εταίρους συμφωνίες επί θεμάτων ασφάλειας

- Να επιλέγει συνεργάτες που είναι κάτοχοι άλλων πιστοποιήσεων ασφάλειας, σχετικών με τον επαγγελματικό τους τομέα (π.χ. εγκεκριμένο μεταφορικό γραφείο ή γνωστός αποστολέας)

- Οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτα συμβαλλόμενα μέρη στα οποία ανατίθενται συγκεκριμένες δραστηριότητες, να περιλαμβάνουν όρο για τη μη δυνατότητα ανάθεσης των δραστηριοτήτων αυτών από το τρίτο συμβαλλόμενο μέρος σε άλλο πρόσωπο

- Να απαιτεί από τους επιχειρηματικούς του εταίρους τη διενέργεια ελέγχων ασφάλειας

- Να απαιτεί από τους επιχειρηματικούς του εταίρους την υπογραφή της Δήλωσης Ασφάλειας του Παραρτήματος 3 του νέου κειμένου των κατευθυντηρίων οδηγιών ΑΕΟ.

Ο ανωτέρω κατάλογος είναι ενδεικτικός και μη εξαντλητικός. Τα μέτρα ή ο συνδυασμός των μέτρων που λαμβάνει ο οικονομικός φορέας εξαρτώνται και θα πρέπει να αποφασίζονται σε συνάρτηση με το ρόλο του στην εφοδιαστική αλυσίδα, τους κινδύνους που σχετίζονται με αυτήν, καθώς και το επιχειρηματικό του μοντέλο.

β) ο αιτών εφαρμόζει κατάλληλες διαδικασίες ασφάλειας για όλους τους εξωτερικούς συμβεβλημένους παρόχους υπηρεσιών: παρά το γεγονός ότι οι εξωτερικοί πάροχοι υπηρεσιών (εταιρείες καθαρισμού, πάροχοι λογισμικού, εταιρείες παροχής υπηρεσιών ασφάλειας κ.ο.κ.) δεν επηρεάζουν άμεσα την εφοδιαστική αλυσίδα, ενδεχομένως επηρεάζουν τα συστήματα ασφάλειας και προστασίας του αιτούντος. Ως εκ τούτου, όταν μέρος των απαιτήσεων του κριτηρίου ασφάλειας και προστασίας έχει ανατεθεί σε εξωτερικούς παρόχους υπηρεσιών, ο αιτών θα πρέπει να εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα ασφάλειας και προστασίας, κατ' αναλογία αυτών που εφαρμόζει με τους επιχειρηματικούς του εταίρους. Για παράδειγμα, όταν ο αιτών έχει αναθέσει σε εξωτερικό πάροχο (εταιρεία φύλαξης) τον έλεγχο πρόσβασης στους χώρους της εταιρείας, ο βαθμός εκπλήρωσης της συγκεκριμένης απαίτησης θα αξιολογηθεί βάσει των διαδικασιών που εφαρμόζει για τη διασφάλισή της ο εξωτερικός πάροχος. Σημειώνεται ότι, ακόμη και στις περιπτώσεις που ο ΑΕΟ έχει αναθέσει συγκεκριμένες δραστηριότητες σε τρίτα συμβαλλόμενα μέρη, ο τελικός υπεύθυνος για την εκπλήρωση των κριτηρίων και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του εξωτερικού παρόχου με τις απαιτήσεις τους είναι ο ίδιος ο ΑΕΟ.

γ) ο αιτών έχει ορίσει υπεύθυνο επικοινωνίας, αρμόδιο για θέματα ασφάλειας και προστασίας: το πρόσωπο που θα οριστεί θα λειτουργεί ως σημείο επαφής μεταξύ του αιτούντος και της αρμόδιας τελωνειακής Αρχής για όλα τα ζητήματα ασφάλειας και προστασίας που εγείρονται είτε από τον ίδιο τον αιτούντα είτε από την αρμόδια τελωνειακή Αρχή. Ο αιτών διασφαλίζει ότι το εν λόγω πρόσωπο, είτε είναι υπάλληλος του αιτούντος είτε εξωτερικός συνεργάτης, έχει πλήρη γνώση των θεμάτων ασφάλειας και προστασίας του αιτούντος και είναι εξουσιοδοτημένο να διαχειρίζεται τις ευαίσθητες, από άποψη ασφάλειας, πληροφορίες.

Οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές επαναξιολογούν, βάσει των ως άνω νέων απαιτήσεων, όλες τις άδειες ΑΕΟS και AEOF που έχουν εκδοθεί έως τις 30-4-2016.

3. Παράταση της προθεσμίας για τη χορήγηση της ιδιότητας ΑΕΟ

α) Η αρμόδια τελωνειακή Αρχή λαμβάνει απόφαση για τη χορήγηση της ιδιότητας ΑΕΟ ή την απόρριψη της αίτησης το αργότερο εντός 120 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία αποδοχής της αίτησης.

β) Η ανωτέρω προθεσμία του σημείου (α) μπορεί να παραταθεί το πολύ κατά 60 ημέρες, σε περίπτωση που η αρμόδια τελωνειακή Αρχή δεν είναι σε θέση να τηρήσει την προθεσμία για τη λήψη απόφασης. Για την παράταση αυτή, η εν λόγω Αρχή ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, αναφέροντας τους λόγους και την περαιτέρω χρονική περίοδο που θεωρεί αναγκαία για να λάβει απόφαση.

γ) Εάν μετά την αποδοχή της αίτησης, η αρμόδια για τη λήψη απόφασης τελωνειακή αρχή θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες από τον αιτούντα προκειμένου να καταλήξει στην απόφασή της, ορίζει προθεσμία που δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών από τον αιτούντα. Η προθεσμία για τη λήψη απόφασης που ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 του κώδικα παρατείνεται κατά την ίδια περίοδο. Ο αιτών ενημερώνεται για την παράταση της προθεσμίας λήψης απόφασης.

δ) Σε περίπτωση εφαρμογής του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, ο αιτών μπορεί να εκφράσει την άποψή του προτού ληφθεί απόφαση η οποία θα τον επηρέαζε αρνητικά, εντός 30 ημερών. Αντίστοιχα, η προθεσμία για τη λήψη απόφασης που ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 του ΕΤΚ παρατείνεται κατά 30 ημέρες. Ο αιτών ενημερώνεται για την παράταση.

ε) Εάν η αρμόδια για τη λήψη απόφασης τελωνειακή Αρχή έχει παρατείνει την περίοδο διαβούλευσης άλλης τελωνειακής Αρχής, η προθεσμία για τη λήψη απόφασης παρατείνεται εξίσου με την παράταση της περιόδου διαβούλευσης. Ο αιτών ενημερώνεται για την παράταση της προθεσμίας λήψης απόφασης.

στ) Εάν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες παραβίασης της τελωνειακής νομοθεσίας και οι τελωνειακές Αρχές διενεργούν έρευνες βάσει των υπονοιών αυτών, η προθεσμία για τη λήψη απόφασης παρατείνεται κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση των εν λόγω ερευνών. Η παράταση αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τους εννέα μήνες. Ο αιτών ενημερώνεται για την παράταση εάν αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο τις έρευνες.

ζ) Με την επιφύλαξη του ως άνω σημείου (β), οι τελωνειακές Αρχές μπορούν να παρατείνουν την προθεσμία για τη λήψη απόφασης, όπως ορίζεται στην τελωνειακή νομοθεσία, όταν η παράταση ζητείται από τον αιτούντα με σκοπό την πραγματοποίηση προσαρμογών για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων και των κριτηρίων. Οι προσαρμογές
αυτές και η περαιτέρω χρονική περίοδος που είναι απαραίτητη για την πραγματοποίησή τους κοινοποιούνται στις τελωνειακές Αρχές, οι οποίες αποφασίζουν για την παράταση.

Το χρονοδιάγραμμα της όλης διαδικασίας χορήγησης της ιδιότητας ΑΕΟ παρατίθεται σχηματικά στο Μέρος 3 του νέου κειμένου των κατευθυντηρίων οδηγιών ΑΕΟ, στην παράγραφο 3.IV.5.

Γ. Διαβούλευση μεταξύ των αρμοδίων τελωνειακών Αρχών των ΚΜ - Προθεσμίες

1. Η αρμόδια εθνική τελωνειακή Αρχή κοινοποιεί στις αρμόδιες τελωνειακές Αρχές των άλλων ΚΜ την αποδοχή της αίτησης, την έκδοση άδειας ΑΕΟ, καθώς και την τροποποίηση, αναστολή, ακύρωση και ανάκληση εκδοθείσας άδειας ΑΕΟ, μέσω του ενωσιακού ηλεκτρονικού συστήματος εγκεκριμένων οικονομικών φορέων (EOS), το αργότερο εντός 7 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία αποδοχής, έκδοσης, τροποποίησης, αναστολής, ακύρωσης και ανάκλησης αντίστοιχα.

2. Σε περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια για τη λήψη της απόφασης τελωνειακή Αρχή προτίθεται να προβεί σε διαβούλευση με τελωνειακή Αρχή άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους σχετικά με την εκπλήρωση των απαραίτητων προϋποθέσεων και κριτηρίων για τη λήψη ευνοϊκής απόφασης, η εν λόγω διαβούλευση πραγματοποιείται εντός 80 ημερολογιακών ημερών, από την ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια για τη λήψη της απόφασης τελωνειακή Αρχή κοινοποιεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις και κριτήρια που πρέπει να εξεταστούν από την τελωνειακή Αρχή της οποίας ζητείται η γνώμη. Εάν η τελωνειακή Αρχή της οποίας ζητήθηκε η γνώμη δεν απαντήσει εντός της ως άνω προθεσμίας, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια για τα οποία πραγματοποιήθηκε η διαβούλευση θεωρείται ότι πληρούνται.

Η προβλεπόμενη προθεσμία των 80 ημερών για τη διαβούλευση είναι δυνατό να παραταθεί από την αρμόδια για τη λήψη της απόφασης τελωνειακή Αρχή σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) όταν, λόγω της φύσης των ελέγχων που πρόκειται να διεξαχθούν, η τελωνειακή
Αρχή της οποίας ζητήθηκε η γνώμη ζητεί περισσότερο χρόνο

β) όταν ο αιτών προβεί σε αλλαγές προκειμένου να διασφαλίσει την εκπλήρωση των προϋποθέσεων και κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τις κοινοποιεί στην αρμόδια για τη λήψη της απόφασης τελωνειακή Αρχή, η οποία ενημερώνει την τελωνειακή Αρχή της οποίας ζητήθηκε η γνώμη.

Τέλος, η ως άνω διαδικασία διαβούλευσης καθίσταται υποχρεωτική όταν:

α) η αίτηση για την ιδιότητα AEO υποβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, στην τελωνειακή Αρχή του τόπου όπου τηρούνται ή είναι προσβάσιμες οι κύριες λογιστικές καταχωρίσεις του αιτούντος για τελωνειακούς σκοπούς β) η αίτηση για την ιδιότητα AEO υποβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 27 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, στις τελωνειακές Αρχές του κράτους μέλους όπου ο αιτών έχει μόνιμη επιχειρηματική εγκατάσταση και όπου τηρούνται ή είναι προσβάσιμες οι πληροφορίες σχετικά με τις γενικές δραστηριότητες της εφοδιαστικής του διαχείρισης εντός της Ένωσης

γ) μέρος των καταχωρίσεων και των εγγράφων που σχετίζονται με την αίτηση για την ιδιότητα AEO τηρείται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος της αρμόδιας για τη λήψη απόφασης τελωνειακής αρχής

δ) ο αιτών για την ιδιότητα AEO διατηρεί αποθηκευτικές εγκαταστάσεις ή ασκεί άλλες δραστηριότητες σχετικές με τελωνειακές συναλλαγές σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος της αρμόδιας τελωνειακής αρχής.

3. Ανεξάρτητα από την προαναφερόμενη διαδικασία διαβούλευσης, εάν τελωνειακή Αρχή άλλου κράτους μέλους διαθέτει πληροφορίες σχετικές με τη χορήγηση της ιδιότητας AEO, κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στην αρμόδια για τη λήψη απόφασης τελωνειακή Αρχή εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της αίτησης μέσω του EOS.

Δ. Διαχείριση των αδειών ΑΕΟ

Οι εκδοθείσες άδειες ΑΕΟ υπόκεινται, κατά περίπτωση, σε παρακολούθηση, επανεξέταση, αναστολή, ακύρωση, ανάκληση και τροποποίηση:

1. Παρακολούθηση

α) Οι τελωνειακές Αρχές των κρατών μελών ενημερώνουν αμελλητί την αρμόδια τελωνειακή Αρχή για κάθε παράγοντα που ανακύπτει μετά τη χορήγηση της ιδιότητας του AEO, ο οποίος ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στη διατήρηση ή στο περιεχόμενό της.

β) Η αρμόδια τελωνειακή Αρχή καθιστά διαθέσιμες όλες τις σχετικές πληροφορίες που διαθέτει στις τελωνειακές Αρχές των λοιπών κρατών μελών στα οποία ο AEO ασκεί δραστηριότητες σχετικές με τελωνειακές συναλλαγές.

γ) Σε περίπτωση που η τελωνειακή Αρχή ανακαλεί ευνοϊκή απόφαση που έχει ληφθεί με βάση την ιδιότητα AEO, ενημερώνει σχετικά την τελωνειακή Αρχή που ενέκρινε την ιδιότητα.

2. Επανεξέταση

Η αρμόδια τελωνειακή Αρχή επανεξετάζει σχετική απόφασή της στις ακόλουθες περιπτώσεις :

α) όταν υπάρχουν αλλαγές στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία που επηρεάζουν την απόφαση,

β) όταν αυτό απαιτείται, λόγω της διενεργούμενης παρακολούθησης,

γ) όταν αυτό απαιτείται, κατόπιν ενημέρωσής της από τον κάτοχο της άδειας, βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 2 του ΕΤΚ.

Η αρμόδια τελωνειακή Αρχή, γνωστοποιεί το αποτέλεσμα της επανεξέτασης που διενήργησε στον κάτοχο της άδειας.

3. Αναστολή

Η αρμόδια τελωνειακή Αρχή προβαίνει σε αναστολή σχετικής απόφασής της, αντί της ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησής, όταν : α) θεωρεί ότι ενδεχομένως υπάρχουν επαρκείς λόγοι για την ακύρωση, την ανάκληση ή την τροποποίηση της απόφασης, αλλά δε διαθέτει ακόμη όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να αποφασίσει επί της ακύρωσης, της ανάκλησης ή της τροποποίησης·

Η διάρκεια της αναστολής αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο που απαιτείται, προκειμένου να καθορισθεί το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησης της απόφασης, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις 30 ημέρες.

Εάν κατά την περίοδο αναστολής απόφασης, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή προτίθεται να ακυρώσει, να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την απόφασή της, σύμφωνα με τα άρθρα 23 παράγραφος 3, 27 ή 28 του ΕΤΚ, η διάρκεια της αναστολής, , παρατείνεται, κατά περίπτωση, μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ η απόφαση ακύρωσης, ανάκλησης ή της τροποποίησης.

Η αναστολή περατώνεται κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, εκτός εάν πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου διαπιστωθεί ότι δεν υφίστανται λόγοι ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησης της απόφασης, σύμφωνα με τα άρθρα 23 παράγραφος 3, 27 ή 28 του ΕΤΚ, οπότε η αναστολή περατώνεται κατά την ημερομηνία άρσης

β) θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εν λόγω απόφαση ή ότι ο κάτοχος της άδειας δε συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει αυτής, και κρίνει σκόπιμη την παροχή σε αυτόν χρονικού περιθωρίου για την λήψη μέτρων, προκειμένου να διασφαλίσει την εκπλήρωση των προϋποθέσεων ή τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις

γ) ο κάτοχος της άδειας ΑΕΟ ζητά την εν λόγω αναστολή διότι δεν μπορεί προσωρινά να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις που τίθενται για την έκδοση της απόφασης ή να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει της απόφασης αυτής.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα ανωτέρω σημεία β) και γ), ο κάτοχος της άδειας κοινοποιεί στην αρμόδια τελωνειακή Αρχή τα μέτρα που θα λάβει προκειμένου να διασφαλίσει την εκπλήρωση των απαιτήσεων ή τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις, καθώς και το χρόνο που χρειάζεται για τη λήψη των μέτρων αυτών.

Η διάρκεια της αναστολής της απόφασης αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο που προσδιορίζεται ανωτέρω και μπορεί να παραταθεί, κατά περίπτωση, κατόπιν αιτήματος του κατόχου της άδειας.

Η διάρκεια της αναστολής της απόφασης δύναται να παραταθεί περαιτέρω κατά τη χρονική περίοδο που χρειάζεται η αρμόδια τελωνειακή Αρχή για να επαληθεύσει ότι τα μέτρα που έλαβε ο ΑΕΟ διασφαλίζουν την εκπλήρωση των προϋποθέσεων ή τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσει τους. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες .

Η αναστολή απόφασης περατώνεται κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, εκτός εάν πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου :

- η ανασταλείσα απόφαση ακυρώνεται, ανακαλείται ή τροποποιείται, οπότε η αναστολή περατώνεται κατά την ημερομηνία ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησης της απόφασης ή

- ο κάτοχος της άδειας έχει λάβει, σε βαθμό που να ικανοποιεί την αρμόδια για τη λήψη της απόφασης τελωνειακή Αρχή, τα απαραίτητα μέτρα για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στην απόφαση ή για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει της απόφασης αυτής, οπότε η αναστολή περατώνεται κατά την ημερομηνία άρσης. Εάν ο ΑΕΟ δε λάβει, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, τα απαραίτητα μέτρα για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται για την απόφαση ή δε συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει της απόφασης αυτής, η άδεια ΑΕΟ ανακαλείται από την αρμόδια τελωνειακή Αρχή.

Η αρμόδια τελωνειακή Αρχή ενημερώνει τον κάτοχο της άδειας για το πέρας της αναστολής.

Νομικά αποτελέσματα αναστολής:

α) Όταν αναστέλλεται άδεια AEO λόγω μη συμμόρφωσης με οποιοδήποτε από τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 39 του κώδικα, κάθε απόφαση που έχει ληφθεί σχετικά με τον εν λόγω AEO και η οποία βασίζεται στην άδεια AEO εν γένει ή σε οποιοδήποτε από τα συγκεκριμένα κριτήρια που οδήγησαν στην αναστολή της άδειας AEO αναστέλλεται από την τελωνειακή Αρχή που την έλαβε.

β) Η αναστολή απόφασης που αφορά την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας και η οποία ελήφθη αναφορικά με AEO δεν οδηγεί αυτόματα στην αναστολή της άδειας AEO.

γ) Όταν το ίδιο πρόσωπο είναι κάτοχος άδειας AEOC και AEOS (και ως εκ τούτου, έχει εκδοθεί στο όνομά του μία συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF) και η αρμόδια τελωνειακή Αρχή λάβει απόφαση για αναστολή λόγω μη τήρησης των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 39 στοιχείο (δ) του ΕΤΚ (περί πρακτικών κριτηρίων επάρκειας και επαγγελματικών προσόντων), η άδεια AEOC αναστέλλεται ή ανακαλείται αντίστοιχα, ενώ η άδεια AEOS παραμένει σε ισχύ. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή αναστέλλει τη συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF και εκδίδει νέα άδεια τύπου AEOS, χωρίς προηγούμενη αίτηση του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα.

δ) Όταν το ίδιο πρόσωπο είναι κάτοχος άδειας AEOC και AEOS (και ως εκ τούτου, έχει εκδοθεί στο όνομά του μία συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF) και η αρμόδια τελωνειακή Αρχή λάβει απόφαση για αναστολή λόγω μη τήρησης των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 39 στοιχείο (ε) του ΕΤΚ (περί ασφάλειας και προστασίας), η άδεια AEOS αναστέλλεται ή ανακαλείται αντίστοιχα, ενώ η άδεια AEOC παραμένει σε ισχύ. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή αναστέλλει τη συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF και εκδίδει νέα άδεια τύπου AEOC, χωρίς προηγούμενη αίτηση του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα.

4. Ακύρωση

Η απόφαση ακυρώνεται όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθοι όροι:

α) Η απόφαση ελήφθη βάσει ανακριβών ή ελλιπών πληροφοριών,

β) Ο κάτοχος της άδειας ΑΕΟ γνώριζε ή όφειλε ευλόγως να γνωρίζει ότι τα στοιχεία
αυτά ήταν ανακριβή ή ελλιπή,

γ) Εάν οι πληροφορίες ήταν ορθές και πλήρεις, η απόφαση θα ήταν διαφορετική.

Η ακύρωση της απόφασης ανακοινώνεται στο δικαιούχο αυτής και ισχύει από την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε εφαρμογή η αρχική απόφαση.

5. Ανάκληση και τροποποίηση

Εκδοθείσα άδεια ΑΕΟ ανακαλείται ή τροποποιείται, επιπροσθέτως των περιπτώσεων οι οποίες οδηγούν σε ακύρωση ευνοϊκής απόφασης:

α) όταν ένας ή περισσότεροι από τους όρους λήψης της απόφασης δεν επληρούντο ή δεν πληρούνται πλέον, ή

β) όταν ζητηθεί από τον ίδιο τον κάτοχο της άδειας

Η ανάκληση ή η τροποποίηση της απόφασης ανακοινώνεται στο δικαιούχο αυτής και παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία από την οποία ο δικαιούχος λαμβάνει ή θεωρείται ότι λαμβάνει γνώση αυτής.

Εντούτοις, σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον το απαιτεί η προστασία των νομίμων συμφερόντων του κατόχου της άδειας, η ημερομηνία από την οποία αρχίζει να παράγει αποτελέσματα η ανάκληση ή η τροποποίηση μπορεί να μετατίθεται έως ένα έτος. Η εν λόγω ημερομηνία αναγράφεται στην απόφαση ανάκλησης ή τροποποίησης.

Νομικά αποτελέσματα ανάκλησης:

α) Η ανάκληση της άδειας AEO δεν επηρεάζει οποιαδήποτε ευνοϊκή απόφαση που έχει ήδη ληφθεί σε σχέση με το ίδιο πρόσωπο, εκτός εάν η ιδιότητα AEO αποτελούσε προϋπόθεση για την εν λόγω ευνοϊκή απόφαση ή η απόφαση βασίστηκε σε κριτήριο του άρθρου 39 του ΕΤΚ, το οποίο πλέον δεν ικανοποιείται.

β) Η ανάκληση ή τροποποίηση ευνοϊκής απόφασης που έχει ήδη ληφθεί αναφορικά με τον κάτοχο της άδειας δεν επηρεάζει αυτόματα την άδεια AEO του εν λόγω προσώπου.

γ) Όταν το ίδιο πρόσωπο είναι κάτοχος άδειας AEOC και AEOS (και ως εκ τούτου, έχει εκδοθεί στο όνομά του μία συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF) και η αρμόδια τελωνειακή Αρχή λάβει απόφαση για ανάκληση λόγω μη τήρησης των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 39 στοιχείο (δ) του ΕΤΚ (περί πρακτικών κριτηρίων επάρκειας και επαγγελματικών προσόντων), η άδεια AEOC αναστέλλεται ή ανακαλείται αντίστοιχα, ενώ η άδεια AEOS παραμένει σε ισχύ. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή ανακαλεί τη συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF και εκδίδει νέα άδεια τύπου AEOS, χωρίς προηγούμενη αίτηση του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα.

δ) Όταν το ίδιο πρόσωπο είναι κάτοχος άδειας AEOC και AEOS (και ως εκ τούτου, έχει εκδοθεί στο όνομά του μία συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF) και η αρμόδια τελωνειακή Αρχή λάβει απόφαση για ανάκληση λόγω μη τήρησης των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 39 στοιχείο (ε) του ΕΤΚ (περί ασφάλειας και προστασίας), η άδεια AEOS αναστέλλεται ή ανακαλείται αντίστοιχα, ενώ η άδεια AEOC παραμένει σε ισχύ. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια τελωνειακή Αρχή ανακαλεί τη συνδυασμένη άδεια τύπου AEOF και εκδίδει νέα άδεια τύπου AEOC, χωρίς προηγούμενη αίτηση του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα.

Κατόπιν των ανωτέρω, οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές της χώρας παρακαλούνται όπως προβούν στην επανεξέταση/επαναξιολόγηση των έως τις 30-4-2016 εκδοΚεισών αδειών ΑΕΟ ως προς τις νέες απαιτήσεις που εισάγουν οι ενωσιακές διατάξεις από 1-5-2016 στο πλαίσιο χορήγησης της ιδιότητας ΑΕΟ, κατά τα ανωτέρω. Η εν λόγω διαδικασία επαναξιολόγησης θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως την 1η Μαΐου 2019.

Όσον αφορά στις αιτήσεις οι οποίες την 1-5-2016 βρίσκονται στο στάδιο της εξέτασης των κριτηρίων, οι αρμόδιες τελωνειακές Αρχές οφείλουν να εντάξουν την εξέταση των νέων απαιτήσεων στο πλαίσιο της τρέχουσας ελεγκτικής διαδικασίας και κατόπιν της ολοκλήρωσής της να προβούν στη λήψη απόφασης. Για τις δε αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την 30-4-2016, εφαρμόζονται πλήρως οι διατάξεις του ΕΤΚ και των εφαρμοστικών του διατάξεων, με την επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων του Καν. (ΕΕ) 2016/341.

Προς καθοδήγηση και διευκόλυνση τόσο των τελωνειακών Αρχών όσο και των οικονομικών φορέων, το νέο κείμενο των κατευθυντηρίων οδηγιών ΑΕΟ περιγράφει αναλυτικά όλη τη διαδικασία χορήγησης της ιδιότητας ΑΕΟ, ενώ παρέχει και λεπτομερείς οδηγίες για τον έλεγχο των κριτηρίων. Επιπλέον, περιλαμβάνει και τα ακόλουθα παραρτήματα:

Παράρτημα 1: Ερωτηματολόγιο αυτοαξιολόγησης και επεξηγηματικές σημειώσεις του

Παράρτημα 2: Απειλές, κίνδυνοι και πιθανές λύσεις, ανά κριτήριο

Παράρτημα 3: Δήλωση ασφάλειας

Παράρτημα 4: Παραδείγματα πληροφοριών επί τροποποιήσεων, για τις οποίες ο κάτοχος άδειας ΑΕΟ οφείλει να ενημερώνει άμεσα την αρμόδια τελωνειακή Αρχή.

Το εν λόγω κείμενο είναι διαθέσιμο - προς το παρόν μόνο στην αγγλική γλώσσα - στον ιστοχώρο της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Φορολογίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπό τη διαδρομή:
http://ec.europa.eu/taxation customs/resources/documents/customs/policy issues/customs security/aeo guidelines en.pdf

Τέλος, οι ρυθμίσεις και οι λεπτομέρειες της διαδικασίας χορήγησης της ιδιότητας ΑΕΟ, της διαχείρισης των αδειών ΑΕΟ, καθώς και των σχετικών υποχρεώσεων τόσο των αρμοδίων τελωνειακών Αρχών όσο και των οικονομικών φορέων στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, όπως αυτές καθορίζονται στις ανωτέρω (β) και (γ) σχετικές, εξακολουθούν να ισχύουν στο βαθμό που δεν επηρεάζονται/τροποποιούνται από τις ενωσιακές διατάξεις που τίθενται σε ισχύ την 1η Μαίου 2016 και από τα προβλεπόμενα στην παρούσα.


Ακριβές αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ

Αριθ. πρωτ.: ΔΤΔ Α 1068514 ΕΞ 2016/28.4.2016 Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης ή άλλους εγκεκριμένους χώρους - Προϋποθέσεις, όροι, διαδικασία λειτουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης εμπορευμάτων υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών φυσικών ή νομικών προσώπων και προϋποθέσεις και όροι έγκρισης άλλων, εκτός των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης χώρων, για την προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων

$
0
0
Αθήνα 28 Απριλίου 2016
Αρ. Πρωτ.: ΔΤΔ Α 1068514 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ/Α'
Δ/ΝΣΗ Σ.Τ.Ε.Π/Α'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Στ. Δροσοπούλου/Μ.Πίκλα
Τηλέφωνο: 210 6987453/452
FAX: 210 6987459
E-MAIL: d19diadi@otenet.gr

ΘΕΜΑ: Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης ή άλλους εγκεκριμένους χώρους - Προϋποθέσεις, όροι, διαδικασία λειτουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης εμπορευμάτων υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών φυσικών ή νομικών προσώπων και προϋποθέσεις και όροι έγκρισης άλλων, εκτός των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης χώρων, για την προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων.

ΣΧΕΤ. : 1) Η Δ19Α 5036666 ΕΞ2013/14-10-2013 ΕΔΥΟ «Κοινοποίηση Κανονισμού (ΕΕ) αριθ.952/2013 για τη θέσπιση του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα»

2) Η ΔΤΔ Α 1055689 ΕΞ2016/7-4-2016 ΔΥΟ «Κοινοποίηση της νομοθετικής Δέσμης του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα»

3) Η αριθ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014 ΑΥΟ «ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων των οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές» (ΦΕΚ Β 865), όπως τροποποιήθηκε από την αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1014322 ΕΞ 2016 ΑΥΟ (ΦΕΚ Β 295) και ισχύει.

Με τα αριθμ 1) και 2) σχετικά κοινοποιήθηκε το νέο νομοθετικό πλαίσιο που εφαρμόζεται από 1η Μαΐου 2016. Ο Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας σε συνδυασμό με τον Κατ'εξουσιοδότηση Κανονισμό 2015/2446 και τον εκτελεστικό Κανονισμό 2015/2447 ρυθμίζουν πλέον σε επίπεδο Ένωσης τη διαδικασία υποβολής αίτησης, τις προϋποθέσεις αποδοχής και έκδοσης άδειας, συμπεριλαμβανόμενων και των απαιτούμενων εγγυήσεων για την προσωρινή εναπόθεση σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης υπό τη διαχείριση άλλων πλην των τελωνειακών αρχών προσώπων. Η τροποποίηση, ακύρωση, ανάκληση και αναστολή αδειών που έχουν εκδοθεί ρυθμίζεται πλέον από την Ενωσιακή νομοθεσία, όπως επίσης και οι προϋποθέσεις έγκρισης χώρων, άλλων από τις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, για την προσκόμιση των εμπορευμάτων και την εναπόθεσή τους.

Με την παρούσα, δίνονται οδηγίες για την εφαρμογή της Ενωσιακής νομοθεσίας στο μέρος που αφορά τη διαδικασία έκδοσης άδειας για τη λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης καθώς επίσης και τις προϋποθέσεις έγκρισης άλλων χώρων, πλην των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, για την προσκόμιση και προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων. 

Μέρος Α

1 .Ορισμοί

Για λόγους διευκόλυνσης στην εφαρμογή της παρούσας νοούνται ως:
1. «Ενωσιακός Κώδικας» : Ο Κανονισμός 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του Ενωσιακού Τελωνειακού κώδικα.
2. «Εθνικός Τελωνειακός κώδικας» : Ν.2960/2001 (ΦΕΚ Α 265/22-11-2001)
3. «ενωσιακά εμπορεύματα»: τα εμπορεύματα που υπάγονται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες κατηγορίες:
α) εμπορεύματα που παράγονται εξ ολοκλήρου στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, χωρίς να ενσωματώνονται σε αυτά εμπορεύματα που εισάγονται από χώρες ή εδάφη εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης,
β) εμπορεύματα που έχουν εισαχθεί στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης από χώρες ή εδάφη εκτός του εν λόγω εδάφους και τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία,
γ) εμπορεύματα που λαμβάνονται ή παράγονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, είτε αποκλειστικά από εμπορεύματα που αναφέρονται στο στοιχείο β) είτε από εμπορεύματα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) ·
4. «μη ενωσιακά εμπορεύματα»: εμπορεύματα άλλα από εκείνα που αναφέρονται στο σημείο 3 ή που έχουν απολέσει τον τελωνειακό τους χαρακτήρα ως ενωσιακά εμπορεύματα·
5. «τελωνειακός χαρακτήρας»: ο χαρακτήρας εμπορεύματος ως ενωσιακού ή μη ενωσιακού·
6. «τελωνειακή επιτήρηση»: ενέργειες στις οποίες προβαίνουν γενικά οι τελωνειακές αρχές, ώστε να εξασφαλίζουν την τήρηση της τελωνειακής νομοθεσίας και, ενδεχομένως, άλλων διατάξεων που ισχύουν για τα εμπορεύματα που αποτελούν το αντικείμενο αυτών των ενεργειών·
7. «πρόσωπο εγκατεστημένο εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης»:
α) εάν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, κάθε πρόσωπο που έχει τη συνήθη κατοικία του στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης,
β) εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων, κάθε πρόσωπο που έχει στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης την καταστατική του έδρα, την κεντρική του διοίκηση ή μόνιμη επιχειρηματική εγκατάσταση·
8. «μόνιμη επιχειρηματική εγκατάσταση»: σταθερός τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας στον οποίο βρίσκονται σε μόνιμη βάση οι αναγκαίοι ανθρώπινοι και τεχνικοί πόροι και μέσω του οποίου πραγματοποιούνται εν όλω ή εν μέρει οι σχετικές με τα τελωνεία πράξεις ενός προσώπου·
9. «κάτοχος των εμπορευμάτων»: το πρόσωπο που έχει την κυριότητα των εμπορευμάτων ή παρεμφερές δικαίωμα διάθεσής τους ή που ασκεί φυσικό έλεγχο επ' αυτών·
10. «προσωρινή εναπόθεση»: η κατάσταση μη ενωσιακών εμπορευμάτων τα οποία αποθηκεύονται προσωρινά υπό τελωνειακή επιτήρηση για το διάστημα μεταξύ της προσκόμισής τους στο τελωνείο και της υπαγωγής τους σε τελωνειακό καθεστώς ή της επαναγωγής τους.
11. «απόφαση»: κάθε πράξη των τελωνειακών αρχών που αφορά την τελωνειακή νομοθεσία και ρυθμίζει μια συγκεκριμένη υπόθεση και η οποία παράγει έννομα αποτελέσματα για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα·
12. «Εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης»: οι αποθήκες ή οι χώροι προσωρινής εναπόθεσης εμπορευμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 148 του Ενωσιακού Κώδικα. Για τους σκοπούς της παρούσας ως εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης νοούνται οι εγκαταστάσεις υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών φυσικών ή νομικών προσώπων.
13. «άλλοι χώροι που έχουν καθορίσει ή εγκρίνει οι Τελωνειακές αρχές»: χώροι που χρησιμοποιούνται για την προσωρινή εναπόθεση των εμπορευμάτων, οι οποίοι δεν είναι εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 148 του Ενωσιακού Κώδικα.
14. «χώροι προσωρινής εναπόθεσης» : Οι εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης και οι άλλοι χώροι που έχουν καθορίσει ή εγκρίνει οι Τελωνειακές αρχές για την προσωρινή εναπόθεση των εμπορευμάτων.
15. «Διαχειριστής»/ Δικαιούχος της απόφασης: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό την εκμετάλλευση και διαχείριση του οποίου θα λειτουργεί συγκεκριμένη εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης και στο όνομα του οποίου εκδίδεται η άδεια λειτουργίας αυτής.
16. «Αρμόδιο Τελωνείο»: το τελωνείο στη χωρική αρμοδιότητα του οποίου βρίσκονται οι αποθηκευτικές εγκαταστάσεις.
17. «Αρμόδια για τη λήψη απόφασης Τελωνειακή Αρχή»: η Τελωνειακή Περιφέρεια στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται το "αρμόδιο Τελωνείο".
18. «διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης»: η πράξη με την οποία ένα πρόσωπο δηλώνει, με τους απαιτούμενους τύπους και διαδικασίες, ότι εμπορεύματα βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση.

2. Πεδίο εφαρμογής

Τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο Τελωνειακό έδαφος της Ένωσης προσκομίζονται αμέσως μετά την άφιξή τους είτε σε χώρους των Τελωνείων ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο καθορίζουν ή εγκρίνουν οι Τελωνειακές αρχές. Τα εμπορεύματα εκφορτώνονται ή μεταφορτώνονται από το μέσο μεταφοράς στο οποίο βρίσκονται μόνο με άδεια των Τελωνειακών αρχών στους χώρους που έχουν καθορισθεί ή εγκριθεί από αυτές.
Τα μη ενωσιακά εμπορεύματα τίθενται σε προσωρινή εναπόθεση από τη στιγμή της προσκόμισής τους στο Τελωνείο. Σε προσωρινή εναπόθεση τίθενται επίσης και τα ενωσιακά εμπορεύματα για τα οποία προβλέπεται προσκόμιση και τήρηση τελωνειακών διατυπώσεων στο τελωνείο, μέχρις ότου αυτά αποδείξουν τον Ενωσιακό τους χαρακτήρα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Τα εμπορεύματα σε προσωρινή εναπόθεση αποθηκεύονται αποκλειστικά σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 148 του Ενωσιακού Κώδικα ή, εφόσον δικαιολογείται, σε άλλους χώρους που έχουν καθορίσει ή εγκρίνει οι Τελωνειακές αρχές.
Εμπορεύματα που μπορούν να επηρεάσουν, λόγω της φύσης ή της κατάστασής τους, άλλα εμπορεύματα ή να προκαλέσουν κίνδυνο στη δημόσια υγεία, τάξη, ασφάλεια ή στις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, εναποτίθενται υποχρεωτικά μόνο σε ειδικά διαρρυθμισμένα, ιδιαίτερα, διαμερίσματα ή χώρους, οι οποίοι μπορούν να αποτρέψουν τους παραπάνω κινδύνους.
Δύναται να μην επιτραπεί, από το αρμόδιο τελωνείο, η εκφόρτωση εμπορευμάτων που έχουν υποστεί σήψη ή αλλοίωση κατά τη γνώμη ιατρού της αστυνομικής ή υγειονομικής ή κτηνιατρικής αρχής ή άλλου ιατρού ή ειδικού επιστήμονα. Τα εμπορεύματα αυτά, εφ' όσον δεν προορίζονται για καταστροφή, επανεξάγονται με δαπάνες που βαρύνουν τον κάτοχο αυτών.
Με την επιφύλαξη του άρθρου 134 παράγραφος 2 του Ενωσιακού Κώδικα, τα εμπορεύματα σε προσωρινή εναπόθεση μπορούν να υποστούν μόνο επεξεργασία που εξασφαλίζει τη διατήρησή τους στην ίδια κατάσταση, χωρίς μεταβολή της εμφάνισης ή των τεχνικών χαρακτηριστικών τους.
Ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης ή το πρόσωπο που αποθηκεύει τα εμπορεύματα, στις περιπτώσεις όπου τα εμπορεύματα εναποτίθενται σε άλλους χώρους που έχουν καθοριστεί ή εγκριθεί από τις Τελωνειακές αρχές, είναι υπεύθυνοι για την εξασφάλιση της μη απομάκρυνσης των εμπορευμάτων σε εναπόθεση από την τελωνειακή επιτήρηση και για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την αποθήκευση των εμπορευμάτων.

Μέρος Β
Εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης

Για τη λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών, φυσικών ή νομικών προσώπων, απαιτείται άδεια των τελωνειακών αρχών. Οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται η λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης ορίζονται στην άδεια.

1. Βασικές Προϋποθέσεις για την χορήγηση άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης

Η άδεια λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης χορηγείται μόνο στα πρόσωπα που πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις :
Α) είναι εγκατεστημένα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Στην περίπτωση που ο αιτών είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, στην αίτηση δηλώνεται ο ΑΦΜ του αιτούντος που έχει αποδοθεί στη χώρα μας (μέσω της ΠΟΛ 1113/2013 ΑΥΟ ή μέσω ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου) καθώς και ο ΑΦΜ που διαθέτει στο Κράτος μέλος εγκατάστασής του.
Β) παρέχουν τα αναγκαία εχέγγυα για την ορθή διεξαγωγή των εργασιών.
Σημειώνεται ότι οι εγκεκριμένοι οικονομικοί φορείς με άδεια για τελωνειακές απλουστεύσεις θεωρείται ότι πληρούν την προϋπόθεση αυτή, εφόσον η λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης λαμβάνεται υπόψη στο σχετικό πιστοποιητικό.
Γ) παρέχουν εγγύηση.
Η άδεια για τη λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης χορηγείται μόνο εφόσον οι τελωνειακές αρχές είναι σε θέση να ασκήσουν τελωνειακή επιτήρηση χωρίς να απαιτείται η θέσπιση διοικητικών ρυθμίσεων, δυσανάλογων προς τις υφιστάμενες οικονομικές ανάγκες.
Για την επιτήρηση της λειτουργίας των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, ιδίως όσον αφορά την εξακρίβωση της ταυτότητας των αποθηκευμένων εμπορευμάτων, τον τελωνειακό τους χαρακτήρα και τις διακινήσεις τους, ο κάτοχος της άδειας τηρεί κατάλληλες καταχωρήσεις.
Σε περίπτωση που υπάρχει οικονομική ανάγκη και δεν επηρεάζεται αρνητικά η Τελωνειακή επιτήρηση, μπορεί να επιτρέπεται, με σχετική πρόβλεψη στην άδεια, η αποθήκευση ενωσιακών εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, εφόσον είναι δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητάς τους, ιδίως με σκοπό τη διάκρισή τους από τα μη Ενωσιακά εμπορεύματα που βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση και είναι αποθηκευμένα στον ίδιο χώρο. Τα εμπορεύματα αυτά δε θεωρούνται ως εμπορεύματα σε προσωρινή εναπόθεση.

2. Καταλληλότητα Αποθηκευτικών χώρων Εγκαταστάσεων προσωρινής Εναπόθεσης

Με σκοπό αφ' ενός μεν την διευκόλυνση και εξυπηρέτηση των εμπορευματικών συναλλαγών και αφ' ετέρου την εξασφάλιση της εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας και την ασφαλή εναπόθεση των εμπορευμάτων, πρέπει η εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης να είναι προσβάσιμη στην Τελωνειακή Υπηρεσία, στα μέσα μεταφοράς των εμπορευμάτων και στους εμπλεκόμενους με τις τελωνειακές διατυπώσεις φορείς και να πληροί από άποψη υποδομής τις παρακάτω χωροταξικές προϋποθέσεις:
α) Να είναι λειτουργική, ασφαλής και επαρκής, για εναπόθεση εμπορευμάτων, να έχει κατάλληλη διαμόρφωση χώρων, τα απαραίτητα μέσα πυρόσβεσης και εξαερισμό, κατάλληλο φωτισμό, εξασφαλίζοντας τη δυνατότητα εναπόθεσης διαφορετικών ειδών εμπορευμάτων, τα οποία ανήκουν σε πολλούς παραλήπτες. Να διαθέτει κατάλληλο εξοπλισμό φορτοεκφόρτωσης, ζύγισης, μέτρησης και ελέγχου των εμπορευμάτων.
β) Να διαθέτει ειδικά διαρρυθμισμένα ιδιαίτερα διαμερίσματα ή χώρους για εμπορεύματα, η εναπόθεση των οποίων μπορεί να επηρεάσει, λόγω της φύσης ή της κατάστασής τους, άλλα εμπορεύματα ή να προκαλέσουν κίνδυνο στη δημόσια υγεία, τάξη, ασφάλεια ή στις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις.
γ) Οι υπαίθριοι χώροι να είναι περιφραγμένοι κατά τρόπο ασφαλή, σύμφωνα με τις υποδείξεις της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, ώστε η αποθήκη και οι υπαίθριοι χώροι αυτής να διαχωρίζονται πλήρως.

3. Λογιστική διαχείριση των εμπορευμάτων που εναποτίθενται σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης

Για την παρακολούθηση της παραμονής των εμπορευμάτων σε προσωρινή εναπόθεση από τη στιγμή της εισόδου τους στην εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης μέχρι και την έξοδό τους από αυτήν, εφαρμόζεται από το διαχειριστή, σύστημα λογιστικής αποθήκης, επιφυλασσομένων άλλων πρόσθετων μέτρων που λαμβάνει η Τελωνειακή Υπηρεσία, εφόσον κριθεί αναγκαίο. Η τηρούμενη από το διαχειριστή λογιστική αποθήκης, πρέπει να εμφανίζει ανά πάσα στιγμή τα πραγματικά αποθέματα εμπορευμάτων που βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση, εντός της εγκατάστασης.
Για τη λογιστική παρακολούθηση της εγκατάστασης τηρούνται από τον διαχειριστή μηχανογραφικά συστήματα λογιστικής καταχώρισης και παρακολούθησης των εναποτιθέμενων εμπορευμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες και στοιχεία:
Α) παραπομπή στη σχετική διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης για τα εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί στις εγκαταστάσεις του και παραπομπή στην αντίστοιχη ημερομηνία λήξης της προσωρινής εναπόθεσης,
Β) την ημερομηνία και τα σχετικά στοιχεία αναγνώρισης των τελωνειακών εγγράφων που αφορούν τα αποθηκευμένα εμπορεύματα, καθώς και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα σχετικά με την προσωρινή εναπόθεση των εμπορευμάτων,
Γ) τα στοιχεία, τους αριθμούς αναγνώρισης, τον αριθμό και το είδος των δεμάτων, την ποσότητα και τη συνήθη εμπορική ή τεχνική περιγραφή των εμπορευμάτων και ενδεχομένως τα σημεία αναγνώρισης των εμπορευματοκιβωτίων που απαιτούνται για την εξακρίβωση της ταυτότητας των εμπορευμάτων,
Δ) τον τόπο των εμπορευμάτων και τα στοιχεία κάθε διακίνησής τους, Ε) τον τελωνειακό χαρακτήρα των εμπορευμάτων,
ΣΤ) το είδος των συνήθων εργασιών που αναφέρονται στο άρθρο 147 παράγραφος 2 του Ενωσιακού Κώδικα, ήτοι των εργασιών που εξασφαλίζουν τη διατήρηση των εμπορευμάτων στην ίδια κατάσταση, χωρίς μεταβολή της εμφάνισης ή των τεχνικών χαρακτηριστικών τους
Ζ) Τα στοιχεία της άφιξης των εμπορευμάτων στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, μόνο στην περίπτωση που έχει επιτραπεί στον κάτοχο της άδειας να διακινεί εμπορεύματα μεταξύ διαφόρων εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης σε διαφορετικά κράτη μέλη.
Οι ανωτέρω καταχωρίσεις διατηρούνται από το διαχειριστή επί μία τριετία, εκτός εάν για ειδικούς λόγους ζητηθεί διαφορετικά από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.

4. Όροι αποθήκευσης

Τα εμπορεύματα που βρίσκονται σε κατάσταση προσωρινής εναπόθεσης, δεν επιτρέπεται να μετακινηθούν ή απομακρυνθούν από την εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης, όπου αρχικά τοποθετήθηκαν χωρίς την άδεια του αρμόδιου Τελωνείου.
Εφόσον δεν προκαλούνται προβλήματα ή δυσχέρειες στη λειτουργία της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, επιτρέπεται στον κάτοχο των εμπορευμάτων, ύστερα από έγκριση της Τελωνειακής Αρχής, να εξετάζει τα εμπορεύματα που βρίσκονται υπό τελωνειακή επιτήρηση εντός της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης ή να προβαίνει σε δειγματοληψία αυτών, ιδίως για να προσδιορίσει τη δασμολογική τους κατάταξη, τη δασμολογητέα αξία ή τον τελωνειακό τους χαρακτήρα.
Με τους όρους και προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, επιτρέπεται επίσης, όπως ενεργούνται επί των εναποτιθέμενων εμπορευμάτων συνήθεις εργασίες που σκοπούν στη διατήρησή τους στην αρχική τους κατάσταση ή στην από εμπορικής πλευράς βελτίωση της εμφάνισής τους ή στην προετοιμασία αυτών για περαιτέρω μεταφορά, με τον όρο ότι δια των εργασιών αυτών, δεν επέρχεται μεταβολή της εμφάνισης ή των τεχνικών χαρακτηριστικών τους ή της βάσης των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων ή της καταγωγής τους. Στις παραπάνω επιτρεπόμενες εργασίες περιλαμβάνονται, ενδεικτικά, ο καθαρισμός, η ανατάραξη υγρών, η αφαίρεση, η διαλογή, η επισκευή ή η αντικατάσταση κατεστραμμένης ή ελαττωματικής συσκευασίας, η στοιβασία, η ζύγιση και η επισήμανση.
Η απόθεση, αποθήκευση, ταξινόμηση και διαλογή των εμπορευμάτων μέσα στους χώρους αυτούς, οι εργασίες για την επαλήθευση, εξέταση και τον έλεγχο αυτών, η μεταφορά των αζήτητων, καθώς και οι λοιπές απαραίτητες εργασίες πραγματοποιούνται από το εργατικό και λοιπό προσωπικό της εγκατάστασης με μεταφορικά και λοιπά μέσα του διαχειριστή και διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας και τις υποδείξεις της τελωνειακής υπηρεσίας.
Ο διαχειριστής υποχρεούται να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την εξασφάλιση της τελωνειακής επιτήρησης των εμπορευμάτων, να τοποθετεί αυτά κατά τρόπο ώστε να διευκολύνεται ο τελωνειακός έλεγχος και να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις και διατάξεις της Τελωνειακής Υπηρεσίας.

5. Διαδικασία εισόδου των εμπορευμάτων στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης

Η εκφόρτωση, παράδοση και εναπόθεση των εμπορευμάτων στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, γίνεται με βάση τη γνωστοποίηση του αριθμού αναφοράς κίνησης (MRN) του Δηλωτικού/ Διασάφησης Προσωρινής Εναπόθεσης που έχει υποβληθεί στο αρμόδιο τελωνείο. Ο διαχειριστής καταχωρεί τα προβλεπόμενα στο Μέρος Β - σημείο 3 της παρούσας στο μηχανογραφικό του σύστημα. Ο διαχειριστής επιλέγει τη θέση της αποθήκης στην οποία θα αποθηκευτούν τα εμπορεύματα και επιβλέπει την κανονική στοιβασία /αποθήκευσή τους.
Κατά την εκφόρτωση και παραλαβή των εμπορευμάτων από τον διαχειριστή, η Τελωνειακή Αρχή δύναται να παρίσταται με όργανό της. Η παρουσία τελωνειακού υπαλλήλου είναι υποχρεωτική για την αποσφράγιση των υπό τελωνειακή σφράγιση μεταφερομένων εμπορευμάτων.
Αν κατά την εκφόρτωση των εμπορευμάτων διαπιστωθούν ελλείμματα ή βρεθούν δέματα, δοχεία, κιβώτια ή άλλα μέσα συσκευασίας που φέρουν σαφή σημεία παραβίασης ή διαρροής ή είναι κενά περιεχομένου, η παραλαβή των εμπορευμάτων από τον διαχειριστή γίνεται δια πρωτοκόλλου, που συντάσσεται και υπογράφεται από τον διαχειριστή της εγκατάστασης και από τον μεταφορέα ή τον αντιπρόσωπο αυτού.
Ο διαχειριστής υποχρεούται να γνωστοποιεί στο αρμόδιο Τελωνείο κάθε επιπλέον ή επί έλαττον διαπιστούμενη διαφορά μεταξύ των αναγραφομένων στο Δηλωτικό/ Διασάφηση Προσωρινής Εναπόθεσης δεμάτων, δοχείων, κιβωτίων και γενικά συσκευασιών και εκείνων που πραγματικά εκφορτώθηκαν και εναποτέθηκαν, κάνοντας επίσης σχετική πράξη στο μηχανογραφικό του σύστημα.
Επί έλαττον διαφορές εμπορευμάτων αν δεν γνωστοποιηθούν στο αρμόδιο Τελωνείο εντός 24 ωρών από το τέλος της εκφόρτωσης, δεν λαμβάνονται υπόψη από το αρμόδιο Τελωνείο, ο δε διαχειριστής υποχρεούται, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, στην καταβολή των επί των διαφορών αυτών αναλογουσών επιβαρύνσεων. Για τη βεβαίωση και είσπραξη σε βάρος του διαχειριστή των οφειλομένων υπ' αυτού, ως θεματοφύλακα, προς το δημόσιο δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων επί των διαπιστουμένων κάθε φορά ελλειμμάτων ή διαφορών εμπορευμάτων, εκδίδεται από το αρμόδιο Τελωνείο καταλογιστική πράξη.

6. Χρόνος παραμονής των εμπορευμάτων στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης.

Η διάρκεια παραμονής των εμπορευμάτων στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης είναι η υπό του άρθρου 149 του Ενωσιακού Κώδικα προβλεπόμενη προθεσμία, ήτοι 90 ημέρες. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας και εφόσον τα εμπορεύματα δεν υπαχθούν σε τελωνειακό καθεστώς, δεν επανεξαχθούν, καταστραφούν, ή περιέλθουν στην κυριότητα του Δημοσίου, κηρύσσονται αζήτητα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 43 και επόμενων του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα Ν. 2960/2001.
Ο διαχειριστής υποχρεούται όπως:
α) ενημερώνει ανελλιπώς το αρμόδιο Τελωνείο για τα εμπορεύματα που δεν παραλαμβάνονται από τους κατόχους αυτών εντός της παραπάνω αναφερόμενης προθεσμίας.
β) μεταφέρει σε οριζόμενο εντός των αποθηκών κατάλληλο χώρο, τα μη παραλαμβανόμενα εντός των νομίμων προθεσμιών και κηρυσσόμενα αζήτητα εμπορεύματα.
Ο διαχειριστής δικαιούται, προνομιακώς, των τυχόν οφειλομένων αποθηκεύτρων και εξόδων, εργατικών και μεταφορικών, από το εκπλειστηρίασμα που επιτυγχάνεται κατά την εκποίηση των εμπορευμάτων ως αζήτητων από το αρμόδιο Τελωνείο. Για τα εμπορεύματα όμως που κηρύσσονται αζήτητα και περιέρχονται στην κυριότητα του δημοσίου κατά τις διατάξεις του άρθρου 48 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, οι απαιτήσεις του διαχειριστή εκ δικαιωμάτων του αποσβένονται, το δε δημόσιο δεν φέρει καμία ευθύνη για πληρωμή των δικαιωμάτων του διαχειριστή.

7. Έξοδος των εμπορευμάτων από τις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης

Τα εμπορεύματα που εναποτίθενται στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, εντός των προθεσμιών του Μέρους Β - σημείο 6 της παρούσας πρέπει να :
Α) τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία
Β) επανεξαχθούν εκτός του Τελωνειακού εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γ) υπαχθούν ειδικό καθεστώς Δ) εγκαταλειφθούν υπέρ του Δημοσίου Ε) καταστραφούν
Στις περιπτώσεις που διενεργείται έλεγχος των εμπορευμάτων σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας, τα εμπορεύματα μεταφέρονται στους ειδικά διαμορφωμένους χώρους ελέγχου με την μέριμνα του διαχειριστή.
Η έξοδος των εμπορευμάτων από τις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης γίνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, με την υποβολή και διαχείριση του κατά περίπτωση προβλεπόμενου παραστατικού. Ο διαχειριστής καταχωρεί την έξοδο των εμπορευμάτων στο μηχανογραφικό του σύστημα.
Για τα εμπορεύματα για τα οποία κατατέθηκε στο αρμόδιο Τελωνείο οποιοδήποτε τελωνειακό παραστατικό ή έγγραφο και δεν παραλαμβάνονται εμπρόθεσμα, εφαρμόζονται από το αρμόδιο Τελωνείο οι διατάξεις του άρθρου 198 παράγραφος 1 του Ενωσιακού Κώδικα.

8. Ευθύνη διαχειριστή εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης

Η εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης, και τα εντός αυτής εναποτιθέμενα εμπορεύματα, τελούν υπό την αποκλειστική ευθύνη του "διαχειριστή" της εγκατάστασης. Ειδικότερα, ο διαχειριστής της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης ευθύνεται για την ορθή εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εκδοθείσα άδεια, για την παραμονή των εμπορευμάτων στην εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης από τη φυσική και λογιστική είσοδό τους, μέχρι και την έξοδό τους από αυτή και εν γένει για τη μη διαφυγή των εμπορευμάτων από την τελωνειακή επιτήρηση, προς εξασφάλιση της τήρησης των τελωνειακών και συναφών διατάξεων.
Ο διαχειριστής ευθύνεται έναντι του δημοσίου για τους αναλογούντες δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις, περιλαμβανομένων και των προστίμων, ποινών ή πρόσθετων τελών και δικαιωμάτων που μπορεί να προκύψουν από την μη ορθή τήρηση των υποχρεώσεών του, από δόλο ή αμέλεια.
Ο διαχειριστής ευθύνεται έναντι των κυρίων των εμπορευμάτων για την αξία αυτών, μη υπέχοντος του δημοσίου καμία ευθύνη για οποιαδήποτε βλάβη, φθορά ή καταστροφή αυτών, από οποιαδήποτε αιτία.

9. Διοικητικό κόστος υπερημερίας - ελλείμματα

Τα εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης επιβαρύνονται με το διοικητικό κόστος υπερημερίας της παραγράφου 11 του άρθρου 41 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα ,κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου αυτού.
Εάν από την Τελωνειακή Αρχή διαπιστωθεί ότι ελλείπουν εμπορεύματα που έχουν εναποτεθεί στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, χωρίς να έχουν τηρηθεί γι' αυτά οι προβλεπόμενες τελωνειακές και λοιπές συναφείς διατυπώσεις, εφαρμόζονται οι περί λαθρεμπορίας διατάξεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, ασχέτως λήψης από την Τελωνειακή Αρχή εγγύησης ή άλλου διασφαλιστικού, των δασμών και λοιπών φόρων, μέτρου.

10. Ώρες λειτουργίας των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης.

Οι ώρες λειτουργίας των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης είναι οι ίδιες με τις ώρες λειτουργίας του αρμόδιου Τελωνείου, με δυνατότητα παράτασης του χρόνου λειτουργίας αυτών, εφ' όσον συντρέχει δικαιολογημένη αιτία, μετά από έγκριση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Τελωνείου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα.
Η παραλαβή για εναπόθεση των εμπορευμάτων για τα οποία έχει υποβληθεί στο Τελωνείο το οικείο Δηλωτικό/Διασάφηση Προσωρινής Εναπόθεσης, επιτρέπεται όπως ενεργείται και μετά την παρέλευση των ανωτέρω ωρών λειτουργίας του αρμόδιου Τελωνείου.

11. Έλεγχος και εποπτεία των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης

Η επί των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης εποπτεία και έλεγχος ασκείται από την τελωνειακή υπηρεσία, μέσω των αρμόδιων οργάνων της, προς εξασφάλιση, της είσπραξης των δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων, της εφαρμογής απαγορευτικών και περιοριστικών μέτρων, της ασφάλειας των χώρων και των εμπορευμάτων και της αποτροπής παράτυπων και παράνομων πράξεων.

Για το σκοπό αυτό:

1 - Ο διαχειριστής υποχρεούται να παρέχει στην Τελωνειακή Υπηρεσία κάθε συνδρομή, πληροφορία και στοιχείο που του ζητηθεί και έχει σχέση με την άσκηση του Τελωνειακού έργου.
2 - Η Τελωνειακή Αρχή ελέγχει την ορθή τήρηση των προβλεπόμενων από το ανωτέρω σημείο 3 της παρούσας, καταχωρίσεων.
3- Η Τελωνειακή Αρχή δύναται να ελέγχει τη σωστή συντήρηση και λειτουργία του μηχανολογικού εξοπλισμού μέτρησης του βάρους ή του όγκου των εμπορευμάτων.
4- Διενεργούνται λογιστικοί και φυσικοί έλεγχοι επί των εμπορευμάτων από την Τελωνειακή Υπηρεσία.
5 - Διενεργούνται περιοδικά απογραφές των εντός των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, εμπορευμάτων.

12. Εγγυήσεις

1- Σύμφωνα με το άρθρο 148 σημείο γ) του Ενωσιακού Κώδικα και προς διασφάλιση των οριζομένων στο άρθρο 25, παράγραφος 7, σημείο στ) του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα και των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα, ο διαχειριστής καταθέτει πριν από την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια, εγγύηση.
2- Η εγγύηση αυτή μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 92, παράγραφος 1 του Ενωσιακού Κώδικα, να είναι κατά επιλογή του διαχειριστή:
- είτε χρηματική
- είτε τραπεζική
- είτε ασφαλιστήριο συμβόλαιο για εθνική ισχύ της άδειας ή εγγύηση ασφαλιστικής εταιρείας/εγγυητική επιστολή ασφαλιστικής εταιρείας για άδεια εναπόθεσης με γεωγραφική ισχύ περισσοτέρων του ενός κρατών μελών.
3- Σύμφωνα με το άρθρο 90 του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα- το ποσό της εγγύησης καθορίζεται :
Α) σε επίπεδο ίσο με το ακριβές ποσό του εισαγωγικού δασμού που αντιστοιχεί στην τελωνειακή οφειλή και των άλλων επιβαρύνσεων, όταν το ποσό αυτό μπορεί να καθορισθεί με βεβαιότητα τη στιγμή απαίτησης της εγγύησης.
Β) όταν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί το ακριβές ποσό, η εγγύηση καθορίζεται στο μέγιστο ποσό του εισαγωγικού δασμού που αντιστοιχεί στην τελωνειακή οφειλή και των λοιπών επιβαρύνσεων που έχουν γεννηθεί ή είναι δυνατό να γεννηθούν, όπως υπολογίζεται αυτό από τις τελωνειακές αρχές.
Στην ανωτέρω περίπτωση β), όταν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί το ύψος της εγγύησης κατά τη στιγμή έκδοσης της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, δεδομένου ότι δεν είναι γνωστό ούτε το είδος ούτε η ποσότητα των εμπορευμάτων που θα εναποτεθούν στην υπό έγκριση εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης, το ύψος της εγγύησης καθορίζεται από την αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια, λαμβανομένων υπόψη ως παραμέτρων εκτίμησης του ύψους αυτής:
α) το ύψος των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων των εισερχόμενων εμπορευμάτων μέσω του αρμόδιου Τελωνείου του προηγούμενου έτους και
β) το ποσοστό των εισερχόμενων εμπορευμάτων που κατά την εκτίμηση του διαχειριστή θα εναποτεθούν στην υπό έγκριση εγκατάσταση προσωρινής εναπόθεσης.
Μετά την πάροδο του τριμήνου από τον καθορισμό της κατά τα ανωτέρω εγγύησης, η Τελωνειακή Περιφέρεια αναπροσαρμόζει το ποσό της εγγύησης με βάση τα στοιχεία των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα εμπορεύματα που έχουν εισέλθει στις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης κατά τη διάρκεια της εν λόγω χρονικής περιόδου.
Γ) με την επιφύλαξη του άρθρου 95 του Ενωσιακού Κώδικα, σε περίπτωση σύστασης συνολικής εγγύησης για το ποσό του εισαγωγικού που αντιστοιχεί σε τελωνειακές οφειλές και λοιπές επιβαρύνσεις των οποίων το ποσό ποικίλλει διαχρονικά, το ποσό της εγγύησης αυτής καθορίζεται σε επίπεδο που επιτρέπει να καλύπτεται, ανά πάσα στιγμή, το ποσό του εισαγωγικού που αντιστοιχεί στις τελωνειακές οφειλές και στις λοιπές επιβαρύνσεις.
4- Σύμφωνα με το άρθρο 89, παράγραφος 5 του Ενωσιακού Κώδικα, κατόπιν αιτήσεως του προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, οι τελωνειακές αρχές μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφοι 1, 2 και 3, να εγκρίνουν τη σύσταση συνολικής εγγύησης.
Η ανωτέρω άδεια χορηγείται μόνο στα πρόσωπα που πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) είναι εγκατεστημένα εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, β) πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 39 στοιχείο α),
γ) χρησιμοποιούν τακτικά τα σχετικά τελωνειακά καθεστώτα ή εκμεταλλεύονται εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης ή πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 39 στοιχείο δ).
5- Όταν πρέπει να συσταθεί συνολική εγγύηση για την κάλυψη των τελωνειακών οφειλών και λοιπών επιβαρύνσεων που είναι δυνατό να γεννηθούν, μπορεί να χορηγηθεί άδεια σε έναν οικονομικό φορέα να προβεί στη σύσταση συνολικής εγγύησης μειωμένου ποσού ή να απαλλαγεί από την υποχρέωση σύστασης εγγύησης, υπό την προϋπόθεση ότι πληροί τα κριτήρια του άρθρου 84 του Καν.2015/2446.

Μέρος Γ
Διαδικασία έκδοσης άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών, φυσικών ή νομικών προσώπων

1. Υποβολή αίτησης και λοιπών δικαιολογητικών

Προκειμένου να εκδοθεί άδεια λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης υποβάλλεται στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια, αίτηση από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, με την οποία παρέχονται οι απαραίτητες πληροφορίες, προκειμένου να ληφθεί η απόφαση. Η άδεια εκδίδεται στο όνομα του αιτούντος διαχειριστή και για συγκεκριμένο αποθηκευτικό χώρο.
Για την έκδοση της άδειας και προς επιβεβαίωση συνδρομής των προϋποθέσεων της παρούσας, υποβάλλονται από τον αιτούντα τα ακόλουθα δικαιολογητικά και έγγραφα ως ακολούθως :

1.1 Στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια :

α) Αίτηση με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Παράρτημα Ι της παρούσας, στοιχεία. β) Βεβαίωση έναρξης επιτηδεύματος από την αρμόδια Δ.Ο.Υ
γ) Το τελευταίο εν ισχύ δημοσιευμένο καταστατικό της εταιρείας, προκειμένου περί Α.Ε και ΕΠΕ και το ΦΕΚ δημοσίευσης αυτού.
δ) Πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου, όταν πρόκειται περί Α.Ε, περί εκπροσώπησής της και το ΦΕΚ δημοσίευσής του.
ε) καταστατικό σύστασης θεωρημένο από το οικείο Πρωτοδικείο, προκειμένου περί Ο.Ε και Ε.Ε.
στ) Λογιστικό σχέδιο παρακολούθησης των εναποτιθέμενων εμπορευμάτων. ζ) Πρόβλεψη όγκου κίνησης εγκατάστασης. η) Φορολογική ενημερότητα
θ) φωτοαντίγραφα των ταυτοτήτων των φυσικών προσώπων ή σε περίπτωση εταιρειών, των νομίμων εκπροσώπων τους, για την αυτεπάγγελτη αναζήτηση των ποινικών τους μητρώων. .
ι) Η προβλεπόμενη στο σημείο 12 της παρούσας, εγγύηση.
Στην περίπτωση που ο αιτών την άδεια είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου δεν υποβάλλονται τα υπό τα στοιχεία γ) έως ι) προβλεπόμενα δικαιολογητικά.

1.2 Στο αρμόδιο τελωνείο προκειμένου να διενεργηθεί αυτοψία στους περιλαμβανόμενους στην αίτηση χώρους .

Η σχετική έκθεση αυτοψίας αποστέλλεται στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια και λαμβάνεται υπόψη κατά το στάδιο έκδοσης της άδειας :
α) Αρχιτεκτονικό ή και τοπογραφικό διάγραμμα των προς έγκριση αποθηκευτικών εγκαταστάσεων, στο οποίο σημειώνονται οι είσοδοι και έξοδοι αυτού καθώς και το είδος της περίφραξης, όπου αυτή απαιτείται.
β) Βεβαίωση της πυροσβεστικής Υπηρεσίας για την εξασφάλιση της πυροπροστασίας των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων.
γ) Εφ' όσον συντρέχει περίπτωση εναπόθεσης εμπορευμάτων που θεωρούνται επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, τάξη και ασφάλεια, βεβαίωση των κατά περίπτωση αρμόδιων αρχών για τη νομιμότητα λειτουργίας των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων.
2. Ο αιτών την άδεια υποχρεούται να παράσχει στην αρμόδια για τη λήψη απόφασης Τελωνειακή αρχή, οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία ή στοιχείο, κρίνεται απαραίτητη για την εξέταση και αξιολόγηση της αίτησης.

2. Προϋποθέσεις αποδοχής της αίτησης

Η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια στην οποία έχει υποβληθεί αίτηση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, εντός 30 ημερών από την παραλαβή της αίτησης, επαληθεύει το ότι πληρούνται οι όροι αποδοχής της και σε περίπτωση που κρίνει ότι παρέχονται όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για να είναι σε θέση να λάβει απόφαση, κοινοποιεί την αποδοχή της αίτησης στον αιτούντα, εντός της ίδιας προθεσμίας.
Η αίτηση γίνεται αποδεκτή, εάν πληρούνται οι κάτωθι προϋποθέσεις :
Α) ο αιτών είναι καταχωρισμένος, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Ενωσιακού Κώδικα
Β) ο αιτών είναι εγκατεστημένος, στο Τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Στην περίπτωση που ο αιτών είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, στην αίτηση του δηλώνεται ο ΑΦΜ που του έχει αποδοθεί στη χώρα μας (μέσω της ΠΟΛ 1113/2013 ΑΥΟ ή μέσω ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου) καθώς και ο ΑΦΜ που διαθέτει στο Κράτος μέλος εγκατάστασής του,
Γ) η αίτηση κατατέθηκε στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια
Δ) δεν υπάρχει προηγούμενη σχετική απόφαση που να απευθύνεται στον ίδιο αιτούντα, η οποία ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε κατά τη διάρκεια περιόδου ενός έτους πριν την εν λόγω αίτηση, επειδή ο αιτών δεν εκπλήρωσε υποχρέωση που απέρρεε βάσει της απόφασης αυτής.
Σε περίπτωση ακύρωσης προηγούμενης απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 του Ενωσιακό κώδικα Κώδικα, η ανωτέρω αναφερόμενη περίοδος ανέρχεται σε 3 έτη.
Ε) Όλα τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά και έγγραφα έχουν υποβληθεί ορθά.

3. Λήψη απόφασης

Η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια λαμβάνει απόφαση σχετικά με την έκδοση της άδειας εντός 120 ημερών από την ημερομηνία αποδοχής της αίτησης.
Προκειμένου να ληφθεί απόφαση εξετάζονται τα ακόλουθα:
α) η αναγκαιότητα λειτουργίας της συγκεκριμένης αποθήκης, έχοντας ως βασικές παραμέτρους αξιολόγησής της, την εξυπηρέτηση του εμπορίου, την ύπαρξη ή μη ικανοποιητικών αποθηκευτικών χώρων στο αρμόδιο Τελωνείο καθώς και τις εναλλακτικές μορφές προσωρινής εναπόθεσης εμπορευμάτων, που υφίστανται κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας για το συγκεκριμένο Τελωνείο.
β) η ακρίβεια των δηλουμένων στην αίτηση και στα συνημμένα σ' αυτή δικαιολογητικά και έγγραφα και η συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης της άδειας, μέσω της διενέργειας από το Τελωνείο ελέγχου, αυτοψίας του χώρου.
Όταν διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από την παρούσα, η αρμόδια για τη λήψη απόφασης Τελωνειακή αρχή προβαίνει στην έκδοση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, μέσω του Υποσυστήματος Αδειών Εγκρίσεων, σε έντυπο σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος ΙΙ. Στην άδεια καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της εγκατάστασης, καθώς και το είδος και ύψος της εγγύησης.
Η άδεια εκτυπώνεται σε τέσσερα αντίτυπα από τα οποία το πρώτο παραδίδεται στον δικαιούχο, το δεύτερο παραμένει στην εκδούσα Αρχή, το τρίτο κοινοποιείται στο αρμόδιο Τελωνείο και το τέταρτο αποστέλλεται στην αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών (Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών).
Η εκχώρηση της χορηγηθείσας άδειας από τον διαχειριστή σε άλλο πρόσωπο δεν επιτρέπεται.

4. Παράταση προθεσμίας για τη λήψη απόφασης

Σε περίπτωση που η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια δεν είναι σε θέση να τηρήσει την προθεσμία που προβλέπεται στο ανωτέρω σημείο 3 για τη λήψη απόφασης και κρίνει απαραίτητη την παροχή πρόσθετων πληροφοριών από τον αιτούντα, τον ενημερώνει σχετικά πριν τη λήξη της προθεσμίας, αναφέροντας τους λόγους και την περαιτέρω χρονική περίοδο για την παροχή εκ μέρους του των επιπλέον πληροφοριών, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30 ημέρες.
Εάν η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια έχει παρατείνει την περίοδο διαβούλευσης άλλης Τελωνειακής αρχής, η προθεσμία για τη λήψη απόφασης παρατείνεται εξίσου με την παράταση της περιόδου διαβούλευσης. Ο αιτών ενημερώνεται για την παράταση της προθεσμίας λήψης απόφασης.
Εάν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες παραβίασης της τελωνειακής νομοθεσίας από τον αιτούντα και διενεργείται έρευνα βάσει αυτών των υπονοιών, η προθεσμία για τη λήψη της απόφασης παρατείνεται κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση της έρευνας. Η εν λόγω παράταση δεν μπορεί να υπερβαίνει τους εννέα μήνες. Ο αιτών ενημερώνεται για την παράταση.
Ο υποβάλλων την αίτηση μπορεί να ζητήσει παράταση της προθεσμίας για τη λήψη απόφασης από την αρμόδια Τελωνειακή αρχή, με σκοπό την πραγματοποίηση προσαρμογών εκ μέρους τους για την εκπλήρωση των απαιτούμενων προϋποθέσεων και κριτηρίων. Οι προσαρμογές αυτές και η περαιτέρω χρονική περίοδος που είναι απαραίτητη για την πραγματοποίησή τους, γνωστοποιούνται στην Αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια, η οποία αποφασίζει για την χορήγηση της παράτασης.

5. Ισχύς απόφασης

Η απόφαση για την έκδοση άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης αρχίζει να παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία κατά την οποία ο αιτών λαμβάνει, ή θεωρείται ότι λαμβάνει γνώση αυτής και ισχύει χωρίς χρονικό περιορισμό.
Εάν ο αιτών έχει ζητήσει διαφορετική ημερομηνία θέσης σε ισχύ, τότε η απόφαση αρχίζει να εφαρμόζεται από την ημερομηνία που έχει ζητήσει ο αιτών, εφόσον αυτή είναι μεταγενέστερη εκείνης κατά την οποία λαμβάνει ή θεωρείται ότι λαμβάνει γνώση της απόφασης.

6. Δικαίωμα ακρόασης

Πριν από τη λήψη απόφασης για την έκδοση της άδειας, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τον αιτούντα, η Αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια γνωστοποιεί στον αιτούντα τους λόγους στους οποίους προτίθεται να βασίσει την αρνητική της απόφαση και του παρέχει τη δυνατότητα να εκφράσει τη γνώμη του, εντός προθεσμίας που ορίζει, η οποία ξεκινά από την ημερομηνία κατά την οποία ο αιτών λαμβάνει ή θεωρείται ότι λαμβάνει γνώση της γνωστοποίησης. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία για τη λήψη της απόφασης ανωτέρω σημείο 3 παρατείνεται κατά 30 ημέρες.

7. Απόφαση απόρριψης αίτησης

Εάν από την εξέταση της αίτησης προκύπτει ότι δεν πληρούνται ένας ή περισσότεροι όροι και προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας, η αίτηση απορρίπτεται με αιτιολογημένη απόφαση ενημερώνοντας τον αιτούντα. Στην απορριπτική απόφαση πρέπει να αναφέρονται οι όροι και προϋποθέσεις που δεν πληρούνται οι διατάξεις που προβλέπουν την πλήρωση των σχετικών όρων και προϋποθέσεων, καθώς επίσης και η δυνατότητα άσκησης προσφυγής, που προβλέπεται στο άρθρο 44 του Ενωσιακού Κώδικα.

8. Υποχρεώσεις του δικαιούχου της απόφασης

Ο δικαιούχος της απόφασης, συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω απόφαση.
Ο δικαιούχος της απόφασης κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στην Αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια, η οποία έχει προβεί στην έκδοση της άδειας, κάθε στοιχείο που ανακύπτει μετά τη λήψη της απόφασης, το οποίο μπορεί να έχει επίπτωση στη διατήρηση ή το περιεχόμενό της.

9. Παρακολούθηση απόφασης για την άδεια λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης

Η Αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια που έχει εγκρίνει την έκδοση άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, παρακολουθεί τους όρους και τα κριτήρια που πρέπει να πληροί ο δικαιούχος της απόφασης και τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την απόφαση αυτή.

10. Διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των τελωνειακών αρχών πριν από την έγκριση εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης

1. Πριν από τη λήψη απόφασης για την έγκριση της λειτουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, στην οποία συμμετέχουν περισσότερα από ένα κράτη μέλη ακολουθείται η διαδικασία διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 14 του Κανονισμού 2015/2447, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου, εκτός εάν η τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια να λάβει την απόφαση είναι της γνώμης ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας αυτής.
Πριν από την έκδοση της άδειας, η τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια για τη λήψη της απόφασης λαμβάνει τη σύμφωνη γνώμη των τελωνειακών αρχών των οποίων ζητήθηκε η γνώμη.
2. Η τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια να λάβει την απόφαση κοινοποιεί την αίτηση και το σχέδιο άδειας στις τελωνειακές αρχές των οποίων ζητείται η γνώμη το αργότερο 30 ημέρες μετά την ημερομηνία αποδοχής της αίτησης.
3. Οι τελωνειακές αρχές των οποίων ζητήθηκε η γνώμη κοινοποιούν τις αντιρρήσεις ή τη σύμφωνη γνώμη τους εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία τους κοινοποιήθηκε το σχέδιο άδειας. Οι αντιρρήσεις πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένες.
Εάν κοινοποιηθούν αντιρρήσεις κατά την εν λόγω περίοδο και δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των διαβουλευόμενων αρχών εντός 60 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία κοινοποιήθηκε το σχέδιο άδειας, η άδεια χορηγείται μόνο για το τμήμα της αίτησης για το οποίο δεν έχουν διατυπωθεί αντιρρήσεις.
Εάν οι τελωνειακές αρχές των οποίων ζητήθηκε η γνώμη δεν κοινοποιήσουν αντιρρήσεις εντός της προθεσμίας, τεκμαίρεται ότι συμφωνούν.

Μέρος Δ
Ακύρωση, τροποποίηση, ανάκληση, επανεξέταση, αναστολή απόφασης για την άδεια λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης

1. Ακύρωση, τροποποίηση, ανάκληση απόφασης

Η Αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια που έχει αποφασίσει για την έκδοση άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, μπορεί, ανά πάσα στιγμή να την ακυρώσει, να την τροποποιήσει ή να την ανακαλέσει, εφόσον δεν είναι σύμφωνη με την ισχύουσα τελωνειακή νομοθεσία. Ειδικότερα :
Α) Η απόφαση ακυρώνεται όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθοι όροι:
- Η απόφαση ελήφθη βάσει ανακριβών ή ελλιπών πληροφοριών,
- Ο δικαιούχος της απόφασης γνώριζε ή όφειλε ευλόγως να γνωρίζει ότι τα στοιχεία αυτά ήταν ανακριβή ή ελλιπή,
- Εάν οι πληροφορίες ήταν ορθές και πλήρεις, η απόφαση θα ήταν διαφορετική
Η ακύρωση της απόφασης ανακοινώνεται στο δικαιούχο αυτής και ισχύει από την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε εφαρμογή η αρχική απόφαση,
Β) Η απόφαση ανακαλείται ή τροποποιείται :
- όταν ένας ή περισσότεροι από τους όρους λήψης της απόφασης δεν επληρούντο ή δεν πληρούνται πλέον, ή
- όταν ζητηθεί από τον δικαιούχο της απόφασης.
- όταν το αρμόδιο Τελωνείο κρίνει ότι οι συγκεκριμένες εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης δε χρησιμοποιούνται πλέον ή δεν χρησιμοποιούνται αρκετά, ώστε να δικαιολογείται η διατήρησή τους.
Η ανάκληση ή η τροποποίηση της απόφασης ανακοινώνεται στο δικαιούχο αυτής και παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία από την οποία ο δικαιούχος λαμβάνει ή θεωρείται ότι λαμβάνει γνώση αυτής.
Εντούτοις, σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον το απαιτεί η προστασία των νομίμων συμφερόντων του δικαιούχου της απόφασης, μπορεί να μετατίθεται έως ένα έτος η ημερομηνία από την οποία αρχίζει να παράγει αποτελέσματα η ανάκληση ή η τροποποίηση. Η εν λόγω ημερομηνία αναγράφεται στην απόφαση ανάκλησης ή τροποποίησης.
Κατά τη λήξη, κατά οποιονδήποτε τρόπο, του χρόνου λειτουργίας της εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης, τα εμπορεύματα που βρίσκονται σε αυτήν, μεταφέρονται με δαπάνες του διαχειριστή στις αποθήκες του αρμόδιου Τελωνείου ή εφόσον το Τελωνείο δεν διαθέτει χώρους, σε χώρους που υποδεικνύει η Τελωνειακή Περιφέρεια.

2. Επανεξέταση απόφασης

Η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια επανεξετάζει σχετική απόφασή της στις ακόλουθες περιπτώσεις : Α) όταν υπάρχουν αλλαγές στη σχετική Ενωσιακή νομοθεσία που επηρεάζουν την απόφαση, Β) όταν αυτό απαιτείται, λόγω της διενεργούμενης παρακολούθησης,
Γ) όταν αυτό απαιτείται, κατόπιν ενημέρωσής της από το δικαιούχο της απόφασης, βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 2 του Ενωσιακού Κώδικα.
Η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια, γνωστοποιεί το αποτέλεσμα της επανεξέτασης που διενήργησε στον δικαιούχο της απόφασης.

3. Αναστολή απόφασης

Η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια προβαίνει σε αναστολή σχετικής απόφασής της, αντί της ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησής, όταν :
α) θεωρεί ότι ενδεχομένως υπάρχουν επαρκείς λόγοι για την ακύρωση, την ανάκληση ή την τροποποίηση της απόφασης, αλλά δε διαθέτει ακόμη όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να αποφασίσει επί της ακύρωσης, της ανάκλησης ή της τροποποίησης·
Η διάρκεια της αναστολής αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο που απαιτείται, προκειμένου να καθορισθεί το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησης της απόφασης, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τις 30 ημέρες.
Εάν κατά την περίοδο αναστολής απόφασης, η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια προτίθεται να ακυρώσει, να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την απόφασή της, σύμφωνα με τα άρθρα 23 παράγραφος 3, 27 ή 28 του Ενωσιακού Κώδικα, η διάρκεια της αναστολής, παρατείνεται, κατά περίπτωση, μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ η απόφαση ακύρωσης, ανάκλησης ή της τροποποίησης.
Η αναστολή περατώνεται κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, εκτός εάν πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου διαπιστωθεί ότι δεν υφίστανται λόγοι ακύρωσης, ανάκλησης ή
τροποποίησης της απόφασης, σύμφωνα με τα άρθρα 23 παράγραφος 3, 27 ή 28 του Ενωσιακού Κώδικα, οπότε η αναστολή περατώνεται κατά την ημερομηνία άρσης·
β) θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εν λόγω απόφαση ή ότι ο δικαιούχος της απόφασης δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει αυτής, και κρίνει σκόπιμη την παροχή σε αυτόν χρονικού περιθωρίου για την λήψη μέτρων, προκειμένου να διασφαλίσει την εκπλήρωση των προϋποθέσεων ή τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις·
γ) ο δικαιούχος της απόφασης ζητά την εν λόγω αναστολή διότι δεν μπορεί προσωρινά να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις που τίθενται για την έκδοση της απόφασης ή να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει της απόφασης αυτής.
Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα ανωτέρω σημεία β) και γ), ο δικαιούχος της απόφασης κοινοποιεί στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια τα μέτρα που θα λάβει προκειμένου να διασφαλίσει την εκπλήρωση των απαιτήσεων ή τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις, καθώς και τον χρόνο που χρειάζεται για τη λήψη των μέτρων αυτών.
Η διάρκεια της αναστολής της απόφασης αντιστοιχεί στη χρονική περίοδο που προσδιορίζεται ανωτέρω και μπορεί να παραταθεί, κατά περίπτωση, κατόπιν αιτήματος του δικαιούχου της απόφασης.
Η διάρκεια της αναστολής της απόφασης δύναται να παραταθεί περαιτέρω κατά τη χρονική περίοδο που χρειάζεται η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια για να επαληθεύσει ότι τα μέτρα που έλαβε ο δικαιούχος διασφαλίζουν την εκπλήρωση των προϋποθέσεων ή τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσει τους. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες.
Η αναστολή απόφασης περατώνεται κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, εκτός εάν πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου :
- η ανασταλείσα απόφαση ακυρώνεται, ανακαλείται ή τροποποιείται, οπότε η αναστολή περατώνεται κατά την ημερομηνία ακύρωσης, ανάκλησης ή τροποποίησης της απόφασης ή
- ο δικαιούχος της απόφασης έχει λάβει, σε βαθμό που να ικανοποιεί την αρμόδια για τη λήψη της απόφασης τελωνειακή αρχή, τα απαραίτητα μέτρα για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στην απόφαση ή για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται βάσει της απόφασης αυτής, οπότε η αναστολή περατώνεται κατά την ημερομηνία άρσης·
Η αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια ενημερώνει τον δικαιούχο της απόφασης για το πέρας της αναστολής.

Μέρος Ε
Διακίνηση εμπορευμάτων υπό προσωρινή εναπόθεση

Υπό την προϋπόθεση ότι δεν αυξάνεται οι κίνδυνος απάτης, μπορεί να επιτρέπεται στον κάτοχο της άδειας λειτουργίας εγκατάστασης προσωρινής εναπόθεσης να διακινεί εμπορεύματα σε προσωρινή εναπόθεση μεταξύ διαφόρων εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, στις ακόλουθες περιπτώσεις :
Α) όταν η διακίνηση τελεί υπό την ευθύνη της Τελωνειακής αρχής,
Β) όταν η διακίνηση καλύπτεται από μία μόνον άδεια που έχει δοθεί σε εγκεκριμένο οικονομικό φορέα με άδεια για τελωνειακές απλουστεύσεις, ή
Γ) δύναται να επιτρέπεται η διακίνηση εμπορευμάτων σε προσωρινή εναπόθεση μεταξύ εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης που καλύπτονται από διαφορετικές άδειες, υπό την προϋπόθεση ότι οι κάτοχοι των αδειών αυτών είναι Εγκεκριμένοι Οικονομικοί Φορείς για τελωνειακές απλουστεύσεις - ΑΕΟC

Μέρος ΣΤ
Προϋποθέσεις έγκρισης χώρων, άλλων από τις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, για την προσκόμιση των εμπορευμάτων και για την προσωρινή τους εναπόθεση

1. Προκειμένου να εγκριθεί χώρος για τους σκοπούς της προσκόμισης και προσωρινής εναπόθεσης των εμπορευμάτων, άλλος από τις εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης, πρέπει να πληρούνται κατ' αναλογία οι απαιτήσεις του άρθρου 148 παράγραφοι 2 και 3 του Ενωσιακού Κώδικα και του άρθρου 117 του Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού αρ. 2446/2015, ήτοι :
Α) Τα πρόσωπα που διαχειρίζονται το χώρο εναπόθεσης των εμπορευμάτων :
- να είναι εγκατεστημένα στο Τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Στην περίπτωση που είναι εγκατεστημένα σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να τους έχει αποδοθεί ΑΦΜ στη χώρα μας (μέσω της ΠΟΛ 1113/2013 ΑΥΟ ή μέσω ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου),
- να είναι καταχωρισμένα, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Ενωσιακού Κώδικα,
Β) παρέχονται όλα τα εχέγγυα για την ορθή διεξαγωγή των εργασιών
Γ) παρέχεται εγγύηση, η οποία πρέπει να καλύπτει το ακριβές ποσό του εισαγωγικού δασμού που
αντιστοιχεί στην τελωνειακή οφειλή και των άλλων επιβαρύνσεων.
Δ) εξασφαλίζεται η τελωνειακή επιτήρηση των εμπορευμάτων, χωρίς να απαιτείται η θέσπιση διοικητικών ρυθμίσεων δυσανάλογων προς τις υφιστάμενες οικονομικές ανάγκες.
Ε) οι χώροι δεν χρησιμοποιούνται με σκοπό τη λιανική πώληση.
ΣΤ) όταν τα αποθηκευμένα εμπορεύματα παρουσιάζουν κίνδυνο ή ενδέχεται να αλλοιώσουν άλλα εμπορεύματα ή χρειάζονται, για άλλους λόγους, ειδικές εγκαταστάσεις, τότε οι χώροι προσωρινής εναπόθεσης εξοπλίζονται ειδικά για την αποθήκευσή τους.
Ζ) η λειτουργία του χώρου γίνεται αποκλειστικά από το πρόσωπο που έχει λάβει την έγκριση.
Η ) τα εμπορεύματα διασαφίζονται για τελωνειακό καθεστώς την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την προσκόμισή τους, εκτός εάν οι τελωνειακές αρχές απαιτήσουν την εξέταση των εμπορευμάτων σύμφωνα με το άρθρο 140 παράγραφος 2 του κώδικα.

2. Η έγκριση χορηγείται από το αρμόδιο τελωνείο στη χωρική αρμοδιότητα του οποίου βρίσκεται ο σχετικός χώρος, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου.

3. Για τη χορήγηση της έγκρισης το αρμόδιο Τελωνείο εξετάζει τα ακόλουθα :
α)Μη ύπαρξη εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης ή λόγω της φύσης του εμπορεύματος, ακαταλληλότητα αυτών για την προσωρινή του εναπόθεση.
β)Διαπίστωση από το Τελωνείο της καταλληλότητας των εν λόγω χώρων. Όπου απαιτείται μπορεί να ζητείται βεβαίωση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για την εξασφάλιση της πυροπροστασίας αυτών.

3. Για τη διασφάλιση της ταυτότητας των εμπορευμάτων, το Τελωνείο δύναται να προβαίνει σε στοιχειώδη εμπορευματολογική εξέτασή τους, λαμβάνοντας τα απαραίτητα, κατά την κρίση του, μέτρα.

4. Η τοποθέτηση και στοίβαση των εμπορευμάτων στους εν λόγω χώρους θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να διευκολύνεται ο έλεγχος από το αρμόδιο Τελωνείο.

Μέρος Ζ Λήξη της προσωρινής εναπόθεσης

Τα μη Ενωσιακά εμπορεύματα που βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση τίθενται σε τελωνειακό καθεστώς ή επανεξάγονται εντός 90 ημερών.
Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας ή όταν για οποιονδήποτε λόγο τα εμπορεύματα δεν είναι δυνατόν να παραμείνουν σε προσωρινή εναπόθεση, οι Τελωνειακές αρχές λαμβάνουν χωρίς καθυστέρηση τα απαραίτητα μέτρα για την τακτοποίηση της κατάστασής τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 197, 198 και 199 του Ενωσιακού κώδικα.

Μεταβατικές διατάξεις

1. Οι άδειες που έχουν ήδη χορηγηθεί και βρίσκονται σε ισχύ την 1η Μαΐου 2016 εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την επανεξέτασή τους, το αργότερο μέχρι την 1η Μαίου 2019.


Η ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και ΕΥΚ
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΛΟΥΡΗ

Αριθ. πρωτ.: ΔΤΔ Δ 1067126 ΕΞ 2016/22.4.2016 Γένεση, Ανάκτηση, Επιστροφή/Διαγραφή, Απόσβεση Τελωνειακής Οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς - Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας

Previous: Αριθ. πρωτ.: ΔΤΔ Α 1068514 ΕΞ 2016/28.4.2016 Προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης ή άλλους εγκεκριμένους χώρους - Προϋποθέσεις, όροι, διαδικασία λειτουργίας εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης εμπορευμάτων υπό την διαχείριση άλλων, πλην των Τελωνειακών Αρχών φυσικών ή νομικών προσώπων και προϋποθέσεις και όροι έγκρισης άλλων, εκτός των εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης χώρων, για την προσωρινή εναπόθεση εμπορευμάτων
$
0
0
Αθήνα, 22 Απριλίου 2016
Αρ. Πρωτ.:ΔΤΔ Δ 1067126 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Κ. Μ ιχαλακόπουλος
Τηλέφωνο: 2106987438
FAX: 2106987459
Email: d19diadi@otenet.gr

ΘΕΜΑ : «Γένεση, Ανάκτηση, Επιστροφή/Διαγραφή, Απόσβεση Τελωνειακής Οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς - Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας»

ΣΧΕΤ. : Η αρ.πρωτ.ΔΤΔΑΙ 055689ΕΞ2016/7-4-2016 ΕΔΥΟ

Σε συνέχεια της ανωτέρω σχετικής Ε.Δ.Υ.Ο. παραθέτουμε ακολούθως τις κυριότερες αλλαγές που επιφέρει ο Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας (ΕνΤΚ) Καν. 952/2013 (L 269/ 10.10.2013), καθώς και των νομοθετικών πράξεων που πλαισιώνουν αυτόν, στον τομέα της Γένεσης, Ανάκτησης, Επιστροφής/Διαγραφής και Απόσβεσης της Τελωνειακής Οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί από τις υπηρεσίες σας στο θέμα της επιβολής τόκων υπερημερίας (τόκος εκπρόθεσμης καταβολής και τόκος υπερημερίας καθυστερημένης βεβαίωσης) επί του εισπρακτέου ποσού δασμού, που θα ανακτάται από της 1-5-2016.

Ειδικότερα: 

Γένεση Τελωνειακής Οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς
Άρθρα
• 77-88 ΕνΤΚ,
• 72-80 Καν.2446/15 DA

Οι κυριότερες αλλαγές που αποτυπώνονται στα θέματα γένεσης του ποσού της τελωνειακής οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς είναι οι ακόλουθες:

1. Σύμφωνα με το σκεπτικό αριθ.(32) του ΕνΤΚ κρίθηκε επιθυμητό να συγκεντρωθούν όλες οι περιπτώσεις όπου γεννάται τελωνειακή οφειλή κατά την εισαγωγή, εκτός από αυτές που γεννώνται μετά την υποβολή τελωνειακής διασάφησης για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία ή την προσωρινή εισαγωγή με μερική απαλλαγή (κανονική γένεση της τελωνειακής οφειλής/μη παραβίαση της ορθής εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας), ώστε να αποφευχθούν οι δυσκολίες προσδιορισμού της νομικής βάσης για τη γένεση τελωνειακής οφειλής. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει σε περίπτωση που γεννάται τελωνειακή οφειλή κατά την εξαγωγή. Οι εν λόγω περιπτώσεις όπου γεννάται τελωνειακή οφειλή κατά την εισαγωγή ή την εξαγωγή (Τελωνειακή οφειλή που γεννάται λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων και όρων) αποτυπώθηκαν πιο «συγκεντρωτικά» πλέον στα άρθρα 79 (για την εισαγωγή) και 82 (για την εξαγωγή) του ΕνΤΚ.

2. Οι επιλογές του διασαφιστή, που αποτυπώνονται στις παρ. 2 (δασμολογική κατάταξη και συνήθεις εργασίες) και 3 (μεταποιημένα προϊόντα που προκύπτουν από το καθεστώς της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή) του άρθρου αυτού και αναφέρονται στη δυνατότητα -με αίτηση του διασαφιστή- δασμολόγησης εμπορευμάτων του με στοιχεία δασμολόγησης αναγόμενα σε χρόνο προγενέστερο από το χρόνο γένεσης της τελωνειακής οφειλής (με τη θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία), αναιρούνται όταν, σύμφωνα με την παρ. 4 του εν λόγω άρθρου, τα εμπορεύματα, κατά τη στιγμή της υπαγωγής τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, υπόκεινται σε μέτρα εμπορικής πολιτικής με δασμολογική επίπτωση (π.χ. επιβολή δασμών αντιντάμπιγκ) με στόχο την αποφυγή της καταστρατήγησης αυτών των δασμολογικών μέτρων.

3. Σύμφωνα με τα άρθρα 72 έως 76 του Καν.2446/15 (DA), εισάγονται ειδικοί κανόνες για τη δασμολόγηση εμπορευμάτων που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά από οικονομικό ανασταλτικό/ειδικό καθεστώς.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 87.2 του ΕνΤΚ, αν τα εμπορεύματα έχουν υπαχθεί σε τελωνειακό καθεστώς που δεν έχει εκκαθαρισθεί όπως προβλέπεται ή εάν η προσωρινή εναπόθεση δεν έληξε όπως προβλέπεται, και εφόσον ο τόπος γένεσης της τελωνειακής οφειλής δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί και να αφορά

• είτε τον τόπο στον οποίο λαμβάνουν χώρα οι πράξεις που γεννούν την οφειλή αυτή και, αν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί ο τόπος αυτός,

• τον τόπο όπου οι τελωνειακές αρχές διαπιστώνουν ότι τα εμπορεύματα βρίσκονται σε κατάσταση η οποία γεννά τελωνειακή οφειλή,
εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, η τελωνειακή οφειλή γεννάται είτε στον τόπο όπου τα εμπορεύματα έχουν υπαχθεί στο εν λόγω καθεστώς είτε στον τόπο από τον οποίο εισήλθαν στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης υπό το εν λόγω καθεστώς είτε στον τόπο όπου βρίσκονταν σε προσωρινή εναπόθεση. Οι συγκεκριμένες προθεσμίες για τον προσδιορισμό (διαπίστωση) του τόπου γένεσης τελωνειακής οφειλής στις περιπτώσεις διαμετακόμισης ή άλλου ειδικού καθεστώτος ή προσωρινής εναπόθεσης, των οποίων η εκκαθάριση ή η λήξη δεν πραγματοποιήθηκε όπως προβλέπεται, αποτυπώνονται στα άρθρα 77 έως 80 του Καν.2446/15 (DA)

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 87.4 του ΕνΤΚ, αν μια τελωνειακή αρχή διαπιστώσει ότι, δυνάμει του άρθρου 79 ή του άρθρου 82 (Τελωνειακή οφειλή που γεννάται λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων και όρων της τελωνειακής νομοθεσίας), γεννήθηκε τελωνειακή οφειλή σε άλλο κράτος μέλος και ότι το ποσό του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού που αντιστοιχεί στην οφειλή αυτή είναι μικρότερο των 10.000 EUR, η τελωνειακή οφειλή θεωρείται ότι γεννήθηκε στο κράτος μέλος στο οποίο διαπιστώθηκε η γένεσή της. (αύξηση σχετικού ορίου)

Ανάκτηση του ποσού του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού
• Καθορισμός του ποσού του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού, γνωστοποίηση και καταλογισμός του ποσού της τελωνειακής οφειλής.
• Καταβολή του ποσού των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών.

Άρθρα
• 101-115 ΕνΤΚ,
• 87-91 Καν.2446/15 DA
• 165-171 Καν.2447/15 ΙΑ
Οι κυριότερες αλλαγές που αποτυπώνονται στα θέματα ανάκτησης (recovery) του ποσού της τελωνειακής οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς είναι οι ακόλουθες:

1. Στο άρθρο 101.1 του ΕΝΤΚ, αποτυπώνεται η έννοια του καθορισμού του ποσού της οφειλής από εισαγωγικό η εξαγωγικό δασμό. Ο καθορισμός αποτελεί τη πράξη (απόφαση) βεβαίωσης του ποσού των δασμών επί του νόμιμου τίτλου (παραστατικού) ανάκτησης του, είτε αυτή είναι διασάφηση είτε άλλος τίτλος (παραστατικό) βεβαίωσης, κατά την έννοια του άρθρου 29 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 102.3 του ΕνΤΚ, όταν το ποσό της τελωνειακής οφειλής δεν ισούται με το δηλωθέν ποσό της διασάφησης, ή όταν προκύπτει από τη μη ύπαρξη σχετικού παραστατικού τελωνισμού-διασάφησης (π.χ. λαθρεμπορία λόγω παράτυπης εισαγωγής) οι τελωνειακές αρχές δύνανται να μεταθέσουν τη χρονική στιγμή γνωστοποίησης της τελωνειακής οφειλής, ακόμη και εάν είναι σε θέση να καθορίσουν το ποσό του καταβλητέου εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού και να λάβουν σχετική απόφαση, όταν η γνωστοποίηση της τελωνειακής οφειλής θα έθετε σε κίνδυνο ποινική έρευνα. Η γνωστοποίηση αυτή δύναται να γίνει όταν δεν τίθεται πλέον σε κίνδυνο η ποινική έρευνα. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 105.6 του ΕνΤΚ, και ο καταλογισμός του ποσού της τελωνειακής οφειλής μπορεί να αναβληθεί στην περίπτωση αυτή, μέχρι η γνωστοποίηση της σχετικής τελωνειακής οφειλής να μην θέτει πλέον σε κίνδυνο την ποινική έρευνα.

3. Σύμφωνα με το άρθρο 103.3 του ΕνΤΚ, η εθνική νομοθεσία κάθε Κ-Μ δύναται να ορίσει ως προθεσμία για τη γνωστοποίηση μιας τελωνειακής οφειλής από δασμούς από 5 έως 10 έτη, αν η τελωνειακή οφειλή έχει γεννηθεί ως αποτέλεσμα πράξης η οποία, κατά τη στιγμή της διαπράξεώς της, διωκόταν ως ποινικό αδίκημα.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 103.4 του ΕνΤΚ, υφίσταται αναστολή της προβλεπόμενης προθεσμίας γνωστοποίησης της τελωνειακής οφειλής κατά τη διάρκεια προθεσμίας Δικαιώματος Προηγούμενης Ακρόασης.

5. Λαμβάνοντας υπόψη το σημείο 1 ανωτέρω καθώς και τα άρθρα 102 έως 105 του ΕνΤΚ, παρατηρείται η αποσύνδεση της υποχρέωσης τήρησης της αλληλουχίας καταλογισμού (καταχώρισης στα λογιστικά βιβλία) και μετέπειτα γνωστοποίησης της τελωνειακής οφειλής από δασμούς (άρθρο 221.1 ΚΤΚ). Η τελωνειακή οφειλή από δασμούς πλέον δύναται να καθοριστεί με την έκδοση του παραστατικού βεβαίωσης της, να γνωστοποιηθεί και μετά να καταλογιστεί (καταχωρηθεί στα λογιστικά βιβλία). Η προθεσμία καταλογισμού του ποσού των δασμών (καταχώρισης του ποσού των δασμών στα λογιστικά βιβλία) επεκτείνεται από τις 2 στις 14 ημέρες σε όλες τις περιπτώσεις. Ο καταλογισμός όμως πρέπει να πραγματοποιείται ακόμη και όταν δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμη η γνωστοποίηση της οφειλής. Υπενθυμίζεται ότι ειδικά για τις περιπτώσεις όπου η τελωνειακή οφειλή βεβαιώνεται αρχικά με καταλογιστική πράξη λόγω παράβασης (π.χ. λαθρεμπορία) ή εκ των υστέρων με συμπληρωματική βεβαίωση ή καταλογιστική πράξη (λόγω παράβασης) επί υφιστάμενου παραστατικού τελωνισμού, η προθεσμία εκκινεί από την ημερομηνία κατά την οποία οι τελωνειακές αρχές είναι σε θέση να καθορίσουν το εν λόγω ποσό του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού και να λάβουν απόφαση, δηλ. να εκδώσουν την απόφαση/νόμιμο τίτλο ανάκτησης του ποσού της τελωνειακής οφειλής. Η εν λόγω στιγμή θεωρείται ότι υφίσταται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του Δικαιώματος της Προηγούμενης Ακρόασης (ή άλλως κλήσης σε απολογία).

6. Σύμφωνα με το άρθρο 88 του Καν.2446/15 (DA), παρέχεται η δυνατότητα μη βεβαίωσης/γνωστοποίησης της τελωνειακής οφειλής από δασμό όταν αυτή ανέρχεται σε ποσό μικρότερο των 10 Ευρώ (περίπτωση γένεσης σύμφωνα με το άρθρα 79 ή 82 του ΕνΤΚ -α.με παραβίαση τελωνειακών διατάξεων και β. με συμπληρωματική εκ των υστέρων χρέωση-) ανά ενέργεια ανάκτησης (πράξη βεβαίωσης). Εφόσον έχει πραγματοποιηθεί αρχική βεβαίωση/γνωστοποίηση ποσού δασμών και υπάρχει περίπτωση εκ των υστέρων βεβαίωσης με ποσό μικρότερο των 10 Ευρώ ανά ενέργεια ανάκτησης, υπάρχει η δυνατότητα μη πραγματοποίησης της εκ των υστέρων βεβαίωσης αυτού του ποσού.

7. Εφιστάται η προσοχή των τελωνειακών αρχών για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 165 έως 171 του Καν.2447/15 (ΙΑ) που αφορούν ειδικότερα θέματα για τον καθορισμό του ποσού του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού, τη γνωστοποίηση και τον καταλογισμό του ποσού της τελωνειακής οφειλής από δασμούς, όταν συντρέχει περίπτωση.

8. Σύμφωνα με το άρθρο 114 του ΕνΤΚ, αναθεωρείται όλη η διαδικασία υπολογισμού του τόκου εκπρόθεσμης καταβολής τελωνειακής οφειλής ποσού από εισαγωγικό ή εξαγωγικό δασμό που καθίσταται ληξιπρόθεσμος μετά την 1-5-2016, ενώ εισάγεται η επιβολή του τόκου υπερημερίας για την καθυστερημένη βεβαίωση αυτού, όταν η τελωνειακή οφειλή γεννάται, μετά την 1-5-2016, βάσει του άρθρου 79 ή 82 ή όταν η γνωστοποίηση της τελωνειακής οφειλής οφείλεται σε εκ των υστέρων έλεγχο (ο οποίος πραγματοποιείται μετά την 1-5-2016 και η προκύπτουσα εξ' αυτού γένεση της τελωνειακής οφειλής από δασμό έχει πραγματοποιηθεί μετά την ημερομηνία αυτή), λογιζόμενος από την ημερομηνία γένεσης της τελωνειακής οφειλής, όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις περί γένεσης τελωνειακής οφειλής για δασμούς του ΕνΤΚ, έως την ημερομηνία γνωστοποίησής της. Ο νέος τρόπος υπολογισμού αυτών των τόκων υπερημερίας θα πραγματοποιείται από της 1-5-2016 (εφαρμογή ΕνΤΚ) σε κάθε περίπτωση ανάκτησης ποσού δασμού, δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 114 του ΕνΤΚ κατισχύει κάθε άλλης εθνικής διάταξης που ορίζει υπολογισμό αντίστοιχων τόκων επί του ποσού του εισπρακτέου δασμού.

Για την περαιτέρω κατανόηση και υπολογισμό από τις υπηρεσίες σας των εν λόγω τόκων, για όσες οφειλές από δασμούς γνωστοποιούνται ή/και καθίστανται ληξιπρόθεσμοι από 1-5-2016 και μετά, και μέχρι την μηχανογραφική υποστήριξη του υπολογισμού τους από το Σύστημα-ICISnet, παραθέτονται τα ακόλουθα:

Τόκοι Υπερημερίας άρθρου 114, ΕνΤΚ

Α. Τόκος Υπερημερίας για Εκπρόθεσμη Καταβολή (παράγραφος 1, άρθρου 114, ΕνΤΚ)

Βάση (Κεφάλαιο) Υπολογισμού : το ποσό της τελωνειακής οφειλής από εισαγωγικό δασμό (κανονικό, αντιντάμπιγκ, κ.λ.π. - όλοι οι δασμοί - παραδοσιακοί ίδιοι πόροι).
Κωδικοί μηχανογράφησης : Α00, A20, Α30, Α35, Α40, Α45.
Τοκοφόρος περίοδος :
από την ημερομηνία λήξης της καθορισμένης προθεσμίας για την καταβολή του (ληξιπρόθεσμο δασμών επέρχεται μετά την παρέλευση δέκα ημερών από τη γνωστοποίηση του ποσού τους, με επίδοση νόμιμου τίτλου ή με άλλο προβλεπόμενο τρόπο - άρθρο 108.1, πρώτο εδάφιο, ΕνΤΚ) μέχρι την ημερομηνία της πληρωμής αυτού. Επιτόκιο (ποσοστό, επί τοις εκατό %)
το δημοσιευμένο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησής της την πρώτη ημέρα του μήνα λήξης της προθεσμίας, (πρώτη ημέρα του μήνα όπου το ποσό του δασμού γίνεται ληξιπρόθεσμο), προσαυξημένο κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. (+2%) Παρατηρήσεις:
- Το επιτόκιο είναι εκφρασμένο σε ετήσια βάση και η τοκοφόρος περίοδος σε ημέρες.
- Το έτος θεωρείται ότι διαθέτει 365 ημέρες δυνητικού τοκισμού

Β. Τόκος Υπερημερίας για καθυστερημένη βεβαίωση (παράγραφος 2, άρθρου 114, ΕνΤΚ) Βάση (Κεφάλαιο) Υπολογισμού : το ποσό της τελωνειακής οφειλής από εισαγωγικό δασμό (κανονικό, αντιντάμπιγκ, κ.λ.π. - όλοι οι δασμοί - παραδοσιακοί ίδιοι πόροι). Κωδικοί μηχανογράφησης : Α00, A20, Α30, Α35, Α40, Α45.
Τοκοφόρος περίοδος :
από την ημερομηνία γένεσης της τελωνειακής οφειλής από ποσό εισαγωγικού δασμού (θα καθορίζεται στη πράξη καταλογισμού)
μέχρι την ημερομηνία της γνωστοποίησης της τελωνειακής οφειλής από το εν λόγω ποσό εισαγωγικού δασμού. (με επίδοση νόμιμου τίτλου ή με άλλο προβλεπόμενο τρόπο) Επιτόκιο (ποσοστό, επί τοις εκατό %)
το δημοσιευμένο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησής της την πρώτη ημέρα του μήνα της ημερομηνίας γένεσης της τελωνειακής οφειλής, (όπως περιγράφηκε ανωτέρω) προσαυξημένο κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες. (+2%). Παρατηρήσεις:
- Το ποσό του εισαγωγικού δασμού πρέπει να βεβαιώνεται με πράξη καταλογισμού όπου αναφέρεται ότι
- η γένεση της τελωνειακής οφειλής από δασμό προκύπτει βάσει του άρθρου 79 ή 82 του ΕνΤΚ (παραβίαση της ορθής εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας, και στην πράξη παράβαση με αρχικό καταλογισμό -π.χ. παράτυπη εισαγωγή στο κοινοτικό τελωνειακό έδαφος- ή προκύπτουσα από εκ των
υστέρων έλεγχο) ή
- η γνωστοποίηση της τελωνειακής οφειλής οφείλεται σε εκ των υστέρων έλεγχο (με τον οποίο δεν καταλογίζεται παραβίαση της ορθής εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας, -στη πράξη απόφαση συμπληρωματικής βεβαίωσης-)
- Το επιτόκιο είναι εκφρασμένο σε ετήσια βάση και η τοκοφόρος περίοδος σε ημέρες. ~ Το έτος θεωρείται ότι διαθέτει 365 ημέρες δυνητικού τοκισμού.

Γενικές παρατηρήσεις:

• Κατά την έκδοση της πράξης βεβαίωσης της τελωνειακής οφειλής από δασμούς θα καταγράφεται ότι το ποσό τους επιβαρύνεται με τόκους υπερημερίας του άρθρου 114 του Καν.952/13.

• Το επιτόκιο υπολογισμού και των δύο κατηγοριών τόκων παραμένει σταθερό καθ' όλη τη διάρκεια της τοκοφόρου περιόδου.

• Το επιτόκιο υπολογισμού της μίας κατηγορίας τόκου δύναται να διαφέρει από εκείνο της άλλης, καθώς έχουν διαφορετική ημερομηνία έναρξης της τοκοφόρας περιόδου.

• Ο τόκος υπερημερίας για την καθυστερημένη βεβαίωση δεν θα επιβαρύνεται περαιτέρω με τόκους υπερημερίας εκπρόθεσμης καταβολής.

• Η επιβάρυνση του δασμού με τόκους εκπρόθεσμης καταβολής δεν θα έχει ανώτατο όριο αλλά θα είναι απεριόριστη μέχρι την ημερομηνία καταβολής των δασμών.

• Δεν επιβάλλεται τόκος όταν το ποσό του δασμού, για κάθε πράξη ανάκτησης*, δεν υπερβαίνει τα 10 Ευρώ (είναι < 10 Ευρώ) [παράγραφος 3, άρθρου 114, Καν.952/13]

*στη πράξη, για κάθε νόμιμο τίτλο είσπραξης -πράξη καταλογισμού-.

Για τον υπολογισμό του εκάστοτε ποσού τόκου παραθέτουμε την εξής ακολουθία υπολογισμού του
1. Ποσό Βασικής Κύριας Οφειλής από δασμούς : ...................ΕΥΡΩ.
2. Ημερομηνία έναρξης εντόκου/τοκοφόρας περιόδου : ...................
3. Ημερομηνία λήξης εντόκου/τοκοφόρας περιόδου : ...................
4. Συνολικός χρόνος τοκισμού : ...................ημέρες.
5. Επιτόκιο ημέρας έναρξης εντόκου/τοκοφόρας περιόδου : ...................%.
6. Ποσό τόκου ...................ΕΥΡΩ.
Τόκος = (Κύρια Τελωνειακή Οφειλή από δασμούς)Χ(συνολικός χρόνος τοκισμού-σε η μέρες) Χ(Επιτόκιο) */365
[όπως περιγράφηκε ανωτέρω, κατά περίπτωση, και εκφρασμένο επί τοις εκατό και σε ετήσια βάση].
*Προς ενημέρωση σας το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησής της διαχρονικά αποτυπώνεται στην στήλη με τίτλο «Δημοπρασίες Σταθερού Επιτοκίου Σταθερό Επιτόκιο» στον πίνακα που μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα της Τ.τ.Ε. στη διαδρομή Αρχική | Στατιστικά Στοιχεία | Χρηματοπιστωτικές Αγορές και Επιτόκια | Επιτόκια Αναφοράς ΕΚΤ. (εναλλακτικά στην ιστοσελίδα της Ε.Κ.Τ. https://www.ecb.europa.eu/stats/monetary/rates/html/index.en.html - επιτόκιο: Main refinancing operations / Fixed rate tenders Fixed rate )

- επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησής της, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, στις αρχές κάθε μήνα, ισχύει από τη πρώτη ημέρα του μήνα και για όλο τον μήνα. (η τελευταία σχετική δημοσίευση ήταν στο τεύχος C117/2-4-2016 με επιτόκιο 0,00% την 1-4-2016).

Η ημερομηνία (έναρξης ισχύος μεταβολής - πρώτη στήλη) στην προαναφερόμενη ιστοσελίδα της Τ.τ.Ε., με την οποία επέρχεται μεταβολή στο επιτόκιο, προηγείται της δημοσίευσης της μεταβολής στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C. (τελευταία ημερομηνία έναρξης ισχύος μεταβολής στον πίνακα της Τ.τ.Ε. - αλλά και της επίσημης ιστοσελίδας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - είναι η 16-3-2016)

Για το λόγο αυτό οι υπηρεσίες σας θα πρέπει να εφαρμόζουν για τον υπολογισμό του τόκου το δημοσιευμένο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, που ισχύει το μήνα (τη πρώτη ημέρα αυτού) της έναρξης της εντόκου/τοκοφόρου περιόδου, ανεξάρτητα της -ενδεχόμενης- μεταβολής του επιτοκίου κατά τη διάρκεια του μήνα αυτού από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το νέο επιτόκιο που θα προκύψει από τη μεταβολή αυτή θα εφαρμοστεί για τον υπολογισμό του τόκου για τοκοφόρα περίοδο που εκκινεί τον επόμενο μήνα (και ανεξάρτητα από την ημερομηνία που το νέο επιτόκιο θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, τον επόμενο μήνα).

Ως εκ τούτου οι υπηρεσίες σας θα πρέπει να ενημερώνονται από την ανωτέρω ιστοσελίδα για τυχόν μεταβολές του προαναφερόμενου επιτοκίου της Ε.Κ.Τ. την τελευταία εργάσιμη ημέρα εκάστου μηνός, προκειμένου να λάβουν υπόψη το νέο επιτόκιο που θα ισχύσει από την πρώτη του επόμενου μηνός από εκείνου της μεταβολής.

Επιστροφή/διαγραφή δασμών
Άρθρα
• 116-123 ΕνΤΚ,
• 92-102 Καν.2446/15 DA
• 172-181 Καν.2447/15 ΙΑ

Οι κυριότερες αλλαγές που αποτυπώνονται στα θέματα επιστροφής/διαγραφής του ποσού της τελωνειακής οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς είναι οι ακόλουθες:

1. Σύμφωνα με το άρθρο 116.2 του ΕνΤΚ, η τελωνειακή αρχή δεν διαγράφει/επιστρέφει ποσό δασμών κάτω των 10 Ευρώ, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος ζητήσει τη διαγραφή/επιστροφή δασμού μικρότερου του ποσού των 10 Ευρώ.

2. Οι περιπτώσεις (νομική βάση κατά τον ΕνΤΚ) καθώς και η προθεσμία υποβολής αιτήσεων -ή οίκοθεν έκδοσης αποφάσεων- επιστροφής/διαγραφής είναι πλέον οι ακόλουθες:



Εγκύκλιες Διαταγές που έχουν εκδοθεί με αναφορά στις ανωτέρω διατάξεις του Καν.2913/92 ΚΤΚ θα πρέπει πλέον να θεωρείται, ότι από της έναρξης εφαρμογής του ΕνΤΚ, η αναφορά αφορά τις ανωτέρω σχετικές διατάξεις του ΕνΤΚ.

Υπενθυμίζεται ότι η διαγραφή/επιστροφή κάθε ποσού εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού αντιμετωπίζεται λογιστικά και ταμειακά ως επιστροφή αχρεωστήτως εισπραχθέντων ποσών, παρά το γεγονός ότι η νομική βάση διαγραφής/επιστροφής του δύναται να διαφέρει από εκείνη του άρθρου 117 του ΕνΤΚ.

Επιπλέον θα πρέπει να δίδεται σημαντική προσοχή στη τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας που θα πρέπει να ακολουθείται στις περιπτώσεις διαγραφής/επιστροφής ποσού εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού, όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις του ΕνΤΚ, του Καν.2446/15 DA και του Καν.2447/15 ΙΑ και άλλες κανονιστικές διατάξεις, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις:

- που η προσκόμιση των εμπορευμάτων στην τελωνειακή αρχή δεν δύναται να πραγματοποιηθεί,

- τα εμπορεύματα βρίσκονται σε άλλο Κ-Μ, από το οποίο θα πρέπει να ληφθούν πληροφορίες για την έκδοση και την εκτέλεση της απόφασης διαγραφής/επιστροφής,

- πρέπει να τηρηθούν διαδικασίες στις οποίες υπόκειται η εκτέλεση της απόφασης διαγραφής/επιστροφής, ανεξάρτητα ακόμη και από το δικαιολογημένο της χορήγησης της (έκδοση σχετικής απόφασης πριν από την εκτέλεση τους).

3. Η επιστροφή/διαγραφή δασμών λόγω σφάλματος των τελωνειακών αρχών (και υπό δεδομένες προϋποθέσεις) αποτελεί πλέον ξεχωριστή διάταξη (άρθρο 119 του ΕνΤΚ - πρώην 236 του ΚΤΚ, βεβαίωση ή και είσπραξη κατά παράβαση του άρθρου 220.2.β, του ΚΤΚ) στο πλαίσιο των επιστροφών/διαγραφών δασμών.

Επισημαίνεται ότι δεν υφίσταται πλέον η περίπτωση της μη συμπληρωματικής βεβαίωσης (non RECovery/REC) δασμών (και εθνικών πόρων/λοιπών επιβαρύνσεων) . Η διάταξη του άρθρου 220.2.β του ΚΤΚ (μη συμπληρωματική βεβαίωση λόγω σφάλματος των τελωνειακών αρχών) υφίσταται πλέον σαν διάταξη του 119 του ΕνΤΚ. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι, παρότι η τελωνειακή αρχή διαπιστώνει (οίκοθεν ή με αίτηση) σφάλμα τελωνειακών αρχών, είναι υποχρεωμένη να βεβαιώσει το ποσό εκ των υστέρων και στη συνέχεια να προβεί στη διαγραφή του (ή, εφόσον έχει υπάρξει είσπραξη, την επιστροφή του).

Συνεπώς η περίπτωση REC δεν υφίσταται πλέον· υφίστανται πλέον μόνο οι περιπτώσεις REPayment/REMission (REP/REM).

4. Σύμφωνα με το άρθρο 116.4 του ΕνΤΚ, η τελωνειακή αρχή δύναται πλέον να εκδίδει οίκοθεν απόφαση επιστροφής/διαγραφής δασμών όταν διαπιστώνει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 120 του ΕνΤΚ (Δίκαιη Μεταχείριση). Στον ΚΤΚ έπρεπε να υφίσταται αίτηση επιστροφής από τον αιτούντα.

5. Στο άρθρο 120.2 του ΕνΤΚ (Δίκαιη Μεταχείριση) αποτυπώνεται το πότε, μεταξύ άλλων, αποδεικνύεται σαφώς η ύπαρξη ειδικών περιστάσεων που συνηγορούν στην επιστροφή/διαγραφή δασμών σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διάταξη. Η παράγραφος 2 προστέθηκε λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία του Δ.Ε.Ε. Στη περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 120 του ΕνΤΚ (Δίκαιη Μεταχείριση) εξακολουθεί να μην πραγματοποιείται επιστροφή/διαγραφή εθνικών πόρων, καθώς δεν υφίσταται σχετική διάταξη στη χώρα μας.

6. Σύμφωνα με το άρθρο 121.2 του ΕνΤΚ, όταν οι τελωνειακές αρχές δεν είναι σε θέση, βάσει των λόγων που προβλήθηκαν στην αίτηση, να επιτρέψουν την επιστροφή ή τη διαγραφή ποσού εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού, επιβάλλεται να εξετάζουν την ουσία αίτησης επιστροφής ή διαγραφής σε σχέση με τους άλλους προβλεπόμενους λόγους (νομική βάση, ως ανωτέρω περιγραφείσα) επιστροφής ή διαγραφής.

7. Σύμφωνα με το άρθρο 121.3 του ΕνΤΚ, όταν ασκείται προσφυγή κατά της κοινοποίησης της τελωνειακής οφειλής, η προθεσμία απάντησης σε αίτηση επιστροφής/διαγραφής αναστέλλεται, από την ημερομηνία που ασκείται η προσφυγή και καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας προσφυγής. (ανάλογη διάταξη το άρθρο 4.6 του Ν.2690/99 Κ.Δ.Διαδικασίας - Δεν δύναται να υφίσταται απόφαση της τελωνειακής αρχής σε σχετική αίτηση, τη στιγμή που υφίσταται εκκρεμής προσφυγή ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων για το ίδιο αντικείμενο).

8. Ενσωματώνονται στο κύριο κείμενο του ΕνΤΚ διατάξεις που ήταν στις ΔΕΚΤΚ (σχετικές οι διατάξεις των άρθρων 117.2, 118.3.γ, 121.4 του ΕνΤΚ).

9. Στο άρθρο 181 του Καν.2447/15 ΙΑ αποτυπώνονται οι υποχρεώσεις των Κ-Μ προς ενημέρωση της Ε. Επιτροπής, για τις περιπτώσεις λήψης οίκοθεν αποφάσεων των Κ-Μ σε εφαρμογή των άρθρων 119 (Σφάλμα των αρμοδίων αρχών) και 120 (Δίκαιη μεταχείριση).

Οι εν λόγω υποχρεώσεις αποτυπώνονταν στα άρθρα 870 και 904α των ΔΕΚΤΚ και αφορούσαν τη συγκέντρωση από τις τελωνειακές αρχές (μέσω της Κεντρικής Υπηρεσίας των Κ-Μ) πληροφοριακών δεδομένων (εξαμηνιαία στοιχεία REC/REM για αποφάσεις με ποσά άνω των 50.000 Ευρώ προς ενημέρωση της ΓΔ Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης της Ε.Επιτροπής, / ετήσια στοιχεία REC/REM για αποφάσεις κάτω των 50.000 Ευρώ προς ενημέρωση της ΓΔ Προϋπολογισμού της Ε.Επιτροπής, πλέον -και ανεξαρτήτως ποσού- των περιπτώσεων εφαρμογής του άρθρου 236 του ΚΤΚ σε συσχέτιση με το άρθρο 889.1.δεύτερο εδάφιο των ΔΕΚΤΚ).

Οι υπηρεσίες σας, κατ' εφαρμογή του άρθρου 181 του Καν.2447/15 ΙΑ, θα εξακολουθούν να αποστέλλουν τα εν λόγω πληροφοριακά δεδομένα στην Υπηρεσία μας (αυτεπάγγελτα για τα εξαμηνιαία και ύστερα από εγκύκλιο μας για τα ετήσια) αναφέροντας είτε αρνητικά είτε θετικά (ύπαρξη ή μη περιπτώσεων εφαρμογής των άρθρων 119 ή/και 120 του ΕνΤΚ και έκδοσης σχετικών αποφάσεων). Σε περίπτωση θετικής ενημέρωσης (ύπαρξη σχετικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τις τελωνειακές αρχές της χώρας), οι υπηρεσίες σας, κατά την αποστολή των πληροφοριακών δεδομένων στην Υπηρεσία μας, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την παράγραφο 3 του άρθρου 181 του Καν.2447/15 ΙΑ.

10. Τα άρθρα 910 έως 912 των ΔΕΚΤΚ, που αφορούν την διοικητική συνδρομή μεταξύ των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών για την έκδοση απόφασης επιστροφής, όταν τα εμπορεύματα, που αναφέρονται στην υπόθεση επιστροφής/διαγραφής δασμών, βρίσκονται σε άλλο Κ-Μ από εκείνο που ανήκει η τελωνειακή αρχή λήψης/έκδοσης απόφασης, αποτυπώνονται στα άρθρα 95 και 96 του Καν.2446/15 DA και 175 και -κατ' αναλογία- 176 του Καν.2447/15 ΙΑ.

Απόσβεση τελωνειακής οφειλής
Άρθρα
• 124 ΕνΤΚ,
• 103 Καν.2446/15 DA

Οι κυριότερες αλλαγές που αποτυπώνονται στα θέματα απόσβεσης του ποσού της τελωνειακής οφειλής από εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς είναι οι ακόλουθες:

1. Στο άρθρο 124.1.περίπτωση α, του ΕνΤΚ εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι μια γεννηθείσα τελωνειακή οφειλή αποσβένεται όταν δεν μπορεί πλέον να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη μετά το τέλος της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 103 του ΕνΤΚ (παραγραφής προς βεβαίωση και γνωστοποίησης της τελωνειακής οφειλής) (άρθρο και όχι 91 -σφάλμα αντιστοίχησης στην ελληνική έκδοση).

2. Στο άρθρο 124.1.περίπτωση ε, του ΕνΤΚ εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι μια γεννηθείσα τελωνειακή οφειλή αποσβένεται όταν εμπορεύματα που υπόκεινται σε εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς δημευθούν ή κατασχεθούν και συγχρόνως ή στη συνέχεια δημευθούν. Δεν υφίσταται πλέον ο περιορισμός της γένεσης οφειλής κατά την παράτυπη εισαγωγή (άρθρο 233, περίπτωση δ) [που, σύμφωνα με απόφαση του Δ.Ε.Ε. (η από 29-4-2010 Απόφασης του Δ.Ε.Κ. στην υπόθεση C-230/08 ''Dansk Transport og Logistik''), που επέβαλε την ανάκτηση της τελωνειακής οφειλής στο πρώτο σημείο εισόδου κατασχεμένου λαθρεμπορεύματος στο κοινοτικό τελωνειακό έδαφος (και εφόσον υπήρχαν ικανές αποδείξεις για τον προσδιορισμό του σημείου αυτού), όταν το σημείο κατάσχεσης ή δήμευσης του ήταν σε επόμενο αυτού τοπικό σημείο του κοινοτικού τελωνειακού εδάφους, καθώς η απόφαση θεωρούσε ότι η απόσβεση επέρχεται μόνο όταν εμπορεύματα που υπόκεινται σε εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς δημευθούν ή κατασχεθούν και συγχρόνως ή στη συνέχεια δημευθούν στο πρώτο σημείο εισόδου τους στο κοινοτικό τελωνειακό έδαφος]. Ο υπολογισμός όμως των χρηματικών κυρώσεων επί τη βάσει του ποσού των εισαγωγικών δασμών παραμένει (παράγραφος 2, άρθρο 124.1.περίπτωση ε, του ΕνΤΚ).

3. Απόσβεση τελωνειακής οφειλής πραγματοποιείται εφόσον έχει επέλθει η γένεση της. Από το άρθρο 124.1.περίπτωσεις ζ, η, θ, του ΕνΤΚ προκύπτει ότι δεν υφίσταται πλέον η έννοια της μη γένεσης (μη ύπαρξης) της τελωνειακής οφειλής (άρθρα 204 και 206 του ΚΤΚ).

4. Στο άρθρο 124.1.περίπτωση ι, του ΕνΤΚ εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι μια γεννηθείσα τελωνειακή οφειλή αποσβένεται όταν, η τελωνειακή οφειλή έχει γεννηθεί δυνάμει του άρθρου 78 του ΕνΤΚ (Ειδικές διατάξεις σχετικά με μη καταγόμενα εμπορεύματα - άρθρο 216 του ΚΤΚ) και οι διατυπώσεις που πραγματοποιούνται για τη χορήγηση της προτιμησιακής δασμολογικής μεταχείρισης που αναφέρεται στο ίδιο άρθρο (78.1 του ΕνΤΚ) ακυρώνονται.

5. Στο άρθρο 124.1.περίπτωση ια, του ΕνΤΚ εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι μια γεννηθείσα τελωνειακή οφειλή αποσβένεται όταν, με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του ίδιου άρθρου, η τελωνειακή οφειλή έχει γεννηθεί δυνάμει του άρθρου 79 του ΕνΤΚ (τελωνειακή οφειλή που γεννάται λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων και όρων) και έχουν παρασχεθεί στις τελωνειακές αρχές ικανοποιητικές αποδείξεις σύμφωνα με τις οποίες τα εμπορεύματα δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ή καταναλωθεί και έχουν εξέλθει από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.
Στο άρθρο 124.6 του ΕνΤΚ όμως εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι όταν η τελωνειακή οφειλή αποσβένεται σύμφωνα με τη περίπτωση ια της παραγράφου 1 αυτού (βλέπε προηγούμενο σημείο 5), η τελωνειακή οφειλή δεν αποσβένεται όμως στη περίπτωση αυτή έναντι του προσώπου ή των προσώπων που διέπραξαν απόπειρα απάτης.

6. Στο άρθρο 124.5 του ΕνΤΚ εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι όταν ευθύνονται περισσότεροι του ενός οφειλέτες για την πληρωμή του ποσού του εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού που αντιστοιχεί στην τελωνειακή οφειλή και χορηγείται διαγραφή, η τελωνειακή οφειλή αποσβένεται μόνο έναντι του προσώπου ή των προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί η διαγραφή.

7. Στο άρθρο 124.7 του ΕνΤΚ εισάγεται η περίπτωση που προβλέπει ότι όταν η τελωνειακή οφειλή έχει γεννηθεί δυνάμει του άρθρου 79 του ΕνΤΚ (τελωνειακή οφειλή που γεννάται λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων και όρων), η οφειλή αυτή αποσβέννυται έναντι των προσώπων των οποίων η συμπεριφορά δεν ενέχει απόπειρα διάπραξης απάτης και τα οποία συνέβαλαν στην καταπολέμηση της απάτης.

8. Στο άρθρο 103 του Καν.2446/15 DA καταγράφονται οι περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 124.1.η, του ΕνΤΚ, ήτοι οι περιπτώσεις που, υπό την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που θέτει η εν λόγω διάταξη του ΕνΤΚ [ί)οι παραλείψεις που οδήγησαν στη γένεση τελωνειακής οφειλής δεν είχαν ουσιαστικές συνέπειες για την ορθή λειτουργία του οικείου τελωνειακού καθεστώτος και δεν αποτελούσαν απόπειρα διάπραξης απάτης (απαλοιφή της πρόδηλης αμέλειας), και ίί)έχουν διεκπεραιωθεί εκ των υστέρων όλες οι διατυπώσεις που απαιτούνται για τη διευθέτηση της κατάστασης των εμπορευμάτων], θεωρούνται παραλείψεις που δεν έχουν ουσιαστικές συνέπειες για την ορθή λειτουργία τελωνειακού καθεστώτος, παρά το γεγονός της γένεσης της τελωνειακής οφειλής σύμφωνα με το άρθρο 79 του ΕνΤΚ (τελωνειακή οφειλή που γεννάται λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων και όρων).

Οι εν λόγω περιπτώσεις αποτυπώνονται στο άρθρο 103 του Καν.2446/15 DA πιο «συγκεντρωτικά» από το άρθρο 859 των ΔΕΚΤΚ (συσχέτιση αυτού με το άρθρο 204 του ΚΤΚ). Αξίζει να αναφερθούν οι ακόλουθες περιπτώσεις:

«Οι ακόλουθες περιπτώσεις θεωρούνται παραλείψεις που δεν έχουν ουσιαστικές συνέπειες για την ορθή λειτουργία του τελωνειακού καθεστώτος:
α) ...................
β) ...................
γ) σε περίπτωση μεταγενέστερης αποκατάστασης της τελωνειακής επιτήρησης για εμπορεύματα που δεν υπάγονται επισήμως σε καθεστώς διαμετακόμισης, αλλά τα οποία τελούσαν προηγουμένως υπό προσωρινή εναπόθεση ή υπό ειδικό καθεστώς μαζί με εμπορεύματα υπαγόμενα επισήμως στο εν λόγω καθεστώς διαμετακόμισης·

Στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρείται ότι η ανεύρεση αριθμού διαμετακομιζόμενων εμπορευμάτων μεγαλύτερου από τα δηλωθέντα (ή και εμπορευμάτων διαφορετικών από τα δηλωθέντα) σε μια κίνηση διαμετακόμισης, τα οποία τελούσαν προηγουμένως υπό προσωρινή εναπόθεση ή υπό ειδικό καθεστώς (υπό τελωνειακή επιτήρηση) και διαμετακομίστηκαν μαζί με εμπορεύματα υπαγόμενα επισήμως (με δήλωση διαμετακόμισης) στο εν λόγω καθεστώς διαμετακόμισης, ενδέχεται, υπό την εκπλήρωση των προαναφερόμενων προϋποθέσεων, να επιφέρει την απόσβεση της γεννηθείσας τελωνειακής οφειλής.

δ) στην περίπτωση εμπορευμάτων που έχουν υπαχθεί σε ειδικό καθεστώς, εκτός από αυτό της διαμετακόμισης και των ελεύθερων ζωνών, ή στην περίπτωση εμπορευμάτων που τελούν υπό προσωρινή εναπόθεση, εάν έχει υπάρξει λάθος όσον αφορά τις πληροφορίες της τελωνειακής διασάφησης που εκκαθαρίζει το καθεστώς ή περατώνει την προσωρινή εναπόθεση, εφόσον το εν λόγω λάθος δεν έχει αντίκτυπο στην εκκαθάριση του καθεστώτος ή τη λήξη της προσωρινής εναπόθεσης·

Ένα παράδειγμα για τη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί η εσφαλμένη δηλωθείσα -με διατυπώσεις- εξαγωγή παράγωγων εμπορευμάτων, που προέκυψαν από καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή, αντί να δηλωθεί η επανεξαγωγή τους για την ορθή εκκαθάριση του εν λόγω ειδικού καθεστώτος. Ενδέχεται, υπό την εκπλήρωση των προαναφερόμενων προϋποθέσεων, να επέλθει απόσβεση της γεννηθείσας τελωνειακής οφειλής εφόσον προκύψει χωρίς αμφιβολία η έξοδος των εμπορευμάτων από το κοινοτικό τελωνειακό έδαφος προς τον παραλήπτη τους, όπως ορίζεται από το εν λόγω ειδικό καθεστώς.

ε) σε περίπτωση γένεσης τελωνειακής οφειλής σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β) του κώδικα, εφόσον ο ενδιαφερόμενος ενημερώσει τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές για τη μη τήρηση είτε πριν τη γνωστοποίηση της τελωνειακής οφειλής είτε πριν την ενημέρωση του εν λόγω ενδιαφερομένου από τις τελωνειακές αρχές για την πρόθεσή τους να διεξαγάγουν έλεγχο». Στη συγκεκριμένη περίπτωση ενθαρρύνεται η αυτόβουλη ενημέρωση της τελωνειακής αρχής από το πρόσωπο που καθίσταται οφειλέτης λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων που, σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β) του ΕνΤΚ :

α) καθορίζονται στην τελωνειακή νομοθεσία όσον αφορά την είσοδο μη ενωσιακών εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, την απομάκρυνσή τους από την τελωνειακή επιτήρηση ή τη διακίνηση, μεταποίηση, αποθήκευση, προσωρινή εναπόθεση, προσωρινή εισαγωγή ή διάθεση των εμπορευμάτων αυτών εντός του εν λόγω εδάφους,

β) ορίζονται στην τελωνειακή νομοθεσία σχετικά με τον ειδικό προορισμό εμπορευμάτων εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης,
Ενδέχεται, υπό την εκπλήρωση των προαναφερόμενων προϋποθέσεων, να επέλθει απόσβεση της γεννηθείσας τελωνειακής οφειλής εφόσον ο οφειλέτης ενημερώσει τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές για τη μη τήρηση των υποχρεώσεων:

• είτε πριν τη γνωστοποίηση της τελωνειακής οφειλής που προκύπτει από αιφνιδιαστικό έλεγχο των ανωτέρω τελωνειακών καθεστώτων και διαδικασιών από τις τελωνειακές αρχές

• είτε πριν την ενημέρωση του εν λόγω ενδιαφερομένου από τις τελωνειακές αρχές για την πρόθεσή τους να διεξαγάγουν ένα τέτοιο προγραμματισμένο έλεγχο των ανωτέρω τελωνειακών καθεστώτων και διαδικασιών

Ωστόσο πρέπει να αναφερθεί ότι, παρά το ενδεχόμενο της απόσβεσης της τελωνειακής οφειλής από δασμούς κατ' εφαρμογή του άρθρου 124.1.η, του ΕνΤΚ (σε συσχέτιση αυτού με το άρθρο 103 του Καν.2446/15 DA), σύμφωνα με το άρθρο 125 του ΕνΤΚ, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να μην εμποδίζονται να εφαρμόζουν κυρώσεις για μη συμμόρφωση με την τελωνειακή νομοθεσία γένεσης της τελωνειακής οφειλής σύμφωνα με το άρθρο 79 του ΕνΤΚ (τελωνειακή οφειλή που γεννάται λόγω μη τήρησης υποχρεώσεων και όρων).

Κατόπιν των ανωτέρω η Υπηρεσία μας παραμένει στη διάθεση των Τελωνειακών Αρχών για τυχόν διευκρινήσεις, εφόσον συντρέχει περίπτωση.


Ακριβές αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
Σ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ

Αριθ. πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Α 1063615 ΕΞ 2016/20.4.2016 Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη

$
0
0
Αθήνα, 20 Απριλίου 2016
Αρ. Πρωτ: ΔΔΘΤΟΚ Α 1063615 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ ΔΑΣΜ. ΘΕΜΑΤΩΝ και ΤΕΛΩΝ.ΟΙΚΟΝΟΜ.ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες: Μ. Λύτρα
Τηλέφωνο: 210 69.87.480
FAX: 210 69.87.489
Email: m.lytra@2001.syzefxis.gov.gr

ΘΕΜΑ: «Διαμόρφωση δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη»

ΣΧΕΤ.:  Η αριθ. πρωτ. Δ.718/446/27.04.2006 Δ.Υ.Ο.Ο

Αναφορικά με το ανωτέρω θέμα και σύμφωνα με:

- το άρθρο 30 παράγραφος 2γ) του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα ,

- το άρθρο 152 παράγραφος 1α) του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής περί θεσπίσεως ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής , ο οποίος σας κοινοποιήθηκε με την παραπάνω σχετική Δ.Υ.Ο.Ο., σας γνωστοποιούμε τις κατά μονάδα αξίες για τη διαμόρφωση της δασμολογητέας αξίας, ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων, που εισάγονται αποκλειστικά με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη, (χωρίς συναλλακτική αξία και τιμολόγια), και ισχύουν για τη χρονική περίοδο από 22.04.2016 έως και 05.05.2016. Σημειώνεται ότι, οι κατά μονάδα αξίες δεν εφαρμόζονται για τις χρονικές περιόδους και για τα εμπορεύματα για τα οποία θεσπίζονται τιμές εισόδου βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 (άρθ. 136 παρ.2 και άρθ.137) της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε, με τον Καν. (ΕΕ) αριθ. 499/2014 της Επιτροπής, και ισχύει.

Για τα εμπορεύματα για τα οποία δεν καθορίζονται τιμές θα πρέπει να εφαρμόζεται η μέθοδος προσδιορισμού της δασμολογητέας αξίας του άρθρου 30 παράγραφος 2γ του Καν. 2913/92.

Οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Περιφερειών παρακαλούνται για την άμεση ενημέρωση των Τελωνείων δικαιοδοσίας τους.


ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΔΙΚΗΜΕΝΑΚΗ 

Κατάλογος εμπορευμάτων Παραρτήματος Ι του καν. (ΕΚ) αριθ. 215/2006 της Επιτροπής Απλοποιημένη διαδικασία για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ορισμένων ευπαθών εμπορευμάτων που εισάγονται με το εμπορικό καθεστώς της πώλησης επί παρακαταθήκη σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2γ) του Τελωνειακού Κώδικα




Αριθ. πρωτ.: ΔΕΦΚΦ Γ 1068636 ΕΞ 2016/28.4.2016 Παράταση ισχύος εφαρμογής της αρ. πρωτ. Φ.1208/662/31.7.2006 Ε.Δ.Υ.Ο.Ο.-άμεση παραλαβή επιβατικών αυτοκινήτων

$
0
0
Αθήνα, 28 Απριλίου 2016
Αρ. Πρωτ.: ΔΕΦΚΦ Γ 1068636 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
Δ/ΝΣΗ Ε.Φ.Κ. και ΦΠΑ - Τμήμα Γ'

Ταχ. Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας: 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες:
Τηλέφωνο: 210 6987401
FAX: 210 6987408
e-mail: finexcis@otenet.gr
 
ΘΕΜΑ: Παράταση ισχύος εφαρμογής της αρ. πρωτ. Φ.1208/662/31.7.2006 Ε.Δ.Υ.Ο.Ο.-άμεση παραλαβή επιβατικών αυτοκινήτων.

ΣΧΕΤ: α) Το αρ. πρωτ. 8186/31.3.2016 έγγραφο της Τελωνειακής Περιφέρειας Θεσ/νικης.

β) Η αρ. πρωτ. Φ.1208/662/31.7.2006 Ε.Δ.Υ.Ο.Ο.

γ) Η αρ. πρωτ. Φ.1252/648/18.9.2008 Ε.Δ.Υ.Ο.Ο.

δ) Η αρ. πρωτ. ΔΕΦΚΦ Γ 5011545 ΕΞ 2015/22.5.2015 Ε.Δ.Υ.Ο.

Κατόπιν του ανωτέρω (α) σχετικού εγγράφου της Τελωνειακής Περιφέρειας Θεσσαλονίκης, αναφορικά με παράταση δυνατότητας εφαρμογής από τα Τελωνεία Νομού Θεσσαλονίκης της εν θέματι Ε.Δ.Υ.Ο.Ο., η οποία είχε δοθεί με τη (δ) σχετική, για την αντιμετώπιση καθυστερήσεων που παρατηρούνται κατά τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των αυτοκινήτων οχημάτων από την εν λόγω αρμόδια υπηρεσία, για σκοπούς επιβολής τέλους ταξινόμησης, σας γνωρίζουμε ότι, για την ταχύτερη εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων, η αρ. πρωτ. Φ.1208/662/31.7.2006 Ε.Δ.Υ.Ο.Ο. δύναται να εφαρμόζεται από 1.5.2016 μέχρι και 31.08.2016 και από τα Τελωνεία Νομού Θεσσαλονίκης.

Κατά τα λοιπά, εξακολουθούν να ισχύουν ως προς τη διαδικασία, τα διαλαμβανόμενα στις ως άνω (β), (γ) και (δ) σχετικές Ε.Δ.Υ.Ο.Ο. και παρακαλούμε για την πιστή τήρησή τους, προς διασφάλιση των εσόδων του Δημοσίου από όλα τα αρμόδια Τελωνεία της χώρας, εκτός των Τελωνείων Αττικής. 


ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο/Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ/ΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Η ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ και Ε.Φ.Κ.
E. ΓΙΑΛΟΥΡΗ

Σ.ΛΟ.Τ. αριθμ. πρωτ.: 459 ΕΞ/22.4.2016 Ορισμός αναλώσιμων υλικών αγαθών.

$
0
0

Αθήνα, 22.04.2016
Αριθμ. Πρωτ.: 459 ΕΞ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ & ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)


ΣΛΟΤ 459/2016

Θέμα: Ορισμός αναλώσιμων υλικών αγαθών.

ΕΡΩΤΗΜΑ

Με την παρ. 4 του άρθρου 4 του Ν.4308/2014 ορίζεται (για το αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων) ότι «αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται». Περαιτέρω, με την παρ. 8 του άρθρου 20 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι «οι αγορές αναλώσιμων υλικών που δεν είναι σημαντικές για το μέγεθος της οντότητας μπορούν να αντιμετωπίζονται ως έξοδα της περιόδου». Προς αποφυγή παρερμηνειών στην εφαρμογή του νόμου, παρακαλώ αν μπορεί να διευκρινιστεί:

α) (i) Αν ως «αναλώσιμα υλικά» θεωρούνται μόνο οι ύλες οποίες αν και αναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία δεν ενσωματώνονται στα προϊόντα, π.χ. σε μια οντότητα κατασκευής μεταλλικών επίπλων οι δίσκοι κοπής μετάλλων και τα ηλεκτρόδια συγκόλλησης, ή

(ii) Αν ως «αναλώσιμα υλικά» θεωρούνται (και) οι ύλες που ενσωματώνονται στα προϊόντα, π.χ. σε μια οντότητα κατασκευής επίπλων τα νήματα για τις ραφές των υφασμάτων.

β) Αν στο αρχείο των ιδιόκτητων αποθεμάτων περιλαμβάνονται και τα «υλικά- ανταλλακτικά παγίων στοιχείων» (των μηχανημάτων της παραγωγικής διαδικασίας)

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Γενικά, τα αναλώσιμα υλικά είναι υλικά που αναλώνονται στις διάφορες λειτουργίες της επιχείρησης, (συντήρηση παγίων, παραγωγική διαδικασία, διοίκηση, διάθεση). Ο νόμος δεν κάνει διάκριση ανάλογα με το εάν τα αναλώσιμα υλικά ενσωματώνονται ή όχι στο τελικό προϊόν. Συνήθως, τα αναλώσιμα υλικά είναι ήσσονος σημασίας από πλευράς κόστους για το παραγόμενο προϊόν ή υπηρεσία.

Με βάση τον ορισμό του παραρτήματος Α, τα ανταλλακτικά παγίων που αναλώνονται με την τοποθέτησή τους στα πάγια (στην ουσία αναλώσιμα), είναι αποθέματα (περίπτωση (γ) του ορισμού), αφού η συντήρηση των παγίων στην οποία χρησιμοποιούνται, καταλήγει ή στην παραγωγική διαδικασία, ή στην παροχή υπηρεσιών.

Τα ανταλλακτικά παγίων που αποτελούν εφεδρικό εξοπλισμό και είναι σε διαθεσιμότητα για τη συνεχή λειτουργία των ενσωμάτων παγίων, αν και δεν ορίζεται ρητά στο νόμο, από λογιστικής απόψεως βάσει των γενικά παραδεκτών λογιστικών αρχών, θεωρούνται τμήμα της αξίας των αντίστοιχων παγίων και συνεπώς παρακολουθούνται ως ενσώματα πάγια στοιχεία και όχι ως αποθέματα.

ΤΑ ΜΕΛΗ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ


Αριθ. πρωτ.: ΑΝ.ΥΠ.ΟΙΚ. 0001160 ΕΞ 2016/27.4.2016 Καθορισμός προδιαγραφών και απαιτήσεων για την έγκριση πλωτών μέσων μεταφοράς καυσίμων ναυτιλίας ως πλωτών εφοδιαστικών μέσων

$
0
0
Αθήνα, 27 Απριλίου 2016
Αρ. πρωτ.: ΑΝ.ΥΠ.ΟΙΚ. 0001160 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΘΕΜΑ: «Καθορισμός προδιαγραφών και απαιτήσεων για την έγκριση πλωτών μέσων μεταφοράς καυσίμων ναυτιλίας ως πλωτών εφοδιαστικών μέσων»

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ και ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ,
Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Έχοντας υπόψη:

Α.Τις διατάξεις:

1) του άρθρου 320 του Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α΄86),

2) του άρθρου πρώτου υποπαρ. 1.3. περίπτωση 9 του Ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α΄222)

3) του άρθρου 42 του Ν. 4155/2013 ( ΦΕΚ Α΄ 120),

4) του άρθρου 31 του Ν. 4177/2013 ( ΦΕΚ Α΄173),

5) του άρθρου 15 παράγρ. 8α του Ν. 3054/2002 (ΦΕΚ Α΄230), όπως ισχύει

6) του άρθρου 31 παρ. 3 εδαφ. γ΄του Ν. 3784/2009 (ΦΕΚ Α΄137), όπως ισχύει,

7) του άρθρου 40 του Ν. 2960/2001( ΦΕΚ Α΄265) « Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», όπως ισχύει,

8) του άρθρου 90 παρ. 2 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά ΄Οργανα , που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 ( ΦΕΚ Α΄98) « Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα»,

9) του Π.Δ. 185/2009 (ΦΕΚ Α΄213) «Περί ανασύστασης του Υπουργείου Οικονομικών»,

10) του Π.Δ. 189/2009 (ΦΕΚ Α΄221) «Καθορισμός και ανακατανομή αρμοδιοτήτων των Υπουργείων»,

11) του Π.Δ. 111/2014 (ΦΕΚ Α΄178)«Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει,

12) του Π.Δ. 103/2014 (ΦΕΚ Α΄170) «Οργανισμός του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου»

13) του Π.Δ. 109/2014 (ΦΕΚ Α΄176) «Οργανισμός του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων», όπως ισχύει

14) του Π.Δ. 116/2014 (ΦΕΚ Α΄185) «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας»

15) του Π.Δ. 69/2015 (ΦΕΚ Α΄104) «Διορισμός του Αλέξιου Π. Τσίπρα , ως Πρωθυπουργού»,

16) του Π.Δ. 70/2015 (ΦΕΚ Α΄114) « Ανασύσταση Υπουργείων ...μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού»,

17) του Π.Δ. 73/2015 ( ΦΕΚ Α΄116) « Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών»

18) του Π.Δ. 18/2016 (ΦΕΚ Α΄27) «Αποδοχή παραίτησης του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και διορισμός νέου»,

19)της υπ΄αριθμ. Υ14/3-10-2015 ( ΦΕΚ Β΄2144/6-10-2015) απόφασης του Πρωθυπουργού «Ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Αν. Υπουργό Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη»,

20) της υπ΄αριθμ. 107837/21-10-2015 (ΦΕΚ Β΄2280) απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού «Ανάθεση αρμοδιοτητήτων στην Υφυπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού Θεοδώρα Τζάκρη»,

21) της υπ΄αριθμ. οικ.19273/565/Φ.1 (ΦΕΚ 710 Β΄) απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Καθορισμός αρμοδιοτήτων Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Μαρίνας Χρυσοβελώνη»

22) των άρθρων 1, 2 και 4 της υπ΄αριθμ. 4170 ΕΞ 2015/15.12.2015 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄2722), όπως ισχύει,

23) της υπ΄αριθμ. Φ2-1393/2007 ΚΥΑ, και ειδικότερα του Παραρτήματος ΜΙ005, Πίνακας 5, με την οποία ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία η Οδηγία 2004/22/ΕΚ(MID) (ΦΕΚ Β΄521),

Β. 1)Την ανάγκη καθορισμού διαδικασιών και προδιαγραφών εγκατάστασης συστημάτων παρακολούθησης εισροών-εκροών στα πλωτά εφοδιαστικά μέσα και των απαιτήσεων συμμόρφωσης, καταγραφής, λειτουργίας και διασφάλισης των μετρήσεων. Την ανάγκη καθορισμού του είδους και του περιεχομένου των στοιχείων που παρέχονται από το σύστημα αυτό.

2)Την ανάγκη καθορισμού διαδικασιών και προδιαγραφών εγκατάστασης και ελέγχου Ηλεκτρονικού συστήματος εντοπισμού θέσης, συλλογής και αποστολής δεδομένων στα πλωτά εφοδιαστικά μέσα και των απαιτήσεων συμμόρφωσης, καταγραφής, λειτουργίας και διασφάλισης των μετρήσεων και ηλεκτρονικής αποστολής δεδομένων στο Κέντρο. Την ανάγκη καθορισμού του είδους και του περιεχομένου των στοιχείων που παρέχονται από το σύστημα αυτό.

3)Το γεγονός ότι με τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
Ορισμοί - Σκοπός – Πεδίο Εφαρμογής

Άρθρο 1


Ορίζουμε τις προδιαγραφές και τις απαιτήσεις για την έγκριση πλωτών μέσων μεταφοράς καυσίμων ναυτιλίας ως πλωτών εφοδιαστικών μέσων κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της αριθμ. 4170 ΕΞ 2015 /15.12.2015 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β 2722), όπως εκάστοτε ισχύει.

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας απόφασης νοούνται ως :

1. «Πλωτά εφοδιαστικά μέσα»: όλα τα δεξαμενόπλοια-σλέπια αυτοκινούμενα ή μη, ανεξαρτήτως χωρητικότητας και πλόων που μεταφέρουν ναυτιλιακό καύσιμο προκειμένου να το παραδώσουν ως εφόδιο σε δικαιούχα απαλλαγής πλοία, και τα οποία θα πρέπει:

(i) να έχουν απογραφεί στη Βάση Δεδομένων της Δ/νσης Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων που θα τηρείται στην Γ.Γ.Π.Σ.,

(ii) να έχουν αριθμό μητρώου Διακινητή Πετρελαίου Ναυτιλίας και Αφορολογήτων Καυσίμων (ΔΙ.ΠΕ.ΝΑ.Κ.) σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αρίθμ. T4006/68/B0019/21.8.2008 ΑΥΟΟ (1764 Β΄) όπως εκάστοτε ισχύει.

(iii) Να έχουν εγκαταστήσει αυτόματο σύστημα προσδιορισμού ταυτότητας πλοίων AIS (Automatic Identification System)

(iv) Να έχουν εγκαταστήσει ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης GPS (Global Positioning System) συλλογής και αποστολής δεδομένων.

(v) Να έχουν εγκαταστήσει ολοκληρωμένα συστήματα ηλεκτρονικού ελέγχου εισροών – εκροών.

2. «Ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης, συλλογής και αποστολής δεδομένων» η διάταξη η οποία ορίζεται από: α) Σύστημα εντοπισμού θέσης (Global Positioning System - GPS), β) ενσωματωμένη μονάδα συλλογής και αποστολής δεδομένων σε κέντρο παρακολούθησης και ελέγχου και δεν αποτελεί τον ναυτιλιακό εξοπλισμό του πλοίου.

3. «Κέντρο»: Το κέντρο συντονισμού στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης (ΓΓΠΣΔΥ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 της υπ΄αριθμ. 4170 ΕΞ 2015/15.12.2015 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄2722)

4. Ναυτιλιακό Καύσιμο : Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (Ντίζελ) ή πετρέλαιο εξωτερικής καύσης (μαζούτ) που χρησιμοποιείται για εφοδιασμούς πλοίων, όπως ορίζεται στις Αποφάσεις του Ανωτάτου Χημικού Συμβουλίου (Α.Χ.Σ.) 96/2014 (ΦΕΚ Β΄2136) και 507/2000 (ΦΕΚ Β΄484/2001), όπως ισχύουν.

Άρθρο 2
Σκοπός – Πεδίο Εφαρμογής


Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι:

1. Ο καθορισμός των διαδικασιών και προδιαγραφών εγκατάστασης και λειτουργίας συστημάτων παρακολούθησης εισροών-εκροών μεταφερόμενων ναυτιλιακών καυσίμων από πλωτά εφοδιαστικά μέσα, καθώς και των απαιτήσεων συμμόρφωσης, λειτουργίας, καταγραφής και διασφάλισης των μετρήσεων.

2. O καθορισμός των απαιτήσεων για την εγκατάσταση δορυφορικής συσκευής εντοπισμού στοιχείων θέσης (σύστημα GPS) και μετάδοσης πληροφοριών από τα πλωτά εφοδιαστικά μέσα στο Κέντρο σε πραγματικό χρόνο μέσω σήματος που θα αποστέλλεται ηλεκτρονικά στο Κέντρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
Σύστημα παρακολούθησης εισροών – εκροών ναυτιλιακών καυσίμων στα πλωτά εφοδιαστικά μέσα

Άρθρο 3
Περιγραφή - Γενικές Απαιτήσεις


1. Ως μετρητικό σύστημα παρακολούθησης εισροών – εκροών, νοείται σύστημα το οποίο απαρτίζεται από:

α) υποσύστημα μέτρησης της ποσότητας που φορτώνεται στις δεξαμενές μεταφοράς ναυτιλιακών καυσίμων των πλωτών εφοδιαστικών μέσων,

β) υποσύστημα μέτρησης της ποσότητας που εκφορτώνεται από τις δεξαμενές μεταφοράς ναυτιλιακών καυσίμων των πλωτών εφοδιαστικών μέσων και

γ) μονάδα καταγραφής, απεικόνισης, αποθήκευσης, εκτύπωσης και ηλεκτρονικής διασφάλισης δεδομένων μετρήσεων για κάθε ένα από τα ως άνω α) και β) υποσυστήματα.

2. Κάθε σύστημα παρακολούθησης εισροών – εκροών που εγκαθίσταται στα πλωτά εφοδιαστικά μέσα υποχρεούται να πληροί τις εξής προδιαγραφές:

i) Να είναι συνδεδεμένο υποχρεωτικά με όλα τα προβλεπόμενα σημεία (οδεύσεις) δια των οποίων δύναται να διενεργείται η φόρτωση και η εκφόρτωση ναυτιλιακών καυσίμων στο πλωτό εφοδιαστικό μέσο, όπως αυτά καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 6 παρ. 5 της παρούσας.

ii) Να μετρά τη συνολική ποσότητα ανά είδος ναυτιλιακού καυσίμου που φορτώνεται στις προβλεπόμενες για μεταφορά υγρών καυσίμων δεξαμενές, στις προβλεπόμενες από τις ισχύουσες διατάξεις μονάδες μέτρησης, ήτοι κυβικά μέτρα (όγκος) στη φυσική θερμοκρασία και κυβικά μέτρα σε θερμοκρασία αναγωγής (15° C), ή/και μετρικοί τόνοι (μάζα).

iii) Να μετρά τη συνολική ποσότητα ανά είδος ναυτιλιακού καυσίμου που εκφορτώνεται από τις προβλεπόμενες για μεταφορά υγρών καυσίμων δεξαμενές, στις προβλεπόμενες από τις ισχύουσες διατάξεις μονάδες μέτρησης, ήτοι κυβικά μέτρα (όγκος) στη φυσική θερμοκρασία και κυβικά μέτρα σε θερμοκρασία αναγωγής (15° C), ή/και μετρικοί τόνοι (μάζα).

iv) Να μετρά τις ποσότητες των μεγεθών που αφορούν τις ιδιότητες ή τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ποσότητας ναυτιλιακού καυσίμου κατά τη μέτρησή της (πυκνότητα, θερμοκρασία κ.λ.π.), με σκοπό τις προβλεπόμενες διορθώσεις ή αναγωγές.

v) Να απεικονίζει, να αποθηκεύει, να εκτυπώνει και να διασφαλίζει ηλεκτρονικά όλα τα δεδομένα μέτρησης των ποσοτήτων εισροών και εκροών προς και από τις δεξαμενές μεταφοράς ναυτιλιακών καυσίμων, καθώς επίσης και τον αριθμό ΔΙΠΕΝΑΚ του πλοίου, το είδος του καυσίμου και την ημερομηνία και ώρα μέτρησης.

vi) Να παράγει δεδομένα σε μορφή με την οποία θα είναι δυνατή η αποστολή τους σε κεντρική βάση δεδομένων που θα τηρείται στη ΓΓΠΣΔΥ, μέσω του συστήματος τηλεμετάδοσης του άρθρου 7 της παρούσας.

vii) Να πληροί εν γένει τις προϋποθέσεις που προβλέπονται αναλυτικά στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 4
Συμμόρφωση με ευρωπαϊκή νομοθεσία ή/και διεθνή πρότυπα


1. Κάθε υποσύστημα του ως άνω άρθρου 1 υποχρεούται να φέρει σήμανση CE, σύμφωνα με την Οδηγία 94/9/EΚ (ATEX), σε συμμόρφωση με κάθε σχετική Οδηγία, ή/και πρότυπο, όπως ενδεικτικά οι Οδηγίες 2004/108/EΚ (EMC), 2006/95/EΚ (LVD), 2004/22/ΕΚ (MID), να φέρει τη συμπληρωματική , για κάθε Οδηγία, σήμανση (όπως εx, Μ), όπου αυτή προβλέπεται, και να συνοδεύεται από Δήλωση Συμμόρφωσης ΕΚ του κατασκευαστή ως προς τα παραπάνω, η οποία αποτελεί και προαπαιτούμενο για την αδειοδότηση του πλωτού εφοδιαστικού μέσου.

2. Ειδικότερα, ως προς τις μετρολογικές τους απαιτήσεις, τα συστήματα μέτρησης ποσότητας για τη φόρτωση και την εκφόρτωση δεξαμενών μεταφοράς ναυτιλιακών καυσίμων των ως άνω παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 υποχρεούνται να πληρούν τις προδιαγραφές της Οδηγίας 2004/22/ΕΚ (ΜΙD), όπως ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία με την ΚΥΑ Φ2-1393/2007 (ΦΕΚ Β’ 521) και εξασφαλίζονται για αυτά, τα παρακάτω:

i) Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης εκάστου συστήματος μέτρησης, μετά την εγκατάστασή του και πριν την πρώτη χρήση του, ως προς τις οικείες απαιτήσεις της Οδηγίας, από κατάλληλα κοινοποιημένο οργανισμό επιλογής του κατασκευαστή, σύμφωνα με το άρθρο 9 της ως άνω ΚΥΑ. Ο κατασκευαστής μπορεί να επιλέξει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης καθ’ οιανδήποτε από τις διαδικασίες ή συνδυασμούς αυτών, όπως προβλέπονται από το τελευταίο εδάφιο του Παρατήματος ΜΙ005 της Οδηγίας, (B + F, ή B+D, ή H1, ή G). Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης εκδίδονται από τον κοινοποιημένο οργανισμό τα αντίστοιχα Πιστοποιητικά, τα οποία διατηρούνται επί του πλωτού εφοδιαστικού μέσου με ευθύνη του πλοιάρχου, είναι στη διάθεση κάθε αρμόδιας αρχής και αποτελεί προαπαιτούμενο για την αδειοδότηση του πλωτού εφοδιαστικού μέσου.

ii) Η αδιάλειπτη μέτρηση της ποσότητας καυσίμου καθ’ όλη τη διαδικασία της παραλαβής στις προβλεπόμενες μονάδες μέτρησης.

iii) Η αδιάλειπτη μέτρηση της ποσότητας καυσίμου καθ’ όλη τη διαδικασία της παράδοσης στις προβλεπόμενες μονάδες μέτρησης.

iv) Το σύστημα μέτρησης υποχρεούται να φέρει μη μηδενιζόμενους ηλεκτρονικούς αθροιστές, για συνεχόμενη καταγραφή όλων των διαδοχικών μετρήσεων εκάστης κατεύθυνσης.

v) Το σύστημα μέτρησης υποχρεούται να φέρει μηδενιζόμενους ηλεκτρονικούς αθροιστές για την καταγραφή εκάστης μέτρησης φόρτωσης ή εκάστης μέτρησης εκφόρτωσης ναυτιλιακού καυσίμου.

vi) Ειδικά στην περίπτωση μετρητή διπλής κατεύθυνσης (bidirectional), οι ενδείξεις του αθροιστή για τις μετρήσεις κάθε μίας κατεύθυνσης είναι ανεξάρτητες, καταγράφονται δε και αποθηκεύονται ξεχωριστά στο υποσύστημα της περίπτωσης γ της παραγράφου 1 του άρθρου 3.

vii) Η καταγραφή και αποθήκευση των ενδείξεων των μη μηδενιζόμενων ηλεκτρονικών αθροιστών, κατά την έναρξη και κατά τη λήξη εκάστης φόρτωσης και εκάστης εκφόρτωσης στο υποσύστημα της παραγράφου 1γ του άρθρου 3.

viii) Η καταγραφή και αποθήκευση των ενδείξεων των μηδενιζόμενων ηλεκτρονικών αθροιστών κατά την έναρξη και κατά τη λήξη της φόρτωσης και της εκφόρτωσης στο υποσύστημα της παραγράφου 1γ του άρθρου 3.

ix) Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της κλάσης ακριβείας 0,5 της κατηγορίας «συστήματα μέτρησης για την (εκ)φόρτωση δεξαμενών πλοίων» των συστημάτων μέτρησης του Πίνακα 5 του Παραρτήματος ΜΙ005 της Οδηγίας.

x) Η μέτρηση και ψηφιακή καταγραφή, στο υποσύστημα της περίπτωσης γ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 όλων των μεγεθών που αφορούν τις ιδιότητες ή τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ποσότητας καυσίμου κατά τη μέτρησή της (πυκνότητα, θερμοκρασία κ.λ.π.), σε συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα του Πίνακα 4 του Παραρτήματος ΜΙ005 της Οδηγίας για συστήματα κλάσης ακριβείας 0,5.

xi) Η εκτύπωση αποδεικτικού παραλαβής / παράδοσης με μοναδικό αριθμό μετά το πέρας της αντίστοιχης διαδικασίας, σύμφωνα με τα περιγραφόμενα στις παραγράφους 2(iv) και 2(v) του άρθρου 3 και το οποίο θα συνοδεύει τα αντίστοιχα τελωνειακά έγγραφα.

xii) Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των διατάξεων της παραγράφου 5 «Καταλληλότητα» και ειδικότερα των περιπτώσεων 5.3 και 5.4.4 του Παραρτήματος ΜΙ005 της Οδηγίας, για τον περιορισμό τυχόν παρουσίας αέρα ή αερίου στο υγρό.

xiii) Η αδιάλειπτη και ασφαλής καταγραφή των στοιχείων της μέτρησης στη μονάδα της παραγράφου 1γ του άρθρου 3.

xiv) Η δυνατότητα παραγωγής ψηφιακού σήματος με όλα τα κρίσιμα δεδομένα της μέτρησης, προς μετάδοση σε βάση δεδομένων που τηρείται από δημόσια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 1.

xv) Η διατήρηση ψηφιακού αδιάβλητου αρχείου ιστορικού (logfile-event logger), με καταγραφή των συμβάντων επέμβασης στο σύστημα, συνοδευόμενα από ημερομηνία και ώρα καταγραφής για επαρκές χρονικό διάστημα σύμφωνα με την παράγραφο 8.3 του Παραρτήματος Ι – Βασικές Απαιτήσεις της Οδηγίας.

xvi) Η δυνατότητα αποθήκευσης όλων των τρεχόντων στοιχείων της μέτρησης, σε περίπτωση διακοπής της παροχής ηλεκτρικής ισχύος στο σύστημα, καθώς και η δυνατότητα ανάκλησής τους μετά την επαναφορά της ηλεκτρικής ισχύος, για την περαιτέρω συνέχιση της λειτουργίας του συστήματος, σε συμφωνία με την παράγραφο 6 «Βλάβη του τροφοδοτικού ισχύος» του Παραρτήματος ΜΙ005 της Οδηγίας.

xvii) Δεν επιτρέπεται η φόρτωση και η εκφόρτωση σε περίπτωση διακοπής της παροχής ηλεκτρικής ισχύος στο σύστημα μέτρησης.

Άρθρο 5
Παραλαβή – Παράδοση καυσίμου


1. Η φόρτωση και η εκφόρτωση των καυσίμων υπολογίζεται ανά είδος καυσίμου.

2. Κατά τη φόρτωση καυσίμου απαγορεύεται εισροή ή εκροή καυσίμου από σωληνώσεις εκτός μετρητικού συστήματος. Το ίδιο ισχύει και κατά την εκφόρτωση καυσίμου.

3. Η ποσότητα εισροής και εκροής μετράται με μετρητικά συστήματα επί του πλοίου, που πληρούν τις προδιαγραφές των άρθρων 3 και 4 της παρούσας.

4. Η φόρτωση (εισροή) και η εκφόρτωση (εκροή) του καυσίμου παρακολουθείται αδιάλειπτα για κάθε μεμονωμένη παραλαβή και παράδοση και καταγράφονται η εισροή, η εκροή και όλες οι κρίσιμες μετρολογικά παράμετροι της μέτρησης της παραγράφου 2(iv) του άρθρου 3.

Άρθρο 6
Μέτρα προστασίας του συστήματος εισροών - εκροών


1. Τα κρίσιμα σημεία του συστήματος, όπως αυτά προδιαγράφονται από τον κατασκευαστή και εξετάζονται από τον κοινοποιημένο οργανισμό, σφραγίζονται από την εταιρεία που εγκατέστησε το σύστημα με πλαστικές σφραγίδες μιας χρήσης, που φέρουν το όνομα ή το εμπορικό σήμα της εταιρείας που εγκαθιστά το σύστημα και οι οποίες είναι αριθμημένες με μοναδικό κωδικό.

2. Μετά την εγκατάσταση του συστήματος και πριν την πρώτη χρήση συμπληρωματικά στα πιστοποιητικά της παρ. 2(i) του άρθρου 4, εκδίδεται, από την εταιρεία που εγκατέστησε το σύστημα, αριθμημένο δελτίο με τα πλήρη φορολογικά στοιχεία αυτής, που περιέχει ημερομηνία, ονοματεπώνυμο, υπογραφή τεχνικού και σφραγίδα εταιρείας, τα σημεία σφράγισης και τους σχετικούς αριθμούς των σφραγίδων ανά σημείο σφράγισης και το ότι έγινε ρύθμιση της ακρίβειας του συστήματος στο μηδέν.

3. Μετά από κάθε διενέργεια επισκευής και συντήρησης του συστήματος, εκδίδεται νέο δελτίο, από την εταιρεία που εγκατέστησε το σύστημα ή από άλλη εξουσιοδοτημένη από την κατασκευάστρια εταιρεία, η οποία και αναλαμβάνει τη συντήρηση του συστήματος, στο οποίο και αποτυπώνονται, πέραν των ως άνω στοιχείων, τύπος και σειριακοί αριθμοί εξαρτημάτων που απομακρύνθηκαν και τα αντίστοιχα στοιχεία των εξαρτημάτων που αντικατέστησαν τα προηγούμενα, καθώς και κάθε άλλη τυχόν αλλαγή που πραγματοποιήθηκε στο σύστημα. Το δελτίο αυτό διατηρείται επί του πλωτού εφοδιαστικού μέσου με ευθύνη του πλοιάρχου. Διατηρούνται επί του πλωτού εφοδιαστικού μέσου και τίθενται στη διάθεση των αρχών δελτία των τελευταίων πέντε (5) ετών και οπωσδήποτε για όσο χρονικό διάστημα εκκρεμεί σχετική υπόθεση ενώπιον δικαστικών ή διοικητικών αρχών.

4. Το σύστημα μέτρησης υπόκειται σε περιοδικό έλεγχο ρύθμισης στο μηδέν ετησίως και επαλήθευσης της ορθής λειτουργίας του κάθε τρία (3) χρόνια. Η διενέργεια των δοκιμών επαλήθευσης γίνεται από κατάλληλα κοινοποιημένο οργανισμό ή εργαστήριο διαπιστευμένο, κατά ISO 17025 στο σχετικό πεδίο. Τα σχετικά προβλεπόμενα, κατά περίπτωση, έγγραφα (π.χ. τεχνική αναφορά, δελτίο, πιστοποιητικό) φυλάσσονται επί του πλωτού εφοδιαστικού μέσου με ευθύνη του πλοιάρχου και τίθενται στη διάθεση των αρχών για δέκα (10) έτη και οπωσδήποτε για όσο χρονικό διάστημα εκκρεμεί σχετική υπόθεση ενώπιον δικαστικών ή διοικητικών αρχών.

5. Για τη διασφάλιση των μετρήσεων της φορτωθείσας και εκφορτωθείσας ποσότητας του μεταφερόμενου ναυτιλιακού καυσίμου καταγράφονται σε κατάλληλο τεχνικό σχέδιο υποχρεωτικά, με ευθύνη του πλοιοκτήτη οι σωληνογραμμές/οδεύσεις που παρέχουν πρόσβαση σε κάθε δεξαμενή και σφραγίζονται, με ηλεκτρονικές και ιχνηλάσιμες σφραγίδες, όλες οι σωληνογραμμές/οδεύσεις που δεν είναι αναγκαίες για τη φόρτωση και την εκφόρτωση των μεταφερόμενων καυσίμων. Επίσης με ηλεκτρονικές και ιχνηλάσιμες σφραγίδες σφραγίζονται όλες οι προσβάσεις στις δεξαμενές μεταφοράς ναυτιλιακών καυσίμων (καπάκια, βάνες, βάνες αναρρόφησης και ανθρωποθυρίδες) σε βάνες ή και αντλίες οι οποίες δεν είναι αναγκαίες για τη φόρτωση/εκφόρτωση και πρέπει να απομονωθούν καθώς και όλες οι προσβάσεις στις δεξαμενές αποβλήτων (slops) του πλωτού εφοδιαστικού μέσου.

Τα σημεία σφράγισης του προηγούμενου εδαφίου ελέγχονται από μικτό κλιμάκιο που εκδίδει πρακτικό καταλληλότητας, το οποίο κλιμάκιο δύναται να καθορίσει πρόσθετα σημεία σφράγισης που διενεργείται με ευθύνη του πλοιοκτήτη, προκειμένου να εκδοθεί το ανωτέρω πρακτικό. Η συγκρότηση, ο τρόπος λειτουργίας και οι λοιπές λεπτομέρειες σύστασης και λειτουργίας του μικτού κλιμακίου δέον όπως ορισθούν με μεταγενέστερη ΚΥΑ των αρμοδίων Υπουργών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΘΕΣΗΣ, ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 7
Τεχνικές Προδιαγραφές Ηλεκτρονικού συστήματος εντοπισμού, συλλογής και αποστολής δεδομένων στο Κέντρο


1) Το Ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης (GPS), συλλογής και αποστολής δεδομένων σε πλωτά εφοδιαστικά μέσα ναυτιλιακών καυσίμων υποχρεούται να περιλαμβάνει κυρίως:

α) μονάδα εντοπισμού θέσης (Global Navigation Satellite System − GNSS), η οποία ορίζεται ως η διάταξη λήψης και επεξεργασίας χρόνο-σημάτων GNSS που λαμβάνονται σε πραγματικό χρόνο από συστοιχία ΜΕΟ (Medium Earth Orbiting) δορυφόρων. H μονάδα αυτή θα πρέπει να είναι συμβατή με όλα τα τρέχοντα συστήματα λήψης GPS/GLONASS/GALILEO.

β) μονάδα συλλογής και αποστολής δεδομένων θέσης, κατάστασης ηλεκτρικής/ ηλεκτρονικής σφράγισης της παραγράφου 5 του άρθρου 6, καθώς και τα δεδομένα που παράγονται από το μετρητικό σύστημα.

Η μονάδα υλοποιεί πρωτόκολλα επικοινωνίας με το κέντρο διαχείρισης, μέσω των εξής τεχνολογιών : αα) κινητής τηλεφωνίας (GPRS/3G/HSPA), ββ) δορυφορικές τηλεπικοινωνίες (satellite communications).

2) Οι κύριες απαιτήσεις του ηλεκτρονικού συστήματος εντοπισμού θέσης, συλλογής και αποστολής δεδομένων καθορίζονται στο Παράρτημα της παρούσας Απόφασης, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο 8
Εγκατάσταση Συστήματος και Έλεγχοι


Η εγκατάσταση και η σωστή λειτουργία του ηλεκτρονικού συστήματος εντοπισμού, συλλογής και αποστολής δεδομένων στα πλωτά εφοδιαστικά μέσα είναι αποκλειστική ευθύνη του ιδιοκτήτη του σκάφους και της εταιρείας που το εγκαθιστά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Άρθρο 9
Δοκιμαστική λειτουργία των συστημάτων


Πριν την έναρξη λειτουργίας στις νέες συνθήκες όπως ορίζει η παρούσα ΚΥΑ, θα πρέπει κάθε πλωτό εφοδιαστικό μέσο και αφού έχει εγκατασταθεί το σύνολο των απαιτούμενων διατάξεων/ συσκευών, να υποβληθεί σε έλεγχο καλής λειτουργίας όλων των συστημάτων, συμπεριλαμβανομένης και της συνολικής διαδικασίας διενέργειας πετρελεύσεων (Bunkering).

Άρθρο 10
Χρονοδιάγραμμα εφαρμογής


Το σύστημα παρακολούθησης εισροών – εκροών ναυτιλιακών καυσίμων από πλωτά εφοδιαστικά μέσα και το ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης, συλλογής και αποστολής δεδομένων εγκαθίστανται στα πλωτά εφοδιαστικά μέσα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 της υπ΄αριθμ. 4170 ΕΞ 2015/15.12.2015 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄2722), όπως ισχύει.

Άρθρο 11
Παραβάσεις- Έλεγχοι-Κυρώσεις

1. Τα προβλεπόμενα στην παρούσα Κ.Υ.Α. στοιχεία, είναι διαθέσιμα στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές και αξιοποιούνται στα πλαίσια των διενεργούμενων ελέγχων.

2. Οι παραβάτες της παρούσας απόφασης, πέραν των λοιπών ποινικών, διοικητικών και πειθαρχικών κυρώσεων, τιμωρούνται με τις διατάξεις του άρθρου 119 του ν.2960/2001 (ΦΕΚ Α΄ 260).

Άρθρο 12

1. Στο Πρώτο εδάφιο του άρθρου 1 της υπ’ αριθμ 4170 ΕΞ 2015 15.12.2015 Κ.Υ.Α. Η λέξη «μεταφορικά» διαγράφεται.

2 . Το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ 4170 ΕΞ 2015 15.12.2015 Κ.Υ.Α., τροποποιείται ως εξής:

Όλα τα πλωτά εφοδιαστικά μέσα πετρελαιοειδών προϊόντων, υποχρεούνται να εγκαταστήσουν εντός (12) μηνών ή στον πρώτο κατά το νόμο δεξαμενισμό, από την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης σχετικά με τις προδιαγραφές, ηλεκτρονικό σύστημα έλεγχου εισροών-εκροών και ένα μήνα μετά την εγκατάσταση, να αποστέλλουν καθημερινά στοιχεία στην Γ.Γ.Π.Σ. Οι λεπτομέρειες για τα στοιχεία αποστολής καθορίζονται στο παράρτημα Α’ της παρούσας αποφάσεως.

Άρθρο 13
Έναρξη ισχύος


1. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Η απόφαση αυτή ισχύει από δημοσιεύσεώς της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

  ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ, ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
1 - Δορυφορικός Δέκτης Εντοπισμού Θέσης (Global Navigation Satellite System − GNSS)
2 - Ασύρματη Μετάδοση Γεωγραφικού Στίγματος, ταχύτητας, πραγματικού χρόνου, κατάστασης ηλεκτρικής/ ηλεκτρονικής σφράγισης δεξαμενών, βανών καθώς και τα δεδομένα που συλλέγονται από το μετρητικό σύστημα εισροών-εκροών σύμφωνα με τα πρωτόκολλα επικοινωνίας του Άρθρου Α.
3 - Συμμόρφωση με τις Οδηγίες 2004/108/ΕΚ (ΕΜC), 2006/95/ΕΚ (LVD), 1999/5/ΕΚ
4 - Σήμανση CE όπως προβλέπεται από τις Οδηγίες στις οποίες υπόκειται το σύστημα
5 - Δήλωση Συμμόρφωσης CE, με τις απαιτήσεις των Οδηγιών με τις οποίες συμμορφώνεται το σύστημα και σύμφωνα με το Υπόδειγμα του Παραρτήματος ΙΙΙ της Απόφασης 768/2008/ΕΚ
6 - Πλήρης Τεχνικός Φάκελος ο οποίος πρέπει να περιλαμβάνει:
- Γενική περιγραφή της συσκευής
- Αποδεικτικά στοιχεία (Εκθέσεις δοκιμών) όσον αφορά τη συμμόρφωση με τυχόν εναρμονισμένα πρότυπα που έχουν εφαρμοστεί.
- Εάν δεν έχουν εφαρμοστεί εναρμονισμένα πρότυπα ή έχουν εφαρμοστεί εν μέρει, περιγραφή των ληφθέντων μέτρων για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων εκπομπής και ατρωσίας της Οδηγίας 2004/108/ΕΚ καθώς και της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης της συσκευής
- Δήλωση του Κοινοποιημένου Οργανισμού στην περίπτωση που αυτό απαιτείται.
7 - Αναγνώριση με αριθμό τύπου, παρτίδας, σειράς
8 - Πληροφορίες/Οδηγίες στα Ελληνικά και Πληροφορίες/Οδηγίες συντήρησης στα ελληνικά ή αγγλικά
9 - Υδατοστεγές κουτί προδιαγραφών IP66 ή καλύτερο
10 - Ηλεκτρονικά/πλακέτες/sim κάρτα σε κουτί που να σφραγίζεται από τον κατασκευαστή ή τον εγκαταστάτη-συντηρητή με ιχνηλάσιμες σφραγίδες μιας χρήσης που φέρουν μοναδικό αριθμό σειρά την επωνυμία του κατασκευαστή ή του εγκαταστάτη-συντηρητή, προκειμένου να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση.
11 - Η συσκευή πρέπει να έχει τη δυνατότητα συνεχούς τροφοδότησής της απευθείας από την κύρια πηγή ισχύος του σκάφους
- Η συσκευή πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις διακυμάνσεις της τάσης
- Η συσκευή θα πρέπει να περιλαμβάνει εσωτερική επαναφορτιζόμενη μπαταρία με αυτονομία τουλάχιστον 10 ημερών
- Η διάρκεια ζωής της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας πρέπει να δηλώνεται εγγράφως από τον κατασκευαστή.
12 - Εσωτερική Μνήμη αποθήκευσης ιστορικού για 30 ημέρες
13 - Δυνατότητα αποστολής στίγματος τουλάχιστον ανά 10 δευτερόλεπτα.
14 - Είσοδος κατάλληλη για την διασύνδεση και επικοινωνία με το μετρητικό σύστημα εισροών – εκροών
15 - Είσοδος κατάλληλη για την διασύνδεση και επικοινωνία με το ηλεκτρικό/ ηλεκτρονικό σύστημα σφράγισης Δεξαμενών, Βανών
16 - Δυνατότητα καταγραφής του κωδικού ΔΙΠΕΝΑΚ του πλοίου και συσχετισμό με το ΙΜΕΙ της επικοινωνιακής μονάδας GSM/GPRS/3G.
17 - Σύστημα ασφάλειας το οποίο θα εξασφαλίζει ότι ανιχνεύεται κάθε δυνατή αφαίρεση της συσκευής από το σημείο τοποθέτησής της
18 - Να διαθέτει σύστημα αυτοπροστασίας από εξωτερικές ηλεκτρομαγνητικές παρεμβολές
19 - Να μην υπάρχει φυσική πρόσβαση σε interface για τον προγραμματισμό της πλακέτας, πχ.( jtag)
20 - Κλείδωμα του interface για τον προγραμματισμό της πλακέτας, πχ.( jtag)
21 - Απαγορεύεται η υλοποίηση επί της πλακέτας της συσκευής οποιασδήποτε ασύρματης τεχνολογίας πέραν του συστήματος αποστολής δεδομένων κινητής τηλεφωνίας ή δορυφορικής επικοινωνίας
22 - Μέθοδος ανίχνευσης παραβίασης του κουτιού της συσκευής καθ οιονδήποτε τρόπο (δεν αρκεί μόνο η ανίχνευση ανοίγματος του καπακιού)
23 - Alarm όταν τo κουτί της συσκευής παραβιαστεί θα αποστέλλεται στο Κέντρο.
- Alarm όταν χαθεί το σήμα των δορυφόρων και σε περίπτωση αποσύνδεσης ή παρεμπόδισης της κεραίας, ή θραύση ή αποσύνδεση του καλωδίου από τη συσκευή και την κεραία (δορυφορική ή/και GPRS/GSM), το οποίο θα καταγράφεται τοπικά και θα αποστέλλεται στο Κέντρο όταν επαναλειτουργήσει η επικοινωνία
24 - Αποστολή στο Κέντρο, μηνύματος Alarm στο κέντρο όταν αποσυνδεθεί (ή επανασυνδεθεί) ή υπάρξει απώλεια κύριας τροφοδοσίας.
- Όταν η κύρια ισχύς επανακτάται, η συσκευή πρέπει να επανέρχεται στην κανονική λειτουργία της με τις ρυθμίσεις που υπήρχαν κατά τη στιγμή απώλειας της ισχύος και όχι με την επαναφορά των εργοστασιακών ρυθμίσεων.
25 - Αποθήκευση ενός Alarm όταν χαθεί το σήμα GPRS και αποστολή του στο Κέντρο όταν αυτό καταστεί δυνατό.


Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΤΡΥΦΩΝ ΑΛΕΞΙΑΔΗΣ

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΜΑΡΙΝΑ ΧΡΥΣΟΒΕΛΩΝΗ

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
ΘΕΟΔΩΡΑ ΤΖΑΚΡΗ

Άρθρα Η 1η Μαΐου

$
0
0
Ανδρέας Κ. Σακελλαριάδης
Λογιστής – Φοροτέχνης


Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.Δ.3755/57, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ΝΔ 147/73, άρθρο 4 παρ.1 του ΒΔ 748/66 ως υποχρεωτικές εξαιρέσιμες εορτές νοούνται:

α) Η 25 Μαρτίου

β) Η Δευτέρα του Πάσχα

γ) Η 15 Αυγούστου

δ) Η 25 Δεκεμβρίου

Ως προαιρετικές αργίες σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.2 του Β.Δ. 748/66 νοούνται:

α) Η 1 Μαΐου

β) Η 28 Οκτωβρίου

ειδικά όμως για την 1η Μαΐου σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν. 74/75 ΦΕΚ 139/Α ορίζει τα εξής: « Δια των κατά το άρθρον 1 του Α.Ν. 380/1968 περί καθιερώσεως της 1ης Μαΐου ως ημέρας υποχρεωτικής αναπαύσεως, αποφάσεων του ο Υπουργός Απασχολήσεως δύναται να μεταθέτη την αργίαν της 1ης Μαΐου είς ετέραν εργάσιμον ημέραν, οσάκις αυτή προς ημέραν της Μεγάλης Εβδομάδας ή την Κυριακήν του Πάσχα», με απόφαση καθιερώνει την 1η Μαΐου ως ημέρα υποχρεωτικής αργίας και μεταθέτει συγχρόνως την αργία αυτή σε άλλη εργάσιμη ημέρα, όταν αυτή συμπίπτει με ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδας ή την Κυριακή του Πάσχα.

Συγκεκριμένα με την υπαρίθμ. 12618/288/17.3.2016 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθιέρωσε την 1η Μαΐου 2016 ως ημέρα υποχρεωτικής αργίας για όλα τα καταστήματα, τις βιομηχανίες, βιοτεχνικές επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες γενικά, οι οποίες αργούν κατά τις Κυριακές και μετάθεσε αυτή για τις 03/05/2016 ημέρα Τρίτη.

Συνεπώς, βάση των ανωτέρω κατά την ημέρα αυτή και σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Β.Δ 748/66, «1. Κατά τον χρόνον της εβδομαδιαίας αναπαύσεως και κατά τας ημέρας αργίας απαγορεύεται η καθ΄ οιονδήποτε τρόπον απασχόλησις του μισθωτού.», απαγορεύεται η απασχόληση των μισθωτών και η λειτουργία των επιχειρήσεων, εκτός εκείνων που λειτουργούν νομίμως τις Κυριακές και τις αργίες.

Οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο αν κατά την εορτή-αργία που επιτρέπεται η εργασία, δεν εργασθούν από δική τους υπαιτιότητα δεν δικαιούνται το ημερομίσθιο, αν όμως δεν απασχοληθούν για λόγους που δεν οφείλεται σε αυτούς δικαιούνται να λάβουν το ημερομίσθιο τους.

Εάν η εορτή-αργία συμπίπτει με την πρώτη ή την τελευταία ημέρα αυθαίρετης απουσίας του ημερομισθίου μισθωτού, οπότε είναι δύσκολο να διαγνωσθεί αν θα απουσίαζε και κατ΄ αυτήν, αυτός δικαιούται το ημερομίσθιο( Ν.Σ.Κρ 24/1966 ), ενώ αν η εορτή περιλαμβάνεται μεταξύ δύο ημερών αυθαίρετης απουσίας του, δεν δικαιούται το ημερομίσθιο της αργίας ( Ν.Σ.Κρ 919/62).

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.435/76 και των αποφάσεων με αριθμ. 8900/46 και 25825/51 των Υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών, που αναφέρουν ότι: «Μισθωτοί απασχολούμενοι κατά τας Κυριακάς και τας κατωτέρω αναφερομένας εορτάς δικαιούνται, ανεξαρτήτως του κύρους της συμφωνίας περί της απασχολήσεως ταύτης και των άλλων ενδεχομένων συνεπειών, της υπό της υπ. αριθμ. 8900/1946 Κοινής Αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, ως αυθεντικώς ηρμηνεύθη διά της υπ. αριθ. 25825/1951 τοιαύτης, προβλεπομένης προσαυξήσεως εξ 75% κατά τα υπό των εν λόγω αποφάσεων, ως αύται ισχύουν σήμερον, οριζόμενα», θα έχουν πρόσθετη αμοιβή 75% επί του νομίμου ωρομισθίου για όσες ώρες απασχοληθούν.

Οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό στο 1/25 του μισθού τους προσαύξηση 75% και οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο το νόμιμο ημερομίσθιο τους με προσαύξηση 75%. Συνεπώς οι ημερομίσθιοι θα λάβουν το ημερομίσθιο τους για την εορτή-αργία με προσαύξηση 75% , ενώ οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό, αν η επιχείρηση στην οποία εργάζονται εξαιρείται της Κυριακής αργίας, θα λάβουν μόνο προσαύξηση 75% που θα υπολογιστή στο 1/25 του μηνιαίου μισθού τους. Αντιθέτως οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό που εργάζονται σε επιχ/σεις στις οποίες δεν επιτρέπεται η Κυριακή εργασία και εργάζονται κατά την εορτή- αργία, θα λάβουν πέρα από την προσαύξηση του 75% και το 1/25 (συγκεκριμένα τόσα ωρομίσθια όσες ώρες εργασθούν, αφού το 1/25 του μισθού αντιστοιχεί σε 6,66 ώρες) του μηνιαίου μισθού τους, γιατί ο μισθός τους αντιστοιχεί στις εργάσιμες ημέρες του μήνα και κατά συνέπεια δεν περιλαμβάνει και την αμοιβή της 1ης Μαΐου ή οποία συνήθως είναι αργία.

Συνεπώς, οι αποδοχές που θα πρέπει να καταβληθούν είναι οι ίδιες με όλες όσες καταβάλλονται κατά τις υποχρεωτικές αργίες.

Τέλος σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 1 του Ν.1157/81 που αναφέρει:

Ημέραι αργίας και ημιαργίας των δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ορίζονται αι εξής:

α) Ημέραι αργίας: Η Εθνική εορτή, η 28η Οκτωβρίου, η πρώτη του έτους, τα Θεοφάνεια, η των Τριών Ιεραρχών δια τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς, η Καθαρά Δευτέρα, η Μεγάλη Παρασκευή, το Μέγα Σάββατον, η Δευτέρα του Πάσχα, η 1η Μαΐου, η του Αγίου Πνεύματος (Δευτέρα της Πεντηκοστής), η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η 17η Νοεμβρίου δια τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και τας Ανωτέρας Σχολάς, η πρώτη και δευτέρα ημέρα των Χριστουγέννων και άπασαι αι Κυριακαί, η 1η Μαΐου και για τους μισθωτούς του Δημοσίου θεωρείται αργία, η οποία σύμφωνα με την Αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ. 70Α/11/οικ.10346/8.4.2016 και την Αριθμ. πρωτ.: ΔΙΔΑΔ/Φ. 69/79/οικ. 11514/ 19.4.2016 επειδή συμπίπτει με την Κυριακή του Πάσχα μεταφέρθηκε την Τρίτη 3 Μαΐου 2016,

Αριθ. πρωτ.: 282/25.4.2016 Σχετικά με τα βεβαιωμένα από την Εφορία πρόστιμα για διόδια

$
0
0
Παπάγου 25.04.2016
Αρ. Πρωτ 282

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ και ΔΙΚΤΥΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

Αναστάσεως 2 και Τσιγάντε
101 91 Παπάγου, τηλ. 210 6508338

Προς τη
Βουλή των Ελλήνων
Δ/νση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου
Tμήμα Ερωτήσεων

ΘΕΜΑ: Σχετικά με τα βεβαιωμένα από την Εφορία πρόστιμα για διόδια

ΣΧΕΤ: Η Ερώτηση 3935/11.3.2016 που κατέθεσε στη Βουλή,
ο Βουλευτής κύριος Σπύρος Δανέλλης

ΚΟΙΝ: 1) Βουλευτή κ. Σπύρο Δανέλλη
2) Υπ. Οικονομικών - Γρ. Υπουργού

Σε απάντηση της παραπάνω σχετικής Ερώτησης, παρακαλούμε να πληροφορήσετε τον κύριο βουλευτή για τα εξείς:

Η «Εγνατία Οδός Α.Ε.» ασκεί δραστηριότητες εκμετάλλευσης του αυτοκινητοδρόμου βάσει σχετικής ρύθμισης του άρθρου 17, παραγρ. 1 του Ν.3212/2003. Μέχρι σήμερα, Μάρτιος 2016, λειτουργούν κατά μήκος της 7 μετωπικοί σταθμοί διοδίων.

Με τις Δ1/2597/25.8.2010 (ΦΕΚ1510 Β/07.09.2010), Δ17/05/150/ΦΝ393/6.10.2011 (ΦΕΚ 2235 Β /06.10.2011), Δ17α/011/109/ΦΝ393/11.7.2012(ΦΕΚ 2125 Β /12.07.2012), 6686/14.11.2014 (ΦΕΚ 3086 Β/17.11.2014), Κοινές Αποφάσεις των Υπουργών ΥΠΥΜΕΔΙ και Οικονομικών, επιβλήθηκε ειδικό τέλος κυκλοφορίας οχημάτων (διόδια) υπέρ της «Εγνατία Οδός Α.Ε.», το οποίο και εισπράττει.

Με την καταβολή του αντιτίμου των διοδίων επιτυγχάνεται η αποπληρωμή των δαπανών κατασκευής, της λειτουργίας, της συντήρησης, η βελτίωση και η επέκταση του αυτοκινητοδρόμου καθώς και των καθέτων αυτού οδικών αξόνων. 

Στις περιπτώσεις μη καταβολής του ειδικού τέλους κυκλοφορίας ορίζεται από τις προαναφερόμενες ΚΥΑ ότι:

1) Η διέλευση οχήματος χωρίς την καταβολή των σχετικών διοδίων πιστοποιείται με έγγραφη έκθεση των αρμοδίων οργάνων της εταιρίας.

2) Αντίγραφο της παραπάνω έκθεσης αποστέλλεται στον υπόχρεο, ο οποίος καλείται να καταβάλει το εικοσαπλάσιο οφειλόμενο τέλος, εντός προθεσμίας 20 ημερών από την παραλαβή της έκθεσης. Η καταβολή γίνεται με κατάθεση του αντιστοίχου χρηματικού ποσού σε τραπεζικό λογαριασμό της εταιρίας και αποδεικνύεται με αποστολή προς αυτήν μέσα στην ίδια παραπάνω προθεσμία, αντιγράφου της απόδειξης κατάθεσης.

3) Αν η παραπάνω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το πρόστιμο βεβαιώνεται με πράξη της εταιρείας στο πενηνταπλάσιο της αξίας των διοδίων. Αντίγραφο της παραπάνω πράξης αποστέλλεται προς είσπραξη στην οικεία Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), όπως ισχύει σήμερα και συνοδεύεται από τα οριζόμενα στο άρθρο 55 του Π.Δ. 16/1989 (ΦΕΚ 89 Α') «Κανονισμός Λειτουργίας των Δ.Ο.Υ.».

4) Σε περίπτωση που ο χρήστης, κατά τη διέλευσή του από το σταθμό διοδίων, δηλώσει αδυναμία καταβολής των σχετικών διοδίων, ο εισπράκτορας του σταθμού συμπληρώνει τα προσωπικά στοιχεία του οφειλέτη σε ειδικό έγγραφο με τίτλο «έντυπο αδυναμίας καταβολής», το οποίο υπογράφεται και από τα δύο μέρη και ο καθένας κρατάει από ένα αντίγραφο. Στο παραπάνω έντυπο αναγράφεται ότι ο οφειλέτης θα καταβάλει εντός 20 ημερών την αξία των διοδίων, άλλως θα έχει εφαρμογή η διάταξη της παραπάνω παραγράφου.

Ο Βουλευτής ισχυρίζεται, με τις τοποθετήσεις του, ότι η «Εγνατία Οδός Α.Ε.» έπειτα από απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου, δε θα εισπράξει όπως οφείλει, σύμφωνα με το νόμο, τέλη διοδίων από χρήστες οι οποίοι κατά τη διέλευσή τους από το σταθμό διοδίων είτε δήλωσαν αδυναμία καταβολής των σχετικών διοδίων είτε έκαναν διέλευση οχήματος χωρίς επίσης την καταβολή των σχετικών διοδίων.

Ο παραπάνω ισχυρισμός είναι λανθασμένος, διότι η απόφαση αφορά την αναστολή νια διάστημα δύο (2) μηνών και όχι την ανάκληση των βεβαιώσεων ή της είσπραξης επιβληθέντων προστίμων σε πολίτες, που δεν κατέβαλαν διόδια στην Εγνατία Οδό,όπως αυτό φαίνεται στην με υπ' αριθμ. 889725.02.2016 Απόφαση Δ.Σ. της Εταιρείας,την οποία επισυνάπτουμε. 

Μετά από την έκδοση της ανωτέρω Απόφασης η Εγνατία Οδός Α.Ε. με αίτημα προς τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (ΔΟΥ) ζήτησε να αναστείλουν τις βεβαιώσεις ή την είσπραξη επιβληθέντων προστίμων για διάστημα δύο (2) μηνών.

Όσον αφορά τους ισχυρισμούς του βουλευτή για το κόστος κατασκευής της Εγνατίας Οδού και τα κόστη συντήρησης και λειτουργίας της, σας ενημερώνουμε για τα εξείς:

Τα 670 χλμ της Εγνατίας Οδού κόστισαν (κατασκευή, μελέτη, απαλλοτριώσεις, ΟΚΩ, λειτουργικά)συνολικά 5,5 δις € (χωρίς ΦΠΑ) όπου 45% ήταν κοινοτική συνδρομή,40% δάνεια από την ΕΤΕΠ και 15% από Εθνικούς Πόρους.

Τα έσοδα το έτος 2014 και 2015 από τα διόδια του Άξονα ήταν 57.553.591,69 € και 62.578.670,92 € αντίστοιχα,ενώ το συνολικό ποσό των δαπανών συντήρησης, λειτουργίας, διοδίων, σηματοδότησης, ΟΚΩ κλπ ήταν 39.023.899 € και 48.021.100 € αντίστοιχα.

Όπως προκύπτει συνεπώς από τα παραπάνω,τα ετήσια έσοδα υπερτερούν κατά πολύ των ετησίων εξόδων της Εταιρείας, οπότε η Απόφαση για δίμηνη αναστολή είσπραξης των προστίμων δε θα επηρεάσει σημαντικά τη λειτουργία και συντήρηση του αυτοκινητόδρομου.

Σχετικά με το ερώτημα 3, το Υπουργείο μας δεν είναι αρμόδιο να απαντήσει.


Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ - Σχέδιο νόμου Ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αρίθ. 1093/2010

Next: ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 27ης Απριλίου 2016 Στην υπόθεση C‑528/14, «Προδικαστική παραπομπή — Κοινό δασμολόγιο — Κανονισμός (ΕΚ) 1186/2009 — Άρθρο 3 — Δασμολογική ατέλεια κατά την εισαγωγή — Προσωπικά είδη — Μεταφορά κατοικίας από τρίτη χώρα σε κράτος μέλος — Έννοια της “συνήθους κατοικίας” — Αποκλεισμός της δυνατότητας αποκτήσεως συνήθους κατοικίας ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα — Κριτήρια καθορισμού του τόπου συνήθους κατοικίας»
$
0
0
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ στο σχέδιο νόμου Ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αρίθ. 1093/2010

Α. Γενικό Μέρος

Ι. Με το παρόν σχέδιο νόμου ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση των ετών 2007-2009, η οποία προκάλεσε σοβαρά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, οδήγησε στην έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους όλων των συμμετεχόντων στην αγορά ιδίως των καταναλωτών. Μολονότι ορισμένα από τα σημαντικότερα προβλήματα μέσα στη χρηματοπιστωτική κρίση προέκυψαν έξω από την Ένωση, οι καταναλωτές εντός της Ένωσης έχουν σημαντικά επίπεδα χρέους, μεγάλο μέρος του οποίου είναι συγκεντρωμένο σε πιστώσεις που σχετίζονται με ακίνητα που προορίζονται για κατοικία.

Εντός της Ένωσης εντοπίστηκαν στις αγορές ενυπόθηκης πίστης αρκετών κρατών μελών προβλήματα, τα οποία μεταξύ άλλων αφορούσαν στα ασυνεπή ή ακόμα και ανύπαρκτα πλαίσια αδειοδότησης και λειτουργίας για τους μεσίτες πιστώσεων καθώς και στις πιστώσεις που είναι  εκφρασμένες σε ξένο νόμισμα.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η δημιουργία και η εύρυθμη λειτουργία  της εσωτερικής αγοράς με υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών στον τομέα των συμβάσεων πίστωσης που αφορούν στα ακίνητα και να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές που επιθυμούν να συνάψουν τέτοιες συμβάσεις μπορούν να το πράττουν με βεβαιότητα και ότι οι φορείς με τους οποίους συναλλάσσονται ενεργούν με επαγγελματισμό και υπευθυνότητα, υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο νομοθεσία η Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Στόχος της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ είναι η ανάπτυξη μιας περισσότερο διαφανούς, αποτελεσματικής και ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς, μέσω συνεπών, ευέλικτων και δίκαιων συμβάσεων πίστωσης που αφορούν ακίνητα, προωθώντας παράλληλα τη βιώσιμη χορήγηση και λήψη δανείων προσφέροντας έτσι υψηλό επίπεδο προστασίας στον καταναλωτή. Παράλληλα διασφαλίζεται υψηλότερος βαθμός αποτελεσματικότητας και ανταγωνιστικότητας της εσωτερικής αγοράς που συμβάλλει στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, με τη θέσπιση ενός πλαισίου για όλα τα κράτη μέλη

Αντικείμενο, συνεπώς του σχεδίου νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ, είναι η θέσπιση διατάξεων σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία.

Το σχέδιο νόμου διαρθρώνεται σε δεκατέσσερα (14) κεφάλαια και στις διατάξεις του συμπεριλαμβάνεται,    η    υποχρέωση    να    πραγματοποιείται        αξιολόγηση    της
 
πιστοληπτικής ικανότητας πριν από τη χορήγηση πίστωσης, καθώς επίσης και η καθιέρωση συγκεκριμένων υποχρεώσεων για τους πιστωτικούς φορείς /μεσίτες πιστώσεων που πρέπει να τηρούνται κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης της σύμβασης πίστωσης αλλά και μετά τη σύναψη αυτής. Επιπλέον υποχρεώσεις καθορίζονται σε περίπτωση παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών.
Καθιερώνονται επίσης ορισμένες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, όπως η άδεια εγκατάστασης και η εποπτεία των μεσιτών πιστώσεων και των μη πιστωτικών ιδρυμάτων. Εξασφαλίζεται η ορθή εκτίμηση του ακινήτου  εισάγοντας  την υποχρέωση διενέργειας εκτιμήσεων με αξιόπιστα πρότυπα εκτίμησης. Καλούνται δε οι πιστωτικοί φορείς να επιδεικνύουν εύλογη ανοχή και να καταβάλλουν κάθε εύλογη προσπάθεια για την επίτευξη λύσης πριν κινήσουν διαδικασίες κατάσχεσης.

Β. Επί των άρθρων Κεφάλαιο Α
Στο άρθρο 1 τίθεται επιγραμματικά ο σκοπός του παρόντος σχεδίου νόμου, ο οποίος αποτελεί την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ, ενώ στο άρθρο 2 και συγκεκριμένα στην παράγραφο 1 προσδιορίζεται το πεδίο εφαρμογής του. Σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, οι διατάξεις του εφαρμόζονται αφενός σε συμβάσεις πίστωσης που εξασφαλίζονται με εμπράγματη εξασφάλιση επί ακινήτου που προορίζεται για κατοικία και αφετέρου σε συμβάσεις πίστωσης, σκοπός των οποίων είναι η απόκτηση ή η διατήρηση δικαιωμάτων κυριότητας επί εγγείου ιδιοκτησίας υπάρχοντος ή υπό κατασκευή κτιρίου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2 εισάγονται εξαιρέσεις από το ως άνω πεδίο εφαρμογής του νόμου ενώ στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών με απόφασή του να εξαιρεί από την εφαρμογή του συνόλου ή μέρους των διατάξεων συμβάσεις πίστωσης οι οποίες σχετίζονται με πιστώσεις οι οποίες χορηγούνται σε περιορισμένο κοινό με βάση νομοθετικές διατάξεις για σκοπούς κοινής ωφελείας, είτε άτοκα είτε με επιτόκιο χορηγήσεων χαμηλότερο από αυτό που επικρατεί στην αγορά είτε με άλλους ευνοϊκότερους για τον καταναλωτή όρους.

Στο άρθρο 3 παρατίθενται οι ορισμοί απαραίτητοι για την κατανόηση και εφαρμογή του παρόντος σχεδίου νόμου. εννοιών. Ειδικά στην περίπτωση του ορισμού 7, περιορίζεται η έννοια του “συνδεδεμένου μεσίτη πιστώσεων” ως κάθε μεσίτη πιστώσεων που ενεργεί στο όνομα και υπό την πλήρη και άνευ όρων ευθύνη α) ενός μόνο πιστωτικού φορέα ή β) ενός μόνο ομίλου, μη ενσωματωμένης της περ. γ, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 της Οδηγίας, παρέχεται η δυνατότητα θέσπισης αυστηρότερων διατάξεων προκειμένου να προστατευτούν οι καταναλωτές.

Με το άρθρο 4 ορίζονται και εξειδικεύονται οι αρμόδιες αρχές..Θέματα που αφορούν στη χρηματοοικονομική εκπαίδευση και στη διαφήμιση (άρθρα 5, 9 και 10), στις συμβουλευτικές υπηρεσίες από πιστοποιημένες ενώσεις καταναλωτών (2ο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 21) καθώς και στους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών (άρθρο 38) αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Για τα λοιπά άρθρα αρμόδια αρχή ορίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος. Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι επίσης αρμόδια για την σύναψη του μνημονίου συνεργασίας το οποίο προβλέπεται
στην παράγραφο 2 του άρθρου 35 .
 
Κεφάλαιο Β

Στο άρθρο 5 κατονομάζονται οι φορείς που θα συμβάλλουν στην χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση των καταναλωτών, και πιο συγκεκριμένα α) στην εκπαίδευση των καταναλωτών σε ότι αφορά τον υπεύθυνο δανεισμό και τη διαχείριση χρέους, ιδίως σχετικά με τις συμβάσεις ενυπόθηκης πίστωσης, και β) στην παροχή σαφών και γενικών πληροφοριών σχετικά με τη διαδικασία χορήγησης πίστωσης με σκοπό την καθοδήγηση των καταναλωτών, ιδίως όσων λαμβάνουν στεγαστικό δάνειο για πρώτη φορά. Ορίζεται, ότι προς τον σκοπό αυτό η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, στο πλαίσιο των θεσμοθετημένων αρμοδιοτήτων της (όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 62 του ΠΔ 116/2014 αλλά και με βάση την ήδη θεσμοθετημένη δομή υποστήριξης διαχείρισης ιδιωτικού χρέους, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κεφαλαίου Β του ν.4336/2015), για την ενημέρωση και εκπαίδευση του καταναλωτή, συνεργάζεται με την Τράπεζα της Ελλάδος, το Συνήγορο του Καταναλωτή, τις ενώσεις των πιστωτικών φορέων, τις πιστοποιημένες Ενώσεις Καταναλωτών, το Μεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών και κάθε άλλο εμπλεκόμενο φορέα.

Κεφάλαιο Γ

Στο άρθρο 6 καθορίζονται οι υποχρεώσεις επαγγελματικής συμπεριφοράς κατά την παροχή πιστώσεων σε καταναλωτές. Τονίζεται η αυξημένη υποχρέωση πρόνοιας και προστασίας από τους παρέχοντες τις υπαγόμενες στο νόμο υπηρεσίες. Πιο συγκεκριμένα, ο εκάστοτε πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων, όταν σχεδιάζει πιστωτικά προϊόντα ή χορηγεί τα υπαγόμενα στο παρόν σχέδιο νόμου πιστωτικά προϊόντα ή ασκεί δραστηριότητα πιστωτικής διαμεσολάβησης ή παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε σχέση με πίστωση ή κατά περίπτωση, παρέχει συμπληρωματικές της πίστωσης υπηρεσίες ή όταν εκτελεί σύμβαση πίστωσης, θα πρέπει να ενεργεί με εντιμότητα, δικαιοσύνη, διαφάνεια και επαγγελματισμό, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των καταναλωτών. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 ορίζει επίσης ειδικά στις περιπτώσεις χορήγησης πίστωσης, άσκησης πιστωτικής διαμεσολάβησης ή παροχής συμβουλευτικών ή συμπληρωματικών υπηρεσιών σχετικά με πίστωση, οι εν λόγω δραστηριότητες θα πρέπει να βασίζονται σε πληροφορίες που παρέχει ο καταναλωτής σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται (προσωπική χρηματοοικονομική επαγγελματική κατάσταση σε συνδυασμό με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις του), και οποιαδήποτε ειδική απαίτηση έχει γνωστοποιήσει, καθώς και σε εύλογες παραδοχές σχετικά με κινδύνους αναφορικά με την κατάσταση του καταναλωτή κατά τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης. Στην περίπτωση παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών, η δραστηριότητα βασίζεται επιπροσθέτως σε πληροφορίες που αφορούν στις γνώσεις και στην εμπειρία του καταναλωτή στο συγκεκριμένο τομέα υπηρεσιών και στη χρηματοοικονομική του κατάσταση, στις προτιμήσεις και στους στόχους του καταναλωτή.
Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 6 θέτουν το πλαίσιο της πολιτικής των αμοιβών του προσωπικού πιστωτικών φορέων και μεσιτών πιστώσεων. Ο τρόπος με τον οποίο οι πιστωτικοί φορείς αμείβουν το προσωπικό τους και τους μεσίτες  πιστώσεων, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο οι μεσίτες πιστώσεων αμείβουν το προσωπικό τους, δεν πρέπει να παραβλάπτει τη συμμόρφωσή τους προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού. Επιπλέον, όσον αφορά το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας,   η
 
πολιτική αμοιβών των πιστωτικών φορέων είναι συνεπής προς την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και προάγει αυτήν χωρίς να ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνων, που υπερβαίνουν το επίπεδο αποδεκτών κινδύνων εκ μέρους του πιστωτικού φορέα και είναι σύμφωνη με την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του πιστωτικού φορέα, ενσωματώνοντας μέτρα για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων και προβλέποντας ιδίως ότι η αμοιβή δεν συναρτάται με τον αριθμό ή το ποσοστό των αιτήσεων που γίνονται δεκτές .
Ειδικά όταν οι πιστωτικοί φορείς ή οι μεσίτες πιστώσεων παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες, η διάρθρωση των αμοιβών του εμπλεκόμενου προσωπικού δεν πρέπει να παραβλάπτει την ικανότητά του να ενεργεί προς το βέλτιστο συμφέρον του καταναλωτή και ιδίως δεν πρέπει να συναρτάται με τους στόχους πωλήσεων.
Διευκρινίζεται στην παράγραφο 5 του , ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να θεσπίζει κανόνες, οι οποίοι αποσκοπούν στην εξειδίκευση των διατάξεων του άρθρου αυτού, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας απαγόρευσης συγκεκριμένου τύπου διάρθρωσης αμοιβών ή μορφών οικονομικού ανταλλάγματος.
Στο άρθρο 7 προβλέπεται υποχρέωση δωρεάν παροχής πληροφοριών στους καταναλωτές,
Στο άρθρο 8 θεσπίζεται υποχρέωση των πιστωτικών φορέων και μεσιτών πιστώσεων να μεριμνούν για το κατάλληλο και το επικαιροποιημένο επίπεδο γνώσεων και επάρκειας του προσωπικού τους αναφορικά με το σχεδιασμό, την προσφορά ή τη χορήγηση πίστωσης, την άσκηση δραστηριοτήτων πιστωτικής διαμεσολάβησης ή την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, καθώς και με κάθε συμπληρωματική υπηρεσία στο πλαίσιο συμφωνίας χορήγησης πίστωσης.
Τα ανωτέρω ισχύουν και στην περίπτωση παροχής από πιστωτικό φορέα ή μεσίτη πιστώσεων υπηρεσιών στην Ελλάδα, μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, για το προσωπικό του υποκαταστήματος ενώ στην περίπτωση παροχής από πιστωτικό φορέα ή μεσίτη πιστώσεων υπηρεσιών χωρίς εγκατάσταση υποκαταστήματος, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενες απαιτήσεις που θεσπίζονται από το κράτος μέλος καταγωγής, εκτός εάν με την απόφαση της αρμόδιας αρχής της παραγράφου 5 ορίζεται διαφορετικά .
Η αρμόδια αρχή εποπτεύει τη συμμόρφωση των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πιστώσεων που αφορά στις υποχρεώσεις αυτές , δύναται όμως να απαιτεί την παροχή των στοιχείων και πληροφοριών που κρίνονται αναγκαία για την άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων, είτε αυτοί εδρεύουν στην Ελλάδα είτε εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος και δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα (με ή χωρίς εγκατάσταση υποκαταστήματος). Στην τελευταία περίπτωση, με γνώμονα την αποτελεσματική εποπτεία των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πιστώσεων, προβλέπεται η δυνατότητα συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών διαφορετικών κρατών μελών. Προς το σκοπό αυτόν, η αρμόδια αρχή δύναται να αναθέτει καθήκοντα και αρμοδιότητες σε άλλες αρμόδιες αρχές ή να αναλαμβάνει καθήκοντα και αρμοδιότητες που της ανατίθενται από άλλες αρμόδιες αρχές.
Η παράγραφος 5 προβλέπει, ότι με απόφαση της αρμόδιας αρχής ορίζονται οι κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας για το προσωπικό των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πιστώσεων, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
 
Κεφάλαιο Δ

Το άρθρο 9 θέτει το γενικό πλαίσιο και τους όρους της διαφήμισης και της εμπορικής προώθησης των πιστώσεων, οι οποίες δεν πρέπει να είναι αθέμιτες, ασαφείς και παραπλανητικές.
Σύμφωνα με το άρθρο 10 κάθε διαφήμιση συμβάσεων πίστωσης με αναφορά σε επιτόκιο ή αριθμητικά στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένες τυποποιημένες πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την αξιολόγηση της από τον καταναλωτή. Ειδικότερα οι πληροφορίες που αφορούν στο επιτόκιο, στο συνολικό ποσό της πίστωσης, στο ΣΕΠΠΕ και στους λοιπούς όρους της σύμβασης (διάρκεια, αριθμός και ποσό δόσεων, συνολικό πληρωτέο ποσό) θα πρέπει να εξειδικεύονται με αντιπροσωπευτικό παράδειγμα.
Αν η διαφημιζόμενη πίστωση εμπεριέχει ως υποχρεωτική τη σύναψη σύμβασης που αφορά συμπληρωματική υπηρεσία και ασφαλιστήριο συμβόλαιο, το κόστος του οποίου δεν μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων, τότε η υποχρεωτική σύναψη της σύμβασης συμπληρωματικής υπηρεσίας πρέπει να αναφέρεται κατά τρόπο σαφή, συνοπτικό και ευδιάκριτο μαζί με το ΣΕΠΠΕ.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στη διαφήμιση πρέπει να είναι ευανάγνωστες ή να ακούγονται ευκρινώς, ανάλογα με το μέσο που χρησιμοποιείται για τη διαφήμιση, .

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11 επιτρέπονται οι πρακτικές ομαδοποίησης, αλλά απαγορεύονται πρακτικές δέσμευσης. Εξαιρέσεις, όμως, στην απαγόρευση αυτή προβλέπονται από τις επόμενες παραγράφους του άρθρου, στις οποίες ορίζεται ότι οι πιστωτικοί φορείς δύνανται να ζητούν από τον καταναλωτή να ανοίξει ή να τηρήσει λογαριασμό ειδικού σκοπού πληρωμών ή ταμιευτηρίου για τη διευκόλυνση της εξόφλησης ή της εξυπηρέτησης ή της συγχρηματοδότησης της πίστωσης ή για την παροχή πρόσθετης ασφάλειας στον πιστωτικό φορέα σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 11 παρέχεται στην αρμόδια αρχή η δυνατότητα να επιτρέπει δεσμευτικές πρακτικές όταν ο πιστωτικός φορέας τεκμηριώνει έναντι αυτής ότι τα δεσμευμένα προϊόντα ή κατηγορίες προϊόντων που προσφέρονται, με όρους και προϋποθέσεις παρόμοιες μεταξύ τους, τα οποία δεν διατίθενται ξεχωριστά, έχουν ως αποτέλεσμα σαφές πλεονέκτημα για τους καταναλωτές, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη διαθεσιμότητα και τις τιμές των σχετικών προϊόντων που προσφέρονται στην αγορά. Με την παράγραφο 4 του άρθρου 11 προβλέπεται η δυνατότητα στους πιστωτικούς φορείς να ζητούν από τον καταναλωτή τη σύνδεση της σύμβασης πίστωσης με σχετικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Ο πιστωτικός φορέας δεν μπορεί να αρνηθεί τη σύνδεση με ασφαλιστήριο συμβόλαιο από ασφαλιστική εταιρία διαφορετική από εκείνη της προτίμησής του, όταν προβλέπονται καλύψεις τουλάχιστον αντίστοιχες με το ασφαλιστήριο συμβόλαιο που προτείνει ο πιστωτικός φορέας.

Με το άρθρο 12 θεσπίζεται για τους πιστωτικούς φορείς και τους συνδεδεμένους μεσίτες πιστώσεων η υποχρέωση να διαθέτουν, είτε στις ιστοσελίδες τους , είτε στα φυσικά καταστήματά τους, ανά πάσα στιγμή, εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο ή σε ηλεκτρονική μορφή, σαφείς και κατανοητές γενικές πληροφορίες για τις συμβάσεις πίστωσης. Απαριθμούνται δε οι γενικές – μη εξατομικευμένες - πληροφορίες που αποτελούν το ελάχιστο επιτρεπτό περιεχόμενο της ενημέρωσης των καταναλωτών. Σε κάθε περίπτωση διευκρινίζεται η δυνατότητα πρόβλεψης από την αρμόδια αρχή περαιτέρω προειδοποιήσεων, που υποχρεωτικά πρέπει να περιλαμβάνονται στις χορηγούμενες γενικές πληροφορίες.
 
Με τις διατάξεις του άρθρου 13 καθορίζεται ο τρόπος παροχής των απαραίτητων για τους καταναλωτές προσυμβατικών πληροφοριών στο πλαίσιο σύναψης μιας συμφωνίας χορήγησης πίστωσης.
Οι εξατομικευμένες πληροφορίες που είναι απαραίτητες στον καταναλωτή για τη σύγκριση των πιστώσεων που διατίθενται στην αγορά, την αξιολόγηση των επιπτώσεών τους και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης παρέχονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφού ο καταναλωτής παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις ανάγκες του, την οικονομική του κατάσταση και τις προτιμήσεις του, πριν από την  παροχή δεσμευτικής για τον πιστωτικό φορέα προσφοράς και σε κάθε περίπτωση πριν ο καταναλωτής δεσμευθεί με σύμβαση ή προσφορά πίστωσης.
Οι παραπάνω εξατομικευμένες πληροφορίες παρέχονται, εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο, με το «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS), ενώ τυχόν δεσμευτική για τον πιστωτικό φορέα προσφοράς παρέχεται υποχρεωτικά εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο και συνοδεύεται από νέο «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS), όταν τα χαρακτηριστικά της είναι διαφορετικά από τις πληροφορίες του ESIS που είχε προηγουμένως παρασχεθεί.
Στην παράγραφο 4 του άρθρου 13 προβλέπεται ότι μεταξύ της παροχής δεσμευτικής προσφοράς και της σύναψης σύμβασης πίστωσης μεσολαβεί χρονική περίοδος μελέτης δέκα (10) ημερολογιακών ημερών, ώστε ο καταναλωτής να αξιολογήσει τις συνέπειες προκειμένου να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση. Κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης τα στοιχεία της προσφοράς είναι δεσμευτικά για τον πιστωτικό φορέα, εφόσον τα δεδομένα στα οποία στηρίχτηκε εξακολουθούν να ισχύουν. Όπως ορίζεται, οι καταναλωτές δεν μπορούν να δεχτούν την προσφορά πριν την παρέλευση πέντε (5) ημερολογιακών ημερών της περιόδου μελέτης.
Στις συμβάσεις από απόσταση, οι υποχρεώσεις πληροφόρησης του καταναλωτή πριν από τη σύναψη μιας σύμβασης, όπως ορίζονται στις διατάξεις της περίπτωσης α της παραγράφου 3 του άρθρου 4θ του Ν. 2251/1994, θεωρείται ότι πληρούνται μόνο εφόσον ο πιστωτικός φορέας ή κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων έχει παράσχει το «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS) πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, ενώ στην περίπτωση επικοινωνιών φωνητικής τηλεφωνίας, κατά τα αναφερόμενα στην περίπτωση β της παραγράφου 3 του άρθρου 4θ του νόμου 2251/1994, η περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της χρηματοοικονομικής υπηρεσίας, που δίδεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στα τμήματα 3 έως 6 του παραρτήματος ΙΙ του παρόντος νόμου.
Κάθε πρόσθετη πληροφορία, την οποία ο πιστωτικός φορέας ή, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων επιθυμεί ή υποχρεούται να παράσχει στον καταναλωτή σύμφωνα με απόφαση της αρμόδιας αρχής, παρέχεται σε ξεχωριστό έγγραφο που επισυνάπτεται στο «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS).
Με την παράγραφο 8 του άρθρου αυτού ορίζεται ο τρόπος παροχής στον καταναλωτή αντιγράφου του σχεδίου σύμβασης πίστωσης.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 14 καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο των πληροφοριών που απαιτείται να παρέχουν οι μεσίτες πιστώσεων, εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο, στους καταναλωτές πριν από την άσκηση οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης που καθορίζονται στην  παράγραφο 5 του άρθρου 3.
 
Οι μεσίτες πιστώσεων που δεν είναι συνδεδεμένοι αλλά λαμβάνουν προμήθειες από έναν ή περισσότερους πιστωτικούς φορείς παρέχουν, εφόσον το ζητήσει ο καταναλωτής, πληροφορίες σχετικά με τη διαφοροποίηση του ύψους των προμηθειών που καταβάλλουν οι διάφοροι πιστωτικοί φορείς που παρέχουν τις προσφερόμενες στον καταναλωτή συμβάσεις πίστωσης. Για το λόγο αυτό, ο καταναλωτής ενημερώνεται ότι έχει το δικαίωμα να ζητήσει αυτές τις πληροφορίες.
Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εάν ο μεσίτης πιστώσεων επιβαρύνει τον καταναλωτή με αμοιβή και επιπλέον εισπράττει προμήθεια από τον πιστωτικό φορέα ή τρίτο μέρος, ο μεσίτης πιστώσεων εξηγεί στον καταναλωτή κατά πόσον η προμήθεια συμψηφίζεται ή όχι με την αμοιβή, είτε κατά ένα μέρος της είτε πλήρως.
Ορίζεται, στην παράγραφο 4, ότι το ποσό της αμοιβής που πρέπει, ενδεχομένως, να καταβάλει ο καταναλωτής στον μεσίτη πιστώσεων για τις υπηρεσίες του, κοινοποιείται από τον μεσίτη πιστώσεων στον πιστωτικό φορέα, με σκοπό τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ.

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15, προβλέπεται η υποχρέωση παροχής επαρκών εξηγήσεων στον καταναλωτή σχετικά με τις προτεινόμενες συμβάσεις πίστωσης και τις τυχόν συμπληρωματικές υπηρεσίες. Σκοπός της διάταξης είναι η εξασφάλιση της δυνατότητας του καταναλωτή να αξιολογήσει το αν οι προτεινόμενες συμβάσεις πίστωσης και συμπληρωματικές υπηρεσίες είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες και στην οικονομική του κατάσταση. Στις ενδεδειγμένες εξηγήσεις περιλαμβάνονται ιδίως, εκτός των πληροφοριών που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14, τα βασικά χαρακτηριστικά των προτεινόμενων προϊόντων, οι συγκεκριμένες επιπτώσεις που τα προτεινόμενα προϊόντα ενδέχεται να έχουν για τον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών αθέτησης πληρωμής του καταναλωτή και, στην περίπτωση που προσφέρονται συμπληρωματικές υπηρεσίες ομαδοποιημένες με τη σύμβαση πίστωσης, κατά πόσον κάθε συστατικό στοιχείο της ομάδας προσφερόμενων προϊόντων μπορεί να είναι δεκτικό χωριστής καταγγελίας εκ μέρους του καταναλωτή καθώς και οι συνέπειες της επιλογής αυτής για τον ίδιο.
Με την παράγραφο 2 του άρθρου 15, παρέχεται εξουσιοδότηση στην αρμόδια αρχή να προσαρμόζει τον τρόπο παροχής και την έκταση των εξηγήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και τα υπόχρεα πρόσωπα για την παροχή των εξηγήσεων, ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες υπό τις οποίες προσφέρεται η σύμβαση πίστωσης, το πρόσωπο στο οποίο προσφέρεται και το είδος της προσφερόμενης πίστωσης.

Το Κεφάλαιο Ε

Οι διατάξεις του άρθρου 16 παρέχουν περιγραφή του μηχανισμού υπολογισμού του Συνολικού Ετήσιου Πραγματικού Ποσοστού Επιβάρυνσης (ΣΕΠΠΕ).
Στην παράγραφο 2 του άρθρου προβλέπεται ότι τα έξοδα για το άνοιγμα και την τήρηση λογαριασμού ειδικού σκοπού της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 11 περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, εάν το άνοιγμα ή η τήρηση λογαριασμού είναι υποχρεωτικά προκειμένου να χορηγηθεί η πίστωση ή να χορηγηθεί υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαφημίζονται.
Σύμφωνα με την παράγραφο 3 ο υπολογισμός του ΣΕΠΠΕ βασίζεται στην παραδοχή ότι η σύμβαση πίστωσης θα παραμείνει σε ισχύ για όλη τη συμφωνηθείσα διάρκειά της και ότι ο πιστωτικός φορέας και ο καταναλωτής θα εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις
 
τους σύμφωνα με τους όρους και κατά τις ημερομηνίες που έχουν καθορισθεί στη σύμβαση πίστωσης.
Σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης που περιέχουν ρήτρες βάσει των οποίων επιτρέπονται διακυμάνσεις στο επιτόκιο χορηγήσεων και, κατά περίπτωση, στις επιβαρύνσεις που περιλαμβάνονται στο ΣΕΠΠΕ, των οποίων όμως το ύψος δεν μπορεί να προσδιορισθεί επακριβώς κατά τη στιγμή του υπολογισμού, το ΣΕΠΠΕ υπολογίζεται με βάση την παραδοχή ότι το επιτόκιο χορηγήσεων και οι λοιπές επιβαρύνσεις θα παραμείνουν σταθερά στο επίπεδο που προσδιορίζεται κατά την εκάστοτε προβλεπόμενη χρονική στιγμή υπολογισμού του. Ο όρος διακυμάνσεις δεν παραπέμπει μόνο σε συμβάσεις κυμαινόμενου επιτοκίου, αλλά σε οποιεσδήποτε συμβάσεις επιτρέπουν μεταβολές στο επιτόκιο καθ΄ όλη τη διάρκειά τους, π.χ. αρχικά σταθερό και μετά κυμαινόμενο, αρχικά σταθερό και μετά σταθερό ξανά κ.λ.π.
Όσον αφορά στις συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες συμφωνείται σταθερό επιτόκιο για μια αρχική περίοδο διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών, στο τέλος της οποίας πραγματοποιείται διαπραγμάτευση ώστε να συμφωνηθεί νέο σταθερό επιτόκιο για νέα χρονική περίοδο, ο υπολογισμός του πρόσθετου, ενδεικτικού ΣΕΠΠΕ που γνωστοποιείται στο «ESIS» καλύπτει μόνο την αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου και βασίζεται στην παραδοχή ότι, στο τέλος της αρχικής περιόδου σταθερού επιτοκίου χορηγήσεων, το οφειλόμενο κεφάλαιο εξοφλείται.
Με την παράγραφο 6 εξασφαλίζεται, στις συμβάσεις με κυμαινόμενο επιτόκιο ή σταθερό για μία αρχική περίοδο και με δυνατότητα διαπραγμάτευσης νέου σταθερού ή κυμαινόμενου, η ενημέρωση του καταναλωτή για τις πιθανές συνέπειες των διακυμάνσεων του επιτοκίου στα προς πληρωμή ποσά μέσω του ΣΕΠΠΕ, τουλάχιστον στο «ESIS». Αυτό γίνεται με την παροχή πρόσθετου ΣΕΠΠΕ στον καταναλωτή το οποίο απεικονίζει τους πιθανούς κινδύνους που συνδέονται με μια σημαντική αύξηση του επιτοκίου χορηγήσεων. Σε περίπτωση που δεν έχει τεθεί ανώτατο όριο στο επιτόκιο χορηγήσεων, η πληροφόρηση αυτή συνοδεύεται από προειδοποίηση στην οποία τονίζεται ότι το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, όπως αποτυπώνεται στο ΣΕΠΠΕ, μπορεί να αλλάξει.
Κατά περίπτωση, για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ χρησιμοποιούνται οι πρόσθετες παραδοχές που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Κεφάλαιο ΣΤ

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 17 ορίζεται η υποχρέωση του πιστωτικού φορέα να πραγματοποιεί ενδελεχή αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή πριν από την παροχή δεσμευτικής προσφοράς.
Στόχος είναι η επαλήθευση της προοπτικής του να τηρήσει ο καταναλωτής τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της σύμβασης πίστωσης. Προς τούτο προβλέπεται, βάσει της παρ. 2, ότι ο πιστωτικός φορέας διαθέτει καταγεγραμμένες και τεκμηριωμένες εσωτερικές διαδικασίες, σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση, στις οποίες, μεταξύ άλλων προβλέπονται ρητά οι πληροφορίες στις οποίες βασίζεται η εν λόγω αξιολόγηση.
Προβλέπεται με την παράγραφο 3, ότι η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεν βασίζεται κατά κύριο λόγο στην παραδοχή ότι η αξία του ακινήτου που προορίζεται για κατοικία υπερβαίνει το ποσό της πίστωσης ή στην παραδοχή ότι η αξία του εν λόγω ακινήτου θα αυξηθεί, εκτός εάν ο σκοπός της σύμβασης πίστωσης είναι η κατασκευή ή ανακαίνιση ακινήτου που προορίζεται για κατοικία.
Με την παράγραφο 4 εισάγεται απαγόρευση καταγγελίας ή τροποποίησης της σύμβασης από τον πιστωτικό φορέα εις βάρος του καταναλωτή, με την αιτιολογία ότι
 
η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεν διενεργήθηκε σωστά, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι ο καταναλωτής εν γνώσει του απέκρυψε ή παραποίησε πληροφορίες.
Βάσει της παραγράφου 5, απαγορεύεται η χορήγηση πίστωσης στον καταναλωτή όταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας υποδεικνύει ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης είναι πιθανόν να μην τηρηθούν με τον τρόπο που απαιτείται από την εν λόγω σύμβαση. Εξάλλου, τυχόν θετική αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεν γεννά υποχρέωση του πιστωτικού φορέα να χορηγήσει την πίστωση.
Περαιτέρω, ο πιστωτικός φορέας υποχρεούται να ενημερώνει τον καταναλωτή, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν.2472/1997, εκ των προτέρων ότι πρόκειται να γίνει έρευνα σε βάση δεδομένων, καθώς και να τον ενημερώνει αμελλητί για την τυχόν απόρριψη, καθώς και για το γεγονός ότι η απόφαση βασίζεται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων, όταν συντρέχει τέτοια περίπτωση. Εάν η απόρριψη βασίζεται στο αποτέλεσμα της έρευνας σε βάση δεδομένων, ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει επίσης τον καταναλωτή σχετικά με το αποτέλεσμα της έρευνας και σχετικά με την ονομασία της συγκεκριμένης βάσης δεδομένων.
Στην παράγραφο 6 προβλέπεται, ότι η πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή επαναξιολογείται με βάση επικαιροποιημένες πληροφορίες πριν εγκριθεί οποιαδήποτε σημαντική αύξηση του συνολικού ποσού της πίστωσης μετά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, εκτός εάν αυτή η συμπληρωματική πίστωση προβλεπόταν και περιλαμβανόταν στην αρχική αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας.
Το σύνολο των διατάξεων του άρθρου εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ Α’ 50).

Με τις διατάξεις του άρθρου 18 προσδιορίζεται ο τρόπος εκτίμησης της αξίας ακινήτων που προορίζονται για κατοικία και συγκεκριμένα ορίζεται ότι η εκτίμηση της αξίας των ακινήτων θα διενεργείται με αξιόπιστα πρότυπα εκτίμησης, σύμφωνα με την παράγραφο Γ7 του ν. 4152/2013. Προκειμένου να κριθούν αξιόπιστα, τα πρότυπα αποτίμησης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα αποτίμησης, ιδίως αυτά που ορίζει η Διεθνής Επιτροπή Προτύπων Αποτίμησης, η Ευρωπαϊκή Ομάδα Ενώσεων Εκτιμητών ή το Royal Institution of Chartered Surveyors. Τα εν λόγω διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα αποτίμησης περιλαμβάνουν αρχές υψηλού επιπέδου που απαιτούν από τους πιστωτικούς φορείς, μεταξύ άλλων, να υιοθετήσουν και να τηρήσουν εσωτερικές διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου και διαχείρισης των εγγυήσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται οι άρτιες διαδικασίες αποτίμησης, να υιοθετήσουν πρότυπα αποτίμησης και μεθόδους που οδηγούν σε ρεαλιστικές και τεκμηριωμένες αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων, ώστε να εξασφαλιστεί ότι όλες οι εκθέσεις αποτίμησης συντάσσονται βάσει επαρκών επαγγελματικών ικανοτήτων και επιμέλειας και ότι οι εκτιμητές πληρούν ορισμένες απαιτήσεις όσον αφορά τα προσόντα, καθώς και να συγκεντρώσουν επαρκή τεκμηρίωση αποτίμησης για τις εγγυήσεις που είναι κατανοητή και εύλογη. Τίθεται δε η υποχρέωση , των εσωτερικών και εξωτερικών εκτιμητών που διενεργούν εκτιμήσεις ακινήτων, εκ μέρους των πιστωτικών φορέων, εγγραφής τους στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του ν.4152/2013.Επιπλέον θα πρέπει να είναι ανεξάρτητοι από τη διαδικασία έγκρισης της πίστωσης ώστε να μπορούν να παρέχουν αμερόληπτη και αντικειμενική εκτίμηση.

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 καθορίζεται, ότι η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας που αναφέρεται στο άρθρο 17  διενεργείται με βάση αναγκαίες, επαρκείς
 
και αναλογικές πληροφορίες για το εισόδημα και τις δαπάνες του καταναλωτή, καθώς και για άλλες χρηματοοικονομικές και οικονομικές συνθήκες που τον αφορούν. Ο πιστωτικός φορέας αντλεί τις πληροφορίες αυτές από κατάλληλες εσωτερικές ή εξωτερικές πηγές καθώς και από τον καταναλωτή, ενώ μπορεί να χρησιμοποιήσει και τις πληροφορίες που παρέχονται στο μεσίτη πιστώσεων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αίτησης για τη χορήγηση πίστωσης. Οι πληροφορίες επαληθεύονται καταλλήλως, μεταξύ άλλων, μέσω χρήσης δικαιολογητικών που παρέχονται από ανεξάρτητα εξακριβώσιμες πηγές, εφόσον είναι αναγκαίο.
Πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας προσδιορίζει με σαφή και κατανοητό τρόπο τις αναγκαίες πληροφορίες και την προερχόμενη από ανεξάρτητα εξακριβώσιμες πηγές τεκμηρίωση που οφείλει να παράσχει ο καταναλωτής, καθώς και το εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου ο καταναλωτής οφείλει να παράσχει τα στοιχεία αυτά. Το αίτημα αυτό του πιστωτικού φορέα για παροχή πληροφοριών από τον καταναλωτή δεν πρέπει να περιέχει δυσανάλογες απαιτήσεις αλλά να περιορίζεται σε ό,τι είναι απαραίτητο για τη διενέργεια άρτιας αξιολόγησης της πιστοληπτικής του ικανότητας. Ο πιστωτικός φορέας δύναται να ζητά διευκρινίσεις από τον καταναλωτή όσον αφορά στις πληροφορίες που λαμβάνει σε απάντηση του εν λόγω αιτήματός του, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητάς του, ενώ δεν δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση πίστωσης με την αιτιολογία ότι οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τον καταναλωτή πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης ήταν ελλιπείς, εκτός αν αποδειχθεί ότι ο καταναλωτής εν γνώσει του απέκρυψε ή παραποίησε πληροφορίες.
Με την παράγραφο 4 ορίζεται ότι ο καταναλωτής ενημερώνεται εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο από τον πιστωτικό φορέα ή τον μεσίτη πιστώσεων για την υποχρέωση που έχει να παρέχει ορθές και όσο το δυνατόν πληρέστερες πληροφορίες, με σκοπό τη διεξαγωγή της αξιολόγησης της πιστοληπτικής του ικανότητας. Επιπλέον, ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων οφείλουν να προειδοποιούν τον καταναλωτή ότι στην περίπτωση που ο πιστωτικός φορέας δεν είναι σε θέση να προβεί σε αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας, επειδή ο καταναλωτής επέλεξε να μην παράσχει τις πληροφορίες ή τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας, η πίστωση δεν μπορεί να χορηγηθεί. Η προειδοποίηση μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή και η τυποποίηση μπορεί να γίνεται είτε από τον πιστωτικό φορέα είτε από τον μεσίτη πιστώσεων.

Κεφάλαιο Ζ

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 ορίζεται, ότι σε περίπτωση πίστωσης με στοιχεία αλλοδαπότητας, επιτρέπεται η πρόσβαση των πιστωτικών φορέων με καταστατική έδρα σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ στο διατραπεζικό αρχείο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που λειτουργεί στο πλαίσιο του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και, κατά περίπτωση, σε όμοιου περιεχομένου βάσεις δεδομένων που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας των καταναλωτών και με μοναδικό σκοπό την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των τελευταίων προς τις πιστωτικές τους υποχρεώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης, με τους ίδιους όρους πρόσβασης που προβλέπονται για τους εθνικούς πιστωτικούς φορείς. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται με επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2472/1997 «περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
 
Κεφάλαιο Η

Με τις διατάξεις του άρθρου 21 ορίζονται τα πρότυπα των παρεχόμενων συμβουλευτικών υπηρεσιών, ως πρόσθετων και διακριτών υπηρεσιών από τη χορήγηση πίστωσης. Ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων ενημερώνει ρητώς τον καταναλωτή, στο πλαίσιο συγκεκριμένης συναλλαγής, για το αν παρέχονται ή μπορούν να παρασχεθούν συμβουλευτικές υπηρεσίες εκ μέρους τους.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2, ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων παρέχει στον καταναλωτή, πριν από την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών ή, κατά περίπτωση, πριν από τη σύναψη σύμβασης για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσον η σύσταση θα βασιστεί σε εξέταση μόνον του δικού τους φάσματος προϊόντων ή ενός ευρέος φάσματος προϊόντων από ολόκληρη την αγορά, ούτως ώστε να μπορέσει ο καταναλωτής να κατανοήσει τη βάση πάνω στην οποία γίνεται η σύσταση και εφόσον συντρέχει περίπτωση το ποσό της χρέωσης που προκύπτει για τον καταναλωτή λόγω της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών ή, σε περίπτωση που το ποσό δεν μπορεί να καθοριστεί τη στιγμή της παροχής των πληροφοριών, τον τρόπο υπολογισμού του. Οι παραπάνω πληροφορίες μπορούν να παρασχεθούν στον καταναλωτή με τη μορφή πρόσθετων προσυμβατικών πληροφοριών κατά το στάδιο πριν τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης.
Η παράγραφος 3 του άρθρου, προβλέπει σειρά πρόσθετων, πέραν των οριζόμενων στα άρθρα 6 και 8, υποχρεώσεων κατά την παροχή  συμβουλευτικών  υπηρεσιών στους καταναλωτές.
Με την παράγραφο 4 διευκρινίζεται, ότι οι πιστωτικοί φορείς ή οι μεσίτες πιστώσεων που παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες δύνανται να κάνουν τη χρήση των όρων
«ανεξάρτητες συμβουλές» ή «ανεξάρτητος σύμβουλος» με την προϋπόθεση ότι: α) εξετάζουν ικανοποιητικό αριθμό συμβάσεων πίστωσης που διατίθενται στην αγορά και β) δεν αμείβονται για τις εν λόγω συμβουλευτικές υπηρεσίες από έναν ή περισσότερους πιστωτικούς φορείς, καθώς γίνεται χρήση της διακριτικής ευχέρειας της παρ. 4 υποπαρ. 3 σχετική με την παραπάνω δεύτερη προϋπόθεση.
Με την παράγραφο 5 του άρθρου θεσπίζεται η υποχρέωση προειδοποίησης του καταναλωτή στην περίπτωση που, λαμβάνοντας υπόψη την χρηματοοικονομική του κατάσταση, κρίνεται από τους πιστωτικούς φορείς ή τους μεσίτες πιστώσεων, ότι μια σύμβαση πίστωσης ενδεχομένως ενέχει συγκεκριμένο κίνδυνο για αυτόν.
Η παράγραφος 6 ορίζει τους φορείς από τους οποίους παρέχονται οι συμβουλευτικές υπηρεσίες. Ειδικότερα, συμβουλευτικές υπηρεσίες παρέχονται μόνον από πιστωτικούς φορείς και μεσίτες πιστώσεων καθώς και, κατόπιν χρήσης της σχετικής διακριτικής ευχέρειας, από τις πιστοποιημένες σύμφωνα με το άρθρο 10 Ν.2251/1994 ενώσεις καταναλωτών που ήδη παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της υποστήριξης των καταναλωτών σε θέματα διαχείρισης χρέους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, μετά από σχετική γνωμοδότηση της Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζονται οι περαιτέρω προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από ενώσεις καταναλωτών, μπορούν να παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες μόνο στην Ελλάδα.
Τέλος, αναφέρεται, ότι το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 15 και τυχόν διατάξεων οι οποίες αποβλέπουν στη διασφάλιση ότι παρέχονται στους καταναλωτές υπηρεσίες, οι οποίες τους βοηθούν να κατανοούν τις χρηματοοικονομικές τους ανάγκες και το είδος των προϊόντων που είναι πιθανό να ανταποκρίνονται στις ανάγκες αυτές.
 
Κεφάλαιο Θ

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 22, ορίζεται ότι στις συμβάσεις πίστωσης σε ξένο νόμισμα, ο πιστωτικός φορέας είτε συμπεριλαμβάνει στη σύμβαση πίστωσης όρο, σύμφωνα με τον οποίο ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να μετατρέψει, κατόπιν σχετικού αιτήματος του, τη σύμβαση πίστωσης σε εναλλακτικό νόμισμα τουλάχιστον όταν η διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας υπερβαίνει το 20 % είτε διασφαλίζει ότι η σύμβαση πίστωσης συνοδεύεται καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής με χρηματοπιστωτικό μέσο αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου.
Ως εναλλακτικό νόμισμα νοείται το νόμισμα στο οποίο ο καταναλωτής λαμβάνει κατά κύριο λόγο το εισόδημά του ή διατηρεί τα περιουσιακά του στοιχεία από τα οποία πρόκειται να εξοφληθεί η πίστωση, όπως προέκυψε από την τελευταία αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας πριν από τη σύμβαση πίστωσης, ή/και το νόμισμα του κράτους μέλους στο οποίο ο καταναλωτής είτε κατοικούσε τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης πίστωσης είτε κατοικεί την χρονική στιγμή κατά την οποία ζητείται η ενεργοποίηση του σχετικού συμβατικού όρου.
Με την παράγραφο 3 προβλέπεται ότι στην περίπτωση όρου μετατροπής, η συναλλαγματική ισοτιμία βάσει της οποίας γίνεται η μετατροπή είναι η επισήμως δημοσιευόμενη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή την Τράπεζα της Ελλάδος συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς που ισχύει την ημέρα της μετατροπής, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση πίστωσης.
Στην παράγραφο 4 θεσπίζεται η υποχρέωση του πιστωτικού φορέα να  ειδοποιεί άμεσα τον καταναλωτή, εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο, όταν η αξία του οφειλόμενου συνολικού ποσού που πρέπει να καταβάλει ο καταναλωτής ή η αξία των οφειλόμενων δόσεων παρουσιάζει διακύμανση μεγαλύτερη από 20 % σε σχέση με τις αντίστοιχες αξίες που θα υπολογίζονταν με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που ίσχυε κατά τη χρονική στιγμή της αρχικής εκταμίευσης. Με την ειδοποίηση αυτή ο καταναλωτής πληροφορείται για την ενεργοποίηση των δυνατοτήτων που έχουν συμφωνηθεί στη σύμβαση πίστωσης δυνάμει της παραγράφου 1. Επιπλέον, στην περιοδική ενημέρωση που λαμβάνει ο καταναλωτής περιλαμβάνεται υπενθύμιση ως προς το ύψος της μεταβολής της συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Ορίζεται, ακόμα, ότι οι ρυθμίσεις που εφαρμόζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου κοινοποιούνται στον καταναλωτή στο πλαίσιο του «Ευρωπαϊκού Τυποποιημένου Δελτίου Πληροφοριών Ενημερωτικού Δελτίου (ESIS)» και της σύμβασης πίστωσης. Όταν δεν υπάρχει στη σύμβαση πίστωσης όρος, σύμφωνα με τον οποίο ο συναλλαγματικός κίνδυνος, στον οποίο εκτίθεται ο καταναλωτής περιορίζεται σε διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας μικρότερης του 20%, το ESIS περιλαμβάνει ενδεικτικό παράδειγμα που αφορά στον αντίκτυπο διακύμανσης 20 % της συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Στο άρθρο 23 ρυθμίζονται ζητήματα διαφάνειας ως προς τη διαμόρφωση του επιτοκίου σε συμβάσεις πίστωσης με κυμαινόμενο επιτόκιο. Πιο συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις αυτές ορίζεται ότι τυχόν δείκτες ή επιτόκια αναφοράς που χρησιμοποιούνται από τον πιστωτικό φορέα για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορήγησης είναι σαφείς, εύκολα προσβάσιμοι, αντικειμενικοί και επαληθεύσιμοι από τα συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση πίστωσης και την αρμόδια αρχή και ότι τηρούνται αρχεία των ως άνω δεικτών ή επιτοκίων αναφοράς, από τον πιστωτικό φορέα εκτός αν ο πάροχος υπόκειται σε ισοδύναμη υποχρέωση τήρησης αρχείου.
 
Κεφάλαιο Ι

Με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρέχεται στον καταναλωτή το δικαίωμα πρόωρης αποπληρωμής στο πλαίσιο λειτουργίας της πιστωτικής σύμβασης που έχει συνάψει. Πιο συγκεκριμένα, ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να εκπληρώσει πλήρως ή εν μέρει τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης πριν από τη λήξη της. Στην περίπτωση αυτή, ο καταναλωτής απαλλάσσεται από τόκους και τις επιβαρύνσεις για το εναπομένον χρονικό διάστημα μέχρι τη λήξη της σύμβασης και για το ποσό που προεξοφλεί.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2, λαμβανομένων υπόψη της ΥΑ Ζ1-798/2008 και των σχετικών  δικαστικών  αποφάσεων  που  κρίνουν  αμετάκλητα  ως  καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών σχετικά με την πρόωρη εξόφληση στεγαστικών δανείων, ο πιστωτικός φορέας δικαιούται εύλογη και αντικειμενικά αιτιολογημένη αποζημίωση προς αποκατάσταση των ενδεχόμενων εξόδων που υφίσταται εξαιτίας της πρόωρης εξόφλησης  και,  ιδίως,  του  κόστους  που  συνεπάγεται  η  επανατοποθέτηση  στην διατραπεζική αγορά κεφαλαίου ίσου προς το ποσό που αποπληρώνεται πρόωρα μόνο όταν η άσκηση του δικαιώματος πρόωρης εξόφλησης   εκ μέρους του καταναλωτή λαμβάνει χώρα εντός χρονικού διαστήματος για το οποίο έχει συμφωνηθεί σταθερό επιτόκιο χορηγήσεων. Η εν λόγω αποζημίωση δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των τόκων που θα κατέβαλε ο καταναλωτής για το χρονικό διάστημα μεταξύ της πρόωρης εξόφλησης και της συμφωνηθείσας ημερομηνίας λήξης του σταθερού επιτοκίου και υπολογίζεται βάσει του μαθηματικού τύπου που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙΙ. Για την περίπτωση που ο καταναλωτής εκφράσει την επιθυμία πρόωρης εκπλήρωσης των  συμβατικών  του   υποχρεώσεων,  προβλέπεται,  στην   παράγραφο   3,  ότι  ο πιστωτικός  φορέας  παρέχει  σε  αυτόν  χωρίς  καθυστέρηση,  μετά  την  παραλαβή σχετικού αιτήματος, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες προκειμένου ο καταναλωτής να είναι σε θέση να αξιολογήσει την εν λόγω δυνατότητα. Οι πληροφορίες αυτές προσδιορίζουν τις συνέπειες που θα έχει για τον καταναλωτή η  εκπλήρωση των υποχρεώσεών του πριν από τη λήξη της σύμβασης,  τουλάχιστον  ως  προς  την  προβλεπόμενη  γι’  αυτόν  επιβάρυνση  και αναφέρουν σαφώς τις παραδοχές  που χρησιμοποιούνται, οι οποίες θα πρέπει να είναι εύλογες και δεκτικές αιτιολόγησης.

Προς τον σκοπό της οικοδόμησης ευέλικτων και αξιόπιστων αγορών προβλέπεται στο άρθρο 25 η υποχρέωση των πιστωτικών φορέων να τηρούν αρχεία σχετικά με τα είδη της ακίνητης περιουσίας που γίνονται δεκτά ως εμπράγματη εξασφάλιση καθώς και τις γενικές πολιτικές που διέπουν την εκ μέρους τους χορήγηση πιστώσεων με εμπράγματη εξασφάλιση.

Οι διατάξεις του άρθρου 26 ρυθμίζουν την υποχρέωση των πιστωτικών φορέων να χορηγούν πληροφορίες σχετικά με τις διακυμάνσεις του επιτοκίου χορηγήσεων. Προβλέπεται, στην παράγραφο 1, ότι ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει τον καταναλωτή για οποιαδήποτε μεταβολή του επιτοκίου χορηγήσεων, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, πριν από την έναρξη ισχύος του νέου επιτοκίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ΠΔ/ΤΕ 2501/2002, όπως εκάστοτε ισχύει. Η ενημέρωση περιλαμβάνει τουλάχιστον το ποσό των οφειλόμενων καταβολών μετά την έναρξη ισχύος του νέου επιτοκίου χορηγήσεων και, στις περιπτώσεις που μεταβάλλεται ο αριθμός ή η περιοδικότητα των πληρωμών, λεπτομέρειες σχετικά με τη μεταβολή αυτή.
 
H ενημέρωση σχετικά με τη διακύμανση του επιτοκίου μπορεί να περιλαμβάνεται στην περιοδική ενημέρωση που λαμβάνει ο καταναλωτής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 όπως εκάστοτε ισχύει, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) η μεταβολή του επιτοκίου χορηγήσεων συνδέεται με αλλαγή του ύψους επιτοκίου αναφοράς, β) το νέο επιτόκιο αναφοράς είναι δημόσια διαθέσιμο με κατάλληλα μέσα, και γ) οι σχετικές με το νέο επιτόκιο αναφοράς πληροφορίες είναι επίσης διαθέσιμες στις εγκαταστάσεις του πιστωτικού φορέα και γνωστοποιούνται στον καταναλωτή μαζί με το ύψος των νέων περιοδικών καταβολών.
Εφόσον συντρέχει περίπτωση κατά την οποία οι μεταβολές στο επιτόκιο χορηγήσεων καθορίζονται μέσω δημοπρασίας στις κεφαλαιαγορές και συνεπώς είναι αδύνατον ο πιστωτικός φορέας να πληροφορήσει τον καταναλωτή εκ των προτέρων για οποιαδήποτε μεταβολή πριν αυτή επέλθει, προβλέπεται στην παράγραφο 3, ότι ο πιστωτικός φορέας σε εύλογο χρόνο πριν από τη δημοπρασία γνωστοποιεί εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο στον καταναλωτή την επικείμενη διαδικασία και παρέχει ενδείξεις για το πώς μπορεί να επηρεαστεί το επιτόκιο χορηγήσεων.

Οι διατάξεις του άρθρου 27 ρυθμίζουν το γενικό πλαίσιο εντός του οποίου θα πρέπει να κινούνται οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και ειδικότερα ό,τι αφορά στην επιβολή τόκων υπερημερίας ή τυχόν πρόσθετων επιβαρύνσεων στο πλαίσιο της συναφθείσας σύμβασης πίστωσης.
Με την παράγραφο 1 υποδεικνύεται στους πιστωτικούς φορείς να επιδεικνύουν εύλογη ανοχή και να καταβάλλουν κάθε εύλογη προσπάθεια για την επίτευξη εξωδικαστικής λύσης πριν κινήσουν διαδικασίες κατάσχεσης, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον Κώδικα Δεοντολογίας του άρθρου 1 του ν.4224/2013 (Α΄288).
Αναφορικά με τους τόκους υπερημερίας η παράγραφος 2 ορίζει ότι δεν επιτρέπεται η επιβολή πρόσθετων επιβαρύνσεων πέραν α) του προβλεπομένου ανωτάτου ορίου για το επιτόκιο υπερημερίας, όπως εκάστοτε ισχύει με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, και β) της αποκατάστασης των εξόδων που αντικειμενικά ανακύπτουν για τον πιστωτικό φορέα στο πλαίσιο ενεργειών αναγκαστικής εκτέλεσης, μέχρι το ανώτατο όριο που καθορίζει το Υπουργείο Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού.
Στην παρ. 4 ορίζεται ότι τα συμβαλλόμενα στη σύμβαση πίστωσης μέρη επιτρέπεται να προβλέπουν ρητώς ότι η επιστροφή ή μεταβίβαση του εξασφαλισμένου ακινήτου αρκεί για την αποπληρωμή της πίστωσης (αρχή datio in solutum ή non-recourse δάνεια).
Σύμφωνα με την παράγραφο 4, σε περίπτωση που μετά τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης παραμένει ανεξόφλητο χρέος, ο πιστωτικός φορέας καλείται  να διευκολύνει την αποπληρωμή του, λαμβάνοντας υπόψη τις εύλογες  δαπάνες διαβίωσης του καταναλωτή.

Κεφάλαιο ΙΑ

Το άρθρο 28 προβλέπει για τους συνδεδεμένους ή μη μεσίτες πιστώσεων που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα υποχρεωτικά τη λήψη άδειας λειτουργίας από την αρμόδια αρχή για την άσκηση μίας ή περισσοτέρων από τις δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης των περιπτώσεων α) έως γ) της παραγράφου 5) του άρθρου 4 και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών της παραγράφου 21 του άρθρου 3. Στην άδεια λειτουργίας θα αναγράφεται ρητά «μεσίτης στεγαστικής πίστης» . Αναφορές στο παρόν σχέδιο νόμου σε «μεσίτες πιστώσεων» αφορούν μόνο στους μεσίτες στεγαστικής πίστης που αδειοδοτούνται και έχουν τις υποχρεώσεις και
 
τα δικαιώματα «διαβατηρίου» που τους παρέχονται από τις διατάξεις του. Η παράγραφος 2 ορίζει, ότι για την παροχή της άδειας λειτουργίας της προηγούμενης παραγράφου απαιτείται η πλήρωση κατ’ ελάχιστον των ακόλουθων επαγγελματικών απαιτήσεων, επιπλέον των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 8: α) Οι μεσίτες πιστώσεων διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής αστικής ευθύνης που καλύπτει τα κράτη μέλη ή τις περιοχές όπου προσφέρουν υπηρεσίες ή άλλη ανάλογη εγγύηση έναντι ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) αριθ.1125/2014 της Επιτροπής της 19ης Σεπτεμβρίου 2014 (EE L 305, της 24-10-2014 σ.1)». Σε ό,τι αφορά τους συνδεδεμένους μεσίτες πιστώσεων, η εν λόγω ασφάλιση ή ανάλογη εγγύηση δύναται να παρέχεται από πιστωτικό φορέα για λογαριασμό του οποίου ο μεσίτης πιστώσεων είναι εξουσιοδοτημένος να ενεργεί, β) Ο μεσίτης πιστώσεων, ή εφ’ όσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, τα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου, ή και τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν ισοδύναμα καθήκοντα διοίκησης, οφείλουν να διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, τα οποία κατ’ ελάχιστον συνίστανται στο να διαθέτουν λευκό ποινικό μητρώο ή να πληρούν κάθε άλλη ισοδύναμη, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, απαίτηση όσον αφορά σοβαρά ποινικά αδικήματα που συνδέονται με εγκλήματα κατά της περιουσίας ή με άλλα εγκλήματα σχετικά με οικονομικές δραστηριότητες και στο να μην έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση κατά το παρελθόν, εκτός εάν έχουν αποκατασταθεί σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, γ) Ο μεσίτης πιστώσεων, ή εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή και τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν ισοδύναμα καθήκοντα διοίκησης, ι οφείλουν να διαθέτουν κατάλληλο επίπεδο γνώσεων και επάρκειας όσον αφορά τις συμβάσεις πίστωσης, όπως ορίζονται από την αρμόδια αρχή.
Στις παραγράφους 4 και 5 προβλέπεται, ότι η αρμόδια αρχή καθορίζει και δημοσιοποιεί τα κριτήρια επαγγελματικών απαιτήσεων που απαιτείται να πληροί το προσωπικό των μεσιτών πιστώσεων ή των πιστωτικών φορέων, καθώς ακόμα τηρεί και ενημερώνει τακτικά μητρώο, στο οποίο εγγράφονται όλοι οι μεσίτες πιστώσεων που έχουν λάβει την προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 άδεια λειτουργίας. Επίσης, αναρτά και επικαιροποιεί τακτικά στο διαδικτυακό της τόπο δημόσιο μητρώο μεσιτών πιστώσεων.
Θεσπίζεται νομοθετικά ως ελάχιστο περιεχόμενο του ως άνω δημόσιου μητρώου μεσιτών πιστώσεων το σύνολο των εξής πληροφοριών: α) Τα ονόματα των μελών της διοίκησης που είναι υπεύθυνα για την άσκηση των δραστηριοτήτων πιστωτικής διαμεσολάβησης, β) Όλα τα φυσικά πρόσωπα που συναλλάσσονται με τους πελάτες στο πλαίσιο άσκησης δραστηριοτήτων πιστωτικής διαμεσολάβησης, γ) Τα  κράτη μέλη στα οποία ο μεσίτης πιστώσεων ασκεί τις δραστηριότητές του σύμφωνα με την αρχή της ελεύθερης εγκατάστασης ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 31, δ) Τυχόν ιδιότητα του μεσίτη πιστώσεων ως συνδεδεμένου, υπό την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 4, ε) Η επωνυμία του πιστωτικού φορέα για λογαριασμό του οποίου ενεργεί ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων, εφόσον πρόκειται για συνδεδεμένο μεσίτη πιστώσεων της περίπτωσης (α) της παραγράφου  7 του άρθρου 3.
Προβλέπεται ακόμα, στην παράγραφο 5, ότι μεσίτες πιστώσεων, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων, που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 εφόσον είναι νομικά πρόσωπα και διαθέτουν καταστατική έδρα στην Ελλάδα, υποχρεούνται επίσης να έχουν τα κεντρικά  τους   γραφεία   στην   Ελλάδα.   Εφόσον   η   άδεια   λειτουργίας   μεσιτών
 
πιστώσεων έχει ληφθεί από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο λόγω του εταιρικού του τύπου δεν διαθέτει καταστατική έδρα και ασκεί τις κύριες επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Ελλάδα, υποχρεούται επίσης να έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ελλάδα.
Η αρμόδια για την τήρηση του αρχείου της παραγράφου 4 αρχή δημιουργεί ένα ενιαίο σημείο πληροφόρησης που θα επιτρέπει την ταχεία και εύκολη πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες του δημόσιου μητρώου της παραγράφου 4, οι οποίες συγκεντρώνονται ηλεκτρονικά και επικαιροποιούνται τακτικά. Το εν λόγω σημείο πληροφόρησης παρέχει τα στοιχεία των αρμόδιων αρχών για την παροχή της άδειας λειτουργίας και την τήρηση αρχείων μεσιτών πιστώσεων κάθε κράτους μέλους.
Με την παράγραφο 7 παρέχεται η διευκρίνιση, ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν για πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4261/2014.

Οι διατάξεις του άρθρου 29 αφορούν αποκλειστικά σε μεσίτες πιστώσεων συνδεδεμένους με έναν μόνο πιστωτικό φορέα.
Με την παράγραφο 1 προβλέπεται, ότι ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων που ορίζεται στην περίπτωση α) της παραγράφου 7) του άρθρου 34 λαμβάνει άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή μέσω του πιστωτικού φορέα για λογαριασμό του οποίου ενεργεί αποκλειστικά ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων.
Σε αυτήν την περίπτωση, ο πιστωτικός φορέας ευθύνεται πλήρως και άνευ όρων για κάθε πράξη ή παράλειψη του συνδεδεμένου μεσίτη πιστώσεων που ενεργεί για λογαριασμό του σε τομείς που διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ο πιστωτικός φορέας εξασφαλίζει ότι οι συνδεδεμένοι με αυτόν μεσίτες πιστώσεων συμμορφώνονται τουλάχιστον με τις επαγγελματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 28 και παρέχει την απαιτούμενη από την αρμόδια αρχή τεκμηρίωση.
Περαιτέρω, με την παράγραφο 2 ορίζεται, ότι, με την επιφύλαξη του άρθρου 32, ο πιστωτικός φορέας παρακολουθεί τις δραστηριότητες των συνδεδεμένων με αυτόν μεσιτών πιστώσεων που ορίζονται στην περίπτωση α) της παρ. 7 του άρθρου 34 προκειμένου να εξασφαλίσει ότι εξακολουθούν να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και, ειδικότερα, με τις απαιτήσεις περί γνώσεων και επάρκειας του συνδεδεμένου μεσίτη πιστώσεων και του προσωπικού του, και παρέχει την απαιτούμενη από την αρμόδια αρχή τεκμηρίωση.

Με το άρθρο 30 ορίζεται, ότι η αρμόδια αρχή παρακολουθεί τον τρόπο εκπλήρωσης σε διαρκή βάση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις της παραγράφου
2 του άρθρου 28 εκ μέρους των μεσιτών πιστώσεων, χωρίς να θίγονται, όπως διευκρινίζεται, οι διατάξεις του άρθρου 29.

Οι διατάξεις του άρθρου 31 θεσπίζουν ελευθερία εγκατάστασης και ελευθερία παροχής υπηρεσιών των μεσιτών πιστώσεων. Με την παράγραφο 1 ορίζεται, ότι η άδεια λειτουργίας που χορηγείται σε μεσίτη πιστώσεων από την αρμόδια αρχή του άρθρου 28 παράγραφος 1 ισχύει για ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης χωρίς να απαιτείται άλλη άδεια από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής για την άσκηση των δραστηριοτήτων και την παροχή των υπηρεσιών που καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας, με την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες που προτίθεται να ασκήσει ο μεσίτης πιστώσεων στα κράτη μέλη υποδοχής καλύπτονται από την άδεια. Ωστόσο απαγορεύεται στους μεσίτες πιστώσεων να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σχετικά  με  συμβάσεις  πίστωσης  που  προσφέρονται  σε  καταναλωτές  από  μη
 
πιστωτικά ιδρύματα σε κράτος μέλος στο οποίο δεν επιτρέπεται η λειτουργία τέτοιων μη πιστωτικών ιδρυμάτων.
Με την παράγραφο 2 κάθε μεσίτης πιστώσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας και ο οποίος προτίθεται να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα για πρώτη φορά σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, σύμφωνα με την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή όταν ιδρύει υποκατάστημα, υποχρεούται να γνωστοποιεί την πρόθεση αυτή στην αρμόδια αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 28.
Εντός προθεσμίας ενός μηνός από την παραπάνω γνωστοποίηση, η εν λόγω αρμόδια αρχή κοινοποιεί στην/ις αρμόδια/ες αρχή/ές του ή των σχετικών κρατών μελών υποδοχής την πρόθεση του μεσίτη πιστώσεων και ενημερώνει/ουν ταυτόχρονα τον ενδιαφερόμενο μεσίτη πιστώσεων για την κοινοποίηση αυτή. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την/ις αρμόδια/ες αρχή/ές του/ων σχετικού/ών κράτους/ών μέλους/ών υποδοχής σχετικά με τους πιστωτικούς φορείς με τους οποίους είναι συνδεδεμένος ο μεσίτης πιστώσεων και κατά πόσον οι πιστωτικοί φορείς αναλαμβάνουν πλήρως και άνευ όρων την ευθύνη για τις δραστηριότητες του μεσίτη πιστώσεων. Η αρμόδια αρχή, όταν λαμβάνει κοινοποίηση υπό την ιδιότητά της ως αρμόδιας αρχής κράτους μέλους υποδοχής, χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που έλαβε από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ώστε να καταχωρίσει τις απαραίτητες πληροφορίες στο μητρώο που τηρεί.
Ο μεσίτης πιστώσεων μπορεί να αρχίσει να ασκεί την επιχειρηματική του δραστηριότητα έναν μήνα μετά την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε από την αρμόδια αρχή για την κοινοποίηση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.
Με την παράγραφο 3 ορίζεται, ότι πριν ξεκινήσει η επιχειρηματική δραστηριότητα του υποκαταστήματος του μεσίτη πιστώσεων ή εντός δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 23 δεύτερο εδάφιο, η αρμόδια αρχή υπό την ιδιότητά της ως αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής προετοιμάζεται για την εποπτεία του μεσίτη πιστώσεων σύμφωνα με το άρθρο 33 και, αν είναι απαραίτητο, υποδεικνύει στον μεσίτη πιστώσεων τους όρους σύμφωνα με τους οποίους, σε τομείς που δεν έχουν εναρμονιστεί στο ενωσιακό δίκαιο, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να διεξάγονται στο κράτος μέλος υποδοχής.

Οι διατάξεις του άρθρου 32 ρυθμίζουν τον τρόπο ανάκλησης από την αρμόδια αρχή άδειας λειτουργίας που έχει χορηγηθεί σε μεσίτη πιστώσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28. Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να ανακληθεί η άδεια λειτουργίας απαριθμούνται και είναι οι εξής: αν ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων α) παραιτήθηκε ρητώς από την άδεια ή δεν άσκησε κατά τους προηγούμενους έξι μήνες καμία από τις δραστηριότητες για την άσκηση των οποίων θα απαιτείτο η λήψη άδειας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28, β) απέκτησε την άδεια λειτουργίας με ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλο μη σύννομο τρόπο, γ) δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας, δ) υπάγεται σε οιαδήποτε από τις περιπτώσεις ανάκλησης που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, με την οποία ρυθμίζονται θέματα εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος νόμου, ε) έχει υποπέσει σε σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων που αφορούν στη λειτουργία των μεσιτών πιστώσεων, και συγκεκριμένα των άρθρων 6 , 7 και 8 του παρόντος σχεδίου νόμου.
Εάν η άδεια λειτουργίας μεσίτη πιστώσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28, ανακληθεί από την αρμόδια αρχή, η εν λόγω αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής για την ανάκληση αυτή όσο το δυνατόν συντομότερα και το αργότερο εντός 14 ημερών, με οιοδήποτε κατάλληλο μέσο.
 
Περαιτέρω, η αρμόδια αρχή διαγράφει από το μητρώο της παραγράφου 4 του άρθρου 28, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τους μεσίτες πιστώσεων, των οποίων ανακαλείται η άδεια λειτουργίας.

Οι διατάξεις του άρθρου 33 ρυθμίζουν τα σχετικά με την εποπτεία των μεσιτών πιστώσεων.
Προβλέπεται, στην παράγραφο 1, ότι οι μεσίτες πιστώσεων, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28, υπόκεινται στην εποπτεία αυτής, σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Οι συνδεδεμένοι μεσίτες πιστώσεων υπόκεινται σε άμεση εποπτεία από την αρμόδια αρχή.
Κατ’ εξαίρεση, εάν: (α) ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων δεν παρέχει υπηρεσίες εκτός Ελλάδος και (β) ο πιστωτικός φορέας για λογαριασμό του οποίου ενεργεί είναι πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια της παραγράφου 9 του άρθρου 34, το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4261/2014, τότε ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων υπόκειται σε εποπτεία μέσω του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος (έμμεση εποπτεία).
Με την παράγραφο 2 ορίζεται, ότι σε περίπτωση όπου μεσίτης πιστώσεων εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ε.Ε. παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 31, η αρμόδια αρχή παρακολουθεί την εφαρμογή και μεριμνά για τη συμμόρφωση εκ μέρους του υποκαταστήματος προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 και των άρθρων 7 έως10, 12έως16, 19, 21και 38 και στα κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενα μέτρα.
Εάν διαπιστωθεί ότι μεσίτης πιστώσεων εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ε.Ε., ο οποίος παρέχει στην Ελλάδα υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος παραβιάζει τις αναφερόμενες στο πρώτο ως άνω εδάφιο διατάξεις, η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον συγκεκριμένο μεσίτη πιστώσεων να τερματίσει τη παραβίαση των ως άνω διατάξεων. Εάν ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων δεν προβεί στις αιτούμενες ενέργειες, η αρμόδια αρχή προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων θα τερματίσει την παραβίαση των ως άνω μέτρων. Το είδος των ενεργειών αυτών γνωστοποιείται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής. Εάν, παρά τις ενέργειες στις οποίες προέβη η αρμόδια αρχή, ο μεσίτης πιστώσεων συνεχίζει να παραβιάζει τις αναφερόμενες στο πρώτο ως άνω εδάφιο διατάξεις, η αρμόδια αρχή δύναται, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να εμποδίσει τη συνέχιση της παραβίασης των ως άνω διατάξεων ή να επιβάλει τις σχετικές κυρώσεις και, εφόσον είναι απαραίτητο, να εμποδίσει το μεσίτη πιστώσεων να διεξαγάγει νέες συναλλαγές στην Ελλάδα. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει αμελλητί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις εν λόγω ενέργειες.
Διευκρινίζεται, ότι σε περίπτωση που αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. προβεί σε αντίστοιχες με τις ως άνω ενέργειες αναφορικά με υποκατάστημα μεσίτη πιστώσεων, ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 και παρέχει υπηρεσίες στο εν λόγω κράτος-μέλος μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, και η αρμόδια αρχή διαφωνεί με τις ενέργειες αυτές, τότε η τελευταία δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Με την παράγραφο 4 ορίζεται, ότι εάν η αρμόδια αρχή μπορεί να τεκμηριώσει ότι ένας μεσίτης πιστώσεων που ασκεί δραστηριότητες στην Ελλάδα υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα διατάξεις του παρόντος νόμου ή ότι ένας μεσίτης πιστώσεων που έχει υποκατάστημα
 
στην Ελλάδα παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος νόμου πέραν όσων ορίζονται στην παράγραφο 2, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής προκειμένου η τελευταία να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες.
Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια εντός ενός μηνός από την προαναφερθείσα ενημέρωση ή εάν, παρά τις ενέργειες στις οποίες προέβη η τελευταία, ένας μεσίτης πιστώσεων εξακολουθεί να ενεργεί με τρόπο σαφώς επιζήμιο για τα συμφέροντα των καταναλωτών της Ελλάδας ή για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς: α) Η αρμόδια αρχή, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, προβαίνει σε όλες τις κατάλληλες ενέργειες που είναι αναγκαίες προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τον μεσίτη πιστώσεων που παρανομεί να προβεί σε νέες συναλλαγές στην Ελλάδα και ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΑΤ για τις ενέργειες αυτές αμελλητί, β) Η αρμόδια αρχή δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Στην περίπτωση εγκατάστασης στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 31, υποκαταστήματος μεσίτη πιστώσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος, παρέχεται, βάσει της παραγράφου 5, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής η δυνατότητα, στο πλαίσιο άσκησης των κατά τον παρόντα νόμο καθηκόντων της και αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή, να προβαίνει σε επιτόπιους ελέγχους στο ως άνω υποκατάστημα.
Με την παράγραφο 6 προβλέπεται, ότι η κατανομή των καθηκόντων μεταξύ των κρατών μελών που ορίζεται στο παρόν άρθρο δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών σε τομείς που δεν καλύπτονται από τον παρόντα νόμο σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του δικαίου της Ένωσης.

Κεφάλαιο ΙΒ

Στο άρθρο 34 προβλέπεται, ότι η άσκηση στην Ελλάδα δραστηριότητας πιστωτικού φορέα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3, ο οποίος δεν αποτελεί πιστωτικό ίδρυμα, υπόκειται στις διατάξεις του ν. 4261/2014 και, ιδίως, στις διατάξεις των άρθρων 9, 41 και 43.

Κεφάλαιο ΙΓ

Με τις διατάξεις του άρθρου 35 περιγράφεται η υποχρέωση συνεργασίας μεταξύ αρμόδιων αρχών διαφορετικών κρατών μελών, όποτε αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο του παρόντος νόμου. Αναφέρονται ενδεικτικά ως μορφές συνδρομής των αρχών άλλου κράτους μέλους η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία στο πλαίσιο διενέργειας ελέγχων ή άσκησης εποπτικών καθηκόντων. Για τη διευκόλυνση και την επίσπευση της συνεργασίας, ιδίως σε ότι αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, ορίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος ως σημείο επαφής για τους σκοπούς του παρόντος νόμου αποδεχόμενη μεταξύ άλλων τυχόν αιτήματα ανταλλαγής πληροφοριών ή συνεργασίας βάσει της παρούσας παραγράφου.
Σύμφωνα με την παράγραφο 2 και για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ορίζεται, ότι οι  αρμόδιες  αρχές  του  άρθρου  4  συνάπτουν  μνημόνιο  συνεργασίας,  το  οποίο
 
αναρτάται στους οικείους διαδικτυακούς τόπους και επικαιροποιείται σε τακτική βάση.
Οι διατάξεις της παραγράφου 3 αφορούν στις αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος ως προς τη συνδρομή της συνεργασίας και επικοινωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Ειδικότερα, η Τράπεζα της Ελλάδος ανταλλάσσει με τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, οι οποίες έχουν οριστεί αντιστοίχως ως σημείο επαφής χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών που έχουν ορισθεί αρμόδιες στα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες έχουν ενσωματώσει το άρθρο 5 της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ.
Κατά την ανταλλαγή της ως άνω πληροφόρησης, οι αρμόδιες αρχές δύναται να ορίζουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν πρέπει να αποκαλυφθούν χωρίς τη ρητή συναίνεσή τους. Στην περίπτωση αυτή οι πληροφορίες αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχει δοθεί η σχετική συναίνεση.
Η αρμόδια αρχή δύναται να διαβιβάζει τις ληφθείσες πληροφορίες στις λοιπές αρμόδιες, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, αρχές στην Ελλάδα ή σε άλλα κράτη μέλη. Η διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών σε άλλους φορείς ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα προϋποθέτει τη ρητή συναίνεση των αρμόδιων αρχών που τις κοινοποίησαν και λαμβάνει χώρα μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχει δοθεί η σχετική συναίνεση πλην δεόντως αιτιολογημένων περιστάσεων. Στην περίπτωση αυτή η αρμόδια αρχή που διαβιβάζει τις πληροφορίες ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή, η οποία  παρείχε τις πληροφορίες.
Η παράγραφος 4 του άρθρου προβλέπει, υπό προϋποθέσεις, τη δυνατότητα άρνησης συνεργασίας από μια αρμόδια αρχή. Μία αρμόδια αρχή μπορεί κατόπιν αιτήματος συνεργασίας στο πλαίσιο διενέργειας ελέγχου να αρνηθεί την παροχή συνεργασίας για δραστηριότητα έρευνας ή εποπτείας κατόπιν σχετικού αιτήματος ή την ανταλλαγή πληροφοριών όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3  εφόσον:  α)  ο σχετικός έλεγχος, επιτόπιος ή μη, ή η μη άσκηση συγκεκριμένου εποπτικού καθήκοντος ή η ανταλλαγή πληροφοριών ενδέχεται να προσβάλει την εθνική κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη ή β) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων για τα ίδια πραγματικά περιστατικά και κατά των ιδίων προσώπων ή έχει ήδη εκδοθεί σχετική τελεσίδικη απόφαση για τις ίδιες πράξεις.
Στην περίπτωση τέτοιας άρνησης, η αρμόδια αρχή, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή που υπέβαλε το αίτημα και της παρέχει όσο το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες.

Το άρθρο 36 αφορά στην επίλυση διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ  αρμόδιων αρχών διαφορετικών κρατών μελών. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται, ότι σε περίπτωση που απορρίφθηκε αίτημα για συνεργασία, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, ή δεν υπήρξε σχετική αντίδραση σε εύλογο χρονικό διάστημα, η αρμόδια αρχή δύναται να παραπέμπει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητεί τη συνδρομή της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Σε αυτές τις περιπτώσεις, κάθε δεσμευτική απόφαση που λαμβάνει η ΕΑΤ σύμφωνα με αυτό το άρθρο είναι δεσμευτική για την αρμόδια αρχή ανεξαρτήτως του εάν είναι ή όχι μέλος της ΕΑΤ.
 
Κεφάλαιο ΙΔ

Η παράγραφος 1 του άρθρου 37 προβλέπει τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων, από τις αρμόδιες αρχές του άρθρου 4, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων τους, εφόσον διαπιστωθεί παραβίαση των διατάξεων του παρόντος νόμου.
Περαιτέρω ορίζεται στην παράγραφο 2 εδάφιο (α), ότι με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 εφαρμόζεται το άρθρο 13α «Κυρώσεις» του ν. 2251/94, ενώ σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου 38 εφαρμόζεται το άρθρο 19 της ΚΥΑ 70330οικ/30-6-2015(ΦΕΚ 1421/Β/9-7-2015).
Με το εδάφιο (β) της παραγράφου 2 περιγράφεται ειδικότερα το πλαίσιο άσκησης αρμοδιοτήτων εποπτείας και επιβολής κυρώσεων από την Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδιας αρχής, προβλεπόμενης στο άρθρο 4 του παρόντος. Ορίζεται, δηλαδή, ότι σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενων κανονιστικών διατάξεων, δύναται να λαμβάνει τα αναγκαία για την εξασφάλιση της εφαρμογής αυτών μέτρα ή και να επιβάλλει κυρώσεις, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Καταστατικού αυτής καθώς και στις διατάξεις του Ν. 4261/2014. Ειδικότερα όσον αφορά την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 28 του παρόντος, η Τράπεζα της Ελλάδος ασκεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τα προβλεπόμενα και στην παρ. 4 του άρθρου 1 του Ν. 4224/2013, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 4281/2014 (ΦΕΚ Α 160).
Με την παράγραφο 3 επισημαίνεται, ότι με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 60 του Ν. 4261/2014, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να δημοσιοποιούν οποιαδήποτε διοικητική κύρωση επιβάλλεται σύμφωνα με την παρ. 1, εκτός εάν η δημοσιοποίηση αυτή ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.

Οι διατάξεις του άρθρου 38 προβλέπουν μηχανισμούς εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ καταναλωτών και πιστωτικών φορέων, μεσιτών πιστώσεων. Πιο συγκεκριμένα, ορίζεται, ότι για την επίλυση των διαφορών, που αφορούν στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που καθορίζονται με τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις της  ΚΥΑ 70330οικ/30.6.2015 (ΦΕΚ 1421/Β/9.7.2015).
Οι πιστωτικοί φορείς, οι μεσίτες πιστώσεων οφείλουν να συνεργάζονται με τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕΔ) που είναι αναγνωρισμένοι και καταχωρημένοι στο ειδικό μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 18 της ΚΥΑ 70330οικ/30.6.2015 και καλύπτουν διαφορές στον τομέα των χρηματοπιστωτικών (τραπεζικών, επενδυτικών και ασφαλιστικών) προϊόντων και υπηρεσιών.
Περαιτέρω διευκρινίζεται, ότι για τις περιπτώσεις διασυνοριακών διαφορών που αφορούν συμβάσεις πίστωσης, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 15 «Συνεργασία και ανταλλαγές εμπειριών μεταξύ των φορέων ΕΕΔ» της ΚΥΑ 70330οικ/30.6.2015.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 39 απαγορεύει την παραίτηση του καταναλωτή από δικαιώματα που του αναγνωρίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου.
Επίσης απαγορεύεται, σύμφωνα με την παράγραφο 2, η διατύπωση των συμβάσεων πίστωσης είτε κατά τρόπο αντίθετο με τις διατάξεις του παρόντος νόμου είτε κατά τρόπο, σύμφωνα με τον οποίο οι καταναλωτές οδηγούνται σε απώλεια ή καταστρατήγηση της προστασίας που παρέχεται από τον παρόντα νόμο.
 
Το άρθρο 40 περιλαμβάνει τις μεταβατικές διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου. Με την παράγραφο 2 παρέχεται η διευκρίνιση, ότι οι μεσίτες πιστώσεων που ασκούν ήδη δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης που καθορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 5) πριν από τις 21 Μαρτίου 2016 και οι οποίοι δεν έχουν ακόμη λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα νόμο δύνανται να συνεχίσουν να ασκούν αυτές τις δραστηριότητες, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που ισχύουν πριν την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, έως τις 21 Μαρτίου 2017, χωρίς να ακολουθείται η προβλεπόμενη στο άρθρο 31 διαδικασία. Όταν ένας μεσίτης πιστώσεων βασίζεται στην ως άνω παρέκκλιση, δύναται να ασκεί τις δραστηριότητες μόνον εντός του κράτους μέλους καταγωγής του, εκτός εάν πληροί τις αναγκαίες νόμιμες απαιτήσεις του κράτους μέλους υποδοχής. Με την παράγραφο 3 ορίζεται, ότι οι πιστωτικοί φορείς, οι μεσίτες πιστώσεων που ασκούσαν δραστηριότητες που ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο πριν από τις 20 Μαρτίου 2014 συμμορφώνονται με τις διατάξεις του άρθρου 8 έως τις 21 Μαρτίου 2017.

Το άρθρο 41 τροποποιεί   την ΚΥΑ Ζ1-699/2010 (ΦΕΚ 917/Β/10) .

Οι διατάξεις του άρθρου 42 ορίζουν τον χρόνο έναρξης της ισχύος του παρόντος σχεδίου νόμου. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από την 21 Μαρτίου  2016, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Αναπόσπαστο τμήμα του ανωτέρω σχεδίου νόμου αποτελούν τα τρία Παραρτήματα. Ειδικότερα ;
Το Παράρτημα Ι περιγράφει πως υπολογίζεται το Συνολικό Ετήσιο Πραγματικό Ποσοστό Επιτοκίου (ΣΕΠΠΕ).
Το Παράρτημα ΙΙ αποτελείται από δύο Μέρη. Το Μέρος Α είναι το τυποποιημένο έντυπο, στο οποίο παρουσιάζονται οι εξατομικευμένες  πληροφορίες  στον καταναλωτή και ονομάζεται ESIS (Τυποποιημένο Ευρωπαϊκό Δελτίο Πληροφοριών) και το Μέρος Β δίνει οδηγίες στον πιστωτικό φορέα ή κατά περίπτωση στον μεσίτη πιστώσεων για τη συμπλήρωσή του ESIS.
Το Παράρτημα ΙΙΙ περιλαμβάνει τον μαθηματικό τύπο , με τον οποίον υπολογίζεται η αποζημίωση του πιστωτικού φορέα σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης εκ μέρους του καταναλωτή, η οποία λαμβάνει χώρα εντός χρονικού διαστήματος κατά το οποίο έχει συμφωνηθεί σταθερό επιτόκιο.






ΟΔΗΓΙΑ 2014/17/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΣΚΟΠΟΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ &  ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1 (Άρθρο 1 της Οδηγίας)
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η μεταφορά στο ελληνικό δίκαιο της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ, και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (EE L 60).

Άρθρο 2
(Άρθρο 3 της Οδηγίας)
Πεδίο εφαρμογής

1    .Ο παρών νόμος  εφαρμόζεται:
α) σε συμβάσεις πίστωσης που εξασφαλίζονται με εμπράγματη εξασφάλιση επί ακινήτου που  προορίζεται για κατοικία, και
β) σε συμβάσεις πίστωσης, σκοπός των οποίων είναι η απόκτηση ή η διατήρηση δικαιωμάτων κυριότητας επί εγγείου ιδιοκτησίας ή επί υπάρχοντος ή υπό κατασκευή κτιρίου.

2    .Ο παρών νόμος  δεν εφαρμόζεται σε:
α) συμβάσεις πίστωσης αποδέσμευσης περιθωρίου αξίας (equity release credit agreements) όπου ο πιστωτικός φορέας:
αα) χορηγεί την πίστωση με εφάπαξ ποσό, σε τακτικές δόσεις ή με άλλη μορφή, και ως αντάλλαγμα εισπράττει ένα ποσό από το τίμημα της μελλοντικής πώλησης ενός ακινήτου που προορίζεται για κατοικία ή αποκτά ένα δικαίωμα επί ακινήτου που προορίζεται για κατοικία,  και
ββ) δεν απαιτεί αποπληρωμή της πίστωσης έως ότου συμβούν ένα ή περισσότερα προκαθορισμένα γεγονότα στη ζωή του καταναλωτή, όπως αυτά μπορεί να ορίζονται από την αρμόδια αρχή, εκτός εάν υπάρξει παραβίαση από τον καταναλωτή των συμβατικών υποχρεώσεών του που παρέχει το δικαίωμα στον πιστωτικό φορέα να καταγγείλει τη σύμβαση πίστωσης,
β) συμβάσεις πίστωσης με τις οποίες η πίστωση χορηγείται από εργοδότη στους εργαζομένους του ως δευτερεύουσα δραστηριότητα, άτοκα ή με Συνολικό Ετήσιο Πραγματικό Ποσοστό Επιβάρυνσης (ΣΕΠΠΕ) χαμηλότερο από εκείνα που επικρατούν στην αγορά και τα οποία δεν προσφέρονται γενικά στο κοινό,
 
γ) συμβάσεις πίστωσης όπου η πίστωση χορηγείται άτοκα και χωρίς άλλες επιβαρύνσεις εκτός από εκείνες που έχουν σκοπό την ανάκτηση του κόστους που συνδέεται άμεσα με την εξασφάλιση της πίστωσης,
δ)συμβάσεις πίστωσης υπό μορφή δυνατότητας υπερανάληψης και στις οποίες η πίστωση πρέπει να εξοφληθεί εντός ενός μηνός,
ε) συμβάσεις πίστωσης που είναι αποτέλεσμα διακανονισμού ο οποίος επιτεύχθηκε ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης δημόσιας αρχής,
στ) συμβάσεις πίστωσης που αφορούν την προθεσμιακή εξόφληση υπάρχουσας οφειλής, χωρίς επιβαρύνσεις, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 περίπτωση α).
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύνανται να εξαιρεθούν από την εφαρμογή του συνόλου ή μέρους των διατάξεων συμβάσεις πίστωσης που σχετίζονται με πιστώσεις χορηγούμενες σε περιορισμένο κοινό δυνάμει νομοθετικών διατάξεων για σκοπούς κοινής ωφελείας, είτε άτοκα είτε με επιτόκιο χορηγήσεων χαμηλότερο από αυτό που επικρατεί στην αγορά είτε με άλλους όρους, οι οποίοι είναι ευνοϊκότεροι για τον καταναλωτή από αυτούς που επικρατούν στην αγορά και με επιτόκιο χορηγήσεως που δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτό που επικρατεί στην αγορά, καθορίζοντας τις δέουσες απαιτήσεις πληροφόρησης.

Άρθρο 3
(Άρθρο 4 της Οδηγίας)
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1)    «Καταναλωτής»: κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο με τις δικαιοπραξίες που καλύπτει ο παρών νόμος επιδιώκει σκοπούς που δεν σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητά του.
2)    «Πιστωτικός φορέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χορηγεί ή υπόσχεται να χορηγήσει πίστωση η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας.
3)    «Σύμβαση πίστωσης»: σύμβαση δυνάμει της οποίας πιστωτικός φορέας χορηγεί ή υπόσχεται να χορηγήσει σε καταναλωτή πίστωση κατά την έννοια του άρθρου 2, υπό μορφή προθεσμιακής καταβολής, δανείου ή οποιασδήποτε άλλης παρόμοιας χρηματοδοτικής διευκόλυνσης.
4)    «Συμπληρωματική υπηρεσία»: υπηρεσία που προσφέρεται στον καταναλωτή σε συνδυασμό με τη σύμβαση πίστωσης.
5)    «Μεσίτης πιστώσεων»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο, δεν ενεργεί ως πιστωτικός φορέας ή συμβολαιογράφος ούτε συστήνει απλώς, άμεσα ή έμμεσα, στον καταναλωτή έναν πιστωτικό φορέα ή μεσίτη πιστώσεων και το οποίο, στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας, έναντι οποιουδήποτε συμφωνηθέντος οικονομικού ανταλλάγματος (συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής αμοιβής) προβαίνει σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης:
α) παρουσιάζει  ή προσφέρει συμβάσεις πίστωσης στους καταναλωτές, β)συνδράμει    τους    καταναλωτές    αναλαμβάνοντας    προπαρασκευαστικές εργασίες  ή  άλλες  προσυμβατικές  διοικητικές  διαδικασίες  για  τη  σύναψη συμβάσεων πίστωσης διαφορετικές από αυτές της περίπτωσης  α) ή
 
γ)συνάπτει συμβάσεις πίστωσης με τους καταναλωτές εξ ονόματος του πιστωτικού φορέα.
6)    «Όμιλος»: η μητρική επιχείρηση πιστωτικού φορέα και οι θυγατρικές της που υποβάλουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Α΄ 251).
7)    «Συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων»: κάθε μεσίτης πιστώσεων που ενεργεί εξ ονόματος και υπό την πλήρη και άνευ όρων ευθύνη:
α) ενός μόνον πιστωτικού φορέα ή β) ενός μόνον ομίλου.
8)    «Πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια της περίπτωσης 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.4261/2014.
9)    «Μη πιστωτικό ίδρυμα»: κάθε πιστωτικός φορέας που δεν εμπίπτει στον ορισμό του πιστωτικού ιδρύματος.
10)    «Προσωπικό»:
α) κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο εργάζεται για τον πιστωτικό φορέα ή τον μεσίτη πιστώσεων, απασχολείται άμεσα σε δραστηριότητες που καλύπτονται από τον παρόντα νόμο και το οποίο επικοινωνεί με τους καταναλωτές κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που καλύπτονται από τον παρόντα νόμο,
β)  κάθε  φυσικό  πρόσωπο  που  διευθύνει  ή  εποπτεύει  άμεσα  τα  φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στην περίπτωση α).
11)    «Συνολικό ποσό της πίστωσης»: το ανώτατο όριο ή το σύνολο των ποσών που καθίστανται διαθέσιμα βάσει της σύμβασης πίστωσης.
12)    «Συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή»: το σύνολο των επιβαρύνσεων, όπως ορίζεται στην παράγραφο ζ του άρθρου 3 της ΚΥΑ ΖΙ-699/2010 (Β΄ 917), συμπεριλαμβανομένου του κόστους αποτίμησης ακίνητης περιουσίας όταν η εν λόγω αποτίμηση είναι απαραίτητη για τη χορήγηση της πίστωσης, αλλά εξαιρουμένων των φόρων μεταβίβασης, των συμβολαιογραφικών εξόδων και των εξόδων παραστάσεως, μεταγραφής ή/και καταχώρισης της εμπράγματης εξασφάλισης ή της μεταβίβασης της κυριότητας της ακίνητης περιουσίας.
Εξαιρούνται επίσης τυχόν επιβαρύνσεις που καταβάλλονται από τον καταναλωτή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις δεσμεύσεις που καθορίζονται στη σύμβαση πίστωσης.
13)    «Συνολικό ποσό πληρωτέο από τον καταναλωτή»: το άθροισμα του συνολικού ύψους της πίστωσης και του συνολικού κόστους αυτής για τον καταναλωτή.
14)    «Συνολικό Ετήσιο Πραγματικό Ποσοστό Επιβάρυνσης (ΣΕΠΠΕ)»: το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, που εκφράζεται ως ετήσιο ποσοστό του συνολικού ποσού της πίστωσης, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του κόστους που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 16 και ισούται, σε ετήσια βάση, με την τρέχουσα αξία του συνόλου των μελλοντικών ή τρεχουσών υποχρεώσεων (αναλήψεων, εξοφλήσεων και επιβαρύνσεων) που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ του πιστωτικού φορέα και του καταναλωτή.
15)    «Επιτόκιο χορηγήσεων»: το επιτόκιο εκφραζόμενο ως σταθερό ή κυμαινόμενο ποσοστό, το οποίο εφαρμόζεται σε ετήσια βάση στο ποσό της πίστωσης.
16)    «Αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας»: η αξιολόγηση της προοπτικής να εκπληρωθούν  οι  υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης.
 
17)    «Σταθερό μέσο»: κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή να αποθηκεύει πληροφορίες απευθυνόμενες προσωπικά σε αυτόν, κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική αναδρομή επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι παρεχόμενες πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών.
18)    «Κράτος μέλος καταγωγής»:
α) αν ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται  η κεντρική του διοίκηση,
β) αν ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική του έδρα ή, αν δεν έχει καταστατική έδρα σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κεντρική του διοίκηση.
19)    «Κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος, εκτός από το κράτος μέλος καταγωγής, στο οποίο έχει υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων.
20)    «Συμβουλευτικές υπηρεσίες»: η παροχή προσωπικών συστάσεων σε καταναλωτή, σε σχέση με μία ή περισσότερες συναλλαγές που συνδέονται με συμβάσεις πίστωσης και η οποία αποτελεί ξεχωριστή δραστηριότητα από τη χορήγηση της πίστωσης και από τις δραστηριότητες του μεσίτη πιστώσεων που καθορίζονται στην παράγραφο 5).
21)    «Αρμόδια αρχή»: η αρχή, όπως κατά περίπτωση ορίζεται στο άρθρο 4.
22)    «Ενδιάμεσο δάνειο»: σύμβαση πίστωσης που είτε δεν έχει σταθερή διάρκεια είτε πρέπει να εξοφληθεί εντός δωδεκαμήνου, η οποία χρησιμοποιείται από τον καταναλωτή ως προσωρινή λύση χρηματοδότησης κατά τη μετάβαση σε μια άλλη χρηματοδοτική ρύθμιση για το ακίνητο.
23)    «Υποχρέωση ή εγγύηση υπό αίρεση»: σύμβαση πίστωσης που ισχύει ως εγγύηση για άλλη ξεχωριστή αλλά συμπληρωματική συναλλαγή και όπου το εγγυημένο κεφάλαιο έναντι ακινήτου αναλαμβάνεται μόνο σε περίπτωση επέλευσης γεγονότος ή γεγονότων που καθορίζονται στη σύμβαση.
24)    «Συμμετοχικό στεγαστικό δάνειο (shared equity)»: σύμβαση πίστωσης όπου το αποπληρωτέο κεφάλαιο βασίζεται σε συμβατικά καθορισμένο ποσοστό της αξίας του ακινήτου κατά τον χρόνο αποπληρωμής ή αποπληρωμών του κεφαλαίου.
25)    «Πρακτική δέσμευσης»: η προσφορά ή η πώληση σύμβασης πίστωσης συνοδευόμενης με άλλα ξεχωριστά χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή υπηρεσίες όταν η σύμβαση πίστωσης δεν διατίθεται χωριστά στον καταναλωτή.
26)    «Πρακτική ομαδοποίησης»: η προσφορά ή η πώληση μιας σύμβασης πίστωσης συνοδευόμενης με άλλα ξεχωριστά χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή υπηρεσίες, όταν η σύμβαση πίστωσης διατίθεται και χωριστά στον καταναλωτή αλλά όχι κατ’ ανάγκη με τους ίδιους όρους ή προϋποθέσεις όπως όταν προσφέρεται ομαδοποιημένη με τις συμπληρωματικές υπηρεσίες.
27)    «Δάνειο σε ξένο νόμισμα»: σύμβαση πίστωσης όπου η πίστωση:
α) εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα στο οποίο ο καταναλωτής λαμβάνει το εισόδημά του ή διατηρεί τα περιουσιακά στοιχεία από τα οποία πρόκειται να εξοφληθεί η πίστωση ή
 
β)  εκφράζεται  σε  νόμισμα  διαφορετικό  από  το  νόμισμα  του  κράτους  μέλους κατοικίας του καταναλωτή.
Άρθρο 4
(Άρθρο 5 της Οδηγίας)
Αρμόδιες Αρχές

1.    Για την εφαρμογή των άρθρων 5, 9 ,10, του 2ο εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 21, καθώς και του άρθρου 38 αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Επί των λοιπών άρθρων αρμόδια αρχή ορίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος.
2.    Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι επίσης αρμόδια για την σύναψη του μνημονίου συνεργασίας το οποίο προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 35.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΗ
Άρθρο 5
(Άρθρο 6 της Οδηγίας)
Χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση των καταναλωτών

Η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, στο πλαίσιο των θεσμοθετημένων αρμοδιοτήτων της για την ενημέρωση και εκπαίδευση του καταναλωτή, συνεργάζεται με την Τράπεζα της Ελλάδος, το Συνήγορο του Καταναλωτή, τις ενώσεις των πιστωτικών φορέων, τις πιστοποιημένες, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, ενώσεις καταναλωτών, το Μεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών και κάθε άλλο εμπλεκόμενο φορέα για:
α) την εκπαίδευση των καταναλωτών σε ό,τι αφορά τον υπεύθυνο δανεισμό και τη διαχείριση χρέους, ιδίως σχετικά με τις συμβάσεις ενυπόθηκης πίστωσης, και
β) την παροχή σαφών και γενικών πληροφοριών σχετικά με τη διαδικασία χορήγησης πίστωσης με σκοπό την καθοδήγηση των καταναλωτών, ιδίως όσων λαμβάνουν ενυπόθηκη πίστη για πρώτη φορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΑΙ ΜΕΣΙΤΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ
Άρθρο 6
(Άρθρο 7 της Οδηγίας)
Υποχρεώσεις επαγγελματικής συμπεριφοράς κατά την παροχή πιστώσεων σε καταναλωτές

1.    Όταν ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων , σχεδιάζει πιστωτικά προϊόντα ή χορηγεί πίστωση ή ασκεί δραστηριότητα πιστωτικής διαμεσολάβησης κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 3 ή παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σχετικά με πίστωση ή κατά περίπτωση, παρέχει συμπληρωματικές υπηρεσίες σε καταναλωτές ή όταν εκτελεί σύμβαση πίστωσης, ενεργεί με εντιμότητα, δικαιοσύνη, διαφάνεια και επαγγελματισμό, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των καταναλωτών. Σε ό,τι αφορά τη χορήγηση πίστωσης, την άσκηση πιστωτικής διαμεσολάβησης ή την παροχή συμβουλευτικών ή, κατά περίπτωση, συμπληρωματικών υπηρεσιών σχετικά με πίστωση, οι εν λόγω δραστηριότητες βασίζονται  σε  πληροφορίες σχετικά με  τις συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται ο
 
καταναλωτής και οποιαδήποτε ειδική απαίτηση έχει γνωστοποιήσει, καθώς και σε εύλογες παραδοχές σχετικά με κινδύνους αναφορικά με την κατάσταση του καταναλωτή κατά τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης. Σε ό,τι αφορά στην παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, η δραστηριότητα βασίζεται επιπροσθέτως σε πληροφορίες που ζητούνται δυνάμει της περίπτωσης α) της παραγράφου 3 του άρθρου 21.

2.    Ο τρόπος με τον οποίο οι πιστωτικοί φορείς αμείβουν το προσωπικό τους και τους μεσίτες πιστώσεων, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο οι μεσίτες πιστώσεων αμείβουν το προσωπικό τους, δεν πρέπει να παραβλάπτει τη συμμόρφωσή τους προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1.
3.    Οι πιστωτικοί φορείς, κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών αμοιβών για το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, συμμορφώνονται προς τις ακόλουθες αρχές κατά τρόπο και στον βαθμό που συνάδει στο μέγεθός τους, την εσωτερική τους οργάνωση και τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους:
α) Η πολιτική αμοιβών είναι συνεπής προς την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και προάγει αυτήν και δεν ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνων, που υπερβαίνουν το επίπεδο αποδεκτών κινδύνων εκ μέρους του πιστωτικού φορέα.
β) Η πολιτική αμοιβών είναι σύμφωνη με την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του πιστωτικού φορέα και ενσωματώνει μέτρα για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων, προβλέποντας ιδίως ότι η αμοιβή δεν συναρτάται με τον αριθμό ή το ποσοστό των αιτήσεων που γίνονται δεκτές.
4.    Όταν οι πιστωτικοί φορείς ή οι μεσίτες πιστώσεων παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες, η διάρθρωση των αμοιβών του εμπλεκόμενου προσωπικού δεν πρέπει να παραβλάπτει την ικανότητά του να ενεργεί προς το βέλτιστο συμφέρον του καταναλωτή και ιδίως δεν πρέπει να συναρτάται με τους στόχους πωλήσεων.
5.    Η αρμόδια αρχή δύναται να θεσπίζει κανόνες, οι οποίοι αποσκοπούν στην εξειδίκευση των διατάξεων του άρθρου αυτού, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας απαγόρευσης συγκεκριμένου τύπου διάρθρωσης αμοιβών ή μορφών οικονομικού ανταλλάγματος.
Άρθρο 7
(Άρθρο 8 της Οδηγίας)
Υποχρέωση δωρεάν παροχής πληροφοριών στους καταναλωτές
Η πληροφόρηση που παρέχεται στον καταναλωτή σε συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις των διατάξεων των άρθρων 12 έως 15 καθώς και των άρθρων 22 και 26 παρέχεται δωρεάν.
Άρθρο 8
(Άρθρο 9 της Οδηγίας)
Απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας του προσωπικού

1. Οι πιστωτικοί φορείς και οι μεσίτες πιστώσεων εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό τους διαθέτει κατάλληλο και επικαιροποιημένο επίπεδο γνώσεων και επάρκειας αναφορικά με το σχεδιασμό, την προσφορά ή τη χορήγηση πίστωσης, την άσκηση δραστηριοτήτων πιστωτικής διαμεσολάβησης που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του  άρθρου  3    ή  την  παροχή  συμβουλευτικών  υπηρεσιών.  Σε  περίπτωση  που  η
 
συμφωνία χορήγησης πίστωσης περιλαμβάνει συμπληρωματική υπηρεσία, απαιτούνται κατάλληλες γνώσεις και επάρκεια σχετικά με την εν λόγω συμπληρωματική υπηρεσία.
2    .α) Στην περίπτωση παροχής από πιστωτικό φορέα ή μεσίτη πιστώσεων υπηρεσιών στην Ελλάδα, μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, για το προσωπικό του υποκαταστήματος εφαρμόζονται οι κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενες, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1 και 5 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών εκδιδόμενων αποφάσεων, απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας.
β) Στην περίπτωση παροχής από πιστωτικό φορέα ή μεσίτη πιστώσεων υπηρεσιών στην Ελλάδα χωρίς εγκατάσταση υποκαταστήματος, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενες απαιτήσεις που θεσπίζονται από το κράτος μέλος καταγωγής, εκτός εάν με την απόφαση της παραγράφου 5 της αρμόδιας αρχής ορίζεται διαφορετικά.
3.    Η αρμόδια αρχή παρακολουθεί τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, δυνάμενη να απαιτεί την παροχή από τους πιστωτικούς φορείς και τους μεσίτες πιστώσεων των στοιχείων και πληροφοριών που κρίνονται αναγκαία για την άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων.
4.    Για την αποτελεσματική εποπτεία των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πιστώσεων που εδρεύουν σε άλλα κράτη μέλη και παρέχουν υπηρεσίες στην Ελλάδα χωρίς εγκατάσταση υποκαταστήματος, η αρμόδια αρχή συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών με σκοπό την αποτελεσματική εποπτεία και τη διασφάλιση της εφαρμογής των κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενων απαιτήσεων γνώσεων και επάρκειας. Προς το σκοπό αυτόν, η αρμόδια αρχή δύναται να αναθέτει καθήκοντα και αρμοδιότητες σε άλλες αρμόδιες αρχές ή να αναλαμβάνει καθήκοντα και αρμοδιότητες που της ανατίθενται από άλλες αρμόδιες αρχές.
5.    Με απόφαση της αρμόδιας αρχής ορίζονται οι κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας για το προσωπικό των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πιστώσεων, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια, σύμφωνα και με το παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΝΤΑΙ ΤΗΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ
Άρθρο 9
(Άρθρο 10 της Οδηγίας)
Γενικές διατάξεις για τη διαφήμιση και την εμπορική προώθηση

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 9 έως 9θ του ν. 2251/94 «περί προστασίας καταναλωτή» (ΦΕΚ Α΄ 191), οι διαφημιστικές και εμπορικές ανακοινώσεις σχετικά με συμβάσεις πίστωσης δεν πρέπει να είναι αθέμιτες, ασαφείς και παραπλανητικές. Ειδικότερα, απαγορεύονται οι διατυπώσεις που ενδέχεται να δημιουργήσουν ψευδείς προσδοκίες στον καταναλωτή όσον αφορά στη διαθεσιμότητα ή το κόστος της πίστωσης.
 
Άρθρο 10
(Άρθρο 11 της Οδηγίας)
Τυποποιημένες πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στη διαφήμιση

1.    Κάθε διαφήμιση σχετικά με συμβάσεις πίστωσης, η οποία αναφέρει επιτόκιο ή τυχόν αριθμητικά στοιχεία που αφορούν στο κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, πρέπει να περιλαμβάνει τις ακόλουθες τυποποιημένες πληροφορίες, οι οποίες προσδιορίζουν κατά τρόπο σαφή, συνοπτικό και ευδιάκριτο:
α) την ταυτότητα του πιστωτικού φορέα ή, κατά περίπτωση, του μεσίτη πιστώσεων,
β) ανάλογα με την περίπτωση, ότι η σύμβαση πίστωσης θα εξασφαλιστεί είτε με υποθήκη για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία, είτε βάσει δικαιώματος σχετιζόμενου με ακίνητα που προορίζονται για κατοικία,
γ) το επιτόκιο χορηγήσεων, επισημαίνοντας αν πρόκειται για σταθερό ή κυμαινόμενο ή συνδυασμό και των δύο, καθώς και πληροφορίες για τυχόν επιβαρύνσεις που περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή,
δ) το συνολικό ποσό της πίστωσης,
ε) το ΣΕΠΠΕ που αναφέρεται στη διαφήμιση με εξίσου ευδιάκριτο τρόπο όπως και οποιοδήποτε επιτόκιο,
στ) εφόσον συντρέχει περίπτωση, τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης, το ποσό των δόσεων, το συνολικό πληρωτέο ποσό από τον καταναλωτή, τον αριθμό των δόσεων και προειδοποίηση σχετικά με τον κίνδυνο ότι πιθανές διακυμάνσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα μπορούσαν να επηρεάσουν το ποσό που πρέπει να καταβάλει ο καταναλωτής.
ζ) συνοπτική και κατάλληλη για την περίσταση προειδοποίηση για τους κινδύνους που σχετίζονται με τις συμβάσεις πίστωσης.

2.    Οι πληροφορίες που απαριθμούνται στις περιπτώσεις γ) δ) ε) και στ) της παραγράφου 1, εκτός της τελευταίας υποπερίπτωσης της περίπτωσης στ), εξειδικεύονται με αντιπροσωπευτικό παράδειγμα το οποίο ακολουθείται σε ολόκληρη τη διαφήμιση. Η αρμόδια αρχή θεσπίζει κριτήρια για τον καθορισμό αντιπροσωπευτικού παραδείγματος.
3    .Αν η χορήγηση της πίστωσης υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαφημίζονται εμπεριέχει ως υποχρεωτική τη σύναψη σύμβασης που αφορά συμπληρωματική υπηρεσία και ιδίως ασφάλιση, το δε κόστος της συμπληρωματικής αυτής υπηρεσίας δεν μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων, τότε η υποχρεωτική σύναψη της εν λόγω σύμβασης πρέπει να αναφέρεται κατά τρόπο σαφή, συνοπτικό και ευδιάκριτο μαζί με το ΣΕΠΠΕ.
4.    Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 πρέπει να είναι ευανάγνωστες ή να ακούγονται ευκρινώς, ανάλογα με το μέσο που χρησιμοποιείται για τη διαφήμιση.
5.    Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 9 έως 9θ του ν. 2251/94.

Άρθρο 11
(Άρθρο 12 της Οδηγίας)
Πρακτικές δέσμευσης και ομαδοποίησης

1    .Οι πρακτικές ομαδοποίησης επιτρέπονται ενώ οι πρακτικές δέσμευσης απαγορεύονται.
 
2.    Κατ’ εξαίρεση της απαγόρευσης που θεσπίζεται στην παράγραφο 1 οι πιστωτικοί φορείς δύνανται να ζητούν από τον καταναλωτή να ανοίξει ή να τηρήσει λογαριασμό ειδικού σκοπού πληρωμών ή ταμιευτηρίου, εφόσον μοναδικός σκοπός του εν λόγω λογαριασμού είναι η συγκέντρωση κεφαλαίου για την εξόφληση ή την εξυπηρέτηση, ή τη συγχρηματοδότηση της πίστωσης ή για την παροχή πρόσθετης ασφάλειας στον πιστωτικό φορέα σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης.
3.    Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει δεσμευτικές πρακτικές, όταν ο πιστωτικός φορέας τεκμηριώνει έναντι αυτής ότι τα δεσμευμένα προϊόντα ή κατηγορίες προϊόντων που προσφέρονται, με όρους και προϋποθέσεις παρόμοιες μεταξύ τους, τα οποία δεν διατίθενται ξεχωριστά, έχουν ως αποτέλεσμα σαφές πλεονέκτημα για τους καταναλωτές, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη διαθεσιμότητα και τις τιμές των σχετικών προϊόντων που προσφέρονται στην αγορά.
4.    Οι πιστωτικοί φορείς δύνανται να ζητούν από τον καταναλωτή να διαθέτει ασφαλιστήριο συμβόλαιο που συνδέεται με τη σύμβαση πίστωσης. Στις περιπτώσεις αυτές ο πιστωτικός φορέας κάνει δεκτό ασφαλιστήριο συμβόλαιο από φορέα παροχής διαφορετικό από εκείνον της προτίμησής του, όταν αυτό πληροί καλύψεις τουλάχιστον αντίστοιχες με το ασφαλιστήριο συμβόλαιο που προτείνει ο πιστωτικός φορέας.

5.    Η αρμόδια αρχή δύναται να εξειδικεύει περαιτέρω τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 12 (Άρθρο 13 της Οδηγίας) Γενικές πληροφορίες

1.    Οι πιστωτικοί φορείς και οι συνδεδεμένοι μεσίτες πιστώσεων, διαθέτουν, ανά πάσα στιγμή, εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο ή σε ηλεκτρονική μορφή, σαφείς και κατανοητές γενικές πληροφορίες για τις συμβάσεις πίστωσης.

Οι γενικές πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:
α) την ταυτότητα και την ταχυδρομική διεύθυνση του συντάκτη των πληροφοριών , β) τους σκοπούς, για τους οποίους μπορεί να χρησιμοποιηθεί η πίστωση,
γ) τις μορφές της εξασφάλισης, περιλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της δυνατότητας η εξασφάλιση να ευρίσκεται σε διαφορετικό κράτος μέλος,
δ) την πιθανή διάρκεια των συμβάσεων πίστωσης,
ε) τα είδη του διαθέσιμου επιτοκίου χορηγήσεων, αναφέροντας αν αυτό είναι σταθερό ή κυμαινόμενο ή και τα δύο, με σύντομη περιγραφή των χαρακτηριστικών του σταθερού και του κυμαινόμενου επιτοκίου, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών επιπτώσεων για τον καταναλωτή,
στ) όταν διατίθενται δάνεια σε ξένο νόμισμα, ένδειξη του ξένου νομίσματος ή νομισμάτων, καθώς και επεξήγηση των επιπτώσεων για τον καταναλωτή, στην περίπτωση που η πίστωση είναι εκφρασμένη σε ξένο νόμισμα,
ζ) αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του συνολικού ποσού της πίστωσης, του συνολικού κόστους της πίστωσης για τον καταναλωτή, του συνολικού πληρωτέου ποσού από τον καταναλωτή και του ΣΕΠΠΕ,
η) επισήμανση των πιθανών επιπλέον εξόδων, που δεν περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, τα οποία συνδέονται με τη σύμβαση πίστωσης,
 
θ) τις διάφορες εναλλακτικές λύσεις για την αποπληρωμή της πίστωσης στον πιστωτικό φορέα, περιλαμβανομένου του αριθμού, της περιοδικότητας και του ποσού των τακτικών δόσεων αποπληρωμής,
ι) εφόσον συντρέχει περίπτωση, σαφή και συνοπτική δήλωση ότι η τήρηση των όρων και προϋποθέσεων της σύμβασης πίστωσης δεν εξασφαλίζει εξόφληση του συνολικού ποσού της πίστωσης βάσει της σύμβασης πίστωσης,
ια) περιγραφή των προϋποθέσεων που σχετίζονται άμεσα με την πρόωρη αποπληρωμή,
ιβ) κατά πόσον είναι αναγκαία η εκτίμηση του ακινήτου και, ανάλογα με την περίπτωση, ποιος είναι ο υπεύθυνος για να διασφαλίσει τη διενέργεια της εκτίμησης και εάν προκύπτει σχετικό κόστος για τον καταναλωτή,
ιγ) επισήμανση των συμπληρωματικών υπηρεσιών που οφείλει να αγοράσει ο καταναλωτής προκειμένου να του χορηγηθεί η πίστωση ή να του χορηγηθεί με τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαφημίζονται και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι οι συμπληρωματικές υπηρεσίες μπορούν να αγοραστούν από φορέα διαφορετικό του πιστωτικού φορέα, και
ιδ) γενική προειδοποίηση σχετικά με τις πιθανές συνέπειες λόγω αθέτησης των σχετικών με τη σύμβαση πίστωσης υποχρεώσεων.

2.    Η αρμόδια αρχή δύναται να υποχρεώνει τους πιστωτικούς φορείς να περιλαμβάνουν στις γενικές πληροφορίες της παραγράφου 1 και άλλες προειδοποιήσεις, πέραν των ανωτέρω, που θεωρεί σημαντικές, καθώς και να εξειδικεύει  τον τρόπο παροχής αυτών.

Άρθρο 13
(Άρθρο 14 της Οδηγίας)
Προσυμβατικές πληροφορίες

1. Ο πιστωτικός φορέας και, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχουν στον καταναλωτή τις εξατομικευμένες πληροφορίες, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη σύγκριση των πιστώσεων που διατίθενται στην αγορά, την αξιολόγηση των επιπτώσεών τους και τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης, ως εξής:
α) χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφού ο καταναλωτής παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις ανάγκες του, την οικονομική του κατάσταση και τις προτιμήσεις του σύμφωνα με το άρθρο 19 και

β) εγκαίρως, πριν από την παροχή δεσμευτικής για τον πιστωτικό φορέα προσφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 3 και σε κάθε περίπτωση πριν ο καταναλωτής δεσμευθεί με σύμβαση ή προσφορά πίστωσης.

2    .Οι εξατομικευμένες πληροφορίες της παραγράφου 1 παρέχονται, εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο, με το «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS), το περιεχόμενο και οι οδηγίες συμπλήρωσης του οποίου ορίζονται  στο παράρτημα ΙΙ.

3.    Όταν παρέχεται στον καταναλωτή προσφορά που είναι δεσμευτική για τον πιστωτικό φορέα, αυτή παρέχεται εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου και συνοδεύεται από το «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS) εφόσον   τα στοιχεία της προσφοράς είναι διαφορετικά από τις πληροφορίες που
 
περιείχε το «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS) που είχε παρασχεθεί προηγουμένως.

4.    Μεταξύ της παροχής δεσμευτικής προσφοράς και της σύναψης σύμβασης πίστωσης, μεσολαβεί χρονική περίοδος μελέτης δέκα (10) ημερολογιακών ημερών, ώστε ο καταναλωτής να αξιολογήσει τις συνέπειες προκειμένου να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση. Οι καταναλωτές δεν μπορούν να δεχτούν την προσφορά πριν την παρέλευση πέντε (5) ημερολογιακών ημερών της περιόδου μελέτης.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης η προσφορά είναι δεσμευτική για τον πιστωτικό φορέα για όσο χρόνο διαρκεί η περίοδος μελέτης, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα στα οποία στηρίχτηκε η δεσμευτική προσφορά ως προς το πρόσωπο του δανειολήπτη, των λοιπών ενεχομένων και της εξασφάλισης εξακολουθούν να ισχύουν.
Στην περίπτωση που το επιτόκιο χορηγήσεων ή τα λοιπά έξοδα που αναφέρονται στη δεσμευτική προσφορά, προσδιορίζονται επί τη βάσει της πώλησης υποκείμενων ομολόγων ή άλλων εργαλείων άντλησης μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, το εν λόγω επιτόκιο και έξοδα μπορεί να μεταβάλλονται σε σχέση με το ύψος στο οποίο προσδιορίζονταν στη δεσμευτική προσφορά-, σύμφωνα με την αξία του υποκείμενου ομολόγου ή του εργαλείου μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης.
5.Ο πιστωτικός φορέας ή κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων που παρείχε το
«Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS) στον καταναλωτή θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σχετικά με την παροχή πληροφοριών στον καταναλωτή πριν από τη σύναψη μιας σύμβασης εξ αποστάσεως, όπως ορίζεται στις διατάξεις της περίπτωσης α της παραγράφου 3 του άρθρου 4θ του Ν. 2251/1994 και ότι πληροί τις απαιτήσεις της εν λόγω διάταξης μόνο εφόσον έχει παράσχει το «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS) πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης.

6.    Κάθε πρόσθετη πληροφορία, την οποία ο πιστωτικός φορέας ή, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων επιθυμεί ή υποχρεούται να παράσχει στον καταναλωτή σύμφωνα με απόφαση της αρμόδιας αρχής, παρέχεται σε ξεχωριστό έγγραφο που επισυνάπτεται στο «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» (ESIS).

7.    Στην περίπτωση επικοινωνιών φωνητικής τηλεφωνίας, κατά τα αναφερόμενα στην περίπτωση β της παραγράφου 3 του άρθρου 4θ του νόμου 2251/1994 η περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της χρηματοοικονομικής υπηρεσίας, που δίδεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στα τμήματα 3 έως 6 του παραρτήματος ΙΙ του παρόντος νόμου.

8.    Ο πιστωτικός φορέας ή, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχει, με απόδειξη παραλαβής, στον καταναλωτή εγγράφως ή με σταθερό μέσο, αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης πίστωσης κατά τον χρόνο υποβολής μιας προσφοράς που είναι δεσμευτική για τον πιστωτικό φορέα,.

Άρθρο 14
(Άρθρο 15 της Οδηγίας)
Απαιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με τους μεσίτες πιστώσεων
1.    Εγκαίρως πριν από την άσκηση οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης που καθορίζονται στην   παράγραφο 5) του άρθρου 3, ο μεσίτης
 
πιστώσεων παρέχει στον καταναλωτή, εγγράφως ή σε άλλο σταθερό μέσο, τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) ταυτότητα και ταχυδρομική διεύθυνση του μεσίτη πιστώσεων,
β) το μητρώο στο οποίο είναι καταχωρισμένος, τον αριθμό καταχώρισης, κατά περίπτωση, και τα μέσα για την εξακρίβωση της καταχώρισης,
γ) κατά πόσον ο μεσίτης πιστώσεων είναι συνδεδεμένος ή συνεργάζεται αποκλειστικά με έναν ή περισσότερους πιστωτικούς φορείς. Σε περίπτωση που ο μεσίτης πιστώσεων είναι συνδεδεμένος ή συνεργάζεται αποκλειστικά με έναν ή περισσότερους πιστωτικούς φορείς, παρέχει την επωνυμία του πιστωτικού φορέα ή των πιστωτικών φορέων εξ ονόματος των οποίων ενεργεί. Ο μεσίτης πιστώσεων μπορεί να γνωστοποιήσει ότι είναι ανεξάρτητος όταν πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 21,
δ) κατά πόσο ο μεσίτης πιστώσεων παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες,
ε) το ποσό της αμοιβής που, ανάλογα με την περίπτωση, πρέπει να καταβάλει ο καταναλωτής στον μεσίτη πιστώσεων για τις υπηρεσίες του ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, τη μέθοδο υπολογισμού της αμοιβής,
στ) τις διαδικασίες που παρέχουν τη δυνατότητα στους καταναλωτές ή άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλλουν καταγγελίες για μεσίτες πιστώσεων και, ενδεχομένως, τα μέσα με τα οποία μπορούν να προσφύγουν σε εξωδικαστικές διαδικασίες καταγγελιών και επίλυσης διαφορών,
ζ) κατά περίπτωση, την ύπαρξη και, εφόσον είναι γνωστό το ύψος των ποσών των προμηθειών ή άλλων οικονομικών κινήτρων που καταβάλλονται από τον πιστωτικό φορέα ή τρίτα μέρη στον μεσίτη πιστώσεων για τις υπηρεσίες του όσον αφορά τη σύμβαση πίστωσης. Σε περίπτωση που το πραγματικό ποσό του ως άνω στοιχείου δεν είναι γνωστό κατά τη στιγμή της παροχής πληροφοριών στον καταναλωτή, ο μεσίτης πιστώσεων ενημερώνει ότι θα του γνωστοποιηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο στο «Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών» ESIS.
2.    Οι μεσίτες πιστώσεων που δεν είναι συνδεδεμένοι αλλά λαμβάνουν προμήθειες από έναν ή περισσότερους πιστωτικούς φορείς παρέχουν, εφόσον το ζητήσει ο καταναλωτής, πληροφορίες σχετικά με τη διαφοροποίηση του ύψους των προμηθειών που καταβάλλουν οι διάφοροι πιστωτικοί φορείς που παρέχουν τις προσφερόμενες στον καταναλωτή συμβάσεις πίστωσης. Ο καταναλωτής ενημερώνεται ότι έχει το δικαίωμα να ζητήσει αυτές τις πληροφορίες.
3.    Εάν ο μεσίτης πιστώσεων επιβαρύνει τον καταναλωτή με αμοιβή και επιπλέον εισπράττει προμήθεια από τον πιστωτικό φορέα ή τρίτο μέρος, ο μεσίτης πιστώσεων εξηγεί στον καταναλωτή κατά πόσον η προμήθεια συμψηφίζεται ή όχι με την αμοιβή, είτε κατά ένα μέρος της είτε πλήρως.
4.    Το ποσό της αμοιβής που πρέπει, ενδεχομένως, να καταβάλει ο καταναλωτής στον μεσίτη πιστώσεων για τις υπηρεσίες του, κοινοποιείται από τον μεσίτη πιστώσεων στον πιστωτικό φορέα, με σκοπό τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ.


Άρθρο  15
(Άρθρο 16 της Οδηγίας)
Ενδεδειγμένες εξηγήσεις

1. Οι πιστωτικοί φορείς και, ανάλογα με την περίπτωση, οι μεσίτες πιστώσεων παρέχουν επαρκείς εξηγήσεις στον καταναλωτή σχετικά με τις προτεινόμενες συμβάσεις πίστωσης και τις τυχόν συμπληρωματικές υπηρεσίες, ούτως ώστε ο καταναλωτής  να  είναι  σε  θέση  να  αξιολογήσει  αν  οι  προτεινόμενες  συμβάσεις
 
πίστωσης και συμπληρωματικές υπηρεσίες είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες και στην οικονομική του κατάσταση.
Στις εξηγήσεις περιλαμβάνονται, ιδίως, κατά περίπτωση, τα εξής:
α) οι προσυμβατικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με: αα) το άρθρο 13 στην περίπτωση των  πιστωτικών φορέων,
αβ) τα άρθρα 13 και 14 στην περίπτωση των μεσιτών πιστώσεων, β) τα βασικά χαρακτηριστικά των προτεινόμενων προϊόντων,
γ) οι συγκεκριμένες επιπτώσεις που τα προτεινόμενα προϊόντα ενδέχεται να έχουν για τον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών αθέτησης πληρωμής του καταναλωτή, και
δ) όταν οι συμπληρωματικές υπηρεσίες προσφέρονται ομαδοποιημένες με σύμβαση πίστωσης, κατά πόσον κάθε συστατικό στοιχείο της ομάδας προσφερόμενων προϊόντων μπορεί να είναι δεκτικό χωριστής καταγγελίας εκ μέρους του καταναλωτή και τις συνέπειες της επιλογής αυτής για τον ίδιο .

2.Η αρμόδια αρχή μπορεί να προσαρμόζει:

α) τον τρόπο παροχής και την έκταση των εξηγήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και
β) τα υπόχρεα πρόσωπα για την παροχή των εξηγήσεων, ανάλογα με:
(αα)  τις  συγκεκριμένες  συνθήκες  υπό  τις  οποίες  προσφέρεται  η  σύμβαση πίστωσης,
(ββ) το πρόσωπο στο οποίο προσφέρεται και (γγ) το είδος της προσφερόμενης πίστωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε
ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΕΤΗΣΙΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗΣ

Άρθρο 16
(Άρθρο 17 της Οδηγίας)
Υπολογισμός του ΣΕΠΠΕ

1. Το ΣΕΠΠΕ υπολογίζεται σύμφωνα με τον μαθηματικό τύπο που αποτυπώνεται στο παράρτημα I.

2.    Τα έξοδα για το άνοιγμα και την τήρηση λογαριασμού ειδικού σκοπού της παραγράφου 2 του άρθρου 11 για τη χρήση μέσου πληρωμών που επιτρέπει τη διενέργεια καταβολών στον λογαριασμό και αναλήψεων από αυτόν και τα λοιπά έξοδα που σχετίζονται με τη διενέργεια πράξεων πληρωμών περιλαμβάνονται στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή αν το άνοιγμα ή η τήρηση λογαριασμού είναι υποχρεωτικά προκειμένου να χορηγηθεί η πίστωση ή να χορηγηθεί υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαφημίζονται.

3.    Ο υπολογισμός του ΣΕΠΠΕ βασίζεται στην παραδοχή ότι η σύμβαση πίστωσης θα παραμείνει σε ισχύ για όλη τη συμφωνηθείσα διάρκειά της και ότι ο πιστωτικός φορέας και ο καταναλωτής θα εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τους όρους και κατά τις ημερομηνίες που έχουν καθορισθεί στη σύμβαση πίστωσης.
 
4.    Σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης που περιέχουν ρήτρες βάσει των οποίων επιτρέπονται διακυμάνσεις στο επιτόκιο χορηγήσεων και, κατά περίπτωση, στις επιβαρύνσεις που περιλαμβάνονται στο ΣΕΠΠΕ, των οποίων όμως το ύψος δεν μπορεί να προσδιορισθεί επακριβώς κατά τη στιγμή του υπολογισμού, το ΣΕΠΠΕ υπολογίζεται με βάση την παραδοχή ότι το επιτόκιο χορηγήσεων και οι λοιπές επιβαρύνσεις θα παραμείνουν σταθερά στο επίπεδο που προσδιορίζεται κατά την εκάστοτε προβλεπόμενη χρονική στιγμή υπολογισμού του.

5.    Όσον αφορά τις συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες συμφωνείται σταθερό επιτόκιο χορηγήσεων για μια αρχική περίοδο διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών, στο τέλος της οποίας πραγματοποιείται διαπραγμάτευση ώστε να συμφωνηθεί νέο σταθερό επιτόκιο για νέα χρονική περίοδο, ο υπολογισμός του πρόσθετου, ενδεικτικού ΣΕΠΠΕ που γνωστοποιείται στο «ESIS» καλύπτει μόνο την αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου και βασίζεται στην παραδοχή ότι, στο τέλος της αρχικής περιόδου σταθερού επιτοκίου χορηγήσεων, το οφειλόμενο κεφάλαιο εξοφλείται.

6.    (i) Σε περίπτωση που η σύμβαση πίστωσης επιτρέπει διακυμάνσεις του επιτοκίου χορηγήσεων, ο καταναλωτής ενημερώνεται σχετικά με τις πιθανές συνέπειες των διακυμάνσεων  στα προς  πληρωμή  ποσά  και  στο  ΣΕΠΠΕ  τουλάχιστον  μέσω του
«ESIS». Αυτό γίνεται με την παροχή πρόσθετου ΣΕΠΠΕ στον καταναλωτή το οποίο απεικονίζει τους πιθανούς κινδύνους που συνδέονται με μια σημαντική αύξηση του επιτοκίου χορηγήσεων. Σε περίπτωση που δεν έχει τεθεί ανώτατο όριο στο επιτόκιο χορηγήσεων, η πληροφόρηση αυτή συνοδεύεται από προειδοποίηση στην οποία τονίζεται ότι το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, όπως αποτυπώνεται στο ΣΕΠΠΕ, μπορεί να αλλάξει.
(ii)    Οι διατάξεις της περίπτωσης i) εφαρμόζονται και σε συμβάσεις πίστωσης στις οποίες το επιτόκιο χορηγήσεων είναι σταθερό για συγκεκριμένη ελάχιστη περίοδο στο τέλος της οποίας δίνεται η δυνατότητα για διαπραγμάτευση του επιτοκίου χορηγήσεων προκειμένου να συμφωνηθεί νέο σταθερό ή κυμαινόμενο επιτόκιο.

(iii)    Οι διατάξεις της περίπτωσης (i) δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις πίστωσης στις οποίες το επιτόκιο χορηγήσεων είναι σταθερό για αρχική περίοδο διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών, στο τέλος της οποίας πραγματοποιείται διαπραγμάτευση του επιτοκίου χορηγήσεων ώστε να συμφωνηθεί νέο σταθερό επιτόκιο για νέα χρονική περίοδο, για την οποία προβλέπεται στο ESIS πρόσθετο, ενδεικτικό ΣΕΠΠΕ.
7. Κατά περίπτωση, για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ χρησιμοποιούνται οι πρόσθετες παραδοχές που καθορίζονται στο παράρτημα I.
8. Η αρμόδια αρχή δύναται να εξειδικεύει και να παρέχει οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΙΣΤΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο   17
(Άρθρο 18 της Οδηγίας)
Υποχρέωση αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή

1.Ο πιστωτικός φορέας, πριν από την παροχή δεσμευτικής προσφοράς πραγματοποιεί ενδελεχή αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή. Η  αξιολόγηση  αυτή  λαμβάνει  δεόντως  υπόψη  παράγοντες  που  επιτρέπουν  την
 
επαλήθευση της προοπτικής του καταναλωτή να τηρήσει τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της σύμβασης πίστωσης.

2.    Ο πιστωτικός φορέας διαθέτει καταγεγραμμένες και τεκμηριωμένες εσωτερικές διαδικασίες, σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση της παραγράφου 1, στις οποίες, μεταξύ άλλων προβλέπονται ρητά οι πληροφορίες στις οποίες βασίζεται η εν λόγω αξιολόγηση.

3.    Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεν βασίζεται κατά κύριο λόγο στην παραδοχή ότι η αξία του ακινήτου που προορίζεται για κατοικία υπερβαίνει το ποσό της πίστωσης ή στην παραδοχή ότι η αξία του εν λόγω ακινήτου θα αυξηθεί, εκτός εάν ο σκοπός της σύμβασης πίστωσης είναι η κατασκευή ή ανακαίνιση ακινήτου που προορίζεται για κατοικία.

4.    Μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης με καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας δεν καταγγέλλει ούτε τροποποιεί τη σύμβαση εις βάρος του καταναλωτή με την αιτιολογία ότι η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεν διενεργήθηκε σωστά. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όταν αποδεικνύεται ότι ο καταναλωτής εν γνώσει του απέκρυψε   ή παραποίησε πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 19.

5.    Ο πιστωτικός φορέας:
α) δύναται να χορηγεί την πίστωση στον καταναλωτή μόνο όταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας υποδεικνύει ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης είναι πιθανόν να τηρηθούν με τον τρόπο που απαιτείται από την εν λόγω σύμβαση
β) ενημερώνει τον καταναλωτή σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 2472/1997 εκ των προτέρων ότι πρόκειται να γίνει έρευνα σε βάση δεδομένων,
γ) ενημερώνει αμελλητί τον καταναλωτή για την τυχόν απόρριψη, καθώς και για το γεγονός ότι η απόφαση βασίζεται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων, όταν συντρέχει τέτοια περίπτωση. Εάν η απόρριψη βασίζεται στο αποτέλεσμα της έρευνας σε βάση δεδομένων, ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει επίσης τον καταναλωτή σχετικά με το αποτέλεσμα της έρευνας και σχετικά με την ονομασία της συγκεκριμένης βάσης δεδομένων .
6.    Η πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή επαναξιολογείται με βάση επικαιροποιημένες πληροφορίες πριν εγκριθεί οποιαδήποτε σημαντική αύξηση του συνολικού ποσού της πίστωσης μετά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, εκτός εάν αυτή η συμπληρωματική πίστωση προβλεπόταν και περιλαμβανόταν στην αρχική αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας.

7.    Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ Α’ 50).

8.    Η αρμόδια αρχή δύναται να εξειδικεύει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου πλην των στοιχείων των παραγράφων 5, εδάφιο β και 7.
 
Άρθρο 18
(Άρθρο 19 της Οδηγίας)
Εκτίμηση της αξίας του ακινήτου


1.Η εκτίμηση της αξίας ακινήτων που προορίζονται για κατοικία με σκοπό τη χορήγηση ενυπόθηκων πιστώσεων διενεργείται με αξιόπιστα πρότυπα εκτίμησης σύμφωνα με την παράγραφο Γ7 του ν. 4152/2013.
2. Oι εσωτερικοί και εξωτερικοί εκτιμητές που διενεργούν εκτιμήσεις ακινήτων, εκ μέρους των πιστωτικών φορέων, είναι επαγγελματικά επαρκείς, εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του ν.4152/2013 και είναι ανεξάρτητοι από τη διαδικασία έγκρισης της πίστωσης, ώστε να μπορούν να παρέχουν αμερόληπτη και αντικειμενική εκτίμηση. Η εκτίμηση που παρέχουν καταχωρίζεται σε αρχείο το οποίο τηρείται  από τον πιστωτικό φορέα.



Άρθρο 19
(Άρθρο 20 της Οδηγίας)
Διαβίβαση και επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχει ο καταναλωτής

1.    Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας που αναφέρεται στο άρθρο 17 διενεργείται με βάση αναγκαίες, επαρκείς και αναλογικές πληροφορίες για το εισόδημα και τις δαπάνες του καταναλωτή, καθώς και για άλλες χρηματοοικονομικές και οικονομικές συνθήκες που τον αφορούν. Ο πιστωτικός φορέας αντλεί τις πληροφορίες αυτές από κατάλληλες εσωτερικές ή εξωτερικές πηγές, συμπεριλαμβανομένου του καταναλωτή, και συμπεριλαμβανομένων  πληροφοριών που παρέχονται στο μεσίτη πιστώσεων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αίτησης για τη χορήγηση πίστωσης. Οι πληροφορίες επαληθεύονται καταλλήλως, μεταξύ άλλων, μέσω χρήσης δικαιολογητικών που παρέχονται από ανεξάρτητα εξακριβώσιμες πηγές, εφόσον είναι αναγκαίο.

2.    Ο μεσίτης πιστώσεων διαβιβάζει, με ακρίβεια, στον ενδιαφερόμενο πιστωτικό φορέα τις απαραίτητες πληροφορίες που λαμβάνει από τον καταναλωτή, προκειμένου να καταστεί εφικτή η αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας.

3.    Πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας προσδιορίζει με σαφή και κατανοητό τρόπο τις αναγκαίες πληροφορίες και την προερχόμενη από ανεξάρτητα εξακριβώσιμες πηγές τεκμηρίωση που οφείλει να παράσχει ο καταναλωτής, καθώς και το χρονικό διάστημα εντός του οποίου ο καταναλωτής οφείλει να παράσχει τα στοιχεία αυτά. Το αίτημα αυτό του πιστωτικού φορέα για παροχή πληροφοριών από τον καταναλωτή πρέπει να είναι αναλογικό και να περιορίζεται σε ό,τι είναι απαραίτητο για τη διενέργεια άρτιας αξιολόγησης της πιστοληπτικής του ικανότητας. Ο πιστωτικός φορέας δύναται να ζητά διευκρινίσεις από τον καταναλωτή όσον αφορά στις πληροφορίες που λαμβάνει σε απάντηση του εν λόγω αιτήματός του, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητάς του.
Ο πιστωτικός φορέας δεν δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση πίστωσης, επί τη βάσει του ότι οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τον καταναλωτή πριν από τη σύναψη
 
της σύμβασης πίστωσης ήταν ελλιπείς. Εν τούτοις, δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση πίστωσης, εφόσον αποδειχθεί ότι ο καταναλωτής εν γνώσει του απέκρυψε ή παραποίησε πληροφορίες.
4.Ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων ενημερώνουν εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο τον καταναλωτή για την υποχρέωσή του να παρέχει ορθές πληροφορίες, κατόπιν του αιτήματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3, και για το γεγονός ότι οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πληρέστερες, με σκοπό τη διεξαγωγή της αξιολόγησης της πιστοληπτικής του ικανότητας. Ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων οφείλουν να προειδοποιούν τον καταναλωτή, ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο πιστωτικός φορέας δεν είναι σε θέση να προβεί σε αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας, επειδή ο καταναλωτής επέλεξε να μην παράσχει τις πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά που είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας, η πίστωση δεν μπορεί να χορηγηθεί. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται από τον πιστωτικό φορέα σε τυποποιημένη μορφή.
5. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του Νόμου 2472/1997 (Α΄ 50) και ιδίως του άρθρου 4 αυτού.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Ζ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΒΑΣΕΙΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 20
(Άρθρο 21 της Οδηγίας)
Πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων

1.    Σε περίπτωση πίστωσης με στοιχεία αλλοδαπότητας, επιτρέπεται η πρόσβαση των πιστωτικών φορέων με καταστατική έδρα σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ στο διατραπεζικό αρχείο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που λειτουργεί στο πλαίσιο του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και, κατά περίπτωση, σε όμοιου περιεχομένου βάσεις δεδομένων που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας των καταναλωτών και με μοναδικό σκοπό την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των τελευταίων προς τις πιστωτικές τους υποχρεώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης, με τους ίδιους όρους πρόσβασης που προβλέπονται για τους εθνικούς πιστωτικούς φορείς.

2.    Το παρόν άρθρο ισχύει με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν.2472/1997 (ΦΕΚ Α 50).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Άρθρο 21
(Άρθρο 22 της Οδηγίας)
Πρότυπα συμβουλευτικών υπηρεσιών

1.Ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων ενημερώνει ρητώς τον καταναλωτή, στο πλαίσιο συγκεκριμένης συναλλαγής, για το αν παρέχονται ή μπορούν να παρασχεθούν συμβουλευτικές υπηρεσίες εκ μέρους τους στον καταναλωτή.
 
2.    Πριν από την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών ή, κατά περίπτωση, πριν από τη σύναψη σύμβασης για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, ο πιστωτικός φορέας ή ο μεσίτης πιστώσεων παρέχει στον καταναλωτή τις ακόλουθες πληροφορίες εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου:

α) κατά πόσον η σύσταση θα βασιστεί σε εξέταση μόνον του δικού τους φάσματος προϊόντων, σύμφωνα με την περίπτωση β της παραγράφου 3, ή ενός ευρέος φάσματος προϊόντων από ολόκληρη την αγορά, σύμφωνα με την περίπτωση γ της παραγράφου 3 , ούτως ώστε να μπορέσει ο καταναλωτής να κατανοήσει τη βάση πάνω στην οποία γίνεται η σύσταση,

β) εφόσον συντρέχει περίπτωση το ποσό της χρέωσης που προκύπτει για τον καταναλωτή λόγω της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών ή, σε περίπτωση που το ποσό δεν μπορεί να καθοριστεί τη στιγμή της παροχής των πληροφοριών, τον τρόπο υπολογισμού του.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις α) και β) του πρώτου εδαφίου μπορούν να παρασχεθούν στον καταναλωτή με τη μορφή πρόσθετων προσυμβατικών πληροφοριών.

3.    Όταν παρέχονται στους καταναλωτές συμβουλευτικές υπηρεσίες, προβλέπονται πέραν των οριζόμενων στα άρθρα 6 και 8, οι ακόλουθες υποχρεώσεις:

α) οι πιστωτικοί φορείς ή οι μεσίτες πιστώσεων αποκτούν τις αναγκαίες πληροφορίες όσον αφορά την προσωπική και χρηματοοικονομική κατάσταση του καταναλωτή, καθώς και τις προτιμήσεις και τους στόχους του, προκειμένου να είναι σε θέση να συστήνουν κατάλληλες συμβάσεις πίστωσης. Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται σε πληροφορίες που είναι επικαιροποιημένες κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και λαμβάνει υπόψη εύλογες παραδοχές ως προς τους κινδύνους που αφορούν στην κατάσταση του καταναλωτή καθ’ όλη τη διάρκεια της προτεινόμενης σύμβασης πίστωσης,

β) οι πιστωτικοί φορείς ή οι συνδεδεμένοι μεσίτες πιστώσεων, εξετάζουν έναν επαρκή αριθμό συμβάσεων πίστωσης από το φάσμα των προϊόντων τους και λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τη χρηματοοικονομική και προσωπική κατάσταση του καταναλωτή συστήνουν μία ή περισσότερες κατάλληλες συμβάσεις πίστωσης,

γ) οι μη συνδεδεμένοι μεσίτες πιστώσεων εξετάζουν έναν επαρκή αριθμό συμβάσεων πίστωσης που διατίθενται στην αγορά λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες, τη χρηματοοικονομική και προσωπική κατάσταση του καταναλωτή συστήνουν μία ή περισσότερες κατάλληλες συμβάσεις πίστωσης που είναι διαθέσιμες στην αγορά,

δ) οι πιστωτικοί φορείς και οι μεσίτες πιστώσεων ενεργούν προς το συμφέρον του καταναλωτή με τους εξής τρόπους:
δα)λαμβάνοντας   ενημέρωση   για   τις   ανάγκες   και   την   κατάσταση   του καταναλωτή και
δβ)    συστήνοντας    κατάλληλες    συμβάσεις    πίστωσης    σύμφωνα    με    τις περιπτώσεις α), β) και γ), και
 
ε) οι πιστωτικοί φορείς ή οι μεσίτες πιστώσεων χορηγούν στον καταναλωτή εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου το περιεχόμενο της σύστασης που του παρείχαν.

4    .Οι πιστωτικοί φορείς ή οι μεσίτες πιστώσεων που παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες  δύνανται  να  κάνουν  χρήση  των  όρων  «ανεξάρτητες  συμβουλές»  ή
«ανεξάρτητος σύμβουλος» με την προϋπόθεση ότι:
α) εξετάζουν ικανοποιητικό αριθμό συμβάσεων πίστωσης που διατίθενται στην αγορά και
β) δεν αμείβονται για τις εν λόγω συμβουλευτικές υπηρεσίες από έναν ή περισσότερους πιστωτικούς φορείς.

5    .Οι πιστωτικοί φορείς και οι μεσίτες πιστώσεων προειδοποιούν τον καταναλωτή, εφόσον λαμβάνοντας υπόψη την χρηματοοικονομική του κατάσταση, κρίνουν ότι μια σύμβαση πίστωσης ενδεχομένως ενέχει συγκεκριμένο κίνδυνο για αυτόν.

6    .Συμβουλευτικές υπηρεσίες παρέχονται μόνον από πιστωτικούς φορείς και μεσίτες πιστώσεων.
Από το πρώτο εδάφιο εξαιρούνται ενώσεις καταναλωτών που είναι πιστοποιημένες σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της υποστήριξης των καταναλωτών σε θέματα διαχείρισης χρέους . Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, μετά από σχετική γνωμοδότηση της Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζονται οι περαιτέρω προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από ενώσεις καταναλωτών. Οι ενώσεις καταναλωτών που απολαύουν της εξαίρεσης του δευτέρου εδαφίου δεν έχουν το δικαίωμα που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 να παρέχουν υπηρεσίες στο σύνολο της επικράτειας της Ένωσης.

7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 15
«Ενδεδειγμένες εξηγήσεις» και τυχόν διατάξεων οι οποίες αποβλέπουν στη διασφάλιση ότι παρέχονται στους καταναλωτές υπηρεσίες, που τους βοηθούν να κατανοούν τις χρηματοοικονομικές τους ανάγκες και το είδος των προϊόντων που είναι πιθανό να ανταποκρίνονται στις ανάγκες αυτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ ΣΕ ΞΕΝΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ

Άρθρο 22
(Άρθρο 23 της Οδηγίας)

Συμβάσεις πίστωσης σε ξένο νόμισμα

1.    Σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης σε ξένο νόμισμα, ο πιστωτικός φορέας:
α) είτε συμπεριλαμβάνει στη σύμβαση πίστωσης όρο, σύμφωνα με τον οποίο ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να μετατρέψει, κατόπιν σχετικού αιτήματος του, τη σύμβαση πίστωσης σε εναλλακτικό νόμισμα τουλάχιστον όταν η διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας υπερβαίνει το 20 %,
 
β) είτε διασφαλίζει ότι η σύμβαση πίστωσης συνοδεύεται καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής με χρηματοπιστωτικό μέσο αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου.

2.    Στην περίπτωση α) της παραγράφου 1 ανωτέρω ο σχετικός όρος της σύμβασης ορίζει υποχρεωτικά ως εναλλακτικό νόμισμα:
α) το νόμισμα στο οποίο ο καταναλωτής λαμβάνει κατά κύριο λόγο το εισόδημά του ή διατηρεί τα περιουσιακά του στοιχεία από τα οποία πρόκειται να εξοφληθεί η πίστωση, όπως προέκυψε από την τελευταία αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας πριν από τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης, ή/και
β) το νόμισμα του κράτους μέλους στο οποίο ο καταναλωτής είτε κατοικούσε τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης πίστωσης είτε κατοικεί κατά το χρόνο κατά τον οποίο ζητείται η ενεργοποίηση του σχετικού συμβατικού όρου.

3.    Στην περίπτωση της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 ανωτέρω, η συναλλαγματική ισοτιμία βάσει της οποίας γίνεται η μετατροπή είναι η επισήμως δημοσιευόμενη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή την Τράπεζα της Ελλάδος συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς που ισχύει την ημέρα της μετατροπής, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση πίστωσης.

4.    Όταν ένας καταναλωτής έχει συνάψει σύμβαση πίστωσης σε ξένο νόμισμα, ο πιστωτικός φορέας ειδοποιεί άμεσα τον καταναλωτή, εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο όταν η αξία του οφειλόμενου συνολικού ποσού που πρέπει να καταβάλει ο καταναλωτής ή η αξία των οφειλόμενων δόσεων παρουσιάζει διακύμανση μεγαλύτερη από 20 % σε σχέση με τις αντίστοιχες αξίες που θα υπολογίζονταν με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία μεταξύ του νομίσματος της σύμβασης και του νομίσματος του κράτους μέλους που ίσχυε κατά τη χρονική στιγμή σύναψης της σύμβασης πίστωσης. Με την ειδοποίηση αυτή ο καταναλωτής πληροφορείται για την ενεργοποίηση των δυνατοτήτων που έχουν συμφωνηθεί στη σύμβαση πίστωσης δυνάμει της παραγράφου 1.
Στην προβλεπόμενη περιοδική ενημέρωση θα περιλαμβάνεται αναφορά του ύψους της μεταβολής της συναλλαγματικής ισοτιμίας.


Οι ρυθμίσεις που εφαρμόζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου κοινοποιούνται στον καταναλωτή στο πλαίσιο του «Ευρωπαϊκού Τυποποιημένου Δελτίου Πληροφοριών (ESIS)» και της σύμβασης πίστωσης. Όταν δεν υπάρχει στη σύμβαση πίστωσης όρος, σύμφωνα με τον οποίο ο συναλλαγματικός κίνδυνος, στον οποίο εκτίθεται ο καταναλωτής περιορίζεται σε διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας μικρότερης του 20%, το ESIS περιλαμβάνει ενδεικτικό παράδειγμα που αφορά στον αντίκτυπο διακύμανσης 20 % της συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Άρθρο 23

(Άρθρο 24 της Οδηγίας)
Πιστώσεις κυμαινόμενου επιτοκίου

Όταν σε μία σύμβαση πίστωσης ορίζεται κυμαινόμενο επιτόκιο:
α) τυχόν δείκτες ή επιτόκια αναφοράς που χρησιμοποιούνται από τον πιστωτικό φορέα   για   τον   υπολογισμό   του   επιτοκίου   χορήγησης   είναι   σαφείς,   εύκολα
 
προσβάσιμοι, αντικειμενικοί και επαληθεύσιμοι από τα συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση πίστωσης και την αρμόδια αρχή και

β) τηρούνται αρχεία των ως άνω δεικτών ή επιτοκίων αναφοράς από τον πιστωτικό φορέα εκτός αν ο πάροχος των δεικτών ή επιτοκίων αναφοράς υπόκειται σε ισοδύναμη υποχρέωση τήρησης αρχείου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΚΑΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΙΣΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Άρθρο 24 (Άρθρο 25 της Οδηγίας) Πρόωρη αποπληρωμή

1.    Ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να εκπληρώσει πλήρως ή εν μέρει τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης πριν από τη λήξη της. Στην περίπτωση αυτή, ο καταναλωτής δικαιούται μείωση του συνολικού κόστους της πίστωσης η οποία συνίσταται στους τόκους και τις επιβαρύνσεις για το εναπομένον χρονικό διάστημα μέχρι τη λήξη της σύμβασης και για το ποσό που προεξοφλεί.
2.    Υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση του δικαιώματος πρόωρης εξόφλησης εκ μέρους του καταναλωτή λαμβάνει χώρα εντός χρονικού διαστήματος για το οποίο έχει συμφωνηθεί σταθερό επιτόκιο χορηγήσεων, ο πιστωτικός φορέας δικαιούται εύλογη και αντικειμενικά αιτιολογημένη αποζημίωση προς αποκατάσταση των ενδεχόμενων εξόδων που υφίσταται και έχουν άμεση σχέση με την πρόωρη εξόφληση και, ιδίως, του κόστους που συνεπάγεται για τον πιστωτικό φορέα η επανατοποθέτηση στην διατραπεζική αγορά κεφαλαίου ίσου προς το ποσό που αποπληρώνεται πρόωρα . Η εν λόγω αποζημίωση δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των τόκων που θα κατέβαλε ο καταναλωτής για το χρονικό διάστημα μεταξύ της πρόωρης εξόφλησης και της συμφωνηθείσας ημερομηνίας λήξης του σταθερού επιτοκίου.
Η αποζημίωση του πιστωτικού φορέα υπολογίζεται βάσει του μαθηματικού τύπου που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα  ΙΙΙ.
3.    Σε περίπτωση που ο καταναλωτής επιθυμεί να εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις πριν από τη λήξη της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας παρέχει σε αυτόν χωρίς καθυστέρηση, μετά την παραλαβή σχετικού αιτήματος, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες προκειμένου ο καταναλωτής να είναι σε θέση να αξιολογήσει την εν λόγω δυνατότητα. Οι πληροφορίες αυτές προσδιορίζουν τις συνέπειες που θα έχει για τον καταναλωτή η εκπλήρωση των υποχρεώσεών του πριν από τη λήξη της σύμβασης, τουλάχιστον ως προς την προβλεπόμενη γι’ αυτόν επιβάρυνση, και αναφέρουν σαφώς τις παραδοχές που χρησιμοποιούνται, οι οποίες θα πρέπει να είναι εύλογες και δεκτικές αιτιολόγησης.
 
Άρθρο 25
(Άρθρο 26 της Οδηγίας)
Ευέλικτες και αξιόπιστες αγορές

Οι πιστωτικοί φορείς τηρούν αρχεία σχετικά με τα είδη της ακίνητης περιουσίας που γίνονται δεκτά ως εμπράγματη εξασφάλιση, καθώς και τις γενικές πολιτικές που διέπουν την εκ μέρους τους χορήγηση πιστώσεων με εμπράγματη εξασφάλιση.

Άρθρο 26
(Άρθρο 27 της Οδηγίας)
Πληροφορίες για τις αλλαγές  του επιτοκίου χορηγήσεων

1.    Ο πιστωτικός φορέας ενημερώνει τον καταναλωτή για οποιαδήποτε μεταβολή του επιτοκίου χορηγήσεων, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, πριν από την έναρξη ισχύος του νέου επιτοκίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ΠΔ/ΤΕ 2501/2002, όπως εκάστοτε ισχύει. Η ενημέρωση περιλαμβάνει τουλάχιστον το ποσό των οφειλόμενων καταβολών μετά την έναρξη ισχύος του νέου επιτοκίου χορηγήσεων και, στις περιπτώσεις που μεταβάλλεται ο αριθμός ή η περιοδικότητα των πληρωμών, λεπτομέρειες σχετικά με τη μεταβολή αυτή.

2.    Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν στη σύμβαση πίστωσης ότι οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 1 πληροφορίες παρέχονται στον καταναλωτή σε περιοδική βάση εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η μεταβολή του επιτοκίου χορηγήσεων συνδέεται με αλλαγή του ύψους επιτοκίου αναφοράς,
β) το νέο επιτόκιο αναφοράς είναι δημόσια διαθέσιμο με κατάλληλα μέσα, και
γ) οι σχετικές με το νέο επιτόκιο αναφοράς πληροφορίες είναι επίσης διαθέσιμες στις εγκαταστάσεις του πιστωτικού φορέα και γνωστοποιούνται στον καταναλωτή μαζί με το ύψος των νέων περιοδικών καταβολών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 όπως εκάστοτε ισχύει.

3.    Σε περίπτωση κατά την οποία οι μεταβολές στο επιτόκιο χορηγήσεων καθορίζονται μέσω δημοπρασίας στις κεφαλαιαγορές και συνεπώς είναι αδύνατον ο πιστωτικός φορέας να πληροφορήσει τον καταναλωτή εκ των προτέρων για οποιαδήποτε μεταβολή πριν αυτή επέλθει, ο πιστωτικός φορέας σε εύλογο χρόνο πριν από τη δημοπρασία γνωστοποιεί εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο στον καταναλωτή την επικείμενη διαδικασία και παρέχει ενδείξεις για το πώς μπορεί να επηρεαστεί το επιτόκιο χορηγήσεων.
Άρθρο 27
(Άρθρο 28 της Οδηγίας)
Τόκοι υπερημερίας και κατάσχεση

1. Οι πιστωτικοί φορείς επιδεικνύουν εύλογη ανοχή και καταβάλλουν κάθε εύλογη προσπάθεια για την επίτευξη λύσης με άλλα μέσα πριν κινήσουν διαδικασίες κατάσχεσης, σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας του άρθρου 1 του ν.4224/2013 (Α΄288).

2.    Σε περίπτωση υπερημερίας του καταναλωτή δεν επιτρέπεται η επιβολή πρόσθετων επιβαρύνσεων πέραν α) του προβλεπόμενου ανώτατου ορίου για το επιτόκιο υπερημερίας, όπως εκάστοτε ισχύει με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, και β)
 
της αποκατάστασης των εξόδων που αντικειμενικά ανακύπτουν για τον πιστωτικό φορέα στο πλαίσιο ενεργειών αναγκαστικής εκτέλεσης.

3.    Τα συμβαλλόμενα στη σύμβαση πίστωσης μέρη επιτρέπεται να προβλέπουν ρητώς ότι η επιστροφή ή μεταβίβαση της εξασφάλισης αρκεί για την αποπληρωμή της πίστωσης.

4.    Σε περίπτωση που μετά τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης παραμένει ανεξόφλητο χρέος, ο πιστωτικός φορέας διευκολύνει την αποπληρωμή του, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την πρώτη ομάδα ευλόγων δαπανών διαβίωσης,  όπως αυτές ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 4224/2013, καθώς και την ύπαρξη τυχόν άλλων περιουσιακών στοιχείων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΕΣΙΤΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ

Άρθρο 28
(Άρθρο 29 της Οδηγίας)
Άδεια λειτουργίας μεσιτών πιστώσεων

1.    Για την άσκηση μίας ή περισσοτέρων από τις δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης των περιπτώσεων α) έως γ) της παραγράφου 5) του άρθρου 3,την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών της παραγράφου 20 του άρθρου 3 από, συνδεδεμένο ή μη, μεσίτη πιστώσεων, εγκατεστημένο στην Ελλάδα, απαιτείται η λήψη άδειας λειτουργίας ως «μεσίτη στεγαστικής πίστης» από την αρμόδια αρχή.

2.    Για την παροχή της άδειας λειτουργίας της παραγράφου 1 απαιτείται η πλήρωση κατ’ ελάχιστον των ακόλουθων επαγγελματικών απαιτήσεων, επιπλέον των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 8:

α) Οι μεσίτες πιστώσεων διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής αστικής ευθύνης που καλύπτει τα κράτη μέλη ή τις περιοχές όπου προσφέρουν υπηρεσίες ή άλλη ανάλογη εγγύηση έναντι ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) αριθ.1125/2014 της Επιτροπής της 19ης Σεπτεμβρίου 2014 (EE L 305, της 24-10-2014 σ.1)». Σε ό,τι αφορά τους συνδεδεμένους μεσίτες πιστώσεων, η εν λόγω ασφάλιση ή ανάλογη εγγύηση δύναται να παρέχεται από πιστωτικό φορέα για λογαριασμό του οποίου ο μεσίτης πιστώσεων είναι εξουσιοδοτημένος να ενεργεί.

β) Ο μεσίτης πιστώσεων, ή εφ’ όσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, τα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου, ή και τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν ισοδύναμα καθήκοντα διοίκησης, οφείλουν να διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, τα οποία κατ’ ελάχιστον συνίστανται στο να διαθέτουν λευκό ποινικό μητρώο ή να πληρούν κάθε άλλη ισοδύναμη, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, απαίτηση όσον αφορά σοβαρά ποινικά αδικήματα που συνδέονται με εγκλήματα κατά της περιουσίας ή με άλλα εγκλήματα σχετικά με οικονομικές δραστηριότητες και στο να μην έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση κατά το παρελθόν, εκτός εάν έχουν αποκατασταθεί σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
 
γ) Ο μεσίτης πιστώσεων, ή εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή και τα φυσικά πρόσωπα που  ασκούν  ισοδύναμα καθήκοντα διοίκησης, οφείλουν να διαθέτουν κατάλληλο επίπεδο γνώσεων και επάρκειας όσον αφορά τις συμβάσεις πίστωσης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, εκτός εάν με την απόφαση της παραγράφου 8 της αρμόδιας αρχής ορίζεται διαφορετικά.

3.Η αρμόδια αρχή καθορίζει και δημοσιοποιεί τα κριτήρια επαγγελματικών απαιτήσεων που απαιτείται να πληροί το προσωπικό των μεσιτών πιστώσεων ή των πιστωτικών φορέων.

4.    Η αρμόδια αρχή τηρεί και ενημερώνει τακτικά μητρώο, στο οποίο εγγράφονται όλοι οι μεσίτες πιστώσεων ως «μεσίτες στεγαστικής πίστης» που έχουν λάβει την προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 άδεια λειτουργίας. Επίσης, αναρτά και επικαιροποιεί τακτικά στο διαδικτυακό της τόπο δημόσιο μητρώο μεσιτών πιστώσεων («μεσιτών στεγαστικής πίστης»).

Το ως άνω δημόσιο μητρώο μεσιτών πιστώσεων περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) Τα ονόματα των μελών της διοίκησης που είναι υπεύθυνα για την άσκηση των δραστηριοτήτων πιστωτικής διαμεσολάβησης.
β) Όλα τα φυσικά πρόσωπα που συναλλάσσονται με τους πελάτες στο πλαίσιο άσκησης δραστηριοτήτων πιστωτικής διαμεσολάβησης .
γ) Τα κράτη μέλη στα οποία ο μεσίτης πιστώσεων ασκεί τις δραστηριότητές του σύμφωνα με την αρχή της ελεύθερης εγκατάστασης ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών όπως ορίζεται στην  παράγραφο  2 του άρθρου 31.
δ) Τυχόν ιδιότητα του μεσίτη πιστώσεων ως συνδεδεμένου, υπό την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 3.
ε) Την επωνυμία του πιστωτικού φορέα για λογαριασμό του οποίου ενεργεί ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων, εφόσον πρόκειται για συνδεδεμένο μεσίτη πιστώσεων της περίπτωσης α) της παραγράφου  7 του άρθρου 3.

5.    Μεσίτες πιστώσεων, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων, που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 εφόσον είναι νομικά πρόσωπα και διαθέτουν καταστατική έδρα στην Ελλάδα,  υποχρεούνται επίσης να έχουν τα κεντρικά τους γραφεία στην Ελλάδα.

Εφόσον η άδεια λειτουργίας μεσιτών πιστώσεων έχει ληφθεί από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο λόγω του εταιρικού του τύπου δεν διαθέτει καταστατική έδρα και ασκεί τις κύριες επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Ελλάδα, το εν λόγω πρόσωπο υποχρεούται επίσης να έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ελλάδα.

6.Η αρμόδια για την τήρηση του αρχείου της παραγράφου 4 αρχή δημιουργεί ένα ενιαίο σημείο πληροφόρησης για τη διασφάλιση ταχείας και εύκολης πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες του δημόσιου μητρώου της παραγράφου 4, οι οποίες συγκεντρώνονται ηλεκτρονικά και επικαιροποιούνται τακτικά. Το εν λόγω σημείο πληροφόρησης περιλαμβάνει και τα στοιχεία των αρμόδιων αρχών για την παροχή της άδειας λειτουργίας και την τήρηση αρχείων μεσιτών πιστώσεων κάθε κράτους μέλους.
 
7.    Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν για πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4261/2014.

8.    Με απόφαση της αρμόδιας αρχής ορίζονται οι κατ’ ελάχιστον προβλεπόμενες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας για τα αναφερόμενα στο στοιχείο γ) της παραγράφου 2 πρόσωπα, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ.

Άρθρο 29
(Άρθρο 30 της Οδηγίας)
Μεσίτες πιστώσεων συνδεδεμένοι με έναν μόνο πιστωτικό φορέα

1    .Ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων που ορίζεται στην περίπτωση α) της παραγράφου 7) του άρθρου 3 λαμβάνει άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή μέσω του πιστωτικού φορέα για λογαριασμό του οποίου ενεργεί αποκλειστικά. .

Σε αυτήν την περίπτωση, ο πιστωτικός φορέας ευθύνεται πλήρως και άνευ όρων για κάθε πράξη ή παράλειψη του συνδεδεμένου μεσίτη πιστώσεων που ενεργεί για λογαριασμό του σε τομείς που διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ο πιστωτικός φορέας εξασφαλίζει ότι οι συνδεδεμένοι με αυτόν μεσίτες πιστώσεων συμμορφώνονται τουλάχιστον με τις επαγγελματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 28 και παρέχει την απαιτούμενη από την αρμόδια αρχή τεκμηρίωση.

2    .Με την επιφύλαξη του άρθρου 33, ο πιστωτικός φορέας παρακολουθεί τις δραστηριότητες των συνδεδεμένων με αυτόν μεσιτών πιστώσεων που ορίζονται στην περίπτωση α) της παραγράφου 7) του άρθρου 3 προκειμένου να εξασφαλίσει ότι εξακολουθούν να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και, ειδικότερα, με τις απαιτήσεις περί γνώσεων και επάρκειας του συνδεδεμένου μεσίτη πιστώσεων και του προσωπικού του, και παρέχει την απαιτούμενη από την αρμόδια αρχή τεκμηρίωση.



Άρθρο   30

(παράγραφος 7 του άρθρου 29 της Οδηγίας)

Η αρμόδια αρχή παρακολουθεί τον τρόπο εκπλήρωσης σε διαρκή βάση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 28 εκ μέρους των μεσιτών πιστώσεων, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του άρθρου 29.

Άρθρο 31
(Άρθρο 32 της Οδηγίας)

Ελευθερία εγκατάστασης και ελευθερία παροχής υπηρεσιών των μεσιτών πιστώσεων

1.    Η άδεια λειτουργίας που χορηγείται σε μεσίτη πιστώσεων από την αρμόδια αρχή του άρθρου 28 παράγραφος 1 ισχύει για ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης χωρίς
 
να απαιτείται άλλη άδεια από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής για την άσκηση των δραστηριοτήτων και την παροχή των υπηρεσιών που καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας, με την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες που προτίθεται να ασκήσει ο μεσίτης πιστώσεων στα κράτη μέλη υποδοχής καλύπτονται από την άδεια. Ωστόσο απαγορεύεται στους μεσίτες πιστώσεων να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σχετικά με συμβάσεις πίστωσης που προσφέρονται σε καταναλωτές από μη πιστωτικά ιδρύματα σε κράτος μέλος στο οποίο δεν επιτρέπεται η λειτουργία τέτοιων μη πιστωτικών ιδρυμάτων.

2.    Κάθε μεσίτης πιστώσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας και ο οποίος προτίθεται να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα για πρώτη φορά σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, σύμφωνα με την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή όταν ιδρύει υποκατάστημα, γνωστοποιεί την πρόθεσή του αυτή στην αρμόδια αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 28.

Εντός προθεσμίας ενός μηνός από την παραπάνω γνωστοποίηση, η εν λόγω αρμόδια αρχή κοινοποιεί στην/ις αρμόδια/ες αρχή/ές του ή των σχετικών κρατών μελών υποδοχής την πρόθεση του μεσίτη πιστώσεων και ενημερώνει/ουν ταυτόχρονα τον ενδιαφερόμενο μεσίτη πιστώσεων για την κοινοποίηση αυτή. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την/ις αρμόδια/ες αρχή/ές του/ων σχετικού/ών κράτους/ών μέλους/ών υποδοχής σχετικά με τους πιστωτικούς φορείς με τους οποίους είναι συνδεδεμένος ο μεσίτης πιστώσεων και κατά πόσον οι πιστωτικοί φορείς αναλαμβάνουν πλήρως και άνευ όρων την ευθύνη για τις δραστηριότητες του μεσίτη πιστώσεων. Η αρμόδια αρχή, όταν λαμβάνει κοινοποίηση υπό την ιδιότητά της ως αρμόδιας αρχής κράτους μέλους υποδοχής, χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που έλαβε από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ώστε να καταχωρίσει τις απαραίτητες πληροφορίες στο μητρώο που τηρεί.

Ο μεσίτης πιστώσεων μπορεί να αρχίσει να ασκεί την επιχειρηματική του δραστηριότητα έναν μήνα μετά την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε από την αρμόδια αρχή για την κοινοποίηση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.

3.    Πριν ξεκινήσει η επιχειρηματική δραστηριότητα του υποκαταστήματος του μεσίτη πιστώσεων ή εντός δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2), η αρμόδια αρχή υπό την ιδιότητά της ως αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής προετοιμάζεται για την εποπτεία του μεσίτη πιστώσεων σύμφωνα με το άρθρο 33 και, αν είναι απαραίτητο, υποδεικνύει στον μεσίτη πιστώσεων τους όρους σύμφωνα με τους οποίους, σε τομείς που δεν έχουν εναρμονιστεί στο ενωσιακό δίκαιο, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να διεξάγονται στο κράτος μέλος υποδοχής.

4.    Η αρμόδια αρχή δύναται να εξειδικεύει περαιτέρω τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, να παρέχει οδηγίες για την εφαρμογή αυτού, ιδίως ως προς τη μορφή, το περιεχόμενο και τη διαδικασία των προβλεπόμενων στο παρόν άρθρο γνωστοποιήσεων.
 
Άρθρο 32
(Άρθρο 33 της Οδηγίας)
Ανάκληση της άδειας λειτουργίας μεσιτών πιστώσεων

1    .Η αρμόδια αρχή δύναται να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας που έχει χορηγήσει σε μεσίτη πιστώσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 αν ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων
α) παραιτήθηκε ρητώς από την άδεια ή δεν άσκησε κατά τους προηγούμενους έξι μήνες καμία από τις δραστηριότητες για την άσκηση των οποίων θα απαιτείτο η λήψη άδειας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 ,
β) απέκτησε την άδεια λειτουργίας με ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλο μη σύννομο τρόπο,
γ) δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας,
δ)υπάγεται σε οιαδήποτε από τις περιπτώσεις ανάκλησης που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, με την οποία ρυθμίζονται θέματα εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος νόμου, ή
ε) έχει υποπέσει σε σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων που αφορούν τη λειτουργία των μεσιτών πιστώσεων, οι οποίες θεσπίζονται βάσει του παρόντος νόμου.
2    .Εάν η άδεια λειτουργίας μεσίτη πιστώσεων, σύμφωνα με την παράγραφο. 1 του άρθρου 28, ανακληθεί από την αρμόδια αρχή, η εν λόγω αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής ,όσο το δυνατόν συντομότερα και το αργότερο εντός 14 ημερών, με οιοδήποτε κατάλληλο μέσο.
3    .Η αρμόδια αρχή διαγράφει από το μητρώο της παραγράφου 4 του άρθρου 28, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τους μεσίτες πιστώσεων, των οποίων ανακαλείται η άδεια λειτουργίας.

Άρθρο 33
(Άρθρο 34 της Οδηγίας)
Εποπτεία των μεσιτών πιστώσεων

1.Οι μεσίτες πιστώσεων, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28, υπόκεινται στην εποπτεία αυτής, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Οι συνδεδεμένοι μεσίτες πιστώσεων υπόκεινται σε άμεση εποπτεία από την αρμόδια αρχή.
Κατ’ εξαίρεση, εάν:
(α) ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων δεν παρέχει υπηρεσίες εκτός Ελλάδος και
(β) ο πιστωτικός φορέας για λογαριασμό του οποίου ενεργεί είναι πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια της παραγράφου 8 του άρθρου 3, το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4261/2014,
τότε ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων υπόκειται σε εποπτεία μέσω του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος (έμμεση εποπτεία).

2.    Σε περίπτωση όπου μεσίτης πιστώσεων εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ε.Ε. παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 31, η αρμόδια αρχή παρακολουθεί την εφαρμογή και μεριμνά για τη συμμόρφωση εκ μέρους του υποκαταστήματος προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 και των άρθρων 7
 
έως10, 12έως16, 19, 21και 38 καθώς επίσης και στα κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενα μέτρα.
Εάν διαπιστωθεί ότι μεσίτης πιστώσεων εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ε.Ε., ο οποίος παρέχει στην Ελλάδα υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος παραβιάζει τις αναφερόμενες στο πρώτο ως άνω εδάφιο διατάξεις, η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον συγκεκριμένο μεσίτη πιστώσεων να τερματίσει τη παραβίαση των ως άνω διατάξεων. Εάν ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων δεν προβεί στις αιτούμενες ενέργειες, η αρμόδια αρχή προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων θα τερματίσει την παραβίαση των ως άνω μέτρων. Το είδος των ενεργειών αυτών γνωστοποιείται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής. Εάν, παρά τις ενέργειες στις οποίες προέβη η αρμόδια αρχή, ο μεσίτης πιστώσεων συνεχίζει να παραβιάζει τις αναφερόμενες στο πρώτο ως άνω εδάφιο διατάξεις, η αρμόδια αρχή δύναται, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να εμποδίσει τη συνέχιση της παραβίασης των ως άνω διατάξεων ή να επιβάλει τις σχετικές κυρώσεις και, εφόσον είναι απαραίτητο, να εμποδίσει το μεσίτη πιστώσεων να διεξαγάγει νέες συναλλαγές στην Ελλάδα. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει αμελλητί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις εν λόγω ενέργειες.
Σε περίπτωση που αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. προβεί σε αντίστοιχες με τις ως άνω ενέργειες αναφορικά με υποκατάστημα μεσίτη πιστώσεων, ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 και παρέχει υπηρεσίες στο εν λόγω κράτος-μέλος μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, και η αρμόδια αρχή διαφωνεί με τις ενέργειες αυτές, τότε η τελευταία δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
3.    Η αρμόδια αρχή δύναται να εξετάζει τις ρυθμίσεις λειτουργίας του υποκαταστήματος και να απαιτεί όποιες αλλαγές είναι απολύτως απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει της παραγράφου 2, καθώς και να εξουσιοδοτεί την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να επιβάλλει την τήρηση των υποχρεώσεων των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 6 και των κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενων μέτρων όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχει το υποκατάστημα.
4.    Εάν η αρμόδια αρχή μπορεί να τεκμηριώσει    ότι ένας μεσίτης πιστώσεων που ασκεί δραστηριότητες στην Ελλάδα υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα διατάξεις του παρόντος νόμου ή ότι ένας μεσίτης πιστώσεων που έχει υποκατάστημα στην Ελλάδα παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από  τις διατάξεις  του παρόντος  νόμου  πέραν όσων ορίζονται στην παράγραφο 2, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής προκειμένου η τελευταία να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες. Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια εντός ενός μηνός από την προαναφερθείσα ενημέρωση ή εάν, παρά τις ενέργειες στις οποίες προέβη η τελευταία, ένας μεσίτης πιστώσεων εξακολουθεί να ενεργεί με τρόπο σαφώς επιζήμιο για τα συμφέροντα των καταναλωτών της Ελλάδας ή για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς:
α) Η αρμόδια αρχή, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, προβαίνει σε όλες τις κατάλληλες ενέργειες που είναι αναγκαίες προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τον μεσίτη πιστώσεων που παρανομεί να προβεί σε νέες συναλλαγές στην Ελλάδα και ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΑΤ για τις ενέργειες αυτές αμελλητί.
 
β) Η αρμόδια αρχή δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
5.    Στην περίπτωση εγκατάστασης στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 31, υποκαταστήματος μεσίτη πιστώσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δύναται, στο πλαίσιο άσκησης των κατά τον παρόντα νόμο καθηκόντων της και αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή, να προβαίνει σε επιτόπιους ελέγχους στο ως άνω υποκατάστημα.
6.    Η κατανομή των καθηκόντων μεταξύ των κρατών μελών που ορίζεται στο παρόν άρθρο δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών σε τομείς που δεν καλύπτονται από τον παρόντα νόμο σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του δικαίου της Ένωσης.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ
ΑΔΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΜΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ
Άρθρο 34
(Άρθρο 35 της Οδηγίας)
Άδεια λειτουργίας και εποπτεία μη πιστωτικών ιδρυμάτων

Η άσκηση στην Ελλάδα δραστηριότητας πιστωτικού φορέα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3, ο οποίος δεν αποτελεί πιστωτικό ίδρυμα, υπόκειται στις διατάξεις του ν. 4261/2014 και, ιδίως, στις διατάξεις των άρθρων 9, 41 και 43.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΓ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

Άρθρο 35  (Άρθρο 36 της Οδηγίας) Υποχρέωση συνεργασίας

1.    Οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 4 συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, που έχουν ορισθεί αρμόδιες σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες ενσωματώνεται στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 5 της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ, όποτε αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο του παρόντος νόμου.
Οι αρμόδιες αρχές συνδράμουν τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, ως ανωτέρω, ιδίως με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία στο πλαίσιο διενέργειας ελέγχων ή άσκησης εποπτικών καθηκόντων.

Για τη διευκόλυνση και την επίσπευση της συνεργασίας, ιδίως σε ότι αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, ορίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος ως σημείο επαφής για τους σκοπούς του παρόντος νόμου αποδεχόμενη μεταξύ άλλων τυχόν αιτήματα ανταλλαγής πληροφοριών ή συνεργασίας βάσει της παρούσας παραγράφου.

2.    Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές του άρθρου
4 συνάπτουν μνημόνιο συνεργασίας, το οποίο αναρτάται στους οικείους διαδικτυακούς τόπους και επικαιροποιείται σε τακτική βάση.
 
3.    Η Τράπεζα της Ελλάδος ανταλλάσσει με τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, οι οποίες έχουν οριστεί αντιστοίχως ως σημείο επαφής χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών που έχουν ορισθεί αρμόδιες στα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες έχουν ενσωματώσει το άρθρο 5 της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ.
Κατά την ανταλλαγή της ως άνω πληροφόρησης, οι αρμόδιες αρχές δύναται να ορίζουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν πρέπει να αποκαλυφθούν χωρίς τη ρητή συναίνεσή τους. Στην περίπτωση αυτή οι πληροφορίες αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχει δοθεί η σχετική  συναίνεση.
Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να διαβιβάζει τις ληφθείσες πληροφορίες στις λοιπές αρμόδιες, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, αρχές στην Ελλάδα ή σε άλλα κράτη μέλη. Η διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών σε άλλους φορείς ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα προϋποθέτει τη ρητή συναίνεση των αρμόδιων αρχών που τις κοινοποίησαν και λαμβάνει χώρα μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχει δοθεί η σχετική συναίνεση πλην δεόντως αιτιολογημένων περιστάσεων. Στην περίπτωση αυτή η Τράπεζα της Ελλάδος ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή, η οποία παρείχε τις πληροφορίες.

4.    Μία εκ των αρμοδίων αρχών μπορεί κατόπιν αιτήματος συνεργασίας στο πλαίσιο διενέργειας ελέγχου να αρνηθεί την παροχή συνεργασίας για δραστηριότητα έρευνας ή εποπτείας κατόπιν σχετικού αιτήματος ή την ανταλλαγή πληροφοριών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3  εφόσον:
α) ο σχετικός έλεγχος, επιτόπιος ή μη, ή η μη άσκηση συγκεκριμένου εποπτικού καθήκοντος ή η ανταλλαγή πληροφοριών ενδέχεται να προσβάλει την εθνική κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη ή
β) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων για τα ίδια πραγματικά περιστατικά και κατά των ιδίων προσώπων ή έχει ήδη εκδοθεί σχετική τελεσίδικη απόφαση για τις ίδιες πράξεις.

Στην περίπτωση τέτοιας άρνησης, η αρμόδια αρχή, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή που υπέβαλε το αίτημα και της παρέχει όσο το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες.

Άρθρο 36
(Άρθρο 37 της Οδηγίας)
Επίλυση διαφορών μεταξύ αρμόδιων αρχών διαφορετικών κρατών μελών

Σε περίπτωση που απορρίφθηκε αίτημα για συνεργασία, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, ή δεν υπήρξε σχετική αντίδραση σε εύλογο χρονικό διάστημα, η Τράπεζα της Ελλάδος ή αρμόδια αρχή μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, δύναται να παραπέμπει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητεί τη  συνδρομή  της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Σε αυτές τις περιπτώσεις, κάθε δεσμευτική απόφαση που λαμβάνει η ΕΑΤ σύμφωνα με αυτό το άρθρο είναι δεσμευτική για την αρμόδια αρχή ανεξαρτήτως του εάν είναι ή όχι μέλος της ΕΑΤ.
 
ΚΕΦΑΛΑΙΟ  ΙΔ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 37
(Άρθρο 38 της Οδηγίας)
Κυρώσεις

1.Οι οριζόμενες στο άρθρο 4 αρμόδιες αρχές δύνανται να επιβάλλουν κυρώσεις, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων τους, εφόσον διαπιστώνουν παραβίαση των διατάξεων του παρόντος νόμου.
2.    (α) Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 εφαρμόζεται το άρθρο 13α «Κυρώσεις» του ν. 2251/94. Σε περίπτωση δε παράβασης των διατάξεων του άρθρου 38 εφαρμόζεται το άρθρο 19 της ΚΥΑ 70330οικ/30-6-2015(ΦΕΚ 1421/Β/9-7-2015).
(β) Η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με το άρθρο 4, και σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενων κανονιστικών διατάξεων, δύναται να λαμβάνει τα αναγκαία για την εξασφάλιση της εφαρμογής αυτών μέτρα ή και να επιβάλλει κυρώσεις, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Καταστατικού αυτής καθώς και στις διατάξεις του Ν. 4261/2014.
3.    Η δημοσιοποίηση διοικητικών κυρώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου  60 του ν. 4261/2014.


Άρθρο 38
(Άρθρο 39 της Οδηγίας)

Μηχανισμοί επίλυσης διαφορών

Για την εξωδικαστική επίλυση διαφορών, οι οποίες ανακύπτουν μεταξύ καταναλωτών και πιστωτικών φορέων, μεσιτών πιστώσεων και αφορούν στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που καθορίζονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις της ΚΥΑ 70330οικ/30.6.2015 (ΦΕΚ 1421/Β/9.7.2015).
Οι πιστωτικοί φορείς, οι μεσίτες πιστώσεων οφείλουν να συνεργάζονται με τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕΔ) που είναι αναγνωρισμένοι και καταχωρημένοι στο ειδικό μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 18 της ΚΥΑ 70330οικ/30.6.2015 και καλύπτουν διαφορές στον τομέα των χρηματοπιστωτικών (τραπεζικών, επενδυτικών και ασφαλιστικών) προϊόντων και υπηρεσιών.
Ειδικότερα για τις περιπτώσεις διασυνοριακών διαφορών που αφορούν συμβάσεις πίστωσης, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 15 «Συνεργασία και ανταλλαγές εμπειριών μεταξύ των φορέων ΕΕΔ» της ΚΥΑ 70330οικ/30.6.2015.
 
Άρθρο 39
(Άρθρο 41 της Οδηγίας)

1    .Παραίτηση του καταναλωτή από δικαιώματα που του αναγνωρίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν επιτρέπεται.

2. Η διατύπωση των συμβάσεων πίστωσης είτε κατά τρόπο αντίθετο με τις διατάξεις του παρόντος νόμου είτε κατά τρόπο σύμφωνα με τον οποίο οι καταναλωτές οδηγούνται σε απώλεια ή καταστρατήγηση της προστασίας που παρέχεται από τον παρόντα νόμο απαγορεύεται.


Άρθρο 40 (Άρθρο 43 της Οδηγίας) Μεταβατικές διατάξεις

1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις πίστωσης που ισχύουν πριν από τις 21 Μαρτίου 2016.
2    .Οι μεσίτες πιστώσεων που ασκούν ήδη δραστηριότητες πιστωτικής διαμεσολάβησης που καθορίζονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 3 πριν από τις 21 Μαρτίου 2016 και οι οποίοι δεν έχουν ακόμη λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα νόμο μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν αυτές τις δραστηριότητες σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι την έκδοση του παρόντος νόμου διατάξεις έως τις 21 Μαρτίου 2017. Όταν ένας μεσίτης πιστώσεων βασίζεται στην ανωτέρω παρέκκλιση μπορεί να ασκεί τις δραστηριότητές του μόνον εντός της Ελλάδος εκτός εάν πληροί τις αναγκαίες νόμιμες απαιτήσεις του κράτους μέλους υποδοχής.
3    .Οι πιστωτικοί φορείς και οι μεσίτες πιστώσεων που ασκούν δραστηριότητες που ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου πριν από τις 20 Μαρτίου 2014 συμμορφώνονται με τις διατάξεις του άρθρου 8 έως τις 21 Μαρτίου 2017.

Άρθρο 41
(Άρθρο 46 της Οδηγίας)
Τροποποίηση της ΚΥΑ Ζ1-699/2010 (ΦΕΚ 917/Β/10)
1.    Στο άρθρο 2 της ΚΥΑ Ζ1-699/2010 (ΦΕΚ 917/Β/10), όπως ισχύει παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«2α.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 στοιχείο γ), οι διατάξεις της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται σε μη εξασφαλισμένες συμβάσεις πίστωσης, σκοπός των οποίων είναι η ανακαίνιση ακινήτου που προορίζεται για κατοικία, και οι οποίες συνεπάγονται συνολικό ποσό πίστωσης ανώτερο των 75 000 EUR.»
2.    Η φράση «μεσίτης πιστώσεων», όπου αυτή αναφέρεται στην ΚΥΑ Ζ1-699/2010, αντικαθίσταται με την φράση «μεσίτης καταναλωτικής πίστης».
 
Άρθρο 42
(Άρθρο 42 της Οδηγίας)
Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από 21 Μαρτίου  2016, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 27ης Απριλίου 2016 Στην υπόθεση C‑528/14, «Προδικαστική παραπομπή — Κοινό δασμολόγιο — Κανονισμός (ΕΚ) 1186/2009 — Άρθρο 3 — Δασμολογική ατέλεια κατά την εισαγωγή — Προσωπικά είδη — Μεταφορά κατοικίας από τρίτη χώρα σε κράτος μέλος — Έννοια της “συνήθους κατοικίας” — Αποκλεισμός της δυνατότητας αποκτήσεως συνήθους κατοικίας ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα — Κριτήρια καθορισμού του τόπου συνήθους κατοικίας»

$
0
0

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 27ης Απριλίου 2016 (*) «Προδικαστική παραπομπή — Κοινό δασμολόγιο — Κανονισμός (ΕΚ) 1186/2009 — Άρθρο 3 — Δασμολογική ατέλεια κατά την εισαγωγή — Προσωπικά είδη — Μεταφορά κατοικίας από τρίτη χώρα σε κράτος μέλος — Έννοια της “συνήθους κατοικίας” — Αποκλεισμός της δυνατότητας αποκτήσεως συνήθους κατοικίας ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα — Κριτήρια καθορισμού του τόπου συνήθους κατοικίας»

Στην υπόθεση C‑528/14,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (ανώτατο δικαστήριο των Κάτω Χωρών, Κάτω Χώρες), με απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Νοεμβρίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης

X

κατά

Staatssecretaris van Financiën,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, Κ. Λυκούργο, E. Juhász, C. Vajda και K. Jürimäe (εισηγήτρια), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe,

γραμματέας: A. Calot Escobar,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        ο X, εκπροσωπούμενος από τον B. J. B. Boersma, σύμβουλο,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Bulterman και M. Noort,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τη L. Grønfeldt και τον H. Kranenborg,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Δεκεμβρίου 2015,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) 1186/2009 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2009, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (ΕΕ L 324, σ. 23).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του X και του Staatssecretaris van Financiën (Υφυπουργού Οικονομικών) με αντικείμενο τη μη αποδοχή εκ μέρους του δευτέρου της μεταφοράς προσωπικών ειδών του X, μεταξύ του Κατάρ και των Κάτω Χωρών, υπό το καθεστώς τελωνειακής ατέλειας κατά την εισαγωγή.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η οδηγία 83/182/ΕΟΚ

3        Το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/182/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τις φορολογικές ατέλειες που εφαρμόζονται στο εσωτερικό της Κοινότητας στις προσωρινές εισαγωγές ορισμένων μεταφορικών μέσων (ΕΕ L 105, σ. 59), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/98/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2006 (ΕΕ L 363, σ. 129, στο εξής: οδηγία 83/182), ορίζει τα εξής:

«Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ως “συνήθης κατοικία” νοείται ο τόπος στον οποίο ένα άτομο διαμένει συνήθως, δηλαδή τουλάχιστον 185 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος λόγω προσωπικών και επαγγελματικών δεσμών ή, στην περίπτωση ατόμου χωρίς επαγγελματικούς δεσμούς, λόγω προσωπικών δεσμών από τους οποίους προκύπτουν στενοί δεσμοί μεταξύ αυτού του ατόμου και του τόπου στον οποίο κατοικεί.

Εντούτοις, η συνήθης κατοικία ατόμου, του οποίου οι επαγγελματικοί δεσμοί βρίσκονται σε τόπο άλλον από τον τόπο των προσωπικών του δεσμών και το οποίο για τον λόγο αυτό υποχρεώνεται να διαμένει διαδοχικά σε διάφορους τόπους που βρίσκονται σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, θεωρείται ότι βρίσκεται στον τόπο των προσωπικών του δεσμών, με την προϋπόθεση ότι επιστρέφει τακτικά στον τόπο αυτό. [...]»

 Η οδηγία 83/183/ΕΟΚ

4        Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/183/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, σχετικά με τις φορολογικές ατέλειες που εφαρμόζονται στις οριστικές εισαγωγές, από κράτος μέλος, προσωπικών ειδών που ανήκουν σε ιδιώτες (ΕΕ L 105, σ. 64), το οποίο καταργήθηκε με την οδηγία 2009/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, σχετικά με τις φορολογικές απαλλαγές που εφαρμόζονται στις οριστικές εισόδους, από κράτος μέλος, προσωπικών ειδών που ανήκουν σε ιδιώτες (ΕΕ L 145, σ. 36), είχε το ίδιο περιεχόμενο με το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/182.

 Ο κανονισμός 1186/2009

5        Ο κανονισμός 1186/2009 κατήργησε τον κανονισμό (ΕΟΚ) 918/83 του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (ΕΕ L 105, σ. 1).

6        Οι αιτιολογικές σκέψεις 3 και 4 του κανονισμού 1186/2009 έχουν ως εξής:

«(3)      [...] μια [...] επιβάρυνση δεν δικαιολογείται σε ορισμένες σαφώς προσδιοριζόμενες περιπτώσεις, όταν οι ειδικές περιστάσεις εισαγωγής εμπορευμάτων δεν απαιτούν την εφαρμογή των συνηθισμένων μέτρων προστασίας της οικονομίας.

(4)      Είναι επιθυμητό, υπό παρόμοιες συνθήκες, να διευθετούνται καθεστώτα, όπως συμβαίνει παραδοσιακά στα περισσότερα συστήματα τελωνειακών κανόνων, ώστε να μπορούν να πραγματοποιηθούν εισαγωγές με το ευεργέτημα ενός καθεστώτος ατελειών, υπό το οποίο τα εμπορεύματα απαλλάσσονται από την επιβολή εισαγωγικών δασμών στους οποίους κανονικά υπόκεινται.»

7        Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού αυτού έχει ως εξής:

«[...] Τα προσωπικά είδη δεν πρέπει να παρουσιάζουν, με το είδος ή την ποσότητά τους, οποιοδήποτε εμπορικό ενδιαφέρον».

8        Το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Με την επιφύλαξη των άρθρων 4 έως 11, χορηγείται δασμολογική ατέλεια για προσωπικά είδη που εισάγονται από φυσικά πρόσωπα τα οποία μεταφέρουν τη συνήθη κατοικία τους στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.»

9        Το άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού προβλέπει τα εξής:

«Η ατέλεια περιορίζεται στα προσωπικά είδη τα οποία:

α)      εκτός από ειδικές περιπτώσεις που δικαιολογούνται από τις περιστάσεις, βρίσκονταν στην κατοχή του ενδιαφερόμενου, και, εφόσον πρόκειται για μη αναλώσιμα αγαθά, χρησιμοποιήθηκαν από αυτόν στον τόπο της προηγούμενης συνήθους κατοικίας του επί έξι τουλάχιστον μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία έπαψε να έχει τη συνήθη κατοικία του στην τρίτη χώρα από την οποία προέρχεται·

β)      προορίζονται για την ίδια χρήση στον τόπο της νέας συνήθους κατοικίας του.

[...]»

10      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 1186/2009 έχει ως εξής:

«Η ατέλεια παρέχεται μόνο στα πρόσωπα που είχαν τη συνήθη κατοικία τους εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας τουλάχιστον τους προηγούμενους 12 συνεχείς μήνες.»

11      Δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, η ατέλεια παρέχεται μόνο για τα προσωπικά είδη που διασαφίζονται, ενόψει θέσεώς τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, πριν παρέλθουν δώδεκα μήνες από την ημερομηνία μεταφοράς εκ μέρους του ενδιαφερομένου της συνήθους κατοικίας του στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

12      Το άρθρο 9 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τη δυνατότητα χορηγήσεως της ατέλειας για τα προσωπικά είδη που διασαφίζονται, ενόψει θέσεώς τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, πριν από την εκ μέρους του ενδιαφερομένου μεταφορά της συνήθους κατοικίας του στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, εφόσον ο εν λόγω ενδιαφερόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταφέρει πράγματι τη συνήθη κατοικία του εντός προθεσμίας έξι μηνών.

13      Δυνάμει του άρθρου 10 του ίδιου κανονισμού, όταν, λόγω των επαγγελματικών του υποχρεώσεων, ο ενδιαφερόμενος εγκαταλείπει την τρίτη χώρα όπου είχε τη συνήθη κατοικία του χωρίς ταυτόχρονα να μεταφέρει την κατοικία αυτή στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, αλλά με την πρόθεση να τη μεταφέρει εκεί αργότερα, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγούν ατέλεια για τα προσωπικά είδη που ο ενδιαφερόμενος μεταφέρει για τον σκοπό αυτό.

14      Το άρθρο 11 του κανονισμού 1186/2009 παρέχει στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα παρεκκλίσεως από ορισμένες προϋποθέσεις εφαρμογής της τελωνειακής ατέλειας κατά την εισαγωγή που προβλέπει το άρθρο 3 του κανονισμού αυτού.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

15      Έως την 1η Μαρτίου 2008 ο αναιρεσείων της κύριας δίκης κατοικούσε και εργαζόταν στις Κάτω Χώρες. Από την 1η Μαρτίου 2008 έως την 1η Αυγούστου 2011 εργάστηκε στο Κατάρ, όπου ο εργοδότης του παραχώρησε έναν χώρο κατοικίας. Ο αναιρεσείων της κύριας δίκης διατηρούσε τόσο επαγγελματικούς όσο και προσωπικούς δεσμούς στην εν λόγω τρίτη χώρα. Η σύζυγός του συνέχισε να κατοικεί και να εργάζεται στις Κάτω Χώρες. Τον επισκέφθηκε έξι φορές με συνολική διάρκεια παραμονής 83 ημερών. Κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, ο αναιρεσείων της κύριας δίκης πέρασε 281 ημέρες εκτός Κατάρ, κατά τις οποίες επισκέφθηκε τη σύζυγό του, τα ενήλικα τέκνα του και την οικογένειά του στις Κάτω Χώρες και έκανε διακοπές σε άλλα κράτη.

16      Ενόψει της επιστροφής του στις Κάτω Χώρες, ο αναιρεσείων της κύριας δίκης ζήτησε να του χορηγηθεί άδεια εισαγωγής των προσωπικών ειδών του από το Κατάρ στην Ένωση υπό το καθεστώς τελωνειακής ατέλειας κατά την εισαγωγή, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με απόφαση της τελωνειακής αρχής, με την αιτιολογία ότι δεν μπορούσε να μεταφέρει στις Κάτω Χώρες τη συνήθη κατοικία του κατά την έννοια του άρθρου αυτού. Κατά την εν λόγω απόφαση, ο αναιρεσείων της κύριας δίκης είχε, κατ’ ουσίαν, διατηρήσει τη συνήθη κατοικία του στο εν λόγω κράτος μέλος κατά τη διάρκεια της διαμονής του στο Κατάρ, με αποτέλεσμα να μην έχει αποκτήσει ποτέ συνήθη κατοικία στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.

17      Ο αναιρεσείων της κύριας δίκης άσκησε προσφυγή κατά της εν λόγω αποφάσεως ενώπιον του Rechtbank te Haarlem (πρωτοδικείου του Haarlem), η οποία έγινε δεκτή. Η τελωνειακή αρχή άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως του δικαστηρίου αυτού ενώπιον του Gerechtshof Amsterdam (εφετείου του Άμστερνταμ). Το εν λόγω εφετείο υπενθύμισε ότι, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η συνήθης κατοικία είναι ο τόπος στον οποίο βρίσκεται το μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του ενδιαφερομένου. Στη συνέχεια αποφάνθηκε ότι, λαμβανομένων υπόψη των προσωπικών και επαγγελματικών δεσμών του αναιρεσείοντος της κύριας δίκης, δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί πού βρισκόταν το μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του. Υπό τις συνθήκες αυτές, κατά το ανωτέρω δικαστήριο, έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στους προσωπικούς δεσμούς και, συνεπώς, κατά τη σχετική χρονική περίοδο, η συνήθης κατοικία του αναιρεσείοντος της κύριας δίκης δεν βρισκόταν στο Κατάρ αλλά στις Κάτω Χώρες.

18      Ο αναιρεσείων της κύριας δίκης άσκησε αναίρεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Το εν λόγω δικαστήριο, αφού επισήμανε ότι ο κανονισμός 1186/2009 δεν περιέχει ορισμό της έννοιας της «συνήθους κατοικίας», παρατήρησε ότι η προσέγγιση του Gerechtshof Amsterdam έθετε το ζήτημα εάν, κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο, ο αναιρεσείων της κύριας δίκης είχε συνήθη κατοικία ταυτόχρονα στις Κάτω Χώρες και στο Κατάρ. Υπογράμμισε δε ότι οι σκοποί που επιδιώκει ο συγκεκριμένος κανονισμός μάλλον δεν αποκλείουν, υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, ούτε την ύπαρξη συνήθους κατοικίας ταυτόχρονα στις Κάτω Χώρες και στο Κατάρ ούτε την εφαρμογή της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού δασμολογικής ατέλειας κατά την εισαγωγή, καθόσον ο αναιρεσείων της κύριας δίκης είχε παύσει να κατοικεί στο Κατάρ και είχε μεταφέρει τα προσωπικά είδη του στις Κάτω Χώρες.

19      Εάν ο κανονισμός 1186/2009 ερμηνευθεί κατά τρόπο που να αποκλείει τη δυνατότητα διπλής συνήθους κατοικίας, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστούν, υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, τα κριτήρια που πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να προσδιοριστεί ποια από τις δύο κατοικίες πρέπει να θεωρηθεί ως η συνήθης κατοικία, κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού αυτού. Συναφώς, το δικαστήριο αυτό διερωτάται αν τα κριτήρια που έθεσε το Δικαστήριο στις αποφάσεις Λουλουδάκης (C‑262/99, EU:C:2001:407) και Αλεβίζος (C‑392/05, EU:C:2007:251) είναι λυσιτελή για τον προσδιορισμό του τόπου της «συνήθους κατοικίας», κατά την έννοια των άρθρων 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/182 και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/183, ιδίως δε η προτεραιότητα που δόθηκε, στο πλαίσιο του προσδιορισμού αυτού, στους προσωπικούς δεσμούς.

20      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Hoge Raad der Nederlanden (ανώτατο δικαστήριο των Κάτω Χωρών) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Παρέχει ο κανονισμός 1186/2009 τη δυνατότητα να έχει ένα φυσικό πρόσωπο τη συνήθη κατοικία του ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα και, αν ναι, ισχύει η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 του κανονισμού αυτού ατέλεια για την εισαγωγή προσωπικών ειδών τα οποία μεταφέρονται στην Ένωση όταν το φυσικό αυτό πρόσωπο δεν έχει πλέον τη συνήθη κατοικία του στην τρίτη χώρα;

2)      Αν ο κανονισμός 1186/2009 αποκλείει τη δυνατότητα να υπάρξει διπλή συνήθης κατοικία και αν η εκτίμηση όλων των περιστάσεων δεν αρκεί για τον προσδιορισμό της συνήθους κατοικίας, βάσει ποιου κανόνα ή με τη βοήθεια ποιων κριτηρίων πρέπει για την εφαρμογή του κανονισμού αυτού να καθοριστεί σε ποια χώρα έχει ο ενδιαφερόμενος τη συνήθη κατοικία του σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, όπου αυτός έχει τόσο προσωπικούς όσο και επαγγελματικούς δεσμούς στην τρίτη χώρα και προσωπικούς δεσμούς στο κράτος μέλος;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

21      Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 3 του κανονισμού 1186/2009 έχει την έννοια ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου αυτού, ένα φυσικό πρόσωπο μπορεί να έχει τη συνήθη κατοικία του ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα. Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί, επίσης, εάν η προβλεπόμενη στο εν λόγω άρθρο δασμολογική ατέλεια κατά την εισαγωγή ισχύει και για τα προσωπικά είδη που το συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο εισάγει στην Ένωση, όταν δεν έχει πλέον τη συνήθη κατοικία του στην τρίτη χώρα.

22      Στο μέτρο που ο κανονισμός 1186/2009 δεν ορίζει τη διαλαμβανόμενη στο άρθρο 3 έννοια της «συνήθους κατοικίας», πρέπει, προκειμένου να καθορισθεί το περιεχόμενο αυτού του άρθρου, να ληφθούν συγχρόνως υπόψη το γράμμα του, το πλαίσιο στο οποίο αυτό εντάσσεται και οι σκοποί τους οποίους επιδιώκει (απόφαση Angerer, C‑477/13, EU:C:2015:239, σκέψη 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

23      Όσον αφορά το γράμμα του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009, πρέπει, αφενός, να επισημανθεί ότι η φράση «συνήθης κατοικία» χρησιμοποιείται στον ενικό αριθμό, γεγονός το οποίο μάλλον επιβεβαιώνει ότι ένα φυσικό πρόσωπο μπορεί να έχει σε ορισμένη χρονική στιγμή μόνο μία συνήθη κατοικία. Αφετέρου, το άρθρο αυτό εξαρτά τη χορήγηση δασμολογικής ατέλειας κατά την εισαγωγή από τη μεταφορά της συνήθους κατοικίας από μια τρίτη χώρα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 37 των προτάσεών του, η χρήση του όρου «μεταφορά» προϋποθέτει αναγκαστικά μετακίνηση της συνήθους κατοικίας από τόπο εκτός της Ένωσης σε άλλο τόπο εντός αυτής και αποκλείει, συνεπώς, τη δυνατότητα ενός προσώπου να έχει, κατά την ίδια χρονική περίοδο, συνήθη κατοικία τόσο σε κράτος μέλος όσο και σε τρίτη χώρα.

24      Όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 3 του κανονισμού 1186/2009, επισημαίνεται ότι στα άρθρα 4, 5, 7 και 9 έως 11 του κανονισμού αυτού, τα οποία αφορούν ειδικότερα τις προϋποθέσεις εφαρμογής της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού τελωνειακής ατέλειας, ο όρος «συνήθης κατοικία» χρησιμοποιείται επίσης στον ενικό αριθμό. Το ίδιο ισχύει και σε άλλα άρθρα του ίδιου κανονισμού, τα οποία περιλαμβάνουν την έννοια της «συνήθους κατοικίας».

25      Επίσης, η διατύπωση των άρθρων 4, 7 και 9 έως 11 του κανονισμού 1186/2009 επιρρωννύει την ερμηνεία της «συνήθους κατοικίας» υπό την έννοια ότι ένα φυσικό πρόσωπο μπορεί να έχει σε ορισμένη χρονική στιγμή μόνο μία συνήθη κατοικία. Ειδικότερα, κατ’ αρχάς, το άρθρο 4 του κανονισμού αυτού ορίζει ότι η ατέλεια αφορά μόνον τα προσωπικά είδη τα οποία, αφενός, χρησιμοποιήθηκαν από τον ενδιαφερόμενο «στον τόπο της προηγούμενης συνήθους κατοικίας του» επί έξι τουλάχιστον μήνες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία «έπαψε να έχει τη συνήθη κατοικία του» στην τρίτη χώρα από την οποία προέρχεται και, αφετέρου, προορίζονται για την ίδια χρήση «στον τόπο της νέας συνήθους κατοικίας του». Περαιτέρω, στα άρθρα 7, 9 και 10 του εν λόγω κανονισμού γίνεται αναφορά στην ίδια αλληλουχία γεγονότων, κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος εγκαταλείπει πρώτα τη συνήθη κατοικία του σε τρίτη χώρα και στη συνέχεια μεταφέρει την κατοικία αυτή στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης. Τέλος, το άρθρο 11 του κανονισμού 1186/2009 επαναλαμβάνει το ρήμα «μεταφέρει», όπως τούτο χρησιμοποιείται και στο άρθρο 3 του κανονισμού, για να προσδιοριστεί η μετακίνηση της συνήθους κατοικίας από μια τρίτη χώρα σε κράτος μέλος.

26      Όσον αφορά τους σκοπούς του κανονισμού 1186/2009, η αιτιολογική σκέψη 3 του κανονισμού αυτού διευκρινίζει ότι οι τελωνειακές ατέλειες προβλέφθηκαν από τον εν λόγω κανονισμό καθόσον «μια [...] επιβάρυνση δεν δικαιολογείται σε ορισμένες σαφώς προσδιοριζόμενες περιπτώσεις, όταν οι ειδικές περιστάσεις εισαγωγής εμπορευμάτων δεν απαιτούν την εφαρμογή των συνηθισμένων μέτρων προστασίας της οικονομίας».

27      Από τη νομολογία που αφορά τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 918/83, της οποίας το περιεχόμενο είναι πανομοιότυπο με εκείνο της αιτιολογικής σκέψεως 3 του κανονισμού 1186/2009, προκύπτει ότι οι σκοποί που επιδίωκε ο νομοθέτης της Ένωσης κατά την έκδοση του πρώτου κανονισμού συνίσταντο στη διευκόλυνση, αφενός, της μετοικήσεως ενός φυσικού προσώπου στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και, αφετέρου, της εργασίας των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών (απόφαση Treimanis, C‑487/11, EU:C:2012:556, σκέψη 24). Οι εν λόγω εκτιμήσεις μπορούν να έχουν εφαρμογή στον κανονισμό 1186/2009 καθόσον, με τον κανονισμό αυτό, ο νομοθέτης της Ένωσης κωδικοποίησε τις διάφορες διατάξεις του καθεστώτος τελωνειακών ατελειών, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων του κανονισμού 918/83.

28      Όμως, η ερμηνεία κατά την οποία ένα φυσικό πρόσωπο μπορεί να έχει ταυτόχρονα δύο συνήθεις κατοικίες κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009, μία σε τρίτη χώρα και μία άλλη σε κράτος μέλος, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνάδει προς τον σκοπό που συνίσταται στη διευκόλυνση της μετοικήσεως σε κράτος μέλος.

29      Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3 του κανονισμού 1186/2009 έχει την έννοια ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου αυτού, ένα φυσικό πρόσωπο δεν μπορεί να έχει τη συνήθη κατοικία του ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα. Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως αυτής, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο σκέλος του πρώτου ερωτήματος.

 Επί του δευτέρου ερωτήματος

30      Με το δεύτερο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστούν τα κριτήρια βάσει των οποίων πρέπει να καθοριστεί ο τόπος της συνήθους κατοικίας, κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009, υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, όταν δηλαδή ο ενδιαφερόμενος διατηρεί σε μια τρίτη χώρα τόσο προσωπικούς όσο και επαγγελματικούς δεσμούς, ενώ σε κράτος μέλος διατηρεί προσωπικούς δεσμούς.

31      Κατ’ αρχάς πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία που έχει διαμορφωθεί σε διάφορους τομείς του δικαίου της Ένωσης, ως συνήθης κατοικία πρέπει να θεωρείται ο τόπος τον οποίο ο ενδιαφερόμενος έχει καταστήσει μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις Schäflein κατά Επιτροπής, 284/87, EU:C:1988:414, σκέψη 9· Ryborg, C‑297/89, EU:C:1991:160, σκέψη 19· Λουλουδάκης, C‑262/99, EU:C:2001:407, σκέψη 51· Αλεβίζος, C‑392/05, EU:C:2007:251, σκέψη 55· I, C‑255/13, EU:C:2014:1291, σκέψη 44, και B., C‑394/13, EU:C:2014:2199, σκέψη 26).

32      Έχει, επίσης, κριθεί ότι, για να καθοριστεί η συνήθης κατοικία του ενδιαφερομένου με βάση το μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα ασκούντα επιρροή πραγματικά στοιχεία (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις Schäflein κατά Επιτροπής, 284/87, EU:C:1988:414, σκέψη 10· Ryborg, C‑297/89, EU:C:1991:160, σκέψη 20· Λουλουδάκης, C‑262/99, EU:C:2001:407, σκέψη 55· Αλεβίζος, C‑392/05, EU:C:2007:251, σκέψη 57, καθώς και I, C‑255/13, EU:C:2014:1291, σκέψεις 45 και 46).

33      Στις αποφάσεις Λουλουδάκης (C‑262/99, EU:C:2001:407) και Αλεβίζος (C‑392/05, EU:C:2007:251), ως προς τις οποίες το αιτούν δικαστήριο ζητεί, με το δεύτερο ερώτημά του, να διευκρινιστεί αν είναι λυσιτελείς για τον καθορισμό του τόπου της συνήθους κατοικίας κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009, το Δικαστήριο επισήμανε, όσον αφορά τα άρθρα 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/182 και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/183, ότι τα ασκούντα επιρροή πραγματικά στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί η συνήθης κατοικία του ενδιαφερομένου με βάση το μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του είναι, μεταξύ άλλων, η φυσική παρουσία του ιδίου και των μελών της οικογένειάς του, η ύπαρξη στέγης, ο πραγματικός τόπος φοιτήσεως των τέκνων, ο τόπος ασκήσεως των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ο τόπος των περιουσιακών συμφερόντων, ο τόπος των διοικητικών δεσμών με τις δημόσιες αρχές και τους κοινωνικούς φορείς, στο μέτρο που τα στοιχεία αυτά εκφράζουν τη βούληση του συγκεκριμένου ατόμου να προσδώσει ορισμένη μονιμότητα στον τόπο όπου αναπτύσσει τους δεσμούς αυτούς, λόγω της συνέχειας που προκύπτει από μια βιοτική συνήθεια και από την εξέλιξη των συνήθων κοινωνικών και επαγγελματικών σχέσεων (αποφάσεις Λουλουδάκης, C‑262/99, EU:C:2001:407, σκέψη 55, και Αλεβίζος, C‑392/05, EU:C:2007:251, σκέψη 57).

34      Εξάλλου, το Δικαστήριο διευκρίνισε, στις αποφάσεις αυτές, ότι όταν η συνολική εκτίμηση όλων των ασκούντων επιρροή πραγματικών στοιχείων δεν αρκεί για τον προσδιορισμό του μόνιμου κέντρου των συμφερόντων του ενδιαφερομένου, πρέπει να δίδεται προτεραιότητα, για τον προσδιορισμό αυτού του κέντρου, στους προσωπικούς δεσμούς (αποφάσεις Λουλουδάκης, C‑262/99, EU:C:2001:407, σκέψη 53, και Αλεβίζος, C‑392/05, EU:C:2007:251, σκέψη 61).

35      Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί, ειδικότερα, να διευκρινιστεί εάν η ανωτέρω εκτίμηση, κατά την οποία πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στους προσωπικούς δεσμούς, μπορεί να ισχύσει και για την ερμηνεία της έννοιας της «συνήθους κατοικίας» στο πλαίσιο του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009, δεδομένου ότι το Gerechtshof Amsterdam, του οποίου η απόφαση αναιρεσιβάλλεται ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, έκρινε ότι έπρεπε, υπό τις επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης περιστάσεις, να δοθεί προτεραιότητα στους εν λόγω προσωπικούς δεσμούς.

36      Συναφώς πρέπει να επισημανθεί ότι από τις αποφάσεις Λουλουδάκης (C‑262/99, EU:C:2001:407, σκέψη 53) και Αλεβίζος (C‑392/05, EU:C:2007:251, σκέψη 61) προκύπτει ότι η εν λόγω προτεραιότητα στηρίζεται στην ερμηνεία των άρθρων 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/182 και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/183. Ο κανονισμός 1186/2009 δεν περιέχει, εντούτοις, καμία ισοδύναμη με τις εν λόγω διατάξεις ρύθμιση.

37      Πρέπει, επίσης, να παρατηρηθεί ότι οι οδηγίες αυτές αφορούν τις φορολογικές ατέλειες που ισχύουν εντός της Ένωσης, ενώ ο συγκεκριμένος κανονισμός αφορά τις τελωνειακές ατέλειες που ισχύουν για τα προερχόμενα από τρίτη χώρα είδη που εισάγονται στην Ένωση. Συνεπώς, οι σκοποί των εν λόγω οδηγιών διαφέρουν από τον σκοπό του κανονισμού 1186/2009. Πράγματι, από το προοίμιο των ανωτέρω οδηγιών προκύπτει ότι ο σκοπός τους συνίσταται στη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων εντός της Ένωσης με την εξάλειψη των φορολογικών εμποδίων κατά την εισαγωγή σε κράτος μέλος προσωπικών ειδών και μεταφορικών μέσων που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος. Αντιθέτως, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 3 του κανονισμού αυτού, σκοπός του είναι η χορήγηση, κατά την εισαγωγή στην Ένωση εμπορευμάτων προερχόμενων από τρίτη χώρα τα οποία, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού αυτού, δεν παρουσιάζουν, με το είδος ή την ποσότητά τους, κανένα εμπορικό ενδιαφέρον, του ευεργετήματος μιας δασμολογικής ατέλειας, όταν οι συνθήκες εισαγωγής «δεν απαιτούν την εφαρμογή των συνηθισμένων μέτρων προστασίας της οικονομίας».

38      Υπό τις συνθήκες αυτές, η ερμηνεία της έννοιας της «συνήθους κατοικίας», στο πλαίσιο των άρθρων 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/182 και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 83/183, κατά την οποία, όταν δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί το μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του ενδιαφερομένου, πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στους προσωπικούς δεσμούς, δεν μπορεί να ισχύσει και για την έννοια της «συνήθους κατοικίας» στο πλαίσιο του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009.

39      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ως συνήθης κατοικία κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009 πρέπει να θεωρείται ο τόπος στον οποίο ο ενδιαφερόμενος έχει το μόνιμο κέντρο των συμφερόντων του. Προκειμένου να προσδιοριστεί εάν η εν λόγω συνήθης κατοικία βρίσκεται σε τρίτη χώρα, για την εφαρμογή της προβλεπόμενης στο εν λόγω άρθρο 3 τελωνειακής ατέλειας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα σχετικά πραγματικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων τα οποία παραθέτει ενδεικτικώς το Δικαστήριο στις αποφάσεις Λουλουδάκης (C‑262/99, EU:C:2001:407) και Αλεβίζος (C‑392/05, EU:C:2007:251) και τα οποία διαλαμβάνονται στη σκέψη 33 της παρούσας αποφάσεως, χωρίς να δίδεται προτεραιότητα στους προσωπικούς δεσμούς.

40      Στο πλαίσιο της αναλύσεως αυτής πρέπει να επισημανθεί ότι ο κανονισμός 1186/2009 αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη διάρκεια διαμονής του ενδιαφερομένου στην επίμαχη τρίτη χώρα. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, μόνον τα πρόσωπα που είχαν τη συνήθη κατοικία τους εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης τουλάχιστον για δώδεκα συνεχείς μήνες μπορούν να επωφεληθούν της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 του κανονισμού αυτού τελωνειακής ατέλειας. Ομοίως, το Συμβούλιο Τελωνειακής Συνεργασίας, νυν Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων (ΠΟΤ), στον οποίο ζήτησε να προσχωρήσει η Ένωση με αίτησή της που έγινε δεκτή κατά το έτος 2007, επισήμανε, στη σύστασή του της 5ης Δεκεμβρίου 1962 σχετικά με την εισδοχή ατελώς κινητών αγαθών που εισάγονται επ’ ευκαιρία μεταφοράς κατοικίας, ότι η χορήγηση ατέλειας μπορεί, μεταξύ άλλων, να εξαρτάται από την προϋπόθεση διαμονής επαρκούς διάρκειας στην αλλοδαπή.

41      Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, όταν δηλαδή ο ενδιαφερόμενος διατηρεί σε τρίτη χώρα προσωπικούς και επαγγελματικούς δεσμούς και σε κράτος μέλος προσωπικούς δεσμούς, πρέπει, προκειμένου να προσδιοριστεί εάν η συνήθης κατοικία του ενδιαφερομένου κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009 βρίσκεται στην τρίτη χώρα, να αποδίδεται, κατά τη συνολική εκτίμηση των σχετικών πραγματικών στοιχείων, ιδιαίτερη σημασία στη διάρκεια διαμονής του εν λόγω προσώπου στην τρίτη χώρα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

42      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) 1186/2009 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2009, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών, έχει την έννοια ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου αυτού, ένα φυσικό πρόσωπο δεν μπορεί να έχει τη συνήθη κατοικία του ταυτόχρονα σε κράτος μέλος και σε τρίτη χώρα.

2)      Υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, όταν δηλαδή ο ενδιαφερόμενος διατηρεί σε τρίτη χώρα προσωπικούς και επαγγελματικούς δεσμούς και σε κράτος μέλος προσωπικούς δεσμούς, πρέπει, προκειμένου να προσδιοριστεί εάν η συνήθης κατοικία του ενδιαφερομένου κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 1186/2009 βρίσκεται στην τρίτη χώρα, να αποδίδεται, κατά τη συνολική εκτίμηση των σχετικών πραγματικών στοιχείων, ιδιαίτερη σημασία στη διάρκεια διαμονής του εν λόγω προσώπου στην τρίτη χώρα.

(υπογραφές)

Viewing all 7448 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>